You are on page 1of 5

Το Ψυχιατρείο της Πέτρας

από το άσυλο στην κοινότητα

(1ο μέρος)

του Γιάννη Χ.Ποικιλίδη

Το αφιέρωμα αυτό στο Ψυχιατρείο της Πέτρας αποτελεί φυσική


συνέχεια προηγούμενου άρθρου μου που ασχολήθηκε με το Σανατόριο
της Πέτρας και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Αντίλογος της Πιερίας
της 21ης Νοεμβρίου 2014. Από τότε μέχρι σήμερα, ραγδαίες πολιτικές
εξελίξεις φαίνεται ν’ αλλάζουν το εγχώριο κοινωνικοπολιτικό σκηνικό
σκορπίζοντας ελπίδες «δεξιά» κι «αριστερά». Αναμένοντας την έκβαση
ποικίλων «διεργασιών» που θα επηρεάσουν αποφασιστικά τους όρους
και τις συνθήκες της εθνικής και της διαταξικής μας «συμβίωσης»,
μπορούμε να ρίχνουμε «απενοχοποιημένες» ματιές στο παρελθόν.
Έτσι στις 23 Μαρτίου 1969 ένα Ψυχιατρείο ήρθε κι ένα Σανατόριο
πέρασε για πάντα στην ιστορία. Και για να είμαστε πιο ακριβείς, ένα
ψυχιατρικό άσυλο εγκαταστάθηκε στις πρώην μοναστηριακές
εγκαταστάσεις της Πέτρας, το οποίο με τη σειρά του θα μετασχηματιστεί
τον Ιανουάριο του 2004 σε ένα δίκτυο ψυχιατρικών δομών. O επίλογος
της αυτόνομης ύπαρξης του ψυχιατρείου γράφτηκε το 2012 μετά τη
συγχώνευσή του με το Γενικό Νοσοκομείο και τη μετατροπή του σε
ψυχιατρικό τομέα. Όλα αυτά τα 45 χρόνια λειτουργίας ψυχιατρικών
υπηρεσιών στην Πιερία πολλά άλλαξαν στη μορφή και το περιεχόμενο,
δίνοντας άλλο νόημα στην ασθένεια, στη θεραπεία, στη νοσηλεία και στη
στάση της κοινωνίας. Οι σταδιακοί μετασχηματισμοί οδήγησαν από μια
μεσαιωνικού τύπου διαχείριση της «ασθένειας» σε μια πιο ανθρωπιστική
προσέγγιση.
Η αφήγηση του ψυχίατρου Γιώργου Αγγελίδη αποτελεί μια
αναδρομή στην ιστορία της εξέλιξης της ελληνικής ψυχιατρικής και του
δικού μας ψυχιατρείου της Πέτρας μέσα από τις εμπειρίες ενός ανθρώπου
που γοητεύτηκε από το Ε.Σ.Υ και το υπηρέτησε πιστά εδώ και 30 χρόνια.
Το 1984 ξεκίνησε την επιστημονική του καριέρα από μια προκήρυξη
θέσης διευθυντή στη Λέρο και το Δεκέμβριο που μας πέρασε
ολοκλήρωσε μια συνεπή διαδρομή στη δημόσια υγεία. Σήμερα συνεχίζει
την πορεία του στο χώρο της ψυχικής υγείας από το ιδιωτικό του ιατρείο.

