You are on page 1of 14

9.

Το οριακό στρώµα στην τυρβώδη ροή

Οπως και στη στρωτή ροή έτσι και στην τυρβώδη, υπάρχει πάντοτε µια
περιοχή, κυρίως κοντά σε τοιχώµατα, όπου το ιξώδες και η τύρβη παίζουν
σηµαντικό ρόλο. Η περιοχή αυτή ονοµάζεται τυρβώδες οριακό στρώµα. Θα
πρέπει εδώ να υπογραµισθεί ότι ο όρος τυρβώδης, αναφέρεται κυρίως στην
κατάσταση του ρευστού έξω από το οριακό στρώµα.

9.1 Οι εξισώσεις.

Για ένα δισδιάστατο πεδίο ροής, ισχύουν οι ακόλουθες εξισώσεις:

α) Εξίσωση συνέχειας:

!Cx !Cy
+ =0 (9.1)
!x !y

β) Εξίσωση ορµής:

!Cx !C 1 !p ! !Cx ! !C
Cx + Cy x = " + (" " cx2 ) + (" x " cx cy ) (9.2α)
!x !y ! !x !x !x !y !y

!Cx !C 1 !p ! !Cy ! !C
Cx + Cy y = " + (" " cx cy ) + (" y " cy2 ) (9.2β)
!y !y ! !y !x !x !y !y

Ακολουθώντας τη διαδικασία της ανάλυσης των εξισώσεων του οριακού


στρώµατος, υποθέτοντας δηλαδή ότι το πάχος του οριακού στρώµατος δ, είναι
πολύ µικρότερο του χαρακτηριστικού µήκους του πεδίου ροής, θα ισχύει ότι:

! !Cx ! !C
(! " cx2 ) << (! x " cx cy ) (9.3)
!x !x !y !y

Με βάση λοιπόν, τη σχέση αυτή µπορεί να αναπτύξει κανείς τις εξισώσεις του
οριακού στρώµατος για τυρβώδη ροή, που είναι:

α) Εξίσωση συνέχειας:

!Cx !Cy
+ =0 (9.1)
!x !y

β) Εξίσωση ορµής:

!Cx !C 1 dp ! !Cx
Cx + Cy x = " + (" " cx cy ) (9.4α)
!x !y ! dx !y !y

!p
=0 (9.4β)
!y
Οι εξισώσεις αυτές διαφέρουν από τις εξισώσεις του στρωτού οριακού
στρώµατος, οι (7.13α,β) κατά τον όρο

!
(cx cy )
!y

ο οποίος όµως αποτελεί χαρακτηριστικό µέγεθος της ροής.

Για το τυρβώδες οριακό στρώµα, ισχύουν επίσης οι ορισµοί του πάχους δ του
οριακού στρώµατος, του πάχους µετατόπισης δ*, του πάχους απώλειας ορµής
θ, κ.λ.π.

Προκειµένου να υπολογισθούν οι παραπάνω παράµετροι, µπορεί κανείς να


χρησιµοποιήσει τις ολοκληρωµένες στην διεύθυνση y εξισώσεις, του οριακού
στρώµατος.

Οι εξισώσεις (7.19) και (7.20) ισχύουν και για το τυρβώδες οριακό στρώµα,
γιατί κατά την ανάπτυξή τους δεν έγινε χρήση κάποιας ιδιότητας ή κατανοµής
ταχύτητας που να ισχύει µόνον για την στρωτή ροή. Εποµένως, και για την
τυρβώδη ροή θα ισχύουν οι παρακάτω ολοκληρωµένες στην διεύθυνση y,
εξισώσεις, του οριακού στρώµατος:

d 2 dC #
(Co ! ) + " ! Co o = w (9.5)
dx dx $

και

d! # w % dCo
= ! (H + 2) (9.6)
d" $ Co dx

όπου Co είναι τώρα η µέση ταχύτητα του ρευστού στο άκρο του οριακού
στρώµατος. Η ολοκλήρωση των εξισώσεων (9.1), (9.4α), είναι δυνατή όταν ο
όρος

cx cy

είναι γνωστός σε κάθε σηµείο του οριακού στρώµατος ή µπορεί να εκφρασθεί


σαν συνάρτηση της µέσης ταχύτητας της ροής. Αντίστοιχα, η ολοκλήρωση της
εξίσωσης (9.5) ή (9.6) απαιτεί την γνώση της τW, για την περίπτωση του
τυρβώδους οριακού στρώµατος. Αυτό ουσιαστικά απαιτεί ένα είδος
προσοµοίωσης της τύρβης και θα µας απασχολήσει στο επόµενο κεφάλαιο.

