You are on page 1of 8

Η αρχιτεκτονική του αρχαιοελληνικού θεάτρου ως μέσο αναγνώρισης της

λειτουργίας του

1.
1. Η αλλαγή της αρχιτεκτονικής του θεάτρου ως αποτέλεσμα των εξελίξεων στη δραματουργία

Η τριμερής δομή του αρχαιοελληνικού θεάτρου έτσι όπως είναι γνωστή στις μέρες μας
(κοίλον, σκηνή και ορχήστρα) προκύπτει βέβαια σταδιακά και ολοκληρώνεται μόνο κατά την
ύστερη κλασική εποχή. Αποτελεί προϊόν έντονων ζυμώσεων που υφίσταται το δράμα ώστε να
διακριθεί ως είδος από το θρησκευτικό άσμα του διθυράμβου από το οποίο σύμφωνα με την
πλειονότητα των μελετητών προέρχεται. 1 Τα χορικά μέρη του δράματος παύουν να έχουν την ίδια
διάρκεια και σημασία όσον αφορά την εξέλιξη της πλοκής του έργου. Σταδιακά ο εξέχων του
διθυράμβου ανεξαρτητοποιείται από τον υπόλοιπο χορό και παίρνει τον λόγο και ταυτόχρονα τον
ρόλο του υποκριτή.2 Άμεσο αρχιτεκτονικό απότοκο μιας τέτοιας αλλαγής όσον αφορά τα χορικά
στοιχεία του δράματος είναι η σταδιακή μείωση του εμβαδού της ορχήστρας. 3 Το άσμα
μετεξελίσσεται σε θεατρική παράσταση όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Μπορεί βέβαια η θέση του
χορού εντός του δράματος να μην παύεται εντελώς αλλά όπως είναι φυσικό κατέχει πολύ μικρότερη
αξία.
Παράλληλα η δραματουργία λαμβάνει έντονα στοιχεία επίδρασης από το έπος και δίνει
έμφαση στον διάλογο, με αποτέλεσμα τα επεισόδια με την πάροδο των ετών να καταλαμβάνουν το
μεγαλύτερο μέρος του έργου και να θεωρούνται σημαντικότερα όσον αφορά την εξέλιξη της
πλοκής. Με την ανεξαρτητοποίηση του εξέχοντος του διθυράμβου αλλά και με τη μετέπειτα
προσθήκη του δεύτερου υποκριτή, σταδιακά η σκηνή ως μέρος του αρχαιοελληνικού θεάτρου
αποκτά καίρια σημασία.4 Σταθεροποιείται η θέση της εντός του θεατρικού οικοδομήματος. Το
κοίλον δηλαδή τα ξύλινα καθίσματα του κοινού είναι πιο κοντά στην σκηνή πλέον παρά στην
ορχήστρα η οποία όπως έχει ήδη αναφερθεί σμικρύνεται. Η μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τα
χορικά άσματα στα επεισόδια και τους διαλόγους των ηθοποιών αφήνει το αντίκτυπο της και στη
διαμόρφωση των νέων θεατρικών οικοδομημάτων.
Αξίζει να επισημανθεί ότι το αρχαιοελληνικό θέατρο διαφοροποιείται από τα σύγχρονα
αντίστοιχα οικοδομήματα στα οποία προβλέπεται να υπάρχει μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ των
θεατών και των υποκριτών. Τα ιταλικά κτίσματα πρώτα καθιστούν εντονότερο τον διαχωρισμό
μεταξύ του κοινού και των ηθοποιών. Την ίδια λογική ακολουθούν ακόμη και πιο σύγχρονα θέατρα
όπως το Tower Theatre της Νέας Υόρκης. Αντιθέτως, το Εθνικό θέατρο έχει σχεδιαστεί ώστε η εν
λόγω απόσταση να είναι κάπως μετριασμένη. Η συγκεκριμένη επιλογή από πλευράς των
αρχιτεκτόνων που οικοδομούν τα θεατρικά κτίσματα σχετίζεται όπως είναι φυσικό με τη θέση που
προσδίδουν στο ίδιο το κοινό, στους θεατές τους. Από τη μια πλευρά, το αρχαιοελληνικό θέατρο
καθιστά τους αποδέκτες των παραστάσεων στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Διαδραματίζουν έναν
1
Ε. Ανδριανού, Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο: Ο Δραματικός Λόγος από τον Αισχύλο ως τον Μένανδρο, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα,
2001, σελ. 29.
2
Ε. Ανδριανού, ο.π. σελ. 30.
3
Νίκος Χουρμουζιάδης, Όροι και μετασχηματισμοί στην αρχαία ελληνική τραγωδία, εκδ. Γνώση, Αθήνα, 1991, σελ.53
4
Νίκος Χουρμουζιάδης, ο.π. σελ. 53
οργανικό ρόλο στο πλαίσιο της αναπαράστασης του αρχαιοελληνικού δράματος. Η σύγχρονη
προοπτική τείνει να διατηρεί μια εξιδανικευτική και αποστασιοποιημένη εικόνα για τους
συντελεστές της. Άλλωστε, οι τεχνολογικές εξελίξεις που έχουν επηρεάσει όπως είναι φυσικό τη
διαδικασία της δραματουργίας καθιστούν ευκολότερη από άποψη ακουστικής την πραγμάτωση της
παράστασης ακόμη και αν οι υποκριτές βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από τους θεατές.
Τέλος, η σκηνογραφία του θεάτρου όπως είναι φυσικό καλείται να ανταποκριθεί και στις
άμεσες πρακτικές ανάγκες των παραστάσεων. Το σκηνικό κτίσμα λαμβάνει ξεχωριστό ρόλο καθώς
αποτελεί μέσο για την κατά το δυνατό ρεαλιστική αναπαράσταση του δράματος. Πέρα από τις
οποιεσδήποτε κειμενικές αναφορές του συγγραφέα, οι θεατές μπορούν να κατανοήσουν
ευκολότερα τον τόπο και τον χρόνο μέσα από τα σκηνικά της παράστασης τα οποία εμπλουτίζονται
από ζωγραφιές ώστε να ανταποκριθούν ορθότερα στις απαιτήσεις του έργου. Παράλληλα η
ενδυμασία των υποκριτών (η λεγόμενη σκευή) λειτουργεί συμβολικά ώστε να παρέχει στο κοινό τις
κατάλληλες πληροφορίες για την κοινωνική θέση του εκάστοτε ήρωα αλλά ταυτοχρόνως καλύπτει
και ανάγκες πρακτικές καθώς μέσω της πλήρους μεταμφίεσης τους με ενδύματα οι άνδρες
υποκριτές μπορούν να υποδυθούν ακόμη και γυναικείους ρόλους.

