You are on page 1of 3

Στις παραδοσιακές κοινωνίες ο δάσκαλος απολάμβανε το κοινωνικό κύρος που του

διασφάλιζε η πνευματική του καλλιέργεια η οποία κατείχε υψηλή θέση στο αξιακό σύστημα των
ανθρώπων. Παράλληλα, το επάγγελμά του τού εξασφάλιζε και μια οικονομική ευμάρεια που του
επέτρεπε μια μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα. Ο εκπαιδευτικός αποτελούσε αυθεντία ελλείψει
τεχνολογικών μέσων που θα μπορούσαν με τον οποιονδήποτε τρόπο να κλονίσουν την
πρωτοκαθεδρία του. Με την έννοια της «αυθεντίας» εννοούνταν αφενός η λειτουργία του ως
κατόχου και αναμεταδότη της γνώσης αλλά και αφετέρου η εξουσιαστική του θέση εντός και εκτός
των σχολικών τάξεων (Aραβανής, 1999). Αξίζει να σημειωθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις ο
καθηγητής επενέβαινε σημαντικά στη ζωή των παιδιών διαμορφώνοντας πρότυπα συμπεριφοράς
και επιβάλλοντας ποινές και τιμωρίες για μη κοινωνικώς αποδεκτές ενέργειες που λάμβαναν χώρα
είτε εντός είτε εκτός των σχολικών πλαισίων. Λειτουργούσε, λοιπόν, σε σημαντικό βαθμό ως
κύριος διαμορφωτής συνειδήσεων σε συνδυασμό με την οικογένεια που αποτελούσε τον δεύτερο
σημαντικό φορέα κοινωνικοποίησης του ατόμου. Μάλιστα, η μορφή του παρουσιάζονταν στους
μαθητές αρκετά εξιδανικευμένη εφόσον και η δική του συμπεριφορά επιβάλλονταν να είναι σε
μεγάλο βαθμό σύμφωνη προς τις κοινωνικές συμβάσεις της εποχής και της τοπικής κοινότητας
στην οποία ασκούσε το έργο του.
Στα μέσα του 20ου αιώνα όσο η Ευρώπη αποκτά ολοένα και πιο αντιαπολυταρχικές και
φιλελεύθερες θέσεις τίθεται στο επίκεντρο της διανόησης το ζήτημα του ρόλου που θα έπρεπε να
κατέχει ο εκπαιδευτικός σε αυτόν τον νέο κόσμο. Σταδιακά, ο παραδοσιακός ρόλος του δασκάλου
τίθεται υπό αμφισβήτηση καθώς στα πλαίσια της παιδαγωγικής επιστήμης που ανθεί,
καταρρίπτεται η διαμορφωμένη σχέση υποτέλειας μεταξύ εκπαιδευτών και μαθητών. Ο φορέας της
γνώσης θεωρείται ότι πρέπει να καταστεί προσιτός και οικείος ως προς τους εκπαιδευόμενους. Έτσι
θα μπορούσε θεωρητικά να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά καθοδηγώντας τους μαθητές ως
συνοδοιπόρος στο μεγάλο ταξίδι της γνώσης και της ευρύτερης καλλιέργειας, της ουσιαστικής
παιδείας και διαπαιδαγώγησης. Με αυτόν τον τρόπο, και όσο βαθμιαία ο εκπαιδευτικός έχανε τον
πρωταγωνιστικό του ρόλο στα πλαίσια των τάξεων, οι μαθητές θα μπορούσαν ευκολότερα να
ενεργήσουν αυτόνομα αναζητώντας άμεσα τη γνώση και προβαίνοντας σε συλλογικές δράσεις που
θα τους διαμόρφωναν ως προσωπικότητες. Το γεγονός αυτό, θα συνέβαλε στη διαμόρφωση κριτικά
σκεπτόμενων και αυτόβουλων όντων που διεκδικούν τη γνώση και εκφράζονται δημιουργικά. Η
θέση εκπαιδευτή και εκπαιδευόμενου κατέστη ισότιμη. Ο λόγος τους έχει την ίδια ισχύ ενώ ακόμη
και η παράδοση του μαθήματος γίνεται υπό τη μορφή συζήτησης και ανοιχτού σε νέες ιδέες
διαλόγου. Η έννοια της κανονικοποίησης και της πιστής προσκόλλησης σε συγκεκριμένα πρότυπα
εκλείπει. Η διαδικασία της μάθησης γίνεται πιο διαδραστική. Ο εκπαιδευτικός αποκτά νέα
ταυτότητα.
Βέβαια, όσο το συγκεκριμένο μοντέλο εκπαιδευτικής διαδικασίας τίθεται σε ισχύ, είναι
φανερό ότι δεν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ο εκπαιδευτικός χάνοντας την ταυτότητα του
μέσα σε έναν κόσμο έντονων μεταβολών όσον αφορά το αξιακό σύστημα των ανθρώπων,
βρίσκεται σχεδόν σε αμηχανία μπροστά στις προκλήσεις της νέας εποχής. Απορρίπτει τον
εξουσιαστικό ρόλο που είχε μέχρι τότε αλλά αδυνατεί να δεχθεί και την ισοπεδωτική θέση της
απόλυτης εξίσωσης του με τη μαθητική κοινότητα. Κάτι τέτοιο άλλωστε, δεν του επιτρέπει να
