You are on page 1of 78

ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΕΣ ΦΟΥΡΝΟΥ

ΑΝΟ∆ΩΝ ΤΟΥ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ ΤΗΣ


ΕΛΛΑ∆ΟΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΣΥΝΤΑΞΗ
ΞΑΝΘΟΥΛΑ ΑΓΡΑΦΙΩΤΟΥ

ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ:
ΣΑΒΒΙ∆ΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΠΩΣ ΧΤΙΣΤΗΚΕ Ο ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ

ΓΕΡΑΝΟΙ (ΜΗΧΑΝΕΣ ΑΝΥΨΩΣΗΣ)

∆εν έχουν διασωθεί απεικονίσεις γερανών της κλασικής περιόδου,


αλλά γνωρίζουµε από τον Αριστοτέλη, φιλόσοφο του 4ου αι. π.χ., ότι στην
εποχή του χρησιµοποιούσαν την τροχαλία και το βαρούλκο. Στην
πραγµατικότητα, από την περιγραφή του Αριστοτέλη, συµπεραίνουµε ότι
υπήρχαν συστήµατα µε τροχαλίες αρκετά περίπλοκα. Εντούτοις, άλλες πηγές
επιµένουν ότι η πολλαπλή τροχαλία ανακαλύφθηκε τον 3ο αιώνα π.χ. από τον
Αρχιµήδη. Ο Ρωµαίος µηχανικός και αρχιτέκτονας Βιτρούβιος, περιγράφει
έναν τύπο γερανού για την κατασκευή δηµόσιων κτιρίων, που πιθανόν ήταν
σε χρήση από τον 5ο αι. π.χ. Αυτός ο γερανός αποτελείται από δύο όρθια
ξύλα που ενώνονται στην κορυφή µε έναν σύνδεσµο, δηµιουργούν ένα
άνοιγµα στο κάτω µέρος και συγκρατούνται από ρυθµιζόµενα σχοινιά. ∆ύο
τροχαλίες ήταν τοποθετηµένες στην κορυφή, από την οποία κρεµόταν και µια
τρίτη. Η ανυψωτική δύναµη προερχόταν από ένα βαρούλκο, που βρισκόταν
στο πίσω µέρος του συστήµατος. Η εικονιζόµενη αναπαράσταση βασίζεται σε
αυτήν την περιγραφή. Τα ρυθµιζόµενα σχοινιά µε τις τροχαλίες, και µε ένα
µικρό ποσό ενέργειας από πλάγια κίνηση στη βάση, θα επέτρεπαν τη
µετακίνηση µεγάλων λιθόπλινθων.

Α Μία από τις µεθόδους που χρησιµοποιούσαν για τη µεταφορά των


ογκόλιθων του µαρµάρου από το λατοµείο στο χώρο των εργασιών.

Β Για να κυλήσουν τον ογκόλιθο, µπορούσαν να προσαρµόσουν ένα


ξύλινο πλαίσιο.

Γ-Ε ∆ιάφορες µέθοδοι για την ανύψωση ογκόλιθων µαρµάρου. Όλες


πρέπει να χρησιµοποιήθηκαν και για την οικοδόµηση του Παρθενώνα

2
Ένας γερανός που ανυψώνει τους σπονδύλους ενός κίονα και τους
τοποθετεί στη θέση τους. Εκείνη την εποχή χρησιµοποιούσαν απλές
τροχαλίες και βαρούλκα. Η αναπαράσταση βασίζεται σε έναν απλό γερανό
που περιγράφει ο Ρωµαίος µηχανικός Βιτρούβιος.

3
Σύστηµα που χρησιµοποιούσαν για τη σωστή εφαρµογή των
σπονδύλων των κιόνων. Αποτελείται από δύο κοµµάτια ξύλου που
συνδέονται µε έναν µεταλλικό άξονα. Έχουν βρεθεί αρκετά από αυτά.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΝΤΕΛΗ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ

Στα νότια της κορυφής της Πεντέλης, περίπου στα µισά του ύψους
του, αναπτύσσεται κάθε µέρα ένα µεγάλο και βαθύ λατοµείο. Είναι η πρώτη

4
φορά που γίνεται κάτι τέτοιο, γιατί µέχρι τώρα οι εξορύξεις µαρµάρου ήταν
επιφανειακές, αφού για τα αγάλµατα δεν χρειάζονταν µεγάλες ποσότητες. Το
µυστικό της τέχνης των λατόµων είναι η πρόβλεψη των αθέατων εσωτερικών
ασυνεχειών και των άλλων ελαττωµάτων του πετρώµατος. Υπεύθυνοι για την
επιλογή των όγκων που κόβονται και ανασύρονται από το λατοµείο είναι οι
έµπειροι λιθοξόοι, που έµαθαν την τέχνη στην Ιωνία και στις Κυκλάδες. Με τη
βοήθεια των σκίτσων, ας δούµε τα στάδια που ακολούθησαν οι αρχαίοι
τεχνίτες για να χτίσουν τον Παρθενώνα.

1)ΑΠΟΣΠΩΝΤΑΣ ΤΟ ΜΑΡΜΑΡΟ

Αρχικά ο προϊστάµενος των λατοµείων επιλέγει έναν µεγάλο όγκο


µαρµάρου,που φαίνεται άριστης ποιότητας και έχει τις δύο του πλευρές
ελεύθερες από το υπόλοιπο συνεχές πέτρωµα. Σκοπός του είναι η παραγωγή
ενός κιονόκρανου. ∆ίνει τις κατάλληλες οδηγίες στους ειδικούς τεχνίτες, που
τοποθετούν σφήνες και µεγάλους µοχλούς κατά µήκος των φυσικών αρµών
και ρηγµάτων, γύρω απο τον όγκο που σκοπεύουν να αποκολλήσουν. Με τον
ίδιο παλµό, οι λατόµοι αρχίζουν να χτυπούν τις σφήνες µε τις
«βαρείες»,µεγάλα σφυριά βάρους τεσσάρων ταλάντων(104 κιλών), ενώ άλλοι
σπρώχνουν µε τους βαρύτατους σιδερένιους µοχλούς, ικανούς να
πολλαπλασιάζουν εως και τριάντα φορές την ανθρώπινη προσπάθεια. Αφού
αποκολληθεί ο όγκος, καθαρίζεται, τετραγωνίζεται και λαξεύεται, ώστε η πάνω
πλευρά του να είναι επίπεδη. Μετά, µε τη βοήθεια ισχυρών µοχλών, ο
τετράγωνος όγκος ανατρέπεται, ώστε να γίνει η κατεργασία και της κάτω
πλευράς του. Τώρα,το µελλοντικό κιονόκρανο είναι ελαφρωµένο αρκετά –δε
ζυγίζει περισσότερο από 25 µεγάλα βόδια! Ακολουθεί η µέτρησή του µε
κανόνες και διαβήτες, ώστε να γίνει η πρώτη χάραξη και η κοπή του, και να
πάρει χοντρικά τη µορφή του κιονόκρανου. Η απόσπασή του κρατούσε τυπικά
εώς και δύο µήνες.

5
2)ΛΑΞΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΙΟΝΑ

Οι λατόµοι, εφοδιασµένοι µε µεγάλους και ισχυρούς


µοχλούς,ανασηκώνουν το κιονόκρανο και περνούν από κάτω του τα µεγάλα
και µικρά ξύλα, τα οποία, µε την κατάλληλη συναρµολόγηση, θα σχηµατίσουν
ένα στέρεο έλκηθρο. Έτσι,θα τραβήξουν το φορτίο τους από το βάθος του
λατοµείου, και θα το κατεβάσουν µετά ως τη βάση του βουνού. Μεγάλα
βαρούλκα έχουν στηθεί ψηλά, στην έξοδο του λατοµείου, σχεδιασµένα από
τους καλύτερους µηχανοποιούς και φτιαγµένα από τα τραχύτερα και
στερεότερα ξύλα, ισχυρότερα και από εκείνα που χρησιµοποιούσαν οι
ναυπηγοί. Το δύσκολο ήταν να φτάσει το φορτίο εώς την κορυφή του
λατοµείου. Μετά υπήρχε µια κατηφορική και λιθόστρωτη οδός, εώς το σηµείο
όπου γινόταν η φόρτωση στην άµαξα. Η «καταγωγή», όπως έλεγαν οι λατόµοι
την καταβίβαση ως την άµαξα, διευκολυνόταν µε ζωικό λίπος που
τοποθετούσαν κάτω από το έλκηθρο που καθοδηγούσαν, αφήνοντας λίγο
λίγο τα σκοινιά ως το τέλος. Εκεί ένα άλλο συνεργείο θα αναλάµβανε τη
φόρτωση του ηµίεργου κιονόκρανου, στη µεγάλη άµαξα που θα το µετέφερε
στην Ακρόπολη.

6
3)ΑΝΕΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΒΡΑΧΟ

Η βαρύτατη αυτή άµαξα, η «τετράκυκλη», όπως ονοµαζόταν, ήταν το


καύχηµα ενός πολύ γνωστού «αµαξοπηγού» από τη Φλύα, το σηµερινό
Χαλάνδρι. Ήταν µάλλον η µεγαλύτερη και ισχυρότερη που είχε ποτέ διατρέξει
την απόσταση των 17 χιλιοµέτρων, από την Αθήνα ως την Πεντέλη. Η
µεταφορά των µαρµάρων, η «λιθαγωγία», γινόταν αρκετό καιρό µετά τους
βροχερούς µήνες, όταν οι δρόµοι ήταν στεγνοί και η διάρκεια της µέρας
µεγαλύτερη. Από την ποσότητα των µαρµάρων του Παρθενώνα και το
συντοµότατο χρόνο οικοδοµίας του, συνάγεται ότι κατά τους θερινούς µήνες,
τουλάχιστον δεκαπέντε διαφορετικές άµαξες διέτρεχαν κάθε µέρα την
απόσταση από το Πεντελικό στην Αθήνα, και φυσικά άλλες τόσες ανηφόριζαν
άδειες προς την Πεντέλη. Την άµαξα ως την Ακρόπολη έσερναν έξι ζευγάρια
µουλάρια, ενώ στα ανηφορικά σηµεία, πρόσθεταν κι άλλα τέσσερα ζεύγη ζώα.
Όµως, το πιο δύσκολο στάδιο της διαδροµής, ήταν η ανάβαση στο βράχο της
Ακρόπολης. Εκεί η δύναµη των ζώων από µόνη της, δεν ήταν αρκετή.
Το πρόβληµα λύθηκε αρχικά µ’ένα ευθύ κεκλιµένο επίπεδο, που
αποτελούσε τη δυτική άνοδο προς την Ακρόπολη. Μεγάλα τµήµατα του τοίχου
του, σώζονται ακόµα και σήµερα. Το πλάτος του ήταν 10 µέτρα και το µήκος

7
του 80. Όµως και πάλι, η έλξη µε βαρούλκα και ζώα, δεν αρκούσε γαι την
ανάβαση τέτοιου βάρους στην Ακρόπολη. Η τελική λύση βρέθηκε µε την
έξυπνη εφαρµογή του λεγόµενου συστήµατος των αντίσταθµων αµαξών: ένα
πολύ ισχυρό σκοινί (ο «κάλως»), συνέδεε την άµαξα µε το κιονόκρανο-αφού
περνούσε από µια τροχαλία στην κορυφή του βράχου- µε µια άλλη κενή
άµαξα, που κατέβαινε το κεκλιµένο επίπεδο. Έτσι τα ζώα, αντί να έλκουν [ρος
τα πάνω και να σπαταλούν όλη τους τη δύναµη στην υπερνίκηση της
ανηφόρας, έπρεπε απλώς να έλκουν την κενή άµαξα προς τα κάτω, κι έτσι
καθώς κατηφόριζαν, πρόσθεταν στη δύναµή τους και ένα µεγαλο µέρος του
βάρους τους.

4)ΣΤΙΣ ΣΚΑΛΩΣΙΕΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ

Το ηµίεργο κιονόκρανο έφτανε µε τη βοήθεια µόνιµα εγκατεστηµένου


ελκήθρου που κινούνταν πάνω σε ράγες, σ’ένα πλάτωµα στα ανατολικά του
ναού, όπου υπήρχαν ήδη δεκάδες ηµίεργοι σπόνδυλοι για τους κίονες. Οι
λιθοξόοι ετοίµαζαν εκεί την κάτω έδρα των σπονδύλων. Την άλλη την
ετοίµαζαν άλλοι τεχνίτες αµέσως µετά την τοποθέτηση. Έτσι η ταχύτητα
ανόδου των κιόνων ήταν η µεγαλύτερη δυνατή. Κι όταν οι εργασίες στο

8
κιονόκρανο ολοκληρώνονταν στο έδαφος, τότε το ανέβαζαν µε τα
βαρούλκακαι το τοποθετούσαν στην κορυφή του κίονα.

9
ΠΩΣ ΧΤΙΣΤΗΚΑΝ ΟΙ ΠΥΡΑΜΙ∆ΕΣ

«Να κατασκευάσετε για µένα ένα µνηµείο αθάνατο, που όµοίο του δεν
έγινε ποτέ από τα χρόνια του θεού µέχρι σήµερα». Μ’αυτά τα λόγια διέταξε ο
Αιγύπτιος φαραώ Χέοπας τον Κεαφσνόφρου, θείο του και µέγα δάσκαλο των
τεχνών, ν’αρχίσει η κατασκευή της µεγάλης πυραµίδας στη Γκίζα. Έτσι, γύρω
στο 2500π.χ., ξεκίνησε ένα γιγαντιαίο έργο, η κατασκευή του οπόιου,
σύµφωνα µε τον Ηρόδοτο, απασχόλησε άµεσα 100.000 εργάτες και έµµεσα
έναν ολόκληρο λαό. Το αποτέλεσµα αποτέλεσε ένα από τα εφτά θαύµατα του
αρχαίου κόσµου, το µοναδικό που έφτασε σχεδόν άφθαρτο µετά από 4500
χρόνια ως τις µέρες µας. Μαζί του έφερε τη γοητεία εκείνου του αρχαίου λαού,
αλλά και πολλά µυστήρια. Για παράδειγµα, πώς στάθηκε δυνατή η
µετατόπιση των τεράστιων ογκόλιθων στα 146 µέτρα ύψους της πυραµίδας
χωρίς τροχαλίες και βίντσια-ανύπαρκτα τότε; Και πώς εξορύχθηκαν οι
ογκόλιθοι και µε ποιον τρόπο µεταφέρθηκαν στο εργοτάξιο;

ΕΝΑΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΠΛΕΥΡΑ

Την µεγαλύτερη κατάπληξη προκαλούν οι εργασίες της κατασκευής.


Ένα έργο αυτού του µεγέθους χρειαζόταν εργοτάξιο, λατοµεία για την
προµήθεια ογκόλιθων, συστήµατα µεταφοράς στη βάση του οικοδοµήµατος,
και ένα λιµάνι για προµήθεια ογκόλιθων και ανεφοδιασµό των καταυλισµών.
Οι ογκόλιθοι που χρησιµοποιήθηκαν στη Γκίζα ήταν δύο τύπων: ένας
γκρίζος και ακατέργαστος για τα θεµέλια και τα δοµικά γεµίσµατα, και ένας
λευκός και συµπαγής για τις απενδύσεις. Ενώ ο τελευταίος τύπος έφτανε µε
πλοία από µακρινά λατοµεία, ο πρώτος προερχόταν από τα λατοµεία που
βρίσκονταν γύρω από το βράχο, ο οποίος θα έπαιρνε ταλικά τη µορφή της
Σφίγγας. Η εργασία στα λατοµεία της Γκίζας διευκολύνθηκε από τα
εδαφολογικά χαρακτηριστικά. Οι εργάτες έσκαβαν στις πλευρές της
βραχώδους πλάκας µε σφυριά από σκληρή µυτερή πέτρα, ένα τετράγωνο
σχήµα ώσπου να βρουν το αργιλώδες στρώµα. Τότε αρκούσε ένας µοχλός
για να το αποκολλήσουν.

10
ΚΕΚΛΙΜΕΝΑ ΕΠΙΠΕ∆Α

Αν είναι ήδη δύσκολο να πιστέψουµε ότι κατάφεραν να φέρουν σε


πέρας αυτό το τεράστιο έργο, είναι ακόµη πιο δύσκολο να αποδεχθούµε τις
ποικίλες θεωρίες για το πώς µεταφέρθηκαν οι ογκόλιθοι στο ύψος των
146,594 µέτρων της πυραµίδας του Χέοπα. Μερικές υποθέσεις βασίζονται
στη χρήση διαφόρων ειδών µηχανών. Άλλες αντίθετα αποκλείουν τις µηχανές,
για να επικεντρώσουν την προσοχή τους στις ράµπες, χάρη στις οποίες οι
εργάτες µετέφεραν τους ογκόλιθους. Στην πρώτη περίπτωση, οι θεωρίες
βασίστηκαν στη χρήση µηχανών για τις οποίες δεν υπάρχει καµία µαρτυρία.
Στη δεύτερη αντίθετα, οι ειδικοί έλαβαν υπόψη τους τις τεχνικές που ήταν
σίγουρα γνωστές στους αρχαίους Αιγυπτίους:κεκλιµένα επίπεδα, έλκηθρα,
σκοινιά και µπράτσα. Ο πρώτος που προσπάθησε να εξηγήσει το πώς
κατασκευάστηκαν οι πυραµίδες ήταν ο Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος, το 480
π.χ. Και ήταν ο πρώτος που µίλησε για ένα είδος µηχανής:την ανυψωτική
αιώρα, ένα είδος ζυγού µε ξύλινο ηµικυλινδρικό αναφορέα. Άλλοι πάλι
µίλησαν για ανελκυστήρες µε βίντζι ή άλλο κατάλληλο εξοπλισµό. Όµως
σήµερα οι µελετητές, αποκλείουν ότι εκείνη την εποχή υπήρχαν βίντζια,
τροχαλίες, βαρούλκα ή µεταλλικοί γάντζοι.

11
ΙΣΙΑ, ΖΙΓΚ-ΖΑΓΚ ΚΑΙ ΣΠΕΙΡΟΕΙ∆ΩΣ

Οι πιο αποδεκτές υποθέσεις για τον τύπο της ράµπας που


χρησιµοποιήθηκε στην τοποθέτηση των ογκολίθων της πυραµίδας είναι τρεις.
Η πρώτη, θεωρεί τη ράµπα ως ένα επικλινές επίπεδο από τη βάση ως την
κορυφή, η δεύτερη θέλει µία ή περισσότερες ράµπες για κάθε πλευρά της
πυραµίδας, και η τρίτη αναφέρεται σε µια σπειροειδή ράµπα. Σύµφωνα µε
τους περισσότερους αρχαιολόγους, χρησιµοποιήθηκαν και οι τρεις τεχνικές
µαζί. Όµως για την πυραµίδα του Χέοπα, η υπόθεση της ευθείας ράµπας δεν

12
µοιάζει εφικτή. Ο αιγυπτιολόγος Ούβο Χόλσερ, διατύπωσε µια άλλη
υπόθεση:µια σειρά από ράµπες ζιγκ-ζαγκ κατά µήκος της µιας πλευράς της
πυραµίδας. Το κύριο πρόβληµα σε αυτήν την περίπτωση είναι οι στροφές.
Πώς θα µπορούσαν να στρίψουν 80 εργάτες που σέρνουν έναν ογκόλιθο
τριών τόνων; Η τελευταία πρόταση είναι του Ζάκι Χαβάς, διευθυντή της
Γκίζας, που βασίζεται σε πρόσφατες ανακαλύψεις και είναι επεξεργασία µιας
προηγούµενης θεωρίας:µια σειρά από 16 ράµπες, οι οποίες, σε ελικοειδή
διάταξη, φτάνουν σε ύψος 120 µέτρων. Σ’αυτό το σηµείο υπήρχε ένα
πλάτωµα όπου έφτανε το απαραίτητο υλικό για την περάτωση της πυραµίδας,
ακόµη και το Πυραµίδιον, το καπέλο της πυραµίδας-στην πυραµίδα του
Χέοπα ζύγιζε εφτά τόνους. Είναι δυνατόν; Πρόκειται για πολύ δύσκολο έργο,
όµως το εν λόγω σύστηµα µοιάζει αποτελεσµατικό.

