You are on page 1of 355

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ: ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ KODSEIE

Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ

(Ησυχαστική παράδοση και ποιμαντική ευθύνη σε σύνθεση)

Σύμβουλος καθηγητής: (Πρωτ.) Βασίλειος Καλλιακμάνης

ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
που υποβλήθηκε
Στο Τμήμα Θεολογίας
Της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ

Θεσσαλονίκη 2008
Τριμελής επιτροπή

Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Καλλιακμάνης, σύμβουλος καθηγητής


Ανέστης Κεσελόπουλος, καθηγητής
Βασίλειος Γιούλτσης, Ομότιμος καθηγητής

Τα υπόλοιπα μέλη της επταμελής επιτροπής

Δημήτριος Τσελεγγίδης, καθηγητής


Παναγιώτης Σκαλτσής, Επίκουρος καθηγητής
Πρωτοπρεσβύτερος Αθανάσιος Γκίκας, Επίκουρος καθηγητής
Νικόλαος Μυρίδης, Επίκουρος καθηγητής

2
3
ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Σε μια εποχή κατά την οποία ο άνθρωπος έχει χάσει την εσωτερική του
ισορροπία και ειρήνη, και το άγχος και η ταραχή μαζί με πολλά ψυχικά πάθη
και ψυχολογικά προβλήματα έχουν αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε η ψυχολο-
γία και η ψυχιατρική επιστήμη να θεωρούνται πανάκεια από πολλούς. Μέσα
σε αυτό το κλίμα διαπιστώνεται ότι ποτέ όσο στη σημερινή εποχή δεν ισχύει το
«ἑνὸς δέ ἐστι χρεία», δηλαδή η ανάγκη για ένα πνευματικό πατέρα, ένα φιλο-
καλικό άνθρωπο, και όπου υπήρχε και υπάρχει, εκεί φανερώνεται ο Θεός και
σώζεται ο άνθρωπος.
Η «ομορφιά θα σώσει τον κόσμο» είπε ο Ντοστογιέφσκι, δεν πρόκειται
όμως για κάθε ομορφιά, αλλά για αυτήν του Αγίου Πνεύματος. Εάν δεχτούμε
ότι ο πρωταρχικός στόχος της Φιλοκαλίας είναι το «θεουργ~ησαι τ`ον α { νθρω-
1
πον» , το να οδηγήσει δηλαδή τον άνθρωπο στη θέωση, ο πνευματικός πατέ-
ρας στέκεται ως οδηγός, αντιστέκεται ως νέος Μωϋσής, και ως φιλοκαλικός
άνθρωπος, μόνο δια της μετοχής του με τον Θεό, το υπερούσιο κάλλος και την
κατεξοχήν ωραιότητα, μέσα στη νήψη και την ησυχία μπορεί να βρει πρώτα
την είσοδό του στην Βασιλεία του Θεού, τη θεραπεία του και κατόπιν μπορεί
να καθοδηγήσει τους άλλους προς τη θεραπεία και τη θέωση.
Οι νηπτικοί Πατέρες της Φιλοκαλίας ήταν οι ίδιοι πνευματικοί πατέρες,
διορατικοί και πνευματοφόροι, αλλά ταυτόχρονα και πνευματικά τέκνα χαρι-
σματούχων αγίων, γι’ αυτό και η μελέτη των κειμένων τους καθίσταται ανα-
γκαία για μια ορθή κατανόηση, για μια αυθεντική και ορθόδοξη πνευματική
πατρότητα. Η διδασκαλία τους δεν αποτελεί προϊόν στοχασμού, αλλά εμπειρία
της [εν Χριστ~?ω άσκησης, υπακοής και τελειώσεως.
Παρόλο που η Φιλοκαλία αποτελεί το καταστάλαγμα της πατερικής ε-
μπειρίας και σοφίας και την καθαρότερη έκφραση της ορθόδοξης πνευματικό-
τητας, παραμένει όμως ένας κρυμμένος θησαυρός στα Αραβικά. Τα κείμενα
της Φιλοκαλίας δεν είναι μεταφρασμένα στην Αραβική γλώσσα, εκτός από με-
ρικές απόπειρες που έγιναν πρόσφατα από μερικούς, και μάλιστα οι περισσό-
τερες έγιναν από το γαλλικό κείμενο. Η ευκαιρία που μου δόθηκε να συνεχίσω
τις σπουδές μου στην Ελλάδα και η πρόταση τον επίσκοπό μου να ασχοληθώ
με τα κείμενα της Φιλοκαλίας, μου επέτρεψαν να εμβαθύνω στα κρυμμένα μυ-
στικά αυτού του θησαυρού. Είναι γεγονός ότι αντιμετώπισα πολλές δυσκολίες
ως προς την κατανόηση της ελληνικής γλώσσας, αλλά οι πολύτιμες συμβουλές
και υποδείξεις του σύμβουλου καθηγητή μου, του πατέρα Βασιλείου Καλλιακ-
μάνη, μου επέτρεψαν την προσέγγιση των κειμένων.
Από την θέση αυτή αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω τα μέλη
της τριμελούς επιτροπής, τον Ομ. καθηγητή κ. Βασίλειο Γιούλτση και τον κα-
θηγητή κ. Ανέστη Κεσελόπουλο, όπως και τα μέλη της επταμελούς εξεστατι-
κής επιτροπής, καθώς και τον καθηγητή κ. Κωνσταντίνο Κορναράκη, της Θεο-
λογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και όλους τους καθηγητές που με
υποστήριξαν με τις συμβουλές τους.

1
Προοίμιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. κα΄.

4
Τέλος, ευχαριστώ όλους τους πατέρες και τους φίλους οι οποίοι με υπο-
στήριξαν με την αγάπη τους και πιο πολύ με τις προσευχές τους.

π. Βασίλειος Kodseie

Πάσχα 2008

5
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ …………………………………………………………………….. 5
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ………………………………………………………………… 7
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ……………………………………………………………. 11
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ……………………………………………………………………… 15

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΠΑΤΡΟΣ

1. Η θεολογική και ποιμαντική εξέλιξη της χρήσης του όρου «πατήρ» …………. 29
α. Η πατρότητα ως υποστατικό ιδίωμα του Θεού Πατέρα …………………….. 31
β. Η λειτουργική πατρότητα …………………………………………………… 35
γ. Η χαρισματική πατρότητα …………………………………………………... 37
2. Ο Θεός ως πρότυπο του έργου του πνευματικού πατρός ……………………... 43
Ι) Στην Αγία Γραφή
α. Ο Θεός ως πρότυπο Πατέρα στην Π.∆. …………………………………......... 43
β. Ο Ιησούς Χριστός: Το πρότυπο του «Καλού Ποιμένος» στην Κ.∆. ……..... 47
ΙΙ) Στα κείμενα της Φιλοκαλίας: «Η παιδαγωγική παραχώρηση του Θεού» ως
πατρική εκπαίδευση …………………………………………………... 52

3. Τα πνευματικά τέκνα και η σχέση τους με τον πνευματικό πατέρα: χρήσεις


και παραχρήσεις ………………………………………………………. 58

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Η ΝΗΦΟΥΣΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ ΩΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΠΑΤΡΟΤΗΤΑΣ

1. Η πνευματική ζωή ως προϋπόθεση για τον έργο του πνευματικού πατέρα …... 65
α. Η [εν Χριστ?ώ ζωή ……………………………………………………………… 65
β. Η έννοια του πνευματικού …………………………………………………….. 69
γ. Προσωπική οικείωση του Αγίου Πνεύματος …………………………………. 73
δ. Η βίωση της πνευματικής ζωής ……………………………………………….. 76

2. Η πορεία προς την πνευματική τελείωση ……………………………………... 82


α. Οι τάξεις και οι βαθμίδες της πνευματικής προόδου …………………………. 85
β. Η σημασία των βαθμίδων στην πνευματική ζωή ……………………………... 89

3. «Ιατρέ θεράπευσον σεαυτόν» ………………………………………………… 92


α. Η αναγκαιότητα του έμπειρου πνευματικού πατέρα ………………………….. 92
1. Η προϋπόθεση της πνευματικής εμπειρίας ………………………………...... 93

6
2. Η απόκτηση της εμπειρίας ………………………………………………….. 97
β. Η άσκηση ως προετοιμασία και πνευματικό υπόβαθρο του πνευματικού …….... 100
1. Η αναγκαιότητα της ασκήσεως ……………………………………………. 100
2. Τρόποι, μέσα και σκοπός της ασκήσεως …………………………………... 104
γ. Πράξις θεωρίας επίβασις …………………………………………………….. 111
1. Η νήψις και νοερά ησυχία …………………………………………………. 111
2. Η απαλλαγή από την φαντασία ……………………………………………. 119
3. Η βίωση της ησυχίας ………………………………………………………. 126

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Η ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΑΤΡΟΤΗΤΑ ΩΣ ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ

1. Η αυτογνωσία του πνευματικού πατρός ως προϊόν διαπαιδαγωγήσεως του


εαυτού του …………………………………………………………… 134
137
2. Η ταπείνωση το θεμέλιο της πνευματικής καθοδήγησης …………………….
144
3. Η λειτουργία του έσω ανθρώπου και η θεραπεία του από τα πάθη ………….
α. Το πάθος ……………………………………………………………………... 145
β. Τα πάθη ως «παρά φύση» κατάσταση της ψυχής …………………………… 147
γ. Η μεταμόρφωση των παθών …………………………………………………. 151
δ. Η απάθεια ……………………………………………………………………. 156

4. Η διάκριση ως κριτήριο πνευματικής προόδου και ποιμαντικής ευθύνης …... 164


α. Η προτεραιότητα της διάκρισης …………………………………………. 164
β. Οι βαθμίδες και τα σημάδια της διάκρισης ………………………………….. 167
γ. Η απόκτηση της διάκρισης …………………………………………………... 169

5. Η γνώση του πνευματικού πατρός …………………………………………... 173


α. Τα είδη της γνώσεως ………………………………………………………… 175
β. Ο συνδυασμός γνώσης και αρετών ………………………………………….. 181

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

Ο ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ ΩΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ: ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΝΕΥΤΜΑΤΙ-


ΚΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΥ ΤΕ-
ΚΝΟΥ

1. Οι παιδαγωγικές προϋποθέσεις της πνευματικής πατρότητας ………………. 189


α. Ο πνευματικός ως δάσκαλος …………………………………………………….. 189
β. Τα λόγια στην πράξη: Το παράδειγμα …………………………………………… 196
γ. Ο λόγος ως μέσον θεραπείας ……………………………………………….. 200

2. Ο (ψυχο)θεραπευτικός ρόλος της πνευματικής πατρότητας ………………… 205


α. Από το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν στην εξάρτηση από το ίδιον θέλημα .. 206
1. Το αυτεξούσιο του ανθρώπου ως οντολογικό γνώρισμα του «κατ’ εικόνα». 206

7
2. Η ελευθερία δια της υπακοής ……………………………………………… 211
β. Η θεραπεία της ψυχής δια της υπακοής στον πνευματικό πατέρα ……………... 216
1. Η εκκοπή του ίδιου θελήματος ως μια προϋπόθεση για την γνώση του
θείου θελήματος……………………………………………………... 216
2. Εκούσιος είσοδος στην υπακοή ……………………………………………. 221
3. Η υπακοή στο πνευματικό: είδωλο της εξουσίας ή εικόνα της αγάπης ….... 227

3. Η δια της υπακοής μετοχή στη μυστηριακή ζωή ……………………………. 232


α. Το μυστήριο της μετάνοιας και εξομολόγησης ……………………………… 234
Ι) Η Μετάνοια
1. Η μετάνοια [εστιν [ανάκλησις βαπτίσματος ………………………………… 238
2. Η αναγκαιότητα της Μετάνοιας …………………………………………… 243
3. Η επανασύνδεση στο σώμα του Χριστού και η θεία Ευχαριστία …………. 248
4. Τα στάδια της μετάνοιας …………………………………………………... 251
5. Τα σημάδια της αυθεντικής μετάνοιας ……………………………………. 256
ΙΙ) Η Εξομολόγηση …………………………………………………………....... 259
β. Η θεραπευτική αγωγή του μυστηρίου ……………………………………….. 271
1. Ο θεραπευτικός χαρακτήρας της μετάνοιας ……………………………….. 271
2. Τα επιτίμια ως μέσα θεραπείας …………………………………………..... 277
3. Η νηπτική παράδοση και η ψυχοθεραπεία ………………………………… 283

4. Η πατρότητα ως ζωοποίηση του γράμματος ………………………………… 295


α. Οικονομία και ακρίβεια ……………………………………………………… 295
β. Η πραότητα …………………………………………………………………... 302
γ. Η ευθύνη ……………………………………………………………………... 309
δ. Η αγάπη ……………………………………………………………………… 314
1. Προς τον Θεό ………………………………………………………………. 314
2. Προς τον συνάνθρωπο ……………………………………………………... 319
ε. Η προσευχή ………………………………………………………………….. 327
1. Η προσευχή του πνευματικού ως μέσον θεραπείας του ιδίου και ενίσχυση
του έργου του ………………………………………………………………. 327
2. Η προσευχή του πνευματικού υπέρ των τέκνων και η μεσιτεία του ………. 333

ΕΠΙΛΟΓΟΣ ……………………………………………………………………. 340

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ……………………………………………………………….. 344

8
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ

Αποφθέγματα, Αποφθέγματα Γερόντων, Φιλοκαλία των Νηπτικών και Ασκητικών, [ ε κδ.


Γρ. Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1978.
ΑΒ, Ανάλεκτα Βλατάδων, Θεσσαλονίκη 1969 –

ΒΕΠΕΣ, Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών Συγγραφέων.

DS, Dictionnaire de la spiritualité ascétique et mystiques, Paris 1937 κ.εξ.

Γ. Π, Γρηγόριος Παλαμάς. ∆ιμηνιαίον Θεολογικόν και Εκλησσιαστικόν περιοδικόν.

Εκκλησία, Επίσημον δελτίον της Εκκλησίας της Ελλάδος.

ΕΠΕΦ, Φιλοκαλία των Νηπτικών και Ασκητικών, [εκδ. Γρ. Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1978-

ΕΠΕ, Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας.

ΕΕΘΣΠΑ, Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΕΘΣΠΘ, Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Θεολογία, Επιστημονική περιοδικόν εκδιδόμενον κατά τριμηνίαν, Αθήνα.

ΘΗΕ, Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, Αθήνα 1962-1968.

Ι Π Μ, Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών.

Κοινωνία, Τριμηνιαίο δελτίο πανελληνίου ενώσεως θεολόγων.

ΛΒΘ , Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας, [εκδ. Άρτος Ζωής, Αθήνα 1980.

OCP , Orientalia Christain Periodica.

PG, Patrologia Graeca, [ ε κδ. J.P. Migne, paris, 1857-1912.

PGL, Patristic Greek Lexicon, Edited by G. W. H. Lampe, D.D., Published by


Oxford University Press 1961, Tenth impression 1991.
SC , Sources Chrétiennes, Paris, 1941 κ.εξ.

SPVG, Sancti Pachomii Vitae Gracecae.

Σύναξη, Τριμηνιαία έκδοση σπουδής στην Ορθοδοξία.

ThDNT, Theological Dictionary of the New Testament, Edited by Gerhard Kittel,


Translator and Editor: Geofrey W. Bromiley, D. Litt., D.D., Vol.1.
Φιλοκαλία, Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών, [εκδ. οίκος ‘Αστήρ’, Αθήνα, τομ. Α΄ (19825),
τομ. Β΄ (19845), τομ. Γ΄ (19764 ), τομ. ∆΄(19915), τομ. Ε΄(19925).
Και στην νεοελληνική έκδοση: Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών, [εκδ. Περιβόλι
της Παναγίας, μεταφ. Αντώνιος Γαλίτης, τομ. Α΄(19985 ), τομ. Β΄(19894), τομ. Γ΄
(19973), τομ. ∆΄(19973), τομ. Ε΄(20023).

9
10
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το θέμα της πνευματικής πατρότητας βρίσκεται σήμερα στο κέντρο των


θεολογικών ενδιαφερόντων, γιατί σε αυτό επικεντρώνεται όλη η προσπάθεια
για τη βίωση μιας αληθινής Ορθόδοξη πνευματικότητας από τους πιστούς. Το
ερώτημα που τίθεται είναι ποιος είναι άξιος να αποκτήσει την προσωνυμία
«Γέροντας». Πού και πώς ασκείται η πνευματική πατρότητα. Ποια είναι τα χα-
ρίσματα που πρέπει να υπάρχουν σε ένα πνευματικό πατέρα; Με ποιο τρόπο
οφείλει να συμβουλεύει και να καθοδηγεί ένας πνευματικός τα πνευματικά του
τέκνα;
Με την παρούσα μελέτη, επιχειρούμε να παρουσιάσουμε με τρόπο συ-
στηματικό τη μαρτυρία της ορθόδοξης παράδοσης της ανατολικής Εκκλησίας,
υπό το φως των κειμένων των νηπτικών Πατέρων στο θέμα του πνευματικού
πατέρα. Παράλληλα επιχειρούμε να καθορίσουμε και να αναλύσουμε τα χαρα-
κτηριστικά πνευματικά εφόδια και τα χαρίσματα με τα οποία οφείλει ο πνευ-
ματικός πατέρας να είναι προικισμένος.
Στη διατριβή αναφέρεται ο όρος νηπτικοί Πατέρες, ο οποίος υπάρχει
και στον τίτλο της Φιλοκαλίας και χρησιμοποιείται για να δηλώσει κυρίως
τους Πατέρες που συμπεριλαμβάνονται σε αυτήν. Αυτό δεν σημαίνει ότι απο-
κλείονται από την προσωνυμία άλλοι Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά στη Φιλο-
καλία οι νηπτικοί Πατέρες αντιπροσωπεύουν το κύριο ρεύμα της νηπτικής θε-
ολογίας 1 . Τα κείμενα των Πατέρων τα αποδίδουμε στους Πατέρες όπως ανα-
φέρονται στην Φιλοκαλία από τον εκδότη της, χωρίς να εμπλακούμε σε μια
κριτική ανάλυση σχετικά με τη γνησιότητα των κειμένων ή των συγγραφέων
τους, λ.χ. τα κεφάλαια περί προσευχής που φέρονται με το όνομα του αγίου
Νείλου του Ασκητού αποδίδονται σήμερα στον Ευάγριο Ποντικό 2 . Ακόμη και
για λόγους πρακτικούς, στις υποσημειώσεις αναφέρουμε πρώτα τον αριθμό
των σελίδων κατά τη γνήσια έκδοση και κατόπιν τη νεοελληνική μετάφραση.
Το «ἵνα γένησθε θείας κοινωνοὶ φύσεως» 3 είναι ο σκοπός της ζωής του
ανθρώπου, όπως τον ορίζει η Αγία Γραφή. Ο άνθρωπος, έλεγε ο άγιος Γρηγό-
ριος, είναι ένα δημιούργημα, το οποίον έλαβε την εντολή να γίνει Θεός: «Θε`ος
ε@ιναι κεκελευσμένος»4 . Το γεγονός της ενσάρκωσης του Λόγου του Θεού και
της θείας οικονομίας έχει έναν σκοπό; τη θέωση του ανθρώπου· «] Ο Θε`ος [ε-
νηνθρώπησεν, \ινα ]ημε~ις θεοποιηθ~ωμεν» 5 . Και ο άγιος Μάξιμος αναφέρει ότι ο
σκοπός της θείας οικονομίας ήταν η θέωση του ανθρώπου: «Βουλ`η μ`εν τυχ`ον

1
Ασφαλώς δεν πρέπει να αγνοούμε τα έργα των νηπτικών: Εφραίμ του Σύρου, Ιωάννου της Κλίμακος,
Βαρσανουφίου. ∆ωροθέου και Αντιόχου Παλαιστίνης καθώς και άλλων Πατέρων. Βλ. Στογιόγλου,
Γεω., «Η νηπτική γραμματεία» στο Θ.Η.Ε. 10, 474-475. και Πάσχου, Π., «Ο δρόμος των Νηπτικών: }η
Φιλολαϊκά» στο Αγωνία και κατάνυξη, [εκδ. Αστήρ, Αθήνα 21976, σ. 136.
2
Για περισσότερα Βλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, σπουδή στα κείμενα
της Φιλοκαλίας, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1993, υποσημ. 57, σ. 32. Πρβλ. Καρανικόλα, Π., ( Αρ-
χιμ.), «Το περιεχόμενο της Φιλοκαλίας των Νηπτικών Πατέρων», στο Εκκλησία, τευχ.χ. 31, 1954, σσ.
266-270 Και 301-302. όπως επίσης τις εισαγωγές του Επισκόπου Κάλλιστου (Ware) στην νεοελληνική
έκδοση της Φιλοκαλίας ή στο CD που έχει εκδοθεί από την Ι. Μ. Σιμωνόπετρα, Άγιον Όρος.
3
2 Πε. 1,4.
4
Γρηγορίου Ναζιανζού, Ε[ις τ`ον Μ. Βασίλειον [επιτάφιος, PG. 36, 560 A.
5
Μ. Αθανασίου, Περ`ι τ~ης [ενανθρωπίσεως το~υ Λόγου 54, PG. 25, 192 B.

11
φήσας το~υ Θεο~υ κα`ι Πατρός, τ`ην [επ`ι θεώσει τ~ης ]ημετέρας φύσεως [απόρρητον
κένωσιν το~υ μονογενο~υς Υ]ιο~υ, καθ’ |ην {εχει πάντων τ~ων α[ιώνων τ`ο πέρας περι-
γραφόμενον» 1 . Ο άγιος Μακάριος απαντώντας σε μια ερώτηση, τι είναι το θέ-
λημα του Θεού, απαντά: «]ο καθαρισμός τε κα`ι ]αγιασμ`ος τ~ης καρδίας, ο] δι`α τ~ης
μετουσίας το~υ τελείου κα`ι θεϊκο~υ Πνεύματος [εν πληροφορί?α γινόμενος» 2 . Κα-
τά την έκφραση του αγίου Σεραφείμ ο αληθινός σκοπός της χριστιανικής ζωής
είναι η απόκτηση του Αγίου Πνεύματος 3 .
Για να θεωθεί ο άνθρωπος χρειάζεται να θεραπευτεί από τα πάθη και να
αποκτήσει το Άγιο Πνεύμα 4 . Αυτή η θεραπεία επιτυγχάνεται εν Χριστώ, μέσα
στην Εκκλησία, δια του συνδυασμού μεταξύ της ησυχαστικής και νηπτικής
παράδοσης της Εκκλησίας και δια της συμμετοχής του πιστού στα Άγια Μυ-
στήρια. Όλη αυτή η ασκητική θεραπευτική αγωγή των Πατέρων της Εκκλησί-
ας είναι αποθησαυρισμένη στην «Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών» 5 . Ο πρω-
ταρχικός σκοπός της Φιλοκαλίας όπως αναφέρεται στον τίτλο της είναι: «∆ιά
τ~ης κατ`α την πράξιν κα`ι θεωρίαν ηθικ~ης φιλοσοφίας, ]ο νο~υς καθαιρέται, φωτί-
ζεται κα`ι τελειο~υται». Ο άγιος Κάλλιστος ενστερνιζόμενος τον άγιο Μάξιμο,
αναφέρει ότι «νο~υς καθαρθ~ηναι ο[υ δύναται {ανευ ]ομιλίας κα`ι θεωρίας Θεο~υ»,
ενώ στη συνέχεια γράφει: «]η μ`εν θεωρία τ`ον νο~υν καθαίρει· ]η δ`ε τ~ης προ-
σευχ~ης κατάστασις γυμν`ον α[υτ`ον παρίστησι τ~?ω Θε~?ω»6 .
Οι αυθεντικοί πνευματικοί πατέρες της Εκκλησίας είχαν αυτήν την ε-
μπειρία της θέωσης. Την εμπειρία του ακτίστου Φωτός την έζησαν οι μαθητές
του Χριστού στο Θαβώρ όταν «ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ
ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς» 7 . Οι άγιοι Πατέρες χαρακτηρίζουν αυτό
το φως ως φυσικ`ην [ακτ~ινα τ~ης θεότητος8 , είναι η Βασιλεία του Θεού, κατά
τους Μ. Βασίλειο και Γρηγόριο, που ο Κύριος έχει υποσχεθεί στους μαθητές
Του, ότι δηλαδή «οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ
ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει» 9 . Το Φως λοιπόν εκείνο κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλα-
μά είναι: «κάλλος το~υ Θεο~υ, μόνοις το~ις ]αγίοις θεωρητ`ον [εν τ~?η δυνάμει το~υ

1
Μαξίμου Ομολογητού,] Ερηνεία ε[ις τ`ο "Πάτερ ]ημ~ων" , Φιλοκαλία Β΄, σ. 188 (252). «Ε[ι δ`ε θείας
]υπάρχει βουλ~ης {εργον, ]η τ~ης ]ημετέρας φύσεως θέωσις». Μαξίμου Ομολογητού,] Ερηνεία ε[ις τ`ο "Πάτερ
]ημ~ων" , Φιλοκαλία Β΄, σ. 188 (253).
2
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 2, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 171 (248).
3
Lossky, V., Η Μυστική θεολογία της ανατολικής Εκκλησίας, μετάφ. Πλευράκη, Σ., Θεσσαλονίκη
1964, σ. 233. Πρβλ. Γκοραϊνώφ, Ειρήνη, Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, μεταφ. Σκουτέρη, Π., [εκδ.
Τήνος, σ. 182.
4
Τα πάθη χαρακτηρίζονται ως μεταπτωτική και παρά φύση κατάσταση του ανθρώπου και η θεραπεία
τους αποτελούν κεντρική διδασκαλία των νηπτικών Πατέρων. Αυτό το θέμα θα το αναπτύξουμε ανα-
λυτικά στη τρίτη παράγραφο στο τρίτο κεφάλαιο.
5
«Μέσα από το περιεχόμενο της Φιλοκαλίας αναδύεται η θεραπευτική ποιμαντική της Εκκλησίας».
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογικά πρότερα της ποιμαντικής, Λεντί?ω ζωννύμενοι Ι, [εκδ. Μυ-
γδονία, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 68.
6
Καλλίστου Αγγελικούδη (Πατριάρχου), Περ`ι προσευχ~ης 19, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 306 (Ε΄, 141).
7
Μτ. 17, 2.
8
«Το~υτο τ`ο θεϊκ`ον κα`ι [απόρρητον φ~ως, τ`ην το~υ Θεο~υ θεότητα κα`ι βασιλείαν, τ`ο κάλλος κα`ι τ`ην λα-
μπρότητα τ~ης θείας φύσεως τ`ην [εν τ~?ω α [ καταλήπτ?ω α[ι~ωνι τ~ων α
] γίων \ορασιν κα`ι [απόλαυσιν, τ`ην φυ-
σικ`ην [ακτ~ινα κα`ι δόξαν τ~ης θεότητος». Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι
πρακτικά 146· 147, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 185-186 (349).
9
Μκ. 9,1.

12
θείου πνεύματος» 1 . Είναι το ακρότατο από τα επιθυμητά για τους νηπτικούς
και ησυχαστικούς Πατέρες κατά την έκφραση του αγίου Καλλίστου: «\ Ολος
γ`αρ ο] πόθος το~υ τοιούτου κα`ι ]ο ε[ γκάρδιος κα`ι [εκστατικ`ος {ερως κα`ι ]η ο] λικ`η
α[υτο~υ διάθεσις πρ`ος τ`ο ]υπέρκαλλον κάλλος ]ορ~α ? κα`ι μακαριώτατον, |ο κα`ι [ε-
φετ~ων το~ις Πατράσιν ε{ιρηται τ`ο [ακρότατον» 2 . Αυτό το ανερμήνευτο Φως δεν
εξηγείται με τα λόγια, αλλά με την εμπειρία εκείνων που έχουν πληγωθεί από
την αγάπη γι’ Αυτό· «Φ~ως νο~υν \ελκον \ωσπερ \ηλιος {ομματα, \ο [ανερμήνευτον
{ον, ]ερμηνευόμενον ο[υ λόγ?ω, πε~ιρα δ`ε παθόντος, }η τρωθέντος [αληθέστερον» 3 .
Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος ερμηνεύει το χωρίο του απόστολου
Παύλου4 , λέγοντας ότι η λαμπρότητα του Πνεύματος από τώρα λάμπει στους
αξίους αθάνατα, και ακατάληπτα, στο αθάνατο μέρος του έσω ανθρώπου5 .
Αυτό το τέλειο μυστήριο του Χριστιανισμού γίνεται γνωστό με την πείρα σε
κάθε ψυχή μέσω θείας ενέργειας: «[ακριβέστερόν τε κα`ι τηλαυγέστερον τ`ο [ε-
ντελ`ες το~υ Χριστιανισμο~υ μυστήριον ]εκάστη πιστευούσ?η ψυχ~?η δεδήλωκε, δι’
[ενεργείας θείας ε[ις πε~ιραν [ιέναι· \οπερ [εστίν, ]η [επουρανίου φωτ`ος [εν [αποκαλύ-
ψει κα`ι δυνάμει το~υ Πνεύματος {ελλαμψις» 6 . Επομένως, ο φιλοκαλικός άν-
θρωπος είναι ο άνθρωπος εκείνος που δέχεται την κλήση να συμμετάσχει στη
δόξα του Θεού, την οποία Εκείνος επιτρέπει να φανερωθεί και γίνεται αντιλη-
πτή καθώς δυνάμεθα, όπως οι άγιοι Απόστολοι στο Θαβώρ θεώρησαν τη δόξα
Του καθώς ηδύναντο 7 . Ο Φιλοκαλικός άνθρωπος ζητεί πρώτα την Βασιλεία
του Θεού, και τη δόξα που δίνει ο Θεός γνωρίζοντας ότι όλα τα άλλα θα προ-
στεθούν.
Είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι το θείο Φως ως ενέργεια του Αγί-
ου Πνεύματος δε φωτίζει μόνο όσους έχουν φτάσει σε ανώτερα στάδια πνευ-
ματικής τελείωσης, αλλά κάθε άνθρωπο σε κάθε πνευματικό στάδιο που βρί-
σκεται. Στο πρώτο στάδιο της πρακτικής φιλοσοφίας συνδράμει να αναγνωρι-
στεί η αμαρτία και η τραγική κατάσταση της πτώσης. Στις ανώτερες βαθμίδες
της θεωρίας ο χριστιανός αποκτά την ειρήνη των λογισμών και γίνεται υιός
Θεού κατά χάριν. Με την όγδοη και υψηλότερη γνώση ανάγεται στη θεωρία
του θείου κάλλους ή την θεολογία. Μέσω της καθαρής προσευχής αρπάζεται ο
νους από το θειο πόθο, και με την ευδοκία της χάριτος δέχεται θειες αποκαλύ-
ψεις8 .

1
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 146, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 185
(349).
2
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 84, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
278 (Ε΄, 107).
3
Φιλόθεου Σιναΐτη, Νηπτικά κεφάλαια 24, Φιλοκαλία Β΄, σ. 282 (Γ΄, 23).
4
2 Κορ. 3, 18.
5
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 137, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 229 (309).
6
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 137, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 228 (308).
7
Σταυρόπολου, Α., «Ο Φιλοκαλικός άνθρωπος: μια ορθόδοξη πρόταση ζωής» στο Κοινωνία 1999,
τευχ. 2, σ. 143.
8
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ων ο[ κτ~ω νοητ~ων θεωρι~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 32-33 (98).
Πρβλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογικά πρότερα της ποιμαντικής, Λεντί?ω ζωννύμενοι Ι, σ.
68.

13
Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητη μια διευκρίνιση. Ο Θεός κατά τον
άγιο Γρηγόριο Παλαμά είναι ουσία αλλά και άκτιστη ενέργεια 1 , όπως γράφει ο
άγιος: «{ Ακτιστοι τοιγαρο~υν α]ι το~υ θείου πνεύματος δυνάμεις τε κα`ι [ενέργειαι,
[αμερίστως τ~ης μι~ας κα`ι παντάπασιν [αμερίστου το~υ πνεύματος ο[υσίας διαστελ-
λόμεναι». Αυτή η άκτιστη ενέργεια χορηγείται στον καθένα ανάλογα με την
πνευματική κατάσταση και την ετοιμότητά του· «[αναλόγως το~ις μετέχουσι χο-
ρηγουμένη· κα`ι κατ`α τ`ην [επιτηδειότητα τ~ων ]υποδεχομένων, [επ`ι μ~αλλον κα`ι
#ηττον [ενιε~ισα τ`ην θεοποι`ον λαμπρότητα»2 . Η ένωση με τον Θεό δεν γίνεται
κατά την ουσία, αλλά «κατ’ ενέργειαν», όπως γράφει ο Παλαμάς: «Τρι~ων ο{ -
ντων το~υ Θεο~υ, ο[υσίας, [ενεργείας, Τριάδος ]υποστάσεων θείων· ο]ι κατηξιωμέ-
νοι τ~?ω Θε~?ω ]ην~ωσθαι, ]ως |εν ε@ιναι πνε~υμα μετ’ α[υτο~υ, [επε`ι κατ’ ο[υσίαν ο[υχ
]ην~ωσθαι το`υς [αξίους [ανωτέρω δέδεικται, κα`ι πάντες ο]ι θεολόγοι μαρτυρο~υσι,
κατ’ ο[υσίαν ε@ιναι τ`ον Θε`ον α [ μέθεκτον.] Η δ`ε καθ’ ]υπόστασιν \ενωσις, μόνου
διατελε~ι τυγχάνουσα το~υ θεανθρώπου Λόγου· λείπεται κατ’ [ενέργειαν ]ε-
νο~υσθαι το`υς κατηξιωμένους ]ενο~υσθαι Θε~?ω· κα`ι πνε~υμα καθ’ \ο [εστιν |εν μετ`α
Θεο~υ ]ο κολλώμενος Θε~?ω, τ`ην ο[υσίαν το~υ Θεο~υ»3 .
Για να πραγματοποιήσει ο χριστιανός τη θέωση χρειάζεται έναν πεπει-
ραμένο, φωτισμένο και απλανή οδηγό. Απορεί ο άγιος Κάλλιστος «π~ως ε[ις ]ε-
νώσεις Θεο~υ κα`ι θεουργικ`ας τελετ`ας κα`ι μυστήρια προφθάσαι α[ ξιωθησόμεθα,
{ανευ μυήσεως μυσταγωγο~υ [αληθο~υς κα`ι πεφωτισμένου; Ο[υκ {εστιν {οντως, ο[υκ
{εστιν» 4 . Το έργο της Εκκλησίας είναι η σωτηρία όλων των μελών της. Αυτό το
έργο δεν εξαντλείται μόνο στο μυστήριο της μετάνοιας και εξομολόγησης, δη-
λαδή με το να παρέχεται η άφεση των αμαρτιών, αλλά συνεχίζεται με την
πνευματική καθοδήγηση για να επιτύχει ολόκληρη τη θεραπεία του μετανοού-
ντος. Γράφει ο π. Ιω. Ρωμανίδης: «Η Εκκλησία δεν στέλνει κανένα ε[ις τον πα-
ράδεισον ή εις την κόλασιν, αλλά προετοιμάζει τους πιστούς δια την θέαν του
Χριστού εν δόξη την οποίαν θα έχουν όλοι οι άνθρωποι. Ο Θεός αγαπά τον
κολασμένον τόσον, όσον και τους αγίους. Θέλει την θεραπείαν όλων, αλλά
όλοι δεν δέχονται την θεραπείαν, που Αυτός προσφέρει. Αυτό σημαίνει, ότι η
άφεσις αμαρτιών δεν είναι αρκετή προετοιμασία δια να ίδη κανείς τον Χριστόν
εν δόξη και να δοξασθή»5 .
Ο δρόμος της Φιλοκαλίας ή ο «δρόμος των νηπτικών» που οδηγεί στον
φιλοκαλικό άνθρωπο είναι μακρά οδός που δεν μαθαίνεται με μεθόδους άνευ
διδάσκαλου ή με προγραμματισμένη διδασκαλία. Απαιτεί τον έμπειρο περί τα
τοιαύτα και δόκιμο πνευματικό πατέρα, που η καθοδήγησή του θα είναι καίρια

1
«]η θεία το~υ Θεο~υ [ενέργεια, ο[υ μία μόνον, [αλλ`α κα`ι πολλα`ι καλο~υνται παρ`α τ~ων θεολόγων». Γρηγο-
ρίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 68, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 158 (319).
2
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 68· 69, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
159 (319).
3
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 75, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 161
(322). «το~υ Θεο~υ τ`ο μ`εν [εστιν [ακατάληπτον, τ`ο δ`ε καταληπτόν, ε#ις δέ [εστι Θεός, ο] α[υτ`ος [ακατάληπτος
τ~?η ο[υσί?α {ων, καταληπτ`ος δ`ε α
[ π`ο τ~ων ποιημάτων, κατ`α τ`ας α[υτο~υ θείας ε[ νεργείας». Γρηγορίου Παλα-
μά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά..81, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 163 (324).
4
Ξανθοπούλων, Καλλίστου και Ιγνατίου, Μέθοδος κα`ι καν`ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
211 (Ε΄, 34).
5
Βλ. Ρωμανίδη, Ιω., (Πρωτ.), Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η θεραπεία
της στον τόμο «Ορθοδοξία Ελληνισμός, πορεία στην 3η χιλιετηρίδα», [εκδ. Ι.Μ. Κουτλουμουσίου, Α-
γίου Όρους 1966, σ. 67-87.

14
και ο τρόπος ζωής του θα αποτυπωθεί πάνω στα τέκνα του 1 . Ο άνθρωπος στην
πορεία και προσπάθειά του προς τη θέωση και ένωση με τον Θεό, χρειάζεται
να καθοδηγείται από έναν άλλο άνθρωπο, ο οποίος να έχει μια εμπειρική και
όχι μόνο θεωρητική γνώση σε αυτή την πορεία προς τη θέωση. Αυτός ο άν-
θρωπος αναγνωρίζεται ως ο πνευματικός πατέρας. Άνθρωπος προικισμένος και
εφοδιασμένος με απαραίτητα χαρίσματα, με τα οποία είναι ικανός να καθοδη-
γήσει τους άλλους στην θεραπεία και στην θέωση. Αυτό απαιτεί να είναι ο ίδι-
ος θεραπευμένος για να οδηγήσει τους ασθενείς στην τελική θεραπεία, διαφο-
ρετικά τον κατακρίνουν τα λόγια του Κυρίου: «ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν» 2 .
Όταν κάνουμε λόγο σήμερα για πνευματικό πατέρα και πνευματική πα-
τρότητα εννοούμε τον εξομολόγο κληρικό. Όμως στην εκκλησιαστική παρά-
δοση η έννοια της πνευματικής πατρότητας είναι πολύ ευρύτερη. Στην πρώτη
Εκκλησία, όπου οι πιστοί-στην πλειονότητά τους σχεδόν- λάμβαναν το βάπτι-
σμα σε ώριμη ηλικία, πνευματικός πατέρας για κάποιον χριστιανό ήταν ο εκ-
κλησιαστικός ποιμήν, εκείνος που τον κατηχούσε, του παρείχε το βάπτισμα και
στη συνέχεια τον χειραγωγούσε στην εν Χριστώ ζωή. Σήμερα, που όλοι σχεδόν
λαμβάνουμε το βάπτισμα σε νηπιακή ηλικία, πνευματικός πατέρας ενός χρι-
στιανού συχνά δεν είναι ο ιερεύς που τον βάπτισε, αλλά εκείνος που σε κάποια
στιγμή της ζωής του τον οδήγησε στην ενσυνείδητη πίστη και τον κατευθύνει
στη συνεπή χριστιανική ζωή 3 . Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του Αποστόλου
Παύλου «ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ' οὐ πολλοὺς
πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα. παρακαλῶ
4
οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε» .
Ο αποστολικός λόγος μας αποκαλύπτει ότι ο άνθρωπος αναγεννάται δια
της διδαχής του Ευαγγελικού κηρύγματος 5 , όπως αναγεννάται και δια των α-
γίων Μυστηρίων 6 . Τον αποστολικό αυτό λόγο ερμηνεύουν τα λόγια του αγίου
Συμεών του Ν. Θεολόγου προς πνευματικό του τέκνο: «Συνελάβομέν σε δια
διδασκαλίας, [ωδινήσαμέν σε δια μετανοίας, [απέτεκόν σε δι’ ]υπομον~ης πολλ~ης
και [ωδίνων και πόνων σφοδρ~ων και καθημεριν~ων δακρύων» 7 . Οι δεσμοί στην
πνευματική πατρότητα είναι πιο δυνατοί από την σωματική. Ο ιερός Χρυσό-
στομος κάνοντας σύγκριση μεταξύ των δύο σχέσεων γράφει: «τοσο~υτον [αμφο-
1
Ψλ. 44,3. Σταυροπούλου, Α., «Ο Φιλοκαλικός άνθρωπος» στο Κοινωνία,\ο.π., σ. 146.
2
Λκ. 4, 23.
3
Κούτσας, Συμεών (Μητρ.), Η πνευματική πατρότης υπό το φως της ορθοδόξου παραδόσεως, [εκδ. Ι.
Μητροπόλεως Καλαβρύτων & Αιγιαλείας, Αίγιον 1995, σ. 5.
4
1 Κορ. 4,15.
5
Ο Απόστολος Παύλος είναι κατ’ εξοχήν πνευματικός πατέρας, γιατί με το Ευαγγέλιο γέννησε πλήθη
πνευματικών τέκνων χριστιανών και με το κήρυγμα του. «ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν
Χριστῷ, ἀλλ' οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα».
1 Κορ. 4, 15.
6
∆ιαταγαί Αποστόλων Β΄, 26,4, ΒΕΠΕΣ 2,35. «ο~υτος (ο επίσκοπος) μετά Θεόν πατήρ υ] μ~ων, δι’ [υδα-
τος και Πνεύματος αναγεννήσας». Και η μετάνοια χαρακτηρίζεται ως δεύτερη γέννηση μετά του βα-
πτίσματος. «χάρις μετ`α χάριν ]η μετάνοια [εδόθη το~ις α
[ θρώποις· μετάνοια γάρ [εστιν, [αναγέννησις δευ-
τέρα [εκ Θεο~υ». Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 80, Φι-
λοκαλία ∆΄, σ. 275 (Ε΄, 104).
7
Συμεών Ν. Θεολόγου, Επιστολή 3, 1-3, εκδόθηκε από: Krivochéine, B., Μέσα στο φως του Χριστού,
μεταφ. Σκουτέρη, Π., [εκδ. Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 128. Πρβλ. Χριστοφορίδου,
Β., Η πνευματική πατρότης κατά Συμεών τον νέον Θεολόγον, διατριβή επί διδακτορία, [εκδ. Πουρναρά,
Θεσσαλονίκη 1977, σ. 26.

15
τέρων τ`ο διάφορον, \οσον τ~ης παρούσης κα`ι τ~ης μελλούσης ζω~ης. Ο]ι μ`εν γ`αρ
ε[ις ταύτην, ο]ι δ`ε ε[ις [εκείνην γενν~ωσι» 1 . Επομένως μπορούμε να πούμε ότι δια
μεν της διδαχής του Ευαγγελίου ο άνθρωπος συλλαμβάνεται και κυοφορείται
εν Χριστώ, δια δε των Μυστηρίων του αγίου Βαπτίσματος και της ιεράς Εξο-
μολογήσεως αναγεννάται εν Χριστώ δια του Αγίου Πνεύματος. Ο δεσμός της
πνευματικής πατρότητας είναι τόσο δυνατός, αυθεντικός και αγιασμένος, ώστε
οι μαθητές ενός γέροντα να νιώσουν την ορφάνια μετά την κοίμησή του, όπως
ακριβώς ένιωσαν οι μαθητές του Χριστού μετά την ανάληψη Του στον ουρανό.
Η αίσθηση της ορφάνιας την είχαν οι μαθητές του Μ. Αντωνίου μετά την κοί-
μησή του. Αναφέρει ο Μ. Αθανάσιος στον βίο του: «[ Αμέλει κοιμηθέντος
α[υτο~υ, πάντες ]ως [ορφανο`ι γενόμενοι πατρ`ος μόν?η τ~?η ε[ κείνου μνήμ?η παρακα-
λο~υσιν ]εαυτούς, κατέχοντες \αμα τ`ας νουθεσίας κα`ι τ`ας παραινέσεις α[υτο~υ»2 .
Όμοια μαρτυρία από τα πνευματικά τέκνα του γέροντος Πορφυρίου λέγει: «Ο
γέροντάς μας κοιμήθηκε, μείναμε πράγματι ορφανοί. Ποιος θα μας καθοδηγεί
τώρα; Ποιός θα προσανατολίζει το βλέμμα μας προς την αλήθεια που υπάρ-
χει;» 3 .
Είναι φανερό ότι στην Αγία Γραφή, στην Πατερική γραμματεία και σε
ολόκληρη την παράδοση της Εκκλησίας συνιστάται να επιζητούμε τη συμβου-
λή των Πατέρων, καθόσον αυτή συμβάλλει στην πνευματική προκοπή μας.
Στο βιβλίο των Παροιμιών διαβάζουμε «ο#ις μ`η ]υπάρχει κυβέρνησις, πίπτουσιν
\ωσπερ φύλλα, σωτηρία δέ ]υπάρχει [εν πολλ~?η βουλ~?η» 4 . Ο Προφήτης Ησαΐας
λέγει: «ο[υα`ι, ο]ι συνετο`ι [εν ]εαυτο~ις, και [ενώπιον α[υτ~ων [επιστήμονες»5 . Στα
ασκητικά κείμενα γενικά και στην Φιλοκαλία ιδιαιτέρως, οι Πατέρες παρακι-
νούν τον άνθρωπο να επιζητά με επιμονή έναν οδηγό, όπως γράφει ο άγιος Γ.
ο Παλαμάς: «Σπεύσεις δ`ε δι`α παντ`ος το~υ βίου πνευματικ`ον πατέρα {εχειν κα`ι
[εξαγγέλλειν α[υτ~?ω π~αν ]αμάρτημα κα`ι πάντα λογισμ`ον κα`ι λαμβάνειν παρ’
α[υτο~υ τ`ην ι[ ατρείαν κα`ι τ`ην {αφεσιν. Α[υτο~ις γ`αρ [εδόθη λύειν κα`ι δεσμε~ιν ψυ-
χάς» 6 . Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, γράφει: «Κτ~ησαι πατέρα, κτ~ησαι δι-
δάσκαλον, κτ~ησαι μεσίτην κα`ι πρέσβυν κα`ι [εγγυητ`ην πρ`ος Θεόν. Κολλήθητι
α[υτ~?ω [αγάπη κα`ι πίστει, φόβ?ω κα`ι πόθ?ω ]ως α[υτ~?ω τ~?ω Χριστ~?ω, \ινα δι’ α[υτο~υ κα`ι
α[υτ~?ω τ~?ω Χριστ~?ω συναφθήση κα`ι συμμέτοχος κα`ι συγκληρονόμος τ~ης α[ιωνίου
δόξης α[υτο~υ κα`ι βασιλείας [αναδειχθήση, [ανυμν~ων κα`ι δοξάζων α[υτ`ον σ`υν τ~ω
Πατρ`ι κα`ι τ~ω Παναγί?ω κα`ι [αγαθ~?ω κα`ι ζωοποι~?ω α[υτο~υ Πνεύματι»7 .
Μέσα στη διδασκαλία των πατέρων της Φιλοκαλίας, διαγράφεται με
κάθε λεπτομέρεια η εικόνα του Γέροντα. Μην ξεχνάμε ότι η Φιλοκαλία περιέ-
χει κείμενα πολλών πνευματικών Πατέρων και των τέκνων τους, λ.χ. του αγίου
Συμεών του Νέου Θεολόγου και του πνευματικού του πατέρα Συμεών του Ευ-
λαβούς, καθώς και του πνευματικού του τέκνου Νικήτα Στηθάτου, ή του αγίου
Μαξίμου και του οσίου Θαλασσίου του Λίβυου, του αγίου Γρηγορίου Παλαμά

1
Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι ]ιερωσύνης, Λόγος 3,6, PG. 48, 644. ΕΠΕ 28,129.
2
Μ. Αθανασίου, Βίος κα`ι πολιτεία το~υ οσίου[ Αντωνίου 88, PG 26, 965C.
3
«Ο πατήρ Πορφύριος, ο γέροντας της Πεντέλης» στο Σύναξη, τευχ. 41, 1992, σ. 88.
4
Πρμ. 11,14· 1,8.
5
Ησ. 5,21
6
Γρηγορίου Παλαμά, ∆εκάλογος τ~ης κατ`α Χριστ`ον νομοθεσίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 120 (276).
7
Συμεών Ν. Θεολόγου, Επιστολή 3, 824-834, εκδόθηκε από: Krivochéine, B., (Αρχιμ.), Μέσα στο φως
του Χριστού,\ο.π., σ. 130.

16
και του πνευματικού του πατέρα, του αγίου Νικηφόρου Μονάζοντος. Οι Πα-
τέρες της Φιλοκαλίας δεν μιλούσαν, ούτε έδιναν μονιμότητα στις σκέψεις τους
καταγράφοντας τες, αν δεν ζούσαν τις αλήθειες της πνευματικής ζωής και αν
δεν είχαν την καθολική μαρτυρία της πνευματικής παραδόσεως 1 .
Ο τίτλος Πατέρας ή Γέροντας αποδίδεται κατ’ αρχήν στα μεγάλα ονό-
ματα των πατέρων της ερήμου, τον Αντώνιο, τον Μακάριο, Αρσένιο ..κτλ. Γέ-
ροντες ονομάστηκαν οι τέλειοι και εμπειροπόλεμοι που είχανε ξεπεράσει τα
πάθη τους και έτσι έγιναν ικανοί να χειραγωγούν τους νέους στην πνευματική
τους ζωή, παραμένοντας μέχρι σήμερα κανόνες γνησίας ευαγγελική ζωής. Γέ-
ροντας λέγεται εκείνος που καθοδήγει τους άλλους στη Βασιλεία των Ουρα-
νών, αλλά και τον καθένα χωριστά «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ
πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» 2 .
Οι Πατέρες στη Φιλοκαλία καθόρισαν ότι η πνευματική πατρότητα εί-
ναι «τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών» 3 και ότι ο πνευματικός πατέρας
είναι «ε[ις τύπον κα`ι τόπον το~υ Χριστο~υ» 4 . Πατήρ ονομάζεται εκείνος ο οποίος
γεννά τη ζωή, επομένως πνευματικός πατήρ είναι ο γεννήτωρ της πνευματικής
ζωής. Στην ορθόδοξη παράδοση, ένας πνευματικός πατέρας δεν επιβάλλει μία
διδασκαλία, αλλά γεννά μεταδίδοντας το Πνεύμα. Είναι ο οδηγός που τον ε-
μπιστεύεται κανείς, γιατί αυτός γνωρίζει πλέον τα μονοπάτια, ώστε να φέρει
μια ψυχή σε άμεση επαφή με τον Θεό.
Ο πνευματικός πατέρας μεταδίδει τη ζωή μεταδίδοντας την πείρα του,
την πείρα της Εκκλησίας, επισφραγίζοντάς την με τη δική του άσκηση, με τη
δική του προσευχή. Ο άγιος Νείλος ο Ασκητής παραδέχεται ότι είναι δυνατό
να έχουν επιτύχει μερικοί άνθρωποι να κυριαρχήσουν στα πάθη τους και να
μην παρασύρονται από αυτά. Αλλά αυτό το έχουν κατορθώσει «δι`α πολλ`ην
{ισως σκληραγωγίαν», δηλαδή άσκησαν μια εξωτερική βία στον εαυτό τους και
επέτυχαν κάτι, χωρίς όμως να γνωρίζουν «τ`ον τρόπον τ~ης νίκης» 5 , οπότε είναι
σαν να πολέμησαν νύχτα, οπότε δεν κατόρθωσαν να αντιληφτούν τα πονηρά
τεχνάσματα, ούτε να κατέχουν την εμπειρία και την τέχνη της νίκης. Ενώ ο
αυθεντικός πνευματικός αγωνιστής είναι εκείνος που πρωτύτερα πολέμησε τα
πάθη και μετά με πολλή προσοχή βάζει στη μνήμη του τους τρόπους και τα
μέσα του πολέμου και έτσι «[εκ τ~ων καθ’ ]εαυτούς, ]ετέροις ]υποτίθεσθαι τ`α τ~ης
μάχης· κα`ι τ`ην νίκην α[υτο~ις ε[υχερεστέραν ποι~ησαι, δι`α τ`ο προλέγειν τ`ας [εν τ~?ω
πολέμ?ω μεθόδους» 6 . Αναφέρει ο αββάς ποιμήν ότι ρώτησε κάποτε κάποιος τον
αββά Παΐσιο: «Τι να κάνω στην ψυχή μου που είναι αναίσθητη και δεν φοβά-
ται τον Θεό; Και του λέγει: πήγαινε, προσκολλήσου σε άνθρωπο που φοβείται

1
Η αδιάκοπτη και η συνεχή παράδοση των νηπτικών Πατέρων και η ομοιότητα των εμπειριών αποδει-
κνύουν την γνησιότητα της εμπειρίας τους. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς αναφέρει πολλά ονόματα α-
γίων οι οποίοι ήταν «μεμαρτυρημένοι κα`ι [αποδεδειγμένοι [εν δυνάμει Πνεύματος] Αγίου». Γρηγορίου
Παλαμά,] Υπ`ερ τ~ων ]ιερ~ως ]ησυχαζόντων, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 131 (288).
2
Εφ. 4,13. Βλ. Καρμαντζάνη, Α., (Αρχιμ), Οι Πατέρες και τα προβλήματα της ζωής μας, τόμ. 3, 1995.
σ. 122
3
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 204 (250).
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 19· 38, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 240· 243 (∆΄, 16·
19).
5
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 205 (251).
6
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 205 (251).

17
τον Θεό· και με την προσέγγισή του, θα σε διδάξει και εσένα να φοβείσαι το
Θεό» 1 .
Προϋπόθεση για την τέλεση του έργου της πνευματικής θεραπείας είναι
να έχει προηγηθεί η θεραπεία του θεραπευτού, γράφει ο άγιος Συμεών: «Ο[υκ
α[ισχύνη {αλλους [ιατρεύειν, [ασθεν`ης ]υπάρχων α[υτ`ος κα`ι μηδ`ε τ~ων [ιδίων τραυ-
μάτων λαβε~ιν [ισχύων τ`ην α{ισθησιν» 2 . Η απόκτηση του αγίου Πνεύματος προ-
ηγείται της μετάδοσής του στους άλλους: «Πρέπει ν`α φωτισθ~?ης πρ~ωτον α [ π`ο τ`ο
[αληθιν`ον φ~ως, κα`ι μετ`α τα~υτα ν`α φέρ?ης κα`ι {αλλους ε[ις α[υτ`ο τ`ο φ~ως. Πρέπει ν`α
[ελευθερωθ~?ης πρ~ωτον σύ, κα`ι {ετσι ν`α [επιχειρίζεσαι δι`α ν`α [ελευθερώσ?ης {αλ-
λους» 3 . Η νήψη και η ησυχία κατά τους νηπτικούς Πατέρες θεωρούνται ως
απαραίτητα μέσα θεραπείας4 . Έλεγε ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ: «Απόκτησε
την εσωτερική ειρήνη και χιλιάδες άνθρωποι γύρω σου θα σωθούν» 5 . Αυτή
είναι η προϋπόθεση της πνευματικής πατρότητας. Εναπόθεσε τον εαυτό σου
στον Θεό· τότε μπορείς να φέρεις και άλλους κοντά Του 6 .
Ο άγιος Παλαμάς καθορίζει ότι η ασθένεια εντοπίζεται στο νου του αν-
θρώπου και εκεί πρέπει να γίνει η προσπάθεια της θεραπείας. Ο άγιος αναφέ-
ρει ότι η γνώση της ασθένειας του νου και ο τρόπος θεραπείας είναι η υψηλό-
τερη από όλες τις άλλες επιστήμες και γνώσεις· «τ`ο ε[ιδέναι τ`ον καθ’ ]ημ~ας
νο~υν τ`ην ]εαυτο~υ [ασθένειαν κα`ι ταύτην [ιάσασθαι ζητε~ιν, πολλ~ω ? κρε~ιττον [ασυ-
γκρίτως }αν ε{ιη το~υ ε[ιδέναι κα`ι διερευν~αν {αστρων μεγέθη κα`ι φύσεων λό-
γους» 7 . Ο νους όταν καθαρισθεί επανέρχεται στο πρώτο κάλλος του, δηλαδή
την επικοινωνία και τη θεωρία του πρώτου φωτός· «]ο νο~υς \οταν καθαρθ~?η κα`ι
ε[ις τ`ο α
[ ρχα~ιον [επανέλθη [αξίωμα, ε[ις Θε`ον ο] ρ~?α κα`ι [εξ α[υτο~υ λαμβάνει τ`α θε~ια
νοήματα» 8 . Κατά τον άγιο Μάξιμο Ομολογητή όλες οι εντολές του Κυρίου
καταλήγουν σε έναν σκοπό, την κάθαρση και την απελευθέρωση του νου από
τα πάθη, καθως και την απόκτηση της αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον.
Γράφει ο άγιος: «\ Απας ]ο σκοπ`ος τ~ων [εντολ~ων το~υ Σωτ~ηρος, \ινα [ακρασίας κα`ι
μίσους τ`ον νο~υν [ελευθερώσ?η· κα`ι ε[ις τ`ην α[υτο~υ [αγάπην κα`ι το~υ πλησίον [αγά-
πην, [εξ #ων τίκτεται τ`ο φέγγος τ~ης κατ’ [ενέργειαν ]αγίας γνώσεως» 9 . Έτσι ο θε-

1
Αποφθέγματα, [αββά Ποιμένος 65, σ. 553.
2
Συμεών Ν. Θεολόγου,[ Ηθικός λόγος ΣΤ΄, SC. 129, 148.
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Τα Άπαντα, Λόγος ογδοηκοστός Ζ΄, Θεσσαλονίκη 1969, σ. 499. και Συμεών
Νέου Θεολόγου,[ Ηθικός λόγος ΣΤ΄, SC. 129, 148. «Ο[υ φρίττεις {αλλους ]οδηγε~ιν πρ`ος τ`ο φ~ως, α[υτ`ος
]υπάρχων [εστερημένος το~υ θείου φωτός; Ο[υ δέδοικας ποιμαίνειν α [ δελφούς, ]ο {ετι [εν σκότει καθήμενος
κα`ι μηδ`ε τ`ον ο[ φθαλμ`ον [εκε~ινον κτησάμενος τ`ον ο] ρ~ωντα τ`ο φ~ως τ`ο [αληθινόν; Ο[υκ α[ισχύνη α { λλους
[ιατρεύειν, [ασθεν`ης ]υπάρχων α[υτ`ος κα`ι μηδ`ε τ~ων [ιδίων τραυμάτων λαβε~ιν [ισχύων τ`ην α{ισθησιν».
4
Στο εσώφυλλο της Φιλοκαλίας αναφέρεται ότι«∆ι`α τ~ης κατά πρ~αξιν κα`ι θεωρίαν [ηθικής φιλοσοφίας
]ο νο~υς καθαίρεται, φωτίζεται κα`ι τελειο~υται». Οπότε η θεραπεία του ανθρώπου συνίσταται πώς να
θεραπευτεί ο νους και αυτό γίνεται με την νήψη η οποία χαρακτηρίζεται από τον άγιο Ησύχιο ως «[επί-
βασις θεωρίας». Αυτό το θέμα θα το αναπτύξουμε αναλυτικά στο δεύτερο κεφάλαιο στην παράγραφο
«Πρ~αξις θεωρίας [επίβασις».
5
Γκοραϊνώφ, Ειρήνη, Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, \ο.π., σ. 79.
6
Ware, Καλλίστου. (Επισ.), Η εντός ημών Βασιλεία, [εκδ. Ακρίτας 42006, σ. 212.
7
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 29, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 143
(302).
8
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 23, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 34 (180).
9
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 56, Φιλοκαλία Β΄, σ. 46 (96).

18
ραπευμένος νους έχει τη δυνατότητα να θεραπεύσει τους άλλους· «[ Ιατρός ε[ -
στι νο~υς ]ο ]εαυτ`ον [ιασάμενος· κα`ι [εξ #ων [ιάθη, το`υς {αλλους [ιώμενος» 1 .
Η διακονία της πνευματικής πατρότητας είναι δύσκολο έργο, καθόσον
απαιτεί ιδιαίτερα χαρίσματα και ικανότητες. Το κύριο χαρακτηριστικό της
προσωπικότητας του πνευματικού πατρός, είναι το να αποδεικνύεται πνευμα-
τοφόρος και πνευματοκίνητος, δηλαδή σε κάθε ενέργεια και έργο και συμβου-
λή να κατευθύνεται απευθείας από το Άγιο Πνεύμα. Η συμβουλή των Πατέ-
ρων είναι σαφής: «Ε`αν ο@υν ε\υρ?ης {ανδρα πνευματικόν, {εμπειρον, δυνάμενόν σε
[ιατρε~υσαι, α [ νεπαισχύντως, κα`ι μετ`α πίστεως [εξομολόγησαι α[υτ~?ω, ω ] ς τ~?ω Κυ-
2
ρί?ω, κα`ι ο[υκ [ανθρώπ?ω» . Η πνευματικότητα του πνευματικού είναι αναγκαία
για την θεραπεία του πνευματικού του τέκνου. Ο πνευματικός πρέπει να είναι
νικητής των ιδίων παθών. Η κάθαρση του πνευματικού από τα πάθη του είναι
απαραίτητη για την ορθή καθοδήγηση των πνευματικών του τέκνων. Οι εμπα-
θείς πνευματικοί είναι αναρμόδιοι για τη θεραπεία των χριστιανών. Γι’ αυτό ο
πνευματικός πρέπει να είναι έμπειρος και καλός τεχνίτης της καθοδήγησης και
του πνευματικού αγώνα. Ο πνευματικός πρέπει να γνωρίζει τα πάθη και τα α-
νάλογα φάρμακα για την ιατρεία τους.
Η ανατομία της ανθρώπινης ψυχής και η επιβολή των κατάλληλων
φαρμάκων απαιτεί ικανότητες χαρισματικές. Το όνομα των μεγάλων πνευμα-
τικών πατέρων, όπως αναφέρει ο Χ. Γιανναρά συνήθως «συνοδεύεται με την
ικανότητά τους να εισδύουν στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής και να ανασύ-
ρουν από εκεί τις μυστικές ρίζες των παθών, τις σκληρυμένες οχυρώσεις της
ατομικής αυταρέσκειας, αλλά και τους κρυμμένους στεναγμούς της δίψας του
ανθρώπου για ζωή και αλήθεια. Η ικανότητά τους αυτή δεν είναι μόνο αποτέ-
λεσμα μακρότατης πείρας ανθρωπογνωσίας, αλλά και ξεχωριστό χάρισμα δο-
σμένο από τον Θεό, χάρισμα διορατικό και χάρισμα παρακλήσεως»3 . ∆εν θα
επεκταθούμε σε αυτό το σημείο στα χαρίσματα του πνευματικού πατέρα πε-
ρισσότερο, εφόσον αναλυτικότερα θα το πράξουμε στο κύριο μέρος της εργα-
σίας.
Στο πρόσωπο του πνευματικού πατέρα γεφυρώνεται το χάσμα ανάμεσα
στη μυστική πνευματικότητα και στη θεολογία, γιατί κατά τους νηπτικούς Πα-
τέρες δεν υπάρχει θεοπτία χωρίς αγιασμό: «Ο[υ γ`αρ καταδέχεται Κύριος, ]ο ]υ-
πέραγνος κα`ι πάσης καθαρότητος ]υπερκείμενος, [ακαθάρτω [εμφανισθ~ηναι»4 .
Και καθώς ο θεολόγος ταυτίζεται με τον προσευχόμενο, μπορούμε να ξανα-
βρούμε την ενότητα της προσευχής και του δόγματος. Για τους νηπτικούς Πα-
τέρες: «Ε[ι θεολόγος ε@ι, προσεύξ?η [αληθ~ως. Και ε[ι [αληθ~ως προσεύχ?η, θεολόγος
ε@ι»5 . Αυτό σημαίνει, κατά την γνώμη τον πατέρα Ρωμανίδη ότι: «η ορθόδοξη
δογματική είναι καθ' ολοκληρίαν ποιμαντική, αφού δεν υφίσταται εκτός των
πλαισίων της θεραπείας της καρδίας δια της κάθαρσης και του φωτισμού και

1
Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας 44, Φιλοκαλία Β΄, σ. 225
(293).
2
Αναστασίου Σιναΐτου,[ Ερώτησις ΣΤ΄, PG. 89, 372 A. Πρβλ. Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατ’ [επιτομήν, ερώ-
τηση 288, PG. 31, 1284D.
3
Γιανναρ~α, Χρήστου, Η ελευθερία του ήθους, Αθήνα 21979, σ. 203. Πρβλ. Εβρ. 12, 14.
4
Οσίου Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ι] εροσύνης 38, Φιλοκαλία Β΄, σ. 262 (334).
5
Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 61, Φιλοκαλία Α΄, σ. 183.

19
εφόσον θεολόγος είναι κατ' εξοχήν ο θεούμενος, του οποίου η θέωση είναι υ-
πέρ πάντα λόγον και έννοιαν» 1 .
Σε μια εποχή όπως είναι η σημερινή, η έννοια του πνευματικού πατέρα
σχεδόν λησμονήθηκε. Αλλά και η έννοια του πατέρα γενικότερα παραποιήθη-
κε και συνδέθηκε με την καταπίεση και την καταδυνάστευση όπως επίσης η
αυθεντία του δέχεται καίρια πλήγματα 2 . Είναι αλήθεια ότι σήμερα επικρατεί
ένα πνεύμα εναντίον κάθε υπακοής και υποταγής στην αυθεντία. Ο σύγχρονος
άνθρωπος αρνείται την αυθεντικότητα του φυσικού και του πνευματικού πατέ-
ρα και αρκείται στον αυθεντικό εαυτό του, που τον αποδέχεται ως τη μοναδική
αυθεντία.
Μια θεωρία από το χώρο της ψυχολογίας αξίζει να αναφερθεί. ∆είχνει
πόσο είναι σημαντικό ο διδασκόμενος να έχει μια άμεση σχέση με τον διδά-
σκοντά. Αυτή η θεωρία είναι αποτέλεσμα ενός πειράματος το οποίο διεξήγαγε
σε μια ομάδα φοιτητών, ο Γερμανός καθηγητής θεολόγος-ψυχαναλυτής
Joachim Scharfenberg. Η θεωρία αναγνωρίζεται ως θεωρία της αποπροσωπο-
ποίησης και αποφαίνεται ότι ο διδασκόμενος χωρίς μια άμεση προσωπική σχέ-
ση με τον διδάσκοντα πτωχαίνει σε εσωτερική εμπειρία και αυτογνωσία. Πα-
ρόλο που η ψυχανάλυση βάλλει συνεχώς εναντίον της αυθεντίας, την οποία
αντιλαμβάνεται ως μια απαγορευτική λειτουργία και ως ανασταλτικό παράγο-
ντα της εσωτερικής ελευθερίας του ανθρώπου, αυτό το πείραμα αποδεικνύει
κάτι σημαντικό 3 : ότι η στέρηση προσωπικής σχέσης των φοιτητών με τον δι-
δάσκοντα είχε αδρανοποιήσει τις πνευματικές τους λειτουργίες, έτσι ώστε να
μην είναι ικανοί για ένα δημιουργικό διάλογο σε θέματα κοινής ζωής και δρά-
σης, ενώ η ζωντανή και ζεστή προσωπική σχέση μεταξύ των δύο αυτών παρα-
γόντων, της μόρφωσης και της επιστημονικής κατάρτισης εργάζεται την εσω-
τερική ελευθερία του ανθρώπου και την ποιοτική βελτίωση των διαπροσωπι-
κών σχέσεών του γενικώς 4 .
Η ορθόδοξη άσκηση ως οδός θεραπείας του προσώπου και ως πορεία
προς τη θέωσή του απαιτεί συνάντηση και σχέση με οδηγό-πατέρα και διδά-
σκαλο ικανό να τον οδηγήσει στην οδό της σωτηρίας. Το ζωντανό παράδειγμα
ενός πνευματικού πατέρα είναι πιο δυνατό από τη διδασκαλία με λόγια. Τα βι-
βλία διδάσκουν τις αρετές, ο πνευματικός πατέρας μεταδίδει την εμπειρία του,
τις δυσκολίες και τον τρόπο της απόκτησής τους. Στην πνευματική ζωή και
καθοδήγηση επικρατεί η άποψη «γενο~υ α[υτο~ις τύπος κα`ι μ`η νομοθέτης» 5 .
Στην πνευματική ζωή του καθενός η ψυχή δοκιμάζεται σκληρά από
διάφορους πειρασμούς και πάντα φέρει μέσα της πολλά ερωτήματα όπως: τι
πρέπει να κάνω, ποιος είναι ο δρόμος μου, που δεν παύει να είναι και ο δρόμος
του Θεού, ποιο είναι το θέλημα του Θεού για μένα. Η αβεβαιότητα και η σύγ-
1
Ρωμανίδη, Ιω., (Πρωτ.), Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η θεραπεία της,
στον τόμο «Ορθοδοξία, Ελληνισμός, πορεία στην 3η χιλιετηρίδα», [εκδ. Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου,
Αγίου Όρους, 1966, σ. 67-87. ή στην ιστοσελίδα:
http://www.romanity.org/htm/rom.e.02.i_thriskeia_einai_neurobiologiki_astheneia.01.htm.
2
Μαντζαρίδη, Γ., Ορθόδοξη πνευματική ζωή, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 21993, σ. 54.
3
Κορναράκη, Ιω., Θέματα ποιμαντικής ψυχολογίας ΙΙ, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 204.
4
Η έρευνα αυτή έχει δημοσιευτεί από τον κ. Ιω. Κορναράκη με τίτλο: «Μια σύγχρονη όψη της κρίσε-
ως της πατρικής αυθεντίας» στο περιοδικό Ανησυχίες, τευχ. Οκτ-∆εκ. 1982 και στο βιβλίο του: Θέμα-
τα ποιμαντικής ψυχολογίας ΙΙ, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1998, σσ. 201-205.
5
Αποφθέγματα, [αββά Ποιμένος 174, σ. 603.

20
χυση, ο φόβος και η απελπισία είναι δυνατό να κυριαρχήσουν τότε στην ψυχή,
καθώς βρίσκεται μπροστά στο αδιέξοδο που προβάλλεται μπροστά της. Το
πρόβλημα της εκλογής δεν θα υπήρχε, αν ο δρόμος ήταν ένας. Το πρόβλημα
δημιουργείται, επειδή οι δρόμοι, που παρουσιάζονται για εκλογή είναι πολλοί,
οπότε και προβάλλει το ερώτημα: «Τί [εστιν ε[υάρεστον τ~?ω Κυρί?ω». Τότε είναι
που χρειάζεται η πολύτιμη δυνατότητα της διάκρισης, η οποία θεωρείται από
τις πιο σημαντικές και απαραίτητες που πρέπει να διαθέτει ο πνευματικός πα-
τέρας 1 .
Μια πνευματική ζωή αληθινά επιτυχημένη, ισορροπημένη, ευλογημέ-
νη, δεν νοείται χωρίς έναν πνευματικό γέροντα. Πού όμως είναι δυνατό και
πώς να βρεθεί ο γέρων, ‘ο γέρων μας’; Αυτό πλέον είναι κάτι, που δεν υπόκει-
ται σε δεοντολογικές υποδείξεις. Είναι δώρο του Θεού, σε όσους αναζητούν
αυτόν τον σοφό και άγιο οδηγό επίμονα, ταπεινά και με πολλά δάκρυα. Γρά-
φει ο άγιος Συμεών: «Ε[υχα~ις κα`ι δάκρυσι τ`ον Θε`ον καθικέτευσον, πέμψαι σοι
]οδηγ`ον [απαθ~η τε κα`ι |αγιον» 2 .
Ο χαρισματικός τίτλος του γέροντα δεν αποκτάται δια ιδίων προσπα-
θειών ή πρωτοβουλιών από τον οποιονδήποτε, αλλά κατακτάται από εκείνον
που από την αγιότητα της ζωής του μπορεί να καθοδηγήσει τους άλλους στην
πνευματική τους ζωή. Η βουλητική του δραστηριότητα δεν στηρίζεται απο-
κλειστικά και μόνο στις ικανότητες του ανθρωπίνου παράγοντα, στις προσω-
πικές του εμπειρίες ως ανθρώπου, ούτε και προέρχεται από δική του πρωτο-
βουλία. Σε αυτό το πλαίσιο ενεργούν τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και
η συμβουλευτική ασκείται εν ονόματι του Χριστού, για να οδηγήσει τον άν-
θρωπο στον Θεό-Πατέρα.
Η αυθεντία τού γέροντος πρέπει να στηρίζεται πάντοτε στην αγιότητά
του και στο προσωπικό του χάρισμα και όχι σε οποιαδήποτε προσόντα του.
Στην ιστορία του μοναχισμού ο γέροντας ή αββάς ή στάρετς είναι μεγάλες
μορφές με υψηλό ασκητικό και πνευματικό βίο και υπήρξαν φορείς του Αγίου
Πνεύματος. Ο αληθινός πατήρ και καθοδηγός για τον τέκνο περιγράφεται, κα-
τά τους λόγους του Θεόδωρου του Στουδίτου ως: «Σύ μου τ`ο φ~ως, ]ο [αειφαν`ης
λύχνος τ~ων [εν ψυχ~?η σκοτειν~ων λογισμ~ων· ]ράβδος ]υποστηρίζουσά μου τ`ο {ατο-
νον τ~ης καρδίας, [αθυμίας μεταβολ`η, προθυμίας [αλοιφ`η, ε[υαγγέλιον, χαρ`α, ]ε-
ορτ`η, ε[υδοξία.{ Ανευ σο~υ κα`ι ]ο \ηλιός μοι κατηφής» 3 .
Στις ημέρες μας o σπουδαίος και καθαγιασμένος δεσμός του γέροντος
κινδυνεύει να παραφθαρεί και να νοθευτεί από ένα ανησυχητικό φαινόμενο.
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να προσφέρει στηριζομένη στα κείμενα
των νηπτικών και ησυχαστικών Πατέρων της Φιλοκαλίας την εμπειρία της νη-
πτικής παράδοσης για το πρόσωπο του πνευματικού πατέρα. Επιπλέον, στην
παρούσα μελέτη θα επιχειρήσουμε να διερευνήσουμε τα εξής ερωτήματα:
ποιες είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις για να ασκεί κανείς το ρόλο της
πνευματικής καθοδήγησης, ποια είναι τα απαραίτητα χαρίσματα του πνευματι-
κού πατέρα, πως είναι δυνατή η απόκτηση και η βίωσή τους. Ποια είναι η «φι-

1
Βίττη, Ευσεβίου (Αρχιμ.), «Από την ορθόδοξη πνευματικότητα: Η διάκριση» στο Γ.Π., τευχ. 61,
1978, σ. 84.
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 33, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 242 (∆΄, 18)
3
Θεοδώρου Στουδίτου,[ Επιστολή Ι, PG. 99, 909B.

21
λοκαλική διαδικασία» της θεραπείας κατά τους νηπτικούς Πατέρες που στο-
χεύει στην αναστήλωση της εικόνας του Θεού μέσα στον άνθρωπο, στη μετα-
μόρφωσή του σε ένα φιλοκαλικό άνθρωπο. Ακόμη, πως καθορίζεται η σχέση
πνευματικού-υποτακτικού και αντίθετα. Τέλος, θα εξετάσουμε, πέρα από την
νηπτική παράδοση, αν απαιτείται να είναι ο πνευματικός ενήμερος στα ψυχια-
τρικά και ψυχολογικά θέματα από τη σκοπιά της σύγχρονης επιστήμης.
Η διατριβή διαιρείται σε τέσσερα κεφάλαια. Στο πρώτο κεφαλαίο γίνε-
ται μια θεολογική και ποιμαντική αναδρομή στην έννοια του πνευματικού πα-
τέρα. Ποιοι είναι άξιοι να αναλάβουν την πνευματική καθοδήγηση, ποια είναι
τα χαρίσματα και τα γνωρίσματα τους, καθώς και ποιες οι δυο μορφές της
πνευματικής πατρότητας, η λειτουργική και η χαρισματική. Ο Θεός κατ’ εξο-
χήν αποτελεί το πρότυπο του έργου του πνευματικού πατέρα, επειδή από αυτόν
εμπνέεται και τον μιμείται, για να λειτουργεί ως πατέρας και παιδαγωγός. Στην
συνέχεια αναφέρουμε κατά την γνώμη μας τα πιο επικίνδυνα σημεία στον δε-
σμό της πνευματικής πατρότητας, είτε από την πλευρά του πατέρα, είτε από
την πλευρά του υποτακτικού.
Στο δεύτερο κεφαλαίο γίνεται λόγος για τις προϋποθέσεις της πνευματι-
κής ζωής για κάθε χριστιανό γενικά. Ασχολούμαι με την περιγραφή των στα-
δίων της πνευματικής ζωής και με την ανάλυση των μεθόδων και των μέσων
με τα οποία αυτή βιώνεται. Η πνευματική ζωή δεν είναι ζωή των νόμων και
των εντολών, αλλά ζωή μετοχής, αγάπης και κοινωνίας με τη ζωή του Αγίου
Πνεύματος. Η ουσία της πνευματικής ζωής συγκεφαλαιώνεται στην φράση του
αποστόλου Παύλου: «ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» 1 . Είναι αποτέ-
λεσμα συνεργασίας μεταξύ της θείας χάριτος και της ανθρώπινης προσπάθειας.
Σημασία έχει το να αγωνίζεται κανείς διαρκώς, για να γίνει σκεύος της Χάρι-
τος του Θεού. Η άσκηση, η νήψη και η ησυχία θεωρούνται ως απαράβατες
προϋποθέσεις για να επιτύχει ο πνευματικός πατέρας την κάθαρση και τη θεο-
γνωσία. Αν κατά την Φιλοκαλία τα στοιχεία αυτά αποτελούν το προϋποθεσια-
κό πλαίσιο της πνευματικής ζωής για τον κάθε Χριστιανό, γίνεται κατανοητό
το πόσο περισσότερο προαπαιτούνται στη ζωή του πνευματικού πατέρα.
Στο τρίτο κεφαλαίο ασχολούμαι με το χαρισματικό βίωμα της πνευμα-
τικής πατρότητας. Η αυτογνωσία του πνευματικού πατέρα είναι αποτέλεσμα
της δικής του αναφοράς και εξαρτήσεως από έναν έμπειρο πνευματικό και μιας
συνεχούς εξομολόγησης των αμαρτιών του. Η αυτογνωσία τον κάνει επιεική
προς τους άλλους, συμπαθή προς τους αμαρτάνοντες και προσηνή στους εξο-
μολογούμενους. Η ταπείνωσης σχετίζεται άμεσα με την αυτογνωσία και θεω-
ρείται ως το θεμέλιο της πνευματικής καθοδήγησης. Η θεραπεία του έσω αν-
θρώπου και η απάθεια σε ένα μέτρο είναι καρπός του αγώνα και της θείας χά-
ριτος. Η διάκριση χαρακτηρίζεται ένα από τα πιο σημαντικά γνωρίσματα του
πνευματικού πατέρα. Είναι καρπός της ταπείνωσης και της απάθειας. Η πνευ-
ματική και άνωθεν γνώση πάντα υπερέχει της κοσμικής. Αλλά οφείλει ο πνευ-
ματικός πατέρας για να ανεφοδιάζεται πνευματικά, να αφήνει στο καθημερινό
πρόγραμμα της ζωής του ένα σημαντικό περιθώριο για μελέτη.

1
Γαλ. 2,20.

22
Στο τέταρτο κεφαλαίο αναφέρουμε το πιο σημαντικό έργο του πνευμα-
τικού, τη διδασκαλία. Η σύζευξη του λόγου και του παραδείγματος είναι απα-
ραίτητη. Ο πνευματικός πατέρας προσελκύει τους πιστούς στον Χριστό και τα
λόγια του ακούγονται, διότι το παράδειγμα της ζωής του φεγγοβολά μπροστά
τους. Η υπακοή στον πνευματικό πατέρα γίνεται στο πλαίσιο της ελευθερίας
και έχει ένα σκοπό, την απελευθέρωση από των ατομικότητα και βίωση της
προσωπικότητας. Η συνεχής μετάνοια και η εξομολόγηση είναι το θεραπευτικό
μέσο που καταθέτει η νηπτική παράδοση για την θεραπεία του ανθρώπου. Η
ψυχολογία και άλλοι τομείς επιστήμων έχουν σημασία στο έργο της καθοδή-
γησης των ψυχών, γι’ αυτό η ευρύτερη μόρφωση και κατάρτιση του πνευματι-
κού πατέρα σ’ αυτές κρίνεται αναγκαία, χωρίς να υποκαθιστούν την ορθόδοξη
νηπτική παράδοση, αλλά να έχουν μια βοηθητική θέση. Η αγάπη, η πραότητα
και η προσευχή του πνευματικού υπέρ των τέκνων είναι μορφές ευθύνης και
ζωοποίηση για τον αγώνα και την πνευματική ζωή που έχει αποκτήσει.
Ο χριστιανισμός δεν είναι φιλοσοφία ή διδασκαλία, αλλά τρόπος ζωής.
Και τα κείμενα των νηπτικών Πατέρων της Φιλοκαλίας στο σύνολό τους απο-
τελούν μαρτυρία «περί τ~ης ζω~ης ταύτης» 1 . Γι’ αυτό είναι ανάγκη να επιστρέ-
ψουμε στις ρίζες, στις πηγές, στην αυθεντική διδασκαλία των Πατέρων, όταν
θέλουμε να ερευνήσουμε τέτοια κατ’ εξοχήν πνευματικά θέματα, όπως είναι το
θέμα του πνευματικού πατέρα, που αποτελεί το στήριγμα και τον θεμέλιο λίθο
της πνευματικής ζωής. Ο άγιος Παλαμάς δηλώνει πως εμείς οι χριστιανοί που
έχουμε τους διδασκάλους μας οι οποίοι έχουν την εμπειρία και την Χάρη του
Αγίου Πνεύματος, δεν γίνεται να τους αγνοούμε και να στρεφόμαστε προς ε-
κείνους που ομιλούν από οίηση και εριστικό πνεύμα· «Π~ως ο@υν τούτους παρ’
ο[υδ`εν θέμενοι, το`υς κα`ι πείρ?α κα`ι χάριτι δεδιδαγμένους, το~ις [απ`ο τύφου κα`ι
λογομαχίας [επ`ι τ`ο διδάσκειν χωρήσασιν ε{ιξωμεν» 2 .
Η Φιλοκαλία 3 δεν περιορίζεται μόνο στο παρελθόν ούτε τελειώνει τον
14ο αιώνα με τον άγιο Παλαμά, αλλά επεκτείνεται ως τις μέρες μας. Στη συνέ-
χεια της διατριβής θα αναφέρουμε παραδείγματα από συγχρόνους αγίους και
πνευματικούς πατέρες, λ.χ. τον άγιο Σιλουανό τον Αγιορείτη, τον άγιο Σερα-
φείμ του Σαρώφ, τον γέροντα Ιωσήφ τον ησυχαστή, τον π. Παΐσιο, τον π.
Πορφύριο, τον γέροντα Σωφρόνιο 4 , …κτλ. Αυτοί οι άγιοι πατέρες βίωσαν στη
ζωή τους τη νηπτική και ησυχαστική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας
στην εποχή μας και στο πρόσωπό τους ενσαρκώνεται και συμπυκνώνεται ολό-

1
Πραξ. 5, 20.
2
Γρηγορίου Παλαμά,] Υπ`ερ τ~ων ]ιερ~ως ]ησυχαζόντων, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 131 (288).
3
Η λέξη Φιλοκαλία είναι αρχαιοελληνικής προέλευσης και σημαίνει το φιλε~ιν το καλόν και προέρχε-
ται από το ρήμα φιλοκαλέω, που σημαίνει καταγίνομαι εις τας καλάς, τας ωραίας τέχνας. Το επίθετο
φιλόκαλος, σημαίνει ο φιλ~ων το καλόν, το ωρα~ιον, επί τε σωματικής και ηθικής καλλονής (λ.χ. Βλ.
Πλάτωνος, Φα~ιδρος 248D). Βλ. Liddell, H.,- Scott, R., Μέγα Λεξικόν της] Ελληνικής Γλώσσας, τομ.
∆΄, εκδ. Ι. Σιδέρης, Αθήνα, χ.χ., σ. 545.
4
Γράφει ο καθηγητής Γ. Μαντζαρίδης ότι ο γέροντας Σωφρόνιος, με το έργο του για τον άγιο Σιλουα-
νό πρόσφερε με την θεολογία του τη φυσική συνέχεια της ησυχαστικής παραδόσεως των αγίων Συ-
μεών του Νέου Θεολόγου και Γρηγορίου του Παλαμά στην εποχή μας. Βλ. Οδοιπορικό θεολογικής
ανθρωπολογίας, Ι.Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος, σ. 186.

23
κληρη η προηγούμενη ησυχαστική και φιλοκαλική εμπειρία της Εκκλησίας 1 .
Αυτό αποδεικνύει ότι η πατερική παράδοση δεν περατώθηκε σε μια χρονική
περίοδο, ούτε και έπαυσε να υπάρχει, αλλά εξακολουθεί να είναι ζωντανή μέ-
χρι τις μέρες μας, εφόσον η παράδοση της Εκκλησίας μας είναι ζωντανή και
αδιάκοπη, και εφόσον ο Κύριός μας είναι « Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ
αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» 2 .
Η Φιλοκαλία είναι ένα έργο για όλους τους χριστιανούς, όπως την
προόριζαν οι άγιοι Νικόδημος και Μακάριος σύμφωνα με το εσώφυλλο της
πρώτης έκδοσης της Φιλοκαλίας «Ε[ις κοινήν των ορθόδοξων ωφέλειαν». Από
το βιβλίο «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή», που έχει μεταφραστεί από τα
ρωσικά σε δεκάδες γλώσσες, μπορεί κανείς να πιστοποιήσει και να ψηλαφήσει
την επίδραση και την απήχηση της Φιλοκαλίας στους λαϊκούς ανθρώπους.
Μέσα στις καθημερινές του περιπέτειες ο ανώνυμος συγγραφέας, κουβαλούσε
τη Φιλοκαλία, η οποία ήταν τροφοδότης στην καθημερινή ζωή του. Αντλούσε
από αυτήν καθημερινά και αυτή τον βοηθούσε στις δυσκολίες του, του εδίνε
χαρά και παρηγοριά και την δυνατότητα να προοδεύει στην πνευματική του
ζωή και να αποκτήσει σταδιακά την αδιάλειπτη προσευχή.
Ο γενικός στόχος της Φιλοκαλίας είναι η εσωτερική πράξη, και η Φιλο-
καλία ως οδηγός της εσωτερικής πράξης, αναφέρεται σε ολόκληρο το φάσμα
της πνευματικής ζωής, στην «ενεργητική» και στη «θεωρητική», δηλαδή στην
«πράξη και θεωρία». Αυτό είναι φανερό από τον τίτλο της 3 . Η Φιλοκαλία προ-
τείνει την καλλιέργεια της αγάπης, της θυσίας και της κοινωνικής ενότητας και
αποτελεί την ορθόδοξη απάντηση στο δυτικό διαφωτισμό για τα προβλήματα
της κοινωνίας. Μεγάλη σημασία έχει η μελέτη της και σήμερα, στην εποχή
των διασπασμένων και περιχαρακωμένων στον εαυτό τους ανθρώπων.
Η Φιλοκαλία είναι έργο της παράδοσης με την πιο ισχυρή έννοια του
όρου. Περιέχει μια διδασκαλία που μεταδίδεται από το δάσκαλο στον μαθητή
για πάνω από χίλια χρόνια 4 . Η οδός της Φιλοκαλίας υπερβαίνει κατά πολύ τη
βίωση κάποιας ηθικής. Σε αυτήν σπανίζουν οι ηθικές προτροπές και παραινέ-
σεις, αντίθετα προβάλλονται οι πνευματικοί νόμοι και κυριαρχούν οι περιγρα-
φές εμπειρικών χαρισματικών καταστάσεων, καθώς το ήθος των νηπτικών Πα-
τέρων είναι απαύγασμα κοινωνίας με τον όντως όντα Θεό 5 .

1
Βλ. Το παράδειγμα του γέροντος Ιωσήφ του ησυχαστή όπως τον παρουσιάζει ο καθ. ∆. Τσελεγγίδης,
∆., «Ο γέροντας Ιωσήφ ο ησυχαστής συνεχιστής της ησυχαστικής και φιλοκαλικής παραδόσεως» στο
Ορθόδοξη θεολογία και ζωή, [εκδ. Πουρναρά 2005, σ. 139.
2
Εβρ. 13, 8. Ο καθ. Γ. Μαντζαρίδης γράφει ότι η πρόσφατη ανάκαμψη του μοναχισμού στο Άγιον
Όρος σηματοδοτήθηκε με μια νέα ησυχαστική ανακαίνιση, που πραγματοποιήθηκε από τον γέροντα
Ιωσήφ τον Ησυχαστή και άλλους σπουδαίους Γέροντες, όπως τον Γέροντα Παϊσίο ο οποίος πιστεύει
ότι από τον ησυχασμό θα προέλθει η αναγέννηση της Εκκλησίας. Βλ. Οδοιπορικό θεολογικής ανθρω-
πολογίας,\ο.π., σσ. 183-185.
3
Ware, K., «Η πνευματικότητα της Φιλοκαλίας», στο Ενότης [εν τ~?η ποικίλα, επιλογή κειμένων από
περιοδικό Sobornost, [εκδ. Ακρίτας, σ. 23.
4
Βλ. Πλακίδα, D., (Αρχιμ), Φιλοκαλία, Η νηπτική παράδοση της ορθοδοξίας και η ακτινοβολία της
στον κόσμο, [εκδ. Ακρίτας 1999, σ. 15. Βλ. Κazhdan, A., «Philokalia» στο The Oxford Dictionary of
Byzantium, τομ. 3, Oxford Press 1991, σ. 1656. και Ware, Kallistos (Bishop), «Philocalie» στο DS.,
τομ. 12, Paris 1984, σσ. 1336-1352.
5
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), «Η απήχηση και το φως της Φιλοκαλίας» στο ΕΕΘΣΠΘ 9, 1999, σ. 117.

24
Κεφάλαιο πρώτο

Η ιστορική και θεολογική εξέλιξη της έννοιας του πνευματικού πατρός:

1. Η θεολογική και ποιμαντική εξέλιξη της χρησιμοποίησης του όρου «πατήρ».

Ο δεσμός της πνευματικής πατρότητας είναι ένα σπουδαίο και καθαγια-


σμένο δεσμό το οποίο υφίσταται μεταξύ του πιστού και ενός πεπειραμένου
πνευματικού ανθρώπου που γνωρίζεται στην Ορθόδοξη πνευματικότητα με το
«πνευματικό πατέρα». Όπως στην φυσική ζωή ο κάθε άνθρωπος έχει ανάγκη
από ένα πατέρα κατά σάρκα, στον οποίο οφείλει την έλευσή του στη ζωή, Ο
χριστιανός έχει ανάγκη εκτός από το φυσικό πατέρα του για ένα πνευματικό πα-
τέρα. Αυτόν που τον αναγεννήσει πνευματικά, που τον εισήγαγε στην εν Χριστώ
ζωή και που τον κατευθύνει στο δρόμο της σωτηρίας. Γράφει ο πατήρ Γεώργιος
Μεταλληνός ότι: «Η ένταξη στην πνευματική ζωή, που οδηγεί στη κάθαρση
και τον αγιοπνευματικό φωτισμό, είναι η βασική και κύρια υπόθεση της ζωής
των πιστών…. Στη ζωή της Ενορίας εντάσσεται ο πιστός, για να θεραπεύσει
την αρρώστια της καρδιάς του, καθαρίζοντας την και καθιστώντας την ναόν,
κατοικτήριον του Αγίου Πνεύματος. Ιατρός στη θεραπευτική αυτή διαδικασία
είναι ο πνευματικός πατέρας, ο κληρικός» 1 .
Η πνευματική πατρότητα ήταν γνωστή στην Παλαιά ∆ιαθήκη. Οι πα-
τριάρχες είναι οι κατεξοχήν πατέρες του εκλεκτού λαού, αυτό δεν οφείλεται
κυρίως στη φυσική τους πατρότητα, αλλά στις επαγγελίες οι οποίες πέρα από
τη φυλή, θα περιλάβουν τελικά όλους εκείνους που θα μιμηθούν την πίστη
τους 2 . Η πατρότητα τους κατά σάρκα, δεν ήταν παρά ο πρόσκαιρους όρος μίας
πνευματικής και οικουμενικής πατρότητας. Το όνομα Αβραάμ σημαίνει «πα-
τήρ πλήθους» και η ευεργετική πατρότητα του Αβραάμ θα γίνει πραγματικότη-
τα δια της πίστεως, και όχι πια δια της φυλής 3 . Αυτή η πνευματική πατρότητα
έχει νέο περιεχόμενο στην Καινή ∆ιαθήκη 4 . Ο νέος Ισραήλ γεννιέται στο βά-
πτισμα με το οποίο οι πιστοί λαμβάνουν την υιοθεσία 5 , γίνονται αδελφοί του

1
Μεταλληνού, Γεω., (Πρωτ.), Ενορία: ο Χριστός [εν τ~?ω μέσ?ω ]ημ~ων, [εκδ. Αποστολική ∆ιακονία 1990,
σ. 32-33.
2
Βλ. Ρωμ. 4, 16-17. «∆ιὰ τοῦτο ἐκ πίστεως, ἵνα κατὰ χάριν, εἰς τὸ εἶναι βεβαίαν τὴν ἐπαγγελίαν
παντὶ τῷ σπέρματι, οὐ τῷ ἐκ τοῦ νόμου μόνον, ἀλλὰ καὶ τῷ ἐκ πίστεως Ἀβραάμ, ὅς ἐστι πατὴρ
πάντων ἡμῶν, καθὼς γέγραπται ὅτι πατέρα πολλῶν ἐθνῶν τέθεικά σε».
3
Ternat, p., «Πατέρες-Πατήρ», στον ΛΒΘ, μεταφ. Αγουρίδη, Σ., σ. 786. Ο άγιος Γρηγόριος Θεολόγος
αναφέρει τον Ελεαζάρο ως πνευματικός πατέρας για τους Μακκαβαίους παιδούς στην Π.∆ «Τούτους
μιμώμεθα, κα`ι ]ιερε~ις, κα`ι μητέρες, κα`ι πα~ιδες· ο]ι μ`εν, ε[ις τ`ην[ Ελεαζάρου τιμ`ην το~υ πνευματικο~υ πα-
τρ`ος, κα`ι λόγ?ω, κα`ι {εργ?ω τ`ο βέλτιστον παραδείξαντος». Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΙΕ΄, PG. 35,932
C. Πρβλ. 2 Μακ. 6, 18-31.
4
«οὐ τὰ τέκνα τῆς σαρκὸς ταῦτα τέκνα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τέκνα τῆς ἐπαγγελίας λογίζεται εἰς
σπέρμα». Ρωμ. 9,8. Πρβλ. Μτ. 3,9 και Ιω. 8,39.
5
Στο Βάπτισμα γεννιέται μία νέα πνευματική φυλή τέκνων του Αβραάμ «κατ’ επαγγελίαν» (Γαλ.
3,27). Ο Θεός ελευθερώνει τον πιστό από τη δουλεία και τον υιοθετεί (Γαλ. 4,5 κ.εξ. Ρωμ 8,14-17. Εφ.
1,5) Βλ. Ternat, p., «Πατέρες-Πατήρ», στον ΛΒΘ, \ο.π., σ. 788· 792. Βλ. Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι
διαφορ~ας λογισμ~ων κα`ι προσβολ~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 110 (181). «δι`α το~υ θείου Βαπτίσμα-
τος υ]ιο`ι γινόμεθα κατ`α χάριν».

25
Χριστού 1 και μέτοχοι της πατρικής κληρονομίας 2 διά του Αγίου Πνεύματος 3
πού ενεργεί την υιοθεσία, παραμένει μέσα τους και υποβάλλει την προσευχή
των τέκνων του Θεού «[αββ~α ό πατήρ» 4 . Ο πατριάρχης Κάλλιστος συνοψίζει
όλα αυτά ως το εξής: «Κληρονόμοι Θεο~υ, συγκληρονόμοι Χριστο~υ, ο]ιονε`ι
Χριστο`ι δεύτεροι, θείας κοινωνο`ι φύσεως, τ`ο πάντα ]υπερβα~ινον νο~υν κα`ι [ε-
κβα~ινον π~ασαν διάνοιαν, [εξ ο#υ καταλλήλως υ]ιο`ι Θεο~υ κα`ι θεο`ι θέσει κα`ι χάριτι
χρηματίζουσιν [εναργ~ως ο]ι πιστοί» 5 .
Στη Π.∆. η ονομασία πατήρ, και ιδιαίτερα στην περίοδο της μοναρχί-
ας, δίδεται για διάφορα υπουργήματα. Ο βασιλιάς είναι ο πατήρ του έθνους 6 ·
το όνομα πατέρας δόθηκε επίσης στους ιερείς 7 , στους βασιλικούς συμβού-
λους 8 , στους προφήτες 9 και στους σοφούς 10 , εξαιτίας της αυθεντίας των ως
διδασκάλων. Με την ακτινοβολία τους βίους τους στην οριζόντια διάσταση
της ζωής, οι επίγειοι πατέρες προετοίμαζαν τον Ισραήλ να δεχτεί τη σωτηρία
που προέρχεται από το Θεό σαν να ήταν ο μοναδικός λαός, και να αναγνωρί-
σει το Θεό ως τον Πατέρα του 11 . Ο παραλληλισμός αυτός των σχέσεων με-
ταξύ διδασκάλου και μαθητή αφενός και πατρός και τέκνου αφετέρου είναι
γνωστός στην αρχαιότητα 12 . Ο Σωκράτης αισθάνεται σε σχέση με αυτούς που
τον ακολουθούν ως ένας πνευματικός Πυγμαλίων, ένας γεννήτορας, με άλλους
λόγους, ένας πνευματικός πατέρας, που βάζει το σπόρο για να γεννηθεί μέσα
από τον άλλο ένας νέος άνθρωπος13 . Στον Αιγυπτιακό και Βαβυλωνιακό πο-
λιτισμό ακόμη και στην ελληνική φιλοσοφία, ιδιαίτερα κατά την πυθαγόρεια
και πλατωνική φιλοσοφία ο διδάσκαλος εμφανίζεται να διαθέτει θεία αυθε-
ντία. Ο διδάσκαλος όσο διαθέτει απέναντι στον μαθητή του αυθεντία, τόσο
έχει ο κατά σάρκα πατέρας απέναντι στο τέκνο του. Γιατί αυτός μεταδίδει τη
1
Οι άνθρωποι έχουν δυνατότητα να γίνουν τέκνα του Θεού, γιατί ο Χριστός είναι εκ φύσεως τέκνο
του Θεού .Ο Χριστός ταύτισε τον εαυτό του με τους δικούς του (Μτ. 18,5· 25,40), ονόμασε τον εαυτό
του αδελφό τους (Μτ. 28,10) και μία φορά δήλωσε τον εαυτό του μαζί τους με την κοινή ονομασία του
υιού (Μτ. 17,26. Ρωμ. 8,29). Βλ. Μαντζαρίδη, Γ., Ορθόδοξη πνευματική ζωή,\ Ο.π., σ. 51.
2
Ο Χριστός ο πρεσβύτερος Υιό, μοιράζεται με τoυς αδελφούς του την πατρική κληρονομιά Βλ. (Ρωμ.
8,17-2. Κολ. 1,18).
3
Το Πνεύμα είναι ο εσωτερικός αίτιος αυτής της υιοθεσίας, και την επιβεβαιώνει μέσα μας εμπνέο-
ντας μας την ίδια την προσευχή του Χριστού προς τον οποίον μας κάνει σύμμορφους: α [ ββ~α (Γαλ. 4,6.
Ρωμ. 4,18).
4
«[ Εξαποστέλλει ]ο Θε`ος τ`ο Πνε~υμα το~υ Υ]ιο~υ α[υτο~υ ε[ις τ`ας καρδίας α[υτ~ων κράζον, [αββ~α ο] Πατήρ.
Ο\υτω κολλώμενοι τ~ω ? Κυρί?ω, βαβα`ι τ~ης θαυμασίας ]ενώσεως! ε[ις |εν Πνε~υμα τελο~υσιν ο]ι πιστο`ι μετ`α
το~υ Θεο~υ». Καλλίστου Αγγελικούδη (Πατριάρχου), Περ`ι προσευχ~ης 72, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 361 (Ε΄,
200). Η εκκλησία εκφράζει, με την απαγγελία του «Πάτερ ]ημ~ων», τη συνείδηση ότι ο Θεός μας αγαπά
με την ίδια αγάπη με την οποία περιβάλλει το μονογενή του Υιό (Ιω. 3,1). Και αυτό αναμφίβολα υπο-
νοεί ο Λουκάς, όταν μας κάνει να λέμε μόνο «Πάτερ» (Λκ. 11,2), όπως ο Χριστός. Βλ. Ternat, p.,
«Πατέρες-Πατήρ», στον ΛΒΘ, \ο.π., σ. 792.
5
Καλλίστου Αγγελικούδη (Πατριάρχου), Περ`ι προσευχ~ης 73, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 361 (Ε΄, 200).
6
Ησ. 9,5
7
Κρ. 17,10. 18,19
8
Γεν. 45,8. Εσθ. 3,13.8,12
9
4 Βασ. 2,12.
10
Πρμ. 1,8 κτλ. Βλ. Ησ. 19,11.
11
Βλ. Ternat, p., «Πατέρες-Πατήρ», στο ΛΒΘ, σ. 784.
12
Ο Τίτλος «Πατήρ» δίνετε ακόμα για τους φιλοσόφους. Βλ. «πατήρ» στον PGL , σ. 1050.
13
Φάρου, Φ., Παπαδοσύνης μορφή και παραμόρφωση, [εκδ. Αρμός, Αθήνα 1994, σ. 25. Βλ. Πλάτω-
νας, Λύσις, 214A. «ο@υτοι γ`αρ ]ημ~ιν \ωσπερ πατέρες τ~ης σοφίας ε[ισ`ι κα`ι ]ηγεμόνες». Ιαμβλίχου, βίος
Πυθαγόρου, 198. «πάντας το`υς Πυθαγορείους ο\υτως {εχειν πρ`ος [αλλήλους, ]ως α} ν πατ`ηρ σπουδα~ιος
πρ`ος τέκνα σχοίη».

26
φυσική ζωή σε αυτόν, ενώ ο διδάσκαλος την πνευματική ζωή 1 . Στην Καινή
Διαθήκη η λέξη μαθητής σημαίνει πάντοτε την ύπαρξη ενός προσωπικού συν-
δέσμου που διαμορφώνει ολόκληρη τη ζωή του μαθητή. Δεν υπάρχει καμιά
περίπτωση στην Καινή Διαθήκη όπου η λέξη μαθητής χρησιμοποιείται χωρίς
να υπάρχει αυτή η προσωπική ένωση 2 .

α. Η πατρότητα ως υποστατικό ιδίωμα του Θεού Πατέρα.

Κατ’ εξοχήν ο όρος πατήρ είναι το υποστατικό ιδίωμα του πρώτου


Προσώπου της Αγίας Τριάδος που χαρακτηρίσει τη σχέση μεταξύ του πρώτου
προσώπου σε σχέση με το δεύτερο 3 . Ο Θεός Πατήρ γέννησε προ χρόνων αιώ-
νων τον Υιόν και εκπορεύει το Άγιον Πνεύμα· «Ε#ις Θεός, ]εν`ος Υ]ιο~υ Γεννήτωρ
Πατ`ηρ κα`ι Πνεύματος] Αγίου πηγή» 4 . Ακόμη ο όρος πατήρ αποδίδεται στον
Θεό, κατά τον ∆ιονύσιο Αρεοπαγίτη, ως δημιουργός και συντηρητής όλο το
σύμπαν και την κτίση, γράφει: «Πατέρα δ`ε τ~ων φώτων λέγει τον Θέον 5 , ]ως
Πατέρα ο[ικτιρμ~ων, τ`ον α[υτοφ~ως ο\ ντα, κα`ι δημιουργ`ον και συντηρητικ`ον τ~ων
φ~ωτων· πατ`ηρ γάρ [εστιν ]ο παράγων κα`ι τηρ~ων τ`α [εξ α[υτο~υ· ο\υτω κα`ι [ο Θε`ος
Πατ`ηρ τ~ων φώτων, ω [ ς κα`ι πάσης κτίσεώς [εστι δημιουργός,…Το~υτον τ`ον Πα-
τέρα τ~ων φώτων, παρακατι`ων κα`ι [απολ`υτως καλε~ι Πατέρα μόνον…» 6 . Τα κεί-
μενα της Φιλοκαλίας παρουσιάζουν τον Θεό ως πατέρας κατά την ουσιαστική
έννοια της λέξης: «Πατ`ηρ πάντων ε@ι κα`ι καλ~?η; [αλλ’ [αφάτως πατροσύν?η ]οποια-
νο~υν ]υπερέχεις, κα`ι α[ιτί?α κα`ι [εξουσί?α κα`ι προμηθεί?α κα`ι νουθεσί?α κα`ι μακρο-
θυμί?α, [ανοχ~?η» 7 .
Η εξέλιξη της σημιτικής λέξης [αββ~α είναι εκπληκτική 8 . Εισέρχεται
σε όλες τις γλώσσες του χριστιανικού κόσμου 9 , αλλά στο εξής σημαίνει
κάτι εντελώς νέο αναλογικά με τη σημασία πού είχε στην Παλαιά ∆ιαθήκη 10 .
1
Μουρατίδη, Κ., Η μοναχική υπάκουη εν τη αρχαία εκκλησία, διατριβή επί διδακτορία, Αθήνα 1965,
σ. 54.
2
Φάρου, Φ., Παπαδοσύνης μορφή και παραμόρφωση,\ο.π., σ. 28.
3
Οσίου Θαλασσίου, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 99, Φιλοκαλία Β΄, σ. 216 (284).
Πρβλ. Ιωάννου ∆αμασκηνού,[ Εκδόσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως 1, PG 94, 820A.
4
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας τρίτη 4, Φιλοκαλία Β΄, σ. 91(147).
5
Ιακ. 1, 17.
6
∆ιονυσίου Αρεοπαγίτου, Τ~ης ο[υρανίας[ Ιεραρχίας, PG. 3, 129B.
7
Κάλλιστου Καταφυγιώτης, Περ`ι θείας ]ενώσεως κα`ι θεωρητικο~υ βίου 71, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 39 (256)
8
Στα Αραμαϊκά η λέξη ‫ אבא‬είναι από ‫« אב‬πατήρ» που στην περιόδου του Mishnah και του Targum
λαμβάνει δύο μορφές, το πρώτο είναι το αντωνυμικό πρόσφυμα του πρώτου ενικού προσώπου «ο
πατέρας μου», και τον δεύτερο είναι του πρώτου πληθυντικού προσώπου «ο πατέρας μας». Η
λέξη χρησιμεύει επίσης ως έναν τίτλο και ένα κύριο όνομα. Σχεδόν δεν χρησιμοποιείται ποτέ,
εντούτοις, σε σχέση με το Θεό, η μορφή ‫( יאב‬πατήρ) που χρησιμοποιείται στον τύπο: «Ο πατέρας
μου, ο οποίος είναι στον ουρανό». Kittel. G. «[α ββ~ α», στο ThDNT, τομ. 1, σ. 5. Βλ. Μκ. 14,36·
Ρωμ. 8,15· Γαλ. 4,6. Η αντίστοιχος λέξη για την γυναίκα είναι [αμμ~α. λ.χ. αμμά Σάρρα, αμμά Συγκλη-
τική.
9
Στα Ελληνικά, Κοπτικά, Αρμενικά, Λατινικά και στα Αγγλικά (abbot) και Γαλλικά (abbé) …κτλ.
10
Εν πάσης περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει καμία αμφιβολία ότι η χρήση της λέξης στην κοινότητα
συνδέεται με τον όρο του Ιησού για το Θεό και δείχνει έτσι μία οικειοποίηση της σχέσης που έζησε
και ανακήρυξε με τον Θεό, αφού αυτή η λέξη χρησιμοποιείται στην ομιλία του παιδιού στον πατέρα
του. Η Εβραϊκή χρήση επιδεικνύει πώς αυτή η σχέση πατέρας-τέκνο με τον Θεό ξεπερνά μακριά
οποιοσδήποτε δυνατότητα της οικειότητας όπως σε Ιουδαϊσμό, εισάγοντας πράγματι κάτι που εί-
ναι εντελώς νέο. Βλ. Kittel. G. «[ abb~ ã», στο ThDNT, τομ.1, σ. 6. Βλ. Μκ. 14,36.

27
Στον Ιουδαϊκό κόσμο της εποχής του Χριστού και ιδιαίτερα στις προσευχές ή-
ταν γνωστή η προσφώνηση του Θεού ως Πατέρα, καθώς και η αντίληψη γενι-
κότερα ότι ο Θεός είναι Πατέρας των ταπεινών ή του Ισραήλ 1 . Το νέο προέρχε-
ται από την Τριαδική αποκάλυψη. Η επίκληση «[αββ~α ό πατήρ» στην προσευ-
χή του Χριστού 2 , εκφράζει μία απόχρωση οικειότητας και είναι εντελώς αδι-
ανόητη σε μία Ιουδαϊκή προσευχή 3 . Με την έλευση του Χριστού ο άνθρωπος
δεν παραμένει πια μόνο δημιούργημα του Θεού, αλλά εξουσιοδοτείται να
γίνει παιδί του: «ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ
γενέσθαι» 4 . Αλλά στην ίδια προσευχή φανερώνει την αγάπη του Πατρός προς
τον Υιό του, αγάπη μέσα από την οποία αναβλύζει η Πατρότητά του ως προς
όλους τους ανθρώπους, τα τέκνα του, και ο Κύριος μας μαθαίνει να λέμε το
«Πάτερ ]ημ~ων» 5 .
Κατά τον άγιο Μάξιμο, ο Θεός λέγεται και γίνεται Πατέρας «κατ`α χά-
ριν» σε εκείνους που έχουν την «κατ’ [αρετ`ην γνωμικ`ην [εν πνεύματι γέννη-
σιν» 6 , δηλαδή σε εκείνους που γεννούνται πνευματικά με τα εκούσια έργα τις
αρετές. Μια διευκρίνηση στο σημείο αυτό είναι απαραίτητη, αναφέρω τον λό-
γο του Σεβ. Ιω. Ζηζιούλας ο οποίος γράφει ότι: «Το να καλέσεις τον Θεό Πα-
τέρα, δεν είναι υπόθεση εμφύτου θρησκευτικότητας. Είναι θέμα προσωπικής
σχέσεως, την οποία είχε μόνο ο Υιός, ο κατ’ εξοχήν Υιός ο Μονογενής. Δεν
έχει άλλον Υιό ο Θεός για να τον καλεί «Πατέρα». Έναν Υιό έχει. Λοιπόν, αυ-
τός ο Υιός μεταβιβάζει όχι δικανικά, αλλά με την ταύτισή του με μας, και με
τη δική μας ταύτιση μαζί Του γινόμαστε υιοί του Θεού Πατρός και έτσι δημι-
ουργείται αυτή η σχέση, και έτσι γνωρίζουμε τον Θεό. Εκείνο που μας δίνει ο
Χριστός ως ταυτότητα του Θεού, είναι ότι είναι Πατήρ» 7 . Η παραπάνω σκέψη
είναι σαφής όταν εξεταστεί το παρακάτω κείμενο του αγίου Μαξίμου που α-
ναφέρει ότι ο Χριστός με την ενσάρκωσή Του παρουσιάζει τον Θεό ως πατέ-
ρας: «]ο Κύριος [εστ`ιν[ Ιησο~υς· το~ις μ`εν [ανθρώποις, δι`α σαρκ`ος [εμφαν~η ποι~ων
[αγνοούμενον τ`ον Πατέρα, τ~?ω δ`ε Πατρί, δι`α Πνεύματος [εν α[υτ~?ω το`υς [ανθρώ-
πους καταλλαγέντας προσάγων· υ] π`ερ #ων κα`ι δι’ ο|υς [ατρέπτως γενόμενος {αν-
θρωπος» 8 . Για να γνωρίζει ο άνθρωπος τον Θεό ως πατέρας χρειάζεται να δη-
1
Καραβιδόπουλου, Ιω., Πάτερ ημών…αγιασθήτω το όνομα σου, πρακτικά θεολογικού συνεδρίου «Ο
επουράνιος πατήρ», Ι.Μ. Θεσσαλονίκη 1993, σ. 263.
2
Μκ. 14,36.
3
Ο Θεός αποκαλύφθηκε δια του Ιησού ως Πατέρας ενός μονογενούς Υιού. Ο Ιησούς το αφήνει να
εννοηθεί με τον τρόπο που κάνει τη διάκριση«ο Πατήρ μου» (Μτ. 7,21· 11,27.Λκ. 2,49) και «ο Πατήρ
]υμ~ων». (Μτ. 5,45· 6,1. Λκ. 12,32), με τον τρόπο που μερικές φόρες παρουσιάζει τον εαυτό του ως
«τον Υιόν» (Μκ. 13,32), τον αγαπημένο Υιό, το μονογενή (Μκ. 12,6· 1,11· 9,7) και προπάντων με τον
τρόπο που εκφράζει τη συνείδηση μίας ενότητας τόσο στενής ανάμεσα στους δύο τους. Και επιβε-
βαιώνει από την προσευχή που ο Ιησούς απευθύνει στον Πατέρα του λέγοντας α [ ββ~α (Μκ. 14,36) μία
οικειότητα που δεν έχει το προηγούμενο της πριν από τον Ιησού και που φανερώνει μία ασύγκριτα
στενή σχέση. Βλ. Ternat, p., «Πατέρες-Πατήρ», στον ΛΒΘ, σ. 788 κ.]ε.
4
Ιω. 1,12.
5
Ευδοκίμοφ, Π., «Η πνευματική πατρότητα», στο Ορθόδοξος μοναχισμός, [εκδ. Αρμός, Αθήνα 1997,
σ. 51-2.
6
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά κα`ι ο[ικονομικ`α 86, Φιλοκαλία Β΄, σ. 164 (227).
7
Σημειώσεις από τις παραδόσεις τού Μητροπολίτη Ιω. Ζηζιούλας στο Τμήμα Ποιμαντικής τής Θεο-
λογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κατά το ακαδημαϊκό έτος 1984-85. ∆ημοσιεύονται
με την άδεια και την ευλογία του σεβασμιωτάτου στην ιστοσελίδα:
http://www.oodegr.com/oode/dogmat1/doc_gn4. htm.
8
Μαξίμου Ομολογητού,] Ερηνεία ε[ις τ`ο "Πάτερ ]ημ~ων" ,Φιλοκαλία Β΄, σ. 188 (253).

28
μιουργεί μια σχέση προσωπική, μια υιική σχέση μαζί Του, αυτή η υπαρξιακή
σχέση, η αγαπητική, δίνεται μόνο εν Χριστώ, διότι μόνο αυτός είναι ο Υιός
που γνωρίζει τον Θεό ως Πατέρα αιώνια. Και δίδεται μόνο σε όσους αποκτούν
αυτή την υιική σχέση χάρις στον Υιό 1 .
Κάτω από αυτό το Τριαδικό φως πρέπει να καταλαβαίνουμε το λόγο
στο κατά Ματθαίου Ευαγγέλιον 2 . ∆ηλαδή κάθε άλλη πατρότητα δικαιώνει
το όνομά της με την οντολογική αναφορά της στον Πατέρα του Κυρίου ημών
Ιησού Χριστού 3 . Ο Ιερός Χρυσόστομος στην ερμηνεία του στο κατά Ματ-
θαίο Ευαγγέλιο 4 , εξήγησε ότι τα λόγια του Χριστού αναφέρθηκαν για την
αντιμετώπιση «του διεφθαρμένου βίου και του τ~ης δόξης {ερωτα» 5 , για να
φυλάξει τους μαθητές του από την ασθένεια της φιλαρχίας και να «παιδεύει
καί π~ως {αν α[υτό διαφύγοιεν διά ταπεινοφροσύνης». Και όχι βέβαια για να
«περιφρονήσουν τους διδασκάλους τους ούτε να εξοργισθούν κατά των ιε-
ρέων». Με την εντολή του «πατέρα μὴ καλέσητε» δεν τους προκαλεί να μη
ονομάσουν τον πατέρα των, «[αλλ’\ινα ε[ιδ~ωσιν |ον κυρίως Πατέρα καλε~ιν
χρή» 6 . ∆ιότι όπως ακριβώς ο διδάσκαλος δεν είναι διδάσκαλος από την αρ-
χή, έτσι ούτε και ο πατέρας. ∆ιότι ο Θεός είναι αίτιος όλων και των διδα-
σκάλων και των πατέρων. Η στάση του Χριστού μας υπενθυμίζει τον γεγο-
νός όταν τον ρώτησε ένας νεαρός λέγοντας: «∆ιδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν
ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον; ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· Τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς
εἰ μὴ εἷς ὁ Θεὸς» 7 . Με αυτή την απάντηση ο Χριστός δεν αρνείται το αξίωμα
του διδασκάλου, αλλά ήθελε να τον κατευθύνει προς την αιτία κάθε αγαθό
και κάθε καλό. Και ο απόστολος Παύλος παρόλο που απευθύνεται στους
Κορινθίους λέγοντας: «ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ' οὐ
πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα» 8 ,
αλλά και γνωρίζει ότι «\ενας είναι ]ο διδάσκαλος, \ολοι δέ σε@ις ε@ισθε αδελφοί»
και κανείς δεν έχει κάτι επί πλέον από τον άλλον, όπως αναφέρει άλλου λέ-
γοντας: «Τίς οὖν ἐστι Παῦλος, τίς δὲ Ἀπολλὼς ἀλλ' ἢ διάκονοι δι' ὧν
9
ἐπιστεύσατε, καὶ ἑκάστῳ ὡς ὁ Κύριος ἔδωκεν;» .
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ερμηνεύοντας τον λόγο περί της δεκα-
λόγου της κατά Χριστόν νομοθεσία, όταν φτάνει στην ερμηνεία της πέμπτης
εντολής: «Τίμα το πατέρα σου και την μητέρα σου» 10 , ο Άγιος βλέπει ότι αυ-
τή η τιμή δεν ανήκει μόνο στο πατέρα κατά σάρκα, αλλά περισσότερο στον
πνευματικό πατέρα. Κατά τον άγιο κάθε τιμή προς τον πνευματικό πατέρα

1
Συμεών Νέου Θεολόγου,[ Ηθικός λόγος Α΄, SC. 129, 228. «|ο γ`αρ [εκε~ινος (ο Χριστός) φυσικ~ως {εχει
πρ`ος τ`ον Πατέρα, το~υτο ]ημ~ιν πρ`ος α[υτ`ον τ~?η θέσει δίδωσι κα`ι τ~?η χάριτι».
2
«καὶ πατέρα μὴ καλέσητε ὑμῶν ἐπὶ τῆς γῆς· εἷς γάρ ἐστιν ὁ πατὴρ ὑμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Μτ.
23,9.
3
«Τούτου χάριν κάμπτω τὰ γόνατά μου πρὸς τὸν πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐξ οὗ
πᾶσα πατριὰ ἐν οὐρανοῖς καὶ ἐπὶ γῆς ὀνομάζεται» Εφ. 3,15.
4
Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις τ`ο κατ`α Ματθαίον,] Ομιλία ΟΒ΄, PG. 58, 667-674. Βλ. Μτ. 23, 1-12.
5
Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις τ`ο κατ`α Ματθαίον,] Ομιλία ΟΒ΄, PG. 58, 667.
6
Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις τ`ο κατ`α Ματθαίον,] Ομιλία ΟΒ΄, PG. 58, 670.
7
Μτ. 19,17.
8
1 Κορ. 4,15
9
1 Κορ. 3,5.
10
Εξ. 20,12.

29
είναι τιμή που αναφέρεται στα Πρόσωπα της Άγιας Τριάδος, πρώτα αναφέ-
ρεται στον Χριστό και στο Πανάγιο Πνεύμα, από το οποίο πήραμε την υιο-
θεσία, και δεύτερο στο επουράνιο Πατέρα, από τον οποίο παίρνει το όνομα
της κάθε πατρική ιδιότητα ουράνια και επίγεια 1 .
Ο τίτλος [αββ~α στα Αποφθέγματα των Γεροντών είναι τίτλος τιμής που
δίνεται αυθόρμητα σε έναν μοναχό ή κληρικό 2 από εκείνους που θεώρησαν και
πίστεψαν ότι είναι σε θέση να ανιχνεύσουν και να διακρίνουν σε αυτόν ειδικά
σημάδια της αγιότητας 3 . Μέσα στη συνεχή ζωή της χριστιανικής κοινότητας
γίνεται σαφές στον πιστό λαό του Θεού, στον αληθινό φύλακα της Ιεράς Πα-
ραδόσεως, πως το ένα ή το άλλο πρόσωπο έχει τη δωρεά της πνευματικής πα-
τρότητας ή μητρότητας. Κατόπιν, με έναν ελεύθερο και ανεπίσημο τρόπο οι
άνθρωποι αρχίζουν να τον ή την πλησιάζουν για συμβουλές ή καθοδήγηση 4 .
Στη Φιλοκαλία των νηπτικών και ασκητικών πατέρων συναντούμε πολλά
παραδείγματα για αυτή τη χαρισματική πατρότητα, π.χ. ο Άγιος Αντώνιος
μολονότι ήταν αγράμματος 5 και δεν είχε το ιερατικό υπούργημα αλλά ήταν
[αββ~ας 6 και μερικοί είπαν ότι είχε γίνει «πνευματοφόρος» 7 . Και ο συγγραφείς
του βίου του Ο Μ. Αθανάσιος μας πληροφορεί ότι είχε χάρισμα διακρίσεως
πνευμάτων 8 . Και αυτό το χάρισμα δεν έχει σχέση με την ηλικία. Η Φιλοκα-
λία αναφέρει παραδείγματα όπου [αββάδες επιζητούσαν συμβουλές από α-
δελφούς μολονότι ήταν μικροί στην ηλικία τους, άλλα ένιωσαν ότι η χάρη
του Θεού τους επισκιάζει. Το παράδειγμα τον αββά Μωυσής και τον υποτα-
κτικό του αββά Ζαχαρία είναι πιο σαφές παράδειγμα, ο γέροντας συμβου-
λεύεται από τον μαθητή 9 . Ο όρος «Παιδαριογέρων» δείχνει καλά ότι η πνευ-
ματική αύξηση μερικές φορές είναι πρωϊμότερη από εκείνη της φυσικής ηλικί-
ας 10 .
Στο βίο του αγίου Παχωμίου, μολονότι ήταν πατέρας χιλιάδες μονα-
χών. Ο κοπτικός βίος αναφερόμενος στους μαθητές του αγίου αναφέρει ότι
«μετά τον Θεό ο Παχώμιος ήταν ο πατέρας τους» 11 . Ο άγιος γνωρίζει να μέ-
1
Γρηγορίου Παλαμά, ∆εκάλογος τ~ης κατ`α Χριστόν νομοθεσίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 119 (276). «Π~ασαν
ο@υν τιμ`ην κα`ι [αγάπην ο[ φείλεις το~ις πνευματικο~ις πατράσιν, ]ως τ~ης ε[ις α[υτο`υς τιμ~ης α
[ ναφερομένης [επ`ι
τ`ον Χριστ`ον κα`ι τ`ο Πανάγιον Πνε~υμα, [εν #?ω τ`ην υ]ιοθεσίαν {ελαβες, κα`ι τ`ον [επουράνιον Πατέρα, παρ’ο#υ
? κα`ι [επ`ι γ~ης [ονομάζεται». Πρβλ. Εφ. 3,15.
π~ασα πατρι`α [εν ο[υραν~ω
2
λ.χ. «ο α
[ ββ~ας Θεόφιλος ο αρχιεπίσκοπος…». Αποφθέγματα, Θεοφίλου του αρχιεπίσκοπο 2, σ. 285.
«….από τον [αββ~α της μονής που είχε στην Παλαιστίνη….», Αποφθέγματα, Επιφανίου επισκόπου
Κύπρου, σ. 213.
3
Hausherr., I. Spiritual direction in the early Christian east, Trans. Gythiel. A., Cistercian studies series
(116), Kalamazoo, Michigan, 1990, σ. 27.
4
Ware, K. (Επισ.), Η εντός ημών Βασιλεία, ο\ .π., σ. 208.
5
«γράμματα μέν μαθε~ιν ο[υκ [ηνέσχετο» Βλ. Μ. Αθανασίου, Βίος κα`ι πολιτεία το~υ οσίου[ Αντωνίου, PG
26, 841A. ΕΠΕ 11, σ. 17.
6
Αποφθέγματα, [αββ~α Αντωνίου 1, σ. 43.
7
Αποφθέγματα, [αββ~α Αντωνίου 30, σ. 63.
8
Μ. Αθανασίου, Βίος Αντωνίου 88, PG 26, 965B. ΕΠΕ 11, σ. 158.
9
Αποφθέγματα, [αββ~α Ζαχαρία 3, σ. 244. και Βλ. του ιδίου, Ζαχαρία 1, σ. 243 «Είπε ο [αββ~ας Μακά-
ριος στον αββ~α Ζαχαρία «ε[ιπε μοι τ`ο {εργον το~υ μοναχο~υ, λέγει αυτ~?ω, Εμ`ε [ερωτ~ας πατερ; Και λέγει
ο [αββ~ας Μακάριος: πληροφορο~υμαι ε[ις σε, τέκνον Ζαχαρία.{ Ετσι γ`αρ ο νύσσων με το~υ ερωτ~ησαι
σε».
10
Hausherr., I. Spiritual direction in the early Christian east, \ο.π., σ. 27.
11
Lefort, L. Th., Les Vies coptes de S. Pachome, Loyvain, 1943, σ. 3. Πρβλ. Ευδοκιμώφ, Π., Η ορθο-
δοξία, μετάφ. Μουρτζόπουλος, Α., [εκδ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1972, σ. 379.

30
νει ταπεινός απέναντι του μοναδικού Πατρός, του Θεού και είπε «ποτέ δεν
θεώρησα ότι είμαι πατέρας των αδελφών, αλλά Πατέρας είναι μόνο ο ίδιος ο
Θεός» 1 . Ένα σύγχρονο παράδειγμα ο γέρων Σωφρόνιος ο οποίος έλεγε στους
υποτακτικούς του ότι: «εγώ δεν είμαι για σας γέροντας ούτε πατέρας, αλλά
αδελφός» 2 . Συναντούμε την ίδια ιδέα κατά τον Μ. Βασίλειο: «Πατήρ γάρ [ε-
στιν [αληθέστατος, πρ~ωτος μέν ]ο τ~ων α
] πάντων Πατήρ· ]ο δεύτερος δ`ε μετ’ [ε-
κε~ινον ]ο τ~ης πνευματικ~ης καθηγούμενος πολιτείας» 3 . Ο ηγούμενος του μονα-
στηριού γίνεται για τους μοναχούς του ό,τι ο επίσκοπος για τους πιστούς 4 .
Στην συνέχεια μπορούμε να ξεχωρίσουμε τον τίτλο των «Πατέρων της
Εκκλησίας» 5 , που δίνεται μόνο στους μεγάλους σοφούς και θεολόγους, οι
οποίοι είναι Πατέρες της Εκκλησίας στο σύνολό της 6 , καθώς και στο δογ-
ματικό επίπεδο της αλήθειας 7 . Στη διδασκαλία της εκκλησίας υπάρχουν δύο
παραδόσεις περί της χρήσης της ορολογίας «πατέρας»: λειτουργική πατρό-
τητα και χαρισματική πατρότητα 8 .

β. Η λειτουργική πατρότητα.

Η λειτουργική πατρότητα ανάγεται στους Αποστολικούς Πατέρες ι-


διαίτερα στον άγιο Ιγνάτιο Αντιόχειας. Η θεία πατρότητα εκπροσωπείται από
τους επισκόπους και από τους ιερείς 9 .
Κατ’ εξοχήν το όνομα «πατέρας» αποδίδεται από τον άγιο Ιγνάτιο και
από τους άλλους Αποστολικούς Πατέρες στον ουράνιο Πατέρα 10 . Ο καθένας
που διαβάζει τις επτά επιστολές του αγίου Ιγνατίου μπορεί να παρατηρήσει
ότι οι όλες αρχίζουν με αυτόν τον τίτλο «Ιγνάτιος, ]ο καί Θεοφόρος, τ~?η
ε[υλογημένη [εν μεγέθει Θεο~υ Πατρός καί πληρώματη,…..» 11 . Ο άγιος δεν

1
F. Halkin, Μ. Παχωμίου, (SPVG) Sancti Pachomii vitae Gracecae, σ. 71. Είπε ο άγιος: «\ ωσπερ νε-
κρός ο[υ λέγει άλλοις νεκρο~ις κεφαλ`η υ] μ~ων ε[ιμι, ο|υτως ο[υδέποτε ελογισάμην ότι πατήρ ε[ιμι τ~ων αδ-
δελφ~ων, αλλ’αυτός μόνος [εστ`ιν ο Θεός». Βίος αγίου Παχωμίου 108, ΒΕΠΕΣ 40, 172.
2
Σαχαρώφ, Σ., Αγώνας θεογνωσίας, Εσσεξ Αγγλίας, 2006, σ. 116.
3
Μ. Βασίλειος,[ Ασκητικαί ∆ιατάξεις 20, PG 31,1389 D. Με την ίδια έννοια μιλά ο άγιος Ιωάννης ο
Θεολόγος στα τέκνα του (1 Ιω. 2,1) και ο Απόστολος Παύλος στα δικά του τέκνα για τα όποια πέρνα
από πόνους τοκετού (Γαλ. 4,19. Πρβλ. 1 Κορ. 4,14-15).
4
Ο Μ. Βασίλειος λέγει ότι ο προεστώτας στην μονή «ο[υδεν \ετερόν [εστιν ]η ο το~υ Σωτ~ηρος [επέχων
πρόσωπον».[ Ασκητικαί ∆ιατάξεις, PG 31,1409.
5
«Πατέρων τ~ων κατά Νικαίαν ποτέ τό μέγα της ευσεβείας [εξαγγειλάντων κήρυγμα», Μ. Βασίλειος,
Επιστολή ΝΒ΄, PG. 32,392C. Βλ. Lampe, G. W., «Πατήρ», PGL , published by Oxford University
Press 1961, Tenth impression 1991, σ. 1050.
6
Γράφει ο π. Γ. Φλωρόφσκυ: «Η εκκλησία είναι πράγματι αποστολική, αλλά επίσης και πατερική. ∆εν
είναι δυνατόν να διαχωρισθούν οι δυο χαρακτηρισμοί. Επειδή η Εκκλησία είναι πατερική, είναι αλη-
θώς και αποστολική». Φλωρόφσκυ, Γ., Αγία Γραφή, Εκκλησία, παράδοσης, μεταφ. ∆. Τσάμη, [εκ.
Πουρναρ~α 1975, σ. 147.
7
«καταπεφρόνται τα των πατέρων δόγματα [αποστολικαί παραδόσεις [εξουδένωνται», Μ. Βασιλείου,
Έπιστολή 90, PG. 32,473B.
8
Ευδοκίμοφ, Π, Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 377 κ.εξ. Ιδίου, Η πάλη με τον Θεό, μεταφ. Ι.Κ. Παπαδόπουλου,
ΙΠΜ, Θεσσαλονίκη 31975 , σ. 274.
9
«Ο επίσκοπος είναι ο υπηρέτης του λόγου, ο φύλακας της γνώσεως, ο μεσίτης του Θεού και δικός
σας στις λατρευτικές εκδηλώσεις προς αυτόν». ∆ιαταγαί Αποστόλων Β΄, 26,4, ΒΕΠΕΣ 2,35.
10
Ιγνατίου Αντιοχείας, Μαγνησιε~υσιν 3 ΒΕΠΕΣ 2,272 . Πρβλ. Κλήμεντος Ρώμης, Πρ`ος Κορινθίους
Α΄19,2, ΒΕΠΕΣ 1,21. Ιγνατίου Αντιοχείας, Πρ`ος Ρωμαίος 7,2, ΒΕΠΕΣ 2,276. Πρβλ. Ιω. 4,10.
11
π.χ. Πρ`ος[ Εφεσίους, 1, ΒΕΠΕΣ 2, 285.

31
κρύβει την επιθυμία του για τη συνάντηση με τον Πατέρα 1 . Στην συνέχεα ο
άγιος θεωρεί τον επίσκοπο «{οντα τύπον το~υ Πατρός» του ουρανίου Πατέρα.
Πρέπει δια αυτή να τον βλέπουμε σαν να είναι ο ίδιος ο Κύριος 2 . Και η υπα-
κοή στον επίσκοπο είναι κατά το παράδειγμα της υπακοής του Χριστού προς
τον Πατέρα του 3 .
Στη διδασκαλία των Αποστόλων για πρώτη φορά ο επίσκοπος χαρα-
κτηρίζεται «μετά Θεόν Πατήρ» των πιστών και ως αναγεννητής αυτών με
την υιοθεσία δια του αγίου βαπτίσματος 4 . Γι’ αυτό οι λαϊκοί οφείλουν να τον
αγαπούν και να τον τιμούν ως πατέρα, κύριον, αρχιερέα και διδάσκαλον
τους 5 , αμοιβαίως οφείλει εκείνος να αγαπά τους λαϊκούς σαν τα τέκνα του 6 .
Και αν ο θεϊκός λόγος διατάζει να σεβόμαστε και να τιμούμε τους σαρκικούς
γονείς 7 , και «όποιος κακολογεί τον πατέρα ή τη μητέρα του να τιμωρείται με
θάνατο» 8 , πόσο περισσότερο ο θεϊκός λόγος προτρέπει τιμή και σεβασμό για
τους πνευματικούς γονείς «ως ευ[εργέτας και πρεσβευτάς προς Θεόν» 9 . Ο Ε-
πίσκοπος είναι ο οικονόμος της μετάνοιας: «κρ~ινε ο@υν, @ω [επίσκοπε, μετά [ε-
ξουσίας ]ως Θεός, [αλλά τους μετανοο~υντας προσλαμβάνουν. Ο Θεός γάρ [ε-
στιν [ελέους» 10 , ακούει τις εξομολογήσεις των αμαρτωλών και δίδει την
άφεση 11 . Η μετάνοια κατά τους χρόνους αυτούς είναι προβαπτισματική. Με
τον πολλαπλασιασμό των κοινοτήτων και ιδιαίτερα μετά το σχίσμα των
Ναυατιανών ο επίσκοπος βοηθιέται στο μυστήριο της εξομολογήσεως και
της οικονομίας της μετάνοιας από τους ιερείς. Και μάλιστα κατά τον τέταρτο
αιώνα υπήρχε «πρεσβύτερος επί της μετανοίας» 12 . Στη συνέχεια και με την
άνθιση του μοναχικού βίου παρατηρείται ανάλογη ανάπτυξη της πνευματι-
κής πατρότητας με την έννοια της αναδοχής των λογισμών και της εξαγό-
ρευσης των αμαρτιών 13 .

1
Ιγνατίου Αντιοχείας, Πρ`ος Ρωμαίος 7,2, ΒΕΠΕΣ 2,276.
2
Ιγνατίου Αντιοχείας, Τραλλιανο~ις 3, ΒΕΠΕΣ 2,272. Βλ. Πρ`ος[ Εφεσίους 6, ΒΕΠΕΣ 2, 265. Μαγνησι-
ε~υσιν 6, ΒΕΠΕΣ 2, 269.
3
Ιγνατίου Αντιοχείας, Σμυρναίοις 8, ΒΕΠΕΣ 2,281 «πάντες τ~ω ? επισκόπ?ω ακολουθείτε, ως Ιησούς
Χριστός τ~?ω πατρί..» Βλ. Μαγνησιε~υσιν 3, ΒΕΠΕΣ 2, 269. και 13, ΒΕΠΕΣ 2, 271. Πρβλ. Εβρ. 13,17.
4
∆ιαταγαί Αποστόλων Β΄, 26,4, ΒΕΠΕΣ 2,35. «ο~υτος μετά Θεόν πατήρ υ] μ~ων, δι’ υδατος και Πνεύμα-
τος αναγεννήσας». Στο μαρτύριο του αγίου Πολυκάρπου επίσκοπος Σμύρνης μας πληροφορεί «Πολύ-
καρπος ωμολογησεν εαυτόν χριστιανό είναι. Τούτου λεχθεντος υπό του Κηρύκος, πάν το πλ~ηθος ε-
θνών τε και Ιουδαίων των την Σμύρναν κατοικούντων ακατάσχετω θυμω και μεγάλη φωνή έβοα: ου-
τος ]εστιν ο της Ασίας διδάσκαλος , ο πατήρ τ~ων χριστιανών». Βλ. Μαρτύριον 12 ΒΕΠΕΣ 3, 24.
5
∆ιαταγαί[ Αποστόλων Β΄, 34,5, ΒΕΠΕΣ 2, 39.
6
∆ιαταγαί[ Αποστόλων Β΄,20,1-2, ΒΕΠΕΣ 2, 38.
7
Εξ. 20,12
8
1 Βασ. 8,1
9
∆ιαταγαί[ Αποστόλων Β΄, 33,2, ΒΕΠΕΣ 2, 38
10
∆ιαταγαί[ Αποστόλων Β΄, 12,1, ΒΕΠΕΣ 2,71.
11
Γρηγορίου Νύσσης,[ Επιστολή κανονικ`η πρ`ος Λητόϊον [επίσκόπον Μελιτίνης, PG. 45,221-233. Μ.
Βασιλείου, Επιστολή 199, PG. 32,661-716-723 . Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι ]ιεροσύνης, PG. 47, 644.
12
Αποστολικοί κανόνες, κανών νβ΄, «Ε{ι τις [επίσκοπος ή πρεσβύτερος τον επιστρέφοντα από αμαρτίας
ο[υ προσδέχεται, [αλλά [αποβάλλεται, καθαιρείσθω,…». Βλ. Σωκράτης,[ Εκκλησιαστική ]ιστορία, PG. 67,
644. «Αφ’ #ου Ναυατιανοί της Εκκλησίας διεκρίθησαν, το~ις [επταικόσιν [εν τ~?ω [επί ∆εκίου διωγμ~?ω κοι-
νων~ησαι μη θελήσαντες, οι [επίσκοποι τ~ω
? εκκλησιαστικ~?ω κανόνι τον πεσβύτερον τον επί της μετάνοιας
προσέθεσαν, όπως αν οι μετά το βάπτισμα πταίσαντες, [επί του προβληθέντος τούτου πρεσβυτέρου
εξομολογ~ωνται τα [αμαρτήματα».
13
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μετάνοια-Εξομολόγηση-Εξαγόρευση λογισμών, στο συνέδριο «Το Ιε-
ρόν μυστήριον της μετανοίας», Ι. Μ. ∆ράμας 2002, σ. 175.

32
Από τα παρά πάνω συνάγεται ότι ο επίσκοπος αποκαλείται «μετά
Θεόν πατέρας» ως διάκονος στον οποίο έχουν εμπιστευθεί τα μυστήρια του
Θεού και ιδιαίτερα το άγιο βάπτισμα 1 . Γι’ αυτό κατ’ εξοχήν ο πνευματικός
πατέρας είναι ο επίσκοπος. Αυτός έχει την δυνατότητα γεννήσεως όχι απλώς
τέκνων, αλλά και τέκνων με τη ιδιότητα του πατρός. Ο επίσκοπος δια της
χειροτονίας γεννά πατέρες της Εκκλησίας, τους πρεσβυτέρους. Οι πρεσβύτε-
ροι με τη σειρά τους και με εξουσιοδότηση του επισκόπου γίνονται πατέρες
και γεννούν τέκνα στην Εκκλησία δια του βαπτίσματος και του αναγεννητι-
κού μυστηρίου της μετάνοιας 2 . Στην πρώτη Εκκλησία, όπου οι πιστοί -στην
πλειονότητά τους σχεδόν- λάμβαναν το βάπτισμα σε ώριμη ηλικία, πνευματικός
πατέρας για κάποιον χριστιανό ήταν ο εκκλησιαστικός ποιμήν εκείνος που τον
κατηχούσε, του παρείχε το βάπτισμα και στη συνέχεια τον χειραγωγούσε στηv εν
Χριστώ ζωή. Σήμερα, πού όλοι σχεδόν λαμβάνουμε το βάπτισμα σε νηπιακή η-
λικία, πνευματικός πατέρας ενός χριστιανού συχνά δεν είναι ο ιερεύς που τον βά-
πτισε, αλλά εκείνος που σε κάποια στιγμή της ζωής του τον οδήγησε στην ενσυ-
νείδητη πίστη και τον κατευθύνει στη συνεπή χριστιανική ζωή3 . Έτσι, τόσο τα
αποστολικά, όσο και τα μεταποστολικά κείμενα προσδίδουν στην πνευματι-
κή πατρότητα εκκλησιολογικό χαρακτήρα 4 .

γ. Η χαρισματική πατρότητα.

Η δεύτερη παράδοση περί πνευματικής πατρότητας είναι «χαρισματι-


κή πατρότητα» και ανάγεται στους «Πατέρες της ερήμου» 5 . Η έρημος παύει
να έχει τοπικό χαρακτήρα και προσλαμβάνει μία πνευματική σημασία 6 . Η
έρημος παρουσιάζεται μέσα στο Ευαγγέλιο σαν ένας πνευματικός χώρος με
εσχατολογικές διαστάσεις που πλαισιώνουν τον θρίαμβο του Κυρίου επί του
Σατανά 7 . Ο άγιος Αντώνιος και ο άγιος Παχώμιος έφυγαν στην έρημο επιζη-
τώντας ευνοϊκότερες συνθήκες για να ασκήσουν την τελειότητα της πνευμα-
τικής ζωής και την ολοκληρωτική πίστη στα καλέσματα του Ευαγγελίου 8 .
Στο βίο του αγίου Αντωνίου διαβάζουμε ότι όταν αυτός έλαβε γράμμα από
τον βασιλέα Κωνσταντίνο να έλθει στην Κωνσταντινούπολη, ερώτησε τον

1
Ιγνατίου Αντιοχείας, Φιλαδελφε~υσιν 9 ΒΕΠΕΣ 2, 279. «Καλοί κα`ι ο]ι ]ιερε~ις, κρείσσων δ`ε ]ο [αρχιερε`υς
]ο πεπιστευμένος τ`α \αγια τ~ων ]αγίων, ο| ς μόνος πεπίστευται τ`α κρυπτά το~υ Θεο~υ».
2
Γκίκας. Α., (Πρωτ.), Ο πνευματικός και το μυστήριον της μετανοίας, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 28.
3
Κούτσας, Συμεών (Μητρ.), Η πνευματική πατρότης υπό το φως της ορθοδόξου παραδόσεως, [εκδ. Ι.
Μητροπόλεως Καλαβρύτων & Αιγιαλείας, Αίγιον 1995.
4
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), «Ο πνευματικός πατέρας» στο: Το μυστήριο της ιερωσύνης, πρακτικά Ζ΄
πανελλήνιου λειτουργικού συμπόσιο στελεχών ιερών μητροπόλεων, Σεπτεμβρίου 2005, σ. 199.
5
Η μορφή του γέροντα υπάρχει σε δύο επίπεδα: το εξωτερικό, επίσημο και ιεραρχικό επίπεδο, και
υπάρχει το εσωτερικό, το πνευματικό και χαρισματικό επίπεδο, στο όποιοι κυρίως ανήκουν οι γέρο-
ντες. Βλ. Ware, K. (Επισ.), Η εντός ημών Βασιλεία, \ο.π., σ. 208.
6
Αποφθέγματα, [αββ~α Αρσενίου 2, σ. 66.«[Αρσένιε, φε~υγε, σιώπα, ]ησύχαζε· α#υται γάρ ε[ισιν α]ι ρίζαι
της [αναμαρτησίας».
7
Κορναράκη, Ιω., Φιλοκαλικά θέματα, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1980, σ. 14.
8
Η μαρτυρία για τον Μ. Αντώνιο ότι: «Ο\υτω παρ`α π~ασιν @ην προσφιλ`ης, κα`ι πάντες {εχειν α[υτ`ον [ηξίου
πατέρα». Μ. Αθανασίου, Βίος κα`ι πολιτεία το~υ οσίου Αντωνίου 81, PG 26, 957A, ΕΠΕ 11, σ. 149.
Πρβλ. Ευδοκίμοφ. Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 378. Βλ. Ηλία Πρεσβυτέρου, Γνωστικά κεφάλαια 14, Φι-
λοκαλία Γ΄, σ. 44 (Β΄, 300). «[αλλ`α μετ`α τ`ην [εν τ~?η [ερήμ?ω δαιτριβήν, μεταξ`υ κειμένην [ενεργημάτων κα`ι
κινημάτων κακίας, το~υ Ισρα`ηλ ]ο δημαγωγ`ος κατασκοπε~ιν δύναται τ`ην γ~ην τ~ης [επαγγελίας».

33
μαθητή του αν έπρεπε να μεταβεί και εκείνος του απαντά: «[εάν [απέλθης, [Α-
ντώνιος λέγη· ε[ι δε μη [απέλθη, [αββ~ας [Αντώνιος» 1 . Η άσκηση και η ησυχία
γίνονται πρότυπο για όσους επιθυμούν την πνευματική τους αναγέννηση και
αγιασμό. Και αυτοί με τη σειρά τους αναγεννούν τα τέκνα τους με λόγια και
πράξεις. Αυτή η πατρότητα δεν πηγάζει από κάποιο ιερατικό λειτούργημα,
δηλαδή δεν έχει σχέση με την ιεροσύνη, αυτοί είναι πατέρες με χάρισμα
προσωπικό 2 . Στην περίπτωση αυτή κάποιος είναι πνευματικός πατέρας κα-
τόπιν θείας εκλογής, με το χάρισμα του Αγίου Πνεύματος, είναι θεοδίδακτος,
διδαγμένος από τον Θεό και οδηγούμενος από το Πνεύμα 3 . Ο πνευματικός
πατέρας ή γέροντας στην αυτή περίπτωση είναι ουσιαστικά μία «χαρισματική»
και προφητική μορφή, που έχει αναλάβει αυτό το λειτούργημα με την άμεση
ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. ∆εν χειροτονούνται από χέρι ανθρώπου, αλλά
από το χέρι του Θεού. Είναι έκφραση της Εκκλησίας ως «γεγονότος», και όχι
της Εκκλησίας ως καθιδρύματος4 .
Θεωρώ ότι είναι απαραίτητο να αναφέρω σε αυτό το σημείο ότι στην
εποχή του αγίου Συμεών του Ν. Θεολόγου εμφανίστηκε ένα πρόβλημα, το
οποίο αφορά τις σχέσεις του πνευματικού πατέρα με την εκκλησιαστική ιε-
ραρχία. και το ερώτημα ήταν «ε[ι {αρα [ενδέχεται ε[ις μονάζοντας τινας [εξαγγέ-
λειν τας ]αμαρτίας α[υτ~ων ]ιεροσύνην μη {εχοντας» και ο άγιος αντιμετώπισε
αυτό το πρόβλημα στην πρώτη επιστολή περί εξομολογήσεως 5 . Κατά τον
άγιο Συμεών η εξουσία του «δεσμε~ιν και λύειν» δόθηκε αρχικά από τους α-
γίους αποστόλους στους αρχιερείς. Με την πάροδο του χρόνου από τους
αρχιερείς μετεβιβάστηκε στους ιερείς οι οποίοι «βίον {εχοντας {αμωμον και
χάριτος θείας [ηξιωμένους» 6 , οι οποίοι στη συνέχεια το κληροδοτήσαν στους
μοναχούς.
∆ύο ήταν οι σημαντικότεροι λόγοι που συνέβαλαν στην εξέλιξη της
μετάδοση του χαρίσματος στους μοναχούς. Πρώτον, η ραγδαία διάδοση του
χριστιανισμού και η αύξηση των χριστιανών. Και δεύτερον, η αλλοτρίωση
και η σχετικοποίηση της χριστιανικής ζωής των αρχιερέων και ιερέων 7 . Η

1
Αποφθέγματα, [αββ~α Αντωνίου 31, σ. 62.
2
Ευδοκίμοφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 378.
3
Ευδοκίμοφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, \ο.π., σ. 275. «ούτε η ηλικία ούτε το λειτούργημα δεν είναι κα-
θοριστικά». Ευδοκίμοφ, Π., «Η πνευματική πατρότητα», \ο.π., σ. 53.
4
Ware, K. (Επισ.), Η εντός ημών Βασιλεία, \ο.π., σ. 206.
5
Η επιστολή πρώτη περί εξομολογήσεως, εξεδόθη υπό K. Holl, [εν Enthusiasmus und Bussgewalt
beim Griechischen Monchtum, Leipzig 1898, σ. 110-127. και στα Ελληνικά Βλ. Συμεών του Νέου
Θεολόγου, Έργα, τομ Γ΄, επιμ. Φραντζόλας, Κ., [εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1990, σ. 423-
439.
6
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως, Έργα, τομ. Γ΄, 1, 11, σ. 432.
7
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 1, 13, σ. 434. Βλ. Χριστοφορίδου, Β., Η
πνευματική πατρότης κατά Συμεών τον νέον Θεολόγον, σ. 52. Ο π. Β. Καλλιακμάνης αναφέρει ότι και
στην εποχή της τουρκοκρατίας, λόγω της έλλειψης ικανών ιερέων, προτρέπονται αρχιερείς να δίδουν
ενταλτήριο γράμμα, ώστε να ασκούν το διακόνημα της πνευματικής πατρότητας και μοναχοί. Κατά
την γνώμη του, η πράξη αυτή αποτελεί συγκατάβαση για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών της
περιόδου αυτής και δεν μπορεί να γενικευθεί. Βλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), «Ο πνευματικός πατέ-
ρας» στο: Το μυστήριο της ιερωσύνης, πρακτικά Ζ΄ πανελλήνιου λειτουργικού συμπόσιο στελεχών
ιερών μητροπόλεων, Σεπτεμβρίου 2005, σ. 205-6.

34
ίδια ασθένεια όμως πρόσβαλε και τους μοναχούς, και έγιναν και αυτοί κατά
τον άγιο Συμεών «μοναχοί πάμπαν [αμόναχοι» 1 .
Πρέπει να τονίσουμε ότι ο άγιος Συμεών αναγνωρίζει ότι η εξουσία
της αφέσεως ανήκει στους ιερείς, αλλά όμως όχι σε όλους. Γιατί διακρίνει
μεταξύ αυτών που έχουν την εξ ανθρώπων χειροτονία και αυτών που είναι
υπό του Θεού προχειρισθέντες 2 . Αυτή η διάκριση έχει την ηθική έννοια και
όχι τη δογματική. Και στους άλλους πατέρες δεν αγνοείται η πραγματικότη-
τα ότι πολλοί χειροτονούνται χωρίς να έχουν τα απαραίτητα προσόντα ή χω-
ρίς να έχουν καθαρισθεί και θεραπευθεί. Γι’ αυτό κατά τον Ι. Χρυσόστομο
πολλές χειροτονίες «ο[υκ [απ`ο τ~ης θείας γίνονται χάριτος, [αλλ`α κα`ι [απ`ο τ~ης
τ~ων [ανθρώπων σπουδ~ης» 3 . Και βέβαια είναι γνωστή η Χρυσοστομική ρήση
ότι ο Θεός δεν χειροτονεί όλους, αλλά δια πάντων ενεργεί: «Πάντας μέν ]ο
Θεός ο[υ χειροτονε~ι, δι`α πάντων δ`ε α[υτ`ος [ενεργε~ι, ε[ι κα`ι α[υτο`ι ε@ιεν [ανάξιοι,
δι`α τ`ο σωθ~ηναι τ`ον λαόν» 4 . ∆ηλαδή η εκλογή και η χειροτονία ανάξιων
προσώπων δεν γίνεται κατ’ ευδοκία και θέληση του Θεού αλλά κατά ανοχή
και παραχώρηση Του. Η στάση του αγίου Συμεών πηγάζει από την πεποίθη-
ση του ότι ο ιερέας δεν ασκεί ανθρώπινο έργο, αλλά θεϊκή αποστολή και ο-
φείλει να έχει την άνωθεν κλήση και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος,
διότι διαφορετικά είναι ακατάλληλος για το έργο του Θεού 5 . Γι’ αυτό, το
δικαίωμα αυτό δίδεται υπό του Θεού μόνο σε όσους από τους επισκόπους,
ιερείς και μοναχούς συγκαταλέγονται μεταξύ των γνήσιων μαθητών του
Χριστού κατά την αγιότητα 6 .
Η εξουσία λοιπόν της αφέσεως κατά τον Συμεών δεν είναι προνόμιο
μίας καταστάσεως, αλλά απαιτεί την προσωπική αγιότητα και το φωτισμό
του Αγίου Πνεύματος 7 . Η αυστηρή κριτική του Συμεών του Ν. Θεολόγου,
καθώς και του κύκλου των μαθητών του δεν σημαίνει αμφισβήτηση ή υποτί-
μηση της θεσμικής διάστασης της Εκκλησίας, γιατί ο ίδιος ο άγιος έλαβε την
συμβουλή του πνευματικού του πατέρα, του Συμεών του ευλαβή και χειρο-
τονήθηκε ιερέας «δι`α τόν παρακολουθήσαντα τύπον» 8 . Αποσκοπεί στην α-
ναγέννηση της μοναχικής και ευρύτερα της εκκλησιαστικής ζωής και στην
καλλιέργεια του αγιοπνευματικού χαρίσματος της πνευματικής πατρότητας.
Οι θέσεις αυτές του Συμεών του Ν. Θεολόγου για την ικανότητα των μονα-
χών να ασκούν το διακόνημα της πνευματικής πατρότητας αμφισβητήθηκαν
έντονα, κυρίως ως προς το «δεσμε~ιν και λύειν».
Έτσι στον 12ο αιώνα ο κανονολόγος Βάλσαμων ξεχωρίζει καθαρά τη
διακονία του συμβουλεύειν από την εξουσία της αφέσεως, επιβεβαιώνοντας

1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 1,14, σ. 436.
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 1, 16, σ.438.
3
Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι ]ιερωσύνης 4,1, PG. 48,662.
4
Ιω. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα ε[ις τήν Β΄πρ`ος Τιμόθεον 1, PG. 62, 610.
5
Συμεών Ν. Θεολόγου,[ Ηθικός λόγος 6, SC. 129, 150. Πρβλ. Χριστοφορίδου, Β., Η πνευματική πα-
τρότης κατά Συμεών τον νέον Θεολόγον, ο\ .π., σ. 51.
6
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 14, σ. 436.
7
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 15, σ. 438.
8
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η Επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 1, 16, σ. 438.

35
και πάλι την κλασική παράδοση που αναθέτει στους επισκόπους και τους ιε-
ρείς τη διακονία της αφέσεως 1 .
Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης στις αποκρίσεις του ήταν πιο κατηγο-
ρηματικός. μόνο στους επισκόπους έδωσε ο Χριστός την εξουσία του λύειν
και δεσμε~ιν. «Κα`ι δ~ηλον ]ως κα`ι το~ις [αποστόλοις μόνοις το~υτο δέδοται παρ`α
Χριστο~υ το~υ Θεο~υ ]ημ~ων· τ~ων [αποστόλων δ`ε διάδοχοι ο]ι [επίσκοποι» 2 . Οι
πρεσβύτεροι μόνο και με την άδεια του Επισκόπου και κατ’ ανάγκη είναι δυ-
νατό να υπουργούν το Μυστήριο. Γράφει: «∆ι`ο ο[υκ {εχουσι τ~?η χειροτονία τ`ο
λύειν κα`ι δεσμε~ιν ο]ι πρεσβύτεροι, [αλλ’ ο]ι [επίσκοποι μόνοι. Προτροπ~?η μέντοι
τ~ων [επισκόπων {ητοι [εντάλματι κατ’ [ανάγκην, ]ως ο]ι κανόνες φασ`ι, δύναται
το~υτο κα`ι πρεσβύτεροι [ενεργε~ιν» 3 .
Σχετικά στο θέμα αν είναι δυνατό να υπουργεί αυτό το Μυστήριο από
τους μοναχούς απαντάει ο άγιος: «\ Οτι δ`ε κα`ι μοναχο~ις μ`η ]ιερωσύνην {εχουσι
παρ’ [αρχιερέων [εδόθη τ`α τ~ης μετανοίας, διενεργε~ιν, κα`ι δέχεσθαι λογισμο`υς,
{ηκουσται μ`εν κα`ι ]ημ~ιν, [αλλ’ ο[υκ [αναγκα~ιον \ολως δοκε~ι, [επε`ι χρεία τ~?ω δεχο-
μέν?ω λογισμο`υς, κα`ι ε[υλογε~ιν, κα`ι ε[υχ`ην [επιλέγειν, κα`ι μεταδιδόναι τ~ων μυ-
στηρίων το~ις χρ?ήζουσι, κα`ι ]απλ~ως ε@ιναι ]ιερέα» 4 . Τελικά η απάντηση του Α-
γίου είναι οριστική: «Ε[ι ο@υν [επ`ι πρεσβυτέρ?ω τοσαύτη ]η προσοχ`η κα`ι δια-
ταγ`η παρ`α τ~ων κανόνων, π~ως {αρα τούτ?ω δοθήσεται, ]ιερωσύνην μ`η κεκτημέ-
νω; ∆ε~ι γ`αρ τ`ον [εξομολογήσεις δεχόμενον κα`ι ε[υλογε~ιν, κα`ι ε[υχ`ην συγχω-
ρήσεως [επιλέγειν, κα`ι συγχωρε~ιν, κα`ι [επιτιμ~?αν, κα`ι τ~ων θείων κοινωνε~ιν μυ-
στηρίων το`υς [αξίους. Κα`ι π~ως [ενεργήσειε τα~υτα ]ο μ`η κεκτημένος ]ιερωσύ-
νη;» 5 .
Ο πνευματικός πατέρας δεν είναι απλά μόνο δάσκαλος που διδάσκει,
αλλά αυτός που γεννά με το λόγο. Ο ζωντανός αυτός λόγος εργάζεται την
πνευματική αναγέννηση των πιστών 6 . Ο Απόστολος Παύλος είναι κατ’ εξο-
χήν πνευματικός πατέρας, γιατί με το Ευαγγέλιο γέννησε πλήθη πνευματι-
κών τέκνων χριστιανών και με το κήρυγμα αλλά και τη ζωή του, αναδείχθη-
κε γνήσιος πνευματικός πατέρας 7 . Ο πνευματικός πατήρ μεταβιβάζει το
Πνεύμα στους μαθητές του, όπως άλλοτε ο προφήτης Ηλίας στον μαθητή του
Ελισαίο. Κατά τον άγιο Παλαμά μόνο στους ανθρώπους έδωσε ο Θεός τη
δυνατότητα να γίνεται ο αόρατος λόγος του νου αισθητός με την ακοή, ώστε
με αυτό ο Θεός να μας οδηγεί προς την πίστη, και αυτό δεν υπάρχει ούτε

1
Βλ. Ευδοκίμοφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 370. Βαλσάμωνος, Θ.,[ Απόκρισις ε[ις τ`ην ΚΑ΄ [ερώτησιν
Μάρκου[ Αλεξανδρείας, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων και ιερών Κανόνων, τομ. 4,
σ. 464. «]ιερωμένος δ`ε μοναχός, }η πολλ~?ω πλέον [ανίερος, παρ`α γνώμην ε[ πισκόπου τ~?ω Θε~ω
? καταλάσ-
σειν ο[υ δύναται τ`ον [εξαγορεύσαντα».
2
Συμεών Θεσσαλονίκης,[ Απόκρισις ε[ις ΙΓ΄ [ερώτησιν, PG. 155, 861.
3
Συμεών Θεσσαλονίκης,[ Απόκρισις ε[ις ΙΓ΄ [ερώτησιν, PG. 155, 861.
4
Συμεών Θεσσαλονίκης,[ Απόκρισις ε[ις ΙΓ΄ [ερώτησιν, PG. 155, 864BC.
5
Συμεών Θεσσαλονίκης, ∆ιατ[ι {ενταλμα δίδοται, κεφ. ΣΝ΄, PG. 155, 468. ή Τα Άπαντα, Περ`ι τ~ης
τελετής τ~ων ]ιερ~ων χειροτονι~ων, κεφ. 93 , σ. 204.
6
Βλ. Ζάχαρου, Ζ., (Αρχιμ.), Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, [εκδ. Ι.Μ. Τιμίου Προ-
δρόμου, Εσσεξ Αγγλίας 2000, σ. 192. «Οι πνευματικοί πατέρες γίνονται φορείς του λόγου του Θεού,
τον μεταδίδουν προς ο[ικοδομ`ην τ~ης χρείας του λαού και πληροφορούν με χάρη τις καρδιές τ~ων α [ κου-
οντων. Ο ζωντανός αυτός λόγος εργάζεται την πνευματική αναγέννηση των πιστών».
7
Καλλιακμάνης, Β, (Πρωτ.), Η πνευματική πατρότητα κατά τον Απόστολο Παύλο, ανατ. από τον τόμο
Καιρός της επετηρίδας του τμήματος θεολογίας της θεολογικής σχολής του Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη
1994, σ. 669. Πρβλ. 1Κορ. 4,15-16.

36
στους αγγέλους 1 . Χαρακτηριστικά είναι η έκφραση του Αγίου Συμεών Ν.
Θεολόγου προς το τέκνο του «Συνέλαβόν σε δι`α διδασκαλίας,…» 2 . Ο λόγος
έχει μεγάλη σπουδαιότητα στο μοναχικό βίο, όπου η κατάσταση του μοναχού
με την είσοδο του στη ζωή αυτή να θεωρείται ως δεύτερο βάπτισμα· «∆ευτέραν
{ηδη συνθήκην πρ`ος Θε`ον [εποιήσω· τ`ην πρώτην, ε[ις τ`ον παρόντα βίον
ε[ισερχόμενος· τ`ην δευτέραν, πρ`ος τ`ο τέλος το~υ παρόντος βίου ε[ πειγόμενος»3 .
Σύμφωνα με την τάξη το μέσο με το οποίο ο [αββ~ας μεταδίδει στους μαθητές
του το Πνεύμα είναι «ο λόγος» 4 .
Τα στοιχεία από τα Αποφθέγματα δείχνουν ότι τα λόγια του [αββ~α απολαμ-
βάνουν μία ειδική αυθεντία που αναγκάζουν το σεβασμό, την προσοχή, και την
υπακοή5 , και από τους άμεσους μαθητές ενός [αββ~α και από τους επισκέπτες και
άλλου που τον συμβουλεύτηκαν για κάποια περίπτωση6 . Πολλές είναι οι περι-
πτώσεις και τα παραδείγματα στα Αποφθέγματα όπου παρακαλεί ο μαθητής
τον ]αββ~α λέγοντας: «ε[ιπέ μοι λόγον, \ινα σωθ~ω» 7 . Ο λόγος μεταφέρει την
θεία δύναμη και είναι πηγή αναγέννησης και δημιουργία 8 . Είναι το Πνεύμα
του Θεού που μιλάει δι’ αυτού 9 . Αυτή την πεποίθηση πρέπει να την έχουν
και οι δύο. Πρώτα ο πνευματικός πατέρας, να πιστεύει ότι παραλαμβάνει
από τον Θεό τα κατάλληλα λόγια για κάθε άνθρωπο. Είναι χρήσιμο να ανα-
φέρω με ποια νοοτροπία έζησε ένας σύγχρονος πνευματικός πατέρας, ο γέ-
ρων Πορφύριος, που έχει γράφει: «Εγώ όλα τα αποδίδω στον Θεό για τη δόξα
Του. Πιστεύω για τον εαυτό μου ότι είμαι μια παλιοσωλήνα σκουριασμένη,
που όμως διοχετεύεται το ύδωρ το ζων το πεντακάθαρο, γιατί πηγάζει απ’ το
Πνεύμα το Άγιον. Όταν διψάσεις πολύ, δεν σκέπτεσαι αν η σωλήνα, που το
νερό περνάει, είναι πλαστική, μεταλλική, σκουριασμένη. Σ’ ενδιαφέρει το νε-
ρό…Ο κόσμος έρχεται σε εμένα τον ταπεινό. ∆εν έχει τίποτα να πάρει από μέ-
να. Εγώ δεν έχω τίποτα, ο Χριστός μόνο έχει το παν»10 . Ένας άλλος γεγονός
τον αναφέρω από τον βίο του αγίου Εφραίμ, οι επισκέπτες και οι ακροατές
1
Γρηγορίου Παλαμάς, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 63, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 157
(317).
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Επιστολή 3, 1-3, εκδόθηκε από: Krivochéine, B., στο Μέσα στο φως του Χρι-
στού, \ Ο.π., σ. 128.
3
Θεολήπτου Φιλαδέλφειας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 5 (146). Πρβλ.
Ευδοκίμοφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 29. και Θεόδωρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 1, Φιλο-
καλία Α΄, σ. 304 (Β΄, 12). Μεταξύ εξομολόγου και εξομολογούμενου δημιουργείται σχέση πατρός
προς γιό. Βλ. Συμεών Ν. Θεολόγου,[ Επιστολή 3, σ. 647-648.
4
Μουρατίδη, Κ., Η μοναχική υπάκουη εν τη αρχαία εκκλησία, \ο.π., σ. 52 Βλ. Ζαχάρου, Ζ., \ο.π., σ.
197. «Ο πνευματικός είναι προπαντός οικονόμος του λόγου του Θεού».
5
«Τέκνο μου, το~υ λαλο~υντός σοι τον λόγον το~υ Θεο~υ μνησθήση νυκτός και ημέρας, τιμήσεις δ`ε αυτόν
ως κύριον. \ Οθεν γ`αρ η κυριότης λαλε~ιται, [εκε~ι Κυριός [εστιν». ∆ιδαχή τ~ων δώδεκα Αποστόλων ∆΄,1,
ΒΕΠΕΣ 2, 216.
6
Gould, G., The Desert father on monastic community, Clarendon Press, Oxford 1999, σ. 37.
7
Βλ. Ευσέβιος, Β, (Αρχιμ). «Ο Λόγος των πατέρων της ερήμου», στο Θεολογία, τομ. 43, τευχ. 3-4, σ.
585
8
Η άποψη αυτή έχει τη ρίζα της στην Π.∆, ο Θεός δημιουργεί το σύμπαν δια του λόγου αυτού (Γεν.
1,3 και Ψλ. 32,9). Και στην Κ.∆. «Ο Λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιω. 1,14), ο λόγος
του Θεού έχει την αναγεννητική του δύναμη (Λκ. 8,2), ο λόγος του Θεού ζωοποιεί (Μτ. 4, 4), και ο
λόγος του Κυρίου είναι πνεύμα και ζωή (Ιω. 6,63). Βλ. Μαντζαρίδου, Γ., Ο λόγος του Θεού ε[ις την
Αγίαν Γραφήν, Θεσσαλονίκη 1972. Πρβλ. Μουρατίδη, Κ., Η μοναχική υπακοή εν τη αρχαία εκκλησί-
α, \ο.π., σ. 52-53.
9
Μκ. 13,11
10
Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, Ι.Μ. Χρυσοπηγής, Χανία 2003, σ. 507.

37
του είχαν μια παρατήρηση όταν κηρύττει ο άγιος ότι: «[εκ Πνεύματος ]αγίου
[εστί τα [εκπορευόμενα δια χειλέων του Εφραίμ» 1 .
Η αλήθεια δεν είναι εκείνος που ομιλάει, δηλαδή ο πνευματικός, αλλά
ο Θεός που ενεργεί δια μέσω του 2 . Από την άλλη πλευρά ο υποτακτικός
πρέπει να θεωρεί τις διαταγές και συμβουλές του πνευματικού πατέρα ως
φωνή και θέλημα του Θεού και έτσι θα μπορεί να ζει χωρίς να κινδυνεύει να
κατηγορηθεί από τον καθένα 3 . Οι νηπτικοί Πατέρες όταν ήξεραν ότι η επι-
σκέπτες τους δεν ρωτάνε για την ίδια τους οικοδομή σιωπούσαν και δεν έλε-
γαν τίποτα 4 . Το παράδειγμα με τον [αββ~α Φήλικο είναι σαφές. Όταν τον πα-
ρακάλεσαν οι αδελφοί να πει κάτι είπε: τώρα δεν υπάρχει λόγος, όταν ρώτη-
σαν οι αδελφοί τους γέροντες και έπρατταν όσα τους έλεγαν, ο Θεός τους
χορήγησε τη δύναμη να ομιλήσουν. Τώρα όμως, επειδή ερωτούν αλλά δεν
πράττουν όσα ακούν, πήρε ο Θεός τη χάρη από τους γέροντες. Και δεν ευρί-
σκουν τι να λένε, επειδή δεν υπάρχει εκείνος που θα πράξη 5 .
Ο πνευματικός πατέρας στα ασκητικά γραμματεία είναι μια χαρισμα-
τική μορφή, ο ρόλος του είναι άσχετος προς οποιοδήποτε λειτούργημα κληρι-
κού. O ουσιώδης όρος για ένα πνευματικό πατέρα είναι να γίνει ο ίδιος πνευ-
ματικός, χαρισματικός 6 . Μπορεί να ασκεί την καθοδηγητική και συμβουλευτι-
κή διακονία ανεξάρτητα από την μυστηριακή δύναμη του δεσμε~ιν και λύειν το
αμάρτημα. Γράφει ο πατήρ Ραντοβίτς: «Όταν το αξίωμα αρχίσει να πνίγει τα
χαρίσματα και να διεκδικεί την εξουσία επί του σώματος του Χριστού, η οποία
ανήκει μόνο στο Θεό, τότε το αξίωμα γίνεται απαξία και η Εκκλησία του Θεού
ένας εκβιασμός των ανθρωπίνων συνειδήσεων, ένα ίδρυμα του αιώνος τούτου.
Μέσα σε ένα τέτοιο ίδρυμα δεν φανερώνεται πλέον το πρόσωπο του Θεού,
διότι δεν υπάρχει δυνατότητα να αναδεχθούν οι χαρισματούχοι του Θεού»7 .

Ο Χριστός ανάγγελλε στους μαθητές του :«Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ


ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» 8 . Η Εκκλησία αποδέχεται αυτά τα τρία αξιώματα του Χρι-
στού, δηλαδή: το προφητικό (αλήθεια), το αρχιερατικό (ζωή), και το βασιλι-
κό (οδός) 9 . Αυτά τα τρία αξιώματα τα έδωσε ο Χριστός προς τους μαθητές

1
Αποφθέγματα, Αγίου Εφραίμ 2, σ. 218.
2
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 180, Φιλοκαλία Α΄, σ. 122 (158).
3
Καλλίστου και Ιγνατίου, Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 211
(Ε΄, 34). «Οι άγιοι και οι Προφήτες δίνουν συμβουλές κατά την καρδίαν αυτού που ρωτά». Σαχαρώφ,
Σ., (Αρχιμ.), Αγώνας θεογνωσίας, \ο.π., σ. 267.
4
Βλ. Αποφθέγματα, α [ ββ~α Θεόδωρου του της Φέρμης 3, σ. 264, Πρβλ. Βίττη, Ευσεβίου (Αρχιμ.), «ο
λόγος των Πατέρων της Ερήμου» στο Θεολογία, τομ 43, τευχ. 3-4, σ. 590.
5
Αποφθέγματα, [αββ~α Φήλικος, σ. 742. Άλλο παράδειγμα με τον α [ ββ~α Άρη. Όταν τον ρώτησε ο
[αββ~ας Αβραάμ γιατί ορίζει σ’ολους τους αδελφούς ελαφρό ζυγό, ενώ σ’ ένα επιβάλλει βαριά φορτία
του έλεγε: οι αδελφοί έρχονται να ζητήσουν, έτσι και φεύγουν. Αυτός δε έρχεται να ακούει λόγω για
χάρη του Θεού. Γι’ αυτό και εγώ του λαλώ το λόγο του Θεού. Αποφθέγματα, [αββ~α Άρη, σ. 150.
6
Ευδοκιμώφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 378.
7
Ραντοβίτς, Αμφίλ., (Ιερμο.), «Ο πνευματικός ως χαρισματούχος», στην Ενορία, τευχ. 512· 513, 1972,
σ. 54.
8
Ιω. 14,6.
9
Σταυρόπολου, Α., Επιστήμη και τέχνη της ποιμαντικής, [εκδ. Αρμός 1997, σ. 64. Επισημαίνει ο π. Β.
Καλλιακμάνης ότι «Τα τρία αξιώματα του Χριστού, του βασιλέα, αρχιερέα και προφήτη δηλώνουν ότι
ο Χριστός είναι πηγή της ισχύος, της θεραπείας και της διδαχής. Στο πρόσωπο του σαρκωμένου Λόγου
η ισχύς, η θεραπεία και η διδαχή δε διαχωρίζονται, αλλά συνενώνονται άρρηκτα ως χαρισματικές λει-

38
του όταν τους έστειλε μετά την ανάστασή Του λέγοντας: «πορευθέντες (οδός)
μαθητεύσατε (αλήθεια) πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες (ζωή) αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα
τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν
πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» 1 . Κατόπιν ο κάθε βαπτισμένος με το μυστήριο
του χρίσματος έχει περιβληθεί το τριπλό αξίωμα του βασιλείου ιερατεύματος,
δηλαδή το βασιλικό, το ιερατικό και το προφητικό αξίωμα 2 . Οι επαλείψεις του
χρίσματος συνοδεύονται από την φράση «Σφραγ`ις δωρε~ας Πνεύματος ]αγίου»
και συμβολίζουν τις γλώσσες της Πεντηκοστής 3 . Ο άνθρωπος με την δύναμη
του αγίου Πνεύματος ενδύεται Χριστόν, χριστοποιείται 4 . Γράφει ο άγιος Μα-
κάριος ο Αιγύπτιος: «\ Ωσπερ γ`αρ [επ`ι τ~ων προφητ~ων τ`ο χρ~ισμα @ην \ολων τιμιώ-
τερον, [επειδ`η ε[ις βασιλε~ις κα`ι προφήτας [εχρίοντο, ο\υτω ν~υν ο]ι πνευματικο`ι τ`ο
[επουράνιον χρ~ισμα χριόμενοι, γίνονται χριστιανο`ι κατ`α χάριν, \ωστε ε@ιναι
α[υτο`υς βασιλε~ις κα`ι προφήτας [επουρανίων μυστηρίων» 5 . ∆εν είναι λοιπόν τυ-
χαίο το γεγονός ότι στην καθολική Εκκλησία του Θεού ακόμη και ένα απλό
μέλος της, αποκτούσε πολύ συχνά το κύρος του πνευματικού και χαρισματού-
χου, του οδηγού των ψυχών, ενώπιον του οποίου έκυπταν και πατριάρχες, αρ-
χιερείς και βασιλείς 6 . Αυτό το προφητικό αξίωμα δίνει στον χριστιανό την ι-
κανότητα να ασκεί το λειτούργημα του πνευματικού πατρός εφόσον στην ορ-
θόδοξη Εκκλησία το όνομα των μεγάλων πνευματικών συνοδεύει συνήθως ο
τίτλος του προφήτου7 . Αυτοί οι χαρισματούχοι πνευματικοί πατέρες έχουν «το
χάρισμα της πύρινης προσευχής, της καρδογνωσίας και της διακρίσεως των
πνευμάτων και των σκέψεων. Πέρα από τα χαρίσματα, ως διορατικοί ιατροί
επιμένουν στον ορθό προσανατολισμό των ανθρώπινων ικανοτήτων» 8 .

τουργίες, που οικοδομούν το σώμα της Εκκλησίας». Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογικά πρότε-
ρα της ποιμαντικής, Λεντί?ω ζωννύμενοι Ι, [εκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 28.
1
Μτ. 28,19-20.
2
Όπως αναφέρει ο Παύλος Ευδοκιμώφ «ο προφήτης δεν είναι εκείνος που μαντεύει και προλέγει,
προφήτης είναι εκείνος που μπορεί να αισθάνεται το σχέδιο του Θεού μέσα στον κόσμο, εκείνος που
ερμηνεύει και αναγγέλλει την θέληση του Θεού, την αναπότρεπτη πορεία της χάριτος Του». Βλ. Η
ορθοδοξία, \ο.π., σ. 387.
3
Κανών 7, τ~ης εν Κωνσταντινούπολη Β΄. Οικ. Συνόδου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των
θείων και ιερών Κανόνων, τομ.2, [εκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 187. και Κανών 95,
Τ~ης [εν τ~ω Τρο~υλλω ΣΤ΄ Οικ. Συνόδου, τομ. 2, σ. 530.
4
Ευδοκιμώφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 383.
5
Μακαρίου Αιγύπτιου,] Ομιλία ιζ΄ Α΄. PG. 34, 624BC.
6
Ραντοβίτς, Αμφίλ., (Ιερμο.), «Ο πνευματικός ως χαρισματούχος», \ο.π., σ. 54.
7
Για παράδειγμα Ζηνών ο προφήτης και ο Ιωάννης ο μαθητής του αββά Βαρσανουφίου.
8
Ευδοκιμώφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 389.

39
2. Ο Θεός ως πρότυπο του έργου του πνευματικού πατρός:

Ι) Στην Άγια Γραφή:


α. Ο Θεός ως πρότυπο - πατέρα στην Π. ∆.
Η απόλυτη και συνολική αφιέρωση ενός πνευματικού πατέρα στην εργα-
σία του υπαγορεύεται με το αρχικό πρότυπο του Θεού που παρουσιάζεται ως
Πατέρας 1 . Μετά από τη δημιουργία του ανθρώπου, ο Θεός ανέλαβε την αγωγή
του ανθρώπου με την εκπαίδευση της ψυχής του Αδάμ. Συμμετείχε καθημε-
ρινά στη συνομιλία με αυτόν επειδή έπρεπε να οδηγήσει την ψυχή του 2 . Τα
απαγορευμένα φρούτα δεν αναφέρονται εξ αιτίας "του φθόνου της γνώσης", αλλά
ως σκοπός της ποιμενικής εκπαίδευσης, γράφει ο άγιος Παλαμάς ότι ο Θεός
«Προεισήνεγκε γ`αρ βουλ`ην [απαθανατίζουσαν, κα`ι προασφαλιζόμενος α { γαν,
τ`ην ζωοποι`ον συμβουλ`ην ο[ικείαν [εποίησεν [εντολήν· κα`ι προηγόρευσε φανερ~ως
κα`ι η[ πείλησε, θάνατον ε@ιναι διατεινάμενος τ~ης ζωούσης ε[ ντολ~ης τ`ην α
[ θέτησιν·
]ως α{ ν, η } φόβ?ω τ`ην το~υ θανάτου πε~ιραν φυλάξωνται» 3 . Έτσι
} πόθ?ω }η γνώσει η
ώστε ο άνθρωπος να γνωρίζει ότι υπόκειται επίσης στο νόμο και στην εντολή,
ακόμα και αν κυβερνά όλα τα ζώα. Ο φθόνος, ως κατάσταση της σχέσης είναι
αδιανόητος για το Θεό, ο οποίος, κατά τον άγιο Νείλο ο Ασκητή είναι «καθαρόν
φθόνου»4 .
Μετά την πτώση, εάν η εξουσία, η δύναμη και δικαιοσύνη είναι τα χαρα-
κτηριστικά του Θεού, η θεία ευσπλαχνία αποτελεί το ιδιάζον γνώρισμα του
Θεού Πατρός5 . Ο Θεός μετά την προπατορική αμαρτία δεν εγκατάλειψε τον α-
πειθή Αδάμ να μείνει χωρίς επιμέλεια, χωρίς φύλακα, ούτε τον στερεί από τη
βοήθειά του. ∆ημιουργεί γι’ αυτό το σκοπό νέους όρους ζωής, «τους δερμάτι-
νους χιτώνες»6 , έτσι ώστε αυτό που δεν τα κατάφερε ο άνθρωπος να επιτύχει στην
κατάσταση της άνεσης, δηλαδή στον παράδεισο, να μπορέσει να τα αποκτήσει μέ-
σω μίας νέας μορφής ζωής με τον κόπο και τον πόνο «εργασία, και μάχθ~?ω κελεύ-
σας πορίζεσθαι την τροφήν,..»7 . Επειδή δεν ωφελήθηκε ο Αδάμ από την κοινωνία
με τον Θεό για να θεραπεύσει την ψυχή του με τη συνομιλία του με Αυτόν, ανα-
γκάστηκε να υποβληθεί σε μία νέα μορφή μαθητείας που του δόθηκε από τον Θεό
εξαιτίας της μεγάλης θείας αγάπης Του8 . Αυτή η φροντίδα και περίθαλψη συνε-
χίζεται στην Π.∆. Ο λαός του Ισραήλ χαρακτηρίζεται ως «υιός του Θεού»

1
Η Βίβλος αποκαλύπτει ότι ο Θεός ουσιαστικά Πατέρας της Π.∆. αποκαλύπτει την αγάπη και την ε-
ξουσία του ζωντανού Θεού με τις εικόνες του Πατέρα. (Ησ. 54,5. Ως. 2,16).
2
«[ Εφοιτα μέν γάρ πρ`ος αυτόν ε[ις καθημερινήν ομιλίαν χρ?ήζοντα ψυχαγωγίας ερημί?α τ~ων παραμυθου-
μένων τ`ην [ακηδίαν [εθελοντής α[υτός ο Θεός», Νείλου Ασκητή, Περ`ι [ακτημοσ~υνης, PG.79, 988B.
3
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά..47, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 150 (310).
4
Νείλου Ασκητή, Περ`ι [ακτημοσύνης, κεφ. 46, PG. 79,1028A.
5
Bouga, Ioan., (Πρωτ.), Πατρότητα και ελευθερία: η ανάγκη και η πραγματικότητα της πατρότητας,
πρακτικά θεολογικού συνεδρίου «Ο Επουράνιος Πατήρ», Ι.Μ. Θεσσαλονίκη 1993, σ. 109.
6
«Κα`ι δερματίνος χιτώνας περιτίθησιν αυτ?~ω σκεπάζων τε άμα την τότε φανείσαν», PG. 79, 988BC. Βλ.
Νέλλα, Π., Ζώον Θεούμενον, [εκδ. Αρμός, 31992, σ. 47. Πρβλ. Γεν. 3,21.
7
Νείλου Ασκητή, Περ``ι [ακτημοσύνης, PG. 79, 1028A.
8
Νείλου Ασκητή, Περ`ι [ακτημοσύνης, PG.79, 988BC. Βλ. Κornarakis, C., The monastic life according
to saint Nilus the ascetic, Ανάτυπο από περιοδικού Γρηγορίου Παλαμάς, 1994, σ. 33.

40
και ο Θεός ως Πατήρ 1 . Και η σχέση μεταξύ τους παρουσιάζεται ως σχέση
πατρός-υιού 2 . Ο Ισραήλ ονομάζεται «υιός πρωτότοκος» 3 . Το επίθετο εδώ
έχει μεταφορική έννοια αλλά εκφράζει το μέγεθος της αγάπης του Θεού προς
τον εκλεκτό λαού Του. Η σχέση αυτή πατρός-υιού έχει λατρευτικό χαρακτή-
ρα. Η λατρεία του Θεού από τον Ισραήλ σημαίνει εξάρτηση από Αυτόν και
υποταγή προς το θέλημά Του. Γι’ αυτό ο Ισραήλ δεν αναλαμβάνεται από τον
Θεό ως θετός υιός, αλλά αναδεικνύεται ως πνευματικός υιός 4 . Αυτό συνάγε-
ται από το ρήμα γεννώ που έχει στην εβραϊκή γλώσσα την έννοια του ‘ανα-
τρέφω, μεγαλώνω κατά την ηλικία’, αλλά κυρίως έχει πνευματική έννοια 5 .
Ομοίως και οι πατέρες της εκκλησίας ερμηνεύουν τη σχέση Θεού-Ισραήλ
και χαρακτηρίζουν αυτήν ως υιοθεσία. Ο Μ. Βασίλειος λέγει «θέσει μέντοι
κα`ι χαρακτ~ηρί τινι υιοθετούμενοι [απ`ο το~υ [αληθινο~υ Θεο~υ, υ]ιο`ι θετο`ι κα`ι μ`η
[αληθινοί» 6 .
Η υιοθεσία αυτή ολοκληρώνεται στην Κ.∆. Ο Κύριλλος Αλεξανδρείας
βλέπει στην Π.∆. μία κατά χάρη σχέση πατρός-υιού, αλλά δέχεται ότι η αλη-
θινή και πνευματική αναγέννηση και υιοθεσία ανήκει στην «δια πίστεως τ~ης
[εν Χριστ~?ω». Γιατί μόνο σε αυτήν «τ~ης υιοθεσίας {ονομά τε και Πνε~υμα, κε-
χάρισται ο Θεός» 7 . Η υιοθεσία της Π.∆. ως τύπος της υιοθεσίας της Κ.∆. εί-
ναι «υιοθεσίας όνομα και ο[υχί Πνεύμα». Ο Θεός ονόμασε τον λαό Ισραήλ
υιό, απεικόνισε σε αυτόν το νέο λαό του Θεού, την εκκλησία του Χριστού,
στην οποία η σχέση πατρός-υιού έχει πραγματικό πνευματικό περιεχόμενο
και δεν είναι απλή τιμή και συμβολισμός. Αυτή η υιοθεσία πραγματοποιείται
δια της πίστης και του βαπτίσματος. Ο Μ. Αθανάσιος λέγει περί της πίστεως
και της υιοθεσίας «…μεγάλων [αγαθ~ων προμνήστρια γέγονεν η πίστη. Κέ-
κληνται γάρ δι’ α[υτ~ης ε[ις υιοθεσία Θεού, ε[ις μέθεξιν τε Αγίου Πνεύματος,
θείας τε φύσεως γέγονασι κοινωνοί…» 8 . Εξάλλου ο Μ. Βασίλειος λέγει περί
του βαπτίσματος και της υιοθεσίας «ε[ι γάρ αρχή μοι ζωής το βάπτισμα και
πρώτη ημερ~ων εκείνη ]η τ~ης παλιγγενεσίας ήμερα, δ~ η λον, ότι και φωνή
τιμιωτάτη πασ~ ω ν ή [ ε ν τ~ ? η χάριτ ι τ~ η ς υιοθεσίας έκφωνηθε~ισα... δι'ής τέ-
κνον [απεδείχθην Θεού,...» 9 .
Η υιοθεσία των πιστών δεν προσδιορίζεται μόνον εκ της πίστεως
ή του βαπτίσματος, άλλα και [ ε κ των δύο, γιατί και τα δύο ενεργούν κα-
τά τον ίδιο τρόπον και προς τον ίδιο σκοπό. Ο απόστολος Παύλος στην
επιστολή του προς Γαλάτας λέγει: « πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς
πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν

1
∆τ. 32,7. Ησ. 63,16. 64,7. Ιερμ. 3,19.
2
Βλ. Γαλάνη, Ιω., Η υιοθεσία, διατριβή επί διδακτορία, [εκδ. Πουρναρ~α, Θεσσαλονίκη, 1977.
3
Εξ. 4,22-23.
4
Γαλάνη, Ιω., Η υιοθεσία, \ο.π., σ.79.
5
Ο Θεός αποκαλύφθηκε ως πατέρα του Ισραήλ την ώρα της εξόδου, δείχνοντας ότι είναι προστάτης
και ο τροφός του. Με την ίδια έννοια χρησιμοποιήσει ο Απόστολος Παύλος αυτό το ρήμα στην επι-
στολές του (1Κορ. 4,15 και Φιλ. 10).
6
Μ. Βασιλείου, Κατά Ε[υνομίου, λόγος Ε΄, PG. 29,752A.
7
Κυρίλλου Αλεξανδρείας,[ Εξηγήσις ]υπομνηματική ε[ις τ`ον προφήτην Ησαϊαν, PG. 70, 17C.
8
Κυρίλλου Αλεξανδρείας,[ Εξηγήσις ]υπομνηματική ε[ις τ`ον προφήτην Ησαϊαν, PG. 70, 17C.
8
Μ. Αθανασίου,] Υπόμνημα ε[ις τούς Ψαλμούς, ΒΕΠΕΣ 32,311,12-15.
9
Μ. Βασιλείου, Περ`ι το~υ Αγίου Πνε~υματος, PG. 32,113Β.

41
ἐνεδύσασθε» 1 . Καταδεικνύεται έτσι πλήρως ή σχέση πίστεως βαπτίσματος
- υιοθεσίας. Η πίστη και το βάπτισμα κατά τον Μ. Βασίλειο είναι: «δύο
τρόποι της σωτηρίας, συμφυείς [ α λλήλοις και αδιαίρετοι. Πίστις μεν γάρ
τελειο~ υ ται δια βαπτίσματος, βάπτισμα δε θεμελιο~ υ ται διά της πίστε-
ως» 2 . Αυτή η υιοθεσία παρέχει κατά τον άγιο Μάξιμο, την υπέρ φύση
ουράνια γέννηση και την συνθέωση με τη χάρη του Πνεύματος. Η υιο-
θεσία αυτή φυλάγεται από εκείνους που έλαβαν την πνευματική γένε-
ση με την προαίρεση τους για την εργασία των εντολών και αποβολή
των παθών 3 .
Αν ήταν η εικόνα του πατέρας αυτή που χαρακτηρίζει τον Θεό και επι-
κρατεί, αυτό δεν αποκλείει να χρησιμοποιείται ακόμη η εικόνα και τα χαρα-
κτηριστικά της μητέρας στην μεταφορική τους έννοια για να εκφράσουν μια
θεϊκή εκδήλωση του Θεού. Ο Θεός συνάμα είναι Πατέρας και Μητέρας 4 . Στην
Παλιά ∆ιαθήκη ο Ισραήλ του δίνει το όνομα πατέρας και της μητέρας για να
εκφράσει τη σπλαχνική τρυφερότητα του Θεού και χρησιμοποιεί τον όρο ra-
hamim που σημαίνει τα μητρικά σπλάχνα. Στους Ψαλμούς υπενθυμίζει τη
σπλαχνική συγκίνηση που δοκιμάζει η γυναίκα για τα παιδιά της 5 . Στην Ησαΐα
αναφέρει πως ο Θεός, σαν μητέρα, παρηγορεί τον λαό Του6 · και αν βρίσκεται
μια μητέρα που θα ξεχάσει τον γιο των σπλάχνων της, Αυτός δεν θα ξεχάσει
ποτέ τον Ισραήλ 7 · σκεπάζει τον λαό Του όπως ο αετός σκεπάζει τα αετόπου-
λά του με τα φτερά του 8 . Στην Καινή ∆ιαθήκη χρησιμοποιεί ο Χριστός την
εικόνα της μητέρας για να εκφράσει την μητρική Του στοργή προς τους αν-
θρώπους όταν ήθελα να συγκεντρώσει τα παιδιά της Ιερουσαλήμ 9 .
Οι Πατέρες και συγγραφείς της Εκκλησίας εμπνεύστηκαν από την εικό-
να του Θεού ως πατέρας και μητέρας ταυτόχρονα και τις χρησιμοποίησαν στα
κείμενα τους για να εκφράσουν την πνευματική σχέση που υφίσταται με τα
πνευματικά τους τέκνα. Ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί τόσο της πατρότη-
τας όσο την μητρότητα για να περιγράφει την πνευματική σχέση του με τα τε-
κνά του. Στην πρώτη επιστολή του προς τους Θεσσαλονικείς αναφέρει την ει-
κόνα της μητέρας που θηλάζει και ανατρέφει τέκνα της για να εκφράζει την
στοργή, την φροντίδα και περίθαλψη των τέκνων της: «ἀλλ' ἐγενήθημεν ἤπιοι
ἐν μέσῳ ὑμῶν, ὡς ἂν τροφὸς θάλπῃ τὰ ἑαυτῆς τέκνα», λίγο παρακάτω αναφέρει
την εικόνα του πατέρα που εκπαιδεύει, ενθαρρύνει και κηρύττει τα παιδιά του:
«καθάπερ οἴδατε ὡς ἕνα ἕκαστον ὑμῶν ὡς πατὴρ τέκνα ἑαυτοῦ παρακαλοῦντες
ὑμᾶς καὶ παραμυθούμενοι» 10 . Στην επιστολή του προς Γαλατούς χρησιμοποιεί
την εικόνα της μητέρας που κοιλοπονά και πρόκειται να γεννήσει τα πνευματι-
κά παιδιά της, αυτή η γέννηση έχει ένα σκοπό, την μόρφωση του Χριστού

1
Γαλ. 3,26-27
2
Μ. Βασιλείου, Περ`ι το~υ Αγίου Πνεύματος, PG. 32,117B.
3
Μαξίμου Ομολογητού,] Ερμηνεία ε[ις τ`ο "Πάτερ ]ημ~ων" , Φιλοκαλία Β΄, σ. 189 (254).
4
Négrier, Armand, «Μητέρα» στο ΛΒΘ, σ. 661.
5
Ψλ. 24, 6· 115, 7.
6
Ησ. 66,13.
7
Ησ. 49, 15
8
∆τ. 32,10-11.
9
Μτ. 23, 37.
10
1 Θεσ. 2, 7· 11.

42
στους χριστιανούς: «τεκνία μου, οὓς πάλιν ὠδίνω, ἄχρις οὗ μορφωθῇ Χριστὸς ἐν
ὑμῖν» 1 . Στην πρώτη επιστολή του προς Κορινθίους ο απόστολος Παύλος πα-
ρουσιάζει στο ίδιο χωρίο την εικόνα της πατέρας και της μητέρας συνάμα·
«ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ' οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ
Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα» 2 .
Στον βίο του αββ~α Αρσένιου από του 11ου αιώνα αναφέρει ο συγγραφέ-
ας πως ο άγιος όταν μπήκε στον μοναστήρι του Αγίου Μάμα στην Κων/πόλη,
ήλθε μία ημέρα η μητέρα του στην πόρτα του μοναστηριού για να τον πείθει
για να γυρίσει στον κόσμο, εκείνος της απάντησε αναφέροντας πως ο ηγούμε-
νος, ο πνευματικός πατέρας του, έγινε ταυτόχρονα πατέρα και μητέρα για’ αυ-
τόν: «{εχω τόν [εμέ κατά πνε~υμα γεννήσαντα, [αφ’ ο#υ τό {αδολον θηλάζω καθ’
]εκάστην τ~ης το~υ Θεο~υ χάριτος γάλα, τόν [εμόν λέγω κατά Θεόν πατέρα, \ος καί
μήτηρ μου χρηματίσει τ~?ω πνεύματί με γεννήσας...» 3 . Στην νηπτική γραμματεία
αναφέρω διεξοδικά τα λόγια του Αγίου Συμεών Νέου θεολόγου προς τον ένα
πνευματικό τέκνο του είναι χαρακτηριστικά, αναφέρει όλα τα στάδια της
σωματικής εγκυμοσύνης από την σύλληψη μέσα στην κυοφορία και τελικά
με την γέννηση, και τα αναφέρει αντίστοιχα στο πλαίσιο της πνευματικής
γέννησης: «Συνέλαβόν σε δι`α διδασκαλίας, [ωδίνησα δ`ε σ`ε δι`α μετανοίας,
[απέτεκον σε δι’ [υπομον~ης πολλ~ης κα`ι [οδυν~ων κα`ι πόνων σφοδρ~ων κα`ι κα-
θημεριν~ων δακρύων, ε[ι κα`ι σ`υ ο[υδ`ε |εν τούτων [επέγνως γενόμενον παρ’
]ημ~ων» 4 .
Στα κείμενα της Φιλοκαλίας ο άγιος ∆ιάδοχος Φωτικής αναφέρει το
παράδειγμα της μητέρας όταν ομιλά για την «παιδευτική παραχώρηση» του
Θεού 5 . Η μητέρα που θηλάζει το βρέφος της, κάποτε το απομακρύνει από
την αγκαλιά της για να νιώθει ανασφαλές· και έτσι αναζητά με πολύ επιθυ-
μία να γυρίζει ξανά στην μητρική κόλπο. Ο Θεός και για εκπαιδευτικό ρόλο,
καλύπτει την χάρη του προσωρινά από τον πιστό για να αποκτήσει πνευμα-
τική πείρα και να τον καθοδηγήσει προς την πνευματική τελείωση. Αυτή την
εικόνα του Θεού θα την διευκρινίσουμε παρακάτω.
Τελικά, ένα σύγχρονο παράδειγμα, την απεικόνιση της πνευματικής πα-
τρότητας με την εικόνα της μητέρας τη χρησιμοποιεί και ο άγιος Σεραφείμ, ο
οποίος είπε για έναν ηγούμενο που λέγεται Αντώνιος: «Να είσαι μία μητέρα
για τους μοναχούς παρά ένας πατέρας. Κάθε ηγούμενος πρέπει να είναι και να
μένει πάντα, για το πνευματική του ποίμνιο μία συνετή μητέρα. Μία μητέρα
που αγαπά, δεν ζει για τον εαυτό της αλλά για τα παιδιά της· ανέχεται τις αδυ-
ναμίες των αδυνατών με αγάπη· καθαρίζει τους λερωμένους· τους πλένει απα-
λά, ειρηνικά· τους ντύνει με καθαρά και καινούργια ρούχα· τους βάζει υποδή-

1
Γαλ. 4, 19.
2
1 Κορ. 4, 15.
3
Βλ. Hausherr., I. Spiritual direction in the early Christian east,\ Ο.π., σ. 12. Το κείμενο αποδίδεται
στον Νικήτα Στηθάτο, τον μαθητή του αγίου Συμεών Νέου Θεολόγου και έχει εκδοθεί από τον π.
Hausherr στο: Un grand mystique byzantin. La vie de S. Syméon le Nouveau théologien par Nicetas
Stethatos, Orientalia Christiana 12, Rome 1928, σ. 61.
4
Συμεών Ν. Θεολόγου,[ Επιστολή 3, 1-3, εκδόθηκε από: Krivochéine, B., (Επισ.), Μέσα στο φως του
Χριστού, \ο.π., σ. 128.
5
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 86, Φιλοκαλία Α΄, σ. 264 (316).

43
ματα, τους περιβάλλει με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην ακούσει ποτέ από μέρους
τους κανένα παράπονο» 1 .

β. Ο Ιησούς Χριστός: Το Πρότυπο του «καλού ποιμένος» στην Κ. ∆.

Η Εκκλησία θέτει κυρίως τον ίδιο τον Ιησού Χριστό ως πρότυπο και
παράδειγμα για να εξαντληθεί από Αυτό τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να
λειτουργεί ο πνευματικός πατέρας. Γράφει ο άγιος Ησύχιος ότι «Παράδειγμα
τέλειο προς μίμηση και πρότυπο για το ανθρώπινο γένος και ανάκληση του
προπατορικού είναι ο Κύριος μας» 2 . Πρωτίστως θέλουμε να καθορίζουμε σε
τι ακριβώς εντοπίζεται το έργο του Χριστού και τι ήταν ο σκοπός της εναν-
θρώπισης του Λόγου του Θεού για να ορίζουμε σε τι οφείλεται ο πνευματικός
πατέρας να μιμείται τον Χριστό.
Το σχέδιο της θειας οικονομίας για τη σωτηρία του ανθρώπου ανάγεται
στην προαιώνια βουλή του Θεού. το σχέδιο προσφέρεται ως βάση για την ποι-
μαντική της Εκκλησίας. Ολόκληρο το μυστήριο της θειας οικονομίας αποβλέ-
πει στην λύτρωση του κόσμου 3 . Ο Χριστός ξεκινώντας το επίγειο έργο Του
διευκρίνισε την επιστολή του με το να θεραπεύσει και να απελευθερώσει τον
άνθρωπο: «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ' ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς
ἀπέσταλκέ με ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν, κηρύξαι αἰχμαλώτοις
ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει» 4 . Ο Χρι-
στός με την παρουσία Του έκανε πολλά θαύματα και θεράπευσε πολυποίκιλες
σωματικές ασθένειες, ανάστησε νεκρούς που είχαν αρχίσει να φθείρονται. Αν
ο Χριστός που δημιούργησε το σώμα και την ψυχή έδειξε τόση συμπόνια και
φροντίδα για να θεραπεύσει το σώμα το οποίο διαλύεται και φθείρεται, τότε
πόση φροντίδα και φιλανθρωπία αποδίδει στην ψυχή που είναι άφθαρτη και
κατ’ εικόνα του Πλάστης της. Γράφει ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος: «πόσ?ω
μ~αλλον τυφλότητα διανοίας κα`ι ψυχ~ης πάρεσιν κα`ι [αμελο~υς καρδίας ο[υκ [ιάσε-
ται κώφευσιν» 5 , από αυτά τα λόγια συνοψίσουμε ότι σε αυτά τα τρία συγκε-
ντρώνεται η θεραπεία που την προσφέρει ο Χριστός, στην θεραπεία της τυφλό-
τητας του νου, στην παράλυση της ψυχής λόγω των παθών και στην αμέλεια
της καρδιάς να καθαριστεί.
Ο άγιος Νικόδημος Αγιορείτης ενστερνίζεται στην ερμηνεία του αγίου
Χρυσόστομου που ερμηνεύει την παραβολή του καλού Σαμαρείτης 6 , παρου-
σιάζει τον Χριστό, ο καλός Σαμαρείτη, ως γιατρός και η Εκκλησία είναι το
πανδοχείο, δηλαδή το νοσοκομείο ή το πνευματικό ιατρείο «\οπου [ιατρεύει
[ π`ο τ`ον διάβολον»7 . Ο άν-
\ολους το`υς ]αμαρτωλο`υς \οπου πληγωθο~υν νοητ~ως α
θρωπος στην παραβολή είναι ο Αδάμ ή κάθε άνθρωπος αμαρτωλός. Ιερουσα-

1
Γκοραϊνώφ, Ειρήνη, Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, \ο.π., σ. 104.
2
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 12, Φιλοκαλία Α΄, σ. 143 (182).
3
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογικά πρότερα της ποιμαντικής, Λεντί?ω ζωννύμενοι Ι, σ. 24.
4
Λκ. 4, 18. Πρβλ. Ησ. 61, 1-2.
5
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 72, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 200 (279).
6
Λκ. 10, 33-35.
7
«[ιατρε~ιον γ`αρ ]ο ο@ικος ο@υτος ε\ στηκε πνευματικόν, \ινα, \απερ }αν λάβωμεν ε\ ξωθεν τραύματα, [εντε~υθεν
θεραπεύσωμεν». Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ε[ις τ`ο κατ`α[ Ιωάν.,] Ομιλία Β΄, PG. 59, 36. ΕΠΕ 12, 464.

44
λήμ από την οποία κατέβει, είναι ο παράδεισος και η αρετή. Ιεριχώ είναι ο κό-
σμος και η αμαρτία. Οι ληστές είναι οι δαίμονες, πληγές είναι τα πάθη. Σαμα-
ρείτης είναι ο Χριστός, έλαιον και οίνος είναι η φιλανθρωπία και η δικαιοσύ-
νη· κτήνος είναι η ανθρωπότης του Κυρίου, πανδοχεύς είναι ο απόστολος
Παύλος και οι λοιποί απόστολοι και οι διάδοχοι τους, αρχιερείς και ιερείς και
τα δυο δηνάρια είναι η παλαιά και νέα Γραφή 1 . Από την παραπάνω ερμηνεία
διαπιστώνουμε πως ο Χριστός είναι ο πραγματικός γιατρός των ψυχών και η
Εκκλησία είναι το νοσοκομείο που θεραπεύει τους ασθενείς από την αμαρτία
και οι επίσκοποι, οι διάδοχοι των αποστόλων είναι οι θεραπευτές του λαού του
Θεού.
Αυτή η θεραπεία κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας ταυτίζεται με την
θέωση, δηλαδή την αποκατάσταση της κοινωνίας με τον Θεό. Αυτό διαπιστώ-
νεται από πολλά στοιχεία των Πατέρων, πρώτα ο Μ. Αθανάσιος αναφέρει ότι ο
σκοπός της ενσάρκωσης του Λόγου του Θεού ήταν η θέωση του ανθρώπου.
Γράφει: «] Ο Θε`ος [ενηνθρώπησεν, \ινα ]ημε~ις θεοποιηθ~ωμεν» 2 . Αυτή την ιδέα
επαναλαμβάνεται στην όλη της νηπτικής παράδοσης. Ο άγιος Μάξιμος γράφει
ότι: «δι`α τ~ης [ιδίας σαρκώσεως, τ`ην ]υπ`ερ φύσιν χάριν δωρησάμενος τ~?η φύσει
τ`ην θέωσιν» 3 . Αυτή η θεραπεία, δηλαδή την θέωση, επιτυγχάνεται μόνο με την
ένωση του ανθρώπου με την θεότητα, δηλαδή με τον ενσαρκωμένο Λόγο του
Θεού, τον Χριστό: «]η γ`αρ πρ`ος τ`ον Θε`ον Λόγον \ενωσις, \ολην τ`ην φύσιν τ~?η
λύσει τ~ης κατάρας α [ νέρρωσεν, [απροφάσιστον ]ημ~ιν ποιησαμένη τ`ην πρ`ος τ`α
πάθη τα~ης γνώμης προσπάθειαν.] Η γ`αρ το~υ Λόγου θεότης, κατ`α χάριν [αε`ι συ-
νο~υσα το~ις ε[ις α[υτ`ον πιστεύουσιν, τ`ον [εν τ~?η σαρκ`ι νόμον τ~ης ]αμαρτίας [απομα-
κραίνει»4 . Ο Χριστός ως Θεός για να θεραπεύσει την ανθρώπινη φύση έπρεπε
να γίνει άνθρωπος, για’ αυτό προσέλαβε ολόκληρη την ανθρώπινη φύση εκτός
της αμαρτίας· «δι`α το~υτο, Θε`ος ]υπάρχων τέλειος κατ`α φύσιν ]ο το~υ Θεο~υ Λό-
γος, γίνεται τέλειος {ανθρωπος [εκ ψυχ~ης νοερ~ας κα`ι σώματος παθητο~υ κατ`α
φύσιν παραπλησίως ]ημ~ιν, χωρ`ις μόνης ]αμαρτίας συνεστώς»5 . διότι κατά την
έκφραση του αγίου Γρηγορίου Θεολόγου αυτό που δεν τον παίρνει ο Χριστός
δεν θεραπεύεται: «Τ`ο γ`αρ [απρόσληπτον, [αθεράπευτον· |ο δέ \ηνωται τ~?ω Θε~?ω,
το~υτο κα`ι σώζεται» 6 .
Η ενσάρκωση του Θεού αποδεικνύει, κατά τον άγιο Μάξιμο, την σοφία,
την δικαιοσύνη και την δύναμη Του ταυτόχρονα. Η σοφία του Θεού αποδει-
κνύεται από το ότι για να θεραπεύσει τον άνθρωπο έγινε αληθινά άνθρωπος
κατά φύση· «Τ`ον μ`εν τ~ης σοφίας λόγον [εν τ~?ω τρόπω τ~ης [ιατρείας φανερ`ον ]ο
Κύριος [εποίησε, χωρ`ις τροπ~ης κα`ι τ~ης ο]ιασο~υν [αλλοιώσεως, γενόμενος {αν-

1
Νικοδήμου Αγιορείτου, Χρηστοήθεια των χριστιανών, [εκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1974, σ.
295. Βλ. Ιωάννου Χρυσόστομος, Περ`ι μετανοίας,] Ομιλία Γ΄, PG. 49, 297-8. ΕΠΕ 30,154. Πρβλ. Ε[ις το
κατ`α[ Ιωάν.,] Oμιλία Β΄, PG. 59, 36. ΕΠΕ 12, 464.
2
Μ. Αθανασίου, Περ`ι τ~ης [ενανθρωπίσεως το~υ Λόγου, 54, PG. 25, 192 B.
3
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ε] κατοντάς έκτη 43, Φιλοκαλία Β΄, σ. 156
(218).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντάς πέμπτη 46, Φιλοκαλία Β΄, σ. 135
(195).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ε] κατοντάς έκτη 39, Φιλοκαλία Β΄, σ. 155
(217).
6
Γρηγορίου Θεολόγου, Πρ`ος Κληδονίον πρεσβυτέρου κατ`α Απολλιναρίου, Επιστολή Α΄(17), PG. 37,
181C. ΕΠΕ 7, σ. 182.

45
θρωπος» 1 . Ακόμη η ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού αποδεικνύει τη δικαι-
οσύνη Του εφόσον κατά την γέννησή Του πήρε φύση επιδεκτική παθημάτων.
Η δύναμη Του αποδεικνύεται από το ότι μέσο των παθών και θανάτου δη-
μιούργησε αιώνια ζωή και αμετάτρεπτη απάθεια για την ανθρώπινη φύση 2 . Η
θεραπεία του ανθρώπου επικεντρώνεται στο να μετατρέψει τις δυνάμεις της
ψυχής και να τις κάνει όπως τις έδωσε ο Θεός αρχικά στον Αδάμ όταν τον έ-
πλασε και του εμφύσησε πνοή ζωής 3 . Ο άγιος Μακάριος αναθέτει την ερώτη-
ση, ποια είναι η οικονομία της παρουσίας του Χριστού; Απαντά ότι ο σκοπός
ήταν η επιστροφή και η αποκατάσταση της ανθρώπινης φύσης στον εαυτό της.
ο Χριστός έδωσε, κατά τον άγιο, στην ανθρώπινη φύση το αξίωμα του πρωτο-
πλάστου Αδάμ, δηλαδή την κοινωνία και την θεωρία του Θεού, την θέωση 4 .
Η θεραπεία του ανθρώπου δεν διαπιστώνεται μόνο από το γεγονός της
ενσάρκωσης, αλλά παρουσιάζεται ακόμη μέσα στην διδασκαλία και τις εντο-
λές Του. Ο Χριστός μέσω των εντολών Του αποβλέπει στο να νομοθετούν και
να θεραπευτούν τα τρία μέρη της Ψυχής, δηλαδή ολόκληρη της ψυχής, γράφει
ο Φιλόθεος Σιναΐτης: «Α]ι μ`εν [εντολα`ι π~ασια το~υ θείου Ε[υαγγελίου, τ`ο τριμερ`ες
τ~ης ψυχ~ης δοκο~υσι νομοθετε~ιν κα`ι ]υγι`ες ποιε~ιν, δι’ #ων προστάττουσιν» 5 . Ο ά-
γιος Φιλόθεος αναφέρει εντολές από τα ιερά Ευαγγέλια με τα οποία γίνεται η
θεραπεία στα τρία μέρη της ψυχής, το θυμικό, το επιθυμητικό και το λογιστι-
κό 6 . ∆εν θα αναφέρω λεπτομερώς άλλα θα αρκεστώ να παρουσιάζω με συντο-
μία αυτά τα χωρία από το Ευαγγέλιο. Για το θυμικό μέρος ο Κύριος αναφέρει
το ρητό: «ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῇ ἔνοχος
ἔσται τῇ κρίσει» 7 . Για τον επιθυμητικό μέρος ο Χριστός προτρέπει το εξής:
«ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη
ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ» 8 . Και τελικά για το λογιστικό μέρος της
ψυχής ο Κύριος προτείνει το εξής: «ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ὀμόσαι ὅλως· ἔστω δὲ ὁ
λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ· καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ
ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος· Εἰσέλθατε διὰ τῆς στενῆς πύλης» 9 .
Ο Ευάγριος ο Ποντικός αναφέροντας στην επί του Όρους ομιλία του
Χριστού, ιδιαιτέρως στο έκτο κεφάλαιο 10 , μας καλεί την προσοχή στον Ιατρό
των ψυχών, δηλαδή τον Χριστό, πως δια της ελεημοσύνης θεραπεύει το θυμό
και με την προσευχή καθαρίζει το νου, ενώ με την νηστεία καταμαραίνει την
επιθυμία 11 . Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός ερμηνεύει τους Μακαρισμούς σε

1
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ε] κατοντάς έκτη 42, Φιλοκαλία Β΄, σ. 155
(217).
2
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντάς έκτη 40· 41, Φιλοκαλία Β΄, σ. 155
(217).
3
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 17, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 277 (∆΄, 56).
4
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 150, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 234 (314).
5
Φιλόθεου Σιναΐτης, Νηπτικ`α κεφάλαια 16, Φιλοκαλία Β΄, σ. 279 (Γ ΄, 19).
6
«]ο Χριστ`ος γ`αρ τ`ο τριμερ`ες τ~ης ψυχ~ης νομοθετε~ι δι`α τ~ων [εντολ~ων. Τ`ο δέ [εστι, θυμικόν, [επιθυμη-
τικ`ον κα`ι λογιστικόν». Φιλόθεου Σιναΐτης, Νηπτικ`α κεφάλαια 16, Φιλοκαλία Β΄, σ. 279 (Γ΄, 19).
7
Μτ. 5, 28.
8
Μτ. 5, 34.
9
Μτ. 5, 34· 37. 10, 37-38. 7, 13.
10
Μτ. 6, 1-8.
11
Ευάγριου Ποντικού, Περ`ι διακρίσεως παθ~ων κα`ι λογισμ~ων 3, Φιλοκαλία Α΄, σ. 45 (74).

46
δυο κεφάλαια 1 , παρουσιάζει πως οι Μακαρισμοί δείχνουν την πνευματική πο-
ρεία του ανθρώπου, την οδό της θέωσης, τον τρόπο με τον οποίο επιτυγχάνεται
η θεραπεία του.
Η θεραπεία της ανθρώπινης φύσης έγινε με την ενανθρώπιση του Λό-
γου του Θεού, και γι’ αυτό ο Χριστός είναι ο πραγματικός θεραπευτής και ια-
τρός του ανθρώπου και παράγοντας κάθε θεραπεία που την ασκεί ο πνευματι-
κός πατέρας. Ο Χριστός ακόμη στην ζωή Του και στην συμπεριφορά Του έδει-
χνε ένα ζωντανό παράδειγμα από τον οποίο μπορεί ο πνευματικός πατέρας να
μιμείται τον Χριστό και να εμπνευστεί από Αυτόν. Ο Χριστός ο ίδιος αυτο-
μαρτυρεί ότι είναι «ὁ ποιμὴν ὁ καλός» 2 που ήλθε για να «ζητῆσαι καὶ σῶσαι
3
τὸ ἀπολωλός» . Όχι μόνο αυτό, αλλά θυσιάζει τον εαυτό του υπέρ των
προβάτων 4 . Ασφαλώς εδώ ο Χριστός χρησιμοποιεί το πρότυπο του καλού
ποιμένος, του βοσκού, που είναι μία μεταφορά συγκεκριμένων ενεργειών από
τα άλογα στα λογικά πρόβατα και προδιαγράφει σε άλλο επίπεδο, το τι
ακριβώς περιμένει από κάποιον που ηγείται της λογικής ποίμνης του Χρι-
στού 5 .
Ο Χριστός ως διδάσκαλος ασκεί και ερμηνεύει τη χαρισματική εξουσία
ως σχέση προσφοράς και διακονίας 6 . Είναι ο ∆ιδάσκαλος και Κύριος, αλλά ο
ίδιος «νίπτειν το`υς πόδας τ~ων μαθητ~ων» του στο Μυστικό ∆είπνο 7 . Με την το-
ποθέτηση αυτή δεν αρνείται την έννοια της εξουσίας, αλλά την τοποθετεί σε
νέα βάση. Η ανάληψη του καθήκοντα της πνευματικής πατρότητας είναι ανά-
ληψη για ευθύνη, φροντίδα και διακονία και δεν πρόκειται για ανάληψη εξου-
σίας. Ο ίδιος ο διδάσκαλος διακονεί τους μαθητές του, χωρίς να παύει να είναι
ο ανώτερος τους· και οι μαθητές που διακονούνται από Αυτόν είναι εκείνοι
που ταυτόχρονα «ακολουθούν» τον διδάσκαλο 8 . Ο Χριστός δεν είναι μόνο ο
καλός ποιμήν, αλλά βεβαιώνει ότι είναι «ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» 9 .
Στον Ιερό Ευαγγέλιο πολλά είναι τα παραδείγματα που διευκρινίζουν
το έργο του πνευματικού πατέρα. Το παράδειγμα του αλιέως, οι απόστολοι
από ψαράδες που αλίευαν ψάρια έγιναν ψαράδες που αλίευσαν ανθρώπους 10 .
Επιπλέον οι εικόνες του γεωργού χρησίμευσαν και αυτές στους παραλληλι-
σμούς τους για τη σπορά και την καλλιέργεια της νέας ζωής 11 . Το αμπέλι και
οι εργάτες του αμπελώνα 12 . Ο ίδιος ο Χριστός χαρακτήρισε τον εαυτό του ως
την άμπελο την αληθινή 13 , τον Πατέρα Του ως τον γεωργό και τους αποστό-
λους ως κλήματα για να δείξει τον στενό σύνδεσμο μεταξύ τους, αλλά και την

1
Πέτρου ∆αμασκηνού,\ Οτι ]ο βουλόμενος τ`ας [εντολ`ας τηρ~ησαι [εκ το~υ θείου φόβου· Περ`ι τ~ης δευτέρας
[εντολ~ης, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 20-26 (84-91). Βλ. Μτ. 5, 1-12.
2
Ιω. 10,11.
3
Λκ. 19,10.
4
Ιω. 10,11· 3,16.
5
Σταυρόπολου, Α., Επιστήμη και τέχνη της ποιμαντικής, \ο.π., σ. 65.
6
Μτ. 20,25-28.
7
Ιω. 13,5 κ.εξ.
8
Μαντζαρίδη, Γ., Κοινωνιολογία του χριστιανισμού, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 41990, σ. 41.
9
Ιω. 14,6.
10
Μτ. 4,18-22.
11
Μτ. 13,4-23 και 1Κορ. 3,9.
12
Μτ. 21,33-46.
13
Ιω. 15,1-7.

