Professional Documents
Culture Documents
Δείκτες ορού επί κακοήθων συμπαγών
νεοπλασμάτων
Λ. Κυρίου ‐ Μάλλη
Μ. Μ. Βασλαματζής
ΕΙΣΑΓΩΓΗ εξαλλαγής συνδέεται με:
Η ιστορία προσδιορισμού νεοπλασμα‐ Α. Την παρουσία τροποποιημένων νου‐
τικών δεικτών ξεκινά το 1848 με την α‐ κλεϊνικών οξέων (DNA και RNA) στα
νακάλυψη της μυελωματικής πρωτεΐνης οποία είναι δυνατόν να ανιχνευθούν γε‐
από τον Bence‐Jones και της ανθρώπινης νετικές μεταβολές, όπως: μεταλλάξεις
χοριονικής γοναδοτροφίνης από τους και πολλαπλασιασμός (mutations‐ampli‐
Ascheim και Zondek το 1928 και της συ‐ fications) ογκογονιδίων, τροποποιήσεις
σχετίσεώς της με τους ανθρώπινους μικροδορυφορικού DNA, χρωμοσωμια‐
τροφοβλαστικούς όγκους. Στο ενδιάμε‐ κές μεταθέσεις, προσθήκη στο γενετικό
σο διάστημα ποικίλλες βιοχημικές και υλικό DNA καρκινογόνων ιών και με‐
ενδοκρινολογικές διαταραχές συνδέθη‐ ταλλάξεις στο κυτταρικό μιτοχονδριακό
καν με κακοήθη νεοπλάσματα. Από την DNA, m‐RNA ή ανίχνευση ογκογονιδί‐
ανακάλυψη της ανθρώπινης χοριονικής ων3.
γοναδοτροφίνης το 1928 και στην συνέ‐ Β. Τροποποιημένη γονιδιακή έκφραση
χεια, μεγάλος αριθμός πρωτεϊνών και των κυττάρων, η οποία είναι δυνατόν να
μικρών πεπτιδίων συσχετίσθηκε με επηρεάσει ή/και να προκαλέσει παρα‐
πολλά κακοήθη νεοπλάσματα1,2. γωγή ενζύμων, ορμονών, υποδοχέων,
Προς την κατεύθυνση αυτή βοήθησε η πρωτεϊνών, μεταβολιτών και προϊόντων
γνώση ότι κατά την εξαλλαγή ενός φυ‐ ογκογονιδίων.
σιολογικού κυττάρου σε καρκινικό με‐ Κάθε βιομόριο το οποίο παράγεται, εί‐
ταβάλλεται η γονιδιακή έκφρασή του τε απ’ ευθείας από τα κακοήθη κύτταρα,
ποσοτικά ή/και ποιοτικά με αποτέλεσμα είτε από τα καλοήθη, ως απάντηση στην
απώλεια της εξειδικεύσεώς του σε σχέση παρουσία κακοήθους εξεργασίας απο‐
με τον ιστό προελεύσεώς του, ώστε να τελεί «δείκτη καρκίνου» (tumour marker)
αποκτά χαρακτηριστικά των χαμηλότε‐ και εκφράζεται σε άλλοτε άλλο χρόνο
ρης διαφοροποιήσεως εμβρυϊκών κυττά‐ (έμβρυο, ενήλικας, φάσεις διαφοροποιή‐
ρων και να μπορεί να συνθέτει εμβρυϊ‐ σεως) και ποσότητα. Οι καρκινικοί δεί‐
κές πρωτεΐνες, μη απαντωμένες φυσιο‐ κτες (ΔΚ) ανιχνεύονται κυρίως σε διά‐
λογικά στον ενήλικα. Κατά την εξαλλα‐ φορα σωματικά βιολογικά υγρά, συνή‐
γή των κυττάρων αλλάζει ο μεταβολικός θως έχουν περιορισμένη ευαισθησία και
ρυθμός των, ενώ ο έλεγχος της κυτταρι‐ ειδικότητα στην ταυτοποίηση κακοήθων
κής αυξήσεως χάνεται και τελικά απο‐ νεοπλασμάτων είτε διότι βρίσκονται φυ‐
κτάται διηθητική και μεταστατική ικα‐ σιολογικά σε υγρά του σώματος (ορός,
νότητα. Το φαινόμενο της κακοήθους αμνιακό υγρό, γάλα, τραχηλική βλέννη),
288
είτε διότι μετρώνται σε αυξημένα επίπε‐ φάσεως (β2‐μικροσφαιρίνη, CRP, φερρι‐
δα και σε μη κακοήθεις καταστάσεις (κυ‐ τίνη, απτοσφαιρίνη, α2‐μακροσφαιρίνη).
στικά υγρά, περιτοναϊκές ή ασκιτικές Οι δείκτες αυτοί αυξάνονται ιδιαίτερα
συλλογές). Επισημαίνεται ότι ενώ η μόνο σε προχωρημένου βαθμού κακοή‐
πρόσκαιρη αύξηση ΔΚ συνδέεται συνή‐ θεια και είναι ενδεικτικοί παρουσίας κα‐
θως με καλοήθη νοσήματα, η συνεχής κοήθειας όταν άλλα αίτια αυξήσεώς των
και σταθερή αύξησή τους θέτει βασίμως αποκλείονται.
την υπόνοια υπάρξεως κακοήθους νό‐ Η ταυτοποίηση ορολογικών δεικτών
σου4,5,6,7a,8α,9α,9β,10,11,12,13. νόσου σε ασθενείς με κακοήθη νεοπλά‐
Οι κυριότερες κατηγορίες χρησιμο‐ σματα επιχειρήθηκε και επιτεύχθηκε σε
ποιούμενων νεοπλασματικών δεικτών συμβατικά εργαστήρια χημείας έως τις
στην κλινική πράξη είναι5: αρχές της δεκαετίας του 1980 και με
Α. Δείκτες κυτταρικού ρυθμού ανακυ‐ χρήση μονοκλωνικών αντισωμάτων την
κλώσεως, όπως τα ένζυμα και ισοένζυ‐ τελευταία 25ετία. Μολονότι μεγάλος α‐
μα LDH, PLAP, CK‐BB,GT II, το σιαλικό ριθμός ΔΚ έχει ταυτοποιηθεί σε πολλά
οξύ, η φιμπρονεκτίνη και οι πολυαμίνες. νεοπλάσματα, μόνον λίγοι αποδείχθη‐
Οι δείκτες αυτοί χρησιμεύουν στην εκτί‐ καν χρήσιμοι στην διάγνωση και παρα‐
μηση της μάζας του όγκου και στην πα‐ κολούθηση ασθενών με κακοήθη νεο‐
ρακολούθηση ασθενών με εκτεταμένη πλάσματα. Νέοι δείκτες είναι πιθανόν
νόσο. να υπάρξουν από τεχνικές μοριακής γε‐
Β. Δείκτες διαφοροποιήσεως, όπως ACP, νετικής, οι οποίοι ελπίζεται να έχουν
PSA, HCG, NSE, SCC, 5‐HIIA, κατεχολα‐ μεγαλύτεροι ευαισθησία και ειδικότητα
μίνες, καλσιτονίνη, sr IL‐2. Πολύ σημα‐ από τους ήδη υπάρχοντες2.
ντική είναι η συμβολή των δεικτών αυ‐ Στην κλινική πράξη έχει παρατηρηθεί
τών στην αναγνώριση της εστίας του ότι η αύξηση των επιπέδων ενός ΔΚ
πρωτοπαθούς όγκου σε ασθενείς με ε‐ στον ορό μπορεί να προηγείται της τεκ‐
κτεταμένη μεταστατική νόσο. Σε μερι‐ μηριώσεως της κλινικής υποτροπής με
κές περιπτώσεις αποτελούν προγνωστι‐ τις κλασσικές απεικονιστικές μεθόδους
κούς δείκτες, σπάνια δε χρησιμοποιού‐ κατά διάμεσο χρονικό διάστημα 3‐8 μη‐
νται σε προληπτικό έλεγχο. νών (lead‐time). Εντούτοις για τα περισ‐
Γ. Ογκοεμβρυϊκά αντιγόνα, όπως CEA, σότερα κακοήθη συμπαγή νεοπλάσμα‐
AFP, CA 19‐9, CA 125, CA 50, CA 15‐3, τα δεν έχει αποδειχθεί ότι η πρώιμη διά‐
TPA. Μερικοί από τους δείκτες αυτούς γνωση της υποτροπής βελτιώνει την
διαθέτουν κάποιου βαθμού ιστοειδικό‐ πρόγνωση συγκεκριμένης ομάδος ασθε‐
τητα. Δεν διαθέτουν επαρκή ειδικότητα νών2.
για χρήση σε προληπτικό έλεγχο του Είναι σαφές ότι δεν υπάρχουν έστω
γενικού πληθυσμού, όμως η σταδιακή δύο τύποι καρκίνου με την ίδια βιολογι‐
αύξησή τους ή πολύ υψηλά επίπεδα συ‐ κή συμπεριφορά και επομένως δεν θα
γκεντρώσεών τους είναι ιδιαίτερα υπαι‐ εκφράσουν απαραίτητα τον ίδιο ΔΚ, ενώ
νικτικά υπάρξεως κακοήθους όγκου. και κάθε ασθενής παράγει ένα απολύ‐
Δ. Δείκτες τραυματισμού οργάνου και τως εξατομικευμένο ρυθμό παραγωγής
απαντήσεως ξενιστή, όπως τα ένζυμα καρκινικού δείκτη. Αυτό σημαίνει ότι
ALP, LDH, γGT και πρωτεΐνες οξείας κάθε ασθενής έχει το «δικό του» ατομικό
289
βασικό επίπεδο τιμών (baseline level) για γκεκριμένο ΔΚ. Οι κακοήθεις όγκοι
τους διαφόρους ΔΚ, το οποίο είναι συνή‐ χαρακτηρίζονται συνήθως από ετερο‐
θως άγνωστο πριν την εμφάνιση κακο‐ γένεια, αποτελούμενοι από υποπλη‐
ήθους νόσου και συνήθως κυμαίνεται σε θυσμούς οι οποίοι δεν έχουν τα ίδια
διαφορετικά επίπεδα από το στατιστικά χαρακτηριστικά. Για τον λόγο αυτό η
καθορισμένο ανώτατο επίπεδο τιμών ανταπόκριση του κακοήθους νεοπλά‐
του ΔΚ στους υγιείς. Επομένως, μετά σματος ενός ασθενούς στην θεραπεία,
από θεραπεία, είναι ουσιαστικής σημα‐ δεν συνοδεύεται πάντοτε από αντί‐
σίας η εξατομικευμένη μελέτη των κινη‐ στοιχη μείωση του (ή των) ΔΚ ορού. Εξ
τικών μεταβολών του υπό παρατήρηση άλλου σε φάσεις υποτροπής ή προϊού‐
ΔΚ. Για το λόγο αυτό συστήνεται ώστε σας νεοπλασματικής νόσου είναι πιθα‐
στα εργαστήρια προσδιορισμού ΔΚ να νή η εμφάνιση προφίλ εκκρίσεως ΔΚ ε‐
υπάρχει τράπεζα δειγμάτων για κάθε ντελώς διαφορετικού από τον πρωτοπα‐
ασθενή, ώστε να είναι δυνατή η επανα‐ θή όγκο. Είναι συνεπώς προφανές ότι
μέτρηση8α, 8β, 9β, 10,14. κατά την παρακολούθηση των αποτε‐
λεσμάτων της θεραπείας ή την επιτή‐
ΙΔΕΑΤΑ OΦΕΛΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΧΡΗΣΙ‐
ρηση των ασθενών για ενδεχόμενη
ΜΟΠΟΙΗΣΗ ΔΕΙΚΤΩΝ ΚΑΡΚΙΝΟΥ
εμφάνιση υποτροπής είναι καλύτερο
Η επιλογή ΔΚ στην κλινική πράξη, γί‐
να επιλέγονται δύο ή και περισσότε‐
νεται με βάση ορισμένες εξειδικευμένες
ροι ΔΚ (Πίνακας 2).
ιδιότητες, σχετικά με την τεκμηρίωση
Σε όλες τις περιπτώσεις εκτιμήσεως
κακοήθους νεοπλασματικής νόσου και
των νεοπλασματικών δεικτών και συ‐
την παρακολούθηση των ασθενών, οι
σχετίσεών των με την εξέλιξη της νόσου
οποίες δίνονται στον Πίνακα 115.
ή τα αποτελάσματα της θεραπείας θα
Πίνακας 1. Ιδεατά οφέλη από την χρησιμο‐
πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψη ο χρόνος
ποίηση δεικτών καρκίνου
ημιζωής (t1/2) των ΔΚ και ο χρόνος δι‐
Καθορισμός του κινδύνου αναπτύξεως κα‐
πλασιασμού των νεοπλασματικών κυτ‐
κοήθους νόσου
Μαζικοί προληπτικοί πληθυσμιακοί έλεγχοι
τάρων (DT). Ο χρόνος ημιζωής του ΔΚ,
Συμβολή στην διαφορική διάγνωση νοσημά‐ εξαρτάται από το μέγεθος του μορίου,
των τα βιοχημικά του χαρακτηριστικά, τον
Πρόβλεψη της προγνώσεως ή/και της αντα‐ τρόπο μεταβολισμού του και τις μετα‐
ποκρίσεως στην θεραπεία βολές στην έκφρασή του και είναι χαρα‐
Ανίχνευση πρώιμης υποτροπής της νόσου κτηριστικός για κάθε δείκτη (Πίνακας 3)
Ακριβής παρακολούθηση της πορείας της 16α.
μεταστατικής νόσου
Ο ρυθμός κυτταρικού πολλαπλασια‐
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΠΗΡΕΑ‐ σμού προσδιορίζεται συνήθως με χρησι‐
ΖΟΥΝ ΤΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΩΝ ΔΚ μοποίηση του ενζύμου κινάση της θυμι‐
ΣΤΑ ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΥΓΡΑ δίνης (TK).
Η παρουσία και η συγκέντρωση ενός 2. τον ρυθμό παραγωγής του ΔΚ από
ΔΚ στην αιματική κυκλοφορία σε δεδο‐ τα κύτταρα.
μένη χρονική στιγμή εξαρτάται από: 3. τον εντοπισμό του ΔΚ στα κύτταρα.
1. τον συνολικό αριθμό των κακοήθων Τα αντιγόνα επιφανείας της μεμβρά‐
κυττάρων τα οποία παράγουν τον συ‐ νης ή τα μόρια τα οποία αποτελούν
290
προϊόντα κυτταρικής εκκρίσεως ελευ‐ κυττάριες δομές εμφανίζονται στον
θερώνονται ευκολότερα στον εξωκυτ‐ ορό μόνο μετά από κυτταρική νέκρω‐
τάριο χώρο και τα βιολογικά υγρά, ση.
ενώ όσα μόρια συνδέονται με ενδο‐
Πίνακας 2. Συνδυασμοί ΔΚ χρήσιμοι στην παρακολούθηση του γυναικολογικού καρκίνου
Τύπος Γυναικολογικού Καρκίνου Συνδυασμοί ΔΚ
Ωοθηκών (επιθηλιακός) CA 125+ Inhibin+CEA+TPS+CA 15‐3
Ενδομητρίου CA 125+CA15‐3+CEA+TPS
Τραχήλου : α. Εκ πλακωδών κυττάρων SCC+CEA+TPS
β. Αδενοκαρκίνωμα CEA+CA 125+TPS
300
Η S100 αυξάνει εξάλλου στον ορό α‐ καλλικρεϊνών ανθρώπινου ιστού με‐
σθενών με βλάβες στα εγκεφαλικά κύτ‐ ρικές από τις οποίες είναι η hKLK1
ταρα, όπως το ισχαιμικό εγκεφαλικό και παγκρεατική/νεφρική καλλικρεΐνη, η
οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, στις hKLK2 αδενική καλλικρεΐνη, και η
οποίες θεωρείται σημαντικός προγνω‐ hKLK3 ή ειδικό προστατικό αντιγόνο.
στικός δείκτης36‐40. Η hK3 (PSA) εκφράζεται κυρίως από
ΕΙΔΙΚΟ ΠΡΟΣΤΑΤΙΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ ‐ τα κυλινδροειδή επιθήλια του προ‐
PSA στάτη.
Η εισαγωγή το 1986 του προσδιορι‐ Τα επιθήλια τόσο του φυσιολογι‐
σμού του ειδικού προστατικού αντιγό‐ κού, όσο και του καλοήθους υπερπλα‐
νου (Prostatic Specific Antigen – PSA) στικού, αλλά και του κακοήθους προ‐
ορού στον εργαστηριακό έλεγχο έφερε στατικού ιστού συνθέτουν PSA, μάλι‐
σημαντικότατες αλλαγές στην αντι‐ στα τα καρκινικά κύτταρα συνθέτουν
μετώπιση ασθενών με καρκίνωμα λιγώτερο PSA 41,44,45. Επιπλέον η έκ‐
προστάτη (41), δίνοντας την δυνατότη‐ φραση αυτή, ανοσοϊστοχημικά, έχει
τα διαγνώσεως της νόσου σε πρωιμό‐ παρατηρηθεί ότι μειώνεται αυξανο‐
τερο στάδιο και σε περισσότερους α‐ μένου του ιστολογικού βαθμού κακο‐
σθενείς νεώτερης ηλικίας. Εν τούτοις ήθειας (Grade) 46. Το γεγονός αυτό εξη‐
δεν έχει ακόμη τεκμηριωθεί εάν η γεί την σημαντική αλληλοεπικάλυψη
χρήση του PSA έχει συντελέσει στην των τιμών PSA ορού μεταξύ ασθενών
μείωση της νοσηρότητας και της θνη‐ με καρκινώματα προστάτου και κα‐
σιμότητας από καρκίνωμα προστάτη λοήθεις καταστάσεις, όπως η καλοή‐
(ΚΑΠ). θης προστατική υπερπλασία και η
Σε ασθενείς με ΚΑΠ υπό παρακο‐ προστατίτιδα. Η οξεία κατακράτηση
λούθηση, η αύξηση μόνον του PSA ούρων και χειρισμοί στον προστάτη
ορού, ονομάζεται «βιοχημική» υπο‐ (βιοψία με βελόνα, διουρηθρική εκτο‐
τροπή και συνήθως προηγείται της μή), μπορεί να αυξήσουν εντυπωσια‐
κλινικής τεκμηριώσεως προϊούσας κά την τιμή του δείκτου.
νόσου κατά αρκετούς μήνες. Αντίθε‐ Κάτω από παθολογικές συνθήκες το
τα, η κλινική επιδείνωση, χωρίς πα‐ PSA φθάνει στον ορό, μετά από διά‐
ράλληλη αύξηση της συγκέντρωσης σπαση της βασικής μεμβράνης των
του PSA στον ορό είναι σπάνια 42. επιθηλίων, περνά μέσα στα τριχοειδή
και τα λεμφαγγεία. Υπολογίζεται ότι
ΒΙΟΧΗΜΙΚΑ, ΜΟΡΙΑΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗ‐
1gr καρκινώματος προστάτου μπορεί να
ΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ PSA
αυξήσει την τιμή PSA ορού έως 3 ng/ml,
Από βιοχημική άποψη το PSA είναι
ενώ κάθε gr καλοήθους υπερπλαστικού
γλυκοπρωτεΐνη μονής αλύσεως, ΜΒ
προστατικού ιστού μπορεί αντιστοίχως
περίπου 28 kD. Ανήκει στην οικογέ‐
να αυξήσει την τιμή του δείκτου έως 0.3
νεια των καλλικρεϊνών, ομάδας των
ng/ml 2,47.
πρωτεασών της σερίνης, των οποίων
Η συγκέντρωση του PSA στο σπέρ‐
το γονίδιο βρίσκεται στο χρωμόσωμα
μα είναι της τάξεως 10 6 μg/L. Υπει‐
19q13. (43) Το γονίδιο του PSA (hKLK3)
σέρχεται στην ρευστοποίησή του μέ‐
ανήκει στην οικογένεια γονιδίων των
σω πρωτεολύσεως των πρωτεϊνών του
301
σπερματικού πήγματος (σεμινοζελί‐ Το PSA αναγνωρίζεται στην αιματι‐
νες Ι, ΙΙ και φιμπρονεκτίνη) διευκολύ‐ κή κυκλοφορία υπό την μορφή τριών
νοντας έτσι την απελευθέρωση των κύριων μοριακών μορφών: ως ελευθε‐
σπερματοζωαρίων. Η συγκέντρωσή ρο (fPSA), το οποίο αποτελεί μικρό
του στον ορό υγιών ανδρών είναι <4 τμήμα του συνολικού PSA (10‐30% to‐
ng/ml. tal ‐ tPSA), ως συνδεδεμένο με α1‐αν‐
Το PSA, έχει εντοπιστεί σε ίχνη, είτε τιχυμοθρυψίνη (a1‐antichymotrypsin,
με ανοσοϊστοχημεία, είτε με RT‐PCR, PSA‐ACT) (70‐90 % tPSA ή συνδεδεμέ‐
είτε με υπερευαίσθητες ανοσοφθορι‐ νο με α2‐μακροσφαιρίνη (a2‐macroglo‐
σμομετρικές μεθόδους και σε ιστούς, bulin, PSA‐AMG). Το μεγαλύτερο τμή‐
εκτός του προστάτη και σε σωματικά μα του κυκλοφορούντος PSA συνδέε‐
υγρά 41,45,48,49,50. ται με ορισμένους αναστολείς πρωτε‐
Το PSA συντίθεται στο σωληνώδες ασών της σερίνης.
και το κυψελιδώδες επιθήλιο του προ‐ Οι μορφές του PSA διαχωρίζονται με
στάτου και εκκρίνεται στον αυλό του ειδικές ανοσοϊστοχημικές εξετάσεις
οργάνου. Ο δείκτης είναι ειδικός του με τις οποίες διακρίνονται 5 επίτοποι
οργάνου, αλλά όχι ειδικός καρκίνου, του fPSA. Από το σύμπλοκο PSA‐ACT
δεδομένου ότι σε καλοήθη προστατική υπάρχουν 3 «καλυμένοι» επίτοποι και
υπερπλασία και καλά διαφοροποιη‐ 2 οι οποίοι αναγνωρίζονται με χρήση
μένους όγκους ο λόγος PSA/gr ιστού αντισωμάτων. Αντιθέτως για το σύ‐
μπορεί να είναι μεγαλύτερος σε σχέ‐ μπλοκο PSA‐AMG, όλοι οι επίτοποι
ση με καρκίνωμα προστάτου και πτω‐ είναι «καλυμένοι» και δεν υπάρχουν
χά διαφοροποιημένους όγκους, αντι‐ στο εμπόριο διαγνωστικές εξετάσεις
στοίχως 51. για την ανίχνευσή του (52). Από τις αρ‐
ΜΟΡΙΑΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΚΑΙ χές της 10ετίας αποδείχθηκε ότι το
ΣΥΜΠΛΟΚΑ ΤΟΥ PSA PSA‐ACT είναι η κύρια μορφή υπό την
Παρά την έλλειψη άμεσων πειραμα‐ οποία ανιχνεύεται το PSA, ενώ ο συν‐
τικών αποδείξεων, θεωρείται ότι το δυασμός προσδιορισμού PSA‐ACT,
γονίδιο του PSA (hKLK3) (41) δίνει γέ‐ PSA ολικού και ελεύθερου (fPSA) ε‐
νεση στο προστατικό επιθήλιο σε μία πάγει ευαισθησία και ειδικότητα στην
αδρανή πρόδρομη μορφή, το pre‐pro‐ ανακάλυψη καρκινώματος προστά‐
PSA, το οποίο κατά τη δίοδό του από του, σε ποσοστά 90% και 50% αντι‐
τη μεμβράνη του ενδοπλασματικού στοίχως 53,54.
