Professional Documents
Culture Documents
Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΑΘΗΝΑ 2019
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
2
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
Email: maria.drimi@gmail.com
3
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
4
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
Άνδρας
ΠΕΡΙΛΗΨΗ:
Ο θάνατος της Ευφροσύνης Ντόμινου είναι το τέλος μιας εποχής για τα παιδιά
της και η αφορμή να δουν με άλλο μάτι τις ζωές τους.
ΣΚΗΝΙΚΑ:
To τραγούδι που ακούγεται είναι το “Weeping song” των Nick Cave and the
Bad Seeds, από το άλμπουμ «The good son”, Mute 1990.
5
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
6
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
[Αμέσως μετά τον θάνατο της Ευφροσύνης Ντόμινου, στο σπίτι της. Ο γιος της,
Χρήστος Ντόμινος, ντυμένος με σκουρόχρωμα ρούχα και αξύριστος, τακτοποιεί το
δωμάτιο. Οι κινήσεις του είναι αργές και αμήχανες και κάθε τόσο στέκεται και
περιεργάζεται φωτογραφίες και αντικείμενα. Σε μια φωτογραφία στέκεται περισσότερο.
Έχει δακρύσει και σκουπίζει τα μάτια του. Βάζει ένα σι-ντί στο CD player. Ακούγεται
το “Weeping song” των Nick Cave and the Bad Seeds. Ο Χρήστος κάθεται στον
καναπέ και παίρνει ένα βιβλίο από το τραπεζάκι.
Μπαίνει η Φρόσω Ντόμινου (σαν φάντασμα). Φοράει λευκή νυχτικιά και λευκές
παντόφλες. Είναι μακιγιαρισμένη έτσι ώστε να δείχνει πολύ χλωμή, σχεδόν άσπρη.
Περπατάει αργά μέσα στο δωμάτιο υπό τους ήχους του τραγουδιού. Στέκεται για λίγο
πίσω από τον Χρήστο που διαβάζει αμέριμνος και βάζει το χέρι της πάνω από το κεφάλι
του σαν να πρόκειται να τον χαϊδέψει, όμως το τραβάει πίσω. Βγαίνει πάλι από το
δωμάτιο με αργό βήμα.
Μπαίνει ο Θέμης Σωτηριάδης, σύντροφος του Χρήστου. Φοράει Τ-shirt με logo,
κρατάει σακίδιο πλάτης. O Χρήστος σηκώνεται κρατώντας το βιβλίο].
ΧΡΗΣΤΟΣ: Ήρθες…
[Ο Θέμης τον αγκαλιάζει με φανερό πάθος. Μένουν για λίγο αγκαλιασμένοι και ο
Χρήστος λύνεται σε βουβούς λυγμούς. Το βιβλίο πέφτει κάτω. Χωρίζουν από το
αγκάλιασμα].
ΘΕΜΗΣ: (τρυφερά, σηκώνοντας από κάτω το βιβλίο ανοιχτό στη σελίδα που διάβαζε
ο Χρήστος) Τι διαβάζεις πάλι; Ακόμα και σήμερα; (προσπαθώντας να τον
διασκεδάσει, διαβάζει απαγγέλλοντας) «Καμιά φορά το κάρβουνο/ Μας ξαφνιάζει
με την αγνότητά του»…
ΘΕΜΗΣ: Κι έχεις και την άλλη θανατίλα, τον Νικ Κέιβ. (κλείνει τη μουσική)
7
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΘΕΜΗΣ: Ανούσιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ: Σεβαστό όμως. Μεταξύ μας, σκέφτεται και το οικονομικό.
9
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΓΚΑΛΙΝΑ: Όκι, κύριο Τέμη. Ντεν φοράω εγκώ φουστάνια κυρίας Φρόσω!
ΘΕΜΗΣ: Την αγαπάω τη Γκαλίνα και θα την πειράζω όσο θέλω. Και η
Φρόσω την πείραζε.
ΓΚΑΛΙΝΑ: Κυρία Φρόσω ήταν κρυσό άντρωπο. Λυπόταν που εγκώ ντεν έχει
άντρα. «Να κοιτάς έξω, Γκαλίνα, μόνο καλούς αντρώπους», έλεγκε. (Το
φάντασμα της Φρόσως γνέφει καταφατικά). «Καλό άντρωπο φέρνει ευτυκία, όκι
πολλά λεφτά. Λεφτά είναι ντυστυκία. Κρήστος και Τέμης αγκαπημένοι. Ντεν
με νοιάζει που είναι άντρα με άντρα. Αλίκη και τσιφούτης; Τι κατάλαβε το
παιντί μου τόσα κρόνια;»
[Η Γκαλίνα αφήνει τα φουστάνια σε μια καρέκλα και αρχίζει να μπαινοβγαίνει κάνοντας
δουλειές. Το φάντασμα της Φρόσως πλησιάζει την καρέκλα, παίρνει ένα ένα τα
φουστάνια και τα προβάρει επάνω της. Σηκώνει το ένα, σαν να δηλώνει προτίμηση].
ΘΕΜΗΣ: Ανοιχτό μυαλό η Φρόσω.
[Το φάντασμα της Φρόσως αφήνει τα φουστάνια, ρίχνει μια ματιά στον Θέμη και
αποχωρεί από τη σκηνή].
ΘΕΜΗΣ: Αντίθετα με τον πατέρα σου. Θυμάμαι τον κύριο Μιλτιάδη, την
πρώτη φορά που ήρθα στο σπίτι σας. Προσπαθούσε να είναι ευγενικός, όμως
με έκοβε με τα μάτια πατόκορφα, σχεδόν με σιχασιά.
ΧΡΗΣΤΟΣ: Όταν όμως άρχισες να του μαθαίνεις τον υπολογιστή... Μπήκες
στην καρδιά του.
10
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
[Μπαίνει η Γκαλίνα].
ΓΚΑΛΙΝΑ: Ήρτε κυρία Αλίκη με κύριο Πλούταρκο. Παρκάρει Μερσεντές
κάτω.
11
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
[Μπαίνει η Γκαλίνα].