47
αναμονή της καρποφορίας και την καταδίκη στο πυρ στην περίπτωση ακαρ-
πίας. Και ο Χριστός μετά την ανάστασή Του έθεσε ως τεκμήριο της αγάπης
του Πέτρου προς αυτόν να βόσκει τα πρόβατά Του 1 . Το κίνητρο της αναφο-
ράς του διδασκάλου προς τους μαθητές του είναι η αγάπη 2 . Και η αγάπη εκδη-
λώνεται με την ταπείνωση 3 . Έτσι το πρόσωπο του διδασκάλου προβάλλεται
στους μαθητές ως υπόδειγμα αγάπης και ταπείνωσης. Και η μίμησή Του πραγ-
ματοποιείται με την ανταπόκριση των μαθητών στην αγάπη και την ταπείνωση
που έδειξε σ’ αυτούς ο διδάσκαλος 4 .
Μετά από όσα ειπώθηκαν μπορεί να διαπιστώνει κάνεις ότι πολλές ει-
κόνες, παραβολές, παραδείγματα και πρότυπα στην Κ.∆. δεν κάνουν τίποτε
άλλο παρά να παρουσιάζουν μία εκδοχή για το πώς αντιλαμβανόμαστε το έρ-
γο της σωτηρίας του ανθρώπου και πως μπορούν να το ασκήσουν αυτοί που
αναλαμβάνουν ένα τέτοιο έργο.

ΙΙ) Στα κείμενα της Φιλοκαλίας και «η παιδαγωγική παραχώρηση του


Θεού» ως Πατρική εκπαίδευση.

Στη συνάφεια θα προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τη σχέση του Θεού


με τους ανθρώπους. Ο Θεός ως Πατέρα παιδαγωγεί τα τέκνα Του με πολλούς
τρόπους, μια από αυτούς αναγνωρίζεται από τους νηπτικούς Πατέρας ως η
«παιδαγωγική παραχώρηση» του Θεού, που δεν περιέχει ποτέ την έννοια της
τιμωρίας. Και στην συνέχεια, πως μπορεί ο πνευματικός πατέρας να εμπνεύσει
τον τρόπο, με το οποίο ασκεί την πνευματική πατρότητα και κατανοεί την α-
ληθινή έννοια των επιτιμίων και τα χρησιμοποίει ως «παιδαγωγικά μέτρα»·
αφού τα κείμενα της Φιλοκαλίας δεν αναφέρουν με άμεσο τρόπο το ρόλο και
τη σημασία των επιτιμίων, που αποτελούν μέσα, που τα χρησιμοποιεί ο πνευ-
ματικός πατέρας και αποβλέπει στην επανόρθωση και πλήρη αποκατάσταση
του μετανοούντος και όχι βέβαια στην απονομή νομικής τακτοποιήσεως και
τιμωρίας του κακού5 . Γιατί τα επιτίμια στην ορθόδοξη παράδοση δεν προσ-
λαμβάνουν την έννοια της τιμωρίας και της ποινής που θα ικανοποιήσει τη
θεία δικαιοσύνη, η οποία έχει προσβληθεί από τις αμαρτίες του ανθρώπου 6 . Ο
πνευματικός πατέρας μέσα από τα επιτίμια ως παιδαγωγικά μέτρα μπορεί να
ασκεί τις τρεις ιδιότητες, που τον χαρακτηρίζουν του πατέρα, του ιατρού και
του κριτή 7 .
Ο Θεός και δια της σχέσης Του με τον άνθρωπο τον παιδαγωγεί με διά-
φορους τρόπους. Αυτοί οι τρόποι ονομάζονται από τους ιερούς νηπτικούς Πα-

1
Ιω. 21,15,
2
Ιω. 13,34-35.
3
Φιλ. 2,7-8.
4
Ιω. 13,12-15.
5
Βλ. Σταυρόπολου, Χρ., Ποιμαντική της μετανοίας, [εκδ. Αποστολική διακονίας 21988, σ. 114.
6
Τρεμπέλα., Π., ∆ογματική ΙΙΙ, σ. 278. Πρβλ. Kαψάνη, Γ., (Αρχιμ.), Η ποιμαντική διακονία κατά τους
Ι. Κανόνες, 1976, σσ. 146-149.
7
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, [εκδ. Νεκτάριου Παναγόπουλου, Αθήνα 72004, σ. 65.
Πρβλ. Τρεμπέλα., Π., ∆ογματική ΙΙΙ, σ. 274. θα απασχολούμε με το θέμα των επιτίμων αρκετά στο
τέταρτο κεφάλαιο.

48
τέρες «παιδαγωγική παραχώρηση». Ο Θεός από τη μεγάλη αγάπη Του προς
τους ανθρώπους ως αγαθός Πατέρας και από τη φιλάνθρωπη και αγαθή Του
πρόνοια επιτρέπει να δοκιμαστούν με ποικιλίες δοκιμασίες και τιμωρίες 1 . Και
αφού ο άνθρωπος είναι αυτεξούσιος και ο Θεός σέβεται αυτή την ελευθερία
όπως λέγει ο άγιος ∆ιάδοχος «Για να μην είναι εντελώς δεμένο το αυτεξούσιο
του ανθρώπου με τα δεσμά της χάρης» 2 και εφόσον ο Θεός επιθυμεί να προο-
δεύει ο άνθρωπος πνευματικά και να ανέβει όλη την κλίμακα του Ιακώβ 3 · γι’
αυτό το λόγο επιτρέπει στον διάβολο να προξενήσει πόνους και τιμωρίες στον
άνθρωπο. Αυτό γίνεται για να βγάλει από την ψυχή του το σπόρο της κακίας,
δηλαδή την ηδονή. Και γίνεται αφορμή το μίσος της ηδονής να φέρει την επι-
στροφή στην αρετή σε όσους έφυγαν απ’ αυτήν θεληματικά4 .

α. Τα είδη της θείας εγκατάλειψης.


Ο Άγιος ∆ιάδοχος Φωτικής χρησιμοποιεί το παράδειγμα της μητέρας
που παιδεύει το βρέφος της για να δείξει ποιος είναι ο σκοπός της θείας εγκα-
τάλειψης 5 . Όταν το βρέφος δυστροπεί στο θηλασμό, το απωθεί λίγο από την
αγκαλιά της για να φοβηθεί από την παρουσία των άσχημων ανθρώπων. Και
έτσι με μεγάλο φόβο και δάκρυα επιστρέφει στη μητρική αγκαλιά. Με αντί-
στοιχο τρόπο οι χριστιανοί ως γνήσια τέκνα της χάρης του Θεού, γαλουχούνται
με την παιδαγωγική παραχώρηση για να φτάσουν να γίνουν άνδρες τέλειοι, με
πλήρη πνευματική ωριμότητα 6 . Έτσι με την παιδευτική παραχώρηση δεν στε-
ρείται η ψυχή διόλου από το θεϊκό φως, αλλά η χάρη κρύβει την παρουσία της
από το νου, για να εκθέτει κατά κάποιο τρόπο την ψυχή στην κακία των δαιμό-
νων, ώστε αυτή να ζητά με φόβο και πολλή ταπείνωση την βοήθεια του 7 . Ο
άγιος ∆ιάδοχος διακρίνει δύο τρόπους εγκατάλειψης: α) την παιδευτική παρα-
χώρηση και β) την παραχώρηση από αποστροφή του Θεού.
Η πρώτη παραχώρηση φέρνει μεγάλη λύπη και ταπείνωση και στη συ-
νέχεια μία μέτρια απελπισία στην ψυχή. Αυτό γίνεται για να οδηγείται η ψυχή
του ανθρώπου στην ταπείνωση. Αμέσως μετά όμως φέρνει φόβο Θεού και δά-
κρυα εξομολογήσεως στην καρδιά και μεγάλη επιθυμία για σιωπή. Σε αυτή την
περίπτωση οφείλει ο άνθρωπος να προσφέρει στον Θεό ευχαριστία και απολο-

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 83, Φιλοκαλία Β΄, σ. 106 (164).
2
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 85, Φιλοκαλία Α΄, σ. 263 (316).
3
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 85, Φιλοκαλία Α΄, σ. 263 (316). Βλ. Γεν. 28,12.
4
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντάς τρίτη 86, Φιλοκαλία Β΄, σ. 106 (164).
Βλ. Ζάχαρου, Ζ., Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, \ο.π., σ. 146. «Η άρση της χάριτος
ως θεοεγκατάλειψη είναι το στάδιο που πρέπει απαραίτητος να διέλθει ο άνθρωπος, για να ελευθερω-
θεί από την κατάρα της πτώσεως και της αμαρτίας. Είναι το μέσο που οδηγεί στη συνειδητοποίηση
του πνευματικού θανάτου όλων των απογόνων του Αδάμ και παρέχει τη δυνατότητα υπερβάσεως του
με την εκούσια αποδοχή του»
5
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 86, Φιλοκαλία Α΄, σ. 264 (316).
6
Εφ. 4,13. Βλ. Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ), Περ`ι προσευχής, Ι.Μ. Τιμίου προδρόμου, Εσσέξ Αγγλίας 1993,
σ. 150 «Η άρση της χάριτος και η εγκατάλειψη του ανθρώπου από τον Θεό αποτελεί δυνάμει χάρισμα
του αγίου Πνεύματος που οδηγεί στην δόξα της υιοθεσίας».
7
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 86, Φιλοκαλία Α΄, σ. 263 (316). Βλ. Ισαάκ ο Σύρος, Τα Ασκη-
τικά, Λόγος ΜΗ΄, σ. 198. «Τότε γ`αρ γινώσκουσιν, ο\ τε πρ~ωτον κωλύσας τ`ην ]εαυτο~υ δύναμιν [εξ α[υτ~ων,
α[ισθηθ~ηναι ποιήσει τ`ας α [ σθενείας τ~ης φύσεως, κα`ι τ~ης δυσχερείας τ~ων πειρασμ~ων, κα`ι τ~ης πονηρίας
το~υ [εχθρο~υ· κα`ι πρ`ος πο~ιον παλαιστ`ην {εχουσι, κα`ι ποίαν [ενδεδυμένοι φύσιν ε[ισί».

49
γία 1 . Ο σκοπός αυτής της παραχώρησης είναι να διαπαιδαγωγήσει την απαί-
δευτη γνώμη του ανθρώπου και να τον διδάξει ως αγαθός Πατέρας τη διαφορά
μεταξύ αρετής και κακίας2 . Η δεύτερη παραχώρηση οφείλεται στην αποστρο-
φή του Θεού, αφήνει την ψυχή να γεμίσει από απελπισία, απιστία, οργή και
υπερηφάνεια· και στην περίπτωση αυτή πρέπει να προσφέρει ακατάπαυστη ε-
ξομολόγηση των αμαρτημάτων της, αδιάκοπα δάκρυα και μεγάλη απομάκρυν-
ση από τους ανθρώπους. Για να μπορέσει με την αύξηση των κόπων να τον
συγχωρήσει ο Θεό, ώστε να επιβλέψει όπως και πριν στην καρδιά του 3 . Κατά
τον άγιο Γρηγόριο Σιναΐτη η αποβολή της χάρης προέρχεται από την ενέργεια
των παθών, ενώ η τέλεια στέρηση, από την διάπραξη των αμαρτημάτων 4 .
Κατά τον άγιο Μάξιμο, ο Θεός από την φύση Του είναι αγαθός και α-
παθής και αγαπάει όλους τους ανθρώπους εξίσου, γιατί όλα είναι δημιουργή-
ματά Του 5 . Αλλά ο Θεός ως αγαθός διαλέγει τον κατάλληλο τρόπο για τον κα-
θένα, για να τον θεραπεύει και να τον καθοδηγήσει προς την θέωση. Πρώτα
προσπαθεί να θεραπεύει με τους λόγους του, δηλαδή με τις εντολές Του. Αλλά
σε εκείνους που δεν έχουν τέτοια επιθυμία να θεραπεύονται με τις εντολές και
δεν έχουν τέτοιο έρωτα προς τα καλά· ο Θεός τους απομακρύνει από την κακία
και τους θεραπεύει με παιδαγωγικούς τρόπους· γράφει ο άγιος: «] Ο γ`αρ Θε`ος
]ως α
[ γαθός, σοφίας μ`εν λόγοις θεραπεύει το`υς θέλοντας· παιδείας δ`ε τρόποις,
το`υς πρ`ος [αρετ`ην δυσκινήτους [ι~αται»6 . Κατά τον άγιο Μάξιμο υπάρχουν τέσ-
σερις τρόποι με τους οποίους γίνεται η θεία εγκατάλειψη 7 :
1- Η οικονομική εγκατάλειψη του Χριστού που έγινε στο πάθος και σταύ-
ρωση Του, ώστε με την νομιζόμενη εγκατάλειψη να σωθούν οι άνθρω-
ποι, που είχαν εγκαταλειφθεί 8 . Ο Χριστός δεν εγκαταλείφτηκε από τη
Θεότητα του. Ο άνθρωπος ήταν ο εγκαταλελειμμένος και περιφρονημέ-
νος 9 .
2- Η προς δοκιμή, όπως έγινε με τον Ιώβ και τον Ιωσήφ, για να αναδει-
χθούν ο πρώτος υπόδειγμα ανδρείας, και ο άλλος υπόδειγμα σωφροσύ-
νης 10 .
3- Η πατρική παίδευση, όπως έγινε με τον Απόστολο Παύλο, για να δια-
φυλάξει με την ταπεινοφροσύνη την άφθονη χάρη 11 .

1
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 87, Φιλοκαλία Α΄, σ. 264 (316).
2
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 87, Φιλοκαλία Α΄, σ. 264 (316).
3
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 87, Φιλοκαλία Α΄, σ. 264 (316).
4
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 12, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 32 (178).
5
«Τ~ης α
[ γάπης κα`ι το~υ {ερωτος, α[υτ`ον δηλαδ`η τ`ον Θεόν, προβολέα, φασί, κα`ι γεννήτορα. Α[υτ`ος γ`αρ
τα~υτα [εν α[υτ~?ω {οντα, προήγαγεν ε[ις τ`α [εκτός, τουτέστι, περ`ι τ`α κτίσματα». Μαξίμου Ομολογητού,
Περ`ι θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντάς έβδομη 87, Φιλοκαλία Β΄, σ. 183 (248).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντάς πέμπτη 36, Φιλοκαλία Β΄, σ. 133
(193).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης ]εκατοντάς τέταρτη 96, Φιλοκαλία Β΄, σ. 51 (101).
8
Μτ. 27,46. Μκ. 15,34. Πρβλ. Σαχαρώφ, Σ., Περ`ι προσευχής, σ. 226-227. «Παράδειγμα και θεμέλιο
της ζωής αυτής είναι ο ίδιος ο κύριος, που ζούσε συγχρόνως την εγκατάλειψη, το πάθος, το θάνατο.
Αλλά και την αναφαίρετη θεία δόξα».
9
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, σπουδή στα κείμενα της Φιλοκαλίας, \ο.π.,
σ. 74.
10
Ιωβ. 40,8. και Γεν. 39,7-20.
11
2 Κορ. 12,7.

50
4- Η εγκατάλειψη λόγω αποστροφής, όπως των Ιουδαίων, ώστε με την τι-
μωρία να μαλακώσουν και να λυγίσουν σε μετάνοια.

Ο Άγιος Μάξιμος ονομάζει την «[επίπονη α{ισθηση» που δημιουργείται


στην ψυχή εκείνων που παιδαγωγούνται από τον Θεό με την «οργή του
Θεού» 1 . Η εγκατάλειψη του Θεού κατά τον άγιο Μάξιμο γίνεται σε δύο φά-
σεις, η πρώτη γίνεται με το να ενοχλείται ο υπερήφανος νους από τους δαίμο-
νες για να αποκτήσει επίγνωση του ιδίου του εαυτού του και συναίσθηση της
ασθένειας του 2 . Ακόμη για να γνωρίζει καλά τη θεία δύναμη και την χάρη που
τον σκεπάζει και τέλος, για να ταπεινωθεί και να απομακρυνθεί εντελώς από
τον υπερήφανο φρόνημα 3 . Με το είδος αυτό της θείας οργής δεν επιδιώκεται η
τιμωρία, αλλά ο σωφρονισμός, η παιδαγωγία, η μετάνοια και η αναγνώριση
της ανθρώπινης αδυναμίας και ασθένειας4 . Αν ο άνθρωπος δεν ταπεινωθεί με
αυτό τον τρόπο, τότε δέχεται την δεύτερη φάση, δηλαδή το σταμάτημα της χο-
ρηγίας των θείων χαρισμάτων. Ο Θεός αφαιρεί την ενέργεια των χαρισμάτων
και τον αφήνει έρημο από τη δύναμη που τον περιφρουρούσε πρωτύτερα 5 . Ο
άγιος επιβεβαιώνει ότι οι πολυποίκιλοι τρόποι της θειας εγκατάλειψης έχουν
ένα σκοπό που είναι η σωτηρία του ανθρώπου και αποδεικνύουν την αγαθότη-
τα του Θεού· «Σωτήριοι δ`ε πάντες ο]ι τρόποι υ] πάρχουσι κα`ι τ~ης θείας α
[ γαθότη-
6
τος κα`ι φιλανθρωπίας [ανάμεστοι» .
Ο Νικήτας Στηθάτος καθορίζει τις αιτίες που προκαλούν την εγκατά-
λειψη του Θεού για τον αγωνιστή στο εξής: της κενοδοξίας, της κατάκρισης
του πλησίον και της έπαρσης για της αρετές του 7 . Το αποτέλεσμα αυτής της
εγκατάλειψης είναι να πέσει ο άνθρωπος σε σαρκικές πτώσεις ή της γλώσσας
ή του λογισμού 8 . ∆εν πρόκειται να διαφύγει ο αγωνιστής από τη δίκαιη κατα-
δίκη γι’ αυτές τις πτώσεις μέχρι να διώξει την αιτία της εγκατάλειψης και να
καταφύγει στο ύψος της ταπεινοφροσύνης. Έτσι, με τη θεία εγκατάλειψη κα-
τανοεί ο άνθρωπος την αδυναμία του, να μην κρίνει τους αδελφούς, να μην έ-
χει φρόνημα υψηλότερο απ’ ότι πρέπει, ούτε να έχει πεποίθηση για τον εαυτό
του και τα έργα του. Έτσι καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η θεία εγκατάλειψη
και η πτώση του είναι δική του και οφείλεται σε αυτόν.
Ο άγιος Θαλάσσιος θεωρεί τη διαπαιδαγώγηση με πειρασμούς ως μια
«Ράβδο νοητή» που διδάσκει αυτόν που επαίρεται μέσα στην ανοησία του να

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντ`ας πέμπτη 9, Φιλοκαλία Β΄, σ. 128 (187).
Οφείλει να τονίσουμε ότι οι εκφράσεις των θεοπνεύστων συγγραφέων της Αγίας Γραφής ή τα εκκλη-
σιαστικά κείμενα, που αναφέρονται σε εμπάθεια καταστάσεις του θείου, γίνονται από συγκατάβαση
στην ανθρώπινη αδυναμία. Ο Θεός υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη νόηση και γνώση. Τα θεία ονόματα
είναι ενδεικτικά και αδυνατούν να εκφράσουν την υπερβατική πραγματικότητα του Θεού». Βλ. Καλ-
λιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, σπουδή στα κείμενα της Φιλοκαλίας, \ο.π., σ. 71.
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντ`ας πέμπτη 9, Φιλοκαλία Β΄, σ. 128 (187).
3
Βλ. Ζάχαρου, Ζ., Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, σ. 141. «Ο ουσιωδέστερος και
σημαντικότερος λόγος για την εγκατάλειψη του Θεού είναι η περηφάνια και κενοδοξία».
4
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, σπουδή στα κείμενα της Φιλοκαλίας, [εκδ.
Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1993, σ. 73.
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντ`ας πέμπτη 10·17, Φιλοκαλία Β΄, σ. 128-
129 (187).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης ]εκατοντ`ας τέταρτη 96, Φιλοκαλία Β΄, σ. 51 (101).
7
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικών κεφαλαίων 47, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 283 (∆΄, 64).
8
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικών κεφαλαίων 47, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 283 (∆΄, 65).

51
ταπεινοφρόνει 1 . Με την ίδια έννοια ερμηνεύει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης το
νόημα της «ράβδου και βακτηρίας» που αναφέρονται στο ψαλμό 2 . Θεωρεί ότι
αυτός ο προφητικός λόγος δείχνει στην κρίση και την πρόνοια του Θεού. Γιατί
όταν κρινόμαστε από τον Κύριο με την παιδαγωγική ράβδο, αυτό γίνεται για
την επιστροφή μας σε Αυτόν· «Κρινόμενοι γ`αρ ]υπ`ο Κυρίου τ~?η ]ράβδ?ω τ~ης παι-
δείας πρ`ος [επιστροφ`ην παιδευόμεθα» 3 .
Κατά τον άγιο Ιωάννη Καρπάθιο, για το ίδιο σκοπό γίνεται η παραχώ-
ρηση του Θεού, για να ταπεινωθεί ο άνθρωπος, και η αιτία της παραχώρησης
είναι η οίηση. Ο Άγιος παραπέμπει σε ένα γεγονός από το Ευαγγέλιο, όπου ο
Πέτρος παίρνει στα χέρια του τα κλειδιά της Βασιλείας των ουρανών 4 και κα-
τόπιν πέφτει στην άρνηση του Κυρίου 5 , για να ταπεινωθεί το φρόνημά του 6 .
Στην Αγία Γραφή συναντούμε το παράδειγμα υπομονής του Αποστόλου Παύ-
λου, που υπέφερε πάρα πολύ από σωματικούς πόνους, γρήγορα όμως κατάλα-
βε ότι η ταπείνωση που προέρχεται από αυτούς, φυλάσσει τους θείους θησαυ-
ρούς της ψυχής 7 . Έτσι οι πειρασμοί λειτουργούν σαν χαλινάρι στην ανθρώπινη
οίηση και έρχονται από την πρόνοια του Θεού.

β. Η θεία εγκατάλειψη ως ένδειξη αγάπης του Θεού.


Ο άγιος Ιωάννης Καρπάθιος στο «Παρηγορητικό λόγο» διευκρινίζει ότι
το παιδαγωγικό έργο του Θεού σαν ουράνιου Πατέρα και Παιδευτή 8 οφείλεται
στη υπεραγάπη Του προς τον άνθρωπο. Τον θλίβει και τον καταπονεί με διά-
φορους πειρασμούς και τον πληγώνει με απροσδόκητες συμφορές «\ινα μ`η
\απερ βούλει τ~?η [ανοήτ?ω καρδί?α, τα~υτα πάντως κα`ι ε[ις {εργον [εκφέρη» 9 . Και αν
ο άνθρωπος δέχεται τις δοκιμασίες που τις στέλνει ο Θεός με ταπεινότητα και
δεν φουσκώνει από μάταιη έπαρση, αλλά δείχνει κατάνυξη στην καρδιά και
θεωρεί τον εαυτό του αχρείο δούλο 10 · τότε τέλος όλων των πειρασμών είναι
χαρά επουράνια, απόλαυση ανεξήγητη, δόξα ανεκλάλητη και αγαλλίαση ακα-
τάπαυστη 11 .

1
Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ε] κατοντ`αδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι ]εγκρατείας 37, Φιλοκαλία Β΄, σ. 225
(293).
2
Ψλ. 22,4.
3
Γρηγορίου Σιναΐτη, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ ω [ φέλιμα 16, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 33 (178) και
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 99, Φιλοκαλία Β΄, σ. 27 (75).
Ζάχαρου, Ζ., Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, \ο.π., σ. 140. «Οι εγκαταλείψεις οικο-
νομούνται από τον Θεό, για να μετασχηματισθεί η φύση του και να συμμορφωθεί προς το θέλημα της
αναγεννημένης υποστατικής αρχής του».
4
Μτ. 16,19.
5
Μτ. 26,70.
6
Ιωάννη Καρπάθιου, Κεφάλαια παραμυθητικά 62, Φιλοκαλία Α΄, σ. 288 (342).
7
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι Θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 91, Φιλοκαλία Β΄, σ. 107
(165). Βλ. 2 Κορ. 12, 7-10.
8
Ωσ. 5,2.
9
Ιωάννη Καρπάθιου, Λόγος [ασκητικ`ος κα`ι πάνυ παρηγορητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 298 (352).
10
Λκ. 17,10.
11
Ιωάννη Καρπάθιου, Λόγος α [ σκητικ`ος κα`ι πάνυ παρηγορητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 298 (352-3). «π~ας
υ]ιός [αγύμναστος, δεν δέχεται τον πλο~υτον της βοηθείας του ο[υρανίου αυτο~υ πατρός. ∆ια το~υτο λοιπόν
ο Θεός πρ~ωτον πειράζει και βασανίζει τον εαυτο~υ δο~υλον και έπειτα δεικνύει εις αυτόν το χάρισμα».
Βλ. Ισαάκ του Σύρου, Τα ευρεθέντα ασκητικά, Περ`ι το~υ διά ποιάς αιτίας αφιης~ιν ]ο Θεός τούς πειρα-
σμούς, λόγος ΜΗ΄, σ. 199.

52
Ο Άγιος Κάλλιστος επαναλαμβάνει τις ίδιες σκέψεις του αγίου Φωτι-
κής. Ιδιαίτερα, όταν διακρίνει τα δύο είδη της παραχώρησης και τον τρόπο που
αντιμετωπίζεται κάθε είδος για να πλησιάσουμε τον Θεό 1 . Ο Άγιος χρησιμο-
ποιεί μία παράγραφο από τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο 2 . Ο άνθρωπος χωρίς τους
πειρασμούς δεν είναι δυνατό να γίνει σοφός στους πνευματικούς πολέμους, να
γνωρίσει τον Προπονητή του 3 , να αισθάνεται τον Θεό του και να στερεώνεται
μυστικά στην πίστη του· αυτά θα τα κατορθώσει μόνο με τη δύναμη της πείρας
του 4 .
Ο άνθρωπος που υποφέρει γιατί έχει παραβεί κάποια θεία εντολή, οφεί-
λει να αντιληφθεί την αιτία της θείας εγκατάλειψης που επιδιώκει την θεραπεία
του και να δέχεται θεληματικά με ευχαρίστηση, τις δοκιμασίες με υπομονή σαν
να ξεπληρώνει ένα χρέος, τότε διορθώνεται με χαρά μέσω της αληθινής θερα-
πείας, δηλαδή της ταπεινής διάθεσης5 . Ενώ, εκείνος που δεν δέχεται με ευχα-
ρίστηση τη συμφορά που με ακούσιους πειρασμούς επιτρέπει ο Θεός προς
διόρθωσή του και δεν αποβάλλει μετανοώντας την υπερηφάνεια που έχει, γιατί
τάχα είναι δίκαιος, αυτός επειδή αντιτάσσεται στις διαταγές της δίκαιης κρίσης
του Θεού και δεν καταδέχεται να υποταχθεί θεληματικά, παραδίνεται σύμφωνα
με τη θεία εντολή σε αιχμαλωσία του εχθρού και στερείται από την έξη της α-
ρετής και γνώση του Θεού 6 .
Μετά από όσα ειπώθηκαν παραπάνω και τις απόψεις των διάφορων Πα-
τέρων που διατυπώθηκαν, ήδη μπορούμε να βγάλουμε το εξής συμπέρασμα: Ο
Θεός είναι αγαθός και πολυεύσπλαχνος, αλλά ως ιατρός των ψυχών ημών 7 ,
Προσβλέπει στη θεραπεία, επιτρέπει να έρχονται πειρασμοί και θλίψεις ανάλο-
γα με τη αρρώστια των παθών και τη σήψη της αμαρτίας και ετοιμάζει το φάρ-
μακό Του ανάλογα με την αμαρτία που φωλιάζει μέσα στην ψυχή. Αν η ύλη
της αμαρτίας θεραπεύεται εύκολα, τότε το φάρμακο δίνεται με συμπάθεια. Αν
όμως η ύλη είναι δυσκολοθεράπευτη και έχει προχωρήσει σε βάθος και προξε-
νεί σήψη θανάσιμη, τότε το ποτήρι των φαρμάκων δίνεται χωρίς αραίωση. Ο
Θεός βέβαια δεν οργίζεται, γιατί μόνο Αυτός είναι αγαθός κατά τη φύση και
απαθής 8 . Η θεία εγκατάλειψη ή “οργή του Θεού” οικονομείται για χάρη του
ανθρώπου και σε κάθε περίπτωση είναι ένδειξη της φιλανθρωπίας και της αγά-

1
Καλλίστου και Ιγνατίου, Ξανθόπουλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 85, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
278 (Ε΄, 108). Βλ. ∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 87, Φιλοκαλία Α΄, σ. 264 (317).
2
Καλλίστου και Ιγνατίου, Ξανθόπουλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 85, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
278 (Ε΄, 107).
3
Βλ. Ισαάκ του Σύρου, Τα ευρεθέντα ασκητικά, λόγος ΜΗ΄, σ. 197. «∆ι`α το~υτο α [ φίησιν ]ο Θε`ος το`υς
]αγίους α[υτο~υ πειρασθ~ηναι [εν πάσ?η λύπ?η, κα`ι λαβε~ιν την πε~ιραν, κα`ι τ`ην δοκιμ`ην τ~ης [αντιλήψεως
α[υτο~υ, κα`ι κα`ι \οσην πρόνοιαν {εχει περ`ι α [ υτ~ων, ο\ τι κτ~ωνται [εκ τ~ων πειρασμ~ων σοφίαν.\ Ινα μ`η γενόμε-
νοι [ιδι~ωται, στερηθ~ωσι τ~ης τ~ων δύο γυμνασίας μερ~ων· \ινα κτήσωνται [εκ τ~ης δοκιμ~ης τ`ην γν~ωσιν τ~ων
]απάντων, μήπως καταγελασθ~ωσιν ]υπ`ο τ~ων δαιμόνων».
4
Βλ. Ισαάκ του Σύρου, Τα ευρεθέντα ασκητικά, λόγος ΜΗ΄, σ. 198. «[ Αλλά κα`ι πίστιν βεβαίαν κτ~αταί
τις [εκ τ~ων πειρασμ~ων [εν τ~?η πείρ?α τ~ης α
[ ντιλήψεως τ~ης θεϊκ~ης, |ην {εσχε πολλάκις.[ Εντε~υθεν α { φοβος γί-
νεται, κα`ι θάρσος κτ~αται [εν το~ις πειρασμο~ις, κα`ι [εκ τ~ης γυμνασίας |ην [εκτήσατο».
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντ`ας τρίτη 90, Φιλοκαλία Β΄, σ. 107 (165).
Βλ. Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 93, Φιλοκαλία Α΄, σ. 93 (229).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντ`ας τρίτη 91, Φιλοκαλία Β΄, σ. 107 (165).
7
Βλ. Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 22-23, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 303 (∆΄,
86).
8
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 2, Φιλοκαλία Α΄, σ. 236 (286).

53
πης του. Ο σκοπός της είναι η σωτηρία του ανθρώπου, να μείνει πάντοτε τα-
πεινός και να κατανοεί βαθιά την αδυναμία του και γίνεται αφορμή να φέρνει
τη μνήμη του Θεού στον φρόνιμο άνθρωπο, να ανοίγει το δρόμο προς τη μετά-
νοια 1 . Ο Θεός κατά την έκφραση του αγίου Ιωάννου Καρπαθίου ενδιαφέρεται
για την σωτηρία κάθε άνθρωπο και απευθύνεται σ’ αυτόν και του λέγει:
«Λυπ~ω γ`αρ [εγ`ω πρ`ος τ`ο συμφέρον, σ~ωσαι μ~αλλον, ο[υκ [απολέσαι πραγματευό-
μενος τ`ον λεγογισμένον μοι υ]ιόν» 2 .
Ο Θεός είναι ο μέγας Ιατρός των ασθενών, αυτός που σηκώνει τις αδυ-
ναμίες μας και που με την αγάπη και πρόνοια Του μας θεράπευσε και μας θε-
ραπεύει 3 , χρησιμοποιώντας το κατάλληλο φάρμακο ανάλογα με κάθε κατά-
σταση αλλά πάντα με στοργή και ευσπλαχνία επιδιώκοντας την θεραπεία του
ανθρώπου και όταν δέχεται τον αμαρτωλό και όταν τον απομακρύνει, ενεργεί
ως φιλάνθρωπος και αγαθός Θεός. Ο πνευματικός πατέρας εμπνέεται και μι-
μείται το πρωτότυπο, τον Θεό, να λειτουργεί ως πατέρας και παιδαγωγός και
όχι ως νομοφύλακας ή δικαστής, διότι η Εκκλησία είναι «ιατρείο και όχι δικα-
στήριο» 4 . Ο πνευματικός πατέρας κατά τον άγιο Γρηγόριο Θεολόγο είναι «[α-
ποθηκάριος τ~ης θείας φιλανθρωπίας» 5 , γι’ αυτό οφείλει να είναι απόλυτα όρ-
γανο της φιλανθρωπίας του Θεού και μόνο με αυτό τον τρόπο να ενεργεί. Με
αγάπη και ευσπλαχνία και με τη βοήθεια της θείας χάρης προσπαθεί να διορ-
θώσει το παιδί του, χρησιμοποιώντας μερικές φορές τα επιτίμια για να θερα-
πεύει τα τραύματα της αμαρτίας. Τα επιβάλλει ανάλογα με τις αμαρτίες του και
την ικανότητά του να τα εκτελέσει. Βέβαια έχει μοναδικό σκοπό, να θεραπευ-
θεί το τέκνο του από την αδυναμία του και να ταπεινωθεί ζητώντας τη βοήθεια
της θείας χάριτος, να ενισχυθεί για την επίτευξη των αρετών που θα είναι αντί-
θετες των αμαρτιών που έχει διαπράξει.

3. Τα πνευματικά τέκνα και η σχέση τους με τον πνευματικό πατέρα:


χρήσεις και παραχρήσεις.

Ο δεσμός της πνευματικής πατρότητας είναι σπουδαίος και καθαγια-


σμένος. Η πνευματική πατρότητα χαρακτηρίζεται ως «μαιευτική της γενέσεως
του ετέρου, του άλλου εις το διηνεκές τρόπου με τον οποίο ο Κύριος ξαναδη-
μιουργεί συνεχώς τον Εαυτό Του ως Εκκλησία, με τα συνεχώς νέα και ανεπα-
νάληπτα πρόσωπα που εν Πνεύματι αναγεννώνται» 6 . Όπως κάθε τι καλό, μπο-
ρεί να κινδυνεύει από την κατάχρηση και την παραμόρφωση, αυτό ισχύει ακό-

1
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 56-57, Φιλοκαλία Α΄, σ. 99 (133).
2
Ιωάννη Καρπαθίου, Λόγος [ασκητικ`ος 38, Φιλοκαλία Α΄, σ. 283 (337).
3
Ησ. 53,5.
4
Ιωάννου Χρυσοστόμου, Περ`ι μετανοίας,] Ομιλία Γ΄, δ΄, PG. 49, 297-8. ΕΠΕ 30,154, Κατ`α[ Ιωάν.,] Ο-
μιλία Β΄, ε΄, PG. 59, 36. ΕΠΕ 12, 464. Γράφει χαρακτηριστικά ο π. Καλλιακμάνς: «Η ζωή του Πνεύ-
ματος είναι πέρα και πάνω από κανονιστικές διατάξεις. Στην επίπονη πορεία του Χριστιανού για την
πνευματική ωρίμανση βοηθά ο πνευματικός πατέρας, όχι ως νομοφύλακας αλλά ως μυσταγωγός στην
[εν Χριστ~?ω ζωή». Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογικά πρότερα της ποιμαντικής, Λεντί?ω ζωννύ-
μενοι Ι, [εκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 179.
5
Γρηγορίου Θεολόγου, Κατ`α[ Ιουλιανο~υ βασιλέως στηλιτευτικός Α΄, PG. 35, 593C.
6
Λουδοβίκου, Ν., (π.), Η κλειστή πνευματικότητα και το νόημα του εαυτού, [εκδ. Ελληνικά Γράμματα,
Αθήνα 1999, σ. 202.

54
μη στο θεσμό της πνευματικής πατρότητας, ο οποίος διατρέχει τον κίνδυνο της
παραφθοράς, της εκμετάλλευσης και της παράχρησης· «ο[υδ`εν α[υτ~ων κακ`ον }ον
τ~?ω [ιδί?ω λόγ?ω, παρ`α δ`ε τ`ην χρ~ησιν, ε{ιτε κακ`α κυρίως, ε{ιτε [αγαθ`α ε]υρίσκεται» 1 .
Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός αναφέρει ότι σε κάθε κατάσταση βρίσκουμε
άλλους να σώζονται και άλλους να χάνονται· «[εκ πάντων σ?ωζομένους κα`ι [α-
πολλυμένους ε]υρίσκομεν» και αυτό περιλαμβάνει, όπως αναφέρει, και το θε-
σμό της πνευματικής πατρότητας· «Λέγω δ`η ]υποταγ`η Πατρός, σώματος κα`ι
ψυχ~ης» 2 . Σε αυτό το κεφαλαίο θα εντοπίσουμε την παραμόρφωση του θεσμού
επικεντρώνοντας σε έξη σημεία, μερικά από τα οποία θα αναπτύξουμε αναλυ-
τικότερα στα επόμενα κεφάλαια.
Ο πρώτος κίνδυνος είναι ο κίνδυνος του «νεογεροντισμού», τον οποίο
διατρέχει ο ίδιος ο δήθεν πνευματικός πατέρας. Η πνευματική καθοδήγηση α-
ναγνωρίζεται σε όλη τη νηπτική και ασκητική γραμματεία ως «τέχνη των τε-
χνών και επιστήμη των επιστημών» 3 , πράγμα που απαιτεί από τον άνθρωπο
που θέλει να ασκεί αυτό το αξίωμα να είναι προικισμένος πρώτα με την πνευ-
ματική εμπειρία και να είναι προχωρημένος σε ένα προοδευμένο βαθμό στη
διάκριση, την απάθεια και την καταπολέμηση των παθών. Παρακινεί ο άγιος
Συμεών λέγοντας: «Πρέπει, @ω πάτερ πνευματικέ, πρ~ωτον ν`α γέν?ης μαθητ`ης το~υ
Χριστο~υ κα`ι ν`α διδαχθ~?ης καλ`α τ`ας [εντολάς Του κα`ι τ`α μυστήρια, κα`ι τοιου-
τρόπως ν`α [επιχειρίζεσαι ν`α διδάσκ?ης {αλλους» 4 . Ο άγιος Κάλλιστος αναφέρει
ότι οι Πατέρες ταυτίζουν όσους επιχειρήσουν αυτό το έργο χωρίς να έχουν
προετοιμαστεί με την πρέπουσα εργασία με την «{εκστασιν φρεν~ων» διότι είναι
αδύνατο σε εκείνο που δεν ξέρει πρώτα τα γράμματα να μελετά βιβλία 5 . Πολύ
νεαροί ιερείς άπειροι χωρίς ποτέ οι ίδιοι να έχουν ουσιαστικά μαθητεύσει ή να
έχουν υποταγεί σε άλλον έμπειρο πνευματικό πατέρα, πέφτουν στον «πειρασμό
του γεροντισμού». Γι’ αυτούς συμβουλεύει ο άγιος Συμεών το εξής: «Πρέπει
πρ~ωτον ν`α ]υποταχθ~?ης κα`ι ν`α [ακολουθήσ?ης ε[ις πνευματικ`ον πατέρα, ]οπο`υ ν`α
σ`ε ]οδηγ~?η τ`ην στράταν ]οπο`υ πηγαίνει ε[ις τ`ον Χριστόν, κα`ι ν`α φθάσ?ης τ`ον Χρι-
στόν, }η ν`α ε[ιπ~ω καλλίτερα ν`α σ`ε ε\υρη ]ο Χριστός …ν`α [ιδ~?ης τ`ον Χριστ`ον μ`ε τ`ην
χάριν το~υ] Αγίου Πνεύματος, χωρ`ις ν`α πλανεθ~?ης, κα`ι τότε ν`α ]οδηγ~?ης κα`ι {αλ-
λους ε[ις τ`ον Χριστόν» 6 .
Αυτός ο χαρακτηρισμός «παιδαριογέροντας» υπήρξε στην Εκκλησία
και τον χρησιμοποιούν βιογράφοι για μερικές χαρισματικές προσωπικότητες
που παρόλη τη μικρή και νεαρή ηλικία τους διέθεταν το χάρισμα να καθοδη-
γούν τους άλλους, αυτό όμως το αξίωμα το προσέλαβαν κατόπιν μίας θεϊκής
αποκάλυψης, με τη θεία εκλογή 7 . Ο πνευματικός πατέρας ή ο γέροντας στην
περίπτωση αυτή είναι ουσιαστικά μία «χαρισματική» και προφητική μορφή,
που έχει αναλάβει αυτό το λειτούργημα με την άμεση ενέργεια του Αγίου

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 76, Φιλοκαλία Β΄, σ. 24 (71).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 5 (68).
3
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 204 (250).
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Τα Άπαντα, Λόγος ογδοηκοστός Ζ΄, Θεσσαλονίκη 1969, σ. 499.
5
Καλλίστου Αγγελικούδη (Πατριάρχου), Περ`ι προσευχ~ης 8, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 297 (Ε΄, 132).
6
Συμεών Νέου Θεολόγου, Τα Άπαντα, Λόγος ογδοηκοστός Ζ΄, σ. 499.
7
Μαρτυρίες αναφέρουν ότι ο άγιος Σάββας είχε τον τίτλο του αββά από την νεαρή του ηλικία, ο ίδιος
ο άγιος Ευθύμιος τον έχει αποκαλέσει με τον τίτλο «Παιδαριογέρων», ο οποίος ισοδυναμεί με τον τίτ-
λο «νεαρός αββάς». Βλ. Hausherr., I. Spiritual direction in the early Christian east, \ο.π., σ. 27-28.

55
Πνεύματος, όπως για παράδειγμα ο αββάς Ζαχαρίας 1 . Με αυτή την έννοια δεν
είναι ο ίδιος ο πνευματικός που επιδιώκει τον τίτλο του «γέροντος», ούτε ο ίδι-
ος που παίρνει την πρωτοβουλία για την πνευματική πατρότητα για να συγκε-
ντρώνει οπαδούς γύρω του, όπως έκαναν κάποτε οι Φαρισαίοι και για αυτό
τους κατηγόρησε ο Χριστός: «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι
περιάγετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται,
ποιεῖτε αὐτὸν υἱὸν γεέννης διπλότερον ὑμῶν» 2 . Γι’ αυτούς μάλιστα ο Θεός τους
απαντά κατά τον Προφήτη Ιερεμία: «[ Εγώ μ`εν ο[υκ [απέστελον α[υτούς, α[υτοί δέ
[αφ' ]εαυτ~ων {ετρεχον» 3 . Γι' αυτό δεν μπορούν ούτε τον εαυτό τους να προφυλά-
ξουν ούτε άλλη ψυχή να οικοδομήσουν. Η πρωτοβουλία για την πνευματική
πατρότητα προέρχεται από τον μαθητή, εκείνον που μετά από αναζήτηση και
κόπο θα επιλέξει τον πνευματικό του πατέρα. Στα επόμενο κεφάλαιο θα απα-
σχοληθούμε με την αναγκαιότητα να είναι έμπειρος ο πνευματικός και να απο-
τελεί ένα ζωντανό παράδειγμα, διότι: «Αυτό που κάνει ο κληρικός έχει πολύ
περισσότερη σημασία από αυτό που λέγει. Και καθώς οι άνθρωποι περιμένουν
από αυτόν το καλό παράδειγμα, η συνείδηση του απαιτεί απ’ αυτόν να δείξει
στην πράξη την αξία της χριστιανικής θεωρίας που προβάλλει» 4 .
Ο δεύτερος κίνδυνος που διατρέχει το δεσμό της πνευματικής πατρότη-
τας είναι να δημιουργείται μια παραμορφωμένη σχέση μεταξύ πνευματικού και
υποτακτικού και να καλλιεργείται μια αρρωστημένη προσκόλληση στο πρό-
σωπό του, δηλαδή να δημιουργείται ένα είδος προσωπολατρίας ή ειδωλοποίη-
ση του πνευματικού πατρός. Σημειώνει ο Μητρ. Συμεών Κούτσας: «Η προσω-
πολατρία είτε επιδιώκεται από τον ιερωμένο, είτε εκδηλώνεται από το πνευμα-
τικό του παιδί - και φυσικά δεν καταπολεμείται από τον πρώτο- συνιστά αρ-
ρώστια και αποτελεί έναν σοβαρό πνευματικό κίνδυνο και για τους δύο» 5 . Από
την άλλη πλευρά μπορεί ο υποτακτικός να ειδωλοποιήσει τον πνευματικό του
πατέρα. Όπως είναι δυνατή η ειδωλοποίηση πολλές μορφές στην ζωή του, λ.χ.
των γονιών, καθηγητών, τραγουδιστών, πρωταθλητών,…κτλ. Ιδιαιτέρως αν ο
υποτακτικός ήταν αρχάριος στην πνευματική του ζωή και ανώριμος πνευματι-
κά, ή στην περίπτωση που ο πνευματικός έπαιξε μεγάλο και αποτελεσματικό
ρόλο στην ζωή του υποτακτικού. Σε αυτή την περίπτωση ο διορατικός πνευμα-
τικός οφείλει να μην διώξει τον υποτακτικό ή να τον αποκλίνει μακριά, για να
μην αφήσει στην ψυχή του ψυχολογικά τραύματα ή να ανασταίνει αντιδράσεις
απέναντι τους ιερείς γενικά και της Εκκλησίας. Αλλά αντίθετα οφείλει να τον
καθοδηγήσει με αγάπη και να χρησιμοποιήσει τα κατάλληλα μέσα για να ωρι-
μάσει το παιδί πνευματικά και να κατανοήσει ότι, πίσω από τον πνευματικό
κρύβεται ο Χριστός, και έτσι από μόνος του να απελευθερωθεί από την ειδω-
λοποίηση και αποκτήσει μια ώριμη και αληθινή σχέση με τον πνευματικό.

1
λ.χ. Ο αββάς Μωσής ρώτησε τον υποτακτικό του τον αββά Ζαχαρία: «Ε@ιπέ μοι, τί ποιήσω» και ο
αββάς Ζαχαρίας απέφυγε να του απαντήσει λόγω σεβασμού και λόγω της μικρής ηλικίας του, τότε ο
γέρων του είπε: «Πίστευσόν μοι, τέκνον μου Ζαχαρία· ε@ιδον τ`ο Πνε~υμα τ`ο \αγιον κατελθ`ον [επ`ι σε κα`ι
[εκ τούτου [αναγκάζομαι [ερωτ~ησαί σε». Αποφθέγματα, [αββά Ζαχαρία 3, σ. 244.
2
Μτ. 23, 15.
3
Ιερ. 21,23.
4
Φάρου, Φ., (π.), Παπαδοσύνης μορφή και παραμόρφωση, \ο.π, σ. 89.
5
Κούτσα, Συμεών (Μητρ.), Η πνευματική πατρότης υπό το φως της ορθοδόξου παραδόσεως, [εκδ. Ι.
Μητροπόλεως Καλαβρύτων & Αιγιαλείας, Αίγιον 1995, σ. 9.

56
Ο πνευματικός πατέρας οφείλει να κατέχεται μόνο από μια σκέψη. Πως
είναι δυνατό να θεραπεύσει τον άνθρωπο, να τον οδηγήσει στο λιμάνι της σω-
τηρίας, ώστε να ενωθεί με τον Χριστό. Ο σκοπός του πνευματικού δεν είναι να
πάρει τη θέση του Χριστού στην καρδία του μαθητή, αλλά να λειτουργήσει ως
γέφυρα για τον Χριστό, να χριστοκεντροποιήσει τη ζωή του, αλλιώς είναι επι-
ζήμιο 1 . Ο πνευματικός πατέρας είναι όπως ο Ιωάννης ο Πρόδρομος προσπαθεί
να κρυφτεί για να φανεί το πρόσωπο του Χριστού και λέγει όπως ο Πρόδρομος
είπε κάποτε: «ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι» 2 . Γι’ αυτό οφείλει
να καταπολεμήσει κάθε είδος εγωκεντρικής ικανοποίησης και να την αντικα-
θιστά με μια αγάπη υγιή, δηλαδή αληθινή, για τον συνάνθρωπό του· «Πρόσεχε
σεαυτ~?ω [απ`ο τ~ης μητρ`ος τ~ων κακ~ων φιλαυτίας, \ητις [εστ`ιν ]η το~υ σώματος {αλο-
γος φιλία»3 , παροτρύνει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Μαζί με τη φιλαυτία
συντρίβεται και το δώρο της ετερότητας και ο πνευματικός πατέρας απομένει
δέσμιος τότε του θλιβερού προνομίου να κατασκευάζει κουρασμένα και άζωα
αντίτυπα της δικής του ναρκισσικής, υπερεξουσιαστικής προσωπικότητας 4 . Ο
μακαριστός ο γέρων Παΐσιος συμβουλεύει τον πνευματικό πατέρα και λέγει:
«να μην αποβλέπει καθόλου σε δικά του συμφέροντα, αλλά να αποβλέπει στο
συμφέρον της ψυχής του υποτακτικού και γενικά στο συμφέρον της Μητέρας
μας Εκκλησίας» 5 .
Ο τρίτος κίνδυνος που διατρέχει το δεσμό της πνευματικής πατρότητας
είναι στο θέμα της εξουσίας, την οποία ασκεί ο πνευματικός πάνω στα τέκνα
του δια της υπακοής. Πρώτα πρέπει να τονίσουμε ότι ο πνευματικός πατέρας
δεν μπορεί να ασκεί το αξίωμα, να δίνει είτε εντολές ή συμβουλές, είτε να ζη-
τεί υπακοή από οποιονδήποτε πιστό, εάν ο ίδιος δεν του έχει δώσει ελεύθερα
να ασκεί αυτό το αξίωμα πάνω του. Κατά τον άγιο Μάρκο του Ασκητή είναι
απόδειξη κατάχρησης εξουσίας, παρά αναζήτηση θεραπείας. Λέγει: «Το~υ [εν
]υποταγ~?η σου μ`η {οντος, σφάλμα μ`η προσενέγκ?ης ε[ις πρόσωπον. Το~υτο γ`αρ [ε-
ξουσίας μ~αλλον, }η συμβουλίας [εστ`ι» 6 . Και ο μακαριστής γέροντας Παΐσιος ε-
πιβεβαιώνει: «Βέβαια, ο έλεγχος γίνεται πάντοτε σε άνθρωπο που είναι δικός
σου ή γνωστός. Ο πνευματικός θα δει τι δικαιώματα του έδωσε ο άλλος και τι
ευθύνη έχει γι’ αυτόν και ανάλογα θα φερθεί. Όταν έχει αναλάβει την ευθύνη
της ψυχής, τότε επιβάλλεται ο έλεγχος, φυσικά με διάκριση. ∆εν βοηθά όμως
να κάνης στον άλλον τον δάσκαλο και να τον ελέγχεις για τις συνήθειές του,
αν εκείνος δεν σου δώσει το δικαίωμα»7 . Τα Αποφθέγματα αναφέρουν για τον
αββά Ζαχαρία ότι επηρεασμένος από μια θεωρία, ρώτησε τον γέροντα του, αλ-
λά αυτός ήταν πρακτικός και δεν ήταν ακριβής σε τέτοια πράγματα. Έπειτα
επισκέφτηκε ένα άλλο γέροντα, ο οποίος πριν τον εξετάσει πρόλαβε και του τα

1
Ρωμαίου, Αντωνίου, (π.), «Ψυχανάλυση και εξομολόγηση» στο Σύναξη 1988, σ. 59.
2
Ιω. 3,30.
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 59, Φιλοκαλία Β΄, σ. 22 (69).
4
Λουδοβίκου, Ν., (π.), Η κλειστή πνευματικότητα και το νόημα του εαυτού, [εκδ. Ελληνικά Γράμματα,
Αθήνα 1999, σ. 203.
5
Παϊσίου Αγιορείτου, Επιστολές, [εκδ. Ι.Μ. Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονί-
κη 1994, σ. 43.
6
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 178, Φιλοκαλία Α΄, σ. 122 (157).
7
Παΐσίου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, [εκδ. Ι.Μ. Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος,
Σουρωτή Θεσσαλονίκη 2001, σ. 290.

57
είπε όλα προσθέτοντας: «] Η θεωρία [απ`ο Θεο~υ [εστιν.[ Αλλ’ \υπαγε, ]υποτάγηθι
τ~?ω πατρί σου» 1 .
Ο σκοπός του πνευματικού πατρός δεν επικεντρώνεται στη διαρκή ε-
ξάρτηση των πνευματικών τέκνων του σε αυτόν. Ο σκοπός του πνευματικού
πατρός είναι να τα καθοδηγήσει προς την πνευματική ωρίμανση, να μετατε-
θούν από την νηπιακή πνευματικότητα στην ανδρική, κατά την έκφραση του
Απόστολου Παύλου: «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ
Χριστοῦ» 2 . Τα Αποφθέγματα αναφέρουν για έναν αδελφό, ο οποίος είπε για
τον Μ. Αντώνιο: «Ε@υξαι ]υπ`ερ [εμο~υ. Τότε ο γέρων του είπε: «Ο[υδ`ε [εγ`ω σ`ε [ε-
λε~ω ο[υδ`ε ]ο Θεός, ε[ιμ`η σ`υ α[υτ`ος σπυδάσ?ης κα`ι α[ιτήσης τ`ον Θεόν»3 . ∆εν είναι ο
ρόλος του πνευματικού να καταπιέσει την προσωπικότητα του υποτακτικού ή
να περιορίσει την ελευθερία του, αλλά να τον βοηθά να προοδεύει πνευματικά
και να γίνεται για τους πιστούς άνοιγμα προς την αιώνια ζωή 4 .
Το να ασκεί ο πνευματικός μια πνευματική βία, αποτελεί παραμόρφωση
για την αληθινή υπακοή, σύμφωνα με την αξιόλογη παρατήρηση του πατρός
Φιλόθεου Φάρου. «Υπάρχουν περιστατικά πνευματικών και διδασκάλων, οι
οποίοι ασκούν μια δικτατορική επιβολή σ’ αυτούς που καθοδηγούν, τους α-
φαιρούν την ελευθερία τους και τους καλλιεργούν μια επικίνδυνη παθολογική,
δαιμονική εξάρτηση» 5 . Στα κείμενα του αββά Βαρσανούφιου τονίζεται ότι,
παρόλο που ο ίδιος ήταν πνευματικός πατέρας για πολλούς ανθρώπους, ποτέ
δεν επέβαλε με την βία δεσμό πάνω στους αδελφούς, ούτε ζήτησε να επιβληθεί
στην προαίρεση την δική τους· «Ο@ιδας \οτι ο[υδέποτε [εβάλλομεν δεσμ`ον [επάνω
τινός, ο[υδ`ε ]εαυτο~ις» 6 . Η στάση του αγίου να μην κάνει παρέμβαση στη συνεί-
δηση του άλλου, με σκοπό να τον υποχρεώσει να τροποποιήσει κατά το δικό
του θέλημα και κατά τη δική του κρίση, τη δική του βούληση, έχει ευαγγελική
βάση, εφόσον ο ίδιος ο Χριστός δεν ανάγκασε τους άλλους να τον ακολουθή-
σουν με τη βία, αλλά άφησε την απόφασή τους να πηγάσει ελεύθερα 7 , όπως
γράφει ο γέρων: «Μή [αναγκάσης τ`ην προαίρεσιν, [αλλ' [επ’ [ελπίδι σπε~ιρον· κα`ι
γάρ ]ο Κύριος ]ημ~ων ο[υκ [ηνάγκασε τινά, [αλλ’ ε[υηγγελίσατο· κα`ι ε{ι τις {ηθελεν
{ηκουσεν» 8 .
Ο ρόλος του πνευματικού είναι να ελευθερώνει τον υποτακτικό από το
ίδιον θέλημα και όχι από το φυσικό του θέλημα, δηλαδή να μην μείνει χωρίς
γνώμη, άποψη και προσωπικότητα και να ζει στο περιθώριο, αδύναμος να
παίρνει αποφάσεις για την ζωή του: «Σήμερα, εποχή αναβιώσεως της χριστια-
νικής ασκητικής θεολογίας, συναντά κανείς ουκ ολίγους ανίδεους πνευματι-
κούς, προθυμότατους να βοηθήσουν, μ’ έναν πολύ αποτελεσματικό τρόπο, την
‘απόθεσιν του ιδίου θελήματος’ που ζητούν τα νηπτικά κείμενα: τσακίζουν μια
1
Αποφθέγματα, [αββ~α Ζαχαρία 4, σ. 244. Έλεγαν για τον αββά Ποιμένος ότι: «ο[υδέποτε {ηθελε δο~υναι
τ`ον λόγον α[υτο~υ [επάνω {αλλου γέροντος· [αλλ`α μ~αλλον κατ`α πάντα [επήνει α[υτόν». Αποφθέγματα, [αββ~α
Ποιμένος 105, σ. 572.
2
Εφ. 4, 13.
3
Αποφθέγματα, [αββ~α Αντωνίου 16, σ. 52.
4
Ζάχαρου, Ζ., (Αρχιμ.), Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, σ. 203.
5
Φάρου, Φ., (π.), Παπαδοσύνης μορφή και παραμόρφωση, σ. 35.
6
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τομ. Α΄, Απόκρισης 51, σ. 142.
7
Μτ. 16,24. «Η πνευματική ελευθερία, για την οποία ο ίδιος ο Χριστός σταυρώθηκε, δεν απεμπολεί-
ται». Πατρώνου, Γεω., Θεολογία και ορθόδοξο βίωμα, [εκδ. ∆όμος, Αθήνα 1994, σ. 298.
8
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τομ. Α΄, Απόκρισης 35, σ. 112.

58
για πάντα, το φυσικό θέλημα του ανθρώπου, καθιστώντας τους υποτακτικούς
τους, σκιώδη ερείπια, που απλώς δεν δύνανται να θέλουν» 1 . Στα τέταρτο κε-
φάλαιο θα ερευνήσουμε την αληθινή έννοια της υπακοής, σε ποιον οφείλει ο
πιστός να υποταχθεί και από πού λαμβάνει ο πνευματικός να ασκεί τέτοια ε-
ξουσία.
Ένας τέταρτος κίνδυνος που αναφέρεται στον πνευματικό πατέρα είναι
να νομίζει ότι το έργο της καθοδήγησης και διόρθωσης των ψυχών που ασκεί
είναι δικό του κατόρθωμα. Ο πνευματικός οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι το
έργο που επιτελεί δεν πηγάζει από τη δική του μεγαλοφυΐα, αφού τίποτε δεν
έχει που δεν το έχει λάβει από τον Θεό 2 , αλλά είναι χάρισμα του Αγίου Πνεύ-
ματος. Ο ίδιος δεν αποτελεί παρά ένα εργαλείο, μέσω του οποίου ενεργεί ο
Θεός στην ψυχή των πιστών. Ο άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης γράφει: «Αν
θέλεις να διορθώσεις κάποιον από τα σφάλματά του, μη νομίσεις ότι τον διορ-
θώνεις με τη δική σου δύναμη. Προσευχήσου στον Θεό, τον ‘ετάζοντα καρδίας
και νεφρούς’ με όλη σου την ψυχή, να φωτίσει ο Ίδιος την καρδιά εκείνου του
ανθρώπου. Αν ο Κύριος δει ότι πράγματι προσεύχεσαι από τα βάθη της καρ-
διάς σου, θα πραγματοποιήσει οπωσδήποτε την επιθυμία σου. Κι εσύ, βλέπο-
ντας να εκπληρώνεται η επιθυμία σου από τη Θεία Χάρη, θα αναφωνήσεις ότι
αυτή η θαυμάσια αλλαγή δεν ήταν δικό σου έργο, αλλά της δεξιάς του Υψί-
στου»3 .
Ο πέμπτος κίνδυνος που διατρέχει αυτός ο δεσμός είναι η παρρησία του
υποτακτικού προς τον πνευματικό του πατέρα, η οποία μπορεί να καταλήξει
σταδιακά στην κατάκριση του πνευματικού, στην απόρριψη των συμβουλών
του και στην εμπλοκή αντιλογίας μαζί του, η οποία απειλεί την πρόοδό του
στην πνευματική κλίμακα. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος επισείει στον υ-
ποτακτικό τον κίνδυνο που διατρέχει από την παρρησία η οποία κατά τον άγιο
καταλήγει στην απιστία και τέλος στην καταφρόνηση του πνευματικού 4 . Η
παρρησία εκδηλώνεται με πολλές δράσεις, οι πιο σημαντικές από τις οποίες
είναι η συνεχής επίσκεψη του ηγούμενου στο κελί του και στην εμμονή του
υποτακτικού στο κάποιο αίτημά του, παρόλο που ο πνευματικός δείχνει αδια-
φορία γι’ αυτό. Κατά τον άγιο Συμεών, για να διατηρεί ο υποτακτικός την πί-
στη και την αγάπη του στον πνευματικό και να τον βλέπει πάντα ως άγιο, ο-
φείλει να φυλάξει αυτές τις τρεις αρχές: «μ`η [απαιτε~ιν τ`α πρ`ος θεραπείαν, κα`ι
μ`η παρρησιάζεσθαι, κα`ι μ`η συχνάζειν πρ`ος α[υτ`ον» 5 . Ο άγιος Συμεών παρο-
τρύνει να απομακρυνθεί ο μοναχός από την παρρησία με όλα τα μέλη της α-
δελφότητας και τους αδελφούς ιδιαιτέρως προς τον ηγούμενο: «Μ`η παραβάλ?ης

1
Λουδοβίκου, Ν., (π.), Η κλειστή πνευματικότητα και το νόημα του εαυτού, [εκδ. Ελληνικά Γράμματα,
Αθήνα 1999, σ. 199. Για περισσότερα περί της διδασκαλίας του αγίου Μάξιμου για το «φυσικό θέλη-
μα» και το «γνωμικό θέλημα». Βλ. Μαξίμου Ομολογητού, Συζήτησις μετά Πύρρου, PG. 91, 292A-
293B, και Περί θελημάτων, PG. 91, 193A. Πρβλ. Λουδοβίκου, Ν., (π.), Η ευχαριστιακή οντολογία,
[εκδ. ∆όμος, Αθηνά 1992, σ. 202-205. Παπαθανασίου, Θανάση., «Τ~ης Χριστιανικότητος η άσκησις»
στο Σύναξη, τευχ. 53, 1995, σ. 15.
2
1 Κορ. 4, 7.
3
Ιωάννου της Κρονστάνδης,] Η [εν Χριστ~ω ζωή μου, [εκδ, Αστήρ, Αθήνα, 1974, σ. 25.
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 141, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 266 (∆΄, 43).
5
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 141, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 266 (∆΄, 43).

59
δ`ε καλλί?ω τινός, [εκτ`ος το~υ] Ηγουμένου, κα`ι τούτου σπανίως· [αλλ’ ε[ι κα`ι περ`ι
λογισμο~υ τινος α[υτ`ον [ερωτ~ησαι βούλει, [εν τ~?η[ Εκκλησί?α το~υτο ποίει» 1 .
Ο έκτος κίνδυνος αναφέρουμε στη καύχηση για τον πνευματικό πατέρα.
Το φαινόμενο απαντάται ήδη στην πρώτη Εκκλησία στην εποχή των Αποστό-
λων και το αναφέρει ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή του προς Κορινθί-
ους: «λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι ἕκαστος ὑμῶν λέγει· ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ
Ἀπολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ. μεμέρισται ὁ Χριστός; μὴ Παῦλος
ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν; ἢ εἰς τὸ ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε» 2 . Το φαινόμενο δεν
είναι υγιές και σε μερικές περιπτώσεις δημιουργεί σχίσματα και ένταση μεταξύ
των υποτακτικών και βλάπτει τον ίδιο τον υποτακτικό, αφού αρκείται στη φή-
μη και τα κατορθώματα του πνευματικού του πατρός χωρίς να επιτύχει τη δική
του καρποφορία. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος παροτρύνει: «Μ`η [επαρθ~?ης
δι`α τ`ον σ`ον διδάσκαλον παρ`α μειζόνων τιμώμενος, μηδ`ε δι`α τ`ο [εκείνου {ονομα
πολλο`υς {εχων ]υπακούοντάς σου, χα~ιρε δ`ε μ~αλλον ]ε`αν τ`ο {ονομά σου γραφ~?η [εν
τ~ω ο[υραν~?ω τ~ης ταπεινώσεως»3 . Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος μιλάει με πολύ
αυστηρότητα για το θέμα και το θεωρεί δείγμα έλλειψης εμπειρίας και πνευ-
ματικής ωρίμανσης από την πλευρά του υποτακτικού: «Ε@ιδον [αδόκιμον μα-
θητ`ην [επ`ι το~ις το~υ διδασκάλου κατορθώμασιν [επί τινων [ανθρώπων καυχώμε-
νον· κα`ι μέντοι δοκ~ων δόξαν ]εαυτ~?ω [εκ το~υ [αλλοτρίου σίτου περιποιήσασθαι,
[ατιμίαν μ~αλλον ]εαυτ~?ω προεξένησε, πάντων πρ`ος α[υτ`ον ε[ιρηκότων· κα`ι π~ως
δένδρον καλ`ον κλάδον {ακαρπον {ηνεγκεν;» 4 . Η φήμη του πνευματικού μπορεί
να στρέφεται εναντίον του υποτακτικού αν ήταν απρόκοπος μαθητής· και ο
έπαινος στρέφεται σε μομφή. Ο Ιούδας δεν έχει ωφεληθεί σε τίποτε έστω και
αν είχε διδάσκαλο τον Ίδιο τον Κύριο, αφού έγινε προδότης, τον παρέδωσε
στους Ιουδαίους και μετά απαγχονίστηκε.
Χωρίς αμφιβολία ότι υπάρχουν περισσότερα προβλήματα και κίνδυνοι
που περιβάλλουν αυτό το δεσμό, θα αρκεστούμε σε αυτά τα έξι σημεία. Για
μερικά από αυτά ευθύνεται ο ίδιος ο πνευματικός, για άλλα ευθύνεται ο υπο-
τακτικός, και σε μερικές περιπτώσεις και οι δυο. Στα επόμενα κεφάλαια θα
αναπτύξουμε αναλυτικά μερικά από αυτά τα προβλήματα που αναφέρονται
στην σημαντική σχέση πνευματικού και υποτακτικού.

1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 124, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 262 (∆΄, 39).
2
1 Κορ. 1, 12-13.
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κατηχήσεις, λόγος 20, SC. 104, 338.
4
Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Περ`ι [υπακοής, Λόγος ∆΄, PG. 88, 713A.

60
Κεφάλαιο δεύτερο

Η νήφουσα πνευματική ζωή ως προϋπόθεση πνευματικής πατρότητας

1. Η πνευματική ζωή ως προϋπόθεση για τον έργο του πνευματικού πατέρα:

Στο δρόμο που οδηγεί στην κοινωνία με τον Χριστό και τη θέωση, οι
πνευματικοί πατέρες είναι οι έμπειροι χειραγωγοί και οι ακούραστοι συμπαρα-
στάτες. Για να υπηρετήσει όμως ένας ποιμένας το τόσο υψηλό και υπεύθυνο
έργο οφείλει να είναι πράγματι πνευματικός, δηλαδή όργανο του Αγίου Πνεύ-
ματος, όπως γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «τ~ω Πνεύματι ]αρμοζόμε-
νον κα`ι κρουόμενον». Αν ο πνευματικός πατήρ, όπως αναφέρθηκε, είναι ε-
κείνος που μεταβιβάζει το Πνεύμα στους μαθητές του, τότε πρέπει πρώτα να
αποκτήσει ο ίδιος αυτό το Πνεύμα. Στα κείμενα της Φιλοκαλίας και κατά τους
νηπτικούς Πατέρες η μέθεξη του Πνεύματος πρέπει να προηγείται της μετάδο-
σης Του προς τους άλλους. Γράφει ο Κάλλιστος Αγγελικούδης: «Ε[ι γ`αρ ]η με-
τοχ`η κατ`α το`υς θεοσόφους [οφείλει προηγε~ισθαι τ~ης μεταδόσεως, π~ως ο[υ πρό-
δηλον, \οτι δε~ι μετασχε~ιν [εκφαν~ως το~υ Πνεύματος, ]ως θρόνον ε@ιναι α[υτο~υ τ`ον
νο~υν, κα`ι ο\υτω μεταδιδόναι τ`α πνευματικά» 1 . Εκείνος που δεν γεννήθηκε
πνευματικά, δηλαδή από τον Άγιο Πνεύμα δεν είναι ικανός να οδηγεί άλλους,
να γίνει πατήρ και να γεννά πνευματικά τέκνα, εφόσον δεν είναι ο ίδιος γεννη-
μένος 2 .
Στο κεφαλαίο αυτό θα γίνει λόγος για την πνευματική γένεση μέσω του
Μυστηρίου του Αγίου Βαπτίσματος, που αποτελεί την αφετηρία της πορείας
του ανθρώπου στην πνευματική ζωή, της ενέργειας της χάρης του Αγίου
Πνεύματος στην ψυχή του ανθρώπου, τον ορισμό του πνευματικού ανθρώπου,
καθώς τον τρόπο σύμφωνα με το οποίο μπορεί ο άνθρωπος να ζει την [εν
Χριστ?~ω ζωή.

α. Η [εν Χριστ?ώ ζωή.

Ο άνθρωπος για να δεχθεί την ενέργεια του αγίου Πνεύματος και να


γευτεί τη χάρη που θεώνει, για να μπορέσει να αναγεννηθεί πνευματικά πρέπει
1
Καλλίστου Αγγελικούδη (Πατριάρχου), Περ`ι προσευχ~ης 56, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 346 (Ε΄, 184). Κατά
τον άγιο Γρηγόριο Σιναΐτη να γεύεται κάποιος τα θεία αγαθά και να τα μεταδίδει και στους άλλους,
είναι κάτι θεϊκό και πάνω από τον άνθρωπο. Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ
[ωφέλιμα 6, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 31 (176).
2
Μαστρογιαννόπουλου, Ηλία, (Αρχιμ.), Το πολίτευμα των χριστιανών, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη
1975, σ. 88.

61
να γίνει μέλος της Εκκλησίας, μέλος του σώματος του Χριστού. Η είσοδος σε
αυτή τη Βασιλεία- Εκκλησία συνεπάγεται το πέρασμα μέσα από το θάνατο και
τη δεύτερη γέννηση «[εξ ύδατος και πνεύματος», όπως αποκάλυψε ο Χριστός
στη συνομιλία Του με τον Νικόδημο 1 και κατόπιν στους μαθητές Του, όταν
τους έστειλε σε όλο τον κόσμο για να κηρύξουν τη Βασιλεία του Θεού2 . Το
μυστήριο του Βαπτίσματος είναι εκείνο που ενσωματώνει τον άνθρωπο στο
μυστικό σώμα του Χριστού· και όπως στη φυσική γέννηση οι γονείς δίνουν
στο τέκνο τους οργανισμό ικανό να ζήσει στη θνητή ζωή, έτσι στην πνευματι-
κή γέννηση ο Χριστός δημιουργεί στον άνθρωπο έναν νέο πνευματικό οργανι-
σμό, με τον οποίο ο άνθρωπος ζει την πνευματική ζωή 3 . Είναι χαρακτηριστικά
τα λόγια του Αμφιλοχίου Ραντοβίτς, γράφει: «Ο τέλειος άνθρωπος, ο πνευμα-
τικός, δύναται να αναπτυχτεί μόνο στο χώρο τον πλήρη αλήθειας και χάριτος,
δηλαδή στην Εκκλησία όπου εκεί μόνο είναι δυνατό να υπάρχει και να αυξάνει
με την πληρότητα των δώρων και χαρισμάτων» 4 .
Θα μπορούσε να υποθέτει κανείς ότι, εκείνος που δεν θα δεχθεί το Βά-
πτισμα του Αγίου Πνεύματος, αυτός δεν έχει γεννηθεί στη πνευματική ζωή.
∆εν υπάρχει στην σφαίρα της χάριτος, δεν μπορεί να καλλιεργήσει της θείες
αρετές, ούτε αυτές της γνώσης 5 . Για να γίνει ο άνθρωπος πνευματικός και να
αποκτήσει τα χαρίσματα του πνευματικού οφείλει να γεννηθεί στην Εκκλησία
με το άγιο Βάπτισμα. Ο πνευματικός είναι ο αυξάνων μέσα στον χώρο της Εκ-
κλησίας. Παραπέμπουμε πάλι στον Ραντοβίτς: «Το Άγιον Πνεύμα και η χάρη
Tου δεν δίδεται στα μεμονωμένα άτομα, δίνεται στην Εκκλησία. Επομένως και
ο πνευματικός ως χαρισματούχος υπάρχει μόνο εκεί όπου το Πνεύμα και η χά-
ρις Του υπάρχει. Η εκκλησιολογική αυτή θεώρηση, μας βοηθά να καταλάβου-
με πως η χάρις του Θεού και τα χαρίσματα του Θεού ανήκουν στους πάντες
τους βαπτισμένους και δια της πίστεως ζωής και υπακοής στην Εκκλησία ευ-
ρισκομένους» 6 .
Ο δρόμος προς την θέωση έχει αφετηρία το Βάπτισμα. ∆ια του μυστη-
ρίου λαμβάνει ο άνθρωπος το Άγιο Πνεύμα, γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσ-
σης: «Τ`ο δ`ε ζωοποιο~υν το`υς βαπτιζομένους τ`ο Πνε~υμά [εστι, καθ`ως φήσιν ]ο
Κύριος περ`ι α[υτο~υ το~υτο λέγων τ~?η [ιδί?α φων~?η \οτι τ`ο Πνε~υμά [εστι τ`ο ζωοπι-
ο~υν» 7 . Η χάρη του Παναγίου Πνεύματος, κατά τον άγιο Συμεών, δίνεται σαν
αρραβώνας στις ψυχές που νυμφεύονται τον Χριστό. Έτσι η ψυχή με το Βά-
πτισμα έχει την βέβαιη εγγύηση της ελπίδας, ότι θα θεωθεί και θα ενώνεται με
τον Χριστό με μυστικό και ανέκφραστο τρόπο. Όπως ακριβώς στην περίπτωση
μια γυναίκα, αν δεν έχει αρραβωνιασθεί δεν μπορεί να εξασφαλίζει ότι θα γίνει
σίγουρα η ένωση της με τον άνδρα 8 . Ο άγιος Θεόδωρος Εδέσσης θέτει ως α-
παραίτητο όρο για να μπορεί η ψυχή να κατορθώσει την κάθαρσή της, να έχει
1
Ιω. 3,5.
2
Μτ. 28, 19.
3
Νικολάου Καβάσιλα, Περ`ι τ~ης [εν Χριστ?~ω ζωής, λόγος πρώτος, PG. 150, 496D.
4
Ραντοβίτς, Αμφίλ., (Ιερμο.), «Ο πνευματικός ως χαρισματούχος», \ο.π., σ. 54.
5
«Η ανθρώπινη προσπάθεια ελκύει τη χάρη του Θεού, ενώ ταυτόχρονα η χάρη που αποκτήθηκε με το
άγιο βάπτισμα και τα άλλα μυστήρια, συνεπικουρεί». Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς
την αγάπη, \ο.π., σ. 113.
6
Ραντοβίτς, Αμφίλ., (Ιερμο.), «Ο πνευματικός ως χαρισματούχος», \ο.π., σ. 54.
7
Γρηγορίου Νύσσης, Περί Αγίου Πνεύματος, PG. 45, 1325 A.
8
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 76, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 250 (∆΄, 27).

62
φωτιστεί πρώτα με το βάπτισμα, επειδή δεν είναι δυνατό να βοηθιέται από τον
Θεό, ούτε να καθαριστεί γνήσια, ούτε προς το θείο φως να υψωθεί χωρίς τη
χάρη του Αγίου Βαπτίσματος· «ψυχ`η [αφώτιστος, [επειδ`η μ`η πέφυκεν ]υπ`ο Θεο~υ
βοηθε~ισθαι, ο{υτε καθαρθ~ηναι δύναται γνησίως, ο{υτε πρ`ος τ`ο θε~ιον φ~ως [αναβι-
βασθ~ηναι»1 .
Κατά τον άγιο Θεόδωρο Εδέσσης η κατάσταση του ανθρώπου, δηλαδή
αν είναι βαπτισμένος ή όχι έχει άμεση σχέση ποιο είδος γνώσης και αρετής εί-
ναι δυνατό να αποκτήσει. Κατά τον άγιο η γνώση διαιρείται σε δύο κατηγορί-
ες, κατά φύση και υπέρ φύση 2 . Ανάλογα με την κατάσταση του ανθρώπου,
δηλαδή αν είναι βαπτισμένος ή όχι, μπορεί να αποκτήσει κάποιο είδος. Τη φυ-
σική γνώση μπορεί να την έχει και ο αφώτιστος άνθρωπος, ενώ την υπερφυσι-
κή διόλου. Γιατί δεν είναι δυνατό να την έχει, αφού είναι αμέτοχος του αιτίου
που την πραγματοποιεί. Αυτή η γνώση δίνεται στον νου όταν τον βρεί «κεκα-
θαρμένον [απ`ο πάσης ]υλικ~ης προσπαθείας κα`ι τ~ω θεί?ω {ερωτι κάτοχον» 3 . Κατά
τον ίδιο τρόπο γίνεται η διαίρεση για τις αρετές, φυσικές και υπερφυσικές. Η
πρώτη, η φυσική αρετή δεν υπέρβαινε την φύση, ενώ η άλλη πραγματοποιείται
από το Θεό, πηγή κάθε αρετή και σοφία· είναι πάνω από τη φυσική δύναμη
και κατάσταση, γι’ αυτό ονομάζεται υπερφυσική 4 . Ο φωτισμένος όμως μπορεί
να τις έχει και τις δύο, τη φυσική και την υπερφυσική αρετή. Η μάλλον την
υπερφυσική αρετή δεν μπορεί διόλου να την αποκτήσει αν δεν αποκτήσει πρω-
τύτερα τη φυσική. Όμως, να μετέχει στην υπερφυσική γνώση χωρίς να έχει την
φυσική δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο5 .
Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι ο άνθρωπος είναι πλασμέ-
νος «κατ’ εικόνα» Θεού. Με την παράβαση του Αδάμ, όχι μόνο αμαυρώθηκαν
οι γραμμές της εικόνας που είχε η ψυχή, αλλά και το σώμα υπέπεσε στη φθο-
ρά. Ο Λόγος του Θεού σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος και χάρισε στον άν-
θρωπο το άγιο βάπτισμα για να αναγεννηθεί. Η αναγέννηση αυτή γίνεται «δι`α
το~υ \υδατος, [εν τ~η [ενεργεί?α το~υ] Αγίου κα`ι Ζωοποιο~υ Πνεύματος» 6 . Ο ∆ιάδοχος
Φωτικής αναφέρει ότι η θεία χάρη με το Βάπτισμα προμηθεύει δύο αγαθά στον
άνθρωπο. Το πρώτο το χαρίζει αμέσως, τον ανακαινίζει με το ύδωρ του Βαπτί-
σματος και λαμπρύνει την εικόνα του Θεού μέσα του και τον καθαρίζει από
κάθε κηλίδα της αμαρτίας. Στην συνέχεια το δεύτερο αγαθό, που είναι η πραγ-
ματοποίηση το «καθ’ ομοίωσιν». Η χάρη περιμένει να ενεργοποιηθεί με την
συνεργία της ανθρώπινη προαίρεση 7 . Κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης η φύση
του ανθρώπου με το βάπτισμα μετατρέπεται από την φθορά στην αφθαρσία και
αποκαθιστά το κατ’ εικόνα και ανοίγει το δρόμο προς την καθ’ ομοίωσιν· «∆ι`α

1
Θεοδώρου Εδέσσης, Θεωρητικόν, Φιλοκαλία Α΄, σ. 326 (Β΄, 35). «∆ιά τα~υτα τ`ο βάπτισμα φώτισμα,
\οτι τ`ο α[ ληθιν`ον ε@ιναι παρέχον γνωρίμους καθίστησι τ~?ω Θε~?ω, κα`ι πρ`ος τ`ο φ~ως α
{ γον [εκε~ινο τ~ης α
[ φα-
νο~υς α [ φίστησι πονηρίας». Νικολάου Καβάσιλα, Περ`ι τ~ης [εν Χριστ?~ω ζωής, λόγος δέυτερος, PG. 150,
525C.
2
Θεοδώρου Εδέσσης,Θεωρητικόν, Φιλοκαλία Β΄, σ. 326 (35).
3
Θεοδώρου Εδέσσης,Θεωρητικόν, Φιλοκαλία Β΄, σ. 326 (35).
4
Θεοδώρου Εδέσσης,Θεωρητικόν, Φιλοκαλία Β΄, σ. 326 (35).
5
Θεοδώρου Εδέσσης,Θεωρητικόν, Φιλοκαλία Β΄, σ. 326 (35).
6
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος α [ σκητικ`ος 78, Φιλοκαλία Α΄, σ. 259 (310). «Έτσι τοιν~υν τ`ο βαπτισθ~ηναι
α[υτό τ`ο κατ`α Χριστόν γεννηθ~ηναι κα`ι λαβε~ιν α[υτό τ`ο ε@ιναι κα`ι υποστ~ηναι μηδέν όντας». Νικολάου
Καβάσιλα, Περ`ι τ~ης [εν Χριστ?~ω ζωής, λόγος δέυτερος, PG. 150, 524A.
7
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 89, Φιλοκαλία Α΄, σ. 265 (317).

63
τ~ης {ανωθεν γεννήσεως μετασκευάζεται ]ημ~ων ]η φύσις το~υ φθαρτο~υ πρ`ος τ`ο
{αφθαρτον, [εκ το~υ παλαιο~υ [ανθρώπου [ανακαινιζομένη κατ’ ε[ικόνα το~υ κτίσα-
ντος [εν [αρχ~η τ`ο θεοειδ`ες ]ομοίωμα»1 .
Η χάρη από τη στιγμή του βαπτίσματος κρύβεται στο βάθος του νου,
αλλά κρύβει την παρουσία της από την αίσθησή του αναμένοντας την πρόθεση
της ψυχής, όταν αρχίσει κανείς με όλη τη διάθεσή του να αγαπά τον Θεό και
να Τον αναζητά με θερμότερη θέληση και ταπεινή διάθεση, τότε με κάποιον
τρόπο, η χάρη μέσω της αισθήσεως του νου μεταδίδει στην ψυχή ένα μέρος
των αγαθών της 2 . ∆ιότι ανάλογα με την προκοπή της ψυχής στην αγάπη του
Θεού και εργασία των εντολών, το θείο δώρο φανερώνει στο νου την αγαθότη-
τά του 3 . Έτσι κάθε βαπτισμένος ορθόδοξος λαμβάνει μυστικά όλη τη θεια χά-
ρη στην ψυχή του 4 , την δέχεται και ενεργοποιεί μέσα του ανάλογα με την ερ-
γασία των εντολών. Γράφει ο Μάρκος Ασκητής: «Π~ας ]ο βαπτισθε`ις [ορθοδό-
ξως, ε{ λαβε μυστικ~ως π~ασαν τ`ην χάριν. Πληροφορε~ιται δ`ε λοιπόν, κατ`α τ`ην [ερ-
γασίαν τ~ων [εντολ~ων» 5 .
Οι ιεροί νηπτικοί θεωρούν τις αρετές όχι μόνο ως δώρα του Θεού, αλλά
και ως αποτέλεσμα της ανθρώπινης προσπάθειας. Ο όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐ-
της γράφει: «Τ~ων [αρετ~ων, α]ι μ`εν [ενεργο~υσιν, α]ι δ`ε [ενεργο~υνται· κα`ι [ενεργο~υσι
μ`εν α#υται [εν ]ημ~ιν [επιδημο~υσαι \οτε δε~ι, κα`ι ]ηνίκα, κα`ι \οσον βούλονται, κα`ι κα-
θώς· [ενεργο~υμεν δ`ε ταύτας ]ημε~ις, κατ`α τ`ην προαίρεσιν κα`ι τ`ην [ηθικ`ην \εξιν τ~ης
]ημ~ων [επιτηδειότητος»6 . Το πρώτο είδος της αρετής, σύμφωνα με την παραπά-
νω διάκριση, οφείλεται στην ευδοκία και επίσκεψη της χάριτος του Θεού. το
δεύτερο είδος θεωρείται επιγέννημα των ανθρωπίνων κόπων και της έντονης
άσκησης. Η βίωση της αρετής, είτε ως δωρεάς του Θεού είτε ως αποτέλεσμα
της ανθρώπινης προσπάθειας, ο άνθρωπος προσφέρει τη διάθεση του, που εκ-
φράζεται με τη μετάνοια και τους σωματικούς κόπους και μόχθους. Ο Θεός
έρχεται συναντιλήπτορας και βοηθός 7 .
Μια διευκρίνιση στο σημείο αυτό είναι απαραίτητη. Ότι όσοι βαπτιστή-
καν στο όνομα του Χριστού, δεν χάνουν την ελεύθερη βούλησή τους. Γιατί το
Άγιο Βάπτισμα δεν αφαιρεί ούτε καταπνίγει το αυτεξούσιο και την ελευθερία
της προαιρέσεώς, αλλά χαρίζει στον άνθρωπο ελευθερία να μην εξουσιάζεται
πια χωρίς να θέλει από το διάβολο 8 . Το Άγιο Βάπτισμα δίνει δύναμη που ωφε-
λεί όσους την χρησιμοποιούν, ενώ δεν εμποδίζει όσους την αρνηθούν να πα-

1
Γρηγορίου Νύσσης, Κατά Ευνομίου, λόγος δεύτερος, PG. 45, 468 BC.
2
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 77, Φιλοκαλία Α΄, σ. 258 (310).
3
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 77 και 85, Φιλοκαλία Α΄, σ. 258 (310).
4
«Στην ιερή κολυμπήθρα δεχόμαστε εξ ολοκλήρου τέλεια δωρεά τη θεία χάρη. Ο Χριστός, επειδή
είναι τέλειος Θεός δώρισε τέλεια τη χάρη του Αγίου Πνεύματος σε όσους βαπτίστηκαν. Αυτή η χάρη
δεν δέχεται προσθήκη από μας, αλλά αποκαλύπτεται και φανερώνεται σε μας ανάλογα με την εργασία
των εντολών». Καλλίστου και Ιγνατίου, Ξανθόπουλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~ω ? α[ κριβ`ης 5, Φι-
λοκαλία ∆΄, σ. 199 (Ε΄, 24).
5
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 92, Φιλοκαλία Α΄, σ. 115 (150).
6
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 92, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 46 (192).
7
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, \ο.π., σσ. 113-115.
8
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 109, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 109 (∆΄, 35). Βλ.
άγιος Ν. Καβάσιλας: «Τοιο~υτον δ`ε τ`ο το~υ βαπτίσματος α [ γαθόν. Ο[υ γ[αρ α
{ γχει την γνώμην ο[υδέ κατέ-
χει, [αλλά δύναμις ο~υσα τους μεν χρεωμένους ο[υδέν [εκώλυσε μείναι πονηρούς, καθάπερ κα`ι τ`ο σ~ων
] ν προσταίη το~ις [εν σκότει ζ~?ην βουλομένοις». Περ`ι [εν Χρισυτ~ω ζωή, λογός
{εχειν τ`ον [οφθαλμόν ο[υκ α
δεύτερος, PG. 150, 545D.

64
ραμένουν πονηροί, γιατί από την προαίρεση του ανθρώπου εξαρτάται ή να μέ-
νει με τη θέλησή του στις εντολές του Χριστού ή να υποτάσσεται στην αιχμα-
λωσία του διαβόλου.
Ύστερα από όσα αναφέρθηκαν μπορούμε να συνοψίσουμε ότι κάθε πι-
στός είναι μέλος Χριστού λαμβάνει το Άγιο Πνεύμα στο Βάπτισμα, που είναι
απαραίτητος όρος για να μπορεί η ψυχή να καθαριστεί από τα πάθη, να απο-
κτήσει τις αρετές, να κατορθώσει την κάθαρσή της και να προχωρήσει στην
πνευματική της ζωή με σκοπό την ένωσή της με τον Χριστό, την θέωση.

β. Η έννοια του πνευματικού.

Είπαμε παραπάνω ότι ο πνευματικός πατέρας δεν είναι ικανός να γίνει


πατήρ και να γεννά πνευματικά τέκνα, αν δεν γεννηθεί πρώτα ο ίδιος πνευμα-
τικά από τον Άγιο Πνεύμα. Πρωτίστως ας ορίσουμε τον πνευματικό άνθρωπο.
Ο πνευματικός άνθρωπος δεν είναι κανένας άνθρωπος με πολλές ή ω-
ραίες ιδέες, με καλούς τρόπους ή υψηλούς οραματισμούς. Πνευματικός άν-
θρωπος είναι αυτός που μετέχει στη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που είναι κοι-
νωνός της θείας ζωής1 . Ο πνευματικός άνθρωπος κατά τον άγιο Παλαμά είναι
ο κτιστός άνθρωπος που μετέχει στην άκτιστη χάρη του Θεού· «[εκ τριών ]υφέ-
στηκε· χάριτος Πνεύματος [επουρανίου, ψυχ~ης λογικ~ης και γηΐνο σώματος» 2 . Ο
πνευματικός άνθρωπος είναι ο ζων κατά Πνεύμα, ο γεμάτος από το Πνεύμα, ο
πνευματοφόρος, αυτός που έχει μέσα του το Πνεύμα τον Άγιο 3 . Ο πνευματικός
άνθρωπος είναι εκείνος που ζει κατά το πνεύμα και όχι κατά σάρκα. Γράφει ο
Μέγας Βασίλειος για τον πνευματικό άνθρωπο: «] Ο γ`αρ μηκέτι κατ`α σάρκα
ζ~ων, α
[ λλά Πνεύματι Θεο~υ [αγόμενος, κα`ι υ]ιός Θεού χρηματίζων, κα`ι σύμμορ-
φος τ~ης ε[ικόνος το~υ Υιο~υ το~υ Θεο~υ γενόμενος, πνευματικός ]ονομάζεται» 4 .
Ο Θεός κατά τους θεοφόρους Πατέρες είναι ο πρώτος Νους, γεννά χω-
ρίς μεταβολή Του τον Λόγο και στέλνει το Άγιο Πνεύμα 5 . Έτσι ο Θεός ως Τρι-
αδικός είναι Νους, Λόγος και Πνεύμα. Η νοερή και λογική φύση της ψυχής του
ανθρώπου, αφού μόνο αυτή έχει δημιουργηθεί κατ’ εικόνα του Θεού, έχει τρι-
αδική φύση, δηλαδή έχει νου, λόγο και πνεύμα ζωοποιό 6 . Κατά την δημιουργία
του Αδάμ, όπως αναφέρει η Αγία Γραφή, ο Θεός φυσά στον Αδάμ πνοή ζωής.
Αυτή κατά τους νηπτικούς Πατέρες είναι η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.
Γράφει ο Κάλλιστος: «[ Εμφυς~α μ`εν [εν[ Αδ`αμ πνο`ην ζω~ης, τ`ην χάριν το~υ ζωο-
ποιο~υ Πνεύματος, κα`ι ο\υτως [εγένετο {ανθρωπος τέλειος ]ο[ Αδαμ, ε[ις γ`αρ ψυχ`ην

1
Μαντζαρίδη, Γ., Ορθόδοξη πνευματική ζωή, σ. 23.
2
Γρηγορίου Παλαμά,] Υπέρ τ~ων ι] ερ~ως ]ησυχαζόντων 1,3,43, [εκδ. Π. Χρήστου, Συγγράμματα, τομ.1,
Θεσσαλονίκη 1962, σ. 454.
3
Μαστρογιαννόπουλου, Ηλία., (Αρχιμ), Το πολίτευμα των χριστιανών, \ο.π., σ. 87.
4
Μ. Βασιλείου, Περ`ι το~υ Αγίου Πνε~υματος, κεφ. 26, PG. 32, 180C. ΕΠΕ 10, σ. 446. Βλ. Κύριλλος ο
Αλεξανδρείας, ε[ις τ`ην πρ`ος Ρωμαίους, PG. 74,808A. «νοε~ιται δ`ε πνευματικό ο μ`η κατ`α σάρκα ζ~ων,
[απονενευκ`ως δ`ε μ~αλλον [επ`ι το θέλειν \επεσθαι τ~?η θελήσει του πνεύματος».
5
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 4· 5· 6· 7, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 326-7 (∆΄,
111). Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 32, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 35 (181).
6
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 31, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 35 (181). Γρη-
γορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά 39· 40, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 147 (306).

65
ζ~ωσαν [εγένετο» 1 . ∆εν είναι το Πνεύμα του Θεού η ψυχή του ανθρώπου, αλλά
το Άγιο και Ζωοποιό Πνεύμα γίνεται πράγματι η ζωή της ψυχής του όταν
«ζ~ωσαν πνευματικ~ως», δηλαδή όταν ζει όπως αρμόζει να ζει η λογική και θεό-
μορφη ψυχή. Το Πνεύμα αναπλάθει το ανθρώπινο όν, ξανακάνοντάς το χρι-
στοφόρο, όμοιο με τον Χριστό, επειδή το κάνει πρώτα πνευματοφόρο 2 . Αν
όμως δεν συνυπάρχει στην ψυχή το Πνεύμα του Θεού, ή αρνιείται η ενέργεια
Του, τότε χάνεται η θεομορφία και η πρέπουσα ζωή της λογικής ψυχής, και
στη θέση της εισέρθει η κτηνώδης και η θηριώδης κατάσταση 3 .
Ο Θεός, όπως γράφει ο άγιος Μάξιμος, έγινε αληθινά άνθρωπος και έ-
δωσε άλλη αρχή για μία δεύτερη γέννηση στην ανθρώπινη φύση, δεύτερη γέν-
νηση από το Άγιο Πνεύμα. Ο Χριστός με τη γέννησή Του εξαφάνισε την αρχή
και το τέλος της γέννηση από τον Αδάμ. Η ανθρώπινη φύση έχει αρχή της γεν-
νήσεως της με την ηδονική σύλληψη μέσω σποράς από πατέρα, και τέλος της
το θάνατο με οδύνη και φθορά. Ο Κύριος όμως, επειδή δεν είχε τέτοια αρχή
της κατά σάρκα γενέσεως Του, δεν ήταν δυνατό ούτε στο τέλος να κυριευθεί
από τον θάνατο 4 . Και έτσι εξαφάνισε και τα δύο, την αρχή και το τέλος της
γεννήσεως από τον Αδάμ, γιατί αυτά δεν είχαν προέλθει αρχικά από τον Θεό.
Και όλους εκείνους που ξαναγεννιούνται πνευματικά από Αυτόν, τους ελευθε-
ρώνει από την ενοχή της παρακοής του Αδάμ 5 .

Ο σαρκικός, ο ψυχικός και ο πνευματικός άνθρωπος:


Προχωρώντας περισσότερα διαπιστώνουμε την διαφορά μεταξύ του
πνευματικού, του ψυχικού και σωματικού ανθρώπου. Αυτή η διαίρεση των
τριών πνευματικών καταστάσεων του ανθρώπου έχει Παύλεια ρίζα 6 . Από τους
νηπτικούς Πατέρες θα αναφερθώ διεξοδικά στον Νικήτα Στηθάτο. Σε αυτόν
απαντούν οι τρεις καταστάσεις του ανθρώπου οι οποίες αντιστοιχούν τις τρεις
καταστάσεις του βίου: τη σαρκική, τη ψυχική και τη πνευματική. Η κάθε μία
από αυτές έχει αντίστοιχη μορφή ζωής που διαφέρει από την άλλη.
Πρώτη είναι η σαρκική ζωή καταγίνεται στις ηδονές και απολαύσεις της
ζωής και δεν έχει κανένα κοινό με την ψυχική ή την πνευματική κατάσταση.
Εκείνοι που ζουν σαρκικά κυριαρχούνται από το φρόνημα της σάρκας και δεν
μπορούν να αρέσουν στον Θεό. Αυτοί δεν μπορούν να ανυψωθούν προς τα νο-
ητά κάλλη του Θεού. ∆ιατηρούν την αίσθηση του κόσμου, δεσμεύουν το αξί-

1
Κάλλιστος Πατριάρχου, Τ`α [ελλείποντα κεφάλαια 16, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 302 (136).
2
Ευδοκίμοφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 370. Γράφει ο άγιος Συμεών Νέος θεολόγος ότι: «\ Ωσπερ γ`αρ
τ`ο σ~ωμα ]ημ~ων, κ}αν [ασθεν~?η κ}αν μή, δίχα ψυχ~ης κινε~ισθαι το~υτο, }η κ}αν \ολως ζ~ην, τ~ων [αδυνάτων [εστίν,
ο\υτω κα`ι ]η ψυχή, κ}αν α[ μαρτήσ?η κ}αν μή, {ανευ το~υ ]αγίου Πνεύματος νεκρά [εστι κα`ι ζ~ησαι τ`ην α[ιωνίαν
ζω`ην \ολως ο[υ δύναται». Συμεών Ν. Θεολόγου,[ Ηθικός λόγος Ζ΄, SC. 129, 178.
3
Καλλίστου Πατριάρχου, Τ`α [ελλείποντα κεφάλαια 16, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 302 (Ε΄, 136).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ε] κατοντ`ας έκτη 45, Φιλοκαλία Β΄, σ. 218
(156).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ε] κατοντ`ας έκτη 44, Φιλοκαλία Β΄, σ. 156
(218).
6
Ρωμ. 8, 12-16. 1 Κορ. 2, 14-16. Πρβλ. Ειρηναίου μάρτυρου,{ Ελεγχου κα`ι ανατροπής τ~ης ψευδώνυ-
μου γνώσεως, κεφ. 7, 5, PG. 7, 517B. «[ανθρώπων δ`ε τρία γένη ]υφίστανται, πνευματικόν, χοϊκόν, ψυ-
χικόν».

66
ωμα του λογικού στο αίσθημα και τα ανθρώπινα πράγματα και έγιναν κατά
κάποιον τρόπο κτήνη 1 .
Ο ψυχικός άνθρωπος ζει στη ψυχική κατάσταση η οποία τοποθετείται
μεταξύ αρετής και κακίας και αποβλέπει μόνο στη φροντίδα και ευρωστία του
σώματος, γι’ αυτό υποδουλώνεται στην φιλαυτία μητέρα όλων των παθών, αλ-
λά και στον έπαινο των ανθρώπων 2 . Ο ψυχικός άνθρωπος δεν επιθυμεί ποτέ να
κοπιάσει για χάρη της αρετής και της εντολής του Θεού. Ζώντας με αυτόν τον
τρόπο, ο νους του γίνεται ολωσδιόλου γήινος, καθώς σκοτίζεται από τα πάθη
και δεν μπορεί να δεχτεί τα νοητά και θεία πράγματα. Επειδή λοιπόν γίνεται
άδειος από Άγιο Πνεύμα και αμέτοχος των χαρισμάτων Του, γι’ αυτό είναι α-
δύνατο να ανιχνευτεί σε αυτό θεϊκό καρπό, ούτε κατάνυξη ή ταπείνωση ή δά-
κρυα. Γι’ αυτό δεν μπορεί από μόνος του να εμβαθύνει στα βάθη του Πνεύμα-
τος γιατί δεν έχει κανένα φως μέσα του που να φωτίζει το νου του να καταλα-
βαίνει τις Γραφές 3 . Η αποκάλυψη των θείων μυστηρίων και των αληθειών εί-
ναι ανάλογη με τη δεκτική ικανότητα, την καθαρότητα του νου, αλλά και την
ευδοκία της χάριτος του Θεού. Εξαρτάται δηλαδή από την πνευματική κατά-
σταση του χριστιανού4 . Κατά τον άγιο Πέτρο ∆αμασκηνό ο νους γνωρίζει τα
μυστικά και το ρητό της Αγίας Γραφής ανάλογα με την καθαρότητά του, κα-
θώς γίνεται καθαρότερος, αξιώνεται και άλλη γνώση υψηλότερη από την πρώ-
τη, ώστε να θαυμάζει τη χάρη του Θεού, την ανείπωτη σοφία Του και αισθάνε-
ται δέος γι’ αυτόν 5 .
Η τρίτη είναι η πνευματική κατάσταση που την ζει ο πνευματικός άν-
θρωπος. Αυτή δεν έχει κανένα κοινό με τις άλλες δύο καταστάσεις. Οι πνευμα-
τικοί άνθρωποι είναι ευάρεστοι στο Θεό και αφιερώνουν όλη την ζωή τους γι’
Αυτόν, είναι «ο]ι πνεύματι στοιχο~υντες κα`ι τ`ην πνευματικ`ην [επανηρημένοι δι’
\ολου ζωήν» 6 . Κατά τον Νικήτα Στηθάτο οι πνευματικοί άνθρωποι είναι εκείνοι
που με την άσκηση και τα δάκρυα καθαρίζουν την ψυχή τους από τα πάθη, με
προσευχή και μελέτη γεμίζουν το νου τους από το φως και τον κάνουν λαμπρό,
με την απάθεια και αγάπη παίρνουν φτερά για τη θεωρία της κτίσεως και από
εκεί δέχονται τη γνώση των όντων με σοφία που δίνεται μόνο σε εκείνους που
ανέβηκαν πάνω από την ταπεινότητα του σώματος. Γίνονται μέτοχοι στις δω-
ρεές του Αγίου Πνεύματος, αποκτούν δύναμη λόγου και απευθύνουν στην Εκ-
κλησία του Θεού και στο πλήθος των πιστών λόγους αγαθούς από καθαρή

1
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 5, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 299 (∆΄, 81). Ο άγι-
ος Χρυσόστομος ερμηνεύοντας τις τρεις πνευματικές καταστάσεις του ανθρώπου κατά τον απόστολο
Παύλο ορίζει ότι «σαρκικός άνθρωπος» είναι εκείνος που ζει με το φρόνημα της σαρκός, την τρυφή,
τη σπατάλη, την πλεονεξία και κάθε αμαρτία1. Είναι εκείνος που περιορίζεται στην περιοχή των σαρ-
κικών απολαύσεων και βλέπει τα πράγματα μόνο με τους σωματικούς οφθαλμούς, είναι σκοτεινοί στο
φρόνημα και αμέτοχοι του θείου φωτός, γιατί καλύπτονται από τα πάθη που εμποδίζουν τις ακτίνες
του Πνεύματος και μένουν αφώτιστοι. Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις Α΄ Κορ.] Ομιλία 7,5, PG. 61, 60 κ.εξ.
Πρβλ. Yazigi, Παύλου (Μητρ.), Εσχατολογία και ηθική, [εκδ. Πουρναρ~α, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 98.
2
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 4,6, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 299 (∆΄, 81).
3
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 6, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 299 (∆΄, 81).
4
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, \ο.π., σ. 92.
5
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγοι συνοπτικοί πνευματικ~ης γνώσεως, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 156
(229).
6
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 7, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 300 (∆΄, 81).

67
καρδιά και γίνονται στους ανθρώπους παράδειγμα προς μίμηση καθώς είπε ο
Κύριος 1 .
Κατά τον ∆ιάδοχο Φωτικής δεν πρέπει κάποιος αφώτιστος να καταπιά-
νεται με τα πνευματικά θέματα γιατί «\ Οπου μ`εν γ`αρ πενία, φέρει τ`ην {αγνοι-
αν» 2 . Εκείνοι που γράφουν και μιλούν και θέλουν να οικοδομούν το πλήρωμα
της εκκλησιάς χωρίς Πνεύμα, κατά τον Γρηγόριο Σιναΐτη «ψυχικο`ι ε[ισιν,
πνε~υμα μ`η {εχοντες» 3 . Όσοι μιλούν από τους δικούς τους λογισμούς πριν να
φτάσουν στην καθαρότητα, δεν είναι το Πνεύμα του Θεού που μιλά μέσα τους,
αλλά έχουν πλανηθεί από το πνεύμα της οιήσεως 4 . Αυτοί οι άνθρωποι είναι
αφώτιστοι, διότι δεν μιλούν αντλώντας από τη ζωντανή πηγή του Πνεύματος,
αλλά τρέφονται από την ακαθαρσία της καρδιά τους. Το νερό της γνώσεως
τους είναι δύσοσμο, θολό και χλιαρό, και όποιοι πίνουν από αυτό Θα πάθουν
ζημιές 5 .
Κατά τον άγιο Γρηγόριο, εκείνος που έχει φωτιστεί πρώτα από τον Χρι-
στό είναι ικανός να μεταδώσει ενεργητικά στους άλλους το φως του Χριστού
και να καλλιεργησεί στην ψυχή των ακροατών το θεϊκό λόγο κατά την μίμηση
του Απόστολου Παύλου. Γράφει ο άγιος Γρηγόριος: «] Ιερουργε~ι τ`ο Ε[υαγγέλιον
κατά Πα~υλον, ο μεταλαμβάνων κα`ι μεταδιδόναι δυνάμενος [ενεργεί?α κα`ι ]ετέ-
ροις τ`ον φωτισμ`ον το~υ Χριστο~υ· \ωσπερ τιν`α σπόρον θε~ιον τ`ον λόγον [εν τα~ις
ψυχικα~ις τ~ων [ακουόντων [αρούραις α[υτ`ον [ενίησιν» 6 . Κατά τον άγιο Μάξιμο η
ακριβής γνώση των λόγων του Πνεύματος φανερώνεται μόνο σε όσους είναι
άξιοι του Πνεύματος, οι οποίοι με την επιμέλεια των αρετών καθάρισαν το νου
τους από την επίδραση των παθών και με την χάρη του θείου Πνεύματος δέχο-
νται την γνώση των θείων. Τέτοιος άνθρωπος λέγεται ότι «πάσχει τα θεία» 7 ,
γιατί δεν έλαβε αυτή την γνώση από τη φύση μαζί με την ύπαρξη, αλλά κατά
μέθεξη με τη χάρη. Ο άγιος Παλαμάς προτείνει να στρεφόμαστε στην διδα-
σκαλία των αγίων που μιλούν για τα πνευματικά, μόνο με φωτισμό του Πνεύ-
ματος: «Ο[υκ {αρ’ ]ημ~ιν α[υτο~ις [επιτρεπτέον περ`ι Θεο~υ τι λέγειν· [αλλ’ ]ημ~ας
α[υτο`υς [επιτρεπτέον πρ`ος το`υς [εν πνεύματι τ`α το~υ πνεύματος λαλο~υντας» 8 . Αυ-
τοί οι θεούμενοι και φωτισμένοι διδάσκαλοι, κατά τον π. Ρωμανίδη, είναι «οι

1
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 4,6, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 299 (∆΄, 82).
Πρβλ. Μτ. 5,13-14.
2
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 8 , Φιλοκαλία Α΄, σ. 237 (287).
3
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 128 , Φιλοκαλία ∆΄, σ. 207 (58). Ιου-
δα. 19. Γρηγορίου του Θεολόγου, Ε[ις τ`ον ε[ ξισωτ`ην[ Ιουλιανόν, Λόγος 19,2, PG. 35,1045B. «ε[ις τ`ο
διδάσκειν τε κα`ι λαλε~ιν τ`α το~υ Πνεύματος χωρ`ις Πνεύματος».
4
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ ω [ φέλιμα 128, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 207 (58).
Γράφει ο άγιος Μάξιμος ότι «δαιμόνων θεολογία προδήλως, ]η τ~ων [επ’ α[υτ~?η δι`α φιλοδοξίαν μέγα φυ-
σώντων καθέστηκε δίχα πράξεως γν~ωσις».[ Επιστολή πρ`ος Μαρίνον μον`αζοντα, PG. 91, 601C.
5
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 128 , Φιλοκαλία ∆΄, σ. 207 (58).
6
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 93, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 193 (46).
7
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας έβδομη 18, Φιλοκαλία Β΄, σ.
171 (234). Ευάγριου Ποντικού, Πνευματικα`ι γν~ωμαι 24, PG. 40, 1269Β. «Ψυχή καθαρ`α μετ`α Θε`ον,
Θεός».
8
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά.. 80, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 163 (324).

68
μόνοι αυθεντία εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αυτοί διατυπώνουν τους ό-
ρους της πίστεως που οδηγούν εις την θεραπείαν του «έσω ανθρώπου» 1 .
Ύστερα από όσα εκτέθηκαν μπορούμε να δυσπιστήσουμε πόσο διαφέ-
ρει ο πνευματικός άνθρωπος από τον σωματικό και τον ψυχικό. Ο πνευματικός
άνθρωπος είναι εκείνος που ενεργεί μέσα του το Άγιο Πνεύμα και γίνεται μέ-
τοχος στη ζωοποιό ενέργεια του Θεού με την ενεργοποίηση της προαίρεσης.
Ενώ ο ψυχικός και σωματικός άνθρωπος είναι εκείνος που έχει ψυχή και σώμα,
αλλά δεν ενεργεί το Άγιο Πνεύμα μέσα του. Ο πνευματικός άνθρωπος με την
άσκηση και κάθαρση φτάνει στην αγάπη και απάθεια και ως αποτέλεσμα αξιο-
ποιεί να λαμβάνει τη γνώση των όντων και να διδάσκει τους πιστούς και να
μεταδίδει σε αυτούς τα λόγια του Θεού. Όχι μόνο αυτό, αλλά κατά τους νηπτι-
κούς Πατέρες όπως οι άγιοι Κάλλιστος και Ιγνάτιος Ξανθόπουλοι, το πιο σπου-
δαίο χάρισμα για τον πνευματικό πατέρα που είναι η διάκριση, αυξάνεται ανά-
λογα με την πνευματική κατάσταση του ανθρώπου 2 . Αυτό το θέμα θα το ανα-
πτύξουμε στο κεφάλαιο που αναφέρεται στη διάκριση.

γ. Προσωπική οικείωση του Αγίου Πνεύματος.

Ο πνευματικός πατέρας ως πνευματικός άνθρωπος πρέπει να πολιτεύε-


ται μία πνευματική ζωή οδηγούμενος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ο
άγιος Νικόδημος Αγιορείτης δίνει αυτή τη συμβουλή προς τον άνθρωπο που
θέλει να αναλάβει το ρόλο του πνευματικού πατρός. Λέγει: «σύ ]οπο~υ {εχεις νά
κατασταθ~?ης Πνευματικός, πρέπει νά πολιτεύεσαι μίαν ζωήν πνευματικήν, κυ-
βερνώμενος μέ τήν χάριν καί διάκρισιν το~υ] Αγίου Πνεύματος, α { ν θέλ?ης νά
{εχ?ης τό {ονομα το~υ Πνευματικο~υ [αληθινόν καί σύμφωνον μέ τό πρ~αγμα» 3 .
Ο Θεός από την πολλή σοφία του θέλησε να κάνει τον άνθρωπο άλλον
άγγελο επίγειο, ζώο ουράνιο, θεόμορφο και εικόνα δική Του, γράφει ο πα-
τριάρχης Κάλλιστος: «{ Αγγελον α { λλον [επ`ι γ~ης, ζ~?ωον ο[υράνιον, θεοειδές τε κα`ι
θεοείκελον, θέλων ]ο Θε`ος ποι~ησαι σοφ~ως ]ως λίαν τ`ον {ανθρωπον» 4 . Αλλά για
να υψωθεί ο επίγειος άνθρωπος σε αγγελική κατάσταση είναι αδύνατο αν δεν
γίνει σαφώς πνεύμα. Ο πιστός γίνεται πνεύμα όταν γεννηθεί από το Άγιο
Πνεύμα όπως το φανερώνει ο Κύριος στη συνομιλία του με τον Νικόδημο:
«καὶ τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ Πνεύματος πνεῦμά ἐστι» 5 . ∆ηλαδή να γεννηθεί κα-
τά τον έσω άνθρωπο, αυτόν που είναι κατ’ εικόνα του ∆ημιουργού, γιατί η
γέννηση αυτή δεν είναι κατά τους νόμους της φύσεως, αλλά ακολουθεί κατά
χάρη όσους γεννιούνται πνευματικά, ανεξάρτητα από τη θέλησή τους 6 .

1
Ρωμανίδη, Ιω., (Πρωτ.), Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η θεραπεία της,
στον τόμο «Ορθοδοξία, Ελληνισμός, πορεία στην 3η χιλιετηρίδα», [εκδ. Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου,
Αγίου Όρους 1966, σ. 67-87. http://www.romanity.org/htm/rom.e.02.i_thriskeia_einai_neurobiologiki_astheneia.01.htm
2
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 41-42, Φιλοκαλία ∆΄,
σ. 240 (Ε΄, 66).
3
Νικοδήμου του Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, \ο.π., σ. 17.
4
Καλλίστου Αγγελικούδη, Τ`α ε[ λλείποντα κεφάλαια 56, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 345 (Ε΄, 183).
5
Ιω. 3,6.
6
Καλλίστου Αγγελικούδη, Τ`α ε[ λλείποντα κεφάλαια 56, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 345 (Ε΄, 183).

69
Ο άνθρωπος έλαβε από τον Θεό μια λογική και νοερή ζωή, είναι καλε-
σμένος να ενωθεί με τον Θεό δια της θεοποιού Του χάρης και ενέργειας. Γρά-
φει ο άγιος Παλαμάς: «κα`ι λογικ`ην κα`ι νοερ`αν παρ’ α[υτο~υ λαβόντων τ`ην
ζωήν, τ~?η πρ`ος α[υτ`ον [εθελουσί?ω νεύσει τ~ης α[υτο~υ ]ενώσεως [επιτυγχάνειν κα`ι
ζ~?ην ο\υτω θείως κα`ι ]υπερφυ~ως, τ~ης α[υτο~υ κατηξιωμένα θεουργο~υ χάριτος κα`ι
[ενεργείας» 1 . Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος τονίζει ότι όποιος νομίζει ότι είναι
πνευματικός χωρίς να έχει αποκτήσει ενσυνείδητα το Άγιο Πνεύμα βρίσκεται
σε πλάνη και είναι μακριά από την αλήθεια 2 . Η ένωση με το Θεό δεν γίνεται
μόνο με τα καλά έργα και μόνο με την μίμηση και τη σχέση μαζί Του, αλλά
απαραίτητο όρο είναι η θεοποιό χάρη του Πνεύματος.
Ο άγιος Παλαμάς θεωρεί αιρετικούς εκείνους που νομίζουν ότι μόνο
στα καλά έργα θεοποιούνται: «\ Οστις μόν?η τ~?η μιμήσει τε κα`ι σχέσει, χωρ`ις τ~ης
θεοποιο~υ χάριτος το~υ πνεύματος, τ`ην πρ`ος τ`ον Θε`ον τελείαν \ενωσιν [αποφαίνε-
ται τελε~ισθαι,.. κα`ι τ`ην θεοποι`ον χάριν το~υ Θεο~υ, \εξιν τ~ης λογικ~ης φύσεως, δι`α
μόνης μιμήσεως προσγινομένην, [αλλ’ ο[υκ {ελλαμψιν ]υπερφυ~α κα`ι [απόρρητον
κα`ι θείαν [ενέργειαν, ]ορωμένη [αοράτως το~ις [ηξιωμένοις κα`ι νοουμένην [απερι-
νοήτως, ο#υτος ]ιστω, τ~?η τ~ων Μασσαλιαν~ων» 3 . Μόνο όταν έρχεται ο άνθρωπος
σε επαφή με την θεοποιό χάρη του Θεού είναι δυνατός να ενωθεί μαζί Του:
«τ~ων [επιβαλλόντω μόνων τ~?ω ]υπερφυε~ι κα`ι θειοτάτ?ω φωτί, τ~ης θεοποιο~υ χάρι-
τος ε[ιλικριν~ως μετέχειν κα`ι δι’ α[υτ~ης ]ην~ωσθαι τ~?ω Θε~?ω» 4 . Ο άγιος Κάλλιστος
υποβάλλει τα σημάδια της μετοχής του Αγίου Πνεύματος ή της συγχύσεώς Του
μέσα στον άνθρωπο με την «επιθυμία της φτώχειας με ταπείνωση, τα εύκολα
και ασταμάτητα δάκρυα, την τέλεια αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, την
καρδιακή χαρά, την αγαλλίαση από τη συνάντηση του Θεού, την ένωση και τη
θεωρία και το φως του νου, η αεικίνητη δύναμη της προσευχής». Όλα αυτά τα
συνοψίσει ο άγιος με ένα λόγο, «[αμεριμνία προσκαίρω, [εν τ~?η μνήμ?η τ~ων
α[ιωνίων» 5 .
Η πνευματική ζωή δεν πηγάζει από τον άνθρωπο, δεν αποτελεί καρπό
των διανοητικών ή ηθικών αρετών, ούτε καλλιεργείται με συναισθηματισμούς
και υπολογισμούς. Η πνευματική ζωή πηγάζει από τον Θεό 6 . Η ζωή του αν-
θρώπου γίνεται πνευματική όταν κατευθύνεται από τη χάρη του Αγίου Πνεύ-
ματος, όταν ζει ο άνθρωπος κατά το Πνεύμα. Ο άνθρωπος δεν μπορεί με άλλο
τρόπο να γίνει υιός του Θεού και θεός κατά τη χάρη, αν δεν γεννηθεί προηγου-
μένως με την προαίρεσή του από το Πνεύμα 7 .
Ο άνθρωπος είναι ένα όργανο, με το οποίο ο Θεός πραγματοποιεί την
αρετή και τη γνώση, τη νίκη και τη σοφία, την αγαθότητα και την αλήθεια,

1
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά.. 91, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 167 (328).
2
Βλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Ε[ις τ`ον [εξισωτήν[ Ιουλιανόν, PG. 35,1045B. «Τ`ην ν~υν κατέχουσαν πάντας
φοράν κα`ι προθυμίαν, ε[ις τ`ο διδάσκειν τε κα`ι λαλε~ιν τ`α το~υ Πνεύματος χωρίς πνεύματος;».
3
Γρηγορίου Παλαμά,] Αγιορειτικ`ος τόμος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 189 (353).
4
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά..92, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 168 (329). Βλ. Ωρι-
γένης, Περ`ι [αρχών Ι, 8,3, PG. 11, 178C.
5
Καλλίστου Αγγελικούδη, Τ`α ε[ λλείποντα κεφάλαια 31, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 319 (Ε΄, 154).
6
«Ο Θεός είναι αιτία και πηγή των αρετών. Ο άνθρωπος που ζει την αρετή μετέχει της ζωής του Θεού.
μιμείται τυπικά το αρχέτυπο. Πλήρη όμως αποκάλυψη της θεϊκής δόξας θα έχει κατά το μέλλοντα αιώ-
να». Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, \ο.π., σ. 114.
7
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας έβδομη 97, Φιλοκαλία Β΄, σ. 185
(250). Βλ. Ιω.1, 12-13. Ρωμ. 8, 14. « Όσοι Πνεύματι Θεού άγονται, ο#υτοί ε[ισιν υ]ιοί του Θεού».

70
χωρίς αυτός να προσφέρει τίποτα, εκτός από την καλή του προαίρεση 1 . Καθώς
όλα τα κατορθώματα των αγίων είναι χαρίσματα του Θεού, κανένας δεν είχε
τίποτα, παρά μόνο αυτό το αγαθό που του είχε δοθεί από τον Κύριο τον Θεό,
και ήταν ανάλογα με το μέτρο της ευγνωμοσύνης και αγάπης εκείνου που το
δεχόταν 2 . Τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος ενεργούν κατά την δεκτική ικα-
νότητα και δύναμη του καθενός με την ενίσχυση της θείας δύναμης που τα χο-
ρηγεί 3 . Ο Κύριος υποσχέθηκε ότι θα χορηγεί τα ουράνια χαρίσματα σε όσους
Τον παρακαλούν με ισχυρή πίστη στα λόγια Του. Όχι σε δικαίους, αλλά σε
αμαρτωλούς 4 . Έτσι, πρέπει κανείς να ζητάει με επιμονή και χωρίς δισταγμό
από τον Θεό τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, ακόμη και αν είναι φτωχός
σε αρετές και πάρα πολύ αδύνατος και είναι παραπάνω από την αξία του αυτά
που ζητάει και θα λάβει αυτά τα μεγάλα χαρίσματα 5 .

Η συνεργασία της θειας χάριτος και ανθρώπινης προσπάθειας:


Κάθε πνευματικό επίτευγμα είναι καρπός της συνεργίας του πιστού και
του Αγίου Πνεύματος. Ο άγιος Μάξιμος επισημαίνει ότι ο όρος κάθε αρετή
συνίσταται στην ένωση μεταξύ ανθρώπινης αδυναμίας και θείας βοήθειας 6 .
Εκείνος που παίρνει από την ασθένεια της φύσεως του αφορμή να μην προχω-
ρεί στην αρετή βλασφημεί την θεία χάρη που ενισχύει την αδυναμία της φύσης
του. Εκείνος πάλι που αποδίδει το πνευματικό επίτευγμα στην δική του κατόρ-
θωμα προβάλλει με αυθάδεια την ασθένειά του σαν δύναμη και αμφισβητεί το
ρόλο της θείας δύναμης η οποία τον υποστηρίζει 7 . Έτσι η χάρη του Αγίου
Πνεύματος δεν κάνει τίποτε από μόνη της, ούτε τα καλά έργα του ανθρώπου
που είναι μάταια χωρίς την υποστήριξη της Χάρης. Σε κάθε έργο χρειάζεται
συνεργία μεταξύ ανθρώπου και χάριτος, ο Θεός ενεργεί και ο άνθρωπος συ-
νεργεί μαζί Του.
Ο άγιος Συμεών Ν. Θεολόγος απεικονίζει την συνέργεια της θειας χάρι-
τος με τον ανθρώπινη προσπάθεια με ένα χτισμένο σπίτι. Η στέγη κάθε σπιτιού
τη στηρίζουν τα θεμέλια και οι τοίχοι· τα θεμέλια πάλι μπαίνουν ως απαραίτη-
τα και χρήσιμα για να σηκώσουν τη στέγη. Ούτε τα θεμέλια του σπιτιού χωρίς
στέγη χρησιμεύουν ή ωφελούν στο παραμικρό. Έτσι η χάρη του Πνεύματος
συντηρείται με την εργασία των εντολών, ενώ τα έργα των εντολών καταβάλ-
λονται σαν θεμέλια για τη δωρεά του Θεού. Καθώς και ούτε η χάρη του Πνεύ-
ματος παραμένει χωρίς την εργασία των εντολών, ούτε η εργασία των εντολών

1
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας πέμπτη 28, Φιλοκαλία Β΄, σ. 131
(191).
2
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας πέμπτη 29, Φιλοκαλία Β΄, σ. 132
(191). «\ Εκαστος ]ημ~ων κατ`α τ`ην [αναλογίαν τ~ης [εν α[υτ~?ω πίστεως, φανερουμένη κέκτηται το~υ Πνεύμα-
τος τ``ην [ενέργειαν· \ωστε ταμίας ]υπάρχει τ~ης χάριτος \εκαστος ]εαυτο~υ». \ο.π., 34. σ. 133 (192).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ε] κατοντ`ας έκτη 13, Φιλοκαλία Β΄, σ. 149
(210).
4
Λκ. 11,13.
5
Ιωάννη του Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 45 , Φιλοκαλία Α΄, σ. 285 (338).
6
«[ Αρετ~ης \ορος [εστίν, ]η τ~ης α
[ νθρωπίνης [ασθενείας κατ’ [επίγνωσιν πρ`ος τ`ην θείαν δύναμιν \ενωσις».
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας πέμπτη 79, Φιλοκαλία Β΄, σ. 142
(203).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας πέμπτη 79, Φιλοκαλία Β΄, σ. 142
(203).

71
χωρίς την χάρη του Θεού είναι χρήσιμη και ωφέλιμη 1 . Χωρίς τη συνεργία της
Χάριτος του Θεού οι αρετές χάνουν το πραγματικό τους νόημα. Αλλά και χω-
ρίς τη συγκατάθεση του πιστού η χάρη του Θεού παραμένει άκαρπη. Ο άγιος
Συμεών αναφέρει το παράδειγμα του χαλκιά, που εργάζεται την τέχνη του με
τα εργαλεία του, αλλά χωρίς την ενέργεια της φωτιάς δεν μπορεί να κατα-
σκευάσει το παραμικρό, έτσι και ο άνθρωπος κάνει τα πάντα και μεταχειρίζε-
ται τις αρετές σαν εργαλείο, χωρίς όμως την παρουσία του πνευματικού πυρός,
όλα μένουν ανενέργητα και ανώφελα· δεν καθαρίζουν την ακαθαρσία και το
πύον της ψυχής 2 .
Κατά την διδασκαλία των Πατέρων όταν ο άνθρωπος μετέχει στην ά-
κτιστη χάρη του Αγίου Πνεύματος, αυτή η πνευματικότητα μεταδίδετε ακόμη
στο σώμα του, τότε και «συνεπαιρομένης κα`ι τ~ης σαρκ`ος ]υπ`ο το~υ Πνεύματος,
γίνεται ]ο {ανθρωπος \ολος πνευματικός» 3 . Η φύση του σώματος του πνευματι-
κού ανθρώπου δεν μεταβάλλεται, αλλά το σώμα γίνεται πνευματικό σώμα, δη-
λαδή καθαρίζεται από το σαρκικό φρόνημα.
Ο άγιος Κάλλιστος εικονίζει τον πνευματικό άνθρωπο που γίνεται μέτο-
χος του Αγίου Πνεύματος με τον σίδηρο. Το σίδερο όταν μπει στη φωτιά γίνε-
ται και αυτό φωτιά, όχι κατά τη φύση του, αλλά κατά την μετοχή, με την μετά-
δοση της φωτιάς, όσο είναι ενωμένο με τη φωτιά, και πάλι γίνεται και θρόνος
της φωτιάς η οποία έχει εγκατασταθεί και κατά κάποιο τρόπο και αναπαύεται
σε αυτόν όπως σε θρόνο. Κάτι ανάλογο ισχύει στην ανθρώπινη φύση. Ο άν-
θρωπος όταν γίνεται μέτοχος του Αγίου Πνεύματος γίνεται πνεύμα και θρόνος
του Αγίου Πνεύματος με την ένωση και μετοχή του Πνεύματος 4 , με το να πε-
ριλαμβάνει ο Θεός το νου και να κάθεται όπως σε θρόνο· «∆ι`α το~υτο κα`ι θρό-
νος ]ως ε[ικ`ος τελε~ι το~υ] Αγίου Πνεύματος ]ο μέτοχος νο~υς» 5 · και τότε γίνεται
ικανός να μεταδώσει τα πνευματικά. Ο νους πρέπει να γίνει με τη χάρη του
Πνεύματος Χερουβείμ, που σημαίνει πλημμύρα και πλήθος πνευματικής σο-
φίας και τότε να μεταδίδει σοφία στους άλλους. Να γίνει ομοίως Σεραφείμ από
τη γνώση της σοφίας και να φτάσει σε υψηλό επίπεδο της αγάπης του Θεού.
Ύστερα να συνεχίσει διαδοχικά ώσπου να φτάσει στην τάξη του αγγέλου, δη-
λαδή να διδάσκει τον πλησίον. Επομένως, εκείνος που δεν έγινε πρωτύτερα με
τη χάρη του Πνεύματος θρόνος Θεού, δηλαδή Χερουβείμ και Σεραφείμ, ούτε
άγγελος αληθινός μπορεί να είναι, ούτε θα μπορέσει να διδάξει αληθινά στους
άλλους τα πρέποντα με την έμπνευση του Πνεύματος. Γιατί η αληθινή προκο-
πή της ψυχής έχει την αρχή της από τη μέθεξη του Υψίστου Θεού και προχω-
ρεί με τα στάδια με τη χάρη και δύναμη του Ιησού Χριστού 6 .

δ. Η βίωση της πνευματικής ζωής.

1
Συμεών Νέου Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 83, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 241 (∆΄, 28).
2
Συμεών Νέου Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 73, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 241 (∆΄, 26).
3
Φιλήμονος, Λόγος πάνυ [ωφέλιμος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 243 (313).
4
«Το ένδυμα του γάμου για το οποίο κάνει λόγο ο Χριστός, να φρονείς ότι είναι η χάρη του Αγίου
Πνεύματος, και εκείνος που δεν έγινε άξιος να την περιβληθεί, δε θα μετάσχει στον επουράνιο γάμο
και στο πνευματικό δείπνο». Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους
το~υ [αγ. Μακαρίου το~υ Α[ιγυπτίου 98, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 211 (290).
5
Καλλίστου Αγγελικούδη, Τ`α ε[ λλείποντα κεφάλαια 56, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 346 (Ε΄, 183).
6
Καλλίστου Αγγελικούδη, Τ`α ε[ λλείποντα κεφάλαια 56, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 347 (Ε΄, 184).

72
Τονίσαμε παραπάνω πως ο πνευματικός άνθρωπος είναι εκείνος που ζει
πνευματικά και κατοικεί μέσα του το Άγιο Πνεύμα, αλλά για να μπορεί ο άν-
θρωπος να αποκτήσει το Άγιο Πνεύμα οφείλει να ετοιμάσει την ψυχή του για
να δέχεται την παρουσία και την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα της. Ο
άγιος Νικόδημος αναφέρει ότι ο πνευματικός πατέρας πρέπει να έχει διαφορε-
τική αρετή, γνώση και διάκριση από τους άλλους, γιατί μετέχει σε άλλο Πνεύ-
μα, άλλη σύνεση και άλλη σοφία διαφορετική από τη σοφία αυτού του κό-
σμου. Γράφει ο άγιος: «Πρέπει νά {εχ?ης μίαν [εξαίρετον καί διαφορετικήν [αρε-
τήν καί ]αγιότητα [από τούς {αλλους [ανθρώπους, καί [από α[υτούς [ακόμη τούς συ-
νιερε~ις σου».1 Ο πνευματικός πατέρας οφείλει να αγωνίζεται για να φθάνει στο
μέτρο του δυνατού την τελειότητα και την αρετή. Είναι εκείνος που με την ά-
σκηση, τη νήψη και ησυχία έχει αναπλαστεί και μεταμορφωθεί σε εικόνα θεό-
τητας 2 . Ο άγιος Κάλλιστος επαινεί και μακαρίζει τον άνθρωπο ο οποίος απο-
καθιστά την νοερή αίσθηση της ψυχής με την ησυχία και ζει με την έμπνευση
και ενίσχυση του Αγίου Πνεύματος 3 .

Η αληθινή έννοια της αναχώρησης από τον κόσμο:


Κατά τους νηπτικούς Πατέρες το πρώτο βήμα στην πορεία του ανθρώ-
που στην πνευματική ζωή και την τελειότητα αρχίζει με την απομάκρυνση από
τον κόσμο και τη βιοτική μέριμνα. Πολλοί από τους Πατέρες της Εκκλησίας,
ακόμη Προφήτες στην Π.∆. όπως ο Ηλίας 4 , ο Ελισαίος5 και ο Ιωάννης ο Πρό-
δρομος6 κατοικούσαν στις ερήμους και στα βουνά πριν τη δράση τους στον
κόσμο, αποσύρονταν για μία περισυλλογή και προετοιμασία όχι δράσης, αλλά
απόκτησης των δωρεών του Πνεύματος. Γι’ αυτό πολλοί άγιοι έφευγαν από τις
πόλεις και απέφευγαν τις συναναστροφές των πολλών, επειδή γνώριζαν ότι η
συναναστροφή με διεφθαρμένων ανθρώπων είναι πιο καταστρεπτική και από
κολλητική αρρώστια 7 . Αυτή η αναχώρηση από τον κόσμο δεν είναι παρά νέ-
κρωση των παθών και φανέρωση της ζωής που είναι κρυμμένη στον Χριστό 8 .
Κατά τον άγιο Μακάριο είναι αδύνατο να λάβει κανείς το Πανάγιο Πνεύμα με
άλλον τρόπο, αν δεν αποξενωθεί ολότελα από τα πράγματα του κόσμου τούτου
και δεν αφιερωθεί στην επιδίωξη της αγάπης του Χριστού, για να ελευθερωθεί

1
Νικοδήμου του Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, \οπ., σ. 17. Βλ. Γρηγορίου Θεολόγου,[ Απολογητικός
Β΄, PG. 35, 480. «…Καθαρθ~ηναι δε~ι πρ~ωτον, ε@ιτα καθ~αραι, σοφισθ~ηναι και ε@ιτα σοφίσαι, γενέσθαι
φ~ως και φωτίσαι».
2
Γκίκας. Α., (π.), Ο πνευματικός και το μυστήριον της μετανοίας, \ο.π., σ. 35.
3
Κάλλιστος Πατριάρχου, Τ`α [ελλείποντα κεφάλαια 41, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 326 (Ε΄, 162).
4
3 Βασ. 18,19.
5
4 Βασ. 2,25.
6
Μκ. 1,6.
7
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 224 (272). Ο Άγιος Θεόδωρος Έδεσσας παρα-
κινεί τον χριστιανό λέγωντας: «Φίλους {εχειν σε δε~ι, φιλόχριστε, το`υς [ωφελίμους κα`ι συμβαλλομένους
σου τ~?η πολιτεί?α. {Ανδρες γάρ, φησίν, ε[ιρηνικοί, {εστωσαν ο]ι φίλοι σου, [αδελφοί πνευματικοί, πατέρες
\αγιοι». Θεόδωρου επισκόπου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 54, Φιλοκαλία Α΄, σ. 312 (Β΄, 21).
8
Θεοδώρου επισκόπου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελ~η κεφαλαία 17, Φιλοκαλία Α΄, σ. 306 (Β΄, 14).

73
ο νους από όλες τις μέριμνες της ύλης και έτσι να αξιωθεί να γίνει ένα πνεύμα
με τον Κύριο 1 .
Η συμβουλή του αγίου Συμεών Ν. Θεολόγου είναι να μην λάβει κανείς
διαχείριση πραγμάτων αν δεν αποκτήσει τέλεια ελευθερία από την εμπαθή
προσκόλληση στα πράγματα και στα χρήματα του βίου 2 . Κατά τον άγιο Συ-
μεών εκείνος που θα οδηγήσει τους δράστες των αμαρτιών σε μετάνοια και
σωτηρία και εξομολόγηση είναι «χριστομίμητος {οντως κα`ι συνεργ`ος Θεο~υ κα`ι
σωτ`ηρ [ανθρώπων». Αλλά κατά την άποψη του αγίου Συμεών μπορεί να ασκεί
τον έργο αυτό μόνο εκείνος που απελευθερώθηκε από τα πράγματα του κό-
σμου τούτου, και ενώθηκε τελείως με τον Θεό και απέκτησε μέσα του ολόκλη-
ρο τον Χριστό. Γράφει: «#ων ]η α{ισθησις [αναίσθητός [εστι το~υ [αέρος τούτου κα`ι
το~υ κόσμου κα`ι τ~ων πραγμάτων α[υτο~υ τ~ης α[ισθήσεως, #ων ]η διάνοια ο[υ προ-
σπάσχει το~ις ]ορωμένοις, [αλλ’ [εξέστη τ~ης το~υ σώματος ταπεινώσεως, τ~ων [ισαγ-
γέλων λέγων, τ~ων τελείως τ~?ω Θε~?ω ]ενωθέντων κα`ι \ολον Χριστ`ον [εν ]εαυτο~ις ]ο-
λοτελ~ως κτησαμένων {εργ?ω κα`ι πείρ?α, α[ισθήσει κα`ι γνώσει κα`ι θεωρί?α»3 .
Ο άγιος Νείλος παρακινεί όλους όσους έχουν την επιθυμία να πορεύο-
νται προς την αγιότητα να αποδεσμεύονται την μέριμνα των πρόσκαιρων
πραγμάτων· «Καταλίπωμεν τ`α βιοτικ`α πράγματα κα`ι πρ`ος τ`α τ~ης ψυχ~ης [ανα-
νεύσωμεν [αγαθά» 4 . Κατά τον άγιο Νείλο αυτός που προσκολλείται ακόμη στα
βιοτικά πράγματα είναι νήπιο κατά την πνευματική ηλικία, μοιάζει με τα παι-
διά της νηπιακής ηλικίας που έχουν αδυναμία στα παιχνίδια, όσο έχουν την α-
τέλεια της φρόνησης και τα νομίζουν πολύτιμα. Όμως, όταν μεγαλώσουν εγκα-
ταλείπουν τα παιχνίδια και αποβάλουν εύκολα την προσκόλληση σε αυτά. Γι’
αυτό είναι ντροπή για εκείνους που αγωνίζονται για τα αιώνια αγαθά και απο-
βλέπουν στην κάθαρση και φωτισμό της ψυχής να τους βλέπει κανείς να κυ-
λιούνται άμεσα στη στάχτη των επιγείων πραγμάτων5 . Εκείνος που έχει ακόμα
προσκόλληση στα γήϊνα πράγματα έμεινε στη νηπιακή ηλικία και οφείλει να
εγκαταλείπει την φροντίδα των πρόσκαιρων πραγμάτων και να αναλάβει λογι-
σμό της ανδρικής ηλικίας· «κα`ι τ~ης τ~ων κρειττόνων \αψασθαι φροντίδος κα`ι
[αναλαβε~ιν λογισμ`ον [ανδράσι πρέποντα καταλιπόντες» 6 .
Ο Άγιος Νείλος δανείζεται δύο παραδείγματα από τη καθημερινή ζωή
για να παρακινεί εκείνους που ζητούν την τελειότητα και την αιώνια ζωή να
περιφρονούν εκείνα που τραβούν την ψυχή και εμποδίζουν τη προκοπή της. Το
πρώτο είναι από την ναυτική εμπειρία. Εκείνοι που ταξιδεύουν στη θάλασσα,
όταν τους πιάσει φουρτούνα, περιφρονούν τα εμπορεύματα και τα ρίχνουν στη
θάλασσα, κρίνοντας καλύτερο να σώσουν τη ζωή τους παρά τα εμπορεύματα.
Το δεύτερο παράδειγμα προέρχεται από το στάδιο της παλαίστρας. Εκείνοι που
αγωνίζονται στο στάδιο, δεν αγωνίζονται ντυμένοι, αλλά μπαίνουν γυμνοί στο
στάδιο αφήνοντας τα ρούχα τους έξω. Αν κανείς δεν ξεγυμνωθεί, δεν μπαίνει
στον αγώνα. Βέβαια τα εμπορεύματα και τα ρούχα στα δυο παραδείγματα συμ-

1
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 108 , Φιλοκαλία Γ΄, σ. 215 (294). Βλ. 1 Κορ. 6, 17.
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 56, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 246 (∆΄, 23).
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κατηχήσεις, λόγος Η΄, SC. 104, 88.
4
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 225 (273).
5
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 225 (274).
6
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 226 (274).

74
βολίζουν τα σωματικά πράγματα και μέριμνα από τα οποία πιάνει και κρατά οι
ηδονικές επιθυμίες 1 . Έτσι και ο πνευματικός άνθρωπος, για χάρη της ανώτερης
ζωής και οικειοποίησης του Αγίου Πνεύματος οφείλει να περιφρονεί τα πράγ-
ματα που τραβούν την ψυχή στο βυθό της μέριμνας 2 .
Η αμεριμνησία είναι ιδιότητα της τέλειας ψυχής· ενώ το να κατατρίβε-
ται σε φροντίδες είναι ιδιότητα της ατελούς ψυχής. Όταν η ψυχή γίνεται μέ-
τοχος του Αγίου Πνεύματος και γνωρίζει την επιφοίτηση Του με κάποιο α-
νέκφραστη αίσθηση μέσα του, τότε δεν υποφέρει στο εξής να μένει στα όρια
της φύσης, επειδή έχει υποστεί την καλή αλλοίωση με ενέργεια του
Υψίστου 3 , και λησμονεί τις φυσικές ανάγκες του σώματος, γιατί «[ Εκκέχυται
γ`αρ [αοράτως ]η [αγάπη το~υ Θεο~υ μετ`α χαρ~ας [αρρήτου [εν τ~?η καρδί?α α[υτο~υ» 4 .
Αυτό το πράγμα έγινε και με τους Προφήτες και ∆ικαίους της Π.∆. Κατά τον
π. Ρωμανίδη ο θεούμενος, δηλαδή ο φωτισμένος άνθρωπος, μπορεί σε μερικές
περιπτώσεις να περάσει τις φυσικές ανάγκης του σώματος, ούτε τρώγει, ούτε
πίνει, ούτε κοιμάται, ούτε κουράζεται και δεν επηρεάζεται από την ζέστη ή το
κρύο. Αυτά τα φαινόμενα εις τους βίους των αγίων, πριν και μετά την ενσάρ-
κωση του Κυρίου της δόξης, δεν είναι θαύματα, αλλά η αποκατάστασης της
υγείας της νοσούσης ανθρώπινης φύσεως 5 .
Κάθε άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να γίνει πνευματικός αν εγκαταλεί-
πει τις αισθήσεις και τα αισθητά, δηλαδή εγκαταλείπει το σαρκικό φρόνημα
και τον κόσμο και τότε φτάνει να κινείται από το Πνεύμα και να φρονεί τα του
Πνεύματος 6 . Ο πνευματικός άνθρωπος μοιάζει με εκείνο που κοιμάται, δηλαδή
μοιάζει νεκρός ενώ είναι ζωντανός. Νεκρός κατά την ενέργεια του σώματος,
αλλά ζωντανός με τη συνέργεια της ψυχής. Έτσι ο πνευματικός γίνεται νεκρός
για τη σάρκα και τον κόσμο, ζει όμως το φρόνημα του Πνεύματος. Γράφει ο
άγιος Θεόληπτος: «ο\υτω κα`ι ]ο πνεύματι παραμένων, σαρκ`ι μ`εν κα`ι κόσμ?ω νε-
κρο~υται· ζ~?η δ`ε το~υ πνεύματος φρονήματι» 7 . Κατά τον άγιο Θεόληπτο ο πνευ-
ματικός άνθρωπος είναι εκείνος που έχει το Άγιον Πνεύμα μέσα του και αυτό
επιβεβαιώνεται από την φύλαξη των εντολών, την προσευχή και την αδιάλει-
πτη μνήμη του Θεού 8 .

1
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 227 (275).
2
Ο άγιος Νείλος αναφέρει το παράδειγμα του Ιωσήφ από την Π. ∆. ο οποίος εγκατάλειψε τα ρούχα
του και βγήκε γυμνός για να μην πέσει στην αμαρτία με την Αιγύπτια γυναίκα· «Ο#υτος ο#υν ο] τ~ης σω-
φροσύνης [αθλητής, ]ως ε@ιδε κα`ι [εκ τ~ης α
[ ναγκαίας χρείας το~υ σώματος ]ελκόμενον ]εαυτ`ον βί?α πρ`ος τ`ην
τ~ης ]ηδον~ης κοινωνίαν τε κα`ι ε\ νωσιν· μαθ`ων \οτι γυμν`ον {εδει συνδιαιτ~ασθαι τ~?η κατέχειν κα`ι βιάζεσθαι
δυναμένη δεσποίν?η, καταλιπ`ων τ`α ]ιμάτια, {εφυγε· κα`ι [εξ~ηλθεν {εξω, καθάπερ [εν παραδείσ?ω τ~?η α [ ρετ~?η».
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 227 (274).
3
Ψλ. 76,11.
4
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 38, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 334 (∆΄, 119). Βλ.
Ρωμ. 5,5.
5
Ρωμανίδη, Ιω., (Πρωτ.), Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η θεραπεία της,
στον τόμο «Ορθοδοξία, Ελληνισμός, πορεία στην 3η χιλιετηρίδα», [εκδ. Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου,
Αγίου Όρους, 1966, σ. 67-87.
6
Θεόληπτου Φιλαδέλφειας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος 4, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 14 (156). «{ Εκ-
στηθι πάντων τ~ων κατ’ α{ισθησιν κα`ι κατάλιπε τ`ον τ~ης σαρκ`ος νόμον, κα`ι ]ο πνευματικ`ος νόμος γραφή-
σεται τ~?η σ~?η διανοί?α».
7
Θεόληπτου Φιλαδέλφειας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος 5, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 14 (156).
8
Θεόληπτου Φιλαδέλφειας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος 5, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 14 (156).

75
Ο πνευματικός άνθρωπος κατά τον Νικήτα Στηθάτο είναι εκείνος που
ξαλάφρωσε το πνεύμα του, το ένα μέλος της δυάδας πνεύμα-σάρκα, και απε-
λευθέρωσε την ευγένεια του πνεύματος από το δεσμό αυτής της δυάδας, αυτός
γίνεται πνεύμα νοερό, αν και φαίνεται να ζει σωματικά ανάμεσα στους άλλους
ανθρώπους 1 . Κατά τα λόγια του αγίου Μαξίμου ο άνθρωπος που ζει πνευματι-
κά δεν θεωρεί ότι η στέρηση της ηδονής είναι οδυνηρό για την αίσθηση, αφού
μόνο μία ηδονή ξέρει, τη συμβίωση της ψυχής με το λόγο και μία ζημία υπο-
λογίζει: «τ`ην τ~ης προσδοκωμένης κατ`α χάριν θεώσεως α [ ποτυχίαν»2 . Ο άν-
θρωπος καθώς ζει πνευματικά, δεν μπορεί να γνωρίζει τις επιθυμίες της σάρ-
κας, επειδή έχει πληγωθεί από άλλο κάλλος και επιθυμεί άλλη δόξα. Αυτός ο
άνθρωπος γεύθηκε την επουράνια γλυκύτητα και έχει ριζωμένη και ενωμένη
με την ψυχή του τη χάρη που παρέδωσε όλο τον εαυτό του στα θελήματα Της3
και γίνονται μισητά όλα τα πράγματα αυτού του κόσμου 4 . Ο πνευματικός είναι
ο σοφός έμπορος που για χάρη των μελλόντων αγαθών απαρνήθηκε εξίσου τα
ευχάριστα και τα λυπηρά του κόσμου 5 .
Ο πνευματικός άνθρωπος είναι εκείνος που ζει κατά το πνεύμα της Αγί-
ας Γραφής και ακολουθεί με γνησιότητα την Ευαγγελική ζωή 6 . Κατά τον άγιο
Μάξιμο τον Ομολογητή η αγία Γραφή διαιρείται σε σάρκα και σε πνεύμα, το
γράμμα της Γραφής είναι η σάρκα και το νόημα είναι πνεύμα 7 . Ο πνευματικός
άνθρωπος οφείλει να διαβαίνει προς την εσωτερική πνευματική και θεία ω-
ραιότητα που κρύβεται στο γράμμα του Νόμου 8 . Ο όσιος Ησύχιος ο Πρεσβύ-
τερος διδάσκει ότι εικόνα της εξωτερικής αισθητής σωματικής άσκησης είναι η
Παλαιά Διαθήκη. Η Καινή Διαθήκη από το άλλο μέρος, είναι εικόνα της εσω-
τερικής πνευματικής εργασίας και της καθαρότητας της καρδιάς. Ο νόμος της
Παλαιάς Διαθήκης εμποδίζει από τα εξωτερικά σωματικά αμαρτήματα και ζη-
τούσε την αποφυγή του. Το Ευαγγέλιο διδάσκει τη φυλακή και τη τήρηση του
νου9 .
Η μελέτη και η γνώση των εντολών και των ρημάτων της Αγίας Γραφής
δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη και τη βαθύτερη πνευματική τους κατανόηση. Υ-
πάρχει ο κίνδυνος εσφαλμένης κρίσεως και παρανόησης 10 . Γράφει χαρακτηρι-
στικά ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Πολλο`ι μ`εν [αναγιώσκουσι τ`ας θείας
1
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 14, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 329 (∆΄, 114).
2
Μαξίμου Ομολογητού,] Ερμηνεία ε[ις τ`ο "Πάτερ ]ημ~ων", Φιλοκαλία Β΄, σ. 196 (262).
3
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος α [ σκητικ`ος 35, Φιλοκαλία Α΄, σ. 244 (295). «ο\υτω κα`ι ]η ψυχ`η ]ημ~ων, \οταν
]υπ`ο τ~ης χρηστότητος πιαίνηται το~υ] Αγίου Πνεύματος, ]ηδέως γαληνι~?α. Χαίρουσα γ`αρ ]ηττ~αται, κατ`α
τ`ον λέγοντα α\ γιον· πλ`ην τ~?ω Θε~ω
? υ] ποτάγηθι ]η ψυχή μου· τ~?η [επισκιαζούσ?η α[υτ~?η [εκείν?η [απαθεί?α κα`ι
[αρρήτ?ω χρηστότητι».
4
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 106 , Φιλοκαλία Γ΄, σ. 214 (293).
5
Οσίου Θαλασσίου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι ]εγκρατείας 80, Φιλοκαλία Β΄, σ. 209
(277).
6
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας έβδομη 33, Φιλοκαλία Β΄, σ.
173 (237).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ο Θαλάσσιο 91, Φιλοκαλία Β΄, σ. 66 (120). Πρβλ.
«τὸ γὰρ γράμμα ἀποκτέννει, τὸ δὲ πνεῦμα ζῳοποιεῖ». 2 Κορ. 3,6.
8
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας έβδομη 21, Φιλοκαλία Β΄, σ.
234 (171).
9
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Λόγος πρ`ος Θεόδουλον περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 112-113, Φιλοκαλία Α΄, σ.
158 (198-199). Βλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, σ. 100.
10
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, σ. 91.

76
Γραφάς. Ο]ι δ`ε κα`ι [αναγινωσκομένας [ακούουσιν.[ Ολίγοι δ`ε ο]ι τ~ων [αναγινω-
σκομένων τ`ην δύναμιν κα`ι τ`ην {εννοιαν [ορθ~ως ε[ιδέναι δυνάμενοι. Ο\ι, ποτ`ε μ`εν
[αδύνατα ε@ιναι τ`α ]υπ`ο τ~ων θείων Γραφ~ων [αποφαίνονται· ποτ`ε δ`ε κα`ι {απιστα
παντελ~ως ]ηγο~υνται· }η κα`ι [αλληγορο~υσι τα~υτα κακ~ως»1 .
Το Άγιο Ευαγγέλιο αναγγέλλει την «Πνευματικ`ην περιτομ`ην» 2 που
σημαίνει κατά τον άγιο Μάξιμο «τ`ην τ~ης [εμπαθο~υς σχέσεως πρ`ος σ~ωμα τ~ης
ψυχ~ης [εκτομήν» 3 . ∆ιδάσκει την απάρνηση της σαρκικής ζωής και την υπό-
σχεση της πνευματικής ζωής, κηρύττει την αλλαγή της ζωής, την αγγελική λα-
τρεία, τη θεληματική αποξένωση της ψυχής από το σώμα και την έναρξη της
θεϊκής μεταμόρφωσης με τη χάρη του Πνεύματος.
Ο Νικήτας Στηθάτος υποστηρίζει ότι είναι επισφαλές να ερευνά κανείς
με κοσμικό και υλιστικό πνεύμα τις θειες αλήθειες του Ευαγγελίου. Η αποκά-
λυψη των θησαυρών της Γραφής γίνεται μόνο σε όσους την προσεγγίζουν
πνευματικά. Ο πνευματικός άνθρωπος προσπαθεί οδηγώντας από το Πνεύμα
να βιώσει το πνευματικό περιχόμενο της αγίας Γραφής με την εργασία των ε-
ντολών, μέσα στα οποία επιτυγχάνεται η συντήρηση της ψυχής με την αρετή
και την γνώση4 . Ο ψυχικός άνθρωπος, επειδή δεν εμφορείται από το πνεύμα
του Θεού αλλά από το υλιστικό πνεύμα, αδυνατεί να ανιχνεύσει τα βάθη των
θειων εντολών 5 , αλλά επιμένει και προσέχει μόνο στο γράμμα, υπερισχύει στη
φύση του μόνο η αίσθηση, σύμφωνα με την οποία φαίνεται μόνο η σχέση της
ψυχής προς τη σάρκα 6 . Γράφει: «Γν~ωναι γ`αρ μ`η δυνάμενος \οτι πνευματικ~ως
[ανακρίνεται πάντα τ`α τ~ης θείας Γραφ~ης,… ,καταμωκ~αται τ~ων συγκρινόντων
τα~υτα πνευματικ~ως»7 .
∆ιαπιστώνουμε λοιπόν ότι η λέξη πνευματικός αναφέρεται στο Άγιον
Πνεύμα και σημαίνει εκείνο το επίπεδο του όντος, που χαρακτηρίζεται από
άνωθεν γέννηση, αποκαλύπτει κάθε ανθρώπινου όντος που προσέχει στις ου-
ρανικές πηγές του 8 . Ο πνευματικός άνθρωπος εξαντλεί το όνομα του διότι κα-
τοικεί μέσα του το Άγιο Πνεύμα, γι’ αυτό λέγεται πνευματικός. Ο πνευματικός
είναι ο άνθρωπος που απελευθερώθηκε από το σαρκικό φρόνημα και απόκτη-
σε το πνευματικό. Με την κάθαρση της καρδιάς απόκτησε το Άγιο Πνεύμα
μέσα στην ψυχή και κινείται από την επίδραση Του. Τα λεγόμενα πνευματικά
έργα, κατά τον άγιο Πέτρο είναι άψυχα, αν δεν εκτελούνται με την συνέργια
μεταξύ ανθρώπινου κόπου και της θείας χάρης. Λέγει: «διότι {αψυχα ε[ισι πάντα

1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 60, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 247 (∆΄, 24).
2
Ρωμ. 2, 29.
3
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 85, Φιλοκαλία Β΄, σ. 106
(164). και Βλ. του ιδίου, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας εβδόμη 41, σ. 175 (238). «Πε-
ριτομή [εστι μυστική, τ~ης [εμπαθο~υς κατ`α νο~υν περ`ι τ`ην [επείσακτον γένεσιν σχέσεως, παντελ`ης περιαί-
ρεσις».
4
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τέταρτη 86, Φιλοκαλία Β΄, σ.
123 (182).
5
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, σ. 92.
6
Μαξίμου Ομολογητού, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιο 42, Φιλοκαλία Β΄, σ. 132 (77).
7
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 78, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 348 (∆΄, 134).
8
Ευδοκιμώφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, \ο.π., σ. 78.

77
τ`α λεγόμενα πνευματικ`α {εργα, [ε`αν ο[υκ {εχωσι Πνε~υμα \ Αγιον, δι ο#υ κα`ι τ`ην
προσηγορίαν ]ο λεγόμενος πνευματικ`ος {ελαβεν» 1 .
Ο πνευματικός άνθρωπος εφόσον προοδεύει προς την θεραπεία, την
κάθαρση και την θέωση, γίνεται ικανός να καθοδηγήσει τους άλλους. Ένας
πνευματικός άνθρωπος που κατοικεί μέσα του το Άγιο Πνεύμα και έχει άμεση
εμπειρία την παρουσία Του, ομοιάζει με τον εκείνον ιερομόναχο που αποκά-
λυψε την εμπειρία του στον άγιο Συμεών Νεό Θεολόγο αναγκαζόμενος από
την φιλανθρωπία λέγοντας ότι: «ο[υδέποτε [ελειτούργησα, μ`η [ιδ`ων τ`ο Πνε~υμα
τ`ο \ Αγιον, καθ`ως α[υτ`ο ε@ιδον [ελθ`ον [επ’ [εμο`ι ο\ τε μ`ε [εχειροτόμουν κα`ι τ`ην ε[υχ`ην
το~υ] Ιερέως ]ο Μητροπολίτης {ελεγε, το~υ Ε[υχολογίου [επικειμένου τ~?η [αθλί?α μου
κεφαλ~?η»2 . Ο άγιος Κάλλιστος ανακεφαλαιώνει περιγράφοντας τα χαρακτηρι-
στικά του πνευματικού ανθρώπου ως εξής: «Μέσα του κατοικεί πνεύμα θεϊκό·
αγάπη και ειρήνη και χαρά πνευματική πηγάζει από αυτόν. Ζει μία ζωή διαφο-
ρετική από τη συνηθισμένη και κοινή. Ευφραίνεται εξαετίας του Θεού και τα
νοερά μάτια του βλέπουν φως νοερό. Μέσα η καρδιά του έχει φωτιά. Απλότη-
τα, ατρεψία, απειρία, απεριοριστία, αναρχότητα και αιωνιότητα συνυπάρχουν
άμεσα του μαζί με έκπληξη. Συνεχή δάκρυα τρέχουν από τα μάτια του και α-
κόμη αναβλύζει και από την καρδιά του πηγή ζωντανού πνευματικού νερού.
Ενώνεται ενιαία και ολοκληρωτικά με τα νοητά, περικυκλώνεται από τη λάμ-
ψη του Ενός, η απόλαυση που νιώθει είναι υπερκόσμια, ενθουσιάζεται, χαίρε-
ται, θαυμάζει και απορεί με τη μεταβολή που τον οδήγησε στο Θεό»3 .

2. Η πορεία προς την πνευματική τελείωση.

Η πνευματική ζωή έχει δυναμικό χαρακτήρα και η απόκτηση των αρετών


δεν γίνεται διαμιάς αλλά σταδιακά. Ώστε κάθε άνθρωπος που βαπτίστηκε στο
όνομα του Χριστού και έγινε μέλος το σώμα Του οφείλει να περάσει απ’ όλες
τις μεθηλικιώσεις του Χριστού για να φτάσει στην ένωση με τον Θεό. Γράφει ο
άγιος Γρηγόριος Σιναΐτης: «Τ`ας μεθηλικιώσεις πάσας τ`ας [εν Χριστ~?ω φθάσαι
π~ας τις ο[ φείλει ]ο βαπτισθε`ις [εν Χριστ~?ω. Προείληφε γ`αρ τ`ην τούτων δύναμιν
κα`ι δι`α τ~ων [εντολ~ων ταύτας ε]υρε~ιν κα`ι μαθε~ιν δύναται» 4 . Ο Θεός έδωσε στον
άνθρωπο όλες τις αντικειμενικές προϋποθέσεις, όλα τα μέσα για να επιτύχει
τον σκοπό της θέωσης. Πρέπει ο άνθρωπος από την πλευρά του να δημιουργεί
τις απαραίτητες υποκειμενικές προϋποθέσεις 5 . Αν αυτά είναι τα ζητούμενα
από κάθε πιστό, γίνεται ευνόητο πόσα απαιτείται από τον πνευματικό πατέρα.

1
Πέτρου Δαμασκηνού, Λόγος Ξ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 145 (218). «Υπάρχει ο κίνδυνος της αυ-
τονόμησης των αρετών από τη χάρη του Θεού. στην περίπτωση όμως αυτή δεν πρόκειται για αρετές
αλλά για καλές πράξεις. Όταν οι αρετές αποκοπούν από τη χάρη του Θεού παύουν αυτόματα να είναι
αρετές». Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, \ο.π., σ. 119.
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 154, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 270 (∆΄, 48). Ανα-
φέρουμε και ένας σύγχρονος γέροντας, ο πατήρ Σωφρόνιος ο οποίος αξιώθηκε την θεωρία του άκτι-
στου Φωτός, αυτή εμπειρία την περιγράφει στο βιβλίο του: Οψόμεθα τον Θεόν καθώς [εστί, λ.χ. σ.
274-5, όπου περιγράφει την επίσκεψη του Φωτός μετά την θεια μετάληψη όπου παρέμεινε μαζί του επί
τρεις ημέρας. Η δεύτερη μαρτυρία γίνεται στις σελίδες 284-5. Ο γέροντας κάνει μια περιγραφή για την
φύση του Φωτός στην σελίδα 257.
3
Καλλίστου Αγγελικούδη, Τ`α ε[ λλείποντα κεφάλαια 41, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 326 (Ε΄, 162).
4
Γρηγορίου Σιναΐτου,\ Ετερα κεφάλαια 1, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 63 (212).
5
Σταυροπούλου, Χρ., Κοινωνοί θείας φύσεως, [εκδ. Αποστολικής ∆ιακονίας 31990, σ. 37.

78
Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός βλέπει ότι στα Ελληνικά η λέξη «άν-
θρωπος» προέρχεται από την «άνω-[αθρε~ιν, αθρέω», που σημαίνει «άνω-
βλέπω» 1 , αυτό δείχνει ότι ο άνθρωπος είναι σε μια ανοδική πορεία προς τον
πρότυπό του, Τον Θεό. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς διορίζει πως ότι από όλα τα
επίγεια και τα ουράνια όντα μόνο ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα του Πλά-
στη του ως «πρ`ος [εκε~ινον ο] ρώη κα`ι α[υτ`ον α
[ γαπώη, κ[ακείνου μόνου μύστης κα`ι προ-
σκυνυτ`ης ε{ιη· κα`ι τ~?η πρ`ος α[υτ`ον πίστει κα`ι νεύσει κα`ι διαθέσει, τ`ην ο[ικείαν καλ-
λον`ην συντηροίη»2 . Οι Πατέρες όταν μιλούν ότι ο άνθρωπος είναι «κατ’ εικόνα»
Θεού δεν εννοούν σίγουρα ότι είναι από την οργανική κατασκευή του σώματος όπως
λένε μερικοί από άγνοια, αλλά «[εκ τ~ης νοερ~ας φύσεως το~υ νοός»3 . Η νοερή φύση
του νου του ανθρώπου έχει κοινά στοιχεία με τη θεία φύση. Η δόξα του νου, όπως
διευκρινίζει ο αγ. Νικήτας, είναι το ανοδικό, η αεικινησία προς τα άνω, η ταχύτητα, η
καθαρότητα, η σύνεση, η σοφία, η αθανασία4 . Γι’ αυτό και αγαπά να ερευνά όσο γί-
νεται τα σχετικά με το Θεό και ζητεί να ενώνεται με Αυτόν5 .
Αλλά ο άνθρωπος λέγεται και λογικός, γιατί μόνος αυτός κυρίως έχει
αυτό το ιδίωμα από τα άλλα κτίσματα· «[αλλ`α κυρίως α[υτο~υ φύσις ]ο λόγος
[εστί, δι`ο κα`ι λογικ`ος λέγεται, ]ως {ιδιον {εχων το~υτο μόνος» 6 . Στα κείμενα που
αποδίδονται στο άγιο Αντώνιο αναφέρει ότι οι άνθρωποι λέγονται λογικοί κα-
ταχρηστικά. Αλλά το χαρακτηριστικό «λογικός» δεν αποδίδεται σε όποιον έ-
μαθε τα βιβλία των αρχαίων σοφών, ούτε όποιον έχει προφορικό λόγο, γιατί,
όπως λέγει ο όσιος Θεόγνωστος, αυτό το έχει κάθε άνθρωπος, αλλά λογικός
άνθρωπος είναι εκείνος που «δι`α το~υ λογικο~υ ζητ~ων τε κα`ι [ανιχνεύων ε]υρε~ιν
τ`ον Θεόν» 7 , δηλαδή εκείνος που προσελκύεται προς τον Θεό.
Ο αληθινά λογικός άνθρωπος έχει μόνο μία φροντίδα, να υπακούσει και
να είναι αρεστός στον Θεό· και σε τούτο μόνο να ασκεί την ψυχή του, πώς να
γίνει αρεστός στον Θεό 8 . Ο λογικός άνθρωπος ακόμα εξετάζει τι πρέπει να
πράξει και τι τον συμφέρει, καθώς και ποια ταιριάζουν στην ψυχή του και την
ωφελούν και ποια δεν τη ταιριάζουν. Έτσι αποφεύγει εκείνα που βλάπτουν την
ψυχή και επιπλέον τον χωρίζουν από την αιώνια ζωή. Ο άνθρωπος ως λογικός
που είναι, συγγενεύει με την άρρητη και θεία δύναμη, τον Θεό· «] Ο α { νθρωπος
κατ`α μ`εν τ`ο λογικ`ον ε[ κείν?η τ~?η [αρρήτω κα`ι θεί?α δυνάμει συνάπτεται». Ο άν-
θρωπος ως λογικός ον έχει στο νου του μια φροντίδα και ένα σκοπό, τη μέθεξη
και τη συνάφειά του με το Θεό. Αναφέρεται στα κείμενα που αποδίδονται στον
αββά Αντώνιο ότι: «] Ο λογικ`ος [ανήρ, τ`ην πρ`ος τ`ο θε~ιον μετουσίαν κα`ι συνά-

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ω΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 165 (239).
2
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, ηθικά τε και πρακτικά 26, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 142
(300).
3
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 4, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 326 (∆΄, 110).
4
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 8, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 327 (∆΄, 111).
5
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 12, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 329 (∆΄, 113). «Ο
άνθρωπος δημιουργημένος κατ’ εικόνα και ομοίωσιν του Θεού, κατέχει ένα ουσιώδη προσανατολι-
σμό, ο οποίος τον προσδιορίζει. Η ομοιότης αποβλέπει στην προσωπική πραγματοποίηση της αντικει-
μενικής εικόνος. Θέτει σε κίνηση την επέκτασι, την θεληματική τάσι προς άνω, προς τον Ύψιστο. ό-
πως κάθε αντίτυπο έλκεται από το πρωτότυπό του, έτσι και ο άνθρωπος». Ευδοκιμώφ, Π., Η πάλη με
τον Θεόν, \ο.π., σ. 186.
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ω΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 165 (239).
7
Οσίου Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ι] εροσύνης 35, Φιλοκαλία Β΄, σ. 262 (334).
8
Μ. Αντωνίου, Παραινέσεις περ`ι χρηστ~ης πολιτείας 2 , Φιλοκαλία Α΄, σ. 4 (28).

79
φειαν [ενθυμούμενος, ο[υδέποτε ο[υδεν`ος γηΐνου }η ταπεινο~υ [ερασθήσεται· [αλλ’
[επ`ι τ`α ο[υράνια κα`ι α[ιώνια {εχει τ`ον νο~υν· κα`ι γινώσκει, \οτι ]η το~υ Θεο~υ θέλησις
α\υτη [εστί, τ`ο σωθ~ηναι τ`ον {ανθρωπον» 1 . Όπως το σωματικό μέρος συγγενεύει
με τα ζώα, ο λογικός άνθρωπος φροντίζει να διατηρεί το φρόνημα και τη συγ-
γένειά του σύμφωνη με τον Θεό και να το αποδεικνύει αυτό με τα έργα του και
την ενάρετη ζωή του. Γι’ αυτό ο άγιος θεωρεί ότι κάποιος έχει ανόητη ψυχή
όταν εγκαταλείπει τη θεϊκή και αθάνατη υιική σχέση με τον Θεό και στρέφε-
ται προς τη νεκρή και δύστυχη και σύντομη συγγένεια του σώματος· «[εκείνη
τ`ην θείαν κα`ι [αθάνατον υ]ιοθεσίαν καταλείψαντες, πρ`ος τ`ην νεκρ`αν κα`ι [ατυχ~η
κα`ι [ολιγοχρόνιον συγγένειαν το~υ σ~ωματος κλίναντες». ∆ηλαδή όταν κυβερ-
νιέται μόνο από το σαρκικό φρόνημα. Με αυτό τον τρόπο χωρίζεται από το
Θεό και κατεβάζει την ψυχή από τους ουρανούς εξαιτίας των κακών θελημά-
των της 2 .
Οι νηπτικοί Πατέρες κατά την ανάπτυξη της διδασκαλίας τους περί της
ανοδικής πορείας του ανθρώπου για την τελείωσή του κάνουν λόγο για τα τρία
στάδια της πνευματικής τελείωσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο υπότιτλο της
Φιλοκαλίας περιέχει αυτά τα τρία στάδια της θεραπείας για να φτάσει ο άν-
θρωπος στην καθαρότητα του νου. Γράφει ο άγιος Νικόδημος: «Φιλοκαλία τ~ων
]ιερ~ων Νηπτικ~ων συνερανεισθε~ισα παρά τ~ων ]αγίων καί θεοφόρων Πατέρων
]ημ~ων [εν #?η διά τ~ης κατά πρ~αξιν καί θεωρίαν [ηθικ~ης φιλοσοφίας ]ο νο~υς καθαί-
ρεται, φωτίζεται καί τελειο~υται» 3 . Από το παραπάνω φαίνεται ότι η πρόοδος
στην πνευματική ζωή γίνεται ιδιαίτερα στην κατάσταση του νου. Όταν καθαρί-
ζεται ο νους, θεραπεύεται κατόπιν, όπως λέγει ο άγιος Θαλάσσιος είναι ικανός
να θεραπεύσει άλλους: «[ Ιατρός [εστι νο~υς ο] ε] αυτ`ον [ιασάμενος· κα`ι [εξ #ων [ιάθη,
το`υς {αλλους [ιώμενος» 4 .
Αυτά είναι τα τρία στάδια της πνευματικής τελείωσης, αλλά στην διδα-
σκαλία των Πάτερων έχουν διάφορες ονομασίες, αλλά στην ουσία είναι ίδια.
Κατά τον Νικήτα Στηθάτο συναντούμε τα κλασικά στάδια: καθαρτική, φωτι-
στική και μυστική 5 . Σε άλλο σημείο και κατά τον ίδιο άγιο αναφέρει την πρα-
κτική άσκηση, φυσική θεωρία και μυστική θεολογία 6 . Τα τρία στάδια αυτά
στην θεολογία του αγίου Μαξίμου εκφράζονται ως πρακτική φιλοσοφία, φυσι-
κή θεωρία και μυστική θεολογία 7 . Ο άγιος Συμεών Νέος θεολόγος γράφει ορι-
σμένα κεφάλαια και τα χωρίζει σε πρακτικά, γνωστικά και θεολογικά8 . Ο άγιος
Γρηγόριος ο Παλαμάς χωρίζει τα δικά του κεφάλαια σε ηθικά, φυσικά και θεο-
λογικά 9 . Αλλά πριν να αναπτύξουμε αυτό το θέμα είναι απαραίτητο να δούμε
με συντομία την προγενέστερη χρήση αυτού του θέματος στη χριστιανική πα-
ράδοση.

1
Μ. Αντωνίου, Παραινέσεις περ`ι χρηστ~ης πολιτείας 43 , Φιλοκαλία Α΄, σ. 10 (34).
2
Μ. Αντωνίου, Παραινέσεις περ`ι χρηστ~ης πολιτείας 42 , Φιλοκαλία Α΄, σ. 9 (34).
3
Φιλοκαλία τ~ων ]ιερ~ων Νηπτικών, το εξώφυλλον της Α΄ εκδόσεως, Βενετία 1782.
4
Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ]εκατοντ`αδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 44, Φιλοκαλία Β΄, σ. 225 (293).
5
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 41, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 335 (∆΄, 120).
6
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 85, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 320 (∆΄, 103).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 26, Φιλοκαλία Β΄, σ. 17 (63).
και ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι Θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 94, Φιλοκαλία Β΄, σ. 108 (166).
8
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 237-270.
9
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 134-187.

80
Βεβαίως είναι γνωστό ότι ο Απόστολος Παύλος ήδη διέκρινε τους χρι-
στιανούς επί τη βάση της πνευματικής τελείωσης τους στις τρεις καταστάσεις:
σωματικός, ψυχικός και πνευματικός άνθρωπος1 . Και τόνισε την αναγκαιότητα
της πνευματικής προόδου και αύξησης επισημαίνοντάς την με τις λέξεις
α[υξάνειν 2 , α{υξησις 3 , βαθμός 4 και η μόρφωση· «… \ινα μορφωθ~η ? [εν [ημ~ιν
5
Χριστός» . Η μόρφωση εξηγεί καλά το γίγνεσθαι και τα στάδια μίας χάρης σε
συνεχή αύξηση 6 . Οι πνευματικές καταστάσεις περί των οποίων ομιλεί ο Από-
στολος Παύλος περιγράφονται γενικώς με την εικόνα του νηπίου και του ώρι-
μου άνδρα χωρίς να γίνεται ειδικός λόγος για ενδιάμεσες βαθμίδες 7 .
Η διαίρεση αυτή της πνευματικής ζωής έχει την αρχή της στην προχρι-
στιανική πηγή 8 , εισήχθηκε οριστικά στη χριστιανική θεολογία μέσω των αρεο-
παγιτικών συγγραμμάτων 9 . Αυτή αντιστοιχεί προς την τριμερή διαβάθμιση του
Ευάγριου10 . Ο Ευάγριος μολονότι διατήρησε την παλαιά παράδοση περί πρα-
κτικού και θεωρητικού βίου, διέκρινε τον τελευταίο σε δύο φάσεις: Η πρακτι-
κή αποσκοπεί στην κάθαρση από την αμαρτία και στην επίτευξη της απάθειας.
Μετά αυτή εισέρχεται στην θεωρητική, η οποία διακρίνεται σε δύο βαθμίδες,
τη φυσική θεωρία και την ανώτερή της, τη θεολογία. Με τη φυσική θεωρία εν-
νοείται η γνώση των δημιουργημάτων του Θεού και των λόγων αυτών.
Ακολουθεί η ύψιστη βαθμίδα, η θεολογία, που είναι η ένωση του ανθρώπου
μετά τον Θεό κατά το εφικτό δια της προς αυτό ομοιώσεως.

α. Οι τάξεις και οι βαθμίδες της πνευματικής προόδου.

1. Πρακτική φιλοσοφία, φυσική θεωρία και μυστική θεολογία:


Κατά τον άγιο Μάξιμο οι βαθμίδες της πνευματικής προόδου του αν-
θρώπου είναι τρεις: πρακτική φιλοσοφία, η φυσική θεωρία και μυστική θεολο-
γία 11 . Η πρακτική φιλοσοφία είναι η κατάσταση εκείνου που δεν μεταβάλλεται
μαζί με την κίνηση των αισθητών, δηλαδή θανάτωσε μέσα του την κίνηση της

1
Βλ. 1 Κορ. 2, 13-3· 3.
2
2 Κορ. 9,10.
3
Εφ. 4, 12-16. «ἀληθεύοντες δὲ ἐν ἀγάπῃ αὐξήσωμεν εἰς αὐτὸν τὰ πάντα, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, ὁ
Χριστός».
4
1 Τιμ. 3,13. και Βλ. 1 Κορ. 3,1-3· Εβρ. 5,12-14· Φιλ. 3, 12-15.
5
Γαλ. 4,19.
6
Spidlik, T., Η πνευματικότητα του ανατολικού χριστιανισμού, \ο.π., σ. 108.
7
Τσάμη, ∆., Η τελείωση του ανθρώπου κατά Νικήτα τον Στηθάτον, ΑΒ. 11, Θεσσαλονίκη 1971, σ. 61.
8
Η αρχή των τριών οδών, καθαρτικής, φωτιστικής και ενωτικής, βρίσκεται στον πλατωνισμό. Βλ. Fes-
tugière, A., Contemplation et vie contemplative selon Platon, Paris 1963, σσ. 82-249. και Arnou, R.,
στο DS. 22, σ. 1730 κ.εξ.
9
∆ιονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί ουρανίου ]ιεραρχίας, κεφ. Γ΄, PG. 3, 165A-168A. και Περ`ι [εκκλησια-
στικ~ης[ Ιεραρχίας, κεφ. Γ΄, PG. 3, 504ΑΒ. «] Η μ`εν ο@υν [αγιωτάτη τ~ων τελετ~ων ]ιερουργία πρώτην μ`εν
{εχει θεοειδ~η δύναμιν τ`ην ]ιερ`αν τ~ων [ατελέστων κάθαρσιν, μέστιν δ`ε, τ`ην τ~ων καθαρθέντων φωτιστικ`ην
μύησιν· [εσχάτην δ`ε, κα`ι τ~ων προτέρων συγκεφαλαιωτικ`ην, τ`ην τ~ων μυηθέντων [εν [επιστήμη τ~ων
ο[ικείων μυήσεων τελείωσιν».
10
Ευάγριου Ποντικού, Κεφάλαια Πρακτικά 1,1, PG. 40, 1221D. «Χριστιανισμός [εστ`ιν δόγμα το~υ
Σωτ~ηρος ]ημ~ων[ Ιησο~υ Χριστο~υ, [εκ πρακτικ~ης κα`ι φυσικ~ης κα`ι θεολογικ~ης συνεστώς».
11
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 26, Φιλοκαλία Β΄, σ. 17
(63).

81
ορατής κτίσεως με το μαχαίρι του Πνεύματος, αυτός κατόρθωσε την αρετή και
προκόβει στη φρόνηση και χαρακτηριστικά της είναι να οδηγεί τον αγωνιστή
στη διάκριση αρετής και κακίας· «Πρακτικ`ην μ`εν ]ο νο~υς κατορθ~ων, ε[ις φρό-
[ γωνιζόμενον» 1 .
νησιν προκόπτει· ε[ις διάκρισιν [αρετ~ης κα`ι κακίας φέρειν τ`ον α
Το δεύτερο στάδιο είναι η φυσική θεωρία. Είναι για εκείνον που δεν άφησε τα
αισθητά να αποτυπώσουν στο νου του τα σχήματα τους, αλλά απέκοψε από
τον εαυτό του τη φαντασία των αισθητών σχημάτων, αυτός βρήκε την αλήθεια
που υπάρχει μέσα στους λόγους των όντων πάνω στην οποία στηρίζεται η φυ-
σική θεωρία 2 . Τρίτος, εκείνος που με τη διάνοιά του προσπέρασε και αυτή την
ουσία των όντων, δέχεται το φωτισμό της θείας και άναρχης μονάδας, η οποία
αποτελεί και το μυστήριο της αληθινής θεολογίας 3 .
Αυτές τις τρεις καταστάσεις της σωτηρίας, δηλαδή της αρετής, της γνώ-
σης και της θεολογίας, τις ερμηνεύει ο άγιος Μάξιμος στο γεγονός της μετα-
μορφώσεως του Κύριου. Η πρώτη βαθμίδα έχει ανάγκη από την ανδρεία και τη
σωφροσύνη στην πράξη και τύπος της ήταν ο Ηλίας. Η δεύτερη έχει ανάγκη
από τις αρετές της φυσικής θεωρίας, την όποια φανερώνει με τον εαυτό του ο
Μωϋσής· η τρίτη χρειάζεται την άκρα τελειότητα της φρονήσεως, την οποία
έδειξε ο Κύριος 4 . Βέβαια κατά τον άγιο Μάξιμο δεν αρκεί η πρακτική εξά-
σκηση των αρετών για να ελευθερωθεί ο νους από τα πάθη και να μπορέσει να
προσευχηθεί απερίσπαστα, δηλαδή να θεραπευθεί, αν δεν ακολουθούν και οι
υπόλοιπες πνευματικές βαθμίδες 5 . Γιατί η πρακτική αρετή ελευθερώνει το νου
μόνο από την ακράτεια και το μίσος, ενώ οι επόμενες πνευματικές θεωρίες τον
απαλλάσσουν από την λήθη και την άγνοια. Έτσι μπορεί να προσευχηθεί αλη-
θινά και να έχει τη νοερή προσευχή που συνδέεται με τη θεολογία, γιατί προ-
σεύχεται αληθινά, τότε είναι πράγματι θεολόγος όπως αναφέρει ο άγιος Νεί-
λος6 .
Αυτές οι τρεις τάξεις αντιστοιχούν κατά τον άγιο Μάξιμο με τις τρεις
βαθμίδες της ιεροσύνης. Εκείνος που ετοιμάζει το νου του προς τους ιερούς
αγώνες και διώχνει από αυτόν τους εμπαθούς λογισμούς, είναι αντίστοιχος με
διάκονο. Εκείνος που φωτίζει το νου του με τη γνώση των όντων και εξαφανί-
ζει από αυτόν την ψευδώνυμη γνώση, είναι αντίστοιχος με πρεσβύτερο. Και
εκείνος που τελειοποιεί του νου του, χρίοντας τον με το άγιο μύρο της γνώσε-
ως και προσκυνήσεως της Αγίας Τριάδας, είναι αντίστοιχος με επίσκοπο 7 . Αυ-
τό δείχνει ότι όσοι θεραπεύονται και προκόβουν στην πνευματική ζωή, τόσο
ανέρχονται στην κλίμακα της ιερατικής χάριτος και ευλογίας 8 .

2. Καθαρτική, φωτιστική, μυστική:


1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 26, Φιλοκαλία Β΄, σ. 17 (63).
2
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 93, Φιλοκαλία Β΄, σ. 108
(166).
3
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 94, Φιλοκαλία Β΄, σ. 108
(166).
4
Μαξίμου Ομολογητού, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ο Θαλάσσιο16, Φιλοκαλία Β΄, σ. 72 (126).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 5, Φιλοκαλία Β΄, σ. 60 (14).
6
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 61, Φιλοκαλία Α΄, σ. 182 (225).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 21, Φιλοκαλία Β΄, σ. 16 (63).
8
Βλ. Βλάχου, Ι.,(Μητρ.), Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία 1, [εκδ. Ι. Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου Πελαγίας,
7
2004, σ. 65.

82
Αυτές οι προηγούμενες τρεις βαθμίδες κατά τον άγιο Μάξιμο επανα-
λαμβάνονται στη διδασκαλία του Νικήτα Στηθάτου. Η πρώτη βάση είναι για
εκείνους που επεκτείνουν την πρόοδό τους στην πνευματική ζωή είναι η πρα-
κτική φιλοσοφία. ∆εύτερη είναι η φυσική θεωρία ή γνώση των όντων. Τρίτη
είναι η επίγνωση των κρυμμένων μυστηρίων του Θεού, η ένωση και ανάκραση
με το Πρώτο Φως, με το οποίο εισέδυσε στο γνόφο της θεολογίας, όπου τε-
λειώνει και αναπαύεται κάθε πρακτική προκοπή και κάθε σωματική άσκηση
και θεωρία 1 .
Ο Νικήτας Στηθάτος έχει δεύτερη ομάδα βαθμίδων, την κλασική ομάδα.
Γράφει: «Τρε~ις ε[ισι τάξεις [εν το~ις ποιουμένοις τ`ας προκοπ`ας τ~ων τελειοποι~ων
[αναβάσεων, καθαρτική, φωτιστική, μυστική»2 . Αυτή η ομάδα μολονότι δια-
φέρει εξωτερικώς από την προηγούμενη κατά την ονομασία, όμως ουσιαστικά
συμπίπτει με την προηγούμενη και κάθε μια από αυτές έχει το χαρακτήρα της,
τον έργο της και το σκοπό της 3 .
Η καθαρτική τάξη είναι για όσους αρχίζουν τους πνευματικούς αγώνες.
Το χαρακτηριστικό της είναι η απόρριψη της μορφής του παλαιού χοϊκού αν-
θρώπου από κάθε κακία και η ένδυση του νέου ανθρώπου, που τον ανακαινίζει
το Άγιο Πνεύμα 4 . Το έργο της συνίσταται στο μίσος της ύλης, την άσκηση της
σάρκας, την αποφυγή κάθε αιτίας που ωθεί το λογιστικό σε πάθος, η μετάνοια
για τα περασμένα αμαρτήματα. Σκοπός της τάξεως αυτής είναι να καθαριστεί ο
άνθρωπος στην πράξη με τη φωτιά της ασκήσεως και με τους σωματικούς κό-
πους, ώστε να αποβάλει κάθε αμαρτία 5 .
Η φωτιστική τάξη είναι για εκείνους, οι οποίοι από τους κόπους της α-
σκήσεως προχώρησαν στην πρώτη απάθεια. Το χαρακτηριστικό της είναι, ό-
πως στην προηγούμενη σειρά η γνώση των όντων, δηλαδή η θεωρία των λόγων
της κτήσεως και η μέθεξη του Αγίου Πνεύματος. Έργο της είναι η κάθαρση
του νου, που γίνεται με τη θεϊκή φωτιά, η νοερή αποκάλυψη των οφθαλμών
της καρδίας και η γέννηση του λόγου της γνώσης, που εκφράζεται με υψηλά
νοήματα της γνώσης. Σκοπός της είναι ο λόγος της σοφίας που από σαφηνίζει
τις φύσεις των όντων, η επίγνωση των θειων και των ανθρώπινων πραγμάτων
και βιώνει την αποκάλυψη των μυστηρίων της Βασιλείας των ουρανών. Ό-
ποιος έφτασε σε αυτό το σημείο με την πνευματική εργασία του νου μιμείται
τον Ηλία, ανυψώνεται στον νοητό αέρα και περιοδεύει στα ουράνια, αφού ξε-
πέρασε την ταπεινότητα του σώματος 6 .
Η τρίτη είναι η μυστική τάξη. Χαρακτηριστικά της ότι εκείνους που την
έχουν φτάσει να πλησιάζουν τον Θεό και να ενωθούν μαζί Του. Έργο της είναι
να γεμίσει το νους με τους λόγους για την αλήθεια του Θεού και για τη λύση
αινιγμάτων και παραβολών και διάφορων λόγων της θείας Γραφής. Σκοπός της

1
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 31, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 333 (∆΄, 117)·
∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 51, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 311 (∆΄, 93)· ∆εύτερη ]εκατοντάδα
φυσικ~ων κεφαλαίων 85, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 320 (∆΄, 103).
2
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 41, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 335 (∆΄, 120).
3
Για περισσότερη ανάλυση των βαθμίδων κατά τον Νικήτα Στηθάτο, Βλ. Τσάμη, ∆., Η τελείωση του
ανθρώπου κατά Νικήτα Τον Στηθάτον, \ο.π., σ. 68.
4
Κολ. 3,10.
5
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 42, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 336 (∆΄, 120).
6
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 43 , Φιλοκαλία Γ΄, σ. 336 (∆΄, 121).

83
είναι να μυσταγωγήσει αυτόν που τελειοποιήθηκε έτσι, στα απόκρυφα μυστή-
ρια του Θεού, να τον γεμίσει ανείπωτη σοφία με τη συνάφεια με το Πνεύμα
και να τον αναδείξει σοφό θεολόγο μέσα στη Εκκλησία του Θεού, ώστε να
φωτίζει τους ανθρώπους με το λόγο της θεολογίας. Εκείνος που έφτασε σε αυ-
τό το σημείο με βαθύτατη ταπεινοφροσύνη και κατάνυξη, ανέβηκε στον τρίτο
ουρανό της θεολογίας σαν άλλος Παύλος. Ακόμη, έγινε διάκονος των μυστη-
ρίων του Θεού, επειδή έγινε στόμα Θεού και μεταδίδει όλα αυτά στους ανθρώ-
πους με το λόγο, ζώντας τέλειος μέσα στον τέλειο Θεό 1 .
Κατά τον Νικήτα αυτές οι τρεις καταστάσεις αντιστοιχούν με τις τρεις
βαθμίδες που αναφέρονται στον αγώνα κατά των τριών αρχηγών όλων των πα-
θών: της φιληδονίας, της φιλαργυρίας και της φιλοδοξίας που είναι ο εισαγω-
γικός, ο μεσαίος και ο τέλειος. Ο εισαγωγικός είναι αυτός που εισέρχεται
στους αγώνες και πολεμά εναντίον των παθών. Όλη την ενέργειά του την κα-
τευθύνει κατά του πνεύματος της φιληδονίας, χρησιμοποιώντας την άσκηση
για να καθαρίζει την καρδιά από τους μολυσμούς 2 . Εκείνος που προχώρησε
στο μέσο της αρετής είναι μεσαίος, αυτός αποκτήσει τη πρώτη απάθεια, την
οποία αποκαλεί ο άγιος Μάξιμος απάθεια της προαιρέσεως που προέρχεται
από την ενάρετο βίο, όχι όμως από τη φύση 3 . Ο άνθρωπος αρχίζει να διακρίνει
τη φύση των όντων και να αγωνίζεται κατά του πνεύματος της φιλαργυρίας.
Ανυψώνει λοιπόν το νου του με τη μελέτη των θείων πραγμάτων. Το λογικό
του το οξύνει με τους λόγους της κτίσεως και το κάνει ικανό να διασαφηνίζει
τις φύσεις των όντων. Την ψυχή την ανεβάζει με την πίστη από τα ορατά στα
αόρατα και κατέχει μεγάλη πίστη και ελπίδα στον Θεό 4 . Ο Τέλειος είναι εκεί-
νος που με τα φτερά της απάθειας και της ταπεινώσεως εισέδυσε στο γνόφο
της θεολογίας και της γνώσης των μυστηρίων του Θεού με το θείο Πνεύμα.
Και με τις φλόγες των θεϊκών δογμάτων και νοημάτων, πολεμάει το πνεύμα
της φιλοδοξίας. Προξενεί στην ψυχή κατάνυξη με τις ιερές αποκαλύψεις και
την κάνει να χύνει δάκρυ. Το φρόνημα της ψυχής το ταπεινώνει με τη μνήμη
της ανθρώπινης ασθένειας και το ανυψώνει με τα νοήματα της θείας γνώσης 5 .
Οι πνευματικές μεθηλικιώσεις των πιστών παρουσιάζονται από τον Νι-
κήτα στην μορφή νηπίου, νεανίσκου και άνδρα τελείου. Αυτές οι βαθμίδες α-
ποτελούν την ανάπτυξη της Παύλειας διαβάθμισης νήπιοι-άνδρες 6 στην οποία
προστίθεται η κατηγορία των νεανίσκων, προκειμένου να αντιστοιχεί προς τις
τρεις τάξεις των αναβάσεων, που αναφέραμε παραπάνω 7 . Ο Νικήτας Στηθάτος
παρουσιάζει αυτή την ομάδα όπου με την μετάβαση από τη μία πνευματική η-
λικία στην άλλη, μεγαλώνει μαζί και ο Χριστός. Όταν ο άνθρωπος είναι νήπιο
έχει ανάγκη από γάλα, λέγεται ότι θηλάζει το γάλα των εισαγωγικών αρετών
της ασκήσεως του σώματος, το οποίο είναι λίγο ωφέλιμο σε εκείνους που αυ-
1
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 44, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 336 (∆΄, 121). Βλ.
Γαλ. 2,20.
2
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 40, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 282 (∆΄, 62).
3
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας έκτη 36, Φιλοκαλία Β΄, σ. 154
(216).
4
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 41, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 282 (∆΄, 63).
5
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ε] κατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 42· 45, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 282-3 (∆΄,
63).
6
1 Κορ. 3,1-3. Εφ. 4,13-14. Εβρ. 5,13-14.
7
Τσάμη, ∆., Η τελείωση του ανθρώπου κατά Νικήτα Τον Στηθάτον, σ. 69.

84
ξάνουν στην αρετή και αποβάλλουν σταδιακά τη ηπιότητα. Έτσι, όταν ανέλθει
στη βαθμίδα των νεανίσκων, τρέφεται με τη στερεά τροφή της θεωρίας των
όντων, έχοντας γυμνασμένα τα αισθητά της ψυχής, τότε ο Χριστός λέγεται ότι
προοδεύει στην ηλικία και στη θεία χάρη και κάθεται μεταξύ των πρεσβυτέρων
και τους φανερώνει τα βαθιά και σκοτεινά. Και όταν γίνει ώριμος άνδρας και
φτάσει στην τελειότητα που μέτρο της είναι ο Χριστός, τότε λέγεται ότι κηρύτ-
τει σε όλους το λόγο της μετάνοιας και διδάσκει τον λαό για τη Βασιλεία των
ουρανών. Γιατί αυτό είναι το τέλος καθενός που έγινε τέλειος στις αρετές, α-
φού πέρασε όλες τις ηλικίες του Χριστού1 .

3. Οι δούλοι, οι μισθωτοί, οι τέλειοι:


Υπάρχει μια κατηγορία για τα στάδια των πνευματικών μεθηλικιώσεων
των πιστών που έχει αναπτυχθεί πάρα πολύ κατά τους εκκλησιαστικούς συγ-
γραφείς στη Αγία Γραφή 2 και χρησιμοποιείται από τους νηπτικούς Πατέρες
όπως τον άγιο Μάξιμο και Νικήτα Στηθάτο και είναι: οι φοβούμενοι, οι προ-
κόπτοντες και οι τέλειοι 3 . Οι «φοβούμενοι» είναι αυτοί που βρίσκονται στην
αρχή του αγώνα, στη προπύλαια της θείας αυλής των αρετών, αυτοί έχουν άλ-
λη ονομασία κατά τον άγιο Πέτρο, είναι οι δούλοι, διότι δεν αγαπούν το αγαθό
καθ’ αυτό, αλλά για το φόβο των κολάσεων απέχουν από το κακό. Εκείνοι που
απόκτησαν μία ορισμένοι έξη των λόγων και των τρόπων της αρετής τους ονο-
μάζονται «προκόπτοντες», είναι οι μισθωτοί κατά τον Πέτρο ∆αμασκηνό, γιατί
αγαπούν το αγαθό και μισούν το πονηρό, αλλά με την ελπίδα να λάβουν το μι-
σθό. Τέλος είναι οι «τέλειοι», εκείνοι που με την εξάσκηση της αρετής έφτα-
σαν ήδη με τη γνώση στην κορυφή της αποκαλυπτικής αλήθειας των αρετών 4 .
Είναι οι υιοί κατά τον Πέτρο ∆αμασκηνό, που δεν απέχουν από κάθε κακία λό-
γω του φόβου της κολάσεως, ούτε κάνουν το καλό με την ελπίδα της αμοιβής,
αλλά το λογαριάζουν σαν χρέος τους και αγαπούν την απάθεια, γιατί αυτή εί-
ναι η μίμηση του Θεού 5 .

β. Η σημασία των βαθμίδων στην πνευματική ζωή.

Από τα παραπάνω είδαμε ότι οι κατηγορίες για την πνευματική τελείω-


ση είναι πολύμορφες αλλά στην ουσία είναι ίδια. Οι τρείς βαθμίδες της πνευ-
ματικής μεθηλικίωσης εναλλάσσονται, δηλαδή πρέπει ο αγωνιστής να περάσει
από την πρώτη στην δεύτερη και τελικά να φτάσει στην τελική θεραπεία, αλλά
από την άλλη πλευρά πρέπει να τονιστεί ότι τα τρία στάδια δεν είναι αυστηρά
1
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 50, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 338 (∆΄, 123).
2
Βλ. για παράδειγμα: Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατά πλάτος, προοίμιον 3, PG. 31,896 B. Γρηγορίου Θεο-
λόγου, Λόγος 4,60, PG. 35,581C-584A. Γρηγορίου Παλαμά,]Ομιλία 4, PG. 151,56D-57A. Νικήτα Στη-
θάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 50, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 310 (∆΄, 93).
3
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 68, Φιλοκαλία Β΄, σ. 102
(160).
4
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 68, Φιλοκαλία Β΄, σ. 102
(160).
5
Πέτρου ∆αμασκηνού,\ Οτι μ~αλλον συμφέρει το~ις [εμπαθέσιν ]η ]ησυχία, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 79
(148).

85
συνεχόμενα, έτσι ώστε το ένα να τελειώνει πριν αρχίσει το άλλο. Τα τρία στά-
δια δεν είναι τόσο διαδοχικά, όσο ταυτόχρονα. Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί
με την άμεση λάμψη της θειας χάριτος να χαρίζεται μερικές φορές από τον
Θεό σε ένα πρόσωπο ένα απρόσμενο δώρο, πρίν ακόμη αυτό το πρόσωπο αρ-
χίσει να μπαίνει στον αγώνα της πρακτικής ζωής. Από την άλλη πλευρά μπορεί
ένας άγιος αγωνιστής που πέρασε τις τρεις βαθμίδες να θεωρεί τον εαυτό του
αμαρτωλό που δεν άρχισε ακόμα την μετάνοιά του και ζητάει από τον Θεό α-
κόμη και την τελευταία στιγμή της ζωής του να του χαρίζει καιρό μετανοίας.
Χαρακτηριστική στα Αποφθέγματα είναι η περιγραφή της κοίμησης του αββ~α
Σισώη, που ήταν στα μάτια των πνευματικών του παιδιών ήδη τέλειος, αλλά
στα δικά του μάτια ήταν μόλις στην αρχή. Όταν έφτασε στη στιγμή να κοιμη-
θεί τον είδαν να παρακαλέσει τους αγγέλους λέγοντας: «Παρακαλ~ω |ινα [αφεθ~ω
μετανο~ησαι μικρόν». Και όταν του ρώτησαν οι μαθητές του ότι δεν έχει ανά-
γκη από την μετάνοια αυτός απάντησε: «Φύσει ο[υκ ο@ιδα [εμαυτ`ον |οτι {εβαλον
[αρχήν» 1 .
Στον αγώνα για την πνευματική προόδου ο Θεός επιτρέπει κατ’ οικονο-
μία κάποια αυξομείωση. Παρατηρείται δηλαδή άλλοτε αύξηση και άλλοτε ε-
λάττωση. Η κατάσταση αυτή είναι προπαρασκευαστική, για να οδηγηθεί ο πι-
στός τελικά στην «έξη της αρετής» 2 . Το θεμέλιο της χριστιανικής ζωής το έχει
καθοριστεί ο άγιος Μακάριος ως εξής: «Ακόμη και αν έχει κανείς αποκτήσει
όλες τις αρετές ή αν ακόμη γίνει μέτοχος της χάρης και αν αφανίσει το σώμα
με διάφορες ασκήσεις και αγρυπνίες, να μην εφησυχάζει ούτε να παίρνει θάρ-
ρος, ούτε να νομίζει ότι κατόρθωσε κάτι σπουδαίο, αλλά μάλλον τότε να πεινά
και να διψά περισσότερο και να έχει τέτοια μετριοφροσύνη σαν να μην έχει
αρχίσει ακόμη να ζει κατά το θέλημα του Θεού, και να νιώθει απληστία και
έρωτα για τη θεία αγάπη»3 .
Όπως αναφέραμε πριν ότι η πνευματική ζωή έχει δυναμικό χαρακτήρα,
γράφει ο Νικήτας Στηθάτος ότι ο άνθρωπος προχωρεί μπροστά ασταμάτητα ως
αεικίνητο ων γύρω από τον Θεό: «Κατ`α τ`ας τάξεις κα`ι το`υς βαθμο`υς τ~ης [εμφι-
λοσόφου ζω~ης, δε~ι πάντως ]ημ~ας ο] δεύειν [επί τ`α πρόσω κα`ι πρ`ος τ`ο ]υπερκείμε-
νον σπουδαίως [ανέρχεσθαι, ]ως α [ εικινήτους {οντας περ`ι Θε`ον κα`ι στάσιν μ`η
ε[ιδότας ποτ`ε το~υ καλο~υ» 4 . Γι’ αυτό δεν πρέπει ο αγωνιστής να σταματήσει μό-
νο σε μία βαθμίδα, αλλά να προχωράει μέχρι το τέλος, η εργασία του πνευμα-
τικού νόμου δεν περιορίζεται, κατά τον άγιο Θεόληπτο, σε κάποιο χρονικό
διάστημα ούτε έχει ορισμένο μέτρο, αλλά διαρκεί ώσπου να φτάσει το τέλος
αυτής της ζωής 5 . Εκείνος που γυρίζει γύρω από τα ίδια και δεν θέλει να κινη-
θεί μπροστά μοιάζει, κατά το άγιο Νικήτα, με μουλάρι που γυρίζει συνεχώς
γύρω από το μαγγάνι. ∆ηλαδή εκείνος που πολεμά συνεχώς με τη σάρκα και
1
Αποφθέγματα, [αββ~α Σισώη 14, σ. 667.
2
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας έβδομη 11, Φιλοκαλία Β΄, σ.
169 (232). Βλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, σ. 118.
3
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 114, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 217 (297).
4
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 85, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 320 (∆΄, 103).
5
Θεόληπτου Φιλαδέλφειας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 6 (147). «ο[υ και-
ρικ~?ω διαστήματι περιορίζων το~υ πνευματικο~υ νόμου τ`ην ε[ ργασίαν και [εν μέτρ?ω ταύτην ποιούμενος,
[αλλ`α και μέχρις {αν το πέρας τ`ην παρο~υσαν ζω`ην καταλαβ`ων τ`ην [εκ το~υ σώματος {εξοδον της ψυχ~ης
[απεργάσεται».

86
ασχολείται μόνο με την άσκηση του σώματος με κάθε κακοπάθεια, δεν κατα-
λαβαίνει ότι ζημιώνεται υπερβολικά, επειδή δεν πέτυχε το σκοπό του θείου θε-
λήματος 1 . Από την άλλη πλευρά ο όσιος Θεόγνωστος προτρέπει τον αγωνιστή
να διστάζει μπροστά στις πολύ υψηλές θεωρίες και την απάθεια πριν να περά-
σει πρώτα μέσα από εκείνα που προϋποθέτει. Γράφει: «Συστέλλω [απ`ο τ~ων ]υ-
ψηλοτάτων θεωρι~ων, ε[ι μήπου [ακροτάτης [απαθείας [επέβης, κα`ι μ`η τρέχε [ακί-
χητα τ~ων ]υπ`ερ σ`ε [εφιέμενος». Έχει υπόψη ότι δεν επιτρέπεται ενώ τρέφεται με
τη γάλα των αρετών, να προσπαθεί να πετάξει σε ένα υψηλό ύψος. Γι’ αυτό αν
θέλει κάποιος να γίνει θεολόγος και θεωρητικός, πρέπει πρώτα να υψώνει την
ψυχή του με τον ενάρετο βίο και με την κάθαρση να αποκτήσει ό,τι είναι κα-
θαρό2 . Εκείνος που δεν έχει την προαίρεση να υψωθεί από τα επιμέρους και
λίγο ωφέλιμα στα καθολικά επωφελή, αυτός τρώει ακόμη το πετρένιο ψωμί με
τον ιδρώτα του προσώπου του3 . Γι’ αυτό είναι ανόρεχτη η ψυχή του για το νο-
ητό μάννα και το μέλι. Ενώ εκείνος που σηκώθηκε από την κοπιαστική εργα-
σία και εκπλήρωσε το νόμο των εντολών με τη διακονία του λόγου, ανέβηκε
στο υπερώο και περιμένει την επιφοίτηση του Παρακλήτου4 .
Έτσι για να επιτύχει ο άνθρωπος την τελείωσή του δεν πρέπει να περιο-
ρισθεί στην πρώτη βαθμίδα αν δεν επιδιώξει να προοδεύει στις δύο άλλες. Γι’
αυτό είτε η πρακτική φιλοσοφία είτε η φυσική θεωρία δεν αποτελούν σκοπό ή
αξία, εάν δεν θεωρούνται ως βάσεις δια να αποκτήσει ο πιστός την ένωσή του
με τον Θεό. Ο άγιος Ιωάννης Κλίμακος προτρέπει όλους τους αγωνιστές για
τον διηνεκή αγώνα και ανάβαση προς την τελειότητα, λέγοντας: «Ανεβαίνετε,
ανεβαίνετε, αδελφοί, επιθυμώντας ολόψυχα τις αναβάσεις, ακούοντας αυτόν
που λέγει: ∆ε~υτε [αναβ~ωμεν ε[ις τό \ορος Κυρίου και ε[ις τόν ο@ικον το~υ Θεο~υ
]ημ~ων» 5 .
Η πνευματική τελείωση είναι ατέλεστος, χωρίς τέλος, είναι κατά την
έκφραση του Αποστόλου πορεία «ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπὸ Κυρίου
Πνεύματος» 6 . Οι αρετές δεν ταυτίζονται με την κατά Θεόν τελείωση και την
αγιότητα. Κατά τον άγιο Μάξιμο, πράττουμε σε αυτή τη ζωή οι αρετές· ενώ
πάσχουμε για το μέλλον τη θέωση. Και έπειτα από αυτή τη ζωή παύουμε να
πράττουμε τις αρετές, δεν παύουμε όμως να πάσχουμε κατά χάρη τη θέωση 7 .
Εφόσον ο σκοπός της καθοδήγησης είναι η θεραπεία του ανθρώπου. Ο
πνευματικός πατέρας ως θεραπευτής, οφείλει πρώτα να περάσει τις πνευματι-
κές μεθηλικιώσεις και να αποκτήσει την θεραπεία. Τότε όσοι έχουν θεραπευθεί
και απέκτησαν κοινωνία με τον Θεό είναι θεολόγοι και μόνο αυτοί μπορούν να
δείξουν τον αληθινό δρόμο που οδηγεί στον τόπο της θεραπείας και να διδά-
σκουν το λόγο του Θεού και να έχουν διάκριση. Κατά τον ∆ιάδοχο Φωτικής
όλα τα χαρίσματα του Θεού είναι καλά και ικανά να παρέχουν κάθε αγαθότη-
τα. Αλλά κανένα δεν ανάβει και δεν κινεί την καρδιά στην αγάπη της αγαθότη-
1
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων83, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 319 (∆΄, 102).
2
Οσίου Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ι] εροσύνης 6, Φιλοκαλία Β΄, σ. 256 (328).
3
Γεν. 3,19.
4
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 84, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 319 (∆΄,103).
5
Ιωάννου της Κλίμακος, Κλίμαξ 30, PG. 88, 1148C. Πρβλ. Ησ. 2,3.
6
2 Κορ. 3, 18.
7
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 75 και 77, Φιλοκαλία Β΄,
σ. 104-5 (162).

87
τας του Θεού, όσο η θεολογία. Η θεολογία τρέφει το νου με τα λόγια του Θεού
μέσα στη λάμψη του ανέκφραστου φωτός, που έχει ενώσει τη λογική ψυχή με
το Θεό λόγο σε μία αχώριστη ένωση 1 . Η θεολογία είναι κυρίως καρπός της θε-
ραπείας του ανθρώπου και όχι μία διανοητική ή αφηρημένη επιστήμη 2 . Ο θεο-
λόγος είναι εκείνος που έχει θεραπευτεί από τα πάθη του, πλησιάζει το Πρώτο
φως και ερευνάει με το Πνεύμα τα βάθη του Θεού. Της θεολογίας προηγείται
απαραίτητα η θεραπεία και στη συνέχεια ο θεολόγος μπορεί να θεραπεύσει
τους άλλους.

3. «Ιατρέ θεράπευσον σεαυτόν».

α. Η αναγκαιότητα του έμπειρου πνευματικού πατέρα.

Στη ζωή κάθε ανθρώπου γενικά η επιτυχία ή η αποτυχία ενός έργου ε-


ξαρτάται σε πολλές περιπτώσεις από τη σωστή ή λανθασμένη επιλογή του για
μία συμβουλή ή γνώμη. Γι[ αυτό οφείλει καθένας να ψάχνει για ένα άνθρωπο
που γνωρίζει καλά το αντικείμενο και τα μυστικά της δουλειάς του, να έχει ε-
μπειρία και επιδεξιότητα στον τέλειο δυνατό βαθμό. Στην περίπτωση της αρ-
ρώστιας ο άνθρωπος ψάχνει για να βρει το πιο έμπειρο και φημισμένο γιατρό
για να επιτύχει την θεραπεία του. Αυτό ισχύει στην καθημερινή μας ζωή. Τόσο
περισσότερο είναι η ανάγκη για ένα έμπειρο άνθρωπο να μας οδηγήσει στη
ζωή κατά Χριστόν. Ο Άγιος Νικόδημος προτείνει πρώτα σε κάθε άνθρωπο να
ερευνήσει ποιος είναι ο έμπειρος πνευματικός μεταξύ των άλλων για να εξο-
μολογείται σε αυτόν. Στηρίζεται πάνω στα λόγια του Μ. Βασιλείου: «Καθώς
τα πάθη και τάς πληγάς του σώματος δεν τάς δείχνουν οι άνθρωποι ε[ις τον
καθ’ένα, αλλά ε[ις τους εμπείρους ιατρούς, όπου ηξεύρουν να τάς ιατρεύσουν.
Έτσι και τα αμαρτήματα πρέπει να φανερώνονται, όχι ε[ις τον τυχόντα, αλλά ε[ις
εκείνους, όπου δύνανται να τα θεραπεύσουν»3 .
Η καλή ή κακή επιλογή για έναν οδηγό μπορεί να συμβάλει στη σωτη-
ρία ή απώλειά της ψυχής, αφού ο Θεός θέλει ο άνθρωπος να σώζεται μέσω άλ-
λου ανθρώπου, ενώ αντίθετα ο σατανάς σπεύδει να κολάσει τον άνθρωπο μέσω
και πάλι άλλου ανθρώπου. Γι’ αυτό παραινεί ο άγιος Ιωάννης Καρπάθιος ότι
δεν πρέπει να προσκολλάται κανείς σε άνθρωπο που καταφρονεί τα θεία και
είναι πονηρός και δεν κρατεί τη γλώσσα του, για να μην πάει μαζί του στην
κόλαση. Γιατί και δίκαιο άνθρωπο να συναναστρέφεται κανείς, μόλις και με-
ταβίας μπορεί να σωθεί 4 . Φυσικά τίθεται το ερώτημα αν η πίστη του υποτακτι-
κού μπορεί να αναπληρώσει την ανεπάρκεια και απειρία του γέροντα. Υπήρ-
ξαν περιπτώσεις πολύ σπάνιες, που η πίστη, κατά ειδική πρόνοια του Θεού,
ενέργησε μέσω αμαρτωλών και ανεπαρκών και επέτυχε την σωτηρία τους. Αυ-
1
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 67, Φιλοκαλία Α΄, σ. 255 (306).
2
Θα αναπτύξουμε αυτό το θέμα στο τρίτο κεφάλαιο στην παράγραφο: Η γνώση του πνευματικού πα-
τρός.
3
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, \ο.π., σ. 203. Βλ. Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατ’επιτομήν, Ερώ-
τησις 229, PG. 31, 1236 Α. «] Η [εξαγόρευσις τ~ων ]αμαρτημάτων γίνεσθαι [οφείλει, [επ`ι τ~ων δυναμένων
θεραπεύειν».
4
Ιωάννη του Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 88, Φιλοκαλία Α΄, σ. 294 (348).

88
τά τα γεγονότα αποτελούν εξαιρέσεις και δεν πρέπει να εκληφθούν ως πρότυπα
προς μίμηση και «ο[υ νόμος τ`ο σπάνιον» 1 .
Σε αυτή την παράγραφο θα ερευνήσουμε πόσο είναι απαραίτητο στην
πνευματική ζωή ο καθένας να καθοδηγείται από έναν έμπειρο πνευματικό πα-
τέρα και πόσο είναι μεγάλος ο κίνδυνος που μπορεί να ελλοχεύει στην περί-
πτωση που ο οδηγός δεν έχει πείρα. Τέλος, πώς μπορεί εκείνος που θέλει να
ασκεί το έργο του πνευματικού να αποκτήσει την κατάλληλη εμπειρία.

1. Η προϋπόθεση της πνευματικής εμπειρίας.

Κάθε τέχνη και κάθε επάγγελμα χρειάζεται έναν δάσκαλο και οδηγό για
να διδάξει τους κανόνες και τα μυστικά του. Κατά τον άγιο Κάλλιστο κανείς
δεν αρχίζει να περπατάει σε έναν άγνωστο δρόμο χωρίς οδηγό που να του δεί-
χνει τη σωστή κατεύθυνση, ούτε ταξιδεύει στην ανοιχτή θάλασσα χωρίς έμπει-
ρο κυβερνήτη. Αυτή η συμβουλή εφαρμόζεται σε οποιαδήποτε τέχνη και επι-
στήμη, αυτό απαιτεί να είμαστε πιο προσεκτικοί στην τέχνη των τεχνών και
επιστήμη των επιστημών 2 , δηλαδή στην πνευματική τέχνη και στο δρόμο που
καταλήγει στον Θεό 3 . Σε αυτή είναι μεγαλύτερη η ανάγκη να μαθαίνει ο αγω-
νιστής σωστά τους κανόνες, γιατί η πνευματική τέχνη, όπως την περιγράφει ο
άγιος Κασσιανός είναι δυσκολότερη απ’ όλες τις άλλες τέχνες, διότι είναι αό-
ρατη τέχνη και η αποτυχία σε αυτήν δεν γεννά πρόσκαιρη ζημία, αλλά «ψυχ~ης
[απώλειαν τίκτει και θάνατον α[ιώνιον» 4 .
Η συμβουλή του αγίου Καλλίστου είναι σαφής: «βιάσου, ε]υρε~ιν διδά-
σκαλον [απλαν~η και τέλειον» και προσθέτει «αναζητώντας με κόπο και πίστη,
τότε δεν θα αποτύχεις στο σκοπό σου» 5 . Η ανάγκη για ένα πεπειραμένο πνευ-
ματικό οδηγό προκύπτει από τον κίνδυνο που διατρέχει τον αγωνιστής στην
πορεία του προς την τελείωση. Προτρέπει ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής: «κα`ι
πνευματικο~ις [εμπε~ιροις πατράσι συναναστρέφεσθαι κα`ι ]οδηγε~ισθαι ]υπ’ α[υτ~ων
σπουδάζων.[ Επικίνδυνον γ`αρ τ`ο κατ`α μόνας κα`ι [ιδιόρρυθμον κα`ι [αμάρτυρον
κα`ι μετ`α [απείρων το~υ πνευματικο~υ πολέμου συζ~ην· {αλλοις γ`αρ τρόποις πολέ-
μων ο]ι τοιο~υτοι ]αλίσκονται· ο\ τι πολλά ε[ισι τ~ης κακίας τ`α μηχανήματα κα`ι {ενε-
δρα κεκρυμμένα· κα`ι διάφοροι παγίδες πανταχόθεν το~υ [εχθρο~υ καταπεπήγα-
σι»6 .

1
Νικηφόρου Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 26 (170).
2
Αυτή η φράση επαναλαμβάνεται συνέχεια στα κείμενα της Φιλοκαλίας για να εκδηλώνει για τον
πνευματικό αγώνα, Βλ. Νικηφόρου Μονάζοντος, Περί νήψεως και φύλαξης καρδιάς, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
18 (161). Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 204 (250). Καλλίστου και Ιγνατίου
Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 210 (Ε΄, 34). Ησυχίου
Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 121, Φιλοκαλία Α΄, σ. 159 (200).
Βλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 2,16, PG. 35, 425. Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις Β΄ Κορ.,] Ομιλία 15,3 PG.
61, 506.
3
Καλλίστου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 210 (Ε΄,34).
4
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 121 (90).
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
211 (Ε΄, 35).
6
Μάρκου Ασκητή, Πρ`ος Νικόλαον μονάζοντα, Φιλοκαλία Α΄, σ. 137 (174).

