Professional Documents
Culture Documents
Schatz Τα είδη ταινιών του Χολιγουντ (ΜΚ edit) )
Schatz Τα είδη ταινιών του Χολιγουντ (ΜΚ edit) )
Χόλιγουντ:
ΦΟΡΜΟΥΛΕΣ,
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΣΤΟΥΝΤΙΟ
2 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΤΑ ΕΙΔΗ
ΤΑΙΝΙΩΝ
Μέρος Πρώτο
ΤΟΥ ΧΟΛΙ
ΓΟΥΝΤ
3 2. KΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΔΟΥΣ
Όποτε μια κινηματογραφική ταινία γίνεται έργο τέχνης οφείλεται αναμφίβολα στους
ανθρώπους. Αλλά οι κινηματογραφικές ταινίες γεννήθηκαν και αναπτύχθηκαν, όχι
από τους ανθρώπους, αλλά από τις εταιρείες. Οι εταιρείες τοποθέτησαν τα
καβαλέτα, αγόρασαν τα χρώματα, τακτοποίησαν τις διαφορετικές οπτικές και
προσέλαβαν τους πιθανούς καλλιτέχνες. Μέχρι να αναδυθούν οι καλλιτέχνες,
τουλάχιστον, η εταιρεία είναι πιο σημαντική από το άθροισμα των μερών της. Με
κάποιο τρόπο, αν και οι ποιητές μας δεν το έχουν ορίσει για μας, η εταιρεία ζει μια
ζωή και ακολουθεί μια μοίρα έξω από τις ζωές και τη μοίρα των ανθρώπινων
συστατικών της.
1
Περιοδικό Fortune, Δεκέμβριος 1932
2
Παραδόξως, οι υποστηρικτές της πολιτικής των δημιουργών θαυμάζουν τον
αμερικανικό κινηματογράφο, όπου οι περιορισμοί στην παραγωγή είναι πιο
μεγάλοι από οπουδήποτε αλλού. Είναι επίσης αλήθεια ότι η Αμερική είναι η χώρα
όπου παρέχονται οι περισσότερες τεχνικές δυνατότητες σε ένα σκηνοθέτη. Όμως
το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Πράγματι, θα παραδεχτώ ότι η ελευθερία είναι
μεγαλύτερη στο Χόλιγουντ, από ό,τι λέγεται ότι είναι, αρκεί να ξέρει κάποιος πώς
να εντοπίζει τις εκφάνσεις της· και θα προσθέσω ότι η παράδοση των ειδών είναι
η βάση των λειτουργιών για τη δημιουργική ελευθερία. Ο αμερικανικός
κινηματογράφος είναι μία κλασική τέχνη, αλλά τότε γιατί να μην θαυμάζουμε σ’
αυτήν αυτό που είναι πιο θαυμαστό, δηλαδή όχι μόνο το ταλέντο του ενός ή του
άλλου δημιουργού ταινιών, αλλά και την ιδιοφυΐα του συστήματος.
3
Αντρέ Μπαζέν [Andre Bazin]
3
4 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
εξαρτάται από την καλλιτεχνική της ποιότητα, αλλά μπορεί και όχι. Αυτό είναι
το μήλον της έριδος των κριτικών και πάντα θα διαχωρίζει τους ελιτιστές
κριτικούς, όπως ο Τζον Σάιμον [John Simon], από τους λαϊκίστικους, όπως η
Πολίν Κέιλ [Pauline Kael]. Όμως, σε τελική ανάλυση, η ποιότητα οποιασ-
δήποτε ταινίας, μια και η ίδια η ποιότητα βασίζεται στην υποκειμενική κριτική
συναίνεση, είναι δευτερεύουσας σημασίας σε σύγκριση με το γεγονός του
κοινωνικού και οικονομικού αντίκτυπου που έχει. Η παρατήρηση του Τριφό
φαίνεται να συμπίπτει, κι αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον, με την απόφαση του
1915 του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, που αναφέρει ότι «η παρουσίαση
των κινηματογραφικών ταινιών είναι μία επιχειρηματική δραστηριότητα, απλή
και συγκεκριμένη, που προκύπτει και διενεργείται με σκοπό το κέρδος». Τόσο
ο Τριφό, όσο και το Ανώτατο Δικαστήριο, αναγνώρισαν μία βασική αρχή του
εμπορικού κινηματογράφου: οι παραγωγοί μπορεί να μην γνωρίζουν πολλά
για την τέχνη, αλλά ξέρουν τι πουλάει και πώς να το παράγουν συστηματικά.
Αν αυτό που παράγει ο παραγωγός τύχει να αξιολογηθεί από τους κριτικούς
ως τέχνη, ακόμη καλύτερα.
Κατά βάση, ο ρόλος των εταιρειών παραγωγής του Χόλιγουντ ανέκαθεν
ήταν να δημιουργούν αυτό που ονόμασε ο Τριφό κοινωνιολογικά γεγονότα.
Στις συνεχείς τους προσπάθειες να προσεγγίσουν όσο το δυνατόν μαζικότερο
κοινό, οι πρώτοι κινηματογραφιστές εξερεύνησαν τομείς που πιθανόν να
προσέλκυαν το κοινό, και ταυτόχρονα τυποποίησαν τους τομείς αυτούς, που
είχε ήδη εξακριβωθεί ότι ενδιαφέρουν το κοινό βάσει της ανταπόκρισής του.
Στη σταδιακή ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας παραγωγής
ταινιών η τυποποίηση έπαιρνε σταθερά το προβάδισμα έναντι του
πειραματισμού, για οικονομικούς λόγους. Την περίοδο 1915-1930 τα στούντιο
τυποποίησαν, και άρα έκαναν πιο οικονομική, σχεδόν κάθε πτυχή της
παραγωγής ταινιών (Balio, 1976).5 Λόγω της αυστηρής οργάνωσης που
ακολούθησαν, τα στούντιο της κλασικής εποχής του Χόλιγουντ (περίπου από
το 1930 έως το 1960) ονομάστηκαν συστήματα εργοστασιακής παραγωγής. Η
αναλογία δεν είναι αβάσιμη στην καθημερινή πρακτική της βιομηχανίας: το
«σύστημα των στούντιο» λειτούργησε για να παράγει μαζικά και να διανέμει
μαζικά ταινίες. Κάτι τέτοιο είναι πολύ διαφορετικό από το «Νέο Χόλιγουντ»,
όπου τα στούντιο λειτουργούν κυρίως ως εταιρείες διανομής, δηλαδή
διανέμουν ταινίες οι οποίες, κατά κύριο λόγο, είναι ανεξάρτητης παραγωγής.
5 2. KΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΔΟΥΣ
5
6 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
αφηγηματική ταινία μεγάλου μήκους περί τα τέλη της δεκαετίας του 1910, η
μεικτή κληρονομιά του μέσου ήταν αρκετά εμφανής. Οι ταινίες είχαν τις ρίζες
τους στην κλασική λογοτεχνία και στις λαϊκές αισθηματικές ιστορίες με τις
μεγαλύτερες πωλήσεις στο ευρύ κοινό, καθώς και στο θέατρο, την
επιθεώρηση και τα μιούζικ χολ, δηλαδή τόσο σε παραδόσεις της «σοβαρής
τέχνης», όσο και της αμερικανικής «δημοφιλούς ψυχαγωγίας».6
Το σύγχρονο μαζικό κοινό, εντέλει, είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνο για
την ανάπτυξη του συστήματος των στούντιο. Είναι το ίδιο κοινό του οποίου ο
ελεύθερος χρόνος και η καταναλωτική ικανότητα αποτέλεσαν, σύμφωνα με
τον κοινωνιολόγο ιστορικό Άρνολντ Χάουζερ [Arnold Hauser], «έναν
αποφασιστικό παράγοντα στην ιστορία της τέχνης» (Hauser, 1951, σ. 250).7
Με το ενδιαφέρον του για τον κινηματογράφο, αυτό το κοινό ενθάρρυνε τη
μαζική διανομή ταινιών, καθώς και την προσκόλληση στις συμβάσεις της
κινηματογραφίας. Η δημιουργία ταινιών μεγάλου μήκους, όπως και το
μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής των μαζικών μέσων, αποτελεί δαπανηρή
επιχειρηματική δραστηριότητα. Εκείνοι που επενδύουν τα κεφάλαιά τους, από
τα μεγάλα στούντιο έως την ανεξάρτητη παραγωγή, εγκλωβίζονται σε ένα
περίεργο παιχνίδι: από τη μια πλευρά, το προϊόν τους πρέπει να είναι
επαρκώς ευρηματικό για να προσελκύσει την προσοχή και να ικανοποιήσει
την απαίτηση του κοινού για καινοτομία και, από την άλλη, πρέπει να
προστατεύσουν την αρχική τους επένδυση, βασιζόμενοι ώς έναν βαθμό σε
εδραιωμένες συμβάσεις που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές από προ-
ηγούμενη εμπειρία και επανάληψη.
Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι στην παραγωγή ταινιών ─και
κυριολεκτικά σε κάθε μορφή λαϊκής τέχνης─ το επιτυχημένο προϊόν είναι
αλληλένδετο με τις συμβάσεις επειδή η επιτυχία του εμπνέει την επανάληψη.
Το σύστημα εσωτερικής ανατροφοδότησης της πληροφορίας στον εμπορικό
κινηματογράφο διασφάλισε αυτήν την επανάληψη των επιτυχημένων ιστοριών
και τεχνικών, κι αυτό γιατί το σύστημα παραγωγής-διανομής-παρουσίασης
των στούντιο έδωσε τη δυνατότητα στους κινηματογραφιστές να μετρούν το
έργο τους με βάση την ανταπόκριση του κοινού. Είναι σαν με κάθε εμπορική
προσπάθεια να πρότειναν τα στούντιο μιαν άλλη παραλλαγή των κινηματο-
γραφικών συμβάσεων και το κοινό να καταδείκνυε αν οι ευρηματικές
7 2. KΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΔΟΥΣ
7
8 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
9
10 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
11
12 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
το κοινό ξεφεύγει από την καθημερινότητά του. Οι κριτικοί της θεωρίας του
δημιουργού, αναγνωρίζοντας τις απαιτήσεις που είχαν το κοινό και η
βιομηχανία από τους δημιουργούς ταινιών, απέρριψαν την τεχνητή διάκριση
ανάμεσα στην τέχνη και την ψυχαγωγία και έτσι σηματοδότησαν μία
σημαντική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ─δημιουργοί
ταινιών, θεατές και κριτικοί─ σκέφτονταν για τις ταινίες.
