You are on page 1of 5

«Πρόσφυγες: Η διάσταση του φύλου, τα

προβλήματα και οι κοινωνικές προεκτάσεις του


θέματος»
Φωτεινή Μαρμάνη1

Ανά τον κόσμο υπάρχουν περίπου πενήντα εκατομμύρια ξεριζωμένοι άνθρωποι −


πρόσφυγες που αναζήτησαν την ασφάλεια σε μια άλλη χώρα ή έχουν εκτοπιστεί στο
εσωτερικό της χώρας τους. Από αυτούς ένα ποσοστό μεταξύ 75 και 80 τοις εκατό είναι
γυναίκες και κορίτσια.
Το προσφυγικό ζήτημα ή καλύτερα η προσπάθεια προσέγγισης και ποιοτικής
διερεύνησης με γνώμονα τη διάσταση του φύλου, του θέματος των αλλοδαπών που
αιτούνται άσυλο και οι οποίοι διαβιούν σε μια ξένη χώρα και πιο συγκεκριμένα στην
Ελλάδα είναι ένα θέμα πολύ σοβαρό.
Η Ελλάδα κατέστη και εκείνη αποδέκτης πολλαπλών ρευμάτων μεταναστών και
προσφύγων από περιοχές που ήταν διαφοροποιημένες γεωγραφικά, πολιτικά, κοινωνικά,
οικονομικά και πολιτισμικά. Συνεπώς, εντάχθηκε, και αυτή στο πλέγμα των χωρών που
αντιμετωπίζουν τις ίδιες ή παρόμοιες καταστάσεις με τους πρόσφυγες.
Είναι σαφές ότι ένας πρόσφυγας δικαιούται άσυλο και ασφάλεια. H διεθνής
προστασία δεν προβλέπει μόνο την περιφρούρηση της σωματικής του ακεραιότητας,
καθώς πρέπει να απολαμβάνει τουλάχιστον των δικαιωμάτων και της βασικής βοήθειας
που δικαιούται κάθε αλλοδαπός που διαμένει μόνιμα στην χώρα ασύλου, όπως η
ελευθερία σκέψης και διακίνησης, καθώς και η προστασία από τα βασανιστήρια και την
εξευτελιστική μεταχείριση. Παρομοίως αναγνωρίζονται στον πρόσφυγα οικονομικά και
κοινωνικά δικαιώματα.
Ωστόσο, οι πρόσφυγες, αντιμετωπίζουν πολλά και ιδιαίτερα προβλήματα στην
οικογενειακή και επαγγελματική τους ζωή στην Ελλάδα. Προερχόμενοι από πολλές και
διαφορετικές χώρες και κατ’ επέκταση από έτερα πολιτισμικά περιβάλλοντα, βιώνουν μια
κατάσταση αποπροσανατολισμού, καθώς έχουν κοινωνικοποιηθεί σε ένα συγκεκριμένο
περιβάλλον και αναγκάζονται, λόγω φόβου δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας
,εθνικότητας, συμμετοχής σε ορισμένη κοινωνική ομάδα ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων,
να μετοικήσουν σε ένα άλλο απ’ όπου απουσιάζουν οι οικείες ενδείξεις κοινωνικής
συνδιαλλαγής ή είναι πολύ διαφορετικές. Έτσι, ενώ προσπαθούν να ενταχθούν στην
ελληνική κοινωνία τείνουν παράλληλα- στην προσπάθειά τους να διαφυλάξουν τα ήθη και
έθιμα τους- να αντιστέκονται στις νέες αξίες της κοινωνίας υποδοχής και να δυσκολεύονται
να υιοθετήσουν νέες πρακτικές, οι οποίες επιβάλλονται, τόσο από την υπάρχουσα δομή
αξιών, όσο και από τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Το αποτέλεσμα είναι να
αντιμετωπίζουν δυσκολίες προσαρμογής και οικονομικά προβλήματα.
Ο αναλφαβητισμός, η έλλειψη ικανοποιητικής στέγασης, σίτισης, υγειονομικής
περίθαλψης, η έλλειψη εργασίας, η σεξουαλική βία είναι μερικά εξ αυτών που χρίζουν
άμεσης αντιμετώπισης. Ο κοινωνικός αποκλεισμός σε συνδυασμό με το ρατσισμό και την
ξενοφοβία που υφίστανται οι αιτούντες άσυλο-αλλοδαποί είναι επίσης μία πραγματικότητα
ιδιαιτέρως αποθαρρυντική. Ο τρόπος που τους αντιμετωπίζει, γενικότερα, η κοινωνία είναι,