89
Ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης επιβεβαιώνει ότι δεν είναι μικρός ο αγώ-
νας για να βρεθεί οδηγός που δεν πλανάται στα έργα, στα λόγια και στα νοή-
ματα 1 . Και μετά ορίζει τα γνωρίσματα του απλανούς οδηγού: «Να είναι η ζωή
του και η φρόνησή του σύμφωνες με τις μαρτυρίες των θείων Γραφών και να
είναι ταπεινός» 2 . Το ίδιο και οι όσιοι Κάλλιστος και Ιγνάτιος και Συμεών Ν.
Θεολόγος συνοψίζουν τις αρετές και τα γνωρίσματα του ως εξής: «Να είναι
δοκιμασμένος στην πνευματική οδήγηση προς το Θεό, για όσα λέγει να φέρνει
μαρτυρία από τις ιερές Γραφές, η ζωή του να είναι πνευματοφόρα και να συμ-
φωνεί με τα λόγια του. Να έχει υψηλή τη διάνοια αλλά ταπεινά το φρόνημα, να
είναι ενάρετος στους τρόπους και γενικά να είναι όπως παριστάνουν τα θεοπα-
ράδοτα λόγια τον κατά Χριστόν διδάσκαλο»3 .
Ο Άγιος Συμεών Ν. Θεολόγος που μιλά από την εμπειρία του που την
έζησε σχετικά με το θέμα της πνευματικής πατρότητας, είτε ως υποτακτικός
στον Συμεών του Ευσεβή, είτε ως πνευματικός πατέρας για πολλούς, παρακα-
λεί ο καθένας που ξεκίνα το δρόμο της μοναχικής ζωής να ικετεύει στον Θεό
με προσευχές και δάκρυα να για να φτάσει το ταχύτερο στο λιμάνι ενός καλού
πνευματικού πατέρα 4 . Ο Άγιος δεν σταματά εδώ, άλλα αφού ξέρει ότι υπάρ-
χουν πολλοί πλάνοι και ψευδοδιδάσκαλοι, ζητά από τον ίδιο άνθρωπο που έχει
καταφύγει σε έναν πνευματικό, πρώτα να αντιπαραβάλει τη διδασκαλία και τις
πράξεις του γέροντας με τις θείες Γραφές και τα πρακτικά συγγράμματα των
αγίων Πατέρων και να τις εξετάσει5 . Και ύστερα από αυτά αν δοκιμάσει πνευ-
ματική ωφέλεια και αποκτήσει ανόθευτη πίστη στον πνευματικό πατέρα, από
εκεί και πέρα να τον βλέπει όπως βλέπει τον ίδιο τον Χριστό, να απορρίψει
μακριά κάθε απιστία και δισταγμό, να έχει απόφαση μέσα του να μην κάνει
τίποτα χωρίς να τον διατάξει ο ίδιος 6 . Αλλά παρατηρεί ο άγιος Νείλος ότι για
να βρεθεί τέτοιος πνευματικός είναι κάτι «σπάνιος δ`ε ]ο τοιο~υτος κα[ι ο[υ ]ραδίως
ε]υρισκόμενος» 7 .
Είναι χρήσιμο σε αυτό το σημείο να πούμε ότι στην προσπάθεια του αν-
θρώπου να βρει έναν πνευματικό πατέρα δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο για
έναν γέροντα που έχει τίτλο ή να είναι κάτοικος στην έρημο ή σε σπήλαιο 8 ,
γιατί πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι δεν μπορούν να βρουν κάποιον πνευματι-
1
Ο πρώτος τονισμός των Πατέρων είναι να βρεις ένα απλανής οδηγός. Βλ. Συμεών Ν. Θεολόγου,
Περ`ι τ~ων τρι~ων τρόπων τ~ης προσευχ~ης, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 84 (302). Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθο-
πούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 14, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 206 (Ε΄, 29). Ιωάννης Κλίμακας,
Κλίμαξ, Λόγος ∆΄, 6, σ. 65.
2
Γρηγορίου Σιναΐτου, Περ`ι το~υ π~ως δε~ι καθέζεσθαι τ`ον ]ησυχάζοντα ε[ις τ`ην ε[υχ`ην, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
86 (237).
3
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 14, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
206 (Ε΄, 29). Συμεών Ν. Θεολόγου, Περ`ι τ~ων τρι~ων τρόπων τ~ης προσευχ~ης, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 84 (303).
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 8, 33, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 238· 242 (∆΄, 14).
5
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 33, σ. 242 (18). Ίδια συμβουλή δίνει ο άγι-
ος Ιωάννης Κλίμακας, Κλίμαξ, Λόγος ∆΄, PG. 88, 680C.
6
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά κα`ι θεολογικά 18-19, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 240 (∆΄, 16). Βλ.
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλου, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 14, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
206 (Ε΄, 29).
7
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 207-208 (254).
8
Γράφει ο Γέρων Εφραίμ ο Κατουνακιώτης: «Καλός γέροντος δεν είναι αυτός που έχει τίτλους ή άλλα
χαρακτηριστικά του κόσμου τούτου ή του τόπου που μένει, αλλά να έχει πείρα και ζωή πνευματική...»
και προσθέτει «Τι τον ωφέλησε τον Ιούδα που είχε Γέροντα τον Χριστό;». Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Ο
χαρισματο~υχος υποτακτικός Γ. Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, σ. 72 και 101.

90
κό πατέρα, επειδή τον φαντάζονται ως έναν ιδιαίτερο τύπο ανθρώπου. Θέλουν
έναν άγιο, όπως ο Άγιος Σεραφείμ ή ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος και έτσι κλεί-
νουν τα μάτια τους στους οδηγούς που ο Θεός πράγματι τους στέλνει 1 . Ο Άγι-
ος Ιωάννης ο Καρπάθιος αναφέρει το παράδειγμα του Ισαάκ και του Ησα~υ και
λέγει ότι ο Ισαάκ ήθελε να ευλογήσει τον Ησα~υ και ο Ησα~υ έσπευσε να λάβει
την ευλογία, αλλά όμως και οι δύο απέτυχαν. Επειδή ο Θεός ευλογεί και χρίει
με το Πνεύμα, όχι εκείνον που θέλουμε εμείς, αλλά εκείνον που Αυτός προό-
ρισε, πριν τον πλάσει ακόμη, στο να Τον υπηρετήσει 2 .
Από τα παραπάνω σημειώνουμε ότι η πρωτοβουλία για την πνευματική
πατρότητα δεν προέρχεται από τον διδάσκαλο, αλλά από τον μαθητή. Ο πνευ-
ματικός πάντα νιώθει την άγνοια και αδυναμία του να αναλάβει τέτοια
ευθύνη 3 . Ο μαθητής προσεύχεται και ψάχνει 4 και μετά αποφασίσει να παρα-
δώσει τον εαυτό του σε έναν πνευματικό, δηλαδή τα πνευματικά παιδιά είναι
αυτοί που αποκαλύπτουν και στον ίδιο την ιδιότητα του γέροντα, και δεν είναι
ο γέροντας που επιβάλλει τον εαυτό του στους μαθητές. Γιατί όπως λέγει ο Ά-
γιος Νείλος το να επιδιώξει κάποιος να αναλαμβάνει την προστασία των άλ-
λων, είναι ένδειξη πνευματική ακαρπία 5 . Προσλαμβάνοντας σε αυτό σημείο
μία πασίγνωστη παραβολή από την Π.∆., όταν πήγαν τα δέντρα του δάσους να
ψηφίσουν βασιλέα, αρνήθηκαν το άμπελο, τη συκιά και την ελιά διαδοχικά,
ευχαριστημένες πιο πολύ από τον καρπό τους παρά από το βασιλικό αξίωμα,
ενώ δέχτηκε το αξίωμα ο θάμνος, ένα ξύλο άκαρπο και γεμάτο αγκάθια, που
κανένα καλό δεν είχε, ούτε δικό του, ούτε από τα δέντρα που θα υποτάσσονταν
σε αυτόν 6 .
Μόνο η αρετή του πνευματικού ελκύει τους μαθητές και η φήμη της
αναγγέλλει στους ανθρώπους τα αγαθά του, αναφέρει ως παράδειγμα τον άγιο
Πρόδρομο, που έμενε στην έρημο και όλες οι πόλεις σύσσωμες έρχονταν σε
αυτόν 7 . Ο άγιος Νείλος λέγει ότι αφού ο Χριστός συμβούλευε τους μαθητές
του να μείνουν μακριά από αυτό το αξίωμα και να αρνηθούν όσο μπορούν να
αναλάβουν τέτοιο έργο 8 , τότε αναρωτιέται: Ποιος είναι εκείνος που φαντάζε-
ται τον εαυτό του παραπάνω από τους Αποστόλους για να αναλαμβάνει τέτοια
ευθύνη; Στη μοναχική παράδοση, όπως παραγράφει ο άγιος Πέτρος ∆αμασκη-
νός, οι Πατέρες που έλαμψαν στις αρετές και την ταπείνωση και έκοβαν τα θε-
λήματά τους μέσα σε βαθιά ησυχία, αυτοί εκλέχθηκαν από τον διδάσκαλό τους
να διδάσκουν άλλους και να δέχονται την εξομολόγηση των λογισμών των άλ-
λων και να έχουν εξουσία επάνω σε άλλους, είτε ως αρχιερείς, είτε ως ηγούμε-

1
Βλ. Ware, Kάλλιστος, Η εντός ημών Βασιλεία, \ο.π., σ. 236.
2
Ιωάννη του Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 31, Φιλοκαλία Α΄, σ. 282 (335).
3
Γράφει ο π. Σωφρόνιος χαρακτηριστικά: «Η συνείδησις της πενίας μου @ητο βαθε~ια, παρ`α τα~υτα όμως
δ`εν [ηδυνάμην να παραιτηθ~ω της [ανατεθείσης ε[ις [εμ`ε πνευματικ~ης ]υπηρεσίας.[ Εγω ο[υδόλως [επεδίωξα
α[υτήν». Σαχαρώφ, Σ., Περ`ι προσευχής, ο\ .π., σ. 237.
4
Είναι χρήσιμη η προσευχή που προτείνει ο άγιος Συμεών προκειμένου να βρει κανείς οδηγό: «Κύριε,
]ο μ`η θέλων τ`ον θάνατον το~υ ]αμαρτωλο~υ ]ως τ`ο [επιστρέψαι κα`ι ζ~ην α[υτόν,… πέμψον μοι α { νθρωπον
γινώσκοντά σε, \ινα ]ως σο`ι δουλεύσις α[υτ~?ω κα`ι πάσ?η δυνάμει μου ]υποταγε`ις..».] Ηθικός λόγος Ζ΄, SC.
129,186 κ.εξ.
5
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 206 (253).
6
Κρ. 9,7-15.
7
Μκ. 1,5.
8
Μτ. 23,8.

91
νοι, και δέχτηκαν με νοερή αίσθηση τη σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος μέσω
της επιφοιτήσεώς Του 1 . Ο Πέτρος ο ∆αμασκηνός λέγει ότι εκείνος που τολμά
μόνος του να αναλαμβάνει τα θεϊκά αξιώματα χωρίς την προσταγή του Θεού,
καταδικάζεται, αφού εκείνοι που αναλαμβάνουν διάφορα αξιώματα χωρίς βα-
σιλική προσταγή καταδικάζονται 2 . Αν βέβαια κανείς χωρίς δική του πρόθεση
δέχεται έναν ή δύο μαθητές, θα εκβιαστεί μετά να οδηγήσει και περισσότε-
ρους, τότε ο Άγιος Νείλος τον συμβουλεύει πρώτα-πρώτα να εξετάσει τον εαυ-
τό του με ακρίβεια, αν μπορεί να διδάσκει με έργο και όχι με λόγια, δηλαδή να
βάζει ως παράδειγμα κάθε αρετής μπροστά στους μαθητές το δικό του βίο, έ-
πειτα να γνωρίζει πόση αγωνία πρέπει να έχει για τους μαθητές που ανέλαβε
την ευθύνη τους όχι λιγότερη από όση έχει για τον εαυτό του, γιατί όπως για
τον εαυτό του, έτσι και για εκείνους θα δώσει λόγο αφού ανέλαβε την σωτηρία
τους 3 .
Οι νηπτικοί Πατέρες κατάλαβαν το μέγεθος του κινδύνου που περικυ-
κλώνει ένας αρχάριος στην πνευματική ζωή, διότι όπως γράφει ο άγιος Γ. Πα-
λαμάς: «Ο διάβολος είναι πολύ κακός και σοφός, ορμητικός και πολυμήχανος
στο να πλανά τον άνθρωπο» 4 . Γι’ αυτόν το λόγο οι Πατέρες ξέρουν πόσο είναι
εύκολο να πλανηθεί κάποιος αρχάριος και ύστερα από πολλούς κόπους, γιατί
όπως αναδεικνύει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, το αυτεξούσιο του ανθρώπου
εύκολα κλίνει σε κοινωνία με τους δαίμονες, ιδιαίτερα σ’ εκείνους που δεν έ-
χουν πείρα και εκεί κοντά και γύρω στους αρχάριους και ιδιόρρυθμους περιφέ-
ρονται οι δαίμονες ετοιμάζοντας παγίδες λογισμών και πτώσεων δια μέσου
φαντασιών5 .
Γι’ αυτό οι Πατέρες επισείουν την προσοχή στον αρχάριο από τον κίν-
δυνο που παραμονεύει στην απομόνωση, γιατί πρέπει πρώτα να μάθει να πο-
λεμά τις κρυφές και φανερές επιθέσεις των παθών, να γυμναστεί στην εκκοπή
του θελήματος ανάμεσα στην αδελφότητα, κάτω από επίβλεψη έμπειρο αρχη-
γό, αλλιώς θα είναι ακατόρθωτο να πολεμήσει για χάρη άλλων και να τους δι-
δάξει τη νίκη κατά των αοράτων εχθρών6 . Η ιδιορρυθμία και η υψηλοφροσύνη
ήταν αφορμή για μερικούς να παρεκκλίνουν από την πορεία τους και να βλα-
φτεί η πνευματική ζωή τους, γιατί «υπάρχει ενέργεια πνευματική και υπάρχει

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδωνύμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 100 (171) .
Ο π. Γ. Καψάνης στο βιβλίο του: Η ποιμαντική διακονία κατά τους Ι. Κανόνες, 1976, σ. 172, βεβαιώ-
νει ότι για την εκλογή του ηγουμένου οι ιεροί κανόνες δε λένε τίποτα. Αλλά παραθέτει το του οσίου
Νικοδήμου του Αγιορείτου στο Πηδάλιον, σ. 325, υποσμη. 1 στο ιδ΄ Ζ΄. Ο Μ. Παχώμιος, ο πρώτος
οργανωτής του κοινοβίου, παρότι έχει μόνος το δικαίωμα της εκλογής διαδόχου του, αναθέτει την
εκλογή στους άλλους πατέρες των μονών και τους ηγουμένους των Παχωμίανών οίκων, αλλά οι εκλέ-
κτορες πατέρες αφήνουν το δικαίωμα αυτό στο διακριτικό μεγάλο γέροντα που υποδεικνύει εκείνος
τον διάδοχο Βλ. Βίος Παχωμίου Α΄, ΒΕΠΕΣ 40, 175-177. Πράγματι συμβαίνει μερικές φορές να υπο-
δεικνύει ο Γέροντας αυτόν, στον οποίο αναπαύεται το πνεύμα του, όπως π.χ. στην Οπτίνα της Ρωσίας,
είχε καθιερωθεί μία «αποστολική διαδοχή» των πνευματικών διδασκάλων.
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδωνύμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 100 (171).
3
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 210-211 (257).
4
Γρηγορίου Παλαμά, ∆εκάλογος τ~ης κατ`α Χριστόν νομοθεσίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 116 (272).
5
Απέναντι τις φαντασίες οι Πατέρες ήταν πάντα προσεκτικοί και διστακτικοί, και η συμβουλή τους
είναι «Πρόσεχε μη συγκατατεθείς και πιστέψεις αμέσως κάτι τι, ας είναι και αγαθό, προτού εξετάσεις
πολύ και ρωτήσεις τους εμπείρους, για να μη βλαφθείς». Γρηγορίου Σιναΐτου, Περ`ι το~υ π~ως δε~ι καθέ-
ζεσθαι τ`ον ]ησυχάζοντα ε[ις τ`ην ε[υχ`ην, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 85 (236).
6
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 73, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 290 (∆΄, 71).

92
και ενέργεια σατανική, που δεν την ξεχωρίζει ο άπειρος» 1 , ενώ πάντα σε εκεί-
νον που αναζητεί τον Θεό με υπακοή, ταπεινοφροσύνη και ερώτηση τους έ-
μπειρους, δε θα βλαφτεί ποτέ και αν έρθει κάποιος πειρασμός, λόγω της ταπεί-
νωσης του θα επισύρει τη βοήθεια του Θεού και θα του γίνει για δοκιμή και
στέφανο.
Τώρα εάν ο άνθρωπος έψαχνε και δεν βρήκε ακόμη τον άνθρωπο για
την κυβερνήτη του, τότε όπως συμβουλεύει ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός, ας
εμπιστεύεται ως τελευταίο καταφύγιο τον Χριστό που είναι ο μόνος αληθινός
πνευματικός οδηγός, να Τον ρωτά με προσευχή από την καρδιά του, και με την
πίστη να ελπίζει την απόκριση2 .

2. Η απόκτηση της εμπειρίας.

Το θέμα απόκτησης της εμπειρίας είναι πολύ σημαντικό για όποιον α-


σκεί το ρόλο του πνευματικού πατρός, επειδή διαφορετικά κρίνει τα ζητήματα
της τέχνης ο τεχνίτης από τον άπειρο στη τέχνη. Ο ένας κρίνει με βάση της
γνώσης, ενώ ο άλλος όπως του φαίνεται. Όμως η κρίση που γίνεται τυχαία,
σπανίως πλησιάζει την αλήθεια 3 . Στο θέμα της θεραπείας των σωματικών α-
σθενειών δεν μπορεί κανείς να κάνει την σωστή διάγνωση και αφορμίζει την
σωστή θεραπεία χωρίς μεγάλη ιατρική πείρα, λένε ότι «η ορθή διάγνωση είναι
το ημισυτής θεραπείας», ούτε στην θεραπεία των ψυχικών παθών δεν επιτυχαί-
νεται χωρίς μεγάλη άσκηση γύρω από αυτά και χωρίς γνώση της πραγματικό-
τητας της πνευματικής ζωής και τέχνη του αόρατου πολέμου. Και όπως στο
θέμα της διάγνωσης των σωματικών ασθενειών αυτή είναι ευδιάκριτη για ελά-
χιστους, έτσι είναι πιο επισφαλής στο θέμα των ψυχικών παθών. Γιατί όπως
λέγει ο Νικήτας: «Όσο ανώτερη είναι η ψυχή από το σώμα, τόσο μεγαλύτερα
και πιο δυσνόητα είναι τα πάθη της από τα πάθη του σώματος, που αφήνονται
αισθητώς σε όλους» 4 .
Για να αποκτήσει κάποιος εμπειρία σε μία τέχνη χρειάζεται πρώτα πολύ
ετοιμασία και μακρά διδασκαλία, κάποιος άπειρος δεν θα ασχοληθεί με τη γε-
ωργία χωρίς προηγούμενη μαθητεία, διότι μπορεί να κάνει τη γη χέρσα και γε-
μάτη αγριόχορτα, ούτε ένας αμύητος στην ιατρική δεν θα ασχοληθεί με το έρ-
γο του γιατρού, γιατί μπορεί να κάνει τον ασθενή χειρότερα, πόσο μάλλον πε-
ρισσότερο χρειάζεται μαθητεία η τέχνη των τεχνών και η ευθύνη της καθοδή-
γησης ψυχών. Ο άγιος Νείλος κατακρίνει εκείνους που βιάζονται να αναλά-
βουν την ευθύνη της καθοδήγησης ανθρώπων, χωρίς να έχουν μάθει πρώτα τα
πράγματα που θα διδάσκουν και δίνει παραδείγματα, όπως ενός μέχρι χθες που

1
Γρηγορίου Σιναΐτου, Περ`ι ησυχίας κα`ι τ~ων δ`υο τρόπων τ~ης προσευχ~ης 8, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 69 (218).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ω΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 160 (234). Κάτι ομοίως προτείνει και ο
γέρων Παΐσιος, γράφει: «Πάντοτε, όταν υπάρχει άνθρωπος πνευματικός, τον οποίο μπορείς να ρωτή-
σεις, πρέπει να ρωτήσεις. Όταν δεν υπάρχει άνθρωπος να ρωτήσεις, λ.χ. βρίσκεται στην έρημο, αλλά
υπάρχει μέσα σου η δίψα της υπακοής, τότε ο Καλός Θεός γίνεται ο Ίδιος Γέροντας και σε φωτίζει και
σε πληροφορεί». Παϊσίου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, Ι.Μ. Ευαγγελιστής Ιωάννης ο
Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκη 2001, σ. 247.
3
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 214 (261).
4
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 11, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 301 (∆΄, 83).

93
ήταν νεροκουβαλητής σε καπηλειό και σήμερα τον βλέπει δάσκαλο της αρετής
και να συνοδεύεται τιμητικά από μαθητές ή ενός άλλου που μόλις μπήκε στο
μοναχικό βίο και μόλις έμαθε τις συνήθειες της άσκησης, πώς δηλαδή και πότε
προσεύχονται ή κάνουν νηστείες, να γίνεται αμέσως δάσκαλος για ό,τι ακόμη
δεν έμαθε. Και κυκλοφορεί σύροντας μαζί του πλήθος μαθητών, ενώ ο ίδιος
έχει ανάγκη διδασκαλίας, νομίζοντας τα πράγματα τόσο εύκολα, ενώ αυτός εί-
ναι άξιος ντροπής 1 . Αυτοί οι άπειροι χωρίς να συνεισφέρουν κανέναν κόπο,
ούτε να κατορθώσουν κανένα μικρό ή μεγάλο έργο θεοσέβειας, τρέχουν να
πάρουν τον τίτλο του ηγουμένου χωρίς να υπολογίζουν τον επικίνδυνο. Και
γυρίζουν δεξιά και αριστερά για να τραβήξουν υποτακτικούς, και έχουν τόσο
έρωτα για την ηγουμενία και θέλουν όταν βγαίνουν έξω να κυκλοφορούν μαζί
με πλήθος μαθητών, αυτοί απλά, όπως τους περιγράφει ο Άγιος Νείλος παί-
ζουν όλο το ρόλο των ηγουμένων σαν να είναι ηθοποιοί σε θεατρικό έργο 2 .
Για να αποκτήσει κάποιος εμπειρία σε μία τέχνη και να γίνει τεχνίτης
δεν αρκεί ακούγοντας μόνο τι του λένε, αν δεν εκτελέσει και ακούσει συχνά
υποδείξεις των εμπειριών. Το ίδιο ισχύει και στην τέχνη της πνευματικής ζωής,
επειδή λόγω των πολλών πειρασμών και την υπομονή σε αυτούς και με την
πολυκαιρία φτάνει κανείς στην κατοχή της τέχνης. Με άλλα λόγια, για να α-
σκεί κάποιος το ρόλο του πνευματικού πατρός οφείλει ο ίδιος να έχει υποτα-
χθεί σε έναν πνευματικό για να μάθει από αυτόν τους κανόνες της πνευματικής
ζωής και τον αγώνα κατά των παθών, να αποκτήσει προσωπική πείρα και να
γνωρίζει όσο είναι δυνατό όλη την κλίμακα των πνευματικών καταστάσεων,
για τις οποίες τολμά να ομιλεί στους άλλους 3 . Παρακινεί ο άγιος Μάρκος τους
αρχαρίους να μείνουν συνέχεια κάτω από την επίβλεψη ένα έμπειρο πνευματι-
κό άνθρωπο εφόσον δεν είναι ακόμη ατελής στην πνευματική πείρα, γράφει:
«ε[ι δυνατόν, συνε~ιναι, {ηγουν συνεχ~ως [εντυγχάνειν, γνωστικο~ις [ανδράσι σπου-
δαστέον κα`ι [αγωνιστέον· \οπως, κ}αν μ`η α[υτ`ος {εχη λύχνον [αληθο~υς γνώσεως,
δι`α τ`ο {ετι [ατελ`ες τ~ης νοητ~ης ]ηλικίας, κα`ι νήπιον, τ~?ω {εχοντι συνοδεύων, μ`η πε-
ριπατ~?η [εν σκότει..»4 . Τελικα, αυτή η πνευματική τέχνη δίνεται κατά χάρη από
τον Θεό στους ταπεινόφρονες 5 .
Στην περίπτωση που ο πνευματικός πατέρας είναι άπειρος, τότε ο κίν-
δυνος είναι διπλός και στους δύο, στον καθοδηγητή και στον καθοδηγούμενο.
Πρώτα ο καθοδηγητής πρέπει να είναι πεπειραμένος, ώστε να μην αγνοεί κα-
μία από τις μεθόδους του εχθρού, για να αποκαλύπτει στους υποτακτικούς του
τα αγωνίσματα που αγνοούν, ώστε να χαρίσει σε αυτούς τη νίκη χωρίς να κιν-
δυνεύουν. ∆ιότι με το να μιλά μόνο από την ακοή και όχι από την προσωπική
του εμπειρία, κινδυνεύουν αυτοί που τον ακούν, αν ξεφεύγει από τον ορθό λό-
γο, να δίνει αφορμή σκανδάλου σε όσους τον ακούν6 .

1
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 204 (250).
2
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 210 (257).
3
Σαχαρώφ, Σ., Περί προσευχής, σ. 211. Η συμβουλή τον α [ ββ~α Θεόδωρος της Φέρμης για ένα αδελφό
που μόλις ήλθε άρχισε να εξετάζει και ομιλεί πράγματα τα οποία δεν είχε ενεργήσει ακόμη «Πρ~ωτον
όταν ποιήσ?ης τ`ο {εργον, {ερχη ε[ις |α ν~υν λαλε~ις». Αποφθέγματα, [αββ~α Θεόδωρος τ~ης Φέρμης 9, σ. 266.
4
Μάρκου Ασκητή, Πρ`ος Νικόλαον μονάζοντα, Φιλοκαλία Α΄, σ. 137 (174).
5
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι επτ`α σωματικ~ων πράξεων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 19 (83).
6
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 208 (254-5).

94
Από την άλλη πλευρά ο ίδιος ο πνευματικός πατέρας λόγω έλλειψης ε-
μπειρίας και αρετής μπορεί να κινδυνεύει, γιατί πάντως, αν θέλει να καθαρίζει
τις πράξεις των προσερχόμενων, κατ’ ανάγκη θα λερωθεί κάπως και αυτός,
όπως ο νιπτήρας καθαρίζει τα χέρια εκείνων που πλένονται, αλλά αυτός δέχε-
ται την ακαθαρσία. Επειδή εκείνος που συζητεί περί παθών και καθαρίζει τους
άλλους από τις κηλίδες τους, δεν είναι δυνατό να περάσει αμόλυντος, γιατί η
ίδια η μνήμη συνηθίζει να μολύνει τη διάνοιά του 1 . Γι’ αυτό ο άγιος Νείλος
παραινεί αυτός που θα οδηγήσει άλλους στην θεοσέβεια να αποκτήσει πρώτα
συνήθεια στην αρετή και να υποτάξει τα πάθη και να μη τον ενοχλούν πόλεμοι
πλέον από πουθενά, ώστε να μην αναλαμβάνει πρόχειρα αυτό το έργο 2 .
Συνοψίζουμε το εξής, ότι η πνευματική ζωή, ως ανώτερη τέχνη, είναι
δύσκολη γεμάτη κινδύνους και οι περισσότεροι την αποκτούν με τη διδασκα-
λία. Γιατί σπανίζουν εκείνοι που χωρίς διδαχή άλλου, την έλαβαν με άμεσο
τρόπο από τον Θεό, και όπως λέγει ο άγιος Νικηφόρος: «κα`ι ο[υ νόμος τ`ο σπά-
νιον»3 . Η ανάδειξη τους κινδύνους, τονίζει ο άγιος Νείλος, δεν λέγονται για να
εμποδίζουν μερικούς να οδηγούν τους νέους στη θεοσέβεια, αλλά για να απο-
κτήσουν πρώτα συνήθεια στην αρετή, ανάλογα με το μέγεθος του πράγματος
και να μην αναλαμβάνουν πρόχειρα αυτό το έργο 4 . Γι’ αυτό πρέπει να αναζη-
τήσουμε οδηγό που να μη πέφτει σε πλάνη, ώστε με την καθοδήγησή του να
διδασκόμαστε και να διορθωνόμαστε χωρίς να πέσουμε στα άκρα, ούτε ελλεί-
ψεις ούτε υπερβολές. Να μας διδάσκει και να μας φανερώνει τα πράγματα
σύμφωνα με όσα έπαθε και δοκιμάστηκε ο ίδιος. Και αυτό βέβαια προϋποθέσει
ότι ο ίδιος έχει υποταχθεί σε έναν πνευματικό και έχει περάσει από διάφορες
αγώνες και πνευματικές καταστάσεις, ώστε να έχει αποκτήσει την απαραίτητη
εμπειρία.

1
Από την εμπειρία του γράφει ο π. Σωφρόνιος: «Ο λαχών ε[ις [εμέ της πνευματικ~ης πατρότητας {ηλλαξε
τ`ην ζωήν μου κατά ριζικ`ον τρόπον, ο[υχί πρ`ος [εμβάθυσιν, [αλλά πρ`ος α[ πώλειαν της χάριτος. Το α
[ διά-
λειπτον της διαμον~ης [εν τ~?ω ε{ σω [ανθρώπ?ω ε[ ξησθένει λόγω της συγκεντρώσεως της προσοχ~ης μου ε[ις
τους λόγους τ~ων προσερχομένων ε[ις [εμέ δι’εξεμόλογησιν». Σαχαρώφ, Σ., Περί προσευχής, σ. 238.
2
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 208· 209 (255).
3
Νικηφόρου Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 26 (170).
4
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 208· 209 (255).

95
β. Η άσκηση ως προετοιμασία και πνευματικό υπόβαθρο του πνευματικού.

1. Η αναγκαιότητα της ασκήσεως.

Η εμπειρία ότι η πνευματική ζωή είναι κοπιώδης είναι κάτι αυτονόητο


για εκείνους που θέλουν να ζουν την κατά Χριστόν ζωήν και να αποκτήσουν
την καθαρότητα και την ένωση με τον Θεό. Και για να επιτύχει ο πνευματικός
πατήρ να καθαρίσει την ψυχή του και να γίνεται δοχείο του Αγίου Πνεύματος
πρέπει να ασκεί την άσκηση. Ο αββ~α Ηλίας έλεγε ότι «Η πνευματική ζωή
χρειάζεται πολύς κόπος και αν δεν υπάρχει κόπος δεν μπορεί να έχει κανείς τον
Θεό μαζί του» 1 , και η φράση «∆`ος α#ιμα, κα`ι λάβε πνε~υμα» είναι μια χαρακτη-
ριστική παρακαταθήκη στη μοναχική παράδοση 2 . ∆ηλαδή, προκειμένου να
λάβεις το Άγιο Πνεύμα και να φωτισθεί η καρδιά σου από αυτό, χρειάζεται
αγώνας, άσκηση και κόπος πνευματικός.
Στα Αποφθέγματα ο αββάς Αντώνιος δείχνει με την φράση «έργο του
Θεού» για τον κόπο της ασκήσεως 3 , και ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός φθάνει
ακόμη να ορίσει τον μοναχό με μόνη μία λέξη :ο κόπος. Λέγει: «κόπος, \οτι ]ο
μοναχ`ος ε[ις π~αν {εργον κοπι~?α. Ο\υτως ο μοναχός» 4 . Στην Φιλοκαλία ένας δόκι-
μος ρώτησε τον αββά Φιλήμονα: «πώς μπορώ να αποκτήσω εγώ καθαρό νου,
όπως εσύ; Και αυτός του είπε: πήγαινε και κόπιασε. Γιατί χρειάζεται κόπος και
πόνος καρδιάς. Γιατί εκείνα που είναι αξία του ζήλου και των κόπων μας, δεν
μας έρχονται όταν κοιμόμαστε και είμαστε ξαπλωμένοι, αφού και τα επίγεια
αγαθά δεν έρχονται χωρίς κόπο» 5 .
Η ετυμολογία της ελληνικής λέξης [ασκε~ιν, {ασκησις, [ασκητής είναι από
το ρήμα [ασκέω, που σημαίνει: γυμνάζομαι, κατεργάζομαι ακατέργαστον υλι-
κόν, προσπαθώ, κοπιάζω 6 . Μπορεί κανείς να ομιλεί για αθλητική άσκηση, ό-
ταν αυτή επιδιώκει να κάνει το σώμα ευλύγιστο, πειθαρχικό, ανθεκτικό σε κά-
θε εμπόδιο. Η μοναστική παράδοση έδωσε στον όρο αυτό ένα νόημα επίδικο·
σημαίνει τον εσωτερικό αγώνα για να επιτύχει ο άνθρωπος μία κυριαρχία του
πνευματικού πάνω στο υλικό 7 .

1
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ηλίας 7, σ. 257.
2
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Λογγίνου 5, σ. 398. Βλ. Πέτρου ∆αμασκηνού , Λόγος Ω΄, Φιλοκαλία Γ΄,
σ. 168 (243).
3
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Αντωνίου 13, σ. 49.
4
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ιωάννης του Κολοβού 37 , σ. 316.
5
Φιλήμονος, Λόγος πάνυ ωφέλιμος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 250 (320).
6
Βλ. Liddell, H.,- Scott, R., Μέγα Λεξικόν τ~ης[ Ελληνικής Γλώσσας, τομ. Α΄, \ο.π., σ. 406-7.
7
Ευδοκίμοφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, ο\ .π., σ. 188.

96
Ο άγιος Παύλος χρησιμοποιεί το ρήμα [ασκε~ιν μία φορά 1 , όμως η έννοια
επανέρχεται στη σκέψη του 2 . Ονομάζει γυμνάσια την άσκηση του αγίου βίου 3 .
Στους Αποστολικούς Πατέρες, όπως στον άγιο Ιγνάτιο Αντιοχεία ο χριστιανός
δεν αποκαλείται ασκητής, αλλά αθλητής 4 . Αυτή την έκφραση την συναντούμε
και στα κείμενα της Φιλοκαλίας 5 .
Η άσκηση κατά τους νηπτικούς Πατέρες δεν παίρνει ποτέ το νόημα της
περιφρόνησης του σώματος ή της τάσης να αγνοηθεί, αλλά εντελώς το αντίθε-
το, η άσκηση προέρχεται από τη βαθιά πεποίθηση της ενότητας της ανθρώπι-
νης σύνθεσης 6 . Ο σύνδεσμος μεταξύ σώματος και ψυχής είναι πολύ στενός. Ο
άγιος Μάξιμος αναφέρει αυτόν του σύνδεσμο μεταξύ σώματος-ψυχής και ότι
επηρεάζει το ένας τον άλλο. Λέγει ο άγιος «Όπως, όσο η σάρκα ακμάζει και
παχαίνει, η ψυχή βασανίζεται και σκοτίζεται από τα πάθη, καθώς υποχωρεί η
έξη των αρετών» 7 . Ενώ, όταν η ψυχή φυλάγεται και φωτίζεται, ο εξωτερικός
άνθρωπος αδυνατίζει και η σάρκα αποβάλλει τη φυσική της ευεξία 8 . Έτσι το
σώμα που είναι ενωμένο μαζί μας, δόθηκε ως συνεργάτης μας από τον Θεό ή
ως υπηρέτης υπό την εξουσία μας 9 . Και όσο η ψυχή με την επιμέλεια και την
πίστη θα απολαύσει της ουράνιας δόξας, τόσο το σώμα θα συμμετέχει και θα
συνδοξαστεί μαζί της στη μέλλουσα ζωή 10 . Αλλά το σώμα από τη φύση του
επιθυμεί να απολαμβάνει τα αισθητά και την επίγεια απόλαυση, προέρχεται
από το χώμα και ορέγεται εκείνα με τα όποια συγγενεύει και είναι το αντίθετο
με την πρόθεση της ψυχής, η οποία ως ασώματη επιθυμεί τα ουράνια αγαθά 11 .
Γι’ αυτό η ψυχή φροντίσει να βάλει χαλινό στο σώμα με κάθε κακοπάθεια και
κόπο για να καταμαράνει τη δύναμη τον σώματος και να λεπτύνει την ύλη, για
να το έχει ήμερο και πειθήνιο στις νοερές πράξεις της. Έτσι, όσο πιο πολύ το

1
«ἐν τούτῳ δὲ καὶ αὐτὸς ἀσκῶ ἀπρόσκοπον συνείδησιν ἔχειν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀνθρώπους
διὰ παντός». Πραξ. 24,16.
2
Spidlik, T., Η πνευματικότητα του ανατολικού χριστιανισμού, σ. 240.
3
«… γύμναζε δὲ σεαυτὸν πρὸς εὐσέβειαν». 1 Τιμ. 4,7. «Η άσκηση επιτελεί προπαντός μία επίδραση
παιδαγωγική». Ευδοκίμοφ, Π., Η πάλη...., \ο.π., σ. 140.
4
Ιγνατίου Αντιοχείας, Πρός Πολύκαρπον 1,3 ΒΕΠΕΣ 2,283. «πάντων τάς νόσους βάσταζε ως τέλειος
αθλητής» και Βλ. Του ιδίου 2,3 «ν~ηφε [ως Θεο~υ α [ θλητ~ης».
5
Νικηφόρου Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 24 (167). «Τ`ο κυριώ-
τατον το~υ [αθλητο~υ το~υτό [εστιν, \ινα ε[ισελθ`ων ε[ις τ`ην ]εαυτο~υ καρδίαν, ποιήσ?η πόλεμον πρ`ος τ`ον σα-
ταν~αν κα`ι μισήσ?η α[υτόν· κα`ι [αντιπαλαίσας το~ις διαλογισμο~ις α[υτο~υ, μαχεσθ~?η α[υτ~ω
? ».
6
Αυτή είναι η κοινή γνώμη των Πατέρων περί του ανθρώπινου σύνθετος: «Άνθρωπος δ`ε α [ ληθέστατα
λέγεται κατά φύσιν ο{υτε ψυχή χωρίς σώματος, ο{υτ’α@υ σώμα χωρίς ψυχής, αλλά την του καλο~υ μορφ`ην
συντεθέν». Επιφανίου Κύπρου, Πανάριον, 64,18, PG. 41,1097D. Πρβλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Ε[ις το
\αγιον Πάσχα, Λόγος 45, PG. 36, 632. Γρηγορίου Νύσσης, Περί κατασκευής ανθρώπου 29, PG. 44,
233D.
7
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια ]εκατοντ`ας εβδόμη 96, Φιλοκαλία Β΄, σ. 185 (250).
8
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια ]εκατοντ`ας εβδόμη 96, Φιλοκαλία Β΄, σ. 185 (250).
9
Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 8, Φιλοκαλία Β΄, σ. 211
(279).
10
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 141, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 230 (310). «Όσο κανείς με την δική του επιμέλεια και πίστη έγινε
κοινωνός της ουράνιας δόξας του Αγίου Πνεύματος και στόλισε την ψυχή του με αγαθά έργα, τόσο και
το σώμα του εκείνη την ημέρα θα γίνει άξιο να συνδοξαστε~ι».
11
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 24, Φιλοκαλία Α΄, σ. 241 (291). «ἡ γὰρ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ
τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός· ταῦτα δὲ ἀντίκειται ἀλλήλοις, ἵνα μὴ ἃ ἐὰν θέλητε
ταῦτα ποιῆτε». Γαλ. 5,17.

97
σώμα δυναμώνει και είναι πιο ρωμαλέο, τόσο περισσότερο επιθυμεί και ορμά 1 .
Κατά τους νηπτικούς Πατέρες ο άνθρωπος έχασε τον παράδεισο γιατί
παραμέλησε τις εντολές του Θεού και έδωσε προσοχή στην συμβουλή του δια-
βόλου, «Συγκατατέθηκε στην πλευρά που του πρότεινε την ηδονή», λέγει ο ά-
γιος Μάξιμος 2 και παίρνοντας στην αρχή χωρίς κόπους και ιδρώτα, έχασε ό,τι
πήρε από τον Θεό και παρέδωσε στον εχθρό την κληρονομία του 3 , ενώ ο Κύ-
ριος που υπόμεινε τον πόνο, έβαλε τον ληστή μέσα στον παράδεισο. Τότε, εί-
ναι απαραίτητο να κακοπαθήσουμε, επειδή «αναμείχθηκε με την ανθρώπινη
φύση μέσω του προπάτορά μας η ηδονή» 4 . Έτσι για να ξαναποκτήσει ο άν-
θρωπος του αγαθού και να επιστρέψει στον Κύριο και να αμβλύνει μέσα του
το κεντρί της ηδονής, χρειάζεται πολύ κόπο και ιδρώτα του προσώπου του 5 .
Γιατί όπως λέγει ο άγιος Μάξιμος «ο κόπος της ασκήσεως εισάγει στον παρά-
δεισο, ενώ η ηδονή βγάζει έξω και χωρίζει από τα αγαθά 6 ».
Ο άγιος ∆ιάδοχος αναφέρει ότι ο ίδιος ο Κύριος είναι διδάσκαλος της
ιερής ασκητικής ζωής 7 . Όταν ξεκίνησε τη δημόσια ζωή του μετά τη βάπτισή
Του, Τον οδήγησε το Πνεύμα στην έρημο και εκεί νήστεψε 40 μερόνυχτα 8 .
Κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του δεν είχε «πο~υ τ`ην καφαλ`ην κλίν?η» 9
και κατά το πάθος Του άφησε σαφές παράδειγμα για τους ιερούς ασκητικούς
αγώνες 10 . Ο ασκούμενος με τους κόπους της ασκήσεως συμμετέχει κατά κά-
ποιον τρόπο στα παθήματα του Κυρίου που έχει πάσχει κατά σάρκα, αφού έγι-
νε άνθρωπος και έτσι θα αξιωθεί να δοξαστεί μαζί Του κατόπιν στη βασιλεία
Του, αφού είπε ο Απόστολος: «ε{ιπερ συμπάσχομεν \ινα και συνδοξασθ~ωμεν» 11 .
Στον πνευματικό αγώνα το πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι θέλουν
να επιτύχουν τη Βασιλεία του Θεού χωρίς κόπους και ιδρώτα, παρόλο που ο
ίδιος ο Κύριος είπε ότι: «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται, καὶ βιασταὶ
ἁρπάζουσιν αὐτήν» 12 . Αυτοί προτιμούν να μακαρίζουν τους Αγίους και επιθυ-
μούν την τιμή και τα χαρίσματά τους, αλλά δεν θέλουν να συμμετέχουν σε ίσο
βαθμό στους κόπους και στα παθήματά τους. Αλλά η επιθυμία από μόνη της
δεν αρκεί, αφού όπως λέγει ο άγιος Μάρκος ο Αιγύπτιος ότι οι πόρνες και οι
τελώνες και κάθε άνθρωπος επιθυμεί τη Βασιλεία, γι’ αυτό ο Θεός περιόρισε
τις δοκιμασίες και τους πειρασμούς «για να φανερωθεί ποιοι αγάπησαν αληθι-
νά τον Κύριό τους», και έτσι δίκαια θα κληρονομήσουν τη Βασιλεία των ου-

1
Θεοδώρου Εδέσσης, Θεωρητικόνν, Φιλοκαλία Α΄, σ. 331 (Β΄, 40).
2
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντά`ας τρίτη 23, Φιλοκαλία Β΄, σ.
152 (95).
3
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 51, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 191(269).
4
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 25, Φιλοκαλία Β΄, σ. 95
(152).
5
Γεν. 3,19.
6
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντά`ας τρίτη 23, Φιλοκαλία Β΄, σ. 95
(152).
7
«Ο Χριστός είναι ένας τέλειος ασκητής, αλλά ζει ανάμεσα στους ανθρώπους και κατεβαίνει στον
Άδη τους για να φέρει εκεί το φως του». Βλ. Ευδοκίμοφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, \ο.π., σ. 189.
8
Μτ. 4,1-2.
9
Λκ. 9,58.
10
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 51, Φιλοκαλία Α΄, σ. 248 (299).
11
Ρωμ. 8,17.
12
Μτ. 11,12.

98
ρανών 1 . Η μνήμη των παθημάτων των αγίων είναι χρήσιμη και ο άγιος Πέτρος
ο ∆αμασκηνός τοποθετεί τη γνώση των παθημάτων του Χριστού και όλων των
αγίων στη ένατη βαθμίδα της γνώσης. Γιατί αυτή η γνώση ωφελεί σε δύο
πράγματα: πρώτα για να μη νομίζει κανείς ότι κάνει κάτι το σπουδαίο με την
άσκηση και τους πολλούς στεναγμούς και τα δάκρυα, και δεύτερον, κατανοώ-
ντας αυτά τα πάθη, γεμίζει έκπληξη και συγχρόνως θαυμάζει και κατακομμα-
τιάζει τον εαυτό του στην άσκηση 2 . Ακριβώς όπως διευκρινίζει ο άγιος Θεό-
δωρος ότι ο σκοπός της ζωής μας είναι η μακαριότητα, η οποία ταυτίζεται με
τη Βασιλεία των ουρανών ή του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δεχόμαστε
την έκχυση της θείας χάρης και να πάσχουμε, κατά κάποιον τρόπο τη θεώση.
Και αυτό μπορεί να πραγματοποιεί από τώρα, γιατί ο παρών βίος έχει δοθεί
στις λογικές ψυχές ως αγώνας και τόπος όπου γίνεται προσπάθεια για τη νίκη.
Το έπαθλο είναι η θεία κατάσταση ή η έκχυση της θείας χάρης3 .
Η άσκηση έρχεται ως φάρμακο για το δηλητήριο της αμαρτίας που έχει
συσσωρευθεί μέσα την ανθρώπινη φύση και για την κακία που πολυκαίρισε
μέσα της. Γι’ αυτό η άσκηση χρειάζεται υπομονή και μακροθυμία για να δίνει
αποτελέσματα, γιατί η συνήθεια που στερεώθηκε, δεν μετακινείται εύκολα,
αλλά με τη φιλοπονία που διαρκεί πολύ καιρό, εξορίζει τη φιληδονία 4 . Ο άν-
θρωπος έχει ανάγκη από την άσκηση και τα παθήματα, όπως το σιτάρι που
σπέρνεται στη γη, για να απολαύσουμε την ομορφιά και τον πολλαπλάσιο
καρπό τους, είναι ανάγκη πρώτα να δοθεί στη σήψη και στην ατιμία, φαινομε-
νικά και ύστερα θα φανεί με ωραιότητα και ομορφιά 5 .
Μολονότι ότι οι Πατέρες γενικά τονίζουν την αναγκαιότητα της άσκη-
σης, αλλά δεν αποκλείουν τη δυνατότητα να αποκτήσει κανείς τη θεία χάρη με
άλλο τρόπο, χωρίς δηλαδή με το σωματικό κόπο. Ο άγιος Γρηγόριος Σιναΐτης
λέγει ότι αυτοί που διδάσκουν έτσι είναι όσοι βρήκαν τη χάρη από την πρακτι-
κή άσκηση ύστερα από πολλούς κόπους και πολύ χρόνο, δυσπιστούν όμως και
δεν παραδέχονται εκείνους που με βαθιά γνώση, με το έλεος του Θεού, που
μπορεί να πλουτίσει ξαφνικά τον φτωχό 6 και σε λίγο χρονικό διάστημα για τη
θερμή τους πίστη, έφτασαν στη θεία χάρης. Και διαβεβαιώνουν ότι αν γίνεται
αλλιώς, πρόκειται για πλάνη και όχι για ενέργεια της χάρη. Και δεν παραδέχο-
νται τις εξαίσιες ιδιότητες της προσευχής που ενεργούνται σε μερικούς από το
πνεύμα με ιδιαίτερο τρόπο 7 .
Έτσι ο άνθρωπος που θέλει να ασκεί το ρόλο του πνευματικού πατέρα,
μέσα στους κόπους της ασκήσεως που γίνονται για χάρη τις αρετές μπορεί να
δοξάζει τον Θεό στο πρόσωπό του και να Τον τιμά όχι μόνο στα λόγια, αλλά
και στις πράξεις. Και δοξάζεται ο ίδιος μέσα στο Θεό με τα θεία χαρίσματα

1
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 59, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 194 (272).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ι΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 132 (204).
3
Θεόδωρου επισκόπου Εδέσσης, Θεωρητικόν, Φιλοκαλία Α΄, σ. 329 (Β΄, 38).
4
Οσίου Θαλασσίου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 7 και 10, Φιλοκαλία Β΄, σ. 217
(285).
5
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 60, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 195 (273).
6
Σειρ. 34,23.
7
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 6, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 31 (223).

99
που συνεπάγονται 1 . Ο άνθρωπος αυτός μέσω της φιλόπονης σωματικής άσκη-
σης στολίζει την ψυχή με τις ποικίλες αρετές που τις έχει ανάγκη στο έργο
του2 .
Η άσκηση ή η πρακτική φιλοσοφία 3 είναι το πρώτο βήμα για εκείνους
που προχωρούν προς την τελειότητα. Βέβαια ο δρόμος της αρετής που αρχίζει
με την άσκηση είναι πάρα πολύ δύσκολος και σκληρός στην αρχή, όχι γιατί
είναι πράγματι τέτοιος, αλλά γιατί η ανθρώπινη φύση από τη γέννησή της ζει
και συναναστρέφεται από τις ηδονές. Σταδιακά και με πολύ κόπο και καθημε-
ρινή άσκηση και επιμονή μπορεί να φτάσει στην έξη της αρετής. Τότε φαίνεται
ο κόπος της ασκήσεως ευχάριστος και ξεκούραστος, επειδή έχει υποταχθεί η
κακία στη συνήθεια της αρετής και η ψυχή βαδίζει μ’ ευχαρίστηση το δρόμο
των αρετών4 . Γι’ αυτό πρέπει από την αρχή του πνευματικού αγώνα να εργα-
στεί ο αγωνιστής με κάποια βία, ώστε ο αγαθός ο Θεός βλέποντας το σκοπό
και τον κόπο του, να του δώσει θέληση έτοιμη να εργάζεται το αγαθό. Τότε
πράγματι θα αισθανθεί ότι ο Θεός είναι αυτός που ενεργεί μέσα του και ενεργεί
κατά τη θέλησή Του 5 . Έτσι η πρακτική φιλοσοφία είναι το πρώτο βήμα, και
δεν πρέπει ο αγωνιστής να σταματήσει εκεί, αλλά να προχωρεί προς τη θεωρία.
Η ψυχή που χρονίζει στους κόπους της άσκησης και δεν θέλει να ανεβεί στην
ανώτερη βαθμίδα της θεωρίας, δείχνει ψυχή ράθυμη και άγευστη από την
πνευματική ωφέλεια, ψυχή που υπονομεύει την προκοπή της 6 .

2. Τρόποι, μέσα και σκοπός της ασκήσεως.

Οι νηπτικοί Πατέρες τοποθέτησαν την άσκηση ως μέσο και όχι ως σκο-


7
πό . Ο άγιος Πέτρος υιοθετηθεί τη άποψη του αγίου Ιωάννου του ∆αμασκηνού
ότι οι σωματικές αρετές είναι εργαλεία των αρετών, δηλαδή δεν γίνονται σαν
να είναι αυτοσκοπός 8 . Ο Νικήτας Στηθάτος προσδιορίζει την άσκηση ως μέσο
για την απόκτηση της «πρώτης απάθειας», η οποία νεκρώνει τα πάθη και κάνει
αδρανείς τις ορμές της σάρκας, ενώ κάνει τις δυνάμεις της ψυχής να κινούνται
κατά φύση και αποκαθιστά το νου στην προσεκτική μελέτη των θείων 9 . Έτσι
με τους ιερούς αγώνες σκοπεύει ο ασκούμενος να μετατρέψει πρώτα τις δυνά-
μεις της ψυχής που βρίσκεται σε αταξία με τον εαυτό της και διασκορπίζεται
σε πολλές ετερότητες 10 και να τις κάνει όπως τις έδωσε ο Θεός αρχικά στον
Αδάμ όταν τον έπλασε, δηλαδή να επαναφέρει με την άσκηση μέσα του την

1
Μαξίμου Ομολογητού, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιο 72, Φιλοκαλία Β΄, σ. 83 (138).
2
Μαξίμου Ομολογητού, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον 58, Φιλοκαλία Β΄, σ. 60 (113).
3
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 18, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 302 (∆΄, 84).
4
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 93, Φιλοκαλία Α΄, σ. 268 (320).
5
Φιλ. 2,13.
6
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 97, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 354 (∆΄, 107).
7
«Η άσκηση πάντοτε δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ένα μέσον, μία στρατηγική». Βλ. Ευδοκίμοφ, Π., Η
πάλη με τον Θεόν, σ. 189.
8
Πέτρου ∆αμασκηνού,\ Οτι α]ι σωματικα`ι [αρετα`ι [εργαλε~ιά ε[ισι τ~ων ψυχικ~ων, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 28 (94).
Πρβλ. Ιωάννου ∆αμασκηνού, Λόγος ψυχωφελ`ης κα`ι θαυμάσιος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 232 (301).
9
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 41 και 89, και ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα 18-
19, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 382· 302.
10
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 16, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 330 (∆΄, 114).

100
ευσχημοσύνη της παλαιάς ευγένειας και να ξαναποκτήσει τα χαρακτηριστικά
της εικόνας του Θεού 1 .
Ο άγιος Ιωάννης ∆αμασκηνός αναφέρει ότι οι σωματικές αρετές είναι
παραπάνω από επτά 2 . Ο άγιος Πέτρος τις συνοψίζει και καταμετρά τις σωμα-
τικές πράξεις μόνο στις επτά: η ησυχία, η νηστεία με μέτρο, η αγρυπνία με μέ-
τρο, η πνευματική προσευχή που γίνεται με το νου, η ανάγνωση των λόγων και
των βίων των πατέρων, η ερώτηση των εμπείρων για κάθε λόγο και ζήτημα 3 . Ο
Νικήτας αναφέρει ότι όπως είναι πέντε οι αισθήσεις του σώματος, έτσι και οι
αισθήσεις της άσκησης είναι πέντε: αγρυπνία, μελέτη, προσευχή, εγκράτεια
και ησυχία. Και οφείλει τον ασκούμενο να συνοδεύει αυτές τις πέντε αισθήσεις
με την άσκηση, δηλαδή, την όραση με την αγρύπνια, την ακοή με τη μελέτη,
την όσφρηση με την προσευχή, τη γεύση με την εγκράτεια και την αφή με την
ησυχία 4 .
Σχετικά με τις παραπάνω εργασίες της άσκησης, οι Πατέρες θεωρούν
ότι όλες είναι σημαντικές και δεμένες μεταξύ τους και διαδέχονται η μία την
άλλη. Όπως λέγει ο άγιος Μακάριος είναι σαν ιερή αλυσίδα, πιασμένες η μία
από την άλλη και τραβάει η μία την άλλη. Και αυτό ισχύει ακόμη και στην πε-
ρίπτωση της κακίας, η μία ακολουθεί την άλλη5 .

1. Η άσκηση ως εργαλείο για την κάθαρση:


Οι σωματικές αρετές δεν ωφελούν σε τίποτα από μόνες τους, όπως τα
φυτά χωρίς τους καρπούς τους, εάν δεν γίνονται με την ελπίδα των πνευματι-
κών καρπών. Ο άγιος Μακάριος θεωρεί κάθε εργασία και κάθε κακοπάθεια
περιττή και αν δεν βρίσκονται μέσα στη ψυχή οι καρποί της αγάπης 6 . Ο άγιος
αναφέρει στην ευαγγελική παραβολή για τις πέντε μωρές παρθένες, οι οποίες,
επειδή δεν είχαν από αυτόν τον κόσμο μέσα στις καρδιές τους το πνευματικό
λάδι, δηλαδή την ενέργεια των αρετών με τη δύναμη του Πνεύματος, ονομά-
στηκαν μωρές και δεν ωφελήθηκαν διόλου από τον κόπο της παρθενίας 7 . Από
αυτό καταλαβαίνουμε ότι η τελειότητα δεν έρχεται αμέσως με την άσκηση και
την απάρνηση του κόσμου, αλλά αυτά οπωσδήποτε είναι κάποια αρχή και τα
πρόθυρα της θεάρεστης ζωής. Ο άγιος Μακάριος απεικονίζει την πνευματική
ζωή σαν ένα βασιλικό παλάτι 8 , και αυτό έχει εξωτερικά μέρη και άλλα εσωτε-
ρικά, όπου φυλάγονται οι θησαυροί. Εκείνοι που πολεμούν εναντίον της κοι-
λιάς και του ύπνου και ασχολούνται διαρκώς με τον κόπο της άσκησης να μη
νομίζουν ότι έφτασαν στο τέλος και στην ανάπαυση, αλλά βρίσκονται ακόμη
στα πρόθυρα και στις αυλές, και όχι εκεί όπου φυλάγονται η πορφύρα και οι
1
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 17-18, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 277 (∆΄, 56).
2
Ιωάννη ∆αμασκηνού, Λόγος ψυχωφελής κα`ι θαυμάσιος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 231 (301).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ων ]επτά σωματικ~ων πράξεων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 17 (82).
4
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 91, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 295 (∆΄, 76).
5
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 16, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 176 (254).
6
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 22, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 178 (256).
7
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 22, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 178 (256).
8
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 115, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 218 (297).

101
βασιλικοί θησαυροί, δηλαδή η μυστική ενέργεια του Πνεύματος στο θυσια-
στήριο της καρδιάς 1 . Τότε κατά τον άγιο Κασσιανό οι πράξεις της ασκήσεως
δεν είναι η τελειότητα, αλλά τα εργαλεία για την τελειότητα, επειδή δεν βρί-
σκεται σε αυτά η τελειότητα, αλλά με αυτά κατορθώνεται. Αν δεν κατορθώ-
νουμε την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, όλες αυτές οι πράξεις είναι
μάταιες 2 .
Ο άγιος Ησύχιος λέγει ότι η Παλαιά ∆ιαθήκη είναι εικόνα της εξωτερι-
κής και της αισθητής σωματικής ασκήσεως, ενώ το Άγιο Ευαγγέλιο είναι εικό-
να της προσοχής, δηλαδή της καθαρότητας της καρδιάς. Και όπως λέγει ο άγι-
ος Παύλος ότι η Παλαιά ∆ιαθήκη δεν τελειοποιούσε ούτε ολοκλήρωνε τον ε-
σωτερικό άνθρωπο στη θεοσέβεια 3 , αλλά εμπόδιζε μόνο τα χοντρά αμαρτήμα-
τα, ενώ το Ευαγγέλιο είναι ανώτερο και συντελεί περισσότερα στην καθαρότη-
τα της ψυχής, αφού διατάζει να κόψουμε από την καρδιά τους πονηρούς λογι-
σμούς και τις πονηρές ενθυμίσεις. Έτσι είναι τα σχετικά με την σωματική αρε-
τή και άσκηση, τη νηστεία, την εγκράτεια, τη χαμαικοιτία και τα λοιπά που
αναφέρονται στο σώμα και κάνουν να ησυχάζει το παθητικό μέρος του σώμα-
τος από την έμπρακτη αμαρτία 4 . Αλλά δεν είναι καλά μόνο αυτά, γιατί όλα αυ-
τά είναι παιδαγωγία του εξωτερικού ανθρώπου και φρούρηση των παθών που
ενεργούνται σωματικά, αλλά και τα κατά διάνοια αμαρτήματα φρουρούν και
εμποδίζουν. Ενώ η καθαρότητα της ψυχής, δηλαδή η φύλαξη και τήρηση του
νου, τύπος της οποίας είναι η Καινή ∆ιαθήκη, αν την φυλάγουμε όπως πρέπει,
ξεριζώνει και αποκόπτει όλα τα πάθη και όλα τα κακά από την καρδιά και τη
γεμίζει με την αρετή και το θείο έρωτα 5 .
Κατά τον Νικήτα Στηθάτο ο τέλειος αγωνιστής δεν είναι εκείνος που ε-
πιδίδεται στην εξωτερική σωματική άσκηση των κόπων. Αλλά που επιδίδεται
στην εσωτερική νοερή εργασία 6 . Έτσι ο τελικός σκοπός είναι η φύλαξη του
εσωτερικού ανθρώπου, αλλά αυτό γίνεται με τον σωματικό κόπο. Στην ερώτη-
ση ενός αδελφού για τον αββά Αγάθωνα ποιο είναι το μεγαλύτερο έργο, ο σω-
ματικούς κόπος ή η φύλαξη του εσωτερικού ανθρώπου, του δίνει ο γέρων το
εξής παράδειγμα: «Ο άνθρωπος μοιάζει με δένδρο. Ο σωματικός κόπος είναι
τα φύλλα, ενώ η φύλαξη του εσωτερικού είναι ο καρπός. Και σύμφωνα με τη
Αγία Γραφή, όποιο δένδρο δεν κάνει καλό καρπό το κόβουν και το ρίχνουν στη
φωτιά, είναι φανερό ότι όλη η επιμέλεια μας αποβλέπει στους καρπούς. Αλλά
χρειάζεται όμως σκέπασμα και στολισμός των φύλλων, τα οποία είναι ο σωμα-
τικός κόπος» 7 .

2. Η άσκηση με μέτρο:

1
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 113, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 217 (296).
2
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 83 (114).
3
«οὐδὲν γὰρ ἐτελείωσεν ὁ νόμος …». Εβρ.7,19.
4
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α
[ ρετ~ης 12, Φιλοκαλία Α΄, σ. 143
(198).
5
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α
[ ρετ~ης 12, Φιλοκαλία Α΄, σ. 143
(198).
6
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 69, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 345 (∆΄, 130).
7
Νικηφόρου Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 22 (165).

102
Σε αυτό το πλαίσιο οι νηπτικοί Πατέρες που κατάλαβαν το πραγματικό
νόημα της ασκήσεως, προτείνουν να μην φορτώνει κανείς πάνω από τη δύναμή
του και να μην παραβεί τον κανόνα χωρίς κάποια ανάγκης, αλλά να εφαρμόζει
σε όλα μέτρο και κανόνα 1 . Και επέτρεψαν πολλές φορές, ιδιαίτερα σε κατά-
σταση αδυναμίας ή αρρώστιας ή γερατειών να περιοριστούν οι σωματικές
πράξεις, αλλά οι ψυχικές ποτέ. Γιατί αντί της σωματικής πράξης είχαν τη σω-
ματική ασθένεια, που μπορούσε να ταλαιπωρεί τη σάρκα. Ο άγιος Ιωάννης
Καρπάθιος παρηγορώντας εκείνους που λόγω της αρρώστιας δεν μπορούσαν
να διατηρήσουν τον κόπο της άσκησης και της νηστείας, να μη λυπηθούν ούτε
να έχουν μικροψυχία για την αδυναμία της ασκήσεως, και να την ανταλλάξουν
με την «κραυγή της καρδιάς» 2 , δηλαδή να εργαστούν με την προσευχή και την
υπομονή, για να απαλλαγούν από τον εχθρό. Και έτσι οι Πατέρες ως σοφοί γε-
ωργοί, αλλάζουν πολλές φορές τα εργαλεία ή ίσως τα βάζουν στην αποθήκη,
όμως τη γη της ψυχής με τίποτε δεν την αφήνουν ακαλλιέργητη ή αφύτευτη 3 .
Αυτό δίνει στον πνευματικό πατέρα την έμπνευση και δυνατότητα να χρησιμο-
ποιεί με διάκριση τα κατάλληλα εργαλεία της ασκήσεως σχετικά με την πνευ-
ματική και σωματική κατάσταση κάθε άνθρωπο και να τα εφαρμόζει με μονα-
δικό σκοπό, που είναι η απόκτηση της καθαρότητας της ψυχής του και η πνευ-
ματική πρόοδο προς την τελείωση.
Ο άγιος Νικήτας αναφέρει ότι αφού ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι με
τα έργα του Νόμου δε θα δικαιωθεί κανένας ενώπιον του Θεού4 , τότε ποιος θα
τελειωθεί ενώπιον του Θεού μόνο με τους αγώνες και τους κόπους της άσκη-
σης; Και προσθέσει ο άγιος ότι με τον αγώνα και την άσκηση μπορεί ο αγωνι-
στής να πάρει τα στοιχεία για την έξη της αρετής και να σταματάει την ενέρ-
γεια των παθών, αλλά δεν θα αποκτήσει μόνο με αυτή την τελειότητα που μέ-
τρο της είναι ο Χριστός. Για να αποκτήσει την τελειότητα χρειάζεται «η συνει-
δητή πίστη στο Θεό» 5 . Γιατί όπως λέγει ο άγιος: «με την πίστη ελπίζουμε να
απολαύσουμε τις αμοιβές των κόπων μας, γι’ αυτό και υποφέρουμε εύκολα
τους κόπους των αρετών» 6 .
Ο πνευματικός πατέρας γνωρίζει ότι ο κόπος της άσκησης είναι απαραί-
τητος για τους αρχάριους που μόλις μπήκαν στο πεδίο του πνευματικού αγώνα,
για να τους απελευθερώσει από τον πρώτο αρχηγό των παθών, τη φιληδονία.
Έτσι χρησιμοποιώντας ο ίδιος πρώτα κάθε κακοπάθεια, λιώνει τη σάρκα με τις
νηστείες και τις αγρυπνίες, συντρίβει την ψυχή και καθαρίζει την καρδιά, κα-
τυόπιν μπορεί να προοδεύει για να πολεμήσει εναντίον των άλλων δύο αρχη-
γών της φιλαργυρίας και της φιλοδοξίας7 , ώστε μπορεί να καθοδηγήσει τους
άλλους στον δόμο της άσκησης που ήδη ο ίδιος έχει περάσει πρώτα.

3. Σωματική και ψυχική άσκηση:

1
Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ε] κατοντ`αδα περ`ι τ~ης α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας 12, Φιλοκαλία Β΄, σ. 223
(285).
2
Ιωάννη του Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 68, Φιλοκαλία Α΄, σ. 290 (344).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Μ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 142 (215).
4
Γαλ. 2,16.
5
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 70, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 345 (∆΄, 131).
6
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 4, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 274 (∆΄, 53).
7
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 40, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 282 (∆΄, 62).

103
Είναι φανερό ότι είναι αδύνατο μόνο με τις σωματικές ασκήσεις να α-
ποκτήσει κανείς ολόκληρη την κάθαρση, δηλαδή τη σωματική και την ψυχική.
Γιατί όπως αναφέραμε πριν, ο άνθρωπος είναι μία ψυχοσωματική ενότητα και
η άσκηση δεν πρέπει να εντοπίζεται μόνο στην σωματική, γιατί τα σωματικά
και τα υλικά πάθη περιορίζονται και η κάθαρση του σώματος γίνεται με τις
σωματικές κακοπάθειες1 , ενώ τα ψυχικά και μη φαινόμενα εξαφανίζονται στην
ευσπλαχνία, την ταπείνωση, την πραότητα και την αγάπη. Όμως ο νους έχει
ανάγκη από ομιλία και θεωρία του Θεού 2 .
Η σωματική άσκηση τελειοποιείται όταν μεταβάλει το χοϊκό φρόνημα
της σάρκας σε πνευματικό 3 και τότε θα αναπαυθεί από τον κόπο της άσκησης
και θα απολαύσει την ευωδία και την καθαρότητα της αγνείας και την ανέκ-
φραστη ηδονή των αθανάτων καρπών του Πνεύματος. Τότε η σωματική άσκη-
ση θα είναι περιττή, γιατί η νοερή εργασία της ψυχής, η οποία κάνει ελαφρύ το
σώμα που κλίνει στα κάτω, το μετατρέπει όλο σε πνευματικό, ενώνοντάς το με
το ανώτερο 4 .
Αναφέραμε πριν ότι η άσκηση αποτελεί την εσωτερική εργασία της ψυ-
χής, παρόλο που έχει εξωτερική εκδήλωση και γνωρίσματα. Αυτό ταιριάζει με
τη βασική μέριμνα της Φιλοκαλίας, που είναι μάλλον ο «καρπός» παρά το
«φύλλωμα», η «εσωτερική» μάλλον παρά την «εξωτερική» πράξη5 . Και ο το-
νισμός των Πατέρων είναι ότι η άσκηση δεν έχει σχέση μόνο με τον τόπο, αλ-
λά με τον τρόπο. Γράφει ο Νικήτας ότι κατά τα λόγια του αποστόλου Παύλου
δεν είναι Ιουδαίος εκείνος που έχει εξωτερικά γνωρίσματα, δηλαδή το σημάδι
της περιτομής, αλλά αυτός που έχει τα εσωτερικά γνωρίσματα, που έχει περι-
τμηθεί στην καρδιά από το Πνεύμα 6 . Έτσι, ο τέλειος αγωνιστής δεν είναι ό-
ποιος επιδίδεται στην εξωτερική σωματική άσκηση των κόπων, αλλά αγωνι-
στής είναι αυτός που επιδίδεται στην εσωτερική νοερή εργασία 7 .
Παρόλο που γενικά στη ζωή των περισσοτέρων πνευματικών πατέρων
κυριαρχεί το σχήμα «αναχώρηση και επιστροφή» 8 δηλαδή να προετοιμάσει ο
πνευματικός πατέρας τον εαυτό του για το έργο του μέσα στην εξωτερική μό-
νωση για αρκετά χρόνια και μετά η επιστροφή στον κόσμο για να ασκεί το έρ-
γο του πνευματικού πατερά 9 . Ο Νικήτας Στηθάτος δεν συμφωνεί με εκείνους
που λένε ότι δεν μπορεί ο άνθρωπος να επιτύχει την έξη της αρετής χωρίς την
αναχώρηση στην έρημο, διότι με αυτό τον τρόπο περιορίζουν Εκείνον που δεν

1
Θεόδωρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 12, Φιλοκαλία Α΄, σ. 306 (Β΄, 14).
2
Ηλίας Πρεσβυτέρου, Γνωμικ`ον ανθολόγιον 21, Φιλοκαλία Β΄, σ. 301 (Γ΄, 34).
3
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 13, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 275 (∆΄, 55).
4
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 40, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 335 (∆΄, 120).
5
Ware, Κ. (Επισ.), «Η πνευματικότητα της Φιλοκαλίας» στο Ενότης [εν τ?~η ποικιλία, \ο.π., σ.20.
6
Ρωμ. 2,28-29.
7
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 69, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 345 (∆΄, 130).
8
Βλ. Ware, K. (Επισ.), Η εντός ημών Βασιλεία, σ. 209. Ο μοναχός παρά τον απομόνωση του περιμέ-
νει να ενώνεται με τους άλλους δια της προσευχής του. Γι’ αυτό στην Νηπτική παράδοση αναγνωρίζει
τον μοναχό ως ‘εκείνος που έχει χωριστεί από όλους και με όλους είναι ενωμένος’. Και ‘εκείνος που
νομίζει τον εαυτό του ένα μαζί με όλους, με το να πιστεύει αδιάλειπτα ότι στον καθένα βλέπει τον
εαυτό του’. Βλ. Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 124-125, Φιλοκαλία Α΄, σ. 187 (231).
9
π.χ. σύμφωνα με την ζωή του αγίου Αντωνίου πέρασε είκοσι χρόνια σ’ ένα εγκαταλελειμμένο χώρο,
και στην ηλικία των πενήντα πέντε εγκατάλειψε τη ζωή του ερημίτη, διέθεσε τον εαυτό του στους άλ-
λους. Μ. Αθανασίου, Βιός[ Αντωνίου 10· 14, PG 26, 860A- 864BC. και 88, PG 26, 965C. Ανάλογο
δρόμο τον ακολούθησε άλλοι άγιοι, ο Άγιος Σεραφείμ, Σιλουανός,…κτλ.

104
περιορίζεται σε έναν τόπο, ενώ ο ψαλμός λέγει «Ευλόγει, η ψυχή μου τον Κη-
ρίο σε κάθε τόπο της δεσποτείας Του» 1 . Ο άγιος Συμεών Ν. Θεολόγος μεταξύ
του ερμητικού βίου, του κοινοβιακού ή του να είναι κάποιος προϊστάμενος του
λαού, να τον νουθετεί και να τον διδάσκει, δεν προτιμά κανένα από τα τρία,
ούτε επαινεί το ένα και κατηγορεί τον άλλο, αλλά πιστεύει ότι σε κάθε έργο
και κάθε πράξη, η ζωή που γίνεται για τον Θεό και σύμφωνα με τις εντολές
Του είναι παμμακάριστη 2 .
Η μόνη τοπική φυγή εκ του κόσμου καθαυτή δεν ωφελεί με τίποτα. Γε-
νικά οι Πατέρες προαγγέλλουν πάντα από τον κίνδυνο που περιλαμβάνεται
στην απομόνωση, ιδιαίτερα στην αρχή του αγώνα και η κατοίκηση μαζί με α-
δελφούς είναι πιο ασφαλής και ακίνδυνο 3 . Σε κάποια φάση όταν πληγωθεί ο
αγωνιστής από τον έρωτα του Θεού, δεν του φτάνει η δύναμη του σώματός του
να ανταποκριθεί στο μέγεθος της πρόθεσης του. Γιατί δεν χορταίνει η πρόθεση
του από τους κόπους και τους ιδρώτες της άσκησης. Αλλά όλη την ημέρα και
τη νύχτα διψά να κοπιάζει και δεν του επαρκεί η δύναμη του σώματος 4 .
Ο άγιος Μακάριος δανείζει από τον εκκλησιαστικό δεσμό την επόμενη
εικόνα, για να φανερώνει πως ο κόπος της άσκησης μένει ατελής αν δεν ολο-
κληρώνεται με τη χάρη του Άγιος Πνεύματος. Στο θείο Μυστήριο του σώμα-
τος και αίματος του Χριστού, αν ο ιερέας τηρήσει όλο τον εκκλησιαστικό κα-
νόνα και δεν γίνει η μυστική ευχαριστία της προσφοράς και η κοινωνία του
σώματος του Χριστού, τότε η λατρεία του Μυστηρίου παραμένει ελλιπής. Το
ίδιο συμβαίνει με τον κόπο της άσκησης. Αν κάποιος έχει κατορθώσει τη νη-
στεία, την αγρυπνία, ..., και όλη την άσκηση, αλλά η μυστική ενέργεια του
Πνεύματος δεν επιτελείται από τη χάρη στο θυσιαστήριο της καρδιάς με κάθε
αίσθηση και πνευματική ανάπαυση, τότε είναι ατελής όλη αυτή η διαδικασία
της άσκησης 5 . Κατά τον άγιο ∆ιάδοχο αν μπορεί κανείς, ζωντανός ακόμη, να
νεκρωθεί με τους ασκητικούς κόπους, αυτός γίνεται οίκος του Αγίου Πνεύμα-
τος, γιατί αναστήθηκε πριν πεθάνει 6 .
Οι Πατέρες τονίζουν ότι ο κόπος της άσκησης γίνεται θεληματικά και
όσο επιτείνεται ο κόπος της άσκησης, τόσο πάλι ξεσηκώνει εναντίον μας πιο
πολύ το φθόνο των ολέθριων δαιμόνων, γιατί οι δαίμονες δεν υποφέρουν να
βλέπουν τον άνθρωπο να μεταβάλλεται σε αγγελική φύση και προσπαθούν με
κάθε τρόπο να του ρίξουν στη υπερηφάνεια. Γι’ αυτό ωφελεί παρά πολύ τον
αγωνιζόμενος να μην εμπιστεύεται καθόλου στον αγώνα που δίνει, ούτε στη
δική του δύναμη, παρά μόνο με την ανίκητη δύναμη του Χριστού 7 , να ξεφεύγει
την υπερηφάνεια και να καταφεύγει στο λιμάνι της ταπείνωσης. Γιατί όπως λέ-
γει ο άγιος Θεόδωρος «δεν αρκεί η προθυμία του ανθρώπου, αν δεν δεχτεί και
1
Ψλ. 102, 22.
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Πρακτικά κα`ι θεολογικά κεφάλαια 88, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 253 (∆΄, 30).
3
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 77, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 291 (∆΄, 72).
4
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 82, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 292 (∆΄, 74).
5
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 113, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 217 (296).
6
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 82, Φιλοκαλία Α΄, σ. 261 (314).
7
Τρία μέσα προβάλλει ο Νικήτας για να ξεφεύγει ο αγωνιζόμενος τους αλλεπάλληλους πειρασμούς: η
βαθιά κατανόηση της αδυναμίας, αληθινή πεποίθηση ότι δεν έχει καμία αρετή, ότι είναι ανάξιος για
οποιαδήποτε παρηγοριά ή τιμή. Βλ. Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 23,
Φιλοκαλία Γ΄, σ. 304 (∆΄, 86).

105
τη βοήθεια του ουρανού». Αλλιώς θα εγκαταλείπεται από τον Θεό και θα πα-
ραδίνεται σε πνεύματα που τον ζητούν για να παιδευτεί ακούσια 1 . Στη διδα-
σκαλία των Πατέρων η αρετή πάντα συνυφαίνεται από τα δύο, τη βοήθεια του
Θεού και την προθυμία του ανθρώπου 2 .
Η άσκηση βοηθά στην κάθαρση του νου και διευκολύνει την προσπά-
θεια του να φτάσει στη θεωρία του Θεού. Ο άγιος ∆ιάδοχος λέγει ότι ο διάβο-
λος δεν μπορεί να φωλιάζει όπως πρωτύτερα στο νου των αγωνιζόμενων, και
να επιτίθεται κατευθείαν κατά των ‘χρυσοφόρων ψυχών’, αλλά χρησιμοποιεί
την υγρότητα του σώματος μέσα στα οποία φωλιάζει, για να δελεάζει την ψυ-
χή με τη χαλαρότητα του σώματος 3 . Γι’ αυτό παροτρύνει ο Άγιος να ταλαι-
πωρούμε με μέτρο το σώμα ή όπως λέγει ο άγιος Θεόδωρος, «Ο\υτω νεκρο~υται
σάρξ, μ~αλλον δ`ε συσταυρο~υται Χριστ~?ω» 4 . Για να γίνει λεπτός και καθαρός και
ελαφρός, και έτσι ακολουθεί εύκολα τις κινήσεις του νου και δεν
εναντιώνεται 5 . Γιατί ο νους μπορεί λόγω της υγρότητας του σώματος να γλυ-
στρά στις ηδονές 6 , επειδή έχει την ενέργεια μίας πολύ λεπτής αίσθησης και
ιδιοποιείται μέσω της σάρκας τους λογισμούς που του υποβάλλουν τα πονηρά
πνεύματα 7 . Ο αγ. Σεραφείμ κατάλαβε την αληθινή έννοια της άσκησης και τι
σκοπεύει ο άνθρωπος πέρα από την άσκηση, λέγει: «Η νηστεία, η προσευχή, η
ελεημοσύνη και κάθε καλή πράξη που γινόταν στο όνομα του Χριστού, δεν
αποτεθούν παρά μέσα για την απόκτηση του Αγίου Πνεύματος» 8 .
Έτσι όλη η προσπάθεια του ανθρώπου μέσω του κόπου της άσκησης
που γίνεται θεληματικά και με θερμή διάθεση είναι να καθαρίζει τον εαυτό του
από τον κάθε μολυσμό σαρκικό και πνευματικό 9 και μετά από αυτά γίνεται ά-
ξιος για να γίνει δοχείο της αθάνατης φύσης μέσω των χαρισμάτων του Πνεύ-
ματος. Προχωρώντας προς το μέσο της τελειότητας, έρχεται σε θεϊκές αποκα-
λύψεις και οπτασίες και γίνεται τόσο φωτοειδής και σοφός, όσο επιτείνεται ο
κάματος των αγώνων του. Και γεμίζει την καρδιά του με ειρήνη, και του δίνει
ο Θεός χάρη να λαλεί λόγια αγαθά και η σοφία Του κυλάει από τα χείλη του με
τη γνώση των θείων και των ανθρωπίνων πραγμάτων. Έτσι μπορεί να οδηγήσει
τους άλλους απλανή και να εξηγεί τα βάθη του Πνεύματος. Γι’ αυτούς, όπως
αναφέρει ο απόστολος Παύλος, δεν ισχύει νόμος10 , αφού μία για πάντα ενώθη-
καν με τον Θεό και δέχθηκαν την καλή αλλοίωση 11 .
Από όσα ειπώθηκαν παραπάνω μπορούμε να πούμε ότι η μέθεξη της
θειας χάριτος και η βίωση της εκκλησιαστικής ζωής γίνεται δια μέσου της ά-
σκησης, αφ’ ενός ο αγωνιστής με την άσκηση προετοιμάζει το έδαφος της ψυ-
χής του για να ενεργήσει θεραπευτικά και σωστικά η χάρη του Θεού στην κάρ-

1
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 81, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 318 (∆΄, 102).
2
Θεοδώρου επισκόπου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 68, Φιλοκαλία Α΄, σ. 315 (Β΄, 24).
3
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 82, Φιλοκαλία Α΄, σ. 261 (314).
4
Θεοδώρου Εδέσσης, Θεωρητικόν, Φιλοκαλία Α΄, σ. 328 (Β΄, 37).
5
Θεοδώρου Εδέσσης, Θεωρητικόν, Φιλοκαλία Α΄, σ. 328 (Β΄, 37).
6
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 82, Φιλοκαλία Α΄, σ. 261 (314).
7
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 82, σ. 261 (314).
8
Γκοραϊνώφ, Ειρήνη, ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, μεταφ. Σκουτέρη, Π., [εκδ. Τήνος, σ. 182.
9
2 Κορ. 7,1.
10
Γαλ. 5,23.
11
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 2, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 326 (∆΄, 110).

106
δια, αφ’ ετέρου διαφυλάσσεται η θεια χάρη με την άσκηση, νήψη και ησυχία 1 .
Ο άγιος Πέτρος συνοψίζοντας το νόημα της άσκησης λέγει ότι καλός είναι ο
κόπος της ασκήσεως, αλλά όταν έχει ορθό σκοπό, διότι όπου υπάρχει πνευμα-
τικότητα ή ασκητικότατα χωρίς Χριστόν τα πράγματα δεν έχουν καλό τέλος,
γιατί δεν έχουν και καλή αρχή, έστω και αν η διοικητική συνοχή και η τυπική
εποπτεία είναι εξασφαλισμένες 2 . Η άσκηση οφείλουμε να την έχουμε, αλλά όχι
σαν έργο, αλλά σαν ετοιμασία έργου. Ούτε σαν καρπό, αλλά σαν γη, η οποία
μπορεί με τον καιρό, με τον κόπο και με τη χάρη του Θεού να βγάλει φυτά,
από τα οποία γίνεται ο καρπός, και αυτός είναι η κάθαρση του νου και η ένωση
με τον Θεό 3 . Έτσι η άσκηση για να είναι ωφέλιμη και να είναι πραγματικά θε-
τικό μέσο, δεν πρέπει να απομονώνεται, αλλά να εντάσσεται στον έσχατο σκο-
πό της τελείωσης του ανθρώπου. Αυτός που επιθυμεί τη μίμηση του Θεού δεν
πρέπει να περιορίζεται με την άσκηση, ούτε να την θεωρεί ως τέρμα της πνευ-
ματικής ανάβασης, αλλά να έχει πάντα το νου του εστραμμένο στα υψηλότερα
και ανώτερα στη «θεωρία του Θεού» 4 . Κατά τους νηπτικούς Πατέρες έως όπου
είμαστε στα όρια της σωματικής άσκησης, είμαστε ακόμη νήπιοι. Όταν όμως
έρθει για την άσκηση το πλήρωμα του χρόνου και ολοκληρωθεί με την απά-
θεια, τότε γεννιέται μέσα μας ο Λόγος και μας απελευθερώνει από το νόμο του
σαρκικού φρονήματος και μας αποδίδει την υιοθεσία. Όταν γίνει αυτό, το
Πνεύμα κράζει μέσα στις καρδιές μας: «[ Αββ~α, Πατέρα» 5 .

γ. Πράξις θεωρίας επίβασις:

1. Η νήψη και η νοερά ησυχία.

Αν κάποιος επιχειρήσει να ερευνήσει στα κείμενα της Φιλοκαλίας για


τις προϋποθέσεις και τα προσόντα του πνευματικού πατέρα, ιδιαίτερα στα κεί-
μενα του αγίου Συμεών Νέου Θεολόγου και στα κείμενα των αγίων Καλλίστου
και Ιγνατίου Ξανθοπούλων 6 , θα μπορέσει να τα συνοψίσει στα λόγια του Με-
γάλου Βασιλείου στο εξής: «{ανδρα πρόοδον τ~ης σ~ης πολιτείας [απλαν~η, καλ~ως
[επιστάμενον ]οδηγε~ιν το`υς πρ`ος Θε`ον πορευομένους, κομ~ωντα τα~ις [αρετα~ις, [εκ
τ~ων ο[ικείων {εργων τ`ην μαρτυρίαν {εχοντα τ~ης πρ`ος Θε`ον [αγάπης, γν~ωσιν {εχο-
ντα τ~ων θείων Γραφ~ων, [απερίσπαστον, α [ φιλάργυρον, [απράγμονα, η ] σύχιον, θε-
οφιλ~η, φιλόπτωχον, [αόργητον, [αμνησίκακον, πολ`υν ε[ις ο[ικοδομ`ην τ~ων [εγγιζό-
ντων α[υτ~?ω, [ακενόδοξον, [ανυπερήφανον, [ακολάκευτον, [απερίτρεπτον, μηδ`εν
προτιμ~ωντα το~υ Θεο~υ» 7 . Τα προσόντα αυτά αναδεικνύουν έναν άνθρωπο που
ζει μέσα στο ησυχαστικό και νηπτικό κλίμα της Ορθοδόξου Παραδόσεως.

1
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 103, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 213 (292).
2
Ρωμαίο, Αντωνίου, (π.), «Σκέψεις για τον Ελλαδικό μοναχισμό» στο Σύναξη 1990, τευχ. 35, σ.27.
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ι΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 135 (207).
4
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 74, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 290 (∆΄, 70).
5
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 51, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 339 (∆΄, 124).
6
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 14, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
206 (Ε΄, 29).
7
Μ. Βασιλείου, Λόγος [ασκητικ`ος Α΄, PG. 31, 632-633. ΕΠΕ 8, σ. 100-2,

107
Ο πνευματικός πατέρας δεν είναι ένας δάσκαλος που κηρύσσει ούτε δι-
δάσκει μόνο, δεν είναι δηλαδή, ένας θεωρητικός διδάσκαλος, αλλά ο πατέρας
που μεταδίδει τη γνώση του Θεού, που την οποία απέκτησε ο ίδιος προηγουμέ-
νως με τη νήψη και την ησυχία και η οποία γεννά τα πνευματικά παιδιά του
Θεού. Λέγει ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός ότι: «Αυτή (η ησυχία) γ`αρ μόνη
τ`ην γν~ωσιν το~υ Θεο~υ γενν~αν πέφυκεν» 1 και το Ψαλτήριο: «Ησυχάστε καί μά-
θετε ότι [εγώ ε@ιμαι ]ο Θεός» 2 . Η νήψη και η νοερά ησυχία θεωρούνται από τις
απαραίτητες προϋποθέσεις για την γνώση του Θεού. Η μετάδοση αυτής της
γνώσης έχει ως αποτέλεσμα την αναγέννηση των ανθρώπων. Σε αυτό το κεφά-
λαιο θα ερευνήσουμε τη σημασία της νήψης και της ησυχίας ως προσόντων
του πνευματικού πατέρα.
«Απόκτησε την εσωτερική ειρήνη και χιλιάδες άνθρωποι γύρω σου θα
βρουν τη σωτηρία», έλεγε ο άγιος Σεραφείμ 3 . Ένας προσκυνητής γράφει την
εμπειρία του με τον άγιο Σεραφείμ, όταν ζήτησε απ’ αυτόν να καταλάβει πως
κάποιος αποκτά το Άγιο Πνεύμα. Γράφει ο Μοτοβίλωφ: «Ο πατήρ Σεραφείμ
με έπιασε από τους ώμους και είπε:
- Είμαστε και οι δυο μέσα στην πληρότητα του Αγίου Πνεύματος. Γιατί δεν με
κοιτάζεις;
- ∆εν μπορώ, Μπάτουσκα, ξεπετάγονται κεραυνοί από τα μάτια σας. Το πρό-
σωπο σας έγινε πιο φωτινό και από τον ήλιο…
- Μη φοβάστε. Γίνατε και σεις τόσο φωτεινός όσο και εγώ. Και εσείς τώρα εί-
σαστε μέσα στην πληρότητα του Αγίου Πνεύματος, αλλιώς δεν θα μπορούσατε
να με δείτε· Και μετά τον ρώτησε, Τι αισθάνεστε;
- Η ψυχή μου είναι γεμάτη με μία ανέκφραστη σιγή και ειρήνη. Και γέρνοντας
το κεφάλι του προς το μέρος μου, μου είπε στ’ αυτί
- Ευχαριστείτε τον Κύριο, που σας παραχώρησε αυτή τη χάρη. Είδατε ούτε το
σημείο του σταυρού έκανα. Μέσα στην καρδία μου νοερά μόνο προσευχήθη-
κα» 4 .
Ο πνευματικός πρέπει να μάθει να είναι ήσυχος, για να μπορέσει να α-
κούσει στην ησυχία της καρδιάς του τον άλαλο λόγο του Αγίου Πνεύματος,
ανακαλύπτοντας έτσι την αλήθεια για τον εαυτό του και τον Θεό, λέγει ο άγιος
Ιωάννης της Κλίμακος: «Τ~ης ]ησυχίας τ`ο ο@υς δέξεται παρ`α Θεο~υ [εξαίσια» 5 .
Τότε ο λόγος του προς τους άλλους θα είναι λόγος δύναμης, επειδή θα είναι
λόγος προερχόμενος από τη σιγή 6 . Αυτό το επιβεβαιώνει και ο άγιος Ιωάννης
της Κλίμακος, λέγοντας: «] Ησυχαστ`ης γνωστικ`ος ο[υ δεηθήσεται λόγων· το`υς
γ`αρ λόγους [εκ τ~ων {εργων φωτίζεται» 7 .

1. Η Βιβλική βάση της νήψης:

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ων [οκτ`ω νοητ~ων θεωρι~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 32 (97).
2
Ψλ. 45,11.
3
Γκοραϊνώφ, Ειρήνη, Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, \ο.π., σ. 79.
4
Γκοραϊνώφ, Ειρήνη, O άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, σ. 193.
5
Πρβλ. Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος 27, PG. 88, 1100C.
6
Ware, K. (Επισ.), Η εντός ημών Βασιλεία,\ Ο.π., σ. 212.
7
Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος 27, PG. 88, 1097C.

108
Η λέξη νήψις προέρχεται από τον ρήμα νήφω, δηλαδή είμαι σώφρων
και προσέχω, το οποίον έχει σημασία αντίθετη με αυτήν του ρήματος μεθύω.
Νήψις λοιπόν είναι η κατάσταση της σωφροσύνης σε αντίθεση προς την κατά-
σταση της μέθης 1 . Η νήψη ως εγρήγορση και πνευματική επαγρύπνηση αποτε-
λεί κύριο χαρακτηριστικό της ζωής του χριστιανού γενικά. Την κλήση για τη
νήψη την απευθύνει ο Κύριος στους μαθητές του στη Γεσθμανή λέγοντας:
«γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν» 2 · την εντοπίζουμε
ακόμη στις επιστολές του αγίου Παύλου, όπως λ.χ. στην επιστολή του προς
Τιμόθεο: «σὺ δὲ νῆφε ἐν πᾶσι, κακοπάθησον, ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ, τὴν
διακονίαν σου πληροφόρησον» 3 . Επίσης προς τους Κορινθίους γράφει:
«ἐκνήψατε δικαίως καὶ μὴ ἁμαρτάνετε» 4 .
Οι χριστιανοί ως υιοί του φωτός και της ημέρας, οφείλουν, όπως παρα-
τηρεί ο απόστολος Παύλος, να εγρηγορήσουν και να νηφούν: «ἄρα οὖν μὴ
καθεύδωμεν ὡς καὶ οἱ λοιποί, ἀλλὰ γρηγορῶμεν καὶ νήφωμεν. οἱ γὰρ καθεύδοντες
νυκτὸς καθεύδουσι, καὶ οἱ μεθυσκόμενοι νυκτὸς μεθύουσιν· ἡμεῖς δὲ ἡμέρας ὄντες
νήφωμεν» 5 . Η νήψη και η εγρήγορση είναι απαραίτητες για να αποφύγουμε τις
παγίδες του διαβόλου και να φτάσουμε στην αιώνια δόξα του Θεού: «νήψατε,
γρηγορήσατε· ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα
καταπίῃ· ᾧ ἀντίστητε στερεοὶ τῇ πίστει, εἰδότες τὰ αὐτὰ τῶν παθημάτων τῇ ἐν
6
κόσμῳ ὑμῶν ἀδελφότητι ἐπιτελεῖσθαι» . Ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος γράφει
προς τον άγιο Πολύκαρπο λέγοντας: «ν~ηφε ]ως Θεο~υ [αθλητ`ης» 7 . Από το παρα-
πάνω κατανοούμε πως η νήψη είναι έργο του πνευματικού βίου για κάθε πιστό.

2. Η νήψη στη ασκητική γραμματεία:


Στα έργα των ιερών νηπτικών γίνεται συχνά λόγος περί νήψης, ως μέ-
σου πνευματικής τελείωσης του ανθρώπου. Η λέξη νήψις καθίσταται πλέον
τεχνικός όρος και ως συνώνυμα του όρου αυτού χρησιμοποιούνται οι λέξεις
«προσοχή» 8 και «ησυχία της καρδιάς»· στην περίπτωση να φτάσει σε τελειό-
τητα, χωρίς δαιμονικές φαντασίες, λέγεται «φυλακή του νου» 9 και «καθαρότη-
τα της καρδιάς» 10 . Ο άγιος Νικηφόρος στο έργο του: «Περ`ι νήψεως κα`ι φυ-
λακ~ης καρδίας», κάνει αυτή τη διάκριση των εννοιών, λέγει: «Η προσοχή, εί-
παν μερικοί Άγιοι, είναι φύλαξη του νου· άλλοι, φύλαξη της καρδιάς· άλλοι

1
Βλ. Liddell, H.,- Scott, R., Μέγα Λεξικόν τ~ης[ Ελληνικής Γλώσσας, τομ. Γ΄, σ. 233.
2
Μτ. 26,41.
3
2 Τιμ. 4,5.
4
1 Κορ. 15,34.
5
1Θεσ. 5,6-7.
6
1 Πε. 5, 8-9.
7
Ιγνατίου Αντιοχείας, Πρ`ος Πολύκαρπον 2,3, ΒΕΠΕΣ 2, 283.
8
«Προσοχή [εστι, καρδιακ`η [αδιάλειπτος ]ησυχία [από παντ`ος λογισμο~υ». Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος
τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 5, Φιλοκαλία Α΄, σ. 142 (181).
9
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 3· 5, Φιλοκαλία Α΄, σ.
141 (180)
10
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 1· 109, Φιλοκαλία Α΄, σ.
141 (180). Πρβλ. I. Hausher, La methode d’oraison hésychaste, σ. 161.

109
την είπαν νήψη, άλλοι νοερή ησυχία και άλλοι αλλιώς» και όλα αυτά σημαί-
νουν το ίδιο πράγμα 1 .
Μιλώντας για την ορθόδοξη νήψη εννοούμε την εγρήγορση και την ε-
τοιμότητα του ανθρώπου να κρατά το νου του καθαρό από διάφορους λογι-
σμούς και εικόνες που νεκρώνουν την εσωτερική του ελευθερία και καθαρότη-
τα και τον αποσπούν από την κοινωνία με τον Θεό, η οποία που συνιστά τη
γνώση του Θεού. Η νήψη αυτή χαρακτηρίζεται από τους Πατέρες της Εκκλη-
σίας και ιερά ησυχία. Έτσι, λοιπόν, με την λέξη ησυχία εννοούμε κυρίως τη
μέθοδο εκείνη που χρησιμοποίησαν όλοι οι θεούμενοι για να ενωθούν με τον
Θεό και να υπερβούν το θάνατο, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα υπαρξιακά,
αλλά και βιολογικά προβλήματα του ανθρώπου. Αυτοί ονομάζονται Νηπτικοί
Πατέρες, επειδή μιλούν για την προσοχή και τη νήψη ως απαραίτητα μέσα και
όργανα που συντελούν στην ίδια υπόθεση και έχουν έναν σκοπό, «τ`ο Θε-
ουργ~ησαι τ`ον {ανθρωπον» 2 .
Η Φιλοκαλία χαρακτηρίζεται από τον άγιο Νικόδημο ως: «Βίβλον, τ`ο
τ~ης νήψεως ταμιε~ιον· τ`ο το~υ νο`ος φυλακτήριον· τ`ο μυστικ`ον δασκαλε~ιον τ~ης
νοερ~ας προσευχ~ης» 3 . Επίσης ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης συνέλεξε και
εξέδωσε την τελική μορφή της «Φιλοκαλίας των ιερών Νηπτικών», στην οποία
υπάρχουν πολλά κείμενα Πατέρων της Εκκλησίας όπου όπως λέγει ο άγιος Νι-
κόδημος στον υπότιτλο του έργου αυτού, φαίνεται πως «∆ι`α τ~ης κατά πρ~αξιν
κα`ι θεωρίαν [ηθικής φιλοσοφίας ο] νο~υς καθαίρεται, φωτίζεται κα`ι τελειο~υται».
Οπότε, φαίνεται ότι η θεραπεία του ανθρώπου συνίσταται στη θεραπεία του
νους, που είναι διάφορος από την λογική, δια της καθάρσεως, του φωτισμού
και της τελειώσεως, που επιτυγχάνεται με την πράξη δηλαδή τη μετάνοια και
με τη θεωρία, δηλαδή τη θέα της δόξης του Θεού. Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκη-
νός αναγγέλλει ότι «χωρ`ις δ`ε προσοχ~ης κα`ι [εγρηγόρσεως το~υ νο`ος [αδύνατον
σωθ~ηναι ]ημ~ας κα`ι ]ρυσθ~ηναι [εκ το~υ διαβόλου» 4 .
Όταν κάνουμε λόγο για νηπτική θεολογία δεν εννοούμε ότι είναι κάτι
διαφορετικό από τη θεολογία της Εκκλησίας. Κυρίως εννοούμε τη μέθοδο, την
οποία διαθέτει η Εκκλησία, προκειμένου κάποιος να αποκτήσει την αποκάλυ-
ψη του Θεού, που είναι η πραγματική θεολογία 5 . Αυτό άλλωστε τονίζουν οι
νηπτικοί Πατέρες, όπως ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός όταν αναφέρει έναν κα-
τάλογο με τις οκτώ νοητές θεωρίες, αναφέρει την ογδόη θεωρία με την γνώση
του Θεού, που ονομάζεται Θεολογία 6 . Και ο άγιος Θαλάσσιος γράφει ότι όταν
ο νους του ανθρώπου αρχίζει από την πίστη «ε[ις τ`ην παντ`ος [επέκεινα νο~υ κα-
ταλήγει θεολογίαν, |ην {αληστον πίστιν κα`ι πράγματος [αφανο~υς θεωρίαν ]ορί-
ζουσιν» 7 . Ο π. Ρωμανίδης καθορίζει τον ορθόδοξο θεολόγο μόνο με τον θεο-
1
Νικηφόρος Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 26 (169).
2
Προοίμιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 21 (20).
3
Προοίμιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 23 (21). Ο ίδιος ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης περιέγραψε τα βασικά
αυτά σημεία της ησυχαστικής- νηπτικής παραδόσεως της Εκκλησίας στο περίφημο βιβλίο του Συμ-
βουλευτικόν Εγχειρίδιον, δηλαδή «Περί φυλακής των πέντε αισθήσεων».
4
Πέτρου ∆αμασκηνού,\ Οτι α [ δύνατον {αλλως σωθ~ηναι ε[ιμ`η δι`α προσοχ~ης, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ.
30 (95).
5
Βλάχου, Ι.,( Μητρ.), Ησυχία και θεολογία, [εκδ. Ι.Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου, 2004, σ. 98.
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ων [οκτ~ω νοητ~ων θεωρι~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 33 (98).
7
Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ε] κατοντ`αδα περ`ι τ~ης α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας 80, Φιλοκαλία Β΄, σ. 227
(295).

110
λογούντα, δηλαδή με εκείνο που έχει πρώτα την εμπειρία της αδιάλειπτου ευ-
χής του Αγίου Πνεύματος εις την καρδίαν του, και δεύτερον, έχει την εμπειρία
της θεώσεως, που χαρίζει ο Χριστός· και έπειτα προσθέτει ότι: «Ο]ι μή {εχοντες
τ`ας [εμπειρίας α[υτάς δέν είναι θεολόγοι» 1 .
Ο Ησυχασμός, ως ασκητική θεραπευτική αγωγή, ήταν η καρδιά της Ορ-
θοδοξίας από την εποχή των Αποστόλων και κυριαρχεί στην όλη την Ρωμαϊ-
κήν βασιλείαν, Ανατολήν και ∆ύσιν 2 . Γράφει ο π. Ιω. Ρωμανίδης: «Οι συγγρα-
φείς της Καινής ∆ιαθήκης και οι Πατέρες επισημαίνουν εντός της ιστορίας την
ιδικήν των εμπειριών της καθάρσεως και του φωτισμού της καρδιάς και του
δοξασμού (θέωση), την οποίαν ταυτίζουν με εκείνη των προφητών όλων των
αιώνων, αρχίζοντας τουλάχιστον από του Αβραάμ. Αυτό αντιστοιχεί με την
επανάληψη της θεραπείας εις την ιατρική επιστήμη, της οποίας η μέθοδος με-
ταδίδεται από ιατρού στον ιατρό». Και γράφει σε άλλο σημείο: «Η μόνη απα-
σχόλησης των προφητών, αποστόλων και πατέρων ήταν: η θεραπεία των ιδιω-
τών (λαϊκών) μέσω της κάθαρσης της καρδιάς των…Η θεραπεία της νόσου
ταύτης αρχίζει με την κάθαρση της νοεράς ενέργειας της ψυχής από όλους
τους λογισμούς, καλούς και κακούς και τον περιορισμόν των εις την διάνοια.
Συγχρόνως η νοερά ενέργεια του ανθρώπου ελευθερούται από την διάνοια και
επιστρέφει με την νοερά ευχή στην καρδιά» 3 . Και ο ίδιος παρατηρεί ότι: «Η
Ησυχαστική Πατερική παράδοση παρέμεινε εν συνέχεια η μεγαλύτερη πνευ-
ματική δύναμις του γένους, καθότι έδωσε εις το Ρωμαϊκό έθνος τους μεγαλύ-
τερους διδασκάλους, ως τους προαναφερθέντας. Και σήμερον ακόμη» 4 . Το ί-
διο εκφράζει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος δίνοντας μεγαλύτερη σημασία
στην εσωτερική ησυχία ως μέθοδο θεραπείας των ασθενών, με την οποία υ-
περβαίνει και τα άλλα μέσα, λέγει: «Ε[ι μ`εν ]ησυχίας ψυχικ~ης ]ο [ιατρ`ος ε[υπορε~ι,
ο[υ τοσο~υτον δε~ιται τ~ης σωματικ~ης πρ`ος τ`ην [επιμελείαν τ~ων νοσούντων· ε[ι δ`ε
τ~ης προτέρας [αμοιρε~ι, τ~?η δευτέρ?α χρησάσθω» 5 .
Ορισμούς ιδιαιτέρως περί νήψης εντοπίζουμε στο έργο του Ησυχίου του
Πρεσβυτέρου 6 . Ο άγιος Ησύχιος χαρακτηρίζει την νήψη ως «μία μέθοδο και
επιστήμη, η οποία απαλλάσσει τον άνθρωπο, με την βοήθεια του Θεού, από
εμπαθείς σκέψεις και λόγους και από τα πονηρά έργα» 7 . Αυτή η μέθοδος χαρί-
ζει ασφαλή γνώση του ακατάληπτου Θεού και λύση των θείων και κρυπτών
μυστηρίων. Επίσης με αυτήν κατορθώνει ο άνθρωπος να εκπληρώσει όλες τις
εντολές, εφόσον η νήψη δεν αποτελεί επιμέρους αρετή της ανθρώπινης ψυχής,

1
Ρωμανίδου, Ιω., (Πρωτ.), Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας, Γρηγορίου Παλαμά, Έργα 1:
Υπέρ των Ιερών ησυχαζόντων, Τριάς Α΄, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 16.
2
Ρωμανίδου, Ιω., (Πρωτ.), Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας,\ Ο.π., σ. 12.
3
Ρωμανίδου, Ιω., (Πρωτ.), «Εκκλησιαστικαί Σύνοδοι και Πολιτισμός» στο Θεολογία. τευχ. 4 (1995),
σσ. 646-680. Ιδιαιτέρως σελίδες 648, 658-9. Πρβλ. του ιδίου, Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθέ-
νεια, η δε Ορθοδοξία η θεραπεία της, στον τόμο Ορθοδοξία και Ελληνισμός, [εκδ. Ι. Μ. Κουτλουμου-
σίου, τομ. Β΄, σ. 67-68.
4
Ρωμανίδου, Ιω., (Πρωτ.), Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας, \ο.π., σ. 80.
5
Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1196 CD.
6
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης, Φιλοκαλία Α΄, σ. 141-
173 (180-215), PG 93, 1480-1544.
7
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 1, Φιλοκαλία Α΄, σ. 141
(180).

111
αλλά γενικότερα είναι «]οδ`ος πάσης [αρετ~ης κα[ι [εντολ~ης Θεο~υ» 1 · και επειδή η
ησυχία είναι αρχή καθάρσεως της ψυχής, πραγματοποιεί χωρίς κόπο όλες τις
εντολές για εκείνον που έχει αγαθή προαίρεση, συνδέεται μετά του όλου έργου
της κατά Χριστόν τελειώσεως του ανθρώπου και διαρκεί καθ’ όλον το διάστη-
μα της ζωής του. Το κάλεσμα για την νήψη δεν είναι αποκλειστικό στους μο-
ναχούς, αλλά περιλαμβάνει όλους όσους ποθούν να δουν ημέρες αγαθές 2 .
Παράδειγμα τέλειο προς μίμηση και πρότυπο είναι ο Κύριος, ο οποίος
μετά τη βάπτισή Του ανέβηκε στην έρημο και δίδαξε τον ανθρώπινο πώς να
παλεύει εναντίον των πνευμάτων της πονηρίας με ταπείνωση, νηστεία, προ-
σευχή και νήψη 3 . Η καθαρότητα της καρδιάς αν την φυλάξει κανείς όπως πρέ-
πει, ξεριζώνει και αποκόπτει όλα τα πάθη και όλα τα κακά από την καρδιά, δί-
νει ακριβή γνώση του εαυτού του και των αμαρτιών του, αγάπη άπειρη προς
τον Θεό και τους ανθρώπους και εγκάρδιο θείο αγάπη4 . Χωρίς την καθαρότητα
της καρδιάς, δηλαδή τη νήψη, δεν μπορεί η ψυχή να φτάσει σε κατάσταση
πνευματική και αρεστή στον Θεό ούτε να ελευθερωθεί από την κατά διάνοια
αμαρτία 5 .
Η νήψη χαρακτηρίζεται από τον άγιο Ησύχιο ως «[επίβασις θεωρίας» 6 .
Κατά την άποψη του καθηγητή Γ. Μαντζαρίδης η νήψη τοποθετείται στη θέση
εκείνη στην οποία άλλοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς τοποθετούν την
«πράξη» 7 . Συγκεκριμένα είναι δυνατό να πούμε ότι στην περίπτωση αυτή
πρόκειται για παραλλαγή της γνωστής φράσης του αγίου Γρηγορίου του
Θεολόγου «πρ~αξις θεωρίας [επίβασις» 8 . Κάτι παρόμοιο μπορούμε να το δούμε
στο έργο του άγιου Ησυχίου, ο οποίος ονομάζει τη νήψη «διανοητική
φιλοσοφία» ή «πρακτική φιλοσοφία νοός» και τη θεωρεί απαραίτητο όρο για
εφαρμογή πριν ο μοναχός επιχειρήσει να αναλάβει πνευματικό έργο, αλλιώς θα
βρεθεί σε αδιέξοδο και σε διχασμό του νου 9 .
Η κάθαρση του νου με τη νήψη αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, προ-
κειμένου να οδηγήσει τον άνθρωπο στη γνώση του Θεού και του θελήματός
Του: «] Ο γ`αρ πάσ?η σπουδ~?η τηρ~ων τ`ην καθαρότητα τ~ης καρδίας, ε\ ξει διδάσκα-
λον τ`ον ταύτης νομοθέτην Χριστόν, μυστικ~ως α[υτ~?ω λαλο~υντα τ`ο θέλημα

1
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 3, Φιλοκαλία Α΄, σ. 141
(180).
2
«∆ε~υρο δ`η λοιπ`ον [ακολούθει μοι πρ`ος τ`ην συνάφειαν τ~ης μακαρίας το~υ νο~υ τηρήσεως, \οστις α
} ν ε{ιης
[επιποθ~ων [εν πνεύματι, ]ημέρας [ιδε~ιν [αγαθάς». Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι
νήψεως κα`ι [αρετ~ης 200, Φιλοκαλία Α΄, σ. 172 (215).
3
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 12, Φιλοκαλία Α΄, σ. 143
(182). Βλ. Μτ. 4,3.
4
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 113, Φιλοκαλία Α΄, σ.
158 (199).
5
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 109, Φιλοκαλία Α΄, σ.
157 (199).
6
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 1, Φιλοκαλία Α΄, σ. 141
(181). Και Βλ. ιδίου, 29, σ. 145 (184). «μετ`α τούτων τ~ων ο\ πλων ο] δεύ?ης νηφόντως, ε[ις θεωρίας α] γίας]
Αγίων [ελεύση· κα`ι φωτισθήσ?η μυστήρια βαθέα παρ`α Χριστο~υ..».
7
Μαντζαρίδη, Γ., «Νήψις» στο Θ.Η.Ε 10, σ. 472. και Μέθεξης Θεού, Θεσσαλονίκη 1979, σ. 218.
8
Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 4,11, PG. 35, 649 και 1080B. «Βούλει θεολόγος γενέσθαι ποτ`ε, κα`ι τ~ης
θεότητος {αξιος; τ`ας [εντολ`ας φύλασσε, δι`α τ~ων προσταγμάτων ο\ δευσον· πρ~αξις γ`αρ [επίβασις θεωρίας
[εκ το~υ σώματος τ~?η ψυχ~?η φιλοπόνησον».
9
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 157, Φιλοκαλία Α΄, σ.
166 (207).

112
α]υτο~υ» 1 . Εκείνος που δεν έχει την νήψη οπωσδήποτε θα έχει έλλειψη θείου
φωτισμού. Ενώ εκείνος που μετέχει δια της νήψης στη θεία έλλαμψη, κατά τον
άγιο Ησύχιο, δεν μένει χωρίς εσωτερική πληροφορία, αλλά θα γίνει στερεός
και αμετακίνητος σχετικά με τα θεία 2 . Το μακάριο φως της θεότητας καταυγά-
ζει το νου, όταν αδειάσει από όλα τα αισθητά και μείνει χωρίς σχήματα και
μορφές 3 . Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός επιβεβαιώνει ότι: «Η ησυχία είναι με-
γαλύτερη από όλα και χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να καθαρισθούμε από τα πά-
θη και να γνωρίσουμε την αδυναμία μας και τις πανουργίες των δαιμόνων, αλ-
λά ούτε του Θεού τη δύναμη και την πρόνοια θα μπορέσουμε να εννοήσουμε
από τα θεία λόγια που ψάλλονται και διαβάζονται» 4 .
Η νήψη αναγνωρίζεται ως μία μόνιμη σταθεροποίηση του λογισμού και
στάση του στην πύλη της καρδιάς και ο ησυχαστής με τη νήψη ίσταται στη πύ-
λη της καρδιάς, ελέγχει τους λογισμούς και επομένως ή τους φονεύει ή τους
αποδιώκει 5 . Ο άγιος Ησύχιος παρομοιάζει το έργο της νήψης με αυτό της αρά-
χνης. Όπως η αράχνη πλέκει τον ιστό της, και παραμονεύει για να κυνηγήσει
τις μικρές μύγες, έτσι αντίστοιχα είναι εκείνη που σκοτώνει τα μικρά νήπια της
Βαβυλώνας, δηλαδή τους πονηρούς λογισμούς 6 . Άλλοτε παρομοιάζεται με έ-
ναν άνθρωπο που κρατά στο χέρι του καθρέφτη και βλέπει μέσα σε αυτόν, ο-
πότε θα βλέπει το δικό του πρόσωπο και τα πρόσωπα των άλλων που σκύβουν
στον καθρέφτη. Παρόμοια εκείνος που σκύβει μέσα στην καρδιά του, βλέπει
την δική του κατάσταση μέσα σ’ αυτήν, βλέπει όμως και τους πονηρούς λογι-
σμούς που ζωγραφίζονται νοερά μέσα του7 .
Άλλοι Πατέρες μιλούν για την ησυχία με την ίδια έκφραση αφού έχουν
την ίδια κοινή εμπειρία, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη: «Ησυχία γ`αρ
[εστ`ιν [απόθεσις νοημάτων τ~ων ο[υκ [εκ το~υ πνεύματος θειοτέρων, \εως καιρο~υ,\
ινα μ`η προσέχων τούτοις ]ως καλο~ις, τ`ο με~ιζον [απολέσης» 8 . Στην περίπτωση
αυτή δεν πρόκειται για απόθεση όλων των νοημάτων, αλλά για απόθεση των
νοημάτων που δεν προέρχονται από το Πανάγιο Πνεύμα και μάλιστα αυτό
πρέπει να γίνεται για μία χρονική περίοδο. Κατά τον όσιο Θαλάσσιο ησυχία
είναι η ασφάλιση των αισθήσεων. Γράφει: «Ασφάλισαι τ`ας α[ισθήσεις τ~?ω τρό-
πω τ~ης ]ησυχίας και δίκασον το`υς λογισμούς [εφεστ~ωτας τ~?η καρδί?α» 9 . Επομέ-
νως, η ησυχία είναι μία ολόκληρη επιστήμη των λογισμών, της καρδιάς και
των αισθήσεων που βοηθά τον άνθρωπο να μη παραμένει αχαλίνωτος και υπο-

1
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 186, Φιλοκαλία Α΄, σ.
170 (212).
2
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 86, Φιλοκαλία Α΄, σ. 154
(194).
3
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 89, Φιλοκαλία Α΄, σ. 154
(194).
4
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδώνυμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 99 (169).
5
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 6, Φιλοκαλία Α΄, σ. 142
(181).
6
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 27, Φιλοκαλία Α΄, σ. 145
(184).
7
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 23, Φιλοκαλία Α΄, σ. 144
(183).
8
Γρηγορίου Σιναΐτου, Περ`ι ]ησυχίας κα`ι τ~ων δ`υο τρόπων τ~ης προσευχ~ης 9, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 76 (225).
9
Οσίου Θαλασσίου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας 22, Φιλοκαλία Β΄, σ. 206
(274).

113
δουλωμένος στον κόσμο των αισθήσεων και των νοητών προκειμένου να επι-
τύχει το στόχο του.

3. Οι τρόποι της ησυχίας:


Ως ειδικότερους τρόπους νήψης αναφέρει ο άγιος Ησύχιος τους εξής: α)
την επαγρύπνηση προς απόκρουση κάθε προσβολής του διαβόλου μέσω της
φαντασίας, β) τη διατήρηση της καρδιάς στη βαθιά σιωπή και ησυχία που συν-
δέονται με την προσευχή, γ) την συνεχή παράκληση της θείας βοηθείας με την
ταπείνωση και δ) την αδιάλειπτη μνήμη θανάτου 1 . Όλες αυτές οι εργασίες,
όπως αναφέρει ο άγιος έχουν ένα σκοπό: «τ`ας πονηρ`ας [εννοίας δίκην πυλωρ~ων
κωλύουσι» 2 .
Η νήψη, η εγρήγορση του νου και η συνεχής εποπτεία του στους λογι-
σμούς και στις φαντασίες, όπως και η κατόπιν επιλογής των καλών αποθησαύ-
ρισή τους και η απόρριψη των αμαρτωλών είναι το κεντρικό έργο του μοναχι-
σμού. Ο άγιος Ησύχιος ορίζει τον αληθινό μοναχό με εκείνον που επέτυχε τη
νήψη: «Ο#υτω [αληθιν`ος τ~?ω {οντι Μοναχός, ]ο ν~ηψιν κατορθ~ων· κα`ι ο#υτος [αλη-
θιν`ος νηφάλιος, ο] [εν καρδί?α }ων Μοναχός»3 . Αλλά βέβαια η νήψη δεν είναι έρ-
γο μονάχα των μοναζόντων, αλλά και των λαϊκών. Η εντολή του Χριστού είναι
δεδομένη για την τήρηση της απ’ όλη την Εκκλησία, αφού μακαρίζει τους κα-
θαρούς στην καρδιά. Αλλά η νήψη μέσα στον κόσμο με τις συμβατικές μέρι-
μνες, φαίνεται πως δεν είναι και τόσο δυνατή, τουλάχιστον σε ένα μέτρο πλη-
ρότητας. Όμως, βοηθούμενος ο λαϊκός και από τη μονολόγιστη και αδιάλειπτη
ευχή, μπορεί να επιτύχει σε κάποιο βαθμό την καθαρότητα της καρδιάς του.
Αυτή τη κλήση την απευθύνει ο άγιος Νικόδημος σε όλους, μοναχούς και λαϊ-
κούς λέγοντας: «{ Ελθετε πάντες \οσοι κλήσεως [ορθοδόξου τυγχάνετε μέτοχοι,
συνάμα Λαϊκοί τε και Μοναχοί, ο]ι τ`ην [εντ`ος ]υμ~ων ο@υσαν το~υ Θεο~υ βασιλείαν
κα`ι τ`ον [εν τ~ω [αγρ~?ω τ~ης καρδίας κεκρυμμένον ε]υρηκέναι σπουδάζοντες θησαυ-
ρόν»4 .

4. Ησυχία και επίκληση του θείου ονόματος:


Στα κείμενα των νηπτικών Πατέρων η νήψη συμβαδίζει με την επίκλη-
ση του θείου ονόματος του Ιησού Χριστού στην πάλη έναντι των λογισμών:
«δεν έχουμε άλλο τρόπο να τους νικήσουμε (τους δαίμονες) παρά μόνο με την
ακατάπαυστη νήψη του νου και την επίκληση του Ιησού Χριστού, του Θεού
και ∆ημιουργού μας», γράφει ο άγιος Ησύχιος 5 . Η νήψη και η ευχή του Ιησού,
κατά την έκφραση του αγίου Ησυχίου «ε@ιναι [αλλήλων συστατικά» 6 . Κατά τον

1
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 14-17, Φιλοκαλία Α΄, σ.
143 (182).
2
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α
[ ρετ~ης 18, Φιλοκαλία Α΄, σ. 143
(183).
3
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 159, Φιλοκαλία Α΄, σ.
166 (207).
4
Προοίμοιν, Φιλοκαλία Α΄, σ. 24 (23).
5
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α
[ ρετ~ης 42, Φιλοκαλία Α΄, σ. 148
(187).
6
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α
[ ρετ~ης 94, Φιλοκαλία Α΄, σ. 155
(195).

114
άγιο Κάλλιστο όποιος θέλει να έχει έλλογη νήψη πρέπει να προσπαθεί να προ-
σεύχεται καθαρά και προσεκτικά τα λόγια της προσευχής «Κύριε Ιησού Χρι-
στέ, Υι`ε του Θεού, ελέησόν με». Η άκρα προσοχή συντελεί στην αδιάκοπη ευ-
χή· η ευχή πάλι στην τέλεια νήψη και προσοχή του νου. Γιατί όπως γράφει ο
άγιος Ησύχιος «Κρε~ιττον γ`αρ βοήθημα, πάρεξ [ Ιησο~υ, ο[υχ ε]υρήσεις [εν \ολ?η τ~?η
ζω~?η σου. Α[υτος γ`αρ μόνος ]ο Κύριος γινώσκει ]ως Θε`ος τ`ας τ~ων δαιμόνων πα-
νουργίας κα`ι μεθοδίας κα`ι δόλους» 1 . Ο άγιος Θαλάσσιος θεωρεί την ησυχία
και την προσευχή ως απαραίτητα όπλα για την κάθαρση του νου: «Η ησυχία
και η προσευχή είναι μέγιστα όπλα της αρετής· αυτές οι δυο καθαρίζουν το
νου και τον κάνουν διορατικό» 2 . Αυτή βοηθά τον νου να φωτιστεί μέσα στην
καρδιά, όπως αναφέρει ο άγιος ∆ιάδοχος: «Όσοι μελετούν ακατάπαυστα το έν-
δοξο και πολυπόθητο όνομα του Κυρίου Ιησού στο βάθος της καρδιάς τους,
αυτοί μπορούν να βλέπουν καμιά φορά και το φως του νου τους» 3 . Όταν γίνει
αυτό με τη βοήθεια του Θεού, από τότε και στο εξής θα πορευτούμε χωρίς
πλάνη και εμπόδια τον υπόλοιπο δρόμο της κατά Θεόν ζωής.
Η συνεχή μνήμη και επίκληση του θείου ονόματος με την αδιάσπαστη
νήψη και την εργασία της προσοχής, δημιουργούν στο νου μία θεία κατάστα-
ση 4 . Η επίκληση του θείου ονόματος αντιστέκεται έναντι της λήθης, η οποία
θεωρείται από τους νηπτικούς Πατέρες ότι έχει την ιδιότητα να σκοτίζει τη φύ-
λαξη του νου και χαρακτηρίζεται ως ισχυρός αντίπαλος και αντίθετη στην
καρδιακή προσοχή. Η αδιάκοπη ευχή του Ιησού και η αδιάσπαστη νήψη την
εξαφανίζει τελείως από τη καρδιά 5 . Οι νηπτικοί Πατέρες, λ.χ. ο άγιος Μάξιμος
ονομάζουν την κατάσταση της ησυχίας της ψυχής με το «Σαββατισμό». ∆ηλα-
δή ο νους του ανθρώπου, καθαρισθεί με την μέθοδο και αγωγή της ιεράς ησυ-
χίας, σαββατίζει, αναπαύεται στον Θεό: «Εκείνος που περνά την έκτη ημέρα
σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, αφού πρωτύτερα θανάτωσε τις πρώτες κινήσεις της
αμαρτίας, φτάνει δια μέσου των αρετών στην έρημη από κάθε κακία κατάστα-
ση της απάθειας, όπου σαββατίζει το νου και από αυτή την ψιλή φαντασία των
παθών»6 .

2. Η απαλλαγή από την φαντασία.

Το θεωρώ πολύ σημαντικό στο σημείο αυτό να κάνουμε μια μικρή προ-
σέγγιση για το θέμα της φαντασίας εφόσον είναι συνδεδεμένη με το θέμα της
νήψης και της ησυχίας. Κάθε νους καθ’ εαυτόν, όπως αναφέρει ο άγιος Μάξι-
μος, είναι χωρίς μορφή και χαρακτηριστικά και παίρνει μορφή επίκτητη, είτε
τη γνώση που δημιουργήθηκε από τις αρετές με το Πνεύμα, είτε την άγνοια

1
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α[ ρετ~ης 39, Φιλοκαλία Α΄, σ. 147
(187).
2
Οσίου Θαλασσίου, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 67, Φιλοκαλία Β΄, σ. 208
(276).
3
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 59, Φιλοκαλία Α΄, σ. 251 (302).
4
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α[ ρετ~ης 97, Φιλοκαλία Α΄, σ. 155
(196).
5
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 32· 102, Φιλοκαλία Α΄, σ.
156 (197).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον 53, Φιλοκαλία Β΄, σ. 59 (112).

115
που προέρχεται από τα πάθη 1 . Ο νους επιστρέφει στην τάξη του και στην νή-
ψη, από όπου είχε απομακρυνθεί από αμέλεια, αν τον επιμεληθούμε και αν με
θερμή προθυμία τον επαναφέρουμε στη πρακτική εργασία της νήψης 2 . Στο
σημείο αυτό θα επιχειρήσουμε να ερευνήσουμε την άποψη των Πατέρων για
τη φαντασία και γιατί ωφελεί τον άνθρωπο να την αποφεύγει. Ακόμη τους κίν-
δυνους που επισείουν οι νηπτικοί Πατέρες σχετικά με τη φαντασία, καθώς και
με πιο τρόπο οι θεούμενοι και οι Προφήτες γνωρίζουν το θέλημα του Θεού;

1. Η φαντασία ένα μεταπτωτικό φαινόμενο:


Η φαντασία θεωρείται μεταπτωτικό φαινόμενο και ο Χριστός στην ε-
νανθρώπηση Του δεν έλαβε τη φαντασία όπως αναφέρει ο άγιος Νικόδημος ο
οποίος παραπέμπει στον θεολόγο Γεώργιο Κορέσιο: «επειδή ο νους του Χρι-
στού δεν είναι εξαρτημένος από φαντασίες, οι οποίες γίνονται εμπόδιο στο να
διεισδύει κάποιος στους {αυλους λόγους των νοητών» 3 . Ο νους κατ’ αρχάς δεν
είχε την φαντασία, όπως αναφέρει ο άγιος Μάξιμος ότι ο άνθρωπος δεν κτί-
στηκε κατ’ αρχάς να έχει στην σάρκα ηδονή και οδύνη, ούτε να έχει στην ψυχή
λήθη και άγνοια, και ακόμη «ο{υτε τ~?ω ν~?ω τό τυπο~υσθαι καί μετατυπο~υσθαι το~ις
ε{ιδεσι τ~ων γεγονότων· τούτων γάρ ]η παράβασις [εξ~ηρε τήν γένεσιν» 4 . Αυτός
λοιπόν που αφαίρεσε από την σάρκα την ηδονή και την οδύνη, πέτυχε την
πρακτική αρετή και αυτός που εξαφάνισε από την ψυχή τη λήθη και την άγνοι-
α, κατόρθωσε την φυσική θεωρία όπως αρμόζει και αυτός που απελευθέρωσε
το νου από τις πολλές αποτυπώσεις, απέκτησε τη θεολογική μυσταγωγία. Κατά
τον αγ. Ησύχιο όταν ο νους είναι απαλλαγμένος από τη φαντασία, τότε πράγ-
ματι βρίσκεται στη φυσική του κατάσταση και είναι έτοιμος να κινείται προς
κάθε θεωρία τερπνή, πνευματική και αγαπημένη από τον Θεό 5 .
Η πολύχρονη παραμονή της φαντασίας στην ψυχή δημιουργεί πλάνη
και αίρεση, διατρέφει όλη την πνευματική ζωή και οδηγεί τον άνθρωπο στην
αυτοθέωση, όπως έγινε ακριβώς με τους πρωτοπλάστους και ακόμη δημιουργεί
πολλές ψυχολογικές ανωμαλίες, που φθάνουν μέχρι και σε παραισθήσεις και
ψευδαισθήσεις που θέτουν τον πνευματικό και τα τέκνα του στον κίνδυνο της
απώλειας και της πλάνης 6 . Επιπλέον ούτε ο διάβολος είχε τη φαντασία από την
αρχή όπως αναφέρει ο άγιος Γρ. Σιναΐτης: «Οι δαίμονες, ήταν κάποτε και αυτοί
νόες και ξέπεσαν από εκείνη την αυλία και τη λεπτότητα, γι’ αυτό ο καθένας
τους απέκτησε κάποια υλική πυκνότητα, παίρνοντας ανάλογα με την τάξη ή
την ενέργεια σωματική μορφή αντίστοιχη της ιδιότητάς του» 7 . Και τη φαντα-
σία οι Πατέρες την ονομάζουν γέφυρα των δαιμόνων, διότι μέσω αυτής περ-
1
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας έβδομη 19, Φιλοκαλία Β΄, σ. 171
(234).
2
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 129, Φιλοκαλία Α΄, σ.
161 (202).
3
Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον, [εκδ. Συνοδεία Σπυρίδωνος ιερομονάχου-Νέα
Σκήτη 2006, σ. 186.
4
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ε] κατοντ`ας έκτη 34, Φιλοκαλία Β΄, σ. 154
(215).
5
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 93, Φιλοκαλία Α΄, σ. 155
(195).
6
Βλάχου, Ι.,( Μητρ.), Θεραπευτική αγωγή 2, [εκδ. Ι.Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου 52003, σ. 156-7.
7
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 123, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 56 (203).

116
νούν οι κακούργοι δαίμονες και έρχονται σε κάποια επικοινωνία εννοιών ά-
καρπων και εμπαθών 1 .
Ο διάβολος, όπως αναφέρει ο άγιος Νικόδημος έχει μεγάλη συγγένεια
και εξοικείωση με την φαντασία και από όλες σχεδόν τις δυνάμεις της ψυχής,
αυτήν χρησιμοποιεί ως το πιο κατάλληλο όργανο για να πλανά τους ανθρώ-
πους. Ο διάβολος έχοντας ως όργανο την φαντασία μέσω αυτής παραπλάνησε
τον Αδάμ, βάζοντας στο νου του την ιδέα της ισοθεΐας· αλλά και ο ίδιος με τον
ίδιο τρόπο κατακρημνίστηκε από το ουρανό, επειδή έβαλε στη φαντασία του
την ιδέα να γίνει ίσος με τον Θεό και συνηθίζει να εξαπατά όλους με την ψεύ-
τικη φαντασία 2 . Ο διάβολος είναι νους, δεν μπορεί να εξαπατά με άλλον τρό-
πο, παρά με το να μεταχειρίζεται τα αισθητά και συνήθη σ’ εμάς. Γι’ αυτό κά-
θε λογισμός παρουσιάζει στο νου τη φαντασία κάποιου αισθητού πράγματος 3 .
Και η προσβολή μιας αμαρτωλής φαντασίας είναι το μέσον με το οποίο η α-
μαρτία μπαίνει στην καρδιά 4 . Το ίδιο εκφράζει ο άγιος ∆ιάδοχος και σε αυτόν
επιπλέον παραπέμπει ο άγιος Κάλλιστος: «κάθε λογισμός μπαίνει μέσα στην
καρδιά δια μέσου της φαντασίας κάποιων αισθητών» 5 . Έτσι ο νους χρησιμο-
ποιεί την φαντασία, κατά την έκφραση του αγίου Μαξίμου, ως όχημα και μέσω
αυτής επικοινωνεί με τις αισθήσεις 6 · έτσι, ό,τι ενεργεί το σώμα στον κόσμο
των πραγμάτων, το ίδιο κάνει και ο νους στον κόσμο των νοημάτων 7 .
Όπως αναφέρει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης οι δαίμονες δίνουν μορφή
στο νου ή μάλλον οι ίδιοι παίρνουν ανάλογη μορφή και προσβάλλουν τον άν-
θρωπο, σύμφωνα με την έξη του πάθους που επικρατεί και ενεργεί στην ψυχή
του. Γιατί οι δαίμονες έχουν την έξη του πάθους ως αιτία να ειδοποιούν τη φα-
ντασία. Και δείχνουν ποικίλες και πολύμορφες φαντασίες και κατά την εγρή-
γορση και κατά τον ύπνο8 . Ο άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος αναφέρει ένας γεγο-
νός αναδεικνύει πως μπορεί η επιθυμία για κάποιο πάθος να οδηγοί μερικούς
με την φαντασία να πλανηθούν και να παραφρονήσουν. Ένας αδελφός που έχει
υποτάσσει στη κενοδοξία με το οποίο ο διάβολος «κλ~ηρον φαντάζεσθαι ]υπο-
βάλλει», και αυτός ο αδελφός βγήκε από τα λογικά του από την κενοδοξία, φα-

1
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 64, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
258 (Ε, 85).
2
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 119, Φιλοκαλία Α΄, σ.
159 (200).
3
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 180, Φιλοκαλία Α΄, σ.
169 (212).
4
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 45, Φιλοκαλία Α΄, σ. 148
(188).
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 65, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
259 (Ε, 86).
6
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 19, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 139
(298).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας Τρίτη 53, Φιλοκαλία Β΄, σ. 34 (83).
Και ο άγιος Νικόδημος αναφέρει ότι: «[ Εδόθη δέ ε[ις ]ημ~ας ]η φαντασία α\υτη καί ε[ νθύμησις μετά τήν
παράβασιν, διά νά τήν μεταχειριζώμεθα ο\ ταν α]ι [εξωτερικαί μας α[ισθήσεις ]ησυχάζουν καί \οταν δέν
{εχωμεν {εμπροθσέν μας παρόντα τά α[ισθητά [εκε~ινα πράγματα, ]οπο~υ [επέρασαν α [ πό τάς [αισθήσεις καί
[ετυπώθησαν ε[ις α[υτήν». Νικοδήμου Αγιορείτης, Αόρατος πόλεμος, [εκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, σ.
110.
8
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 71, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 40 (187).

117
ντάζονταν τον εαυτό του διάκονος και χειροτονούσε τον εαυτό του διάκονο και
έκανε απόλυση των κατηχουμένων στο κελί του1 .

2. Η φαντασία ως αιτία της πλάνης:


Ο άγιος Γρηγόριος Σιναΐτης κάνει λόγο για δυο είδη πλάνης, την πλάνη
της φαντασίας και την πλάνη κατά ενέργειας και δείχνει ότι «κ}αν [εκ μι~ας, τ~ης
]υπερηφανίας, τ`ην [αρχ`ην {εχει κα`ι τ`ην α[ιτίαν» 2 . Σε αυτό συμφωνεί και ο άγιος
Ησύχιος, όταν αποδίδει την αιτία της πλάνης στην κενοδοξία: «Αρχή της πλά-
νης του νου είναι η κενοδοξία, από την οποία παρακινείται ο νους και προσπα-
θεί να περιγράφει το θείο με μορφές και σχήματα» 3 . Πρώτον, η θεωρία με τη
φαντασία έχει την αρχή της από την οίηση, η οποία κάνει τον άνθρωπο να φα-
ντάζεται τον Θεό με κάποιο σχήμα και από εκεί ακολουθεί η πλάνη της φαντα-
σίας προς εξαπάτηση. Στην συνέχεια ακολουθεί η βλασφημία, η δειλία, ο τρό-
μος και η ταραχή της ψυχής. ∆εύτερον, η πλάνη κατά ενέργεια αρχίζει από την
ηδυπάθεια, η οποία γεννιέται από τη φυσική δήθεν επιθυμία. Και ο δαίμονας
της ακολασίας αφού σκοτίζει το νου του ανθρώπου με την ενήδονη πύρωση,
στη συνέχεια τον οδηγεί τον άνθρωπο σε παραλογισμό και έκσταση φρενών
και τον κάνει να λέει ψευδοπροφητίες βλέποντας τάχα οράματα από κάποιους
αγίους και ακούγοντας λόγους τους. Αυτός κυρίως είναι «δαιμονιζμένος και
[ηπατημένος κα`ι τ~η πλάνη δεδουλωμένος δέον [αποκαλε~ιν, κα`ι ο[υ Προφήτας και
προλέγοντας τ`α [ενεστ~ωτα κα`ι τ`α μέλλοντα» 4 .
Ο Νικήτας Στηθάτος επιβεβαιώνει ότι δεν είναι αληθινά όλα όσα φαίνο-
νται στο ύπνο, αλλά μόνο για εκείνους που ο νους τους έχει καθαρισθεί και α-
νέβηκαν στη φυσική θεωρία: «Ο[υ πάντων α]ι καθ’ \υπνους {οψεις ε[ισ`ιν [αληθε~ις,
ο[υδ`ε πάντων τ~?ω ]ηγεμονικ~?ω το~υ νο`ος [εντυπο~υνται, [αλλ`α μόνων [εκείνων τ~ων
κεκαθαρμένων τ`ον νο~υν κα`ι τετρανωμένων τ`α α[ισθητήρια τ~ης ψυχ~ης κα`ι πρ`ος
φυσικ`ην [αναδραμόντων θεωρίαν» 5 . Ο άγιος Κασσιανός αναφέρει πολλά παρα-
δείγματα για ανθρώπους και μοναχούς υποδέχτηκαν πολλές φορές δαίμονες ως
άγγελο και δέχτηκαν από αυτόν διαβολικές αποκαλύψεις και όνειρα 6 . Μόνο
εκείνοι που έχουν προκοπή και την βίωση της ιεράς ησυχίας έχουν τη δυνατό-
τητα να βλέπουν οράματα και να αναβαίνουν στη θέση των Προφητών της Εκ-
κλησίας: «]η προκοπ`η ε[ ξ ]ιερ~ας ]ησυχίας ε[ις βάσιν Προφητ~ων τ~ης το~υ Θεο~υ[ Εκ-
κλησίας [ανέβη» 7 . Στην Φιλοκαλία και στον κείμενο του αγίου Νικηφόρου α-
ναφέρει πως ο άγιος Αντώνιος είδε ένα γεγονός που έγινε με δυο αδελφούς ό-
που «@ην γ`αρ τ`ο διάστημα ]ημέρας ]οδός». Ο άγιος Αντώνιος έγινε «θεόπτης και
προβλέπων», αυτό το προφητικό και προορατικό χάρισμα το Μ. Αντωνίου α-
ποδίδεται στο ότι «ε@ιχε τ`ην καρδίαν νήφουσαν, τ`ον δ`ε Κύριον δεικνύονται
α[υτ`ον τ`α μακράν» 8 .

1
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Περ`ι κενοδοξίας, Φιλοκαλία Α΄, σ. 78 (108).
2
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 131, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 60 (208).
3
Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 116, Φιλοκαλία Α΄, σ. 187 (231).
4
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 131, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 60 (208).
5
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 63, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 314 (∆΄, 97).
6
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 88 (119).
7
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 63, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 314 (∆΄, 97).
8
Νικηφόρου Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 20 (162).

118
Οι οράσεις και οι αποκαλύψεις των Προφητών δεν έγιναν με τη
φαντασία και με τη φυσική τάξη του νου, αλλά ο νους τους δεχόταν τις
εντυπώσεις και τις φαντασίες κατά τρόπο θείο και υπερφυσικό με την
ανέκφραστη δύναμη και χάρη του Αγίου Πνεύματος, «]εώρων ο]ι προφ~ηται
τυπούμενοι τ~?ω πνεύματι τ`ο η ] γεμονικόν», γράφει ο άγιος Κάλλιστος
1
ενστερνίζεται στο Μ. Βασίλειο . Πάντως οι Προφήτες και οι ιερομύστες δεν
φαντάζονται τον Θεό, αλλά ο Θεός αποκαλύπτεται στην καθαρή καρδιά τους,
που από την ειρήνη των λογισμών υψώνεται στην καθαρότητα του νου. Και με
την καθαρότητα του νου ο άνθρωπος φτάνει στο σημείο να βλέπει τα μυστήρια
του Θεού. Γράφει ο άγιος Νικηφόρος: «προσοχή [εστιν [αρχ`η θεωρίας, μ~αλλον
δ`ε ]υπόθεσις θεωρίας· δι`α ταύτης γ`αρ ο] Θεός, παρακύψας, [εμφανίζεται τ~?ω
νοΐ»2 .Ύστερα από αυτά φτάνει ο νους να δει αποκαλύψεις και σημεία, όπως
είδαν και Προφήτες 3 . Ο άγιος Γρηγόριος Σιναΐτης μιλώντας για τις οκτώ ειδών
θεωρίες, αναφέρει ότι όποιος επιχειρεί να εισέρθει στις αυτές θεωρίες χωρίς
τον θείο φωτισμό, να ξέρει ότι σχηματίζει στο νου του φαντασίες και όχι
θεωρίες, που τις πλάθει και τις προβάλλει με τη φαντασία του 4 .
Προχωρώντας περισσότερο πρέπει να τονίσουμε ότι δεν πρέπει να γίνει
σύγχυση μεταξύ της νόησης και της φαντασίας, που κατά τους Πατέρες γίνεται
διάκριση μεταξύ τους. Η φαντασία και η νόηση προέρχονται από δυο διαφορε-
τικές δυνάμεις, οι οποίες διαφέρουν ως προς την κίνηση. Η νόηση είναι ενέρ-
γεια και δημιουργία και είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη της τέχνης και του
πολιτισμού, ενώ η φαντασία είναι πάθος και εικόνα που αναγγέλλει κάποιο αι-
σθητό πράγμα ή οφείλεται σε κάποιο αισθητό5 . Έτσι ο νους του προπάτορα
δεν κατασκευάστηκε με τη φαντασία, η οποία όντας σαν μεσότοιχος μεταξύ
του νου και των νοητών οχυρώνει το νου και δεν τον αφήνει να εισέρχεται
στους απλούστατους και χωρίς φαντασία λόγους των όντων. Ο άγιος Μάξιμος
λέγει ότι οι εμπαθείς θεωρίες αυτών που γίνονται ορατά με την αίσθηση, είναι
σαν λεπίδες που επικρέμονται στα αλήθεια πάνω από την διορατική ικανότητα
της ψυχής και εμποδίζουν τη διάβαση προς τον γνήσιο λόγο της αλήθειας 6 .

3. Η απελευθέρωση του νου από την φαντασία:


Μόνο όταν ο άνθρωπος απελευθερωθεί από τις φαντασίες και τις εικό-
νες, τότε γίνεται απλανής και ασφαλής θεολόγος. ∆ιαφορετικά μπορεί να θεο-
λογεί με την επήρεια των δαιμόνων, αφού δια της φαντασίας θα προσφέρουν οι
δαίμονες ιδέες περί Θεού και των άλλων αληθειών της πίστης. Και το αναφέρει
ο Μ. Βασίλειος λέγοντας: «Ο νο~υς που {εχει [ανακραθ~η μ`ε τ`ην θεότητα το~υ] Α-
γίου Πνεύματος, {εχει καταστ~η ε[ ποπτικός των μεγάλων θεωρημάτων κα`ι κα-

1
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 67, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
261 (Ε΄, 89).
2
Νικηφόρος Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 26 (169).
3
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 54, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
253 (Ε΄, 80).
4
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 130, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 60 (208).
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 65, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
259 (Ε΄, 86).
6
Μαξίμου Ομολογητού, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον 75, Φιλοκαλία Β΄, σ. 84 (139).

119
θορ~?α τά θε~ια κάλλη τόσον, ο\ σον ]η χάρις [επιτρέπει» 1 . Ο π. Σωφρόνιος αναφέρει
ότι ο φανταζόμενος νους είναι ανίκανος για την θεολογία, διότι η θεολογία εί-
ναι εμπειρική επιστήμη και όχι καρπός της λογικής και της φαντασίας και δεύ-
τερον, ο Θεός είναι πέρα από την λογική, ο Θεός αποκαλύπτει, γι’ αυτό χρειά-
ζεται καθαρή καρδιά. Έτσι «εκείνος που έχει φανταζόμενος νου δεν μπορεί να
θεολογήσει»2 .
Λέγει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος ότι: «α[ιτία τ~ης φαντασίας τ~ων ε[ικόνων ]η
[ασθένεια κα`ι ο[υχ ]η καθαρότης [εστ`ι το~υ νοός· το~υτο συνέβη [εν το~ις {εξω φιλο-
σόφοις, [επειδ`η τα~υτα [ενόμισαν είναι τα πνευματικά, περ`ι τ~ων διδαχ`ην [αλη-
θιν`ην [εκ το~υ Θεο~υ ο[υχ [εδέξαντο, και [αντ`ι τ~ης θείας θεωρίας, [επλήρωσεν α[υτόν
φαντασίας δαιμόνων» 3 , δηλαδή οι φιλόσοφοι είχαν μια εμπειρία εντελώς δια-
φορετική από τους νηπτικούς Πατέρες, οι οποίοι απογυμνώνουν το νου τους
από τις ακάθαρτες φαντασίες του κόσμου και εισέρχονται στην περιοχή της
πνευματικής θεωρίας 4 . Ο άγιος Κάλλιστος αναφέρει ότι κατά τους αγίους όχι
μόνο η απρεπής φαντασία, αλλά και η ευπρεπής είναι απορριπτέα και την α-
χρηστεύουν με σκοπό το νους να επιτύχει την απλή προσέγγισή του προς τον
Θεό, την πρόσληψη του από Αυτόν και την ασχημάτιστη και ενιαία ένωση με
Αυτόν.
Επίσης πρέπει ο ίδιος ο νους, ως αμερ`ης και απλή και αυτοτελής ουσία
που είναι, ως καθαρή και φωτοειδής, να προσέχει και να φυλάσσει τον εαυτό
του αμέτοχο και χωρισμένο από τη φαντασία. Γιατί έχει και αυτός από τον ε-
αυτό του τη φυσική δύναμη· γι’ αυτό, όπως και για να περιστρέφεται, να επα-
νέρχεται και να κινείται ακράτητα προς τον εαυτό του 5 . Ο άγιος Κάλλιστος
παραπέμποντας στον Μ. Βασίλειο, γράφει: «Ο νους που δεν διασκορπίζεται
προς τα έξω, ούτε διαχέεται με τα αισθητήρια στον κόσμο, επανέρχεται στο
εαυτό του και μέσω του εαυτού του ανεβαίνει στην έννοια περί του Θεού. Και
καθώς περιλάμπεται από εκείνο το κάλλος, λησμονεί και αυτή τη φύση» 6 . Η
καρδιά από την φύση της, όταν φυλάγεται αδιάκοπα και δεν της επιτρέπεται να
δέχεται τις μορφές και τις εικόνες και τις φαντασίες των σκοτεινών και πονη-
ρών πνευμάτων, γεννά από τον εαυτό της λογισμούς που φεγγοβολούν. ∆ιότι ο
Θεός θα την βρει καθαρή και κατάλληλη για να την κατοικήσει7 . Η καρδιά που
είναι τελείως άδεια από τις φαντασίες, θα έχει την δυνατότατα να γεννηθούν
μέσα της νοήματα και σκέψεις θείες και μυστηριώδεις 8 .

1
Μ. Βασιλείου,[ Επιστολή 2, Πρ`ος τ`ον φίλον Γρηγόριον, PG. 32, 228B.
2
Βλάχου, Ι.,( Μητρ.), Ο@ιδα α
{ νθρωπον [εν Χριστ~?ω, Βίος και πολιτεία του γέροντος Σωφρονίου, [εκδ. Ι.
Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου 2007, σ. 392.
3
Ισαάκ του Σύρου, Επιστολή ∆΄, Τα ευρεθέντα ασκητικά, σ. 388.
4
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 65, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
259 (Ε΄, 86).
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 70, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
265 (Ε΄, 93).
6
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 65, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
259 (Ε΄, 87). Πρβλ. Μ. Βασιλείου,[ Επιστολή 2, Πρ`ος τ`ον φίλον Γρηγόριον, PG. 32,228A. ΕΠΕ 1, σ.
64.
7
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 104, Φιλοκαλία Α΄, σ.
157 (197).
8
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 156, Φιλοκαλία Α΄, σ.
165 (207).

120
4. Τα είδη της φαντασίας:
Κατά τους Πατέρες μπορούμε να διακρίνουμε πολλά είδη φαντασίες. Ο
άγιος Κάλλιστος κυρίως αναφέρει ότι η φαντασία είναι τριών ειδών: η εικονι-
στική, η οποία εικονίζει και κάνει αισθητά όσα συνέλαβε η αντίληψη. ∆εύτερη
είναι η ανατυπωτική, η οποία ανασυνθέτει από τα παλιά απομεινάρια των προ-
ηγουμένων χωρίς να στηρίζει πουθενά τις εικόνες της, και αυτή κυρίως λέγεται
φανταστική. Η τρίτη είναι εκείνη στην οποία συγκροτείται κάθε ηδονή και κά-
θε φαντασία του υποτιθεμένου καλού ή κακού, που συνοδεύεται όμως με λύπη.
Πρέπει να τονίσουμε όμως ότι καμία φαντασία δεν έχει θέση στη γνώση του
Θεού, γιατί ο Θεός είναι γενικά πάνω από τη έννοια όλα και τα υπερβαίνει 1 .
Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς εξηγεί τη σχέση των αισθήσεων και του
φανταστικού μέρους της ψυχής. Τα εκμαγεία των αισθήσεων είναι που οικειο-
ποιείται από τις αισθήσεις το φανταστικό μέρος της ψυχής· όχι τις ίδιες τις αι-
σθήσεις, αλλά τις εικόνες που υπάρχουν σε αυτές. Το φανταστικό τις χωρίζει
τελείως από τα σώματα, τις αποθηκεύει σαν θησαυρό και στη συνέχεια τις προ-
βάλλει, ακόμη και όταν απουσιάζουν τα αντίστοιχα σώματα. Έτσι το φαντα-
στικό της ψυχής τις κάνει όλες ορατές στον εαυτό του 2 . Κατά τον αγ. Μάξιμο
όταν ο άνθρωπος πάσχει σε ορισμένα πράγματα, όταν αποκτά πάθος για ένα
πράγμα ή πρόσωπο, είναι φυσικό να έχει και να περιφέρει τις εμπαθείς φαντα-
σίες. Λέγει λοιπόν ο άγιος: «Των πραγμάτων, με τα οποία κάποτε μας έδενε
κάποιο πάθος, έχουμε μέσα μας τις εμπαθείς φαντασίες. Όποιος λοιπόν νικά τις
εμπαθείς φαντασίες, καταφρονεί οπωσδήποτε και τα πράγματα που αυτές α-
πεικονίζουν» 3 .

5. Η φαντασία ως εμπόδιο της καθαρής προσευχής:


Η φαντασία ακόμη αντιστέκεται στην καθαρά προσευχή, γιατί η προ-
σευχή στην ουσία της είναι: «[απόθεσις νοημάτων» 4 . Ο άγιος Νείλος ο Ασκη-
τής συνιστά: «Μ`η ζήτει παντελ~ως μορφ`ην }η σχ~ημα δέχεσθαι, [εν τ~?ω τ~ης προ-
σευχ~ης καιρ~?ω» 5 . Ο άγιος μιλά από τη δική του εμπειρία λέγοντας: «Εγώ λέω
κάτι δικό μου, που το έχω πει και σε νεωτέρους. Μακάριος ο νους, ο οποίος
κατά τον καιρό της προσευχής απέκτησε τέλεια απουσία μορφών και σχημά-
των»6 .
Κατά τους νηπτικούς Πατέρες ο νους δεν πρέπει να σχηματίζει εικόνες
γύρω από τον Θεό αλλά πρέπει να παραμένει καθαρός και αΰλος, γιατί μόνο
τότε μπορεί να αναπτυχθεί καθαρή προσευχή: «Μ`η σχηματίσ?ης τ`ο Θε~ιον [εν
σεαυτ~?ω προσευχόμενος, μηδ`ε πρ`ος μορφήν τινα συγχωρήσ?ης τυπωθ~ηναί σου
τ`ον νο~υν, [αλλ’ [αύλως τ~?ω [αύλ?ω πρόσιθι, κα`ι συνήσεις» 7 . Αν ο νους φαντάζεται
εικόνες και σχήματα, μπορεί να καταλήξει σε πλάνη και σε μία ψυχολογική
1
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 65, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
259 (Ε, 87).
2
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 16, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 139
(297).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 63, Φιλοκαλία Β΄, σ. 9 (54).
4
Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 71, Φιλοκαλία Α΄, σ. 183 (226).
5
Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 114, Φιλοκαλία Α΄, σ. 187 (231).
6
Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 117, Φιλοκαλία Α΄, σ. 187 (231).
7
Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 67, Φιλοκαλία Α΄, σ. 182 (226).

121
αρρώστια, λέγει ο άγιος Νείλος: «μην επιθυμείς να δεις αγγέλους ή δυνάμεις ή
τον Χριστό σωματικώς, μη τυχόν και φτάσεις σε τέτοια κατάσταση φρενών,
ώστε να δεχτείς λύκο αντί βοσκού και προσκυνήσεις τους εχθρούς δαίμονες» 1 .
Αυτή είναι η φυσική κατάσταση για τον νου, να βρίσκεται χωρίς φα-
ντασίες και τότε μπορεί να κινείται σε κάθε θεωρία. Ο άγιος Κάλλιστος συνι-
στά ότι όταν κανείς προσεύχεται καθαρά, χωρίς φαντασίες και χωρίς σχήματα,
θα βρεθεί στα ίχνη των Αγίων· διαφορετικά θα είναι «φαντασιαστής» και όχι
«ησυχαστής» και αντί σταφύλια θα τρυγήσει αγκάθια 2 . Ο νους δεν μπορεί μό-
νος του να νικήσει τη φαντασία των δαιμόνων, ούτε πρέπει να έχει τέτοιο θάρ-
ρος, αλλά όταν επικαλείται η ψυχή με χαρά και ευφροσύνη του θείο ονόματος
του Ιησού, τότε Αυτός της χαρίζει ειρήνη και Τον βλέπει νοητώς μέσα της να
διαλύει τις φαντασίες των πονηρών πνευμάτων3 .

3. Η βίωση της ησυχίας.

Πρέπει να τονιστεί ότι η αγωγή της ησυχίας δεν είναι απλώς μία ανθρώ-
πινη προσπάθεια επαναφοράς του νου προς τον εαυτό του και της ένωσής του
με τον Θεό. Και δεν είναι μόνο μία τεχνική μέθοδος, αλλά είναι μία αγιοπνευ-
ματική κατάσταση 4 . Αυτή η αγωγή της ησυχίας εμπνέεται και καθοδηγείται
από το Πανάγιο Πνεύμα και εκφράζεται με τη μετάνοια και το πένθος: «η ησυ-
χία φέρνει το πένθος, το πένθος βαφτίζει τον άνθρωπο και πλένει την ψυχή και
την κάνει αναμάρτητη» 5 . Αυτή τη σύνδεση της νοεράς ησυχίας με την μετά-
νοια κάνουν όλοι οι άγιοι Πατέρες. Ο άγιος Γρηγόριος Σιναΐτης γράφει ότι
«χωρίς πενθική εργασία και πολιτείας, είναι αδύνατο να υπομείνει κανείς τον
καύσωνα της ησυχίας. Όποιος έχει πένθος και μελετά τα πριν και τα μετά το
θάνατο δεινά, πριν αυτά έρθουν, αυτός και υπομονή θα έχει και ταπείνωση, τα
δυο θεμέλια της ησυχίας» 6 . Και ο άγιος Κάλλιστος του Τηλικούδη συνδέει την
αληθινή μετάνοια με τη ησυχία, λέγοντας: «Ο[υκ {εστι μετανο~ησαι, χωρ`ις ]ησυ-
χίας» 7 . Ακόμη και ο άγιος Νικηφόρος αναφέρει ότι η προσοχή είναι γνώρισμα
της αληθινής μετάνοιας: «Προσοχή [εστι μετανοίας [ακραιφνο~υς γνώρισμα» 8 .
Χωρίς τη μετάνοια και τα δυο θεμέλια της υπομονής και της ταπείνωσης, ο
ησυχαστής είναι κινδυνεύει ότι θα «συντροφεύει την οίηση».

1. Η σχέση της νήψης με άλλες αρετές:


Κατά τους νηπτικούς Πατέρες η ησυχία συνδέεται με τις άλλες αρετές
και με την τήρηση των εντολών. Τονίζει ο άγιος Γρηγόριος Σιναΐτης και λέγει:

1
Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 115, Φιλοκαλία Α΄, σ. 187 (231).
2
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 66, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
261 (Ε΄, 88).
3
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 92, Φιλοκαλία Α΄, σ. 155
(195).
4
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 1·2, Φιλοκαλία Α΄, σ. 141
(180).
5
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδώνυμου γνώσεως δηλώσεις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 101(172).
6
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 108, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 50 (197).
7
Καλλίστου Τηλικούδη, Περ`ι ]ησυχαστικ~ης τριβ~ης, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 368 (Ε΄, 207).
8
Νικηφόρος Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 26 (169).

122
«Η ]ησυχία πρ`ο πάντων πίστεως δε~ιται κα`ι ]υπομον~ης κα`ι τ~ης [εξ \ολης καρδίας
κα`ι [ισχύος κα`ι δυνάμεως, [αγάπης κα`ι [ελπίδος» 1 . Κατά τον άγιο Κάλλιστο ό-
ποιος επιθυμεί τη γνήσια και κατά Θεόν ησυχία πρέπει να φροντίζει, μαζί με
την ορθόδοξη πίστη, να είναι γεμάτος και από τα καλά έργα. Η ησυχία οικοδο-
μείται πάνω στο θεμέλιο της υπακοής 2 .
Ο ησυχαστής πρώτα οφείλει κατά τον άγιο Γρηγόριο Σιναΐτη να έχει
σαν θεμέλιο αυτές τις πέντε αρετές: σιωπή, εγκράτεια, αγρυπνία, ταπείνωση
και υπομονή. Ακόμη, πρέπει να έχει και τρεις θεάρεστες εργασίες: ψαλμωδία,
προσευχή με ανάγνωση και εργόχειρο. Επιπλέον ο άγιος γράφει ότι ο ησυχα-
στής οφείλει να σχολάζει στη μνήμη του Θεού με την προσευχή και την καρδι-
ακή ησυχία. Ο άγιος Γρηγόριος δίνει σημασία στην τροφή, και λέγει ότι για
όποιον αγωνίζεται στην ησυχία, πρέπει να τη χρησιμοποιεί με εγκράτεια. Αυτή
η μέθοδος θεραπείας του ανθρώπου, η οποία στην πραγματικότητα είναι η με-
ταμόρφωση όλων των ψυχικών και σωματικών δυνάμεων και η ένωση του αν-
θρώπου με τον Θεό, γίνεται με την υπακοή, που είναι μία πράξη αγάπης του
ανθρώπου προς τον Θεό και τους συνανθρώπους του, γράφει ο άγιος Κάλλι-
στος: «\ωσπερ γ`αρ ]η πρ~αξις τ~ης θεωρίας [επίβασις, ο\υτω κα`ι ]η ]υπακο`η τ~ης ]ησυ-
χίας»3 .
Ο Νικήτας ο Στηθάτος παρουσιάζει όλα τα αποτελέσματα μιας τέτοιας
νοεράς ησυχίας. Γράφει: «Ησυχία [εστ`ι νο`ος κατάστασις [ανενόχλητος, γαλήνη
[ελευθερίας κα`ι [αγαλλιωμένης ψυχ~ης, καρδίας [εν Θε~?ω βάσις [ατάραχος κα`ι [α-
κύμαντος, θεωρία φωτός, γν~ωσις Θεο~υ μυστηρίων, λόγος σοφίας [εκ καθαρ~ας
διανοίας, {αβυσσος νοημάτων Θεο~υ, ]αρπαγ`η νοός, ]ομιλία Θεο~υ, [ακοίμητος [οφ-
θαλμός, προσευχ`η νοερά, {απονος [εν πόνοις μεγάλοις [ανάπαυσις· κα`ι τέλος,
\ενωσις μετ`α Θεο~υ κα`ι συνάφεια» 4 . Η ησυχία νεκρώνει τις εξωτερικές αισθή-
σεις, αναπτύσσει τις εσωτερικές καρδιακές αισθήσεις και καθαρίζει όλη την
εσωτερική καρδιακή ευαισθησία 5 . Με την ησυχία ο άνθρωπος καθαρίζεται από
τα πάθη, γνωρίζει την πνευματική του ασθένεια και ακόμη γνωρίζει τα πα-
νουργεύματα των δαιμόνων. Γράφει ο όσιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός: «]η ]ησυχία
μείζων πάντων [εστίν κα`ι χωρίς ταύτης ο[υ δυνάμεθα καθαρθ~ηναι κα`ι γινώσκειν
τ`ην [ασθένειαν ]ημών κα`ι τ`α τ~ων δαιμόνων πανουργεύματα» 6 .
Η ησυχία αρχίζει με την απομάκρυνση από τον κόσμο και τα βιοτικά
μέριμνα, και συνήθως συνδέεται με την έρημο και τον μοναχισμό 7 . Στα κεφά-
λαια περί προσευχής ο συγγραφέας αναφέρει τον μοναχό Ιωάννη τον μικρό, ο
1
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 103, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 48 (195).
2
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 16, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
212 (Ε΄, 36)
3
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 14, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
207 (Ε΄, 31).
4
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 64, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 314 (97).
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 47, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
246 (Ε΄, 72).
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδώνυμου γνώσεως δηλώσεις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 99 (169).
Πρβλ. «] Ησυχία ο@υν [αρχ`η καθάρσεως τ~?η ψυχ~?η». Μ. Βασιλείου, Πρ`ος τ`ον φίλον Γρηγόριον ,[ Επιστολή
2, PG. 32, 228A.
7
Λέγει ο π. Σωφρόνιος: «Η ησυχία είναι ο δείκτης του βαθμού της αποταγής, της απαλλαγής από τον
κόσμο. Η καθαρότητα του νου αντιστοιχεί στο βαθμό της αποταγής του κόσμου. Και αν εννοήσουμε
τον κόσμο ως το σύνολο των παθών, τότε η τέλεια αποταγή είναι η τέλεια απάθεια». Σαχαρώφ, Σ.,
(Αρχιμ.), Αγώνας θεογνωσίας, Εσσεξ Αγγλίας 22006, σ. 261.

123
οποίος έζησε ησυχάζοντας μέσα σε λάκκο, ενώ ένας άλλος «[εν [ερήμω ]ησυχά-
ζοντι» 1 . Ο συνδυασμός μεταξύ ησυχίας και μοναχισμού τον καθορίζει ο άγιος
Γρ. Σιναΐτης: «[αρχ`η τ~ης ]ησυχίας ]η σχολή· μεσότης δ`ε η φωτιστικ`η δύναμις κα`ι
θεωρία· και τέλος ]η {εκστασις κα`ι η ]αρπαγ`η το~υ νο`ος πρ`ος Θεόν» 2 . Ο άνθρω-
πος στην αρχή σχολάζει από κάθε έργο και ως συνέπεια αυτής της σχολής είναι
η δύναμη του φωτιστικού και η θεωρία, και τέλος η έκσταση και προς τον Θεό
αρπαγή του νου.
Η συνήθης αντίθεση ανάμεσα στη ζωή μέσα στον κόσμο και στην έξοδο
από τον κόσμο είναι οριζόντια. Αλλά το βάθος του προβλήματος είναι στην
κατακόρυφη διάσταση. Ο Κύριος λέγει: «σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸ
3
ταμιεῖόν σου καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι…» . ∆εν πρόκειται για τον
τόπο αλλά για την κλειστή πόρτα 4 . Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς ασχολείται
στο παραπάνω χωρίο ερμηνεύει το νόημα το «ταμιεῖόν» και τη «θύραν» λέγο-
ντας: «Ταμείο της ψυχής είναι το σώμα και θύρες του εαυτού μας οι πέντε αι-
σθήσεις. Η ψυχή μπαίνει μέσα στο ταμείο της, όταν δεν περιφέρεται ο νους
εδώ κι εκεί στα πράγματα του κόσμου, αλλά βρίσκεται μέσα στην καρδιά μας·
κι οι αισθήσεις μας κλείνουν και μένουν σφαλισμένες, όταν δεν τις αφήνομε να
προσηλώνονται στα αισθητά και ορώμενα πράγματα. Και με τούτο τον τρόπο
μένει ο νους ελεύθερος από κάθε εμπαθή προσκόλληση στα κοσμικά και με
την κρυφή και νοερά προσευχή ενώνεσαι με το Θεό και Πατέρα· και τότε λέει,
ο Πατέρας σου που βλέπει τα κρυφά θα σου αποδώσει στα φανερά. Βλέπει ο
κρυφιογνώστης Θεός την νοερή προσευχή σου και την ανταμείβει με φανερά
και μεγάλα χαρίσματα· επειδή αυτή είναι η αληθινή και τέλεια προσευχή κι
αυτή γεμίζει την ψυχή από τη θεία χάρη και τα πνευματικά χαρίσματα» 5 .
Έτσι η απομάκρυνση από τον κόσμο και η εξωτερική ησυχία βοηθά πά-
ρα πολύ στην εσωτερική ή νοερή ησυχία, όπως επιβεβαιώνει και ο άγιος Ησύ-
χιος λέγοντας: «Αλλοίμονο στον εσωτερικό άνθρωπο από τα εξωτερικά. Γιατί
πολύ θα στεναχωρηθεί ο εσωτερικός άνθρωπος από τις εξωτερικές
αισθήσεις»6 . Η διαφορά μεταξύ της σωματικής ησυχίας και ψυχικής ή
εσωτερικής την εξηγεί ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: «Ησυχία μ`εν σώματός
[εστιν, [ηθ~ων, κα`ι α[ισθήσεων [επιστήμη κα`ι κατάστασις· ]ησυχία δ`ε ψυχ~ης,
λογισμ~ων ε[ πιστήμη κα`ι [ασύλητος {εννοια»7 . Η εξωτερική ησυχία είναι η
ησυχία των αισθήσεων, ενώ η εσωτερική είναι η ησυχία των λογισμών.

2. Η πνευματική έννοια της ερήμου:


Η έρημος ως πνευματική παρουσία και ως πνευματική λειτουργία του
χριστιανικού βιώματος, αν και έχει μεγάλη αξία, επειδή συμβάλλει στον περιο-
ρισμό των εικόνων και παραστάσεων που προέρχονται από τον γύρω κόσμο με
1
Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 107· 111, Φιλοκαλία Α΄, σ. 186 (231).
2
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 111, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 51 (198).
3
Μτ. 6,6.
4
Ευδοκιμώφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν,\ Ο.π., σ. 231.
5
[ Εκ το~υ βίου το~υ ]αγίου Γρηγορίου Παλαμ~α, \οτι πρέπει \ολοι κοιν~ως ο]ι χριστιανο`ι ν`α προσεύχωνται
[ακατάπαυστα, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 111 (318).
6
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 172, Φιλοκαλία Α΄, σ.
168 (210).
7
Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος 27, PG. 88, 1097AB.

124
το μοναδικό τοπικό της νόημα θεωρείται μεν ως «περιττόν», ωστόσον και ο
Νικήτας Στηθάτος εκφράζει την έκπληξη του για τον ισχυρισμό ότι μόνο στην
έρημο μπορεί κανείς να επιτύχει την αρετή. Η έρημος με την τοπική της έννοια
είναι περιττόν διότι σε κάθε περιοχή της δεσποτείας του Θεού μπορεί κανείς να
πραγματοποιήσει το έργο της αρετής που είναι κυρίως η αναμόρφωση της ψυ-
χής στο αρχαίο της κάλλος 1 . Την ουσία της ιεράς ησυχίας δεν την έβλεπε ο ά-
γιος Σιλουανός στον εγκλεισμό ούτε στην αναχώρηση στην έρημο, αλλά στη
συνεχή διαμονή [εν τ~ω Θε~?ω 2 .
Η ερημιά είναι μία κατάσταση της καρδιάς και όχι ζήτημα γεωγραφικής
περιοχής 3 . Μπορεί ένας άνθρωπος να έχει φύγει από τον κόσμο στην έρημο
και μέσα στην καρδιά του να παραμένει ακόμη στο κέντρο του κόσμου και α-
ντίθετα, κάποιος μπορεί να εξακολουθεί να παραμένει σωματικώς στην πόλη
και στην καρδιά του να είναι αληθινό ησυχαστής. Σε αυτό το πλαίσιο οι Πατέ-
ρες μιλούν για αληθινό μοναχό και για μοναχό στην εξωτερική μόνο μορφή. Ο
εξωτερικός μοναχός είναι εκείνος που περιορίζει τον μοναχισμό με την εγκα-
τάλειψη των εξωτερικών πραγμάτων: «] Ο μ`εν το~ις πράγμασιν [αποταξάμενος,
ο#ιον τ~?η γυναικ`ι κα`ι το~ις χρήμασι κα`ι το~ις ε] ξ~ης, τ`ον {εξω {ανθρωπον [εποίησε
Μοναχόν» 4 . Ενώ ο αληθινός μοναχός είναι εκείνος ο οποίος απαρνήθηκε και
τις εμπαθείς σκέψεις.
Ο ανώνυμος συγγραφέας του άρθρου «\οτι πρέπει \ολοι κοιν~ως ο]ι χριστι-
ανο`ι ν`α προσεύχωνται [ακατάπαυστα» βεβαιώνει ότι το έργο της νήψης και της
αδιάλειπτης προσευχής δεν είναι αποκλειστικό μόνο των ιερωμένων και μονα-
χούς, αλλά όλων γενικά των χριστιανών που έχουν χρέος πάντοτε να βρίσκο-
νται σε κατάσταση προσευχής 5 . ∆ιότι ο Θεός δεν παρήγγειλε σ’ εμάς κάτι το
αδύνατο, παρά μας παρήγγειλε όλα εκείνα που μπορούμε να κάνουμε. Ο άγιος
Φιλόθεος, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, γράφει σχετικά με τον βίο του
αγίου Γρηγορίου Παλαμά για έναν ενάρετο άνθρωπο που λέγεται Ιώβ, ο οποίος
μπήκε σε αντιλογία με τον άγιο Παλαμά πως η αδιάλειπτη προσευχή είναι μο-
νάχα για τους ασκητές και τους μοναχούς που είναι έξω από τον κόσμο και
από τους περισπασμούς και όχι για τους κοσμικούς που έχουν τόσες μέριμνες
και εργασίες. Το περιστατικό τελειώνει με την εμφάνιση τον Άγγελο Κυρίου
στον Ιώβ στην ώρα της προσευχής, ο οποίος τον έλεγξε αυστηρά και του απέ-
δειξε ότι η νοερά και αδιάλειπτος προσευχή είναι σωτήρια για όλους τους χρι-
στιανούς και αυτή είναι το θέλημα του Θεού που θέλει την σωτηρία των χρι-
στιανών.
Ο άγιος αναφέρει δύο παραδείγματα για ανθρώπους οι οποίοι ενώ έζη-
σαν στον κόσμο με πολλές υποχρεώσεις και μέριμνες, ο μεν έξω άνθρωπος έ-
μεινε να κάνει κάθε υπηρεσία σωματική, ο δε έσω άνθρωπος να είναι ολότελα
1
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων72, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 289 (∆΄,70). Πρβλ.
Κορναράκη, Ι., Φιλοκαλικά θέματα, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1980, σ. 21.
2
Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Εσσεξ Αγγλίας111995, σ. 174.
3
«Η έρημος είναι ο τόπος , όπου ο άνθρωπος μπορεί να βρει τον Θεό και να γνωρίζει αληθινά τον εαυ-
τό του. Εκεί καθαίρεται και φιλοσοφεί κατά Θεόν». Κεσελόπουλου, Α., Προτάσεις ποιμαντικής θεολο-
γίας, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 43.
4
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 70, Φιλοκαλία Α΄, σ. 152
(192).
5
[ Εκ το~υ βίου το~υ ]αγίου Γρ. Παλαμ~α, ο\ τι πρέπει \ολοι κοιν~ως ο]ι χριστιανο`ι ν`α προσεύχωνται α
[ κατά-
παυστα, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 107 (314).

125
αφιερωμένος στη λατρεία του Θεού και να μη λείπει ποτέ από αυτόν το πνευ-
ματικό έργο της νοεράς προσευχής. Ο πρώτος είναι ο πατέρας του αγίου Γρ.
Παλαμά, ο οποίος ζούσε στην Κωνσταντινούπολη μέσα στα ανάκτορα και ο-
νομαζόταν πατέρας και διδάσκαλος του βασιλιά, και ο οποίος ήταν αχώριστος
από τον Θεό και πάρα πολύ στη νοερά και ακατάπαυστη προσευχή. Και ο δεύ-
τερος είναι ο Ευδόκιμος, που ζούσε και αυτός στην Κωνσταντινούπολη και
μάλιστα μέσα στα ανάκτορα και τις βασιλικές υποθέσεις και κατάφερε να έχει
πάντοτε αχώριστη τη νοερά προσευχή 1 .
Το πραγματικό ταξίδι του γέροντας δεν είναι τόσο η αναχώρηση στην
έρημο, όσο η αναχώρηση πνευματικά, μέσα στην καρδιά του. Η εξωτερική μό-
νωση, όσο πολύτιμη και αν είναι, δεν είναι απαραίτητη και ο άνθρωπος πρέπει
να μάθει να στέκεται μόνος μπροστά στον Θεό, ενώ συνεχίζει να ζει και να δρα
μέσα στην κοινωνία. Ο π. Πορφύριος, ένας σύγχρονος πνευματικός πατήρ, ο
οποίος διορίστηκε εφημέριος του Αγίου Γερασίμου, παρεκκλησίου της Πολυ-
κλινικής Αθηνών στην Ομόνοια για τριάντα τρία χρόνια, έλεγε ότι: «Μέσα στο
πλήθος, στον κόσμο και στο θόρυβο της Ομόνοιας εγώ ύψωνα τα χέρια στον
Θεό και ζούσα μέσα μου όπως στην έρημο του Αγίου Όρους» 2 .
Η μόνη τοπική φυγή εκ του κόσμου καθαυτή δεν ωφελεί με τίποτα. Η
φυγή παίρνει καθολική νόημα, σημαίνει άρνηση των θελημάτων της ψυχής,
απόρριψη του χοϊκού φρονήματος και η νέκρωση της σάρκας για τον κόσμο,
ενώ ζωντανεύουν η ψυχή και το πνεύμα με τη χάρη του Θεού 3 . Και έτσι, ενώ
θα ζεις μέσα στον κόσμο και στο πλήθος, θα είσαι σαν να ζεις στην έρημο κα
σαν να μη βλέπεις ανθρώπους. Με αυτό το πνεύμα ειπώθηκε στον Μ. Αρσένιο:
«φε~υγε το`υς [ανθρώπους και σώζ?η» 4 . Επειδή ο άγιος κατοικούσε σε κατοικημέ-
να μέρη και ζούσε με τους μαθητές του, με την αισθητή όμως φυγή πραγματο-
ποίησε τη νοητή και έτσι δεν τον έβλαπτε η συναναστροφή των ανθρώπων 5 .
Στο ίδιο κλίμα αναφέρει ο άγιος Νικηφόρος από το βίο του Αγίου Θεοδοσίου,
ότι ήταν τόσο ικανός να μάθει τους υποτακτικούς του και τον ίδιο να συνάγουν
τις αισθήσεις τους και να τις στρέφουν στο εσωτερικό τους, ώστε παρά τους
θορύβους του Κοινοβίου, να ζουν με περισσότερη γαλήνη από τους ερημίτες
«και \αμα τ`ον αυτόν μετ`α πλήθους τε είναι κα`ι [ιδιάζειν» 6 . Ο αββάς Ποιμήν δί-
νει την αληθινή και βαθιά έννοια της σιωπής, λέγοντας: «υπάρχει άνθρωπος
που φαίνεται να σιωπά και η καρδιά του κατακρίνει άλλους· τέτοιος λαλεί πά-

1
] γίου Γρ. Παλαμ~α, ο\ τι πρέπει \ολοι κοιν~ως ο]ι χριστιανο`ι ν`α προσεύχωνται [ακατά-
[ Εκ το~υ βίου το~υ α
παυστα, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 109 (316-7).
2
Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, σ. 130. Πρβλ. Ware, K. (Επισ.), Η εντός ημών Βασι-
λεία, σ. 213.
3
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφάλαιων 2, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 274 (∆΄, 53). Βλ.
Θεόληπτου Φιλαδέλφειας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 4 (145), «η του κό-
σμου φυγή την προς Χριστ`ον καταφυγ`ην χαρίζεται. Κόσμον δ`ε λέγω τ~ων α[ισθητ~ων πραγμάτων και τ~ης
σαρκός». Πρβλ. Μ. Βασιλείου, Πρ`ος τ`ον φίλον Γρηγόριον,[ Επιστολή 2, PG. 32, 225A. «Κόσμου δ`ε
[αναχώρησις ο[υ τ`ο {εξω α[υτο~υ γενέσθαι σωματικ~ως, [αλλ`α τ~ης πρ`ος τ`ο σ~ωμα συμπαθείας τ`ην ψυχ`ην
[απορρ~ηξαι κα`ι γενέσθαι α{ πολιν, α
{ οικον…, ε\ τοιμον ]υποδέξασθαι τ~?η καρδί?α τ`ας [εκ τ~ης θείας διδασκα-
λίας [εγγινομένας τυπώσεις».
4
Αποφθέγματα , [ α ββ~ α Αρσενίου 1 , σ. 66.
5
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφάλαιων 76, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 291 (∆΄, 72).
6
Νικηφόρου Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 20 (162).

126
ντοτε. Και υπάρχει άλλος που ομιλεί από το πρωί έως το βραδύ και κρατεί σι-
ωπή· αυτό σημαίνει ότι δεν λέγει τίποτε εκτός ωφελείας» 1 .
Η ησυχία με την απομάκρυνση των λογισμών και φαντασιών δεν απο-
τελεί είδος «παθητικότητας» ούτε συνιστά μία «αδράνεια», διότι αντικαθιστά
αντί τους λογισμούς τη μοναδική σκέψη του θείου ονόματος. Είναι ένα θετικό
και ισχυρό τρόπο ελέγχου των λογισμών με τη βοήθεια της χάριτος του Θεού.
Η νήψη και η ησυχία συμβιβάζονται ταυτόχρονα με την επίκληση του γλυκού
ονόματος του Ιησού, που αποτελεί μία ενεργητική αγάπη για τον Σωτήρα, ού-
τος δείχνει και ο άγιος Ησύχιος: «Αιτία της αδιάκοπης επικλήσεως του Ιησού,
μ’ ένα πόθο γεμάτο γλυκύτητα και χαρά, είναι η χαρά και η γαλήνη από την
οποία είναι γεμάτος ο αέρας της καρδιάς, εξαιτίας της άκρας προσοχής» 2 . και
ως συνέπεια ο άνθρωπος θα έχει αγάπη για τον συνάνθρωπο, γιατί όταν ο άν-
θρωπος αποκτήσει τη φιλοθεΐα, τότε οπωσδήποτε αποκτά και τη φιλανθρωπία.
Η ησυχία δίνει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να αγαπήσει ο άνθρω-
πος απαθώς τους αδελφούς του, να αποκτήσει ανιδιοτελή και απαθή αγάπη,
όπως γράφει σχετικά ο άγιος Μάξιμος: «[ Αγαπ~?α ]ησυχίαν ]ο μ`η πάσχων πρ`ος τ`α
το~υ κόσμου· κα`ι [αγαπ~?α πάντας α [ νθρώπινον» 3 . Στο
[ νθρώπου, ]ο μηδ`εν [αγαπ~ων α
βιβλίο «Οι Περιπέτειες ενός προσκυνητή», ο Ρώσος προσκυνητής περιπλανιέ-
ται οδοιπορώντας και ανακαλύπτει πως η συνεχής επανάληψη της νοεράς προ-
σευχής μεταμορφώνει τη σχέση του με τον υλικό κόσμο γύρω του, μετατρέπο-
ντας όλα τα πράγματα σε μυστήριο της παρουσίας του Θεού και καθιστώντας
τα διάφανα. Γράφει: «Όταν προσευχόμουν με όλη μου την καρδιά, το καθετί
γύρω μου φαινόταν τόσο όμορφο και θαυμαστό. Τα δένδρα, το χορτάρι, τα
πουλιά, η γη, ο αέρας, το φως. Όλα τα πράγματα ήταν σαν να μου έλεγαν πως
υπάρχουν για χάρη του ανθρώπου, πως μαρτυρούν την αγάπη του Θεού για τον
άνθρωπο, πως καθετί αποδεικνύει την αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο».
Η επίκληση του ονόματος μεταμορφώνει επίσης τη σχέση του προσκυ-
νητή με τους συνανθρώπους του: «…Κατά το διάστημα της ημέρας, εάν τύχαι-
νε να συναντήσω κάποιον, οποιοδήποτε ανθρώπινο πλάσμα, χωρίς εξαίρεση,
συνέβαινε, να τους αισθάνομαι όλους αγαπητούς τόσο, σαν να ήσαν από τους
πιο στενούς συγγενείς μου»· και πιο παρακάτω λέγει: «Άρχισα πάλι τα ταξίδια
μου. Αλλά τώρα δεν εβάδιζα μόνος, όπως πριν, γεμάτος από φροντίδες. Η επί-
κληση του ονόματος του Ιησού Χριστού έκανε χαρούμενο τον δρόμο μου. Ο
κάθε άνθρωπος που συναντούσα ήταν ευγενικός σε μένα, και ήμουν βέβαιος
ότι το κάθε πλάσμα του Θεού, λογικό ή άλογο, μ’ αγαπούσε θερμά… Όταν κα-
νείς μου κάνει κακό, σκέπτομαι αμέσως ‘πόσο γλυκιά είναι του Ιησού η προ-
σευχή’ και η βλάβη ή η προσβολή, φεύγουν και εξαφανίζονται»4 .
Η ησυχία, όπως με σύντομο τρόπο την περιγράψαμε, δείχνει ότι πρόκει-
ται για μία μέθοδο θεραπείας και γνώσεως του Θεού. Είναι μία μέθοδος που
έζησαν και ακολούθησαν όλοι οι Προφήτες της Παλαιάς ∆ιαθήκης, οι Από-
στολοι, οι μάρτυρες και ομολογητές, οι όσιοι ασκητές. Είναι η πεμπτουσία του
1
Αποφθέγματα, [αββ~α Ποιμένος 27, σ. 536.
2
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 91, Φιλοκαλία Α΄, σ. 155
(195).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 37, Φιλοκαλία Β΄, σ. 32 (81).
4
Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή, μεταφ. Καρανικόλα. Π., (Μητρ), [εκδ. Αστήρ, Αθήνα, 41970, σσ.
25-27.

127
Ευαγγελίου και της εκκλησιαστικής ζωής. Αυτήν έζησαν και εκθείασαν όλοι οι
μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας. Ένα θαυμαστό παράδειγμα συγκερασμού και
ισορροπίας ανάμεσα στον θεωρητικό και το πρακτικό βίο προβάλλεται από τον
άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, ο Μ. Βασίλειος, ο οποίος οδήγησε και τους δυο
αυτούς τρόπους ζωής σε συμφωνία και αρμονική σύζευξη, «\ινα μήτε τ`ο φιλό-
σοφον [ακοινώνητον @?η, μήτε τ`ο πρακτικ`ον [αφιλόσοφον» 1 .
Όλοι οι Χριστιανοί καλούνται να ζήσουν την ζωή της ησυχίας, είτε ο-
λοκληρωτικά είτε κατά μέρος. Άλλωστε, αυτή είναι η βάση όλων των Ευαγγε-
λικών και Αποστολικών προσταγμάτων. Ο όσιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός λέγει
ότι η ησυχία πρέπει να είναι έργο όλων των πιστών. Γράφει: «Πάντες ο]ι α { ν-
θρωποι χρ?ήζομεν τ~ης τοιαύτης σχολ~ης, ε{ιτε [εκ μέρους, ε{ιτε ]ολοκλήρως, κα`ι
[εκτ`ος ταύτης [αδύνατον ε[ις γν~ωσιν πνευματικ`ην κα`ι ταπεινοφρωσύνην [ελθε~ιν
τινα» 2 .
Από όλα αυτά που αναφέρθηκαν φαίνεται καθαρά ότι η ιερά ησυχία εί-
ναι μια απαράβατη προϋπόθεση για την κάθαρση της ψυχής από τα πάθη και
την κοινωνία με τον Θεό 3 . ∆εν είναι μία πολυτέλεια στην ζωή του χριστιανού,
πόσο μάλλον στην ζωή του πνευματικού πατέρα, ο οποίος αναλαμβάνει το έρ-
γο της καθοδήγησης των ψύχων. Ο πνευματικός πατέρας ζώντας σε μία κοινω-
νία, όπου πράγματι επικρατεί μία ηχορύπανση και εικονορύπανση που υπο-
δουλώνει τον όλο άνθρωπο όποτε και χάνει την ελευθερία του, έχει ανάγκη για
απομάκρυνση, περισυλλογή και ησυχία σε κάθε φορά που οι εξωτερικές κατα-
στάσεις απειλούν να διασπάσουν την εσωτερική επικοινωνία με τον Θεό και
τον εαυτό του. Ωστόσο η φυγή και η μόνωση δεν θεωρούνται ως αυτοσκοποί.
Κίνητρο δεν είναι η απαλλαγή από τα καθήκοντα και τις φροντίδες του κό-
σμου, αλλά για να διαποτίζουν την πνευματική του ζωή και το ποιμαντικό του
έργο και προς την [εν Χριστ?ώ τελείωση 4 .
Η ησυχία και η φύλαξη του νου δίνει τη δυνατότητα κάποιος να ησυχά-
ζει και να «επιστρέφει ε[ις [εαυτόν», να βλέπει τα ελαττώματά του, όπως γράφει
ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός: «ε[ι ο@υν βουλόμεθα [ιδε~ιν ]εαυτούς, [εν ποί?ω θα-
νατηφόρ?ω τρόπ?ω [εσμέν, φύγωμεν τ`α ο[ικε~ια θελήματα κα`ι τ`α το~υ βίου πράγμα-
τα. Κα`ι δι`α τ~ης φυγ~ης τ~ων πάντων σχολάσωμεν [εμπόνως ε[ις τ`ην μακαρίαν κα`ι
κατ`α Θε`ον σχολήν»5 . Οι ταραχές και οι λογισμοί θολώνουν τα μάτια της ψυ-
χής και εμποδίζουν τον άνθρωπο να βλέπει καλά τα πράγματα, ενώ μέσα στην
ησυχία μπορεί να καθαρίζεται από τα πάθη, να γνωρίζει την πνευματική του
ασθένεια, να αποκτήσει τη δυνατότητα της διάκρισης και να κρίνει σωστά τα
πράγματα, τα πανουργεύματα των δαιμόνων. Γράφει ο Πέτρος ο ∆αμασκηνός:
«]η ]ησυχία μείζων πάντων [εστ`ιν κα`ι χωρ`ις ταύτης ο[υ δυνάμεθα καθαρθ~ηναι κα`ι
γινώσκειν τ`ην [ασθένοιαν ]ημ~ων κα`ι τ`α τ~ων δαιμόνων πανουργεύματα· [αλλ’
ο{υτε τ`ην το~υ Θεο~υ δύναμιν κα`ι πρόνοιαν καταλαβε~ιν [ισχύσομεν [εκ τ~ων θείων
λόγων τ~ων τε ψαλλομένων κα`ι [αναγινωσκομένων» 6 .

1
Γρηγορίου Θεολόγου,[ Επιτάφιος ε[ις τ`ον Μ. Βασίλειον 62, PG. 36, 577B.
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδώνυμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 99 (169).
3
«δε~ι γ`αρ τ~?ω {οντι σχολάσαι κα`ι γν~ωναι Θεόν». Γρηγορίου Νύσσης, Λόγος 32,12, PG. 36, 188C.
4
Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 42, 24, PG. 36,484BC. Πρβλ. Κεσελόπουλου, Α., Προτάσεις ποιμαντι-
κής θεολογίας,\ Ο.π., σ. 44.
5
Πέτρου ∆αμασκηνού,{ Η δι`α τ~ης φυγ~ης τ~ων ο[ικείων θελημάτων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 31 (96).
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδώνυμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 99 (169).

128
Ο πνευματικός πατέρας περισσότερο από τους άλλους οφείλει να ακο-
λουθεί τα βήματα των αγίων Πατέρων, οι οποίοι ακολούθησαν το δρόμο της
ησυχίας στην όλη την διάρκεια του πνευματικού έργου τους, όπως αναφέρει ο
άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφοντας: «] Ο μακάριος Βασίλειος κα`ι οι μακάριοι Γρη-
γόριοι, περί #ων ε@ιπας, ότι @ησαν [αγαπ~ωντες τ`ην {ερημον, κα`ι @ησαν στύλοι και
φ~ως τ~ης [εκκλησίας,…{εκτοτε {εσπευσαν, και [εξ~ηλθον ε[ις τ`ην ]ησυχιαν τ~ης [ερή-
μου, και {εκτοτε ]υπέμειναν μετ`α το~υ {εσω α[υτ~ων [ανθρώπου, \ωστε γενέσθαι
α[υτο`υς θεωρητικούς, και διέμειναν [εν τ~?η θεωρία το~υ πνεύματος, \εως }αν [εκλή-
θησαν ]υπό τ~ης χάριτος, γενέσθαι α[υτο`υς ποιμένας τ~ης [εκκλησίας το~υ Χρι-
στο~υ» 1 . Για τους αγίους Πατέρες η έρημος δεν αποτελούσε μόνον ένα τόπο,
αλλά κυρίως και πρωτίστως εξέφραζε τρόπο ζωής.

1
Ισαάκ του Σύρου, Άπαντα τα ευρεθέντα ασκητικά, Επιστολή ∆΄, σ. 370. Γράφει ο άγιος: «] Η ]ησυχία
τ`ας α[ισθήσεις τ`ας {εξω νεκρο~ι, κα`ι τ`ας {εσω κινήσεις [εγείρει», Λόγος 85, σ. 339.

129
Κεφάλαιο Τρίτο

Η βιωματική πορεία προς την πνευματική πατρότητα ως χαρισματικός


βίος

1. Η αυτογνωσία του πνευματικού πατρός ως προϊόν διαπαιδαγωγήσεως


του εαυτού του:

Η μεγαλύτερη επιστήμη για τον άνθρωπο, γράφει ο Κλήμης ο Αλεξαν-


δρεύς, είναι η γνώση του εαυτού του1 . Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στην
παραίνεση του προς τον πνευματικό για την επίγνωση του εαυτού του επιση-
μαίνει τα εξής: «Ε[ι δέ καί γνωρίζ?ης τόν ]εαυτόν σου [ελλιπ~η [ακόμη καί [ανεπιτή-
δειον ε[ις τήν τούτων γν~ωσιν, φυλάξου, διά τόν Κύριον, νά μή γίν?ης Πνευματι-
κός· \ενα μέν, διατί μήν {εχοντας τήν [αναγκαίαν ταύτην γν~ωσιν, [αντί νά γίν?ης
[ιατρός, {εχεις νά γίν?ης φονεύς τόσων καί τόσων ψυχ~ων, μι~ας [από τάς ο] ποίας
\ολος ]ο κόσμος δέν ε@ιναι [αντάξιος, καί θέλεις γίνει φονεύς ]ομο~υ καί τ~ης [ιδικ~ης
σου ψυχ~ης· καί {αλλο δέ, διατί ]ο Κύριος χωρίς τήν τοιαύτην γν~ωσιν δέν σέ δέ-
χεται, {οχι νά γίν?ης Πνευματικός, α{ λλ’ ο[υδέ ο\ λως νά γίνης ]ιερεύς· ο\υτω γάρ λέ-
γει διά το~υ[ Ωσηέ: «Σύ [επίγνωσιν [απώσω, κ[αγώ [απώσομαί σε το~υ μή ]ιερατεύειν
μοι»2 . Από τα παραπάνω συνειδητοποιούμε το ότι η αυτογνωσία για τον πνευ-
ματικό δεν είναι απλή υπόθεση ηθικής σημασίας, αλλά μία πρακτική υπόθεση
απαραίτητη για τη σωστή εκτέλεση της διακονίας του. Γιατί δεν είναι δυνατόν
ένας πνευματικός να αναλαμβάνει την καθοδήγηση ψυχών, εάν δεν έχει τη συ-
νείδηση του εαυτού του, εάν δεν γνωρίζει τα μέτρα του 3 , αλλιώς θα είναι επι-
κίνδυνο για την σωτηρία του ιδίου και των άλλων και αντί να γίνεται ιατρός θα
να γίνει φονεύς των ψυχών.
Ο Νικήτας Στηθάτος διευκρινίζει μεταξύ αυτού που ‘είμαι εγώ’ και ‘τα
σχετιζόμενα μ’ εμένα’, και αυτών που είναι ‘τα γύρω από μένα’. Επιπλέον άλ-
λο είναι τα ‘έξω από μένα’. Ερμηνεύοντας τι είναι το ‘εγώ είμαι’ λέγει: «Εγώ
είμαι εικόνα του Θεού, που φαίνεται σε ψυχή νοερή και αθάνατη και λογική,
επειδή έχω τον νου πατέρα του λόγου, αδιαίρετο από την ψυχή και ομοούσιο

1
Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, Παιδαγωγός 3,1,1, PG. 8,556A. «{ Ην {αρα, ]ως {εοικε, πάντων μέγιστον μαθη-
μάτων τ`ο γν~ωναι α[υτόν· ]εαυτ`ον γάρ τις [ε`αν γν?ώη, Θε`ον ε{ισεται».
2
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, \ο.π., σ. 63. Πρβλ. Ωσ. 4,6.
3
Γκίκας. Α., Ο πνευματικός και το μυστήριο της μετανοίας, \ο.π., σ. 65.

130
με αυτήν». Και απευθύνεται στον καθένα λέγοντας: Γνώρισε τον εαυτό σου 1 ,
γιατί αυτός είναι η όντως αληθινή ταπείνωση, που διδάσκει την ταπεινοφροσύ-
νη και συντρίβει την καρδιά. Κατά τον Νικήτα το να γνωρίσει κάποιος καλά
τον εαυτό του είναι ο σκοπός της εργασίας των αρετών, αν όμως δεν γνώρισε
τον εαυτό του ακόμη, τότε ούτε τι είναι ταπείνωση γνωρίζει, ούτε άρχισε την
αληθινή πνευματική εργασία και φύλαξη. Κατά τον άγιο Πέτρο τον ∆αμασκη-
νό, η υπερηφάνεια και η άγνοια τυφλώνουν εκείνους που δεν θέλουν να βλέ-
πουν με αυτοσυγκέντρωση την αδυναμία και την άγνοιά τους 2 . Την ίδια γνώμη
απαντά και ο όσιος Ηλίας ο Πρεσβύτερος, ο οποίος αναφέρει ότι όπως ο ταπει-
νός καλύπτει τα κατορθώματά του και τα αποδίδει στον Θεό, αντίστοιχα ο υ-
ψηλόφρων αγνοεί τα ελαττώματα του και τα αρνείται 3 .

Η φιλαυτία ο εχθρός της αυτογνωσίας:


Ο πνευματικός οφείλει να γνωρίζει τον εαυτό του, να αναγνωρίζει τη
φύση του, τα όρια και τις δυνατότητές του και τότε μπορεί να τοποθετηθεί σω-
στά απέναντι στον Θεό, τον πλησίον και τον εαυτό του 4 . Ο Άγιος Κάλλιστος
γράφει «Αποκομίζει μεγάλο κέρδος εκείνος που γνωρίζει την αδυναμία του» 5 ,
αναφέροντας τον ψαλμό που λέγει «Ελεησόν με, Κύριε, γιατί είμαι αδύνα-
μος» 6 . Ο Άγιος υποστηρίζοντας τα λόγια του Αγίου Ισαάκ μακαρίζει τον άν-
θρωπο που γνωρίζει την αδυναμία του, γιατί αυτή η γνώση γίνεται θεμέλιο και
ρίζα και αρχή κάθε αγαθού 7 .
Η φιλαυτία, χαρακτηρίζεται ως πιο επικίνδυνος εχθρός της αυτογνωσί-
ας, όπως είναι και για τις άλλες αρετές και τα πνευματικά κατορθώματα. Πρό-
κειται για αφύσικη αγάπη κατά την έκφραση των νηπτικών Πατέρων· «Φιλαυ-
τία [εστ`ιν ]η πρ`ος τ`ο σ~ωμα [εμπαθ`ης κα`ι {αλογος φιλία.] Ο {εχων τ`ην φιλαυτίαν,
δ~ηλον \οτι {εχει πάντα τ`α πάθη» 8 . Η άλογη αγάπη εμποδίζει τον άνθρωπο από
την αυτοεξέταση και αυτομεμψία. Κατά τον Νικήτα για να γνωρίζει ο άνθρω-
πος τον εαυτό του απαιτείται πρώτα μεγάλη εξωτερική προσοχή και αποχή από
τα κοσμικά πράγματα και συνεχής εξέταση της συνειδήσεως. Μετά από αυτά
έρχεται στην ψυχή η θεία ταπείνωση, ώστε να νομίζει εκείνος που κατέχεται
από αυτήν ότι δεν είναι άξιος για τίποτα, ούτε γι’ αυτήν την κτηνώδη ζωή 9 .
Τότε για την ιερή διακονία του γίνεται συνεργάτης με τον Θεό 10 και καλείται
προς την υψίστη δημιουργία, στην ασύγκριτη τιμή, να δημιουργήσει θεούς για
την αιωνιότητα [εν τ~?ω Άκτιστ?ω Φωτί 11 .

1
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 35, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 306 (∆΄, 89).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ``ι ψευδωνύμου δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 101 (171).
3
Ηλία Πρεσβυτέρου,[ Ανθολόγιον γνωμικ`ον 37, Φιλοκαλία Β΄, σ. 292 (35).
4
Μαντζαρίδη, Γ., Ορθόδοξη πνευματική ζωή, \ο.π., σ. 42.
5
Καλλίστου Ξανθοπούλου, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 16 Θ΄, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 217 (Ε΄,
41).
6
Ψλ. 6,3.
7
Καλλίστου Ξανθοπούλου, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 16 Θ΄, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 217 (Ε΄,
41).
8
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 8, Φιλοκαλία Β΄, σ. 29 (77).
9
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 39, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 307 (∆΄, 90).
10
1 Κορ. 3,9.
11
Σαχαρώφ, Σ., Περ`ι προσευχής, \ο.π., σ. 211.

131
Ο Άγιος Συμεών προσθέτει ότι πρέπει να έχει μέσα του φόβο Θεού και
κάθε μέρα να εξετάζει τον εαυτό του, τι καλό και τι κακό έπραξε. Και τα μεν
καλά να τα λησμονεί, ενώ για τα κακά να χύνει δάκρυα, να εξομολογείται και
να προσεύχεται θερμά 1 . Στο θέμα της αυτογνωσίας βοηθά πάρα πολύ η αυτο-
μεμψία, δηλαδή να εξετάζει τις δικές του αμαρτίες και να κατακρίνει τον εαυτό
του μόνο και όχι τους άλλους 2 . Γράφει σχετικά ο Ευάγριος: «η αρχή της σω-
τηρίας για κάθε άνθρωπο είναι η καταδίκη του εαυτού του» 3 .
Ο πνευματικός πατέρας απέναντι στην διακονία του οφείλει να γνωρίζει
ότι δεν είναι τίποτα, αυτή είναι κατεξοχήν η αληθινή έννοια για να γνωρίζει
τον εαυτό του, γιατί τίποτε άλλο δεν είναι τόσο αγαπητό στον Θεό, όσο το να
λογαριάζει τον εαυτό του μαζί με τους τελευταίους 4 . Να κατανοήσει ότι:
«πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἀπὸ τοῦ
πατρὸς τῶν φώτων», και να καταλάβει την αναξιότητά του στη διακονία του.
Και όπως στη ευχαριστιακή λατρεία του, συναισθανόμενος ο ιερεύς την ανε-
πάρκειά του προφέρει τους λόγους «ουδείς άξιος», έτσι και για το έργο του
πνευματικού, ορθώς εννοούμενος τούτο «ουδείς εστίν ικανός» αφ’ εαυτού στο
να επιτελεί τούτο 5 .
Όταν γνωρίζει ο πνευματικός τον εαυτό του, τότε είναι σε θέση να α-
σκεί το έργο του χωρίς εσωτερικές δεσμεύσεις, που μπορεί να τον εμποδίζουν
στο να ενεργεί ή να τον οδηγούν σε εσφαλμένες πράξεις 6 . Γιατί εκείνος που
γνωρίζει τον εαυτό του, μπορεί να φτάσει στη γνώση των όντων. Ενώ εκείνος
που δεν έφτασε ακόμη στη γνώση των λόγων της κτίσεως και των θείων και
ανθρώπινων πραγμάτων, γνώρισε τα γύρω από αυτόν και τα έξω από αυτόν,
αλλά δεν γνώρισε διόλου τον εαυτό του 7 . Όποιος γνωρίζει τον εαυτό του, φτά-
νει στο πλήρωμα της γνώσεως, όπως τονίζει και ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος: «Τ~?ω
γνόντι ]εαυτόν, ]η γν~ωσις τ~ων πάντων δέδοται α[υτ~?ω. Τ`ο γ`αρ γινώσκειν ]εαυτόν,
πλήρωμα τ~ης γνώσεως των ]απάντων [εστί» 8 .
Η αυτογνωσία οδηγεί στη θεογνωσία 9 . Όταν γνωρίζει ο άνθρωπος τον
εαυτό του καταλαβαίνει ότι η αιτία της πράξεως του την βρίσκεται έξω από
αυτόν. Και έτσι αρχίζει να ψάχνει και αναζητήσει την αιτία των όλων, δηλαδή
Ο Θεός. Με αυτό τον τρόπο αναφέρει ο άγιος Μάρκος ότι η αυτογνωσία οδη-
γεί προς την θεογνωσία 10 . Παράλληλα γράφει ο Νικήτας ότι: «Εκείνος που
γνώρισε τον εαυτό του, τερμάτισε όλα τα κατά Θεόν έργα του και μπήκε στον
άγιο τόπο του Θεού, δηλαδή στη νοερή εργασία του Πνεύματος και στο θεϊκό
1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 121, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 261 (∆΄, 38). Σε αυ-
τό το σημείο θέτει ο Άγιος Συμεών μία χρήσιμη προσευχή για να εξετάζει ο άνθρωπος καθημερινά τον
εαυτό του, και να γνωρίζει τις αδυναμίες του.
2
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 63, Φιλοκαλία Α΄, σ. 100 (133).
3
Βλ. Ευάγριου, Κεφάλαια παραινετικά 1, PG. 79,1249 C.
4
Καλλίστου Ξανθοπούλου, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 37, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 236 (Ε΄, 62).
5
Σαχαρώφ, Σ., Περί προσευχής,\ Ο.π., σ. 253.
6
Γκίκας. Α., Ο πνευματικός και το μυστήριο της μετανοίας, \ο.π., σ. 67.
7
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 36, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 306 (∆΄, 89).
8
Ισαάκ του Σύρου, Ασκητικά, λόγος 16, σ. 58.
9
«Βούλει γν~ωναι Θεόν; Προλαβ`ων γν~ωθι σεαυτόν». Ευάγριου Ποντικού, Πνευματικα`ι γν~ωμαι 2, PG.
40, 1268 C.
10
«] Ο γ`αρ δυνηθε`ις [επιγν~ωναι τ`ο [αξίωμα της ]εαυτο~υ ψυχ~ης, ο#υτος δύναται [επιγν~ωναι τ`ην δύναμιν κα`ι
τ`α μυστήρια της θεότητος και μ~αλλον [εντε~υθεν ταπεινωθ~ηναι». Μακαρίου Αιγυπτίου,[] Ομιλία 27,1,
PG. 34,693. Βλ. Ποποβίτς, Ιου., (Αρχιμ.), Οδός Θεογνωσίας, Αθήνα 1985, σ. 20.

132
λιμάνι της απάθειας και της ταπείνωσης» 1 . Στον ίδιο λοιπόν τον άνθρωπο βρί-
σκονται οι πρώτες αφορμές και δυνατότητες για την προσέγγιση του Θεού. Η
οδός προς τον Θεό, δεν βρίσκεται μακριά ή έξω από τον άνθρωπο, αλλά μέσα
του, στην ίδια την ύπαρξη του 2 . Γι’ αυτό όπως γράφει ο Άγιος Μάξιμος, εκεί-
νοι που αναζητούν τον Θεό, δεν πρέπει να Τον αναζητούν έξω από τον εαυτό
τους, αλλά μέσα τους 3 . Έτσι με την αυτογνωσία καλλιεργείται η θεογνωσία,
αλλά και η θεογνωσία ενισχύει την αυτογνωσία 4 . Εκείνος ο οποίος έχει απο-
κτήσει την αυτογνωσία και τη θεογνωσία, είναι στην θέση να γνωρίζει και την
ψυχή του άλλου και να μεταδώσει σε αυτή την πνευματική θεραπεία 5 .
Όταν επιστρέφει ο άνθρωπος στον εαυτό του βλέπει την ασθένεια του.
Εκεί δε βρίσκει μόνο την πεσμένη φύση του, αλλά και την εικόνα του Θεού και
περισσότερα ο ίδιος ο Θεός. Η επιστροφή του ανθρώπου στον εαυτό του, όπως
παρατηρεί ο άγιος Μάξιμος, είναι και επιστροφή στον Θεό 6 . Κατά τον όσιο
Νικηφόρο, δεν είναι δυνατό να επιτύχουμε με άλλο τρόπο τη συμφιλίωση και
την οικείωσή μας με το Θεό, αν πρώτα δεν επανέλθουμε ή δεν εισέλθομε στον
εαυτό μας7 . Η αυτογνωσία του πνευματικού πατέρα είναι αποτέλεσμα της δι-
κής του αναφοράς και εξαρτήσεως από ένα έμπειρο και πεπαιδευμένο πνευμα-
τικό και με την συνεχή εξομολόγηση των αμαρτιών του 8 . Η αυτογνωσία τον
κάνει επιεική προς τους άλλους, συμπαθή προς τους αμαρτάνοντες και προση-
νή στους εξομολογούμενους.
Η ευχή του οσίου Εφραίμ του Σύρου «Ναι, κύριε Βασιλεύ, δώρησαί μοι
του οραν τα εμα πταισματα» 9 πρέπει να είναι στενός σύντροφος του πνευματι-
κού στο έργο του. Ο συνετός πνευματικός πατέρας πρέπει να γνωρίζει ότι έχει
ακόμη οδό για να φτάσει στην τελειότητα, «ε[ις τέλειος άνθρωπος….» και ότι
το μέτρο σύγκρισης για να γνωρίζει τον εαυτό του είναι ο μέγιστος και ο τέλει-
ος Θεός10 . Έτσι με την αυτογνωσία και την καθημερινή εξέταση μπορεί ο
πνευματικός να γνωρίζει με ακρίβεια και να διακρίνει τα σφάλματά του και τις
αδυναμίες του11 . Τότε με πολύ κόπο και μόχθο μπορεί η ψυχή του να θεραπεύ-
ει με μεγάλη προσοχή την αναπηρία, που έχει υποστεί λόγω της αμαρτίες της
και αυτό γίνεται σε μία φάση που μπορεί να ενεργεί ανεξάρτητος από τις δικές

1
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 38, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 307 (∆΄, 89).
2
Λκ. 17,21. Αυτό τονίζεται κατεξοχήν στην Φιλοκαλίας. Η Φιλοκαλία ως βιβλίο αφιερωμένο κατ’
αρχάς και ιδιαιτέρα στην εσωτερική δράση, στον «έσω άνθρωπο» και στο «έσω βασίλειο».
3
Μαξίμου Ομολογητού, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον 35, Φιλοκαλία Β΄, σ. 76 (131).
Πρβλ. Μ. Αθανασίου, Λόγος κατ`α[ Ελλ~ηνων 30 PG 25, 60 D. Βλ. ∆τ. 30,14.
4
Μαντζαρίδη, Γ., Ορθόδοξη πνευματική ζωή, σ. 43.
5
Ραντοβίτς, Αμφίλ., (Ιερμο.), «Ο πνευματικός ως χαρισματούχος», σ. 55.
6
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τέταρτη 40, Φιλοκαλία Β΄, σ.
116 (174).
7
Νικηφόρου Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 18 (161).
8
Γκίκας. Α., Ο πνευματικός και το μυστήριο της μετανοίας, σ. 69.
9
Η ευχή λέγεται κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής κατά την τέλεση των ακολουθιών.
10
Γρηγορίου Θεολόγου,[ Απολογητικός Β΄, PG 35, 424 AB.
11
Η συμβουλή του οσίου Ησαΐου είναι το εξής: «[ Εξερεύνησον ]εαυτόν, [αδελφέ, καθ’ ]ημέραν, κατα-
νο~ων τ`ην καρδίαν σου, τί [εστιν [εν α[υτ~?η τ~ων παθ~ων, [ενώπιον το~υ Θεο~υ· κα`ι [απόρριψον [απ`ο τ~ης καρδί-
ας σου,\ ινα μ`η [απόφασις πονηρ`α {ελθ?η [επ`ι σέ». Ησαΐα Αναχωρητο~υ, Περ`ι τηρήσεως το~υ νοός 20, Φι-
λοκαλία Α΄, σ. 33 (61).

133
του αδυναμίες και να προσφέρει σε εκείνους που έχουν ανάγκη την κατάλληλη
καθοδήγηση και απάντηση 1 .

2. Η ταπείνωση το θεμέλιο της πνευματικής καθοδήγησης.

Το θέμα της ταπείνωσης σχετίζεται άμεσα με την αυτογνωσία, αφού ο


δρόμος της ταπείνωσης αρχίζει από την αυτογνωσία όπως περιγράψαμε στην
προηγούμενη παράγραφο. Κατά τον Νικήτα Στηθάτο: «Γνώρισε τον εαυτό
σου. Αυτό είναι η όντως αληθινή ταπείνωση, που διδάσκει την ταπεινοφροσύ-
νη και συντρίβει την καρδιά» 2 . Η πνευματική ζωή ξεκινά από την ταπείνωση.
Ένας πνευματικός άνθρωπος είναι ένας Άγιος, που ομολογεί ότι είναι αμαρτω-
λός 3 . Ο Άγιος Αντώνιος είδε τις παγίδες του εχθρού να απλώνονται και έλεγε
αναστενάζοντας: «τίς {αρα παρέρχεται ταύτας»; Και μία φωνή του απάντησε: η
ταπεινοφροσύνη 4 . Ο Άγιος Κάλλιστος τοποθετεί την ταπείνωση σε αντίθεση
με την οίηση. Για τον Αδάμ και για τον διάβολο 5 , ρίζα και μητέρα όλων των
λυπηρών είναι η οίηση, ενώ στον νέο Αδάμ, τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστού
και σ’ εκείνους που επιθυμούν να ζουν σύμφωνα με Αυτόν, αρχή και πηγή και
θεμέλιο όλων των αγαθών είναι η ταπείνωση 6 .

Η ταπείνωση μια περιεκτική αρετή:


Η ταπείνωση δεν είναι απλά μία αρετή, αλλά περισσότερο μία κατάστα-
ση αυτοϋποβιβασμού. Κάποτε ρώτησε ο αββάς Μωϋσής τον αδελφό Ζαχαρία:
«είπε μου, τι να κάνω;» Η απάντηση του Ζαχαρία ήταν να πάρει το κουκούλι
του από το κεφάλι του, να το βάλει κάτω από τα πόδια και καταπατώντας να
πει: «Εάν δεν συντριβεί έτσι ο άνθρωπος, δεν μπορεί να είναι μοναχός» 7 . Στα
λατινικά η λέξη ταπείνωση είναι humilitas που παράγεται από τη λέξη humus
που σημαίνει γη, έδαφος, δηλαδή μία κατάσταση όπου φτάνουμε κυριολεκτικά
στο επίπεδο του χώματος 8 .
Γράφει ο άγιος Σιλουανός: «Σήμερα υπάρχουν λίγοι μόνο γέροντες που
γνωρίζουν την αγάπη του Κυρίου για μας και γνωρίζουν τον αγώνα εναντίον
των έχθρων και ότι οι εχθροί κατατροπώνονται μόνο με την κατά Χριστόν τα-
πείνωση»9 . Ο Μ. Βασίλειος θεωρεί την ταπείνωση ως πρώτη αρετή του πνευ-
ματικού πατρός 10 . Και η εντολή του Άγιου Μακαρίου προς τους προϊστάμε-

1
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 27, Φιλοκαλία Α΄, σ. 242 (292).
2
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 35, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 306 (∆΄, 89).
3
Ευδοκίμωφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, \ο.π., σ. 197.
4
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Αντωνίου 7, σ. 46.
5
Οι Πατέρες αποδίδουν την αιτία της πτώσης του διαβόλου και τον Αδάμ στην υπερηφάνεια. Βλ.
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 80 (110). και Φιλόθεου Σιναΐτου,
Νηπτικά κεφάλαια 14, Φιλοκαλία Β΄, σ. 278 (Γ΄, 18).
6
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
210 (Ε΄, 33).
7
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ζαχαρία 3 , σ. 245.
8
Louf, André (Dom.), Η ταπείνωση, μετάφ. Πασχάλης Σ. [εκδ. Ακρίτας 2001, σ. 29.
9
Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 370.
10
«Πρ~ωτον μ`εν ο@υν, |ο πρ~ωτόν [εστιν, [εν [αγάπ?η Χριστο~υ τ`ην ταπεινοφροσύνην ο\υτω χρ`η παρ’ α[υτο~υ
κατορθο~υσθαι, ]ως και σιωπ~ωντος τ`ο [εκ τ~ων {εργων ]υπόδειγμα παντ`ος λόγου [ισχυρότερον ε[ις διδασκα-
λίαν προκε~ισθαι…». Μ. Βασιλείου, \ Οροι κατά πλάτος 4,2, PG. 31,1028BC.

134
νους είναι σαφή. Νουθετεί τον προϊστάμενο της αδελφότητας, όταν αναλάβει
αυτό το μεγάλο έργο, να εξοπλίζεται με το όπλο της ταπεινοφροσύνης για να
αντιμετωπίζει τις πανουργίες της κακίας, για να μην υποπέσει στο πάθος της
υπερηφάνειας και ασκώντας δυναστική εξουσία στους υποταγμένους αδελ-
φούς, να μην προξενήσει στον εαυτό του ζημία αντί μέγιστο κέρδος 1 .
Η ταπείνωση είναι το θεμέλιο της πνευματικής ζωής, και θωρείται από
τους Πατέρες ως «περιεκτική αρετή». Για τον ιερό Αυγουστίνο, η ταπείνωση
συνοψίζει ολόκληρη τη χριστιανική αγωγή. Λέγει λοιπόν: «Η ταπείνωση είναι
η αρχή και το τέλος της χριστιανικής αγωγής» 2 . Ο Μ. Βασίλειος ονομάζει την
ταπείνωση πανάρετον 3 , δηλαδή μπορούμε να πούμε ότι την θεωρεί μία σφαι-
ρική αρετή, που περιέχει όλες τις άλλες. Κατά τον Ηλία τον Πρεσβύτερο όπως
η βάση του πλούτου είναι το χρυσάφι, έτσι η βάση της αρετής είναι η ταπείνω-
ση, επομένως χωρίς χρυσό, ο έμπορος δεν είναι έμπορος, κι ας είναι πολύ επι-
τήδειος για το εμπόριο. Έτσι και χωρίς ταπείνωση δεν μπορεί να αποκτήσει ο
ασκητής τα καλά της αρετής 4 .
Οι Πατέρες ομοφωνούν στο να θεωρούν τον Χριστό πρότυπο της ταπεί-
νωσης 5 . Ο ίδιος έλεγε: «μάθετε [απ’εμο~υ, \οτι πρ~αος ε[ιμι κα`ι ταπειν`ος τ~?η καρ-
δί?α» 6 . Και όπως το άστρο έχει το ιδίωμα να λάμπει, παραμένει η ταπείνωση το
εξέχον γνώρισμα των μαθητών του Χριστού 7 . Ο Άγιος Φιλόθεος την ονομάζει
«άγιο χιτώνα του Θεού» 8 , διότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός ντύθηκε την ταπεί-
νωση σε όλη Του την επίγεια ζωή. Γι’ αυτό δεν είναι απλή αρετή, αλλά «θεϊκή
αρετή και δεσποτική εντολή και στολή δίκαια πρέπει να λέγεται η άγια ταπεί-
νωση». Και όλοι οι Άγιοι, από την αρχή του κόσμου μέχρι σήμερα, περιβάλλο-
νται με αυτήν την αρετή, και οι Άγγελοι και όλες οι λαμπρές και θείες ουράνιες
δυνάμεις, αυτή την αρετή ασκούν και τηρούν.
Η ταπείνωση κατέχει απέναντι στις άλλες αρετές την υψηλότερη θέση.
Είναι «η μεγαλύτερη μεταξύ των αρετών, στην οποία κατοικεί το Άγιο Πνεύ-
μα» κατά την έκφραση του Πέτρου ∆αμασκηνού και του Νικήτα Στηθάτου9 .
Είναι η θύρα της βασιλείας, δηλαδή της απάθειας και εκείνος που εισέρχεται
από αυτήν φτάνει στον Θεό 10 .
Η ταπείνωση ως αρετή κατά την πείρα των Πατέρων δύσκολα επιτυγχά-
νεται, γιατί όσο μεγάλο το πράγμα είναι, τόσο με πολλούς αγώνες και υπομονή
κατορθώνεται 11 . Είναι δυνατό να βρεθεί σε έναν άνθρωπο μερική εργασία πολ-

1
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 9, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 174 (251).
2
Αυγουστίνου, Λόγος 351,3,4, Άπαντα, τομ. ΧΙΧ, éd. Louis Vivès 1873, σ. 186.
3
Μ. Βασιλείου, Παραίνεσις περ`ι [αποταγ~ης βίου κα`ι τελειώσεως πνευματικ~ης 9, PG. 31, 645B. Του
ιδίου,[ Ασκητικαί διατάξεις 16, PG. 31,1337 C.
4
Ηλία Πρεσβυτέρου, Γνωστικ`α κεφάλαια 40· 41, Φιλοκαλία Β΄, σ. 303 (Γ΄, 36).
5
Μ. Βασιλείου,] Ομιλία περ`ι ταπειν~ωσεως 6, PG. 31,536-537.
6
Μτ. 11,29.
7
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α[ ρετ~ης 83, Φιλοκαλία Α΄, σ. 153
(194).
8
Φιλοθέου Σιναΐτου, Νηπτικ`α κεφάλαια 14, Φιλοκαλία Β΄, σ. 278 (Γ΄, 18).
9
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Κ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 136 (208). και Νικήτα Στηθάτου, ∆εύ-
τερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 40, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 307 (∆΄, 90).
10
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Κ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 136 (208).
11
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος α [ σκητικ`ος 95, Φιλοκαλία Α΄, σ. 270 (322). Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος
κ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 136 (208).

135
λών αρετών, αν όμως ζητήσεις και μυρωδιά μόνο ταπεινώσεως, μόλις που θα
τη βρεις. Η ταπείνωση, κατά τον Ιωάννη Καρπάθιο, δίνεται από τη θεία χάρη
τον καιρό που πρέπει από τον ουρανό, σ’ εκείνους οι οποίοι την ζητούν με
πολλούς αγώνες και λύπη και δάκρυα, και εκείνοι που αξιώθηκαν να την απο-
κτήσουν, είναι πράγματι τέλειοι άνδρες, ανεπηρέαστοι από την αμαρτία 1 . Η
ταπείνωση, κατά τον Γρηγόριο τον Σιναΐτη: «χάρις [εστ`ιν και δωρε`α {ανωθεν» 2 .
Η ταπείνωση μπορεί από μόνη της να σώζει, έλεγε ο Άγιος Συμεών ο Ν.
Θεολόγος: «Εγώ λοιπόν, καθώς το βλέπετε, μήτε νηστείες έκανα, μήτε αγρυ-
πνίες, μήτε χαμαικοιτίες, αλλά μόνο ταπεινώθηκα και ο Κύριος σύντομα με
έσωσε» 3 . Ο άγιος Κάλλιστος παραπέμπει στον άγιο Ισαάκ που λέγει ότι: «Η
ταπείνωση και χωρίς έργα συγχωρεί πολλά αμαρτήματα. Αντίθετα, τα έργα
χωρίς ταπείνωση είναι ανώφελα. Αυτή είναι μόνη της αρκετή να σταθεί χωρίς
άλλη βοήθεια ενώπιον του Θεού και να παρακαλεί για χάρη μας» 4 . Η ταπεί-
νωση είναι τόσο σημαντική στο έργο του πνευματικού, είναι εκείνη που προ-
στατεύει τα έργα των ασκητών, με αυτήν παραμένει η χάρη και φυλάγονται τα
χαρίσματα· «χωρίς την ταπείνωση είναι μάταια όλα μας τα έργα και όλες οι
αρετές και οι πνευματικές εργασίες» 5 . Ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης λέγει ότι
εκείνοι που λένε ή κάνουν κάτι χωρίς ταπείνωση, μοιάζουν σαν να χτίζουν μέ-
σα στο χειμώνα ή χωρίς λάσπη, δηλαδή η αρετή τους δεν στέκεται χωρίς
ταπείνωση6 .

