You are on page 1of 7

Η διαχρονική ποιητική εξωστρέφεια του Γιώργου Δουατζή

Ο Γιώργος Δουατζής αποτελεί ίσως την πιο ξεχωριστή μορφή στα ελληνικά γράμματα μετά
τη Β΄ Μεταπολεμική Γενιά. Δημοσιογράφος, συγγραφέας και ποιητής, έχει εμβαθύνει στον
ελληνικό λόγο όσο λίγοι, αξιοποιώντας δυναμικά τη γλώσσα και το μήνυμα μέσα από κείμενα
διαφόρων σκοπιμοτήτων (άρθρο, ποίημα, μυθιστόρημα, διήγημα).
Αποτελεί μία από τις ιδιαίτερες ποιητικές μορφές της «γενιάς του ’70», μόλο που η ποιητική
του διατηρεί σημαντικές αποστάσεις από τα κοινά χαρακτηριστικά της βιολογικής του γενιάς.
Κατά τη γνώμη μας κριτικά αδυνατεί η κατάταξή του από άποψη ποιοτικών χαρακτηριστικών
στη γενιά του ’70. Η ίδια η γραφή και η εκφραστική του μόνες τους αρκούν για να μην τον
εντάξουν στη λογοτεχνική γενιά του 1. Εκεί που «η γενιά της άρνησης» γινόταν πιο κλειστή 2, ο
Δουατζής, ο επιφανέστερος των "Λειβαδιστών", υιοθετεί μία εξωστρεφή ποιητικότητα στις
στιχουργική του.
Από την αντιποιητική-επιστολογραφική και στοχαστική πεζότητα με την «Προς δέκα
επιστολή-Ανεπίδοτα» έως το βαθιά πολιτικό και κοινωνικό «Κόκκινο Κασκόλ» με το ιδιαίτερο
υπαρξιακό του στίγμα, ο Δουατζής εγκαταλείπει το "ποιητικό" με σαφείς λειβαδίτικες
επιρροές. Αναζητά απαντήσεις σε ερωτήματα συλλογικά χωρίς να μιμείται· ξεπερνά την
πολιτική κι υπαρξιακή λογική των λογοτεχνικών του προγόνων μέσα από μία προσωπική
εξελικτική πορεία. Θεωρούμε, λοιπόν, αναγκαίο έναν νέο διάλογο με την ποίηση του Δουατζή
και τις πειραματικές μεταστροφές του.
Ας μη λησμονούμε πως η ποίηση για εκείνον δεν αποτελεί έναν αυτοσκοπό ή ένα χιμαιρικό
κυνήγι κάποιου οράματος που τον περιχαρακώνει στην ελιτίστικη οδό μίας φενάκη
καλλιτεχνικής πρωτοπορίας. Αποκηρύσσει την εσωστρέφεια· ακόμα κι όταν υιοθετεί την
πρωτοενική διατύπωση, η ποιητική του είναι εξωστρεφής. Ακάματος εργάτης λόγου και
ύφους, αδαπάνητος και πολυμορφικός ακροβατεί συναισθηματικά ανάμεσα στην
εσωστρέφεια και την εξωστρέφεια, με γλωσσική ευγένεια και στιχουργική ολοκλήρωση.
Η ποιητική του Δουατζή δεν έχει ανάγκη τη μοντερνιστική βιομηχανία των ερμηνευτών και
σχολιαστών. Στεκόμενη απέναντι σε κάθε "αριστοκρατικό" ερμητισμό, αναβρύζει μία πίστη
στη σύνδεση της τέχνης με το κοινό -σε αντίθεση με το δόγμα για την καλλιτεχνική αυθεντία.
Αποτάσσεται τον μοντερνισμό και χαράσσει πια, σχεδόν πρωτοπόρα, μία νέα μεταμοντέρνα
οπτική στην ποίηση -που τελικά έγινε κατάκτηση στο μεταίχμιο της χιλιετίας.
Έτσι, βέβαια, φτάνει να λειτουργεί ως παράφωνη κραυγή μέσα στη βιολογική γενιά του,
αφού θέλει την ποίησή του κατά το μεταμοντέρνο πρότυπο -πριν ακόμα γίνει κανόνας- να
κυκλοφορεί ανάμεσα στους πολίτες, κι όχι σε κλειστές λέσχες.
Συνομιλεί με το κοινό μέσα από την -κατά Έκο- διακειμενική ειρωνεία. Ο
ακροατής/αναγνώστης συμπληρώνει και εμβαθύνει, χωρίς να καθίσταται παθητικός δέκτης. Ο
ποιητής δίνει απλά την κατάλληλη ευκαιρία καθιστώντας ενεργό το κοινό στη

1
Δεν είναι βέβαια η μόνη περίπτωση. Στη γενιά του ’70 δεν μπορούμε να κατατάξουμε ούτε την Κατερίνα Γώγου,
λόγω ακριβώς της ιδιορρυθμίας της ποιητικής της που διατηρεί μεγάλη απόσταση από τα λογοτεχνικά
χαρακτηριστικά των συνομηλίκων της.