1
Ιστορικός-Αρχαιολόγος, Υπ. Διδάκτορας Τμήματος Κοινωνιολογίας Παντείου Πανεπιστημίου.
ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ

στην καλύτερη των περιπτώσεων, μια ένδειξη οίκτου και συμπαράστασης που αυτόματα
τους προσδίδει το ρόλο του θύματος.
Επίσης, το εκπαιδευτικό και επαγγελματικό τους υπόβαθρο, οι πολιτισμικές,
θρησκευτικές και οικογενειακές παραδόσεις και αξίες τους διαφέρουν σημαντικά ανάλογα
με τη χώρα προέλευσης, την θρησκεία, την κοινωνική τάξη, την ηλικία τους, επηρεάζοντας
άμεσα την είσοδο και παραμονή τους στην αγορά εργασίας.
Ένα σημαντικό πρόβλημα ,που αντιμετωπίζουν οι αιτούντες άσυλο από την στιγμή
που εισέρχονται στην χώρα αποτελεί α) η έλλειψη πληροφόρησης για την πρόσβαση στο
άσυλο και β)η χρονοβόρα διαδικασία αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα ,που
μπορεί να διαρκέσει από έξι μήνες έως τρία έτη, με αποτέλεσμα όσοι έχουν κάνει την
αίτηση να κυκλοφορούν με υπηρεσιακά σημειώματα, με τα οποία κατοχυρώνεται η μη
επαναπροώθησή τους, αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα έκδοσης άδειας εργασίας, δωρεάν
ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και δυνατότητα διαμονής σε Κέντρα Υποδοχής .
Πρόβλημα επίσης αποτελεί η απουσία ενός ανεξάρτητου δευτεροβάθμιου οργάνου
κρίσης, καθώς ισχύει το παράδοξο γεγονός το υπουργείο Δημόσιας Τάξης να κρίνει
ουσιαστικά σε πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο επίπεδο τις αιτήσεις αναγνώρισης της
προσφυγικής ιδιότητας (Κόντης 2004:121).
Επιπλέον, οι συνθήκες υπό τις οποίες διαβιούν είναι άθλιες και οι κτιριακές
εγκαταστάσεις αρκετών Κέντρων Προσωρινής Διαμονής Αιτούντων Άσυλο Αλλοδαπών
χρονολογούνται από τις αρχές του αιώνα. Για παράδειγμα αναφέρεται το Κέντρο
Προσωρινής Διαμονής Αιτούντων Άσυλο Αλλοδαπών στο Λαύριο ,το οποίο περιλαμβάνει
περίπου 50 δωμάτια, από τα οποία ορισμένα έχουν ιδιαίτερα εμφανή λειτουργικά
προβλήματα (υγρασία, διαρροή από τα συστήματα αποχέτευσης ανεπαρκή φωτισμό) ενώ
σε δωμάτια 10 τετραγωνικών μέτρων συχνά φιλοξενούνται πολυμελείς οικογένειες. Οι