- Στη Λέρο είχα σοκαριστεί από τις συνθήκες διαβίωσης των 1.100
ανθρώπων που βρήκα εκεί. Δεν είχαν ξεκινήσει ακόμη τα προγράμματα της
ευρωπαϊκής ένωσης, μετά το ντόρο που είχε γίνει με το δημοσίευμα του
Guardian για τις συνθήκες νοσηλείας και παραμονής των ανθρώπων.
Αυτό έδωσε το έναυσμα για να εκφραστεί αυτή η επιθετικότητα της
Ευρώπης, καθώς ήμασταν ένα φρέσκο μέλος της τότε Ε.Ο.Κ. Υπήρξε
λοιπόν μια έντονη κατακραυγή, από ανθρωπιστικής πλευράς.
Αυτοί που νοσηλεύονταν εκεί ήταν τα πιο βαριά περιστατικά, οι
άνθρωποι οι ξεχασμένοι από τις οικογένειές τους. Προέρχονταν από τα
μεγάλα ψυχιατρεία της Αθήνας, Δαφνί και Δρομοκαϊτειο και είχαν
εγκατασταθεί εκεί στα τέλη της δεκαετίας του ’50. Στη Λέρο υπήρχαν ήδη
τα κτήρια του ναύσταθμου των Ιταλών, λόγω του φυσικού λιμανιού που
υπήρχε και αμέσως μετά την απελευθέρωση, λόγω της ύπαρξης ακριβώς
των κτηρίων, είχαν εγκατασταθεί πολιτικοί εξόριστοι. Κάποτε λοιπόν
«φιλοξενούσε» 2.500 ασθενείς. Πάρα πολύ μεγάλος αριθμός και με
ελάχιστα εκπαιδευμένο προσωπικό. Αν εξαιρέσεις κάποιες ελάχιστες
νοσηλεύτριες τριετούς φοίτησης, όλες οι άλλες ήταν ενός ή δύο χρόνων, οι
δε νοσοκόμοι ήταν ψαράδες, όπως στα άλλα ψυχιατρεία της χώρας ήταν
άνθρωποι που ασχολούνταν με αγροτικές δουλειές ή εργάτες.
Με τις ελάχιστες γνώσεις ψυχιατρικής που είχα τότε, θεωρήθηκα από
αρκετούς συναδέλφους αρκετά νεωτεριστής. Για παράδειγμα τα τμήματα
ήταν χωρισμένα σε ανδρών και γυναικών κι εγώ ζήτησα να μπει μουσική
σε κείνους τους χώρους, να γίνονται κάποιες κοινές γιορτές, να βρίσκονται
μαζί οι άνθρωποι, να χορεύουνε μαζί, δεν μιλάμε για σεξουαλικές ή
ερωτικές σχέσεις. Από κάποιους επειδή τους εξυπηρετούσε να παραμείνει
το ψυχιατρείο στη Λέρο, οι παρεμβάσεις αυτές γίνονταν αποδεκτές επειδή
τότε γίνονταν κινήσεις προς την κατεύθυνση της κατάργησής του. Οπότε
έμπαινε ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα για τους εργαζομένους στο νησί καθώς
μία στις δύο οικογένειες του νησιού είχε εργαζόμενο εκεί και μεταξύ
σοβαρού και αστείου λέγανε ότι μόλις γεννιόταν ένα παιδί, είχε ήδη μια
θέση εξασφαλισμένη στο ψυχιατρείο. Βέβαια και όλη η οικονομία του
νησιού ήταν εξαρτημένη από το ίδρυμα, γιατί οι μισθωτοί εργαζόμενοι με
τη σειρά τους συντηρούσαν τις ταβέρνες, τα παντοπωλεία, τα κουρεία και
πάει λέγοντας.
- Το 1985 κατέλαβα θέση επιμελητή Β’ στο Ψυχιατρείο της Πέτρας ή όπως
τότε ονομαζόταν Θεραπευτήριο Ιεράς Μονής Πέτρας Ολύμπου
(Θ.Ψ.Ι.Μ.Π.Ο). Ήρθα λοιπόν σε μια κατάσταση όπου υπήρχαν πάνω από
300 ασθενείς. Λειτουργούσε ένα Ψυχογηριατρικό τμήμα, ξεχωριστό από