δικτύου μετατρέπεται στο ζυμογόνο Το μεγαλύτερο ποσό του fPSA στον
pro‐PSA (Πίνακας 6). Αυτό εκκρίνεται ορό αποτελείται κυρίως από τρείς
στις κοιλότητες των προστατικών πό‐ διακριτές μορφές: το pro‐PSA, το intact
ρων. Με αποκοπή και της pro‐ περιο‐ PSA (ανέπαφο και ενζυμικά ανενεργό
χής σχηματίζεται η ώριμη εξωκυττά‐ fPSA) και το bPSA (benign PSA), το
ρια, ενζυμικά ενεργή μορφή του PSA, οποίο αποτελεί μερικά αποδομημένη
το ελεύθερο PSA (free‐fPSA), η οποία μορφή του PSA με υψηλά ποσοστά
ελευθερώνεται στο σπέρμα ή εισέρχε‐ εμφανίσεως στην καλοήθη προστατι‐
ται στην κυκλοφορία. κή υπερτροφία 55,56.
302
Επισημαίνεται ότι στα προστατικά τις ανοσολογικά ανιχνεύσιμες μορφές
κύτταρα το fPSA αποτελεί το κύριο PSA σε ισομοριακή βάση (equimolar
κλάσμα, ενώ οι σύμπλοκες μορφές εί‐ assays), με συνέπεια να αναγνωρίζο‐
ναι <2% του tPSA. νται ακριβέστερα το ελεύθερο και το
Για την μέτρηση του συνολικού (to‐ δεσμευμένο PSA και να βελτιώνεται η
tal – tPSA), συνιστάται η χρήση ανο‐ διαγνωστική ικανότητα της εξετάσε‐
σοαναλύσεων, οι οποίες ανιχνεύουν ως.
Πίνακας 6. Έκφραση και πορεία απελευθέρεωσηςτου PSA
Κυλινδροειδή επιθηλιακά κύτταρα προστάτου: pre‐pro‐PSA
↓
Μεμβράνη ενδοπλασματικού δικτύου: pro‐PSA
↓
fPSA → → Εξωκυττάριος χώρος → Διάχυση στην κυκλοφορία
↓ Φυσ. προστάτης → Αργή διαδικασία, δράση πρωτεασών, ↓ACT‐PSA
↓ ΚΥΠ → nicked PSA, ↓ ACT‐PSA
↓ ΚΑΠ →Ταχεία διαδικασία, ↑ ACT‐PSA
Προστατικοί πόροι
↓
Σπέρμα
Εξ αρχής πρέπει να τονισθεί ότι ο υπερπλασία, πιθανότατα διότι στην
προσδιορισμός του PSA ορού δεν προ‐ τελευταία ο βασικός μηχανισμός αυ‐
σφέρει στην μελέτη ασθενών με πτω‐ ξήσεως του δείκτη είναι η ψηλάφηση
χά διαφοροποιημένα καρκινώματα και μάλαξη του οργάνου. Εκτιμάται
προστάτου, τα οποία συνιστούν ορμο‐ ότι η αύξηση του PSA ορού στην κα‐
νοανθεκτικούς όγκους στην συντρι‐ λοήθη υπερπλασία προστάτου, οφεί‐
πτική τους πλειοψηφία 57. λεται σε βραχείας διάρκειας, έκλυση
Πρόσφατα αποδείχθηκε ότι ο προσ‐ του δείκτου και με τον τρόπο αυτό ε‐
διορισμός του πηλίκου fPSA/ tPSA εί‐ ξηγείται η δυσανάλογα μεγάλη αύξη‐
ναι στατιστικά πολύ αξιολογότερος ση του fPSA σε βραχύ χρονικό διά‐
του προσδιορισμού μόνον του tPSA, στημα, στην συγκεκριμένη κατάστα‐
εφόσον η τιμή αυτή κυμαίνεται μετα‐ ση. Δεδομένου ότι η κάθαρση του
ξύ 4‐10 ng/ml, στην διάκριση του καρκι‐ fPSA γίνεται σε <2 ώρες, ενώ ο χρόνος
νώματος, από την καλοήθη υπερπλασία ημισείας ζωής των συμπλόκων μορ‐
του προστάτου52. φών είναι περίπου 3 ημέρες, γίνεται
Η συγκεκριμένη ομάδα ατόμων με σαφής ο λόγος για τον οποίο η διακύ‐
τιμές tPSA ορού μεταξύ 4‐10 ng/ml, μανση των τιμών του PSA ορού σε άν‐
προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον διότι πε‐ δρες με καρκίνωμα προστάτου είναι
ριλαμβάνει ασθενείς με καρκίνωμα ελάχιστη σε σχέση με τους έχοντες
προστάτου ή καλοήθεις νόσους του ορ‐ καλοήθη υπερπλασία προστάτου 58.
γάνου. Πρόσφατα μελέτη σε 33 ασθενείς με
Σε ασθενείς με καρκίνωμα προστάτου, μεταστατικό καρκίνωμα προστάτου
η διακύμανση του PSA ορού σε σύντομο και τιμές PSA ορού <10ng/ml έδειξε ότι
χρονικό διάστημα είναι μικρότερη σε για την συγκεκριμένη ομάδα είναι
σχέση με την καλοήθη προστατική απαραίτητες η ανοσοϊστοχημική εκτί‐
303
μηση για PSMA και ανδρογονικούς οι ασθενείς παρακολουθούνται για
υποδοχείς για να τεθεί με ακρίβεια η συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Στις
ορθή διάγνωση 59. πρώτες περιλαμβάνεται η πυκνότητα
ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΤΟΥ PSA (PSA density – PSAD), η συσχέτι‐
PSA ση του PSA με την ηλικία (age specific
Για βελτίωση των χαρακτηριστικών reference ranges ‐ ASRR), ο λόγος f/t
και των αποτελεσμάτων της εξετάσε‐ PSA και τα ισοένζυμα του PSA – ενώ
ως του PSA ορού, ώστε να περιορισθεί στις δυναμικές παραμέτρους περι‐
ο αριθμός των ατόμων τα οποία υφί‐ λαμβάνονται η ταχύτητα (velocity –V)
στανται ασκόπως σε βιοψίες προστά‐ PSA (PSAV), ο χρόνος διπλασιασμού
του και να διαγιγνώσκεται η νόσος σε (double time – DT) PSA (PSADT) και ο
αρχικά, ιάσιμα στάδια, ανεπτύχθησαν χρόνος υποδιπλασιασμού PSA (PSAt
1 / 2 ) 42.
τροποποιήσεις του προσδιορισμού του
δείκτη. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται η Κατά τον έλεγχο και την αξιολόγη‐
λεπτομερής μελέτη των μοριακών ση των τιμών του PSA ορού πρέπει να
μορφών του PSA (fPSA, cPSA, ισοέν‐ υπομνησθεί ότι υπάρχουν διαφορές
ζυμα fPSA) 60 και η συσχέτιση των τι‐ στις συγκεντρώσεις του μεταξύ φυλε‐
μών του με την ηλικία των εξεταζο‐ τικών ομάδων. Οι μελέτες δείχνουν
μένων ανδρών, η ταχύτητα μεταβολής ότι οι Ασιάτες παρουσιάζουν τις χα‐
του, η πυκνότητά του και το πηλίκον μηλότερες τιμές PSA, ακολουθούν οι
ελευθέρου/ συνολικό PSA 61,62,63. Καυκάσιοι με τους Λατίνους, ενώ η
Οι νέες παράμετροι του PSA διακρί‐ μαύρη φυλή διακρίνεται για τις υψη‐
νονται σε στατικές – όταν ο προσδιο‐ λότερες τιμές PSA, όπως φαίνεται και
ρισμός αναφέρεται σε συγκεκριμένο από τον Πίνακα 7 64.
χρονικό σημείο και δυναμικές – όταν
Πίνακας 7. Ανώτατες αναφερόμενες τιμές TPSA (ng/ml) σχετιζόμενες με την ηλικία
ανά φυλετική ομάδα
Εύρος ηλικίας (έτη) 40‐49 50‐59 60‐69 70‐79
Φυλετική ομάδα
Ασιάτες 1,9‐2,6 2,4‐4,5 4,0‐5,5 5,0‐6,8
Καυκάσιοι 1,5‐2,5 2,3‐4,2 3,5‐7,0 3,5‐9,4
Λατίνοι 2,1 4,3 6, 0 6,6
Μαύροι 2,0‐2,8 3,5‐5,4 4,5‐9,5 5,5‐15,5
Προς το παρόν η πλειονότητα των ρια διαγνωστικής ειδικότητας και θε‐
εργαστηρίων προσδιορίζει τον λόγο f/t τικής προγνωστικής αξίας. Μάλιστα
PSA, δεδομένης της πλούσιας σχετι‐ προτείνεται η συγκριτική ανάλυση
κής βιβλιογραφικής και κλινικής ε‐ DAC να αντικαταστήσει την ROC (Re‐
μπειρίας. Το αναλυτικό πλεονέκτημα ceiver Operating Characteristics) στην
του cPSA έναντι του fPSA, λόγω της εκτίμηση της διαγνωστικής χρησιμό‐
μεγαλύτερης συγκεντρώσεώς του τητας των δεικτών καρκίνου 81.
στον ορό και της υποτιθέμενης μεγα‐ Αξίζει να προστεθεί ότι σε πρόσφατες
λύτερης σταθερότητάς του, δεν απε‐ μελέτες δείχθηκε ότι:
δείχθη πάντοτε, ότι είναι και κλινικά 1. Η αυξημένη συγκέντρωση hK2 στον
χρησιμότερο του λόγου f/t PSA 80. ορό σχετίζεται με επιθετικό ΚΑΠ. Α‐
Εν τούτοις πρόσφατα ανακοινώθηκε σθενής με τιμές tPSA 2.5‐ 4.5 ng/ml και
ότι, με βάση μια νέα μαθηματική α‐ πηλίκον hK2/fPSA >1 έχει ΚΑΠ με πι‐
νάλυση, την DAC (Discordance Analy‐ θανότητα 35%.
sis Charachteristics), το cPSA διαθέτει, 2. Στην περιοχή τιμών tPSA 2‐4ng/ml,
σε σχέση με το tPSA, καλύτερα κριτή‐ ο λόγος proPSA/fPSA υπερτερεί στην
307
ανίχνευση ΚΑΠ από τον λόγο f/t PSA ιστούς, ή/και την έλλειψη αποτελε‐
ή τον c/t PSA σματικής συμπληρωματικής θεραπεί‐
3. Τα επίπεδα του bPSA στον ορό σχε‐ ας80,84.
τίζονται με την πρόγνωση καλοήθους ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ
υπερτροφίας προστάτου 55,56,60. Αναφορικά με την συλλογή και φύλα‐
Τέλος σημειώνεται ότι μετά από ρι‐ ξη ορού για μέτρηση tPSA και fPSA, ση‐
ζική προστατεκτομή η συγκέντρωση μειώνεται ότι εάν πρόκειται να μετρηθεί
του PSA ορού πρέπει να μειώνεται κά‐ tPSA, το δείγμα μπορεί να φυλάσσεται
τω από το όριο ανιχνεύσεως προσδιο‐ μέχρι 7 ημέρες στους 4°C ή μέχρι 2 έτη
ρισμού PSA (<0.04 ng/ml) το οποίο στους ‐70 °C. Εάν όμως πρόκειται να με‐
διαθέτουν τα τρέχοντα εμπορικά kits. τρηθεί και το fPSA ή το complex PSA, το
Ο χρόνος ημιζωής του PSA μετά από δείγμα δεν μπορεί να φυλάσσεται για
προστατεκτομή υπολογίζεται σε 2‐3 περισσότερο από 2 ημέρες στους 4°C και
ημέρες, ενώ μετά από εφαρμογή ακτι‐ περισσότερο από 2 έτη στους ‐70°C. Επί
νοθεραπείας σε 1,9‐4,2 μήνες. Συνη‐ πλέον συνιστάται ο αποχωρισμός του
θέστερο όριο βιοχημικής υποτροπής ορού να επισπευσθεί στα παραπάνω
της νόσου μετά από ριζική προστατε‐ δείγματα64.
κτομή είναι η τιμή 0.2‐0.4 ng/ml 82,83. Στον Πίνακα 10 δίδονται οι κατευ‐
Πρέπει να υπομνησθεί ότι έχουν θυντήριες οδηγίες διαφόρων γνωστών
εκφρασθεί επιφυλάξεις για την χρήση επιστημονικών ομάδων σχετικά με τις
των υπερευαίσθητων μεθόδων ανι‐ ενδείξεις χρήσεως του PSA σε ασθε‐
χνεύσεως του PSA λόγω μειωμένης νείς με καρκίνωμα προστάτου 57.
ειδικότητάς των με αποτέλεσμα την
ανίχνευση PSA από εξωπροστατικούς
Πίνακας 10. Περίληψη ενδείξεων χρήσεως του PSA σε ασθενείς με καρκίνωμα προστάτου
PSA για ACBI ACS AJCC AUA EAU EGTM NACB
Screening, με Δ.Ε. Όχι Ναι* Ναι* Ναι** Ναι
Βοηθητικό της διαγνώσεως, με Δ.Ε. Ναι Ναι Ναι Ναι Ναι Ναι
Πρόγνωση Όχι Ναι Όχι# Ναι
Παρακολούθηση των ασθενών, μετά την Ναι Ναι Ναι Ναι(?)
διάγνωση
% Ελεύθερο/ Συνολικό PSA
Βοηθητικό της διαγνώσεως, όταν το PSA Ναι Ναι Ναι
είναι μεταξύ 4‐10ng/ml και η Δ.Ε. αρνητική
Παρακολούθηση των ασθενών. Όχι
Διόρθωση με την ηλικία Όχι Ναι
Όχι= δεν συνιστάται, Ναι= συνιστάται, Δ.Ε.= δακτυλική εξέταση.
ACBI= Association of Clinical Biochemists in Ireland, ACS= American Cancer Society, AJCC= American Joint
Committee on Cancer, AUA= American Urological Association, EAU= European Association of Urology,
EGTM= European Group on Tumour Markers, NACB= National Academy of Clinical Biochemistry.
*= Έλεγχος κατ’ έτος για άνδρες >50 ετών, με προσδόκιμο επιβιώσεως >10 ετών.
**= Έλεγχος σε επιλεγμένες ομάδες, #= Το σταδιεκτιμητικό σύστημα κατά ΤΝΜ μπορεί να βελτιώνται με
σύγχρονη χρήση του PSA και του Gleason score. Ιδιαιτέρως χρήσιμη είναι η μέτρηση του PSA σε ασυμπτω‐
ματικούς ασθενείς, οι οποίοι υπεβλήθησαν σε έλεγχο με βιοψία προστάτου, λόγω αυξανόμενης τιμής του
δείκτη και σταδιεκτιμήθηκαν ως έχοντες νόσο T1C
308
ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΙΑ ΧΡΗΣΙ‐ μελέτες έχουν καταλήξει ότι τα επίπεδα
ΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΑΜΕΣΟ ορού του PSΜA βρίσκονται αυξημένα σε
ΜΕΛΛΟΝ ΣΤΟ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ ΤΟΥ ποσοστό >90% σε ασθενείς με καρκίνω‐
ΠΡΟΣΤΑΤΟΥ μα προστάτου. Ο δείκτης είναι υψηλότε‐
Ήδη δοκιμάζονται πολλοί νέοι δείκτες ρος σε ασθενείς με καρκίνωμα προστά‐
για την διάγνωση και πρόγνωση ασθε‐ του σε σύγκριση με πάσχοντες από κα‐
νών με καρκίνωμα προστάτου. Από αυ‐ λοήθη προστατική υπερτροφία86.
τήν την ομάδα φαίνεται ότι ορισμένοι ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΚΑΛΛΙΚΡΕΪΝΕΣ
πληρούν προϋποθέσεις με βάση τις ο‐ Οι ανθρώπινες ιστικές καλλικρεΐνες
ποίες πιθανόν να χρησιμοποιηθούν στο κωδικοποιούνται από γονίδια της χρω‐
άμεσο μέλλον στην κλινική πράξη. μοσωμικής περιοχής 19q13.4, 300‐kB. Έ‐
GRN‐A (Chromogranin Α). Είναι μέλος χει αποδειχθεί ότι η συγκεκριμένη γονι‐
της οικογένειας των granins και δρα ως διακή περιοχή φιλοξενεί βιολογικούς
προορμόνη. Σε πολυπαραγοντιακή με‐ δείκτες, οι οποίοι εκφράζονται σε κακο‐
λέτη αποδείχθηκε στατιστικά σημαντική ήθη νεοπλάσματα88.
συσχέτιση μεταξύ θετικότητας του δεί‐ Οι καλλικρεΐνες συμμετέχουν στην
κτου και κινδύνου θανάτου των ασθε‐ μετα‐μεταφραστική τροποποίηση δια‐
νών από την νόσο85. φόρων προδρόμων πολυπεπτιδίων στις
GSTP1 (GlutathioneS‐transferase π1). Εί‐ βιοδραστικές μορφές τους. Η καλλικρεΐ‐
ναι μέλος της μεγάλης οικογένειας των νη hK1 εκφράζεται στους σιελογόνους
glutathione transferases. Αρκετές μελέτες αδένες, στο πάγκρεας και στους νε‐
έχουν δείξει υψηλή ευαισθησία του δεί‐ φρούς. Η hK2 (hGK‐1) εκφράζεται στον
κτου στην ταυτοποίηση προστατικής εν‐ προστατικό ιστό. Το hK2‐mRNA είναι
δοεπιθηλιακής νεοπλασίας και καρκι‐ περίπου 10‐50% του hK3 (PSA)‐mRNA και
νώματος προστάτου86. αποδείχθηκε ότι υπάρχει σε σημαντική
PSCA (Prostate stem cell antigen). Είναι ποσότητα και στο σπερματικό υγρό.
αντιγόνο επιφανείας, βρίσκεται κυρίως Στον ορό η συγκέντρωση της hK2 συνή‐
στον προστάτη και έχει ρόλο στην λει‐ θως είναι <3% της συγκέντρωσης του
τουργία των αρχεγόνων κυττάρων, ό‐ PSA. Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι οι
πως ο πολλαπλασιασμός και η μετάδο‐ hK2, hK5, hK6, hK10 και hK11 μπορεί να χρη‐
ση του κυτταρικού σήματος87. Πολλές σιμοποιούνται στην διάγνωση και πα‐
πολυπαραγοντικές μελέτες έδειξαν ότι ρακολούθηση ασθενών με καρκινώμα‐
η έκφραση του PSCA διατηρείται σε αν‐ τα, ωοθηκών, μαστού και προστάτου.
δρογονοανεξάρτητο καρκίνωμα προ‐ Ειδικότερα οι καλλικρεΐνες hK6, hK10 ε‐
στάτου και βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα κτιμώνται ως δυνητικώς χρήσιμοι δεί‐
επί μεταστατικής νόσου86. κτες στην διάγνωση και παρακολούθη‐
PSΜA (Prostate‐specific membrane anti‐ ση γυναικών με καρκίνωμα ωοθηκών.
gen). Είναι πρωτεϊνικό αντιγόνο της κυτ‐ Για την hK5, αποδείχθηκε ότι έχει πρω‐
ταρικής μεμβράνης με πολλές ενζυμα‐ τεολυτικές ικανότητες, δεν βρίσκεται
τικές δραστηριότητες, το οποίο έχει με‐ στον ορό υγιών ατόμων ένω μετρήθηκε
λετηθεί ιδιαιτέρως σε ασθενείς με καρ‐ αυξημένη στο 69% και 49% ασθενών με
κίνωμα προστάτου. Ο δείκτης αυξάνει καρκινώματα των ωοθηκών και του μα‐
σε άνδρες ηλικίας >50 ετών και πολλές στού αντιστοίχως. Αυξημένα επίπεδα
309
hK11, παρατηρήθηκαν στο 70% των γυ‐ κοποιούν το CEA, τα γονίδια διασταυ‐
ναικών με καρκίνωμα ωοθηκών και το ρούμενης αντιδράσεως NCA (non‐speci‐
60% των ανδρών με καρκίνωμα προστά‐ fic cross reacting antigen), της χολικής
του. Συνολικά έχει αποδειχθεί ότι 13 από γλυκοπρωτεΐνης BGP (biliary glycopro‐
τις 15 γνωστές καλλικρεΐνες έχουν προ‐ tein), του αντιγόνου MA (meconium anti‐
γνωστική και προβλεπτική σημασία για gen), του αντιγόνου TEX (tumour ex‐
πολλά κακοήθη νεοπλάσματα και κυρί‐ tracted antigen) και στα κωδικοποιούντα
ως για το καρκίνωμα των ωοθηκών89‐96. την β1‐γλυκοπρωτεΐνη της εγκυμοσύνης
Πρόσφατα, μελέτη στο νέο μέλος της PSG (pregnancy specific protein). Η τε‐
ομάδας την καλλικρεΐνη 14, έδειξε ότι οι λευταία βρίσκεται στον πλακούντα και
τιμές της ήταν αυξημένες στο 65% και σε όγκους τροφοβλαστικής προελεύσε‐
40%, σε γυναίκες με καρκίνωμα ωοθη‐ ως.
κών και μαστού αντιστοίχως97. Λειτουργικά το CEA φαίνεται ότι έχει
2. Ογκοεμβρυϊκά αντιγόνα ρόλο διακυτταρικού μορίου προσκολλή‐
ΚΑΡΚΙΝΟΕΜΒΡΥΪΚΟ ΑΝΤΙΓΟΝΟ – σεως. Σχηματίζεται κατά την εμβρυϊκή
CEA ανάπτυξη, κυρίως στον γαστρεντερικό
Το καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο ανήκει σωλήνα και το αρχέγονο πάγκρεας ως
στα αντιγόνα διαφοροποιήσεως τα ο‐ αντιγόνο επιφανείας και εκκρίνεται στα
ποία εκφράζονται κατά την κυτταρική σωματικά υγρά. Επειδή κατά την καρκι‐
ανάπτυξη. Αρχικά βρέθηκε σε αδενο‐ νική διήθηση και τις μεταστάσεις επιφέ‐
καρκινώματα του πεπτικού και αποδεί‐ ρονται μεταβολές στην κυτταρική προ‐
χθηκε ότι αποτελεί συστατικό της κυτ‐ σκόλληση, θεωρείται ότι το CEA μπορεί
ταρικής μεμβράνης. Είναι γλυκοπρωτεΐ‐ να έχει κάποιο ρόλο στην διαδικασία
νη επιφανείας (με πρόσδεση γλυκοσυ‐ αυτή.
λοφωσφατιδυλοϊνοσιτόλης GPI) η οποία Σε δύο μεγάλες μελέτες το 85‐87% του
αλληλεπιδρά με τον μικροσκελετό του φυσιολογικού πληθυσμού είχε τιμές του
κυττάρου και μπορεί να ελευθερωθεί CEA κάτω των 2.5 ng/ml, το 95‐98 % κά‐
στον διάμεσο χώρο και στην συστηματι‐ τω των 5 ng/ml και πρακτικά κανείς δεν
κή κυκλοφορία των ασθενών με νεο‐ υπερέβαινε τα 10 ng/ml. Η περιοχή τι‐
πλασίες, όπου ανιχνεύεται ανοσοχημι‐ μών 5‐10 ng/ml θεωρείται οριακή, δεδο‐
κά. To CEA έχει ΜΒ 180‐200 kDa, με μένου ότι καλύπτει φάσμα καλοήθων
πρωτεϊνικό πυρήνα μικρότερο του μισού και κακοήθων παθήσεων, ενώ τιμές ≥ 20
μορίου, δεδομένου ότι εμφανίζει υψηλό ng/ml αποτελούν σαφή ένδειξη κακοή‐
βαθμό γλυκοζυλιώσεως. θους εξεργασίας. Αύξηση των συγκε‐
Το CEA αντιπροσωπεύει μεγάλη οικο‐ ντρώσεων του CEA παρατηρείται στους
γένεια γλυκοπρωτεϊνών της μεμβράνης καπνιστές, και σε ασθενείς με αλκοολι‐
με εξωκυττάριες δομές όμοιες των ανο‐ κή κίρρωση του ήπατος, χρονία ενεργό
σοσφαιρινών στην υπεροικογένεια των ηπατίτιδα, αποφρακτικό ίκτερο μη κα‐
οποίων ανήκει. Η οικογένεια του CEA κοήθους αιτιολογίας, εκτεταμένη πολυ‐
περιλαμβάνει 29 γονίδια τα οποία εντο‐ ποδίαση του εντέρου ή με φλεγμονώδεις
πίζονται σε δύο συστάδες (clusters) του νόσους του πεπτικού (ελκώδης κολίτιδα,
χρωμοσώματος 19. Τα γονίδια αυτά ο‐ νόσος του Crohn, εκκολπωματίτιδα, πε‐
μαδοποιούνται σε εκείνα τα οποία κωδι‐ πτικό έλκος, χρόνια παγκρεατίτιδα) ή
310
των πνευμόνων. τιμές CEA ορού σχετίζονται με υψηλό‐
Σπανίως, αυξημένες τιμές του δείκτη τερο κίνδυνο υποτροπών. Έως τώρα δεν
παρατηρούνται επί χρονίας νεφρικής υπάρχει απόδειξη ότι οφελούνται ασθε‐
ανεπαρκείας και ινοκυστικής μαστοπά‐ νείς, οι οποίοι υποβάλλονται σε μετεγ‐
θειας. Σημειώνεται ότι το ήπαρ είναι ο χειρητική συμπληρωματική χημειοθε‐
κύριος ιστός μεταβολισμού του CEA, ε‐ ραπεία με μόνο κριτήριο τις υψηλές
πομένως καλοήθη ηπατικά νοσήματα προεγχειρητικές τιμές CEA ορού57.