ΓΚΑΛΙΝΑ: Γεια σας, κυρία Αλίκη, κύριο Πλούταρκο. Γεια σου, Ντιάνα.
(Μικρή σιωπή)
ΑΛΙΚΗ: Να δω τι διάλεξες;
ΧΡΗΣΤΟΣ: (παίρνει τα φουστάνια από την καρέκλα) Ένα από αυτά τα δύο.
ΑΛΙΚΗ: (περιεργάζεται τα φουστάνια. Δεν διαλέγει αυτό που προτιμούσε το
φάντασμα της Φρόσως) Αυτό, που δεν είναι πολύ σκούρο. Η μαμά είχε λευκή
επιδερμίδα. Το άλλο θα την χλωμιάζει πολύ.
12
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΝΤΙΑΝΑ: Ανατρίχιασα.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: (στην Αλίκη) Ούτε αυτή την πληροφορία μου είχες δώσει.
ΑΛΙΚΗ: Ήμασταν παιδιά. Καταλάβαινα ότι με έβλεπε κάπως, αλλά δεν
είχαμε τίποτα κοινό. Δεν του έδωσα ποτέ θάρρος ούτε κάναμε ιδιαίτερη
παρέα. Απλώς μιλούσαμε καμιά φορά στο τηλέφωνο.
14
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
15
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
για να διαπιστώσουμε ότι είχαν κι άλλο πιάνο. Ο κόσμος δεν πάει καλά.
Καθόλου καλά!
ΘΕΜΗΣ: Μπορεί να ήταν κάποιος μουσικός.
ΧΡΗΣΤΟΣ: Ήρθε ο ίδιος; Είχε πει ότι θα έστελνε έναν υπάλληλό του…
[Μπαίνει ο Ιάκωβος Κατωπόδης. Φοράει κοστούμι και πουκάμισο σε γκρίζες
αποχρώσεις και σκούρα καπαρντίνα. Κρατάει δερμάτινη τσάντα].
ΧΡΗΣΤΟΣ: Ιάκωβε! Δεν περίμενα ότι θα ερχόσουν ο ίδιος.
ΙΑΚΩΒΟΣ: (δίνοντας το χέρι στον Χρήστο) Είπα να έρθω να σας δω από κοντά.
Ζωή σε σένα. Να ζήσεις να τη θυμάσαι. (στρέφεται προς την Αλίκη με ύφος
συμπονετικό και ταυτόχρονα λιγωμένο και της δίνει το χέρι) Αλίκη μου…
Συλλυπητήρια για τη μητέρα σου…
ΑΛΙΚΗ: Ευχαριστώ…
ΙΑΚΩΒΟΣ: Πάει τόσος καιρός…(συνεχίζει να της κρατάει το χέρι) … που
έχουμε να συναντηθούμε… Δεν έχεις αλλάξει καθόλου.
ΑΛΙΚΗ: (τραβώντας το χέρι) Ε, πώς… Περνάνε τα χρόνια… Να σου συστήσω
τον σύζυγό μου.
16
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΙΑΚΩΒΟΣ: Λυπήθηκα πολύ για την κυρία Φρόσω. Είχα κάμποσα χρόνια να
τη δω. Είχα μάθει ότι τώρα τελευταία ήταν πολύ άρρωστη.
ΧΡΗΣΤΟΣ: Ναι, τόσο που δεν θα την αναγνώριζες.
ΙΑΚΩΒΟΣ: Μαυρίδου!
ΑΛΙΚΗ: Ναι. Μαυρίδου. Οι γονείς της ήταν Πόντιοι. Η μαμά της έφτιαχνε
πιροσκί. Τι μου θύμισες…
ΙΑΚΩΒΟΣ: Βλέπεις καμιά τους;
17
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
(Σιωπή)
(Μικρή σιωπή)
ΙΑΚΩΒΟΣ: (ανοίγει ένα ντοσιέ με χαρτιά και σημειώνει κάτι) Θέλουμε χορωδία;
[Κοιτάζονται].
18
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΧΡΗΣΤΟΣ: Δυο-τρεις φορές είχε πάει όλες κι όλες. Μετά δεν ξαναπάτησε.
ΑΛΙΚΗ: Την είχε φάει ο μπαμπάς. Της έλεγε ότι έμπλεξε με τους
εθνικόφρονες. (το φάντασμα της Φρόσως γνέφει κοροϊδευτικά)
ΧΡΗΣΤΟΣ: Εντάξει.
[Κοιτάζονται πάλι].
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: κ. Κατωπόδη, η πεθερά μου έμεινε πολύ καιρό στο
νοσοκομείο. Στο τέλος η όψη της ήταν… τρομακτική. (το φάντασμα της Φρόσως
κάνει χειρονομία σαν να ετοιμάζεται να δώσει ανάποδη στον Πλούταρχο) Είπατε
19
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
εξάλλου ότι την είδατε. Γι’ αυτό μας βλέπετε διστακτικούς… (κοιτάει αυστηρά
τον Χρήστο)
ΙΑΚΩΒΟΣ: Μη νοιάζεστε. Αυτό διορθώνεται εύκολα. Με μακιγιάζ και
botox.
20
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
21
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
[Το φάντασμα της Φρόσως αποχωρεί από τη σκηνή. Στο δωμάτιο μένουν ο Χρήστος κι
η Ντιάνα. Η Γκαλίνα πηγαινοέρχεται κάνοντας δουλειές. Τα φώτα χαμηλώνουν].
ΤΕΛΟΣ ΣΚΗΝΗΣ
22
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
[Στο γραφείο τελετών «Το Μαύρο Περιστέρι» του Ιάκωβου Κατωπόδη· ένα απλό
γραφείο, εντελώς γυμνό-μόνο μερικά χαρτιά υπάρχουν επάνω του, μια πολυθρόνα πίσω
και δύο πολυθρόνες (ή καρέκλες) μπροστά. Μια εικόνα του Χριστού στον τοίχο. Ένα
μαύρο περιστέρι σε πίνακα (ή σε ομοίωμα πάνω στο γραφείο). Καθισμένοι απέναντι, στο
γραφείο, ο Ιάκωβος Κατωπόδης και η Αλίκη συζητούν. Ο Ιάκωβος σημειώνει κάτι στα
χαρτιά του].