Η ταπείνωση σε σχέση με άλλες αρετές:


Η ταπείνωση ως αρετή, δεν είναι ανεξάρτητη αρετή, αλλά συνδέεται
πολύ στενά με τις άλλες αρετές, γεννιέται από πολλές αρετές και γεννά πολλές,
ακόμη και τις τελειότερες. Αυτή όμως γεννιέται από πολλές, δηλαδή από την
υπακοή, την υπομονή, την ακτημοσύνη, τη φτωχεία, το θείο φόβο, τη γνώση
και άλλες. Και πολλές προέρχονται από αυτήν, από τις οποίες η πιο σημαντική
είναι η διάκριση που φωτίζει πέρα ως πέρα το νου 7 .
Η ταπείνωση είναι ιδιαίτερο γέννημα της γνώσεως, και η γνώση είναι
γέννημα των πειρασμών. Λόγω των πολλών πειρασμών και της υπομονής σε
αυτούς γίνεται κανείς έμπειρος και από αυτά γνωρίζει την αδυναμία του και τη
δύναμη του Θεού. Όσο προοδεύει στη γνώση καταλαβαίνει ότι όπως κάποτε
αγνοούσε εκείνα που έμαθε τώρα, υπάρχουν και άλλα πολλά, τα οποία ίσως
μάθει αργότερα. Και έτσι η γνώση του γίνεται πρόξενος ταπεινώσεως. Και πά-
λι, εκείνος που εννόησε τον εαυτό του ότι είναι κτίσμα μεταβλητό, ποτέ δεν
υπερηφανεύεται για τίποτε, γιατί και αν έχει κάτι, το έχει από τον Κτίστη. Α-

1
Ιωάννη Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 72, Φιλοκαλία Α΄, σ. 291 (345).
2
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 115, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 52 (199).
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Λόγος περ`ι πίστεως κα`ι διδασκαλίας, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 73 (293). Έλεγε η
αμμ~ας Θεοδώρα: «ούτε άσκησης ούτε αγρυπνία ούτε οποιοσδήποτε κόπος σώζει, παρά μόνο η γνήσια
ταπεινοφροσύνη». Αποφθέγματα,[ Αμμ~ α ς Θεοδώρας 6, σ. 293.
4
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 43, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
243 (Ε΄, 69).
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 43, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
243 (Ε΄, 69).
6
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 115, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 52 (199).
7
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Κ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 136 (208).

136
ντίθετα, το πάθος της υπερηφάνειας προέρχεται από δύο άγνοιες· η πρώτη εί-
ναι άγνοια τη θεία βοήθειας, και δεύτερη η άγνοια της ανθρώπινης ασθένειας.
Η υπερηφάνεια είναι η στέρηση της θείας και της ανθρώπινης γνώσης 1 .
Το πιο σημαντικό γέννημα της ταπείνωσης είναι η διάκριση, με την ο-
ποία γνωρίζει ο άνθρωπος ότι είναι κτίσμα του Θεού και ότι κανένα αγαθό δεν
μπορεί να κάνει μόνος του 2 . Ο άγιος Μάξιμος συνδέει την πραότητα και την
ταπείνωση της καρδιάς. Κάθε ταπεινός είναι οπωσδήποτε και πράος. Και κάθε
πράος είναι οπωσδήποτε και ταπεινός. Αυτά τα δύο όταν συνυπάρχουν, φανε-
ρώνουν τέλειο τον άνθρωπο που κτίζεται κατά Χριστόν. Ταπεινός γιατί γνωρί-
ζει ότι έχει λάβει την ύπαρξη του δανεική, και πράος γιατί έχει αντιληφτεί την
ορθή χρήση των φυσικών δυνάμεων που του δόθηκαν 3 .
Η σχέση της ταπείνωση με την θεωρία είναι αμοιβαία. Η θεια ταπείνω-
ση όχι μόνο είναι καρπός θεοπτίας, αλλά και δύναμη για να την ανθέξει. Γρά-
φει ο Κάλλιστος Αγγελουκούδης ότι αρχή της θεωρίας είναι η ταπείνωση, και
τελείωση της ταπεινώσεως η θεωρία 4 . Ερμηνεύοντας το χωρίο «αυτός που κα-
τέβηκε (δηλαδή ο νους με την ταπείνωση), ο ίδιος είναι και που ανέβηκε (με
την θεωρία) 5 . Γιατί ο νους όταν φτάσει με βαθιά γνώση και μέσω της χάρης
στα ύψιστα με ταπείνωση και χαίρεται με τα θεία, τότε νιώθει κατώτερα από
όλα με την ταπείνωση. Κατά πολλούς Πατέρες, λ.χ. κατά τον άγιο Θεόδωρο, η
απάθεια γεννιέται από την εγκράτεια και την ταπείνωση και αν ο άνθρωπος δεν
απόκτησε την απάθεια λόγω των εμπαθών ενθυμήσεων, αν ωστόσο τον καιρό
της εξόδου του βρίσκεται στην άβυσσο της ταπεινώσεως, θα υψωθεί πάνω από
τα σύννεφα όχι λιγότερο από τον απαθή, διότι παρόλο που η απάθεια είναι θη-
σαυρός και άθροισμα όλων των αρετών, όμως ο πολύτιμος λίθος της ταπεινώ-
σεως τις ξεπέρνα όλες σε αξία6 .
Κατά τους νηπτικούς Πατέρες και ιδιαίτερα τον Άγιο Γρηγόριο Σιναΐτη
και τον άγιο ∆ιάδοχο Φωτικής, υπάρχουν δύο είδη ταπείνωσης: η πρώτη είναι
να θεωρεί κανείς τον εαυτό του κατώτερο όλων7 , δηλαδή να έχει ταπεινότερο
το φρόνημα 8 . Η δεύτερη είναι να αποδίδει στον Θεό τα κατορθώματα, οπότε η
ψυχή έχει την ταπεινοφροσύνη με τρόπο φυσικό. Η πρώτη για εκείνους που
είναι στην αρχή της πνευματικής πείρας, έχει συνήθως λύπη και στενοχώρια,
ενώ η δεύτερη αποστέλλεται σ’ εκείνους που πλησιάζουν την τελειότητα και
έχει χαρά και συστολή γεμάτη σοφία. Πρέπει όμως ο αγωνιστής οπωσδήποτε
να περάσει από την πρώτη για να φτάσει στη δεύτερη.
Ο Νικήτας Στηθάτος κάνει διάκριση μεταξύ τριών βαθμίδων της ταπεί-
νωσης: η ταπεινολογία, η ταπείνωση και η ταπεινοφροσύνη 9 . Η ταπεινολόγια
και η ταπείνωση κατορθώνονται από τους αγωνιζομένους που ασχολούνται
μόνο με τη σωματική εργασία και γύμναση. Ενώ η ταπεινοφροσύνη είναι κάτι
1
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια εκατοντάς Πέμπτη 64, Φιλοκαλία Β΄, σ. 139 (199).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Κ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 136 (208).
3
Μαξίμου Ομολογητού,] Ερμηνεία στ`ο "Πάτερα ]ημ~ων" , Φιλοκαλία Β΄, σ. 196 (262).
4
Καλλίστου Αγγελικούδη, Τ`α ε[ λλείποντα κεφάλαια 25, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 313 (Ε΄, 148).
5
Εφ. 4,10.
6
Οσίου Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ι] εροσύνης 62, Φιλοκαλία Β΄, σ. 267 (340)
7
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 115, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 52 (199).
8
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος α[ σκητικ`ος 95, Φιλοκαλία Α΄, σ. 270 (322). Αυτό είδος ταπείνωσης είναι
μια πνευματική κατάσταση και δεν έχει σχέση με το πλέγμα της κατωτερότητας.
9
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 25, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 304 (∆΄, 86).

137
θείο και ουράνιο και γεννιέται μόνο σ’ εκείνους που ξεπέρασαν το μέσο της
αρετής με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος. Και η διαφορά μεταξύ του ενός
και του άλλου είναι μεγάλη, αφού όταν αποκτηθεί το μεγαλύτερο, απομακρύ-
νεται από την ψυχή το μικρότερο. Η ταπείνωση θ’ αποδιωχθεί, τόσο η επιφα-
νειακή, όσο και η βαθύτερη ταπεινολογία. Όταν λάβει η ψυχή τον πλούτο της
ταπεινοφροσύνης, τότε και αυτή η εξωτερική ταπείνωση και η ταπεινολογία
της γλώσσας θα καταργηθούν τελείως 1 . Αυτή η ταπεινοφροσύνη όταν κατέχει
τα βάθη της καρδιάς τη συνθλίβει και την συμπιέζει τόσο πολύ, ώστε καθαρί-
ζει ο νους από κάθε κηλίδα λογισμών.
Η απόκτηση της ταπείνωσης δεν κατορθώνεται από το πολύ σκύψιμο
του αυχένα ή από τα άπλυτα μαλλιά ή από το ρυπαρό ένδυμα, αυτά όλα παρέ-
χουν ταπεινοσχημία, μία εξωτερική και υποκριτική ταπείνωση. Η αληθινή τα-
πείνωση εξαρτάται από συντετριμμένη καρδιά και πνεύμα σύμφωνα με τα λό-
για του ∆αβίδ 2 , διότι ο άνθρωπος βλέπει το πρόσωπο, ενώ ο Θεός βλέπει την
καρδιά 3 . Γι’ αυτό ο Άγιος Γρηγόριος παραθέτει ότι ο άνθρωπος μέσα του πρέ-
πει να συλλογίζεται με αυτά τα τρία πράγματα: ότι είναι ο πιο αμαρτωλός απ’
όλους, πιο αισχρός απ’ όλα τα κτίσματα, επειδή βρίσκεται στο παρά φύση και
πιο ελεεινός και από όλους τους δαίμονες, αφού έγινε δούλος σε αυτούς 4 .
Ποια είναι τα σημάδια της ταπείνωσης; λέγει ο άγιος Πέτρος, είναι ενώ
έχει κανείς κάθε σωματική και ψυχική αρετή, νομίζει ότι χρωστάει περισσότε-
ρα στον Θεό, γιατί με τη χάρη Του έλαβε πολλά όντας ανάξιος. Θεωρεί τον
εαυτό του άξιο για κάθε πειρασμό, είτε έρχεται από δαίμονες είτε από ανθρώ-
πους5 . Με την ταπείνωση ο άνθρωπος παύει να θεωρεί τον εαυτό του κέντρο·
το παν ανήκει στο Θεό. Η τέχνη της ταπεινώσεως δεν είναι καθόλου το να γί-
νεις τούτο ή εκείνο, αλλά να είσαι ακριβώς στο μέτρο που σου δόθηκε από το
Θεό 6 . Κυρίως όμως ο ταπεινόφρων δεν παύει ποτέ να κατηγορεί τον εαυτό
του 7 , ακόμη και αν όλος ο κόσμος τον πολεμά και τον περιφρονεί. Γράφει ο
άγιος Πέτρος: «Κυρίως ]ο ταπεινόφρων ο[υδέποτε παύεται το~υ μέμφεσθαι ]εαυ-
τόν, κ}αν \ολος ]ο κόσμος μάχωνται α[υτ~?ω κα`ι [ατιμάζωσιν· \ινα μ`η [ακουσίως
σωθ~?η, ]ως ο]ι {εχοντες υ] πομονήν, [αλλ’ \ινα ]εκουσίως τρέχη πρ`ος τ`α πάθη το~υ
Χριστο~υ· [εξ #ων {εμαθεν ]ο τοιο~υτος τ`ην μείζονα πασ~ων τ~ων [αρετ~ων ε[ις |ην κα-
τοικε~ι τ`ο Πνε~υμα τ`ο\ Αγιον» 8 . Όπως ο υπερήφανος δεν έχει επίγνωση των ε-
λαττωμάτων του, έτσι και ο ταπεινός δεν γνωρίζει τις αρετές του. Τον πρώτο
τον καλύπτει κακή ανοησία, ενώ τον δεύτερο θεάρεστη άγνοια 9 .
Η ταπείνωση παρέχει στον πνευματικό άνθρωπος λόγον σοφίας και α-
λήθειας. Το στόμα του ταπεινόφρονα λέγει την αλήθεια, έλεγε ο Άγιος Μάρ-
κος 10 . Και η αλήθεια χωρίς την ταπεινοφροσύνη είναι τυφλή. Κατά τον άγιο
1
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 27, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 304 (∆΄, 87).
2
Ψλ. 50,19.
3
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 24, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 304 (∆΄, 86).
4
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 115, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 52 (199).
5
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ταπεινοφροσύνης, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 62 (130).
6
Ευδοκιμώφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν,\ Ο.π., σ. 30.
7
«Η αυτομεμψία συνυπάρχει πάντοτε με την ταπείνωση της ψυχής» Βλ. Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος
Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 108 (264).
8
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Κ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 136 (208).
9
Ηλία Πρεσβυτέρου, Γνωστικ`α κεφάλαια 37, Φιλοκαλία Β΄, σ. 303 (Γ΄, 35).
10
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι πνευματικο~υ νόμου 9, Φιλοκαλία Α΄, σ. 96 (129).

138
∆ιάδοχο δεν μπορεί κανείς να ομιλεί για τη μεγαλειότητα του Θεού, εάν δεν
ταπεινώσει πρώτα υπερβολικά τον εαυτό του με τέλεια καταφρόνηση 1 . Η τα-
πεινοφροσύνη κάνει τους αμαθείς και τους απλούς ανθρώπους να γίνουν πιο
σοφοί κι από τους σοφούς 2 .
Όπως σε κάθε αρετή αντιστοιχεί κάποια νόσος της ψυχής, έτσι για την
ταπείνωση αντίστοιχη είναι η υπερηφάνεια. Εκείνος που αποκτά την υπερηφά-
νεια, είναι δύσκολο ή μάλλον αδύνατο να θεραπευτεί, γιατί η πτώση αυτή είναι
όμοια με του διαβόλου3 . Κατά τον άγιο Κασσιανό η υπερηφάνεια είναι σαν μία
κολλητική και θανατηφόρα ασθένεια, γιατί δεν καταστρέφει μόνο ένα μέλος
του σώματος, αλλά ολόκληρο το σώμα· έτσι η υπερηφάνεια καταστρέφει όχι
μόνο ένα μέρος της ψυχής, αλλά ολόκληρη 4 . Ο Θεός αποστρέφεται εκείνον
που προσέρχεται σε Αυτόν με οίηση και μεγάλη ιδέα για τον εαυτόν του και
τρέφεται από την κενοδοξία και είναι φουσκωμένος από αυτήν 5 . Η ιδιότητα
της έπαρσης, η οποία κατά τον άγιο Μάξιμο, είναι σύνθετη έξη κακίας και γέν-
νημα της υπερηφάνειας και της κενοδοξίας, είναι η άρνηση ότι ο Θεός είναι ο
δημιουργός της αρετής και της φύσεως και η άγνοια της φυσικής ισοτιμίας των
όλων, δηλαδή να κάνει διάκριση μεταξύ των ανθρώπων, υποτιμά ορισμένους
και υπερτιμά άλλους6 .
Τον πνευματικό πατέρα ωφελεί να αποκτήσει την ταπεινοφροσύνη, διό-
τι στις ψυχές των ταπεινών αναπαύεται ο Θεός και έτσι μπορεί να ενεργοποιεί
μέσα του το θέλημα του Θεού7 . Και πάντα να λέγει εκείνα τα λόγια που έλεγε
ο Άγιος Ιωάννης του Προδρόμου :«ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι» 8 .
Γιατί μόνο στον Θεό αξίζει να αποδίδονται η δόξα και η μεγαλοσύνη, ενώ στον
άνθρωπο αρμόζει η ταπείνωση, με την οποία γίνεται οικείος του Θεού.
Η αγία ταπείνωση, όπως γράφει ο Νικήτας, φτερώνει την ψυχή τόσο
στον έρωτα του Θεού όσο και στην αγάπη των ανθρώπων. Αυτή συντρίβει το
πνεύμα, κάνει ν’ αναβλύσουν πηγές δακρύων και διδάσκει τον άνθρωπο να
γνωρίζει τα μέτρα του, φέροντας μπροστά του την ανθρώπινη μικρότητα. Γι’
αυτό ο πνευματικός πατέρας που είναι προικισμένος με την ταπεινοφροσύνη
γίνεται για τους αδελφούς και τους υποτακτικούς του φίλος γεμάτος καλοσύνη
και γλυκύτητα, δείχνει κατανόηση και συμπάθεια στις αδυναμίες τους, ποτέ
δεν εμπιστεύεται στον εαυτό του, αλλά μονάχα στον Θεό. Θεωρεί τον εαυτό
του πρώτο ανάμεσα στους αμαρτωλούς, νιώθοντας ταυτόχρονα ότι η δύναμη
του Θεού ενεργεί δι’ αυτού. Γι’ αυτό εξομοιώνει τον εαυτό του αδελφικά με
όλους τους αμαρτωλούς του κόσμου και εμπιστεύεται μόνο στην θεϊκή δύναμη
του Θεού, γράφει σχετικά ο άγιος Πέτρος ∆αμασκηνός: «] Ο τοίνυν γνο`υς τ`ην
[ιδίαν [ασθένειαν [εκ τ~ων πολλ~ων πειρασμ~ων, τ~ων τε ψυχικ~ων κα`ι σωματικ~ων

1
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 10, Φιλοκαλία Α΄, σ. 237 (288).
2
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι πνευματικο~υ νόμου 79, Φιλοκαλία Α΄, σ. 101 (134).
3
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 104 (259).
4
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 79 (109).
5
Ιωάννη του Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 49, Φιλοκαλία Α΄, σ. 286 (340).
6
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια ]εκατοντ`ας εβδόμη 6, Φιλοκαλία Β΄, σ. 168 (232).
7
«Μόνον αυτός που έχει ταπείνωση λαμβάνει τα δώρα αυτά από τον Θεό, τα αποδίδει στον Θεό και
τα χρησιμοποιεί προς δόξα Του». Γέροντος Πορφύριος, Βίος και Λόγοι, \ο.π., σ. 489.
8
Ιω. 3,30.

139
παθ~ων, α[υτ`ος ε@ιδε τ`ην {απειρον το~υ Θεο~υ δύναμιν, π~ως το`υς ταπεινο`υς ]ρύεται
βο~ωντας πρ`ος[ Αυτόν.. ε[ιδώς, \οτι χωρ`ις το~υ Θεο~υ ο[υ δύναταί τι ποι~ησαι»1 .
Ο πνευματικός πατέρας γνωρίζει ότι είναι άνθρωπος αμαρτωλός, ομο-
λογεί την ασθένεια του, αλλά αυτό δεν πρέπει να τον εμποδίσει να ανακοινώ-
σει την διδασκαλία του Χριστού για την αρετή και αιώνια ζωή, όχι μόνο εκείνα
που έχει κατορθώσει ο ίδιος και πραγματοποιήσει από την διδασκαλία του Ευ-
αγγέλιο, αλλά την ολόκληρη διδασκαλία του Χριστού, διότι ο πνευματικός πα-
τέρας δεν κηρύττει για τον εαυτό του, δεν προσφέρει τον Χριστό στα μέτρα
του, αλλά κηρύττει τον ίδιο Τον Χριστό στο πλήρωμα Του, γράφει ο άγιος
Μάξιμος ότι: «Πολλοί [εσμεν ο]ι λέγοντες, [ολίγοι δ`ε ο]ι ποιο~υντες· [αλλ’ ο@υν τ`ον
λόγον το~υ Θεο~υ, ο[υδε`ις {ωφειλε νοθεύειν δι`α τ`ην [ιδίαν [αμέλειαν· [αλλ’ ]ομολο-
γε~ιν μ`εν τ`ην ]εαυτο~υ [ασθένειαν, μ`η [αποκρύπτειν δ`ε τ`ην το~υ Θεο~υ [αλήθειαν»2 .
Ο Άγιος Σιλουανός σε μία του προσευχή προβάλλει την ταπείνωση ως
καθολικό αίτημα: «Προσευχηθείτε δι’ εμ`ε πάντες οι Άγιοι και πάντες οι λαοί,
ίνα έλθει επ’ εμ`ε η κατά Χριστόν αγία ταπείνωσης» 3 . ∆εν οφείλει στον πνευ-
ματικό πατέρα να υπερηφανεί για το αξίωμα που ασκεί πάνω στους άλλους,
τον οφείλει να μιμείται τον Χριστό. Ο άγιος Σιλουανός αποτυπώνει με μοναδι-
κό τρόπο το έργο του πνευματικού πατέρα, με την θεωρία της «ανεστραμμένης
πυραμίδας» 4 , με την οποία εξηγεί πως ο Χριστός που αναμφίβολα είναι ο Ίδιος
η κορυφή της πυραμίδας ως κεφαλή του σώματος της καινής κτίσεως, για να
θεραπεύσει τον άνθρωπο και για να τον υψώσει, ανατρέπει αυτή την πυραμίδα
του είναι, θέτοντας την κορυφή της προς τα κάτω και πήρε πάνω Του όλο το
βάρος της πυραμίδας, σε αυτή την θεωρία βασιλεύει το ταπεινό και σωτήριο
πνεύμα του εσταυρωμένου Χριστού και ορίζεται η σύσταση και η έννοια της
εκκλησιαστικής ιεραρχίας, δηλαδή η ανάβαση όσων βρίσκονται σε χαμηλό
βαθμό πνευματικής τελειότητας στη θέση εκείνων που βρίσκονται ιεραρχικώς
υψηλότερο, σύμφωνα με τα λόγια του αποστόλου5 . Αυτό το παράδειγμα, κατά
τον μαθητή του, τον γέροντα Σωφρόνιο, οφείλει να ακολουθεί ο πνευματικός
πατέρας στην διακονία του 6 .

3. Η λειτουργία του έσω ανθρώπου και η θεραπεία του από τα πάθη:

Σε αυτό το κεφάλαιο θα επιχειρήσουμε να μελετήσουμε τη λειτουργία


του έσω ανθρώπου, τα πάθη ως μεταπτωτική κατάσταση του ανθρώπου. Η εμ-
φάνιση των παθών, η νηπτική πρόταση για την μεταμόρφωση των παθών η με-
τατραπή τους στο ένθεο πάθος και όχι νέκρωση του παθητικού μέρους της ψυ-
χής, και τελικά η απάθεια ως τελεία κατάσταση της ψυχής και η απαραίτητη

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 14 (78).
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας 85, Φιλοκαλία Β΄, σ. 50 (100).
3
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Άγιος Σιλουανός, σ. 391.
4
Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Εσσεξ Αγγλίας 111995 , σ. 299-305.
5
Εφ. 4, 11-13. «καὶ αὐτὸς ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστάς,
τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους, πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς
οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως
καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ
Χριστοῦ».
6
Ζάχαρου, Ζ., Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, \ο.π., σ. 73.

140
προσπάθεια του πνευματικού είναι αναγκαία για να είναι προχωρημένος στο
δρόμο προς την απόκτηση της απάθειας και την κάθαρση της ψυχής του. Η κα-
τάσταση αυτή είναι προϋπόθεση για να έχει την δυνατότητα να βοηθά στην
κάθαρση τους άλλους, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος: «Καθαρθ~ηναι δε~ι πρ~ωτον
ε@ιτα καθ~αραι· σοφισθ~ηναι και ο|υτω σοφίσαι· γενέσθαι φ~ως και φωτίσαι· [εγγί-
σαι θε~?ω, κα`ι προσαγαγε~ιν {αλλους· ]αγιασθ~ηναι κα`ι ]αγιάσαι» 1 .
Η έννοια της απάθειας κατέχει κεντρική θέση στην διδασκαλία των ιε-
ρών νηπτικών και είναι εύκολο να παρερμηνευτεί, διότι το πραγματικό περιε-
χόμενό της στα συγγράμματά τους είναι τελείως διαφορετικό από την αρχική
ετυμολογική σημασία της λέξης. Ο όρος απάθεια ανήκει κυρίως στο λεξιλόγιο
των Στωϊκών και σημαίνει την απόλυτη ψυχική αταραξία, ησυχία και έλλειψης
πάθους, η οποία επιτυγχάνεται δια της πλήρους υποταγής των κινήσεων του
παθητικού μέρους της ψυχής στον ορθό λόγο. Κατά τη Στωϊκή φιλοσοφία η
απάθεια είναι η κατάσταση του αληθούς σοφού 2 . ∆ιότι τα πάθη εμποδίζουν
την κυριαρχία του λόγου στην ψυχή του ανθρώπου και δεν επιτρέπουν στην
αντικειμενική εκτίμηση και αξιολόγηση των πραγμάτων 3 . Επομένως το να εί-
ναι κανείς λογικός και απαθής είναι το ίδιο πράγμα 4 .
Οι Χριστιανοί συγγραφείς παρέλαβαν αυτό τον όρο των Στωϊκών και
του προσέδωσαν νέο περιεχόμενο και ανάπτυξαν δική τους διδασκαλία σύμ-
φωνα με την ανθρωπολογική τους τοποθέτηση. Ο όρος απάθεια εισήχθη στη
χριστιανική σκέψη πρώτα δια του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως 5 . Στη συνέχεια
ο όρος έτυχε επεξεργασίας και εμπλουτισμού από τον Ωριγένη 6 , τους Καππα-
δόκες Πατέρες 7 , Ευάγριο Ποντικό 8 και τον άγιο Μάξιμο Ομολογητή. Πριν α-
ναπτύξουμε το θέμα της απάθειας θεωρούμε απαραίτητο να περιορίσουμε και
να διευκρινίσουμε μερικές αρχές. Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός αναφέρει ότι
η απάθεια είναι μια περιεκτική αρετή η οποία αποκτάται μέσω του Αγίου
Πνεύματος, εφόσον είναι δυνατό να την αποκτήσει κανείς αλλά να βρίσκεται
σε κατάσταση αναισθησίας. Γι’ αυτό λέγει ότι και οι Έλληνες εφόσον αγνοού-
σαν την χριστιανική σκέψη και έλεγαν: «μ`η γίνου α [ παθ`ης ]ως {αψυχος, μηδ`ε ε[ -
μπαθ`ης [ως {αλογον». Και διευκρινίζει ο άγιος ότι λένε: «απαθής ως άψυχος»
ανάλογα με τη γνώση που είχαν, αφού δεν είχαν γνώση Πνεύματος αγίου 9 .

1
Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 2,17, PG. 35,480B.
2
Βλ. Liddell, H.,- Scott, R., Μέγα Λεξικόν τ~ης[ Ελληνικής Γλώσσας, τομ. Α΄, \ο.π., σ. 281.
3
Μαντζαρίδη, Γ., Παλαμικά, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 31998, σ. 216.
4
Spidlik, T., Η πνευματικότητα του ανατολικού χριστιανισμού, \ο.π., σ. 342.
5
Κλήμεντος του Αλεξανδρέως, Στρωματε~ις, PG. 9,296Α. «[ Εξαιρετέον α { ρα τ`ον γνωστικ`ον ]ημ~ιν κα`ι
τέλειον [απ`ο παντ`ος ψυχικο~υ πάθους· ]η μ`εν γ`αρ γν~ωσις συνάσκησιν, ]η συνάσκησις δ`ε ε\ ξιν }η διάθεσιν,
]η κατάστασις δ`ε ]η τοιάδε [απάθειαν [εργάζεται, ο[υ μετριοπάθειαν· [απάθειαν δ`ε καρπο~υται παντελ`ης τ~ης
[επιθυμίας [εκκοπή».
6
Ωριγένους, Ε[ις τ`ας Παροιμίας 24, PG. 17, 232Β. «Φραγμός [εστιν [απάθεια ψυχ~ης λογικ~ης, [εκ τ~ων
πρακτικ~ων [αρετ~ων νσυνεστ~ωσα· κατασκάπτεται δ`ε και [αφανίζεται τ~?η το~υ {αφρονος προαιρέσει».
7
Γρηγορίου Νύσσης, Περί κατασκευής [ανθρ~ωπου 5,1, PG. 44,137 Β. «[αλλ’ αντί τούτων καθαρότης,
[απάθεια, μακαριότης, κακο~υ παντ`ος [αλλοτρίωσις, καί όσα το~υ τοιούτου γένους [εστι, δι’ #ων μορφο~υται
το~ις ανθρώποις ]η προς το Θε~ιον ομοίωσις».
8
Ευαγρίου Ποντικού, Κεφάλαια πρακτικά 2, PG. 40, 1221D· 36,39· 64, 1232 AB. «Βασιλεία ο[υραν~ων
[εστιν [απάθεια ψυχ~ης μετ`α γνώσεως των {οντ~ων [αληθο~υς».
9
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ξ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 145 (218)

141
α. Το πάθος.

Ο όρος πάθος προέρχεται από το ρήμα πάσχω χρησιμοποιείται στην αρ-


χαία Ελληνική φιλοσοφία κι έχει ιδιαίτερα ανθρωπολογική σημασία. Σημαίνει
το ενστικτώδες και άλογο μέρος της ανθρώπινης ψυχής. Σε όλους τους αρχαί-
ους Έλληνες φιλοσόφους το «πάθος» αντιτίθεται προς τον «λόγον», ισοδυνα-
μεί δηλαδή προς ό,τι εμείς σήμερα καλούμε «ένστικτο». Επίσης χρησιμοποιεί-
ται για να δηλώσει το συναίσθημα. Κατά τη φιλοσοφία του Αριστοτέλη επιζη-
τείται η αρμονική ρύθμιση και καθοδήγηση από το λόγο και η πρόσδοση μέ-
τρου και αρμονικής μορφής στα πάθη. Τα πάθη δεν πρέπει να εκριζωθούν, διό-
τι αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ανθρώπινης φύσης. Αντίθετη είναι η
Στωϊκή φιλοσοφία που απαιτεί την εκρίζωση ή απονέκρωση του πάθους, διότι
κατ’ αυτούς αποτελεί την πηγή της ανθρώπινης δυστυχίας και την μόνιμη α-
φορμή της ψυχικής ταραχής 1 . Στην Κ.∆. η λέξη πάθος εμφανίζεται μόνο στον
απόστολο Παύλο 2 με αρκετά στενή σημασία του ερωτικού πάθους, μιας μορ-
φής, συνεπώς, της επιθυμίας 3 .
Κατά τους νηπτικούς Πατέρες, ο άγιος Φιλόθεος Σιναΐτης αναγνωρίζει
το πάθος ως εξής: «πάθος δ`ε κυρίως λέγουσι τ`ο χρόν?ω μακρ~?ω [εμπαθ~ως τ~?η
ψυχ~?η [εμφωλε~υον» 4 . Αναφέρω ιδιαίτερα τον αγ. Μάξιμο κατά τον οποίο τα πά-
θη και η θεραπεία τους αποτελούν κεντρική διδασκαλία του, ιδιαίτερα στις
τέσσερις εκατοντάδες των λόγων του περί της αγάπης. Ο άγιος Μάξιμος θεω-
ρεί το αξιοκατηγόρητο πάθος ως: «μία κίνηση της ψυχής παρά φύση» 5 . ∆ηλα-
δή υπάρχει και άλλο πάθος αξιέπαινο, το «ένθεο πάθος».
Το πάθος είναι κάτι διαφορετικό από την αμαρτία, εφόσον όταν μία α-
μαρτία επαναλαμβάνεται συχνά και εμφωλεύει πολύ χρόνο μέσα στην ψυχή
του ανθρώπου ονομάζεται πάθος 6 . Ο Νικήτας Στηθάτος διακρίνει μεταξύ της
αμαρτίας και του πάθους. Πάθος είναι η κίνηση που γίνεται στην ψυχή. Πράξη
αμαρτωλή είναι εκείνη που εμφανίζεται στο σώμα. Έτσι λ.χ. η επιθυμία, ο θυ-
μός και η υπερηφάνεια είναι πάθη της ψυχής που προέρχονται από παρά φύση
κίνηση των δυνάμεών της. Μοιχεία όμως και φόνος, κλοπή και όποια άλλη
αμαρτία γίνεται με το σώμα, είναι αμαρτωλές και φοβερές πράξεις της
σάρκας 7 .
Πριν να πέσει ο άνθρωπος στην αμαρτωλή πράξη περνά σε μια εξελι-
κτική πορεία η οποία είναι κοινή στη διδασκαλία των πατέρων και αρχίζει με

1
Γκίκας, Σωκρ., «Πάθος» στο ΘΗΕ 9, σ. 1037.
2
Ρωμ. 1,26· Κολ. 3,5· 1 Θεσ. 4,5.
3
Spidlik, T., Η πνευματικότητα του ανατολικού χριστιανισμού, σ. 341.
4
Φιλοθέου Σιναΐτου, Νηπτικ`α κεφάλαια 35, Φιλοκαλία Β΄, σ. 285 (Γ΄, 26).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας 35, Φιλοκαλία Β΄, σ. 6 (51). «Πάθος
είναι μία κίνηση της ψυχής έξω από τη φυσική της κατάσταση ή προς μια αγάπη παράλογη, ή προς ένα
μίσος άκριτο για κάποιον ή για κάτι από τα αισθητά».\ Ο.π., ]εκατοντ`ας δεύτερη 16, Φιλοκαλία Β΄, σ. 16
(62).
6
«Ασθένεια της ψυχής είναι η έξη της κακίας, και θάνατός της η έμπρακτη αμαρτία». Οσίου Θαλασ-
σίου, ∆εύτερη εκατοντάδα περί της αγάπης και εγκρατείας 89, Φιλοκαλία Β΄, σ. 26 (283).
7
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη εκατοντάδα πρακτικών κεφαλαίων 37, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 282 (∆΄, 62).

142
την προσβολή 1 , που είναι ένας απλός λογισμός, ή εικόνα κάποιου καινούργιου
πράγματος που γεννήθηκε στην καρδιά εμφανίζεται στον νου, έπειτα ο συνδυ-
ασμός, δηλαδή να συνομιλεί κανείς με’ αυτό που φάνηκε, με πάθος ή χωρίς
πάθος. Ακολουθεί η συγκατάθεση που είναι η ενήδονη συγκατάνευση της ψυ-
χής προς αυτό. Έπειτα η αιχμαλωσία που είναι η βίαιη και αθέλητη απαγωγή
της καρδιάς ή η επίμονη συναναστροφή με αυτό που τυχόν φάνηκε. Πάθος κυ-
ρίως είναι εκείνο που φωλιάζει πολύν καιρό μέσα στην ψυχή εμπαθώς. Από
όλα αυτά μόνο η προσβολή χαρακτηρίζεται ως αναμάρτητο έργο. Η πάλη τέ-
λος, προξενεί ή τα στεφάνια ή τις τιμωρίες2 . Ο αγωνιστής οφείλει να αντιμε-
τωπίζει το πρώτο στάδιο, δηλαδή την προσβολή απαθώς, ή να διώχνει αμέσως
με αντίρρηση και σταθερότητα, οπότε με τον τρόπο αυτό να αποκόπτει με μιας
και όλα τα επόμενα στάδια. Ο ίδιος ο Κύριος μας ορίζει να αποφεύγομε τις
αφορμές για να μην πέφτουμε στα φοβερά και μεγάλα αμαρτήματα 3 . Εκείνος
που αποσκοπεί να ελευθερωθεί από τα πάθη πρέπει να βγάζει από τη μέση τις
αφορμές τους 4 .
Ο άγιος Παλαμάς θεωρεί ότι ο θάνατος της ψυχής είναι «ο κυρίως θά-
νατός», και η ψυχή πεθαίνει, προσθέτει ο άγιος όταν «διαζευχθ~ηναι τ~ης θείας
χάριτος καί τ~?η ]αμαρτί?α συζυγ~ηναι» 5 . Όπως δηλαδή ο χωρισμός της ψυχής από
το σώμα είναι θάνατος της ψυχής, έτσι ο χωρισμός του Θεού από την ψυχή εί-
ναι θάνατος της ψυχής. Γι’ αυτό μετά την παράβαση του Αδάμ θανατώθηκε η
ψυχή του, δηλαδή νεκρώθηκε ο έσω άνθρωπος εξαιτίας της παραβάσεως, κα-
θώς χωρίστηκε από το Θεό, ενώ κατά το σώμα εξακολούθησε να ζει μέχρι την
προοδευμένη ηλικία 6 . Ο θάνατος που επικράτησε στην ψυχή λόγω της παρα-
βάσεως, όχι μονάχα αχρειώνει την ψυχή και κάνει τον άνθρωπο επικατάρατο,
αλλά κάνει και το σώμα πολύμοχθο, πολυπαθές και φθαρτό και στο τέλος το
παραδίνει στο θάνατο 7 .

β. Τα πάθη ως «παρά φύση» κατάσταση της ψυχής.

Είναι κοινά αποδεικτό ότι σε όλη την πατερική παράδοση τα πάθη δεν
ανήκουν στην ανθρώπινη φύση. Τα πάθη οντολογικά σχετίζονται με την ανυ-

1
Ιωάννη ∆αμασκηνού, Λόγος ψυχωφελ`ης κα`ι θαυμάσιος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 235 (304)· Ηλία Πρεσβυ-
τέρου, Γνωστικά κεφάλαια 128, Φιλοκαλία Β΄, σ. 312 (Γ΄, 57)· Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεό-
δουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 46, Φιλοκαλία Α΄, σ. 148 (188).
2
Φιλοθέου Σιναΐτου, Νηπτικ`α κεφάλαια 34-35, Φιλοκαλία Β΄, σ. 285 (Γ΄, 26).
3
Μτ. 5,21-22.
4
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 119, Φιλοκαλία Α΄, σ. 116 (152). «Αν
θέλεις να γίνεις κυρίαρχος της ψυχής και του σώματος, κόβε πρώτα τις αιτίες των παθών». Οσίου Θα-
λασσίου, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 64, Φιλοκαλία Β΄, σ. 9 (276).
5
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 94 (248). ο άγιος Μάξιμος ακόμη αναφέ-
ρει την ίδια σκέψη: «Θάνατος κυρίως είναι ο χωρισμός από το Θεό, και κεντρί του θανάτου είναι η
αμαρτία. Αυτό το κέντρι αφού δέχθηκε ο Αδάμ, εξορίστηκε από το δένδρο της ζωής, από τον παράδει-
σο και από το Θεό, και ήρθε σαν επακόλουθο κατ’ ανάγκη ο θάνατος του σώματος». Μαξίμου Ομολο-
γητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 93, Φιλοκαλία Β΄, σ. 27 (74).
6
Γεν. 5,5. Ο σωματικός θάνατος σύμφωνα με την άποψη των Πατέρων έχει επιτραπεί από την ευ-
σπλαχνία του Θεού «\ινα ε\υρ?η [εν α[υτ~?ω ]η α
] μαρτία τέλος, \ινα μ`η το κακ`ον α
[ θάνατον ?#η». Γρηγορίου του
Θεολόγου, Λόγος ΛΗ΄, Ε[ις τα Θεοφάνεια ΙΒ΄, PG. 36, 324. Πρβλ. Μ. Βασιλείου, Ότι ο[υκ {εστιν α{ιτιος
τ~ων κακ~ων ο Θεός 7, PG. 31, 345 A: «{\ Ινα μ`η [αθάνατον ]ημ~ιν τ`ην [αρρωστίαν διατηρή?ση».
7
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος τ`ην Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 93 (247).

143
παρξία. Γράφει ο άγιος Μάξιμος: «Όπως το κακό είναι στέρηση του αγαθού
και η άγνοια είναι στέρηση της γνώσεως, έτσι το μη ον είναι στέρηση του ό-
ντος, …και οι στερήσεις του αγαθού και της γνώσεως προέρχονται από την
κακή προαίρεση των δημιουργημάτων» 1 . Επομένως τα αμαρτωλά πάθη δεν
έχουν τη ρίζα τους στη φύση, αλλά στη θέληση του ανθρώπου, αφού το κακό
γενικά δεν γίνεται διαφορετικά πραγματικότητα παρά μόνο με τη θέληση 2 . Ο
άγιος Μάξιμος περιορίζει σε τρία πράγματα εκείνα που μας παρακινούν στα
καλά: τα φυσικά σπέρματα 3 , οι άγιοι άγγελοι και η αγαθή προαίρεση. Παράλ-
ληλα, τρία πάλι είναι εκείνα που μας παρακινούν στα κακά: τα πάθη, οι δαίμο-
νες και η κακή προαίρεση 4 .
Κατά τον ∆ιάδοχο φωτικής το κακό δεν έχει ύπαρξη: «Τό κακόν, ο{υτε
[εν φύσει [εστίν, ο{υτε μ`ην φύσει τις [εστι κακός· κακ`ον γάρ τι ]ο Θε`ος ο[υκ [εποίη-
σεν» 5 . Όταν κανείς επιθυμεί το κακό τότε το ανύπαρκτο αρχίζει και γίνεται
υπαρκτό. Γιατί μέσα στη φύση του ανθρώπου, που δημιούργησε ο Θεός, δεν
υπάρχει τίποτε κακό: «ο[υδ`εν τ~ων ]υπ`ο Θεο~υ κτισθέντων κα`ι γεγονότων [εστί
κακόν» 6 . Γι’ αυτό το λόγο δεν μπορούμε να μιλήσουμε για οντολογία του πά-
θους, αλλά μόνο για φαινομενολογία του 7 .
Κανένα από τα κτίσματα και τα δημιουργήματα του Θεού δεν είναι κα-
κό, λ.χ. δεν είναι κακά τα φαγητά, αλλά η γαστριμαργία· ούτε η παιδοποιία,
αλλά η πορνεία· ούτε τα χρήματα, αλλά η φιλαργυρία. Κανένα από τα όντα και
τα πράγματα δεν είναι κακό· κακό είναι η εσφαλμένη χρήση τους, που οφείλε-
ται στην αμέλεια του νου για την καλλιέργεια των φυσικών δυνάμεων. Γι’ αυ-
τό οι δαίμονες δεν είναι φύσει κακοί, αλλά έχουν γίνει κακοί από κακή χρήση
των φυσικών τους δυνάμεων 8 . Το καλό είναι φύση, ενώ το κακό είναι συνή-
θεια και όπως αναφέρει ο ∆ιάδοχος Φωτικής η φύση του καλού δυνατότερη
και υπερνικά την συνήθεια του κακού· «δυνατωτέρα γάρ [εστιν ]η φύσις το~υ κα-
λο~υ, τ~ης \εξεως το~υ κακο~υ»9 . Το κακό δεν υπάρχει, παρά μόνο όταν το πράτ-
τουμε.
Την αρχή της εμφάνισης των παθών στον άνθρωπο την ανάγουν οι Πα-
τέρες στο γεγονός της πτώσης 10 . Κατά τον Ισαάκ τον Σύρο «]η ψυχή φυσικ~ως
[απαθής [εστίν» 11 . Τα πάθη κατά τον άγιο Ισαάκ θεωρούνται ασθένεια της ψυ-
χής. Χαρακτηριστική είναι η χρήση των λέξεων «[επισυμβάντα» και «[επεισελ-

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 29, Φιλοκαλία Β΄, σ. 31 (80).
2
Καλλιαντέρ, Τ., Πάθη και απάθεια, κατά τον Α [ ββ~α Ισαάκ του Σύρου, [εκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη
1997, σ. 36.
3
Εννοεί ο άγιος με τα φυσικά σπέρματα η εκ φύσεως επιθυμία του ανθρώπου να βοηθά και να ελεεί
τον συνάνθρωπό του.
4
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 32-33, Φιλοκαλία Β΄, σ. 18
(65).
5
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 3, Φιλοκαλία Α΄, σ. 236 (286).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 3, Φιλοκαλία Β΄, σ. 28 (76).
7
Κεσελόπουλου, Α., Τα πάθη και αρετές στη διδασκαλία του Παλαμά, [εκδ. ∆όμος 3 1990, σ. 24.
8
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 4-5, Φιλοκαλία Β΄, σ. 28 (76).
9
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 3, Φιλοκαλία Α΄, σ. 236 (286).
10
Πρβλ. Γρηγορίου του Παλαμά,]Ομιλία 38, PG. 151,484D· Μαξίμου Ομολογητού, Ερωτήσεις και
απαντήσεις προς Θαλάσσιον 61, PG. 90, 628B, και Γρηγορίου Νύσσης, Ε[ις την προσευχήν του Κυρί-
ου, Λόγος 4, PG. 44, 1161C. Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ ακροστιχίδος πάνυ ωφέλιμα 8· 11· 81,
Φιλοκαλία ∆΄, σ. 32· 32· 42.
11
Ισαάκ του Σύρου, Τα ευρεθέντα ασκητικά, Λόγος 83, σ. 317.

144
θόντα» σε σχέση με τα πάθη: «Τ`α πάθη α[ ρρωστεία [εστί τ~ης ψυχ~ης, [επισυμβά-
ντα και [επεισελθόντα τ~?η φύσει, και [εξαγαγόντα τ~ης [ιδίας ]υγείας» 1 . Και ο αγ.
Μάξιμος χρησιμοποιεί τη λέξη «[επεισήχθη» για να δείξει ότι τα πάθη είναι ξέ-
να από τη φύση της ψυχής 2 . Ο άγιος Θεόδωρος Εδέσσης θεωρεί ότι η ψυχή
όταν βρίσκεται στην παρά φύση κατάσταση, τότε είναι εξαγριωμένη και γεμά-
τη με τα αγκάθια των ηδονών, όταν όμως επιστρέψει στο κατά φύση εξημερώ-
νεται και τότε τα θηρία, δηλαδή τα πάθη, που φώλιαζαν μέσα της, θα φύγουν 3 .
Η απάθεια ήταν ιδιότητα της ψυχής πριν την πτώση, αφού το σώμα
πλάστηκε άφθαρτο, αν και ήταν επιδεκτικό της φθοράς 4 . Μετά την πτώση η
ψυχή προσέλαβε την ποιότητα των παθών, ενώ το σώμα εξομοιώθηκε με τα
άλογα κτήνη, από την επίδραση της κατάστασης στην οποία έπεσε και από την
επικράτηση της φθοράς. Η ψυχή δημιουργήθηκε από τον Θεό λογική και νοερή
και από τη στιγμή που πλάστηκε έχει τη δύναμη της επιθυμίας, αλλά και δύνα-
μη θυμική, που της δίνει ανδρεία και την κινεί σε έρωτα. ∆ηλαδή, ο άλογος
θυμός και η ανόητη επιθυμία δεν ήταν στοιχεία που έλαβε κατά τη δημιουργία
της. Όμως μετά την παρακοή, αφού το σώμα έπεσε στη φθορά και απέκτησε
την πυκνή υφή των άλογων ζώων, παρουσιάστηκαν σε αυτό υποχρεωτικά ο
θυμός και η επιθυμία και ενέπεσαν και τα δυο στη φθορά 5 .
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ανάγει δυο πηγές των παθών, τα πάθη
που γεννιούνται από την προαίρεση, και τα πάθη που έχουν την αρχή τους στη
φύση μας 6 . Από τα πάθη που γεννιούνται από την προαίρεσή μας, ελευθερω-
νόμαστε ευκολότερα, παρά από τα πάθη που έχουν την αρχή τους στη φύση 7 .
Στην περίπτωση που τα πάθη είναι στη φύση μας, νοείται η μετά την πτώση
φύση του ανθρώπου 8 . Κατά τον αγ. Παλαμά δεν είναι υπαίτιες οι επιθυμίες
που συντελούν στη ζωή του ανθρώπου, γι’ αυτό και μας συνοδεύουν από την
πολύ μικρή ηλικία 9 . Οι φυσικές κινήσεις για τεκνογονία, επισημαίνονται στα
παιδιά από τη βρεφική ακόμη ηλικία. Αυτά που τα έχουμε «[εκ φύσεως», και
όσα είναι φυσικά, είναι ακατηγόρητα, φτιαγμένα από τον αγαθό Θεό για να τα
χρησιμοποιήσουμε σε αγαθά έργα. Επομένως, δεν είναι δείγματα άρρωστης
ψυχής· γίνονται όμως τέτοια όταν γίνεται κακή χρήση τους. Πριν λοιπόν γίνει
εμπαθής η διάνοια, αν και υπάρχουν εκ φύσεως τα πάθη στα παιδιά, δεν συ-
νεργούν ωστόσο στην αμαρτία. Είναι μόνο για τη συντήρηση της φύσεως, γι’
αυτό και δεν είναι πονηρά. Αλλά επειδή τα σαρκικά πάθη έχουν την αρχή τους
στον εμπαθή νου, από αυτόν πρέπει να αρχίσει και η θεραπεία 10 .
1
Ισαάκ του Σύρου, Τα ευρεθέντα ασκητικά, Λόγος 83, σ. 317.
2
Μαξίμου Ομολογητού, Πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον, διάφορων α [ πόρων τ~ης θείας Γραφ~ης, PG. 90, 269A.
«[επεισχήθη αυτά(τα πάθη) τ~ω ? [αλογωτέρ?ω μέρει προσφυέντα τ~ης φύσεως».
3
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελ`η κεφαλαία7 , Φιλοκαλία Α΄, σ. 305 (Β΄, 13).
4
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 82, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 43 (190).
5
Γρηγορίου Σιναίτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 81, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 42 (189).
6
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 101 (256). «Τ~ων γ`αρ [απ`ο φύσεως [εχό-
ντων τ`ην α[ ρχ`ην παθ~ων τ`α [εκ προαιρέσεως ε[υαπαλλακτότερά ε[ισι». Έχει και άλλες κατηγορίες και υ-
ποδιαιρέσεις των παθών στην διδασκαλία του αγίου Παλαμά. Για διάφορες διακρίσεις παθών Βλ. Κε-
σελόπουλου, Α., Τα πάθη και αρετές στη διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, [εκδ. ∆όμος
3
1990, σσ. 35-43.
7
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 101 (256).
8
Κεσελόπουλου, Α., Τα πάθη και αρετές στη διδασκαλία του Παλαμά, ο\ .π., σ. 25.
9
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 100 (255).
10
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 105 (261).

145
Ο άγιος Μάξιμος διακρίνει δυο τις κατηγορίες των παθών, άλλα από τα
πάθη είναι σωματικά και άλλα ψυχικά. Τα σωματικά πάθη έχουν τις αφορμές
τους από το σώμα, τα ψυχικά από τα εξωτερικά ερεθίσματα. Και τα δυο αυτά
είδη των παθών τα αφανίζουν η αγάπη και η εγκράτεια· η πρώτη τα ψυχικά, η
δεύτερη τα σωματικά 1 . Τα πάθη παρόλη την ποικιλομορφία τους συνδέονται
στενά μεταξύ τους και η σχέση τους έχει αιτιώδη χαρακτήρα 2 . Από τα πάθη,
άλλα ανήκουν στο θυμικό μέρος της ψυχής και άλλα στο επιθυμητικό. Και τα
δυο αυτά είδη κινούνται δια μέσου των αισθήσεων. Και κινούνται τότε, όταν η
ψυχή βρίσκεται έξω από τα όρια της εγκράτειας και της αγάπης. Πολλά πάθη
είναι κρυμμένα στην ψυχή του ανθρώπου και βγαίνουν στην επιφάνεια όταν
παρουσιάζονται τα πράγματι που τα ερεθίζουν 3 .
Ο άγιος Μάξιμος διακρίνει μεταξύ πράγματος, νοήματος και το πάθους.
Το πράγμα για παράδειγμα είναι ο άνδρας, η γυναίκα.. κτλ. Νόημα είναι η α-
παθής ενθύμηση ή η απλή μνήμη κάποιου πράγματος. Πάθος είναι η παράλογη
φιλία ή μίσος ασυλλόγιστο κάποιου από τα προηγούμενα πράγματα. Νόημα
εμπαθές είναι ένας λογισμός σύνθετος από πάθος και νόημα. Ο άνθρωπος, ό-
πως σημειώνει ο άγιος, δεν χρειάζεται να αναλάβει τον αγώνα εναντίον των
πραγμάτων ή των νοημάτων τους, αλλά εναντίον των παθών που συνδέονται
με τα νοήματα των πραγμάτων. Όλος ο πόλεμος επικεντρώνεται στο να χωρί-
σουμε τα νοήματα από τα πάθη και τότε θα απομείνει απαθής ο λογισμός. Αν
χωρίζεται το πάθος από το νόημα, θα τα χωρίσουμε με την αγάπη και την ε-
γκράτεια 4 . Όπως αναφέραμε παραπάνω δεν υπάρχει τίποτε από τα δημιουργή-
ματα του Θεού που να είναι κακό, αφού η κακία προέρχεται από την εσφαλμέ-
νη κρίση των νοημάτων, την οποία ακολουθεί η κακή χρήση των πραγμάτων 5 .
λ.χ. στην περίπτωση της γυναίκας η ορθή χρήση για τη σαρκική επαφή είναι η
γέννηση παιδιών. Εκείνος λοιπόν που απέβλεψε στην ηδονή, έσφαλε στην κρί-
ση του, γιατί θεώρησε το μη καλό ως καλό. Αυτός λοιπόν κάνει κακή χρήση
της γυναίκας, όταν έρχεται σ’ επαφή μαζί της 6 . Επιπλέον ο άνθρωπος δεν έχει
αρνητικά στοιχεία στην ύπαρξή του, αλλά οι κακίες προέρχονται από την κακή
χρήση των δυνάμεων της ψυχής, δηλαδή της λογιστικής και της επιθυμητικής.
Της λογιστικής δύναμης κακή χρήση είναι η άγνοια και η αφροσύνη. Της θυ-
μοειδούς και των επιθυμητικών είναι το μίσος και η ακολασία. Καλή χρήση
τους είναι η γνώση και η φρόνηση, η αγάπη και η σωφροσύνη 7 .
Ο άγιος Θεόδωρος απαντά στην εξής απορία, ποιά από τις δυο, οι εμπα-
θείς έννοιες κινούν τα πάθη ή τα πάθη κινούν αυτές. Κατά τον άγιο, οι εμπα-

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 64, Φιλοκαλία Β΄, σ. 9 (55).
2
Καλλιντέρ. ∆., Πάθη και απάθεια.., σ. 73. Ιδιαίτερα ο άγιος Μάξιμος θεωρεί ότι η φιλαυτία είναι η
μητέρα των παθών, δείχνει τη διαδοχική ανάπτυξη των παθών, την αλληλεπίδραση και την αλληλεξάρ-
τηση των παθών. Βλ. Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 56, Φιλο-
καλία Β΄, σ. 8 (83).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 52, Φιλοκαλία Β΄, σ. 46 (95).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 43, Φιλοκαλία Β΄, σ. 33 (81).
5
«Μην κάνεις κακή χρήση των νοημάτων, για να μην κάνεις κατ’ ανάγκη κακή χρήση και των πραγ-
μάτων. Γιατί αν δεν αμαρτήσει κανείς πρώτα με τη διάνοια, δεν θα αμαρτήσει ποτέ με την πράξη».
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 78-82, Φιλοκαλία Β΄, σ. 24-25
(71).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 17, Φιλοκαλία Β΄, σ. 16 (62).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 3, Φιλοκαλία Β΄, σ. 28 (76).

146
θείς έννοιες είναι εκείνες που κινούνται από τα πάθη. Γιατί αν δεν βρίσκονται
μέσα στην ψυχή τα πάθη, δεν θα την ενοχλούσαν οι εμπαθείς έννοιες 1 . Από τα
πάθη που βρίσκονται μέσα στην ψυχή παίρνουν οι δαίμονες τις αφορμές και
υποκινούν μέσα στην ψυχή τους εμπαθείς λογισμούς2 . Κατόπιν πολεμούν με
αυτούς το νου και τον πιέζουν να δώσει τη συγκατάθεσή του στην αμαρτία.
Αφού νικηθεί, τον οδηγούν στην κατά διάνοια αμαρτία· και όταν αυτή συντε-
λεσθεί, τον οδηγούν αιχμάλωτο στην πράξη. Κατόπιν, αυτοί που με τους λογι-
σμούς ερήμωσαν την ψυχή, αποχωρούν μαζί με αυτούς και μένει στο νου μό-
νον το είδωλο της αμαρτίας3 . Ακαθαρσία της ψυχής είναι το να μην ενεργεί
κατά φύση, οπότε από αυτό γεννιούνται στο νου οι εμπαθείς λογισμοί. Και ε-
νεργεί κατά φύση, όταν οι παθητικές δυνάμεις της, δηλαδή ο θυμός και η επι-
θυμία, μένουν απαθείς κατά την προσβολή των πραγμάτων και των αντίστοι-
χων νοημάτων. Ο νους ενεργεί κατά φύση, όταν έχει στην εξουσία του στα πά-
θη, και εξετάζει τους λόγους των όντων και μένει στο Θεό 4 . Ο καθαρός νους
βλέπει ορθά τα πράγματα 5 . Ακαθαρσία του σώματος είναι η διάπραξη της α-
μαρτίας 6 . Αν ο νους στραφεί προς τον Θεό, έχει δούλο του το σώμα και δεν
του παρέχει τίποτε παραπάνω από ό,τι χρειάζεται για να ζήσει. Αν όμως στρα-
φεί προς τη σάρκα, υποδουλώνεται στα πάθη και φροντίζει πώς να ικανοποιεί
πάντοτε τις κακές επιθυμίες της 7 .

γ. Η μεταμόρφωση των παθών.

Όλες οι φυσικές δυνάμεις και λειτουργίες του ανθρώπου είναι καλές και
χρήσιμες για την προκοπή και την τελείωσή του και δεν χρειάζονται νέκρωση
ούτε αφανισμό, αλλά ανόρθωση και επαναπροσανατολισμό 8 . Ο Νικήτας γρά-
φει ότι αν κανείς δεν μετατρέψει τις δυνάμεις της ψυχής του με επίμονη μετά-
νοια και εντατική άσκηση και δεν τις κάνει έτσι όπως τις έδωσε ο Θεός αρχικά
στον πρωτόπλαστο όταν του εμφύσησε πνοή ζωής, τότε ούτε τον εαυτό του θα
μπορέσει να γνωρίσει, ούτε να αποκτήσει λογισμό κυρίαρχο στα πάθη. Ούτε
ακόμη θα μπορέσει να δει την ψυχή του να καίγεται και να πυρπολείται από
την αγάπη του Θεού, αλλά ούτε να υπερβεί τα όρια της εγκράτειας και να φτά-
νει στην κατάσταση της αναπαύσεως στην οποία φτάνουν οι Άγιοι 9 .
Ο άγιος Μάξιμος μας αναφέρει πως μπορούμε να κατευθύνουμε τα τρία
μέρη της ψυχής μόνο προς τον Θεό. Με το λογικό αντίθετο στην άγνοια, να
κινούμαστε μέσω της γνώσης προς τον Θεό. Με επιθυμία καθαρή από το πά-
θος της φιλαυτίας, να κατευθυνόμαστε με πόθο μόνο προς το Θεό. Και με θυμό
χωρισμένο από την τυραννική διάθεση, να αγωνιζόμαστε να επιτύχουμε μόνο

1
Θεοδώρου επισκόπου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία14, Φιλοκαλία Β΄, σ. 306 (14).
2
Οι εμπαθείς λογισμούς κατά τον άγιο Μάξιμο αντιστοιχούν οι εμπαθείς έννοιες κατά τον άγιο Θεό-
δωρο, που είναι σύνθετες από πάθος και έννοια.
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 31, Φιλοκαλία Β΄, σ. 18 (64).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 45, Φιλοκαλία Β΄, σ. 45 (95).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 97, Φιλοκαλία Β΄, σ. 27 (74).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 35, Φιλοκαλία Β΄, σ. 32 (81).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`α τρίτη 12, Φιλοκαλία Β΄, σ. 29 (77).
8
Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ,\ Ο.π., σ. 68.
9
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντάδα πρακτικω~ν κεφαλαίων 17, Φιλοκαλία Γ΄, σ. (∆΄, 56).

147
το Θεό. Και από αυτά να δημιουργήσομε τη θεία και μακάρια αγάπη 1 . Κατά
τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά ο άνθρωπος μπορεί να κρατήσει σε ισόρροπη θέση
και τις τρεις λειτουργίες της ψυχής και να δίνει σε κάθε δύναμη το πρέπον της,
δηλαδή την εγκράτεια στο επιθυμητικό, την αγάπη στο θυμικό και την διαρκή
στροφή προς το Θεό ή συνεχή νήψη στο λογιστικό. Αυτό είναι κατά τον άγιο
Παλαμά το έργο του νόμου, που επιτελείται στη τριμερή ψυχή 2 .

1. Η φιλαυτία η μητέρα των παθών:


Μεταξύ των παθών ο άγιος Μάξιμος θεωρεί τη φιλαυτία «αρχή και μη-
τέρα όλων των παθών» 3 και η οποία αποτελεί την αιτία κάθε απρόσωπου χα-
ρακτήρα του ψυχοσωματικού ανθρώπου και προξενεί τάσεις αποξένωσης από
τον Θεό και από τον συνάνθρωπο 4 . Όταν αποβάλουμε την επιθυμία της ηδονής
και το φόβο της οδύνης, ελευθερωνόμαστε από την «κακή φιλαυτία» που είναι
«η εμπαθής και παραλογή αγάπη προς το σώμα, την οποία αντιμάχονται η α-
γάπη και η εγκράτεια» 5 και αφού προσλάβουμε στη θέση της κακής την αγαθή
και «νοερή φιλαυτία», η οποία είναι χωρισμένη από τη σωματική στοργή, τότε
λατρεύουμε τον Θεό με αυτή 6 . Ο άγιος Μάξιμος ομιλεί για τη «θεία ηδονή» 7
που έρχεται στο νου από την απάθεια της προαιρέσεως, διότι ο ενάρετος βίος
προκαλεί την απάθεια της προαιρέσεως και όχι της φύσεως. Και στους ύμνους
του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου η απάθεια εμφανίζεται όχι μόνο ως ο-
λοκληρωτική απελευθέρωση από τις σωματικές δουλείες, αλλά επίσης ως αγά-
πη για τις ουράνιες ομορφιές, ως μια «πνευματική ηδονή» 8 . Ο αγ. Συμεών στον
ένατο ύμνο του περιγράφει την κατάσταση εκείνου, ο οποίος έγινε μέτοχος του
αγίου Πνεύματος, ότι αρπάζεται από το φως και τη δύναμη του και υψώνεται
πάνω από τα πάθη, ενώ ταυτόχρονα δεν τον βλάπτει η προσέγγιση τους άλ-
λους 9 . Αξίζει να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι στο ύμνο του, ο λόγος του α-
γίου Συμεών βρίθει από εκφράσεις θείου έρωτος, όπως λ.χ. «κατασπάζεται»

1
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 32, Φιλοκαλία Β΄, σ. 96
(153).
2
Γρηγορίου Παλαμά,] Υπέρ τ~ων ]ιερ~ως ]ησυχαζόντων, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 124 (281). Το ίδιο βλέπουμε
προγενεστέρως κατά τον άγιο Μάξιμο στο κεφάλαια περί αγάπης εκατοντάς τέταρτη 44, Φιλοκαλία
Β΄, σ. 45 (94). Βλ. Κεσελόπουλου, Α., Τα πάθη και αρετές..,\ Ο.π., σ. 66.
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 57, Φιλοκαλία Β΄, σ. 35 (84).
4
Βαρβατσούλια, Γ., «Η θεολογική προοπτική της φιλαυτίας κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητού
και τα παράγωγά της» στο Γ.Π., τευχ. 774, 1998, σ. 590.
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 8, Φιλοκαλία Β΄, σ. 28 (77).
6
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 50, Φιλοκαλία Β΄, σ. 99
(156).
7
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας έκτη 36, Φιλοκαλία Β΄, σ. 154
(216).
8
Krivochéine, Bασ., (Αρχιεπ.), Μέσα στο φως του Χριστού, \ο.π., σ. 458.
9
Συμεών Ν. Θεολόγου, Ύμνος 9,19-43, SC. 156, 226-228. «Ο#υτος [επιθιμι~ων [αν`ηρ τ~ων το~υ πνεύματος,
ο#υτος σώματι σώμασι πλησιάζων δύναται τ~?ω πνεύματι \αγιος ε@ιναι· {εξω γ`αρ κόσμου κα`ι τ~ων σωμάτων
τούτων ο[υδ`ε {ορεξίς [εστι σαρκικο~υ πάθους, α [ λλ’ [απάθειά τις».

148
και «ηδονή», όπου ο άγιος τον διακρίνει και τον αντιπαραβάλλει με την επίγεια
αγάπη 1 .
Οι Πατέρες στη διδασκαλία τους δεν ομιλούν για τη νέκρωση του παθη-
τικού μέρους, διότι η νέκρωση του παθητικού καθιστά τον άνθρωπο ανίκανο
για την επιτέλεση του αγαθού και ανενέργητο όχι μόνο για το κακό, αλλά και
για τις θείες αξίες, τις σχέσεις και τις διαθέσεις. Ο άγιος Μάξιμος ομιλεί για
«άγιο πάθος», χωρίς το οποίο η γνώση των θείων δεν αρκεί να καταπείσει το
νου να καταφρονεί τα υλικά, αλλά μοιάζει με απλό λογισμό αισθητού πράγμα-
τος 2 . Μεταβάλλεται κατ’ ουσία σε «θείο πάθος», το οποίο αντιρροπεί και εξα-
φανίζει το πάθος της σαρκός και εισαγάγει τον πλούτο των αρετών 3 . Ο άγιος
Μάξιμος γράφει ότι η τέλεια ψυχή είναι εκείνη που προσανατολίζει την παθη-
τική δύναμή της προς τον Θεό: «ψυχή [εστι τελεία, #ης η] παθητική δύναμις νέ-
νευκεν ]ολοτελ~ως πρός Θεόν»4 . Η απάθεια συνδέεται στενά με την αγάπη,
πράγμα που δείχνει σαφώς θετικό και δυναμικό περιεχόμενο του όρου. Ο Ευά-
γριος Ποντικός χαρακτηρίζει την αγάπη ως έκγονον της απάθειας 5 , ενώ ο ∆ιά-
δοχος Φωτικής λέγει ότι μόνο η αγάπη είναι σε θέση να παράσχει στον άνθρω-
πο την απάθεια 6 και ο Ιωάννης της Κλίμακος λέγει ότι: «]αγνός [εστίν ]ο {ερωτι
{ερωτα διακρουσάμενος, κα`ι π~υρ πυρ`ι [αΰλ?ω [αποσβέσας» 7 . Με την τέλεια αγά-
πη και την ολοκληρωτική απάθεια διαπλατύνεται ο άνθρωπος σε καθολικό
πρόσωπο, που αγκαλιάζει μέσα του ολόκληρη την ανθρωπότητα και ζει την
ενότητα της ανθρώπινης φύσεως 8 .
Ο Άγιος Μάξιμος αναφέρει δυο είδη πάθους αγάπης· το πρώτο είναι το
αξιοκατηγόρητο πάθος αγάπης, το όποιο απασχολεί το νου με τα υλικά πράγ-
ματα, ενώ το δεύτερο είναι το αξιέπαινο πάθος αγάπης, το οποίο τον δένει με
τα θεία 9 . Το μακάριο πάθος της αγίας αγάπης δεσμεύει το νου με τις πνευματι-
κές θεωρίες και τον πείθει να προτιμά τα άυλα από τα υλικά, και τα νοητά και
θεία από τα αισθητά 10 . Με τον τρόπο αυτό πραγματώνεται το αυθεντικό νόημα
της αγάπης όπως τον κατανόησε ο αγ. Μάξιμος: «Η αγάπη είναι μια αγαθή

1
Krivochéine, Bασ., (Αρχιεπ.), Μέσα στο φως του Χριστού, \ο.π., σ. 459.
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 65, Φιλοκαλία Β΄, σ. 36 (85).
3
Κατά τον αγ. Μάξιμο η αγάπη προς τον Θεό αντικαθιστά τα πάθη και τα διώχνει. «Αν αγαπήσαμε
αληθινά το Θεό, με την αγάπη αυτή διώχνομε τα πάθη μας». Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι
[εγκρατείας ]εκατοντ`ας 50, Φιλοκαλία Β΄, σ. 34 (82). Πρβλ. Μαντζαρίδη, Γ., Παλαμικά, [εκδ. Πουρναρά,
Θεσσαλονίκη, 1998, σ. 217.
4
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 97, Φιλοκαλία Β΄, σ. 40 (89).
5
Ευαγρίου Ποντικού, Κεφάλαια πρακτικά 53, PG. 40,1233B. «Απάθεια ε{ κγονον α [ γάπη· απάθεια δέ
[εστιν {ανθος της πρακτικ~ης».
6
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος α [ σκητικ`ος 89, Φιλοκαλία Α΄, σ. 266 (318). «Ο{υτε γ`αρ α[ πάθειαν α{ λλη
[αρετ`η δύναται περιποι~ησαι τ~?η ψυχ~?η, ε[ι μ`η ]η α
[ γάπη μόνη».
7
Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος 15, PG. 88, 880D. Και ο άγιος ∆ιάδοχος μιλά για την «πυρ`ι
[απαθείας», Λόγος [ασκητικ`ος 17, Φιλοκαλία Α΄, σ. 240 (290).
8
«Ο τέλειος στην αγάπη, που έφτασε στην ακρότητα της απάθειας, δεν γνωρίζει διαφορά δικού του
και ξένου ή δικής του και ξένης ή πιστού και άπιστου ή δούλου και ελεύθερου ή γενικά αρσενικού και
θηλυκού. Αλλ’ επειδή έχει γίνει ανώτερος από την τυραννία των παθών και αποβλέπει στη μια ανθρώ-
πινη φύση, όλους τους θεωρεί ίσους και έχει την ίδια διάθεση απέναντι όλων. Γιατί δεν υπάρχει γι’
αυτόν Έλληνας και Ιουδαίος, ούτε αρσενικό και θηλυκό, ούτε δούλος και ελεύθερος, αλλά όλα και σε
όλα ο Χριστός». Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 30, Φιλοκα-
λία Β΄, σ. 18 (64).
9
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 70, Φιλοκαλία Β΄, σ. 36 (85).
10
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 66, Φιλοκαλία Β΄, σ. 36 (85).

149
διάθεση της ψυχής, η οποία την κάνει να μην προτιμά κανένα από τα όντα πε-
ρισσότερο από τη γνώση του Θεού». Είναι όμως αδύνατο να αποκτήσει κανείς
αυτή τη σταθερή αγάπη όταν έχει «εμπαθή κλίση σε κάτι από τα γήινα» 1 .
Στη νηπτική διδασκαλία των Πατέρων η απάθεια έχει στενή σχέση με
την γνώση και την αγάπη. Μεταξύ των δυο αρετών, της αγάπης και της απά-
θειας υπάρχει άμεση αλληλεξάρτηση 2 . Η απάθεια, η οποία βοηθά τον άνθρωπο
να φτάσει στο επιθυμητό, στη θεογνωσία και τη θεοπτία 3 , μόνο μέσα στα όρια
και στις προϋποθέσεις της αγάπης και της εγκράτεια λογίζεται4 . Γιατί αυτές
καθαρίζουν την ψυχή και ετοιμάζουν την οδό της γνώσης, γράφει ο αγ. Μάξι-
μος: «όταν κριθείς άξιος και λάβεις από τον Θεό μια μερική πνευματική γνώ-
ση, μην αμελείς την αγάπη και την εγκράτεια 5 . Γιατί αυτές καθαρίζουν το πα-
θητικό μέρος της ψυχής και διαρκώς ανοίγουν το δρόμο προς την πνευματική
γνώση» 6 . Ενώ η απάθεια ως πορεία, συμβάλλει στο να φτάσει ο άνθρωπος στο
στόχο της τελείας αγάπης, «Γέννημα της απάθειας είναι η αγάπη, η οποία είναι
εκπλήρωση όλων των εντολών, τις οποίες συνδέει σφιχτά και συγκρατεί» 7 .

2. Η κάθαρση και τήρηση των εντολών:


Η κάθαρση των παθών, όσο εξαρτάται από τον άνθρωπο, είναι αποτέ-
λεσμα της τήρησης των εντολών. Σκοπός όλων των εντολών του Θεού είναι η
καθαρότητα της καρδιάς 8 . Ο άγιος Μάξιμος ανακεφαλαιώνει ότι η απάθεια εί-
ναι αποτέλεσμα της τήρησης των εντολών 9 . Το ίδιο επαναλαμβάνει και ο αγ.
Θαλάσσιος: «Η τήρηση των εντολών του Θεού γεννά την απάθεια» 10 . ∆ια μέ-
σου των εντολών Του, ο Κύριος κάνει απαθείς όσους τις εφαρμόζουν, γράφει ο
άγιος Μάξιμος 11 . Η καλλιέργεια των αρετών δεν τελειώνει με το να φτάσει κα-
νείς στην απάθεια, αλλά συνεχίζεται και μετά, και ο αγ. Μάξιμος επισείει την
προσοχή να μην αμελούνται οι αρετές: «Αν κάποιος έφτασε στα όρια της απά-
θειας δεν πρέπει να αμελήσει τις αρετές, διότι η αρετή που πολυκαιρίζει νε-

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 1, Φιλοκαλία Β΄, σ. 4 (49).
2
«Η κάθαρση της ψυχής είναι απελευθέρωση από τα πάθη. Η απελευθέρωση από τα πάθη γεννά την
αγάπη». Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 78, Φιλοκαλία Β΄, σ.
215 (283).
3
«∆ρόμος για την γνώση είναι η απάθεια και η ταπείνωση· χωρίς αυτά κανείς δεν θα δει τον Κύριο».
Βλ. Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ε] κατοντ`ας τέταρτη 58, Φιλοκαλία Β΄, σ. 46
(96).
4
«ο{υτε γ`αρ α
[ πάθειαν άλλη δύναται α
[ ρετ`η περιποιήσασθαι τ~?η ψυχ~?η, ε[ι μ`η ]η α
[ γάπη μόνη». ∆ιαδόχου
Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 89, Φιλοκαλία Α΄, σ. 266 (318)
5
«Χαλίνωσε τις ορμές της επιθυμίας με την εγκράτεια, και τις ορμές του θυμού με την πνευματική
αγάπη». Οσίου Θαλασσίου, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας 66, Φιλοκαλία Β΄, σ.
208 (276).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 57, Φιλοκαλία Β΄, σ. 46 (96).
7
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 21 και 47, Φιλοκαλία A΄, σ. 307· 311(B΄, 15).
8
Ισαάκ του Σύρου, Άπαντα τα ευρεθέντα ασκητικά, Λόγος 32, σ. 134.
9
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 4, Φιλοκαλία Β΄, σ. 14 (60).
10
Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ε] κατοντάδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας 25, Φιλοκαλία Β΄, σ. 212
(280).
11
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 77, Φιλοκαλία Β΄, σ. 8 (56).
«Ο Κύριος είναι κρυμμένος μέσα στις εντολές Του, και σ’ εκείνους που Τον ζητούν, βρίσκεται ανάλο-
γα με την προθυμία και την εργασία των εντολών». Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 190,
Φιλοκαλία Α΄, σ. (142).

150
κρώνει τα πάθη» 1 . Και ο νους αποβάλλει τα πάθη με την τήρηση των
εντολών2 . Έτσι το αποτέλεσμα της τήρησης των εντολών είναι να γίνονται
απαθή τα νοήματα των πραγμάτων 3 . Γιατί η σημαντικότερη ωφέλεια που προ-
κύπτει από την τήρηση των εντολών είναι η βοήθεια του ανθρώπου στην από-
κτηση των αρετών 4 , οι οποίες αποτελούν τον καθοριστικότερο παράγοντα στον
αγώνα για την κάθαρση από τα πάθη. Κατά τον αγ. Μάξιμο δεν αρκεί στην
ψυχή, για την πνευματική ευφροσύνη της, η υποταγή των παθών, αν δεν απο-
κτήσει τις αρετές με την εκπλήρωση των εντολών 5 . Με αυτό το πνεύμα ερμη-
νεύει ο αγ. Μάξιμος τα λόγια του Κυρίου προς τους μαθητές του 6 : «Μη χαίρε-
τε γάρ, φησίν, ότι τ`α διαμόνια ]υμ~ιν ]υποτάσσεται», δηλαδή τα ενεργήματα των
παθών, «αλλ’ ότι τ`α ονόματα ]υμ~ων [εγράφη [εν ο[υραν~?ω», καθώς μεταγράφηκαν
στο τόπο της απάθειας με τη χάρη της υιοθεσίας μέσω των αρετών. Εφόσον τα
πάθη αποτελούν τις ασθένειες της ψυχής, οι αρετές αποτελούν την υγιή κατά-
στασή της7 . Και είναι κοινή η μαρτυρία των Πατέρων ότι η νίκη στον αγώνα
κατά των παθών κερδίζεται κυρίως με την καλλιέργεια των αρετών· δηλαδή
κάθε πάθος κατανικιέται και αποβάλλεται από την ψυχή με την αντίστοιχη σε
αυτό αρετή και είναι πολύ βασικό στον αγώνα των παθών να γνωρίζουμε ποια
αρετή αντιστοιχεί σε κάθε πάθος και ποια το νικά 8 .
Κατά την διδασκαλία των Πατέρων από το νου εξαρτάται η καλή ή κα-
κή χρήση των νοημάτων. Γιατί την εσφαλμένη χρήση των νοημάτων την ακο-
λουθεί η άπρεπη χρήση των πραγμάτων 9 . Ο νους που δεν απέκτησε ακόμη την
απάθεια είναι σαν ένα πουλάκι δεμένο από το πόδι το οποίο όταν πετάξει, πέ-
φτει στο χώμα, ενώ ο νους όταν προσπαθεί να πετά προς τη γνώση των επου-
ράνιων, τραβιέται από τα πάθη στη γη 10 . Ο νους όταν ασχολείται με τα ορατά,
τα νοεί όπως είναι στη φύση τους δια μέσου των αισθήσεων. Και βέβαια, ούτε
ο νους είναι κακό, ούτε η κατά φύση νόηση, ούτε τα πράγματα, ούτε η αίσθη-
ση, επειδή αυτά όλα είναι έργα του Θεού. Είναι φανερό ότι το κακό είναι το
πάθος που εισέρχεται στην κατά φύση νόηση, και το οποίο μπορεί να μην υ-
πάρχει στα διάφορα νοήματα, αν ο νους είναι άγρυπνος11 .

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 54, Φιλοκαλία Β΄, σ. 46 (96).
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 94, Φιλοκαλία Β΄, σ. 13 (58).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 4, Φιλοκαλία Β΄, σ. 14 (60).
4
«Πρέπει να νοούμε και να ονομάζομαι τις μεν εντολές, ενέργειες, τις δε αρετές, έξεις. Όπως και οι
κακίες κατά προέκταση λέγονται έξεις». Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλι-
μα 35, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 36 (182).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Πρώτη ]εκατοντάδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον 77, Φιλοκαλία Β΄, σ. 63 (116).
6
Λκ. 10,20.
7
Ισαάκ του Σύρου, Άπαντα τα ευρεθέντα ασκητικά, Λόγος 83, σ. 317.
8
Κατά τον Ευάγριο Ποντικό με την ελεημοσύνη θεραπεύεται ο θυμός, με την προσευχή καθαρίζεται ο
νους, και με τη νηστεία καταξηραίνεται η επιθυμία. Ευαγρίου Ποντικού, Περ`ι διακρίσεως παθ~ων κα`ι
λογισμ~ων 3, Φιλοκαλία Α΄, σ. 45 (74). και κατά Μάξιμο «Το θυμικό χαλιναγωγείται με την αγάπη, το
επιθυμητικό μαραίνεται με την εγκράτεια και το λογιστικό με την προσευχή». Μαξίμου Ομολογητού,
Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας 80, Φιλοκαλία Β΄, σ. 49 (99).
9
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 73, Φιλοκαλία Β΄, σ. 23 (70).
«Από την ορθή ή μη ορθή χρησιμοποίηση των πραγμάτων είναι που γινόμαστε ή ενάρετοι ή κακοί».
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 92, Φιλοκαλία Β΄, σ. 13 (58).
10
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 85, Φιλοκαλία Β΄, σ. 12 (58).
11
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 15, Φιλοκαλία Β΄, σ. 72
(62).

151
Ο άγιος Μάξιμος δίνει μια εξήγηση για ποιό λόγο ο νους του ανθρώπου
αντί να ασχολείται με τον Θεό, που είναι ∆ημιουργός όλων των καλών και τα
θείων πραγμάτων ασχολείται με τα κατώτερα και τα χειρότερα, δηλαδή με τα
πάθη της σάρκα. Αυτό συμβαίνει επειδή από τη γέννησή του ο άνθρωπος τα
συναναστράφηκε και τα συνήθισε, ενώ τον Θεό, τον ανώτερο απ’ όλα και πά-
νω από’ όλα, δεν Τον γνώρισε ακόμη τελείως. Αν δε ο νους ασκείται για πολύ
καιρό στην εγκράτεια των ηδονών, σταδιακά θα τον χωριστεί από τη σχέση
του με τα πάθη, οπότε εκτείνεται προς τα θεία και προοδεύει και γνωρίζει τη
θεϊκή αξία του και «\ολον τ`ον πόθον [επ`ι τ`ο θε~ιον μεταφέρει» 1 . Η αιτία των πα-
θών είναι η άγνοια του Θεού 2 .
Εκείνου που ο νους του είναι πάντοτε κοντά στο Θεό, αυτού και η επι-
θυμία του αυξήθηκε πάρα πολύ κι έγινε θείος έρωτας και το θυμικό ολόκληρο
μεταβλήθηκε σε θεία αγάπη 3 . Ο νους που χρονοτριβεί σε κάποιο αισθητό
πράγμα, οπωσδήποτε έχει πάθος για αυτό· και αν δεν το καταφρονήσει δεν
μπορεί να απελευθερωθεί από το αντίστοιχο πάθος 4 . Μεγάλο πράγμα είναι να
μην κινείται κάνεις σε κάποιο πάθος από τα πράγματα· πολύ μεγαλύτερο όμως
είναι να μένει απαθής απέναντι στις φαντασίες των πραγμάτων. Γιατί ο πόλε-
μος των δαιμόνων εναντίον μας με τους λογισμούς, είναι πολύ πιο φοβερός
από τον πόλεμο μέσω των πραγμάτων5 . Η τέλεια απάθεια είναι νοητή ακτη-
μοσύνη, αφού όταν ο νους φτάσει σε αυτήν, εγκαταλείπει τα γήινα 6 .

δ. Η απάθεια.

Η απάθεια είναι ζήτημα όλων των χριστιανών οι οποίοι σκοπεύουν στην


τελειότητα. Η απάθεια κάνει τον πιστό τέλειο άνθρωπο και τον εξομοιώνει με
τον Θεό, γράφει ο Κλήμης Αλεξανδρείας: «[απάθεια καθ’ \ην ]η τελείωσις το~υ
πιστο~υ εξομοιουμένη Θε~?ω» 7 . Κατά τον άγιο Μάξιμο, το μυστήριο της Καινής
∆ιαθήκης κηρύττει τη θεληματική αποξένωση της ψυχής από το σώμα και την
έναρξη της θεϊκής μεταμορφώσεως με τη χάρη του Πνεύματος. Κατά την ερ-
μηνεία του αγίου η πνευματική περιτομή 8 στην Κ.∆. είναι αποκοπή της εμπα-
θούς σχέσης της ψυχής με το σώμα 9 . Η απάθεια κατά τον άγιο Θεόδωρο είναι
συνώνυμη με την «καθαρότητα της καρδιάς» 10 · ή κατά τον ίδιο είναι «]η μακα-
ρία ]αγνεία» 11 η οποία διαφέρει από την εγκράτεια που σημαίνει την αποχή από
την αμαρτία που γίνεται με την πράξη, ενώ η απάθεια ξεριζώνει ολοκληρωτικά

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 71, Φιλοκαλία Β΄, σ. 37 (86).
2
Μαξίμου Ομολογητού, Πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον διάφορων [απορ~ων τ~ης [αγίας Γραφ~ης, PG 90, 257A.
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 48, Φιλοκαλία Β΄, σ. 20 (67).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 2, Φιλοκαλία Β΄, σ. 14 (60).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 91, Φιλοκαλία Β΄, σ. 13 (58).
6
Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας 90, Φιλοκαλία Β΄, σ. 215
(283).
7
Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματε~ις, βιβλίoν VII, PG. 9,517A.
8
Ρωμ. 2,29.
9
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 85, Φιλοκαλία Β΄, σ. 106
(164).
10
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφάλαια 66, Φιλοκαλία Α΄, σ. 315 (Β΄, 24).
11
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφάλαια 25, Φιλοκαλία Α΄, σ. 308 (Β΄, 16).

152
από τη διάνοια την εμπάθεια. Κατά τον Νικήτα Στηθάτο ένας βασιλιάς δεν
χαίρεται τόσο να κομπάζει για τη δόξα και τη βασιλεία του και να καμαρώνει
για τη δύναμη του, όσο ένας μοναχός για την απάθεια της ψυχής του 1 .
Ο άγιος Θεόδωρος θεωρεί την απάθεια ως τον έσχατο σκοπό της άσκη-
σης και αυτός ο κόπος αποδεικνύεται μάταιος αν δεν αξιωθεί ο άνθρωπος να
επιτύχει την απάθεια 2 . Η καθαρότητα της ψυχής είναι προϋπόθεση για να αγ-
γίζει ο άνθρωπος τον Θεό, γράφει ο άγιος Νείλος: «Αν ο Μωυσ~ης προσπαθώ-
ντας να πλησιάσει την φλεγόμενη βάτο εμποδίζεται μέχρι ότου να λύσει το υ-
πόδημα των ποδιών του, που συμβολίζει τα πάθη, δεν είναι δυνατό να θέλει
κανείς να δει τον Θεό, ο οποίος βρίσκεται πάνω από κάθε αίσθηση και έννοια
και να συνομιλήσει μαζί Του, αν δεν απομακρυνθεί πρώτα από κάθε εμπαθή
σκέψη» 3 .
Η απάθεια κατά την ορθόδοξη χριστιανική αντίληψη δεν προσδιορίζεται
με τη νέκρωση των παθών, αλλά με τη μεταστροφή τους σε πόθο του Θεού4 .
Οι άγιοι Ξανθόπουλοι παραπέμπουν στον άγιο Ισαάκ, και τονίζουν ότι απάθεια
είναι όχι να μην αισθάνεται κανείς τα πάθη, αλλά να μην τα δέχεται 5 . Ο άγιος
∆ιάδοχος Φωτικής θεωρεί την απάθεια όχι ως παύση του πολέμου των δαιμο-
νίων κατά του ανθρώπου, διότι τότε πρέπει να φύγει από τον κόσμο, αλλά ενώ
τον πολεμούν, να μένει απολέμητος 6 . Ο άγιος αντιπαραβάλλει την κατάσταση
αυτή με τους σιδερόφρακτους πολεμιστές, οι οποίοι ενώ τοξεύονται από τους
αντίπαλους τους, ακούνε ακόμη και τον ήχο του βέλους, αλλ’ όμως δεν τραυ-
ματίζονται λόγω της στερεότητας πανοπλίας τους.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς κατακρίνει εκείνους που αναγνωρίζουν
την απάθεια ως την έξη της νεκρώσεως του παθητικού μέρους της ψυχής. Η
απάθεια δεν είναι η νέκρωση των ψυχικών δυνάμεων του ανθρώπου, αλλά η
μεταστροφή τους προς την ορθή κατεύθυνσή τους, κατά την έκφρασή του: «]ο-
λικ~ως [απεστραμένου τ`α πονηρ`α κα [επεστραμμένου πρ`ος τα καλά» 7 και η με-
τάθεσή τους: «[επ`ι τ`α κρείττω καθ’ \εξιν [ενέργειαν» και η μεταμόρφωσή τους με
την καλλιέργεια των αγαθών και την απόκτηση των αρετών «]ως τ`ας πονηρ`ας
\εξεις [αποκτησαμένου κα`ι τα~ις [αγαθα~ις πλουτήσαντος». Όπως αναφέρει ο άγιος
Μάξιμος, δεν αρκεί στην ψυχή για την πνευματική ευφροσύνη της η υποδού-
λωση των παθών, αν δεν αποκτήσει τις αρετές με την εκπλήρωση των εντο-
λών 8 . Κατά τον άγιο Θεόδωρο Εδέσσης το επιθυμητικό μέρος της ψυχής ενερ-

1
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατον`ατδα φυσικ~ων κεφαλαίων 80, Φιλοκαλία Γ΄, σ. (∆΄, 101).
2
Θεόδωρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφάλαια 69 και 77, Φιλοκαλία Α΄, σ. 316· 318 (Β΄, 25).
3
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 4, Φιλοκαλία Α΄, σ. 177 (220).
4
«Ότι επιθυμεί κανείς, εκείνο αγωνίζεται να αποκτήσει. Κι από όλα τα αγαθά και επιθυμητή, ασύγκρι-
τη πιο αγαθό και επιθυμητό είναι ο Θεός». Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκα-
τοντ`ας πρώτη 42, Φιλοκαλία Β΄, σ. 7 (52). Ο όρος απάθεια μέσα στα έργα των ασκητικών Πατέρων
και θεολόγων έχει την έννοια της μεταστροφής της ψυχής του ανθρώπου από τα πονηρά πάθη στην
κατά Θεόν έξη. Βλ. Κεσελόπουλου, Α., Τα πάθη και αρετές στη διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του
Παλαμά, [εκδ. ∆όμος 31990, σ. 174.
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 86, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
280 (Ε΄, 109). «]η [απάθεια, ο[υχ`ι τ`ο μ`η α[ισθηθ~ηναι τ~ων παθ~ων [εστιν, [αλλ`α τ`ο μ`η δέξασθαι α[υτά».
6
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 98, Φιλοκαλία Α΄, σ. 271 (324).
7
Γρηγορίου Παλαμά,] Αγιορειτικ`ος τόμος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 192 (356). Για την διδασκαλία του αγίου
Παλαμά για την έννοια της απάθειας Βλ. Κεσελόπουλου, Α., Τα πάθη και αρετές στη διδασκαλία του
αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, [εκδ. ∆όμος 31990, σσ. 174 κ.εξ.
8
Μαξίμου Ομολογητού, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον 77, Φιλοκαλία Β΄, σ. 63 (116).

153
γεί κατά φύση όταν «στρέφεται με ένταση προς την θεωρία αυτή και προς τον
δοτήρα της Χριστό» 1 . Ιδιότητα του λογιστικού μέρους της ψυχής είναι να α-
σχολείται με τη γνώση του Θεού, ενώ του παθητικού (επιθυμητικού και θυμι-
κού) μέρους της, με την αγάπη και την εγκράτεια 2 . Αυτή είναι η τάξη που πρέ-
πει να κρατήσει η ψυχή, να ακολουθεί μόνο τον Θεό, να βρίσκεται μόνο κάτω
από το ζυγό Του και να είναι προσηλωμένη προς Αυτό, διότι είναι πλασμένη
κατ’ εικόνα Του 3 .

1. Η απάθεια ως απαραίτητο εφόδιο της πνευματικής καθοδήγησης:


Είναι απαραίτητο για τον πνευματικό πατέρα περισσότερο από τους άλ-
λους να είναι προχωρημένος ο ίδιος στην απάθεια τη σωματική και την ψυχι-
κή 4 . Ο άγιος Νείλος απορεί πώς μερικοί που ακόμη σκοτίζεται το λογικό τους
από τα πάθη, τολμούν και αναλαμβάνουν τη θεραπεία και προστασία άλλων
ψυχών, χωρίς να έχουν θεραπευτεί ακόμη τα δικά τους πάθη, ώστε να οδηγούν
από τη δική τους νίκη κατά των παθών και τους άλλους στη νίκη. Εκείνος που
θέλει να αναλάβει τη θεραπεία των άλλων πρέπει προηγουμένως να πολεμήσει
τα δικά του πάθη και να γράψει προσεκτικά στη μνήμη του τους τρόπους και
τα μέσα των αγώνων, ώστε έτσι από τις δικές του εμπειρίες για τον πνευματικό
αγώνα, να διδάσκει τους άλλους για να προετοιμάσει γι’ αυτούς μία ευκολότε-
ρη τη νίκη, λέγοντας τους από πιο πριν τις στρατηγικές του συγκεκριμένου πο-
λέμου που πρέπει να επιλέγουν σε κάθε περίσταση5 .
Ο άγιος Πέτρος γράφει ότι οφείλει πρώτα κανείς να αποκτήσει απάθεια
με την αποφυγή πραγμάτων και ανθρώπων και τότε, αν το καλέσει ο καιρός, να
γίνει προϊστάμενος άλλων και να οικονομεί τα πράγματα χωρίς να επισύρει κα-
τάκριση ή να βλάπτεται, καθώς με την έξη της ελευθερίας από εμπαθείς κλί-
σεις φτάνει στην απάθεια και αν έλαβε από τον Θεό την κλήση να σωθούν
πολλοί 6 . Βέβαια η απόκτηση της απάθειας στην περίπτωση του πνευματικού
έχει το αξίωμα της ιεροσύνης αυξάνεται και γίνεται πιο απαραίτητη. Ο άγιος
Θεόγνωστος υπογραμμίζει ότι αν ο πνευματικός καταξιωθεί της θείας και σε-
βάσμιας ιεροσύνης, έχει χρέος αρχικά να θυσιάζει τον εαυτό του με την νέ-
κρωση των παθών και των ηδονών, δηλαδή να αποκτήσει την απάθεια, διότι
μέσω αυτής θα αποκτήσει γλώσσα αγιασμένη και χείλη καθαρά και ψυχή αγνή
μαζί με σώμα αγνό7 . Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος αναφέρει την εμπειρία
ενός ιερομονάχου που του αποκάλυψε ότι: «ο[υδέποτε ε[ λειτούργησα, μ`η [ιδ`ων
τ`ο Πνε~υμα τ`ο Αγιον, καθ`ως α[υτό ε@ιδον [ελθ`ον [επ’ [εμο`ι ο\ τε μ`ε [εχειροτόνουν κα`ι
τ`ην ε[υχ`ην το~υ Ιερέως ο Μητροπολίτης {ελεγε…» 8 .
1
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 23, Φιλοκαλία Α΄, σ. 308 (Β΄, 16).
2
Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 52, Φιλοκαλία Β΄, σ. 213
(281).
3
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 40, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 147
(307).
4
«{ Αλλο ]υπάρχει [απάθεια ψυχ~ης κα`ι \ετερον [απάθεια σώματος· ]η μ`εν γ`αρ κα`ι τ`ο σ~ωμα καθαγιάζει, ]η δ`ε
α[υτ`η μόνη καθ’ ]εαυτ`ην ο[υδ`εν τ`ον κεκτημένον ο[ νίνησιν». Συμεών Ν. Θεολόγου,[ Ηθικός λόγος ∆΄, SC.
129, 12.
5
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 205 (251).
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδωνύμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 100 (170).
7
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 13, Φιλοκαλία Β΄, σ. 257 (329).
8
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 154, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 270 (∆΄,48).

154
Κατά τον άγιο Συμεών μόνο ένας απαθής μπορεί να διδάσκει και να κα-
θοδηγεί πνευματικά γιατί: «ο[υδε`ις ποτ`ε [εμπαθ`ης α [ παθ~ως τ`ας πράξεις τ~ων α
[ -
δελφ~ων διακρίνειν δυνήσεται, ]ως ο[υδ`ε τυφλ`ος δύναται α[ισθητ`α πράγματα κα-
τιδε~ιν, κ}αν [επ`ι χε~ιρας α[υτά κρατ~η» 1 . Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης παραλληλίζει
το γιατρό που απέκτησε την «αναυσία» με τον ηγούμενο που έχει την «απάθει-
α». Ο πρώτος, διότι δεν αισθάνεται αηδία και ναυτία και χωρίς κόπο μπορεί να
επιχειρήσει τη θεραπεία. Ενώ ο δεύτερος γιατί θα μπορέσει να αναστήσει κάθε
νεκρωμένη ψυχή 2 . Ο εμπαθής πνευματικός αποτελεί κίνδυνο για εκείνους που
αναθέτουν τις ψυχές τους στα χέρια του. Γράφει ο άγιος Ιωάννης: «Ο[υκ ε[υθ`ες
λέοντα πρόβατα νέμειν, κα`ι ο[υκ [ασφαλ`ες [εμπαθε~ι {ετι, [εμπαθ~ων {αρχειν» 3 . Ο
άγιος Ιωάννης της Κλίμακος παρατηρεί το εξής: ότι έτυχε για μερικούς που εί-
ναι ακόμη εμπαθείς να γίνουν Γεροντάδες για κάποιους απαθείς, οπότε σιγά-
σιγά, επειδή εντράπηκαν μπροστά στους υποτακτικούς τους, έκοψαν τα πάθη
τους. Έτσι αυτή η διακονία που την άρχισαν εμπαθείς, έγινε αιτία να γίνουν
απαθείς 4 . Αλλά αυτό αποτελεί εξαίρεση και όχι κανόνα.
Η απάθεια που ζητείται από τον άνθρωπο είναι ανθρώπινη και όχι αγγε-
λική, γι’ αυτό το ύψος της είναι ανάλογο προς την ανθρώπινη φύση. Οι άγιοι
Ξανθόπουλοι μιλούν για την «ανθρώπινη απάθεια» 5 , που είναι κατά την έκ-
φραση του αγίου Μαξίμου «μία ειρηνική κατάσταση της ψυχής, κατά την ο-
ποία η ψυχή δύσκολα κινείται προς την κακία» 6 . Την ίδια έκφραση χρησιμο-
ποιεί ο άγιος Θαλάσσιος, ο σύγχρονος άγιος του αγίου Μαξίμου: «η απάθεια
είναι η ακινησία της ψυχής προς την κακία» 7 . ∆ηλαδή η ψυχή έχει την αίσθη-
ση των παθών χωρίς να παγιδεύεται απ’ αυτά. Η απάθεια δεν πρέπει να συγχέ-
εται με την απαλλαγή από τους λογισμούς, διότι πολλές φορές μπορεί κάποιος
να απαλλάσσεται από τους λογισμούς, όταν όμως δεν είναι παρόντα τα πράγ-
ματα, προς τα οποία έχει τα πάθη, μπορεί να φτάσει σε ένα ορισμένο βαθμό
απάθειας ή σε επιμέρους απάθεια 8 . Στην περίπτωση αυτή τα πάθη κρύβονται
μέσα στην ψυχή και όταν εμφανιστούν τα πράγματα, τότε φανερώνεται η ύ-
παρξή τους 9 .

2. Η απόκτηση της απάθειας:


Η απόκτηση της απάθειας διατρέχει ένα μακρύ δρόμο και απαιτεί πολ-
λούς κόπους και αγώνες. Ο άγιος Κάλλιστος διευκρινίζει τη διαφορά μεταξύ
εμπάθειας, ηδυπάθειας, προσπάθειας και απάθειας. Εμπαθής είναι εκείνος που

1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Επιστολή 4, 387-389, Μέσα στο φως του Χριστού, σ. 458. Οι επιστολές 2-4
του αγίου Συμεών δεν έχουν εκδοθεί γι’ αυτό σας παραπέμπω στο: Krivochéine, Bασ., Μέσα στο φως
του Χριστού.
2
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τ`ον ποιμένα 13, PG. 88, 1169 B.
3
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τ`ον ποιμένα 47, PG. 88, 1185D.
4
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τ`ον ποιμένα 41, PG. 88, 1184C.
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 86, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
280 (Ε΄,109). Πρβλ. Γρηγορίου Παλαμά,] Υπέρ ]ησυχαζόντων 1,3,49, σ. 460: «[απάθεια γο~υν [εν [ανθρώ-
ποις ο[υκ [αγγέλων, α
[ λλ’ [ανθρώπων ζητε~ιται».
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 36, Φιλοκαλία Β΄, σ. 6 (51).
7
Οσίου Θαλασσίου, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας 40, Φιλοκαλία Β΄, σ. 207
(275).
8
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 53, Φιλοκαλία Β΄, σ. 46 (95).
9
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 77, Φιλοκαλία Β΄, σ. 37 (87).

155
η αμαρτητική του κλίση είναι ισχυρότερη από το λογιστικό του, ακόμη και αν
δεν αμαρτάνει εξωτερικά. Ηδυπαθής είναι εκείνος που έχει την ενέργεια της
αμαρτίας ασθενέστερη από το λογιστικό του, κι ας κινούνται τα πάθη εσωτερι-
κά. Προσπαθής είναι εκείνος που είναι πιο κοντά στην ελευθερία παρά την
δουλεία των μέσων. Απαθής είναι εκείνος που αγνοεί τη διαφορά όλων
αυτών 1 . Ο άγιος Θεόγνωστος επισείει την προσοχή να μην επιθυμεί ο άνθρω-
πος πρόωρα την απάθεια, για να μην πάθει ό,τι έπαθε ο πρωτόπλαστος, τρώγο-
ντας πριν από την ώρα από το δέντρο της γνώσεως. Επιπλέον ο άγιος προτρέ-
πει να εργάζεται ο άνθρωπος υπομονετικά με γενική εγκράτεια και συνεχή
προσευχή για να διαφυλάξει με την ταπείνωση και την αυτομεμψία εκείνα τα
έργα για τα οποία που εργάστηκε. Και έπειτα από αυτά να περιμένει στον κα-
τάλληλο καιρό τη χάρη της απάθειας. ∆ιότι ο Θεός δεν είναι άδικος και «το~ις
[ορθ~ως βαδίζουσι τ`ην τ~ης [απαθείας [αποκλε~ισαι πύλην ]οπότε δε~ι» 2 . Η απάθεια
εξάλλου παρουσιάζεται ως χάρισμα ή ως αμοιβή, που παίρνει ο άνθρωπος από
το Θεό, και είναι ο ανώτερος σκοπός της πρακτικής φιλοσοφίας και άσκησης.
Γράφει ο άγιος Μάξιμος: «μισθ`ος τ~ης [εγκρατείας ]η [απάθεια» 3 . Παρόλο ότι η
άσκηση και η κακοπάθεια είναι απαραίτητες, η απάθεια παραμένει μια χάρη,
που δίνεται δωρεάν από τον Θεό 4 .
Οι νηπτικοί Πατέρες δεν βλέπουν την απάθεια ως κατάσταση στατική,
αλλά εξελικτική 5 . Ο άγιος Μάξιμος κάνει λόγο για την τετραμερή διάκριση της
απάθειας, κατά την οποία γίνεται αναφορά στην ύπαρξη τεσσάρων βαθμίδων
απάθειας, που ανταποκρίνονται στις βαθμίδες επίτευξης της τελειότητας6 . Έ-
τσι, η πρώτη απάθεια είναι η εισαγωγική, που αναφέρεται στους αρχάριους και
συνίσταται στην τέλεια αποχή από την έμπρακτη αμαρτία. Η δεύτερη βαθμίδα
είναι η τέλεια αποβολή των εμπαθών λογισμών από τη διάνοια, και σε αυτήν
κατατάσσονται οι ενάρετοι. Η τρίτη απάθεια συνιστά την κατάσταση εκείνη
κατά την οποία επιτυγχάνεται η απόλυτη ακινησία των παθών και την κατέ-
χουν οι θεωρητικοί. Η τέταρτη απάθεια είναι η τέλεια απόθεση από τη διάνοια
όλων των αισθητών φαντασιών, η οποία συμβαίνει σ’ εκείνους που με τη γνώ-
ση και τη θεωρία κατέστησαν το νου τους καθαρό και διαφανή ώστε να λει-
τουργεί ως καθρέφτης του Θεού. Οι άγιοι Κάλλιστος και Ιγνάτιος υιοθέτησαν
την κατηγοριοποίηση του αγίου Μαξίμου για την τετραμερή διάκριση της α-
πάθειας7 .

1
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 89, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
282 (Ε΄, 111).
2
Οσίου Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ι] εροσύνης 30, Φιλοκαλία Β΄, σ. 261 (333).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 25, Φιλοκαλία Β΄, σ. 17 (63).
4
«[ Απάθεια [εστιν [ακινησία ψυχής πρ`ος κακία· #ης τυχε~ιν [αμήχανον, α
{ νευ [ελέους Χριστού». Οσίου Θα-
λασσίου, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας 40, Φιλοκαλία Β΄, σ. 207 (275). Ο άγιος
Μάρκος ο Ασκητής που ονομάζει την απαλλαγή από τα πάθη με την «ειρήνη», η οποία χωρίς την ε-
νέργεια του Αγίου Πνεύματος δεν υπάρχει. Μάρκου Ασκητή, Περ`ι πνευματικο~υ νόμου 192, Φιλοκαλία
Α΄, σ. 107 (142).
5
Κεσελόπουλου, Α., Πάθη και αρετές στη διδασκαλία του Παλαμά, \ο.π., σ. 181.
6
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας πέμπτη 51-52, Φιλοκαλία Β΄, σ.
136-7 (196).
7
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 86, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
281(Ε΄, 110).

156
Κατά τον Νικήτα Στηθάτο, όταν τα τρία μέρη της ψυχής στέκονται και
κινούνται κατά φύση, δηλαδή υγιώς ακόμη και αν δεν ξεφεύγουν από τη φυσι-
κή τους βάση, κάνουν τον άνθρωπο θείο και θεόμορφο. Αν όμως παρεκτρα-
πούν από το εύλογο στο παρά φύση και μετακινηθούν από τα φυσικά τους όρι-
α, τότε κάνουν τον άνθρωπο πολύμορφο και σύνθετο από πολλές αντικρουό-
μενες ιδιότητες 1 .
Κατά τον Νικήτα Στηθάτο, η απάθεια έχει δυο κατηγορίες ανάλογα με
την πνευματική κατάσταση της ψυχής, η πρώτη απάθεια και η δεύτερη ή τε-
λειότερη 2 . Η πρώτη απάθεια προέρχεται από την ολοκλήρωση της ασκητικής
πράξης και νοείται ως το τέρμα της επιστροφής στην ορθή αφετηρία του αν-
θρώπου, εφόσον νεκρώνει τα πάθη και κάνει αδρανείς τις ορμές της σάρκας,
ενώ κάνει τις δυνάμεις της ψυχής να κινούνται «κατά φύση» και αποκαθιστά
το νου στην προσεκτική μελέτη των θείων. Η δεύτερη και τελειότερη απάθεια
έρχεται έπειτα από την αρχή της φυσικής θεωρίας, αφού από τη νοερή ησυχία
των λογισμών ανυψωθεί στην ειρηνική κατάσταση του νου, τον κάνει εξαιρε-
τικά διορατικό στα θεία πράγματα και προορατικό στα ανθρώπινα πράγματα
που έρχονται από μακριά και θα γίνουν στο μέλλον3 .
Η απόκτηση της απάθειας παρότι είναι δύσκολο ζήτημα, είναι όμως ε-
φικτή και απαραίτητη σε κάθε εποχή, γι’ αυτό υπήρξαν απόψεις που αμφισβη-
τούν την απόκτησή της. Ο άγιος Συμεών δηλώνει πως είναι δυνατό να φτάσει
κανείς στην απάθεια, όσο και αν τη θεωρεί σαν ένα σπάνιο φαινόμενο. Λέγει:
[ παθε~ις» 4 . Ο Συμεών λοιδορεί αυτούς που δεν κα-
«πολλο`ι μ`εν \αγιοι, [ολίγοι δ`ε α
ταλαβαίνουν πως ο Χριστός μας έδωσε την απάθεια 5 . Το ίδιο αναφέρει ο αγ.
Πέτρος ο ∆αμασκηνός, λέγοντας: «δεν είναι δυνατόν να γίνουν όλοι απαθείς,
δεν είναι όμως αδύνατο να σωθούν όλοι και να συμφιλιωθούν με τον Θεό» 6 . Ο
άγιος Συμεών απαντά στους συγχρόνους του, οι οποίοι θεώρησαν την απάθεια
ως αντίθετη με την αδυναμία της ανθρώπινης φύσης και ότι είναι αδύνατο να
φτάσει κανείς στην απάθεια ως εξής: εφόσον ο καθένας κρίνει τους άλλους
από τη δική του κατάσταση, είτε έχει αρετή, είτε κακία και η στάση του
προέρχεται από την απειρία του στην απάθεια, έτσι ώστε εκείνος που δεν έχει
πλησιάσει τα όρια της απάθειας δεν μπορεί να την κατανοήσει: «Ο μ`η γεγον`ως
[απαθής, ο[υδ`ε ότι {εστιν [απάθεια ο@ιδεν· [αλλ’ ο[υδ`ε πιστεύει είναι τινα τοιο~υτον
[επ`ι τ~ης γ~ης» 7 . Ο άγιος επιβεβαιώνει ότι ακόμη και στην εποχή του υπήρξαν
χριστιανοί που έφτασαν σε αυτό βαθμό της κάθαρσης της καρδιάς8 . Το ίδιο
δίλλημα αντιμετώπισε ο αγ. Παλαμάς με τον Βαρλαάμ, ο οποίος δεν έχει ζήσει
την πατερική απάθεια και την συγχέει με τη φιλοσοφική απάθεια. Το σημείο
που δεν μπορεί να κατανοήσει, εκφράζεται στο εξής ερώτημα: «π~ως δ’ }αν ε{ιη

1
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 17, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 277 (∆΄, 56).
2
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 85, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 320 (∆΄, 103).
3
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 89, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 294 (∆΄, 76).
4
Συμεών Ν. Θεολόγου,[ Ηθικός λόγος ∆΄, SC. 129, 12.
5
Συμεών Ν. Θεολόγου, Ύμνος 15, 218-219, SC. 156, 294. «κα`ι βλασφημε~ις ε[ις τ`ον Χριστόν, τ`ον ]ημ~ιν
]ενωθέντα, κα`ι δόντα τ`ην [απάθειαν δούλοις α[υτο~υ ]αγίοις;».
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι διαφορ~ας λογισμ~ων και προσβολ~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 109
(180).
7
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 57, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 246 (∆΄, 23)
8
Krivochéine, Bασ., Μέσα στο φως του Χριστού, \ Ο.π., σ. 449.

157
[απαθ`ης ]ο τ`ο παθητικ`ον το~υτ’ {εχων [ενεργόν, [αλλ`α μ`η καθ’ \εξιν νέκρωσιν α[υτο~υ
τελέως [εξεργασάμενος;» 1 .
Οι Πατέρες θεωρούν την απάθεια ως ανάσταση πρώτιστα της ψυχής και
κατόπιν του σώματος. Έτσι ο άγιος Ιω. Καρπάθιος παραλληλίζει την κατάστα-
ση εκείνου που απέκτησε την απάθεια με τη βάτο στην Π.∆., που ενώ την τύλι-
γε η φλόγα δεν την έκαιγε. Έτσι και εκείνοι που έλαβαν το χάρισμα της απά-
θειας, αν και έχουν πολύ βαρύ και θερμό σώμα, καθόλου δεν ενοχλεί, ούτε
βλάπτει τη σάρκα ή το νου η θερμότητα του σώματος 2 . Ο άγιος Συμεών περι-
γράφει αυτή την κατάσταση ως εξής:

Ο#υτος [επιθιμι~ων [αν`ηρ τ~ων το~υ πνεύματος,


ο#υτος σώματι σώμασι πλησιάζων
δύναται τ~?ω πνεύματι \αγιος ε@ιναι3 .

Η απάθεια έχει τη δυνατότητα να κάνει τον πνευματικό μιμητή του


Θεού, όσο είναι δυνατό σε άνθρωπο, αφού ο άνθρωπος κυριαρχήσει στα πάθη
και αποκτήσει έξη σ’ αυτή 4 . Ο Θεός, εκ φύσεως είναι αγαθός και απαθής. Γι’
αυτό όλους τους αγαπά εξίσου, τον ενάρετο τον δοξάζει, ενώ τον κακό τον ε-
λεεί λόγω της αγαθότητάς Του. Έτσι και ο καλοπροαίρετος και απαθής άνθρω-
πος, όλους τους ανθρώπους τους αγαπά εξίσου. Τον ενάρετο για την ανθρώπι-
νη φύση του, και για την καλή προαίρεσή του, τον κακό τον ελεεί και σαν συ-
νάνθρωπό του και από συμπάθεια 5 . Εκείνος που κατέκτησε την κατάσταση της
απάθειας, δεν κάνει διάκριση ανάμεσα ενάρετους και αμαρτωλούς 6 .
Ο πνευματικός που εξετάζει και αναφέρει χωρίς πάθος τα αμαρτήματα
κάποιου αδελφού, το κάνει ή για να τον διόρθωσει, ή για να ωφελήσει κάποιον
άλλον. Εκτός από αυτές τις δυο περιπτώσεις αυτό σημαίνει ότι το κάνει ή να
τον υβρίσει, ή να τον εξευτελίσει 7 . Κατά τον αγ. Νικήτα εκείνος που ελευθέ-
ρωσε τα μέλη του από τη δουλεία των παθών και τα υποδούλωσε στην αρετή,
αυτός πλησίασε τον αγιασμό του Αγίου Πνεύματος και ο ίδιος γίνεται νόμος
της Εκκλησίας και δεν εξουσιάζεται από νόμο 8 . Όσο καθαρίζεται η ψυχή από
τα πάθη, Τάσο θα αξιώνεται τη θεία λάμψη 9 .
Ένα από τα σημαντικά χαρακτηριστικά της απάθειας είναι η αληθινή
διάκριση 10 . Ένας πνευματικός υποδουλωμένος στα πάθη δεν μπορεί να διακρί-
νει τις πράξεις των άλλων, ούτε μπορεί να συστήσει τα κατάλληλα μέσα θερα-
πείας. Όμως εκείνος που πλησίασε τα σύνορα της απάθειας, αποκτά αγαθή α-

1
Γρηγορίου Παλαμάς,[ Υπέρ ]ησυχαζόντων 2,2,19, Συγγράμματα Α΄, σ. 526. Πρβλ. Κεσελόπουλου, Α.,
πάθη και αρετές στη διδασκαλία του Παλαμά, \ο.π., σ. 176.
2
Ιωάννη Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 3, Φιλοκαλία Α΄, σ. 276 (329).
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Ύμνος 9,19-21, SC. 156, 226.
4
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ξ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 145 (218).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 25, Φιλοκαλία Β΄, σ. 5 (51).
6
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 44, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 308 (∆΄, 91).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 72, Φιλοκαλία Β΄, σ. 37 (86).
8
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 91, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 352 (∆΄, 138).
9
Οσίου Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ι] εροσύνης 9, Φιλοκαλία Β΄, σ. 256 (329).
10
Οσίου Θαλασσίου, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης α [ γάπης 43, Φιλοκαλία Β΄, σ. 207 (275). «Ανταμοι-
βή της εγκράτειας είναι η απάθεια, η απάθεια γεννά τη διάκριση». Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης
κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 25, Φιλοκαλία Β΄, σ. 17 (63).

158
ντίληψη για όλους, σκέφτεται πάντοτε καλά για όλους, όλους τους θεωρεί αγί-
ους και αγνούς κι έχει ορθή κρίση για τα θεία και τα ανθρώπινα πράγματα 1 .
Όταν η ψυχή ανακουφιστεί από την επίμονη ενόχληση των εμπαθών λογισμών
και μαραθεί η τυραννική φλόγα της σάρκας, τότε γνωρίζει ότι ήρθε μέσα της
το Άγιο Πνεύμα αναγγέλλοντας την άφεση των προηγουμένων αμαρτιών και
χαρίζοντάς της την απάθεια 2 .
Ο αγώνας κατά των παθών και η απαλλαγή από αυτά δεν αποτελούν για
την Εκκλησία αυτοσκοπό. Αποβλέπουν στο να αναδυθεί από αυτά το όντως
πρόσωπο, να επανενωθεί η κατατεμαχισμένη φύση, και να ξαναβρεί ο άνθρω-
πος τη σωστή του σχέση με το Θεό, με τους άλλους ανθρώπους και με την υλι-
κή φύση 3 . Η ακρίβεια της Εκκλησίας απαιτεί να είναι ο πνευματικός απαθής,
να είναι προχωρημένος σε προοδευμένο βαθμό απελευθέρωση από τα πάθη.
Ταυτόχρονα όμως, επειδή γνωρίζει τις ανάγκες και τις ελλείψεις κάθε εποχής,
οι αρχιερείς αναθέτουν το διακόνημα της πνευματικής πατρότητας σύμφωνα
με τη διδασκαλία του αγίου Νικοδήμου, τουλάχιστον στους εμπειρότερους και
γεροντότερους από τους ιερείς: «και τούτους νά καθιστ~ωσι πνευματικούς· [ε-
πειδή α[υτο`ι δια την ]ηλικίαν, ε@ιναι κα`ι [εμπειρότεροι ε[ις τ`ην γν~ωσιν, κα`ι τ`α πάθη
{εχουν ]οπωσο~υν καταδαμασμένα»4 . Αλλά δεν αποκλείει και τους νεωτέρους, αν
αυτοί διαθέτουν αρετή και φρόνηση γεροντική. Με τα όλα αυτά θέλουμε να
υπογραμμίσουμε την αλήθεια ότι η απάθεια είναι κατά πάντα μια φυσική κα-
τάσταση· είναι «υγεία της ψυχής» 5 , η μεταμόρφωση του παθητικού και η επα-
ναφορά του στην κατά φύση ζωή. Και είναι ζήτημα απαραίτητο για τον άν-
θρωπο που επιθυμεί να ασκεί το έργο της καθοδήγησης των ψύχων.
Ο απαθής πνευματικός είναι άνθρωπος που δεν απέχει απλώς από την
αμαρτία, αλλά έφτασε να είναι ελεύθερος και από την επιθυμία της 6 . Ο εμπα-
θής οδηγός αδυνατεί να βοηθήσει το ποίμνιο στον αγώνα κατά των παθών, για-
τί του λείπει η πείρα και η θεία χάρη. Η αναγκαιότητα της απάθειας στο έργο
του πνευματικού πατέρα την επεξηγήσει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο
Εξομολογητάριον. Ο πνευματικός, αν και είναι εξομολόγος, μέσα στην εξομο-
λόγηση έρχεται αντιμέτωπος με το να ακούσει πολλές αισχρές αμαρτίες των
ανθρώπων και τόσους μολυσμούς των παθών τους, γι’ αυτό χρειάζεται να είναι
κατά την έκφραση του αγίου μας «]ωσάν ]ηλιος άπαθής» 7 . Ο γέρων Σωφρόνιος
περιγράφοντας την εμπειρία του σε θέματα εξομολόγησης, λέγει ότι είναι δυ-
νατό τα πάθη των άλλων, όταν έρχονται σε επαφή με τη ακοή, να επηρεάζουν
την πνευματική κατάσταση του πνευματικού: «Κατ’ [αρχάς ]ο ίδιος ]ο πνευματι-
κός, δέν [αντιλαμβάνεται τί συμβαίνει· τελε~ι [εν [απορία: ∆ιά τί [εκ νέου καί μά-
λιστα πλε~ιον }η πρότερον προσβάλλεται ]υπό παθ~ων, πολλά τ~ων ]οποίων δέν [ε-
1
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 90, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 295 (∆΄, 76).
2
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 57, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 286 (∆΄, 66).
3
Ζηζιούλα, Ιω., (Μητρ), Νόσος και θεραπεία στην Ορθόδοξη Θεολογία, Εισήγηση στην Ημερίδα
«Θεολογία και Ψυχιατρική σε διάλογο». [εκδ. Αποστολική ∆ιακονία 1999, σ. 153-154.
4
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον,\ Ο.π., υποσημ. σ. 21. Πρβλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.),
«Ο πνευματικός πατέρας» στο Το μυστήριο της ιερωσύνης, πρακτικά Ζ΄ πανελλήνιου λειτουργικού
συμπόσιο στελεχών ιερών μητροπόλεων, Σεπτεμβρίου 2005, σ. 207.
5
Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης 2, Φιλοκαλία Β΄, σ. 211 (279).
6
«[ Εκε~ινος τελείαν {εχει α
[ πάθειαν, ]ο μηδ`ε πρ`ος τ`α πράγματα πάσχων, μηδ`ε πρ`ος τ`ας μνήμας α[υτ~ων».
Οσίου Θαλασσίου, Τρίτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης 42, Φιλοκαλία Β΄, σ. 219 (287).
7
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 19.

159
γνώριζεν ε[ις το παρελθόν; Βραδύτερον μόνον [αναγνωρίζει \οτι ε[ισ~ηλθεν ε[ις τ`ον
[αγ~ωνα διά τήν ζωήν τ~ων {αλλων» 1 .

4. Η διάκριση ως κριτήριο πνευματικής προόδου και ποιμαντικής


ευθύνης:

α. Η προτεραιότητα της διάκρισης.

∆εν υπάρχει αμφιβολία ότι το χάρισμα της διάκρισης κατέχει μία


σημαντική θέση στην ορθόδοξη πνευματικότητα γενικά και στο έργο του
πνευματικού πατέρα ιδιαίτερα. Οι Πατέρες, ιδιαίτερα οι λεγόμενοι νηπτι-
κοί, της πλέκουν τα ωραιότερα εγκώμια, γιατί την έχουν μελετήσει σε όλες
τις διαστάσεις της. Τη θαυμάζουν και την εγκωμιάζουν για το απέραντο
μεγαλείο που περικλείει. Αγωνίζονται και συναγωνίζονται, όχι τόσο στην
περιγραφή, όσο στην υπαρξιακή βίωσή της.
«Μείζων πασ~ων τ~ων α [ ρετ~ων» 2 , χαρακτηρίζει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος την
αρετή της διάκρισης. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος την τοποθετεί προς την
κορυφή της κλίμακας των αρετών και τη διαιρεί σε τρείς κατηγορίες: α) των
αρχαρίων, που είναι η ορθή επίγνωση του εαυτού τους, β) των μεσαίων, που
είναι η νοερή αίσθηση με την οποία διακρίνει κανείς χωρίς λάθη το πραγματι-
κό αγαθό από το φυσικό αγαθό και από το αντίθετο του κακό, και γ) των τε-
λείων, που είναι η γνώση που προέρχεται από θεϊκή έκλαμψη3 .
Ο Άγιος Κασσιανός εγκωμιάζει πάρα πολύ τη διάκριση και αναφέρει
απόψεις των παλιών Πατέρων σχετικά με αυτό το χάρισμα. Ο Άγιος θεωρεί ότι
έχει μια ηγετική θέση μεταξύ των αρετών: «\ητις μεταξ`υ τ~ων λοιπ~ων [αρετ~ων,
[ακρόπολίς τις και βασιλ`ις τυγχάνει» 4 . Ο άγιος Ιωάννης ο ∆αμασκηνός επανα-
λαμβάνει το ίδιο ρητό: «Μείζων γ`αρ πασ~ων τ~ων α [ ρετ~ων ]η διάκριση·]ως βασί-
λισσα ο@υσα και [αρετ`η τ~ων [αρετ~ων» 5 . Ο Άγιος αναφέρει ένα γεγονός από τη
ζωή του Μ. Αντωνίου κατά το οποίο είχαν μαζευτεί γέροντες κοντά του συζη-
τώντας για την τέλεια αρετή και καθένας από αυτούς, όπως το σκεφτόταν ο
νους του, έλεγε τη γνώμη του. Τελευταίος αποκρίθηκε ο Μ. Αντώνιος συμφω-
νώντας ότι όλες οι αρετές είναι αναγκαίες και συμφέρουσες για εκείνους που
αναζητούν τον Θεό, αλλά κατά τη δική του γνώμη και κατάληξη έχει τα πρω-
τεία μία μόνο αρετή, η διάκριση. Η γνώμη του προέρχεται από την εμπειρία
του. Αφού ανέφερε πολλά παραδείγματα, λέγοντας ότι ενώ πολλοί με κόπους
και άσκηση κατόρθωσαν διάφορες αρετές, επειδή όμως δεν είχαν τη διάκριση,
ξέπεσαν αξιολύπητα από την αρετή και γλίστρησαν στην κακία. Η διάκριση

1
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, σ. 240. Μια εμπειρία την περιγράφει ο π. Αντώνιος μετά
την πρώτη φορά που ασκεί το έργο του εξομολογητή, λέγει «Τα τρία πρώτα εικοσιτετράωρα δεν μπο-
ρούσα να κλείσω μάτι απ’ αυτά που άκουσα…ήταν φοβερό. έκτοτε ό,τι ακούω το ξεχνώ… Πρώτη
φορά άκουσα τέτοιες αμαρτίες. Με είχαν εντυπωσιάσει, με είχαν αναστατώσει. Αλλά εδώ είναι νομίζω
που μπαίνουμε στη σφαίρα του μυστηρίου και της χάριτος». Βλ. Ρωμαίο, Α., (π.), «Ψυχανάλυση και
εξομολόγηση» στο Σύναξη 1988, σ. 55.
2
Ισαάκ του Σύρου, Ασκητικά, λόγος 7, σ. 33.
3
Ιωάννου του Συναΐτου, Κλίμαξ, λόγος 26, Περ`ι διακρίσεως, PG 88, 1013-1036.
4
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 84 (115).
5
Ιωάννη ∆αμασκηνού, Λόγος ψυχωφελ`ης κα`ι θαυμάσιος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 237 (306).

160
διδάσκει τον άνθρωπο ν’ αφήνει τις υπερβολές και από τα δύο μέρη και να βα-
δίζει το βασιλικό δρόμο 1 .
Έτσι η διάκριση προηγείται όλων των άλλων αρετών, γιατί κάθε πράγμα
έχει ανάγκη από διάκριση, για να γίνει ορθά. Η διάκριση ονομάζεται και είναι
το φως και γι’ αυτό πριν από κάθε λόγο και έργο έχουμε ανάγκη από αυτό το
φως. Κατά την ερμηνεία του αγίου Πέτρου, ο Θεός στη δημιουργία Του κατά
την πρώτη και κύρια ημέρα δημιούργησε το φως, για να μη μείνουν σκοτεινά
όσα θα γίνονταν έπειτα και να είναι σαν να μην υπάρχουν 2 .
Η διάκριση χαρακτηρίζεται ως το μάτι της ψυχής και το λυχνάρι 3 , αφού
εξετάζει όλες τις πράξεις του ανθρώπου, διακρίνει και ξεχωρίζει κάθε τι κακό
και μη αρεστό στον Θεό και απομακρύνει την πλάνη 4 . Η διάκριση οικοδομεί
αριστοτεχνικά το σπίτι της ψυχής, καλλιεργεί και βελτιώνει τον έσω άνθρωπο 5 .
Είναι ο φρουρός και ρυθμιστής όλων των αρετών και χωρίς αυτήν δεν συγκρα-
τείται η αρετή ή δεν μένει σταθερή μέχρι το τέλος, επειδή η διάκριση είναι
μητέρα και φύλακας όλων των αρετών 6 . Αν θέλουμε τελικά να συνοψίσουμε
με μια φράση τί είναι η διάκριση, μπορούμε να πούμε ότι «Η διάκριση είναι
πηγή και ρίζα και κεφαλή και σύνδεσμος όλων των αρετών».
Η Βίβλος από την αρχή αναφέρει ότι ο άνθρωπος οφείλει να επιλέξει
ανάμεσα στο καλό και στο κακό 7 . Και όταν παραμελεί τη θεία φωνή και ακού-
ει τη φωνή της πλάνης, τότε πέφτει και διώχνεται έξω 8 . Γι’ αυτό πάντα ο άν-
θρωπος έχει ανάγκη ενός κριτήριου να χρησιμοποιεί για να διακρίνει τη μία
φωνή από την άλλη. Στην Π. ∆ιαθήκη υπήρξαν οι Προφήτες, που ανέλαβαν
αυτόν το ρόλο. Τα βιβλία της σοφιολογικής Γραμματείας δεν γράφηκαν παρά
για να διδάσκουν πως να διακρίνει ο άνθρωπος τη φωνή της σοφίας από εκείνη
της τρέλας, εκείνη των δικαίων από εκείνη των ασεβών 9 . Ο άγιος Μάξιμος ερ-
μηνεύοντας το χωρίο του προφήτου Ησαΐα στο οποίο αριθμούνται τα πνευμα-
τικά χαρίσματα 10 , εξηγεί ότι το πνεύμα της βουλής είναι η έξη της διακρίσεως,
σύμφωνα με την οποία πράττουμε με λόγο τις θείες εντολές και διακρίνουμε τα
καλύτερα από τα χειρότερα 11 . Σε επιστολές της Κ.∆. εμφανίζεται ακόμη και η

1
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 86 (117). «Έλεγε ο Μ.
Αντώνιος: υπάρχουν μερικοί που κατέτριψαν τα σώματά τους με άσκηση και όμως, επειδή δεν είχαν
διάκριση, ευρέθηκαν μακριά από τον Θεό». Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Αντωνίου 8, σ. 46.
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ``ι διακρίσεως [αληθο~υς, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 72 (140).
3
«Κα`ι γ`αρ ο[ φθαλμός τις τ~ης ψυχ~ης κα`ι λύχνος, ]η διάκρισις ]υπάρχει». Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος
πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 86 (117).
4
Ο γέρων Πορφύριος στα τελευταία του χρόνια μολονότι ήταν τυφλός, έβλεπε όπως έλεγε, με τα μά-
τια της ψυχής εκείνα που δεν μπορούν να τα βλέπουν τα σαρκικά μάτια. «Με τα μάτια τα σαρκικά
βλέπεις τα πράγματα εξωτερικά. Με τα μάτια της ψυχής βλέπεις πιο βαθιά. Εσείς βλέπετε εξωτερικά,
εγώ βλέπω και πώς είναι εσωτερικά. Βλέπω και διαβάζω την ψυχή του άλλου». Γέροντος Πορφύριος
Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, \ο.π., σ. 502.
5
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 86 (117).
6
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 86 (118).
7
Γεν. 2,17.
8
Γεν. 3,23.
9
Spidlik, T., Η πνευματικότητα του ανατολικού χριστιανισμού, σ. 320.
10
Ησ. 11,2-3.
11
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια ]εκατοντ`ας Πέμπτη 39, Φιλοκαλία Β΄, σ. 134 (193).

161
φράση «διάκρισης των πνευμάτων» 1 , η οποία με την προφητεία απαριθμούνται
ως «χαρίσματα» του Αγίου Πνεύματος και συνδέονται μεταξύ τους 2 .
Οι Πατέρες αναφέρουν πολλά παραδείγματα από την Αγία Γραφή για
να αποδείξουν πόσο είναι σημαντικό να ρωτά κανείς τους μεγάλους και να μην
εμπιστεύεται τη γνώμη του. Στην Π.∆. ο δίκαιος Σαμουήλ παρόλο που αφιε-
ρώθηκε από νήπιο στον Θεό και αξιώθηκε να συνομιλεί μαζί Του, όμως δεν
πίστεψε στο λογισμό του, αλλά μετά από μια και δύο φορές που τον κάλεσε ο
Θεός, τρέχει προς τον γέροντα Ηλεί και παίρνει οδηγίες πώς να αποκρίνεται
στον Θεό 3 . Άλλο παράδειγμα, ο Απόστολος Παύλος, μολονότι τον κάλεσε ο
Ίδιος ο Χριστός και συνομίλησε μαζί του, και ενώ μπορούσε να ανοίξει απευ-
θείας τα μάτια του, όμως τον στέλνει στον Ανανία και τον διατάζει να μάθει
από αυτόν την οδό της αλήθειας 4 , διδάσκοντας με αυτόν τον τρόπο να ακο-
λουθούμε την οδηγία των προοδευμένων. Από όλα αυτά βλέπουμε ότι δεν είναι
μικρό, ούτε γήινο το δώρο της διάκρισης, αλλά πολύ μεγάλο δώρο της θείας
χάριτος.
Κατά τον άγιο Αντώνιο, ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο βασικά το λογικό,
για να διακρίνει εκείνα που συμφέρουν στην ψυχή του 5 , αλλά επειδή δεν
προέρχονται όλα από το πνεύμα του Θεού, γι’ αυτό πρέπει να δοκιμαστούν τα
πάντα 6 · να διακρίνει τι είναι [εκ του Θεού και τι είναι ε[ κ του πονηρού. Γιατί
είναι εύκολο να πέσει κανείς από δεξιών, αφού ο Σατανάς μπορεί, όπως λέγει ο
Απόστολος, να «μετασχηματίζεται ε[ις {αγγελον φωτός» 7 · και μπορεί να ξεγε-
λάσει τους πνευματικούς αγωνιστές, αφού «ο[υ γ`αρ α[υτο~υ τ`α νοήματα [αγνο-
ο~υμεν». Και δεν είναι παράξενο οι λογισμοί που προέρχονται από αυτόν να
φαίνονται σαν ενάρετα νοήματα στους απείρους. Από την άλλη πλευρά η
πνευματική ζωή του χριστιανού διατρέχει δυο σοβαρούς κινδύνους. Ο ένας εί-
ναι η φαντασίωση της τελειότητας και της αυτάρκειας· και ο άλλος είναι ο ά-
κριτος και υπέρμετρος ζήλος8 . Στην σκέψη του αγίου Κασσιανού οι δυο ακρό-
τητες της πνευματικής ζωής τελικά οδηγούν στο ίδιο τέρμα, στην πτώση· «οι
ακρότητες και από δύο μέρη βλάπτουν» 9 . Γι’ αυτό θα είναι πιο ασφαλισμένος
να μην πείθεται ο άνθρωπος στον δικό του λογισμό «τ~?ω [ιδί~?ω λογισμ~?ω» 10 , αλλά
στη συμβουλή των Πατέρων 11 .
Έτσι ο αββάς Μωϋσής υποδεικνύει ότι δεν θα βρεθεί άλλη οδός σωτη-
ρίας ασφαλής, όσο το να εξομολογούμαστε τους λογισμούς μας στους πατέρες
που έχουν μεγάλη διάκριση και από αυτούς να παίρνουμε οδηγίες για την αρε-
1
1 Κορ. 12,10. 1 Ιω. 4,1.
2
Guillet, J., «Discernement des esprits dans l’Ecriture» στην DS 3, σσ. 1222-1247. και Γαλίτη, Γ.,
«∆ιάκριση πνευμάτων» στο ΘΗΕ 4, σ. 1167.
3
1 Βασ. 3,9.
4
Πραξ. 9,6.
5
Αγίου Αντωνίου, Παραινέσεις περί χρηστ~ης πολιτείας 59, Φιλοκαλία Α΄, σ. 12 (37).
6
1 Θεσ. 5,21.
7
2 Κορ. 2,11· 11,14.
8
Βίττη, Ευσεβίου, (Αρχιμ.), «Από την Ορθόδοξη πνευματικότητα: Η διάκριση» στο περιοδικό Γ.Π.,
τευχ. 61, 1978, σ. 82.
9
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 93 (124).
10
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 87 (118).
11
Ο Μ. Αντώνιος έλεγε «Ε[ι δυνατόν, \οσα βήματα βάλλει ]ο μοναχ`ος }η \οσας σταγόνας πίνει ε[ις το κελ-
λίον α[υτο~υ, ο[ φείλει θαρρε~ιν το~ις γέρουσιν, ε[ι {αρα ο[υ πταίει [εν α[υτο~ις». Αποφθέγματα, Μ. Αντωνίου
38 , σ. 66.

162
τή. Όχι βέβαια να τους λέμε στους τυχόντες, αλλά σε πνευματικούς γέροντες
που έχουν διάκριση και όχι σε εκείνους που απλώς άσπρισαν από τη μεγάλη
τους ηλικία 1 . ∆ιότι συμβαίνει σε μερικές περιπτώσεις, όταν γίνεται η εξομολό-
γηση των λογισμών σε ένα γέροντα που δεν έχει διάκριση, όχι μόνο να μην
τους θεραπεύει, αλλά να βλάψει τον άνθρωπο και να τον ρίξει στην απελπισία.
Ο αββάς Μωϋσής αναφέρει ένα παράδειγμα από ένα μοναχό, που εξομολογή-
θηκε σε ένα γέροντα τους λογισμούς του με όλη την απλότητα και ειλικρίνεια
αποκαλύπτοντας τα μύχια της καρδιάς του. Ο γέροντας όμως μόλις τα άκουσε,
άρχισε να θυμώνει κατηγορώντας τον για τις πονηρές ενθυμήσεις του. Από αυ-
τό το γεγονός πολλοί συνέβη να ντρέπονται να εξομολογηθούν τους λογισμούς
τους στους γέροντες, πράγμα που έγινε αιτία βλάβης παρά θεραπείας.
Η διάκριση είναι το αναγκαιότερο από όλα τα χαρίσματα του πνευματι-
κού πατέρα. Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός γράφει: «Τι είναι πιο αναγκαίο από
το να βλέπει κανείς τις απάτες των δαιμόνων και να φυλάξει την ψυχή του με
τη βοήθεια της χάρης» 2 . Και συμβουλεύει ο όσιος: «Αν βρεθεί κάποιος που
την έχει, αυτός είναι οδηγός τυφλών και φως των σκοτισμένων, και οφείλουμε
να αναθέσουμε τα πάντα σε αυτόν και να δεχόμαστε \ο,τι μας λέει, και αν ακό-
μα δεν τα βλέπουμε, όπως εμείς τα θέλουμε, από την απειρία μας3 . Η διάκριση
επιτρέπει σε εκείνον που την έχει να γνωρίζει τον καιρό, τη χρήση, τη δύναμη,
την ασθένεια, την κατάσταση του ανθρώπου, τη γνώση και την προαίρεση ε-
κείνου που ερωτά, το σκοπό του Θεού και κάθε ρητού της θείας Γραφής 4 . Το
χάρισμα της διάκρισης παρέχει στον πνευματικό την ικανότητα να διεισδύει
διαισθητικά στα μυστικά της καρδιάς του άλλου, να καταλαβαίνει τα κρυφά
βάθη, για τα οποία ο άλλος δεν μιλά και συνήθως δεν γνωρίζει 5 . Ο πνευματι-
κός πατέρας δεν οδηγείται απλώς από τη σύνεσή του και τη σοφία, από αν-
θρώπινα γενικώς προσόντα, αλλά από τον ίδιο τον Θεό. Το Άγιο Πνεύμα τον
φωτίζει και τον εμπνέει πώς και τι να απαντά 6 . Η σοφία δεν είναι μονάχα η
γνώση πολλών πραγμάτων, αλλά και η διάκριση ανάμεσα στο καλό και το κα-
κό, η ικανότητα της ηθικής αξιολόγησης των ανθρωπίνων πράξεων, όπως ση-
μειώνει ο ∆ιάδοχος Φωτικής: «Φως αληθινής γνώσεως είναι το να διακρίνουμε
χωρίς λάθος το καλό από το κακό» 7 . Και άλλο γνώρισμα εκείνου που έχει τη
διάκριση είναι το εξής: να μπορεί να κάνει όσους τον ακούν να εννοούν τα λε-
γόμενα και χωρίς να το θέλουν. Ο γέροντας με το διακριτικό χάρισμα γνωρίζει
αμέσως και σαφώς τι είναι αυτό που χρειάζεται να ακούσει ο συγκεκριμένος
άνθρωπος.

β. Οι βαθμίδες και τα σημάδια της διάκρισης.


1
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 90 (122).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι διακρίσεως [αληθο~υς, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 72 (140).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Λ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 138 (211).
4
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι διακρίσεως, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 67 (134).
5
Ware, K. (Επισ.), Η εντός ημών Βασιλεία, \ο.π., σ. 216.
6
«Ο Θεός με την διάκριση αποκαλύπτει την κατάσταση των καρδιών των άλλων. Με τον τρόπο αυτό
επιτυγχάνουν την πνευματική πατρότητα, σύμφωνα με την εικόνα του Πατέρα ο οποίος αγαπά θυσια-
στικά και μεταδίδει το Άγιο Πνεύμα». Βλ. Ολιβιέ Κλεμάν, «Μοναχισμός και Άγιο Πνεύμα» στο Ορ-
θόδοξος μοναχισμός, σ. 83-84.
7
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 6, Φιλοκαλία Α΄, σ. 237 (286).

163
Οι νηπτικοί Πατέρες διακρίνουν μεταξύ διάκρισης, διόρασης και προό-
1
ρασης . Από την ταπείνωση προέρχεται η διάκριση και από αυτήν η διόραση
και κατά χάριν η προόραση. Η διόραση από μερικούς λέγεται και φρόνηση,
γιατί βλέπει ο νους τα πράγματα, όπως είναι φυσικά· αυτή προέρχεται από την
καθαρότητα του νου. Και αυτός που την έχει γνωρίζει ένα μέρος από τα κρυμ-
μένα μυστήρια, δηλαδή το σκοπό του Θεού που βρίσκεται στις θείες Γραφές
και σε κάθε κτίσμα, γι’ αυτό λέγεται «θεωρία των όντων» 2 . Αυτή προϋπήρχε
στην ανθρώπινη φύση, αλλά τα πάθη σκότισαν το νου· όταν ξανά βασιλεύσει ο
νους, όπως κτίστηκε από την αρχή και με την συνεχή προσήλωση στον Θεό,
γίνεται διορατικός και αρχίζει να προβλέπει τις στημένες παγίδες του διαβόλου
και εκείνες που γίνονται με απάτη χωρίς να φαίνονται. Με την ταπείνωση έρ-
χεται η χάρη και ανοίγει ο οφθαλμός της ψυχής που τύφλωσε ο διάβολος και
αμέσως αρχίζει κανείς να βλέπει τα πράγματα κατά φύση, τα βλέπει χωρίς ε-
μπαθή προσκόλληση.
Η προόραση είναι χάρη υπέρ την φύσιν, δηλαδή μπορεί κανείς που κα-
ταξιώθηκε να φτάσει στην προόραση να προβλέπει τα μέλλοντα, όπως οι Προ-
φήτες. Γι’ αυτό είναι υπέρ φύση, γιατί μόνο ο Θεός προγνωρίζει τα πάντα σε
κάθε περίπτωση και το σκοπό κάθε πράγματος που έκανε και παρέχει κατά χά-
ριν στους άξιους τέτοια χάρη για την κοινή ωφέλεια 3 . Αλλά και η διόραση χω-
ρίς τον Θεό δεν γίνεται, αν και είναι φυσική.
Στο σημείο αυτό μια διευκρίνηση είναι απαραίτητη: οι νηπτικοί Πατέ-
ρες διαιρούν αυτά που παρουσιάζονται στον ανθρώπινο νου σε τρεις κατηγορί-
ες: τα όνειρα, οι οράσεις και οι αποκαλύψεις. Τα όνειρα προσιδιάζουν στους
υλικούς που διακρίνονται για την ακολασία του χορτασμού και για το σκοτάδι
του νου τους λόγω βίου αμελούς και παραδομένου στα πάθη, από αυτά καμία
ωφέλεια δεν παίρνει όποιος τα βλέπει φαντάζεται. Οι οράσεις αρμόζουν με
τους αγωνιστές που καθαρίζουν τα αισθητήρια της ψυχής τους και με το περιε-
χόμενο των οράσεων βοηθούνται πολύ να κατανοούν τα θεία και να προοδεύ-
ουν στην αρετή. Οι αποκαλύψεις είναι των τελείων, οι οποίοι δέχονται την ε-
νέργεια του θείου Πνεύματος και είναι ενωμένοι με τον Θεό με την ψυχή τους
που θεολογεί 4 .
Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός διακρίνει τα σημάδια της διάκρισης σε
δύο: πρώτον, να γνωρίζει κανείς αληθινά το καλό και το κακό. Το δεύτερο ση-
μάδι είναι να γνωρίζει το θέλημα του Θεού σε όλα τα ζητήματα. Ενώ τα σημά-
δια της διόρασης είναι να το γνωρίζει και τα σφάλματά του πριν φτάσουν στην
πράξη, και εκείνα που γίνονται από εξαπάτηση των δαιμόνων. Έπειτα να γνω-

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ω΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 164 (238).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ω΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 163 (237).
3
Γράφει ο πατήρ Πορφύριος: «Ο Θεός στους αξίους Του με τρόπο απλό και φυσικό κάνει μεγάλες
αποκαλύψεις. Αποκαλύπτει γεγονότα του παρελθόντος, του παρόντος και τι θα γίνει στο μέλλον. Τους
αποκαλύπτει το βάθος της ψυχής των ανθρώπων, τους πόνους και τις χάρες τους, τις αμαρτίες και τα
χαρίσματά τους, τις σωματικές και ψυχικές ασθένειες τους, το χρόνο και τον τρόπο του θανάτου
τους». Γέροντος Πορφύριος, Βίος και Λόγοι, ο\ .π., σ. 493.
4
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 61· 62· 63 , Φιλοκαλία Γ΄, σ. 313-314
(∆΄, 96-7).

164
ρίζει και τα μυστήρια που κρύβονται στις θείες Γραφές και στα αισθητά κτί-
σματα 1 .
Ο άγιος Κάλλιστος συνδέει το επίπεδο της διάκρισης που μπορεί να κα-
τέχει ο άνθρωπος με την πνευματική κατάσταση την οποία ζει. Εκείνος που ζει
και ενεργεί σαρκικά, δηλαδή παρά φύσιν, δεν έχει την ικανότητα της διάκρι-
σης. Αυτός μοιάζει με εκείνον που βαδίζει και περιπλανάται σε βαθιά νύχτα
και όχι μόνο τον εαυτό του δεν βλέπει, αλλά ούτε και που βαδίζει και που πη-
γαίνει. Εκείνος που απέχει από τα κακά και πράττει το αγαθό, ζει ψυχικά και
κατά φύσιν. Αυτός αγγίζει λίγο κάποια αίσθηση διάκρισης και κατά τον άγιο
Κάλλιστο βλέπει λίγο τον εαυτό του και τον διακρίνει σαν μέσα σε σκιά. Ο
τρίτος είναι εκείνος που ζει πνευματικά, αυτός που επειδή ξεπέρασε με τη χάρη
του Θεού τα όρια του εμπαθούς, πρόκοψε στην τελειότητα· βλέπει και διακρί-
νει τον εαυτό του με καθαρότητα, αλλά και όλους τους βλέπει και διακρίνει
καθαρά, όμως δεν διακρίνεται ούτε εξετάζεται από κανένα, όπως αποφαίνεται
ο απόστολος Παύλος2 .

γ. Η απόκτηση της διάκρισης.

Πώς μπορεί κάποιος αρχάριος να αποκτήσει τη διάκριση και να ξεχωρί-


ζει την από Θεού πράγματος και από την ψεύτικη και δαιμονική; Όλοι οι Πα-
τέρες συμφωνούν ότι αυτό πραγματοποιείται με την αληθινή ταπείνωση, με τη
φανέρωση στους πνευματικούς όχι μόνο όσων κάνουμε, αλλά και όσων σκε-
φτόμαστε. Επιπλέον να μην εμπιστευόμαστε διόλου το δικό μας λογισμό, αλλά
σε όλα να ακολουθούμε τους λόγους των γερόντων και να πιστεύουμε ότι καλό
είναι ό,τι εκείνοι εγκρίνουν 3 .
Η αρχή της αποκάλυψης των λογισμών έχει τεθεί από τον ίδιο τον Μ.
Αντώνιο, ο οποίος λέγει: «Αν μπορεί, ο μοναχός οφείλει να εμπιστεύεται όλα
τα βήματα που κάνει στους γέροντες, όλες τις σταγόνες νερού που πίνει στο
κελί του, για να βεβαιωθεί ότι δεν φταίει γι’ αυτά» 4 . Η εξαγόρευση δεν είναι
ομολογία των αμαρτιών, η τουλάχιστον δεν είναι αυτή ο πρώτος και μοναδικός
σκοπός, αλλά των «λογισμών», για να γνωρίζει κανείς αν είναι καλοί ή κακοί.
Με την εξαγόρευση των λογισμών όχι μόνο επιτυγχάνει να μένει αβλαβής ο
μοναχός κυρίως, αλλά και κάθε άνθρωπος γενικά, με την αληθινή διάκριση και
τη σωστή στάση, αλλά και από όλες τις παγίδες του διαβόλου διαφυλάσσεται
αβλαβής. ∆ιότι, όπως λένε οι Πατέρες: είναι αδύνατο σε εκείνον που ρυθμίζει
τη ζωή του σύμφωνα με την κρίση και τη γνώμη των προχωρημένων πατέρων,
να πέσει σε απάτη των δαιμόνων 5 .
∆εν υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος από το να κρύψει κάποιος τους λο-
γισμούς του από τον πνευματικό πατέρα. Έλεγε ο αββ~α Ποιμήν: «Ότι ο[υ χαίρει

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι διακρίσεως [αληθο~υς, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 72 (140).
2
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α
[ κριβ`ης 41, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
241 (Ε΄, 66). Βλ. 1 Κορ. 2,15.
3
Γράφει ο πατήρ Πορφύριος: «Ο Θεός μου έδωσε αυτή την χάρη από την υπακοή μου στους γέροντές
μου, Όσοι αγάπησαν και προσκολλήθηκαν στον Γέροντα τους πήραν το χάρισμα που είχε ο ίδιος».
Γέροντος Πορφύριος, Βίος και Λόγοι, \ο.π., σ. 502.
4
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Αντωνίου 38, σ. 66.
5
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 89 (120).

165
[επ’ ο[υδεν`ι ο\υτως ]ο [εχθρός, ]ως [επ`ι το~ις μ`η [εκφαίνουσι το`υς λογισμο`υς α[υτ~ων» 1 .
Η αποκάλυψη και η φανέρωση των πονηρών σκέψεων αυθορμήτως αρκεί για
να τις εξασθενίζει. Όπως το φίδι, όταν το βγάλεις έξω από μια σκοτεινή τρύπα,
τρέχει για να σωθεί και να εξαφανιστεί, «ο\υτω κα`ι ο]ι πονηρο`ι λογισμοί, δι`α τ~ης
[αρίστης ]ομολογίας κα`ι [εξαγορεύσεως φανερωθέντες, σπουδάζουσι φεύγειν [από
το~υ [ανθρώπου» 2 , παρατηρεί ο άγιος Κασσιανός. Τα Αποφθέγματα αναφέρουν
ένα παράδειγμα από το έργο του αββά Σεραπίωνα που δείχνει πώς, αν δεν
μπορέσουμε να φανερώσουμε ή να αποκαλύψουμε έναν λογισμό, μια κρυφή
φαντασίωση ή έναν πειρασμό, τότε αποκτά εξουσία επάνω μας: Όταν ήταν νέ-
ος και ζούσε με τον γέροντά του, κυριεύτηκε από ένα πάθος, δηλαδή να κλέψει
παξιμάδι από το τραπέζι μετά το φαγητό και το έτρωγε κρυφά. Αυτό δεν μπο-
ρούσε να το νικήσει και μολονότι τον κατηγορούσε η συνείδησή του, ντρεπό-
ταν να το πει στον γέροντα του. Μια φορά που άκουσε τον γέροντα να λέγει
ότι τίποτε άλλο δεν βλάπτει τον μοναχό, όσο το να κρύβει τους λογισμούς του
από τον πνευματικό πατέρα, άρχισε να κλαίει και εξομολογήθηκε στον γέρο-
ντα το πάθος της γαστριμαργίας. Μόλις τελείωσε τα λόγια του, βγήκε από το
στήθος του η δαιμονική ενέργεια σαν φωτιά και του είπε ο γέροντας: «Τέκνο
μου, σε ελευθέρωσε και χωρίς να μιλήσω εγώ, η εξομολόγησή σου και το δαί-
μονα που σε τραυμάτιζε με τη σιωπή σου, αφού εξομολογήθηκες, τον έσφα-
ξες» 3 . Οι Πατέρες κατανόησαν πόσο είναι σημαντικό και ιδιαίτερα για έναν
αρχάριο να μην κρύπτει τίποτα από τους λογισμούς 4 .

Οι προϋποθέσεις της απόκτησης της διάκρισης:


Για την απόκτηση του χαρίσματος της διάκρισης προϋποτίθεται η κα-
θαρότητα της ψυχής. Ο άγιος Ησύχιος παραπέμπει στο βίο του Μ. Αντωνίου
λέγοντας ότι, όταν η ψυχή του ανθρώπου είναι καθαρή και διάγει κατά φύση,
μπορεί τότε να γίνει διορατική και να βλέπει περισσότερα και μακρότερα από
τους δαίμονες 5 . Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η ταπείνωση, που είναι η μητέρα
της διάκρισης, αφού εκείνος που έλαβε το χάρισμα της διάκρισης το κέρδισε
για τη μεγάλη ταπεινοφροσύνη του. Ο Άγιος παραπέμπει στον άγιο Ιωάννη της
Κλίμακος, και λέγει ότι στην απλότητα και στην ταπείνωση φανερώνεται ο
Θεός και όχι στους κόπους και την ανθρώπινη σοφία που καταργείται6 . Ο άγι-
ος Πέτρος ο ∆αμασκηνός γράφει ότι δεν είναι τόσο εύκολο να βλέπει κανείς τα
πράγματα κατά φύση. Αυτό μπορεί να συμβαίνει πολλές φορές στους πολύ α-
πλούς που έχουν πολύ καθαρό το νου από τα πράγματα και τις πονηρίες του
κόσμου, όταν τύχει να υποταχθούν σε τέτοιο έμπειρο πνευματικό πατέρα, με
1
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ποιμένος 101, σ. 570. Το ίδιο λόγο τον παραπέμπει ο άγιος Κασσια-
νός. Βλ. Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 89 (120).
2
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 89 (120).
3
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 89 (121).
4
Οα[ ββ~ας Ποιμήν επήγε κάποτε, όταν ήταν νέος, σε κάποιο γέροντα, για να τον ερωτήσει περί τριών
λογισμών. Μόλις όμως ήλθε στο γέροντα, λησμόνησε τον ένα από τους τρεις, γύρισε στο κελί του,
αλλά καθώς έβαλε το κλειδί να ανοίξει, θυμήθηκε το λόγο, άφησε το κλειδί και επέστρεψε προς το
γέροντα και το μήκος του δρόμου ήταν πολύ. Όταν το έμαθε ο γέροντας τον επαίνεσε και του είπε:
«Αγγέλ~ων ποιμήν· κα`ι λαληθήσεταί σου τ`ο ο{ νομα [εν πασ?η γ?~η Α[ιγύπτ?ω». Βλ. Αποφθέγματα, [ α ββ~ α
Ποιμένος 1, σ. 514.
5
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ον Θεόδουλον 179, Φιλοκαλία Α΄, σ. 169 (212).
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι διακρίσεως, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 68 (136).

166
τρόπο που οικονομεί η χάρη, προτού γνωρίσουν τα δεξιά ή τα αριστερά, δηλα-
δή το καλό ή το κακό. Ενώ για τους άλλους οι οποίοι από τη νεαρή ηλικία υ-
ποδουλώθηκαν στα πάθη και διέπραξαν σχεδόν κάθε πονηρία, είναι αδύνατο
χωρίς κόπο, χρόνο και θεία βοήθεια να λυτρωθούν από αυτά τα κακά και να
βλέπουν τα πράγματα «κατά φύσιν» 1 .
Ο άγιος ∆ιάδοχος Φωτικής αναφέρει ότι η αίσθηση του νου είναι η ικα-
νότητά του να διακρίνει με ακρίβεια όσα εξετάζει 2 . Όπως όταν έχουμε υγιή την
σωματική αίσθηση της γεύσης, διακρίνουμε χωρίς λάθος τα καλά από τα άνο-
στα φαγητά, έτσι και ο νους, όταν αρχίσει να κινείται υγιώς και χωρίς καμιά
μέριμνα, τότε μπορεί να αισθάνεται τη θεϊκή παρηγοριά και να μην παρασύρε-
ται ποτέ από δαιμονικές παρηγοριές. Γι’ αυτό ο άγιος παραινεί τον αγωνιζόμε-
νο να διατηρεί τη διάνοιά του ατάραχη, για να μπορεί ο νους να διακρίνει τους
λογισμούς που περνούν απ’ αυτόν. Τους καλούς, που τους στέλνει ο Θεός, να
τους αποθηκεύει, ενώ τους κακούς και δαιμονικούς να τους απορρίπτει. Ο α-
τάραχος νους κατορθώνει να παρακολουθεί τις κινήσεις των λογισμών και να
τις διακρίνει, όπως οι ψαράδες, όταν η θάλασσα έχει γαλήνη, διακρίνουν τι κι-
νείται στο βυθό και τίποτε δεν τους διαφεύγει από τις κινήσεις των ψαριών.
Όταν όμως ταράζεται από τους ανέμους, κρύβει εξαιτίας της ταραχής, όσα α-
φήνει να φαίνονται τον καιρό της γαλήνης3 .
Οι Πατέρες της Φιλοκαλίας γνωρίζουν το σημαντικό ρόλο της νήψης
και της ακατάπαυστης μελέτης του ονόματος του Κυρίου Ιησού Χριστού, κα-
θώς και πως μπορεί ο νους να φωτιστεί μέσα στην καρδιά. Με το φωτισμό αυ-
τό, σαν λυχνάρι άσβηστο, όσοι τον έχουν αποκτήσει, οδηγούνται να βλέπουν
καθαρά όσα είναι πέρα από τις αισθήσεις. Ανοίγονται σε αυτούς τα μάτια της
ψυχής και ανατέλλει το χάρισμα της εξέτασης των ψυχών, η διάκριση, η διό-
ραση και η προόραση 4 . Ο όσιος ∆ιάδοχος Φωτικής περιγράφει αυτή την ε-
μπειρία: «ο νους, όταν βρεθεί να κρατά θερμή τη μνήμη του αγίου ονόματος
του Κυρίου Ιησού και μεταχειρίζεται σαν όπλο το πανάγιο και ένδοξο αυτό
όνομα, εγκαταλείπει ο πλάνος τη δολοπλοκία του και μαθαίνει με ακρίβεια την
απάτη του πονηρού και αυξάνει περισσότερο την πείρα του στη διάκριση» 5 .
Το χάρισμα της διάκρισης δίνει στον πνευματικό τη δυνατότητα να
γνωρίζει τις δυνατότητες καθενός, αφού χωρίς διάκριση δεν γνωρίζουμε τη
φύση των πραγμάτων και ίσως οι περισσότεροι σκανδαλίζονται, όταν δουν ότι
αντιφάσκουν μεταξύ τους εκείνα που λένε οι πατέρες για καθέναν ανάλογα με
τη δύναμη και της ικανότητές του. Ο αββάς Ποιμήν ρώτησε τον αββ~α Ιωσήφ:
Τι να κάνω, όταν πλησιάζουν τα πάθη; Του απάντησε ο γέρων: Άφησε τα να
εισέλθουν και πολέμησε μαζί τους. Μόλις επέστρεψε στη Σκήτη γνώρισε ένα
αδελφό και εκείνος ρώτησε τον γέροντα για τα πάθη και του είπε: Μην αφή-
σεις καθόλου να εισέλθουν, αλλά απόκοψέ τα αμέσως. Όταν άκουσε αυτά ση-
κώθηκε και τον ρώτησε γιατί είπες αλλιώς σε εμένα και αλλιώς στον αδελφό;
Απάντησε ο γέρων: Εγώ σου μίλησα όπως στον εαυτό μου, γιατί το να πολεμάς
1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Λ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 140 (213).
2
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 30 , Φιλοκαλία Α΄, σ. 243 (293).
3
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 26, Φιλοκαλία Α΄, σ. 241 (292).
4
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 95, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
290 (Ε΄, 120).
5
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 31, Φιλοκαλία Α΄, σ. 243 (294).

167
τα πάθη σε κάνουν δοκιμώτερο. Είναι όμως άλλοι, τους οποίους δεν συμφέρει
να τους πλησιάσουν τα πάθη, αλλά έχουν ανάγκη να τα αποκόψουν αμέσως 1 .
Με τη διάκριση συνυπάρχει ένα βασικό στοιχείο που είναι η έννοια του μέτρου
σε κάθε λεπτομέρεια της ανθρώπινης ζωής. Όπως αναφέραμε, κατά τον άγιο
Κασσιανό οι υπερβολές και από δύο αντίθετα μέρη βλάπτουν, η υπερβολική
νηστεία και ο χορτασμός της κοιλιάς. Η υπερβολική αγρυπνία και ο χορτασμός
του ύπνου. Η διάκριση είναι εκείνη που ρυθμίζει όλα αυτά κατά τη δυνατότητα
του καθενός.
Ο άγιος Κασσιανός αφηγείται ένας γεγονός που αποδεικνύει πώς μπορεί
ένας αρχάριος μοναχός να παραπλανηθεί από λογισμούς που του έρχονται, εάν
όμως δεν έχει διάκριση, είναι δύσκολο να διακρίνει τις παγίδες του διαβόλου
που κρύβονται μέσα τους, ενώ ο διορατικός πνευματικός μπορεί να διακρίνει
μυστικούς κινδύνους που κρύβονται2 . Σε πολλούς λογισμούς είναι πολύ δύ-
σκολο να διακρίνεται από την εξωτερική τους εμφάνιση το θείο από το σατα-
νικό. Γράφει ο άγιος Μακάριος: «όπως το ξύδι και το κρασί στην όψη είναι τα
ίδια, μετά τη γεύση όμως τα διακρίνει ο λάρυγγας, έτσι και η ψυχή, από αυτή
τη νοερή αίσθηση και ενέργεια μπορεί να διακρίνει τα χαρίσματα του Πνεύμα-
τος και τα φαντάσματα του σατανά»3 .
Ο καθένας οφείλει να έχει την διάκριση, είτε αυτή που δίνει ο Θεός σε
όσους έχουν ταπεινοφροσύνη, είτε ρωτώντας που έχουν το χάρισμα της διά-
κρισης. Η διάκριση προξενείται από το να ερωτά κανείς με ταπείνωση και από
το να κατηγορεί τον εαυτό του, τις πράξεις του και τις σκέψεις του 4 . Όπως λέ-
γει ο όσιος Ηλίας: «χωρίς διάκριση, ούτε ο λόγος, ούτε η πράξη πετυχαίνουν
το σκοπό τους» 5 . Και ο Ιωάννης ο ∆αμασκηνός γράφει ότι «εκείνα που γίνο-
νται χωρίς διάκριση και σκοπό, όχι μόνο δεν ωφελούν και αν ακόμη είναι κα-
λά, αλλά βλάπτουν» 6 . Εκείνοι που τυχόν την απέκτησαν από ευμένεια του
Θεού, μπορούν με το φωτισμό του θείου φωτός να διακρίνουν με ακρίβεια τα
θεία και τα ανθρώπινα πράγματα και τα μυστικά και απόκρυφα θεάματα 7 . Ο
άνθρωπος έχει ανάγκη από τη διάκριση των εμπείρων ακόμη στα νοήματα των
αγίων Γραφών. Χωρίς διάκριση, και αυτά ακόμη που θεωρούνται καλά, δεν
είναι καλά, επειδή γίνονται παράκαιρα, είτε χωρίς να πρέπει, είτε αναξίως ή
επειδή παρεξηγούνται τα λεγόμενα. Καθόσον όχι μόνο για τη Γραφή, αλλά και
για οποιοδήποτε ερώτημα, αν δεν προσέχουν και ο ερωτώμενος και αυτός που
ρωτά, απομακρύνονται από το νόημα των λεγομένων, πράγμα που προξενεί όχι
μικρή ζημιά8 .

2. Η διάκριση στο ποιμαντικό έργο:

1
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ιωσήφ 3, σ. 340.
2
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 78 (108).
3
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 45, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 188 (266).
4
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λογος Ι΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 134 (206).
5
Ηλία Πρεσβυτέρου, Γνωστικά κεφάλαια 5, Φιλοκαλία Β΄, σ. 302 (Γ΄, 32).
6
Ιωάννη ∆αμασκηνού, Λόγος ψυχωφελ`ης κα`ι θαυμάσιος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 237 (306).
7
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 44, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
244 (Ε΄, 70).
8
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προίιμιον, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 12 (75).

168
Ο πνευματικός πατέρας προικισμένος με το χάρισμα της διάκρισης, την
χρησιμοποιεί και στο ποιμαντικό του έργο. Οικονομεί τα πράγματα, άλλοτε
επιμένει στην ακριβή τήρηση των εντολών και των κανόνων, ενώ άλλοτε ε-
φαρμόζει το κατ’ οικονομίαν 1 . Είναι γνωστό ότι ο πατήρ Πορφύριος είχε διο-
ρατικό και προορατικό χάρισμα. Πολλοί πήγαιναν να εξομολογηθούν και τους
αποκάλυπτε τις πράξεις τους. Όμως το χάρισμα αυτό το χρησιμοποίησε με με-
γάλη διάκριση και για λόγους ποιμαντικούς, όταν ήταν αναγκαίο 2 . Ο πνευμα-
τικός με οδηγό τη διάκριση πρέπει να κάνει σωστή διάγνωση της πνευματικής
κατάστασης του μετανοούντος, να βοηθά με κάθε τρόπο στην πνευματική
καρποφορία του και να αξιοποιεί το χάρισμα του καθενός 3 .
Οι νηπτικοί Πατέρες εκτιμούν πολύ το χάρισμα της διακρίσεως, γιατί
έρχεται ως αποτέλεσμα ενός μακρόχρονου αγώνα κατά των παθών, πείρας με-
γάλων αντιλήψεων και επισκέψεων της χάριτος, πείρας πολλών πειρασμών. Οι
άγιοι και οι πνευματικοί πατέρες είναι μοναδικοί και ανεπανάληπτοι καθηγητές
της διάκρισης. Είναι απλοί στη σοφία τους και σοφοί στην απλότητά τους. Ί-
σως αγνοούν πολλά πράγματα του κόσμου, αλλά γνωρίζουν άριστα τα του
Θεού. Κατά τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο ο διορατικός άνθρωπος «διαφέρει
από όλους τους ανθρώπους που έχουν το πνεύμα του κόσμου, είτε φρόνιμοι
είναι αυτοί, είτε σοφοί και καταλαβαίνει όλους τους ανθρώπους, και γνωρίζει
καθέναν από πού μιλάει και που στηρίζεται και ανάμεσα σε ποιους βρίσκεται.
Αυτόν όμως δεν μπορεί να τον εξετάζει και να τον καταλαβαίνει κανείς από
όσους έχουν το πνεύμα του κόσμου, πάρα μόνο όποιος έχει το πνεύμα, το
πνεύμα της θεότητας»4 . Η χαρισματική πνευματική διορατικότητα αποκαλύ-
πτει τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, που είναι συχνά κρυμμένα και από τον
ίδιο τον άνθρωπο. Η γνώση της ψυχής είναι δυνατή μόνο σ’ εκείνον, που μπο-
ρεί να κατοπτεύσει τα βάθη της και όχι μόνο να επισημαίνει τα εξωτερικά αίτια
των προβλημάτων της. Και τα βάθη της ψυχής μπορεί να τα εποπτεύσει μόνο
αυτός, που έχει το φως του Παναγίου Πνεύματος μέσα του. Ο Θεοφόρος-
Θεούμενος μπορεί να διακρίνει μέσα στο άκτιστο φως της χάρης το βάθος των
πραγμάτων και να διαγνώσει τις πραγματικές αιτίες της αρρώστιας της ανθρώ-
πινης υπάρξεως.

5. Η γνώση του πνευματικού πατρός:

Ο πνευματικός πατέρας κατά τη διάρκεια της λειτουργίας και υπηρεσίας


του υπέρ του λαού του Θεού αντιμετωπίζει πολλά ερωτήματα και ζητήματα,
είτε κοσμικά, είτε πνευματικά. Αυτό απαιτεί να είναι προικισμένος και εφοδι-
ασμένος με την επιστημονική και με την πνευματική γνώση. Για το περιεχόμε-

1
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μετάνοια-Εξομολόγηση-Εξαγόρευση λογισμών, \ο.π. σ. 183.
2
Μαρτυρίες από τα πνευματικά του παιδιά στο άρθρο: «Ο πατήρ Πορφύριος, ο γέροντας της Πεντέ-
λης» στο Σύναξη τευχ. 41, 1992, σ. 87.
3
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), «Ο πνευματικός πατέρας» στο: Το μυστήριο της ιερωσύνης, πρακτικά Ζ΄
πανελλήνιου λειτουργικού, σ. 211. Θα αναπτύξουμε αυτό το θέμα περισσότερο στο τέταρτο κεφαλαίο,
στη παράγραφο: Οικονομία και ακρίβεια.
4
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ α [ γ. Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 107, Φιλοκαλία Γ΄, σ. (294).

169
νο της μορφωτικής εμπειρίας και των γνώσεων του πνευματικού ο άγιος Νικό-
δημος ο Αγιορείτης γράφει: «πρέπει [εσύ ]ο μέλλων γενέσθαι πνευματικός νά
{εχ?ης μίαν διαφορετικήν [από τούς {αλλους γν~ωσιν καί [εμπειρίαν ε[ις τήν παλαιάν
καί νέαν Γραφήν· ε[ις τά δόγματα τ~ης πίστεως, τά περιεχόμενα ε[ις τό Πιστεύω·
μάλιστα δέ καί πατρικούς Κανόνας, τούς περιεχομένους ε[ις τήν βίβλον, ]οπο~υ
πρό [ολίγων χρόνων [εξεδόθη ε[ις τύπον· ε[ις τ~ων ]οποίων τήν μελέτην πρέπει νά
καταγίνεσαι νύκτα καί ]ημέρα, ε[ις τρόπον ω \ στε νά τούς η [ ξεύρ?ης [από στόματος·
[επάνω ε[ις α[υτούς νά κοιμ~ασαι, ]ως ]ο[ Αλέξανδρος ε[ις το~υ] Ομήρου την[ Ιλιάδα,
καί τούτους νά αναπνέ?ης κάθε \ωραν καί στιγμήν»1 . Από τα παραπάνω λόγια
του αγίου διαπιστώνει κανείς, ότι η γνώση της Αγίας Γραφής, η δογματική δι-
δασκαλία, οι κανόνες, αλλά και η γνώση με τις διάφορες ειδικεύσεις της είναι
απαραίτητη στον πνευματικό πατέρα.
Η πνευματική γνώση που μπορεί να κατακτήσει ο πνευματικός είναι δι-
πλή, θεωρητική και πρακτική. Θεωρητική είναι αυτή που διδάσκεται από κα-
θέδρας μιας θεολογικής ή ιερατικής σχολής, και πρακτική είναι η εμπειρία που
μπορεί να αποκτήσει στα ιερά μοναστήρια υπό την καθοδήγηση ένος έμπειρου
πνευματικού, καθώς και από τη μελέτη ειδικών βιβλίων και από την δική του
πνευματική εμπειρία κατ τον πόλεμο εναντίον των παθών προς απόκτηση αρε-
τών. Και οι δυο είναι χρήσιμες και ωφέλιμες, αλλά «χρησιμότερος και ωφελι-
μότερος είναι ο συνδυασμός τους»2 . Παρακάτω θα ερευνήσουμε την αληθινή
έννοια της πνευματικής γνώσης κατά τους νηπτικούς Πατέρες, που αναγνωρί-
ζεται ως κοινωνία και ενότητα με τον Θεό ή είναι και θεωρία του Θεού και η
οποία είναι δώρο της θείας Χάριτος για τους ταπεινούς, όπως παρατηρεί ο άγι-
ος Πέτρος: «]η πνευματικ`η γν~ωσις ο[υ γίνεται [εκ μόνης μελέτης, [αλλ’ [εκ Θεο~υ
κατ`α χάριν το~ις ταπεινόφροσι δίδοται»3 .
Κατ’ αρχάς οφείλουμε να τονίσουμε ότι η θεολογία δεν διερευνά την
ουσία του Θεού, πράγμα που είναι αδύνατο στον ανθρώπινο νου, αλλά ερευνά
τις ιδιότητες του θείου ή κατά την έκφραση του αγίου Θαλασσίου «[εκ τ~ων περ`ι
α[υτ`ον». Γράφει: «Ο]ι περ`ι Θεο~υ λόγοι, ο[υκ [εκ τ~ων κατ’ α[υτόν, [αλλ’ [εκ τ~ων περ`ι
α[υτ`ον το~ις [αγίοις θεωρο~υνται»4 . Αυτή η σκέψη έχει αναφερθεί και προηγου-
μένως από τον άγιο Μάξιμο, δηλαδή σχετικά με την έννοια και το περιεχόμενο
της θεολογίας: «Θεολογε~ιν μέλλων, μ`η το`υς κατ’ α[υτ`ον ζητήσ?η λόγους· ο[υ μ`η
γ`αρ ε\υρ?η [ανθρώπινος νο~υς· [αλλ’ ο[υδ`ε {αλλου τιν`ος τ~ων μετ`α Θεόν· [αλλ`α το`υς
περ`ι α[υτ`ον, ]ως ο#ιόν τε διασκόπει· ο#ιον, το`υς περ`ι [αιδιότητος, [απειρίας τε κα`ι
[αοριστίας, [αγαθότητός τε κα`ι σοφίας κα`ι δυνάμεως δημιουργικ~ης τε κα`ι προ-
νοητικ~ης κα`ι κριτικ~ης τ~ων {οντων. Ο#υτος γ`αρ [εν [ανθρώποις μέγας θεολόγος, ]ο
τούτων το`υς λόγους κ}αν ποσ~ως [εξευρίσκων»5 .
Από την άλλη πλευρά, η θεολογία, κατά τους νηπτικούς Πατέρες, δεν
είναι μια αφηρημένη επιστήμη, αλλά είναι αποκάλυψη και καρπός της κοινω-
νίας με τον Θεό, είναι η ογδόη και τελευταία γνώση από τις οκτώ πνευματικές
θεωρίες, κατά τον άγιο Πέτρο ∆αμασκηνό, «]η περ`ι Θεο~υ γν~ωσις, ]η λεγομένη
1
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 22.
2
Γαβριήλ, ∆ιονυσιάτη, (Αρχιμ.), Οδηγός πνευματικού και εξομολογούμενου, [εκδ. Ορθοδόξου τύπου,
Αθήνα 41990, σ. 21.
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ων ]επτ`α σωματικ~ων πράξεων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 19 (83).
4
Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 81, Φιλοκαλία Β΄, σ. 227 (295).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 27 , Φιλοκαλία Β΄, σ. 17 (64).

170
Θεολογία» 1 , με την οποία ο άνθρωπος ανυψώνεται στην θεωρία του Θεού 2 .
Γράφει χαρακτηριστικά ο πατήρ Ρωμανίδης: «] Ο κατ’ [εξοχήν[ Ορθόδοξος Θεο-
λόγος ε@ιναι ]ο γνωρίζων [αμέσως τινάς τ~ων [ενεργει~ων το~υ Θεο~υ διά τ~ης [ελλάμ-
ψεως {η περισσοτέρως α[υτάς διά τ~ης θέας {η [εμμέσως τάς [ενεργείας το~υ Θεο~υ
μέσ?ω προφητ~ων , [αποστόλων,…] Ο θεολόγος ε@ιναι [εκε~ινος \οστις διά τ~ης [αμέ-
σου {η [εμμέσου γνώσεως ταύτης καί θεωρίας γνωρίζει σαφ~ως νά διακρίνη με-
ταξύ τ~ων [ενεργει~ων το~υ Θεο~υ καί τ~ων [ενεργει~ων τ~ων κτισμάτων καί [ιδίως τ~ων
[ενεργημάτων το~υ διαβόλου καί τ~ων δαιμόνων.{ Ανευ το~υ χαρίσματος τ~ης δια-
κρίσεως τ~ων πνευμάτων δέν δύναταί τις νά δοκιμάση τά πνεύματα, \ινα {ιδη {αν
ε@ιναι τι [ενέργημα το~υ] Αγίου Πνεύματος {η το~υ διαβόλου καί τ~ων δαιμόνων.] Ε-
πομένως ]ο θεολόγος καί ]ο πνευματικός πατήρ ε@ιναι τό {ιδιον πρ~αγμα»3 . Η θεο-
λογία, δηλαδή η γνώση περί του Θεού, μυσταγωγείται σε εκείνον που έφτασε
στην θεωρία, οι έννοιες θεολογία, θεωρία και θεογνωσία είναι συνώνυμες έν-
νοιες στην πατερική παράδοση.
Πρέπει να τονίσουμε ότι κατά τους νηπτικούς Πατέρες ο Θεός είναι η
πηγή και ο χορηγός της σοφίας. Και μολονότι το Άγιο Πνεύμα εκδηλώνεται με
διαφορετικούς τρόπους, παραμένει η μοναδική πηγή κάθε χριστιανικής γνώ-
σης. Ο Νικήτας ο Στηθάτος υπογραμμίζει ότι ο Θεός είναι «Νο~υς [απαθ`ης, ]υπ`ερ
πάντα νο~υν κα`ι π~ασαν [απάθειαν». Είναι φως και πηγή φωτός αγαθού, σοφία
λόγου και γνώσις, είναι επίσης και χορηγός της σοφίας του λόγου και της γνώ-
σεως 4 . Οι νηπτικοί Πατέρες τονίζουν πόσο είναι αναγκαίο για εκείνον που θέ-
λει να αναλάβει την καθοδήγηση και την πνευματική επιστασία των άλλων να
έχεται «[επιστήμης κα`ι [εμπειρίας» στα πνευματικά πράγματα και πάνω από όλα
να είναι προικισμένος με τη θεία γνώση για να οδηγεί με φρόνηση τους υποτα-
κτικούς του προς το λιμάνι της σωτηρίας 5 .
Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός αναφέρει ότι υπάρχουν δυο τρόποι για
να λάβει ο πιστός τη γνώση, ο έμμεσος και ο άμεσος τρόπος. Μερικοί μαθαί-
νουν από τις Άγιες Γραφές και μεταδίδουν την γνώση αυτή και στους άλλους.
Άλλοι μαθαίνουν νοερά από το Άγιο Πνεύμα με άμεσο τρόπο· «Ο]ι μ`εν [εκ τ~ων
θείων Γραφ~ων τ`ην πε~ιραν λαμβάνοντες, το`υς ]υποδεεστέρους διδάσκουσιν· ο]ι
δ`ε νοερ~ως ε[ κ το~υ] Αγίου Πνεύματος μανθάνοντες, κα`ι το~ις {αλλοις τ`α α[υτο~ις [α-
ποκαλυφθέντα μυστήρια δι`α γραφ~ης δηλοποιο~υσι»6 . Ο ίδιος ο Κύριος λέγει:
«[ερευν~ατε τ`ας Γραφάς» 7 . Ο Πέτρος ο ∆αμασκηνός αναφέρει ότι σκοπός των
θείων Γραφών είναι η σωτηρία της ψυχής και η αποκάλυψη σε κάποιους των
μυστήριων του Θεού. Γράφει λοιπόν: «διότι ]ο μ`εν σκοπ`ος τ~ης θείας Γραφ~ης
το~υτό [εστι, τ`α δυνάμενα σ~ωσαι τ`ην ψυχήν, κα`ι αποκαλύπτειν τισι τ`α μυστήρια
τ~ων θείων Γραφ~ων κα`ι το~υς λόγους τ~ων ο{ ντων» 8 . Ο άγιος θεωρεί τη μετάδοση
1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ων [οκτ`ω νοητ~ων θεωρίων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 33 (98).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ης {ογδοης γν~ωσεως, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 59 (126).
3
Ρωμανίδη, Ιω., (Πρωτ.), ∆ογματική και συμβολική θεολογία της ορθοδόξου καθολική εκκλησίας,
[εκδ. Πουρναρά, 1973, σ. 85-6.
4
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 1, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 326 (∆΄, 110).
5
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 214 (261). «πόσης α[υτο~ις χρεία τ~ης γνώσεως,
\ινα κα`ι το`υς ]υποτεταγμένος [εμφρόνως ]οδηγώσιν [επ`ι τ`ο βραβε~ιον τ~ης {ανω κλήσεως».
6
Πέτρου ∆αμασκηνού,\ Οτι μέγα [αγαθ`ον ]η [αγάπη, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 94 (163).
7
Ιω. 5, 39.
8
Πέτρου ∆αμασκηνού, Π~ως {ερχεται ο] α { νθρωπος ε[ις α{ισθησιν, \ινα γινώσκη τ`ο συμφέρον, Βιβλίο Β΄,
Φιλοκαλία Γ΄, σ. 164 (238).

171
της πνευματικής γνώσης και τη διδασκαλία των δογμάτων της πίστης μέσω
των Αγίων Γραφών ως υπόδειγμα «φιλανθρωπίας του Θεού», ο Οποίος οικο-
νόμησε τη σωτηρία των ψυχών με αυτόν τον τρόπο 1 .

α. Τα είδη της γνώσεως.

Οι νηπτικοί Πατέρες διακρίνουν τη γνώση σε επιστημονική και πνευμα-


τική, αλλά ενδιαφέρονται κυρίως για την πνευματική γνώση, με την οποία α-
σχολούνται κυρίως. Η διάκριση ανάμεσα στην επιστημονική και την πνευμα-
τική γνώση είναι αποτέλεσμα της σύγκρουσης μεταξύ του χριστιανισμού και
της ελληνικής φιλοσοφίας και ανάγεται στην Αποστολική εποχή. Στην πρώτη
επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς τους Κορινθίους, αλλά και στην καθο-
λική επιστολή του Αποστόλου Ιακώβου γίνεται διάκριση ανάμεσα στην
«ἀνθρωπίνη σοφία» 2 και στην «ἄνωθεν σοφία» 3 , η οποία «οὐ τοῦ αἰῶνος
4
τούτου», αλλά «σοφίαν Θεοῦ ἐν μυστηρίῳ» . Κατά τον Κλήμη το Αλεξανδρέα, η
αληθινή φιλοσοφία είναι μόνο ο Χριστιανισμός. Ο Χριστιανισμός υπερέχει έ-
ναντι της φιλοσοφίας, διότι εκηρύχθη υπό του Λόγου. Οι χριστιανοί, οι κατέ-
χοντες την όντως γνώση, είναι αληθώς θεοδίδακτοι5 . Ο όρος «γνωστικός», ο
οποίος κατά τον ίδιο άγιο είναι ο τέλειος ανήρ και φίλος του Θεού 6 , φαίνεται
να ταυτίζεται με του «πνευματικό» 7 . Πνευματικός, συνεπώς, στη γλώσσα της
Εκκλησίας δεν είναι ο διανοητικά καλλιεργημένος, ο διανοούμενος, ο κατά
κόσμον σοφός, αλλά ο κατά Θεόν σοφός, αυτός που έχει το Άγιο Πνεύμα μέσα
του, που έχει καταστεί «ναός του Αγίου Πνεύματος», πνευματοφόρος. Γι’ αυτό
στα υμνογραφικά κείμενα της λατρείας μας οι Άγιοι ονομάζονται τόσο συχνά
σοφοί, γιατί είναι κάτοχοι της άνωθεν, της θείας σοφίας 8 .
Ο άγιος Νείλος ο Ασκητής συμφωνεί αναφέροντας ότι πολλοί Εθνικοί
και Ιουδαίοι επεχείρησαν στο παρελθόν να φιλοσοφήσουν, αλλά οι αληθινοί
φιλόσοφοι ήταν οι Απόστολοι του Χριστού, γιατί μόνο αυτοί είχαν τον διδά-
σκαλο της σοφίας, τον Χριστόν, ο Οποίος είναι ο «{εργ?ω δεικνύουσαν, τ`ην πρέ-
πουσαν τ~?ω τοιούτ?ω [επιτηδεύματι [αγωγήν» 9 . Οι Έλληνες φιλόσοφοι είχαν την
μορφή και τη προσωνυμία του φιλοσόφου, αλλά δεν έζησαν ως φιλόσοφοι,
1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδωνύμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 98 (169).
2
1 Κορ. 1, 18-31·
3
Ιακ. 3, 13-17.
4
1 Κορ. 2, 6-10. 2 Κορ. 1, 12.
5
«Χωρίζεται δ`ε ]η ]ελληνικ`η [αλήθεια τ~ης καθ’ ]ημ~ας, ε[ι καί το~υ α[υτο~υ μετείληφεν [ονόματος, κα`ι μεγέθει
γνώσεως κα`ι [αποδείξει κυριωτέρ?α κα`ι θεί?α δυνάμει κα`ι το~ις ]ομοίοις θεοδίδακτοι γάρ ]ημε~ις, ]ιερ`α {οντως
γράμματα παρά τ~?ω υ]ι~?ω το~υ Θεο~υ παιδευόμενοι». Κλήμης Αλεξανδρεύς, Στρωματε~ις Α΄, 20, ΒΕΠΕΣ 7,
275.
6
«] Ο α
{ ρα γνωστικός, το~υ ]εν`ος ο{ ντως Θεο~υ α
[ γαπητικ`ος υ] πάρχων, τέλειος {οντως α [ ν`ηρ κα`ι φίλος το~υ
Θεο~υ, [εν υ]ιο~υ καταλεγε`ις τάξει». Κλήμη Αλεξανδρεύς, Στρωματε~ις Ζ΄, 11, ΒΕΠΕΣ 8, 277, PG. 9,
496A. Βλ. Lossky, V., Η θέα του Θεού,\ Ο.π., σ. 73. Για περισσότερα για την αγώνα της Εκκλησίας
κατά των γνωστικών Βλ. Hausherr., I. Spiritual direction in the early Christian east, \ο.π., σ. 31.
7
Κλήμη Αλεξανδρεύς, Στρωματε~ις Α΄, ΒΕΠΕΣ 7,25,5. «πνευματικ`ον γ`αρ κα`ι γνωστικ`ον ο@ιδεν τ`ον το~υ
]αγίου Πνεύματος μαθητήν».
8
Μεταλληνού, Γεωρ., (Πρωτ.), Ενορία: ο] Χριστός [εν τ~ω ? μέσ?ω ]ημ~ων, \ο.π., σ. 31-32.
9
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 190 (235).

172
γιατί υπηρέτησαν το σώμα τους και τις επιθυμίες του· «περιέποντες δ`ε τ`ο
σ~ωμα κα`ι τα~ις [επιθυμίαις ]ως δεσποίναις ]υπηρετούμενοι», παρατηρεί ο άγιος
Νείλος. Οι Ιουδαίοι είχαν την ηθική αγωγή και ασχολούντο με τη μελέτη και
τη θεωρία, αλλά θανάτωσαν τον αγωνοθέτη Χριστό. Η αληθινή φιλοσοφία κα-
τά τον άγιο Νείλο, είναι «[ηθ~ων κατάστασις μετ`α δόξης τ~ης περ`ι το~υ{ Οντος» 1 .
Αυτή την αληθινή έννοια της φιλοσοφίας την εφάρμοσαν οι Απόστολοι και οι
διάδοχοι τους, μόλις τους κάλεσε ο Χρίστος, αφού Τον ακολούθησαν ως διδά-
σκαλο και περιφρόνησαν πατρίδα και υπάρχοντα, εισήλθαν στο σκληρό βίο
και τέλος θανατώθηκαν μιμούμενοι με τον τρόπο αυτό τον διδάσκαλο τους.
Κατά μια φράση του αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτη, αληθινός φιλόσοφος είναι
εκείνος που έχει άμεση εμπειρία και ένωση με τον Θεό· «φιλόσοφος δ`ε [αλη-
θής, ]ο τ`ην ]υπερφυ~α το~υ Θεο~υ \ενωσιν γνωστ~ως κα`ι [αμέσως {εχων [εν ]εαυτ~?ω» 2 .
Το θέμα της γνώσεως κατέχει βασική και κεντρική θέση στις σκέψεις
των Πατέρων της Εκκλησίας. Ο Μ. Βασίλειος διακρίνει δυο γνώσεις, την κο-
σμική και την πνευματική. ∆ια της πρώτης ο άνθρωπος δύναται να αντιμετωπί-
ζει τα προβλήματα του παρόντος πρόσκαιρου βίου, δια της δεύτερης, της θειας
γνώσης, οδηγείται στην μακάρια βασιλεία του Θεού 3 . Η επιστημονική γνώση,
κατά τους νηπτικούς Πατέρες αποκτάται καθ’ έξιν δια της χρησιμοποίησης των
νοητικών δυνάμεων. Η πνευματική γνώση είναι χάρισμα, ενώ η επιστημονική
γνώση «μάθημά [εστιν [ανθρώπινον, \ωσπερ τ`α λοιπ`α μαθήματα το~υ κόσμου
τούτου, κα`ι ο[υ συμβάλλεταί τισι πρ`ος σωτηρίαν ψυχ~ης· κα``ι δ~ηλον [εκ τ~ων] Ελ-
λήνων» αναφέρει ο Πέτρος ο ∆αμασκηνός4 .
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής διακρίνει δυο είδη αισθήσεων, «την
καθ’εξιν» και «την κατ’ ενέργειαν». Με ανάλογο τρόπο διακρίνει τη γνώση σε
δυο είδη. Η πρώτη είναι η επιστημονική γνώση ή «κατ’ έξιν», πρόκειται για τη
γνώση εκείνη, η οποία αποκτάται δια του λόγου και η οποία είναι η κοινή αν-
θρώπινη γνώση, δηλαδή αποτέλεσμα συλλογιστικό. Αυτή η γνώση «#ης ο[υδ`εν
{οφελος, μ`η πρ`ος τ`ην τ~ων [εντολ~ων [ενέργειαν [εκτεινομένης». Η δεύτερη γνώση
είναι η «κατ’ ενέργειαν», ή πρακτική. Αυτή η γνώση βασίζεται στην πράξη και
κρίνεται ως αληθινή κατανόηση των όντων, εκείνη που βεβαιώνεται από την
πείρα 5 .
Ο άγιος Θεόδωρος Εδέσσης διακρίνει την γνώση σε δυο κατηγορίες, «]η
μ`εν κατ`α φύσιν, ]η δ`ε ]υπ`ερ φύσιν». Η κατά φύσιν γνώση είναι η γνώση που α-
ποκτά η ψυχή περί της κτίσης από την έρευνα και αναζήτηση, μεταχειριζόμενη
τα φυσικά μέσα και τις δυνάμεις, δηλαδή όσο είναι εφικτό στην ψυχή που είναι
δεμένη με την υλη, λ.χ. τη φαντασία. Έτσι η φυσική γνώση είναι «] Ο τοίνυν
ο\υτως {εχων νο~υς, \οσην }αν λάβ?η γν~ωσιν κατ`α τ`ην ο[ικείαν μέθοδον τ`ην φυσι-
κήν» 6 . Η υπερφυσική γνώση είναι η γνώση που έρχεται στο νου πέρα από τη
1
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 191 (236).
2
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 127, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 58 (207).
3
Μ. Βασιλείου, Ε[ις τ`ον Ι∆΄ Ψαλμ~ω
? , PG. 29, 256 BC. Περισσότερο περί του θέματος της γνώσης και
την γνώμη διαφόρων Πατέρων. Βλ. Παπαδοπούλου, Α., Θεολογική γνωσιολογία κατά Νηπτικούς Πα-
τέρες, ΑΒ. 25 Θεσσαλονίκη 1977, σσ. 20-23. και Χρίστου, Π., Η έννοια της διπλής γνώσεως κατά τον
Γρηγόριον Παλαμά, Θεσσαλονίκη 1963, σ. 5 κ.εξ.
4
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι διακρίσεως, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 68 (136).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντ`ας πρώτη πρ`ος Θαλάσσιον 22, Φιλοκαλία
Β΄, σ. 55 (107).
6
Θεοδώρου Εδέσσης, Θεωρητικό, Φιλοκαλία Α΄, σ. 326 (Β΄, 35).

173
φυσική μέθοδο και δύναμη, όταν δηλαδή τα νοούμενα υπερβαίνουν τις δυνα-
τότητες του νου που είναι ενωμένος με σώμα. Αυτή η γνώση δίνεται μόνο από
τον Θεό στο νου ο οποίος είναι καθαρός από κάθε υλική προσκόλληση· «α\υτη
δ`ε ]υπ`ο μόνου γίνεται το~υ Θεο~υ· ]οπηνίκα μάλα κεκαθαρμένον ε\υρ?η τ`ον τοι-
ο~υτον νο~υν [απ`ο πάσης υ] λικ~ης προσπαθείας κα`ι τ~?ω θεί?ω {ερωτι κάτοχον» 1 .
Στην νηπτική παράδοση πάντα υπερέχει και εγκωμιάζεται η πνευματική
γνώση αντί της κοσμικής. Πολλά αποφθέγματα αποδίδονται στους μορφωμέ-
νους Πατέρες της ερήμου, οι οποίοι δεν δίσταζαν να παίρνουν συμβουλές από
αγράμματους μοναχούς που ήταν προικισμένοι με την άνωθεν σοφία 2 . Ο άγιος
Νείλος επαινεί σε μια επιστολή του τον διάκονο Θεοδόσιο, διότι «δεν ντρεπό-
ταν να συνομιλήσει με αγράμματους μοναχούς, χαρούμενος να αποδεχτεί από
αυτούς συμβουλές για τη σωτηρία της ψυχής του» 3 . Ο Μέγας Αρσένιος, η πιο
ευπαίδευτη μορφή των Πατέρων της ερήμου, όταν ερωτήθηκε από έναν μορ-
φωμένο μοναχό πώς, ενώ αυτοί έχουν τόση παίδευση και σοφία, δεν έχουν τί-
ποτε αγαθό, ενώ οι αγροίκοι Αιγύπτιοι απέκτησαν τόσες αρετές, η απάντηση
του αγίου ήταν: εμείς δεν κατέχουμε τίποτε από την παίδευση του κόσμου, αυ-
τοί δε απέκτησαν τις αρετές με τους κόπους τους 4 . Ο άγιος Αρσένιος δεν δί-
στασε να ρωτήσει κάποιον γέροντα Αιγύπτιο για τους λογισμούς του κι ένας
άλλος μοναχός τον είδε και είπε: «[ Αββ~α Αρσένιε, π~ως τοσαύτην παίδευσιν
ρωμαΐκ`ην κα`ι ]ελληνικ`ην [επιστάμενος, το~υτον τ`ον [αγρο~ικον περ`ι τ~ων σ~ων λο-
γισμ~ων [ερωτ~ας», ο δε γέρων απάντησε: «Τ`ην μ`εν ρωμαΐκ`ην κα`ι ]ελληνικ`ην [ε-
πίσταμαι παίδευσιν, τ`ο δ`ε [αλφάβητον το~υ [αγροίκου τούτου ο{υπω μεμάθηκα» 5 ,
εννοώντας βεβαία με το αλφάβητο του αγροίκου τη σοφία και τη θεία γνώση.
∆εν μπορεί να αμφιβάλει κανείς ότι πολλοί από τους Πατέρες της Εκ-
κλησίας πέρα από την «άνωθεν σοφία» που είχαν, έφτασαν σε ένα ψηλό επίπε-
δο μόρφωσης και ήταν προικισμένοι με πολύ καλή παιδεία και φιλοσοφία, αλ-
λά, όπως τονίζει ο Πέτρος ο ∆αμασκηνός, αυτοί «τ`ην διπλ~ην σοφίαν {εχοντες,
τ`ην {ανωθεν σοφίαν προετίμησαν» 6 . Χρησιμοποίησαν και την κοσμική παιδεία
σοφά και με μέτρο, ακολουθώντας το αποστολικό υπόδειγμα 7 , για να μην καυ-
χηθούν ξεπερνώντας τα μέτρα τους. Έτσι, γι’ αυτούς τους σοφούς διδασκάλους
η κοσμική παιδεία ενεργοποιήθηκε σαν όχημα, που το χρησιμοποίησαν για να
μεταδώσουν την ουράνια σοφία, όπως γράφει ο Πέτρος: «μεγάλως συνεργε~ι ]η
κάτω παιδεία, \οταν ο{ χημα γένηται τ~ης {ανωθεν σοφίας το~υ Πνεύματος. ∆ιότι ]η
μέν, νοήματα φωτεινά, ]η δέ, δύναμιν λόγου δίδωσιν» 8 . Έτσι πολλοί Πατέρες,
παρόλη την υψηλή μόρφωσή τους, «{εγραψαν ]απλ~α κατ`α τ`ον καιρ`ον κα`ι το`υς
[ανθρώπους πρ`ος ο|υς {εγραφον» 9 .

1
Θεοδώρου Εδέσσης, Θεωρητικό, Φιλοκαλία Α΄, σ. 326 (Β΄, 35).
2
Γράφει ο Μ. Αθανάσιος για τον Μ. Αντώνιο ότι: «Ο[υ γ`αρ [εκ συγγραμμάτων ο[υδ`ε [εκ τ~ης {εξωθεν σο-
φίας, ο[υδ`ε δι`α τινα τέχνην, δι`α δ`ε μόνην θεοσέβειαν ο] [ Αντώνιος [εγνωρίσθη». Μ. Αθανασίου, Βίος
Αντωνίου 93, PG 26, 973Β.
3
Νείλου Ασκητή,[ Επιστολή ΙΙ, ΜΓ΄, PG. 79, 413 A.
4
Αποφθέγματα, [αββά Αρσενίου 5, σ. 68.
5
Αποφθέγματα, [αββά Αρσενίου 6, σ. 68.
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ψ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 158 (231).
7
2 Κορ. 10, 13.
8
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ψ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 159 (232).
9
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ψ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 158 (231). «Τίποτα δεν απαγορεύει να
κατέχει ο πνευματικός και την ανθρώπινη σοφία, οπότε η περιγραφή των πνευματικών εμπειριών του

174
Οι νηπτικοί Πατέρες δεν περιφρόνησαν ούτε απέκλεισαν τη γνώση, την
οποία αποκτά ο άνθρωπος με τη μελέτη και την ακοή. Ο Πέτρος ο ∆αμασκη-
νός στο κεφάλαιο «Περ`ι τ~ων ]επτ`α σωματικ~ων πράξεων» αναφέρεται στην έκτη
πράξη: «[ανάγνωσις {εν τε λόγοις κα`ι βίος τ~ων Πατέρων, ι\ να μάθ?η [εκ τ~ων θείων
Γραφ~ων κα`ι [εκ τ~ης διακρίσεως τ~ων Πατέρων, π~ως νικήσ?η τ`α πάθη κα`ι τ`ας [α-
ρετ`ας κτήσηται»1 . Έτσι από τα λεχθέντα λόγια γίνεται κατανοητό πως δια της
Γραφής και της Παράδοσης μεταδίδεται η θεία γνώση. Ο ∆ιάδοχος Φωτικής
ομολογεί ότι μέσω των θείων Γραφών ανακάλυψε την αλήθεια και λέγει: «[
Εγ`ω δ`ε [εκ τ~ων θείων Γραφ~ων κα`ι [εξ α[υτ~ης δ`ε το~υ νο~υ τ~ης α[ιθσήσεως κατείλη-
φα»2 . Ο άγιος Μάξιμος και μετά από αυτόν ο μαθητής του ο άγιος Θαλάσσιος
υπογραμμίζουν ότι οι Γραφές περιέχουν αυτά τα τέσσαρα στοιχεία: τις εντο-
λές, τα δόγματα, τις απειλές και τις επαγγελίες 3 . Αυτή η γνώση ωφελεί εκείνον
που είναι στερημένος από την ηθική πράξη, γιατί αυτή η γνώση κάνει το νου
έμπειρο στον πόλεμο κατά των παθών και λαμβάνει με τη μελέτη αυτήν τη
γνώση που είχαν οι άγιοι με άμεσο τρόπο. ∆εν του δίνει βέβαια τη δυνατότητα
να γνωρίζει όλα τα μυστήρια που κρύβει κάθε λόγος της Γραφής, αλλά «\οσα
δύναται ]η καθαρότης το~υ νο`ος λαμβάνειν ]υπ`ο τ~ης χάριτος» 4 .
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι νηπτικοί Πατέρες κατηγορούν και αποδοκι-
μάζουν την προσπάθεια εκείνων που μελετούν τους πατέρες και την Αγία Γρα-
φή με μοναδικό τους σκοπό να λάμψουν με την πολυμάθειά τους5 . Η ανάγνω-
ση εντάσσεται στα έργα της ασκήσεως και γίνεται μέσα στο κλίμα της προσευ-
χής και της ησυχίας για την ωφέλεια της ψυχής και όχι από περιέργεια και δίψα
για πολυμάθεια· «]η προσευχ`η βοηθε~ιται ]υπ`ο τ~ης [αναγνώσεως [εν ]ησυχί?α κα`ι ]η
[ανάγνωσις υ] π`ο τ~ης καθαρ~ας προσευχ?~ης, \οταν τις προσέχη το~ις λεγομένοις κα`ι
μ`η παρέργως [αναγινώσκ?η }η ψάλλ?η, ε[ι κα`ι ο[υδόλως δύναται καταλαβε~ιν, ω ] ς
6
δε~ι, τ`ην δύναμιν α[υτ~ων ]υπ`ο τ~ης τ~ων παθ~ων σκοτώσεως» . Τα λόγια της Αγίας
Γραφής και των Πατέρων γίνονται κατανοητά μόνο στο φωτισμένο νου, ο ο-
ποίος καθαρίζεται από τα πάθη, διαφορετικά τα λόγια γίνονται ακατανόητα και
εγείρουν διαφωνίες· «Κα`ι α ] πλ~ως π~ασαν [ανάγνωσιν }η ψαλμ?ωδίαν κατανο~ων ο]
φωτισθε`ις μικρόν, θεωρίαν ε]υρίσκει κα`ι θεολογίαν κα`ι ]εκάστην Γραφ`ην μαρ-
τυρουμένη ]υπ`ο ]ετέρας Γραφ~ης.] Ο δ`ε {ετι [αφώτιστον νο~υν {εχων, δοκε~ι \οτι {εχου-
σιν α]ι θε~ιαι Γραφα`ι διαφωνίαν, [αλλ’ ο[υ παρ`α τα~ις θείαις Γραφα~ις το~υτο, μ`η γέ-
νοιτο» 7 .

θα μπορεί να γίνει με μεγαλύτερη πληρότητα και αρτιότητα, όπως συμβαίνει στους μεγάλους Πατέρες
και διδασκάλους της ορθοδοξίας». Βλ. Μεταλληνού, Γεω., (Πρωτ.), Ενορία: ο Χριστός [εν τ~?ω μέσ?ω
]ημ~ων, σ. 84.
1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ων ]επτ`α σωματικ~ων πράξεων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 18 (83).
2
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 76, Φιλοκαλία Α΄, σ. 258 (310).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 24, Φιλοκαλία Β΄, σ. 71 (63)·
Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας 20, Φιλοκαλία Β΄, σ. 212
(280).
4
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ψ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 156 (229).
5
Ο σκοπός της ανάγνωσης της Αγίας Γραφής είναι να εφαρμοστούν τα λόγια στα έργα και όχι για να
μείνουν θεωρητικά· «Τ~ης θείας Γραφ~ης τ`α ρ] ήματα, δι`α πράξεων α [ ναγίνωσκε κα`ι μ`η πλατυλόγει [επ`ι
ψιλο~ις τ~ης νοήμασι φυσιούμενος». Μάρκου Ασκητή, Περ`ι πνευματικο~υ νόμου 85, Φιλοκαλία Α΄, σ.
101 (135).
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ων ]επτ`α σωματικ~ων πράξεων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 19 (83).
7
Πέτρου ∆αμασκηνού,\ Οτι ο[υκ {εχουσι διαφωνίαν α]ι θε~ιαι Γραφαί, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 60
(127).

175
Ο νους, κατά τους νηπτικούς Πατέρες καθίσταται φορέας της θείας γνώ-
σης 1 . Η φυσική γνώση κατά τον άγιο Πέτρο είναι «[αρχ`η παντ`ος α [ γαθο~υ», και
γνώση δίνεται από τον Θεό ή από τις Γραφές μέσω κάποιου ανθρώπου ή μέσω
αγγέλου ή ως δωρεά που δίνεται κατά το άγιο βάπτισμα η οποία ονομάζεται
και συνείδηση και αποτελεί αιτία της φύλαξης των εντολών του Χριστού 2 . Ο
άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός αναφέρει πως ο νους από την αρχή είχε τη «φυ-
σικ`ην γν~ωσιν», που ονομάζεται από μερικούς «φρόνησις», γιατί με αυτήν βλέ-
πει ο νους τα πράγματα όπως είναι. Αυτή η γνώση προϋπήρχε στην ανθρώπινη
φύση, την έχασε εξαιτίας των παθών που σκότισαν το νου του, και την επανέ-
κτησε ο ανθρώπινος νους, αλλ’ όμως με την καθαρότητά του από τα πάθη3 .
Στην ψυχή, η οποία έχει καθαρό νου, χορηγείται η γνώση των θείων λό-
γων: «Τ~?η [αναλογί?α τ~ης το~υ νο~υ καθάρσεως, κα`ι τ`ην τ~ων θείων λόγων γν~ωσιν ]η
ψυχ`η χορηγε~ιται» 4 . Ο Πέτρος ο ∆αμασκηνός επιβεβαιώνει ότι η πνευματική
γνώση αυξάνεται στο μέτρο που αυξάνει η καθαρότητα του νου5 . Όπως τα
σαρκικά μάτια, είναι τόσο καθαρά, όσο βλέπουν καθαρά τα ορατά, κατ’ ανα-
λογίαν το μάτι της ψυχής, δηλαδή ο νους, όσο είναι καθαρός, τόσο διακρίνει
ξεκάθαρα τα αόρατα: «\ Ωσπερ γ`αρ ο] ο[ φθαλμ`ος [επιβάλλει το~ις α[ισθητο~ις κα`ι
θαυμάζει τ~?η θέ?α, ο\υτω κα`ι ]ο καθαρ`ος νο~υς [επιβάλλει το~ις νοητο~ις κα`ι ]υπ`ο τ~ης
πνευματικ~ης θεωρίας [εξίσταται κα`ι δυσαπόσπαστος γίνεται» 6 .
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής εξηγεί πως η γνώση αυξάνεται στο μέ-
τρο της πνευματικής προόδου. Πρώτα, όταν ο νους κατορθώνει την πρακτική
αρετή, προκόβει στη «φρόνησιν», χαρακτηριστικό της οποίας είναι «ε[ις διά-
κρισιν [αρετ~ης κα`ι κακίας φέρειν τ`ον [αγωνιζόμενον». Όταν κατορθώνει την
«θεωρητικ`ην» προκόβει στην «γν~ωσιν», που έχει την ιδιότητα «ε[ις το~υς περ`ι
[ασωμάτων κα`ι σωμάτων λόγους {αγειν τ`ον μέτοχον». Μετά από αυτά ο αγωνι-
στής γίνεται άξιος της «θεολογικής χάρης», με την οποία έρχεται σε θεωρία
και έκσταση «]ως [ανθρωπίν?ω ν~ω ? δυνατόν» με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος 7 .
Ο ίδιος ο Κύριος μακαρίζει τους «καθαρο`υς τ~?η καρδί?α», διότι αυτοί θα {ιδουν
τ`ον Θε`ον8 .
Η θεία γνώση δεν είναι μια αφηρημένη, διανοητική και επιστημονική
γνώση. Η θεία γνώση είναι αποτέλεσμα και καρπός της θείας έλλαμψης9 . Κατά
τον άγιο ∆ιάδοχο Φωτικής δεν υπάρχει φτωχότερος από εκείνον που φιλοσοφεί
περί του Θεού χωρίς να έχει τον φωτισμό του Θεού «ο[υδ`εν γ`αρ πτωχότερον

1
«\ Οσον γ`αρ προσέχομεν τ~?ω ν~ω ? , φωτιζόμεθα· κα`ι \οσον ο[υ προσέχομεν, σκοτιζόμεθα». Ησυχίου Πρε-
σβυτέρου, Προς τον Θεόδουλο λόγος περί νήψεως και αρετής 127, Φιλοκαλία Α΄, σ. 160 (201).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 7 (70).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Π~ως {ερχεται ο] α { νθρωπος ε[ις α{ισθησιν, \ινα γινώσκη τ`ο συμφέρον, Βιβλίο Β΄,
Φιλοκαλία Γ΄, σ. 163 (237).
4
Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας 76, Φιλοκαλία Β΄, σ. 227
(295).
5
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ψ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 156 (230).
6
Φιλήμονος, Λόγος πάνυ [ωφέλιμος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 242 (312).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περί αγάπης και εγκρατείας εκατοντάς δεύτερη 26, Φιλοκαλία Β΄, σ. 17 (63).
8
Μτ. 5,8.
9
«\ Ωσπερ ο[υκ ε{ στι χωρ`ις ]ηλιακο~υ φωτ`ος ο[ φθαλμ`ον [αντιλαμβάνεσθαι τ~ων α[ισθητ~ων, ο\υτω δίχα πνευ-
ματικο~υ φωτ`ος νο~υς [ανθρώπινος ο{υποτ’ α } ν δέξηται θεωρίαν πνευματικήν». Μαξίμου Ομολογητού,
Κεφάλαια διάφορα θεολογικά τε και οικονομικά εκατοντάς έκτη 17, Φιλοκαλία Β΄, σ. 150 (211). Ακό-
μη Βλ. Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 20· 21, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 331 (∆΄,
115).

176
διανοίας, [εκτ`ος Θεο~υ φιλοσοφούσης τ`α το~υ Θεο~υ» 1 . Είναι αδύνατο στην αν-
θρώπινη ψυχή να υψωθεί στη γνώση του Θεού αν δεν συγκαταβεί ο Ίδιος ο
Θεός και στην συνέχεια να ανεβεί προς Αυτόν, όπως βεβαιώνει ο άγιος Μάξι-
μος: «Ο[υδέποτε ψυχ`η δύναται πρ`ος γν~ωσιν [εκτανθ~ηναι Θεο~υ, ε[ιμ`η α[υτ`ος ο]
Θεός, συγκαταβάσει χρησάμενος, \αψηται α[υτ~ης κα`ι [αναγάγ?η πρ`ος ε] αυτόν» 2 . Η
γνώση περί του Θεού είναι προσφορά του Θεού, αυτήν όμως οικειοποιείται ο
άνθρωπος δια της ελευθέρας συνεργασίας του με τη θεία χάρη, όπως γράφει ο
Πέτρος ο ∆αμασκηνός: «] Ο γ`αρ Θε`ος τ`ον \ηλιον [εποίησε κα`ι τ`ον [οφθαλμόν.] Ο
δ`ε {ανθρωπος {εχει [εξουσίαν. Ο\υτω κα`ι [εντα~υθα· ]ο Θε`ος π~ασι μ`εν καταλάμπει
τ`ας γνώσεις ]ως [ακτίνας, {εδωκε δ`ε μετ`α τ`ην γν~ωσιν κα`ι τ`ην πίστιν ]ως [οφθαλ-
μόν.] Ο ο@υν προαιρούμενος δι`α τ~ης πίστεως βεβαίαν τ`ην γν~ωσιν λαβε~ιν, δι’ {ερ-
γων φυλάττει τ`ην μνήμην, #?ω κα`ι δίδωσιν ]ο Θε`ος μείζονα προθυμίαν, γν~ωσίν τε
κα`ι δύναμιν»3 . Αυτό σημαίνει ότι η θεωρία δεν αποτελεί μόνο δωρεά του Θεού
προς τον άνθρωπο, αλλά και καρπό της προσωπικής προσπάθειας του ανθρώ-
που προς την τελείωση και την θέωσή του, γι’ αυτό αυτή η γνώση συνδέεται
και αλληλοεξαρτάται από τις άλλες αρετές, που την ενισχύουν και αποτελούν
προϋποθέσεις της προόδου προς την οδό της γνώσης, Η αληθινή πνευματική
γνώση επικυρώνεται από τις μεγάλες αρετές, ιδιαιτέρως από την πραότητα, την
αγάπη και την ταπείνωση: «Τοσο~υτον ]η ]εκάστου γν~ωσις [αληθ`ης τυγχάνει,
\οσον α[υτ`ην πρ?αότης κα`ι ταπείνωσις κα`ι [αγ`απη βεβαιο~υσι» 4 .

β. Ο συνδυασμός γνώσης και αρετών.

1. γνώση και πίστη:


Η πίστη στον Θεό και η γνώση του Θεού αποτελούν αδιάσπαστη ενότη-
τα μεταξύ τους. Αυτό το θέμα ήδη έχει αναπτυχθεί από τους Αποστόλους
Παύλο και Ιάκωβο 5 . Κατά τους νηπτικούς Πατέρες, ιδιαίτερα κατά τον άγιο
Ησύχιο του Πρεσβύτερο, η γνώση και η πίστη εμφανίζονται ως σύντροφοι του
πιστού και βρίσκονται σε σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ τους: «Γν~ωσις κα`ι
πίστις, α]ι τ~ης φύσεως ]ημ~ων σύντροφοι» 6 . Κατά τον ίδιο άγιο η αληθινή γνώση
προηγείται της αληθινής πίστης «] Ο μ`η γινώσκων τ`ην [αλήθειαν, ο{υτ’ [αληθ~ως
πιστεύειν δύναται.] Η γ`αρ γν~ωσις κατ`α φύσιν προηγε~ιται τ~ης πίστεως» 7 . Αυτή η
γνώση, η λεγόμενη φυσική γνώση κατά τον άγιο Πέτρο ∆αμασκηνό, γεννά την
πρώτη πίστη, την πίστη της ακοής, την κοινή πίστη των Ορθοδόξων και στην
συνέχεια, αυτή η πίστη ενθαρρύνει και ωθεί τον πιστό στην τήρηση των εντο-

1
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 7, Φιλοκαλία Α΄, σ. 237 (287).
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι Θεολογίας πρ`ος Θαλάσσιον ]εκατοντ`ας πρώτη 31, Φιλοκαλία Β΄, σ. 56
(108).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 9 (72).
4
Μάρκου Ασκητή, Περί τ~ων οιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 91, Φιλοκαλία Α΄, σ. 115 (150).
5
1 Κορ. 1, 18-31· 2, 6-10. 2 Κορ. 1, 12· Ιακ. 3, 13-17.
6
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 58, Φιλοκαλία Α΄, σ. 150 (190).
7
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 60, Φιλοκαλία Α΄, σ. 150 (190).

177
λών του Θεού. Αυτή είναι που γεννά την μεγάλη πίστη 1 , η οποία οδηγεί στην
πνευματική γνώση και η οποία είναι η «]αρπάζουσα τ`ον νο~υν πρ`ος τ`ον Θεόν»2 .
Οι Πατέρες Κάλλιστος και Ιγνάτιος ενστερνίζονται την άποψη των προ-
γενέστερων Πατέρων ότι δηλαδή «]η πίστις διπλ~η [εστι». Η πρώτη είναι η γενι-
κή πίστη «πάντων τ~ων [ορθοδόξων Χριστιαν~ων». Η δεύτερη είναι η μεγάλη πί-
στη, η πίστη της θεωρίας, δηλαδή της γνώσεως 3 , που την αποκτούν όσοι προ-
χωρήσουν στα κατά Χριστό έργα και είναι λίγοι 4 . Αυτοί διακρίνονται από τους
αγίους, ότι «[εν καιρ~?ω προσευχ~ης ε[ις τ`α πρ`ος Θε`ον α[ιτήματα, [αλλ`α μετ`α
πίστεως ζητε~ιν κα`ι ο\υτω λαμβάνειν [εκ το~υ προχείρου τ`α συμφέροντα» 5 . Ο
Κύριος παρέχει γνώση σε όσους πιστεύουν, «ο[υ τ`ην [εκ μαθήσεως κα`ι μελέτης,
[αλλ`α τ`ην [εκ χάριτος πνευματικ~ης [αέναον σοφίαν κα`ι μηδέποτε λήγουσαν το~ις
[αξίοις δωρούμενος». Τη διαφορά ανάμεσα στη γνώση εκ μάθησης και στη
γνώση εκ χάριτος τη διακρίνει ο άγιος ως εξής: η γνώση με μελέτη είναι γνώση
εκ μέρους, ενώ η γνώση εκ χάριτος είναι πλήρης: «]η μάθησις, μέρος [ελάχιστον
λαμβάνουσα γνώσεως, τ`ο π~αν [ε~?α μηδεν`ι λόγ?ω κρατούμενον.] Η δ`ε κατ`α χάριν
γν~ωσις \ολην {εχει, κα`ι δίχα μελέτης, τ`ην [εφικτ`ην [ανθρώποις σοφίαν, πρ`ος τ`ας
χρείας ποικίλως βλαστάνουσαν»6 .

2. γνώση και θείος φόβος:


Ρίζα της σοφίας κατά την Αγία Γραφή είναι ο θείος φόβος, όπως επιση-
μαίνει ο συγγραφέας της Σοφίας Σειράχ 7 . Ο φόβος του Θεού μαζί με την ευσέ-
βεια, είναι τα δυο στοιχεία που καθαρίζουν την ψυχή κι ελευθερώνουν το νου
από τα πάθη, αναδεικνύονταν τον ικανό να αποδεχτεί τη θεία γνώση: «] Η γ`αρ
ε[υσέβεια κα`ι ]ο φόβος το~υ Θεο~υ, καθαίρουσι τ`ην ψυχ`ην [απ`ο τ~ων παθ~ων, κα`ι
τ`ον νο~υν [ελεύθερον παρασκευάζει γενέσθαι, κα`ι πρ`ος φυσικ`ην θεωρίαν {αγει,
κα`ι θεολογίας [εφάπτεσθαι ποιε~ι» 8 .

