You are on page 1of 6

INTERNATIONAL HELLENIC

ASSOCIATION
Ὁμάδα Ἐρεύνης καί Μελέτης τῶν Ὁμηρικῶν
Ἐπῶν
Συντονίστρια: Ἰσμήνη Μαρτίνη
e-mail: ismartin797@gmail.com
Ἀθήνα 12/01/2019

Μελέτη Ὁμήρου / Ὀδύσσεια, 26η Ἑνότητα

Ραψωδία α, στίχοι 345-359

τὴν δ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα·


σ' ἐκείνη πάλι ὁ συνετός Τηλέμαχος ἀνταπάντησε,

«μῆτερ ἐμή, τί τ' ἄρα φθονέεις ἐρίηρον ἀοιδὸν


«μητέρα μου, γιατί ἔτσι μνησικακεῖς στόν πιστό ἀοιδό

τέρπειν ὅππῃ οἱ νόος ὄρνυται; οὔ νύ τ' ἀοιδοὶ


πού μᾶς εὐχαριστεῖ ὅπως ἡ διάθεσή του τόν παρακινεῖ; καθώς δέν εἶναι οἱ ἀοιδοί

αἴτιοι, ἀλλά ποθι Ζεὺς αἴτιος, ὅς τε δίδωσιν


ὑπαίτιοι, ἀλλά κάπου ὁ Ζεύς (εἶναι) ὑπαίτιος, ὁ ὁποῖος δίδει

ἀνδράσιν ἀλφηστῇσιν ὅπως ἐθέλῃσιν ἑκάστῳ.


στούς τολμηρούς ἄνδρες ὅπως θέλει στόν καθένα.

τούτῳ δ' οὐ νέμεσις Δαναῶν κακὸν οἶτον ἀείδειν·


γι' αὐτό δέν ὑπάρχει λόγος ἀγανακτήσεως πού τῶν Δαναῶν τόν κακό ὄλεθρο τραγουδάει,

τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείουσ' ἄνθρωποι,


διότι αὐτήν τήν ὠδή περισσότερο ἐξυμνοῦν οἱ ἄνθρωποι,

ἥ τις ἀϊόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται.


ἡ ὁποία στούς ἀκροατές πολύ πρόσφατη γύρω ἠχεῖ.

σοὶ δ' ἐπιτολμάτω κραδίη καὶ θυμὸς ἀκούειν·


καί σ' ἐσένα ἄς ὑπομένει ἡ καρδιά καί ἡ ψυχή νά τήν ἀκούει,

οὐ γὰρ Ὀδυσσεὺς οἶος ἀπώλεσε νόστιμον ἦμαρ


διότι ὄχι μόνος ὁ Ὀδυσσέας ἔχασε τήν ἡμέρα τοῦ νόστου

ἐν Τροίῃ, πολλοὶ δὲ καὶ ἄλλοι φῶτες ὄλοντο.


στήν Τροία, ἀλλά καί πολλοί ἄλλοι ἄνδρες χάθηκαν.

ἀλλ' εἰς οἶκον ἰοῦσα τὰ σ' αὐτῆς ἔργα κόμιζε,


Ἀλλά στό σπίτι πήγαινε καί φρόντισε τίς ἐργασίες σου,

ἱστόν τ' ἠλακάτην τε, καὶ ἀμφιπόλοισι κέλευε


τόν ἀργαλειό καί τήν ἠλακάτη καί τίς ὑπηρέτριες πρόσταζε

ἔργον ἐποίχεσθαι· μῦθος δ' ἄνδρεσσι μελήσει


στήν ἐργασία νά σέ ἀκολουθήσουν. Ἡ ἀλήθεια τούς ἄνδρες ἄς ἐνδιαφέρει

πᾶσι, μάλιστα δ' ἐμοί· τοῦ γὰρ κράτος ἔστ' ἐνὶ οἴκῳ.»
ὅλους, καί περισσότερο ἐμένα, διότι δική μου εἶναι ἡ ἐξουσία στόν οἶκο»

