You are on page 1of 12

Πανεπιστήμιο Αθηνών

Σχολή Φιλοσοφική
Τμήμα Φιλολογίας
Τομέας Γλωσσολογίας
Α΄ Μεταπτυχιακό
Ακαδ. Έτος 2000 - 2001

Θέμα Σεμιναρίου: Γλωσσική μεταβολή

Διδάσκουσα : Δέσποινα Μαρκοπούλου

ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΑΦΗ
ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΑΦΗΚΑΙ
ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ
ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ
ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ
ΕΠΑΦΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣΤΑ
ΣΤΑΑΡΒΑΝΙΤΙΚΑ
ΑΡΒΑΝΙΤΙΚΑ

Παναγιωτακάκης Φιλοποίμην
Α.Μ. 305
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι να παρουσιάσει ορισμένες σημαντικές δομικές αλλαγές
της αρβανίτικης διαλέκτου σε σχέση με τα αλβανικά, κάτω απ’την επίδραση της επαφής τους
με τα ελληνικά, που παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά των καταστάσεων εκτεταμένης
γλωσσικής επαφής: αντικατάσταση συνθετικών κατηγοριών από αναλυτικές στο γραμματικό
σύστημα, περισσότερες «μη-φυσικές»μεταβολές και μείωση των πλεονασμών. Θα δείξουμε
πως στην περίπτωση των αρβανίτικων εμφανίζονται φαινόμενα μείωσης και απλοποίησης και
πως η επίδραση των ελληνικών υπήρξε τόσο καταλυτική, με αποτέλεσμα τα αρβανίτικα να
εμφανίζουν πολλά χαρακτηριστικά θνήσκουσας γλώσσας. Βέβαια, πρέπει να αναφέρουμε πως
πολλά απ’τα προαναφερθέντα δυναμικά γλωσσικά γνωρίσματα χαρακτηρίζουν και τη
μεταβολή γλωσσών που δεν υφίστανται συρρίκνωση, όμως σε περιπτώσεις συρρίκνωσης οι
εξελίξεις αυτές είναι απείρως πιο ταχύρρυθμες.

1.Είδη γλωσσικής μεταβολής


Όλες οι ζωντανές γλώσσες αλλάζουν συνεχώς. Η γλωσσική μεταβολή μπορεί να
πραγματωθεί με δύο αρκετά διαφορετικούς τρόπους. Μερικά είδη γλωσσικής αλλαγής
μπορούν να θεωρηθούν «φυσικά» (ενδογενή), με την έννοια ότι εμφανίζονται σε όλα τα
γλωσσικά συστήματα χωρίς να υπάρξει εξωτερική επίδραση και οφείλονται στη φύση των
γλωσσικών συστημάτων καθεαυτών. Αντίθετα, άλλα είδη γλωσσικής μεταβολής μπορούν να
θεωρηθούν «μη-φυσικά» (εξωγενή), με την έννοια ότι εμφανίζονται ως αποτέλεσμα
γλωσσικής επαφής. Σ’αυτή την περίπτωση η μεταβολή δεν οφείλεται στη φύση των
γλωσσικών συστημάτων, αλλά σε συγκεκριμένες διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα κάτω από
συγκεκριμένες κοινωνιογλωσσικές περιστάσεις.
Είναι γενικά παραδεκτό πως οι γλωσσικές ποικιλίες των οποίων οι ομιλητές έχουν συχνή
επαφή με ομιλητές άλλων ποικιλιών, θα μεταβληθούν περισσότερο από εκείνες τις ποικιλίες
των οποίων οι ομιλητές έχουν μικρή εξωτερική επαφή με άλλες γλώσσες. Υπάρχουν πολλά
παραδείγματα ανά τον κόσμο¹ που αποδεικνύουν ότι οι γεωγραφικά περιφερειακές περιοχές
τείνουν να είναι λιγότερο καινοτόμες ως προς τις γλωσσικές αλλαγές.
Απ’τη μελέτη των δυτικοευρωπαϊκών ΙΕ γλωσσών παρατηρούμε πως οι πιο αξιοσημείωτες
αλλαγές που συμβαίνουν κατά την επαφή των γλωσσών περιλαμβάνουν την τάση
μετακίνησης από τις πιο συνθετικές σε πιο αναλυτικές δομές . Σ’ όλες τις περιπτώσεις
παρατηρούμε μείωση στις πτώσεις και αύξηση στη χρήση των προθέσεων, μείωση στις
εγκλίσεις και αύξηση στις περιφραστικές ρηματικές δομές.

1
Σε καταστάσεις μικρής επαφής περιμένουμε μικρότερο βαθμό αλλαγής, περισσότερες
«φυσικές» γλωσσικές μεταβολές, αύξηση του πλεονασμού και τάση για πιο σύνθετες δομές.
Αντίθετα σε περιπτώσεις εκτεταμένης επαφής περιμένουμε γρηγορότερο ρυθμό αλλαγής,
περισσότερες «μη φυσικές» μεταβολές, μείωση των πλεονασμών και τάση για πιο αναλυτικές
δομές.