τουαλέτες και τα μπάνια είναι κοινόχρηστα, με άλλα λόγια η κτιριακή υποδομή είναι
τουλάχιστον προβληματική, ειδικά στις περιόδους όπου ο συνολικός πληθυσμός ξεπερνά
τα 300 άτομα. Η ζωή των ατόμων στα κέντρα υποδοχής είναι σε μεγάλο βαθμό
επηρεασμένη από το άγχος τους και την απογοήτευσή τους για τις καθυστερήσεις ή την
αρνητική απόφαση του αιτήματος τους για άσυλο. Δεν έχουν ορθή πληροφόρηση
αναφορικά με την διαδικασία ασύλου αλλά και το νομικό καθεστώς, όπως θα έπρεπε και η
αβέβαιη αυτή κατάσταση τους φορτίζει συναισθηματικά, ανεξαρτήτως φύλου.
Είναι γενικά παραδεκτό ότι ένα αρκετά υψηλό ποσοστό των προσφύγων στην
πλειονότητά του αποτελείται από γυναίκες. Είναι επίσης γνωστό ότι σε πολλές χώρες
οι γυναίκες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, καθώς υφίστανται
σοβαρές διακρίσεις εξαιτίας του φύλου τους, τόσο από τις τοπικές κοινότητες, όσο και
από την επίσηµη εξουσία-κράτος. Πολλές, μάλιστα, εξ αυτών διώκονται γιατί,
πιθανώς, παραβίασαν συγκεκριμένα ήθη των κοινωνιών τους. Άλλες πάλι πέφτουν
θύµατα στρατιωτικών επιθέσεων ή υπόκεινται σε βασανισµούς που σχετίζονται
αποκλειστικά µε το φύλο τους (σεξουαλική κακοποίηση-βιασμός).
Περαιτέρω, τόσο, λόγω φύλου, όσο και λόγω των γλωσσικών δυσκολιών, της
πολιτισμικής διαφοράς και των ξενοφοβικών αντιδράσεων που συχνά παρατηρούνται εις
βάρος τους, οι γυναίκες αυτές υφίστανται έναν πολυεπίπεδο κοινωνικό αποκλεισμό που τις
καθιστά μια ιδιαίτερα ευπαθή κοινωνικά ομάδα.
Οι γυναίκες-πρόσφυγες πέρα από τα αντιξοότητες, με τις οποίες έρχονται
αντιμέτωποι όλοι οι πρόσφυγες ανεξαρτήτου φύλου, αντιµετωπίζουν επιπλέον
προβλήµατα και διακρίσεις που σχετίζονται άµεσα µε το φύλο τους. Ο συνδυασµός
της ιδιότητας του πρόσφυγα και της γυναίκας οδηγεί τις γυναίκες- πρόσφυγες σε
ιδιαίτερα δεινή θέση,(Λαζαρίδου,1995: 18) καθώς υφίστανται διακρίσεις εξαιτίας του
φύλου τους, κατά τη διάρκεια της φυγής από τη χώρα τους, κατά την διάρκεια των
διαδικασιών απόκτησης της προσφυγικής ιδιότητας, κατά την παραµονή τους στους