Αναδρομικά, φαίνεται αρκετά λογικό που η κριτική για τα κινηματογραφικά
είδη και η θεωρία για τους δημιουργούς κυριάρχησαν στη μελέτη ταινιών του
Χόλιγουντ. Αυτές οι δύο κριτικές μέθοδοι πράγματι συμπληρώνουν και
αντισταθμίζουν η μία την άλλη, ως προς το ότι η κριτική που αφορά στα
κινηματογραφικά είδη πραγματεύεται εδραιωμένες κινηματογραφικές μορφές,
ενώ η κριτική για τους δημιουργούς εκθειάζει ορισμένους δημιουργούς ταινιών
που εργάστηκαν αποτελεσματικά σε αυτές τις μορφές. Και οι δύο προσ-
εγγίσεις αντικατοπτρίζουν αυξημένη κριτική ευαισθησία στην τάση για συμβα-
τικοποίηση στην εμπορική κινηματογραφία. Μάλιστα, η προσέγγιση του
δημιουργού, επιβεβαιώνοντας τη συνέπεια του σκηνοθέτη στη μορφή και την
έκφραση, μετατρέπει αποτελεσματικά τον ίδιο τον δημιουργό σε ένα αυτούσιο
κινηματογραφικό είδος, σε ένα σύστημα συμβάσεων που χαρακτηρίζουν το
έργο του. Και επιπλέον, η συνέπεια του σκηνοθέτη, όπως και του είδους, είναι
βασική στις οικονομικές και υλικές απαιτήσεις του μέσου και στη δημοτικότητά
του στο μαζικό κοινό. Ο Τζον Φορντ, ο οποίος θεωρούσε τη σκηνοθεσία
ταινιών «μια απλή δουλειά όπως όλες», έκανε την εξής παρατήρηση: «Για
έναν σκηνοθέτη υπάρχουν εμπορικοί κανόνες στους οποίους είναι απαραίτητο
να υπακούει. Στο επάγγελμά μας, η καλλιτεχνική αποτυχία δεν είναι τίποτα, η
εμπορική αποτυχία είναι καταδίκη. Το μυστικό είναι να δημιουργούμε ταινίες
που ευχαριστούν το κοινό και επίσης επιτρέπουν στον σκηνοθέτη να
αποκαλύψει την προσωπικότητά του» (Sadoul, 1972, σ. 89).12
Ένα από τα σημαντικά χαρακτηριστικά της ανάλυσης του δημιουργού είναι
η δομική της προσέγγιση: η μέθοδός της είναι να αποκαλύψει τη «βαθιά
δομή» (τη σκηνοθετική προσωπικότητα) για να ερμηνεύει και να αξιολογεί την
«επιφανειακή δομή» (τις ταινίες του σκηνοθέτη). Οι κοινωνικοοικονομικές
απαιτήσεις του χολιγουντιανού κινηματογράφου, όμως, καταδεικνύουν ότι
υπάρχει μια σειρά από βαθιές δομές, βιομηχανικές, πολιτικές, τεχνικές,
στιλιστικές, αφηγηματικές κ.λπ., που διαμορφώνουν τη διαδικασία της
13 2. KΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΔΟΥΣ
13
14 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
15
16 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
δύσκολη και να απαιτεί πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια από ό,τι αν έβλεπε μια
ταινία μη αντιπροσωπευτική ενός είδους, κυρίως λόγω των ιδιαίτερων αφηγη-
ματικών συμβάσεων και της λογικής του κινηματογραφικού είδους. Όμως,
όταν ο θεατής βλέπει επανειλημμένα ταινίες ενός συγκεκριμένου είδους, τότε
το αφηγηματικό πρότυπο βγαίνει στην επιφάνεια και αρχίζουν να διαμορ-
φώνονται οι προσδοκίες του θεατή. Και όταν αναλογιστούμε ότι το πρότυπο
του είδους περιλαμβάνει όχι μόνο αφηγηματικά στοιχεία (χαρακτήρες, πλοκή,
σκηνικό) αλλά και θεματικά ζητήματα, γίνεται εμφανής η επιρροή του είδους
στο επίπεδο της κοινωνικοποίησης.
Επιπλέον, όταν εξετάζουμε τα είδη των ταινιών, αυτά τα δημοφιλή
αφηγήματα των οποίων η πλοκή, οι χαρακτήρες και τα θέματα τελειοποιούνται
μέσω της χρήσης σε ένα μαζικό μέσο, θεωρούμε μια μορφή καλλιτεχνικής
έκφρασης που εμπλέκει το κοινό πιο άμεσα από οποιαδήποτε άλλη παραδο-
σιακή μορφή τέχνης στο παρελθόν. Υπάρχουν προηγούμενες μορφές που
προέβλεψαν αυτήν την εξέλιξη, ειδικά καλλιτεχνικές παραστάσεις όπως το
αρχαίο ελληνικό δράμα ή το αναγεννησιακό δράμα. Όμως, οι συνέπειες των
δημοφιλών αφηγηματικών συνταγών άρχισαν να διαμορφώνονται μετά την
εφεύρεση του τυπογραφείου και τη διάδοση των φτηνών μελοδραματικών
μυθιστορημάτων, της λαϊκής λογοτεχνίας και των βιβλίων του Μπιντλ [Beadle]
(πήραν το όνομά τους από το όνομα του εκδότη Εράστους Μπιντλ [Erastus
Beadle]). Ο Χένρι Νας Σμιθ [Henry Nash Smith] εξέτασε τις συνέπειες αυτές
στη μελέτη του για τον αμερικανικό «μύθο της Δύσης» (που εκφράζεται στα
γουέστερν), με τίτλο Η παρθένα γη [The Virgin Land]. Ο Σμιθ ενδιαφέρεται
ιδιαίτερα για τη δημιουργική στάση που έχουν μεμονωμένοι συγγραφείς
λαϊκών ιστοριών, οι οποίοι παρήγαγαν και αναπαρήγαγαν δημοφιλείς ιστορίες
γουέστερν για ένα κοινό που διψούσε γι’ αυτές και επηρεαζόταν εύκολα. Η
βασική θέση του Σμιθ είναι ότι αυτοί οι συγγραφείς συμμετείχαν, με τους
εκδότες και το κοινό συλλογικά, στη δημιουργική εξύμνηση των αξιών και των
ιδανικών που συνδέονται με την επέκταση προς δυσμάς, τρέφοντας, έτσι, και
συντηρώντας τον μύθο του γουέστερν (και κατ’ επέκταση της Δύσης). Ισχυρί-
ζεται ότι ο λαϊκός συγγραφέας δεν καπηλεύεται την αγορά του, ρίχνοντας τον
εαυτό του στο επίπεδο του μαζικού κοινού, αλλά συνεργάζεται μαζί του, για τη
διαμόρφωση και την ενίσχυση συλλογικών αξιών και ιδανικών. «Η μυθιστορία
που παράγεται με αυτές τις συνθήκες κυριολεκτικά παίρνει τον χαρακτήρα της
17 2. KΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΔΟΥΣ
αυτόματης γραφής», αναφέρει ο Σμιθ. «Ένα τέτοιο έργο τείνει να γίνει ένα
μαζικό όνειρο με αντικειμενική μορφή, όπως οι κινηματογραφικές ταινίες, οι
σαπουνόπερες ή τα βιβλία κόμικς, που αποτελούν το σημερινό ισοδύναμο
των παλιών ιστοριών α λα Beadle. Ο μεμονωμένος συγγραφέας εγκαταλείπει
την προσωπικότητά του και ταυτίζεται με τους αναγνώστες του» (Smith, 1950,
σ. 91).14
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, υπάρχουν λαϊκοί μυθιστοριογράφοι όπως οι
Τζέιμς Φένιμορ Κούπερ [James Fenimore Cooper] και Ζέιν Γκρέι [Zane Grey],
όπως και σκηνοθέτες αντιπροσωπευτικοί κάποιου είδους, όπως ο Τζον Φορντ
και ο Σαμ Πέκινπα, που χρησιμοποιούσαν εξαιρετική μορφική και εκφραστική
καλλιτεχνία στις ιστορίες γουέστερν και των οποίων η γραφή κάθε άλλο παρά
αυτόματη φαίνεται. Υπογραμμίζοντας τη σχέση των φτηνών λαϊκών μυθιστο-
ρημάτων γουέστερν με το μαζικό κοινό και, κατά συνέπεια, με το αμερικανικό
παραδοσιακό φολκλορικό στοιχείο, όμως, η μελέτη του Σμιθ προσθέτει μια
σημαντική διάσταση στη συζήτησή μας. Αναφέρει ότι αυτά τα μυθιστορήματα
γράφτηκαν, όχι μόνο για το μαζικό κοινό, αλλά και από αυτό. Ως παραγωγή
από αποπροσωποποιημένους αντιπροσώπους του συλλογικού, ανώνυμου
κοινού, και λειτουργώντας με σκοπό την εξύμνηση βασικών πεποιθήσεων και
αξιών, η φόρμουλα των μυθιστορημάτων αυτών θα μπορούσε να θεωρηθεί
ότι αποτελεί, όχι μόνο λαϊκή τέχνη ή ακόμη και ελιτίστικη, αλλά και πολιτιστικό
τελετουργικό, μια μορφή συλλογικής έκφρασης, φαινομενικά παρωχημένη
στην εποχή της μαζικής τεχνολογίας, που όμως εκφράζει αυθεντικά τη
«σιωπηλή πλειοψηφία».