13
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΙΝΘΟ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΑ

Οι Έλληνες και οι Ρωµαίοι κληρονόµησαν και τελειοποίησαν τις


οικοδοµικές τεχνικές. Οι πρώτοι εγκαινίασαν τη συστηµατική χρήση της
πέτρας και των ανυψωτικών µηχανών, ενώ οι δεύτεροι µε την εντατική χρήση
του κονιάσµατος, προχώρησαν σε κατασκευές ολοένα και πιο τολµηρές,
όπως οι γέφυρες και τα υδραγωγεία. Αλλά προτού οριστικοποιηθεί η
παρασκευή του κονιάσµατος, γύρω στον 3ο αιώνα και πιθανότατα στη
Μ.Ασία, οι Έλληνες έχτιζαν για χρόνια συναρµολογώντας τις πέτρες εν ξηρώ.
Είναι παραπλανητική η οµοιότητα που παρατηρούµε όταν
συγκρίνουµε την τοποθέτηση των όγκων ψαµµόλιθου στις αιγυπτιακές πύλες,
µε τις ελληνικές τοιχοποιίες από ασβεστόλιθο ή µάρµαρο. Και στις δύο
περιπτώσεις, οι ογκόλιθοι είναι ορθογωνισµένοι και λαξευµένοι στα εξωτερικά
άκρα, αναµένοντας την ολοκλήρωση του τοίχου για να επιχριστούν, ενώ
φέρουν επίσης και οι δύο, εκτοµές σε σχήµα διπλής χελιδονοουράς που
επιτρέπουν τη συνάρµοση των ογκόλιθων µεταξύ τους. Αλλά εδώ εντοπίζεται
µια µεταβατική φάση ανάµεσα σε δύο τεχνικές εντελώς διαφορετικές. Οι
Αιγύπτιοι χρησιµοποιούσαν γύψο σε πολύ ρευστή κατάσταση, µε βασικό
σκοπό να διευκολύνεται η ολίσθηση των ογκόλιθων, ώσπου να τοποθετηθούν
στην οριστική θέση τους µε τη βοήθεια µοχλών. Τότε εισάγονταν µέσα στις
εκτοµές σύνδεσµοι από ξύλο ακακίας ή συκοµουριάς, για να συγκρατήσουν
τους ογκόλιθους στη θέση τους ώσπου να στεγνώσει ο γύψος. Το ξύλο
σπάνιζε στην Αίγυπτο και γι’αυτό χρησιµοποιούνταν πολλές φορές. Αντίθετα
οι σύνδεσµοι των Ελλήνων έµεναν µόνιµα στη θέση τους, εξασφαλίζοντας τη
συνάρµοση των λίθων µε µηχανικό τρόπο, ενώ δεν υπήρχε κονίαµα. Οι
σύνδεσµοι, αρχικά ξύλινοι, αντικαταστάθηκαν από µεταλλικά στοιχεία, που
µαζί µε διάφορες άλλες σιδερένιες ενισχύσεις του σκελετού διάσπαρτες στο
κτίριο, συνέβαλαν στη στερεότητά του.
Ενώ τα µόνα εργαλεία που χρησιµοποιούσαν οι Αιγύπτιοι ήταν ο
µοχλός και το κεκλιµένο επίπεδο, η επιβλητική αρχιτεκτονική της λαξευτής
πέτρας που ανέπτυξαν οι Έλληνες, στηρίχτηκε στην πρόοδο της µηχανικής
που πραγµατοποίησαν τον 5ο και 4ο αιώνα οι πρώτοι µεγάλοι µηχανικοί, και

14
ανάµεσά τους ο Αρχύτας ο Ταραντίνος, αρχές του 4ου αιώνα, στον οποίο
αποδίδεται συγκεκριµένα η εφεύρεση του κοχλία και της τροχαλίας. Χάρη στα
νέα αυτά στοιχεία, χρησιµοποιήθηκαν στην οικοδοµική οι πρώτες ανυψωτικές
µηχανές: τρίποδα και γερανοί, βαρούλκα, πολύσπαστα και τροχαλίες. Οι
πέτρες των τοίχων και των κιόνων µπορούσαν έτσι να ανυψώνονται, χωρίς να
χρειάζεται η αιγυπτιακή τεχνική του κεκλιµένου επιπέδου, που ήταν
χρονοβόρα και πολυδάπανη στο ελληνικό και ρωµαϊκό πλαίσιο. Στον τοµέα
αυτόν της µηχανικής του εργοταξίου, οι Ρωµαίοι δεν έφεραν κάποια σηµαντική
καινοτοµία. Βέβαια εισήγαγαν τον βαθµιδωτό τροχό, αλλά κυρίως έβαλαν το
οργανωτικό ταλέντο τους στις υπάρχουσες τεχνικές.

15
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι ανυψωτικές µηχανές είναι από τις πιο πολύπλευρες και


ενδιαφέρουσες κατασκευές µε τις οποίες ασχολείται ο κατασκευαστής
µηχανικός. Είναι ένας συνδυασµός σιδηρών κατασκευών, κατασκευής
µηχανών και ηλεκτροτεχνίας.
Μόνο οι µικρές ανυψωτικές µηχανές κατασκευάζονται εν σειρά όλες, οι
άλλες κατασκευάζονται µεµονωµένες, γιατί διαφέρουν ως προς το άνοιγµα,
ύψος ανύψωσης, ταχύτητα λειτουργίας κ.λ.π.

Σε κάθε τέτοια κατασκευή οι απαιτήσεις που τίθενται είναι:


Ασφάλεια λειτουργίας, µεγάλη διάρκεια ζωής, άνετη συντήρηση και
λίπανση, εύκολη αντικατάσταση των φθαρµένων εξαρτηµάτων κ.λ.π.
Από οικονοµικής πλευράς, πρέπει να έχουµε µικρή κατανάλωση
ενέργειας, µικρά έξοδα συντήρησης και επισκευών, µικρά έξοδα προσωπικού,
και µικρή τιµή προµήθειας. Για την κατασκευή µας ενδιαφέρει να έχουµε µικρή
δαπάνη για τα υλικά και τα εργατικά, εύκολη συναρµολόγηση στο εργοστάσιο
και στον τόπο εφαρµογής, εύκολη µεταφορά και συσκευασία. Έτσι, για να
έχουµε παραγωγή οικονοµικότερη, έχουν προτυποποίησει τελευταία τις
κατασκευές.
Οι περισσότερες από τις ανυψωτικές µηχανές είναι κινητές και για το
λόγο αυτό πρέπει να κατασκευάζονται ελαφρές. Η ελαφρότητα αυτή έχει
σηµασία κυρίως για τις µηχανές που τοποθετούνται σε οχήµατα. Έτσι
ορισµένα τεµάχια των µηχανών αυτών, όπως π.χ. το ράµφος των γερανών,
τα φορεία των γερανογεφυρών, οι άρπαγες κ.λ.π, που επηρεάζουν το
σύνολο, η ελαφρότητα της κατασκευής έχει πολύ µεγάλη σηµασία.
Πρέπει επίσης ο κατασκευαστής να προσέχει την ορθή διαµόρφωση
της κατασκευής, σύµφωνα µε τους κανόνες της δυναµικής αντοχής. Η
γεωµετρία του σχήµατος µπορεί να µας οδηγήσει πολλές φορές σε µικρότερες
διαστάσεις και βάρη.

16
Οι συνθήκες λειτουργίας πρέπει να λαµβάνονται πάντοτε υπ’όψη στο
σχεδιασµό. Όσο πιο πρόχειρος και επισφαλής είναι ο υπολογισµός, τόσο πιο
µικρή πρέπει να παίρνουµε την επιτρεπόµενη τάση.
Οι ανυψωτικές µηχανές επίσης, δεν εργάζονται οµοιόµορφα και
συνεχώς, αλλά έχουν µια διακεκοµµένη λειτουργία κατά κύκλους λειτουργίας,
οι οποίοι ακολουθούνται από στάσεις. Έτσι οι κινητήρες των ανυψωτικών
µηχανών πρέπει να ξεκινούν και να διακόπτουν τη λειτουργία τους. Γι’αυτό
έχουµε στην εκκίνηση επιτάχυνση µέχρι την κανονική λειτουργία, και
επιβράδυνση στο σταµάτηµα. Έτσι δηµιουργείται αύξηση της ροπής στρέψης,
λόγω της ενέργειας των µαζών του φορτίου και των µηχανισµών που είναι
σηµαντική, συγκρινόµενη µε την κανονική λειτουργία µε οµοιόµορφη
ταχύτητα. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να λαµβάνουµε υπ’όψη τις ενέργειες
αυτές των µαζών για τον υπολογισµό της πέδης και του ηλεκτροκινητήρα. Ο
χρόνος εκκίνησης πρέπει να είναι, και συνήθως είναι µικρός, και έτσι ο
ηλεκτροκινητήρας συνήθως δεν υπερθερµαίνεται. Γι’αυτο πολλές φορές µας
αρκεί ένας υπολογισµός για κανονική λειτουργία. Όταν έχουµε επιταχύνσεις,
τότε δηµιουργούνται οι λεγόµενες µαζικές δυνάµεις και είναι γνωστές οι
εξισώσεις:

PB=m * b MB=j * ε

Όπου PB= η δύναµη επιτάχυνσης σε kp


m=G/g η µάζα που θα επιταχυνθεί σε kp*sec²/m
b= η επιτάχυνση σε m/ sec²
MB= η ροπή επιτάχυνσης σε kp* m
j= η µαζική ροπή αδράνειας του ανοιγµένου σε στρέψη σώµατος σε
kp* m* sec²
ε= η γωνιακή επιτάχυνση σε 1/ sec²

Όταν έχουµε κινήσεις οµαλά επιταχυνόµενες ή επιβραδυνόµενες, και


αν t= ο χρόνος επιτάχυνσης (sec) µέχρις ότου φτάσουµε στην κανονική
ταχύτητα υ (m/sec) ή της κανονικής γωνιακής ταχύτητας ω (1/ sec²) δηλαδή
για στροφές m/λεπτό θα είναι:

17
b=u/t , ε=ω/t=π*η/30*t

Πολλές φορές στους ηλεκτροκινητήρες δίδουν αντί της j το γινόµενο


G*D²(βάρος * τετράγωνο της διαµέτρου) και τότε j= G*D²/8*g. Είναι όµως
δυνατόν οι διάφοροι άξονες µε διάφορα εξαρτήµατα πάνω τους, να κινούνται
µε διαφορετικές γωνιακές ταχύτητες. Τότε είναι σκόπιµο να ανάγονται οι
ροπές αδρανείας σε έναν αριθµό στροφών όπως π.χ. του ηλεκτροκινητήρα,
και στον άξονά του να καθορίζεται και η ροπή επιτάχυνσης MB.
Για µια τέτοια αναγωγή εξισώνοντας τις κινητικές ενέργειες έχουµε:

J΄ω²/2=jx*ωx²/2 ή J΄* n²= jx* n² και J΄= jx(nx/n) ²

Όπου J΄= η ανοιγµένη ροπή αδράνειας στον άξονα του κινητήρα µε


n στροφές
Jx= η πραγµατική ροπή αδράνειας στον άξονα µε στροφές nx

Με τον ίδιο τρόπο και οι µάζες που κινούνται ευθύγραµµα µπορούν να


αναχθούν σε αντίστοιχη ροπή αδράνειας j΄΄ επάνω στην άτρακτο του
κινητήρα.
Εξισώνουµε τις κινητικές ενέργειες και έχουµε:

G/2 * u²/2= j΄΄ω²/2= j΄΄/2 (π*η/30) ² Από την οποία προκύπτει:

j΄΄ =9,3*G*u²/n²

Αν j η ροπή αδράνειας των µαζών που είναι επάνω στον άξονα του
κινητήρα, θα έχουµε ότι η συνολική ροπή επιτάχυνσης ή επιβράβευσης
επάνω στον άξονα του κινητήρα θα είναι:

MB= (j+Σ j΄/η΄+ j΄΄/η΄΄) π*η/30t για την επιτάχυνση

MB= (j+ Σ j΄* η΄+ j΄΄*η΄΄) π*η/30t για την επιβράδυνση

18
Όπου η΄ και η΄΄ οι βαθµοί απόδοσης της µεταφοράς ισχύος από τον άξονα
του ηλεκτροκινητήρα και των διαφόρων αξόνων του µηχανισµού. Οι
συνηθισµένες ταχύτητες µεταφοράς εξαρτώνται από την υπηρεσία που θα
πρέπει να εξασφαλίσουν. Έτσι η ταχύτητα ανύψωσης µιας γερανογέφυρας σε
ένα εργαστήριο σύνθεσης ή µιας γέφυρας η οποία πρέπει να εξασφαλίζει την
τοποθέτηση διαφόρων τεµαχίων στις διάφορες εργαλειοµηχανές θα πρέπει να
είναι µετριασµένη.
Όταν πρόκειται για τη διαχείριση παροµοίων φορτίων – όπως για
γέφυρες τοποθετηµένες σε ένα χώρο υλικών, γερανούς φόρτωσης ή
εκφόρτωσης των πλοίων – οι ταχύτητες είναι µεγαλύτερες. Η παροχή της
συσκευής είναι έτσι αυξηµένη. Η ισχύς του εγκατεστηµένου κινητήρα είναι
µεγαλύτερη, αλλά η απαραίτητη µείωση των στροφών πιο µικρή ελαττώνει την
τιµή του βαρούλκου.

ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΕΣ ΚΑΙ ΚΥΛΙΟΜΕΝΑ ΠΛΑΙΣΙΑ

Η γερανογέφυρα είναι η ανυψωτική συσκευή όλων των εργαστηρίων,


των αποθηκών ή αιθουσών µηχανών µέσων και µεγάλων βιοµηχανιών.
Το άγκιστρο της συσκευής µπορεί να φτάσει σε όλα τα σηµεία του
εργαστηρίου, και κατά συνέπεια να εξυπηρετήσει όλες τις µηχανές. Σχηµατική
διάταξη µιας γερανογέφυρας φαίνεται στο πιο κάτω σχήµα: (Σχήµα 226)

Μπορούµε να δείξουµε ότι οι κινήσεις που µπορεί να κάνει µια


γερανογέφυρα είναι οι πιο κάτω:

19
Μια κατακόρυφη κίνηση κατά τον άξονα ΟΖ:ανύψωση.
Μια οριζόντια κίνηση κατά τον άξονα ΟΥ:µετατόπιση της
γερανογέφυρας.
Μια οριζόντια κίνηση κατά τον άξονα ΟΧ:µετατόπιση του φορείου της
γερανογέφυρας.
Οι µηχανισµοί που προβλέπονται περιλαµβάνουν:
- Ένα βαρούλκο ανύψωσης.
- Ένα µηχανισµό µεταφοράς του φορείου επάνω στη γερανογέφυρα.
- Ένα µηχανισµό µεταφοράς της γερανογέφυρας.
Ο χειρισµός των µηχανισµών αυτών, γίνεται κατά ένα γενικό τρόπο µε
ηλεκτρικούς κινητήρες. Μόνο οι γέφυρες µικρής ικανότητας ή όχι συχνής
χρήσης, γίνονται µε χειροκίνητη λειτουργία.
Μια γερανογέφυρα χαρακτηρίζεται από τα πιο κάτω:
- Από την ανυψωτική της δύναµη ή ΄΄ισχύ΄΄.
- Από την κίνησή της.
Αυτές είναι οι ουσιώδεις χαρακτηριστικές της συσκευής. Αλλά πρέπει
να θεωρήσουµε εξίσου:
- Την ταχύτητα της ανύψωσης.
- Την ταχύτητα µεταφοράς της γέφυρας.
- Την ταχύτητα µεταφοράς του φορείου επάνω στη γέφυρα.
- Το ελεύθερο ύψος κάτω από το άγκιστρο στην πιο υψηλότερη θέση
του.
- Το άνοιγµα της γέφυρας.
Όλες τις απαραίτητες χαρακτηριστικές στους κύριους υπολογισµούς
της γέφυρας.
Έτσι προχωρούµε στον υπολογισµό όπως παρακάτω:
- Μελέτη του σκελετού της γέφυρας.
- Μελέτη των µηχανισµών.

ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ

Το σχήµα (226) µας δίνει τη σχηµατική διάταξη µιας γερανογέφυρας. Η


διαδροµή εξαρτάται από τις διαστάσεις του εργοστασίου. Το φορτίο Q είναι
δοσµένο.

20
Είναι λοιπόν δυνατό να προσδιορίσουµε την απόσταση των τροχών
της γέφυρας:
Για άνοιγµα ≥ 10 m το e = 1/4 : 1/6 του ανοίγµατος.

Για άνοιγµα > 10 m το e = 1/5 : 1/6 του ανοίγµατος.

Αυτή η απόσταση πρέπει να είναι αρκετά µεγάλη για να αποφύγουµε


το σφήνωµα της γέφυρας στη διαδροµή της, κυρίως όταν το φορτίο βρίσκεται
στο ένα από τα άκρα της γέφυρας.

Καταπόνηση της κυρίας δοκού της γερανογέφυρας

1) Σε κάµψη υπό την ενέργεια των κατακόρυφων δυνάµεων που


οφείλονται:
- Στο φορτίο.
- Στο ίδιο βάρος του φορείου.
- Στο ίδιο βάρος της δοκού.

2) Σε κάµψη υπό την ενέργεια των οριζοντίων δυνάµεων που


οφείλονται:
- Στις δυνάµεις αδράνειας, στην εκκίνηση, στην πέδηση.
- Στον άνεµο, αν υπάρχει.
- Στην οριζόντια συνιστώσα της πλάγιας έλξης ενός φορτίου που
είναι τοποθετηµένο στο έδαφος.

Επιτρεπόµενη τάση ασφαλείας στη γερανογέφυρα: Στον


υπολογισµό της κύριας δοκού, δεν λαµβάνουµε υπ’όψη παρά µόνο τις
κατακόρυφες δυνάµεις. Αγνοούµε προς το παρόν τις οριζόντιες δυνάµεις.
Έτσι δεχόµαστε µια τάση ασφαλείας αρκετά χαµηλή 7 : 8 kg/mm² γιατί
πρόκειται για γέφυρες που κάνουν µια σκληρή δουλειά, όπως οι γέφυρες που
είναι τοποθετηµένες σε µεταλλουργικά εργαστήρια, χυτήρια, χαλυβουργεία.
Στην περίπτωση για γέφυρες µε κανονική λειτουργία, και πιο πολύ για
χειροκίνητες, η τάση ασφαλείας είναι πιο υψηλή περίπου: 10 kp/mm².

21
Προσδιορισµός του µεγίστου βέλους κάµψης: Θεωρούµε το
κυλιόµενο φορτίο (φορτίο και ίδιο βάρος του φορείου) και το ίδιο βάρος της
δοκού. Η ροπή κάµψης, η οφειλόµενη στο ίδιο βάρος, δε θα µπορέσει να
προσδιοριστεί, παρά αφού έχουµε κάνει µια προµελέτη της δοκού.
α) Κυλιόµενο φορτίο (Σχήµα 227). Υποθέτουµε ότι οι δύο τροχοί του
φορείου που ενδιαφέρουν τη δοκό φορτίζονται εξίσου, αν δε αυτό δε
συµβαίνει, τότε η µέθοδος υπολογισµού που φαίνεται πιο κάτω µένει η ίδια.

Το φορείο µετατοπίζεται από αριστερά προς τα δεξιά. Υπολογίζουµε τη


ροπή κάµψης στα δεξιά του τροχού G είναι : MfG1

Η αντίδραση στο Α στο στήριγµα:

RAx1 = P(l-x)+P(l-x-a)
MfG1 = RA*x = P/l(-2x²+2lx-ax)

Η ροπή αυτή γίνεται µέγιστη για :


dM/dx = P/l(-4x+2l-a) = 0

από αυτή έχουµε : x = l/2 – a/4

Κατασκευάζουµε την καµπύλη (παραβολή) της καµπτικής ροπής από


τον G1 (Σχήµα 228). Με τον ίδιο τρόπο χαράσσουµε τις καµπτικές ροπές
MfG2 και του G2. θα πάρουµε έτσι την καµπύλη των καµπτικών ροπών κάτω
από το κυλιόµενο φορτίο, καµπύλη που παρουσιάζει δύο µέγιστα.

22
β) Ίδιου βάρους: Πρόκειται εδώ για ένα οµοιόµορφο διανεµηµένο
φορτίο P΄ kg. Η µέγιστη ροπή κάµψης στο µέσο της δοκού έχει για τιµή MfP΄=
P΄*l/8, από όπου η καµπύλη (παραβολή) της καµπτικής ροπής.
Οι τεταγµένες της καµπύλης αυτής, προστιθέµενες στις τεταγµένες της
προηγούµενης καµπύλης, δίνουν την οριστική καµπύλη των καµπτικών
ροπών στις οποίες καταπονείται η δοκός.

∆ΟΚΟΣ ΜΕ ΠΛΗΡΗ ΣΥΝΕΧΗ ∆ΟΚΟ


1. ∆οκοί IPN ή πλατύπελµες. Χρησιµοποιούνται συχνά όταν το
υπολογισθέν ύψος της δοκού δεν ξεπερνά τα 400 : 450 mm.
2.∆οκός σύνθετη. Συναντάται συχνά όταν το άνοιγµα είναι µικρότερο
από 10 µ ή για ανοίγµατα µεγαλύτερα όταν για λόγους όγκου απαγορεύεται η
δικτυωτή δοκός.
Έχει µια µορφή επίσης απλή όσο το δυνατό, η οποία πλησιάζει τη
µορφή της ίσης αντίστασης. Το ύψος h µεταβάλλεται από 1/12: 1/16 του
εύρους, αν αυτό είναι µεγαλύτερο από 10 m και ανάλογα µε τη σπουδαιότητα
του φορτίου (Σχήµα 230).

23
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ
Πυρήνας: Ο πυρήνας, ο οποίος βαστάζει σχεδόν ολόκληρη τη
διατµητική δύναµη, αντιστέκεται µε κατακόρυφες γωνίες τοποθετηµένες ανά
1:1, 25 m (Σχήµα 233). Οι γωνίες αυτές παίζουν το ρόλο των κατακόρυφων
ράβδων, όπως στις δικτυωτές δοκούς των οποίων οι διαγώνιες θα
αντικατασταθούν από τον πυρήνα.

