You are on page 1of 6

INTERNATIONAL HELLENIC

ASSOCIATION
Ὁμάδα Ἐρεύνης καί Μελέτης τῶν Ὁμηρικῶν
Ἐπῶν
Συντονίστρια: Ἰσμήνη Μαρτίνη
e-mail: ismartin797@gmail.com
Ἀθήνα 15/03/2020

Μελέτη Ὁμήρου / Ὀδύσσεια, 30η Ἑνότητα

Ραψωδία α, στίχοι 408-422

ἠέ τιν' ἀγγελίην πατρὸς φέρει ἐρχομένοιο,


ἤ κάποια εἴδηση γιά τόν πατέρα μεταφέρει ὅτι θά ἔρθει,

ἦ ἑὸν αὐτοῦ χρεῖος ἐελδόμενος τόδ' ἱκάνει;


ἤ γιά δική του ὁ ἴδιος ὠφέλεια ἐπιθυμῶντας ἐδῶ φθάνει;

οἷον ἀναΐξας ἄφαρ οἴχεται, οὐδ' ὑπέμεινε


ἔτσι γρήγορα σηκώθηκε κι ἀμέσως ἀναχώρησε, κι οὔτε περίμενε

γνώμεναι· οὐ μὲν γάρ τι κακῷ εἰς ὦπα ἐῴκει.»


νά τόν γνωρίσουμε, διότι μέ κάτι κακό στήν ὄψη δέν ἔμοιαζε»

τὸν δ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα·


σ' ἐκεῖνον πάλι ὁ Τηλέμαχος συνετῶς ἀπάντησε

«Εὐρύμαχ', ἦ τοι νόστος ἀπώλετο πατρὸς ἐμοῖο·


«Εὐρύμαχε, στ' ἀλήθεια ὁ νόστος χάθηκε τοῦ πατρός μου

οὔτ' οὖν ἀγγελίῃ ἔτι πείθομαι, εἴ ποθεν ἔλθοι,


κι οὔτε λοιπόν σέ εἴδηση πλέον πιστεύω, ἀπ΄ ὅπου κι ἄν ἐλθει,

οὔτε θεοπροπίης ἐμπάζομαι, ἥν τινα μήτηρ


κι οὔτε με προφητεία θεοῦ ἀσχολοῦμαι, ὅταν κάποιον ἡ μητέρα,

ἐς μέγαρον καλέσασα θεοπρόπον ἐξερέηται.


στό ἀνάκτορο ἀφοῦ καλέσει μάντη τόν ρωτήσει.

ξεῖνος δ' οὗτος ἐμὸς πατρώϊος ἐκ Τάφου ἐστί,


ξένος λοιπόν αὐτός δικός μου πατρικός ἀπό τήν Τάφο εἶναι

Μέντης δ' Ἀγχιάλοιο δαΐφρονος εὔχεται εἶναι


ὁ Μέντης τοῦ Ἀγχιάλου τοῦ σοφοῦ ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι

υἱός, ἀτὰρ Ταφίοισι φιληρέτμοισιν ἀνάσσει.»


υἱός, κι ἔτσι στούς Ταφίους λάτρεις τῶν κουπιῶν κυβερνᾶ.»

ὣς φάτο Τηλέμαχος, φρεσὶ δ' ἀθανάτην θεὸν ἔγνω.


ἔτσι μιλῶντας ὁ Τηλέμαχος, μέ τόν νοῦ του τήν ἀθάνατη θεά γνώρισε.

οἱ δ' εἰς ὀρχηστύν τε καὶ ἱμερόεσσαν ἀοιδὴν


ἐκεῖνοι δέ στόν χορό καί τήν παθιάζουσα ὠδή

τρεψάμενοι τέρποντο, μένον δ' ἐπὶ ἕσπερον ἐλθεῖν.


στρεφόμενοι διασκέδαζαν, παραμένοντας μέχρι νά 'ρθεῖ τό δειλινό.