Αυτή η οπτική της φύσης και της λειτουργίας της λαϊκής αφηγηματικής
καλλιτεχνίας επεκτάθηκε, αρκετά προβλέψιμα, στον χώρο της εμπορικής
κινηματογραφίας, όπου ισχύουν πολλές από τις ίδιες αρχές. Για την ακρίβεια,
το δοκίμιο του Αντρέ Μπαζέν “La politique des auteurs” θεωρήθηκε ως ένα
είδος προτροπής στους κριτικούς της θεωρίας των δημιουργών, πλην της
σκηνοθεσίας, να εξετάζουν όλες τις άλλες πτυχές της κινηματογραφίας που
συμβάλλουν στην ταυτότητα του δημιουργού οποιασδήποτε ταινίας. Ο
Μπαζέν αναφέρει:
Αυτό που κάνει το Χόλιγουντ καλύτερο από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο
δεν είναι μόνο η ποιότητα ορισμένων σκηνοθετών, αλλά και η ζωντάνια
17
18 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Η βάση για την άποψη αυτή είναι το επίπεδο της ενεργού αλλά έμμεσης
συμμετοχής του κοινού στη διαμόρφωση οποιασδήποτε λαϊκής εμπορικής
μορφής. Και αυτή η συμμετοχή είναι η ίδια μια λειτουργία του συστήματος των
στούντιο να επαναλαμβάνει και να μεταλαμπαδεύει, με μικρή παραλλαγή,
εκείνες τις ιστορίες που το κοινό έχει ξεχωρίσει ως αξιόλογες μέσω της
συλλογικής ανταπόκρισής του.
Πρέπει να αναφερθεί ότι, εξαιτίας του περιορισμένου εύρους διανομής και
της περιορισμένης ανατροφοδότησης από το κοινό τον δέκατο ένατο αιώνα, ο
βαθμός συνεργασίας του συγγραφέα λαϊκών μυθιστορημάτων με το κοινό του
ήταν αρκετά διαφορετικός από αυτόν του χολιγουντιανού κινηματογραφιστή.16
Επιπλέον, το φτηνό λαϊκό μυθιστόρημα ή το μυθιστόρημα με τις μεγαλύτερες
πωλήσεις είναι το προϊόν μιας ατομικής συνείδησης και επικοινωνείται μέσα
από ένα προσωπικό μέσο έκφρασης. Αντίθετα, η αντιπροσωπευτική ενός
είδους χολιγουντιανή ταινία, παράγεται και καταναλώνεται συλλογικά. Έχουμε
εδώ να ασχοληθούμε με το σύστημα των στούντιο, που γνώρισε μια περίοδο
διαρκούς και ευρείας λαϊκής επιτυχίας, από τα πρώτα χρόνια του ομιλούντος
κινηματογράφου και για περίπου τέσσερις δεκαετίες, μέχρι τη σταδιακή
εγκατάλειψη του συστήματος παραγωγής τους υπέρ της εμπορικής
τηλεοπτικής βιομηχανίας. Αυτή είναι η περίοδος πριν οι Αμερικανοί
κινηματογραφιστές αρχίσουν να απευθύνονται, όπως έχουν την τάση να
κάνουν και πιο πρόσφατα, σε μια πιο εξειδικευμένη αγορά ή ηλικιακή ομάδα.
Τα στούντιο του Χόλιγουντ και οι ταινίες των ειδών έφτασαν στο αποκορύ-
φωμά τους ταυτόχρονα, πράγμα που δεν είναι καθόλου τυχαίο όταν οι ταινίες
θεωρούνταν μαζική ψυχαγωγία από το ευρύ κοινό που πήγαινε στον
κινηματογράφο τακτικά (ή και ευλαβικά θα μπορούσε να πει κανείς),
19 2. KΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΔΟΥΣ
φτάνοντας στα μέσα προς τέλη της δεκαετίας του 1940 τους 90 εκατομμύρια
θεατές την εβδομάδα, δηλαδή σε ύψος-ρεκόρ.
Πριν εξετάσουμε την κινηματογραφία των ειδών ως μορφή συλλογικής
πολιτισμικής έκφρασης, όμως, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ορισμένες
εμπορικές και τεχνολογικές πτυχές του κινηματογράφου δικαιολογούν αυτή
την προσέγγιση. Ο Ντουάιτ ΜακΝτόναλντ [Dwight MacDonald] στο βιβλίο του
Θεωρία της μαζικής κουλτούρας [Theory of Mass Culture] διατυπώνει «το
βασικό χαρακτηριστικό της μαζικής, σε αντιδιαστολή με την υψηλή ή τη λαϊκή,
κουλτούρας: κατασκευάζεται για μαζική κατανάλωση από τεχνίτες που προσ-
λαμβάνονται από την κυρίαρχη τάξη και δεν αποτελεί προσωπική έκφραση
κάποιου καλλιτέχνη ή του κοινού ανθρώπου γενικά» (MacDonald στο
Rosenberg και White, 1964).17 Από αυτή την άποψη, ακόμη και ο Σαίξπηρ
[Shakespeare] είναι περισσότερο τεχνίτης, παρά ιδιαίτερος καλλιτέχνης.
Παρόλα αυτά, οι παρατηρήσεις του MακΝτόναλντ πράγματι μας ενθαρρύνουν
να αποφύγουμε οποιαδήποτε απλοϊκή σύνδεση της εμπορικής κινηματο-
γραφίας με τη λαϊκή ή την ελιτίστικη έκφραση.
Έτσι, όπως πρέπει να αμβλύνουμε την άποψή μας για τον κινηματο-
γραφικό σκηνοθέτη-δημιουργό, αναγνωρίζοντας το αποπροσωποποιημένο
σύστημα παραγωγής στο οποίο εργάζεται, έτσι πρέπει να αμβλύνουμε την
άποψή μας και για τις ταινίες των ειδών, ως ένα κατά κάποιο τρόπο κοσμικό,
σύγχρονο πολιτιστικό τελετουργικό. Το σύστημα ανατροφοδότησης της
πληροφορίας στον εμπορικό κινηματογράφο σπάνια δίνει στους θεατές τη δυ-
νατότητα για άμεσα δημιουργική παρέμβαση. Κυρίως τους επιτρέπει να
επηρεάσουν μελλοντικές παραλλαγές του είδους, εκφράζοντας τη συλλογική
αποδοχή ή όχι μιας τρέχουσας ταινίας. Τέτοια απόκριση έχει σωρευτικό
αποτέλεσμα, πρώτα απομονώνοντας και έπειτα σταδιακά μετατρέποντας, την
ιστορία μιας ταινίας σε οικείο αφηγηματικό πρότυπο. Όπως παρατηρεί ο
Ρόμπερτ Γουόρσοου στη μελέτη του για τις γκανγκστερικές ταινίες:
Για να γίνει ένα τέτοιο είδος επιτυχημένο, σημαίνει ότι οι συμβάσεις του
έχουν επιβληθεί στη γενική συνείδηση και έγιναν αποδεκτές, μέσω ενός
συγκεκριμένου συνόλου στάσεων και συμπεριφορών, και ενός
συγκεκριμένου αισθητικού αποτελέσματος. Πηγαίνει κάποιος να δει μια
ταινία, ως μεμονωμένο παράδειγμα ενός είδους, έχοντας πολύ
συγκεκριμένες προσδοκίες. Και η πρωτοτυπία είναι αποδεκτή, μόνο στον
19
20 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
βαθμό που θα έκανε πιο έντονη την αναμενόμενη εμπειρία, χωρίς να την
αλλάζει επί της ουσίας.18 (Warshow, 1962, σ. 130)
21
22 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ξεχώρισε τα μεγάλα έργα τέχνης για τις επόμενες γενιές, και έτσι είμαστε
λιγότερο ευαίσθητοι στα κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά τους, παρά στα
μορφολογικά και αισθητικά χαρακτηριστικά τους. Θα πρέπει, όμως, να
αποφεύγουμε να θεωρούμε ότι μπορούμε να μελετήσουμε και να
αξιολογήσουμε τα προϊόντα του δικού μας πολιτισμού από μία ανάλογη
κριτική και ιστορική απόσταση.
Ο κριτικός ταινιών Ρόμπιν Γουντ [Robin Wood], σε ένα δοκίμιο με τίτλο
«Ιδεολογία, είδος, δημιουργός» [“Ideology, Genre, Auteur”], εκφράζει αμφι-
βολίες γι’ αυτές τις κριτικές απόψεις στη μελέτη των κινηματογραφικών ειδών:
Το έργο που έχει γίνει μέχρι τώρα στα κινηματογραφικά είδη τείνει να
θεωρήσει τα διάφορα είδη ως «δεδομένα» και ξεχωριστά, και επιδιώκει να
τα εξηγήσει, να τα ορίσει στο πλαίσιο μοτίβων κ.λπ. Αυτό που πρέπει να
ρωτήσουμε, αν πρόκειται ποτέ να είναι παραγωγική η θεωρία των ειδών,
είναι λιγότερα «τι» από «γιατί». Είμαστε τόσο εξοικειωμένοι με τα είδη,
ώστε έχει δοθεί πολύ μικρή σημασία στην ιδιαιτερότητα του ίδιου του
φαινομένου.2 (Wood, 1977, σ. 47)
23
24 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ηρώων του γουέστερν, από εκπροσώπων του νόμου και της τάξης σε
λιποτάκτες παράνομους ή επαγγελματίες δολοφόνους, αντικατοπτρίζει μία
αυθεντική αλλαγή στο είδος. Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι ο όρος
«γουέστερν» σημαίνει κάτι διαφορετικό σήμερα, από αυτό που σήμαινε δύο ή
τρεις δεκαετίες πριν.