2.Η περίπτωση της ελληνικής επίδρασης στα αρβανίτικα


Ένας μεγάλος αριθμός χωριών της Αττικής και της Βοιωτίας κατοικείται από κατοίκους
που η καταγωγή τους είναι αλβανικής προέλευσης. Αυτοί οι πληθυσμοί δεν είναι πρόσφατοι
μετανάστες, αλλά απόγονοι των Αλβανών που εισήλθαν στη χώρα σε διάφορες χρονικές
περιόδους, κυρίως ανάμεσα στον 11ο και τον 15ο αιώνα2. Για μεγάλο χρονικό διάστημα
διατήρησαν την ξεχωριστή εθνική τους ταυτότητα, αλλά βαθμιαία αυτή η ταυτότητα άρχισε
να διαβρώνεται. Σήμερα ονομάζουν τους εαυτούς τους Αρβανίτες και τη γλώσσα τους
αρβανίτικα.
Η μελέτη της γλωσσικής επαφής μεταξύ ελληνικών και αρβανίτικων αποδεικνύει πως τα
αρβανίτικα είναι μια θνήσκουσα γλώσσα. Έρευνες που διεξήχθησαν από τους Trudgill και
Τζαβάρα στις συγκεκριμένες περιοχές δείχνουν καθαρά πως η ικανότητα κατανόησης των
αρβανίτικων μειώνεται από γενιά σε γενιά. Ο Trudgill υποστήριξε πως η συγκεκριμένη
περίπτωση γλωσσικής συρρίκνωσης αποτελεί την αντίστροφη πορεία απ’τη γένεση μιας
κρεολής γλώσσας. Όπως μια κρεολή γλώσσα γεννιέται από ένα προϋπάρχον είδος
περιορισμένου στυλιστικά και γραμματικολεξικά κώδικα, του pidgin, με αύξηση των
λειτουργικών ρόλων και περιπλοκοποίηση της σύνταξης, με την αντίστροφη πορεία, δηλαδή
με λεξικογραμματική πτώχευση και λειτουργική συρρίκνωση περιορίζεται η ζωτικότητα μιας
φυσικής γλώσσας (στη συγκεκριμένη περίπτωση των αρβανίτικων).

3.Μείωση-Απλοποίηση
Δύο είναι οι βασικές λειτουργίες που σχετίζονται με τη γλωσσική μεταβολή και τη
γλωσσική συρρίκνωση: η μείωση και η απλοποίηση. Σύμφωνα με τον Hymes, η μείωση
(reduction) αναφέρεται σε αλλαγές που εμφανίζονται στην εσωτερική δομή μιας γλώσσας και
θεωρείται ως πραγματική απώλεια ενός μέρους της γλώσσας, ενώ η απλοποίηση
(simplification) αναφέρεται σε αλλαγές της εξωτερικής δομής της γλώσσας και μπορεί να
θεωρηθεί ως αύξηση της κανονικότητας σε μια γλώσσα .