2
Στη γενιά του ’70 εντοπίζεται ένας σαφής υπαρξιακός προσανατολισμός, μία στοχαστική ενατένιση της ζωής
που αργότερα στη δεκαετία του '80 καταλήγει σε ενδοσκοπικές αυτοπροβαλλόμενες ματιές με ατομική πορεία,
που στην ουσία ακύρωσαν τις ανησυχίες της προηγούμενης δεκαετίας που τη γέννησε. Ο αρχικός συλλογικός
χαρακτήρας περιορίστηκε στα άτομα. Αυτή η στροφή είναι στην ουσία και η απόδειξη της απουσίας μιας
ιδεολογικής συνισταμένης. «Άλλωστε, αρκετοί από τους "πάπες" της εξέγερσης αναγκάστηκαν στο διάβα του
χρόνου να αυτοκαταργηθούν, από έλλειψη ακριβώς αντικειμένου ή ειλικρίνειας. Η τραχειοτομή για την
εγκατάσταση πολλαπλασιαστικής ντουντούκας στο λάρυγγα είναι βέβαιη πλασματικότητα και αυθεντικότητα».
Η ποίηση έτσι έγινε πιο κρυπτική, πιο προσωπική, με αυτοαναφορικότητες. Μία τέτοια τάση αναπόφευκτα
οδήγησε στη χαλάρωση και τον ιδεολογικό αποπροσανατολισμό. Αυτή η κρυπτικότητα είναι εμφανής στα
περισσότερα έργα της εποχής. Έτσι, η αμφισβήτηση δεν είναι ιδεολογικής κατεύθυνσης, αλλά κυρίως
συναισθηματική άρνηση του κατεστημένου της εποχής, και φυσικά το συναίσθημα και η κρυπτικότητα δεν
ταράσσει τα νερά, δεν προκαλεί, δεν γεννά στοχασμούς για το παρόν και το μέλλον στον αναγνώστη (βλ.
αναλυτικότερα Δήμου Χλωπτσιούδη, Η ποιητική γενιά του ’70, vakxikon, τεύχος 30, Ιούνιος 2015)
συναισθηματική καλλιέργεια των δικών του ποιητικών σκέψεων· σκέψεις που συχνά
κρύβονται πίσω από ένα αλληγορικό στιχουργικό παραπέτασμα που φέρνει στο προσκήνιο
μία "απλοϊκότερη" εκδοχή των πραγμάτων, μα πάντα -αθόρυβα- κριτική 3.
Η ποίησή του είναι κοινωνική από την ίδια τη γλώσσα και την εκφραστική της, πριν ακόμα
φτάσουμε στο περιεχόμενο. Είναι κοινωνική επειδή απευθύνεται στην ίδια την κοινωνία
αδιαμεσολάβητα, με την εξωστρέφεια που απαιτείται για την Τέχνη. Ο Δουατζής εξάγει την
ποίηση στην κοινωνία, χωρίς κρυπτικότητα.

Ξεχωρίζει στα ελληνικά γράμματα με την ιδιαίτερη φωνή του μέσα από την εκφραστική
του ποικιλία και το στοχαστικό του ύφος πλουταίνοντας το συναισθηματικό μας κόσμο. Με τη
λιτότητα της προφορικότητας και του καθημερινού λόγου ακοντίζει τις στιχουργικές
ακροβασίες και τους επιδεικτικούς βερμπαλισμούς, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι οι συνθέσεις
μένουν αφρόντιστες.
Υιοθετεί έναν λόγο φαινομενικά ανεπιτήδευτο· σφυρηλατεί την αυθόρμητη έκφραση στο
αμόνι της επεξεργασίας του στίχου. Άλλωστε, ο καθημερινός λόγος και ο ιδιαίτερος
εσωτερικός ρυθμός προστατεύουν τον ποιητή από τη γλωσσική αφυδάτωση (τόσο συνήθης
τα τελευταία χρόνια). Ο λόγος του απλός και καθημερινός με την οικεία στο κοινό
αφαιρετικότητα και τη ζωντάνια του προφορικού που εξάγεται από τη θεατρικότητα και το β΄
ενικό πλαισιώνει τον αυτοαναφορικό πρωτοπρόσωπο υποκριτή.
Εξάλλου, η ποιητική του Δουατζή διατηρεί μία ιδιαίτερη θεατρικότητα· μονολογική ή
διαλογική, μοιάζει να είναι γραμμένη για σκηνική απαγγελία. Τα πεζολογικά στοιχεία, συν τοις
άλλοις, των συνθέσεών του υποστηρίζουν τη δραματική διάστασή τους. Το πρωτοενικό
υποκείμενο και η συχνή παρουσία ενός β΄ γραμματικού προσώπου θεμελιώνουν τη
θεατρικότητα· άλλωστε, σε αυτό το "βουβό" δευτεροενικό υποκριτή απευθύνεται ο ποιητής
τόσο στο «Κόκκινο Κασκόλ» 4 όσο και στις «Σχεδίες» 5, ενώ δεν είναι λίγοι οι διάλογοι 6 ή
μονόλογοι με δεύτερη φωνή 7 και ερωτήσεις 8.
