You are on page 1of 1

ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΣ -Μ-

-Μ- ὣς ὃ μὲν ἐν κλισίῃσι Μενοιτίου ἄλκιμος υἱὸς Το λαβωμένον έτσι Ευρύπυλο γιατροκομούσε τότε
ἰᾶτ᾽ Εὐρύπυλον βεβλημένον· οἳ δὲ μάχοντο μες στο καλύβι του ο αντροδύναμος γιος του Μενοίτιου᾿ ωστόσο
Ἀργεῖοι καὶ Τρῶες ὁμιλαδόν· οὐδ᾽ ἄρ᾽ ἔμελλε Τρώες κι Αχαιοί σωρός εμάχουνταν, κι ελπίδα πια δεν ήταν
τάφρος ἔτι σχήσειν Δαναῶν καὶ τεῖχος ὕπερθεν να κρατηθεί πολύ το Αργίτικο χαντάκι κι από πάνω
το μέγα καστροτείχι πού 'χτισαν για τα καράβια, γύρω
5 εὐρύ, τὸ ποιήσαντο νεῶν ὕπερ, ἀμφὶ δὲ τάφρον
χαντάκι ανοίγοντας᾿ τι ξέχασαν τρανές θυσίες να σφάξουν,
ἤλασαν· οὐδὲ θεοῖσι δόσαν κλειτὰς ἑκατόμβας·
για να φυλάξουν τα καράβια τους και τα πολλά τους κούρσα,
ὄφρά σφιν νῆάς τε θοὰς καὶ ληΐδα πολλὴν
που έκλεινε κείνο εντός του. Το 'χτισαν, μα δίχως να συγκλίνουν
ἐντὸς ἔχον ῥύοιτο· θεῶν δ᾽ ἀέκητι τέτυκτο
οι αθάνατοι, γι᾿ αυτό κι αγκρέμιστο καιρό πολύ δε στάθη.
ἀθανάτων· τὸ καὶ οὔ τι πολὺν χρόνον ἔμπεδον ἦεν.

10 ὄφρα μὲν Ἕκτωρ ζωὸς ἔην καὶ μήνι᾽ Ἀχιλλεὺς Όσο ο Αχιλλέας βαστούσε μάνητα κι ο Έχτορας ζούσε ακόμα,
καὶ Πριάμοιο ἄνακτος ἀπόρθητος πόλις ἔπλεν, κι όσο το κάστρο εβάστα απάτητο του Πρίαμου του ρηγάρχη,
τόφρα δὲ καὶ μέγα τεῖχος Ἀχαιῶν ἔμπεδον ἦεν. τόσο κρατιόταν και το Αργίτικο το καστροτείχι ολόρθο.
αὐτὰρ ἐπεὶ κατὰ μὲν Τρώων θάνον ὅσσοι ἄριστοι, Μα σύντας απ᾿ τους Τρώες δεν έμεινε κανένας πια αντρειωμένος,
πολλοὶ δ᾽ Ἀργείων οἳ μὲν δάμεν, οἳ δὲ λίποντο, κι απ᾿ τους Αργίτες πλήθος έπεσαν, κι οι επίλοιποι απόμειναν,
και το καστρί του Πρίαμου πάρθηκε στα δέκα μέσα χρόνια,
15 πέρθετο δὲ Πριάμοιο πόλις δεκάτῳ ἐνιαυτῷ,
κι οι Αργίτες μπήκαν στα καράβια τους και γύραν στην πατρίδα,
Ἀργεῖοι δ᾽ ἐν νηυσὶ φίλην ἐς πατρίδ᾽ ἔβησαν,
το καστροτείχι τότε ο Απόλλωνας κι ο Ποσειδώνας είπαν
δὴ τότε μητιόωντο Ποσειδάων καὶ Ἀπόλλων
να ξεπατώσουν, τ᾿ άγρια πάνω του γυρίζοντας ποτάμια,
τεῖχος ἀμαλδῦναι ποταμῶν μένος εἰσαγαγόντες.
που από τα Ιδαία βουνά αναβρύζοντας στη θάλασσα χύνονται,
ὅσσοι ἀπ᾽ Ἰδαίων ὀρέων ἅλα δὲ προρέουσι,