ΑΛΙΚΗ: Ναι.
ΙΑΚΩΒΟΣ: Δύο χιλιάδες. Δεν μπορώ να κόψω παραπάνω.
ΑΛΙΚΗ: Καταλαβαίνω.
ΙΑΚΩΒΟΣ: Θέλω να ξέρεις ότι αυτή τη δουλειά προσπαθώ να την κάνω όσο
πιο τίμια μπορώ. Όχι μόνο για σένα… Για όλους τους πελάτες. Δεν θέλω να
εκμεταλλεύομαι τον ανθρώπινο πόνο.
[Η Αλίκη σωπαίνει].
ΙΑΚΩΒΟΣ: Τι σκέφτεσαι;
ΑΛΙΚΗ: Θα ήθελα πίσω εκείνα τα αθώα χρόνια. Η μαμά νέα, το σχολείο, τα
πάρτι, τα φλερτ… Οι δάσκαλοί μας, μετά οι καθηγητές, οι συμμαθητές… Πού
πήγαν τόσοι άνθρωποι; Τόσες μέρες; Τόσα χρόνια;
ΙΑΚΩΒΟΣ: Η ζωή περνάει… Εσύ τουλάχιστον έκανες οικογένεια… Για
μένα δεν ήταν καθόλου εύκολα χρόνια.
ΑΛΙΚΗ: Γιατί;
ΙΑΚΩΒΟΣ: Δεν τα έχω πει ποτέ. Δεν είχα και πού να τα πω.
ΑΛΙΚΗ: Φίλους;
ΙΑΚΩΒΟΣ: Κανέναν. Ούτε στο σχολείο. Δυσκολευόμουν να πλησιάσω τα
άλλα παιδιά. Ντρεπόμουν για τη δουλειά του πατέρα μου. Και για το ίδιο μου
το επώνυμο: Κατωπόδης. Σα να έρχεται κατευθείαν από τον Κάτω Κόσμο.
Είχα φάει πολύ δούλεμα.
ΑΛΙΚΗ: Γι’ αυτό δεν ερχόσουν μαζί μας ούτε στα πάρτι, ούτε στις κοπάνες…
ΙΑΚΩΒΟΣ: Δεν με καλούσαν. Με κορόιδευαν για το «Μαύρο Περιστέρι».
Με φώναζαν «μαύρο κοράκι», ζωγράφιζαν φέρετρα στο θρανίο μου. Όταν
έμπαινα στην τάξη, σκούνταγαν ο ένας τον άλλον με διπλωμένα τα δάχτυλα
(δείχνει) κι έλεγαν «πάνω σου ο Κατωπόδης».
ΑΛΙΚΗ: Ποτέ;
ΙΑΚΩΒΟΣ: Εννοώ ποτέ για πολύν καιρό… Όσες φορές δοκίμαζα να κάνω
σταθερή σχέση, χάλαγε όταν η κοπέλα μάθαινε τη δουλειά μου. Μόνο με μία
κράτησε σχεδόν ένα χρόνο. Της είχα πει ότι είμαι διαφημιστής.
24
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΙΑΚΩΒΟΣ: Έτυχε να πεθάνει μια θεία της, εδώ στην περιοχή μας. Ήρθε
στην κηδεία, εγώ δεν το ήξερα, είχε άλλο επώνυμο η πεθαμένη. Με είδε να
συντονίζω την τελετή, έχασε το χρώμα της. Όλοι νόμισαν ότι ήταν
συγκινημένη για τη θεία της. Τη συγκράτησαν να μην πέσει, της έκαναν αέρα,
κόντεψε να λιποθυμήσει. Την άλλη μέρα μου έστειλε μήνυμα στο κινητό να
διακόψουμε. Στα σαράντα της θείας ούτε που με χαιρέτησε. (Σωπαίνει για λίγο)
Πες μου εσύ τα δικά σου…
ΑΛΙΚΗ: Έδωσα δυο φορές Πανελλήνιες. Δεν πέρασα. Πήγα σε μια ιδιωτική
σχολή. Μετά δούλεψα ως γραμματέας σε μια βιοτεχνία επίπλων στο
Περιστέρι. Εκεί γνώρισα τον Πλούταρχο. Είχε την εταιρεία που έκανε τις
μεταφορές.
ΙΑΚΩΒΟΣ: Κάτι μου είχε πει ο Χρήστος μια φορά που συναντηθήκαμε
τυχαία.
ΑΛΙΚΗ: Η μαμά δεν τον ήθελε τον Πλούταρχο. Της φαινόταν μεγάλος, της
φαινόταν συντηρητικός, τον θεωρούσε σφιχτοχέρη στα λεφτά. Φοβόταν ότι δεν
θα περάσω καλά μαζί του.
ΙΑΚΩΒΟΣ: Και;
ΑΛΙΚΗ: Τι και;
ΙΑΚΩΒΟΣ: Γιατί;
25
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
(Σιωπή)
ΙΑΚΩΒΟΣ: Ας δούμε τα υπόλοιπα. Θα υπάρχει καφές μετά; Ή γεύμα;
ΑΛΙΚΗ: Καφές.
ΙΑΚΩΒΟΣ: Ο καλύτερος κοντά στο Πρώτο είναι ο Ευαγγέλου. Έχει πολύ
ευρύχωρη και περιποιημένη αίθουσα.
26
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΑΛΙΚΗ: Η μαμά δεν έπινε ποτέ ελληνικό καφέ. Προτιμούσε τον γαλλικό
χειμώνα-καλοκαίρι. Της φαινόταν ελαφρύς.
[Σιωπή. Ο Κατωπόδης γράφει].
ΙΑΚΩΒΟΣ: Κι εσύ;
ΑΛΙΚΗ: Προσπάθησα να συγκρατήσω τον πατέρα, αλλά ήταν εκτός εαυτού.