2
Σύμφωνα με τον Mühlhäusler, η μείωση είναι η απώλεια ενός τμήματος της γραμματικής,
χωρίς να προκαλείται η δημιουργία ενός άλλου στοιχείου για την κάλυψη της συγκεκριμένης
απώλειας.Το σημείο στο οποίο φαίνεται ξεκάθαρα το φαινόμενο της μείωσης σε μια γλώσσα
είναι το λεξιλόγιο.Όσον αφορά την απώλεια δήλωσης του χρόνου, πρέπει να αναφέρουμε πως
υπάρχει διαφωνία για το αν αποτελεί φαινόμενο μείωσης ή απλοποίησης και αυτό γιατί, όπως
θα δούμε και παρακάτω, πολλές φορές είναι δύσκολο να καθοριστεί το είδος της απώλειας.
Η απλοποίηση πάλι, σύμφωνα με τον Mühlhäusler, διακρίνεται σε δύο είδη: Το πρώτο
είδος περιλαμβάνει την αύξηση της μορφοφωνηματικής κανονικότητας ενός συστήματος, την
απώλεια εγκλίσεων και προσφυμάτων και την αύξηση των αμετάβλητων λεκτικών τύπων.Το
δεύτερο είδος απλοποίησης περιλαμβάνει την αύξηση της συμφωνίας ( αναλογίας )μεταξύ ενός
συγκεκριμένου περιεχομένου και της δήλωσής του. Για παράδειγμα στη γλωσσα Tok Pisin, η
δήλωση της αντίθεσης « πολλοί - λίγοι » εκφράζεται με τα / planti – no planti / και είναι
σαφώς πιο απλοποιημένη απ’την αντίστοιχη αγγλική many – few.
Μια τρίτη περίπτωση, πέραν των ανωτέρω, που θα μπορούσε να θεωρηθεί απλοποίηση
είναι η απώλεια των χαρακτηρισμένων κατηγοριών ενός συστήματος και η αντικατάστασή τους
από μη χαρακτηρισμένες κατηγορίες. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, ένα φωνολογικό σύστημα
με λιγότερα χαρακτηρισμένα στοιχεία μπορεί να θεωρηθεί πιο απλό.
Σ’αυτό το σημείο, οφείλουμε να αναφέρουμε πως ο Trudgill ξεκινά την εξέταση των
αρβανίτικων θέτοντας μερικά ερωτήματα: Είναι η διάκριση μείωσης – απλοποίησης σωστή;
Μπορούν τα δύο φαινόμενα να συμβούν ανεξάρτητα; Μπορούν γλώσσες με φυσικούς
ομιλητές να εμφανίσουν μείωση ή το συγκεκριμένο φαινόμενο είναι χαρακτηριστικό των
pidgin γλωσσών;
Η αρχική υπόθεσή του είναι ότι στα αρβανίτικα εμφανίζεται το φαινόμενο της μείωσης
αλλά όχι της απλοποίησης..Αν όντως αποδειχθεί ότι ισχύει η παραπάνω υπόθεση, τότε η
διάκριση μεταξύ μείωσης και απλοποίησης είναι σωστή και θα αποδειχθεί ότι κάτω από
συγκεκριμένες περιστάσεις και οι φυσικές γλώσσες μπορούν να εμφανίσουν μείωση.

Παρακάτω θα ακολουθήσει αναλυτική εξέταση αρκετών δομικών εξελίξεων της αρβανίτικης,


μέσω της οποίας θα φανεί η σχέση των φαινομένων της μείωσης και της απλοποίησης, καθώς
και οι δυσκολίες που συναντούμε στον χαρακτηρισμό των εκάστοτε μεταβολών.

3
4.Μείωση και απλοποίηση στα αρβανίτικα
Η πιο συνήθης μορφή μείωσης στις pidgin γλώσσες (ή τουλάχιστον η πιο εύκολα
διακρινόμενη) είναι η απώλεια του λεξιλογίου. Υπάρχουν πολλά αλβανικά λεξικά στοιχεία
που δεν απαντώνται στα αρβανίτικα και κυρίως πολλά τα οποία ήταν εντελώς άγνωστα στους
Αρβανίτες πληροφοριοδότες που εξέτασε ο Trudgill στις έρευνές του. Υποστηρίζουμε πως
είναι δύσκολο να θεωρηθεί αυτή η περίπτωση ως γνήσια μορφή μείωσης, αφού σε όλες τις
προς εξέταση περιπτώσεις, η αντίστοιχη λέξη στα ελληνικά ήταν γνωστή και σε χρήση
απ’τους ομιλητές των αρβανίτικων. Είναι πιο λογικό να θεωρήσουμε τα ελληνικά λεξικά
στοιχεία ως δάνειες λέξεις που πλέον έχουν γίνει αναπόσπαστο τμήμα των αρβανίτικων.
Συνεπώς το αρβανίτικο λεξιλόγιο έχει γίνει αντικείμενο ανταλλαγής ή επίδρασης αλλά όχι
μείωσης.
Η παραπάνω διαπίστωση γίνεται πιο κατανοητή, αν συγκρίνουμε το λεξικό των
αρβανίτικων «ως όλον» σε σχέση με την κατάσταση που επικρατεί στην κατάκτηση των
προθέσεων και άλλων συσχετιστικών λέξεων. Τα αρβανίτικα και κυρίως η ιδιόλεκτος των
νεαρών ομιλητών, υφίσταται σημαντική μείωση στις προθέσεις και σε άλλες συσχετιστικές
λέξεις. Σε μερικές περιπτώσεις, αλβανικές προθέσεις έχουν απλά αντικατασταθεί από
ελληνικούς τύπους, φαινόμενο που επιβεβαιώνει τα όσα είπαμε παραπάνω περί ανταλλαγής
λεξικών στοιχείων. Σε άλλες όμως περιπτώσεις, πολλοί τύποι έχουν χαθεί και δεν έχουν
αντικατασταθεί από ελληνικούς, αλλά από άλλους αλβανικούς παρόμοιας σημασίας ή χρήσης.

ΑΛΒΑΝΙΚΑ ΑΡΒΑΝΙΤΙΚΑ

about (επίρ. και πρόθ.)3 / rotut / / tor /


round (πρόθεση) / torƏ / / tor /

near (επίρ. και πρόθ.) / pƏrcark / / tor /

Το παραπάνω φαινόμενο αποτελεί ξεκάθαρη περίπτωση μείωσης, αφού υπάρχουν πλέον


σημασιολογικές διακρίσεις που οι νεώτερης ηλικίας Αρβανίτες δεν μπορούν να εκφράσουν
λεξιλογικά (ή τουλάχιστον όχι στα αρβανίτικα).