τα οποία επηρεάζουν την ηπατική λει‐ Μη επάνοδος στο φυσιολογικό, αρχικά
τουργία ‐ και την κάθαρση του CEA ‐ εί‐ αυξημένης τιμής CEA ορού, μετά «θε‐
ναι δυνατόν να προκαλέσουν αύξησή ραπευτική» εγχείρηση καρκινώματος
του στον ορό. Σε μελέτη με περισσότερα του εντέρου, πρέπει να θέτει σε αμφι‐
από 700 υγιή άτομα φάνηκε ότι τα επί‐ σβήτηση την ριζικότητα της παρεμβά‐
πεδα του CEA στους άνδρες είναι υψη‐ σεως. Σε ασθενείς με καρκινώματα του
λότερα των γυναικών ενώ οι διάμεσες εντέρου έχει επανειλημμένα αποδειχθεί
τιμές στους καπνιστές γενικά είναι δι‐ σχέση τιμών CEA ορού και σταδίου νό‐
πλάσιες από τους μη καπνιστές. σου. Ασθενείς με νόσο σταδίου Α κατά
Το CEA, παρότι δεν είναι ούτε ιστοει‐ Dukes, έχουν αυξημένες τιμές του δείκτη
δικός, ούτε ογκοειδικός δείκτης, παρα‐ σε ποσοστό ≤28%. Αντιστοίχως ασθενείς
μένει ένας από τους γνωστότερους δεί‐ με στάδιο Β και ασθενείς με απομακρυ‐
κτες για μεγάλη ποικιλία όγκων, ανα‐ σμένες μεταστάσεις έχουν αυξημένο
γνωριζόμενος ως γενικός δείκτης καρκί‐ CEA ορού σε ποσοστά 45% και ≥65% α‐
νου7b,2,98,99. Συνήθη κακοήθη νεοπλάσμα‐ ντιστοίχως. Αυξημένες τιμές για δεδο‐
τα με αυξημένη τιμή CEA ορού κατά την μένο στάδιο νόσου συνδέονται με χειρό‐
διαδρομή της νόσου είναι συνήθως τα τερη πρόγνωση. Αύξηση του CEA ορού
ενδοδερμικής προελεύσεως (εντέρου, σε ασθενείς οι οποίοι υποβλήθηκαν σε
στομάχου, πνεύμονα, παγκρέατος) και ριζική θεραπεία για καρκίνωμα παχέος
λιγότερο συχνά τα μη ενδοδερμικής εντέρου–ορθού, μοπορεί να προηγείται
προελεύσεως (μαστού, ωοθηκών, κεφα‐ έως και 2‐6 μήνες της κλινικής τεκμη‐
λής‐τραχήλου) και σπανιότερα τα μη ε‐ ριώσεως της υποτροπής2.
πιθηλιακά καρκινώματα2. Εντούτοις ο ακριβής ρόλος του δείκτου
Σε ασθενείς με καρκινώματα του πα‐ στην διάγνωση της πρώιμης υποτροπής
χέος εντέρου–ορθού ο προσδιορισμός σε ασθενείς με καρκινώματα του παχέος
του CEA ορού συνιστάται από την εντέρου – ορθού, παραμένει ασαφής και
ASCO, με σκοπό τον καλύτερο προ‐ αυτό οφείλεται στην διαφορά των κα‐
γραμματισμό της εγχειρήσεως και την τευθυντηρίων οδηγιών των μελετών, δε‐
συμπλήρωση της ιστολογικής σταδιε‐ δομένου ότι λίγες από αυτές υποστηρί‐
κτιμήσεως100,101. Αντίστοιχες είναι και οι ζουν ότι θεραπείες σε αρχικά στάδια
οδηγίες της AJCC και του College of υποτροπής βελτιώνουν την συνολική
American Pathologists. Οι συγκεκριμένες έκβαση των ασθενών. Εντούτοις δύο με‐
οδηγίες βρίσκονται σε συμφωνία με την τα‐αναλύσεις στα τέλη της προηγούμε‐
κλινική εμπειρία και τα αποτελέσματα νης 10ετίας κατέληξαν ότι ασθενείς οι
των περισσοτέρων μελετών τα οποία οποίοι τέθηκαν σε κλειστή, τακτική πα‐
καταλήγουν ότι υψηλές προεγχειρητικές ρακολούθηση είχαν στατιστικά σημα‐
311
ντική καλύτερη επιβίωση102,103. στάται η χρήση του CEA ορού στην πα‐
Σε ασθενείς οι οποίοι υποβάλλονται ρακολούθηση γυναικών με καρκίνωμα
σε εξαίρεση μονήρους ηπατικής εστίας, μαστού. Είναι εντούτοις ενδιαφέρον ότι
σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες η SOR συνιστά τον προσδιορισμό του
των ASCO, EGTM και NACB, το CEA ο‐ CEA, μόνον εφόσον η τιμή του CA15‐3
ρού θα πρέπει να προσδιορίζεται ανά 2‐3 δεν είναι αυξημένη στην διάγνωση της
μήνες, τα πρώτα 2 χρόνια. Εφόσον πα‐ νόσου104.
ρατηρηθεί παθολογική τιμή του δείκτου, Στον πίνακα 11 δίδονται οι κατευ‐
ο ασθενής θα πρέπει να υποβάλλεται σε θυντήριες οδηγίες διαφόρων γνωστών
λεπτομερή έλεγχο για αναζήτηση νέας, επιστημονικών ομάδων σχετικά με τις
μεταστατικής εστίας57. ενδείξεις χρήσεως του CEA ορού σε
Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδη‐ ασθενείς με καρκίνωμα του παχέος
γίες των ομάδων EGTM και SOR συνι‐ εντέρου‐ορθού 57.
Πίνακας 11. Περίληψη ενδείξεων χρήσεως του CEA ορού σε ασθενείς με καρκίνωμα παχέος εντέρου‐
ορθού
CEA ορού για ACBI AJCC ASCO EGTM ESMO NACB SIGN SOR
Screening Όχι Όχι Όχι Όχι Όχι Όχι Όχι
Διάγνωση Όχι Όχι Όχι Όχι Όχι Όχι Όχι
Σταδιεκτίμηση/ Πρόγνωση Ναι Ναι Ναι Ναι Όχι Ναι
Διάγνωση υποτροπής ? Ναι Ναι * Ναι Όχι Ναι^
Παρακολούθηση της θεραπείας ? Ναι Ναι * Ναι Όχι Ναι^
Screening για ηπατικές μεταστάσεις Ναι Ναι Ναι Ναι
Όχι= δεν συνιστάται, Ναι= συνιστάται.
ACBI= Association of Clinical Biochemists in Ireland, AJCC= American Joint Committee on Cancer, ASCO=
American Society of Clinical Oncology, EGTM= European Group on Tumour Markers, ESMO= European Soci‐
ety of Medical Oncology, NACB= National Academy of Clinical Biochemistry, SIGN= Scottish Intercollegiate
Guidelines Network, SOR= Standards, Options and Recommendations for tumor markers.
? = Το όφελος από τον προσδιορισμό του CEA ορού, είναι αμφίβολο, *= Το όφελος είναι αναμφισβήτη‐
το μόνον για την ομάδα ασθενών με ύποπτη συμπτωματολογία, ^ = Το όφελος από τον προσδιορισμό
του CEA ορού, είναι αμφίβολο δεδομένου ότι δεν έχει αποδειχθεί όφελος στην επιβίωση των ασθε‐
νών.
Α‐ΕΜΒΡΥΪΚΗ ΣΦΑΙΡΙΝΗ – AFP π.χ. για τα οιστρογόνα ή τα λιπαρά οξέα
Η AFP ανήκει στην ομάδα των εμ‐ και ότι υπεισέρχεται στην εμβρυϊκή αι‐
βρυϊκών πρωτεϊνών, οι οποίες σχηματί‐ μοποίηση. Συντίθεται στα κύτταρα του
ζονται κατά την εμβρυϊκή ανάπτυξη και λεκιθικού ασκού, του ήπατος και του
μετά την γέννηση, η συγκέντρωσή τους γαστρεντερικού σωλήνα του φυσιολογι‐
μειώνεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Η κού εμβρύου 12‐15 εβδομάδων, μεταφέ‐
AFP είναι μέλος υπεροικογένειας πρω‐ ρεται, μέσω του εμβρυϊκού αίματος στο
τεϊνών η οποία περιλαμβάνει την αλ‐ αμνιακό υγρό από όπου περνά στην κυ‐
βουμίνη και την πρωτεΐνη την συνδεό‐ κλοφορία της μητέρας.
μενη με την βιταμίνη D. Η AFP είναι Κατά την 30ή εβδομάδα της κυήσεως οι
γλυκοπρωτεΐνη η οποία λόγω της ομοιό‐ τιμές στον ορό της εγκύου φθάνουν στα
τητάς της με την αλβουμίνη ως προς τις μέγιστα επίπεδα των ~250‐300 ng/ml.
φυσικοχημικές ιδιότητες και την αμινο‐ Στους φυσιολογικούς ενήλικες η συγκέ‐
ξική αλληλουχία, θεωρείται ότι έχει ρό‐ ντρωση της AFP συνήθως δεν ξεπερνά
λο μεταφορικής πρωτεΐνης στο έμβρυο τα 15 ng/ml. Φαίνεται ότι κατά την κα‐
312
κοήθη εξαλλαγή μεταβαλλεται ο έλεγ‐ ζωής του δείκτη είναι <7 ημέρες2.
χος της γονιδιακής εκφράσεως της AFP H AFP αποτελεί δείκτη πρώτης επιλο‐
και επανενεργοποιείται η σύνθεσή της γής για το πρωτοπαθές ΗΚΚ με ευαι‐
στα κακοήθη ηπατικά κύτταρα και στα σθησία 98% και ειδικότητα 65% (cut‐off
κύτταρα των όγκων των γεννητικών ορ‐ 10 ng/ml). Μόνο το 5 % των ηπατωμάτων
γάνων. δεν παράγει AFP. Τα επίπεδα της AFP
Η πρόσδεση της υδατανθρακικής αλύ‐ στις νεοπλασίες του ήπατος ή των γεν‐
σου της AFP (2.5‐5%) σε διάφορες λεκτί‐ νητικών κυττάρων μπορεί να φθάσουν
νες (κονκαναβαλίνη Α, LCA) και η ισοη‐ μέχρι 3000 ng/ml, ενώ στα άλλα είδη των
λεκτρική εστίαση έχουν χρησιμοποιηθεί προαναφερθεισών κακοήθων νεοπλα‐
με επιτυχία για την διάκριση του ιστού σιών φθάνουν μέχρι 350‐400 ng/ml, γε‐
προελεύσεως και της σχετιζόμενης νό‐ γονός που βοηθά στη διαφορική διά‐
σου με την εμφάνιση αυξημένης συγκε‐ γνωση. Επίσης το ύψος των τιμών της
ντρώσεως του μορίου στον ορό. Έχει α‐ στον ορό κατά τη διάγνωση αποτελούν
ποδειχθεί ότι η διαφορά συνδέσεως με προγνωστικό δείκτη για το ΗΚΚ5,9β.
λεκτίνη σχετίζεται με την διαμόρφωση Εξάλλου τιμές AFP >400‐500 ng/ml θε‐
της υδατανθρακικής αλύσου της AFP. ωρούνται διαγνωστικές ηπατοκυτταρι‐
Στο ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα (ΗΚΚ) κού καρκινώματος σε κιρρωτικούς α‐
εμφανίζεται αύξηση της φουκοζυλιώ‐ σθενείς με εστιακές ηπατικές βλάβες.
σεως, με συνέπεια αυξημένη συγγένεια Εντούτοις μόνον το 1/3 των ασθενών με
προς τις λεκτίνες και την εύκολη διάκρι‐ πρωτοπαθές καρκίνωμα ήπατος, έχουν
ση μεταξύ ΗΚΚ και καλοήθους ηπατι‐ τιμές του δείκτη >100 ng/ml, ενώ τιμές
κής νόσου. >400 ng/ml είναι εξαιρετικά ασυνήθεις
Εξ άλλου, ενώ είναι αποδεδειγμένο ότι σε ασθενείς με όγκους <5cm108.
σε ΗΚΚ, η AFP συνδέεται με κονκανα‐ Το γεγονός ότι η μέτρηση της AFP ο‐
βαλίνη Α, η AFP η οποία προέρχεται ρού δεν αποτελεί χρήσιμο δείκτη για α‐
από τον λεκιθικό ασκό δεν προσδένεται νίχνευση αρχικών σταδίων ηπατοκυτ‐
στην λεκτίνη αυτή. Με την χρήση ποικί‐ ταρικού καρκινώματος, αποδείχθηκε σε
λων λεκτινών έχει γίνει εφικτή η διάκρι‐ καλά σχεδιασμένη πρόσφατη μελέτη, η
ση 4 σχημάτων των ισομορφών AFP οποία κατέληξε ότι ποσοστό έως και 80%
(τύπου: ήπατος/καλοήθων ηπατικών των ασθενών της συγκεκριμένης ομά‐
νόσων, ΗΚΚ, γαστρεντερικού όγκου, λε‐ δας, έχουν τιμές 10‐20ng/ml, ενώ ασθε‐
κιθικού ασκού)5,12,105,106,107. νείς με υψηλή αναγεννητικότητα του
Η AFP είναι σημαντικός δείκτης καρ‐ ήπατος χωρίς καρκίνωμα, μπορεί να έ‐
κίνου στους όγκους εκ γεννητικών κυτ‐ χουν τιμές AFP ορού υψηλότερες του
τάρων των όρχεων και των ωοθηκών (ό‐ φυσιολογικού109.
γκοι λεκιθικού ασκού, εμβρυϊκό καρκί‐ Κατά τον χρόνο της διαγνώσεως του
νωμα), στον πρωτοπαθή ΗΚΚ σε ενήλι‐ ηπατοκυτταρικού καρκινώματος, ο
κες και στο παιδικό ηπατοβλάστωμα προσδιορισμός της AFP ορού έχει προ‐
(πίνακας 3), στο καρκίνωμα του στομά‐ γνωστική αξία. Αυτό οφείλεται στο ότι
χου, του παγκρέατος του χοληδόχου πό‐ καλά διαφοροποιημένοι όγκοι εκφρά‐
ρου, των βρόγχων και επί ηπατικών με‐ ζουν χαμηλότερες τιμές AFP στον ορό,
ταστάσεων5,12,105,106,107. Ο χρόνος ημισείας ενώ ασθενείς με φυσιολογικό τον δεί‐
313
κτη, έχουν όγκους με μικρότερη πιθανό‐ <200 ng/ml ‐ και σε ασθενείς με μη κα‐
τητα αγγειακής διηθήσεως και φυσιολο‐ κοήθη νοσήματα, όπως η κυστική ίνωση,
γική ηπατική λειτουργία. Έχει αποδει‐ η αιμοχρωμάτωση, η αταξία–τηλαγγειε‐
χθεί ότι οι συγκεκριμένοι παράγοντες κτασία και η κληρονομική τυροσιναιμία,
αποτελούν καλούς προγνωστικούς δεί‐ καθώς και στη χρόνια ενεργό ηπατίτιδα,
κτες νόσου110. στη χρόνια επιμένουσα ηπατίτιδα, σε
H des‐gamma carboxyprothrombin φορείς HbsAg, σε οξεία ιογενή λευχαι‐
(DCP), η glutamate carboxypeptidase, η μία, σε αλκοολική ηπατική κίρρωση ή
serine/threonine kinase 15, η interleukin‐2, ηπατίτιδα, σε νόσο του Crohn και σε πο‐
ο urinary tumor growth factor β1 και ο λυποδίαση. Σημειώνεται ότι μετά από
προσδιορισμός των υποδοχέων της μερική ηπατεκτομή (όπου συμβαίνει
MAGE‐4 και δύο φωσφολιπάσες η φυσιολογική ηπατοκυτταρική αναγέν‐
PLA2G13 και η PLA2G7 έχουν δοκιμα‐ νηση) δεν εμφανίζεται αύξηση της AFP
σθεί σε συνδυασμό με την AFP με άλλο‐ του ορού5,9β.
τε άλλη επιτυχία στην διάγνωση του Ο προσδιορισμός της AFP στα πλαίσια
ηπατοκυτταρικού καρκινώματος108,111. μαζικού προληπτικού ελέγχου για ΗΚΚ,
Αναπαραγωγικοί παράγοντες και ει‐ χρησιμοποιείται σε περιοχές αυξημένου
δικότερα ο αριθμός των κυήσεων και ο κινδύνου για την νόσο (Κίνα, Αλάσκα) ή
χρόνος των τοκετών, είναι καλά τεκμη‐ σε πληθυσμούς με χρονία ενεργό ηπατί‐
ριωμένοι παράγοντες κινδύνου για α‐ τιδα ή κίρρωση και θετικό Αυστραλιανό
νάπτυξη καρκινώματος μαστού. Οι βιο‐ αντιγόνο2.
λογικοί μηχανισμοί με τους οποίους μια Αυξημένη τιμή AFP προ θεραπεία, σε
τελειόμηνος εγκυμοσύνη μπορεί να επι‐ ασθενείς με μη σεμινωματώδεις όγκους
δρά στην ανάπτυξη καρκινώματος μα‐ των όρχεων αποτελεί ανεξάρτητο προ‐
στού στην μητέρα δεν είναι πλήρως δι‐ γνωστικό παράγοντα κακής τελικής εκ‐
ευκρινισμένοι. Ως πλέον αποδεκτή υπό‐ βάσεως. Ο δείκτης πρέπει να χρησιμο‐
θεση εκτιμάται ότι η διαφοροποίηση των ποιείται σε συνδυασμό με την b‐HCG,
μητρικών αδενικών κυττάρων του μα‐ την LDH και την LDH 1. Σε ασθενείς με
στού η οποία συμβαίνει στα τελικά στά‐ καρκινώματα εκ γεννητικών κυττάρων,
δια της εγκυμοσύνης ελαττώνει τον κίν‐ οι οποίοι βρίσκονται σε κλινική πλήρη
δυνο αναπτύξεως της νόσου. Έχει απο‐ ύφεση μετά την θεραπεία, η αύξηση της
δειχθεί ότι υψηλά επίπεδα ορού της AFP AFP κατά την παρακολούθηση προδικά‐
σε γυναίκες κατά την διάρκεια οποιασ‐ ζει υποτροπή και μπορεί να προηγείται
δήποτε εγκυμοσύνης τους, συνοδεύονται της απεικονιστικής τεκμηριώσεώς της2.
από μειωμένη συχνότητα αναπτύξεως Πίνακας 12. Παρουσία AFP στον ορό σε
καρκινώματος μαστού στην διάρκεια καρκίνους γεννητικών κυττάρων
του βίου τους ή/και μειωμένη συχνότητα AFP (‐) Σεμίνωμα, δυσγερμίνωμα,
αρχικής διαγνώσεως της νόσου σε διαφοροποιημένο τεράτωμα
προχωρημένα στάδια112. AFP(+) Αμιγείς όγκοι λεκιθικού ασκού
Εκτός των αυξημένων τιμών της AFP AFP(+/‐) Εμβρυονικό καρκίνωμα, Συν‐
στην κύηση, οι οποίες πρέπει να λαμβά‐ δυασμένοι όγκοι
νονται υπόψη, η AFP είναι δυνατόν να
εμφανίσει αυξημένες τιμές – συνήθως
314
3. ΟΡΜΟΝΕΣ σε σεμίνωμα. Στους καρκινοπαθείς εμ‐
ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΧΟΡΙΑΚΗ ΓΟΝΑΔΟ‐ φανίζεται παραγωγή μεταβαλλόμενων
ΤΡΟΠΙΝΗ (HCG) ποσών α‐ και β‐ υποομάδων, καθώς και
Είναι σιαλογλυκοπρωτεϊνική ορμόνη, τμήματα υποομάδων και υποομάδων με
παράγεται από την πλακουντιακή τρο‐ ελλείψεις (deletions) αμινοξέων (nicked
φοβλάστη και ιδίως την συγκυτιοτροφο‐ HCG). Η β‐HCG δεν ανιχνεύεται ποτέ
βλάστη, από τις πρώτες ημέρες της γο‐ φυσιολογικά στον ορό των ανδρών, ώστε
νιμοποιήσεως. Ο χρόνος ημισείας ζωής μετρητές τιμές της είναι πάντοτε ενδει‐
της HCG είναι μικρότερος από 3 ημέρες. κτικές κακοήθειας. Ασθενείς με καρκί‐
Η ορμόνη αποτελείται από δύο πεπτιδι‐ νωμα των όρχεων μετά από ορχεκτομή
κές αλύσους (υποομάδες) την α‐ και την και ασθενείς με χοριοκαρκίνωμα, οι ο‐
β‐, οι οποίες συνδέονται με μη ομοιοπο‐ ποίες υποβλήθηκαν σε υστερεκτομή ή
λικούς δεσμούς. Η α‐υποομάδα της HCG ωοθηκεκτομή, όταν εμφανίζουν μεταγ‐
είναι ταυτόσημη με τις αντίστοιχες δια‐ χειρητικά, επίπεδα β‐HCG πρέπει να ε‐
φόρων ορμονών της υποφύσεως, όπως η λέγχονται για υπολειμματική νόσο.
LH, FSH και TSH κωδικοποιείται από Επίπεδα HCG>104 mIU/mL παρατη‐
κοινό γονίδιο και ανιχνεύεται κυρίως ρούνται σε πάσχοντες από νομότοπους
στην πρώτη φάση της κυήσεως. Η β‐ ή έκτοπους όγκους εκ γεννητικών κυτ‐
υποομάδα της HCG έχει μοναδική δομή τάρων, τροφοβλαστική νόσο ή έχουν
η οποία της προσδίδει μοναδικές βιολο‐ τροφοβλαστική διαφοροποίηση πρωτο‐
γικές ιδιότητες. Η β‐υποομάδα της HCG παθών όγκων πνεύμονα και στομάχου.