Έτσι, η εμπειρία του είδους, όπως κάθε ανθρώπινη εμπειρία, οργανώνεται
σύμφωνα με ορισμένες θεμελιώδεις αντιληπτικές διαδικασίες. Καθώς υποβαλ-
λόμαστε επανειλημμένα στον ίδιο τύπο εμπειρίας, αναπτύσσουμε προσ-
δοκίες που τείνουν να μετατρέπονται σε «κανόνες», καθώς διαρκώς ενι-
σχύονται. Το σαφέστερο παράδειγμα αυτής της διαδικασίας σε οποιονδήποτε
πολιτισμό εντοπίζεται στα παιχνίδια του. Το παιχνίδι είναι ένα σύστημα αμετά-
βλητων κανόνων (τρία στράικ στο μπέιζμπολ) και συστατικών που καθορίζουν
τη φύση του παιχνιδιού. Όμως, ποτέ δύο παιχνίδια ενός αθλήματος δεν είναι
ίδια, και μπορεί να παίζεται ένας θεωρητικά άπειρος αριθμός παραλλαγών,
στο πλαίσιο που επιτρέπουν οι κανόνες. Ανάλογα, ορισμένα στιλ παραδο-
σιακής ή δημοφιλούς μουσικής εμπεριέχουν την προσέγγιση των παραλ-
λαγών στο ίδιο θέμα, τόσο εντός, όσο και μεταξύ των μεμονωμένων
κομματιών. Στην παράδοση της αμερικανικής λαϊκής μουσικής (φολκ) και της
μουσικής μπλουζ, για παράδειγμα, οι περισσότερες συνθέσεις γεννιούνται
από μερικές προόδους συγχορδιών.
Οι αναλογίες ανάμεσα στα κινηματογραφικά είδη και άλλα πολιτισμικά
συστήματα είναι κυριολεκτικά άπειρες. Αυτό που δείχνουν τα παραδείγματα
αυτά είναι η διττή φύση οποιουδήποτε είδους (ή «γένους», από όπου και η
ετυμολογία του όρου [genre]), δηλαδή, μπορεί να αναγνωριστεί, είτε από τους
κανόνες, τα συστατικά και τη λειτουργία του (από τη στατική βαθιά δομή του),
είτε αντίστροφα από τα μεμονωμένα μέλη που αποτελούν το είδος (από τη
δυναμική επιφανειακή δομή του).
Σκεφτείτε μια ταινία γουέστερν ή ένα μιούζικαλ ή μια γκανγκστερική
ταινία. Το πιθανότερο είναι ότι δεν θα σκεφτείτε κάποια μεμονωμένη ταινία
γουέστερν ή ένα μιούζικαλ ή μια συγκεκριμένη γκανγκστερική ταινία, αλλά ένα
αμυδρά καθορισμένο αμάλγαμα δράσης και συμπεριφορών, χαρακτήρων και
σκηνικών. Ο λόγος είναι ότι όσο περισσότερο βλέπουμε ταινίες αντιπροσω-
25
26 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΦΩΤΟ 1α, 1β
Συνειδητοποιούμε πιο άμεσα την ύπαρξη ενός «συμβολαίου» σ’ ένα κινηματογραφικό είδος
όταν το «συμβόλαιο» αυτό παραβιάζεται. Η παραβίαση μπορεί να αφορά στο κάστινγκ ενός
καθιερωμένου ηθοποιού «ενάντια στον τύπο του», όπως όταν ο σταρ των μιούζικαλ Nτικ
Πάουελ [Dick Powell] πήρε τον ρόλο του ιδιωτικού ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου [Philip Marlowe]
στην ταινία Ραντεβού με το θάνατο [Murder My Sweet] (ακόμη και ο τίτλος άλλαξε από
Farewell My Lovely ώστε το κοινό να μην θεωρήσει την ταινία μιούζικαλ). Ή η παραβίαση
μπορεί απλώς να είναι θέμα ενός οχήματος (όπως ένα αυτοκίνητο σε σκηνικό γουέστερν) από
ένα κινηματογραφικό είδος που εμφανίζεται στο σκηνικό ενός άλλου είδους (Wisconsin Center for
Film and Theater Research), (Προσωπική Συλλογή).
επιφανειακή δομή ─ανάμεσα στο είδος και τις ταινίες του─ παρέχει την
εννοιολογική βάση για κάθε μελέτη των ειδών. Από όλες τις αναλογίες που θα
μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε για την καλύτερη κατανόηση αυτού του
διαχωρισμού, η πιο κατατοπιστική αφορά στη «βαθύτερη» από όλες τις
ανθρώπινες δομές: τη γλώσσα.
Η αναλογία με τη γλώσσα
Αυτό που θεωρείται φυσιολογικό για την ανθρωπότητα δεν είναι ο προφορικός
λόγος, αλλά η φυσική ικανότητα να κατασκευάζει μία γλώσσα, δηλαδή ένα
σύστημα δια-κριτών σημείων που ανταποκρίνονται σε διακριτές ιδέες.
3
Φερντινάντ ντε Σωσσύρ [Ferdinand de Saussure]
27
28 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
γραμματική μιας γλώσσας, των Αγγλικών για παράδειγμα, δεν έχει νόημα με
συγκεκριμένους όρους, ιστορικούς ή κοινωνικούς. Χειραγωγείται από τον
ομιλητή για να αποκτήσει νόημα. Ένα κινηματογραφικό είδος, αντίθετα, δημι-
ουργήθηκε ακριβώς λόγω της πολιτισμικής του σημασίας, ως ένα αφηγη-
ματικό σύστημα με νόημα. Ενώ μια λεκτική δήλωση αντιπροσωπεύει την
οργάνωση από την πλευρά του ομιλητή των ουδέτερων συστατικών σε ένα
πρότυπο με νόημα, μια ταινία είδους αντιπροσωπεύει την προσπάθεια αναδι-
οργάνωσης ενός οικείου νοηματικού συστήματος κατά έναν πρωτότυπο
τρόπο.
Άλλη μια ενδιαφέρουσα πλευρά της αναλογίας με τη γλώσσα αφορά στην
ένταση μεταξύ της γραμματικής και της χρήσης. Η γραμματική στη γλώσσα
είναι απόλυτη και στατική, κατά βάση ανεπηρέαστη από το εύρος και τις
καταχρήσεις της καθημερινής της χρήσης. Στον κινηματογράφο, όμως, οι
μεμονωμένες ταινίες που αντιπροσωπεύουν κάποιο είδος φαίνεται να έχουν
την ικανότητα να επηρεάζουν το είδος ─ η εκφορά έχει τη δυνατότητα να
αλλάζει τη γραμματική που τη διέπει. Ακόμη και στην τεχνολογία των ταινιών
(ο αντίκτυπος της μεγάλης οθόνης στις ταινίες γουέστερν, για παράδειγμα, ή
της έγχρωμης εικόνας με ζωηρά χρώματα [Technicolor] στα μιούζικαλ),
μπορούμε να δούμε ότι η μεμονωμένη χρήση επηρεάζει και τους θεατές και
τους άλλους δημιουργούς ταινιών, και έτσι τους ενθαρρύνει τελικά να επανα-
διαπραγματευτούν το συμβόλαιο του συγκεκριμένου κινηματογραφικού
είδους. Ασχέτως αν υπάρχει κάποια στατική κεντρική βαθιά δομή, η οποία
ορίζει το είδος και με κάποιο τρόπο διαφεύγει των επιπτώσεων του χρόνου
και των παραλλαγών, δεν μπορούμε να προσπεράσουμε τις σταδιακές αλλα-
γές (όπως αποκαλύπτονται στις μεμονωμένες ταινίες που αντιπροσωπεύουν
κάποιο είδος) στη μορφή και την ουσία τους, στην επιφάνεια του είδους. Τα
είδη εξελίσσονται και τείνουν να εξελίσσονται αρκετά γρήγορα λόγω των
απαιτήσεων των εμπορικών δημοφιλών μαζικών μέσων. Αλλά αν αυτή η
εξέλιξη αντιπροσωπεύει απλές, διακοσμητικές αλλαγές στην επιφανειακή
δομή (αντίστοιχη με τα τρέχοντα κλισέ ή τους ιδιωματισμούς της λεκτικής
γλώσσας) ή αν αντικατοπτρίζει ουσιαστικές αλλαγές στη βαθιά δομή (το ίδιο
το σύστημα του είδους) θα παραμείνει, τουλάχιστον για την ώρα, ένα ανοιχτό
ερώτημα.
29
30 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Ίσως η μεγαλύτερη αξία της αναλογίας της ταινίας με τη γλώσσα είναι ένα
είδος μεθόδου ή μεθοδολογικού μοντέλου. Δηλαδή, οι ομοιότητες μεταξύ της
γλώσσας και του είδους, ως συστημάτων επικοινωνίας, θα πρέπει να ενθαρ-
ρύνουν τον αναλυτή να προσεγγίζει τις μεμονωμένες ταινίες που αντι-
προσωπεύουν κάποιο είδος περίπου με τον ίδιο τρόπο που ο γλωσσολόγος
προσεγγίζει τις μεμονωμένες εκφορές του λόγου. Όπως όλα τα σημειωτικά
συστήματα, οι γλώσσες και τα είδη υπάρχουν κατά βάση μέσα στο μυαλό των
χρηστών τους: Καμία μεμονωμένη μελέτη της γραμματικής ενός γλωσσικού
συστήματος ή ενός κινηματογραφικού είδους δεν θα μπορούσε να περιγράψει
ολοκληρωτικά το σύστημα. Με αυτήν την έννοια, η μελέτη του κινηματο-
γραφικού είδους δεν διαφέρει και πολύ από το να πηγαίνεις στο σχολείο, ως
ικανότατος ήδη εξάχρονος ομιλητής της γλώσσας, και εκεί να διδάσκεσαι τη
γραμματική της γλώσσας. Σε κάθε περίπτωση, μελετούμε το σύστημα που
είναι η βάση για την υπάρχουσα ικανότητά μας.