Έτρεμε. Φοβήθηκα ότι κάτι θα πάθαινε.
ΑΛΙΚΗ: Αυτό ήταν το μοναδικό του ξέσπασμα. Δεν ξαναμίλησε ποτέ ανοιχτά
για το θέμα αυτό. Νομίζω ότι ήταν η μεγαλύτερη ήττα της ζωής του.
ΑΛΙΚΗ: Εμένα ο Θέμης στιγμές-στιγμές μου τη βαράει στα νεύρα, αλλά για
τον Χρήστο είναι στήριγμα. Συμπληρώνουν ο ένας τον άλλο. Ο Θέμης είναι
δυναμικός, ακομπλεξάριστος… Είναι κινητήρια δύναμη για τον Χρήστο. Και
πολύ καλός στη δουλειά του. Μπορεί να λύσει έναν υπολογιστή και να τον
ξανασυναρμολογήσει όση ώρα κάνω εγώ να φτιάξω μια μακαρονάδα.
ΤΕΛΟΣ ΣΚΗΝΗΣ
28
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ
[Στο καθιστικό της Ευφροσύνης Ντόμινου, ο Χρήστος, ο Θέμης και η Ντιάνα
κάθονται χωρίς να μιλάνε.. Ο Χρήστος φαίνεται χαμένος στις σκέψεις του. Ο Θέμης
ξεφυλλίζει μια εφημερίδα. Η Ντιάνα χαζεύει με το κινητό της μασώντας τσίχλα].
ΧΡΗΣΤΟΣ: Τι περίεργο!
ΘΕΜΗΣ: (χωρίς να σηκώσει τα μάτια από την εφημερίδα) Ποιο είναι το περίεργο;
ΝΤΙΑΝΑ: (μασώντας τσίχλα και προσηλωμένη στο κινητό) Ασ’ τον αυτόν…
(Σιωπή)
29
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΧΡΗΣΤΟΣ: Τι φταίει;
ΘΕΜΗΣ: Οι γονείς σου ανησυχούν, όπως οι γονείς όλου του κόσμου και
όλων των εποχών…
30
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΧΡΗΣΤΟΣ: Δεν έχει άδικο. Βλέπω αυτά τα κορίτσια στην τηλεόραση και
λέω μέσα μου: δεν έχουν μάνες να τα συγκρατήσουν; Να τους πουν «τι πας να
κάνεις, κορίτσι μου, με τη ζωή σου και την ομορφιά σου;»
31
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΝΤΙΑΝΑ: Όχι μόνο. Και φιλολογία, και ψυχολογία, ακόμα και ιατρική.
ΘΕΜΗΣ: Έλα τώρα! Ιατρική!
ΝΤΙΑΝΑ: Αλήθεια! Υπάρχουν.
(Σιωπή)
ΧΡΗΣΤΟΣ: Τι λέτε; Να πιούμε ένα κρασάκι; Στην ψυχή της μαμάς…
32
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΧΡΗΣΤΟΣ: Συνομήλικος;
ΧΡΗΣΤΟΣ: Που;
33
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΧΡΗΣΤΟΣ: Ανησυχεί.
ΝΤΙΑΝΑ: Θέλει να ελέγχει κάθε μας κίνηση. Αλλά, το βλέπω εγώ… Με τη
μάνα μου δεν θα τραβήξει πολύ ακόμα.
ΧΡΗΣΤΟΣ: Τι εννοείς;
34
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΤΕΛΟΣ ΣΚΗΝΗΣ
35
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
[Στο σπίτι της Ευφροσύνης Ντόμινου. Ο κ. Πλούταρχος και η Ντιάνα κοιτάζουν τα
κινητά τους αμίλητοι].
(Σιωπή)
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Δεν ανησυχείς;
ΝΤΙΑΝΑ: Μεγάλο κορίτσι είναι.
(Σιωπή)
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: (ξανακαλεί την Αλίκη στο κινητό) Ορίστε… Η κλήση μου
προωθείται.
ΝΤΙΑΝΑ: (με τα μάτια στο κινητό) Χαλάρωσε…
[Η Ντιάνα φεύγει από τη σκηνή. Ο Πλούταρχος καλεί ξανά και ξανά την Αλίκη στο
κινητό και δείχνει να εκνευρίζεται περισσότερο. Μετά από λίγο, μπαίνει η Αλίκη].
36
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΑΛΙΚΗ: Η Ντιάνα;
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Μέσα.
(Σιωπή)
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Διάλεξες;
ΑΛΙΚΗ: Ναι.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Τι;
ΑΛΙΚΗ: Μαόνι.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Πόσο;
ΑΛΙΚΗ: Δύο.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Χιλιάρικα;
ΑΛΙΚΗ: Παράτα με, Πλούταρχε. Δεν έχω κουράγιο ούτε να σου απαντήσω.
(Σιωπή)
ΑΛΙΚΗ: Τι κάνει μέσα η μικρή;
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Στην τουαλέτα πήγε.
38
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Όπως;
ΑΛΙΚΗ: Εμείς.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Τι εμείς;
ΑΛΙΚΗ: Αυτά που γίνονται μεταξύ μας.
39
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΑΛΙΚΗ: Εσύ.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Πώς ακριβώς σε πνίγω;
ΑΛΙΚΗ: Με τη συμπεριφορά σου.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Τι είναι αυτά που μου λες σήμερα; Τι έχει η ψυχή μου;
ΑΛΙΚΗ: Είναι γεμάτη από τους ισολογισμούς της εταιρείας σου. Δεν χωράει
τίποτα άλλο. Όλη σου η ζωή πατάει πάνω σε ισολογισμούς.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Με αυτούς τους ισολογισμούς ζούμε όπως ζούμε. Δεν σας
λείπει τίποτα.
40
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
41
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
42
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΣΚΗΝΗ ΠΕΜΠΤΗ
[Στο σπίτι της Ευφροσύνης Ντόμινου είναι μαζεμένη όλη η οικογένεια την επομένη
της κηδείας. Φορούν σκούρα ρούχα].