Οι οριακές συνθήκες για την επίλυση των διαφορικών εξισώσεων είναι:

Ci = 0 και ci = 0

στο τοίχωµα όπου y=0.


Επίσης στο τοίχωµα θα πρέπει να ισχύει

cx cy = 0

γιατί οι διακυµάνσεις της ταχύτητας στο τοίχωµα είναι µηδέν.

Θα πρέπει εδώ να οριστεί ένα καινούριο µέγεθος:

! w 12
C! = ( ) (9.7)
"

που ονοµάζεται ταχύτητα τριβής (friction velocity) και όπου τw, είναι η
διατµητική τάση στο τοίχωµα. Η Cτ, θα χρησιµοποιηθεί κυρίως σαν το µέγεθος
που θα κάνει την διανοµή της ταχύτητας αδιάστατη.

9.2 Το µήκος ανάµιξης

Η πρώτη προσπάθεια για την κατανόηση των φαινοµένων της τύρβης έγινε µε
την υπόθεση οτι υπάρχει κάποια αναλογία ανάµεσα στην χαοτική κίνηση των
δινών, στην τύρβη, και στην τυχαία κίνηση των µορίων του ρευστού. Αυτή η
σκέψη, οδήγησε στην θεώρηση ενός µήκους ανάµιξης l, ανάλογου µε την µέση
ελεύθερη απόσταση των µορίων. Το µήκος ανάµιξης l θεωρήθηκε σαν η µέση
απόσταση που καλύπτει ένα στοιχείο ρευστού κατά την διάρκεια της οποίας
διατηρεί την αρχική τιµή της ταχύτητας ή της στροβιλότητας.
Υποτίθεται επίσης ότι το µήκος ανάµιξης l είναι πολύ µικρότερο του δ.

Η πρώτη έκφραση για το µήκος ανάµιξης, δόθηκε από τον Prandtl, που
υπέθεσε ότι η ορµή διατηρείται σταθερή στο διάστηµα l. Ο Prandtl επίσης
έδειξε ότι στην τυρβώδη ροή, οι τιµές του cx και cy έχουν αρνητική συσχέτιση,
δηλαδή, όταν το ένα είναι θετικό, το άλλο γίνεται αρνητικό. Εποµένως µπορεί
να γραφεί:

dCx dCx
! = ! " c x c y = "l 2 ( ) (9.8)
dy dy

η απόλυτη τιµή του dCx dy χρησιµοποιείται για να εξασφαλιστεί ότι η


διατµητική τάση τ, έχει το πρόσηµο της κλίσης της ταχύτητας.

Συγκρίνοντας την εξίσωση (9.31) µε την (9.25) αποδεικνύεται ότι:

dCx
!" = l 2 (9.9)
dy

Για όλο το οριακό στρώµα εκτός της περιοχής πολύ κοντά στην επιφάνειας, η
τιµή του ιξώδους τύρβης θα είναι:

ν τ >> ν (9.10)
Το πρόβληµα βέβαια µετατοπίζεται στην εύρεση του l. Η απλούστερη λύση
είναι, να θεωρηθεί ότι το l είναι ανάλογο της απόστασης από το τοίχωµα,
δηλαδή:

l = ky (9.11)

όπου k είναι σταθερό.

Συνδιάζοντας τις σχέσεις (9.9), (9.10) και (9.11), βρίσκεται η σχέση:

dCx 2
! w = k 2 " y2 ( )
dy

dCx C!
= (9.12)
dy ky

Η σχέση αυτή µπορεί να ολοκληρωθεί, οπότε βρίσκεται ο ακόλουθος τύπος


για την διανοµή της ταχύτητας:

C!
Cx = ln y + c (9.13)
k

Η τιµή του k, έχει βρεθεί πειραµατικά και είναι k=0,41. Η εξίσωση (9.13)
προφανώς δεν ισχύει για y=0. Η ακριβής περιοχή όπου ισχύει, θα συζητηθεί
σε επόµενο κεφάλαιο.