Σε όλα αυτά, δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε τον αξιολογικό παράγοντα της
κριτικής, που δίνει κίνητρο στον κριτικό των κινηματογραφικών ειδών, ενώ ο
ίδιος παράγοντας είναι κυριολεκτικά άσχετος για τον γλωσσολόγο. Το ενδια-
φέρον του γλωσσολόγου είναι η διαδικασία με την οποία επικοινωνούμε το
νόημα λεκτικά. Το ενδιαφέρον για την ποιότητα της επικοινωνίας αυτής αφορά
στον τομέα της ρητορικής. Ως τέτοιο, ο κριτικός των κινηματογραφικών ειδών
πρέπει να είναι ταυτόχρονα γλωσσολόγος και «ρήτωρ» δηλαδή να ενδια-
φέρεται, τόσο για τη διαδικασία, όσο και για την ποιότητα στην επικοινωνία
μέσω των ειδών. Ο κριτικός αναπτύσσει την ικανότητα, δηλαδή μια εξοικείωση
με το σύστημα, παρακολουθώντας και ερμηνεύοντας ταινίες και παρατη-
ρώντας ομοιότητες. Τελικά, ασχολείται με την αναγνώριση, εκτίμηση και δια-
τύπωση των διαφορών μεταξύ αυτών των ταινιών. Ως κριτικοί, κατά-
λαβαίνουμε τις ταινίες που αντιπροσωπεύουν κάποιο είδος, λόγω της ομοιό-
τητάς τους με άλλες ταινίες, αλλά τις εκτιμούμε, λόγω των διαφορών τους.
Συνεπώς, μια σύνοψη της βασικής γραμματικής της κινηματογραφίας ενός
είδους θα πρέπει να προηγείται της κριτικής ανάλυσης των μεμονωμένων
ταινιών σε ένα είδος.
31 2. KΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΔΟΥΣ
31
32 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Οι διάφορες κοινότητες που παρουσιάζονται στα είδη ─από την παλιά Δύση
έως τον υπόκοσμο της πόλης ή το μακρινό διάστημα─ παρέχουν, όχι μόνο
μία οπτική αρένα, ένα πεδίο όπου εκτυλίσσεται το δράμα, αλλά και έναν
εγγενώς σημαντικό χώρο στον οποίο εξυμνούνται συγκεκριμένες πράξεις και
αξίες. Εξετάζοντας το ενυπάρχον νόημα ή την ενυπάρχουσα σημασία των
αντικειμένων και των χαρακτήρων στην κοινότητα που προσδιορίζεται από
ένα είδος, εξετάζουμε την εικονογραφία εκείνου του είδους. Η εικονογραφία
αφορά τη διαδικασία αφηγηματικής και οπτικής κωδικοποίησης που πηγάζει
από την επανάληψη μιας δημοφιλούς υπόθεσης. Ένα άσπρο καπέλο σε ένα
γουέστερν ή ένα ψηλό καπέλο σε ένα μιούζικαλ, για παράδειγμα, είναι
σημαντικό γιατί εξυπηρετεί μια συγκεκριμένη συμβολική λειτουργία μέσα στο
αφηγηματικό σύστημα.
Αυτή η διαδικασία κωδικοποίησης συμβαίνει σε όλες τις ταινίες, μια και η
φύση της κινηματογραφικής εξιστόρησης είναι να προσδώσει νόημα στις
«γυμνές εικόνες» καθώς εκτυλίσσεται η υπόθεση. Στην τελευταία σκηνή του
33
34 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΦΩΤΟ 2
Οι περισσότερες ταινίες είδους μας παρέχουν εικονογραφικά στοιχεία ακόμη και πριν
ολοκληρωθούν οι τίτλοι που εμφανίζονται με τους συντελεστές στο ξεκίνημα της ταινίας, όπως
φαίνεται εδώ στην ταινία Ένα χορό για σένα [The Band Wagon].(Προσωπική Συλλογή.)
τικό κύρος και να αναλάβει τον ρόλο του ηγέτη της κοινότητας. Σε όλη την
ταινία ο Ντόνιφον είναι ντυμένος με διάφορους συνδυασμούς μαύρου και
άσπρου. Τα ρούχα του αντικατοπτρίζουν τον διφορούμενο ρόλο του, ως
φονιά και συνάμα συντελεστή της επικράτησης, τελικά, της κοινωνικής τάξης.
Φυσικά, ο σκηνο-θέτης Φορντ αναπτύσσει τον τραγικό ρόλο του Ντόνιφον,
χρησιμοποιώντας πολύ περισσότερα μέσα από την εικονογραφία του τρόπου
ντυσίματος στη Δύση. Αλλά αυτό το παράδειγμα υποδεικνύει πώς οι
κινηματογραφιστές χρησιμοποιούν τους καθιερωμένους οπτικούς κώδικες
ενός είδους για να δημιουργούν πολύπλοκες αφηγηματικές και θεματικές
καταστάσεις.
Η εικονογραφία ενός είδους αφορά όχι μόνο στην οπτική κωδικοποίηση
του αφηγήματος, αλλά καταδεικνύει και τη θεματική αξία (λευκός πολιτισμός,
το καλό, έναντι της μαύρης αναρχίας, του κακού, με το μαύρο-και-λευκό να
παραπέμπουν σε θεματική αμφισημία). Διακρίνουμε χαρακτήρες που φορούν
λευκά και χαρακτήρες που φορούν μαύρα στα γουέστερν ή χαρακτήρες που
τραγουδάνε και χορεύουν στα μιούζικαλ και χαρακτήρες που δεν το κάνουν.
Αυτές οι διακρίσεις αντικατοπτρίζουν τις θεματικές συγκρούσεις που είναι
35
36 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
37
38 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
θυσιάζουν την ατομικότητά τους στην τελική ρομαντική τους ένωση, και έτσι
δείχνουν την προθυμία τους να ενταχθούν στην κοινωνική κοινότητα. Σε
καθένα από τα είδη αυτά, οι ταυτότητες και οι αφηγηματικοί ρόλοι (ή
«λειτουργίες») των χαρακτήρων καθορίζονται από τη σχέση τους με την
κοινότητα και τη δομή αξιών της. Ως τέτοιος, ο χαρακτήρας του είδους είναι
ψυχολογικά στατικός ─ αποτελεί τη φυσική ενσάρκωση μίας στάσης, ενός
στιλ, μιας κοσμοθεωρίας, μιας προκαθορισμένης και ουσιαστικά σταθερής
πολιτιστικής θέσης. Ως χαρακτήρες των ειδών, ο κάουμποϊ ή ο ινδιάνος, ο
γκάνγκστερ ή ο μπάτσος, ο μάγκας ή η κούκλα, αναγνωρίζονται από τη
λειτουργία και το καθεστώς τους μέσα στην κοινότητα.
Το στατικό όραμα του ήρωα ενός είδους ─για την ακρίβεια ολόκληρου του
συστήματος οικείων τύπων χαρακτήρων─ συμβάλλει στον προσδιορισμό της
κοινότητας και την ενεργοποίηση των πολιτισμικών συγκρούσεών της. Για
παράδειγμα, ο ήρωας του γουέστερν, άσχετα από την κοινωνική ή νομική του
θέση, είναι απαραιτήτως ένας φορέας πολιτισμού στη βάρβαρη και απολίτιστη
μεθόριο. Αντιπροσωπεύει τόσο την κοινωνική τάξη, όσο και την απειλητική
αγριότητα που χαρακτηρίζουν το περιβάλλον του γουέστερν. Έτσι, παρουσιά-
ΦΩΤΟ 3α, 3β
Σκεφτείτε την πολυπλοκότητα των στοιχείων σε καθεμία από τις φωτογραφίες. Το ντύσιμο, το
παρουσιαστικό, τα εργαλεία, το σκηνικό και φυσικά οι ίδιοι οι ηθοποιοί, όλα παρέχουν
πληροφορίες που παραπέμπουν τον θεατή σε συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος (Προσωπική
Συλλογή), (Wisconsin Center for Film and Theater Research).
39 2. KΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΔΟΥΣ
ζει τις εγγενείς δυναμικές ποιότητες της κοινότητας, παρέχοντας ένα δραμα-
τικό όχημα, μέσα από το οποίο το κοινό μπορεί να αντιμετωπίζει συγκρούσεις
του είδους.
Η προσέγγιση αυτή μας δίνει επίσης τη δυνατότητα να διακρίνουμε
διαφορές ανάμεσα σε φαινομενικά παρόμοιες φόρμουλες «αστικού εγκλή-
ματος», όπως το γκανγκστερικό και το αστυνομικό είδος. Συνήθως, και τα δύο
είδη εκτυλίσσονται σε ένα σύγχρονο αστικό περιβάλλον και ασχολούνται με
συγκρούσεις, κυρίως μεταξύ της κοινωνικής τάξης και της αναρχίας, και
μεταξύ της ατομικής ηθικής και του κοινού καλού. Αλλά λόγω των χαρακτη-
ριστικών στάσεων και αξιών των βασικών χαρακτήρων του είδους, αυτές οι
συγκρούσεις αποκτούν ένα διαφορετικό καθεστώς σε κάθε είδος και
επιλύονται ανάλογα. Ο ντετέκτιβ, όπως και ο ήρωας του γουέστερν, αντιπρο-
σωπεύει τον διαμεσολαβούντα στις δυνάμεις της τάξης και της αναρχίας, ο
οποίος, παρόλα αυτά, καταφέρνει να παραμένει αποστασιοποιημένος και από
τις δύο. Επιλέγει να δημιουργήσει το δικό του σύστημα αξιών και κώδικα
συμπεριφοράς, ο οποίος τυγχάνει (συχνά, σχεδόν συμπτωματικά) να συμ-
πίπτει με τις δυνάμεις της κοινωνικής τάξης. Όμως, η προβλέψιμη επιστροφή
του ντετέκτιβ στο γραφείο του στο τέλος της ταινίας και η άρνησή του να
αφομοιώσει τις αξίες και τον τρόπο ζωής της ίδιας της κοινωνίας που υπηρετεί
τελικά επαναβεβαιώνουν τη διφορούμενη κοινωνική στάση, τόσο του ίδιου,
όσο και του κινηματογραφικού είδους. Η γκανγκστερική ταινία αντίθετα
παρουσιάζει μικρή θεματική αβεβαιότητα. Ο γκάνγκστερ έχει εναρμονιστεί με
τις δυνάμεις του εγκλήματος και της κοινωνικής αταξίας, έτσι ο κοινωνικός
ρόλος του και η σύγκρουσή του με την ευημερία της κοινότητας απαιτούν την
τελική καταστροφή του.