βρίσκεται υπό τον έλεγχο διαφόρων γο‐ Ήπιες αυξήσεις των επιπέδων της
νιδίων έχει διακριτούς αντιγονικούς κα‐ HCG έχουν περιγραφεί σε καρκίνωμα
θοριστές στο καρβοξυτελικό άκρο της οι πνεύμονος, γαστρεντερικού συστήμα‐
οποίοι και καθορίζουν την ανοσολογική τος, μαστού, ωοθηκών και στο μελάνω‐
και την ορμονική ειδικότητα του μορίου. μα. Αύξηση της HCG παρατηρείται και
Οι τιμές αναφοράς της HCG έχουν σε ορισμένες μη κακοήθεις καταστάσεις
ανώτερο όριο τα 5 mIU/mL για άνδρες όπως η κίρρωση, το δωδεκαδακτυλικό
και μη έγκυες γυναίκες. Κατά την κύηση έλκος και η φλεγμονώδης νόσος του ε‐
εμφανίζεται αύξηση, αλλά και σταδιακή ντέρου2,5, 12,14,113‐116. Στον πίνακα 13 πα‐
διαφοροποίηση των τιμών της HCG α‐ ρουσιάζεται η σχέση της AFP και της b‐
νάλογα με την εβδομάδα κυήσεως από HCG με όγκους ωοθηκών και όρχεων
5‐50 mIU/mL την 1η εβδομάδα, σε 12000‐ από γεννητικά κύτταρα2.
270000 mIU/mL την 6η‐8η εβδομάδα. ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΔΕΙΚΤΩΝ ΣΕ
Κατά την εγκυμοσύνη, η β‐HCG απο‐ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΚΑΚΟΗΘΗ ΝΕΟ‐
τελεί < 4% (στα ούρα ή τον ορό) της συ‐ ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΕΚ ΓΕΝΝΗΤΙΚΩΝ
νολικής HCG, ο οποίος είναι ο κύριος ΚΥΤΤΑΡΩΝ
δείκτης εγκυμοσύνης. Επειδή παράγεται Μελέτες από το International Germ
από την τροφοβλάστη, εμφανίζει αυξη‐ Cell Cancer Collaborative Group, έχουν
μένα επίπεδα σε όλους τους ασθενείς με επιβεβαιώσει την προγνωστική αξία των
τροφοβλαστικούς όγκους, στο 70% εκεί‐ δεικτών AFP, hCG και LDH στην μελέτη
νων με μη σεμινωματώδεις όγκους των ασθενών με καρκινώματα όρχεων. Οι
γεννητικών κυττάρων και σπανιώτερα συγκεκριμένοι δείκτες ήδη περιλαμβά‐
315
νονται στο σταδιεκτιμητικό σύστημα της κυττάρων. Οι τιμές προ θεραπείας των
American Joint Committee on Cancer δεικτών συνεκτιμώνται για την κατάτα‐
(AJCC) και της Union International Con‐ ξη ασθενών με μεταστατικά καρκινώ‐
tre le Cancer (UICC) επί ασθενών με κα‐ ματα των όρχεων σε καλής, ενδιάμεσης
κοήθη νεοπλάσματα εκ γεννητικών και κακής προγνώσεως117, 118.
Πίνακας 13. Όγκοι όρχεων και ωοθηκών από γεννητικά κύτταρα
Όγκος AFP b‐HCG
Σεμίνωμα ‐ +
Σεμίνωμα με συγκυτιοτροφοβλαστικά αρχέγονα κύτταρα ‐ +
Εμβρυϊκό καρκίνωμα + ‐
Εμβρυϊκό καρκίνωμα με συγκυτιοτροφοβλαστικά αρχέγονα κύτταρα + +
Εκ του λεκιθικού ασκού + ‐
Εκ του λεκιθικού ασκού με συγκυτιοτροφοβλαστικά αρχέγονα κύτταρα + +
Χοριοκαρκίνωμα ‐ +
Ώριμο τεράτωμα ‐ ‐
316
ΚΑΛΣΙΤΟΝΙΝΗ (HCT). ΘΥΡΕΟΣΦΑΙΡΙΝΗ (TG)
Η καλσιτονίνη είναι πεπτίδιο 32 αμι‐ Η θυρεοσφαιρίνη είναι διμερής γλυ‐
νοξέων, το οποίο παράγεται από τα κύτ‐ κοπρωτεΐνη ΜΒ 660 kDa και χαρακτηρι‐
ταρα C κυρίως του θυρεοειδή, αλλά και στικό προϊόν συνθέσεως του θυρεοειδή
των παραθυρεοειδών αδένων και του αδένα. Χρησιμεύει ως υπόστρωμα για
θύμου. Τα κύτταρα C είναι κύτταρα του την παραγωγή των θυρεοειδικών ορμο‐
συστήματος APUD (κύτταρα ικανά για νών και ως αποθήκη αυτών, παραμέ‐
πρόσληψη προδρόμων αμινών και απο‐ νουσα υπό μορφή κολλοειδούς στον αυ‐
καρβοξυλίωση) και προέρχονται από λό των θυλακίων του θυρεοειδούς (ιωδί‐
την αρχέγονη νευρική ακρολοφία (neu‐ ωση‐φύλαξη/διάσπαση μέσω λυσοσω‐
ral crest). Ο μυελοειδής καρκίνος του θυ‐ ματικών πρωτεασών‐απελευθέρωση).
ρεοειδούς (ΜΚΘ), προέρχεται από τα Ποσοτικά αντιπροσωπεύει την σημα‐
κύτταρα C και εμφανίζει υψηλά επίπεδα ντικότερη πρωτεΐνη του θυρεοειδή. Φυ‐
της καλσιτονίνης στον ορό, τα οποία συ‐ σιολογικά η συγκέντρωση της Tg στο
νήθως διαδράμουν ασυμπτωματικά. πλάσμα είναι χαμηλή και αυξάνεται σε
Η καλσιτονίνη ορού συνιστάται και διαταραχές του θυρεοειδή, περιλαμβα‐
εφαρμόζεται σε πληθυσμιακούς προλη‐ νομένων των κακοήθων νόσων και για
πτικούς ελέγχους σε ασυμπτωματικά τον λόγο αυτό δεν αποτελεί ειδική δια‐
άτομα, τα οποία έχουν αυξημένο κίνδυ‐ γνωστική εξέταση του καρκινώματος
νο κληρονομικών μορφών της νόσου, του θυρεοειδούς. Εντούτοις μετά ολική
όπως οι συγγενείς ατόμων με ΜΚΘ και αφαίρεση του θυρεοειδούς επί κακοή‐
τα άτομα με οικογενειακό ιστορικό πολ‐ θους νόσου, η ανίχνευση Tg στο πλάσμα
λαπλής ενδοκρινούς νεοπλασίας τύπου αποτελεί νεοπλασματικό δείκτη υψηλής
2 (MEN 2), στο 25% των οποίων υπάρχει κλινικής ευαισθησίας και ειδικότητας
ΜΚΘ120. Πολλοί συνιστούν την μέτρηση για υπολειμματική ή προϊούσα νόσο.
της καλσιτονίνης στην σταδιεκτίμηση, Σημειώνεται ότι τα αντιθυρεοειδικά α‐
στην παρακολούθηση ασθενών μετά ντισώματα παρεμβαίνουν στον προσ‐
από θεραπεία και στην διατύπωση προ‐ διορισμό της Tg10. Η National Academy of
γνωστικής κρίσεως για αυτούς. Σε ορι‐ Clinical Biochemistry και η British Thy‐
σμένες περιπτώσεις η καλσιτονίνη (βα‐ roid Association, συνιστούν τον προσδιο‐
σικών επιπέδων και μετά από επαγωγή ρισμό της θυρεοσφαιρίνης για την διά‐
με Ca++) φαίνεται ότι μπορεί να βοηθήσει γνωση και παρακολούθηση ασθενών με
στην ανίχνευση ΜΚΘ αρνητικών στο καρκίνωμα του θυρεοειδούς121,122,57.
ραδιοϊσοτοπικό scanning και την κλινική ΙΣΤΙΚΕΣ ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΙΚΕΣ
ψηλάφηση του θυρεοειδούς αδένος5,19. Η ΟΡΜΟΝΕΣ
National Academy of Clinical Biochemis‐ ΓΑΣΤΡΙΝΗ
try και η British Thyroid Association, συ‐ Παράγεται από τα G κύτταρα κυρίως
νιστούν τον προσδιορισμό της καλσιτο‐ στο άντρο του στομάχου και εμφανίζε‐
νίνης για την διάγνωση και παρακολού‐ ται στο πλάσμα και τους ιστούς σε δια‐
θηση ασθενών με μυελοειδές καρκίνω‐ φορετικά μοριακά μεγέθη, τα οποία
μα του θυρεοειδούς πριν και υπό θερα‐ διαφέρουν ως προς την ένταση της δρά‐
πεία121,122,57. σεώς τους στην έκκριση γαστρικού οξέος
και στον χρόνο ημισείας ζωής τους στο
317
πλάσμα. Όλα τα ανωτέρω ισομερή δια‐ γαστρίνης και συνήθως προκαλεί το
θέτουν το υπεύθυνο για την δράση τους σύνδρομο Zollinger‐Ellison (υπερχλωρυ‐
τετραπεπτίδιο στο C‐τελικό άκρο. Το δρία, πεπτικά έλκη, διάρροια). Η διά‐
γαστρίνωμα εμφανίζεται συνήθως σε γνωση γίνεται με τον προσδιορισμό γα‐
πολύ μικρό μέγεθος στο δωδεκαδάκτυ‐ στρίνης στο πλάσμα. Επίπεδα γαστρίνης
λο, στο πάγκρεας και στο ήπαρ, χαρα‐ πάνω από 1000 pg/ml είναι διαγνωστικά
κτηρίζεται από αυξημένη παραγωγή γαστρινώματος6.
Πίνακας 15
Καρκίνος όρχεων ‐Ταξινόμηση Εξωγοναδικοί όγκοι εκ
σπερμοκυττάρων
Εκ κυττάρων
Εκ σπερμοκυττάρων (~90‐95%) Leydig, Sertoli
και κοκκιω‐ Καρκινώματα χαμηλής
δών (~5‐10%) διαφοροποίησης και αγνώ‐
1.Σεμίνωμα(40%) στου πρωτοπαθούς εστίας
α.εκ τροφοβλαστικών γιγαντο‐ HCG ,
κυττάρων (5‐10%) PLAP Α.οπισθοπεριτοναίου
β. καθαρό σεμίνωμα NSE , ισοένζυμο ALP Β. μεσοθωρακίου
γενν.κυττάρων Γ. ΚΝΣ
2. Μη Σεμίνωμα (60%)
α. χοριοκαρκίνωμα HCG HCG/AFP(+/‐)
β. Λεκιθικού ασκού Κυτταρογενετική ανάλυση
γ. αδιαφοροποίητο εμβρυονικό AFP ισοχρωμοσώματος 12p
καρκίνωμα, τερατοκαρκίνωμα (LD1)
δ. εμβρυονικό τεράτωμα, AFP/HCG
αδιαφοροποίητο δυσγερμίνωμα ( ‐ )
322
πρέπει να συνεκτιμώνται οι τιμές του νόσου. Εντούτοις πρέπει να σημειωθεί
CA 125 με τα αποτελέσματα της αξονι‐ ότι η ραδιοανοσολογική ανίχνευση του
κής τομογραφίας. Υπενθυμίζεται ότι σε OVX‐1 εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό
σημαντικό ποσοστό ασθενών, η υπο‐ από τον τρόπο της αιμοληψίας135,136. Το
τροπή της νόσου δεν συνδυάζεται με lysophosphatidic οξύ χρησιμοποιείται
αύξηση του δείκτου14,57,118. για την διάκριση ασθενών με καρκίνω‐
Επειδή στο 20%‐50% των περιπτώσεων μα ωοθηκών από φυσιολογικά άτομα με
γυναικών με καρκίνωμα ωοθηκών αρχι‐ άλλοτε άλλη επιτυχία137.
κών σταδίων οι τιμές του CA 125 ορού Στον πίνακα 17 δίδονται οι κατευ‐
είναι φυσιολογικές, χρησιμοποιούνται θυντήριες οδηγίες διαφόρων γνωστών
βοηθητικοί δείκτες για την τεκμηρίωση επιστημονικών ομάδων, σχετικά με
της νόσου, μεταξύ των οποίων το CEA, τις ενδείξεις χρήσεως των δεικτών ο‐
το CA 19.9, ο OVX‐1 και ο macrophage ρού CA125, CEA, CA19.9, AFP και hCG
colony‐stimulating factor. Το CA 19.9 βρί‐ σε ασθενείς με καρκινώματα ωοθη‐
σκεται αυξημένο σε βλεννώδη καρκινώ‐ κών 57.
ματα ωοθήκης ενώ το CEA ορού είναι 5. ΑΝΤΙΓΟΝΑ ΒΛΕΝΝΙΝΗΣ MUC1
αυξημένο στο 7%‐37% των περιπτώσεων Η βλεννίνη MUC1 είναι προϊόν του
της νόσου. Σε μελέτες βρέθηκε ότι ο γονιδίου MUC1 και στην βιβλιογραφία
OVX‐1 και ο M‐CSF (Macrophage Colony‐ φέρεται και ως PEM (polymorphic epithe‐
Stimulating Factor) ήταν αυξημένοι σε lial protein), EMA (Epithelial Membrane
γυναίκες με καρκίνωμα ωοθηκών στα‐ Antigen) ή επισαλίνη. Η βλεννίνη MUC1
δίου Ι οι οποίες είχαν φυσιολογικό CA είναι μία διαμεμβρανική γλυκοπρωτεΐ‐
125 ορού και ήδη οι δείκτες θεωρούνται νη.
ως υποβοηθητικοί για την διάγνωση της
Πίνακας 17. Περίληψη ενδείξεων χρήσεων δεικτών ορού CA125, CEA, CA19.9, AFP και HCG σε ασθενείς
με καρκινώματα ωοθηκών
CA125 για ACBI AJCC EGTM ESMO NACB SOR
Screening Όχι Όχι* Όχι Όχι^ Όχι
Διάγνωση Όχι* Όχι* Όχι Όχι* Ναι
Πρόβλεψη/ Πρόγνωση Όχι Όχι Όχι Όχι Ναι
Ανίχνευση υποτροπής Ναι Ναι Ναι Ναι Ναι
Παρακολούθηση της θεραπείας Ναι Όχι Ναι Ναι Ναι
CEA ή CA19.9 εφόσον το CA125 Ναι
δεν είναι αυξημένο κατά την
διάγνωση
AFP και hCG για αποκλεισμό Ναι
ΚΕΓΚ σε νέες γυναίκες
Όχι= δεν συνιστάται, Ναι= συνιστάται
ACBI= Association of Clinical Biochemists in Ireland, AJCC= American Joint Committee on Cancer, EGTM=
European Group on Tumour Markers, ESMO= European Society of Medical Oncology, NACB= National Acad‐
emy of Clinical Biochemistry, SOR= Standards, Options and Recommendations for tumor markers, ΚΕΓΚ=
Καρκίνωμα εκ γεννητικώ κυττάρων
* = Σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, μπορεί να είναι χρήσιμο στην διαφορική διάγνωση καλοήθων από
κακοήθεις μάζες της ελάσσονος πυέλου
^ = Σε συνδυασμό με διακολπικό υπερηχογράφημα το CA125 μπορεί να είναι χρήσιμο στην πρώιμη διά‐
γνωση καρκινώματος ωοθηκών σε γυναίκες με σύνδρομο κληρονομικού καρκινώματος ωοθηκών
323
Πίνακας 18. Καρκίνος ωοθηκών –Ταξινόμηση
Επιθηλιακού τύπου (~95%) Εκ σπερμοκυττάρων (~1%) Στρωματικοί όγκοι
Εκ κοκκιωδών κυττάρων,
Εκ κυττάρων Sertoli/Leydig
1. ορώδες 1. χοριοκαρκίνωμα Inhibins
CA 125 (ή χοριοεπιθηλίωμα) Activins
50‐60% HCG FSH, LH
2. βλεννώδες 2. λεκιθικού ασκού
TATI , CEA AFP
~10%
3. ενδομητροειδές, 3. εμβρυονικό καρκίνωμα
clear‐cell, πολυεμβρύωμα
αδιαφοροποίητο αδενοCA + ‐ AFP/ + HCG
CEA , TPS 4. εμβρυονικό τεράτωμα,
25‐35% αδιαφοροποίητο δυσγερμίνωμα
( ‐ )
324
διαφέρει μεταξύ ανδρών και γυναικών. σε ασθενείς με καρκίνωμα πνεύμονα,
Σε μία μελέτη, η οποία δεν επιβεβαιώ‐ παχέος εντέρου ‐ ορθού, παγκρέατος,
θηκε, οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες προστάτη και ωοθηκών141.
εμφάνιζαν υψηλότερες τιμές του δείκτη MCA ΚΑΙ CA 27.29
(142). Το MCA ορίζεται ως το αντιγόνο, το
Σε ασθενείς με καρκίνωμα μαστού, οι οποίο αντιδρά με 3 μονοκλωνικά Mab
συγκεντρώσεις του CA 15‐3 στον ορό αντισώματα, το b12 έναντι ενός πεπτιδι‐
συσχετίζονται θετικά με το στάδιο της κού αντιγονικού καθοριστή και τα b8,
νόσου ή το μέγεθος του πρωτοπαθούς b15 έναντι γλυκοπρωτεϊνικών καθορι‐
όγκου. Ενώ μικρό ποσοστό ασθενών με στών7c.
καρκίνωμα μαστού και τοπική υποτρο‐ Το CA 27.29 αντιδρά με το μονοκλωνι‐
πή εμφανίζει υψηλές τιμές του CA 15‐3 κό αντίσωμα Β 27.29, του οποίου ο αντι‐
στον ορό, το 70% με απομακρυσμένες γονικός καθοριστής έχει ταυτοποιηθεί
μεταστάσεις εμφανίζει υψηλές τιμές του ότι είναι η αμινοξική αλληλουχία
δείκτη. Λόγω της χαμηλής ευαισθησίας DTRPAP της επαναληπτικής αλληλου‐
και ειδικότητας του CA 15‐3, δεν προτεί‐ χίας του πρωτεϊνικού πυρήνα της
νεται για μαζικούς προληπτικούς πλη‐ MUC1139.
θυσμιακούς ελέγχους, διάγνωση και Οι δείκτες αυτοί είναι μετά το CA 15‐3,
πρόγνωση του καρκiνώματος του μα‐ οι γνωστότεροι της οικογενείας των
στού, παρά μόνο για παρακολούθηση βλεννινών MUC1 και ο προσδιορισμός
της θεραπείας και της εμφανίσεως υπο‐ τους εφαρμόζεται στην παρακολούθηση
τροπών11,141. ασθενών με καρκίνωμα του μαστού με
Με μαθηματικά πρότυπα υπολογίζε‐ αποτελέσματα παρόμοια με εκείνα του
ται ότι πτώση αρχικών τιμών του CA 15‐ CA 15‐3 11,140.
3 μεγαλύτερη του 33%, η οποία επιτυγ‐ Αύξηση του MCA παρατηρείται και
χάνεται με εγχείρηση, είναι ανεξάρτη‐ επί καρκινώματος ωοθηκών, μήτρας και
τος προγνωστικός παράγοντας πολύ σε ασθενείς με προχωρημένο καρκίνω‐
σημαντικός (p<0.001), για μειωμένο κίν‐ μα πνεύμονα και ορθού. Σε μη κακοήθη
δυνο υποτροπής της νόσου. Με ανάλο‐ νοσήματα, αύξηση του MCA παρατηρεί‐
γους υπολογισμούς αποδείχθηκε ότι η ται σε ασθενείς με αυτοάνοσα νοσήμα‐
πιθανότητα 5ετούς ελευθέρου νόσου τα, κίρρωση ήπατος, χρόνια νοσήματα
διαστήματος μετά ριζική εγχείρηση, α‐ του πνεύμονα και στο 3ο τρίμηνο της ε‐
φορά στο 44% και στο 65% των γυναικών γκυμοσύνης16β,143.
με αρχικές αυξημένες και φυσιολογικές Έχει βρεθεί ότι το MCA υπερεκφράζε‐
(p<0,001) τιμές του δείκτη2. ται στον μαστικό αδένα κατά την προε‐
Έχει παρατηρηθεί αύξηση του CA 15‐3 τοιμασία του για την γαλουχία, εκτός δε
στον ορό ασθενών με καλοήθη νοσήμα‐ από την έντονη αυξησή του στον ορό της
τα του μαστού, αλλά και σε άλλα μη εγκύου, ευρίσκεται και στο αμνιακό υ‐
κακοήθη νοσήματα, όπως οξεία ηπατί‐ γρό. Μετά τον τοκετό ανευρίσκεται στο
τιδα, χρονία ενεργός ηπατίτιδα, κίρρωση γάλα, ενώ η συγκέντρωσή του στον ορό
ήπατος, σαρκοείδωση, φυματίωση και της μητέρας επανέρχεται στο φυσιολο‐
ερυθηματώδης λύκος. Επίσης έχουν πα‐ γικό εντός διμήνου. Αύξηση του MCA
ρατηρηθεί αυξημένα επίπεδα του δείκτη παρατηρείται αυξανομένης της ηλικίας
325
με την ηλικία και σε ασθενείς με νεφρι‐ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΕΪΝΗΣ ΟΡΟΥ
κή ανεπάρκεια7c. C‐ERB‐2
Αύξηση των επιπέδων του CA 27.29 Είναι γνωστός ο προγνωστικός ρόλος
στον ορό μπορεί επίσης να παρατηρηθεί της πρωτεΐνης c‐erbB‐2 (HER‐2/neu) όταν
σε καρκινώματα εντέρου, στομάχου, νε‐ βρίσκεται σε βιοπτικό υλικό ασθενών με
φρού, πνεύμονα, ωοθηκών, παγκρέατος, κακοήθη νεοπλάσματα147. Το γονίδιο c‐
ήπατος και μήτρας. Σε μη κακοήθεις νό‐ erbB‐2 κωδικοποιεί για την αντίστοιχη
σους αύξηση του CA 27.29 παρατηρείται 185‐kDa πρωτεΐνη, η οποία έχει εκφράζει
στο 1ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, ενδο‐ ενδοκυτταρική, εξωκυτταρική και
μητρίωση, κύστες ωοθηκών, καλοήθεις διαμεμβρανική δραστηριότητα. Η
νόσων μαστού, νόσων των νεφρών και πρωτεΐνη c‐erbB‐2 υπερεκφράζεται σε
του ήπατος144. περίπου 20%‐30% των κακοήθων νεο‐
Πολλές μελέτες κατέληξαν ότι το CA πλασμάτων του μαστού και χρησιμεύει
15.3 και το CA 27.29 αποτελούν τους κα‐ στην μετεγχειρητική παρακολούθηση
λύτερους δείκτες για παρακολούθηση των ασθενών, ως ανεξάρτητος
του καρκινώματος του μαστού, μολονότι προβλεπτικός δείκτης μελλοντικής
έχουν μικρή ευαισθησία στα αρχικά υποτροπής
Σε πρόσφατα
148. δημοσιευθείσα εργασία,
στάδια της νόσου, γενικώς χαμηλή ειδι‐ αποδείχθηκε θετική συσχέτιση των τι‐
κότητα, ενώ δεν υπάρχει σαφής απόδει‐ μών ορού των πρωτεϊνών HER‐2/neu και
ξη οφέλους στην επιβίωση ασθενών με YKL‐40 (human cartilage glycoprotein 39)
καρκίνωμα μαστού, οι οποίοι παρακο‐ με καρκίνωμα μαστού και προχωρημένα
λουθούνται στενά με προσδιορισμό των στάδια της νόσου149.
συγκεκριμένων δεικτών. Για τους λό‐ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ
γους αυτούς δεν συνιστώνται σε προ‐ ΟΡΜΟΝΩΝ ΕΠΙ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑΤΟΣ
γράμματα μαζικού πληθυσμιακού ε‐ ΜΑΣΤΟΥ
λέγχου ή για να τεθεί η διάγνωση και να Σε μελέτη γυναικών με καρκίνωμα
σταδιεκτιμηθούν ασθενείς με καρκινώ‐ του μαστού150, έγινε προσπάθεια συσχε‐
ματα μαστού121. τίσεως των κυκλοφορουσών ορμονών με
Το FDA έκανε δεκτά το CA 15.3 και το τους δείκτες ορού της νόσου και βρέθηκε
CA 27.29 στην παρακολούθηση ασθενών ότι:
με προχωρημένο καρκίνωμα μαστού, Σε προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες τα
μολονότι η κλινική τους σημασία είναι υψηλά επίπεδα γοναδοτροπινών σχετί‐
περιορισμένη. Είναι ενδιαφέρον ότι οι ζονταν ευθέως με υπερέκφραση του c‐
οδηγίες της ASCO αναφέρουν ότι μολο‐ erb‐B2 στον όγκο (p=0,02 και p=0,05 για
νότι οι δείκτες CA 15.3 και CA 27.29 δεν FSH και LH αντιστοίχως).