2. Θρησκευτική διάσταση του δράματος

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, όλοι οι μελετητές συγκλίνουν στην άποψη ότι η αρχαιοελληνική
δραματουργία ως λογοτεχνικό είδος αποτελεί μετεξέλιξη του ευρύτατα διαδεδομένου διθυράμβου,
άσματος που ψέλνονταν από χορό αντρών ώστε να τιμηθεί ο θεός Διόνυσος. 5 Οι θεοί κατέχουν
ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στο αρχαιοελληνικό δράμα γιατί είναι μόνιμα παρόντες στην υπόθεση
του, διαμέσου των μύθων. Με ιδιαίτερα μηχανήματα του θεάτρου ήταν μάλιστα δυνατό να
εμφανίζεται λίγο πριν τη λύση της τραγωδίας ο από μηχανής θεός ο οποίος συνέδραμε ουσιαστικά
στην εξέλιξη της πλοκής και τον καθορισμό της λήξης του αδιεξόδου που υφίσταται ο τραγικός
ήρωας. Η επινόηση μιας τέτοιας τεχνολογικής κατασκευής καθώς και η πρόνοια για την ύπαρξη
συγκεκριμένης θέσης εντός του θεάτρου, από την οποία θα εμφανίζονταν οι θεοί, αποδεικνύει την
έντονη σχέση του δράματος με τη μυθολογική παράδοση αλλά και την καθόλα θρησκευτική
διάσταση των παραστάσεων.
Άλλωστε, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας το γεγονός ότι η αναπαράσταση των
δραματικών έργων ήταν κομμάτι μιας σειράς θρησκευτικών τελετών αφιερωμένων στον θεό του
κρασιού, του τρόμου και του πάθους., της χαράς και της απόλυτης εξιλέωσης μέσα από τη βίωση
της έκστασης. Οι περισσότερες θεατρικές παραστάσεις διεξάγονταν στο πλαίσιο τον Μεγάλων ή εν