Λεξιλόγιο

τὴν δ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα·


(γνωστή ἐπαναλαμβανομένη φράση)

«μῆτερ ἐμή, τί τ' ἄρα φθονέεις ἐρίηρον ἀοιδὸν

φθονέεις /φθονέω: φθονῶ, ζηλεύω, μνησικακῶ, διατίθεμαι κακῶς, μισῶ λόγω ζήλειας (φθόνος,
φθόνησις, φθονερός)

μνησικακέω: θυμᾶμαι παλαιά ἀδικήματα εἰς βάρος μου, τρέφω κακία γιά ἀδικία πού ἔχω ὑποστεῖ

ὁ ἐρίηρος : ὁ ἐντελῶς προσαρμοσμένος σέ κάτι ( ἐρι + ἄρω), ὁ εὐάρμοστος, ὁ πιστός, ὁ ἔμπιστος


(γιά τό πρόθεμα ἔρι βλ 17η ἑνότητα)

τέρπειν ὅππῃ οἱ νόος ὄρνυται; οὔ νύ τ' ἀοιδοὶ

τέρπω/τέρπομαι : τέρπομαι, εὐχαριστιέμαι, ἀπολαμβάνω,.....(βλ. 3η ἑνότητα)

ὅππῃ : ὅπως, μέ τόν τρόπο

οἱ νόος : ἐδῶ μέ τήν ἔννοια: ἡ διάθεσή του . Νόος-νοῦς: ὁ νοῦς, ἡ κρίση, ἡ ἀντίληψη, ἡ προσοχή, ἡ
φρόνηση, ἡ σύνεση, ἡ διάθεση, τό ἦθος, ἡ σκέψη, ὁ σκοπός, τό σχέδιο, ἡ ἀπόφαση, ἡ ἔννοια

ὄρνυται/ὄρνυμι-ὀρνύω : ἐξεγείρω, κινῶ, διεγείρω, ἀνακινῶ, ἀναταράσσω, παρακινῶ, παρορμῶ


τινά, ἐξαπολύω κάποιον ἐναντίον ἄλλου, ἐγείρω-ξυπνῶ, ξεσηκώνω, ὠθῶ πρός δράση, προκαλῶ,
ἐπιφέρω, προκαλῶ, προξενῶ

αἴτιοι, ἀλλά ποθι Ζεὺς αἴτιος, ὅς τε δίδωσιν

ὁ αἴτιος :ὁ αἴτιος, ὁ ὑπαίτιος, ὁ ὑπεύθυνος γιά κάτι, ὁ ἄξιος μομφῆς, ὁ πρόξενος κακοῦ, ὁ
ἀξιόμεμπτος, ὁ ἔνοχος, ὁ κατηγορούμενος, ὁ δράστης. Τό αἴτιον: ἡ αἰτία
ποθι (ἐπιρρηματικός ποιητικός τύπος) : που, κάπου, σέ κάποιο μέρος, κάπως, ἴσως, κάποτε, ἐνίοτε,
μερικές φορές, ἐπί τέλους

δίδωμι : δίνω, ...(βλ. 20η ἑνότητα)

ἀνδράσιν ἀλφηστῇσιν ὅπως ἐθέλῃσιν ἑκάστῳ.

ἀνέρες-ἄνδρες ἀλφησταί : ἄνδρες πού κυνηγοῦν τό κέρδος, ἐπιχειρηματικοί, δραστήριοι,


τολμηροί, ἔμποροι
ἑκάστῳ: στόν καθένα

τούτῳ δ' οὐ νέμεσις Δαναῶν κακὸν οἶτον ἀείδειν·

ἡ νέμεσις : δικαία ἀγανάκτηση, ὀργή ἐπί συντελεσμένης ἀδικίας, δικαία μνησικακία,


