You are on page 1of 643

1

Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ
ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟΝ

Αποσπάσματα από αρχαία, βυζαντινά και θεολογικά κείμενα

Θεσσαλονίκη 11/2019
2
3

Περιεχόμενα

Πιθανότητα...............................................................................................................................3
Λεξικόν Δημητράκου...............................................................................................................3
Λεξικό αρχαίας Ελληνικής γλώσσας........................................................................................4
Χρονολογική ταξινόμηση αποσπασμάτων................................................................................4
Αποσπάσματα από αρχαία, βυζαντινά και θεολογικά κείμενα................................................12
Απίθανος, απιθάνως..............................................................................................................231
Ενδεχομένως........................................................................................................................540
Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα.......................................................................................541
Πιθανολογία.........................................................................................................................603
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ.........................................................................................................................640

Πιθανότητα

Λεξικόν Δημητράκου

Πιθανοκρατία. Αξίωμα της ανθρωπίνης γνώσεως.


Πιθανολόγημα. Σχολ. Ευρ. Εκκ. 258
Πιθανολογία. Πλ. Θεαίτ. 162 Ε Καιν Δ. Κολ. 2,4
Πιθανολογικός. Ο αναφερόμενος εις το πιθανολογείν.
Πιθανολόγος. Σχόλ Αρις. Βατρ. 91
Πιθανολογώ. Αρις. Ηθ. Νικ. 1094 B Διόδ. Σικ. 1,39
Πιθανός. Θουκ. 6,35
Πιθανότης. Πολύβ. 12,26, 2 Πλάτ. Νόμοι 1040 b
Πιθανώς. Αριστ. Θεσμ. 268
4

Λεξικό αρχαίας Ελληνικής γλώσσας.

πιθανός, -ή, -ὸν ΕΠΙΘΕΤΟ Συγκριτικός πιθανώτερος Υπερθετικός πιθανώτατος


1. αυτός που μπορεί να πείθει, πειστικός: Κλέων ὢν τῷ δήμῳ τότε πιθανώτατος = ο
Κλέων, που ήταν τότε ιδιαίτερα πειστικός στο λαό. πιθανὸς λόγος = πειστικό
επιχείρημα.
2. πιστευτός: πάνυ πιθανὸν τὸ τοιοῦτον = αυτό (αυτή η παράδοση) είναι πολύ
πιστευτή. παράγ. πιθανότης, πιθανῶς, σύνθ. πιθανολογέω.
ΝΕ πιθανός «που μπορεί να συμβεί κτλ.». [πείθω, πιθ- (ἐ-πιθ-όμην) + παρ. επίθ. -αν-
ός].

Χρονολογική ταξινόμηση αποσπασμάτων

 1. Πλάτων. Cratylus (5-4 B.C.) Stephanus p. 402 sec. a l. 1


   ΣΩ. Ὠγαθέ, ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας.
  ΕΡΜ. Ποῖον δὴ τοῦτο (a)   ΣΩ. Γελοῖον μὲν πάνυ εἰπεῖν, οἶμαι μέντοι τινὰ
πιθανότητα ἔχον.
  ΕΡΜ. Τίνα ταύτην;
 

 2. Πλάτων. Νόμοι. { (5-4 B.C.) Stephanus p. 839 sec. d l. 9


   ΑΘ. Ὡς δ’ οὖν οὐκ ἔστιν ὑπὲρ ἄνθρωπον, οἷόν τε δὲ
γενέσθαι, βούλεσθε ὑμῖν πειραθῶ τινα λόγον ἐχόμενον
πιθανότητος εἰπεῖν τινος;
  ΚΛ. Πῶς γὰρ οὔ;    (10)
(e)   ΑΘ. Πότερον οὖν τις ἀφροδισίων ῥᾷον ἂν ἀπέχοιτο,
 

 3. Πλάτων. Νόμοι. (5-4 B.C.) Stephanus p. 887 sec. b l. 6


 μενον, ἐπείγων διώκει—γελοῖον δὴ καὶ φαῦλον τὸ πρὸ τῶν
βελτίστων τὰ βραχύτερα αἱρουμένους φαίνεσθαι. διαφέρει    
δ’ οὐ σμικρὸν ἁμῶς γέ πως πιθανότητά τινα τοὺς λόγους
ἡμῶν ἔχειν, ὡς θεοί τ’ εἰσὶν καὶ ἀγαθοί, δίκην τιμῶντες
διαφερόντως ἀνθρώπων· σχεδὸν γὰρ τοῦτο ἡμῖν ὑπὲρ ἁπάν-
 

 4. Πλάτων. Νόμοι. (5-4 B.C.) Stephanus p. 949 sec. b l. 1


 δικῶν ὅρκων χωρὶς κρίνεσθαι σύμπαντας τοὺς ἐπικαλοῦντας
ἀλλήλοις. καὶ τὸ παράπαν ἐν δίκῃ τοὺς προέδρους μὴ
(b) ἐπιτρέπειν μήτε ὀμνύντι λέγειν πιθανότητος χάριν μήτε
ἐπαρώμενον ἑαυτῷ καὶ γένει μήτε ἱκετείαις χρώμενον ἀσχή-
μοσιν μήτε οἴκτοις γυναικείοις, ἀλλὰ τὸ δίκαιον μετ’ εὐφη-
 

 5. Αριστοτέλης. Ethica Nicomachea (4 B.C.) Bekker p. 1097a l. 3


5

 (1097a) αὐτὸ πρὸς τὰ κτητὰ καὶ πρακτὰ τῶν ἀγαθῶν· οἷον γὰρ


παράδειγμα τοῦτ’ ἔχοντες μᾶλλον εἰσόμεθα καὶ τὰ ἡμῖν
ἀγαθά, κἂν εἰδῶμεν, ἐπιτευξόμεθα αὐτῶν. πιθανότητα μὲν
οὖν τινα ἔχει ὁ λόγος, ἔοικε δὲ ταῖς ἐπιστήμαις διαφωνεῖν·
πᾶσαι γὰρ ἀγαθοῦ τινὸς ἐφιέμεναι καὶ τὸ ἐνδεὲς ἐπιζητοῦ-    
 

 6. Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (A.D. 2) Part 2 Vol. 2 p. 84 l. 12


 θρου εἴχετο;» καὶ ἕνεκα τῆς τοιαύτης συντάξεως ἔδοξε καὶ τῇ τοιαύτῃ    (10)
ἀντωνυμίᾳ ἴδιον ἄρθρον προσνέμειν καὶ τῷ ὑπακουομένῳ κτήματι.—
102. Ἔστι δὲ παραπέμπεσθαι τὴν τοιαύτην πιθανότητα. πρῶτον εἰ
ἑκατέρῳ μορίῳ πρόσεστιν ἄρθρον, τί οὐκ ἤρξατο ἀπὸ τοῦ ὁ ἐμός καὶ
ἐπήνεγκε τὸ ὁ πατήρ μετὰ τοῦ ἄρθρου; καὶ φαίνεται ὅτι οὐκ ἐν
 

 7. Ωριγένης. Exhortatio ad martyrium (A.D. 2-3) Sec. 11 l. 5


 τοῦ πειρασμοῦ χρόνον μὴ διδοίημεν τόπον τῷ διαβόλῳ ἐν ταῖς καρ-δίαις
ἡμῶν, μολύνειν ἡμᾶς διαλογισμοῖς πονηροῖς θέλοντι ἀρνήσεως ἢ διψυχίας ἤ
τινος πιθανότητος προκαλουμένης ἐπὶ τὰ ἐχθρὰ τῷ   μαρτυρίῳ καὶ τῇ
τελειότητι, καὶ πρὸς τούτῳ εἰ μηδὲ λόγῳ ἀλλοτρίῳ τῆς ὁμολογίας ἑαυτοὺς
μιαίνοιμεν καὶ εἰ πάντα φέροιμεν τὸν ἀπὸ τῶν
 

 8.Ωριγένης. (A.D. 2-3) Homily 12 sec. 7 l. 29


 κακῶν καὶ τοῦτο τὸ ἁμάρτημα πολὺ ἐν ἡμῖν ἐστιν, ὁτὲ μὲν γὰρ
πάνυ ἀλόγως ἐπαιρομένοις καὶ ἐφ’ ᾧ οὐδὲ κατὰ τὸ ποσὸν ἐπαίρεσθαι
χρή, ὁτὲ δὲ μετὰ πιθανότητος, ὅτι εὔλογον τὸ ἐφ’ ᾧ ἐπαιρόμεθα,
οὐ μὴν ὑγιὲς καὶ ἐπ’ ἐκείνῳ τὸ ἐπαίρεσθαι. (8) ὃ δὲ λέγω οὕτως
ἔσται σαφές· εἰσί τινες ἐπαιρόμενοι, ὅτι εἰσὶν υἱοὶ ἡγεμόνων καὶ ὅτι
 

 9.Ωριγένης. (A.D. 2-3) Homily 12 sec. 8 l. 4


 ἔσται σαφές· εἰσί τινες ἐπαιρόμενοι, ὅτι εἰσὶν υἱοὶ ἡγεμόνων καὶ ὅτι
γένους εἰσὶ τῶν ἀπὸ κοσμικῶν ἀξιωμάτων μεγάλων. οἱ τοιοῦτοι ἐπὶ
ἀπροαιρέτῳ καὶ ἀδιαφόρῳ πράγματι ἐπαιρόμενοι οὐδὲ πιθανότητα
εὔλογον ἔχουσι τὴν παραβαλλομένην αὐτοὺς ἐπὶ τὸ ἐπαίρεσθαι.   
εἰσὶν ἐπαιρόμενοι, ὅτι ἐξουσίαν ἔχουσιν ἀναιρεῖν ἀνθρώπους, καὶ
 

 10.Ωριγένης. (A.D. 2-3) Homily 12 sec. 8 l. 16


 σοφός ἐστι, καὶ ἐπαίρηται συνειδὼς ἑαυτῷ, ὅτι ἤδη ἀπὸ δέκα ἐτῶν
οὐχ ἥψατο ἀφροδισίων ἢ καὶ ἐκ παίδων οὐχ ἥψατο· καὶ πάλιν ἄλλος   (15)
ἐπαίρεται, ὅτι δεσμοὺς ἐφόρεσε τοὺς περὶ Χριστοῦ. πιθανότης μέν
ἐστιν ἐνταῦθα ὑποβάλλουσα, ὅτι εὐλόγως τις ἐπαίρεται, οὐδὲ ἐπὶ
τούτοις δὲ ὡς πρὸς τὸν ἀληθῆ λόγον εὐλόγως τις ἐπαίρεται. οὕτως
 

 11.Ωριγένης. (A.D. 2-3) Homily 12 sec. 8 l. 24


6

 διὰ τὰς ἐκκλησίας ἃς ἔπηξε φιλοτιμούμενος, ὅπου μὴ ὠνομάσθη


Χριστός, θεμελιοῦν ἐκκλησίαν. ταῦτα πάντα ὕλη ἦν τοῦ ἐπαί-
ρεσθαι αὐτὸν, εἰ χρὴ λέγειν μετὰ πιθανότητος τῆς περὶ τοῦ
ἐπαίρεσθαι, ὅτι καλῶς ἂν ἔδοξέ τισιν ἐπαίρεσθαι αὐτόν. ἀλλ’ ὅμως    (25)
ἐπεὶ οὐδὲ τὸ ἐπὶ τοῖς τοιούτοις ἐπαίρεσθαι ἀκίνδυνόν ἐστιν, ὁ χρηστὸς
 

 12. Ωριγένης. Scholia in Canticum canticorum {2042.076} (A.D. 2-3) Vol.


17 p. 272 l. 24
 Ἀπόστολος θυρεὸν πίστεως· βολίδες δὲ τῶν δυνατῶν,
οἱ δυνατῶς ἀνατρέποντες λόγοι τῶν ἐναντίων τῆς
ἀληθείας τὴν πιθανότητα· ἀντὶ δὲ τοῦ ἐπάλξεις, ἐν-
τολὰς ἐκδέδωκεν ἡ πέμπτη ἔκδοσις, τὸν νοῦν μᾶλ-   (25)
λον ἢ τὴν λέξιν ἑρμηνεύουσα· μὴ προαποκειμένων γὰρ
 

 13. Ωριγένης. Scholia in Lucam (Frag.e cod. Venet. 28) {2042.078} (A.D. 2-
3) Vol. 17 p. 344 l. 1
 σόμεθα. Ὁ θεωρῶν καὶ καταλαμβάνων τὴν τοῦ λόγου
ὑπεροχὴν λύοντος καὶ διελέγχοντος πάσας τὰς ὑπ   (55)
(344) τῶν ψευδῶν μὲν, ἐπαγγελλομένων δὲ ἀλήθειαν πιθανότητας, βλέπει τὸν
Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον
ἐν τῇ ἰδίᾳ βασιλείᾳ. Εἰ δὲ καὶ τὰ ἴδια τρανώτερον
παραστήσαντα βλέπει, βλέποι ἂν αὐτοῦ πρὸς τὴν
 

 14. Ωριγένης. Scholia in Lucam (Frag.e cod. Venet. 28) {2042.078} (A.D. 2-
3) Vol. 17 p. 364 l. 15
 σαντές εἰσιν οἳ καὶ παραιτοῦνται τὸ δεῖπνον, οἱ πα-
ραλαβόντες δόγματα ἕτερα τῆς θεότητος, πολλὴν
ἔχοντα τὴν πιθανότητα, καὶ τὴν ποικιλίαν τοῦ λόγου·   (15)
οἳ καὶ καταφρονοῦσι τοῦ ἀγροῦ, τοῦ ἔχοντος ἐν
ἑαυτῷ ἀγρὸν καὶ δυνάμεις. Ὁ οὖν μὴ ἰδὼν μηδὲ
 

 15.Γρηγόριος Νύσσης. Oratio catechetica magna {2017.046} (A.D. 4) Sec. 7


l. 19
 τὰ τοιαῦτα τοῖς μὲν ἐν βάθει καθάπερ τινὰ δευσοποιὸν
βαφὴν τὴν αἱρετικὴν παραδεδεγμένοις ἀπάτην ἰσχύν τινα
διὰ τῆς ἐπιπολαίου πιθανότητος ἔχειν δοκεῖ· τοῖς δὲ
διορατικωτέροις τῆς ἀληθείας σαθρὰ ὄντα καὶ πρόχειρον   (20)
τὴν τῆς ἀπάτης ἀπόδειξιν ἔχοντα σαφῶς καθορᾶται. καί
 

 16.Γρηγόριος Νύσσης. De vita Gregorii Thaumaturgi {2017.069} (A.D. 4)


Vol. 46 p. 909 l. 50
 τοίους ἀνακινοῦντι λογισμούς· ἦσαν γὰρ δὴ καὶ τότε
τινὲς, οἱ τὴν εὐσεβῆ διδασκαλίαν παραχαράττοντες,
διὰ τῆς πιθανότητος τῶν ἐπιχειρημάτων, ἀμφίβολον   (50)
7

ποιοῦντες πολλάκις καὶ τοῖς συνετοῖς τὴν ἀλήθειαν·


ὑπὲρ ἧς τότε διαγρυπνοῦντι αὐτῷ καὶ φροντίζοντι
 

 17.Γρηγόριος Νύσσης. De opificio hominis {2017.079} (A.D. 4) P. 156 l. 35


 ἐνέργειαν, ὧν οἱ μὲν ἐν καρδίᾳ τὸ ἡγεμονικὸν εἶναι τί-
θενται, οἱ δὲ τῷ ἐγκεφάλῳ τὸν νοῦν ἐνδιαιτᾶσθαί φα-
σιν, ἐπιπολαίοις τισὶ πιθανότησι τὰς τοιαύτας ἐπι-    (35)
νοίας κρατοῦντες. Ὁ μὲν γὰρ τῇ καρδίᾳ προστιθεὶς
τὴν ἡγεμονίαν, τὴν κατὰ τόπον αὐτῆς θέσιν ποιεῖται
 

 18. Γρηγόριος Νύσσης. Apologetica (orat. 2) {2022.016} (A.D. 4) Vol. 35 p.


449 l. 30
 κρεῖττον καὶ ἀσφαλέστερον, καὶ κριταῖς οὐ καλοῖς
τῆς ἀληθείας σφίσιν αὐτοῖς πιστεύσαντες·
ἔπειτα ὑπὸ τῆς πιθανότητος ἄλλοτε ἄλλης   (30)
περιφερόμενοι καὶ στρεφόμενοι, καὶ παντὶ λόγῳ κα-
ταπλυνθέντες καὶ πατηθέντες, πολλοὺς ἀμείψαν-
 

 19. Γρηγόριος Νύσσης. In patrem tacentem (orat. 16) {2022.029} (A.D. 4)


Vol. 35 p. 945 l. 13
 ἱκανὸν εἰς παραμυθίαν τῆς κατακρίσεως;
  Θʹ. Ἐκεῖ δὲ τίς συνήγορος; ποῖα σκῆψις; τίς ψευ-    (12)
δὴς ἀπολογία; ποία πιθανότης ἔντεχνος; τίς ἐπίνοια
κατὰ τῆς ἀληθείας παραλογιεῖται τὸ δικαστήριον,
καὶ κλέψει τὴν ὀρθὴν κρίσιν, τοῖς πᾶσι πάντα ἐν    (15)
 

 20. Γρηγόριος Νύσσης. In sancta lumina (orat. 39) {2022.047} (A.D. 4) Vol.
36 p. 337 l. 11
 οὐκ ἀνδράσι διαλεγομένους νοῦν ἔχουσι, καὶ Λόγου
προσκυνηταῖς· κἂν τὴν ἔντεχνον ταύτην, καὶ ῥυπα-    (10)
ρὰν πιθανότητα διαπτύωσιν.
  Δʹ. Οὐ Διὸς ταῦτα γοναὶ καὶ κλοπαὶ, τοῦ Κρη-   (14)
τῶν τυράννου, κἂν Ἕλληνες ἀπαρέσκωνται· οὐ-    (15)
 

 21. Γρηγόριος Νύσσης. In sanctum pascha (orat. 45) {2022.052} (A.D. 4)


Vol. 36 p. 649 l. 41
 βλαπτόμενος. Ἐρηρεισμένος ἵστατο, πάγιος, βεβη-
κὼς, ἐν μηδενὶ σαλευόμενος ὑπὸ τῶν ἀντικειμένων,    (40)
μηδὲ πιθανότητος λόγοις παρασυρόμενος. Ἐπὶ τὸ
ὕψος σεαυτοῦ στῆθι, ἐν ταῖς αὐλαῖς Ἱερουσα-
λὴμ στῆσον τοὺς πόδας, ἐπὶ τῆς πέτρας ἔρει-
 
8

 22. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos {2035.042} (A.D. 4)


Vol. 26 p. 13 l. 18
 εἰσελθεῖν εἰς τὸν παράδεισον τῆς Ἐκκλησίας, ἵνα,
πλάσασα ἑαυτὴν ὡς Χριστιανὴν, ἀπατήσῃ τινὰς κατὰ
Χριστοῦ φρονεῖν τῇ πιθανότητι τῶν παραλογισμῶν·
εὔλογον γὰρ οὐδὲν παρ’ αὐτῇ· καὶ ἐπλάνησέ γε
τῶν ἀφρόνων ἤδη τινὰς, ὥστε τούτους μὴ μόνον φθα-   (20)
 

 23. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos {2035.042} (A.D. 4)


Vol. 26 p. 109 l. 30
 ἐκ τοῦ μὴ εἶναι Θεὸς, Θεὸς ἐγεγόνει· εἰ, μὴ βασι-
λεὺς ὢν, εἰς βασιλείαν προήγετο, εἶχεν ἂν ὑμῶν
ὁ λόγος σκιᾶς τινος πιθανότητα. Εἰ δὲ Θεός ἐστι, καὶ    (30)
ὁ θρόνος αὐτοῦ τῆς βασιλείας αἰώνιός ἐστι, ποῦ εἶχε
προκόψαι Θεός; ἢ τί ἔλειπε τῷ ἐπὶ τὸν θρόνον καθ-
 

 24. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos {2035.042} (A.D. 4)


Vol. 26 p. 185 l. 36
 Θεασάσθω δὴ ἕκαστος τὸ πανοῦργον καὶ δόλιον
τῆς αἱρέσεως ταύτης· εἰδυῖα γὰρ τὸ πικρὸν τῆς ἰδίας    (35)
κακοφροσύνης, καλλωπίζειν ἑαυτὴν βιάζεται πιθανότητι
ῥημάτων· καὶ λέγει μὲν, ὅπερ φρονεῖ, ὅτι κτίσμα
ἐστὶ, νομίζει δὲ δύνασθαι κρύπτειν ἑαυτὴν ἐν τῷ λέ-
 

 25. Αθανάσιος θεολόγος. Epistula ad Marcellinum de interpretatione


Psalmorum {2035.059} (A.D. 4) Vol. 27 p. 12 l. 19
 πόνῳ γέροντι, καὶ βούλομαι καί σοι, ἅπερ ἐκεῖνος
κατέχων τὸ Ψαλτήριον περὶ αὐτοῦ μοι διηγήσατο,
γράψαι· ἔχει γάρ τινα χάριν καὶ πιθανότητα μετ’
εὐλόγου τοῦ διηγήματος. Ἔλεγε γὰρ οὕτως·   (20)
  Πᾶσα μὲν, ὦ τέκνον, ἡ καθ’ ἡμᾶς Γραφὴ, πα-   (22)
 

 26.Βασίλειος θεολόγος. Homiliae super Psalmos {2040.018} (A.D. 4) Vol.


29 p. 376 l. 30
 ληνιῶντα νοῦν, ἀκύμονά τινα καὶ ἀτάραχον κατά-
στασιν τῆς ψυχῆς, μήτε ὑπὸ παθῶν σαλευομένην,
μήτε ὑπὸ τῶν ψευδῶν δογμάτων διὰ πιθανότητος   (30)
προκαλουμένων εἰς συγκατάθεσιν περιελκομένην, ἵνα
κτήσῃ τὴν εἰρήνην τοῦ Θεοῦ τὴν ὑπερέχουσαν πάντα
 

 27.Βασίλειος θεολόγος. Homiliae super Psalmos {2040.018} (A.D. 4) Vol.


29 p. 444 l. 38
 τὴν σοφίαν ταύτην, ἀπολέσειν φησὶν ὁ Θεὸς τὴν
σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν
9

ἀθετήσειν. Αἱ οὖν πιθανότητες τῆς ψευδωνύμου γνώ-


σεως, θανάτου αἰτίαν τοῖς παραδεξαμένοις παρέχον-
ται· ὅντινα θάνατον οὐκ ὄψεται ὁ λυτρωθεὶς ὑπὸ τοῦ εὐδοκήσαντος ἐν τῇ
μωρίᾳ τοῦ κηρύγματος σῶσαι    (40)
 

 28. Τίμαιος. Lexicon Platonicum (e cod. Coislin. 345) {2602.001} (A.D. 4?)
Epistle-alphabetic letter kappa p. 993a l. 10
 τάρτῳ Κομψοὺς οὐ τοὺς κεκομψευμένους λέγει, ἀλλὰ
τοὺς ἀμείνονας.
Κομψὸς λόγος. καὶ ὁ ἀγαθὸς δέ, καὶ ὁ πιθανότητι ὑποδυόμενος τὴν ἀλήθειαν.
Κομψοὺς Πλάτων οὐ τοὺς πανούργους ἀλλὰ τοὺς βελ-
τίστους· κομψοὺς γὰρ τοὺς Ἀσκληπιάδας ἐπαινῶν λέ-
 

 29.Ιωάννης Χρυσόστομος. De petitione matris filiorum Zebedaei (= Contra


Anomoeos, homilia 8) {2062.016} (A.D. 4-5) Vol. 48 p. 774 l. 31
 καὶ στεφάνων εἶναι λοιπὸν καὶ ἀμοιβῶν καιρόν· ὅπερ
καὶ αὐτὸ τῆς ἐσχάτης ἀγνοίας ἦν. Καὶ ὅτι οὐ στοχα-    (30)
σμὸς ταῦτά ἐστιν, οὐδὲ λόγων πιθανότητες, παρ’
αὐτοῦ τοῦ Ἰησοῦ, τοῦ τὰ ἀπόῤῥητα ἐπισταμένου, τὴν
ἀπόδειξιν ὑμῖν ἐπαγάγω. Ἐπειδὴ γὰρ ταῦτα ᾔτησαν,
 

 30.Ιωάννης Χρυσόστομος. In Eutropium {2062.089} (A.D. 4-5) Vol. 52 p.


394 l. 42
 ὑπὸ τῷ ποδὶ τῷ βασιλικῷ βάρβαροι τῶν χειρῶν    (40)
ὀπίσω δεδεμένοι, κάτω τὰς κεφαλὰς νεύωσι κείμε-
νοι. Καὶ ὅτι οὐ πιθανότητι κέχρηται λόγων, ὑμεῖς
μάρτυρες τῆς σπουδῆς καὶ τῆς συνδρομῆς. Καὶ γὰρ
λαμπρὸν ἡμῖν τὸ θέατρον σήμερον, καὶ φαιδρὸς ὁ
 

 31.Ιωάννης Χρυσόστομος. Frag.in Proverbia (in catenis) {2062.185} (A.D.


4-5) Vol. 64 p. 717 l. 14
 ἄρδων τὰ ὑποκείμενα, καὶ εἰς καρποφορίαν προκα-
λούμενος. Θαυμάσαι πρόσωπον ἀσεβοῦς, οὐ καλόν.
[Cod. f. 77. b.] Κἂν ἐν ἀξιώματι ᾖ, κἂν πιθα-
νότητι λόγων κρύπτῃ τὸ δίκαιον. Θαυμάζει πρόσωπον   (15)
ἀσεβοῦς, καὶ ὁ τὴν ἐνυπάρχουσαν τῷ διαβόλῳ κακίαν
ἀποδεχόμενος.
 

 32. Θεοδώρετος. Explanatio in Canticum canticorum {4089.025} (A.D. 4-5)


Vol. 81 p. 109 l. 4
 πολεμοῦντας αἱρετικοὺς, καὶ ὑπούλως καὶ δολερῶς
ὑποκλέπτειν πειρωμένους τοὺς μηδέπω παγίους τῇ
πίστει γεγενημένους. Οὗτοι γὰρ τῇ πιθανότητι τῶν
λόγων, καὶ ταῖς τῶν συλλογισμῶν παγίσι τε καὶ πλο-    
10

καῖς, τοὺς ἁπλούστερον διακειμένους ἐξαπατῶντες


 

 33. Κύριλλος . Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate {4090.109}


(A.D. 4-5) Vol. 75 p. 17 l. 48
   Ἀντίθεσις ἀπὸ τῶν Ἀρείου δογμάτων, αἰτίαν
ἔχουσα τοῦ πεποιῆσθαι τὸν Υἱὸν, ὡς αὐτοὶ νομί-
ζουσιν, ἀληθῆ, καὶ λύσις ἐφεξῆς μετὰ πιθανότη-
τος συλλογισμῶν.   Ἔτι εἰς τὸ, «Κύριος ἔκτισέ με.» Ὅτι οὐ κτίσμα    
 

 34. Κύριλλος . Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate {4090.109}


(A.D. 4-5) Vol. 75 p. 252 l. 41
 (252) Ἀντίθεσις ἀπὸ τῶν Ἀρείου δογμάτων, αἰτίαν    
  ἔχουσα τοῦ πεποιῆσθαι τὸν Υἱὸν, ὡς αὐτοὶ   (40)
  νομίζουσιν ἀληθῆ, καὶ λύσις ἐφεξῆς μετὰ πι-
  θανότητος συλλογισμῶν.      Βουλόμενος, φασὶν, ὁ τῶν ὅλων Θεὸς τὴν τῶν
γε-   (43)νητῶν ὑποστῆσαι φύσιν, ἐπεὶ μὴ ἠδύνατο χωρεῖν
 

 35. Κύριλλος . Contra Julianum imperatorem (libri iii-x) {4090.111} (A.D. 4-


5) Book 4 column 677 l. 31
 παρὰ σφῶν ἔθνη. Εἰ μὲν οὖν οὐ μαρτυρεῖ τοῖς ἡμε-
τέροις λόγοις ἡ πεῖρα, πλάσμα μὲν ἔστω τὰ παρ’   (30)
ἡμῶν, καὶ πιθανότης ἄκαιρος· τὰ παρ’ ὑμῖν δὲ ἐπ-
αινείσθω. Εἰ δὲ πᾶν τοὐναντίον, οἷς μὲν ἡμεῖς λέγο-
μεν ἐξ αἰῶνος ἡ πεῖρα μαρτυρεῖ, τοῖς ὑμετέροις δὲ
 

 36. Προκόπιος. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D. 5-6) P. 1877 l. 42


 αφιέναι τοῖς οἴκοις εἰς οὓς ἀφίκονται· ὅπερ οὐκ ἦν   (40)
ἕως ἐνείργει τὸ διαπύρως ὁ τῆς τοῦ κόσμου σοφίας
λόγος. Ἠκουνημένη γὰρ μελέτῃ καὶ πιθανότητι
στίλβουσαν τοῦ λόγου τὴν μάχαιραν ἀλλήλοις προσ-
έφερον· ὡς δὲ κατηγγέλει, «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ,
 

 37. Προκόπιος. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D. 5-6) P. 1889 l. 40


 τὰ ὑψηλά. Ἐνταῦθα δὲ, καὶ τὰ ἰσχύν τινα μετὰ τοῦ
ὕψους ἔχοντα τὴν ἐν ταῖς ἀποδεικτικαῖς μεθόδοις
ἐπὶ πολὺ κραταιωθεῖσαν πιθανότητα, καὶ ὑψωθεῖ-   (40)
σαν, τεῖχος ὑψηλὸν τροπικῶς λέγοντος τοῦ προ-
φήτου διαβεβαιουμένου ἐν ἡμέρᾳ Κυρίου τοῦτο καθ-
 

 38. Προκόπιος. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D. 5-6) P. 1957 l. 2


 ἰσχυούσῃ ψυχῇ τῷ πνεύματι τῆς ἰσχύος. Διὰ τῶν
(1957) δύο δὲ καπνιζομένων δαλῶν λαμβάνομεν πρόσ-
ταγμα, μὴ δειλιᾷν ἀπὸ τῶν Ἑλληνικῶν πιθανοτήτων,
11

τῶν τε παρὰ τοῖς ἑτεροδόξοις δυσφημιῶν. Οἱ γὰρ


δαλοὶ ἀπώλεσαν τοῦ τε φυτοῦ τὸ ζωτικὸν, καὶ τοῦ
 

 39. Ιωάννης Δαμασκηνός. Sacra parallela (recensiones secundum alphabeti


litteras dispositae, quae tres libros conflant) (Frag.e cod. Vat. g1236)
{2934.018} (A.D. 7-8) Vol. 95 p. 1184 l. 46
 ἴσθι ἀκριβῶς, ὅτι γενήσεται τῶν βεβιωμένων ἔλεγ-
χος ἀκριβής.   (45)
  Οὐκ ἔνι ῥήτωρ ἐκεῖ· οὐκ ἔνι πιθανότης ῥημάτων,
κλέψαι δυναμένη τοῦ δικαστοῦ τὴν ἀλήθειαν· οὐκ
ἀκολουθοῦσι κόλακες, οὐ τὰ χρήματα, οὐδ’ ὄγκος
 

 40. Ιωάννης Δαμασκηνός. Sacra parallela (recensiones secundum alphabeti


litteras dispositae, quae tres libros conflant) (Frag.e cod. Vat. g1236)
{2934.018} (A.D. 7-8) Vol. 95 p. 1485 l. 48
 σεις; ποίους μάρτυρας παραστήσεις; πῶς παραπεί-
σεις τὸν ἀπαραλόγιστον δικαστήν; οὐκ ἔνι ῥήτωρ
ἐκεῖ οὐκέτι πιθανότης ῥημάτων κλέψαι δυναμένη
τοῦ δικαστοῦ τὴν ἀλήθειαν. Οὐκ ἀκολουθοῦσι κόλακες,
οὐ τὰ χρήματα, οὐδ’ ὄγκος ἀξιώματος. Ἔρημος φί-    (50)
 

 41. Ιωάννης Δαμασκηνός. Commentarii in epistulas Pauli [Dub.] {2934.053}


(A.D. 7-8) Vol. 95 column 893 l. 10
 τὴν ἐκ φιλοσοφίας ἀποσύλησιν φυλάττεται, κενὴν
ἀπάτην λέγων εἶναι τὴν φιλοσοφίαν, ὅτι σχήματι
καταπλήττει, καὶ πιθανότητι λόγων τῆς ἀληθείας    (10)
ἀφεστηκυῖα. Οὐ γὰρ ἱκανὰ περὶ Θεοῦ τὰ ἐξ ἀνθρώ-
πων νοήματα, ἐπειδὴ πᾶσαι αἱ ἀνθρώπιναι καταλή-
 

 42. Ιωάννης Δαμασκηνός. Homilia in sabbatum sanctum {2934.056} (A.D. 7-


8) Vol. 96 p. 604 l. 34
 γὰρ Χριστὸς ἡ ἀνάτασις. Ἀλλ’, εἰ δοκεῖ, ἄνωθεν τοῦ
λόγου τὴν ἀρχὴν ποιησώμεθα· οὕτω γὰρ ἂν σαφέστε-
ρος ἅμα καὶ πιθανότερος, καὶ διὰ λείας εἴη τῆς
τρίβου τὴν πορείαν ποιούμενος· καί μου ἐπεύξασθε    (35)
τὴν θείαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἔλλαμψιν, ἧς ἄνευ
 

 43. Γεώργιος Μοναχός. breve (lib. 1-6) (redactio recentior) {3043.002}


(A.D. 9) Vol. 110 p. 632 l. 42
 καὶ διακρίνειν ἀπαθῶς καὶ ἀπροσωπολήπτως]· —    (40)
τοῦ γὰρ Κυρίου ἡ κρίσις· —ἵνα καὶ τὴν τῶν
λεγόντων δεινότητα καὶ τὴν τῶν λόγων πιθανότητα
420 παρέντες, εἰς αὐτὸ τὸ βάθος τῶν νοημάτων
12

χωρῆσαι δυνηθεῖεν κἀκεῖθεν μετὰ πολλῆς ἐξε-


 

 44. Eustathius MACREMBOLITES ScErot. Hysmine et Hysminias


{3072.001} (A.D. 12) Book 6 sec. 14 l. 6
 ἀκήκοα “ἱκανά σοι, μῆτερ, κατευνάσαι τῆς ψυχῆς τὸ
κλυδώνιον τὰ παρὰ Θεμιστέως καὶ Διαντείας εἰρημένα σοι,   
μὴ πιθανότητος ἀλλ’ ἀληθείας ἐχόμενα· σὺ δ’ ἵνα τί καὶ
πάλιν οὕτως ὅλη γίνῃ τοῦ πράγματος καὶ ὅλην ἑαυτὴν
καταθρύπτεις τοῖς ὀδυρμοῖς; Ζεὺς ἀνανεύει τὸν γάμον, οὐ
 

 45. Νικηφόρος Γρηγοράς. et ScRerum Nat. Epistulae {4145.002} (A.D. 13-


14) Epistle 57 l. 10
   Καίτοι τοῖς ἐλλογίμοις, εἴπερ δή τι τῶν ἁπάντων ἕτερον, καὶ
τοῦτο δ’ οὖν μάλα ἐγχώριον, ἀποδείξεσι χρῆσθαι συλλογιστικαῖς ὡς
τὰ πολλὰ καὶ ῥητορικαῖς πιθανότησι πρὸς ὅσα λόγων ἁμιλλῶνται   (10)
δρόμοι καὶ δίαυλοι· ἀλλὰ τῆς σῆς ἔμοιγε διεξιόντι φύσεως ἅττα ὑπὲρ
τοὺς ἄλλους ἐστήσατο τρόπαια, τῶν τοιούτων δεῖν διατειναίμη

Αποσπάσματα από αρχαία, βυζαντινά και θεολογικά κείμενα

Διογένης Λαέρτιος Βίοι φιλοσόφωνDiogenis Laertii vitae philosophorum, 2 vols.”,


Ed. Long, H.S.Oxford: Clarendon Press, 1964, Rep1966.
Book 7, sec. 89, l. 9

εὐλογιστεῖν ἐν τῇ τῶν κατὰ φύσιν ἐκλογῇ. Ἀρχέδημος δὲ τὸ


πάντα τὰ καθήκοντα ἐπιτελοῦντα ζῆν.
 Φύσιν δὲ Χρύσιππος μὲν ἐξακούει, ᾗ ἀκολούθως δεῖ ζῆν, τήν
τε κοινὴν καὶ ἰδίως τὴν ἀνθρωπίνην· ὁ δὲ Κλεάνθης τὴν κοινὴν
μόνην ἐκδέχεται φύσιν, ᾗ ἀκολουθεῖν δεῖ, οὐκέτι δὲ καὶ τὴν ἐπὶ
μέρους.
 Τήν τ' ἀρετὴν διάθεσιν εἶναι ὁμολογουμένην· καὶ αὐτὴν δι'
αὑτὴν εἶναι αἱρετήν, οὐ διά τινα φόβον ἢ ἐλπίδα ἤ τι τῶν ἔξωθεν·  
ἐν αὐτῇ τ' εἶναι τὴν εὐδαιμονίαν, ἅτ' οὔσῃ ψυχῇ πεποιημένῃ πρὸς
τὴν ὁμολογίαν παντὸς τοῦ βίου. διαστρέφεσθαι δὲ τὸ λογικὸν
ζῷον, ποτὲ μὲν διὰ τὰς τῶν ἔξωθεν πραγματειῶν πιθανότητας,
ποτὲ δὲ διὰ τὴν κατήχησιν τῶν συνόντων· ἐπεὶ ἡ φύσις ἀφορμὰς
δίδωσιν ἀδιαστρόφους.
 Ἀρετὴ δ' ἡ μέν τις κοινῶς παντὶ τελείωσις. ὥσπερ ἀνδριάντος·
καὶ ἡ ἀθεώρητος, ὥσπερ ὑγίεια· καὶ ἡ θεωρηματική, ὡς φρόνησις.
φησὶ γὰρ ὁ Ἑκάτων ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ ἀρετῶν (Gomoll 6)
ἐπιστημονικὰς μὲν εἶναι καὶ θεωρηματικὰς τὰς ἐχούσας τὴν
σύστασιν ἐκ θεωρημάτων, ὡς φρόνησιν καὶ δικαιοσύνην· ἀθεωρή-
13

τους δὲ τὰς κατὰ παρέκτασιν θεωρουμένας ταῖς ἐκ τῶν θεωρημά-


των συνεστηκυίαις, καθάπερ ὑγίειαν καὶ ἰσχύν. τῇ γὰρ σωφροσύνῃ
τεθεωρημένῃ ὑπαρχούσῃ συμβαίνει ἀκολουθεῖν καὶ παρεκτείνεσθαι

Διογένης Λαέρτιος Βίοι φιλοσόφων. Book 9, sec. 79, l. 2

ἢ τῶν ὁπωσοῦν νοουμένων, καθ' ἣν πάντα πᾶσι συμβάλλεται


καὶ συγκρινόμενα πολλὴν ἀνωμαλίαν καὶ ταραχὴν ἔχοντα εὑρί-
σκεται, καθά φησιν Αἰνεσίδημος ἐν τῇ εἰς τὰ Πυρρώνεια ὑπο-
τυπώσει. πρὸς δὲ τὰς ἐν ταῖς σκέψεσιν ἀντιθέσεις προαποδεικνύντες
καθ' οὓς τρόπους πείθει τὰ πράγματα, κατὰ τοὺς αὐτοὺς ἀνῄρουν
τὴν περὶ αὐτῶν πίστιν· πείθειν γὰρ τά τε κατ' αἴσθησιν συμφώνως
ἔχοντα καὶ τὰ μηδέποτε ἢ σπανίως γοῦν μεταπίπτοντα τά τε
συνήθη καὶ τὰ νόμοις διεσταλμένα καὶ τὰτέρποντα καὶ τὰ
θαυμαζόμενα. ἐδείκνυσαν οὖν ἀπὸ τῶν ἐναντίων τοῖς πείθουσιν
ἴσας τὰς πιθανότητας.
 Αἱ δ' ἀπορίαι κατὰ τὰς συμφωνίας τῶν φαινομένων ἢ νοου-
μένων ἃς ἀπεδίδοσαν ἦσαν κατὰ δέκα τρόπους, καθ' οὓς τὰ
ὑποκείμενα παραλλάττοντα ἐφαίνετο. τούτους δὲ τοὺς δέκα
τρόπους [καθ' οὓς] τίθησιν.