4
Μια ακόμα σχετικά ξεκάθαρη περίπτωση μείωσης στα αρβανίτικα μας παρέχει το ρηματικό
σύστημα της γλώσσας. Τα αρβανίτικα βέβαια δεν έχουν χάσει εντελώς τη γραμματική δήλωση
του χρόνου, αλλά όσον αφορά τους νεαρούς ομιλητές, έχουν χάσει κάποιους χρόνους και
βρίσκονται στη διαδικασία απώλειας και άλλων. Ενώ οι σύνθετοι ρηματικοί τύποι της
αλβανικής διατηρούνται στο ρηματικό σύστημα των αρβανίτικων, οι μοναδικοί άλλοι τύποι
που βρίσκονται σε πλήρη χρήση είναι ο ενεστώτας και η οριστική του αορίστου.Όλοι οι
άλλοι τύποι που βρίσκονται σε χρήση, δημιουργούνται περιφραστικά με βοηθητικά ρήματα
και παθητικές μετοχές.
Όσον αφορά την περίπτωση της απώλειας των τύπων της οριστικής, ισχυριζόμαστε πως
αποτελούν ξεκάθαρη περίπτωση μείωσης. Οι περισσότεροι Αρβανίτες πλέον χρησιμοποιούν
τύπους αορίστου παρά παρατατικού, όταν θέλουν να αναφερθούν στο παρελθόν, και είναι
σίγουρο πως όταν ολοκληρωθεί η μείωση των γραμματικών χρόνων, τα αρβανίτικα δεν θα
μπόρουν πλέον να εκφράσουν χρονική διάκριση με τους γραμματικά εκφρασμένους χρόνους.
(Αυτό βέβαια ισχύει και για την υποτακτική του παρατατικού, η οποία ταυτίζεται στη μορφή
με την οριστική.)
Οι υπόλοιπες όμως τρεις περιπτώσεις απώλειας των εγκλίσεων δεν είναι και τόσο
ξεκάθαρες: Τί απώλεια είναι, για παράδειγμα, η απώλεια των τύπων της υποτακτικής του
παρακειμένου και του υπερσυντελίκου, που αντικαθίστανται απ’τους αντίστοιχους τύπους
της οριστικής ;
Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αποτελεί μια περίπτωση μερικής απλοποίησης, μια και η
εναλλαγή υποτακτικής – οριστικής είναι αυτόματη και εξαρτάται απ’τον τύπο της πρότασης ή
της σύνδεσης που υπάρχει (παρατακτική ή υποτακτική), όμως επιπλέον περιλαμβάνει την
απώλεια μιας χαρακτηρισμένης κατηγορίας, γεγονός που σύμφωνα με τον Mühlhäusler μας
παραπέμπει σε απλοποίηση. Παρ’όλα αυτά, υπάρχουν μερικές περιπτώσεις που η επιλογή της
έγκλισης είναι προαιρετική, όπως για παράδειγμα στις χρονικές προτάσεις μετά απ’τον
σύνδεσμο / posá /. Σ’ αυτή την περίπτωση θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε την απώλεια ως
μια υφολογική μείωση.
Η ευκτική έγκλιση των αρβανίτικων έχει αντικατασταθεί από περιφραστικές δομές που
στηρίζονται στην ελληνική με χρήση του ελληνικού απρόσωπου τύπου μακάρι.