Τούτη όμως η υποκριτική δυναμική του Δουατζή προσδίδει μία ιδιαίτερη αναπαραστατική
ισχύ στην ποιητική του ώστε να υποκαθιστά την απουσία της επιτηδευμένης εικονοπλασίας.
Έτσι δημιουργός και αναγνώστης επικεντρώνονται απερίσπαστοι στο σχολιασμό και το
στιχουργικό ρυθμό. Αντιεικαστικός στην αρχή και συχνά αντιλυρικός οδηγείται σε μία
υβριδική ποιητική συνδέοντας το αυθόρμητο συναίσθημα και την κριτική ανάλυση,
αναδύοντας έναν ιδιαίτερο στοχαστικό συναισθηματισμό, όπως τον συναντάμε στην «Προς
δέκα επιστολή-Ανεπίδοτα».
Το πεζολογικό στοιχείο στη στιχουργική του, όμως, διατηρεί έναν δοκιμιακό χαρακτήρα.
Σαγηνεύει με τον πλούτο του λόγου του. Άλλοτε σκληρός κι ωμός κι άλλες φορές με λυρισμό
χρωματίζει με ευελιξία πτυχές των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι της εποχής
της ευμάρειας και λίγο πριν ολοκληρωθεί το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας των Ολυμπιακών
Αγώνων.
Στην «Πατρίδα των καιρών» στέκεται κριτικά απέναντι στην καταναλωτική αυταπάτη και
τη μοιρολατρική αποδοχή 9. Η προφητική αποτύπωση του πολέμου 10 συγκλονίζει με την
εικαστική της απεικόνιση, πριν ακόμα αποτυπωθεί στον φωτογραφικό και τηλεοπτικό φακό.

3
Λόγου δικαίωμα, φλύαρη αποσιώπηση, μην τους πιστεύεις, απειλή αόρατος, μετριοφροσύνης εγκώμιον,
φοντάν εποχής, άντρας σπουδαίος (Σχεδίες)
4
το χρέος, απούσες ευχές, η κουρτίνα.
5
ουαί, μην τους πιστεύεις, λόγου δικαίωμα, δεκανίκια, ξίφους αιώρηση κ.ά.
6
δικαιολογία, μη λυπηθείς, το υπόγειο, σούρουπο, είπε (Το Κόκκινο Κασκόλ), ανάγνωση (Σχεδίες).
7
επετείου αμφισβήτησις (Σχεδίες), μυστήριο (Το Κόκκινο Κασκόλ).
8
φλύαρη αποσιώπηση, νυχτερινές απορίες (Σχεδίες).
9
9 έως 11.
10
10 έως 17.
Θολά εξπρεσιονιστικά πλάνα, δοσμένα μέσα από την ποιητική οπτική ενός ανθρώπου που
κινείται στο κοινό και δεν "ιδιωτεύει".
Στις «Σχεδίες» η στιχουργική του αντικατοπτρίζει πλήρως την κοινωνική μελαγχολία της
εποχής, ακόμα και με την πυκνότητα του θανάτου που σκιαγραφεί τη μαζικότητα των
αυτοχειριών 11, τον οποίο συναντάμε συχνά και στην «Πατρίδα των καιρών» ως σταθερή πτυχή
της συλλογής. Το ερωτικό συνδέεται με το κοινωνικό και το υπαρξιακό 12 ως ηλιαχτίδα σε ένα
σκοτεινό συναισθηματικό τοπίο. Αποχρώσεις περιορίζουν το μελαγχολικό έρεβος με
χαράγματα λυρισμού 13. Ρευστοποιώντας την αίσθηση του πένθιμου χώρου, αποφεύγοντας
την ποιητική αποστείρωση στη μονοθεματικότητα και το στοχαστικό κορεσμό του κοινού.
Αντίθετα, στο «Κόκκινο Κασκόλ» οι εικόνες του -παραμένοντας θολές- διατηρούν μία
ιδιαίτερη εικαστική φρεσκάδα με την παραστατικότητά τους. Η αύξηση των χρωμάτων
προσφέρει μία εσωτερική διαύγεια βαθαίνοντας το υπαρξιακό περιεχόμενο· χρώματα 14,
ήχοι/μουσική 15 και κίνηση 16 προσδίδουν θεατρική αισθητική στο στοχαστικό περιεχόμενο
(συχνά και με σκηνογραφικές "οδηγίες") καθιστώντας το κοινό με μικρές λυρικές
καταδύσεις 17.