250
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΡΙΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

προσφυγικούς καταυλισµούς και στις χώρες ασύλου, καθώς και κατά τον
επαναπατρισµό τους (Τσίγκανου, Ζαραφωνίτου, 2001: 112).
Στο διεθνή ορισμό του πρόσφυγα δεν γίνεται καμία αναφορά στο φύλο σαν
αιτία δίωξης. Έτσι οι γυναίκες που έχουν διωχθεί για λόγους που σχετίζονται µε το
φύλο τους είναι δύσκολο να αποκτήσουν την προσφυγική ιδιότητα. Πολλές φορές
πέφτουν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης στους
δρόμους της φυγής από άτομα που κατέχουν εξουσία (συνοριακούς φρουρούς,
υπεύθυνους στα πλαίσια αναγνώρισης της προσφυγικής ιδιότητας, προσωπικό των
προσφυγικών καταυλισμών και κέντρων προσωρινής διαμονής) αλλά και από τους
ίδιους τους άνδρες πρόσφυγες (Μαγγανάρα 1992: 31).
Ένα ακόμη πρόβλημα για τη μεγάλη πλειονότητα των γυναικών έγκειται στη
δυσκολία προσέγγισης των αρχών που έχουν σχέση µε την αναγνώριση της ιδιότητας
του πρόσφυγα, ειδικότερα για εκείνες που προέρχονται από κοινωνίες όπου δεν τους
επιτρέπεται να έρχονται σε επαφή µε ξένους .Πολλές φορές και ιδιαίτερα αν οι
συγκεκριμένες γυναίκες είναι θύµατα σεξουαλικής κακοποίησης και βιασµών είναι
δύσκολο να αποδείξουν το βάσιµο των ισχυρισµών τους. Κάτι τέτοιο γίνεται ακόμη
δυσκολότερο, όταν συχνά το προσωπικό των υπηρεσιών που ασχολούνται µε την
αναγνώριση της προσφυγικής ιδιότητας είναι άνδρες. Τότε οι γυναίκες δυσκολεύονται
ακόμη περισσότερο να εκφράσουν τους λόγους της φυγής τους, ιδιαίτερα, αν σε
αυτούς συμπεριλαμβάνονται και λόγοι σεξουαλικής κακοποίησης και βιασµού
(Μαγγανάρα,1992:31).
Τα προβλήματα, ωστόσο, δε σταματούν εδώ, καθώς οι διακρίσεις συνεχίζονται
και στους προσφυγικούς καταυλισμούς και σε κάποια κέντρα προσωρινής διαμονής,
όπου για παράδειγμα στα θέματα της υγείας και υγιεινής δε λαμβάνονται καθόλου
υπόψη οι ειδικές ανάγκες των γυναικών ή όταν η πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας
είναι δύσκολη, όπως σε περιπτώσεις που οι πολιτισμικές αξίες δεν επιτρέπουν στις
γυναίκες να επισκεφθούν άνδρα ιατρό. Επίσης, αποθαρρύνονται να εργαστούν ,καθώς
η μη πρόσβαση των παιδιών τους σε παιδικούς σταθμούς κάνει δυσκολότερη την
εργασιακή τους ένταξη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο φαίνεται να αποκόπτονται από τα
οικογενειακά-κοινοτικά πλαίσια στήριξης και προστασίας (Γιωτοπούλου-
Μαραγκοπούλου 1992: 34). Στις περιπτώσεις, μάλιστα, που ο σύζυγος έχει πεθάνει ή
έχει µείνει πίσω στην χώρα προέλευσης ή ακόμα και στην περίπτωση ανύπαντρων
μητέρων, που ηγούνται μονογονεϊκών οικογενειών, τότε οι γυναίκες-πρόσφυγες
αναγκάζονται να αναλάβουν νέους ρόλους. Στερηµένες από οικογενειακούς-
κοινοτικούς δεσµούς, από την περιουσία τους, αναγκάζονται να θεωρήσουν ως
δεδοµένη µια απότοµη αλλαγή ρόλων (Μαγγανάρα 1992: 404).
Ένα ακόμη πρόβλημα δημιουργείται, επίσης, καθώς συχνά η προσφυγική
ιδιότητα δίνεται µόνο στους άνδρες- αρχηγούς οικογενειών, µε αποτέλεσµα η γυναίκα
να βρίσκεται σε καθεστώς παραµονής κατώτερο του συζύγου της, να µην έχει τα ίδια
δικαιώµατα µε εκείνον και κατ’ αυτόν τον τρόπο να απολαµβάνει µικρότερη
προστασία (Μαγγανάρα 1992: 402).
Ωστόσο και, αν ακόμη οι γυναίκες-πρόσφυγες καταφέρουν να αποκτήσουν την
προσφυγική ιδιότητα, εξακολουθούν να υφίστανται διακρίσεις κατά την επιλογή για
τη µόνιµη εγκατάσταση στη χώρα ασύλου και αυτό γιατί θεωρούνται άτοµα λιγότερο
παραγωγικά και χρήσιµα για τη χώρα, αφού συνήθως είναι λιγότερο, σε σχέση µε τους
άνδρες, επαγγελµατικά εκπαιδευµένες και καταρτισµένες κάτι που σημαίνει ότι θα
αργήσουν να αποκτήσουν οικονοµική αυτοδυναµία. Είναι λιγότερο πιθανό να γνωρίζουν
ανάγνωση και γραφή. Αναφέρουν σε μεγαλύτερο βαθμό από τους άνδρες κακή υγεία και
κατάθλιψη και αναλαμβάνουν (κυρίως στην αρχή) ρόλους και υποχρεώσεις αποκλειστικά
σε σχέση με τη φροντίδα των παιδιών και του νοικοκυριού παραμένοντας μόνες και
απομονωμένες. Μάλιστα, επειδή συνήθως έχουν μαζί τους τα παιδιά τους, αυτό