συνιστώνται για την εκτίμηση της α‐ Υψηλά επίπεδα οιστραδιόλης συνδέο‐
νταποκρίσεως ασθενών στην θεραπεία, νται αντιστρόφως (p=0.009) με την έκ‐
μπορούν να χρησιμοποιούνται για την φραση του δείκτου Ki67 ανεξαρτήτως
τεκμηρίωση αποτυχίας της θεραπευτι‐ της εμμηνορυσιακής καταστάσεως των
κής αγωγής, όταν τα υπόλοιπα στοιχεία γυναικών. Σε μετεμμηνοπαυσιακές γυ‐
δεν καταλήγουν σε σαφές αποτέλε‐ ναίκες τα υψηλά επίπεδα οιστραδιόλης
σμα100101145,146. συνδέονται αντιστρόφως (p=0,03) με την
έκφραση του c‐erb‐B2 και τα υψηλά επί‐
326
πεδα προγεστερόνης αντιστρόφως χουν δύο όξινες (τύπος Ι) και δύο βα‐
(p=0,05) με την έκφραση του Ki67. σικές (τύπος ΙΙ) κερατίνες. Οι συνδυα‐
Τα επίπεδα FSH συνδέονται αντιστρό‐ σμοί αυτοί είναι ειδικοί για κάθε τύπο
φως (p=0,02) με τις τιμές του CΕA ορού. επιθηλίου, αναλόγως του εντοπισμού
Στον πίνακα 19 δίδονται οι κατευ‐ του, δηλαδή εξαρτώνται από τη δια‐
θυντήριες οδηγίες διαφόρων γνωστών φοροποίηση των κυττάρων. Κατά την
επιστημονικών ομάδων σχετικά με τις κακοήθη εξαλλαγή τους, τα επιθήλια
ενδείξεις χρήσεως των δεικτών ορού διατηρούν τον αρχικό συνδυασμό των
CEA, CA15‐3 ή BR27.29 σε ασθενείς με κυτταροκερατινών τους.
καρκινώματα μαστού 57. Από τις μέχρι σήμερα 25 χαρακτηρι‐
6. ΚΥΤΤΑΡΟΚΕΡΑΤΙΝΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ σμένες CK, οι CK8, CK18 και CK19 εί‐
Οι κυτταροκερατίνες (CK) είναι ναι οι κυρίως απαντώμενες σε καρκι‐
πρωτεΐνες των ενδιάμεσων νηματίων νώματα. Στο αίμα κυκλοφορούν υπό
των επιθηλιακών κυττάρων και έχουν την μορφή διαλυτών, μερικώς αποικο‐
σημαντικό ρόλο στην αρτιότητά τους. δομημένων συμπλόκων, μετά από
Χαρακτηριστικά των κυτταροκερατι‐ πρωτεόλυση και με τη μορφή αυτή
νών είναι η ετερογένεια της αλληλου‐ χρησιμεύουν σαν δείκτες καρκίνου. Οι
χίας τους και ο σχηματισμός τετραμε‐ κυριότεροι κυτταροκερατινικοί δείκτες
ρών ετεροπολυμερών, τα οποία περιέ‐ είναι οι: TPA, TPS και CYFRA 21.1.
Πίνακας 19. Περίληψη ενδείξεων χρήσεως δεικτών ορού CEA, CA15‐3 ή BR27.29 σεασθενείς
με καρκίνωμα μαστού
CA15‐3 ή BR27.29 για ACBI AJCC EAU EGTM NACB SIGN
Screening Όχι Όχι Όχι Όχι
Διάγνωση Όχι Όχι Όχι Όχι
Πρόβλεψη/ Πρόγνωση Όχι Όχι Όχι Όχι Όχι
Παρακολούθηση της θεραπείας Ναι Όχι* Ναι Ναι Ναι
CEA για
Screening Όχι Όχι Όχι Όχι
Διάγνωση Όχι Όχι** Όχι Ναι^
Πρόβλεψη/ Πρόγνωση Ναι Ναι Όχι Ναι Ναι^
Παρακολούθηση της θεραπείας Όχι+ Ναι Ναι^^ Ναι^
Όχι= δεν συνιστάται, Ναι= συνιστάται.
ACBI= Association of Clinical Biochemists in Ireland, AJCC= American Joint Committee on Cancer,
EAU= European Association of Urology, EGTM= European Group on Tumour Markers, ESMO=
European Society of Medical Oncology, NACB= National Academy of Clinical Biochemistry, SIGN=
Scottish Intercollegiate Guidelines Network.
* = Επί απουσίας εύκολα μετρήσιμης νόσου, η αύξηση των CA15‐3 ή BR27.29, μπορεί να είναι
χρήσιμη στην ταυτοποίηση αποτυχίας της θεραπείας, ** = Πιθανόν να είναι χρήσιμα
στην πρώιμη διάγνωση απομακρυσμένων μεταστάσεων, ^ = Μόνον εφόσον υπάρχει αύ‐
ξηση του CEA, αλλά όχι του CA15‐3, ^^ = Για πρώιμη διάγνωση σε ασθενείς οι οποίοι εί‐
ναι ελεύθεροι νόσου και είχαν αντιμετωπισθεί σε προγενέστερο χρόνο για καρκινώματα
σταδίου ΙΙ ή ΙΙΙ, + = Επί απουσίας εύκολα μετρήσιμης νόσου, η αύξηση του CEA μπορεί να
συμβάλλει στην απόδειξη αστοχίας της θεραπείας
327
Σημαντική δυσκολία στην ευρεία προ θεραπείας σε ασθενείς με ΜΜΚΠ,
χρήση αυτών των δεικτών σε κακοήθη συνιστούν ανεξάρτητο προγνωστικό
νεοπλάσματα είναι η μεγάλη ευαι‐ παράγοντα κακής τελικής εκβάσε‐
σθησία τους σε αρκετά καλοήθη νο‐ ως127.
σήματα και σε φλεγμονώδεις κατα‐ Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, ο
στάσεις όπως η ηπατίτιδα και η νόσος δείκτης CYFRA 21.1 (Cytokeratin
του Crohn. FRAgment) θεωρείται δείκτης πρώτης
Θεωρείται ότι οι δείκτες TPA και TPS επιλογής σε μη μικροκυτταρικό καρ‐
(TPA: πολυπεπτιδικό αντιγόνο ιστών, κίνο πνεύμονα και βοηθά τον κλινικό
TPS: ειδικό πολυπεπτιδικό αντιγόνο στην εκτίμηση των ασθενών πριν από
ιστών) αποτελούν δείκτες κυτταρικού την θεραπεία, στην παρακολούθηση
πολλαπλασιασμού (proliferation mar‐ και την πρόγνωση των ασθενών 127.
kers). Η κύρια διαφορά μεταξύ τους Αξίζει να σημειωθεί ότι η CK19 (η ο‐
είναι η αντιγονικότητα. Το TPA διαθέ‐ ποία ανιχνεύει το CYFRA 21.1) υπε‐
τει 35 επίτοπους, μόνο δύο εκ των ο‐ ρεκφράζεται σε όλους τους ιστολογι‐
ποίων σχετίζονται με την αυξητική κούς υποτύπους καρκινώματος πνεύ‐
και μιτωτική δραστηριότητα των κυτ‐ μονα. Ο συνδυασμός CYFRA 21.1 και
τάρων και εξ αυτών, μόνον ο επίτοπος TPA αυξάνει σημαντικά την ευαισθη‐
Μ 3 χαρακτηρίζει το TPS. Η εξέταση σία για το καρκίνωμα του πνεύμονα
ΤΡΑ χρησιμοποιεί πολυκλωνικό αντί‐ εκ μεγάλων κυττάρων. Επισημαίνεται
σωμα και η εξέταση για το TPS, μονο‐ ότι κανένας κυτταροκερατινικός δείκτης
κλωνικό. Το ΤΡΑ και το TPS θεωρού‐ δεν μπορεί να υποκαταστήσει άλλον και
νται χρήσιμοι δείκτες στην παρακο‐ πρέπει να χρησιμοποιούνται συνδυα‐
λούθηση της θεραπευτικής αγωγής σμένα 155‐159.
ενός κακοήθου νοσήματος και την έ‐ ΑΝΑΣΤΟΛΕΑΣ ΘΡΥΨΙΝΗΣ ΣΧΕΤΙ‐
γκαιρη αναγνώριση υποτροπών και ΖΟΜΕΝΟΣ ΜΕ ΟΓΚΟ TATI –TUMOUR
μεταστάσεων. –ASSOCIATED TRYPSIN INHIBITOR
Στα πλαίσια αυτά ή πλέον εντυπω‐ Ο δείκτης TATI απομονώθηκε αρχικά
σιακή εφαρμογή του ΤΡΑ είναι το από τα ούρα ασθενούς με καρκίνωμα
καρκίνωμα εκ μεταβατικού επιθηλίου ωοθηκών, είναι ισχυρός αναστολέας της
της ουροδόχου κύστεως, νόσημα στο θρυψίνης, χαμηλού ΜΒ (6 kDa), αποτε‐
οποίο ο δείκτης έχει μετρηθεί σε αυ‐ λείται από 56 αμινοξέα, του οποίου το
ξημένα επίπεδα στον ορό και στα ού‐ γονίδιο εντοπίζεται στο χρωμόσωμα 5. Ο
ρα. Το TPA μετράται αυξημένο σε κα‐ TATI είναι ταυτόσημος με τον εκκρινό‐
κοήθειες μαστού, πνεύμονος, στομά‐ μενο εκ του παγκρέατος αναστολέα της
χου, σε σάρκωμα ή λέμφωμα. Η μέ‐ θρυψίνης, (PSTI), ο οποίος ονομάζεται
τρηση του TPS εφαρμόζεται κυρίως και αναστολέας Kazal. Εκφράζεται έ‐
στο καρκίνωμα του μαστού (όπου ση‐ ντονα με το θρυψινογόνο από τα πα‐
μειώνεται και υπερέκφραση της κυτ‐ γκρεατικά κυψελοειδή κύτταρα και εκ‐
ταροκερατίνης CK18), αλλά και σε κρίνεται στο παγκρεατικό υγρό. Η δρά‐
καρκινώματα ωοθηκών, ουροδόχου ση του TATI στο πάγκρεας συνίσταται
κύστεως και παγκρέατος 151‐154. Έχει στην προστασία των παγκρεατικών κυτ‐
αποδειχθεί ότι υψηλά επίπεδα TPS τάρων από την δράση του παράλληλα
328
εκφραζόμενου θρυψινογόνου. Λόγω του σες MMP‐2 και MMP‐9, οι οποίες βρί‐
μικρού του ΜΒ, ο TATI απεκκρίνεται σκονται συχνά στους ίδιους όγκους με
από τα νεφρά ενώ ο χρόνος ημισείας την θρυψίνη. Δεδομένων αυτών είναι
ζωής του είναι 6 λεπτά. πιθανόν ότι η θρυψίνη συμμετέχει σε
Η συγκέντρωσή του στον ορό προέρ‐ καταρράκτη πρωτεασών οι οποίες σχε‐
χεται κυρίως από το πάγκρεας και δευ‐ τίζονται με την νεοπλασματική διήθηση
τερευόντως από το ήπαρ, τον γαστρε‐ και εξ αυτού ερμηνεύεται ο προγνωστι‐
ντερικό και ουροποιογεννητικό κός ρόλος του TATI160.
βλεννογόνο, την ουροδόχο κύστη, τα ΑΝΤΙΓΟΝΟ ΕΚ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑΤΟΣ
χοληφόρα, τους νεφρούς, τον πνεύμονα ΠΛΑΚΩΔΩΝ ΚΥΤΤΑΡΩΝ ‐
και τον μαστό. Τα καρκινώματα από SQUAMOUS CELL CARCINOMA (SCC)
τους παραπάνω ιστούς αυτούς συχνά ANTIGEN
εκφράζουν τον δείκτη TATI. Η Το αντιγόνο εκ καρκινώματος πλακω‐
χρησιμότερη εφαρμογή του TATI αφορά δών κυττάρων SCC πρωτοπεριγράφηκε
στην παρακολούθηση ασθενών με το 1977 από τους Kato και Torigue και
βλεννώδες καρκίνωμα των ωοθηκών. Η αρχικά ονομάσθηκε ΤΑ‐4. Απομονώθη‐
συνδυασμένη χρήση του με το CA 125 κε από κύτταρα ανθρώπινου καρκινώ‐
βελτιώνει την διάκριση μεταξύ καλοή‐ ματος τραχήλου της μήτρας και αποτε‐
θων και κακοήθων μαζών της ελάσσο‐ λείται από τουλάχιστον 10 κλάσματα,
νος πυέλου, ενώ το ύψος της τιμής του διαφορετικών ισοηλεκτρικών σημείων,
TATI σε ασθενείς σταδίου FIGO III και ΜΒ 42‐48 kDa, τα οποία αδρά διακρίνο‐
IV αποτελεί ανεξάρτητο προγνωστικό νται σε δύο ομάδες, με PH<6.5 και με
παράγοντα κακής εκβάσεως. PH≥6.5. Τα μόρια της αλκαλικής ομάδας
Εξάλλου τα υψηλά επίπεδα του TATI του SCC ευρίσκονται γενικά ενδοκυττα‐
αποτελούν ένδειξη κακής προγνώσεως ρικά, ενώ τα μόρια της όξινης ομάδας
σε καρκινώματα στομάχου, νεφρού και του SCC, ελευθερώνονται εύκολα στον
πιθανότατα ουροδόχου κύστεως. Θεω‐ εξωκυττάριο χώρο και αυξάνονται συ‐
ρείται επίσης χρήσιμος δείκτης στους χνά σε επιθηλιακά καρκινώματα ή σε
ασθενείς με ΗΚΚ και αρνητική AFP. Αυ‐ ορισμένες μη κακοήθεις αλλοιώσεις των
ξημένες τιμές του TATI σε μη κακοήθη επιθηλίων. Η γονιδιακή μελέτη αποκά‐
νοσήματα παρατηρούνται σε νεφρική λυψε δύο γονίδια, το SCCA1 και το
ανεπάρκεια, παγκρεατίτιδα, οξέα φλεγ‐ SCCA2 στον γονιδιακό τόπο 18q21.3.
μονώδη νοσήματα και οξείς τραυματι‐ Έχει βρεθεί ότι το γονίδιο SCCA1 κωδι‐
σμούς. κοποιεί για την ουδέτερη και αλκαλική
Η προγνωστική αξία του TATI φαίνε‐ ομάδα του πρωτεϊνών SCC και το SCCA2
ται να σχετίζεται με παράλληλη έκφρα‐ την όξινη161.
ση της θρυψίνης σε πολλούς όγκους, Η αμινοξική αλληλουχία του SCC α‐
ώστε η έκφραση του δείκτη είναι ανάλο‐ ποκάλυψε μεγάλη συνάφεια του μορίου
γη με την έκφραση της θρυψίνης στον με την οικογένεια των αναστολέων των
όγκο. Υπενθυμίζεται ότι η θρυψίνη ε‐ πρωτεασών σερίνης ‐σερπίνης (serpins–
νεργοποιεί πρωτεάσες σχετιζόμενες με serine protease inhibitors). Το SCC ανα‐
την διήθηση των νεοπλασμάτων, όπως η στέλλει την χυμοθρυψίνη και παρεμβαί‐
προουροκινάση και οι μεταλλοπρωτεά‐ νει στην δράση των πρωτεασών της κυ‐
329
στεΐνης, όπως η παπαΐνη, η καλπαΐνη 1 χου σταδίου και φυσιολογικά επίπεδα
και η καθεψίνη D. Σημειώνεται ότι διά‐ SCC ορού 24. Ειδικότερες μελέτες σε α‐
φορες πρωτεάσες της ομάδας της κυστε‐ σθενείς με κακόηθες νεόπλασμα του
ΐνης θεωρείται ότι διαμορφώνουν την πνεύμονα από πλακώδη κύταρα, οι ο‐
τελική διαφοροποίηση του επιθηλίου της ποίες σχεδιάσθηκαν για να εκτιμήσουν
επιδερμίδας. Η παραγωγή του SCC και η την χρησιμότητα του δείκτη στην διά‐
αποβολή των όξινων μορφών του επη‐ γνωση ή πρόγνωση της νόσου κατέλη‐
ρεάζεται από την συγκέντρωση του α‐ ξαν σε αντικρουόμενα αποτελέσματα163.
σβεστίου και του TNFα. Φαίνεται ότι το Ο δείκτης δεν έχει ευαισθησία στην α‐
SCC παίζει σημαντικό ρόλο στην βιολο‐ ποκάλυψη μικρομεταστάσεων και συ‐
γική συμπεριφορά των επιθηλιακών νεπώς δεν έχει αξία για μαζικό προλη‐
κυττάρων και εικάζεται ότι υπεισέρχεται πτικό πληθυσμιακό έλεγχο2.
στην ρύθμιση μηχανισμών κυτταρικής ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΕΠΗΡΕΑ‐
συγκολλήσεως και αποπτώσεως162. ΖΟΥΝ ΤΙΣ ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΛΑΣΙ‐
Οι τιμές του SCC του ορού στο 95% πε‐ ΚΏΝ ΔΚ
ρίπου των υγιών γυναικών είναι μικρό‐ Οι ανοσοαναλύσεις για τον προσδιο‐
τερες του 1.5 ng/ml. Αύξηση των τιμών ρισμό των κλασσικών ΔΚ είναι οι ετερο‐
του δείκτη συμβαίνει σε διάφορες καλο‐ γενείς ανοσοαναλύσεις μη ανταγωνι‐
ήθεις καταστάσεις και νόσους στις οποί‐ στικού τύπου με επισημασμένο αντίσω‐
ες υπάρχει συμμετοχή του επιθηλίου, μα σε περίσσεια, με πλέον συνήθεις ε‐
όπως οι οξείες πνευμονικές λοιμώξεις κείνες τύπου Sandwich. Η επιλογή βασί‐
και φλεγμονώδη δερματικά νοσήματα ζεται στο υψηλό ΜΒ των προσδιοριζόμε‐
(πέμφιγα, ψωρίαση, γενικευμένο έκζε‐ νων ΔΚ και στην απαίτηση για υψηλή
μα). Αύξηση των επιπέδων του δείκτη ευαισθησία της μεθόδου. Άμεσες συνέ‐
στον ορό μπορεί να παρατηρηθεί σε ε‐ πειες της αυτοματοποιήσεως των ανο‐
γκυμοσύνη, νεφρική και ηπατική δυσ‐ σοαναλύσεων είναι η ευκολία και η τα‐
λειτουργία5,7e,161,162. χύτητα του χειρισμού των δειγμάτων, το
Επί κακοήθων νεοπλασμάτων το SCC χαμηλό κόστος και η δυνατότητα συ‐
χρησιμοποιείται για την εκτίμηση των χνής επαναλήψεως των μετρήσεων σε
αποτελεσμάτων της θεραπείας και στην σταθερά καθορισμένες συνθήκες, στοι‐
πρώιμη ανίχνευση της υποτροπής σε χεία πολύ σημαντικά για τις μετρήσεις
ασθενείς με πλακώδη καρκινώματα των ΔΚ, με τους οποίους οι ασθενείς πα‐
τραχήλου της μήτρας, κεφαλής‐τραχή‐ ρακολουθούνται συστηματικά. Εν τού‐
λου, οισοφάγου, πνεύμονα, δέρματος τοις η αυτοματοποίηση των ανοσοανα‐
και πρωκτού. λύσεων δεν είναι πάντοτε η ιδανική λύ‐
Στο καρκίνωμα τραχήλου της μήτρας ση και ενίοτε στις εξετάσεις μπορεί να
ο δείκτης είναι αυξημένος στο 29% α‐ παρέμβουν πολλοί παράγοντες με συ‐
σθενών σταδίου Ι και στο 89% ασθενών νέπεια κατάληξη σε ψευδώς θετικά ή
σταδίου IV. Ασθενείς με κακόηθες νεό‐ ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα.
πλασμα και αυξημένα επίπεδα SCC ο‐ Τα κύρια προβλήματα στους προσδιο‐
ρού προ θεραπείας φαίνεται ότι έχουν ρισμούς των ΔΚ προέρχονται από πα‐
περισσότερες πιθανότητες υποτροπής ρεμβολή ποικιλίας προαναλυτικών και
σε σχέση με ομάδα ασθενών αντιστοί‐ αναλυτικών παραγόντων11,64,164–167, οι ο‐
330
ποίοι φαίνονται στον πίνακα 20:
Πίνακας 20. Παράγοντες αύξησης των δεικτών καρκίνου ανεξαρτήτως παρουσίας όγκου
Γενετικοί Φυλε‐ Φυσιολογικά φαινόμενα Συνήθειες Θεραπ/τικοί Διαγνωστικές
Κληρ/μικοί τικοί εξάρτησης παράγοντες τεχνικές
Ηλικία Κιρκ. ρυθ. Εμμ. Εγκ/σύνη
ρύση
CEA Β 2 Μ CEA CA‐125 AFP αλκοόλ: CEA Μεταγγίσεις: Δακτυλική PSA
CA‐125 CA‐15.3 CA‐125 καπνός: CEA Φερριτίνη προστάτου: ΡΑΡ
CA‐15.3 PSA CA‐19.9 PLAP Κύτταρα: AFP Ανοσοσπινθηρογράφημα/
AFP CAM26 PAP CEA hTG CEA ΗΑΜΑ: CEA
PLAP CAM29 TK Φερριτίνη HCG CA‐19.9
CEA HCG PLAP CA‐125
TATI MCA SP‐I Βρογχοσκόπηση: ΤΡΑ
UGP PLAP β‐IFN: B 2 M Χολαγγειογραφία: CA‐19.9
SAP hTG γ‐IFN: B 2 M Λιθοτριψία
SP‐I α2‐rec‐IFN:B 2 M Βιοψία λεπτής βελόνης θυ‐
TPA ρεοειδούς: hTG
TPS Προστάτου: PSA
PAP
specific antigens – TSAs) και σε ογκοσχε‐
ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΙ
τιζόμενα ή αντιγόνα σχετιζόμενα/συν‐
ΚΑΡΚΙΝΟΣ
δεόμενα με τους όγκους (tumour associ‐
Α. Ανοσιακή αναγνώριση των όγκων
ated antigens‐TAAs), όπως φαίνεται στον
Η εξέλιξη των γνώσεών μας στην α‐
πίνακα 21168.