Διογένης Λαέρτιος Βίοι φιλοσόφων. Book 9, sec. 94, l. 3

τὰς περὶ αἰσθητῶν ἢ νοητῶν ἐπικρῖναι δόξας· εἴ τε διὰ τὴν ἐν


ταῖς νοήσεσι μάχην ἀπιστητέον πᾶσιν, ἀναιρεθήσεται τὸ μέτρον
ᾧ δοκεῖ τὰ πάντα διακριβοῦσθαι· πᾶν οὖν ἴσον ἡγήσονται. ἔτι,
φασίν, ὁ συζητῶν ἡμῖν τὸ φαινόμενον πιστός ἐστιν ἢ οὔ. εἰ μὲν
οὖν πιστός ἐστιν, οὐδὲν ἕξει λέγειν πρὸς τὸν ᾧ φαίνεται τοὐναντίον·
ὡς γὰρ αὐτὸς πιστός ἐστι τὸ φαινόμενον λέγων, οὕτω καὶ ὁ
ἐναντίος· εἰ δ' ἄπιστος, καὶ αὐτὸς ἀπιστηθήσεται τὸ φαινόμενον
λέγων.
 Τό τε πεῖθον οὐχ ὑποληπτέον ἀληθὲς ὑπάρχειν· οὐ γὰρ πάντας
τὸ αὐτὸ πείθειν οὐδὲ τοὺς αὐτοὺς συνεχές. γίνεται δὲ καὶ παρὰ
τὰ ἐκτὸς ἡ πιθανότης, παρὰ τὸ ἔνδοξον τοῦ λέγοντος ἢ παρὰ τὸ
φροντιστικὸν ἢ παρὰ τὸ αἱμύλον ἢ παρὰ τὸ σύνηθες ἢ παρὰ τὸ
κεχαρισμένον.
 Ἀνῄρουν δὲ καὶ τὸ κριτήριον λόγῳ τοιῷδε. ἤτοι κέκριται καὶ
τὸ κριτήριον ἢ ἄκριτόν ἐστιν. ἀλλ' εἰ μὲν ἄκριτόν ἐστιν, ἄπιστον
καθέστηκε καὶ διημάρτηκε τοῦ ἀληθοῦς καὶ τοῦ ψεύδους· εἰ δὲ
κέκριται, ἓν τῶν κατὰ μέρος γενήσεται κρινομένων, ὥστ' ἂν τὸ
αὐτὸ καὶ κρίνειν καὶ κρίνεσθαι καὶ τὸ κεκρικὸς τὸ κριτήριον ὑφ'
ἑτέρου κριθήσεται κἀκεῖνο ὑπ' ἄλλου καὶ οὕτως εἰς ἄπειρον. πρὸς
τῷ καὶ διαφωνεῖσθαι τὸ κριτήριον, τῶν μὲν τὸν ἄνθρωπον κριτή-
ριον εἶναι λεγόντων, τῶν δὲ τὰς αἰσθήσεις, ἄλλων τὸν λόγον,

Πλούταρχος. Alcibiades (0007: 015)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.2, 3rd edn.”,
Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch.1, sec. 6, l. 2
14

ὀνόματος ἔτυχεν, Ἀλκιβιάδου δὲ καὶ τίτθην, γένος Λάκαι-


ναν, Ἀμύκλαν ὄνομα, καὶ Ζώπυρον παιδαγωγὸν ἴσμεν, ὧν
τὸ μὲν Ἀντισθένης, τὸ δὲ Πλάτων (Alcib. 122b) ἱστόρηκε.
περὶ μὲν οὖν τοῦ κάλλους [τοῦ σώματος] οὐδὲν ἴσως δεῖ λέ-
γειν, πλὴν ὅτι καὶ παῖδα καὶ μειράκιον καὶ ἄνδρα πάσῃ
συνανθῆσαν [τῇ] ἡλικίᾳ καὶ ὥρᾳ τοῦ σώματος ἐράσμιον
καὶ ἡδὺν παρέσχεν. οὐ γάρ, ὡς Εὐριπίδης ἔλεγε, πάντων
τῶν καλῶν καὶ τὸ μετόπωρον καλόν ἐστιν, ἀλλὰ τοῦτ'
Ἀλκιβιάδῃ μετ' ὀλίγων ἄλλων δι' εὐφυΐαν καὶ ἀρετὴν τοῦ
σώματος ὑπῆρξε. τῇ δὲ φωνῇ καὶ τὴν τραυλότητα συμ-
πρέψαι λέγουσι καὶ τῷ λάλῳ πιθανότητα παρασχεῖν χάριν
ἐπιτρέχουσαν. μέμνηται δὲ καὶ Ἀριστοφάνης (vesp. 44)
αὐτοῦ τῆς τραυλότητος ἐν οἷς ἐπισκώπτει Θέωρον·
      
    εἶτ' Ἀλκιβιάδης εἶπε πρός με τραυλίσας·
    “ὁλᾷς Θέωλον; τὴν κεφαλὴν κόλακος ἔχει.”
    ὀρθῶς γε τοῦτ' Ἀλκιβιάδης ἐτραύλισε.
      
καὶ Ἄρχιππος (f45 CAF I 688) τὸν υἱὸν τοῦ Ἀλκιβιά-
δου σκώπτων, ‘βαδίζει’, φησί, ‘διακεχλιδώς, θοἱμάτιον

Πλούταρχος. Marcellus (0007: 022)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 2.2, 2nd edn.”,
Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1968.Ch.21, sec. 4, l. 2

τῶν κομψῶν καὶ περιττῶν, οὐδ' ἦν ἐν αὐτῇ τὸ χάριεν


τοῦτο καὶ γλαφυρὸν ἀγαπώμενον, ὅπλων δὲ βαρβαρικῶν
καὶ λαφύρων ἐναίμων ἀνάπλεως οὖσα, καὶ περιεστεφανω-
μένη θριάμβων ὑπομνήμασι καὶ τροπαίοις, οὐχ ἱλαρὸν οὐδ'
ἄφοβον οὐδὲ δειλῶν ἦν θέαμα καὶ τρυφώντων θεατῶν· ἀλλ'
ὥσπερ Ἐπαμεινώνδας τὸ Βοιώτιον πεδίον Ἄρεως ὀρχήστραν,
Ξενοφῶν (hell. 3, 4, 17) δὲ τὴν Ἔφεσον πολέμου ἐργαστή-
ριον, οὕτως ἄν μοι δοκεῖ τις τότε τὴν Ῥώμην κατὰ Πίνδα-
ρον (Pyth. 2, 1) “βαθυπολέμου τέμενος Ἄρεως” προσειπεῖν.
διὸ καὶ μᾶλλον εὐδοκίμησε παρὰ μὲν τῷ δήμῳ Μάρκελλος,
ἡδονὴν ἐχούσαις καὶ χάριν Ἑλληνικὴν καὶ πιθανότητα
διαποικίλας ὄψεσι τὴν πόλιν, παρὰ δὲ τοῖς πρεσβυτέροις
Φάβιος Μάξιμος. οὐδὲν γὰρ ἐκίνησε τοιοῦτον οὐδὲ μετή-
νεγκεν ἐκ τῆς Ταραντίνων πόλεως ἁλούσης, ἀλλὰ τὰ μὲν
ἄλλα χρήματα καὶ τὸν πλοῦτον ἐξεφόρησε, τὰ δ' ἀγάλματα
μένειν εἴασεν, ἐπειπὼν τὸ μνημονευόμενον· “ἀπολείπωμεν”
γὰρ ἔφη “τοὺς θεοὺς τούτους τοῖς Ταραντίνοις κεχολωμέ-  
νους.” Μάρκελλον δ' ᾐτιῶντο, πρῶτον μὲν ὡς ἐπίφθονον
ποιοῦντα τὴν πόλιν, οὐ μόνον ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ θεῶν
οἷον αἰχμαλώτων ἀγομένων ἐν αὐτῇ καὶ πομπευομένων,
ἔπειθ' ὅτι τὸν δῆμον εἰθισμένον πολεμεῖν ἢ γεωργεῖν,
15

Πλούταρχος. Titus Flamininus (0007: 028)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 2.2, 2nd
edn.”, Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1968.Ch.2, sec. 5, l. 5

μένου δεομένοις ἄρχοντος, ἀλλὰ πειθοῖ καὶ ὁμιλίᾳ μᾶλλον


ἁλωσίμοις. Φιλίππῳ γὰρ ἦν στόμωμα μὲν εἰς μάχην
ἀποχρῶν ἡ Μακεδόνων ἀρχή, ῥώμη δὲ πολέμου τριβὴν
ἔχοντος καὶ χορηγία καὶ καταφυγὴ καὶ ὄργανον ὅλως τῆς
φάλαγγος ἡ τῶν Ἑλλήνων δύναμις, ὧν μὴ διαλυθέντων
ἀπὸ τοῦ Φιλίππου μιᾶς μάχης οὐκ ἂνἦν ἔργον ὁ πρὸς
αὐτὸν πόλεμος. ἡ δ' Ἑλλὰς οὔπω πολλὰ συνενηνεγμένη
Ῥωμαίοις, ἀλλὰ τότε πρῶτον ἐπιμειγνυμένη ταῖς πρά-
ξεσιν, εἰ μὴ φύσει τε χρηστὸς ἦν ὁ ἄρχων καὶ λόγῳ μᾶλ-
λον ἢ πολέμῳ χρώμενος, ἐντυγχάνοντί τε προσῆν πιθα-
νότης καὶ πρᾳότης ἐντυγχανομένῳ καὶ τόνος πλεῖστος  
ὑπὲρ τῶν δικαίων, οὐκ ἂν οὕτως ῥᾳδίως ἀντὶ τῶν συνήθων
ἀλλόφυλον ἀρχὴν ἠγάπησε. ταῦτα μὲν οὖν ἐπὶ τῶν πρά-
ξεων αὐτοῦ δηλοῦται.

Πλούταρχος. Nicias (0007: 038)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.2, 3rd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch.3, sec. 1, l. 3

πολλοὺς δημαγωγοῦν. τῇ φύσει γὰρ ὢν ἀθαρσὴς καὶ δύσελ-


πις, ἐν μὲν τοῖς πολεμικοῖς ἀπέκρυπτεν εὐτυχίᾳ τὴν δει-
λίαν· κατώρθου γὰρ ὁμαλῶς στρατηγῶν· τὸ δ' ἐν τῇ πολι-
τείᾳ ψοφοδεὲς καὶ πρὸς τοὺς συκοφάντας εὐθορύβητον
αὐτοῦ καὶ δημοτικὸν ἐδόκει καὶ δύναμιν οὐ μικρὰν ἀπ'
εὐνοίας τοῦ δήμου παρέχειν τῷ δεδιέναι τοὺς θαρροῦντας,
αὔξειν δὲ τοὺς δεδιότας. τοῖς γὰρ πολλοῖς τιμὴ μεγίστη
παρὰ τῶν μειζόνων τὸ μὴ καταφρονεῖσθαι.  
 Περικλῆς μὲν οὖν ἀπό τ' ἀρετῆς ἀληθινῆς καὶ λόγου
δυνάμεως τὴν πόλιν ἄγων, οὐδενὸς ἐδεῖτο σχηματισμοῦ
πρὸς τὸν ὄχλον οὐδὲ πιθανότητος, Νικίας δὲ τούτοις μὲν
λειπόμενος, οὐσίᾳ δὲ προέχων, ἀπ' αὐτῆς ἐδημαγώγει,
καὶ τῇ Κλέωνος εὐχερείᾳ καὶ βωμολοχίᾳ πρὸς ἡδονὴν
μεταχειριζομένῃ τοὺς Ἀθηναίους διὰ τῶν ὁμοίων ἀντι-
παρεξάγειν ἀπίθανος ὤν, χορηγίαις ἀνελάμβανε καὶ γυμ-
νασιαρχίαις ἑτέραις τε τοιαύταις φιλοτιμίαις τὸν δῆμον,
ὑπερβαλλόμενος πολυτελείᾳ καὶ χάριτι τοὺς πρὸ ἑαυτοῦ
καὶ καθ' ἑαυτὸν ἅπαντας. εἱστήκει δὲ καὶ τῶν ἀναθη-
μάτων αὐτοῦ καθ' ἡμᾶς τό τε Παλλάδιον ἐν ἀκροπόλει,
τὴν χρύσωσιν ἀποβεβληκός, καὶ ὁ τοῖς χορηγικοῖς τρί-
ποσιν ὑποκείμενος

Πλούταρχος. Pompeius (0007: 045)“Plutarch's lives, vol. 5”, Ed. Perrin, B.


Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1917, Rep1968.Ch.1, sec. 3, l. 4
16

φοβούμενοι τὴν ἐν τοῖς ὅπλοις δύναμιν (ἦν γὰρ


ἀνὴρ πολεμικώτατος), ἐπεὶ δὲ ἀπέθανε κεραυ-
νωθείς, ἐκκομιζόμενον τὸ σῶμα κατασπάσαντες
ἀπὸ τοῦ λέχους καὶ καθυβρίσαντες, οὔτε μὴν
εὔνοιαν αὖ πάλιν σφοδροτέραν ἢ θᾶσσον ἀρξαμέ-
νην ἢ μᾶλλον εὐτυχοῦντι συνακμάσασαν ἢ πταί-
σαντι παραμείνασαν βεβαιότερον ἄλλος ἔσχε
Ῥωμαίων ἢ Πομπήϊος. αἰτία δὲ τοῦ μὲν μίσους
ἐκείνῳ μία, χρημάτων ἄπληστος ἐπιθυμία, τούτῳ
δὲ πολλαὶ τοῦ ἀγαπᾶσθαι, σωφροσύνη περὶ
δίαιταν, ἄσκησις ἐν ὅπλοις, πιθανότης λόγου,
πίστις ἤθους, εὐαρμοστία πρὸς ἔντευξιν, ὡς μη-  
δενὸς ἀλυπότερον δεηθῆναι μηδὲ ἥδιον ὑπουργῆσαι
δεομένῳ. προσῆν γὰρ αὐτοῦ ταῖς χάρισι καὶ τὸ
ἀνεπαχθὲς διδόντος καὶ τὸ σεμνὸν λαμβάνοντος.
 Ἐν ἀρχῇ δὲ καὶ τὴν ὄψιν ἔσχεν οὐ μετρίως
συνδημαγωγοῦσαν καὶ προεντυγχάνουσαν αὐτοῦ
τῆς φωνῆς. τὸ γὰρ ἐράσμιον ἀξιωματικὸν ἦν
φιλανθρώπως, καὶ ἐν τῷ νεαρῷ καὶ ἀνθοῦντι
διέφαινεν εὐθὺς ἡ ἀκμὴ τὸ γεραρὸν καὶ τὸ βασι-
λικὸν τοῦ ἤθους. ἦν δέ τις καὶ ἀναστολὴ τῆς

Πλούταρχος. Tiberius et Gaius Gracchus (0007: 052)“Plutarchi vitae parallelae,


vol. 3.1, 2nd edn.”, Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1971.
Ch.15, sec. 1, l. 8

τὴν ἐρώτησιν οὕτως διαπορηθῆναι τὸν Τιβέριον, ὥστε


πάντων ὄντα καὶ τῷ λέγειν ἑτοιμότατον καὶ τῷ θαρρεῖν
ἰταμώτατον ἀποσιωπῆσαι.
 Τότε μὲν οὖν διέλυσε τὴν ἐκκλησίαν. αἰσθανόμενος
δὲ τῶν πολιτευμάτων τὸ περὶ τὸν Ὀκτάβιον οὐ τοῖς
δυνατοῖς μόνον, ἀλλὰ καὶ τοῖς πολλοῖς ἐπαχθέστερον
ὄν– μέγα γάρ τι καὶ καλὸν ἐδόκει τὸ τῶν δημάρχων
ἀξίωμα μέχρι τῆς ἡμέρας ἐκείνης διατετηρημένον ἀνῃρῆ-
σθαι καὶ καθυβρίσθαι – , λόγον ἐν τῷ δήμῳ διεξῆλθεν,
οὗ μικρὰ παραθέσθαι τῶν ἐπιχειρημάτων οὐκ ἄτοπον
ἦν, ὥσθ' ὑπονοηθῆναι τὴν πιθανότητα καὶ πυκνότητα  
τοῦ ἀνδρός (ORF 151 Malc.39). ἔφη γὰρ ἱερὸν τὸν
δήμαρχον εἶναι καὶ ἄσυλον, ὅτι τῷ δήμῳ καθωσίωται
καὶ τοῦ δήμου προέστηκεν. ἂν οὖν μεταβαλόμενος τὸν
δῆμον ἀδικῇ καὶ τὴν ἰσχὺν κολούῃ καὶ παραιρῆται τὴν
ψῆφον, αὐτὸς ἑαυτὸν ἀπεστέρηκε τῆς τιμῆς, ἐφ' οἷς
ἔλαβεν οὐ ποιῶν. ἐπεὶ καὶ τὸ Καπετώλιον κατασκάπτον-
τα καὶ τὸ νεώριον ἐμπιπράντα δήμαρχον ἐᾶν δεήσει·
καὶ ταῦτα μὲν ποιῶν δήμαρχός ἐστι πονηρός· ἐὰν δὲ
καταλύῃ τὸν δῆμον, οὐ δήμαρχός ἐστι. πῶς οὖν οὐ δεινόν,
εἰ τὸν μὲν ὕπατον ὁ δήμαρχος ἄξει, τὸν δὲ δήμαρχον οὐκ

Πλούταρχος. Antonius (0007: 058)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 3.1, 2nd edn.”,
17

Ed. Ziegler, K.eipzig: Teubner, 1971.Ch.27, sec. 3, l. 4

 Τῇ δ' ὑστεραίᾳ πάλιν ἀνθεστιῶν αὐτήν, ἐφιλοτι-


μήθη μὲν ὑπερβαλέσθαι τὴν λαμπρότητα καὶ τὴν ἐπιμέ-
λειαν, ἀμφοῖν δὲ λειπόμενος καὶ κρατούμενος ἐν αὐτοῖς
ἐκείνοις, πρῶτος ἔσκωπτεν εἰς αὐχμὸν καὶ ἀγροικίαν τὰ
παρ' αὑτῷ. πολὺ δ' ἡ Κλεοπάτρα καὶ τοῖς σκώμμασι τοῦ
Ἀντωνίου τὸ στρατιωτικὸν ἐνορῶσα καὶ βάναυσον, ἐχρῆτο
καὶ τούτῳ πρὸς αὐτὸν ἀνειμένως ἤδη καὶ κατατεθαρρηκό-
τως. καὶ γὰρ ἦν ὡς λέγουσιν αὐτὸ μὲν καθ' αὑτὸ τὸ κάλλος
αὐτῆς οὐ πάνυ δυσπαράβλητον οὐδ' οἷον ἐκπλῆξαι τοὺς
ἰδόντας, ἁφὴν δ' εἶχεν ἡ συνδιαίτησις ἄφυκτον, ἥ τε
μορφὴ μετὰ τῆς ἐν τῷ διαλέγεσθαι πιθανότητος καὶ τοῦ
περιθέοντος ἅμα πως περὶ τὴν ὁμιλίαν ἤθους ἀνέφερέ τι
κέντρον. ἡδονὴ δὲ καὶ φθεγγομένης ἐπῆν τῷ ἤχῳ· καὶ τὴν
γλῶτταν ὥσπερ ὄργανόν τι πολύχορδον εὐπετῶς τρέπουσα
καθ' ἣν βούλοιτο διάλεκτον, ὀλίγοις παντάπασι δι'
ἑρμηνέως ἐνετύγχανε βαρβάροις, τοῖς δὲ πλείστοις αὐτὴ  
δι' αὑτῆς ἀπεδίδου τὰς ἀποκρίσεις, οἷον Αἰθίοψι Τρωγλο-
δύταις Ἑβραίοις Ἄραψι Σύροις Μήδοις Παρθυαίοις.
πολλῶν δὲ λέγεται καὶ ἄλλων ἐκμαθεῖν γλώττας, τῶν πρὸ
αὐτῆς βασιλέων οὐδὲ τὴν Αἰγυπτίαν ἀνασχομένων παρα-
λαβεῖν διάλεκτον, ἐνίων δὲ καὶ τὸ μακεδονίζειν

Πλούταρχος. Quomodo adolescens poetas audire debeat (14d–37b) (0007: 068)


“Plutarch's moralia, vol. 1”, Ed. Babbitt, F.C.Cambridge, Mass.: Haard University
Press, 1927, Rep1969.Stephanus p. 16, sec. C, l. 1

αὐστηροτέραν ἡγοῦνται τὴν ἀλήθειαν τοῦ ψεύδους.


ἡ μὲν γὰρ ἔργῳ γιγνομένη, κἂν ἀτερπὲς ἔχῃ τὸ
τέλος, οὐκ ἐξίσταται· τὸ δὲ πλαττόμενον λόγῳ
ῥᾷστα περιχωρεῖ καὶ τρέπεται πρὸς τὸ ἥδιον ἐκ
τοῦ λυποῦντος. οὔτε γὰρ μέτρον οὔτε τρόπος
οὔτε λέξεως ὄγκος οὔτ' εὐκαιρία μεταφορᾶς οὔθ'
ἁρμονία καὶ σύνθεσις ἔχει τοσοῦτον αἱμυλίας καὶ
χάριτος ὅσον εὖ πεπλεγμένη διάθεσις μυθολογίας·
ἀλλ' ὥσπερ ἐν γραφαῖς κινητικώτερόν ἐστι χρῶμα
γραμμῆς διὰ τὸ ἀνδρείκελον καὶ ἀπατηλόν, οὕτως
ἐν ποιήμασι μεμιγμένον πιθανότητι ψεῦδος ἐκπλήτ-
τει καὶ ἀγαπᾶται μᾶλλον τῆς ἀμύθου καὶ ἀπλάστου
περὶ μέτρον καὶ λέξιν κατασκευῆς. ὅθεν ὁ Σωκρά-
της ἔκ τινων ἐνυπνίων ποιητικῆς ἁψάμενος αὐτὸς
μέν, ἅτε δὴ γεγονὼς ἀληθείας ἀγωνιστὴς τὸν
ἅπαντα βίον, οὐ πιθανὸς ἦν οὐδ' εὐφυὴς ψευδῶν
δημιουργός, τοὺς δ' Αἰσώπου μύθους ἔπεσιν
ἐνήρμοζεν ὡς ποίησιν οὐκ οὖσαν ᾗ ψεῦδος μὴ
πρόσεστι. θυσίας μὲν γὰρ ἀχόρους καὶ ἀναύλους
ἴσμεν, οὐκ ἴσμεν δ' ἄμυθον οὐδ' ἀψευδῆ ποίησιν.
τὰ δ' Ἐμπεδοκλέους ἔπη καὶ Παρμενίδου καὶ
18

Πλούταρχος. De recta ratione audiendi (37b–48d) (0007: 069)“Plutarch's moralia,


vol. 1”, Ed. Babbitt, F.C.Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1927, Rep1969.
Stephanus p. 42, sec. C, l. 10

 Ἡδέσθω μὲν οὖν ὑπὸ λόγων ὠφελούμενος ὁ  


νέος· οὐ δεῖ δὲ τὸ ἡδὺ τῆς ἀκροάσεως ποιεῖσθαι
τέλος, οὐδ' οἴεσθαι δεῖν ἐκ σχολῆς ἀπιέναι φιλο-
σόφου μινυρίζοντα καὶ γεγανωμένον, οὐδὲ ζητεῖν
μυρίζεσθαι δεόμενον ἐμβροχῆς καὶ καταπλάσματος,
ἀλλὰ χάριν ἔχειν, ἄν τις ὥσπερ καπνῷ σμῆνος λόγῳ
δριμεῖ τὴν διάνοιαν ἀχλύος πολλῆς καὶ ἀμβλύτητος
γέμουσαν ἐκκαθήρῃ. καὶ γὰρ εἰ τοῖς λέγουσι
προσήκει μὴ παντάπασιν ἡδονὴν ἐχούσης καὶ
πιθανότητα λέξεως παραμελεῖν, ἐλάχιστα τούτου
φροντιστέον τῷ νέῳ, τό γε πρῶτον. ὕστερον δέ
που, καθάπερ οἱ πίνοντες, ὅταν παύσωνται διψῶντες,
τότε τὰ τορεύματα τῶν ἐκπωμάτων ὑποθεωροῦσι
καὶ στρέφουσιν, οὕτως ἐμπλησθέντι δογμάτων
καὶ ἀναπνεύσαντι δοτέον τὴν λέξιν εἴ τι κομψὸν
ἔχει καὶ περιττὸν ἐπισκοπεῖν. ὁ δ' εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς
μὴ τοῖς πράγμασιν ἐμφυόμενος ἀλλὰ τὴν λέξιν
Ἀττικὴν ἀξιῶν εἶναι καὶ ἰσχνὴν ὅμοιός ἐστι μὴ
βουλομένῳ πιεῖν ἀντίδοτον, ἂν μὴ τὸ ἀγγεῖον ἐκ
τῆς Ἀττικῆς κωλιάδος ᾖ κεκεραμευμένον, μηδ'

Πλούταρχος. De recta ratione audiendi (37b-48d) Stephanus p. 44, sec. F, l. 4

      
 ὡς ἀν' ἐχινόποδας καὶ ἀνὰ τρηχεῖαν ὄνωνιν
   φύονται μαλακῶν ἄνθεα λευκοΐων.       
ὅπου γὰρ ἐμέτου τινὲς ἐγκώμια καὶ πυρετοῦ καὶ
νὴ Δία χύτρας ἐπιδεικνύμενοι πιθανότητος οὐκ
ἀμοιροῦσιν, ἦ που λόγος ὑπ' ἀνδρὸς ἁμωσγέπως
δοκοῦντος ἢ καλουμένου φιλοσόφου περαινόμενος
οὐκ ἂν ὅλως ἀναπνοήν τινα καὶ καιρὸν ἀκροαταῖς
εὐμενέσι καὶ φιλανθρώποις παράσχοι πρὸς ἔπαινον;
οἱ γοῦν ἐν ὥρᾳ πάντες, ὥς φησιν ὁ Πλάτων,
ἁμηγέπη δάκνουσι τὸν ἐρωτικόν, καὶ λευκοὺς μὲν
θεῶν παῖδας ἀνακαλῶν μέλανας δ' ἀνδρικούς, καὶ
τὸν γρυπὸν βασιλικὸν καὶ τὸν σιμὸν ἐπίχαριν τὸν
δ' ὠχρὸν μελίχρουν ὑποκοριζόμενος ἀσπάζεται
καὶ ἀγαπᾷ· δεινὸς γάρ ἐστιν ὁ ἔρως ὥσπερ κιττὸς

Πλούταρχος. De defectu oraculorum (409e–438d) (0007: 092)“Plutarchi moralia,


19

vol. 3”, Ed. Sieveking, W.Leipzig: Teubner, 1929, Rep1972.Stephanus p. 422, sec. E,
l. 4

γράμμασι καὶ οὐ βάρβαρος ἀλλ' Ἕλλην γένος ἦν, πολλῆς


Ἑλληνίδος μούσης ἀνάπλεως. ἐλέγχει δ' αὐτὸν ὁ τῶν
κόσμων ἀριθμὸς οὐκ ὢν Αἰγύπτιος οὐδ' Ἰνδὸς ἀλλὰ
Δωριεὺς ἀπὸ Σικελίας, ἀνδρὸς Ἱμεραίου τοὔνομα Πέτρω-
νος. αὐτοῦ μὲν ἐκείνου βιβλίδιον οὐκ ἀνέγνων οὐδ' οἶδα
διασῳζόμενον, Ἵππυς δ' ὁ Ῥηγῖνος (f6 M.), οὗ μέμνηται
Φανίας ὁ Ἐρέσιος (f22 M.), ἱστορεῖ δόξαν εἶναι ταύτην
Πέτρωνος καὶ λόγον, ὡς ἑκατὸν καὶ ὀγδοήκοντα καὶ τρεῖς  
κόσμους ὄντας ἁπτομένους δ' ἀλλήλων κατὰ στοιχεῖον·
ὅ τι δὲ τοῦτ' ἐστί, τὸ κατὰ στοιχεῖον ἅπτεσθαι, μὴ προς-
διασαφῶν μηδ' ἄλλην τινὰ πιθανότητα προσάπτων.’ ὑπο-
λαβὼν δ' ὁ Δημήτριος ‘τίς δ' ἄν’ εἶπεν ‘ἐν τοιούτοις
πράγμασιν εἴη πιθανότης, ὅπου καὶ Πλάτων οὐδὲν εἰπὼν
εὔλογον οὐδ' εἰκὸς οὕτω κατέβαλε τὸν λόγον;’ καὶ ὁ
Ἡρακλέων ‘ἀλλὰ μὴν ὑμῶν’ ἔφη ‘τῶν γραμματικῶν ἀκούο-
μεν εἰς Ὅμηρον (Ο 187) ἀναγόντων τὴν δόξαν, ὡς
ἐκείνου τὸ πᾶν εἰς πέντε κόσμους διανέμοντος, οὐρανὸν
ὕδωρ ἀέρα γῆν ὄλυμπον. ὧν τὰ μὲν δύο κοινὰ καταλείπει,
γῆν μὲν τοῦ κάτω παντὸς οὖσαν ὄλυμπον δὲ τοῦ ἄνω
παντός· οἱ δ' ἐν μέσῳ τρεῖς τοῖς τρισὶ θεοῖς ἀπεδόθησαν.
οὕτω δὲ καὶ Πλάτων (Tim. 31a) ἔοικε τὰ κάλλιστα καὶ

Πλούταρχος. De defectu oraculorum (409e-438d) Stephanus p. 422, sec. E, l. 6

κόσμων ἀριθμὸς οὐκ ὢν Αἰγύπτιος οὐδ' Ἰνδὸς ἀλλὰ


Δωριεὺς ἀπὸ Σικελίας, ἀνδρὸς Ἱμεραίου τοὔνομα Πέτρω-
νος. αὐτοῦ μὲν ἐκείνου βιβλίδιον οὐκ ἀνέγνων οὐδ' οἶδα
διασῳζόμενον, Ἵππυς δ' ὁ Ῥηγῖνος (f6 M.), οὗ μέμνηται
Φανίας ὁ Ἐρέσιος (f22 M.), ἱστορεῖ δόξαν εἶναι ταύτην
Πέτρωνος καὶ λόγον, ὡς ἑκατὸν καὶ ὀγδοήκοντα καὶ τρεῖς  
κόσμους ὄντας ἁπτομένους δ' ἀλλήλων κατὰ στοιχεῖον·
ὅ τι δὲ τοῦτ' ἐστί, τὸ κατὰ στοιχεῖον ἅπτεσθαι, μὴ προς-
διασαφῶν μηδ' ἄλλην τινὰ πιθανότητα προσάπτων.’ ὑπο-
λαβὼν δ' ὁ Δημήτριος ‘τίς δ' ἄν’ εἶπεν ‘ἐν τοιούτοις
πράγμασιν εἴη πιθανότης, ὅπου καὶ Πλάτων οὐδὲν εἰπὼν
εὔλογον οὐδ' εἰκὸς οὕτω κατέβαλε τὸν λόγον;’ καὶ ὁ
Ἡρακλέων ‘ἀλλὰ μὴν ὑμῶν’ ἔφη ‘τῶν γραμματικῶν ἀκούο-
μεν εἰς Ὅμηρον (Ο 187) ἀναγόντων τὴν δόξαν, ὡς
ἐκείνου τὸ πᾶν εἰς πέντε κόσμους διανέμοντος, οὐρανὸν
ὕδωρ ἀέρα γῆν ὄλυμπον. ὧν τὰ μὲν δύο κοινὰ καταλείπει,
γῆν μὲν τοῦ κάτω παντὸς οὖσαν ὄλυμπον δὲ τοῦ ἄνω
παντός· οἱ δ' ἐν μέσῳ τρεῖς τοῖς τρισὶ θεοῖς ἀπεδόθησαν.
οὕτω δὲ καὶ Πλάτων (Tim. 31a) ἔοικε τὰ κάλλιστα καὶ
πρῶτα σωμάτων εἴδη καὶ σχήματα συννέμων ταῖς τοῦ
ὅλου διαφοραῖςπέντε κόσμους καλεῖν,
20

Πλούταρχος. De defectu oraculorum (409e-438d) Stephanus p. 423, sec. B, l. 8

ἀπείρους κόσμους ὑποτιθεμένοις, αὐτὸς ἤδη φησὶ δοκεῖν


ἕνα τοῦτον εἶναι μονογενῆ τῷ θεῷ καὶ ἀγαπητόν, ἐκ τοῦ
σωματοειδοῦς παντὸς ὅλον καὶ τέλειον καὶ αὐτάρκη γεγε-
νημένον. ὅθεν ἄν τις καὶ θαυμάσειεν, ὅτι τἀληθὲς εἰπὼν
αὐτὸς ἑτέροις ἀπιθάνου καὶ λόγον οὐκ ἐχούσης ἀρχὴν  
παρέσχε διανομῆς. τὸ μὲν γὰρ ἕνα μὴ φυλάξαι κόσμον
εἶχεν ἁμωσγέπως ὑπόθεσιν τὴν τοῦ παντὸς ἀπειρίαν, τὸ
δ' ἀφωρισμένως ποιῆσαι τοσούτους καὶ μήτε πλείους τῶν
πέντε μήτ' ἐλάττους κομιδῇ παράλογον καὶ πάσης πιθα-
νότητος ἀπηρτημένον, εἰ μή τι σὺ λέγεις’ ἔφη πρὸς ἐμὲ
βλέψας. κἀγώ ‘δοκεῖ γὰρ οὕτως’ ἔφην ‘ἀφέντας ἤδη τὸν
περὶ χρηστηρίων λόγον ὡς τέλος ἔχοντα μεταλαμβάνειν
ἕτερον τοσοῦτον;’ ‘οὐκ ἀφέντας’ εἶπεν ὁ Δημήτριος ‘ἐκεῖ-
νον, ἀλλὰ μὴ παρελθόντας τοῦτον ἀντιλαμβανόμενον
ἡμῶν. οὐ γὰρ ἐνδιατρίψομεν, ἀλλ' ὅσον ἱστορῆσαι τὴν
πιθανότητα θιγόντες αὐτοῦ μέτιμεν ἐπὶ τὴν ἐξ ἀρχῆς
ὑπόθεσιν.’
 ’Πρῶτον τοίνυν’ ἔφην ἐγώ ‘τὰ κωλύοντα ποιεῖν
κόσμους ἀπείρους οὐκ ἀπείργει πλείονας ἑνὸς ποιεῖν. καὶ
γὰρ θεὸν ἔστιν εἶναι καὶ μαντικὴν καὶ πρόνοιαν ἐν πλείοσι

Πλούταρχος. De defectu oraculorum (409e-438d) Stephanus p. 423, sec. C, l. 4

παρέσχε διανομῆς. τὸ μὲν γὰρ ἕνα μὴ φυλάξαι κόσμον


εἶχεν ἁμωσγέπως ὑπόθεσιν τὴν τοῦ παντὸς ἀπειρίαν, τὸ
δ' ἀφωρισμένως ποιῆσαι τοσούτους καὶ μήτε πλείους τῶν
πέντε μήτ' ἐλάττους κομιδῇ παράλογον καὶ πάσης πιθα-
νότητος ἀπηρτημένον, εἰ μή τι σὺ λέγεις’ ἔφη πρὸς ἐμὲ
βλέψας. κἀγώ ‘δοκεῖ γὰρ οὕτως’ ἔφην ‘ἀφέντας ἤδη τὸν
περὶ χρηστηρίων λόγον ὡς τέλος ἔχοντα μεταλαμβάνειν
ἕτερον τοσοῦτον;’ ‘οὐκ ἀφέντας’ εἶπεν ὁ Δημήτριος ‘ἐκεῖ-
νον, ἀλλὰ μὴ παρελθόντας τοῦτον ἀντιλαμβανόμενον
ἡμῶν. οὐ γὰρ ἐνδιατρίψομεν, ἀλλ' ὅσον ἱστορῆσαι τὴν
πιθανότητα θιγόντες αὐτοῦ μέτιμεν ἐπὶ τὴν ἐξ ἀρχῆς
ὑπόθεσιν.’
 ’Πρῶτον τοίνυν’ ἔφην ἐγώ ‘τὰ κωλύοντα ποιεῖν
κόσμους ἀπείρους οὐκ ἀπείργει πλείονας ἑνὸς ποιεῖν. καὶ
γὰρ θεὸν ἔστιν εἶναι καὶ μαντικὴν καὶ πρόνοιαν ἐν πλείοσι
κόσμοις καὶ τὸ μικροτάτην μὲντύχην παρεμπίπτειν,
τὰ δὲ πλεῖστα καὶ μέγιστα τάξει λαμβάνειν γένεσιν καὶ
μεταβολήν, ὧν οὐδὲν ἡ ἀπειρία δέχεσθαι πέφυκεν.
ἔπειτα τῷ λόγῳ μᾶλλον ἕπεται τὸ τῷ θεῷ μὴ μονογενῆ
μηδ' ἔρημον εἶναι τὸν κόσμον. ἀγαθὸς γὰρ ὢν τελέως
οὐδεμιᾶς ἀρετῆς ἐνδεής ἐστιν,
21

Πλούταρχος. De defectu oraculorum (409e-438d) Stephanus p. 427, sec. A, l. 1

τούτων οὕτως ἔχειν ἢ ἑτέρως οὐκ ἂν ἔγωγε διισχυρισαί-


μην· εἰ δὲ τὸν θεὸν ἐκβιβάζομεν ἑνὸς κόσμου, διὰ τί πέντε
μόνων ποιοῦμεν οὐ πλειόνων δημιουργόν, καὶ τίς ἔστι τοῦ
ἀριθμοῦ τούτου πρὸς τὸ πλῆθος λόγος, ἥδιον ἄν μοι
δοκῶ μαθεῖν ἢ τῆς ἐνταῦθα τοῦ Ε καθιερώσεως τὴν διά-
νοιαν. οὔτε γὰρ τρίγωνος ἢ τετράγωνος οὔτε τέλειος ἢ
κυβικὸς οὔτ' ἄλλην τινὰ φαίνεται κομψότητα παρέχων
τοῖς ἀγαπῶσι τὰ τοιαῦτα καὶ θαυμάζουσιν. ἡ δ' ἀπὸ τῶν
στοιχείων ἔφοδος, ἣν αὐτὸς ὑπῃνίξατο, πάντῃ δύσληπτός  
ἐστι καὶ μηδὲν ὑποφαίνουσα τῆς ἐκεῖνον ἐπεσπασμένης
πιθανότητος εἰπεῖν,ὡς εἰκός ἐστι πέντε σωμάτων ἰσο-
γωνίων καὶ ἰσοπλεύρων καὶ περιεχομένων ἴσοις ἐπιπέδοις
ἐγγενομένων τῇ ὕλῃ τοσούτους εὐθὺς ἐξ αὐτῶν ἀποτελε-
σθῆναι κόσμους.’