Το
e : είναι το πάχος του πυρήνα.
d=2e : η διάµετρος των ήλων. Οι αποστάσεις των ήλων είναι 6:8 d.
Όταν το άνοιγµα της δοκού είναι πολύ µεγάλο για να
χρησιµοποιήσουµε µία µόνο πλατιά πλάκα, η σύνδεση των δύο λαµαρινών
γίνεται από δύο αρµοκαλύπτρες πάχους 2/3e. Από την ίδια πλευρά της
αρµοκαλύπτρας, η διατοµή των ήλων πρέπει να είναι ισοδύναµη µε τη
διατοµή του πυρήνα. Τοποθετούν δύο ή τρεις σειρές ήλων σταυρωτά από
κάθε πλευρά του συνδέσµου µε ένα βήµα ήλωσης περίπου 5d.
Κατασκευάζουν γενικά τον πυρήνα µε ένα βέλος κάµψης όσο το 1/2 του
µέγιστου προβλεπόµενου.

Γωνιακά: Οι ήλοι µιας διαµέτρου d πάντοτε γειτονικής όσο είναι το


διπλάσιο του πάχους του γωνιακού ή του ηλώµενου ελάσµατος έχουν πάχος
ένα βήµα 5:6 d.
Η διατµητική δύναµη στις δύο διατοµές διάτµησης ενός ήλου πυρήνα-
γωνιακών λαµβάνεται περίπου 6kg/mm².
Η δύναµη διάτµησης στις δύο διατοµές διάτµησης ενός ήλου πυρήνα-
γωνιακών είναι εδώ:
(T*Ms/Jxx΄)*p

24
T= η µέγιστη δύναµη διάτµησης στη δοκό ίση µε την αντίδραση RA στο
στήριγµα, όταν το φορτίο είναι στην εξωτερική του θέση αριστερά ή δεξιά της
γέφυρας (Σχ.236)

Jxx΄= η ροπή αδράνειας της ολικής διατοµής της δοκού κάτω από τον
τροχό G1.

Ms= η στατική ροπή σε σχέση µε τον άξονα xx΄ του πέλµατος και των
δύο γωνιακών (Σχ.237).

Ms = b*e*y + 2s*y΄

όπου s= η διατοµή ενός γωνιακού.


p= το βήµα της ήλωσης (περίπου 5:6 d).

Οι αρµοκαλύπτρες γωνιακών στις ενώσεις τους φαίνονται στο σχήµα


238.
Οι συνδέσεις των δύο γωνιακών µετατοπίζονται δύο φορές το βήµα της
ήλωσης πυρήνα-γωνιακών. Μ’αυτόν τον τρόπο, µια ρήξη δεν µπορεί να

25
δηµιουργηθεί παρά από ρήξη της αρµοκαλύπτρας στο Α µε διάτµηση των δύο
ήλων C και D και ρήξη της αρµοκαλύπτρας στο Β.
Η διατοµή γωνιακού-αρµοκαλύπτρας µπορεί να είναι µικρότερη από τη
διατοµή του γωνιακού του συνόλου.

Πέλµατα: Οι ήλοι της σύνδεσης των γωνιακών είναι της ίδιας


διαµέτρου και του ίδιου βήµατος µε τους ήλους πυρήνα-γωνιακών και
διατεθειµένους σταυρωτά σε πιέσεις µε αυτούς.
Αν µας χρειάζεται µια αρµοκαλύπτρα στο πέλµα, τοποθετείται στα δύο
µέρη εκατέρωθεν της ράβδου κύλισης. Η διατοµή της αρµοκαλύπτρας =
διατοµή του πέλµατος. Από την ίδια πλευρά της σύνδεσης η διατοµή των
ήλων πρέπει να είναι ισοδύναµη µε τη διατοµή του πέλµατος.

Στερέωση της ράβδου κύλισης (Σχ.239). Η ράβδος πολύ απλά


σχηµατίζεται από µια ράβδο τετραγωνικής ή ορθογωνικής διατοµής πλάτους
από 40:70mm. Το πλάτος της ράβδου b εξαρτάται από τη διάµετρο D του
τροχού που τρέχει πάνω στη δοκό αυτή και από το φορτίο Q και από τη φύση
των εν επαφή υλικών.

Το επιτρεπόµενο φορτίο :
Q=D*b*k όπου το k έχει τις τιµές.
k= 25 kg/cm² για χυτοσιδερένιους τροχούς σε χαλύβδινη ράβδο
k= 60 kg/cm² για χαλύβδινους τροχούς σε χαλύβδινη ράβδο
Μας ενδιαφέρει να παίρνουµε τη διάµετρο του τροχού όσο το δυνατό
πιο µεγάλη. Η διάµετρος αυτή µεταβάλλεται.

ΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΣΥΣΚΕΥΗΣ ΑΝΥΨΩΣΗΣ

26
Σε ορισµένες περιπτώσεις µπορούµε να χρησιµοποιήσουµε είτε µια
γερανογέφυρα, είτε ένα κυλιόµενο πλαίσιο. Για την εκλογή µεταξύ των δύο
αυτών τύπων των ανυψωτικών µηχανών, πρέπει να λάβουµε υπ’όψη τα πιο
κάτω:
α) Η ταχύτητα µεταφοράς µιας γερανογέφυρας µπορεί να είναι πιο
υψηλή από εκείνη ενός κινητού πλαισίου (περίπου 40 m/min για το κινητό
πλαίσιο και 150 m/min περίπου για τη γερανογέφυρα).
β) Ο δρόµος κύλισης σε µια υπαίθρια γέφυρα όταν δεν υποβοηθείται
από καµιά υπάρχουσα κατασκευή, είναι πολύ δαπανηρός. Η λύση του
κυλιόµενου πλαισίου είναι λιγότερο δαπανηρή όταν η µετατόπιση στη
µεταφορά είναι πολύ µεγάλη.
γ) Ένα προτέρηµα της γερανογέφυρας είναι που δεν έχει κινητό µέρος
στο ύψος του εδάφους. Έτσι έχουµε µια πολύ µεγάλη ασφάλεια για το
προσωπικό, και µια ευκολία στην εγκατάσταση των εξαρτηµάτων (διάδροµοι,
σιδηροτροχιές κ.λ.π), τα οποία δεν ενοχλούνται στην κύλιση.
δ) Τουναντίον ένα πολύ µεγάλο πλεονέκτηµα του κινητού πλαισίου,
είναι η δυνατότητα να έχουµε προβόλους που επιτρέπει να
χρησιµοποιήσουµε λύσεις πολύ ελαφρές για ορισµένα προβλήµατα
εκφόρτωσης στο δρόµο, σε σιδηροτροχιά και σε πλοία.

Εκλογή των διαστάσεων. Οι διαστάσεις συνήθως καθορίζονται από


τις θέσεις. Στην περίπτωση συσκευών αποθήκευσης, οι διαστάσεις δίδονται
σε συνάρτηση της αποθήκευσης που θέλουµε να πάρουµε, λαµβάνοντας
υπ’όψη τα µέγιστα ύψη µε τα υλικά στα οποία η συσσώρευση είναι επικίνδυνη
(π.χ άνθρακες).

Εκλογή της ανυψωτικής δύναµης. Στις περισσότερες περιπτώσεις


είναι το µέγιστο βάρος που θέλουµε να σηκώσουµε. Το πρόβληµα
παρουσιάζει ενδιαφέρον σε περίπτωση συσκευών που πρέπει να
εξασφαλίσουν µια παροχή (π.χ όταν εργάζεται µε έναν θάλαµο που µεταφέρει
προϊόντα) και εξαρτάται από το πρόβληµα της εκλογής των ταχυτήτων . είναι
προφανές πιο οικονοµική λύση να προβλέψουµε µια συσκευή που να έχει

27
δυνατότητα χαµηλής ταχύτητας και µεγάλης ταχύτητας για να εξασφαλίσουµε
µια δοθείσα παροχή.
∆εν πρέπει εν τούτοις να µεγαλοποιούµε µ’αυτήν την έννοια ταχύτητες
πολύ υψηλές που αυξάνουν τη δυσκολία οδήγησης και τους χαµένους
χρόνους. Πρακτικά µια συχνότητα 60‫׃‬70 λειτουργιών ανά ώρα σε µια εργασία
εκφόρτισης, είναι αξιόλογη και δεν πρέπει να την ξεπερνούµε. Σε εξαιρετικές
περιπτώσεις µε σύντοµους χειρισµούς, η συχνότητα αυτή µπορεί να φτάσει
τις 90 ανά ώρα.
Εξάλλου σε µια λειτουργία εκφόρτωσης σε βαγόνια, ο κλωβός
θεωρείται ότι πιο δύσκολα αρπάζει από τον πυθµένα των βαγονιών και
µ’αυτούς τους όρους η µέση πρακτική λέγει ότι παίρνει τα 2/3 του φορτίου
που θα έπαιρνε ένα σωρό.

Εκλογή ταχυτήτων. Η εκλογή των ταχυτήτων είναι πολύ


ενδιαφέρουσα, γιατί καθορίζει την ευχέρεια των χειρισµών.

Ανύψωση. Οι πιο κάτω παρατηρήσεις θα µας βοηθήσουν στην εκλογή


µιας ταχύτητας ανύψωσης.
α) Πέρα από τα 15 m/min, αποφεύγουµε τα αυτόµατα ξεκινήµατα που
δεν επιτρέπουν να αρπάζουν ήρεµα το φορτίο.
β) Θέση των φορτίων: πρέπει να µπορούµε να τοποθετούµε τα φορτία
χωρίς να προκαλούµε φθορές, ούτε στα µετακινούµενα κοµµάτια, ούτε στη
θέση που τα βάζουµε, και έτσι έχουµε ανάγκη να έχουµε µια ταχύτητα
ελαττωµένη. Είναι δυνατόν να δώσουµε οδηγίες, γιατί το πρόβληµα εξαρτάται
από πολλούς συντελεστές και πρέπει να εξετάζεται σε κάθε περίπτωση
ιδιαίτερα.
Έτσι καθορίζεται απλά ότι για τρέχουσα µηχανοκίνητη λειτουργία
λαµβάνεται περίπου 10 m/min.
γ) Κινήσεις προσέγγισης: όταν µας ζητούν χειρισµούς ακριβείας από τη
συσκευή (παρουσίαση τεµαχίων, ταχύτητας φορτίου µε µεγάλη ταχύτητα)
συνιστάται να έχουµε µια ταχύτητα µικρότερη από 4 m/min για να
πραγµατοποιήσουµε χειρισµούς προσέγγισης.
δ) Κατά γενικό τρόπο συµβουλεύουµε να αποφεύγουµε τις µεγάλες
ταχύτητες σε κάθε περίπτωση που δεν έχουµε πολύ µεγάλο ύψος ανύψωσης

28
ή δεν είναι ανάγκη να εξασφαλίσουµε µια παροχή. Για τις συσκευές
εκφόρτησης αντίθετα, µας ενδιαφέρει να αυξήσουµε την ταχύτητα µέχρι 100
m/min για να επιταχύνουµε τους χειρισµούς και να δούµε σε κάθε ιδιαίτερη
περίπτωση αν είναι απαραίτητη µια ελάττωση της ταχύτητας.

Οριζόντιες κινήσεις. Όταν η πέδηση είναι ηλεκτροκίνητη,


αποφεύγουµε τις πολύ µεγάλες ταχύτητες, γιατί πέρα από τα 40 m/min σε
στάσεις προκαλούν ενοχλητικά παλαντσαρίσµατα. Αν θέλουµε να έχουµε
ταχύτητες πιο υψηλές, θα πρέπει να προβλέψουµε πέδες σχετικά µαλακές και
παλάγκα µε ελαττωµένες ταχύτητες.
Με πέδηση ποδοκίνητη, µπορούµε να πάµε πολύ γρήγορα (µέχρι 250
m/min για κινήσεις διεύθυνσης και 180 m/min για τις µετατοπίσεις της
γερανογέφυρας) γιατί τα παλαντσαρίσµατα µπορούν να σταµατήσουν µε την
ενέργεια του πεταλιού.
Για χειρισµούς ακριβείας ισχύουν οι ίδιες παρατηρήσεις για τους
χειρισµούς ανύψωσης. Για τις µετακινήσεις των κινητών πλαισίων δεν πρέπει
να ξεπερνούµε τα 30-40 m/minλόγω της αδράνειας του πλαισίου. Για πιο
υψηλές ταχύτητες ο χρόνος πέδησης κάνει τους χειρισµούς λίγο ακριβείς.

ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ ΚΥΛΙΣΗΣ

Κυλιόµενα φορτία επάνω σε µια τροχιά

Σαν τροχιά κύλισης λαµβάνεται το άνω ή κάτω πέλµα του φορέα. Τα


κυλιόµενα φορεία του κάτω πέλµατος έχουν µικρότερο ύψος κατασκευής. Το
κέντρο των µαζών βρίσκεται κάτω και κοντά στην τροχιά, ούτως ώστε το
φορτίο ακόµη και στις καµπύλες να µην ταλαντεύεται ισχυρά. Τα φορεία έχουν
µικρή εγκάρσια δοκό για την ανάρτηση χειροκίνητων ή ηλεκτροκίνητων
πολύσπαστων (Σχ.243). Για φορτία κάτω του 1 τον. µπορεί ο µηχανισµός
κύλισης να παραληφθεί. Για διαστήµατα κύλισης µεγαλύτερα προτιµάται
ηλεκτροκίνητος µηχανισµός κύλισης.

29
Στο Σχήµα 244 δείχνεται κανονικό ηλεκτρικό βαρούλκο µε
ηλεκτροκίνητο µηχανισµό κύλισης. Οι διακόπτες για τους κινητήρες ανύψωσης
και κύλισης προσαρµόζονται στο πλαίσιο του φορείου, αλλά ο χειρισµός τους
γίνεται µέσω σκοινιών από το έδαφος. Στο Σχήµα 246 δίδονται στοιχεία
τέτοιων ηλεκτρικών βαρούλκων. Οι διαστάσεις τους είναι τόσο περιορισµένες,
ώστε µπορούν να διατρέχουν και καµπύλες ακτίνας 3m.

Χειροκίνητοι µηχανισµοί κύλισης

Η κίνηση κατά το πλείστον γίνεται από το έδαφος µέσω τροχαλίας και


αλυσίδας. Αντίσταση κύλισης (Σχ.245), δίδεται από τον τύπο:

W1 = 1.25* (Q+G)/R*(µd/2+f)

30
και ροπή αντίστασης κύλισης:

Mf = Wf*R = 1.25*( Q+G)* (µd/2+f)

Απαιτούµενη συνολική σχέση µετάδοσης:

i = ροπή φορτίου/ωφελιµ.κινητηρ.ροπή = Mf /n*Z*rH = i1*i2

Συνολικός βαθµός απόδοσης η = ηH*η1*η2......, ηH = βαθµός


απόδοσης της ατράκτου τροχαλίας κίνησης ≈ 0,93. Για παράλληλους τροχούς
µε οδόντες κατεργασµένους στη φρέζα η ≈ 0,95. Οι ροπές στρέψης για τον
υπολογισµό των ατράκτων και οδοντωτών τροχών έχουν ως εξής:

Άτρακτος τροχού κύλισης : MtL = Wf*R = Mf

Ενδιάµεση άτρακτος και 1η µετάδοση : Mt1 = Mf/ i1*η1

Άτρακτος τροχαλίας κίνησης και 2η µετάδοση : MH = Mt1/ i2* ηH = Mf/


i*η= z*x*rH.

Μηχανισµοί κύλισης φορείου και γερανού για ηλεκτροκίνητες


γερανογέφυρες

Η ταχύτητα κύλισης των φορείων φθάνει για γερανούς εργοστασίων


συνηθισµένης κατασκευής ≈ 30m/1′, για φορεία µεγάλου ανυψωτέου φορτίου
σε 15-18 m/1′. Καθαρή κίνηση µε παράλληλους τροχούς προσαρµόζεται
καλύτερα κατασκευαστικά από τον µηχανισµό ατέρµονος-τροχού µε
διασταυρούµενες ατράκτους. Η µετάδοση του κινητήρα λόγω του υψηλού
αριθµού στροφών εργάζεται µέσα σε λουτρό λαδιού. Για ταχύτητες κύλισης
µέχρι 25 m/1′, αρκεί κανονική απόζευξη του κινητήρα χωρίς ηλεκτρική
πέδηση. Η µηχανική πέδη επίσης, µπορεί να παραληφθεί, εκτός αν απαιτείται
γρήγορη και ακριβής στάση του φορείου. Συχνά µε την απόζευξη του κινητήρα
γίνεται αναστροφή της ζεύξης. Για µεγαλύτερες ταχύτητες και µεγαλύτερες

31
µάζες είναι αναγκαία ζεύξη πέδησης. Μπορεί π.χ. ο στάτης να συνδεθεί
µονοφασικά µε το δίκτυο, ούτως ώστε να παράγονται ροπές πέδησης και όχι
κίνησης. Για ταχύτητες πάνω από 50 m/1′, προβλέπεται τόσο ηλεκτρική όσο
και µηχανική πέδηση. Οι ηλεκτρικές γερανογέφυρες κατασκευάζονται για
ανυψωτέα φορτία µέχρι 100 τον.και ανοίγµατα µέχρι 30 m όπως οι ταχύτητες
κύλισης από 30 ως 120 m/1′. Ο µηχανισµός κύλισης βρίσκεται στο µέσο της
γέφυρας για να µπορούν και τα δύο τα τµήµατα της ατράκτου προς τους
τροχούς κύλισης να καταπονούνται οµοιόµορφα. Ο κινητήρας εδράζεται σε
ισχυρές βάσεις από κατατοµές, σταθερά συνδεδεµένες µε τη χαλύβδινη
κατασκευή της γερανογέφυρας. Η µετάδοση του κινητήρα στρέφεται µέσα σε
λουτρό λαδιού του κιβωτίου των τροχών. Μηχανική πέδη είναι απαραίτητη
έστω και αν ακόµη προβλέπεται ηλεκτρική. Γενική διάταξη του µηχανισµού
δείχνει το Σχ.247.

Ενισχύσεις κυρίων δοκών για οριζόντιες φορτίσεις

Όπως είδαµε, οι κύριες δοκοί είναι κατασκευασµένες ώστε να είναι


ικανές να ανθίστανται σε κατακόρυφες δυνάµεις, αλλά η αντοχή τους σε
οριζόντιες δυνάµεις είναι χαµηλή. Τέτοιες δυνάµεις είναι ο άνεµος αν η
γερανογέφυρα είναι στο ύπαιθρο και οι δυνάµεις αδράνειας στην πέδηση.
Πολλές φορές ενισχύουµε την κύρια δοκό κατά την οριζόντιο έννοια µε µια
δεύτερη παράλληλη δοκό δικτυωτή. Πολλές φορές αυτή η δοκός χρησιµεύει
για το προσωπικό συντήρησης της γερανογέφυρας, ή επίσης για τη στήριξη
του µηχανισµού µετακίνησης της γερανογέφυρας. Αν δε ακόµη η κύρια δοκός
της γερανογέφυρας αποτελείται από δύο δοκούς µετασχηµατισµένες σαν µια

32
ενιαία δοκό, τότε και στις δύο περιπτώσεις η δοκός αυτή είναι αρκετά στέρεη
κατά την οριζόντια έννοια.
Σηµειώνουµε ακόµα ότι οι εντολές του µηχανισµού κίνησης, δίδονται
είτε από το έδαφος του εργαστηρίου, είτε από µια καµπίνα, η οποία στην
περίπτωση αυτή προσαρµόζεται στο σύνολο των δοκών , σε ένα από τα δύο
άκρα της.
∆ίδεται στο παράδειγµά µας ότι η ταχύτητα µετατόπισης είναι 90 m/1′
δηλαδή υ=1,5 m/sec. To φορείο και το ανυψούµενο φορτίο µαζί είναι περίπου
24.000 kg και στη µέση του µήκους της δοκού. Το ίδιο βάρος της δοκού
θεωρείται ότι είναι 9.000 kg και η στάθµευση θα γίνει σε 4 δευτερόλεπτα. Η
δύναµη αδράνειας που οφείλεται στο φορτισµένο φορτίο εφαρµόζεται στη
µέση της δοκού:

Fi = m*γ = m*υ/t

Με m =Q/g = 2580 kg sec²/m

και Fi = 2580*1,5/4 ≈ 970 kg

Η ροπή αδράνειας που οφείλεται στο ίδιο βάρος θεωρούµενο


οµοιόµορφα κατανεµηµένο :

m = 9000/9,8 = 915 kgs²/m

Fi΄ = 915*1,5/4 = 345 kgs²/m

Η κάµπτουσα δύναµη Mf = Fi*1/4+ Fi΄*1/8 στο µέσο της δοκού.

Το πλάτωµα της στενής γέφυρας για το πέρασµα του προσωπικού,


κατασκευάζεται από διάτρητη λαµαρίνα, έτσι ώστε να περνάει το νερό της
βροχής και να µην παραµένει και επιπλέον η λαµαρίνα αυτή δε γλιστράει. Το
πλάτωµα αυτό επιπλέον έχει και το ρόλο ιδιαίτερα να ανθίστανται στις
κάµπτουσες οριζόντιες ροπές που θα υπολογίσουµε.

33
Για µεγαλύτερη ασφάλεια µπορούµε να πάρουµε την ακραία
περίπτωση, θεωρώντας ότι οι τροχοί της γέφυρας πατινάρουν στις τροχιές
τους. Αυτό µπορεί να γίνει όταν µια πέδη συντηρείται άσχηµα και έχει ένα
συντελεστή τριβής υψηλό, που δίδει έτσι ένα υπερβολικό ζεύγος πέδησης.
Ο συντελεστής τριβής τροχού-τροχαλίας λαµβάνεται περίπου 0,15 και
η εφαπτοµενική δύναµη στην περιφέρεια των τροχών είναι 0,15(Q+Q΄).