νοσολογία του καρκίνου συνετέλεσε
Στοιχεία από επιδημιολογικές μελέ‐
σημαντικά στην διαμόρφωση της σύγ‐
τες169 δείχνουν ότι ασθενείς με εξασθε‐
χρονης αντιλήψεως ότι ανοσιακή ανα‐
νημένο ανοσοποιητικό σύστημα από γε‐
γνώριση των όγκων από τον ξενιστή
νετικές ή επίκτητες αιτίες εμφανίζουν
συμβαίνει συχνότατα, αν όχι πάντα, σε
αυξημένη συχνότητα ορισμένων τύπων
άτομα με κακοήθη νεοπλάσματα. Εν‐
κακοήθων νόσων (λεμφώματα, σάρκω‐
δεικτικά σημειώνεται ότι:
μα Kaposi, επιθηλιακά καρκινώματα αι‐
Α. η ανάπτυξη (μεταστατικού κυρίως)
δοίου, περινέου, δέρματος, τραχήλου μή‐
καρκινώματος συνοδεύεται από υψηλό
τρας καρκινώματα στομάχου, ουροδό‐
τίτλο IgG αντισωμάτων έναντι πολλών
χου κύστεως και ήπατος χοληφόρων) οι
προϊόντων γονιδίων σχετιζομένων με
οποίοι συχνά σχετίζονται με ιούς ή με
όγκους,
μικροβιακούς παράγοντες, (EBV,HBV,
Β. παρατηρείται παρουσία CD4+ και
HCV,PV, HV, helicobacter pylori, σχιστο‐
CD8+ T‐λεμφοκυττάρων τα οποία αντι‐
σωμίαση). Αντίθετα η ομάδα των ασθε‐
δρούν με αντιγόνα όγκων στο περιφερι‐
νών αυτών δεν εμφανίζει αυξημένη συ‐
κό αίμα, στα λεμφοζίδια και στους ό‐
χνότητα των συνήθων καρκινωμάτων
γκους διαφόρων ασθενών,
του γενικού πληθυσμού (πνεύμονα,
Γ. βρίσκεται έκφραση οικογένειας γονι‐
προστάτη, μαστού, εντέρου).
δίων σχετιζόμενων με το στρες, τα προϊ‐
Άλλες επιδημιολογικές μελέτες τονί‐
όντα των οποίων προκαλούν απάντηση
ζουν την στενή σχέση μεταξύ χρόνιας
των ΝΚ και άλλων κυτταροτοξικών κυτ‐
φλεγμονώδους νόσου και καρκινωμά‐
τάρων.
των. Γενικά θεωρείται ότι επιμένουσα
Αναφορικά με την αντιγονικότητα
φλεγμονή αυξάνει τον κίνδυνο αναπτύ‐
των όγκων, διακρίνουμε τα αντιγόνα
ξεως νεοπλασίας. Η φλεγμονή προκαλεί
των όγκων (tumour antigens) σε ογκοει‐
σημαντική αύξηση στην ανακύκλωση
δικά ή ειδικά αντιγόνα όγκων (tumour
331
των φυσιολογικών κυττάρων, η οποία αποδειχθεί ότι μη στεροειδείς αντιφλεγ‐
τελικώς, διά των φαγοκυττάρων τα ο‐ μονώδεις παράγοντες μειώνουν σημα‐
ποία δυνατόν να επιφέρουν βλάβες στο ντικά την πιθανότητα αναπτύξεως κα‐
DNA μέσω εκθέσεώς του στα δραστικά κοήθων όγκων σε ασθενείς με σύνδρομα
ενδιάμεσα Ο και Ν, μπορεί εν τέλει να εντερικής πολυποδιάσεως170.
οδηγήσει σε κακοήθεια. Εξάλλου έχει
Πίνακας 21. Αντιγόνα Όγκων
Ειδικά αντιγόνα όγκων ‐ TSAs Αντιγόνα σχετιζόμενα/συνδεόμενα με τους
όγκους ‐ TAAs
1.TSAs που επάγονται από χημικά καρ‐ 1.Ογκοεμβρυϊκά αντιγόνα ( πχ. CEA, AFP)
κινογόνα
2. TSAs που επάγονται από ιούς πχ. Τ α‐
2.Αντιγόνα διαφοροποίησης (πχ. CD10/CALLA
ντιγόνο του ιού SV40 στις Β‐κυτταρικές λευχαιμίες και λεμφώματα,
CD34 στις μυελογενείς λευχαιμίες)
3.TSAs των αυτομάτως εμφανιζομένων 3.Φυσιολογικά αντιγόνα με τροποποιημένη γλυ‐
όγκων κοσυλίωση που εκφράζονται σε όγκους (πχ.
βλεννίνη MUC1)
Τα TSAs επάγουν δύσκολα αντισωματι‐ Τα TAAs έχουν αποδειχθεί χρήσιμα στην διά‐
κή αντίδραση και απομονώνονται δύ‐ γνωση και κύρια στην παρακολούθηση του καρ‐
σκολα με τεχνικές ανοσοκαθίζησης. κίνου
Η χρήση Τ‐κυττάρων ειδικών έναντι
TSAs μελετάται σαν θεραπευτική προ‐
σέγγιση του καρκίνου.
Κλειδί στις λειτουργίες της φλεγμο‐ στατική ικανότητές του.
νώδους διεργασίας αποτελεί η οικογέ‐ Στα κακοήθη νεοπλάσματα οι κυττα‐
νεια των κυτταροκινών. Ο οργανισμός ροκίνες παράγονται από τα κύτταρα του
περιορίζει την φλεγμονή αφού την πα‐ στρώματος και τα κύτταρα του ανοσια‐
ραγωγή κυτταροκινών οι οποίες προά‐ κού συστήματος του ξενιστή σε απά‐
γουν την φλεγμονώδη αντίδραση (IL‐1, ντηση μορίων τα οποία εκκρίνουν τα
TNF‐α, IFN‐γ της ομάδας TH1), ακολου‐ καρκινικά κύτταρα ή ως στοιχείο της
θεί η παραγωγή αντιφλεγμονωδών κυτ‐ συνοδού φλεγμονής στην ανάπτυξη ε‐
ταροκινών (IL‐1, IL‐4, IL‐5, IL‐6, IL‐10, IL‐ νός όγκου. Έτσι επί αναπτυσσόμενου
13, της ομάδας TH2). Η χρόνια φλεγμονή κακοήθους νεοπλάσματος παράγονται
πιθανότατα οφείλεται στην επιμονή των πρωτεΐνες οξείας φάσεως (αμυλοειδές
παραγόντων ενάρξεως ή στην αδυναμία Α, β2‐μικροσφαιρίνη, Α2‐μακροσφαι‐
των μηχανισμών λύσεως της φλεγμο‐ ρίνη, απτοσφαιρίνη, φερριτίνη), εξειδι‐
νώδους διαδικασίας169,171 . κευμένα λευκοκύτταρα εκκρίνοντα φά‐
Οι κυτταροκίνες έχουν ρόλους–κλειδιά σμα κυτταροκινών (πχ. TGF‐β, TNF, IL‐
και στην καρκινογένεση, είτε με την ε‐ 1), κυτταροτοξικοί διαμεσολαβητές, ό‐
νεργοποίηση των μηχανισμών ανοσίας πως μεταβολίτες του αραχιδονικού οξέ‐
για τον περιορισμό της ανναπτύξεως ος, χημειοκίνες, ελεύθερες ρίζες ενερ‐
ενός όγκου, είτε επηρεάζοντας την κα‐ γών μορίων O και N προκαλούσες μόνι‐
κοήθη κυτταρική εξέλιξη, την ανάπτυξη μες βλάβες στο DNA, πρωτεάσες σερί‐
του όγκου, την διήθηση και την μετα‐ νης, κυστεΐνης, μεταλλοπρωτεάσες (πχ.
332
MMP‐9), παράγοντες διατρήσεως της λούν ένδειξη ενεργότητάς της. Αντί‐
κυτταρικής μεμβράνης και διαλυτές θετα, στην νεφρική ανεπάρκεια η αύ‐
κυτταροκίνες προάγουσες την κυτταρο‐ ξηση της Β2Μ οφείλεται σε μείωση
διαμεσολαβούμενη κυτταροτοξικότητα, του ρυθμού καθάρσεώς της, λόγω
όπως οι IFNs, TNF και διάφορες ιντερ‐ μειωμένης σπειραματικής διηθήσεως,
λευκίνες. ενώ η ελάττωση της σωληναριακής
Παράλληλα και τα κακοήθη κύτταρα λειτουργίας προκαλεί αύξηση της
παράγουν διάφορες κυτταροκίνες και Β2Μ στα ούρα. Η Β2Μ θεωρείται δεί‐
χημειοκίνες στο ίδιο περιβάλλον, προ‐ κτης κακής προγνώσεως σε ασθενείς
σελκύοντας λευκοκύτταρα. με χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία
Η λειτουργία του τοπικού αυτού δι‐ και πολλαπλούν μυέλωμα 5,174.
κτύου κυτταροκινών καθορίζεται από το Φερριτίνη
φάσμα των εκφραζομένων κυτταροκι‐ Είναι αποθηκευτική πρωτεΐνη για τον
νών, τις σχετικές τους συγκεντρώσεις σίδηρο, αποτελούμενη από ένα απο‐
και την έκφραση των υποδοχέων τους. πρωτεϊνικό κέλυφος και μια κεντρική
Το τελικό περιβάλλον των κυτταροκι‐ κοιλότητα. Το κέλυφος σχηματίζεται
νών φαίνεται ότι μεταβάλλεται κατά από 24 υπομονάδες δύο τύπων H και L
την διάρκεια των διαφόρων σταδίων της υπό μεταβαλλόμενες αναλογίες, ώστε
εξέλιξης του όγκου169‐173. να εμφανίζεται ευρύ φάσμα ισομορφών.
Β. Μόρια και μηχανισμοί σχετιζόμενοι Η αναλογία H/L υπομονάδων εξαρτάται
με την ανοσιακή αναγνώριση των από τον τύπο του ιστού προελεύσεως
όγκων και μεταβάλλεται σε απάντηση προς
ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ ΟΞΕΙΑΣ ΦΑΣΕΩΣ ποικίλες φυσιολογικές και παθολογικές
Β2‐Μικροσφαιρίνη (Β2Μ) καταστάσεις, περιλαμβανομένης της
Απομονώθηκε για πρώτη φορά το 1968 νεοπλασίας. Χαμηλά επίπεδα φερριτί‐
από ούρα ασθενούς πάσχοντος από σω‐ νης είναι ενδεικτικά καλής προγνώσεως
ληναριακή πρωτεΐνουρία. Η Β2Μ σχη‐ σε ασθενείς με καρκινώματα κεφαλής
ματίζει την ελαφρά άλυσο των αντιγό‐ και τραχήλου. Υψηλά επίπεδα φερριτί‐
νων ιστοσυμβατότητας HLA και συνε‐ νης παρατηρούνται συχνά σε λεμφοϋ‐
πώς απαντάται στην κυτταρική επιφά‐ περπλαστικά νοσήματα. Στις περιπτώ‐
νεια όλων των εμπύρηνων κυττάρων, ι‐ σεις κακοήθων όγκων η φερριτίνη η ο‐
διαίτερα των λεμφοκυττάρων. Έχει μο‐ ποία ελευθερώνεται διαθέτει περισσό‐
ριακό βάρος 11.8 kDa, χρόνο ημιζωής 20 τερο όξινο ισοηλεκτρικό σημείο από την
λεπτά ‐2.1 ώρες και ανιχνεύεται σε όλα φυσιολογική και με βάση αυτό το στοι‐
τα σωματικά υγρά. Το ~95% των υγιών χείο, διαχωρίζεται με ισοηλεκτρική εστί‐
εμφανίζει τιμές <1900 ng/ml. αση5,114.
Αυξημένα επίπεδα Β2Μ στον ορό C‐Αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP)
παρατηρείται σε λεμφοϋπερπλαστι‐ Το μόριο της CRP έχει ΜΒ 105 kDa, εί‐
κές νόσους, είτε μη κακοήθεις, όπως ναι πενταμερές και κωδικοποιείται από
ρευματοειδής αρθρίτις, συστηματικός γονίδιο στο χρωμόσωμα 1. Η CRP συντί‐
ερυθηματώδης λύκος, σύνδρομο Sjőg‐ θεται αποκλειστικά στο ήπαρ και αυξά‐
ren και νόσος του Crohn οι οποίες συ‐ νει έως και 1000 φορές πάνω από το φυ‐
νοδεύονται από φλεγμονή και αποτε‐ σιολογικό, έπειτα από τραυματικό, λοι‐
333
μώδες, αντιγονικό, φλεγμονώδες ερέθι‐ Μεταλλοπρωτεϊνάσες (Ενδιάμεσες Κολ‐
σμα, ή παρουσία ισχαιμίας ή εξαιτίας λαγενάσες, Κολλαγενάση τύπου IV και
νεοπλασίας. Τα ηπατοκύτταρα διεγείρο‐ Στρομελυσίνες, κ.ά)
νται για σύνθεση CRP από την IL‐1 η Πρωτεϊνάσες ασπαραγίνης (Καθεψίνη
οποία παράγεται από τα μονοκύτταρα D, κ.ά).
και μακροφάγα ή/και τα τοπικά ηπατο‐ Ενεργοποιητής του πλασμινογόνου τύ‐
κύτταρα Kupffer. Στην σύνθεση της CRP που ουροκινάσης (uPA).
συμμετέχουν πιθανόν και άλλες κυττα‐ Μεταλλοπρωτεϊνάσες και αναστολείς
ροκίνες όπως η IL‐6, ο TNFa και η ιντερ‐ τους.
φερόνη. Μεταλλοπρωτεϊνάσες και αναστολείς
Στα κακοήθη νοσήματα η αύξηση της τους
CRP σχετίζεται με την έκταση της ιστι‐ Οι μεταλλοπρωτεϊνάσες ανήκουν
κής καταστροφής, το μέγεθος του όγκου στην κατηγορία των ενδογενών πρωτε‐
και την μεταστατική διασπορά του. Στην ασών. Τα ένζυμα αυτά υπεισέρχονται
περίπτωση αυτή συνήθως δεν ξεπερνά στις φυσιολογικές διεργασίες κατά την
τα 10 mg/dl, ενώ κάθε απότομη αύξηση αναδιαμόρφωση και επιδιόρθωση ιστών
υποδηλώνει παρεμπίπτουσα λοίμωξη. και έχουν σημαντικό ρόλο σε παθολογι‐
Σε καρκινώματα εντέρου, προεγχειρητι‐ κές καταστάσεις όπως η ρευματοειδής
κά αυξημένη τιμή της CRP αποτελεί δεί‐ αρθρίτιδα, η καρκινική διήθηση και με‐
κτη επιθετικότητας του όγκου και προ‐ τάσταση. Έχει βρεθεί θετική συσχέτιση
γνωστικό παράγοντα της νόσου. Έχει μεταξύ της διηθητικής ικανότητας διά‐
βρεθεί ότι η CRP είναι αυξημένη στο φορων ανθρώπινων όγκων και των
97,5% των καρκινωμάτων ήπατος, στο MMPs. Με βάση πειραματικά δεδομένα,
88,5% των καρκινωμάτων ρινοφάρυγγα, οι MMPs, εκτός των ιστών, προσδιορίζο‐
στο 90,3% των καρκινωμάτων στομάχου, νται ανοσοχημικά στο πλάσμα και τα
στο 70% των καρκινωμάτων μαστού, στο ούρα.
58,1% των καρκινωμάτων εντέρου, στο Ενδιαφέρον στην ογκολογία παρου‐
82,6% των λεμφωμάτων και στο 73,5% σιάζουν κυρίως οι MMP‐2 και MMP‐9. Τα
των λευχαιμιών175,176. επίπεδα της MMP‐2 στον ορό ασθενών
ΠΡΩΤΕΟΛΥΤΙΚΑ ΕΝΖΥΜΑ με καρκίνωμα ωοθηκών σταδίου ΙΙΙ
Τα πρωτεολυτικά ένζυμα θεωρείται μπορεί να χρησιμεύσουν ως προγνωστι‐
ότι έχουν βασικό ρόλο στην κακοήθη κός δείκτης, μολονότι υπάρχουν και α‐
εξαλλαγή και δη στις φάσεις μετα‐ ντίθετα αποτελέσματα. Η μέτρηση του
στάσεως και αγγειογενέσεως. Υπεν‐ αναστολέα των μεταλλοπρωτεϊνασών
θυμίζεται ότι τα κακοήθη κύτταρα TIMP στον ορό, είναι χρήσιμη για την
διαπερνούν την κυτταρική μεμβράνη εκτίμηση της ηπατικής ινώσεως σε χρό‐
με ενεργητικό τρόπο και κυρίως με νια νοσήματα του ήπατος και στην ανά‐
την παραγωγή και έκκριση πρωτεολυ‐ πτυξη ηπατοκυτταρικού καρκινώματος
(177, 178). Αυξημένες τιμές MMP‐2 και
τικών ενζύμων τα οποία είναι:
Πρωτεϊνάσες σερίνης (Ελαστάση, MMP‐9 αποτελούν προγνωστικούς δεί‐
Πλασμίνη, κ.ά) κτες σε ασθενείς με καρκίνωμα ουροθη‐
Πρωτεϊνάσες θειόλης (Καθεψίνη Β και λίου179.
L, κ.ά).
334
Ενεργοποιητής του πλασμινογόνου ματική χημειοθεραπείας και σχετική
τύπου ουροκινάσης (uPA) αντίσταση σε ορμονοθεραπεία. Έχει α‐
Ο ενεργοποιητής του πλασμινογόνου ναφερθεί ότι υψηλά επίπεδα του suPAR
τύπου ουροκινάσης (uPA) και ο ιστικός στον ορό συσχετίζονται με χαμηλή επι‐
ενεργοποιητής του πλασμινογόνου (tPA) βίωση σε ασθενείς με καρκίνωμα εντέ‐
είναι οι σημαντικότεροι ενεργοποιητές ρου ή ωοθηκών180.
του πλασμινογόνου. Ο tPA παράγεται Προσταγλανδίνες (PGE2) – Κυκλοοξυ‐
από τα ενδοθηλιακά κύτταρα και υπάρ‐ γενάσες (COX‐1/COX‐2)
χει στο πλάσμα, ενώ ο uPA παράγεται Οι προσταγλανδίνες, όπως η PGE2,
στα νεφρά, δεν έχει κάποια γνωστή φυ‐ προέρχονται από τον οξειδωτικό μετα‐
σιολογική λειτουργία στο πλάσμα και βολισμό του αραχιδονικού οξέος και εί‐
ανιχνεύεται στα ούρα. Το σύστημα του ναι λιπιδικοί διαμεσολαβητές της φλεγ‐
ενεργοποιητή του πλασμινογόνου τύπου μονώδους ανοσιακής απάντησης. Θεω‐
ουροκινάσης αποτελείται από την πρω‐ ρείται ότι οι προσταγλανδίνες συμβάλ‐
τεάση σερίνης uPA, τον επιφανειακό λουν στην ανάπτυξη καρκίνου.
υποδοχέα της uPAR και τους ειδικούς Οι κυκλοοξυγενάσες καταλύουν το
αναστολείς τους PAI‐1 και PAI‐2. πρώτο βήμα στην σύνθεση των προστα‐
Η σύνδεση του uPA στον υποδοχέα γλανδινών. Η COX‐1 είναι δομικό (con‐
uPAR εντοπίζει και επιταχύνει ισχυρά stitutive) ένζυμο και συντίθεται σχεδόν
την ενεργοποίηση του επιφανειακά‐ σε όλους τους κυτταρικούς τύπους. Η
συνδεδεμένου πλασμινογόνου σε πλα‐ COX‐2 εκφράζεται κατά την φλεγμονή
σμίνη, η οποία αποικοδομεί τα περισσό‐ κυρίως στα φλεγμονώδη μονοκύτταρα
τερα συστατικά του εξωκυττάριου υπο‐ και μακροφάγα και σε μη φλεγμονώδη
στρώματος (extracellular matrix) και της κύτταρα, όπως οι ινοβλαστες, τα επιθη‐
βασικής μεμβράνης. Ο διαλυτός υποδο‐ λιακά και τα ενδοθηλιακά κύτταρα.
χέας suPAR υπάρχει φυσιολογικά στην In vitro η έκφραση της COX‐2 επάγε‐
κυκλοφορία. ται από βακτηριακά κυτταρικά προϊό‐
Η παρουσία του uPA έχει συσχετισθεί ντα, υπεροξυνιτρώδες (peroxynitrite)
με φλεγμονώδεις καταστάσεις ή/ και με &φλεγμονώδεις κυτταροκίνες. Ισχυρές
αποικοδόμηση ιστών. Παράλληλα έχει ενδείξεις υπέρ του ότι οι προσταγλανδί‐
εδραιωθεί στενή συσχέτιση μεταξύ κα‐ νες μεσολαβούν στην καρκινογένεση
κοήθους εκτροπής από ογκογόνους ιούς από χρόνια φλεγμονή αποτελούν τα ε‐
και συνθέσεως uPA. Πρόσφατα δεδομέ‐ ξής:
να υποστηρίζουν ότι τα μόρια Upa, PAI‐ 1. Η εμφάνιση και ανάπτυξη καρκινώ‐
1 και uPAR έχουν κρίσιμο ρόλο στην ματος του εντέρου μειώνεται με χρόνια
καρκινική διήθηση και μετάσταση. Υψη‐ χορήγηση μη στεροειδών αντιφλεγμο‐
λά επίπεδα των τριών αυτών μορίων σε νωδών φαρμάκων. Τα φάρμακα αυτά
κυτταρικά εκχυλίσματα διαφόρων τύ‐ αναστέλλουν την σύνθεση των κυκλοο‐
πων καρκινωμάτων συσχετίζονται με ξυγενασών και των προσταγλανδινών.
κακή πρόγνωση των ασθενών. Στο καρ‐ 2. Η COX‐2 αυξάνει στα φλεγμονώδη
κίνωμα του μαστού, αυξημένα επίπεδα νοσήματα του εντέρου και σχετίζεται με
uPA και PAI‐1 φαίνεται να σχετίζονται αυξημένο κίνδυνο καρκινώματος του
με καλύτερη έκβαση στην συμπληρω‐ εντέρου. Εξάλλου η COX‐2 υπερεκφρά‐
335
ζεται στο 85% των αδενοκαρκινωμάτων ταξίας και ελέγχοντας την πλοήγηση
και πλακωδών καρκινωμάτων του οιδο‐ των μεταστατικών κυττάρων. Η ικανό‐
φάγου και του δέρματος. Η PGE2 είναι τητα των χημειοκινών να στρατολογούν
αυξημένη στον καρκινικό ιστό και στο DC και εκτελεστικά (effector) κύτταρα T
αίμα ασθενών με καρκίνωμα εντέρου. και NK, αποτελεί ένδειξη ανταποκρίσε‐
Επιπλέον βρέθηκε ότι η PGE2 παρεμπο‐ ως του ξενιστή κατά του όγκου181.
δίζει την απόπτωση και αυξάνει (upre‐ Αυξημένες συγκεντρώσεις της IL‐8
gulate) την έκφραση της Bcl‐2 σε ανθρώ‐ στον ορό παρατηρούνται σε προχωρη‐
πινη κυτταρική σειρά καρκινώματος του μένου σταδίου κακόηθες μελάνωμα, με
εντέρου170. κακή πρόγνωση και μικρό διάστημα ε‐
Χημειοκίνες λεύθερο νόσου.
Οι χημειοκίνες αποτελούν οικογένειες Κυτταροκίνες
45‐50 πρωτεϊνών με δομικές ομοιότητες Οι κυτταροκίνες είναι γλυκοπρωτεϊνι‐
βασισμένες στην διατήρηση μορίων κυ‐ κά μόρια παροδικά συντιθέμενα και εκ‐
στεΐνης (C), και σύνδεση με ειδικούς υ‐ κρινόμενα από κατάλληλα διεγερμένα
ποδοχείς συζευγμένους με πρωτεΐνη G κύτταρα ανήκοντα ή όχι στο ανοσοποιη‐
(GPCR G protein‐ coupled receptors). τικό σύστημα τα οποία επηρεάζουν την
Έχουν περιγραφεί 4 οικογένειες χη‐ εκλυτική και εκτελεστική φάση των α‐
μειοκινών, ανάλογα με την σχετική θέ‐ νοσοαπαντήσεων. Η αυτοκρινής ή/και
ση των διατηρημένων μορίων κυστεΐνης: παρακρινής δράση των κυτταροκινών
CC, CXC (IL‐8), XC και CX3C. Οι αντί‐ ασκείται με την σύνδεσή τους στους α‐
στοιχες ομάδες υποδοχέων της οικογέ‐ ντίστοιχους υποδοχείς στα κύτταρα ‐
νειας GPCR διαμεσολαβούν τις λειτουρ‐ στόχους και χαρακτηρίζεται από πλειο‐
γίες των χημειοκινών στα κύτταρα‐ τροπισμό. Οι κυτταροκίνες επηρεάζουν
στόχους. Πρακτικά όλα τα κύτταρα, πε‐ την σύνθεση και λειτουργία άλλων κυτ‐
ριλαμβανομένων και ορισμένων τύπων ταροκινών εγκαθιστώντας δυναμικά δί‐
καρκινικών κυττάρων, μπορούν να εκ‐ κτυα δράσεως168,182.