Στο σκοτάδι της τηλεοπτικής χυδαιότητας και του βόθρου της υποκουλτούρας, ο
Δουατζής φωτίζει με τη στιχουργική του θέτοντας ως ασπίδα απέναντι στις λαϊκιστικές
ρητορείες την ποίηση και την κριτική σκέψη με δεκανίκια τις λέξεις.
Η γλώσσα του είναι η οικεία καθημερινή με τη συνήθη αφηγηματική σύνταξη του
προφορικού λόγου. Διακρίνονται πολλές δευτερεύουσες ή ελλειπτικές προτάσεις, ασύνδετο
σχήμα που ενισχύει την ένταση ή υποτακτική σύνταξη ως στοχαστικό υποστύλωμα·
προθετικά σύνολα κι άκλιτα μέρη του λόγου, που τόσο χρησιμοποιούνται στον προφορικό
λόγο, επαυξάνουν τις προτάσεις του με την καθημερινή οικειότητα.
Στην «Προς δέκα επιστολή-Ανεπίδοτα» εκφράζονται όλοι σχεδόν οι διαφορετικοί
γλωσσικοί και στιχουργικοί χαρακτήρες του Δουατζή: ελλειπτικότητα, ασύνδετο σχήμα και
επαναλήψεις άκλιτων λέξεων (Ελένη, Σταύρος 18), πεζοποιήματα ή θρυμματισμένες
συνθέσεις 19.
Ο δημιουργός πειραματίζεται διαρκώς με τη γλώσσα και την έκφραση. Ο Όμηρος
εντυπωσιάζει με την παντελή απουσία στίξης και τελειών. Κι όμως διαβάζεται με τόση ευκολία
απνευστί. Ο Δημήτρης και άλλες επιστολές διακρίνονται από τη μικροπερίοδη διατύπωση και
την ελλειπτικότητά τους. Οιονεί στίχων συχνές τελείες "σπάνε" με ύφος προφορικότητας και
απαγγελίας τις περιόδους λόγου, εντείνοντας το αναδυόμενο συναίσθημα μέσα από το
θρυμματισμένο στυλ.
Στην Κατερίνα, από την άλλη, απουσιάζουν εντελώς τα ρήματα, ενώ στον Φοίβο υπάρχει
μόνο ένα εναρκτήριο, δίχως να αδυνατίζει η γραφή του. Αποδεικνύει την επίπονη
επεξεργασία την οποία επιβάλλει στο λόγο του και την ίδια τη δυναμική της γλώσσας. Η
ελλειπτικότητα τούτη σε ρήματα αποκαλύπτει τον λεκτικό πλούτο του Δουατζή και μια
διάθεση για διαρκή αναζήτηση της έκφρασης.
Οι συνεχείς μικρές του μεταμορφώσεις αποκαλύπτουν μία νεανικότητα που σπάνια
βρίσκουμε σε έναν λογοτεχνικό βίο 40 ετών. Μοιάζει σαν η ποίηση να λειτουργεί ως το δικό

11
Επετείου αμφισβήτησις, ζωογόνες ριπές, Δεκέμβρη δωδεκάτη, λύση φωτός.
12
Λόγου δικαίωμα.
13
Ποτήρι της φωτιάς, ρήγματα, μην τους πιστεύεις, οι άνεμοι, ευτυχής υπόκλιση.
14
τα χέρια, αντίτιμο
15
μουσική
16
τα χέρια, αντίτιμο, απόσταση
17
απόσταση, λέξεις, ασκήσεις, γύμνια, υψοβαρής, στολίδια.
18
Στη συλλογή θα ξεχωρίσουμε την Ελένη για τον απολογητικό της χαρακτήρα (ως γενιά) κι ο Σταύρος για τι
βαθιά κοινωνική κριτική του.
19
Ο Πιερότος και η Αύρα είναι οι μόνες καθαρά ποιητικές επιστολές.
του ελιξίριο. Η νεανική αυτή ζωντάνια αποκαλύπτεται μέσα από ένα πλήθος γλωσσικών
μηχανισμών και λογοτεχνικών σχημάτων.
Τα αντιθετικά σχήματα αποτελούν ένα σταθερό σημείο αναφοράς του ποιητικού διαλόγου
για το Δουατζή. Αντιθέσεις λεκτικές, παρομοιώσεις και μεταφορές με αντωνυμική υφή και
συχνά αντιθέσεις συναισθηματικές, όπου ένα θετικό αντικείμενο εμποτίζεται με αρνητικό
συναίσθημα. Παράλληλα, παρομοιώσεις, αλληγορίες και μετωνυμίες εμπλουτίζουν το λόγο
του χαράσσοντας με λυρικά αποτυπώματα τον καμβά του.
