You are on page 1of 28

Piaget

Ο Piaget υπήρξε υποστηρικτής της


ελευθερίας και του σεβασμού του παιδιού
από τους ενήλικες, της άμεσης
δημοκρατίας στο σχολείο, της ηθικής
ισότητας του παιδιού με τον ενήλικα και,
κυρίως της ηθικής αυτονομίας του παιδιού
ως αντίθετης στο καθήκον που επιβάλλεται
ετερόνομα από μια αυθεντία. Συνεπώς,
συνέδεσε στην ουσία την ηθική αγωγή με
την αγωγή του πολίτη.
Ο Piaget υποστηρίζει ότι ο σκοπός
της εκπαίδευσης (και της
παιδαγωγικής επιστήμης) είναι η
διαμόρφωση της «ηθικής της
αυτονομίας» ή της «ηθικής της
συνείδησης», η οποία θα είναι το
αποτέλεσμα της βαθμιαίας αλλαγής
της εγωκεντρικής συνείδησης του
παιδιού σε καθαυτό ηθική
συνείδηση (η οποία θα το οδηγήσει
στην ηθική αυτονομία).
Ο Piaget διακρίνει δύο είδη σεβασμού:
1. Τον μονομερή σεβασμό, ο οποίος
ενέχει μια ανισότητα : «σχέση
καταναγκασμού» και ηθική υπακοής
(ηθική ετερονομία).
2. Τον αμοιβαίο σεβασμό, ο οποίος
στηρίζεται στην ισότητα και θεμελιώνει
μια κοινωνική «σχέση συνεργασίας»
(ηθική αυτονομία= κατανόηση και
σεβασμός στον ηθικό
κανόνα=ελευθερία).
Το παιδί μέχρι την ηλικία των 7-8
ετών δεν μπορεί να κατανοήσει τον
ηθικό κανόνα.
Από την ηλικία των 7-8 ετών μέχρι
την ηλικία των 10-11 ετών αρχίζει
να επιδιώκει τη συναίνεση στους
κοινούς κανόνες.
Μετά από την ηλικία αυτή, αρχίζει
να τους αντιλαμβάνεται ως
αποτέλεσμα της συμμετοχής του,
άρα τους αποδέχεται συνειδητά.
Το ερώτημα όμως που τίθεται εδώ
(ξανά, γιατί ήδη το θέσαμε πολλές
φορές) είναι αν ο μονομερής σεβασμός
του παιδιού προς τους ενήλικες, ο
οποίος είναι εξ ορισμού άνισος και
στηρίζεται στον καταναγκασμό, μπορεί
να αποτελέσει τη βάση της ηθικής
διαπαιδαγώγησης η οποία πρέπει να
τείνει στον αμοιβαίο σεβασμό, δηλαδή
στην ηθική ισότητα μεταξύ παιδιού και
ενήλικα.
Κατά τον Piaget, η αλήθεια βρίσκεται
κάπου στη μέση. Κατά τη διάρκεια των
πρώτων χρόνων στις σχέσεις παιδιών-
ενηλίκων υπεισέρχεται αναγκαστικά
ένα είδος αυταρχικότητας /
καταναγκασμού, η οποία προοδευτικά
και με την ενηλικίωση θα εκλείψει (το
ίδιο ουσιαστικά έχουν πει και άλλοι
στοχαστές ή παιδαγωγοί, όπως ο J. S.
Mill και ο Locke).
Ο καταναγκασμός συνδέεται με
τιμωρίες / ποινές:
Ο Piaget διακρίνει δύο ειδών τιμωρίες:
1. τις τιμωρίες «κάθαρσης» (sanctions
expiatoires) που, εξαιτίας του σεβασμού του
παιδιού προς τον ενήλικα, προκαλούν
ενοχές και οδύνη στο παιδί, η οποία είναι η
αναγκαία συνέπεια της ανυπακοής, και
2. τις τιμωρίες «αμοιβαιότητας» (sanctions
par réciprocité) που προκύπτουν από την
παραβίαση των κανόνων συνεργασίας και
του αμοιβαίου σεβασμού και, συνεπώς, από
τη ρήξη της κοινωνικής σχέσης μεταξύ
ομάδας και ατόμου.
Τιμωρίες «κάθαρσης»