ΧΡΗΣΤΟΣ: Και δέκα χρόνια ίσως… Αμ, η θεία η Κλειώ με τον νέο της…
κάτσε να δεις πώς τον είπε… τον νέο της σύντροφο;
ΑΛΙΚΗ: Η θεία η Κλειώ θα πεθάνει κάνοντας σεξ! Αυτό είναι το μόνο
σίγουρο…
(Γέλια)
43
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
(Σιωπή)
ΧΡΗΣΤΟΣ: Τι εννοείς;
ΘΕΜΗΣ: Αταίριαστοι εντελώς.
[Ο Θέμης πλησιάζει απότομα τον Χρήστο και τον φιλάει με πάθος στο στόμα].
44
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
45
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
[Στο γραφείο τελετών του Ιάκωβου Κατωπόδη. Η Αλίκη με τον Ιάκωβο κάθονται
απέναντι. Ο Ιάκωβος μιλάει στο τηλέφωνο].
ΙΑΚΩΒΟΣ: Ναι, εντάξει, κυρία Αστερίου. Μην ανησυχείτε, το σημείωσα. Δεν
υπάρχει πρόβλημα. Όποτε μπορέσετε. Γεια σας. (Κλείνει το τηλέφωνο) Παντού
ανέχεια. Αυτή η κυρία δεν έχει να πληρώσει για τα σαράντα του άντρα της.
Θέλει να τα εξοφλήσει σε δόσεις. Και βέβαια, ούτε που της περνάει από το
μυαλό να μην κάνει ανοιχτό μνημόσυνο. Τι θα πει ο κόσμος…
ΑΛΙΚΗ: Δεν θα’ θελα να είμαι στη θέση σου. Εγώ, και να δώσω καμιά
μπλούζα ή καμιά φούστα βερεσέ, έχω το θάρρος να πάρω τηλέφωνο την
πελάτισσα και να της θυμίσω το χρέος. Εσύ όμως πρέπει να έρχεσαι σε πολύ
δύσκολη θέση.
ΙΑΚΩΒΟΣ: Έχω χάσει πολλές φορές λεφτά… Συχνά αισθάνομαι και τύψεις
που τα ζητάω...
[Ακούγεται ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα. Μπαίνει ο Πλούταρχος. Τα ρούχα του
είναι τσαλακωμένα. Φαίνεται ότι έχει πιει].
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: (απευθύνεται στην Αλίκη, θυμωμένος) Ώστε εδώ είσαι πάλι!
Αυτό ήταν που θα περπατούσες μόνη σου; Πού σε χάνω, πού σε βρίσκω, στο
θανατάδικο!
[Ο Κατωπόδης φεύγει].
ΑΛΙΚΗ: Και τώρα οι δυο μας! Τι είναι όλα αυτά που είπες στον Ιάκωβο; Δεν
ντρέπεσαι καθόλου;
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: (φωνάζοντας) Ποιος μωρέ; Εγώ; Εγώ να ντραπώ; Γιατί;
Εσύ που πας και σαλιαρίζεις με τον νεκροθάφτη να ντραπείς! Η μάνα σου είναι
ζεστή ακόμα…
ΑΛΙΚΗ: Τη μάνα μου να την αφήσεις εκεί που αναπαύεται. Αλλά δεν φταίει
κανείς άλλος… Εγώ φταίω που δεν την είχα ακούσει τότε που μου τα’ λεγε…
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Τι σου έλεγε, δηλαδή;
47
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΑΛΙΚΗ: Σώπα, ρε Πλούταρχε! Πολύ μεγάλη ιδέα έχεις για τον εαυτό σου! Η
ζωή δεν είναι μόνο λεφτά. Είναι κι άλλα πράγματα. Είναι συντροφιά, είναι
αγάπη, είναι τρυφερότητα. Τι σου λέω όμως εσένα… Άγνωστες λέξεις…
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Τι εννοείς, ρε Αλίκη; Δεν νομίζεις ότι είσαι πολύ άδικη;
Εγώ ήμουν πάντα εκεί. Και για σένα και για το παιδί.
ΑΛΙΚΗ: Και που ήσουν, τι ακριβώς έκανες; Ήσουν εκεί για να συζητήσουμε;
Ήσουν για να διασκεδάσουμε; Ήσουν για ν’ αγαπηθούμε; Το μόνο που έκανες
ήταν ν’ ασχολείσαι με τις επιχειρήσεις σου! Τους γερανούς σου και τα φορτηγά
σου. Αυτή είναι η πραγματική σου οικογένεια. Δεν έχεις τίποτα άλλο μέσα
στην ψυχή σου εκτός από φορτοεκφορτώσεις και μετακομίσεις.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Κάνεις λάθος. Πολύ μεγάλο λάθος! Σε αγάπησα. Πάντα σε
αγαπούσα.
ΑΛΙΚΗ: Με τι είδους αγάπη με αγαπούσες; Γιατί εγώ δεν την ένιωσα ποτέ.
Ήμουν απλά το παιχνιδάκι σου. Δεν με αγαπούσες περισσότερο από τη
Μερσεντές σου ή από το Rolex σου. Ένα αντικείμενο ήμουν για σένα. Άκου,
λέει, μ’ αγαπούσε… Αγάπη σημαίνει να νοιάζεσαι τον άλλο, να τον ακούς. Για
πες μου, πότε καθίσαμε εμείς οι δύο να μιλήσουμε; Να κουβεντιάσουμε για
μας, για τη σχέση μας;
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Η κουβέντα είναι αυτό που σου έλειψε, Αλίκη; Και ήρθες
να τη βρεις εδώ με τον νεκροθάφτη;
48
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
(Χτυπάει το τηλέφωνο).
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Έχουμε και τις δουλειές του νεκροθάφτη, γαμώ την ατυχία
μου!
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Ποιο;
(Μικρή παύση)
ΑΛΙΚΗ: Ήθελα από καιρό να σου το πω. Δεν θέλω πια να είμαστε μαζί…
Κουράστηκα… Δεν αντέχω άλλο. Έτσι απλά… Δεν μπορώ!