Ελευθερόστιχος με έναν υβριδισμό και μια στιχουργική δοσμένη μέσα από ένα
πρωτοενικό προσωπείο μετασχηματίζει την αυτοαναφορικότητα σε έκφραση
πανανθρώπινων αγωνιών και συλλογικών υπαρξιακών αναζητήσεων 20. Στην ποίησή του
συχνά συνδέει το αυτοβιογραφικό στοιχείο, την ατομική εμπειρία -που αποδεικνύεται κοινή-,
με το συλλογικό βίο, επωάζοντας κοινά συναισθήματα. Η ίδια, όμως, η ποιητική δημιουργία
αποτελεί κομβικό σημείο στην ποίησή του. Άλλωστε, η ποιητική αυτοαναφορικότητα είναι ένα
βασικό γνώρισμα του λογοτεχνικού περιβάλλοντος της νεότητάς του.
Μα τελικά τα πεζολογικά στοιχεία της εκφραστικής του απλά ορίζουν την προφορικότητα
της γλώσσας του και τη γλωσσική απλότητα της γραφής του υπηρετώντας την ιδιαίτερη
εξωστρέφειά του. Σε συνδυασμό, μάλιστα, με τη δραματικότητα και την αρτιότητα του
στιχουργικού ρυθμού, ενισχύουν τον κοινωνικό χαρακτήρα της ποιητικής του και καθιστούν
εύκολη την πρόσληψή της από τον αναγνώστη/ακροατή. Άλλωστε, τούτη η δυναμική του
ετερόχρονου διαλόγου με τον αναγνώστη, τονίζει μία άρνηση στην κλειστή ποίηση.
Ο ποιητικός του λόγος ισορροπεί την εμπλουτισμένη οικεία γλώσσα με το στοχαστικό
περιεχόμενο μέσα σε ένα μεγάλο στίχο με έντονα στοιχεία πεζού λόγου· ελευθερόστιχα
πεζοποιήματα συνδέονται σε μία ερμαφρόδιτη φόρμα ή υβριδική όπου πεζοποιήματα
διακρίνονται σε στροφές. Η ειρωνεία στο στίχο του χρωματίζει συναισθηματικά τα ποιήματά
του. Πρόκειται όμως για μία ειρωνεία που δεν φτάνει στο σαρκασμό, μία ειρωνική διάθεση
πηγαία που εκχυλίζει τον οδυρμό του ποιητή για όσα βαραίνουν την κοινωνία και τον ίδιο.
Η «Προς δέκα επιστολή-Ανεπίδοτα» θυμίζει την καινοδιαθηκολογική ενότητα των
επιστολικών κειμένων. Με τη ζωντάνια της επιστολογραφίας, ο ποιητής στοχάζεται. Μολονότι
οι επιστολές ως λογοτεχνικό τέχνασμα δεν είναι κάτι καινούριο, έχει μεγάλο ενδιαφέρον η
αξιοποίησή της από τον ποιητή. Άλλωστε, το είδος έχει χρησιμοποιηθεί και στην ποίηση και
αρκετά στη μυθιστορηματογραφία 21. Υπάρχει μια ολόκληρη κατηγορία μυθιστορημάτων στα
οποία η επιστολή χρησιμοποιείται ως αφηγηματικό μέσο ή παίζει ουσιαστικό ρόλο στην
εξέλιξη της πλοκής.
Ωστόσο, ο Δουατζής τις μεταχειρίζεται ως ένα θεατρικότροπο μέσο προκειμένου να
καταδείξει τη δική του φιλοσοφία για τη ζωή. Οι επιστολές τού δίνουν την ευκαιρία να
πειραματιστεί εκφραστικά αξιοποιώντας δυναμικά τη ζωντάνια και την αμεσότητα που
προσφέρει η ψευδοδιαλογική προσέγγιση μίας επιστολής. Έτσι, μας οδηγεί σε ένα πλούσιο
και διδακτικό επιστολογραφικό ταξίδι στο πολύβουο και γεμάτο κίνηση παζάρι της
εικονοπλασίας με φόντο τη Μάνη, τις Κυκλάδες, τον γεμάτο προσωπεία και διαφορετικές
προσωπικότητες αστικό χώρο.
Στις «Σχεδίες» εισήγαγε τον ιδιαίτερο συνδυασμό πεζοποίησης και ελευθεροστιχίας στην
ίδια σύνθεση ως ξεχωριστές στροφές. Ενώ όμως στις «Σχεδίες» περιορίζεται στην πρώτη ή την
τελευταία στροφή 22, στο «Κόκκινο Κασκόλ» οι "πεζοστροφές" αυξάνονται 23.

20
σχεδίες, κλοπές εν κενώ (Σχεδίες).
21
Ας μη λησμονούμε το «Γράμμα σ’ ένα νέο ποιητή» του Αυστριακού Reiner Maria Rilke και τη «Ζωή εν τάφω»
του Μυριβήλη, με κάθε κεφάλαιο να αποτελεί από μια επιστολή του πρωταγωνιστή προς την αγαπημένη του.
22
δεκανίκια, απειλή αόρατος, αναίρεση, λύση φωτός, ξίφους αιώρηση, ρήγματα, οι αγνοημένοι, άντρας
σπουδαίος, κλοπές εν κενώ, μακάρια καταφυγή, αμέτοχος, ματιές.