20 ῾Ρῆσός θ᾽ Ἑπτάπορός τε Κάρησός τε ῾Ροδίος τε


το Ρήσο, το Ροδίο, τον Κάρησο, το Γρανικό, κι ακόμα
Γρήνικός τε καὶ Αἴσηπος δῖός τε Σκάμανδρος
τον Αίσηπο και τον Εφτάπορο, το Σκάμαντρο το θείο
καὶ Σιμόεις, ὅθι πολλὰ βοάγρια καὶ τρυφάλειαι
και το Σιμόη, που πλήθος δίπλα τους και κράνη και σκουτάρια
κάππεσον ἐν κονίῃσι καὶ ἡμιθέων γένος ἀνδρῶν·
στον κουρνιαχτό εκυλήσαν κι άμετρες ψυχές ηρώων αντρίκειες.
τῶν πάντων ὁμόσε στόματ᾽ ἔτραπε Φοῖβος
Όλων αυτών τα στόματα έσμιξεν ο Απόλλωνας ο Φοίβος,
Ἀπόλλων,
κι απά στο καστροτείχι εχύνουνταν μέρες εννιά, κι ο Δίας
25 ἐννῆμαρ δ᾽ ἐς τεῖχος ἵει ῥόον· ὗε δ᾽ ἄρα Ζεὺς έβρεχε ατέλειωτα, στη βιάση του να το θαλασσοπνίξει.
συνεχές, ὄφρά κε θᾶσσον ἁλίπλοα τείχεα θείη. Κι ατός του ο Κοσμοσείστης σφίγγοντας στα χέρια το τρικράνι
αὐτὸς δ᾽ ἐννοσίγαιος ἔχων χείρεσσι τρίαιναν έβαζε αρχή και ξεθεμέλιωνε, και γκρέμιζε στο κύμα
ἡγεῖτ᾽, ἐκ δ᾽ ἄρα πάντα θεμείλια κύμασι πέμπε πέτρες και κούτσουρα, που εμόχτησαν οι Αργίτες να τ᾿ αρμόσουν.
φιτρῶν καὶ λάων, τὰ θέσαν μογέοντες Ἀχαιοί,

30 λεῖα δ᾽ ἐποίησεν παρ᾽ ἀγάρροον Ἑλλήσποντον, Και πλάι στου Ελλήσποντου τα ρέματα το μέρος ίσιωσε όλο,
αὖτις δ᾽ ἠϊόνα μεγάλην ψαμάθοισι κάλυψε και τον απλόχωρο αποσκέπασε γιαλό ξανά με αμμούδα'
τεῖχος ἀμαλδύνας· ποταμοὺς δ᾽ ἔτρεψε νέεσθαι κι ως το καστρότειχο ξεπάτωσε, τους ποταμούς γυρίζει
κὰρ ῥόον, ᾗ περ πρόσθεν ἵεν καλλίρροον ὕδωρ. στην παλιά κοίτη, οπούθε ξέχυναν τα γάργαρα νερά τους.
ὣς ἄρ᾽ ἔμελλον ὄπισθε Ποσειδάων καὶ Ἀπόλλων Ετούτα ο Ποσειδώνας μέλλουνταν κι ο Απόλλωνας να κάνουν
μα τώρα γύρα στο καλόχτιστο το καστροτείχι άναβαν
35 θησέμεναι· τότε δ᾽ ἀμφὶ μάχη ἐνοπή τε δεδήει
η μάχη κι οι φωνές, κι ως κρούγονταν, των πύργων τα δοκάρια
τεῖχος ἐΰδμητον, κανάχιζε δὲ δούρατα πύργων
βροντότρεμαν κι οι Αργίτες στ᾿ άρμενα τα βαθουλά σφιγμένοι
βαλλόμεν᾽· Ἀργεῖοι δὲ Διὸς μάστιγι δαμέντες
στριμώχνουνταν, καθώς τους δάμαζεν ο Δίας με το μαστίγι,
νηυσὶν ἔπι γλαφυρῇσιν ἐελμένοι ἰσχανόωντο
και τον ανήλεο τρέμαν Έχτορα και φεύγαν όλοι ομπρός του'
Ἕκτορα δειδιότες, κρατερὸν μήστωρα φόβοιο·

You might also like