1
Οι άγιοι Κάλλιστος και Ιγνάτιος παραπέμπουν στον άγιο Ισαάκ ότι με αυτή την πίστη δεν εννοούν
την πίστη στις τρεις Υποστάσεις της Αγίας Τριάδος και στις δυο φύσεις του ενσαρκωμένου Λόγου του
Θεού, αλλά είναι «τ`ην πίστην τ`ην [εκ το~υ φωτ`ος τ~ης χάριτος α[ νατέλλουσαν [εν τ~?η ψυχ~?η [εν τ~?η μαρτυρί?α
τ~ης διανοίας, στηρίζουσαν τ`ην καρδίαν α [ δίστακτον ε@ιναι [εν τ~η πληροφορί?α τ~ης [ελπίδος τ~?η [απεχούση
[απ`ο πάσης ο[ιήσεως». Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθόπουλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~ω ? [ακριβ`ης
16, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 214 (Ε΄, 38).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι το~υ π~ως κτ~αταί τις τ`ην α [ ληθ~η πίστιν, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 78
(146). Ο άγιος Μάξιμος δίδασκε ότι ο Θεός εμφανίζεται «κατ`α τ`ο μέτρον τ~ης [εν ]εκάστ?ω πίστεως», για
τους αρχαρίους με μορφή δούλου, ενώ σε εκείνους που Τον ακολουθούν στο βουνό της μεταμορφώ-
σεως φανερώνεται με μορφή Θεού. Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι Θεολογίας κεφαλαίων ε] κατοντ`ας δεύ-
τερη 13, Φιλοκαλία Β΄, σ. 71 (126).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Β΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 114 (185).
4
Γράφει ο Πέτρος ο ∆αμασκηνός: «Πίστις γ`αρ γενν~α ? τ`ην {αλλην, κα`ι μεγάλην πίστιν, \ως φασιν ο]ι \ Αγι-
οι Πατέρες…] Η μ`εν γάρ, χωρ`ις [εργασι~ων το~υ νόμου γίνεται, ]η δέ, [εξ {εργων τελειο~υται». Βλ. Πέτρου
∆αμασκηνού, Λόγος Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 114 (184).
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 16, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
213 (Ε΄, 37).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας τέταρτη 29, Φιλοκαλία Β΄, σ. 114
(172).
7
Σειρ. 1,20.
8
Φιλήμονος, Λόγος πάνυ [ωφέλιμος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 250 (321).

178
Ο φόβος του Θεού, όπως και η πίστη είναι δυο ειδών. Ο πρώτος είναι
εισαγωγικός, ο δεύτερος είναι ο τέλειος 1 . Σε αυτό το σημείο θα αναφέρουμε
μόνο το πρώτο είδος φόβου, το εισαγωγικό, γιατί αυτός ο φόβος είναι γέννημα
της πίστης κι ενθαρρύνει τον πιστό να εκπληρώνει τις θείες εντολές, όπως α-
ναφέρει η Γραφή: «ο#υ φόβος, [εντολ~ων τήρησις» 2 , και ο οποίος στη συνέχεια
εξελίσσεται στη μεγάλη πίστη, με την οποία ο άνθρωπος φτάσει στη θεία γνώ-
ση 3 .
Ο φόβος του Θεού λειτουργεί ως χαλινάρι για να μη χάνει η γνώση το
σκοπό της και ξεφεύγει από τη σωστή κατεύθυνσή της πέφτοντας στην πλάνη:
«Μ`η χαλινουμένη τ~?ω θεί?ω φόβ?ω κατ`α τ`ην πρ~αξιν ]η γν~ωσις, τύφον [εργάζεται,
]ως ο[ικε~ιον τ`ο δεδανεισμένον προβάλλεσθαι πείθουσα τ`ον [επ’ α[υτ~?η τυφωθέντα,
πρ`ος ο[ικε~ιον {επαινον τ`ον {ερανον το~υ λόγου ποιούμενον»4 .

3. γνώση και νήψη:


Η γνώση και η νήψη ευρίσκονται επίσης σε μια στενή σχέση, αφού, ό-
πως ειπώθηκε παραπάνω, ο νους είναι φορέας της γνώσης και χρειάζεται να
καθαριστεί από τα πάθη, για να αξιωθεί την πνευματική γνώση. Η νήψη είναι
μια πνευματική μέθοδος, με την οποία είναι δυνατό να ελευθερωθεί ο νους από
τα πάθη και να αποκτήσει τη γνώση του Θεού, όπως επιβεβαιώνει ο Ησύχιος ο
Πρεσβύτερος: «Ν~ηψίς [εστι, μέθοδος πνευματική, [εμπαθ~ων νοημάτων κα`ι λό-
γων κα`ι πονηρ~ων {εργων, πάμπαν τ`ον {ανθρωπον, σ`υν Θε~?ω, [απαλλάτουσα, χρο-
νίζουσα, κα`ι προθύμως ο] δευομένη· γν~ωσίν τε [ασφαλ~η Θεο~υ το~υ α
[ καταλήπτου
]οδευομένη χαρίζεται, καθ’ \οσον [εφικτόν, κα`ι μυστηρίων θείων κα`ι [αποκρύφων
λύσιν» 5 . Έτσι αφού η νήψη αναγνωρίζεται από τον ίδιο άγιο ως «φυλακ`η
νο`ος» 6 , η νήψη με την ησυχία επιδιώκουν την κάθαρση του νου και τον καθι-
στούν ικανό να δεχτεί τη θεία γνώση: «\οσον δι`α τ~ης ]ησυχίας γυμνο~υται τ~ων
παθ~ων κα`ι καθαίρεται, τοσαύτης [αξιο~υται κα`ι τ~ης γνώσεως» 7 , λέγει ο αββά
Φιλήμων, και ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός αναφέρει ότι η ησυχία «μόνη τ`ην
γν~ωσιν το~υ Θεο~υ γενν~αν πέφυκεν» 8 .

4. γνώση και απάθεια:


Η θεία γνώση είναι καρπός της απάθειας. Ο νους που κυριεύεται από τα
πάθη και που δεν έχει προχωρήσει σε ένα βαθμό της απάθειας, δεν είναι ικανός
να προοδεύει στην θεία γνώση, όπως λέγει ο άγιος Μάξιμος: «Κατ`α φύσιν ]ο

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Γ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 117 (187). Κατά τους Ξανθόπουλους,
Κάλλιστο και Ιγνάτιο: «]ο φόβος ]ο κατ`α Θε`ον διπλο~υς [εστιν, ]ο μ`εν τ~ων α[ ρχαρίων, ]ο δ`ε τ~ων τελείων».
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~ω ? α[ κριβ`ης 17, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
219 (Ε΄, 43)
2
Πρμ. 15, 27.
3
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 17, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
219 (Ε΄, 43).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικ`α ]εκατοντ`ας πέμπτη 48, Φιλοκαλία Β΄, σ. 136
(195).
5
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 1, Φιλοκαλία Α΄, σ. 141(180).
6
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 3, Φιλοκαλία Α΄, σ. 142 (180).
7
Φιλήμονος, Λόγος πάνυ [ωφέλιμος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 242 (312).
8
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι [αποφυγ~ης τ~ων θελημάτων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 32 (97).

179
νο~υς [ενεργε~ι, \οταν τ`α πάθη {εχη υ] ποτεταγμένα κα`ι το`υς λόγους τ~ων {οντων θε-
ωρ~?η κα`ι πρ`ος τ`ον Θε`ον διάγ?η» 1 . Ο άγιος Θεόγνωστος αναφέρει ότι εκείνος που
επιθυμεί την αληθινή γνώση οφείλει να ελευθερωθεί πρώτα από τους δεσμούς
των παθών: «[ Αληθο~υς γνώσεως [ερ~ων κα`ι πληροφορίας σωτηρίας [ανενδοιά-
στου, πρότερον φιλοσόφησον διαρρ~ηξαι το`υς [εμπαθε~ις τ~ης ψυχ~ης πρ`ος τ`ο
σ~ωμα δεσμο`υς»2 .

5. γνώση και ταπείνωση:


Παράλληλα η θεία γνώση είναι γέννημα της ταπείνωσης και της απά-
θειας ταυτόχρονα, όπως λέγει ο άγιος Μάξιμος: «] Οδ`ος [επ`ι τ`ην γν~ωσίν [εστιν
[απάθεια κα`ι ταπείνωσις· #ων χωρίς, ο[υδε`ις {οψεται τ`ον Κύριον»3 . Ο άγιος Πέ-
τρος ο ∆αμασκηνός παραπέμποντας στον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος λέγει ότι
ο Θεός εμφανίζεται στην ταπείνωση και στην απαλότητα και όχι στην ανθρώ-
πινη σοφία: «] Απλότητι δ`ε μ~αλλον κα`ι ταπεινώσει Θε`ος [εμφανίζεται κα`ι ο[υ
κόποις }η καταργουμέν?η σοφί?α»4 . Ο ίδιος πατήρ αποδίδει στην υπερηφάνεια
την αιτία, για την οποία ο διάβολος έχασε τη γνώση του Θεού κι έπεσε στην
πλάνη και στην αγνωσία: «[ Επειδ`η γ`αρ κα`ι α[υτ`ος ]ο διάβολος τ`ην γν~ωσιν το~υ
Θεο~υ [απωλέσας, τ~?η [αγνωμοσύν?η κα`ι ]υπερηφανί?α [εξ [ανάγκης [εγένετο {αγνω-
σος» 5 .

6. γνώση και αγάπη:


Η αγάπη και η γνώση είναι στενά συνδεδεμένες, γεγονός που καθιστά
σαφές ότι χωρίς την αγάπη η γνώση του Θεού είναι αδύνατη, εφόσον «] ο Θεός
[αγάπη [εστι». Η αγάπη αποτελεί απαραίτητο σύντροφο της γνώσης και φρουρό
της ψυχής. Την προφυλάσσει από την υπερηφάνεια που επέρχεται λόγω της
γνώσης και οικοδομεί μαζί της ένα σταθερό πνευματικό οικοδόμημα, όπως
γράφει ο άγιος Μάξιμος: «[ Επειδ`η ]η γν~ωσις φυσιο~ι, ]η δ`ε [αγάπη ο[ικοδομε~ι, σύ-
ζευξον τ~?η γνώσει τ`ην α
[ γάπην, κα`ι {εσ?η α
{ τυφος κα`ι πνευματικ`ος ο[ικοδόμος, κα`ι
σεαυτ`ον ο[ικοδομ~ων κα`ι πάντας το`υς [εγγίζοντάς σοι» 6 . Ο πιστός οφείλει να α-
σκεί την αγάπη και την εγκράτεια, γιατί με αυτά τα δυύο καθαρίζεται το παθη-
τικό μέρος της ψυχής και ανοίγεται η οδός της γνώσης για την ψυχή· «Μερικ~ης
γνώσεως παρ`α το~υ Θεο~υ καταξιωθείς, μ`η [αμέλει [αγάπης κα`ι [εγκρατείας. Α#υται
γ`αρ τ`ο παθητικ`ον μέρος τ~ης ψυχ~ης [εκκαθαίρουσαι, τ`ην [επ`ι τ`ην γν~ωσιν ]οδ`ον [αε`ι
σοι ε[υτρεπίζουσιν»7 .

7. γνώση και προσευχή:


Η προσευχή θεωρείται ως απαραίτητη προϋπόθεση για την απόκτηση
της θείας γνώσης. Η οδός της γνώσης είναι μια εμπειρική οδός της ενώσεως με

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 45, Φιλοκαλία Β΄, σ. 45 (95).
2
Οσίου Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ι] εροσύνης 10, Φιλοκαλία Β΄, σ. 257 (329).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 58 , Φιλοκαλία Β΄, σ. 46 (96).
4
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ∆ιακρίσεως, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 68 (136).
5
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 10 (74).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 59 , Φιλοκαλία Β΄, σ. 46 (96).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 57 , Φιλοκαλία Β΄, σ. 46 (96).

180
τον Θεό και συνδέεται με άμεσο τρόπο με την καθαρή προσευχή, όπως γράφει
ο Πέτρος ο ∆αμασκηνός: «[ Εκ ταύτης δ`ε τ~ης [ογδόης γνώσεως ε[ις τ`ην περ`ι Θε-
ο~υ θεωρίαν [ανάγεται δι`α τ~ης δευτέρας κα`ι καθαρ~ας προσευχ~ης, τ~ης πρεπούσης
τ~?ω θεωρητικ~?ω»1 . Η θεολογία, η οποία είναι «τέλος δ`ε τ~ων μυστηρίων» 2 , είναι
προϊόν της καθαρής προσευχής και ο αληθινός θεολόγος, κατά τον άγιο Νείλο,
είναι ο αληθινά προσευχόμενος: «Ε[ι θεολόγος ε@ι, προσεύξ?η [αληθ~ως. Κα`ι ε[ι [α-
ληθ~ως προσεύχ?η, θεολόγος ε@ι»3 · ο δε Πέτρος ο ∆αμασκηνός προσθέτει: «περ`ι
Θεο~υ [εμφάσεις κα`ι θεολόγος γίνεται, καταξιωθε`ις τ~ης το~υ ]Αγίου Πνεύματος
[επιφοιτήσεως» 4 .

8. γνώση και αλήθεια:


Κατά τον άγιο Μάξιμο η θεία γνώση ταυτίζεται με την ίδια την αλήθεια.
Γράφει λοιπόν: «[ Αλ`ηθειαν μ`εν ε@ιναι λέγει τ`ην θείαν γν~ωσιν» 5 . Η οδός της
γνώσης, κατά τους νηπτικούς Πατέρες, διακρίνεται σε δυο στάδια, την πράξη
και την θεωρία 6 . Με την πράξη εννοούν τα έργα της άσκησης, που οδηγούν
στην κάθαρση από τα πάθη, ενώ με τη θεωρία δεν εννοείται μια θεωρητική κα-
τάρτιση της λογικής, αλλά θεωρεία είναι φωτισμός του νου και η θέα της άκτι-
στου δόξας του Θεού, όπως γράφει ο άγιος Μάξιμος: «] Η πρακτικ`η φιλοσοφία
τ`ον πρακτικ`ον ]υπεράνω ποιε~ι τ~ων παθ~ων.] Η θεωρία δ`ε τ`ον γνωστικόν, ]υπερά-
νω τ~ων ο] ρωμένων καθίστησιν, [αναβιβάσασα τ`ον νο~υν πρ`ος τ`α συγγεν~η νοη-
τά»7 .

9. Πράξη και θεωρία:


Κατ’ αρχήν πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει πράξη ανεξάρτητη από
τη θεωρία, πράγμα που σημαίνει ότι δια της καθάρσεως ο άνθρωπος οδηγείται
προς τη θεωρία του Θεού και όταν σταματά η θεωρία, τότε αρχίζει και πάλι η
πράξη· «Ο[υκ {εστιν ο{υτε πρ~αξις [ασφαλής, θεωρίας [εκτός, ο{υτε θεωρία [αληθής,
{ανευ πράξεως. Χρ`η γ`αρ κα`ι πρ~αξιν [ελλόγιμον ε@ιναι, κα`ι θεωρίαν {εμπρακτον·
\ινα τ~?η μέν, [ανίσχυρος ε]υρίσκηται ]η κακία· τ~?η δέ, δυνατ`η ]η [αρετ`η [εν ε[υδοκίαις
χρηστότητος»8 . Ο άγιος Θεόδωρος Εδέσσης δέχεται τις δυο βαθμίδες ως δυο
ενέργειες και διαβεβαιώνει ότι η μια χωρίς την άλλη είναι αδύνατα να υπάρξει,
«[Αδύνατον δ`ε θατέραν χωρ`ις τ~ης {αλλης ε]υρίσκεσθαι» 9 . Ο Νικηφόρος Μονά-
ζων λέγει ότι ο οδός προς τη θεωρία περνάει μέσω της πράξης: «Κα`ι ε[ι ε[ις τ`α

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ης όγδοης γνώσεως, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 59 (126).
2
Γρηγορίου Σιναΐτου,\ Ετερα κεφάλαια 5, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 64 (213).
3
Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 61, Φιλοκαλία Α΄, σ. 182 (225).
4
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ης όγδοης γνώσεως, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 59 (126).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περί Θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντ`ας τέταρτη 2, Πρ`ος Θαλάσσιον, Φιλοκα-
λία Β΄, σ. 110 (169).
6
Αναφέραμε παραπάνω πως η μετάδοση από την πράξη στην θεωρία συνοδεύεται με την πρόοδο στην
γνώση, από «φρόνησιν» σε «γν~ωσιν», τελικά στην θεολογία
7
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικ`α ]εκατοντ`ας τέταρτη 100, Φιλοκαλία Β΄, σ. 126
(185).
8
Ηλία Πρεσβυτέρου, Γνωστικά κεφάλαια 37, Φιλοκαλία Β΄, σ. 303 (46).
9
Θεοδώρου Εδέσσης,Θεωρητικό, Φιλοκαλία Α΄, σ. 332 (Β΄, 42).

181
τ~ης πρακτικ~ης {εργα ο\υτω [αμφιβάλλομεν [απιστο~υντες, π~ως τ`α τ~ης θεωρίας ]ημ~ιν
[επελεύσεται; θεωρίας γ`αρ [επίβασις πρακτική» 1 .
Σε όλη την νηπτική παράδοση διαβεβαιώνεται ότι δια της πράξης, δη-
λαδή με τα έργα της άσκησης και της αρετής, καθαρίζεται ο νους και προκό-
πτει στη θεωρία, πρώτα τη φυσική θεωρία και στην συνέχεια στην ένωση με
τον Θεό, τη θεολογία: «Πάσ?η ο@υν δυνάμει τ~ης πρακτικ~ης [επιμελησώμεθα [ερ-
γασίας, δι[ #ης πρ`ος τ`ην ε[υσέβειαν [αναγόμεθα· \η [εστιν ]η κατ`α διάνοιαν καθαριό-
της· #ης ]ο καρπός, φυσικ`η κα`ι θεολογικ`η θεωρία» 2 . Κατά τον άγιο Μάξιμο, η
θεωρία ταυτίζεται με τη θεία γνώση, αφού με τα έργα των αρετών ο άνθρωπος
μαραίνει το επιθυμητικό μέρος της ψυχής και ημερώνει το θυμικό, ενώ με τη
γνώση (θεωρία) ανυψώνει το νου προς ένωση με τον Θεό· «∆υνατ`ος [ανήρ, ]ο
τ~?η πράξει τ`ην γν~ωσιν συζεύξας. Τ~?η μ`εν γάρ, τ`ην [επιθυμίαν μαραίνει κα`ι τ`ον
θυμ`ον ]ημερο~ι· τ~?η δέ, τ`ον νο~υν πτερο~ι κα`ι πρ`ος Θε`ον [εκδημε~ι»3 . Ο Θεός για τον
«πρακτικό» είναι παρών μέσα στις αρετές, ενώ για εκείνο που δεν πράττει την
αρετή, ο Θεός απομακρύνεται από αυτόν. Ο νους που κατορθώνει την θεωρία
προκόβει στην αληθινή γνώση των όντων· «Τ~?ω μ`εν πρακτικ~?ω, [ενδημε~ι δι`α τ~ων
[αρετ~ων ]ο Κύριος, …τ~?ω μ`εν θεωρητικ~?ω, δι`α γνώσεως τ~ων {οντων [αληθο~υς [εν-
δημε~ι» 4 .
Μετά από όσα ειπώθηκαν, μπορούμε να συνοψίσουμε ότι είναι απαραί-
τητο για τον πνευματικό πατέρα να είναι μορφωμένος ως ένα βαθμό μόρφωσης
τέτοιο, που του επιτρέπει να υπηρετεί τις ανάγκες των πνευματικών του τέ-
κνων, ιδιαιτέρως αν είναι και εξομολόγος· «Ο πνευματικός πρέπει απαραιτή-
τως στην εποχή μας να είναι μορφωμένος. ∆εν είναι δυνατό λ.χ. να επιληφθεί
της θεραπείας ανωμάλων ψυχών, αν δεν κατέχει έστω και στοιχειώδεις γνώσεις
της συγχρόνου Ψυχολογίας. Πως θα καθοδηγήσει το παιδί, τον έφηβο, την νε-
άνιδα..., αν δεν είναι γνώστης των συγχρόνων παιδαγωγικών μεθόδων; Πως θα
αντιμετωπίσει τα σύγχρονα κοινωνικά δράματα, τα προβλήματα του εργάτου,
τα ερείπια της κοινωνίας, αν δεν έχει μορφωθεί κοινωνικώς» 5 .
Η επιστημονική γνώση δεν αποτελεί εμπόδιο ή κάτι επικίνδυνο για τον
πνευματικό ή για το σύνολο της Εκκλησίας, αλλά όπως παρατηρεί ο πατήρ Β.
Θερμός, η επιστήμη μπορεί να εντάσσεται μέσα στο σωτηριακό έργο της Εκ-
κλησίας και να συνεισφέρει στην σωτηρία του ανθρώπου: «Η αληθινή επιστή-
μη δεν αποτελεί εμπόδιο ούτε στοιχειοθετεί απειλή για την Εκκλησία και την
αλήθεια της. Αντίθετα μπορεί να την ωφελήσει ιδιαίτερα, αφού με την συν-
δρομή της ψυχολογίας μπορεί κανείς να μάθει τον τρόπο με τον οποίο η χρι-
στιανική αγωγή έχει τη δυνατότητα να γίνει περισσότερο αποτελεσματική ή
επίσης να καταρτιστεί, έτσι ώστε να είναι σε θέση να αποφύγει σφάλματα ή να
τα διορθώσει» 6 . Από την άλλη πλευρά δεν πρέπει να υπερτονίζεται η δύναμη
1
Νικηφόρου Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 19 (162).
2
Φιλήμονος, Λόγος πάνυ [ωφέλιμος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 250 (321). Κατά τον άγιο Μάξιμο απαντηθούν
ίδιες βαθμίδες, η πρώτη «πρακτικ~ης φιλοσοφία», έπειτα η «φυσικ~ης θεωρίας» και τέλος «θεολογικ~ης
μυσταγωγίας». Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικ`α ]εκατοντ`ας έβδομη 94, Φιλοκαλία
Β΄, σ. 185 (250).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 28 , Φιλοκαλία Β΄, σ. 17 (64).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Περί Θεολογίας κεφαλαίων ]εκατοντ`ας δεύτερη 58, Προς Θαλάσσιον, Φιλο-
καλία Β΄, σ. 79 (135).
5
Μεταλληνού, Γεωρ., (Πρωτ.), Ενορία: ο Χριστός [εν τ~ω ? μέσ?ω ]ημ~ων, \ο.π., σ. 83.
6
Θερμού, Β., (Πρωτ.), Ποιμαίνονατες μετ’ επιστήμης, \ο.π., σ. 133.

182
της επιστημονικής γνώσης, αλλά να θεωρείται ως «βοηθητικού και δευτερεύο-
ντα χαρακτήρα» για τον πνευματικό, για να μη ανακύψει ο κίνδυνος να μετα-
τραπεί η ποιμαντική σε κοινωνιολογία η φιλοσοφία, με παράλληλη υποτίμηση
της Χάριτος 1 .
Σε όλη την ασκητική παράδοση η πνευματική γνώση υπερέχει της κο-
σμικής. Υπήρξαν άγιοι ολιγογράμματοι, οι οποίοι ήταν προικισμένοι με το χά-
ρισμα του Αγίου Πνεύματος, με την γνώση και τη σοφία που διέθεταν οι ίδιοι
οι αγράμματοι Απόστολοι του Χριστού. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα συγ-
χρόνων πνευματικών πατέρων με φτωχή κοσμική γνώση και μόρφωση, τους
οποίους επισκέφτηκαν πλήθος δόκιμων επιστημόνων όλων των κλάδων, με
σκοπό να διορθωθούν και να φωτιστούν πνευματικώς2 . Να γνωρίζει κανείς τον
Θεόν ή να γνωρίζει τον άνθρωπο με όλη του την υπερφυσική αξία και την θε-
ραπευτική αγωγή της ανθρώπινης ψυχής είναι γνώσις υψηλότερη από όλες τις
επιστήμες, παρατηρεί ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός: «]η ] θεραπεία το~υ [ανθρώ-
3
που, κρείττων [εστ`ι πάσης [εργασίας κα`ι [αρετ~ης» , αποφαίνεται ο Πέτρος ο ∆α-
μασκηνός. Ο πατήρ Β. Καλλιακμάνης δίνει τη μαρτυρία του στην εισήγησή
του για τον γέροντα Ιωσήφ Βατοπαιδινού λέγοντας: «Γνώρισε άριστα τις κινή-
σεις και τις λειτουργίες της ψυχής και τους συσχετισμούς με τις σωματικές αλ-
λοιώσεις, τις απαρχές και τη θεραπεία των παθών, αλλά και τις μεθόδους του
πνευματικού αγώνα για την τήρηση των εντολών και την οικείωση των αρε-
τών» 4 .
Η πνευματική γνώση και σοφία είναι απαραίτητα χαρίσματα στο έργο
της καθοδήγησης των ψυχών των πιστών, αλλά είναι αδύνατο κανείς να γίνει
συνετός και φρόνιμος με την ηθική έννοια, εάν δεν ενδιαφέρεται να μορφωθεί
αληθινά με την άνωθεν σοφία. Αυτή η άνωθεν σοφία ευτυχώς δίνεται σε όσους
την ζητούν και την επιδιώκουν με πίστη, ταπείνωση και αγάπη, ανεξάρτητα αν
περιέχει ή όχι ανθρώπινη σοφία και μόρφωση, όπως προτρέπει ο αδελφόθεος
Ιάκωβος· «Εἰ δέ τις ὑμῶν λείπεται σοφίας, αἰτείτω παρὰ τοῦ διδόντος Θεοῦ πᾶσιν
5
ἁπλῶς καὶ μὴ ὀνειδίζοντος, καὶ δοθήσεται αὐτῷ· αἰτείτω δὲ ἐν πίστει…» , και ο
Πέτρος ο ∆αμασκηνός λέγει: «]η πνευματικ`η γν~ωσις ο[υ γίνεται [εκ μόνης μελέ-
της, [αλλ’ [εκ Θεο~υ κατ`α χάριν το~ις ταπεινόφροσι δίδοται» 6 . Κάθε άνθρωπος
είναι δυνατό να αποδεχθεί την κατά Θεόν σοφία και σύνεση, γιατί αυτή η άνω-
θεν σοφία είναι θείο δώρο. Ο άνθρωπος γίνεται άξιος αυτού του δώρου με την

1
Μεταλληνού, Γεω., (Πρωτ.), Ενορία: ο Χριστός [εν τ~ω
? μέσ?ω ]ημ~ων, σ. 83.
2
«Χίλιοι διαπρεπείς επιστήμονες, ακάθαρτοι στην καρδιά τους από τα πάθη, δεν μπορούν να δουν ή να
δώσουν αυτό, που μέσα στο φως της Θείας Χάρης μπορεί να διαγνώσει και να προσφέρει ο θεούμενος
πνευματικός». Μεταλληνού, Γεω., (Πρωτ.), Ενορία: ο Χριστός [εν τ~ω ? μέσ?ω ]ημ~ων, σ. 84.
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Συντομία πρ`ος κτ~ησιν τ~ων [αρετ~ων κα`ι [αποχ`ην τ~ων παθ~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκα-
λία Γ΄, σ. 75 (143). «Η εργασία του πνευματικού είναι εσωτερική θεραπεία. ∆εν υπάρχει ανώτερος
γιατρός από τον έμπειρο πνευματικό, που εμπνέει εμπιστοσύνη με την αγιότητά του, πετάει από τα
ευαίσθητα πλάσματα του Θεού τους λογισμούς που φέρνει το ταγκαλάκι και θεραπεύει ψυχές και σώ-
ματα δίχως φάρμακα, με την Χάρη του Θεού». Πασΐου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, σ.
271.
4
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), «Η διάκριση στη ζωή και την επιστολογραφία του Γέροντος Ιωσήφ του
ησυχαστή», στο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, φιλοκαλική εμπειρία, πρακτικά διορθόδοξων επιστη-
μονικών συνεδρίων, επιμ. Γ. Μαντζαρίδη, [εκδ. Ι.Μ. Βατοπαιδίου 2007, σ. 406.
5
Ιακ. 1,5.
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ων ]επτ`α σωματικ~ων πράξεων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 19 (83).

183
επίμονη προσευχή όταν την επιζητεί με ειλικρινή διάθεση, οπότε αποτελεί
συνδυασμό της θέλησης του ανθρώπου με την χάρη του Θεού.

Τέταρτο κεφάλαιο

Ο χαρισματικός βίος ως εμπειρία παιδαγωγικής ευθύνης: Το έργο του


πνευματικού πατρός και η σημασία του για την πνευματική ζωή του πνευ-
ματικού του τέκνου

1. Οι παιδαγωγικές προϋποθέσεις της πνευματικής πατρότητας:

α. Ο πνευματικός ως διδάσκαλος.

Η διδακτική ικανότητα ήταν πάντοτε συνυφασμένη με το ποιμαντικό


έργο του πνευματικού ποιμένα και θεωρείται ως μια βασική και αναγκαία προ-
ϋπόθεση για το ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας. Σε αυτό το κεφάλαιο δεν θα
ασχοληθούμε με αυτό το θέμα από την πλευρά που αναγνωρίζεται ως η «λει-
τουργία του λόγου» μέσο στο κήρυγμα ως ουσιαστικό και απαραίτητο έργο
των κληρικών1 , αλλά θα αναπτύξουμε το θέμα με την γενική έννοια της διδα-
σκαλίας που αναφέρεται στον πνευματικό πατέρα γενικά ως μία χαρισματική
μορφή, κληρικό, μοναχό ή ακόμα λαϊκό.
Ο πνευματικός πατέρας δεν είναι απλά μόνο δάσκαλος που διδάσκει,
αλλά αυτός που γεννά πνευματικά και γεννά με τον λόγο. Ο ζωντανός αυτός
λόγος εργάζεται την πνευματική αναγέννηση των πιστών 2 . Ο πνευματικός πα-

1
Βλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Ο εκκλησιολογικός χαρακτήρας της ποιμαντικής, Λεντί?ω ζωννύμενοι
ΙΙ, [εκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2005, σσ. 97-104.
2
Βλ. Ζάχαρου, Ζ., (Αρχιμ.), Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, σ. 192. «Οι πνευματικοί
πατέρες γίνονται φορείς του λόγου του Θεού, τον μεταδίδουν προς οικοδομ`ην τ~ης χρείας του λαού και
πληροφορούν με χάρη τις καρδιές τ~ων [ακουόντων. Ο ζωντανός αυτός λόγος εργάζεται την πνευματική
αναγέννηση των πιστών».

184
τήρ μεταβιβάζει το Πνεύμα στους μαθητές του 1 , όπως άλλοτε ο Ηλίας στον
Ελισσαίο. Ο Απόστολος Παύλος είναι κατ’ εξοχήν πνευματικός πατέρας, γιατί
με το Ευαγγέλιο γέννησε πλήθη πνευματικών τέκνων χριστιανών και με το κή-
ρυγμα αλλά και τη ζωή του, αναδείχθηκε γνήσιος πνευματικός πατέρας 2 . Χα-
ρακτηριστικά είναι τα λόγια του Αγίου Συμεών του Ν. Θεολόγου προς το τέ-
κνο του τα οποία εξηγεί πως η πνευματική γένεση των πιστών αρχίζει με τη
πνευματική σύλληψη δια της διδασκαλίας, γράφει: «συνελάβομέν σε διά διδα-
σκαλίαν, [ωδινήσαμέν σε διά μετανοίας, [απετέκομέν σε δι’ ]υπομον~ης πολλ~ης
και [ωδίνων κα`ι πόνων σφοδρ~ων κα`ι καθημεριν~ων δακρύων»3 .

1. Η αναγέννηση δια του λόγου:


Σύμφωνα με την τάξη το μέσον αυτό με το οποίο ο αββ~ας μεταδίδει
στους μαθητές του το Πνεύμα είναι «ο λόγος» 4 . Ο λόγος έχει μεγάλη σπου-
δαιότητα στο μοναχικό βίο, εφόσον η κατάσταση του μοναχού με την είσοδό
του στη ζωή αυτή θεωρείται ως δεύτερο βάπτισμα 5 . Πολλές είναι οι περιπτώ-
σεις και τα παραδείγματα στα Αποφθέγματα, όπως όταν παρακαλεί ο μαθη-
τής τον αββ~α λέγοντας: «ε[ιπέ μοι λόγον, \ινα σωθ~ω» 6 . Γι’ αυτό ο λόγος με-
ταφέρει τη θεία δύναμη και είναι πηγή αναγέννησης και δημιουργίας 7 . Κατά
τον άγιο Παλαμά μόνο στους ανθρώπους έδωσε ο Θεός τη δυνατότητα να
γίνεται ο αόρατος λόγος του νου αισθητός με την ακοή, ώστε με αυτό ο Θεός
να μας οδηγεί προς την πίστη, και αυτό δεν υπάρχει ούτε στους αγγέλους 8 .
Τα στοιχεία από τα Αποφθέγματα δείχνουν ότι τα λόγια του αββ~α απολαμβάνουν

1
Ο πνευματικός πατέρας ποιμαίνοντας στην ενορία του καλείται να ασκεί αυτό τον ρόλο, γράφει ο
πατήρ Β. Καλλιακμάνης: «Ο πνευματικός ποιμένας καλείται να μεταδώσει ζωή και προφητικό πνεύμα.
Καλείται να εκφράσει τον λόγο του Θεού στην κοινωνική πραγματικότητα, δημιουργώντας τις κατάλ-
ληλες προϋποθέσεις για τη συνάντηση του ευαγγελικού μηνύματος με την εποχή του». Βλ. Ο εκκλη-
σιολογικός χαρακτήρας της ποιμαντικής, \ο.π., σ. 102.
2
Καλλιακμάνης, Β, (Πρωτ.), «Η πνευματική πατρότητα κατά τον Απόστολο Παύλου»,\ Ο.π., σ. 669.
Πρβλ. 1 Κορ. 4,15-16.
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Επιστολή 3, 1-3. Krivochéine, B., Μέσα στο φως του Χριστού, μεταφ. Σκου-
τέρη, Π., [εκδ. Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 128.
4
Μουρατίδη, Κ., Η μοναχική υπακοή εν τη αρχαία εκκλησία, \ο.π., σ. 52 Βλ. Ζαχάρου, Ζ.,\ Ο.π., σ.
197. «Ο πνευματικός είναι προπαντός οικονόμος του λόγου του Θεού».
5
Θεόληπτου Φιλαδέλφειας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 5 (146). και Θεό-
δωρου επισκόπου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφάλαια 1, Φιλοκαλία Α΄, σ. 304 (Β΄, 12). Πρβλ. Ευδο-
κίμοφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 29. Μεταξύ Ομολογητού και εξομολογούμενου δημιουργείται μια
σχέση πατρός προς υιό. Βλ. Συμεών Νέου Θεολόγου, Επιστολή 3, \ο.π., σ. 647-8.
6
Βλ. Ευσέβιου, Β, (Αρχιμ). «Ο Λόγος των πατέρων της ερήμου», στη Θεολογία, τομ. 43, τευχ. 3-4, σ.
585.
7
Η άποψη αυτή έχει τη ρίζα της στην Π.∆, ο Θεός δημιουργεί το σύμπαν δια του λόγου αυτού
(Γεν.1,3 και Ψλ. 32,9). Και στην Κ.∆ «] Ο Λόγος σάρξ [εγένετο και εσκήνωσεν [εν ]ημίν» (Ιω. 1,14), ο
λόγος του Θεού έχει την αναγεννητική του δύναμη (Βλ. Λκ. 8,2), ο λόγος του Θεού ζήσει (Βλ. Μτ. 4,
4), και ο λόγος του Κυρίου είναι πνεύμα και ζωή (Βλ. Ιω. 6,63). Βλ. Μαντζαρίδου, Γ., Ο λόγος του
Θεού ε[ις τ`ην Αγίαν Γραφήν, Θεσσαλονίκη 1972. Πρβλ. Μουρατίδη, Κ., Η μοναχική υπακοή [εν τη
αρχαία εκκλησία, \ο.π., σ. 52-53. Βλ. 1 Πε. 1,23. «ἀναγεγεννημένοι οὐκ ἐκ σπορᾶς φθαρτῆς, ἀλλὰ
ἀφθάρτου, διὰ λόγου ζῶντος Θεοῦ καὶ μένοντος εἰς τὸν αἰῶνα».
8
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, ηθικά τε και πρακτικά 63, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 157
(319).

185
μία ειδική αυθεντία που προκαλεί το σεβασμό, την προσοχή, και την υπακοή1 , και
από τους άμεσους μαθητές ενός αββ~α και από τους επισκέπτες και άλλους που τον
συμβουλεύτηκαν για κάποια περίπτωση2 .
Η διδασκαλία είναι από τα πιο σημαντικά έργα του πνευματικού πα-
τέρα απέναντι στα τέκνα του, αφού ο πνευματικός πατέρας αναλαμβάνει να
εργαστεί για τη σωτηρία των τέκνων του. Η διδασκαλία και η νουθεσία είναι
καθήκον του πνευματικού πατέρας. Ο άγιος Αντώνιος στη κανόνα του γρά-
φει προς ηγούμενο: «Νουθέτει το`υς υ]ιούς σου μηδ`εν φείδου· διότι η καταδί-
κη α[υτ~ων θ`α βαρύν?η σέ» 3 . Σε ένα όραμα ο Άγγελος Κυρίου επισκέφτηκε τον
αββά Άμμων και του είπε: «Θέρμαινε το`υς προσιόντας σοι [εν τ~?ω πυρί, |ο
[αν~ηψέν σοι ]ο Θεός» 4 . Ο Μ. Βασίλειος ακόμη θεωρεί ότι οφείλει εκείνος
στον οποίο που έχουν εμπιστευτεί τη φροντίδα όλων να δώσει λόγο για τον
καθένα χωριστά 5 . Επιμένει ο Μ. Βασίλειος στην ευθύνη του πνευματικού
πατέρα να διδάσκει τα δικαιώματα του Θεού άδολα και με παρρησία, να
προλαβαίνει τις πτώσεις, να ελέγχει και να αγρυπνεί για τη σωτηρία του ποι-
μνίου εργαζόμενος γι’ αυτό μέχρι θανάτου χωρίς ανθρωπαρέσκεια και κολα-
κεία, καθώς λέγει ο Απόστολος: «οὔτε γάρ ποτε ἐν λόγῳ κολακείας ἐγενήθημεν,
καθὼς οἴδατε, οὔτε ἐν προφάσει πλεονεξίας, Θεὸς μάρτυς, οὔτε ζητοῦντες ἐξ
ἀνθρώπων δόξαν, οὔτε ἀφ' ὑμῶν, οὔτε ἀπὸ ἄλλων, δυνάμενοι ἐν βάρει εἶναι ὡς
Χριστοῦ ἀπόστολοι» 6 , διότι «το αίμα αυτού που αμαρτάνει θα ζητηθεί, καθώς
λέει η Γραφή, από τα χέρια εκείνου που έχει την ευθύνη του 7 . Ο άγιος Νεί-
λος επιβεβαιώνει ότι το έργο του πνευματικού είναι να «διατρέφει πρόθυμα
τους υποτακτικούς του με το λόγο του Θεού» και τον προειδοποιεί ότι αν
αμελήσει τον έργο τού, να ετοιμάζει τα νώτα του για νοητές μαστιγώσεις και
ας υπομένει σε κάθε πειρασμό 8 .
Το να διδάσκει κάποιος και να μεταδίδει τον λόγο του Θεού είναι χω-
ρίς αμφιβολία ένα χάρισμα. Ο Θεός ξεχωρίζει μερικούς από τους άλλους,
που είναι επίσης μαθητές Του, για την διδασκαλία του λόγου, όπως στην ε-
πίγεια ζωή Του ο Χριστός δεν έπαιρνε μαζί Του όλους τους μαθητές Του κα-
τά τη φανέρωση των απόκρυφων και ανωτέρων μυστηρίων Του, αλλά μόνο
μερικούς, όπως έγινε στη μεταμόρφωση στο Θαβώρι, στους οποίους δείχνει
τη δόξα και τη λαμπρότητα της θεότητάς Του. Και σε αυτούς δίνει τη χάρη
ώστε να λάμπουν σύμφωνα με το χαρακτήρα του βίου και του λόγου τους
και αποθέτει το δικό Του νου μέσα τους, αποστέλλοντας τους να διηγούνται

1
«Τέκνον μου, το~υ λαλο~υντός σοι τ`ον λόγον το~υ Θεο~υ μνησθήση νυκτός και ημέρας, τιμήσεις δ`ε
α[υτόν ]ως κύριον. \ Οθεν γ`αρ η] κυριότης λαλε~ιται, [εκε~ι Κυριός [εστιν». ∆ιδαχή των δώδεκα Αποστόλων
4,1, ΒΕΠΕΣ 2, σ. 216.
2
Gould, G., Τhe Desert father on monastic community, Clarendon Press, Oxford 1999. σ. 37.
3
Μ. Αντωνίου, Κανών 51ος, Μοναχικοί θεσμοί, ∆. Πετρακάκου, σ. 41.
4
{ Αμμωνος επισκόπου, Επιστολή περί πολιτείας, 12 ΒΕΠΕΣ 40, σ. 84.
5
«] Ο τ`ην κοιν`ην φροντίδα πεπιστευμένος, ω] ς ο[ φείλων λόγον δο~υναι περί ]εκάστου, ο|υτω διακείσθω».
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατά πλάτος Β΄, PG. 31, 984-985. ΕΠΕ 8, σσ. 300-302.
6
1 Θεσ. 2,5-6.
7
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατά πλάτος Β΄, PG. 31, 984-5. ΕΠΕ 8, σ. 300-1. «∆ιόπερ ]ο τ`ην κοιν`ην φροντί-
δα πεπιστευμένος, ]ως ο[ φείλων λόγον δο~υναι περ`ι ]εκάστου, ο\υτω διακείσθω· ε[ιδώς, \οτι [ε`αν [εμπέσ?η ε[ις
]αμαρτίαν ε#ις τ~ων [αδελφ~ων, μ`η προειπόντος α[υτ~ω ? τ`ο δικαίωμα το~υ Θεο~υ, }η [εμπεσ`ων [επιμέν?η, μ`η διδα-
χθε`ις τ`ον τρόπον τ~ης διορθώσεως, τ`ο α#ιμα α[υτο~υ [εκ τ~ων χειρ~ων α[υτο~υ [εκζητηθήσεται».
8
Νείλου Ασκητού, Επιστολαί, PG. 79, 564. ΕΠΕΦ 11∆, σ. 487.

186
καινούρια και παλαιά προς οικοδομή της Εκκλησίας Του 1 . Τα Αποφθέγματα
αναφέρουν στην ζωή του όσιου Εφραίμ ότι όταν κηρύττει τα λόγια του ήταν
σαν «[εκ Πνεύματος ]αγίου [εστί τα [εκπορευόμενα διά χειλέων του» 2 .

2. Η διδασκαλία ως πράξη αγάπης:


Η διδασκαλία για τον πνευματικό πατέρα δεν είναι απλώς καθήκον,
αλλά είναι πράξη βαθειάς αγάπης, ανάγκη εσωτερική. Ο πνευματικός που
έχει λάβει την εμπειρία της θείας φιλανθρωπίας και έγινε μέτοχος αγαθών
κατά χάρη Θεού, είναι χρεώστης να τα μεταδίδει και στους άλλους χωρίς
φθόνο 3 . ∆ιαφορετικά συκοφαντεί τον Κύριο ως σκληρό και αρνείται την α-
ρετή, ούτε είναι δυνατό να απολαύσει μόνος του, αλλά αισθάνεται την υπο-
χρέωση να απευθύνεται προς τους αδελφούς του και να τους κάνει μετόχους
των θείων χαρισμάτων. Ο Άγιος Νικήτας λέγει ότι εκείνος που επιδίωξε την
αγάπη και την απέκτησε, δεν ανέχεται να μιλάει κατά την προσευχή και την
ανάγνωση μόνο για πνευματικό καταρτισμό του εαυτού του. Γιατί, κατά το
Απόστολο Παύλο, εκείνος που μιλάει μόνο στον Θεό με τη γλώσσα όταν
προσεύχεται και ψάλλει, τον εαυτό του οικοδομεί. Αυτός επιβάλλεται κατά
τον Απόστολο να ‘προφητεύει’, για την οικοδομή της Εκκλησίας του Θεού.
Να διδάσκει δηλαδή στους πλησίον του την εργασία των θείων εντολών και
ότι πρέπει να σπεύδουν να ευαρεστήσουν τον Θεό. Κατά τον άγιο Νικήτα ο
ηγούμενος που μιλάει με τον εαυτό του και τον Θεό με την προσευχή και την
ψαλμωδία οικοδομεί τον εαυτό του μόνο, δεν μπορεί όμως να ωφελήσει τους
άλλους, αν δεν μιλήσει και στους υποτακτικούς ή με αποκάλυψη από το Ά-
γιο Πνεύμα ή με τη γνώση των μυστηρίων του Θεού ή με το προορατικό χά-
ρισμα της προφητείας ή με διδαχή του λόγου της σοφίας του Θεού 4 . Κατά
τον Νικήτα όσοι είναι πνευματικοί οδηγοί των άλλων σε περίπτωση που πε-
ριόρισαν το αξίωμα του ποιμένα μόνο στην ψαλμωδία και στην ανάγνωση,
τότε έχασαν το δρόμο της αγάπης 5 .
Ο πνευματικός που ομιλεί ορθά, οφείλει να πιστεύει ότι παραλαμβάνει
από το Θεό τα λόγια. Γιατί η αλήθεια δεν είναι εκείνος που ομιλεί, αλλά ο
Θεός που ενεργεί 6 . Είναι το Πνεύμα του Θεού που μιλά δι’ αυτού 7 και αυτή
την πεποίθηση πρέπει να την έχουν και οι δύο, ο πνευματικός και ο υποτα-
κτικός. Λέγει ο άγιος Μάρκος ότι όταν ο άνθρωπος ωφελήσει άνθρωπο με
λόγια ή με πράξη, να σκέφτονται και οι δυο ότι είναι Θεού δωρεά 8 . Πρώτα ο
πνευματικός πατέρας, να πιστεύει ότι παραλαμβάνει από τον Θεό τα λόγια.
Είναι χρήσιμο να αναφέρουμε με ποια νοοτροπία έζησε ένας σύγχρονος
πνευματικός πατέρας, ο γέρων Πορφύριος, που έχει γράψει: «Εγώ όλα τα απο-
δίδω στον Θεό για τη δόξα Του. Πιστεύω για τον εαυτό μου ότι είμαι μια παλι-
οσωλήνα σκουριασμένη, που όμως διοχετεύεται το ύδωρ το ζων το πεντακά-
1
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 38, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 334 (∆΄, 136).
2
Αποφθέγματα, Αγίου Εφραίμ 2, σ. 218.
3
Μαξίμου Ομολογητού, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον 29, Φιλοκαλία Β΄, σ. 56 (107).
4
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 89, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 352 (∆΄, 138).
5
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 89, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 352 (∆΄, 138).
6
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 180, Φιλοκαλία Α΄, σ. 122 (158).
7
Μκ. 13,11
8
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 74, Φιλοκαλία Α΄, σ. 100 (134).

187
θαρο, γιατί πηγάζει από το Πνεύμα το `Αγιον. Όταν διψάσεις πολύ, δεν σκέπτε-
σαι αν η σωλήνα, που το νερό περνάει, είναι πλαστική, μεταλλική, σκουρια-
σμένη. Σ’ ενδιαφέρει το νερό…Ο κόσμος έρχεται σε εμένα τον ταπεινό. ∆εν
έχει τίποτα να πάρει από μένα. Εγώ δεν έχω τίποτα, ο Χριστός μόνο έχει το
παν»1 . Από την άλλη πλευρά ο υποτακτικός πρέπει να θεωρεί τις διαταγές
και συμβουλές του πνευματικού πατέρα ως φωνή και θέλημα του Θεού και
έτσι θα μπορεί να ζει χωρίς να κινδυνεύει να κατηγορηθεί από τον καθένα 2 .
Επομένως για να ενεργεί ο λόγος του γέροντας μέσα στα βάθη της ψυχής,
πρέπει σε αυτή την ψυχή όταν ακούει από άλλους τον λόγο της διδαχής, να
προϋπάρχει ανάμεσα στους δύο αγάπη και πίστη. Ο ένας δηλαδή να ακούει
με πίστη και ο άλλος να διδάσκει με αγάπη, παρουσιάζοντας χωρίς έπαρση
και φιλοδοξία τους λόγους των αρετών 3 .
Ο άγιος Μάρκος λέγει ότι ο άνθρωπος συμβουλεύει τον πλησίον του,
καθώς γνωρίζει, όμως πάλι ο Θεός ενεργεί σε αυτόν που ακούει κατά την πί-
στη του 4 . Ο άγιος Σιλουανός αναφέρει πως η εσωτερική πρόθεση, η πίστη
του υποτακτικού και την ετοιμότητά του να εκπληρώσει τα λόγια του γέρο-
ντας αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για να λαμβάνει την κατάλληλη
απάντηση: «Η απάντηση του πνευματικού θα έχει τις περισσότερες φορές τη
σφραγίδα της ατέλειας. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως ο πνευματικός στερείται
τη χάρη να γνωρίζει το τέλειο, αλλά πως το τέλειο υπερβαίνει τις δυνάμεις αυ-
τού που ερώτα. Η υπόδειξη του πνευματικού, όμως, παρά την ατέλεια της, αν
γίνει δεκτή με πίστη και εκπληρωθεί πραγματικά, οδηγεί πάντα στην πρόοδο
στο αγαθό. Αυτή η πορεία, όμως, συνήθως διαστρέφεται, όταν αυτός που ερώ-
τα, βλέποντας μπροστά του τον άνθρωπο, κλονίζεται στην πίστη και δεν απο-
δέχεται τον πρώτο λόγο του πνευματικού, αλλά αντιλέγει αντιπαραθέτοντας τις
δικές του ιδέες και αμφιβολίες» 5 .
Σημασία βεβαίως έχει η ενέργεια της χάριτος που συνοδεύει την υπό-
δειξη του πνευματικού και όχι η επιτηδειότητα ή η καλλιέπεια των λόγων 6 .
Ο άγιος Νικήτας κατηγορεί εκείνον που νομίζει ότι είναι φρόνιμος και έχει
μεγάλη πεποίθηση στα έργα του και μεγάλη ιδέα για την ανθρώπινη σοφία
του· και περιγελά τον πνευματικό άνθρωπο για το ασυνήθιστο λεξιλόγιό του
ότι αγνοεί ότι ο Θεός δεν προτιμά και δεν αγαπά τις τορνευτές λέξεις και τις
ωραίες φράσεις, αλλά την καλή σημασία των νοημάτων 7 .
Ο πνευματικός πατέρας έχει ανάγκη από την άμεση χειραγωγία του
Αγίου Πνεύματος για κάθε άνθρωπο και σε κάθε περίπτωση, γι’ αυτό είναι
απαραίτητο η θερμή και διαρκή προσευχή, γενικώς και σε κάθε περίπτωση,
για να διαφυλάξει αυτόν ο Κύριος από σφάλματα στη διακονία του 8 . Ο άγιος
Σιλουανός αναφέρει ότι κατά τον χρόνο της συνομιλίας του με άνθρωπο

1
Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι,\ Ο.π., σ. 507.
2
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α
[ κριβ`ης , Φιλοκαλία ∆΄, σ. 210
(Ε΄, 34).
3
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 96, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 47 (193).
4
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 78, Φιλοκαλία Α΄, σ. 101 (134).
5
Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 96.
6
Ζάχαρου, Ζ., (Αρχιμ.), Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, \ο.π., σ. 198.
7
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 58, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 294 (67).
8
Ζάχαρου, Ζ., (Αρχιμ.), Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, σ. 223.

188
προσεύχεται, και ότι η πρώτη σκέψη, η οποία εμφανίζεται στην καρδιά από
την προσευχή, οφείλει να γίνει αποδεκτή, σαν δεδομένη από τον Θεό. Ο όσι-
ος είπε ότι κάθε φορά που ομιλεί «[εκ το~υ νο`ος α[υτο~υ» χωρίς να θέσει το ζή-
τημα στο Θεό γίνονταν λάθη 1 . Το δεύτερο να έχει μέσα του φόβο Θεού. Ο
Θεός δίνει σε όσους έχουν το φόβο Του γλώσσα παιδαγωγημένη και ακοή συνετή
για να ακούν από ψηλά τη φωνή Του και να απαγγέλλουν τα προστάγματα Του στον
οίκο του Ιακώβ, δηλαδή στην Εκκλησία των πιστών2 . Γράφει χαρακτηριστικά ο
άγιος Σιλουανός από την εμπειρία του ότι: «Ο πνευματικός πατέρας, όταν το
ρωτούν, προσεύχεται και ζητά από τον Θεό σύνεση 3 , αλλά ως άνθρωπος απα-
ντά κατά το μέτρο της πίστεως του. Ο πνευματικός, στην προσπάθεια του να
μην σφάλει ο ίδιος, όταν δίνει συμβουλές η υποδείξεις, υπόκειται στην κρίση
του Θεού και γι’ αυτό, μόλις συναντήσει αντίρρηση ή και εσωτερική αντίστα-
ση αυτού που ρωτά, δεν επιμένει συνήθως σε όσα είπε, δεν τολμά να τα επιβε-
βαιώσει ωε έκφραση του θελήματος του Θεού και ως άνθρωπος υποχωρεί» 4 .

3. Ο λόγος ως καρπός της καθαρής προσευχής:


Αρμόζει στον πνευματικό να αισθάνεται το ρυθμό του εσωτερικού
κόσμου του καθενός από εκείνους που απευθύνονται προς αυτόν. Για το
σκοπό αυτό προσεύχεται, ώστε το Πνεύμα του Θεού να χειραγωγεί και να
του δίνει τον κατάλληλο λόγο για τον καθένα 5 , αφού ο λόγος που έρχεται με
την προσευχή είναι δοσμένος άνωθεν. Η προσευχή ακόμη μπορεί να γίνει
από την πλευρά του υποτακτικού για να φωτίζει ο Θεός τον πνευματικό και
για να του δώσει λόγο σωτηρίας, καθώς και ό,τι είναι όφελος στην περίπτω-
ση του. Ο Γέρων Σιλουανός πριν την εξομολόγησή του στο πνευματικό προ-
σεύχεται προηγούμενος, όπως ο Κύριος ευδοκήσει περί αυτού και δια μέσου
του πνευματικού δώσει σε αυτόν άφεση αμαρτιών και θεραπεία της ψυχής 6 .
Παρόλο που η γνώση των θείων Γραφών είναι απαραίτητη για έναν
άνθρωπο που πρόκειται να ασκήσει το ρόλο του πνευματικού πατέρα 7 , οι
πατέρες θεωρούν ότι εκφέρουν τον λόγο ως ειδική χάρη του Θεού. Ομιλούν
κάθε φορά που αισθάνονταν την εσωτερική έλλαμψη του Αγίου Πνεύματος.
Ο Άγιος ∆ιάδοχος γράφει ότι «δεν υπάρχει στον κόσμο τίποτε φτωχότερο
από το να φιλοσοφεί κανείς περί Θεού, χωρίς να έχει το φωτισμό του
Θεού» 8 . Εκείνος που φωτίζεται από το θείο Πνεύμα γνωρίζει τα μυστήρια

1
Σαχαρώφ, Σ., Περί προσευχής, ο\ .π., σ. 212.
2
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 62, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 343 (128).
3
Την ίδια μαρτυρία δίνουν τα πνευματικά παιδιά τον γέροντα Πορφύριο ότι στην διάρκεια της εξομο-
λόγησης και πνευματικής καθοδήγησης «ακούει προσεύχεται συνάμα με το κομποσκοίνι». Βλ. «Ο
πατήρ Πορφύριος, ο γέροντας της Πεντέλης» στο Σύναξη τευχ. 41, 1992, σ. 85.
4
Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 96.
5
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, ο\ .π., σ. 210.
6
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, σ. 219.
7
«Πρέπει [εσύ ο] μέλλων γενέσαι Πνευματικός να {εχ?ης μίαν διαφορετικήν από τούς {αλλους γν~ωσιν και
[εμπειρίαν ε[ις τήν παλαιάν καί νέαν Γραφήν· ε[ις τα δόγματα τ~ης πίστεως, τά περιεχόμενα ε[ις τό Πι-
στεύω». Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 21-22.
8
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 7, Φιλοκαλία Α΄, σ. 237 (287).

189
της Βασιλείας, εισχωρεί στα βάθη του Θεού και προφέρει αγαθούς λόγους
ζωής από ήρεμη και φωτισμένη καρδιά στους ανθρώπους 1 .
Ο Νικήτας συμβουλεύει τον πνευματικό άνθρωπο αν νιώθει το Πνεύ-
μα να ενεργεί, να κινείται και να λαλεί στα έγκατά του και να τον παρακινεί
να λέγει τη σωτηριώδη αλήθεια του Θεού, να μην εμποδίσει τα χείλη του,
αλλά να αναγγέλλει εκείνα που τα υπαγορεύει το Πνεύμα, γιατί εκείνα που
του υπαγορεύονται από ψηλά για την ωφέλεια πολλών, θα τα ακούσουν όσοι
είναι ολότελα κωφοί, και εκείνοι που βρίσκονται στο σκοτάδι του βίου και
όσοι βρίσκονται στην αμαρτία, θα δουν το φως των λόγων του, και θα νιώ-
σουν αγαλλίαση οι πνευματικά φτωχοί 2 . Ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης θε-
ωρεί ότι εκείνοι που γράφουν και μιλούν και θέλουν να οικοδομούν το πλή-
ρωμα της Εκκλησίας, χωρίς να έχουν το Πνεύμα, ότι μιλούν από τον εαυτό
τους και δεν είναι το Πνεύμα του Θεού που μιλά μέσα τους. ∆εν μιλούν α-
ντλώντας από τη ζωντανή πηγή του Πνεύματος, αλλά τρέφονται από την
καρδιά τους σαν από μολυσμένη λίμνη, ενώ όσοι μιλούν από τους δικούς
τους λογισμούς πριν φτάσουν στην καθαρότητα, έχουν πλανηθεί από το
πνεύμα της οιήσεως 3 .
Ωφελεί αρχικά τον πνευματικό, κατά τον άγιο Μακάριο, να ζητάει
από τον Θεό να βάλει μέσα του τον αληθινό «θεϊκό πλούτο του Πνεύματος»
για να απευθύνει στους άλλους λόγια πνευματικά και θεία μυστήρια και να
τα μεταδίδει στους συνομιλητές του σαν να τα βγάζουν από το θησαυρό που
έχει μέσα του. Όσοι όμως δεν απέκτησαν αυτόν το θησαυρό στο βάθος της
καρδιάς τους ανθολογούν ορισμένα μόνο από τη μια και την άλλη Γραφή και
τα έχουν στην άκρη της γλώσσας τους ή άκουσαν από πνευματικούς ανθρώ-
πους, κομπάζουν στους λόγους αυτούς, προβάλλοντας τα ξένα σαν δικά
τους, και εμφανίζονται σαν γονείς ξένων λόγων. Όμως οι ίδιοι μετά την ομι-
λία τους θα βρεθούν να μοιάζουν με φτωχούς και δεν θα μπορούσαν να ωφε-
λούν τους άλλους ούτε τους εαυτούς τους 4 . Ενώ εκείνος που συνειδητά δέ-
χτηκε μέσα του τον Θεό που δίνει γνώση στους ανθρώπους, δεν έχει πλέον
ανάγκη από βιβλία αφού ενώθηκε με Εκείνον που ενέπνευσε τους συγγρα-
φείς των αγίων Γραφών. Θα είναι ο ίδιος «βίβλος θεόπνευστος» για τους άλ-
λους, που περιέχει καινούρια και παλαιά μυστήρια, γραμμένα μέσα του με το
χέρι του Θεού 5 .

4. Ο λόγος ως καρπός της βιοτικής εμπειρίας:


Ο λόγος των γερόντων δεν είναι αποτέλεσμα απλώς διανοητικού στο-
χασμού και υψηλής σκέψης, αλλά είναι λόγος έμπονος, είναι αποτέλεσμα
της πείρας και συνεχής κόπος, άσκηση και κατά Θεόν πένθος· κατά φυσική

1
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 46, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 337 (∆΄, 122).
2
Νικήτα Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 58, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 341 (∆΄, 126).
3
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 128, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 59 (207).
4
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 88, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 206 (285).
5
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 118, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 259 (∆΄, 37). Πρβλ.
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα 5, PG. 88, 1165BC. «∆ιδάσκαλός [εστιν ο{ ντως, ]ο νοερ`αν δέλ-
τον γνώσεως δακτύλ?ω Θεο~υ, {ηγουν [ενεργεί?α [ελλάμψεως ε[ ξ α[υτο~υ κομισάμενος κα`ι τ~ων λοιπ~ων βίν-
λων α[ νενδε`ης γενόμενος».

190
συνέπεια έχει ο λόγος αυτός τα χαρακτηριστικά της ωριμότητας 1 . Ο Άγιος
Μακάριος παρομοιάζει όσους λένε πνευματικά λόγια χωρίς να τα γευθούν
και να τα δοκιμάσουν με άνθρωπο που δεν έχει γευθεί ποτέ μέλι και προ-
σπαθεί να δώσει στους άλλους να εννοήσουν τι είδος είναι η γλυκύτητά
του 2 . Αυτή είναι στην πραγματικότητα η κατάσταση όσων δεν δοκίμασαν
στην πράξη και με εσωτερική πληροφορία τα σχετικά με την τελειότητα, τον
αγιασμό και την απάθεια και θέλουν να μιλούν γι’ αυτά στους άλλους 3 . Ο
άγιος Σεραφείμ, κατά την μαρτυρία του επισκέπτες του, δεν ήταν ένας «οδη-
γός της συνειδήσεως» ούτε ένας εξομολόγος με την μυστηριακή έννοια της
λέξεως. Ήταν ένας χαρισματούχος. Προτού ν’ αρχίσει να καθοδηγεί τους άλ-
λους, έπρεπε ο ίδιος να έχει βαθειά εξαγνίσει, να έχει περάσει από το δρόμο
που ζητά από τους άλλους να επακολουθήσουν, και να κατέχει στον πιο ψηλό
βαθμό την διάκριση των πνευμάτων 4 .
Ο πνευματικός πατέρας αγωνίζεται να μεταφέρει το λόγο του Θεού σε
όσους απευθύνονται σε αυτόν. Ο λόγος αυτός κατά τον άγιο Μάξιμο παρο-
μοιάζεται με το μάννα που δόθηκε στους Ισραηλίτες στην έρημο 5 , ο οποίος
επαρκεί σε εκείνους που τον τρώνε για κάθε πνευματική ηδονή, και μετα-
βάλλεται σε κάθε γεύση ανάλογα με τη διαφορά της επιθυμίας εκείνων που
τον τρώνε 6 . Είναι ο σπόρος της αιώνιας ζωής όταν γίνει δεκτός, διαπερνά ως
μάχαιρα την καρδιά και δεν δίνει ανάπαυση, ωστόσο αναγεννά τον όλο άν-
θρωπο και τον καθιστά κατάλληλος για την ουράνια βασιλεία 7 .
Οι νηπτικοί Πατέρες όταν ήξεραν ότι η επισκέπτες τους δεν ρωτάνε
για την ίδια τους οικοδομή και για να πράττουν όσα τους λένε, τότε σιωπού-
σαν και δεν έλεγαν τίποτα 8 . Το παράδειγμα με τον αββ~α Φήλικο είναι σαφές.
Όταν τον παρακάλεσαν οι αδελφοί να πει κάτι, είπε: τώρα δεν υπάρχει λό-
γος, όταν ρώτησαν οι αδελφοί τους γέροντες και έπρατταν όσα τους έλεγαν,
ο Θεός τους χορήγησε τη δύναμη να ομιλήσουν. Τώρα όμως, επειδή ερωτούν
αλλά δεν πράττουν όσα ακούν, πήρε ο Θεός τη χάρη από τους γέροντες· και
δεν ευρίσκουν τι να λένε, επειδή δεν υπάρχει εκείνος που θα πράξει 9 .
Η προαίρεση του μαθητή πηγάζει από την εσωτερική συναίσθηση για
τα τραύματα και τη φτώχεια της ψυχής του, αυτή ψυχή την θεωρεί ο Άγιος
Μακάριος ως «Πτωχ`η τ~?ω πνεύματι» 10 . Επίσης και το σκοτάδι των παθών

1
Βίττη, Ευσεβίου (Αρχιμ.), «Ο λόγος των Πατέρων της Ερήμου» στο Θεολογία, τομ 43, τευχ. 3-4, σ.
587.
2
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 80, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 203 (282).
3
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1165BC.
4
Γκοραϊνωφ, Ειρήνη, Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, \ο.π., σ. 88.
5
Εξ. 16,14-35.
6
Μαξίμου Ομολογητού, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιο 100, Φιλοκαλία Β΄, σ. 68 (122).
7
Ζάχαρου, Ζ., (Αρχιμ.), Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, σ.198.
8
Βλ. Αποφθέγματα, [αββ~α Θεόδωρου του της Φέρμης 3, σ. 264, Πρβλ. Βίττη, Ευσεβίου (Αρχιμ.), «Ο
λόγος των Πατέρων της Ερήμου», \ο.π., σ. 590.
9
Αποφθέγματα, [αββ~α Φήλικος, σ. 742. Άλλο παράδειγμα με τον αββά Άρη. Όταν τον ρώτησε ο αβ-
βάς Αβραάμ γιατί ορίζει σε όλους τους αδελφούς ελαφρό ζυγό, ενώ σ’ έναν επιβάλλει βαριά φορτία,
του είπε: οι αδελφοί έρχονται να ζητήσουν, έτσι και φεύγουν. Αυτός δε έρχεται να ακούει λόγο για
χάρη του Θεού. Γι’ αυτό κι εγώ του λαλώ τον λόγο του Θεού. Αποφθέγματα, [αββ~α Άρη, σ. 150.
10
Μτ. 5,2. Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ ά[ γιος Μακα-
ρίου το~υ Α[ιγυπτίου 100, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 212 (291).

191
που την περικυκλώνουν και την ανάγκη για τη θεραπεία με τις συμβουλές
και τα λόγια του γέροντα, γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης: «Ο[υ δύναται
μόνος ]ο κυβερνήτης χωρ`ις τ~ης τ~ων ναυτ~ων συνεργίας τ`ην να~υν διασώσα-
σθαι· ο[υδ`ε [ιατρ`ος τ`ον κάμνοντα [ιάσασθαι, μ`η πρότερον δυσωπηθε`ις παρ’
α[υτο~υ κα`ι δι`α τ~ης το~υ τραύματος φανερώσεως προτραπε`ις ]ολοπίστως» 1 . Η
ψυχή αυτή υπομένει τους κόπους και αναζητά τον καλό γιατρό και έχει πε-
ποίθηση στη θεραπεία Του. Ο πνευματικός όταν διαπιστώσει ότι ο μαθητής
δεν έχει αποφασιστικότητα και αυταπάρνηση για αγώνα, δεν εκζητεί άμεσα
λόγο από τον Θεό με την προσευχή, άλλα εκφράζεται συγκαταβατικά από
την ανθρώπινη πείρα του υποστηριζόμενος από το έργο των Πατέρων της
Εκκλησίας και της Αγίας Γραφής. Έτσι, κατά την άποψη τον γέροντα Σω-
φρονίου, αποφεύγει να τον οδηγήσει στο βαρύ αμάρτημα της Θεομαχίας και
τον αφήνει ελεύθερο και του δίνει το δικαίωμα να αποκλίνει αναμάρτητος
από τη συμβουλή του, ως προερχόμενη μόνο από άνθρωπο 2 .

β. Τα λόγια στην πράξη: Το παράδειγμα.

Σε μια εποχή σαν τη δική μας, όπου οι συμβουλευτές είναι πολλοί και τα λό-
για είναι πολλά, το πιο αναγκαίο πράγμα για ένα πνευματικό πατέρα είναι να θυμάται
τα λόγια που είπε ο αββάς Ιωάννης πριν αιώνες : «∆εν χρειάζονται μόνο λόγοι· διότι
αυτόν τον καιρό υπάρχουν πολλοί λόγοι στους ανθρώπους. Αλλά χρειάζεται έργο·
διότι αυτό είναι το ζητούμενο, και όχι λόγια, που δεν φέρουν καρπό»3 . Συμφώνως
προς την ποιμαντική αρχή των Πατέρων, ουδείς οφείλει να εντέλλεται στους
αποφαινομένους υπ’ αυτού \ο,τι ο ίδιος δεν ξεπλήρωσε στη πράξη της ζωής 4 .
Οι λόγοι του Θεού, όταν προφέρονται μόνο ως «γυμνά λόγια» δεν ακούγο-
νται, γιατί δεν έχουν ως ήχο την πράξη αυτών που τα λένε. Αν όμως λέγο-
νται με τη φωνή της πράξης των εντολών, τότε κάνουν και τους δαίμονες να
λιώνουν με τη φωνή αυτή, και τους ανθρώπους να οικοδομούν πρόθυμα το
θείο ναό της καρδιάς με την προκοπή στα έργα της δικαιοσύνης 5 .
Πρέπει λοιπόν ο πνευματικός πατέρας φέροντας στο νου του την παραγγελία
του αποστόλου Παύλου που λέγει «τύπος γίνου τ~ων πιστ~ων»6 , να παρέχει τη δική
του ζωή ως καθαρό υπόδειγμα τηρήσεως κάθε εντολής του Κυρίου, όπως λέγει ο Μ.
Βασίλειος, για να μην αφήνει στους μαθητές καμία αφορμή να θεωρούν πως η εντο-
λή του Κυρίου είναι «ανεφάρμοστη ή ευκαταφρόνητη»7 . Ο άγιος Μάξιμος γράφει
ότι ο απόστολος Παύλος ήταν οσμή που οδηγούσε από ζωή σε ζωή8 , γιατί με το πα-
ράδειγμα του έκανε τους πιστούς να κινούνται με την πράξη προς την ευωδία των

1
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1184A.
2
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, \ο.π., σ. 213.
3
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ιωάννου το~ υ Ευνο~ υ χου 4, σ. 348.
4
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, σ. 226.
5
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τέταρτη 91, Φιλοκαλία Β΄, σ.
124 (184).
6
1Τιμ. 4,12.
7
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατά πλάτος Β΄, PG. 31, 1028-1029. ΕΠΕ 8, σσ. 370-372.
8
2 Κορ. 2,16.

192
αρετών γιατί ως κήρυκας μετέφερε όσους πείθονταν στο λόγο της χάρης από τη ζωή
των αισθήσεων στην πνευματική ζωή1 .
Οι Πατέρες κατανόησαν πόσο είναι σημαντικό να συνδυάσουν τα έργα με τα
λόγια, έτσι καθόρισαν ότι αρχή κάθε καλού είναι ο έμπρακτος λόγος και η έλλογη
πράξη2 . Ο άγιος Σεραφείμ είπε για ένα θεολόγο που τον επισκέφτηκε: «Ξέρω
πως είναι επιδέξιος στο να επινοεί κηρύγματα, το να διδάσκεις είναι το ίδιο εύ-
κολο με το να πετάς πέτρες πάνω από το καμπαναριό. Όσο να πράττεις αυτά
που διδάσκεις, είναι το ίδιο δύσκολο με το να κουβαλάς πέτρες στην κορυφή
του καμπαναριού. Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στη διδασκαλία και στην
πράξη» 3 .
Ο άγιος Ιγνάτιος γράφει ότι : «είναι καλύτερο να ζει κανείς πνευματικά και να
σιωπά, πάρα να κηρύττει χωρίς να ζει πνευματικά»4 . Γι’ αυτό ούτε η πράξη χωρίς
λόγο είναι καλή, ούτε ο λόγος χωρίς πράξη. Έλεγε ο αββάς Ισίδωρος: «βίος χωρίς
λόγο ωφελεί περισσότερο παρά λόγος χωρίς βίο. ∆ιότι ο πρώτος και με σιγή ωφελεί,
ο δεύτερος με βοή ενοχλεί». Αν δεν συνδυασθούν τα λόγια από τα έργα τότε ο πνευ-
ματικός κατασκευάζει «ένα άγαλμα ολοκλήρου φιλοσοφίας»5 . Ο αββάς Θεόδωρος
έλεγε για έναν αδελφό που άρχισε να ομιλεί και να εξετάζει πράγματα τα οποία δεν
έχει ενεργήσει ακόμα: «Πρ~ωτον \οταν ποιήσης τ`ο {εργον, ε{ ρχη ε[ις |α ν~υν λαλε~ις»6 . Ο
αββάς Ποιμήν παρομοιάζει τον «άνθρωπο που διδάσκει, αλλά δεν εκτελεί όσα διδά-
σκει, ότι είναι όμοιος με βρύση· ποτίζει και πλύνει όλους, αλλά δεν μπορεί να καθα-
ρίσει τον εαυτό της»7 .
Ο πνευματικός πατέρας οφείλει πρώτα να γίνει ο ίδιος παράδειγμα για τους μα-
θητές του, και να αποδεικνύει τα λόγια με τα έργα. Μονό όταν διακρίνεται για την
αρετή και ακτινοβολεί το παράδειγμά του, θα μπορέσει να προσελκύσει και να ανυ-
ψώνει τα πνευματικά τέκνα8 . Ο λόγος του τότε έτσι αποκτά καταπληκτική εποπτικό-
τητα και εγχαράσσεται βαθύτατα στην ψυχή του ερωτώντος9 . Ο άγιος Ιωάννης της
Κλίμακος λέγει ότι ο πνευματικός πρέπει να προσέχει μπροστά στους υποτακτικούς
και τους ξένους επισκέπτες στο κάθε τι που πράττει και λέγει. ∆ιότι αντιλαμβάνεται
σε αυτό σαν σε «[αρχέτυπον ε[ικόνα» και τα λογία του και τις πράξεις του τα θεωρούν
κανόνα και νόμο για την ζωή τους10 . Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββ~α Ποιμένα αν

1
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τέταρτη 24, Φιλοκαλία Β΄, σ.
113 (171).
2
Ηλία Πρεσβυτέρου, Γνωστικά κεφάλαια 3, Φιλοκαλία Β΄, σ. 299 (Γ΄, 32).
3
Γκοραϊνώφ, Ειρήνη, Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, \ο.π., σ. 120.
4
Ιγνατίου Αντιοχείας, Πρ`ος Εφεσίους, 15,1 ΒΕΠΕΣ 2, 267. «{ Αμεινόν [εστιν σιωπ~αν και είναι, }η λα-
λο~υνται μ`η είναι».
5
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ισιδώρου του Πηλουσιώτου 1, σ . 328 .
6
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Θεοδώρου της Φέρμης 9 , σ. 266 .
7
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ποιμένος 25, σ. 536.
8
Κεσελοπούλου, Α., Προτάσεις ποιμαντικής θεολογίας, \ο.π., σ. 49. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος
τονίζει ότι ο λόγος του Μ. Βασιλείου είχε τόση απήχηση στο ποίμνιό του και ακουγόταν σαν βροντή,
γιατί το παράδειγμα και η ζωή του φεγγοβολούσαν σαν αστραπή. Βλ. Γρηγορίου Θεολόγου,[ Επιτάφιος
ε[ις τ`ον Μ. Βασίλειον 43, PG. 36, 439A.
9
«∆εν γίνεται πιστευτός ο διάκονος του λόγου, αν είναι ανυποψίαστος εμπειρικά για τις αλήθειες που
διδάσκει, η έστω αν δεν καταφεύγει στις μαρτυρίες αψευδών μαρτύρων». Καλλιακμάνη, Β., Ο εκκλη-
σιολογικός χαρακτήρας της ποιμαντικής, ο\ .π., σ. 103.
10
Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Ε[ις τ`ον ποιμένα, PG. 88, 1177ΑΒ.

193
θεωρεί σωστό να δώσει στους αδελφούς που κατοικούν μαζί του εντολές, του έλεγε
ο γέρων: «μή, [αλλ`α γενο~υ α[υτο~ις τύπος, κα`ι μ`η νομοθέτης»1 .
∆εν είναι σπανίως το γεγονός ότι οι Πατέρες θεωρούν περιττή αργολογία την
εκφορά λόγου, τη στιγμή που υπάρχει προ των οφθαλμών του ερωτώντος συγκεκρι-
μένο έργο και παράδειγμα. Άλλος αδελφός παρακάλεσε τον αββά Σισώη: «Είπε μου
ένα λόγο. Αυτός δε είπε: Τι με αναγκάζεις να φλυαρήσω. Ιδού, ό,τι βλέπεις, κάνε
το»2 . Οι συνεχείς επιδράσεις των καλών παραδειγμάτων χαράζουν όμοιες εικόνες
στις ψυχές που δεν είναι υπερβολικά σκληρές και αναίσθητες3 . Ο φόβος να παρα-
μορφωθεί η ακεραιότητα ενός προσώπου εξηγεί την πλήρη αφιέρωση που κάνει έ-
νας πατέρας ως προς τον εαυτό του. ∆ιότι Κανένα άλλο πράγμα δεν οδηγεί αναπό-
φευκτα στην κόλαση, όσο το να κάνει κανείς και άλλους μιμητές των αμαρτιών του.
Γιατί η απώλεια εκείνων που μιμήθηκαν γίνεται προσθήκη τιμωρίας σε εκείνο που
δίδαξε το κακό4 . Αδελφός είπε στον αββ~α Θεόδωρο: «Είπε μου λόγο, διότι χάνομαι.
Και με δυσκολία του είπε: Εγώ κινδυνεύω· τι μπορώ λοιπόν να σου ειπώ»5 .
Ο άγιος Νείλος αναφέρει μερικά παραδείγματα από την Αγία Γραφή για να
πείσει ότι είναι πιο αξιόπιστη η διδασκαλία με τα έργα, παρά τα λόγια και ότι όχι λό-
για, αλλά έργα οδηγούν σε μίμηση τους διδασκάλους. Τα πρώτα παραδείγματα είναι
ο Αβιμέλεχ και ο Γεδεών. Ο πρώτος έκοψε ένα φορτίο ξύλα και αφού τα σήκωσε εί-
πε: «Όπως με είδατε να κάνω, κάνετε και εσείς»6 . Ο Γεδεών διακήρυξε ότι το έργο
είναι κοινό και άρχισε πρώτος την εργασία λέγοντας: «Βλέπετε τι κάνω εγώ, έτσι να
κάνετε και εσείς»7 . Από την Κ.∆. παίρνει τον απόστολο Παύλο ως παράδειγμα, ο
οποίος προκαλεί τους Φιλιππησίους να τον ακολουθούν ως παράδειγμα λέγοντας:
«Συμμιμηταί μου γίνεσθε, ἀδελφοί, καὶ σκοπεῖτε τοὺς οὕτω περιπατοῦντας, καθὼς
ἔχετε τύπον ἡμᾶς»8 · και παρακινεί τον Τίτο «Τοὺς νεωτέρους ὡσαύτως παρακάλει
σωφρονεῖν, περὶ πάντα σεαυτὸν παρεχόμενος τύπον καλῶν ἔργων, ἐν τῇ
διδασκαλίᾳ, ἀδιαφθορίαν, σεμνότητα, ἀφθαρσίαν…»9 . Αλλά και αυτός ο Κύριος
έπραξε και ύστερα δίδαξε10 . Ενώ εκείνοι που νομίζουν ότι είναι εύκολο να διατά-
ζουν με τα λόγια, έστω και αν είναι βαριά εκείνα που διατάζουν και δεν καταδέχο-
νται να τα διδάσκουν με το έργο, η διαγωγή τους είναι διαγωγή καπήλων, παρά δι-
δασκάλων και επιβάλλουν στους αδελφούς δουλικές υπηρεσίες σαν να ήταν σκλάβοι
αγορασμένοι· επιδιώκουν αυτή την αρχηγία, όχι για να ωφελήσουν εκείνους που έρ-
χονται σε αυτούς, αλλά για να πετύχουν τη δική τους ικανοποίηση11 .
Οι Πατέρες έδωσαν την ονομασία υποκριτής για εκείνον που διδάσκει τον
πλησίον κάτι στο οποίο αυτός δεν έφτασε12 . Ο άγιος Μάξιμος αποκαλεί κλέφτη ε-

1
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ποιμένος 174, σ. 602.
2
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Σισώη 45 , σ. 684.
3
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 211 (258).
4
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. (241).
5
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Θεοδώρου του της Φέρμης 20, σ. 272.
6
Κρ. 9,48.
7
Κρ. 7,17.
8
Φιλ. 3,17.
9
Τιτ. 2,6-7.
10
Ιω. 13, 12-15.
11
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 205 (252).
12
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ποιμένος 117, σ. 580.

194
κείνον που υποκρίνεται γνώση μόνο με την απαγγελία λόγων, διότι κλέβει τη διάνοια
όσων ακούνε για να δοξαστεί ο ίδιος. Και πάλι εκείνος που με τη συμπεριφορά του
υποκρίνεται την αρετή, κλέβει την όραση όσων τον βλέπουν για να δοξαστεί ο ίδιος.
Για τον πνευματικό πατέρα δεν αρκεί η πνευματική γνώση μόνο, αλλά τα έρ-
γα. Αφού αναφέραμε παραπάνω ότι ο σκοπός των λόγων του πνευματικού είναι θε-
ραπευτικός και στοχεύει στην οικοδομή των ψυχών, όταν ο πνευματικός διδάσκει
από κενοδοξία τα λόγια που δεν έκανε προηγουμένως πράξη, δεν έχουν τα λόγια του
τη δύναμη της θεραπείας, αφού ο ίδιος είναι πιο ασθενής από εκείνους που νομίζει
ότι θα ωφελήσει1 . Ο φρόνιμος γεωργός που είναι αξιέπαινος είναι εκείνος που ενώνει
την πρακτική αρετή με τη θεία γνώση, γιατί τότε ποτίζει από δύο ολοκάθαρες πηγές
το χωράφι της ψυχής του2 . Τα έργα είναι η επιβεβαίωση ότι η γνώση είναι αληθινή,
γιατί σε κάθε περίπτωση την επιβεβαίωση την αποτελεί το έργο3 . Μερικοί από τους
νηπτικούς Πατέρες ορίζουν ότι η πρακτική αρετή είναι η πιο αληθινή πνευματική
γνώση· γι’ αυτό είναι καλό να φροντίσει κάποιος με τα έργα να φανερώνει και την
πίστη και τη γνώση.
Κατά τον άγιο Μάρκο η Γραφή συμβουλεύει να αποκτήσουμε πλήρη γνώση
για το Θεό για ένα σκοπό, για να Τον υπηρετούμε ορθά με τα έργα μας, ενώ πολλές
φορές από την αμέλεια για την πράξη, σκοτίζεται και η γνώση4 . Κατά τον άγιο Μά-
ξιμο, εκείνος που απέδειξε ότι η γνώση του σωματοποιείται με την πράξη και η πρά-
ξη εμψυχώνεται από τη γνώση, βρήκε τον ακριβή τρόπο της θείας ενέργειας. Ενώ
εκείνος που έχει χωρίσει τη μια από την άλλη, τότε τη γνώση έκανε ανυπόστατη φα-
ντασία ή την πράξη είδωλο. Γατί η γνώση χωρίς πράξη δεν διαφέρει διόλου από φα-
ντασία, αφού δεν έχει για στήριγμα την πράξη· και πράξη αλόγιστη μοιάζει με είδω-
λο, αφού δεν έχει τη γνώση να την εμψυχώνει5 . Σε τελική ανάλυση η διακονία του
λόγου σχετίζεται άμεσα με το μυστήριο της ενσάρκωσης. Ότι έγινε με τον Θεό Λό-
γο6 , πρέπει να γίνεται κατά κάποιον τρόπο και με το λόγο Θεού. Το γεγονός της εν-
σαρκώσεως πρέπει κατά ανάλογο τρόπο να συνεχίζεται και να ενσαρκώνεται πράξη
στην καθημερινή ζωή του πνευματικού πατέρα και κάθε πιστού7 .

γ. Ο λόγος ως μέσον θεραπείας.

Ο πνευματικός έχει κατά νουν ένα μόνο πράγμα: πώς είναι δυνατό να
θεραπεύει τον άνθρωπο που τον πλησιάζει 8 . Και ένα από τα μέσα της θερα-
1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ης δευτέρας [εντολ~ης, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 24 (88). «Ο [εκτ`ος
{εργου σοφιζόμενος κα`ι λαλ~ων λόγους, πλουτε~ι [εξ [αδικίας κα`ι ο]ι πόνοι α[υτο~υ, κατά την Γραφήν, ε[ις
ο{ικους [αλλοτρίους ε[ισέρχονται». Βλ. Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 196, Φιλοκαλία Α΄,
σ. 123 (142).
2
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 74, Φιλοκαλία Α΄, σ. 317 (Β΄, 26).
3
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 12, Φιλοκαλία Α΄, σ. 110 (144).
4
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 13-14, Φιλοκαλία Α΄, σ. 110 (144).
5
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας έκτη 88, Φιλοκαλία Β΄, σ. 164
(227).
6
«Ο λόγος σ`αρξ [εγένετο». Ιω. 1,14.
7
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια ]εκατοντ`ας έκτη 89, Φιλοκαλία Β΄, σ. 165 (227). Βλ. Καλ-
λιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Ο εκκλησιολογικός χαρακτήρας της ποιμαντικής, σ. 103.
8
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, \ο.π., σ. 219.

195
πείας που το εφαρμόζει ο πνευματικός πατέρας είναι «ο λόγος». Ο λόγος του
πνευματικού πατέρα έχει πρακτικό χαρακτήρα, είναι μια έκκληση για πνευ-
ματική βοήθεια προς ασφαλή χειραγωγία στα ζητήματα προσωπικού πνευ-
ματικού καταρτισμού 1 .
Ο λόγος με τον οποίο έχει προικίσει ο Θεός τον άνθρωπο, στο στόμα έμπει-
ρου πνευματικού οδηγού γίνεται όργανο πνευματικής θεραπείας. Ο πνευματικός με
τα λόγια του έχει τη δυνατότητα της πνευματικής θεραπείας, τη δύναμη να
αποκαθιστά τις ψυχές των ανθρώπων, γράφει ο Ιωάννης της Κλίμακας προς
ποιμένα: «Λιθαζέτω τ~?ω λόγ?ω ]ο ποιμ`ην κα`ι τ`α [εξ [οκνηρίας }η γαστριμαργίας
[απομένοντα πρόβατα· {εστι γ`αρ κα`ι το~υτο [αγαθο~υ ποιμένος τεκμήριον» 2 .
Αυτή την πνευματική θεραπεία την παρέχει όχι μόνο με τα συμβουλευτικά
του λόγια άλλα και με τη σιωπή του και με την ίδια την παρουσία του 3 .
Γράφει ο άγιος Ιωάννης Σιναΐτης ότι «Φύσεως [ιδίωμα κα`ι το~υτο ]ο [αγαθ`ος
]ημ~ων πεποίηκε Κύριος· \ινα τ`ον [ιατρ`ον ]ορ~ων ]ο νοσ~ων ε[υφραίνηται, ε[ι κα`ι
μηδ`εν {ισως παρ’ α[υτο~υ [ωφελε~ιται» 4 . Στο βίο του Μ. Αντωνίου τρεις από
τους πατέρες συνήθιζαν να πηγαίνουν κάθε έτος προς τον αββ~α Αντώνιο, και
οι δύο από αυτούς τον ρωτούσαν για λογισμούς και σωτηρία της ψυχής, ενώ
ο τρίτος σιωπούσε και δεν ρωτούσε τίποτα. Έπειτα από καιρό του λέγει ο
αββάς: έχεις τόσο πολύ χρόνο που έρχεται εδώ και δεν με ρωτάς τίποτα, και
αυτός είπε: «[ Αρκε~ι μοι μόνο τ`ο βλέπειν σε, πάτερ» 5 . Οι πατέρες θεώρησαν τον
Μ. Αντώνιο: «Κα`ι \ολως \ωσπερ [ιατρ`ος @ην δοθε`ις παρ`α το~υ Θεο~υ τ~?η Α[ιγύπτ?ω»6 .
Ο ιερός Χρυσόστομος τονίζει πώς η θεραπεία της ψυχής είναι διαφορετική
από τη θεραπεία τού σώματος. Οι ιατροί που θεραπεύουν τα σώματα έχουν στη διά-
θεση τους και «ποικιλία φαρμάκων και διαφορετικές συσκευές οργάνων και τροφές
κατάλληλες για τους ασθενείς από την αρρώστια»7 . Αλλά για τους ψυχικά πάσχο-
ντες, στους οποίους δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα μέσα αυτά, υπάρχει μόνο
μία μηχανή, ένας τρόπος θεραπείας, «η διδασκαλία δια του λόγου. Αύτη είναι το όρ-
γανο, τροφή και η αρίστη ανάμιξη των αέρων. Αυτή χρησιμοποιείται ως φάρμακον,
αυτή αντί φωτιάς κι αυτή αντικαθιστά το σίδερο»8 . Συνεχίζονται ο Ι. Χρυσόστομος
αναφέρει τι είδους θεραπείας μπορεί να προσφέρει η διδασκαλία με τον λόγο και λέ-
γει: «Με αυτή ‘τη διδασκαλία’ σηκώνουμε την ψυχή όταν κατάκειται και την κατα-
πραΰνουμε όταν θερμαίνεται, με αυτή περικόπτομεν τα περιττά και αναπληρώνομεν
τας ελλείψεις και προβαίνομεν ε[ις όλας τας άλλας ενεργείας που συντελούν εις την
υγεία της ψυχής μας». Έτσι ο πνευματικός πατέρας ως θεραπευτής των ψυχών έχει
στη διάθεσή του το μοναδικό θείο φάρμακα, τη διδασκαλία δια του λόγου.
Η διδασκαλία δια του λόγου θεωρείται έργο ευσπλαχνίας και ελεημο-
σύνης. Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός ερμηνεύοντας τον πέμπτο μακαρισμό
«Μακάριοι οι ελεήμονες», χαρακτηρίζει ελεήμονα εκείνον που ελεεί τον

1
Βίττη, Ευσεβίου, (Αρχιμ.), «Ο λόγος των Πατέρων της Ερήμου», \ο.π., σ. 586.
2
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1168A.
3
Ware, K. (Επισ.), Ο ορθόδοξος δρόμος, \ο.π., σ.112.
4
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88,1168D.
5
Αποφθέγματα, Μ. Αντωνίου 27, σ. 60.
6
Μ. Αθανασίου, Βίος και πολιτεία του οσίου[ Αντωνίου 87, PG. 26, 965Α. ΕΠΕ 11, σ. 157.
7
Ιωάννου Χρυσοστόμου, Περ`ι ]ιερωσύνης, PG. 48, 665.
8
Ιωάννου Χρυσοστόμου, Περ`ι ]ιερωσύνης, PG. 48,665.

196
πλησίον του από εκείνα που έλαβε από τον Θεό, όχι μόνο χρήματα, είτε φα-
γητά, είτε δύναμη, αλλά ακόμη τον ωφέλιμο λόγο με τον οποίο δείχνει ευ-
σπλαχνία προς εκείνον που έχει την ανάγκη του 1 . Το ίδιο ο άγιος Μάξιμος
θεωρεί ότι η διάθεση της αγάπης δεν διαπιστώνεται μόνο με την παροχή χρη-
μάτων, αλλά πολύ περισσότερα με τη «μετάδοση λόγου» και με τη σωματική
διακονία 2 .
Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός παρατηρεί ότι γενικά κάθε λόγος του
Θεού ή κάποιου Αγίου κρύβει κάποιο σκοπό και όχι μόνο αυτό, αλλά και
κάθε ανθρώπινος λόγος 3 . Ο πνευματικός πατέρας σκοπεύει να θεραπεύσει, γι’
αυτό δεν λέγει μόνο εκείνο που μας αρέσει, αλλά εκείνο που είναι ωφέλιμο. Εί-
ναι μέγα το έργο να ευρεθεί τα κατάλληλα λόγια για τη μετάδοση των πνευ-
ματικών καταστάσεων προς τον ακροατή 4 . Ο λόγος του γέροντα αποτελεί
αξιόλογο μέσον προσωπικής πνευματικής αγωγής που σκοπός του λόγου εί-
ναι «πρὸς οἰκοδομὴν τῆς χρείας, ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσι» 5 . Γι’ αυτό και δεν
δίνεται απάντηση, όταν διαπιστώνεται ότι ο ερωτών δεν ρωτά προς την οικο-
δομή του εαυτού του.
Σε αυτό το σημείο θα επιχειρήσουμε μια προσέγγιση στη σύγχρονη
ψυχολογική επιστήμη που αναγνωρίζεται ως «λογοθεραπεία», που μπορεί,
κατά τη γνώμη μας, να έχει κοινά σημεία με τον έργο του πνευματικού πατέ-
ρα, και να αναφέρουμε πως οι νηπτικοί Πατέρες και η νηπτική παράδοση της
Εκκλησίας είχαν από αιώνες τον τελειότερο και αυθεντικότερο τρόπο για την
θεραπεία του ανθρώπου. Ο Σεβασμιότατο κ. Ιερόθεος στην μελέτη του Υ-
παρξιακή ψυχολογία και Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία 6 προσεγγίζει την επιστήμη
που δημιούργησε ο Victor Frankl 7 που είναι γνωστή ως «λογοθεραπεία», που
δεν εννοείται ως θεραπεία της δυσλεξίας, αλλά χρησιμοποιεί τον όρο «λό-
γος» με την ελληνική έννοια που σημαίνει «νόημα ή σκοπός». Οριοθετώντας
ο Frankl με αυτόν τον τρόπο τη λέξη λόγος, ισχυρίζεται ότι η λογοθεραπεία
προσπαθεί να βοηθήσει τον ασθενή «να αποκαλύπτει τον υπολανθάνοντα
λόγο της ύπαρξής του και να αποκτά επίγνωση αυτού». Με αυτή την έννοια
η λογοθεραπεία δίνει «έμφαση στο νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης, καθώς
και στην αναζήτηση του ανθρώπου για ένα τέτοιο νόημα» 8 . Ο Frankl βε-
βαιώνει ότι ο άνθρωπος από την φύση του είναι προσανατολισμένος σε ένα
νόημα. Σε αυτό το σημείο βλέπουμε ότι η άποψη αυτή προσεγγίζει προς την
θεολογία της Εκκλησίας, για το ότι ο άνθρωπος είναι δημιουργημένος για να
φτάσει στο καθ’ ομοίωση, στην θέωση. Ο άγιος Μάξιμος αναφέρει ότι ο
σκοπός της δημιουργίας του ανθρώπου είναι να γίνει όμοιος με τον Θεό.

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ης δευτέρας [εντολ~ης, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 23 (88).
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 26, Φιλοκαλία Β΄, σ. 6 (51).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού,\ Οτι μέγα [αγαθ`ον ]η [αγάπη, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 96 (166).
4
Σαχαρώφ, Σ., Περί προσευχής, \ο.π., σ. 211.
5
Εφ. 4,29.
6
Βλάχου, Ι., (Μητρ.),Υπαρξιακή ψυχολογία και Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία, [εκδ. Ι.Μ. Γενεθλίου της
Θεοτόκου 32003.
7
Γεννήθηκε του 1905, σπούδασε ιατρική και φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο της Βιέννης, όπου πήρε το
διδακτορικό του δίπλωμα. Ανέπτυξε τις απόψεις του για τη λoγοθεραπεία σε μια τραγική εμπειρία,
στα στρατόπεδα συγκεντρώσεων του Α ` ουσβιτζ και του Νταχάου, όπου ήταν κρατούμενος για τρία
χρόνια.
8
Βλάχου, Ι.,(Μητρ.),Υπαρξιακή ψυχολογία και Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία, \ο.π., σ. 18-9.

197
Γράφει ο Άγιος: «Ο Θεός μας έπλασε για να γίνουμε κοινωνοί της θείας φύ-
σεως 1 και μέτοχοι της αιωνιότητάς Του και να φανούμε όμοιοι με Αυτόν 2 ,
θεούμενοι μέσω της θείας χάρης. Για τη θέωση αυτή συστάθηκαν και εξακο-
λουθούν να υπάρχουν τα όντα, και γι’ αυτήν τα μη όντα καρποφόρησαν και
γέννησαν τα όντα» 3 .
Ο Σεβασμιότατος μετά την ανάλυση της λογοθεραπείας του Frankl,
παρατηρεί ότι οι έρευνες και τα παραδείγματα δείχνουν την ανωτερότητα της
λογοθεραπείας από την ψυχαναλυτική σχολή. Κατά τις απόψεις του Frankl η
λογοθεραπεία ξεπερνά τη θεωρία του Freud και του Αddler 4 . Οι βασικές αρ-
χές της συγγενεύουν πολύ με τις απόψεις της Νηπτικής παράδοσης· αυτό δεν
σημαίνει ότι σε μερικά σημεία δεν βρίσκει κανείς διαφορές, αλλά εκείνο που
πρέπει να σημειωθεί είναι ότι υπάρχουν πολλές ομοιότητες 5 . Μία από αυτές
τις ομοιότητες αναφέρεται στο ρόλο του λογοθεραπευτή, όπως τον περιγρά-
φει ο Frankl: «δεν διαγράφει σκοπούς και επιδιώξεις, ούτε θα καθορίζει νόη-
μα, αλλά θα καθαρίζει τον οφθαλμό του ασθενούς, θα τον θεραπεύει, ώστε
να βλέπει με ελευθερία και προσωπική ευθύνη το νόημα και το σκοπό της
ζωής του» 6 . Αυτό μοιάζει με τον τρόπο που εργάζεται ο πνευματικός πατέ-
ρας, ο οποίος κατά την ώρα της εξομολόγησης ή την ώρα της πνευματικής
καθοδήγησης απέναντι στον άρρωστο και αμαρτωλό άνθρωπο σκοπεύει ό-
πως αναφέραμε παραπάνω, να θεραπεύσει την ψυχή του, να την οδηγήσει με
τη μετάνοιας στη μάνδρα του Χριστού, πρ`ος ο[ικοδομήν τ~ης χρείας, να σηκώ-
σει την πεσμένη ψυχή και να την βοηθά να βρει το νόημα που πρέπει να υπάρχει
στην ζωή της, αυτό το νόημα που προσδιορίζεται από τους νηπτικούς Πατέρες στη
θέωση, Η θέωση αποτελεί το ύψιστο δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο, το μύχιο
πόθο και τον έσχατο προορισμό της ανθρώπινης ύπαρξης7 .
Τόσο υψηλή τοποθετεί η ορθόδοξος ανθρωπολογία τον άνθρωπο, ο άνθρω-
πος φαίνεται εξωτερικά ότι είναι μία βιολογική ύπαρξη όπως τα άλλα έμβια όντα.
Είναι βέβαια ζ~ωον, αλλά όπως τον χαρακτήριζε ο άγιος Γρ. Θεολόγος: «ζ~ωον… τ~?η
πρός Θεόν νεύσει θεούμενον»8 , και ο άγιος Ιωάννης ∆αμασκηνός τον χαρακτηρίζει
το πιο τιμημένο από όλα τα κτίσματα του Θεού «τ`ο νοερ`ον κα`ι λογικ`ον ζ~?ωον ο] αν-
θρωπος». Η θέωση της ανθρώπινης φύσης αποτελεί την ουσιαστική αιτία της σάρ-

1
2 Πε. 1,4.
2
1 Ιω. 3,2.
3
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας τρίτη 42 , Φιλοκαλία Β΄, σ. 98
(155).
4
Βλ. Βλάχου, Ι.,(Μητρ.),Υπαρξιακή ψυχολογία και.., ο\ .π., σσ. 23-34.
5
Βλάχου, Ι.,(Μητρ.),Υπαρξιακή ψυχολογία…, σ. 93.
6
Βλάχου, Ι.,(Μητρ.),Υπαρξιακή ψυχολογία…, σ. 69.
7
Λασπίδη, Χ., Η θέωση του ανθρώπου κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 3.
«Ο άνθρωπος είναι δημιουργημένος ως δυνάμει θεανθρώπινο ον, το οποίο έχει χρέος, οδηγούμενο από
τη θεοειδή ψυχή του, να εξομοιώσει σε όλα τον εαυτό του με το Θεό και έτσι να γίνει έμπρακτα θεαν-
θρώπινο ον, δηλαδή ένα ον στο οποίο ο άνθρωπος ενώνεται με τέλειο τρόπο με το Θεό και ζει μέσα
στις θείες και άπειρες τελειότητές του». Ποπόβιτς., Ι., (Αρχιμ.), Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, [εκδ. Α-
στήρ, Αθήνα 1987, σ. 106.
8
Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ε[ις τ`α Θεοφάνεια, PG. 36, 324, 13. Βλ. Ποπόβιτς, Ιουστίνου, Άνθρωπος
και Θεάνθρωπος, [εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1987, σ. 37. «Κάθε τι ανθρώπινο, μέχρι να επιστρέψει στον
Θεάνθρωπο, μέχρι να λογοποιηθεί και να Θεανθρωποποιηθεί, παραμένει παρά-λογο, α-νόητο και στη
βάση του απ-άνθρωπο. ∆ιότι ο άνθρωπος είναι αληθινός άνθρωπος μόνο με τον Θεάνθρωπο και στον
Θεάνθρωπο».

198
κωσης του Λόγου του Θεού1 . Γράφει ο άγιος Μάξιμος: «Αν ο Θεός Λόγος του Θεού
και Πατέρα έγινε άνθρωπος και υιός του ανθρώπου, για να κάνει τους ανθρώπους
θεούς και υιούς Θεού, ας πιστέψουμε ότι εκεί θα φτάσουμε, όπου τώρα είναι αυτός ο
Χριστός, ως κεφαλή του όλου σώματος»2 .
Η νηπτική παράδοση κατανοεί ότι η κακία είναι κάτι το ξένο για την ανθρώ-
πινη φύση, εισχώρησε όμως με την παράβαση του πρώτου ανθρώπου που τη δέχτηκε
και με τον καιρό έγινε σαν φυσική κατάσταση3 , γνωρίζει ότι η οικονομία της παρου-
σίας του Χριστού είχε σκοπό την επιστροφή και την αποκατάσταση της ανθρώπινης
φύσης στον εαυτό της. Ο Χριστός έδωσε πάλι στην ανθρώπινη φύση το αξίωμα του
πρωτόπλαστου Αδάμ, της έδωσε την ουράνια κληρονομία του αγαθού Πνεύματος4 .
Ο άνθρωπος μπορεί να πραγματοποιήσει αυτό με την επουράνια δωρεά του Πνεύμα-
τος, να διώξει από την φύση του την κακία και να αποκατασταθεί στην αρχική καθα-
ρότητα με προσευχή, πίστη, προσοχή και αποστροφή των πραγμάτων του κόσμου.
Όμως ο πνευματικός πατέρας δεν επιβάλλει, αλλά σέβεται την ελευθερία του ασθε-
νούς να αποφασίσει μόνος του και ελεύθερα να προοδεύει στον δρόμο προς την θέ-
ωση και να ενεργοποιήσει τη δικό του ελευθερία και υπευθυνότητα. ∆ιότι ο ίδιος ο
Θεός «παραχώρησε στους ανθρώπους την ελευθερία να αποφασίζουν, με σκοπό, ε-
κείνο που είναι Αυτός στην ουσία, να γίνει η λογική κτίση κατά μετουσίαν»5 . Ο ∆η-
μιουργός, Θεός κατά φύσιν, καλεί ελεύθερα τον άνθρωπο να γίνει θεός κατά χάριν,
γράφει ο άγιος Μάξιμος: «Κατ’ εικόνα είναι κάθε λογική φύση, ενώ καθ’ ομοίωσίν
Του μόνο οι αγαθοί και σοφοί»6 .
Από όσα ειπώθηκαν διαπιστώνουμε ότι ο λόγος του πνευματικού πατέ-
ρας δεν μπορεί να έχει αποτελεσματικότητα στην παράκληση, την στήριξη και
την οικοδομή των ανθρώπων αν δεν συνδυάζεται με το παράδειγμα και τα έρ-
γα. Ο λόγος του δεν έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα μόνο αλλά και θεραπευτι-
κό, είναι καρπός της εμπειρίας, την φώτιση της ψυχής του και την προσευχή
του. Γι’ αυτό οφείλει ο πνευματικός πατέρας να προσεύχεται στον Θεό για να
λαμβάνει τον λόγο που ο Θεός θα δώσει και που θα είναι ωφέλιμος για κάθε
άνθρωπο. Πάντα υπάρχει ο λόγος που προέρχεται από την εμπειρία και άλλο
που προέρχεται από την θεια χάρη. Γράφει ο γέροντας Σωφρόνιος για τον άγιο
Σιλουανό ότι: «Ο γέροντας διέκρινε καθαρά τον εκ πείρας λόγο από εκείνον
που βγαίνει από την άμεση υπόδειξη του Θεού, δηλαδή από το λόγο που δίνει
το Πνεύμα. Και το πρώτο είναι πολύτιμο, αλλά υψηλότερο και βεβαιότερο εί-
ναι το δεύτερο» 7 . Αλλά από την πλευρά του υποτακτικού για να λάβει τον κα-
τάλληλο λόγο, οφείλει και εκείνος να προσεύχεται, να έχει πίστη και καλή διά-
θεση στον πνευματικό του πατέρα και εσωτερική προσοχή στα λόγια του για

1
«Γι’ αυτό έγινε αληθινά άνθρωπος, για να μας κάνει κατά χάρη θεούς». Μαξίμου Ομολογητού, Κε-
φάλαια περί Θεολογίας ]εκατοντ`ας τέταρτη 26, Φιλοκαλία Β΄, σ. 114 (172).
2
Μαξίμου Ομολογητού, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον 25, Φιλοκαλία Β΄, σ. 73 (128).
3
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 66, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 197 (276).
4
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 150, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 234 (314).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 25, Φιλοκαλία Β΄, σ. 30 (79).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 25, Φιλοκαλία Β΄, σ. 30 (79).
Βλ. Kαψάνη, Γ., (Αρχιμ.) Η θεώσις ως σκοπός της ζωής του ανθρώπου, Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου, Άγιον
Όρος, 62005, σ. 14.
7
Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 98.

199
να τα εφαρμόζει στην ζωή του. Ο γέρων Παΐσιος Αγιορείτης επιβεβαιώνει από
την δική του εμπειρία, λέγει: «Όταν έρχεται κάποιος με ευλάβεια, με τον λογι-
σμό πως είμαι άγιος, ενώ εγώ είμαι τενεκές, έχω προσέξει ότι νιώθω μέσα μου
μια αλλοίωση και αυτά που του λέω δε είναι δικά μου» 1 . Επομένως, ο λόγος
του πνευματικού πατέρα ως συνεργία θείου και ανθρώπινου παράγοντος καθίσταται
ως πραγματική «Λογοθεραπεία», όπου ο Λόγος του Θεού ενεργεί τη σωτηρία του
ανθρώπου και έχει τελικά τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο· «Ζῶν γὰρ ὁ λόγος τοῦ
Θεοῦ καὶ ἐνεργὴς καὶ τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καὶ διικνούμενος
ἄχρι μερισμοῦ ψυχῆς τε καὶ πνεύματος...»2 .

2. Ο ψυχοθεραπευτικός ρόλος της πνευματικής πατρότητας:

Η υπακοή είναι η πρώτη εντολή που δόθηκε από τον Θεό στον Αδάμ για
να την τηρήσει 3 και έχει αναγνωριστεί στην ορθόδοξη παράδοση ως η πρώτη
ανάμεσα στις εισαγωγικές αρετές, γιατί «[αθετε~ι τέως τ`ην ο{ιησιν, τίκτει δ`ε ]ημ~ιν
τ`ην ταπεινοφροσύνην» 4 . Ο πρώτος όρος και η βάση του μοναχισμού είναι η
υπακοή5 , αρετή που αποτελεί μία από τις τρεις αρετές της μοναστικής ζωής 6 ,
καθώς και το πνευματικό μυστήριο και ζωή της Εκκλησίας 7 .
Η παρακοή του Αδάμ στο θείο θέλημα διέφθειρε την ανθρώπινη φύση.
Η διαφθορά αυτή μεταδόθηκε σε όλους τους απογόνους, κάνοντας τους αμαρ-
τωλούς 8 . Η υπακοή του Χριστού θεράπευσε την ανθρώπινη φύση και άνοιξε
1
Παϊσίου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, \ο.π., σ. 248.
2
Σταυρόπολου, Α., Εισαγωγή στην ορθόδοξη συμβουλευτική ποιμαντική, Αθήνα 1985, σ. 7-8. Βλ.
Εβρ. 4, 12-13.
3
Γεν. 2,16.
4
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 41, Φιλοκαλία Α΄, σ. 246 (297).
5
Για διάφορες απόψεις για τον χρόνο με τον οποίο έγινε η ομολογία της υπακοής γνωστή ως μια από
τις τρεις υποσχέσεις της μοναχικής ζωής. Βλ. Μουρατίδη, Κ., Η μοναχική υπάκουη εν τη αρχαία εκ-
κλησία,\ Ο.π., σσ. 59-64. Πρβλ. F. Halkin, Μ. Παχωμίου, (SPVG) Sancti Pachomii vitae Gracecae 108,
σ.71. «Ο γεωργός ο Θεός [εστιν· ότι δ`ε σκληρός, επειδή σταυρ`ον εντέλλεται βαστάζειν, και ο[υ θέλημα
καρδίας. Παχούμιος γάρ, ο τούτου πατήρ, υπακούσας α[υτ~?ω κατά πάντα εγένετο ευάρεστος ενώπιον
αυτού. Ε[ι δ`ε καί ο|υτος υπομείνη καθ’ ομοιότητα αυτού, {αρα {εσται κληρονόμος».
6
Είναι οι τρεις αρετές του μοναχισμού. Βλ. Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, σ. 418. ή οι τρεις
ευχές του μοναχισμού. Βλ. Ευδοκιμώφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, σ. 178. Και ο Μ. Βασίλειος μιλά για
την ομολογία της υπακοής ως βάση της μοναχικής ομολογίας. Βλ.\ Οροι κατ’ επιτομήν Β΄, PG. 31,
1081 κ.εξ.
7
Ο συγγραφέας της «Περ`ι[ Εκκλησιαστικ~ης] Ιεραρχίας» αποκαλεί την μοναχική κουρά ως «Μυστήριον
μοναχικ~ης τελειώσεως». ∆ιονυσίου Αρεοπαγίτου, Περ`ι[ Εκκλησιαστικ~ης] Ιεραρχίας, κεφ. ΣΤ΄, PG. 3,
533Α. Βλ. Σαχαρώφ, Σ., Άσκησης και θεωρία, \ο.π., σ. 46 και 48. Του ιδίου, Ο Άγιος Σιλουανός ο
Αθωνίτης, σ. 101.
8
Ρωμ. 5, 19. Βλ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας,] Ερμηνεία ε[ις τ`ην πρ`ος Ρωμαίους 5,7, PG. 74, 789B.

200
την οδό προς την αληθινή ελευθερία 1 . Αν με τη παρακοή έγινε η απαρχή και το
χαρακτηριστικό γνώρισμα της εμπαθούς ζωής της πτώσεως ή «παρ`α φύσιν», η
ανάκληση στην υπακοή του Θεού είναι η ουσιαστική επιστροφή στην προη-
γούμενη καθαρότητα, στη «κατ`α φύσιν» 2 . Ο Χριστός είναι ο πρώτος που έδει-
ξε τον τύπο και το παράδειγμα της τέλειας υπακοής με την υπακοή Του στο
θέλημα του Πατέρα Του, όταν έγινε άνθρωπος για χάρη του ανθρώπου και οι-
κονόμησε με πολλή σοφία το πατρικό σχέδιο της σωτηρίας, χαράσσοντας το
δρόμο της υπακοής και υπακούοντας μέχρι του θανάτου 3 . Γράφει ο άγιος Θα-
λάσσιος: «\ Ωσπερ ]ο[ Αδ`αμ παραβάς, θανάτ?ω ]υπέπεσεν, ο\υτω ]ο Σωτ`ηρ ]υπακού-
σας, τ`ον θάνατον [ενέκρωσε» 4 . Με την υπακοή Του ο Χριστός, ο νέος Αδάμ,
εγκαινίασε ένα νέο νόμο ζωής και έγινε η υγιής ρίζα της καινής ανθρωπότη-
τας 5 . Ομοίως οφείλει και ο μαθητής Του να επιλέξει τον ίδιο δρόμο που έχει
βαδίσει ο ∆ιδάσκαλος, διότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος να επιτύχει την δόξα
του Κυρίου, καθώς και τα πατρικά έπαθλα 6 .
Στους Πατέρες της ερήμου η αυτοπαράδοση στην οδήγηση ενός αββά
λογαριάζεται ως άσκηση ανώτερη από την κατ’ ιδίαν αναχώρηση στην έρημο.
Στα Αποφθέγματα αφηγούνται το εξής γεγονός: επισκέφτηκαν κάποτε τέσσερις
Σκητιώτες τον Μ. Παμβ~ω και ο καθένας διηγήθηκε την αρετή του συντρόφου
του, ο ένας νηστεύει, ο δεύτερος είναι ακτήμων, ο τρίτος είχε πολλή αγάπη, και
ο τέταρτος ήταν υποτακτικός σε γέροντα εικοσιδύο χρόνια. Τους αποκρίθηκε ο
αββ~ας λέγοντας: η αρετή του τελευταίου είναι μεγαλύτερη, διότι ο καθένας την
αρετή που απέκτησε την διατήρησε με το θέλημα του, ενώ αυτός αφού έκοψε
το δικό του θέλημα, εκτελεί θέλημα άλλον. Τέτοιοι άνδρες είναι ομολογητές,
αν διατηρηθούν έτσι μέχρι το τέλος 7 .
Οι Πατέρες επαινούν την υπακοή ως μία αρετή που έχει τη δυνατότητα
να ανεβάζει εκείνον που την ασκεί αμέσως στους ουρανούς, όπως και με μία
παρακοή κατέβηκε στον Άδη. Η υπακοή είναι ιατρός άριστος, κατά την έκ-
φραση του αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτη, για όσους είναι ασθενείς στις εντολές
και σκοπεύουν την άμεση θεραπεία τους. Εκείνος που με πίστη και απλότητα
διάλεξε να την εξασκεί, έκοψε με μίας όλα τα πάθη. ∆εν είναι μία αρετή, αλλά
φάρμακο σύνθετο από πολλές αρετές, το οποίο ζωογονεί όσους το πίνουν και
νυστέρι που καθαρίζει με μίας τις ουλές των τραυμάτων8 .

α. Από το «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» στην εξάρτηση από το ίδιον θέλημα.

1. Το αυτεξούσιο του ανθρώπου ως οντολογικό γνώρισμα του «κατ’ εικόνα».

1
Γρηγορίου Παλαμά,] Oμιλία 5, PG. 151, 64D-65A.
2
Βλ. Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 22004, σ. 201.
3
Βλ. Φιλ. 2,8. και Εβρ. 12,2.
4
Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ε] κατοντάδα περ`ι τ~ης α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας 50, Φιλοκαλία Β΄, σ. 225
(293).
5
Βλ. Εφ. 2,15. και 2,24.
6
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 14, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
206 (Ε΄, 30).
7
Αποφθέγματα, [ αββ~ας Παμβώ 3, σ. 612.
8
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 107, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 50 (197).

201
Οι περισσότεροι από τους Πατέρες της Εκκλησίας εντοπίζουν το κατ’
εικόνα στη νοερή και λογική λειτουργία της ψυχής. Κατά τον άγιο Γρηγόριο
Παλαμά: «] Η νοερ`α κα`ι λογικ`η φύσις τ~ης ψυχ~ης, μόνη νο~υν {εχουσα κα`ι λόγον
και πνε~υμα ζωοποιόν, μόνη κατ’ ε[ικόνα το~υ Θεο~υ παρ’ α[υτο~υ δεδημιούργη-
ται» 1 . Και ο άγιος Ιωάννης ο ∆αμασκηνός αποδίδει το «κατ’ εικόνα» στο νου
και στην ψυχή για το αξίωμα που έχουν, δηλαδή το ακατάληπτο, το αόρατο, το
αθάνατο και το αυτεξούσιο: «Κατ’ εικόνα μ`εν λέγεται π~ας άνθρωπος, κατά τ`ο
το~υ νο`ος [αξίωμα κα`ι τ`ο τ~ης ψυχ~ης, {ητοι τ`ο [ακατάληπτο, τ`ο [αθεώρητον, τ`ο [α-
θάνατον, τ`ο α[υτεξούσιον» 2 . Κάποιοι άλλοι, χωρίς να αρνούνται την έμφαση
στην ψυχή, θεωρούν ότι το κατ’ εικόνα αναφέρεται στον όλο άνθρωπο. Γράφει
ο άγιος Παλαμάς: «Η ψυχή που συνέχει το σώμα για το οποίο δημιουργήθηκε,
είναι παντού στο σώμα, όχι όμως σαν σε τόπο, ούτε ως περιεχόμενο σε αυτό,
αλλά επειδή συνέχει και περιέχει και ζωοποιεί το σώμα, έχοντας και σε αυτό το
θέμα το κατ’ εικόνα Θεού» 3 . Με αυτό το προνόμιο θεωρεί ο άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς ότι το «κατ’ εικόνα» των ανθρώπων υπερτερεί το κατ’ εικόνα των
αγγέλων4 . Και οπωσδήποτε δεν υπάρχουν Πατέρες που να θεωρούν ότι το κατ’
εικόνα αναφέρεται μόνο στη οργανική κατασκευή του σώματος 5 : «Τ`ο γ`αρ κατ’
ε[ικόνα το~υτο, ο[υχ ]η το~υ σώματος {εχει θέσις, [αλλ’ ]η το~υ νο~υ πάντως φύσις, ο#υ
μηδ`εν κατά φύσιν κρε~ιττον» 6 .
Η άποψη του αυτεξούσιου ή της ελεύθερης εκλογής7 είναι ιδιαίτερα
σημαντική για να κατανοήσουμε τον άνθρωπο που είναι φτιαγμένος κατ’ εικό-
να Θεού. Αφού ο Θεός είναι ελεύθερος, τότε ο άνθρωπος, η εικόνα Του, επίσης
είναι ελεύθερος. Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας ταυτίζει το αυτεξούσιο του αν-
θρώπου με τον ίδιο τον άνθρωπο. Είναι το ίδιο να λέγει κάποιος ότι έχασε την
ελευθερία του με το ότι έχασε τον άνθρωπο 8 . Χωρίς ελεύθερη γνώμη δεν είναι
νοητή καμία ευθύνη ούτε για επιβράβευση ούτε για τιμωρία. Γράφει ο άγιος
Πέτρος ο ∆αμασκηνός: «[επεί α[υτεξούσιον ]ο Θεός α[υτόν [εποίησεν· ω \ στε [επαί-
νων {αξιος γενήσεται παρ’ α[υτο~υ, ]ορ~ων αυτόν προτιμ~αν θέλοντα τ`ο [αγαθ`ον και
μ`η [εξ [ανάγκης τ~ης φύσεως, \ωσπερ τ`α {αλογα και {αψυχα μετέχειν το~υ [αγαθο~υ,
αλλ’ ]ως πρέπει τ~?ω λογικ~?ω, καθ`ως ]ο Θε`ος α[υτόν [ετίμησεν» 9 .
Αλλά κατ’ αρχάς πρέπει να τονίσουμε ότι ο Θεός είναι μόνος ο απολύ-
τως ελεύθερος και κυριολεκτικά αυτεξούσιος. ∆ιότι ο Θεός είναι ο όντως Ων, ο
οποίος: «|ολην {εχων το~υ είναι τ`ην δύναμιν διόλου»10 , δεν υπόκειται σε καμία

1
Γρηγορίου Παλαμά, Θεολογικά, [ηθικά τε και πρακτικ`α 39, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 147 (306).
2
Ιωάννης ∆αμασκηνού, Λόγος ψυχωφελ`ης κα`ι θαυμάσιος περ`ι [αρετ~ων κα`ι παθ~ων, Φιλοκαλία Β΄, σ.
238 (307).
3
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 61, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 156
(316).
4
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 62, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 156
(317).
5
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 4, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 326 (∆΄, 110).
6
Γρηγορίου Παλαμά, Θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 27, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 142 (301).
7
«Α[υτεξουσιότης [εστί, ψυχ~ης λογικ~ης θέλησις, ]ετοίμως κινουμένη ε[ις ο\ περ }αν κα`ι θέλοι». ∆ιαδόχου
Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 5, Φιλοκαλία Α΄, σ. 236 (286).
8
Νικόλαου Καβάσιλα, Περί τ~ης [εν Χριστ~?ω ζω~ης, Λόγος ΣΤ΄, PG. 150, 638C. «Τα[υτ`ον γάρ [εστιν ε[ι-
πε~ιν [απολέσαι τ`ο α[υτεξούσιον κα`ι [απολέσαι τ`ον {ανθρωπον».
9
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 10 (73). Πρβλ. Νικόλαου Καβάσιλα,
Περί τ~ης [εν Χριστ~?ω ζω~ης, Λόγος Ζ΄, PG. 150, 689 A.
10
Μαξίμου Ομολογητού, Πρ`ος Θαλάσσιον πρώτη ]εκατοντ`αδα 1, Φιλοκαλία Β΄, σ. 52 (103).

202
φυσική ή μεταφυσική αναγκαιότητα, γιατί είναι ο Ων με χαρακτηριστικά αυ-
τοΰπαρξης, αυταγαθότητας και αυτοσοφίας 1 . Όπως γράφει ο άγιος Μάξιμος:
«Τ`ο κατ’ ο[υσίαν κυρίως }ον [αγαθόν, {εστι τ`ο μήτε [αρχήν, μήτε τέλος, μήτε
α[ιτίαν το~υ είναι, μήτε τ`ην ο]ιανο~υν κατ`α τ`ο είναι, πρ`ος α[ιτίαν τιν`α κίνησιν {ε-
χον» 2 . Και ο γέρων Σωφρόνιος εξηγεί την έννοια της απόλυτης ελευθερίας του
Θεού: «Η ουσία της απόλυτης ελευθερίας έγκειται στο εξής: να ορίζει η ίδια σε
όλα τον τρόπο της υπάρξεώς της, έξω από κάθε εξάρτηση ή αναγκαιότητα, έξω
από κάθε περιορισμό. Αυτή είναι η ελευθερία του Θεού· ο άνθρωπος δεν έχει
τέτοια ελευθερία, γιατί δεν έχει την εξουσία της δημιουργίας εκ του μηδενός» 3 .
Ο άνθρωπος είναι δημιούργημα του Θεού και είναι εξαρτημένος από
Αυτόν ως μια νοερή και λογική ουσία, αλλά ανεξάρτητος στην βούληση και
στην προαίρεση του. Γράφει ο άγιος Μάξιμος: «Το να υπάρχει ή όχι νοερή και
λογική ουσία εξαρτάται από τη βούληση Εκείνου, που όλα τα δημιούργησε
καλά. Το να είναι όμως τα δημιουργήματα αγαθά ή κακά κατά την προαίρεση,
αυτό εξαρτάται από τη θέλησή τους» 4 . Η αυτεξουσιότητα και η ελευθερία του
ανθρώπου αποτελούν οντολογικό γνώρισμα του κατ’ εικόνα: «Ο Θε`ος
α[υτεξούσιον ποιήσας τ`ον {ανθρωπο, ]ως α { φθονος κα`ι [αγαθός, παρέσχεν α[υτ~?ω
κα`ι τ`ο δύνασθαι, [ε`αν θέλ?η, [αρέσκειν τ~?ω Θε~?ω» 5 . Αν ο άνθρωπος διαφύλαττε
πάντοτε αυτεξουσίως και ελευθέρως το κατ’ εικόνα προς το αρχέτυπο, όπως
ήθελε ο Θεός, δεν θα ξεπέφτει από την κοινωνία του με τον Θεό 6 .
Ο Θεός δημιουργώντας τον άνθρωπο αυτεξούσιο στέρησε από τον διά-
βολο, που ο ίδιος τιμήθηκε από τον Θεό με την αυτεξουσιότητα 7 , τη δυνατότη-
τα να ασκεί βία πάνω στον άνθρωπο, αλλά μόνο με την πειθώ ή το δόλο μπορεί
να επηρεάσει ο διάβολος τη θέληση του ανθρώπου και να τον κάνει συμμέτοχο
«το~υ καθ’ ]εαυτ`ον α[ιωνίου ζόφου και τ~ης νεκρώσεως» 8 . Ο ίδιος ο Θεός σεβά-
στηκε το αυτεξούσιο του ανθρώπου και εμπόδισε τον θάνατο όσο χρειαζόταν
και όσο επιτρεπόταν από την δικαιοσύνη Του να εμποδίζει εκείνους που ο Ίδι-
ος έκανε αυτεξουσίους 9 . Τους καθόρισε από πριν το θέλημά Του που οδηγού-
σε στην αθανασία και για να τους προφυλάξει όσο το δυνατό περισσότερο, έ-
κανε εντολή Του την ζωοποιό συμβουλή· ακόμη προείπε φανερά και απείλησε
ότι η αθέτηση της ζωοποιού εντολής Του θα ήταν θάνατος 10 .

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 27, Φιλοκαλία Β΄, σ. (79).
2
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας τρίτη 2, Φιλοκαλία Β΄, σ. 91(147).
3
Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 133.
4
Μαξίμου Ομολογητού, Πρ`ος Θαλάσσιον πρώτη ]εκατοντ`αδα τέταρτη 13, Φιλοκαλία Β΄, σ. 42 (91).
5
Αντωνίου Μεγάλου, Παραινέσεις περ`ι χρηστ~ης πολιτείας 99, Φιλοκαλία Α΄, σ. 18 (43).
6
Ο Άγιος Παλαμάς διευκρινίζει ότι μόνο ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα Θεού, για να βλέπει
προς Εκείνον και να Τον αγαπά και μόνο Εκείνου να είναι μύστης και προσκυνητής». Βλ. Κεφάλαια
φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 26, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 142 (300).
7
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 41, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 148
(308).
8
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 44, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 149
(309). Πρβλ. Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 10 (73).
9
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 47, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 150
(310).
10
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 47, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 150
(310). Παρατηρεί ο άγιος Παλαμάς ότι ο Θεός δεν είπε: «θάνετε, |ην }αν η ] μέραν φάγητε, [αλλ’ [αποθα-
νε~ισθε |ην }αν η
] μέραν φάγητε», προαναγγέλλοντας και μη εμποδίζοντας τη δίκαιη έκβαση της παρα-
κοής. Βλ. Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 51, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 152 (313).

203
Ο Θεός από την αρχή έπλασε τον άνθρωπο ελεύθερο, μπορούσε δηλαδή
να δεχθεί ή να αρνηθεί την αγάπη Του: «] Ο Θε`ος α[υτεξούσιον ποιήσας τ`ον {αν-
θρωπο, ]ως α { φθονος κα`ι [αγαθός, παρέσχεν α[υτ~?ω κα`ι τ`ο δύνασθαι, [ε`αν θέλ?η, [α-
ρέσκειν τ~?ω Θε~?ω» 1 . Να κάνει δηλαδή καλή ή κακή χρήση της ελευθερίας του.
Η απαγόρευση της βρώσεως από το δέντρο της γνώσεως του καλού και του
κακού, που ήταν φυτευμένο στο μέσο του Παραδείσου 2 , του έδωσε αυτή την
δυνατότητα 3 . Ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης αποδίδει την αιτία των παθών στην
παράχρηση των πραγμάτων· αλλά η προσβολή που προέρχεται από τους
δαίμονες γίνεται με την άδεια του Θεού για να φανερωθεί η ποιότητα του αυ-
τεξούσιου του 4 .
Η ελευθερία του άνθρωπου είναι δοτή, θείο δώρο, την οποία όμως ο άν-
θρωπος έπρεπε να διατηρεί και να αυξάνει με τη δική του συνέργεια, γι’ αυτό
άλλωστε δόθηκε η εντολή 5 . Έτσι οι Πρωτόπλαστοι δεν υπάκουσαν στην εντο-
λή και έφαγαν από τον δέντρο, από τον οποίο δεν ήταν ακόμη ωφέλιμο να φά-
νε, επειδή ήταν ακόμη ατελείς, ενώ το δέντρο ήταν μόνο για τέλειους στην έξη
της θείας θεωρίας και αρετής. Οι Πρωτόπλαστοι ήταν σε μία μέση κατάσταση,
ούτε καλή ούτε κακή, και το δέντρο ήταν καλό για όσους μπορούσαν να τη
χρησιμοποιούν προς τον δόξα του Θεού, χωρίς να απομακρύνουν το νου τους
από τη θεωρία του Θεού και από τους ύμνους και τις προσευχές προς Αυτόν6 .
Η ελευθερία του ανθρώπου κινείται σε ηθικό επίπεδο. Είναι ελευθερία
επιλογής και όχι απόλυτου αυτοπροσδιορισμού. Ο άνθρωπος έλαβε τη δύναμη
της ελευθερίας, με την οποία μπορεί να αντιστέκεται στον πονηρό και να συμ-
βάλει αποφασιστικά στην πραγματοποίηση του καθ’ ομοίωση, δηλαδή να υπο-
τάξει την αυτεξούσια θέλησή του στο θέλημα του Θεού όπως λέγει ο άγιος
∆ιάδοχος: «Πάντες {ανθρωποι κατ’ ε[ικόνα το~υ Θεο~υ· τ`ο δ`ε καθ’ ]ομοίωσιν, [ε-
κείνων μόνων [εστί, τ~ων δι`α πολλ~ης [αγάπης τ`ην ]εαυτ~ων [ελευθερίαν δουλωσά-
ντων τ~?ω Θε~?ω»7 .
Με την πτώση των Πρωτοπλάστων έγινε απώλεια στο «κατ’ εικόνα»
του ανθρώπου, αλλά δεν χάθηκε το «κατ’ ομοίωσιν» 8 . Η αμαύρωση του κατ’
εικόνα σήμαινε φθορά και στο αυτεξούσιο του ανθρώπου, αντί να κινείται
προς κατεύθυνση της ελευθερίας του πρωτότυπου του, συσκοτίστηκε με την
ενέργεια της αμαρτίας, και με την τροπή αυτή το εμποδίστηκε να κινείται προς
παραπάνω προοπτική. Παρατηρεί ο άγιος Γρηγορίου ο Σιναΐτη: «ευκόλως κλί-
νει τ`ο α[υτεξούσον το~υ [ανθρώπου πρ`ος κοινωνίαν τ~ων ε[ ναντίων και μάλιστα

1
Αντωνίου Μεγάλου, Παραινέσεις περ`ι χρηστ~ης πολιτείας 99, Φιλοκαλία Α΄, σ. 18 (43). Γράφει ο
άγιος Σιλουανός ότι: «Το αυτεξούσιο του ανθρώπου είναι αληθινά πραγματικό και τόσο μεγάλο, ώστε
ούτε η θυσία του Ίδιου του Χριστού ούτε η θυσία όλων όσοι ακολούθησαν τον Χριστό μπορεί να οδη-
γήσει αναγκαστικά στη νίκη», Βλ. Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 132.
2
Γεν. 2, 16-17.
3
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 49-50, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
(311)
4
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 75, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 41 (187).
5
Kαψάνη, Γ., (Αρχιμ.), «Η υπακοή ως οδός ελευθερίας» στο Σύναξη 1982, σ. 19.
6
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 49, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 151
(312).
7
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 4, Φιλοκαλία Α΄, σ. 236 (286).
8
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 39, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 147
(306).

204
τ~ων [απείρων, τ~ων μετερχομένων ]ως ]υπ’ α[υτ~ων» 1 . Το αυτεξούσιο του ανθρώ-
που δεν εμπόδισε την ελευθερία του Θεού να μετασκευάσει φιλάνθρωπα και
«[επί τό κρε~ιττον» τα «[εξ α[υτεξουσίου παρατροπ~ης ο[ λισθήματα» του ανθρώπου
και να «οικονομήσει» τη σωτηρία του, χωρίς να παραβιάσει καθόλου το αυτε-
ξούσιο και την ελευθερία του2 .
Όπως αναφέραμε προηγούμενος, ο Θεός είναι ο απολύτως ελεύθερος
και κάθε λόγος για την ελευθερία και την απελευθέρωση πρέπει να λέγεται σε
αυτό το πλαίσιο, μέσα στο οποίο ο Θεός αποτελεί την πηγή της αυθεντικής ε-
λευθερίας. Για να βρει ο άνθρωπος την ελευθερία του, καταφεύγει στον Θεό·
υπακούσει στο θέλημα του· γίνεται δούλος του. Η υπακοή στον Θεό είναι κα-
τάφαση στην ελευθερία. Και η υποδούλωση σε αυτόν είναι είσοδος στην ελευ-
θερία 3 . Ο πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος δεν είναι εκείνος που έχει επιφα-
νειακή ελευθερία μόνο, αλλά τελικά υποδουλώνεται στα πάθη και ακόμη και
αν είναι άρχοντας στην πραγματικότητα είναι δούλος. Κατά τους νηπτικούς
Πατέρες, ο αληθινός ελεύθερος είναι εκείνος «]ο μ`η δουλεύων τα~ις ]ηδονα~ις»,
δηλαδή εκείνος που κυριαρχεί με φρόνηση και εγκράτεια πάνω στο σώμα του
και αρκείται με ευχαρίστηση σε ό,τι του δίνει ο Θεός και αν είναι πολύ λίγα 4 .
Η πραγματική ελευθερία είναι η ελευθερία της ψυχής και η καθαρότητα
της από τα πάθη: «Ελεύθεροί σοι νομιζέσθωσαν, ο[υχ ο]ι τ`ην τύχην [ελεύθεροι·
[αλλ’ ο]ι τ`ον βίον κα`ι το`υς τρόπους [ελεύθεροι· ο[υ γ`αρ πρέπει καλε~ιν [ελευθέρους
τα~ις [αληθείαις, το`υς {αρχοντας, πονηρο`υς {οντας }η [ακολάστους· δο~υλοι γάρ ε[ισι
τ~ων παθ~ων τ~ης |υλης· [ελευθερία δ`ε κα`ι ε[υδαιμονία [εστί ψυχ~ης, ]η γνησία καθα-
ρότης κα`ι τ~ων προσκαίρων ]η καταφρόνησις»5 . Η πραγματική ελευθερία χωρίς
την οντολογική απελευθέρωση από την αμαρτία είναι ακατανόητη: «Ελευθερία
[εστι νοητ`η ]η τ~ων παθ~ων [απαλλαγή, #ης ο[υδε`ις [επιτυγχάνει {ανευ [ελέους Χρι-
στο~υ» 6 . Με αυτή την έννοια οι νηπτικοί Πατέρες κατανόησαν την έννοια της
ελευθερίας και της δουλείας, δηλαδή της δουλείας στα πάθη και της ελευθερί-
ας που την πραγματοποιεί η απελευθέρωση από τα πάθη: «Εάν θέλ?ης, δο~υλος
ε@ι τ~ων παθ~ων· [εάν θέλ?ης, [ελεύθερος ε@ι κα`ι ο[υχ ]υποκλινε~ις το~ις πάθεσιν· ]ο γ`αρ
Θε`ος α[υτεξούσιόν σε ε[ ποίησε»7 . Ο αγώνας κατά των παθών και της αμαρτίας
είναι αγώνας για την ελευθερία 8 .
Οι νηπτικοί Πατέρες, ανάγουν την πραγματική ελευθερία στην απελευ-
θέρωση το νου από τα πάθη. Η απαραίτητη απελευθέρωση του νου από τα πά-
θη προέρχεται από την ικανότητα του νου να πράττει το καλό ή το κακό από
1
Γρηγορίου Σιναΐτου,\ Ετερα κεφάλαια, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 84 (235). Βλ. Τσελεγγίδη, ∆., «Ο χαρακτή-
ρας της ελευθερίας του ανθρώπου κατά τον Γρ. Παλαμά» στο Ορθόδοξη θεολογία και ζωή, [εκδ.
Πουρν~αρα, 2005, σ. 73.
2
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 54, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 154
(314).
3
Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, \ο.π., σ. 258.
4
Αντωνίου Μεγάλου, Παραινέσεις περ`ι χρηστ~ης πολιτείας 56, Φιλοκαλία Α΄, σ. 11 (36).
5
Αντωνίου Μεγάλου, Παραινέσεις περ`ι χρηστ~ης πολιτείας 18, Φιλοκαλία Α΄, σ. 7 (31).
6
Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 33, Φιλοκαλία Β΄, σ. 213
(280).
7
Αντωνίου Μεγάλου, Παραινέσεις περ`ι χρηστ~ης πολιτείας 67, Φιλοκαλία Α΄, σ. 13 (38).
8
«Ε[ι γ`αρ ο] νο~υς τ~ων πονηρ~ων λογισμ~ων κα`ι παθ~ων [ελευθερωθ~η κα`ι θεασόμεθα δι’ α[υτο~υ τ`ην [ελευθε-
ρίαν, |ην ]ημ~ιν ο] Χριστ`ος κα`ι Θε`ος [εχαρίσατο, ο[υκ {ετι καταδεξόμεθα πρ`ος τ`ην προτέραν δουλείαν τ~ης
]αμαρτίας κα`ι το~υ σαρκικο~υ φρονήματος κατελθε~ιν…». Συμεών Ν. Θεολόγου, Κατηχήσεις 5,1076-80,
SC. 96, 468.

205
μόνος του: «Ο νους, και χωρίς το σώμα πολλά πράττει, καλά και κακά. Το σώ-
μα όμως χωρίς το νου, τίποτε από αυτά δεν μπορεί να κάνει, γιατί πριν από την
πράξη αναγνωρίζεται ο νόμος της ελευθερίας και αποφασίζει ο νους τι να πρά-
ξει και τι να μην πράξει» 1 , γράφει ο άγιος Μάρκος.
Ο άγιος Κάλλιστος λέγει, ότι το ψεύδος είναι πολυσχιδές, ενώ η αλήθεια
είναι ένα, και ο νους δεν μπορεί να ελευθερωθεί από τα πάθη, αν δεν το ελευ-
θερώνει η αλήθεια. Έτσι ο νους ως «εικόνα του Θεού» ελευθερώνεται τείνο-
ντας με ενιαίο τρόπο προς το υπερκόσμιο Ένα. Και αυτή είναι η ελευθερία που
αρμόζει πάρα πολύ στο νου για την απόκτηση απάθειας και θεόμορφης κατα-
στάσεως και πνευματικής υιοθεσίας και καθόλου δεν είναι η δουλεία2 . Τότε ο
νους με την ύψωσή του προς τον Θεό απελευθερώνεται από την άγνοια που
είναι γνώρισμα του δούλου, και αποκτά τη γνώση των μυστήριων του Πατέρα,
που είναι γνώρισμα του ελεύθερου ή του υιού 3 .

2. Η ελευθερία δια της υπακοής.

Ο άνθρωπος είναι ελεύθερο ον από τη δημιουργία του και έχει κληθεί


να ζει ως ελεύθερος: «Ελεύθερος κτισθε`ις κα`ι [επ’ [ελευθερί?α κληθείς, μ`η [ανέ-
χου δουλεύειν παράθεσιν [ακαθαρσίας»4 . Η υπακοή στη βιβλική συνάφεια ση-
μαίνει να τείνει κάποιος την ακοή στην εκδήλωση του θελήματος ενός άλλου ή
να συμμορφώνεται με αυτό και η ελευθερία φαίνονται σαν δύο αντιφατικά
πράγματα. Η ελευθερία δια της υπακοής φαίνεται πράγμα παραδοξολογία και
αντινομία. Τίθεται τότε το ερώτημα πως μπορεί ο άνθρωπος αφενός να είναι
ελεύθερος και αφετέρου να είναι υπάκουος;
Στη φιλοσοφία των κλασικών συγγραφέων η λέξη υπακοή είναι από τον
ρήμα υπακούω, που σημαίνει υποτάσσομαι εις τίνα, δίδω προσοχή, ακούω κάτι
και συμμορφώνομαι μ’ αυτό 5 . Η συμμόρφωση αυτή αποτελεί τη μοναδική επι-
λογή. Έτσι, υπακούει εκείνος που δεν μπορεί να παρακούσει τον άλλο που υ-
περέχει. Με το συλλογισμό αυτό δικαιώνεται ο ίδιος ο Πλάτωνας που χαρα-
κτηρίζει την υπακοή ως «γνώρισμα δούλου» 6 .
Για να αναζητήσουμε το αληθινό νόημα της ελευθερίας πρέπει να γίνει
αυτό στο πλαίσιο ενός ορισμού που απορρίπτει την αναγκαιότητα, καταργεί
την υποταγή και δέχεται στον άνθρωπο την πνευματική αρχή του. Η ελευθερία
είναι η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία κινείται και εκφράζεται η χριστιανική
αλήθεια. Γι’ αυτό δεν μπορεί να υπάρχει αλήθεια, εκεί που δεν υπάρχει ελευ-

1
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 17, Φιλοκαλία Α΄, σ. 110 (144).
2
Καλλίστου Καταφυγιώτη, Περ`ι θείας ]ενώσεως κα`ι θεωρητικο~υ βίου 10, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 8 (222).
3
Καλλίστου Καταφυγιώτη, Περ`ι θείας ]ενώσεως κα`ι θεωρητικο~υ βίου 10, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 8 (222).
4
Οσίου Θαλάσσιος, ∆εύτερη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 16,Φιλοκαλία Β΄, σ. 212
(279).
5
Βλ. Liddell, H.,- Scott, R., Μέγα Λεξικόν τ~ης[ Ελληνικής Γλώσσας, τομ. ∆΄, \ο.π., σ. 422-3.
6
Βλ. Γιούλτση, Β., «Ελευθερία και υπακοή στην ορθόδοξη χριστιανική ηθική», στο Γ.Π. 60 (1977), σ.
250.

206
θερία ή ελευθερία εκεί που δεν υπάρχει αλήθεια 1 . Η πραγματική ελευθερία εί-
ναι καρπός της αλήθειας, που ταυτίζεται με την αληθινή ζωή. Η ελευθερία που
αδιαφορεί για την αλήθεια εκφυλίζεται. Και η ελευθερία που στηρίζεται σε
συμβατική αλήθεια είναι επίσης συμβατική 2 . Κατά τον Απόστολο Παύλο, ο
Κύριος είναι η αλήθεια που μας ελευθερώνει με το Πνεύμα Του 3 . Ακόμη, κατά
την ασκητική γραμματεία ο νόμος της ελευθερίας διαβάζεται με την αληθινή
γνώση, εκτελείται με τις εντολές και εκπληρώνεται με το έλεος του Χριστού:
«Ο νόμος τ~ης [ελευθερίας, δι`α μ`εν γνώσεως [αληθο~υς [αναγινώσκεται, δι`α δ`ε [ερ-
γασίας τ~ων [εντολ~ων νοε~ιται, πληρο~υται δ`ε δι`α τ~ων ο[ικτιρμ~ων το~υ Χριστο~υ» 4 .
Μετά την παράβαση και πτώση του Αδάμ όλοι έγιναν «δο~υλοι τ~ης [α-
μαρτίας» 5 . Η θέση του αμαρτωλού συμπεριλαμβάνεται κατά τη Γραφή με μία
λέξη, τη δουλεία 6 . Ο Χριστός πέθανε σύμφωνα με τις Γραφές για τις αμαρτίες
μας 7 και για όσους Τον υπηρετούν καλώς, τους χαρίζει ελευθερία 8 . Ο Άγιος
Παλαμάς λέγει ότι πολλοί κατηγορούν τον Αδάμ πως «ε[υκόλως τ?~ω πονηρ?~ω
συμβούλ?ω πεισθείς, τ`ην θείαν [ηθέτησεν [εντολ`ην κα`ι δι`α τ~ης τοιαύτης [αθετή-
σεως ]ημ~ιν τ`ον θάνατον προεξένησεν» 9 . Αλλά προσθέτει ότι ο Αδάμ δεν είχε
την εμπειρία, διότι δεν είναι το ίδιο να θελήσει κανείς να γευθεί ένα φαρμακε-
ρό χόρτο χωρίς να ξέρει, με το να θέλει να τρώει από αυτό ενώ έμαθε από την
δοκιμή ότι είναι θανάσιμο. Γι’ αυτό ο άνθρωπος που παραβαίνει τις θείες εντο-
λές είναι περισσότερο αξιοκατάκριτος από εκείνον που το έκανε επειδή ενώ
αγνοούσε. Η εντολή του Θεού είναι και τώρα παρούσα και εκείνους που υπα-
κούνε σε αυτή και ζουν σύμφωνα με αυτήν, τους ελευθερώνει από την ευθύνη
και των δικών τους αμαρτημάτων και από την προγονική κατάρα και καταδί-
κη· τονίζει ο άγιος Θαλάσσιος: «[ Εντολ~ης ]υπακοή, νεκρ~ων [εστιν [ανάστασις· τ~?η
γ`αρ [αρετ~?η κατά φύσιν [επακολουθε~ι ]η ζωή» 10 . Ενώ εκείνοι που και τώρα παρα-
βαίνουν και προτιμούν τη συμβουλή του πονηρού δεν θα αποφύγουν από την
καταδίκη.

1. Η προαίρεση η αρχή της σωτηρίας:


Η πτώση του ανθρώπου, όπως αναφέρει ο άγιος Μάξιμος, έγινε με τη
θέλησή του, με την ελεύθερη επιλογή του: «Με τη θέλησή μου εγώ ο άνθρω-
πος έχω παραβεί την εντολή του Θεού και ο διάβολος δελεάζονάς μέ με την
ελπίδα της θεότητας έσυρε τη σταθερότητα της φύσεως μου κάτω προς την
ηδονή.. Γι’ αυτό ο Θεός γίνεται τέλειος άνθρωπος, χωρίς να παραλείψει τίποτε

1
«καὶ γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς». Ιω. 8, 32.
2
Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ,\ Ο.π., σ. 261.
3
2 Κορ. 3,17. «ὁ δὲ Κύριος τὸ Πνεῦμά ἐστιν· οὗ δὲ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία».
4
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 32, Φιλοκαλία Α΄, σ. 98 (131).
5
Ρωμ. 6,20.
6
Ρωμ. 5,12. «∆ιὰ τοῦτο ὥσπερ δι' ἑνὸς ἀνθρώπου ἡ ἁμαρτία εἰς τὸν κόσμον εἰσῆλθε καὶ διὰ τῆς
ἁμαρτίας ὁ θάνατος, καὶ οὕτως εἰς πάντας ἀνθρώπους ὁ θάνατος διῆλθεν, ἐφ' ᾧ πάντες ἥμαρτον».
7
1 Κορ. 15, 3.
8
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 4, Φιλοκαλία Α΄, σ. 109 (143).
9
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 55, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 154
(314).
10
Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ε] κατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 48, Φιλοκαλία Β΄, σ. 225
(293).

207
από την ανθρώπινη φύση, εκτός από την αμαρτία,…επαναφέροντάς την στην
αρχική χάρη με τη δύναμη πάλι της θεότητας που αυτή είχε» 1 .
Μετά την πτώση ο άνθρωπος δεν έχει την πλήρη ελευθερία 2 , αλλά έχει
το αυτεξούσιο, δηλαδή τη δυνατότητα να εκλέγει το καλό και να απορρίπτει το
κακό αν θέλει. Γράφει ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός: «Μέσον δ`ε τ~ων δύο
]οδ~ων τούτων \ισταται ]ο {ανθρωπος, λέγω δ`η τ~ης δικαιοσύνης και τ~ης [αμαρτίας,
και ε[ις ο\ιαν θέλει το δρόμον ποιε~ι, και α[υτ`ην μετέρχεται» 3 . Έχει ο άνθρωπος
την προαίρεση που αποτελεί μία περιορισμένη ελευθερία με την οποία μπορεί
να αποκτήσει όλες τις αρετές 4 . Η προαίρεση είναι μία ιδιότητα μόνο των λο-
γικών, με την οποία μπορεί κάποιος να πλησιάζει τον Θεό με τις αρετές ή να
απομακρυνθεί από Αυτόν με την κακία: «Ο[υκο~υν ο[υ το~ις [εκ φύσεως προ-
σο~υσιν, [αλλ`α το~ις [εκ προαιρέσεως προσγινομένοις, πλησίον τις ή μακρ`αν γίνε-
ται Θεο~υ. Προαίρεσις δ`ε μόνων τ~ων λογικ~ων [εστι. Τα~υτα ο@υν μόνα τ~ων {αλλων
απάντων, }η μακρ`αν }η [εγγ`υς γίνεται Θεο~υ δι’ [αρετ~ης }η κακίας }η [εγγίζοντα }η
μακρυνόμενα»5 . Η συνεργασία μεταξύ της θείας βοήθειας και της ανθρώπινης
προαίρεσης κάνει τον άνθρωπο να αποκτήσει το καλό: «Ο[υδ`εν γ`αρ {οφελος
γίνεται, [εκ τ~ης [εργασίας το~υ [ανθρώποιυ, δίχα τ~ης {ανωθεν ροπ~ης. Ο[υδ`ε ]η {ανω-
θεν ροπ`η [επ`ι τ`ον μ`η προαιρούμενον πάλιν παραγίνεται· [αλλ’ [αμφοτέρων δεό-
μεθα και θείας και [ανθρωπίνης» 6 .
Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός θεωρεί την προαίρεση «αρχή της σωτη-
ρίας», ώστε αν μπορεί ο άνθρωπος να εγκαταλείψει τα δικά του θελήματα και
να εκτελεί το θέλημα του Θεού, τότε δεν βρίσκεται σε όλη την κτίση πράγμα ή
προσπάθεια που να μπορεί να εμποδίσει να γίνει όπως ο Θεός εξαρχής θέλησε
να είναι «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν Αυτού» 7 . Με την υπακοή ο «κατ’ εικόνα
Θεού» πλασμένος άνθρωπος ανασυνδέεται με το αρχέτυπο του και γίνεται μέ-
τοχος της αιώνιας ζωής του 8 . Εκείνος που νέκρωσε την προαίρεσή του προς
την αμαρτία, έχει ενταχθεί οργανικά στο σώμα του Χριστού, συμμετέχοντας
στο θάνατο Του· και εκείνος που ανέστησε την προαίρεσή του για την αρετή,
συμμετέχει και στην ανάσταση του Χριστού 9 . Μέσω της προαίρεσης αυτής ο
άνθρωπος είναι ικανός να επιστρέψει προοδευτικά στην αρχέγονη πλήρη ελευ-
θερία. Αν εκλέγει το καλό, κάνει χρήση της ελευθερίας για να ενισχύσει την
1
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας τρίτη 11, Φιλοκαλία Β΄, σ. 93 (149).
Κατά την τοποθέτηση του αγίου Μαξίμου, με την προαίρεση του Αδάμ έγινε η αμαρτία και η πτώση
που έφθειρε μαζί της και τη φύση. Πρώτα έγινε η έκπτωση της προαίρεσης από την αγαθότητα στην
κακία, και δεύτερη, εξαιτίας της πρώτης, η αδιάβλητη μεταποίηση της άφθαρτης φύσης σε φθαρτή.
Βλ. Μαξίμου Ομολογητού, Πρός Θαλάσσιον, [ερώτησις 42, PG. 90, 405.
2
Ο άνθρωπος δεν έχει απόλυτη ελευθερία γιατί φοβάται τον θάνατο, γιατί υποδουλώθηκε σε αυτόν.
Λέγει ο άγιος Χρυσόστομος: «δο~υλός [εστι, κα`ι πάντα υ] φίσταται ]υπέρ το~υ μ`η α[ ποθανε~ιν».] Ομιλία ε[ις
τ`ην πρ`ος] Εβραίους 4,4, PG. 63,41. Πρβλ. Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, \ο.π., σ. 260.
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 10 (73).
4
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ης τρίτης θεωρίας, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 38 (104). «τα~υτα γ`αρ
πάντα, κα`ι δίχα σωματικ~ης [ισχύος, ]ο βουλόμενος {εχειν δύναται, [εκ μόνης προαιρέσεως».
5
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 78, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 162
(323).
6
Πέτρου ∆αμασκηνού,\ Οτι μ~αλλον συμφέρει το~ις [εμπαθέσιν ]η ]ησυχία, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 79
(147).
7
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 7 (70).
8
Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, σ. 205.
9
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ε] κατοντ`ας έκτη 23, Φιλοκαλία Β΄, σ. 151
(213).

208
ελευθερία του, αν αντίθετα εκλέγει το κακό, χρησιμοποιεί την ελευθερία του
για να εκμηδενίσει την αληθινή ελευθερία 1 .

2. Παρακοή δουλεία, υπακοή ελευθερία:


Ο άγιος Μάξιμος αναφέρει ότι ο διάβολος εξαπάτησε τον πρωτόπλαστο
με δόλο κατά τρόπο κακούργο και πανούργο δια μέσου της φιλαυτίας και προ-
σβάλλοντας τον με την ηδονή. ∆ηλαδή η φιλαυτία, που την αναγνωρίζει ο άγι-
ος ως «]η πρ`ος τ`ο σ~ωμα [εμπαθ`ης κα`ι {αλογος φιλία» 2 , την θεωρεί ως το πρω-
ταρχικό κίνητρο για την προπατορική αμαρτία. Η παρακοή, που προσήλθε από
την φιλαυτία και έπαρση, αλλοτρίωσε τον άνθρωπο από τον Θεό, τον κατέ-
στησε εγωκεντρικό και τον υποδούλωσε στην αμαρτία 3 . Αντιθέτως, η υπακοή
που καλλιεργείται με αγάπη και ταπείνωση, ελευθερώνει τον άνθρωπο από την
δουλεία της αμαρτίας και τον συνδέει με τον Θεό 4 . Το αποτέλεσμα της παρα-
κοής, όπως αναφέρει ο άγιος Μάξιμος, ήταν η αμαρτία, ενώ επίτευγμα της υ-
πακοής είναι η αρετή. Στην παρακοή ακολουθεί η παράβαση των εντολών και
ο χωρισμός από τον Θεό που έδωσε τις εντολές. Αντίθετα, με την υπακοή ακο-
λουθεί η τήρηση των εντολών και η ένωση με τον Θεό 5 .
Ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, αναφέρει ότι υπάρχουν δυο εντολές με
τις οποίες μπορεί ο αγωνιστής να έρχεται προς «τ`ο [αρχα~ιον [αξίωμα», που είναι
η υπακοή και η νηστεία 6 . Η υπακοή είναι κατάλληλη για τους αρχαρίους και
δια αυτής «πρ`ος τ`ον Θε`ον επανέρχονται συντομώτερον» 7 . Έτσι η υπακοή και η
τήρηση των εντολών έρχονται ως αντίθεση κίνηση της παρακοής του Αδάμ και
του χωρισμού από τον Θεό και αποτελούν μία έκφραση της αγάπης προς τον
Θεό: «Ο γο~υν συντηρήσας δι’ ]υπακο~ης [εντολήν, κα`ι δικαιοσύνην ε[ιργάσατο
κα`ι τ~ης κατ’ [αγάπην ]εαυτ`ον πρ`ος τ`ον [εντειλάμενον ο[υ διε~ιλεν ]ενώσεως»8 .
Η υπακοή, όπως κάθε χριστιανική αρετή, για να έχει αιώνια αξία μπρο-
στά στον Θεό, πρέπει να είναι ελεύθερη και πράξη εκούσια. Η υπακοή είναι
πράξη ελευθερίας, αλλά και οδός προς την ελευθερία 9 . Υπακοή, κατά τον κεί-
μενο από αποδίδεται στον Μ. Αντώνιο, σημαίνει ελεύθερη άρνηση του θελή-
ματος και του φρονήματος του ανθρώπου που έχει λάβει από τον Θεό τα δυο
αυτά πολύτιμα δώρα, δηλαδή το ελεύθερο θέλημα μαζί με τη λογική 10 . Με τον
ελεύθερο θέλημά του παραβαίνει την εντολή του Θεού ενώ και με την υπακοή
του προσφέρει αυτά τα δυο ως την πιο ευάρεστη θυσία στον Θεό· τότε πλέον
δέχεται από τον Θεό το υπερφυσικό χάρισμα της γνώση του θελήματός Του 11 .

1
Γρηγορίου Νύσσης, Περ`ι κατασκευ~ης το~υ [ανθρ~ωπου 18, PG. 44, 192 BD.
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 8, Φιλοκαλία Β΄, σ. 28 (77).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας τρίτη 30, Φιλοκαλία Β΄, σ. 96 (153).
4
Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, σ. 201.
5
Μαξίμου Ομολογητού, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα πρ`ος Θαλάσσιον 7, Φιλοκαλία Β΄, σ. 70 (124).
6
Ο Μ. Αθανάσιος συνδέει άμεσα την υπακοή με την ανάκτηση του χαμένου παραδείσου: «\ωσπερ δι`α
βρώματος κα`ι παρακο~ης [εξεβλήθη ]ο Αδ`αμ [εκ το~υ παραδείσου, ο\υτω πάλιν δι`α νηστείας κα`ι ]υπακο~ης ]ο
θέλων ε[ισέρχεται ε[ις τ`ον παράδεισον». Περ`ι παρθενίας, {ητοι περί ασκήσεως 6, PG. 28, 257B.
7
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 18, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 33 (179).
8
Μαξίμου Ομολογητού, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα πρ`ος Θαλάσσιον 7, Φιλοκαλία Β΄, σ. 70 (124).
9
Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, σ. 203.
10
Αντωνίου Μεγάλου, Παραινέσεις περ`ι χρηστ~ης πολιτείας 125, Φιλοκαλία Α΄, σ. 21 (46).
11
Γράφει ο γέρων Σωφρόνιος ότι «Το ελεύθερο θέλημα του ανθρώπου μαζί με την λογική του είναι τα
πολυτιμότερα φυσικά χαρίσματα του. Όταν ασκεί λοιπόν την υπακοή, προσφέρει αυτά ως την πιο ευά-

209
Για την ορθόδοξη χριστιανική ηθική η ελευθερία προσφέρεται μόνο από
το Θεό δια του σταυρού του Χριστού, όπως γράφει ο άγιος Μάρκος ο Ασκη-
τής: «Η τελειότητα του νόμου της ελευθερίας δεν βρίσκεται στις ανθρώπινες
αρετές, αλλά η τελειότητά του είναι κρυμμένη στο Σταυρό του Χριστού» 1 .
∆ηλαδή η απόλυτη ελευθερία βρίσκεται μέσα στην ζωή της σταύρωσης η ο-
ποία εκφράζεται με την υπακοή. Η υπακοή του ανθρώπου ανάγεται μόνο στον
Θεό, ανεξάρτητα από το ποιος την αξιολογεί ή την κατευθύνει στη σχέση αν-
θρώπου και Θεού. Στο σχήμα αυτό οι πόλοι είναι δύο: ο Θεός και ο άνθρωπος.
Η υπακοή είναι μία θρησκευτική πράξη, γι’ αυτό πρέπει να είναι ελεύ-
θερη, αλλιώς στερείται της θρησκευτικής σημασίας της 2 . Κατά τον άγιο Σι-
λουανό, η υπακοή ως μια χριστιανική αρετή έχει πολλές βαθμίδες, ανάλογες με
την πνευματική ηλικία του υποτακτικού. Στη αρχή μπορεί να έχει χαρακτήρα
σχεδόν παθητικής υποταγής της θελήσεως ενώπιον του πνευματικού πατέρα
λόγω της κατά Θεόν εμπιστοσύνης προς αυτόν. Στην τελειότερη μορφή της εί-
ναι μια ενεργητική κίνηση του ανθρώπινου πνεύματος, που οδηγείται από την
εντολή του Χριστού, ο Οποίος άμετρα αγάπησε τον κόσμο 3 .
Με την εκκοπή του ιδίου θελήματος και την άρνηση της λογικής, ο μο-
ναχός και γενικά κάθε υποτακτικός δεν χάνει την προσωπικότητά του, ούτε
φθάνει σε αυτοεκμηδένιση 4 . Αντίθετα, υπερβαίνει τα όρια της κτιστής φύσεώς
του και αναδεικνύεται σε αληθινή υπόσταση 5 . Γίνεται φορέας της θείας ζωής
και βολής της ανθρωπότητας 6 . Οι δαίμονες είναι εκείνοι που προσπαθούν να
προβάλλουν ότι η υπακοή αποτελεί μία μορφή δουλείας, ψιθυρίζοντας στο νου
το εξής: «Γιατί από ελεύθερος που ήσουν έγινες δούλος, και μάλιστα δούλος
σκληρού και άσπλαχνου κυρίου; Ως πότε θα λιώνεις κάτω από τον ζυγό της
δουλείας και ελεύθερο φως δεν θα δεις;» 7 . Ενώ στην πραγματικότητα η υπα-
κοή σταυρώνει κάθε «ίδιον θέλημα» για να αναστήσει την ύψιστη ελευθερία 8 .
Έτσι δια της υπακοής επισύρεται η ευμένεια του Ουρανίου Πατρός και
αποκαθίσταται η αρμονία στη σχέση μεταξύ δημιουργήματος και ∆ημιουργού,
όπως έλεγε ο αββάς Μι`ως του Βελέου: «Η ]υπακο`η [αντ`ι ]υπακο~ης [εστιν. Ε{ι τις
]υπακούει τ?~ω Θε~?ω ]ο Θε`ος ]υπακούει α[υτόν» 9 . Η αποκατάσταση της προπτωτι-
κής κατάστασης της ανθρώπινου προσωπικότητας προς τον εαυτό της, προς

ρεστη θυσία στον Θεό. Τότε δέχεται ως ανταπόδομα από τον Θεό το υπερφυσικό χάρισμα της γνώσε-
ως του μεγάλου θειου θελήματος». Βλ. Ζάχαρου, Ζ.,(Αρχιμ.), Αναφορά στη θεολογία του γέροντος
Σωφρονίου, \ο.π., σ. 183.
1
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 31, Φιλοκαλία Α΄, σ. 98 (131).
2
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Άσκησης και θεωρία, \ο.π., σ. 53.
3
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 142. «Η υπακοή δεν παρουσιάζεται
εξαρχής σε τέλεια μορφή, αλλά ολοκληρώνεται σταδιακά με κόπους και θυσίες. Όσο πραγματοποιείται
από φόβο ή συμφέρον δεν είναι τέλεια. Η τέλεια υπακοή στηρίζεται στην αγάπη και γίνεται από αγά-
πη». Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, σ. 202.
4
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Άσκησης και θεωρία, Εσσεξ Αγγλίας 1996, σ. 46.
5
Ο επίσκοπος Σεραπιών, ο φίλος τον Μ. Αντώνιο είπε χαρακτηριστικά: «[ελεύθεροί [εστε κατ`α πάντα,
@ω θεοφιλέστατοι Θε~?ω μονάζοντες». Σεραπίωνος επισκόπου,[ Επιστολή πρός μονάζοντας, PG.40, 932Α.
6
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνικής, σ.148.
7
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 44, Φιλοκαλία Α΄, σ. 310 (Β΄,19).
8
Γράφει ο άγιος Ισαάκ ο Σύριος: «∆ε~ιξόν σου τ~ης ]υπακο~ης τ`ην [ελευθερίαν δι`α τ`ον Χριστόν». Ισαάκ
του Σύρου, Τα ευρεθέντα ασκητικά, Λόγος 44, σ. 186. Πρβλ. Ευδοκιμώφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, σ.
180.
9
Αποφθέγματα, [αββ~α Μιώς του Βελέου 1, σ. 484.

210
τον Θεό και τον πλησίον, και καθώς προς όλο τον κόσμο θεωρείται ως καρπός
και σκοπό της υπακοής. Με την υπακοή ο πιστός αντιπροσφέρει αυτεξούσια το
αυτεξούσιό του στον Θεό. Ο Θεός δέχεται το δώρο και χαρίζει στον πιστό, όχι
μόνο την αρχική ελευθερία, δηλαδή τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ καλού και
κακού, αλλά και την τελική ελευθερία, που είναι συμμετοχή στον αιώνιο θείο
δόξα, στη δόξα του Θεού και στο άκτιστο φως της Αγίας Τριάδος, όπως γράφει
ο άγιος Θαλάσσιος: «Υπακο`η [εντολ~ης, ψυχ~ης ποιε~ι κάθαρσιν. Η δ`ε τ~ης ψυχ~ης
κάθαρσις, φωτ`ος ποιε~ι μέθεξιν»1 . Η υπακοή μόνο τότε είναι πνευματικώς καρ-
ποφόρος, όταν φέρει χαρακτήρα ελευθερίας, εκκοπής του ιδίου θελήματος και
της ιδίας κρίσεως ενώπιον του γέροντος χάριν αναζήτησης των οδών του θείου
θελήματος2 .

β. Η θεραπεία της ψυχής δια της υπακοής στον πνευματικό πατέρα.

1. Η εκκοπή του ίδιου θελήματος ως προϋπόθεση για τη γνώση του θείου


θελήματος.

Αναφέραμε στα προηγούμενα κεφάλαια τα χαρίσματα και την ευθύνη


του πνευματικού έναντι των τέκνων του. Στην συνέχεια θα μελετήσουμε πώς
συνεισφέρει ο υποτακτικός σε αυτή την αμοιβαία σχέση πνευματικού πατέρα
και υποτακτικού.
Η υπακοή προϋποθέτει την απόταξη του ιδίου θελήματος και έχει ως
συνέπεια την χωρίς πολύ κόπο πνευματική ανόρθωση 3 . Η εκκοπή του θελήμα-
τος στην πραγματικότητα δεν είναι αφαίρεση, αλλά θεραπεία του αρρωστημέ-
νου θελήματος στο θέλημα του Θεού. Η Παρθένος έκανε τελεία υπακοή στον
Θεό 4 · Του έδωσε όλη την ελευθερία της, ως μία προσφορά τελείας αγάπης και
εμπιστοσύνης. Η Παρθένος λέγει πρώτη το ναι. Αυτό το ναι περίμενε ο Ελεή-
μων Κύριος, ως συγκατάθεση της ελευθερίας του ανθρώπου, για να μπορέσει
να σαρκωθεί. ∆ια της απόταξης του ιδίου θελήματος αποδεικνύει ο άνθρωπος,
κατά τρόπο σπουδαίο, την απόφαση του να αποδεχτεί την θεια βούληση ως υ-
πέρτατο νόμο της ζωής του. Η υπακοή είναι ελεύθερη πράξη πίστεως στον Θεό
και πραγματοποιείται πάντοτε στο όνομά Του5 .

1. Η αναζήτηση του θείου θελήματος:

1
Οσίου Θαλασσίου,Τέταρτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 55, Φιλοκαλία Β΄, σ. 226
(294). Βλ. Kαψάνη, Γ., (Αρχιμ.), «Η υπακοή ως οδός ελευθερίας» στο Σύναξη, \ο.π., σ. 23.
2
Σαχαρώφ, Σ., Άσκησης και θεωρία, \ο.π., σ. 53.
3
«Παντ`ος μ`εν γ`αρ καρπο~υ προηγε~ιται α
{ νθος· πάσης δ`ε υ] πακο~ης ξενιτεία, }η σώματος, }η θελήματος».
Ιωάννης του Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος ∆΄, PG. 88, 677C.
4
Λκ. 1,38.
5
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Άσκησης και θεωρία, \ο.π., σ. 53.

211
Ο πρώτος κανόνας της πνευματικής ζωής είναι η αναζήτηση του θελή-
ματος του Θεού με υπομονή, όπως λέγει ο άγιος Ισίδωρος: «Η σύνεση των α-
γίων είναι αυτή, το να αναγνωρίζουν το θέλημα του Θεού. ∆ιότι ο άνθρωπος τα
υπερνικά όλα με την υπακοή της αλήθειας, καθ’ όσον είναι εικών και ομοίωμα
του Θεού» 1 . Η αναζήτηση με υπομονή το θειο θέλημα λαγαρίζεται κατά τον
άγιο ∆ιάδοχο ως δεύτερο μαρτύριο, τόσο οι συνεχείς ασθένειες, όσο η μάχη
κατά λογισμών 2 . Οι Πατέρες πάντα επιμένουν να έχουν τη βεβαιότητα ότι δεν
θα διαπράξουν ποτέ τον δικό τους θέλημα. Παραγγέλλει ο άγιος Νείλος: «Μ`η
προσεύχου τ`α σ`α θελήματα γενέσθαι. Ο[υδ`ε γ`αρ πάντως συμφωνο~υσι τ?~ω θελή-
ματι το~υ Θεο~υ…κα`ι [επ`ι παντ`ι πράγματι, ο\υτως α[υτόν α{ιτει, \ινα τ`ο α[υτο~υ γένη-
ται θέλημα» 3 . Εκείνος που δεν εγκαταλείπει το θέλημα του για χάρη του θελή-
ματος του Θεού, δεν θα επιτυχαίνει στα έργα του αλλά θα υποσκελίζεται και
θα γίνει «]υποχείριος τ~ων [αντιπάλων»4 . Η εγκατάλειψη το ιδίου θελήματος συ-
μπορεύεται με την ταπεινοφροσύνη και οι δυο μαζί αποτελούν το συντομότερο
δρόμο για να επιτυχαίνεται το θείο θελήματος 5 . Ο άγιος Φιλόθεος ο Σιναΐτης
ανάγει όλο τον αγώνα και την πάλη εναντίον μας από τους δαίμονες για να μην
γίνει από μας το θέλημα του Θεού. Και συνεχίζει ο άγιος ότι και θέλημα του
Θεού είναι οι εντολές Του 6 . Αλλά το μεγάλο ερώτημα έγκειται στο που εκδη-
λώνεται το θέλημα του Θεού;
Στην Εκκλησία υπήρχαν παντού άνθρωποι που κρίθηκαν ικανοί να δει-
χθούν από τον Θεό μέσω μίας απευθείας έμπνευσης και με θεία αποκάλυψη.
Αλλά αυτοί αποτελούν εξαίρεση και είναι σπάνιοι και όπως έχει γραφτεί ότι:
«]ως ο[υ νόμος Εκκλησίας τ`ο σπάνιον, \ωσπερ ο[υδ`ε μία χελιδών {εαρ ποιε~ι» 7 . Αυ-
τοί οι άνθρωποι δια της ενάρετης ζωής τους απέκτησαν αυτή την ικανότητα.
Γράφει ο άγιος Θεόγνωστος: «Εκείνος που κατόρθωσε την νοητή υποταγή και
υπόταξε τη σάρκα στο πνεύμα, δεν χρειάζεται την υποταγή σε ανθρώπους. Αυ-
τός υποτάσσεται στο λόγο και στο νόμο του Θεού ως ευγνώμων υπήκοος»8 .
Αυτό όμως είναι για τους δυνατούς. Οι περισσότεροι δεν είναι ικανοί να φωτι-
σθούν απ’ ευθείας από το Άγιον Πνεύμα, δεν είναι ικανοί να διακρίνουν αν οι
λογισμοί προέρχονται από το Πνεύμα ή όχι. Γι’ αυτό χρειάζονται την καθοδή-
γηση κάποιους πνευματικούς πατέρα να τους μεταδώσει το θέλημα του Θεού,
συνεχίζει λοιπόν ο άγιος: «Σε μας όμως, που εξακολουθεί η μάχη και ο πόλε-
μος μεταξύ σώματος και ψυχής, είναι αναγκαίο να υποταχθούμε και να απο-
κτήσουμε στρατηγό και κυβερνήτη, να μας πηδαλιουχεί με γνώση και να μας
εξοπλίζει άριστα, μην τυχόν καταστραφούμε από τους νοητούς εχθρούς και
καταποντισθούμε από τα πάθη λόγω απειρίας» 9 .

1
Αποφθέγματα, [αββ~α Ισιδώρου 9, σ. 326.
2
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 94, Φιλοκαλία Α΄, σ. 269 (322).
3
Νείλου Ασκητού, Λόγος περ`ι προσευχ~ης 31, Φιλοκαλία Α΄, σ. 179 (222).
4
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 162, Φιλοκαλία Α΄, σ. 120 (156).
5
Πέτρου ∆αμασκηνού, Συντομία πρ`ος κτ~ησιν τ~ων [αρετ~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 74 (143).
6
Φιλόθεου Σιναΐτη, Νηπτικ`α κεφάλαια 7, Φιλοκαλία Β΄, σ. (Γ΄, 16).
7
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
210 (Ε΄, 34).
8
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 11, Φιλοκαλία Β΄, σ. 329.
9
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 11, Φιλοκαλία Β΄, σ. 329.

212
Οι Πατέρες γνώριζαν ότι η αποφυγή των ανθρώπων και των βιοτικών
υποθέσεων είναι το πρώτο βήμα για τη σωτηρία 1 , αλλά αυτό δεν αρκεί αν δεν
συνδυάζεται με την αποφυγή του ιδίου θελήματος. Ο άγιος Πέτρος ∆αμασκη-
νός ανάγει την αιτία της απώλειας μας μόνο στο ίδιον θέλημα,: «Ο[υδε`ις δέ [εστι
τ~ης [απωλείας α{ιτιος, ε[ι μ`η τ`ο {ιδιον θέλημα». Ενώ αντίθετα, ο Θεός είναι η αι-
τία της σωτηρίας 2 . Εκείνο που συμβάλλει ή εμποδίζει τη σωτηρία είναι η θέ-
ληση, «Θέλημα γάρ [εστι τ`ο συνεργο~υν κα`ι κωλύον ε[ις τ`ο σωθ~ηναι, κα[ι ο[υδ`εν
\ετερον»3 . Γι’ αυτό άλλοι έγιναν υποτακτικοί, για να έχουν στη θέση του Χρι-
στού τον πνευματικό πατέρα οδηγό σε κάθε βήμα. Άλλοι έζησαν στην έρημο
με τέλεια αποφυγή και είχαν τον ίδιο το Θεό δάσκαλο. Άλλοι ακολούθησαν τη
βασιλική οδό και έζησαν μαζί με ένα ή δύο άλλους αδελφούς τον ησυχαστικό
βίο και είχαν ο ένας τον άλλο σύμβουλο για ευαρέστηση του Θεού 4 . Σε όλες
αυτές τις μορφές συμβίωσης υπάρχει ένα κοινό στοιχείο, η εκκοπή του ιδίου
θελήματος. Ο άγιος Μακάριος θεωρεί ανόητοι εκείνους που θέλουν να απο-
κτήσουν την ουράνια βασιλεία και να κληρονομήσουν την αιώνια ζωή χωρίς
να πάψουν να ζουν με τα δικά τους θελήματα και να τα ακολουθούν 5 .
Σε διάλογο μεταξύ ενός αββά και του υποτακτικό του, τον ρωτά ο δεύ-
τερος: «Πώς μπορώ να αποκτήσω και εγώ καθαρό νου όπως και εσύ;» και α-
παντά ο γέρων: «εκείνος που θέλει να φτάσει σε πνευματική προκοπή, πρώτα
απ’ όλα να απαρνηθεί τα θελήματά του και να αποκτήσει το παντοτινό πένθος
και την ακτημοσύνη» 6 . Η νέκρωση του ιδίου θελήματος με τη χάρη του Χρι-
στού σε καιρό ειρήνης, σε αντιδιαστολή με τους χρόνους των μαρτύρων χαρα-
κτηρίζεται από τους Πατέρες και αντιπαραβάλλεται με το «μαρτύριο» 7 . Και
εκείνος που αποκόβει το ίδιον θέλημα τοποθετείται με τους μάρτυρες του Χρι-
στού και τον ονομάζουν «μάρτυς κατά συνείδησην» 8 , εφόσον οι πρώτοι μαρ-
τύρησαν αισθητά, ενώ οι άλλοι νοητά.
Το ίδιο θέλημα γίνεται με πολλούς τρόπους, αλλά οι σπουδαιότεροι εί-
ναι δύο. Ο ένας είναι το «εκ δεξιών». Χάριν δήθεν ευλαβείας κάνει κάποιος το
θέλημά του. Το άλλο είναι το «εξ αριστερών». Χάριν της φιλαυτίας κάνει πάλι
το θέλημα του. Και τα δύο είναι ολέθρια. Πιο επικίνδυνο όμως είναι το «εκ δε-
ξιών». Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός αναφέρει στο περιστατικό με τον από-
στολο Πέτρο, ο οποίος από ευλάβεια και σεβασμό δεν άφηνε τον Κύριο να του
νίψει τα πόδια και τότε του απάντησε ο Κύριος: «Ἐὰν μὴ νίψω σε, οὐκ ἔχεις
μέρος μετ' ἐμοῦ» 9 . Ενώ ο άλλος μαθητής χωρίς να εξετάσει έκανε υπακοή 1 . Ο
1
Ο αββάς Αρσένιος όταν αναχώρησε στο μοναχικό βίο προσευχήθηκε στο Θεό λέγοντας: «Κύριε,
διαφώτισέ με πώς να σωθώ. Και του ήλθε φωνή που έλεγε: Φεύγε τους ανθρώπους και θα σωθ~ης».
Αποφθέγματα, [ αββ~ας Αρσενίου 1 και 2, σ. 66.
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 10 (73).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Η΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 127 (199).
4
Βλ. Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 16 (80).
5
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 54, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 270 (192).
6
Φιλήμονος, Λόγος πάνυ [ωφέλιμος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 250 (320).
7
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
209 (Ε΄, 33). Βλ. Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος ∆΄, PG. 88, 680B. «τ`ο στάδιον τ~ης νοερ~ας
]ομολογίας».
8
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περί το~υ μ`η [απογινώσκειν ε[ι κα`ι πολλ`α πταίει τις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ.
74 (142).
9
Ιω. 13,8.

213
άγιος Συμεών παραγγέλλει τον υποτακτικό να μην κάνει ούτε ελεημοσύνη χω-
ρίς τη ευλογία του πνευματικού του πατερά και αυτό για να αποφεύγει το ίδιον
θέλημα 2 .
Εκείνος που θέλει να μάθει το θέλημα του Θεού, έχει χρέος να πεθάνει
από όλο τον κόσμο και από τα θελήματά του σχετικά με όλα τα πράγματα. Σε
εκείνον που αποκόβει το θέλημά του από φόβο Θεό, ο Θεός χαρίζει το δικό
Του θέλημα χωρίς εκείνος να το ξέρει ή να το συνειδητοποιεί, ακόμη ανοίγει
τα μάτια της διάνοιάς του ώστε να το γνωρίζει καθαρά, και του δίνει δύναμη
να το εκπληρώνει 3 . Για να βεβαιωθεί λοιπόν τότε χρειάζεται να ερωτήσει τους
εμπείρους, με βέβαιη πίστη και προσευχή, εφόσον δεν έχει ακόμη την τέλεια
απάθεια που κάνει το νου ισχυρό και ανίκητο σε κάθε καλό έργο 4 . Ο δρόμος
της τελειότητας αποδεικνύεται κατά τον άγιο Κασσιανό μόνο για εκείνους που
καθοδηγούνται σε αυτόν από πνευματικούς πατέρες 5 .
Οι Πατέρες μας συμβουλεύουν να βρούμε έναν «φίλο του Θεού», που
παρουσιάζει τη βεβαιότητα ότι ο Θεός ομιλεί δι’ αυτού. Ένας μαθητής διατυ-
πώνει καλά τον αληθινό και μόνο σκοπό της παρακλήσεώς του: «Πάτερ, πες
μου αυτά που το Άγιον Πνεύμα σου εμπνέει, για να θεραπεύσω την ψυχή
μου» 6 . Ο Άγιος Μάρκος ο Ασκητής συμβουλεύει το τέκνο του να αποκτήσει
πρώτα αληθινή γνώση με το να ερωτά τους δούλους του Θεού που έχουν ίδιο
φρόνημα με αυτόν. Και του βάλει την προσοχή από την ιδιορρυθμία, γιατί ε-
κείνος που είναι ιδιόρρυθμος και ακολουθεί δικό του τρόπο ζωής βαδίζοντας
χωρίς ευαγγελική γνώση και οδηγία, σκοντάφτει συχνά και πέφτει σε πολλούς
λάκκους και παγίδες. Αναφέρει ότι πολλούς πέρασαν από κόπους ασκήσεως
αλλά η ιδιορρυθμία, η έλλειψη διακρίσεως και πνευματικής βοήθειας έκαναν
τους κόπους ματαίους και ανίσχυρους 7 .
Σε μία ερώτηση από τον μαθητή του γέροντα Βαρσανοφίου αν πρέπει
να αποκόβει το θέλημα του σε εκείνα που του φαίνονται καλά ή μέτρια ή και
σε αυτά που κατά τη γνώμη του, φτάνουν στην παράβαση του θελήματος του
Θεού, η απάντηση τον γέροντα ήταν ότι αφού είναι μοναχός, δεν έχει το δικαί-
ωμα να έχει θέλημα για κανένα πράγμα. Κατά τη γνώμη του γέροντα αυτό δεί-
χνει ότι ο μαθητής θεωρεί τον εαυτό του διακριτικότερο από τον εντολοδότη
του ή ότι εμπαίζεται από τους δαίμονες. Η υπακοή είναι υποχρεωμένη σε όλα,
ακόμη και αν κρίνει ο υποτακτικός ότι σε μία συγκεκριμένη υπόθεση περιέχε-
ται και αμαρτία. ∆ιότι ο γέροντας που δίνει τις εντολές, αυτός θα σηκώσει και
το δικό του κρίμα σε αυτή την υπόθεση, εφόσον θα του ζητηθεί λόγος γι’ αυ-
τόν8 .
Ο Απόστολος Παύλος παραγγέλλει κατά τρόπο κατηγορηματικό να υ-
ποτασσόμαστε στους πνευματικούς πατέρες καθ’ όλα, διότι λέγει: «Πείθεσθε

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Ω΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 167 (242).
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 16, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 239 (∆΄, 15).
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 98, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 255 (∆΄, 32).
4
Πέτρου ∆αμασκηνού,\ Οτι μ~αλλον συμφέρει το~ις [εμπαθέσιν ]η ]ησυχία, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 79
(148).
5
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον [ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 93 (124).
6
Αποφθέγματα, [ αββ~ας Ποιμήν 174, σ. 602.
7
Μάρκου Ασκητή, Πρ`ος τ`ον μονάζοντα Νικόλαον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 131 (167).
8
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Ερώτηση 288, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τομ. Β΄, σ. 148.

214
τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν
ὡς λόγον ἀποδώσοντες· ἵνα μετὰ χαρᾶς τοῦτο ποιῶσι καὶ μὴ στενάζοντες·
ἀλυσιτελὲς γὰρ ὑμῖν τοῦτο» 1 . Η στάση του αποστόλου Παύλου κατανοείται, αν
ξέρουμε ότι στην επιστολή του προς Ρωμαίους παραγγέλλει να υποτάσσουμε
σε όλες τις ανώτερες εξουσίες του κόσμου 2 , όχι τις πνευματικές, και φανερώ-
νει ότι ο αντιτασσόμενος και κατ’ ελάχιστα στην εξουσία αντιτάσσεται προς
τον Θεό 3 . Ο Μ. Βασίλειος εξηγεί το χωρίο του αποστόλου ως εξής: εάν ο θείος
νόμος απέμεινε τόσο μεγάλη υποταγή στους άρχοντες του κόσμου τούτου, τότε
πόση υπακοή οφείλει να δεικνύει ο ασκητής προς εκείνο που έγινε «{αρχων από
τ`ον Θε`ον κα`ι {ελαβε τ`ην [εξουσίαν [από τούς νόμους [εκείνου; Π~ως δέ δέν θά [α-
ντετάσσετο ε[ις τ`ην διατα`ην το~υ Θεο~υ ο] [αντιτασσόμενος ε[ις τ`ον
καθηγούμεν;» 4 . Η υπακοή στον γέροντα προσφέρεται για να διευκολύνει την
επικοινωνία και την υπακοή του υποτακτικού του με τον Θεό. Με αυτό τον
τρόπο όπως αναφέραμε σε άλλο κεφαλαίο κατανοείται το χωρίο: «κα`ι πατέρα
μ`η καλέσετε ]υμ~ιν [επί τ~ης γ~ης», που σημαίνει ότι κάθε πατρότης συμμετέχει
στη μοναδική θεία πατρότητα, ότι κάθε υπακοή είναι υπακοή στο θέλημα του
Πατρός, μιμούμενος τις πράξεις του υπακούοντος Χριστού.

2. Το ίδιο θέλημα μεσότοιχο ανάμεσα ανθρώπου και Θεού:


Ο σκοπός της υπακοής στον πνευματικό είναι να γκρεμίσει τον τοίχο
των επιθυμιών και των θελημάτων που ορθώνεται ανάμεσα στην ψυχή και
στον Θεό· διότι το ίδιο θέλημα, όπως αναφέρει ο άγιος Πέτρος ∆αμασκηνός,
είναι ως μεσότοιχος που χωρίζει τον άνθρωπο από τον Θεό και τον εμποδίζει
να μάθει το θέλημά Του: «μεσότοιχόν [εστι τ`ο ]ημέτερον θέλημα, χωρίζον ]ημ~ας
από το~υ Θεο~υ· και ε[ι μ`η καταλυθ?~η τ`ο μεσότοιχον, ο[υ δυνάμεθα τ`α το~υ Θεο~υ
μαθε~ιν κα[ι ποιε~ιν, [αλλ’ {εξωθεν α[υτο~υ ε]υρισκόμεθα και ]υπ`ο τ~ων [εχθρ~ων τυραν-
νούμεθα {ακοντες καί μή βουλόμενοι» 5 .
Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ακλουθώντας τη γνήσια εκκλησιαστική
γραμμή, κρίνει αναγκαία την υπακοή στον πνευματικό πατέρα, στον οποίο και
πρέπει ο χριστιανός να «εξαγγέλλει» τα πονηρά πάθη της ψυχής και από εκείνο
να δέχεται «την πνευματικήν [ιατρείαν», δίνοντας σ’ αυτόν τη δυνατότητα να
ξεριζώνει όλα εκείνα τα αμαρτωλά στοιχεία, τα οποία τρέφει και αναπτύσσει
μέσα στην ψυχή η εμπαθής και φιλήδονη ζωή 6 .
Η υπακοή θεωρείται από τον άγιο Κάλλιστο ως «ρίζας και σταθερό θε-
μέλιο» πάνω στο οποίο οικοδομείται ο περίφημος οίκος όλης της πνευματικής
οικοδομής. Αν κανείς αγωνίζεται με όλη τη δύναμή του να τρέχει χωρίς να
πλανάται το δρόμο της υπακοής, θα φτάσει ασφαλώς στην προχωρημένη αρε-
τή. Ο άγιος Συμεών αναφέρει ότι επάνω στην πέτρα της υπακοής σε πνευματι-

1
Εβρ. 13,17.
2
Ρωμ. 13,1.
3
Ρωμ. 13,2· 7.
4
Μ. Βασιλείου,[ Ασκητικαί διατάξεις, κεφ. 22, PG. 31,1404Α. ΕΠΕ 9, σ. 508.
5
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδώνυμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 99 (169).
Πρβλ. Αποφθέγματα, [ αββ~ας Ποιμήν 54, σ. 548.
6
Γρηγορίου Παλαμά, ∆εκάλογος τ~ης κατ`α Χριστ`ον νομοθεσίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 120 (276). Βλ. Κε-
σελοπούλου, Α., Τα πάθη και αρετές διδασκαλία του Παλαμά, \ο.π., σ. 111.

215
κό πατέρα θεμελιώνονται η πίστη, η ελπίδα και οι υπόλοιπες αρετές 1 . Ο άγιος
Κάλλιστος παρομοιάζει την υπακοή σε ένα είδος οδηγού, ένα φανάρι, όπως
αυτό που οι ναυτικοί το κοιτάζουν για να διατηρούν την πορεία τους. Έτσι κοι-
τάζοντας ο αρχάριους σταθερά προς αυτή θα μπορέσει να περάσει το μέγα πέ-
λαγος των παθών και να φτάσει στο λιμάνι της απάθειας. Από την υπακοή γεν-
νιέται η ταπείνωση, από την ταπείνωση η διάκριση, από τη διάκριση η διόραση
και από αυτήν η προόραση.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης τοποθετεί μία μικρή και σύντομη κλίμα-
κα για τους υποτακτικούς που έχει πέντε βαθμίδες που οδηγούν στην τελειότη-
τα, όπου η υπακοή κατέχει τη μεσότητά της. Η σκάλα αυτή έχει πρώτα την α-
ποταγή, δηλαδή η απάρνηση του κόσμου, δεύτερο την υποταγή, τρίτο την υπα-
κοή που ενεργείται με τις εντολές, οικοδομεί την κλίμακα με διάφορες αρετές
που τις τοποθετεί σαν σκαλιά για την ανάβαση της ψυχής. Τέταρτο την ταπεί-
νωση που οδηγεί ψηλά τον άνθρωπο, πέμπτο την αγάπη, που είναι ο Θεός 2 . Ο
άγιος αναφέρει στην συνέχεια τα πάθη που είναι αντίθετα με τις πέντε αρετές
που ανάφερε προηγούμενος, δηλαδή την παρακοή, την αντιλογία, την αυταρέ-
σκεια, την δικαιολογία και την ολέθρια οίηση. Αυτές αποτελούν κατά τον άγιο
«μέλη και μέρη του [αφηνιαστο~υ δαίμονος, το~υ καταπίνοντος το`υς νόθους τ~ων
]υπηκόων κα`ι παραπέμποντος τ~?η [αβύσς?ω τ~?ω δράκοντι» 3 , ο οποίος αν νικήσει με
την υπακοή του το πρώτο, δηλαδή την παρακοή, έκοψε μεμιάς και όλα τα άλ-
λα.

2. Εκούσια είσοδος στην υπακοή και μέθοδοι υπακοής.

Η είσοδος στη μοναχική πολιτεία προϋποθέτει πρωταρχικά την απάρνη-


ση της σαρκικής συγγενείας και του ατομικού θελήματος. Λέγει ο άγιος Συ-
μεών: «Να φρονείς, αδελφέ, ότι η τέλεια αναχώρηση από τον κόσμο είναι κα-
ταρχήν η ολοκληρωτική απονέκρωση του θελήματός σου και έπειτα η αποδέ-
σμευση από τον σύνδεσμο και η απάρνηση των γονέων, συγγενών και φί-
λων»4 . Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, θεωρεί ότι η πνευματική συγγένεια υ-
περισχύει της σαρκικής συγγένειας, και εάν τόσο είναι απαραίτητη η αγάπη και
η τιμή προς τους γεννήτορες, κατά την εντολή του Χριστού, όσο περισσότερο
πρέπει να είναι προς τους πνευματικούς πατέρες, που έλαβαν δύναμη από τον
Χριστό να μεταφέρουν κάθε χριστιανό από την απλή ζωή στη ζωή της αρετής.
Η υπακοή δεν γνωρίζει κανένα φυσικό όριο γιατί στηρίζεται στην υπα-
κοή του Χριστού στον Πατέρα. Γι’ αυτό λέγει ο Μ. Βασίλειος ότι αν οι γονείς
αποχωρήσουν από τον κόσμο και ασπασθούν την ζωή του παιδιού τους (το μο-
ναχικό βίο), γίνονται αληθινοί συγγενείς, αλλά ανήκοντες πλέον όχι στην τάξη
των γονέων, αλλά στην τάξη των αδελφών. ∆ιότι αληθέστατος πατήρ είναι,
πρώτος ο Πατήρ των πάντων, και «]ο δεύτερος δ`ε μετ’ [εκε~ινον ]ο τ~ης πνυμα-
τικ~ης καθηγούμενος πολιτείας» 5 · και όλοι υποτάσσονται στην υπακοή του

1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 44, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 244 (∆΄, 20).
2
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 120, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 54 (201).
3
Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ [ωφέλιμα 121, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 54 (201).
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 127, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 262 (∆΄, 39).
5
Μ. Βασιλείου,[ Ασκητικαί ∆ιατάξεις, κεφ. 20, 1, PG. 31, 1389 D. ΕΠΕ. 9, σ. 490.

216
πνευματικού πατέρα. Ο άγιος Συμεών ζητά από τον υποτακτικό μετά την έντα-
ξή του στο κοινόβιο να έχει στο νου του τη βεβαιότητα ότι όλοι πέθαναν γι’
αυτόν, οι γονείς και οι φίλοι του, και να θεωρεί πατέρα και μητέρα το Θεό και
τον ηγούμενο 1 .
Η υπακοή στον ηγούμενο κατά τον κοινοβιακό βίο θεωρείται μία απα-
ραίτητη υπόθεση 2 . Ο άγιος Συμεών παραγγέλλει στον μοναχό πλήρη υποταγή
στον ηγούμενο και να αναδείξει συνείδηση καθαρή προς αυτόν, δηλαδή να κά-
νει όλα εκείνα που του λέει σύμφωνα με το σκοπό του, χωρίς να προσθέτει ή
να παραλείπει τίποτα 3 . Ο άγιος ζητά ακόμη την υποταγή σε ολόκληρη την α-
δελφότητα, ιδιαιτέρως σε εκείνον που ανέλαβε ευθύνες στον μοναστήρι. Ο ά-
γιος παραγγέλλει στην περίπτωση που είναι το πρόσταγμα πάνω από τη δύνα-
μή του υποτακτικού, να κάνει μετάνοια και να ζητά συγχώρηση. Αν όμως αυ-
τός δεν αποσύρει τη διαταγή του, τότε να βιάζει τον εαυτό του για να την εκτε-
λέσει 4 .
Αυτή η πλήρης υποταγή προέρχεται από την πεποίθηση στην εμπειρία
και τη σοφία εκείνων που έλαβαν με εξουσία τη σωτηρία των ψυχών των άλ-
λων και από το γεγονός ότι «τ~ων [ιδίων λογισμ~ων [αξιοπιστοτέραν τ`ην [εκείνων
κρίνοντας [επιστήμην» 5 . Την ίδια συμβουλή την δίνει ο άγιος Μακάριος, ερμη-
νεύοντας το χωρίο «ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν» 6 ως εξής: να είναι κανείς παραδο-
μένος τελείως στην αδελφότητα και να μην ακολουθεί διόλου το δικό του θέ-
λημα, να είναι ελεύθερος από όλα και να εκτελεί με χαρά ό,τι τον διατάζουν. Ο
άγιος Συμεών συμφωνεί με τον άγιο Μακάριο ότι πρέπει να υποτάσσεται σε
όλους τους αδελφούς και μάλιστα στους ανωτέρους και εκείνους που έχουν
αναλάβει τα βάρη της μονής, να τους θεωρεί «κυρίους κα`ι δεσπότας δι`α
Χριστ`ον ]ηγούμενος» 7 , να μην επιδιώκει από τους αδελφούς έπαινο ή δόξα, αλ-
λά να θεωρεί τον εαυτό του χρεώστη της διακονίας προς τους αδελφούς με α-
γάπη και απλότητα.
Για τον Μ. Βασίλειο η ανυπακοή είναι η αιτία της προελεύσεως του θα-
νάτου και «η ρίζα πολλ~ων μεγάλων κακ~ων» 8 . Και ο άγιος Κάλλιστος θεωρεί
ότι αιτία όλων των θλιβερών είναι η ανυπακοή και η αλαζονεία, ενώ των ευχά-
ριστων η υποταγή κα η συντριβή. Έτσι για εκείνον που επιθυμεί να ζει ακατη-
γόρητος, οφείλει να ζει με υποταγή σε πατέρα δοκιμασμένο και απλανή και να
αντλεί από την εμπειρία του και τη συμβουλή του να τις θεωρεί ως φωνή και
θέλημα του Θεού 9 .
1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 130, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 262 (∆΄, 40).
2
«Η κοινοβιακή ζωή χρειάζεται να έχει τρεις πράξεις, μία την ταπεινοφροσύνη, μία την υπακοή και
μία που έχει κίνηση και κέντρο, για την εργασία του κοινοβίου». Αποφθέγματα, [αββ~α Ποιμένος 103,
σ. 572. Πρβλ. Αποφθέγματα, [αμμ~ας Συγκλητικής 16, σ. 724. «Όταν είμαστε στο κοινόβιο, πρέπει να
προτιμούμε περισσότερο την υπακοή από την άσκηση· διότι αυτή διδάσκει υπεροψία, εκείνη δε ταπει-
νοφροσύνη».
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Περ`ι τ~ων τρι~ων τρόπων τ~ης προσευχ~ης, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 84 (302).
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 138, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 264 (∆΄, 41).
5
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 215 (262).
6
Μτ. 16, 24.
7
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 8, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 173 (250).
8
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατ’ [επιτομήν, Ερώτηση 119, PG. 31, 1161D-1164A.
9
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
209 (Ε΄, 34).

217
1. Η επιλογή του πνευματικού πατέρα:
Η απόλυτη υπακοή στον γέροντα δεν είναι χωρίς προϋποθέσεις. Ο μο-
ναχός πρέπει πρώτα να επιλέξει τον πνευματικό προς την οδό της σωτηρίας. Η
επιλογή δεν μπορεί να θεωρείται μόνο ως ανθρώπινο κατόρθωμα, αλλά γίνεται
με την υποστήριξη της προσευχής και των δακρύων: «Ε[υχα~ις κα`ι δάκρυσι τ`ον
Θε`ον καθικέτευσον, πέμψαι σοι ]οδηγ`ον [απαθ~η τε κα`ι \αγιον» 1 . Ακόμη, να γί-
νεται με φόβο και μεγάλη σοβαρότητα: «μετ`α φόβου κα`ι σπουδ~ης πολλ~ης ]υπο-
χώρησον κα`ι τ`ον Θε`ον [εκτεν~ως δυσώπει το~υ τάχιον ε[ις λιμένα καλο~υ πατρ`ος
καταντ~ησαί σε» 2 . Η ανεύρεση πρέπει να κατευθύνεται προς έναν απλανή δά-
σκαλο και η επιλογή του πρέπει να είναι σύμφωνα με τη συμμόρφωσή του
προς τις «θείες Γραφές, και μάλιστα τα πρακτικά συγγράμματα των αγίων Πα-
τέρων» 3 . Να κάνει αντιπαραβολή της διδασκαλίας και τις πράξεις του· να είναι
ενάρετος και η ζωή του να είναι πνευματοφόρα και σύμφωνη με τα λόγια του4 .
Όταν διαπιστώνει όλα αυτά και αποκτήσει ανόθευτη πίστη σε αυτόν, τότε θα
αναθέσει τον εαυτό του ολόκληρο στα χέρια του πνευματικού πατέρα και θα
ακολουθεί αποκλειστικά και πιστά τις εντολές του, χωρίς τη γνώμη του να μην
κάνει ή να μη ζητά τίποτα, ακόμη ούτε ελεημοσύνη να δώσει από τα χρήματα
που έφερε μαζί του, αποβλέποντας σε αυτόν όπως στον ίδιο τον Χριστό και όχι
σε άνθρωπο 5 .
Όταν βρεθούν τέτοιοι δάσκαλοι, έχουν ανάγκη οι μαθητές να αρνηθούν
τα θελήματά τους και να αναθέτουν τους εαυτούς τους στους πνευματικούς
χωρίς καμία αντίρρηση. Ο άγιος Νείλος παρομοιάζει την υποταγή με την υπο-
ταγή της ύλης για την τέχνη του τεχνίτη που προσπαθεί να αποδεικνύει πάνω
στην ύλη την τέχνη του χωρίς να εμποδίζεται ο σκοπός του από την ύλη. Με
τον ίδιο τρόπο δεν οφείλει ο υποτακτικός να περιεργάζεται και να ελέγξει τα
μέσα που μεταχειρίζεται ο δάσκαλος, διότι αυτό εμποδίζει την προκοπή του 6 .

2. Τα σημάδια της αληθινής υπακοής:


Ο άγιος Κάλλιστος αναφέρει τα σημάδια της αληθινής υπακοής, που
όταν τα κατέχει ο πραγματικός υπήκοος, υποτάσσεται σωστά. Την περιορίζει
μάλιστα στις εξής πέντε αρετές 7 :
1- την καθαρή και ειλικρινή πίστη στον πνευματικό πατέρα, τόσο πολύ ώστε
να νομίζει ότι βλέπει τον Χριστό και σε Αυτόν να υποτάσσεται.

1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 33, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 242 (∆΄, 18).
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 8, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 238 (∆΄, 14).
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 33, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 242 (∆΄, 18).
4
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 14, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
206 (Ε΄, 29).
5
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 19, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 240 (∆΄, 16). Πρβλ.
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 14, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
206 (Ε΄, 29).
6
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος , Φιλοκαλία Α΄, σ. 214 (261).
7
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
208 (Ε΄, 31).

218
2- την αλήθεια, να είναι δηλαδή αληθινός στα έργα και στους λόγους και
στην ακριβή εξομολόγηση των λογισμών του.
3- την υποταγή, δηλαδή να μην κάνει το δικό του θέλημα, γιατί είναι ζημία
στον υποτακτικό να κάνει το θέλημά του, αλλά πάντοτε να το κόβει θεληματι-
κά, χωρίς να αναγκάζεται από τον πνευματικό πατέρα.
4- την ειρήνη, δηλαδή να αποφεύγει την αντιλογία και την φιλονικία, διότι
δεν είναι έργο των ευσεβών. Το να αντιλέγει κανείς και φιλονικεί προέρχεται
από φρόνημα δεμένο με απιστία και υπερηφάνεια, όπως το αντίθετο προέρχε-
ται από πίστη και ταπεινή διάθεση.
5- την ειλικρίνεια αλλά και την ακριβή εξομολόγησης από τον υποτακτικό
στο γέροντα.
Η εκκοπή του θελήματος απέναντι στον πνευματικό πρέπει να γίνεται
με την αβίαστη προαίρεση και με καρδιά πρόθυμη. Είναι ένα εκούσιο και ε-
λεύθερο έργο και πρέπει να γίνεται με τέχνη, όπως συμβουλεύει ο άγιος Ησύ-
χιος, γιατί όταν δεν κόβει ο άνθρωπος το θέλημά του εκουσίως, συνήθως θυ-
μώνει εναντίον εκείνων οι οποίοι επιχειρούν να το εκκόψουν παρά το θέλημά
του 1 . Ο πνευματικός πατέρας έχει ως αρχή τα εξής λόγια του αγίου Γρηγορίου
του Θεολόγου: «βουλομένων, ο[υ τυραννουμένων τ`ο τ~ης ε[υσεβείας μυστήρι-
ον» 2 . ∆ηλαδή το μυστήριο της ευσεβείας τελετουργείται και αναφέρεται σε
ανθρώπους ελεύθερους, που θέλουν και επιλέγουν, όχι σε ανελεύθερους που
σύρονται με τη βία 3 . Η ελευθερία του ανθρώπου είναι θεϊκό δώρο η οποία δεν
μπορεί να παραβιαστεί, ούτε από τον ίδιο τον Θεό ούτε από τους αποσταλμέ-
νους του. Λέγει ο γέρνω Σωφρόνιος ότι: «∆εν πρέπει να παραβιάζουμε την ε-
λευθερία των ανθρώπων και να υπακούουν στο θέλημα του Θεού με την δική
τους ελευθερίας» 4 .
Η πίστη στον Θεό πραγματοποιείται μέσα στην υπακοή, όπως ο μονο-
γενής Υιός και Λόγος του Πατρός την υπέδειξε αφού έγινε «υπήκοος μέχρι θα-
νάτου, θανάτου δ`ε σταυρού» 5 . Ομοίως εκείνος που βλέπει στον πνευματικό
του δάσκαλο και οδηγό εικόνα του Θεό, δεν μπορεί να του αντιλέγει 6 . Οι αντι-
δράσεις από την πλευρά του υποτακτικού σε πολλές φόρες τον στερήσουν από
το να αναγνωρίζει το θείο θέλημα. Γράφει ο γέροντας Σωφρόνιος για τον άγιο
Σιλουανό ότι: «Μερικές φορές με βεβαιότητα και ακρίβεια έλεγε σε όποιον τον
ρωτούσε πως το θέλημα του Θεού είναι αυτό και εκείνο… Άλλοτε απαντούσε
πως δεν γνωρίζει το θέλημα του Θεού. έλεγε ακόμη ότι πολλές φορές ο Κύριος
δεν αποκαλύπτει το θέλημα Του ακόμη και στους αγίους, γιατί αυτός που τους
ρώτησε το έκανε με δίψυχη καρδιά» 7 . Εκείνος που πιστεύει ότι στο χέρι του

1
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι α [ ρετ~ης 31, Φιλοκαλία Α΄, σ. 146
(185).
2
Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 12,5, PG. 35,849B.
3
Βλ. Κεσελοπούλου, Α., Προτάσεις ποιμαντικής θεολογίας, \ο.π., σ. 34.
4
Βλάχου, Ι.,( Μητρ.), Ο@ιδα {ανθρωπον [εν Χριστ~?ω, \ο.π., σ. 315.
5
Φιλ. 2,8.
6
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 38, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 243 (∆΄, 19).
7
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 98. Ο άγιος Σιλουανός ρώτησε μια
φορά τον ηγούμενο του μοναστηριού πως είναι δυνατό να γνωρίζει το θέλημα του Θεού, απάντησε ο
ηγούμενος ότι: «Οφείλει να δέχεται τον πρώτο λόγο μου ως θέλημα του Θεού. Όποιος το κάνει αυτό
σε αυτόν επαναπαύεται η χάρη του Θεού. Αν, όμως, μου φέρνει αντιρρήσεις, εγώ ως άνθρωπος θα
υποχωρήσω». Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 96.

219
οδηγού του είναι η ζωή και ο θάνατος του, δεν τον αντιλέγει ποτέ. Η άγνοια
αυτού του πράγματος γεννά την αντιλογία, που προξενεί τον νοητό και αιώνιο
θάνατο 1 . Για τον άγιος Συμεών εκείνος που αντιλέγει, είναι για τον εαυτό του
δίκοπο μαχαίρι· χωρίς να το καταλαβαίνει φονεύει την ψυχή του και την απο-
ξενώνει από την αιώνια ζωή 2 .
Είπε ο αββάς Ποιμήν: «Μ`η μέτρει σεαυτόν, [αλλ`α κολλήθητι τ~?ω καλ~ως
[αναστρεφομέν?ω» 3 . Αυτή ακριβώς είναι η έννοια της υπακοής, να μην εμπι-
στεύεται κανείς τον εαυτό του. Γράφει ο άγιος Κάλλιστος: «Υπακο`η γάρ [εστιν,
[απιστε~ιν ]εαυτ~?ω [εν το~ις καλο~ις \απασι, μέχρι τέλους ζω~ης» 4 . Οι Πατέρες θεω-
ρούν «συνετό άνθρωπο» εκείνον που δέχεται συμβουλή και ιδιαίτερα συμβου-
λή του πνευματικού πατέρα, ο οποίος «κατά Θε`ον συμβουλεύοντος». Ενώ ε-
κείνον που δεν αισθάνεται τη συμβουλή ή δεν ανέχεται καθόλου την πνευματι-
κή παιδαγωγία, τον θεωρούν «νενεκρωμένον ]υπ`ο παθ~ων» και δεν βαδίζει ορθά
στο δρόμο της σωτηρίας, αλλά πάντοτε κατευθύνεται στην απώλεια 5 . Γιατί ο
διάβολος με κανένα άλλο ελάττωμα δεν οδηγεί τόσο στην πνευματική απώλεια
του μοναχού, όσο με το να τον πείσει να παραβαίνει τις συμβουλές των πατέ-
ρων και να ακολουθεί τη δική του γνώμη και το θέλημα του 6 . Σε μία ερώτηση
από ένα μαθητή στον γέροντα Βαρσανουφίου για την έννοια της ψευδώνυμης
γνώσης. Η απόκριση του αγίου ήταν: «ψευδώνυμη γνώση είναι το να πιστεύει
κάποιος στο λογισμό του που του λέει ότι έτσι όπως το σκέφτεσαι εσύ το
πράγμα, είναι το σωστό. Και όποιος θέλει να ελευθερωθεί από μία τέτοια κα-
τάσταση, ας μην πιστεύει στο λογισμό του, αλλά ας ερωτάει το Γέροντά του» 7 .

3. Το ίδιο θέλημα αποστερεί από το θείο θέλημα:


Όπου επικρατεί το ίδιο θέλημα είναι απόδειξη υπερηφάνειας. Η έπαρση
δεν ευδοκεί τον Θεό, γι’ αυτό δεν φανερώνει την βουλή του, ούτε αποκαλύπτει
το θέλημα του, για να μην καταδικάζεται ο άνθρωπος, εφόσον το γνωρίζει, αλ-
λά δεν το πράττει: «\οπου δ`ε {ιδιον θέλημα και ο[υ θε~ιον, [εκε~ι {επαρσις, κα`ι ]ο
Θε`ος ο[υκ ε[υδοκε~ι, ο[υδ`ε [αποκαλύπτει τ`ην α[υτο~υ βουλήν, \ινα μή τις γινώσκων
κα`ι μ`η ποι~ων, μειζόνως κατακριθ~?η» 8 , παρατηρεί ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκη-
νός. Ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης αποδίδει σε εκείνο που αρνείται να υπακού-
σει στους εμπείρους και να μην πάρει την συμβουλή τους ότι υποφέρει από την
οίηση και αλαζονεία 9 . Εξηγεί ο άγιος ότι αφού ο Υιός τίποτε δεν κάνει από μό-

1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 39, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 243 (∆΄, 19).
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 29, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 241 (∆΄, 17).
3
Αποφθέγματα, [ αββ~ας Ποιμήν 73, σ. 558.
4
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 14, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
207 (Ε΄, 31).
5
Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ε] κατοντάδα περ`ι τ~ης α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας 40· 41· 42, Φιλοκαλία Β΄,
σ. 225 (293).
6
Κασσιανού Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 90 (121).
7
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Ερώτηση 373, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τομ. Β΄, σ. 260.
8
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Λ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 139 (211).
9
Και ο άγιος Σιλουανός θεωρεί ότι όταν ο άνθρωπος δεν έχει διάθεση να κάνει υπακοή, αυτό αποτελεί
βέβαιο σύμπτωμα ψυχικής ασθένειας. Γιατί οι ψυχικά άρρωστοι είναι ανίκανοι να αντιληφτούν τη
σκέψη ή τη θέληση άλλου προσώπου. Βλ. Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 142.

220
νος Του, αλλά όπως τον δίδαξε ο Πατέρας έτσι κάνει 1 , τότε, αναρωτιέται ο ά-
γιος: ποιος είναι εκείνος που ανέβηκε σε τόσο ύψος αρετής, ώστε να μην έχει
ανάγκη από κάποιον να τον μυσταγωγήσει2 .
Οι Πατέρες συνιστούν να μη σχολιάζονται τα προστάγματα του πνευ-
ματικού, αλλά να εκπληρώνονται με προθυμία και ζήλο, όταν αυτά είναι καθα-
ρά από την αμαρτία, έλεγε ο όσιος Θεόδωρος: «Μ`η τ~ων {εργων το~υ πατρός σου
{εσο δικαστής, [αλλ`α τ~ων [εντολ~ων [εκπληρωτής» 3 . Γιατί οι δαίμονες έχουν τη
συνήθεια να επιδεικνύουν τις ελλείψεις του πνευματικού, για να οδηγούν τον
υποτακτικό στην παρακοή των εντολών του. Στο ίδιο πνεύμα κινείται και ο ά-
γιος Συμεών. Συμβουλεύει τον υποτακτικό να αποφεύγει την αντιλογία και την
απιστία στον πνευματικό πατέρα, διότι όποιος πέφτει σε αυτά γκρεμίζεται αξι-
οθρήνητα και ζει στα βαθύτερα μέρη του Άδη. Και γίνεται κατοικία του σατα-
νά, επειδή είναι απειθή και βαδίζει στην απώλεια 4 . Η απόλυτη εμπιστοσύνη
και η ανάθεση των πάντων στον πνευματικό πατέρα αποτελεί απόδειξη «καθα-
ρής πίστης», γράφει ο άγιος Συμεών: «Απόδειξη της καθαρής πίστεως σου εί-
ναι να αναθέσεις τα πάντα στον πνευματικό σου πατέρα, σαν να τα ανέθεσες
στο χέρι του Θεού» 5 . Ο Μ. Βασίλειος παραγγέλλει την απόλυτη και αναντίρ-
ρητη υπακοή για τον πνευματικό πατέρα, διότι ακριβώς ο πνευματικός προ-
σαρμόζει τις εντολές του προς τους νόμους του Θεού: «| Ωσπερ γ`αρ ο] Θεός,
Πατ`ηρ α ] πάντων κα`ι }ων κα`ι καλε~ισθαι καταξι~ων, [ακριβεστάτην παρ`α τ~ων
α[υτο~υ θεραπόντων [απαιτε~ι τ`ην ε[υπείθειαν, ο\υτω κα`ι ο πνευματικ`ος [εν [ανθρώ-
ποις πατήρ, πρ`ος το`υς το~υ Θεο~υ νόμους τ`ας ε] αυτο~υ διατάξεις ]αρμόζων, αναμ-
φίλεκτον την ]υπακο`ην [απαιτε~ι» 6 . Στην τελική ανάλυση, η υπακοή στο πνευμα-
τικό πατέρα στην πραγματικότητα είναι υπακοή στο θέλημα του Θεού.
Αυτοί οι λογισμοί πάντοτε ενοχλούν και απασχολούν τον υποτακτικό.
Και ο λόγος του γέροντος απομένει σαν μία απλή συμβουλή την οποία θέτει σε
αμφιβολία. Άραγε μας τα λέγει καλά ή διότι τον συμφέρει τα προβάλλει έτσι;
Ευτυχώς που οι Πατέρες δεν παρέλειψαν να περιγράψουν με λεπτομέρεια τα
συμπτώματα, τις αφορμές και τις εικόνες των πραγμάτων για να παραδειγματι-
ζόμεθα. Ο άγιος Θεόδωρος συνιστά ιδιαίτερη προσοχή στους κινδύνους που
απειλούν την εμπιστοσύνη στον γέροντα. Βαραίνουν κυρίως οι συκοφαντίες
που εγείρουν οι δαίμονες, οι οποίοι προσπαθούν να συγκλονίζουν την πίστη
και εμπιστοσύνη μας στον πνευματικό πατέρα για να μας χωρίσουν από αυτόν,
προβάλλονται μίσος εναντίον του και παρουσιάζοντας τις συμβουλές του τις
σαν επιπλήξεις, μόνο και μόνο «\ινα τ~ης πνευματικ~ης α[υτ~ων μάνδρας [εκβάλω-
σι»7 . Να τον απομακρύνουν απ’ αυτό και να τον κάνουν αιχμάλωτο στην ε-
ξουσία τους, να τον μεταχειριστούν κατά τα θελήματά τους. Ο αββάς Ιωάννης
ο Προφήτης αποδίδει την έλλειψη πίστης στους λόγους του γέροντα σε έλλει-

1
Ιω. 8,28.
2
Γρηγορίου Σιναΐτου, Περ`ι ]ησυχίας κα`ι τ~ων δ`υο τρόπων τ~ης προσευχ~ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 79
(229).
3
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 42, Φιλοκαλία Α΄, σ. 310 (Β΄, 18). Πρβλ. Μ. Βασιλεί-
ου, Περ`ι [υπακο~ης πληρέστερον,[ Ασκητικαί ∆ιατάξεις 3, κεφ. 22, PG. 31, 1405 B.
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 19, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 243 (∆΄, 19).
5
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 16, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 239 (∆΄, 15).
6
Μ. Βασιλείου, Ασκητικαί διατάξεις, κεφ. 19, PG. 31, 1388. ΕΠΕ 9, σ. 486.
7
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 44, Φιλοκαλία Α΄, σ. 310 (Β΄, 19).