Όλα τα κινηματογραφικά είδη πραγματεύονται κάποια μορφή απειλής,
βίαιη ή άλλη, προς την κοινωνική τάξη. Ωστόσο, οι στάσεις των βασικών
χαρακτήρων και οι λύσεις που προκύπτουν από τις πράξεις τους είναι που
τελικά ξεχωρίζουν τα διάφορα είδη μεταξύ τους. Παρόλα αυτά, υπάρχει μια
πολύ σημαντική διάκριση μεταξύ διαφόρων τύπων σκηνικών και συγκρού-
σεων στα είδη. Ορισμένα κινηματογραφικά είδη (γουέστερν, αστυνομικό,
γκανγκστερικό, πολεμικό κ.λπ.) έχουν συγκρούσεις που, επειδή ενέχονται στο
περιβάλλον, αντικατοπτρίζουν την πάλη σε φυσικό και ιδεολογικό επίπεδο για
τον έλεγχο αυτού. Αυτές οι συγκρούσεις παρουσιάζονται και επιλύονται είτε
39
40 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
πολιτισμό. [...] Κορίτσια, εσείς φέρνετε την τάξη στη Δύση». Αργότερα,
υπάρχει ένας κωμικός καυγάς ανάμεσα στα κορίτσια του Χάρβεϊ και τα
κορίτσια του τοπικού σαλούν. Όμως τα βασικά χαρακτηριστικά του είδους
γουέστερν (ο μεμονωμένος αρσενικός ήρωας που ανταποκρίνεται στην
απειλή της αγριότητας και της φυσικής βίας μέσα σε ένα ιδεολογικά ασταθές
περιβάλλον) δεν είναι κεντρικά στην ταινία. Από τη στιγμή που εδραιώνονται
οι χαρακτήρες και οι συγκρούσεις, το σκηνικό θα μπορούσε κάλλιστα να είναι
το Παρίσι, η Νέα Υόρκη, ακόμη και η χώρα του Οζ.
Όπως ελπίζω να φαίνεται από τα παραδείγματα αυτά, τα διαφορετικά
κινηματογραφικά είδη του Χόλιγουντ μεταχειρίζονται τον χαρακτήρα και το
κοινωνικό σκηνικό πολύ διαφορετικά στην εξέλιξη δραματικών συγκρούσεων.
Θα μπορούσαμε να εξετάσουμε έναν γενικό διαχωρισμό ανάμεσα στα είδη με
καθορισμένο χώρο και σε αυτά με μη καθορισμένο χώρο, στα είδη με
ιδεολογικά αμφισβητούμενο περιβάλλον και σε αυτά με ιδεολογικά σταθερό
περιβάλλον. Σε ένα είδος με καθορισμένο χώρο (γουέστερν, γκανγκστερικό,
αστυνομικό κ.λπ.) έχουμε ένα συμβολικό πεδίο δράσης. Αντιπροσωπεύει ένα
πολιτισμικό πεδίο, στο οποίο οι θεμελιώδεις αξίες βρίσκονται σε καθεστώς
διαρκούς σύγκρουσης. Στα είδη αυτά, συνεπώς, ο ίδιος ο ανταγωνισμός και
το απαραίτητο πεδίο γι’ αυτόν είναι «καθορισμένα», δηλαδή μία συγκεκριμένη
κοινωνική σύγκρουση ξεκινά βίαια σε ένα οικείο περιβάλλον, σύμφωνα με το
προβλεπόμενο σύστημα κανόνων και κωδίκων συμπεριφοράς.
Στην εικονογραφική αρένα στα είδη με καθορισμένο χώρο εισέρχεται ο
μεμονωμένος ή συλλογικός ήρωας, από την αρχή, και ο οποίος δρα εκεί και
τελικά φεύγει. Αυτό το μοτίβο εισόδου-εξόδου επαναλαμβάνεται περισσότερο
στα είδη που χαρακτηρίζονται από έναν μεμονωμένο ήρωα: για παράδειγμα,
ο χαρακτήρας του γουέστερν εισέρχεται στην κοινότητα της παραμεθορίου,
εξουδετερώνει (ή ίσως προκαλεί) την απειλή στην επιβίωσή του, και τελικά
φεύγει ιππεύοντας το άλογό του, «καθώς δύει ο ήλιος». Ο ντετέκτιβ
αναλαμβάνει την υπόθεση, την ερευνά και επιστρέφει στο γραφείο του. Ο
γκάνγκστερ που αρχίζει να εμπλέκεται με τον υπόκοσμο αναρριχάται στην
κορυφή της εξουσίας, και τελικά σκοτώνεται ή φυλακίζεται. Στα είδη αυτά, ο
μεμονωμένος ήρωας ενσωματώνει μία άκαμπτη, κατά βάση στατική,
συμπεριφορά, για να αντιμετωπίσει τον πολύ δυναμικό, αμφισβητούμενο
κόσμο του.
41
42 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΦΩΤΟ 4α, 4β
Ομοιότητα και διαφορά: τα διακριτά αφηγηματικά πλαίσια της τρελής κωμωδίας (Νέα Υόρκη-
Μαϊάμι [It Happened One Night], πάνω) και της γκανγκστερικής ταινίας (Εχθρός της κοινωνίας
[The Public Enemy], κάτω) σαφώς υπερισχύουν των εμφανών ομοιοτήτων ανάμεσα στις δύο
αυτές σκηνές (Culver Pictures)· (Culver Pictures).
ζευγάρι ή μια μονάδα οικογένειας που είναι ασταθείς σε επίπεδο στάσης και
συμπεριφοράς, σε έναν αντιπροσωπευτικό μικρόκοσμο της αμερικανικής
κοινωνίας, έτσι ώστε το συναισθηματικό ή / και ρομαντικό «ζευγάρωμά» τους
43
44 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
45
46 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
47
48 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
49
50 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΦΩΤΟ 5
Σε όλες τις ταινίες είδους υπάρχει μια αίσθηση απώλειας. Στο τέλος του Άρπαγες της γης
[Shane], ο εκκολαπτόμενος ήρωας (Brandon De Wilde) πρέπει να αποχωριστεί από τον ήρωα
(Alan Ladd) (Wisconsin Center for Film and Theater Research).
Εξετάζοντας το σκηνικό, τους χαρακτήρες και τη δομή της πλοκής των κινη-
ματογραφικών ειδών του Χόλιγουντ, κάναμε κάποιες διακρίσεις μεταξύ των
ειδών της τάξης και των ειδών της ένταξης. Πρότεινα αυτοί οι δύο τύποι κινη-
ματογραφικών ειδών να αντιπροσωπεύουν δύο κυρίαρχες αφηγηματικές
στρατηγικές κινηματογραφίας των ειδών. Ίσως θα ήταν χρήσιμο να συν-
οψίσουμε αυτές τις στρατηγικές.
Ορισμένα είδη (γουέστερν, γκάνγκστερ, αστυνομικά κ.λπ.) εστιάζονται σε
έναν μεμονωμένο άνδρα πρωταγωνιστή που συνήθως έχει τον ρόλο του
λυτρωτή, ο οποίος είναι το επίκεντρο των δραματικών συγκρούσεων σε ένα
σκηνικό αμφισβητούμενου χώρου. Ως τέτοιος, ο ήρωας διαμεσολαβεί στις
πολιτισμικές συγκρούσεις που είναι εγγενείς στο περιβάλλον του. Οι συγκρού-
σεις μέσα στα είδη αυτά εξωτερικεύονται, μεταφράζονται σε βία και συνήθως
επιλύονται με την εξάλειψη κάποιας απειλής για την κοινωνική τάξη. Η λύση
στις ταινίες αυτές συχνά είναι κάπως ασαφής. Ο ήρωας, είτε μέσω της ανα-
χώρησής του, είτε μέσω του θανάτου του στο τέλος της ταινίας, δεν αφο-
μοιώνει τις αξίες και τον τρόπο ζωής της κοινότητας, αλλά αντίθετα διατηρεί
την ατομικότητά του. Τα είδη που ενσωματώνουν αυτή την αφηγηματική στρα-
τηγική τα έχω ονομάσει τελετουργίες της τάξης.
Άλλα είδη (μιούζικαλ, τρελή κωμωδία, οικογενειακό μελόδραμα κ.λπ.)
τοποθετούνται σε «πολιτισμένο» χώρο και παρακολουθούν την ένταξη των
κεντρικών χαρακτήρων στην κοινότητα. Υπάρχει συνήθως ένας διπλός
(ρομαντικό ζευγάρι) ή συλλογικός (συνήθως μια οικογένεια) ήρωας στα είδη
51
52 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Εξετάζοντας και τους δύο τύπους ειδών, ένας από τους προβληματισμούς
μας πρέπει να είναι η σχέση μεταξύ της αφηγηματικής στρατηγικής και της
κοινωνικής λειτουργίας. Αν και έχω προτείνει το κάθε είδος να αντιπρο-
σωπεύει μια ξεχωριστή στρατηγική επίλυσης προβλημάτων που επαναλαμβα-
νόμενα πραγματεύεται βασικές πολιτισμικές αντιθέσεις, τα είδη δεν υπο-
στηρίζουν τυφλά το πολιτισμικό κατεστημένο. Η λύση στην ταινία που
αντιπροσωπεύει κάποιο είδος μπορεί να ενισχύσει την ιδεολογία της ευρύ-
τερης κοινωνίας, αλλά η φύση και η διατύπωση των δραματικών συγκρού-
σεων που οδηγούν σε μια κλιμάκωση δεν μπορoύν να αγνοηθούν. Αν τα είδη
εξελίσσονται και επιβιώνουν επειδή κατ’ επανάληψη παρουσιάζουν και
επανεξετάζουν πολιτισμικές συγκρούσεις, τότε πρέπει να εξετάσουμε την
πιθανότητα τα είδη να λειτουργούν, τόσο για να προκαλούν και να κριτι-
κάρουν, όσο και να ενισχύουν τις αξίες που τα διακατέχουν.