τον κύριο όγκο του ψυχιατρείου, το οποίο είχε άτομα με νοητικές
υστερήσεις και βαριές μυοσκελετικές ανωμαλίες, που δεν μπορούσαν να
περπατήσουν, που ήταν σχεδόν μόνιμα αλυσοδεμένα και όχι με ιμάντες
αλλά με αλυσίδες. Γενικά ήταν μια τραγική κατάσταση γι’ αυτά τα
ανθρώπινα πλάσματα αλλά και για όσους άκουγαν τον ήχο από το
σύρσιμο της αλυσίδας.
Ο κύριος όγκος του νοσοκομείου στεγαζόταν στις εγκαταστάσεις του
παλιού μοναστηριού το οποίο είχε διαμορφωθεί στα χρόνια του
μεσοπολέμου προκειμένου να υποδεχτεί τους ανθρώπους που είχαν
προβλήματα με το αναπνευστικό λόγω της έξαρσης της φυματίωσης. Στη
συνέχεια από το 1970 και μετά ήρθαν οι πρώτοι ασθενείς από το
ψυχιατρείο της Θεσσαλονίκης. Κατά κάποιον τρόπο, το ψυχιατρείο της
Πέτρας ξεκίνησε να είναι η Λέρος της Βόρειας Ελλάδας αφού όπως
εκεί πήγαν τα βαριά περιστατικά, οι «αζήτητοι» όπως τους έλεγαν, από τα
ψυχιατρεία της Αθήνας έτσι ακριβώς εκείνη την εποχή των χρόνων της
χούντας, ήρθαν οι πρώτοι ασθενείς από το Ψυχιατρείο της Θεσσαλονίκης.
Υποθέτω μάλιστα ότι όπως στη Λέρο τους πήγαιναν με τις καραβιές, εδώ
θα τους φέρανε με τίποτε καμιόνια του στρατού. Χωρίς υποδομές από
ιατρικό ή εκπαιδευμένο νοσηλευτικό προσωπικό ή άλλους επαγγελματίες
ψυχικής υγείας, κάποτε φτάσανε όπως είχα ακούσει να νοσηλεύονται μέχρι
και 450 άτομα.
- Στο πλαίσιο του Ε.Σ.Υ το 1986 μετονομάστηε σε Ψυχιατρικό Νοσοκομείο
Πέτρας Ολύμπου (Ψ.Ν.Π.Ο), όπως μετονομάστηκαν και όλα τα άλλα
ψυχιατρεία καταργώντας τα διαφορετικά τοπικά προσωνύμια. Άρχισε τότε
στα πλαίσια της τομεοποίησης της χώρας, η οποία ποτέ δεν έχει
ολοκληρωθεί, να δέχεται ψυχιατρικά περιστατικά όχι μόνο από την Πιερία
αλλά και από τους τέσσερεις νομούς της Θεσσαλίας. Κυρίως να δέχεται τις
λεγόμενες «εισαγγελικές εντολές», δηλαδή άτομα τα οποία δεν έρχονται με
την θέλησή τους να νοσηλευθούν αλλά κρίνεται ότι επειδή μπορεί να
καταστούν επικίνδυνα για τον εαυτό τους ή για τρίτους και αφού αίρονται
κάποια άρθρα του συντάγματος για τους ανθρώπους αυτούς, μπορεί η
αστυνομία να τους μεταφέρει ακούσια για νοσηλεία στο ψυχιατρείο.
Έχουμε λοιπόν μια περιοχή ευθύνης που με τις τελευταίες απογραφές
ξεπερνάει το 1.100.000 πληθυσμό, ειδικά τα καλοκαίρια που δεχόμαστε
αρκετό τουρισμό καθώς νοσηλεύουμε και αρκετούς αλλοδαπούς.
- Στην Πέτρα έμεινα αρχικά 5 χρόνια μέχρι το 1990, που διεκδίκησα και
πήρα μια θέση στο ψυχιατρείο Θεσσαλονίκης που είναι ο τόπος καταγωγής
και διαμονής μου. Εκεί έμεινα μέχρι το 2001 που επέστρεψα στην
Κατερίνη. Οι εντυπώσεις μου και οι αναμνήσεις μου από αυτήν την πρώτη
