You are on page 1of 3

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΔΡΩΜΕΝΟ ΚΑΙ ΤΟ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΔΡΑΜΑ

Θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε, και κατ’ επέκταση να εξηγήσουμε, τη διαδικασία της


εξέλιξης του θεάτρου με ένα ζωτικό, για τον χώρο, εργαλείο, αυτό της Συγκριτικής
Συμβολογίας.

Σύμφωνα με το Νέο Παγκόσμιο Λεξικό του Webster, η Συμβολογία ορίζεται ως η «μελέτη


της ερμηνείας των συμβόλων», καθώς και η «περιγραφή των εννοιών των συμβόλων». Ο
όρος συγκριτικός σημαίνει ότι ο κλάδος χρησιμοποιεί τη μέθοδο της σύγκρισης για να
επιφέρει ασφαλή συμπεράσματα και αποτελέσματα.

Η Συγκριτική Συμβολογία δεν είναι άμεσα σχετιζόμενη με τα τεχνικά χαρακτηριστικά της


γλωσσολογίας, όχι μόνο λόγω της χρήσης μη λεκτικών συμβόλων στα δρώμενα και στην
τέχνη, αλλά γιατί εμπλέκεται στις σχέσεις μεταξύ των συμβόλων και των εννοιών, των αξιών
και τον αντιλήψεων των χρηστών ή των ερμηνευτών, με σημασιολογικές διαστάσεις.
Σχετίζεται, εν ολίγοις, τόσο με το νόημα στη γλώσσα, όσο και το περιεχόμενο.

Τα δεδομένα της είναι αντλούμενα από τα πολιτιστικά είδη και υποσυστήματα εκφραστικής
κουλτούρας. Αυτά περιλάμβάνουν:

1. Προφορικά και Γραπτά είδη με λεκτικές ή μη δράσεις (τελετουργικό και κοινωνικό


δράμα)

2. Αφηγηματικά είδη (μύθος, έπος, παραμύθι κ.α.)

3. Μη λεκτικές μορφές (ζωγραφική, μπαλέτο, γλυπτική κ.α.)

Τα σύμβολα, ως κοινωνικά και πολιτιστικά δυναμικά συστήματα, στοχεύουν στο να


επιδράσουν στις ψυχολογικές καταστάσεις και συμπεριφορές όσω εκτίθενται σε αυτά ή
υποχρεώνονται να τα χρησιμοποιήσουν για την επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους.

Η Συγκριτική Συμβολογία προσπαθεί να συλλάβει τα σύμβολα «εν κινήσει», με σκοπό να


μιλήσει και να παίξει (act) με τις δυνατότητες της μορφής και του νοήματος τους. Το
κατορθώνει πλαισιόνοντας τα σύμβολα στα υλικά και και ιστορικά πεδία της χρήσης τους
από «ζώντες ανθώπους» καθώς δρουν, αντιδρούν, διαδρούν και αλληλεπιδρούν κοινωνικά.

Ο Arnold van Gennep στο βιβλίο του «Rites of Passage» (1909) αναφέρει ότι ο όρος
«διαβατήριο δρώμενο» θα πρέπει να χρησιμοποιείται ταυτόχρονα για τελετουργικά που
συνοδεύουν μια ατομική αλλαγή ή μιας ομάδας ατόμων στο κοινωνικό καθεστώς, καθώς και
για όλα όσα σχετίζονται με εποχικές αλλαγές σε μια ολόκληρη κοινωνία.

Το «διαβατήριο δρώμενο» χωρίζεται σε τρεις φάσεις:


1. Χωρισμός. Η πρώτη φάση περιλαμβάνει συμβολική συμπεριφορά, η οποία
αντιπροσωπεύει την αποσύνδεση των τελετουργικών προσώπων από την
προηγούμενη κοινωνική τους υπόσταση και τον πραγματικό χρόνο. Στην περίπτωση
των μελών μιας κοινωνίας, υποδηλώνει συλλογικά τη μεταφορά από μια
προγενέστερη κοινωνικο-πολιτιστική συνθήκη σε μια καινούργια στροφή στον
εποχιακό τροχό.