Η ροπή κάµψης θα είναι:

Mf = 0,15 (Q1/2+ Q΄1/8)

Πρέπει όµως σύµφωνα µε τα προηγούµενα να πολλαπλασιάσουµε τα


φορτία Q επί τον συντελεστή ψ = 1,4 και τα Q΄ µε φ = 1,1.
Στο Σχ.250 δείχνουµε µιας εκ των δοκών µιας γερανογέφυρας 30 τον.
ανοίγµατος 15µ.

∆οκοί κεφαλής. Η δοκός αυτή ενώνει τις δύο κύριες δοκούς. Οι τροχοί
κύλισης της γερανογέφυρας στηρίζονται εκεί επάνω. Το φορτίο γίνεται µέγιστο
όταν το φορείο πλησιάζει στην ακραία θέση, δεξιά ή αριστερά της
γερανογέφυρας. Είναι η αντίδραση RA (Σχ.251).

34
Γερανογέφυρα µε δικτυωτή δοκό

Είναι αρκετά συνηθισµένος τύπος. Η µορφή της κύριας δοκού δίδεται


από το Σχ.261.

Το ύψος της δοκού µεταβάλλεται από 1/10-1/15 του ανοίγµατος της


γερανογέφυρας. Για γερανογέφυρες που έχουν βάρος µεγαλύτερο από 20
τον. π.χ. δίνουµε µια µορφή στη δοκό ίσης αντίστασης (Σχ.262). Η δοκός
αποτελείται από 2 επιµέρους κύριες δοκούς, που η απόσταση τους είναι
περίπου ίση µε την απόσταση των τροχών του φορείου.

α) Κυλιόµενο φορείο. Το φορείο µετατοπίζεται από αριστερά προς τα


δεξιά π.χ. και ο αριστερός τροχός σταµατά σε κάθε κόµβο που συναντά
(Σχ.263).
Για κάθε θέση του φορείου, προσδιορίζουµε την αντίδραση στο
αριστερό στήριγµα, την κάµπτουσα δύναµη δεξιά του αριστερού τροχού G1.
Μεταξύ στηρίγµατος και τροχού G η διατµητική δύναµη είναι Τ = R4.

35
β) ∆υνάµεις στις ράβδους που οφείλονται στα ίδια βάρη. (Σχ.268).
Προσδιορίζουµε τις αντιδράσεις στα στηρίγµατα Α και Β. Το φορτίο που
οφείλεται στα ίδια βάρη ανάγεται στους κόµβους της άνω νεύρωσης.

γ) Τοπική κάµψη στην άνω νεύρωση. Αν ο τροχός βρίσκεται µεταξύ


των δύο κόµβων, προκαλεί στην επάνω νεύρωση µια κάµψη από όπου
έχουµε τάσεις εφελκυστικές και θλιπτικές στη ράβδο αυτή που ήδη ολόκληρη
θλίβεται (Σχ.269)
Στις άνω ίνες της ράβδου, αυτές οι θλίψεις προστίθενται. Η ροπή
κάµψης θα είναι µέγιστη όταν ο τροχός θα είναι στο µέσον της ράβδου, που
σε δύο συνεχείς κόµβους είναι:
Mf = P*e/4

Η µέγιστη τάση –επάνω ίνες- θα είναι:

Θλίψη : σ = σ1 + σ2 + σ3

σ1 = θλίψη οφειλόµενη στο κυλιόµενο φορτίο.


σ2 = θλίψη οφειλόµενη στο ίδιο βάρος.
σ3 = θλίψη οφειλόµενη στην τοπική κάµψη.

36
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΑΣ
Μηχανισµός µετακίνησης της γερανογέφυρας

Μας χρειάζεται η µείωση του i του µειωτού που µπορεί να γίνει και µε
χειροκίνητη λειτουργία ή µηχανική. Επίσης :
Η ισχύς του εγκατεστηµένου κινητήρα ή της δύναµης που εξασκείται
στην κινητήριο αλυσίδα.
Το ανθιστάµενο ζεύγος στην πέδηση.

Τροχοί κύλισης. (Σχ.281). Η διάµετρος και το πλάτος της τροχιάς έχει


ήδη εκτεθεί. Οι τροχοί αυτοί κύλισης κατασκευάζονται χυτοσιδηροί ή από
χυτοχάλυβα, ανάλογα µε τη σπουδαιότητα του φορτίου.

Οι δύο από τους τροχούς αυτούς είναι κινητήριοι. Η οδοντωτή στεφάνη


στερεώνεται σε κάθε ένα κινητήριο τροχό, και εµπλέκεται µε ένα πινιόν
σφηνωµένο στον κινητήριο άξονα. Ο άξονας αυτός έχει µικρό µήκος, όσο είναι
το άνοιγµα της γέφυρας. Βάζουµε δύο κινητήριους τροχούς, γιατί αλλιώς
υπάρχει κίνδυνος σφήνωσης της γερανογέφυρας. Ο κινητήριος αυτός άξονας
κινείται είτε από τον αλυσοτροχό, είτε από τον ηλεκτροκινητήρα. Οι γωνίες
στρέψης στο µέσον του άξονα και των ακραίων πινιόν είναι ίσες και
προσβάλλουν τα πινιόν συγχρόνως. Για τον ίδιο λόγο οι κατασκευαστές
τοποθετούν την πέδη της εγκατάστασης στο µέσο της γέφυρας.
Ο κινητήρας, ο µειωτής, η πέδη και ο άξονας των πινιόν τοποθετούνται
πάνω σε µια πασαρέλα (διέλευση).

37
Οι τροχοί περιστρέφονται γύρω από έναν σταθερό άξονα. Επίσης
µπορούν να µονταριστούν µε ρουλεµάν, αλλά αποφεύγεται, γιατί ένα µικρό
λάθος στον παραλληλισµό των τροχιών µπορεί να προκαλέσει αξιόλογες
δυνάµεις επάνω στους τροχούς.

Η πέδη. Προβλέπεται έτσι ώστε να ενεργεί και κατά τις δύο φορές της
κίνησης περιστροφής. Κατασκευάζεται είτε σαν πέδη µε πέδιλα, είτε σαν πέδη
µε λάµα. Συνήθως η πέδη τοποθετείται στον άξονα του κινητήρα, αλλά τότε
παρουσιάζει µικρότερη ασφάλεια.

Μειωτής. Συνήθως κατασκευάζεται µε ένα ή δύο ή τρία ζεύγη


οδοντωτών τροχών, συµπεριλαµβανοµένου του πινιόν και της οδοντωτής
στεφάνης του τροχού.

Τροχιές κύλισης της γερανογέφυρας

Η κύρια δοκός στηρίζεται σε κάθε άκρο της στις δοκούς κεφαλής. Ο


υπολογισµός τους δε διαφέρει από τον υπολογισµό της κύριας δοκού της
γερανογέφυρας. Η δοκός της κεφαλής κατασκευάζεται συνήθως από δύο ] [
συνήθως. Για τον υπολογισµό των δοκών αυτών πρέπει να γνωρίζουµε την
απόσταση e των τροχών κύλισης της γερανογέφυρας, και την αντίδραση R
κάθε µιας από τις κύριες δοκούς (αν είναι δύο). Η αντίδραση αυτή R,
υπολογίζεται προφανώς για την περίπτωση που το φορείο βρίσκεται σε ένα
από τα δύο άκρα της γέφυρας. Οι τροχιές αυτές έχουν ήδη υπολογιστεί.

Φορείο της γερανογέφυρας. Αποτελείται από ένα πλαίσιο από


δοκούς µορφοσιδήρου, συνδεδεµένες µεταξύ τους µε ήλωση ή
ηλεκτροσυγκολλητές, επίσης έχει 4 τροχούς από τους οποίους οι δύο είναι
κινητήριοι και επιπλέον έχει τους πιο κάτω µηχανισµούς:

Βαρούλκο ανύψωσης. Μηχανισµός κίνησης του φορείου (Σχ.290)

38
Γενικά

39
Μηχανήµατα ανυψώσεως λέγονται τα µηχανικά συγκροτήµατα που µας
χρησιµεύουν για τη µεταφορά βαρών , που γίνεται κατακόρυφα ή οριζόντια και
κατακόρυφα συγχρόνως.
Τα µηχανήµατα ανύψωσης χρησιµοποιούνται:
1) Στη βαριά βιοµηχανία για τη µετακίνηση µεγάλων βαρών, όπως
είναι οι πρώτες ύλες και τα προϊόντα που παράγονται στις διάφορες
φάσεις της παραγωγικής διαδικασίας.
2) Στους σιδηροδροµικούς σταθµούς και τις αποβάθρες για τη
φόρτωση και εκφόρτωση υλικών.
3) Στα εργοστάσια για τις µετακινήσεις µηχανών και υλικών.
4) Στα πολυόροφα κτίρια για την εξυπηρέτηση του προσωπικού και
ανύψωση υλικών σε όλους τους ορόφους.
5) Στα µεταλλεία για τη µετακίνηση του µεταλλεύµατος και άλλων
βοηθητικών υλικών, καθώς και του προσωπικού.
6) Στα δοµικά έργα για τη µετακίνηση των δοµικών υλικών σε όλη την
οικοδοµή.
7) Σε συνεργεία αυτοκινήτων, βιοτεχνίες και γενικά όπου υπάρχει
ανάγκη να ανυψωθούν ή να µετακινηθούν βαριά υλικά.
Σήµερα χρησιµοποιούνται πολύ και µηχανήµατα για τη µετακίνηση
υλικών από µια θέση σε άλλη.
Κατά την παραγωγική διαδικασία σε οποιοδήποτε εργοστάσιο ή
εργοτάξιο, γίνεται σηµαντική διακίνηση υλικών, από την αποθήκη στις θέσεις
επεξεργασίας, συναρµολογήσεως ή συσκευασίας και από την τελευταία στην
αποθήκη ετοίµων προϊόντων.

Χρησιµότητα

Από όσα αναφέρθηκαν παραπάνω είναι φανερή η χρησιµότητα των


µηχανηµάτων ανύψωσης και µετακίνησης υλικών. Συγκεκριµένα µε τη
χρησιµοποίηση των µηχανηµάτων αυτών πετυχαίνουµε:

40
1) ∆ιακίνηση υλικού που το βάρος του ξεπερνά τη µυϊκή δύναµη του
εργάτη.
2) Εξοικονόµηση εργατικών χεριών.
3) Εξοικονόµηση χρόνου.
4) Να µην καταπονείται το προσωπικό µε βαριές εργασίες.
5) Αύξηση της παραγωγής.
6) Με τη χρησιµοποίηση των κατάλληλων για κάθε περίπτωση
µηχανηµάτων , αποφεύγουµε τη φθορά του υλικού και άρα
ελάττωση του κόστους παραγωγής.

Τα µηχανήµατα ανύψωσης και µετακίνησης υλικών συνεχώς


τελειοποιούνται, γιατί καθηµερινά τα φορτία που πρέπει να µετακινηθούν
γίνονται µεγαλύτερα, οι ταχύτητες βελτιώνονται, η ασφάλεια του προσωπικού
προσέχετε περισσότερο, ο αυτοµατισµός τελειοποιείται, η παραγωγή γίνεται
οικονοµικότερη για την άνοδο του ποιοτικού επιπέδου των λαών και τέλος η
απαίτηση για άνεση και αισθητική γίνεται µεγαλύτερη.

Τρόπος αναρτήσεως των φορτίων που ανυψώνονται

Η ανάρτηση των φορτίων γίνεται ή απευθείας µε ένα άγκιστρο στο


ελεύθερο άκρο του καλωδίου ή της αλυσίδας, ή µε την παρεµβολή τροχαλιών.
Στην πρώτη περίπτωση, η ανάρτηση του φορτίου µπορεί να γίνει µε
περισσότερα από ένα συρµατόσχοινα ή αλυσίδες. Στην περίπτωση αυτή η
τάση που καταπονεί κάθε κλάδο δίνεται από τη σχέση:

S = G/2συνα

Η ανάρτηση µε την παρεµβολή τροχαλιών έχει το πλεονέκτηµα ότι


µπορεί να χρησιµοποιηθεί καλώδιο µε µικρότερη διάµετρο και συνεπώς και
τύµπανο ή τροχαλία µε µικρότερη διάµετρο. Έχει όµως το µειονέκτηµα ότι
πρέπει να χρησιµοποιηθεί καλώδιο µε µεγαλύτερο µήκος και επιµηκέστερο
τύµπανο.

41
Μια ικανοποιητική διάταξη αναρτήσεως είναι αυτή που παρουσιάζει το
Σχ.7.3β. Η ανάρτηση γίνεται µε διπλή κινητή τροχαλία (7) , µε απλή κινητή
τροχαλία εξισώσεως (5), και µε τύµπανο (6) µε διπλή περιέλιξη. Η διάταξη
αυτή χρησιµοποιείται κυρίως στις γερανογέφυρες, και έχει το πλεονέκτηµα ότι
το φορτίο κινείται κατακόρυφα χωρίς πλάγιες µετακινήσεις (1,2,3 και 4 είναι οι
κλάδοι του καλωδίου).
Η πρόσδεση των φορτίων στα άκρα των καλωδίων ή αλυσίδων
γίνονται µε εξαρτήµατα όπως αυτά που εικονίζονται στο Σχ.7.3γ για λόγους
ασφάλειας και ταχύτητας ανύψωσης. Ανάλογα µε το σχήµα και τις διαστάσεις
του φορτίου που πρόκειται να ανυψωθεί, εκλέγεται και ο τρόπος
προσδέσεως.

∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΝΥΨΩΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ


ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ∆ΙΑΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Όταν το βάρος ανυψώνεται, ένα µέρος της δυνάµεως που


χρησιµοποιείται για την ανύψωση χάνεται από τις τριβές.
Όταν το φορτίο κατεβαίνει, οπότε κινούσα δύναµη είναι το βάρος του,
πάλι ένα µέρος αυτής χάνεται από τις τριβές. Στη δεύτερη όµως περίπτωση, η
απώλεια από την τριβή είναι ευνοϊκή, γιατί είναι µια φυσική πέδηση. Η πέδηση
αυτή δεν είναι αρκετή για την οµαλή, χωρίς επιτάχυνση, κάθοδο του βάρους
και πολύ περισσότερο για το σταµάτηµά του.
Η συγκράτηση του βάρους σε κάποιο ύψος µας χρειάζεται κατά πρώτο
λόγο για το άδειασµα του φορτίου, και κατά δεύτερο λόγο, αν παραστεί
ανάγκη, για οποιαδήποτε άλλη αιτία.
Η οµαλή πάλι χωρίς επιτάχυνση κάθοδος του βάρους µας χρειάζεται,
γιατί η µε επιταχυντική δύναµη άφιξή του στο έδαφος, µπορεί να προκαλέσει
φθορά του φορτίου ή ζηµιές στο σηµείο καθόδου, ή ακόµα και ατύχηµα.
Για τους παραπάνω λόγους, τα µηχανήµατα ανύψωσης έχουν ανάγκη
από ιδιαίτερες σχετικές διατάξεις που λέγονται όργανα ασφαλείας.
Τέτοιες διατάξεις είναι οι τροχοί αναστολής που χρησιµοποιούνται για
τη συγκράτηση του βάρους, και οι πέδες (φρένα), που χρησιµεύουν για τη
µείωση µέχρι και το µηδέν της δυναµικής ή κινητικής ενέργειας του βάρους
που κατεβαίνει και των κινητηρίων µηχανισµών ανυψώσεως.

42
Οι τροχοί αναστολής (µάνδαλα ή καστάνιες), είναι απλοί µηχανισµοί
που επιτρέπουν την περιστροφή της τροχαλίας ή τυµπάνου, που
χρησιµοποιείται για το ανεβοκατέβασµα του φορτίου µόνο κατά τη φορά της
ανόδου του. Οι πέδες όµως, είναι πολυπλοκότερες διατάξεις γιατί έχουν να
αντιµετωπίσουν: Τη ροπή συγκρατήσεως του βάρους, την επιβράδυνση των
µαζών που κινούνται ευθύγραµµα (π.χ γέφυρα και φορείο γερανογέφυρας),
και την επιβράδυνση των περιστρεφόµενων µαζών (δροµείς, τροχαλίες,
τύµπανα, οδοντωτοί τροχοί κλπ).
Η σπουδαιότητά τους για τα ανυψωτικά µηχανήµατα είναι πολύ
µεγάλη, γιατί µας εξασφαλίζουν όχι µόνο την ασφάλεια λειτουργίας τους, αλλά
και την καλύτερη χρησιµοποίησή τους.
Σε χειροκίνητες απλές ανυψωτικές µηχανές χρησιµοποιούνται, τόσο για
τη συγκράτηση του βάρους, όσο και για τη βαθµιαία καθόδό του, συνδυασµοί
πέδης-τροχού αναστολής.

ΑΡΧΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΑΝΥΨΩΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΩΝ

Γενικές αρχές

Η λειτουργία των ανυψωτικών µηχανών στηρίζεται στην αρχή


διατήρησης της ενέργειας. Όπως είναι γνωστό, έργο είναι το γινόµενο της
δυνάµεως επί την απόσταση που έχει διανυθεί κατά τη διεύθυνση της
δύναµης.
Για να υπάρχει εποµένως ισορροπία κατά τη λειτουργία ενός
ανυψωτικού µηχανήµατος, πρέπει το γινόµενο του βάρους που ανυψώνεται
επί το ύψος ανύψωσης, να είναι ίσο µε το γινόµενο της δύναµης που ενεργεί
στην ανύψωση, επί την απόσταση που διανύθηκε από αυτή κατά τον ίδιο
χρόνο, αν παραλειφθούν οι τριβές. Εποµένως, ό,τι κερδίζουµε σε δύναµη, το
χάνουµε σε χρόνο.
Η διαφορά των δύο ταχυτήτων δυνάµεως και βάρους πετυχαίνεται µε
κατάλληλη εκλογή των µοχλοβραχιόνων. Αν όµως δεν επαρκεί η σχέση των
µοχλοβραχιόνων, χρησιµοποιούµε και ενδιάµεσες κινήσεις µε τροχαλίες,
οδοντωτούς τροχούς, ατέρµονες κοχλίες και υδραυλικό πιεστήριο. Η

43
µετάδοση της κίνησης γίνεται µε δύο τρόπους: α) Με περιστροφική κίνηση της
δυνάµεως. Σε αυτήν, η εξωτερική δύναµη µε τη βοήθεια ενός στροφάλου,
προκαλεί ροπή στρέψεως στον άξονα στον οποίο άµεσα ή έµµεσα αντιδρά το
βάρος.β) Με ευθύγραµµη κίνηση της δυνάµεως. Σε αυτήν, η δύναµη δρα στην
άκρη σκοινιού ή αλυσίδας, χωρίς να υπεισέρχεται καµιά ροπή στρέψεως,
εκτός από την αναγκαία για την υπερνίκηση των τριβών.
Οι ανυψωτικές µηχανές δε λειτουργούν συνεχώς, αλλά σε κύκλους
λειτουργίας που ακολουθούνται από στάσεις. Όταν εκκινεί µια ανυψωτική
µηχανή, έχουµε επιτάχυνση από την ηρεµία µέχρι την κανονική ταχύτητά της.
Κατά τη διακοπή της κίνησης µε µια πέδη, πετυχαίνουµε επιβράδυνση
µέχρι την ταχύτητα µηδέν.
Και στις δύο περιπτώσεις, λόγω των κινούµενων µαζών, επέρχεται
σηµαντική αύξηση των επιφορτίσεων, έναντι της κανονικής λειτουργίας µε
οµοιόµορφη ταχύτητα. Κατά την κανονική λειτουργία ενεργούν µόνο οι
στατικές δυνάµεις αυξηµένες κατά τις τριβές.
Κατά τις εκκινήσεις όµως και τις διακοπές, µας χρειάζεται µία
επιτάχυνση ή επιβράδυνση, για την οποία θα απαιτηθεί επιπρόσθετη δύναµη
P = m*b (όπου m = G/g), που δίνει στη µάζα επιτάχυνση. Θεωρούµε τις
επιταχύνσεις ή επιβραδύνσεις αυτές οµαλές, οπότε η επιτάχυνση είναι b = u/t
και η γωνιακή επιτάχυνση:

ε = ω/t = π*n/30*t

Είναι φανερό ότι οι µάζες που κινούνται είναι πολύ µεγαλύτερες στους
µηχανισµούς κυλίσεως (π.χ στην κύλιση µιας γερανογέφυρας) παρά στους
µηχανισµούς ανυψώσεως. Κατά συνέπεια στους µηχανισµούς ανυψώσεως,
επειδή και ο χρόνος επιταχύνσεως είναι µικρότερος και οι κινητήρες δεν
προλαβαίνουν να υπερθερµανθούν από την υπερφόρτωση, κατά την
επιτάχυνση, αρκεί ο υπολογισµός τους µόνο µε την ταχύτητα κανονικής
λειτουργίας. Σε µηχανισµούς κύλισης όµως κατά τον υπολογισµό πρέπει να
λαµβάνονται υπόψη και οι επιταχύνσεις ή επιβραδύνσεις λόγω µαζών που
κινούνται.