δικαιολογημένη ἐχθρότητα, ζηλοτυπία, ἐκδίκηση, φθόνος, αἴσθημα μεταμελείας, τύψεις
συνειδήσεως. Οὐ νέμεσις ἐστί: δέν ὑπάρχει λόγος ἀγανακτήσεως

ὁ οἶτος : ἡ μοῖρα, ἡ τύχη, ὁ κλῆρος, ἡ κακή μοῖρα, ἡ συμφορά, ὁ ὄλεθρος, ὁ θάνατος

ἀείδω/ἄδω: τραγουδῶ, ψάλλω, ὑμνῶ

τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείουσ' ἄνθρωποι,

μᾶλα-μᾶλλον-μάλιστα : πολύ-περισσότερο-πάρα πολύ (βλ. 7η ἑνότητα)

ἐπικλείω/ἐπικλεΐζω : ἐγκωμιάζω, ἐξυμνῶ, δοξάζω, ἐπαινῶ

ἥ τις ἀϊόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται.

τοῖς ἀϊόντεσσι /ὁ ἀΐων/ἀΐω: ἀκούω, ἀντιλαμβάνομαι, ἐννοῶ, γιγνώσκω, καί βλέπω, παρατηρῶ
τοῖς ἀϊόντεσσι: στούς ἀκροατές, σ' αὐτούς πού ἀκοῦν

ἡ νεωτάτη : νέα-νεωτέρα-νεωτάτη. Νεώτατος: ὁ ὅλως τελευταίως, ὁ ἐντελῶς ἐσχάτως, ὁ πολύ


πρόσφατος
ἀμφιπέληται /ἀμφιπέλομαι: ὑπάρχω παντοῦ γύρω, ἐπί μουσικῆς: περιηχῶ, ἠχῶ γύρω

σοὶ δ' ἐπιτολμάτω κραδίη καὶ θυμὸς ἀκούειν·

ἐπιτολμάτω /ἐπιτολμάω-ῶ : τολμῶ, ὑπομένω, λαμβάνω τό θάρρος νά πράξω κάτι

κραδίη /ἡ καρδίη/ἡ καρδία : ἡ καρδιά καί τό στομάχι

οὐ γὰρ Ὀδυσσεὺς οἶος ἀπώλεσε νόστιμον ἦμαρ

ἀπώλεσε /ἀπόλλυμι/ἀπόλλυμαι: καταστρέφω, χάνω, χάνομαι,.....(βλ. 13η ἑνότητα)


(οἱ λέξεις τοῦ στίχου εἶναι πλέον γνωστές)

ἐν Τροίῃ, πολλοὶ δὲ καὶ ἄλλοι φῶτες ὄλοντο.

Ὁ φώς :ὁ ἀνήρ, .... (βλ. 24η ἑνότητα)

ὄλοντο/ὄλλυμι καί ὀλλύω: καταστρέφω, φονεύω, ἀπόλλυμι, χάνω. Ὄλλυμαι: χάνομαι, φθάνω στό
τέλος μου, πεθαίνω, καταστρέφομαι, χάνομαι

ἀλλ' εἰς οἶκον ἰοῦσα τὰ σ' αὐτῆς ἔργα κόμιζε,

ἡ ἰοῦσα : μετοχή τοῦ ρήματος εἶμι :πηγαίνω, ἔρχομαι,...(βλ. 2η καί 16η ἑνότητες)

