You are on page 1of 8

Εισαγωγή

Στην παρούσα εργασία θα μας απασχολήσει το δικαίωμα του ανθρώπου στην


ιδιοκτησία, μέσα στο πλαίσιο των ελευθεριών και δικαιωμάτων της πολιτικής ιδεολογίας του
φιλελευθερισμού. Αρχικά θα εξετάσουμε συνοπτικά τις αξίες και τα προτάγματα του
συστηματοποιημένου φιλελευθερισμού του 19ου αιώνα. Στη συνέχεια θα δούμε τις
διαφοροποιήσεις που προέκυψαν στην ιστορική εξέλιξή του, κρατώντας στο επίκεντρο το
δικαίωμα στην ατομική ιδιοκτησία και τις θεωρίες δικαιοσύνης που το συνοδεύουν. Θα δούμε
πως θεμελιώθηκε η ιδιοκτησία από τον Lock και πως αντιμετωπίστηκε στη συνέχεια υπό το
πρίσμα της εξισωτικής δικαιοσύνης του Rawls και του κράτους πρόνοιας. Τέλος θα
εξετάσουμε συγκριτικά τον κοινωνικό φιλελευθερισμό με τον ελευθερισμό του Nozick,
σημειώνοντας τις βασικές συγκλίσεις και αποκλίσεις τους, πριν κλείσουμε με μερικά
συμπεράσματα.

Φιλελευθερισμός, αξίες και δικαιώματα


Οι φιλελεύθερες ιδέες στην Ευρώπη πρωτοεμφανίζονται με την κατάρρευση της
φεουδαρχίας, ήδη από τον 15ο αιώνα, εμπνέοντας και διαποτίζοντας στη συνέχεια όλα τα
επαναστατικά κινήματα που συγκλόνισαν την Ευρώπη και την Αμερική από τον 17ο αιώνα και
μετά. Ως συστηματοποιημένη πολιτική ιδεολογία απέναντι στις απόλυτες και «ελέω Θεού»
μοναρχίες, ο φιλελευθερισμός συγκροτήθηκε μόλις τον 19ο αιώνα, θριαμβεύοντας μέσα από
την Βιομηχανική Επανάσταση, άρρηκτα συνδεδεμένος με τον νεοεισερχόμενο δυτικό
καπιταλισμό και την νέα οικονομία της αγοράς (Heywood, 2007, σ.71-72).

Στην αρχική του θεμελίωση, επηρεασμένος από τους Διαφωτιστές, ο κλασικός


φιλελευθερισμός επεδίωξε την εγκατάσταση των βασικών ανθρώπινων αξιών πάνω στα
φυσικά και εγγενή ανθρώπινα δικαιώματα με μία ανθρωποκεντρική ηθική που στην πορεία
κατέληξε ουδέτερη. Το οικουμενικό όραμα των φιλελεύθερων ήταν η υπεροχή του αυτεξούσιου
ατόμου, που με κοινωνικό διάλογο, ανοιχτό πνεύμα, ισχυρή ηθική και τις ικανότητές του
αναπτύσσεται και προοδεύει ως το έπακρο του δυναμικού του. Στις σημαντικότερες βασικές
φιλελεύθερες αξίες συμπεριλαμβάνονται η μοναδικότητα και η ελευθερία του ατόμου, που από
υποτελής δουλοπάροικος έγινε «ελεύθερος άνθρωπος» με κρίση και επιλογές. Σύμφυτα της
ελευθερίας είναι ο ορθός λόγος, που ενάντια στην προκατάληψη και την δεισιδαιμονία,
προάγει την εκπαίδευση και την επιστημονική πρόοδο, καθώς και η κοινωνική δικαιοσύνη
συνδεδεμένη με την ισότητα. Η μοναδικότητα του ατόμου υπαγορεύει επίσης ως αξίες την
ανεκτικότητα και την διαφορετικότητα. Η μοναδικότητα του ατόμου θεωρήθηκε αυταξία στις
αναπτυσσόμενες θεωρίες για τα φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου. Αυτά θεμελιώθηκαν στην
ιδέα του Locke πως κάθε άνθρωπος γεννιέται με παραχωρημένα από το Θεό φυσικά
δικαιώματα στη ζωή, την ελευθερία και την ιδιοκτησία και σύμφωνα με τον Kant, ο κάθε
άνθρωπος έχει ίση αξία, όντας «αυτοσκοπός» του εαυτού του και όχι «μέσο» που θα
μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν οι άλλοι (Heywood, 2007, σ. 76-77).

