You are on page 1of 2

1.

Όταν ο Φώτης μου πρότεινε να γράψω κάποιες ιστορίες για μια σειρά
χαρακτικών που δούλευε, βασισμένα σε παραλογές, δέχτηκα με χαρά, γνωρίζοντας
και θαυμάζοντας εδώ και χρόνια το έργο του. Λαμβάνοντας λοιπόν το κάθε
χαρακτικό ως κεντρικό ερέθισμα, αλλά και βουτώντας στην ατμόσφαιρα (ενίοτε και
στην πλοκή) της εκάστοτε παραλογής, προσπάθησα να δημιουργήσω ιστορίες που
να ανταποκρίνονται στην διαισθητική επίγευση των προαναφερθέντων.

Είχα ήδη μια εμπειρία στην εκμαίευση κειμένου από εικόνα, μιας και αυτός είναι ο
βασικός τρόπος που γράφω παγανιστικές δοξασίες. Εδώ όμως υπήρχε η πρόκληση
του να εμβαθύνω στο στοιχείο του γυναικείου πόνου που ανέβλυζε το κάθε έργο.
Αυτό νομίζω ήταν και το σημαντικότερο που αποκόμισα από την συνεργασία αυτή:
η ανάγκη αλλαγής σημείου εστίασης, πλησιάζοντας πολύ στις πρωταγωνίστριες και
τον ψυχισμό τους, μου επέτρεψε να διερευνήσω έναν τρόπο γραφής που μέχρι τότε
απέφευγα, μια διαφορετική, πιο στενή ματιά επί των χαρακτήρων των ιστοριών
μου.

2. Όσον αφορά τις διαφορετικές περιόδους των ιστοριών, αυτό ήταν μια
προσπάθεια για ανάδειξη του άχρονου στοιχείου των αρχετύπων που κρύβονται
στις παραλογές, αλλά και μια ευχάριστη πρόκληση διεύρυνσης της χωροχρονικής
παλέτας μου. Τα δε ονόματα ήταν η μόνη απόπειρα για αδρή συγκεκριμενοποίηση
του τόπου των ιστοριών, παράλληλα όμως κι ένας περαιτέρω τρόπος
απομάκρυνσης από την καθημερινότητα και τον σύγχρονο κόσμο.

Το ένστικτο και η διαίσθηση παίζουν μεγάλο ρόλο στη δόμηση του περιβάλλοντος,
του διακόσμου των χαρακτήρων και των προσχεδίων της πλοκής των ιστοριών μου.
Από εκεί και πέρα όμως υπήρχαν πολλές συνειδητές επιλογές (έστω κι αν κάποιες
προκύπτουν ελαφρώς συνειρμικά). Για παράδειγμα, το όνομα της Τοάμνας που
ανέφερες (που ήταν και η πρώτη από τις ηρωίδες που ονομάτισα) προέκυψε ως
εξής: έχοντας κατά νου πως η παραλογή (Ο Γιάννος και η Μαριγώ) που της
αντιστοιχεί είναι από την Ήπειρο, φαντάστηκα την ηρωίδα Βλάχα και θέλησα να της
δώσω κάποιο βλάχικο όνομα – η επιλογή της συγκεκριμένης λέξης (φθινόπωρο)
έγινε κυρίως με αισθητικά και συμβολικά κριτήρια.

3. Όλη αυτή η πλήρως υπαρκτή τάση νομίζω πατάει σε δυο πράγματα: στη νοσταλγία για
ένα παρελθόν που δεν ζήσαμε ποτέ (ή ζήσαμε ελάχιστα), και στην εναντίωση στην κυρίαρχη
εικόνα που έχουμε για το τί είναι παράδοση και παραδοσιακό – μια εναντίωση με
ψυχαναλυτικές πέραν των άλλων προεκτάσεις. Αμφότερα υποψιάζομαι πως έχουν να
κάνουν με τον κατακερματισμό της ταυτότητας στο μεταμοντέρνο στερέωμα του ύστερου
καπιταλισμού, την ακόλουθη παραζάλη και την προσπάθεια για εύρεση νέων σημείων
σταθερότητας.

Όπως και να έχει, καταλήγουμε να προσπαθούμε (λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένα) να


φέρουμε στα μέτρα μας αυτό που φανταζόμαστε πως κάποτε ήταν, να εμπλουτίσουμε με
τα δικά μας σημάδια το παρελθόν (και, ίσως, να κρύψουμε με τον ίδιο τρόπο παλιότερα
στίγματα που μας ενοχλούν).

4.Ελπίζω πως οι ιστορίες των εννιά γυναικών μπορούν να δράσουν ως αποτροπαϊκά ή/και
ενδυναμωτικά ξόρκια, ως αναγνωστικές εμπειρίες κατάβασης σε διαφορετικές εκφάνσεις
του πόνου, με τελετουργική χροιά. Το πώς ακριβώς όμως θα γίνει αυτό έγκειται στην κάθε
αναγνώστρια και αναγνώστη.
5. Εκτιμώ ιδιαιτέρως τις λίγες φορές που κείμενά μου έχουν γίνει αφορμή για την
δημιουργία άλλων έργων τέχνης. Ειδικά για την περίπτωση των Γυναικών, που είναι έργο
συνεργασίας, θα έβλεπα με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον οτιδήποτε μπορεί να προκύψει
εμπνευσμένο από το βιβλίο, ενώ είμαι πολύ περίεργος για το πώς θα ζωντάνευαν οι
ηρωίδες στη σκηνή ή την οθόνη.

You might also like