23
γύμνια, το υπόγειο, το πουκάμισο, κενό, μη λυπηθείς, απούσες ευχές.
Παράλληλα, εισάγει μονολεκτικούς στίχους οιονεί εσωτερικών τίτλων και διαχωρισμού
ενοτήτων σε συνθέσεις του. Μόλο που πρωτοεμφανίζεται στις «Σχεδίες» 24, στο «Κόκκινο
Κασκόλ» 25 πλέον είναι ωριμότερη η αξιοποίησή τους προς όφελος του συναισθήματος.
Πρόκειται κατά βάση για μία επανάληψη ή μερική επανάληψη με ελαφριά αλλαγή δίνοντας
έτσι μία σπειροειδή κίνηση στο ποίημα με έμφαση συναισθηματική σε συγκεκριμένα σημεία.
Το ίδιο σημαντικός παραμένει ο ρόλος των τίτλων του τόσο στις «Σχεδίες» όσο και στο
«Κόκκινο Κασκόλ» και στην «Προς δέκα επιστολή-Ανεπίδοτα» (στην «Πατρίδα των καιρών»
υπάρχουν αριθμοποιημένοι τίτλοι). Διατηρούν έναν λειτουργικό ρόλο, καθώς άλλοτε
συμπληρώνουν ως νόημα τη σύνθεση κι άλλες φορές ξεκλειδώνουν το αλληγορικό
περιεχόμενο.
Στην ποιητική του επιστολογραφία ξεχωρίζει η λιτότητα των τίτλων με έναν ιδιόρρυθμο
λειτουργικό ρόλο. Όλοι είναι μονολεκτικοί με επιλεγμένα κυρία ονόματα, συνδέοντας διά των
ονομάτων το παρελθόν με το παρόν, το κοινωνικό με το ποιητικό, πλην μιας επιστολής (Όλγα
του χωρισμού) που αποκτά χαρακτήρα επιστολογραφικού επιλόγου.
Στις δε «Σχεδίες» του ο Γιάννης Δάλλας παρατηρεί δικαίως πως οι τίτλοι του αποκαλύπτουν
τις πρισματικές επιλογές του ποιητή καθώς είναι αρνητικοί (απειλή, αναίρεση, αυταπάτη,
φόβος, καταφυγή) ή συνδέονται με θετικούς προσδιορισμούς (θεσπέσια αυταπάτη, άτρωτος
φόβος, μακάρια καταφυγή), ή πιο απόλυτα (λύση φωτός, άλεκτο ποίημα κλπ). Θα
συμπληρώσουμε δε εξετάζοντας τις ίδιες τις λέξεις πως στη συντριπτική πλειονότητά τους
αποτελούν ονοματικά σύνολα (με επίθετο κι ουσιαστικό 26 ή ουσιαστικό κι έναν ετερόπτωτο
προσδιορισμό 27 και πολύ λίγοι με έναρθρο όνομα 28. Αντίστοιχα, χαρακτηριστικό είναι ότι στο
«Κόκκινο Κασκόλ» τα 44 έργα έχουν μονολεκτικό τίτλο, τα 12 έναρθρο ουσιαστικό και μόνο 9
τίτλο με περισσότερες λέξεις.

Το ποιητικό του έργο παραμένει πολυεπίπεδο διατηρώντας συχνά έναν χαρακτήρα


αποκαλυπτικό που οδηγεί στην συναισθηματική απελευθέρωση τόσο του ίδιου όσο και του
ακροατή/αναγνώστη. Η δική του κάθαρση έρχεται μέσα από το μετασχηματισμό της
σκληρότητας της εποχής σε λογοτεχνικό στοχασμό. Ας μην ξεχνάμε ότι η ποίηση δεν γεννά
μόνο ερωτήματα, αλλά προσφέρει κι απαντήσεις -ή τουλάχιστον δημιουργεί συνθήκες
στοχασμού και κριτικής στο κοινό.
Ο ποιητής απλά δίνει την κατάλληλη αφορμή/ευκαιρία καθιστώντας ενεργό το κοινό στη
συναισθηματική καλλιέργεια των δικών του ποιητικών σκέψεων· σκέψεις που συχνά
κρύβονται πίσω από ένα αλληγορικό στιχουργικό παραπέτασμα το οποίο φέρνει στο
προσκήνιο μία "απλοϊκότερη" εκδοχή των πραγμάτων, μα πάντα κριτική 29.
Η στιχουργική του, λοιπόν, είναι βαθιά πολιτική, καθώς αντιστέκεται στον ποιητικό
ατομισμό κι ελιτισμό. «Ταυτίζεται με τη δημιουργία μεγάλων οραμάτων και την προβολή
αιτουμένων για έναν καλύτερο, ανθρώπινο κόσμο. Η υπόστασή του χαρακτηρίζεται από την
ευτυχία της αναζήτησης και της δημιουργίας νέων μορφών στην τέχνη» 30.