Κατά συνέπεια και με έμφαση στην σπουδαιότητα της ατομικότητας, ενώ οι άνθρωποι
προσδιορίζονται στη βάση της μοναδικότητας των ιδιαίτερων ποιοτήτων και χαρακτηριστικών
τους, θα πρέπει ταυτόχρονα να προσδιορίζονται και ως ίσοι. Αυτή η εξ’ ορισμών
ανταγωνιστική σχέση μεταξύ ισότητας και μοναδικότητας, δρομολόγησε αρκετές εντάσεις και
διαφοροποιήσεις στους φιλελεύθερους στοχαστές, από τον ακραίο ατομικισμό μέχρι την
κοινωνική υπευθυνότητα απέναντι στα μειονεκτούντα άτομα. Στη βάση της διαφορετικής
αντιμετώπισης αυτού του ανταγωνισμού μεταξύ εγωισμού και αλτρουισμού, κατά το πέρασμα
από τον κλασικό στον σύγχρονο φιλελευθερισμό, αναδύθηκαν αρκετά και περισσότερο
στοχευμένα ιδεολογικά ρεύματα1, όλα με απώτερο στόχο την κοινωνία όπου κάθε άνθρωπος
θα δύναται να εξελιχθεί στο πλήρες δυναμικό του (Heywood, 2007, σ. 78-79).