Λεξιλόγιο

ἠέ τιν' ἀγγελίην πατρὸς φέρει ἐρχομένοιο,

ἀγγελία : ἀγγελία, εἴδηση, ἀναγγελία, εἰδοποίηση, προκήρυξη, διαταγή, πρόσταγμα


[ἀγγελιαφόρος, ἄγγελος, ἀγγελικός, ἀγγελιώτης (ἀγγελιαφόρος), ἀγγέλω (μεταφέρω εἴδηση,
ἀναγγέλω, γνωστοποιῶ, λέγω, διηγοῦμαι, προκηρύσσω, διακηρύσσω, εἰδοποιῶ), ἄγγελμα,
ἀγγελοθεσία, ἀγγελοκόμιστος, ἀγγελοπλήρωτος (πλήρης ἀγγέλων), ἀγγελτικός]

φέρει/φέρω: φέρω, μεταφέρω, βαστῶ,....(βλ. 8η ἑνότητα)

ἐρχομένοιο/ἐρχόμενος/ ἔρχομαι: ἔρχομαι, πηγαίνω, ἔρχομαι πίσω, ἐπιστρέφω... (βλ. 16η ἑνότητα)

ἦ ἑὸν αὐτοῦ χρεῖος ἐελδόμενος τόδ' ἱκάνει;

ἦ : ἀληθῶς, βεβαίως, ἀσφαλῶς, τῷ ὄντι. Ἐδῶ χρησιμοποιεῖται ὡς διαζευκτικός σύνδεσμος

ἑὸν:δικό του, κτητική ἀντωνυμία (βλ. 16η ἑνότητα)

αὐτοῦ/αὐτός :ὁ ἴδιος (τό ξαναείδαμε πολλές φορές)

ὁ χρεῖος: χρήσιμος, ὠφέλιμος, ἀναγκαῖος, κατάλληλος, χρειαζόμενος, ὁ ἔχων ἀνάγκη τινός, ὁ


ἐνδεής τινός, ὁ ἔχων ἀνάγκες, ὁ ἐνδεής, ὁ φτωχός

ἐελδόμενος / ἔλδομαι: ἐπιθυμῶ σφόδρα, ποθῶ, εὔχομαι νά ἀποκτήσω κάτι, ἐπιδιώκω κάτι,
ἐποφθαλμιῶ

ἔλδωρ ἤ ἐέλδωρ:ἡ ἐπιθυμία, ὁ πόθος, ἡ εὐχή

ἱκάνω (ἐπικός τύπος τοῦ ρήματος ἵκω-ἱκνέομαι): φθάνω, ἔρχομαι, ἐκτείνομαι ὡς, ....(βλ. 14η
ἑνότητα)

οἷον ἀναΐξας ἄφαρ οἴχεται, οὐδ' ὑπέμεινε

οἷον : ἐδῶ μέ τήν ἔννοια τοῦ τρόπου, μ' αὐτόν τόν τρόπο, ἔτσι

ἀναΐξας /ἀναΐσσω (ἀνά+ἀΐσσω) : ἀναπηδῶ, ἐγείρομαι ταχέως, ὁρμῶ ἐπάνω, ἀνατινάσσομαι, πηδῶ
ἐπάνω σέ κάτι (ρῆμα ἀΐσσω βλ. 8η ἑνότητα)

ἄφαρ (ποιητικό ἐπίρρημα) : ἀμέσως, εὐθύς, πάραυτα, αἰφνιδίως, σέ μιά στιγμή, ταχέως, εὐθύς
ἀμέσως, μετά ταῦτα, κατόπιν, ἔπειτα, ἀδιακόπως, ἀδιαλείπτως

οἴχεται / οἴχομαι: ἔχω ἀπέλθει, ἔχω φύγει, ἔχω ἀναχωρήσει,...(βλ. 11η καί 19η ἑνότητα)

ὑπέμεινε / ὑπομένω: μένω πίσω, σταματῶ, παραμένω στό σπίτι, ἐπιζῶ, παραμένω ζωντανός,
περιμένω κάποιον, ἀναμένω, μένω στήν θέση μου καί περιμένω ἐπίθεση, δέχομαι ἐπίθεση καί τήν
ἀποκρούω, ὑπομένω, ὑποφέρω μέ ὑπομονή, ὑποκύπτω, ὑποτάσσομαι παθητικῶς, μένω στήν θέση
μου, μένω σταθερός, ἀμετακίνητος, τολμῶ νά πράξω κάτι, ἀναλαμβάνω νά πράξω κάτι,
ὑποστηρίζω, προστατεύω, διατηρῶ, φυλάσσω

γνώμεναι· οὐ μὲν γάρ τι κακῷ εἰς ὦπα ἐῴκει.»