πενταετία είναι οι άσχημες συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων, παρ’ όλες
τις προσπάθειες που έγιναν διαχρονικά απ’ όλες τις διοικήσεις να
συντηρηθεί το κτήριο, αφού δεν έπαυε να είναι ένα παλιό κτίσμα του 18 ου
και 19ου αιώνα. Και όποια κτήρια έγιναν αργότερα δεν φιλοξένησαν
ασθενείς. Όταν το αντικρίζεις βέβαια από μακριά δεν μπορείς παρά να
θαυμάσεις το επιβλητικό οικοδόμημα με την υπέροχη θέα, αν αρχίσεις
όμως και το προσέχεις θα δεις ένα σιδερόφρακτό κτήριο, όπου τεράστιοι
νεροσωλήνες κλείνουν τα παράθυρα και τα μπαλκόνια (προκειμένου να
αποφευχθούν τυχόν αυτοκτονίες, πεσίματα κλπ) ακόμη και στο ισόγειο.
Είναι μια φυλακή που πήρε αυτή τη μορφή μετά το 1969 θεωρώντας ότι
θα έπρεπε οι ασθενείς να είναι σιδηροδέσμιοι.
Το νοσοκομείο ήταν μακριά από την κοινότητα και τις υπηρεσίες της, οι
άνθρωποι που ζούσαν εκεί για να βγουν να περπατήσουν στην πόλη έπρεπε
πάρουν το λεωφορείο που μετέφερε το προσωπικό του νοσοκομείου καθώς
δεν υπήρχε άλλου είδους συγκοινωνία. Η Πέτρα αποτελούσε την πλήρη
απομόνωση και το μοναδικό ψυχιατρείο τόσο απομακρυσμένο από
οικισμό. Οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να πάνε σ’ ένα καφενείο, σ’ έναν
κινηματογράφο, σ’ ένα κομμωτήριο, να περπατήσουν ανάμεσα σε άλλους
ανθρώπους. Ζούσαν απομονωμένοι από οποιαδήποτε δραστηριότητα και
επαφή με την κοινωνία. Η δυσκολία αυτή δεν άγγιζε μόνο τους ασθενείς
αλλά και τους συγγενείς τους. Αυτό ήταν παντελώς απάνθρωπο, ήταν η
«απομόνωση της τρέλας».
- Όταν προκηρύχτηκε η θέση Δ/ντή του Κ.Ψ.Υ Κατερίνης το 2001
αποφάσισα να φύγω από τα βαριά περιστατικά της ψύχωσης με τα οποία
ασχολήθηκα όλα αυτά τα χρόνια και να έρθω στα πιο ήπια περιστατικά
ενός Κέντρου Ψυχικής Υγείας. Ήδη βέβαια από το 1987 είχαν ξεκινήσει
ψυχιατρικά προγράμματα χρηματοδοτούμενα από την τότε Ε.Ο.Κ. Το
πρώτο ήταν η μονάδα αποκατάστασης που προήλθε από την αναπαλαίωση
ενός όμορφου διώροφου κτηρίου, που παλιότερα χρησιμοποιούσαν οι
νοσηλεύτριες για τη διανυκτέρευσή τους. Ήμουν ο πρώτος επιστημονικά
υπεύθυνος της μονάδας κι εκεί αποφασίσαμε να εγκατασταθούν ασθενείς
που ήταν λειτουργικά καλύτεροι και είχαν ας πούμε περισσότερες
πιθανότητες να βγουν έξω στην κοινωνία. Ήταν ένας χώρος προετοιμασίας
προκειμένου να περάσουν μετά στους ξενώνες, τα διαμερίσματα και τα
οικοτροφεία της κοινότητας, ένας μεταβατικός χώρος στέγασης. Τότε έγινε
και ο πρώτος ξενώνας στην Κατερίνη και ύστερα το οικοτροφείο της
Δάφνης που είναι αγορασμένο κτίριο με χρήματα της ευρωπαϊκής ένωσης.
Σταδιακά με χρηματοδοτούμενα προγράμματα στήθηκε ο ξενώνας
Αρμονία, νοικιάστηκε ο ξενώνας Διόνυσος και οργανώθηκε ένα