Το δικαίωμα στην ιδιοκτησία στον κλασικό φιλελευθερισμό

Θεωρώντας δεδομένο από τη γέννηση το (θεολογικά και φυσιολογικά) αδιαμφισβήτητο


δικαίωμα συντήρησης, επιβίωσης και άνεσης του ατόμου μέσω της χρήσης των φυσικών
πόρων, φαίνεται κατ’ αρχήν ότι ο φυσικός κόσμος ανήκει εξίσου σε όλους, άρα κανείς δε θα
μπορούσε να διεκδικεί το ατομικό δικαίωμα στην νομή του, αποκλείοντας τους υπόλοιπους.
Ταυτόχρονα, ο άνθρωπος προκειμένου να επιβιώσει, επιστρατεύει τη λογική του και τον
μόχθο του, επεξεργάζεται, ιδιοποιείται και επωφελείται από τους φυσικούς πόρους, σε σημείο
να γίνονται κτήμα του και κανενός άλλου μέχρι να καλύψει τις ανάγκες του διασφαλίζοντας την
επιβίωση του. Και ενώ τα ζωντανά και η γη ανήκουν πρωτογενώς σε όλους, ο άνθρωπος
ανήκει αποκλειστικά στον εαυτό του. Με τον πνευματικό και σωματικό του μόχθο και την
χειρονακτική εργασία του να του ανήκουν αυτοδίκαια, ο άνθρωπος θεμελιώνει το δικαίωμα της
ιδιοκτησίας πάνω στα αγαθά που προέκυψαν από τη στιγμή που συνέλεξε και επεξεργάσθηκε
μέρος των κοινών φυσικών πόρων και πλέον τα αγαθά αυτά, αφού εμπεριέχουν την εργασία
του, δικαιωματικά του ανήκουν (Locke,1990, σ.111-112).
1 Φιλελεύθερα ρεύματα όπως οι διάφορες θεωρίες του ατομικισμού, του ελευθερισμού, του ωφελιμισμού,
του πλουραλισμού, ο κοινωνικός δαρβινισμός, ο κεϋνσιανισμός, ο οικονομικός φιλελευθερισμός, η
πολυπολιτισμικότητα, ο συνταγματισμός και η φιλελεύθερη δημοκρατία,. (Heywood, 2007, κεφ.2)
Σύμφωνα με τον Lock το δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας πρωτοθεμελιώνεται στη
βάση της ιδιοκτησίας του εαυτού μας και εκκινείται τη στιγμή που η εργασία μας
ενσωματώνεται σε αγαθά, γη ή πόρους που ως τότε ήταν κοινά, καθιστώντας τα μέσω του
προσμειγμένου κόπου μας κομμάτι του εαυτού μας, άρα και νόμιμη ιδιοκτησία μας. Με τον
τρόπο αυτόν η μετάβαση από την κοινοκτημοσύνη στην ατομική ιδιοκτησία τεκμηριώνεται
λογικά, καθαγιάζεται ηθικά και γίνεται κοινωνικά αποδεκτή (Lock, 1990, σ.125). Η μόνη ηθική
ρήτρα που τίθεται, είναι ο περιορισμός της συσσώρευσης στην αναγκαία χρήση χωρίς
κατασπατάληση. Η ιδιοποίηση καθίσταται θεμιτή και ηθική όταν δεν προκαλεί βλάβη στους
άλλους, δηλαδή όταν αφήνω ελεύθερους επαρκείς (ποιοτικά και ποσοτικά) πόρους για τους
άλλους και δεν νέμομαι περισσότερους πόρους ή αγαθά από εκείνα που μπορώ να
επεξεργαστώ με την εργασία μου ή που προλαβαίνω να χρησιμοποιήσω και να απολαύσω
προτού φθαρούν. (Lock, 1990, σ.114-120, 127). Η καθιέρωση ανθεκτικών και σχετικά
άφθαρτων νομισμάτων από ευγενή μέταλλα ως μέσο ανταλλαγής και η συναινετική πρόσδοση
συμβατικής αξίας σε αυτά, αύξησαν την αξία αλλά και τη σπανιότητα γαιών και πόρων.
Συνακόλουθα, ο αποθησαυρισμός κάποιων μέσω τις εργασίας τους ή της εμπορικής
ανταλλαγής του πλεονάσματος που παρήγαγαν, παραμένει θεμιτός και ηθικός αφού δεν
βλάπτει κανέναν. Η δε ανισότητα έγγειας ιδιοκτησίας είναι δίκαιη, στη βάση της σιωπηρής
συναίνεσης πως κάποιοι θα παράγουν περισσότερα αγαθά ώστε να τα εμπορεύονται
ελεύθερα (Locke,1900, σ.129).

Διανεμητική δικαιοσύνη, προστασία της ιδιοκτησίας και κοινωνικό κράτος

Η δικαιοσύνη ως βασική αξία του φιλελευθερισμού συνιστά μία ιδιαίτερη ηθική κρίση,
δομημένη σε ένα ισότιμο σύστημα ποινών και απολαβών, ανάλογα με αυτό «που αξίζει» το
κάθε άτομο (Heywood, 2007, σ.86). Έτσι, τόσο ο ιδιοκτήτης γης και μέσων όσο και ο εργάτης,
αν και άνισοι, θεωρητικά έχουν την ίδια ελευθερία αυτοδιάθεσης, αυτοκαθορισμού και
βελτιστοποίησης του βίου τους. Άρα ο εργάτης θα μπορούσε να επιλέξει να διαθέσει την
εργασία του αυξάνοντας το εισόδημα του και περιορίζοντας οικειοθελώς μέρος της ελευθερίας
του, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του. Έτσι οι ανισότητες που προκαλεί η ιδιοποίηση
των φυσικών πόρων δικαιολογούνται στην ωφελιμιστική βάση της βελτίωσης (Kymlica, 2005,
σ.145).