221
ψη πίστης προς τον Θεό, ο οποίος μιλώντας δια των αγίων Του δεν ψεύδεται
ποτέ 1 . Ο άγιος Σιλουανός δίνει μια συμβουλή σε ποιά διάθεση οφείλει ο υπο-
τακτικός να προσέλθει στον πνευματικό, λέγει: «Σκέψου ότι στον πνευματικό
ζει το Άγιο Πνεύμα, και αυτός θα σου πει αυτό που πρέπει. Αν όμως σκεφτείς
ότι ο πνευματικός ζει με αμέλεια και διερωτηθείς πως είναι δυνατόν να έχει το
Άγιο Πνεύμα, θα υποστείς εξαιτίας αυτής της σκέψης σου μεγάλο πειρασμό
και ο Κύριος θα σε ταπεινώσει και θα επιτρέψει να πέσεις σε κάποια πλάνη»2 .
Η ατίμωση του πρόσωπου του δασκάλου για κάποιο λόγο πρέπει να θε-
ωρηθεί από τον υποτακτικό έπαινος και να γίνει αφορμή να τον μιμηθεί στη
σταυρική καρτερικότητά του αντί να του προξενήσει σκανδαλισμό. Η στάση
του υποτακτικού απέναντι σε εκείνον που επιρρίπτει κατηγορίες και συκοφα-
ντίες έναντι του πνευματικού, είναι να μην τις δέχεται, ούτε να διευκολύνει ε-
κείνο που τον προσβάλλει για να μην προκαλεί την αγανάκτηση του Θεού και
για να μη εξολοθρεύσει το όνομά του από την χώρα της ζωής3 . Στο ίδιο πνεύ-
μα κινείται και ο άγιος Θεόδωρος ζητώντας από τον υποτακτικό να μη δώσει
προσοχή αν τον κατηγορεί κανείς και να μη συμφωνήσει μ’ εκείνον που τον
υβρίζει για να μην οργιστεί ο Θεός εναντίον του 4 .
Ο άγιος Συμεών και στην αναφορά του «περί των τριών τρόπων της
προσευχής» θέτει την υπακοή ως προϋπόθεση για την απόκτηση της τρίτης
προσευχής που την χαρακτηρίζει ως «πράγμα παράδοξον και δυσκολοερμή-
νευτον» και «φωτογεννήτρα και τερπνή εργασία» 5 . Γιατί όπως γράφει, η υπα-
κοή απαλλάσσει τον εραστή της από τις επιδράσεις του πονηρού και τον ελευ-
θερώνει από μέριμνες και εμπαθείς προσκολλήσεις. Γιατί εκείνος που υποτάσ-
σεται σε έναν απλανή οδηγό, δεν δεσμεύεται στα πράγματα του κόσμου ή στο
σώμα, γιατί ανάθεσε κάθε μέριμνα της ψυχής και του σώματός του στον Θεό
και στον πνευματικό του πατέρα και δεν ζει πλέον για τον εαυτό του, ούτε επι-
θυμεί να είναι αρεστός στους ανθρώπους. Τότε ο νους μένει ελεύθερος και πο-
λεμά με εξουσία και ερευνώντας τους λογισμούς των δαιμόνων τους αποδιώ-
χνει με επιτηδειότητα και προσφέρει με καθαρή καρδιάς τις προσευχές του
στον Θεό, οπότε μπορεί να φυλάγει ο νους την καρδιά, όταν προσέρχεται και
να περιστρέφεται πάντοτε μέσα σε αυτήν και από εκείνο το βάθος να αναπέ-
μπει τις δεήσεις προς τον Κύριο.
Η υπακοή είναι μία απαραίτητη προϋπόθεση για εκείνον που θέλει να
βαδίζει στο δρόμο της ησυχίας, εκείνον που ασκεί την υπακοή, αποδιώχνει από
πάνω του όλες τις μέριμνες. Η υπακοή για την ησυχία είναι ένα βήμα ανάβαση
όπως είναι η πράξη για την θεωρία: «\ωσπερ γ`αρ ]η πρ~αξεις τ~ης θεωρίας [επίβα-
σις, ο\υτω κα`ι ]η ]υπακο`η τ~ης ]ησυχίας»6 .

1
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Απόκριση 361· 362, τόμ. Β΄, σ.
244-45.
2
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 365.
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 59, Φιλοκαλία Β΄, σ. 9 (54).
4
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 40, Φιλοκαλία Α΄, σ. 310 (Β΄,18).
5
Συμεών Ν. Θεολόγου, Περ`ι τ~ων τρι~ων τρόπων τ~ης προσευχ~ης, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 83(302).
6
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 14, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
207 (Ε΄, 31).

222
3. Η υπακοή στο πνευματικό: είδωλο της εξουσίας ή εικόνα της αγάπης.

Αφού από την αρχή αναφέραμε ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος και ότι
ο Θεός σέβεται την ελευθερία του, τότε το έργο του πνευματικού πατέρα δεν
είναι να καταστρέψει αυτή την ελευθερία, αλλά να τον βοηθήσει να δει την
αλήθεια για τον εαυτό του· δεν είναι για να καταπιέσει την προσωπικότητά
του, αλλά να τον καταστήσει ικανό να γίνει αυτό που πραγματικά είναι. Ο βιο-
γράφος του π. Αλέξανδρου Μέν περιγράφει πώς βίωσε την πνευματική πατρό-
τητα, λέγοντας: «Ο π. Αλέξανδρος ήθελε να οδηγήσει τον κάθε άνθρωπο στο
σημείο να αποφασίζει ο ίδιος για τον εαυτό του. ∆εν ήθελε να διατάζει ή να
επιβάλλει. Συνέκρινε το ρόλο του μ’ εκείνον της μαίας, που είναι παρούσα μό-
νο για να βοηθήσει τη μητέρα να γεννήσει μόνη της»· και συνέχιζε: «ο πατήρ
βρισκόταν πάνω από μας αλλά και ακριβώς δίπλα μας» 1 . Ο αληθινός πνευμα-
τικός πατέρα κατανοεί και σέβεται τον ξεχωριστό χαρακτήρα του καθενός, δεν
καταπιέζει την εσωτερική ελευθερία, αλλά την ενδυναμώνει. ∆εν σκοπεύει στο
ν’ αποσπάσει μία μηχανική υπακοή, αλλά οδηγεί τα παιδιά του ως το σημείο
της πνευματικής ωριμότητας, όπου μπορούν ν’ αποφασίσουν μόνα τους. Στον
καθένα δείχνει το αληθινό του πρόσωπο, που πριν ήταν κατά το μεγαλύτερο
μέρος κρυμμένο από αυτό το πρόσωπο. Και ο λόγος του είναι δημιουργικός
και ζωοποιός, ικανώνοντας τον άλλο να κατορθώσει έργα που πριν φαίνονταν
αδύνατα 2 .
Έργο του πνευματικού πατέρα δεν είναι να εξουσιάζει τα πνευματικά
του παιδιά, αλλά να τα στηρίζει, να τα ενισχύει και να τα οδηγεί προοδευτικά
στην αληθινή ελευθερία. Η αληθινή πατρότητα δεν είναι σαδιστική, αλλά θυ-
σιαστική, και όσο πιο πολύ σβήνει τον εαυτό του ένας πατέρας, τόσο μεγαλύ-
τερη είναι η εξουσία του. Η χωρίς ιδιοτέλεια παρουσία μιας πνευματικής πα-
τρότητας, που δεν υποδουλώνει αλλά οικοδομεί, όπως υποστηρίζει ο Olivier
Clément θα μπορούσε να ξεριζώσει μία από τις βαθύτερες ρίζες του αθεϊσμού 3 .
Η σχέση μεταξύ πνευματικού και τέκνου είναι προσωπική και αμοιβαία.
Ο πνευματικός δεν μπορεί να βοηθήσει τον άλλο, αν εκείνος δεν επιθυμεί σο-
βαρά να αλλάξει τον τρόπο της ζωής του και ν’ ανοίξει την καρδιά του με τρυ-
φερή εμπιστοσύνη στον πνευματικό. Ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής συμβουλεύει
τον πνευματικό να μην επιβάλει την υπακοή με εξαναγκασμό, αλλά την ωφέ-
λεια που την έχασε ο υποτακτικός με τη παρακοή του να την κερδίσει ο πνευ-
ματικός με την ανεξικακία του προς αυτόν· «Τ`ον [απ`ο ]εν`ος λόγου μ`η ]υπακούο-
ντα, μ`η βιάζου μετ`α φιλονεικίας· [αλλ`α τ`ο κέρδος, |ο [απέβαλεν [εκε~ινος, σ`υ πε-
ριποίησον σαυτ~?ω. Πλέον γ`αρ τ~ης [εκείνου διορθώσεως, [ωφελήσει σε ]η [ανεξι-
κακία»4 .
Αυτός που πηγαίνει να δει έναν πνευματικό με πνεύμα κριτικής περιέρ-
γειας, είναι πιθανό να επιστρέψει με άδεια χέρια, χωρίς να έχει

1
Hamant, Yves, Alexander Men: A witness for contemporary Russia, a man for our times, Oakwood
Publication, 1995, σ. 124. Πρβλ. Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Αγώνας θεογνωσίας, \ο.π., σ. 265. «∆εν είναι
σωστό να ζητούμε από τον Γέροντα υποδείξεις για τέτοιες λεπτομέρειες, για παράδειγμα, για το που
να ζει κάποιος, που να πηγαίνει. ∆εν πρέπει να χρησιμοποιούμε τον Γέροντα ως μαντείο».
2
Ware, K. (Επισ.), Ο ορθόδοξος δρόμος, \ο.π., σ. 113.
3
Clément, Olivier, Η θεολογία μετά τον ‘θάνατο του Θεού’, [εκδ. Αθήνα, 1973, σ. 71.
4
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 213, Φιλοκαλία Α΄, σ. 124 (161).

223
εντυπωσιαστεί 1 . Αυτή η εμπιστοσύνη πρέπει να έγκειται ακόμη στη μέθοδο
της θεραπείας που ακολουθεί ο πνευματικός. Ο όσιος Ηλίας ο Πρεσβύτερος
παραγγέλλει να μην αποφεύγουμε εκείνον που μας δίνει πλήγμα με τον έλεγχό
του ούτε να θυμώνουμε εναντίον του, όταν προσπαθεί να βγάλει από μέσα μας
τις αηδίες της αμαρτίας, αλλά λέγει το αντίθετο, ότι δηλαδή κανείς όσο αισθά-
νεται τους πόνους, τόσο περισσότερο να δέχεται εκείνο που με τους ελέγχους
του σου τους υποδεικνύει, να τον μακαρίσει και να τον πλησιάσει γιατί είναι
πρόξενος αυτής της ωφέλειας κατά την οικονομία Θεού 2 .
Ο πνευματικός πατέρας όταν απαιτεί απόλυτη και τυφλή ή ανεπιφύλα-
κτη υπακοή, αυτό δεν αποτελεί αυτοσκοπό, ούτε γίνεται με την προοπτική της
υποδούλωσης του. Είναι μια μέθοδος θεραπείας που σκοπεύει να απελευθερώ-
νει τον μαθητή από το ψεύτικο και απατηλό εγώ για να μπορέσει να εισέλθει
στη αληθινή ελευθερία. Με την υπακοή μαθαίνει ο υποτακτικός να αποδέχεται
μέσα του τις σκέψεις και το θέλημα των άλλων προσώπων, μαθαίνει συγχρό-
νως να ζει τις διάφορες καταστάσεις όχι μόνο ως ατομικές, αλλά και ως απο-
κάλυψη αυτών που συμβαίνουν σε κάθε άνθρωπο στον κόσμο. Γράφει ο άγιος
Σιλουανός: «Χωρίς την υπακοή ο άνθρωπος θα μείνει πάντα κλεισμένος στη
μέγγενη της εγωιστής του ατομικότητας, που είναι αντίθετη με την αρχή της
υποστάσεως. Έξω από τη χριστιανική παιδεία της υπακοής ο άνθρωπος μένει
κωφός και τυφλός για τη θεια αποκάλυψη, η οποία μας δόθηκε με το γεγονός
της Υποστατικής σαρκώσεως του Λόγου, γιατί η υποστατική αρχή αναπτύσσε-
ται στον άνθρωπο που βρίσκεται σε κοινωνία με την Θεία Υπόσταση. Γι’ αυτό
μπορούμε να πούμε ότι αληθινή θεολογία χωρίς τον αγώνα της υπακοής είναι
ακατόρθωτη»3 . Στα Αποφθέγματα διαβάζουμε για Πατέρες, οι οποίοι έχουν
δώσει τους αρχαρίους στρεβλές εντολές, ακριβώς για να τους ασκήσουν πρώτα
να έχουν ανεπιφύλακτη υπακοή στις στρεβλές, στη συνέχεια να αποκτήσουν
την απόλυτη υπακοή4 .
Ο πνευματικός δεν επιβάλλει τις προσωπικές του ιδέες, αλλά βοηθά τον
μαθητή να βρει τη δική του ξεχωριστή κλίση. Επομένως συμπεραίνει ότι δεν
πρέπει καμία υπακοή στα ανθρώπινα στοιχεία, καμιά λατρεία του πνευματικού
πατρός, ακόμη και αν είναι άγιος. Κάθε συμβουλή ενός πνευματικού οδηγεί
στην κατάσταση ενός απελεύθερου, γονατισμένου μπροστά στο πρόσωπο του
Θεού. Η χαρισματική πατρότητα, συνοψίζει ο Παύλος Ευδοκίμωφ, «δεν έχει
άλλο λόγο ύπαρξης παρά να οδηγήσει τον άνθρωπο από το στάδιο του σκλά-
βου στην ελευθερία των τέκνων του Θεού» 5 .
Οι Πατέρες προσδιορίζουν την τέχνη ενός πνευματικού ως εξής: «μ`η
εντέλλεσθε, [αλλά γενο~υ α[υτο~ις τύπος και μ`η νομοθέτης» 6 . Ο πνευματικός πα-
τέρας βοηθά τα πνευματικά του παιδιά όχι ως νομοφύλακας αλλά ως μυσταγω-
1
Ware, K. (Επισ.), Ο ορθόδοξος δρόμος, σ. 113.
2
Ηλία Πρεσβυτέρου,[ Ανθολόγιον γνωμικόν 31· 33, Φιλοκαλία Β΄, σ. 292 (Γ΄, 35).
3
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 144.
4
Για παράδειγμα ο αββάς Ιωσήφ ζήτησε από ένα αδελφό να φάει την Παρασκευή πρωί και ο αδελφός
λόγω της νηστείας δεν έφαγε και είχε λογισμό στο νου του και ερώτησε τον αββά για τον γεγονός· και
ο Ιωσήφ απάντησε ότι: οι πατέρας στην αρχή δεν λέγουν στους αδελφούς το ορθό, άλλα μάλλον τα
στραβά· και αν δουν ότι εκτελούν τα στραβά, δεν λέγουν πλέον σ’ αυτούς τα στραβά, αλλά την αλή-
θεια, γνωρίζοντας ότι σε όλα είναι υπάκουοι. Αποφθέγματα, [ α ββά Ιωσήφ του Πανεφώ 5, σ. 342.
5
Ευδοκιμώφ, Π., «Η πνευματική πατρότητα» στον Ορθόδοξο μοναχισμό, \ο.π., σ. 57.
6
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Ποιμένος 174, σ. 602.

224
γός στην εν Χριστώ ζωή. Η διαφορά μεταξύ της τυραννικής απολυταρχικού
και ανεπιφύλακτης υπακοής είναι τεράστια. Η τελευταία πρέπει να πηγάζει ε-
ντελώς από τον υποτακτικό και εκτελείται με περισσότερη προθυμία, αν ο
πνευματικός δείχνει διάκριση όταν ασκεί την εξουσία και κατανοεί σωστά ότι
ο αληθινός σεβασμός προέρχεται από το παράδειγμα της ζωής του 1 . Ο άγιος
Θεόδωρος Στουδίτης απευθύνεται προς τον Πλάτωνα, τον πνευματικό του πα-
τέρα, αναθέτει τον εαυτό του ελεύθερα με πλήρη υποταγή και του λέγει: «Πά-
ντα σοι, @ω Πάτερ, [αποδίδωμι, κα`ι νο~υν, κα`ι θέλημα, κα`ι σ~ωμα, χρ~ω τ~?ω σ~?ω οί-
κέτ?η ]ως }αν βούλοι, ε{ικοντί σοι κατά πάντα»2 .
Η διάκριση ανάμεσα την πειθαρχία και την χριστιανική υπακοή είναι
σαφής. Η πειθαρχία δεν βοηθά στην μετάνοια και δεν βοηθά την ψυχή να ανα-
πτυχτεί πνευματικά και να γίνει πρόσωπο. Ο π. Σωφρόνιος βλέπει την ουσία
της χριστιανικής υπακοής στην αναζήτηση του θελήματος του Θεού με προ-
σευχή και στην εκπλήρωση του. Ενώ με τον όρο πειθαρχία αντιλαμβάνεται ή
την εκούσια (για παράδειγμα στα πολιτικά κόμματα) ή την υποχρεωτική (για
παράδειγμα στο στρατό) υποταγή του ανθρώπου σε άνθρωπο, πράγμα που α-
ποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία κάθε κοινού ανθρώπινου εγ-
χειρήματος 3 .
Η πνευματική γνώση, που αποκτάται με τη μαθητεία, είναι ευρύτερη
από τη μελέτη και την εξ ακοής διδασκαλία. Τα βιβλία λένε για την αγάπη και
ταπείνωση, αλλά ο γέροντας τα λέγει μεταδίδει το βίωμά του και την πείρα
του. Με τη μαθητεία και την άσκηση δεν αποβάλλεται η θέληση του χριστια-
νού, αλλά το «ίδιον θέλημα», το εγωιστικό και φίλαυτο φρόνημα 4 . Ένας πνευ-
ματικός δεν είναι ποτέ ένας «καθοδηγητής συνειδήσεως», είναι προπαντός έ-
νας χαρισματούχος. ∆εν γεννά το πνευματικό παιδί του, γεννά ένα παιδί του
Θεού. Και οι δυο, από κοινού, μπαίνουν στην σχολή της Αλήθειας. Ο μαθητής
δέχεται το χάρισμα της πνευματικής προσοχής, ο πνευματικός δέχεται το χάρι-
σμα να είναι όργανο του Αγίου Πνεύματος και όσο πιο μεγάλη είναι η αυθε-
ντία ενός πατρός, τόσο πιο πολύ εξαφανίζει τον εαυτό του5 .
Επομένως η υπακοή είναι πραγματικό δείγμα της αληθινής αγάπης, ό-
πως λέγει ο άγιος Σιλουανός: «Τοιαύτη και η ακολουθία ή η δομή της υπα-
κοής. Όστις αγαπά τον αδελφό, ούτος φυσικώς επιθυμεί να εκπληρώσει το θέ-
λημα του αγαπημένου, να ταπεινωθεί ενώπιον αυτού» 6 . Στην υπακοή και μόνο
γίνεται η διαπίστωση της πραγματικής αγάπης 7 . Ο π. Ιωσήφ, υποτακτικός του

1
Hausherr., I., Spiritual direction in the early Christian east, \ο.π., σ. 197.
2
Θεοδώρου Στουδίτη, Επιτάφιος ε[ις Πλάτωνα τον εαυτού πνευματικόν πατέρα, κεφ. Β΄, PG. 99,
812Α.
3
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Αγώνας θεογνωσίας, \ο.π., σ. 262. ο καθ. Γ. Μαντζαρίδη επισημαίνει ότι η
υπακοή στη χριστιανική ζωή δεν ταυτίζεται με την πειθαρχεία και αναφέρει πέντε ριζικά σημεία τα
οποία εντοπίζεται αυτή η διαφορά. Βλ. Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, σ. 202-3.
4
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Ο εκκλησιολογικός χαρακτήρας της ποιμαντικής, \ο.π., σ. 185.
5
Ευδοκίμωφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, \ο.π., σ.180.
6
Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 148.
7
«Η στάση του έμπειρου υποτακτικού χαρακτηρίζεται από το ότι εντείνει την προσοχή και τη θέληση
του, για να αντιληφτεί τη σκέψη και τη θέληση του άλλου προσώπου και στη συνέχεια αγωνίζεται με
την πνευματική αγάπη να κάνει πράξη, να πραγματοποιήσει αυτή θέληση, τη σκέψη του αδελφού».
Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 142.

225
γέροντος Ιωσήφ τον Ησυχαστής αναφέρει πως η υπακοή στην μοναστική ζωή
είναι η πρακτική έκφραση της αγάπης 1 .
Αληθινή υπακοή είναι η υπακοή που δεν γίνεται από εξαναγκασμό και
υποχρέωση, αλλά από αγάπη, εφόσον το περιεχόμενο της υπακοής είναι η α-
γάπη η οποία ήδη ο πνευματικός έχει βιώσει υπακούοντας σε ένα πνευματικό
πατήρ. Γράφει ο π. Λουδόβικος: «Υπακοή είναι το μυστήριο της αγάπης που
μαθαίνει την μονή κένωση που δεν συντρίβει· γι’ αυτό και γέροντας στην πα-
ράδοσή μας είναι αυτός και μόνον ο οποίος εξασκεί συνεχώς ο ίδιος την υπα-
κοή. Είναι μάλιστα αυτός ο οποίος ξεκινά πρώτος την υπακοή ως αγάπη «δε-
λεάζοντας» αγαπητικώς τον «υποτακτικό», ν’ απαντήσει και αυτός με την δική
του αγαπητική υπακοή στην κένωση του πνευματικού πατέρα» 2 .
Η επιτυχία στη διαποίμανση του πνευματικού δεν πρέπει να θεωρείται
ανθρώπινη πράξη που προξενεί τη έπαρση, αλλά θεία επέμβαση. Η διαποίμαν-
ση του υποτακτικού για την καλή καθοδήγηση του από τον πνευματικό ή με το
να βλέπει αυτόν να θαυματουργεί και να δοξάζεται, πρέπει να τον οδηγεί στη
βέβαιη πίστη και δοξολογία προς τον Θεό διότι επέτυχε έναν τέτοιο δάσκαλο3 .
Σε αυτό το σημείο είναι ωφέλιμα τα εξής λόγια του άγιου Ιωάννου της Κρον-
στάδης: «Αν θέλεις να διορθώσεις κάποιον από τα σφάλματά του, μη νομίσεις
ότι τον διορθώνεις με τη δική σου δύναμη. Προσευχήσου στο Θεό, τον ‘ετάζο-
ντα καρδίας και νεφρούς’ με όλη σου την ψυχή, να φωτίσει ο Ίδιος την καρδιά
εκείνου του ανθρώπου. Αν ο Κύριος δει ότι πράγματι προσεύχεσαι από τα βά-
θη της καρδιάς σου, θα πραγματοποιήσει οπωσδήποτε την επιθυμία σου. Και
εσύ, βλέποντας να εκπληρώνεται η επιθυμία σου από τη Θεία Χάρη, θα ανα-
φωνήσεις ότι αυτή η θαυμάσια αλλαγή δεν ήταν δικό σου έργο αλλά της «δε-
ξιάς του Υψίστου» 4 .
Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονίσουμε ότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η
υπακοή τους μοναχούς διαφέρει από την υπακοή τους λαϊκούς. Η υπακοή για
τους λαϊκούς αποτελεί βασική προϋπόθεση παιδείας και νουθεσίας· όμως για
τον μοναχισμό αποτελεί τη βάση και το θεμέλιο. Η υπακοή που ασχοληθήκαμε
παραπάνω είναι περισσότερο η μοναχική υπακοή, μία υπακοή που προσφέρε-
ται από τους μοναχούς που έχουν δώσει μία ειδική υπόσχεση υπακοής, γι’ αυτό
εκείνος που παρακούει τις εντολές του πνευματικού πατέρα παραβαίνει τις υ-
ποσχέσεως που έδωσε: «] Ο πατρικ~ων παρακούων [εντολ~ων, τ~ων [εξαιρέτων [ε-
παγγελίας συνθηκ~ων παραβάτης ε]υρίσκεται» 5 . Πρόκειται για την υπακοή στην
πλήρη μορφή της με όλες τις προϋποθέσεις που αναφέραμε παραπάνω, ενώ η

1
«Βλέπετε μόνοι σας ότι, όταν αγαπάτε κάποιον, πόσο είσθε έτοιμοι και τον προκαλείτε να εκδηλώσει
το θέλημά του για να το εφαρμόσετε αμέσως. Και τότε ευρίσκετε ανάπαυση. Η υπακοή, ένας από τους
βασικούς θεσμούς της μοναστικής μας ιδιότητος, δεν είναι τίποτε άλλο παρά πρακτική αγάπη. Επειδή
τον Θεό δεν είναι δυνατό να τον ιδούμε με τα αισθητήρια του κόσμου τούτου, αντί Αυτού έχομε την
Εκκλησία, έχομε τους Πατέρες, είπε ο Χριστός: «Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς
ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με». Γέρων Ιωσήφ, ∆ιδαχές από τον Άθωνα,
[εκδ. Ι.Μ. Βατοπαιδίου, σ. 96.
2
Λουδοβίκου, Ν., (π.), Η κλειστή πνευματικότητα και το νόημα του εαυτού, [εκδ. Ελληνικά Γράμματα,
Αθήνα 1999, σ. 203.
3
Πορτελάνου, Σταμάτη, Η πνευματική τελείωση του ανθρώπου κατά τον Άγιο Συμεών τον Νέο θεο-
λόγο, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 95.
4
Ιωάννου της Κρονστάδης, Η [εν Χριστώ ζωή μου, [εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1974, σ. 25.
5
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφάλαια 43, Φιλοκαλία Α΄, σ. 310 (Β΄, 18).

226
υπακοή των λαϊκών που ζουν στον κόσμο διαφέρει από τη μοναχική υπακοή,
εφόσον μερικοί από τους λαϊκούς συναντούν τον πνευματικό τους μία φορά το
μήνα ή μία φορά το χρόνο, στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να εφαρμόζεται η
πλήρης υπακοή που αναφέραμε παραπάνω. Η υπακοή του κοσμικού δεν μπο-
ρεί να ταυτίζεται με την υπακοή του μοναχού. Βέβαια, όπως αναφέρει ο καθη-
γητής Μαντζαρίδης δεν υπάρχει διπλή υπακοή, αλλά μάλλον μιλάμε για διπλή
μεθοδολογία και ένταση στην άσκηση της υπακοής. Και τονίζει πως η εφαρμο-
γή της μοναστικής μεθοδολογίας στην άσκηση της υπακοής των κοσμικών
μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά πνευματικά προβλήματα 1 .
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί μία αξιόλογη γνώμη για ενός σύγ-
χρονου ρωσικού ιερέα, του πατρός Αλέξανδρου Μεν, ο οποίος με σοφία επέ-
μεινε πώς οι μοναχικοί κανόνες δεν μπορούν να μεταφερθούν αυτούσιοι στη
ζωή της ενορίας. Είπε λοιπόν ότι: «Συχνά νομίζουμε ότι η σχέση του πνευμα-
τικού παιδιού με τον πνευματικό πατέρα απαιτεί ο πρώτος να υπακούει πάντο-
τε στον δεύτερο. Στην πραγματικότητα, η αρχή αυτή αποτελεί ουσιώδες μέρος
της μοναχικής ζωής. Ο μοναχός υπόσχεται να κάνει υπακοή, να κάνει οτιδήπο-
τε απαιτεί ο πνευματικός πατέρας του. Ένας ενοριακός ιερέας δεν μπορεί να
επιβάλει ένα τέτοιο πρότυπο στους λαϊκούς και δεν μπορεί να διεκδικήσει για
τον εαυτό του το δικαίωμα να δίνει αυθαίρετες εντολές. Θα πρέπει να αισθάνε-
ται ευτυχής, αν μπορεί να εφαρμόζει τους εκκλησιαστικούς κανόνες προσανα-
τολίζοντας τη ζωή των ενοριτών του και βοηθώντας τους στους εσωτερικούς
αγώνες τους» 2 .
Η υπακοή ως πνευματικό μυστήριο κάνει τη σχέση μεταξύ γέροντος και
υποτακτικού να έχει ιερό χαρακτήρα. Το μυστήριο αυτό για τον υποτακτικό
έγκειται στην εκμάθηση να πράττει το θέλημα του Θεού και για τον πνευματι-
κό συνίσταται να οδηγήσει τον υποτακτικό με την προσευχή και τον αγώνα
του στη γνώση της οδού του Θεού και να καλλιεργεί μέσα σε αυτόν την αληθι-
νή ελευθερία, άνευ της οποίας η σωτηρία καθίσταται αδύνατη 3 . Η τέλεια υπα-
κοή δεν είναι εύκολη υπόθεση. Είναι άρνηση του ιδίου φρονήματος και θελή-
ματος, άρνηση του εαυτού, προσφορά στον Κύριο με θύτη του γέροντα, καθο-
λική πράξη εμπιστοσύνης και αυτοπροαίρετη χορήγηση του απόλυτου δικαιώ-
ματος σε εκείνον να δοκιμάσει σκληρά και ποικιλότροπος τον υποτακτικό. Ο
ρόλος του πνευματικού πατέρα δεν εξαντλείται στην ενημέρωση του πιστού
σχετικά με το τι θέλει ο Θεός από αυτόν, ούτε στην παρότρυνση εφαρμογής
του θείου θελήματος, αλλά στην προετοιμασία του πιστού να αποδεχθεί το θείο
λόγο και να τον εφαρμόσει στην πράξη. Το κύριο έργο του είναι να συμβάλει
στη δημιουργία προϋποθέσεων ώστε να γίνει δυνατή η εφαρμογή του θείου θε-
λήματος. Ο πνευματικός πατέρας συνιστά, αλλά δεν επιβάλλει· συμβουλεύει,
αλλά δεν κηδεμονεύει· πείθει, αλλά δεν εξαναγκάζει. Γνωρίζει ότι χωρίς ελεύ-
θερη αποδοχή ο λόγος του Θεού δεν καρποφορεί. Με την στάση του αυτή δεν

1
Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, \ο.π., σ. 209.
2
Hamant, Yves, Alexander Men: A witness for contemporary Russia, a man for our times,\ Ο.π., σ.
124.
3
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Άσκησης και θεωρία, \ο.π., σ. 48.

227
κάνει τίποτε άλλο από το να τιμά, να προσκυνά και να προσφέρει στους αν-
θρώπους την αγάπη που είναι ο ίδιος ο Θεός 1 .

3. Η δια της υπακοής μετοχή στη μυστηριακή ζωή.

Ο χριστιανός ως μέλος του σώματος του Χριστού ακόμη και αν οικειώ-


νεται το Άγιο Πνεύμα, εντούτοις δεν χάνει το αυτεξούσιό του, διότι ο Θεός σέ-
βεται αυτή την ελευθερία του. Γράφει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Τ`ο
α[υτεξούσιον και α[υτοπροαίρετον ]ημ~ων ο[υκ [αφαιρε~ιται τ`ο Βάπτισμα· [αλλ`α [ε-
λευθερίαν η] μ~ιν χαρίζεται, το~υ μηκέτι κα`ι {ακοντας ]ημ~ας τυραννε~ισθαι ]υπ`ο το~υ
διαβόλου» 2 . Ο Χριστός με το Βάπτισμα δεν ασκεί καμία πνευματική βία πάνω
στο αυτεξούσιο, αλλά μόνο το ελκύει προς τον εαυτό Του από υπερβολική φι-
λανθρωπία 3 . Μετά το Βάπτισμα, από τον καθένα εξαρτάται ή να μένει με τη
θέληση του στις εντολές του Χριστού ή να επιστρέψει στο δρόμο του διαβό-
λου. ∆ηλαδή δεν αποβάλλεται το αυτεξούσιο, αλλά «[εξ ]εκουσίου γνώμης προ-
αιρε~ιται κα`ι θέλει, τα~υτα κα`ι πράττει, ε{ιτε [αγαθά, ε{ιτε κακά»4 . Ο παντοδύναμος
Θεός θέλει την ελευθερία του ανθρώπου που ο ίδιος του χάρισε και τούτο δεν
αποτελεί ίδιον της αδυναμίας του ∆ημιουργού, αλλά έκφραση άκρας ελευθερί-
ας, έκρηξη της ελευθερίας του Θεού, που δεν γνωρίζει το κακό 5 .
Από τα παραπάνω λόγια του αγίου Συμεών κατανοούμε ότι ο Θεός χα-
ρίζει στον πιστό μία χαρισματική ελευθερία κατά τη βιβλική μαρτυρία, «ὁ δὲ
Κύριος τὸ Πνεῦμά ἐστιν· οὗ δὲ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία» 6 . Ο πιστός
στο χώρο της Εκκλησίας έχει φυσική και χαρισματική ελευθερία 7 . Όταν ο χρι-
στιανός προσφέρει την θέληση του στο Χριστό ενωμένος ολοκληρωτικά με
Αυτόν, δεν σημαίνει ότι στερείται την ελευθερία του. Αντίθετα οικειώνεται το
Πνεύμα του Χριστού. Ο δούλος του Χριστού γίνεται απελεύθερος Χριστού,
αφού ο Χριστός ελευθερώνει όσους γίνονται δούλοι Του. Όταν ο άνθρωπος
θελήσει να γίνει δούλος του Χριστού, υπήκοος στον Χριστό, ο Χριστός τον
κάνει φίλο Του, Τον εισάγει στη Βασιλεία Του: «ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν
ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν. οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους, ὅτι ὁ δοῦλος οὐκ οἶδε
τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ κύριος» 8 . Στην Εκκλησία οι άνθρωποι υπακούουν, δουλεύουν
στο Χριστό και έτσι γίνονται ελεύθεροι. Σε καθένα από τα μυστήρια της Εκ-
κλησίας η ακολουθία αφόρα συγκεκριμένο πρόσωπο με όνομα: βαπτίζεται ο
δούλος του Θεού… ή μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού…, δια μέσου αυτής
της δουλείας οι χριστιανοί γίνονται υιοί της Βασιλείας της Αγίας Τριάδος:
«ὅσοι γὰρ Πνεύματι Θεοῦ ἄγονται, οὗτοί εἰσιν υἱοὶ Θεοῦ. οὐ γὰρ ἐλάβετε Πνεῦμα
δουλείας πάλιν εἰς φόβον, ἀλλ' ἐλάβετε Πνεῦμα υἱοθεσίας, ἐν ᾧ κράζομεν· ἀββᾶ ὁ
πατήρ» 9 . Πρόκειται για τη Βασιλεία που έχει ως περιεχόμενό της την αγάπη

1
Κεσελοπούλου, Α., Προτάσεις ποιμαντικής θεολογίας, \ο.π., σ. 36.
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 109, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 258 (∆΄, 35).
3
Νικόλαου Καβάσιλα, Περ`ι τ~ης [εν Χριστ~?ω ζω~ης, Λόγος Α΄, PG. 150, 501Α.
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 110, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 258 (∆΄, 35).
5
Σταμούλη, Χρυσ., Κάλλος τον Άγιον, [εκδ. Ακρίτας 2004, σ. 160.
6
2 Κορ. 3, 17.
7
Τσελεγγίδη, ∆., «Ο χαρακτήρας της ελευθερίας του ανθρώπου κατά τον Γρ. Παλαμά», \ο.π., σ. 81.
8
Ιω. 15, 14-15.
9
Ρωμ. 8, 14-15.

228
και την ελευθερία 1 . Τίθεται βέβαια το ερώτημα: πώς μπορεί ο άνθρωπος να
συμβιβάζει τις δύο ελευθερίες στο ίδιο πρόσωπο.
Η απάντηση έχει χριστολογική βάση και μπορούμε να τη λάβουμε από
τον ίδιον τον θεάνθρωπο, Χριστό, ο οποίος στο πρόσωπό Του διασφαλίζει την
ενότητα και την ιδιαιτερότητα των δυο θελήσεων, της ανθρώπινης και της θεϊ-
κής θέλησης. Φυσικά η ανθρώπινη ακολουθεί και υποτάσσεται στην θεία. Η
ύπαρξη των δυο φυσικών αυτεξουσίων και θελήσεων στον Χριστό, εξαιτίας
της υποστατικής ενώσεως των δυο φύσεων Του 2 , θεμελιώνει και την ύπαρξη
των δυο ελευθεριών και θελημάτων στον πιστό. Ο πιστός έχει ως ίδιο της φύ-
σης του μόνο την ανθρώπινη θέληση και ελευθερία. Η άλλη θέληση και ελευ-
θερία του είναι άκτιστη, φυσική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, την οποία οι-
κειώνεται και διατηρεί μόνο κατά χάρη. «Ο[υκ [απαιτε~ι δο~υλος ω ] ς μισθ`ον τ`ην
[ελευθερίαν, [αλλ’ ε[υαρεστε~ι ]ως [οφειλέτης κα`ι κατά χάριν [εκδέχεται» 3 .
Ο άγιος Μακάριος μας παρέχει ένα αξιόλογο παράδειγμα πως το θέλη-
μα του ανθρώπου υποτάσσεται στο θέλημα του Θεού. Λέγει λοιπόν ότι, η γυ-
ναίκα πριν από το γάμο της ακολουθεί τη γνώμη της και κάνει τα θελήματα
της, όταν όμως συνάψει γάμο, ζει κάτω από την οδηγία του συζύγου της και
δεν κάνει το δικό της. Το ίδιο γίνεται με την ψυχή η οποία «{εχει μ`εν {ιδιόν τι
θέλημα κα`ι [ιδίους νόμους κα`ι {εργα {ιδια». Όταν όμως γίνει αξία να ενωθεί με
τον επουράνιο άνδρα Χριστό «]υποτάσσεται τ?~ω νόμ?ω το~υ [ανδρός, ο[υκ {ετι τ?~ω
ταύτης θελήματι, [αλλ`α τ?~ω το~υ ταύτης νυμφί?ω ]επομέν?η Χριστο~υ»4 .
Η ελευθερία είναι χάρη του Θεού. Η κοινωνία και η ταύτιση της θελή-
σεως του πιστού με το θέλημα του Θεού δεν αποτελεί μία αυτόματη και μηχα-
νική διαδικασία. Είναι αποτέλεσμα της άσκησης των αρετών με την ελεύθερη
και αγαπητική τήρηση των θείων εντολών. Οι εντολές αποτελούν τον τρόπο με
τον οποίο ο πιστός υποτάσσει την κτιστή θέληση και ελευθερία του στην άκτι-
στη θέληση και ελευθερία του Θεού. Αυτή βιώνεται μέσα στην Εκκλησία με
την υπακοή στον πνευματικό πατέρα.
Σύμφωνα με τον άγιο Συμεών η υπακοή για τον πνευματικό πατέρα με-
τά την μια ειλικρινή εξομολόγηση αποδεικνύει την επίγνωση και κατανόηση
του μυστήριου της εξομολογήσεως και συνυπάρχουσα με την ταπείνωση, λυ-
τρώνει το μοναχό από κάθε τιμωρία και καταδίκη. Γράφει ο άγιος: «Μετ`α δ`ε
τ`ην τ~ων λογισμ~ων [αποκάλυψιν κα`ι ε[ιλικριν~η [εξαγόρευσιν, ο[υκ {εξεστιν [αντιλέ-
γειν τ~?ω μετ`α Θε`ον δικαστ~η κα`ι [εξουσιαστ~?η α[υτο~υ, μέχρι θανάτου ποτέ…κα`ι
δι`α τ~ης ]υπακο~ης α[υτο~υ κα`ι ταπεινώσεως, πάσης τιμωρίας και κολάσεως λυ-
τρωθ~ηναι πιστεύει· ε[ι ]ως [αληθ~ως {αρα τ`ον τρόπον το~υ μυστηρίου [επίσταται»5 .

1
Βλ. Kαψάνη, Γ., (Αρχιμ.), «Η υπακοή ως οδός ελευθερίας» στο Σύναξη 1982, σ. 21.
2
«{ Εχειν δ`ε αυτόν (τόν Χριστόν) καταλλήλως τα~ις δύο φύσεσι διπλ~α τά των δυο φύσεων φυσικά· δύο
θελήσεις φυσικάς, τήν τε θείαν καί την [ανθρωπίνην, και [ενεργείας δύο φυσικάς, θείαν τε και [ανθρωπί-
νην, και α[υτεξούσια δύο φυσικά, θε~ιον τε και [ανθρώπινον, και σοφίαν και γν~ωσιν, θείαν τε και α [ ν-
θρωπίνην.] Ομοούσιος γάρ ω { ν τ~?ω Θε~ω
? και Πατρί, α[υτεξουσίως θέλει και [ενεργε~ι ]ως Θεός, ]ομοούσιος
{ νθρωπος». Ιω. ∆αμασκηνού,{ Εκδοσις α
δέ {ων και ]ημ~ιν, α[υτεξουσίως θέλει και [ενεργε~ι ]ως α [ κριβ`ης τ~ης
[ορθοδόξου πίστεως 57, PG. 94, 1033A.
3
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 3, Φιλοκαλία Α΄, σ. 109 (143).
4
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 97, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 211 (290).
5
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 41, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 243 (∆΄, 19).

229
Το ίδιο και ο άγιος Κάλλιστος Ξανθόπουλος θεωρεί ότι ένα από τα σημάδια
της αληθινής υποταγής είναι «η ακριβής εξομολόγηση των λογισμών» 1 .

α. Το μυστήριο της μετάνοιας και εξομολόγησης.

Ι) Η Μετάνοια:
«Μετανοεῖτε· ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» 2 , με αυτή τη
φράση ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος προανήγγελλε την έλευση της βασιλείας
του Θεού στον κόσμο. Και ο Χριστός αρχίζει το σωτηριολογικό έργο Του και
εισάγει το Ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού στον κόσμο με πρόκληση σε με-
τάνοια 3 . Ο άγιος Θεόληπτος αναφέρει ότι οδός σωτηρίας εκτός από τη μετά-
νοια δεν υπάρχει· «∆ίχα γ`αρ τ~ης κατ`α τ`ην ματάνοιαν ]οδο~υ {αλλη τρίβος [επανά-
γουσα πρ`ος σωτηρίαν ο[υ πέφυκεν» 4 .
Η μετάνοια συσχετίζεται με την έλευση της Βασιλείας του Θεού και
θεωρείται ως βασική προϋπόθεσή της. Πριν από την ενανθρώπηση του Λόγου
του Θεού, όσο απέχει ο ουρανός από τη γη, τόσο απείχε από τον άνθρωπο και
η Βασιλεία των ουρανών. Μετά όμως την ενσάρκωση του Λόγου, η Βασιλεία
του Θεού ήρθε πολύ κοντά του, μέσα του, αφού την αποκτά ο χριστιανός με τα
έργα της μετανοίας, δηλαδή φρόνημα ταπεινό, κατάνυξη και πνευματικό πέν-
θος, ενώ όποιος απομακρυνθεί από αυτά ζει αμετανόητος. Ο άνθρωπος μετά
την παράβαση της θείας εντολής στον Παράδεισο εκδιώχτηκε από τον τόπο
της θεϊκής τρυφής, αλλά ο Θεός, κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά, από την
πολλή ευσπλαχνία Του χάρισε στον άνθρωπο την ελπίδα να επιστρέψει στο
Παράδεισο και του έδωσε «τ`ην σωτήριον τ~ης μετανοίας συμβολήν τε κα`ι [εντο-
λήν» 5 . Όπως τονίζει και ο όσιος Θαλάσσιος, ότι δηλαδή η έλευση του Χριστού
στον κόσμο έγινε για την σωτηρία του μέσω της μετάνοιας: «Σωτήρ [εστιν ]ο
Χριστ`ος το~υ σύμπαντος κόσμου, κα`ι τ`ην μετάνοιαν το~ις [ανθρώποις ε[ις σωτη-
ρίαν [εχαρίσατο» 6 .
Ετυμολογικά η λέξη «μετάνοια» προέρχεται από το σύνθετο ρήμα «με-
τά-νοέω» και σημαίνει «νοώ κατόπιν, νοώ αργά, μεταβάλλω γνώμην, μετακα-
λούμαι, μετανοώ»· έτσι, ως μετάνοια εννοείται η «μεταβολή γνώμης, η μετα-
μέλεια» 7 . Κατά τον Βασ. Μουστάκη μετάνοια σημαίνει αλλαγή «νοός». Και
«νο~υς», στη γλώσσα της Καινής ∆ιαθήκης, σημαίνει κυρίως την διάθεση, τη
στάση, τη νοοτροπία της ψυχής. Μετανοεί λοιπόν εκείνος που αλλάζει διάθε-
ση, στάση της ψυχής του και αποκτά «νο~υν Χριστο~υ» 8 . Ο άγιος Μάξιμος ο
Ομολογητής ταυτίζει τη μετάνοια με τη μεταβολή και τη βελτίωση της προαί-

1
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 15, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
208 (Ε΄, 31).
2
Μτ. 3, 2.
3
Μτ. 4,17.
4
Θεόληπτου Φιλαδελφείας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 5 (145).
5
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 56, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 154
(315).
6
Θαλάσσιου Λιβύη, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας76, Φιλοκαλία Β΄, σ. 215 (283).
7
∆ορμπαράκη, Π., Επίτομον λεξικόν της αρχαίας ελληνικής γλώσσης, Αθήνα 31985, σ. 518.
8
Μουστάκη, Βασ., «Μετάνοια» στο Θ.Η.Ε 12, σ. 764.

230
ρεσης του προσώπου, καθώς και την αλλαγή της ζωής του, όπου συμφωνούν
τα κρύφια των διαθέσεων του με την εξωτερική συμπεριφορά που είναι αντίθε-
τες με την υποκριτική ζωή. «[ Αξίους τ~ης μετανοίας προσέταξεν α[υτ~?ω ποιε~ισθαι
καρπούς. Τουτέστι, πρ`ος το`υς φαινομένους τρόπους μεταποι~ησαι τ`ην κρυπτο-
μένην τ~ης καρδίας διάθεσιν» 1 . Κατά τους αγίους Κάλλιστο και Ιγνάτιο αυτό
ακριβώς είναι που ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο, την [αλλοίωσιν τ~ης διανοίας,
γιατί με τη διάνοια βελτιώνεται ο άνθρωπος. Η μετάνοια κατά τους ιδίους από
μόνη της «α[υταρκε~ι [αβοηθήτως \ιστασθαι [ενώπιον το~υ Θεο~υ κα`ι λαλε~ιν ]υπ`ερ
]ημ~ων» 2 .

Η έννοια της μετάνοιας στην νηπτική γραμματεία:


Η μετάνοια και τα έργα της αποτελούν την ισόβια εργασία των Ασκητι-
κών Πατέρων. Ο αββάς Μιλήσιος όταν τον ρώτησαν τι κάνει στην έρημο απά-
ντησε: «{ Ανθρωπός ε[ιμι ]αμαρτωλ`ος κα`ι [εξ~ηλθον κλα~υσαι τ`ας ]αμαρτίας
μου..» 3 . Στο βίο του αββά Σισώη, όταν επρόκειτο να πεθάνει συγκεντρώθηκαν
οι Πατέρες γύρω του, ξαφνικά το πρόσωπό του έλαμψε και οι Πατέρες του ρώ-
τησαν τι βλέπει. Αυτός τους είπε: «ιδού ήλθαν οι Άγγελοι να με πάρουν και
τους παρακαλώ να με αφήσουν λίγο για να μετανοήσω»4 . Ένας τόσος μεγάλος
ασκητής έζησε ολόκληρη τη ζωή του στη μετάνοια και έως την τελευταία πνοή
της ζωής του παρακαλεί ακόμη να μετανιώσει. Με την έννοια αυτή δεν αποτε-
λεί υπερβολή η άποψη ότι ο Άγιος είναι ένας ενσυνείδητος αμαρτωλός σε κα-
τάσταση συνεχούς μετανοίας 5 . Γι’ αυτό ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει ότι η συ-
ναίσθηση της αμαρτωλότητας είναι κατάσταση ανώτερη και από τη δυνατότη-
τα να ανασταίνει κανείς νεκρούς με την προσευχή του· «Ο α[ισθηθε`ις τ~ων ]εαυ-
το~υ ]αμαρτι~ων, κρείττων [εστ`ι το~υ [εγείροντος το`υς νεκρο`υς [εν τ~η ]εαυτο~υ προ-
σευχ~?η…] Ο [αξιωθε`ις [ιδε~ιν ]εαυτόν, ο#υτος κρείττων [εστ`ι το~υ [αξιωθέντος [ιδε~ιν
το`υς[ Αγγέλους»6 .
Την αλληλοεξαρτημένη σχέση ανάμεσα στην κατανόηση της αμαρτω-
λότητας και στην καθαρότητα της ψυχής την εξηγεί ο άγιος Πέτρος ο ∆αμα-
σκηνός ως εξής: όση καθαρότητα έχει η ψυχή, τόσο της φαίνεται ότι αμαρτάνει
πολύ, γιατί μπορεί τότε να διακρίνει και να βλέπει της αμαρτίες της ακόμη και
αν είναι λίγες, ενώ αντίθετα όσο αμαρτάνει, τόσο σκοτίζεται και δεν της φαί-
νονται οι αμαρτίες της ότι είναι πολλές και σοβαρές7 . Κατά τον άγιο Μάρκο
τον Ασκητή αυτή είναι η απάτη που ακολουθεί ο διάβολος και η παγίδα που
στρώνεται, να πείθει δηλαδή τον άνθρωπο να μην λογαριάζει τα μικρά αμαρ-
τήματα για να τον ρίξει μετά στα μεγάλα 8 . Και καταλήγει ο άγιος: «| Εκαστον
τ~ων γινομένων [απ`ο μικρο~υ {αρχεται, καί, κατ`α μέρος τρεφόμενον, λαμβάνει τ`ην

1
Μαξίμου Ομολογητού, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρ`ος Θαλάσσιον 23, Φιλοκαλία Β΄, σ. 55 (107).
2
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 43, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
244 (Ε΄, 69).
3
Αποφθέγματ α, [ α ββά Μιλησίου 2 , σ. 476.
4
Αποφθέγματα, [ α ββά Σισώη 14, σ. 666.
5
Ευδοκιμώφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, σ. 197.
6
Ισαάκ του Σύρου, Άπαντα τα ευρεθέντα ασκητικά, \ο.π., σ. 153.
7
Πέτρου ∆αμασκηνού, Συντομία πρ`ος κτ~ησιν τ~ων [αρετ~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 75 (143).
8
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 94, Φιλοκαλία Α΄, σ. 102 (135).

231
α{υξησιν» 1 . Γι’ αυτόν το λόγο επισείει την προσοχή αν κάποιος έχει εμπλακεί
στις κακίες να τις εκ-κόψει από την αρχή και να μην αμελήσει τη μετάνοιά του
για να μην «περιεκτικ~ως σφίγγεται» 2 .
Οι νηπτικοί Πατέρες δεν κάνουν τόσο λόγο για τη μυστηριακή μετάνοια
όσο κάνουν για την προσωπική μετάνοια 3 . Η νοερά προσευχή, η οποία εξα-
σκείται από τους νηπτικούς Πατέρες, είναι κατεξοχήν μια ευχή μετανοίας, ι-
διαίτερα όταν χρησιμοποιείται στην πλήρη μορφή της «Κύριε ]ημ~ων[ Ιησο~υ
Χριστέ, Υ]ιέ το~υ Θεο~υ κα`ι λόγε, [ελέησόν με τ~?ω ]αμαρτωλ~?ω» 4 . Η νήψη, η ησυχία
και η ευχή του Ιησού είναι τρόπος ζωής και πολιτεία των νηπτικών Πατέρων, η
οποία οδηγεί στη διαρκή μετάνοια και στην απελευθέρωση της διάνοιας από
την αμαρτία. Γράφει ο άγιος Ησύχιος· «ο[υκ [ελευθερωθήσεται παντ`ος [ανθρώ-
που καρδία δαιμονικ~ων λογισμ~ων κα`ι λόγων κα`ι {εργων, μ`η καθάρασα τ`α {ενδον
κα`ι ν~ηψιν σ`υν ε[υχ~?η [ Ιησο~υ συνάψασα κα`ι ταπείνωσιν κα`ι ψυχικ`ην ]ησυχίαν κα-
τορθο~υσα· κα`ι [επειγομένη σ`υν προθυμί?α πολλ~?η κα`ι ]οδεύουσα…» 5 . Και σε άλ-
λο σημείο τονίζει ο άγιος Ησύχιος τη σπουδαιότητα της νήψης και της ησυχίας
στην αντιμετώπιση των λογισμών και την ελευθέρωση της διάνοιας από την
αμαρτία· «…ο\υτως [αδύνατον χωρ`ις φυλακ~ης νο`ος…, ο\ [εστι κα`ι λέγεται ν~ηψις,
ε{ις τι πνευματικ`ον κα`ι [αρέσκον Θε~?ω φθάσαι τ`ην ψυχήν, }η [ελευθερωθ~ηναι τ~ης
κατ`α διάνοιαν ]αμαρτίας, ε[ι κα`ι βιάζεται τις ]εαυτ`ον δι`α τ`ον φόβον τ~ων κολάσε-
ων μ`η α] μαρτάνειν»6 . Και αλλού: «Το~υτο τ`ο θαυμαστ`ον τ~ης ω [ φελείας το~υ νο~υ
τ~ης [εκ τ~ης ]ησυχίας· \οτι πάντα τ`α ]αμαρτήματα κατ`α νο~υν πρότερον κρούοντα
[εν λογισμο~ις μόνο,…πάντα [εκκόπτει ]η διανοητικ`η κα`ι νηπτικ`η [αρετή, [εν τ~?ω
{εσω ]ημ~ων α [ νθρώπ?ω μ`η [ε~ωσα α[υτ`α ε[ισέρχεσθαι,…»7 . Αλλά πρέπει να τονί-
σουμε ότι η προσωπική μετάνοια ολοκληρώνεται με την μυστηριακή μετάνοια
και δεν μπορούμε να αποκόψουμε την προσωπική από την μυστηριακή διά-
σταση της μετανοίας. Ιδίως για τα βαρέα αμαρτήματα, η προσωπική μετάνοια
είναι ατελής και ανολοκλήρωτος 8 .
Η μετάνοια δεν είναι απλώς και μόνο η αφετηρία της [εν Χριστ~ω ζω~ης.
Είναι καθημερινό φαινόμενο αυτής της ζωής. Εφόσον ο άνθρωπος αμαρτάνει
καθημερινά, οφείλω και να μετανοεί καθημερινά. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλα-
μάς υπογραμμίζει την άξια του καιρού της επίγειας ζωής ως «τόπον μετανοίας
παρεχόμενον» από τον Θεό, και η ζωή της μετάνοιας είναι η εγγύηση για ό-

1
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 171, Φιλοκαλία Α΄, σ. 106 (140).
2
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 172, Φιλοκαλία Α΄, σ. 106 (140).
3
Η προσωπική μετάνοια είναι η μετάνοια με την οποία επιδεικνύει ο κάθε χριστιανός στην ζωή του. Η
μυστηριακή μετάνοια είναι το μυστήριο της μετάνοιας και εξομολόγησης, το οποίο ασκείται αποκλει-
στικά από ιερωμένο πνευματικό πατέρα. Βλ. Αγγελόπουλου, Ι., Η μετάνοια κατά την ορθόδοξη Εκ-
κλησία, Αθήνα 1998, σ. 13. Πρβλ. Adnès, P., «Pénitence» στο DS. 121 , σ. 948 κ.εξ.
4
Οι νηπτικοί Πατέρες χρησιμοποιούν την λεγόμενη η καρδιακή προσευχή ή «προσευχή του Ιησού» η
οποία ονομαστεί «μονολόγιστος». Την συναντάται για πρώτη φορά κατά τον ∆ιάδοχο Φυτική και απο-
τέλεσε μεταγενεστέρως την κυριότερα προσευχή των ασκητών. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης την
ονομάζει «η θεία προσευχή» και γράφει ότι η προσευχή αυτή αποτελεί «]αμαρτι~ων α [ πολύτρωσις κα`ι
ψυχ~ων κα`ι σωμάτων θεραπευτήριον κα`ι φωτισμο~υ θείου χορηγ`ος κα`ι [ελέους Θεο~υ βρύσις…». Συμεών
Θεσσαλονίκης, Περ`ι τ`ης ]ιεράς κα`ι θεοποιο~υ προσευχ~ης, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 60 (281).
5
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 122, Φιλοκαλία Α΄, σ. 159 (200).
6
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 109, Φιλοκαλία Α΄, σ. 157 (198).
7
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 109· 111, Φιλοκαλία Α΄, σ. 157
(198).
8
Αγγελόπουλου, Ι., Η μετάνοια κατά την ορθόδοξη Εκκλησία, \ο.π., σ. 33.

232
ποιον επιθυμεί την επιστροφή του, ότι ο Θεός τον δέχεται και θα τον ελεήσει 1 .
Στην ίδια γραμμή κινούνται και άλλοι Πατέρες, όπως ο Μ. Βασίλειος γράφει·
[ νταποδόσεως» 2 και ο ιερός Χρυ-
«Ο#υτος ]ο α[ι`ων τ~ης μετανοίας, [εκε~ινος τ~ης α
σόστομος λέγει: «Ο#υτος ο] καιρ`ος μετανοίας, [εκε~ινος κρίσεως· ο#υτος ]ο καιρ`ος
τ~ων [αγώνων, [εκε~ινος τ~ων στεφάνων· ο#υτος κόπου, [εκε~ινος [ανέσεως» 3 . Και ο
άγιος Συμεών προτρέπει στη μετάνοια κάθε μέρα, γιατί ο ίδιος ο Κύριος έδει-
χνε ότι είναι «απεριόριστη η εργασία της μετανοίας» σύμφωνα με την εντολή
Του, διότι είπε «μετανοεῖτε» και όχι «μετανοήσατε» 4 .
Η ανάγκη του ανθρώπου για συνεχής μετάνοια είναι απαραίτητη, γιατί
ακριβώς δεν γνωρίζει τη στιγμή του θανάτου του, εφόσον είναι εύκολο κανείς
να πέσει στην αμαρτία, ακόμη και οι δίκαιοι, έτσι η μετάνοια δεν είναι διαθέ-
σιμη για όλους, εφόσον «[εγγ`υς ε@ιναι τ`ον θάνατον» 5 . Βέβαια όπως αναφέρει ο
άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός είναι πιο καλό να μην διαπράξει κανείς στην α-
μαρτία, παρά να εκπίπτει και να σηκώνεται, αλλά πάντα η πύλη της μετάνοιας
είναι ανοιχτή και ο Θεός περιμένει την επιστροφή του ανθρώπου· «μετανόη-
σον, κα`ι δέχεταί σου τ`ην μετάνοιαν, ]ως το~υ [ασώτου κα`ι τ~ης πόρνης», λέγει ο
ίδιος 6 .
Εκτός από τα προσωπικό χαρακτήρα της μετανοίας, η μετάνοια είναι
ένα μυστήριο, όπως υπογραμμίζει ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, η μετάνοια
«|εν τ~ων μυστηρίων [εστί» 7 , καθώς και τα εγχειρίδια της δογματικής δίνουν τον
εξής ορισμό για τη μετάνοια: «Μετάνοια είναι το μυστήριον, δια του οποίου
παρέχεται υπό του Θεού δια του πνευματικού πατρός, επισκόπου ή πρεσβύτε-
ρου, η άφεση των μετά το βάπτισμα αμαρτιών ε[ις τον ειλικρινώς μετανοούντα
δια τας αμαρτίας αυτού και εξομολογούμενων ταύτας ενώπιον του πνευματι-
κού» 8 . Η μετάνοια στην εκκλησιαστική παράδοση γενικά και στη νηπτική
γραμματεία ιδιαίτερα συνδέεται με το βάπτισμα και αποκαλείται «δευτέρα του
Θεο~υ χάρις», η οποία μπορεί να ανεβάσει τον χριστιανό στο «[αρχα~ιο
κάλλος» 9 .

1. «Μετάνοιά [εστιν [ανάκλησις βαπτίσματος».

Το Άγιο Βάπτισμα αποτελεί μία σημαντική προϋπόθεση για να ζει ο άν-


θρωπος πνευματικά, δηλαδή την κατά Χριστόν ζωή. Όπως η φυσική, έτσι και η
πνευματική ζωή για να υπάρξει έχει ανάγκη από έναν γεννήτορα. Με το άγιο
βάπτισμα ο νεοφώτιστος δέχεται το Άγιο Πνεύμα και εισέρχεται στην [εν
Χριστ~?ω ζωή 10 . Η πνευματική ζωή για κάθε χριστιανό θεμελιώνεται με το Βά-
1
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 96 (250).
2
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατ`α Πλάτος Α΄, PG. 31, 892A. ΕΠΕ 8, 166.
3
Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι Μετανοίας,] Ομιλία Θ΄, PG. 49, 346. ΕΠΕ 30, 318.
4
Μτ. 3,2.
5
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Θ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 131 (202).
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περί το~υ μ`η [απογινώσκειν.., Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 73 (141).
7
Συμεών Θεσσαλονίκης, Περ`ι Μετανοίας, κεφ. 254, PG. 155, 477.
8
Μητσοπούλου, Νικολάου, ∆ογματική της Ορθοδόξου καθολικής Εκκλησίας, Αθήνα 1983, σ. 320.
9
Πέτρου ∆αμασκηνού, Προοίμιον, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 13 (77).
10
«Ο άνθρωπος τώρα αναγεννημένος στην κολυμβήθρα, ανακαινισμένος κατά την εικόνα του δημι-
ουργούντος αυτόν, αποκαταστημένος στο άρρητο κάλλος του, είναι έτοιμος να αφορμισθεί για την

233
πτισμα, που αποτελεί την άνωθεν γέννηση 1 , κατά την όποια φωτίζεται το κατ’
εικόνα του ανθρώπου και ανοίγει το δρόμο για το καθ’ ομοίωσιν 2 . Γι’ αυτό οι
άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας ονομάζουν το άγιο βάπτισμα «το πνευματικό
λουτρό της παλιγγενεσίας» 3 , διότι παρέχει την ολοκληρωτική μεταβολή του
ανθρώπου, κατά την οποία δέχεται την αληθινή μορφή του ως κατ’ εικόνα
Θεού 4 . Το βάπτισμα αποτελεί για τον άνθρωπο οντολογικό γεγονός, αναπλάτ-
τει και ολοκληρώνει το κτιστό είναι του. Αποτελεί σταθερή αφετηρία κάθε ορ-
θόδοξης προσέγγισης και γι’ αυτό συνιστά τη ρίζα, την πηγή και τον θεμέλιο
της πνευματικής ζωής 5 . Ο νεοφώτιστος λαμβάνει με το ύδωρ του βαπτίσματος
τη σφραγίδα του Χριστού 6 , εντάσσεται και γίνεται ενωμένος με τον Χριστό 7 ,
όπως αποφαίνεται ο Απόστολος: «\ Οσοι γάρ ε[ις Χριστόν [εβαπτίσθητε, Χρι-
στόν [ενεδύσασθε..» 8 .
Ο άγιος Συμεών Ν. Θεολόγος διδάσκει ότι στο άγιο Βάπτισμα αναλάβει
ο χριστιανός την άφεση των αμαρτιών και ελευθερώνεται από την παλιά κατά-
ρα των Πρωτόπλαστων με την παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Αλλά μετά το
βάπτισμα ο άνθρωπος με τη διάπραξη διάφορων πονηρών και αισχρών αμαρ-
τιών χάνει τον αγιασμό που πήρε στο βάπτισμα 9 . Αντίστοιχα με την ανάλογη
μετάνοια και την εξομολόγηση με δάκρυα κερδίζει πρώτα την άφεση των α-
μαρτιών και στη συνέχεια τον αγιασμό μαζί με την ουράνια χάρη 10 .
Οι νηπτικοί Πατέρες αποδίδουν την αιτία, με την οποία θολώνεται η
θεία χάρη στη θύελλα των βιοτικών υποθέσεων και στη σκοτεινιά των παθών
που κατακλύζουν την ψυχή και δεν την αφήνουν να αναπνεύσει και να επε-
κτείνεται προς τον Θεό, πράγμα που είναι όντως καλό και μακάριο και για το
οποίο και έχει δημιουργηθεί 11 . Ο άνθρωπος από την αμέλεια ξεχνάει τι έγινε
με το βάπτισμα. Παρόλο που γίνεται υιός Θεού και υιός φωτός και τέκνο και

καινούρια και υψηλή κλήση του εν Χριστώ». Schmemann, A.,[ Εξ ύδατος κα`ι πνεύματος, μετάφ. Ροη-
λίδης, Ι., [εκδ. ∆όμος, σ. 107.
1
Ιω. 3,3
2
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 89, Φιλοκαλία Α΄, σ. 317.
3
Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατήχησις, PG. 33,372C. «Αναγέννησιν δε ο[υ σωμάτων, αλλά ψυχής την
πνευματικήν αναγέννησιν..».
4
Ευδοκίμοφ, Π., Η ορθοδοξία, σ.370. Βλ. Καβάσιλας, Ν., Περ`ι [εν Χρισυτ~ω ζωή, Λόγος δεύτερος, PG.
150, 524D. «\οτι [εστιν [εν ]ημ~ιν τ`ο του βαπτίσματος {εργον, ε[ιδος {εστι και μορφή». Πρβλ. Schmemann,
A.,[ Εξ ύδατος κα`ι πνεύματος, \ο.π., σ. 106. «Ο άνθρωπος ξαναβρίσκει την αληθινή του φύση, η οποία
είχε αμαυρωθεί και ακρωτηριασθεί από την αμαρτία».
5
Νέλλα, Παναγιώτη, Ζώον θεούμενον, [εκδ. Αρμός 42000, σ. 138.
6
Απ. 7,3
7
«Επειδή με τη χάρη του Θεού απαρνηθήκαμε το σατανά και τα έργα του και συνταχθήκαμε μαζί με
το Χριστό». Θεόδωρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφάλαια 1, Φιλοκαλία Β΄, σ. 12.
8
Γαλ. 3, 27. «Όπως το Βάπτισμα έτσι και η Μετάνοια…είναι η μετοχή στο θάνατο και στην Ανάστα-
ση του Χριστού, ανα-γέννηση του προσώπου στην ελευθερία από τη φυσική αναγκαιότητα-την ελευ-
θερία που βυθομετράει το θάνατο με το μέτρο της αγάπης του Θεού». Γιανναρ~α, Χρ., Η ελευθερία του
ήθους, \ο.π., σ. 188.
9
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 74, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 250 (∆, 27).
10
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 74, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 250 (∆, 27).
11
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 5, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
200 (Ε΄, 23). «Αυτή η ανέκφραστη και συγκλονιστική λαμπρότητα παραμένει σ’ εμάς μία ή δύο ημέ-
ρες και έπειτα τη σβήνομε ξαναφέρνοντας το χειμώνα των βιοτικών υποθέσεων και εμποδίζοντας τις
ακτίνες με την πυκνότητα των νεφών». Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων
σ`υν Θε~ω
? [ακριβ`ης 5, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 200 (Ε΄, 23).

234
μέλος Χριστού· δεν συνειδητοποιεί ότι τα τέκνα πρέπει να είναι όμοια με τον
πατέρα.
Αλλά όσο και αν η αμαρτία καταλάβει την ψυχή του ανθρώπου, δεν
μπορεί σε καμία περίπτωση να εξαλείψει τη χάρη του Βαπτίσματος και να α-
ποπνίξει την προαίρεση της ψυχής στην οποία στηρίζεται η μετάνοια. Πρόκει-
ται, όπως αναφέρει ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής, για τη μυστική δύναμη, την
οποία την παίρνει ο άνθρωπος στο βάπτισμα και διεγείρει τη συνείδησή του
από τον ύπνο της αμαρτίας και τον καθιστά πάλι σκεύος εκλογής του Θεού.
Γράφει το εξής: «] Η μ`εν χάρις το~ις [εν Χριστ~?ω βαπτισθε~ισι, μυστικ~ως δεδώρη-
ται· [ενεργε~ι δ`ε κατ`α [αναλογίαν τ~ης [εργασίας τ~ων [εντολ~ων. Κα`ι κρυφίως μ`εν ]η
χάρις βοηθε~ιν ]ημ~ιν ο[υ παύεται, [εφ[ ]ημ~ιν δέ [εστι ποιε~ιν τ`ο [αγαθ`ον κατ`α δύναμιν.
Πρ~ωτον μ`εν θεοπρεπ~ως [εγείρει τ`ην συνείδησιν.\ Οθεν κα`ι κακοποιο`ι μετανοή-
σαντες, τ~?ω Θε~?ω ε[υηρέστησαν»1 .
Οι χριστιανοί είναι, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, «σῶμα Χριστοῦ
καὶ μέλη ἐκ μέρους» 2 . Αλλά κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη, όπως ένα
σώμα χωρίς πνεύμα είναι νεκρό και αναίσθητο 3 , έτσι είναι και εκείνος που νε-
κρώθηκε από τα πάθη εξαιτίας της παραμέλησης των εντολών μετά το βάπτι-
σμα, οπότε γίνεται ανενέργητος και αφώτιστος από το Άγιο Πνεύμα και από τη
χάρη του Χριστού. Εξακολουθεί να έχει το Πνεύμα αφού πίστεψε και αναγεν-
νήθηκε με το βάπτισμα, αλλά όμως το έχει ανενέργητο και ακίνητο γιατί ψυχι-
κά είναι νεκρός 4 . Ο καθένας έχει πάλι τη δυνατότητα ακόμη με τη μετάνοια
και με την εκπλήρωση των θεουργικών εντολών να ξαναπάρει και να ανακτή-
σει την υπερφυσική αυτή λαμπρότητα και να τη δει να προβάλλει ολοφάνερα5 .
Αυτή η χάρη του Θεού σίγουρα είναι μέσα στην ψυχή, γιατί ο Θεός δεν ανα-
καλεί τις δωρεές Του6 . Έτσι, ο κάθε άνθρωπος μπορεί με τον αγώνα και με το
θερμό ζήλο να ξεριζώνει τα αγκάθια που φυτεύει μέσα στην ψυχή ο εχθρός.
Και τότε θα ξαναγυρίσει στην αρχική ευγένεια και πνευματική υιοθεσία που
δόθηκε με τη χάρη του Βαπτίσματος 7 .
Οι νηπτικοί Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι ονομάζουν την ιε-
ρή κολυμβήθρα «θεία μήτρα», με την οποία στο βάπτισμα ο βαπτισμένος δέχε-
ται την θεία χάρη τέλεια δωρεάν. Αλλά κατόπιν, αφού ο άνθρωπος την σκεπά-
σει με τις βιοτικές μέριμνες, με την οικείωση των παθών και με την κατάχρηση
των πραγμάτων, αυτή η θεία χάρη αντικαθιστάται με τη μετάνοια και την εκ-
πλήρωση των εντολών 8 . Οι άγιοι παραπέμπουν στον άγιο Ισαάκ το Σύρο, ο
οποίος αναφέρει ότι η μετάνοια είναι η δεύτερη χάρη που δόθηκε στους αν-
θρώπους μετά το βάπτισμα και είναι τρόπος αναγεννήσεως, «χάρις μετ`α χάριν
]η μετάνοια [εδόθη το~ις [αθρώποις· μετάνοια γάρ [εστιν, [αναγέννησις δευτέρα [εκ

1
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 61· 62, Φιλοκαλία Α΄, σ. 113 (147).
2
Βλ. 1 Κορ. 12,27.
3
Ιακ. 2,26.
4
Γρηγορίου Σιναΐτης, ∆έκα κεφάλαια περ`ι ]ησυχίας κα`ι προσευχ~ης 129, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 207.
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 5, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 24.
6
Ρωμ. 11.29.
7
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~ω ? α[ κριβ`ης 60, Φιλοκαλία Ε΄, σ.
256 (Ε΄, 83).
8
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 6, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
201 (Ε΄, 24).

235
Θεο~υ», και προσθέτει ότι στο βάπτισμα αναλάβει ο χριστιανός την αρραβώνα
της χάριτος, ενώ στη μετάνοια δέχεται πλήρως τη χάρη 1 .
Ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης σε μια επιστολή του προς Λητόϊον, στην
οποία κάνει ομιλία για την εορτή του Πάσχα, κατά τον οποίο γινόταν το βάπτι-
σμα των κατηχουμένων, αναφέρει ότι όχι μόνο με το βάπτισμα γίνεται η ανα-
γέννηση, αλλά και με τη μετάνοια: «ο[υ μόνον το`υς [εκ τ~ης παλιγγενεσίας μετα-
στοιχειουμένους διά τ~ης το~υ λουτρο~υ χάριτος τ~?ω Θε~?ω προσάγειν, [αλλ`α κα`ι
το`υς δι`α τ~ης μετανοίας τε κα`ι [επιστροφ~ης [από τ~ων νεκρ~ων {εργων ε[ις τ`ην
ζ~ωσαν ]οδ`ον πάλιν [επανιόντας, κα`ι τούτους χειραγωγε~ιν ε[ις τ`ην σώζουσαν [ελ-
] μαρτίας [απεξενώθησαν»2 . Ο άγιος Συμεών ο Θεσσαλονίκης
πίδα, #ης δι`α τ~ης α
αναθέτει τον εξής ορισμό για την μετάνοια: «Κεφάλαιον τ~ης σωτηρίας πάντων
πιστ~ων μετ`α τ`ο Βάπτισμα ]η μετάνοια· κα`ι {αλλο α\υτη καθάρσιον κα`ι δεύτερον
Βάπτισμα, δι’ [εξαγορεύσεως κα`ι ταπεινώσεως, το~ις κατ`α δύναμιν πόνοις κα`ι
δάκρυσιν κατωρθούμενον»3 . Από τα παραπάνω λόγια του αγίου Συμεών απο-
καλεί την μετάνοια «Κεφάλαιον τ~ης σωτηρίας πάντων πιστ~ων». Την ορίζει ως
πράξη «μετ`α τ`ο Βάπτισμα», και λέγει ότι η ενέργεια της έχει καθαρτικό χαρα-
κτήρα, την αποκαλεί δεύτερο βάπτισμα και ο τρόπος με το οποίο βιώνεται εί-
ναι με την εξαγόρευση των λογισμών, την ταπείνωση, τον πόνο και τα δάκρυα.
Ο άγιος Ιωάννης ο Καρπάθιος αναφέρει ότι με την μετάνοια επανέρχε-
ται ο άνθρωπος στην ενάρετη ζωή. Και παραβάλλει ένα παράδειγμα, όπως το
σώμα της σελήνης δεν λιγοστέυει, αλλά χάνει μόνο το φως της, έτσι ο αμαρ-
τωλός δεν χάνει το νου του με την αμαρτία, αλλά χάνει το φως του, και έτσι
αποκτά πάλι ο άνθρωπος τη λαμπρότητα του με τη μετάνοια, όπως η σελήνη
μετά το λιγόστεμά της περιβάλλεται πάλι το φως 4 . Στην ίδια κατεύθυνση ο ά-
γιος Ιωάννης ο Σιναΐτης έχει γράψει ορισμούς περί μετάνοιας: «Μετάνοιά [ε-
στιν [ανάκλησις βαπτίσματος. Μετάνοια [εστ`ι συνθήκη πρ`ος Θε`ον δευτέρου βί-
ου… Μετάνοιά [εστι θυγάτηρ [ελπίδος κα`ι {αρνησις [ανελπιστίας» 5 . Η μετάνοια
είναι η δεύτερη χάρη και γεννιέται στην καρδιά από την πίστη και το φόβο 6 .
Αλλά για να ξαναβρεί ο χριστιανός την ενέργεια του Πνεύματος που την
έχει λάβει μυστικά στο βάπτισμα, αυτό γίνεται κατά τον άγιο Γρηγόριο Σιναΐτη
με δύο τρόπους. Πρώτον, η ενέργεια αποκαλύπτεται με την εργασία των εντο-
λών με πολύ κόπο και χρόνο, δηλαδή με τη «μετάνοια» εφόσον όπως λέγει ο
άγιος Θαλάσσιος: «Τήρησις [εντολ~ων τίκτει μετάνοιαν· ]η δ`ε τ~ων [εντολ~ων τή-
ρησις ψυχ~ης ποιε~ι κάθαρσιν» 7 . ∆εύτερον, φανερώνεται μέσα στη ζωή της υ-
πακοής με τη συνεχή επίκληση του Κυρίου Ιησού, δηλαδή με τη μνήμη του

1
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 80, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
275 (Ε΄, 104).
2
Γρηγορίου Νύσσης,[ Επιστολή κανονικ`η πρ`ος Λητόϊον [επίσκοπον Μελιτίνης, PG. 45,221BC.
3
Συμεών Θεσσαλονίκης, Περ`ι μετάνοιας, PG. 155, 469.
4
Ιωάννου Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 4, Φιλοκαλία Α΄, σ. 276 (329).
5
Ιωάννου Σιναΐτου, Κλ~ιμαξ, λόγος Ε΄, PG. 88, 764.
6
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α
[ κριβ`ης 80, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
275 (Ε΄, 104).
7
Οσίου Θαλασσίου, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 77, Φιλοκαλία Β΄, σ. 215
(283).

236
Θεού 1 . Και με τον πρώτο τρόπο βρίσκεται η ενέργεια πιο αργά, ενώ με τον
δεύτερο συντομότερα 2 .
Ο όσιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας στο λόγο του για τον μοναχικό βίο
παραλληλίζει το βάπτισμα και το μοναχικό σχήμα και θεωρεί τον μοναχικό βίο
ως «δευτέραν συνθήκην» ή δεύτερη συμφωνία με τον Θεό. Η πρώτη ήταν στο
βάπτισμα δια της ευσεβείας, η δεύτερη στην είσοδο στην μοναχική ζωή δια της
μετανοίας3 . Την πρώτη την αποδέχεται δωρεάν και λόγω της νηπιότητας δεν
κατανοεί τον αξίωμα που παρέλαβε, αλλά με την ένταξη του στην μοναχική
ζωή συνειδητοποιεί το χρέος που έχει και το μέγεθος της δωρεάς που παράλα-
βε 4 . Όμως και μετά το βάπτισμα η τάση του ανθρώπου προς την αμαρτία πα-
ραμένει, και ο βαφτισμένος υποπίπτοντας σε βαριές αμαρτίες, οπότε είναι δυ-
νατό να εκπέσει της θειας χάρης. Όταν όμως ο άνθρωπος εγκαταλείψει τις α-
μαρτίες του και επιστρέψει στον Θεό μετανοιωμένος «]η μετάνοια α[υτο~υ [ανα-
γενν~?α α[υτ`ον κα`ι \ολον καιν`ον ποιε~ι» 5 .
Μετά το Βάπτισμα, εξαρτάται από τον καθένα ή να παραμείνει με τη
θέλησή του στις εντολές του Χριστού ή να επιστρέψει στο δρόμο του διαβό-
λου, πράγμα που σημαίνει ότι με το βάπτισμα δεν αποβάλλεται το αυτεξούσιο,
αλλά «[εξ ]εκουσίου γνώμης προαιρε~ιται κα`ι θέλει, τα~υτα κα`ι πράττει, ε{ιτε [αγα-
θά, ε{ιτε κακά» 6 .

1
«Ο όσιος Θεόληπτος θεωρεί το Άγιο Βάπτισμα ως την πρώτη συμφωνία του ανθρώπου με τον Θεό
που πραγματοποιήθηκε με την είσοδό του σ’ αυτή ζωή. Και η δεύτερη είναι η μοναχική ζωή που
σπεύδει προς το τέλος αυτής της ζωής». Θεολήπτου Φιλαδέλφειας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλμα-
τος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 146.
2
Γρηγορίου Σιναΐτης, ∆έκα κεφάλαια περ`ι ]ησυχίας κα`ι προσευχ~ης 3, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 216.
3
Κατά τον Μ. Βασίλειο η υποδοχή νέου μέλους από την μοναστική κοινότητα παρομοιάζεται με τη
χαρά για την επιστροφή μετανοούντος ανθρώπου· «] Ο Κύριος [επ`ι το~υ μετανοο~υντος συγκαλε~ισθαι
το`υς φίλους κα`ι το`υς γείτονας διδάσκει.\ Ωστε [αναγκα~ιον πολ`υ μ~αλλον [εν γνώσει πάντων τ~ων [αδελφ~ων
προσδεχθ~ηναι τ`ον προσερχόμενον, \ινα κα`ι συγχαρ~ωσιν α [ λλήλοις κα`ι συνεύξωνται». Μ. Βασιλείου,
Όροι κατ’ επιτομήν, Ερωτήσις ΡΙΒ΄, PG. 31, 1157B.
4
Θεολήπτου Φιλαδελφείας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 5 (145).
5
Ησαΐα Αναχωρητής, Περ`ι τηρήσεως το~υ νοός 22, Φιλοκαλία Α΄, σ. 34 (61).
6
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 110, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 258 (∆΄, 35).

237
2. Η αναγκαιότητα της μετάνοιας.

Πριν επιχειρήσουμε να ερευνήσουμε την ανάγκη του ανθρώπου για με-


τάνοια πρέπει πρώτα να ορίσουμε τι είναι η αμαρτία και τι την προκαλεί στην
ψυχή του ανθρώπου. Η αμαρτία κατά την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο ορίζεται
ως «ασθένεια της ψυχής» 1 . Οι Πατέρες αναγνωρίζουν ότι η έξη της κακίας εί-
ναι ασθένεια της ψυχής και η έμπρακτη αμαρτία είναι ο θάνατός της. Γράφει ο
όσιος Θαλάσσιος: «Νόσος [εστι ψυχ~ης, ]η τ~ης κακίας \εξις· θάνατος δέ, ]η κατ’
] μαρτία» 2 . Η αμαρτία στην ορθόδοξη θεολογία είναι κάτι ξένο και
[ενέργειαν α
εμβόλιμο στην ανθρώπινη φύση. Είναι κατά την έκφραση του αγίου Μακαρί-
ου, μια κατάσταση παρά φύσιν και όχι κατά φύσιν, «\ Ωσπερ ξένην τ~ης φύσεως
]ημ~ων τ`ην κακίαν ο@υσαν, δι`α δ`ε τ~ης παραβάσεως το~υ πρώτου παρεισδύσασαν
[ανθρώπου κατεδεξάμεθα, φύσιν ]ημ~ιν τ~?ω χρόν?ω καθαπερε`ι γενομένην» 3 .

1
Κανών 101, Τ~ης [εν τ~ω Τρο~υλλω ΣΤ΄ Οικ. Συνόδου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων
και ιερών Κανόνων, τομ. 2, σ. 549. Και η ψυχολογία υπογραμμίζει τις τραγικές διαστάσεις της αμαρ-
τίας. Γράφει ο Σ. Μπαλογιάννης: «Ως καθίσταται αντιληπτόν η κατ’ ουσίαν αμαρτία είναι η απομά-
κρυνσις [εκ της αδιαλείπτου επικοινωνίας μετά του Κυρίου, η απομάκρυνσις [εκ του φωτός, συνέπεια
της οποίας ανατρέπονται οι ομοιοστατικοί παράμετροι της ανθρωπίνης ψυχής και αλλοιο~υται όλη η
εσωτερική οργάνωσηις αυτού. Το τραγικόν στοιχείον δεν συνίσταται ε[ις την αλλοίωσιν της ηθικής
συνειδήσεως του ατόμου, αλλά κυρίως ε[ις την βαθειάν οντολογικήν αλλοίωσιν αυτού». Μπαλογιάν-
νης, Σ., Ψυχιατρική και ποιμαντική ψυχιατρική, \ο.π., σ. 434.
2
Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 89, Φιλοκαλία Β΄, σ. 215
(283).
3
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 66, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 197 (276).

238
Ο ίδιος ο Χριστός χαρακτήρισε την αμαρτία ως ασθένεια και τον εαυτό
Του ως Ιατρό, όταν απαντώντας σε εκείνους που Τον κατηγορούσαν ότι επι-
σκέπτεται τους αμαρτωλούς, είπε: «Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ὑγιαίνοντες ἰατροῦ,
ἀλλ' οἱ κακῶς ἔχοντες· οὐκ ἐλήλυθα καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς
μετάνοιαν» 1 . Ο σκοπός της ενσάρκωσης του Λόγου του Θεού είναι η ολόκληρη
θεραπεία του ανθρώπου, η θέωσή του: «] Ο γ`αρ Υ]ιός το~υ Θεο~υ, δι`α το~υτο υ]ιός
το~υ [ανθρώπου [εγένετο, \ινα υ]ιο`υς Θεο~υ ποιήσ?η το`υς [ανθρώπους»2 . Η ένωση
Του με τον άνθρωπο, όπως αναφέρει ο άγιος Μάξιμος, θεράπευσε όλη την αν-
θρώπινη φύση με την κατάργηση της κατάρας, γι’ αυτό ο άνθρωπος δεν μπορεί
να έχει ως δικαιολογία και συνήγορο της αμαρτίας, «τ~ης σαρκ`ος τ`ην [ασθένει-
αν» 3 .
Η λέξη αμαρτία κατά τον άγιο Μάξιμο σημαίνει αστοχία και αποτυχία
και αναφέρεται σε εκείνους που ρίχνουν βέλη με τόξο σε κάποιον στόχο και
δεν πετυχαίνουν· «Αμαρτίαν, τουτέστιν [ατευξίαν καί [απόπτωσίν τινα το~υ προ-
σήκοντος, α[υτό τό τ~ης στερήσεως καλε~ι καί {ασκοπον, α [ ντί το~υ, παρά τόν σκο-
πόν βάλλον, [εκ μεταφορ~ας τ~ων τοξευτ~ων. Το~υ [αγαθο~υ καί τ~ης κατά φύσιν κι-
νήσεως {ητοι τάξεως [αποτυγχάνοντες φερόμεθα ε[ις τήν παρά φύσιν {αλογον καί
παντελ~η καί [ανούσιον [ανυπαρξίαν» 4 . Όταν αμαρτάνει ο άνθρωπος όχι μόνο
παραβαίνει τον νόμο αλλά βασανίζει και τον εαυτό του 5 . Ο άνθρωπος που υ-
ποτάσσεται στην αμαρτία, μακρύνεται τροπικά από τον Θεό, όπως γράφει ο Μ.
Φώτιος: «κα`ι γ`αρ ]ο ]αμαρτάνων μακράν γίνεται Θεο~υ, ο[υ τόπ?ω [αλλ`α τρόπ?ω» 6 .
Κατά την αναφορά του αγίου Χρυσοστόμου, η μετάνοια αποτελεί θεραπεία της
αμαρτίας· «[ιατρε~ιον γάρ [εστιν [αναιρετικ`ον τ~ης ]αμαρτίας ]η μετάνοια· δ~ωρόν
[εστιν ο[υράνιον, δύναμις θαυμαστή, χάριτι νικ~ωσα τ`ην τ~ων νόμων α [ κολουθί-
7
αν» . Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Καρπάθιο η ίδια η αμαρτία σπρώχνει προς τον
Θεό όποιον μετανοεί, όταν διαισθάνεται τη δυσωδία, το βάρος και την παρα-
φροσύνη της, ενώ εκείνο που δεν θέλει να μετανοήσει, δεν τον σπρώχνει προς
τον Θεό, αλλά μάλλον τον κρατεί κοντά της, τον δένει με δεσμά άλυτα και τον
κάνει πιο έντονο στα πάθη που οδηγούν στην απώλεια8 .
Η ανάγκη του ανθρώπου για μετάνοια με δάκρυα είναι ακριβώς τόση,
όσο το δηλητήριο της αμαρτίας που έχει συσσωρευτεί μέσα του διότι όπως πε-
ριγράφει ο άγιος Νικήτας· «] Ο προαποτεθε`ις [ι`ος [εν ]ημ`ιν τ~ης κακίας, πολ`υς {ων,
πολ`υ κα`ι τ`ο π~υρ {αρα τ`ο καθαρτικ`ον δι`α δακρύων χρ?ήζει τ~ης μετανοίας κα`ι τ~ων

1
Λκ. 5,31-32.
2
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 108, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 257 (∆, 34). Πρβλ.
Ειρηναίου, Κατά αιρέσεων 5, PG 7,1120. Μ. Αθανασίου, Περ`ι τ~ης ενανθρωπήσεως το~υ Λόγου 5, PG
25,192B. Γρηγορίου Θεολόγου, ∆ογματικά ποιήματα 10, PG 37,465. Γρηγορίου Νύσσης, Λόγος κα-
τηχητικός 25, PG 45, 65D.
3
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικ`α ]εκατοντάς πέμπτη 46, Φιλοκαλία Β΄, σ. 135
(195).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Σχ`ολια ε[ις τ`α το~υ Αγίου ∆ιονυσίου Αρεοπαγίτου, Σχ`ολια ε[ις τ`ο περί θείων
Ονομάτων, PG. 4, 305B.
5
«] Αμαρτ`ανοντας δεν παραβαίνουμε ένα ν`ομο, α
[ λλ`α βασανίζουμε καί καταστρέφουμε τ`ον ]εα[υτό μας».
Βασιλείου, (Αρχιμ.),[ Εισοδικόν, Ι.Μ. Ιβήρων, Άγιον Όρος 21996, σ. 159.
6
Μ. Φωτίου,[ Αμφιλόχια 170, PG. 101, 865A.
7
Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι μετανοίας,] Ομιλία Ζ΄, PG. 49, 327 Β.
8
Ιωάννη Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 57, Φιλοκαλία Α΄, σ. 288 (341).

239
]εκουσίων τ~ης [ασκήσεως πόνων» 1 . Είναι λανθασμένη η αντίληψη να διακρί-
νουμε τους ανθρώπους σε ενάρετους και αμαρτωλούς, γιατί ο ευαγγελικός λό-
γος επιβεβαιώνει ότι «ἐὰν εἴπωμεν ὅτι ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἑαυτοὺς πλανῶμεν
καὶ ἡ ἀλήθεια οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν» 2 και «πάντες γὰρ ἥμαρτον καὶ ὑστεροῦνται τῆς
δόξης τοῦ Θεοῦ» 3 .
Η μόνη διάκριση που κάνουν οι Πατέρες στον εκκλησιαστικό χώρο εί-
ναι να διακρίνονται οι άνθρωποι σε μετανοούντες και αμετανόητους 4 . Η αιτία
της κολάσεως του ανθρώπου όπως την αναφέρει ο άγιος Θεόγνωστος δεν είναι
η αμαρτία, αλλά ότι αμάρτησε και δεν μετανόησε, η άρνηση δηλαδή της προ-
σφερόμενης θειας αγάπης, της θειας ελεημοσύνης και φιλανθρωπίας, που τα
κάνει αποδεκτά μόνο με την μετάνοια· «Ο[υ κολασθησόμεθα [εν τ~?ω μέλλοντι,
\οτι ]ημάρτομεν, ο[υδ`ε κατακριθησόμεθα τούτου χάριν, τρεπτ~ης κα`ι [αλλοιωτ~ης
λαχόντες φύσεως· [αλλ’ \οτι ]αμαρτήσαντες, ο[υ μετενοήσαμεν, ο[υδ`ε ε[ στράφημεν
τ~ης πονηρ~ας ]οδο~υ πρ`ος τ`ον Κύριον, …»5 .
Ο Θεός ως Πατέρας αγαθός έχει μεγάλη αγάπη και ευσπλαχνία για τον
άνθρωπο, αλλά τον αμετανόητο δεν τον δέχεται με ευσπλαχνία, όπως αναφέρει
ο άγιος Μάρκος: «Ο[υδε`ις ο\υτως [αγαθ`ος κα`ι ο[ικτίρμων, ]ως ]ο Κύριος. Τ~?ω δ`ε μ`η
μετανοο~υντι, ο[υδ`ε α[υτ`ος [αφίησι» 6 . Ο άγιος Ιωάννης ο Καρπάθιος επιβεβαιώνει
αν κανείς νικηθεί, ενώ έχει πολεμήσει με δύναμη, ο Θεός θα τον σηκώνει πάλι,
ότι αν μετανοήσει για τις αμαρτίες του και θα προξενήσει μεγάλο θρήνο και
λύπη στους εχθρούς του 7 . Στην παραβολή του ασώτου υιού ο Πατέρας περιμέ-
νει την επιστροφή του μικρού υιού, τον βλέπει από μακριά και τρέχει να τον
συναντήσει 8 . Και ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος αναφέρει ότι ο Θεός, επειδή
είναι αγαθός και φιλάνθρωπος, μακρόθυμος και περιμένει πολύ καιρό τη μετά-
νοια κάθε αμαρτωλού και «]εορτήν τε ο[υρανίαν τιθέμενος τ`ην το~υ μεταμελομέ-
νου [επιστροφήν»9 . Αλλά ο άνθρωπος δεν πρέπει να εκμεταλλευτεί αυτή την
αγαθότητα και τη μακροθυμία, αν βλέπει ότι ο Θεός δεν τιμωρεί για κάθε α-
μαρτία καθόσον περιμένει τη μετάνοια του, και πέσει σε ραθυμία και αμέλεια
και καταφρονήσει τις θείες εντολές, γιατί τότε θα είναι πολύ δύσκολο να ση-
κωθεί και θα καταλήξει σε φοβέρες αμαρτίες.

1. Η διαφορά μεταξύ μετανοίας και αμέλειας:


Η μετάνοια όμως δεν πρέπει να κατανοείται ως μια απλή μεταμέλεια,
που είναι ένα συνηθισμένο ψυχολογικό γεγονός, γιατί είναι ένα βαθύτερο

1
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντάδα φυσικ~ων κεφαλαίων 9, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 300 (∆, 82).
2
1 Ιω. 1,8.
3
Ρωμ. 3,23.
4
Γράφει χαρακτηριστικά ο καθ. Γ. Μαντζαρίδης· «Οι άνθρωποι κατά τη διδασκαλία της Εκκλησίας
δεν διακρίνονται ανάλογα με τις αρετές ή τις κακίες τους, αλλά ανάλογα με τη διάθεσή τους να μετα-
νοήσουν ή να παραμένουν στην αμαρτία». Χριστιανική ηθική ΙΙ, \ο.π.,σ. 125.
5
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 47, Φιλοκαλία Β΄, σ. 264 (337).
6
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 78, Φιλοκαλία Α΄, σ. 114 (149).
7
Ιωάννη Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 29, Φιλοκαλία Α΄, σ. 282 (335).
8
Λκ. 15,28. Βλ. Ιακ. 4, 8. «ἐγγίσατε τῷ Θεῷ, καὶ ἐγγιεῖ ὑμῖν».
9
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 71, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 199 (278)

240
πνευματικό γεγονός 1 . Γράφει ο καθ. Γ. Μαντζαρίδης: «Η μετάνοια δεν είναι σε
τελική ανάλυση ηθικό, αλλά υπαρξιακό γεγονός. ∆εν ανάγεται στο επίπεδο της
ψυχολογίας ή της κοινωνικής συμπεριφοράς, αλλά στο επίπεδο της πνευματι-
κής ζωής. Όπως η αμαρτία δεν έγκειται απλώς στην κατάλυση ηθικών εντο-
λών, αλλά στην αποστασία από την πηγή της ζωής, τον Θεό, έτσι και η μετά-
νοια δεν έγκειται απλώς στην ηθική διόρθωση, αλλά στην επιστροφή στον Θεό
και την ένταξη στην ένθεη ζωή» 2 . Έτσι ο χριστιανός δεν φοβάται την αμαρτία
με τον ψυχολογικό φόβο της ατομικής ενοχής. Φοβάται την αμαρτία μόνο σαν
στέρηση της δυνατότητας να ανταποκριθεί στην αγάπη του Χριστού, γράφει ο
άγιος Ησαΐας: «Πρόσεχε ο@υν εαυτ~?ω, μήπως τι τ~ης [απωλείας [αποστήσ?η σε το~υ
[ γάπης κα`ι κάτεχε τ`ην καρδίαν σου» 3 . Γι’ αυτό τον λόγο γίνεται διά-
Θεο~υ τ~ης α
κριση ανάμεσα στη μετάνοια και τη μεταμέλεια, η οποία αποκτά άλλοτε θετι-
κή 4 και άλλοτε αρνητική αξία 5 . Ο άγιος Χρυσόστομος θεωρεί τη μεταμέλεια
μια παρεφθαρμένη και άκαρπη μετάνοια· «μετανόησε κα`ι ]ο Ιούδας, [αλλ`α
κακ~ως· [απήγξατο γάρ. Μετανόησεν, \οπερ {εφην, κα`ι [ Ησα~υ· μ~αλλον δ`ε ο#υτος
ο[υδ`ε μετενόησε· τ`α γ`αρ δάκρυα ο[υκ @ην μετανοίας, [αλλ`α [επηρείας κα`ι θυμο~υ
μ~αλλον» 6 .
Το κύριο στοιχείο της αληθινής μετάνοιας είναι η επίγνωση των αμαρ-
τημάτων από τον μετανοούντα, η κατάγνωση και όχι η δικαιολογία του εαυτού
του, η συντριβή και το πένθος ενώπιον του Θεού, που προέρχονται από βάθους
καρδιάς. Ενώ στην περίπτωση της μεταμέλειας μπορεί να είναι λύπη όχι διότι
πίκραναν τον Θεό με την αμαρτία τους, αλλά επειδή πληγώνεται από αυτές ο
εγωισμός τους 7 . Ο γέρων Παΐσίος Αγιορείτης μιλά για τα «απαρηγόρητα δά-
κρυα», τα οποία δεν προέρχονται από τη μετάνοια, αλλά από τη θιγμένο εγωι-
σμό. Τότε ο άνθρωπος κλαίει εγωιστικά για την πτώση του. Πληγώνεται, γιατί
με τις απροσεξίες του ξέπεσε στα μάτια των άλλων όχι γιατί λύπησε τον Θεό,
και υποφέρει διπλά 8 .

2. Η αρχή «πίπτ’ {εγειρε»:

1
Μαυρομάτη, Γεωργίου, Η θύρα του ελέους, [εκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1986, σ. 13.
2
Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, σ. 127.
3
Ησαΐου Αναχωρητή, Περ`ι τηρήσεως το~υ νοός 22, Φιλοκαλία Α΄, σ. 34 (61). Γράφει ο π. Σωφρόνιος
ότι «η αμαρτία είναι έγκλημα κατά της αγάπης του Πατρός», Οψόμεθα τον Θεόν καθώς [εστι, \ο.π., σ.
31. Πρβλ. Μαυρομάτη, Γ., Η θύρα του ελέους, \ο.π., σ. 15. και Γιανναρά, Χρίστου, Η ελευθερία του
ήθους, σσ. 55-57.
4
Μτ. 21, 28-29. «ἄνθρωπος τις εἶχε τέκνα δύο, καὶ προσελθὼν τῷ πρώτῳ εἶπεν· τέκνον, ὕπαγε
σήμερον ἐργάζου ἐν τῷ ἀμπελῶνί μου. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐ θέλω· ὕστερον δὲ μεταμεληθεὶς
ἀπῆλθε».
5
Μτ. 27,3-5. «Τότε ἰδὼν Ἰούδας ὁ παραδιδοὺς αὐτὸν ὅτι κατεκρίθη, μεταμεληθεὶς ἀπέστρεψε τὰ
τριάκοντα ἀργύρια τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ πρεσβυτέροις λέγων· Ἥμαρτον παραδοὺς αἷμα ἀθῷον. οἱ δὲ
εἶπον· Τί πρὸς ἡμᾶς; σὺ ὄψει. καὶ ῥίψας τὰ ἀργύρια ἐν τῷ ναῷ ἀνεχώρησε, καὶ ἀπελθὼν
ἀπήγξατο».
6
Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ε[ις τ`ην πρ`ος Εβραίους,] Ομιλία ΛΑ΄, γ΄, PG. 63, 215.
7
Τρεμπέλα., Π., ∆ογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας ΙΙΙ, σ. 261. Πρβλ. Αγγελόπουλου,
Ι., Η μετάνοια,\ Ο.π., σ. 25.
8
Παϊσίου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, Ι.Μ. Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σου-
ρωτή Θεσσαλονίκη 2001, σ. 164.

241
Οι Πατέρες της Εκκλησίας υπογραμμίζουν ότι ο αμαρτωλός δεν πρέπει
να απελπιστεί 1 . Η αρχή «{ Επεσες, [ανάστα {η πίπτ’ {εγειρε» 2 , είναι γνωστή σε
όλη την ασκητική γραμματεία. Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Σισώη: «Τί
ποιήσω [αββ~α \οτι πέπτωκα; Λέγει α[υτ~?ω ]ο γέρων [ Ανάστα πάλιν. Λέγει ]ο [αδελ-
φός [ανέστην κα`ι πάλιν πέπτωκα. Και λέγει ]ο γέρων [ανάστα κα`ι πάλιν κα`ι πά-
λιν» 3 . Όσες φορές πέφτει ο άνθρωπος, τόσες φορές βάζει καινούρια αρχή. Ο
άγιος Νικόδημος ερμηνεύει το αληθινό νόημα του πίπτ’ {εγειραι ως εξής: «ο
άνθρωπος πρέπει με όλες του τις δυνάμεις να απέχει από την αμαρτία και να
φυλάγεται να μη πέσει· εάν όμως από ασθένειαν ανθρώπινην τύχη να πέσει και
όχι με τελεία προαίρεση του, πρέπει να μην απελπίζεται, αλλά να σηκώνεται
παρευθύς και να εξομολογείται και να μετανοεί χωρίς να χάσει καιρό» 4 .
Επομένως το πίπτ’ {εγειρε προσβλέπει στο να μην εκπέσει ο πιστός στην
απόγνωση. Τη μετάνοια δεν πρέπει να την εκλάβει ο άνθρωπος ως αφορμή για
να ξαναπέσει στις αμαρτίες, διότι τότε βαδίζει με πανουργία στον Θεό, λέγει ο
άγιος Κάλλιστος: «]ο [εν [ελπίδι μετανοίας [ολισθαίνων [εκ δευτέρου, ο#υτος μετ`α
πανουργίας πορεύεται μετ`α το~υ Θεο~υ» 5 . Η προσευχή του αββά Αρσενίου κα-
θημερινά ήταν η εξής: «] Ο Θε`ος μ`η [εγκαταλείπης με· ο[υδ`εν [εποίησα [ενώπιόν
σου [αγαθόν, [αλλ`α δός μου κατ`α τ`ην χρηστότητά σου βαλε~ιν [αρχήν» 6 . Και ο
Νικήτας Στηθάτος ενθαρρύνει τον αμαρτωλό να μην πέσει στην απελπισία,
ακόμη και αν έφτασε στο βάθος των αμαρτιών· «Πεπτωκ`ως ε[ις βάθη κακ~ων,
μηδαμ~ως τ`ην [ανάκλησιν [απελπίσης, ε[ι κα`ι ε[ις πέταυρον κατηνέχθης {εσχατον
\αδου κακίας» 7 , αλλά να έχει συντετριμμένη καρδιά και αν παρακαλέσει τον
Θεό ικετεύοντας, Εκείνος θα του δώσει δύναμη μεγαλύτερη από την πρώτη.
Βεβαίως το πρώτο καλό είναι κατά τον όσιο Ηλία τον Πρεσβύτερο να μην
σφάλλει κανείς πουθενά και το δεύτερο καλό είναι, αν αμαρτήσει να μην κρύ-
βει από ντροπή το σφάλμα του, ούτε να καυχιέται πάλι γι’ αυτό, αλλά να τα-
πεινώνεται 8 .
Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός αποδίδει την αιτία της διάπραξης της
αμαρτίας στην έλλειψη του φόβου του Θεού και στη ντροπή που εμποδίζει τον
αμαρτωλό να εξομολογηθεί τις αμαρτίες του: «}ω τ~ης [αφροσύνης μου! Τ`ο
κακ`ον πράττων, τ`ον Θε`ον ]ορ~ωντα ο[υ φοβο~υμαι κα`ι α [ νθρώπ?ω ]εν`ι λέγειν τ`α
κατ’ [εμ`ε πρ`ος διόρθωσιν, ο[υ δύναμαι»9 . Ο άγιος θεωρεί ότι όταν αποκτήσει ο
άνθρωπος το θείο φόβο, αρχίζει ο νους να παρατηρεί και να μελετά της δεύτε-
ρη θεωρία η οποία είναι κατά τον άγιο: «]η γν~ωσις τ~ων ]ημετέρων πταισμάτων

1
Γράφει ο π. Πορφύριος ότι: «Στην ορθοδοξία δεν υπάρχει απελπισία. ∆εν υπάρχει αδιέξοδος. Γιατί
υπάρχει ο πνευματικός, που έχει τη χάρη να συγχωρεί. Να ελευθερώνει τους προστρέχοντας και ενα-
ποθέτοντας στο πετραχήλι του τα βάρη της ψυχής τους». Βλ. «Ο πατήρ Πορφύριος, ο γέροντας της
Πεντέλης» στο Σύναξη τευχ. 41, 1992, σ. 85.
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Λόγος Θ΄, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 131 (203).
3
Αποφθέγματα, [ α ββά Σισώη 38, σ. 682.
4
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 310.
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α
[ κριβ`ης 80, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
275 (Ε΄, 104).
6
Αποφθέγματα, [ α ββά Αρσένιου 3 , σ. 66.
7
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 54, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 285 (∆΄, 65).
8
Ηλία Πρεσβυτέρου, Ανθολόγιον γνωμικόν 48, Φιλοκαλία Β΄, σ. 293 (Γ΄, 36).
9
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ης δεύτερης θεωρίας, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 36 (101).

242
κα`ι τ~ων το~υ Θεο~υ ε[υεργεσι~ων» 1 . Ο άγιος Κάλλιστος παραπέμπει στον άγιο Ι-
σαάκ τον Σύρο που αναφέρει ένα ωραίο παράδειγμα, παρομοιάζοντας τη μετά-
νοια με ένα πλοίο, με το οποίο μπορεί ο άνθρωπος να περάσει τη θάλασσα των
παθών και να φτάσει στο θεϊκό λιμάνι, που είναι η αγάπη του Θεού, χρησιμο-
ποιώντας το φόβο του Θεού ως κυβερνήτης καθώς και κωπηλάτες 2 .
Κατ’ αραχάς οφείλουμε να αναφέρουμε ότι πρώτα απ’ όλα ο πνευματι-
κός ο ίδιος έχει ανάγκη μετανοίας, Η μετάνοια για τον πνευματικό πατέρα εί-
ναι ένα διαρκές βίωμα που συνέχει ολόκληρη την ζωή του. Ένας άνθρωπος που
δεν λειτουργεί διαρκώς τη μετάνοια μέσα του, δεν μπορεί να διακονήσει τον
άλλον, ιδιαιτέρως αν ήταν ιερωμένος και ιερουργεί τα Άγια μυστήρια. Πρώτα
οφείλει να προσκομίζει τα τίμια δώρα «]υπ`ερ τ~ων [ιδίων πρότερων ]αμαρτι~ων» 3 .
Ο ιερωμένος πρέπει να έχει προσοχή για να μην λερωθεί από τις αμαρτίες για
να μην καίγεται από τη θεϊκή φωτιά των άγιων μυστηρίων: «Πρόσεχε σεαυτ~?ω
\ινα ε[ι καί τι σοι πρ?ώην {η [εγγίνεται {ισως ]ρυπ~ωδες [εξ [ασθενείας, τ~?ω θεί?ω κατα-
δαπαν~αται πυρί», αλλά οφείλει να επιφυλάσσει την ισάγγελη τιμή που αξιώθη-
κε με την ιεροσύνη «δι’ [αρετ~ης πάσης κα`ι καθαρότητος».
Η προσοχή του ιδιαιτέρως κατευθύνεται στις θανάσιμες αμαρτίες, όπως
την πορνεία και την μνησικακία· «Τ`ον ]ιερωμένον, κα`ι πάντων μ`εν χρ`η καθα-
ρεύειν τ~ων παθ~ων, [εξαιρέτως δ`ε πορνείας κα`ι μνησικακίας» 4 . Ο πνευματικός
που αξιώθηκε το αξίωμα της ιερωσύνης έχει χρέος πρωτύτερα πριν να πλησιά-
σει και να θυσιάσει την αναίμακτη θυσία, να θυσιάσει τον εαυτό του με τη νέ-
κρωση των παθών και των ηδονών· «σεαυτ`ον πρότερον κεχρεώστηκας {εχειν
τεθυμένον τ~?ω θανάτ?ω τ~ων παθ~ων κα`ι τ~ων η ] δον~ων κα`ι ο\υτω κατατολμ~αν προ-
σάπτεσθαι τ~ης ζωηρ~ας κα`ι φρικώδους θυσίας, ε[ι μ`η βούλει, ]ως \υλη ε{υπρηστος
τ~?ω θεί?ω κατακα~ηναι πυρί» 5 .

3. Επανασύνδεση στο σώμα του Χριστού και η θεια Ευχαριστία.

Η μετάνοια κατά τον άγιο Ιωάννη το ∆αμασκηνό είναι μια επαναστρο-


φή από το διάβολο προς τον Θεό, από τη ζωή της αμαρτίας και παρά φύσιν,
στη ζωή της αρετής, κατά φύσιν και αυτή η επιστροφή γίνεται με κόπο και ά-
σκηση: «Μετάνοιά [εστιν [εκ το~υ παρ`α φύσιν ε[ις τ`ο κατ`α φύσιν, κα`ι [εκ το~υ δια-
βόλου πρ`ος τ`ον Θε`ον ε[ πάνοδος δι’ [ασκήσεως κα`ι πόνων» 6 . Ένας από τους κύ-
ριους σκοπούς της μετάνοιας είναι η επανασύνδεση του μετανοούντος με το
Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία 7 και η επανασύνδεση αυτή βρίσκει την έκ-

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ων [οκτ`ω νοητ~ων θεωρι~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 32 (98).
2
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης 80· 81, Φιλοκαλία ∆΄,
σ. 275 (Ε΄, 104).
3
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 15, Φιλοκαλία Β΄, σ. 258 (330).
4
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 15 και 17, Φιλοκαλία Β΄, σ. 258 (330).
5
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 13, Φιλοκαλία Β΄, σ. 257 (329).
6
Ιωάννου ∆αμασκηνού,{ Εκδοσις [ακριβ`ης τ~ης [ορθοδόξου πίστεως 44, PG. 94, 976A.
7
Το ότι η εξομολόγηση γινόταν πριν από τη θεία Ευχαριστία, και ως τούτου είχε λειτουργικό χαρα-
κτήρα, φαίνεται από ένα παράδειγμα εξομολογητικής συνεξήγησης, όπως έχει χαρακτηριστεί, μεταξύ
δυο προσώπων. Πρόκειται για τον λόγο του ευαγγέλιο· «[ε`αν ο@υν προσφέρ?ης τ`ο δ~ωρόν [επ`ι τ`ο θυσια-
στήριον…». Μτ. 5,23-24. Βλ. Σκαλτσή, Π., Ιστορική εξέλιξη της ακολουθίας ε[ις εξομολογούμενον
στο συνέδριο «Το Ιερόν Μυστήριον της μετανοίας», σ. 53.

243
φραση της με την συμμετοχή στη μυστηριακή Ευχαριστία. Ο μετανοών έχει
ξανά την δυνατότητα να συμμετέχει στη θεία Ευχαριστία, γι’ αυτό γίνεται σύν-
δεση μεταξύ της μυστηριακής μετανοίας και της θείας ευχαριστίας 1 . Στη ∆ιδα-
χή των Αποστόλων διαβάζουμε: «κατ`α Κυριακ`ην Κυρίου συναχθέντες κλάσα-
τε {αρτον κα`ι ε[υχαριστήσατε προεξομολογησάμενοι τ`α παραπτώματα ]υμ~ων,
\οπως καθαρ`α ]η θυσία ]υμ~ων @?η» 2 . Ο άγιος Θεόγνωστος προτρέπει όποιον τολ-
μήσει να προσεγγίσει τα Άγια, πρώτα να λευκαίνει την ψυχή του με ποταμούς
δακρύων και ύστερα από αυτό να συμμετέχει στα Αγία με καθαρή συνείδηση:
«Ρείθρο~ις δακρύων πρότερον ]υπ`ερ χιόνα λευκαινόμενος, ο\υτω δ`η κα`ι λελευ-
κασμέν?η σνειδήσει δι`α καθαρότητος, \απτου τ~ων ]αγίων, ]ως \αγιος» 3 . Ίδια συμ-
βουλή δίνει και ο άγιος Συμεών, αλλά πιο αυστηρά: «{ Ανευ δ`ε δακρύων μηδέ-
ποτε κοινωνήσης» 4 .
Η συμμετοχή στα Άγια Μυστήρια ιδιαιτέρως την θεία κοινωνία είναι
απαραίτητο για κάθε χριστιανό, όπως λέγει ο Κύριος: «ἐὰν μὴ φάγητε τὴν
σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς.
ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ
ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ» 5 . Ο άγιος Ιγνάτιος χαρακτηρίζει το μυ-
στήριο της θειας Ευχαριστίας ως «φάρμακον [αθανασίας κα`ι [αντίδοτον το~υ μ`η
[αποθανε~ιν» 6 . Από τους νηπτικούς Πατέρες αναφέρουμε τα λόγια του αγίου
Καλλίστου, ο οποίος υπογραμμίζει πόσο είναι ωφέλιμο στον χριστιανό η «συ-
νεχ`ης μετάληψις κα`ι κοινωνία τ~ων ]αγίων, [αχράντων κα`ι [αθανάτων κα`ι ζωο-
ποι~ων μυστηρίων», αλλά αυτό πρέπει να είναι «[εξ ε[ιλικρινο~υς καρδίας τε κα`ι
διαθέσεως, κατ’ [εφικτ`ον [ανθρώπ?ω» 7 . Ο Άγιος αναφέρει ότι η συνεχή μετοχή
στη θεια Κοινωνία προξενεί στον άνθρωπο τα εξής: «πρός τε ψυχ~ης κάθαρσιν
κα`ι φωτισμ`ον νο`ος κα`ι σώματος ]αγιασμ`ον κα`ι [αμφοτέρων πρ`ος τ`ο θειότερον
μεταστοιχείωσιν κα`ι [αθανασίαν, να`ι μήν, κα`ι πρ`ος [αποτροπ`ην παθ~ων κα`ι δαι-
μόνων, }η μ~αλλον ο[ικειοτέρως ε[ιπε~ιν, πρ`ος \ενωσιν κα`ι Θεο~υ θείαν ]υπερφυ~α τε
συνάφειαν κα`ι [ανάκρασιν συνεργε~ι κα`ι συμβάλλεται ]ημ~ιν» 8 .
Η συμμετοχή αυτή απαιτεί ετοιμότητα, αγνότητα και εξέταση της συ-
νείδησης για να μη βρεθεί ο άνθρωπος ανάξιος, όπως παραγγέλλει ο Απόστο-
λος Παύλος: «ὥστε ὃς ἂν ἐσθίῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ πίνῃ τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου
ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου» 9 . Όσοι διαπρά-
ξουν την αμαρτία και ιδιαιτέρως των βαριών αμαρτιών, χάνουν τη μυστηριακή
κοινωνία με το Σώμα της Εκκλησίας και πρέπει να φυλάσσουν την αποχή της
θείας Κοινωνίας για ένα χρονικό διάστημα που το ορίζει ο πνευματικός πατέ-
1
Βλ. Ξενοφώντος, Παπαχαραλάμπου,\ Οροι κα`ι προϋποθέσεις δι`α τ`ην συμμέτοχην ε[ις τ`ην θείαν
Ε[υχαριστίαν, Αθήνα 1987, σσ. 177-232.
2
∆ιδαχή των Αποστόλων IV 14 και XIV 1-2, ΒΕΠΕΣ 2, σ. 217 και 220.
3
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 70, Φιλοκαλία Β΄, σ. 269 (342).
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 144, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 267 (∆΄, 45).
5
Ιω. 6,53-54.
6
Ιγνατίου Αντιοχείας, Πρ`ος Εφεσίους ΧΧ, ΒΕΠΕΣ 2, σ. 292.
7
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 91, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
284 (Ε΄, 114).
8
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 91, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
284 (Ε΄, 114). Πρβλ. Γκίκας, Α., (Πρωτ.), Προϋποθέσεις και συχνότητα προσελεύσεως στη θεία Με-
τάληψη, Θεσσαλονίκη 1994.
9
1 Κορ. 11,27.

244
ρας σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες της Εκκλησίας. Η προαγγελία του αγίου
Θεογνώστου προς τον ιερέα και κάθε χριστιανό είναι σαφής· ο καθένας οφεί-
λει να προσεγγίζει τα Άγια μυστήρια ως άγιος, αλλιώς θα καίγεται σαν χόρτο.
Γράφει: «] Αγιασμο~υ δ`ε χωρίς, μ`η κατατόλμα τ~ης τ~ων ]αγίων προσψαύσεως, \ινα
μ`η ]ωσε`ι χόρτος φλεχθε`ις τ~?ω θεί?ω πυρ`ι κα`ι ]ωσε`ι κηρ`ος τακείς, [ανταναιρεθ~?ης»1 .
Τέλος, αν ο άνθρωπος αξιώθηκε της συμμετοχής στη θεία ευχαριστία, οφείλει
να ευχαριστεί τον Θεό, γιατί αυτό έγινε όχι γιατί την αγιότητα του ή γιατί είναι
άξιος, αλλά από «φιλανθρωπί?α [απορρήτ?ω Θεο~υ κα`ι [αφάτ?ω χρηστότητι» 2 .
Η συμμετοχή στην ευχαριστιακή σύναξη απαιτεί την εξέταση της συ-
νείδησης, αυτό που εννοεί ο Απόστολος όταν λέγει: «δοκιμαζέτω δὲ ἄνθρωπος
ἑαυτόν, καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω· ὁ γὰρ ἐσθίων
καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ
Κυρίου» 3 . Η εξέταση της συνείδησης είναι γνωστή και στο φιλοσοφικό επίπε-
δο 4 και οι Πατέρες της Εκκλησίας υιοθέτησαν την απαραίτητη εξέταση της
συνείδησης. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος παρακινεί στην καθημερινή ε-
ξέταση και ανάκριση της συνείδησης, τι καλά έκανε να τα λησμονεί, και τα
κακά που διέπραξε να χύνει δάκρυα μετανοίας και να ικετεύει στον Θεό ζητώ-
ντας συγχώρηση 5 . Και ο Μ. Βασίλειος γράφει: «Τ~ης ]ημέρας παρελθούσης, κα`ι
παντ`ος {εργου ε[ις πέρας [ελθόντος, σωματικο~υ τε κα`ι πνευματικο~υ, πρ`ο τ~ης [α-
ναπαύσεως [ανακρίνασθαι προήκει τ`ο συνειδ`ος ]εκάστου ]υπ`ο τ~ης [ιδίας καρδίας.
Κα`ι ε{ι τι γέγονε παρ`α τ`ο δέον, }η [ενθύμημα τ~ων [απηγορευμένων, }η λόγος {εξω
το~υ καθήκοντος, }η περ`ι τ`ην προσευχ`ην ]ραθυμία, }η [ακηδιασμ`ος τ~ης ψαλμωδίας,
}η το~υ κοινο~υ βίου [επιθυμία, μ`η [επικρυπτέσθω τ`ο πλημμέλημα, [αλλ`α τ~?ω κοιν~?ω
[εξαγγελλέτω, ]ως }αν δι`α κοιν~ης προσευχ~ης θεραπευθ~?η τ`ο πάθος το~υ συνενεχθέ-
ντος τ~?ω τοιούτω κακ~?ω»6 .
Χωρίς αυτήν την πρέπουσα εξέταση ο άνθρωπος θα βρεθεί ανάξιος της
θείας κοινωνίας και τότε μπορεί να πάθει ζημιά, «διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ
ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί»7 . Ο άγιος Θεόγνωστος αναφέ-
ρει δυο παραδείγματα ιερωμένων οι οποίοι επιφανειακά έδειχναν ότι είναι ευ-
λαβείς, αλλά εσωτερικά δεν είχαν την απαραίτητη αγιότητα και καθαρότητα
της ψυχής για να ιερουργούν τα θεια μυστήρια· ο πρώτος έπεσε άρρωστος με
ασθένεια αθεράπευτη, πλησίασε στο θάνατο και δεν θεραπεύτηκε μέχρι που
παραιτήθηκε με όρκο να μην ιερουργεί τη θεια Λειτουργία. Ο δεύτερος κάποτε

1
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 18, Φιλοκαλία Β΄, σ. 258 (330).
2
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 16, Φιλοκαλία Β΄, σ. 258 (330).
3
1 Κορ. 11,28-29.
4
Κατά τον Πυθαγόρα γίνεται καθημερινά η εξέταση της συνείδησης κατά τις τρεις βασικές ερωτήσεις:
«Π~?η παρέβην, τί δ’ {ερεξα, τί μοι δέον ο[υκ [ετελέσθη». Βλ. Γεωργούλη, Κ., «Πυθαγόρας», στο ΘΗΕ 10,
σ. 735.
5
Ο άγιος προτείνει να γίνει η εξέταση το βράδυ με τον εξής τρόπο: «{αραγε π~ως, τ~?η βοηθεί?α το~υ Θεο~υ,
τ`ην ]ημέραν παρ~ηλθον; Μ`η τιν`α κατέκρινα, η } [ελοιδόρησα, }η [εσκανδάλισα, }η ε{ις τινος ο{ ψιν [εμπαθ~ως
προσέβλεψα, }η το~υ [επιστατο~υντος [εν τ~η διακονί?α παρήκουσα κα`ι α[υτ~ης η [ μέλησα, }η [ωργίσθην τινί, }η
[εν τ~?η συνάξει ε] στ~ωτός μου, τ`ον νο~υν ε[ις α
[ νωφελ~η [απησχόλησα, }η ]ραθυμί?α βαρυνθείς, τ~ης[ Εκκλησίας
κα`ι το~υ κανόνος α [ πέστην;». Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 121, Φιλοκαλία
Γ΄, σ. 261 (38).
6
Μ. Βασιλείου, Λόγος [ασκητικ`ος 5, PG. 31, 881 A.
7
1 Κορ. 11,30.

245
που επιτελούσε τη θεια Λειτουργία, όταν έφτασε στο χειρουβικό ύμνο με το
που διάβασε την ευχή «Ο[υδε`ις {αξιος…» έπεσε νεκρός ξαφνικά 1 .
Η νήψη και η προσοχή απαιτούνται ακόμη περισσότερο μετά τη συμμε-
τοχή του χριστιανού στη θεία κοινωνία. Γράφει ο άγιος Ησύχιος: «\ Οταν τ~ων
θείων και [αχράντων μυστηρίων Χριστο~υ το~υ Θεο~υ κα`ι Βασιλέως ]ημ~ων φο-
βερ~ως κα`ι φρικτ~ως [αξιωθ~ωμεν ο]ι [ανάξιοι, τότε μ~αλλον τ`ην ν~ηψιν κα`ι τ`ην τή-
ρησιν το~υ νο`ος κα`ι [ακρίβειαν [επιδειξώμεθα, \ινα καταναλώσ?η ]ημ~ων τ`ας ]αμαρ-
τίας κα`ι τ`α μικρ`α κα`ι μεγάλα ]ρυπάσματα τ`ο π~υρ τ`ο θεϊκόν, }ηγουν τ`ο Σ~ωμα το~υ
Κυρίου ]ημ~ων[ Ιησο~υ Χριστο~υ»2 .
Κατά τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα τα συγγνωστά ή ελαφρά αμαρτήματα
δεν πρέπει να αποτελούν εμπόδιο για την προσέλευση του πιστού στη θεία
Κοινωνία· «Τί ο@υν; π~ασα ]αμαρτία νεκρ`ον ποιε~ι τ`ον {ανθρωπον; Ο[υδαμ~ω, [αλλ’ ]η
πρ`ος θάνατον μόνον. ∆ι`α το~υτο γ`αρ κα`ι πρ`ος θάνατον λέγηται· {ετσι γ`αρ ]αμαρ-
τία ο[υ πρ`ος θάνατον, κατ`α τ`ον μακάριον Ιωάννην. ∆ι`α το~υτο το`υς μεμυημέ-
νους, ε[ι μ`η τα τοια~υτα πλημμελο~ιεν, ο#ια το~υ Χριστο~υ διαστ~ησαι κα`ι θάνατον
[ενεγκε~ιν, ο[υδ`εν τ`ο κωλ~υον κοινωνο~υντας τ~ων μυστηρίων, το~υ ]αγιασμο~υ μετέ-
χειν κα`ι πράγματος \ενεκα κα`ι [ονόματος, ]ως {αν {ετι ζ~ωντα μέλη, κα`ι συνημμέ-
νους τ~?η κεφαλ~?η»3 . Όμως στην ορθόδοξη παράδοση κάθε αμαρτία μπορεί να
γίνει θανάσιμη, εάν ο άνθρωπος παραμένει αμετανόητος. Σύμφωνα με τον 5ο
κανόνα της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου ορίζει ότι· «] Αμαρτία πρ`ος θάνατόν [ε-
στιν, \οταν τιν`ες ]αμαρτάνοντες [αδιόρθωτοι μένωσι» 4 . Έτσι ο άνθρωπος αμαρ-
τάνει θανάσιμα όχι μόνο όταν διαπράττει ένα από τα βαριά αμαρτήματα, αλλά
και όταν εμμένει συνειδητά στη διάπραξη κάθε αμαρτίας και περιφρονεί τη με-
τάνοια του και δεν ζητεί συγχώρηση. Γράφει ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής το
εξής: «{ Εστιν ]αμαρτία π~ασα ε[ις θάνατον, ]η [αμετανόητος· περ`ι #ης κ}αν \ Αγιος
]υπ`ερ ]ετέρου προσεύξηται, ο[υκ ε[ισακούεται» 5 .

4. Τα στάδια της μετανοίας.

Τα στάδια της αληθινής μετάνοιας έτσι όπως τα ορίζει ο άγιος Νικόδη-


μος στο βιβλίο του το Εξομολογητάριον είναι τα εξής τρία: τη συντριβή, εξο-
μολόγηση και ικανοποίηση 6 . Και σε άλλο σημείο στο ίδιο βιβλίο ο άγιος Νι-
κόδημος θέτει τα συστατικά της θεάρεστης εξομολόγησης, τα οποία περιέχουν
πρώτα την πρέπουσα εξέταση της συνείδησης για τις αμαρτίες που έχει δια-
πράξει, τη συντριβή και κατάνυξη της καρδιάς, την αποφασιστική γνώμη να
μην διαπράξει ξανά τις ίδιες αμαρτίες και τελικά την ικανοποίηση πού ταιριά-

1
Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης 55· 21, Φιλοκαλία Β΄, σ. 259· 266 (331·
338).
2
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 101, Φιλοκαλία Α΄, σ.
156 (196).
3
Νικολάου Καβάσιλα,] Ερμηνεία τ~ης Θε~ιας Λειτουργίας ΛΣΤ΄, PG. 150, 449Β.
4
Κανών 5, τ~ης Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων και ιερών
Κανόνων, τομ. 2, σ. 572.
5
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 41, Φιλοκαλία Α΄, σ. 112 (146).
6
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 63· 202.

246
ζει, δηλαδή την έμπρακτη επιτέλεση του κανόνα πού έχει ορίζει ο πνευματικός
πατέρας 1 .
Το πρώτο είναι η αναγνώριση του σφάλματος το οποίο είναι κύριο χα-
ρακτηριστικό κάθε μετανοούντος. Γράφει ο ιερός Χρυσόστομος: «Τ`ο φάρμα-
κον τ~ης μετανοίας κατασκευάζεται πρ~ωτον α [ π`ο καταγνώσεως τ~ων ο[ικείων α ] -
2
μαρτημάτων» . Στην Φιλοκαλία ο άγιος Γ. Παλαμάς γράφει συμφωνώντας μα-
ζί του: «Προηγε~ιται δ`ε τ~ης μετανοίας ]η [επίγνωσις τ~ων ο[ικείων πταισμάτων,…,
δι`α τ~ης [επιγνώσεως \ελκων τ`ον {ελεον, κα`ι δι’ [εξαγορεύσεως κα`ι τ~ης
α[υτομεμψίας τελείαν τ`ην {αφεσιν κομιζόμενος» 3 . Ο άγιος Κάλλιστος παραπέ-
μπει στον άγιο Ισαάκ, ο οποίος λέγει ότι «μακάριος {ανθρωπος ]ο γινώσκων τ`ην
]εαυτο~υ α [ σθένειαν· διότι α\υτη ]η γν~ωσις γίνεται α[υτ~?ω θεμέλιος κα`ι ]ρίζα κα`ι
[αρχ`η πάσης [αγαθωσύνης». Ο άγιος Ησύχιος θεωρεί έναν τρόπο για να γνωρίζει
ο άνθρωπος τον εαυτό του τα αμαρτήματά του, τη νήψη, τη φύλαξη του νου.
Γράφει: «] Η δ`ε καθαρότης τ~ης καρδίας…πάντα τ`α πάθη κα`ι πάντα τ`α κακ`α
[απ`ο τ~ης καρδίας [εκριζο~υσα, [εκκόπτει· κα`ι [αντεισάγει χαράν, ε[υελπιστίαν, κα-
τάνυξιν, πένθος, δάκρυον, [επίγνωσιν ]εαυτ~ων τε κα`ι τ~ων ]αμαρτημάτων
]ημ~ων,..» 4 .
Ο άνθρωπος δεν πρέπει να αμελεί τη μετάνοια του, ούτε να εφευρίσκει
δικαιολογίες για να μη μετανιώνει και να λέγει: «Πώς να φυλάξω την καρδιά
μου, αφού είμαι άνθρωπος αμαρτωλός;» 5 . Η δικαιολογία όταν επιρρίπτει στους
άλλους την αιτία και την ευθύνη των αμαρτιών του ανθρώπου στην συνέχεια
τον εμποδίζει από τη σωτηριακή μετάνοια. Ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής συμ-
βουλεύει: «\ Οταν ]υπ`ο τ~ων πονηρ~ων λογισμ~ων [ενεργώμεθα, ]εαυτο`υς κα`ι μ`η
πατρ?ώαν ]αμαρτίαν α[ιτιώμεθα»6 . Ο Αδάμ στην Εδέμ και μετά την παράβαση
του επέρριψε την ευθύνη της παραβάσεως στην Εύα, αλλά και στον Θεό που
του την έδωσε σαν σύζυγο του 7 . Με το περιεχόμενο αυτό της απολογίας κλεί-
νει ο Αδάμ αλαζονικά τα μάτια μπροστά στην προσωπική του ενοχή και αρνεί-
ται τη θέση του κατηγορουμένου. Παρόλα αυτά όμως δεν κατορθώνει να αθω-
ωθεί 8 . Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός αυτομέμφεται τον εαυτό του ότι είναι ο
ίδιος η αιτία της απώλειάς του και όχι κανείς άλλος· «[ Επειδ`η [εγώ ε[ιμι ]η α[ιτία
τ~ης [εμ~ης [απωλείας. Α[υτεξουσιότητι γ`αρ τετίμημαι κα`ι ο[υδε`ις βιάσαι με δύνα-
ται» 9 .
Το δεύτερο στάδιο της μετάνοιας είναι η εξομολόγηση των αμαρτημά-
των με συντριβή και πένθος. Η αναγνώριση των σφαλμάτων είναι μια ένδειξη
για ταπείνωση· «{ανθρωπος ]ο φθάσσας γν~ωναι τ`ο μέτρον τ~ης [ασθενείας α[υτο~υ,

1
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 197.
2
Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις Α΄ επιστολή Κορίνθ,] Ομιλία ΚΗ ΄, PG. 61, 234.
3
Γρηγορίου Παλαμά,] Ομιλία ΚΗ΄, PG. 151, 361B.
4
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης 113, Φιλοκαλία Α΄, σ.
158 (199).
5
Ησαΐα Αναχωρητή, Περ`ι τηρήσεως το~υ νοός 22, Φιλοκαλία Α΄, σ. 34 (61).
6
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 120, Φιλοκαλία Α΄, σ. 117 (152).
7
«Κα`ι ε@ιπεν ]ο[ Αδάμ· ]η γυνή, |ην {εδωκας μετ’ [εμο~υ, α\υτη μοι {εδωκεν [απ`ο το~υ ξύλου κα`ι {εφαγον». Γεν.
3,12.
8
Κορναράκη, Ιω., Πατερικά βιώματα τ~ης ενδεκάτης ώρας, [εκδ. Κυριακίδη 31986, σ. 38.
9
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ης ∆ευτέρας θεωρίας, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 35 (101).

247
ο#υτος {εφθασε τ`ο τέλειον τ~ης ταπεινώσεως» 1 . Ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής γρά-
φει· «Εκτ`ος συντριμμο~υ καρδίας, [αδύνατον καθόλου [απαλλαγ~ηναι κακίας» 2 . Η
ταπείνωση ως αρετή έχει την δυνατότητα να σβήσει πλήθος αμαρτίες· «]η τα-
πείνωσις, κα`ι χωρ`ις {εργων πολλ`α συγχωρε~ι πλημμελήματα» 3 . Και ο άγιος Θα-
λάσσιος ο Λίβυος γράφει: «\ Ωσπερ [επιθυμίαι κα`ι [οργα`ι ]αμαρτίας πληθύνουσιν,
ο\υτως [εγκράτεια κα`ι ταπείνωσις [εξαλείφουσιν α[υτάς» 4 . Ο άγιος Μάρκος ανα-
φέρει έναν τρόπο με τον οποίο μπορεί να καλυφτούν οι αμαρτίες του ανθρώ-
που, να καλύπτει τα αγαθά του έργα και τις αρετές που διαθέτει· «[ Ε`αν θέλ?ης
παρ`α Κυρίου [επικαλυφθ~ηναι τ`ας ]αμαρτίας σου, μ`η φανεροποιήσ?ης [ανθρώποις
[ε`αν {εχ?ης [αρετήν.\ Ο γ`αρ }αν πράττωμεν [επ`ι ταύταις, το~υτο κα`ι [επ’ [εκείναις ο]
Θε`ος [εργάζεται» 5 .
Είναι ανάγκη σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε τη διδασκαλία της Φι-
λοκαλίας περί του πένθους και των δακρύων. Ο άγιος Κασσιανός στο έργο του
«Περί των οκτώ της κακίας λογισμών», θέτει τον πέμπτο αγώνα εναντίον του
«πνεύματος της λύπης», τον θεωρεί «πονηρ`ον περιδράξηται τ~ης ψυχ~ης κα`ι
\ολην α[υτ`ην σκοτίσ?η» 6 και συμβουλεύει να αγωνιστεί ο άνθρωπος εναντίον του
διότι «του [εμβάλλοντος τ`ην ψυχ`ην ε[ις [απόγνωσιν». Παράλληλα όμως, ο άγιος
αναφέρει ένα είδος λύπης την οποία συμβουλεύει τον άνθρωπο να την ασκή-
σει· «Εκείνην μόνην τ`ην λύπην [ασκήσωμεν, τ`ην [επ`ι μετάνοιαν τ~ων ]ημαρτημέ-
νων, μετ’ [ελπίδος [αγαθ~ης γινομένην». Αυτή η λύπη που την κηρύσσει ο από-
στολος Παύλος στην επιστολή του και την ονομάζει «κατά Θε`ον λύπη» 7 την
οποία «τ~?η ε[ λπίδι τ~ης μετανοίας διατρέφουσα τ`ην ψυχήν, χαρ~?α σύμμεικτος ]υ-
πάρχει» 8 . Και ο όσιος Θαλάσσιος αναφέρει ότι «Λύπη κατ`α Θε`ον καθαίρει
καρδίαν· κα`ι μολυσμο`υς ]ηδον~ων μακρύνει [απ’ α[υτ~ης» 9 , κατά τον άγιο Παλαμά
η λύπη για την υλική φτώχεια προξενεί το θάνατο της ψυχής, ενώ «]η κατά
Θεόν λύπη μετάνοιαν ε[ις σωτηρίαν [αμεταμέλητον κατεργάζεται» 10 .
Η αίσθηση της αληθινής μετάνοιας για τον ρύπο της ψυχής και για τα
αναρίθμητα πταίσματά της είναι πάντα αδρανής και αμφίβολη χωρίς πένθος
των δακρύων της μετανοίας, όπως αναφέρει ο άγιος Συμεών: «Πρ`ο το~υ πέν-
θους κα`ι τ~ων δακρύων, μηδε`ις ]ημ~ας κενο~ις [απατάτω λόγοις, μηδ`ε πλαν~ωμεν
]εαυτούς. Ο[υκ {εστιν [εν ]ημ~ιν μετάνοια, ο[υδ`ε [αληθ`ης μεταμέλεια, ο[υδ`ε φόβος
Θεο~υ [εν τα~ις καρδίαις ]ημ~ων, ο[υδ`ε κατέγνωμεν ]εαυτ~ων, ο[υδ`ε [εν α[ισθήσει τ~ης
μελλούσης κρίσεως κα`ι τ~ων α[ιωνίων βασάνων [εγένετο ]η ψυχ`η ]ημ~ων» 11 . Ο ά-
γιος Μάρκος αναφέρει ότι ανάλογα με την αμαρτία οφείλει ο αμαρτωλός να
1
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 9, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
217 (Ε, 41).
2
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 210, Φιλοκαλία Α΄, σ. 124 (160).
3
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 43, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
243 (Ε, 69).
4
Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 70, Φιλοκαλία Β΄, σ. 214
(282).
5
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 135, Φιλοκαλία Α΄, σ. 118 (153).
6
Κασσιανού Ρωμαίου, Περ`ι λύπης, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 74 (104).
7
2 Κορ. 7,10.
8
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Περί λύπης, Φιλοκαλία Α΄, σ. 75 (105).
9
Οσίου Θαλασσίου, ∆εύτερη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 72, Φιλοκαλία Β΄, σ. 214
(282).
10
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 107 (263).
11
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 69, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 249 (25).

248
έχει πένθος, αλλιώς θα πέσει ξανά στην ίδια αμαρτία· «[ Εάν τις περιπέσ?η ε[ις
ο]ιανδήτινα ]αμαρτίαν, κα`ι μ`η λυπηθ~?η κατ`α [αναλογίαν το~υ σφάλματος, ε[υχερ~ως
πάλιν τ~?ω α[υτ~?ω περιπίπτει δικτύ?ω» 1 .
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ερμηνεύοντας το χωρίο του Αποστόλου
Παύλου2 , παρομοιάζει την ψυχή που έχασε τον πνευματικό Νυμφίο της με την
χήρα που έχασε τον άνδρα της, άμα δεν έχει συστολή και πένθος και δεν βαδί-
ζει στο δρόμο της μετανοίας, αλλά είναι σε διάχυση και έχει σπατάλη του εαυ-
τού της στις ηδονές, αυτή η ψυχή ενώ ζει, έχει ωστόσο πεθάνει3 . Το πένθος δεν
είναι τόσο για την αμαρτία όσο για την εμμονή του ανθρώπου στην ίδια
αμαρτία· «ο[υχ \οταν [ολισθήσωμεν {εν τινι, τότε λυπηθ~ωμεν· [αλλ’ \οταν [εμμεί-
νωμεν [εν α[υτ~?ω· τ`ο γ`αρ [ολίσθημα, σημβαίνει πολλάκις κα`ι το~ις τελείοις· τ`ο δ`ε
[εμμε~ιναι [εν α[υτ~?ω, νέκρωσίς [εστι τελεία» 4 . Ο άγιος Θεόγνωστος ενθαρρύνει τον
αμαρτωλό αν πέσει να μην κλονίζεται, αλλά να διορθώνεται· «μ`η θροο~υ, [αλλ`α
διορθο~υ». Η διόρθωση και η αποκατάσταση αυτή πάντα ολοκληρωμένη, όταν
γίνεται με συντριβή πνεύματος και πολλά δάκρυα, γράφει: «θ~αττον [επανατρέ-
χων ε[ις τ`ην προτέραν κατάστασιν, λύπη κα`ι σκυθρωπότητι κα`ι α[υτομεμψί?α
σφοδρ~?α· [αλλ`α γ`αρ κα`ι δακρύων ]ικαν~?η [εκχύσει, [εν συντριβ~?η πνεύματος» 5 .

Κατά τον άγιο Γ. Παλαμά το πένθος και τα δάκρυα γεννιούνται από την
συντριβή και την ταπείνωση· «δι`α μ`εν τ~ης ]εκουσίου σωματικ~ης πτωχείας κα`ι
ταπεινώσεως…[εκ τούτων τοίνυν, ο[υ πένθος α ] πλ~ως μόνο, [αλλ`α κα`ι δάκρυα τί-
6
κτονται» . Ο Νικήτας Στηθάτος γράφει: «[ Αδύνατον {αλλως τ`ην πηγ`ην τ~ων δα-
κρύων [αναστομ~ωσαί τινα, {ανευ βαθυτάτης ταπεινωφροσύνης» 7 . Ιδιαιτέρως το
πένθος δημιουργείται από την επίγνωση των αμαρτιών σε εκείνους που αμάρ-
τησαν απέναντι του Θεού· «το~ις γ`αρ ε[ις Θε`ον ]αμαρτο~υσιν, [εκ τ~ης τ~ων [επται-
σμένων [επιγνώσεως κινε~ιται πένθος» 8 . Αλλά και το πένθος αντιστέκεται στο
πνεύμα της φθοράς. Αναφέρει ο άγιος Ιωάνννης ο Καρπάθιος ότι: «τ`ο πένθος
[αντίκειται τ~?ω πνεύματι τ~ης φθορ~ας» 9 .
Κατά τον άγιο Παλαμά, το πένθος δεν αποτελεί μόνο στείρα και αρνη-
τική κατάσταση, αλλά δημιουργική και χαροποιό. Ο άγιος αναφέρει δυο καλά
προκύπτουν από το πένθος, το πρώτο ότι «]ο {ανθρωπος [ακίνητος γίνεται πρ`ος
τ`ο κακ`ον κα`ι πρ`ος τ`α προημαρτημένα [απερίτρεπτος», αλλά και «[εκε~ινα ]ως μ`η
γεγονότα διατίθησιν» 10 . Κατά τον άγιο Παλαμά το πένθος προοδεύει σε δυο
στάδια, αρχικά είναι η αρχή του πένθους που είναι γεμάτη από μεγάλο πόνο,
γιατί είναι ενωμένη με το φόβο του Θεού και μοιάζει με την επιστροφή του
1
Μάρκου Ασκητή, Περί τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 215, Φιλοκαλία Α΄, σ. 124 (161).
2
1 Τιμ. 5, 5-6. «ἡ δὲ ὄντως χήρα καὶ μεμονωμένη ἤλπικεν ἐπὶ Θεὸν καὶ προσμένει ταῖς δεήσεσι καὶ
ταῖς προσευχαῖς νυκτὸς καὶ ἡμέρας».
3
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά 45, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 150 (309). «ἡ δὲ
σπαταλῶσα ζῶσα τέθνηκε».
4
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 80, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
275 (Ε, 104).
5
Οσίου Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ι] εροσύνης 48, Φιλοκαλία Β΄, σ. 264 (337).
6
Γρηγορίου Παλαμά, Πρός Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 108 (264).
7
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 46, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 309 (∆΄, 92).
8
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 108 (264).
9
Ιωάννου Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 36, Φιλοκαλία Α΄, σ. 283 (336).
10
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 114 (270).

249
ασώτου υιού, τα λόγια του οποίου είναι γεμάτα λύπη και πένθος 1 . Όταν όμως
το πένθος προχωρήσει, ενώνεται με την αγάπη του Θεού και εξωθεί το φόβο,
οπότε η ψυχή γεμίζει από την παρηγοριά και γεύεται την αγαθότητα του Πα-
ρακλήτου· αυτό είναι το τελικό στάδιο του πένθους, το οποίο μοιάζει με την
προϋπάντηση και τον εναγκαλισμό του ουρανίου Πατέρα 2 .
Η μετάνοια χαρακτηρίζεται ως βάπτισμα των δακρύων· «Χωρ`ις γ`αρ δα-
κρύων ο[υκ [ηκούσθη [απ`ο το~υ α[ι~ωνος καθαρθ~ηναι ψυχ`ην το~υ ]ρύπου τ~ης ]αμαρ-
τίας, τ`ην μετ`α τ`ο βάπτισμα ]αμαρτήσασαν» 3 . Το πρώτο ζήτημα του χριστιανού
κατά τον άγιο Νείλο είναι να αποκτήσει το χάρισμα των δακρύων για να εξο-
μολογηθεί με κατάνυξη ώστε να δεχθεί την άφεση των αμαρτιών του· «Πρότε-
ρον περ`ι λήψεως δακρύων προσεύχου· \ινα δι`α το~υ πένθους μαλάξ?ης τ`ην [ενυ-
πάρχουσαν τ~?η ψυχ~?η σου [αγριότητα, κα`ι [εξαγορεύσας κατ`α σο~υ τ`ας [ανομίας
σου τ~?ω Κυρί?ω, τ~ης παρ’ α[υτο~υ [αφέσεως τεύξ?η» 4 . Βέβαια τονίζει ο άγιος ότι τα
δάκρυα δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέσα 5 , και εκείνοι που νόμιζαν ότι είναι
αυτοσκοπός έπεσαν στην υπερηφάνεια και δεν ωφέλησαν με τίποτε· «Πολλο`ι
δακρύοντες ]υπ`ερ ]αμαρτι~ων, [επιλαθόμενοι το~υ τ~ων δακρύων σκοπο~υ, μανέντες
[εξετράπησαν» 6 .
Ο Νικήτας Στηθάτος κάνει διάκριση ανάμεσα σε τρία είδη δακρύων: τα
φυσικά δάκρυα, τα δάκρυα της θείας κατάνυξης, και τα δάκρυα της
μετάνοιας7 . Τα φυσικά δάκρυα είναι εκείνα που χύνονται για φυσικούς λόγους,
για τους νεκρούς,…κτλ. Τα δάκρυα της κατάνυξης είναι για την ψυχή σαν
βροχή, κατεβαίνει από τη θεια δρόσο του Πνεύματος για παρηγοριά και ανα-
κούφιση της ψυχής και γεμίζουν το νου από κάθε χαρά και θεϊκό φως. Τα δά-
κρυα της μετανοίας παρομοιάζονται ο από τον άγιο ως «ποταμ`ος [επικλύζων»,
ο οποίος παρασύρει όλα τα τείχη της αμαρτίας και καθαρίζει την ψυχή 8 . Ο Νι-
κήτας τονίζει πως τα δάκρυα της μετανοίας έχουν τη δυνατότητα να καθαρί-
ζουν την ψυχή του ανθρώπου από τα φαύλα έργα της σάρκας· «\ινα \οπερ ]η ]η-
δον`η δι`α ]ρο~ης φυσικ~ης κατεμόλυνε σ~ωμα, το~υτο ]η [οδύνη τ~ης λύπης δι`α ρο~ης
α@υθις τ~ων δακρύων φυσικ~ης [αποκαθαίρειν» 9 . Η απόρριψη των παθών από την
ψυχή και η κάθαρση της καρδιάς με τα δάκρυα της μετάνοιας κάνουν τον άν-
θρωπο μέτοχο της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος 10 . Συνεπώς, τα δάκρυα εί-
ναι η εγγύηση της ολοκληρωμένης μετάνοιας και χωρίς αυτά η μετάνοια είναι
αναξιόπιστη. Όπου αληθινή μετάνοια, εκεί και αληθινό δάκρυα, και όπου πη-
γαία δάκρυα, εκεί και πηγαία μετάνοια.

1
Λκ. 15, 21.
2
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 114 (271).
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κατηχήσεις 29, 191-3, SC. 113, σ. 180-2.
4
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 5, Φιλοκαλία Α΄, σ. 177 (221).
5
Λέγει ο γέρων Παΐσίους «Ο καρδιακός πόνος και ο εσωτερικός αναστεναγμός είναι τα εσωτερικά
δάκρυα, που είναι ανώτερα από τα εξωτερικά». Παΐσίου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄,
Ι.Μ. Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκη, 2001, σ. 163.
6
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 8, Φιλοκαλία Α΄, σ. 178 (221).
7
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων 70, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 289 (70) και ∆εύτερη ]εκα-
τοντ`αδα φυσικ~ων 45, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 309 (91)
8
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 70, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 289 (∆΄, 70).
9
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 64, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 288 (∆΄, 69).
10
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 19, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 277 (∆΄, 57).

250
Το Τρίτον στάδιο της μετανοίας είναι η σταθερή απόφαση να μην αμαρ-
τήσει ξανά ο μετανοών που αποτελεί θεμελιώδη όρο της μετανοίας. Η απόφα-
ση αυτή του μετανοούντος να μισεί την αμαρτία και τα έργα της, να ζει την νέα
εν Χριστώ ζωή, ευρίσκεται στα βάθη της ελευθερίας της προαίρεσής του και
είναι αποτέλεσμα της ειλικρινούς μετανοίας 1 . Είναι μια απόφαση για μια και-
νούρια ζωή, απόφαση για αποφυγή των παλιών· «Μετάνοια [εστι καταλε~ιψαι τ`α
πρότερα κα`ι λυπε~ισθαι ]υπ`ερ α[υτ~ων» 2 . Κατά τον άγιο Νικόδημο τέτοια από-
φαση χρειάζεται θάρρος και αποφασιστικότητα ως επίσης και την θεία βοήθει-
α· «Τό π~αν \ολον τ~ης μετανοίας σου στέκεται ε[ις τό νά [αποφασίσ?ης νά [αλλάξ?ης
ζωήν. Μήν ε[ιπ~?ης, {αν [ημπορέσω, {εχω νά διορθωθ~ω· {η, {ηθελα νά μήν ]αμαρτήσω·
{οχι {ετσι· [αλλά νά λέγ?ης· [αποφασίζω νά διορθωθ~ω, θέλω νά μήν ]αμαρτήσω
πλέον, μέ τοιαύτην στερεάν, [αμετάθετον και [αποφασιστικήν θέλησιν, καθώς
δέν θέλω ποτέ νά πίω \ενα ποτ~ηρι γεμ~ατον φαρμάκι, καθώς δέν θέλω ποτέ νά
κρημνισθ~ω [από ένα κρημνόν καί καθώς δέν θέλω ποτέ νά φονευθ~ω»3 .
Το Τέταρτον στάδιο είναι η επιδίωξη των αγαθών έργων. Οι καρποί της
μετανοίας αποδεικνύουν ότι έχουμε πραγματική μετάνοια. ∆εν αρκεί μόνο η
απομάκρυνση από την αμαρτία, αλλά χρειάζεται η εργασία των αρετών των
οποίων αντιστέκονται στις αμαρτίες 4 . Ο άγιος Πρόδρομος ζητούσε από τους
μετανοούντες καρπούς αξίους μετανοίας. Ο άγιος Παλαμάς λέγει: «Μετάνοια
δέ [εστι τ`ο μισ~ησαι τ`ην ]αμαρτίαν κα`ι [αγαπ~ησαι τ`ην [αρετήν, κα`ι [εκκλ~ιναι [απ`ο
το~υ κακο~υ κα`ι ποι~ησαι τ`ον [αγαθόν»5 . Κατά τον άγιο Πέτρο το ∆αμασκηνό η
ολοκληρωτική μετάνοια είναι «]η [απέχουσα α [ π`ο παντ`ος {εργου κα`ι λόγου πονη-
6
ρο~υ» .
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς διδάσκει ποιά είναι τα έργα της μετάνοι-
ας και περιορίζει με σαφήνεια, λέγοντας· «Κτησώμεθα τ`α {εργα τ~ης μετανοίας,
φρόνημα ταπεινόν, κατάνυξιν κα`ι πένθος πνευματικόν, καρδίαν πρ?αε~ιαν, [ελέου
γέμουσαν, δικαιοσύνης [ερ~ωσαν, καθαρότητος [αντιποιουμένην, ε[ιρηνικήν,
ε[ιρηνοποιόν, φερέπονον, το~ις ]υπ`ερ [αληθείας κα`ι δικαιοσύνης [ενασμενίζουσαν
διωγμο~ις κα`ι ζημίαις κα`ι \υβρεσι κα`ι συκοφαντίαις κα`ι πάθεσιν» 7 . Αναφέρουμε
σε αυτό το σημείο τα εξής λόγια του καθ. Κεσελόπουλου, ο οποίος προβάλλει
την αληθινή έννοια της μετανοίας ως απόρριψη την παλιά ζωή και αποδοχή
την νέα: «Η μετάνοια δεν εξαντλείται σε ορισμένες αντικειμενικές βελτιώσεις
της συμπεριφοράς, ούτε σε τύπους και σχήματα εξωτερικά, αλλά αναφέρεται
σε μια βαθύτερη και καθολικότερη αλλαγή στη ζωή του ανθρώπου. ∆εν είναι
μια παροδική συντριβή από τη συναίσθηση διαπράξεως κάποιας αμαρτίας, άλ-

1
Σταυρόπουλου, Χρ., Ποιμαντική της μετανοίας, \ο.π., σ. 92.
2
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 44, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
244 (Ε, 70).
3
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 222.
4
«Ο[υ γ`αρ μ`η κακ`ον ε@ιναι δε~ι μόνον τ`ον το~υτο πεπιστευμένον, το~υτο μ`εν γ`αρ κα`ι τ~ων ]υπ`ο χε~ιρα το~ις
πολλο~ις α{ισχιστον, [αλλ`α κα`ι τ~ω
? [αγαθ~?ω διαφέροντα, κατ`α τ`ην, [εκκλίνειν [απ`ο κακο~υ, κα`ι ποιε~ιν [αγαθ`ον,
κελε{υουσαν [εντολ`ην». Γρηγορίου Θεολόγου, Απολογητικός Β΄, PG 35, 424A.
5
Γρηγορίου Παλαμά,] Ομιλία ΝΘ΄, 5, Περ`ι τ~ων τελουμένων κατά τ`ο θε~ιο Βάπτισμα κα`ι περ`ι μετανοί-
ας, [εκδ. Σ. Οικονόμου, σ. 241 και ΕΠΕ 11, 492. Πρβλ. Συμεών Ν. Θεολόγου, Κατηχήσεις 30, SC. 113,
σ. 194.
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ης τρίτης θεωρίας, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 38 (103).
7
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά κα`ι πρακτικά 57, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 155
(315).

251
λα μια μόνιμη πνευματική κατάσταση, που σημαίνει σταθερή κατεύθυνση του
ανθρώπου προς τον Θεό και συνεχής διάθεση για ανόρθωση, θεραπεία και α-
νάληψη του πνευματικού αγώνα» 1 .

5. Τα σημάδια της αυθεντικής μετάνοιας.

Ο κανόνας της μετάνοιας είναι ν’ αποκτήσει ο άνθρωπος την αίσθηση


της αμαρτίας και επίγνωση της ασθένειας του, που τον προετοιμάζει και τον
οδηγεί στην μετάνοια και στην αναζήτηση της χάρης του Θεού 2 . Γι’ αυτό η
προαίρεση και προθυμία του αμαρτωλού για την μετάνοια είναι από τα πιο ση-
μαντικά σημάδια της αληθινής μετάνοιας· «Όσοι δεν μετανοούν με την πρόθε-
σή τους, αυτοί και αμαρτάνουν συνεχώς. Όσοι αμαρτάνουν χωρίς να θέλουν,
αυτών η μετάνοια είναι συνειδητή και η αιτία της όχι συχνή» 3 .
Η ειλικρίνεια είναι ένα από τα στοιχεία της αυθεντικής μετάνοιας. Ο ά-
γιος Μάξιμος αναφέρει ότι ένα από τα στοιχεία της ειλικρινούς μετάνοιας είναι
να μην ασχοληθεί ο αμαρτωλός με τις αμαρτίες των άλλων. Εκείνος που παρα-
μελεί τις αμαρτίες του και περιεργάζεται των άλλων δεν έκανε ακόμη το πρώτο
βήμα προς την μετάνοια· «] Ο τ`ας τ~ων α { λλων ]αμαρτίας περιεργαζόμενος }η κα`ι
[εξ ]υπονοίας τ`ον [αδελφ`ον κρίνων, ο{υπω {εβαλεν [αρχ`ην μετανοίας· ο[υδ`ε [ερευν~α
το~υ γν~ωναι τ`ας ]εαυτο~υ ]αμαρτίας, [εν [αληθεί?α βαρυτέρας ο{υσας μολύβδου πο-
λυταλάντου· ο[υδ`ε {εγνω πόθεν γίνεται {ανθρωπος βαρυκάρδιος, [αγαπ~ων ματαιό-
τητα κα`ι ζητ~ων ψε~υδος. ∆ι`α το~υτο ]ως {αφρων κα`ι [εν σκότει διαπορευόμενος,
[αφε`ις τ`ας ]εαυτο~υ α
] μαρτίας, τ`ας τ~ων {αλλων φαντάζεται, }η ο{υσας }η νομιζομένας
4
[εξ ]υπονοίας» .
Ακόμη, η προσοχή είναι από τα γνωρίσματα της αληθινής μετάνοιας και
ανεπιφύλακτη βεβαιότητα για τη συγχώρηση των αμαρτιών. Γράφει ο άγιος
Νικηφόρος ο Μονάζων· «Προσοχή [εστι μετανοίας [ακραιφνο~υς γνώρισμα· προ-
σοχή [εστιν ψυχ~ης [ανάκλησις, κόσμου μ~ισος κα`ι πρ`ος Θε`ον [επάνοδος· προσοχή
[εστιν [αθέτησις ]αμαρτίας κα`ι [αρετ~ης [επανάληψις· προσοχή [εστι συγχωρήσεως
]αμαρτι~ων [ανενδοίαστος πληροφορία»5 . Κατά τον άγιο Ησύχιο για να βαδίσει ο
άνθρωπος σωστά στο δρόμο προς την μετάνοια χρειάζεται να έχει προσοχή του
νου, νήψη με ταπείνωση και αντίρρηση των λογισμών με την ευχή· «Νο~υ προ-
σοχ`ην [αρξάμενοι πολιτεύεσθαι, ε[ι μ`εν ]αρμόττωμεν νήψει ταπείνωσιν κα`ι τ~?η
[αντιρρήσει ε[υχ`ην συγκολλ~ωμεν, τ`ην ]οδ`ον τ~ης μετανοίας καλ~ως ο] δεύσομεν»6 .
Για να είναι η μετάνοια αποτελεσματική, οφείλει ο μετανοών να μην
αντιλέγει σε εκείνον που τον ελέγχει ευλόγως ή αλόγως, γιατί τότε δεν είναι
άξιος της συγχώρησης κατά χάρη, εφόσον ζητά δικαστήριο και δικαιώματα και
όχι φιλανθρωπία, όπως αναφέρει ο Πέτρος ο ∆αμασκηνός: «\οπου δικαιολογίαι,
[εκε~ι τ`ο δίκαιον ζητε~ιται κα`ι ο[υ τ`ο φιλάνθρωπον· κα`ι {ηργησε λοιπ`ον ]η χάρις, ]η

1
Κεσελοπούλου, Α., Τα πάθη και αρετές στη διδασκαλία του αγίου Γ. Παλαμά, ο\ .π., σ. 82.
2
Καρδαμάκη, Μιχαήλ., (Πρωτ.), Ορθόδοξη πνευματικότητα, [εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1980, σ. 196.
3
Ηλία Πρεσβυτέρου,[ Ανθολόγιον γνωμικόν 14, Φιλοκαλία Β΄, σ. 290 (Γ΄, 33).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 55, Φιλοκαλία Β΄, σ. 34 (83).
5
Νικηφόρου Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 26 (169).
6
Ησύχιου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 152, Φιλοκαλία Α΄, σ. 165 (206).

252
[εκτ`ος {εργων δικαιοσύνης δικαιο~υσα τ`ον [ασεβ~η» 1 . Επίσης οφείλει να δέχεται
με ευγνωμοσύνη και υπομονή τους ελέγχους, με ευχαριστία εκείνους που ελέγ-
χουν και με ανοχή εκείνους που τον κατηγορούν ανεξίκακα 2 . Όπως παραπέ-
μπει ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός στον άγιο Ισαάκ ότι «Ο[υκ {εστιν ]η [αντιλο-
γία τ~ης πολιτείας τ~ων Χριστιαν~ων» 3 , ενστερνίζεται μάλιστα τον απόστολο
Παύλο που λέγει: «Εἰ δέ τις δοκεῖ φιλόνεικος εἶναι, ἡμεῖς τοιαύτην συνήθειαν
οὐκ ἔχομεν, οὐδὲ αἱ ἐκκλησίαι τοῦ Θεοῦ» 4 . Ο Μ. Βασίλειος γράφει προς ένα
ηγούμενο να επιβάλλει κανόνα σε όποιον αντιλέγει «μετανοίας πολλάς, {αχρι
χιλίας». Τον αριθμό αυτό τον ανεβάζει ή σε χίλιες μετάνοιες στο Θεό, ή μια
στον ηγούμενο του λέγοντας «συγχώρησον Πάτερ».
Κατά τον όσιο Θαλάσσιο σημείο της αφέσεως των αμαρτιών είναι η ε-
λευθερία από τα πάθη· «Συγχώρησις ]αμαρτι~ων, παθ~ων [εστιν [ελευθερία· #ων ]ο
μήπω [ελευθερωθε`ις χάριτι, τ~ης συγχωρήσεως ο{υπω {ετυχε» 5 . Και το ίδιο ση-
μειώνει ο άγιος Θεόδωρος Εδέσσης ότι «\ Οσαπερ [εμπαθ~ως διεπράξαμεν, τού-
των κα`ι α]ι μν~ημαι τ`ην ψυχ`ην [εμπαθ~ως τυραννο~υσιν· \οταν δ`ε τ`α [εμπαθ~η [ενθη-
μήματα πάντ?η τ~ης καρδίας [εξαλειφθ~?η, ]ως μηδ`ε προσβάλλειν α[υτ~?η, τότε ση-
με~ιον φαίνεται τ~ης συγχωρήσεως τ~ων προτέρων ]αμαρτημάτων· \εως γ`αρ ε[ -
μπαθ~ως ]η ψυχ`η κινε~ιται, κα`ι ]η τ~ης ]αμαρτίας ε[ πικράτεια ε[ ν α[υτ~?η γνωρίζεται»6 .
Ο άγιος ∆ιάδοχος Φωτικής αναφέρει ότι μετά τη θερμή εξομολόγηση των α-
μαρτημάτων η συνείδηση πληροφορείται την τέλεια άφεση με τα δάκρυα της
αγάπης· «Ο[υ γάρ [εστιν {ανθρωπον {οντα μ`η πταίειν [ανθρώπινα, {αχρις ο#υ πλη-
ροφορηθ~?η ]η συνείδησις ]ημ~ων [εν δακρύ?ω [αγάπης περ`ι τ~ης τούτων [αφέσεως» 7 .
Η μετάνοια δεν έγκειται μονάχα στην καλή διάθεση και την ελεύθερη
εκλογή του ανθρώπου. Είναι συνάμα και αποτέλεσμα της ίδιας της θειας χάρη-
τος. Γράφει ο ιερός Χρυσόστομος: «Προσάγομεν τοίνυν ]εαυτο~ις, [αδελφοί,
φάρμακον ε[ις σωτηρίαν τήν μετάνοιαν· μ~αλλον δέ δεξώμεθα παρά το~υ Θεο~υ
τήν μετάνοιαν [ιατρεύουσαν ]ημ~ας. Ο[υ γάρ ]ημε~ις α[υτ?~ω ταύτην προσάγομεν,
[αλλ’ α[υτός ]ημ~ιν ταύτην [εχορήγησεν» 8 . Όπως τονίζει ο άγιος Γρηγόριος ο Πα-
λαμάς ότι ο Θεός μας συμφιλίωσε μέσω του Υιού Του, όχι βέβαια χωρίς εμείς
να εργαστούμε τα αγαθά έργα, αλλά ως συνεργάτες Του, γιατί η αργία θεωρεί-
ται αμαρτία· «Ο γο~υν Πατ`ηρ δι`α το~υ Υ]ιο~υ, καταλλάσσων ]εαυτ~?ω η ] μ~ας, μ`η λο-
γιζόμενος τ`α παραπτώματα ]ημ~ων, ο[υχ ]ως προσκειμένους το~ις {εργοις το~ις [ατό-
ποις, α
[ λλ’ ω
] ς [αργο`υς καλε~ι· καίτοι ]η [αργία α
] μαρτία [εστί· κα`ι ]υπ`ερ [αργο`υ γ`αρ
9
λόγου λόγον δώσομεν» . Αλλά πάντα υπάρχει η πεποίθηση ότι η συγχώρηση
των αμαρτιών δεν εξαρτάται μόνο από τη μετάνοια του αμαρτωλού και από
την τήρηση του επιτιμίου, αλλά και από τη φιλανθρωπία και ευσπλαχνία του
Θεού. Χαρακτηριστική είναι η επιστολή του αββά Νείλου προς Χαρικλ`ην πρε-

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδώνυμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 105 (176).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδώνυμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 105 (176).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδώνυμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 104 (175).
4
1 Κορ. 11,16.
5
Θαλάσσιου Λιβύη, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 101, Φιλοκαλία Β΄, σ. 210
(278).
6
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 11, Φιλοκαλία Α΄, σ. 306 (13).
7
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 100, Φιλοκαλία Α΄, σ. 272 (325).
8
Ιωάννου Χρυσοστόμου, Περ`ι μετανοίας 7,3, PG. 49, 327.
9
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 96 (251).

253
σβύτερον· «Σκόπει, τοίνυν, πρεσβύτερε, μ`η μόνον [αποτομίαν κα`ι [οργ`ην [εν τα~ις
[ιερα~ις βίβλοις κηρυσσομένην Θεο~υ, [αλλ`α κα`ι φιλανθρωπίαν α [ ναρίθμητον, κα`ι
[ανεξιχνίαστον, καθάπερ φησ`ιν ]η Γραφ`η πρ`ος τ`ον Κύριον…» 1 . Και ο άγιος
Θεόγνωστος γράφει ότι η εξιλέωση των αμαρτιών γίνεται από την αμνησικακία
και ανεξικακία του Θεού, αλλά και ο άνθρωπος οφείλει να λάβει τα μέτρα για
να μην ξαναδιαπράξει τα ίδια παραπτώματα· «] Ιλασμ`ον λαμβάνων παρ`α Θεο~υ
τ~ων πταισμάτων, δόξαζε τ`ον [αμνησίκακον \αμα κα`ι [ανεξίκακον, [ασφαλιζόμενος
]υπ`ερ τ~ων ]εκουσίων σφαλμάτων πάσ?η δυνάμει» 2 .
Η μετάνοια είναι δώρημα Θεού, αλλά και συνέργια του ανθρώπου, δεν
την πετυχαίνει ο άνθρωπος από μόνος του, αλλά συνεργώντας του Θεού μέσα
του. Γιατί κανείς δεν μπορεί να στραφεί προς την αλήθεια, την οδό και τη ζωή,
που είναι ο Χριστός, χωρίς προηγουμένως να τον αγγίξει αυτή η χάρη. Το γε-
γονός όμως αυτό δεν σημαίνει καθόλου, ότι μειώνεται η σημασία και η αξία
της καλής κρίσεως, που πρέπει να θέτει στην ελευθερία του. Αν και ο ίδιος δεν
το θελήσει, η παντοδύναμη αγάπη του Θεού δεν τον σώζει 3 .
Η μετάνοια όμως δεν είναι απλώς και μόνο η αφετηρία της [εν Χριστ~?ω
ζω~ης. Είναι καθημερινό φαινόμενο αυτής της ζωής 4 . Και όπως η οδός η οποία
οδηγεί στην ένωση με τον Θεόν είναι ατελείωτη, έτσι και η μετάνοια. Η μετά-
νοια είναι μια πορεία χωρίς τέρμα, ατελείωτη 5 . Ο άγιος Κάλλιστος υποθέτει
την ανάγκη του ανθρώπου για συνεχή μετάνοια: «γινώσκειν ]ημ~ας [εν πάσ?η
\ωρ?α, \οτι [εν ταύταις τα~ις ε[ικοσιτέσσαρσιν \ωραις τ~ης νυκτ`ος κα`ι τ~ης ]ημέρας, τ~ης
μετανοίας χρ?ήζομεν» 6 . Η μετάνοια όπως την βλέπει ο Olivier Clément δεν εί-
ναι «συμμόρφωση προς το νόμο, αλλά συγκλονιστική συνάντηση με τον Χρι-
στό, μεταμόρφωση του έρωτα, μέσα στη φωτιά του πνεύματος». Έτσι ο Χρι-
στιανισμός κατά τη γνώμη του είναι μια στάση ζωής που διαδραματίζεται κα-
τεξοχήν ανάμεσα στον μετανοήσαντα και στον αμετανόητο ληστή· «Ο χριστι-
ανισμός δεν διαδραματίζεται ανάμεσα στο καλό και στο κακό της ηθικής, αλλά
στους δύο ληστές… δεξιά και αριστερά του Ιησού» 7 .

ΙΙ) Η Εξομολόγηση.

Η μετάνοια και η εξομολόγηση αποτελούν τις δυο φάσεις ενός και του
αυτού μυστηρίου. Η εξομολόγηση είναι ο καρπός της μετάνοιας και χωρίς αυ-
τή δεν έχει αποτέλεσμα, όπως τονίζει ο άγιος Νικόδημος 8 . Η εξομολόγηση εί-

1
Νείλου Ασκητού,[ Επιστολή πρ`ος Χαρικλε~ι πρεσβυτέρω, PG. 79, 497D-500A. Βλ. Λκ. 17,10.
2
Οσίου Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ι] εροσύνης 63, Φιλοκαλία Β΄, σ. 267 (340).
3
Μουστάκης, Βασ., «Μετάνοια» στο Θ.Η.Ε 12, σσ. 764-778.
4
«Προσήκει γ`αρ α\υτη π~ασιν ]αμαρτωλο~ις κα`ι δικαίοις πάντοτε το~ις βουλομένοις σωτηρίας τυχε~ιν. Κα`ι
ο[υδε`ις [εστ`ιν ο\ ρος τελειώσεως, \οτι ]η τελειότης κα`ι τ~ων τελείων ο{ ντως α
[ τέλεστος. ∆ιά τοι το~υτο ]η με-
τάνοια ο{υτε καιρο~ις ο{υτε πράξεσι περιορίζεται \εως θανάτου». Ισαάκ του Σύρου, Τα ευρεθέντα ασκη-
τικά, Λόγος 55, σ. 220.
5
Σταυρόπουλου, Χρ., Ποιμαντική της μετανοίας, \ο.π., σ. 88.
6
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 80, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
275 (Ε΄, 104).
7
Clément, Olivier, Η θεολογία μετά τον θάνατο του Θεού, \ο.π., σ. 64 και 56.
8
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 278.

254
ναι η εξωτερική και έμπρακτη εκδήλωση της μετάνοιας 1 , ενώ η μετάνοια
χρειάζεται να εκφραστεί μέσω της εξομολόγησης, σε ομολογία και εξωτερί-
κευση της ενοχής και του κακού και να επισφραγιστεί με τη συγγνώμη και την
άφεση2 . Όταν η ψυχή του ανθρώπου, όπως αναφέρει ο άγιος Μακάριος, δείξει
τη μετάνοιά της με εξομολόγηση και ταπείνωση, αξιώνεται την επίσκεψη της
θείας χάρης και απολαμβάνει την ουράνια ευφροσύνη 3 . Το μυστήριο της μετά-
νοιας και εξομολόγησης αποτελεί κατεξοχήν το χώρο όπου διενεργείται η ποι-
μαντική χειραγώγηση, το κήρυγμα, η κατήχηση, τα άλλα μυστήρια και οι εξα-
γιάστικες ενέργειες της Εκκλησίας τα οποία όμως έχουν ελλιπή αποτελεσματι-
κότητα, αν δεν διενεργείται παράλληλα εξομολογητικό έργο 4 .
Όπως τονίσαμε ανωτέρω ο χριστιανός έχει ανάγκη αφενός από την
πνευματική καθοδήγηση για να προοδεύει ασφαλής στην πνευματική του ζωή,
και αφετέρου έχει ανάγκη από το μυστήριο της μετανοίας και εξομολόγησης
για την άφεση των αμαρτιών. Πρόκειται για δυο διαφορετικές λειτουργίες, έ-
στω και αν στοχεύουν προς την ίδια κατεύθυνση, έστω και αν η πνευματική
καθοδήγηση προϋποθέτει την εξομολόγηση, ή η εξομολόγηση καταλήγει στην
πνευματική καθοδήγηση 5 . Μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να συνδέεται το
μυστήριο της εξομολόγησης με την πνευματική καθοδήγηση και να γίνεται κα-
τά τη διάρκεια της εξομολόγηση η πνευματική καθοδήγηση και η θεραπευτική
αγωγή του πιστού για την απαλλαγή του από τα πάθη, ιδιαιτέρως αν ο πνευμα-
τικός πατέρας είναι ιερωμένος και εξομολογητής που έχει το ενταλτήριον
γράμμα.
Η εξαγόρευση των λογισμών ήταν η πολιτεία των Πατέρων της ερήμου·
ο αββάς Ποιμήν αφηγείται για τον αββά Παφνούτιο ότι έλεγε: «Όλον τον και-
ρό που ζούσαν οι γέροντες, τους επισκεπτόμουν δυο φορές το μήνα, αν και α-
πείχα από αυτούς δώδεκα μίλια και τους ανακοίνωνα κάθε λογισμό μου»6 . Στο
απόφθεγμα το οποίο αποδίδεται στον αββά Αντώνιο, η εξαγόρευση δεν περιο-
ρίζεται μόνο στους λογισμούς και στα πάθη που ενοχλούν και απαιτούν θερα-
πεία, αλλά επεκτείνεται για να περιλαμβάνει όλες τις λεπτομέρειες της ζωής
του μοναχού, λέγει: «Ε[ι δυνατόν, ο\ σα βήματα βάλλει ο μοναχ`ος {η \οσας σταγό-
νας πίνει ε[ις τ`ο κελλ`ιον α[υτο~υ, [οφείλει θαρρε~ιν το~ις γέρουσιν, ε[ι {αρα ο[υ πταίει
[εν α[υτο~ις» 7 .
Ο υποτακτικός οφείλει να υποτάσσει τον εαυτό του στον γέροντα και να
φανερώσει τους λογισμούς του με τρόπο που να αποφεύγει τα λάθη και τις πα-
γίδες και να μην έχει εμπιστοσύνη στα δικά του έργα, ενώ και από την άλλη
πλευρά να αποφεύγει την ανησυχία και την αβεβαιότητα για την προκοπή του
στην πνευματική ζωή 8 . Η εξαγόρευση των λογισμών δείχνει ότι ο υποτακτικός
1
Βακάρου, ∆., (π.), Το μυστήριο της μετάνοιας και εξομολογήσεως, Ιστορία και πράξη, Θεσσαλονίκη
1999, σ. 56.
2
Καρδαμάκη, Μιχαήλ., (Πρωτ.), Ορθόδοξη πνευματικότητα, \ο.π., σ. 207.
3
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 112, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 216 (296).
4
Μουστάκη, Βασ., «Μετάνοια» στο Θ.Η.Ε 12, σ. 767.
5
Περισσότερα για τη διαφορά ανάμεσα στο μυστήριο της εξομολόγησης και την πνευματική καθοδή-
γηση. Βλ. Πατρώνου, Γεωρ., Θεολογία και ορθόδοξο βίωμα, [εκδ. ∆όμος, Αθήνα 1994, σσ. 279-282.
6
Αποφθέγματα, [ α ββά Παφνουτίου 3 , σ. 632.
7
Αποφθέγματα, [ α ββά Αντωνίου 38, σ. 66.
8
Βλ. Gould, G., Τhe Desert father on monastic community, Clarendon Press, Oxford 1999, σ. 33.

255
δεν εμπιστεύεται στον εαυτό του και υποτάσσει το δική του θέλημα στον
πνευματικό του πατέρα. «Μην υπολογίζεις τον εαυτό σου» 1 , ήταν πάντα η
συμβουλή των Πατέρων στους αρχαρίους. Στην περίπτωση του αββά Παφνου-
τίου, που αναφέραμε προηγούμενος, αναφέρει ότι οι γέροντες δεν του είπαν
τίποτα άλλο παρά τούτο: «όπου και αν υπάγεις, μη υπολογίζεις τον εαυτό σου
και θα είσαι αναπαυμένος» 2 .
Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε ότι στην ορθόδοξη
παράδοση υπάρχει διαφορά μεταξύ αναδοχής ή εξαγόρευσης των λογισμών
αφενός, η οποία αποτελεί μία συμβουλευτική διακονία με την οποία ο χρι-
στιανός εκθέτει τα προσωπικά του προβλήματα σε ένα πρόσωπο έμπειρο
στην πνευματική ζωή και δεν είναι απαραίτητο να είναι ιερωμένος· και του
μυστήριου της εξομολογήσεως αφετέρου, το οποίο τελείται από τον επίσκο-
πο και τους ιερείς, στους οποίους έχει δοθεί ένταλμα 3 . Η σύγχυση και η
ταύτιση μεταξύ των δύο αυτών ήταν και είναι πάντα δυνατή 4 .
Η διακονία της συμβουλής δεν είναι η μυστηριακή δύναμη του «δε-
σμε~ιν και λύειν» το αμάρτημα, αλλά το θεραπευτικό μέσο για να αποφεύγε-
ται στο μέλλον 5 . Ο Μ. Βασίλειος συνδυάζοντας κατά κάποιον τρόπο την ε-
ξομολόγηση των αμαρτιών με την εξαγόρευση των λογισμών επέβαλε στους
μοναχούς τη μυστική εξομολόγηση, παροτρύνονται τους στην προκοπή με το
να ομολογούν «τ`α κρυπτ`α τ~ης καρδίας το~ις πεπιστευμένοις τ~ων [αδελφ~ων» 6 .
Οι «πεπιστευμένοι» είναι αυτό που λέμε σήμερα οι έμπειροι πνευματικοί και
εξομολόγοι. Και έτσι οι χριστιανοί γενικά επηρεασμένοι από τη μοναστική
παράδοση άρχισαν μετά την κατάργηση του «πρεσβυτέρου επί της μετανοί-
ας» να επιλέγουν ελεύθερα μόνοι τους το κατάλληλο πρόσωπο για να εξομο-
λογηθούν, ιδιαιτέρως τους πνευματικούς πατέρες που είχαν φήμη 7 . Στην μο-
ναχική ζωή διακρίνεται συνήθως η εξομολόγηση από την εξαγόρευση των λο-
γισμών. Η εξαγόρευση των λογισμών γίνεται σε πνευματικό πατέρα, που δεν
είναι απαραίτητο να είναι κληρικός, ενώ η εξομολόγηση, που συνδέεται με την
άφεση των αμαρτιών, γίνεται μόνο σε κληρικό. Όμως στις περισσότερες περι-
πτώσεις ο πνευματικός πατέρας είναι και κληρικός 8 .
Η εξομολόγηση με την έννοια της εξαγόρευσης δεν παίρνει πάντοτε την
έννοια του Μυστήριου της μετάνοιας, γιατί η εξομολόγηση υπήρχε και υπάρχει
ως διακεκριμένη μοναστική πράξη. Γράφει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος:
«[ Εξαγόρευσις τοίνυν ο[υδ`εν α
{ λλο [εστ`ιν }η χρε~ων ]ομολογία ε{ιτ’ ο#υν [επίγνωσις
σφαλμάτων κα`ι α [ φροσύνης [ιδίας {ηγουν πτωχείας κατάγνωσις» 9 . Κατά τον
Θεόδωρο Στουδίτη «[εξαγόρευσίς [εστι λόγων κα`ι [ενθυμήσεων α[ισχρ~ων [ανήδο-
νος ]υπόμνησις· διάλυσις δ`ε ]η τούτων διάκρισις, [επ`ι α [ γαθ`ην ]οδ`ον ο] δηγο~υσα

1
Αποφθέγματα, [ α ββά Ποιμένος 79 , σ. 562 και 36, σ. 542.
2
Αποφθέγματα, [ α ββά Παφνουτίου 3 , σ. 632.
3
Hausherr., I. Spiritual direction in the early Christian east, σ. 102.
4
Βλ. Χριστοφορίδου, Β., Η πνευματική πατροτης κατά Συμεών τον νέον Θεολόγον,\ Ο.π., σ. 57.
5
Ευδοκίμοφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 379.
6
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατά πλάτος, 26, PG. 31, 985D. ΕΠΕ 8, σ. 304.
7
Σκαλτσή, Π., Ιστορική εξέλιξη της ακολουθίας ε[ις εξομολογούμενον στο συνέδριο «Το Ιερόν Μυ-
στήριον της μετανοίας», σ. 72-73.
8
Μαντζαρίδη, Γ., Χριστιανική ηθική ΙΙ, σ. 134.
9
Συμεών Ν. Θεολόγου, Επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 3, Έργα, τομ. Γ΄, \ο.π., σ. 424.

256
το`υς προσερχομένους» 1 . Στους νεωτέρους συγγραφείς ο όρος αποκτά ειδική
μυστηριακή σημασία 2 . Κατά τον άγιος Συμεών ο εισερχόμενος στην μοναχική
ζωή οφείλει να εξομολογηθεί στον πνευματικό πατέρα ή στο ηγούμενο όλα τα
μυστικά της καρδιάς του από την βρεφική ηλικία μέχρι εκείνη τη στιγμή και
αυτό γίνεται «]ως πρ`ος α[υτ`ον τ`ον Θε`ον τ`ον [ετάζοντα καρδίας κα`ι νεφρούς»3 .
Η διδασκαλία της Φιλοκαλίας για την εξομολόγηση των λογισμών είναι
ξεκάθαρη. Ο άγιος Κασσιανός στην επιστολή του προς ηγούμενο Λεόντιο α-
ναφέρει ότι δεν θα βρεθεί άλλη οδός σωτηρίας ασφαλής, όσο το να εξομολο-
γήσει ο άνθρωπος τους λογισμούς του στους Πατέρες που έχουν μεγάλη διά-
κριση·«[ Εκ πάντων ο@υν τ~ων ε[ιρημένων μανθάνομεν, ο\ τι ο[υκ {αλλη ε]υρεθήσεται
]οδ`ος σωτηρίας [ασφαλής, ]ως τ`ο [εξαγγέλλειν το`υς [ιδίους λογισμο`υς το~ις διακρι-
τικωτάτοις τ~ων Πατέρων» 4 . Από την άλλη πλευρά για τον μοναχό δεν διατρέ-
χει μεγάλο κίνδυνο παρά όταν αποκρύπτει τους λογισμούς του από τον πνευ-
ματικό του πατέρα.
Η εξομολόγηση και η αποκάλυψη των λογισμών από μόνη της έχει τη
δυνατότητα να τους μαραίνει και να τους εξασθενίζει «\ Ωσπερ γ`αρ {οφις α [ π`ο
σκοτειν~ης τρυμαλι~ας [εξενεχθε`ις ε[ις φ~ως, σπουδάζει φυγ~?η χρήσασθαι κα`ι [αφα-
νισμ~?ω· ο\υτω κα`ι ο\ι πονηρο`ι λογισμο`ι, δι`α τ~ης [αρίστης ]ομολογίας κα`ι [εξαγο-
ρεύσεως φανερωθέντες, σπουδάζουσι φεύγειν [απ`ο το~υ [ανθρώπου» 5 . Την ίδια
διδασκαλία συναντούμε στον άγιο Θεόληπτο Φιλαδελφείας, ο πνευματικός πα-
τέρας του αγίου Γρηγορίου Παλαμά, ο οποίος συμβουλεύει τον μοναχό να α-
ποδιώξει τους λογισμούς με την προσευχή ήδη από την πρώτη κίνηση τους και
να μην τους επιτρέπει να εισβάλουν στην καρδιά για αν μην πολυκαιρίζουν·
στη συνέχεια να τους ξεριζώνει τελείως με την εξομολόγηση· «∆ε~ι ο@υν α[υτο`υς
στηλιτεύειν δι`α τ~ης [εξαγορεύσεως· θριαμβευόμενοι γ`αρ ο]ι πονηρο`ι λογισμοί,
φυγαδεύονται.] Ως γ`αρ φωτ`ος φαίνοντας τ`ο σκότος ]υποχωρε~ι, ο\υτω κα`ι τ`ο φ~ως
τ~ης [εξαγορίας [αφανίζει το`υς λογισμο`υς τ~ων παθ~ων, σκότος κα`ι α[υτο`υς χρημα-
τίζοντας» 6 . Ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής παρακινεί τον άνθρωπο αν αμαρτάνει
κρυφά, να μην προσπαθεί να αποκρύπτει τις αμαρτίες του από τον Θεό, αλλά
να τις φανερώσει, γιατί ενώ ο άνθρωπος βλέπει στο πρόσωπο, ο Θεός ελέγχει
την καρδιά· «] Αμαρτήσας λαθραίως, μ`η πειρ~ω λαθε~ιν. Πάντα γ`αρ γυμν`α κα`ι
τετραχηλισμένα το~ις [οφθαλμο~ις Κυρίου, πρ`ος |ον ]ημ~ιν ]ο λόγος. Κατ`α διάνοιαν
]εαυτ`ον [επιδείκνυε τ~?ω ∆εσπότη.{ Ανθρωπος γ`αρ ε[ις πρόσωπον, Θε`ος δ`ε ε[ις καρ-
δίαν»7 .
Ο άγιος Νικόδημος θέτει τι είναι η εξομολόγηση και καθορίζει τις προ-
ϋποθέσεις της, λέγοντας: «είναι μία θεληματική διά στόματος φανέρωσις τ~ων
πονηρ~ων {εργων καί λόγων καί λογισμ~ων, κατανυκτική, κατηγορητική, ε[υθε~ια,

1
Θεοδώρου Στουδίτου, Περ`ι εξαγορεύσεως κα`ι διαλύσεως α΄, PG. 99, 1721 A.
2
Βλ. Αγγελόπουλου, Ι., Η μετάνοια κατά την ορθόδοξη Εκκλησία, Αθήνα 1998, σ. 19. Πρβλ. Χρή-
στου Ανδρούτσου, ∆ογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, [εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1956, σ.
381. Σταυρόπουλου, Χρ., Ποιμαντική της μετανοίας, σ. 93-4. Τρεμπέλα., Π., Μετανοείτε, [εκδ. Σωτήρ,
Αθήνα 101986 , σ. 53.
3
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 129, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 262 (∆΄, 40).
4
Κασσιανού του Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιο, Φιλοκαλία Α΄, σ. 92 (123).
5
Κασσιανού του Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιο, Φιλοκαλία Α΄, σ. 89 (120).
6
Θεολήπτου Φιλαδελφείας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 12 (153).
7
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 52· 53, Φιλοκαλία Α΄, σ. 99 (132· 133).

257
χωρίς [εντροπήν, [αποφασιστική, πρός νόμιμον Πνευματικόν γινομένη» 1 . Το
μυστήριο της ιεράς εξομολόγησης κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη είναι
ένα καθαρτικόν λουτρόν, με το οποίο καθαρίζει την ψυχή όταν μολύνεται με
την αμαρτία και ένα θαυμαστόν ιατρικόν, που θεραπεύει την ψυχή από κάθε
φαρμάκι της θανάσιμης αμαρτίας. Όπως η θεία πρόνοια δεν ενδιαφέρεται μόνο
να γεννηθούν οι άνθρωποι στη ζωή υγιείς, αλλά τους χαρίζει την δυνατότητα
να αναλαμβάνουν ξανά την υγεία μετά από σωματική αρρώστια μέσα στα διά-
φορα λουτρά και ιατρικά φάρμακα, με το ίδιο τρόπο δεν φρόντισε η θεία πρό-
νοια μόνο να γεννηθούν οι άνθρωποι πνευματικά υγιείς μέσω του Αγίου Βα-
πτίσματος, αλλά πάλι να ανακαλούν την πνευματική τους υγεία μετά την πνευ-
ματική αρρώστια, δηλαδή την αμαρτία, μέσω του μυστήριου της εξομολόγη-
σης 2 .
Η εξομολόγηση παρέχει την άφεση των αμαρτιών και εξαφανίζει τα α-
μαρτήματα, όχι όμως τα αποτελέσματα και τα τραύματα τους, γιατί ο άνθρω-
πος μπορεί ξανά να έχει ροπή και κλίση προς το κακό και την αμαρτία, γράφει
ο άγιος Νικόδημος: «] Η [εξομολόγηση, ]οπο~υ γίν?η καλ~ως καί καθώς πρέπει, α [ -
γκαλά καί [εξαλείφ?η τάς ]αμαρτίας, \ομως δέν [εξαλείφει καί \ολον τό κακόν, ]οπο~υ
{εκαμαν ε[ις τήν ψυχήν α]ι ]αμαρτίαι· {ηγουν τήν τύφλωσιν καί σκότωσιν το~υ
νοός, τάς κακάς κλίσεις καί διαθέσεις τ~ης θελήσεως, τάς συνηθείας καί \εξεις
τ~ης καρδίας, τήν φθοράν καί [αχρειότητα τ~ων δυνάμεων καί [ενεργει~ων τ~ης φύ-
σεως»3 . Γι’ αυτό ακολουθείται η θεραπεία του πρώην αμαρτωλού. Οι πνευμα-
τικοί πατέρες κατά τον άγιο Νικόδημο είναι «ο]ι [ιατροί [εκε~ινοι καί πανδοχε~ις,
τούς ]οποίους [εκατέστησεν ]ο Κύριος, κατά τήν παραβολήν το~υ Ε[υαγγελίου, ε[ις
τό πανδοχε~ιον τ~ης Εκκλησίας, διά νά [επιμελ~ωνται τούς [ασθενε~ις, {ητοι τούς ]α-
μαρτωλούς [εκείνους, \οπου πληγώνονται [από τούς νοητούς λ?ηστάς δαίμονας» 4 .
Οι πνευματικοί Πατέρες δεν τελούν μόνο το μυστήριο, αλλά και θεραπεύουν.
Γνωρίζουν ασφαλώς και υποδεικνύουν στα πνευματικά τους παιδιά τον τρόπο
της θεραπείας τους από τα πάθη 5 .
Η ανάγκη του ανθρώπου για την εξομολόγηση είναι απαραίτητη γιατί
θα δώσει λόγο για κάθε τι προέπραξε· «Λόγων κα`ι {εργων κα`ι [εννοι~ων, [απολο-
γίαν [απαιτούμεθα παρ`α Θεο~υ [εν ]ημέρα κρίσεως» 6 . Η ομολογία των πλημμελη-
μάτων είναι προϋπόθεση για να λάβει ο άνθρωπος την άφεση. Το πρώτο βήμα
του ασώτου υιού στην επιστροφή του στο πατρικό σπίτι ήταν η ομολογία του,
λέγει ο Ευαγγελιστής: «εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου
περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ὧδε ἀπόλλυμαι! ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν
πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου·
οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου» 7 .
Η εξομολόγηση πρώτα γίνεται προς τον Θεό και συνοδεύεται με μια ε-
ξέταση της συνείδησης. Οι νηπτικοί Πατέρες προτρέπουν την εξαγόρευση των
αμαρτιών κατά την προσευχή. Ο άγιος Νείλος στα κεφαλαία περί προσευχής
1
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 213.
2
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 195-197.
3
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 287.
4
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 12.
5
Βλάχου, Ι.,( Μητρ.), Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία 1, \ο.π., σ. 42.
6
Οσίου Θαλασσίου, Τρίτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 2, Φιλοκαλία Β΄, σ. 217 (285).
7
Λκ. 15, 17.

258
λέγει: «Α{ισθησίς [εστι προσευχ~ης, σύννοια μετ’ ε[υλαβείας κα`ι κατανύξεως κα`ι
[οδύνης ψυχ~ης [εν [εξαγορεύσει πταισμάτων, μετ`α στεναγμ~ων [αφαν~ων» 1 . Η εξο-
μολόγηση του ανθρώπου προς τον Θεό στην προσευχή είναι απαραίτητη αλλά
δεν αντικαθιστά την εξομολόγηση προς τον πνευματικό πατέρα με το μυστήριο
της μετανοίας, με το οποίο γίνεται η άφεση των αμαρτιών παρά του Θεού του
πνευματικού πατρός 2 . Ο άγιος Ιω. Χρυσόστομος ενθαρρύνει τόσο την προσω-
πική εξαγόρευση των αμαρτιών απευθείας στον Θεό 3 , όσο και την ενώπιον των
ιερέων προσέλευση των μετανοούντων 4 .
Το ερώτημα όμως, το οποίο προκύπτει από τα παραπάνω είναι το εξής:
Είναι απαραίτητη η εξομολόγηση να γίνεται ενώπιον του πνευματικού πατρός;
Άραγε δεν αρκεί ο άνθρωπος να εξομολογηθεί μόνος του και απευθείας στον
Θεό· τι ρόλο παίζει τότε η παρουσία του πνευματικού πατρός;

1. Η παρουσία και ο ρόλος του ιερέα στο μυστήριο:


Κατ’ αρχάς η εξουσία της άφεσης των αμαρτιών, την οποία έχει ο Κύ-
ριος ως Θεός, την μεταβίβασε στους Αποστόλους στην πρώτη εμφάνισή Του
μετά την ανάστασή λέγοντας: «καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς.
καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· ἄν τινων
ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται» 5 . Η Εκ-
κλησία δια των Αποστόλων έλαβε παρά του Χριστού την εξουσία της συγχώ-
ρησης των αμαρτιών όχι μόνο προ του βαπτίσματος, αλλά και μετά το βάπτι-
σμα, με την άσκηση της εξουσίας πρωτίστως από τον επίσκοπο και στη συνέ-
χεια από τους αναπληρούντες πρεσβυτέρους 6 . Η βιβλική κατοχύρωση του μυ-
στηρίου της εξομολογήσεως βρίσκεται στην καθολική επιστολή του απόστο-
λου Ιακώβου: «ἐξομολογεῖσθε ἀλλήλοις τὰ παραπτώματα» 7 , όπου χαρακτηριστι-
κότατα τοποθετείται το μυστήριο σε εκκλησιολογική βάση. Στην πρώτη Εκ-
κλησία η εξομολόγηση εκτελείται δημόσια 8 ενώπιον των λειτουργών της Εκ-
κλησίας με την παρουσία των υπόλοιπων μελών της, διότι σχετίζεται η επανα-
σύνδεσή του μετανοούντος με τον Χριστό άρρηκτα με την επανασύνδεση του

1
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 43, Φιλοκαλία Α΄, σ. 180 (223). Ο άγιος Χρυσόστομος προτείνει
αυτή η εξομολόγηση να γίνεται καθημερινά στην προσευχή προ ύπνου: «Ε`αν @ης [εν τ~?η κλίνη, κα`ι [ανα-
μνησθ~?ης σου τ`α α
] μαρτήματα, δάκρυσον, κα`ι δύνασαι [εν τ~η ? κλίνη [εξαλε~ιψαι α[υτά. Παρακάλεσον τ`ον
Θεόν σου, κα`ι ο\υτω παράπεμψον τ`ην ψυχήν σου τ~?ω \υπν?ω, μαρτυράμενος τ`α ]αμαρτήματα». Ιωάννου
Χρυσοστόμου, Ε[ις το`υς [ανδριάντας 3, PG. 49, 54.
2
Γράφει χαρακτηριστικά ο Π. Τρεμπέλα: «ε@ιναι α [ παραίτητον ν`α μ`η λησμον~ωμεν, \οτι ή ε[ νώπιον το~υ
Θεο~υ [εξομολόγησις ο[υ μόνον δ`εν α{ιρει ο[υδ`ε καθιστ~α
? περιττ`ην τ`ην [ενώπιον το~υ πνευματικο~υ πατρ`ος
[εξομολόγησιν, [αλλ`α κα`ι [επισφραγίζεται ]υπ`ο ταύτης κα`ι τελειο~υται δι’ α[υτ~ης, [επ`ι βαρέων μάλιστα α
[ -
μαρτημάτων δι’ α[υτ~ης κα`ι μόνης [επιτυχγανομένης κα`ι τ~ης [αφέσεως, [αλλ`α κα`ι τ~ης δι`α καταλλήλων
[επιτιμίων ]ως φαρμάκων παιδαγωγίας κα`ι[ ιάσως». Τρεμπέλα., Π., ∆ογματική ΙΙΙ, \ο.π., σ. 262.
3
Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις το`υς τ`α πρ~ωτα Πάσχα νηστεύοντας, Λόγος γ΄, 4, PG. 48,857.
4
Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι ]ιερωσύνης, Λόγος γ΄, 5,6, PG. 48,645.
5
Ιω. 20, 21-23.
6
Τρεμπέλα., Π., ∆ογματική ΙΙΙ, \ο.π., σ. 243.
7
Ιακ. 5, 16.
8
Από την εποχή του Ωριγένη (185-254) διακρίνει μάλιστα την κατ’ ίδιαν από τη δημόσια εξομολόγη-
ση και μιλά για τον έμπειρο πνευματικό οδηγό, το συνετό ιατρό, ο όποιος συμπάσχει και συμπονεί με
τον μετανοούντα. Ωριγένης, Ε[ις Ψαλμούς,] Ομιλ. ΙΙ, 6 PG. 12, 1386B. Βλ. Σκαλτσή, Π., Ιστορική εξέ-
λιξη της ακολουθίας ε[ις εξομολογούμενον στο συνέδριο «Το Ιερόν Μυστήριον της μετανοίας», σ. 65.

259
με όλη την Εκκλησία 1 . Μαρτυρεί η ∆ιδαχή των Αποστόλων ότι «[εν [εκκλησί?α
[εξομολογήσ?η τ`α παραπτώματά σου, κα`ι ο[υ προσελεύσ?η [επ`ι προσευχήν σου [εν
συνειδήσει πονηρ~?α. Α\υτη [εστ`ιν ]η ]οδ`ος τ~ης ζω~ης» 2 .
Παρόμοιο μαρτυρία συναντούμε στην επιστολή του αγίου Ιγνατίου προς
Φιλαδέλφεια, όπου διακηρύττει: «]ο Κύριος [αφίει π~ασιν μετανοο~υσιν, [ε`αν με-
τανοήσωσιν ε[ις ]ενότητα Θεο~υ κα`ι συνέδριον το~υ [επισκόπου» και στην συνέ-
χεια προσθέτει: «{εσονται Θεο~υ ο\ σοι }αν μετανοήσαντες {ελθωσιν [επ`ι τ`ην ]ενότη-
τα τ~ης Εκκλησίας» 3 . Αυτή η εξουσία μεταδίδεται στους διαδόχους των Απο-
στόλων, στους αρχιερείς και τους ιερείς όπως αναφέρει ο άγιος Συμεών: «Πρ`ο
δ`ε τούτων [αρχιερε~ις μόνοι το~υ δεσμε~ιν κα`ι λύειν τ`ην [εξουσίαν κατ`α διαδοχ`ην
]ως [εκ τ~ων θείων [αποστόλων [ελάμβανον, το~υ χρόνου δ`ε προϊόντος κα`ι τ~ων [αρ-
χιερέων [αχρειουμένων ε[ις ]ιερε~ις βίον {εχοντας {αμωμον κα`ι χάριτος θείας [ηξιω-
μένους ]η φρικτ`η [εγχείρησις α\υτη προβέβηκεν…»4 .
Είναι γνωστό ότι όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας εκτελούνται μέσω του
ιερέως ο οποίος αποτελεί το όργανο της τελέσεως του μυστηρίου με την επι-
φοίτηση του Αγίου Πνεύματος. Το ίδιο ισχύει στο μυστήριο της μετάνοιας. Ο
πνευματικός πατέρας είναι το όργανο, δια του οποίου γίνεται η άφεση των α-
μαρτιών παρά του Θεού. Γράφει ο άγιος Συμεών ότι τα αμαρτήματα «πε-
πραχ`ως κα`ι ο\υτω παροργίσας τ`ον ∆εσπότην α[υτο~υ κα`ι Θε`ον ο[υ δύναται {αλλως
καταλλαγ~ηναι Θε~?ω, ε[ι μ`η δι`α μεσίτου [ανδρ`ος ]αγίου κα`ι φίλου κα`ι δούλου Χρι-
στο~υ κα`ι διά τ~ης [αποφυγ~ης το~υ κακο~υ» 5 . Αυτό το πράγμα είναι κατανοητό από
το σύνολο της Εκκλησίας και από τον ίδιο τον πνευματικό, ο οποίος απευθύνε-
ται στον εξομολογούμενο λέγοντας: «Ο[υκ [εγώ σου, τέκνον πνευματικόν, τ`ην
[εξομολόγησιν προηγουμένως δέχομαι, κα`ι τ`ην συγχώρησίν σοι παρέχομαι, δι’
[εμο~υ δ`ε ]ο Θεός· [εκείνου γ`αρ τ`ο τοιο~υτον {εργον, \ος σου τ`ην τ~ων ]ημαρτημένων
[εξομολόγησιν προσδεξάμενος, κα`ι τ`ην τούτων {αφεσιν [επιβραβεύσει δι`α τ~ης
]ημετέρας φων~ης»6 .
Ο ιερέας είναι απλώς ο μάρτυρας, που παρουσιάζει στον Θεό όλα όσα
λέγει ο εξομολογούμενος. Ο ιερέας δεν είναι παρά ο κλητήρας του Θεού, που
εισάγει τον άνθρωπο στη θεια παρουσία 7 . Η βεβαιότητα της μυστηριακής αφέ-
σεως απαιτεί την παρουσία ενός μάρτυρα 8 , του εξομολόγου ή πνευματικού, η
παρουσία και ο ρόλος του οποίου στην τέλεση του μυστηρίου, φανερώνει την
αόρατη παρουσία του ίδιου του Θεού και τη φιλανθρωπία Του. Ακόμη μαρτυ-
ρεί το διάλογο του αμαρτωλού ανθρώπου με τον ελεήμονα Θεό, αποτελεί τη

1
«Η μετάνοια δεν είναι αποκλειστικώς ατομικόν γεγονός. Είναι γεγονός του όλου σώματος της Εκ-
κλησίας. Ο αμαρτάνων, ε[ις το σώμα της Εκκλησίας αμαρτάνει και από το σώμα της Εκκλησίας απο-
σπάται. Όπως επίσης ο μετανοών με αυτό το σώμα επανασυνδέεται και ε[ ν αυτ~ω αγιάζεται. Η επανα-
σύνδεση του μετανοούντος με την Εκκλησία είναι επανασύνδεση και ένωση με τον Χριστό. Ενσωμά-
τωσης [εν τ~?η Εκκλησία σημαίνει ενσωμάτωσης εν τω θεανθρώπ?ω Λυτρωτή Ιησού Χριστού». Σταυρό-
πουλου, Χρ., Ποιμαντική της μετανοίας, \ο.π., σ. 9-10.
2
∆ιδαχή των Αποστόλων IV, 14, ΒΕΠΕΣ 2, 217.
3
Ιγνατίου Αντιοχείας, Πρ`ος Φιλαδελ., VIII 1 και III 2, ΒΕΠΕΣ 2, 278, 277.
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 11, σ. 432.
5
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 5, σ. 428.
6
Ιω. Νηστευτο~υ,[ Ακολουθία και τάξις [επι εξομολογουμένων, PG. 88, 1892 A.
7
Ware, K. (Επισ.), Η εντός ημών Βασιλεία, \ο.π., σ. 90.
8
Η διαπίστωση της θεραπείας των δέκα λεπρών από τον ιερέα θεωρείται ως υποτύπωση του μυστηρί-
ου της μετανοίας. Βλ. Αγγελόπουλου, Ι., Η μετάνοια κατά την ορθόδοξη Εκκλησία, \ο.π., σ. 322.

260
βεβαιότητα της αφέσεως και της επιστροφής εκείνου που μετανοεί στην κοι-
νωνία της Εκκλησίας 1 .
Ο Θεός οικονόμησε μόνο στον άνθρωπο από τα υπόλοιπα δημιουργή-
ματα την δυνατότητα να υπηρετήσει τα άγια μυστήρια, ένα από τα οποία είναι
και το μυστήριο της μετανοίας 2 . Ο Μ. Αθανάσιος επισημαίνει ότι «\ωσπερ {αν-
θρωπος ]υπ`ο [ανθρώπου ]ιερέως βαπιζόμενος φωτίζεται τ~?η το~υ ]αγίου Πνεύματος
χάριτι, ο\υτω κα`ι ]ο [εξομολογούμενος [εν μετανοί?α δι`α το~υ ]ιερέως λαμβάνει τ`ην
{αφεσιν χάριτι Χριστο~υ» 3 . Αυτό το αξίωμα δεν το έχει δώσει ο Θεός για κανέ-
νας όπως διευκρινίζει ο άγιος Ιω. Χρυσόστομος: «Ο]ι γ`αρ τ`ην γ~ην ο[ικο~υντες,
κα`ι [εν ταύτη ποιούμενοι τ`ην διατριβήν, τ`α [εν ο[υρανο~ις διοικε~ιν [επετράπησαν,
κα`ι [εξουσίαν {ελαβον η | ν ο{υτε [αγγέλοις ο{υτε [αρχαγγέλοις {εδωκεν ]ο Θεός. Ο[υ
γ`αρ πρ`ος [εκείνους ε{ιρηται· \οσα }αν δήσητε [επί τ~ης γ~ης, {εσατι δεδεμένα κα`ι ε[ ν
τ~?ω ο[υραν~?ω, κα`ι \οσα }αν λύσητε [επί τ~ης γ~ης, {εσται λελυμένα [εν τ~?ω ο[υραν~?ω» 4 .
Η εξομολόγηση των αμαρτιών σε άνθρωπο ιερωμένο και η διαχείριση
της άφεσης από αυτόν δείχνει τη μεγάλη οικονομία και φιλανθρωπία του Κυ-
ρίου, επειδή ακριβώς η εξομολόγηση γίνεται σε άνθρωπο ομοιοπαθή με τον
συνάνθρωπο, που κατά συνέπεια είναι συγκαταβατικός στις αμαρτίες του,
γνωρίζοντας σαν άνθρωπος τις δυσκολίες του πνευματικού αγώνα, οπότε είναι
δυνατό να τον συμπονεί και να υποφέρει μαζί του, όπως γράφει ο άγιος Ιωάν-
νης ο Νηστευτής: «μ`η … [αναμάρτητόν τινα ο] Χριστός σοι [επηγγείλατο το~υ
[εξαγορεύειν }η {αγγελον }η δίκαιον κα`ι [ανέπαφον, \ινα τ`ην [εαυτο~υ [αποτομίαν δει-
λιάσης· [αλλ`α {ανθρωπον ]αμαρτωλ`ον κα`ι ]ομοιπαθ~η σου, \ινα δι`α τ~ης παρούσης
ταύτης α[ισχύνης, τ~ης μελλούσης κα`ι α[ιωνίου λυτρωθήση» 5 . Ο Μ. Βασίλειος
βεβαιώνει ότι είναι «[αναγκα~ιον [εξομολογε~ισθαι τ`α [αμαρτήματα το~ις πεπιστευ-
μένοις τ`ην ο[ικονομίαν τ~ων μυστηρίων το~υ Θεο~υ» 6 , δηλαδή στους επισκόπους
και τους πρεσβυτέρους.
Ο άγιος Συμεών ονομάζει τον πνευματικό ανάδοχο των αμαρτιών· «Πά-
ντες γ`αρ ο]ι τ`ον [εμπιστευθέντα πλο~υτον α[υτο~ις κενώσαντες \απαντα κα`ι μετ`α
πορν~ων κα`ι τελων~ων τ`ην πατρικ`ην ο[υσίαν καταναλώσαντες κα`ι ]υπ`ο πολλ~ης
α[ισχύνης τ`ο συνειδ`ος α[υτ~ων κάτω νε~υον κα`ι μηδ`ε [ανανε~υσαι δυνάμενον {εχο-
ντες, [απαρρησίαστοι {οντες ζητο~υσιν ε[ικότως α { νθρωπον Θεο~υ [ανάδοχον γενέ-
σθαι το~υ χρέους α[υτ~ων» 7 . Προσθέτει δε ότι με τη εκομολόγηση γίνεται η εξά-
λειψη των αισχρών πράξεων και αυτοί που μετανοούν από όλη την ψυχή τους
αναλάβουν «τελείαν τ`ην {αφεσιν τ~ων ]ημαρτημένων, παρ`α το~υ πατρ`ος κα`ι [ανα-

1
Καρδαμάκη, Μιχαήλ., (Πρωτ.), Ορθόδοξη πνευματικότητα, \ο.π., σ. 208.
2
1 Κορ. 4, 1. «Ο δ`ε ]ιερε`υς ]υπηρετε~ι [εν τ~ω μυστηρί?ω ]ως [αντιπρόσωπος \αμα κα`ι {οργανον το~υ Χριστο~υ».
Ανδρούτσου, Χρ., ∆ογματική της ορθοδόξου ανατολικής Εκκλησίας, σ. 383. Πρβλ. Συμεών Θεσσα-
λονίκης, Αποκρίσεις προς τίνας ερωτήσεις, Ερωτήσις Ι΄, PG. 155, 860. «Τα μυστήρια ο[υχί άνθρω-
πος ενεργεί, αλλά η χάρις ενεργεί μεταχειριζόμενη ως όργανον τον ιερωμένον. Ο[υαί όμως εις το όργα-
νον εκείνο, εάν παρά γνώμην τον ενεργούντος Θεού ενεργή, και ο[ υαί τ~?ω α [ νθρώπ?ω [εκείν?ω, ο οποίος
είναι καταφρονητής των τόσων μεγάλων και θείων έργων».
3
Μ. Αθανασίου, Contra Novatianos, PG. 26, 1316Β.
4
Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι ]ιερωσύνης Γ΄, 5, PG. 48, 643. και Ε[ις το ρητ`ον το~υ προφήτου Ησαΐου…
Ομιλία 5, 1, PG. 56, 130-131.
5
Ιωάννου Νηστευτού, Λόγος πρ`ος τ`ον μέλλοντα [εξαγορε~υσαι…, PG. 88, 1921 B.
6
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατ’ [επιτομ`ην, Ερώτηση 288 και 110, PG. 31, 1284-1285, 1157.
7
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 6, σ. 428. Πρβλ. Του ιδίου, Κεφάλαια
πρακτικά και θεολογικά 75, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 250 (∆. 27).

261
δόχου» 1 . Ο ιερός Χρυσόστομος συνδέει την εξουσία της αφέσεως με τους ιε-
ρείς· «μεγάλη… ]η τ~ων ]ιερέων [αξία, #ων }αν [αφ~ητε, φησίν [αφέωνται α]ι ]αμαρτί-
αι» 2 . Και τονίζει την αξία των ιερέων, γράφοντας: «Ο{υτε {αγγελοι, ο{υτε α [ ρχάγ-
γελοι [εργάσασθαί τι δύνανται ε[ις τ`α δεδομένα παρ`α Θεο~υ [αλλ`α Πατ`ηρ κα`ι
Υ]ι`ος κα`ι \αγιον Πνε~υμα πάντα ο[ικονομε~ι· ]ο δ`ε ]ιερε`υς τ`ην ]εαυτο~υ δανείζει
γλ~ωτταν, κα`ι τ`ην ]εαυτο~υ παρέχει χε~ιρα» 3 .
Ο άγιος Γηγόριος ο Παλαμάς τονίζει την αναγκαιότητα κάθε ανθρώπου
να έχει πνευματικό πατέρα για να εξομολογείται σε αυτόν και να λαμβάνει την
άφεση των αμαρτιών· «Σπεύσεις δ`ε δι`α παντ`ος το~υ βίου πνευματικ`ον πατέρα
{εχειν κα`ι [εξαγγέλειν α[υτ~?ω π~αν ]αμάρτημα κα`ι πάντα λογισμ`ον και λαμβάνειν
παρ’ α[υτο~υ τ`ην [ιατρείαν κα`ι τ`ην {αφεσιν. Α[υτο~ις γ`αρ [εδόθη λύειν κα`ι δεσμε~ιν
ψυχάς…Ταύτην γ`αρ τ`ην χάριν κα`ι τ`ην δύναμιν {ελαβον παρ`α Χριστο~υ»4 . Και ο
άγιος Συμεών ο Ν. Θεολόγος παροτρύνει: «∆ε~ι δ`ε καθ’ ]εκάστην [εξαγορεύειν
πάντα λογισμ`ον πρ`ος τ`ον πνευματικ`ον πατέρα· κα`ι τ`ο παρ’ α[υτο~υ σοι λεγόμε-
νον, ]ως [εκ θείου στόματος δέχεσθαι [εν πάσ?η πληροφορί?α» 5 .
Ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής κάνει διάκριση ανάμεσα σε τρεις νοερές
περιοχές, με τις οποίες μπορεί ο άνθρωπος να εισέρχεται έπειτα από μεταβολή,
στο «κατά φύση», «υπέρ φύση» και «παρά φύση». Κατά τον άγιο, όταν ο άν-
θρωπος βρίσκεται στο «κατά φύση», τότε βρίσκει τον εαυτό του υπεύθυνος και
του αιτίου των πονηρών λογισμών και εξομολογείται στον Θεό τις αμαρτίες
του. Ενώ όταν έρθει στο «παρά φύση», λησμονεί τη δικαιοσύνη του Θεού και
φιλονικεί με τους ανθρώπους και παραμελεί τον εαυτό του. Όταν φτάσει στην
«υπέρ φύση» κατάσταση, γεύεται τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος και
γνωρίζει ότι αν προτιμήσει ξανά τις σωματικές απολαύσεις θα εκπέσει στην
αμαρτία και στις φοβερές δοκιμασίες που επακολουθούν 6 .
Ο άγιος Συμεών κακίζει τους μοναχούς, οι οποίοι κρίνουν τα προτεινό-
μενα φάρμακα και τις μεθόδους που εφαρμόζονται από τον πνευματικό ιατρό
και τα κοινολογούν στους άλλους και αναρωτιούνται με υποψία αν αυτό το
φάρμακο τους συμφέρει ή όχι, γιατί αυτοί οι λογισμοί είναι γεμάτοι απιστία
στον πνευματικό πατέρα και προκαλούν ζημία στην ψυχή· «μ`η πρ`ος \ετερόν
τινα τα~υτα προφέρειν· ]ως ο\ τι τ`ο και τ`ο [ερωτήσαντός μου τ`ον πατέρα, τόδε μοι
[απεφθέγξατο κα`ι ε[ι {αρα καλ~ως α [ πεφήνατο }η ο{υ· κα`ι τί {αρα [οφείλω πράξαι
πρ`ος θεραπείαν· τα~υτα γ`αρ τ`α ]ρήματα [απιστίας μεστ`α πρ`ος τ`ον πατέρα κα`ι
ψυχοβλαβ~η»7 . Τα λόγια μάλιστα και οι συμβουλές του πνευματικού πατρός
πρέπει να θεωρούνται ως λόγια και συμβουλές του ιδίου του Θεού· «]ως [εκ θεί-
ου στόματος δέχεσθαι [εν πάσ?η πληροφορί?α» 8 .
Ο άγιος Νικόδημος παροτρύνει τη συνεχή εξομολόγηση όχι μόνο στη
περίπτωση των θανάσιμων αμαρτιών, αλλά σε κάθε πράξη μικρή και συγγνω-
στή. Γιατί η συνεχής εξομολόγηση δεν επιτρέπει στις αμαρτίες να αυξάνονται

1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 75, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 250 (∆, 27).
2
Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις κατά Ιωάννην,] Ομιλία ΠΣΤ΄, δ΄, PG. 59,471.
3
Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις κατά Ιωάννην,] Ομιλία ΠΣΤ΄, δ΄, PG. 59,472-73.
4
Γρηγορίου Παλαμά, ∆εκάλογος τ~ης κατ`α Χριστόν νομοθεσίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 120 (276).
5
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 122, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 261 (∆, 38).
6
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 90, Φιλοκαλία Α΄, σ. 115 (150).
7
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 122, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 261 (∆, 38).
8
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 122, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 261 (∆, 38).

262
αλλά να περιορίζονται· «καθώς ο]ι πληγές, \οταν φανερωθο~υν ε[ις τον[ Ιατρόν,
δέν α[υξάνουν, {ετσι καί ο]ι α
] μαρτίες ο\ ταν [εξομολογ~ωνται, δέν πηγαίνουν ε[ις
1
α{υξησιν» . Ταυτόχρονα ο άγιος κατακρίνει εκείνους που έρχονται στην εξομο-
λόγηση κατά συνήθειαν μόνη και μόνο στις μεγάλες γιορτές όπως το Πάσχα,
τα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνεια 2 . Ο ιερός Χρυσόστομος λέγει σχετικά:
«Πολλοί από τους πιστούς…ενώ είναι γεμάτοι από αμέτρητα κακά,
…πλησιάζουν την αγία Τράπεζα κατά τις εορτές όπως-όπως. ∆εν γνωρίζουν
ότι κατάλληλος καιρός για τη θεία Κοινωνία δεν είναι η εορτή και η πανήγυρη,
αλλά η καθαρή συνείδηση και η άμεμπτη ζωή…» 3 .

2. Οι τρεις ιδιότητες του πνευματικού πατέρας.


Ο πνευματικός κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο έχει τρεις ιδιό-
τητες: είναι γιατρός, σύμβουλος και μεσίτης 4 . Είναι κυρίως γιατρός ικανός να
βυθοσκοπεί και να ανοίγει την ψυχή του αμαρτωλού για να τον θεραπεύσει·
είναι «θεραπευτής Θεού» 5 . Στο πνεύμα αυτό της θεραπείας βρίσκεται και η
εξής προτροπή του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, ο οποίος λέγει: «Φανέρωσε στον
ιερέα με θάρρος και τα πιο μεγάλα σας απόρρητα, φανέρωσε του τα μυστικά
της ψυχής σας, όπως φανερώνει στον γιατρό ο άρρωστος τα κρυμμένα του
τραύματα, και θα επιτύχετε τη θεραπεία» 6 . Ο σκοπός του μυστηρίου της εξο-
μολόγησης είναι η άφεση των αμαρτιών και η θεραπεία της ψυχής, και στις
δυο περιπτώσεις η παρουσία του πνευματικού είναι απαραίτητη, η άφεση δίνε-
ται παρά του Θεού δια του πνευματικού με τη συγχωρητική ευχή και η θερα-
πεία της ψυχής προϋποθέτει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος που παρέχει το μυ-
στήριο και την φωτεινή καθοδήγηση του πνευματικού.
Η εξομολόγηση δεν γίνεται τυχαία και σε οποιονδήποτε ιερέα, αλλά
πρέπει να γίνεται στον κατάλληλο, που θα αναζητηθεί με κόπο· «[ Ε`αν ο@υν
ε\υρης {ανδρα πνευματικόν, {εμπειρον, δυνάμενόν σε [ιατρε~υσαι, [ανεπαισχύντως,
κα`ι μετ`α πίστεως [εξομολόγησαι α[υτ~?ω, ]ως τ~?ω Κυρί?ω, κα`ι ο[υκ [ανθρώπ?ω»7 . Σε
μια ερώτηση στον Μ. Βασίλειο αν η εξομολόγηση των απαγορευμένων αμαρ-
τιών πρέπει να γίνεται προς όλους τους ιερείς ή προς μερικούς εκλεκτούς, απα-
ντά ότι εφόσον στην περίπτωση των σωματικών ασθενειών η επίδειξη τους δεν
γίνεται προς όλους τους τυχόντες γιατρούς, αλλά μόνο προς εκείνους που δια-
θέτουν την εμπειρία της θεραπείας, έτσι και στην περίπτωση της ψυχικής αρ-
ρώστιας η εξομολόγηση γίνεται σε εκείνους που έχουν πείρα να θεραπεύσουν
τις αμαρτίες των άλλων8 . Σε άλλη ερώτηση στον γέροντα Ιωάννη, τον μαθητή
του γέροντα Βαρσανουφίου, σε ποιον πρέπει να εξομολογηθεί τους λογισμούς

1
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 236.
2
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ.197.
3
Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι ακατάληπτου, λόγος ΣΤ΄, PG. 48, 755. ΕΠΕ 35,214. «ο[υκ ε[ιδότες \οτι καιρ`ος
κοινωνίας ο[υχ ε] ορτ`η κα`ι πανήγυρις, [αλλ`α συνειδ`ος καθαρ`ον κα`ι β`ιος [εγκλημάτων [απηλλαγμένος».
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Η επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 7, σ. 429. κατά τον άγιο Νικόδημο στο
πρόσωπο του πνευματικού συμπεριλαμβάνει τρία πρόσωπα, πατρός, ιατρού και κριτού. Νικοδήμου
Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 65.
5
Ευδοκιμώφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 390.
6
Γρηγορίου Νύσση,] Ομιλία πρ`ος το~υς πικρώς κρινε~ιν τ`α τ~ων άλλων αμαρτήματα, ΒΕΠΕΣ 69, σ. 123.
7
Αναστασίου Σιναΐτου,[ Ερώτησις ΣΤ΄, PG. 89, 372 A.
8
Μ. Βασιλείου, Όροι κατ’ επιτομήν, Ερώτηση 229, PG. 31, 1092 BC. ΕΠΕ 9, σ. 274.