ολόκληρο δίκτυο δομών στην κοινότητα. Τα προγράμματα της
επανένταξης των ασθενών και όχι μόνο της μεταστέγασης, ήταν ένα
επιστημονικά δομημένο πρόγραμμα προκειμένου οι άνθρωποι αυτοί να
επανακτήσουν κάποιες κοινωνικές δεξιότητες που έχουμε όλοι οι
άνθρωποι.
- Οι περισσότεροι από τους ενοίκους τω δομών είναι χρόνιοι ασθενείς και
η πλειοψηφία από αυτούς είναι σχιζοφρενείς. Η σχιζοφρένεια θεωρείται η
πιο βαριά από τις ψυχικές διαταραχές, πολύ πιο βαριά από τις
καταθλίψεις, τις διαταραχές άγχους ή προσωπικότητας, η οποία αφήνει
και τα λεγόμενα κατάλοιπα όπου προοδευτικά ο ασθενής χάνει τα
ενδιαφέροντά του για τη ζωή, δεν παίρνει πρωτοβουλίες για τον εαυτό του
και πρέπει να έχει την φροντίδα του προσωπικού για να τον κινητοποιεί,
να του δίνει ερεθίσματα. Έχουμε επίσης στους ξενώνες και στις άλλες
μονάδες αποκατάστασης άτομα με νοητικές υστερήσεις, όχι πολύ βαριές.
Πάρθηκε λοιπόν με πρωτοβουλία του ελληνικού κράτους και την
ενθάρρυνση αλλά και την πίεση της ευρωπαϊκής ένωσης η απόφαση να
γίνουν αλλαγές στην Ελλάδα με το κλείσιμο των ασύλων και την ένταξη
των ανθρώπων αυτών σε υπηρεσίες (δομές) στην κοινότητα. Σε καμιά
περίπτωση βέβαια όπως έγινε στην δεκαετία του 60 ή του 80 στην Αμερική
του Ρέιγκαν που έγινε ένα άδειασμα των ψυχιατρείων. Επειδή όμως δεν
υπήρχαν υπηρεσίες στην κοινότητα για να τους κρατήσουν, όπως ξενώνες
ή διαμερίσματα για να ζήσουν, οι άνθρωποι κοιμόντουσαν σε παγκάκια
στα πάρκα και κάτω από τις γέφυρες, σε πολύ άσχημες συνθήκες, χωρίς
φαρμακευτική κάλυψη και επιστημονική υποστήριξη, που μπορείς να πεις
ότι ήταν πολύ καλύτερο το «άσυλο-ψυχιατρείο» γι’ αυτούς. Σε
αντιδιαστολή με τις Ηνωμένες Πολιτείες οι ευρωπαίοι είχαν ξεκινήσει από
τη δεκαετία του ‘50 ακόμη όλο αυτό το κίνημα της κοινωνικής και
κοινοτικής ψυχιατρικής, δηλαδή πρώτα να φτιαχτούν δομές και
υπηρεσίες στην κοινότητα, δεύτερον να προετοιμαστούν οι ασθενείς για να
φύγουν από τα άσυλα και μετά να κλείσουν τα ψυχιατρεία. Στην Πέτρα
εμείς θεωρούμε ότι πρώτα φτιάξαμε αυτές τις δομές και μετά έκλεισε το
Ψυχιατρείο στις 27 Γενάρη του 2004, που έφυγε ο τελευταίος ψυχιατρικός
ασθενής.

Οι φωτογραφίες (προσωπικού μου αρχείου) που συνοδεύουν το


κείμενο είναι από «…τα εγκαίνια του Ψυχιατρείου τα οποία ετέλεσεν,
παρουσία των θρησκευτικών, πολιτικών και Στρατιωτικών Αρχών (μόνο
αυτές με αρχικά κεφαλαία από τον συντάξαντα της εποχής) ο εξοχώτατος
(βασιλική προσφώνηση παρακαλώ) Υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών κ.
Λουκάς Πάτρας»

Κατερίνη - 19 Φεβρουαρίου 2015

You might also like