γνώμεναι: ἀντί τοῦ γνῶναι, ἀπαρέμφατο ἀορίστου β' τοῦ ρήματος γιγνώσκω =γνωρίζω

τήν ὦπα/ἡ ὤψ : ὀφθαλμός, ὄμμα, πρόσωπο, ὄψις

ἐῴκει / ἔοικα /εἴκω: μοιάζω μέ, φαίνομαι ὡς, εἶμαι ὅμοιος μέ ..


[εἰκών (ὁμοίωμα, εἰκόνα, ἀπεικόνισμα, ὁμοιότης, φάντασμα, παρομοίωση) ἀπεικόνιση, εἴκελος
(ὅμοιος, κατά τόν τρόπο τινός), εἰκασία (ὁμοιότης, ὁμοίωμα, συμπέρασμα), εἴκασμα (ὁμοίωμα,
εἰκόνα), εἰκασμός (τό συμπέρασμα καί ἡ μαντεία), ὁ εἰκαστής (ὁ εἰκάζων, ὁ συμπεραίνων, ὁ
μαντεύων), εἰκελόνειρος (ὅμοιος μέ ὄνειρο), εἰκελόφωνος (ὁ ἔχων ὁμοία φωνή) ]

τὸν δ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα·

γνωστή ἐπαναλαμβανομένη φράση

«Εὐρύμαχ', ἦ τοι νόστος ἀπώλετο πατρὸς ἐμοῖο·

ἀπώλετο/ ἀπόλλυμι καί ἀπολλύω: καταστρέφω ἐντελῶς, φονεύω, σφάζω, κατεδαφίζω, ἐρημώνω,
ἀφανίζω, χάνω κάτι (βλ. 13η ἑνότητα)

οἱ ὑπόλοιπες λέξεις εἶναι γνωστές

οὔτ' οὖν ἀγγελίῃ ἔτι πείθομαι, εἴ ποθεν ἔλθοι,

πείθομαι: πείθομαι, ὑπακούω, συμμορφώνομαι, πιστεύω, ἐμπιστεύομαι, ὑποχωρῶ, πιστεύω, ἔχω


πεισθεῖ (βλ. 21η ἑνότητα)

πόθεν : ἀπό κάπου, ἀπό ποῦ;, ἀπό ποιό μέρος;

ἔλθοι/ἔρχομαι

οὔτε θεοπροπίης ἐμπάζομαι, ἥν τινα μήτηρ

θεοπροπίη-α :χρησμός, προφητεία

ἐμπάζομαι: ἀπασχολῶ ἐμαυτόν, ἀσχολοῦμαι μέ κάτι, λαμβάνω πρόνοια γιά κάτι, φροντίζω,
ἐνδιαφέρομαι
ἐς μέγαρον καλέσασα θεοπρόπον ἐξερέηται.

καλέσασα /καλέω-καλῶ : καλῶ, φωνάζω, προσκαλῶ, ἐπικαλοῦμαι, ....(βλ. 7η ἑνότητα)

θεοπρόπος (θεός + πρέπω) : προφητεύων, προφήτης, μάντης, οἰωνός, ὁ δημόσιος ἀγγελιαφόρος


πού ἀποστέλλεται γιά χρησμό σέ μαντεῖο

πρέπω: εἶμαι διαυγέστατα ὁρατός, εἶμαι περίοπτος, εἶμαι πανταχόθεν καταφανής, εἶμαι
διακεκριμένος σέ κάτι, διαπρέπω, διαλάμπω, ἐξέχω, εἶμαι σαφής, εἶμαι φανερός, εἶμαι ὁλοκάθαρος,
καί εἶμαι ὅμοιος, προσομοιάζω, ἁρμόζω, ταιριάζω (π.χ. θνατά θνατοῖσι πρέπει), συμφωνῶ.
Πρέπει : ἁρμόζει, προσήκει. Τό πρέπον: τό ἁρμόζον, τό προσῆκον, ἡ ἁρμοδιότης, ἡ κοσμιότης, ἡ
εὐπρέπεια

ἐξερέηται/ ἐξερέω: 1. (Μέλλων ἄνευ ἐνεστῶτος σέ χρήση) θά πῶ, θά μιλήσω, θά διακηρύξω. 2.


