Professional Documents
Culture Documents
340 διογενὴς Ὀδυσεύς, Διομήδεα δὲ προσέειπεν· πρώτα ο Οδυσσέας ο αρχοντογέννητος και του Διομήδη κάνει:
οὗτός τις Διόμηδες ἀπὸ στρατοῦ ἔρχεται ἀνήρ, «Κάποιος, Διομήδη, από τ᾿ ασκέρι τους ζυγώνει κατά δώθε'
οὐκ οἶδ᾽ ἢ νήεσσιν ἐπίσκοπος ἡμετέρῃσιν, δεν ξέρω, για τα πλοία μας έρχεται, να ιδεί, να μαντατέψει,
ἦ τινα συλήσων νεκύων κατατεθνηώτων. για τους νεκρούς, εδώ που βρίσκουνται κοιτάμενοι, να γδύσει.
ἀλλ᾽ ἐῶμέν μιν πρῶτα παρεξελθεῖν πεδίοιο Να προσπεράσει ας τον αφήσουμε για λίγο μες στον κάμπο,
κι έπειτα πέφτοντας απάνω του τον πιάνουμε στα χέρια
345 τυτθόν· ἔπειτα δέ κ᾽ αὐτὸν ἐπαΐξαντες ἕλοιμεν
μονοστιγμίς. Μ᾿ αν τούτος τρέχοντας ξεφύγει, στρίμωχνε τον
καρπαλίμως· εἰ δ᾽ ἄμμε παραφθαίησι πόδεσσιν,
όλη την ώρα απάνω στ᾿ άρμενα, μακριά από τους δικούς του,
αἰεί μιν ἐπὶ νῆας ἀπὸ στρατόφι προτιειλεῖν
με το κοντάρι κυνηγώντας τον, στο κάστρο μη μας φύγει.»
ἔγχει ἐπαΐσσων, μή πως προτὶ ἄστυ ἀλύξῃ.
Ως είπαν τούτα, επαραμέρισαν και μες στους σκοτωμένους
ὣς ἄρα φωνήσαντε παρὲξ ὁδοῦ ἐν νεκύεσσι