Στις τιμωρίες αυτές παραμένει ο καταναγκασμός και


η σχέση αυθαιρεσίας του ενήλικα με το παιδί. Εδώ
το παιδί δεν διορθώνει πραγματικά τη συμπεριφορά
του, γιατί αν το κάνει, αυτό οφείλεται στον φόβο της
τιμωρίας και όχι στη συνειδητοποίηση της πράξης
του. Για να αποτρέψουμε το παιδί από την
επανάληψη της πράξης του, η οδύνη από την
τιμωρία πρέπει να είναι αρκετά ισχυρή.
Παραδείγματα: να του στερήσουμε το γλυκό από το
πρωινό γιατί το παιδί έσκισε το βιβλίο του, ή, όταν
πει ένα ψέμα, να το κάνουμε να γράψει εκατό φορές
«δεν θα ξαναπώ ψέματα».
Τιμωρίες «αμοιβαιότητας»
Χαρακτηρίζονται από έναν ελάχιστο καταναγκασμό ή από μια
«λογική» σχέση της τιμωρίας με την πράξη του παιδιού: αν το
παιδί σκίσει ένα βιβλίο, μπορούμε να του πούμε «δεν θα
έχουμε όμορφα βιβλία αν τα σκίζεις, άρα δεν μπορώ να σου
επιτρέψω να τα χρησιμοποιείς, εκτός κι αν τα προσέχεις.
Όταν θα μπορείς να τα προσέχεις τότε θα μπορείς να τα
χρησιμοποιείς». Πέρα από τη «λογική σχέση», οι τιμωρίες
αυτού του είδους έχουν το πλεονέκτημα ότι δεν απαιτούμε
από το παιδί συμπεριφορές που, στα μάτια του, φαίνονται
αυθαίρετες. Επίσης, η απαίτηση του ενήλικα για
συμμόρφωση του παιδιού αντιστοιχεί στα όρια της
δυνατότητάς του να την κατανοήσει, και, συνεπώς, είναι πολύ
πιθανό να αποδεχτεί την απαίτηση με τη θέλησή του
(«ελεύθερα») και να φροντίσει τα βιβλία από μόνο του (γιατί η
απαίτηση του φαίνεται «λογική»). Έτσι, το παιδί έχει τη
δυνατότητα να δράσει με τη θέλησή του και να υιοθετήσει
ελεύθερα τους ηθικούς κανόνες.
Παραδείγματα τιμωριών αμοιβαιότητας (πρόκειται για
μεθόδους ηθικής διαπαιδαγώγησης που μπορούν να
χρησιμοποιούν οι δάσκαλοι και οι γονείς με προσοχή
και φειδώ)
1. Αποκλεισμός του παιδιού από την κοινωνική ομάδα: π.χ. την ώρα του
μαθήματος της ιστορίας το παιδί καλείται να παραμείνει σε μια γωνιά μέχρι να
ηρεμήσει και να επιθυμήσει να ακούσει το μάθημα. Τα μεγαλύτερα παιδιά
μπορούν να χρησιμοποιήσουν τον αποκλεισμό σε περίπτωση που κάποιο
παιδί «κλέβει» στο παιχνίδι. 2. Αφήνουμε το παιδί να βιώσει αρνητικά τις
«λογικές» συνέπειες της πράξης του ώστε να «μετανοήσει» (αυτό μπορεί να
ισχύσει στην περίπτωση που το παιδί καταστρέφει ένα παιχνίδι που του
αρέσει πολύ. 3. Ενθαρρύνουμε το παιδί να διορθώσει το σφάλμα του (π.χ. ο
ενήλικας καλεί το παιδί να διορθώσουν μαζί το βιβλίο που κατέστρεψε). 4.
Επιπλήττουμε το παιδί χωρίς να του επιβάλουμε κάποια τιμωρία. Η επίπληξη,
συνοδευόμενη από συζήτηση, μπορεί να κάνει το παιδί να καταλάβει ότι
διέλυσε τη σχέση εμπιστοσύνης που είχε με ένα άλλο πρόσωπο (π.χ. αν η
αδελφή του παιδιού του έδωσε ένα παιχνίδι να παίξει και εκείνο το
κατέστρεψε, τότε δεν θα του το ξαναδώσει γιατί δεν θα του έχει πια
εμπιστοσύνη). Όσο πιο ισχυρή σχέση έχει το παιδί με το πρόσωπο που του
εμπιστεύτηκε κάτι και εκείνο δεν τίμησε την εμπιστοσύνη, τόσο πιο πιθανό
είναι να μην επαναλάβει την πράξη του.
Αυτό σημαίνει ότι συνυπάρχουν δύο
ηθικές στο παιδί, οι οποίες, ανάλογα
από το αν χαρακτηρίζονται από την
ηθική της ετερονομίας ή την ηθική της
αυτονομίας, οδηγούν σε διαφορετικές
συμπεριφορές και σε διαφορετικές
τιμωρίες, οι οποίες επ’ ουδενί δεν
πρέπει να είναι σωματικές αλλά, όπως
και στον Kant, να εστιάζουν κυρίως
στη συνείδηση του παιδιού.
Ο Piaget υποστηρίζει ότι η πειθαρχία
και η ευθύνη του παιδιού μπορούν να
αναπτυχθούν χωρίς αυστηρές τιμωρίες:
«οι σχέσεις συνεργασίας και συνεπώς
οι σχέσεις όπου εκλείπει ο
καταναγκασμός, αρκούν για να
προκαλέσουν στο παιδί τον σεβασμό
στον κανόνα, όπως η απλή επίπληξη ή
ο ηθικός αποκλεισμός (ο αποκλεισμός
από την ηθική της ομάδας) που
επαναφέρουν το παιδί στην κοινή
ηθική».
Η συμβολή της θεωρίας του Piaget
στην ηθική αγωγή είναι το γεγονός
ότι αποδίδει μεγάλη σημασία στην
προσωπική δράση του μαθητή στη
διαδικασία διαμόρφωσης της
ηθικής κρίσης του (θυμίζει την
«αρνητική αγωγή» του Rousseau).
Η ηθική θεωρία του Piaget είναι
συνυφασμένη με τη δημοκρατική ηθική
αγωγή.