5
Horst- Dieter Blume, Εισαγωγή στο αρχαίο θέατρο, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα. 1989, σελ.
37.
άστει Διονυσίων αλλά και των Λήναιων.6 Τα θεατρικά δρώμενα πλαισιώνονται από θυσίες και
πομπές προς τιμήν των θεών. Ακόμη και η μεταμφίεση των υποκριτών θεωρείται από τους
μελετητές απομεινάρι των Σατύρων που μέσω της ιδιαίτερης αμφίεσης τους προσπαθούσαν να
τρομάξουν το κακό και να επιβάλλουν τη χαρά. Έτσι δεν είναι διόλου παράξενο ότι το κεντρικό
θέατρο της Αθήνας βρίσκονταν στη νότια πλαγιά της Ακρόπολης, κοντά στον ναό του Διονύσου. 7
Από τη στιγμή που τα θεατρικά οικοδομήματα απέκτησαν σταθερή και μόνιμη αρχιτεκτονική δομή
γίνεται προσπάθεια ώστε να τοποθετούνται κοντά σε ιερά παρέχοντας τις αρμόζουσες θρησκευτικές
συνδηλώσεις. Η τραγωδία αλλά ακόμη και η κωμωδία έχουν βέβαια στόχους που προσιδιάζουν στη
θρησκευτική επιδίωξη της ηθικοποίησης καθώς μέσω της πλοκής τους δίνεται έμφαση στην
κυριαρχία των άγραφων νόμων αλλά και των χρηστών ηθών που οφείλει να έχει το άτομο ώστε να
λάβει κοινωνική καταξίωση και να διαφύγει της τιμωρίας των θεών.