κομίζω : λαμβάνω φροντίδα περί τινός, φροντίζω, περιποιοῦμαι, ἐφοδιάζω, παρέχω, δίδω προσοχή,
προσέχω, μεταφέρω κάτι, ἀπομακρύνω πρός φύλαξη, συγκεντρώνω σέ ὁρισμένο τόπο, εἰσάγω,
εἰσφέρω, ὁδηγῶ, συνοδεύω, ἐξαγοράζω, ἀπολυτρώνω,
κομίζομαι: φιλοξενῶ, περιποιοῦμαι, παραλαμβάνω κάτι μαζί μου, ἐξασφαλίζω, διασώζω,
ἀπολυτρώνω, ἀποκομίζω, λαμβάνω, δέχομαι, κερδίζω, ἀνακτῶ, μεταφέρομαι, ταξιδεύω, ἐπιστρέφω
κομέω: φροντίζω κάποιον, ἐπιμελοῦμαι, περιποιοῦμαι
κομιδή (ἡ περιποίηση, ἡ φροντίδα, ἡ μεταφορά, ἡ συγκομιδή), κομιστέος (τό πρόσωπο ἤ τό
ἀντικείμενο τῆς φροντίδας), κομιστής (ὁ φροντιστής, ὁ προστάτης, ὁ φρουρός, ὁ κηδεμών, ὁ
ὁδηγός), τά κόμιστρα (ἡ ἀμοιβή διάσωσης, ἡ ἀμοιβή μεταφορᾶς)

ἱστόν τ' ἠλακάτην τε, καὶ ἀμφιπόλοισι κέλευε

ὁ ἱστός : κάθε ἀντικείμενο πού στήνεται καί παραμένει ὄρθιο, ὁ ἱστός τοῦ πλοίου-τό κατάρτι, ὁ
ἀργαλειός, ἡ κάθετος δοκός τοῦ ἀργαλειοῦ, τό στημόνι τοῦ ἀργαλειοῦ (ρῆμα ἵστημι). Ἱστότονος :ὁ
τεταμένος ἐπί τοῦ ἱστοῦ τοῦ ἀργαλειοῦ. Τό ἱστίον :ὕφασμα πεπλεγμένο, σινδών, πανί πλοίου.
Ἱστιορράφος ( ὁ ράπτης τῶν ἱστίων καί ὁ δολοπλόκος, ὁ ἀπατεών), ἱστιοφόρος, ἱστοβοεύς ( ὁ
ρυμός, τό τιμόνι τοῦ ἀρότρου), ἱστοδόκη (τό ξύλο τῆς πρύμνης στό ὁποῖο στηρίζονταν ὁ
καταβιβαζόμενος ἱστός), ἱστοπέδη (ἡ ὀπή τῆς τρόπιδος-τῆς καρίνας ἐντός τῆς ὁποίας ἐστηρίζετο ὁ
ἱστός)
ἡ ἠλακάτη : ἡ ρόκα καί ἡ ἄτρακτος ( τό ἀδράχτι τῆς ρόκας), καί ἐνίοτε ἡ κνήμη καί τό βέλος

κελεύω: κινῶ πρός τά ἐμπρός, παρακινῶ, παροτρύνω, διατάσσω, παραγγέλω, παρακαλῶ ἐπιμόνως,
ἱκετεύω. Κέλευσμα, κελευστής ( ὁ δίδων κέλευσμα), κελευστός (ὁ λήπτης τοῦ κελεύσματος),
κελευτιάω (παροτρύνω συνεχῶς), κέλομαι:ὠθῶ ἐμπρός, παρορμῶ, παρακινῶ, διατάσσω, καλῶ,
προσκαλῶ, καλῶ ὀνομαστικῶς

ἔργον ἐποίχεσθαι· μῦθος δ' ἄνδρεσσι μελήσει

τό ἔργον : τό ἔργο, ἡ ἐργασία, ἡ πράξη,.....(βλ. 22η ἑνότητα)

ἐποίχομαι (οἴχομαι ἐπί τινά): πορεύομαι πρός κάποιον, πλησιάζω, πορεύομαι ἐναντίον τινός,
ἐπέρχομαι, ἐπιτίθεμαι, περιέρχομαι, κάνω τόν γῦρο τινός, ἐπισκέπτομαι κατά σειρά, ἐπιθεωρῶ,
καταγίγνομαι στό ἔργο μου, ἀρχίζω, καταπιάνομαι μέ κάτι, διατρέχω, διαπορεύομαι, περνῶ ἀπό τό
ἕνα μέρος στό ἄλλο

οἴχομαι : ἔχω ἀπέλθει, ἔχω φύγει, ἔχω ἀναχωρήσει, ἀναχωρῶ, (βλ. 11η ἑνότητα)

ὁ μῦθος : ἡ ἀλήθεια, ἡ ὁμιλία, ὁ λόγος, ἡ προσωπική ἄποψη....(βλ. 3η ἑνότητα)

μελήσει /μέλω:εἶμαι ἀντικείμενο φροντίδος,....( βλ. 23η ἑνότητα)

πᾶσι, μάλιστα δ' ἐμοί· τοῦ γὰρ κράτος ἔστ' ἐνὶ οἴκῳ.»