Η δεύτερη έκφραση για το µήκος ανάµιξης, προέρχεται από τον Von Karman,
ο οποίος υπέθεσε ότι υπάρχει οµοιότητα στην τύρβη σ’ όλα τα σηµεία του
οριακού στρώµατος. Με βάση τη διαστατική ανάλυση ο Von Karman κατέληξε
στην παρακάτω σχέση για το µήκος ανάµιξης:

dCx d 2Cx
l=s (9.14)
dy dy 2

όπου s είναι µία σταθερά. Η διατµητική τάση θα είναι τότε:

dCx !Cx
! = "l 2 ( ) (9.15)
dy !y

που είναι η ίδια έκφραση όπως και του Prandtl, µε µόνη όµως διαφορά ότι η
σχέση (9.15) ισχύει µόνο σε περιοχές όπου ισχύει η υπόθεση ότι υπάρχει
οµοιότητα στις δοµές της τύρβης. Υποθέτοντας επιπλέον ότι:
C!
l= (9.16)
dCx
dy

καταλήγει κανείς στην ακόλουθη διαφορική εξίσωση:

dCx 2 C d 2Cx
( ) =! !
dy k dy 2

Επίλυση της οποίας δίνει την ακόλουθη µορφή της διανοµής της ταχύτητας
στο οριακό στρώµα:

C!
Cx = ln(y ! y" ) + c2 (9.17)
k

και yε είναι η µικρότερη τιµή του y για την οποία ισχύει η υπόθεση Von-
Karman.

Σχ. 9.1 Η κατανοµή της ταχύτητας στο τυρβώδες οριακό στρώµα

Και οι δύο θεωρίες που αναφέρθηκαν, ισχύουν για περιοχές που δεν
βρίσκονται σε επαφή µε την στερεή επιφάνεια. Η περιοχή πολύ κοντά στην
στερεή επιφάνεια λέγεται στρωτό οριακό υπόστρωµα (laminar sub-layer).

Στο σχήµα 9.1 φαίνεται η δοµή του τυρβώδους οριακού στρώµατος.


Αποτελείται από δύο µέρη, το εσωτερικό (inner) που είναι προς την πλευρά
του τοιχώµατος και το εξωτερικό οριακό στρώµα (outer) που είναι στην πλευρά
της ελέυθερης ροής. Το εσωτερικό οριακό στρώµα, χωρίζεται επίσης σε δύο
µέρη, το στρωτό οριακό υπόστρωµα που είναι σε άµεση επαφή µε το στερεό
τοίχωµα, όπου η ταχύτητα δίνεται από τη σχέση:

Cx C! y
= (9.18)
C! "

Η σχέση αυτή ισχύει για την περιοχή όπου η απόσταση y από το τοίχωµα είναι
µικρότερη απο µία χαρακτηριστική απόσταση και δίνεται απο την παρακάτω
σχέση:

y < 7.8C! / " (9.19)

Η δεύτερη περιοχή είναι η λογαριθµική περιοχή όπου ισχύει ο λογαριθµικός


νόµος που αναπτύχθηκε από τον Prandtl και τον Von-Karman. Αυτή η
περιοχή ορίζεται από τη σχέση:

7,8 < y + < 500

όπου το y+ ορίζεται σαν:

y + = C! y / " (9.20)

και η κατανοµή της ταχύτητας δίνεται από τη σχέση:

Cx
= 2, 5ln y+ + 5, 24 (9.21)
C!

Το εσωτερικό οριακό στρώµα είναι περίπου το 0,1 έως 0,2 του πάχους του
οριακού στρώµατος δ. Για το εξωτερικό οριακό στρώµα, η µεταβολή της
ταχύτητας δίνεται από τοπικές διανοµές ταχυτήτων όπως του Cole ή της
απώλειας ταχύτητας.

9.3 Κατανοµή ταχύτητας σε τυρβώδες οριακό στρώµα.