Πλούταρχος. De defectu oraculorum (409e-438d) Stephanus p. 427, sec. F, l. 4

εἰ μὴ δόξειε χρῆσθαι λήμμασιν ἀναιρετικοῖς ἀλλήλων.


ἀξιοῖ γὰρ ἅμα πᾶσι τοῖς πέντε μὴ γίγνεσθαι τὴν σύστασιν,
ἀλλὰ τὸ λεπτότατον ἀεὶ καὶ δι' ἐλάττονος πραγματείας
συνιστάμενον προεκπίπτειν εἰς γένεσιν· εἶτα ὥσπερ ἀκό-  
λουθον οὐ μαχόμενον τούτῳ τίθησι τὸ μὴ πᾶσαν ὕλην
πρῶτον εἰσφέρειν τὸ λεπτότατον καὶ ἁπλούστατον, ἀλλ'
ἐνιαχῆ τὰ ἐμβριθῆ καὶ πολυμερῆ φθάνειν προανίσχοντα
ταῖς γενέσεσιν ἐκ τῆς ὕλης. ἄνευ δὲ τούτου πέντε σωμά-
των πρώτων ὑποκειμένων καὶ διὰ τοῦτο κόσμων λεγο-
μένων εἶναι τοσούτων πρὸς μόνα τὰ τέσσαρα τῇ πιθανό-
τητι χρῆται, τὸν δὲ κύβον ὥσπερ ἐν παιδιᾷ ψήφων ὑφῄρη-
ται μήτ' αὐτὸν εἰς ἐκεῖνα μεταβάλλειν πεφυκότα μήτ'
ἐκείνοις παρέχειν μεταβολὴν εἰς ἑαυτόν,ἅτε δὴ τῶν
τριγώνων οὐχ ὁμογενῶν ὄντων. ἐκείνοις μὲν γὰρ ὑπόκειται
κοινὸν ἐν πᾶσι τὸ ἡμιτρίγωνον, ἐν τούτῳ δ' ἴδιον μόνῳ τὸ
ἰσοσκελὲς οὐ ποιοῦν πρὸς ἐκεῖνο σύννευσιν οὐδὲ σύγκρασιν
ἑνωτικήν. εἴπερ οὖν πέντε σωμάτων ὄντων καὶ πέντε
κόσμων ἓνἐν ἑκάστῳ τὴν ἡγεμονίαν ἔχει τῆς γενέσεως,
ὅπου γέγονεν ὁ κύβος πρῶτος, οὐδὲν ἔσται τῶν ἄλλων·
εἰς οὐδὲν γὰρ ἐκείνων μεταβάλλειν πέφυκεν. ἐῶ γάρ, ὅτι
καὶ τοῦ καλουμένου δωδεκαέδρου στοιχεῖον

Πλούταρχος. Quaestiones convivales (612c–748d) (0007: 112)“Plutarchi moralia,


vol. 4”, Ed. Hubert, C.Leipzig: Teubner, 1938, Rep1971.Stephanus p. 673, sec. F, l. 6

ὁμοῦ δὲ πεπλασμένον ἐκ τῶν ἀλεύρων κυνίδιον ἢ βοΐδιον,


ἐπὶ τοῦτ' ἂν ἴδοις φερόμενον· καὶ ὁμοίως εἴ τιςἀργύ-
22

ριον ἄσημον, ἕτερος δὲ ζῴδιον ἀργυροῦν ἢ ἔκπωμα παρα-


σταίη διδούς, τοῦτ' ἂν λάβοι μᾶλλον, ᾧ τὸ τεχνικὸν καὶ
λογικὸν ἐνορᾷ καταμεμιγμένον. ὅθεν καὶ τῶν λόγων τοῖς
ᾐνιγμένοις χαίρουσι μᾶλλον οἱ τηλικοῦτοι καὶ τῶν παι-
διῶν ταῖς περιπλοκήν τινα καὶ δυσκολίαν ἐχούσαις· ἕλκει
γὰρ ὡς οἰκεῖον ἀδιδάκτως τὴν φύσιν τὸ γλαφυρὸν καὶ  
πανοῦργον. ἐπεὶ τοίνυν ὁ μὲν ἀληθῶς ὀργιζόμενος ἢ λυπού-
μενος ἔν τισι κοινοῖς πάθεσι καὶ κινήμασιν ὁρᾶται, τῇ δὲ
μιμήσει πανουργία τις ἐμφαίνεται καὶ πιθανότης ἄνπερ
ἐπιτυγχάνηται,τούτοις μὲν ἥδεσθαι πεφύκαμεν ἐκείνοις
δ' ἀχθόμεθα. καὶ γὰρ ἐπὶ τῶν θεαμάτων ὅμοια πεπόνθα-
μεν· ἀνθρώπους μὲν γὰρ ἀποθνήσκοντας καὶ νοσοῦντας
ἀνιαρῶς ὁρῶμεν· τὸν δὲ γεγραμμένον Φιλοκτήτην καὶ τὴν
πεπλασμένην Ἰοκάστην, ἧς φασιν εἰς τὸ πρόσωπον ἀργύ-
ρου τι συμμῖξαι τὸν τεχνίτην, ὅπως ἐκλείποντος ἀνθρώ-
που καὶ μαραινομένου λάβῃ περιφάνειαν ὁ χαλκός,
ἰδόντεςἡδόμεθα καὶ θαυμάζομεν. τοῦτο δ'’ εἶπον,

Πλούταρχος. Quaestiones convivales (612c-748d) Stephanus p. 745, sec. C, l. 5

δὲ πάσας καὶ συντετάχθαι κατὰ λόγους ἐναρμονίους, ὧν


ἑκάστης φύλακα Μοῦσαν εἶναι, τῆς μὲν πρώτης Ὑπάτην,
τῆς δ' ἐσχάτης Νεάτην, Μέσην δὲ τῆς μεταξύ, συνέχου-
σαν ἅμα καὶ συνεπιστρέφουσαν, ὡς ἀνυστόν ἐστι, τὰ θνητὰ
τοῖς θείοις καὶ τὰ περίγεια τοῖς οὐρανίοις· ὡς καὶ Πλά-  
των (Rep. 617b/c) ᾐνίξατο τοῖς τῶν Μοιρῶν ὀνόμασιν τὴν
μὲν Ἄτροπον τὴν δὲ Κλωθὼτὴν δὲ Λάχεσιν προσα-
γορεύσας· ἐπεὶ ταῖς γε τῶν ὀκτὼ σφαιρῶν περιφοραῖς
Σειρῆνας οὐ Μούσας ἰσαρίθμους ἐπέστησεν.’
 Ὑπολαβὼν δὲ Μενέφυλοςὁ Περιπατητικός ‘τὰ μὲν
Δελφῶν’ εἶπεν ‘ἁμωσγέπως μετέχει πιθανότητος· ὁ δὲ
Πλάτων ἄτοπος, ταῖς μὲν ἀιδίοις καὶ θείαις περιφοραῖς
ἀντὶ τῶν Μουσῶν τὰς Σειρῆνας ἐνιδρύων, οὐ πάνυ φιλ-
ανθρώπους οὐδὲ χρηστὰς δαίμονας, τὰς δὲ Μούσας ἢ
παραλείπων παντάπασιν ἢ τοῖς τῶν Μοιρῶν ὀνόμασι προς-
αγορεύων καὶ καλῶν θυγατέρας Ἀνάγκης· ἄμουσον γὰρ ἡ
Ἀνάγκη μουσικὸν δ' ἡ Πειθώ, καὶ Μούσαις φιλοδα-
μοῦσα πολὺ μᾶλλον οἶμαι τῆς Ἐμπεδοκλέους (f116)
Χάριτος ‘στυγέει δύστλητον Ἀνάγκην’.’ ‘πάνυ μὲν
οὖν’ ὁ Ἀμμώνιοςἔφη ‘τὴν ἐν ἡμῖν ἀκούσιον αἰτίαν καὶ
ἀπροαίρετον·

Πλούταρχος. Quaestiones convivales (612c-748d) Stephanus p. 748, sec. A, l. 3

 Δῶρός τε Ξοῦθός τε καὶ Αἴολος ἱππιοχάρμης·’       


εἰ δὲ μή, τοῖς ἄγαν πεζοῖς καὶ κακομέτροις, ὡς τὰ τοιαῦτα
(Tadesp. 400)·       
23

 ’ἐγένοντο τοῦ μὲν Ἡρακλῆς τοῦ δ' Ἴφικλος·’


 ’τῆσδε πατὴρ καὶ ἀνὴρ καὶ παῖς βασιλεῖς, καὶ ἀδελφοί,
 καὶ πρόγονοι. κλῄζει δ' Ἑλλὰς Ὀλυμπιάδα’·       
τοιαῦτα γὰρ ἁμαρτάνεται καὶ περὶ τὴν ὄρχησιν ἐν ταῖς
δείξεσιν, ἂν μὴ πιθανότητα μηδὲ χάριν μετ' εὐπρεπείας
καὶ ἀφελείας ἔχωσι. καὶ ὅλως’ ἔφη ‘μεταθετέον τὸ Σιμω-
νίδειον ἀπὸ τῆς ζωγραφίας ἐπὶ τὴν ὄρχησιν· σιωπῶ-
σαν, καὶ φθεγγομένην ὄρχησιν [δὲ] πάλιν τὴν ποίησιν·  
ὅθεν εἶπεν οὔτε γραφικὴν εἶναι ποιητικῆς οὔτε ποιητι-
κὴν γραφικῆς, οὐδὲ χρῶνται τὸ παράπαν ἀλλήλαις· ὀρ-
χηστικῇ δὲ καὶ ποιητικῇ κοινωνία πᾶσα καὶ μέθ-
εξις ἀλλήλων ἐστί, καὶ μάλιστα [μιμούμεναι] περὶ τὸ
τῶν ὑπορχημάτων γένος ἓν ἔργον ἀμφότεραι τὴν διὰ τῶν
σχημάτων καὶ τῶν ὀνομάτων μίμησιν ἀποτελοῦσι. δόξειε
δ' ἂν ὥσπερ ἐν γραφικῇ τὰ μὲν ποιήματα ταῖς γραμμαῖς,

Πλούταρχος. Amatorius (748e–771e) (0007: 113)“Plutarchi moralia, vol. 4”, Ed.


Hubert, C.Leipzig: Teubner, 1938, Rep1971.Stephanus p. 769, sec. C, l. 11

θαρραλέον καὶ τὸ μεγαλόψυχον ἐν πολλαῖς ἐπιφανὲς γέ-


γονε δὲ πρὸς τὰ ἄλλα κατὰ τὴν φύσιν αὐτῶν, ἀλλ' ἢ
ψέγοντας εἰς μόνην φιλίαν ἀνάρμοστον ἀποφαίνειν, παν-
τάπασι δεινόν. καὶ γὰρ φιλότεκνοι καὶ φίλανδροι, καὶ τὸ
στερκτικὸν ὅλως ἐν αὐταῖς, ὥσπερ εὐφυὴς χώρα καὶ δεκ-
τικὴ φιλίας, οὔτε πειθοῦς οὔτε χαρίτων ἄμοιρον ὑπόκει-
ται. καθάπερ δὲ λόγῳ ποίησις ἡδύσματα μέλη καὶ μέτρα
καὶ ῥυθμοὺς ἐφαρμόσασα καὶ τὸ παιδεῦον αὐτοῦ κινητι-
κώτερον ἐποίησε καὶ τὸ βλάπτον ἀφυλακτότερον, οὕτως
ἡ φύσις γυναικὶ περιθεῖσα χάριν ὄψεως καὶ φωνῆς πιθα-
νότητα καὶ μορφῆς ἐπαγωγὸν εἶδος, τῇ μὲν ἀκολάστῳ
πρὸς ἡδονὴν καὶ ἀπάτην τῇ δὲ σώφρονι πρὸς εὔνοιαν
ἀνδρὸς καὶ φιλίαν μεγάλα συνήργησεν. ὁ μὲν οὖν Πλάτων
τὸν Ξενοκράτη, τἄλλα γενναῖον ὄντα καὶ μέγαν αὐστηρό-
τατον δὲ τῷ ἤθει, παρεκάλει θύειν ταῖς Χάρισι· χρηστῇ
δ' ἄν τις γυναικὶ καὶ σώφρονι παραινέσειε τῷ Ἔρωτι
θύειν, ὅπως εὐμενὴς συνοικουρῇ τῷ γάμῳ καὶ ἡδὺς ...
γυναικείοις, καὶ μὴ πρὸς ἑτέραν ἀπορρυεὶς ὁ ἀνὴρ ἀναγκά-
ζηται τὰς ἐκ τῆς κωμῳδίας λέγειν φωνάς (Com. adesp. 221)

Πλούταρχος. De facie in orbe lunae (920b–945e) (0007: 126)“Plutarchi moralia,


vol. 5.3, 2nd edn.”, Ed. Pohlenz, M.Leipzig: Teubner, 1960.Stephanus p. 929, sec. E,
l. 8

φωτισμὸν ἀπ' αὐτῆς. ὅθεν οὐδὲ θερμὸν οὐδὲ λαμπρὸν


ἀφικνεῖται πρὸς ἡμᾶς, ὥσπερ ἦν εἰκὸς ἐξάψεως καὶ μί-
ξεως δυοῖνφώτων γεγενημένης ἀλλ' οἷον αἵ τε φω-
ναὶ κατὰ τὰς ἀνακλάσεις ἀμαυροτέραν ἀναφαίνουσι τὴν
24

ἠχὼ τοῦ φθέγματος αἵ τε πληγαὶ τῶν ἀφαλλομένων βε-


λῶν μαλακώτεραι προσπίπτουσιν, ‘ὣς αὐγὴ τύψασα σε-  
ληναίης κύκλον εὐρύν’ (Empedocles B 43) ἀσθενῆ καὶ
ἀμυδρὰν ἀνάρροιαν ἴσχει πρὸς ἡμᾶς, διὰ τὴν κλάσιν
ἐκλυομένης τῆς δυνάμεως’.
 Ὑπολαβὼν δ' ὁ Σύλλας ‘ἀμέλει ταῦτ'’ εἶπεν
’ἔχει τινὰς πιθανότητας· ὃ δ' ἰσχυρότατόν ἐστι τῶν ἀντι-
πιπτόντων, πότερον ἔτυχέ τινος παραμυθίας ἢ παρῆλθεν
ἡμῶν τὸν ἑταῖρον;’ ‘τί τοῦτο’ ἔφη ‘λέγεις;’ ὁ Λεύκιος·
’ἦ τὸ πρὸς τὴν διχότομον ἀπορούμενον’; ‘πάνυ μὲν οὖν’
ὁ Σύλλας εἶπεν· ‘ἔχει γάρ τινα λόγον τὸ πάσης ἐν ἴσαις
γωνίαις γινομένης ἀνακλάσεως, ὅταν ἡ σελήνη διχοτο-
μοῦσα μεσουρανῇ, μὴ φέρεσθαι τὸ φῶς ἐπὶ γῆς ἀπ' αὐ-
τῆς ἀλλ' ὀλισθάνειν ἐπέκεινα τῆς γῆς· ὁ γὰρ ἥλιος ἐπὶ
τοῦ ὁρίζοντος ὢν ἅπτεται τῇ ἀκτῖνι τῆς σελήνης·διὸ
καὶ κλασθεῖσα πρὸς ἴσαςἐπὶ θάτερον ἐκπεσεῖται πέ-
ρας καὶ οὐκ ἀφήσει δεῦρο τὴν αὐγήν·

Πλούταρχος. De primo frigido (945f–955c) (0007: 127)“Plutarchi moralia, vol. 5.3,


2nd edn.”, Ed. Hubert, C.Leipzig: Teubner, 1960.Stephanus p. 949, sec. F, l. 4

τες. οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τὸ περὶ ἡμᾶς συμβαῖνον ἱκανὴν μαρ-


τυρίαν δίδωσι· μετὰ γὰρ τὰ λουτρὰ καὶ τὰς ἐξιδρώσεις
περιψυχόμεθα μᾶλλον, τοῖς σώμασιν ἀνειμένοις καὶ δια-
κεχυμένοις πολλὴν ψυχρότητα μετὰ τοῦ ἀέρος καταδεχό-
μενοι. τὸ δ' αὐτὸ τοῦτο καὶ τὸ ὕδωρ πάσχει· ψύχεται
γάρ, ἂν προθερμανθῇ, μᾶλλον, εὐπαθέστερον τῷ ἀέρι γε-
νόμενον· ὁπότε τὰ ζέοντα τῶν ὑδάτων ἀναρύτοντες καὶ
μετεωρίζοντες οὐδὲν ἄλλο δήπου ποιοῦσιν ἢ πρὸς ἀέρα
πολὺν ἀνακεραννύουσιν. ὁ μὲν οὖν τῷ ἀέρι τὴν πρώτην
ἀποδιδοὺς τῆς ψυχρότητος δύναμιν, ὦ Φαβωρῖνε, λόγος
ἐν τοιαύταις ἐστὶ πιθανότησιν.
 Ὁ δὲ τῷ ὕδατι λαμβάνει μὲν καὶ αὐτὸς ἀρχὰς
ὁμοίως, οὕτω πως τοῦ Ἐμπεδοκλέους λέγοντος (f21,
3. 5)·

Πλούταρχος. De primo frigido (945f-955c) Stephanus p. 955, sec. C, l. 9

τῇ διαφορᾷ τῶν δυνάμεων τὰ μὲν θερμὰ καὶ λαμπρὰ καὶ


ταχέα καὶ κοῦφα τῇ θείᾳ καὶ ἀιδίῳ φύσει προσνέμοντας,
τὰ δὲ σκοτεινὰ καὶ ψυχρὰ καὶ βραδέα φθιτῶν καὶ ἐνέρων
οὐκ εὐδαίμονα κλῆρον ἀποφαίνοντας. ἐπεὶ καὶ τὸ σῶμα  
τοῦ ζῴου, μέχρι μὲν ἔμπνουν ἐστὶ καὶ ‘θαλερόν’, ὡς οἱ
ποιηταὶ λέγουσι, θερμότητι χρῆται καὶ ζωῇ· γενόμενον
δὲ τούτων ἔρημον καὶ ἀπολειφθὲν ἐν μόνῃ τῇ τῆς γῆς
μοίρᾳ ψυχρότης εὐθὺς ἴσχει καὶ κρύος, ὡς ἐν παντὶ μᾶλ-
λον ἢ τῷ γεώδει κατὰ φύσιν θερμότητος ἐνυπαρχούσης.
 Ταῦτ', ὦ Φαβωρῖνε, τοῖς εἰρημένοις ὑφ' ἑτέρων
25

παράβαλλε· κἂν μήτε λείπηται τῇ πιθανότητι μήθ' ὑπερ-


έχῃ πολύ, χαίρειν ἔα τὰς δόξας, τὸ ἐπέχειν ἐν τοῖς ἀδή-
λοις τοῦ συγκατατίθεσθαι φιλοσοφώτερον ἡγούμενος.  
    

Πλούταρχος. De esu carnium i (993a–996c) (0007: 131)“Plutarchi moralia, vol.


6.1”, Ed. Hubert, C.Leipzig: Teubner, 1954, Rep1959.Stephanus p. 994, sec. E, l. 1

λιτῶς, ἀλλ' ὁμοῦ πάθεσι πολλοῖς μᾶλλον δὲ παντοδαποῖς,


εἰς ψυχὰς ὁμοίως πολλὰς καὶ ποικίλας καὶ διαφόρους τῶν
ἀκροωμένων ἢ τῶν δικαζόντων, ἃς δεῖ τρέψαι καὶ μετα-
βαλεῖν ἢ νὴ Δία πραῧναι καὶ ἡμερῶσαι καὶ καταστῆσαι,
εἶτα παρεὶς τοῦτο τοῦ πράγματος ὁρᾶν καὶ μετρεῖν τὸ
φύλαιον καὶ ἀγώνισμα, παραρρήσεις ἐκλέγοι, ἃς κατιὼν
ὁ λόγος συγκατήνεγκε τῇ ῥύμῃ τῆς φορᾶς, συνεκπεσούσας  
καὶ παρολισθούσας τῷ λοιπῷ τοῦ λόγου; καὶ δημηγόρου
τινὸς ὁρῶν
 Ἀλλ' οὐδὲν ἡμᾶς δυσωπεῖ, οὐ χρόας ἀνθηρὸν εἶδος,
οὐ φωνῆς ἐμμελοῦς πιθανότης, οὐ πανουργία ψυχῆς, οὐ
τὸ καθάριον ἐν διαίτῃ καὶ περιττὸν ἐν συνέσει τῶν ἀθλίων,
ἀλλὰ σαρκιδίου μικροῦ χάριν ἀφαιρούμεθα ψυχήν, ἡλίου
φῶς, τὸν τοῦ βίου χρόνον, ἐφ' ἃ γέγονε καὶ πέφυκεν. εἶθ'
ἃς φθέγγεται καὶ διατρίζει φωνὰς ἀνάρθρους εἶναι δοκοῦ-
μεν, οὐ παραιτήσεις καὶ δεήσεις καὶ δικαιολογίας ἑκάστου
λέγοντος ‘οὐ παραιτοῦμαί σου τὴν ἀνάγκην ἀλλὰ τὴν
ὕβριν· ἵνα φάγῃς ἀπόκτεινον, ἵνα δ' ἥδιον φάγῃς μή μ'
ἀναίρει.’ ὢ τῆς ὠμότητος· δεινὸν μέν ἐστι καὶ τιθεμένην
ἰδεῖν τράπεζαν ἀνθρώπων πλουσίων νεκροκόσμοις χρω-
μένων μαγείροις καὶ ὀψοποιοῖς,

Πλούταρχος. De Stoicorum repugnantiis (1033a–1057b) (0007: 136)


“Plutarchi moralia, vol. 6.2, 2nd edn.”, Ed. Westman, (post M. Pohlenz)
Leipzig: Teubner, 1959.Stephanus p. 1040, sec. B, l. 4

συμβουλεύων κατακρημνίζειν καὶ καταποντίζειν ἑαυτὸν


ὑπὲρ τοῦ φυγεῖν τὴν κακίαν; Ἀντισθένη μὲν γὰρ ἐπαινῶν
ὅτι τοὺς μὴ νοῦν ἔχοντας εἰς βρόχον συνήλαυνεν, αὑτὸν 
αὐτὸς ἔψεγεν εἰπόντα μηδὲν εἶναι τὴν κακίαν πρὸς τὸ ἐκ
τοῦ ζῆν ἡμᾶς ἀπαλλάττειν.
 Ἐν δὲ τοῖς πρὸς αὐτὸν Πλάτωνα περὶ Δικαιοσύνης
εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἐνάλλεται τῷ περὶ θεῶν λόγῳ καί φησιν
οὔτ' ὀρθῶς ἀποτρέπειν τῷ ἀπὸ τῶν θεῶν φόβῳ τῆς ἀδι-
κίας τὸν Κέφαλον, εὐδιάβλητόν τ' εἶναι καὶ πρὸς τοὐναν-
τίον ἐξάγειν ἔχοντα πολλοὺς περισπασμοὺς καὶ πιθα-
νότητας ἀντιπιπτούσας τὸν περὶ τῶν ὑπὸ τοῦ θεοῦ κολά-
σεων λόγον, ὡς οὐδὲν διαφέροντα τῆς Ἀκκοῦς καὶ τῆς
Ἀλφιτοῦς, δι' ὧν τὰ παιδάρια τοῦ κακοσχολεῖν αἱ γυ-
ναῖκες ἀνείργουσιν. οὕτω δὲ διασύρας τὰ τοῦ Πλάτωνος
ἐπαινεῖ πάλιν ἐν ἄλλοις καὶ προφέρεται τὰ τοῦ Εὐριπίδου
26

ταυτὶ πολλάκις (f991)·


      
     ’ἀλλ' ἔστιν, κεἴ τις ἐγγελᾷ λόγῳ,
   Ζεὺς καὶ θεοὶ βρότεια λεύσσοντες πάθη·’
      
καὶ ὁμοίως ἐν τῷ πρώτῳ περὶ Δικαιοσύνης τὰ Ἡσιόδεια

Πλούταρχος. De communibus notitiis adversus Stoicos (1058e–108b) (0007: 138)


“Plutarchi moralia, vol. 6.2, 2nd edn.”, Ed. Westman, (post M. Pohlenz)
Leipzig: Teubner, 1959.
Stephanus p. 1065, sec. D, l. 6

αὐτοῖς ὅτι καὶ φθίσις γέγονεν ἀνθρώπῳ πρὸς εὐεξίαν καὶ


ποδάγρα πρὸς ὠκύτητα· καὶ οὐκ ἂν ἦν Ἀχιλλεὺς κομήτης,
εἰ μὴ φαλακρὸς Θερσίτης. τί γὰρ διαφέρουσι τῶν ταῦτα
ληρούντων καὶ φλυαρούντων οἱ λέγοντες μὴ ἀχρήστως γε-
γονέναι πρὸς τὴν ἐγκράτειαν τὴν ἀκολασίαν καὶ πρὸς τὴν
δικαιοσύνην τὴν ἀδικίαν; ὅπως εὐχώμεθα τοῖς θεοῖς ἀεὶ
μοχθηρίαν εἶναι (Hes. O. D. 78) ‘ψεύδεά θ' αἱμυλίους τε
λόγους καὶ ἐπίκλοπον ἦθος’, εἰ τούτων ἀναιρεθέντων
οἴχεται φροῦδος ἡ ἀρετὴ καὶ συναπόλωλεν.
 Ἢ βούλει τὸ ἥδιστον αὐτοῦ τῆς γλαφυρίας καὶ
πιθανότητος ἱστορῆσαι; ‘ὥσπερ γὰρ αἱ κωμῳδίαι’ φησίν
’ἐπιγράμματα γελοῖα φέρουσιν, ἃ καθ' αὑτὰ μέν ἐστι
φαῦλα τῷ δ' ὅλῳ ποιήματι χάριν τινὰ προστίθησιν, οὕτω
ψέξειας ἂν αὐτὴν ἐφ' ἑαυτῆς τὴν κακίαν, τοῖς δ' ὅλοις οὐκ
ἄχρηστός ἐστι.’ πρῶτον μὲν οὖν τὴν κακίαν γεγονέναι κατὰ
τὴν τοῦ θεοῦ πρόνοιαν, ὥσπερ τὸ φαῦλον ἐπίγραμμα γέ-
γονε κατὰ τὴν τοῦ ποιητοῦ βούλησιν, πᾶσαν ἐπίνοιαν ἀτο-
πίας ὑπερβάλλει. τί γὰρ μᾶλλον ἀγαθῶν ἢ κακῶν δοτῆρες
ἔσονται; πῶς δ' ἔτι θεοῖς ἐχθρὸν ἡ κακία καὶ θεομισές;  
ἢ τί πρὸς τὰ τοιαῦτα δυσφημήματα λέγειν ἕξομεν, ὡς
(Aesch. Niobe f156)

Πλούταρχος. Non posse suaviter vivi secundum Epicurum (1086c–1107c) (0007:


139)“Plutarchi moralia, vol. 6.2, 2nd edn.”, Ed. Westman, (post M. Pohlenz)Leipzig:
Teubner, 1959.Stephanus p. 1093, sec. D, l. 11

καὶ ἁρμονικῆς δριμὺ καὶ ποικίλον ἔχουσαι τὸ δέλεαρ οὐθὲν


τῶν ἀγωγίμων ἀποδέουσιν, ἕλκουσαι καθάπερ ἴυγξι τοῖς
διαγράμμασιν· ὧν ὁ γευσάμενος, ἄνπερ ἔμπειρος ᾖ, τὰ
Σοφοκλέους περίεισιν ᾄδων (f224)
      
  ’μουσομανεῖ δὲ λάφθην δαν καὶ τὸ ποτιδειραν,
  εὔχομαι δ' ἔκ τε λύρας ἔκ τε νόμων,
27

  οὓς Θαμύρας περίαλλα μουσοποιεῖ’


      
καὶ νὴ Δί' Εὔδοξος καὶ Ἀρίσταρχος καὶ Ἀρχιμήδης. ὅπου
γὰρ οἱ φιλογραφοῦντες οὕτως ἄγονται τῇ πιθανότητι τῶν
ἔργων, ὥστε Νικίαν γράφοντα τὴν Νεκυίαν ἐρωτᾶν πολ-
λάκις τοὺς οἰκέτας εἰ ἠρίστηκε, Πτολεμαίου δὲ τοῦ βασι-
λέως ἑξήκοντα τάλαντα τῆς γραφῆς συντελεσθείσης πέμ-
ψαντος αὐτῷ, μὴ λαβεῖν μηδ' ἀποδόσθαι τὸ ἔργον, τίνας
οἰόμεθα καὶ πηλίκας ἡδονὰς ἀπὸ γεωμετρίας δρέπεσθαι
καὶ ἀστρολογίας Εὐκλείδην γράφοντα τὰ διοπτικὰ καὶ
Φίλιππον ἀποδεικνύντα περὶ τοῦ σχήματος τῆς σελήνης
καὶ Ἀρχιμήδην ἀνευρόντα τῇ γωνίᾳ τὴν διάμετρον τοῦ
ἡλίου τηλικοῦτον τοῦ μεγίστου κύκλου μέρος οὖσαν, ἡλί-
κον ἡ γωνία τῶν τεσσάρων ὀρθῶν, καὶ Ἀπολλώνιον καὶ

Πλούταρχος. Adversus Colotem (1107d–1127e) (0007: 140)“Plutarchi moralia, vol.


6.2, 2nd edn.”, Ed. Westman, (post M. Pohlenz)Leipzig: Teubner, 1959.
Stephanus p. 1111, sec. C, l. 8
πειν λέγει, καὶ τῆς ἡδονῆς ἕνεκα τὴν φιλίαν αἱρούμενος
ὑπὲρ τῶν φίλων τὰς μεγίστας ἀλγηδόνας ἀναδέχεσθαι,
καὶ τὸ μὲν πᾶν ἄπειρον ὑποτίθεσθαι, τὸ δ' ἄνω καὶ κάτω
μὴ ἀναιρεῖν. ἔστι δὲ οὓσ... κύλικα μὲν λαβόντα καὶ
πιεῖν ὅσον ἂν ἐθέλῃ καὶ ἀποδοῦναι τὸ λεῖπον, ἐν δὲ τῷ
λόγῳ μάλιστα δεῖ τοῦ σοφοῦ τούτου μνημονεύειν ἀπο-
φθέγματος ‘ὧν αἱ ἀρχαὶ οὐκ ἀναγκαῖαι, τὰ τέλη ἀναγ-
καῖα’. οὐκ οὖν ἀναγκαῖον ὑποθέσθαι μᾶλλον δ' ὑφελέ-
σθαι Δημοκρίτου, ἀτόμους εἶναι τῶν ὅλων ἀρχάς· θε-
μένῳ δὲ τὸ δόγμα καὶ καλλωπισαμένῳ ταῖς πρώταις
πιθανότησιν αὐτοῦ προσεκποτέον ἐστὶ τὸ δυσχερές, ἢ
δεικτέον ὅπως ἄποια σώματα παντοδαπὰς ποιότητας
αὐτῷ μόνῳ τῷ συνελθεῖν παρέσχεν. οἷον εὐθύς, τὸ καλού-
μενον θερμὸν ὑμῖν πόθεν ἀφῖκται καὶ πῶς ἐπιγέγονε ταῖς
ἀτόμοις, αἳ μήτ' ἦλθον ἔχουσαι θερμότητα μήτ' ἐγέ-
νοντο θερμαὶ συνελθοῦσαι; τὸ μὲν γὰρ ἔχοντος ποιότητα  
τὸ δὲ πάσχειν πεφυκότος, οὐδέτερον δὲ ταῖς ἀτόμοις ὑπ-
άρχειν φατὲ προσῆκον εἶναι διὰ τὴν ἀφθαρσίαν.