251
ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ

θεωρείται ένα επιπλέον βάρος για τη χώρα υποδοχής (Μαγγανάρα 1992: 402),
γεγονός που περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα και αυξάνει στο έπακρο τα
προβλήματα.
Παράγοντες, όπως διαφορετικές πολιτισµικές αξίες, εξαντλητικές ώρες
εργασίας, έλλειψη παιδικών σταθµών εµποδίζουν τις γυναίκες πρόσφυγες να
συµµετέχουν σε εκπαιδευτικά προγράµµατα κατάρτισης, που πιθανώς να τους έδιναν
μία εναλλακτική πορεία στη δύσκολη ζωή τους. Από την άλλη πάλι πλευρά οι αρµόδιοι
τείνουν να προτιµούν να χορηγήσουν την άδεια εργασίας στον άνδρα, γιατί θεωρούν
ότι είναι αναγκαιότερη σε εκείνον.
Η έλλειψη επαγγελµατικών προσόντων που έχουν ζήτηση στην αγορά
εργασίας της χώρας υποδοχής, αλλά και τα υψηλά επίπεδα ανεργίας στη φιλοξενούσα
χώρα είναι παράγοντες που εµποδίζουν την είσοδο των γυναικών- προσφύγων στην
αγορά εργασίας. Στις περιπτώσεις, ωστόσο που οι γυναίκες-πρόσφυγες καταφέρνουν
να εργάζονται, αποτελούν φθηνή εργατική δύναµη µε χαµηλές αµοιβές και κακές
συνθήκες εργασίας, ενώ για τις γυναίκες πρόσφυγες, που πρώτη φορά εργάζονται έξω
από το σπίτι, αυτό µπορεί να συνεπάγεται αλλαγή συζυγικών σχέσεων και συχνά νέα
οικογενειακά προβλήματα και ενδεχομένως έντονη ενδοοικογενειακή βία.
Ακόμη πιο δύσκολα είναι τα πράγματα για τις μονογονεϊκές οικογένειες. Πρόκειται,
κυρίως, για γυναίκες, ανύπαντρες μητέρες, οι οποίες μεγαλώνουν μόνες και με τεράστιες
δυσκολίες τα παιδιά τους και στις περισσότερες περιπτώσεις δίχως επαρκείς οικονομικούς
πόρους και δίχως αξιόλογη κοινωνική προστασία από την Πολιτεία. Πέραν του γεγονότος
αυτού, η εκμετάλλευση, την οποία κινδυνεύει να υποστεί μια τέτοια ομάδα, προκειμένου
να μπορέσει να επιβιώσει, είναι τεράστια.
Μια εξίσου εξαιρετικά ευάλωτη ομάδα είναι αυτή των γυναικών, που έχουν πέσει
θύματα κακοποίησης (θύματα ενδοοικογενειακής βίας ή άλλης μορφής βίας ή trafficking).
Το Trafficking είναι ο διεθνής όρος που χρησιμοποιείται για να περιγραφεί η παράνομη