Η κατανοµή της ταχύτητας σε ένα τυρβώδες οριακό στρώµα, εξαρτάται από


την απόσταση χ, την κλίση πίεσης dp / dx και την τραχύτητα της επιφάνειας.
Το οριακό στρώµα που αναπτύσσεται πάνω σε µια επιφάνεια, αρχίζει σαν
στρωτό στρώµα απο το σηµείο το οποίο ξεκινά η πλάκα και θεωρείται η αρχή
των αξόνων, βλέπε σχ. 9.2, και µετά από µια ορισµένη απόσταση
µετατρέπεται σε τυρβώδες.
Σχ. 9.2 Η δοµή του οριακού στρώµατος σε πλάκα

Ανάµεσα στις δύο αυτές περιοχές, υπάρχει µια ζώνη µετάβασης. Συνήθως το
µήκος του στρωτού οριακού στρώµατος και της µεταβατικής περιοχής, είναι
µικρό και εποµένως είναι δεκτή η υπόθεση του Prandtl, ότι για τους
υπολογισµούς της ανάπτυξης τυρβώδους οριακού στρώµατος πάνω σε
πλάκα, µπορεί να θεωρήσει κανείς ότι αυτό αρχίζει να αναπτύσσεται από το
χ=0, δηλαδή την αρχή της πλάκας.

Ο ρόλος της κλίσης πίεσης στην ανάπτυξη του τυρβώδους οριακού


στρώµατος, είναι παρόµοιος µε εκείνον που παίζει στο στρωτό οριακό
στρώµα. Δηλαδή, θετική κλίση πίεσης προκαλεί αύξηση του πάχους του
οριακού στρώµατος και κάτω από ορισµένες συνθήκες, αποκόλληση της ροής.
Αντίθετα αρνητική κλίση πίεσης είτε ελαττώνει το ρυθµό αύξησης του πάχους
του οριακπύ στρώµατος είτε µπορεί ακόµη και το πάχος του να µειωθεί. Η
κύρια ποιοτική διαφορά ανάµεσα στο στρωτό και στο τυρβώδες οριακό
στρώµα είναι ότι το τυρβώδες, µπορεί να δεχθεί µεγαλύτερες θετικές κλίσεις
πίεσης από ότι το αντίστοιχο στρωτό οριακό στρώµα, κάτω από τις ίδιες
γεωµετρικές συνθήκες χωρίς να συµβεί αποκόλληση. Για αρνητική κλίση
πίεσης, το τυρβώδες οριακό στρώµα ποιοτικά, συµπεριφέρεται όπως και το
στρωτό.
Η κατανοµή της ταχύτητας, στην εξωτερική περιοχή του οριακού στρώµατος,
όπου δεν υπάρχει σηµαντική επίδραση του ιξώδους του ρευστού, µπορεί να
δοθεί από την ακόλουθη σχέση:

C! ! Cx
= f1 (y / ! ) (9.22)
CT
όπου η συνάρτηση f1, εξαρτάται από την απόσταση x, και από την κλίση
πίεσης, όχι µόνο στο σηµείο x, αλλά και από την κατανοµή του dp/dx , σε όλο
το µήκος του οριακού στρώµατος, µέχρι εκείνη τη θέση.

Η εξίσωση (9.22) περιγράφει µία ειδική περίπτωση του αυτο-διατηρούµενου


(self-preserving) οριακού στρώµατος, το οποίο µπορεί δηλαδή, να εκφρασθεί
σαν συνάρτηση µιας µόνο µεταβλητής, στην περίπτωση αυτή της y/δ. Στην
περίπτωση των στρωτών οριακών στρωµάτων, η αντίστοιχη µεταβλητή ήταν η
1
! = y / (" x / C! ) 2

λεπτοµέρειες µπορεί να βρει κανείς στο κεφάλαιο 8.

Η γενικότερη περίπτωση διανοµής ταχύτητας στο οριακό στρώµα, είναι σχέση


που έδωσε ο Cole και είναι αποτέλεσµα ανάλυσης πειραµατικών δεδοµένων.
Για λείες επιφάνειες, η αδιάστατη κατανοµή της ταχύτητας σύµφωνα µε τον
Cole, δίνεται από τη σχέση:

Cx "(x)
C+ = = !1 (y+ ) + w(y / " ) (9.23)
CT !