ρωτῶ, ζητῶ νά λάβω πληροφορίες.
Ἐρέω: ἐρωτῶ. Ἐρῶ/ἐρέω: θά πῶ, θά μιλήσω, θά ἀφηγηθῶ, θά ἀναγγείλω, θά διακηρύξω, θά
ὑποσχεθῶ, θά δώσω ἐντολή, θά διατάξω

ξεῖνος δ' οὗτος ἐμὸς πατρώϊος ἐκ Τάφου ἐστί,

ὅλες οἱ λέξεις εἶναι γνωστές

Μέντης δ' Ἀγχιάλοιο δαΐφρονος εὔχεται εἶναι

ὁ δαΐφρων: ὁ ἔχων μάχιμο φρόνημα, ὁ φιλοπόλεμος, ὁ τολμηρός, ὁ ἄφοβος, ἀλλά καί ὁ συνετός
στό φρόνημα, ὁ σοφός, ὁ ἔμπειρος (βλ. 15η ἑνότητα)

εὔχεται/εὔχομαι :εὔχομαι, καυχῶμαι, κομπάζω, μεγαλαυχῶ, ἰσχυρίζομαι .....(βλ. 14η ἑνότητα)

υἱός, ἀτὰρ Ταφίοισι φιληρέτμοισιν ἀνάσσει.»

ἀτὰρ (σύνδεσμος): ἀλλά, ὅμως. (ἀναλόγως τῶν συμφραζομένων μπορεῖ νά λαμβάνει καί
συμπερασματική ἔννοια: γι' αὐτό, ἔτσι, ὥστε, καθώς, ὅπως καί ὁ σύνδεσμος αὐτάρ)

τοῖς Ταφίοισι/ἀντί τοῖς Ταφίοις : (στούς Ταφίους)

τοῖς φιληρέτμοισιν/ἀντί τοῖς φιληρέτμοις / ὁ φιλήρετμος: αὐτός πού ἀγαπάει τό κουπί, τήν
κωπηλασία καί γενικῶς τήν ναυσιπλοΐα, ὁ λάτρης τῆς κώπης

ἀνάσσω : εἶμαι Ἄναξ-Κυβερνήτης, βασιλεύω, κυβερνῶ...(βλ. 15η ἑνότητα)

ὣς φάτο Τηλέμαχος, φρεσὶ δ' ἀθανάτην θεὸν ἔγνω.

ὣς φάτο / φημί : λέγω, ὁμιλῶ, ἰσχυρίζομαι, ....(βλ. 15η ἑνότητα)

φρεσὶ /ἡ φρήν :ὁ νοῦς, ἡ νόηση, ἡ καρδιά, ....(βλ. 4η ἑνότητα)

ἔγνω : ἀόριστος β τοῦ ρήματος οἶδα:γιγνώσκω-γνωρίζω (βλ. 14η ἑνότητα)


οἱ δ' εἰς ὀρχηστύν τε καὶ ἱμερόεσσαν ἀοιδὴν

ἡ ὀρχηστύς /ἡ ὄρχησις: ἡ ὄρχηση, ὁ χορός (βλ. 12η ἑνότητα)

ἡ ἱμερόεσσα/ὁ ἱμερόεις:ὁ διεγείρων τόν πόθο-τήν ἐπιθυμία-τήν ἀγάπη, ὁ ἐράσμιος, ὁ θελκτικός, ὁ


ἀξιαγάπητος, ὁ ποθεινός, ὁ ποθητός
ἵμερος: ὁ πόθος, ἡ σφοδρή ἐπιθυμία, ὁ ἔρωτας
ἱμείρω: ἐπιθυμῶ, ποθῶ, ἐπιθυμῶ σφόδρα, ἐπιδιώκω κάτι, ἐπιθυμῶ διακαῶς [ ἱμεροδερκής (αὐτός
πού κοιτάζει μέ βλέμμα πλῆρες ἐπιθυμίας), ἱμεροθαλής ( ὁ θάλλων, ὁ ἀκμαῖος, ὁ διαβιών ἐν μέσῳ
τέρψεων καί ἀπολαύσεων), ἱμερτός (ὁ ἐπιθυμητός, ὁ ποθητός)]

ἡ ἀοιδὴ : ἡ ὠδή (12η καί13η ἑνότητα)

τρεψάμενοι τέρποντο, μένον δ' ἐπὶ ἕσπερον ἐλθεῖν.