Κίνηση των ανυψωτικών µηχανών

44
Για να καθοριστεί ο τρόπος κίνησης µιας ανυψωτικής µηχανής και να
προβλεφθούν τα µειονεκτήµατα ή πλεονεκτήµατα κάθε συστήµατος κινήσεως,
πρέπει να είναι γνωστά τα χαρακτηριστικά κάθε ανυψωτικής µηχανής από την
άποψη της λειτουργίας της, τα οποία είναι τα εξής:
α) ∆ιακεκοµµένη λειτουργία. Στην περίπτωση αυτή δε δεχόµαστε
υπερφόρτιση για τους µικρούς χρόνους εκκινήσεως και η κινητήρια ισχύς
καθορίζεται για κανονική λειτουργία.
β) Γρήγορη και διαρκής µεταβολή της φοράς περιστροφής ή της
κατευθύνσεως πορείας. Στην περίπτωση αυτή, ο τρόπος κινήσεως της
ανυψωτικής µηχανής πρέπει να ανταποκρίνεται στη γρήγορη και απλή
αλλαγή πορείας.
γ) Επιζητούµενη ακρίβεια θέσεως, π.χ προσαρµογή των κιβωτίων
χυτηρίου, σε κατάλληλη θέση. Στην περίπτωση αυτή, ο τρόπος κινήσεως
πρέπει να επιτρέπει λεπτοµερή ρύθµιση της.
δ) Κινήσεις γερανών ή γερανογεφυρών που γίνονται µε αναρτηµένο ή
όχι φορτίο.
ε) Γρήγορη και διαρκής µεταβολή φορτίσεως. Αυτό συµβαίνει όταν
µεταφέρονται κοµµάτια διαφορετικού κάθε φορά βάρους, καθώς και σε
πολλές ανυψωτικές µηχανές, που χρησιµοποιούνται µόνο κατά τη µία έννοια,
π.χ ανύψωση ενός υλικού και κάθοδος του κενού αγκίστρου.
Στην περίπτωση αυτή, η κίνηση πρέπει να γίνεται κατά τρόπο που να
επιτρέπει τη µεταβολή στροφών, κατά προτίµηση αυτόµατα και
κατ’αντίστροφο λόγο προς το µέγεθος του φορτίου.
Η κίνηση των ανυψωτικών µηχανών γίνεται κατά τους εξής τρόπους:

1) Κίνηση µε τη µυική δύναµη του ανθρώπου (λειτουργία


χειροκίνητη).
Αυτή χρησιµοποιείται σε τροχαλίες, πολύσπαστα, βαρούλκα,
ατέρµονες κοχλίες, υδραυλικά πιεστήρια, ανελκυστήρες και γερανούς που δεν
χρησιµοποιούνται συχνά.
Η δύναµη του ανθρώπου ενεργεί:

45
- Ως δύναµη έλξεως στην άκρη καλωδίου ή αλυσίδας. Στην
περίπτωση αυτή, ασκείται δύναµη 12 ως 15 kp µε µέση ταχύτητα
0,3 ως 0,4 m/sec και σε εξαιρετικές περιπτώσεις για σύντοµη
λειτουργία 30 ως 40 kp.
- Ως δύναµη στρέψεως στην άκρη στροφάλου ή απλού µοχλού. Ο
άνθρωπος τότε ασκεί δύναµη 10 ως 15 kp µε ταχύτητα 20 ως 30
στρ/min. Για συνεχή λειτουργία ή δύναµη 20 kp για σύντοµη
λειτουργία.

Πλεονεκτήµατα: Οικονοµία και απλότητα.

Μειονεκτήµατα: Η ταχύτητα είναι πολύ µικρή και για µακρά και συνεχή
εργασία επέρχεται καταπόνηση του ανθρώπου, ενώ ο χειρισµός από
περισσότερους εργάτες συγχρόνως δεν είναι εύκολος. Για το λόγο αυτό η
δύναµη αυτή χρησιµοποιείται για µικρά βάρη και µέτριες ταχύτητες. Για να
επιτευχθεί π.χ ισχύς 1 PS απαιτούνται 4 ως 5 άτοµα.
Η µε αποφυγή κρούσεων άνοδος και κάθοδος του βάρους είναι δυνατή
µόνο από καλά εξασκηµένο και προσεκτικό προσωπικό. Οπωσδήποτε όµως
η λειτουργία είναι αθόρυβη.

2) Λειτουργία µηχανική άµεση (µε ατµό).


Σαν µέσο κινήσεως χρησιµεύει κυρίως η ατµοµηχανή, είτε θέτοντας σε
περιστροφή άξονα, είτε κινώντας έµβολο µέσα σε επιµήκη κύλινδρο.

Πλεονεκτήµατα: Ψηλός βαθµός αποδόσεως, γιατί ενεργεί αµέσως και


λειτουργεί µόνο κατά το χρόνο ανυψώσεως του βάρους. Μπορεί να εκκινήσει
µε πλήρες φορτίο. Με µεταβολή του βαθµού εισροής, η ατµοµηχανή
ανταποκρίνεται προς το βάρος που ανυψώνεται κάθε φορά.

Μειονεκτήµατα: Απαιτείται επιτήδειος χειρισµός από εξασκηµένο


προσωπικό. Έχει µεγάλο ίδιο βάρος (λέβητας, νερό, καύσιµο).

3) Λειτουργία µηχανοκίνητη έµµεση µε ΜΕΚ.

46
Πετυχαίνεται µε διάταξη τροχαλιών και ιµάντων ή καλωδίων, τα οποία
παραλαµβάνουν την κίνηση από µία Μ.Ε.Κ.

Πλεονεκτήµατα: Χάρη στην ολίσθηση των ιµάντων πετυχαίνεται


λειτουργία χωρίς κρούσεις. Ανεξαρτησία από κεντρικό σταθµό παραγωγής
ενέργειας. Είναι δυνατές οι µικρές µετακινήσεις και η αλλαγή ταχύτητας µε
ενδιάµεση εγκατάσταση.

Μειονεκτήµατα: Μικρός βαθµός αποδόσεως, γιατί ορισµένοι άξονες,


τροχαλίες και ιµάντες διαρκώς λειτουργούν άσκοπα. Χρησιµοποιείται µόνο,
όπου η κίνηση ενός κύριου άξονα είναι αναγκαία και για άλλους κύριους
σκοπούς.

4) Λειτουργία µε πεπιεσµένο αέρα.


Ο πεπιεσµένος αέρας συγκεντρώνεται σε αεροθαλάµους µε πίεση 5 ως
6 At και από εκεί µε σωλήνες φέρεται στους κινητήρες, οι οποίοι προκαλούν
περιστροφή άξονα ή κίνηση εµβόλου.

Πλεονεκτήµατα: Ευκολία µεταφοράς και διανοµής της ενέργειας.


Απώλειες µηδαµινές. ∆εν υπάρχει φόβος ψύξεως, όπως στις µηχανές
που λειτουργούν µε υδραυλική πίεση.

Μειονεκτήµατα: Ανάγκη µεγάλων αεροφυλακίων. Μικρός βαθµός


αποδόσεως, επειδή έχουµε µεγάλη κατανάλωση και κατά τις διακοπές. Ένεκα
της χαµηλής πιέσεως του αέρα, η χρήση τους είναι περιορισµένη για µικρά και
µέσα βάρη.

5) Λειτουργία µε υδραυλική πίεση.


Το νερό που θα χρησιµοποιηθεί, ή προέρχεται από το δίκτυο της
πόλεως ή παρέχεται από κεντρικές εγκαταστάσεις κινητήρων και αντλιών. Το
νερό διοχετεύεται µε πίεση στο έµβολο ανυψωτικής µηχανής, το οποίο
κατευθείαν ή µέσω πολυσπάστων ενεργεί στο βάρος.

47
Πλεονεκτήµατα: Απλότητα του κινητήρα διαδροµής. Με απλή
επίβλεψη, ακριβής,ήρεµη και ασφαλής λειτουργία.
∆εν υπάρχουν απώλειες ούτε στους αγωγούς, ούτε λόγω άσκοπης
λειτουργίας.
Η κινητήρια µηχανή υπολογίζεται για τη µέση απόδοση και
ανταποκρίνεται στις µέγιστες ανάγκες που παρουσιάζονται κάθε φορά.

Μειονεκτήµατα: Η κατανάλωση του έργου ανά διαδροµή είναι η


µέγιστη ανεξάρτητα από το ανυψωµένο βάρος. Η διάταξη των εγκαταστάσεων
είναι δαπανηρή και περίπλοκη. Απαιτείται προφύλαξη από την πήξη του
νερού.
Σήµερα χρησιµοποιούνται απλοί υδραυλικοί ανυψωτικοί µηχανισµοί.
Αντί νερού στους µικρούς µηχανισµούς χρησιµοποιείται λάδι και άλλα
αντιοξειδωτικά υλικά.

6) Λειτουργία µε ηλεκτρισµό.
Το σύστηµα της κίνησης µε ηλεκτρισµό είναι το νεότερο, αλλά και το
περισσότερο διαδεδοµένο.

Πλεονεκτήµατα: Ψηλός βαθµός αποδόσεως, γιατί δεν υπάρχουν


απώλειες από άσκοπη λειτουργία και η κατανάλωση ρεύµατος από τον
κινητήρα είναι σχεδόν ανάλογη προς το παραγόµενο έργο. Με ένα απλό
καλώδιο συνδέεται µε το υπάρχον δίκτυο µε τη µικρότερη δυνατή δαπάνη.
Ελάχιστη επίβλεψη, λίγες επισκευές, µικρό βάρος κινητήρα, λίγος χώρος. Οι
κινητήρες εργάζονται απλούστατα και κατ’αντίθετη φορά και επιτρέπουν
εύκολα µεταβολή της ταχύτητας.

Μειονεκτήµατα: ∆ύσκολο να επιτευχθεί λειτουργία χωρίς κρούσεις.


Ύπαρξη ηλεκτρικού δικτύου στο χώρο εργασίας.
Η χρήση ηλεκτροκινητήρων βρίσκει γενική εφαρµογή στους
ανελκυστήρες και τις γερανογέφυρες.
Για την κίνηση των ανυψωτικών µηχανών χρησιµοποιείται τόσο το
συνεχές ρεύµα, όσο και το εναλλασσόµενο ρεύµα. Προκειµένου για συνεχές
ρεύµα προτιµώνται οι κινητήρες σειράς, γιατί αυτοί κατά την έναρξη

48
ανύψωσης παρουσιάζουν µεγάλη ροπή στρέψεως, που είναι αναγκαία για την
εκτέλεση έργου και την επιτάχυνση των µαζών που κινούνται. Η φορά
περιστροφής αλλάζει µε αλλαγή της φοράς του ρεύµατος. Από τους κινητήρες
Ε.Ρ. χρησιµοποιούνται οι ασύγχρονοι κινητήρες, των οποίων ο αριθµός
στροφών ελάχιστα αποκλίνει από τον αριθµό στροφών του σύγχρονου
κινητήρα που δίνεται από τον τύπο:

n = 60*f/P

όπου f = συχνότητα του Ε.Ρ. και Ρ = ζεύγη των πόλων.


Οι κινητήρες αυτοί είναι φθηνοί και απλοί. Προτιµάται ο ασύγχρονος
κινητήρας µε βραχυκυκλωµένο δροµέα. Πετυχηµένη θεωρείται επίσης και η
χρησιµοποίηση κινητήρα σειράς µε συλλέκτη, γιατί έχει µεγάλη ροπή
στρέψεως και φόρτιση που εξαρτάται από τις στροφές, το κόστος του όµως
είναι µεγαλύτερο και παρουσιάζει πολλές βλάβες.
Η εκλογή του τρόπου λειτουργίας µιας ανυψωτικής µηχανής θα πρέπει
να είναι αποτέλεσµα µελέτης των συνθηκών λειτουργίας της.
Πρέπει οπωσδήποτε να µελετηθούν και να ληφθούν υπόψη τα εξής
στοιχεία:
- Η ελάττωση της ολικής δαπάνης λειτουργίας, δηλαδή η επιτυχία
υψηλού βαθµού απόδοσης.
- Η ταχύτητα της εκτέλεσης των εργασιών.
- Ο κινητήρας που θα επιλεγεί, πρέπει να ανταποκρίνεται στη µέγιστη
ισχύ και να έχει ικανοποιητικό βαθµό αποδόσεως και σε µικρότερα
φορτία.
- Η ήρεµη και χωρίς κρούσεις λειτουργία.
- Η ευκολία στους χειρισµούς.
- Τα χαρακτηριστικά της ανυψωτικής µηχανής ως προς τη λειτουργία
της.
- Η ασφάλεια λειτουργίας, ιδίως όταν πρόκειται για τη µεταφορά
ανθρώπων.
Προκειµένου για την εκλογή του κινητήρα πρέπει να ληφθούν υπόψη:
α) Η διάρκεια συζεύξεως του.
β) Το είδος φορτίσεως, δηλαδή το µέγεθος και οι µεταβολές της.

49
γ) Ο απαιτούµενος αριθµός στροφών.
δ) Το είδος της κατασκευής, το οποίο θα καθοριστεί από το χώρο στον
οποίο λειτουργεί ο κινητήρας, δηλαδή ύπαιθρο, χώροι γεµάτοι σκόνη,
υγρασία, οξέα ή χώροι ξεροί και καθαροί. Στην πρώτη περίπτωση προτιµάται
κινητήρας κλειστού τύπου, ενώ στη δεύτερη είναι προτιµότερος ο κινητήρας
ανοικτού τύπου, γιατί είναι φθηνότερος και η επίβλεψή του απλή.

Απλό βαρούλκο

Τα βαρούλκα, γενικά, χρησιµεύουν για την ανύψωση βαρών


κατακόρυφα. Μπορεί να είναι σταθερά ή φορητά επάνω σε γερανούς ή
γερανογέφυρες.
Το απλό βαρούλκο αποτελείται από άξονα που στηρίζεται σε δύο
έδρανα. Επάνω στον άξονα σφηνώνεται το τύµπανο, πάνω στο οποίο
περιτυλίγεται το καλώδιο. Πάνω στον άξονα προσαρµόζεται στρόφαλος, στον
οποίο ενεργεί η δύναµη του εργάτη (Σχ.14.1α).

Αν ονοµασθεί R η ακτίνα του τυµπάνου και α η ακτίνα του στροφάλου,


για µια στροφή του άξονα η δύναµη θα εκτελέσει δρόµο s=2πα, ενώ το βάρος
θα ανέβει κατά h=2πR,οπότε η σχέση µετάδοσης:

h/s = R/α , Po =Q* R/α και P = Q* R/α*1/n

Ο βαθµός απόδοσης στα απλά βαρούλκα είναι συνήθως n=0,93 ως


0,94.

50
Σαν κοινό βαρούλκο µπορεί να θεωρηθεί και το διαφορικό βαρούλκο
(Σχ.14.1β), µε το ποίο µπορούµε να ανυψώνουµε βάρη.

Q = 2ρP/R-r * 1/n

Όπου ρ=ακτίνα στροφάλου, R η µεγάλη ακτίνα του τυµπάνου


και r η µικρή. Η παραπάνω σχέση προκύπτει εύκολα αν συµβουλευτούµε το
σχέδιο του βαρούλκου αυτού. Υπάρχει και το κωνικό βαρούλκο (Σχ.14.1γ) για
ανύψωση βαρών που βρίσκονται σε µεγάλο βάθος.

Ηλεκτρικό βαρούλκο

Σήµερα χρησιµοποιούνται πολύ τα ηλεκτρικά βαρούλκα. Τα βαρούλκα


αυτά είναι σταθερής αναρτήσεως (Σχ.14.3α) ή µε φορείο κυλίσεως επάνω σε
οριζόντιο δοκό διπλού Τ (Σχ.14.3β). Η ταχύτητά τους συνήθως είναι
µεταβλητή. Έχουν µειωµένη ταχύτητα κατά την άνοδο του φορτίου και
αυξηµένη κατά την κάθοδο.

51
Τα κύρια µέρη του ηλεκτρικού βαρούλκου είναι: α) Το τύµπανο, το
οποίο φέρει αυλάκια για την περιέλιξη του καλωδίου ή της αλυσίδας. β) Ο
ηλεκτρικός κινητήρας για την κίνηση τόσο του φορτίου, όσο και του φορείου,
για την οριζόντια δηλαδή µετατόπιση του βαρούλκου αυτού, εφόσον δεν είναι
σταθερής αναρτήσεως. γ) Το σύστηµα οδοντωτών τροχών µέσα σε κιβώτιο
για τη µετάδοση της κίνησης στον άξονα του τυµπάνου µε σταθερή ή
µεταβλητή σχέση µεταδόσεως. δ) Η αυτόµατη πέδη, συνήθως µε κώνο
τριβής, για τη συγκράτηση του φορτίου σε οποιαδήποτε σχέση, όταν διακοπεί
το ρεύµα.
Στα σχήµατα 14.3γ και 14.3δ εικονίζονται τα µέρη σύγχρονου
ηλεκτρικού βαρούλκου και στο σχήµα 14.3ε εικονίζεται ένα βαρούλκο
«εργάτης» για οριζόντιες µετακινήσεις.

ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΕΣ-ΓΕΝΙΚΑ

52
Μία γερανογέφυρα αποτελείται από δύο σιδηροτροχιές, επάνω στις οποίες κινείται
η γέφυρα και πάνω σε αυτή κινείται το φορείο. Γερανογέφυρες µικρού φορτίου και
ανοίγµατος, κατασκευάζονται συνήθως µε έναν κύριο φορέα, µε τυποποιηµένη
διατοµή L,στο κάτω πέλµα του οποίου κυλιέται ένα φορείο.
Μεγαλύτερες γερανογέφυρες έχουν δύο κύριους φορείς, ενώ από 20ton και
πάνω η γερανογέφυρα είναι σύνθετο δικτύωµα. Παρατηρείται ότι για την ανύψωση
φορτίων ως 50 ton υπάρχει βοηθητικός ανυψωτήρας. Επίσης οι µοχλοί ελέγχου
της ανυψώσεως βρίσκονται σε ειδικό θάλαµο, σχεδιασµένο κατά τρόπο που
επιτρέπει την οπτική επαφή χειριστή και φορτίου, για όλες τις θέσεις του
τελευταίου.

53
ΤΡΟΧΙΕΣ – ΤΡΟΧΟΙ ΚΥΛΙΣΗΣ

54
Για µικρά φορτία ή γερανούς, αρκούν τροχιές από χάλυβα µε ορθογώνια
διατοµή, των οποίων η επάνω επιφάνεια µπορεί να είναι στρογγυλεµένη.Οι
τροχιές αυτές συνδέονται µε την κύρια δοκό της τροχιάς µε ήλωση, κοχλίωση ή
συγκόλληση.
Για µεγάλα φορτία χρησιµοποιούνται τυποποιηµένες τροχιές , όπως KS
κατά DIN 536 από χάλυβα αντοχής 60 kp/mm².Η επιτρεπόµενη φθορά της
κεφαλής της τροχιάς δίνεται από τον κατασκευαστή.Υπέρβαση του ορίου αυτού
επιβάλλει αλλαγή της τροχιάς.
Οι τροχοί κυλίσεως για χειροκίνητη λειτουργία κατασκευάζονται από
χυτοσίδηρο, ενώ για µηχανοκίνητη από χυτοχάλυβα. Οι τροχοί της γέφυρας
φέρουν αυλάκωση διαστάσεως ανάλογης µε το πλάτος b της τροχιάς, ενώ οι
τροχοί των φορείων έχουν κωνικές επιφάνειες κυλίσεως για την καλύτερη
προσαρµογή τους.

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΑΝΥΨΩΣΗΣ – ΚΥΛΙΣΕΩΣ

Για µικρά φορτία η κύλιση της γέφυρας πραγµατοποιείται µε χειροκίνητο


οδοντωτό τροχό µε αλυσίδα, ενώ για µεγάλα φορτία αποκλειστικά µε
ηλεκτροκινητήρα. Επειδή το δεύτερο παρουσιάζει µεγαλύτερη ασφάλεια λόγω της
αυτόµατης πέδης, που ενεργεί αµέσως µετά τη διακοπή του ρεύµατος, οι
κατασκευαστές γερανογεφυρών σήµερα προσφέρουν και τις µικρές
γερανογέφυρες εφοδιασµένες µε ηλεκτροκινητήρα.
Σχεδόν πάντοτε τοποθετούνται δύο ηλεκτροκινητήρες σε δύο από τους
τέσσερις τροχούς της γέφυρας. Για την κύλιση των φορείων διακρίνουµε δύο
περιπτώσεις : τα φορεία που κυλιόνται µε έναν φορέα και τα φορεία που κυλιόνται
µε δύο φορείς. Τα κυλιόµενα σε δύο φορείς φορεία φέρουν οπωσδήποτε αλυσίδα
– τροχαλία ή ηλεκτροκινητήρα.
Η ανύψωση του φορτίου πραγµατοποιείται µε πολύσπαστο χειροκίνητο ή
ηλεκτρικό. Σαν όργανο έλξεως για το χειροκίνητο πολύσπαστο προτιµάται η
αλυσίδα, γιατί µε την τροχαλία της αλυσίδας πετυχαίνεται σηµαντικά µικρότερο
µήκος κατασκευής παρά για το τύµπανο του χαλύβδινου καλωδίου.
Τα τελευταία χρόνια έχουν µεγάλη εφαρµογή τα ηλεκτρικά βαρούλκα. Αυτά
διαµορφώθηκαν σε ειδικές κατασκευές µε βάση το µικρό βάρος, το µικρό χώρο, τη
µεγάλη ασφάλεια λειτουργίας µε µικρές απαιτήσεις συντηρήσεως και καλό βαθµό

55
αποδόσεως. Ο κινητήρας και τµήµατα του µηχανισµού τοποθετούνται µέσα στο
τύµπανο και έτσι κερδίζεται χώρος. Κατά κανόνα το όργανο έλξεως είναι
χαλύβδινο καλώδιο, το δε φορτίο κρεµιέται από ένα ως τέσσερις κλάδους. Η
ανώτατη και κατώτατη θέση του αγκίστρου περιορίζεται από διακόπτη τέρµατος.