263
του, και αν είναι σωστό για το ίδιο θέμα να ρωτά και άλλο γέροντα, η απάντη-
ση του Γέροντας ήταν ότι να εξομολογηθεί σε εκείνο που του έχει εμπιστοσύ-
νη όπως εμπιστεύεται τον Θεό· «ε[ις |ον {εχεις πίστιν κα`ι {εμαθες \οτι δύναται βα-
στάσαι λογισμο`υς κα`ι πιστε~υσαι α[υτ~?ω ]ως τ~?ω Θε~?ω». Ο γέρων χαρακτηρίζει ότι
το να ρωτά για το ίδιο θέμα άλλον γέροντα αποτελεί μορφή απιστίας που
προέρχεται από τον πειρασμό· «Τ`ο δ`ε [ερωτ~ησαι {αλλον τ`ον α[υτ`ον λογισμόν,
[απιστίας [εστ`ι κα`ι πειρασμο~υ· [ε`αν γ`αρ {εχης \οτι ]ο Θε`ος [ελάλησε τ~?ω ]αγί?ω α]υτο~υ,
τίς χρεία πειρασμο~υ;{ Η τίς χρεία πειρ~ασαι τ`ον Θεόν, τ`ο α[υτ`ο {αλλον [ε-
ρωτ~ωντα;» 1 .
Όταν ο υποτακτικός νιώσει ότι δεν ωφελείται από τις συμβουλές και τις
απαντήσεις του πνευματικού του πατέρα, αυτό αποδίδεται στο ότι ο υποτακτι-
κός δεν έχει πίστη στο πνευματικό πατέρα που ρωτά, διότι όπως αναφέρει ο
γέρων Ιωάννης, ο Θεός ανάλογα με την πίστη του ερωτώντος του αποκαλύπτει
την κατάλληλη απάντηση· «πρ`ος τ`ην καρδίαν το~υ [ερωτ~ωντος, ο] Θε`ος [εμβάλλει
ε[ις τ`ο στόμα το~υ λαλο~υντος α[υτ~?ω }η πρ`ος δοκιμ`ην }η \οτι η ] καρδία α[υτο~υ [ηλλάγη
2
κα`ι [αξιο~υται [ακο~υσαι {αλλως» .
Στο μυστήριο της εξομολόγησης γίνεται άφεση όλων των αμαρτιών χω-
ρίς εξαιρέσεις. Σε μια απάντηση του Μ. Βασιλείου ποια αμαρτήματα μπορούν
να συγχωρηθούν αναφέρει: «πάσης δ`ε ]αμαρτίας τ`ην {αφεσιν το~ις α [ ξιολόγως με-
τανοο~υσιν [επαγγελομένης». Όμως η εξουσία της αφέσεως και λύσεως δεν
νοείται σαν εξουσία καθεαυτή, που δεν εξαρτάται από τη μετάνοια και την υ-
πακοή στον πνευματικό, αλλά ως εξουσία η οποία διαπιστώνει τη μετάνοια
που συντελέστηκε, όπως παρακάτω ο ίδιος ο άγιος γράφει· «Η [εξουσία το~υ [α-
φιέναι ο[υκ [απολύτως δέδοται, [αλλ’ [εν ]υπακοή το~υ μετανοο~υντος κα`ι συμφωνί?α
πρ`ος τ`ον [επιμελούμενον α[υτο~υ τ~ης ψυχ~ης» 3 .
Ο άγιος ∆ιάδοχος Φωτικής επισείει την προσοχή για τον είδος της εξο-
μολόγησης που ασκεί κάθε άνθρωπος, μήπως δεν είναι ειλικρινής, ή μήπως ο
άνθρωπος ξεγελά τον εαυτό του και τη συνείδησή του και νομίζει ότι εξομολο-
γείται αρκετά και με τρόπο που ικανοποιεί τον Θεό, διότι ο Θεός έχει τη δική
Του κρίση η οποία μπορεί να είναι ανώτερη από την κρίση του ανθρώπου 4 . Η
ελπίδα στον Θεό, η εξομολόγηση από την καρδιά και τα συχνά δάκρυα είναι
καρπός της αληθινής προσευχής· γράφει ο άγιος Ησύχιος: «]η ε[ις Θε`ον [ελπ`ις
κα`ι ]η βεβαία πίστις κα`ι γν~ωσις [εσωτέρα κα`ι πειρασμ~ων λύτρωσις κα`ι χαρισμά-
των δωρήματα κα`ι [εξομολόγησις καρδιακ`η κα`ι δάκρυον [εκτενές, δι`α προ-
σευχ~ης το~ις πιστο~ις παραγίνεται»5 .
Είναι σημαντικό στο έργο της καθοδήγησης να μην αλλάξει ο υποτακτι-
κός τον πνευματικό του πατέρα, διότι ο πνευματικός θα είναι τότε ενημερωμέ-
νος για το πνευματικό του τέκνο από ποια πάθη ενοχλείται, τι αδυναμίες έχει,
σε ποια πνευματική ηλικία έχει φτάσει, θα έχει στο νου του τι φάρμακα έχει
εφαρμόσει, επίσης τι τον ωφελεί και τι τον βλάπτει. Ακόμη όπως αναφέρει ο

1
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Ερώτηση 361, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τομ. Β΄, σ. 244.
2
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Ερώτηση 363, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τομ Β΄, σ. 247.
3
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατ’ επιτομήν, Ερώτηση 15, PG. 31,1092BC. ΕΠΕ 9, σ. 30. Βλ. Κανών 16, τ~ης
[εν Άγκυρα Συνόδου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων και ιερών Κανόνων, τομ. Γ΄, σ.
53-54.
4
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 100, Φιλοκαλία Α΄, σ. 272 (324).
5
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 61, Φιλοκαλία Α΄, σ. 150 (190).

264
γέρων Ιωάννης, ο μαθητής τον γέροντας Βαρσανουύφιου, όταν χρειάζεται ο
Θεός να αλλάξει τη βουλή Του σχετικά με ένα θέμα αναφορικά με τον ερωτώ-
μενο, ο υποτακτικός θα ζημιωθεί αν έχει αλλάξει τον πνευματικό του και δεν
θα ενημερωθεί για το θέλημα του Θεού· «δι`α το~υτο ο[υκ [οφείλει τις ποτ`ε [αλλά-
ξαι τ`ον [ερωτώμενον α \ γιον, [αλλ’ α[υτ`ον πάλιν [ερωτ~αν· μήποτε χρεία γένηται,
\ινα [αλλάξ?η ]ο Θε`ος τ`ην [απόκρισιν προφάσεως γινομένης κα`ι γίνεται δι’ α[υτο~υ,
\ινα μ`η ε]υρεθ~?η σκάνδαλον»1 .
Μερικοί τονίζουν τον παιδαγωγικό και τoν ψυχολογικό ρόλο της εξομο-
λόγησης. Είναι αλήθεια ότι η ψυχή του ανθρώπου αισθάνεται πολύ φυσική και
πολύ ισχυρή την ανάγκη να εκμυστηρευτεί τις σκέψεις και την εσωτερική της
διάθεση σε έναν άλλο άνθρωπο, ιδιαιτέρως σε περιπτώσεις της λύπης και θλι-
βερών περιστάσεων, αναζητά ο άνθρωπος κάποιο πρόσωπο έμπιστο για να εκ-
θέσει σε αυτόν την θλίψη του. Ο πνευματικός πατέρας μπορεί να παίξει αυτό
το ρόλο, εφόσον αφενός είναι άνθρωπος εχέμυθος, που δεν δημοσιοποιεί τα
εκμυστηρευθέντα μυστικά θέματα, αφετέρου είναι ικανός να παράσχει την
πραγματική ιατρεία και να προσφέρει με την εξουσία που κατέχει εκ μέρους
του Θεού τη συγχώρηση των αμαρτιών 2 . Αλλά δεν πρέπει να σταματάμε στον
ψυχολογικό ρολό και την ανακούφιση που προσφέρει η εξομολόγηση. Ο π.
Στυλιανάκης διευκρινίζει ότι η ψυχοθεραπεία είναι ουδέτερη στο θέμα του
Θεού, αφού ο σκοπός της δεν είναι να δώσει ιδεολογία στον άνθρωπο, αλλά να
τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει καλύτερα την καθημερινή του ζωή, να ξεκαθα-
ρίσει τη δική του ιδεολογία και να κάνει τις δικές του ελεύθερες επιλογές, πρό-
κειται για κόμπους που θέλουν λύσιμο.
Ο στόχος της εξομολόγησης δεν είναι μόνο η απαλλαγή από τις ενοχές,
τη στενοχώρια και το άγχος. Έτσι δίνεται έμφαση στα συναισθήματα που νιώ-
θει ο άνθρωπος απέναντι σε κάποιο πρόσωπο και σε καταστάσεις, με σκοπό να
ανακουφιστεί και να αποφορτιστεί συναισθηματικά, ανεξάρτητα από το κατά
πόσο έχει διάθεση να αλλάξει σκέψεις και συμπεριφορά. Έτσι η εξομολόγηση
μπορεί να λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά, αλλά όχι απαραίτητα για τη σωτηρία
της ψυχής του. Ο κίνδυνος αυτός διατρέχει και τον πνευματικό πατέρα, όταν
θεωρεί ως κριτήριο πνευματικής κάθαρσης την ψυχολογική ηρεμία και μόνο,
ανεξάρτητα από τη σωτηριολογική της έννοια, δηλαδή την αποκατάσταση της
επικοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό, επομένως τη σωτηρία 3 . Στο εξής είναι
μία μαρτυρία από την ζωή του αγίου Σεραφείμ που λέγει ότι «Ο στάρετς Σε-
ραφείμ (Σαρώφ) δεν προχωρούσε από τον άνθρωπο στο Θεό, αλλά από τον
Θεό στον άνθρωπο. ∆εν έκανε τον ψυχαναλυτή. ∆εν εξερευνούσε τα βάθη,
προσπαθώντας να απλοποιήσει τα προβλήματα με το να τα εντάσσει σε κανό-
νες, καθώς κάνουν οι ψυχολόγοι. Αφουγκραζόταν το Πνεύμα» 4 .

1
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Ερώτηση 363, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τομ. Β΄, σ. 246.
2
Σταυρόπουλου, Χρ., Ποιμαντική της μετανοίας, \ο.π., σ. 95-6.
3
Στυλιανάκη Αντωνίου (π.), Εξομολόγηση και ψυχο(λογο)θεραπεία, Βλ. στην ιστοσελίδας
http://users.otenet.gr/styliant/psycho-analysis.htm, σ. 3 και 6.
4
Γκοραΐνώφ, Ειρήνη, Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, \ο.π., σ. 121.

265
β. Η θεραπευτική αγωγή του μυστηρίου.

1. Ο θεραπευτικό χαρακτήρα της μετάνοιας.

Το μυστήριο της μετάνοιας και εξομολόγησης είναι το κατ’ εξοχήν ια-


τρικό λειτούργημα μέσα στη Εκκλησία και παραμένει ως γεγονός θεραπευτι-
κό 1 . Έχει και τα δυο στοιχεία που διακρίνει κανείς στην ιατρική των σωμάτων,
τη θεραπευτική και την υγιεινή. Απαλλάσσει τον χριστιανό από την ασθένεια
της αμαρτίας αφενός, τον προφυλάσσει από νέες προσβολές και του συνηθίζει
στο να αποκτήσει την αλκή της αρετής αφέτερου 2 . Ο άγιος Χρυσόστομος χα-
ρακτηρίζει την Εκκλησία ως «ιατρείο και όχι δικαστήριο» 3 . Κατά τον άγιο Πέ-
τρο ∆αμασκηνό, ο ποίος παραπέμπει στον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, κάθε
πάθος καταλήγει είτε στην μετάνοια, δηλαδή στη θεραπεία, που διαφέρει από
την απάθεια η οποία δεν είναι εφικτή σε όλους αντιθέτως με την μετάνοια, είτε
1
Ματσούκα, Ν., ∆ογματική και Συμβολική Θεολογία, τομ. Β΄, σ. 493.
2
Βλ. Μουστάκη, Βασ., «Μετάνοια» στο Θ.Η.Ε 12, σ. 774.
3
Ιωάννου Χρυσοστόμου, Περ`ι μετανοίας,] Ομιλία Γ΄, δ΄, PG. 49, 297. «[ιατρε~ιον γάρ [εστιν [εντα~υθα, ο[υ
δικαστήριον, ο[υκ ε[υθύνας ]αμαρτημάτων [απαιτο~υν, α
[ λλ`α συγχώρησιν ]αμαρτημάτων παρέχον».

266
στην κόλαση, δηλαδή στην αμετανοησία· «Το πάθος σε κάθε περίπτωση, υπό-
κειται αναμφίβολα ή σε αντίστοιχη μετάνοια, ή στη μέλλουσα κόλαση, λέει ο
Ιωάννης της Κλίμακος· αυτό δηλαδή, όχι για τον πόλεμο, αλλά για την αμετα-
νοησία. Γιατί αν δεν ήταν έτσι, λέγει ο ίδιος άγιος, δεν θα μπορούσαμε οι πε-
ρισσότεροι να λάβουμε άφεση δίχως τέλεια απάθεια· επειδή δεν είναι δυνατόν
να γίνουν όλοι απαθείς, δεν είναι όμως αδύνατο να σωθούν όλοι και να συμφι-
λιώθουν με τον Θεό»1 .
Η αντιμετώπιση των λογισμών και η θεραπεία τους χαρακτηρίζεται από
τους νηπτικούς Πατέρες ως «[ Επιστήμη [επιστημ~ων κα`ι τέχνη τεχν~ων, ]η τ~ων
κακούργων λογισμ~ων ε[ στι τέχνη» 2 . Και ο ρόλος που ασκεί ο πνευματικός πα-
τέρας ως ιατρός και θεραπευτής θεωρείται κατά τον άγιο Πέτρο τον ∆αμασκη-
νό, ως ανώτερη εργασία που κάνει ο άνθρωπος· «Ότι ]η θεραπεία το~υ [ανθρώ-
που, κρείττων [εστ`ι πάσης [εργασίας κα`ι [αρετ~ης» 3 . Το μυστήριο της μετανοίας,
σε όλη τη διαδικασία του, ως η κατ’ εξοχήν ποιμαντική δυνατότητα της Εκ-
κλησίας, παρουσιάζει στη γλώσσα και τα μέσα αναλογία μεγάλη προς το έργο
της ιατρικής επιστήμης. Είναι η θεραπευτική μέθοδος της Εκκλησίας και γι’
αυτό κινείται στο ρεαλισμό της χειρουργικής ιατρικής 4 . Γράφει ο ιερός Χρυ-
σόστομος: «Η μετάνοια…φάρμακον τ~ων πλημμελημάτων, δαπάνημα τ~ων πα-
ρανομι~ων, [ανάλωμα τ~ων δακρύων, παρρησία πρ`ος τ`ον Θεόν, \οπλον κατ`α το~υ
διαβόλου, μάχαιρα [αποτέμνουσα α[υτο~υ τ`ην κεφαλήν, σωτηρίας [ελπίς, [απο-
γνώσεως [αναίρεσις. Α\υτη τ`ον ο[υραν`ον [ανοίγει, α\υτη ε[ις τ`ον παράδεισον
ε[ισάγει»5 . Και αν περιορίζονται οι λογισμοί ως η αιτία που προκαλεί τη φθορά,
αντιστέκεται η μετάνοια και η νήψη ως θεραπεία· «Πηγ`η κα`ι ]υπόθεσις τ~ης δι`α
σαρκ`ος φθορ~ας, ]ο [εμπαθ`ης λογισμός· \ον δι`α μετανοίας [εξορίζει τ~ης ψυχ~ης ]ο
νήψας μετ`α τ`ο πτα~ισμα»6 .
Ο Κλήμης Αλεξανδρεύς θεωρεί τη μετάνοια ως επάνοδο στην πνευμα-
τική υγεία· «καλ`ον μ`εν γ`αρ τ`ο μ`η ]αμαρτε~ιν, [αγαθ`ον δ`ε κα`ι τ`ον ]αμαρτάνοντα
μετανοε~ιν· \ωσπερ {αριστον τ`ο ]υγιαίνειν [αεί, καλ`ον δ`ε κα`ι τ`ο [ανασφ~ηλαι τ~ης νό-
σου» 7 . Γι’ αυτό καλείται η μετάνοια από τον Ισίδωρο Πηλουσιώτη θεραπευτι-
κή επιστήμη· «τα~υτα πάντα τ`α κακ`α μετάνοια ε[ιλικριν`ης θεραπεύειν [επίσταται,
παρ`α το~υ κριτο~υ τ`ην [επιστήμην ταύτην [εγκεχειρισμένη» 8 . Πάντοτε πρέπει να
δούμε το μυστήριο όχι τόσο με νομικούς, όσο με θεραπευτικούς όρους. Γράφει
ο Επίσκοπος Κάλλιστος Ware: «Εκείνο που ζητάμε στην Εξομολόγηση είναι

1
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι διαφορ~ας λογισμ~ων κα`ι προσβολ~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 109
(180).
2
Ησύχιος Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 121, Φιλοκαλία Α΄, σ. 159 (200).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Συντομία πρ`ος κτ~ησιν τ~ων [αρετ~ων κα`ι [αποχ`ην τ~ων παθ~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκα-
λία Γ΄, σ. 75 (143). «Η εργασία του πνευματικού είναι εσωτερική θεραπεία. ∆εν υπάρχει ανώτερος
γιατρός από τον έμπειρο πνευματικό, που εμπνέει εμπιστοσύνη με την αγιότητά του, πετάει από τα
ευαίσθητα πλάσματα του Θεού τους λογισμούς που φέρνει το ταγκαλάκι και θεραπεύει ψυχές και σώ-
ματα δίχως φάρμακα, με την Χάρη του Θεού». Πασΐου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄,\
Ο.π., σ. 271.
4
Μεταλληνού, Γεω., (Πρωτ.), «Το εξομολογητάριον του αγίου Νικοδήμου», στο ΕΕΘΣΑ, τομ. Λ∆΄,
1999, σ. 207.
5
Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι μετανοίας,] Ομιλία Η΄, PG. 49, 337, ΕΠΕ 30, 286.
6
Ιωάννη Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά 36, Φιλοκαλία Α΄, σ. 283 (336).
7
Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Παιδαγωγός, Βιβλίο Α΄, κεφ. Θ΄, PG. 8, 348B. και ΒΕΠΕΣ 7,118.
8
Ισιδώρου Πηλουσιώτου, Επιστολών Βιβλίον Ε΄,[ Επιστολή ΣΝΓ΄, PG. 78,148.

267
κάτι περισσότερο από μια εξωτερική, δικανική άφεση· πάνω απ’ όλα ζητάμε
τη θεραπεία των χρόνιων πνευματικών πληγών μας» 1 .
Πρώτα απ’ όλα πρέπει να τονίζουμε ότι η προσωπικότητα του λειτουρ-
γού παίζει σπουδαίο ρόλο στην υπόθεση της μετανοίας και της θεραπείας των
μελών της Εκκλησίας. Αυτό το θέμα το έχουμε ερευνήσει ανώτερα στη παρά-
γραφο «Τα λόγια στην πράξη: Το παράδειγμα». ∆εν πρέπει να λησμονούμε ότι ο
πνευματικός είναι άνθρωπος, τότε κατά ανάγκη εμπλέκεται μέσα στο έργο του
η προσωπικότητά του, λ.χ. δυο πνευματικοί πατέρες μπορεί να πουν τα ίδια
πράγματα, να δώσουν ίδιες συμβουλές, όμως ο εξομολογούμενος από τον ένα
τα δέχεται, ενώ από τον άλλο δεν τα δέχεται. Αυτό συμβαίνει γιατί η αίγλη της
προσωπικής ακτινοβολίας του ενός επιδρά πάνω του. Ο θεραπευόμενος που
ακούει, όταν δεν αντιλαμβάνεται ότι ο θεραπευτής είναι αυθεντικός, δεν αι-
σθάνεται ότι αυτά που λέγει πηγάζουν από εσωτερικό βίωμα του, τότε δεν θα
βρούν απήχηση στον θεραπευμένο 2 .
Τη μετάνοια και άφεση των αμαρτιών πρέπει να ακολουθεί η θεραπεία
του μετανοούντος. Η θεραπεία από των τραυμάτων της αμαρτίας δεν είναι θέ-
μα ωρών ή ημερών αλλά είναι μια μακρά και πολυχρόνια διαδικασία, όπως
αναφέρει ο άγιος Κάλλιστος: «[αλλ`α τ`ο {εργον το~υτο ο[υκ {εστι μι~ας ]ημέρας }η
δύο, [αλλ`α χρόνου πολλο~υ και καιρο~υ· πολλο~υ γ`αρ [αγ~ωνος κα`ι χρόνου χρεία,
\οπως [εκβληθ~?η ]ο [εχθρ`ος κα`ι [ενοικήσ?η ]ο Χριστός»3 . Η μακριά διάρκεια της θε-
ραπείας το σημειώνει ο Μητροπολήτης Πυργάμου κ. Ιω. Ζηζιούλα αναφέρο-
ντας ότι: «Η θεραπεία δεν θα επέλθει την ώρα του μυστηρίου, απλούστατα για-
τί το μυστήριο έχει ως στόχο την ένταξη του ανθρώπου στην κοινωνία της Εκ-
κλησίας και μόνο εκεί σιγά-σιγά και μακροπρόθεσμα θα επέλθει η θεραπεία» 4 .
Η θεραπεία χρειάζεται κόπο και αγώνα συνεχή, επίμονο και επώδυνο,
γιατί όπως αναφέρει ο Νικήτας Στηθάτος ότι το δηλητήριο της αμαρτίας έχει
συσσωρευτεί μέσα στην ψυχή για πολύ χρόνο και χρειάζεται πολλά δάκρυα
μετανοίας και θεληματικούς κόπους ασκήσεως· «] Ο προαποτεθε`ις [ι`ος [εν ]ημ~ιν
τ~ης κακίας, πολ`υς {ων, πολ`υ κα`ι τ`ο π~υρ {αρα τ`ο καθαρτικ`ον δι`α δακρύων χρ?ήζει
τ~ης μετανοίας κα`ι τ~ων ]εκουσίων τ~ης [ασκήσεως πόνων» 5 . Κατά τον άγιο Μάρ-
κο εκείνος που μετανοεί σωστά δεν βάζει αντιμέτρημα στις παλιές αμαρτίες
τον κόπο, αλλά με αυτόν εξιλεώνει τον Θεό· «] Ο [ορθ~ως μετανο~ων, ο[υκ [αντελ-
λογε~ι τ`ον κόπον τα~ις παλαια~ις α ] μαρτίαις, [αλλ`α δι’ α[υτο~υ τ`ον Θε`ον [εξευμενίζε-
6
ται» .
Η θεραπευτική αγωγή πρέπει να γίνεται με βάση τη διάθεση και την
προαίρεση του μετανοούντος. «Ο#ις μ`η κατ`α πρόθεσιν τ`ο μετανοε~ιν, τούτοις
συνεχ~ως κα`ι τ`ο πλημμελε~ιν· ο#ις δ`ε παρ`α πρόθεσιν τ`ο ]αμαρτάνειν, [εμπληροφό-
ρητος ]η μετάνοια, κα`ι τ`ο α{ιτιον ταύτης ο[υχ`ι συχνόν» 7 . Ο εξομολογούμενος

1
Ware, K. (Επισ.), Η εντός ημών Βασιλεία,\ Ο.π., σ. 89.
2
Βλ. Ρωμαίου, Αντωνίου, (π.), «Ψυχανάλυση και εξομολόγηση» στη Σύναξη 1988, σ. 56.
3
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 49, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
247 (Ε, 74).
4
Ζηζιούλα, Ιω., Νόσος και θεραπεία στην Ορθόδοξη Θεολογία, Εισήγηση στην ημερίδα «Θεολογία
και Ψυχιατρική σε διάλογο», \ο.π., σ. 149.
5
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 9, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 300 (∆΄, 82).
6
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 42, Φιλοκαλία Α΄, σ. 112 (146).
7
Ηλία Πρεσβυτέρου,[ Ανθολόγιον γνωμικόν 14, Φιλοκαλία Β΄, σ. 290 (33).

268
παίρνει με την εξομολόγηση πρώτα την άφεση των αμαρτιών και ύστερα από
αυτό χορηγείται το Άγιο Πνεύμα, αλλά αυτό δεν γίνεται χωρίς προϋποθέσεις,
αλλά όπως αναφέρει ο άγιος Συμεών είναι ανάλογα με τα εξής τρία πράγματα:
την πίστη, τη διάθεση και την ταπείνωση εκείνου που μετανοεί με όλη την ψυ-
χή του1 . Και ο ιερός Χρυσόστομος συμβουλεύει ότι: «Ο[υ δε~ι μόνον πρ`ος τ`ην
φύσιν τ~ων ]αμαρτημάτων, [αλλ`α κα`ι πρ`ος τ`ην διάνοιαν κα`ι τ`ην \εξιν τ~ων ]αμαρ-
τανόντων τ`ην μετάνοιαν ]ορίζειν»2 . Ο μετανοών ο οποίος έχει αληθινή πρόθεση
για την θεραπεία θεωρεί τον εαυτό του άξιο να δεχτεί τα πιο δραστικά φάρμα-
κα της μετανοίας ή από την πλευρά του Θεού με τις διάφορες δοκιμασίες και
τις θλίψεις που του τις στέλνει, ή από την πλευρά του πνευματικού πατέρα μέ-
σω των επιτιμίων και όλα τα καταδέχεται με ευχαριστία και τα βλέπει ως «πε-
ριτυχ`ων τ~?ω τ~ης ψυχ~ης καθαρσί?ω» 3 .

1. Η εκκοπή τις αιτίες της αμαρτίας:


Η αρχή της θεραπείας γίνεται με την εκκοπή της αιτίας της ασθένειας.
Γράφει ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής· «Πολλο`ι λυπούμεθα [επ`ι τα~ις ]αμαρτίαις,
τ`ας δ`ε α[ιτίας α[υτ~ων ]ηδέως καταδεχόμεθα» 4 . Και αλλού γράφει ότι: «Π~υρ [εστι
καιόμενον ]η ]αμαρτία.\ Οσον }αν περικόψ?ης τ`ην \υλην, τοσο~υτον σβεσθήσεται·
κα`ι καθ`ο α } ν [επιθ~ης, [αναλόγως [εκκαυθήσεται» 5 . Και ύστερα με την εξομολό-
γηση είναι δυνατό να επιτύχει τη συγχώρηση των αμαρτιών· «] Ο τ`ας [αφορμ`ας
τ~ων παθ~ων [αγαπ~ων, ]υποχείριός [εστιν {ακων κα`ι μ`η βουλόμενος κα`ι δεδούλωται
το~ις πάθεσιν· ]ο μισ~ων τ`ας [ιδίας ]αμαρτίας, παύσεται [απ’ α[υτ~ων· κα`ι ]ο ]ομο-
λογ~ων α[υτάς, τεύξεται [αφέσεως» 6 · και στη συνέχεια προσθέτει ο άγιος: «Αδύ-
νατον δέ τινι τ`ην \εξιν τ~ης ]αμαρτίας καταλιπε~ιν, πρ`ιν {εχθραν κτήσηται μετ’
α[υτ~ης· κα`ι [αφέσεως τυχε~ιν, πρ`ο τ~ης τ~ων πλημμελημάτων ]ομολογήσεως». Κατά
τον άγιο Παλαμά εκείνος που μετανοεί στην αρχή της αμαρτίας, θεραπεύεται
εύκολα και δεν φτάνει στο τέλος της, ενώ εκείνος που δεν αισθάνεται τα μικρά,
θα πέσει και στα μεγάλα7 .
Η θεραπεία της μετάνοιας και της διόρθωσης πρέπει να αρχίζουν αμέ-
σως μετά την πτώση, διότι τα πάθη γίνονται ισχυρότερα με το χρόνο, ο οποίος
αποτελεί αρνητικό παράγοντα για την θεραπεία, όπως τονίζει ο άγιος Πέτρος ο
∆αμασκηνός: «Η συνήθεια δ`ε χρονίζουσα, φύσεως [ισχ`υν λαμβάνειν πέφυκε,
φησ`ιν» 8 . Και ο άγιος ∆ιάδοχος παραλληλίζει τα σωματικά τραύματα με τα ψυ-
χικά, που όταν τα προσέχουμε και τα περιθάλπουμε, θεραπεύονται γρήγορα·
«Τα σωματικά τραύματα, όταν μείνουν απεριποίητα και σκληρυνθούν, δεν αι-
σθάνονται τα φάρμακα των γιατρών, ενώ όταν καθαριστούν, επηρεάζονται από
την ενέργεια του φαρμάκου και θεραπεύονται γρήγορα.

1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 75, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 250 (27)
2
Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις τ`ην Β΄ πρ`ος Κορινθίους,] Ομιλία ∆΄, δ΄, PG. 61, 422.
3
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 107 (263).
4
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 79, Φιλοκαλία Α΄, σ. 114 (149).
5
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 136, Φιλοκαλία Α΄, σ. 104 (138).
6
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 28, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
227 (Ε΄, 52).
7
Γρηγορίου Παλαμά, ∆εκάλογος τ~ης κατ`α Χριστόν νομοθεσίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 121 (278).
8
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι το~υ μ`η [απογινώσκειν.., Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 74 (142).

269
Έτσι και η ψυχή, όσο δεν την επιμελείται κανείς και είναι ολόκληρη
σκεπασμένη από τη λέπρα της φιληδονίας, δεν μπορεί να αισθανθεί το φόβο
του Θεού, και αν ακόμη κανείς ακατάπαυστα της μιλεί για το φοβερό δικαστή-
ριο του Θεού. Όταν όμως αρχίσει με τη μεγάλη προσοχή και επιμέλεια να κα-
θαρίζεται, τότε αισθάνεται σαν ζωοποιό φάρμακο το φόβο του Θεού, ο οποίος
την καίει με τους ελέγχους της συνειδήσεως στη φωτιά της απάθειας»1 .
Η θεραπεία έχει γενικές αρχές και γίνεται κατ’ αναλογία του πάσχοντος
και των παθών. Και όπως στην ιατρική επιστήμη προκειμένου να θεραπεύσει
τη σωματική αρρώστια, λαμβάνει υπόψη της τη νοσογόνο αιτία, τα συμπτώμα-
τα και ποια όργανα του σώματος έχει αυτή προσβάλλει, το ίδιο η πνευματική
ιατρική εξετάζει τη νόσο και τι είδος φθορά έχει προκαλέσει στα πνευματικά
όργανα. Και ο πνευματικός ως ιατρός χρησιμοποιεί και εφαρμόζει το κατάλλη-
λο φάρμακο σε κάθε άνθρωπο. Γι’ αυτό απαιτείται κατά τη γνώμη του αγίου
Γρηγορίου Νύσσης να είναι ο πνευματικός ιατρός που θέλει να ιατρεύει εμπεί-
ρως και τεχνικώς, να εξετάζει πρώτα σε ποιο μέρος από αυτά τα τρία μέρη της
ψυχής ενεργείται κάθε αμαρτία και έτσι ακολούθως να ιατρεύσει το ασθενές
μέρος και όχι άλλο μέρος 2 . ∆ιότι η άγνοια της αιτίας των παθών και της θερα-
πείας τους μπορεί να οδηγεί σε απώλεια της ανθρώπινης ψυχής, όπως γράφει ο
άγιος Μάρκος ο Ασκητής· «] Ο [αγνο~ων {ενεδραν πολεμίων, σφάζεται ε[υχερ~ως,
κα`ι ]ο μ`η ε[ιδ`ως τ`ας α[ιτίας τ~ων παθ~ων, καταπίπτει ]ρ?αδίως» 3 .

2. Η θεραπεία τα τρία μέρη της ψυχής:


Όπως είναι γνωστό οι νηπτικοί Πατέρες υιοθετούν την τριμερή διαίρεση
της ανθρώπινης ψυχής· «Τ~ης λογικ~ης ψυχ~ης ε[ις τρία μεριζομένης κα`ι ε`ις δύο
θεωρουμένης, τ`ο μ`εν γ`αρ α[υτ~ης λογικόν [εστι, τ`ο δ`ε παθητικόν» 4 . Και ο άγιος
Παλαμάς γράφει: «Τριμερο~υς δ`ε ο{υσης τ~ης ψυχ~ης κα`ι [εν τρισ`ι δυνάμεσι θεω-
ρουμένης, λογιστικ~?ω, θυμικ~?ω τε κα`ι [επιθυμητικ~?ω, κα`ι νοσούσης κατ`α τα~υτα
πάντα, ε[ικότως ο] ταύτην [ιώμενος Χριστός, [απ`ο το~υ [εσχάτου, τ~ης [επιθυμίας,
{ηρξατο τ~ης θαραπείας» 5 . Σε πολλά κείμενα της Φιλοκαλίας διαβάζουμε πως
γίνεται η θεραπεία τα τρία μέρη της ψυχής, ιδιαιτέρως στον άγιο Ησύχιο, στον
Θεόδωρο Εδέσσης, στον Μάξιμο τον Ομολογητής, στον Νικήτα Στηθάτο, στον
Γρηγόριο Παλαμά και άλλες Πατέρες. Κατά τον άγιο Παλαμά η θεραπεία αυτή
αρχίζει πρώτα από το επιθυμητικό μέρος της ψυχής, και ακολουθούν τα άλλα
δυο μέρη· «ο{υτε τ`ο τ~ης ψυχ~ης θυμούμενον, μ`η τ~ης [επιθυμίας προτέρας [ιαθεί-
σης· ο{υτε τ`ο λογιζόμενον, μ`η {αμφω τούτων προτεθεραπευμένων» 6 .
Ο άγιος Θεόδωρος Εδέσσης και ο άγιος Μάξιμος συμφωνούν πως τα
τρία μέρη της ψυχής καθαρίζονται και θεραπεύονται ως εξής: το επιθυμητικό
με την εγκράτεια, το θυμικό με την αγάπη και το λογιστικό με την προσευχή·
«Τ`ο θυμικ`ον τ~ης ψυχ~ης, [αγάπη χαλίνωσον· κα`ι τ`ο [επιθυμητικ`ον α[υτ~ης, [εγκρα-
1
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 17, Φιλοκαλία Α΄, σ. 240 (290).
2
Νικοδήμου Αγιορείτου,[ Επιστολή κανονική το~υ α
[ γίου Γρ. Νύσσης πρ`ος Λητόϊον [επίσκοπον Μελιτί-
νης, Πηδάλιον, [εκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, σ. 651.
3
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 76, Φιλοκαλία Α΄, σ. 100 (134).
4
Νικήτας Στηθάτου, Τρίτη ]εκατοντ`αδα γνωστικ~ων κεφαλαίων 9, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 328 (∆΄, 112).
Πρβλ. Ιωάννη ∆αμασκηνού, Λόγος ψυχωφελ`ης κα`ι θαυμάσιος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 234 (303).
5
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 100 (255).
6
Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένη μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 100 (255).

270
τεί?α καταμάρανον· κα`ι τ`ο λογιστικ`ον α[υτ~ης, προσευχ~?η πτέρωσον, κα`ι τ`ο φ~ως
το~υ νο~υ ο[υκ [αμαυρο~υται ποτέ» 1 . Ο άγιος Ιωάννης ο ∆αμασκηνός αναφέρει πιο
αναλυτικά τις αμαρτίες και τον τρόπο ίασης κάθε μέρος από τα τρία μέρη της
ψυχής 2 . Και ο άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος στο έργο του «Περί των οκτώ της
κακίας λογισμών» αναφέρει πως εξελίξετε κάθε λογισμό, πως επηρεάζεται από
τους άλλους λογισμούς, και τελικά πως θεραπεύεται 3 . Η θεραπεία πραγματο-
ποιείται σταδιακά και βάσει σχεδίου. Η αρχή της θεραπείας μπορεί να είναι με
μικρά βήματα και πάντοτε τα πρώτα βήματα είναι δύσκολα. Και όπως τονίσα-
με, πολλές φορές κατά τη θεραπεία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η δύναμη
του θεραπευμένου και οι περιπτώσεις κάθε αμαρτίας.
Ο συνεχής αγώνας και μετά τη θεραπεία είναι αναγκαίος διότι όπως
γράφει ο άγιος Ιωάννης ο ∆αμασκηνός: «χρ`η δ`ε πάσ?η δυνάμει [ασφαλ~ως τηρε~ιν
]εαυτο`υς καθαρο`υς [απ`ο ]ρυπαρ~ων {εργων, \ινα μ`η πάλιν \ωσπερ κύων [επ`ι τ`ον {ιδιον
{εμετον [επιστρέψαντες, δούλους πάλιν ]εαυτο`υς τ~ης ]αμαρτίας ποιήσωμεν»4 .
Χρειάζεται από εκείνον που μετανοεί σωστά η προσοχή, διότι μπορεί να περι-
παίζεται από τους άφρονους ανθρώπους, πράγμα που είναι σημάδι ότι η μετά-
νοιά του ευαρεστεί τον Θεό· «] Ο ο[ ρθ~ως μετανο~ων ]υπ`ο [αφρόνων χλευάζεται.
Το~υτο δ`ε α[υτ~?ω [εστι τεκμήριον ε[υαρεστήσεως» 5 .
Η μετάνοια είναι μια κατάσταση στην οποία πρέπει συνεχώς να βρίσκε-
ται ο πιστός και όχι περιστασιακά, μια κατάσταση που να την ζει έντονα και να
τον διακατέχει. Κατά τον άγιο Κάλλιστο, η μετάνοια είναι «δέησις [εκτεν`ης [εν
πάσ?η \ωρ?α, [εν ε[υχ~?η πεπληρωμέν?η κατανύξεως, προσεγγίζουσα τ~?ω Θε~?ω, ]υπ`ερ
[αφέσεως τ~ων παρελθόντων, κα`ι λύπη ]υπ`ερ τ~ης τ~ων μελλότων φυλακ~ης» 6 . Η
μετάνοια δεν ορίζεται απλώς ως μία αρετή, μια στιγμή μεταβατική, μια βαθμί-
δα προσωρινή, μια μερική ή περιστατική πράξη, που μπορεί να περιορίζεται
και να τελειώνει, αλλά ασκείται σαν μια στάση ζωής, μια σταθερή και μόνιμη
και φυσιολογική καθημερινή εργασία της ψυχής, που η εγκατάλειψη ή η άρνη-
ση της σημαίνει απογύμνωση της πνευματικής ζωής. Πράγματι, όπως αναφέρει
ο π. Σωφρόνιος: «η μετάνοια πάνω στη γη δεν γνωρίζει τέλος, ωστόσο να πα-
ρουσιασθέν ο άνθρωπος ενώπιον του Θεού στην αιωνιότητα» 7 .
Με την εξομολόγηση συγχωρούνται οι αμαρτίες. Αυτό όμως δεν σημαί-
νει ότι ο άνθρωπος πρέπει να παύσει να τις θυμάται και να θλίβεται. Η μνήμη
των συγχωρηθέντων αμαρτημάτων δύναται να διατηρήσει την ψυχή στην κα-
θαρότητα. Κατά τον άγιο Νείλο, είναι ένδειξη επίγνωσης και φρόνησης να εν-
θυμάται κανείς τις αμαρτίες του και την δίκαιη τιμωρία και μετά την μετάνοια
του ακόμη, για να μην πέσει πάλι στις ίδιες αμαρτίες· «[ Επιγνώμων [ανήρ, ]ο μ`η
πρ`ο τ~ης τελείας μετανοίας [ανασχόμενος τ~ης [ελλύπου μνείας τ~ων ]αμαρτημάτων

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 80, Φιλοκαλία Β΄, σ. 49 (99)
και Πρβλ. Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφάλαια 13, Φιλοκαλία Α΄, σ. 306 (Β, 14).
2
Ιωάννη ∆αμασκηνού, Λόγος ψυχωφελ`ης κα`ι θαυμάσιος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 234-236 (303-305).
3
Κασσιανού του Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Φιλοκαλία Α΄, σσ. 61-80 (91-111).
4
Ιωάννου ∆αμασκηνού, Περ`ι πίστεως κα`ι βαπτίσματος, PG. 94, 1121C.
5
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 133, Φιλοκαλία Α΄, σ. 104 (138).
6
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 80, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
275 (Ε, 104).
7
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), [Οψόμεθα τ`ον Θεόν καθώς {εστι, σ. 255. Πρβλ. Καρδαμάκη, Μιχαήλ.,
(Πρωτ.), Ορθόδοξη πνευματικότητα, [εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1980, σ. 197.

271
κα`ι τ~ης [εν πυρ`ι α[ιωνί?ω δικαίας τούτων ε[ισπράξεως» 1 . Και ο άγιος Θεόδωρος
Εδέσσης στο ίδιο κλίμα κινείται, παρακινεί τον άνθρωπο να μη λησμονήσει τις
αμαρτίες του και αν έλαβε τη συγχώρηση, αλλά να πενθεί συνέχεια και έτσι
γίνεται αφορμή να ταπεινωθεί και να μη πέσει πάλι στην ίδια αμαρτία· «]ημε~ις
δέ [αδελφοί, μ`η [αμνημον~ωμεν τ~ων πταισμάτων ]ημ~ων, κ}αν [αδικ~ωμεν τ~?η μετα-
νοί?α τα~υτα συγκεχωρ~ησθαι, [αλλ`α μνημονεύωμεν [αε`ι τ~ων ]αμαρτημάτων κα`ι
]υπ`ερ α[υτ~ων πενθε~ιν μ`η παυσώμεθα· \ινα τ`ην ταπείνωσιν σύνοικον [αγαθ`ην κτη-
σάμενοι, το`υς τ~ης κενοδοξίας κα`ι ]υπερηφανίας βρόχους [εκφύγωμεν» 2 .
Ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής συμβουλεύει τον εξομολογούμενος να μην
αναφέρει ξανά κατ’ είδος τις παλιές εικόνες και αμαρτίες στο νου του, ιδιαιτέ-
ρως τις σαρκικές αμαρτίες φανταζόταν τα πρόσωπα, τους τρόπους με τους ο-
ποίους αμάρτησε, διότι βλάπτουν εκείνον που έχει ελπίδα στον Θεό και τον
ρίχνουν στην απόγνωση ή είναι δυνατό, να μολύνουν ξανά την ψυχή 3 .
Το καλύτερο είναι να μην ξεχνά ότι είναι αμαρτωλός άνθρωπος και να
υπομένει με γενναιότητα στις ακούσιες θλίψεις και τις συνέπιες τις αμαρτίες
του που του έρχονται· «[ Ε`αν θέλ?ης Θε~?ω προσφέρειν [εξομολόγησιν [ακατάκρι-
τον, μ`η μνημόνευε κατ’ ε@ιδος τ`ας παρατροπάς, [αλλ’ ]υπόμενε γενναίως τ`ας τού-
των [επαγωγάς» 4 . Εδώ, αναφέρουμε μια γνώμη, από το χώρο της ψυχολογικής
τομέας, τον καθ. Σ. Μπαλογιάννη που λέγει: «Η μετά την μετάνοιαν ανάμνησις
τ~ης προηγηθείσης ]αμαρτίας, [αποτελε~ι θετικόν στοιχε~ιον μόνον \οταν {αγει ε[ις
[εντονωτέραν προσπάθειαν βιώσεως τ~ης [αγάπης καί το~υ θελήματος το~υ Κυρίου,
]η ]οποία [αντικατοπτρίζεται [εν συνεχεί?α ε[ις τήν \ολην ψυχικήν ζωήν καί ε[ις τά
{εργα το~υ [ατόμου.] Η παθολογική καθήλωσις ε[ις τήν [ανάμνησιν τ~ης προηγηθεί-
σης ]αμαρτίας, αποδυναμώνει πνευματικ~ως τό α { τομον καί τό καθιστ~α [επιρρεπές
5
ε[ις κατ’ [επανάληψιν πτώσεις» .
Τελικά συνοψίζουμε το θεραπευτικό χαρακτήρα της Εκκλησιάς στα λό-
για του Σεβ. Ιωάννη Ζηζιούλα ωε εξής: «Για την Εκκλησία και τη Θεολογία η
θεραπεία δεν είναι υπόθεση ψυχολογική ή ηθική, αλλά οντολογική. Σκοπός της
θεραπείας δεν είναι να ανακουφίσει τον άνθρωπο από τα συμπτώματα της νό-
σου, αλλά να τον αναγεννήσει μεταφέροντάς τον από τον χώρο της φιλαυτίας,
όπου γεννιούνται τα πάθη, στο χώρο της φιλαδελφίας, όπου υπάρχει η αληθινή
θεραπεία δια της αγάπης. Το πέρασμα από τον ένα χώρο στον άλλον είναι ε-
πώδυνο, γιατί προϋποθέτει το Σταυρό ή με τα λόγια του Αγίου Μαξίμου τη βί-
ωση της οδύνης που συνυπάρχει με την ηδονή. Είναι ένα πέρασμα. … Στην
προσπάθεια αυτή η Εκκλησία και η Θεολογία διαθέτουν όχι τόσο τεχνική ή
εξειδίκευση, όσο την πίστη στον προσωπικό Θεό … και την Εκκλησία ως ευ-
χαριστιακή κοινότητα, η οποία πραγματώνει την αγάπη αυτή ως προσωπική
ύπαρξη και σχέση» 6 .

1
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 144, Φιλοκαλία Α΄, σ. 188 (233).
2
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 72, Φιλοκαλία Α΄, σ. 317 (Β, 26)
3
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 151, Φιλοκαλία Α΄, σ. 119 (155).
4
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 153· 155, Φιλοκαλία Α΄, σ. 120 (155).
5
Μπαλογιάννης, Σ., Ψυχιατρική και ποιμαντική ψυχιατρική, [εκδ. Πουρναρ~α, Θεσσαλονίκη 1986, σ.
437.
6
Ζηζιούλα, Ιω., (Μητρ), Νόσος και θεραπεία στην Ορθόδοξη Θεολογία», \ο.π., σ. 153-154.

272
2. Τα επιτίμια ως μέσα θεραπείας.

Όπως ειπώθηκε περιηγούμενο, η αμαρτία είναι η ασθένεια της ψυχής


και τα επιτίμια είναι το φάρμακο που τη θεραπεύει. Ο Μ. Βασίλειος αναφέρει
ότι «δε~ι τ`ον {ελεγχον κα`ι τ`ην [επιτίμησιν ο\υτως δέχεσθαι ]ως φάρμακον [αναιρε-
τικ`ον πάθους κα`ι ]υγείας κατασκευαστικόν» 1 . Τα επιτίμια εντάσσονται στο
πλαίσιο του θεραπευτικού και παιδαγωγικού έργου του πνευματικού πατέρα 2 .
Η εξουσία για την επιβολή θεραπευτικών και παιδαγωγικών επιτιμίων και τη
λύση τους χορηγήθηκε στην Εκκλησία από τον Κύριο 3 και την εξουσία αυτή
ασκούν οι Απόστολοι, ο Πέτρος επιβάλλει βαρύτατο επιτίμιο στον Ανανία και
τη Σαπφείρα 4 , ο Απόστολος Παύλος αφορίζει τον αιμομίκτη της Εκκλησίας
της Κορίνθου 5 του οποίου το δεσμό λύει όταν αργότερα μετανοεί 6 , και στην
αρχαία Εκκλησία 7 .
Κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο, όπως η εξουσία του «λύειν
κα`ι δεσμε~ιν» δόθηκε από τον Χριστό δια του Αγίου Πνεύματος, το ίδιο και τα
επιτίμια καθορίζονται στην Εκκλησία από το Άγιο Πνεύμα· «κα`ι ο[υδ`εν περ`ι
[επιτιμίων τέως α[υτο~ις [εντέλλεται, ]ως παρ`α το~υ Αγίου Πνεύματος μέλλοντες
διδάσκεσθαι»8 . Ο 2ος κανόνας της [εν Τρούλλ?ω Συνόδου διατυπώνει το μοναδι-
κό σκοπό και στόχο στον οποίο αποβλέπουν οι κανόνες: «πρ`ος ψυχ~ων θερα-
πείαν κα`ι [ιατρείαν παθ~ων» 9 . Ο άγιος Νικόδημος ονομάζει τα επιτίμια τα οποία
περιορίζει ο πνευματικός ιατρός, δηλαδή την νηστεία, την ξηροφαγία, τις γο-
νυκλισίες, την ελεημοσύνη, την προσευχή και την αποχή από τη Θεια κοινωνία
με τα έμπλαστρα τα οποία αντιστοιχούν με τα φάρμακα, τα οποία παραγγέλλει
ο ιατρός στις σωματικές ασθένειες 10 .
Τα παραπάνω μέσα της ασκήσεως ή εκούσιες κακοπάθειες αποδεικνύο-
νται απαραίτητα μέσα κατά τους νηπτικούς Πατέρες για την κάθαρση της ψυ-
χής. Ο άγιος Ησύχιος αναφέρει ότι «Ταπείνωσις κα`ι κακοπάθεια, πάσης ]αμαρ-
τίας [ελευθερο~υσι τ`ον α{ νθρωπον· η ] μ`εν τ`α τ~ης ψυχ~ης, ]η δ`ε τ`α το~υ σώματος πε-
11
ρικόπτουσα πάθη» . Την ίδια έκφραση ακριβώς τη συναντούμε στον άγιο
Μάξιμο 12 . Και ο άγιος Μάρκος βεβαιώνει ότι εκείνος που γυμνάζεται στις ε-
κούσιες ασκήσεις δεν αιχμαλωτίζεται από τους πονηρούς λογισμούς· «Ο το~ις
θλιβερο~ις ]εκουσίως [εμπαιδευόμενος, ]υπ`ο τ~ων [ακουσίων λογισμ~ων ο[υ κατακυ-

1
Μ. Βασιλείου,[ Ηθικά, Περ`ι [ακροατ~ων, ΒΕΠΕΣ 53, 119.
2
Τα επιτίμια στην ορθόδοξη παράδοση έχουν παιδαγωγικό, φιλάνθρωπο, θεραπευτικό και εκκλησιο-
λογικό χαρακτήρα. Βλ. Βλ. Kαψάνη, Γ., (Αρχιμ.), Η ποιμαντική διακονία κατά τους Ι. Κανόνες,\ Ο.π.,
σ. 146. και Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογικά πρότερα της ποιμαντικής Ι, σ. 176.
3
Μτ. 18,18· Ιω. 20,23.
4
Πραξ. 5, 5-12.
5
1 Κορ. 5,1-5.
6
2 Κορ. 2, 6-8.
7
Βλ. Κανών. 11 και 12, Τ~ης [εν Νικαία Α΄. Συνόδου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων
και ιερών Κανόνων, τομ. Β΄, σσ. 139-142. και Πρβλ. ∆ιαταγαί Αποστόλων Β΄, 16,18,41 ΒΕΠΕΣ 2, 22·
24· 42.
8
Συμεών Ν. Θεολόγου, Επιστολή Α΄ περί εξομολογήσεως 12. Έργα, τομ. Γ΄, σ. 434.
9
Κανών 2, Τ~ης [εν τ~ω Τρο~υλλω ΣΤ΄ Οικ. Συνόδου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων
και ιερών Κανόνων, τομ. Β΄, σ. 308.
10
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 228.
11
Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Πρ`ος τ`ο Θεόδουλον λόγος περ`ι νήψεως 75, Φιλοκαλία Α΄, σ. 152 (193).
12
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 76, Φιλοκαλία Β΄, σ. 11 (56).

273
ριευθήσεται· ]ο δ`ε τ`α πρότερα μ`η καταδεχόμενος, ]υπ`ο τ~ων δευτέρων, κα`ι μ`η
βουλόμενος, α[ιχμαλωτίζεται» 1 .
Κατά μερικούς νηπτικούς Πατέρες, όπως ο Ηλίας ο Πρεσβύτερος και ο
άγιος Μάρκος ο Ασκητής, δεν αρκούν στην ψυχή οι εκούσιες κακοπάθειες για
να απαλλαγεί τελείως από την κακία, αν δεν έχει υπομονή στις ακούσιες. Γρά-
φει ο όσιος Ηλίας: «Ο[υκ [αρκε~ι τ~?η ψυχ~?η, πρ`ος τελείαν κακίας [απαλλαγήν, ]η ]ε-
κούσιος κακοπάθεια, ε[ιμ`η κα`ι δι`α τ~ης [ακουσίου [εκπυρουμένη μ`η διαλύηται·
ο\ια γάρ τις μάχαιρα ]η ψυχή, ε[ι μ`η δι`α πυρ`ος διέλθ?η κα`ι \υδατος, τουτέστιν ]ε-
κουσίων πόνων κα`ι [ακουσίων, {αθραυστος τα~ις [αντιτυπίαις τ~ων [επισυμβαινό-
ντων ο[υ συντηρε~ιται»2 . Κατά τον άγιο Μάρκο, οι θλίψεις και τα δυσάρεστα
έρχονται εξαιτίας των αμαρτιών που έχει διαπράξει ο άνθρωπος 3 , αλλά μέσα
στις ακούσιες θλίψεις είναι κρυμμένο το έλεος του Θεού, διότι αν κάποιος τις
δέχεται με υπομονή τον οδηγεί σε μετάνοια· «Ε[ις τ`ας [ακουσίους [οδύνας, τ`ο
{ελεος το~υ Θεο~υ [εγκέκρυπται, τ`ον ]υπομένοντα, ε[ις μετάνοιαν \ελκον κα`ι [απαλ-
λάττον τ~ης α[ιωνίου κολάσεως» 4 .
Ο σκοπός του πνευματικού πατέρα, όπως τον αναφέρει ο 102ος κανών
της [εν Τρούλλω Συνόδου είναι το εξής: «Τ`ο πλανώμενο πρόβατο ν`α [επανα-
φέρ?η κα`ι λαβωμένο καθ`ως είναι α [ π`ο τ`ον νοητ`ο{ Οφι ν`α τ`ο γιατρέψ?η ]ολότελα,
μήτε σπρώχνοντάς το στ`ον κρημν`ο τ~ης [απογνώσεως, μήτε χαλαρώνοντάς του
τ`α χαλινάρια πρ`ος τ`ην {εκλυτη ζωή» 5 . Ο πνευματικός πατέρας όταν επιχειρήσει
να ελέγξει κάποιον από τα τέκνα του πρέπει να βάλει μπροστά του το φόβο του
Θεού και την αλήθεια μόνο, διότι όπως αναφέρει ο άγιος Μάρκος ο Ασκητης,
υπάρχει άλλος είδος έλεγχος, το οποίο γίνεται από κακία· «{ Εστιν {ελεγχος κατ`α
κακίαν κα`ι {αμυναν· κα`ι {εστιν \ετερος κατ`α φόβον Θεο~υ κα`ι [αλήθειαν» 6 .
Τα επιτίμια δεν έχουν νόημα και σκοπό της ικανοποίησης της θείας δι-
καιοσύνης 7 , εφόσον στην ορθόδοξη παράδοση το κεντρικό γεγονός δεν είναι η
δικαιοσύνη αλλά η αγάπη του Θεού, όπως γράφει ο άγιος Ισαάκ: «Μή καλέσ?ης
τ`ον Θε`ον δίκαιον, \οτι ]η δικαιοσύνη αυτου ο[υ γνωρίζεται [εν τω~ις πράγμασί σου
…Πο~υ [εστ`ιν ]η δικαιοσύνη το~υ Θεο~υ; \οτι @ημειν ]αμαρτωλοί, κα`ι ]ο Χριστ`ος [απέ-
θανεν ]υπέρ ]υμ~ων;»8 . Το επιτίμιο δεν είναι τιμωρία ούτε περιέχει εξιλαστικό
χαρακτήρα, είναι φάρμακο και ο πνευματικός με αυτό αναζητά την οργανική
σχέση μεταξύ ασθενή- αμαρτωλού και θεραπευτικού μέσου. Γράφει ο άγιος
Ισαάκ ο Σύρος: «Ε`αν το`υς [ασθενε~ις [επιθυμε~ις θεραπε~υσαι, γν~ωθι \οτι ο]ι {αρρω-
στοι [επιμελείας χρήζουσι μ~αλλον }η [επιτιμίου» 9 . Τα πνευματικά τέκνα του π.
Πορφυρίου μαρτυρούν ότι ποτέ δεν έδειχνε καμμία απάνθρωπη αυστηρότητα,
μόνο φιλαδελφή αγάπη και συγχωρητικότητα, συνήθιζαν να ονομάζουν τις

1
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 208, Φιλοκαλία Α΄, σ. 124 (160).
2
Ηλία Πρεσβυτέρου, Ανθολόγιον γνωμικόν 7, Φιλοκαλία Β΄, σ. 290 (Γ, 32).
3
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 154, Φιλοκαλία Α΄, σ. 120 (155).
4
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 139, Φιλοκαλία Α΄, σ. 118 (154).
5
Κανών 102, Τ~ης [εν τ~ω Τρο~υλλω ΣΤ΄ Οικ. Συνόδου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων
και ιερών Κανόνων, τομ. Β΄, σ. 550.
6
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 38, Φιλοκαλία Α΄, σ. 98 (132).
7
Για περισσότερα σε αυτό το θέμα Βλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), «Η διδασκαλία περί ικανοποιήσεως
της θείας δικαιοσύνης στην νεοελληνική θεολογία» στο Γ.Π. τευχ. 723 (1988), σ. 528 κ.εξ.
8
Ισαάκ του Σύρου, Άπαντα τα ευρεθέντα ασκητικά, λόγος Ξ΄, σ. 245.
9
Ισαάκ του Σύρου, Άπαντα τα ευρεθέντα ασκητικά,\ Ο.π., σ. 254.

274
συμβουλές του «συνταγές», καθώς και ότι θεραπεύει και δεν επιτιμά 1 . Όμως,
παράλληλα με το ανθρωπολογικό και το σωτηριολογικό περιεχόμενο τα επιτί-
μια προσλαμβάνουν και κοινωνικό. Το κείμενο του αγίου Συμεών Θεσσαλονί-
κης είναι ένα παράδειγμα 2 .
Παρόλο το σημαντικό ρόλο που παίζουν τα επιτίμια, δεν αποτελούν α-
παραίτητο συστατικό μέρος του μυστηρίου της εξομολόγησης, ούτε συμπλή-
ρωμά της, αφού η άφεση των αμαρτιών παρέχεται δωρεάν και χωρίς αυτά 3 . Ο
άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος αναφέρει στην ίαση του παραλυτικού πως «{ε-
λαβε κα`ι τ`ην {αφεσιν τ~ων [ιδίων ]αμαρτημάτων, ο[υ χρόνων δεηθέντος τούτου
τιν~ων πολλ~ων, ο[υ νηστείας, ο[υ χαμευνίας, [αλλ’ }η μόνον [επιστροφ~ης κα`ι πίστε-
ως [αδιστάκτου κα`ι [εκκοπ~ης το~υ κακο~υ κα`ι μετανοίας [αληθιν~ης κα`ι δακρύων
πολλ~ων»4 .
Ο Μ. Βασίλειος απαντά στο ερώτημα, με ποιά διάθεση ο εξομολογού-
μενος οφείλει να δέχεται το επιτίμιο, απαντά ότι πρέπει να το δέχεται με την
διάθεση του αρρώστου για την ίαση και θεραπεία της ψυχής του. Ακόμη με
πεποίθηση και εμπιστοσύνη για την αγάπη και ενδιαφέρον του επιτιμώντος
σαν να είναι πατέρας και ιατρός. Τέλος ότι απαιτείται να αντέχει τον τρόπο
της θεραπείας, ακόμη και αν είναι πικρός και επώδυνος 5 . Ο όσιος Ηλίας Πρε-
σβύτερος συμβουλεύει τον αμαρτωλό να δεχτεί με ταπείνωση τα επιτίμια κα-
τηγορώντας τον εαυτό του: «ταπεινο~υσθαι, κα`ι κατηγορουμένου ]εαυτο~υ συ-
γκατηγορε~ιν, κα`ι δέχεσθαι α [ σμένως τ`ο [επιτίμιον· τούτου δ`ε μ`η γινομένου, [ανί-
σχυρον \απαν τ`ο τ~?ω Θε~?ω προσφερόμενον» 6 .
Ο υποτακτικός οφείλει να φυλάξει κάθε συμβουλή και όλα όσα εξέρχο-
νται από το στόμα του πνευματικού πατέρα· «Χρ`η γ`αρ {εχειν, \οτι πάντα τ`α [εκ-
πορευόμενα [εκ στόματος τ~ων ]αγίων πρ`ος τ`ο συμφέρον τ~ων [ακουόντων [εστί»7 ,
αλλά ο γέρων Ιωάννης, ο μαθητής του γέροντος Βαρσανούφιου κάνει τη διά-
κριση ανάμεσα στην «εντολήν» και στην «κατ`α Θε`ον [απόκρισιν» που είναι η
συμβουλή. Και στις δυο περιπτώσεις ο υποτακτικός έχει υποχρέωση να τηρή-
σει οπωσδήποτε αυτά που του ορίζει ο πνευματικός, αλλά στην περίπτωση της
συμβουλής, δηλαδή να ρωτά τι πρέπει να κάνει σε κάποιο θέμα, αν δεν θέλει
να κάνει ό,τι είπε ο πνευματικός δεν θεωρείται παραβάτης, διότι δεν έλαβε ε-
ντολή. Το ίδιο ισχύει αν ο γέροντας μίλησε από μόνος του, κινούμενος από τον
κατά Θεόν λογισμό. Αν όμως ρωτά ειδικά για ένα πράγμα και ζητά να λάβει
εντολή, οφείλει να βάλει μετάνοια και να παρακαλέσει τον πνευματικό να του
δώσει την εντολή, και μετά να βάλει πάλι την μετάνοια λέγοντας: «ε[υλόγησόν

1
Για πολλές μαρτυρίες σχετικά με τον γέρων Πορφύριο Βλ. Σύναξη, τευχ. 41, 1992, σ. 84-98. ή Ιω-
αννίδης., Κλ., Ο Γέρων Πορφύριος-μαρτυρίες και εμπειρίες, [εκδ. Ι.Μ. Μεταμόρφωσις του Σωτήρος,
Αθήνα 1993.
2
Συμεών Θεσσαλονίκης, Απόκριση οβ΄, PG. 155, 929B-932A. Βλ. Γιάγκου., Θ., Η εξομολόγηση: Το
μυστήριο του νόμου και της χάριτος στο συνέδριο «Το Ιερόν Μυστήριον της μετανοίας», ∆ράμας,
2002, σσ. 139-167.
3
Βλ. Νησιώτη, Α., Ο πνευματικούς και το έργο του, [εκδ. Αποστολική διακονία 1959. σ.93.
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Επιστολή Α΄ Περί εξομολογήσεως 12. Έργα, τομ. Γ΄, \ο.π., σ. 434.
5
Μ. Βασιλείου, Όροι κατ’ επιτομήν, Ερώτηση 158, PG. 31, 1185. ΕΠΕ 9, σ. 190.
6
Ηλία Πρεσβυτέρου,[ Ανθολόγιον γνωμικόν 48, Φιλοκαλία Β΄, σ. 293 (Γ, 36).
7
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Ερώτηση 369, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τομ. Β΄,\ Ο.π., σ.
254.

275
με, Πάτερ, [επάνω τ~ης ε[ ντολ~ης, κα`ι ε@υξαι \ινα α[υτ`ην φυλάξω» και είναι υποχρε-
ωμένος να την κάνει, διότι η εντολή από τότε έχει δύναμη 1 .
Όπως τα σωματικά φάρμακα δεν τα δέχονται το ίδιο όλοι οι οργανισμοί,
έτσι και τα πνευματικά δεν γίνονται εξ ίσου αποδεκτά από όλους τους ανθρώ-
πους, έστω και αν δίδοντα για την ίδια θεραπεία. Κατά την ορθόδοξη ανθρω-
πολογία το ανθρώπινο πρόσωπο κατέχει μια κεντρική θέση στην διδασκαλία
της. Ο άνθρωπος είναι πρόσωπο, γιατί είναι δημιουργημένος κατ’ εικόνα του
Τριαδικού Θεού, που διακρίνεται σε τρία πρόσωπα 2 . Όσο και αν ζει ατομοκε-
ντρικά, δεν χάνει ολότερα τον προσωπικό χαρακτήρα του 3 . Παρόλο ότι η κοινή
ανθρώπινη φύση αποτελεί ένα άξονα στη θεώρηση του ανθρώπου, αλλά αυτό
δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος θεωρείται ως άτομο αλλά ως πρόσωπο. Η εκ-
κλησία είναι κοινωνία προσώπων, και οφείλει η ποιμαντική αντιμετώπιση του
ανθρώπου να είναι προσωπική. ∆εν επιτρέπεται γενικά στον ποιμένα και ιδιαι-
τέρως στον πνευματικό πατέρα να κατευθύνει και να οδηγεί τους ανθρώπους
αγνοώντας τις ιδιαίτερες συνθήκες ανατροφής, τις καταβολές και ό,τι άλλο συ-
νιστά την προσωπικότητα του καθενός 4 .
Για να θεραπευθεί ένας άρρωστος χρειάζεται να γίνει σωστή διάγνωση
της ασθένειας και έπειτα να δοθούν τα κατάλληλα φάρμακα σε ανάλογη ποσό-
τητα και για όσο χρόνο απαραίτητα. Τα επιτίμια για να επιβληθούν οφείλει
πρώτα ο πνευματικός να λαμβάνει υπόψη του τις καταστάσεις ανάμεσα στις
οποίες εκτυλίχθησαν οι αμαρτίες, ακόμη την πνευματική κατάσταση του εξο-
μολογούμενου, την υγιεινή και οικονομική αντοχή, και προ πάντων την ψυχική
του διάθεση 5 . Άλλη είναι η κρίση της αμαρτίας που διαπράττεται ακουσία χω-
ρίς τη θέληση του αμαρτωλού, και άλλη είναι η κρίση της αμαρτίας που δια-
πράττεται εκούσια και με τη δική του θέληση6 . Ο Μ. Βασίλειος καθορίζει ότι η
διάρκεια και το είδος των επιτιμίων τα ορίζει ο πνευματικός, ο οποίος έχει υ-
πόψη του τη δυνατότητα του σώματος, την κατάσταση της ψυχής και τα σχετι-
κά της αμαρτίας· «[ Εν τ~?η τ~ων προεστώτων δοκιμασί?α γνωριζέσθω ]ο καιρ`ος κα`ι
]ο τρόπος κατά τε τ`ην ]ηλικίαν το~υ σώματος κα`ι \εξιν ψυχ~ης κα`ι ]αμαρτήματος
διαφοράν»7 .

1
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Ερώτηση 369, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τομ. Β΄,\ Ο.π., σ.
254.
2
Γρηγορίου Παλαμά, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά 36·39, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
145,147 (304, 306).
3
«Η κάθε ανθρώπινο ον κατέχει το πρωταρχικό στοιχείο του προσώπου, ένα κέντρο ολοκληρώσεως
που κάνει το παν να κλίνει προς τη διάσταση μιας μεταφυσικής σφαίρας και που διαμορφώνει τη συ-
νείδηση του ανθρώπου. Πρόκειται για το πρόσωπο σαν ένα φυσικό δεδομένο της υποστάσεως». Ευδο-
κίμωφ, Π., Η γυναίκα και η Σωτηρία του κόσμου, [εκδ. Πουρναρά, Θεσαλονίκη, σ. 67.
4
Βλ. Κεσελοπούλου, Α., Προτάσεις ποιμαντικής θεολογίας, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2003, σσ.
30-31.
5
Ο άγιος Νικόδημος προτείνει στον πνευματικό πατέρα να εξετάσει τις περιστάσεις της αμαρτίας για
καθέναν ξεχωριστά, οι οποίες είναι επτά: 1)- Τις, δηλαδή ποιος είναι ο πράξας. 2)- Τι, ποια αμαρτία
έπραξε. 3)- Γιατί την έπραξε. 4)- Με ποιον τρόπο την έπραξε. 5)- Πόσο καιρό την έπραξε. 6)- Σε ποιο
τόπο. 7)- πόσες φορές την έπραξε. Βλ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 39.
6
Βλ. Μ. Βασιλείου, Ε[ις τ`ην [αρχ`ην τ~ων Παροιμι~ων, PG. 31, 404Β. «{ Αλλως ο@υν τ`α α
[ κούσια τυγχάνει
συγγνώμης κα`ι {αλλως τ`α [εκ μοχθηρ~ας προαιρέσεως κατακρίνεται».
7
Μ. Βασιλείου, Όροι κατ’ [επιτομήν, Ερώτηση 106, PG. 31, 1156. ΕΠΕ 9, σ. 137. «Τα επιτίμια είναι
στην διάκριση του πνευματικού. Στους εν ψυχρώ αμαρτάνοντας ο πνευματικός πρέπει να είναι ανυπο-
χώρητα αυστηρός. Αυτόν που νικιέται, αλλά μετανοεί, ταπεινώνεται, ζητάει με συστολή συγχώρεση,

276
Ο άγιος Συμεών Ν. Θεολόγος δίνει ένα μέτρο και δείχνει ένα δρόμο
στον πνευματικό, πώς να εφαρμόζει τα επιτίμια σχετικά με την κατάσταση του
καθενός. Ο άγιος συνιστά η χρήση των επιτιμίων να είναι ανάλογη με τη γνώ-
ση του μυστηρίου της πίστεως, την οποία έχει ο εξομολογούμενος. Για εκεί-
νους που διδάχτηκαν και γνώριζαν το μυστήριο της πίστης είναι πολύ καλό και
ωφέλιμο να ανατρέχουν στον πνευματικό πατέρα και να δεχθούν με προθυμία
τα κανονικά δεσμά και επιτίμια που τους έδωσε. Εκείνοι όμως που δεν κατέ-
χουν το μυστήριο της πίστεως, δηλαδή κατά την έκφραση του αγίου είναι ακα-
τήχητοι, όταν μετανοήσουν και εξομολογηθούν, δεν χρειάζονται τόσο σφιχτά
δεσμά και επιτίμια βαρέα, διότι είναι δύσκολο να λάβουν αίσθηση από αυτά τα
πνευματικά δεσμά και επιτίμια. Γιατί όπως λέγει ο άγιος: «είναι παράλογον τ`ο
ν`α δένη κα`ι ν`α καίη, δηλαδ`η ν`α βάζη κάποος κανόνας, στ`ον [αναίσθητον. Κα`ι
τ`ο ν`α [ιατρεύη τ`ον νεκρ`ον είναι μωρία»1 .
Γενικά τα επιτίμια πρέπει να καθορίζονται, ώστε να τα βαστά ο χριστια-
νός που εξομολογήθηκε και να συντελούν στην αποκατάσταση της πνευματι-
κής του υγείας 2 . Όπως τονίζει ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης στην επιστολή του
προς Λητόϊον, η οποία έχει το κύρος κανόνα, η ποικιλία των ψυχικών νοσημά-
των απαιτεί και ανάλογη ποικιλία θεραπευτικών μέσων. Και όχι μόνο θεραπευ-
τική, αλλά και τα υγιεινά μέσα είναι ποικίλα, γιατί πρέπει ν’ αντιστοιχούν στις
συνθήκες, όπου ζει κάθε ψυχή· «\ Ωσπερ γ`αρ [επί τ~ης σωματικ~ης θεραπείας, ]ο
μ`εν σκοπ`ος τ~ης [ιατρικ~ης [εστι, τ`ο ]υγι~αναι τ`ον κάμνοντα, τ`ο δ`ε ε@ιδος τ~ης [επιμε-
λείας διάφορον· ο\υτω, πολλ~ης ο{υσης κα`ι [εν τ~η ψυχικ~?η νόσ?ω τ~ης τ~ων παθ~ων
ποικιλίας, [αναγκαίως πολυειδ`ης γενήσεται ]η θεραπευτικ`η [επιμέλεια, πρός λό-
γον το~υ πάθους [ενεργο~υσα τ`ην {ιασιν»3 . Ο άγιος Ιωάννης Νηστευτής: «τα~υτα
δ`ε παρ’ ]ημ~ων λέλεκται δι`α το`υς [ανοήτως βαρύνοντας τ`α [επιτίμια, κα`ι ε[ις
\απαντας κατ`α τ`ον ]ορισμ`ον τ~ων θείων κανόνων [εκλαμβάνοντας, ο[υ καλ~ως ο[υδ`ε
[ορθ~ως ο[υδ`ε δικαίως [αλλ’ [απανθρώπως κα`ι [ασυνέτως κα`ι [αγνώστως λαμβάνειν
[επηγγελμένους» 4 .
Από τα παραπάνω λόγια των αγίων αποδεικνύεται ο προσωπικός χαρα-
κτήρα των επιτιμίων, ότι δηλαδή δεν υπάρχει μία βάση, ένας τρόπος ή μια μέ-
θοδος θεραπείας, αλλά διάφορες ανάλογα με του καθένα. Οι ίδιοι Κανόνες δί-
νουν τόση ελευθερία ενεργείας στον Πνευματικό που όλο το βάρος της ευθύ-
νης πίπτει σε αυτόν. Αυτός ο προσωπικός χαρακτήρας των επιτιμίων δίνει τη
δυνατότητα στον πνευματικό πατέρα να κινηθεί στα όρια της χάριτος και στο
πνεύμα των κανόνων υπερβαίνοντα όσα, κατά τα αναπτυχθέντα, προβλέπουν
οι συντάκτες των ιερών κανόνων και των εξομολογητηρίων5 .

θα τον βοηθάει με διάκριση να πλησιάσει πάλι στον Θεό». Παϊσίου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας,
Λόγοι Γ΄,\ Ο.π., σ. 277.
1
Συμεών Ν. Θεολόγου, Τα άπαντα, Λόγος 37, σ. 177.
2
«Ο σκοπός των επιτιμίων είναι να μπει ο μετανοών σε συνθήκες, όπου δεν παρακινείται πια από το
αμάρτημα». Ευδοκιμώφ, Π., Η ορθοδοξία, \ο.π., σ. 393.
3
Κανών 1, Επιστολή κανονική το~υ α [ γίου Γρηγορίου Νύσση πρ`ος Λητόϊον [επισκόπου Μελιτίνης, στο
Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων και ιερών Κανόνων, τομ. 4, σ. 295-6. και PG. 45, 224A.
4
Ιωάννου Νηστευτο~υ, Λόγος πρ`ος τ`ον μέλλοντα [εξαγορε~υσαι.., PG. 88, 1928.
5
Γιάγκου., Θ., Η εξομολόγηση: Το μυστήριο του νόμου και της χάριτος στο συνέδριο «Το Ιερόν Μυ-
στήριον της μετανοίας», ∆ράμας 2002, σ. 163.

277
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι τα επιτίμια στην ορθόδοξη Εκκλησία έχουν
παιδαγωγικό, θεραπευτικό και επανορθωτικό σκοπό 1 . Η ορθόδοξη Εκκλησία
δεν θεωρεί ότι τα επιτίμια έχουν σκοπό εξιλαστικό για την ικανοποίηση της
θείας δικαιοσύνης και δεν είναι το απαραίτητο συμπλήρωμα της εξομολογή-
σεως 2 . Αλλά ο πνευματικός ως καλός γιατρός επιβάλλει τα ανάλογα φάρμακα
που συντελούν στην πρόοδο του τέκνου του στην αρετή και στην πνευματική
του ζωή, και παρακολουθεί το ωφέλιμο αποτέλεσμα τους. Είναι σαφές ότι οι
ιεροί κανόνες των αγίων Πατέρων τις Εκκλησίας μας και των Οικουμενικών
Συνόδων δεν αντιμετωπίζουν πλήρως και συστηματικώς όλες τις αμαρτίες, ού-
τε αντιμετωπίζουν πλήρως τα σύγχρονα προβλήματα που μπορεί να προκύ-
πτουν από την νέα εποχή της εξέλιξης της επιστήμης και της τεχνολογίας, που
έφεραν στην επιφάνεια πολλά ηθικά ζητήματα και νέους τρόπους ζωής 3 . Αλλά
αποτελούν έναν οδηγό, από τον οποίον μπορεί να εμπνευστεί ο πνευματικός
πατέρας για να αντιμετωπίσει τα διάφορα προβλήματα και ζητήματα και εν
προκειμένω να αναπληρώσει αυτή την έλλειψη και το κενό για τα διάφορα χα-
ρίσματα και γνωρίσματα, όπως είναι η διακριτική ικανότητα και άλλα χαρί-
σματα και γνωρίσματα με τα οποία πρέπει να είναι προικισμένος για να οικο-
νομεί τα πράγματα και να επιμένει στην ακριβή τήρηση των εντολών και κα-
νόνων ή να εφαρμόζει το κατ’ οικονομίαν, όπου το καλεί η ανάγκη ανάλογα με
κάθε πρόσωπο και κάθε περίπτωση και με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος που
τον φωτίζει και τον καθοδηγεί «[εν τ~?η [αληθεί?α πάσ?η».

3. Η νηπτική παράδοση και η ψυχοθεραπεία.

Υπό το φως της ορθόδοξης θεολογίας και ανθρωπολογίας, της διδασκα-


λίας των Πατέρων της Εκκλησιάς και ιδιαιτέρως των λεγομένων νηπτικών Πα-
τέρων και σε συνδυασμό με απόψεις συγχρόνων θεολόγων και επιστημονικών
ψυχολόγων μπορούμε να επιχειρήσουμε να εντοπίσουμε τις ομοιότητες, αν υ-
πάρχουν, αλλά και τις διαφορές μεταξύ ψυχοθεραπείας και ορθόδοξης θερα-
πείας 4 και να προσπαθούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα που συνάγετε, σε
μια εποχή όπως την δική μας εποχή, όπου αποθεώνεται η επιστήμη ιδιαιτέρως
εκείνη που έχουν σχέση με την αρρώστια και θεραπεία της ψυχής, οφείλει ο
πνευματικός πατέρας άραγε να είναι ενήμερος από την σκοπιά της σύγχρονης
επιστήμης στα ψυχιατρικά και ψυχολογικά θέματα.
Χωρίς αμφιβολία οι ψυχολόγοι, ψυχίατροι και ψυχοθεραπευτές έγιναν
πλέον απαραίτητοι και αναγκαίοι στην εποχή μας. Οι ψυχολόγοι προσφέρουν

1
Βλ. Kαψάνη, Γ., (Αρχιμ.), Η ποιμαντική διακονία κατά τους Ι. Κανόνες, \ο.π., σ. 147.
2
Νησιώτη, Α., Ο πνευματικός και το έργο του, [εκδ. Αποστολική διακονία 1959, σ.93.
3
«Οι ιεροί κανόνες έχουν ένα ιστορικό κριτήριο. Από μια πλευρά δεν μπορεί να κατανοούνται μόνο
με το ιστορικό κριτήριο, αλλά και από άλλη δεν μπορεί να αγνοούνται οι ιστορικές συνθήκες, διότι οι
κανόνες έχουν αγιοπνευματική προέλευση. Σε κάθε εφαρμογή των κανών δεν πρέπει να παραμεληθεί
η αξία του προσώπου». Βλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογικά πρότερα της ποιμαντικής Ι, σ.
91.
4
Ο μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος Βλάχος υιοθέτει τον όρο ορθόδοξη ψυχοθεραπεία και εννοεί
με αυτό την μέθοδο και την αγωγή της Εκκλησίας και του χριστιανισμού κυρίως ως ιατρική- θεραπευ-
τική επιστήμη που επιδιώκει την ιατρεία την πνευματική του ανθρώπου. Βλ. ιδιαιτέρως τον βιβλίο του:
Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία 1,[ εκδ. Ι. Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 72004.

278
ένα απαραίτητο συμβουλευτικό έργο λ.χ. στις οικογένειες, σχολεία και σε πολ-
λά άλλα ιδρύματα. Η Αγία Γραφή επαινεί το έργο των ιατρών και των φαρμά-
κων, στο βιβλίο «Σοφία Σειράχ» αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο που μιλά
για την ιατρική, αλλά δεν λησμονεί να αποδίδει την αιτία της θεραπείας στον
Θεό 1 . Ούτε η Φιλοκαλία δεν αμφισβητεί τον ρολό της ιατρικής επιστήμης, αλ-
λά ο άνθρωπος πάντα επιρρίπτει την ελπίδα του στον αληθινό Ιατρό, τον Χρι-
στό. Γράφει ο άγιος ∆ιάδοχος: «[ Ιατρο`υς μετακαλε~ισθαι [εν τ~?ω καιρ~?ω τ~ων νό-
σων, ο[υδ`εν τ`ο κωλ~υον· [επειδ`η γ`αρ {εμελεν ]υπ`ο τ~ης [ανθρωπείου πείρας ποτ`ε
συλλέγεσθαι ]η τέχνη, δι`α το~υτο κα`ι προϋπ~ηρχε τ`α φάρμακα. Πλ`ην ο[υκ [εχρ~ην
ε[ις α[υτο`υς τ`ην [ελπίδα {εχειν τ~ης [ιάσεως, [αλλ’ ε[ις τ`ον [αληθιν`ον ]ημ~ων σωτ~ηρα
κα`ι [ιατρόν,[ Ιησο~υν Χριστόν»2 . Ο άγιος συνεχίζει λέγοντας πως οι ερημίτες θα
επιτρεπόταν να εναποθέτουν στον Θεό ολόκληρη την ελπίδα τους για θεραπεί-
α, και διότι κατά τεκμήριο έχουν ισχυρότερη πίστη και αγάπη, και διότι δεν
συναντούν άλλους στους οποίους να καυχηθούν και έτσι να κινδυνέψουν από
κενοδοξία. Ως προς τη συμβουλή η ελπίδα ν’ απευθύνεται στον Θεό και όχι
στους γιατρούς, ο άγιος ∆ιάδοχος συνεχίζει τη γραμμή του Μ. Βασιλείου3 .

1. Η ψυχική και η πνευματική υγεία:


Τονίζεται από πολλούς ψυχολόγους πως η ψυχική και πνευματική υγεία
του ανθρώπου είναι αλληλοεξαρτημένα· «Κατ’ [επέκτασιν η διατεταραγμένη
ψυχικ`η υγεία έχει άμεσες επιπτώσεις στην πνευματική ζωή του ατόμου και α-
ντιστρόφως η διατεταραγμένη πνευματική ζωή επηρεάζει κατά τρόπον άμεσο
την ψυχικήν υγείαν αυτού» 4 . Παρόλο που αυτή τη βεβαιότητα, οι σχέσεις με-
ταξύ θρησκείας και ψυχολογίας πολλές φορές αλληλοαποκλείονται αν δεν αλ-
ληλοπεριφρονούνται, γιατί το σκεπτικό της καθεμιάς από τα δυο διαφέρει. Το
σκεπτικό των ψυχολόγων γι’ αυτή την αφοριστική στάση απέναντι της θρη-
σκείας, είναι ότι η ψυχολογία λειτουργεί σαν επιστήμη που οι αλήθειες της εί-
ναι αποδεδειγμένες, οπότε δεν μπορεί να έχει σχέση με «μυθολογίες». Ενώ το
σκεπτικό των εκκλησιαστικών ανθρώπων είναι ότι η ψυχολογία είναι ανθρώπι-
νο δημιούργημα και σαν τέτοιο είναι τουλάχιστον περιττό, εκεί όπου βρίσκεται
η Θεία χάρη 5 .
Πολλοί από τους ψυχολόγους συμφωνούν πως η νηπτική παράδοση της
ορθόδοξης Εκκλησίας διαθέτει σημαντικά ψυχολογικά στοιχεία, εφόσον η νη-
πτική παράδοση προηγείται σημαντικά χρονικά της εμφάνισης της ψυχολογίας
και έχει γνωρίσει τα του ανθρώπου πολύ πριν από την τελευταία. Ο γνωστός

1
Σειρ. 38,1-15.
2
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 53, Φιλοκαλία Α΄, σ. 249 (300).
3
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατά πλάτος, β΄, 55, PG. 31,1052B. ΕΠΕ 8, 408 και 259. «Καί [ιατρόν
ε[ισάγοντες, \οτε λόγος συγχωρε~ι, τ~ης πρός Θεόν [ελπίδος ο[υκ [αφιστάμεθα». Βλ. Θερμού, Β., (Πρωτ.),
Άνθρωπος στον ορίζοντα, προσεγγίζοντας τη συνάντηση ορθόδοξης θεολογίας και επιστημών του ψυ-
χισμού, [εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2006, σ. 223.
4
Μπαλογιάννης, Σ., «Η οριοθέτηση του έργου του Πνευματικού και ψυχίατρου επί του ψυχικώς πά-
σχοντας» στο Κοινωνία, τευχ. 1-2, 1988, σ. 114. Γράφει ο Ιω. Κορναράκης ότι «κάθε πνευματικό γε-
γονός έχει οπωσδήποτε ένα ψυχολογικό υπόβαθρο (μια ανθρώπινη υποδομή). Η ποιμαντική ψυχολο-
γία αποβλέπει στην απομόνωση, κατά την αντιμετώπιση των ποιμαντικών προβληματισμών, την ψυ-
χολογική υποδομή των πνευματικών γεγονότων της ανθρώπινης προσωπικότητας». Βλ. Κορναράκη,
Ιω., Εγχειρίδιο ποιμαντικής ψυχολογίας, \ο.π., σ. 11.
5
Φάρου, Φ., (π.), «Ψυχολογία: επιστήμη ή αίρεση» στο Σύναξη, τευχ. 25, 1988, σ. 5.

279
ξένος πατρολόγος Ειρηναίος Hausherr αποδεικνύει τον άγιο Μάξιμο τον Ομο-
λογητή πρόδρομο της ψυχολογίας του βάθους προ 13 αιώνων 1 . Και ο Μητρο-
πολίτης Περγάμου κ. Ιω. Ζηζιούλας αναφέρει για τον ίδιο άγιο ότι «θα μπο-
ρούσε να ονομαστεί ο καλύτερος θεολογικός ‘ψυχολόγος’ που διαθέτει η Εκ-
κλησία» 2 . Και στα ασκητικά κείμενα και στην νηπτική γραμματεία, όπως τα
κείμενα της Φιλοκαλίας, η Κλίμακα του Ιωάννου, το Γεροντικό, ο περίφημος
διάλογος Βαρσανουφίου και Ιωάννου, όπως αναφέρει ο Μητρ. Ι. Βλάχος ότι
«βρίσκουμε αιώνες πριν από το Freud, μία θαυμαστή Ψυχολογία βάθους, την
ιαματική διερεύνηση των άδυτων της ανθρώπινης ύπαρξης, που δεν καθιερώ-
νει μια μέθοδο ψυχανάλυσης για να υποτάξει τον άνθρωπο στην τεχνική της
μεθόδου, αλλά προχωράει δυναμικά στη «σύνθεση» της προσωπικής μοναδι-
κότητας, σύνθεση θεμελιωμένη στην ελευθερία από το εγώ και στην αγαπητι-
κή σχέση με τον προσωπικό Θεό» 3 . Έτσι οι νηπτικοί Πατέρες της Εκκλησίας
αποδεικνύονται ως οι αληθινοί ανατόμοι της ανθρώπινης ψυχής.

2. Η συνάντηση θεολογίας- ψυχολογίας:


Η συνάντηση μεταξύ θεολογίας και ψυχολογίας γίνεται στον «εσωτερι-
κό άνθρωπο» ή σε αυτό που είναι γνωστό ως «ψυχολογία του βάθους»4 , γρά-
φει ο κ. ∆. Κυριαζής: «Πιστεύω ότι η κατανόηση του ανθρώπου και ιδιαίτερα
του «εσωτερικού ανθρώπου», μπορεί να αναπτυχτεί ένας πολύ δημιουργικός
διάλογος μεταξύ θεολογίας και ψυχιατρικής και ιδιαίτερα μεταξύ ορθόδοξης
χριστιανικής θεολογίας και ψυχανάλυσης. ….., Η ψυχοθεραπεία, δηλαδή η
προσπάθεια κατανόησης, προαγωγής της επίγνωσης και της ψυχολογικής αλ-
λαγής του υποκειμένου δια του λόγου, στηρίζεται ακριβώς στην κλινική θεω-
ρία και στην κλινική θεραπευτική τεχνική. Εκτιμώ ότι οι Πατέρες της Εκκλη-
σίας ακολούθησαν εν μέρει έναν ανάλογο δρόμο κλινικής παρατήρησης και
θεωρητικής σύνθεσης, υποδεικνύοντας ορισμένη ποιμαντική συμβουλευτική,
καθοδήγηση, πρακτική και άσκηση» 5 .
Ο καθηγητής ο κ. Ιω. Κορναράκης αναφέρει πως οι λεγόμενοι νηπτικοί
Πατέρες από τις πρώτες αιώνες γνώρισαν αυτό που ονομάζεται στην εποχή μας
«ψυχολογία του βάθους», γράφει: «Η σύγχρονη ψυχολογία του βάθους, με τις
έρευνες στο βυθό της προσωπικότητας του ανθρώπου, εξυπηρετεί την προσπά-
θεια της αυτογνωσίας του. Στις πιο πολλές περιπτώσεις ο άνθρωπος δεν γνωρί-
ζει τον εαυτό του και για το λόγο αυτό δεν είναι ειλικρινής ούτε με τον εαυτό
του ούτε με τους άλλους ανθρώπους. Αλλά και η ποιμαντική ψυχολογία 6 του

1
Μαστρογιαννόπουλου, Ηλία., (Αρχιμ.), Οι Πατέρες της Εκκλησίας και ο άνθρωπος, Αθήνα, σ. 277.
2
Ζηζιούλα, Ιω., Νόσος και θεραπεία στην Ορθόδοξη Θεολογία»,\ Ο.π., σ. 137.
3
Βλάχου, Ι., (Μητρ.), Θεραπευτική αγωγή 2, \ο.π., σ. 233-34.
4
Η ψυχολογία του βάθους δέχεται ότι ο άνθρωπος δεν είναι αυτό που φαίνεται, ο πραγματικός άνθρω-
πος είναι κρυμμένος μέσα στις αθέατες, για την άμεση επιστημονική εμπειρία, ψυχολογικές διαδικασί-
ες που συντελούνται στο βάθος της ανθρωπίνης προσωπικότητα. Βλ. Κορναράκη, Ιω., Εγχειρίδιο ποι-
μαντικής ψυχολογίας, σ. 13.
5
Κυριαζή, ∆ημήτρη., «Προλεγόμενα για μια θεραπεία της ψυχής» στο συνέδριο: Θεολογία και ψυχια-
τρική σε διάλογο, [εκδ. Αποστολική ∆ιακονία 1999, σ. 24. Ο π. Σωφρόνιος παρόλο που έχει μερικές
επιφυλάξεις για αυτό το θέμα, γράφει «Πάντως, η συζήτηση για την σχέση μεταξύ ψυχολογίας και
ορθοδόξου θεολογίας θα κάνει καλό». Βλάχου, Ι.,(Μητρ.), Ο@ιδα {ανθρωπον [εν Χριστ~?ω,\ Ο.π., σ. 421.
6
Η ποιμαντική ψυχολογία η οποία σχετίζεται άμεσα με τον πρακτικό κλάδο της θεολογίας και γνωρί-
ζεται ως «μεθοδική έρευνα και σπουδή ψυχικών διαδικασιών και γεγονότων υπό το πρίσμα των ανα-

280
βάθους της Ορθοδόξου Παραδόσεως πορεύεται στον ίδιο δρόμο· της αποκα-
λύψεως της απάτης που μπορεί να βιώσει ο πνευματικός άνθρωπος σαν αυθε-
ντική αλήθεια» 1 .
Οι νηπτικοί Πατέρες, λ.χ. ο άγιος Μακάριος Αιγύπτιος ήδη από τον 4ο
αιώνα αποκάλυψε πως η ψυχή του ανθρώπου «{εχει μέλη πολλ`α κα`ι βάθος πο-
λύ» 2 . Και ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής αναφέρει ότι είναι δυνατό να συμπερι-
φέρεται ο άνθρωπος κάτι αντίθετα από αυτό που έχει μέσα του. Λέγει: «{ Εστιν
]ο ποι~ων προφαν~ως [εντολ`ην δουλεύων πάθει, κα`ι δι`α πονηρ~ων λογισμ~ων [α-
γαθ`ην πρ~αξιν [αφανίζων» 3 . Οι νηπτικοί Πατέρες γνώρισαν καλά την ύπαρξη
του υποσυνείδητου και τον κίνδυνο της απωθήσεως. Γράφει ο Ευάγριος:
«Πολλ`α πάθη [εν τ~?η ψυχ~?η [αποκεκρυμμένα [εστί, |α ]ημ~ας λανθάνοντα ο]ι πειρα-
σμο`ι [επιτυχόντες ]ημ~ιν [αποδεικνύουσιν» 4 . Πολλές φορές μπορεί κάποιος να
απαλλάσσεται από τους λογισμούς, όταν όμως δεν είναι παρόντα τα πράγματα,
προς τα οποία έχει τα πάθη, στην περίπτωση αυτή τα πάθη κρύβονται μέσα
στην ψυχή και όταν εμφανιστούν τα πράγματα, τότε φανερώνεται η ύπαρξή
τους 5 . Αποκάλυψαν τον κίνδυνο να κρυφτούν οι λογισμοί «ο[υδ`εν ο\υτω βλά-
πτει το`υς μοναχο`υς κα`ι χαροποιε~ι το`υς δαίμονες, ]ως τ`ο κρύπτειν το`υς [ιδίους
λογισμο`υς α[ π`ο τ~ων πνευματικ~ων πατέρων». Γνωρίζουν καλά πως η εξομολό-
γηση και η αποκάλυψη των λογισμών από μόνη της έχει τη δυνατότητα να
τους μαραίνει και να τους εξασθενίζει· «ο\υτω κα`ι ο\ι πονηρο`ι λογισμο`ι, δι`α τ~ης
[αρίστης ]ομολογίας κα`ι [εξαγορεύσεως φανερωθέντες, σπουδάζουσι φεύγειν [απ`ο
το~υ [ανθρώπου»6 . Ξεχώρισαν καθαρά τις διάφορες ψυχικές ζώνες και δεν κά-
νουν ποτέ σύγχυση ανάμεσα στα αίτια, φυσικά, ψυχικά, ηθικά ή δαιμονικά 7 .
Ο κ. Κορναράκης συμπεραίνει το εξής: «Εφ’ όσον, ύστερα από μια με-
θοδική σε βάθος και πλάτος ψυχολογική έρευνα των ασκητικών συγγραμμά-
των, διαπιστώσει ο μελετητής ότι οι ψυχολογικές γνώσεις, που προέρχονται
από τα κείμενα αυτά, δεν υστερούν καθόλου σε επικαιρότητα και σημασία των
συγχρόνων ψυχολογικών κατακτήσεων, θα κατανοήσει ότι ο ψυχολογικός
πλούτος των πατερικών συγγραμμάτων και τα επικρατέστερα σύγχρονα ψυχο-
λογικά πορίσματα αποτελούν ενιαίο πεδίο αντλήσεως ποιμαντικοψυχολογικού
υλικού» 8 .

γκών και απαιτήσεων του ποιμαντικού έργου της Εκκλησίας. Βλ. Κορναράκη, Ιω., Εγχειρίδιο ποιμα-
ντικής ψυχολογίας, σ. 6.
1
Κορναράκη, Ιω., Εγχειρίδιο ποιμαντικής ψυχολογίας, σ. 15.
2
Μακαρίου Αιγυπτίου,] Ομιλίαι πνευματικα`ι,] Ομιλ. Ν΄, ΒΕΠΕΣ 41, σ. 354 και] Ομιλ. ΜΑ΄, ΒΕΠΕΣ 41,
σ. 325.
3
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 169, Φιλοκαλία Α΄, σ. 106 (140).
4
Ο άγιος Μάξιμος γράφει: «[ Επ`ι τ~?η τ~ων παθ~ων [ανενεργησί?α, ]η υπερηφανία [επισυμβαίνει, }η τ~ων α[ιτι~ων
[αποκοπτομένων }η τ~ων δαιμόνων δολουργ~ως ]υποχωρούντων». Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι
[εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη, 40, Φιλοκαλία Β΄, σ. 19 (66).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 77, Φιλοκαλία Β΄, σ. 37 (87).
6
Κασσιανού του Ρωμαίου, Λόγος πρ`ος τ`ον ]ηγούμενο Λεόντιο, Φιλοκαλία Α΄, σ. 89 (120).
7
Ευδοκιμώφ, Π., Η ορθοδοξία, σ. 89. Βλ. την εισήγηση τον καθ. Ι. Κουρναράκης: «Νείλου του Ασκη-
τού ψυχολογικές προοπτικές υπό το πρίσμα συγχρόνων γνώσεων» στο Πρακτικά Συμποσίου ποιμαντι-
κής ψυχολογίας και εξομολογητικής, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1981, σ. 95-128. όπου αποδεικνύει
πως ο άγιος Νείλος στο κείμενό του «λόγος ασκητικός», χρησιμοποιεί πολλά ιστορικά στοιχεία για να
παρουσιάσει την διαδικασία ψυχολογικών λειτουργών και αντιδράσεων της ανθρώπινης προσωπικότη-
τος.
8
Κορναράκη, Ιω., Εγχειρίδιο ποιμαντικής ψυχολογίας, σ. 22.

281
Στην ψυχολογία ακόμη τονίζεται πόσο είναι σημαντικό να συνειδητο-
ποιήσει ο άνθρωπος την αμαρτωλότητά του και ότι η αμαρτία αποτελεί την
κύρια αιτία όλων των προβλημάτων του, των ψυχολογικών και πνευματικών, η
αμαρτία «διά της οποίας ολοκληρο~υται η ψυχική αλλοίωσις του ατόμου» και
«διαβιβρώσκει [εν τούτοις τήν όλην δομήν της προσωπικότητος του ατόμου» 1 .
Στη συνέχεια και η ψυχολογία υπογραμμίζει το ρόλο της μετάνοιας, η οποία
«αποτελεί θετικόν ψυχοκίνητρον, δια του οποίου άρχεται η μετά την πτώση
ανοδική πορεία του ατόμου. Παριστά αυτήν την πρώτη βαθμίδα μιας ανιούσης
εξελικτικής πορείας, κατά την οποία το άτομο επανέρχεται ε[ις την προτέραν
ομοιοστατικήν του κατάστασην ή ενίοτε εγκαθιστά έν έτι αρτιώτερον ομοιο-
στατικόν ισοζύγιον»2 .

3. Η διαφορά θεολογίας- ψυχολογίας:


Από την άλλη πλευρά φαίνεται ότι οι περισσότεροι θεολόγοι και ψυχο-
λόγοι συμφωνούν ότι η διαφορά μεταξύ της θεραπευτικής μεθόδου της θεολο-
γίας και της ψυχανάλυσης εντοπίζεται και συγκεντρώνεται ακριβώς στον αν-
θρωποκεντρικό χαρακτήρα της ψυχανάλυσης ή ψυχοθεραπείας και στον θεο-
κεντρικό χαρακτήρα της χριστιανικής ψυχοθεραπείας 3 . Γράφει ο καθ. ∆. Κυρι-
αζής: «Υποστηρίζω την άποψη ότι πέρα από τις πολλές ουσιώδεις διαφορές
ανάμεσα στη Θεολογία και την Ψυχανάλυση βλέπω μια συνάντηση σε σημα-
ντικά σημεία, ειδικότερα ανάμεσα στη θεολογική ορθόδοξη πατερική και εκ-
κλησιαστική παράδοση και στην κλινική ψυχαναλυτική πράξη… Ουσιώδης
διαφορά παραμένει ωστόσο ότι η Ορθόδοξη Θεολογία προσβλέπει σε μια θε-
ανθρωποκεντρική θεώρηση της ζωής και η ψυχανάλυση σε μια ανθρωποκε-
ντρική θεώρηση» 4 . Πέρα από αυτή την ουσιαστική διαφορά, η διαφορά ανά-
μεσα στην ανθρωποκεντρική ψυχολογία και την ορθόδοξη θεολογία μπορεί να
εντοπίζεται ιδιαιτέρως στην έννοια της ψυχής για κάθε προσέγγιση, στην α-
σθένεια και στην μέθοδο θεραπεία της και στη διάκριση ανάμεσα κτιστό και
άκτιστο 5 .
Κατά πρώτον λόγο, για την ψυχολογία η ψυχή δεν είναι πλασμένη κατ’
εικόνα Θεού, όπως είναι στην ορθόδοξη θεολογία 6 , αλλά ορίζεται ως μία αφη-

1
Μπαλογιάννης, Σ., ψυχιατρική και ποιμαντική ψυχιατρική, σ. 430-1. «Η αμαρτία αποτελεί \εν διττόν
ψυχικόν γεγονός. Αφ’ ενός μέν εκφράζει και επισφραγίζει την ολοκληρωθε~ισαν ήδη αξιολογικήν τρο-
ποποίησιν, ήτις επήλθεν ε[ις τόν ψυχικόν χ~ωρον του ατόμου, αφ’ ετέρου δέ επιτελουμένη, οδηγεί αυτό
ε[ις άτυπον και όλως ασύμβατον σχήμα συμπεριφοράς, το οποίον διαταράσσει έτι μάλλον τας σχέσεις
αυτού προς τον Θεόν, τον πλησίον και προς εαυτόν».
2
Μπαλογιάννης, Σ., Ψυχιατρική και ποιμαντική ψυχιατρική, σ. 435.
3
«Η ψυχολογία και η πνευματική ζωή ξεκινούν από άλλη αφετηρία, δηλαδή η ανθρωπολογία τους
είναι διαφορετική». Βλάχου, Ι.,(Μητρ.), Ο@ιδα {ανθρωπον [εν Χριστ~?ω, \ο.π., σ. 262.
4
Κυριαζή, ∆ημήτρη., «Προλεγόμενα για μια θεραπεία της ψυχής» στο συνέδριο: Θεολογία και ψυχια-
τρική σε διάλογο, \ο.π., σ. 73.
5
Η μεγάλη διαφορά μεταξύ ορθόδοξου θεραπείας και ψυχολογίας συνάγεται στο γεγονός ότι: «Η ψυ-
χολογία είναι προσαρμοσμένη στην δυτική παράδοση και γι’ αυτό υπάρχει χαώδης διαφορά ως προς
την Ορθόδοξη Παράδοση». Βλ. Βλάχου, Ι.,(Μητρ.), Ο@ιδα {ανθρωπον [εν Χριστ~?ω, σ. 419. Ακόμη η λε-
γόμενη ποιμαντική ψυχολογία γεννήθηκε στο χώρο του προτεσταντικού χριστιανισμού. Βλ. Αυγουστί-
δη, Α., (Πρωτ.), Ποιμένας και θεραπευτής, [εκδ. Ακρίτας, 1999, σ. 81 κ.εξ.
6
«Πράγματι, ακούγεται εξευτελιστικό η εικόνα του Θεού να λειτουργεί μόνο σαν ένα ανώτερο θηλα-
στικό ή σαν ένα κουτί που βγάζει απαντήσεις ανάλογα με το ερέθισμα». Θερμού, Β., (Πρωτ.), Άνθρω-
πος στον ορίζοντα, \ο.π., σ. 41.

282
ρημένη κατάσταση, μια απλή ενέργεια του σώματος 1 . Γι’ αυτό γίνεται λόγος
για ψυχολογία άνευ ψυχής. Η ψυχή γι’ αυτήν δεν έχει οντολογία, κατά συνέ-
πεια όταν η ψυχολογία αναφέρεται για ασθένεια της ψυχής εννοεί απλώς την
ψυχολογική ανισορροπία που συμβαίνει στον άνθρωπο ή στις διάφορες τραυ-
ματικές εμπειρίες της προγενέστερης ζωής του ή στα λεγόμενα απωθημένα
βιώματα 2 . Αντίθετα στην ορθόδοξη θεολογία η ασθένεια είναι ο σκοτισμός του
νου του ανθρώπου από τα πάθη 3 . Η υγεία για την ανθρώπινη ψυχολογία είναι
να φθάσει κανείς σε μια ψυχολογική ισορροπία 4 . Όμως για την ορθοδοξία θεο-
λογία είναι να αποκτήσει τον Άγιο Πνεύμα 5 . Η μέθοδος της θεραπείας είναι
διαφορετική μεταξύ των δυο απόψεων. Για την ανθρωποκεντρική ψυχολογία
θεραπεία είναι η ισορροπία των εσωτερικών ψυχικών δυνάμεων 6 , ενώ για την
ορθόδοξη θεολογία η θεραπεία συνδέεται με την ένωση του ανθρώπου με τον
Θεό, με το να φθάσει στη θέωση 7 .
Κατά δεύτερον λόγο, η ανθρωποκεντρική ψυχολογία δεν μπορεί να δια-
κρίνει μεταξύ κτιστών και άκτιστων ενεργειών, δηλαδή μεταξύ 1) ασθένειας
λόγω κοπώσεως, 2) ασθενείας λόγω δαιμονισμού και 3) ενεργειών της άκτι-
στου Χάριτος. Όλα τα αποδίδει σε έναν μόνο παράγοντα. ∆εν αποδέχεται την
ύπαρξη του διαβόλου και αρνείται εν πολλοίς τις ενέργειες της άκτιστου χάρι-
τος του Θεού8 . Ενώ η ψυχανάλυση αναλύει την σκιά του οικογενειακού πα-
ρελθόντος και της γενιάς πάνω στο υποκείμενο, καθώς και τους μηχανισμούς
της αλλοτρίωσης και της ψυχοπαθολογίας, η θεολογία βοήθα το υποκείμενο να

1
Χαρτοκόλλη, Π., Εισαγωγή στην Ψυχιατρική, [εκδ. Θεμέλιο 21991, σ. 23. «Ψυχή, όπως χρησιμοποιεί
τη λέξη η ψυχιατρική, είναι ο εαυτός του ανθρώπου στην αφηρημένη του μορφή, ένα υποθετικό όργα-
νο, που αντιλαμβάνεται, θυμάται, σκέπτεται, αισθάνεται, επιθυμεί ή θέλει και πάνω απ’ όλα έχει επί-
γνωση του εαυτού του». Πρβλ. Θερμού, Β., (Πρωτ.), Άνθρωπος στον ορίζοντα, σ. 61. «Οι όροι ψυχή
και εμπειρία είναι ισοδύναμοι: η ψυχή είναι ως προς το σώμα αυτό που η εμπειρία είναι ως προς τη
συμπεριφορά».
2
«Οι επιστήμες του ψυχισμού σπεύδουν να σπουδάσουν τα προβλήματα που επεσώρευσε στην αν-
θρώπινη φύση η πτώση και να προσφέρουν τις λύσεις τους. Περιορίζονται υποχρεωτικά στη φθορά της
φύσης και αφήνουν την φθορά της προαιρέσεως για την πνευματική ζωή που λαμβάνει χώρα στους
κόλπους της Εκκλησίας». Θερμού, Β., (Πρωτ.), Άνθρωπος στον ορίζοντα, σ. 55.
3
Η αρρώστια της ψυχής κατά τον άγιο Νείλο είναι «τ`ο [εκκλ~ιναι το~υ ο[ ρθο~υ λογισμο~υ, το~ις νοσοποιο~ις
]ηττηθείσης πάθεσι». Νείλου Ασκητού, Λόγος α [ σκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 219 (267).
4
Σύμφωνα με την παγκόσμια οργάνωση υγείας, ψυχική υγεία είναι η κατάσταση της συναισθηματική
ευεξίας, όπου το άτομο μπορεί να ζει και να εργάζεται με άνεση μέσα στην κοινότητα και να ικανοποι-
είται από τα προσωπικά του χαρακτηριστικά και επιτεύγματα». Μαδιανού, Μ., Κοινωνία και ψυχική
υγεία, τομ. 1, [εκδ. Καστανιώτη, 1989, σ. 31.
5
«Ο άνθρωπος στην ουσιαστική του δομή πλαστουργήθηκε κατ’ εικόνα Θεού. Αυτή η οντολογική
θεϊκή μορφή της φύσεως εξηγεί το γεγονός ότι η χάρη στη φύση είναι «φυσική», όπως και η φύση
είναι σύμμορφη προς τη χάρη». Ευδοκίμωφ, Π., Η γυναίκα και η Σωτηρία του κόσμου, [εκδ. Πουρνα-
ρά, Θεσαλονίκη, σ. 101. Πρβλ. Βλάχου, Ι.,(Μητρ.), Συζητήσεις για την Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία 3,
[εκδ. Ι.Μ. Γενέθλιου της Θεοτόκου, 1988, σ. 42.
6
Η ψυχιατρική αναγνωρίζεται ως ο κλάδος της ιατρικής που ασχολείται με τη σπουδή, θεραπεία και
πρόληψη των ψυχικών διαταραχών. Βλ. Θερμού, Β., (Πρωτ.), Άνθρωπος στον ορίζοντα, σ. 27.
7
«Ο άνθρωπος είναι δημιουργημένος ως δυνάμει θεανθρώπινο ον, το οποίο έχει χρέος, οδηγούμενο
από τη θεοειδή ψυχή του, να εξομοιώσει σε όλα τον εαυτό του με το Θεό και έτσι να γίνει έμπρακτα
θεανθρώπινο ον, δηλαδή ένα ον στο οποίο ο άνθρωπος ενώνεται με τέλειο τρόπο με το Θεό και ζει
μέσα στις θείες και άπειρες τελειότητές του». Πόποβιτς, Ιουστίνου.,(Αρχιμ.), Άνθρωπος και Θεάνθρω-
πος, [εκδ. Αστήρ, Αθήνα 51987, σ. 106.
8
Βλάχου, Ι.,(Μητρ.), Ψυχική ασθένεια και υγεία 4, [εκδ. Ι.Μ. Γενέθλιου της Θεοτόκου, 1989, σ. 50-51.

283
ζήσει το παρόν και το μέλλον με τα δώρα του πνεύματος: αγάπη, ελευθερία,
συγχώρηση, θυσία, ειρήνη 1 .
Για την ψυχολογία ο άνθρωπος είναι ένοχος μόνο απέναντι στον εαυτό
του. Η αμαρτία αντιμετωπίζεται ως μια απλή εσωτερική σύγκρουση του αν-
θρώπου με τον εαυτό του και με τον πλησίον και όχι με τον Θεό, όπως διδά-
σκει η ορθόδοξη ανθρωπολογία 2 . Γι’ αυτό μπορούμε να ανακεφαλαιώσουμε τη
διαφορά ανάμεσα στην ψυχανάλυση και τον μηστήριο της μετάνοιας και
εξομολόγησης ως εξής: «Στην ανθρωποκεντρική ψυχοθεραπεία το παν σταμα-
τά στην ανεύρεση και ομολογία του προβλήματος που βασανίζει τον άνθρωπο.
Εκεί βασιζόμενος ο ιατρός θα υποδείξει τον φαρμακευτικό τρόπο θεραπείας.
Στο μυστήριο της μετανοίας και εξομολόγησης ο πνευματικός ιατρός υποδει-
κνύει τον Πανάγαθο Πατέρα, που εν τη απείρω αγάπη Του, είναι έτοιμος με
ανοικτή αγκαλιά να δεχθεί τον επιστρέφοντα άσωτο υιό» 3 .
Για μερικούς ψυχίατρους πολλές εκδηλώσεις λ.χ., οράματα, αποκαλύ-
ψεις Αγγέλων, εμφανίσεις του Χριστού,.. κτλ. μπορεί να θεωρούνται ασθένεια,
ψευδαισθήσεις και παραισθήσεις, ενώ μπορεί να προέρχονται από τον Θεό.
Υπάρχουν ακόμη πολλοί άθεοι ψυχίατροι που, αν εξετάζουν τους αγίους, θα
τους θεωρήσουν όλους αρρώστους 4 . Γι’ αυτό το λόγο, όπως αναφέρει ο π. Α-
ντώνιος Ρωμαίος, πολλοί πνευματικοί είναι επιφυλακτικοί και όσον αφορά την
ψυχαναλυτική θεραπεία ή την ψυχοθεραπεία γενικότερα, ακριβώς επειδή φο-
βούνται πως ο πιστός θα χάσει την πίστη του στο πλαίσιο μιας παρόμοιας δια-
δικασίας, εξ αιτίας της απιστίας του θεραπευτή και των αδόκιμων χαρισμάτων
του 5 . Ο πνευματικός άνθρωπος, δηλαδή ο άγιος και τα έργα του δεν μπορούν
να τεθούν κάτω από ψυχολογικές αναλύσεις και ψυχιατρικές έρευνες, όπως
επιβεβαιώνει και ο Απόστολος Παύλος: «ὁ δὲ πνευματικὸς ἀνακρίνει μὲν πάντα,
αὐτὸς δὲ ὑπ' οὐδενὸς ἀνακρίνεται» 6 . Την ίδια αυτή γνώμη την ενστερνίζεται,
υιοθετώντας την από τον άγιο Μάρκο τον Αιγύπτιο, όταν μιλά για τον πνευμα-
τικό άνθρωπο ο οποίος «{αλλου νοός, {αλλης τε συνέσεως κα`ι σοφίας παρ`α τ`ην
το~υ κόσμου τούτου μετέχει σοφίαν…κα`ι πάντας μ`εν [ανθρώπους [ανακρίνει
κατ`α τ`ο γεγραμμένον ]ο τοιο~υτος, γινώσκει τε πόθεν τε λέγει κα`ι πο~υ \εστηκε
κα`ι [εν ποίοις [εστίν· α[υτ`ον δ`ε ο[υδεν`ι τ~ων [εχόντων τ`ο το~υ κόσμου πνε~υμα διαγι-

1
Κυριαζή, ∆ημήτρη., «Προλεγόμενα για μια θεραπεία της ψυχής» στο συνέδριο: Θεολογία και ψυχια-
τρική σε διάλογο, σ. 56.
2
Καραμαντζάνη, Α., (Αρχιμ.), «Η θεραπευτική αξία της εξομολογήσεως» στο Οι Πατέρες και τα προ-
βλήματα της ζωής μας, τομ. 3, 1993, σ. 219.
3
Καρμαντζάνη, Α., (Αρχιμ.), «Η θεραπευτική αξία της εξομολογήσεως», \ο.π., σ. 231.
4
Βλάχου, Ι., (Μητρ.), Συζητήσεις για την Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία 3, [εκδ. Ι.Μ. Γενέθλιου της Θεοτό-
κου, 1988, σ. 42.
5
Ρωμαίο, Αντωνίου, (π.), «Ψυχανάλυση και εξομολόγηση: Συζήτηση ανάμεσα στον π. Αντώνιο και
τον ψυχίατρο ∆ημήτρη Κυριαζ~η» στο Σύναξη 1988, σ. 60. Γράφει ο π. Σωφρόνιος: «Η ανθρώπινη
ψυχολογία χρησιμοποιεί διαφορετική ανθρωπολογία. Κατά το μάλλον ή ήττον είναι αίρεση. Είναι επι-
κίνδυνη. Είναι κακό που χρησιμοποιείται από τους πνευματικούς πατέρες. Όμως βοηθά όσους δεν
έχουν πείρα να καταλάβουν κάπως τους άλλους, αλλά κάνει κακό». Βλάχου, Ι., (Μητρ.), Ο@ιδα {ανθρω-
πον [εν Χριστ~ω
? , σ. 426.
6
1 Κορ. 2,15. «όσο κανείς κατακτά την αγιότητα, τόσο και μειώνεται η ισχύς των ψυχολογικών νόμων
επάνω του». Θερμού, Β., Άνθρωπος στον ορίζοντα, σ. 39.

284
νώσκειν τε κα`ι [ανακρίνειν δύναμις, \οτι μ`η [εκείν?ω, #?ω τ`ο \ομοιόν [εστι τ~ης θεότη-
τος Πνε~υμα, κατ`α τ`ον θε~ιον Απόστολον» 1 .

4. Το πρόσωπο του πνευματικού και ψυχολογικού λειτουργού:


Προχωρώντας περισσότερα στο θέμα θέλουμε να ερευνήσουμε το πρό-
σωπο του λειτουργό σε κάθε τομέα. Στην περίπτωση του κάθε επιστήμονα, που
διατυπώνει κάποια θεωρία ή και καταλήγει σε ορισμένα επιστημονικά ψυχολο-
γικά πορίσματα, παίζει σημαντικό ρόλο και τι αντιλήψεις έχει αυτός για την
ανθρωπινή φύση. «Εντελώς διαφορετική θα είναι, λ.χ., η προσέγγιση του μελε-
τητο~υ ο οποίος θεωρεί την ανθρωπινή φύση σταθερώς ενεργό και τον άνθρωπο
με ευρείες δυνατότητες επιλογών ε[ις την ζωήν μέσα εις τον πέριξ κόσμο του,
από εκείνη του ερευνητού, σύμφωνα με τον οποίον η φύση του ανθρώπου έχει
κατά βάση παθητικό χαρακτήρα και δεν κάνει τίποτε περισσότερο από το να
αντιδρά ε[ις τα εξωτερικά ερεθίσματα….Κατά διάφορο τρόπον μελετά την
προσωπικότητα ο ερευνητής εκείνος, ο οποίος είναι πεπεισμένος για την μονα-
δικότητα του ανθρώπου ως όντος και τη μοναδικότητα ειδικώς της προσωπικό-
τητας στο καθένα πρόσωπο, από εκείνον ο οποίος αποδέχεται πως ο άνθρωπος
απλώς αποτελεί την απόληξη μιας εξελικτικής διαδικασίας μέσα εις το ζωικό
βασίλειο» 2 .
Η στάση του ψυχολόγου απέναντι στον θεραπευόμενο επηρεάζεται πά-
ρα πολύ από την πνευματική του βάση και τη πνευματικότητα, γράφει χαρα-
κτηριστικά ο ψυχολόγος Νικήτας Καυκιός: «Ο ψυχοθεραπευτής ο οποίος έχει
πνευματική εγρήγορση βλέπει στο πρόσωπο του θεραπευμένου τον ίδιο τον
Χριστό. ∆εν βλέπει απέναντι του ένα περιστατικό ψυχοπαθολογίας, έναν πελά-
τη ή έναν άνθρωπο που δεν έχει ακόμη αξιοποιήσει τις ψυχολογικές του δυνα-
τότητες. Ο άνθρωπος που έχει απέναντί του είναι εικόνα του Θεού, εν δυνάμει
άγιος, ναός του Αγίου Πνεύματος. Με τα πνευματικά κριτήρια της Αγάπης και
της ταπείνωσης, ο θεραπευτής αισθάνεται ότι είναι ίσος ή ακόμη και «κατώτε-
ρος» από τον θεραπευόμενο. Είναι αδελφός του και δεν συμπάσχει απλά, τον
αγαπά. Είναι ένα με αυτόν μέσα στο σώμα του Χριστού που είναι η Εκκλησί-
α» 3 .
Σε αυτά τα λόγια παρατηρούμε κάτι παρόμοιο που γίνεται μερικές φο-
ρές και στην εξομολόγηση, όπως είπε ο άγιος Σεραφείμ: «Πολύ συχνά η εξο-
μολόγηση γίνεται μηχανικά: ο ιερέας απευθύνεται σ’ έναν ανύπαρκτο αμαρτω-
λό, γιατί γενικεύοντας δεν γνωρίζει παρά αφηρημένες, απρόσωπες αμαρτίες.
Ένας στάρετς απευθύνεται πάντοτε προς έναν άνθρωπο πρόσωπο, με τον μο-
ναδικό προορισμό του, με την κλίση του και τις ιδιαιτέρες δυσκολίες του. Χά-
ρη σ’ ένα ιδιαίτερο χάρισμα βλέπει το κάθε ον έτσι όπως το βλέπει ο Θεός και
προσπαθεί να το βοηθήσει, ανοίγοντας την εσωτερική του αίσθηση, χωρίς να
1
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 107, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 214 (293).
2
Πασσάκος, Κ., Το πρόσωπο στην πορεία του γίγνεσθαι, σ. 785-786.
3
Καυκιού, Νικήτα, Ο θεραπευόμενος ως εικόνα του Θεού και πνευματικός αδελφός, στο
http://www.psyche.gr/therapeikon.htm. Επισημαίνει ο π. Βασίλειος Θερμός το εξής: «Η δημιουργία
του θεραπευτή περιλαμβάνει την προσωπική ανάπτυξη, …Οι θεραπευτές δεν είναι αυτό που κάνουν
αλλά το ποιοι είναι…Το πρόσωπο του θεραπευτή υπερισχύει της συγκεκριμένης θεωρίας του». Θερ-
μού, Β., (Πρωτ.), Άνθρωπος στον ορίζοντα, σ. 226.

285
παραβιάσει τη θέλησή του, έτσι ώστε κάθε ανθρώπινο πρόσωπο, απελευθερω-
μένο από τα κρυμμένα του εμπόδια, να μπορέσει να ανθίσει μέσα στη χάρη.
Για να ολοκληρώσει αυτό το χαρισματικό εγχείρημα, δεν αρκεί μόνο να έχει
αυτή τη βαθειά γνώση της ανθρώπινης φύση, που δίνει η πολύχρονη πείρα, αλ-
λά απαιτείται κάθε φορά μια ενορατική σύλληψη του προσώπου: άρα λοιπόν
ένα πρόσωπο δεν μπορεί να γνωθτεί, παρά μέσα από μια αποκάλυψη» 1 .
Ο ψυχαναλυτής και ο ψυχοθεραπευτής δεν είναι υποχρεωμένοι από την
επιστήμη τους να έχουν ορισμένη ιδεολογία ή να διδάσκουν ορισμένη ηθική.
Επομένως η προσωπική τους ζωή δεν έχει σχέση με το έργο τους. Αντιθέτως,
στην περίπτωση του πνευματικού και εξομολόγου, όχι μόνο το θρησκευτικό
του πιστεύω, αλλά και όλος ο προσωπικός βίος του συνδέονται οργανικώς με
το έργο του. Αντίθετα ο ψυχαναλυτής αποβαίνει ψυχρός ερευνητής και παρα-
τηρητής του εσωτερικού δράματος του νευρωτικού ανθρώπου. Ο εξομολόγος ή
ο πνευματικός πατέρας αντιθέτως, συμμετέχει στο δράμα του αμαρτωλού αν-
θρώπου και προσπαθεί να ελαφρύνει το φορτίο του. Ο πνευματικός όσο είναι
δυνατό προσπαθεί κατά την έκφραση του Αποστόλου «τὰ ἀσθενήματα τῶν
ἀδυνάτων βαστάζειν2 » 3 . Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του γέροντος Παϊσί-
ου που λέγει: «Ο πνευματικός ονομάζεται πατήρ, γι’ αυτό πρέπει να προσπα-
θήσει να είναι αληθινός πατέρας· να νουθετεί με θεϊκή αγάπη και στοργή. Να
έρχεται στη θέση του κάθε εξομολογουμένου και να ζει τον πόνο του, ώστε ο
εξομολογούμενος να βλέπει στο πρόσωπό του ζωγραφισμένο το δικό του πόνο.
Αυτό χρειάζεται ιδιαίτερα στην εποχή μας, που οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από
λίγο δροσερό νερό, και όχι από δυνατό ξίδι» 4 .

5. Η ψυχολογική γνώση του πνευματικού:


Τίθεται το ερώτημα, είναι απαραίτητο στην εποχή μας ο πνευματικός να
είναι προικισμένος με την ψυχολογική γνώση. Παρατηρεί ο κ. Κορναράκης το
εξής: «Αν ο ποιμήν δεν γνωρίζει τι είναι ένα ψυχολογικό γεγονός ή μια ανθρώ-
πινη δυνατότητα ή αδυναμία, κατά την αντιμετώπιση ενός ποιμαντικού προ-
βλήματος, περιέρχεται σε σύγχυση, ενδεχομένως σε πλάνη και ποιμαντική α-
στοχία. Πρέπει λοιπόν να γνωρίζει τα όρια που διαγράφουν τη σχέση μεταξύ
ψυχολογίας και πνευματικής ζωής» 5 . Αυτή η γνώση κρίνεται απαραίτητη, αν ο
πνευματικός δεν απόκτησε σε ένα μέτρο τη διάκριση, η οποία θεωρείται από
τα πιο σημαντικά και απαραίτητα χαρίσματα της πνευματικής καθοδήγησης·
«Ο ποιμήν δεν είναι ο προικισμένος με την τέλεια διάκριση πνευματικός πατέ-
ρας, είναι όμως υποχρεωμένος, ως όργανο της χάριτος του Θεού, να χρησιμο-
1
Γκοραϊνώφ, Ειρήνη, ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, \ο.π., σ. 90.
2
Ρωμ. 15,1.
3
Κορναράκη, Ιω., Μαθήματα εξομολογητικής, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 63-4.
4
Παϊσίου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, \ο.π., σ. 291.
5
Κορναράκη, Ιω., Εγχειρίδιο ποιμαντικής ψυχολογίας, σ. 11. Σημειώνει ο κ. Κορναράκης: «] Η [ανωτέ-
ρω ]υπογράμμισις τ~ης θεμελιώδους σημασίας τ~ης καταρτίσεως το~υ πνευματικο~υ πατρός ε[ις θέματα
ψυχογνωσίας α[ ποβαίνει α[ ναγκαία, δεδομένου ο\ τι τά ποικίλα προβλήματα το~υ θρησκευμένου [ανθρώ-
ποιυ σμβαίνει νά ε@ιναι πρωτίστως ψυχολογικά προβλήματα». Κορναράκη, Ιω., Μαθήματα εξομολογη-
τικής, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 70.

286
ποιήσει τις ανθρώπινες δυνατότητές του για μια δημιουργική με τη χάρη του
Θεού συνεργασία, οι ψυχολογικές γνώσεις αποτελούν μια έμμεση δωρεά του
Θεού στο φιλότιμο και ευσυνείδητο και πιστό συνεργάτη Του» 1 .
Έτσι, η ψυχολογική γνώση κατέχει μια δευτερεύουσα θέση στα προσό-
ντα του πνευματικού πατέρα. Η επιστήμη της ψυχολογίας και ψυχιατρικής
πρέπει για τον πνευματικό πατέρα να είναι υποβοηθητικές, αφού «καμία θεο-
λογική ή ποιμαντική εκπαίδευση δεν πληροφορεί τον ποιμένα ποια είναι η ση-
μασία, λ.χ. των πέντε πρώτων χρόνων της ζωής» 2 , τα οποία αποτελούν «τον
εστιακό χώρο του ανθρώπινου προβληματισμού» 3 . Όπως αναφέρει και ο καθ.
Σ. Μπαλογιάννης: «Η γνώση της ψυχολογίας της παιδικής ηλικίας καθίσταται
απαραίτητος δια τον κληρικόν, ιδία δε οσάκις ούτος επιτελεί συγχρόνως και τα
καθήκοντα του διδασκάλου. ∆ι’ αυτής θα δυνηθεί ούτος να κατανοήσει βαθύ-
τερον τας ψυχικάς ανάγκας και τους προβληματισμούς του παιδός και θα κα-
ταστήσει ούτω το έργον του πλέον εξειδικευμένον και κατ’ επέκταση πλέον
εύληπτο υπό της παιδικής ψυχής» 4 .
Ο πνευματικός πατέρας οφείλει πρώτα να γνωρίζει τη νηπτική παράδο-
ση της Εκκλησίας μας, να τη βιώσει ως προσωπική εμπειρία, να την υλοποιή-
σει στη δική του ζωή, για να μπορέσει να τη μεταδώσει στη ζωή των καθοδη-
γούμενων από αυτόν· «Αν λοιπόν ένας πνευματικός γνωρίζει όντως εκ πείρας
την νηπτική παράδοση, τότε είναι σε θέση να βοηθήσει κάποιον με επιτυχία
στην στενή και τεθλιμμένη οδό της σωτηρίας,… Αν ο πνευματικός απλά έχει
διαβάσει και έχει ακούσει για την νηπτική παράδοση, αλλά δεν την έχει υλο-
ποιήσει ο ίδιος στην ζωή του, τότε όχι μόνο δεν είναι σε θέση να οδηγήσει κά-
ποιον στη βίωση της εν Χριστώ σταυρώσεως και αναστάσεως, αλλά αν θελή-
σει να εφαρμόσει τη νηπτική και ασκητική παράδοση, με βάση τα διαβάσματα
και τα ακούσματά του, τότε τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά, όπως το
φανερώνουν πλήθος σχετικών περιστατικών» 5 . Από την άλλη πλευρά «η νη-
πτική και ασκητική παράδοση δεν διδάσκεται με αλληλογραφία ούτε άνευ δι-
δασκάλου ούτε με διδάσκαλο ακαδημαϊκό και απαιτεί χρόνια συστηματικής
προσπάθειας εφαρμογής. Αντιθέτως, η ψυχολογία διδάσκεται και μαθαίνεται
με την επιμελή μελέτη και με τη βοήθεια ακαδημαϊκού διδασκάλου σε σχετι-
κώς λίγα χρόνια» 6 . Ο πνευματικός πατέρας προικισμένος με την διάκριση μπο-
ρεί να διακρίνει πού τελειώνει η συντριβή και πού αρχίζει το σύμπλεγμα, πού
τελειώνει το πένθος και πού αρχίζει η κατάθλιψη, πού τελειώνει το έργο του
Πνευματικού και πού αρχίζει εκείνο του ψυχολόγου ή και του ψυχίατρου 7 .

1
Κορναράκη, Ιω., Εγχειρίδιο ποιμαντικής ψυχολογίας, σ. 14-15.
2
Θερμού, Β., (π.), «Θεωρία και πράξη της ποιμαντικής απέναντι στην ψυχολογία» στο Σύναξη, τευχ.
25, 1988, σ. 46.
3
Κορναράκη, Ιω., Εγχειρίδιο ποιμαντικής ψυχολογίας, σ. 46.
4
Μπαλογιάννης, Σ., Ψυχιατρική και ποιμαντική ψυχιατρική, [εκδ. Πουρναρ~α, Θεσσαλονίκη 1986, σ. 9.
5
Μέσχου, Αρσενίου (π.), Ψυχολογία και νηπτική παράδοση, στη ιστοσελίδα:
http://users.forthnet.gr/the/arsme/Psychology.htm.
6
Μέσχου, Αρσενίου (π.), Ψυχολογία και νηπτική παράδοση, στη ιστοσελίδα:
http://users.forthnet.gr/the/arsme/Psychology.htm.
7
Λέγει ο π. Σωφρόνιος: «Οι παρατηρήσεις της ψυχολογίας για τον άνθρωπο είναι αξιόλογες, διότι πε-
ριγράφουν ότι πέρα από την λογική υπάρχει και κάτι άλλο βαθύτερο», αλλά ο γέροντας τονίζει πως η
νηπτική παράδοση υπερέχει την ψυχολογία· «Οι ψυχολογικές αναλύσεις είναι παιδικές σε σχέση με
την διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας. Καίτοι οι παρατηρήσεις της ψυχολογίας είναι αξιόλογες,

287
6. Η ψυχολογία ως βοηθητικό εργαλείο:
Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι η ψυχολογία μπορεί να κατέχει
ένα χρήσιμο εργαλείο με το οποίο βοηθά στο έργο της πνευματικής καθοδήγη-
σης, οπότε θεολογία και ψυχοθεραπεία μπορούν να ενισχύουν η μια την άλλη,
όπως παρατηρεί ο καθ. Κυριάζης ότι: «Η σύγχρονη ψυχολογία, η ψυχιατρική
και ψυχανάλυση μπορούν να πλουτίσουν την φαρέτρα της κατανόησης και της
θεραπείας των προβλημάτων του ανθρωπίνου προσώπου, ενώ η θεολογία μπο-
ρεί να βοηθήσει με τη σειρά της στην υπέρβαση ορισμένων προβλημάτων της
ψυχοθεραπείας και να ενισχύσει δραστικά το θεραπευτικό αποτέλεσμα»1 .
Τόσο στην περίπτωση του πνευματικού πατέρα είναι καλό να είναι ενη-
μερωμένος για την ψυχολογία, όσο είναι καλό για έναν ψυχοθεραπευτή να έχει
πνευματική ζωή και πνευματική εγρήγορση: «Είναι φυσικό ο ψυχαναλυτής να
ενδιαφερθεί και για την θρησκευτική ζωή του ανθρώπου και θα το κάνει αυτό
όταν και ο ίδιος έχει κάποια πνευματική ζωή και είναι γνώστης του πράγματος
και δεν ερμηνεύει τη θρησκεία σαν ψυχολογικό φαινόμενο. Από την άλλη με-
ριά ο ιερέας θα πρέπει να είναι ενήμερος των τελευταίων απόψεων και θέσεων
της ψυχολογίας, αλλά κυρίως της πατερικής σκέψεως και ζωής, για να μπορέ-
σει να καταλάβει σε βάθος τις αντιδράσεις του ατόμου και να ερμηνεύσει σω-
στά εκείνα που ακούει. Αυτό βέβαια γίνεται σταδιακά και με την εμπειρία αλ-
λά και με τη φώτιση του Θεού, ωστόσο η ίδια η Εκκλησία δεν εμπιστεύεται το
μυστήριο αυτό της πνευματικής πατρότητας παρά μόνο σε κληρικούς που έ-
χουν τουλάχιστον επαρκή μόρφωση και πνευματικό καταρτισμό»2 .
Στη συνέχεια, αν θέλαμε να οριοθετήσουμε τις σχέσεις της επιστημονι-
κής ψυχολογίας και της πνευματικής ζωής, καθώς και τη σχέση ανάμεσα στην
ψυχική νόσο (με τη σύγχρονη ιατρική ορολογία) και την αμαρτία (με την ορ-
θόδοξη αντίληψη), θα λέγαμε πως ο ψυχικός άνθρωπος του Αποστόλου Παύ-
λου εμπίπτει στην αρμοδιότητα και στο ρόλο του ψυχολόγου-ψυχίατρου, που
έχει στόχο να διερευνήσει την ψυχική νόσο. Ενώ ο πνευματικός άνθρωπος του
Αποστόλου Παύλου εμπίπτει στην αρμοδιότητα και στο ρόλο του πνευματι-
κού-εξομολόγου, που έχει στόχο να διερευνήσει την πνευματική νόσο3 .
Η Εκκλησία έχει το δικό της τρόπο για να φτάνει στην θεραπεία, χρησι-
μοποιώντας πνευματικούς πατέρες, την πνευματική της αγωγή και το μυστήριο
της Μετάνοιας και Εξομολόγησης. Η έλλειψη των θεωμένων θεραπευτών θα
κάνει γιατρούς τους ψυχολόγους και τους ψυχιάτρους απαραιτήτους, ενώ η
παρουσία πνευματοφόρων πνευματικών πατέρων θα ελαττώσουν και θα περιο-
ρίσουν την ανάγκη για τους ψυχίατρους. Η εξομολόγηση δεν είναι ψυχανάλυ-
ση, ούτε η ψυχανάλυση υποκαθιστά την εξομολόγηση και την εξαγόρευση των
αμαρτιών. Η εξομολόγηση δεν είναι θεραπευτική διαδικασία, εντούτοις δύνα-

εν τούτοις η μέθοδος θεραπείας που προσφέρει είναι πολύ άσχημη. Η ψυχανάλυση δεν θεραπεύει τον
άνθρωπο, μάλλον τον συγχύζει περισσότερο». Βλάχου, Ι.,(Μητρ.), Ο@ιδα α { νθρωπον [εν Χριστ~?ω, \ο.π., σ.
419.
1
Κυριαζή, ∆ημήτρη., «Προλεγόμενα για μια θεραπεία της ψυχής», \ο.π., σ. 74.
2
Στυλιανάκη Αντωνίου (π.), Εξομολόγηση και ψυχο(λογο)θεραπεία, στην ιστοσελίδα:
http://users.otenet.gr/styliant/psycho-analysis.htm, σ. 2.
3
∆ιονυσίου (Μητρ. ∆ράμας), «Ψυχολογία και πνευματική ζωή» στο συνέδριο: Ψυχολογικά προβλή-
ματα του συγχρόνου ανθρώπου, Ι.Μ. ∆ράμας, 1995, σ. 24.

288
ται να λειτουργήσει ως σημαντικός και αντικαταστατός θεραπευτικός παράγο-
ντας σε ορισμένες περιπτώσεις 1 . Η θεραπεία δεν θα επέλθει την ώρα του μυ-
στηρίου, απλούστατα γιατί το μυστήριο έχει ως στόχο την ένταξη του ανθρώ-
που στην κοινωνία της Εκκλησίας και μόνο εκεί σιγά-σιγά και μακροπρόθεσμα
θα επέλθει η θεραπεία 2 .
Συνεπώς, στην τελική ανάλυση παραμένει ανύπαρκτη κάθε ανθρώπινη
προσπάθεια για την τελική και αληθινή θεραπεία της ανθρώπινης φύση, αν δεν
αποβλέπει στο πρόσωπο του Χριστού, να ενωθεί δηλαδή μαζί του· «Η τελική
και αληθινή θεραπεία ως πλήρης εξάλειψη της νόσου είναι αδύνατη και ακα-
τόρθωτη για την ανθρώπινη φύση, αλλά και την ανθρώπινη ελευθερία. Ο Χρι-
στός είναι ο μόνος αληθινά υγιής άνθρωπος, όχι γιατί είναι και Θεός- στον Θεό
δεν έχουν εφαρμογή οι έννοιες του υγιούς ή του ασθενούς- αλλά διότι η αν-
θρώπινη φύση Του, απαλλαγμένη από την κληρονομημένη φθορά και διαρκώς
ενωμένη εκούσια και ελεύθερα, χάρη στην υποστατική- δηλαδή την προσωπι-
κή ένωση με το Θεό, υπερβαίνει τη φθορά και το θάνατο. Καμιά θεραπεία, συ-
νεπώς, ως αληθινή και ριζική εξάλειψη της νόσου δεν είναι νοητή εκτός Χρι-
στού. Η θεραπεία είναι δυνατή μόνο ως ενσωμάτωση στον Χριστό, τον μόνο
αληθινά υγιή άνθρωπο» 3 . Η θεραπεία θα έλθει μέσα από την αναγέννηση του
ανθρώπου με την Χάρη του Θεού.
Τελικά μπορούμε να πούμε ότι ο σκοπός της νηπτικής παράδοσης είναι
να προετοιμάσει και να βοηθήσει τον άνθρωπο να βιώσει εκουσίως και πλήρως
τον ζωοποιό εν Χριστώ θάνατο και να τον οδηγήσει στην εν Χριστώ ανάστα-
ση. Ο σκοπός της ψυχολογίας είναι ακριβώς να απαλύνει όσο γίνεται τη ζωή
του ανθρώπου, ώστε να τον βοηθήσει να έχει την καλύτερη δυνατή ποιότητα
επιβίωσης4 . Ο κληρικός δεν είναι ούτε ένας κοσμικός ψυχοθεραπευτής, ούτε
ένας καλός άνθρωπος, που κάνει καλά έργα, αλλά είναι ο συνεχιστής του λυ-
τρωτικού έργου του Ιησού Χριστού 5 , και η νηπτική παράδοση και η Εκκλησία
του Χριστού δεν αγωνίζονται απλώς για να κάνουν καλούς ανθρώπους για την
κοινωνία, αλλά να τους οδηγήσουν στην κοινωνία με τον Θεό, την κάθαρση,
το φωτισμό και την θέωση, δηλαδή την πλήρη ψυχοθεραπεία. Και αφού κατά
την γνώμη του πατρός Φιλοθέου Φάρου ότι «∆εν υπάρχει καμία ανθρώπινη
δυσκολία που σε βαθύτερη ανάλυση δεν είναι πνευματικό πρόβλημα» 6 . Γι’ αυ-
τό είναι ανάγκη να έχουμε πολλούς άγιους και θεώμενους ανθρώπους που
μπορούν να βοηθήσουν τον άνθρωπο στα διάφορα προβλήματά του, τότε δεν
θα χρειαζόμαστε ψυχίατρους ούτε ψυχολόγους, γι’ αυτό τον λόγο ακριβώς οι
ψυχίατροι ποτέ δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τους πνευματικούς. Ταυτό-
χρονα, μπορεί ένας πνευματικός πατέρας που γνωρίζει και βιώνει πραγματι-
1
Κυριαζή, ∆ημήτρη., «Προλεγόμενα για μια θεραπεία της ψυχής» στο συνέδριο: Θεολογία και ψυχια-
τρική σε διάλογο, [εκδ. Αποστολική ∆ιακονία 1999, σ. 66.
2
Ζηζιούλα, Ιω., Νόσος και θεραπεία στην Ορθόδοξη Θεολογία, Εισήγηση στην ημερίδα «Θεολογία
και Ψυχιατρική σε διάλογο», \ο.π., σ. 149.
3
Ζηζιούλα, Ιω., Νόσος και θεραπεία στην Ορθόδοξη Θεολογία, Εισήγηση στην ημερίδα «Θεολογία
και Ψυχιατρική σε διάλογο», σ. 142-3.
4
Μέσχου, Αρσενίου (π.), Ψυχολογία και νηπτική παράδοση, Βλ. στην ιστοσελίδα:
http://users.forthnet.gr/the/arsme/Psychology.htm.
5
Φάρου, Φ., (π.), Παπαδοσύνης μορφή και παραμόρφωση, [εκδ. Αρμός, Αθήνα 1994, σ. 48.
6
Φάρου, Φ., (π.), «Προβλήματα στις σχέσεις πνευματικής ζωής και ψυχολογίας» στο Πρακτικά Συ-
μποσίου ποιμαντικής ψυχολογίας και εξομολογητικής, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1981, σ. 58.

289
κά την νηπτική παράδοση της Εκκλησιάς να χρησιμοποιήσει με προσοχή και
σύνεση ως εργαλεία μερικά από τα πορίσματα της σύγχρονης ψυχολογίας
και ψυχοθεραπείας χωρίς να γίνεται εκκοσμίκευση της Ορθόδοξος Παράδο-
σης 1 . Κλείνοντας ενστερνίζομαι στα λόγια του γέροντος Παϊσίου που λέγει ό-
τι: «Οι άνθρωποι σήμερα είναι κουρασμένοι, ζαλισμένοι και σκοτισμένοι από
την αμαρτία και τον εγωισμό. Γι’ αυτό υπάρχει ανάγκη, περισσότερο από κάθε
άλλη εποχή, από καλούς και έμπειρους πνευματικούς, που θα πλησιάζουν τους
ανθρώπους απλά και με πραγματική αγάπη και θα τους καθοδηγούν με διάκρι-
ση, για να ειρηνεύουν. Χωρίς καλούς πνευματικούς αδειάζουν οι Εκκλησίες
και γεμίζουν τα ψυχιατρεία, οι φυλακές και τα νοσοκομεία. Πρέπει να συναι-
σθανθούν οι άνθρωποι ότι ταλαιπωρούνται, γιατί είναι μακριά από τον Θεό, να
μετανοήσουν και να εξομολογηθούν ταπεινά τις αμαρτίες τους»2 .

4. Η πατρότητα ως ζωοποίηση του γράμματος:

α. Οικονομία και ακρίβεια.

Όπως οι Κανόνες και τα επιτίμια της Εκκλησίας αποβλέπουν στη θερα-


πεία και τη σωτηρία του ανθρώπου, κάτι ανάλογο ισχύει και στην εφαρμογή
της οικονομίας, η οποία αποτελεί ένα είδος επιείκειας και συγκατάβασης στην
ακριβή τήρηση των κειμένων εκκλησιαστικών διατάξεων για ορισμένες περι-
πτώσεις και επιδιώκει τη σωτηρία του ανθρώπου, όπως γράφει ο άγιος Αθανά-
σιος ο Σιναΐτης, ο οποίος ορίζει την οικονομία ως εξής: «Ο[ικονομία [εστ`ιν ε] -
κούσιος μεγέθους συγκατάβασις πρ`ος σωτηρίαν τιν~ων [επιτελουμένη…» 3 . Ο
άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης παρατηρεί ότι : «∆ύω ε{ιδη κυβενήσεως, καί δι-
ορθώσεως, φυλλάττονται ε[ις τήν το~υ Χριστο~υ[ Εκκλησίαν. Τό \εν ε@ιδος [ονομά-
ζεται [ακρίβεια, τό δέ {αλλο, [ονομάζεται ο[ικονομία καί συγκατάβασις μέ τά ]ο-
πο~ια κυβερνο~υσι τήν σωτηρίαν τ~ων ψυχ~ων ο]ι το~υ πνεύματος ο[ικονόμοι, πότε

1
Βλάχου, Ι.,(Μητρ.),Υπαρξιακή ψυχολογία... \ο.π., σ. 89-90.
2
Παΐσίου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, \ο.π., σ. 271.
3
Αναστασίου Σιναΐτου, Οδηγός περ`ι λόγου, PG. 89,77C.

290
μέν μέ τό \ενα, πότε δέ μέ τό {αλλο» 1 . Από τα λόγια του αγίου αποκαλεί τον
πνευματικό πατέρα «οικονόμο του Πνεύματος» που επιδιώκει την σωτηρία του
ανθρώπου, είτε στην εφαρμογή της ακρίβειας, είτε στην περίπτωση εφαρμογής
της οικονομίας.
Η λέξη οικονομία αναφέρεται πολλές φορές στην Κ.∆., αλλά δεν χρησι-
μοποιείται όπως στην μεταγενέστερη έννοια της εκκλησιαστικής συγκατάβα-
σης και επιείκειας 2 . Οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποίησαν τη οικονομία
με την έννοια της επιεικείας και συγκατάβασης στο πλαίσιο της εφαρμογής
των εκκλησιαστικών κανόνων: «τ~ης παρακαμπ~ης τ~ης κατ’ [ακρίβειαν κα`ι {ακα-
μπτον α[υστηρότητα [εφαρμογ~ης τ~ων [εκκλησιαστικ~ων διατάξεων»3 . Η χρησιμο-
ποίηση της οικονομίας είναι από την εποχή των Αποστόλων, λ.χ. ο 69ος Απο-
στολικός κανόνας ορίζει τη νηστεία και προσθέτει «[εκτ`ος ε[ι μ`η δι’ [ασθένειαν
σωματικ`ην ε[ μποδίζοιτο» 4 . Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει ότι ο σκοπός
της οικονομίας είναι να ελαφρύνει το βάρος των επιτιμίων για να μην κινδυ-
νεύει η ψυχή· «[ Αλλ’ α]ι ο[ικονομίαι τ~ων πραγμάτων {εσθ’ \οτε παραβιάζονται
βραχ`υ το~υ δέοντος {εξω φέρεσθαί τινας, \ινα τι με~ιζον κερδάνωσι, \ωσπερ γ`αρ ο]ι
τ`ην θάλασσαν ναυτιλλόμενοι χειμ~ωνος [επικειμένου κα`ι κινδυνευούσης τ~ης
νεώς, [αλύοντες [αποφορτίζονταί τινα ]υπέρ το~υ σ~ωσαι τ`α λοιπά, ο\υτω κα`ι ]ημε~ις
[εν το~ις πράγμασιν \οταν μ`η \εξη τ`ο λίαν [ακριβ`ες [αποσ?ώζειν, παρορ~ωμέν τινα,
\ινα μ`η το~υ παντ`ος πάθωμεν ζημίαν»5 . Αλλά και συμβουλεύει ότι μετά επιμο-
νής χρησιμοποιείται η οικονομία, «κα`ι ο[ικονομίας \ενεκα μ`η [ακριβολογούμενοι
σφόδρα περ`ι το`υς ματαγιγνώσκοντας. Ο[ικονομίας γάρ, ]ως {εφην, δε~ιται τ`ο
πρ~αγμα πολλ~ης» 6 . πολλά από τους Οικουμενικούς κανόνες μας πληροφορούν
για τη χρησιμοποίηση της οικονομίας και της ανάγκης της χρησιμοποίησής
της. λ.χ. ο 2ος κανόνας της πρώτης Οικουμενικής Συνόδου αναφέρει: «[ Επειδ`η
πολλ`α {ητοι ]υπ`ο τ~ης [ανάγκης, }η {αλλως [επειγομένων τ~ων [ανθρώπων, [εγένετο
παρ`α τ`ον κανόνα τ`ον [εκκλησιστικόν» 7 . Αφενός οι Πατέρες της Εκκλησίας συ-
νειδητοποίησαν την ανάγκη της χρησιμοποίησης της οικονομίας, αφετέρου ε-
πισείουν την προσοχή του κινδύνου που διατρέχει από την κατάχρηση της οι-
κονομίας. Γράφει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας: «Ε{ι τις τ~ων δοκούντων το~ις

1
Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, υποσημ., σ. 53
2
Ο π. Β. Καλλιακμάνης αναφέρει πως η εφαρμογή της οικονομίας τέθηκε για πρώτη φορά κατά τους
νεώτερους χρόνους, αλλά ήδη από το Ευαγγέλιο είναι γνωστοί οι λόγοι του Χριστού προς τους Φαρι-
σαίους που επέμεναν στην αυστηρή τήρηση του μωσαϊκού νόμου ότι: «Τὸ σάββατον διὰ τὸν
ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ σάββατον». Βλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογι-
κά πρότερα της ποιμαντικής, Λεντί?ω ζωννύμενοι Ι, \ο.π., σ. 73. Για διάφορες έννοιες της λέξης οικονο-
μία και τη σημασία της όπως χρησιμοποιείται στην Π.∆ και Κ.∆. Βλ. Αλιβιζάτου, Αμίλκα., Η οικονο-
μία κατά το κανονικόν δίκαιον της Ορθοδόξου Εκκλησία, [εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1949, σσ. 22-26.
3
Αλιβιζάτου, Αμίλκα., Η οικονομία..., \ο.π., σ. 31.
4
Κανών 69, Τ~ων Αγίων Αποστόλων, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων και ιερών Κα-
νόνων, τομ. Β΄, σ. 88. Ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή του προς Γαλάτας καταφέρεται κατά της
δικαίωσης μέσω της τήρησης του Νόμου και κατά της περιτομής. Βλ. Γαλ. 2,16 κ.εξ, και 6,12.
5
Κυρίλλου Αλεξανδρεία,[ Επιστολή ΜΣΤ΄, PG. 77,320.
6
Κυρίλλου Αλεξανδρεία,[ Επιστολή ΜΖ΄ πρ`ος Μάξιμον διάκονον Αντιοχείας, PG. 77, 321. Ο άγιος
Νικόδημος αναφέρει ότι «]η ο[ικονομία {εχει μέτρα καί ο\ ρια, καί δέν ε@ιναι παντοτινή, καί α
[ όριστος».
Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, \ο.π., σ. 56.
7
Κανών 2, Τ~ης [εν Νικαία Α΄. Συνόδου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων και ιερών
Κανόνων, τομ. Β΄, σ. 116. ή Αλιβιζάτου, Αμίλκα., Ο]ι Ιεροί Κανόνες, Αθήνα 1922, σ. 34.

291
θεοφόροις πατράσι σαλεύοι τι, ο[υκ {εστι το~υτο ο[ικονομία κλητέον, [αλλ`α παρά-
βασις κα`ι προδοσία δόγματος κα`ι περ`ι τ`ο θε~ιον [ασέβεια» 1 .
Μια ιστορία από την ασκητική γραμματεία δείχνει πως και οι Πατέρες
της ερήμου συνειδητοποίησαν το ωφέλιμο της οικονομίας στο έργο της πνευ-
ματικής καθοδήγησης. Μια φορά υπήρχε κάποιος που κυνηγούσε στην έρημο
και είδε τον αββ~α Αντώνιο να χαριεντίζεται με τους αδελφούς και σκανδαλί-
στηκε και όταν ερώτησε τον αββά του είπε: «βάλε στο τόξο σου βέλος και τέ-
ντωσε το, και το έκανε. Και του είπε ξανά τέντωσε το και άλλο, του λέγει ο
κυνηγός: εάν το τεντώσω παραπάνω από το όριο, το τόξο θα σπάσει, του λέγει
ο γέρων: έτσι και στο έργο του Θεού· εάν τεντώσουμε παραπάνω από το όριο
τις απαιτήσεις από τους αδελφούς, γρήγορα σπάζουν. Πρέπει λοιπόν κάπου
κάπου να συγκαταβαίνουμε στους αδελφούς» 2 .
Η χρήση της οικονομίας γίνεται σε όλα τα Άγια μυστήρια, αλλά ιδιαιτέ-
ρως στο μυστήριο της μετάνοιας και ιεράς εξομολόγησης 3 . Τα επιτίμια όπως
αναφέρθηκε στην περιηγούμενη παράγραφο επιβάλλονται για τη θεραπεία του
ανθρώπου από την αμαρτία και τα πάθη, πράγμα που κάνει τον πνευματικό πα-
τέρα να λαμβάνει υπόψη το πρόσωπο, αλλά και τις συνθήκες υπό τις οποίες
διατρέχθηκε η αμαρτία και στη συνέχεια να επιλέγει το κατάλληλο επιτίμιο για
την κάθε περίπτωση. Ο 102ος κανόνας της [εν Τρούλω Συνόδου επιτάσσει τα
εξής: «∆ε~ι δ`ε το`υς [εξουσίαν λύειν κα`ι δεσμε~ιν παρ`α Θεο~υ λαβόντας, σκοπε~ιν
τ`ην τ~ης ]αμαρτίας ποιότητα, κα`ι τ`ην το~υ ]ημαρτηκότος πρ`ος [επιστροφ`ην ]ετοιμό-
τητα, κα`ι ο\υτω κατάλληλον τ`ην θεραπείαν προσάγειν τ~?ω [αρρωστήματι, \ινα μ`η
τ~?η [αμετρί?α καθ’ ]εκάτερον χρώμενος, [αποσφαλείη πρ`ος τ`ην σωτηρίαν το~υ κά-
μνοντας. Ο[υ γ`αρ ]απλ~η τ~ης ]αμαρτίας ]η νόσος, [αλλ`α ποικίλη κα`ι πολυειδής, κα`ι
πολλ`ας τ~ης βλάβης παραφυάδας βλαστάνουσα, [εξ #ων τ`ο κακ`ον [επ`ι πολ`υ δια-
χε~ιται, κα`ι πρόσω βαίνει μέχρις }αν [αντισταίη τ~?η δυνάμει το~υ θεραπεύοντος»4 .
Ο 74ος κανών του Μ. Βασιλείου ορίζει ότι σε περίπτωση, που η μετά-
νοια είναι ολοφάνερα πλήρης, ο πνευματικός δεν είναι καθόλου αξιοκατάκρι-
τος αν ελαττώσει το χρόνο των επιτιμίων· «…]ο πιστευθε`ις παρ`α τ~ης το~υ Θεο~υ
φιλανθρωπίας λύειν, και δεσμε~ιν, ε[ι φιλανθρωπότερος γένοιτο, τ`ο ]υπερβάλλον
τ~ης [εξομολογήσεως ]ορ~ων το~υ ]ημαρτηκότος, ε[ις τ`ο [ελαττ~ωσαι τ`ον χρόνον τ~ων
[επιτιμίων, ο[υκ {εσται καταγνώσεως {αξιος» 5 . Και ο ίδιος ο πατήρ παρά κάτω το-
νίζει ότι δεν πρέπει να δίνει προσοχή τόσο στο χρόνο, όσο στο τρόπο· «Ο[υ γ`αρ
πάντως τ~?ω χρόν?ω κρίνομεν τ`α τοια~υτα, [αλλ`α τ`?ω τρόπ?ω τ~ης μετανοίας προσέ-
χομεν»6 . Και ο άγιος Χρυσόστομος παρατηρεί: «Ο[υ χρόνος [απυλογε~ιται, [αλλ’
]ο τρόπος το~υ μετανοο~υντος τ`ην ]αμαρτίαν σβέννυσιν» 7 . Ο άγιος Μάρκος ο Α-

1
Κυρίλλου Αλεξανδρείας, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων και ιερών Κανόνων, τομ.
∆΄, σ. 398.
2
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Αντωνίου 13, σ. 48.
3
Για τη χρησιμοποίηση της οικονομίας στα διάφορα μυστήρια της Εκκλησίας Βλ. Αλιβιζάτου, Αμίλ-
κα., Η οικονομία.., σσ. 69-94.
4
Κανών 102, Τ~ης [εν τ~ω Τρο~υλλω ΣΤ΄ Οικ. Συνόδου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων
και ιερών Κανόνων, τομ. 2, σ. 549-550.
5
Κανών 74, Μ. Βασιλείου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων και ιερών Κανόνων, τομ.
4, σ. 235.
6
Κανών 84, Μ. Βασιλείου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύνταγμα των θείων και ιερών Κανόνων, τομ.
4, σ. 253.
7
Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι μετανοίας,] Ομιλία Ζ΄, PG. 49, 328. ΕΠΕ 30, 254.

292
σκητής συμβουλεύει τον πνευματικό πατέρα να μη ελέγχει εκείνον που έπαψε
να διαπράττει τις ίδιες αμαρτίες, και αν θεωρεί τον έλεγχο που κάνει ότι
προέρχεται από τον Θεό, οφείλει πρώτα ο ίδιος να ελέγχει τις δικές του αμαρ-
τίες· «Τ`ον παυσάμενον [απ`ο ]αμαρτίας κα`ι λοιπ`ον μετανοο~υντα, μηκέτι {ελεγχε.
Ε[ι δ`ε λέγεις κατ`α Θε`ον [ελέγχειν α[υτόν, πρ~ωτον τ`α σαυτο~υ κακ`α φανεροποίη-
σον» 1 .
Ειδικά στο θέμα του αποκλεισμού από τη θεία κοινωνία ή του αφορι-
σμού πρέπει ο πνευματικός να είναι διακριτικός και προσεκτικός, διότι όπως
τονίζει ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης στον 4ο κανόνα του ο αποκλεισμός του
ανθρώπου που μετανοεί αληθινά είναι αδικία: «Όπως [απαγορεύεται ν`α ρίχνου-
με τ`ον Μαργαρίτη στο`υς χοίρους, {ετσι κα`ι τ`ο ν`α α [ ποστερο~υμε [απ`ο τ`ον τίμιο
Μαργαρίτη τ`ον {ηδη (με την αληθινή μετάνοια) {ανθρωπο, ε@ιναι α { τοπο» 2 . Και οι
∆ιαταγαί Αποστόλων συμβουλεύουν να γίνει ο αφορισμός κατόπιν πολλής
σκέψη· «μ`η ]ρ?αδίως ο@υν {ισθι πρόχειρος ε[ις τ`ο [αποκόπτειν, μηδ`ε ταχέως [επ`ι τ`ον
μυριόδοντα πρίονα \ορμα, [αλλ`α πρ~ωτον χρ~ω σμίλ?η, τ`α [αποστήματα διαιρ~ων,
\οπως τ`ο [εντ`ος [εγκείμενον α{ιτιον τ~ων πόνων [εκκριθ`εν [αναλγ`ες τ`ο σ~ωμα τη-
ρήσ?η» 3 .
Ο αφορισμός είναι μέσο ιάσεως και χρησιμοποιήθηκε από την αποστο-
λική εποχή ως θεραπευτικό μέσο, όπως στην περίπτωση του αμαρτωλού στην
Κόρινθο 4 . Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης δίνει συμβουλή στον μετανοώντα
να αποδεχθεί τον αφορισμό για να μην γίνει ένοχος στο σώμα και αίμα του
Χριστού· «{ Ηξευρε \οτι, {αν θελήσ?ης νά κοινωνήσης {ετσι [ανάξιος {ων, θέλεις γέ-
νη {ενοχος το~υ σώματος καί α\ιματος το~υ Κυρ]ιου,…καί {εχεις νά κοινωνήσης ε[ις
κατάκρισιν καί κόλασίν σου, γενόμενος δεύτερος[ Ιούδας..»5 . Εξάλλου ο άγιος
δεν παραλείπει να ενθυμήσει ότι ο αφορισμός γίνεται με σκοπό να συνειδητο-
ποιήσει ο αμαρτωλός την κακία που διέπραξε και προς ασφαλής και βεβαίωση
μετάνοια του· «{ Ηξευρε \οτι μέ τήν [αποχήν ταύτην τ~ης Κοινωνίας θέλει γίνη ]η
μετάνοιά σου [ασφαλεστέρα· θέλεις βεβαιωθ~η περισσότερον ε[ις τήν χάριν το~υ
Θεο~υ καί θέλεις καταλάβει καλύτερα τό κακόν, ]οπο~υ σο~υ [επροξένησεν ]η ]α-
μαρτία…»6 .
Στα Πατερικά κείμενα συχνά τονίζεται η υπέρβαση του νόμου και προ-
βάλλεται ο χαρισματικός χαρακτήρας του μυστηρίου της μετάνοιας. Στα Α-
ποφθέγματα των Πατέρων διαβάζουμε ένα περιστατικό που δείχνει πως οι δια-
κριτικοί πατέρες σε πάρα πολλές περιπτώσεις υπερβαίνουν το νόμο και τους
κανόνες αν ο αμαρτωλός έδειχνε αμεταμέλητη μετάνοια, όπως στην εξής περί-
πτωση: Ένας αδελφός διάπραξε μεγάλη αμαρτία και ρώτησε τον αββά Ποιμέ-
να, θέλω να ακολουθήσω μετάνοια επί τρία έτη. Του λέγει ο γέρων: πολύ είναι
και του είπε έως ένα έτος· και είπε πολύ είναι. Οι δε παριστάμενοι έλεγαν: έως

1
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 39, Φιλοκαλία Α΄, σ. 98 (132).
2
Κανών 4,[ Επιστολή κανονικ`η πρ`ος Λητόϊον [επίσκόπον Μελιτίνης, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύ-
νταγμα των θείων και ιερών Κανόνων, τομ. 4, σ. 310.
3
∆ιαταγαί Αποστόλων, Β΄, XLI, 8, ΒΕΠΕΣ 2,43.
4
1 Κορ. 5, 1-13. Βλ. Ιω. Χρυσοστόμου, Περ`ι μετανοίας,] Ομιλία Α΄, γ΄, PG. 49, 281.
5
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 100.
6
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, σ. 101. Για την θέση του Αγίου Νικοδήμου για τον αφο-
ρισμό και γενικά για την ακρίβεια και οικονομία Βλ. Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογικά πρό-
τερα της ποιμαντικής, Λεντί?ω ζωννύμενοι Ι, \ο.π., σσ. 78-92.

293
σαράντα ημέρες· και πάλι είπε πολύ είναι. Είπε δε: εγώ λέγω ότι εάν μετανοή-
σει άνθρωπος από όλη την καρδιά και δεν συνεχίζει να πράττει την αμαρτία,
και σε τρεις ημέρες τον δέχεται ο Θεός 1 . Στο ίδιο πλαίσιο ο άγιος Ιωάννης Νη-
στευτής γράφει: «μ`η κατ`α τ`ην [ακρίβειαν τ~ων θείων κανόνων διορίζειν τ`α [επι-
τίμια, [αλλ`α κατ`α τ`ην ποιότητα το~υ προσώπου» 2 .
Οι ίδιοι οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας έδειχναν κατανόηση και οικο-
νομία στους ιερούς κανόνες, όπου η διαβάθμιση των όρων της επιδημίας έχει
ποιμαντικό χαρακτήρα, λ.χ. παρατηρείται ένα πέρασμα από την αυστηρότητα
των αρχαίων κανόνων στο πνεύμα της επιεικείας που επέβαλαν οι νέες ποιμα-
ντικές απαιτήσεις, οι οποίες έτειναν όλο και περισσότερο προς την επιείκεια
έναντι των μετανοούντων. Αυτό το πέρασμα παρατηρείται κυρίως στους κανό-
νες του Μ. Βασιλείου, οι οποίοι επιβάλλουν ως στους μετανοούντες, επιτίμιο
μόνο τη μακρόχρονη στέρηση της θείας Ευχαριστίας και όχι την άσκηση3 . Το
ίδιο στους μεταγενέστερες κανόνες όπως Το Κανονικόν Ιωάννου του Νηστευ-
το~υ 4 , το οποίο έχει ως κύριο χαρακτήρα την επιείκεια και προέκυψε μέσα από
τις διεργασίες προσαρμογής της κανονικής παραδόσεως και νομοθεσίας στις
νέες ποιμαντικές απαιτήσεις. Ο ίδιος ο συγγραφέας ομολογεί ότι προτιμά να
κατακριθεί από τον Θεό ως επιεικής, παρά να επαινεθεί ως ασυμπαθής5 .
Ο άγιος Νικόδημος στο «Εξομολογητάριο» προβάλλει την αυθεντία του
αγίου Ιωάννου του Νηστευτού, γιατί αντί της μακράς αποχής από τη θεια Κοι-
νωνία ρίχνει το βάρος της μετανοίας στον κανόνα. Ο άγιος Νικόδημος επιθυμεί
να βοηθήσει τον πιστό να προσέρχεται συχνότερα στη θεια Κοινωνία, χωρίς να
εξευτελίζεται το μυστήριο, χάνοντας τη σημασία και τη θέση του στη ζωή της
Εκκλησίας 6 . Ο άγιος διακρίνει «τρείς όρους των επιτιμήσεων» 7 οι οποίοι πε-
ριέχουν κυριολεκτικά όρους περί της βρώσεως και πόσεως και που συνδυάζο-
νται επιπλέον με την προσευχή. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο έργο του

1
Αποφθέγματα, [ α ββά Ποιμένος 12, σ. 530. και Πρβλ. [ α ββά Σισώη 20 , σ. 674.
2
Ιωάννου Νηστευτο~υ,[ Ακολουθία κα`ι τάξις [εξομολογουμένων, PG. 88, 1904.
3
Στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες το κυριότερο από τα επιτίμια που έδωσαν οι Πατέρες ήταν η
αποχή από τη θεία Κοινωνία. Ο άγιος Νικόδημος εξηγεί ότι «Η αίτια, όπου διόρισαν οι Πατέρες ε[ις
τους αμαρτήσαντας δια επιτίμιο την αποχή της Κοινωνίας μόνην είναι, ως νομίζω, διατι οι τότε Χρι-
στιανοί είχαν τόσην αγάπη να μεταλαμβάνουν, ώστε οπού ελογίαζαν μεγαλώτατην ζημίαν το να υστε-
ρηθούν της Κοινωνίας. ∆ια τούτο και οι τότε Πατέρες δεν εύρηκαν άλλο τι δια να εμποδίσουν από την
αμαρτίαν, παρά την αποχή της Κοινωνίας». Εξομολογητάριον, υποσημ. 134, σ. 132.
4
Ο κανόνας αποδίδεται στον άγιος Ιωάννη Νηστευτή (582-595) ενώ η σύγχρονη έρευνα δείχνει ότι η
εμφάνιση του κανόνα είναι μεταγενέστερη και τοποθετείται μεταξύ του ογδόου και του δεκάτου αιώνα
ακόμη ότι ο συγγραφέας είναι κάποιος γέροντας και απευθύνει το έργο προς κάποιον άγνωστο μαθητή
του. (PG. 88,1890-1918). Βλ. Γιάγκου, Θ., Η εξομολόγηση: Το μυστήριο του νόμου και της χάριτος
στο συνέδριο «Το Ιερόν Μυστήριον της μετανοίας», σ. 144 κ.εξ. Ενώ ο άγιος Νικόδημος στο εξομο-
λογητάριον επιβεβαιώνει την απόδοση των κανόνων στον άγιο Ιω. Νηστευτή. Βλ. Εξομολογητάριον,
υποσημ. 132, σ. 128.
5
Arranz, Μ., «La Liturgie pénitentielle juive apprès la destruction du temple», στη Liturgie et rémis-
sion des péchés, Conférences Saint-Serge Semaine d’ études liturgiques, Paris 2-6 Juillet 1973, ed,
Liturgiche, Roma 1975, σσ. 108-110. Πρβλ. Γιάγκου, Θ., Η εξομολόγηση: Το μυστήριο του νόμου και
της χάριτος στο συνέδριο «Το Ιερόν Μυστήριον της μετανοίας», σ. 146.
6
Μεταλληνού, Γεω., (Πρωτ.), «Το εξομολογητάριον του αγίου Νικοδήμου», στο ΕΕΘΣΑ, τομ. Λ∆΄,
1999, σ. 206.
7
Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την τάξη κάθε όρους. Βλ. Γιάγκου., Θ., Η εξομολόγηση:
Το μυστήριο του νόμου και της χάριτος στο συνέδριο «Το Ιερόν Μυστήριον της μετανοίας», σ. 147-
148. και Πρβλ. Arranz, Μ., «La Liturgie pénitentielle juive apprès la destruction du temple», \ο.π., σσ.
198 κ.εξ· 202 κ.εξ.

294
Το Εξομολογητάριο κινείται στο σωτηριολογικό πλαίσιο της εκκλησιαστικής
πραγματικότητας, στο πνεύμα της Φιλοκαλίας. ∆εν προσφέρει, συνεπώς, κά-
ποιο «κώδικα αντικειμενικού δικαίου», αλλά πνευματικό νοσολόγιο, για να
καθοριστεί από τον Πνευματικό και το κατάλληλο συνταγολόγιο. Ο άγιος Νι-
κόδημος έχει προ οφθαλμών του πάντοτε την ταυτότητα του αυθεντικού χρι-
στιανού και το πώς είναι δυνατό να φτάσει σ’ αυτήν ο μετανοών 1 .
Παρά τη χρησιμοποίηση της οικονομίας στη ζωή της Εκκλησίας, δεν
τυπώθηκε κάποιος κανόνας, που να καθορίζει ακριβώς τον τρόπο εφαρμογής
του. Η οικονομία κυρίως βιώνεται και εφαρμόζεται κατά περίπτωση. Και εκ-
φράζει τη φιλανθρωπία, τη συγκατάβαση και την ελευθερία του Πνεύματος
που υπάρχει στην Εκκλησία 2 . Και ο ίδιος ο πνευματικός πατέρας ως το ορατό
όργανο της θειας χάριτος χαρακτηρίζεται από τον άγιο Γρηγόριο Θεολόγο ως
«αποθηκάριος της θείας φιλανθρωπίας» 3 . Και όπως παρατηρεί ο π. Σωφρό-
νιος ότι στην περίπτωση εφαρμογής του νόμου κατά γράμμα είναι πιο ασφαλής
στον πνευματικό πατέρα, αλλά η επιστροφή στην οικονομία είναι ένδειξη αγά-
πη και ενδιαφέρον από την πλευρά του πνευματικού πατρός, ο ποίος βιώνει την
πνεύμα του νόμου. Γράφει: «Υπάρχουν πνευματικοί πατέρες, οι οποίοι για να
είναι ασφαλείς τηρούν το γράμμα του νόμου. Αυτό τους δίνει μια ασφάλεια.
Όμως, πιο ασφαλείς είναι εκείνοι οι πνευματικοί πατέρες που ριψοκινδυνεύ-
ουν για την αγάπη του αδελφού και κάνουν οικονομία, βιώνοντας το πνεύμα
του νόμου. Κάνοντας οικονομία, μέσα από προσευχή, αισθάνονται ότι για
την αγάπη του αδελφού παρέβησαν το γράμμα του κανόνος» 4 .
Η αδιάκριτη αυστηρότητα ή κατά γράμμα προσήλωση στους Κανόνες
της Εκκλησίας είναι δυνατό σε συγκεκριμένες καταστάσεις να οδηγήσει σε ο-
λέθρια αποτελέσματα, οδηγοί στην απόγνωση που αποτελεί ένα ισχυρό όπλο
το οποίο χρησιμοποιεί ο διάβολος για να οδηγεί στην απώλεια την ψυχή του
αμαρτωλού 5 . Η μετάνοια ορίζεται από τους νηπτικούς Πατέρες ως εξής: «Με-
τάνοιά [εστιν, ]η θύρα το~υ [ελέους, η ] [ανε?ωγμένη το~ις διώκουσιν α[υτήν· δι`α τ~ης
θύρας ταύτης ε[ισερχόμεθα πρ`ος τ`ο θε~ιον {ελεος· κα`ι [εκτ`ος ταύτης τ~ης ε[ισόδου
ο[υχ ε]υρήσομεν {ελεος· διότι πάντες \ημαρτον, κατ`α τ`ην θείαν Γραφήν, δικαιού-
μενοι δωρε`αν τ~?η α[υτο~υ χάριτι» 6 . Είναι φοβερό, ενώ προσέρχεται ο χριστιανός
στο μυστήριο της μετανοίας, τη θύρα της ελέους και το θρόνο της ελπίδας, να
συναντά την απόγνωση και να κερδίζεται από τον διάβολο αντί από τον Χρι-
στό, γιατί έτυχε να πέσει στα χέρια ενός άπειρου πνευματικού με άμετρη αυ-
στηρότητα, η οποία θα τον τρομάξει και θα ρίξει την ψυχή του στην απώλεια.
Τονίζει ο άγιος Ιωάννης ο Καρπάθιος ότι «Χαλεπώτερον το~υ ]αμαρτάνειν [εστ`ι

1
Μεταλληνού, Γεωρ., (Πρωτ.), «Το εξομολογητάριον του αγίου Νικοδήμου», στο ΕΕΘΣΑ, τομ. Λ∆΄,
1999, σ. 204-5.
2
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογικά πρότερα της ποιμαντικής Ι, \ο.π., σ. 75.
3
Γρηγορίου Θεολόγου, Κατά Ιουλιανού και κατά Ελλήνων στηλιτευτικός Α΄, PG. 35, 593C.
4
Βλάχου, Ι.,( Μητρ.), Ο@ιδα {ανθρωπον [εν Χριστ~?ω, \ο.π., σ. 315-316.
5
Ιω. Χρυσοστόμου, Πρ`ος Θεοδώρον εκπέσοντα, PG. 47, 279. ΕΠΕ 28,750.
6
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 80, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
275 (Ε, 104).

295
τ`ο [απελπίζειν» 1 . Καθώς και ο κίνδυνος διατρέχει στην περίπτωση ο πνευματι-
κός αν δείχνει υπερβολική χαλαρότητα και επιείκεια 2 .
Σε αυτό το σημείο είναι πολύ χρήσιμο να αναφέρω ένα γεγονός από την
πείρα του γέροντος Πορφυρίου δείχνει πως οι πνευματικοί πατέρες που είχε
κατοικήσει μέσα τους το Άγιο Πνεύμα και απόκτησαν το χάρισμα της διάκρι-
σης, ορίζουν την οικονομία στην καθοδήγηση τους χωρίς να οδηγούν τον υπο-
τακτικό στην απόγνωση και απελπισία.
Όταν άρχισε ο γέρων να ασκεί το μυστήριο της εξομολόγησης, όποιος
ερχόταν να εξομολογηθεί, ακούει τις αμαρτίες του, και είχε δίπλα του το Εξο-
μολογητάριον του Αγίου Νικοδήμου, και τους έβαζε κανόνα ανάλογα με τις
αμαρτίες τους. Ότι έγραφε μέσα στο βιβλίο ήταν νόμος γι’ αυτόν. Αλλά μετά
από καιρό κατάλαβε ο γέρων ότι μερικοί έρχονται ξανά να εξομολογηθούν και
όταν τους ρώτησε αν έκαναν αυτά που τους είπε, η απάντηση ήταν όχι, και α-
ναφέρει μία περίπτωση για κάποιον που ήλθε για εξομολόγηση, και έγινε με-
ταξύ τους η εξής συζήτηση:
- Πόσο καιρό έχεις να εξομολογηθείς;
- Πέρυσι τέτοιον καιρό εξομολογήθηκα σε σένα.
- Τι σου είχα πει;
- Μου είχες πει να κάνω εκατό μετάνοιες κάθε βράδυ.
- Τις έκανες;
- Όχι.
- Γιατί, ρωτούσε ο γέροντας, και εκείνος απάντησε: «μου είπες δεκαοκτώ χρό-
νια για να μεταλάβω, και εγώ σκέφτηκα, κολασμένος και κολασμένος είμαι
έτσι τα παράτησα όλα». Με τα χρόνια, όπως λέγει ο γέρων: «σωφρονίστηκα,
κατάλαβα ότι ο πνευματικός έχει την εξουσία που δένει και λύνει. Και θυμάμαι
έναν κανόνα του Αγίου Βασιλείου απ’ έξω, εκεί πάνω βασίστηκα και άλλαξα
τακτική στην εξομολόγηση3 . Μεταξύ του νόμου και της χάριτος υπάρχει μία
διαλεκτική σχέση, η οποία αποδεικνύει το μεγαλείο της ορθόδοξη παράδοσης.
Αν ο πνευματικός πατέρας, ως διάκονος των μυστηρίων της Εκκλησίας, αγνοεί
αυτή τη σχέση και κινείται μονομερώς, τότε είναι ενδεχόμενο ο τρόπος διόρ-
θωσης του μετανοούντος να μην είναι επιτυχής 4 .
Ο άγιος Ιωάννης ο Νηστευτής, ο οποίος όρισε μια σειρά επιτιμίων, προ-
τρέπει τον κάθε πνευματικό να επιβάλει τα επιτίμια κατά την δύναμη και προ-
αίρεση του μετανοούντα, και όχι μόνο κατά την ανάλογα αμαρτία που έχει δι-
1
Ιωάννης Καρπάθιου, Κεφάλαια παραμυθητικά 85, Φιλοκαλία Α΄, σ. 293 (348).
2
Γράφει και ο γέρων Παΐσιος ο Αγιορείτης: «Ένας πνευματικός όμως που εφαρμόζει κατά γράμμα
τους κανόνες που αναφέρει το Πηδάλιο μπορεί να κάνει κακό στην Εκκλησία… ιδίως στη σημερινή
εποχή δεν είναι να πάει κανείς να εφαρμόσει όλο το νόμο της Εκκλησίας με μια αδιάκριτη αυστηρότη-
τα, αλλά πρέπει να καλλιεργήσει το φιλότιμο στους ανθρώπους. Να κάνει πρώτα δουλειά στον εαυτό
του, για να μπορεί να βοηθά τις ψυχές, αλλιώς θα σπάζει κεφάλια…. Το Πηδάλιο λέγεται πηδάλιο,
γιατί οδηγεί προς τη σωτηρία τον άνθρωπο πότε με τον έναν τρόπο και πότε με τον άλλον, όπως ο κα-
ραβοκύρης πάει το πηδάλιο πότε αριστερά και πότε δεξιά, για να βγάλει το καράβι στην ακτή…. Αν ο
πνευματικός χρησιμοποιεί τους κανόνες σαν… κανόνια, και όχι με διάκριση, ανάλογα με τον άνθρω-
πο, με την μετάνοια που έχει κτλ., αντί να θεραπεύει ψυχές, θα εγκληματεί». Παΐσίου Αγιορείτου,
Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, \ο.π., σ. 277-8.
3
Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, \ο.π., σ. 111. Ο κανόνας που τον αναφέρει ο γέροντας
είναι το κανών 84 του Μ. Βασιλείου. Βλ. Κανών 84, Μ. Βασιλείου, στο Γ. Ράλλης- Μ. Ποτλής, Σύ-
νταγμα των θείων και ιερών Κανόνων, τομ. 4, σ. 253.
4
Γιάγκου, Θ., Η εξομολόγηση: Το μυστήριο του νόμου και της χάριτος», \ο.π., σ. 165.

296
απράξει. Η ποιότητα του προσώπου καθορίζει την ποιότητα και ποσότητα των
επιτιμίων. Γράφει το εξής: «κατά γ`αρ [ισχ`υν κα`ι προαίρεσιν το~υ δεχομένου τ`α
[επιτίμια δίδονται, κα`ι ο[υ κατ`α [αναλογίαν τ~ων ]ημαρτημένων α[υτ~?ω.[ Ενδέχεται
γ`αρ τ`ον μ`εν [ολίγα ]αμαρτάνοντα, πρόθυμον {οντα μέγα λαβε~ιν [επιτίμιον, \ινα μ`η
μόνον {αφεσιν ]αμαρτι~ων, [αλλ`α κα`ι στέφανον κομίσηται, τ`ον δ`ε πολλ`α πταίσα-
ντα κα`ι ράθυμον {οντα, μικρ`αν {εχειν [επιτίμησιν… μ`η κατ`α [ακρίβειαν τ~ων θείων
κανόνων ]ορίζειν τ`α [επιτίμια, [αλλ`α κατ`α τ`ην ποιότητα το~υ προσώπου»1 .
Η παιδαγωγία που άσκησε ο Θεός με τον νόμο και τους Προφήτες στον
εκλεκτό λαό Του καρποφόρησε στις περιπτώσεις που οι άνθρωποι οδηγήθηκαν
στη μετάνοια. Και η παιδαγωγία που ασκείται στον κόσμο από την Εκκλησία
καρποφορεί εκεί, όπου οι άνθρωποι οδηγούνται στην μετάνοια. Κατά τον όσιο
Μάρκο τον Ερημίτη «π~ασα ]η ποικιλία τ~ων [εντολ~ων ε[ις \ενα καταλήγει, τ`ον τ~ης
μετάνοιας ο\ ρον» 2 . Γα τον πνευματικό πατέρα η κάθαρση από τα πάθη, η ά-
σκηση των πνευματικών αισθητηρίων και ο φωτισμός του νου από το Άγιο
Πνεύμα κρίνονται απαραίτητα για μια επιτυχημένη ποιμαντική καθοδήγηση
και την εφαρμογή της ακρίβειας και της οικονομίας κατά περίπτωση 3 .
Είτε στην περίπτωση της ακριβούς εφαρμογής των κανόνων είτε στην
περίπτωση της εφαρμογής της οικονομίας όταν το καλεί η ανάγκη, ο πνευματι-
κός πατέρας οφείλει να δείχνει και πατρικό χαρακτήρα και με διάκριση να επι-
διώκει την επιτυχία της πνευματικής προόδου και της σωτηρίας του μετανοού-
ντος. ∆ιότι το πνευματικό έργο δεν εξαντλείται με την επιβολή των επιτιμίων,
αλλά με την σωτηρία των ψυχών.

β. Η πραότητα.

Σε αυτό το κεφάλαιο θα ασχοληθούμε με τη σπουδαιότητα της πραότη-


τας στο έργο του πνευματικού πατέρα, δηλαδή πώς μπορεί να την αποκτήσει,
καθώς και πώς μπορεί η οργή να καταστρέψει και να τυφλώσει τα μάτια της
ψυχής οπότε ο πνευματικός χάνει τον έλεγχο και τη δυνατότητα να διακρίνει
το συμφέρον της ψυχής. Παρόλο ότι οφείλει ο πνευματικός να είναι προικι-
σμένος με την πραότητα, όμως αυτό δεν τον αποκλείει να χρησιμοποιήσει και
την αυστηρότητα με μέτρο στο έργο του. Τίθενται λοιπόν μερικά ερωτήματα: η
πραότητα και η αυστηρότητα αλληλοαποκλείονται ή μήπως η αυστηρότητα
αποτελεί τη άλλη όψη της πραότητα και την συμπληρώνει, οπότε πρέπει η
πραότητα και η αυστηρότητα να συνδυάζονται και οι δύο αρμονικά στο πρό-
σωπο του πνευματικού πατέρα;
Αρχικά δεν νοείται πατρότητα χωρίς στοργή. Ο πνευματικός οφείλει να
φροντίζει τα πνευματικά του τέκνα σαν βρέφη, να τους αναμορφώνει και να
τους οδηγεί με τον καιρό στην τελείωση [εν Κυρίω. Ο Μ. Βασίλειος, υπογραμ-

1
Ιωάννου Νηστευτή, Ακολουθία κα`ι τάξη [επί [εξομολογουμένων, PG. 88,1901D-1904A.
2
Μάρκου Ερημίτου, Περ`ι μετάνοιας 1, PG. 65,965B.
3
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Μεθοδολογικά πρότερα της ποιμαντικής, \ο.π., σ. 92.

297
μίζοντας ότι ο καθηγούμενος πρέπει να καθοδηγεί τους υποτακτικούς του με
ευμενή πατερική διάθεση, γράφει: «καί αυτός δ`ε ο καθηγούμενος, ]ως πατήρ
πο`υ φροντίζει δι`α τα γνήσια παιδιά του, θα εξετάσει την ανάγκην εκάστου και
θα προσφέρει κατά δύναμιν την κατάλληλη θεραπεία και φροντίδα· και θα συ-
γκρατήσει το αληθώς ασθενείς μέλος κατά την ψυχή ή κατά το σώμα με αγάπη
και με την πρέπουσα ε[ις πατέρα εύνοια» 1 . Ο ίδιος ο Κύριος χαρακτηρίζει τον
εαυτό Του πράο και ταπεινό και παρακινεί τους μαθητές Του να ακολουθούν
το παράδειγμά Του: «μάθετε ἀπ' ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ» 2 .
Στην Κ.∆. είναι αξιοσημείωτη η στάση του αποστόλου Παύλου, στον οποίο
είναι ιδιαίτερα προσφιλής η εικόνα του πατέρα που φροντίζει τα παιδιά του.
Γράφει προς τον Τιμόθεο και τον παρακαλεί «ἐν πρᾳότητι παιδεύοντα τοὺς
ἀντιδιατιθεμένους, μήποτε δῷ αὐτοῖς ὁ Θεὸς μετάνοιαν εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας» 3 .
Η φροντίδα όμως αυτή δεν είναι μονοδιάστατη. Ο απόστολος συνδυάζει άρι-
στα την άρρητη φιλανθρωπία με την αμείλικτη αυστηρότητα. Γράφει και πάλι
στον Τιμόθεο και τον προτρέπει λέγοντας ότι «τοὺς ἁμαρτάνοντας ἐνώπιον
4
πάντων ἔλεγχε, ἵνα καὶ οἱ λοιποὶ φόβον ἔχωσι.» . Είναι ταυτόχρονα φιλάνθρωπος
αλλά και αμείλικτος. Η επιείκειά του είναι δραστική και η αυστηρότητά του
φιλανθρωπική 5 .
Ο Μ. Βασίλειος θεωρεί την πραότητα από τα σημαντικά χαρακτηριστι-
κά του γέροντος, δηλαδή την μακροθυμία προς τους αρχαρίους και τους απεί-
ρους μοναχούς χωρίς βέβαια την παραμέληση των σφαλμάτων. Γράφει:
«Πραότης ο@υν τρόπου καί καρδίας ταπείνωσις χαρακτηριζέτω τ`ον προϊστάμε-
νον,{ Επειτα ε{υσπλαγχνον κα`ι μακροθύμως [ανεχόμενον τ~ων [εξ [απειρίας [ελλι-
μπανόντων τι τ~ων καθηκόντων, ο[υχ ]υποσιωπ~ωντα το~ις ]αμαρτήμασιν, [αλλ`α
πράως [ανεχόμενον τ~ων [αφηνιαζόντων κα`ι τ`ας [ιατρείας α[υτο~ις [εν πάς?η
ε[υσπλαγχνί?α καί συμμετρί?α προσάγοντα» 6 . Η μακροθυμία πάντα ισχύει στο
έργο της πνευματικής καθοδήγησης με σκοπό να μην αποκοπεί κάποιος από
την κοινότητα και όχι να μη νουθετηθεί και διδαχθεί με τα κανονικά επιτίμια 7 .
Όταν μιλάμε για την πραότητα, δεν εννοούμε μία ψυχολογική κατάστα-
ση. Την διαφορά ανάμεσα στην κοσμική-ψυχολογική αντίληψη για τις αρετές
της ταπείνωσης και της πραότητας και την Ευαγγελική και Πατερική αντίληψη
την αναφέρει ο π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ και υποστηρίζεται στον άγιο Ιωάννη
της Κλίμακος, ότι δηλαδή δεν πρόκειται για ένα φυσικό «ειρηνικό ήθος», όπως
νομίζουν οι πολλοί, αλλά για κατάσταση ασύγκριτα ανώτερη από την ψυχική.
Πραότης σημαίνει «πνευματικήν ]ρωμαλεότητα δυναμένην να φέρει [επ’ α[υτ~ης
τά βάρη καί τάς ασθενείας τ~ων α { λλων. Πρόκειται περί διηνεκούς ετοιμότητος
νά ]υπομένει τις τας ύβρεις {η νά μένει [εσωτερικ~ως ατάραχος ε[ις τους επαίνους·
είναι ειρηνική εγκαρτέρησης ε[ις πάσαν θλίψιν, εισέτι καί ε[ις τόν θάνατον· [ε-

1
Μ. Βασιλείου,[ Ασκητικαί διατάξεις, κεφ. 28, PG. 31, 1418 C. ΕΠΕ 9, σ. 530.
2
Μτ. 11,29.
3
2 Τιμ. 2, 25.
4
1 Τιμ. 5, 20.
5
Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), «Η πνευματική πατρότητα κατά τον Απόστολο Παύλο», στο ΕΕΘΣΠΘ
1994, σ. 676.
6
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατά πλάτος Β΄, PG. 31, 1028-29. ΕΠΕ 8, σσ. 370-2.
7
Μ. Βασιλείου,[ Ασκητικαί διατάξεις, κεφ. 29, PG. 31, 1419A. ΕΠΕ 9, σ. 532.

298
ντός αυτ~ης περικλείεται μεγίστη δύναμις και ]η νίκη [επί το~υ κόσμου» 1 . Η πραό-
τητα είναι εκείνη η εσωτερική δύναμη, η οποία ικανώνει τον πιστό ώστε, να μη
παρασύρεται από τις θυμικές εξάψεις, αλλά τον κρατεί μέσα στην ειρήνη του
Χριστού και τον καθιστά ειρηνοποιό μεταξύ των άλλων ανθρώπων. Η πραότη-
τα είναι ένα από τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος2 .
Επιχειρώντας να μιλήσουμε για την πραότητα, δεν πρέπει να αγνοήσου-
με την αντίστοιχη νόσο που βρίσκεται στην αντίποδές της και που είναι η ορ-
γή. Στο κείμενο του αγίου Κασσιανού περί των οκτώ λογισμών της κακίας, ο
αγώνας εναντίον του πνεύματος της οργής τοποθετείται στην τέταρτη κατηγο-
ρία. Την ονομάζει «θανατηφόρον [ιόν» 3 και παρακαλεί τον αγωνιστή να την
αποκόψει «[εκ βάθους τ~ης ]ημετέρας ψυχ~ης» 4 , διότι πολύ βοηθάει στους σκο-
πούς των δαιμόνων, όταν κινείται «παρ`α φύσιν» 5 . Ο Ευάγριος Ποντικός το-
ποθετεί τον θυμό μαζί με το πάθος της επιθυμίας στα πάθη που είναι κοινά
στον άνθρωπο και στα άλογα ζώα 6 . Κατά τους νηπτικούς Πατέρες η οργή είναι
«χρήσιμον φάρμακον ε[ ν το~ις πειρασμο~ις τ~?η ψυχ~?η προσαγόμενον» 7 και ο Νι-
κήτας την ονομάζει «δίκαιο θυμό» 8 , όταν προσλαμβάνεται «κατά φύσιν» 9 , δη-
λαδή εναντίον των δαιμόνων, των εμπαθών και φιλήδονων λογισμών, και όχι
βέβαια εναντίον των συνανθρώπων. Με αυτή την έννοια ερμηνεύεται ο στίχος
του ψαλμού: «να θυμώνετε, αλλά να μην αμαρτάνετε» 10 . Γι’ αυτό επίσης έλεγε
ο Ευάγριος: «Όποιος νίκησε το θυμό, αυτός νίκησε τους δαίμονες. Όποιος εί-
ναι δούλος του θυμού, αυτός είναι ξένος από το μοναχικό βίο και από τους
δρόμους του Σωτήρα μας» 11 .
Ο θυμός δεν αρμόζει σε άνθρωπο που θέλει να υπηρετήσει το λειτούρ-
γημα της πνευματικής καθοδήγησης. Κατά τον άγιο Νείλο, εκείνος που κυρι-
αρχείται από τον θυμό και τα χέρια του είναι λερωμένα με αίματα, δηλαδή με
την οργή, αν επιχειρήσει να οικοδομήσει ναό Θεού από λογικές ψυχές, θα κα-
τηγορηθεί με τον λόγο της Γραφής: «∆εν θα μου οικοδομήσεις συ ναόν, γιατί
είσαι άνθρωπος α]ιμάτων»12 . Ο άγιος Νείλος αναφέρει και άλλο παράδειγμα, ο
Μωυσ~ης στήνοντας τη Σκηνή του Μαρτυρίου έξω από το στρατόπεδο φανε-
ρώνει ότι ο δάσκαλος πρέπει να βρίσκεται πολύ μακριά από τον πολεμικό θό-
ρυβο και να κατοικεί μακριά από το στρατόπεδο, όπου επικρατεί ταραχή και
οχλαγωγία, δηλαδή πρέπει να μετακινηθεί σε ειρηνικό και απόλεμο βίο 13 .
Η οργή είναι μία μορφή συνήθους εμπάθειας σε μη προχωρημένους γέ-
ροντες. Ταράσσει και, όταν μάλιστα δεν πρόκειται για παιδαγωγική εκδήλωση

1
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Άσκησης κα`ι θεωρία, \ο.π., σ. 43-4. Πρβλ. Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ,
Λόγος 24, 2, PG. 88, 980D.
2
Μουστάκης, Βασ., «Η πραότητα» στο Θ.Η.Ε. σ. 575-76.
3
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Περ``ι οργ~ης, Φιλοκαλία Α΄, σ. 70 (100).
4
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Περ`ι οργ~ης, Φιλοκαλία Α΄, σ. 70 (100).
5
Ευάγριου Ποντικού, Περ`ι διακρίσεως παθ~ων κα`ι λογισμ~ων 5, Φιλοκαλία Α΄, σ. 46 (75).
6
Ευάγριου Ποντικού, Περ`ι διακρίσεως παθ~ων κα`ι λογισμ~ων 19, Φιλοκαλία Α΄, σ. 54 (83).
7
Ευάγριου Ποντικού, Περ`ι διακρίσεως παθ~ων κα`ι λογισμ~ων 15, Φιλοκαλία Α΄, σ. 52 (82).
8
Νικήτα Στηθάτου, Πρώτη ]εκατοντ`αδα πρακτικ~ων κεφαλαίων 39, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 282 (62).
9
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Περ`ι οργ~ης, Φιλοκαλία Α΄, σ. 71 (101).
10
Ψλ. 4,5.
11
Ευάγριου Ποντικού, Περ`ι διακρίσεως παθ~ων κα`ι λογισμ~ων 12, Φιλοκαλία Α΄, σ. 51 (80).
12
1 Παρ. 22,8.
13
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 214 (261).

299
ή παρέκκλιση περιστασιακή μέσα στα όρια του ανθρώπινου κόπου, αλλά για
ένα παγιωμένο πάθος, βλάπτει και καταστρέφει τις ψυχές που ο γέροντας οδη-
γεί. Με μορφή θηρίου που σπέρνει το φόβο και το θάνατο ανάμεσα στα άλλα
ζώα παρομοιάζει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος τον πνευματικό που κυριαρ-
χείται από τον πάθος του θυμού. «{ Ασεμνος θεωρία [εν {ορνισιν [αλώπηξ· ο[υδ`εν
δ`ε [ασεμνότερον ποιμένος [οργιζομένου ]η μ`εν γ`αρ {ορνιθας, ο] δ`ε ψυχ`ας λογικ`ας
ταράσσει κα`ι [απόλλυσι» 1 . Η αληθινή μορφή του γέροντα, έτσι όπως την περι-
γράφει ο άγιος Μακάριος ο Αίγυπτιος, παρομοιάζεται με τον εύσπλαχνο πατέ-
ρα, που έχει παραδώσει στον Θεό τον εαυτό του υπηρετώντας την αδελφότητα
σωματικά και πνευματικά, να φροντίζει γι’ αυτούς και να τους επιμελείται σαν
παιδιά του Θεού· «Το`υς [εξηγουμένους τ~ης [αδελφότητος… ]ως ε{υσπλαγχνοι πα-
τέρες κα`ι δουλεύειν μ~αλλον δι`α τ`ον Θε`ον [εκδόντες τ~?η [αδελφότητι ]εαυτούς,
σωματικ~ως τε κα`ι πνευματικ~ως, υ] π`ερ α[υτ~ων φροντίζωσι κα`ι ]ως τέκνων Θεο~υ
δι`α παντ`ος [επιμέλωνται. Πρ`ος μ`εν τ`ο [εμφαν`ες τ`ην τάξιν το~υ προεστ~ωτος ο[υκ
[αποβαλλόμενοι, ο#ιον τ`ο [επιτάξαι }η συμβουλε~υσαι το~ις δοκιμωτέροις, }η [επι-
τιμ~ησαί τινι }η [ελέγξαι \οπου χρή, κα`ι [εν #?ω δε~ι παρακαλέσαι· \ινα μ`η προφάσει
ταπεινώσεως }η πρ?αότητος, [εν συγχύσει τ`α μοναστήρια @?η, τ`ην προσήκουσαν
τάξιν τ~ων τε προεστώτων κα`ι ]υποβεβηκότων ο[υκ [αποσώζοντα»2 .

Η πραότητα σε σχέση με άλλες αρετές:


Η πραότητα αποτελεί προϋπόθεση για πολλές αρετές που πρέπει να δια-
θέτει ο πνευματικός πατέρας, και η απουσία της από την ψυχή του πνευματι-
κού τον αποστερεί από τα μεγάλα χαρίσματα που του είναι απαραίτητα στο έρ-
γο της καθοδήγησης. Η πραότητα έχει άμεση σχέση με τις μεγάλες αρετές, ό-
πως την ταπείνωση και την ησυχία. Η πραότητα είναι το υλικό της ταπείνωσης
και η θύρα που οδηγεί στην απάθεια3 . Κατά τον άγιο Κάλλιστο, εκείνος που
θέλει να μάθει να ησυχάζει, οφείλει να έχει σαν γνώρισμα το να είναι πάντοτε
πράος στην καρδιά 4 . Ο Θεός αναπαύεται στην καρδία του πράου και ο μη τα-
ραγμένος νους από την οργή αποτελεί κατοικία Του. Γράφει ο άγιος Μάξιμος:
«Καθάρισε το νου σου από την οργή και μνησικακία, και τότε θα μπορέσεις να
νιώσεις ότι ο Θεός κατοικεί μέσα σου»5 . Στον άνθρωπο που έχει την πραότητα,
του χαρίζει ο Θεός τη γνώση της αλήθειας, όπως είναι γραμμένο: «θα δίδαξε ο
Κύριος στους πράους τους δρόμους Του» 6 , και δεν θα απατηθεί πλέον ούτε
από τη γνώση, ούτε από την άγνοιά του 7 .
Αντίθετος από την πραότητα η οργή καταστρέφει και απομακρύνει από
την ψυχή όλα τα χαρίσματα, που πρέπει να αποκτήσει ο πνευματικός. Η οργή,
όταν εγκαθίσταται στην ψυχή, τυφλώνει τα μάτια της ψυχής, δεν την αφήνει να
διακρίνει ούτε το συμφέρον της, ούτε να φτάσει στην πνευματική γνώση, ούτε

1
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1185D-11888A.
2
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 9, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 174 (251).
3
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τ~ης δευτέρας εντολ~ης, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 22 (87).
4
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 77, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
237 (Ε΄, 102).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 76, Φιλοκαλία Β΄, σ. 49 (99).
6
Ψλ. 24,9.
7
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 199, Φιλοκαλία Α΄, σ. 108 (142).

300
να γίνει μέτοχος της αληθινής πνευματικής ζωής, οπότε ο νους δεν μπορεί να
δεχτεί το θείο και αληθινό φως 1 . Ακόμη η οργή αποστερεί από τον πνευματικό
το να αποκτήσει τις σωτηρίες σκέψεις της διάκρισης, γιατί είναι γραμμένο:
«Θα οδηγήσει τους πράους στη διάκριση, θα διδάξει στους πράους τους δρό-
μους Του» 2 . Αλλά ούτε θα μπορέσει να αποδώσει το δίκαιο με προσεκτική και
νηφάλια καρδιά, καθώς είναι γραμμένο: «ὀργὴ γὰρ ἀνδρὸς δικαιοσύνην Θεοῦ οὐ
κατεργάζεται» 3 . Και δεν αρκεί μόνο να απέχει από την ενεργητική οργή, αλλά
και από την «κατά διάνοια» 4 , για να μην σκοτεινιάσει ο νους και ξεπέσει από
το φως της πνευματικής γνώσεως και της διακρίσεως και στερηθεί την κατοί-
κηση μέσα του του Αγίου Πνεύματος. Η πραότητα στην τέλεια μορφή της δεν
περιορίζεται μόνο στο να μην οργίζεται ο άνθρωπος εναντίον των ανθρώπων,
αλλά ούτε και εναντίον των ζώων, ούτε κατά των άψυχων 5 .
Ο θυμός ακόμη βρίσκεται σε αντίθεση με το πνεύμα της καθαρής προ-
σευχής. Ο θυμωμένη καρδιά είναι πολύ μακριά από την καθαρή προσευχή,
γιατί όπως πιστεύει ο Ευάγριος, «λυμε~ωνα τ`ον θυμ`ον τ~ης τοιαύτης ε[υχ~ης [επι-
στάμενος»6 , και ο απόστολος Παύλος προστάζει: «Βούλομαι οὖν προσεύχεσθαι
τοὺς ἄνδρας ἐν παντὶ τόπῳ, ἐπαίροντας ὁσίους χεῖρας χωρὶς ὀργῆς καὶ
διαλογισμοῦ» 7 . Κατά τον άγιο Νείλο, το να θυμώσει κανείς εναντίον κάποιου
ανθρώπου δεν τελειώνει την στιγμή της οργής, αλλά ο άνθρωπος κρατεί μέσα
του το θυμό, τον επαναφέρει την ώρα της προσευχής και ταράζει την πνευμα-
τική του κατάσταση. Έτσι ό,τι κάνουμε εναντίον του αδελφού μας, είτε αυτό
είναι μία αντιλογία, είτε το να στρέψουμε εναντίον του το θυμό, όλα αυτά θα
γίνουν εμπόδια για μας στον καιρό της προσευχής 8 . Τελικά η καθαρή προσευ-
χή είναι «γέννημα της πραότητας και της αοργησίας» 9 .
Κατά τον άγιο Κασσιανό, δεν υπάρχει δικαιολογημένη οργή, κάθε μορ-
φή οργής καταλήγει σε ένα αποτέλεσμα, την τύφλωση των ματιών της ψυχής.
Όπως εκείνος που βάζει πάνω στα μάτια του χρυσά ή μολύβδινα καλύμματα,
εμποδίζει εξίσου την όραση και καμία διαφορά δεν προκαλεί στην τύφλωση η
αξία του χρυσού, έτσι από οποιαδήποτε αιτία, εύλογη δήθεν ή παράλογη, και
αν ανάψει η οργή, σκοτίζεται η πνευματική όραση 10 . Τίθεται τότε το ερώτημα:
πώς μπορεί ο πνευματικός να χρησιμοποιήσει την αυστηρότητα απαλλαγμένη
από τον πάθος της οργής και του θυμού;
Ο πνευματικός πατέρας οφείλει να φυλάξει την ψυχή του ατάραχη, μα-
κριά από την οργή, απέναντι στα τέκνα του, ιδιαίτερα όταν σκοπεύει να διορ-
θώσει τους άλλους και να τους θέτει τα επιτίμια, διαφορετικά βλάπτει τον εαυ-
τό του και ικανοποιεί το δικό του πάθος αντί να διορθώσει τον άλλο 11 . Εκείνος

1
Βλ. Ψλ. 6,8.
2
Ψλ. 24,9.
3
Ιακ. 1,20.
4
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, Περ`ι οργ~ης, Φιλοκαλία Α΄, σ. 72 (102).
5
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, περ`ι οργ~ης, Φιλοκαλία Α΄, σ. 73 (103).
6
Ευάγριου Ποντικού, Περ`ι διακρίσεως παθ~ων κα`ι λογισμ~ων 5, Φιλοκαλία Α΄, σ. 46 (75).
7
1 Τιμ. 2,8.
8
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 12-13, Φιλοκαλία Α΄, σ. 178 (221).
9
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 14, Φιλοκαλία Α΄, σ. 178 (221).
10
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, περ`ι οργ~ης, Φιλοκαλία Α΄, σ. 71 (101).
11
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Μακαρίου του Α[ ι γυπτίου 17, σ. 423.

301
που θέλει να διορθώσει τον αδελφό του, όταν αμαρτάνει, ή να του θέτει επιτί-
μιο, οφείλει να φροντίζει να παραμένει ατάραχος, μήπως θέλοντας να θερα-
πεύσει άλλον, αρρωστήσει ο ίδιος. Κατά τον άγιο Νείλο, δεν υπάρχει διόλου
δίκαιος θυμός κατά του πλησίον. ∆ιότι αν σκεφτεί κάποιος καλά τα πράγματα,
θα βρει ότι είναι δυνατό και χωρίς θυμό να διευθετηθεί το ζήτημα. Η συμβου-
λή του αγίου είναι: «Πάσ?η ο@υν μηχαν~?η χρ~ησαι, ε[ις τ`ο μ`η ]ρ~ηξαι θυμόν» 1 .
Ο πνευματικός πατέρας, όταν αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει την αγα-
νάκτηση, πρέπει να τη χρησιμοποιήσει χωρίς το πάθος του θυμού, γι’ αυτό ο-
φείλει κατά την συμβουλή τον Ιωάννη της Κλίμακος, να αποβάλει από την ψυ-
χή του το πάθος του θυμού· τότε θα μπορέσει να υποκριθεί με απάθεια την α-
γανάκτηση, όταν το καλεί η ανάγκη 2 . Τα πάθη του θυμικού μέρους της ψυχής
είναι πιο δυσκολοπολέμητα από τα πάθη του επιθυμητικού. Γι’ αυτό και δόθη-
κε από τον Κύριο εναντίον των παθών του θυμικού δυνατότερο φάρμακο, το
οποίο είναι η εντολή της αγάπης 3 . Ο Άγιος Κασσιανός προτείνει εν τέλει την
τέλεια θεραπεία της ασθένειας της οργής ως εξής: να πιστέψουμε ότι ούτε για
δίκαιες ούτε για άδικες αφορμές επιτρέπεται ποτέ να θυμώνουμε. Και ακολού-
θως συμβουλεύει να μεταφέρουμε το νου μας στην ώρα του θανάτου και της
κρίσης, κατά την οποία δεν θα μας ωφελήσουν ούτε οι πράξεις της άσκησης,
ούτε τίποτε άλλο, σε περίπτωση που κριθούμε ένοχοι, διότι κατεχόμαστε από
το πάθος της οργής και του μίσους 4 . Τίθεται πάλι το ερώτημα πώς άραγε μπο-
ρεί ο πνευματικός να συνδυάζει αρμονικά την πραότητα από μια πλευρά και
την αυστηρότητα, μακριά από το πάθος του θυμού;
Κατά τον Μ. Βασίλειο είναι δυνατό και ο πράος να αγανακτήσει κατά
του υποτακτικού του, όταν χρειαστεί, αλλά όπως ορίζει ο άγιος: «η αγανάκτη-
σή του ας είναι λογική». Αυτός που έχει μάθει να αγανακτεί λογικά, προσφέρει
μεγάλη ωφέλεια προς εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η αγανάκτησή του,
γιατί επανορθώνει τη ραθυμία ή την πονηρία του· ενώ εκείνος που κυριαρχεί-
ται από το πάθος της οργής, ουδέποτε ενεργεί ορθώς. Ο Μ. Βασίλειος καταλή-
γει στο εξής συμπέρασμα: Η αγανάκτηση στη κατάλληλη στιγμή και όταν είναι
απαραίτητη, έχει ως αποτέλεσμα μεγάλη ωφέλεια και δεν είναι αντίθετη με το
πνεύμα της πραότητας. Ενώ το να μένει κάποιος ασυγκίνητος ή να μην αγανα-
κτεί, όπως επιβάλλεται, δεν σημαίνει ότι διακρίνεται από πραότητα, αλλά από
«[αργίαν της φύσεως»5 .
Ο Άγιος Μακάριος παραλληλίζει έναν δάσκαλο που έχει αναλάβει την
παιδαγωγία παιδιών, με τον προϊστάμενο, που έχει αναλάβει να καθοδηγήσει
τα τέκνα του και μας δείχνει πως μπορεί να συνδυαστεί αρμονικά η πραότητα
με την αυστηρότητα. Ο πρώτος, ο διδάσκαλος, ακόμη και αν τυχαίνει κάποτε
τα παιδιά που παιδεύει να είναι και δικοί του κύριοι, όμως για χάρη της αγωγής
και της ευταξίας δεν παραμελεί να τα χτυπά, αλλά με αγάπη. Έτσι πρέπει και ο
γέροντας, όχι από θυμό και υψηλοφροσύνη, ούτε για εκδίκηση να τιμωρεί τους

1
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 24, Φιλοκαλία Α΄, σ. 179 (222).
2
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1177A.
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 66, Φιλοκαλία Β΄, σ. 9 (55).
4
Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστοραν [επίσκοπον, περ`ι οργ~ης, Φιλοκαλία Α΄, σ. 74 (104).
5
Μ. Βασιλείου,[ Ασκητικαί διατάξεις, κεφ. 13, PG. 31, 1376 C. ΕΠΕ 9, σ. 470. «Είναι δ`ε φανερ`ον ότι
η αγανάκτησης ε[ις τον κατάλληλον χρόνον αρμόζει κα`ι ε[ις τους έχοντας περί πολλο~υ την πραότητα».

302
αδελφούς εκείνους που έχουν ανάγκη παίδευσης, αλλά με σπλάχνα οικτίρμων,
και με σκοπό «πνευματικής ωφελείας» να προξενεί τη διόρθωσή τους 1 .
Το να συνδυάζει ο πνευματικός την πραότητα με την αυστηρότητα είναι
κάτι πολύ σημαντικό ιδιαίτερα μέσα σε μία αδελφότητα για να μην επέλθει
σύγχυση στα μοναστήρια με την πρόφαση της ταπείνωσης ή της πραότητας,
καθώς θα καταργείται η πρέπουσα διάκριση σε προϊστάμενους και σε υποτα-
κτικούς 2 . Ο άγιος Κάλλιστος θέτει μια εξαίρεση. Ο πράος δεν προκαλεί ταρα-
χή για τίποτε ούτε ταράζεται, εκτός αν ο λόγος είναι για την ευσέβεια 3 , δηλαδή
για κάθε τι που μπορεί να βλάψει την κοινότητα και την αρμονική ζωή μεταξύ
των μοναχών. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος δεν αποκλείει το να χρησιμοποιεί
ο πνευματικός το μαχαίρι στο έργο του· το μαχαίρι είναι το μέτρο και η από-
φαση για την αποκοπή ενός σώματος που νεκρώθηκε ψυχικά και ενός μέλους
που σάπισε. Αυτά τα μέτρα λαμβάνονται, για να μη μεταδοθεί και στους υπο-
λοίπους τη δική του βλάβη 4 . Την ίδια γνώμη έχει και ο Μ. Βασίλειος, δηλαδή
ο αδελφός που δεν έχει υποταχτεί στη θεραπεία της ψυχής του, ούτε υπακούει
τον προϊστάμενο, ας αποκλείεται από την ποίμνη «]ως πρόβατον λοιμ~?ω κεκρα-
τημένον τ~ης ποίμνης ε{ιργεσθαι, ]ως }αν μ`η κα`ι το`υς λοιπο`υς το~υ νοσήματος [α-
ναπλήσειεν» 5 .
Ο πνευματικός στα εξωτερικά δεν πρέπει να αμελεί τα καθήκοντά του,
δηλαδή να παραινεί ή να συμβουλεύει τους πιο ώριμους ή να επιπλήττει, ή να
ελέγχει όπου χρειάζεται, ή να παρηγορεί όταν πρέπει, αλλά εσωτερικά πρέπει
να διαφυλάξει τον εαυτό του μακριά από την υπερηφάνεια και αυτό το πραγ-
ματοποιεί, όταν εν τούτοις βαθιά στην καρδιά του πιστεύει ότι είναι ένας ανά-
ξιος δούλος μεταξύ όλων των αδελφών και σαν καλός παιδαγωγός, που του
έχουν εμπιστευτεί τα παιδιά του κυρίου του, φροντίζει με κάθε καλή διάθεση
και φόβο Θεού να καταρτίζει τον κάθε αδελφό σε κάθε καλό έργο.
Ο πνευματικός οφείλει σε μερικές περιπτώσεις να χρησιμοποιήσει την
αυστηρότητα και να προκαλέσει πόνο για λίγο καιρό χάριν της θεραπείας του
υποτακτικού, ώστε να μην μακροχρονίσει η ασθένεια μέσα στην ψυχή του και
επέλθει ο θάνατος. Η σιωπή του γέροντα πολλές φορές, όπως αναφέρει ο άγιος
Ιωάννης ο Σιναΐτης, μπορεί να αποτελεσεί την αιτία της πτώσης του υποτακτι-
κού, ο οποίος νομίζει ότι όλα βαίνουν καλώς 6 . Η αυστηρότητα όμως και η τι-
μωρία δεν είναι το πρώτο, αλλά το έσχατο μέσο προς διόρθωση και πνευματι-
κή βελτίωση των τέκνων, η οποία συνήθως δημιουργεί αντιδράσεις στον υπο-
τακτικό. Κατά τον άγιο Μάξιμο μπορεί να είναι η αυστηρότητα και η παράλο-
γη πλήξη τόσο σκληρές, ώστε να μην τις υποφέρει ο υποτακτικός και να απο-
τελέσουν αιτία να αποχωρήσει φεύγοντας μακριά και γινόμενος αφορμή για
τον πνευματικό ώστε να μην αποφύγει τον έλεγχο της συνείδησης, αλλά και να
1
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 10, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 174 (251).
2
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 9, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 174 (251).
3
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α
[ κριβ`ης 77, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
273 (Ε΄, 102).
4
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1169AB.
5
Μ. Βασιλείου,[ Ασκητικα`ι διατάξεις, κεφ. 29, PG. 31, 1420B. ΕΠΕ 9, σ. 532.
6
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1177C. «Πολλο`ι τ~?η σιωπ~?η το~υ κυβερνήτου καλ~ως
πλέειν ]υπερλάμβανον, \εως ο#υ τ~?ω βραχε~ι προσέκρουσαν».