επιτελέσει με τον σωστό τρόπο το έργο του εφόσον του στερεί κάθε καθοδηγητικό ρόλο. Η
τεχνολογία φαίνεται να παρέχει απλόχερα την απαραίτητη πληροφόρηση στους μαθητές και
φημολογείται ότι μπορεί ακόμη και να αντικαταστήσει πλήρως τη θέση του εκπαιδευτικού. Ο
παιδαγωγικός ρόλος του δασκάλου αμφισβητείται όσο η εκπαίδευση αδυνατεί να επιτελέσει το
ηθικοπλαστικό της έργο και περιορίζεται στα στεγανά του απλού αναμεταδότη των γνώσεων που
συχνά χαρακτηρίζονται ακόμη και παρωχημένες εν αντιθέσει προς τη συνεχή ανατροφοδότηση των
πληροφοριών που παρέχονται από το διαδίκτυο.
Η κρίση είναι ορατή και η εκπαιδευτική κοινότητα οφείλει να αντιδράσει άμεσα ώστε να
αποφευχθεί η απόλυτη υποτίμηση του έργου της. Ο ρόλος του εκπαιδευτικού έχει αποδιαρθρωθεί
και είναι απαραίτητο να αναδομηθεί. Χρειάζεται να βρεθεί μια νέα ταυτότητα από πλευράς των
εκπαιδευτικών φορέων που να ανταποκρίνεται ορθότερα στις απαιτήσεις της εποχής χωρίς βέβαια
να χάνει τα παραδοσιακά της γνωρίσματα. Ο δάσκαλος δεν είναι δυνατό να παύσει να αποτελεί
πρότυπο για τους μαθητές. Αν καθαιρεθεί εντελώς από το βάθρο του, τα παιδιά θα απολέσουν κάθε
πηγή προσανατολισμού για τη μαθητική αλλά και κοινωνικοπολιτική τους ζωή. Μάλιστα, σε μια
εποχή κατά την οποία και ο ρόλος της γονεϊκότητας έχει υποστεί τόσο σημαντικό πλήγμα
(Κοκκίνου,2009), ο δάσκαλος οφείλει να κουβαλήσει στις πλάτες του ακόμη μεγαλύτερη ευθύνη
όσον αφορά τη διαμόρφωση της προσωπικότητας και του ήθους των μαθητών του. Οι νέοι έχοντας
αφεθεί αβοήθητοι να ανταπεξέλθουν σε έναν κόσμο ταχύτατων αλλαγών είναι βέβαιο ότι θα
παρασυρθούν από τις σύγχρονες τάσεις του καταναλωτισμού και του υλισμού ( Τheodoridis, 2008).
O εκπαιδευτικός δεν μπορεί να είναι ένας απλός αναμεταδότης πληροφοριών, αν θέλει να
ασκεί σωστά το κοινωνικό του έργο και αν αντιλαμβάνεται το επάγγελμα του (όπως θα έπρεπε) ως
λειτούργημα. Το σχολείο διαμέσου του ανθρώπινου δυναμικού είναι απαραίτητο σε μια κοινωνία
ηθικής κατάπτωσης όπως η σημερινή να αναλάβει καίριο ρόλο όσον αφορά τη διάδοση των αξιών
του παρελθόντος και τη μετάδοση τους στη νέα γενιά. Οι μαθητές μέσα από τα εκπαιδευτικά
προγράμματα στα οποία φοιτούν είναι καίριας σημασίας ζήτημα να λαμβάνουν ηθικές σταθερές
που θα τους καθοδηγήσουν σε όλη τη μετέπειτα ζωή τους. Μονάχα μια τέτοια συνδρομή του
σχολείου είναι δυνατό να τους παρέχει την επιθυμητή ασφάλεια ώστε να αισθανθούν ικανοί να
αντιμετωπίσουν αργότερα ως ανεξάρτητοι πολίτες το μέλλον που έρχεται. Η επίτευξη της
αυτονομίας τους είναι σημαντική αλλά μπορεί να συντελεστεί μόνο αφότου δοθούν τα κατάλληλα
ερεθίσματα και οι σωστές κατευθυντήριες γραμμές ώστε οι νέοι να οπλιστούν ηθικά και γνωσιακά
με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Έτσι θα επιτευχθεί στην πραγματικότητα η μετέπειτα ένταξη τους
στον κοινωνικοπολιτικό τους περίγυρο. Και το σχολείο είναι υπεύθυνο να διαμορφώσει πέρα από
καλλιεργημένους ανθρώπους και ηθικούς, κοινωνικά συνειδητοποιημένους χαρακτήρες. Το
συγκεκριμένο αίτημα μοιάζει να είναι πιο επίκαιρο από ποτέ σε μια εποχή που μαστίζεται από
τόσο έντονα φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας.

Βιβλιογραφία
Αραβανής, Γ. (1999). Αυθεντία και εκπαίδευση: παιδαγωγική και κοινωνιολογική προσέγγιση.
Γρηγόρης.
Κοκκίνου, Μ. (Επιμ.). (2009). Οικογένεια σε κρίση. Ακρίτας
Theodoridis, A. (2008). The retreat of the individual into private life, the decline of public life and
the role of education, Phronimon, vol. 9 (2), 49-63.

You might also like