Πλούταρχος. Adversus Colotem (1107d-1127e) Stephanus p. 1119, sec. C, l. 12

ἐνεποίησεν ὁ καθηγεμὼν καὶ θεοῖς πολεμῶν καὶ θείοις


ἀνδράσι.  –  
 Μετὰ δὲ Σωκράτην καὶ Πλάτωνα προσμάχεται
Στίλπωνι· καὶ τὰ μὲν ἀληθινὰ δόγματα καὶ τοὺς λόγους
τοῦ ἀνδρός, οἷς ἑαυτόν τε κατεκόσμει καὶ πατρίδα καὶ φί-
λους καὶ τῶν βασιλέων τοὺς περὶ αὐτὸν σπουδάσαντας, οὐ
γέγραφεν, οὐδ' ὅσον ἦν φρόνημα τῇ ψυχῇ μετὰ πραότητος
καὶ μετριοπαθείας, ὧν δὲ παίζων καὶ χρώμενος γέλωτι
28

πρὸς τοὺς σοφιστὰς λογαρίων προύβαλλεν αὐτοῖς, ἑνὸς


μνησθεὶς καὶ πρὸς τοῦτο μηδὲν εἰπὼν μηδὲ λύσας τὴν
πιθανότητα τραγῳδίαν ἐπάγει τῷ Στίλπωνι καὶ τὸν βίον
ἀναιρεῖσθαί φησιν ὑπ' αὐτοῦ λέγοντος ἕτερον ἑτέρου μὴ
κατηγορεῖσθαι. ‘πῶς γὰρ βιωσόμεθα μὴ λέγοντες ἄνθρω-
πον ἀγαθὸν μηδ' ἄνθρωπον στρατηγὸν ἀλλ' ἄνθρωπον
ἄνθρωπον καὶ χωρὶς ἀγαθὸν ἀγαθὸν καὶ στρατηγὸν στρα-
τηγόν, μηδ' ἱππεῖς μυρίους μηδὲ πόλιν ἐχυράν, ἀλλ' ἱππεῖς
ἱππεῖς, καὶ μυρίους μυρίους, καὶ τὰ ἄλλα ὁμοίως;’ τίς δὲ
διὰ ταῦτα χεῖρον ἐβίωσεν ἀνθρώπων; τίς δὲ τὸν λόγον
ἀκούσας οὐ συνῆκεν, ὅτι παίζοντός ἐστιν εὐμούσως ἢ
γύμνασμα τοῦτο προβάλλοντος ἑτέροις διαλεκτικόν; οὐκ
ἄνθρωπον, ὦ Κωλῶτα, μὴ λέγειν ἀγαθὸν οὐδ' ἱππεῖς μυ

Πλούταρχος. Frag.(0007: 145)“Plutarchi moralia, vol. 7”, Ed. Sandbach, F.H.


Leipzig: Teubner, 1967.Fragment 147, l. 10

Περὶ μαντικῆς.  Τῶν τεχνῶν, ὡς ἔοικε, τὰς μὲν ἡ χρεία συνέστησεν ἐξ


ἀρχῆς καὶ μέχρι νῦν διαφυλάσσει –        
 ’χρειὼ πάντ' ἐδίδαξε, τί δ' οὐ χρειώ κεν ἀνεύροι’       
τῶν ἀναγκαίων;  – ὑφαντικὴν οἰκοδομικὴν ἰατρικὴν καὶ
ὅσαι περὶ γεωργίαν ἀναστρέφονται· τὰς δ' ἡδονή τις προς-
ηγάγετο καὶ κατέσχε, τὴν τῶν μυρεψῶν καὶ τῶν ὀψο-
ποιῶν καὶ κομμωτικὴν πᾶσαν καὶ ἀνθοβαφίαν. ἔστι δ'
ὧν τὴν πιθανότητα καὶ τὴν ἀκρίβειαν καὶ τὸ καθάριον
ἀγαπῶντες ἐκμανθάνουσι καὶ περιέπουσιν, ὡς ἀριθμη-
τικὴν καὶ γεωμετρίαν καὶ κανονικὴν πᾶσαν καὶ ἀστρο-
λογίαν, ἅς φησιν ὁ Πλάτων (Rep. 528c) καίπερ ἀμελου-
μένας ‘βίᾳ ὑπὸ χάριτος αὔξεσθαι’.  
       

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (0008: 001)“Athenaei Naucratitae deipnosophistarum


libri xv, 3 vols.”, Ed. Kaibel, G.Leipzig: Teubner, 1–2:1887; 3:1890, Rep1–2:1965;
3:1966.Book 9, Kaibel par. 46, l. 29

ὀχεῖσθαι· καὶ γὰρ ὀχευτικὸν τὸ ζῷον καὶ πολύγονον.


τίκτει γοῦν ὁ στρουθός, ὥς φησιν Ἀριστοτέλης
(p. 291 R) καὶ μέχρι ὀκτώ. Ἀλέξανδρος δ' ὁ Μύν-
διος δύο γένη φησὶν εἶναι τῶν στρουθῶν, τὸ μὲν
ἥμερον, τὸ δ' ἄγριον· τὰς δὲ θηλείας αὐτῶν ἀσθενε-
στέρας τά τ' ἄλλα εἶναι καὶ τὸ ῥύγχος κερατοειδὲς
μᾶλλον τὴν χρόαν, τὸ δὲ πρόσωπον οὔτε λίαν λευκὸν
ἐχούσας οὔτε μέλαν. Ἀριστοτέλης δέ φησι (p. 291 R)
τοὺς ἄρρενας τῷ χειμῶνι ἀφανίζεσθαι, διαμένειν δὲ
τὰς θηλείας, τεκμαιρόμενος ἐκ τῆς χρόας τὴν πιθα-
νότητα· ἀλλάττεσθαι γὰρ ὡς τῶν κοσσύφων καὶ φα-
λαρίδων, ἀπολευκαινομένων κατὰ καιρούς. Ἠλεῖοι δὲ
καλοῦσι τοὺς στρουθοὺς δειρήτας, ὡς Νίκανδρός
φησιν ὁ Κολοφώνιος ἐν τρίτῳ Γλωσσῶν (f123 Schn).
29

        ΟΡΤΥΓΕΣ. καθόλου ἐπὶ τῶν εἰς υξληγόντων


ὀνομάτων ἐζήτηται τί δή ποτε τῷ αὐτῷ οὐ χρῶνται
ἐπὶ γενικῆς συμφώνῳ τῆς τελευταίας συλλαβῆς τυπω-
τικῷ (λέγω δὲ ὄνυξ καὶ ὄρτυξ), τὰ δὲ εἰς ξἀρσενικὰ
ἁπλᾶ δισσύλλαβα ὅταν τῷ υπαρεδρεύηται, ἔχῃ δὲ
τῆς τελευταίας συλλαβῆς ἄρχον ἕν τι τῶν ἀμεταβόλων  
ἢ δι' ὧν ἡ πρώτη συζυγία τῶν βαρυτόνων λέγεται,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 15, Kaibel par. 16, l. 49

ὡς εὐανθέστερον γὰρ καὶ κεχαρισμένον μᾶλλον τοῖς


θεοῖς παραγγέλλει στεφανοῦσθαι τοὺς θύοντας. Ἀρι-
στοτέλης δ' ἐν τῷ Συμποσίῳ φησὶν (f98 R) ὅτι
οὐδὲν κολοβὸν προσφέρομεν πρὸς τοὺς θεούς, ἀλλὰ
τέλεια καὶ ὅλα. τὸ δὲ πλῆρες τέλειόν ἐστιν. τὸ δὲ
στέφειν πλήρωσίν τινα σημαίνει. Ὅμηρος (Α 470)·
  κοῦροι δὲ κρητῆρας ἐπεστέψαντο ποτοῖο.
καί (θ 170)·
   ἀλλὰ θεὸς μορφὴν ἔπεσι στέφει.
’τοὺς γὰρ αὖ τὴν ὄψιν ἀμόρφους, φησίν, ἀναπληροῖ
ἡ τοῦ λέγειν πιθανότης ἔοικεν οὖν ὁ στέφανος τοῦτο
ποιεῖν βούλεσθαι. διὸ καὶ περὶ τὰ πένθη τοὐναντίον
παρασκευάζομεν. ὁμοπαθείᾳ γὰρ τοῦ κεκμηκότος κολο-
βοῦμεν ἡμᾶς αὐτοὺς τῇ τε κουρᾷ τῶν τριχῶν καὶ τῇ
τῶν στεφάνων ἀφαιρέσει.’
         Φιλωνίδης δ' ὁ ἰατρὸς
ἐν τῷ περὶ Μύρων καὶ Στεφάνων ‘ἐκ τῆς Ἐρυθρᾶς,
φησίν, θαλάσσης ὑπὸ Διονύσου μετενεχθείσης εἰς τὴν  
Ἑλλάδα τῆς ἀμπέλου καὶ πρὸς ἄμετρον ἀπόλαυσιν
τῶν πολλῶν ἐκτρεπομένων ἄκρατόν τε προσφερομένων
αὐτῶν, οἳ μὲν μανιωδῶς ἐκτρεπόμενοι παρέπαιον, οἳ

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (epitome)“Athenaei dipnosophistarum epitome, vols.


2.1–2.2”, Ed. Peppink, S.P.Leiden: Brill, 2.1:1937; 2.2:1939.
Vol. 2,2, p. 14, l. 27

πρὸς ἀλλήλους καὶ ὁ ἡττήσας τὸν ἡττηθέντα διὰ παντὸς ὀχεύει. ἱστορεῖται
δὲ ὅτι ἀλεκτρυὼν εἰσιὼν οἱανδήποτε θύραν ἐπικλίνει τὸν λόφον καὶ ὅτι τῆς
ὀχείας ἑτέρῳ δίχα μάχης οὐ παραχωρεῖ. Θεόφραστος δέ φησι τοὺς ἀγρίους
ὀχευτικωτέρους εἶναι τῶν ἡμέρων καὶ τοὺς ἄρρενας εὐθὺς ἐξ εὐνῆς ἐθέλειν
πλησιάζειν, τὰς δὲ θηλείας προβαινούσης μᾶλλον τῆς ἡμέρας. ὀχευτικοὶ
δέ εἰσι καὶ οἱ στρουθοί. διὸ καὶ Τερψικλῆς τοὺς ἐμφαγόντας φησὶ στρου-
θῶν καταφόρους πρὸς ἀφροδίσια γίνεσθαι. Σαπφὼ δὲ διὰ ταῦτα καὶ τὴν
Ἀφροδίτην ἐπ' αὐτῶν φησιν ὀχεῖσθαι· καὶ γὰρ ὀχευτικὸν τὸ ζῷον καὶ
πολύγονον. τίκτει γοῦν, ὥς φησιν Ἀριστοτέλης, καὶ μέχρι ὀκτώ. φησὶ δὲ
Ἀριστοτέλης τοὺς ἄρρενας ἐν τῷ χειμῶνι ἀφανίζεσθαι, διαμένειν δὲ τὰς
θηλείας, τεκμαιρόμενος ἐκ τῆς χρόας τὴν πιθανότητα· ἀλλάττεσθαι γὰρ ὡς
τῶν κοσσύφων καὶ φαλαρίδων, ἀπολευκαινομένων κατὰ καιρούς. καλοῦσι
30

δὲ τοὺς στρουθοὺς οἱ Ἠλεῖοι δειρήτας.


 διὰ τί τὸ ὄρτυξ καὶ ὄρνυψ οὐ χρῶνται ἐπὶ τῆς γενικῆς τῷ αὐτῷ συμφώνῳ
τῆς τελευταίας συλλαβῆς τυπωτικῷ, δι' ὅτι τὰ εἰς ξἀρσενικὰ ἁπλᾶ
δισύλλαβα, ὅταν τῷ υπαρεδρεύηται, ἔχῃ δὲ τῆς τελευταίας συλλαβῆς
ἄρχον ἕν τι τῶν ἀμεταβόλων ἢ δι' ὧν ἡ πρώτη συζυγία τῶν βαρυτόνων
λέγεται, διὰ τοῦ κἐπὶ γενικῆς κλίνεται, κήρυκος, πέλυκος, Ἔρυκος,
Βέβρυκος, ὅσα δὲ μὴ τοῦτον ἔχει τὸν χαρακτῆρα, διὰ τοῦ γ, ὄρτυγος,
κόκκυγος, ὄρυγος. σημειῶδες τὸ ὄνυχος. ἔστι δὲ κατὰ Ἀριστοτέλην ὁ
ὄρτυξ τῶν ἐκτοπιζόντων καὶ σχιδανοπόδων, νεοττίαν δὲ οὐ ποιεῖ,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (epitome) Vol. 2,2, p. 151, l. 2

Ἀνακρέων ἔφη· ἐπὶ δ' ὀφρύσι σιλίνων στεφανίσκους θέμενοι θάλειαν ἑορτὴν
ἀγάγωμεν Διονύσῳ. ἐστεφανοῦντο δὲ καὶ τὰ στήθη καὶ ἐμύρουν ταῦτα, ἐπεὶ
αὐτόθι ἡ καρδία. ἐκάλουν δὲ καὶ οἷς περιεδέοντο τὸν τράχηλον στεφάνους
ὑποθυμιάδας. Ἀνακρέων· πλεκτὰς δ' ὑποθυμιάδας περὶ στήθεσι λωτίνας
ἔθεντο. Αἰσχύλος δέ φησιν ὅτι ἐπὶ τιμῇ τοῦ Προμηθέως τὸν στέφανον
περιτίθεμεν τῇ κεφαλῇ, ἀντίποινα τοῦ ἐκείνου δεσμοῦ. Ἀριστοτέλης δὲ ἐν
τῷ Συμποσίῳ φησὶ διὰ τοῦτο ἐν θυσίαις στεφανοῦσθαι ὅτι οὐδὲν κολοβὸν
προσφέρομεν θεοῖς, ἀλλὰ τέλεια καὶ ὅλα. τὸ δὲ πλῆρες τέλειον. τὸ δὲ
στέφειν πλήρωσίν τινα σημαίνει. Ὅμηρος· κοῦροι δὲ κρητῆρας ἐπεστέψαντο  
ποτοῖο. καί· θεὸς μορφὴν ἔπεσι στέφει. τοὺς γὰρ τὴν ὄψιν ἀμόρφους ἀναπληροῖ
ἡ τοῦ λέγειν πιθανότης· ἔοικεν οὖν ὁ στέφανος τοῦτο ποιεῖν βούλεσθαι. διὸ καὶ
περὶ τὰ πένθη τοὐναντίον παρασκευάζομεν. ὁμοπαθείᾳ γὰρ τοῦ κεκμηκότος
κολοβοῦμεν ἡμᾶς κουρᾷ τε τριχῶν καὶ στεφάνων ἀφαιρέσει. Φιλωνίδης δέ φησιν
ἐκ τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης ὑπὸ Διονύσου μετενεχθείσης εἰς τὴν Ἑλλάδα τῆς
ἀμπέλου καὶ πρὸς ἄμετρον ἀπόλαυσιν τῶν πολλῶν ἐκτρεπομένων ἄκρατόν τε
προσφερομένων αὐτόν, οἳ μὲν μανιωδῶς παρέπαιον, οἳ δὲ νεκροῖς ἐῴκεσαν
ἀπὸ τῆς καρώσεως. ἐπ' ἀκτῆς δέ τινων πινόντων ἐπιπεσὼν ὄμβρος τὸ μὲν
συμπόσιον διέλυσεν, τὸν δὲ κρατῆρα, ὃς εἶχεν ὀλίγον οἶνον ὑπολελειμένον,
ἐπλήρωσεν ὕδατος. γενομένης δ' αἰθρίας εἰς τὸν αὐτὸν ὑποστρέψαντες τόπον,
γευσάμενοι τοῦ μίγματος προσηνῆ καὶ ἄλυπον ἔσχον ἀπόλαυσιν. διὸ
Ἕλληνες τῷ μὲν παρὰ δεῖπνον ἀκράτῳ προσδιδομένῳ τὸν Ἀγαθὸν ἐπι

Φίλων Ιουδαίος. Legum allegoriarum libri i–iii (0018: 002)“Philonis Alexandrini


opera quae supersunt, vol. 1”, Ed. Cohn, L.Berlin: Reimer, 1896, Rep1962.
Book 3, sec. 36, l. 7

νόμενος λαμπρὸς νοῦς ἐν ἡμῖν, καὶ δόξῃ πάντα διορᾶν καὶ πάντα βρα-
βεύειν καὶ μηδὲν ἐκφεύγειν ἑαυτόν, ἔνοχός ἐστιν, ἀνταποθανεῖται τοῦ
ἐμψύχου δόγματος ὃ ἀνεῖλε, καθ' ὃ μόνος αἴτιός ἐστιν ὁ θεός, εὑρισκό-
μενος ἄπρακτος καὶ νεκρὸς ὄντως αὐτός, ἀψύχου καὶ θνητοῦ καὶ πλημ-
μελοῦς δόγματος εἰσηγητὴς γεγενημένος. παρὸ καὶ καταρᾶται ὁ
ἱερὸς λόγος τιθέντι ἐν ἀποκρύφῳ γλυπτὸν ἢ χωνευτόν, ἔργον χειρῶν  
τεχνίτου (Deut. 27, 15). τί γὰρ τὰς φαύλας δόξας, ὅτι ποιός ἐστιν ὁ
θεὸς ὡς καὶ τὰ γλυπτὰ ὁ ἄποιος, ὅτι φθαρτὸς ὡς τὰ χωνευτὰ ὁ ἄφθαρ-
τος, ταμιεύεις καὶ θησαυρίζεις, ὦ διάνοια, ἐν σαυτῇ, ἀλλ' οὐκ εἰς μέσον
προφέρεις, ἵν' ὑπὸ τῶν ἀσκητῶν τῆς ἀληθείας ἃ χρὴ διδαχθῇς; οἴει
31

μὲν γὰρ τεχνική τις εἶναι, ὅτι κατὰ τῆς ἀληθείας ἀμούσους πιθανότη-
τας μεμελέτηκας, ἄτεχνος δὲ ἀνευρίσκῃ νόσον χαλεπὴν ψυχῆς ἀμαθίαν
οὐκ ἐθέλουσα θεραπεύεσθαι. ὅτι δὲ ὁ φαῦλος εἰς τὸν σποράδα
νοῦν ἑαυτοῦ καταδύεται φεύγων τὸν ὄντα, μαρτυρήσει Μωυσῆς ὁ “πα-
τάξας τὸν Αἰγύπτιον καὶ κρύψας ἐν τῇ ἄμμῳ” (Exod. 2, 12), ὅπερ ἦν,
συλλογισάμενος τὸν προστατεῖν λέγοντα τὰτοῦ σώματος καὶ μηδὲν τὰ
ψυχῆς νομίζοντα καὶ τέλος ἡγούμενον τὰς ἡδονάς· κατανοήσας γὰρ τὸν
πόνον τοῦ τὸν θεὸν ὁρῶντος, ὃν ἐπιτίθησιν αὐτῷ ὁ βασιλεὺς τῆς Αἰ-
γύπτου, ἡ τῶν παθῶν ἡγεμονὶς κακία, ὁρᾷ τὸν Αἰγύπτιον ἄνθρωπον, τὸ
ἀνθρώπειον καὶ ἐπίκηρον πάθος, τύπτοντα καὶ αἰκιζόμενον τὸν ὁρῶντα,
περιβλεψάμενος δὲ τὴν ὅλην ψυχὴν ὧδε κἀκεῖσε καὶ μηδένα ἰδὼν ἑστῶτα,

Φίλων Ιουδαίος. Legum allegoriarum libri i-iii Book 3, sec. 41, l. 6

αὐτὸν” τὸ “ἔξω”; τίς γὰρ ἔνδον ἐξάγεται; ἀλλὰ μήποτε ὃ λέγει τοι-
οῦτόν ἐστιν· ἐξήγαγεν αὐτὸν εἰς τὸ ἐξωτάτω χωρίον, οὐκ εἴς τι τῶν
ἐκτός, ὃ δύναται ὑπ' ἄλλων περιέχεσθαι· ὥσπερ γὰρ ἐν ταῖς οἰκίαις τοῦ
θαλάμου ἐκτὸς μέν ἐστιν ὁ ἀνδρών, ἐντὸς δὲ ὁ αὐλών, καὶ ἡ αὔλειος  
ἐκτὸς μὲν τῆς αὐλῆς, εἴσω δὲ τοῦ πυλῶνος, οὕτως καὶ ἐπὶ ψυχῆς δύνα-
ται τὸ ἐκτός τινος ἐντὸς εἶναι [τοῦ] ἑτέρου. οὕτως οὖν ἀκουστέον· τὸν
νοῦν εἰς τὸ ἐξώτατον ἐξήγαγε. τί γὰρ ὄφελος ἦν καταλιπεῖν αὐτὸν τὸ
σῶμα, καταφυγεῖν δὲ ἐπ' αἴσθησιν; τί δὲ αἰσθήσει μὲν ἀποτάξασθαι,
λόγῳ δὲ ὑποστεῖλαι τῷ γεγωνῷ; χρὴ γὰρ τὸν μέλλοντα νοῦν ἐξάγεσθαι
καὶ ἐν ἐλευθερίᾳ ἀφίεσθαι πάντων ὑπεκστῆναι, σωματικῶν ἀναγκῶν, αἰ-
σθητικῶν ὀργάνων, [κατα]λόγων σοφιστικῶν, πιθανοτήτων, τὰ τελευταῖα
καὶ ἑαυτοῦ. διὸ καὶ ἐν ἑτέροις αὐχεῖ λέγων· “κύριος ὁ θεὸς
τοῦ οὐρανοῦ καὶ ὁ θεὸς τῆς γῆς, ὃς ἔλαβέ με ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός
μου” (Gen. 24, 7)· οὐ γάρ ἐστι τὸνκατοικοῦντα ἐν σώματι καὶ τῷ
θνητῷ γένει δυνατὸν θεῷ συγγενέσθαι, ἀλλὰ τὸν ὃνἐκ τοῦ δεσμωτη-
ρίου θεὸς διαρρύεται. οὗ ἕνεκα καὶ ἡ τῆς ψυχῆς χαρὰ Ἰσαάκ, ὅταν
ἀδολεσχῇ καὶ ἰδιάζῃ θεῷ, ἐξέρχεται ἀπολείπων ἑαυτὸν καὶ τὸν ἴδιον
νοῦν· “ἐξῆλθε” γάρ φησιν “Ἰσαὰκ ἀδολεσχῆσαι εἰς τὸ πεδίον τὸ πρὸς
δείλης” (Gen. 24, 63). καὶ Μωυσῆς δὲ ὁ προφητικὸς λόγος φησίν·
“ὅταν ἐξέλθω τὴν πόλιν”, τὴν ψυχήν – πόλις γάρ ἐστι καὶ αὕτη τοῦ
ζῴου νόμους διδοῦσα καὶ ἔθη – ”ἐκπετάσω τὰς χεῖρας” (Exod. 9, 29),

Φίλων Ιουδαίος. De agricultura (0018: 009)“Philonis Alexandrini opera quae


supersunt, vol. 2”, Ed. Wendland, P.Berlin: Reimer, 1897, Rep1962.Sec. 16, l. 3

ἰδιότητα κοινῶν διαζευγνύναι ποιοτήτων. τὸν γοῦν κατὰ φιλοσοφίαν λόγον   τρίδυμον
ὄντα τοὺς παλαιοὺς ἀγρῷ φασιν ἀπεικάσαι, τὸ μὲν φυσικὸν αὐτοῦ δένδροις καὶ
φυτοῖς παραβάλλοντας, τὸ δ' ἠθικὸν καρποῖς, ὧν ἕνεκα καὶ τὰ φυτά, τὸ δ' αὖ λογικὸν
φραγμῷ καὶ περιβόλῳ· καθάπερ γὰρ τὸ περικείμενον τεῖχος ὀπώρας καὶ φυτῶν τῶν
κατὰ τὸν ἀγρόν ἐστι φυλακτήριον τοὺς ἐπὶ τῷ σίνεσθαι παρεισφθείρεσθαι
βουλομένους ἀνεῖργον, τὸν αὐτὸν τρόπον τὸ λογικὸν μέρος φιλοσοφίας φρουρά τίς
ἐστιν ὀχυρωτάτη τῶν δυεῖν ἐκείνων, ἠθικοῦ τε καὶ φυσικοῦ· τὰς γὰρ διπλᾶς
καὶ ἀμφιβόλους ὅταν ἐξαπλοῖ λέξεις καὶ τὰς διὰ τῶν σοφισμάτων
πιθανότητας ἐπιλύῃ καὶ τὴν εὐπαράγωγον ἀπάτην, μέγιστον ψυχῆς
32

δέλεαρ καὶ ἐπιζήμιον, ἀναιρῇ διὰ λόγων ἐμφαντικωτάτων καὶ ἀποδείξεων


ἀνενδοιάστων, ὥσπερ κηρὸν λελειασμένον τὸν νοῦν ἀπεργάζεται ἕτοιμον
δέχεσθαι τούς τε φυσιολογίας καὶ τοὺς ἠθοποιίας ἀσινεῖς καὶ πάνυ
δοκίμους χαρακτῆρας. ταῦτ' οὖν ἡ ψυχῆς ἐπαγγελλομένη γεωργικὴ
προκηρύττει· τὰ ἀφροσύνης δένδρα καὶ ἀκολασίας ἀδικίας τε καὶ δειλίας
πάντ' ἐκκόψω, ἐκτεμῶ καὶ τὰ ἡδονῆς καὶ ἐπιθυμίας ὀργῆς τε καὶ θυμοῦ
καὶ τῶν παραπλησίων παθῶν, κἂν ἄχρις οὐρανοῦ μηκύνηται, τὰ φυτά,
ἐπικαύσω καὶ τὰς ῥίζας αὐτῶν ἐφιεῖσ' ἄχρι τῶν ὑστάτων τῆς γῆς
φλογὸς ῥιπήν, ὡς μηδὲνμέρος ἀλλὰ μηδ' ἴχνος ἢ σκιὰν ὑπολειφθῆναι
τὸ παράπαν. ἀνελῶ μὲν δὴ ταῦτα, φυτεύσω δὲ ταῖς μὲν ἐν ἡλικίᾳ

Φίλων Ιουδαίος. De agricultura Sec. 96, l. 3

μηνυτέον· ἑρμηνεύεται Δὰν κρίσις· τὴνοὖν ἐξετάζουσαν καὶ ἀκριβοῦσαν


καὶ διακρίνουσαν καὶ τρόπον τινὰ δικάζουσαν ἕκαστα τῆς ψυχῆς δύναμιν
ὡμοίωσε δράκοντι – ζῷον δ' ἐστὶ καὶ τὴν κίνησιν ποικίλον καὶ συνετὸν
ἐν τοῖς μάλιστα καὶ πρὸς ἀλκὴν ἕτοιμον καὶ τοὺς χειρῶν ἄρχοντας
ἀδίκων ἀμύνασθαι δυνατώτατον – , οὐ μὴν τῷ φίλῳ καὶ συμβούλῳ
ζωῆς – Εὔαν πατρίῳ γλώττῃ καλεῖν αὐτὴν ἔθος – , ἀλλὰ τῷ πρὸς
Μωυσέως ἐξ ὕλης χαλκοῦ δημιουργηθέντι, ὃν οἱ δηχθέντες ὑπὸ τῶν
ἰοβόλων ὄφεων καίτοι μέλλοντες τελευτήσειν ὁπότε κατίδοιεν ἐπιβιοῦν
καὶ μηδέποτε ἀποθνῄσκειν λέγονται (Num. 21, 8). ταῦτα δ'
οὕτως μὲν λεγόμενα φάσμασιν ἔοικε καὶ τέρασι, δράκων ἀνθρώπου
προϊέμενος φωνὴν καὶ ἐνσοφιστεύων ἀκακωτάτοις ἤθεσι καὶ πιθανότησιν
εὐπαραγώγοις γυναῖκα ἀπατῶν, καὶ ἕτερος αἴτιος σωτηρίας γενόμενος
παντελοῦς τοῖς θεασαμένοις. ἐν δὲ ταῖς δι' ὑπονοιῶν ἀποδόσεσι τὸ μὲν
μυθῶδες ἐκποδὼν οἴχεται, τὸ δ' ἀληθὲς ἀρίδηλον εὑρίσκεται· τὸν μὲν
οὖν τῆς γυναικὸς ὄφιν, αἰσθήσεως καὶ σαρκῶν ἐκκρεμαμένης ζωῆς,
ἡδονὴν εἶναί φαμεν, ἰλυσπωμένην καὶ πολυπλοκωτάτην, ἀνεγερθῆναι μὴ  
δυναμένην, αἰεὶ καταβεβλημένην, ἐπὶ μόνα τὰ γῆς ἕρπουσαν ἀγαθά,
καταδύσεις τὰς ἐν τῷ σώματι ζητοῦσαν, ὥσπερ ὀρύγμασιν ἢ χάσμασιν
ἑκάστῃ τῶν αἰσθήσεων ἐμφωλεύουσαν, σύμβουλον ἀνθρώπου, φονῶσαν
κατὰ τοῦ κρείττονος, ἰοβόλοις καὶ ἀνωδύνοις γλιχομένην δήγμασιν ἀπο-
κτεῖναι· τὸν δὲ Μωυσέως ὄφιν τὴν ἡδονῆς ἐναντίαν διάθεσιν, καρτερίαν,

Φίλων Ιουδαίος. De plantatione (0018: 010)“Philonis Alexandrini opera quae


supersunt, vol. 2”, Ed. Wendland, P.Berlin: Reimer, 1897, Rep1962.Sec. 165, l. 3

μήτε λόγῳ μήτε ἔργῳ διαμαρτάνοντες. ἀπὸ τούτου γέ τοί φασι τὸ


μεθύειν ὠνομάσθαι, ὅτι μετὰ τὸ θύειν ἔθος ἦν τοῖς πρότερον οἰνοῦσθαι.
τίσι δὴ μᾶλλον οἰκεῖος ἂν εἴη τῆς τοῦ ἀκράτου χρήσεως ὁ λεχθεὶς
τρόπος ἢ σοφοῖς ἀνδράσιν, οἷς καὶ τὸ πρὸ τῆς μέθης ἔργον ἁρμόττει
τὸ θύειν; σχεδὸν γὰρ οὐδὲ εἷς τῶν φαύλων πρὸς ἀλήθειαν ἱερουργεῖ,
κἂν ἐνδελεχεῖς μυρίους βόας ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν ἀνάγῃ· τὸ γὰρ ἀναγ-
καιότατον ἱερεῖον αὐτῷ λελώβηται, ὁ νοῦς, λώβας δὲ οὐ θέμις βωμῶν
προσάψασθαι.
 Δεύτερος μὲν δὴ λόγος οὗτος εἴρηται, δεικνὺς ὅτι οὐκ ἀλλότριον
σπουδαίου τὸ μεθύειν, τρίτος δ' ἐστὶν ἀπὸ διαφερούσης τῆς πρὸς
τὴν ἐτυμολογίαν πιθανότητος ἠρτημένος· τὴν γὰρ μέθην οὐ μόνον,
33

ἐπειδὴ μετὰ θυσίας ἐπιτελεῖται, νομίζουσί τινες εἰρῆσθαι, ἀλλ' ὅτι καὶ  
μεθέσεως ψυχῆς αἰτία γίγνεται. μεθίεται δὲ ὁ μὲν τῶν ἀφρόνων λογις-
μὸς εἰς πλειόνων χύσιν ἁμαρτημάτων, ὁ δὲ τῶν ἐμφρόνων εἰς ἀνέσεως
καὶ εὐθυμίας καὶ ἱλαρότητος ἀπόλαυσιν· ἡδίων γὰρ αὐτὸς ἑαυτοῦ νή-
φοντος οἰνωθεὶς ὁ σοφὸς γίγνεται, ὥστε οὐδ' ἂν ταύτῃ διαμαρτάνοιμεν
φάσκοντες ὅτι μεθυσθήσεται. πρὸς δὲ τούτοις κἀκεῖνο λεκτέον, ὅτι οὐ
σκυθρωπὸν καὶ αὐστηρὸν τὸ τῆς σοφίας εἶδος, ὑπὸ συννοίας καὶ κατη-
φείας ἐσταλμένον, ἀλλ' ἔμπαλιν ἱλαρὸν καὶ γαληνίζον, μεστὸν γηθοσύ-
νης καὶ χαρᾶς· ὑφ' ὧν πολλάκις προήχθη τις οὐκ ἀμούσως παῖξαί τι
καὶ χαριεντίσασθαι, παιδιὰν μέντοι τῇ σεμνότητι καὶ σπουδῇ καθάπερ

Φίλων Ιουδαίος. De ebrietate (0018: 011)“Philonis Alexandrini opera quae


supersunt, vol. 2”, Ed. Wendland, P.Berlin: Reimer, 1897, Rep1962.Sec. 29, l. 2

γεῖν, συμφέρεσθαι. τέταρτον τοίνυν καὶ μέγιστον ἔγκλημα ἦν τὸ


μεθύειν, οὐκ ἀνειμένως, ἀλλὰ σφόδρα συντόνως· τὸ γὰρ οἰνοφλυγεῖν ἴσον
ἐστὶ τῷ τὸ παραίτιον ἀφροσύνης φάρμακον, ἀπαιδευσίαν, ἐντύφεσθαι καὶ
ἀνακαίεσθαι καὶ ἀναφλέγεσθαι μηδέποτε σβεσθῆναι δυναμένην, ἀλλ' ὅλην
δι' ὅλων αἰεὶ τὴν ψυχὴν ἐμπιπρᾶσάν τε καὶ πυρπολοῦσαν. εἰκότως οὖν
ἕψεται δίκη πάντα μοχθηρὸν τρόπον ἐκκαθαίρουσα διανοίας· λέγεται γὰρ
“ἐξαρεῖς τὸν πονηρόν”, οὐκ ἐκ πόλεως ἢ χώρας ἢ ἔθνους, ἀλλ' “ἐξ
ὑμῶν αὐτῶν” (Deut. 21, 21)· ἡμῖν γὰρ αὐτοῖς ἐνυπάρχουσι καὶ ἐμ-
φωλεύουσιν οἱ ὑπαίτιοι καὶ ἐπίληπτοι λογισμοί, οὕς, ὁπότε ἀνιάτως
ἔχοιεν, ἀποκόπτειν καὶ διαφθείρειν ἀναγκαῖον. τὸν οὖν ἀπειθῆ καὶ φίλεριν
καὶ λόγων πιθανότητας ὥσπερ τινὰς συμβολὰς καὶ ἐράνους ἐπὶ καθαιρέσει
τοῦ καλοῦ πορίζοντα καὶ ἀκράτῳ φλεγόμενον καὶ καταμεθύοντα ἀρετῆς
καὶ παροινίας ἐκτόπους εἰς αὐτὴν παροινοῦντα δίκαιον ἦν κατηγόρους
μὲν τοὺς ἄλλοις συμμάχους λαβεῖν, πατέρα καὶ μητέρα, φθορὰν 
δὲ ἐνδέξασθαι παντελῆ πρὸς νουθεσίαν καὶ σωφρονισμὸν τῶν οἵων τε.
σῴζεσθαι. πατρὸς δὲ καὶ μητρὸς κοιναὶ μὲν αἱ κλήσεις, διάφοροι δ' αἱ
δυνάμεις. τὸν γοῦν τόδε τὸ πᾶν ἐργασάμενον δημιουργὸν ὁμοῦ καὶ
πατέρα εἶναι τοῦ γεγονότος εὐθὺς ἐν δίκῃ φήσομεν, μητέρα δὲ τὴν τοῦ
πεποιηκότος ἐπιστήμην, ᾗ συνὼν ὁ θεὸς οὐχ ὡς ἄνθρωπος ἔσπειρε
γένεσιν. ἡ δὲ παραδεξαμένη τὰ τοῦ θεοῦ σπέρματα τελεσφόροις ὠδῖσι
τὸν μόνον καὶ ἀγαπητὸν αἰσθητὸν υἱὸνἀπεκύησε, τόνδε τὸν κόσμον.