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: «Έτσι απλά». Αλίκη, ο γάμος δεν είναι παιχνίδι
συναρμολογούμενο να το διαλύσουμε «έτσι απλά»! Έχουμε κι ένα παιδί μαζί.
ΑΛΙΚΗ: Θα το φροντίσουμε το παιδί μας. Δεν θα είναι ούτε το πρώτο ούτε
το τελευταίο παιδί χωρισμένων γονιών. Θα χωρίσουμε πολιτισμένα και η
Ντιάνα δεν θα πληγωθεί.
50
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
(Μικρή παύση)
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: (σε πιο χαμηλό τόνο, σχεδόν παρακλητικά) Γιατί, ρε Αλίκη;
Γιατί θέλεις να τα πετάξεις όλα στα σκουπίδια;
ΑΛΙΚΗ: Γιατί δεν πάει άλλο. Δεν μπορώ άλλο πια! Θέλω να μείνω μόνη μου.
Θέλω να νιώσω ελεύθερη, ζωντανή, επιθυμητή. Όλα όσα έχω ξεχάσει μαζί σου.
(Σιωπή)
51
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΑΛΙΚΗ: Αντίο.
[Η Αλίκη κάθεται στην καρέκλα, στηρίζει τους αγκώνες της στο γραφείο και πιάνει το
κεφάλι της. Παραμένει χαμένη στις σκέψεις της. Μπαίνει ο Κατωπόδης βιαστικός].
ΑΛΙΚΗ: (χωρίς να τον κοιτάει, σαν να μιλάει στον εαυτό της) Έγινε αυτό που
έπρεπε να είχε γίνει εδώ και καιρό.
ΙΑΚΩΒΟΣ: Δηλαδή;
ΑΛΙΚΗ: Προς το παρόν χρειάζομαι μόνο τον εαυτό μου. Χρειάζομαι χρόνο
να ξαναβρώ τον εαυτό μου.
ΙΑΚΩΒΟΣ: Εννοούσα ότι μπορείς να με υπολογίζεις σαν δικό σου άνθρωπο.
Σαν φίλο.
ΑΛΙΚΗ: Σ’ ευχαριστώ, Ιάκωβε. Μην βιαστείς να μου τάξεις, γιατί θα το
χρησιμοποιήσω. (γελάει πικρά) Είμαι αρκετά εγωίστρια και σαν όλους τους
εγωιστές, δεν αντέχω να είμαι μόνη. (γελάει πάλι) Πάντως, στ’ αλήθεια σ’
ευχαριστώ που είσαι εδώ για μένα.
ΤΕΛΟΣ ΣΚΗΝΗΣ
54
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
[Στο σπίτι της Ευφροσύνης Ντόμινου, η Γκαλίνα φτιάχνει τη βαλίτσα της. Ετοιμάζεται
να φύγει για την πατρίδα της. Ο Χρήστος και η Αλίκη καθισμένοι στον καναπέ την
παρατηρούν].
(Κλείνει τη βαλίτσα)
ΓΚΑΛΙΝΑ: Εγκώ αγκαπούσα πολύ κυρία Φρόσω και εσάς όλους. Και κύριο
Κρήστο και κύριο Τέμη και Ντιάνα. Είσαστε οικογκένειά μου.
ΧΡΗΣΤΟΣ: Κι εμείς σε αγαπήσαμε, Γκαλίνα μου. Και θέλω να πιστεύω ότι
δεν θα μας ξεχάσεις. Θα μιλάμε στο τηλέφωνο. Μπορεί να έρθουμε και στη
Βουλγαρία να σε δούμε.
ΓΚΑΛΙΝΑ: Τόσο πολύ θέλω εγκώ αυτό! (κοιτάζει το ρολόι της) Πρέπει να
κατεβώ κάτω. Τα έρτει ο Σεργκέι σε λίγκο. Να σας καιρετήσω τώρα πρέπει.
ΧΡΗΣΤΟΣ: Θα έρθουμε κάτω να σε ξεπροβοδίσουμε.
ΧΡΗΣΤΟΣ: Σου έπεσαν πολλά μαζεμένα. Δεν είναι μόνο ο θάνατος της
μαμάς. Είναι ο χωρισμός σου… Ο Ιάκωβος… Αλήθεια, τι θα κάνεις με τον
Ιάκωβο;
ΑΛΙΚΗ: Προς το παρόν τίποτα. Μόνο παρέα. Δεν είμαι έτοιμη να μπω σε
καινούρια σχέση. Με τον Πλούταρχο ήμαστε κοντά είκοσι χρόνια μαζί. Δεν
ξεπερνιούνται έτσι εύκολα. Άσχετα αν τώρα στο τέλος δεν αντέχαμε ο ένας τον
άλλον…
ΧΡΗΣΤΟΣ: Πάντως να προσέξεις με τον Ιάκωβο. Μην τον αφήσεις να
ελπίζει, αν δεν σκοπεύεις να κάνεις κάτι. Είναι κρίμα να πληγωθεί.
ΑΛΙΚΗ: Συμπαθώ πολύ τον Ιάκωβο. Έχει έναν τρόπο να με ηρεμεί. Απλώς
τώρα δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι παραπάνω. Έχω μεγάλη ανησυχία. Σα να
έρχονται καταπάνω μου ο ουρανός από ψηλά και η γη από κάτω κι εγώ στη
μέση να προσπαθώ να ξεφύγω.
ΧΡΗΣΤΟΣ: Το καταλαβαίνω…
ΧΡΗΣΤΟΣ: Νομίζω ότι αυτές τις μέρες ήρθαμε όλοι πιο κοντά… Και
ξεκαθάρισαν πολλά πράγματα που εκκρεμούσαν. Φαίνεται ότι η μαμά και από
κει πάνω (κοιτάζει το ταβάνι) τακτοποιεί τις ζωές μας (γελάει).
ΑΛΙΚΗ: Αχ και να ήταν λίγο ακόμα μαζί μας, να τα έβλεπε αυτά… Λίγο
ακόμα…
56
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
57
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
[Σηκώνεται].