Η «σχολική πόλις» θα είναι το


πρότυπο της «ενήλικης πόλεως
(self government: αυτοέλεγχος,
αμοιβαίος σεβασμός).
Η θεωρία των τριών σταδίων του
J. Rawls
Η ηθική της αυθεντίας

Η ηθική του συνεταιρίζεσθαι

Η ηθική των αρχών


Στο στάδιο της «ηθικής της
αυθεντίας» το παιδί μαθαίνει την
ηθική ακολουθώντας κανόνες, τους
οποίους οι γονείς και άλλες αρχές
(π.χ. ο δάσκαλος) του εμφυσούν.
Στην περίπτωση αυτή η ηθική της
αυθεντίας αποτελεί ένα αναστολέα
των άναρχων επιθυμιών του.
Η ανάπτυξη σχέσεων αγάπης και
εμπιστοσύνης με τους γονείς (ή και
τους δασκάλους) κάνει το παιδί να
δέχεται ασμένως τις εντολές τους,
ενώ η παραβίασή τους προκαλεί
αισθήματα ενοχής που το
αποτρέπουν από την επανάληψη της
παραβίασης.
Για να είναι πιο αποτελεσματική η ηθική της
αυθεντίας πρέπει το παιδί να καταλαβαίνει,
όσο αυτό γίνεται λαμβανομένης υπόψη της
ηλικίας του, τη βασιμότητα των εντολών
των γονέων, οι οποίοι πρέπει να αποτελούν
πρότυπα για το παιδί.