Αν όμως στο παραπάνω υποθετικό σενάριο συνυπολογίσουμε την τυχαιότητα, την


απληστία, τον εγωισμό, την εκμετάλλευση, την κληρονομικότητα της ιδιοκτησίας, την ένδεια
των εργατών και την ύπαρξη μειονεκτούντων ατόμων, αντιλαμβανόμαστε πως υπάρχουν
κοινωνικές και φυσικές ανισότητες (που δεν σχετίζονται με την αξία) και το ανατρέπουν, ενώ ο
καταναγκασμός, η πατερναλιστική χειραγώγηση και τελικά οι συγκρούσεις ανάμεσα στα άτομα
είναι απλά θέμα χρόνου να συμβούν. Έτσι, για την προστασία της ελευθερίας, της ειρήνης
και της σταθερότητας κρίνονται απαραίτητα, ένας κανονιστικός ρυθμιστής όπως το κράτος, και
ένα αποδεκτό σύνολο κανόνων δικαίου («κοινωνικό συμβόλαιο», νόμοι, δημοκρατική
διακυβέρνηση κ.α.) που να ρυθμίζουν ειρηνικά και όσο το δυνατόν πιο δίκαια τις κοινωνικές
ανισότητες. Στον κλασικό φιλελευθερισμό του 19ου αιώνα, ως «ισότητα» δεν θεωρείται η
κοινωνική (που είναι ανέφικτη λόγω των αστάθμητων παραγόντων της μοναδικότητας), αλλά
η ισότητα των ευκαιριών για κοινωνική ανέλιξη ή κάθοδο που θα πρέπει να έχουν όλα τα
άτομα, ώστε να αναπτύξουν τα διαφορετικά τους χαρίσματα και ικανότητες (αξιοκρατία)
(Heywood, 2007, σ. 84-87 & 94).

Στα τέλη του 20ου αιώνα, ο κοινωνικός (ή εξισωτικός) φιλελευθερισμός του Rawls
εισάγει την έννοια του κράτος πρόνοιας αντιπροτείνοντας ότι η ισότητα των ευκαιριών θα
μπορούσε να ισχύει μόνο αν όλοι οι άνθρωποι ξεκινούσαν από ένα κοινό σημείο (μία
ενορατική «πρωταρχική θέση»2) πραγματικής ισότητας, όντας υπό ένα αμερόληπτο «πέπλο
άγνοιας». Χωρίς δηλαδή να γνωρίζουν καμία από τις παραμέτρους εκείνες που προκαλούν τις
τυχαίες ανισότητες, όπως ταλέντα και κοινωνικό status, ικανότητες και τυχαίες περιστάσεις,
που δεν αφορούν την αξία των ατόμων. Από αυτήν την ενορατική θέση, ο Rawls πιστεύει πως
όλοι θα συμφωνούσαν στις δύο αρχές που θέτει: Ότι η ελευθερία που ισχύει για ένα άτομο θα
πρέπει να είναι συμβατή με την ελευθερία όλων των άλλων και ότι η κοινωνική ανισότητα είναι
χρήσιμη μόνο αν λειτουργεί προς όφελος των μειονεκτούντων (Heywood, 2007, σ.132). Στην
Θεωρία περί Δικαιοσύνης, ο Rawls επανερχόμενος στις θεωρίες κοινωνικού συμβολαίου των
Lock, Rousseau και Kant, αντί του ωφελιμισμού και της τιμωρίας προτάσσει την
αναδιανεμητική δικαιοσύνη για την υποστήριξη των κοινωνικά μειονεκτούντων, μέσα σε μια
δίκαιη, ορθολογική, εύτακτη, συνεργατική και αποδοτική κοινωνία (Μολύβας, χ.χ., σ.2-4),
όπου ένα ευρεία κανονιστικό κράτος παρεμβαίνει στην οικονομία και με την φορολογία

2 Η «πρωταρχική θέση» του Rawls είναι η ενορατική υποθετική θέση που βρίσκεται το άτομο εισερχόμενο
στην κοινωνία, για την οποία δε γνωρίζει τίποτα. Η θέση αυτή εμπεριέχει μόνο τα «πρωταρχικά αγαθά»,
δηλαδή μόνο τα φυσικά, μόνιμα και αναφαίρετα ανθρώπινα δικαιώματα, που συνιστούν τον δείκτη ευζωίας
για κάθε άνθρωπο και που ο κάθε άνθρωπος θα τα επέλεγε οπωσδήποτε, άσχετα με τις ατομικές του
μοναδικές συνθήκες, ιδιοσυγκρασίες ή την προσωπική του ηθική (και οτιδήποτε άλλο συμπεριλαμβάνεται
μέσα στο «πέπλο άγνοιας»). Άρα τα άτομα μέσα στην άγνοια τους για τις ιδιαίτερες συνθήκες, δε θα
μπορούσαν να φέρουν κανόνες και αρχές στα μέτρα τους. (Μολύβας, χ.χ., σ.3, 5)
διασφαλίζει την αναδιανομή των απολαβών με την μορφή κοινωνικών παροχών, ώστε να
πληρούνται οι δύο παραπάνω κοινά αποδεκτές αρχές (Heywood, 2007, σ.131).