όπου Φ είναι η διανοµή της ταχύτητας στο εσωτερικό οριακό στρώµα, όπου η
w, είναι εξ ορισµού µηδέν.

Η συνάρτηση Π(x) είναι η παράµετρος κατανοµής (profile parameter) ενώ η


ω(y/δ), λέγεται νόµος του απόρρου (law of the wake) και ουσιαστικά εκφράζει
την απόκλιση της διανοµής της ταχύτητας στο εξωτερικό οριακό στρώµα από
εκείνην που ισχύει στη λογαριθµική περιοχή.

Η συνάρτηση ω ( y / δ ) έχει βρεθεί πειραµατικά και ισχύει για όλες τις


περιπτώσεις. Το γινόµενο πω, της εξίσωσης (9.23) δίνεται από τη σχέση:

πω = η 2 (l − η ) + 2Πη 2 (3 − 2η ) (9.24)

όπου:

η = y /δ

Σε ροές όπου η κλίση πίεσης είναι µηδέν, η τιµή του Π είναι Π=0,55 µε την
προϋπόθεση ότι ο αριθµός Reynolds που υπολογίζεται µε βάση το πάχος
απώλειας ορµής θ, δηλαδή:

C!!
Re! = (9.25)
"
Σχ. 9.3 Η συνάρτηση Π σαν συνάρτηση του αριθµού Reynolds

είναι µικρότερος από 5.000. Για τιµές των Reθ>5000, ισχύει για τον Π, η τιµή
που δίνεται από το σχήµα 9.3.

Ο συντελεστής κατανοµής Π, µπορεί να συνδεθεί µε την διατµητική τάση στο


τοίχωµα τw, ή µε τον συντελεστή τριβής (skin friction coefficient), που ορίζεται
σαν:

!w
cf = (9.26)
" 2
C!
2

µε την παρακάτω σχέση:

C0 2 12 1 "CT 2!
( ) = ln +c+ (9.27)
CT c f ! # !

Οι παραπάνω εκφράσεις κατανοµής ταχύτητας, χρησιµοποιούνται κυρίως


στην επίλυση των εξισώσεων για τον υπολογισµό των ολοκληρωµένων
µεγεθών τυρβώδους οριακού στρώµατος και ισχύει όπως προαναφέρθηκε για
λείες επιφάνειες.

Στην πράξη, δεν είναι εύκολο να κατασκευαστούν απολύτως λείες επιφάνειες.


Από πλευράς Μηχανικής Ρευστών, όµως µια επιφάνεια θεωρείται λεία όταν η
τραχύτητα Κ, είναι µικρότερη από το πάχος του οριακού υποστρώµατος.
Δεδοµένου ότι το οριακό υπόστρωµα είναι της τάξεως του 1%, του πάχους του
τυρβώδους οριακού στρώµατος για ένα αριθµό

Re = C! (! / " ) > 10 5
είναι προφανές ότι τα στοιχεία της τραχύτητας, θα πρέπει να είναι πάρα πολύ
µικρά για να µπορεί να θεωρηθεί µια επιφάνεια λεία.

Βεβαίως, όσο το οριακό στρώµα αυξάνει σε πάχος, τόσο και το οριακό


υπόστρωµα µεγαλώνει. Αυτό σηµαίνει ότι η ίδια επιφάνεια σε ορισµένα
σηµεία, να συµπεριφέρεται σαν λεία και σε άλλα όχι.

Προκειµένου να µελετηθεί η κατανοµή της ταχύτητας στο οριακό στρώµα σαν


συνάρτηση της τραχύτητας θα πρέπει να ξεχωρίσουµε τρεις κατηγορίες
τραχύτητας:

α) Εκεί όπου η επιφάνεια είναι λεία και το πάχος του οριακού υποστρώµατος
είναι µεγαλύτερο του κ.
β) Μια µεταβατική περιοχή όπου οι δύο τιµές είναι της αυτής τάξεως, και
γ) Τελείως τραχειές επιφάνειες όπου τα στοιχεία της τραχύτητας είναι τόσο
µεγάλα ώστε να µην υπάρχει καθόλου οριακό υπόστρωµα.