3. Η πολιτική διάσταση του δράματος

Αξίζει βέβαια να τονισθεί ότι το αρχαιοελληνικό δράμα αποτελεί απότοκο της


δημοκρατικής κοινωνίας που το δημιούργησε.8 Είναι φανερό ότι το θέατρο συνάντησε τόσο μεγάλη
άνθιση στην Αθήνα καθώς εκεί υπήρξαν οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που θα ευνοούσαν την
ανάπτυξη του. Είναι γνωστό πως όλοι οι πολίτες ανεξαιρέτως παίρνουν μέρος στα θεατρικά
δρώμενα λαμβάνοντας διάφορους ρόλους. Συμμετέχουν ως κριτές καθορίζοντας τον νικητή
δραματουργό με τη λήξη των αγώνων, είτε ως κοινό παρακολουθώντας τις παραστάσεις όχι
παθητικά αλλά με κριτική και σκεπτόμενη στάση απέναντι στους ήρωες και τις αποφάσεις που
λαμβάνουν στα ύψιστα διλήμματα που βιώνουν, είτε ως συντελεστές που χρηματοδοτούνται από
τους χορηγούς ώστε να ενταχθούν στον χορό που αποτελεί βασικό κομμάτι της δραματουργίας
καθώς εκφράζει την κοινή γνώμη. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο ότι μπορούν να παρακολουθήσουν
τις παραστάσεις και γυναίκες και δούλοι αλλά ακόμη και τα παιδιά. Μια τέτοια φιλελεύθερη
απόφαση από πλευράς της δημοκρατικής αθηναϊκής κοινωνίας έρχεται να τονίσει την παιδευτική
σημασία του δράματος την οποία αντιλαμβάνεται απόλυτα η πολιτεία χρηματοδοτώντας τους
υποκριτές και εξαναγκάζοντας τους εύπορους πολίτες να γίνουν χορηγοί. Όλοι μπορούν να
καταστούν κοινωνοί μιας τόσο ωφέλιμης διεργασίας όσο αυτή της παρακολούθησης μιας θεατρικής
παράστασης.
Εννοείται βέβαια ότι μια τέτοια κοσμοαντίληψη για το θέατρο επηρεάζει και την
αρχιτεκτονική του κατασκευή. Το κοίλον, δηλαδή ο χώρος στον οποίο τοποθετούνται οι θεατές
6
Ε. Ανδριανού, Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο: Ο Δραματικός Λόγος από τον Αισχύλο ως τον Μένανδρο, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα,
2001, σελ.19.
7
Νίκος Χουρμουζιάδης, Όροι και μετασχηματισμοί στην αρχαία ελληνική τραγωδία, εκδ. Γνώση, Αθήνα, 1991, σελ.48.
8
Ε. Ανδριανού, Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο: Ο Δραματικός Λόγος από τον Αισχύλο ως τον Μένανδρο, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα,
2001, σελ.17.
αρχικά σε ξύλινα και έπειτα σε λίθινα καθίσματα διευρύνεται σταδιακά ώστε να είναι εφικτό να
συμπεριλάβει τόσο μεγάλο πλήθος στο περιορισμένο χρονικό διάστημα της συντέλεσης των
δραματικών αγώνων ενόψει των θρησκευτικών τελετών που τους πλαισίωναν. 9 Είναι άλλωστε
ευδιάκριτο σε κάθε παρατηρητή των αρχαιοελληνικών θεάτρων ότι το κοίλον αποτελεί έναν ενιαίο
χώρο που δεν επιτρέπει έντονες διακρίσεις μεταξύ του πλήθους που παρακολουθεί τις παραστάσεις.
Αντιθέτως, πιο σύγχρονα θεατρικά οικοδομήματα (όπως το ελισαβετιανό θέατρο) με τη χρήση των
θεωρείων μοιράζουν τους θεατές σε διαφορετικά επίπεδα. Ανάλογα με το κοινωνικό και οικονομικό
κύρος που διαθέτει ο κάθε παρευρισκόμενος μπορεί είτε να καταλάβει θέσεις σε κατώτερα είτε σε
ανώτερα διαζώματα εξασφαλίζοντας καλύτερη ακουστική και οπτική των δρώμενων για τους
ευπορότερους αποδέκτες των παραστάσεων. Η ίδια λογική φαίνεται να κυριαρχεί και στα
συγκαιρινά θεατρικά οικοδομήματα με την ύπαρξη ακριβότερων και φθηνότερων εισιτηρίων
ανάλογα με τη διάρθρωση των θέσεων στο εσωτερικό της αίθουσας. (πχ Long Theater)
Είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικό να επισημανθεί ότι στο αρχαιοελληνικό θέατρο όλοι
εξίσου οι θεατές έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις μόνο μέσα από μια
οπτική, οι τεράστιες διαστάσεις του κοίλου δεν επιτρέπουν στο κοινό να έχει πολλαπλή ορατότητα
επί των δρώμενων. Έτσι, οι υποκριτές αναγκάζονται να φορούν προσωπεία και να προβαίνουν σε
πιο έντονες χειρονομίες προκειμένου να καταστούν με ευκρίνεια αντιληπτές οι ενέργειες τους.
Αντίθετα, στο σύγχρονο πολυεδρικό θέατρο οι υποκριτές μπορούν ευκολότερα να καταστούν
ορατοί. Το γεγονός αυτό μειώνει από πλευράς της σκηνοθεσίας την αναγκαιότητα της ύπαρξης
έντονων κουστουμιών ακόμη και κοθόρνων. Παρά τις οποίες αντιξοότητες καλούνται να
αντιμετωπίσουν οι υποκριτές, η ύπαρξη μιας και μοναδικής οπτικής επί του έργου εφαρμόζει στην
πράξη τα δημοκρατικά ιδεώδη της εποχής. Κανένας θεατής όσο κοινωνικά ανώτερος και αν είναι
δεν μπορεί να έχει ευκρινέστερη εικόνα των δρώμενων.
Ως αντιστάθμισμα των αριστοκρατικών και κυρίως πλατωνικών ιδεών που κυριαρχούσαν
εκείνη την εποχή και πριμοδοτούσαν τη γνώμη των λίγων ειδικών έναντι της άποψης του πλήθους,
οι αρχαίοι Αθηναίοι επιλέγουν τους κριτές των δραματικών αγώνων με κλήρωση από το πλήθος. Η
τακτική τους αυτή καθιστά σαφέστατη την εξέχουσα θέση του κοινού μέσα στον χώρο του
θεάτρου. Άλλωστε, η διοργάνωση των Μεγάλων Διονυσίων δεν ανατίθεται σε κάποιον θρησκευτικό
εκπρόσωπο αλλά στον άρχοντα βασιλέα που αποτελούσε πολιτικό πρόσωπο. 10 Η πολιτική διάσταση
του δράματος στην αρχαιότητα καθίσταται φανερή και από την επιλογή των διαγωνιζόμενων στους
δραματικούς αγώνες η οποία γίνονταν κατά κύριο λόγο με ιδεολογικά και κοινωνικά κριτήρια
έναντι των αισθητικών.11 Το δράμα υπηρετεί το δημοκρατικό πολίτευμα που το δημιούργησε ιδίως

