You are on page 1of 3

Η ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΩΣ ΟΠΛΟ ΕΚΔΙΚΗΣΗΣ

Ένα από τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν σήμερα την Ελληνική (και όχι
μόνο) κοινωνία, είναι η προστασία του ανθρώπου (και δη της γυναίκας) από τη
σεξουαλική βία και εν γένει τα εγκλήματα της γενετήσιας ελευθερίας - αξιοπρέπειας.

Το κίνημα ‘’me too’’ μόνο τυχαίο δεν είναι.

Μετά από σκληρούς αγώνες, εντός αλλά και εκτός των δικαστικών αιθουσών,
μετά από μάχες νομοθετικές αλλά κυρίως κοινωνικές (άλλωστε νόμος και κοινωνία
πρέπει να είναι αλληλένδετοι) δόθηκε φωνή σε ανθρώπους που έχουν υποστεί
σιωπηλά, -όχι βεβαίως, εκουσίως, αλλά βιαίως μουγκά/ κρυφά-, εγκλήματα
γενετήσιας ελευθερίας, παρά την ήδη υπάρχουσα νομοθετική ρύθμιση στον ΠΚ, ο
οποίος φυσικά έχρηζε βελτίωσης.

Έτσι, σήμερα άνθρωποι, (αν και κυρίως γυναίκες, αλλά όχι μόνον), κατάφεραν
να καταγγείλουν σεξουαλικά εγκλήματα και δη βιασμούς και σεξουαλικές
παρενοχλήσεις που δέχθηκαν στο παρελθόν, παρά το γεγονός ότι σε κάποιες
περιπτώσεις ήρθαν αντιμέτωπες με την νομική (αλλά όχι ηθική – συνειδησιακή)
παραγραφή του αδικήματος.

Η κοινωνία μας, λοιπόν, ευαισθητοποιημένη και συνειδητοποιημένη όπως


έπρεπε να είναι, στάθηκε στο πλευρό των θυμάτων, εναντιώθηκε στους φερόμενους
δράστες και απαίτησε όχι απαραίτητα την καταδίκη τους, αλλά την δίκαια εκδίκαση
των υποθέσεων αυτών. Άλλωστε, η Δικαιοσύνη είναι αυτή που θα αποφανθεί στο
τέλος.

Είναι όμως ο μόνος κριτής η ίδια η (Ποινική ή Πολιτική) Δικαιοσύνη;

Αφουγκραζόμενη λοιπόν η Νομοθετική Αρχή τις κοινωνικές απαιτήσεις,


αυστηροποίησε το νομοθετικό πλαίσιο (ιδίως στο αδίκημα του βιασμού), ενώ η
παραγραφή για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας που τελούνται σε
βάρος ανηλίκου αρχίζει ένα έτος μετά την ενηλικίωσή του, εφόσον η πράξη είναι
πλημμέλημα και τρία έτη εφόσον είναι κακούργημα. Με τον τρόπο αυτό, δίνεται η
δυνατότητα, ειδικά για τα αδικήματα αυτά, τα οποία έχουν ιδιάζουσα, λόγω της
φύσης τους, απαξία, να υπάρχει επαρκής χρόνος, κατά τον οποίο ο ανήλικος θα
μπορεί να τα καταγγείλει, ώστε να ασκούνται διώξεις και να μη μένουν ατιμώρητα.
Τι γίνεται όμως, όταν μία τέτοια κατάκτηση κοινωνική και πλέον νομοθετημένη
γίνεται έρμαιο προσωπικών – ίδιων συμφερόντων;

Δυστυχώς το να κατακτήσεις ή έστω να θεμελιώσεις – επαναπροσδιορίσεις ένα


δικαίωμα θέλει προσπάθεια και αγώνα. Να το εκφυλίσεις όμως θέλει μόνο μερικές
καταχρηστικές και ανήθικες συμπεριφορές καταστρέφοντας ότι με κόπο χτίστηκε.

Παρατηρείται, λοιπόν, με ταχύτητα ραγδαία σε σχέση με το χρόνο που


χρειάστηκε για να εξελιχθούμε κοινωνικά, ένας αγώνας ουσιαστικός και επίπονος να
κινδυνεύει να χάσει μέρος της ουσίας και της αξίας του.

Η αλήθεια είναι αυτή: Ένα δικαίωμα είναι σπουδαία κατάκτηση. Όταν όμως
αυτό το δικαίωμα κάποιος το καταχράται αρχίζει όχι μόνον να χάνει το νόημά του,
αλλά να γίνεται και επικίνδυνο, να γίνεται ένα όπλο εκδίκησης με σκοπό την
εκπλήρωση προσωπικών ανήθικων συμφερόντων (άλλωστε ο ΑΚ έχει προβλέψει
αυτή την περίπτωση της καταχρηστικότητας ήδη από το 1946, αλλά εν προκειμένω
αναφερόμαστε σε κάτι βαθύτερο, αφού δεν έχουμε να κάνουμε με ιδιωτικές διαφορές,
αλλά με Ποινικά Αδικήματα).