Φίλων Ιουδαίος. De ebrietate Sec. 70, l. 9


πὲς εἶναι νομίζοντες τοῖς θεραπευταῖς τοῦ μόνου σοφοῦ γενησομένοις
πάντων ὅσα γένεσιν εἴληχεν ἀλλοτριοῦσθαι καὶ πᾶσιν ὡς ἐχθροῖς καὶ
δυσμενεστάτοις προσφέρεσθαι. διὰ τοῦτο καὶ “ἀδελφόν”, οὐκ ἄνθρωπον,
ἀλλὰ τὸ ψυχῆς ἀδελφὸν σῶμα ἀποκτενοῦμεν, τουτέστι τοῦ φιλαρέτου καὶ
θείου τὸ φιλοπαθὲς καὶ θνητὸν διαζεύξομεν. ἀποκτενοῦμεν καὶ τὸν
“πλησίον”, πάλιν οὐκ ἄνθρωπον, ἀλλὰ τὸν αἰσθήσεωνχορὸν καὶ θίασον·
οὗτος γὰρ ψυχῆς ἐστιν ὁμοῦ καὶ οἰκεῖος καὶ δυσμενής, δελέατα καὶ πα-
γίδας ἐπ' αὐτῇ τιθείς, ἵνα τοῖς ἐπιρρέουσιν αἰσθητοῖς κατακλυζομένη  
μηδέποτε πρὸς οὐρανὸν ἀνακύψῃ μηδὲ τὰς νοητὰς καὶ θεοειδεῖς φύσεις
ἀσπάσηται. ἀποκτενοῦμεν καὶ “τὸν ἔγγιστα”· ὁ δ' ἐγγυτάτω διανοίας
ὁ κατὰ προφοράν ἐστι λόγος, εὐλόγοις καὶ εἰκόσι καὶ πιθανότησι δόξας
34

ψευδεῖς ἐντιθεὶς ἐπ' ὀλέθρῳ τοῦ κρατίστου κτήματος, ἀληθείας. διὰ


τί οὖν οὐχὶ καὶ τοῦτον σοφιστὴν ὄντα καὶ μιαρὸν ἀμυνούμεθα τὸν ἁρ-
μόττοντα αὐτῷ καταψηφισάμενοι θάνατον, ἡσυχίαν – λόγου γὰρ ἡσυχία
θάνατος – , ἵνα μηκέτ' ἐνσοφιστεύοντος ὁ νοῦς μεθέλκηται, δύνηται δ'
ἀπηλλαγμένος πάντως τῶν κατὰ τὸ “ἀδελφὸν” σῶμα ἡδονῶν, τῶν κατὰ
τὰς “πλησίον” καὶ ἀγχιθύρους αἰσθήσεις γοητειῶν, τῶν κατὰ τὸν “ἔγγιστα”
λόγον σοφιστειῶν ἐλεύθερος καὶ ἄφετος ἐαθεὶς καθαρῶς τοῖς νοητοῖς
ἅπασιν ἐπιβάλλειν; οὗτός ἐστιν ὁ “λέγων τῷ πατρὶ καὶ τῇ μητρί”, τοῖς
θνητοῖς γονεῦσιν, “οὐχ ἑώρακα ὑμᾶς”, ἀφ' οὗ τὰ θεῖα εἶδον, ὁ “μὴ
γνωρίζων τοὺς υἱούς”, ἀφ' οὗ γνώριμος σοφίας ἐγένετο, ὁ “ἀπογινώσκων

Φίλων Ιουδαίος. De confusione linguarum (0018: 013)“Philonis Alexandrini opera


quae supersunt, vol. 2”, Ed. Wendland, P.Berlin: Reimer, 1897, Rep1962.Sec. 129, l.
3

οὐ θέμις δεκάζεσθαι; καὶ μὴν σφαλλομένων γε τῶν καθ' ἡμᾶς αὐτοὺς


περί τε νοῦν καὶ αἴσθησιν κριτηρίων ἀνάγκη τἀκόλουθον ὁμολογεῖν,
ὅτι ὁ θεὸς τῷ μὲν τὰς ἐννοίας, τῇ δὲ τὰς ἀντιλήψεις ἐπομβρεῖ, καὶ
ἔστιν οὐ τῶν καθ' ἡμᾶς μερῶν χάρις τὰ γινόμενα, ἀλλὰ τοῦ δι' ὃν
καὶ ἡμεῖς γεγόναμεν δωρεαὶ πᾶσαι. τὸν φιλαυτίας κλῆρον παρα-
λαβόντες παῖδες παρὰ πατρὸς συναυξῆσαι γλίχονται μέχρις οὐρανοῦ, ἕως
ἂν ἡ φιλάρετός τε καὶ μισοπόνηρος δίκη παρελθοῦσα καθέλῃ τὰς πόλεις,
ἃς ἐπετείχισαν ψυχῇ τῇ ταλαίνῃ, καὶ τὸν πύργον, οὗ τοὔνομα ἐν τῇ
τῶν κριμάτων ἀναγραφομένῃ βίβλῳ δεδήλωται. ἔστι δὲ ὡς μὲν
Ἑβραῖοι λέγουσι Φανουήλ, ὡς δὲ ἡμεῖς ἀποστροφὴ θεοῦ· τὸ γὰρ κατε-
σκευασμένον ὀχύρωμα διὰ τῆς τῶν λόγων πιθανότητος οὐδενὸς ἕνεκα
ἑτέρου κατεσκευάζετο ἢ τοῦ μετατραπῆναι καὶ μετακλιθῆναι διάνοιαν
ἀπὸ τῆς τοῦ θεοῦ τιμῆς· οὗ τί ἂν γένοιτο ἀδικώτερον; ἀλλὰ πρός γε
τὴν τοῦ ὀχυρώματος τούτου καθαίρεσιν ὁ πειρατὴς τῆς ἀδικίας καὶ
φονῶν αἰεὶ κατ' αὐτῆς εὐτρέπισται, ὃν Ἑβραῖοι καλοῦσι Γεδεών, ὃς
ἑρμηνεύεται πειρατήριον· “ὤμοσε” γάρ φησι “Γεδεὼν τοῖς ἀνδράσι
Φανουὴλ λέγων· ἐν τῷ με ἐπιστρέφειν μετ' εἰρήνης τὸν πύργον τοῦ-
τον κατασκάψω” (Iud. 8, 9). πάγκαλον καὶ πρεπωδέστατον αὔχημα  
μισοπονήρῳ ψυχῇ κατὰ ἀσεβῶν ἠκονημένῃ τὸ βεβαιοῦσθαι καθαιρήσειν
πάντα λόγον ἀποστρέφειν διάνοιαν ὁσιότητος ἀναπείθοντα. καὶ πέφυκεν
οὕτως ἔχειν· ὅταν γὰρ ὁ νοῦς ἐπιστρέψῃ, τὸ ἀποκλῖνον

Φίλων Ιουδαίος. De migratione Abrahami (0018: 014)“Philonis Alexandrini opera


quae supersunt, vol. 2”, Ed. Wendland, P.Berlin: Reimer, 1897, Rep1962.Sec. 76, l. 8

πολλὰ χαίρειν φράσαντα τῷ φιλονείκῳ, εἰ δ' ἄρα ἐβούλετο πάντως δια-


γωνίσασθαι, μὴ πρότερον κονίσασθαι ἢ τοῖςτεχνικοῖς παλαίσμασιν ἐνα-
σκηθῆναι· τῶν γὰρ ἀγροικοσόφων οἱ τὰ πολιτικὰ κεκομψευμένοι μάλιστά
πως εἰώθασι περιεῖναι. διὸ καὶ Μωυσῆς ὁ πάνσοφος παραιτεῖται
μὲν εἰς τὴν τῶν εὐλόγων καὶ πιθανῶν ἐπίσκεψιν ἐλθεῖν, ἀφ' οὗ τὸ ἀλη-
θείας φέγγος ἤρξατο ὁ θεὸς ἐναστράπτειν αὐτῷ διὰ τῶν ἐπιστήμης καὶ
σοφίας αὐτῆς ἀθανάτων λόγων, ἄγεται δὲ οὐδὲν ἧττον πρὸς τὴν θέαν
αὐτῶν οὐχ ἕνεκα τοῦ πλειόνων ἔμπειρος γενέσθαι πραγμάτων – ἀπο-
35

χρῶσι γὰρ αἱ περὶ θεοῦ καὶ τῶν ἱερωτάτων αὐτοῦ δυνάμεων ζητήσεις
τῷ φιλοθεάμονι – , ἀλλ' ὑπὲρ τοῦ περιγενέσθαι τῶν ἐν Αἰγύπτῳ σοφι-
στῶν, οἷς αἱ μυθικαὶ πιθανότητες πρὸ τῆς τῶν ἀληθῶν ἐναργείας τετί-
μηνται. ὅταν μὲν οὖν τοῖς τοῦ πανηγεμόνος ἐμπεριπατῇ πράγμασιν ὁ
νοῦς, οὐδενὸς ἑτέρου προσδεῖται πρὸς τὴν θεωρίαν, ἐπειδὴ τῶν νοητῶν
μόνη διάνοια ὀφθαλμὸς ὀξυωπέστατος· ὅταν δὲ καὶ τοῖς κατὰ αἴσθησιν
ἢ πάθος ἢ σῶμα, ὧν ἐστιν ἡ Αἰγύπτου χώρα σύμβολον, δεήσεται καὶ
τῆς περὶ λόγους τέχνης ὁμοῦ καὶ δυνάμεως. οὗ χάριν ἐπάγεσθαι τὸν
Ἀαρὼν αὐτῷ διείρηται, τὸν προφορικὸν λόγον· “οὐκ ἰδοὺ” φησίν “Ἀαρὼν

Φίλων Ιουδαίος. Quis rerum divinarum heres sit (0018: 015)


“Philonis Alexandrini opera quae supersunt, vol. 3”, Ed. Wendland, P.
Berlin: Reimer, 1898, Rep1962.Sec. 304, l. 3

κες, οἱ πιθανῶν σοφισμάτων εὑρεταί,φενακίσαι καὶ παρακρούσασθαι


μόνον εὖ εἰδότες, τοῦ ἀψευδεῖν οὐ πεφροντικότες. ἐπιτηδεύουσι μέντοι
καὶ ἀσάφειαν, ἀσάφεια δὲ βαθὺ σκότος ἐν λόγῳ, κλέπταις δὲ συνεργὸν
τὸ σκότος. οὗ χάριν Μωυσῆς τὸν ἀρχιερέα δηλώσει καὶ ἀληθείᾳ δια-
κεκόσμηκεν (Exod. 28, 26), ἀρίδηλον ἀξιῶν εἶναι καὶ ἀληθῆ τὸν τοῦ
σπουδαίου λόγον. οἱ δὲ πολλοὶ τὸν ἄδηλον καὶ ψευδῆ μεταδιώκουσιν,
ᾧ συνεπιγράφεται πᾶς ὁ τῶν ἀγελαίων καὶ ἠμελημένων ἀνθρώπων
ἀπατώμενος ὄχλος. ἕως μὲν οὖν “οὐκ ἀναπεπλήρωται τὰ ἁμαρτήματα
τῶν Ἀμορραίων”, τουτέστι τῶν σοφιστικῶν λόγων διὰ τὸ ἀνεξέλεγκτον,
ἀλλ' ἔτι ὁλκὸν ἔχοντα δύναμιν ταῖς πιθανότησιν ἡμᾶς ἐπάγεται,
[καὶ] ἀποστραφῆναι καὶ καταλιπεῖν αὐτὰ οὐ δυνάμενοι τῷ δελεάζεσθαι
καταμένομεν. ἐὰν δὲ πᾶσαι αἱ ψευδεῖς πιθανότητες διελεγχθῶσιν ὑπὸ
τῶν ἀληθῶν πίστεων καὶ πλήρεις αὐτῶν καὶ ἐπιχειλεῖς αἱ ἁμαρτίαι
περιφανῶσιν, ἀποδρασόμεθα ἀμεταστρεπτὶ καὶ μονονοὺ τὰ ἀπόγαια
ἀράμενοι τῆς τῶν ψευσμάτων καὶ σοφισμάτων χώρας ἐξαναχθησόμεθα,
τοῖς ἀληθείας ναυλοχωτάτοις ὑποδρόμοις καὶ λιμέσιν ἐνορμίσασθαι ἐπει-
γόμενοι. τοιοῦτον δὴ τὸ δηλούμενον ὑπὸ τῆς προτάσεως· ἀμήχανον
γὰρ ἀποστραφῆναι καὶ μισῆσαι καὶ καταλιπεῖν τὸ πιθανὸν ψεῦδος, εἰ
μὴ τὸ περὶ αὐτὸ ἁμάρτημα πλῆρες ἀναφανείη καὶ τέλειον· ἀναφα-
νεῖται δὲ ἐκ τοῦ μὴ περιέργως διελεγχθῆναι κατὰ τὴν τοῦ ἀληθοῦς

Φίλων Ιουδαίος. Quis rerum divinarum heres sit Sec. 305, l. 1

καὶ ἀσάφειαν, ἀσάφεια δὲ βαθὺ σκότος ἐν λόγῳ, κλέπταις δὲ συνεργὸν


τὸ σκότος. οὗ χάριν Μωυσῆς τὸν ἀρχιερέα δηλώσει καὶ ἀληθείᾳ δια-
κεκόσμηκεν (Exod. 28, 26), ἀρίδηλον ἀξιῶν εἶναι καὶ ἀληθῆ τὸν τοῦ
σπουδαίου λόγον. οἱ δὲ πολλοὶ τὸν ἄδηλον καὶ ψευδῆ μεταδιώκουσιν,
ᾧ συνεπιγράφεται πᾶς ὁ τῶν ἀγελαίων καὶ ἠμελημένων ἀνθρώπων
ἀπατώμενος ὄχλος. ἕως μὲν οὖν “οὐκ ἀναπεπλήρωται τὰ ἁμαρτήματα
τῶν Ἀμορραίων”, τουτέστι τῶν σοφιστικῶν λόγων διὰ τὸ ἀνεξέλεγκτον,
ἀλλ' ἔτι ὁλκὸν ἔχοντα δύναμιν ταῖς πιθανότησιν ἡμᾶς ἐπάγεται,
[καὶ] ἀποστραφῆναι καὶ καταλιπεῖν αὐτὰ οὐ δυνάμενοι τῷ δελεάζεσθαι
καταμένομεν. ἐὰν δὲ πᾶσαι αἱ ψευδεῖς πιθανότητες διελεγχθῶσιν ὑπὸ
36

τῶν ἀληθῶν πίστεων καὶ πλήρεις αὐτῶν καὶ ἐπιχειλεῖς αἱ ἁμαρτίαι


περιφανῶσιν, ἀποδρασόμεθα ἀμεταστρεπτὶ καὶ μονονοὺ τὰ ἀπόγαια
ἀράμενοι τῆς τῶν ψευσμάτων καὶ σοφισμάτων χώρας ἐξαναχθησόμεθα,
τοῖς ἀληθείας ναυλοχωτάτοις ὑποδρόμοις καὶ λιμέσιν ἐνορμίσασθαι ἐπει-
γόμενοι. τοιοῦτον δὴ τὸ δηλούμενον ὑπὸ τῆς προτάσεως· ἀμήχανον
γὰρ ἀποστραφῆναι καὶ μισῆσαι καὶ καταλιπεῖν τὸ πιθανὸν ψεῦδος, εἰ
μὴ τὸ περὶ αὐτὸ ἁμάρτημα πλῆρες ἀναφανείη καὶ τέλειον· ἀναφα-
νεῖται δὲ ἐκ τοῦ μὴ περιέργως διελεγχθῆναι κατὰ τὴν τοῦ ἀληθοῦς
ἀντίταξιν καὶ βεβαίωσιν.

Φίλων Ιουδαίος. Quis rerum divinarum heres sit Sec. 308, l. 2

μὴ τὸ περὶ αὐτὸ ἁμάρτημα πλῆρες ἀναφανείη καὶ τέλειον· ἀναφα-


νεῖται δὲ ἐκ τοῦ μὴ περιέργως διελεγχθῆναι κατὰ τὴν τοῦ ἀληθοῦς
ἀντίταξιν καὶ βεβαίωσιν.
 Λέγει δὲ ἑξῆς· “ἐπεὶ δὲ ἐγίνετο ὁ ἥλιος πρὸς δυσμαῖς,
φλὸξ ἐγένετο” (Gen. 15, 17), δηλῶν ὅτι ἀρετὴ πρᾶγμά ἐστιν ὀψίγονον  
καὶ μήν, ὡς ἔφασάν τινες, πρὸς αὐταῖς τοῦ βίου δυσμαῖς βεβαιού-
μενον. ἀρετὴν δὲ ἀπεικάζει φλογί· καθάπερ γὰρ ἡ φλὸξ καίει μὲν τὴν
παραβληθεῖσαν ὕλην, φωτίζει δὲ τὸν γείτονα ἀέρα, τὸν αὐτὸν τρόπον
ἐμπίπρησι μὲν τὰ ἁμαρτήματα ἡ ἀρετή, φέγγους δὲ τὴν ὅλην ἀναπίμ-
πλησι διάνοιαν. ἀλλὰ γὰρ ἔτι τῶν ἀδιαιρέτων καὶ ἀμερίστων λόγων
ἐπικρατούντων ταῖς πιθανότησιν, οὓς Ἀμορραίους ἀνακαλεῖ, περιφανε-
στάτην καὶ ἄσκιον αὐγὴν ἰδεῖν οὐ δυνάμεθα· κλιβάνου δ' εἱλικρινὲς
πῦρ οὐκ ἔχοντος, ἀλλ' ὡς αὐτὸς ἔφη (Gen. 15, 17) καπνιζομένου τρό-
πον διακείμεθα, σπινθῆρσι μὲν τῆς ἐπιστήμης ὑποτυφόμενοι, μήπω δὲ
καθαρῷ πυρὶ δοκιμασθῆναι καὶ κραταιωθῆναι δυνάμενοι. πολλὴ δὲ τῷ
σπείραντι τοὺς σπινθῆρας χάρις, ἵνα μὴ νεκρῶν τρόπον σωμάτων ὁ
νοῦς ὑπὸ παθῶν καταψυχθῇ, ἀλλ' ἔνθερμος ὢν καὶ χλιαινόμενος ὑπεκ-
καύμασιν ἀρετῆς ζωπυρῆται μέχρι τοῦ τὴν εἰς πῦρ ἱερόν, ὡς ὁ Ναδὰβ
καὶ Ἀβιούδ (Le10, 2), δέξασθαι μεταβολήν. καπνὸς δὲ γίνεται μὲν
πρὸ πυρός,δακρύειν δὲ βιάζεται τοὺς πλησιάζοντας.

Φίλων Ιουδαίος. De congressu eruditionis gratia (0018: 016)“Philonis Alexandrini


opera quae supersunt, vol. 3”, Ed. Wendland, P.Berlin: Reimer, 1898, Rep1962.Sec.
18, l. 3

ἥρωάς τε καὶ ἡμιθέους λόγος ἔχει χρήσασθαι. μουσικὴ δὲ τὸ μὲν ἄρ-


ρυθμον [ἐν] ῥυθμοῖς, τὸ δ' ἀνάρμοστον ἁρμονίᾳ, τὸ δ' ἀπῳδὸν καὶ
ἐκμελὲς μέλει κατεπᾴδουσα τὸ ἀσύμφωνον εἰς συμφωνίαν ἄξει. γεω-
μετρία δ' ἰσότητος καὶ ἀναλογίας ἐμβαλλομένη τὰ σπέρματα εἰς ψυχὴν
φιλομαθῆ γλαφυρότητι συνεχοῦς θεωρίας δικαιοσύνης ζῆλον ἐμποιήσει.
ῥητορικὴ δὲ καὶ τὸν νοῦν πρὸς θεωρίαν ἀκονησαμένη καὶ πρὸς ἑρμη-
νείαν γυμνάσασα τὸν λόγον καὶ συγκροτήσασα λογικὸν ὄντως ἀποδείξει
τὸν ἄνθρωπον ἐπιμεληθεῖσα τοῦ ἰδίου καὶ ἐξαιρέτου, ὃ μηδενὶ τῶν ἄλλων
ζῴων ἡ φύσις δεδώρηται. διαλεκτικὴ δὲ ἡ ῥητορικῆς ἀδελφὴ καὶ δί-
δυμος, ὡς εἶπόν τινες, τοὺς ἀληθεῖς τῶν ψευδῶν λόγους διακρίνουσα καὶ
τὰς τῶν σοφισμάτων πιθανότητας ἐλέγχουσα μεγάλην νόσον ψυχῆς, ἀπά-
37

την, ἀκέσεται. τούτοις οὖν καὶ τοῖς παραπλησίοις ἐνομιλῆσαι καὶ ἐμ-
προμελετῆσαι λυσιτελές· ἴσως γάρ, ἴσως, ὃ πολλοῖς συνέβη, διὰ τῶν
ὑπηκόων ταῖς βασιλίσιν ἀρεταῖς γνωρισθησόμεθα. οὐχ ὁρᾷς, ὅτι καὶ τὸ
σῶμα ἡμῶν οὐ πρότερον πεπηγυίαιςκαὶ πολυτελέσι χρῆται τροφαῖς,
πρὶν ἢ ταῖς ἀποικίλοις καὶ γαλακτώδεσιν ἐν ἡλικίᾳ τῇ βρεφώδει; τὸν  
αὐτὸν δὴ τρόπον καὶ τῇ ψυχῇ παιδικὰς μὲν νόμισον εὐτρεπίσθαι τροφὰς
τὰ ἐγκύκλια καὶ τὰ καθ' ἕκαστον αὐτῶν θεωρήματα, τελειοτέρας δὲ καὶ
πρεπούσας ἀνδράσιν ὡς ἀληθῶς τὰς ἀρετάς.

Φίλων Ιουδαίος. De congressu eruditionis gratia Sec. 29, l. 4

ὑπάρχειν συμβέβηκε, Λείαν μὲν τῷ λογικῷ, τῷ δὲ ἀλόγῳ Ῥαχήλ.


γυμνάζει γὰρ ἡμᾶς ἡ μὲν διὰ τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν τοῦ ἀλόγου με-
ρῶν πάντων καταφρονητικῶς ἔχειν ὧν ἀλογεῖν ἄξιον, δόξης καὶ πλού-
του καὶ ἡδονῆς, ἃ περίβλεπτα καὶ περιμάχητα ὁ πολὺς καὶ ἀγελαῖος  
ἀνθρώπων ὄχλος κρίνει δεδεκασμέναις μὲν ἀκοαῖς, δεδεκασμένῳ δὲ καὶ
τῷ ἄλλῳ τῶν αἰσθήσεων δικαστηρίῳ· ἡ δὲ ἀναδιδάσκει τὴν ἀνώμαλον καὶ
τραχεῖαν ὁδὸν ἄβατον φιλαρέτοις ψυχαῖς ἐκτρέπεσθαι, λείως δὲ διὰ τῆς
λεωφόρου βαίνειν ἄνευ πταισμάτων καὶ τῶν ἐν ποσὶν ὀλίσθων. ἀναγ-
καίως οὖν τῆς μὲν προτέρας ἔσται θεραπαινὶς ἡ διὰ τῶν φωνητηρίων
ὀργάνων ἑρμηνευτικὴ δύναμις καὶ ἡ λογικὴ σοφισμάτων εὕρεσις εὐστόχῳ
πιθανότητι καταγοητεύουσα, τῆς δὲ ἀναγκαῖαι τροφαί, πόσις τε καὶ βρῶ-
σις. ὀνόματα δὲ ἡμῖν τῶν δυεῖν θεραπαινίδων ἀνέγραψε, Ζέλφαν τε καὶ
Βάλλαν (Gen. 30, 3. 9). ἡ μὲν οὖν Ζέλφα μεταληφθεῖσα πορευόμενον
καλεῖται στόμα, τῆς ἑρμηνευτικῆς καὶ διεξοδικῆς σύμβολον δυνάμεως, ἡ
δὲ Βάλλα κατάποσις, τὸ πρῶτον καὶ ἀναγκαιότατον θνητῶν ζῴων ἔρεισμα·
καταπόσει γὰρ τὰ σώματα ἡμῶν ἐνορμεῖ, καὶ τὰ τοῦ ζῆν πείσματα ἐκ
ταύτης ὡς ἀπὸ κρηπῖδος ἐξῆπται. πάσαις οὖν ταῖς εἰρημέναις δυνάμε-
σιν ὁ ἀσκητὴς ἐνομιλεῖ, ταῖς μὲν ὡς ἐλευθέραις καὶ ἀσταῖς, ταῖς δὲ
ὡς δούλαις καὶ παλλακίσιν. ἐφίεται μὲν γὰρ τῆς Λείας κινήσεως –  
λεία δὲ κίνησις ἐν μὲν σώματι γινομένη ὑγείαν, ἐν δὲ ψυχῇ καλοκἀγα

Φίλων Ιουδαίος. De somniis (lib. i–ii) (0018: 019)“Philonis Alexandrini opera quae
supersunt, vol. 3”, Ed. Wendland, P.Berlin: Reimer, 1898, Rep1962.Book 2, sec. 279,
l. 1

ἀπέφηναν ἀρετῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς θείας· ἐπὶ τοσοῦτον ἀπονοίας ἤλασαν.
τοῦ μὲν οὖν φιλοπαθοῦς ἔξαρχος ἀναγράφεται θιάσου τῆς Αἰγυπτίας  
χώρας ὁ βασιλεύς, Φαραώ· λέγεται γὰρ τῷ προφήτῃ· “ἰδοὺ αὐτὸς
ἐκπορεύεται ἐπὶ τὸ ὕδωρ, καὶ στήσῃ συναντῶν αὐτῷ παρὰ τὸ χεῖλος
τοῦ ποταμοῦ” (Exod. 7, 15). τοῦ μὲν γὰρ ἴδιον ἐπὶ τὴν φορὰν καὶ
ἀνάχυσιν ἀεὶ τοῦ ἀλόγου πάθους ἐξιέναι· τοῦ δὲ σοφοῦ πολλῷ ῥέοντι τοῖς
ὑπὲρ ἡδονῆς καὶ ἐπιθυμίας λόγοις ὑπαντιάσαι οὐ τοῖς ποσίν, ἀλλὰ τῇ
γνώμῃ, βεβαίως καὶ ἀκλινῶς, ἐπὶ τοῦ ποταμίου χείλους, τοῦτο δέ
ἐστιν ἐπὶ τοῦ στόματος καὶ τῆς γλώττης, ἅπερ ἦν ὄργανα λόγου·
παγίως γὰρ ἐπιβὰς αὐτοῖς δυνήσεται τὰς συνηγορούσας τῷ πάθει
πιθανότητας ἀνατρέψαι καὶ καταβαλεῖν. ὁ δὲ τοῦ ὁρατικοῦ γένους
ἐχθρὸς ὁ τοῦ Φαραὼ λαός ἐστιν, ὃς ἐπιτιθέμενος καὶ διώκων καὶ δου-
38

λούμενος ἀρετὴν οὐκ ἐπαύσατο, ἕως κακὰς ὧν διέθηκε τὰς ἀμοιβὰς


εὕρατο, πελάγει τῶν ἀδικημάτων καὶ τρικυμίαις, ἃς τὸ λυττῶν πάθος
ἀνήγειρε, καταποντωθείς,ὡς ὑπερβάλλουσαν θέαν καὶ νίκην ἀναντα-
γώνιστον καὶ χαρὰν ἐλπίδος μείζονα τὸν καιρὸν ἐνεγκεῖν ἐκεῖνον. διὸ
λέγεται· “εἶδεν Ἰσραὴλ τοὺς Αἰγυπτίους τεθνηκότας παρὰ τὸ χεῖλος
τῆς θαλάσσης” (Exod. 14, 30). μεγάλη γε ἡ ὑπέρμαχος χείρ, ἀναγ-
κάζουσα παρὰ στόματι καὶ χείλεσι καὶ λόγῳ πίπτειν τοὺς τὰ ὄργανα
ταῦτα κατὰ τῆς ἀληθείας ἀκονησαμένους, ἵνα μὴ ὀθνείοις ἀλλὰ ἰδίοις
ὅπλοις οἱ καθ' ἑτέρων ἀναλαβόντες αὐτὰ θνῄσκωσι.

Φίλων Ιουδαίος. De Josepho (0018: 021)“Philonis Alexandrini opera quae


supersunt, vol. 4”, Ed. Cohn, L.Berlin: Reimer, 1902, Rep1962.Sec. 143, l. 5

εἶναι τὰς φύσεις τῶν πραγμάτων ἀπλανέσι λογισμοῖς ὁρᾶν· οἷς ἑκάστη
τῶν αἰσθήσεων εἰς ἐπιστήμην ἐμπόδιος, δεκαζομένη θεάμασιν, ἀκούς-
μασι, χυλῶν ποιότησιν, ἀτμῶν ἰδιότησι, πρὸς ἅπερ ἀποκλίνουσα συνε-
φέλκεται καὶ τὴν ὅλην ψυχὴν οὐκ ἐῶσα ὀρθοῦσθαι καὶ ἀπταίστως οἷα διὰ
λεωφόρων ὁδῶν προέρχεσθαι· τὸ δ' ὑψηλοτάπεινον καὶ μεγαλόμικρον
καὶ πᾶν ὅσον ἀνισότητι καὶ ἀνωμαλίᾳ συγγενὲς ἀπεργάζεται καὶ σκοτο-
δινιᾶν ἀναγκάζει καὶ πολὺν ἐμποιεῖ ἴλιγγον. τοσαύτης οὖν
ταραχῆς καὶ ἀταξίας ἔτι δὲ ἀσαφείας γέμοντος τοῦ βίου, παρελθόντα
δεῖ τὸν πολιτικὸν ὥσπερ τινὰ σοφὸν τὴν ὀνειροκριτικὴν τὰ μεθημερινὰ
ἐνύπνια καὶ φάσματα τῶν ἐγρηγορέναι δοκούντων διακρίνειν εἰκόσι στο-
χασμοῖς καὶ εὐλόγοις πιθανότησι περὶ ἑκάστου ἀναδιδάσκοντα, ὅτι τοῦτο  
καλόν, ἐκεῖνο αἰσχρόν, τοῦτο ἀγαθόν, κακὸν ἐκεῖνο, τουτὶ δίκαιον, ἄδικον
τοὐναντίον, καὶ τἄλλα ταύτῃ, τὸ φρόνιμον, τὸ ἀνδρεῖον, τὸ εὐσεβές,
τὸ ὅσιον, τὸ συμφέρον, τὸ ὠφέλιμον, καὶ πάλιν τὸ ἀνωφελές, τὸ ἀλό-
γιστον, τὸ ἀγεννές, τὸ ἀσεβές, τὸ ἀνόσιον, τὸ ἀσύμφορον, τὸ βλαβερόν, τὸ
φίλαυτον. καὶ ἔτι πρὸς τούτοις ἀλλότριον τοῦτο, μὴ ἐπιθύμει· ἴδιον
τοῦτο, χρῶ μὴ παραχρώμενος· περιουσιάζεις, μεταδίδου· πλούτου γὰρ
τὸ κάλλος οὐκ ἐν βαλαντίοις, ἀλλ' ἐν τῇ τῶν χρῃζόντων ἐπικουρίᾳ·
ὀλίγα κέκτησαι, μὴ φθόνει τοῖς ἔχουσι· πένητα γὰρ βάσκανον οὐδεὶς
ἂν ἐλεήσαι· εὐδοξεῖς καὶ τετίμησαι, μὴ καταλαζονεύου· ταπεινὸς εἶ
ταῖς τύχαις, ἀλλὰ τὸ φρόνημα μὴ καταπιπτέτω· πάντα σοι κατὰ νοῦν

Αισχίνης. De falsa legatione (0026: 002)“Eschine. Discours, vol. 1”, Ed. Martin, V.,
de Budé, G.Paris: Les Belles Lettres, 1927, Rep1962.Sec. 64, l. 5

ἣν εἰσηγεῖτο ἐκεῖνος εἰρήνην, αἰσχρὰν καὶ τῆς πόλεως


ἀναξίαν εἶναι φάσκων, τῇ δ' ὑστεραίᾳ πάλιν ἡμέρᾳ ὡς
συναγορεύοιμι τῷ Φιλοκράτει, καὶ τὴν ἐκκλησίαν εὐημε-
ρήσας οἰχοίμην φέρων, πείθων ὑμᾶς μὴ προσέχειν τοῖς
τὰς μάχας καὶ τὰ τῶν προγόνων λέγουσι τρόπαια, μηδὲ
τοῖς Ἕλλησι βοηθεῖν.          Ὅτι δ' οὐ ψευδῆ μόνον
κατηγόρηκεν, ἀλλὰ καὶ ἀδύνατα γενέσθαι, μίαν μὲν αὐτὸς
καθ' αὑτοῦ Δημοσθένης μαρτυρίαν μαρτυρήσει, ἑτέραν δὲ
πάντες Ἀθηναῖοι καὶ ὑμεῖς ἀναμιμνῃσκόμενοι, τρίτην δὲ
ἡ τῆς αἰτίας ἀπιθανότης, τετάρτην δὲ ἀνὴρ ἀξιόλογος, εἷς
τῶν πολιτευομένων, Ἀμύντωρ, ᾧ τὸ ψήφισμα ἐπεδείξατο
39

Δημοσθένης καὶ ἀνεκοινοῦτο, εἰ δῷ τῷ γραμματεῖ, οὐχ


ὑπεναντίον, ἀλλὰ ταὐτὸν γεγραφὼς Φιλοκράτει.

Γαληνός ιατρός.De naturalibus facultatibus (0057: 010)“Claudii Galeni


Pergameni scripta minora, vol. 3”, Ed. Marquardt, J., Müller, I., Helmreich,
G.Leipzig: Teubner, 1893, Rep1967.Kühn Vol. 2, p. 65, l. 3

ἄλλην τινὰ προσθεῖναι πιθανὴν αἰτίαν εἶχεν, ὡς ἐπὶ


τῆς ἀναδόσεως τὴν ἔκθλιψιν τῆς γαστρός. ἀλλ' αὕτη
γ' ἐπὶ τοῦ κατὰ τὴν κοίλην αἵματος ἀπωλώλει τελέως,
οὐ τῷ· μήκει μόνον τῆς ἀποστάσεως ἐκλυθεῖσα, ἀλλὰ
καὶ τῷ τὴν καρδίαν ὑπερκειμένην ἐξαρπάζειν αὐτῆς
σφοδρῶς καθ' ἑκάστην διαστολὴν οὐκ ὀλίγον αἷμα.
μόνη δή τις ἔτι καὶ πάντων ἔρημος ἀπελείπετο τῶν
σοφισμάτων ἐν τοῖς κάτω τῆς κοίλης ἡ πρὸς ‖ τὸ
κενούμενον ἀκολουθία, διά τε τοὺς ἐπὶ ταῖς ἰσχουρίαις
ἀποθνήσκοντας ἀπολωλεκυῖα τὴν πιθανότητα καὶ διὰ
τὴν τῶν νεφρῶν θέσιν οὐδὲν ἧττον. εἰ μὲν γὰρ ἅπαν
ἐπ' αὐτοὺς ἐφέρετο τὸ αἷμα, δεόντως ἄν τις ἅπαν
ἔφασκεν αὐτὸ καθαίρεσθαι. νυνὶ δέ, οὐ γὰρ ὅλον
ἀλλὰ τοσοῦτον αὐτοῦ μέρος, ὅσον αἱ μέχρι νεφρῶν
δέχονται φλέβες, ἐπ' αὐτοὺς ἔρχεται, μόνον ἐκεῖνο
καθαρθήσεται. καὶ τὸ μὲν ὀρρῶδες αὐτοῦ καὶ λεπτὸν
οἷον δι' ἠθμῶν τινων τῶν νεφρῶν διαδύσεται· τὸ δ'
αἱματῶδές τε καὶ παχὺ κατὰ τὰς φλέβας ὑπομένον
ἐμποδὼν στήσεται τῷ κατόπιν ἐπιρρέοντι. παλινδρο-
μεῖν οὖν αὐτὸ πρότερον ἐπὶ τὴν κοίλην ἀναγκαῖον

Γαληνός ιατρός.De placitis Hippocratis et Platonis (0057: 032)“Galen. On the


doctrines of Hippocrates and Plato”, Ed. De Lacy, P.erlin: Akademie–Verlag, 1978;
Corpus medicorum Graecorum, vol. 5.4.1.2, pts. 1–2.Book 2, Ch.2, sec. 18, l. 3

τευχεν.’ ἐννοήσας γὰρ ὅτι καὶ ἡ ἐκεῖνος φωνὴ τὴν ἀρχὴν ἀπὸ
τῆς αὐτῆς ποιεῖται συλλαβῆς ὥσπερ καὶ ἡ ἐγώ, καὶ δεήσει
καὶ ταύτην ἐνδείκνυσθαι ταὐτὸν σημαινόμενον, εἰς τὴν τῶν
ἐπιφερομένων συλλαβῶν διαφορὰν ἀναφέρει τὴν τοῦ ζητου-
μένου λύσιν.  
   ἔστι δὲ τοιάδε· εἰπὼν τῆς ἐγὼ φωνῆς τὴν
δευτέραν συλλαβὴν τὴν γωμηδὲν ἀποστηματικὸν ἐμφαίνειν ἐπήγαγεν
ἐπὶ [δὲ] τῆς ἐκεῖνος ἐμφαίνειν τὴν κει. τοῦτο δ' ἀπόφασίς ἐστι
ψιλὴ μηδεμίαν ἀπόδειξιν ἔχουσα, μὴ ὅτι βεβαίαν τε καὶ
ἐπιστημονικήν, ἀλλὰ μηδ' ἄχρι πιθανότητος ἢ ῥητορικῆς ἢ
σοφιστικῆς προϊοῦσα.  