Η ζωή μου άρχισε ξανά κοντά στον Μιλτιάδη. Όταν τον πρωτοείδα…
(γελάει κάπως πονηρά) Ομορφάνθρωπος… Ψηλός, με φαρδιές πλάτες και
θαλασσινά μάτια που… θαρρείς όλο γελούσαν. Η πρώτη του ματιά μου έκαψε
58
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
τα σωθικά. Θα φύγω μαζί του, σκέφτηκα από την πρώτη στιγμή. Ήμουν βέβαια
κι εγώ νόστιμη… (γελάει με αυταρέσκεια) Με πολιορκούσαν όλα τα
ομορφόπαιδα της γειτονιάς. Εγώ όμως… βράχος.(σταματάει σαν να προσπαθεί να
θυμηθεί) Όταν μερικές εβδομάδες αργότερα με ζήτησε από τη μάνα μου,
ευχόμουν να τη βρει με τα λογικά της και να μην τον περάσει για τον Μίμη,
τον καντηλανάφτη της ενορίας…
Παντρευτήκαμε μετά από τρεις μήνες. Είχε δικό του σπίτι, δεν
δυσκολευτήκαμε ν’ αρχίσουμε. Είχα περάσει κι εγώ τα εικοσιπέντε, ήμουν πια
γυναίκα. Ο Μιλτιάδης ήταν τραπεζικός. Είχε σταθερό μισθό, δώρα τις γιορτές,
άδειες. Ζωή ταχτοποιημένη… Είχε τελειώσει μόνο το γυμνάσιο, όμως
διάβαζε πολύ. Ήταν πιο μορφωμένος από πολλούς που έχουν βγάλει
πανεπιστήμια.
κορίτσι μου; της έλεγα. Μην χαλάς το δερματάκι σου από τόσο μικρή με τις
μπογιές. Πού να με ακούσει… Στο λύκειο άρχισε να μην τραβάει στα
μαθήματα. Στις Πανελλήνιες, δύο φορές, δεν πέρασε. Πήγε σε μια ιδιωτική
σχολή, έμαθε κομπιούτερ, αγγλικά, γραφομηχανή… τότε υπήρχαν ακόμα
γραφομηχανές. Τελειώνοντας βρήκε δουλειά ως γραμματέας στα έπιπλα του
Αντωνιάδη. Καλούτσικα λεφτά, την ψιλοκαμάκωνε κι ο Αντωνιάδης…
παντρεμένος αλλά έπαιζε το μάτι του… Η Αλίκη όμως δεν έδινε συνέχεια…
Τον απέφευγε διακριτικά. Την πολιορκούσαν κι άλλοι εκείνον τον καιρό. Κι
ένας στρατιωτικός γιατρός, ωραίο παιδί, κι ένας βενζινάς. Τρελαίνονταν οι
άντρες που την έβλεπαν, τόσο όμορφη ήταν…
[Σωπαίνει για λίγο και χαμογελά αναπολώντας, μετά συνοφρυώνεται και συνεχίζει].
Μέχρι που ήρθε ο γεροτσιφούτης ο Πλούταρχος! Κόντεψα να πεθάνω
όταν μας τον έφερε να τον γνωρίσουμε. Από κείνα τα χρόνια ήδη έμοιαζε σαν
πατέρας της. Είχε κι ένα ύφος εκατό καρδιναλίων, σαν Άγγλος λόρδος. Πολλά
λεφτά, ακριβό αυτοκίνητο, δώρα και ταξίδια. Σάστισε η Αλίκη, ένιωσε
κολακευμένη. Όμως εγώ έβλεπα τα σημάδια. Ερχόταν για τραπέζι στο σπίτι κι
έφερνε τα πιο φτηνά σοκολατάκια. Από τις εφημερίδες διάβαζε πρώτα τις
οικονομικές στήλες και υπολόγιζε την αξία των μετοχών του.
Αυτά με τα δώρα και τα ταξίδια, στην αρχή. Μόλις σιγούρεψε το
κορίτσι μου, κόπηκαν όλα. Έμεινε έγκυος η Αλίκη στην Αρτεμούλα, κόλλησε
μέσα στο σπίτι. Όλη την ημέρα μπέιμπι σίτινγκ. Έκοψε το χαμόγελό της,
θάμπωσε το πρόσωπό της, πήρε και κάμποσα κιλά… Της έλεγα εγώ, άσε μου
το μωρό και βγες για καφέ με τις φίλες σου. Ποιες φίλες όμως; Είχε χαθεί με
όλες. Αυτές έβγαιναν ζευγάρια με τους άντρες τους. Εκείνη πού να τον
κουβαλήσει τον Πλούταρχο; Θα την έκανε να ντραπεί με την τσιγκουνιά του…
Μία φορά μόνο βγήκαν με παρέα και ο σπαγκοραμμένος ζήτησε να πληρώσει
το μέρος της σαλάτας και το κρασί που τους αναλογούσε. Έγινε ανέκδοτο
στην παρέα. Ούτε που διανοήθηκε η Αλίκη να του ξαναπεί να βγουν με άλλους!
Κοίτα το κορίτσι σου, Αλίκη, της έλεγα εγώ. Κράτα τον γάμο σου γι’
αυτό το παιδί… Δεν ξέρω αν την συμβούλευσα σωστά, τελικά. Η Άρτεμη
μεγάλωσε σε περίεργο περιβάλλον. Μεγάλο άνετο σπίτι, ιδιωτικό σχολείο, σε
αυτό ο τσιγκούνης δεν είχε αντίρρηση, αλλά πέραν αυτών τίποτα… Έγινε
κακομαθημένη… Στο σχολείο ήταν μέτρια μαθήτρια.
60
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
Όταν η Άρτεμη πήγε στο γυμνάσιο, η Αλίκη έκανε την επανάστασή της.
Θέλω να δουλέψω, είπε μια μέρα στον Πλούταρχο. Εκείνος ήταν ανένδοτος.