διακίνηση αλλοδαπών ατόμων, με τη χρήση βίας, απειλής ή άλλου εξαναγκαστικού μέσου
με σκοπό την οικονομική εκμετάλλευση. Τρόποι οικονομικής εκμετάλλευσης ανθρώπων
είναι η εκμετάλλευση της εργασίας, η αφαίρεση και προώθηση οργάνων του σώματος και η
εξαναγκαστική πορνεία. Οι γυναίκες και τα παιδιά αποτελούν την πλειονότητα των
διακινούμενων ατόμων γιατί είναι από τη φύση τους το πλέον ευάλωτο τμήμα
οποιουδήποτε πληθυσμού (Τσακλάγκανου, 2001: 32).
Στην Ελλάδα η διεθνική εμπορία ανθρώπων συνδέεται κυρίως με την διακίνηση και
εξαναγκαστική προώθηση αλλοδαπών γυναικών στην πορνεία. Τα θύματα παράνομης
διακίνησης και εκμετάλλευσης διαβιούν σε καθεστώς ανελευθερίας και στέρησης ,σε
άθλιες συνθήκες, με σοβαρά ιατρικά και υγειονομικά προβλήματα και ανεπούλωτα ψυχικά
τραύματα. Τα θύματα υπόκεινται σε ψυχολογική και σωματική βία από τους εκμεταλλευτές
τους .Οι δυνατότητες διαφυγής είναι ελάχιστες, και όταν αυτό συμβαίνει, αντιμετωπίζονται
σαν θύτες από τις αστυνομικές αρχές. Πρόκειται για γυναίκες με κλονισμένο ψυχισμό και
υποβιβασμένη προσωπικότητα λόγω της βίας ,την οποία έχουν υποστεί. Είναι εμφανής η
ύπαρξη μιας στενής σχέσης μεταξύ της βίας στη ζωή των γυναικών και των ψυχιατρικών
προβλημάτων, όπως η κατάθλιψη, το άγχος, η μετατραυματική διαταραχή, η οριακή
διαταραχή της προσωπικότητας, η χρήση τοξικών ουσιών και η αυτοκτονία. Τις
περισσότερες φορές βρίσκονται σε άθλια οικονομική και ψυχολογική κατάσταση γεγονός
που δυσχεραίνει τις ευκαιρίες διεκδίκησης μιας «θέσης στον ήλιο». Δυστυχώς τα κέντρα
μέριμνας, οι δομές και οι υπηρεσίες βοήθειας της ομάδας αυτής, είναι περιορισμένα και
δυσλειτουργούν.
Σε περιπτώσεις δε που έχουμε επαναπατρισµό, συµβαίνει συχνά να
εξακολουθούν να υπάρχουν τα ίδια ή και περισσότερα προβλήματα με εκείνα που
αντιµετώπιζαν οι γυναίκες-πρόσφυγες κατά τη διάρκεια της φυγής τους. Ακόμα
πολλές φορές, πρέπει να καταστεί σαφές, ότι εκείνοι που παίρνουν την απόφαση για

252
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΡΙΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