Γαληνός ιατρός.De placitis Hippocratis et Platonis Book 3, Ch.7, sec. 1, l. 5


40

ἀφ' ἧς τὰ νεῦρα πέφυκεν, ἐγκέφαλον ἀναγκαῖον ὑπάρχειν·


ὅσα δ' ὁ Χρύσιππος ἐπὶ πλεῖστον μηκύνων ἐπὶ τῆς καρδίας
διεξῆλθεν, οὐ τὸ λογίζεσθαι δείκνυσι τὸ σπλάγχνον, ἀλλὰ
τὸ θυμοῦσθαι καὶ τὸ φοβεῖσθαι καὶ τὸ λυπεῖσθαι καὶ πάνθ'
ὅσα τοῦ θυμοειδοῦς τῆς ψυχῆς ἐστιν ἔργα τε καὶ πάθη.  
 Ὅπερ οὖν εἶπον ἤδη πρόσθεν ἐν τῷδε τῷ γράμματι,
τοῦτο καὶ νῦν ἀναγκαῖον ἀναμνῆσαι, ὅτι ὁ Χρύσιππος ἐν τῇ
μετὰ τὰς προγεγραμμένας ῥήσεις λέξει προχείρως πάλιν ἐξ
ἑνὸς ἄρχεσθαι μορίου τὰς δυνάμεις ἀμφοτέρας λαμβάνει
μηδεμίαν ἀπόδειξιν ἢ παραμυθίαν ἢ πιθανότητα τῷ λόγῳ
προστιθείς, ὡς ἐξ αὐτῆς φανερὸν ἔσται τῆς λέξεως αὐτοῦ
τόνδε τὸν τρόπον ἐχούσης·  

Γαληνός ιατρός.De placitis Hippocratis et Platonis Book 5, Ch.5, sec. 19, l. 3

τὸν πόνον εἴπερ μὴ καὶ πρὸς τοῦτον ἠλλοτρίωνται φύσει;


τίς δ' ἀνάγκη πρὸς μὲν τοὺς ἐπαίνους καὶ τὰς τιμὰς ἵεσθαί
τε καὶ χαίρειν αὐτοῖς, ἄχθεσθαι δὲ καὶ φεύγειν τούς τε ψόγους
καὶ τὰς ἀτιμίας, εἴπερ μὴ καὶ πρὸς ταῦτα φύσει τινὰ ἔχουσιν
οἰκείωσίν τε καὶ ἀλλοτρίωσιν;  
      εἰ γὰρ μὴ ταῖς φωναῖς,
ἀλλὰ τῇ γε δυνάμει τῶν λεγομένων ὁμολογεῖν ἔοικεν ὁ
Χρύσιππος ὡς ἔστιν οἰκείωσίς τέ τις ἡμῖν καὶ ἀλλοτρίωσις
φύσει πρὸς ἕκαστον τῶν εἰρημένων. ἐπειδὰν γὰρ λέγῃ τὰς
περὶ ἀγαθῶν καὶ κακῶν ἐγγίνεσθαι τοῖς φαύλοις διαστρο-
φὰς διά τε τὴν πιθανότητα τῶν φαντασιῶν καὶ τὴν κατήχη-
σιν, ἐρωτητέον αὐτὸν τὴν αἰτίαν δι' ἣν ἡδονὴ μὲν ὡς ἀγα-
θὸν ἀλγηδὼν δ' ὡς κακὸν πιθανὴν προβάλλουσι φαντασίαν.  
οὕτως δὲ καὶ διὰ τί τὴν μὲν νίκην τὴν [ἐν] Ὀλυμπίασιν καὶ
τὴν τῶν ἀνδριάντων ἀνάθεσιν ἐπαινούμενά τε καὶ μακαρι-
ζόμενα πρὸς τῶν πολλῶν ἀκούοντες ὡς ἀγαθά, περὶ δὲ τῆς
ἥττης τε καὶ τῆς ἀτιμίας ὡς κακῶν, ἑτοίμως πειθόμεθα; καὶ
γὰρ καὶ ταῦθ' ὁ Ποσειδώνιος μέμφεται καὶ δεικνύναι πειρᾶ-
ται πασῶν τῶν ψευδῶν ὑπολήψεων τὰς αἰτίας ἐν μὲν τῷ
θεωρητικῷ γίγνεσθαι δι' ἀμαθίας, ἐν δὲ τῷ πρακτικῷ
διὰ τῆς παθητικῆς ὁλκῆς, προηγεῖσθαι

Γαληνός ιατρός.In Hippocratis librum vi epidemiarum commentarii vi (0057:


091)“Galeni in Hippocratis sextum librum epidemiarum commentaria i–vi”, Ed.
Wenkebach, E.Leipzig: Teubner, 1940; Corpus medicorum Graecorum, vol.
5.10.2.2.Kühn Vol. 17b, p. 23, l. 1

     
 Ὑπακοῦσαι χρὴ “παυσαμένου τοῦ πυρετοῦ”. πῶς γὰρ ἂν ἄλλως
ἧττοναὐτοῖς εἶναι νομίσαιμεν ὑποστροφάς, εἰ μὴ παύσαιτο πρό-  
τερον; εἰ δ' ἀφέλοιμεν τὸ ἧσσονἀπὸ ταύτης τῆς ῥήσεως, ὡς ἐνίοις
41

ἔδοξεν ὕστατον ἐντοῖς προηγουμένοις αὐτὸ τάξασι, τὴν ἐναντίαν


τῇδε διάνοιαν ὁ λόγος ἕξει, τοῖς ἀπὸ κεφαλῆς κορυζώδεσι
καὶ βραγχώδεσιν ἐπιπυρετήνασιν ὑποστροφὰςγίνεσθαι νο-
ούντων ἡμῶν. ὅπερ οὖν ἐν ἅπασι ποιοῦμεν, οὐ τῇ τοῦ λόγου πιθανό-
τητι τὰ ζητούμενα διορί|ζοντες, ἀλλὰ τοῖς ἐναργῶς ἐπὶ τῶν ἀρρώστων
ὁρωμένοις, ἐὰν καὶ νῦν ποιήσωμεν, εὑρήσομεν ὀρθῶς προτεταγμένον
τῆς ῥήσεως τῆσδε τὸ ἧσσον. ὁ γὰρ πυρετὸς ἐπιγενόμενος κορύζαις
καὶ βράγχοις βεβαιοτέραν αὐτῶν ποιεῖται τὴνπέψιν, ὡς μηκέτ' αὖ-
θιςὑποστροφὴν γίνεσθαι ῥᾳδίως, μηδ' ἂν ἁμάρτωσί τι, τῶν ἄλλων
τῶν ληξάντωντοῦ πυρέττειν ἄνευ τοιαύτης αἰτίας ὑποστροφαῖς
ἁλισκομένων ἐπὶ τοῖς ἁμαρτήμασι.

Γαληνός ιατρός.In Hippocratis librum vi epidemiarum commentarii vi


Kühn Vol. 17b, p. 94, l. 11

ἀνεσπάσθαιδὲτοὺς ἰσχνοὺς βούλεται. τούτοις δὲ φαίνεται καὶ τὸ


ἐπιφερόμενον μαρτυρεῖν εἰπόντος τοῦ Ἱπποκράτους καίτοι οὐκ
ἄν τις οἴοιτο διὰ τοῦτο. προειρηκὼς γὰρ ἐν μὲν τῇ λεπτότητι
χαλᾶσθαι, περιτείνεσθαι δὲ εὐτροφούντων τὸ δέρμα τῷ μὲν προτέρῳ
τὸ κατεσπάσθαιτοὺς μασθούς, τῷ δὲ δευτέρῳ τὸ ἀνεσπάσθαι
συνεπόμενον εὑρίσκει καὶ διὰ τοῦτό φησι καίτοι οὐκ ἄν τις οἴοιτο
διὰ τοῦτο. τοῦτο δὴ ὡς ἕρμαιον ἔλαβον οἱ παλαιοὶ τῶν ἐξη-
γητῶνὄντες ἐμπειρικοὶ Γλαυκίαςτε καὶ ὁ Ταραντῖνος
Ἡρακλείδηςἡγοῦνται γὰρ ἐκ τούτου καὶ τὸν Ἱπποκράτην
δεικνύειν ὁμόψηφον ἑαυτοῖς, ὡς μὴ πιστεύειν ταῖς δογματικαῖς πιθα-
νότησιν, ἀλλὰ μόνῳ τῷ διὰ τῆςἐμπειρίας φαινομένῳ. καίτοι καὶ τὸ
φαινόμενον αὐτὸ χωρὶς διορισμοῦ ῥηθὲν ἑκατέρως ἐστὶ ψεῦδος, ἐάν τε
κατεσπάσθαιτε καὶ χαλᾶσθαι τοὺς τοιούτους εἴπωμεν ἐν τοῖς λε-
πτυσμοῖς ἐάν τ' ἀνεσπάσθαι. τοῦτ' οὖν ἐχρῆν αὐτοῖς πρῶτον ἀκρι-  
βῶς ἐξητάσθαι, τοῖς μὲν ἐμπειρικοῖς, ἐπειδὴ τοῦ φαινομένου τηρητικοί
τέ εἰσι καὶ μνημονευτικοί, τοῖς δὲ δογματικοῖς,ἐπειδὴ τῶν ὄντων
αὐτοὺς χρὴ τὰς αἰτίας, οὐ τῶν οὐκ ὄντων ἀποδιδόναι.
 τί δὴ οὖν ἐστι τὸ φαινόμενον, ἐγὼ φράσω, παραφυλάξας ἐπὶ
πολλῶν πάνυ γυναικῶν, οὐκ ὀλίγων δὲ καὶ πυθόμενος οὐ μόνον τῶν
μαιευτριῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν οὐδὲν ἐπισταμένων τοιοῦτον. μᾶλλον γὰρ
αὗται τὰ φαινόμενα λέγουσιν ἀληθῶς τῶν διὰ δόγμα τυφλωττόντων

Γαληνός ιατρός.In Hippocratis librum de articulis et Galeni in eum commentarii


iv (0057: 095)“Claudii Galeni opera omnia, vol. 18.1”, Ed. Kühn, C.G.Leipzig:
Knobloch, 1829, Rep1965.Vol. 18a, p. 541, l. 6

κατὰ τὴν τελευτὴν εἰρημένον τῆς ῥήσεως τὸ ἄχρι τῆς προς-


φύσιος, εἰ μὴ ἐπὶ τῶν στενῶν λέγει τῶν μυῶν, τὴν
τοῦ διαφράγματος πρόσφυσιν ἡμᾶς ἀναγκαῖον νοεῖν, εἰ δ'
ἐπὶ τῶν ῥαχιτῶν, τὴν τῶν σκελῶν, εἰ μὴ περὶ πρόσφυσιν
εἴρηκε τὴν τούτων διάρθρωσιν. ἐγὼ μὲν οὖν διὰ ταύτην  
τὴν λέξιν ἀπορῶ προσαρμόσαι τῷ φαινομένῳ, καί μοι δοκεῖ
κατ' ἀρχὴν εὐθέως ὑπὸ τοῦ πρώτου γράψαντος ἡμαρτῆσθαι
42

ὥστε καὶ ἄλλων πολλῶν. ἐχόντων δ' ὡς εἴρηται τῶν φαι-


νομένων ζήτησις τῆς ἁρμοττούσης ἐξηγήσεως εἰς τὸ κοινὸν
προκείσθω. τὸ δ' οὖν ὡς ἐν διορισμοῖς δόξαν ἔχειν τινὰ
πιθανότητα τοιόνδ' ἐστί· πλευρὰς μὲν ἀκουσόμεθα τὰς
τῶν σφονδύλων αὐτῶν κεφαλὰς, ἀποπεφυκότα δὲ τῶν σφον-
δύλων ὀστᾶ τὰ τὴν ἀκάνθην ἐργαζόμενα, τοὺς δὲ τὴν με-
ταξὺ χώραν ἑκατέρων ἀναπληροῦντας μῦς τοὺς ῥαχίτας,
πρόσφυσιν δὲ τὴν τῶν φρενῶν. ὅ γε μὴν διδάσκαλος ἡμῶν
Πέλοψ τὰς μὲν πλαγίας ἀποφύσεις τῶν σφονδύλων ἁπάντων
πλευρὰς ἔφασκεν εἰρῆσθαι νῦν ὑπ' αὐτοῦ, πρόσφυσιν δὲ τὴν
τῶν φρενῶν.

Γαληνός ιατρός.In Hippocratis librum de fracturis commentarii iii (0057:


100)“Claudii Galeni opera omnia, vol. 18.2”, Ed. Kühn, C.G.
Leipzig: Knobloch, 1830, Rep1965.Vol. 18b, p. 586, l. 1

νειν τὸ κῶλον, ἐν δὲ τῇ τρίτῃ καὶ τετάρτῃ παρηγορεῖν.


ἐὰν οὖν προσέχῃς τὸν νοῦν τοῖς κατὰ μέρος εἰς τοῦτο γε-
γραμμένοις ὑπ' αὐτοῦ, σαφῆ ταῦτ' ἔσται· καὶ γὰρ ἑρμη-
νεύεται σαφῶς.             λδʹ.
Εἰ μή τις φήσειε καὶ τἄλλα νουσήματα ἕλκεα εἶναι, ἔχει γάρ
 τινα καὶ οὗτος ὁ λόγος ἐπιείκειαν.
      –   –   –   
  Ἐπιείκειάν φησιν ἔχειν τὸν λόγον ἐν ἴσῳ πιθανότητα.
τοῦτο δὲ εἶπεν, ἐπειδή τινες τῶν λόγων ἄντικρύς εἰσιν
ἀπίθανοι. τίς οὖν ἡ πιθανότης τοῦ λόγου καθ' ὃν εἴποι
τις ἂν εἶναι καὶ τὰ ἄλλα νοσήματα ἕλκη; τὰ μὲν ἐπώδυνα
καὶ πάνυ πιθανὸν ἐν τῷ τῶν ἑλκῶν τίθεσθαι γένει. δέ-
δεικται γὰρ ἡμῖν ὀδύνη γινομένη διά τε τὴν τῆς συνεχείας
λύσιν ἐν τῷ τέμνεσθαι καὶ τείνεσθαι καὶ θλίβεσθαι,
προσέτι κατὰ δυσκρασίαν. ὅτι μὲν οὖν ἡ τῆς συνεχείας
λύσις ἕλκος ἐστὶ, παντί που δῆλον. ὅτι δὲ καὶ ἡ κατὰ δυς-
κρασίαν ἀθρόα μεταβολὴ λύσιν τινὰ ποιεῖται συνεχείας ἐν
τοῖς περὶ φαρμάκων ἐπιδέδεικται. τὸ μὲν γὰρ θερμὸν ὅτι

Γαληνός ιατρός.In Hippocratis librum de fracturis commentarii iii


Vol. 18b, p. 586, l. 3

      λδʹ.
Εἰ μή τις φήσειε καὶ τἄλλα νουσήματα ἕλκεα εἶναι, ἔχει γάρ
 τινα καὶ οὗτος ὁ λόγος ἐπιείκειαν.
  Ἐπιείκειάν φησιν ἔχειν τὸν λόγον ἐν ἴσῳ πιθανότητα.
τοῦτο δὲ εἶπεν, ἐπειδή τινες τῶν λόγων ἄντικρύς εἰσιν
ἀπίθανοι. τίς οὖν ἡ πιθανότης τοῦ λόγου καθ' ὃν εἴποι
τις ἂν εἶναι καὶ τὰ ἄλλα νοσήματα ἕλκη; τὰ μὲν ἐπώδυνα
καὶ πάνυ πιθανὸν ἐν τῷ τῶν ἑλκῶν τίθεσθαι γένει. δέ-
43

δεικται γὰρ ἡμῖν ὀδύνη γινομένη διά τε τὴν τῆς συνεχείας


λύσιν ἐν τῷ τέμνεσθαι καὶ τείνεσθαι καὶ θλίβεσθαι,
προσέτι κατὰ δυσκρασίαν. ὅτι μὲν οὖν ἡ τῆς συνεχείας
λύσις ἕλκος ἐστὶ, παντί που δῆλον. ὅτι δὲ καὶ ἡ κατὰ δυς-
κρασίαν ἀθρόα μεταβολὴ λύσιν τινὰ ποιεῖται συνεχείας ἐν
τοῖς περὶ φαρμάκων ἐπιδέδεικται. τὸ μὲν γὰρ θερμὸν ὅτι
διεξέρχεται καὶ οἷον διαβιβρώσκει τὸ συνεχὲς δῆλον. ὅτι
δὲ τὸ σφοδρῶς στῦφον ὅταν ἀθρόως

Γαληνός ιατρός.In Hippocratis librum de fracturis commentarii iii


Vol. 18b, p. 587, l. 2

λύσις ἕλκος ἐστὶ, παντί που δῆλον. ὅτι δὲ καὶ ἡ κατὰ δυς-
κρασίαν ἀθρόα μεταβολὴ λύσιν τινὰ ποιεῖται συνεχείας ἐν
τοῖς περὶ φαρμάκων ἐπιδέδεικται. τὸ μὲν γὰρ θερμὸν ὅτι
διεξέρχεται καὶ οἷον διαβιβρώσκει τὸ συνεχὲς δῆλον. ὅτι
δὲ τὸ σφοδρῶς στῦφον ὅταν ἀθρόως συνάγῃ τὸ διακεχυμέ-
νον, ἐργάζεταί τινα τῆς συνεχείας αὐτῆς λύσιν ἐν ἐκείνῃ
μοι δέδεικται τῇ πραγματείᾳ· ὥστε κατὰ τοῦτο μὲν οὐ
μόνον ἂν εἴη πιθανὸς ὁ λόγος, ἀλλὰ καὶ ἀληθὴς, ἅπασαν
ὀδύνην ἐν τῷ τῶν ἑλκῶν γένει τιθέμενος. ὅτι δὲ καὶ πάντα  
τὰ νοσήματα δύναιτ' ἄν τις ἕλκη λέγειν, οὐκ ἔτ' ἂν ὁμοίως
πρόσθεν ἀληθὲς, οὐ μὴν ἀπήλλακται πιθανότητος. ἐπειδὴ
γὰρ τὰ πλεῖστα νοσήματα μετ' ὀδύνης συνίσταται, μετάβα-
σις ἀπ' αὐτῶν ἐπὶ πάντα γενήσεται τῷ λόγῳ πειρωμένου
τινὸς ἐν ὅλῳ τῷ σώματι πάντως ἤτοι δυσκρασίαν τινὰ ἢ
θλίψιν ἢ τάσιν ἢ σαφὴ γίγνεσθαι συνεχείας διαίρεσιν, εἶτα
προσαναγκάζοντος ἅπασαν ἐργάζεταί τινα λύσιν τῆς συνε-
χείας· καὶ εἰ μὴ πρὸς αἴσθησιν ἐναργῶς, ἀλλὰ πρός γε
τὴν ἀλήθειαν αὐτὴν λόγῳ θεωρητῶς. ἐν δὲ τοῖς γιγνομέ-
νοις τε καὶ θλωμένοις καὶ θλιβομένοις ἔτι δὴ καὶ μᾶλλον.
ἐγγὺς γὰρ ἥκει ταῦτα τοῦ διασπασθῆναι. τοῦτο δ' ἐστὶ
τὸ πάθημα συνεχείας λύσις.

Πλάτων. Cratylus (0059: 005)“Platonis opera, vol. 1”, Ed. Burnet, J.


Oxford: Clarendon Press, 1900, Rep1967.Stephanus p. 402, sec. a, l. 1

ἂν ἡγοῖντο τὰ ὄντα ἰέναι τε πάντα καὶ μένειν οὐδέν· τὸ


οὖν αἴτιον καὶ τὸ ἀρχηγὸν αὐτῶν εἶναι τὸ ὠθοῦν, ὅθεν
δὴ καλῶς ἔχειν αὐτὸ “ὠσίαν” ὠνομάσθαι. καὶ ταῦτα
μὲν δὴ ταύτῃ ὡς παρὰ μηδὲν εἰδότων εἰρήσθω· μετὰ δ'
Ἑστίαν δίκαιον Ῥέαν καὶ Κρόνον ἐπισκέψασθαι. καίτοι
τό γε τοῦ Κρόνου ὄνομα ἤδη διήλθομεν. ἴσως μέντοι
οὐδὲν λέγω.
 {ΕΡΜ.} Τί δή, ὦ Σώκρατες;
 {ΣΩ.} Ὠγαθέ, ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας.
 {ΕΡΜ.} Ποῖον δὴ τοῦτο;  
44

 {ΣΩ.} Γελοῖον μὲν πάνυ εἰπεῖν, οἶμαι μέντοι τινὰ πιθανότητα


ἔχον.
 {ΕΡΜ.} Τίνα ταύτην;
 {ΣΩ.} Τὸν Ἡράκλειτόν μοι δοκῶ καθορᾶν παλαί' ἄττα
σοφὰ λέγοντα, ἀτεχνῶς τὰ ἐπὶ Κρόνου καὶ Ῥέας, ἃ καὶ
Ὅμηρος ἔλεγεν.

Πλάτων. Νόμοι. (0059: 034)“Platonis opera, vol. 5”, Ed. Burnet, J.


Oxford: Clarendon Press, 1907, Rep1967.Stephanus p. 839, sec. d, l. 9

τότε γενέσθαι δοκεῖ, καθάπερ τὸ τῶν συσσιτίων ἐπιτήδευμα


ἀπιστεῖται μὴ δυνατὸν εἶναι δύνασθαι διὰ βίου πόλιν ὅλην
ζῆν πράττουσαν τοῦτο, ἐλεγχθὲν δ' ἔργῳ καὶ γενόμενον
παρ' ὑμῖν, ὅμως ἔτι τό γε γυναικῶν οὐδὲ ἐν ταῖς ὑμετέραις
πόλεσιν δοκεῖ φύσιν ἔχειν γίγνεσθαι. ταύτῃ δ' αὖ, διὰ τὴν  
τῆς ἀπιστίας ῥώμην, εἴρηκα ἀμφότερα ταῦτα εἶναι παγχάλεπα
μεῖναι κατὰ νόμον.
 {ΜΕ.} Ὀρθῶς γε σὺ λέγων.
 {ΑΘ.} Ὡς δ' οὖν οὐκ ἔστιν ὑπὲρ ἄνθρωπον, οἷόν τε δὲ
γενέσθαι, βούλεσθε ὑμῖν πειραθῶ τινα λόγον ἐχόμενον
πιθανότητος εἰπεῖν τινος;
 {ΚΛ.} Πῶς γὰρ οὔ;
 {ΑΘ.} Πότερον οὖν τις ἀφροδισίων ῥᾷον ἂν ἀπέχοιτο,
καὶ τὸ ταχθὲν ἐθέλοι περὶ αὐτὰ μετρίως ποιεῖν, εὖ τὸ σῶμα
ἔχων καὶ μὴ ἰδιωτικῶς, ἢ φαύλως;
 {ΚΛ.} Πολύ που μᾶλλον μὴ ἰδιωτικῶς.
 {ΑΘ.} Ἆρ' οὖν οὐκ ἴσμεν τὸν Ταραντῖνον Ἴκκον ἀκοῇ
διὰ τὸν Ὀλυμπίασί τε ἀγῶνα καὶ τούς γε ἄλλους; ὧν διὰ
φιλονικίαν, καὶ τέχνην καὶ τὸ μετὰ τοῦ σωφρονεῖν ἀνδρεῖον
ἐν τῇ ψυχῇ κεκτημένος, ὡς λόγος, οὔτε τινὸς πώποτε γυ-
ναικὸς ἥψατο οὐδ' αὖ παιδὸς ἐν ὅλῃ τῇ τῆς ἀσκήσεως ἀκμῇ·

Πλάτων. Νόμοι. Stephanus p. 887, sec. b, l. 6

τι βραχὺς ὁ λόγος ἐκταθεὶς ἂν γίγνοιτο, εἰ τοῖσιν ἐπιθυ-


μοῦσιν ἀσεβεῖν τὰ μὲν ἀποδείξαιμεν μετρίως τοῖς λόγοις
ὧν ἔφραζον δεῖν πέρι λέγειν, τὸν δὲ εἰς φόβον τρέψαιμεν,
τὰ δὲ δυσχεραίνειν ποιήσαντες, ὅσα πρέπει μετὰ ταῦτα ἤδη
νομοθετοῖμεν.
 {ΚΛ.} Ἀλλ', ὦ ξένε, πολλάκις μὲν ὥς γε ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ
τοῦτ' αὐτὸ εἰρήκαμεν, ὡς οὐδὲν ἐν τῷ παρόντι δεῖ προτιμᾶν  
βραχυλογίαν μᾶλλον ἢ μῆκος – οὐδεὶς γὰρ ἡμᾶς, τὸ λεγό-
μενον, ἐπείγων διώκει – γελοῖον δὴ καὶ φαῦλον τὸ πρὸ τῶν
βελτίστων τὰ βραχύτερα αἱρουμένους φαίνεσθαι. διαφέρει
δ' οὐ σμικρὸν ἁμῶς γέ πως πιθανότητά τινα τοὺς λόγους
ἡμῶν ἔχειν, ὡς θεοί τ' εἰσὶν καὶ ἀγαθοί, δίκην τιμῶντες
διαφερόντως ἀνθρώπων· σχεδὸν γὰρ τοῦτο ἡμῖν ὑπὲρ ἁπάν-
45

των τῶν νόμων κάλλιστόν τε καὶ ἄριστον προοίμιον ἂν


εἴη. μηδὲν οὖν δυσχεράναντες μηδὲ ἐπειχθέντες, ἥντινά
ποτε ἔχομεν δύναμιν εἰς πειθὼ τῶν τοιούτων λόγων, μηδὲν
ἀποθέμενοι διεξέλθωμεν εἰς τὸ δυνατὸν ἱκανῶς.
 {ΑΘ.} Εὐχήν μοι δοκεῖ παρακαλεῖν ὁ λεγόμενος ὑπὸ σοῦ
νῦν λόγος, ἐπειδὴ προθύμως συντείνεις· μέλλειν δὲ οὐκέτι
ἐγχωρεῖ λέγειν. φέρε δή, πῶς ἄν τις μὴ θυμῷ λέγοι περὶ
θεῶν ὡς εἰσίν; ἀνάγκη γὰρ δὴ χαλεπῶς φέρειν καὶ μισεῖν

Πλάτων. Νόμοι. Stephanus p. 949, sec. b, l. 1

σεσιν ἑκάστων. νόμος δὴ κείσθω δικαστὴν μὲν ὀμνύναι


δικάζειν μέλλοντα, καὶ τὸν τὰς ἀρχὰς τῷ κοινῷ καθιστάντα
δι' ὅρκων ἢ διὰ φορᾶς ψήφων ἀφ' ἱερῶν φέροντα δρᾶν ἀεὶ
τὸ τοιοῦτον, καὶ κριτὴν αὖ χορῶν καὶ πάσης μουσικῆς καὶ
γυμνικῶν τε καὶ ἱππικῶν ἄθλων ἐπιστάτας καὶ βραβέας
καὶ ἁπάντων ὁπόσα μὴ φέρει κέρδος κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην
δόξαν τῷ ἐπιορκοῦντι· τῶν δὲ ὁπόσα ἐξαρνηθέντι καὶ ἐξο-
μοσαμένῳ κέρδος μέγα φανερὸν εἶναι δοκεῖ, ταῦτα δὲ διὰ
δικῶν ὅρκων χωρὶς κρίνεσθαι σύμπαντας τοὺς ἐπικαλοῦντας
ἀλλήλοις. καὶ τὸ παράπαν ἐν δίκῃ τοὺς προέδρους μὴ
ἐπιτρέπειν μήτε ὀμνύντι λέγειν πιθανότητος χάριν μήτε
ἐπαρώμενον ἑαυτῷ καὶ γένει μήτε ἱκετείαις χρώμενον ἀσχή-
μοσιν μήτε οἴκτοις γυναικείοις, ἀλλὰ τὸ δίκαιον μετ' εὐφη-
μίας διδάσκοντα καὶ μανθάνοντα ἀεὶ διατελεῖν, εἰ δὲ μή,
καθάπερ ἔξω τοῦ λόγου λέγοντος, τοὺς ἄρχοντας πάλιν
ἐπανάγειν εἰς τὸν περὶ τοῦ πράγματος ἀεὶ λόγον. ξένῳ δ'
εἶναι πρὸς ξένους, καθάπερ τὰ νῦν, δέχεσθαί τε ὅρκους παρ'
ἀλλήλων, ἂν ἐθέλωσι, καὶ διδόναι κυρίως – οὐ γὰρ κατα-
γηράσουσιν οὐδ' ἐννεοττεύοντες ἐν τῇ πόλει ὡς τὸ πολὺ
τοιούτους ἄλλους κυρίους τῆς χώρας παρέξονται συντρόφους
– δικῶν τε περὶ λήξεως τὸν αὐτὸν τρόπον εἶναι πρὸς

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1–20)


“Diodori bibliotheca historica, 5 vols., 3rd edn.”, Ed. Vogel, F., Fischer, K.T. (post I.
Bekker & L. Dindorf)Leipzig: Teubner, 1:1888; 2:1890; 3:1893; 4–5:1906, Rep1964.
Book 3, Ch.20, sec. 3, l. 5

σχεδίαις δὲ οὐ χρῶνται τὸ παράπαν, πλοίων τε τῶν


παρ' ἡμῖν ὑπάρχουσιν ἀνεννόητοι. τοιαύτης δὲ ἀπο-
ρίας περὶ αὐτοὺς οὔσης, ὑπολείπεται λέγειν αὐτό-
χθονας αὐτοὺς ὑπάρχειν, ἀρχὴν μὲν τοῦ πρώτου
γένους μηδεμίαν ἐσχηκότας, ἀεὶ δ' ἐξ αἰῶνος γεγο-
νότας, καθάπερ ἔνιοι τῶν φυσιολόγων περὶ πάντων
τῶν φυσιολογουμένων ἀπεφήναντο. ἀλλὰ γὰρ περὶ
μὲν τῶν τοιούτων ἀνεφίκτου τῆς ἐπινοίας ἡμῖν οὔ-
σης οὐδὲν κωλύει τοὺς τὰ πλεῖστα ἀποφηναμένους
ἐλάχιστα γινώσκειν, ὡς ἂν τῆς ἐν τοῖς λόγοις πιθα-
46

νότητος τὴν μὲν ἀκοὴν πειθούσης, τὴν δ' ἀλήθειαν


οὐδαμῶς εὑρισκούσης.
  Ῥητέον δ' ἡμῖν καὶ περὶ τῶν καλουμένων Χελω-
νοφάγων, ὃν τρόπον ἔχουσι τὴν ὅλην διάθεσιν τοῦ
βίου. νῆσοι γάρ εἰσι κατὰ τὸν ὠκεανὸν πλησίον τῆς
γῆς κείμεναι, πολλαὶ μὲν τὸ πλῆθος, μικραὶ δὲ τοῖς
μεγέθεσι καὶ ταπειναί, καρπὸν δὲ οὔθ' ἥμερον οὔτ'
ἄγριον ἔχουσαι. ἐν ταύταις διὰ τὴν πυκνότητα κῦμα
μὲν οὐ γίνεται, τοῦ κλύδωνος θραυομένου περὶ τὰς  
ἄκρας τῶν νήσων, χελωνῶν δὲ θαλαττίων πλῆθος
ἐνδιατρίβει περὶ τοὺς τόπους τούτους, πανταχόθεν

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 11, Ch.17, sec. 2, l. 2

τρίβοντες μετὰ παντὸς τοῦ στόλου κατεπλάγησαν


ἐπὶ τοσοῦτον, ὥστε μηκέτι πειθαρχεῖν τοῖς ἡγεμόσιν.
ὁ δὲ Θεμιστοκλῆς ὁρῶν τὸν μὲν ναύαρχον Εὐρυ-
βιάδην μὴ δυνάμενον περιγενέσθαι τῆς τοῦ πλήθους
ὁρμῆς, τὰς δὲ περὶ Σαλαμῖνα δυσχωρίας δύνασθαι
πολλὰ συμβαλέσθαι πρὸς τὴν νίκην, ἐμηχανήσατό
τι τοιοῦτον· ἔπεισέ τινα πρὸς τὸν Ξέρξην αὐτομο-
λῆσαι καὶ διαβεβαιώσασθαι, διότι μέλλουσιν αἱ κατὰ
Σαλαμῖνα νῆες ἀποδιδράσκειν ἐκ τῶν τόπων καὶ
πρὸς τὸν Ἰσθμὸν ἀθροίζεσθαι. διόπερ ὁ βασιλεὺς
διὰ τὴν πιθανότητα τῶν προσαγγελθέντων πιστεύ-
σας, ἔσπευδε κωλῦσαι τὰς ναυτικὰς δυνάμεις τῶν
Ἑλλήνων τοῖς πεζοῖς στρατοπέδοις πλησιάζειν. εὐθὺς
οὖν τὸ τῶν Αἰγυπτίων ναυτικὸν ἐξέπεμψε, προς-
τάξας ἐμφράττειν τὸν μεταξὺ πόρον τῆς τε Σαλα-
μῖνος καὶ τῆς Μεγαρίδος χώρας. τὸ δὲ ἄλλο πλῆθος
τῶν νεῶν ἐξέπεμψεν ἐπὶ τὴν Σαλαμῖνα, προστάξας
ἐξάπτεσθαι τῶν πολεμίων καὶ ναυμαχίᾳ κρίνειν τὸν
ἀγῶνα. ἦσαν δὲ αἱ τριήρεις διατεταγμέναι κατὰ
ἔθνος ἑξῆς, ἵνα διὰ τὴν ὁμοφωνίαν καὶ γνῶσιν
προθύμως ἀλλήλοις βοηθῶσιν. οὕτω δὲ ταχθέντος  

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 21–40) (0060: 003)


“Diodorus of Sicily, vols. 11–12”, Ed. Walton, F.R.Cambridge, Mass.: Haard
University Press, 11:1957; 12:1967, Rep11:1968.Book 37, Ch.12, sec. 2, l. 7

οὐκ ἀκολούθως αὐτὸν ὑποκρίνασθαι τῇ περιστάσει.


τῆς δὲ πανηγυρικῆς θέας εἰς πολεμικὴν σκυθρω-
πότητα καὶ φόβων ὑπερβολὴν ἐκτραπείσης, ἡ τύχη
σατυρικὸν τῷ καιρῷ τούτῳ πρόσωπον ἐπεισήγα-
γεν. ἦν γάρ τις Λατῖνος ὄνομα μὲν Σαυνίων, γε-
λωτοποιὸς δὲ καὶ χάριτας ὑπερβαλλούσας ἔχων
εἰς ἱλαρότητα· οὐ γὰρ μόνον ἐν τοῖς λόγοις ἐκίνει
γέλωτας, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν σιωπὴν καὶ καθ'  
47

ὁποίαν σώματος ἐπιστροφὴν ἅπαντας ἐποίει τοὺς


θεωμένους μειδιᾶν, φυσικῆς τινος ἐπιτρεχούσης
πιθανότητος. διὸ καὶ παρὰ Ῥωμαίοις μεγάλης
ἀποδοχῆς ἐν τοῖς θεάτροις ἐπηξιοῦτο· οἱ δὲ
Πικεντῖνοι τὴν ἀπόλαυσιν καὶ τέρψιν ταύτην τῶν
Ῥωμαίων ἀφελέσθαι βουλόμενοι τοῦτον διέγνωσαν
ἀποκτεῖναι. ὁ δὲ προαισθόμενος τὸ μέλλον τελεῖ-
σθαι προῆλθεν ἐπὶ τὴν σκηνὴν καὶ τῆς τοῦ κωμῳδοῦ
σφαγῆς ἄρτι γεγενημένης, Ἄνδρες, εἶπε, θεαταί,
καλλιεροῦμεν· ἐπ' ἀγαθῷ δ' εἴη συντετελεσμένον τὸ
κακόν· οὐ γάρ εἰμι Ῥωμαῖος, ἀλλ' ὅμοιος ὑμῶν
ὑπὸ ῥάβδοις τεταγμένος περινοστῶ τὴν Ἰταλίαν
καὶ χάριτας ἐμπορευόμενος ἡδονὰς καὶ γέλωτας

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 21-40) Book 37, Ch.12, sec. 3, l. 12

σθαι προῆλθεν ἐπὶ τὴν σκηνὴν καὶ τῆς τοῦ κωμῳδοῦ


σφαγῆς ἄρτι γεγενημένης, Ἄνδρες, εἶπε, θεαταί,
καλλιεροῦμεν· ἐπ' ἀγαθῷ δ' εἴη συντετελεσμένον τὸ
κακόν· οὐ γάρ εἰμι Ῥωμαῖος, ἀλλ' ὅμοιος ὑμῶν
ὑπὸ ῥάβδοις τεταγμένος περινοστῶ τὴν Ἰταλίαν
καὶ χάριτας ἐμπορευόμενος ἡδονὰς καὶ γέλωτας
θηρῶμαι. διὸ φείσασθε τῆς κοινῆς ἁπάντων χελι-
δόνος, ᾗ τὸ θεῖον ἔδωκεν ἐν ταῖς ἁπάντων οἰκίαις
ἐννεοττεύειν ἀκινδύνως· οὐ γὰρ δίκαιον ὑμᾶς πολλὰ
κλαίειν. οὐκ ὀλίγα δὲ καὶ ἄλλα πρὸς διάλυσιν καὶ
γέλωτα διελθὼν καὶ τῇ πιθανότητι καὶ χάριτι τῆς
ὁμιλίας τὸ πικρὸν τῆς τιμωρίας παραιτησάμενος ἀπ-
ελύθη τῶν κινδύνων. (Const. Exc. 4, pp. 395 – 397.)
 Ὅτι ὁ τῶν Μαρσῶν ἡγούμενος Πομπαίδιος
ἐπεβάλετο μεγάλῃ καὶ παραβόλῳ πράξει. μυρίους
γὰρ ἀναλαβὼν ἐκ τῶν τὰς εὐθύνας φοβουμένων,
ἔχοντας ὑπὸ τοῖς ἱματίοις ξίφη, προῆγεν ἐπὶ τῆς
Ῥώμης. διενοεῖτο δὲ περιστῆσαι τῇ συγκλήτῳ
τὰ ὅπλα καὶ τὴν πολιτείαν αἰτεῖσθαι, ἢ μὴ πείσας
πυρὶ καὶ σιδήρῳ τὴν ἡγεμονίαν διαλυμήνασθαι.  
ἀπαντήσαντος δὲ αὐτῷ Γαΐου Δομιτίου καὶ ἐρο

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 21-40) Book 38/39, Ch.5, sec. 1, l. 23

διαφερόντων τοῖς βίοις καὶ τοῖς ἤθεσιν ἀλλήλων·


ἑκάστῳ δὲ ἀφωρίσθαι χρόνον ὑπὸ τοῦ θεοῦ, συμ-
περαινόμενον ἐνιαυτοῦ μεγάλου περιόδῳ. τῆς δ'
οὖν προτέρας περιόδου τελευτώσης καὶ ἑτέρας
ἀνισταμένης κινεῖσθαί τι σημεῖον ἐκ γῆς ἢ οὐρανοῦ
θαυμάσιον, ᾗ δῆλον εὐθὺς τοῖς τὰ τοιαῦτα σοφοῖς  
γίνεσθαι ὅτι καὶ τρόποις ἄλλοις καὶ βίοις ἄνθρωποι
χρώμενοι γεγόνασι καὶ θεοῖς ἧττον τῶν προτέρων
48

μέλοντες. ταῦτα μὲν οὖν εἴτε οὕτως εἴτε ἄλλως


ἔχει σκοπεῖν παρίημι, καίτοι λαβόντος ἐκ τῶν ἐπι-
γενομένων πιθανότητά τινα τοῦ λόγου. τῷ γὰρ
ὄντι ἐκ τοῦδε τὰ Ῥωμαίων λογιζομένῳ ἥ τε πολι-
τεία πρὸς τὸ χεῖρον ἅπασα μεταπέπτωκε καὶ ἄνθρω-
ποι φαύλοις χρησάμενοι τρόποις ἤνθησαν.
 (Joannes Antiochenus, Νέος Ἑλληνομνήμων, 1
(1904), pp. 17 – 18; cp. Exc. Planudea, 37, Suidas,
s. Σύλλας, Plutarch, Sulla, 7. 6 – 9.)
 Ὅτι ἀπεστάλησαν πρεσβευταὶ πρὸς τὸν Κίνναν
Ῥωμαίων περὶ συλλύσεως· οἷς ἀπόκρισιν ἔδωκεν
ὡς ὕπατος ἐξεληλυθὼς οὐ προσεδέξατο τὴν ἐπ-
άνοδον ἐν ἰδιώτου σχήματι ποιήσασθαι.