Στην πραγματικότητα είναι μία ποίηση αντιεξουσιαστική. Στέκεται κριτικά απέναντι στην
εξουσία και την κοινωνία. Άλλωστε, δε βλέπει την ποίηση σαν μία ψυχογραφική διαδρομή του
δημιουργού, αλλά ως μία τέχνη που αφουγκράζεται τις αγωνίες του διπλανού και προσφέρει
βάλσαμο στην ψυχή του. Παλεύει να δει την ποίηση να δραπετεύσει από το ατομικό όραμα
24
Ποτήρι της φωτιάς, μετριοφροσύνης εγκώμιον, νυχτερινές απορίες, λόγου δικαίωμα.
25
κουράστηκα, τρίπτυχο, η αντάρα, νεύματα, δρομέας, ευλογία, οι άγιες νύχτες μου.
26
άτρωτος φόβος, νυχτερινές απορίες, φλύαρη αποσιώπηση, καθημερινή έξοδος, ευγνώμων καταγραφή, άντρας
σπουδαίος, στέψις αθάνατος, ζωογόνες ριπές.
27
μετριοφροσύνης εγκώμιον, λόγου δικαίωμα, επετείου αμφισβήτησις, φοντάν εποχής, ξίφους αιώρηση.
28
η αφίσα, οι άνεμοι, οι ήρωές μου, οι αγνοημένοι.
29
Λόγου δικαίωμα, φλύαρη αποσιώπηση, μην τους πιστεύεις, απειλή αόρατος, ξίφους αιώρηση, φοντάν εποχής,
άντρας σπουδαίος (Σχεδίες)
30
Απόστολος Μπενάτσης, Ύπαρξη, έρωτας, πολιτική (για την ποιητική συλλογή «Το κόκκινο κασκόλ»)
και τον εκούσιο περιτειχισμό της. Εξάλλου, από τη φύση της σκύβει με αγάπη στον άνθρωπο,
στον αδύναμο, στον διεκδικούντα και αντιστρατεύεται κάθε μορφή εξουσίας 31.
Σε αντίθεση με πολλούς ποιητές της γενιάς του ο Δουατζής δεν υπέκυψε στη σιωπή· εκείνη
την αδυναμία της γλώσσας να μιλήσει για ό,τι εμφανίζεται ως βίωμα ή συναίσθημα, για να
φτάσει σ‘ ένα κύμα λεκτικών σπασμών και πλήρους εσωστρέφειας και τελικά στην κοινωνική
σιωπή. Δραπετεύει δια της γλώσσας από την κλειστοφοβική στειρότητα του ποιητικού
ερμητισμού στον οποίο εγκλωβίστηκε η γενιά του. Η αυτοαναφορικότητά του συνδέθηκε με
το υπαρξιακό και το κοινοτικό 32· το "εμείς" εκδηλώνεται πίσω από την υποκριτική μάσκα του
"εγώ" 33.
Το ποιητικό του υποκείμενο είναι σταθερά μέλος μιας κοινότητας που δεινοπαθεί.
Εκφράζει με έναν εσωτερικό τόνο και ένα προσωπικό ύφος το συναίσθημα της αγανάκτησης
και μία γενικότερη πολιτική/κοινωνική απογοήτευση και απελπισία. Είναι ένα α΄ ενικό που
απαντά αντί του κοινωνικού συνόλου.
Απευθύνεται στο συλλογικό κοινωνικό υποκείμενο. Ο ποιητής ως μέλος μίας δομημένης
κοινότητας εκφράζει την κοινωνία και τις αρχές της, τα προβλήματα, τους φόβους και τις
αγωνίες της. Θα λέγαμε ότι μεταφράζει την ποιητική εσωστρέφεια ως ατομισμό και
αντιανθρωπιστική στάση, αντιτείνοντας μία στροφή στον Άνθρωπο και τους προβληματισμού
του, μακριά από διακρίσεις και χωρισμούς.
Και τούτο αποτελεί πολιτική πράξη από μόνο του. Γιατί η ποίηση του Δουατζή είναι
πολιτική. Χωρίς να ρητορεύει, χωρίς να πολιτικολογεί διατηρεί έναν αυτόνομο πολιτικό
χαρακτήρα. Πολιτικός με την έννοια της κοινωνικής αφύπνισης και της σκέψης πάνω σε
πράγματα τρέχοντα της κοινωνίας 34.
Στις «Σχεδίες» η ποιητική αυτοαναφορικότητα μοιάζει να κερδίζει έδαφος. Ο ποιητής μέσα
στον ορυμαγδό της κρίσης (2012) βρίσκει στην ποίηση το δικό του καταφύγιο 35. Ωστόσο, δεν
είναι μία ποιητική κλειστού χώρου. Η υπαρξιακή προσέγγιση στον ανοιχτό χώρο αποκτά έναν
χαρακτήρα κοινωνικό με στοχαστικές παραφυάδες που αφήνονται ελεύθερες προς
καλλιέργεια στον αναγνώστη/ακροατή 36.