Το απόλυτο δικαίωμα στην ιδιοκτησία

Στον αντίποδα της αναδιανεμητικής δικαιοσύνης και του κράτους πρόνοιας του Rawls
τοποθετείται ο σύγχρονός του αλλά ακραία ατομικιστής νεοφιλελεύθερος Nozick. Και αυτός
διαπραγματεύεται το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, αλλά από την οπτική του ελευθερισμού
(Libertarianism) στα όρια του άναρχου καπιταλισμού.3 Εκκινώντας όπως και ο Rawls από τον
Lock, ο Nozick επιλέγει μια διαμετρικά αντίθετη εστίαση: Στη θέση της εξισορρόπησης της
κοινωνικής ανισότητας προτάσσει το απόλυτο του δικαιώματος της ατομικής ελευθερίας και
της ιδιοκτησίας του εαυτού. Αν η ιδιοκτησία που κατέχω σήμερα αποκτήθηκε αρχικά ή
μεταβιβάσθηκε νόμιμα, με έγκυρους τίτλους κυριότητας και χωρίς να δυσχεραίνει τη θέση των
άλλων, τότε δικαίως την κατέχω θεωρεί ο Nozick και κανείς δεν μπορεί να προβάλλει αξιώσεις
επ’ αυτής με την μορφή αναδιανεμητικών ή άλλων φόρων (Heywood, 2007, σ.189).

Ο Nozick συνδέει την ιδιοκτησία, την δικαιοσύνη και την αγορά μέσα από τις τρεις
αρχές της «θεωρίας των τίτλων». Η αρχή της ελεύθερης μεταβίβασης οποιασδήποτε
ιδιοκτησίας αποκτάται δίκαια, η αρχή της δίκαιης αρχικής απόκτησης και -στην περίπτωση
που η νομή αποκτήθηκε ή μεταβιβάσθηκε με τρόπο άδικο- η αρχή της της επανόρθωσης της
αδικίας. Το άμεσο συμπέρασμα που συνάγεται από τις τρεις αρχές του Nozick, είναι πως
εφόσον ισχύουν θα πει ότι νέμομαι νομότυπα την περιουσία μου (όποιο μέγεθος και αν έχει
αυτή) και κανείς και για κανένα λόγο δεν μπορεί να προβάλει οποιουδήποτε μεγέθους
αξιώσεις επ’ αυτής. Έτσι η αναδιανομή των μέσων, των πόρων και των αγαθών γίνεται μόνο
ιδιωτικά, «από τον καθένα όπως επιλέγει, στον καθένα όπως επιλέγεται», δηλαδή με απόλυτη
ελευθερία. Και εφόσον για την οργάνωση της κοινωνίας θα πρέπει να υπάρχει κράτος, αυτό
θα πρέπει να είναι το ελάχιστο δυνατό κράτος, που δεν παρεμβαίνει στην αγορά, απλά
φροντίζει για την πολιτική προστασία, την τήρηση των συμφωνιών και τον έλεγχο των τίτλων.
Δηλαδή ένα κράτος-φρουρός στην υπηρεσία της προστασίας της ιδιοκτησίας. Η φορολόγηση
σύμφωνα με τον Nozick συνιστά περιστολή και παραβίαση των ατομικών ελευθεριών, αφού η
χρηματοδότηση δημοσίων αγαθών, υποδομών και προνοιακών δομών δεν γίνεται από
ελεύθερη επιλογή ή με την θέληση των ατόμων, αλλά επιβάλλεται από το κράτος
εξαναγκαστικά. Σε τέτοια περίπτωση, το άτομο χάνει την υπόσταση του ως κύριος του εαυτού
3 Ο Nozick στο βιβλίο του Αναρχία, Κράτος και Ουτοπία (1974), αφιερώνει ένα κεφάλαιο στην «Διανεμητική
Δικαιοσύνη» όπου αντιπαρατίθεται ανατρεπτικά στην κοινωνική αναδιανομή του Rawls, επηρεάζοντας τις
αντιλήψεις της νέας δεξιάς.
του και από αυτοσκοπός εκπίπτει σε μέσο των άλλων, είτε για τον πλουτισμό τους, είτε για την
επιβίωσή τους. (Kymlica, 2005, σ.200).