ΠΡΟΛΗΨΗ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ

ΓΕΝΙΚΑ

Η ανύψωση βάρους µε γερανούς και γερανογέφυρες σε αρκετό ύψος


από το έδαφος εκτός από την ωφελιµότητα την οποία προσφέρει στον
άνθρωπο, αποτελεί διαρκή κίνδυνο δηµιουργίας ατυχήµατος, λόγω κακού
χειρισµού, βλάβης της πέδης, θραύσεως του καλωδίου κ.α.
Συνεπώς είναι αναγκαίο να καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια για
την εξασφάλιση των προϋποθέσεων ασφαλούς εκτελέσεως της εργασίας.
Από µελέτη στατιστικών στοιχείων ατυχηµάτων, τα οποία έχουν συµβεί
σε ανυψωτικές µηχανές, προκύπτει ότι τα κύρια αίτια τους είναι :

α) Κακός χειρισµός των ανυψωτικών µηχανών.


β) Υπερφόρτωση του αγκίστρου ανυψώσεως.
γ) Ελλιπής συντήρηση των καλωδίων και αλυσίδων.
δ) Πρόωρη φθορά εξαρτηµάτων.

Όπως φαίνεται από αυτά, ο ανθρώπινος παράγοντας είναι η κυριότερη


αιτία των ατυχηµάτων και συνεπώς υπάρχουν µεγάλα περιθώρια βελτίωσης.

ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟ ΧΕΙΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΓΕΡΑΝΩΝ

Για την αποφυγή των ατυχηµάτων κατά το χειρισµό των γερανών


πρέπει να δίνεται µεγάλη προσοχή στα εξής :

56
α) Να µην ανυψώνεται φορτίο, το οποίο δε βρίσκεται ακριβώς κάτω
από το άγκιστρο ανυψώσεως πριν αποφανθεί ειδικός για τις τυχόν συνέπειες
που θα έχει η εργασία αυτή.
β) Πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει κώδικας συνεννοήσεως µεταξύ του
χειριστή του γερανού και των καθοδηγητών που βρίσκονται στο έδαφος.
γ) Απαγορεύεται η κίνηση ατόµων κάτω από το ανυψωτικό φορτίο ή
µετακίνηση του φορτίου επάνω από εργαζόµενα άτοµα.
δ) Στους κινητούς γερανούς, πρέπει να εξετάζεται και η κλίση και
στερεότητα του εδάφους, ώστε να αποφεύγεται η περίπτωση της ανατροπής.
ε) Κατά την εργασία ιόντα σε αγωγούς ρεύµατος υψηλής τάσης, δεν
πρέπει το άγκιστρο να πλησιάζει περισσότερο από τα δύο µέτρα, προς
αποφυγή βραχυκυκλώµατος.
στ) Το φορτίο πρέπει να επιταχύνεται οµαλά, ώστε να αποφεύγεται η
υπερβολική καταπόνηση του κινητήρα και των καλωδίων.
ζ) Να γίνεται ρύθµιση του οριακού διακόπτη, ώστε αυτόµατα να
διακόπτει την ανύψωση, όταν το άγκιστρο φθάσει το προκαθορισµένο
ανώτατο ή κατώτατο όριο.

ΥΠΕΡΦΟΡΤΩΣΗ ΤΟΥ ΑΓΚΙΣΤΡΟΥ

Η θραύση των καλωδίων ή ανατροπή ανυψωτικού µηχανήµατος από


υπερφόρτωση αποφεύγεται, όταν η εργασία γίνεται κανονικά και το
προσωπικό χειρισµού έχει απαλλαγεί από την επικρατούσα αντίληψη ότι η
ανύψωση φορτίων λίγο µεγαλύτερη από την ικανότητα του γερανού δεν
δηµιουργεί επικίνδυνη κατάσταση.
Απαραίτητη επίσης είναι η τοποθέτηση πινακίδας επάνω στο γερανό,
στην οποία θα αναγράφεται το µέγιστο φορτίο ή τα φορτία ανυψώσεως, όταν
αυτός είναι µεταβλητού ανοίγµατος. Τέλος πρέπει από καιρό να ελέγχεται η
ανυψωτική ικανότητα των γερανών.

57
ΠΡΟΩΡΗ ΦΘΟΡΑ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΩΝ

Η πρόωρη φθορά εξαρτήµατος του γερανού, µπορεί να οφείλεται σε


εσφαλµένο υπολογισµό κατά τη σχεδίαση του µηχανήµατος ή σε
ελαττωµατικότητα κατά την κατεργασία, π.χ ανοµοιόµορφο πάχος χυτού
τυµπάνου περιελίξεως.
Η αποφυγή ατυχηµάτων στην πρώτη περίπτωση πετυχαίνεται µε την
εκτέλεση λειτουργικού ελέγχου των ανυψωτικών µηχανών σε συνθήκες
µέγιστου φορτίου και αφού ληφθούν κατάλληλα µέτρα ασφαλείας, ήτοι
τοποθέτηση παρατηρητών και απαγόρευση προσεγγίσεως ατόµων σε ακτίνα
ασφαλείας ανάλογη µε το είδος και τις διαστάσεις του ανυψωτικού
µηχανήµατος.

ΓΕΝΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Για τους ανυψωτήρες µε ηλεκτροκίνητο κινητήρα ηλεκτρικής ισχύος


πρέπει :
α) Να αναγράφεται η τάση λειτουργίας στην πινακίδα των στοιχείων
του κινητήρα.
β) Να χρησιµοποιούνται οι κατάλληλες ηλεκτρικές ασφάλειες του
κυκλώµατος που δίνει ο κατασκευαστής του ανυψωτήρα.
γ) Οι επιφάνειες επάνω στις οποίες κινείται το φορείο, δεν πρέπει να
επιχρίονται µε βαφές, γιατί επηρεάζεται η µετακίνηση των φορείων και η
γείωση.
Για τις τροχιές πρέπει :
α) Να δίνεται προσοχή στην κατάλληλη κάµψη των τροχαλιών σε
περίπτωση καµπύλης της τροχιάς.
β) Οι κλίσεις να είναι µεγαλύτερες από 2% , όταν η µορφολογία του
χώρου επιβάλλει την κλίση.
γ)Στα άκρα των τροχιών να τοποθετούνται συγκρατήρες, για να
αποφεύγεται ο εκτροχιασµός των φορείων.

58
ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΛΟΥΜΙΝΑΣ

Η παραγωγή καθαρής αλουµίνας, σήµερα, γίνεται από τον ορυκτό


βωξίτη βασιζόµενη αποκλειστικά στην εφαρµογή σε βιοµηχανική κλίµακα της
µεθόδου Bayer.
Ο βωξίτης σαν πρώτη ύλη είναι το µετάλλευµα του αλουµινίου.
Αποτελείται από µίγµα οξειδίων αλουµινίου (60%), σιδήρου (25%), πυριτίου (3%),
τιτανίου (3%) κλπ.
Το πρώτο στάδιο κατεργασίας του βωξίτη περιλαµβάνει τη θραύση
και την άλεση. Κατόπιν αναµιγνύεται µε διάλυµα καυστικής σόδας και
θερµαίνεται σε ειδικούς αντιδραστήρες, τα αυτόκλειστα. Αποτέλεσµα αυτής της
διαδικασίας είναι η διαλυτοποίηση µόνο της αλουµίνας και η ένωσή της µε τη
σόδα. Τα αδιάλυτα συστατικά διαχωρίζονται µε καθίζηση και κατόπιν
απορρίπτονται αφού πλυθούν.
Το διάλυµα της σόδας-αλουµίνας ψύχεται και αραιώνεται σε µεγάλες
δεξαµενές, για να πραγµατοποιηθεί η διάσπασή του σε αραιό διάλυµα σόδας και
σε κρυστάλλους αλουµίνας.
Το επόµενο στάδιο περιλαµβάνει το διαχωρισµό του διαλύµατος σόδας
που συµπυκνώνεται µε εξάτµιση σε περιστρεφόµενα φίλτρα. Αυτό το διάλυµα θα
χρησιµοποιηθεί πάλι για την επεξεργασία νέων ποσοτήτων βωξίτη.
Τελευταίο στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας είναι η διαπύρωση της
αλουµίνας για την αποµάκρυνση του νερού που υπάρχει µε τη µορφή υγρασίας. Η
διαπύρωση γίνεται σε φούρνους υψηλών θερµοκρασιών όπου προκύπτει η
άνυδρη αλουµίνα.
Η αλουµίνα τώρα µε τη µορφή λεπτής λευκής σκόνης, είναι έτοιµη είτε να
τροφοδοτηθεί στο τµήµα της ηλεκτρόλυσης για να µετατραπεί σε αλουµίνιο, είτε να
τροφοδοτηθεί στην αγορά

59
ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ

Η παραγωγή του αλουµινίου από την αλουµίνα, γίνεται µε την


ηλεκτρολυτική µέθοδο.
Σε µεγάλα δοχεία που ονοµάζονται λεκάνες, και είναι επενδεδυµένα
εσωτερικά µε άνθρακα, διαλύεται η αλουµίνα µέσα σε λιωµένο κρυόλιθο
θερµοκρασίας 950˚C.
Με τη χρήση ηλεκτροδίων από άνθρακα που κατασκευάζονται σε ειδικό
τµήµα µέσα στο εργοστάσιο -τµήµα ηλεκτροδίων- διαβιβάζουµε στο τήγµα
κρυόλιθου-αλουµίνας ισχυρό ρεύµα (4V,90.000A).
Η υπάρχουσα αλουµίνα, αλλά και η τροφοδοτούµενη σε
προγραµµατισµένα χρονικά διαστήµατα, µέσα στο τήγµα, διασπάται σε οξυγόνο
και αλουµίνιο. Το οξυγόνο αντιδρά µε τον άνθρακα των ηλεκτροδίων και παράγει
διοξείδιο του άνθρακα, που φεύγει σε αέρια µορφή στην ατµόσφαιρα.
Το αλουµίνιο σε ρευστή µορφή, οδηγείται στον πυθµένα του δοχείου
ηλεκτρόλυσης. Από εκεί αναρροφάται σε τακτά χρονικά διαστήµατα, περίπου µια
φορά το 48ωρο, ρευστό πάντα, και µεταφέρεται µε ειδικούς κάδους στο χυτήριο.
Στο τµήµα του χυτηρίου το αλουµίνιο οδηγείται σε φούρνους όπου µε την
προσθήκη και άλλων µετάλλων σε διάφορες αναλογίες, πετυχαίνεται οποιοδήποτε
είδος κράµατος επιθυµείται.
Τέλος η χύτευση γίνεται σε διάφορα σχήµατα (πλάκες, κολώνες, χελώνες
κλπ). Μετά τη στερεοποίηση, το αλουµίνιο κόβεται σε τεµάχια, δεµατοποιείται και
είναι έτοιµο να διοχετευθεί στην εγχώρια και εξωτερική αγορά.

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΗΛΕΚΤΡΟ∆ΙΩΝ

Τα ηλεκτρόδια, όπως προαναφέραµε, αποτελούν µια από τις πρώτες


ύλες για τη βιοµηχανική παραγωγή του αλουµινίου. Χρησιµοποιούνται ως
µεταφορείς του ηλεκτρικού ρεύµατος στα ηλεκτρολυτικά κελιά για την
ηλεκτρολυτική διάσπαση της αλουµίνας.
Για τη λειτουργία των ηλεκτρολυτικών κελιών στο εργοστάσιο,
χρησιµοποιούνται προψηµένα ηλεκτρόδια. Η παρασκευή των ηλεκτροδίων γίνεται
σε κατάλληλες εγκαταστάσεις, που αποτελούν το τµήµα των ηλεκτροδίων.

60
Οι πρώτες ύλες για τη δηµιουργία των ηλεκτροδίων πρέπει να είναι
κατάλληλες για τις συνθήκες τις ηλεκτρόλυσης. Στηριζόµενοι σε αυτό, τα
ηλεκτρόδια παρασκευάζονται από κώκ πετρελαίου και πίσσα γαιανθράκων.
Τα υλικά αυτά αφού υποστούν την κατάλληλη προπαρασκευή (θραύση,
κοσκίνισµα, ταξινόµηση), αναµιγνύονται σε θερµό περιβάλλον µε σκοπό την
παρασκευή µιας πάστας. Η φάση αυτή επεξεργασίας ονοµάζεται φάση µάλαξης.
Κατόπιν ακολουθεί η φάση µορφοποίησης και παραγωγής της ωµής
ανόδου. Σκοπός της φάσης αυτής είναι πρώτον, ν’αποµακρυνθεί ο αέρας από την
άνοδο, ώστε να γίνει σκληρή και ανθεκτική, και δεύτερον ,να πάρει η άνοδος το
επιθυµητό σχήµα.
Η ωµή άνοδος τώρα, είναι έτοιµη να προωθηθεί για ψήσιµο. Το ψήσιµό
της γίνεται για να µετατραπεί η πίσσα σε κώκ. Θέλουµε να αποκτήσει καλή
ηλεκτρική αγωγιµότητα, αντοχή και οµοιογένεια.
Το ψήσιµο των ανόδων γίνεται σε ειδικό φούρνο σχεδιασµένο µε τέτοιο
τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η εναλλαγή θερµότητας µεταξύ τοιχίων, όπου
κυκλοφορούν τα αέρια καύσεως και των κυψελών που βρίσκονται οι άνοδοι.
Πριν εγκαταλείψουν οι άνοδοι τον φούρνο, επιβάλλεται η ψύξη τους, η
οποία γίνεται µε αέρα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσµα όχι µόνο τη µείωση της
θερµοκρασίας των ανόδων, αλλά και την παράλληλη προθέρµανση του αέρα
καύσεως, που τώρα βοηθάει στην καλύτερη καύση του πετρελαίου. Αποτέλεσµα
όλων αυτών των διαδικασιών είναι η παραγωγή της ψηµένης ανόδου.
Η ψηµένη άνοδος για να µπορέσει να χρησιµοποιηθεί στο τµήµα της
ηλεκτρόλυσης , ως ηλεκτρόδιο, πρέπει να συναρµολογηθεί.Η συναρµολόγηση
γίνεται ανά δύο ανόδους. Οι δύο άνοδοι στηρίζονται στο άκρο ενός κορµού
αλουµινίου που καταλήγει σε τέσσερα στηρίγµατα από χυτοσίδηρο. Η
στερεοποίηση των ανόδων στο άκρο του κορµού γίνεται µε ρευστό χυτοσίδηρο.Το
τελικό προϊόν µετά και το στάδιο της συναρµολόγησης είναι η συναρµολογηµένη
άνοδος.

ΦΟΥΡΝΟΣ ΨΗΣΙΜΑΤΟΣ ΑΝΟ∆ΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

61
Οι ωµές άνοδοι, πριν οδηγηθούν στο τµήµα της ηλεκτρόλυσης για να
χρησιµοποιηθούν ως µεταφορείς του ηλεκτρικού ρεύµατος, πρέπει να ψηθούν για
180 ώρες περίπου, ξεκινώντας από µια θερµοκρασία περιβάλλοντος (25˚C) και
φτάνοντας στους 1090˚C.
Κατά τη διαδικασία του ψησίµατος, η πίσσα µετασχηµατίζεται σε κώκ, µε
αποτέλεσµα οι ψηµένες άνοδοι να αποκτούν την καλή ηλεκτρική αγωγιµότητα και
τις απαραίτητες µηχανικές ιδιότητες για τη χρησιµοποίησή τους στα ηλεκτρολυτικά
κελιά. Οι ωµές άνοδοι ψήνονται σε ένα ειδικό είδος φούρνου , όπου και
φουρνίζονται µε τη βοήθεια ειδικών γερανογεφυρών, που ονοµάζεται ΄΄φούρνος
µετά δωµατίων ΄΄. Η λειτουργία του βασίζεται στην αρχή της εναλλαγής
θερµότητας στερεών-αερίων κατ’αντιρροή.

ΦΟΥΡΝΟΣ ΜΕΤΑ ∆ΩΜΑΤΙΩΝ

Ο φούρνος στο τµήµα των ηλεκτροδίων αποτελείται από δύο


παράλληλες σειρές 39 δωµατίων. Συνολικά δηλαδή, ο αριθµός των δωµατίων του
φούρνου είναι 78.
Οι δύο σειρές δωµατίων χωρίζονται µεταξύ τους µ’ένα κεντρικό τούνελ,
επάνω στο οποίο στηρίζονται και οι µεταφορείς των ανόδων. Όλα τα δωµάτια είναι
υπόγεια, αλλά ανοιχτά από πάνω, για να γίνεται το φόρτωµα των ωµών ανόδων
καθώς και το ξεφόρτωµα των ψηµένων.
Τα δωµάτια χωρίζονται µεταξύ τους από τους εγκάρσιους τοίχους στον
άξονα του φούρνου. Κάθε δωµάτιο αποτελείται από 6 κυψέλες, όπου
τοποθετούνται οι ωµές άνοδοι για ψήσιµο. Οι κυψέλες χωρίζονται από τα τοιχία
που είναι και οι θάλαµοι καύσεως (7 τοιχία ανά δωµάτιο). Μια λοιπόν κυψέλη ενός
δωµατίου, σχηµατίζεται από δύο τοιχία και δύο εγκάρσιους τοίχους. Σε κάθε
κυψέλη µπαίνουν 7 σειρές των 6 ανόδων και κάθε σειρά σκεπάζεται µε κώκ.
Οι διαστάσεις κάθε κυψέλης είναι :
Μήκος 4,2µ, πλάτος 0,46µ, βάθος 4,4µ.
Μέσα στα τοιχία κυκλοφορούν τα αέρια που εξασφαλίζουν το ψήσιµο και
το κρύωµα των ανόδων. Κάθε τοιχίο έχει στο εσωτερικό του τρία κατακόρυφα
χωρίσµατα, που βοηθούν στην πληρέστερη κυκλοφορία των αερίων και στην
καλύτερη θέρµανση όλης της επιφάνειας του τοιχίου.

62
Στο επάνω µέρος των πλευρικών επιφανειών του τοιχίου ενός δωµατίου,
υπάρχουν δύο εσωτερικά ανοίγµατα για την είσοδο των αερίων από το αντίστοιχο
τοιχίο του προηγούµενου δωµατίου και την έξοδό τους στο αντίστοιχο τοιχίο του
επόµενου δωµατίου.
Η επικοινωνία του τοιχίου µε την ατµόσφαιρα γίνεται µέσω τεσσάρων
φρασσόµενων οπών που βρίσκονται στην άνω επιφάνεια.
Ο φούρνος θερµαίνεται µε καυστήρες που είναι τοποθετηµένοι πάνω σε
µια κινούµενη ράµπα, το µήκος της οποίας είναι ίσο µε το πλάτος κάθε δωµατίου.
Οι καυστήρες προσαρµόζονται στις οπές που έχουν τα τοιχία, και ψεκάζουν
πετρέλαιο µε ρυθµιζόµενη αυτόµατα συχνότητα (από µικροϋπολογιστή), ανάλογα
µε τις ανάγκες της κάθε ΄΄φωτιάς΄΄.
Για την κατανόηση της λειτουργίας του φούρνου, καλό είναι σ’αυτό το
σηµείο να γίνει περιγραφή µιας ΄΄φωτιάς΄΄.
Ξεκινώντας από την αρχή µιας ΄΄φωτιάς΄΄ και κινούµενοι αντίθετα από τη
φορά ροής των αερίων, συναντούµε πρώτα τον αγωγό αναρρόφησης γνωστό
και ως πίπα αναρρόφησης. Αποτελείται από 7 κανάλια αναρρόφησης, που
προσαρµόζονται στα αντίστοιχα ανοίγµατα του εγκάρσιου τοίχου που χωρίζει δύο
διαδοχικά δωµάτια.
Ο αγωγός αυτός, αποτελεί το µέσο προώθησης και µεταφοράς των
αερίων καύσης από τους θαλάµους καύσης στην ατµόσφαιρα, µε τη βοήθεια ενός
κεντρικού συστήµατος ανεµιστήρων. Η δηµιουργούµενη υποπίεση βοηθά στη
µετάβαση των πτητικών αερίων της πίσσας από τις κυψέλες στους θαλάµους
καύσης.
Από την πίπα αναρρόφησης γίνεται και η ρύθµιση των υποπιέσεων,
ανάλογα µε το ΄΄µέτωπο της φωτιάς΄΄, το οποίο πρέπει να είναι οµοιόµορφο για
όλα τα τοιχία.
Πριν από την πίπα αναρρόφησης υπάρχουν 4 δωµάτια σε φυσική
προθέρµανση. Κατά τη διάρκεια της φυσικής προθέρµανσης, γίνεται η
αποµάκρυνση και η καύση των πτητικών αερίων της πίσσας.
Ο χρόνος που µένουν τα δωµάτια σε φυσική προθέρµανση , εξαρτάται
από το πρόγραµµα προώθησης ΄΄φωτιάς΄΄ που ακολουθείται. Η θερµοκρασία που
φτάνουν τα αέρια σε αυτή τη φάση είναι περίπου 900˚C , ενώ οι άνοδοι τους
600˚C.