Ήδη στην «Πατρίδα των καιρών» συνομιλούσε με την Ποίηση με την οικειότητα και το
σεβασμό εκείνου που διακονεί την Τέχνη για να στεγάσει τις κοινωνικές του ανησυχίες 37.
Άλλωστε, η ποίησή του από το παρατηρητήριό του ήδη ανιχνεύει τα συλλογικά συμπτώματα
που λίγα χρόνια μετά θα συνταράξουν την ελληνική κοινωνία. Η πρωτοενική, όμως,
διατύπωση αντιστέκεται στον ποιητικό εγωκεντρισμό· λειτουργεί ως θεατρικό προσωπείο του
δημιουργού ώστε μέσα από τη μονολογική προσέγγιση να εκθέσει σε ενικό αριθμό το
πληθυντικό/συλλογικό.

Η ποίηση του Δουατζή είναι όμως διαχρονική. Ξεπερνά το παρόν και κινείται το μέλλον·
τόσο οι αγωνίες του, όσο και τα μηνύματά του ταξιδεύουν στο χρόνο. Άλλωστε, η αλληλεγγύη
ενάντια στον ατομισμό και το κοινό αντί του ιδιωτικού, είναι από μόνα τους διαχρονικά
αιτήματα. Επιδιώκει να βγάλει μέσα από το σύγχρονο μία ποιητική διάρκεια εκμαιεύοντας το
αιώνιο που κρύβεται στο επίκαιρο.
Καλεί τον ακροατή να γίνει συνοδοιπόρος του και να νιώσει την πικρία του για την απουσία
αλληλέγγυου πνεύματος (16) καθώς "απεκδύθηκε ανθρωπισμού η ανθρωπότητα" (18) που

31
βλ. Γιώργος Δουατζής, Ποιητές και ιδιωτική εσωστρέφεια, ποιείν (16/10/2011).
32
Το υπόγειο, κουράστηκα, διαφάνεια, λέξεις, είπε, αντίτιμο, μυστήριο (Το κόκκινο Κασκόλ).
33
σπατάλη, η ασπίδα, λόγια, υπερηφάνεια, ευλογία, νωρίς (Το κόκκινο Κασκόλ).
34
Παναγιώτης Ελ Γκεντί, Διαβάζοντας τις «Σχεδίες».
35
Δεκανίκια, ψίχια, η συγνώμη, σχεδίες, ανάγνωση, όρια, νυχτερινές απορίες, άλεκτο ποίημα, κόκκινο, άμυνα
διαφανής, άτρωτος φόβος.
36
Η αφίσα, ουαί, αναίρεση.
37
3, 45.
"σχεδιάζει μαζικό αφανισμό ομοειδών" και "χτίζει την καταστροφή του" (17). Κραυγάζει
"παγώσαμε αισθήσεις και αισθήματα, αλληλεγγύη και κοινές" τελικά ο ποιητής "αυτόν τον
κόσμο φτιάξαμε; Γι’ αυτόν αγωνιστήκαμε; Πώς να κοιτάξουμε στα μάτια τα παιδιά;" (32) 38.
Και τολμώ να πω και οικουμενική, μέσα στην ελληνικότητά της. Εξάλλου, το συλλογικό του
Δουατζή αντιτίθεται σε κάθε φυλετικό διαχωρισμό. Μέσα απ’ το φως αναδύεται η ανάγκη
συνεργασίας και ειρήνης ακόμα κι αν τούτο δεν μπαίνει τόσο άμεσα. Ξεπερνά το
ελληνοκεντρικό παρόν του ποιητή και της έκδοσης κι αντανακλά μία παγκοσμιότητα. Η
ποίησή του είναι παγκόσμια επειδή ξεπερνά την επικαιρότητα της κρίσης (της όποιας κρίσης,
οικονομικής και κοινωνικής, σε όποιο μέρος)· τούτη λειτουργεί απλά ως ένα ποιητικό
δεδομένο που προσφέρει το έναυσμα στον ποιητή και τον αναγνώστη να στοχαστούν.
Η ποίηση του Γιώργου Δουατζή χαλυβδώνει την Τέχνη σε μία εποχή ρευστότητας.
Ιερουργεί σε μια κοινωνία που αναζητά λύτρωση στα τοτέμ που ορίζουν/προβάλλουν
τηλεοπτικοί σαμάνοι. Με ορμή προσπερνά τον ανιμισμό της περιγραφικής ποίησης κι
εμβαθύνει στην ουσία της ποιητικής μαγείας. Άλλωστε, το δικό του ιδεώδες είναι μία
κοινότητα "δεμένη" κι αλληλέγγυα που πιστεύει στα υπερ-άνθρωπα κι οικουμενικά ιδεώδη
της ποίησης.

38
Από τη συλλογή «Πατρίδα των καιρών».

You might also like