2. Μετάβαση. Κατά τη διάρκεια της παρεμβατικής φάσης (threshold), τα τελετουργικά


πρόσωπα περνούν μια περίοδο και περιοχη αμφισημίας, ένα είδος κοινωνικής
λήθης (social limbo), η οποία δεν έχει τις ιδιότητες ούτε των προηγούμενων ούτε
των επακόλουθων κοινωνικών υποστάσεων ή πολιτιστικών καταστάσεων.

3. Ενσωμάτωση. Η τρίτη φάση της επανένταξης εμπεριέχει συμβολικά φαινόμενα και


δράσεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν την επιστροφή των προσώπων υπό τη νέα,
καθορισμένη τους θέση στην κοινωνία.

Ο Victor Turner, με τη σειρά του, κάνει μια πιο λεπτομερή διάκριση. Για τον Turner, το
δρώμενο είναι μια κλιμακούμενη διαδικασία, κατά την οποία αναγνωρίζεται

1. Η Ρήξη του ατόμου απέναντι στην κοινωνία

2. Η Κρίση, ως αιτία αναζήτησης νέας κοινωνικής ταυτότητας

3. Η Απομόνωση του προσώπου, ως εργαλείο αποσύνδεσης από την πρότερη


κοινωνική του υπόσταση, ανατροπής των κοινωνικών σημείων, και αναζήτησης
νέων κανόνων προς εφαρμογή

4. Η Αποκατάσταση της Ρήξης μέσω της Επανένταξης (προσωρινή μετάβαση)

Η Αναγνώριση του Χάσματος και της Διάσπασης με τη δημιουργία ενός νέου


κοινωνικού ρόλου (μόνιμη μετάβαση).

Να σημειωθεί ότι, τα δρώμενα, ανάλογα με το θέμα τους, αποσκοπούν σε διαφορετικά


αποτελέσματα. Τα δρώμενα μύησης (Bar Mitzvah, Fraternity κ.α.) τείνουν να ταπεινώνουν
τους ανθρώπους προτού τους ανυψώσουν μόνιμα, σε αντίθεση με τα εποχικά δρώμενα,
όπυ εξυψώνονται πρόσκαιρα οι χαμηλά ιστάμενοι, προτού επιστρέψουν στη μόνιμη
ταπεινότητά τους.

Κατά την τελετουργική διαδικασία, η οριακότητα, η περιθωριοποίηση και η δομική


κατωτερώτητα είναι καταστάσεις στις οποίες γεννιούνται σύμβολα, φιλοσοφικά ερωτήματα
και έργα τέχνης. Αυτές οι δομικές μορφές παρέχουν στους ανθρώπους ένα σύνολο
προτύπων, μοντέλων ή παραδειγμάτων, τα οποία αφορούν περιοδικές και παροδικές
ανακατατάξεις της πραγματικότητας και της σχέσης του ανθρώπου με την κοινωνία, τη
φύση, τον πολιτισμό. Αλλά είναι κάτι παραπάνω από νοητικές ανακατατάξεις, εφόσον
παρακινούν τον άνθρωπο σε δράση στον ίδιο βαθμό με τη σκέψη. Όταν, λοιπόν, αναλύουμε
αυτές τις μεταβάσεις στα δρώμενα, βρίσκουμε και ορισμένες διαφορές.
Τα οριακά φαινόμενα, όπου η μετάβαση είναι επί το πλείστον μια μόνμη κατάσταση, έχουν
συλλογικό χαρακτήρα και παρουσιάζονται ως διαχωριστικά στη ροή της φυσικής και
κοινωνικής διαδικασίας. Σε αντίθεση με τα οριοειδή φαινόμενα, που είναι περισσότερο
αναγνωρισμένα ως ατομικά δημιουργήματα, ως μέρος της κοινωνικής κριτικής, εκθέτοντας
τις αδικίες, τις ανικανότητες και τις ανηθικότητες των πολιτικών και κοινωνικών δομών. Με
αυτόν τον τρόπο, τείνουν να είναι πιο ψυχοσυνθετικά, με τα σύμβολά τους να είναι πιο
κοντά στον υποκειμενικό και ψυχολογικό πόλο, παρά στον αντικειμενικό και κοινωνικό πόλο
των οριακών φαινομένων.

You might also like