ΑΛΒΑΝΙΚΑ ΑΡΒΑΝΙΤΙΚΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

pifša / makari tƏ pi / / makari na pjo /


pifšim / makari tƏ pimƏ / / makari na pjiume /

5
Αντίστοιχα, η υποθετική έγκλιση συχνά αντικαθίσταται από περιφραστικές δομές με τον όρο
/preps/, ο οποίος προέρχεται φυσικά απ’ το ελληνικό απρόσωπο πρέπει.
Οι παραπάνω περιπτώσεις δείχνουν μια τάση αντικατάστασης των συνθετικών δομών από
αναλυτικές, γεγονός που είναι κοινός τόπος στη δημιουργία των pidgin γλωσσών και
σχετίζεται φυσικά με τη γλωσσική μεταβολή (βλ. και Dorian 1973). Το πρόβλημα εδώ είναι
το πώς κατηγοριοποιούμε μεταβολές σαν κι αυτές. Απ’ τη μια μεριά, όντως αντικατοπτρίζουν
μια απώλεια της γλώσσας, όμως τα αρβανίτικα έχουν ακόμα τη δυνατότητα να εκφράσουν τις
συγκεκριμένες έννοιες το ίδιο καλά με τα αλβανικά. Συνεπώς οι συγκεκριμένες περιπτώσεις
δεν αποτελούν μείωση. Μπορούμε όμως να αβίαστα να υποστηρίξουμε πως οι παραπάνω
αλλαγές αποτελούν απλοποιήσεις; Είναι δύσκολο να ισχυριστούμε πως οι παραπάνω αλλαγές
«αυξάνουν την κανονικότητα» του ρηματικού συστήματος, όμως απ’την άλλη μεριά
αποτελούν απώλεια εγκλίσεων και χαρακτηρισμένων κατηγοριών.
Λύση στο πρόβλημά μας δίνει ο Mühlhäusler, ο οποίος διακρίνει δύο είδη απλοποίησης.
Υποστηρίζει πως υπάρχει η ολική απλοποίηση και η απλοποίηση με κόστος, δηλαδή
απλοποίηση σε ένα συστατικό της γλώσσας με αντίστοιχη περιπλοκή σε ένα άλλο σημείο της
γλώσσας για να ικανοποιηθεί η αρχή της ισσοροπίας του συστήματος. Στην προκειμένη
περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε με ολική απλοποίηση, αλλά με απλοποίηση με κόστος και
φυσικά το κόστος εντοπίζεται στην αύξηση της συντακτικής πολυπλοκότητας.
Aντίστοιχα συμπεράσματα βγάζουμε και απ’την εξέταση του ονοματικού συστήματος των
αρβανίτικων. Το όνομα στην αλβανική έχει τέσσερις μορφολογικά εκφρασμένες πτώσεις:
ονομαστική, αιτιατική, γενική-δοτική και αφαιρετική. Επίσης εμφανίζει διαφορετικές κλίσεις
για τους οριστικούς και τους αόριστους τύπους. Στα αρβανίτικα οι οριστικοί τύποι της
γενικής δεν διακρίνονται πλέον απ’τους αόριστους, αφού οι αόριστοι τύποι έχουν
αντικατασταθεί απ’τους οριστικούς. Το φαινόμενο αυτό δεν απεικονίζει αύξηση της
κανονικότητας ή απώλεια μιας γραμματικής κατηγορίας. Όμως αποτελεί απώλεια μιας
διάκρισης και γι’αυτό θα μπορόυσε να θεωρηθεί μια μορφή μείωσης γιατί τα αρβανίτικα δεν
μπορούν πλέον να διακρίνουν μεταξύ οριστικού και αόριστου τύπου στη γενική πτώση.
Παρ’όλα αυτά, το συγκεκριμένο παράδειγμα έχει και κάποια χαρακτηριστικά απλοποίησης.
Περιλαμβάνει την απώλεια των κλιτικών καταλήξεων, γεγονός που μας υποχρεώνει να
θεωρήσουμε πως η συγκεκριμένη εξέλιξη είναι προϊόν μείωσης και απλοποίησης ταυτόχρονα.
Ένα ακόμα παράδειγμα απώλειας στο ονοματικό σύστημα μας παρέχει η αφαιρετική. Η
αφαιρετική έχει πλέον εκλείψει στα αρβανίτικα και έχει αντικατασταθεί από προθετικές
φράσεις. Μπορούμε να αποδώσουμε την αιτία αυτής της εξέλιξης είτε στην επίδραση της

6
ελληνικής , είτε στη γενικότερη κοινωνιογλωσσική κατάσταση μέσα στην οποία
πραγματώνεται η χρήση της αρβανίτικης διαλέκτου. Η συγκεκριμένη απώλεια, βέβαια,
πρέπει να θεωρηθεί ανάλογη με την εξέλιξη της ευκτικής και γι’αυτό υποστηρίζουμε πως για
μια άλλη φορά έχουμε να κάνουμε με μια απλοποίηση με κόστος.
H αλβανική επίσης έχει μια σειρά συνδετικών μορίων, τα οποία συνδέουν ουσιαστικά με
επίθετα και ουσιαστικά με προσδιορισμούς σε γενική. Αυτά τα μόρια εξασφαλίζουν συμφωνία
σε γένος, αριθμό και πτώση μεταξύ ουσιαστικού και επιθέτου (ή προσδιορισμού) και δίνουν στο
ουσιαστικό οριστική χροιά.