303
προξενείται λύπη στην προσευχή και να αποδιώχνεται από το νου του η παρ-
ρησία προς τον Θεό 1 .
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος συμβουλεύει τον πνευματικό να είναι
«Θεο~υ μιμητής» και να έχει μακροθυμία απέναντι στα τέκνα του, να παραβλέ-
πει τα μικρά ελαττώματά τους και να μην είναι «τ~ων [ελαχίστων [εξεταστής» και
των πιο μικρών σφαλμάτων 2 . Οι Πατέρες της ερήμου έδωσαν στον αββ~α Μα-
κάριο τον Μεγάλο την ονομασία «θεός επίγειος» 3 , γιατί έλεγαν ότι, όπως ο
Θεός σκέπει τον κόσμο, έτσι και ο αββ~ας σκέπαζε τα ελαττώματα που έβλεπε,
σαν να μην τα έβλεπε και όσα άκουγε σαν να μην τα άκουγε. Αλλά ο ίδιος ο
Θεός δεν αναβάλλει να χρησιμοποιήσει την παιδαγωγική ράβδο 4 , όπως ανα-
φέραμε στο πρώτο κεφάλαιο ως «παιδαγωγικό μέτρο». Η αυστηρότητα φτάνει
στα άκρα, ιδιαίτερα όταν θέλει ο υποτακτικός να πραγματώσει το «ίδιον θέλη-
μα», κατά τον άγιο Ιωάννη τον Σιναΐτη είναι καλύτερο να διώξει ο γέροντας
κάποιον από το μοναστήρι, παρά να τον αφήσει να κάνει το θέλημά του 5 . ∆ιό-
τι, όταν τον διώξει από το μοναστήρι μπορεί να τον κάνει ταπεινότερο και να
τον μάθει ακόμη να κόβει το θέλημά του.
Με βάση την παραπάνω ανάλυση για την πραότητα συνοψίζουμε ως
εξής: η πνευματική γνώσι της ανθρώπινης καταστάσεως και των ορίων της αν-
θρώπινης φύσεως και των αναγκών της διαμορφώνει το πνευματικό πατέρα
αυστηρό προς τον εαυτόν του και συγκαταβατικό προς τους άλλους. Στο έργο
του πνευματικού πατέρα η πραότητα είναι ο κανόνας της συμπεριφοράς και
της πολιτείας του. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις, κατά τις οποίες καλείται
να επιτιμήσει και να επιπλήξει να φανερώσει δηλαδή ιερό θυμό. Πρόκειται
όμως για εξαιρέσεις μακριά από την υπερβολική αυστηρότητα, η οποία μπορεί
να δώσει αφορμή για αντιδράσεις και να πληγώσει τον υποτακτικό και ρίχνο-
ντας τον στην απογοήτευση. Έλεγε ο γέρων Σωφρόνιος ότι «Όσοι πνευματικοί
πατέρες είναι υπερβολικά αυστηροί δεν μπορούν να κρατήσουν κοντά τους αν-
θρώπους, ούτε μπορούν να τους βοηθήσουν» 6 . Η αυστηρότητα πρέπει να είναι
η τελευταία λύση και, όταν το καλεί η ανάγκη ο πνευματικός να την χρησιμο-
ποιήσει, πρέπει να είναι απαλλαγμένος μακριά από την οργή και το πάθος του
θυμού. Αυτό απαιτεί να αγωνίζεται ενάντια στο πάθος της οργής, επειδή, όταν
η οργή σκοτίσει τη διάνοια, τότε ούτε διάκριση, ούτε σωστή σκέψη, ούτε δι-
καιοσύνη θα βρεθεί μέσα του. Ούτε και ναός του Αγίου Πνεύματος μπορεί να
γίνει η ψυχή του, αλλά θα την κατακυριεύσει το πνεύμα της οργής σκοτίζοντας
τη διάνοιά του. Ο πνευματικός πατέρας, δηλαδή ο ποιμήν των άλλων, καλείται
πάντα να θυμάται το τροπάριο του Αγίου Νικολάου για να γίνει και ο ίδιος
«ε[ικών πραότητος».

γ. Η ευθύνη.

1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 68, Φιλοκαλία Β΄, σ. 10 (55).
2
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1188A.
3
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Μακαρίου του Α[ ι γυπτίου 32, σ. 432.
4
1 Κορ. 11,32. Βλ. Οσίου Θαλασσίου, Τέταρτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 37, Φιλο-
καλία Β΄, σ. 225 (293).
5
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1197D.
6
Βλάχου, Ι.,( Μητρ.), Ο@ιδα {ανθρωπον [εν Χριστ~?ω, \ο.π., σ. 316.

304
Το έργο της πνευματικής πατρότητας όπως αναφέραμε πριν, είναι: «τέ-
χνη τεχνών και επιστήμη επιστημών» 1 και απ’ αυτό προκύπτει ότι η ευθύνη του
πνευματικού πατέρα είναι πράγματι τεράστια και υπερβαίνει τα κοινά ανθρώ-
πινα μέτρα. Όλοι ενώπιον του Θεού αναλαμβάνουν την ευθύνη της προσωπι-
κής τους σωτηρίας, ο πνευματικός πατέρας όμως αναλαμβάνει την τρομερή
ευθύνη της σωτηρίας των τέκνων του. Η ευθύνη του πνευματικού πατέρα, έτσι
όπως την αναφέρει ο Μ. Βασίλειος περιέχει: «Τ`ο πεπλανημένον [επίστρεφε, τ`ο
συντετριμμένον [επίδησον, τ`ο νοσο~υν {ιασαι» 2 , όμως δεν περιορίζεται μόνο στη
διόρθωση, αλλά καλείται να δημιουργήσει θεούς για την αιωνιότητα [εν τ~?ω Α-
κτίστ?ω Φωτί 3 . Ο γέρων Σωφρόνιος αναφέρει πόσο η ευθύνη του πνευματικού
πατέρα είναι μεγάλη, γι’ αυτό ο ίδιος είχε παρακαλέσει τον Θεό να τον απε-
λευθερώσει από αυτό τον βάρος, που κατά τα λόγια του υπερβαίνει τις δυνά-
μεις του. Λέγει: «Έχοντας επίγνωση της ανεπαρκείας μου, προσευχήθηκα πολύ
στον Θεό και την Θεομήτορα να με ελευθερώσουν από το έργο αυτό που υ-
περβαίνει τις δυνάμεις μου, να είμαι τρόπον τινά ο πνευματικός σύμβουλός
σας. Ωστόσο μέχρι τώρα δεν ευδόκησε ο Θεός να αποφύγω την μέριμναν αυ-
τήν» 4 .
Ο Απόστολος Παύλος μιλά για τους πόνους και το βάρος της ευθύνης,
την οποία έχει αναλάβει ως πνευματικός: «τεκνία μου, οὓς πάλιν ὠδίνω, ἄχρις οὗ
μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ὑμῖν!» 5 . Αυτή η ευθύνη συμπορεύεται με την υπομονή για
χάρη της σωτηρίας όλων: «διὰ τοῦτο πάντα ὑπομένω διὰ τοὺς ἐκλεκτούς, ἵνα καὶ
αὐτοὶ σωτηρίας τύχωσι τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μετὰ δόξης αἰωνίου» 6 . Ο γέροντας
οφείλει να σηκώνει όλο το βάρος της αδελφότητας κατά το παράδειγμα του
Χριστού «]ο Α{ιρων τ`ην ]αμαρτίαν το~υ κόσμου» 7 . Ο γέροντας Βαρσανούφιος
προς έναν αδελφό, ο οποίος έχει συνθλιβεί από κάποια εσωτερικά και
αφανή θέματα και ο οποίος επίσης υπέφερε από κάποια σωματική ασθέ-
νεια, γράφει: «σχετικά με τη σωματική αρρώστια ή τα πάθη της ψυχής,
οφείλεις να φροντίσεις μόνος σου για όλα». Και συνεχίζει: «προς το πα-
ρόν, θα σηκώσω εγώ το μισό φορτίο σου. Και στο μέλλον, έχει ο Θεός,
θα βοηθήσει πάλι. Μίλησα ως παράφρονας, αλλά γνωρίζω ότι είμαι α-
σθενής και αδύνατος και γυμνός από κάθε αγαθό, αλλά όμως το θράσος
μου δεν μ’ αφήνει να απελπιστώ» 8 . Ο δεκτικός αδελφός με αυτή την επι-
στολή λυπήθηκε, διότι του υποσχέθηκε τέλεια άφεση των αμαρτιών του.
Γι’ αυτό του έγραψε για δεύτερη φορά ο Γέροντας διευρύνοντας τη θέση

1
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 204 (250).
2
Μ. Βασιλείου, Ε[ις τ`ο πρόσεχε σεαυτ~?ω, PG. 31, 205-8. ΕΠΕ 6, σ. 226. και ο π. Σωφρόνιος περιγράφει
τον τεράστιο έργο του πνευματικου: « ε[ις τ ί συνίσταται τ ό έ ρ γ ο ν τ ο ~ υ πνευματικο~υ; ε[ ι ς τήν [ ε πι-
μελ~ η [ ε ργασίαν [ ε φ' [ ε κάστου { α νθρώπου όπως βοηθήση α[ υ τόν να ε[ ι σέλθη ε[ ι ς τον χ~ ω ρον τ~ης
ε[ιρήνης το~υ Χριστο~υ. νά συνεργήση ε[ις τήν [εσωτερικήν α [ ναγέννησιν καί μεταμόρφωσιν τ~ων ανθρώ-
πων διά τ~ ης χάριτος το~υ Άγίου Πνεύματος· να [ εμπνεύση [ ανδρείαν ε[ ι ς τούς [ ο λιγοψύχους ] ω ς
πρός τόν [ α γώνα τ~ η ς ζω~ η ς κατά τάς έντολάς του Κυρίου. Έν ένί λόγω, να συντέλεση ε[ις την πνευ-
ματικήν μόρφωσιν ενός [εκάστου καί πάντων». Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περ`ι προσευχής, \ο.π., σ. 239.
3
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περ`ι προσευχής, σ. 211.
4
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Αγώνας θεογνωσίας, \ο.π., σ. 196-197.
5
Γαλ. 4,19.
6
2 Τιμ. 2,10.
7
Ιω. 1,29.
8
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 168, τομ. Α΄, σ. 362.

305
του και του λέγει: «Σου είπα ότι θα σηκώσω το ήμισυ από τις αμαρτίες
σου…σε έκανα συναγωνιστή μου. ∆εν σου είπα θα σηκώσω το ένα τρίτο,
ώστε να αφήσω στους ώμους σου το μεγαλύτερο βάρος, που δεν θα το
κρατούσε η δύναμή σου…Επίσης δεν σου είπα ότι θα σηκώσω τα δύο
τρίτα, επιδεινώνοντας τον εαυτό μου ως δυνατότερό σου.. Αλλά αφού
είμαστε αδελφοί, ας μοιράσουμε την περιουσία του Πατέρα μας εξίσου,
και έτσι δεν θα υπάρχει άδικα μοιρασιά. Αν όμως θέλεις όλο το φορτίο
να το σηκώσω εγώ, για την υπακοή θα το κάνω και αυτό» 1 . Ο κανόνας
για κάθε πνευματική καθοδήγηση είναι να παραμελεί ο πνευματικός τον δικό
του συμφέρον υπέρ του οφέλους των άλλων 2 .
Το πρώτο που κάνουν οι Πατέρες είναι να επιστήσουν την προσοχή
προς τη μεγαλειότητα και τη δυσκολία αυτού τον αξιώματος, αλλά και την ευ-
θύνη· και ότι πρέπει να αρνηθούν όσο μπορούν την επιμέλεια των άλλων. Ο
Ίδιος ο Κύριος είπε προς τον μαθητές Του: «Σε~ις μήν [ονομασθε~ιτε Ραββί» 3 .
Και αν στους μαθητές Του συμβουλεύει να μείνουν μακριά από τέτοιο έργο
και να νομίζουν ότι δεν είναι άξιοι, τότε ποιος είναι εκείνος που νομίζει τον
εαυτό του παραπάνω από τους Αποστόλους και αναλαμβάνει αυτό του αξίωμα;
Ο Μ. Βασίλειος γράφει: «Μ`η σπεύσ?ης κεφαλε~υσαι [αδελφότητος, \ινα μ`η [επιθέ-
σης [αλλοτρίους φόρτους τ~ων ]αμαρτημάτων [επί σ~?ω τραχήλω»4 . Και Ο άγιος
Ιωάννης ο Σιναΐτης αναφέρει πως πολύ πνευματικοί άνθρωποι δεν υπολόγισαν
τον κίνδυνο αυτού του εγχειρήματος και έχασαν τον πνευματικό πλούτο που
είχαν πριν. Γράφει ότι: «Μερικοί χωρίς να υπολογίσουν καθόλου πόση ευθύνη
έχει το να αναλάβουν υποτακτικούς, επεχείρησαν απερίσκεπτα να ποιμάνουν
ψυχές. Και συνέβη προηγουμένως να διαθέτουν πολύ πνευματικό πλούτο, τον
οποίον ως Γέροντες εσκόρπισαν στους άλλους και απεχώρησαν από την υπεύ-
θυνη αυτή θέση με άδεια χέρια» 5 . Αυτή τη συμβουλή την δίνει ο Άγιος, όχι για
να εμποδίζεται κανείς από το να αναλάβει τέτοια ευθύνη, αλλά για να είναι
προσεκτικός διότι ο ίδιος πάλι ενθαρρύνει τους άλλους λέγοντας: «Λύτρωσε
{αλλους σ`υ πο`υ [ελυτρώθηκες [απ`ο τ`ον Θεόν. Σ`υ πο`υ [εσώθηκες σ~ωσε α[υτο`υς
πο`υ ο] δηγο~υνται στ`ον θάνατο κα`ι μ`η τσιγκουνευθ~ης ν`α [εξαγοράσης. Α[υτό ε@ιναι
τ`ο μεγαλύτερο {επαθλο το~υ Θεο~υ, [ανώτερο [απ`ο κάθε {αλλη [ανθρώπινη }η [αγγε-
λικ`η [εργασία }η θεωρία» 6 .
Ο άγιος Ιωάννης της Κλήμακος διευκρινίζει ότι υπάρχουν μερικοί, οι
οποίοι παρόλο που δεν είχαν τόσο δύναμη να σηκώσουν το βάρος των άλλων,
το ανέλαβαν σπρωγμένοι μόνο από την αγάπη προς τους συνάδελφους, και ο
Θεός τους έδωσε τη δύναμη ώστε να εκπληρώσουν αυτό το έργο, ενώ άλλοι
είχαν την δυνατότητα αλλά δεν την χρησιμοποίησαν και ήταν αξιοκατάκριτοι7 .

1
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 169, τομ. Α΄, σ. 366.
2
Hausherr., I. Spiritual direction in the early Christian east, \ο.π., σ. 142.
3
Μτ. 23,8.
4
Μ. Βασιλείου, Λόγος περ`ι [ασκήσεως, PG. 31,648.
5
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τ`ον ποιμένα. PG. 88, 1189A. «Τιν`ες τ`ο τ~ης α [ ναδοχ~ης κρ~ιμα ε[ις ο[υδ`εν λο-
γισάμενοι, ψυχ`ας [αλόγως ποιμαίνειν [επεχείρησαν· κα`ι μέντοι πολ`υν πλο~υτον προέχοντες κενα~ις χερσ`ιν
[εντε~υθεν [απεδήμησαν ]ετέροις το~υτον [εκ τ~ης [αναδοχ~ης διανείμαντες».
6
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τ`ον ποιμένα, PG. 88, 1193C.
7
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τ`ον ποιμένα, PG. 88, 1189C.

306
Το να αναλάβει κανείς το αξίωμα να κυβερνά ψυχές δεν είναι μια από-
φαση «[ανέσεως και [απολαύσεως», αλλά αποτελεί το πιο κοπιαστικό πράγμα
και μια μεγάλη ευθύνη 1 . Ο Μ. Βασίλειος λέγει ότι ο γέροντας δεν πρέπει να
υπερηφανεύεται για το αξίωμά του και να θεωρεί την υπηρεσία του αφορμή
για υπερηφάνεια, αλλά μάλλον για ταπείνωση, αγωνία και αγώνα 2 . Ο άγιος
Νείλος θέτει τη διαφορά στο έργο της καθοδήγησης μεταξύ των λογικών και
των άλογων. Λέγει ότι εκείνοι που διοικούν άλογα και κτήνη δεν συναντούν
αντίσταση από τα κοπάδια και γι’ αυτό εύκολα τα διοικούν τις πιο πολλές φό-
ρες, ενώ αυτό δεν γίνεται στην περίπτωση των ανθρώπων, διότι η δυσκολία
στην καθοδήγηση και η επιστασία των ανθρώπων προέρχεται, όπως την περι-
γράφει ο άγιος Νείλος, από την «ποικιλία τ~ων [ηθ~ων καί τ`ο [εκ το~υ λογισμού
πανο~υργον» 3 .
Η ευθύνη του πνευματικού έχει την αφετηρία της πρώτα στον εαυτό
του, δηλαδή πρώτα οφείλει να εξετάζει τον εαυτό του με ακρίβεια, αν μπορεί
να διδάξει τους άλλους με το παράδειγμα του δικού του βίου, ώστε εκείνοι που
θα τον αντιγράψουν να μη μειώνουν την ομορφιά της αρετής με την ασχήμια
του σφάλματος. ∆ιότι η πνευματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο
άνθρωπος δεν επηρεάζει μόνο τον εαυτό του, αλλά αυτό έχει γενικότερες
επιπτώσεις και επηρεάζει εκείνους που είναι γύρω του. Και όσο δεν είναι
ο ίδιος υπάκουος στις εντολές του Χριστού, ούτε τον εαυτό του ωφέλει,
αλλά ούτε στους άλλους δεν μπορεί να παρουσιάζει τον Χριστό ενσαρ-
κωμένο στην ζωή του, όπως γράφει ο άγιος Μάξιμος: «Όσο εγώ είμαι
ατελής και ανυπότακτος και δεν υπακούω στον Θεό με την εργασία των
εντολών, ούτε γίνομαι τέλειος στο νου ως προς τη γνώση, στο πρόσωπό
μου φαίνεται ατελής και ανυπότακτος και ο Χριστός, εξαιτίας μου. Γατί
Τον ελαττώνω και Τον κολοβώνω, αφού δε μεγαλώνω και εγώ μαζί Του
κατά πνεύμα, ως σώμα που είμαι Χριστού και ως ένα από τα μέλη
Του» 4 .
Η ευθύνη του πνευματικού συνεχίζεται με το να μην επιτρέπει τους μα-
θητές να παραμείνουν κατώτεροι από την δική του αρετή. Κατά τον άγιο Νείλο
περισσότερο από παντού πρέπει να επικρατεί στο έργο της καθοδήγησης η τά-
ξη και η παρακολούθηση και από την πρώτη τους ηθική κατάσταση να τους
μεταβάλει στο καλύτερο. Αυτό αποτέλεσε αγωγή και βίωμα πολλών Πατέρων.
Ο Απόστολος Παύλος τον Ονήσιμο, από δραπέτη τον έκανε μάρτυρα 5 , ο Ηλίας
τον Ελισαίο από γεωργό τον έκανε προφήτη 6 , ο Μωϋσής τον Ιησού του
Ναυή 7 , και ο Ηλεί ανέδειξε τον Σαμουήλ μεγαλύτερο και από τον εαυτό του 8 .
Αυτό το έργο της μεταβολής που πρέπει να προξενεί ο πνευματικός στους μα-
θητές, το ερμηνεύει ο άγιος Νείλος κατά τον Ιεζεκιήλ, όταν ο Θεός του λέγει:
«Άνθρωπε, λάβε ένα πλίθο και βαλε τον μπροστά σου και πάνω σε αυτόν να

1
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 207 (253).
2
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατά πλάτος Β΄, PG. 31, 992-3. ΕΠΕ 8, σ. 314-16.
3
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 207 (254).
4
Μαξίμου Ομολογητού, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα πρ`ος τ`ον Θαλάσσιον 30, Φιλοκαλία Β΄, σ. 75 (129).
5
Φλμ. 10-19.
6
3 Βασ. 19,19.
7
∆τ. 31,7-8.
8
1 Βασ. 3,19-20.

307
κάνεις το διάγραμμα της Ιερουσαλήμ» 1 . Ο άγιος Νείλος ερμηνεύει το γεγονός
ότι με αυτά τα λόγια θέλει να πει ο Θεός ότι πρέπει από λάσπη σε «να`ον \αγιον
]ο διδάσκαλος τ`ον μαθητ`ην [εργάζεται» 2 . Και με τη φράση «βάλε τον μπροστά
σου», δείχνει ότι θα είναι γρήγορη η βελτίωση του μαθητή με τη συνεχή καθο-
δήγηση κάτω από το βλέμμα του δασκάλου.
Η ευθύνη του πνευματικού δεν τελειώνει σε αυτό, αλλά πρέπει να του
αναφέρει και τις τιμωρίες που απειλούνται για εκείνους που ξεφεύγουν από την
καλή κατάσταση. Ο Θεός φανερώνει ότι υπάρχει κίνδυνος για τον δάσκαλο
από την αμέλεια των μαθητών και ότι όπως λέγει η Γραφή: «την ψυχή του από
σένα θα ζητήσω»3 . Ο άγιος Νείλος αναφέρει το παράδειγμα του Ηλεί 4 , ο ο-
ποίος δεν γλύτωσε την οργή του Θεού ούτε με το σεβάσμιο γήρας του, ούτε με
την προηγούμενη παρρησία του προς τον Θεό, ούτε με την ιερατική του τιμή,
επειδή αμέλησε τη διόρθωση των παιδιών του 5 . Κατά το υπόδειγμα του Παύ-
λου, του Ηλία, του Μωΰσή, του Ηλεί, οφείλει ο πνευματικός να φέρει τους μα-
θητές σε καλύτερη πνευματική κατάσταση και να τους οδηγήσει από πρόοδο
σε πρόοδο.
Έπειτα πρέπει να έχει αγωνία για τους μαθητές του όχι λιγότερη από
όση έχει για τον εαυτό του. Η επίγνωση του σταυρικού βάρους της «λογοδοσί-
ας» για τις ψυχές των υποτακτικών είναι βασική προϋπόθεση για την αποδοχή
της πνευματικής πατρότητας. Γιατί όπως για τον εαυτό του, έτσι και για εκεί-
νους θα δώσει λόγο, αφού ανέλαβε τη σωτηρία τους. Ο αγώνας και η αγωνία
του πνευματικού για τη σωτηρία των άλλων δεν είναι μικρότερα από όσα μο-
χθεί και πάσχει για τον εαυτό του. Ο γέρων Σωφρόνιος αισθανόμενος την ευ-
θύνη για την σωτηρία των υποτακτικών και τον φόβο να μην προκαλέσει ζημιά
στις ψυχές τους γράφει: «Αν αμαρτήσω εναντίον σας, αν εξ αιτίας μου, που
είμαι ο αθλιότερος από όλους τους ανθρώπους, χάσει η ψυχή σας τη σωτηρία η
υποστεί οποιαδήποτε ζημία, ποιος θα μου δώσει δάκρυα να παρακαλέσω τον
Κύριο για σας και για μένα, όταν εγώ ο ίδιος είμαι πτωχός και πένης; Μακάρι-
ος αλλά βαρύς άθλος» 6 .
Ο γέροντας Βαρσανούφιος περιγράφοντας τη δεύτερη παρουσία
και πώς θα είναι η παρουσίαση του πνευματικού ενώπιον του Κυρίου,
λέγει: «Καθένας από τους Αγίους, προσφέροντας στο Θεό τα τέκνα που
έσωσε, με λαμπρή φωνή και με μεγάλη παρρησία, ενώ θα θαυμάζουν οι
άγιοι Άγγελοι και όλες οι επουράνιες δυνάμεις, θα λέγει: Ιδού, εγώ και
τα παιδιά που μου έδωσε ο Θεός . Και όχι μόνο τα παιδιά του, αλλά και
τον εαυτό του θα παραδώσει στον Θεό. Και τότε γίνεται ο Θεός τα πά-
ντα σε όλους» 7 . Ο αληθινός πνευματικός πατήρ που αναγέννησε [εν Χριστ?~ω
τα πνευματικά του παιδιά, πονά για κάθε παιδί του και δεν θέλει να χαθεί κα-
νένα από αυτά. Θέλει λοιπόν όλοι να σωθούν και να βρίσκονται μέσα στον
ποίμνιο του Χριστού χωρίς να κάνει διάκριση μεταξύ τους διότι «η ίδια κοιλιά

1
Ιεζ. 4,1.
2
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 204 (250).
3
Ιεζ. 3,17-18.
4
1 Βασ. 2,12-29· 4,18.
5
Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 211 (258).
6
Σαχαρώφ, Σ., Αγώνας θεογνωσίας, \ο.π., σ. 62.
7
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 212, τομ. Α΄, σ. 438.

308
πόνεσε και για τους δυο, οι ίδιοι πόνοι τους γέννησαν και τους δύο» 1 . Ο Άγιος
Ιω. Χρυσόστομος μας αναφέρει πόση είναι η αγωνία του πνευματικού για τη
σωτηρία των ψυχών όλων των τέκνων του χωρίς καμία εξαίρεση και συνδυάζει
την σωτηρία του με τη δική τους, λέγοντας: «Εγώ είμαι αχόρταγος, δεν θέλω
να σωθούν λίγοι, αλλά όλοι. Και αν ένας μόνον απομείνει χαμένος, εγώ χάνο-
μαι και θεωρώ σωστό να μιμούμαι τον Ποιμένα εκείνον, ο οποίος είχε τα ενε-
νήντα εννέα πρόβατα κοντά Του, και έτρεξε στο ένα το χαμένο» 2 .
Τα πνευματικά τέκνα δεν πρέπει να έχουν στάση αδιαφορίας απέ-
ναντι στην αγωνία και την ανησυχία του πνευματικού για τη σωτηρία
τους, αλλά πρέπει να ανταποκριθούν με την υπακοή τους και την ευ-
γνωμοσύνη τους, λέγει ο Απόστολος: « Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ
ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες·
ἵνα μετὰ χαρᾶς τοῦτο ποιῶσι καὶ μὴ στενάζοντες· ἀλυσιτελὲς γὰρ ὑμῖν τοῦτο» 3 . Ο
Γέροντας Βαρσονούφιος συμβουλεύει έναν αδελφό να κάνει τον αγώνα
του και να ταπεινώνεται λέγοντας: «Συγχώρεσε με, Κύριε, γιατί επιβάρυνα
τον Αββ~α, ρίχνοντας επάνω του το φορτίο μου. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός θα
μας σώσει. Γένοιτο» 4 .
Συνοψίζοντας αυτό το κεφάλαιο παραπέμπουμε στον άγιο Θεόδω-
ρο Στουδίτη και συγκεκριμένα στο επίγραμμά του προς τον προεστώτα,
με το οποίο ο άγιος καλεί σε επίγνωση και δέος απέναντι στο λειτούρ-
γημα το υψηλό και επικίνδυνο και πολυμέριμνο αξίωμα. Είναι μεγάλη η
ανάγκη για νήψη και εγρήγορση για το ποίμνιο και έξυπνη φροντίδα για
να μην του αρπάξει το κοπάδι ο νοητός λύκος. Ο προεστός οφείλει να
γίνει τύπος καλών έργων κατά το υπόδειγμα του Χριστού και των αγίων.
Καταλήγει τέλος o όσιος με τη φοβερή υπόμνηση της μέλλουσας Κρί-
σης, όπου ο προεστός θα λογοδοτήσει για κάθε μία ψυχή πού ο Θεός του
εμπιστεύτηκε την πνευματική της πορεία:
Σε ηγούμενο.
Βλέποντας πόσο είναι το ύψος της ηγουμενείας
άξιος στάσου στο αξίωμα με δέος
Γιατί προτίμησες έργο γεμάτο πολλούς κινδύνους
με μέριμνες πολλές κι όχι λίγες φροντίδες.
Πρόσεχε, φρόντισε άγρυπνα όσους οδηγείς
μήπως από απειρία αρπαγεί κάποιο πρόβατο.
Γίνε ο ίδιος υπόδειγμα καλών έργων.
∆ιότι γνωρίζεις πολύ ότι θα δώσεις λόγο
όταν καθίσει ο Χριστός να κρίνει τους πάντες 5 .

1
Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις Ευτρόπιον,] Ομιλία Α΄, PG 52, 399. ΕΠΕ 33,116.
2
Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις Ευτρόπιον,] Ομιλία Α΄, PG 52, 400. ΕΠΕ 33,120.
3
Εβρ. 13,17. Γράφει ο π. Σωφρόνιος προς ένα πνευματικό τέκνο: «Αν εσείς δε καταλάβετε και δεν
διορθώσετε κάτι στην ψυχή σας, τότε όχι μόνο γνήσιο γέροντα-πατέρα δεν θα βρείτε για τον εαυτό
σας, αλλά ούτε απλό χειραγωγό· και αν ακόμα τον βρίσκετε, αυτός θα σας απέφευγε». Σαχαρώφ, Σ.,
(Αρχιμ.), Αγώνας θεογνωσίας, \ο.π., σ. 116.
4
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 243, τομ. Β΄, σ. 70.
5
Θεοδώρου Στουδίτου, Ίαμβοι και επιράμματα, PG. 99, 1781.

309
δ. Η αγάπη:

1. Η αγάπη προς τον Θεό.

∆εν υπάρχει πατρότητα χωρίς αγάπη. Η αγάπη είναι το κατεξοχήν γνώ-


ρισμα, η αιτία και η ουσία της πνευματικής πατρότητας. Έγραφε ο άγιος Ιωάν-
νης της Κλίμακος: «Ποιμένα [αληθιν`ον [αποδείξει [αγάπη· δι’ [αγάπην γ`αρ ]ο Ποι-
μ`ην [εσταύρωται»1 . Μόνο μέσα στην ατμόσφαιρα της αγάπης μπορεί κανείς να
ασκεί την πνευματική του πατρότητα. Πρόκειται για την «[εν Χριστ~?ω αγάπη»,
την απαλλαγμένη από πάθη και ιδιοτέλειες. Η αγάπη του πνευματικού προς τα
τέκνα του έχει οιότητα με του Ποιμένα Χριστού ως προς τη φιλανθρωπία και
την θυσιαστική αγάπη Του. Στο βίο του αββά Ποιμένος αναφέρεται για κά-
ποιον αδελφό που ταξίδεψε στα ξένα, για να συναντήσει έναν αναχωρητή, ε-
πειδή «@ην γ`αρ {εχων [αγάπην, κα`ι πολλο`ι {ηρχοντο πρ`ος α[υτόν» 2 . Αυτός ήταν ο
λόγος της επισκέψεως πολλών ανθρώπων σ’ αυτόν τον γέροντα, διότι είχε
πολλή αγάπη.
Ο Θεός είναι η απόλυτη αγάπη, δεν έφτιαξε τα δημιουργήματα, επειδή
είχε ανάγκη από κάτι, «[αλλ’ \ινα α[υτά μ`εν α[υτο~υ [αναλόγως μετέχοντα [απο-
λάβ?η, α[υτ`ος δ`ε ε[υφρανθ~?η [επ`ι το~ις {εργοις α[υτο~υ» 3 . Η πηγή της αγάπης είναι ο
Θεός: «Τ~ης [αγάπης κα`ι το~υ {ερωτος, α[υτ`ον δηλαδ`η τ`ον Θεόν, προβολέα, φασί,
κα`ι γεννήτορα» 4 . Αλλά ακόμα ο Θεός είναι το αντικείμενο της αγάπης και του
έρωτα: «τ`ο δ`ε [αγαπητ`ον κα`ι {οντως [εραστόν, α[υτός [εστι» 5 . Γι’ αυτό η αληθινή
αγάπη προς τον άνθρωπο προϋποθέτει την αγάπη προς τον Θεό και μόνο η α-
γάπη που στηρίζεται στον Θεό είναι αληθινή και αγκαλιάζει ολόκληρο τον κό-
σμο. Την πρωτοβουλία για την αγάπη την είχε πρώτα ο Θεός προς τον άνθρω-
πο και η αγάπη του ανθρώπου προς τον Θεό μπορεί να θεωρηθεί ως ανταπό-
κριση στην αγάπη αυτή: «Ἡμεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν
ἡμᾶς» 6 . Ο άγιος Μάξιμος αναφέρει την αγάπη ως «μία αγαθή διάθεση της ψυ-
χής, η οποία την κάνει να μην προτιμά κανένα από τα όντα περισσότερο από
τη γνώση του Θεού» 7 . Και όσο δέχεται ο άνθρωπος αυτή την αγάπη, αυξάνεται
η αγάπη του προς τον Θεό: «\ Οσον γάρ τις [εν α[ισθήσει ψυχ~ης παραδέχεται τ`ην
[αγάπην το~υ Θεο~υ, τοσο~υτον γίνεται [εν τ~?η [αγάπη το~υ Θεο~υ» 8 .
Οι νηπτικοί Πατέρες εγκωμιάζουν πάντα την αγάπη ως θεϊκή αρετή,
που εξομοιώνει τον άνθρωπο με τον Θεό. καθόσον ο Θεός λόγω φιλανθρωπίας
γίνεται άνθρωπος για τον άνθρωπο, και ο άνθρωπος μπορεί με την αγάπη να

1
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τ`ον ποιμένα, PG. 88, 1177B.
2
Αποφθέγματα, [αββά Ποιμένος 8, σ. 524.
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 46, Φιλοκαλία Β΄, σ. 33 (82).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικ`α ]εκατοντ`ας έβδομη 87, Φιλοκαλία Β΄, σ. 183
(248).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικ`α ]εκατοντ`ας έβδομη 87, Φιλοκαλία Β΄, σ. 183
(248).
6
1 Ιω. 4, 19.
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 1, Φιλοκαλία Β΄, σ. 4 (49).
8
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 14, Φιλοκαλία Α΄, σ. 238 (289).

310
κάνει τον εαυτό του όμοιο με τον Θεό 1 . Η αγάπη αποτελεί θεμέλιο για τις άλ-
λες μεγάλες αρετές, ιδιαιτέρως για την πίστη και την ελπίδα. Γράφει ο άγιος
Κάλλιστος Ξανθόπουλος: «Αγάπη, κατ`α μ`εν τ`ην ποιότητα, ο] μοίωσις Θεο~υ,
καθόσον [εφικτ`ον βροτο~ις· κατ`α δ`ε [ενέργειαν, μέθη ψυχ~ης· κατ`α δ`ε τ`ην [ιδιότη-
τα, πηγ`η πίστεως, {αβυσσος μακροθυμίας, θάλασσα ταπεινώσεως· [αγάπη [εστ`ι
κυρίως, [απόθεσις παντοίας [εναντίας [εννοίας, ε{ιπερ ]η [αγάπη ο[υ λογίζεται τ`ο
κακόν» 2 . Ο άγιος Μάξιμος στα τετρακόσια μυστικά κεφάλαια που έχει αφιε-
ρώσει στην αγάπη 3 , την χαρακτηρίζει ως οδό της αλήθειας, και επιπλέον τη
θεωρεί τη θύρα «δι’ #ης ]ο ε[ισερχόμενος ε[ις τ`α\ Αγια γίνεται τ~ων] Αγίων, κα``ι το~υ
[απροσίτου κάλλους τ~ης] Αγίας κα`ι Βασιλικ~ης Τριάδος καθίσταται θεατ`ης γενέ-
σαι»4 .
Η αγάπη αποτελεί κριτήριο με το οποίο μετράει κανείς πόσο είναι πλη-
σίον του Θεού. Όποιος αποξενώνεται από την αγάπη, αποξενώνεται και από
τον Θεό, λέγει ο άγιος Μάξιμος: «Ο δ`ε τ~ης [αγάπης [αλλότριος, το~υ Θεο~υ [εστιν
[αλλότριος, ε{ιπερ ]ο Θε`ος [αγάπη [εστί» 5 . Η αγάπη χαρακτηρίζεται από τους νη-
πτικούς Πατέρες ως μία «περιεκτική αρετή»· γράφει ο άγιος Θεόδωρος Εδέσ-
σης: «]η [αγάπη πρ~αγμά [εστίν τ~ων [αγαθ~ων α ] πάντων περιεκτικώτατον κα`ι [ακρό-
τατον,.. Κα`ι ο[υκ {εστιν [αρετ~ης ε@ιδος, δι’ #ης {ανθρωπος ο[ικειο~υται Θε~?ω κα`ι συ-
νάπτεται, \ο μ`η τ~ης [αγάπης [εξήρτηται κα`ι ]υπ’ α[υτ~ης περιείλπηται, [αρρήτ?ω λόγ?ω
συνεχόμενον κα`ι φρουρούμενον» 6 . Η αγάπη έχει την ιδιότητα ότι είναι η μο-
ναδική απ’ όλες τις αρετές η οποία «συνάπτει τ`ην κτίσιν Θε~?ω κα`ι [αλλήλοις ε[ις
]ομόνοιαν» 7 .
Κατά τον άγιο Μάξιμο, «Πάντων τ~ων [αγαθ~ων τέλος [εστ`ιν ]η [αγάπη» 8 ,
γιατί οδηγεί εκείνους που ζουν σύμφωνα με αυτήν και τους προσφέρει και τους
συγκεντρώνει στον Θεό, ο οποίος είναι το ακρότατο αγαθό και ο αίτιος κάθε
αγαθού. Εκείνος που απέκτησε την αγάπη, έχει μέσα του τον Θεό: «Ε[ι ]ο Θε`ος
[αγάπη [εστίν, ]ο τ`ην [αγάπην {εχων τ`ον Θε`ον {εχει [εν ]εαυτ~?ω»9 . Κατά τον άγιο Συ-
μεών τον Νέο Θεολόγο, είναι η κεφαλή του σώματος ενός πνευματικού αν-
θρώπου, ενώ οι άλλες αρετές είναι τα μέλη αυτού10 .
Η αγάπη προς τον Θεό και προς τον πλησίον είναι αλληλοεξαρτώμενες,
καθώς είπε ο Κύριος: «Ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει» και η δική Του
εντολή είναι: «αὕτη ἐστὶν ἡ ἐντολὴ ἡ ἐμή, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα

1
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικ`α ]εκατοντ`ας έβδομη 74, Φιλοκαλία Β΄, σ. 181
(245).
2
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 90, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
283 (Ε΄,112).
3
Υπάρχει μία εκδοχή, ότι τα «Κεφάλαια περί αγάπης» τα έγραψε ο άγιος για τον εαυτό του σαν αντί-
δοτο του φθόνου που είχε σηκωθεί εναντίον του από μοναχούς. Βλ. Το εισαγωγικό σχόλιο του μονα-
χού Θεοκλήτου ∆ιοντσιάτη, Φιλοκαλία Β΄, [εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, σ. 45.
4
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικ`α ]εκατοντ`ας τρίτη 37· 38, Φιλοκαλία Β΄, 97 σ.
(154).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 38, Φιλοκαλία Β΄, σ. 6 (52).
6
Θεόδωρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφάλαια 83, Φιλοκαλία Α΄, 319 (Β΄, 28).
7
Οσίου Θαλασσίου, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης [αγάπης κα`ι [εγκρατείας 5 , Φιλοκαλία Β΄, σ. 205
(273).
8
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικ`α εκατοντ`ας τρίτη 26, Φιλοκαλία Β΄, σ. 95 (152).
9
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 83, Φιλοκαλία Α΄, 319 (Β΄, 28).
10
Συμεών Ν. Θεολόγου,[ Ηθικός λόγος 4, SC. 129, 42-47. ΕΠΕΦ 19 Β, σ. 390-395.

311
ὑμᾶς» 1 , οπότε εκείνος που δεν αγαπά τον πλησίον του, δεν τηρεί την εντολή
του Κυρίου. Εκείνος που δεν τηρεί την εντολή, ούτε τον Κύριο μπορεί να αγα-
πήσει 2 . Ο Μ. Βασίλειος λέγει: «αυτός που αγαπά τον πλησίον εκπληρώνει την
εντολή που έλαβε να αγαπήσει τον Θεό» 3 . Ο αββάς ∆ωρόθεος αναφέρει το πα-
ράδειγμα του κύκλου, κατά το οποίο όποιος πλησιάζει τον Θεό προχωρεί προς
το εσωτερικό του κύκλου και συνεπώς οι άγιοι πλησιάζουν ο ένας τον άλλο 4 .
Τα Αποφθέγματα αναφέρουν για έναν αββά που λέγεται Απολλώς· αυτός όσες
φορές ερχόταν κάποιος ζητώντας τον για οποιαδήποτε εργασία, πήγαινε με χα-
ρά λέγοντας: «σήμερα πρόκειται να εργαστώ με τον Χριστό υπέρ της ψυχής
μου· διότι αυτός είναι ο μισθός της» 5 . Η συνάρτηση των δυο αγαπών όμως
μπορεί να κριθεί διαφορετικά, ανάλογα με την οπτική γωνία· η αγάπη προς τον
πλησίον ως απόρροια της αγάπης μας προς τον Θεό ή αντίθετα, ως συνέπεια.
Η φιλαυτία αντιστέκεται στην αγάπη μας για το Θεό, «Ο ]εαυτ`ον φιλ~ων,
τ`ον Θε`ον [αγαπ~αν ο[υ δύναται· ]ο δ`ε ]εαυτ`ον μ`η φιλ~ων \ενεκεν το~υ ]υπερβάλλοντος
πλούτου τ~ης [αγάπης το~υ Θεο~υ, ο#υτος τ`ον Θε`ον α [ γαπ~?α»6 . Η ψυχή που έχει
πνευματική αίσθηση και αγαπά τον Θεό, ζητά πάντοτε τη δόξα Του σε όλες τις
εντολές που πράττει και ευχαριστείται στη δική της ταπείνωση. Γιατί στον Θεό
πρέπει η δόξα, ενώ στον άνθρωπο αρμόζει η ταπείνωση, με την οποία γίνεται
οικείος του Θεού.

1. Αγάπη του Θεού και γνώση:


Η αγάπη του Θεού και η γνώση του Θεού συμπορεύονται· «Ἀγαπητοί,
ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὅτι ἡ ἀγάπη ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι, καὶ πᾶς ὁ ἀγαπῶν ἐκ τοῦ
Θεοῦ γεγέννηται καὶ γινώσκει τὸν Θεόν. ὁ μὴ ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τὸν Θεόν, ὅτι ὁ
Θεὸς ἀγάπη ἐστίν» 7 . Εκείνος που αγαπά τον Θεό με αίσθηση καρδιάς, εκείνος
είναι γνώριμος του Θεού 8 και δεν παύει ποτέ με σφοδρό έρωτα να επιθυμεί να
γνωρίσει περισσότερο τον Θεό, μέχρις ότου Τον αισθανθεί ακόμη και με αυτή
την αίσθηση των οστών του9 . Στα πολεμικά κατά των γνωστικών ο άγιος Ει-
ρηναίος γράφει: «Γνώση χωρίς αγάπη προς τον Θεό δεν ωφελεί σε τίποτα, ούτε
η γνώση των μυστηρίων ή η πίστη ή η προφητεία· όλα είναι ανώφελα και κενά
χωρίς την αγάπη…» 10 .

2. Αγάπη και θείος φόβος:


Για να φτάσει στην αγάπη του Θεού, πρέπει να περάσει ο άνθρωπος από
το θείο φόβο και την κάθαρση των παθών, τα οποία μολύνουν και δεσμεύουν
την ψυχή με την αμαρτία. Λέγει ο άγιος ∆ιάδοχος: «Ο[υδε`ις δύναται μ`η πρότε-

1
Ιω. 14, 23· 15,12.
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 15, Φιλοκαλία Β΄, σ. 5 (50).
3
Μ. Βασιλείου,\ Οροι κατά πλάτος, PG. 31, 917 B.
4
Αββά ∆ωροθέου, ∆ιδασκαλία 6,9, PG. 88, 1696 BD.
5
Αποφθέγματα, [αββά Απολλώ 1, σ. 154.
6
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 12, Φιλοκαλία Α΄, σ. 238 (288).
7
1 Ιω. 4, 7-8.
8
1 Κορ. 8,3.
9
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 14, Φιλοκαλία Α΄, σ. 238 (289).
10
Ειρηναίου Λουγδούνου, Κατ`α αιρέσεων 4, 12,2, PG. 7, 1005A.

312
ρον φοβηθε`ις τ`ον Θε`ον [εν α[ισθήσει καρδίας, [αγαπ~ησαι α[υτόν [εν \ολη καρδί?α·
δι`α γ`αρ τ~ης [ενεργείας το~υ φόβου ]αγνιζομένη και ]απαλυνομένη \ωσπερ ]η ψυχή,
ε[ις [αγάπην [ενεργουμένην {ερχεται» 1 . Ο φόβος του Θεού τον καθαρίζει από κά-
θε γήινο, για να τον φέρει σε μεγάλη αγάπη της αγαθότητας του Θεού. Έτσι ο
φόβος ανήκει σ’ εκείνους που βρίσκονται στο στάδιο του καθαρισμού. Η τέ-
λεια όμως αγάπη ανήκει σ’ εκείνους που έχουν ήδη καθαριστεί, οι οποίοι δεν
έχουν φόβο, γιατί η τέλεια αγάπη διώχνει τον φόβο 2 . Σε αυτό το πλαίσιο γίνε-
ται κατανοητή η φράση του αγίου Αντωνίου: «Εγ`ω ο[υκέτι φοβο~υμαι τ`ον Θεόν,
[αλλ’ [αγαπ~ω Αυτόν» 3 . Η αγάπη προς τον Θεό δημιουργεί την αγία παρρησία,
έλεγε ο γέρων Σωφρόνιος 4 . Η αγάπη προς τον Θεό έχει την αρχή της με την
καταφρόνηση των βλαπτομένων και των ανθρωπίνων πραγμάτων. Η μεσότητα
είναι η κάθαρση της καρδιάς και του νου και το τέλος της είναι ο ακράτητος
έρωτας και η φυσική επιθυμία της ενώσεως με τον Θεό και της αιώνιας ανά-
παυσης σε Αυτόν 5 .
Μεταξύ αγάπης και απάθειας υπάρχει ένας δεσμός εσώτατος και μία
σχέση αμοιβαιότητας. Καμία άλλη αρετή δεν μπορεί να προξενήσει απάθεια
στην ψυχή, παρά μόνο η αγάπη. Γιατί η αγάπη είναι εκπλήρωση όλου του νό-
μου 6 · αλλά την αγάπη τη γεννά η απάθεια 7 . Ο απαθής άνθρωπος, κατά τον ά-
γιο Μάξιμο, προσπαθεί να μιμηθεί την αγαθότητα του Θεού, ο Οποίος είναι εκ
φύσεως αγαθός και απαθής και όλους τους αγαπά εξίσου, ως δημιουργήματά
Του, τον ενάρετο τον δοξάζει και τον κακό τον ελεεί και τον εκπαιδεύει· με
τον ίδιο τρόπο ο απαθής άνθρωπος αγαπά όλους τους ανθρώπους εξίσου. Τον
ενάρετο για την ανθρώπινη φύση του και τον κακό τον ελεεί και τον συμπαθεί
σαν συνάνθρωπό του 8 . Τα σημεία της τέλειας αγάπης και απάθειας τα αναφέ-
ρει ο άγιος Μάξιμος ως εξής: «Όταν μήτε πεις, μήτε πράξεις κάτι αισχρό κατά
διάνοιαν και όταν δεν μνησικακείς εναντίον εκείνου που σε ζημίωσε ή σε κα-
τηγόρησε και όταν την ώρα της προσευχής διατηρείς πάντοτε το νου σου άυλο
και ασχημάτιστο, τότε να γνωρίζεις ότι έφτασες στα όρια της απάθειας και της
τέλειας αγάπης» 9 .

3. Τα είδη της αγάπης:


Ο άγιος Κάλλιστος Αγγελικούδης αναφέρει ότι η αρχή της αγάπης είναι
τριπλή, και οι αιτίες της είναι τριών ειδών. Η πρώτη είναι η αισθητική αγάπη,
δηλαδή των αισθήσεων προς μερικά αισθητά. Πρόκειται για περιπαθή όρεξη
κάποιου επιθυμητού· γι’ αυτό πολλές φορές και τα άλογα ζώα αγαπούν. Η δεύ-
τερη είναι η λογική αγάπη, η οποία είναι λογική έφεση της ψυχής για κάτι που
νομίζεται αγαθό, με σκοπό να επιτευχθεί το αγαθό. Τρίτη αγάπη είναι η νοερή
αγάπη, η οποία προέρχεται από το ζωοποιό Πνεύμα. Αυτή η αγάπη έχει υπερ-

1
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 16, Φιλοκαλία Α΄, σ. 239 (289).
2
Ιω. 4,18.
3
Αποφθέγματα, [αββά Αντωνίου 32, σ. 62.
4
Βλάχου, Ι.,( Μητρ.), Ο@ιδα {ανθρωπον [εν Χριστ~?ω, \ο.π., σ. 399.
5
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 1, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 298 (∆΄, 80).
6
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 89, Φιλοκαλία Α΄, σ. 266 (318).
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 2, Φιλοκαλία Β΄, σ. 4 (49).
8
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 25, Φιλοκαλία Β΄, σ. 5 (51).
9
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 42, Φιλοκαλία Β΄, σ. 45 (94).

313
φυσικό θέλγητρο που ωθεί στο καλό αθέλητα μέσα στην καρδιά και έλκει και
θέλγει ολόκληρο το νου μαζί με όλες τις δυνάμεις της ψυχής, με όλη την ορμή
προς την ένωση με το θείο κάλλος, μαζί με νοερή επιθυμία του κάλλους 1 . Αυ-
τή η αγάπη λέγεται παράκλησις, γιατί κινείται ως επιθυμία με την ενέργεια του
Αγίου Πνεύματος, του Παρακλήτου, με συναίσθηση μέσα από την καρδιά. Αυ-
τή η αγάπη αρπάζει την ψυχή προς το θείο κάλλος με αγάπη ουσιαστική και
γοητεία υπερκόσμια. Κατά τον άγιο Κάλλιστο, κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να
αγαπήσει ουσιαστικά τίποτε από τα μύρια όσα, ούτε και τον Θεό τον ίδιο, πριν
γίνει μέτοχος του ζωοποιού Πνεύματος, ακόμη και αν αγαπά όσο μπορεί· αλλά
ούτε και γνωρίζει ακριβώς τι είναι αγάπη και ποια είναι η ανέκφραστη ηδονή
που απορρέει από αυτήν με τη χάρη του Ιησού Χριστού 2 .
Ο άγιος ∆ιάδοχος Φωτικής διακρίνει δυο είδη αγάπης, μία φυσική και
μία άλλη πνευματική. Η φυσική αγάπη της ψυχής κινείται όταν θέλει κανείς,
ανάλογα με τη θέληση του, και γι’ αυτό εύκολα λεηλατείται από τα πονηρά
πνεύματα. Η πνευματική αγάπη προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα και διεγείρει
τόσο πολύ την ψυχή προς την αγάπη του Θεού, ώστε όλα τα μέρη της ψυχής να
προσκολλώνται με ανέκφραστο τρόπο στην αγαθότητα του θείου πόθου 3 . Κα-
τά τους νηπτικούς Πατέρες, το ζητούμενο είναι η πνευματική αγάπη· διότι η
κατά σάρκα φιλία πολύ εύκολα διαλύεται, όταν βρεθεί κάποια ασήμαντη αιτία,
επειδή δεν είναι δεμένη με την πνευματική αίσθηση. Ενώ στον άνθρωπο που
ενεργεί μέσα στην ψυχή του ο Θεός, ακόμη και αν συμβεί κάποιος πειρασμός,
δεν λύνεται ο δεσμός της αγάπης, γιατί με την θερμότητα της αγάπης του Θεού
η ψυχή ξαναθερμαίνει τον εαυτό της στο καλό και γρήγορα ξαναφέρνει μέσα
της την αγάπη για τον πλησίον με πολλή χαρά 4 . Έτσι ο νους που απόκτησε
πνευματική αγάπη, δεν διανοείται για τον πλησίον εκείνα που δεν αρμόζουν
στην αγάπη 5 .
Ανάλογα με τα κίνητρα που υπάρχουν στον άνθρωπο ο άγιος Μάξιμος
διακρίνει πέντε αιτίες, για τις οποίες οι άνθρωποι αγαπιούνται μεταξύ τους. Η
πρώτη είναι η ανιδιοτελής αγάπη, που πηγάζει από την αγάπη προς τον Θεό ή
την αρετή και δεν αποβλέπει σε κανένα ιδιαίτερο συμφέρον· και βεβαίως αυτή
η αγάπη είναι αξιέπαινη. Η δεύτερη είναι η αγάπη για φυσικούς λόγους, όπως
λόγου χάριν οι γονείς αγαπούν τα παιδιά τους και αντιστρόφως· αυτή ούτε α-
ξιέπαινη είναι ούτε αξιοκατηγόρητη. Τρίτη κατηγορία είναι η ιδιοτελής αγάπη,
η οποία υποκινείται από τρεις αιτίες, ή από κενοδοξία ή από φιλαργυρία ή από
φιληδονία· και αυτές οι τρείς είναι εμπαθείς6 . Ο άνθρωπος με την προσπάθεια
του προσβλέπει στην απόκτηση της ανιδιοτελούς αγάπης, της αγάπης που «οὐ
ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς» και δεν περιμένει την ανταπόδοση· τέτοιαν αγάπη προς τον
άλλο την περιγράφει ο αββάς Αγάθωνας ως εξής: «Εάν μου ήταν δυνατό να
βρώ έναν λεπρό και να του δώσω το σώμα μου και να πάρω το δικό του, θα
ήμουν ευτυχής. ∆ιότι αυτή είναι η τέλεια αγάπη» 7 .
1
Κάλλιστου Αγγελικούδη (Πατριάρχου), Περ`ι προσευχ~ης 46, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 330 (Ε΄, 166).
2
Κάλλιστου Αγγελικούδη (Πατριάρχου), Περ`ι προσευχ~ης 46, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 331 (Ε΄, 167).
3
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 34, Φιλοκαλία Α΄, σ. 244 (295).
4
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 15, Φιλοκαλία Α΄, σ. 239 (289).
5
Οσίου Θαλασσίου, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης α[ γάπης 2 , Φιλοκαλία Β΄, σ. 205 (273).
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας δεύτερη 9, Φιλοκαλία Β΄, σ. 15 (61).
7
Αποφθέγματα, [αββά Αγαθώνου 26, σ. 116.

314
Η αληθινή και πνευματική αγάπη για τον πλησίον πηγάζει και προέρχε-
ται πρώτα από την αγάπη προς τον Θεό, όπως λέγει ο άγιος ∆ιάδοχος Φωτικής:
«Όταν αρχίσει κανείς να αισθάνεται πλουσιοπάροχα την αγάπη του Θεού, τότε
αρχίζει να αγαπά με πνευματική αίσθηση και τον πλησίον»1 . Και κατά τον ά-
γιο Μάξιμο: «Ο [αγαπ~ων τ`ον Θεόν, ο[υ δύναται μ`η κα`ι πάντα {ανθρωπον ]ως ]ε-
αυτ`ον [αγαπ~ησαι», και όχι μόνο αυτό, αλλά και όταν τον δυσαρεστούν τα πάθη
που έχουν οι άλλοι, κρατάει την αγάπη του και χαίρεται για τη διόρθωσή
τους 2 . Έγραψε ο π. Πορφύριος ότι «για να ωφελήσεις τους άλλους, πρέπει να
ζεις μέσα στην αγάπη του Θεού, αλλιώς δεν μπορείς να ωφελήσεις τον συνάν-
θρωπό σου» 3 .

2. Η αγάπη προς τον συνάνθρωπο.

Ο πνευματικός πατέρας είναι η εικόνα του «ποιμένος του καλού», που


έχει τη «μείζονα αγάπην» και «την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβά-
των» 4 . Ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να επιτιμά και να χειρουργεί ορθοδόξως
ε[ις τόπον και τύπον Χριστού. ∆ιαφορετικά η πνευματική αυτή διακονία είναι
μάταιη 5 . Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός ενστερνίζεται τη νηπτική παράδοση
θεωρώντας την αγάπη προς τον πλησίον ως τη μεγαλύτερη και τελειότερη με-
ταξύ των αρετών. Η αγάπη προς τον πλησίον θεωρείται ως χρέος και εύλογα
φτάνει στο σημείο της αυτοθυσίας υπέρ αυτού κατά την εντολή του Κυρίου,
όχι μόνο γιατί έχει την ίδια φύση με Αυτόν, «[αλλά κα`ι τ`ο [εκχυθ`εν ]υπ`ερ ]ημ~ων
]υπέρτιμον α#ιμα το~υ [εντειλαμένου Χριστο~υ» 6 . Η στάση του ανθρώπου προς τον
πλησίον του αποτελεί κριτήριο μέσω του οποίου γνωρίζει σε ποια πνευματική
ηλικία έφτασε και ποιο βαθμό αυτογνωσίας κατόρθωσε, όπως λέγει ο άγιος Σι-
λουανός: «Κάθε άνθρωπος βλέπει στους άλλους μόνο ό,τι γνώρισε με την
πνευματική του πείρα για τον εαυτό του. Γι’ αυτό η στάση του ανθρώπου προς
τον πλησίον είναι σίγουρο κριτήριο για το βαθμό αυτογνωσίας, στο οποίο έ-
φτασε» 7 .
Η ομοιότητα των δυο εντολών, της αγάπης προς τον Θεό και προς τον
πλησίον, βρίσκεται στο επίπεδο της σωτηριολογίας. Ο Μ. Αντώνιος θέτει την
αγάπη στον πλησίον στα σύνορα μεταξύ ζωής και θανάτου, λέγοντας: «Από
τον πλησίον εξαρτάται η ζωή και ο θάνατος. ∆ιότι, εάν κερδίσουμε τον αδελ-
φό, κερδίζουμε το Θεό, εάν δε σκανδαλίσουμε τον αδελφό, αμαρτάνουμε στον
Χριστό» 8 . Είναι αδύνατο στον άνθρωπο να σωθεί, αν δεν αγαπήσει τον πλησί-
ον του. Στο ίδιο πλαίσιο ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός θεωρεί την αγάπη του
πλησίον ως θεμέλιο για τις άλλες αρετές και λέγει: «Ο[υ δυνατ`ον ο[ικοδο~ησαι
τ`ον ο@ικον α
{ νωθεν [επί τ`ο κάτω, [αλλ’ [εκ το~υ θεμελίου [επ`ι τ`ο α
{ νω. Λέγουσιν

1
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 15, Φιλοκαλία Α΄, σ. 239 (289).
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 13, Φιλοκαλία Β΄, σ. 5 (50).
3
Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, ο\ .π., σ. 393.
4
Ιω. 10,11. Βλ. Ζάχαρου, Ζ.,(Αρχιμ.), Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, \ο.π., σ. 203-
205.
5
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περ`ι προσευχής, σ. 213, 138-240.
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Συντομία πρ`ος κτ~ησιν τ~ων [αρετ~ων, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 75 (144).
7
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 120.
8
Αποφθέγματα, [αββά Αντωνίου 9, σ. 46.

315
α[υτ~?ω· τίς [εστιν ]ο λόγος ο#υτος; Λέγει α[υτο~ις·] ο θεμέλιος, ]ο πλησίον [εστίν, \ινα
α[υτόν κερδάν?ης· κα`ι [οφείλει πρ~ωτον. Ε[ις α[υτόν γ`αρ κρέμανται π~ασαι α]ι [εντο-
λα`ι το~υ Χριστο~υ»1 . Η διατήρηση της εντολής της αγάπης κάνει τον άνθρωπο
παιδί του Θεού, διαφορετικά θα γίνει γιος της γέεννας του πυρός: «Μ`η κατα-
φρονήσ?ης τ~ης [εντολ~ης τ~ης [αγάπης, \οτι δι’ α[υτ~ης υ]ι`ος Θεο~υ {εσ?η· η
| ν παραβαί-
2
νων, υ]ιός γεέννης ε]υρεθήσ?η» .
Η αγάπη προς τον Θεό βρίσκει την πρακτική της έκφραση και εφαρμο-
γή στην αγάπη προς αδελφό, όπως γράφει ο άγιος Μάξιμος: «ενέργεια και α-
πόδειξη της τέλειας αγάπης προς τον Θεό είναι η ειλικρινής διάθεση με εκού-
σια συμπάθεια προς τον πλησίον» 3 · αλλιώς η αγάπη προς τον Θεό είναι ψεύ-
τικη, όπως γράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπῶ τὸν Θεόν,
καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν· ὁ γὰρ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν ὃν
ἑώρακε, τὸν Θεὸν ὃν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν; καὶ ταύτην τὴν ἐντολὴν
ἔχομεν ἀπ' αὐτοῦ, ἵνα ὁ ἀγαπῶν τὸν Θεὸν ἀγαπᾷ καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ» 4 .
Ένα από τα πιο σημαντικά χαρίσματα του πνευματικού πατέρας είναι η
ικανότητα να αγαπά τους άλλους και να κάνει δικά του τα προβλήματα των
άλλων. Ιδίωμα της αγάπης είναι η οικειοποίηση των παθημάτων και η συμπά-
θεια προς τις δοκιμασίες των τέκνων κι αδελφών. Ο άγιος Νικόδημος απευθύ-
νεται προς τον πνευματικό πατέρα συμβουλεύοντας: «Τόση πολλή πρέπει νά
ε@ιναι ]η [αγάπη σου, Πνευματικέ, διά τήν σωτηρία τ~ων ]αμαρτωλ~ων, \ωστε νά {εχ?η
[εκε~ινα τά τέσσαρα ο] πο~υ [αναφέρει ]ο [Απόστολος Πα~υλος5 · {ηγουν, πλάτος,
μ~ηκος, \υψος καί βάθος. Νά {εχη πλάτος, διά νά δέχεσαι [εξίσου \ολους τούς ]α-
μαρτωλούς, τόσον τούς πλουσίους \οσον καί τούς πτωχούς· τόσον τούς
ε[υγενε~ις, \οσον καί τούς χωρικούς. Νά {εχ?η μ~ηκος, διά νά μήν κουράζεσαι ε[ις τό
νά [ακροάζεσαι τάς ]αμαρτίας των, \οσον καί {αν ε@ιναι πολλαί και μεγάλαι. Νά
{εχ?η \υψος, διά νά ]υψών?ης τούς ]αμαρτωλούς [από τά [επίγεια ε[ις τά ο[υράνια. Νά
{εχ?η καί βάθος, διά νά συγκαταβαίν?ης καί νά συνταπεινώνεσαι ε[ις κάθε τους
[ασθένειαν καί [αδυναμίαν καί νά μή δείχν?ης πώς [αηδιάζεις ε[ις καμμίαν πληγήν
τους»6 . Ο άνθρωπος ο οποίος αγαπά, παίρνει όλες της διαστάσεις της ανθρώπι-
νης φύσης, ενώ εκείνος που μισεί εγκλωβίζεται στον εγωισμό του δείχνει άν-
θρωπος ελλιπής 7 .
Η αγάπη για τους άλλους απαιτεί εφαρμογή της παραινέσεως του απο-
στόλου Παύλου: «ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν
νόμον τοῦ Χριστοῦ» 8 . Ο άγιος Σιλουανός αναφέρει τη διαφορά ανάμεσα στην
χριστιανική αγάπη και την ανθρώπινη δικαιοσύνη· η ανθρώπινη δικαιοσύνη
απορρίπτει την απόδοση ευθύνης σε κάποιον για την ενοχή άλλου, ενώ σύμ-
φωνα με το πνεύμα της αγάπης του Χριστού αποδέχεται την συνυπευθυνότητα

1
Αποφθέγματα, [αββά Ιωάννου του Κολοβού 39, σ. 316.
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 20, Φιλοκαλία Β΄, σ. 43 (93).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά ]εκατοντ`ας τρίτη 36, Φιλοκαλία Β΄, σ. 97 (154).
4
1 Ιω. 4, 20.
5
Εφ. 3, 18-19.
6
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, υποσημ. 92, σ. 110.
7
«όποιοι μισούν και αποκρούουν τον αδελφό τους είναι ελλιπείς, δεν γνώρισαν τον αληθινό Θεό, ο
Οποίος είναι αγάπη που αγκαλιάζει τα πάντα και δεν βρήκαν το δρόμο που οδηγεί σε Αυτόν». Σαχα-
ρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 150.
8
Γαλ. 6,2.

316
για την ενοχή εκείνου που αγαπάμε, δεν επωφελείται κανείς μόνο από την ευ-
χάριστη πλευρά της αγάπης, αλλά αναλαμβάνει ελεύθερα και συνειδητά την
ευθύνη και τα παθήματα του αγαπημένου, οπότε και η αγάπη φτάνει στην πλή-
ρη τελειότητά της 1 .
Η πατρική αγάπη του πνευματικού προς τα τέκνα του προϋποθέτει να
πενθεί για αυτούς και να χύνει δάκρυα για τη χαμένη σωτηρία τους, όπως γρά-
φει ο άγιος Νικόδημος: «Εάν δέ ποθ~ης, Πνευματικέ, νά δείχν?ης [αληθινήν καί
πατρικήν [αγάπην ε[ις τά πνευματικά τέκνα σου, σπούδασε νά καταστήσ?ης τόν
]εαυτόν σου ε[υκολοκατάνυκτον καί δακρυώδη, ε[ις τρόπον ο\ τι νά μή λυπ~ησαι
μόνον τούς ]αμαρτωλούς, ]οπο~υ κάνουν μεγάλας και θανασίμους ]αμαρτίας, [αλ-
λά καί νά χύν?ης δάκρυα, συμπον~ωντας τήν συμφοράν τους, ο\ τι τα~υτα τά δά-
κρυά σου {εχουν μεγάλην δύναμην· διατί όχι μόνον ε@ιναι σημε~ιον τ~ης πρός τόν
]αμαρτωλόν φιλοστόργου σου [αγάπης, [αλλά καί τόν Θεόν [εξιλεώνουν ε[ις τάς
]αμαρτίας του και α[υτόν τόν πλέον σκληρόν καί [ακατάνυκτον ]αμαρτωλόν πα-
ρακινο~υν νά κατανυχθ~?η ε[ις τά ]αμαρτάματά του»2 .
Η πνευματική πατρότητα είναι σταυρός, τον οποίο χωρίς αγάπη κανένας
δεν μπορεί να σηκώσει και μάλιστα έως το τέλος. Ο πνευματικός πατέρας φλέ-
γεται από πόθο για τη σωτηρία των παιδιών του, ζητά να σηκώσει το σταυρό
τους, να σωθεί ή να χαθεί μαζί τους 3 . ∆ιότι, όπως γράφει ο άγιος Συμεών, α-
φού ο πνευματικός πατέρας συνδέθηκε προς αυτούς πνευματικά με την αγία
αγάπη «[εν ]αγί?ω Πνεύματι», θα προτιμούσε να μη εισέρθει ούτε στην βασιλεία
των ουρανών και να χωριστεί απ’ αυτούς 4 . Η πατρότητα δικαιώνεται μέσα στη
θυσία και την καταδαπάνηση στη μέριμνα για τη σωτηρία των τέκνων. Η πα-
τρική αγάπη σταυρώνεται και συγχωρεί και δέεται 5 . Έλεγε ο π. Πορφύριος:
«Ν’ αγαπάμε, να θυσιαζόμαστε για όλους ανιδιοτελώς, χωρίς να ζητάμε αντα-
πόδοση. Τότε ισορροπεί ο άνθρωπος. Μία αγάπη που ζητά ανταπόδοση είναι
ιδιοτελής. ∆εν είναι γνήσια, καθαρή, ακραιφνής» 6 .
Ως μετοχή στην αγάπη του Θεού η αγάπη δεν θα μπορούσε να αποκλεί-
σει κανέναν. Ο άγιος Μάξιμος παραγγέλλει ότι, αν δεν μπορείς να αγαπάς,
τουλάχιστον να μη μισείς: «Σπούδασον \οσον δύνασαι πάντα {ανθρωπον α [ -
7
γαπ~ησαι· ε[ι δ`ε το~υτο ο{υπω δύνασαι, κ}αν μηδένα μισήσ?ης» . Όπως ο Θεός α-
γαπά ανεξαίρετα όλους τους ανθρώπους και ανατέλλει τον ήλιο «ἐπὶ πονηροὺς
καὶ ἀγαθοὺς», έτσι ο μιμητής του Θεού, ο πνευματικός πατέρας εκδηλώνει την
αγάπη του χωρίς διακρίσεις σε πονηρούς και αγαθούς. Γράφει ο άγιος Μάξι-
μος: «∆εν έχει τέλεια αγάπη εκείνος που αλλάζει διάθεση προς τους ανθρώ-
πους ανάλογα με το χαρακτήρα τους· τον ένα αγαπά και τον άλλον τον μισεί, ή

1
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 156.
2
Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον,\ Ο.π., σ. 110.
3
Συμεών Νέου Θεολόγου, Κατήχησης 8, SC. 104, 90. «ε@ιδον \ετερον ο\υτω τ`ην σωτηρίαν τ~ων [αδελφ~ων
α[υτο~υ παραζηλο~υντα κα`ι θέλοντας, ]ως πολλάκις μετ`α δακρ`υων θερμ~ων [εξ \ολης ψυχ~ης δέεσθαι το~υ
φιλανθρώπου Θεο~υ }η κ[ακείνους σωθ~ηναι }η κα`ι α[υτ`ον σ`υν [εκείνοις κατακριθ~ηναι». Πρβλ. Ρωμ. 9,3.
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κατήχησης 8, SC. 104, 90.
5
Χαραλάμπους, ∆ιονυσίου (Μητρ.), Ανατολικός ορθόδοξος μοναχισμός, τομ.1, Ι. Μ. Παντοκράτορος
Σωτήρος Χριστού, Κέρκυρα 2003, σ. 450.
6
Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, σ. 381.
7
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 82, Φιλοκαλία Β΄, σ. 49 (99).

317
τον ίδιο άνθρωπο άλλοτε τον αγαπά και άλλοτε τον μισεί για τις ίδιες αιτίες» 1 .
Η αγάπη δεν επιτρέπει διακρίσεις, αλλά περιλαμβάνει όλους αδιακρίτως. Όταν
αυτή περιορίζεται σε ορισμένους εκλεκτούς και εγκαταλείπει τους μη εκλε-
κτούς, εύκολα οδηγείται στο μίσος των μη εκλεκτών και με τον τρόπο αυτό
τέμνει την ανθρώπινη φύση 2 . Πάλι ο άγιος Μάξιμος μακαρίζει εκείνον που α-
γαπά όλους εξίσου 3 και αναφέρει ότι: «Η τελεία [αγάπη, ο[υ συνδιασχίζει τ`ην
μίαν τ~ων α[υτ~ων [ανθρώπων φύσιν, τα~ις διαφόροις α[υτ~ων γνώμαις, [αλλ’ ε[ις
α[υτ`ην [αε`ι α [ γαπ~?α» 4 . Ο άνθρωπος ο
[ ποβλεπομένη, πάντας [ανθρώπους [εξ {ισου α
τέλειος στην αγάπη αγαπά τους ενάρετους ως φίλους· τους κακούς τους αγαπά
ως εχθρούς και τους ευεργετεί και μακροθυμεί και υπομένει αν τον βλάψουν
και πάσχει για χάρη τους και προσπαθεί όσο είναι δυνατό να τους κάνει φί-
λους. Αν δεν το κατορθώσει, δεν αλλάζει τη διάθεσή του, αλλά φανερώνει τους
καρπούς της αγάπης εξίσου προς όλους τους ανθρώπους5 .
Ο πνευματικός, αν δεν έχει την ικανότητα της αγάπης προς τους άλλους,
δεν θα διαθέτει τη δύναμη να τους θεραπεύσει. Η διόρθωση των μυστικών της
καρδίας του ανθρώπου, αν στερείται αγάπης και συμπάθειας, όχι μόνο δεν εί-
ναι δημιουργική, αλλά καταστροφική. Έλεγε ο π. Πορφύριος: «όταν κάποιος
έχει ένα πάθος, να προσπαθούμε να του ρίχνουμε ακτίνες αγάπης και ευσπλα-
χνίας, για να θεραπεύεται και να ελευθερώνεται. Μόνο με τη χάρη του Θεού
γίνονται αυτά» 6 . Μόνο η αγάπη έχει τη δυνατότητα να σώζει, έλεγε ο άγιος Σι-
λουανός: «Μένοντας αληθινά στο χριστιανικό πνεύμα, μπορείς να σώσεις μόνο
με την αγάπη, δηλαδή ελκύοντας. ∆εν υπάρχει περιθώριο για καμία βία. Η α-
γάπη αναζητώντας τη σωτηρία όλων, αγκαλιάζει όχι μόνο τον κόσμο των ζώ-
ντων, αλλά και των κεκοιμημένων» 7 . Και ακόμη, κατά την γνώμη της ψυχολο-
γίας, στέκεται η αγάπη ως μέσον θεραπείας. Αναφέρω την γνώμη του καθηγη-
τή ψυχολογίας Νικήτας Καυκιός ότι: «Η Αγάπη είναι το θεραπευτικό πλαίσιο.
Το γόνιμο έδαφος πάνω στο οποίο τελετουργείται το μυστήριο της θεραπευτι-
κής επικοινωνίας. Η ψυχοθεραπεία είναι πράξη ερωτική. Κοινωνίας προσώ-
πων. Το κλίμα, το χαριτωμένο της αγάπης ανασταίνει τις λανθάνουσες θερα-
πευτικές δυνατότητες. Η Αγάπη είναι δύναμη. Η δύναμη που πυροδοτεί τα ε-
σωτερικά αποθέματα θεραπευτικής ενέργειας. Η αγάπη καταλαβαίνει, η αγάπη
γνωρίζει, η αγάπη αποκαλύπτει, η αγάπη θεραπεύει» 8 .
Η μέθοδος της θεραπείας δια της αγάπης ωφέλει κα θεραπεύει πρώτα
τον ίδιο τον πνευματικό πατέρα. Η αυταρέσκεια και η φιλαυτία αντιστέκονται
στην αγάπη του πλησίον και του Θεού. Γράφει ο άγιος Μάξιμος: «Μ`η {εσο
α[υτάρεσκος, κα`ι ο[υκ {εσ?η μισάδελφος· κα`ι μ`η {εσο φίλαυτος, κα`ι ε{ σ?η φιλόθε-
ος» 9 . Εγωισμός και πνευματική ζωή όχι μόνο δεν συμβιβάζονται, αλλά είναι
1
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 70, Φιλοκαλία Β΄, σ. 10 (55).
2
Μαξίμου Ομολογητού,] Ερμηνεία ε[ις τ`ο "Πάτερ ]ημ~ων" ,Φιλοκαλία Β΄, σ. 199 (266).
3
«Μακάριος {ανθρωπος, \ος πάντα α { νθρωπον [εξ {ισου [αγαπ~ησαι δύναται». Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι
[αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 17, Φιλοκαλία Β΄, σ. 5 (50).
4
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 71, Φιλοκαλία Β΄, σ. 10 (55).
5
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 70-71, Φιλοκαλία Β΄, σ. 10
(55).
6
Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, σ. 387.
7
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 131.
8
Βλ. Νικήτας Καυκιός στην ιστοσελίδα: http://www.psyche.gr/ypokeimagapi.htm.
9
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 37, Φιλοκαλία Β΄, σ. 44 (94).

318
στοιχεία εκ διαμέτρου αντίθετα 1 . Ενώ η αυτοπροσφορά και η αυτοθυσία θερα-
πεύουν το ιδιοτελές εγώ και το αποκαθιστούν στον πραγματικό εαυτό του και
βοηθούν τον άνθρωπο να αυξάνει την ταπείνωση μπροστά στου αδελφούς,
γράφει ο άγιος Μάξιμος: «Μη συγκρίνεις τον εαυτό σου με τους πιο ασθενείς
ανθρώπους, αλλά να αυξάνεις την αγάπη σου σύμφωνα με την εντολή. Γιατί με
τη σύγκριση πέφτεις στο λάκκο της οιήσεως, ενώ με την αύξηση της αγάπης
ανεβαίνεις στο ύψος της ταπεινοφροσύνης» 2 .
Η αγάπη προς τον Θεό αντιστέκεται στην επιθυμία, γιατί πείθει το νου
να συγκρατείται από τις ηδονές, ενώ η αγάπη προς τον πλησίον αντιστέκεται
στο θυμό, γιατί κάνει τον άνθρωπο να καταφρονεί τη δόξα και τα χρήματα 3 .
Έτσι, μέσω της αγάπης και της ευσπλαχνίας μπορεί να κερδίζει και να σώζει
τον αδελφό. Είπε ο αββάς Ποιμήν: «Εάν αμάρτησε άνθρωπος και αρνηθεί λέ-
γοντας, δεν αμάρτησα, μην τον ελέγξεις· αλλιώς αποκόπτεις την προθυμία του.
Εάν δε του πεις, μη στενοχωριέσαι αδελφέ, αλλά φυλάξου στο μέλλον, διεγεί-
ρεις την ψυχή του σε μετάνοια» 4 .
Στο πρόσωπο που μας κουράζει και μας δυσκολεύει, η αγάπη πρέπει να
προσφέρεται με απαλό τρόπο, χωρίς ο άλλος να καταλαβαίνει ότι κάνουμε
προσπάθεια για να τον αγαπήσουμε. Και να μην πολύ εκδηλωνόμαστε εξωτε-
ρικά, γιατί τότε τον κάνουμε ν’ αντιδρά 5 . Ο πνευματικός πλησιάζει τους αν-
θρώπους με πνεύμα ελευθερίας αλλά και αγάπης, αφού σε κάθε άνθρωπο βλέ-
πει την εικόνα του Θεού. Πάντα η αγάπη συμπορεύεται και σέβεται την ελευ-
θερία και το αυτεξούσιο του αγαπημένου, εκείνος που αγαπά δίνει την δυνατό-
τητα στο αγαπημένο να δεχθεί ή να αρνηθεί την αγάπη του. Γράφει ο άγιος
Μάρκος ο Ασκητής προς τον μονάζοντα Νικόλαο μία επιστολή με πολλές
συμβουλές και παραινέσεις, αλλά σε ένα σημείο της επιστολής του υπενθυμίζει
λέγοντας: «από αγάπη σε παρακινώ και σε συμβουλεύω, αφήνοντας στην αυ-
τεξούσια προαίρεσή σου να κάνεις ό,τι θέλεις» 6 .
Ο Απόστολος Παύλος παρομοιάζει την πνευματική πατρότητα με την
εικόνα της στοργικής μητέρας, για να περιγράψει την αγάπη, τη φροντίδα και
την ανησυχία του για τα πνευματικά του παιδιά, λέγοντας: «ἀλλ' ἐγενήθημεν
ἤπιοι ἐν μέσῳ ὑμῶν, ὡς ἂν τροφὸς θάλπῃ τὰ ἑαυτῆς τέκνα» 7 . Η αγάπη δεν ση-
μαίνει ότι ο πνευματικός πατέρας μπορεί να παραμελήσει την παραίνεση των
υποτακτικών, και να παραθεωρεί τα σφάλματά τους, αλλά μία αληθινή αγάπη
τον αναγκάζει να τους ελέγχει με καθαρή συνείδηση και να τους προσφέρει
λόγους αλήθειας, όπως γράφει ο άγιος Θαλάσσιος: «Ιδιον ]υπάρχει τ~ης [ανυπο-
κρίτου [αγάπης, λόγος [αληθ`ης [εκ συνειδήσεως [αγαθ~ης» 8 . Ο πνευματικός σε
κάθε λόγο και κάθε συμπεριφορά απέναντι στα τέκνα του κινείται από την κα-
τά Θεόν αγάπη που τρέφει γι’ αυτούς. Ο γέροντας Παΐσιος σημειώνει σε μία

1
Κεσελοπούλου, Α., Προτάσεις ποιμαντικής θεολογίας, \ο.π., σ. 139.
2
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τρίτη 14, Φιλοκαλία Β΄, σ. 29 (77).
3
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α
[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας τέταρτη 75, Φιλοκαλία Β΄, σ. 48 (99).
4
Αποφθέγματα, [αββά Ποιμένος 23, σ. 536.
5
Βλ. Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, \ο.π., σ. 390.
6
Μάρκου Ασκητή, Πρ`ος Νικόλαον μονάζοντα, Φιλοκαλία Α΄, σ. 133 (170).
7
1 Θεσ. 2,7.
8
Οσίου Θαλασσίου, Πρώτη ]εκατοντάδα περ`ι τ~ης α [ γάπης κα`ι [εγκρατείας 8, Φιλοκαλία Β΄, σ. 205
(273).

319
από τις επιστολές του ότι η αγάπη πρέπει να γίνεται με διάκριση: «ο γέροντας
να έχει εκ φύσεως μεγάλη αγάπη με διάκριση, για να πονάει τα παιδιά του και
να μη θέλει να τα στείλει στον Παράδεισο αμέσως, με τον τρόπο του ∆ιοκλη-
τιανού. Ο Γέροντας μόνο στον εαυτό του θα πρέπει να είναι πολύ σκληρός,
ενώ στους άλλους να έχει μεγάλη αγάπη, επίσης μεγάλη διάκριση, διότι, όταν
λείψει η διάκριση και από την αγάπη πάλι κακό θα κάνει στα παιδιά του, οπότε
θα έλθει η οργή του Θεού και σ’ αυτόν και στα παιδιά του» 1 .
Κατά τον άγιο Σιλουανό, η χάρη του Αγίου Πνεύματος έρχεται με την
αγάπη προς τον αδελφό και με την αγάπη προς τον αδελφό διατηρείται. Αν
όμως δεν αγαπούμε τον αδελφό, τότε και η αγάπη του Θεού δεν έρχεται στην
ψυχή, εξαιτίας της κατακρίσεως ή του μίσους προς τον αδελφό 2 . Όταν μπει η
αγάπη του Χριστού στην καρδιά, τα πάθη εξαφανίζονται. ∆εν μπορεί ο άνθρω-
πος ούτε να βρίσει, ούτε να μισήσει, ούτε να εκδικηθεί, αλλά βλέπει σε κάθε
άνθρωπο την εικόνα του Θεού. Ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, όταν δέχεται ε-
πίσκεψη από ένα προσκυνητή, με αυτή την φράση τον υποδέχεται: «Χαρά
μου», αφού γι’ αυτόν ο άλλος ήταν χαρά και ευφροσύνη. Ο αββάς Μακάριος ο
Αιγύπτιος, όταν ρώτησε μία φορά ένα κρανίο στην έρημο να του περιγράψει
πως είναι η κατάσταση στην κόλαση και ποια είναι η ανακούφιση που παίρ-
νουν, αυτό είπε: «ενώ στεκόμαστε μέσα στο πυρ από τα πόδια έως το κεφάλι·
και δεν είναι δυνατό να δει κανείς τον άλλον πρόσωπο με πρόσωπο, αλλά το
πρόσωπο του καθενός είναι κολλημένο στην πλάτη του άλλου. Όταν εσύ εύχε-
σαι για μας, τότε βλέπει κανείς λίγο πρόσωπο του άλλου. Αυτή είναι η ανα-
κούφιση μας»3 . Αυτή ακριβώς είναι η κόλαση, η έλλειψη της επικοινωνίας και
της αγάπης μεταξύ των ανθρώπων. Όποιος αγαπάει τον Χριστό και τους
άλλους, έλεγε ο π. Πορφύριος, αυτός ζει τη ζωή. Ζωή χωρίς Χριστό είναι θά-
νατος, είναι κόλαση, δεν είναι ζωή. Αυτή είναι η κόλαση, η μη αγάπη 4 .
Η αγάπη του πνευματικού στον υποτακτικό περιλαμβάνει την προσευχή
του για αυτόν, για να στείλει ο Θεός την αγάπη Του σε αυτόν, να τον ξυπνήσει
και να τον διεγείρει προς τον θείο έρωτα και στη γνώση Του, έτσι όπως προ-
σευχόταν ο άγιος Σιλουανός: «∆ώσε, Κύριε, σε όλους τους λαούς Σου να κα-
ταλάβουν την αγάπη Σου και τη γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος» 5 . Έλεγε ο
άγιος Μάξιμος: «Αν θέλεις να μην ξεπέσεις από την αγάπη του Θεού, μήτε τον
αδελφό να αφήσεις να κοιμηθεί στενοχωρημένος από σένα, μήτε συ να κοιμη-
θείς στενοχωρημένος εναντίον του. Συμφιλιώσου με τον αδελφό σου και τότε
πήγαινε και πρόσφερε στον Χριστό με καθαρή συνείδηση το δώρο της αγάπης
με ένθερμη προσευχή» 6 . Ο αββάς Βαρσανούφιος γράφει σ' ένα πνευματικό του
παιδί: «Αδελφέ Ανδρέα, τ~ης ψυχ~ης μου [ηγαπημένε… ο[υκ έστι ριπ`η [οφθαλμο~υ
}η \ωρα, [εν #η ο[υκ {εχω σε [εν τ~?ω ν~?ω κα`ι [εν τ~?η προσευχ~?η. κα`ι ε[ι [εγώ ο\υτω σε [α-
γαπ~ω, ]ο Θε`ος ]ο πλάσας σε περισσότερον σ`ε [αγαπ~?α. κα`ι δέομαι α[υτού ]οδηγ~ησαί
σε κα`ι κυβερν~ησαι κατ`α τ`ο θέλημα α[υτο~υ»7 .

1
Παϊσίου Αγιορείτης, Επιστολές, [εκδ. Ι.Μ. Ευαγγελιστή Ιωάννη Σωρωτή, σ. 43-44.
2
Σαχαρώφ, Σ., Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 450.
3
Αποφθέγματα, [αββά Μακαρίου του Α[ιγυπτίου 38, σ. 440.
4
Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, σ. 219.
5
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 344.
6
Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι α[ γάπης κα`ι [εγκρατείας ]εκατοντ`ας πρώτη 53, Φιλοκαλία Β΄, σ. 8 (53).
7
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 208, τόμ. Β΄, σ. 432.

320
Η ανταπόκριση του μαθητή στην αγάπη του πνευματικού πατέρα που θα
εκδηλώνεται με τις φροντίδες που θα καταβάλλει γι' αυτόν ο πνευματικός πα-
τέρας εκφράζεται με την αμοιβαία του αγάπη, το σεβασμό και την υπακοή
του 1 . Ο Απόστολος Παύλος παραγγέλλει τους Θεσσαλονικείς να εκτιμούν και
να αγαπούν εκείνους που κουράζονται για αυτούς: «Ἐρωτῶμεν δὲ ὑμᾶς,
ἀδελφοί, εἰδέναι τοὺς κοπιῶντας ἐν ὑμῖν καὶ προϊσταμένους ὑμῶν ἐν Κυρίῳ καὶ
νουθετοῦντας ὑμᾶς, καὶ ἡγεῖσθαι αὐτοὺς ὑπερεκπερισσοῦ ἐν ἀγάπῃ διὰ τὸ ἔργον
αὐτῶν» 2 . Ο σύνδεσμος μεταξύ αγάπης, σεβασμού και φόβου είναι από την
πλευρά του υποτακτικού είναι απαραίτητα. Γράφει ο π. Σωφρόνιος: «Φόβος
χωρίς αγάπη δημιουργεί μίσος, και αγάπη χωρίς φόβο προξενεί παρρησία. Ό-
ταν η αγάπη δεν συνδέεται με τον φόβο-σεβασμό, τότε δεν επικρατεί υγιής
πνευματική κατάσταση, αλλά μια αρρωστημένη συναισθηματική κατάστα-
ση» 3 . τον σύνδεσμο μεταξύ αγάπης και σεβασμού τον περιγράφει ο αββάς
Ιωάννης του Πέρσου λέγοντας: «πρέπει τους αληθινούς διδασκάλους οι μαθη-
τευόμενοι και ως πατέρες να αγαπούν και ως άρχοντες να φοβούνται· και ούτε
για χάρη της αγάπης να αφαιρούν το φόβο, ούτε για χάρη του φόβου να σβή-
νουν την αγάπη4 .
Όταν κάποιος βιώνει την άκτιστη αγάπη του Θεού, βρίσκεται έξω από
τα συνηθισμένα μέτρα των ανθρώπων. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να κα-
τανοηθεί και η υπερβολή της ανιδιοτελούς αγάπης, όταν δηλαδή ο γέροντας
δεν θέλει να σωθεί χωρίς τα τέκνα του. Είπε ο γέρων Παΐσιος ότι: «Ένας πνευ-
ματικός, που δεν είναι αποφασισμένος να πάει ακόμη και στην κόλαση για την
αγάπη των πνευματικών παιδιών του, δεν είναι πνευματικός»5 . Αυτή η ανιδιο-
τελής αγάπη αναγκάζει τον πνευματικό πατέρα να μην επιθυμεί τη σωτηρία της
ψυχής του και τον παράδεισο χωρίς να είναι μαζί του και τα πνευματικά του
παιδιά, και να κατανοήσει ότι το αληθινό του συμφέρον βρίσκεται στους άλ-
λους και όχι στον εαυτό του. Ο γέρων Βαρσανούφιος γράφει για ένα πνευματι-
κό τέκνο: «Πείσθητί μοι, [αδελφέ, \οτι τ`ο πνε~υμα πρόθυμόν [εστιν τ~?ω [εμ~?ω ∆ε-
σπότη, χαίροντι [επ`ι τ~?η α[ιτήσει τ~ων δούλων α[υτο~υ· ∆έσποτα, }η συνεισένεγκέ
μοι τ`α τέκνα μου ε[ις τ`ην βασιλείαν σου, }η κ[αμ`ε [εξάλειψον [εκ τ~ης βίβλου σου»6
και στο ίδιο πλαίσιο ο γέρων Ιωσήφ απευθύνεται σε έναν υποτακτικό και τον
παρηγορεί λέγοντας: «Άκουσον της φωνής μου. Μη απελπίζεσαι. Μαζί θα πά-
με τον Παράδεισο. Και αν δεν βάλω εσένα, μήτε εγώ δεν καθίζομαι μέσα» 7 .
Η Χριστιανική διακονία συνεπάγεται ευσπλαχνία αγάπης και η αγάπη
αποτελεί τον κεντρικό πυρήνα στο έργο του πνευματικού πατέρα. Όπως είναι
απαραίτητο σε κάθε χριστιανό να τηρεί τις δύο μεγάλες εντολές, την αγάπη
προς τον Θεό και τον πλησίον, τόσο περισσότερο είναι απαραίτητο στον πνευ-
ματικό πατέρα να είναι προχωρημένος στην αγάπη του Θεού και του πλησίον.

1
«Ο[υδ`εν γ`αρ ούτω πρ`ος διδασκαλίαν [επαγωγόν ω ] ς τ`ο φιλε~ιν κα`ι φιλε~ισθαι». Ιω. Χρυσοστόμου, Ε[ις
Α΄ πρ`ος Τιμόθεον επιστολή,] Ομιλία ΣΤ΄, PG. 62, 529. ΕΠΕ 23, σ. 212.
2
1 Θεσ. 5,12.
3
Βλάχου, Ι.,( Μητρ.), Ο@ιδα {ανθρωπον [εν Χριστ~?ω, \ο.π., σ. 282.
4
Αποφθέγματα, [αββά Ιωάννου του Πέρσου 5, σ. 356.
5
Πασΐου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, \ο.π., σ. 292.
6
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 110, τόμ. Β΄, σ. 244.
7
Βλ. Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστής, Έκφρασις μοναχικής εμπειρίας, Επιστολή 20, Άγιον Όρος
2003, σ. 133.

321
Η καθημερινή μαρτυρία του πνευματικού πατέρα δεν μπορεί να είναι άλλη πα-
ρά η αγάπη του Θεού. Γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «] Ημ~ας δ`ε ε{ι τις
[ερωτήσειε, τί τ`ο τιμώμενον ]υμ~ιν κα`ι προσκυνούμενον: πρόχειρον ε[ιπε~ιν, ]η [α-
γάπη.] Ο γ`αρ Θε`ος ]ημ~ων ]η [αγάπη [εστί»1 .
Η τέλεια αγάπη δεν είναι μία απλή υπόθεση, κατά τον ∆ιάδοχο Φωτι-
κής, την τελειότητα της αγάπης κανείς δεν μπορεί να την αποκτήσει όσο βρί-
σκεται μέσα στο σώμα, παρά μόνο οι άγιοι που έφτασαν ως το μαρτύριο και
την τέλεια ομολογία της πίστης 2 . Αλλά ο πνευματικός προσπαθεί και αγωνίζε-
ται να αποκτήσει την πνευματική αγάπη, την αγάπη που προέρχεται από το Ά-
γιο Πνεύμα, η οποία αποτελεί σημαντική προϋπόθεση στο έργο του, για να α-
ναζητεί το πρόβατον το απολωλός και να είναι κατ’ εικόνα του ευσπλάχνου
Πατέρα στην παραβολή του ασώτου υιού, που θα τον υποδέχεται με αγάπη και
στοργή. Αυτή η αγάπη δεν ξεχωρίζει ούτε διακρίνει μεταξύ άξιων και ανάξιων
ούτε βρίζει «ο[υ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν», αλλά αντίθετα, το ζητούμε-
νο είναι η αγάπη, η οποία κατά τον άγιο ∆ιάδοχο αισθάνεται κανείς ότι μεγα-
λώνει προς εκείνους που τον υβρίζουν 3 .

ε. Η προσευχή.
Η προσευχή του πνευματικού πατέρα υπέρ των τέκνων του είναι ήδη
μια μορφή ευθύνης και ανάληψης ευθυνών. Η προσευχή είναι το κατ’ εξοχήν
έργο του πνευματικού, στο οποίο αναφαίνεται η αλήθεια της «κατ’ εικόνα και
καθ’ ομοίωσιν» Θεού δημιουργίας του. ∆ιότι, όπως αναφέρει ο άγιος Κάλλι-
στος, η προσευχή είναι έργο των λογικών. Γράφει: «Η προσευχή μας χωρίζει
από τα άλογα ζώα, αυτή μας ενώνει με τους Αγγέλους» και ακόμη: «Η προ-
σευχή είναι κοινό έργο Αγγέλων και ανθρώπων και δεν χωρίζει τίποτε τους
Αγγέλους από τους ανθρώπους, όσον αφορά με την προσευχή» 4 . Η προσευχή
χαρακτηρίζεται ως τα «νεύρα της ψυχής» 5 , γιατί, όπως το σώμα συγκρατείται,
συναρμόζεται, και στηρίζεται με τα νεύρα, και αν τα κόψει κανείς, διαλύει όλη
την αρμονία του σώματος· έτσι οι ψυχές συναρμόζονται και στέκονται και δια-
νύουν ευκολότερα το δρόμο της ευσεβείας με τις προσευχές. Σε αυτό το κεφά-
λαιο θα απασχοληθούμε με την προσευχή εξετάζοντας το θέμα σε δυο επίπεδα:
α) σε προσωπικό επίπεδο, δηλαδή την προσευχή του πνευματικού για τον ίδιο,

1
Γρηγορίου Θεολόγου, Ε[ιρηνικ`ος 2, PG. 35, 1136A.
2
∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος 90, Φιλοκαλία Α΄, σ. 267 (319).
3
∆ιαδόχου Φωτικής,\ Οροι δέκα, Φιλοκαλία Α΄, σ. 235 (285).
4
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 29, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
(Ε΄, 53).
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α[ κριβ`ης 29, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
(Ε΄, 53).

322
δηλαδή την προσευχή ως μέσο κοινωνίας με τον Θεό, αλλά και ως μέσο απο-
δοχής του θελήματός Του. β) σε συλλογικό επίπεδο, δηλαδή την προσευχή του
πνευματικού υπέρ των πνευματικών τέκνων του και υπέρ όλου του κόσμου, ως
δραστηριότητα και μεσιτεία του ενώπιον του Θεού.

1. Η προσευχή του πνευματικού ως μέσο θεραπείας του ιδίου και ενίσχυση


του έργου του.

Η προσευχή για τον πνευματικό είναι πάρα πολύ απαραίτητη προϋπό-


θεση, πρώτον στον προσωπικό του αγώνα, διότι τον φέρνει σε κοινωνία με τον
Θεό, εφόσον η προσευχή κατά τον άγιο Θεόληπτο Φιλαδελφείας είναι διάλο-
γος της διάνοιας με τον Κύριο 1 . Ο διάλογος αυτός μεταφέρει λόγια δεήσεως
στον Θεό με ολοκληρωτική προσήλωση του νου προς Αυτόν. Και ο άγιος Νεί-
λος αναγνωρίζει την προσευχή ως ανέβασμα του νου στον Θεό 2 και συνανα-
στροφή του νου μαζί Του 3 . Κατά την προσευχή γίνεται στους άξιους κοινωνία
της μυστικής ενέργειας του Θεού και συνάφεια της διαθέσεώς τους προς την
αγιότητά Του 4 . Η ζωή της προσευχής είναι ένα κριτήριο με το οποίο μπορεί ο
πνευματικός να αναοκαλύπτει τον εαυτό του, παράλληλα αποτελεί απόδειξη
της υγείας της ψυχής. Γράφει ο Ευδοκημώφ: «Η ζωή της προσευχής, η πυκνό-
τητά της, το βάθος της και ο ρυθμός της, μετρούν την πνευματική μας υγεία
και μας αποκαλύπτουν τον ίδιο τον εαυτό μας» 5 . Ο άγιος Νείλος επαινεί την
μεγαλειότητα της προσευχής τονίζοντας ότι, όπως απ’ όλες τις αισθήσεις κα-
λύτερη είναι η όραση, έτσι και απ’ όλες τις αρετές η προσευχή είναι η πιο θεία
και ιερή 6 . Η προσευχή αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της πνευματικής οικο-
δομήσεως της ψυχής και της κατά Χριστόν ζωής κάθε ανθρώπου 7 . Η πνευμα-
τική προσευχή είναι η τροφή του νου, όπως το ψωμί είναι για το σώμα, και η
αρετή είναι για την ψυχή 8 . Η προσευχή είναι η πρέπουσα ενέργεια προς την
αξία του νου· δηλαδή είναι δικό του έργο να προσκολλάται στον Θεό 9 και δεν
υπάρχει τίποτε άλλο πιο αποτελεσματικό από αυτήν και «πρ`ος ε[υδοκίαν Θεο~υ
ο[υδ`εν α[υτ~ης [ωφελιμώτερον» 10 .
Η καθαρή προσευχή κατά τους νηπτικούς Πατέρες τοποθετείται υψηλό-
τερα από την απάθεια, έτσι ώστε εκείνος που έχει την αληθινή προσευχή, έχει
οπωσδήποτε και το νου απαθή. ∆εν συμβαίνει όμως και εκείνος που έχει μόνο
τον νου απαθή, να μπορεί να αποκτήσει και τη αληθινή προσευχή. Και όποιος
πέτυχε την απάθεια, δεν σημαίνει κιόλας ότι προσεύχεται αληθινά. Γιατί κατά

1
Θεολήπτου Φιλαδέλφειας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 7 (149).
2
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 36, Φιλοκαλία Α΄, σ. 180 (223).
3
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 3, Φιλοκαλία Α΄, σ. 177 (220).
4
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 18, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 177 (254).
5
Ευδοκιμώφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, \ο.π., σ. 244.
6
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 150, Φιλοκαλία Α΄, σ. 189 (234).
7
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 29, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
229 (Ε΄, 54).
8
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 101, Φιλοκαλία Α΄, σ. 185 (230).
9
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 84, Φιλοκαλία Α΄, σ. 184 (228).
10
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 95, Φιλοκαλία Α΄, σ. 115 (150).

323
τον άγιο Νείλο, μπορεί ο νους να στέκεται στα υψηλά νοήματα των πραγμάτων
(χωρίς εμπαθείς σκέψεις) και να περισπάται από τις εικόνες τους και να βρί-
σκεται σε απόσταση από τον Θεό 1 . Η καθαρή προσευχή ανακαλεί τις δυνάμεις
της ψυχής από το διασκορπισμό που προκαλούν τα πάθη. Καθαρίζει το λογι-
στικό μέρος της ψυχής, διασώζει το επιθυμητικό μέρος της ψυχής καθαρό ένα-
ντι του Θεού, γιατί, καθώς συνδέεται και συνομιλεί με το Θεό που είναι άπει-
ρος και υπερφυσικά αγαθός και καλός εκ φύσεως, προσκολλά όλη την επιθυ-
μία του ανθρώπου στον Θεό. Επίσης καταπραΰνει το θυμικό, όσο πέφτει
μπροστά στον Θεό και τον ικετεύει και παρακαλεί και ταπεινώνει την ψυχή.
Συνελόντι ειπείν: «πάσας δυνάμεις ψυχής και πάσας ενέργειας, πρακτικάς τε
και νοεράς, η οσία προσευχή καθαίρει και [ανορθο~ι· και μάλιστα προσλαβομέ-
νη μεθ’ ]εαυτής και θεωρίαν Θεού και τον επόμενον θε~ιον έρωτα [εν ]ησύχ?ω
διαίτ?η και [αγωγ~?η κατά τα πρ`ιν ε[ιρημένα» 2 .
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς θέτει δύο τρόπους για να ενώνεται κανείς
με τον Θεό κατά το δυνατόν. Ο πρώτος γίνεται με την μετοχή των όμοιων αρε-
τών και ο δεύτερος, με την κοινωνία κατά την προσευχή προς τον Θεό με τη
δέηση και την ένωση. Η κοινωνία δια μέσου των αρετών κάνει τον αγωνιστή
κατάλληλο να υποδέχεται το θείον, δεν τον ενώνει όμως μαζί Του, ενώ η δύ-
ναμη της προσευχής ιερουργεί και τελετουργεί την ανάταση και την ένωση του
ανθρώπου με το Θεό 3 . Η Εκκλησία δια της γλώσσας του αγίου Νείλου ταυτίζει
τον θεολόγο με τον αληθινό προσευχόμενο, διότι και οι δύο έρχονται σε επι-
κοινωνία με τον Θεό και επομένως και στη θεία γνώση: «Αν είσαι θεολόγος,
θα προσευχηθείς αληθινά. Και αν προσεύχεσαι αληθινά, είσαι πράγματι θεολό-
γος» 4 .
Ο δεύτερος τρόπος της επικοινωνίας αφορά το έργο της καθοδήγησης
που έχει αναλάβει ο πνευματικός. Η προσευχή είναι δάσκαλος και καθοδηγη-
τής, αλλά και από τη φύση της προτρέπει σε κάθε αγαθό. Ο άγιος Κάλλιστος
Αγγελικούδης προσδιορίζει ότι η πνευματική προσευχή έχει ως απαραίτητη
συνέπεια τις εξής τρεις αναγκαιότητες: διδασκαλία όσων αρμόζουν στους
πνευματικούς, στήριξη στους αγώνες της πράξεως, και προπάντων δύναμη που
διευκολύνει την εκτέλεση των δυσχερών 5 .
Η προσευχή είναι μια ένδειξη αγάπης 6 με την οποία πραγματώνεται η
εκπλήρωση των δύο μεγάλων εντολών, πρώτον της αγάπη προς τον Θεό. Ο ά-
γιος Νείλος λέγει ότι εκείνος που αγαπά τον Θεό συνομιλεί μαζί Του δια της
προσευχής ως γιος προς τον πατέρα του 7 · Και δεύτερον της αγάπης προς τον
πλησίον. Η ανακεφαλαίωση κάθε αγαθής επιμελείας και η κορυφή των κατορ-
θωμάτων είναι η επιμονή προσευχή. Με την προσευχή αποκτώνται και οι άλ-
λες αρετές και ο Θεός που Τον επικαλούμαστε απλώνει το χέρι Του σε βοήθει-

1
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 56, Φιλοκαλία Α΄, σ. 181(225).
2
Καλλίστου Τηλικούδη, Περ`ι ]ησυχαστικ~ης τριβ~ης, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 370 (Ε΄, 209).
3
Γρηγορίου Παλαμά, Περ`ι προσευχ~ης κα`ι καθαρότητος καρδίας 1, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 132 (289).
4
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 61, Φιλοκαλία Α΄, σ. 182 (225).
5
Καλλίστου Αγγελικούδη, Τ`α ε[ λλείποντα κεφάλαια 22, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 309 (Ε΄, 144).
6
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ``ι ψευδωνύμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 103 (174).
7
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 55, Φιλοκαλία Α΄, σ. 181 (225). και ιδίου, 118, σ. 187 (231).
«Μακάριος είναι ο νους, ο οποίος, προσευχόμενος χωρίς περισπασμούς, αποκτά διαρκώς περισσότερο
πόθο προς το Θεό»

324
α. Οι άγιοι Ξανθόπουλοι αντιπαραβάλλουν την προσευχή με μία βασίλισσα, η
οποία, όταν μπαίνει σε μια πόλη, ακολουθείται κατ’ ανάγκη από όλο τον πλού-
το· έτσι και η προσευχή όταν μπαίνει στην ψυχή του ανθρώπου, κατ’ ανάγκη
θα μπει μαζί της κάθε αρετή 1 .
Το μυστήριο της προσευχής δεν τελείται σε ορισμένο καιρό και τόπο. Η
προσευχή για τον πνευματικό είναι απαραίτητη κάθε στιγμή και είναι η εγγύη-
ση που τον προφυλάσσει από σφάλματα, όπως παρατηρεί ο άγιος Μάρκος:
«Όσα λέμε ή κάνουμε χωρίς προσευχή, ύστερα βγαίνουν ή σφαλερά ή επιβλα-
βή, και μας ελέγχουν εμπράκτως» 2 · και ο σύγχρονος γέρων Σωφρόνιος γράφει:
«Συνεπ~ως ε@ιναι [απαραίτητος ε[ις πάντας [ανεξαιρέτως τούς πνευματικούς ]η θερ-
μή κα`ι διηνεκής προσευχή [εν γένει και [εν εκάστ?η [ιδιαίτερα περιπτώση, όπως
Α[υτός ]ο Κύριος διαφυλάξ?η α[υτούς [από σφαλμάτων [εν τ~?η διακονί?α α[υτ~ων» 3 . Η
προσευχή βοηθά τον πνευματικό να προσφέρει τον ωφέλιμο λόγο στον τέκνο
του. Όταν κάποιοι είπαν για τον άγιο Σεραφείμ ότι έχει διορατικό χάρισμα και
γνωρίζει τα εκκριμένα των άγνωστων συνομιλιών, εκείνος απάντησε ότι δεν
είχε κάτι τέτοιο αλλά προσεύχεται κατά το χρόνο της συνομιλίας του με τον
άνθρωπο και η πρώτη σκέψη που του έρχεται στο νου από την προσευχή,
γίνεται αποδεκτή ως δεδομένη από τον Θεό 4 . Αυτό σημαίνει ότι απογυμνώθη-
κε από το θέλημα και από το φρόνημά του, όπως ακριβώς υπογραμμίζει ο άγι-
ος Νείλος, ότι γίνεται η απόρριψη των σκέψεων και η άρνηση του εαυτού μας
κατά την στιγμή της προσευχής5 . Έτσι ζητά ο άγιος Νείλος να κάνει ο πνευ-
ματικός την προσευχή το καταφύγιό του, για να εξετάσει από πού προέρχονται
οι σκέψεις, από τον Θεό ή από τους δαίμονες, και να Τον παρακαλέσει αν
προέρχεται από Αυτόν η σκέψη, Αυτός να τον φωτίσει· αν όμως δεν προέρχε-
ται από Αυτόν, να εκδιώξει το ταχύτερο τον πλάνο δαίμονα 6 .
Ωφελεί ιδιαίτερα τον πνευματικό στην εργασία της πνευματικής καθο-
δήγησης η επίκληση του θείου ονόματος, διότι, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο
Σιναΐτης: «Αρχή κάθε εργασίας θεάρεστης είναι η επίκληση με πίστη του σω-
τηρίου ονόματος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» 7 . Όταν η διάνοια επικαλεί-
ται συνεχώς το όνομα του Κυρίου και ο νους προσέχει με ενάργεια στην επί-
κληση του θείου ονόματος, έρχεται το φως της γνώσεως του Θεού κι επισκιά-
ζει ολόκληρη την ψυχή 8 . Αυτή είναι η συμβουλή του αγίου Μάρκου προς κάθε
άνθρωπο: «Να κάνεις σταθερή και επίμονη δέηση για κάθε πράγμα, ώστε τίπο-
τε να μην κάνεις χωρίς τη βοήθεια του Θεού» 9 .
Το ερώτημα που προκύπτει είναι: τι πρέπει να ζητά ο πνευματικός στην
προσευχή του; Πάνω σε αυτό ο άγιος Νείλος απαντά: Στην προσευχή σου να
ζητάς μόνο την δικαιοσύνη και τη βασιλεία, δηλαδή την αρετή και την πνευμα-
1
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 29, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
229 (Ε΄, 54).
2
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 108, Φιλοκαλία Α΄, σ. 116 (151).
3
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, \ο.π., σ. 223.
4
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, σ. 212.
5
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 18 και 71, Φιλοκαλία Α΄, σ. 178· 182 (226).
6
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 94, Φιλοκαλία Α΄, σ. 185 (229).
7
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~ω ? α[ κριβ`ης 8, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
(Ε΄, 25) 202.
8
Θεολήπτου Φιλαδέλφειας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 8 (149).
9
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 94, Φιλοκαλία Α΄, σ. 115 (150).

325
τική γνώση και όλα τα υπόλοιπα θα σου προστεθούν 1 . Ο άγιος Πέτρος ο ∆α-
μασκηνός αναφέρει ένα παράδειγμα για το πώς πρέπει να είναι η προσευχή για
τον εαυτό μας. Γράφει το εξής: «Κύριε κάνε με τέτοιον που με θέλεις και με
όποιον τρόπο θέλεις, είτε θέλω, είτε δεν θέλω· μη χάσω μόνο τη θέση στα δε-
ξιά Σου την ημέρα της κρίσης, Κύριε Ιησού Χριστέ, Θεέ μου, και ας είμαι ο
τελευταίος από τους δούλους Σου που σώζονται»2 .
Μια τέτοια προσευχή είναι θύρα πολλών αρετών και οι καρποί της είναι
η αγάπη, η ταπεινοφροσύνη, η απλότητα, η αγαθότητα, και η διάκριση. Οι
καρποί αυτοί θα κάνουν φανερή την προκοπή και την επίδοση του προσευχο-
μένου στα θεία, ενώ θα παρακινήσουν και τους άλλους στον ίδιο ζήλο 3 . Ο ά-
γιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης παρατηρεί ότι η αρχή της χάρης στην προσευχή
παρουσιάζεται με διάφορες μορφές και αναγνωρίζεται η κατανομή των χαρι-
σμάτων του Πνεύματος με διάφορους τρόπους, γιατί, όπου παρατηρείται ο
καρπός του Πνεύματος, εκεί υπάρχει και η ποιότητα της προσευχής 4 .

1. Τα τρία στοιχεία της προσευχής:


Ο άγιος Πέτρος ο ∆αμασκηνός αναφέρει, ότι η προσευχή πρέπει να πε-
ριέχει τα εξής τρία στοιχεία: πρώτα την ευχαριστία, έπειτα την εξομολόγηση
και τέλος τα λοιπά της προσευχής, εννοώντας την προσευχή υπέρ όλων 5 . Έτσι
ο Άγιος αρχίζει την προσευχή του με ευχαριστία ως εξής: «Κύριε πολυέλεε, Σε
ευχαριστώ, Σε δοξάζω, Σε υμνώ και Σε προσκυνώ, γιατί με αξίωσες τον ανάξιο
αυτή την ώρα να Σε ευχαριστώ…Σε δοξολογώ με όλη την καρδιά, Κύριε, Θεέ
μου, και δοξάζω το όνομά Σου στον αιώνα». Είναι ομολογία της ανικανότητας
για ευχαριστία και της αμέλειάς του να ευχαριστήσει τον Θεό σε άλλους και-
ρούς. Και μετά συνεχίζεται με εξομολόγηση των αμαρτιών και την αδυναμία
του: «Αμάρτησα, ανόησα, ασέβησα, έπραξα το πονηρό ενώπιόν Σου και δεν
είμαι άξιος να ατενίσω και να δω το ύψος του ουρανού…Ελέησέ με, Κύριε,
γιατί είμαι αδύνατος, και συγχώρησε το πλήθος των αμαρτιών μου. Μη με α-
φήσεις άλλο να αμαρτήσω ή να πλανηθώ από τον ίσιο δρόμο Σου…, και δίδα-
ξε με να πράττω το θέλημά σου». Ο άγιος ομολογεί τις ασθένειές του, συνειδη-
τοποιεί τη δική του πτώση και την προσωπική του τραγωδία, γνωρίζοντας ότι η
τραγωδία αυτή άρχισε από τον Προπάτορα Αδάμ. Βλέπει δια μέσου της προ-
σωπικής του καταστάσεως ολόκληρη την ανθρωπότητα όλων των αιώνων και
ταυτίζεται με αυτήν 6 .
Και στη συνέχεια ο άγιος προσεύχεται για όλον τον κόσμο, ζωντανούς
και νεκρούς, λέγοντας: «Ελέησε και τους αδελφούς και πατέρες μου και όλους
τους απανταχού μοναχούς και ιερείς, τους γονείς μου, τους αδελφούς και συγ-
γενείς· εκείνους που μας υπηρετούν και μας υπηρέτησαν· εκείνους που προ-
σεύχονται για μας και όσους μας έδωσαν εντολή να προσευχόμαστε γι’ αυ-
1
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 39, Φιλοκαλία Α΄, σ. 180 (223).
2
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι τρίτης θεωρίας, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 41 (106).
3
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ [άγιος Μακαρίου το~υ
Α[ιγυπτίου 19, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 177 (255).
4
Νικήτα Στηθάτου, ∆εύτερη ]εκατοντ`αδα φυσικ~ων κεφαλαίων 71, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 316 (∆΄, 99).
5
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδωνύμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 103 (173).
Πρβλ. Θεοδώρου Εδέσσης, Θεωρητικόν, Φιλοκαλία Α΄, σ. 330 (Β΄, 40).
6
Βλ. Ζάχαρου, Ζ., Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, ο\ .π., σ. 336.

326
τούς..». Και έπειτα για όσους έχουν φύγει από τη ζωή, ώστε να βρουν σωτηρία,
αλλά και για να έχει πάντα μνήμη θανάτου: «Ανάπαυσε τους πατέρες και τους
αδελφούς μας που έφυγαν από τη ζωή». Τέλος, προσπίπτει ικετεύοντας σε ό-
λους τους Αγίους παρακαλώντας τους να ικετεύσουν στον Κύριο για χάρη του.
Λέγει: «Με τις προσευχές όλων, δείξε οίκτο στην αθλιότητα μου, σπλαχνίσου
με στην απώλειά μου, κοίτα πόσο έχω καταπονηθεί απ’ όλα», γιατί όπως λέγει,
«και εγώ έχω ανάγκη από την προσευχή όλων».
Η προσευχή μεταξύ πνευματικού και υποτακτικού είναι αμοιβαία, ο
πνευματικός έχει ανάγκη από την προσευχή των άλλων, ιδιαίτερα από αυτήν
των τέκνων του. Ο γέρων Βαρσανούφιος σε κάθε περίπτωση, όταν ένας αδελ-
φός τον παρακαλέσει να προσεύχεται γι’ αυτόν ή να του απαντήσει σε μια ε-
ρώτηση, ο γέρων τελειώνει την απόκριση με αυτή την παράκληση: «Εύχου για
μένα, αδελφέ» ή «σας ασπάζομαι όλους [εν Κυρί?ω και σας παρακαλώ να εύχε-
σθε για μένα χάριν της αγάπης» 1 .
Ο άγιος Πέτρος σχετικά με την προσευχή για τους άλλους ομολογεί λέ-
γοντας ότι: «∆εν τολμώ να προσεύχομαι για όλους, αλλά μόνο για τις πολλές
μου αμαρτίες και για να χαλιναγωθεί κάθε κακία μου και πονηρή συνήθεια,
γιατί δεν μπορώ να αντισταθώ. Παρακαλώ τον Παντοδύναμο να σταματήσει
τις ορμές των παθών μου και να μη με αφήσει να αμαρτήσω σε Αυτόν ούτε σε
κανένα άνθρωπο, ώστε να λάβω από αυτό σωτηρία κατά χάριν. Και από τη θύ-
μηση αυτή ν’ αποκτήσω πόνο ψυχής και ικανότητα να προσεύχομαι για τους
άλλους, εκπληρώνοντας την εντολή που λέγει ο Κύριος 2 αλλά και ο Απόστο-
λος 3 , και να έχω αγάπη προς όλους» 4 . Με αυτό το παράδειγμα μπορούμε να
πούμε ότι ο άνθρωπος προσφέρει στον Θεό μετάνοια πρώτα για τον εαυτό του
κι έπειτα για όλους τους ομοιοπαθείς συνανθρώπους του. Ζει κατ’ αρχήν το
δράμα της δικής του πτώσης και του χωρισμού του από τον Θεό, και ύστερα,
με φυσιολογικό τρόπο, ενισχυμένος από το Πνεύμα του Χριστού, επεκτείνεται
με αδαμιαία συνείδηση να ζήσει και να εισέρθει στην τραγωδία όλου του κό-
σμου και όλης της ανθρωπότητας και να ικετεύσει για τη σωτηρία πάντων 5 .

2. Προσευχή και δάκρυα:


Η προσευχή για να ενεργεί και να είναι αποδεκτή από τον Θεό πρέπει
να είναι συνυφασμένη με τα δάκρυα, όπως λέγει ο άγιος Νείλος: «Να χρησι-
μοποιείς τα δάκρυα για να επιτύχεις κάθε αίτημά σου. Γιατί πολύ χαίρεται ο
Κύριος, όταν προσεύχεσαι με δάκρυα» 6 . Ο άγιος Νείλος συμβουλεύει τον προ-
σευχόμενο να είναι το πρώτο αίτημά του στον Κύριο να λάβει το χάρισμα των
δακρύων, για να μαλακώσει την αγριότητα της ψυχής του και έπειτα να εξομο-
λογείται τις αμαρτίες του, για να λάβει την άφεση 7 . Τα δάκρυα όμως δεν είναι
αυτοσκοπός, αλλά είναι βοήθεια για τον προσευχόμενο, ώστε να μπορέσει να
1
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 111-112, τομ. Α΄, σ.
251.
2
Λκ. 6,28.
3
Ιακ. 5,16.
4
Πέτρου ∆αμασκηνού, Περ`ι ψευδωνύμου γνώσεως δήλωσις, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 103 (174).
5
Ζάχαρου, Ζ., Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, σ. 337.
6
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 6, Φιλοκαλία Α΄, σ. 177 (221).
7
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 5, Φιλοκαλία Α΄, σ. 177 (220).

327
εξομολογηθεί με προθυμία τις αμαρτίες του σε Αυτόν και να Τον εξευμενίσει
με αυτά, παρατηρεί ο άγιος Νείλος: «πολλοί, εκεί που έχυναν δάκρυα για τις
αμαρτίες τους, λησμόνησαν το σκοπό των δακρύων, υπερηφανεύτηκαν και ξε-
στράτισαν» 1 . Τα δάκρυα στην προσευχή είναι ένδειξη ότι τα λόγια μας έχουν
εισέλθει στα βάθη της καρδιάς: «Αν τα λόγια της προσευχής δεν εισχωρούν
στο βάθος της ψυχής, δεν θα αφεθούν τα δάκρυα να ξεχυθούν στην επιφάνεια
του προσώπου» 2 . Ενώ αντιθέτως η απουσία των δακρύων είναι απόδειξη πώ-
ρωσης της καρδιάς και απομάκρυνσης από τον Θεό: «Όταν νομίσεις ότι δεν
έχεις ανάγκη από δάκρυα στην προσευχή σου για τις αμαρτίες σου, σκέψου
πόσο έχεις απομακρυνθεί από τον Θεό, ενώ οφείλεις να βρίσκεσαι διαρκώς κο-
ντά σε Αυτόν και τότε θα δακρύσεις με μεγαλύτερη θέρμη» 3 .
Ο πνευματικός, όταν βρει στην καρδιά του την επαφή με τον Χριστό δια
μέσου της προσευχής, θεραπεύεται από τη χάρη Του. Τότε δια του Χριστού
ξαναβρίσκει τον κόσμο μέσα του και συνδέεται μαζί του με το σύνδεσμο της
αγάπης, αγάπης που αγκαλιάζει όλη την ανθρωπότητα. Ο άγιος Σιλουανός για
σαράντα περίπου χρόνια προσευχόταν με τα λόγια: «∆έομαί Σου, Ελεήμον
Κύριε, όπως Σε γνωρίσουν δια Πνεύματος Αγίου πάντες οι λαοί της Γης» 4 . Οι
άγιοι Ξανθόπουλοι παραπέμπουν από τον άγιο Ιωάννης της Κλίμακος στην
ουσιαστική έννοια της προσευχής: «Η προσευχή στην ουσία της είναι συνομι-
λία και ένωση ανθρώπου και Θεού· στην ενέργεια της είναι διατήρηση του κό-
σμου, συμφιλίωση με τον Θεό, μητέρα των δακρύων αλλά και θυγατέρα…,
πηγή των αρετών, πρόξενος των χαρισμάτων, φωτισμός του νου…» 5 .

2. Η προσευχή του πνευματικού και η μεσιτεία του υπέρ των τέκνων.


Η ορθόδοξη καθοδήγηση δεν γίνεται μόνο με προφορικούς λόγους και
γραπτά κείμενα, αλλά κυρίως με έντονη προσευχή και θυσιαστική διάθεση. Η
προσευχή του πνευματικού πατέρα υπέρ των πνευματικών του τέκνων εντάσ-
σεται στο γενικότερο πλαίσιο της προσευχής Του χριστιανού υπέρ των άλλων 6 .
Ο ίδιος ο Χριστός στην αρχιερατική προσευχή του έδωσε το παράδειγμα προ-
σευχόμενος υπέρ των μαθητών Του και υπέρ όλων εκείνων, οι οποίοι θα πι-
στεύσουν δια της διδασκαλίας αυτών 7 . Όπως ο Χριστός προσευχήθηκε, κατ’
αναλογίαν οφείλουν και οι πατέρες να προσεύχονται δια τα πνευματικά τέκνα
των. Είναι συμμετοχή στο απολυτρωτικό έργο του Χριστού, ο οποίος αίρει το
βάρος της αμαρτίας του κόσμου 8 .
Η προσευχή του πνευματικού υπέρ των τέκνων του είναι γνωστή από
την Αποστολική εποχή. Ο Απόστολος Παύλος στην επιστολή του προς Τιμό-
θεον, του λέγει ότι τον μνημονεύει ημέρας και νυκτός: «ὡς ἀδιάλειπτον ἔχω τὴν

1
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 8, Φιλοκαλία Α΄, σ. 178 (221).
2
Ηλία Πρεσβυτέρου, Γνωστικά κεφάλαια 100, Φιλοκαλία Β΄, σ. 309 (Γ΄, 41).
3
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 78, Φιλοκαλία Α΄, σ. 183 (227).
4
Σαχαρώφ, Σ., Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 345.
5
Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω α [ κριβ`ης 29, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
229 (Ε΄, 54).
6
Βλ. Hausherr, I., Spiritual direction in the early Christian east, ο\ .π., σ. 130.
7
Ιω. 17,1-26. Βλ. Χριστοφορίδου, Β., Η πνευματική πατρότης κατά Συμεών τον νέον Θεολόγον, \ο.π.,
σ. 100.
8
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Οψόμεθα τον Θεόν καθώς [εστι, \ο.π., σ. 77.

328
περὶ σοῦ μνείαν ἐν ταῖς δεήσεσί μου νυκτὸς καὶ ἡμέρας» 1 , αλλά και προσεύχεται
υπέρ όλης της Εκκλησίας: «διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ
ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον» 2 . Στο μαρτύριο
του αγίου Πολυκάρπου αναφέρεται ότι πριν τον πάρουν για το μαρτύριο: «διέ-
τριβε μετ’ [ολίγων, νύκτα και ημέραν ο[υδέν έτερον ποι~ων, {η προσευχόμενος
περί πάντων και τ~ων κατά την [οικουμένην εκκλησιών· όπερ @ην σύνηθες
α[υτ~?ω» 3 . Και ο Απόστολος Ιάκωβος μας προτρέπει να προσευχόμαστε υπέρ αλ-
λήλων: «ἐξομολογεῖσθε ἀλλήλοις τὰ παραπτώματα, καὶ εὔχεσθε ὑπὲρ ἀλλήλων,
ὅπως ἰαθῆτε» 4 . Στη μοναχική πολιτεία οι επιστολές του Αγίου Βαρσανουφίου
μας δείχνουν ότι οι φράσεις «[ Αββ~α, κακ~ως έχω, δέομαί σου, ε@υξαι [υπέρ [εμο~υ
]ως ο@ιδας, ότι χρ?ήζω [ελέους Θεο~υ» 5 ή στην περίπτωση της δοκιμασίας, «Κάνε
ευχή για μένα, πάτερ, διότι πολύ θλίβομαι από τους λογισμούς της πορνείας,
της δειλίας…» 6 ήταν γνωστές όπως και το να ζητά ο υποτακτικός την προσευ-
χή του καθηγούμενου, ήταν σαν κανόνας 7 .
Η προσευχή υπέρ των άλλων είναι πράξη αγάπης, γράφει ο γέρων Σω-
φρόνιος: «Θα αγαπήσουμε τους άλλους, όταν προσευχόμαστε γι’ αυτούς. Για
να καταλάβουμε αυτό που απασχολεί τον άλλο πρέπει να προσευχόμαστε με
την καρδιά μας γι’ αυτόν. Τότε βλέπουμε τις ανάγκες που έχει και φροντίζουμε
για την επίλυση τους» 8 . Η προσευχή παρουσιάζεται ένα έργο με το οποίο μι-
μηθούμε τους Αγγέλους: «∆ίκαιο είναι να μην προσεύχεσαι μόνο για τη δική
σου κάθαρση από τα πάθη, αλλά και για την κάθαρση κάθε ανθρώπου, για να
μιμηθείς τον αγγελικό τρόπο», είπε ο άγιος Νείλος 9 . Ο π. Σωφρόνιος γράφει
για ένα από τα πνευματικά του παιδιά: «Μο~υ είναι αδύνατο να προσεύχομαι
μόνον για τον εαυτό μου. Συνεχώς προσεύχομαι για τους δυο μας» 10 . Ο άγιος
Θεόδωρος ζητά από τον προσευχόμενο να εκβάλει από την ψυχή του το πάθος
της μνησικακίας και να μη δώσει καθόλου τόπο στην έχθρα, γιατί τα πάθη αυ-
τά αντιπαρατίθενται στο πνεύμα της προσευχής και θα τον αφήσουν χωρίς
παρρησία στην προσευχή του 11 . Η προσευχή του πνευματικού πρέπει να γίνε-
ται πάντα για τη σωτηρία των άλλων, λέγει ο άγιος Νείλος: «να αγωνίζεσαι να
μην προσευχηθείς εναντίον κανενός στην προσευχή σου, για να μη γκρεμίσεις
ό,τι κτίζεις με το να κάνεις σιχαμερή την προσευχή σου» 12 .
Η προσευχή για τα πνευματικά τέκνα είναι βασικό προσόν και καθήκον
του πνευματικού πατέρα, αφού άλλωστε η προσευχή για τον πλησίον αποτελεί
υποχρέωση κάθε πιστού. Ύψιστο υπόδειγμα παραμένει, όπως αναφέραμε, η

1
2 Τιμ. 3,1.
2
Πραξ. 20,31.
3
Μαρτύριο Πολυκάρπου 5,1-2, ΒΕΠΕΣ 3, σ. 22.
4
Ιακ. 5,16.
5
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 544, τόμ. Γ΄, σ. 23.
6
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 258-259, τόμ. Β΄, σσ.
101-106.
7
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 461-2, τόμ. Β΄, σσ. 397-
99. Πρβλ. Hausherr., I. Spiritual direction in the early Christian east, \ο.π., σ. 130.
8
Βλάχου, Ι.,( Μητρ.), Ο@ιδα {ανθρωπον [εν Χριστ~?ω, \ο.π., σ. 290.
9
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 40, Φιλοκαλία Α΄, σ. 180 (223).
10
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Αγώνας θεογνωσίας, \ο.π., σ. 61.
11
Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελή κεφαλαία 26, Φιλοκαλία Α΄, σ. 306 (Β΄, 16).
12
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 103, Φιλοκαλία Α΄, σ. 186 (230).

329
Γεθσημάνεια αρχιερατική προσευχή του Κυρίου 1 . Η προσευχή του πνευματι-
κού πατέρα υπέρ των άλλων είναι υποχρέωση της διακονίας του, όπως λέγει ο
Γέρων Σωφρόνιος: «Ο πνευματικός [εν τ~?η διακονί?α [αυτού ευρίσκεται ε[ις την
ανάγκη να προσεύχεται πάντοτε υπέρ των ανθρώπων, των [εγγ`υς και τ~ων μα-
κράν» 2 . Ο ρόλος του πνευματικού δεν τελειώνει με το να δίνει συμβουλές με
αποσπασματικό τρόπο. Ζητά επίσης να αναλάβει την ψυχή των πνευματικών
του παιδιών στη δική του ψυχή, τη ζωή τους στη ζωή του. Καθήκον του είναι
να προσεύχεται γι’ αυτά και η συνεχής μεσολάβηση για χάρη τους είναι πιο
σημαντική από τους συμβουλευτικούς του λόγους· δια μέσου δε της προσευ-
χής βοηθά τον εαυτό του και τους άλλους: «Είναι καλό να ωφελούμε με λόγια
όσους ρωτούν, καλύτερο όμως είναι να τους βοηθούμε με την προσευχή και
την αρετή. Γιατί εκείνος που προσφέρει τον εαυτό του στον Θεό, βοηθά με αυ-
τές και τον εαυτό του και τον πλησίον» 3 .
Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος μας διδάσκει ότι, αν έρθει ένας αδελ-
φός και σε ρωτήσει, επειδή έχει ένα πόλεμο, μην τον διώξεις και όπως σε φω-
τίζει η χάρη, ωφέλησέ τον, αλλά μόλις φύγει, συνεχίζει ο άγιος, σήκωσε τα χέ-
ρια σου προς τον Θεό και προσευχήσου με δάκρυα και στεναγμούς για τον α-
δελφό, λέγοντας: «Κύριε ο Θεός, εσύ που δεν θέλεις τον θάνατο του αμαρτω-
λού, οικονόμησε για τον αδελφό, όπως γνωρίζεις και συμφέρει σ’ αυτόν». Και
ο Θεός, που γνωρίζει την πίστη του αδελφού προς εσένα και τη δική σου συ-
μπάθεια από αγάπη και την ειλικρινή προσευχή σου για τον αδελφό, θα ανα-
κουφίσει τον σαρκικό του πόλεμο 4 . Η προσευχή υπέρ του πλησίον είναι προτι-
μότερη από τον έλεγχο για τα αμαρτήματά του, γράφει ο Μάρκος ο Ασκητής:
«Καλύτερα να προσεύχεσαι με ευλάβεια για τον πλησίον, παρά να τον ελέγχεις
για κάθε αμάρτημα» 5 .
Μαρτυρίες της προσευχής του ποιμένα για τα λογικά του πρόβατα συ-
ναντούμε ήδη στα Αποφθέγματα και τη βίβλο των Βαρσανουφίου και Ιωάν-
νου 6 . Ο άγιος Βαρσανούφιος επιμένει να λέει στα πνευματικά του παιδιά: «Ο
Θεός γνωρίζει πως δεν υπάρχει ώρα, δεν υπάρχει ούτε δευτερόλεπτο που να μη
σας έχω στο μυαλό και στις προσευχές μου… Παίρνω επάνω μου την καταδίκη
σας και με τη χάρη του Θεού, δεν θα σας εγκαταλείψω ούτε στον νυν αιώνα,
ούτε στον μέλλοντα» 7 . Ο πνευματικός έχει υποχρέωση να προσεύχεται και πο-
λύ περισσότερο, όταν τούτο ζητά ο υποτακτικός ιδιαιτέρως στις στιγμές πόνου,
δοκιμασίας και θλίψεων 8 .
1
Ιω. 17,1-26.
2
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, σ. 239.
3
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 101, Φιλοκαλία Α΄, σ. 116 (151). Πρβλ.
Ware, K. (Επισ.), Η εντός ημών Βασιλεία, \ο.π., σ. 221.
4
Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α 151, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 270 (Γ΄, 47).
5
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ 132, Φιλοκαλία Α΄, σ. 104 (138).
6
Αναφέρουμε παραδείγματα από την προσευχή του Βαρσανουφίου προς τα τέκνα του. «Ο Θεός της
ειρήνης να σας αγιάσει και ολόκληρο το πνεύμα σας και η ψυχή και το σώμα είθε να παραμείνουν
καθαρά και άγια κατά την παρουσία του Κυρίου». Και «Εγώ δέομαι προς Αυτόν να σου χαρίσει κάθε
αγαθό δώρημα και να είναι μαζί σου στον αιώνα». Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Ερώτηση 263 και
353, τομ. Α΄, σ. 115, 235.
7
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 208, τόμ. Α΄, σ. 433.
8
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 544, τομ. Γ΄, σ. 23. Σε
μια επιστολή γράφει ο π. Σωφρόνιος σε ένα τέκνο: «Προσευχόμενος για σας τη νύχτα της Παρασκευής
έκλαιγα, όπως κλαίνε τους νεκρούς. Να σας δώσει ο Κύριος την ανδρεία να ταπεινωθείτε και να υπο-

330
Ο πνευματικός παύει να ζει για τον εαυτό του, αλλά προσεύχεται και
μεριμνά για όλους τους ανθρώπους και η προσευχή του καλύπτει όλες τις δυ-
νατές καταστάσεις της ζωής, θετικές και αρνητικές· η προσευχή του αυξάνεται
και παίρνει κοσμικές διαστάσεις 1 . Μακάριος είναι ο μοναχός, λέγει ο άγιος
Νείλος, ο οποίος τη σωτηρία και την προκοπή όλων τη βλέπει με πολλή χαρά
σαν να ήταν δική του 2 . Ο πνευματικός ποθεί για κάθε άνθρωπο τη μερίδα του
Φωτός της χάριτος και της ζωής που ο ίδιος αξιώθηκε να γνωρίσει 3 . Η προ-
σευχή του πνευματικού υπέρ των τέκνων του είναι τόσο θερμή, όσο όταν προ-
σεύχεται υπέρ του ιδίου, διότι η ζωή του ταυτίζεται με τη δική τους: «] Ο πνευ-
ματικός παραδίδων τήν ζωήν α[υτού ε[ις τήν διακονίαν ταύτην, …εύχεται ]υπέρ
τ~ων άλλων ω] ς και υπέρ α[υτο~υ το~υ ιδίου, διότι ]η ζωή α[υτών [εταυτίσθη μετά τ~ης
ζωής α[υτο~υ» 4 .

1. Η μεσιτεία του πνευματικού:


Η μεσιτεία του πνευματικού πατέρα αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα
στον αγώνα των τέκνων κατά των παθών, όπως και στο να φτάσουν εκείνα στη
θέωσή. Με την προσευχή ο πνευματικός έρχεται σε κοινωνία με τον Θεό και
τα τέκνα του, γίνεται μέτοχος όλων των δοκιμασιών και όλων των προβλημά-
των τους. Η προσευχή του ενδέχεται να δώσει την δυνατότητα να αισθανθούν
μερικές φορές την πνευματική ή την ψυχική κατάστασή τους εκείνοι, για τους
οποίους απευθύνεται η προσευχή προς τον Θεό 5 . Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης
ζητά από τον ηγούμενο μία από τις προσευχές του ώστε να κατορθώσει να
συμμετάσχει στον πόνο και στις διαθέσεις κάθε αδελφού ανάλογα με την τάξη
και την αξία του καθενός 6 . Έτσι κατανοούνται τα λόγια του αγίου Σιλουανού:
«Να προσεύχησαι υπέρ των ανθρώπων σημαίνει να χέ?ης αίμα» 7 και τα λόγια
του αγίου Νείλου ότι: «Μοναχός είναι εκείνος που θεωρεί τον εαυτό του ένα
μαζί με όλους, με το να πιστεύει αδιάλειπτα ότι στον καθένα βλέπει τον εαυτό
του» 8 .
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος επισημαίνει την αναγκαιότητα ενός οδη-
γού και μεσίτη, ενός νέου Μωϋσή, προκειμένου να ελευθερωθεί ο αγωνιζόμε-
νος από τα πάθη της ψυχής και της σάρκας. Ο πνευματικός στηρίζει τα τέκνα
του με την προσευχή του υψώνοντας τα χέρια του για χάρη τους, ώστε να πε-
ράσουν το πέλαγος των παθών 9 . Ο ίδιος παραβάλλει τη μεσιτεία των αγίων με

μείνετε τις αναπόφευκτες εξουθενώσεις και τις άλλες θλίψεις». Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Αγώνας θεο-
γνωσίας, σ. 56.
1
Ζάχαρου, Ζ., Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, σ. 207.
2
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ`ης 122, Φιλοκαλία Α΄, σ. 231.
3
Ζάχαρου, Ζ., Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, σ. 333.
4
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περ`ι προσευχής, \ο.π., σ. 240.
5
Σαχαρώφ, Σ., Περί προσευχής, σ. 245.
6
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τον ποιμένα, PG. 88, 1169C.
7
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, \ο.π., σ. 77.
8
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 125, Φιλοκαλία Α΄, σ. 187 (231). Οι προσευχές του Γέροντα είναι
όπως οι προσευχές του Μωϋσ~η, καθώς λέγει ο Άγιος Συμεών ο Ν. Θεολόγος, εξαναγκάζουν το Θεό να
συμπορευτεί στον αγώνα του λαού του. Χάρις στις προσευχές του Γέροντα, την αρωγή του Κυρίου και
τον προσωπικό αγώνα του μαθητή οι εχθροί κατανικιούνται και ο μαθητής βρίσκει το έλεος του Θεού.
Βλ. Συμεών Ν. Θεολόγου, Ύμνος 18, 140-220, SC. 174, 86-92. ΕΠΕΦ 19 Ε, σσ. 230-236.
9
Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος 1,14, PG. 88, 633D-636A.

331
εκείνοι που αντίκρισαν το πρόσωπο του βασιλέως και τον έκαναν φίλο τους,
και μπορούν να συμφιλιώσουν με τον βασιλέα κάθε υπηρέτη ή βοηθό, ακόμη
και άγνωστο και εχθρό και να τον κάνουν να απολαύσει τη δόξα του. Παρό-
μοια γίνεται με την ικεσία των αγίων 1 .
Κατά τον άγιο Μάξιμο έχει μεγάλη δύναμη η δέηση του δικαίου που ε-
νεργοποιείται είτε από τον δίκαιο που την κάνει, είτε από εκείνον που ζητά από
τον δίκαιο να την κάνει. Η προσευχή όταν ενεργοποιείται από τον δίκαιο, δίνει
σε αυτόν παρρησία ενώπιον του Θεού, ο οποίος μπορεί να εκπληρώσει τα αι-
τήματα των δικαίων. Και όταν γίνεται από εκείνον που την ζητεί από τον δί-
καιο, τον απομακρύνει από την πρότερα κακία του και τον μεταβάλλει ανάλο-
γα με την προαίρεσή του2 . Ο άγιος Μάξιμος ερμηνεύοντας το χωρίο «Η δέηση
του δικαίου, όταν ενεργοποιείται, έχει μεγάλη δύναμη» 3 , λέγει ότι αυτή ενερ-
γοποιείται κατά δυο τρόπους: πρώτον μεν, όταν εκείνος που έρχεται στο Θεό
προσφέρει τη δέηση μαζί με τα έργα των εντολών, επειδή υπόσταση της προ-
σευχής και της δεήσεως είναι η εκπλήρωση των εντολών με τις αρετές. ∆εύτε-
ρον δε, όταν εκείνος που έχει ανάγκη από την προσευχή του δικαίου, πράττει
τα έργα της αρετής, διορθώνοντας τον προηγούμενο βίο του και κάνοντας ι-
σχυρή τη δέηση του δικαίου, καθώς θα την δυναμώνει με την πολιτεία του4 .

Η προσευχή του πνευματικού πατρός είναι δυνατό ακόμη να φυλάξει


τον υποτακτικό από τους πειρασμούς, όταν τη ζητά με εμπιστοσύνη. Αναφέρο-
νται πολλά παραδείγματα μοναχών, που προσεύχονται κατά τη στιγμή του κιν-
δύνου: «Κύριε, δια των προσευχών του γέροντός μου σώσε με» και το θαυμα-
στό αποτέλεσμα έρχεται αμέσως. Στα Αποφθέγματα ο αββ~ας Αμμούν συμβου-
λεύει έναν νεαρό αδελφό να λέγει, όταν έρχεται σε πειρασμό, «ο Θεός τ~ων δυ-
νάμεων, ε[υχα~ις το~υ πατρός μου ε[ ξελο~υ με» 5 . Μια φορά που βρέθηκε ο αδελ-
φός σε ένα πειρασμό, είπε την ευχή και αμέσως ευρέθηκε μακριά από τον τόπο
της αμαρτίας. Ο Ιωάννης, ο μαθητής του γέροντος Βαρσανουφίου, δίνει αυτή
τη συμβουλή: «όταν θέλεις να μιλήσεις για ένα θέμα ή να κάνεις ένα πράγμα,
να μνημονεύεις το όνομα του Γέροντα και ο Θεός θα βάζει στην καρδιά σου τι
πρέπει να κάνεις ή πως πρέπει να μιλήσεις. Αλλά με ταπείνωση..» 6 .
Εξόσων είπαμε συνάγεται, ότι κανένα όφελος δεν έχει από τη δέηση του
δικαίου εκείνος που έχει την ανάγκη της, εφόσον ευχαριστείται περισσότερο
στα αμαρτήματα παρά στις αρετές. Κάποιος αδελφός είπε στον αββ~α Αντώνιο:
Ευχήσου για χάρη μου, του λέγει ο γέρων: «Ούτε εγώ σε ελεώ, ούτε ο Θεός, αν
εσύ ο ίδιος δεν επιδοθείς σε αυτό και δεν το ζητήσεις από το Θεό» 7 . Ο άγιος
Μάξιμος μας αναφέρει το εξής παράδειγμα από την Π.∆.: ο Σαμουήλ, ενώ λυ-
πόταν για τον Σαούλ που αμάρτανε, δεν μπόρεσε να εξιλεώσει τον Θεό, καθώς

1
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τ`ον ποιμένα, PG. 88, 1172D.
2
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας πέμπτη 84, Φιλοκαλία Β΄, σ.
143 (204).
3
Ιακ. 5,16. «πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη».
4
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας πέμπτη 80, Φιλοκαλία Β΄, σ.
142 (203).
5
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Αμμο~ υ ν 3, σ. 142.
6
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 263, τομ. Β΄, σ. 115.
7
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Αντωνίου 16, σ. 52.

332
δεν είχε σύμμαχο της λύπης του την πρέπουσα διόρθωση του Σαούλ 1 . Και η
προσευχή του Ιερεμία δεν εισακούεται, όταν προσεύχεται για χάρη του λαού
των Ιουδαίων, που έμειναν στην πλάνη των δαιμόνων 2 . Εκείνος που έχει ανά-
γκη από την δέηση του δικαίου, πρέπει να μη την αφήνει να γίνεται ανενεργός
και ατελέσφορη, αν πράγματι μισεί τα πονηρά, αλλά να την κάνει ενεργό και
ισχυρή και να της δίνει φτερά με τις αρετές του, ώστε να φτάνει σε Εκείνον,
που μπορεί να δώσει τη συγχώρηση των αμαρτιών 3 . Ο άγιος Ιωάννης της Κλί-
μακος στην επιστολή του προς ένα ποιμένα τον προτρέπει να προσεύχεται για
όλους όσους το ζητούν από αυτόν και να μην θεωρεί κοπιαστική την προσευ-
χή. Ακόμη, να μην προσεύχεται να ελεηθούν, διότι αυτό είναι αδύνατο, εάν δεν
συνεργήσουν και οι ίδιοι, αλλά να αφυπνίσει ο Θεός μέσα τους το ζήλο 4 . Ο
πνευματικός ακόμη και αν είναι άγιος, αν προσευχηθεί για μια αμαρτία κάποι-
ου, για την οποία δεν μετανοεί ο άνθρωπος, δεν εισακούεται 5 .
Στο ερώτημα τι πρέπει να παρακαλέσει ο πνευματικός στην προσευχή
του υπέρ των τέκνων, αναφέρουμε δυο μορφές προσευχής πνευματικού υπέρ
τέκνου. Για την πρώτη: κάποτε επηρεάστηκε ο Αβραάμ, ο μαθητής του αββ~α
Σισώη, από δαίμονα· και είδε ο γέρων ότι έπεσε, και αφού σηκώθηκε, άπλωσε
τα χέρια στο ουρανό λέγοντας: Θεέ, θέλεις δεν θέλεις, δεν θα σε αφήσω, εάν
δεν τον θεραπεύσεις. Και αμέσως θεραπεύτηκε» 6 . Η δεύτερη: ένας άλλος
πνευματικός ρώτησε το τέκνο του αν θέλει να παρακαλέσει τον Θεό να τον α-
πελευθερώσει από τους πειρασμούς και εκείνος απάντησε: «Εγώ ταλαιπωρή-
θηκα από τους λογισμούς, αλλά νιώθω ότι έχω καλή καρποφορία μέσα μου.
Λόγω των πειρασμών έγινα πιο προσεκτικός και αφιερώνω περισσότερο χρόνο
στην προσευχή. Αλλά σας παρακαλώ για το έλεος του Θεού, για να με υπο-
στηρίξει στον αγώνα μου»7 . Γεννάται το ερώτημα: Τι πρέπει άραγε να παρα-
καλέσει ένας πνευματικός στην προσευχή του για τα πνευματικά του τέκνα;
Την απελευθέρωση τους από τους πειρασμούς ή την υποστήριξη και τη δύνα-
μη για την νίκη πάνω σε αυτούς;
Ο τέλειος πνευματικός πατέρας παρακαλεί τον Θεό να του κάνει αυτό
που θα είναι κατάλληλο για εκείνον και ότι είναι ωφέλιμο. Ο πνευματικός ανα-
θέτει στην πρόνοια του Θεού να αποφασίσει το καλύτερο για τον υποτακτικό 8 .
Γι’ αυτό ο άγιος Νείλος λέγει να κατευθύνεται η προσευχή μας σε έναν στόχο
μόνο, δηλαδή να γίνεται το θέλημά του Θεού, γιατί ο Θεός θέλει μόνο το αγα-
θό και συμφέρον της ψυχής καθενός, διότι ο «Αγαθός» οπωσδήποτε χορηγεί
μόνο αγαθές δωρεές 9 , ενώ εμείς οπωσδήποτε δεν ζητάμε πάντοτε το συμφέρον

1
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας πέμπτη 81, Φιλοκαλία Β΄, σ.
143 (203).
2
Ιερ. 7,16.
3
Μαξίμου Ομολογητού, ∆ιάφορα κεφάλαια περ`ι θεολογίας ]εκατοντ`ας πέμπτη 83, Φιλοκαλία Β΄, σ.
143 (204).
4
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τ`ον ποιμένα, PG. 88, 1192A.
5
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 41, Φιλοκαλία Α΄, σ. 112 (146).
6
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Σισώη 12, σ. 665.
7
Ruffino Presbutero, De vitis patrum Liber III,Verba seniorum, PL. 73,742D-743A.
8
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 484, τομ. Β΄, σ. 432.
Πρβλ. Hausherr., I. Spiritual direction in the early Christian east, \ο.π., σ. 136.
9
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 33, Φιλοκαλία Α΄, σ. 179 (223).

333
μας 1 . Η συμβουλή προς τον πνευματικό αλλά και προς κάθε προσευχόμενο εί-
ναι η εξής: «Μη θέλεις να γίνονται τα ζητήματά σου, όπως νομίζεις εσύ, αλλά,
όπως θέλει ο Θεός, και θα είσαι ατάραχος και γεμάτος ευγνωμοσύνη στην
προσευχή σου» 2 . Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος σημειώνει την περίπτωση κα-
τά την οποία προσεύχεται ο γέροντας για την απόκτηση από τον υποτακτικό
χαρίσματος που δεν έχει ο ίδιος. Μετρώντας την ντροπή από το γεγονός, δεν
δείχνει απλώς τα όρια της πατρότητας, αλλά φιλοτιμεί για περαιτέρω πνευμα-
τική αύξηση και τους ίδιους του γέροντες 3 .
Η προσευχή του Βαρλαάμ για τον Ιωασάφ αποτελεί ένα παράδειγμα
προσευχής ενός πνευματικού για τα τέκνα του, ο συγγραφέας αναφέρει δυο
τύπους προσευχής, παραπέμπουμε στο εξής κείμενο: «Ο Θε`ος, {εκεγε, κα`ι
Πατ`ηρ το~υ Κυρίου ]ημ~ων[ Ιησο~υ Χριστο~υ… Σ`ε ο@υν [επικαλο~υμαι κα`ι τ`ον μονο-
γεν~η σου Υ]ι`ον, κα`ι τ`ο πανάγιόν σου Πνε~υμα· {επιδε [επ`ι τ`ο λογικόν σου πρόβα-
τον το~υτο, τ`ο προσελθ`ον δι’ [εμο~υ το~υ [αναξίου ε[ις θυσίαν σοι, κα`ι [αγίασον
α[υτο~υ τ`ην ψυχ`ην τ~?η σ~?η δυνάμει κα`ι χάριτι· [επίσκεψαι τ`ην {αμπελον ταύτην τ`ην
φυτευθε~ισαν δι`α το~υ ]αγίου σου Πνεύματος, κα`ι δος α[υτ`ην καρποφορ~ησαι
καρπ`ον δικαοσύνη· [ενίσχυσον α[υτόν, βεβαι~ων [εν α[υτ~?ω τ`ην διαθήκην σου, κα`ι
εξελο~υ τ~ης [αγάπης το~υ διαβόλου. Τ~?η σοφί?α το~υ [αγαθο~υ σου Πνεύματος δίδα-
ξον α[υτόν ποιε~ιν τ`ο θέλημά σου κα`ι τ`ην βοήθειάν σου μ`η [αφέλης απ’
α[υτο~υ,…»4 . Η πατρική αυτή προσευχή αποφέρει πολλές ωφέλειες και δίνει ει-
ρήνη, προφυλάσσει από κινδύνους και προσελκύει τη χάρη του Θεού.

2. Η μεσιτεία του πνευματικού μετά τον θάνατο:


Η προσευχή του πνευματικού και η μεσιτεία του συνεχίζεται και μάλι-
στα με μεγαλύτερη παρρησία και μετά το θάνατο του πνευματικού πατέρα. Ο
αββάς ∆ανιήλ μας αναφέρει ότι μια φορά τον κάλεσε ο αββάς Αρσένιος και
του είπε: «Ανάπαυσε τον πατέρα σου, ώστε, όταν μεταβεί στον Κύριο, να πα-
ρακαλέσει για σένα και να σου γίνει καλό» 5 . Ο άγιος Σεραφείμ πριν τον θάνα-
τό του παράγγελλε στις μοναχές και τους γνωστούς λέγοντας: «Αφού φύγω
εγώ, να έρχεσθε στον τάφο μου. Όταν έχετε καιρό, όσο μπορείτε πιο συχνά.
Ότι θα βαραίνει την καρδιά σας, όλα τα βάσανά σας, με το πρόσωπο πάνω
στην γη, να μου τα λέτε, όπως σ’ ένα ζωντανό. Και εγώ θα σας ακούω και θα
σας σηκώνω τη λύπη. Γιατί για σας θα είμαι πάντα ζωντανός» 6 . Ένας αδελφός
γεμάτος φόβο και λύπη, μήπως τον εγκαταλείψει ο Θεός με τον θάνατο του γέ-
ροντα, τον παρακάλεσε λέγοντας: «Σε παρακαλώ δώσε μου το λόγο σου ότι,
όπως μας βοηθούσες σε αυτή τη ζωή, κατά τον ίδιο τρόπο θα μας βοηθάς και

1
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 31, Φιλοκαλία Α΄, σ. 179 (222).
2
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 89, Φιλοκαλία Α΄, σ. 184 (228). «Όταν θέλεις να βρεις λύση σε
πρόβλημα περίπλοκο, ψάξε γι’ αυτό, τι αρέσει στον Θεό, και θα βρεις τη λύση του την ωφέλιμη».
Μάρκου Ασκητή, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι 195, Φιλοκαλία Α΄, σ. 123 (159).
3
Ιωάννου του Σιναΐτου, Ε[ις τ`ον ποιμένα, σ. 421. PG. 88, 1172D.
4
Ιωάννου ∆αμασκηνού, Βίος Βαρλαάμ κα`ι Ιωασάφ, PG. 96,1053C-56A και PG. 96, 1232 AB.
5
Αποφθέγματα, [ α ββ~ α Αρσενίου 35, σ. 91.
6
Γκοραϊνώφ, Ειρήνη, Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, σ. 205.

334
μετά την αναχώρηση σου προς τον Θεό» και εκείνος με πεποίθηση στην πρό-
νοια του Θεού, του λέγει: «και πιστεύω ότι ο Θεός θα κάνει σε σας περισσότε-
ρο απ’ όσα έκανε όταν ήμουν μαζί σας… σε διαβεβαιώνω όμως ότι δεν χρειά-
ζεται να ζητάς κάτι τέτοιο, γιατί είναι βέβαιο ότι ο Θεός είναι μόνιμα συνεργός
σας» 1 . Ο σύγχρονος γέρων Πορφύριος είπε για τα τέκνα: «Όταν φύγω θα είμαι
πιο κοντά σας. Μετά θάνατον καταργούνται οι αποστάσεις» 2 .
Με βάση όσα αναφέραμε συμπεραίνουμε, ότι η προσευχή του πνευμα-
τικού έχει δυο δραστηριότητες. πρώτον είναι η προσωπική του προσευχή υπέρ
αυτού για να τον φωτίσει ο Θεός και να του δώσει λόγο αληθείας. ∆εύτερον,
υπέρ των άλλων, ώστε με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος να καθίσταται αληθινά
παγκόσμιος, κατ’ εικόνα της παγκοσμιότητας του ιδίου του Χριστού, που φέρει
μέσα Του τα πάντα 3 . Η προσευχή δεν είναι μια ατομική, αλλά κατά ουσίαν μια
συλλογική δραστηριότητα. Προσευχόμαστε πάντα ως «μέλη αλλήλων» στο
Σώμα του Χριστού. Ακόμη και ο ερημίτης στην πιο απομακρυσμένη γωνιά της
ερήμου, ποτέ δεν στέκεται μπροστά στον Θεό μόνος του, αλλά πάντα ως μέλος
μιας μεγάλης οικογένειας. Ολόκληρη η Εκκλησία προσεύχεται μέσα του και
μαζί του, εφόσον η προσευχή είναι το μέσο με το οποίο ενώνονται οι άνθρωποι
μεταξύ τους. Με αυτόν τον τρόπο κατανοείται η φράση του αγίου Νείλου:
«Μοναχός είναι εκείνος που έχει χωριστεί από όλους και είναι ενωμένος με
όλους» 4 .

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ο πνευματικός πατέρας κατέχει μια κεντρική θέση στην ορθόδοξη


πνευματικότητα. Μέσα από τα κείμενα της Φιλοκαλίας προβάλλεται η ησυχα-
στική και νηπτική μέθοδος της πνευματικής καθοδήγησης και θεραπείας. Οι
νηπτικοί πατέρες της Φιλοκαλίας οπωσδήποτε είναι οι καλύτεροι εκφραστές
της παράδοσης της Εκκλησίας για την πνευματική πατρότητα.
Ο όρος πατήρ αποδίδεται στον Θεό, κάθε άλλη πατρότητα δικαιώνει το
όνομά της με την οντολογική αναφορά της στον Θεό Πατέρα. Η απόλυτη και
ολοκληρωτική αφιέρωση ενός πνευματικού πατέρας στην εργασία του υπαγορεύ-
εται από το αρχικό πρότυπο του Θεού, που παρουσιάζεται ως Πατέρας.
Ο τίτλος α
[ ββ~α ή γέροντας είναι τίτλος τιμής που δίνεται αυθόρμητα σε
έναν μοναχό ή κληρικό, από εκείνους που θεώρησαν και πίστεψαν ότι είναι σε
θέση να ανιχνεύσουν και να διακρίνουν σε αυτόν ειδικά σημάδια αγιότητας. Ο

1
Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, Ερώτηση 598, τομ. Γ΄, σ. 129.
2
«Ο πατήρ Πορφύριος, ο γέροντας της Πεντέλης» στο Σύναξη τευχ. 41, 1992, σ. 97. Ο γέρων Σωφρό-
νιος γράφει σε μια επιστολή σε ένα τέκνο: «Σας υπόσχομαι ότι θα προσεύχομαι για σας ως τον τάφο
και, αν ο Κύριος δώσει σε μένα τον άθλιο τέτοια χάρη, τότε και μετά το θάνατο μου θα προσεύχομαι
για σας, ως την πιο αγαπητική και συγγενή σε μένα ψυχή».
3
Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, \ο.π., σ. 116-117.
4
Νείλου Ασκητού, Περ`ι προσευχ~ης 124, Φιλοκαλία Α΄, σ. 187 (231). Πρβλ. Ware, K., (Επισ.), Η ε-
ντός ημών Βασιλεία, \ο.π., σ. 131.

335
πνευματικός πατέρας είναι μια προφητική και χαρισματική μορφή, δεν διορίζε-
ται από κάποια ανώτερη εξουσία, ούτε ο ίδιος παίρνει την πρωτοβουλία για
την πνευματική καθοδήγηση. Ο Θεός αποκαλύπτει το πρόσωπου του γέροντος
στον κόσμο για την πνευματικότητά του. Ο πνευματικός πατέρας στην ασκη-
τική γραμματεία είναι μια χαρισματική μορφή, ο ρόλος του είναι άσχετος
προς οποιοδήποτε λειτούργημα κληρικού, ο ουσιώδης όρος για έναν πνευματι-
κό πατέρα είναι να γίνει ο ίδιος πνευματικός, χαρισματικός.
Μιλώντας για τον πνευματικό πατέρα αναφερόμαστε σε μια πνευματο-
φόρα μορφή. ∆εν είναι απαραίτητα ηλικιωμένος, αλλά να είναι πεπειραμένος
στην πνευματική πολιτεία, σοφός, χαρισματούχος. Ο πνευματικός πατέρας δεν
είναι επίσης απαραίτητο να είναι ιερωμένος. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να
κάνει την πνευματική καθοδήγηση, να ακούει τα προβλήματα και να στέλνει
τα πνευματικά του παιδιά σε έναν εξομολόγο για να λάβουν την άφεση των
αμαρτιών.
Ο πνευματικός πατέρας δεν είναι απλά μόνο δάσκαλος που διδάσκει,
αλλά αυτός που γεννά, και γεννά με τον λόγο. Ο ζωντανός αυτός λόγος εργά-
ζεται την πνευματική αναγέννηση των πιστών. Ο πνευματικός πατέρας δεν
προσφέρει στα πνευματικά του τέκνα μερικές ηθικές οδηγίες ή έναν κανόνα
ζωής, αλλά μεταδίδει την εμπειρία της Εκκλησίας. Ο ενάρετος πνευματικός
πατήρ προβάλλει τον Χριστό για τις αρετές του, στον οποίο ανήκει η δόξα ως
αληθινή πηγή της αρετής και όχι στον πνευματικό ο οποίος γίνεται μόνο φορέ-
ας της χάριτος.
Η πνευματική τελείωση είναι μια ατελείωτη και διαρκής ανάβαση στην
θέωση. Ο πνευματικός πατέρας ως πνευματικός άνθρωπος πρέπει να πολιτεύε-
ται μία πνευματική ζωή καθοδηγούμενος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ο
πνευματικός πατέρας ως θεραπευτής, οφείλει πρώτα να διασχίσει όλα τα στά-
δια των πνευματικών μεθηλικιωσειών και να κατακτήσει τη θεραπεία του. Τό-
τε είναι σε θέση να δείξει στους άλλους τον αληθινό δρόμο που οδηγεί στον
τόπο της θεραπείας.

Η πνευματική ζωή, ως ανώτερη τέχνη, είναι δύσκολη γεμάτη κινδύνους


και παγίδες. Η αναζήτηση του πεπειραμένου πνευματικού πατέρα είναι πολύ
σημαντική. Η εμπειρία του πνευματικού είναι καρπός μακράς υπακοής υπό την
καθοδήγηση άλλου πνευματικού καθώς και αγώνας κατά των παθών.
Η άσκηση εφαρμόζεται ως φάρμακο για το δηλητήριο της αμαρτίας και ως μέ-
σο και όχι ως σκοπός. Έχει διπλό ρόλο, αφενός ετοιμάζει την ψυχή για να από-
κτηση των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, αφετέρου, αποτελεί μέσο για
την διαφύλαξη αυτών των χαρισμάτων. Ο πνευματικός πατέρας μέσω της φι-
λόπονης σωματικής άσκησης στολίζει την ψυχή με τις ποικίλες αρετές που τις
έχει ανάγκη στο έργο του. Επιπλέον, χρησιμοποιεί την άσκηση για την αποκα-
τάσταση της πνευματικής υγείας του υποτακτικού του.
Ο πνευματικός πατέρας είναι άνθρωπος της εσωτερικής ησυχίας και δί-
πλα του μπορούν να βρουν την σωτηρία χιλιάδες άνθρωποι. Η κάθαρση του
νου με τη νήψη αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου να οδηγήσει

336
τον άνθρωπο στη γνώση του Θεού και του θελήματός Του. Η ησυχία, όπως την
αναφέρουν οι νηπτικοί Πατέρες, έγκειται σε μία μέθοδο θεραπείας και γνώσε-
ως του Θεού. Η άσκηση, η ησυχία, η νήψη και η νοερά προσευχή βοηθούν
στην κάθαρση της καρδιάς από τα άλογα πάθη και έλκουν τη Χάρη του Θεού.
Η ταπείνωση για τον πνευματικό πατέρα θεωρείται ως το θεμέλιο της
πνευματικής καθοδήγησης και παρέχει στον πνευματικό άνθρωπο λόγο σοφίας
και αλήθειας.
Είναι απαραίτητο για τον γέροντα, περισσότερο από στους άλλους, να
είναι προχωρημένος ο ίδιος στην απάθεια τη σωματική και την ψυχική. Ο ε-
μπαθής πνευματικός αποτελεί κίνδυνο για εκείνους που αναθέτουν τις ψυχές
τους στα χέρια του. Ένα από τα σημαντικά χαρακτηριστικά της απάθειας είναι
η αληθινή διάκριση. Ένας πνευματικός υποδουλωμένος στα πάθη δεν μπορεί
να διακρίνει τις πράξεις των άλλων, ούτε μπορεί να συστήσει τα κατάλληλα
μέσα θεραπείας.
Η διάκριση χαρακτηρίζεται ως το πιο σημαντικό γνώρισμα του πνευμα-
τικού πατέρα. Είναι καρπός της ταπείνωσης και της απάθειας. Η διάκριση ε-
κτείνεται και σε διόραση. Η χαρισματική πνευματική διορατικότητα αποκαλύ-
πτει τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, που είναι συχνά κρυμμένα και από τον
ίδιο τον άνθρωπο.
Η διδασκαλία και η νουθεσία είναι καθήκον του πνευματικού πατέρα.
Η διδασκαλία για τον πνευματικό πατέρα δεν είναι απλώς καθήκον, αλλά εί-
ναι πράξη βαθειάς αγάπης. Αλλά και η πίστη του υποτακτικού και η ετοιμό-
τητά του να εκπληρώσει τα λόγια του γέροντας αποτελούν απαραίτητες προ-
ϋποθέσεις για να λάβει την κατάλληλη απάντηση. Ο λόγος του πνευματικού
πατέρα δεν έχει μόνο συμβουλευτικό, αλλά και θεραπευτικό χαρακτήρα. Ο λό-
γος του είναι καρπός της εμπειρίας, της φώτισης της ψυχής του και της προ-
σευχής του. Ο πνευματικός πατέρας οφείλει πρώτα να αποτελεί ο ίδιος παράδειγμα
για τους μαθητές του, και να αποδεικνύει τα λόγια με τα έργα. Ο λόγος έτσι αποκτά
εγκυρότητα και εγχαράσσεται βαθύτατα στην ψυχή του ερωτώντος.
Η υπακοή είναι μία μέθοδος θεραπείας που στοχεύει στο να απελευθε-
ρώνει τον μαθητή από το ψεύτικο και απατηλό εγώ, για να μπορέσει να εισέλ-
θει στην αληθινή ελευθερία. Η υπακοή, όπως κάθε χριστιανική αρετή, πρέπει
να είναι πράξη ελεύθερη και εκούσια. Υπακοή σημαίνει ελεύθερη άρνηση του
θελήματος και του φρονήματος του ανθρώπου, που έχει λάβει ήδη από τον Θεό
τα δυο αυτά πολύτιμα δώρα, δηλαδή το ελεύθερο θέλημα μαζί με τη λογική. Η
πίστη στον Θεό και η αγάπη προς τον πνευματικό πραγματοποιούνται μέσα
στην ζωή της υπακοής.
Ο αληθινός πνευματικός πατέρας δεν καταπιέζει την εσωτερική ελευθε-
ρία του ανθρώπου, αλλά την ενδυναμώνει. Ο πνευματικός δεν σκοπεύει στο να
αποσπάσει μια μηχανική υπακοή, αλλά οδηγεί τα τέκνα του ως το σημείο της
πνευματικής ωριμότητας, όπου μπορούν να αποφασίσουν μόνοι τους και να
κατορθώσουν με τη χάρη του Θεού την πνευματική πρόοδο. Υπακοή που δεν
γίνεται από εξαναγκασμό και υποχρέωση, αλλά από αγάπη, εφόσον το περιε-
χόμενο της υπακοής είναι η αγάπη, την οποία ήδη ο πνευματικός έχει βιώσει
υπακούοντας σε έναν άλλο πνευματικό πατέρα. Ο πνευματικός πατέρας θα
πρέπει να ελευθερώσει με τη χάρη του Θεού τα πνευματικά του παιδιά από την

337
αιχμαλωσία τους στα πάθη και να τους βοηθά να ανυψώνουν το πρόσωπό τους
στον Θεό.
Η πνευματική πατρότητα είναι μια καθαγιασμένη προσωπική σχέση με-
ταξύ του πνευματικού και υποτακτικού, γι’ αυτό ο γέροντας δεν δίνει αφηρη-
μένους κανόνες, αλλά βλέπει σε κάθε περίπτωση αυτόν τον συγκεκριμένο άν-
θρωπο που βρίσκεται μπροστά του και φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα προ-
σπαθεί να μεταδώσει το μοναδικό θέλημα του Θεού ειδικά γι’ αυτό το πρόσω-
πο.
Η σχέση μεταξύ πνευματικού και πνευματικού τέκνου είναι αμοιβαία. Ο
πνευματικός πατέρας δεν μπορεί να βοηθήσει και να θεραπεύσει τον άλλο αν
εκείνος δεν επιθυμεί σοβαρά να θεραπευτεί, και να υπακούει ελεύθερα, χωρίς
αντιλογία και με εμπιστοσύνη στη μέθοδο θεραπείας του πνευματικού πατέρα.
Εκείνος που πηγαίνει να δει έναν πνευματικό με πνεύμα κριτικής περιέργειας,
είναι πιθανό να επιστρέψει με άδεια χέρια, χωρίς να έχει εντυπωσιαστεί.
Το μυστήριο της μετάνοιας και εξομολόγησης είναι το κατ’ εξοχήν ια-
τρικό λειτούργημα μέσα στη Εκκλησία και παραμένει ως γεγονός θεραπευτικό.
Η μετάνοια δεν έγκειται μονάχα στην καλή διάθεση και την ελεύθερη εκλογή
του ανθρώπου. Είναι δώρημα Θεού, αλλά και συνέργεια του ανθρώπου. ∆εν
την πετυχαίνει ο άνθρωπος από μόνος του, αλλά συνεργούντος του Θεού μέσα
του. Τη μετάνοια και την άφεση αμαρτιών πρέπει να ακολουθεί η θεραπεία του
μετανοούντος. Η θεραπεία από τα τραύματα της αμαρτίας δεν είναι θέμα ωρών
ή ημερών, αλλά είναι μια μακρά και πολύχρονη διαδικασία. Η θεραπευτική
αγωγή πρέπει να γίνεται με βάση τη διάθεση και την προαίρεση του μετανοού-
ντος.
Τα επιτίμια εντάσσονται στο πλαίσιο του θεραπευτικού και παιδαγωγι-
κού έργου του πνευματικού πατέρα. Παρόλο το σημαντικό ρόλο που παίζουν,
δεν αποτελούν απαραίτητο συστατικό μέρος του μυστηρίου της εξομολόγησης,
ούτε συμπλήρωμά της, αφού η άφεση των αμαρτιών παρέχεται δωρεάν και χω-
ρίς αυτά.
Η πνευματική πατρότητα έχει ένα θυσιαστικό χαρακτήρα. Η αγάπη εί-
ναι το κατεξοχήν γνώρισμα, η αιτία και η ουσία της πνευματικής πατρότητας.
Όλες οι πράξεις του πνευματικού πατέρα γίνονται με πραότητα και απεριόρι-
στη αγάπη. Οι αυθεντικοί πνευματικοί πατέρες πάντα είναι αυστηροί προς τον
εαυτό τους και φιλεύσπλαχνοι προς τους άλλους.
Ο πνευματικός πατέρας μεταδίδει στους άλλους το θέλημα του Θεού,
γι’ αυτό το λόγο έχει ανάγκη από την άμεση χειραγωγία του Αγίου Πνεύμα-
τος για κάθε άνθρωπο και σε κάθε περίπτωση. Ως εκ τούτου είναι απαραίτη-
τη η θερμή και διαρκής προσευχή, γενικώς και σε κάθε περίπτωση. Όσο είναι
σημαντική η συμβουλή του, τόσο και περισσότερο σημαντική είναι η μεσολα-
βητική του προσευχή. Η σχέση μεταξύ του πνευματικού και του υποτακτικού
με την προσευχή επεκτείνεται και πέρα από τον θάνατο.

338
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Πηγές:

α. Κύριες

Αντωνίου, Παραινέσεις περ`ι χρηστ~ης πολιτείας, Φιλοκαλία Α΄, σ. 4-27.

Ανωνύμου, Λόγος περί το~υ «Κύριε[ Ιησου Χριστέ..», Φιλοκαλία Ε΄, σ. 63-68.
-,[ Απ`ο τ`ον βίον Μαξίμου το~υ Καψοκαλύβη, Φιλοκαλία, Ε΄, 104-107.

Γρηγορίου Παλαμά, Πρ`ος Ξένην μοναχήν, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 91-115. PG 150,


1044-
1088.
-, ∆εκάλογος τ~ης κατ`α Χριστ`ον νομοθεσίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 116-122.
PG 150,

339
1089-1101.
-,] Υπέρ τ~ων ]ιερ~ως ]ησυχαζόντων, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 123-131. PG 150,
1108-
1118.
-, Περ`ι προσευχ~ης κα`ι καθαρότητας καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 132-133.
PG
150, 1119-1121.
-, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, [ηθικά τε κα`ι πρακτικά, Φιλοκαλία ∆΄,
σ. 134-187. PG 150, 1121- 1225.
-,] Αγιορειτικ`ος Τόμος, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 188-193. PG 150, 1225-1236.

Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ [ακροστιχίδος πάνυ ω [ φέλιμα, Φιλοκαλία ∆΄,


σ. 31-
62. PG 150, 1240-1300.
-,\ Ετερα κεφάλαια, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 63-65. PG 150, 1300-1304.
-, Ε{ιδησης [ακριβ`ης περ`ι ]ησυχίας κα`ι προσευχ~ης, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 65-
70. PG
150, 1300-1304.
-, Περ`ι ]ησυχίας κα`ι τ~ων δύο τρόπων τ~ης προσευχ~ης, Φιλοκαλία ∆΄, σ.
71-88. PG 150, 1313-1329.
-, Περ`ι το~υ π~ως πρέπει ν`α λέγει ]ο καθένας τ`ην προσευχ`ην, Φιλοκαλία
Ε΄, 90-103. PG. 150, 1329-1346.

∆ιαδόχου Φωτικής, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 235-273. PG 65, 1167-


1212.

Ευάγριου Ποντικού,] Υποτύπωσις μοναχικ`η, Φιλοκαλία Α΄, σ. 38-43. PG 40,


1252-1264.
-, Περ`ι διακρίσεως παθ~ων κα`ι λογισμ~ων, Φιλοκαλία Α΄, σ. 44-58. PG
79, 1200-1233.

Ηλία Πρεσβυτέρου,[ Ανθολόγιον γνωμικ`ον, Φιλοκαλία Β΄, σ. 289-298. PG 127,


1129-1148.
-, Κεφάλαια γνωστικ`α, Φιλοκαλία Β΄, σ. 299-314. PG 127, 1148-1176.

Ησαΐα Αναχωρητο~υ, Περ`ι τηρήσεως το~υ νοός, Φιλοκαλία Α΄, σ. 30-35. PG 40,
1205-1212.

Ησυχίου Πρεσβυτέρου, Λόγος πρ`ος Θεόδουλον περ`ι νήψεως κα`ι [αρετ~ης, Φι-
λοκαλία Α΄, σ. 141-173. PG 93, 1480-1544.

Θαλασσίου Λίβυος, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας κα`ι τ~ης κατ`α νο~υν πολιτείας,
Φιλοκαλία Β΄, σ. 205-229. PG 91, 1428-1469.

340
Οσίου Θεογνώστου, Περ`ι πράξεως κα`ι θεωρίας κα`ι περ`ι ]ιεροσύνης, Φιλοκαλία
Β΄, σ. 255-271.

Θεοδώρου Εδέσσης, 100 Ψυχωφελ~η κεφάλαια , Φιλοκαλία Α΄, σ. 304-324.


-, Θεωρητικόν, Φιλοκαλία Α΄, σ. 325-332.

Θεολήπτου Φιλαδελφείας, Λόγος περ`ι μοναδικο~υ [επαγγέλματος, Φιλοκαλία


∆΄, σ. 4-
15. PG 143,381-400.

Θεοφάνους, Κλίμαξ πρ`ος ο[υραν`ον δι`α δέκα βαθμίδων, Φιλοκαλία Β΄, 315-316.

Ιωάννη ∆αμασκηνού, Λόγος ψυχωφελ`ης κα`ι θαυμάσιος περ`ι πασ~ων τ~ων [α-
ρετ~ων κα`ι παθ~ων, Φιλοκαλία Β΄, σ. 232-240. PG. 95, 85-97.

Ιωάννη Καρπαθίου, Κεφάλαια παραμυθητικά, Φιλοκαλία Α΄, σ. 276-296. PG


85, 1837-
1856.
-, Λόγος [ασκητικ`ος κα`ι πάνυ παρηγορητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 297-301.
PG 85, 731-812.

Καλλίστου Αγγελικούδη (Πατριάρχου), Περ`ι προσευχ~ης, Φιλοκαλία ∆΄, σ.


296-298. PG 147, 813-817.
-, Τ`α [ελλείποντα κεφάλαια, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 299-367.

Καλλίστου Καταφυγιώτου, Περ`ι θείας ]ενώσεως κα`ι βίου θεωρητικο~υ, Φιλοκα-


λία Ε΄, σ. 4-59. PG 147, 836-941.

Κάλλιστου Τηλικούδης, Περ`ι ]ησυχαστικ~ης τριβ~ης, Φιλοκαλία ∆΄, σ. 368-372.


PG 147, 817-825.
-,[ Εκλογή [απ`ο τ~ων] Αγίων Πατέρων περ`ι προσευχ~ης κα`ι προσοχ~ης, Φι-
λοκαλία ∆΄, σ.373-375. PG 147, 828-831.

Κασσιανού Ρωμαίου, Πρ`ος Κάστορα [επίσκοπον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 61-80. PG


28, 872-905 1 .
-, Λόγος πρ`ος Λεόντιον ]ηγούμενον, Φιλοκαλία Α΄, σ. 81-93.

Μαξίμου Ομολογητού, Περ`ι [αγάπης κα`ι [εγκρατείας, Φιλοκαλία Β΄, σ. 4-51.


PG 90, 960-1073.
-, Περ`ι Θεολογίας κα`ι τ~ης [ενσάρκου ο[ικονομίας, πρ`ος Θαλάσσιον, Φι-
λοκαλία Β΄, σ. 52-90. PG 90, 1084-1173.
-, Κεφάλαια διάφορα θεολογικά τε κα`ι ο[ικονομικ`α, Φιλοκαλία Β΄, σ.
91-186. PG 90, 1177-1392.

1
Το κείμενο στην πατρολογία Migne έχει τον τίτλο: «του αυτού μεγάλου Αθανασίου προς τον αυτόν
Κάστορα περί των οκτώ της κακίας λογισμών».

341
-,] Ερηνεία ε[ις τ`ο "Πάτερ ]ημ~ων" , Φιλοκαλία Β΄, σ. 186-202. PG 90,
872-929.

Μάρκου Ασκητού, Περ`ι νόμου πνευματικο~υ, Φιλοκαλία Α΄, σ. 96-108. PG 65,


905-929.
-, Περ`ι τ~ων ο[ιομένων [εξ {εργων δικαιο~υσθαι, Φιλοκαλία Α΄, σ. 109-126.
PG 65, 929-965.
-, Πρ`ος Νικόλαον μονάζοντα, Φιλοκαλία Α΄, σ. 128-137. PG 65, 1028-
1049.

Μάρκου Ευγενικού, Λόγος θαυμάσιος περ`ι προσευχ~ης «Κύριε[ Ιησου Χρι-


στέ..», Φιλοκαλία Ε΄, σ. 63-68 1 .

Νείλου Ασκητού, Λόγος [ασκητικ`ος, Φιλοκαλία Α΄, σ. 190-232. PG 79, 720-


803.
-, Περ`ι προσευχ~ης, Φιλοκαλία Α΄, σ. 176-189. PG 79, 1165-1200.

Νικήτα Στηθάτου, Κεφάλαια πρακτικά, φυσικά κα`ι γνωστικά, Φιλοκαλία Γ΄, σ.


273-355. PG 120, 852-1009.

Νικηφόρου Μονάζοντος, Περ`ι νήψεως κα`ι φυλακ~ης καρδίας, Φιλοκαλία ∆΄, σ.


18-28. PG 147, 945-966.

Ξανθόπουλων, Καλλίστου και Ιγνατίου, Μέθοδος κα`ι καν~ων σ`υν Θε~?ω [ακριβ`ης,
Φιλοκαλία ∆΄, σ. 197-295. PG 147, 636-812.

Πέτρου ∆αμασκηνού, Βιβλίο Α΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 5-111.


-, Βιβλίο Β΄, Φιλοκαλία Γ΄, σ. 112-168.

Συμεών Θεσσαλονίκης, Περ`ι τ~ης ]ιερ~ας κα`ι θεοποιο~υ προσευχ~ης, Φιλοκαλία Ε΄,
σ. 60-61. PG 155, 544-549α2.
-,\ Οτι πάντες χριστιανοί [οφείλουσι [εν τ~ω [ονόματι[ Ιησο~υ Χριστο~υ προ-
σεύχεσθαι, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 62.

Συμεών Ν. Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικ`α κα`ι θεολογικ`α, Φιλοκαλία Γ΄, σ.


237-270. PG 120, 604-688.
-, Λόγος περ`ι πίστεως κα`ι διδασκαλίας, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 73-80, PG
120, 693-702.

-, Περ`ι τ~ων τρι~ων τρόπων τ~ης προσευχ~ης, Φιλοκαλία Ε΄, σ. 81-89, PG 120,
701-710.

1
Οι θεολογικές εργασίες δείχνουν ότι το έργο που παρεδόθη ως έργο ανωνύμου, ανήκει στον άγιο
Μάρκο τον Ευγενικό. Βλ. την έκδοση της Περιβολής της Παναγίας, Συνοπτικά σχόλια, Φιλοκαλία τομ.
Ε΄, σ. 284. Πρβλ. Κληρονομία τευχ. 7 (1975), σσ. 345-352.

342
Συμεών Μεταφραστής, Παράφρασις ε[ις 150 κεφάλαια ε[ις τούς Ν΄ λόγους το~υ
[αγ. Μακαρίου το~υ Α[ιγυπτίου , Φιλοκαλία Γ΄, σ. 171-236. PG. 34, 821-908.

Φιλήμονος, Λόγος πάνυ [ωφέλιμος, Φιλοκαλία Β΄, σ. 241-252.

(Φιλόθεου Κοκκίνου),[ Εκ το~υ βίου το~υ ]αγίου Γρηγορίου Θεσσαλονίκης, \οτι


πρέπει ολοι κοιν~ως ο]ι χριστιανο`ι ν`α προσεύχωνται [ακατάπαυστα, Φιλοκαλία
Ε΄, σ. 107-112.

Φιλοθέου Σιναΐτης, Νηπτικ`α κεφάλαια, Φιλοκαλία Β΄, σ. 274-286.

β. ∆ευτερεύουσα:

Αποφθέγματα τ~ ω ν Αγίων Γερόντων, Φιλοκαλία των νηπτικών και


ασκητικών,[ ε κδ. Γρ. Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1978. PG . 65,71-440.

Βαρσανουφίου και Ιωάννου, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τόμος Α΄,


[εκδ. Ετοιμασία, Καρεάς 1996.
-, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τόμος Β΄, [εκδ. Ετοιμασία, Κα-
ρεάς 1996.
-, Κείμενα διακριτικά και ησυχαστικά, τόμος Γ΄, [εκδ. Ετοιμασία, Κα-
ρεάς 1996.

Ισαάκ του Σύρου, Τα ευρεθέντα ασκητικά, επιμ. Νικηφόρου ιερομονάχου, από


την τυπογραφία του Βρεϊτκ`οπφ της 1770, [εκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, Θεσ-
σαλονίκη 1997.

Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, PG. 88, 631-1162.

Ιωάννου ∆αμασκηνού,{ Εκδοσις α [ κριβ`ης τ~ης [ορθοδόξου πίστεως, [εκδ. Πουρ-


ναρ~α, Θεσσαλονίκη 1976. PG. 94, 789- 1228.

Ιωάννου Νηστευτο~υ,[ Ακολουθία κα`ι τάξις [εξομολογουμένων, PG. 88,1890-


1918.

2. Βοηθήματα:

Αγγελόπουλου, Ι., Η μετάνοια κατά την ορθόδοξη Εκκλησία, Αθήνα 1998.

343
Αλιβιζάτου, Αμίλκα., Η οικονομία κατά το κανονικόν δίκαιον της Ορθοδόξου
Εκκλησία, [εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1949.

Ανδρούτσου, Χρ., ∆ογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, [εκδ.


Αστήρ 1956.

Αυγουστίδη, Α., (Πρωτ.), Ποιμένας και θεραπευτής, [εκδ. Ακρίτας, 1999.


-, Ανθρώπινη επιθετικότητα: ποιμαντική και ψυχολογική προσέγγιση
στην
Κλίμακα του Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου, [εκδ. Ακρίτας.
-, Θεολογία και ψυχιατρική σε διάλογο: Πρακτικά ημερίδας, [εκδ. Απο-
στολική διακονιάς, 1999.
-, «Ο Ορθόδοξος κληρικός ως ποιμένας και ως θεραπευτής» στο Γ.Π.
τευχ. 781, 2000, σ. 41-48.
-, «Η σωτηριολογία της ψυχιατρικής» στο Σύναξη, τευχ. 25, 1988, σ.
35-42.

Βαρβατσούλια, Γ., «Η θεολογική προοπτική της φιλαυτίας κατά τον Άγιο Μά-
ξιμο τον Ομολογητή και τα παράγωγά της» στο Γ.Π., τευχ. 774, 1998, σσ. 589-
600.

Βασιλείου, (Αρχιμ.), Εισοδικόν, Ι.Μ. Ιβήρων, Άγιον Όρος 21996.


-, Η παραβολή του ασώτου υιού, Ι.Μ. Ιβήρων, Άγιον όρος 2003.

Βακάρου., ∆., Το μυστήριο της μετανοίας και εξομολογήσεως, Ιστορία και


πράξη, Θεσσαλονίκη 1999.
-, Η μετάνοια και εξομολόγηση στη Φιλοκαλία και στον Ευεργετηνό,
Θεσσαλονίκη 2003.

Βίττη, Ευσεβίου (Αρχιμ.), «Ο λόγος των Πατέρων της Ερήμου» στο περιοδικό
Θεολογία, τομ. 43, τεύχ. 3-4.
-, «Από την ορθόδοξη πνευματικότητα: Η διάκριση» στο Γ.Π, τευχ. 61,
1978, σ. 82.

Βλάχου, Ι.,( Μητρ. Ναυπάκτου), Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία 1,[ εκδ. Ι.Μ. Γενε-
θλίου της Θεοτόκου( Πελαγίας), 72004.
-, Θεραπευτική αγωγή 2, [εκδ. Ι. Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου, 52003.
-, Συζητήσεις για την Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία 3, [εκδ. Ι.Μ. Γενεθλίου
της Θεοτόκου, 1988.
-, Ψυχική ασθένεια και υγεία 4, [εκδ. Ι.Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου,
1989.
-, Ησυχία και θεολογία, [εκδ. Ι. Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου, 2004.
-, Ο@ιδα {ανθρωπον [εν Χριστ~?ω, Βίος και πολιτεία του γέροντες Σωφρονί-
ου, εκδ. Ι. Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου, 2007.

344
-, Μικρά είσοδος στην Ορθόδοξη πνευματικότητα, [εκδ. Αποστολική δι-
ακονία,21998
-, Το πρόσωπο στην ορθόδοξη παράδοση, [εκδ. Ι.Μ. Γενεθλίου της Θεο-
τόκου, 42005 .
-, Υπαρξιακή ψυχολογία και Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία, [εκδ. Ι.Μ. Γενε-
θλίου της Θεοτόκου, 32003.
-, Ο ορθόδοξος μοναχισμός ως προφητική, αποστολική και μαρτυρική
ζωή, [εκδ. Ι.Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου, 2002.

Βουλγαράκης, Ηλίας., «Προσεγγίσεις στο θέμα μετάνοια» στο Σύναξη, τευχ.


21, 1987, σσ. 51-58.

Beardslee, W., «abba», στο The Oxford Companion to the Bible, ed. B.
Metzger- M. Coogan, oxford university press, New York 1993.

Bouga, Ioan., (Πρωτ.), Πατρότητα και ελευθερία: η ανάγκη και η πραγματικό-


τητα της πατρότητας, πρακτικά θεολογικού συνεδρίου «Ο επουράνιος πατήρ»,
Ι.Μ. Θεσσαλονίκη 1993.

Γαβριήλ, ∆ιονυσιάτη, (Αρχιμ.), Οδηγός πνευματικού και εξομολογούμενου,


[εκδ. Ορθοδόξου τύπου, Αθήνα 41990.

Γαλάνη, Ιω., Η υιοθεσία, διατριβή επί διδακτορία, [εκδ. Πουρναρ~α, Θεσσαλο-


νίκη 1977.

Γαλίτη, Γ., «∆ιάκρισης πνευμάτων» στο Θ.Η.Ε 4, σσ. 1167-1168.

Γιάγκου., Θ., Η εξομολόγηση: Το μυστήριο του νόμου και της χάριτος στο συ-
νέδριο «Το Ιερόν Μυστήριον της μετανοίας», ∆ράμας, 2002, σσ. 139-167.

Γιανναρ~α, Χρ., Η ελευθερία του ήθους, [εκδ. Γρήγορη, Αθήνα 21979.

Γιούλτση, Β., Κοινωνιολογία της θρησκείας, [εκδ. πουρναρά, Θεσσαλονίκη


1996.
-, Πνευματικότητα και κοινωνική ζωή, Θεσσαλονίκη 1999.
-, «Ελευθερία και υπακοή στην ορθόδοξη χριστιανική ηθική», στο Γ.Π.
60 (1977), σσ. 251-262.

Γκίκας, Α., (Πρωτ.), Ο πνευματικός και το μυστήριοι της μετανοίας, Θεσσαλο-


νίκη 2002.
-, Προϋποθέσεις και συχνότητα προσελεύσεως στη θεία Μετάληψη,
Θεσσαλονίκη 1994.

Γκίκας, Σωκρ., «Πάθος» στο Θ.Η.Ε 9, σ. 1037.


-, «Λογική» στο Θ.Η.Ε 8, σ. 326-7.
-, «Νους» στο Θ.Η.Ε 9, σ. 600-1.

345
Γκοραϊνωφ, Ειρήνη, Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, μετάφ. Σκουτέρη, Π., [εκδ.
Τήνος.

Γρηγορίου Ιερομόναχου, Η ιερά εξομολόγησης, , [εκδ. ∆όμος 1999.


-, Το μυστήριο τής μετάνοιας, [εκδ. ∆όμος 2004.
-, Η θεραπεία των θεραπευτών, [εκδ. ∆όμος 2003.

Chryssavgis, J., «From Egypt to Palestine: Discerning a thread of spiritual di-


rection», στο Abba: The Tradition of Orthodoxy in the West, ed. J. Behr- A.
Louth- D. Conomos, St. Vladimir’s seminary press, New York 2003, σσ. 299-
315.

Clément, Olivier, Η θεολογία μετά τον ‘θάνατο του Θεού’, [εκδ. Αθήνα, 1973.

Gould, G., The Desert father on monastic community, Clarendon Press, Oxford
1999.

Guillet, J., «Discernement des esprits dans l’Ecriture» στην DS. 3, σσ. 1222-
1247.

Hausherr., I., Spiritual direction in the early Christian east, Trans. Gythiel. A.,
Cistercian studies series (116), Kalamazoo, Michigan, 1990.
-, Το Πένθος: η διδασκαλία της κατάνυξης στην χριστιανική Ανατολή,
μετάφ. Μιχαηλίδου, Σ., [εκδ. Θεσβίτης 2004.

∆ιονυσίου (Μητρ. ∆ράμας), «Το χωνευτήριον της αμαρτίας» στο συνέδριο «Το
Ιερόν Μυστήριον της μετανοίας», Ιερά Μητρόπολις ∆ράμας 2002, σσ. 17-27.
-, «Ψυχολογία και πνευματική ζωή» στο συνέδριο: Ψυχολογικά προ-
βλήματα του συγχρόνου ανθρώπου, Ι.Μ. ∆ράμας, 1995, σσ. 9-25.
-, «Το θεραπευτικό έργο της Εκκλησίας» στο συνέδριο: Ψυχολογικά
προβλήματα του συγχρόνου ανθρώπου, Ι.Μ. ∆ράμας, 1995, σσ. 201-
218.

Ευδοκιμώφ, Π., Η πάλη με τον Θεόν, μετάφ. Ι.Κ. Παπαδοπούλου, ΙΠΜ, Θεσ-
σαλονίκη
3
1975.
-, «Η πνευματική πατρότητα», στον Ορθόδοξος μοναχισμός, επιμ. Φω-
τίου, Σ., εκδ. Αρμός 1997.
-, Η ορθοδοξία, μετάφ. Μουρτζόπουλος, Α., [εκδ. Ρηγόπουλου, Θεσσα-
λονίκη 1972.
-, Η γυναίκα και η Σωτηρία του κόσμου, [εκδ. Πουρναρά, Θεσαλονίκη
1983.

Ζάχαρου, Ζ., (Αρχιμ.), Αναφορά στη θεολογία του γέροντος Σωφρονίου, [εκδ.
Ι.Μ. Τίμιου Προδρόμου, Εσσεξ Αγγλίας 2000.

346
Ζηζιούλα, Ιω., (Μητρ. Περγάμου), Η ενότης της εκκλησιάς [εν τ~η θεία ευχαρι-
στία καιτω επίσκοπο κατά τις τρεις αιώνες, Αθήνα, 21990.
-, Νόσος και θεραπεία στην Ορθόδοξη Θεολογία, Εισήγηση στην ημε-
ρίδα «Θεολογία και Ψυχιατρική σε διάλογο», [εκδ. πρακτικών, Αποστολική ∆ι-
ακονία 1999, σσ. 133-156.

Ζήση, Θ., (Πρωτ.), Μοναρχισμός, μορφές και θέματα, Πατρικά 5, [εκδ. Βρυέν-
νιος, Θεσσαλονίκη 1998.
-, Ηθικά Κεφάλαια, Πατρικά 6, [εκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 2002.

Ησαΐας Σιμωνοπετρίτη, (μοναχού), «Ο Άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος ως


πνευματικός οδηγός» στο Σύναξη, τευχ. 10, 1984, σσ. 37-42.

Θεοδώρου, Ευαγγ., «Α[ισθητικα`ι [αξίαι» στο Θ.Η.Ε. 1, σ. 1098-1100.


-, «Γνωστικα`ι [αξίαι» στο Θ.Η.Ε. 4, σ. 589-592.

Θεοδώρου, Ανδ., «Θέωσις» στο Θ.Η.Ε. 6, σ. 503-12.

Θεοκλήτου ∆ιονυσιάτου (μοναχού), Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: ο βίος και


τα έργα του, [εκδ. Αστήρ, 1959.

Θερμού, Β., (Πρωτ.), Ποιμαίνονατες μετ’ επιστίμης, Αθήνα 1996.


-, «Θωρία και Πράξη της ποιμαντικής απέναντι στην Ψυχολογία» στο
Σύναξη 1988, σσ. 43-53.
-, Άνθρωπος στον ορίζοντα, προσεγγίζοντας τη συνάντηση ορθόδοξης
θεολογίας και επιστημών του ψυχισμού, [εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2006.

Ιωαννίδης., Κλ., Ο Γέρων Πορφύριος, μαρτυρίες και εμπειρίες, [εκδ. Ι.Μ.


Μεταμόρφωση του Σωτήρος, Αθήνα 19932 .

Καραζαφελείρη, Ν., Η περί πρόσωπου διδασκαλία αγίου Μάξιμου του Ομολο-


γητού, διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη 21995.

Καρανίκολα, Π., (Αρχιμ.), «Το περιεχόμενο της Φιλοκαλίας των Νηπτικών


Πατέρων», στο περιο. Εκκλησία, τευχ. 31, 1954, σσ. 266-270 και 301-302.

Κάλλης., Α., «Λογισμός» στο Θ.Η.Ε 8, σ. 327-8.

Καλλιακμάνη, Β., (Πρωτ.), Από το φόβο προς την αγάπη, σπουδή στα κείμενα
της Φιλοκαλίας, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1993.
-, Μεθοδολογικά πρότερα της ποιμαντικής, Λεντί?ω ζωννύμενοι Ι, [εκδ.
Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2000.
-, Ο εκκλησιολογικός χαρακτήρας της ποιμαντικής, Λεντί?ω ζωννύμενοι
ΙΙ, [εκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2005.

347
-, «Η πνευματική πατρότητα κατά τον Απόστολο Παύλου», ανατ. από
τον τόμο Καιρός της επετηρίδας του τμήματος θεολογίας της θεολογικής σχο-
λής του Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 1994, σσ. 669-676.
-, «Η απήχηση και το φως της Φιλοκαλίας» στο ΕΕΘΣΠΘ 9, 1999, σσ.
117-127.
-, «Μετάνοια-Εξομολόγηση-Εξαγόρευση λογισμών» στο συνέδριο «Το
Ιερόν Μυστήριον της μετανοίας», Ιερά Μητρόπολις ∆ράμας 2002, σσ.
169-186.
-, «Ο πνευματικός πατέρας» στο: Το μυστήριο της ιερωσύνης, πρακτικά
Ζ΄ πανελλήνιου λειτουργικού συμπόσιο στελεχών ιερών μητροπόλεων,
Σεπτεμβρίου 2005.
-, «Η διδασκαλία περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης στην νεο-
ελληνική θεολογία» στο Γ.Π. τευχ. 723 (1988), σ. 528 κ.εξ.

Καλλιαντέρ, Τ., Ο δρόμος των ασκητών, μετάφ. π. Ευσέβιος Βίττη, [εκδ. Ακρί-
τας 1979.
-, Πάθει και απάθεια, κατά του Α
[ ββ~α Ισαάκ του Σύρου, [εκδ. Βρυέννιος,
Θεσσαλονίκη 1997.

Καραβιδόπουλου, Ι., «Πάτερ ημών…αγιασθήτω το όνομα σου» στο πρακτικό


θεολογικό συνέδριο «Ο επουράνιος πατήρ», Ι.Μ. Θεσσαλονίκη 1993.

Καρδαμάκη, Μιχαήλ., (Πρωτ.), Ορθόδοξη πνευματικότητα, η αυθεντικότητα


του ανθρώπινου ήθους, [εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1980.

Καρμαντζάνη, Α., (Αρχιμ.), «Η θεραπευτική αξία της εξομολογήσεως» στο Οι


Πατέρες και τα προβλήματα της ζωής μας, τομ. 3, 1993.

Καρμίρης, Ιω., «Γν~ωσις Θεο~υ» στο Θ.Η.Ε 4. σσ. 586-590.

Kαψάνη, Γ., (Αρχιμ.), Η ποιμαντική διακονία κατά τους Ι. Κανόνες, 1976.


-, Θέματα εκκλησιολογία και ποιμαντικής, Ι. Μ. Γρηγορίου- Άγιον Ό-
ρος. χ.χ.
-, «Η υπακοή ως οδός ελευθερίας» στο Σύναξη 1982, σσ. 19-23.
-, Η θεώσις ως σκοπός της ζωής του ανθρώπου, Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου,
Άγιον Όρος, 62005.
-, «Η σημασία της νήψεως στον αγώνα για την θέωση» στο περιο. Ο ό-
σιος Γρηγόριος, [εκδ. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Άγιον Όρος, τευχ. 31, 2006, σσ.
32-52.

Κεσελόπουλου, Α., Τα πάθη και αρετές στη διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου
του Παλαμά, [εκδ. ∆όμος 31990.
-, Προτάσεις ποιμαντικής θεολογίας, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη
2003.

Κούτσας, Συμεών (Μητρ.), Η πνευματική πατρότης υπό το φως της ορθοδόξου

348
παραδόσεως, [εκδ. Ι. Μητροπόλεως Καλαβρύτων & Αιγιαλείας, Αίγιον 1995.

Κορναράκη, Ιω., Ψυχολογία και πνευματική ζωή, Θεσσαλονίκη 1976.


-, Εγχειρίδιο ποιμαντικής ψυχολογίας, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη
1993.
-, Μαθήματα εξομολογητικής, Θεσσαλονίκη 1983.
-, Θέματα ποιμαντικής ψυχολογίας Ι, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη
1991.
-, Θέματα ποιμαντικής ψυχολογίας ΙΙ, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη
1998.
-, Θέματα ποιμαντικής ψυχολογίας ΙΙΙ, Θεσσαλονίκη 1998.
-, Φιλοκαλικά θέματα, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1980.
-, Στοιχεία νηπτικής ψυχολογίας, Θεσσαλονίκη 1982.
-, Πατερικά βιώματα της ενδεκάτης ώρας, [εκδ. Κυριακίδη 31986.
-, «Νείλου του Ασκητού ψυχολογικές προοπτικές υπό το πρίσμα συγ-
χρόνων
γνώσεων» στο Πρακτικά Συμποσίου ποιμαντικής ψυχολογίας και εξο-
μολογητικής, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1981, σσ. 95-128.
-, Το πρόβλημα των σχέσεων ποιμαντικής φροντίδας και ψυχοθεραπείας
εξ επόψεως ορθόδοξος εκκλησίας, Θεσσαλονίκη 1986.

Κορναράκη, Κω., Η διαλεκτική του Φιλοκαλικού ήθους, [εκδ. Αρμός, Αθήνα


2002.
-, The monastic life according to saint Nilus The ascetic, ανάτυπο από
τον περιο. Γ.Π., 1994.

Κυριάζη, ∆ημήτρη., «Προλεγόμενα για μια θεραπεία της ψυχής» στο συνέδρι-
ο: Θεολογία και ψυχιατρική σε διάλογο, [εκδ. Αποστολική ∆ιακονία 1999, σσ.
23-95.

Κοτσώνη, Ιω., «Η Φιλοκαλία: ένας κρυμμένος θησαυρός» στην Ενορία 1973,


σ. 42-43.

Κραγιοπούλου, Συμεών, «Ο Θεσμός των επιτιμίων στους περί μετανοίας ιε-


ρούς κανόνες» στο Πρακτικά Συμποσίου ποιμαντικής ψυχολογίας και εξομο-
λογητικής, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1981, σσ. 65-82.

Krivochéine, B., (Αρχιμ.), Μέσα στο φως του Χριστού, μετάφ. Σκουτέρη, Π.,
[εκδ. Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1983.

kazhdan, A., «Philokalia» στο The Oxford Dictionary of Byzantium, τομ. 3,


Oxford Press 1991, σ. 1656.

Kittel, G., «[αββ~α», στο ThDNT , τομ.1, ed. G. Kittle, trans. G. Bromiley, Grand
Rapids, Michigan 1967, σσ. 5-6.

349
-, «Πατήρ», στο ThDNT , τομ.5, ed. G. Friedrich, trans. G. Bromiley,
Grand Rapids, Michigan 1967, σσ. 1050-51.

Λασπίδη, Χ., Η θέωση του ανθρώπου κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, Θεσ-
σαλονίκη
1992.

Λιακούρα, Κω., «Η περί της πνευματικής ζωής και τελειώσεως: Νηπτική διδα-
σκαλία Καλλίστου και Ιγνατίου των Ξανθοπούλων» στο ΕΕΘΣΠΑ 1999, τομ.
Λ∆΄, σσ. 327-386.

Λουδοβίκου, Ν., Η κλειστή πνευματικότητα και το νόημα του εαυτού, [εκδ.


ΕλληνικάΓράμματα, Αθήνα 21999.
-, Ψυχανάλυση και Ορθόδοξη θεολογία, [εκδ. Αρμός, 22003.

Lampe, G. W., «πατήρ», στο PGL , published by Oxford University Press


1961. Tenth impression 1991, σσ. 1050-51.
-, «πνευματικός», στο PGL , published by Oxford University Press 1961.
Tenth impression 1991, σσ. 1104-05.

Lossky, V., Η θέα του Θεού, μετάφ. Μελετίου (Μητρ.), [εκδ. Ι.Μ. Νικοπόλεως,
Πρέβεζα 2004.
-, Η Μυστική θεολογία της ανατολικής Εκκλησίας, μετάφ. Πλευράκη,
Σ., Θεσσαλονίκη 1964.

Leont. N., «[αββ~α», στο ΛΒΘ , [εκδ. Άρτος Ζωής, Αθήνα 1980, σ. 2.

Louf, André (Dom.), Η ταπείνωση, μετάφ. Πασχάλης, Σ., [εκδ. Ακρίτας 2001.

Μαγεντόρφ, Ιω., «Ησυχασμός» στο Θ.Η.Ε 6, σσ. 83-87.

Μακρή, Σπυρ., «Μετάνοιας, Μυστήριον» στο Θ.Η.Ε 8, σσ. 1057-1069.

Μαντζαρίδη, Γ., Ορθόδοξη πνευματική ζωή, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη


2
1993.
-, Κοινωνιολογία του χριστιανισμού, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη
2004.
-, Μέθεξης Θεού, Θεσσαλονίκη 1979.
-, Χριστιανική ηθική Ι, [εκδ. Πουρναρά. Θεσσαλονίκη 22004 .
-, Χριστιανική ηθική ΙΙ, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 22004.
-, «Νήψις» στο Θ.Η.Ε 10, σσ. 471-474.
-, «Θεωρία» στο Θ.Η.Ε 6, σσ. 503-506.
-, Οδοιπορικό θεολογικής ανθρωπολογίας, Ι.Μ. Βατοπαιδίου, Αγιον
Όρος.
-, Ορθόδοξη θεολογία και κοινωνική Ζώη, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονί-
κη, 1996.

350
-, Πρόσωπο και θεσμοί, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1997.
-, Παλαμικά, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1998.

Μαστρογιαννόπουλου, Ηλία., (Αρχιμ.), Το πολίτευμα των χριστιανών, [εκδ.


Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1975.
-, Οι Πατέρες της Εκκλησίας και ο άνθρωπος, Αθήνα.

Μαυρομάτη, Γ., Η θύρα του ελέους, το μυστήριο της μετανοίας και εξομολο-
γήσεως, εκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1986.

Μεταλληνού, Γεω., (Πρωτ.), «Το εξομολογητάριον του αγίου Νικοδήμου»,


στο ΕΕΘΣΑ, τομ. 34, 1999.
-, Ενορία: ο Χριστός [εν τ~?ω μέσ?ω ]ημ~ων, [εκδ. Αποστολική ∆ιακονία
1990.

Μιχαηλίδη, Μ., Η διάκριση, Αθήνα 41993.

Μουρατίδη, Κ., Η μοναχική υπάκουη εν τη αρχαία εκκλησία, ∆ιατριβή επί δι-


δακτορία, Αθήνα 1965.

Μουστάκης, Βασ., «Η πραότητα» στο Θ.Η.Ε 10, σ. 575-576.


-, «Ωρα~ιον» στο Θ.Η.Ε 12, σσ. 571-573.
-, «Μετάνοια» στο Θ.Η.Ε 12, σσ. 764-778.

Μπαλατσούκα., Σω., «Η απάθεια ως κατάσταση τελείωσης στην αγιοπατερική


εμπειρία» στο Γ.Π., τευχ. 766, 1997, σσ. 81-92.

Μπαλογιάννης, Σ., «Η οριοθέτησης του έργου του Πνευματικού και ψυχίατρου


επί του ψυχικώς πάσχοντας» στο Κοινωνία, τευχ. 1-2, 1988, σσ.114-117.
-, Ψυχιατρική και ποιμαντική ψυχιατρική, [εκδ. Πουρναρ~α, Θεσσαλονί-
κη 1986.
-, «Η ψυχολογική διατάσις της διαταραχής της κοινωνικής συμπεριφο-
ράς του συγχρόνου ανθρώπου» στο συνέδριο: Ψυχολογικά προβλήματα του
συγχρόνου ανθρώπου, Ι.Μ. ∆ράμας, 1995, σσ. 29-61.

Μπρατσιώτου. Παν., Η προ Χριστού παιδαγωγία, Ανάτυπο από


των«παιδαγωγικών Ομίλων», τευχ. 4, Αθήνα 1965.

Νέλλα, Παναγιώτη, Ζώον θεούμενον, [εκδ. Αρμός 42000.

Négrier, Armand, «Μητέρα» στο ΛΒΘ, σ. 661.

Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον, [εκδ. Συνοδεία Σπυρίδω-


νος ιερομονάχου- Νέα Σκήτη, 2006.
-, Εξομολογητάριον, [εκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, Αθήνα 72004 .

351
-, Χρηστοήθεια των χριστιανών, [εκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη
1974.
-, Πηδάλιον, [εκδ. Βασ. Ρηγοπουλου, ακριβής ανατύπωσης της γ΄ εκδό-
σεως του 1864.

Νησιώτη, Α., Ο πνευματικούς και το έργο του, [εκδ. Αποστολική διακονία


1959.

Παϊσίου Αγιορείτου, Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ΄, [εκδ. Ι.Μ. Ευαγγελιστής


Ιωάννης
ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκη, 2001.
-, Επιστολές, [εκδ. Ι.Μ. Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή
Θεσσαλονίκη 1994.

Πανόπουλου, Παν., «Στάρετς: Το Πνεύμα ε[ ν μέσω ημών» στο Σύναξη, τευχ.


53,1995, σσ. 81-85.

Παπαθανασίου, Θανάση., «Τ~ης Χριστιανικότητος η άσκησις» στο Σύναξη,


τευχ. 53, 1995, σσ. 11-26.

Παπαδοπούλου, Α., Θεολογική γνωσιολογία κατά Νηπτικούς Πατέρες, ΑΒ. 25


Θεσσαλονίκη 1977.

Πάσχου, Π., «Οι μυστικοί– νηπτικοί Πατέρες και ο σύγχρονος άνθρωπος»


στην Θεολογία, τευχ. 63, 1992, σσ. 94-116.
-, Αγωνία και κατάνυξη, [εκδ. Αστήρ, Αθήνα 21976.

Πατρώνου, Γεω., Θεολογία και ορθόδοξο βίωμα, [εκδ. ∆όμος, Αθήνα 1994.

Πλακίδα, D., (Αρχιμ), Φιλοκαλία : Η νηπτική παράδοση της ορθοδοξίας και η


ακτινοβολία της στον κόσμο, [εκδ. Ακρίτας, 1999.
-, Ο Παχομιακός μοναχισμός, [εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 31999.

Ποποβίτς, Ιουστίνου, (Αρχιμ.), Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, [εκδ. Αστήρ, Αθή-


να 1987.
-, Οδός Θεογνωσίας, Αθήνα 1985.
-, «Η γνωσιολογία του αγίου Ισαάκ του Σύρου» στην Θεολογία τευχ. 38
(1967).
Πορτελάνου, Στ., Η πνευματική τελείωση του ανθρώπου κατά τον Άγιο Συ-
μεών τον Νέο θεολόγο, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1998.

Rattner, Josef, Ψυχολογία του βάθους και ανθρωπισμός, μετάφ. Βαμβαλή, Γ.,
[εκδ. Μπουκουμάνη, Αθήνα 1969.

Ραντοβίτς, Αμφίλ., (Ιερμο.), «Ο πνευματικός ως χαρισματούχος» στην Ενορία,


τομ. 512-513, 1972.

352
Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, Ι.Μ. Χρυσοπηγής, Χανία 2003.

Ρωμανίδη, Ιω., (Πρωτ.), Το προπατορικόν αμάρτημα, [εκδ. ∆όμος, 1989.


-, ∆ογματική και συμβολική θεολογία της ορθοδόξου καθολική εκκλη-
σίας, [εκδ. Πουρναρά, 1973.
-, Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας, Γρηγορίου Παλαμά, Έρ-
γα 1: Υπέρ των Ιερών ησυχαζόντων, Τριάς Α΄, Θεσσαλονίκη 1991.
-, «Εκκλησιαστικαί Σύνοδοι και Πολιτισμός» στο Θεολογία. τευχ. 4
(1995), σσ. 646-680.
-, Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η θερα-
πεία της, στον τόμο «Ορθοδοξία, Ελληνισμός, πορεία στην 3η χιλιετηρίδα»,
[εκδ. Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου, Αγίου Όρους, 1966, σσ. 67-87.

Ρωμαίο, Αντωνίου, (π.), «Ψυχανάλυση και εξομολόγηση: Συζήτηση ανάμεσα


στον π.Αντώνιο και τον ψυχίατρο ∆ημήτρη Κυριαζ~η» στο Σύναξη 1988, σσ.
55-73.
-, «Σκέψεις για τον Ελλαδικό μοναχισμό» στο Σύναξη 1990, τευχ. 35,
σ. 19.
-, «Η επανορθωτική ή διορθωτική αγωγή που ασκείται από τον ποιμένα
απαιτεί
ψυχολογικές γνώσεις και ικανότητες» στο Πρακτικά Συμποσίου ποιμα-
ντικής ψυχολογίας και εξομολογητικής, [εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη
1981, σσ.17- 51.

Σαχαρώφ, Σ., (Αρχιμ.), Περί προσευχής, Ι.Μ. Τίμιου Προδρόμου, Εσσέξ, Αγ-
γλίας 1993.
-, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς [εστι, Εσσεξ Αγγλίας, 1992.
-, Η ζωή του ζωή μου, μετάφ, Π. ∆., Βακάρος- π. Σ. Ψαρόπουλος, [εκδ.
Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 21996 .
-, Περί πνεύματος και ζωή, Εσσεξ Αγγλίας 1995.
-, Άσκησης και θεωρία, Εσσεξ Αγγλίας 1996.
-, Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Εσσεξ Αγγλίας 111995.
-, Αγώνας θεογνωσίας, Εσσεξ Αγγλίας,22006.

Σκάλτση, Π., «Η Βαπτισματική αναγέννηση», στο περιοδ. Κληρονομία 20


(1988),Θεσσαλονίκη 1992, σσ. 275-287.
-, Ιστορική εξέλιξη της ακολουθίας ε[ις εξομολογούμενον στο συνέδριο
«Το Ιερόν Μυστήριον της μετανοίας», ∆ράμας, 2002, σσ. 33-115.

Σμέμαν, Α., (Πρωτ.), Εξ ύδατος και πνεύματος, μετάφ. Ι. Ροηλίδης, [εκδ. ∆ό-
μος.
-, «Η Εξομολόγηση» στο περιο. Ανάπλασις, τευχ. Μαΐου 1970, σσ. 5-7,
11-12.

Σπετσείρη, Κων., Τα είδη της γνώσεως, [εκδ. οίκος Ν. Ζλατάνου 1949.

353
Σταμούλη, Χρυσ., Κάλλος το Άγιον, [εκδ. Ακρίτας, 2004.
-, Άσκηση αυτοσυνειδησίας, [εκδ. Το Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη 2004.

Σταυροπούλου, Α., Εισαγωγή στην ορθόδοξη συμβουλευτική ποιμαντική, Α-


θήνα 1985.
-, Επιστήμη και τέχνη της ποιμαντικής, [εκδ. Αρμός 1997.
-, «Ο Φιλοκαλικός άνθρωπος: μια ορθόδοξη πρόταση ζωής» στο Κοι-
νωνία 1999, τευχ. 2, σσ. 141-151.

-, «Η ποιμαντική ψυχολογία ως ψυχολογία του ανισταμένου ανθρώπου»


στο Πρακτικά Συμποσίου ποιμαντικής ψυχολογίας και εξομολογητικής, [εκδ.
Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1981, σσ. 83-94.

Σταυροπούλου, Χρ., Ποιμαντική της μετανοίας, [εκδ. Αποστολική διακονίας


2
1988.
-, Κοινωνοί θειας φύσεως, [εκδ. Αποστολικής ∆ιακονίας 31990.

Στογιόγλου, Γεω., «Η νηπτική γραμματεία» στο Θ.Η.Ε. 10, σσ. 474-475.


-, «Πνευματικότης Ορθόδοξος» στο Θ.Η.Ε. 10, σσ. 467-471.

Σωτηροπούλπου, Χαρ., «Η δια των αρετών πνευματική πρόοδος του ανθρώπου


κατά Γρήγοριον τον Σιναΐτην», στη ΕΕΘΣΠΑ, τομ. 26, 1084, σσ. 551-583.

Spidlik, T., Η πνευματικότητα του ανατολικού χριστιανισμού, μεταφ-επιμ.


Βασ. Σ. Ψεύτογκα, [εκδ. Πουρναρ~α, Θεσσαλονίκη, 2000.

Ternat, p., «Πατέρες-Πατήρ», μετάφ. Αγουρίδη, Σ., στον ΛΒΘ, σ. 784.

Τρεμπέλα., Π., ∆ογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας ΙΙΙ, [εκδ. Σω-
τήρ, Αθήνα 32003.
-, Μετανοείτε, [εκδ. Σωτήρ, Αθήνα 101987 .

Τσάμη. ∆., Η τελείωση του ανθρώπου κατά Νικήτα Τον Στηθάτον, ΑΒ 11,
Θεσσαλονίκη 1971.

Τσατσάνη, Αμβροσίου, (Αρχιμ.), Πνευματική ζωή, Αθήνα 1968.

Τσελεγγίδη, ∆., Ορθόδοξη θεολογία και ζωή, [εκδ. Πουρν~αρα 2005.

Yazigi, Παύλου, (ν~υν Μητρ. Χαλεπίου), Εσχατολογία και ηθική, η εσχατολο-


γική θεμελίωση της εν Χριστώ ζωής κατά τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο,
[εκδ. Πουρναρ~α, Θεσσαλονίκη 1992.

Φανάρα, Βας., «Πατέρες και πατρότητα: Θεολογική άποψη» στο Κοινωνία


2004, τευχ. 1, σσ. 74-78.

354
Φάρου, Φ., Ο ∆ιάλογος: αρχές και μέθοδος, [εκδ. Ακρίτας.
-, Κλήρος: η ανεκπλήρωτη υπόσχεση πατρότητας, [εκδ. Ακρίτας, Αθήνα
1992.
-, Παπαδοσύνης μορφή και παραμόρφωση, [εκδ. Αρμός, Αθήνα 1994.
-, «Ψυχολογία: επιστήμη ή αίρεση» στο Σύναξη, τευχ. 25, 1988, σσ. 5-
17.

-, «Προβλήματα στις σχέσεις πνευματικής ζωής και ψυχολογίας» στο


Πρακτικά Συμποσίου ποιμαντικής ψυχολογίας και εξομολογητικής, [εκδ. Κυρι-
ακίδη, Θεσσαλονίκη 1981, σσ. 53-64.

Φλορόφσκη, Γ., Οι Βυζαντινοί ασκητικοί και πνευματικοί πατέρες, μετάφ. Π.


Παλλη, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1992.
-, Το σώμα του ζώντος Χριστού: Μια ορθόδοξος ερμηνεία της Εκκλη-
σίας, μετάφ. Παπαδόπουλου Ι., Θεσσαλονίκη 1981.

Χαραλάμπους, ∆ιονυσίου (Μητρ. Τρίκκκης και Σταγ~ω), Ανατολικός ορθόδο-


ξος μοναχισμός, τομ. Α, Ι.Μ. Παντοκράτορος Σωτήρος Χριστού, Κέρκυρα
2003.

Χριστοφορίδου, Β., Η πνευματική πατρότης κατά Συμεών τον νέον Θεολόγον,


διατριβή επί διδακτορία, [εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1977.

Χρίστου, Π., Η έννοια της διπλής γνώσεως κατά τον Γρηγόριον Παλαμά, Θεσ-
σαλονίκη 1963.

Ware, K. (Επισ. ∆ιοκλείας), Ο ορθόδοξος δρόμος, μετάφ. Μ. Πάσχου, [εκδ. Ε-


πτάλοφος, Αθήνα 1984.
-, Ο ανθρώπος και κοινωνία, Θεσσαλονίκη, [εκδ. Ι.Μ. Αγίου Νεοφύτου,
Πάφος 1991.
-, «The spiritual father in st. John climacus and st. Symeon the new
theologian»,
στο Studia Patristica, τομ. xviii, 2, ed. E. Livingstone, Peeters Press
Leuven, Kalamazoo 1989, σσ. 299-316.
-, Η εντός ημών Βασιλεία, [εκδ. Ακρίτας,42006.
-, «Η πνευματικότητα της Φιλοκαλίας», στο Ενότης [εν τ~?η ποικίλα, επι-
λογή κειμένων από περιοδικό Sobornost, [εκδ. Ακρίτας.
-, «Philocalie» στο DS. τομ. 12, Paris 1984, σσ. 1336-1352.

355

You might also like