Πώς θα μεγαλώσει το κορίτσι χωρίς μάνα στο σπίτι; έλεγε και ξανάλεγε…
Αυτά που πίστευε η γιαγιά μου και η γιαγιά της γιαγιάς μου. Μπήκαμε εγώ κι ο
Μιλτιάδης στη μέση. Υποσχεθήκαμε να βοηθήσουμε με το παιδί. Βρήκε η
Αλίκη μια μπουτίκ στη Γλυφάδα. Την ξεπούλαγε η ιδιοκτήτρια λόγω
συνταξιοδότησης. Πήγαν με τον Πλούταρχο, την είδαν. Φαίνεται πως του
γυάλισε το μαγαζί του παλιοτσιφούτη. Το καπάρωσαν, το επισκεύασαν και στο
τέλος το αγόρασαν εξ ολοκλήρου. Έτσι η Αλίκη έγινε καταστηματάρχης.
Το έφτιαξε το μαγαζί. Το έκανε αγνώριστο. Και το μαγαζί την άλλαξε
και την ίδια. Ήταν χαρούμενη, πήγαινε με κέφι στη Γλυφάδα κάθε πρωί. Τις
Κυριακές ξαναπήγαινε για να το διακοσμήσει, ν’ αλλάξει βιτρίνα, να ξεφύγει
μάλλον από τον Πλούταρχο. Έφερνε ωραία ρούχα, καλοφτιαγμένα.
Ακριβούτσικα βέβαια, αλλά είχε την πελατεία της.
[Σωπαίνει πάλι].
Για τον Χρήστο μου τι να πω; Από μικρός ευαίσθητος, σαν κορίτσι.
Κολλημένος στα φουστάνια μου και στα βιβλία. Βγες να παίξεις με τ’ άλλα
αγόρια στη γειτονιά, του φώναζα όταν ήταν μικρός. Τίποτα αυτός. Δεν ήξερε
πώς γυρνάει η μπάλα, δεν είχε πιάσει ποτέ σπαθί ή πιστόλι να παίξει πόλεμο.
Χωμένος πάντα μέσα σ’ ένα βιβλίο. Στην αρχή τον καμάρωνα. Μετά άρχισα ν’
ανησυχώ, ιδιαίτερα όταν πήγε στο λύκειο και δεν τον έβλεπα να βγαίνει
ραντεβού με καμιά κοπέλα. Δεν λέω, έβγαινε με κοπέλες, αλλά… αθώα. Πώς
το καταλάβαινα; Δεν είχε την έξαψη των πρώτων ραντεβού, τη μανία να δείχνει
ωραίος. Έβγαινε με τις κοπέλες αδιάφορα, σαν φιλενάδα τους. Όμως εκείνες
τον αγαπούσαν, γιατί ήταν καλός φίλος. Τις βοηθούσε στα φιλολογικά
μαθήματα, τους έγραφε τις εκθέσεις που είχαν για το σπίτι.
Μετά σχεδόν τον έχασα. Πήγε στο Πανεπιστήμιο, έλειπε πολλές ώρες
από το σπίτι. Συμμετείχε σε θεατρικές ομάδες, σε λογοτεχνικές συντροφιές.
Εκεί γνώρισε τον πρώτο του φίλο, τον Θανάση. Όταν το έμαθε ο Μιλτιάδης,
κόντεψε να τον σκοτώσει. Μετά έπεσε να πεθάνει ο ίδιος. Τα βράδια στο
κρεβάτι έκλαιγε απαρηγόρητος… Δεν είναι και το χειρότερο που θα μπορούσε
να μας είχε βρει, του έλεγα εγώ. Τίποτα εκείνος. «Ο γιος μου αδελφή!», έλεγε
και ξανάλεγε κάθε βράδυ. Ώσπου ένα βράδυ που έλειπαν ο Χρήστος και η
61
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
Αλίκη, τον έστησα απέναντι και του έριξα έναν εξάψαλμο ξεγυρισμένο: «Δεν
μου λες, χριστιανέ μου, βάλθηκες να μας πεθάνεις όλους; Και τι έγινε που το
παιδί μας αγαπάει άντρες; Δεν είναι καλό παιδί; Δεν είναι χρήσιμος άνθρωπος;
Μακάρι να ταιριάξει μ’ έναν εξίσου καλό άνθρωπο, να είναι συντροφευμένος.
Αν συνεχίσεις αυτό το βιολί, θα τον πάρω και θα φύγουμε μακριά. Δεν θα μας
ξαναδείς, ούτε εμένα ούτε εκείνον». Αυτά του είπα και με τόση αγριάδα, που
σάστισε ο Μιλτιάδης! Δεν είπε λέξη ούτε εκείνη τη στιγμή ούτε αργότερα. Σαν
να κατάπιε με μια γουλιά όλον τον καημό του και ξανάγινε ο παλιός, καλός
Μιλτιάδης. Και αργότερα, όταν ο Χρήστος έφερε τον Θέμη, ο Μιλτιάδης τον
δέχτηκε πιο ήπια. Ο Θέμης, μάλιστα, του μάθαινε να χρησιμοποιεί και
κομπιούτερ και έκανε ο δικός σου τη φιγούρα του στο καφενείο.
[Σωπαίνει για λίγο].
Όταν έφυγε ο Μιλτιάδης, είπα ότι δεν θ’ αντέξω. Μια ζωή μαζί, ένας
άνθρωπος οι δυο μας. Είχαμε και τις κακές μέρες, αλλά ποτέ δεν σκεφτήκαμε
να χωρίσουμε. Και τότε με το θέμα του Χρήστου που τον είχα απειλήσει ότι
θα τον αφήσω, δεν το εννοούσα. Δεν υπήρχε η ζωή μου μακριά από τον
Μιλτιάδη. Τα νιάτα μας, το σπίτι μας, τα παιδιά μας, τα εγγόνια μας, όλα μαζί
τα είχαμε…
62
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
ΑΛΙΚΗ (στέκεται δίπλα στον Κατωπόδη και τον πιάνει από το μπράτσο)
ΧΡΗΣΤΟΣ
ΓΚΑΛΙΝΑ
63
ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ - Ἐν τόπῳ χλοερῷ
64