Στην τελευταία περίπτωση, η ροή µπορεί να θεωρηθεί ότι στην ουσία είναι
ανεξάρτητη του ιξώδους. Οσον αφορά τώρα τη διανοµή της ταχύτητας, αυτή
θα είναι φυσικά συνάρτηση της τραχύτητας K. Συνήθως χρησιµοποιείται η
αδιάστατη µορφή του:

KuT
K+ = (9.28)
ν

που είναι ουσιαστικά ένας αριθµός Reynolds βασισµένος στην τραχύτητα.


Στην περίπτωση αυτή, η διανοµή της ταχύτητας στη λογαριθµική περιοχή θα
είναι:

Cx 1
C+ = = ln y+ + B1 (K + ) (9.29)
CT 0, 41

Η Β1 όµως µπορεί αν γραφεί σαν:

1
B2 = ln K + + B1 (K + ) (9.30)
0,41

και ο συνδιασµός των (9.30) και (9.31) δίνει:

1 y
C+ = ln + B2 (9.31)
0, 41 K

Η µεταβολή της Β2 µε το Κ+, δίνεται στο σχήµα 9.4.


Σχ. 9.5 Ο συντελεστής Β2

Υπάρχουν οι τρεις περιοχές που προαναφέρθηκαν. Για λεία επιφάνεια το Β2


αυξάνει µε τον λογάριθµο του Κ+. Στην µεταβατική περιοχή, ο Β2 έχει µια
µέγιστη τιµή και τέλος στην τελείως τραχεία περιοχή, όπου ο Re είναι
ανεξάρτητος της τραχύτητας και ίσος µε 8.5. Τα στοιχεία αυτά, προέρχονται
από µετρήσεις που έκανε ο Nikuradse. Για σύγκριση της ροής µε λεία
επιφάνεια, η (9.52) µπορεί να γραφεί σαν:

Cx 1
= ln y+ + c ! "C + (9.32)
CT 0, 41

Για λείες επιφάνειες: !C + = 0 ενώ για επιφάνειες µε τραχύτητα:

!C + > 0 .

Μια πιο απλή έκφραση της διανοµής ταχύτητας στο οριακό στρώµα, είναι η
εκθετική σχέση:

C y 1
= ( )n (9.33)
C! !

που είναι γνωστή και σαν εκθετικός νόµος (Power law). Η τιµή του n, είναι
συνάρτηση του αριθµού Reynolds της ροής και µεταβάλλεται από 5 έως 9.
9.4 Τυρβώδες οριακό στρώµα σε πλάκα.

Η ανάπτυξη του τυρβώδους οριακού στρώµατος σε πλάκα, µε µηδενική κλίση


πίεσης, είναι από τα πιο µελετηµένα θέµατα στην τυρβώδη ροή. Στην
περίπτωση αυτή, θα ισχύει:

dC!
=0 (9.34)
dx

οπότε η ολοκληρωµένη εξίσωση της ορµής (βλέπε εξίσωση 8.19) θα είναι:


d 2 "
(C! ! ) = w (9.35)
dx 2

Χρησιµοποιώντας τον ορισµό του συντελεστή τριβής:

!w
cf = (9.36)
" 2
C!
2

και τους αδιάστατους αριθµούς Reynolds.

C!! C! x
Re! = και Re x =
" !

η εξίσωση (9.55) θα γίνει:

d Reϑ c f
= (9.37)
d Re x 2

η οποία µπορεί να ολοκληρωθεί.

Αν η Reθ, εκφρασθεί σαν συνάρτηση του cf, χρησιµοποιώντας τις κατανοµές


ταχυτήτων που αναφέρθηκαν σε προηγούµενο κεφάλαιο π.χ. διανοµή
ταχυτήτων του Cole, καταλήγει κανείς σε µια εξίσωση της µορφής:

1
= α + β log(c f Re x ) (9.38α)
cf

Οι συντελεστές α και β, µπορούν να βρεθούν από πειραµατικά δεδοµένα.