9
Νίκος Χουρμουζιάδης, Όροι και μετασχηματισμοί στην αρχαία ελληνική τραγωδία, εκδ. Γνώση, Αθήνα, 1991, σελ.53.
10
Ε. Ανδριανού, Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο: Ο Δραματικός Λόγος από τον Αισχύλο ως τον Μένανδρο, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα,
2001, σελ.20.
11
Ε. Ανδριανού, ο.π. σελ. 20
μετά την καθιέρωση της χρήσης ιστορικού υλικού για τη διαμόρφωση της πλοκής των έργων. 12 Οι
δημοκρατικές ιδέες και πεποιθήσεις των δημιουργών είναι φανερές με τη μεγέθυνση του κοίλου. Το
πλήθος αναδεικνύεται αξιακά έναντι των λίγων και ιδιαίτερα μορφωμένων ειδικών σε καλλιτεχνικά
ζητήματα.

4.Η ανάπτυξη του δράματος ως αποτέλεσμα της οικονομικής άνθισης της Αθήνας
Η οικοδόμηση των πρώτων θεατρικών κτισμάτων συντελείται κατά την περίοδο από το 450
π. Χ. έως και το 431 π. Χ. 13 Πρόκειται για ένα χρονικό διάστημα κατά το οποίο η Αθήνα αποκτά
τεράστιο πολιτικό και οικονομικό κύρος. Η μεγάλη αθηναϊκή συμμαχία εξακολουθεί να ανθεί
προσφέροντας προστασία σε μικρότερες πόλεις- κράτη και ταυτοχρόνως συλλέγοντας από αυτές
φόρους για την ενίσχυση του πολεμικού στόλου αλλά και για την εν γένει εύρυθμη λειτουργία της
πόλης. Η γενέτειρα των μεγάλων τραγικών ποιητών έχει συγκεντρώσει μεγάλο μέρος του πλούτου
ενισχύοντας και το εμπόριο εκμεταλλευόμενη την ιδιαίτερα ευνοϊκή γεωγραφική θέση της. Σε μια
εποχή, λοιπόν, έντονης οικονομικής ευρωστίας και υπό το πρίσμα της γενικότερης ανοικοδόμησης
της πόλης με το χτίσιμο λαμπρών κτιρίων που θα προσέλκυαν το ενδιαφέρον και των ξένων και θα
αναδείκνυαν την υπεροχή και την ισχύ της Αθήνας, τίθεται ως προτεραιότητα και η δημιουργία
σταθερών θεατρικών κτισμάτων.
Αξίζει μάλιστα να επισημανθεί ότι τα Μεγάλα ή εν άστει Διονύσια συντελούνται την
άνοιξη, εποχή κατά την οποία τα ταξίδια διενεργούνται πιο εύκολα λόγω των ευνοϊκών καιρικών
συνθηκών και η πόλη της Αθήνας κατακλύζεται από εκπροσώπους των συμμάχων που
προσεγγίζουν το μεγάλο πνευματικό και οικονομικό κέντρο ώστε να αποπληρώσουν τους φόρους
που θα τους επιτρέψουν να παραμείνουν υπό την επιρροή και προστασία της μεγάλης αυτής
δύναμης.14 Έτσι, στόχος των δραματουργών τίθεται η δημιουργία ενός πλούσιο σκηνικού που θα
συμβολοποιεί την οικονομική ευχέρεια και ευμάρεια της πόλης. Υπό το πρίσμα της συγκεκριμένης
φιλοδοξίας, οι Αθηναίοι αρχίζουν να ξοδεύουν περισσότερα χρήματα για τη σκηνογραφία των
παραστάσεων η οποία θεωρείται πλέον στοιχείο απαραίτητο για την επιτέλεση της λειτουργίας του
δράματος. Μάλιστα, τα συγκεκριμένα έξοδα τα οποία είναι αρκετά με τη σταδιακή ένταξη και
μηχανημάτων στο χώρο του θεάτρου, έγκεινται στις οικονομικές υποχρεώσεις του χορηγού και δεν
βαραίνουν το σύνολο της πόλης. Εύποροι Αθηναίοι πολίτες αναλαμβάνουν το κόστος των
πολυέξοδων παραστάσεων και εν γένει των δραματικών αγώνων. Τους είναι μάλιστα αδύνατο να
αρνηθούν την ανάληψη του συγκεκριμένου καθήκοντος εάν δεν υποδείξουν κάποιον Αθηναίο
πολίτη που κατά την κρίση τους έχει μεγαλύτερη περιουσία από τους ίδιους. 15 Βέβαια, αν προβούν
12
Ε. Ανδριανού, ο.π. σελ. 34.
13
Νίκος Χουρμουζιάδης, Όροι και μετασχηματισμοί στην αρχαία ελληνική τραγωδία, εκδ. Γνώση, Αθήνα, 1991, σελ.53.
14
Ε. Ανδριανού, Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο: Ο Δραματικός Λόγος από τον Αισχύλο ως τον Μένανδρο, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα,
2001, σελ. 33.
15
Horst- Dieter Blume, Εισαγωγή στο αρχαίο θέατρο, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα. 1989,
σε μια τέτοια ενέργεια θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί, εφόσον ο πολίτης που υποδεικνύουν
ως οικονομικά ευρωστότερο μπορεί να διεκδικήσει την μεταξύ τους ανταλλαγή των περιουσιών. 16
Αυτός ο σχεδόν υποχρεωτικός χαρακτήρας των χορηγιών αναδεικνύει αφενός τη σημασία που
προσέδιδαν οι Αθηναίοι στο θέατρο και αφετέρου την ανάγκη τους για αυτοπροβολή της
οικονομικής τους ανωτερότητας με τη δημιουργία πλουσιοπάροχων σκηνικών και τη σταδιακή
εδραίωση τους.