τό κράτος : ἡ ἰσχύς, ἡ δύναμη, ἡ ἀνδρεία, ἡ ἐξουσία, ..............(βλ 6η ἑνότητα)

Γραμματική

Συνέχεια τῆς Γ' κλίσεως

Ἀρσενικό
Πτώση Ἑνικός Πληθυντικός Ἑνικός Πληθυντικός
Ὀνομαστι
κή ὁ ῥήτωρ οἱ ῥήτορες ὁ πατήρ οἱ πατέρ-ες
Γενική τοῦ ῥήτορ-ος τῶν ῥητόρ-ων τοῦ πατέρος τῶν πατέρ-ων
Δοτική τῷ ῥήτορ-ι τοῖς ῥήτορ-σι τῷ πατρί τοῖς πατρά-σι

Αἰτιατική τόν ῥήτορ-α τούς ῥήτορ-ας τόν πατέρα τούς πατέρ-ας


Κλητική ὦ ῥῆτ-ορ ὦ ῥήτορ-ες ὦ πάτερ ὦ πατέρ-ες

Ἀρσενικό Οὐδέτερο
Πτώση Ἑνικός Πληθυντικός Ἑνικός Πληθυντικός
Ὀνομαστι
κή ὁ ἀνή-ρ οἱ ἄνδρ-ες τό κέρας τά κέρα ἤ κέρατα
κερῶν ἤ
Γενική τοῦ ἀνδρ-ός τῶν ἀνδρ-ῶν τοῦ κέρατος τῶν κεράτων
Δοτική τῷ ἀνδρ-ί τοῖς ἀνδρά-σι τῷ κέρᾳ ἤ κέρατι τοῖς κέρασι

Αἰτιατική τόν ἄνδρ-α τούς ἄνδρ-ας τό κέρας τά κέρα ἤ κέρατα


Κλητική ὦ ἄνερ ὦ ἄνδρ-ες ὦ κέρας ὦ κέρα ἤ κέρατα

Οὐδέτερο
Πτώση Ἑνικός Πληθυντικός Ἑνικός Πληθυντικός
Ὀνομαστι
κή τό στέλεχος τά στελέχη τό χρέος τά χρέη
Γενική τοῦ στελέχους τῶν στελεχῶν τοῦ χρέους τῶν χρεῶν
Δοτική τῷ στελέχει τοῖς στελέχεσι τῷ χρέει τοῖς χρέεσι

Αἰτιατική τό στέλεχος τά στελέχη τό χρέος τά χρέα


Κλητική ὦ στέλεχος ὦ στελέχη ὦ χρέος ὦ χρέα

Γιά τήν ἑρμηνεία τῶν λέξεων σέ ὅλες τίς ἑνότητες : Λεξικόν τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης, Ἰωάν.
Σταματάκου, Ἐκδοτικός Ὀργανισμός “ Ο ΦΟΙΝΙΞ” ΕΠΕ, Ἀθήνα 1972
Γιά τήν Γραμματική σέ ὅλες τίς ἑνότητες : Γραμματική τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης, Ἀχιλλέως
Τζαρτζάνου, Ἐκδοτικός οἶκος Ἀδελφῶν Κυριακίδη α.ε., Ἀθήνα 1965

Ἰσμήνη Μαρτίνη
Συντονίστρια Ἐπιτροπῆς Ὁμήρου ΙΗΑ
Ἀθήνα

You might also like