Ο Nozick δεν διαφωνεί με την εκούσια προσφορά ή την φιλανθρωπία, εφόσον


πρόκειται για επιλογή του ατόμου. Τα μόνα όρια που αναγνωρίζει στις ατομικές ελευθερίες
είναι εκείνα της πρόκλησης βίας και της εξαπάτησης, αλλά πέραν αυτών, το κάθε άτομο
μπορεί να κάνει οτιδήποτε θέλει με αυτά που του ανήκουν. Χωρίς καμία ηθική αναστολή,
μπορεί να τα ανταλλάξει, να τα συσσωρεύσει, να τα χαρίσει, να τα σπαταλήσει, ή και να τα
αχρηστεύσει αναίτια, ακόμα κι αν δίπλα του λιμοκτονούν οι οικονομικά ασθενέστεροι
συνάνθρωποι, τα παιδιά ή τα Α.μεΑ., θεωρώντας πως μόνο έτσι αντιμετωπίζονται οι
άνθρωποι ως πραγματικά ίσοι (Kymlica, 2005, σ.201).

Επίλογος

Συμπερασματικά, σε όλη την ιστορική διαδρομή και τα ρεύματα του φιλελευθερισμού, η


έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας είναι τόσο θεμελιώδης, όσο και οι έννοιες της ελευθερίας και
της ζωής καθαυτής. Από τα κοινωνικά συμβόλαια του κλασικού φιλελευθερισμού μέχρι τον
άκρατο ατομικισμό της νέας δεξιάς και των νεοφιλελεύθερων, το δικαίωμα στην ιδιοκτησία
θεμελιώνεται στη βάση της ελευθερίας και της αυτοδιάθεσης μέσω της ιδιοκτησίας του εαυτού
και διατηρείται, σε μεγάλο βαθμό, απαραβίαστο. Συνακόλουθα, οι έννοιες της δικαιοσύνης και
της ισότητας παρουσιάζονται περισσότερο ρευστές και ευέλικτες στον φιλελευθερισμό, στην
υπηρεσία της προστασίας της ατομικής ιδιοκτησίας. Η δε συζήτηση για την κοινωνική
δικαιοσύνη και το κράτος πρόνοιας που άνοιξε ο Rawls παραμένει ανοιχτή και πιο επίκαιρη
από ποτέ, μέχρι τις μέρες μας._

Βιβλιογραφικές αναφορές

 Heywood A., (2007). Πολιτικές Ιδεολογίες (μτφ. Χ. Κουτρής). Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.


 Kymlicka W., (2005). Η Πολιτική Φιλοσοφία της Εποχής μας (μτφ. Γ. Μολύβας). Αθήνα:
Πόλις.
 Locke J., (1990). Δεύτερη Πραγματεία Περί Κυβερνήσεως (μτφ Π. Κιτρομηλίδης) .
Αθήνα: Γνώση.
 Μολύβας Γ., (χ. χ.), «Ο Rawls και η σύγχρονη Αγγλο-Αμερικάνικη πολιτική φιλοσοφία»,
Ανακτήθηκε στις 26/11/2018, http://www.koinpolpanteion.gr/pdf/molivas%20-
%20rawls.pdf?
fbclid=IwAR2hSeeGbnfe7KX5AZ73HnBhpQjMQGBvxyrEQ11W8ubRfpJZlEW6XnMWc
HM

You might also like