Όπως λέγεται πολλές φορές, οι ταινίες του Χόλιγουντ είναι κατά πολύ πιο
αποτελεσματικές ως προς την ικανότητά τους να εγείρουν ερωτήματα παρά
να τα απαντούν. Αυτό το χαρακτηριστικό φαίνεται να ανταποκρίνεται ιδιαίτερα
στην πραγματικότητα όταν πρόκειται για ταινίες που αντιπροσωπεύουν
κάποιο είδος. Και ως τέτοια, η βασική παρόρμηση ενός είδους είναι να επανα-
διαπραγματεύεται διαρκώς τις αρχές της αμερικανικής ιδεολογίας. Και αυτό
που είναι τόσο εντυπωσιακό και απορίας άξιο για τις ταινίες που αντιπρο-
σωπεύουν κάποιο είδος του Χόλιγουντ είναι η ικανότητά τους να «το παίζουν
σε δύο ταμπλό» και να κατακρίνουν και να ενισχύουν τις αξίες, τα πιστεύω και
τα ιδανικά του πολιτισμού μας, εντός του ίδιου αφηγηματικού πλαισίου.
Σκεφτείτε την περιγραφή της Μόλι Χάσκελ [Molly Haskell] για την
αφηγηματική λύση σε ορισμένα μελοδράματα της δεκαετίας του 1930 και της
δεκαετίας του 1940: «Ο επιβεβλημένος ενθουσιασμός και οι έξυπνες υπεκ-
φυγές του αίσιου τέλους σε τόσες πολλές ταινίες δεν κατάφεραν παρά μόνο
να αυξήσουν την υποψία ότι τον γάμο ακολουθούν το σκοτάδι και η
απόγνωση, μία υποψία που η “ταινία για τις γυναίκες” επιβεβαίωσε με το να
προσποιείται προσεκτικά για το αντίθετο» (Haskell, 1974, σ. 124).5 Έμμεση
στη δήλωση της Χάσκελ είναι η υπόθεση ότι το κοινό είχε αρκετή γνώση, ώστε
να μην πιστεύει στο «έτοιμο», «αίσιο τέλος». Υπέθετε ότι το κοινό ήταν
ευαίσθητο, συνειδητά ή όχι, στην αφηγηματική ρήξη που ενέχεται στην εξέλιξη
του μελοδράματος από τη σύγκρουση στη λύση. Βέβαια, θα μπορούσαμε
53
54 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
55
56 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Η θεωρία του Φοσιγιόν είναι κάπως ευρύτερη από αυτήν του Μετς. Όμως
επίσης παρατηρεί ότι η διαρκής επεξεργασία μιας συμβατικοποιημένης μορ-
φής ─είτε είναι αρχιτεκτονικό ύφος, είτε είδος ζωγραφικής─ παράγει μια
αυξανόμενη επίγνωση των ίδιων των συμβάσεων. Έτσι, η μορφή περνάει από
το πειραματικό στάδιο, κατά το οποίο οι συμβάσεις απομονώνονται και εδραι-
ώνονται, το κλασικό στάδιο, στο οποίο οι συμβάσεις φτάνουν στην «ισορρο-
πία» τους και γίνονται αμοιβαία κατανοητές από τον καλλιτέχνη και το κοινό,
την εποχή της εκλέπτυνσης, κατά την οποία ορισμένες τυπολογικές και
στιλιστικές λεπτομέρειες στολίζουν τη μορφή και, τέλος, το στάδιο μπαρόκ (ή
«επιτηδευμένου ύφους» ή «αυτοπάθειας»), όταν η μορφή και ο καλλωπισμός
της εντείνονται στον βαθμό που γίνονται και τα ίδια η «ουσία» ή το «περιε-
χόμενο» του έργου.
Χρησιμοποιώντας αυτήν τη στρατηγική και στα κινηματογραφικά είδη,
ίσως ξεκινούσαμε με την εξής παρατήρηση: στα πρώτα στάδια της διάρκειας
ζωής του, το είδος τείνει να εκμεταλλεύεται το κινηματογραφικό μέσο ως ένα
μέσο. Αν ένα είδος είναι μια κοινωνία που μιλά συλλογικά στον εαυτό της, τότε
οποιαδήποτε στιλιστικά-καλολογικά στοιχεία ή μορφολογική αυτοσυνείδηση
απλώς θα εμποδίσουν τη μεταφορά του μηνύματος. Στο στάδιο αυτό, οι
ταινίες που αντιπροσωπεύουν κάποιο είδος μεταφέρουν μια συγκεκριμένη,
εξιδανικευμένη πολιτισμική εικόνα του εαυτού τους, με όσο το δυνατόν
μικρότερη «τυπολογική παρέμβαση» γίνεται. Από τη στιγμή που ένα είδος έχει
περάσει από το πειραματικό στάδιο, όπου έχουν εδραιωθεί οι συμβάσεις του,
εισέρχεται στο κλασικό στάδιο. Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε το στάδιο
αυτό ως τυπολογική διαφάνεια. Τόσο η αφηγηματική φόρμουλα, όσο και το
κινηματογραφικό μέσο, συνεργάζονται για να μεταδώσουν και να ενισχύσουν
εκείνο το κοινωνικό μήνυμα του είδους, την ιδεολογία του ή τη στρατηγική του
για επίλυση προβλημάτων, όσο το δυνατόν πιο άμεσα στο κοινό.
Ο Λίο Μπρόντι [Leo Braudy] περιγράφει τη διαδικασία της εξέλιξης του
είδους: «Οι ταινίες που αντιπροσωπεύουν κάποιο είδος κατά βάση ρωτούν το
κοινό: “Εξακολουθείτε να θέλετε να το πιστέψετε αυτό”; Η δημοφιλία συνιστά
μια καταφατική απάντηση του κοινού: “Ναι”. Η αλλαγή στο είδος συμβαίνει
57
58 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
όταν το κοινό απαντά: “Αυτή είναι μια πολύ νηπιακή μορφή αυτού που
πιστεύουμε. Δείξτε μας κάτι πιο περίπλοκο”». (Braudy, 1976, σ. 179). 9 Αυτή η
μάλλον πρόχειρη παρατήρηση αφορά μία σειρά ιδεών, ειδικά στον υπαινιγμό
της για «συνομιλία» μεταξύ των κινηματογραφιστών και του κοινού και στην
αναφορά της στην «πεποίθηση» του κοινού. Η ταινία που αντιπροσωπεύει
κάποιο είδος επαναβεβαιώνει αυτό που πιστεύει το κοινό σε ατομικό και
συλλογικό επίπεδο. Η απαίτηση του κοινού για παραλλαγή δεν καταδεικνύει
μιαν αλλαγή στις πεποιθήσεις αλλά μάλλον ότι η πεποίθηση θα πρέπει να
εξεταστεί εκ νέου, να γίνει πιο περίπλοκη μορφολογικά και θεματικά και,
επιπλέον, να διανθιστεί υφολογικά.
Έτσι, το τέλος του κλασικού σταδίου ενός είδους μπορεί να θεωρηθεί ως
εκείνο το σημείο στο οποίο το άμεσο μήνυμα του είδους έχει «επιφέρει
κορεσμό» στο κοινό. Με την αυξανόμενη επίγνωση των μορφολογικών και
θεματικών δομών, το είδος εξελίσσεται σε αυτό που ο Φοσιγιόν ονόμασε
εποχή της εκλέπτυνσης. Καθώς οι κλασικές συμβάσεις ενός είδους υφί-
στανται επεξεργασία και τελικά διακωμωδούνται και ανατρέπονται, η δια-
φάνειά του σταδιακά υποχωρεί για την αδιαφάνεια: πλέον δεν κοιτάζουμε
μέσα από τη μορφή (ή ίσως «στον καθρέφτη») για να δούμε φευγαλέα μιαν
εξιδανικευμένη εικόνα της. Αντίθετα, κοιτάζουμε την ίδια τη μορφή για να εξε-
τάσουμε και να εκτιμήσουμε τη δομή της και την πολιτισμική γοητεία της.
Η εξέλιξη ενός είδους από τη διαφάνεια στην αδιαφάνεια από την άμεση
εξιστόρηση στον αυτοσυνείδητο φορμαλισμό περιλαμβάνει τη συγκροτημένη
προσπάθειά του να εξηγήσει τον εαυτό του, να ασχοληθεί και να αξιολογήσει
το ίδιο του το καθεστώς ως δημοφιλή μορφή. Μια σύντομη εξέταση οποιουδή-
ποτε κινηματογραφικού είδους του Χόλιγουντ θα υποστήριζε αυτή την άποψη,
ειδικά εκείνων των ειδών με εκτεταμένη διάρκεια ζωής όπως το μιούζικαλ ή το
γουέστερν. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, για παράδειγμα, και τα
δύο αυτά είδη είχαν αρχίσει να δείχνουν εμφανή σημάδια μορφολογικής
αυτοσυνείδησης. Σε τέτοια αυτοπαθή μιούζικαλ, όπως Τα φτερωτά παπούτσια
[The Barkleys of Broadway] (1949), Ένας Αμερικανός στο Παρίσι [An
American in Paris] (1951), Τραγουδώντας στη βροχή [Singin’ in the Rain]
(1952), Ένα χορό για ’σένα [The Band Wagon] (1953) και Ραντεβού σε δέκα
χρόνια [It’s Always Fair Weather] (1955), η αφηγηματική σύγκρουση αντιμετω-
πίζει τη φύση και την αξία της κωμωδίας μιούζικαλ ως μορφή δημοφιλούς
59 2. KΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΔΟΥΣ
59
60 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΦΩΤΟ 6
Οι παρωδίες των εδραιωμένων ειδών είναι μια καλή ένδειξη του πώς εξοικειωνόμαστε με τις
συμβάσεις ενός είδους και πώς εκτιμούμε το να βλέπουμε αυτές τις συμβάσεις να ανα-
τρέπονται. Σε μία σκηνή σύγχρονου χορού από το Ένα χορό για ’σένα, η Σιντ Τσαρίς και ο
Φρεντ Αστέρ διακωμωδούν το είδος με τον σκληροτράχηλο ντετέκτιβ (Hoblitzelle Theater Arts
Collection).