/ park i cytetit / a πάρκο + μόριο + της πόλης a το πάρκο της πόλης

/ burƏ i mirƏ / a άνθρωπος + μόριο + καλός a ο καλός άνθρωπος

Το σύστημα των συνδετικών μορίων στα αρβανίτικα, συγκρινόμενο με το αντίστοιχο της


αλβανικής, παρουσιάζει συρρίκνωση. Στα αρβανίτικα πλέον οι οριστικοί και οι αόριστοι
τύποι των συνδετικών μορίων είναι ταυτόσημοι· επίσης παρατηρούμε πως αυτή η εξέλιξη
είναι αρκετά πρόσφατη, μιας και λίγοι Αρβανίτες μεγάλης ηλικίας διατηρούν ακόμα
ξεχωριστούς τύπους. Ακόμα, πρέπει να αναφέρουμε πως η απώλεια των συνδετικών μορίων
στα αρβανίτικα πιθανόν να σχετίζεται με το γεγονός ότι επίθετα μη αλβανικής προέλευσης δεν
απαιτούν τα συγκεκριμένα μόριa. Συνεπώς, λόγω του μεγάλου αριθμού ελληνικών λεξικών
δανείων στα αρβανίτικα, περιμένουμε η χρήση των μορίων να είναι σαφώς πιο περιορισμένη
απ’τα αλβανικά.
Με μια πρώτη ματιά, μπορούμε να θεωρήσουμε το συγκεκριμένο φαινόμενο ως ξεκάθαρη
περίπτωση μείωσης,, αφού σχεδόν σε όλες τις ηλικιακές ομάδες έχει χαθεί η διάκριση μεταξύ
οριστικών και αόριστων τύπων. Παρ’όλα αυτά, απ’τη στιγμή που τα συνδετικά μόρια
εξακολουθούν να συμφωνούν με το προϋπάρχον ουσιαστικό, η διάκριση συνεχίζει να
υφίσταται: Φαίνεται απ’τη μορφολογία του ουσιαστικού αν πρόκειται για οριστικό ή αόριστο
τύπο. Συνεπώς τα συνδετικά μόρια στα αρβανίτικα εξακολουθούν να λειτουργούν ως
συνδετικά στοιχεία μεταξύ ουσιαστικών και επιθέτων και ως δείκτες συμφωνίας σε γένος,
αριθμό και πτώση, αλλά η οριστικότητα πλέον δηλώνεται μόνο στο ουσιαστικό και όχι και στο
ουσιαστικό και στο συνδετικό μόριο. Συνεπώς, η συγκεκριμένη απώλεια είναι απώλεια
πλεονασμού και πρέπει να την θεωρήσουμε ως φαινόμενο απλοποίησης4.

7
Υπάρχουν δύο ακόμα δομικές μεταβολές που μοιάζουν αρκετά με το προηγούμενο φαινόμενο
των συνδετικών μορίων ως προς την απώλεια του πλεονασμού του συστήματος. Το πρώτο
αφορά τον μέλλοντα, ο οποίος στα αλβανικά σχηματίζεται με το μόριο / do / (=θα ) και τον
τύπο της υποτακτικής του ενεστώτα.:

Οριστική Ενεστώτα Yποτακτική Ενεστώτα Mέλλοντας


/ pi / / tƏ pi / / do tƏ pi /
Ο τύπος / tƏ/ μεταφράζεται στα αγγλικά με το that είναι σχεδόν αντίστοιχος με το ελληνικό
μόριο να. Οι αντίστοιχοι τύποι στα αρβανίτικα είναι οι ακόλουθοι:

Οριστική Ενεστώτα Υποτακτική Ενεστώτα Μέλλοντας


/ pi / / tƏ pi / / do pi /
Παρατηρούμε ότι τα αρβανίτικα έχουν χάσει στη δομή του μέλλοντα το μόριο / tƏ /.Είναι
λογικό να υποστηρίξουμε πως αυτή η πρόσφατη 5απώλεια συνέβη κάτω απ’την επίδραση των
ελληνικών, τα οποία σχηματίζουν τον τύπο του μέλλοντα με το μόριο θα και την υποτακτική

του ενεστώτα, χωρίς να εντάσσουν στη δομή το αντίστοιχο του μορίου / tƏ /που είναι το να.
Έτσι λοιπόν η δομή του μέλλοντα στα τρία συστήματα είναι η ακόλουθη:

ΑΛΒΑΝΙΚΑ ΑΡΒΑΝΙΤΙΚΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ


/ do tə pi / / do pi / / θa pjo /
Μπορούμε επίσης να υποστηρίξουμε ότι στην προκειμένη περίπτωση η εξέλιξη μοιάζει πολύ
με την εξέλιξη των pidgin γλωσσών: Έχουμε απώλεια του πλεονασμού που επικρατεί στο

σχηματισμό του μέλλοντα. Το μόριο / tə/ είναι ξεκάθαρα πλεοναστικό, μιας και το μόριο / do /
λειτουργεί ως χαρακτηριστής του μέλλοντα.
Το τελευταίο παράδειγμα απώλειας πλεονασμού προέρχεται από συγκεκριμένους τύπους
ερωτήσεων των αρβανίτικων. Οι ερωτηματικές δομές στα αλβανικά εισάγονται γενικά είτε με

το ερωτηματικό μόριο / a /, είτε με ερωτηματικές αντωνυμίες. Στα αρβανίτικα το ερωτηματικό

μόριο / a / έχει εκλείψει.