Η ηθική της αυθεντίας είναι εξ ορισμού


προσωρινή
«καμία διαδικασία ηθικής αγωγής
δεν μπορεί να λάβει χώρα αν
απουσιάζουν η στοργή, ο
παραδειγματισμός και η
καθοδήγηση και, πάνω απ’όλα, αν
οι σχέσεις δεν περιέχουν αγάπη
αλλά, αντίθετα, βασίζονται σε
απειλές τιμωρίας και ενέργειες
αντεκδίκησης».
Στο δεύτερο στάδιο της ηθικής
ανάπτυξής του το παιδί μαθαίνει τους
κανόνες που τίθενται στο πλαίσιο των
ομάδων (από τις πιο μικρές μέχρι την
πιο μεγάλη που είναι ολόκληρη η
κοινωνία), δηλαδή την «ηθική του
συνεταιρίζεσθαι».
Στο στάδιο αυτό το παιδί αναπτύσσει
την ηθική της συνεργασίας, η οποία
σηματοδοτεί την αποδοχή των
ηθικών κανόνων που είναι
απαραίτητοι για την ανάπτυξη
σχέσεων συνεργασίας στους
διάφορους κοινωνικούς ρόλους που
αποκτά το παιδί (φίλοι, συμμαθητές,
αδέλφια, κ.λπ.)
Συνεπώς, η ηθική του συνεταιρίζεσθαι
αποτελείται από τις ηθικές επιταγές
(δικαιώματα και υποχρεώσεις) που
αντιστοιχούν στα ηθικά πρότυπα
(ηθικά ιδεώδη) που οφείλει να έχει το
κάθε άτομο ανάλογα με τη θέση του
σε μια ομάδα
Στο πλαίσιο της ομάδας
αναπτύσσονται δεσμοί φιλίας,
συντροφικότητας και αμοιβαίας
εμπιστοσύνης που υποβοηθούν την
προσχώρηση στους κανόνες της
ομάδας, επειδή η εκπλήρωση των
υποχρεώσεων όλων ανεξαίρετα
θεωρείται ότι προάγει το γενικό
συμφέρον της ομάδας.
Αυτή η εκπλήρωση των υποχρεώσεων
γίνεται πρωτίστως από εκείνα τα μέλη
που ενσαρκώνουν τα ηθικά ιδεώδη
της ομάδας, τα οποία θεωρούνται
έκφραση της αγαθής βούλησης, της
ανθρώπινης αριστείας και της ευζωίας
της ομάδας, και γι’ αυτόν τον λόγο
θεωρούνται άξια προς μίμηση.
Το τρίτο στάδιο της ηθικής
ανάπτυξης του παιδιού (η «ηθική των
αρχών»: «morality of principle»),
χαρακτηρίζεται από μια προσήλωση
σε ηθικές αρχές ως τέτοιες, επειδή το
παιδί ως ηθική οντότητα αναγνωρίζει
την αξία τους για μια δίκαιη κοινωνία.
Με βάση την ηθική των αρχών
αποκτούμε τη διάθεση και την
επιθυμία να εκπληρώνουμε το
καθήκον της προαγωγής δίκαιων
διαρρυθμίσεων στην κοινωνική μας
ζωή εν γένει, χωρίς να έχουμε την
ανάγκη της επιδοκιμασίας των άλλων
(γονέων, οικείων προσώπων).
Έτσι, τα ηθικά συναισθήματα και η
δίκαιη συμπεριφορά μας δεν
εξαρτώνται από τυχαίες περιστάσεις ή
μικροσυμφέροντα, αλλά τα
ακολουθούμε επειδή έχουμε
διαμορφώσει μια θετική γνώμη για το
ηθικά ορθό που είναι στηριγμένη στη
λογική αξιολόγησή τους.
Γενικό συμπέρασμα
Η έμφαση που δίνουν οι παραπάνω
ηθικές/παιδαγωγικές θεωρίες στην ηθική
ανάπτυξη του παιδιού, σε συνδυασμό με
την αναγνώριση των δημοκρατικών αξιών,
όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ενεργός
συμμετοχή, η ισότητα και η ελευθερία,
προσανατολίζονται στην ιδέα της ηθικής
αυτονομίας του αυριανού πολίτη.
Αποσκοπούν δηλαδή στην ανάπτυξη
ελεύθερου και ανεξάρτητου πνεύματος και
στην καλλιέργεια της ατομικής ευθύνης σε
μια δημοκρατική κοινωνία
αλληλοσεβασμού και συνεργασίας μεταξύ
ίσων και ελεύθερων πολιτών.

You might also like