63
Αµέσως µετά το 4ο δωµάτιο σε φυσική προθέρµανση, υπάρχει ένα
δωµάτιο σε εντατική προθέρµανση µε τη βοήθεια µιας ράµπας καυστήρων. Ο
χρόνος εντατικής προθέρµανσης εξαρτάται πάλι, από το γενικότερο πρόγραµµα
προώθησης της ΄΄φωτιάς΄΄. Η θερµοκρασία των ανόδων στο αναφερόµενο
δωµάτιο φτάνει τους 800˚C, ενώ των αερίων τους 1180˚C.
Τα τρία επόµενα δωµάτια βρίσκονται σε πλήρη φωτιά, και στο καθένα
υπάρχει µια ράµπα καυστήρων που διοχετεύει πετρέλαιο στους θαλάµους
καύσης.
Ο χρόνος παραµονής των δωµατίων σε πλήρη φωτιά, καθώς και οι
τελικές θερµοκρασίες των ανόδων και των αερίων, καθορίζονται από το εκάστοτε
πρόγραµµα του φούρνου. Σήµερα η οδηγία αναφέρει σαν τελική θερµοκρασία
ανόδων τους 1090˚C και των αερίων τους 1180˚C.
Μετά τη ζώνη δωµατίων σε πλήρη φωτιά, αρχίζει η ζώνη δωµατίων σε
ψύξη. Η ψύξη επιτυγχάνεται µε αέρα, ο οποίος διοχετεύεται µέσα από αγωγούς
εµφύσησης ή πίπες εµφύσησης, αναλόγου µεγέθους και σχήµατος µε την πίπα
αναρρόφησης. Και οι δύο πίπες τοποθετούνται στα ανοίγµατα του εγκάρσιου
τοίχου που χωρίζει δύο διαδοχικά δωµάτια.
Ο προθερµασµένος αέρας από την ψύξη των ανόδων, χρησιµοποιείται
για την καύση του πετρελαίου διοχετευόµενος στους θαλάµους καύσης των
δωµατίων σε πλήρη φωτιά.
Μετά την τελευταία ράµπα καυστήρων, ξεκινάει η ζώνη δωµατίων σε
ψύξη. Η ζώνη αυτή περιλαµβάνει σε σειρά : πέντε δωµάτια, µια πίπα εµφύσησης,
δύο δωµάτια, πίπα εµφύσησης, δύο δωµάτια, και τέλος άλλη µια πίπα εµφύσησης
αέρα.
Η τελευταία ζώνη δωµατίων µιας ΄΄φωτιάς΄΄, περιέχει δωµάτια σε φάση
φουρνίσµατος, ξεφουρνίσµατος και συντήρησης. Περιλαµβάνει δε έναν
αριθµό δωµατίων από 7 ως 11. Μια οµάδα δωµατίων από αυτά, βρίσκεται στη
φάση ξεφουρνίσµατος. Στη φάση αυτή αναρροφάται το κώκ, το οποίο είχαµε
σκεπάσει τις ανόδους, µε ειδικό σύστηµα που βρίσκεται στην υπάρχουσα
γερανογέφυρα και εξάγονται οι ψηµένοι άνοδοι.
Πάντα µετά το ξεφούρνισµα, ακολουθεί µία οµάδα δωµατίων στη φάση
της συντήρησης. Πραγµατοποιείται αντικατάσταση τοιχίων µε µεγάλη φθορά και
επισκευή αυτών µε µικρότερη. Τέλος υπάρχει η οµάδα δωµατίων στη φάση του
φουρνίσµατος. Εδώ γίνεται η τοποθέτηση των ωµών ανόδων µέσα στις κυψέλες

64
και το σκέπασµά τους µε κώκ, που χρησιµοποιείται για να διατηρεί την φόρµα των
ανόδων κατά τη διάρκεια του ψησίµατος.
Ο συνολικός αριθµός των δωµατίων που περιλαµβάνει µια ΄΄φωτιά΄΄,
κυµαίνεται από 24 ως 28.Οσυγκεκριµένος φούρνος ανόδων αποτελείται από τρεις
΄΄φωτιές΄΄ που διαρκώς µετακινούνται. Η προώθηση της κάθε ΄΄φωτιάς΄΄
πραγµατοποιείται µε τη µετακίνηση της πίπας αναρρόφησης κατά ένα δωµάτιο πιο
µπροστά, µετά από ένα χρονικό διάστηµα που ρυθµίζεται από το πρόγραµµα
λειτουργίας του φούρνου. Σε συνδυασµό µε την προώθηση της πίπας
αναρρόφησης, γίνεται και η προώθηση της ράµπας καυστήρων και των τριών
αγωγών εµφύσησης αέρα.

ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΑ ΦΟΥΡΝΟΥ ΑΝΟ∆ΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΤΗΤΕΣ

Για τις διάφορες εργασίες που γίνονται στον φούρνο ψησίµατος


ωµών ανόδων, χρησιµοποιούµε τρεις όµοιες γερανογέφυρες.
Οι εργασίες που γίνονται µε τη βοήθεια της γερανογέφυρας είναι:
Τοποθέτηση των ωµών ανόδων στις κυψέλες των δωµατίων
(φούρνισµα). Στρώσιµο των κυψελών µε κάρβουνο. Μετά τη διαδικασία του
ψησίµατος, εκκένωση των κυψελών από τις ψηµένες ανόδους και καθαρισµός
των κυψελών από το κάρβουνο (ξεφούρνισµα). Μεταφορές των ραµπών στα
ανάλογα δωµάτια για το ψήσιµο, µεταφορά των ανεµιστήρων (ventillateur).
Μεταφορά της πίπας αναρρόφησης και µεταφορά των πυροµέτρων. Αλλαγή
και τοποθέτηση τοιχίων. Καθαριότητα στο χώρο του φούρνου από το
κάρβουνο.
Τα εξαρτήµατα µε τα οποία γίνονται αυτές οι εργασίες είναι:
1. Πένσα : Για την τοποθέτηση των ανόδων στις κυψέλες και
την εκκένωση των κυψελών από τις ανόδους.
2. Παλάγκο : Για όλες τις µεταφορές.
3. Αναρρόφηση :Για τον καθαρισµό των κυψελών και κάθε µέρους

65
του φούρνου από το κάρβουνο και για το στρώσιµο των κυψελών µε
κάρβουνο.

ΑΡΧΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

Η γέφυρα κινείται κατά µήκος του φούρνου επάνω σε δύο σιδηροτροχιές,


µία από κάθε πλευρά. Η κίνηση αυτή λέγεται πορεία.
Η κίνηση της καµπίνας του χειριστού, µε όλα τα εξαρτήµατα, δύναται
να κινηθεί κατά πλάτος του φούρνου επάνω σε δύο σιδηροτροχιές, µία από
κάθε πλευρά του κυρίως σώµατος της γέφυρας.
Η κίνηση πορείας δίδεται µε τη βοήθεια δύο ηλεκτρικών κινητήρων
(UNELEC 10.6 CV – 1500 στρ/min) µέσω µειωτήρων (-ECL-E200-
R=1/33)στους απέναντι τροχούς κίνησης (Φ550). Το δε φρενάρισµα µε δύο
ηλεκτρόφρενα, ένα σε κάθε τροχό κίνησης (τύπος –ECL-R110-E116).
H πορεία έχει δύο ταχύτητες, η µία 30,4m/min και η άλλη 4m/min.
Οµοίως και η κίνηση καµπίνας δίδεται µε τη βοήθεια δύο
ηλεκτροκινητήρων (τύπου UNELEC-5.5V – 750 στρ/min) µέσω µειωτήρων
(τύπου –ECL-E 200 R=1/40) στους απέναντι ευρισκόµενους τροχούς κίνησης
(Φ550). Το δε σταµάτηµα µε δύο ηλεκτρόφρενα, ένα σε κάθε τροχιά κίνησης
(τύπου –ECL-205D). H κίνηση καµπίνας έχει και αυτή δύο ταχύτητες, η µία
31,1 m/mim και η άλλη 4m/min.
Η παροχή της ηλεκτρικής ενέργειας από το δίκτυο των 380 V προς τη
γέφυρα, γίνεται µε τη βοήθεια ψηκτρών. Αυτές εφάπτονται επάνω σε τρεις
µεταλλικούς αγωγούς, οι οποίοι βρίσκονται καθ΄όλο το µήκος του φούρνου,
προς την πλευρά του τµήµατος συναρµολογήσεως ανόδων. Οι αγωγοί
ευρίσκονται κάτω από τη σιδηροτροχιά και µε κάθετη τοποθέτηση, ο ένας
κάτω από τον άλλον, είναι δε στηριγµένοι στο κτίριο µέσω µονωτήρων.

ΠΕΝΣΑ

Η πένσα βρίσκεται µπροστά στην καµπίνα χειριστού. Το


ανεβοκατέβασµα γίνεται µε συρµατόσχοινα. Η κίνηση δίνεται από έναν
ηλεκτρικό κινητήρα (τύπου UNELEC 25.8 CV 1500/500 στρ/min) µέσω ενός

66
µειωτήρα (τύπου –ECL- 100- R=1/67.4) στα δύο ταµπούρα δεξιό και
αριστερό. Στον κινητήρα είναι επίσης ενσωµατωµένο το φρένο (τύπου –ECL-
320D). Το συρµατόσχοινο είναι διατοµής Φ15. Η πένσα έχει δύο ταχύτητες
κατά την άνοδο και την κάθοδο. Η µεγάλη 13,4m/min και η µικρή 4,5m/min.
Η σταθερή άνοδος και κάθοδος επιτυγχάνεται χάρη σε δύο σταθερούς
οδηγούς, στους οποίους κινείται η πένσα. Η ισορρόπηση επιτυγχάνεται µε τον
άξονα σταθεροποίησης και µε 4 ελατήρια τα οποία βρίσκονται στο πάνω
µέρος του σταθερού πλαισίου της πένσας.
Η σύσφιξη της πένσας γίνεται ως εξής: Το βερέν, το οποίο λειτουργεί
µε αέρα µόλις ανοίξουµε τον διακόπτη, ανοίγει και παρασύρει τον διωστήρα
προς τα πάνω µε τη βοήθεια των αρθρώσεων (F), (E) ,(D). Το ελατήριο
συσφίγγεται και ωθεί τα µπράτσα (δεξί και αριστερό) προς τα πάνω, και τα
οριζόντια προς το εσωτερικό της πένσας µε τη βοήθεια των αρθρώσεων (Α)
,(Β) ,(C). Αυτά συµπαρασύρουν και τα µάγουλα προς το εσωτερικό, οπότε
γίνεται η σύσφιξη των ανόδων.
Η µικρή και µεγάλη ταχύτητα της πένσας ως και στις κινήσεις της
γέφυρας επιτυγχάνεται µε τη συσκευή µετατροπής συχνότητας “PATAY”
(τύπος GTS), η οποία βρίσκεται στο τελευταίο πατάρι δίπλα στον
αεροσυµπιεστή.

ΠΑΛΑΓΚΟ

Βρίσκεται στην πίσω πλευρά της καµπίνας χειριστού. Η ανυψωτική


ικανότητα του παλάγκου είναι 20Τ. Η κίνηση δίνεται από έναν
ηλεκτροκινητήρα ( τύπου UNELEC 24CV 1500 στρ/min) µέσω µειωτήρα
(τύπου –ECL-) στον επιλογέα περιστροφής και από εκεί στο ταµπούρο
(αριστερό και δεξί). Επάνω στον ηλεκτροκινητήρα είναι και το φρένο (τύπου
ECL-320 D).
Ο γάντζος κρέµεται από ένα πολύσπαστο βαρούλκο. Η διατοµή του
συρµατόσχοινου είναι Φ19,8 mm. Η ταχύτητα του παλάγκου είναι 4,8 m/min.

67
ΑΝΑΡΡΟΦΗΣΗ

Με τη βοήθεια δύο ανεµιστήρων “BERRU” (τύπου 901C-2.300 m³/h),


δηµιουργούµε µια υποπίεση (αναρρόφηση) µέσω των φίλτρων στο κεντρικό
σιλό του κάρβουνου (κώκ), και µέσω µιας τηλεσκοπικής σωλήνωσης στο άκρο
της οποίας έχουµε µία αναρρόφηση 200-260 mb τραβάµε το κάρβουνο από
τις κυψέλες.
Η κίνηση του ανεµιστήρα δίνεται µε ιµάντες (17*11) 5 τεµάχια, από
έναν ηλεκτροκινητήρα (τύπου LEROU, 40CV-1500 στρ/min).
Η διαδροµή του κώκ είναι: Μέσω της τηλεοπτικής σωληνώσεως, η
οποία αποτελείται από δύο σωλήνες ( Φ 158 εσωτερικό, ο εξωτερικός
σωλήνας), έρχεται µε ταχύτητα και πέφτει µέσα στο σιλό του κώκ. Εκεί λόγω
του µεγάλου χώρου, µειώνεται κατά πολύ η υποπίεση, µε αποτέλεσµα
ερχόµενο το κώκ να πέφτει στον πυθµένα του σιλό. Από την πτώση αυτή
δηµιουργείται σκόνη. Αυτή λόγω της υποπίεσης που δηµιουργείται στο
σωλήνα προς τα φίλτρα (µεγάλη διατοµή του σιλό, µικρή διατοµή σωλήνα)
οδηγείται στα φίλτρα.
Τα φίλτρα είναι δύο (τύπου DALAMATIC-DCE-DLMV 10H). Κάθε
φίλτρο έχει 10 µανίκια και 5 βάνες φυσήµατος. Η πίεση στα φίλτρα είναι 2Kgr.
Από τα φίλτρα µέσω των ανεµιστήρων βγαίνει ο αέρας καθαρός ή µε πολύ
λίγη σκόνη έξω στο περιβάλλον, αφού πρώτα περάσει από τον σιγαστήρα
“BERRU”. Από το τίναγµα των µανικιών στα φίλτρα, η σκόνη συλλέγεται σ’ένα
µικρότερο σιλό, και µέσω µιας αεροβάνας “DOSAPRO 8” αδειάζουµε τη
σκόνη σε ένα µπέν χρησιµοποιώντας µία τηλεοπτική σωλήνα, η οποία
ανεβοκατεβαίνει µ’ένα ηλεκτρικό παλάγκο (τύπου DEMAG JUNIOR
COMPACT 125 Kgr). Το χειριστήριο βρίσκεται έξω από την καµπίνα χειριστού
και απέναντι από την πόρτα της καµπίνας.

68
Το άδειασµα του κώκ (επίστρωση) γίνεται ως εξής: Στο κάτω µέρος
του σιλό υπάρχει ένα κλαπέ. Αυτό ανοιγοκλείνει µε ένα πνευµατικό βερέν.
Μόλις ανοίξει το κλαπέ αδειάζει το κώκ µέσω µιας τηλεσκοπικής σωλήνωσης
που αποτελείται από 4 σωλήνες. Στο τέλος της τηλεσκοπικής σωλήνας
έχουµε την κεφαλή επίστρωσης, µε την οποία επιτυγχάνεται καλύτερη και
οµοιόµορφη στρώση.
Το ανεβοκατέβασµα των τηλεσκοπικών σωληνώσεων, τόσο της
αναρρόφησης όσο και της επίστρωσης, επιτυγχάνεται µε δύο υδραυλικά
βερέν (τύπου ΥΜ,441,71), ένα για κάθε σωλήνα, και µε ένα σύστηµα
τροχαλιών και συρµατόσχοινου. Το συρµατόσχοινο είναι διατοµής Φ 9,45
mm.
Στο πνευµατικό κύκλωµα η παροχή αέρος δίδεται από έναν
αεροσυµπιεστή “ATLAS COPCO” 2 βαθµίδων (τύπου KT-A5 14bar max), ο
οποίος παίρνει κίνηση µε ιµάντες από ένα ηλεκτρικό κινητήρα (5,5 CV-1500
στρ/min). Βρίσκεται στο τελευταίο πατάρι δίπλα στο παλάγκο.
Στο υδραυλικό κύκλωµα έχουµε την αντλία (τύπου V210-SW-1012-
5214) η οποία λειτουργεί µε τη βοήθεια ενός ηλεκτροκινητήρα (5CV-1500
στρ/min). Βρίσκεται κάτω από το σιλό του κώκ.
Η καµπίνα χειριστού βρίσκεται κάτω από το µεγάλο σιλό. Μέσα
σ’αυτή υπάρχουν εµπρός τα δύο χειριστήρια πορείας γέφυρας και καµπίνας,
ένα δεξιά και ένα αριστερά. Το χειριστήριο του παλάγκου στην πίσω αριστερή
πλευρά. Εµπρός δεξιά, δίπλα στο χειριστήριο της πορείας, είναι ο διακόπτης
ανοιγοκλεισίµατος της πένσας και το µπουτόν της λοκάλ λειτουργίας του
µεταφορέα “SOPICO A” ωµών ανόδων. Κάτω από αυτό το χειριστήριο, είναι
το χειριστήριο της πένσας (πάνω-κάτω). Εµπρός αριστερά, δίπλα από το
χειριστήριο πορείας, είναι ο διακόπτης αδειάσµατος του κώκ για το στρώσιµο,
και τα µπουτόν της στάσης κινδύνου και του κλάξον. Επάνω δεξιά, βρίσκονται
τα διάφορα µπουτόν και διακόπτες λειτουργίας της γέφυρας, του
αεροσυµπιεστή, της αναρρόφησης, της µικρής ταχύτητας, της αυτόµατης
λειτουργίας του µεταφορέα ωµών ανόδων και του κλιµατισµού.
Στο τελευταίο πατάρι πίσω από το παλάγκο και από την άλλη µεριά
µπροστά από το µηχανισµό της πένσας, βρίσκονται τα ηλεκτρικά ερµάρια.

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

69
Την προγραµµατισµένη συντήρηση της γέφυρας, την έχει αναλάβει το
συνεργείο µηχανικών συντηρήσεως.
Οι έλεγχοι που γίνονται στα διάφορα εξαρτήµατα της γέφυρας είναι
εβδοµαδιαίοι, µηνιαίοι, τριµηνιαίοι, εξαµηνιαίοι και ετήσιοι.
Εβδοµαδιαίοι :Έλεγχος των φρένων της πορείας γέφυρας 2-2,5m,
πορείας καµπίνας 1m, πένσας και παλάγκου 10 cm. Έλεγχος
συρµατόσχοινων, έλεγχος ιµάντων στα µοτέρ, έλεγχος του υδραυλικού
συστήµατος για καλή λειτουργία.
Μηνιαίοι : Έλεγχος ρυθµιστή παροχής (ρύθµιση ταχύτητας) στην
πένσα ανόδων, έλεγχος αεροσυµπιεστή και γενικά όλου του πνευµατικού
κυκλώµατος, και τέλος έλεγχος του υδραυλικού κυκλώµατος.
Τριµηνιαίοι : Οπτικός έλεγχος των ηλεκτροκινητήρων, µηχανικών
συνδέσµων και µειωτήρων, οπτικός έλεγχος τροχών, έλεγχος στην πένσα των
τροχαλιών, οδηγών ράγας, συρµατόσχοινου, σύσφιξη µπουλονιών στήριξης
βάσης στο σιλό, τίζας, ελατηρίων, άξονα της σταθεροποίησης και δοντιών
(πόντες).
Έλεγχος στο παλάγκο του συρµατόσχοινου και της ασφάλειας του
γάντζου, έλεγχος του συστήµατος αναρρόφησης, οπτικός έλεγχος και σύσφιξη
των τροχαλιών, προφυλακτήρων, έδρανα και άξονες ανεµιστήρων,
στεγανοποιητικά δαχτυλίδια, έλεγχος στις χοάνες και σωλήνες αναρρόφησης
του κεντρικού σιλό για στεγανότητα, ράγισµα και σύσφιξη, έλεγχος στο
σιγαστήρα “BERRU” και στα φίλτρα.