βασικές αξίες του είδους. Αυτές οι αξίες ανατρέπονται, ή ίσως ακόμη και να
απορρίπτονται, εξολοκλήρου σε επόμενες ταινίες όπως Η αιχμάλωτος της
ερήμου και Άγρια συμμορία [The Wild Bunch], ακόμη και σε μια παρωδία
όπως Οι δύο ληστές [Butch Cassidy and the Sundance Kid]. Στις ταινίες
αυτές, ο «κώδικας της Δύσης» με τις έμμεσες συγκρούσεις και την ιδεολογία
παρέχει τη δραματική εστίαση, αλλά η άποψή μας για αυτόν τον κώδικα
αλλάζει, όπως οι πράξεις και οι στάσεις των βασικών χαρακτήρων.
Το γουέστερν και το μιούζικαλ φαίνεται ότι αντιπροσωπεύουν είδη στα
οποία ο εξελικτικός «κύκλος» φαίνεται περισσότερο ή λιγότερο ολοκλη-
ρωμένος. Όμως, δεν ολοκληρώνουν όλα τα είδη αυτόν τον κύκλο ή δεν
ακολουθούν απαραίτητα αυτήν την εξέλιξη. Για παράδειγμα, στο γκανγκ-
στερικό είδος, διάφορες εξωτερικές πιέσεις (πρωτίστως η απειλή της
κυβερνητικής λογοκρισίας και του μποϊκοτάζ από θρησκευτικούς κύκλους)
διέκοψαν την εσωτερική εξέλιξη του είδους. Και στο πολεμικό είδος, η
υποστήριξη από υπερεθνικές πλευρές της πολεμικής προσπάθειας αμέσως
απέκλεισαν οποιαδήποτε ανατροπή ή ακόμη και τη σοβαρή αμφισβήτηση των
στάσεων του ήρωα. Οι πολεμικές ταινίες που πράγματι αμφισβήτησαν αξίες
γυρίστηκαν μετά τον πόλεμο και γενικά θεωρούνται υπο-είδος. Υπάρχουν,
επίσης, είδη αυτήν τη στιγμή στη μέση του κύκλου τους, όπως τα είδη των
ταινιών «καταστροφής», ή του «μεταφυσικού τρόμου», που έγιναν πολύ
δημοφιλή στη δεκαετία του 1970. Το είδος των ταινιών καταστροφής, του
οποίου το κλασικό στάδιο ξεκίνησε με τις ταινίες Η περιπέτεια του Ποσειδώνα
[The Poseidon Adventure] και Διεθνές Αεροδρόμιο [Airport] εξελίχθηκε τόσο
γρήγορα, που εμφανίστηκε μία παρωδία του είδους, η ταινία Ένα τρελό, τρελό
λεωφορείο [The Big Bus] (1976) μέσα σε λίγα μόνο χρόνια από την τυπο-
ποίηση της μορφής. Αξίζει να σημειωθεί ότι το κοινό φάνηκε να μην ξέρει τι να
κάνει με αυτήν την ταινία, και έτσι έκανε εξαιρετικά χαμηλές εισπράξεις.
Προφανώς, το είδος δεν είχε προκαλέσει κορεσμό στο κοινό σε τέτοιο βαθμό
ώστε να εκτιμηθεί μια παρωδία του.
Έτσι, φαίνεται ότι σε όλη την εξέλιξη ενός είδους, από τη διάφανη
κοινωνική επαναβεβαίωση έως την αδιαφανή αυτοπάθεια, υπάρχει μια στα-
διακή μεταβολή στην αφηγηματική έμφαση από την κοινωνική αξία στη
μορφική αισθητική αξία. Επειδή η διαρκής παραλλαγή τείνει να μας ευαισθη-
τοποιήσει στο κοινωνικό μήνυμα του είδους, τα ενδιαφέροντά μας, καθώς και
61
62 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
63
64 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Σημειώσεις
Κεφάλαιο 1. Η ιδιοφυΐα του συστήματος
1
Το απόσπασμα από το περιοδικό Fortune προέρχεται από μια αναφορά στο στούντιο της Metro-
Goldwyn-Mayer. Ανατυπώθηκε στο Tino Balio, The American Film Industry (Madison: University of
Wisconsin Press, 1976), σ. 263.
2
Σ.τ.Μ.: Η «πολιτική των δημιουργών [la politique des auteurs]» υπήρξε η θέση μιας μερίδας κριτικών
που υποστήριζε ότι ορισμένοι σκηνοθέτες ταινιών έπρεπε να θεωρούνται οι κύριοι «δημιουργοί» των
ταινιών τους.
3
Το δοκίμιο του André Bazin “La politique des auteurs” αρχικά εμφανίστηκε ως το κύριο άρθρο στο
Cahiers du cinéma το 1957 και ανατυπώθηκε στην ανθολογία του Peter Graham Τhe New Wave
(Λονδίνο: Secker and Warburg, 1968), σ. 154.
4
François Truffaut, “Α Kind Word for Critics,” Harper’s (Οκτώβριος 1972), σ. 100.
5
Περιγραφές και ιστορικές αναλύσεις για τη γέννηση, την ανάπτυξη, και την τελική παρακμή των
στούντιο του Χόλιγουντ μπορούν να εντοπιστούν σε αρκετές πηγές, με την πιο ολοκληρωμένη εκείνη
του Balio, The American Film Industry.
6
Διακρίσεις ανάμεσα στα διάφορα επίπεδα πολιτισμικής έκφρασης (ελιτίστικη, λαϊκή, μαζική,
φολκλορική) έχουν καταγραφεί πιο αποτελεσματικά στα: Russell Nye, The Unembarrassed Muse (Νέα
Υόρκη: Dial Press, 1970)· George H. Lewis, Side-Saddle on the Golden Calf (Pacific Palisades, Cal.:
Goodyear Publishing Co., Inc., 1972) και Stuart Hall και Paddy Whannel, The Popular Arts (Βοστόνη:
Beacon Press, 1964). Bλ. επίσης το πρωτότυπο άρθρο του Dwight MacDonald “A Theory of Mass
Culture,” στην ανθολογία των Bernard Rosenberg και David Manning White, Mass Culture: The
Popular Arts in America (Νέα Υόρκη: The Free Press, 1964). Eπίσης, βλ. και το Walter Benjamin,
“Art in the Age of Mechanical Reproduction,” στην ανθολογία των Gerald Mast και Marshall Cohen,
Film Theory and Criticism (Nέα Υόρκη: Oxford University Press, 1974).
7
Arnold Hauser, The Social History of Art, Vol. IV: Naturalism, Expressionism and the Film Age
(Νέα Υόρκη: Vintage Books, 1951), σελ. 250.
8
Στατιστικές αναφορές σχετικά με την παραγωγή, την διανομή, την εκμετάλλευση και την
κατανάλωση των κινηματογραφικών ταινιών είναι διαθέσιμες στην πολύ χρήσιμη πηγή των
Christopher H. Sterling και Timothy R. Haight, The Mass Media: Aspen Institute Guide to
Communication Industry Trends (Νέα Υόρκη: Praeger Publishers, 1978).
9
Σ.τ.Μ.: Εφεξής «πολιτική» ή «κριτική» ή «ανάλυση» του σκηνοθέτη-δημιουργού (auteur policy,
auteur criticism, auteur analysis) θα αναφέρεται ως (πολιτική), (κριτική), (ανάλυση) θεωρία του
δημιουργού.
10
Mια αρκετά εμπεριστατωμένη επισκόπηση της θεωρίας του δημιουργού μπορεί να εξαχθεί από τις
παρακάτω πηγές:
─ Αlexandre Astruc, “Le camera stylo,” και André Bazin, “La politique des auteurs,” και τα δύο
ανατυπωμένα στο Graham, The New Wave.
─ Ειδικά τμήματα αφιερωμένα στο θέμα του κινηματογραφικού δημιουργού γενικά και στη θεωρία
του δημιουργού ειδικότερα σε τρεις ανθολογίες: Mast and Cohen’s Film Theory and Criticism (ό.π.)·
Movies and Methods, Bill Nichols, επιμ. (Berkeley: University of California Press, 1976)· Awake in the
Dark, David Denby, επιμ. (Νέα Υόρκη: Vintage Books, 1977).
─ Από τις αναρίθμητες μελέτες αφιερωμένες σε μεμονωμένους σκηνοθέτες, ξεχωρίζω τις παρακάτω
ιδιαίτερα χρήσιμες: Andrew Sarris, The American Cinema (Νέα Υόρκη: E.P. Dutton and Co, 1968)·
George Sadoul, Dictionary of Film Makers (Berkeley: University of California Press, 1972)· αρκετές
μονογραφίες στη σειρά “Cinema One” που εκδόθηκαν από το British Film Institute και το περιοδικό
Sight and Sound σε συνεργασία, είτε με τον εκδ. oίκο Vintage ή το Indiana University Press, που
περιλαμβάνουν τις παρακάτω: Robin Wood, Howard Hawks (1968), Geoffrey Nowell-Smith, Visconti
(1967), Jim Kitses, Horizons West (1969), Jon Halliday, Sirk on Sirk (1971), Joseph McBride, Orson
Welles (1972). Bλ. επίσης Robin Wood, Hitchcock’s Films (Νέα Υόρκη: Castle Books, 1965)· Joseph
McBride και Michael Wilmington, John Ford (Νέα Υόρκη: De Capo Press, Inc., 1974), η οποία
συμπληρώνει ιδανικά την ανάλυση μαζί με συνέντευξη του Peter Bogdanovich με τον ίδιο τίτλο, John
Ford (Berkeley: University of California Press, 1968).
11
Sadoul, Dictionary of Film Makers, σ. 117.
12
Ό. π., σ. 89.
65 2. KΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΑΙΝΙΑ ΕΙΔΟΥΣ
13
Robert Warshow, The Immediate Experience (Garden City, Nέα Yόρκη: Doubleday and Co., Inc.,
1962), σ. 130.
14
Ηenry Nash Smith, The Virgin Land (Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1950), σ. 91.
15
Βazin στο Graham, The New Wave, σ. 142-143.
16
Σ.τ.Μ.: Ο Smith αναφέρει το στοιχείο αυτό.
17
Dwight MacDonald, ό.π., σ. 60.
18
Warshow, ό.π., σ. 130.
65