Pseudo-Λουκιανός. Demosthenis encomium “Lucian, vol. 8”, Ed. Macleod,


M.D.Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1967.Sec. 14, l. 8

ψυχῶν, “ὅσαι Ζηνὸς ἐγγὺς καὶ θεῶν ἀγχίσποροι,”


φησὶν ὁ τραγικός.
 ἔρωτι δὴ πάντα πόριμα, κουρὰ σπήλαιον
κάτοπτρον ξίφος, γλῶτταν διαρθρῶσαι, μετελθεῖν
ὀψὲ τῆς ἡλικίας ὑπόκρισιν, μνήμην ἀκριβῶσαι,
θορύβου καταφρονῆσαι, συνάψαι νύκτας ἐπιπόνοις  
ἡμέραις. ἐξ ὧν τίς οὐκ οἶδεν, ὁποῖος ὁ Δημοσθένης,
ἔφη, σοὶ τὴν ῥητορικὴν ἐγένετο, ταῖς μὲν ἐννοίαις
καὶ τοῖς ὀνόμασιν καταπυκνῶν τὸν λόγον, ταῖς δὲ
διαθέσεσιν ἐξακριβῶν τὰς πιθανότητας, λαμπρὸς μὲν
τῷ μεγέθει, σφοδρὸς δὲ τῷ πνεύματι, σωφρονέστατος
δὲ τὴν τῶν ὀνομάτων καὶ τῶν νοημάτων ἐγκράτειαν,
ποικιλώτατος δ' ἐναλλαγαῖς σχημάτων; μόνος γέ τοι
τῶν ῥητόρων, ὡς ὁ Λεωσθένης ἐτόλμησεν εἰπεῖν,
ἔμψυχον καὶ σφυρήλατον παρεῖχεν τὸν λόγον.
 οὐ γάρ, ὡς τὸν Αἰσχύλον ὁ Καλλισθένης ἔφη
που λέγων τὰς τραγῳδίας ἐν οἴνῳ γράφειν ἐξορ-
μῶντα καὶ ἀναθερμαίνοντα τὴν ψυχήν, οὐχ οὕτως
ὁ Δημοσθένης συνετίθει πρὸς μέθην τοὺς λόγους,
ἀλλ' ὕδωρ πίνων· ᾗ καὶ τὸν Δημάδην παῖξαί φασιν

Λουκιανός. Calumniae non temere credendum (0062: 013)“Lucian, vol. 1”, Ed.
Harmon, A.M.Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1913, Rep1961.Sec. 1, l. 27

 Λέγω δὲ καὶ ἐς τὰ ἄλλα μὲν ἀποβλέπων,


μάλιστα δὲ ἐς τὰς οὐκ ἀληθεῖς κατὰ τῶν συνήθων
καὶ φίλων διαβολάς, ὑφ' ὧν ἤδη καὶ οἶκοι ἀνά-
στατοι γεγόνασι καὶ πόλεις ἄρδην ἀπολώλασι,  
πατέρες τε κατὰ παίδων ἐξεμάνησαν καὶ ἀδελφοὶ
κατὰ τῶν ὁμογενῶν καὶ παῖδες κατὰ τῶν γεινα-
μένων καὶ ἐρασταὶ κατὰ τῶν ἐρωμένων· πολλαὶ
49

δὲ καὶ φιλίαι συνεκόπησαν καὶ ὅρκοι συνεχύ-


θησαν ὑπὸ τῆς κατὰ τὰς διαβολὰς πιθανότητος.
ἵν' οὖν ὡς ἥκιστα περιπίπτωμεν αὐταῖς, ὑποδεῖξαι
βούλομαι τῷ λόγῳ καθάπερ ἐπί τινος γραφῆς
ὁποῖόν τί ἐστιν ἡ διαβολὴ καὶ πόθεν ἄρχεται καὶ
ὁποῖα ἐργάζεται.
 Μᾶλλον δὲ Ἀπελλῆς ὁ Ἐφέσιος πάλαι ταύτην
προὔλαβε τὴν εἰκόνα· καὶ γὰρ αὖ καὶ οὗτος δια-
βληθεὶς πρὸς τὸν Πτολεμαῖον ὡς μετεσχηκὼς
Θεοδότᾳ τῆς συνωμοσίας ἐν Τύρῳ,  – ὁ δὲ
Ἀπελλῆς οὐχ ἑωράκει ποτὲ τὴν Τύρον οὐδὲ τὸν
Θεοδόταν, ὅστις ἦν, ἐγίνωσκεν, ἢ καθ' ὅσον ἤκουε

Agatharchides Geogr., Frag.(0067: 004)“FGrH #86”.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,86,F,


fragment 19, l. 283

θερμασίας τῶν πάγων πολλὴν τηκεδόνα γίνεσθαι, καὶ διὰ τοῦτο πολλὰ γεννᾶσθαι
καὶ παχέα νέφη περὶ τοὺς μετεωροτέρους τῶν τόπων, δαψιλοῦς τῆς ἀναθυμιάσεως
πρὸς τὸ ὕψος αἰρομένης. (3) ταῦτα δ' ὑπὸ τῶν ἐτησίων ἐλαύνεσθαι, μέχρι ἂν ὅτου
προσπέσηι τοῖς μεγίστοις ὄρεσι τῶν κατὰ τὴν οἰκουμένην, ἅ φησιν εἶναι περὶ τὴν
Αἰθιοπίαν· ἔπειτα πρὸς τούτοις οὖσιν ὑψηλοῖς βιαίως θραυόμενα παμμεγέθεις
ὄμβρους γεννᾶν, ἐξ ὧν πληροῦσθαι τὸν ποταμὸν μάλιστα κατὰ τὴν τῶν ἐτησίων
ὥραν. (4) ῥάιδιον δὲ καὶ τοῦτον ἐξελέγξαι τοὺς χρόνους τῆς αὐξήσεως ἀκριβῶς ἐξε-
τάζοντα· ὁ γὰρ Νεῖλος ἄρχεται μὲν πληροῦσθαι κατὰ τὰς θερινὰς τροπάς, οὔπω τῶν
ἐτησίων πνεόντων, λήγει δ' ὕστερον ἰσημερίας φθινοπωρινῆς, πάλαι προπεπαυμένων
τῶν εἰρημένων ἀνέμων. ὅταν οὖν ἡ τῆς πείρας ἀκρίβεια κατισχύηι τὴν τῶν
λόγων πιθανότητα, τὴν μὲν ἐπίνοιαν τἀνδρὸς ἀποδεκτέον, τὴν δὲ πίστιν τοῖς ὑπ'
αὐτοῦ λεγομένοις οὐ δοτέον. (6) παρίημι γὰρ καὶ διότι τοὺς ἐτησίας ἰδεῖν ἐστιν
οὐδέν τι μᾶλλον ἀπὸ τῆς ἄρκτου πνέοντας ἤπερ τῆς ἑσπέρας· οὐ βορέαι γὰρ οὐδ'
ἀπαρκτίαι μόνοι, ἀλλὰ καὶ οἱ πνέοντες ἀπὸ θερινῆς δύσεως ἀργέσται κοινωνοῦσι
τῆς τῶν ἐτησίων προσηγορίας. τό τε λέγειν ὡς μέγιστα συμβαίνει τῶν ὀρῶν ὑπάρχειν

τὰ περὶ τὴν Αἰθιοπίαν οὐ μόνον ἀναπόδεικτόν ἐστιν, ἀλλ' οὐδὲ τὴν πίστιν ἔχει διὰ
τῆς ἐναργείας συγχωρουμένην. (7) ΕΦΟΡΟΣ (70 F 65) δὲ καινοτάτην αἰτίαν
εἰσφέρων
πιθανολογεῖν μὲν πειρᾶται, τῆς δ' ἀληθείας οὐδαμῶς ἐπιτυγχάνων θεωρεῖται. φησὶ
γὰρ τὴν Αἴγυπτον ἅπασαν οὖσαν ποταμόχωστον καὶ χαύνην, ἔτι δὲ κισηρώδη τὴν
φύσιν, ῥαγάδας τε μεγάλας καὶ διηνεκεῖς ἔχειν, διὰ δὲ τούτων εἰς ἑαυτὴν

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Lysia (0081: 003)“Dionysii Halicarnasei quae


exstant, vol. 5”, Ed. Usener, H., Radermacher, L.
Leipzig: Teubner, 1899, Rep1965.Sec. 13, l. 16

ἑρμηνείαν ἀγαθὰ τοῦ ῥήτορος ταῦτα· συγκεφαλαιώ-


σομαι γὰρ τὰ ῥηθέντα· τὸ καθαρὸν τῶν ὀνομάτων, ἡ
ἀκρίβεια τῆς διαλέκτου, τὸ διὰ τῶν κυρίων καὶ μὴ
τροπικῶν κατασκευῶν ἐκφέρειν τὰ νοήματα, ἡ σαφήνεια,
50

ἡ συντομία, τὸ συστρέφειν τε καὶ στρογγυλίζειν τὰ


νοήματα, τὸ ὑπὸ τὰς αἰσθήσεις ἄγειν τὰ δηλούμενα,
τὸ μηδὲν ἄψυχον ὑποτίθεσθαι πρόσωπον μηδὲ ἀνη-
θοποίητον, ἡ τῆς συνθέσεως τῶν ὀνομάτων ἡδονὴ μι-  
μουμένης τὸν ἰδιώτην, τὸ τοῖς ὑποκειμένοις προσώ-
ποις καὶ πράγμασι τοὺς πρέποντας ἐφαρμόττειν λόγους,
ἡ πιθανότης καὶ τὸ πειστικὸν καὶ ἡ χάρις καὶ ὁ πάντα
μετρῶν καιρός. ταῦτα παρὰ Λυσίου λαμβάνων ἄν τις
ὠφεληθείη. ὑψηλὴ δὲ καὶ μεγαλοπρεπὴς οὐκ ἔστιν ἡ
Λυσίου λέξις οὐδὲ καταπληκτικὴ μὰ Δία καὶ θαυμαστὴ
οὐδὲ τὸ πικρὸν ἢ τὸ δεινὸν ἢ τὸ φοβερὸν ἐπιφαίνουσα
οὐδὲ ἁφὰς ἔχει καὶ τόνους ἰσχυροὺς οὐδὲ θυμοῦ καὶ
πνεύματός ἐστι μεστὴ οὐδ', ὥσπερ ἐν τοῖς ἤθεσίν ἐστι
πιθανή, οὕτως ἐν τοῖς πάθεσιν ἰσχυρὰ οὐδ' ὡς ἡδῦναι
καὶ πεῖσαι καὶ χαριεντίσασθαι δύναται, οὕτω βιά-
σασθαί τε καὶ προσαναγκάσαι. ἀσφαλής τε μᾶλλόν
ἐστιν ἢ παρακεκινδυνευμένη καὶ οὐκ ἐπὶ τοσοῦτον

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Dinarcho (0081: 009)“Dionysii Halicarnasei quae


exstant, vol. 5”, Ed. Usener, H., Radermacher, L.Leipzig: Teubner, 1899, Rep1965.
Sec. 1, l. 37

γραφέντα τάδε· ‘Δεινάρχοις δ' ἐνετύχομεν τέτταρσιν·


ὧν ἐστιν ὃ μὲν ἐκ τῶν ῥητόρων τῶν Ἀττικῶν, ὃ δὲ
τὰς περὶ Κρήτην συναγήοχε μυθολογίας, ὃ δὲ πρεσβύ-
τερος μὲν ἀμφοῖν τούτοιν, Δήλιος δὲ τὸ γένος, πε-
πραγματευμένος τοῦτο μὲν ἔπος, τοῦτο δὲ πράγματα,
τέταρτος δὲ ὁ περὶ Ὁμήρου λόγον συντεθεικώς. ἐθέλω
δὲ πρὸς μέρος περὶ ἑκάστου διελθεῖν, καὶ πρῶτον περὶ
τοῦ ῥήτορος. ἔστι τοίνυν οὗτος κατά γε τὴν ἐμὴν
δόξαν οὐδὲν ἀπολείπων τῆς Ὑπερείδου χάριτος, ὥστ'
εἰπεῖν· καὶ νύ κεν ἢ παρέλασσεν. ἐνθύμημα γὰρ φέ-
ρει πειστικὸν καὶ σχῆμα παντοδαπόν, πιθανότητός γε
μὴν οὕτως εὖ ἥκει, ὥστε παριστάνειν τοῖς ἀκούουσι,
μὴ ἄλλως γεγονέναι τὸ πρᾶγμα ἢ ὡς αὐτὸς λέγει. καὶ
νομίσειεν ἄν τις εὐήθεις εἶναι τοὺς ὑπολαβόντας τὸν
λόγον τὸν κατὰ Δημοσθένους εἶναι τούτου· πολὺ γὰρ
ἀπέχει τοῦ χαρακτῆρος. ἀλλ' ὅμως τοσοῦτον σκότους  
ἐπιπεπόλακεν, ὥστε τοὺς μὲν ἄλλους αὐτοῦ λόγους
σχεδόν που ὑπὲρ ἑξήκοντα καὶ ἑκατὸν ὄντας πάντας
ἀγνοεῖν συμβέβηκε, τὸν δὲ μὴ γραφέντα ὑπ' αὐτοῦ
μόνον ἐκείνου νομίζεσθαι. ἡ δὲ λέξις ἐστὶ τοῦ Δει-
νάρχου κυρίως ἠθική, πάθος κινοῦσα, σχεδὸν τῇ πι

Απολλώνιος Δύσκολος. , De pronominibus (0082: 001)“Grammatici Graeci, vol.


2.1”, Ed. Schneider, R.Leipzig: Teubner, 1878, Rep1965.Part 2, volumëfascicle 1,1,
p. 72, l. 12
51

προσώπου, ἀλλ' οὐκέτι καὶ τρίτου. τί οὖν θαυμαστόν, εἰ καὶ τρίτου


εἰσί, πρώτου καὶ δευτέρου οὐκ οὐσῶν; ἄλλως τε καὶ ἄλλαι λέξεις κατὰ
τύχην ἐσιγήθησαν· οὕτω καὶ αἱ προκείμεναι.» – Ἀλλ' ἔμοιγε δοκεῖ ὁ
τοῦ Ἀριστάρχου λόγος κριτικώτερος εἶναι, ἔχοι δ' ἂν οὕτω τὰ τῆς
ἐπικρίσεως. Παντὶ προῦπτον ὡς ἡ πλείων παράθεσις τῆς ἐλάσσονος
κανών. ὅθεν εἰ δεκάδυο σχήματα ἐσιγήθη, πάσης πτώσεως δυϊκά, καὶ
πληθυντικὰ πρώτου καὶ δευτέρου προσώπου, δηλονότι γενικῆς καὶ δο-
τικῆς καὶ αἰτιατικῆς, πρὸς τρία πληθυντικὰ τρίτου προσώπου, γενικῆς,
δοτικῆς, αἰτιατικῆς, πῶς οὐχὶ παράλογα τὰ τρία πρὸς τὰ δώδεκα; –  
»Ἀλλὰ τρίτα οὐκ ἔστι, πρώτου καὶ δευτέρου ὄντος.» Εἰ μὲν οὖν τὰ
ἄλλα πάντα τρίτα ἐσεσίγηντο, κἂν ἦν τις πιθανότης τοῦ καὶ τὰ τρίτα
ὄντα πρῶτον καὶ τρίτον μὴ εἶναι. εἰ δὲ ἕν που ἐσιγήθη διὰ τὸ ὑφ'
ἑτέρων συζυγιῶν ἀναπεπληρῶσθαι, πῶς οὐχὶ γέλοιον τοσαύτας φωνὰς
συζύγως κατὰ τύχην σεσιγῆσθαι; τούτου οὖν ἐν μηδενὶ μέρει λόγου
παρακολουθήσαντος, παντί τῳ δῆλον ὑπὲρ ἀκριβείας ἐξετάσαντι τῆς ἐν
τοῖς μέρεσι τοῦ λόγου, ὡς ἡ Ὁμηρικὴ ποίησις μᾶλλον τῶν ἄλλων
ἠνύσθη. ὅθεν οὐ μᾶλλον ἡ Πλάτωνος χρῆσις ἀξιοπιστοτέρα τῆς οὐκ
οὔσης παρὰ τῷ ποιητῇ.

Απολλώνιος Δύσκολος. , De constructione (0082: 004)“Grammatici Graeci, vol.


2.2”, Ed. Uhlig, G.Leipzig: Teubner, 1910, Rep1965.Part 2, Vol. 2, p. 84, l. 12

 101. Ἅβρωνμέντοι ἐν τῷ περὶ ἀντωνυμίας οὐκ εἶναί φησι τὰ


ἄρθρα τῶν ὑπακουομένων, λόγῳ τοιούτῳ. «Εἴπερ τὰ ἄρθρα ἐπὶ τὰ
ὑπακουόμενα φέρεται, πάντως ἂν τὴν αὐτὴν καταλληλότητα ἐφύλασσον
ὑπερβιβασθέντα πρὸ τῶν ὀνομάτων· οὐ ταὐτὸν δέ ἐστι τὸ ὁ ἐμὸς
πατήρτῷ ἐμὸς ὁ πατήρ. – καὶ εἰ ἐν τοῖς τοιούτοις ἀνεπληρώθη τὸ
ἄρθρον τοῦ ὀνόματος [ἐν τῷ ὁ πατήρ], πῶς ἔτι τὸ [ὁ] ἐμός ἄρθρον
προσλαμβάνει, ὁ πατὴρ ὁ ἐμὸς φιλοσοφεῖ, εἰ μὴ ἡ ἀντωνυμία ἄρ-
θρου εἴχετο;» καὶ ἕνεκα τῆς τοιαύτης συντάξεως ἔδοξε καὶ τῇ τοιαύτῃ
ἀντωνυμίᾳ ἴδιον ἄρθρον προσνέμειν καὶ τῷ ὑπακουομένῳ κτήματι. –  
102. Ἔστι δὲ παραπέμπεσθαι τὴν τοιαύτην πιθανότητα. πρῶτον εἰ
ἑκατέρῳ μορίῳ πρόσεστιν ἄρθρον, τί οὐκ ἤρξατο ἀπὸ τοῦ ὁ ἐμόςκαὶ
ἐπήνεγκε τὸ ὁ πατήρμετὰ τοῦ ἄρθρου; καὶ φαίνεται ὅτι οὐκἐν  
ἴσῳ τὰ τοῦ λόγου ἐγένετο· ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς προτέρας δύο ἦν τὰ ἄρ-
θρα, ἐπὶ δὲ τῆς δευτέρας ἀδύνατον ἦν δύο ἄρθρα παραθέσθαι. – δεύ-
τερον οὐ παρὰ τὰς μεταθέσεις τῶν ἄρθρων καὶ τὰς ἐξ αὐτῶν γινο-
μένας διαφορὰς τῆς φράσεως ἀποστήσεται τοῦ μὴ συμφέρεσθαι τοῖς
ὀνόμασι τὰ ἄρθρα, εἴγε διαφέρει τὸ οἱ νῦν ἄνθρωποι ἀγαθοί εἰσι
τοῦ νῦν οἱ ἄνθρωποι ἀγαθοί εἰσι, καὶ οὐκ ἔστιν ὅστις τολμήσει
φάναι ὅτι οὐ τὸ οἱ τοῦ ἄνθρωποι ἐστὶν ἄρθρον. οὐκ ἄρα παρὰ τὴν

Αριστοτέλης. , Ethica Nicomachea (0086: 010)“Aristotelis ethica Nicomachea”, Ed.


Bywater, I.Oxford: Clarendon Press, 1894, Rep1962.Bekker p. 1097a, l. 3

ἓν ἅπαντα συντελεῖν, ἢ μᾶλλον κατ' ἀναλογίαν; ὡς γὰρ


52

ἐν σώματι ὄψις, ἐν ψυχῇ νοῦς, καὶ ἄλλο δὴ ἐν ἄλλῳ.


ἀλλ' ἴσως ταῦτα μὲν ἀφετέον τὸ νῦν· ἐξακριβοῦν γὰρ ὑπὲρ
αὐτῶν ἄλλης ἂν εἴη φιλοσοφίας οἰκειότερον. ὁμοίως δὲ καὶ
περὶ τῆς ἰδέας· εἰ γὰρ καὶ ἔστιν ἕν τι τὸ κοινῇ κατηγορού-
μενον ἀγαθὸν ἢ χωριστὸν αὐτό τι καθ' αὑτό, δῆλον ὡς οὐκ
ἂν εἴη πρακτὸν οὐδὲ κτητὸν ἀνθρώπῳ· νῦν δὲ τοιοῦτόν τι
ζητεῖται. τάχα δέ τῳ δόξειεν ἂν βέλτιον εἶναι γνωρίζειν
αὐτὸ πρὸς τὰ κτητὰ καὶ πρακτὰ τῶν ἀγαθῶν· οἷον γὰρ
παράδειγμα τοῦτ' ἔχοντες μᾶλλον εἰσόμεθα καὶ τὰ ἡμῖν
ἀγαθά, κἂν εἰδῶμεν, ἐπιτευξόμεθα αὐτῶν. πιθανότητα μὲν
οὖν τινα ἔχει ὁ λόγος, ἔοικε δὲ ταῖς ἐπιστήμαις διαφωνεῖν·
πᾶσαι γὰρ ἀγαθοῦ τινὸς ἐφιέμεναι καὶ τὸ ἐνδεὲς ἐπιζητοῦ-
σαι παραλείπουσι τὴν γνῶσιν αὐτοῦ. καίτοι βοήθημα τηλι-
κοῦτον τοὺς τεχνίτας ἅπαντας ἀγνοεῖν καὶ μηδ' ἐπιζητεῖν
οὐκ εὔλογον. ἄπορον δὲ καὶ τί ὠφεληθήσεται ὑφάντης ἢ
τέκτων πρὸς τὴν αὑτοῦ τέχνην εἰδὼς τὸ αὐτὸ τοῦτο ἀγαθόν,
ἢ πῶς ἰατρικώτερος ἢ στρατηγικώτερος ἔσται ὁ τὴν ἰδέαν
αὐτὴν τεθεαμένος. φαίνεται μὲν γὰρ οὐδὲ τὴν ὑγίειαν
οὕτως ἐπισκοπεῖν ὁ ἰατρός, ἀλλὰ τὴν ἀνθρώπου, μᾶλλον δ'
ἴσως τὴν τοῦδε· καθ' ἕκαστον γὰρ ἰατρεύει. καὶ περὶ μὲν

Αριστοτέλης. , Frag.varia (0086: 051)“Aristotelis qui ferebantur librorum


fragmenta”, Ed. Rose, V.Leipzig: Teubner, 1886, Rep1967.Category 1, treatise title 4,
fragment 45, l. 64

ἄλλη δέ τις δόξα παραδέδοται περὶ ψυχῆς πιθανὴ μὲν οὐδε-


μιᾶς ἧσσον τῶν λεγομένων, δεδωκυῖα δὲ εὐθύνας καὶ ἐξητα-
σμένη καὶ ἐν τοῖς κοινοῖς λόγοις καὶ ἐν τοῖς ἰδίοις. λέγουσι
γάρ τινες αὐτὴν ἁρμονίαν· καὶ γὰρ τὴν ἁρμονίαν κρᾶσιν
καὶ σύνθεσιν τῶν ἐναντίων εἶναι καὶ τὸ σῶμα συγκεῖσθαι
ἐξ ἐναντίων· τὴν οὖν τἀναντία ταῦτα εἰς συμφωνίαν ἄγου-
σαν καὶ ἁρμόζουσαν, θερμὰ λέγω καὶ ψυχρὰ καὶ ὑγρὰ καὶ
ξηρὰ καὶ σκληρὰ καὶ μαλακὰ καὶ ὅσαι ἄλλαι ἐναντιώσεις
τῶν πρώτων σωμάτων, οὐδὲν ἄλλο εἶναι ἢ τὴν ψυχήν,
ὥσπερ καὶ ἡ τῶν φθόγγων ἁρμονία τὸ βαρὺ καὶ τὸ ὀξὺ
συναρμόζει. πιθανότητα μὲν οὖν ὁ λόγος ἔχει, διελήλεγκται
δὲ πολλαχῇ καὶ ὑπ' Ἀριστοτέλουςκαὶ ὑπὸ Πλάτωνος. καὶ
γὰρ ὅτι τὸ μὲν πρῶτον τοῦ σώματος, τουτέστιν ἡ ψυχή,
ἁρμονία δὲ ὕστερον· καὶ ὅτι τὸ μὲν ἄρχει καὶ ἐπιστατεῖ
τῷ σώματι καὶ μάχεται πολλάκις, ἁρμονία δὲ οὐ μάχεται
τοῖς ἡρμοσμένοις· καὶ ὅτι τὸ μᾶλλον καὶ ἧττον ἁρμονία
μὲν δέχεται, ψυχὴ δὲ οὔ· καὶ ὡς ἁρμονία μὲν σωζομένη
οὐ προσίεται ἀναρμοστίαν, ψυχὴ δὲ κακίαν προσίεται· καὶ
ὅτι εἴπερ τοῦ σώματος ἡ ἀναρμοστία νόσος ἐστὶν ἢ αἶσχος
ἢ ἀσθένεια, ἡ ἁρμονία τοῦ σώματος κάλλος ἂν εἴη καὶ
ὑγίεια καὶ δύναμις ἀλλ' οὐ ψυχή, ταῦτα μὲν ἅπαντα εἴρηται
53

Αριστοτέλης. , Frag.varia Category 1, treatise title 16, fragment 101, l. 9

χαρίεντα μήτε ῥυπᾶν μήτε αὐχμεῖν μήτε βορβόρῳ χαίρειν


καθ' Ἡράκλειτον.
 Athen. XV p. 674f: ὡς εὐανθέστερον γὰρ καὶ κεχαρι-
σμένον μᾶλλον τοῖς θεοῖς παραγγέλλει (ἡ Σαπφώ) στεφα-
νοῦσθαι τοὺς θύοντας. Ἀριστοτέληςδ' ἐν τῷ συμποσίῳ
φησὶν ὅτι οὐδὲν κολοβὸν προσφέρομεν πρὸς τοὺς θεοὺς ἀλλὰ
τέλεια καὶ ὅλα· τὸ δὲ πλῆρες τέλειόν ἐστι, τὸ δὲ στέφειν
πλήρωσίν τινα σημαίνει. Ὅμηρος “κοῦροι δὲ κρητῆρας ἐπε-
στέψαντο ποτοῖο” καὶ “ἀλλὰ θεὸς μορφὴν ἔπεσι στέφει”.
τοὺς γὰρ αὖ τὴν ὄψιν ἀμόρφους, φησίν, ἀναπληροῖ ἡ τοῦ
λέγειν πιθανότης. ἔοικεν οὖν ὁ στέφανος τοῦτο ποιεῖν βού-
λεσθαι. διὸ καὶ περὶ τὰ πένθη τοὐναντίον παρασκευάζομεν·
ὁμοπαθείᾳ γὰρ τοῦ κεκμηκότος κολοβοῦμεν ἡμᾶς αὐτοὺς τῇ
τε κουρᾷ τῶν τριχῶν καὶ τῇ τῶν στεφάνων ἀφαιρέσει.
 Schol ad Theocid. 3, 21 (p. 139, 16 Ahrens): τὸν
στέφανον τῖλαί με... στεφάνοις ἐχρῶντο ἐν τοῖς συμπο-  
σίοις, ὥς φησιν Ἀριστοτέλης, εὐετηρίαν καὶ ἀφθονίαν
αἰνιττόμενοι τροφῶν· στέψαι γὰρ τὸ πληρῶσαι, ὡς Ὅμηρος
“κοῦροι δὲ κρητῆρας ἐπεστέψαντο ποτοῖο”.
 Epit. Athen. II p. 40d: Σέλευκος δὲ τὸ παλαιὸν οὐκ
εἶναι ἔθος οὔτ' οἶνον ἐπὶ πλεῖον οὔτ' ἄλλην ἡδυπάθειαν

Αριστοτέλης. , Frag.varia Category 1, treatise title 16, fragment 102, l. 53

τούτουγέ τοι φασὶ τὸ μεθύειν ὠνομάσθαι, ὅτι μετὰ


τὸ θύειν ἔθος ἦν τοῖς πρότερον οἰνοῦσθαι. τίσι δὴ
μᾶλλον οἰκεῖος ἂν εἴη τῆς τοῦ ἀκράτου χρήσεως ὁ λεχθεὶς
τρόπος ἢ σοφοῖς ἀνδράσιν, οἷς νῦν καὶ τὸ πρὸ τῆς μέθης
ἔργον ἁρμόττει τὸ θύειν; σχεδὸν γὰρ οὐδὲ εἷς τῶν φαύλων
πρὸς ἀλήθειαν ἱερουργεῖ κἂν ἐνδελεχῶς μυρίους βόας ἀνὰ
πᾶσαν ἡμέραν ἀνάγῃ. τὸ γὰρ ἀναγκαιότατον ἱερεῖον αὐτῷ
λελώβηται ὁ νοῦς, λωβοὺς δὲ οὐ θέμις βωμοῦ προσψαύ-
σασθαι.
 (40) δεύτερος μὲν δὴ λόγος οὗτος ... τρίτον δέ ἐστιν  
ἀπὸ διαφερούσης τῆς πρὸς τὴν ἐτυμολογίαν πιθανότητος
ἠρτημένον. τὴν γὰρ μέθην οὐ μόνονἐπειδὴ μετὰ θυσίας
ἐπιτελεῖται νομίζουσί τινεςεἰρῆσθαι ἀλλ' ὅτι καὶ μεθέ-
σεως ψυχῆς αἰτία γίγνεται. μεθίεται δὲ ὁ μὲν τῶν ἀφρό-
νων λογισμὸς εἰς πλειόνων ἴσχυσιν ἁμαρτημάτων, ὁ δὲ τῶν
ἐμφρόνων εἰς ἀνέσεως καὶ εὐθυμίας καὶ ἱλαρότητος ἀπό-
λαυσιν. ἡδίων γὰρ αὐτὸς ἑαυτοῦ νήφοντος οἰνωθεὶς ὁ σοφὸς
γίγνεται, ὥστε οὐδὲν ταύτῃ διαμαρτάνοιμεν φάσκοντες ὅτι
μεθυσθήσεται ...
 Plutarchus de garrulitate 4: “καί τι ἔπος προέηκεν
ὅπερ τ' ἄρρητον ἄμεινον” (Od. ξ, 464 – 466) ... καὶ μή
54

Αριστοτέλης. , Frag.varia Category 3, treatise title 22, fragment 133, l. 3

μεταφορῶν τὰ ὡσπερεὶ φάναι καὶ οἱονεὶ καὶ εἰ χρὴ τοῦτον


εἰπεῖν τὸν τρόπον καὶ εἰ δεῖ παρακινδυνευτικώτερον λέξαι.
ἡ γὰρ ὑποτίμησις, φασίν, ἰᾶται τὰ τολμηρά.  
 (Schol. ad) Aristot. 3, 9 p. 1410b 2 (quae scil. non sunt
verba ipsius Aristotelis sed adiecta lectoris vel commen-
tatoris A. P. p. 137 coll. p. 3 et 709): αἱ δ' ἀρεταὶ
(codd. ἀρχαὶ) τῶν περιόδων σχεδὸν ἐν τοῖς Θεοδεκτείοις
ἐξηρίθμηνται (cf. rhet. ad Alex. 24).
 Exc. vade rhetorica post anon. proleg. in status VII, 33
Walz: Ὅτι ἔργον ῥήτορος, ὥς φησι Θεοδέκτης, προοιμιά-
σασθαι πρὸς εὔνοιαν, διηγήσασθαι πρὸς πιθανότητα, πιστώ-
σασθαι πρὸς πειθώ, ἐπιλογίσασθαι πρὸς ὀργὴν ἢ ἔλεον.
 Anon. (Io. Sicel. Doxopatri) proleg. rhetoVI, 19 W.:
ἔργα δὲ ῥητορικῆς κατὰ Θεοδέκτηνπροοιμιάσασθαι πρὸς
εὔνοιαν, διηγήσασθαι πρὸς πίστιν, ἀγωνίσασθαι πρὸς ἀπό-
δειξιν, ἀνακεφαλαιώσασθαι πρὸς ἀνάμνησιν (cf. Gem. Pletho
epit. rhet. VI, 585 W.).

Αριστοτέλης. , Frag.varia Category 7, treatise title 39, fragment 350, l. 5

Aristotelis epitomator, ut p. 20, 1 ubi κώψ legitur inter


τὰ νυκτερινά – cf. Artemid. p. 194, 3) τοὺς παρ' Ὁμήρῳ
διὰ τοῦ σίγμα μὴ λέγεσθαι ἀλλὰ ἁπλῶς ὀνομάζεθαι κῶπας.
 Theognosti can. p. 136, 4 (Cramer Anecd. Ox. II cf.
Herodian. I p. 404, 20 Lentz): σκώψ, ὁ σκώπτης. Ἀρι-
στοτέληςδὲ χωρὶς τοῦ σ.
 Athen. IX, 391f: καὶ γὰρ ὀχευτικὸν τὸ ζῷον καὶ πολύ-
γονον. τίκτει γοῦν ὁ στρουθός, ὥς φησιν Ἀριστοτέλης,
καὶ μέχρι ὀκτώ. ... Ἀριστοτέληςδέ φησι τοὺς ἄρρενας
τῷ χειμῶνι ἀφανίζεσθαι, διαμένειν δὲ τὰς θηλείας, τεκμαι-
ρόμενος ἐκ τῆς χρόας τὴν πιθανότητα· ἀλλάττεσθαι γὰρ
ὡς τῶν κοσσύφων καὶ φαλαρίδων ἀπολευκαινομένων κατὰ
καιρούς.

Αίλιος Ηρωδιανός Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Paris. 2543 + 2570)


(0087: 036)“Herodiani partitiones”, Ed. Boissonade, J.F.London, 1819, Rep1963.P.
109, l. 3

 Πλὴν τοῦ πταίω, καὶ πταῖσμα, διὰ διφθόγγου.