τρεψάμενοι (μετοχή τοῦ ρήματος τρέπω)/τρέπω (δωρική:τράπω): τρέπω, στρέφω, διευθύνω


πρός, ὁδηγῶ εἰς, ἄγω πρός, ἀλλάζω κατεύθυνση τινός, κατευθύνω, μεταστρέφω, μεταβάλλω,
κατατροπώνω (τρέπω εἰς φυγή) ἀποτρέπω, ἐμποδίζω, κωλύω, ἀνατρέπω, ἀναποδογυρίζω,
μετατρέπω, προσαρμόζω, ἐφαρμόζω, χρησιμοποιῶ
[ ἡ τροπή, ὁ τρόπος (τροπή, στροφή, κατεύθυνση, διεύθυνση, τρόπος), ἡ τρόπις (ἡ καρίνα τοῦ
πλοίου), ὁ τροπός-τροπωτήρ (συνεστραμμένος δερμάτινος ἱμάντας προσδέσεως τῆς κώπης στόν
σκαλμό), ὁ εὐτράπελος (ὁ εὐκόλως τρεπόμενος, ὁ εὔστροφος, ὁ εὐφυής, ὁ ἑτοιμολόγος,ὁ ὀξύνους
καί ὁ δόλιος, ὁ πανοῦργος, ὁ ἄτιμος, ὁ βωμολόχος) τρωπάω (μετατρέπω, μεταβάλλω, ἀλλοιώνω, -
τρωπάομαι:μεταστρέφω ἐμαυτόν), στροφή, στρεπτός (ὁ εὐκόλως στρεφόμενος, ὁ εὔκαμπτος, ὁ
δυνάμενος νά συστραφεῖ, ὁ κυρτός, ὁ εὐλύγιστος, ὁ πλεκτός, ὁ κυκλικός, ὁ στριφτός, τό στρεπτόν:
τό περιδέραιο)]
βωμολόχος (βωμός + λοχάω): ἐκεῖνος πού παραμονεύει γύρω ἀπό τόν βωμό γιά νά κλέψει τά
σφάγια, ὁ πειναλέος, ὁ ζητιάνος, ὁ χαμερπής, ὁ κόλαξ, ὁ ἀστειολόγος

Ἀρχικοί χρόνοι τοῦ ρήματος τρέπω


Ἐνεστώς: τρέπω
Παρατατικός: ἔτρεπον
Μέλλων: τρέψω
Ἀόριστος α΄: ἔτρεψα
Ἀόριστος β' :ἔτραπον
Παρακείμενος: τέτροφα ἤ τέτραφα
Ὑπερσυντέλικος: ἐτετράπην

τέρποντο/τέρπομαι :τέρπομαι, ἀπολαμβάνω, ...(βλ. 3η ἑνότητα)

μένον /μένω : μένω, εἶμαι σταθερός, ἀντέχω, παραμένω, ....(βλ. 23η ἑνότητα)

ὁ ἕσπερος : τό ἀπόγευμα, τό δειλινό, ἡ ἑσπέρα. Ὡς τόπος: ἡ Δύση, ὁ δυτικός κόσμος-ὁ ἑσπέριος,


καί ὁ ζόφος, ὁ Ἅδης. Ἕσπερος ἀστήρ:τό ἄστρο τῆς δύσεως, ὁ ἑσπερινός

Γιά τήν ἑρμηνεία τῶν λέξεων σέ ὅλες τίς ἑνότητες : Λεξικόν τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης, Ἰωάν.
Σταματάκου, Ἐκδοτικός Ὀργανισμός “ Ο ΦΟΙΝΙΞ” ΕΠΕ, Ἀθήνα 1972
Γιά τήν Γραμματική σέ ὅλες τίς ἑνότητες : Γραμματική τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης, Ἀχιλλέως
Τζαρτζάνου, Ἐκδοτικός οἶκος Ἀδελφῶν Κυριακίδη α.ε., Ἀθήνα 1965
Ἰσμήνη Μαρτίνη
Συντονίστρια Ἐπιτροπῆς Ὁμήρου ΙΗΑ
Ἀθήνα

You might also like