Οι πιο διαδεδοµένες τιµές είναι: α=1,7, β=4,15, δηλαδή:

1
= 1,7 + 4,15(c f Re x ) (9.38β)
cf

Αλλες σχέσεις που συνδέουν τις ολοκληρωµένες παραµέτρους του οριακού


στρώµατος, µπορούν να αναπτυχθούν, χρησιµοποιώντας αντί της κατανοµής
Cole, τον εκθετικό νόµο µεταβολής της ταχύτητας (εξίσωση 9.33).
Στην περίπτωση αυτή, κατά τον Schlichting, θα ισχύουν οι ακόλουθες σχέσεις,
για τιµές του αριθµού Rex, µεταξύ 51-5 και 107:

0,059
cf = 1
(9.39α)
Re x 5

δ 0,37
= 1
(9.39β)
χ Re 5
x
ϑ 0,036
= 1
(9.39γ)
χ Re 5
x

όπου το χ µετράται όπως αναφέρθηκε και σε προηγούµενο κεφάλαιο, από την


αρχή της πλάκας.

Οι τιµές αυτές θα πρέπει να συγκριθούν µε τις αντίστοιχες του στρωτού


οριακού στρώµατος, που δόθηκαν στο κεφάλαιο 7.

Για την περίπτωση οριακού στρώµατος πάνω σε πλάκα µε µηδενική κλίση


πίεσης στη διεύθυνση της ροής θα ισχύει:
α) Το πάχος του οριακού στρώµατος δ, στην τυρβώδη ροή, αυξάνει στην
διεύθυνση χ, µε εκθέτη 4/5 ενώ το στρωτό οριακό στρώµα, αυξάνει µε εκθέτη
½. Δηλαδή το πάχος του τυρβώδους οριακού στρώµατος, αυξάνει πολύ πιο
γρήγορα.
β) Η διατµητική τάση στο τοίχωµα είναι αντιστρόφως ανάλογη της
απόστασης x1/5 , ενώ στο στρωτό οριακό στρώµα, ο εκθέτης είναι ½.

Αν εποµένως υπολογίσει κανείς την ολική δύναµη ανά µονάδα πλάτους, που
ασκείται πάνω στην πλάκα στη διεύθυνση της ταχύτητας, θα ισχύει:

l
F= ∫τ w dx (9.40)

αντικαθιστώντας τις αντίστοιχες τιµές του τw για στρωτό και τυρβώδες οριακό
στρώµα, θα ισχύει:
3 1

Fστρωτο ≈ U 2 l 2 (9.41)

ενώ για τυρβώδες οριακό στρώµα:


9 4

Fτυρβωδες ≈ U 5 l 5 (9.42)
9.5 Η παρουσία της τύρβης στην ελεύθερη ροή

Η ανάλυση που προηγήθηκε δείχνει οτι το τυρβώδες οριακό στρώµα


αναπτύσσεται και καλύπτει ένα σηµαντικό κοµµάτι του πεδίου ροής. Σε
περίπτωση που το διδιάστατο πεδίο ροής είναι περιορισµένο όπως στην
περίπτωση ροής ανάµεσα σε δύο πλάκες τότε τα οριακά στρώµατα που
αναπτύσσονται σε κάθε µία απο τις δύο επιφάνειες καλύπτουν όλο και
µεγαλύτερο τµήµα της διαθέσιµης διατοµής µειώνοντας το χώρο που διατίθεται
για την ιδανική ροή, δηλαδή την περιοχή όπου η ταχύτητα είναι οµοιόµορφη
στη διεύθυνση y όπως φαίνεται στο σχ. 9.6.

Το όριο της αύξησης του πάχους του οριακού στρώµατος είναι το σηµείο όπου
τα δύο οριακά στρώµατα ενώνονται. Μετά απο το σηµείο αυτό η κατανοµή της
ταχύτητας C(y) παραµένει σταθερή οπότε η ροή θεωρείται πλήρως
αναπτυγµένη. Το πεδίο ροής όµως είναι πλέον τυρβώδες και η µεταφορά
ενέργειας απο την κυρίως ροή προς τις µικρές δίνες που υπάρχουν και
ουσιαστικά µετατρέπουν την ενέργεια αυτή σε εσωτερική ενέργεια συνεχίζεται.
Δεδοµένου οτι η κατανοµή της µέσης ταχύτητας στη διεύθυνση y παραµένει
σταθερή η απώλεια αυτή της ενέργειας είναι εις βάρος της πίεσης, µε
αποτέλεσµα να µειώνεται η ολική πίεση και αντίστοιχα και η στατική στη
διεύθυνση της ροής.

You might also like