ΑΛΒΑΝΙΚΑ ΑΡΒΑΝΙΤΙΚΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ


/ a ke par΄a / / ke par΄a / / exis left΄a /

8
Για μια ακόμα φορά οδηγούμαστε στο συμπέρασμα μιας πιθανής επίδρασης απ’τα
ελληνικά, αλλά πρέπει πάλι να τονίσουμε την απώλεια του συνταγματικού πλεονασμού.Η
ερωτηματική δομή εκφράζεται πλέον σε δομές σαν και την παραπάνω μόνο απ’τον
επιτονισμό, παρά απ’τον επιτονισμό και το ερωτηματικό μόριο (φαινόμενο που συμβαίνει στην
αλβανική.)
Οι τρεις παραπάνω περιπτώσεις απώλειας του πλεονασμού δεν αποτελούν χαρακτηριστικό
γνώρισμα απλοποίησης όπως αυτά που αναφέραμε παραπάνω. Παρ’όλα αυτά, πρέπει να
θεωρήσουμε τέτοια φαινόμενα ως παραδείγματα απλοποίησης. Η απώλεια του γραμματικού
γένους, των κλίσεων, των συζυγιών και των κλιτικών καταλήξεων (συνήθη φαινόμενα στις
pidgin γλώσσες ) είναι φαινόμενα που θα μπορούσαν να χαρακτηριστουν ως απώλεια του
παραδειγματικού πλεονασμού. Αφού λοιπόν αυτά θεωρούνται τυπικά παραδείγματα ολικής

απλοποίησης, περιπτώσεις απώλειας του συνταγματικού πλεονασμού ( όπως η απώλεια του / tə

/ στον μέλλοντα και η απώλεια του / a / στις ερωτηματικές δομές ) θα πρέπει εξίσου να
θεωρηθούν φαινόμενα ολικής απλοποίησης.

5.Συμπέρασμα
Η μελέτη της γλωσσικής επαφής των αρβανίτικων με τα ελληνικά, μας φανερώνει
ξεκάθαρα δείγματα μείωσης, όπως για παράδειγμα, η απώλεια των σχετιστικών λέξεων και η
απώλεια του παρατατικού.
Υπάρχουν επίσης παραδείγματα αντικατάστασης συνθετικών δομών από αναλυτικές, όπως η
αλλαγή της δομής της ευκτικής και της υποθετικής έγκλισης και η απώλεια της αφαιρετικής.
Αυτές οι αλλαγές αποτελούν φαινόμενα απλοποίησης με κόστος, δηλαδή με αντίστοιχη
περιπλοκή σ’ένα άλλο σημείο για να ικανοποιηθεί η αρχή της ισορροπίας του συστήματος.
Τέλος, υπάρχουν και τρεις περιπτώσεις απώλειας του συνταγματικού πλεονασμού, που

θεωρούνται δείγματα ολικής απλοποίησης : Η απώλεια του / tə /, η απώλεια του


ερωτηματικού μορίου / a / και η απώλεια του οριστικού συνδετικού μορίου. Παρ’όλα αυτά,
τα αρβανίτικα δεν εμφανίζουν κανένα παράδειγμα απώλειας του παραδειγματικού
πλεονασμού (απώλεια γραμματικών γενών, κλίσεων και συζυγιών ).
Ως προς τα ερωτήματα που τέθηκαν στην αρχή, παρατηρούμε πως η διάκριση μεταξύ
μείωσης και απλοποίησης μπορεί να θεωρηθεί χρήσιμη, ειδικά στη μελέτη των pidgin και των
κρεολών γλωσσών, όμως δεν είναι σαφώς οριοθετημένη και πολλές φορές υπάρχει δυσκολία
διάκρισης του είδους της απώλειας. Απ’τη μελέτη των αρβανίτικων, σύμφωνα και με τον
Trudgill, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το αν οι δύο διαδικασίες είναι απόλυτα