Ας γίνουμε πιο σαφείς: Η τέλεση εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας


(βιασμοί, σεξουαλικές παρενοχλήσεις κλπ) αποτελούσε και αποτελεί μία μάστιγα της
κοινωνίας. Επί σειρά ετών, το τερατώδες αυτό κοινωνικό φαινόμενο κατάφερνε να
κρύβεται, είχε προστατευτεί πίσω από το ‘’ταμπού’’ των θυμάτων να καταγγείλουν,
να μιλήσουν, να φωνάξουν.

Αυτό άρχισε να αλλάζει και άρχισε να αλλάζει με δυναμισμό, χαρίζοντας του


μορφή νομοθετική, αλλά και κοινωνικά συνειδησιακή. Πέραν της Ποινικής Τιμωρίας,
οι δράστες πλέον ξέρουν ότι δύσκολα θα κρυφτούν, δύσκολα θα γλιτώσουν (αν όντως
είναι δράστες και όχι θύματα).

Τι θα γίνει όμως, όταν ο καθένας ισχυρίζεται την τέλεση ενός τέτοιου απεχθούς
εγκλήματος εις βάρος του, χωρίς καμία απόδειξη, μόνο και μόνο για να εκβιάσει, να
απειλήσει και να εκπληρώσει προσωπικά συμφέροντα;;

Δύο τα τινά:

Πρώτον, προχωράμε σε επικίνδυνη θυματοποίηση ανθρώπων, στον βωμό


σκοπών που απέχουν από την προστασία των δικαιωμάτων των ανθρώπων. Ήδη
παρατηρείται να εξαπολύονται απειλές για καταγγελίες καθ’ όλα ψευδείς,
εκμεταλλευόμενοι την κοινωνική ευαισθησία. Ειδικά δε, όταν ο εκβιασθείς είναι
πρόσωπο γνωστό - δημοφιλές, από οποιονδήποτε χώρο, ακόμη και αυτού του
ίντερνετ και του γιουτούμπ, γίνεται ακόμα ευκολότερος στόχος σε ανθρώπους που
θέλουν όχι να αξιοποιήσουν ό,τι κερδήθηκε με αγώνες, αλλά να εκμεταλλευτούν
ανήθικά μία ολόκληρη κοινωνία που στάθηκε δίπλα στα πραγματικά θύματα. Τι
γίνεται τότε; Ο εκβιασθείς γίνεται με το ζόρι δράστης… Και ναι μεν το δίκαιο μπορεί
να αποδωθεί στις δικαστικές αίθουσες, ναι μεν η Πονική Δικαιοσύνη μπορεί να τον
αθωώσει όπως τυχόν του αξίζει, αλλά το κοινωνικό Στίγμα είναι βαρύ και όλοι
ξέρουμε ότι στις ανθρώπινες συνειδήσεις δεν μένει μόνο το ερωτηματικό της τέλεσης
ή μη της πράξης, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι όπου καπνός δεν γίνεται να μην
υπάρχει και φωτιά. Συνεπώς, αθώος ή μη, ο φερόμενος δράστη (αν και θύμα
πλεκτάνης) κοινωνικά τιμωρείται σκληρά, παρά το γεγονός ότι οι αρμόδιοι Δικαστές
μπορεί να τον αθωώσουν. Διότι αν τιμωρηθεί νομικά ουδέν αμφισβήτηση επιδέχεται
επί της τέλεσης του εγκλήματος. Αν αθωωθεί όμως, ο στιγματισμός παραμένει, με ότι
αυτό συνεπάγεται όχι μόνο στον επαγγελματικό βίο του ‘’δράστη’’ – θύματος, αλλά
και στην ίδια του την ψυχοσύνθεση και προσωπικότητα. Διότι και η Κοινωνία
Δικάζει και συχνά άδικα…

Αυτή η κατάχρηση όμως, αυτή η ανήθικη εκμετάλλευση, πέραν της άδικης


θυματοποίησης ανθρώπων έχει ακόμη μία συνέπεια. Δεύτερον, λοιπόν, η κατάχρησή
ενός δικαιώματος δεν συνιστά απλά ένα όπλο εκδίκησης, αλλά οδηγεί και σε μία
εσωτερική καταστροφή – απομείωση της αξίας του ίδιου του δικαιώματος.

Σκεφτείτε το εξής: ΑΝ φτάσουμε στο σημείο άκριτα να δεχόμαστε κάθε


καταγγελία και κάποια στιγμή αποδειχθεί ότι οι μισές εξ αυτών ήταν ψευδείς, ο
αγώνας θα αντιστραφεί και το δικαίωμα θα εκφυλιστεί. Αυτομάτως, η ισχύς των
θυμάτων να έχουν λόγο και φωνή θα χαρακτηρισθεί ως υπερβολή και εκμετάλλευση
(θα γενικοποιηθεί δηλαδή η εξαίρεση - η κατάχρηση) οδηγώντας μας κοινωνικά (αν
όχι και νομοθετικά) χρόνια πίσω…

Για αυτό, λοιπόν, απαιτείται προσοχή, κριτική σκέψη αλλά και ηθική, όσων
διαθέτουν, ώστε ένα κίνημα σταθμός να διατηρήσει την αξία του. Αντιθέτως, τα
φερόμενα ‘’θύματα’’ που κατ’ ουσίαν είναι δράστες και καταχραστές οφείλιυν και
πρέπει να τιμωρηθούν αυστηρά, κοινωνικά αλλά και ποινικά.

You might also like