την επιστροφή είναι οι αρχηγοί των προσφυγικών καταυλισµών µε αποτέλεσµα


πολλές γυναίκες να επιστρέφουν στη χώρα καταγωγής χωρίς οι ίδιες να το επιθυµούν
πραγματικά (Μαγγανάρα 1992: 405-6).
Η ενημέρωση και η ψυχοκοινωνική στήριξη των γυναικών αυτών και των
οικογενειών τους και η παροχή της δυνατότητας να εκφράσουν τους προβληματισμούς
τους σχετικά με τα ζητήματα της άνισης κατανομής ρόλων, καθηκόντων και δικαιωμάτων
μεταξύ των δύο φύλων στην οικογένεια, στην αγορά εργασίας και στο ευρύτερο κοινωνικό
σύνολο, της αντιμετώπισης της παραδοσιακής σεξιστικής διαπαιδαγώγησης, αλλά και
άλλων θεμάτων που αφορούν στην ισότιμη συμμετοχή των δύο φύλων στην κοινωνική και
οικογενειακή ζωή αναμένεται ότι θα συμβάλει τα μέγιστα στην ενταξιακή τους διαδικασία.
Τέλος, στη χώρα μας πολλά από τα σημερινά προβλήματα θα μπορούσαν να
αντιμετωπιστούν σε ικανοποιητικό βαθμό μέσα από τη βελτίωση της νομοθεσίας, των
διαδικασιών και της οργάνωσης για τα ζητήματα που αφορούν στην υποδοχή των
αιτούντων άσυλο. Η υλοποίηση των διαδικασιών του ασύλου πρέπει επίσης να
διευκολυνθεί με την επιστράτευση του απαιτούμενου εκπαιδευτικού προσωπικού, την
επακόλουθη χρονική σύντμηση των διαδικασιών στην πράξη και τη δημιουργία αισθήματος
ασφάλειας και πιστής τήρησης των κανόνων σε όλους τους εμπλεκόμενους. Σημαντικό ρόλο
μπορεί να παίξουν οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι εθελοντές, οι οργανώσεις
προσφύγων, καθώς και η άμεση εκπροσώπηση των αιτούντων άσυλο σε συλλογικά όργανα.
Η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι η συμβολή όλων των παραπάνω θα ενισχύσει ουσιαστικά
τη διαφάνεια και την πληροφόρηση, καθώς και την αποτελεσματική επίλυση διοικητικών,
κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων (Σαρρής 2008: 57).

Βιβλιογραφία

Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου Α. (1992) «Η ειδική θέση των γυναικών προσφύγων», Ο


αγώνας της γυναίκας, 49-59, σ.34.
Κόντης Α. ( 2004), Νομικές, Θεσμικές και Διοικητικές διαστάσεις του καθεστώτος εισόδου και
παραμονής μεταναστών στην Ελλάδα. Προκλήσεις και προοπτικές βελτίωσης- Μελέτη
συμβατότητας του ελληνικού και του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου, Αθήνα.
Λαζαρίδου Γ. (1995) Μετανάστριες στην Ελλάδα- Οικιακές βοηθοί από Φιλιππίνες και
Αλβανία - µια επιτόπια µελέτη στο Εθνικισµός, Ρατσισµός και Κοινωνικό Φύλο,
Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής.
Μαγγανάρα Ι. (1992) «Η θεση των γυναικών προσφύγων ανά τον κόσµο. Πολιτικές των Ην.
Εθνών για βοήθεια και προστασία», Ο αγώνας της γυναίκας, 49-50,σ38.
Μαγγανάρα Ι. (1992) «Η θεση των γυναικών προσφύγων ανά τον κόσµο. Πολιτικες των Ην.
Εθνών για βοήθεια και προστασία» Ο αγώνας της γυναίκας, 49-50, σσ.42-44.
Σαρρής Ν. (2008) Θεσμικό Πλαίσιο της Μετανάστευσης σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο , Αθήνα,
Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών -Ινστιτούτο Πολιτικής Κοινωνιολογίας.
Τσακλάγκανου Γ. ( 2001) ,Η Διεθνική Σωματεμπορία –Trafficking, Αθήνα, ΚΕΘΙ.
Τσίγκανου Ι.,Ζαραφωνίτου Χ., (2001) Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας, Εθνικό Κέντρο
Κοινωνικών Ερευνών ,Πάντειο Πανεπιστήμιο Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών,
Μελέτη Βιβλιογραφικής Επισκόπησης Φύλο και Κοινωνικά Αποκλεισμένες Ομάδες, Αθήνα.

253

You might also like