9
ξεχωριστές. Πάντως, απ’τα παραδείγματα φαίνεται πως η διαδικασία της μείωσης μπορεί να
εμφανίζεται, σε ένα βαθμό, και στις γλώσσες με φυσικούς ομιλητές και δεν είναι
αποκλειστικό φαινόμενο των pidgin γλωσσών. Γι’αυτούς τους λόγους, ο χαρακτηρισμός της
γλωσσικής συρρίκνωσης των αρβανίτικων ως « πορεία αντίθετη απ’τη γένεση μιας κρεολής
γλώσσας », μπορεί να είναι ακριβής κοινωνιογλωσσολογικά, όμως οι παραλληλισμοί δεν είναι
πάντα απολύτως ταυτόσημοι.
Η περίπτωση της συγκεκριμένης θνήσκουσας γλώσσας, όπως παραδέχεται και ο ίδιος ο
Trudgill στο τέλος της έρευνάς του, είναι διαφορετική απ’την εξέλιξη των pidgin γλωσσών.
Τα αρβανίτικα έχουν φυσικούς ομιλητές και ο περιορισμός στη χρήση τους δεν είναι ακόμα
τόσο απόλυτος, όσο στις pidgin γλώσσες. Οι νεαροί ομιλητές έχουν βέβαια «ατελή» γνώση
της γλώσσας, όμως είναι σε θέση να επικοινωνούν με τους επαρκείς ομιλητές μεγαλύτερης
ηλικίας. Ακόμα, πρέπει να αναφέρουμε πως η συγκεκριμένη περίπτωση γλωσσικής επαφής
είναι, σ’ένα βαθμό, δίγλωσση, ενώ οι περιπτώσεις των pidgin γλωσσών περιλαμβάνουν
επαφή τριών τουλάχιστον γλωσσικών κοινοτήτων.
Παρ’όλα αυτά, τα αρβανίτικα βρίσκονται ήδη σε τροχιά έκλειψης. Πολύ σύντομα υπάρχει
ο κίνδυνος να πάψουν να υφίστανται ως ξεχωριστή γλώσσα κι αυτό γιατί δεν αποτελούν
πλέον χαρακτηριστικό σύμβολο της εθνικής ταυτότητας των Αρβανιτών. Οι
κοινωνιογλωσσολογικές προεκτάσεις της γλωσσικής επαφής ελληνικών – αρβανίτικων είναι
πολύ ενδιαφέρουσες και αναλύονται απ’τον Trudgill, όμως δεν αποτελούν θέμα της
παρούσης εργασίας.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1.Χαρακτηριστικό παράδειγμα η «συντηρητικότητα» της Φαροϊκής σε σύγκριση με τα Νορβηγικά. Τα Φαροϊκά


θεωρούνται συντηρητικά, γιατί αν και έχουν κοινό πρόγονο με τα Νορβηγικά (=τα Δανικά),διαφέρουν στο ότι
αντιστέκονται περισσότερο στις γλωσσικές μεταβολές απ’ ότι τα Νορβηγικά.

2.Η είσοδος των πληθυσμών αυτών διευκολύνθηκε απ’την κατάσταση που επικρατήσε στο χώρο των
Βαλκανίων κυρίως μετά την κατάρρευση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.

3.Οι όροι καταγράφονται στα αγγλικά για να φανεί καλύτερα η σημασιολογική τους διαφοροποίηιση.

4.Παρ’όλο που η συγκεκριμένη απώλεια θα μπορούσε να θεωρηθεί ταυτόχρονα μείωση και απλοποίηση.

5.Είμαστε σίγουροι ότι πρόκειται για πρόσφατη εξέλιξη στο σχηματισμό του μέλλοντα, γιατί ο Trudgill
κατέγραψε τύπο που διατηρεί το μόριο tƏ ( /do tƏ jap / = θα δώσω ) από αιωνόβιο άτομο (ηλικίας 102
ετών).

10
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

 Dorian, N.C. (1973): “Grammatical change in a dying dialect”. Language 49, 413-438

 Hymes, D.H. (ed.) (1971): “Pidginisation and Creolisation of Languages”,


London: Cambridge University Press.

 Mühlhäusler, P. (1974): “Pidginisation and Simplification of Language”,


Camberra: Pacific Linguistics, pp. 13-26.

 Trudgill, P. (1983): “Language Contact and Language Change”.


Στο P. Trudgill , On Dialect – Social and Geographical Perspectives.
Great Britain: Basil Blackwell, pp.102-107.

 Trudgill, P. (1983): “Language Contact in Greece”.


Στο P. Trudgill , On Dialect – Social and Geographical Perspectives.
Great Britain: Basil Blackwell, pp.108-126.

 Τσιτσιπής Λουκάς (1984): Κοινωνιογλωσσικά προβλήματα των Ομιλητών της


Αρβανίτικης από τη σκοπιά της Εθνογραφίας της Γλώσσας. Στο Μελέτες για την ελληνική
γλώσσα, Πρακτικά της 5ης ετήσιας συναντησης του Τομέα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής
Σχολής του Α.Π.Θ. ,Θεσσαλονίκη, 269-298.

 Τσιτσιπής Λουκάς (1985): Δομικά και λειτουργικά προβλήματα γλωσσικής συρρίκνωσης:


Η Ελληνοαλβανική διάλεκτος και άλλες περιπτώσεις. Στο Μελέτες για την ελληνική
γλώσσα, Πρακτικά της 6ης ετήσιας συναντησης του Τομέα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής
Σχολής του Α.Π.Θ. ,Θεσσαλονίκη, 259-273.

11

You might also like