Εξαµηνιαίοι: Έλεγχος στην πένσα των διαφόρων αρθρώσεων, του


µπράτσου του διωστήρα και του σκελετού πένσας, έλεγχος στον επιλογέα
περιστροφής του παλάγκου και στην µπασδέκα, έλεγχος στο σύστηµα
αναρρόφησης, στο άδειασµα της σκόνης από τα φίλτρα, για καλή λειτουργία
του συστήµατος ρευστοποίησης της σκόνης και καλή λειτουργία του
ηλεκτρικού παλάγκου“ DEMAG”, πιθανή αλλαγή του σταθερού σωλήνα
αναρρόφησης, έλεγχος των φωλιών συρµατόσχοινου και των τροχαλιών,
έλεγχος της γιρλάντας για καλή λειτουργία.
Ετήσιοι : Στο σύστηµα αναρρόφησης, µέτρηση φθοράς στους
κυκλώνες, οπτικός έλεγχος των ελαστικών αποσβεστήρων “PAULSTRA” της

70
βάσης των σιλό, των πλαστικών συνδέσµων “DILATOFLEX” και σύσφιξη
αυτών. Στεγανότητα βάνας “DOSARPO 8”, έλεγχος στη φθορά αυλάκων στις
τροχαλίες των ανεµιστήρων και ευθυγράµµιση αυτών, έλεγχος θερµοκρασίας
και θορύβου στα έδρανα και στους άξονες των ανεµιστήρων, οπτικός έλεγχος
του µεγάλου σιλό, έλεγχος συστήµατος προώθησης των σωλήνων και πιθανή
αλλαγή της γωνίας “ZAC” στο µεγάλο σιλό.
1. Έλεγχος στο παλάγκο για φθορά αυλάκων στα ταµπούρα, φθορά
τροχαλιών και σύσφιξη αυτών.
2. Έλεγχος στην πένσα για φθορές στα ταµπούρα (αυλάκια),
αυλάκια και πείρους, έλεγχος ρουλεµάν στην έδρα της ντίζας και στον άξονα
σταθεροποίησης, έλεγχος για φθορά άξονα και δαχτυλιδιών στον πνευµατικό
κύλινδρο, οπτικός έλεγχος στη σιδηροκατασκευή για παραλληλότητα και
τυχόν ραγίσµατα στις κολλήσεις.
3. Έλεγχος στις πορείες καµπίνας και γέφυρας για φθορά διαµέτρου
των τροχών κινητηρίων και ελευθέρων, έλεγχος για τυχόν θόρυβο και σύσφιξη
των εσωτερικών και εξωτερικών εδράνων των τροχών και άνοιγµα θυρίδων
στους µειωτήρες τροχών κίνησης.
4. Αλλαγή αντλίας και καθορισµός φίλτρου στο υδραυλικό κύκλωµα.
5. Έλεγχος στην καµπίνα του χειριστή, όπως επίσης και στις
σιδηροτροχιές για τυχόν ραγίσµατα και παραµορφώσεις.
Στον τριµηνιαίο έλεγχο έχουµε και την µέτρηση απόδοσης γεµίσµατος
του αεροφυλακίου από 7-8 bar για τυχόν διαρροές και καλή λειτουργία των
οργάνων και όλου του συστήµατος.
Κάθε Κυριακή γίνεται προληπτικός οπτικοακουστικός έλεγχος για
τυχόν βλάβες από τους εργοδηγούς παραγωγής.

Ο∆ΗΓΙΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Με την έναρξη της εργασίας στο πόστο, ο χειριστής της γέφυρας


ενηµερώνεται για την εργασία που έχει να κάνει (φούρνισµα-ξεφούρνισµα)
από τον υπεύθυνο εργατοτεχνίτη του φούρνου ανόδων, ή από τον εργοδηγό
πόστου. Η ενηµέρωση αυτή γίνεται επί τόπου στο χώρο εργασίας για να
βρεθούν τα δωµάτια όπου θα γίνει το φούρνισµα ανάλογα µε τις ανάγκες της
φωτιάς.

71
Ο χειριστής αφού πάρει θετική απάντηση για τη λειτουργικότητα της
γέφυρας από τον εργοδηγό, έχει την υποχρέωση να κάνει τους παρακάτω
ελέγχους στην γερανογέφυρα :
- Φωτισµός.
- Κίνηση πορείας-καµπίνας-παλάγκου και πένσας, ως και έλεγχος
των φρένων αυτών.
- Τυχόν διαρροές στο υδραυλικό κύκλωµα και έλεγχος των σωλήνων
αναρρόφησης και στρώσης (ανεβοκατέβασµα).
- Πίεση αεροσυµπιεστή (7,5-9 χιλ/µα). Τυχόν διαρροές στο
πνευµατικό κύκλωµα.
- Οπτικός έλεγχος στα συρµατόσχοινα σωλήνων-παλάγκου και
πένσας.
- Άνοιγµα-κλείσιµο πένσας.
- Έλεγχος πένσας για κόψιµο µεταφορέων “SOPICO A-B”.
- Έλεγχος στάσης κινδύνου.
- Άδειασµα της σκόνης των φίλτρων, στο κατάλληλο γι’αυτήν την
εργασία κλειστό δοχείο.
Μετά από τις εργασίες αυτές, αρχίζει την εργασία του φουρνίσµατος
και ξεφουρνίσµατος.

ΦΟΥΡΝΙΣΜΑ

Τα δωµάτια που επιλέγονται για φούρνισµα από τον εργοδηγό ή τον


υπεύθυνο τεχνίτη, πρέπει να είναι επισκευασµένα από τους κτίστες, δηλαδή
να είναι µαστιχαρισµένα, τα τοιχία καθαρά από κολληµένο κώκ, και να έχουν
γίνει οι διάφορες επισκευαστικές εργασίες αν χρειάζονται (τρύπα στο τοιχίο,
κολώνα κλπ).
Οι εργασίες που πρέπει να κάνει ο χειριστής για ένα καλό φούρνισµα
είναι :
- Πολύ καλό καθάρισµα δαπέδου.
- Στρώσιµο του δαπέδου µε ένα λεπτό στρώµα κώκ (5 εκ. περίπου).
- Φούρνισµα πακέτων 7 ανόδων, τοποθετηµένο όσο το δυνατόν στο
κέντρο της κυψέλης, για να διευκολυνθεί µετά το ξεφούρνισµα.
- Σκέπασµα του πακέτου µε κώκ πάχους 3 εκ.

72
Ακολούθως µε τον ίδιο τρόπο γίνεται το φούρνισµα όλης της κυψέλης,
η οποία παίρνει 6 πακέτα. Το επάνω πακέτο δεν πρέπει να έχει απόσταση
µικρότερη των 56 εκ.από το άνω µέρος του τοιχίου.
Το φούρνισµα στο δωµάτιο γίνεται οριζόντια. ∆εν φουρνίζουµε µία µία
κυψέλη, και αυτό για να µην έχουµε πλευρικές πιέσεις στα τοιχία, αλλά ένα-
ένα πακέτο σε κάθε κυψέλη οριζοντίως. Το φούρνισµα µιας κυψέλης µόνο,
γίνεται κατόπιν εντολής εργοδηγού και σε ειδικές περιπτώσεις.
Το σκέπασµα του δωµατίου γίνεται πάντοτε µε τη σχάρα, για να
συλλέγονται τα χοντρά κοµµάτια. Το σκέπασµα γίνεται µέχρι 4-5 εκ . από την
επιφάνεια του τοιχίου.
Κατόπιν στρώνεται το αλουµινόχαρτο και σκεπάζεται µε µία στρώση
κώκ ύψους 100-150 εκ. για καλύτερη στεγανότητα από είσοδο κρύου αέρα
στην κυψέλη.
∆εν γίνεται φούρνισµα σε ζεστό δωµάτιο µε ζεστό κώκ. ∆εν
επιτρέπεται φούρνισµα µε κώκ που έχει συλλεγεί από το λάκκο φυσήµατος ή
από τους µεταφορείς “SOPICO”, λόγω του ότι περιέχει χοντρά κοµµάτια.
Πρέπει να γίνεται έλεγχος των ανόδων που πρόκειται να φουρνιστούν, έτσι
ώστε να µην είναι άχρηστες (µεγάλο ύψος , σπασµένες ή µε ρωγµές, ή να
έχουν την ένδειξη R). Σηµειώνεται το νούµερο της ανόδου που φούρνισε ως
και το δωµάτιο, στο βιβλίο παραγωγής του φούρνου ανόδων.
Οι κινήσεις, τόσο κατά το στρώσιµο µε το σωλήνα, όσο και κατά την
τοποθέτηση του πακέτου στην κυψέλη, πρέπει να γίνονται προσεκτικά και µε
την µικρή ταχύτητα, για να µην έχουµε προσκρούσεις στα τοιχία ή στις
κολώνες. Τέλος πρέπει να είναι σκεπασµένα δύο δωµάτια µετά την πίπα
αναρρόφησης.

ΞΕΦΟΥΡΝΙΣΜΑ

Στο ξεφούρνισµα γίνονται οι παρακάτω εργασίες :


- Τράβηγµα του κώκ από το δωµάτιο και καλό καθάρισµα των
πακέτων πριν ξεφουρνιστούν.

73
- Ξεφούρνισµα των πακέτων και τοποθέτηση στον µεταφορέα
ψηµένων ανόδων “SOPICO B”.
Το ξεφούρνισµα γίνεται όπως και το φούρνισµα οριζόντια.
Ο χειριστής πρέπει να προσέχει και να µη γίνεται καταπόνηση των
τοιχίων κατά την εξαγωγή των πακέτων µε την πένσα ή µε τον σωλήνα
αναρρόφησης.
Η τοποθέτηση των πακέτων στο “SOPICO B”, γίνεται µε τη µικρή
ταχύτητα, για να µην καταστρέφονται οι οδηγοί και τα ράουλα του µεταφορέα.
∆εν αφήνουµε πακέτα κάτω από τον µεταφορέα, για να µην έχουµε
συσσώρευση κώκ σε σηµεία που δεν µπορεί να γίνει καθαρισµός µε τη
γέφυρα, οπότε η λειτουργία του µεταφορέα γίνεται µε µεγαλύτερες τριβές, άρα
και η φθορά του µεγάλη.
Οι διάφορες µεταφορές που χρειάζονται (πίπα αναρρόφησης και
ράµπες φυσήµατος), γίνονται από τον χειριστή της γέφυρας ή από τον βοηθό,
εφόσον αυτός είναι εξουσιοδοτηµένος όταν δεν υπάρχει χειριστής.

Ο∆ΗΓΙΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Για την προστασία της γέφυρας από φωτιά στα µανίκια των φίλτρων,
απαγορεύεται να γίνεται τράβηγµα του κώκ από δωµάτιο, όταν η θερµοκρασία
αυτού είναι µεγαλύτερη των 120˚F. Γι’αυτό το λόγο υπάρχει ένα
θερµοστοιχείο, το οποίο µόλις η θερµοκρασία του κώκ είναι 120˚ κόβει την
αναρρόφηση. Για το σβήσιµο της φωτιάς από οποιαδήποτε αιτία, υπάρχουν
δύο φορητοί πυροσβεστήρες στο πρώτο και στο τελευταίο πατάρι.
Απαγορεύεται να κινείται η γέφυρα πάνω από άτοµα που εργάζονται,
όταν µεταφέρει πακέτα, ράµπες ή τοιχία. Η πορεία της γέφυρας γίνεται πάνω
από τους µεταφορείς.
Απαγορεύεται να σπρώχνεται η µία γέφυρα µε την άλλη προς
αποφυγή ατυχήµατος από τυχόν κατεβασµένους σωλήνες. Αυτό επιτρέπεται
µόνο όταν υπάρχει ανάγκη και εφόσον βεβαιωθούµε ότι οι σωλήνες της
γέφυρας είναι ανεβασµένες στο ανώτερο σηµείο.

74
Στο φούρνο ανόδων υπάρχουν τρεις γέφυρες. Η 1, η 2, και η 3. Η
γέφυρα 2 και 3, όταν βρίσκονται σε λειτουργία δεν µπορούν να έρθουν σε
επαφή, διότι υπάρχει ηλεκτρονικό σύστηµα που κόβει την κίνηση όταν οι
γέφυρες πλησιάσουν πολύ.
Όταν η γέφυρα περνά πάνω από τις σκάλες ή από ψηλά σηµεία,
πρέπει ο χειριστής να προσέχει οι σωλήνες αναρρόφησης και στρώσης και η
πένσα, να βρίσκονται στο ανώτερο σηµείο.
Απαγορεύεται η µετακίνηση (σπρώξιµο) σε µεγάλη απόσταση
πακέτων στον µεταφορέα πάνω από 6 πακέτα, και αυτό για να µην έχουµε
καταπόνηση της πένσας.
Κατά την εργασία, όταν οι σωλήνες αναρρόφησης, ή στρώσης, ή η
πένσα βρίσκονται κατεβασµένες προς αποφυγή ζηµιών υπάρχει F.D.C. το
οποίο αποµονώνει την δεύτερη ταχύτητα κίνησης, και η πορεία της γέφυρας
και της καµπίνας γίνεται µόνο µε τη µικρή ταχύτητα.
Τέτοια F.D.C. έχουµε και στις κινήσεις πορείας και καµπίνας , όταν
αυτές φτάνουν στο τέλος της διαδροµής, προς αποφυγή βίαιων συγκρούσεων
στο τέρµα µε τα σταθερά σηµεία.
Όταν η πένσα βρίσκεται πάνω από τους µεταφορείς, τότε µε F.D.C.
κόβεται η κίνηση των µεταφορέων προς τα εµπρός. Έτσι προστατεύουµε τους
µεταφορείς από πιθανή καταστροφή της καδένας κατά την τοποθέτηση των
πακέτων.
Απαγορεύεται η επέµβαση στα ηλεκτρολογικά ερµάρια από άτοµα
που δεν ανήκουν στην ηλεκτρολογική υπηρεσία.
Απαγορεύεται η χρησιµοποίηση της γέφυρας από άτοµο µη
εξουσιοδοτηµένο. Όταν γίνεται οποιαδήποτε εργασία στη γέφυρα από
µηχανικούς ή ηλεκτρολόγους, πρέπει να κρέµεται η πινακίδα που γράφει ότι
εκτελείται εργασία. Τότε απαγορεύεται κάθε µετακίνηση της γέφυρας.
Σε περίπτωση ανάγκης και άµεσου σταµατήµατος της γέφυρας,
υπάρχει ένα µπουτόν κόκκινου χρώµατος µπροστά αριστερά, δίπλα στο
µπουτόν του κλάξον.
Στο σιλό περισυλλογής του κώκ στο πάνω µέρος, υπάρχει ένα
φουλέρ, το οποίο σταµατά την αναρρόφηση όταν το σιλό γεµίσει.

75
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΙ

Τα προβλήµατα που συνήθως αντιµετωπίζονται στη γέφυρα είναι :


- Φρένα στις κινήσεις καµπίνας-πορείας, πένσας και παλάγκου.
- Συνεχής ρύθµιση και αλλαγές ποµπίνας. Στη γέφυρα 2 στην πορεία
καµπίνας, έχουµε τοποθετήσει αερόφρενα χωρίς µέχρι στιγµής να
αντιµετωπίζουµε πρόβληµα.
- ∆ιαρροές στην αναρρόφηση. Αυτές προέρχονται από τρύπηµα
σωλήνων και από τη µη καλή επαφή των µπριντών. Η στεγανοποίηση
επιτυγχάνεται µε αλλαγή των κατεστραµµένων σωλήνων ή µε κόλληµα των
τρύπιων σωλήνων µε την κόλλα BOSTIK, εφόσον η τρύπα είναι µικρή.
- ∆ιαρροές στο υδραυλικό σύστηµα από την αντλία και τα βερέν. Για
την αντιµετώπιση των διαρροών από τα βερέν, έγινε καλλίτερη στήριξη
αυτών. Επειδή από τις διαρροές είχαµε λάδια στην καµπίνα, επιτεύχθει η
στεγανοποίηση µε την τοποθέτηση µιας λεκάνης στην οροφή της καµπίνας για
την συγκράτηση των λαδιών.
- ∆ιαρροές στο πνευµατικό κύκλωµα από τους διανοµείς. Για το
πρόβληµα αυτό, ζητήθηκε µία ηλεκτροβάνα για γίνεται αυτόµατα η εξαέρωση
του αεροσυµπιεστή.
- Μπουκώµατα στο σωλήνα αναρρόφησης, λόγω των µεγάλων
κοµµατιών που τραβιούνται ή µεταλλικών αντικειµένων. Εάν δεν µπορούµε να
το ξεµπουκώσουµε, τότε αλλάζουµε σωλήνα.
- Φωτισµός :Λόγω των κραδασµών έχουµε συχνά κάψιµο των
λαµπτήρων.
- Κατά το φούρνισµα και ξεφούρνισµα, δυσκολία στην τοποθέτηση ή
αφαίρεση αντίστοιχα των πακέτων, λόγω στενών κυψελών. Το πρόβληµα
αυτό πριν µερικά χρόνια ήταν µεγάλο. Τώρα παρουσιάζεται πολύ αραιά, διότι
έχει γίνει αλλαγή των παλιών τοιχίων µε καινούργια.

76
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ∆ΡΟΜΗ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΙΝΘΟ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΑ
ΠΩΣ ΧΤΙΣΤΗΚΕ Ο ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ
-Γερανοί
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΝΤΕΛΗ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ
-Αποσπώντας το µάρµαρο
-Λαξεύοντας τον κίονα
-Ανεβαίνοντας στο βράχο
-Στις σκαλωσιές του ναού
ΠΩΣ ΧΤΙΣΤΗΚΑΝ ΟΙ ΠΥΡΑΜΙ∆ΕΣ
-Ένας επιθεωρητής για κάθε πλευρά
-Κεκλιµένα επίπεδα
-Ίσια, ζιγκ-ζαγκ, σπειροειδής
ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΕΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΕΣ ΚΑΙ ΚΥΛΙΟΜΕΝΑ ΠΛΑΙΣΙΑ
ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ
ΚΑΤΑΠΟΝΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ∆ΟΚΟΥ ΤΗΣ ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΑΣ
ΕΠΙΤΡΕΠΟΜΕΝΗ ΤΑΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΣΤΗ ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΑ
ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΙΣΤΟΥ ΒΕΛΟΥΣ ΚΑΜΨΗΣ
-Κυλιόµενο φορτίο
-Ίδιου βάρους
∆ΟΚΟΣ ΜΕ ΠΛΗΡΗ ΣΥΝΕΧΗ ∆ΟΚΟ
-∆οκοί ΙΡΝ ή πλατύπελµες
-∆οκός σύνθετη
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ
-Πυρήνας
-Γωνιακά
-Πέλµατα
-Στερέωση της ράβδου κύλισης
ΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΣΥΣΚΕΥΗΣ ΑΝΥΨΩΣΗΣ
-Εκλογή των διαστάσεων
-Εκλογή της ανυψωτικής δύναµης
-Εκλογή ταχυτήτων
-Ανύψωση
-Οριζόντιες κινήσεις
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ ΚΥΛΙΣΗΣ
-Κυλιόµενα φορτία πάνω σε τροχιά
-Χειροκίνητοι µηχανισµοί κύλισης
-Μηχανισµοί κύλισης φορείου και γερανού για ηλεκτροκίνητες
γερανογέφυρες
ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΚΥΡΙΩΝ ∆ΟΚΩΝ ΓΙΑ ΟΡΙΖΟΝΤΙΕΣ ΦΟΡΤΙΣΕΙΣ
∆ΟΚΟΙ ΚΕΦΑΛΗΣ
ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΑ ΜΕ ∆ΙΚΤΥΩΤΗ ∆ΟΚΟ
-Κυλιόµενο φορείο
-∆υνάµεις στις ράβδους που οφείλονται στα ίδια βάρη
-Τοπική κάµψη άνω νεύρωσης
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΑΣ
-Τροχοί κύλισης
-Η πέδη
-Μειωτής
ΤΡΟΧΙΕΣ ΚΥΛΙΣΗΣ ΤΗΣ ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΑΣ
ΦΟΡΕΙΟ ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΑΣ
ΒΑΡΟΥΛΚΟ ΑΝΥΨΩΣΗΣ
ΓΕΝΙΚΑ
ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ
ΤΡΟΠΟΣ ΑΝΥΨΩΣΗΣ ΤΩΝ ΦΟΡΤΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΥΨΩΝΟΝΤΑΙ
∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΝΥΨΩΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ

77
-Σκοπός και διάκριση των οργάνων ασφαλείας
ΑΡΧΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΑΝΥΨΩΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΩΝ
-Γενικές αρχές
-Κίνηση ανυψωτικών µηχανών
-Κίνηση µε τη µυϊκή δύναµη του ανθρώπου
-Λειτουργία µηχανική-άµεση (µε ατµό)
-Λειτουργία µηχανική-έµµεση (µε Μ.Ε.Κ)
-Λειτουργία µε πεπιεσµένο αέρα
-Λειτουργία µε υδραυλική πίεση
-Λειτουργία µε ηλεκτρισµό
-Απλό βαρούλκο
-Ηλεκτρικό βαρούλκο
ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΕΣ-ΓΕΝΙΚΑ
ΤΡΟΧΟΙ-ΤΡΟΧΟΙ ΚΥΛΙΣΗΣ
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΑΝΥΨΩΣΗΣ-ΚΥΛΙΣΗΣ
ΠΡΟΛΗΨΗ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ
-Γενικά
ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΧΕΙΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΩΝ
ΥΠΕΡΦΟΡΤΩΣΗ ΑΓΚΙΣΤΡΟΥ
ΠΡΟΩΡΗ ΦΘΟΡΑ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΑ ΦΟΥΡΝΟΥ ΑΝΟ∆ΩΝ
ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΛΟΥΜΙΝΑΣ
ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ
ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΗΛΕΚΤΡΟ∆ΙΩΝ
ΦΟΥΡΝΟΣ ΨΗΣΙΜΑΤΟΣ ΑΝΟ∆ΩΝ
-Εισαγωγή
-Φούρνος µετά δωµατίων
ΓΕΡΑΝΟΓΕΦΥΡΑ ΦΟΥΡΝΟΥ ΑΝΟ∆ΩΝ
-Γενικότητες
ΑΡΧΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
-Πένσα
-Παλάγκο
-Αναρρόφηση
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ο∆ΗΓΙΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
-Φούρνισµα
-Ξεφούρνισµα
Ο∆ΗΓΙΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΙ

26 ΙΟΥΝΙΟΥ 2003
Τ.Ε.Ι. ∆ΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕ∆ΟΝΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΥ

78

You might also like