φράσουν χημειοκίνες και υποδοχείς Για τον προσδιορισμό των κυτταροκι‐
τους. Οι χημειοκίνες εμπλέκονται στις νών, των υποδοχέων τους και των κυτ‐
διεργασίες ενάρξεως της φλεγμονής και τάρων τα οποία τις εκκρίνουν, χρησιμο‐
συμμετέχουν στην ανταπόκριση του ξε‐ ποιούνται, εκτός από τις κλασσικές με‐
νιστή ρυθμίζοντας την κυτταρική κυ‐ θόδους ELISA, βιολογικές μέθοδοι προσ‐
κλοφορία και ελέγχοντας την αγγειογέ‐ διορισμού της λειτουργικότητάς τους
νεση. Οι μηχανισμοί αυτοί λειτουργούν μέθοδοι μοριακής βιολογίας για έλεγχο
και επί καρκινωμάτων. της μεταγραφής τους και μέθοδοι κυτ‐
Οι χημειοκίνες υποστηρίζουν και προ‐ ταρομετρίας ροής για ταυτοποίηση, μέ‐
άγουν την ανάπτυξη του όγκου, αμέσως τρηση και χαρακτηρισμό των κυττάρων
με διέγερση της αγγειογενέσεως και της (183). Η χρήση όλων αυτών των μεθοδο‐
344
Int.Eds., Editor: W.B. Saunders. (1993) 10. Clinical Laboratory Diagnostics. Use and
Chapter 16: Tumor Markers. p.322‐336. assessment of Clinical Laboratory results”.
5. Clinical Diagnosis and Management By By Lothar Thomas, first edition, TH‐Books
Laboratory Methods. J.B.Henry, MD. H. B. Verlagsgesellschaft mbH, Frankfurt/Main,
J., Int. Eds. W.B.Saunders. (1991) Chapter Germany, Chapter 34: Tumor markers.
14: Molecular markers of malignant trans‐ p.936‐996.
formation. p.285‐307. 11. Magdelenat H: Tumour markers in oncol‐
6. Cancer and Clinical Biochemistry . Panall P, ogy: past, present and future. J of Immunol
Kotasek D, ACB Venture Publications, Eds. Met 1992, 150: 133‐143.
G.McCreanor, W.Marshall (1997) 12. Swartz MK Tumor Markers. Diag Endo
7. Serological Cancer Markers. editor: Stewart &Metab 1997, 15(12):367‐379.
Sell, 1992, The Humana Press, Totowa, NJ. 13. Johnson PJ, Dennis L YM Plasma nucleic
a. Stewart S. Chapter 1 Cancer markers of acids in the diagnosis and management of
the 1990s. p.1‐17. malignant disease”. Clin Chem 2002, 48:
7b. Sikorska HM, Fuks A, Gold P: Chapter 4, 1186‐1193.
Carcinoembryonic Antigen. p.47‐97. 14. Bidart JM, Thuillier F, Augereau C, Chalas J,
7c. Bombardieri E, Gion M Chapter 15: MCA Daver A, Jacob N, Labrousse F, Voitot H.
as available circulating tumor marker for Kinetics of serum tumor marker concentra‐
breast cancer. p.341‐53. tions and usefulness in clinical monitoring.”
7d. Schlom J et al, Chapter 18, TAG‐72 as a tu‐ Clin Chem. 1999 Oct;45(10):1695‐707. Re‐
mor marker. p.387‐415. view. bidart
7e. Kato H. Chapter 21: Squamous Cell Carci‐ 15. Hayes DF. What are tumor markers, and
noma Antigen. p.437‐451. when should they be used. Educational
7f. Pohl A. Chapter 23, Multiple testing with Book of ASCO, 30th Annual Meeting. Dal‐
cancer markers. p.473‐93. las, Texas 1994, pp: 138‐149.).
8. 8o σεμινάριο ΕΕΚΧ‐ΚΒ 1995 – «Δείκτες 16. 14ο Εκπαιδευτικό Σεμινάριο ΕΕΚΧ‐ΚΒ,
καρκίνου. Εργαστηριακή διερεύνηση και 28/5/05‐«Νεοπλασματικοί Δείκτες»
κλινική αξιολόγηση. 16α. Β. Βυλλιώτου «Δείκτες καρκίνου: Γενικά
8α. Βάρσου‐Παπαδημητρίου Λ. ,Χαρακτηρι‐ χαρακτηριστικά‐Ταξινόμηση‐
στικά και διαγνωστική αξία δεικτών Εργαστηριακή αξιολόγηση. σελ.45‐66.
καρκίνου σε βιολογικά υγρά.. σ.10‐38. 16β. Σαραντάκου Α. Δείκτες καρκίνου σε φυ‐
σιολογικά σωματικά υγρά . Ογκοεμβρυϊ‐
8β. Σκάρλος Δ.,Αξιολόγηση καρκινικών δει‐ κά αντιγόνα.»
κτών στην κλινική πράξη. σ.79‐83. 17. Up Dating of Tumor Markers in Tissues
8γ. Κυρίου‐Μάλλη Λ.,Τα ένζυμα ως δείκτες and in Biological Fluids”. Ballesta AM,
καρκίνου. σ.39‐50. Torre GC, Bombardieri E, Gion M, Molina
9. Κλινικό φροντιστήριο 5ου Πανελληνίου R. (1993) Edizioni Minerva Medica.
Συνεδρίου Κλινικής Χημείας της ΕΕΚΧ‐ 18. Αναγνώστου‐Κακκαρά Ε, Ζουλλιέν Ζ,
ΚΒ,Οι δείκτες καρκίνου στα βιολογικά Δήμα Κ Δελτίο Ελληνικής Μικροβιολογι‐
υγρά». κής Εταιρείας 1988; 33: 571‐591.
9α. Βασλαματζής ΜΜ και Κατιρτζόγλου ΝΑ 19. Bates SE, Longo DL Use of serum tumor
,Η προγνωστική σημασίατων κυκλοφο‐ markers in cancer diagnosis and manage‐
ρούντων νεοπλασματικών δεικτών σ α‐ ment.” Semin Oncol. 1987 Jun;14(2):102‐38.
σθενείς με κακοήθη συμπαγή νεοπλά‐ Review.
σματα. σ.64‐90. 20. Kasper LM Significant developments in
9β. Κυρίου‐Μάλλη Λ. Δείκτες καρκίνου στα Biochemistry, Urinanalysis, and Ligand As‐
βιολογικά υγρά. σ.7‐63. says” Clinical Laboratory Science 1998;
11(6):330‐335.
345
21. Bagshawe KD, Rustin GJS. Circulating tu‐ 32. Kimura N, Hoshi S, Takahashi M, Takeha S,
mor markers. In: Oxford Textbook of On‐ Shizawa S, Nagura H. Plasma chromo‐
cology ed. Peckham M, Pinedo H, granin A in prostatic carcinoma and neuro‐
Veronesi U. Oxford, New York, Tokyo. Ox‐ endocrine tumors.” J Urol. 1997
ford University Press 1995, pp 412‐420. Feb;157(2):565‐8.
22. Tietz NW Textbook of Clinical Chemistry” 33. Ferrari L, Seregni E, Bombardieri E Chro‐
1986, Ed. W.B. Saunders. Chapter 5 Enzy‐ mogranin A: a useful marker for neuroen‐
mes. p.619‐774. docrine tumours” Tumour Marker Update
23. Castaldo G, Intrieri M, Castellano L et al. 1999; 11(4): 187‐193.
Serum γ‐GT isoform complexed to LDL in 34. Giovanella LC Chromogranin, a circulating
the diagnosis of small hepatocellular carci‐ neuroendocrine marker” (monograph) Oct
noma. Clin Chem 1999; 45; 1100A‐1102. 2003, Ed.CIS bio international.
24. Otsu N, Hirata M, Miyazawa K, Tuboi S 35. Degorce F, Goumon Y, Jacquemart L,
Abnormal LDH isoenzyme in serum and Vidaud C, Bellanger L, Pons‐Anicet D,
tumor tissue of a patient with neuroblas‐ Seguin P, Metz‐Boutigue MH, Aunis D A
toma. Clin Chem 1985; 31: 318‐320. new human chromogranin A (CgA) im‐
25. Giannoulaki EE, Kalpaxis DL, Tentas C, munoradiometric assay involving mono‐
Fessas P, LDH isoenzyme pattern in sera of clonal antibodies raised against the unproc‐
patients with malignant diseases”. Clin essed central domain (145‐245).” Br J Can‐
Chem 1989; 35: 396‐399. cer. 1999 Jan;79(1):65‐71.
26. Seth RK, Kharb S, Kharb DP. Serum bio‐ 36. Joseph E, Lyman G, Messina J, Brobeil A,
chemical markers in carcinoma breast. In‐ Reintgen DS Tumour markers in malignant
dian J Med Sci 2003, 57: 350‐354.) melanoma: a review.” Tumour Marker Up‐
27. O’Neill KL, Buckwalter MR, Murray BK date 1997; 9(5): 157‐163.
Thymidine kinase: diagnostic and prognos‐ 37. Hauschild A, Engel G, Brenner W, Glaser R,
tic potential” Expert Rev Mol Diagn 2001; Monig H, Henze E, Christophers E. S100B
1(4): 428‐33. protein detection in serum is a significant
28. Fischer L NSE: Marker of neuroendocrine prognostic factor in metastatic melanoma.”
differentiation as a tumor marker. p.264‐ Oncology. 1999;56(4):338‐44.
266, in: Recent results in tumor diagnosis 38. Jury CS, McAllister EJ, MacKie RM. Rising
and therapy” 1990, editor: R.Klapdor, levels of serum S100 protein precede other
Wuckschwerdt Verlag. evidence of disease progression in patients
29. Jensen RT, Doherty GM. Carcinoid tumors with malignant melanoma.” Br J Dermatol.
and carcinoid syndrome. In: De Vita VT Jr, 2000 Aug;143(2):269‐74.
Hellman S, Rosenberg SA. Cancer Princi‐ 39. Ghanem G, Loir B, Morandini R, Sales F,
ples and Practice of Oncology, 7th edition. Lienard D, Eggermont A, Lejeune F;
Lippincott Williams και Wilkins, Philadel‐ EORTC Melanoma Group. On the release
phia, Baltimore, New York, London, Bue‐ and half‐life of S100B protein in the periph‐
nos Aires, Hong Kong, Sydney, Tokyo, eral blood of melanoma patients.” Int J Can‐
2005, p 1559‐1574. cer. 2001 Nov; 94(4):586‐90.
30. Hvamstad T, Jordan A, Hekmat N, et al. 40. Prognostic factors in severe traumatic brain
Neuroendocrine serum tumour markers in injury: The role of S‐100B protein.” Stran‐
hormone‐resistant prostate cancer. Eur Urol jalis G, Korfias S, Papapetrou C, Kou‐
2003, 44(2): 215‐221. zounias C, Psachoulia C, Kiriou L,
31. Oberg K. Neuroendocrine gastrointestinal Tsamandouraki K, Singounas E, Sakas D.
tumors‐a condensed overview of diagnosis in: Proceedings of World Federation of
and treatment. Ann Oncol 1999, 10(Suppl Neurosurgical Sciences, p.455‐458, 12th
2): S3‐S8. World Congress of Neurosurgery , 16‐20
346
September, 2001, Sydney, Australia, Editors: prostatectomy: molecular staging of pros‐
G.A.J. McCulloch ,P.L. Reilly tate cancer». Br J Urol 1996;77(3):411‐7.
41. McCormack et al. Molecular forms of pros‐ 51. Aihara M, Lebovitz RM, Weeler TM, et al.
tate specific antigen and the human kallik‐ Prostate specific antigen and Gleason grade:
rein gene family: a new era». Urology 1995; an immunohistochemical study of prostate
45: 729‐744. cancer. J Urol 1994, 151: p.1558.
42. Schmid H.P. PSA doubling time in diagno‐ 52. Siegal J, Brawer MK. Prostate‐specific anti‐
sis and follow‐up of patients with prostate gen. In Textbook of Prostate Cancer, eds
cancer». Tumour Marker Update 1995; 8(3): Kaisary AV, Murphy GP, Denis L, Griffiths
71‐77. K, ed. Martin Dunitz Ltd 1999, pp 121‐141.
43. Scher HI, Leibel SA, Fuks Z, Codon‐Carpo 53. Stenman U, Leinonen J, Alfthan H, et al. A
C, Scardino PT. Cancer of the prostate. In: complex between PSA and a1‐
De Vita VT Jr, Hellman S, Rosenberg SA. antichymotrypsin is the major form of PSA
Cancer Principles and Practice of Oncology, in serum of patients with prostatic cancer:
7th edition. Lippincott Williams και Wil‐ assay of the complex improves clinical sen‐
kins, Philadelphia, Baltimore, New York, sitivity for cancer. Cancer Res 1991, 51: 222‐
London, Buenos Aires, Hong Kong, Syd‐ 226.,
ney, Tokyo, 2005, p 1192‐1259. 54. Lilja H, Christensson A, Dahlen U, et al.
44. Partin AW, Oesterling JE The clinical use‐ PSA in human serum occurs predominantly
fulness of prostate specific antigen: up‐ in complex with alpha‐1‐antichymotrypsin.
date1994” J Urol 1994;152:1358‐68) Clin Chem 1991, 37: 1618‐1625.
45. Diamandis E.P., Yu H. New biological func‐ 55. Mikolajczyk SD, Catalona WJ, Evans CL,
tions of PSA?» J Clin Endocrinol Metab Linton HJ, Millar LS, Marker KM, Katir D,
1995;80:1515‐1517. Amirkhan A, Rittenhouse HG Proenzyme
46. Abrahamson PA, Lilja H, Falkmer S, Wad‐ forms of PSA in serum improve the detec‐
strom LB Immunohistochemical distribu‐ tion of prostate cancer” Clin Chem 2004;50:
tion of the three predominant secretory pro‐ 1017‐1025.
teins in the parenchyma of hyperplastic and 56. Linton HJ, Marks LS, Millar LS, Knott CL,
neoplastic prostate glands” Prostate Rittenhouse HG, Mikolajczyk SD Benign
1988;12:39‐46.) PSA in serum is increased in benign pros‐
47. Graves HC. Nonprostatic sources of pros‐ tate disease” Clin Chem 2003;49:253‐259.
tate specific antigen: a steroid hormone‐ 57. Sturgeon C. Practice guidelines for tumor
dependent phenomenon? Clin Chem 1995, marker use in the Clinic. Clin Chem 2002,
41: 7‐? 48(8): 1151‐1159.
48. Corey E, Arfman EW, Liu AX, Vessella RL 58. Nixon RG, Wener MH, Smith KM, et al. Bio‐
«Improved reverse transcriptase‐ logical variation of prostate‐specific antigen
polymerase chain reaction (RT‐PCR) proto‐ levels in serum: an evaluation of day‐to‐day
col with exogenous internal competitive physiological fluctuations in well‐defined
control for PSA mRNA in blood and bone cohort of 24 patients. J Urol 1997, 157: 2183‐
marrow ». Clin Chem 1997;43(3):443‐52. 2190.
49. Clements A., Mukhtar A. Glandular kallik‐ 59. Birtle AJ, Freeman A, Masters JR, et al. Tu‐
reins and PSA are expressed in the human mor markers for managing men who pre‐
edometrium». J Clin Endocrinol Metab sent with metastatic prostate cancer and se‐
1994;78:1536‐1539. rum prostate‐specific antigen levels of
50. Olsson CA, de Vries GM, Benson MC, Raffo <10ng/ml. BJU Int 2005, 96(3): 303‐307.
A, Buttyan R, Cama C, O’Toole K, Katz AE 60. Huber PR, Schmid HP, Mattarelli G, Stritt‐
«The use of RT‐PCR for PSA assay to pre‐ matter B, van Steenbrugge GJ, Maurer A
dict potential surgical failures before radical «Serum free prostate specific antigen: isoen‐
347
zymes in benign hyperplasia and cancer of population: impact on cancer detection. J
the prostate». Prostatis 1995; 27(4):212‐219. Urol 1995, 153: 465A.
61. Kardamakis D «Tumour serum markers: 70. Carter HB, Pearson JD, Metter EJ, et al.
Clinical and economical aspects» Antican‐ Longitudinal evaluation of prostate‐specific
cer Res 1996, 16: 2285‐2288. antigen levels with and without prostate
62. Catalona WJ, Smith DS, Ornstein DK. Pros‐ disease. JAMA 1992, 267: p.2215.
tate cancer detection in men with serum 71. Smith DS, Catalona WJ. Rate of change in
PSA concentrations of 2.6 to 4.0 ng/ml and serum prostate‐specific antigen levels as a
benign prostate examination. Enhancement method for prostate cancer detection. J Urol
of specificity with free PSA measurements.” 1994, 152: p.1163
JAMA 1997, 277: p.1452. 72. Lilja H, Piironen TP, Rittenhouse HG, et al.
63. Scher HI, Leibel SA, Fuks Z, Codon‐Carpo Value of molecular forms of prostate‐
C, Scardino PT. Cancer of the prostate. In: specific antigen and related kallikreins, hk2,
De Vita VT Jr, Hellman S, Rosenberg SA. in diagnosis and staging of prostate cancer.
Cancer Principles and Practice of Oncology, In:Vogelzang NA, Scardino PT, Shipley
7th edition. Lippincott Williams και Wil‐ WU, et al, eds. Comprehensive textbook of
kins, Philadelphia, Baltimore, New York, genitourinary oncology. Philadelphia: Lip‐
London, Buenos Aires, Hong Kong, Syd‐ pincott Williams and Wilkins 2000, p.638.
ney, Tokyo, 2005, p.1192‐1259. 73. Catalona WJ, Smith DS, Wolfert RL, et al.
64. Price CP, Allard J, Davies G, Dawnay A, Evaluation of percentage of free serum PSA
Duffy MJ, France M, Mandarino G, Milford to improve specificityof prostate cancer
Ward A, Patel B, Sibley P, Sturgeon C Pre‐ screening. JAMA 1995, 274: 1214‐1220.
and Post‐analytical factors that may influ‐ 74. Klein E. Editorial: Can PSA derivatives re‐
ence use of serum PSA and its isoforms in a duce frequency of unnecessary prostate
screening programme for prostate cancer”. biopsies?” J Urology 1996; 56: 443‐444.
Ann. Clin.Biochem 2001; 38: 188‐216. 75. Prestigiacomo AF, Lilja H, Pettersson K,
65. Benson MC, Ring KS, Olsson CA. The de‐ Wolfert RL, Stamey TA A comparison of the
termination of stage D0 carcinoma of the free fraction of serum PSA in men with be‐
prostate using PSA density. Urol Corres nign and cancerous prostates: the best sce‐
Club 1989, 13: 7‐9. nario”. J Urol 1996;156(2 Pt1): 350‐354.
66. Veneziano S, Pavlica P, Querze R, et al. Cor‐ 76. Gann PH, Hennekens CH, Stampfer PT. A
relation between PSA and prostate volume, prospective evaluation of plasma prostate‐
evaluated by transrectal ultrasonography: specific antigen for detection of prostatic
usefulness in diagnosis of prostate cancer. cancer. JAMA 1995, 273: 289‐294.
Eur Urol 1990, 18: 112‐116. 77. Catalona WJ, Partin AW, Slawin KM,
67. Benson MC, Whang IS, Pantuck A, et al. Brawer MK, Flanigan RC, et al Use of the
Prostate‐specific antigen density: a means of percentage of free prostate‐specific antigen
distinguishing benign prostatic hypertro‐ to enhance differentiation of the prostate
phy and prostate cancer. J Urol 1992, 147: cancer from benign prostatic disease: a pro‐
815‐816. spective multicenter clinical trial.” JAMA,
68. Oesterling JE, Jacobsen SJ, Chute CG, et al. 1998;279(19): 1542‐7.
Serum prostate‐specific antigen in a com‐ 78. Horninger W, Cheli CD, Babaian RJ,
munity‐based population‐based population Fritsche HA, Lepor H, Taneja SS, Childs S,
of healthy men: establishment of age spe‐ Stamey TA, Sokoll LJ, Chan DW, Brawer
cific reference ranges. JAMA 1993, 270: 860‐ MK, Partin AW, Bartsch G. Complexed
864. prostate‐specific antigen for early detection
69. Petteway J, Brawer MK. Age specific versus of prostate cancer in men with serum pros‐
4.0 ng/ml as a PSA cutoff in the screening tate‐specific antigen levels of 2 to 4
348
nanograms per milliliter.” Urology. 2002 88. Diamandis EP,, Yousef GM. Human tissue
Oct;60(4 Suppl 1):31‐5. kallikrein gene family: a rich source of novel
79. Lein M, Kwiatkowski M, Semjonow A, disease biomarkers.” Exp Rev Mol Diagn
Luboldt HJ, Hammerer P, Stephan C, 2001, I: 182‐190.
Klevecka V, Taymoorian K, Schnorr D, 89. Diamandis EP, Yousef GM, Soosaipillai AR,
Recker F, Loening SA, Jung K. A multicen‐ Bunting P. Human kallikrein 6
ter clinical trial on the use of complexed (zyme/protease M/neurosin): a new serum
prostate specific antigen in low prostate biomarker of ovarian carcinoma.” Clin Bio‐
specific antigen concentrations.”J Urol. 2003 chem 2000, 33: 579‐583.
Oct;170(4 Pt 1):1175‐9. 90. Luo LY, Bunting P, Scorilas A, Diamandis
80. Stephan C, Jung K, Lein M, Sinha P, Schnorr EP. Human kallikrein 10: a novel tumor
D, Loening SA. Molecular forms of pros‐ marker for ovarian carcinoma?” Clin Chim
tate‐specific antigen and human kallikrein 2 Acta 2001, 306: 111‐118.,
as promising tools for early diagnosis of 91. Diamandis EP, Okui A, Mitsui S, et al. Hu‐
prostate cancer.”Cancer Epidemiol Bio‐ man kallikrein 11: A novel biomarker of
markers Prev. 2000 Nov;9(11):1133‐47. Re‐ prostate and ovarian carcinoma.” Cancer
view. Res 2002, 62: 295‐300.,
81. Jung K, Lein M, Butz H, Stephan C, Loening 92. Yousef GM, Diamandis EP. Kallikreins,
SA, Keller T New insights into the diagnos‐ steroid hormones and ovarian cancer: is
tic accuracy of comlexed and total PSA us‐ there a link?” Minerva Endocrinol 2002, 27:
ing Discordance Analysis Characteristics.” J 157‐166,
Urol 2006; 175(4):1275‐80. 93. Diamandis EP, Scorilas A, Fracchioli S, et al.
82. Αλεξόπουλος ΚΓ «Ειδικό προστατικό α‐ Human kallikrein 6(hK6): A new potential
ντιγόνο» Νοσοκομειακά Χρονικά 1997, serum biomarker for diagnosis and progno‐
Πρακτικά 2ου Ετήσιου Σεμιναρίου Συνε‐ sis of ovarian carcinoma.” J Clin Oncol 2003,
χιζόμενης Ιατρικής Εκπαίδευσης Νοσο‐ 21: 1035‐1043.,
κομείου «Ο Ευαγγελισμός. σελ.56‐61. 94. Kishi T, Grass L, Soosaipillai A, et al. Hu‐
83. Γιαννοπουλος Α., Γρηγοράκης Α.,Το PSA, man kallikrein 8, a novel biomarker for
τα μοριακά του κλάσματα και το PSMA ovarian carcinoma.” Cancer Res 2003, 63:
στον καρκίνο του προστάτη» Αθήνα 2000, 2771‐2774.,
εκδ.Ιατρικές Εκδόσεις Ζήτα . 95. Yousef GM, Polymeris ME, Grass L, et al.