Συμπέρασμα
Είναι λοιπόν αυταπόδεικτη η έντονη αλληλεξάρτηση μεταξύ αφενός της αρχιτεκτονικής των
θεατρικών οικοδομημάτων που σταδιακά λαμβάνει σταθερό χαρακτήρα και αφετέρου των
πολιτικών, θρησκευτικών και οικονομικών διαστάσεων που κατέχει το αρχαιοελληνικό θέατρο. Το
θεατρικό οικοδόμημα ως κατασκευή αντικατοπτρίζει την κοινωνία που το διαμόρφωσε ιδίως κατά
την ύστερη κλασική αρχαιότητα. Το διευρυμένο κοίλον συνάδει με το δημοκρατικό πολίτευμα της
πόλης, η παρουσία του από μηχανής θεού με τις θρησκευτικές καταβολές του δράματος και τα
πλούσια σκηνικά με τη διαμόρφωση μιας αυτοεικόνας που τονίζει την οικονομική ευρωστία της
ηγεμονικής δύναμης. Ταυτόχρονα, όσον αφορά το ίδιο το δραματικό είδος η σταδιακή υποχώρηση
των χορικών μερών και η ανάδειξη των επεισοδίων αποκρυσταλλώνεται με την παράλληλη μείωση
του μεγέθους της ορχήστρας και αύξηση του εμβαδού της σκηνής.

σελ.49.
16
Horst- Dieter Blume, ο.π. σελ. 49.
Βιβλιογραφία
Ανδριανού Ε., Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο: Ο Δραματικός Λόγος από τον Αισχύλο ως τον Μένανδρο,
εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα, 2001
Blume Horst- Dieter, Εισαγωγή στο αρχαίο θέατρο, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης,
Αθήνα. 1989,
Χουρμουζιάδης Νίκος, Όροι και μετασχηματισμοί στην αρχαία ελληνική τραγωδία, εκδ. Γνώση,
Αθήνα, 1991

You might also like