84. Grossfeld GD, Carroll PR Prostate cancer Human kallikrein 5: a potential novel serum
early detection: a clinical perspective.” Epi‐ biomarker for breast and ovarian cancer.”
demiol Rev 2001; 23 (1): 173‐80 review. Cancer Res 2003, 63: 3958‐3965.,
85. Cheville JC, Tindall D, Boelter C, et al. Me‐ 96. Petraki CD, Gregorakis AK, Vaslamatzis
tastatic prostate carcinoma to bone: clinical MM, et al. Prognostic implications of the
and pathologic features associated with immunohistochemical expression of human
cancer specific survival.” Cancer (Phila) kallikreins 5,6,10 and 11 in renal cell carci‐
2002, 95: 1028‐1036. noma.” Tumour Biology 2006, Vol 27(1): 1‐
86. Tricoli JV, Schoenfeldt M,, Conley BA. De‐ 7.
tection of prostate cancer and predicting 97. Borgono CA, Grass L, Soosaipillai A, et al.
progression: Current and future diagnostic Human kallikrein 14: A new potential bio‐
markers.” Clin Cancer Res 2004, 10: 3943‐ marker for ovarian and breast cancer. Can‐
3953. cer Res 2003, 63: 9032‐9041.
87. Reiter RE, Gu Z, Watabe T, et al. Prostate 98. Gold P., Goldenberg N. The carcinoem‐
stem cell antigen: a cell surface marker bryonic antigen (CEA): past, present and fu‐
overexpressed in prostate cancer.” Proc ture.” Mc Gill Journal of Medicine
Natl Acad Sci USA 1998, 95: 1735‐1740. 1997;3(1):46‐83.
349
(www.medicine.mcgill.ca/mjm/issues/v03n 109. Llovet JM και Beaugrand M. Hepatocellular
01/cea.html) carcinoma: present status and future pros‐
99. Duffy MJ. Carcinoembryonic antigen as a pects. J Hepatol 2003, 38(Suppl): I‐136‐Ι‐147.
marker for colorectal cancer: is it clinically 110. The Cancer of the Liver Italian Program
useful?” Clin Chem. 2001 Apr;47(4):624‐30. (CLIP) Investigators. Prospective validation
Review. of the CLIP score: A new prognostic system
100. Bast RC Jr, Radvin P, Hayes DF, et al. 2000 for patients with cirrhosis and hepatocellu‐
update of recommendations for the use of lar carcinoma. Hepatology 2000, 31: 840‐845.
tumor markers in breast and colorectal can‐ 111. Smith MW, Yue ZN, Geiss GK, et al. Identi‐
cer: clinical practice guidelines of the fication of novel tumor markers in hepatitis
American Society of Clinical Oncology. J C virus associated hepatocellular carci‐
Clin Oncol 2001, 19: 1865‐1878. noma. Cancer Res 2003, 63: 859‐864.
101. Bast RC Jr, Radvin P, Hayes DF, et al. 2000 112. Melbye M, Wohlfahrt J, Lei U, et al. a‐
update of recommendations for the use of Fetoprotein levels in maternal serum during
tumor markers in breast and colorectal can‐ pregnancy and maternal breast cancer inci‐
cer: clinical practice guidelines of the dence. J Natl Cancer Inst 2000, 92(12): 1001‐
American Society of Clinical Oncology. [Er‐ 1005. 113. Thomas CMG , Sweep CGJ Se‐
ratum]. J Clin Oncol 2001, 19: 4185‐4188 rum tumor markers: past, state of the art,
102. Rosen M, Chan L, Beart RW, et al. Follow‐ and future.” The International Journal of
up of colorectal cancer: a meta‐analysis. Dis Biological Markers 2001;16(2): 73‐86.
Colon Rectum 1998, 41: 1116‐1125. 114. Tumor markers. εύρεση στο δικτυακό τό‐
103. Pietra N, Sarli L, Costi R, et al. Role of fol‐ πο:
low‐up in the management of local recur‐ http://training.seer.cancer.gov/module_diag
rence of colorectal cancer: a prospective, nostic/unito3_tumor_markers.html
randomized study. Dis Colon Rectum 1998, 115. Meyers ML, Bosl GL Tumor‐specific mark‐
41: 1127‐1133. ers in human germ cell tumors.” Tumour
104. Basuyau JP, Blanc‐Vincent MP, Bidart JM, et marker update 1994; 6(5): 149‐153. Review
al. Standards, options and recommenda‐ 116. Bower M The value of tumour markers in
tions (SOR) for tumor markers in breast ovarian germ cell tumours” Tumour
cancer. SOR Working Group. Bull Cancer marker update 1996;8(1):1‐7. Review.
2000, 87: 723‐737. 117. International Germ Cell Cancer Collabora‐
105. Lamerz R. AFP isoforms, their clinical sig‐ tive Group (IGCCCG). International Germ
nificance (overview)”. Anticancer Res. 1997 Cell consensus classification: a prognostic
Jul‐Aug;17(4B):2927‐30. Review. factor‐based staging system for metastatic
106. Doherty AP, Bower M, Christmas TJ The germ cell cancers.” J Clin Oncol 1997, 15:
role of tumour markers in the diagnosis and 594‐603.
treatment of testicular germ cell cancers.”Br 118. Kerbrat P, Lhommé C, Fervers B, et al.
J Urol. 1997 Feb;79(2):247‐52. Review. Standards, options and recommendations:
107. Tsai JF, Jeng JE, Ho MS, Chang WY, Lin ZY, ovarian cancer. Electronic J Oncol 2001, 1:
Tsai JH.Clinical evaluation of serum alpha‐ 32‐42. http://www. elecjoncol.org (Accessed
fetoprotein and circulating immune com‐ May 2002)
plexes as tumour markers of hepatocellular 119. Pilar Laguna M, Pizzocaro G, Klepp O, et al.
carcinoma.”Br J Cancer. 1995 Aug;72(2):442‐ EAU guidelines on testicular cancer. Eur J
6. Urol 2001, 40: 102‐110.
108. Franca AVC, Elias Junior J, Lima BLG, 120. Lairmore TC, Moley JF. Cancer of the endo‐
et al. Diagnosis, staging and treatment of crine system.” In: De Vita VT Jr, Hellman S,
hepatocellular carcinoma. Braz J Med Biol Rosenberg SA. Cancer Principles and Prac‐
Res 2004, 37: 1689‐1705. tice of Oncology, 7th edition. Lippincott
350
Williams και Wilkins, Philadelphia, Balti‐ 21.1 in patients with Non Small Cell Lung
more, New York, London, Buenos Aires, Cancer. Preliminary results. 8th Central
Hong Kong, Sydney, Tokyo, 2005, p 1489‐ European Lung Cancer Conference. Vienna,
1502. Austria 1‐4/9/2002. Editor Robert Pirker,
121. Fleisher M, Dnistrian AM, Sturgeon CM, et 2002 by Monduzzi Editore S.p.A. –
al. Practice guidelines and recommenda‐ MEDIMOND Inc, International Proceedings
tions for use of tumor markers in the clinic. Division, pp 87‐97.
In Diamandis EP, Fritsche H, Schwartz MK, 128. Μ. Βασλαματζής, Π. Στασινοπούλου, Ν.
Chan DW, eds. Tumor markers: physiology, Αλεβιζόπουλος, Δ. Ροντογιάννη, Λ. Κυρί‐
technology and clinical applications. Chi‐ ου, κ.ά. Η αξιολόγηση του δείκτη CA‐125
cago: AACC Press 2002, 33‐63. ορού σε ασθενείς με Non Hodgkin’s
122. British Thyroid Association. Guidelines for Lymphomas (NHL) στομάχου. Προκαταρ‐
the management of thyroid cancer in κτικά αποτελέσματα».Annals of Gastroen‐
adults.” London: Royal College of Physi‐ terology” 2003, Vol 16(Supplement): p 16,
cians, 2002, http://www.british‐thyroid‐ Νο 022.
association. org/guidelines.htm (Accessed 129. Duffy MJ New cancer markers.”Ann Clin
May 2002. Biochem. 1989 Sep;26 ( Pt 5):379‐87. Review.
123. Meijer WG, Kema IP, Volmer M, Willemse 130. Bates SE The use and potential of serum
PHB, deVries EGE Discriminating Capac‐ tumour markers, new and old.” Drugs. 1989
ity of Indole Markers in the Diagnosis of Jul;38(1):9‐18. Review.
Carcinoid Tumors” Clin Chem 2000; 46: 131. Engelen MJ, de Bruijn HW, Hollema H, ten
1588‐1596. Hoor KA, Willemse PH, Aalders JG, van
124. New tumour markers and their monoclonal der Zee AG. Serum CA 125, carcinoembry‐
antibodies. 4th symposium on tumour onic antigen, and CA 19‐9 as tumor markers
markers, Hamburg 1987. Edited by in borderline ovarian tumors.” Gynecol On‐
R.Clapdor, Georg Thieme Verlag Stutt‐ col. 2000 Jul;78(1):16‐20.
gart.New York. 132. Pauler DK, Menon U, McIntosh M,
a.Ochi Y., Okabe H.,Imokawa M. Antigen detec‐ Symecko HL, Skates SJ, Jacobs IJ. Factors in‐
tion by the monoclonal antibodies, CA 19‐9, fluencing serum CA125II levels in healthy
CA 125 and CA 15‐3 in serum and body flu‐ postmenopausal women.”Cancer Epide‐
ids of cancer and non‐cancerous state.” p.97. miol Biomarkers Prev. 2001 May;10(5):489‐
b.Mezger J., Lamerz R. Elevated CA 125 levels in 93.
sera from patients with benign ascitic or 133. Sjövall K, Nilsson B, Einhorn N The signifi‐
pleural effusions.” p.149. cance of serum CA 125 elevation in malig‐
c. De Bruijn HWA, Aalders JG, Kauer FM, Duk nant and nonmalignant diseases.” Gynecol
MJ, Fleuren GJ The biodistribution of CA Oncol. 2002 Apr;85(1):175‐8.
125 in the female genital tract.” p.335‐341. 134. Yarbo JW, Page DL, Fielding LP, et al.
125. Sakahara H, Endo K, Nakajima K, et al. Se‐ American Joint Committee on Cancer prog‐
rum CA 19‐9 concentration and computed nostic factors consensus conference. Cancer
tomography findings in patients with pan‐ 1999, 86: 2436‐2446.
creatic carcinoma” Cancer 1986;57: p.1324. 135. Jacobs IJ, Menon U. Progress and chal‐
126. Maraveyas A, Mansi JL CA 19‐9 in the pre‐ lenges in screening for early detection of
diction of response to systemic treatments ovarian cancer. Molecular και Cellular Pro‐
in inoperable carcinoma of the pancreas” teomics 2004, 3: 355‐366.
Tumour marker update 1999;11(2): 55‐59. 136. Karlan BY, Markman MA, Eifel PJ. Ovarian
127. Vaslamatzis Μ, Papanikolaou F, Kyriou L, cancer: Peritoneal carcinoma, and fallopian
et al. Evaluation of serum tumour markers tube carcinoma. In De Vita VT Jr, Hellman
CEA, NSE, CA‐125, SCC, TPS and Cyfra S, Rosenberg SA. Cancer Principles and
351
Practice of Oncology, 7th edition. Lippincott jority of breast cancers with phosphoryla‐
Williams και Wilkins, Philadelphia, Balti‐ tion‐state‐specific antibodies.” Lancet 1999,
more, New York, London, Buenos Aires, 353: 1591‐1592.
Hong Kong, Sydney, Tokyo, 2005, p 1364‐ 148. Volas GH, Leitzel K, Teramoto Y, et al. Se‐
1397. rial serum c‐erbB‐2 levels in patients with
137. Xu Y, Shen Z, Wiper DW, et al. Lysophos‐ breast carcinoma.” Cancer 1996, 78: 267‐272.
phatidic acid as a potential biomarker for 149. Jensen BV, Johansen JS,, Price PA. High
ovarian and other gynecologic cancers. levels of serum HER‐2/neu and YKL‐40 in‐
JAMA 1998, 280: p.719. dependently reflect aggressiveness of me‐
138. Thomas H, McCormack M Mucins as tastatic breast cancer.” Clin Cancer Res
markers in breast cancer” Tumour Marker 2003, 9: 4423‐4434.
Update 1998; 10(4): 107‐9. Review. 150. Hernandez L, Nunez‐Villarl MJ, Martinez‐
139. Van Dalen A, Molina R Serum tumour Arribas F, et al. Circulating hormone levels
markers in breast cancer: new MUC1 mark‐ in breast cancer patients, correlation with
ers, c‐erb‐2 and cytokeratins.”Tumour serum tumor markers and the clinical and
Marker Update 1999; 11(1): 1‐4. Review. biological features of the tumors.” Antican‐
140. Duffy MJ CA 15‐3 and related mucins as cer Res 2005, 25(1B): 451‐454.
circulating markers in breast cancer.” Ann 151. Mellerick DM, Osborn M, Weber K «On the
Clin Biochem. 1999 Sep;36 ( Pt 5):579‐86. nature of serological tissue polypeptide an‐
Review. tigen (TPA); monoclonal keratin 8, 18 and
141. Educational Commentary‐2004 1st Test 19 antibodies react differently with TPA
Event (Chemistry) CA 15‐3 and CA 27.29. prepared from human cultured carcinoma
American Proficiency Institute. cells and TPA in human serum» Oncogene
142. Bon GG, Kenemans P, Verstraeten R, van 1990; 5(7):1007‐1017.
Kamp GJ, Hilgers J Serum tumor marker 152. Sundstrom BE, Stigbrand TI Cytokeratins
immunoassays in gynecologic oncology: es‐ and tissue polypeptide antigen” Int J Biol
tablishment of reference values” Am J Ob‐ Markers 1994; 9(2): 102‐8.
stet Gynecol 1996; 174: 107‐14. 153. Marrink J «TP(A) or not TP(S): what’s the
143. Sarandakou A, Rizos D, Botsis D, Kassa‐ question?» Tumour Marker Update
nos D, Thomopoulos P, Protonotariou E, 1993;5(4):71‐73.
Phocas I. Mucin‐like carcinoma‐associated anti‐ 154. Bjőrklund B. Tumour markers TPA, TPA‐S
gen (MCA) during normal pregnancy.” Eur and cytokeratins. A working hypothesis».
J Obstet Gynecol Reprod Biol 2001; 96(1): Tumor Diagn Ther 1992; 13:78‐80.
51‐54. 155. Van Dalen A «Significance of cytokeratin
144. Way BA, Kessler G Tumor marker over‐ markers TPA, TPA(CYK), TPS and CYFRA
view” Laboratory Medicine Newsletter 21.1 in metastatic disease». Anticancer
1996;4(9) Res.1996;16:2345‐2350.
(http://medicine.wustl.edu/~labmed/1996vo 156. Bodenmuöller H, Donie F, Kaufmann M,
l4no9.html accessed 6/3/2004) Banauch D «The tumor markers TPA, TPS,
145. Tumor marker expert panel (ASCO). Clini‐ TPS(CYK) and CYFRA 21.1 react different
cal practice guidelines for the use of tumor with the keratins 8, 18 and 19». Int J Biol
markers in breast and colorectal cancer.” J Markers 1994; 9(2):70‐74.
Clin Oncol 1996, 14: 2843‐2877. 157. Stieber P, Dienemann H, Hasholzner U,
146. Lumachi F, Basso SM. Serum tumor mark‐ Muller C, Poley S, Hofmann K, Fateh‐
ers in patients with breast cancer.” Expert Moghadam A «Comparison of CYFRA 21.1,
Rev Anticancer Ther. 2004, 4(5): 921‐931. TPA and TPS as tumour markers in lung
147. Ouyang X, Guilliford T, Doherty A, et al. cancer». Eur J Clin Biochem 1993; 31(10):
Detection of erbB‐2 oversignalling in a ma‐ 689‐694.
352
158. Eskelinen M, Hippelainen M, Salmela E, immunotherapy” Immunological Reviews,
Partanen K, Pikkarainen P, Penttila I, Al‐ 2004; 202(1): p.275.
hava E «A prospective study of TPS». Anti‐ 172. Nagorsen D, Scheibenbogen C, Marincola
cancer Res 1992;12:2033‐2036. FM, Letsch A,, Keilholz U Natural T cell
159. Rastel D «Measurement of cytokeratin 19 immunity against cancer”. Clinical Cancer
fragments in serum: clinical application of a Research 2003, 9: 4296‐4303.
tumour marker called CYFRA 21.1.». Tu‐ 173. Dranoff G Tumour immunology. Immune
mour marker update 1995;7:55‐63. recognition and tumour protection. Cur‐
160. Stenman U‐H Tumor‐associated trypsin in‐ rent Opinion in Immunology 2002; 14:161‐
hibitor.Clin Chem. 2002 Aug;48(8):1206‐9. 164.
Review. 174. Clinical Guide to Laboratory Tests. editor:
161. Kato H Expression and function of Tietz N., 2nd edition 1990, WB Saunders
squamous cell carcinoma antigen.” Company, p.400‐401.
Anticancer Res. 1996 Jul‐Aug;16(4B):2149‐ 175. Βαϊόπουλος Γ «C‐αντιδρώσα πρωτεΐνη»
53. Review. στο: «Πρωτεΐνες οξείας φάσεως. Κλινικά
162. Kato H Recent progress in biology and Φροντιστήρια Ιατρικής Εταιρείας Αθη‐
clinical use of squamous cell carcinoma an‐ νών, τόμος 3, τεύχος 3, σ.15‐29, 1991, Επι‐
tigen.” Tumour Marker Update 1996; 8(6): μέλεια Φ.Κακλαμάνης
177‐179. Review. 176. Circulating tumor markers of the new mil‐
163. Vassilakopoulos Th, Troupis Th, Sotiropou‐ lennium. Target therapy, early detection
lou Chr, et al. Diagnostic and prognostic and prognosis” by James T. Wu. 2002,
significance of squamous cell carcinoma an‐ AACC Press.
tigen in non‐small cell lung cancer. Lung 177. Murawaki Y, Yamamoto H, Kawasaki H,
Cancer 2001, 32: 137‐144. Shima H «Serum tissue inhibitor of metal‐
164. Lindblom A, Liljegren A Tumour markers loproteinases in patients with chronic liver
in malignancies”BMJ 2000, 320: 424‐427. disease and with hepatocellular carci‐
165. Selby C. Interference in immunoassay.” noma». Clin. Chim. Acta 1993;218(1): 47‐58.
Ann Clin Biochem. 1999 Nov;36 ( Pt 6):704‐ 178. Garzetti GG, Ciavattini A, Lucarini G,
21. Review. Goteri G, Romanini C, Biagini G «Increased
166. Culig Z, Hobisch A, Cronauer MV, Rad‐ serum 72 kDa MMP in serous ovarian can‐
mayr C, Trapman J, Hittmair A, Bartsch G, cer: comparison with CA 125». Anticancer
Klocker H. Androgen receptor activation in Res1996;16(4A):2123‐2127.
prostatic tumor cell lines by insulin‐like 179. Vaslamatzis ΜΜ, Petraki CD, Papathoma
growth factor‐I, keratinocyte growth factor, A, et al. Matrix metalloproteinases MMP‐2
and epidermal growth factor.” Cancer Res. and MMP‐9 as prognostic markers in
1994 Oct 15;54(20):5474‐8. urothelial carcinoma. Ann Oncol 2002, 13
167. Immunoassay. Chapter 21 by D.W.Chan, (Supplement 5), page 93, No 334P.
p.133‐154, Editors Diamandis και Chris‐ 180. Riisbro R, Christensen IJ, Piironen T,
topoulos 1996, Academic Press. Greenall M, Larsen B et al. Prognostic sig‐
168. Δρόσος Γ «Περίληψη Ιατρικής Ανοσολο‐ nificance of soluble uPAR in serum and cy‐
γίας. Β΄ έκδοση 2005. tosol of tumor tissue from patients with
169. Coussens LM και Werb Z Inflammation and primary breast cancer” Clin Chem 2002;
cancer” Nature 2002; 420(19):860‐7. 8;1132‐1141.
170. Shacter E, Wetzman SA Chronic inflamma‐ 181. Vicari AP, Caux C. Chemokines in cancer”
tion and Cancer”. Oncology 2002; 16(2): Cytokine and Growth Factor Reviews,
p.217. 2002;13: 143‐154.
171. Smyth MJ, Cretney E, Kershaw MH, Haya‐ 182. «Κυτταροκίνες στον ορό των νεογνών»
kawa Y Cytokines in cancer immunity and Διδ.Διατριβή Ε.Π.Πρωτονοτάριου, 2003, Β’
353
Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική 191. Καφετζόπουλος Δ. Μικροσυστοιχίες και
Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστη‐ νέα γονίδια στον καρκίνο» στο: «Καρκινι‐
μίου Αθηνών. κοί Δείκτες. Στοχευμένη θεραπεία. Επι‐
183. Ψαρρά Α. Οι κυτταροκίνες και ο προσδιο‐ μέλεια Αγνάντη Ν., Σκάρλος Δ., Ελληνι‐
ρισμός τους. Μύθος και πραγματικότη‐ κή Εταιρεία Δεικτών Καρκίνου και Στο‐
τα.» Ενημερωτικό Δελτίο ΕΕΚΧ‐ΚΒ, 1999; χευμένης Θεραπείας, 2004 (σε μορφή CD),
11: σ. 3. κεφ.3, σ.30‐34.
184. Sarandakou A et al. sIL‐2R and NSE in 192. Sun Z et al. A protein chip system for paral‐
small cell cancer.” Anticancer Res, 1993; 13: lel analysis of multi‐tumor markers and its
173‐176. application in cancer detection.” Anticancer
185. Ikeda H, Old LJ, Schreiber RD. The roles of Res, 2004; 24(2C): 1159‐1165.
IFNγ in protection against tumor develop‐ 193. Schrohl AS, Andersen MH, Sweep F, et al.
ment and cancer immunoediting” Cytokine Tumor markers. From laboratory to clinical
and Growth Factor Reviews, 2002, 13: 95‐ utility. Molec Cellular Prot 2003, 2(6): 378‐
109. 387.
186. Balkwill F Tumor necrosis factor or promot‐ (http://www.mcponline.org/cgi/content/full
ing factor?” Cytokine και Growth Factor /2/6/378 accessed 21/4/2005)
Reviews, 2002; 13: 135‐141. 194. McGuire WL. Breast cancer prognostic fac‐
187. Jelkmann W Pitfalls in the measurement of tors: Evaluation guidelines. J Natl Cancer
circulating VEGF.” Clin Chem, 2001; 47: Inst 1991, 83: 154‐155.
617‐623. 195. Andreasen PA, Kjoller L, Christensen L,,
188. Mitsuhashi A, Suzuka K, Yamazawa K, et Duffy MJ. The urokinase‐type plasminogen
al. Serum vascular endothelial growth fac‐ activator system in cancer metastasis. A re‐
tor (VEGF) and VEGF‐C levels as tumor view. Int J Cancer 1997, 72: 1‐22.
markers in patients with cervical carcinoma. 196. Sweep CG, Geurts‐Moespot J, Grebenschi‐
Cancer 2005, 103(4): 724‐730. kov N, et al. External quality assessment of
189. Creagh EM, Conroy H, Martin SJ Caspase‐ trans‐European multicenter antigen deter‐
activation pathways in apoptosis and im‐ minations (enzyme‐linked immunosorbent
munity” Immunological Reviews, 2003; assay) of urokinase‐type plasminogen acti‐
193(1): p.1. vator (uPA) and its type 1 inhibitor (PAI‐1)
190. Xuejun Jiang, Xiadong Wang Cytochrome in human breast cancer tissue extracts. Br J
C‐mediated apoptosis” Annu Rev Biochem, Cancer 1998, 78: 1434‐1441.
2004; 73:87‐106. 197. Hayes DF, Isaacs C,, Stearns V. Prognostic
factors in breast cancer: current and new
predictors of metastasis. J Mammary Gland
Biol Neoplasia 2001, 6: 375‐392.
354