 Τὰ ἀπὸ τῆς πι συλλαβῆς ἀρχόμενα διὰ τοῦ ἰῶτα γρά-
φεται· οἷον· πίστις· πιστεύω· πίπτω· πίνω· πῖνος, ὁ ῥύπος·
πιναρὸν, τὸ ῥυπαρόν· πίτυρον, ἀφ' οὗ καὶ πιτυρίας ἄρτος, ὁ
κιβαρός· πίτυς, δένδρον, καὶ κλίνεται πίτυος· πῖον, τὸ
λιπαρόν· πιαίνω, τὸ λιπαίνω· πῖαρ, τὸ λίπος· πίθος· πι-
θάκνη, ὁ μικρὸς πίθος· πίσσα, ἡ μέλαινα· καὶ Πίσα, χώρα,
55

ὅθεν καὶ Πισαῖος ἀνήρ· Πισιδία, χώρα· Πισίδης ἀνήρ· πίναξ,  


τὸ πινακίδιον, καὶ κλίνεται πίνακος· πίδαξ, ἡ πηγή·
πιδύω, τὸ ἀναβρύω· πιέζω, τὸ συντρίβω· πιεσμὸς, ἡ σύν-
θλιψις· πιθανὸς, τὸ ἐγγὺς ἀληθείας· πιθανότης· πίθηξ, ὁ
πιτζᾶς· πίθηκος, ὁ ἀρκοβυζιανός· Πιερία, ὄρος· πίειρα γῆ, ἡ
λιπαρά· πιμελὴ, τὸ λῖπος· Πίτης, ὄνομα· πιλῶ, τὸ σφίγ-
γω, ὅθεν καὶ πιλωτόν· καὶ πίλος, τὸ κέντουκλον· πιλίον,
τὸ αὐτό· πίννα, ζῶον θαλάσσιον· Πίνδαρος, κύριον· πίσυνος,
ὁ θαῤῥῶν· πιμπρῶ, τὸ καίω· πίμπλαμαι, τὸ γεμίζομαι·

Στράβων Γεωγραφικά. (0099: 001)“Strabonis geographica, 3 vols.”, Ed. Meineke,


A.eipzig: Teubner, 1877, Rep1969.Book 2, Ch.3, sec. 5, l. 13

“Γαδείρων καὶ τῆς Ἰβηρίας εἰκὸς εἰδέναι.” ἐκ πάντων


δὴ τούτων φησὶ δείκνυσθαι διότι ἡ οἰκουμένη κύκλῳ
περιρρεῖται τῷ ὠκεανῷ· “οὐ γάρ μιν δεσμὸς περιβάλ-
“λεται ἠπείροιο, ἀλλ' ἐς ἀπειρεσίην κέχυται· τό μιν οὔτι
“μιαίνει.” θαυμαστὸς δὴ κατὰ πάντα ἐστὶν ὁ Ποσει-
δώνιος, τὸν μὲν τοῦ μάγου περίπλουν, ὃν Ἡρακλείδης
εἶπεν, ἀμάρτυρον νομίσας, καὶ αὐτῶν τῶν ὑπὸ Δα-
ρείου πεμφθέντων, ὃν Ἡρόδοτος ἱστορεῖ, τὸ δὲ Βερ-
γαῖον διήγημα τοῦτο ἐν πίστεως μέρει τιθείς, εἴθ' ὑπ'
αὐτοῦ πεπλασμένον εἴτ' ἄλλων πλασάντων πιστευ-
θέν. τίς γὰρ ἡ πιθανότης πρῶτον μὲν τῆς κατὰ τὸν
Ἰνδὸν περιπετείας; ὁ γὰρ Ἀράβιος κόλπος ποταμοῦ
δίκην στενός ἐστι καὶ μακρὸς [πεντακισχιλίους] ἐπὶ μυ-
ρίοις που σταδίους μέχρι τοῦ στόματος, καὶ τούτου
στενοῦ παντάπασιν ὄντος· οὐκ εἰκὸς δ' οὔτ' ἔξω που
τὸν πλοῦν ἔχοντας εἰς τὸν κόλπον παρωσθῆναι τοὺς
Ἰνδοὺς κατὰ πλάνην (τὰ γὰρ στενὰ ἀπὸ τοῦ στόματος
δηλώσειν ἔμελλε τὴν πλάνην), οὔτ' εἰς τὸν κόλπον
ἐπίτηδες καταχθεῖσιν ἔτι πλάνης ἦν πρόφασις καὶ ἀνέ-
μων ἀστάτων. λιμῷ τε πῶς περιεῖδον ἅπαντας ἀπολ-
λυμένους σφᾶς πλὴν ἑνός; περιγενόμενός

Στράβων Γεωγραφικά. Book 6, Ch.2, sec. 4, l. 64

μέχρι πρὸς τὴν Ἀρέθουσαν, εἶτ' ἐκδιδόντα ἐνθένδε


πάλιν εἰς τὴν θάλατταν. τεκμηριοῦνται δὲ τοιούτοις  
τισί· καὶ γὰρ φιάλην τινὰ ἐκπεσοῦσαν εἰς τὸν ποταμὸν
ἐνόμισαν ἐν Ὀλυμπίᾳ δεῦρο ἀνενεχθῆναι εἰς τὴν
κρήνην, καὶ θολοῦσθαι ἀπὸ τῶν ἐν Ὀλυμπίᾳ βουθυ-
σιῶν. ὅ τε Πίνδαρος ἐπακολουθῶν τούτοις εἴρηκε τάδε
“ἄμπνευμα σεμνὸν Ἀλφεοῦ, κλεινᾶν Συρακοσσᾶν
“θάλος, Ὀρτυγία.” συναποφαίνεται δὲ τῷ Πινδάρῳ
ταὐτὰ καὶ Τίμαιος ὁ συγγραφεύς. εἰ μὲν οὖν πρὸ τοῦ
συνάψαι τῇ θαλάττῃ κατέπιπτεν ὁ Ἀλφειὸς εἴς τι βά-
56

ραθρον, ἦν τις ἂν πιθανότης ἐντεῦθεν διήκειν κατὰ


γῆς ῥεῖθρον μέχρι τῆς Σικελίας ἀμιγὲς τῇ θαλάττῃ
διασῶζον τὸ πότιμον ὕδωρ· ἐπειδὴ δὲ τὸ τοῦ ποταμοῦ
στόμα φανερόν ἐστιν εἰς τὴν θάλατταν ἐκδιδόν, ἐγγὺς
δὲ μηδὲν ἐν τῷ πόρῳ τῆς θαλάττης φαινόμενον στόμα
τὸ καταπῖνον τὸ ῥεῦμα τοῦ ποταμοῦ, καίπερ οὐδ' οὕ-
τως ἂν συμμείναι γλυκύ, παντάπασιν ἀμήχανόν ἐστι.
τό τε γὰρ τῆς Ἀρεθούσης ὕδωρ ἀντιμαρτυρεῖ πότιμον
ὄν· τό τε διὰ τοσούτου πόρου συμμένειν τὸ ῥεῦμα
τοῦ ποταμοῦ μὴ διαχεόμενον τῇ θαλάττῃ, μέχρι ἂν
εἰς τὸ πεπλασμένον ῥεῖθρον ἐμπέσῃ, παντελῶς μυθῶ

Στράβων Γεωγραφικά. Book 6, Ch.2, sec. 4, l. 79

τὸ καταπῖνον τὸ ῥεῦμα τοῦ ποταμοῦ, καίπερ οὐδ' οὕ-


τως ἂν συμμείναι γλυκύ, παντάπασιν ἀμήχανόν ἐστι.
τό τε γὰρ τῆς Ἀρεθούσης ὕδωρ ἀντιμαρτυρεῖ πότιμον
ὄν· τό τε διὰ τοσούτου πόρου συμμένειν τὸ ῥεῦμα
τοῦ ποταμοῦ μὴ διαχεόμενον τῇ θαλάττῃ, μέχρι ἂν
εἰς τὸ πεπλασμένον ῥεῖθρον ἐμπέσῃ, παντελῶς μυθῶ-
δες. μόλις γὰρ ἐπὶ τοῦ Ῥοδανοῦ τοῦτο πιστεύομεν, ᾧ
συμμένει τὸ ῥεῦμα διὰ λίμνης ἰόν, ὁρατὴν σῶζον τὴν
ῥύσιν· ἀλλ' ἐκεῖ μὲν καὶ βραχὺ διάστημα καὶ οὐ κυ-
μαινούσης τῆς λίμνης, ἐνταῦθα δέ, ὅπου χειμῶνες
ἐξαίσιοι καὶ κλυδασμοί, πιθανότητος οὐδεμιᾶς οἰκεῖος
ὁ λόγος. ἐπιτείνει δὲ τὸ ψεῦδος ἡ φιάλη παρατεθεῖσα·
οὐδὲ γὰρ αὐτὴ ῥεύματι εὐπειθής, οὐχ ὅτι τῷ τοσούτῳ
τε καὶ διὰ τοιούτων πόρων φερομένῳ. φέρονται δ'
ὑπὸ γῆς ποταμοὶ πολλοὶ καὶ πολλαχοῦ τῆς γῆς, ἀλλ'
οὐκ ἐπὶ τοσοῦτον διάστημα· εἰ δὲ τοῦτο δυνατόν, τά  
γε προειρημένα ἀδύνατα καὶ τῷ περὶ τοῦ Ἰνάχου μύθῳ
παραπλήσια· “ῥεῖ γὰρ ἀπ' ἄκρας Πίνδου” φησὶν ὁ Σο-
φοκλῆς “Λάκμου τ' ἀπὸ Περραιβῶν εἰς Ἀμφιλόχους
“καὶ Ἀκαρνᾶνας, μίσγει δ' ὕδασιν τοῖς Ἀχελώου.” καὶ

Στράβων Γεωγραφικά. Book 7, Ch.2, sec. 1, l. 2

Ἑλουήττιοι καὶ Ὀυινδολικοί ... καὶ ἡ Βοίων ἐρημία.


μέχρι Παννονίων πάντες, τὸ πλέον δ' Ἑλουήττιοι καὶ
Ὀυινδολικοί, οἰκοῦσιν ὀροπέδια. Ῥαιτοὶ δὲ καὶ Νωρι-
κοὶ μέχρι τῶν Ἀλπείων ὑπερβολῶν ἀνίσχουσι καὶ πρὸς
τὴν Ἰταλίαν περινεύουσιν, οἱ μὲν Ἰνσούβροις συνά-
πτοντες οἱ δὲ Κάρνοις καὶ τοῖς περὶ τὴν Ἀκυληίαν χω-
ρίοις. ἔστι δὲ καὶ ἄλλη ὕλη μεγάλη Γαβρῆτα ἐπὶ τάδε
τῶν Σοήβων, ἐπέκεινα δ' ὁ Ἑρκύνιος δρυμός· ἔχεται
δὲ κἀκεῖνος ὑπ' αὐτῶν.
 Περὶ δὲ Κίμβρων τὰ μὲν οὐκ εὖ λέγεται, τὰ δ'
57

ἔχει πιθανότητας οὐ μετρίας. οὔτε γὰρ τὴν τοιαύτην


αἰτίαν τοῦ πλάνητας γενέσθαι καὶ λῃστρικοὺς ἀποδέ-
ξαιτ' ἄν τις, ὅτι χερρόνησον οἰκοῦντες μεγάλῃ πλημ-
μυρίδι ἐξελαθεῖεν ἐκ τῶν τόπων· καὶ γὰρ νῦν ἔχουσι
τὴν χώραν ἣν εἶχον πρότερον, καὶ ἔπεμψαν τῷ Σε-
βαστῷ δῶρον τὸν ἱερώτατον παρ' αὐτοῖς λέβητα, αἰ-
τούμενοι φιλίαν καὶ ἀμνηστίαν τῶν ὑπηργμένων, τυ-
χόντες δὲ ὧν ἠξίουν ἀπῆραν· γελοῖον δὲ τῷ φυσικῷ
καὶ αἰωνίῳ πάθει δὶς ἑκάστης ἡμέρας συμβαίνοντι
προσοργισθέντας ἀπελθεῖν ἐκ τοῦ τόπου. ἔοικε δὲ
πλάσματι τὸ συμβῆναί ποτε ὑπερβάλλουσαν πλημμυ

Στράβων Γεωγραφικά. Book 17, Ch.3, sec. 10, l. 24

λέγεται, τὰ δὲ παρὰ τὴν τῶν ἡλίων· βούλεται δὲ λέ-


γειν τὰ παρὰ τοὺς ἡλίους· ταῦτα δὲ πάντες ἀρκτικοῖς
καὶ μεσημβρινοῖς κλίμασιν ἀφορίζουσι· καὶ μὴν ἀνα-
τολικά τε καὶ δυσμικά, τὰ μὲν πρὸς τὰς οἰκήσεις λεγό-
μενα, καθ' ἑκάστην τὴν οἴκησιν καὶ τὴν μετάπτωσιν
τῶν ὁριζόντων ἄλλα καὶ ἄλλα ἐστίν, ὥστ' οὐδ' ἔνεστι
καθολικῶς εἰπεῖν ἐπὶ τῶν ἀπεριλήπτων τὸ πλῆθος, ὅτι
τὰ μὲν ἀνατολικὰ ὑγρά, τὰ δὲ δυσμικὰ ξηρά. ὡς δὲ
λέγεται πρὸς τὴν οἰκουμένην ὅλην καὶ τὰς ἐσχατιὰς
τὰς τοιαύτας, οἵα καὶ ἡ Ἰνδικὴ καὶ ἡ Ἰβηρία, λέγοι ἂν
εἰ ἄρα τὴν τοιαύτην ἀπόφασιν. τίς οὖν ἡ πιθανότης
τῆς αἰτιολογίας; ἐν γὰρ περιφορᾷ συνεχεῖ τε καὶ ἀδια-
λείπτῳ τοῦ ἡλίου τίς ἂν εἴη καταστροφή; τό τε τάχος
τῆς παραλλαγῆς πανταχοῦ ἴσον. ἄλλως τε παρὰ τὴν
ἐνάργειάν ἐστι, τὰ ἔσχατα τῆς Ἰβηρίας ἢ τῆς Μαυρου-
σίας τὰ πρὸς δύσιν ξηρὰ λέγειν ἁπάντων μάλιστα· καὶ
γὰρ τὸ περιέχον εὔκρατον ἔχει καὶ πλείστων ὑδάτων
εὐπορεῖ. εἰ δὲ τὸ καταστρέφειν τοιοῦτον εἴληπται, ὅτι
ἐνταῦθα τὰ ὕστατα τῆς οἰκουμένης ὑπὲρ γῆς γίνε-
ται, τί τοῦτο συντείνει πρὸς ξηρασίαν; καὶ γὰρ ἐν-
ταῦθα καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις τόποις τῆς οἰκουμένης τοῖς

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae (0385: 001)“Cassii Dionis Cocceiani


historiarum Romanarum quae supersunt, 3 vols.”, Ed. Boissevain, U.P.
Berlin: Weidmann, 1:1895; 2:1898; 3:1901, Rep1955.Book 61, Ch.8, sec. 5, l. 6

μόνα διὰ χειρὸς ποιεῖσθαι δέον, τὸ δ' ἀληθὲς ἵν' ὅτι πλείστη τοῖς
τι βουλομένοις ταράσσειν ἐξουσία εἴη. τῇ δὲ αὐτῇ σκήψει καὶ πρὸς
τὴν μητέρα ἐχρήσατο· οὐδὲ γὰρ οὐδὲ ἐκείνῃ συνεῖναι στρατιώτην
τινὰ ἐπέτρεπε, λέγων μηδένα ἄλλον ὑπ' αὐτῶν πλὴν τοῦ αὐτοκρά-  
τορος φρουρεῖσθαι χρῆναι. καὶ τοῦτό γε καὶ ἐς τοὺς πολλοὺς τὴν
ἔχθραν αὐτοῦ ἐξέφηνεν. τὰ μὲν γὰρ ἄλλα ὅσα καθ' ἑκάστην ὡς
εἰπεῖν ἡμέραν καὶ ἔλεγον ἐς ἀλλήλους καὶ ἔπραττον, ἐξῄει μὲν ἐκ
τοῦ παλατίου, οὐ μέντοι καὶ πάντα ἐδημοσιεύετο, ἀλλὰ κατείκαζον
58

αὐτὰ καὶ ἐλογοποίουν ἄλλοι ἄλλως· πρὸς γὰρ δὴ τὴν πονηρίαν


τήν τε ἀσέλγειάν σφων τά τε ἐνδεχόμενα γενέσθαι ὡς γεγονότα
διεθροεῖτο καὶ τὰ πιθανότητά τινα λεχθῆναι ἔχοντα ὡς καὶ ἀληθῆ
ἐπιστεύετο· τότε δὲ πρῶτον ἰδόντες αὐτὴν ἄνευ δορυφόρων οἱ μὲν
πολλοὶ ἐφυλάττοντο μηδ' ἐκ συντυχίας αὐτῇ συμμῖξαι, εἰ δέ πού
τις καὶ συνέτυχε, διὰ ταχέων ἄν, μηδὲν εἰπών, ἀπηλλάγη. Exc.
Val. 238 (p. 682) usque ad ἐξέφηνεν (p. 29, 1), Xiph. 150, 26 – 151, 8 St.
 ἐν δέ τινι θέᾳ ἄνδρες ταύρους ἀπὸ ἵππων, συμπαραθέοντές
σφισι, κατέστρεφον, τετρακοσίας τε ἄρκτους καὶ τριακοσίους λέον-
τας οἱ ἱππεῖς οἱ σωματοφύλακες τοῦ Νέρωνος κατηκόντισαν, ὅτε
καὶ ἱππεῖς ἐκ τοῦ τέλους τριάκοντα ἐμονομάχησαν. ἐν μὲν δὴ οὖν
τῷ φανερῷ ταῦτ' ἐποίει, κρύφα δὲ νύκτωρ ἐκώμαζε κατὰ πᾶσαν
τὴν πόλιν, ὑβρίζων ἐς τὰς γυναῖκας καὶ ἀσελγαίνων ἐς τὰ μειράκια,

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae (Xiphilini epitome) (0385: 010)


“Cassii Dionis Cocceiani historiarum Romanarum quae supersunt, vol. 3”, Ed.
Boissevain, U.P.Berlin: Weidmann, 1901, Rep1955.Dindorf-Stephanus p. S151, l. 5

ὥστε τὸ δεινὸν μὴ μόνον ἀκούεσθαι ἀλλὰ καὶ ὁρᾶσθαι. μετὰ δὲ τοῦτ'


ἐκφρονεῖν ἄντικρυς ἤρξατο καὶ πολλὰ μὲν οἴκοι πολλὰ δὲ ἐν τῇ ἄνω πό-
λει, καὶ νύκτωρ καὶ μεθ' ἡμέραν, ἐπικρυπτόμενός πῃ ἠσέλγαινεν, καὶ ἔς
τε καπηλεῖα εἰσῄει, καὶ πανταχόσε ὡς καὶ ἰδιώτης ἐπλανᾶτο. πληγαί
τε ἐκ τούτων καὶ ὕβρεις συχναὶ ἐγίνοντο. καὶ τῇ μητρὶ δὲ ἤδη
φανερῶς ἐκπεπολέμωτο. τὰ μὲν γὰρ ἄλλα ὅσα καθ' ἑκάστην ὡς
εἰπεῖν ἡμέραν καὶ ἔλεγον ἐς ἀλλήλους καὶ ἔπραττον, ἐξῄει μὲν ἐκ
τοῦ παλατίου, οὐ μέντοι καὶ πάντα ἐδημοσιεύετο, ἀλλὰ κατείκαζον
αὐτὰ καὶ ἐλογοποίουν ἄλλα ἄλλως· πρὸς γὰρ δὴ τὴν πονηρίαν τήν τε
ἀσέλγειάν σφων τά τε ἐνδεχόμενα γενέσθαι ὡς γεγονότα διεθροεῖτο
καὶ τὰ πιθανότητά τινα λεχθῆναι ἔχοντα ὡς καὶ ἀληθῆ ἐπιστεύετο·
τότε δὲ πρῶτον ἰδόντες αὐτὴν ἄνευ δορυφόρων οἱ μὲν πολλοὶ ἐφυ-
λάττοντο μηδ' ἐκ συντυχίας αὐτῇ συμμῖξαι, εἰ δέ πού τις καὶ συν-
έτυχε, διὰ ταχέων ἄν, μηδὲν εἰπών, ἀπηλλάγη. ἐν δέ τινι θέᾳ ἄνδρες
ταύρους ἀπὸ ἵππων, συμπαραθέοντές σφισι, κατέστρεφον, τετρακοσίας
τε ἄρκτους καὶ τριακοσίους λέοντας οἱ ἱππεῖς οἱ σωματοφύλακες
τοῦ Νέρωνος κατηκόντισαν, ὅτε καὶ ἱππεῖς ἐκ τοῦ τέλους τριάκοντα
ἐμονομάχησαν. ἐν μὲν δὴ οὖν τῷ φανερῷ ταῦτ' ἐποίει, κρύφα δὲ
νύκτωρ ἐκώμαζε κατὰ πᾶσαν τὴν πόλιν, ὑβρίζων ἐς τὰς γυναῖκας,
ἀσελγαίνων ἐς τὰ μειράκια, ἀποδύων τοὺς ἀπαντῶντας, παίων
τιτρώσκων φονεύων. καὶ ἐδόκει μέν πως λανθάνειν (καὶ γὰρ ἐσθῆσι

Acta Scillitanorum Martyrum, Acta Scillitanorum martyrum sive Passio Sperati


et sociorum (0391: 001)“The passion of S. Perpetua”, Ed. Robinson, J.A.
Cambridge: Cambridge University Press, 1891, Rep1967; Texts and Studies 1.2,
appendix.P. 115, l. 2

 Ὁ ἅγιος Σπερᾶτος λέγει· Ἐγὼ τὴν βασιλείαν τοῦ νῦν αἰῶνος


οὐ γινώσκω· αἰνῶ δὲ καὶ λατρεύω τῷ ἐμῷ θεῷ, ὃν οὐδεὶς τῶν
59

ἀνθρώπων τεθέαται· οὐδὲ γὰρ οἷόντε τούτοις τοῖς αἰσθητοῖς


ὄμμασι. κλοπὴν οὐ πεποίηκα· ἀλλ' εἴ τι καὶ πράσσω, τὸ τέλος
ἀποτίνυμι, ὅτι ἐπιγινώσκω τὸν κύριον ἡμῶν καὶ βασιλέα τῶν
βασιλέων καὶ δεσπότην πάντων τῶν ἐθνῶν.  
 Σατουρνῖνος ὁ ἀνθύπατος ἔφη πρὸς τοὺς λοιπούς· Ἀπόστητε
ἀπὸ τῆς ἀποδειχθείσης ταύτης πιθανότητος.
 Ὁ ἅγιος Σπερᾶτος ἔφη· Ἐκείνη ἐστὶν ἐπισφαλὴς πιθανό-
της, τὸ ἀνδροφονίαν κατεργάζεσθαι ἢ ψευδομαρτυρίαν κατα-
σκευάζειν.
 Σατουρνῖνος ὁ ἀνθύπατος εἶπεν· Μὴ βουληθῆτε τῆς τοσαύτης
μανίας καὶ παραφροσύνης γενέσθαι ἢ δαιχθῆναι συμμέτοχοι.
 Ὁ δὲ ἅγιος Κιττῖνος ὑπολαβὼν ἀπεκρίνατο· Ἡμεῖς οὐκ
ἔχομεν ἕτερον ὃν φοβηθῶμεν, εἰ μὴ κύριον τὸν θεὸν ἡμῶν τὸν
ἐν τοῖς οὐρανοῖς κατοικοῦντα.

Acta Scillitanorum Martyrum, Acta Scillitanorum martyrum sive Passio Sperati et


sociorum P. 115, l. 4

 Ὁ ἅγιος Σπερᾶτος λέγει· Ἐγὼ τὴν βασιλείαν τοῦ νῦν αἰῶνος


οὐ γινώσκω· αἰνῶ δὲ καὶ λατρεύω τῷ ἐμῷ θεῷ, ὃν οὐδεὶς τῶν
ἀνθρώπων τεθέαται· οὐδὲ γὰρ οἷόντε τούτοις τοῖς αἰσθητοῖς
ὄμμασι. κλοπὴν οὐ πεποίηκα· ἀλλ' εἴ τι καὶ πράσσω, τὸ τέλος
ἀποτίνυμι, ὅτι ἐπιγινώσκω τὸν κύριον ἡμῶν καὶ βασιλέα τῶν
βασιλέων καὶ δεσπότην πάντων τῶν ἐθνῶν.  
 Σατουρνῖνος ὁ ἀνθύπατος ἔφη πρὸς τοὺς λοιπούς· Ἀπόστητε
ἀπὸ τῆς ἀποδειχθείσης ταύτης πιθανότητος.
 Ὁ ἅγιος Σπερᾶτος ἔφη· Ἐκείνη ἐστὶν ἐπισφαλὴς πιθανό-
της, τὸ ἀνδροφονίαν κατεργάζεσθαι ἢ ψευδομαρτυρίαν κατα-
σκευάζειν.
 Σατουρνῖνος ὁ ἀνθύπατος εἶπεν· Μὴ βουληθῆτε τῆς τοσαύτης
μανίας καὶ παραφροσύνης γενέσθαι ἢ δαιχθῆναι συμμέτοχοι.
 Ὁ δὲ ἅγιος Κιττῖνος ὑπολαβὼν ἀπεκρίνατο· Ἡμεῖς οὐκ
ἔχομεν ἕτερον ὃν φοβηθῶμεν, εἰ μὴ κύριον τὸν θεὸν ἡμῶν τὸν
ἐν τοῖς οὐρανοῖς κατοικοῦντα.
 Ἡ δὲ ἁγία Δονᾶτα ἔφη· Τὴν μὲν τιμὴν τῷ Καίσαρι ὡς
Καίσαρι, τὸν φόβον δὲ τῷ θεῷ ἡμῶν ἀποδίδομεν.
 Ἡ δὲ ἁγία Ἑστία λέγει· Ἐγὼ χριστιανὴ καθίσταμαι.
 Ἔτι δὲ ἡ ἁγία Σεκοῦνδα ἔφη· Ὅπερ εἰμί, καὶ διαμεῖναι

Φλάβιος Ιώσηπος. Josephi vita (0526: 002)“Flavii Iosephi opera, vol. 4”, Ed. Niese,
B.Berlin: Weidmann, 1890, Rep1955.Sec. 150, l. 1

 Πάλιν δὲ τὸν ὄχλον τινὲς ἠρέθιζον τοὺς ἀφικομένους


πρός με βασιλικοὺς μεγιστᾶνας οὐκ ὀφείλειν ζῆν λέγοντες μὴ μετα-  
βῆναι θέλοντας εἰς τὰ παρ' αὐτοῖς ἔθη, πρὸς οὓς σωθησόμενοι
60

πάρεισι· διέβαλλόν τε φαρμακέας εἶναι λέγοντες τοὺς Ῥωμαίους


παραγενέσθαι. ταχὺ δὲ τὸ πλῆθος ἐπείθετο ταῖς τῶν λεγομένων
πρὸς χάριν αὐτοῖς πιθανότησιν ἀπατώμενοι. πυθόμενος δὲ περὶ
τούτων ἐγὼ πάλιν τὸν δῆμον ἀνεδίδασκον μὴ δεῖν διώκεσθαι τοὺς
καταφυγόντας πρὸς αὐτούς· τὸν δὲ φλύαρον τῆς περὶ τῶν φαρμά-
κων αἰτίας διέσυρον, οὐκ ἂν τοσαύτας μυριάδας στρατιωτῶν Ῥω-
μαίους λέγων τρέφειν, εἰ διὰ φαρμάκων ἦν νικᾶν τοὺς πολεμίους.
ταῦτα λέγοντος ἐμοῦ πρὸς ὀλίγον μὲν ἐπείθοντο, πάλιν δ' ἀναχω-
ρήσαντες ὑπὸ τῶν πονηρῶν ἐξηρεθίζοντο κατὰ τῶν μεγιστάνων,
καί ποτε μεθ' ὅπλων ἐπὶ τὴν οἰκίαν αὐτῶν τὴν ἐν Ταριχέᾳ ἀπῆλ-
θον ὡς ἀναιρήσοντες. ἔδεισα δ' ἐγὼ πυθόμενος, μὴ τοῦ μύσους
τέλος λαβόντος ἀνεπίβατος γένηται τοῖς καταφυγεῖν εἰς αὐτὴν θέ-
λουσιν. παρεγενόμην οὖν εἰς τὴν τῶν μεγιστάνων οἰκίαν μετά τινων

Φλάβιος Ιώσηπος. Contra Apionem (= De Judaeorum vetustate) (0526: 003)


“Flavii Iosephi opera, vol. 5”, Ed. Niese, B.Berlin: Weidmann, 1889, Rep1955.
Book 1, sec. 304, l. 3

ὀκτὼ μυριάδες εἶπεν οὔτε πῶς αἱ εἴκοσι καὶ τρεῖς διεφθάρησαν,


πότερον ἐν τῇ μάχῃ κατέπεσον ἢ πρὸς τὸν Ῥαμεσσῆ μετεβάλοντο.
τὸ δὲ δὴ θαυμασιώτατον, οὐδὲ τίνας καλεῖ τοὺς Ἰουδαίους δυνα-
τόν ἐστι παρ' αὐτοῦ μαθεῖν ἢ ποτέροις αὐτοῖς τίθεται ταύτην
τὴν προσηγορίαν, ταῖς κεʹ μυριάσι τῶν λεπρῶν ἢ ταῖς ηʹ καὶ λʹ
ταῖς περὶ τὸ Πηλούσιον. ἀλλὰ γὰρ εὔηθες ἴσως ἂν εἴη διὰ πλειό-
νων ἐλέγχειν τοὺς ὑφ' ἑαυτῶν ἐληλεγμένους· τὸ γὰρ ὑπ' ἄλλων
ἦν μετριώτερον.
 Ἐπεισάξω δὲ τούτοις Λυσίμαχον εἰληφότα μὲν τὴν αὐ-
τὴν τοῖς προειρημένοις ὑπόθεσιν τοῦ ψεύσματος περὶ τῶν λεπρῶν  
καὶ λελωβημένων, ὑπερπεπαικότα δὲ τὴν ἐκείνων ἀπιθανότητα τοῖς
πλάσμασι, δῆλος συντεθεικὼς κατὰ πολλὴν ἀπέχθειαν· λέγει γὰρ
ἐπὶ Βοχχόρεως τοῦ Αἰγυπτίων βασιλέως τὸν λαὸν τῶν Ἰουδαίων
λεπροὺς ὄντας καὶ ψωροὺς καὶ ἄλλα νοσήματά τινα ἐχόντων εἰς
τὰ ἱερὰ καταφεύγοντας μεταιτεῖν τροφήν. παμπόλλων δὲ ἀνθρώ-
πων νοσηλείᾳ περιπεσόντων ἀκαρπίαν ἐν τῇ Αἰγύπτῳ γενέσθαι.
Βόχχοριν δὲ τὸν τῶν Αἰγυπτίων βασιλέα εἰς Ἄμμωνος πέμψαι
περὶ τῆς ἀκαρπίας τοὺς μαντευσομένους, τὸν θεὸν δὲ ἐρεῖν τὰ
ἱερὰ καθᾶραι ἀπ' ἀνθρώπων ἀνάγνων καὶ δυσσεβῶν ἐκβάλλοντα
αὐτοὺς ἐκ τῶν ἱερῶν εἰς τόπους ἐρήμους, τοὺς δὲ ψωροὺς καὶ
λεπροὺς βυθίσαι, ὡς τοῦ ἡλίου ἀγανακτοῦντος ἐπὶ τῇ τούτων ζωῇ,

Menander Comic., Aspis (0541: 001)“Menandri reliquiae selectae”, Ed. Sandbach,


F.H.Oxford: Clarendon Press, 1972.L. 390

ἔξω γ' ἀφίετ', ἀλλὰ τηρεῖτ' ἀνδρικῶς


τὸ πρᾶγμα.
{(Δα)}   τίς δ' ἡμῖν συνείσεται;
61

{(Χα)}    μόνηι
δεῖ τῆι γυναικὶ ταῖς τε παιδίσκαις φράσαι
αὐταῖς ἵνα μὴ κλάωσι, τοὺς δ' ἄλλους ἐᾶν
ἔνδον παροινεῖν εἴς με νομίσαντας νεκρόν.
{(Δα)} ὀρθῶς λέγεις. εἴσω τις ἀγέτω τουτονί.
ἕξει τιν' ἀμέλει διατριβὴν οὐκ ἄρρυθμον
ἀγωνίαν τε τὸ πάθος, ἂν ἐνστῆι μόνον,
ὅ τ' ἰατρὸς ἡμῖν πιθανότητα σχῆι τινα.
{ΧΟΡΟΥ}
{(Σμ)} ταχύ γ' ἦλθ' ὁ Δᾶος πρός με τὴν τῶν χρημάτων
φέρων ἀπογραφήν, πολύ τ' ἐμοῦ πεφρόντικε.
Δᾶος μετὰ τούτων ἐστίν. εὖ γε, νὴ Δία·
καλῶς ἐπόησε. πρόφασιν εἴληφ' ἄσμενος  
πρὸς αὐτὸν ὥστε μὴ φιλανθρώπως ἔτι
ταῦτ' ἐξετάζειν, ἀλλ' ἐμαυτῶι συμφόρως·
τὰ γὰρ οὐ φανερὰ δήπουθέν ἐστι διπλάσια·
ἐγὦιδα τούτου τὰς τέχνας τοῦ δραπέτου.
{Δα} ὦ δαίμονες, φοβερόν γε, νὴ τὸν Ἥλιον,

Ιούλιος Πολυδεύκης. Onomasticon (0542: 001)“Pollucis onomasticon, 2 vols.”, Ed.


Bethe, E.Leipzig: Teubner, 9.1:1900; 9.2:1931, Rep1967; Lexicographi Graeci 9.1–
9.2.Book 4, sec. 22, l. 6

κρούσασθαι, ἐξαπατῆσαι, παραγαγεῖν, παρακροῦσαι, παραπεῖσαι,


φενακίσαι, σοφίσασθαι, παρενεγκεῖν, παρασῦραι, κλεῖσαι, συγκλεῖσαι,
συγχέαι τὴν γνώμην, συνταράξαι τὸν λογισμόν, δάκρυον προ-
καλέσασθαι, παρακρουστικός, φενακιστικός, πειστικός, παραπειστικός,
ἀπατητικός. καὶ τὰ πράγματα δεινότης, σοφία, δεξιότης, συνέχεια,
πυκνότης, εὔροια, ῥᾳστώνη, πλῆθος, ἀφθονία, ἐπιμέλεια, ἀκρίβεια,
σκέψις, περίσκεψις, ἑλληνισμός, ἀττικισμός, πολυγνωμοσύνη, πολύ-
νοια, πολυλογία, εὐγλωττία, εὐφωνία, ἀφθονία, βραχυλογία, συν-
τομία, σαφήνεια, σφοδρότης, ἰσχύς, δύναμις, βία, ῥαγδαιότης,
πιθανότης, ἡδονή, γλυκύτης, εὐρημοσύνη, τέχνη, κακοήθεια, πι-
κρία, πειθώ, φενακισμός, ἀπάτη ἐξαπάτη, παροξυσμός, δεινο-
λογία, οἰκτρολογία, ταπεινολογία. ἱκανότης δ' εἴρηκε Λυσίας
ἐν τῷ κατὰ Πανταλέοντος (frg 211 Tur) ἐπὶ τοῦ ἱκανοῦ λέγειν,
ὥστ' ἐκ τούτου εἴποι τις ἂν καὶ ἱκανῶς καὶ ἱκανός. ἀπὸ δὲ τῶν
παραλειφθέντων οὐκ ἔστιν ὀνόματα τοῦ πράγματος. τὰ δ' ἐπιρ-
ρήματα δεινῶς, σοφῶς, πανσόφως, δεξιῶς, περιττῶς, συνεχῶς,
πυκνῶς, προχείρως, εὔρως, ῥᾳδίως· τὸ δὲ πολλῶς βίαιον, ἀφθόνως
δέ, ἐπιμελῶς, ἀκριβῶς ἠκριβωμένως, ἐσκεμμένως περιεσκεμμένως,
ἑλληνικῶς, ἀττικῶς, πολυγνωμόνως, πολύνως. τὸ δὲ πολυλόγως
παραιτητέον, εὐγλώττως δέ, εὐφώνως· καὶ τὸ βραχυλόγως ὑπερβᾶσι

Πολύβιος ιστορικός. Historiae (0543: 001)“Polybii historiae, vols. 1–4”, Ed.


Büttner–Wobst, T.Leipzig: Teubner, 1:1905; 2:1889; 3:1893; 4:1904, Rep1:1962; 2–
3:1965; 4:1967.Book 3, Ch.9, sec. 2, l. 1

τὸν ἐπιφερόμενον πόλεμον, δόγματι μόνον τὴν ἐκ-


62

δίκησιν ποιησαμένους, τί ἂν εἰπεῖν ἔχοι πρὸς αὐτά;


δῆλον γὰρ ὡς οὐδέν. οἵ γε τοσοῦτον ἀπέσχον τοῦ
πρᾶξαί τι τῶν προειρημένων ὡς ἑπτακαίδεκ' ἔτη
συνεχῶς πολεμήσαντες κατὰ τὴν Ἀννίβου προαίρε-
σιν οὐ πρότερον κατελύσαντο τὸν πόλεμον, ἕως οὗ
πάσας ἐξελέγξαντες τὰς ἐλπίδας τελευταῖον εἰς τὸν
περὶ τῆς πατρίδος καὶ τῶν ἐν αὐτῇ σωμάτων παρ-
εγένοντο κίνδυνον.
 Τίνος δὴ χάριν ἐμνήσθην Φαβίου καὶ τῶν ὑπ'  
ἐκείνου γεγραμμένων; οὐχ ἕνεκα τῆς πιθανότητος
τῶν εἰρημένων, ἀγωνιῶν μὴ πιστευθῇ παρά τισιν –  
ἡ μὲν γὰρ [παρὰ] τούτων ἀλογία καὶ χωρὶς τῆς ἐμῆς
ἐξηγήσεως αὐτὴ δι' αὑτῆς δύναται θεωρεῖσθαι παρὰ
τοῖς ἐντυγχάνουσιν – ἀλλὰ τῆς τῶν ἀναλαμβανόντων
τὰς ἐκείνου βύβλους ὑπομνήσεως, ἵνα μὴ πρὸς τὴν
ἐπιγραφὴν ἀλλὰ πρὸς τὰ πράγματα βλέπωσιν. ἔνιοι
γὰρ οὐκ ἐπὶ τὰ λεγόμενα συνεπιστήσαντες ἀλλ' ἐπ'
αὐτὸν τὸν λέγοντα καὶ λαβόντες ἐν νῷ διότι κατὰ
τοὺς καιροὺς ὁ γράφων γέγονε καὶ τοῦ συνεδρίου
μετεῖχε τῶν Ῥωμαίων, πᾶν εὐθέως ἡγοῦνται τὸ λε

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 12, Ch.7, sec. 4, l. 3

ψέγειν ἢ τοὐναντίον ἐγκωμιάζειν τινὰ πρόθηται,


πάντων ἐπιλανθάνεται καὶ πολύ τι τοῦ καθήκοντος
παρεκβαίνει. πλὴν ταῦτα μὲν ἡμῖν ὑπὲρ Ἀριστο-
τέλους εἰρήσθω πῶς καὶ τίσι προσέχων τοιαύτην
ἐποιήσατο τὴν περὶ τῶν Λοκρῶν ἐξήγησιν· τὰ δὲ
λέγεσθαι μέλλοντα περὶ Τιμαίου καὶ τῆς ὅλης συν-
τάξεως αὐτοῦ καὶ καθόλου περὶ τοῦ καθήκοντος
τοῖς πραγματευομένοις ἱστορίαν τοιάνδε τινὰ λήψε-
ται τὴν ἀπάντησιν. ὅτι μὲν οὖν ἀμφότεροι κατὰ
τὸν εἰκότα λόγον πεποίηνται τὴν ἐπιχείρησιν, καὶ
διότι πλείους εἰσὶ πιθανότητες ἐν τῇ κατ' Ἀριστο-
τέλην ἱστορίᾳ, δοκῶ, πᾶς ἄν τις ἐκ τῶν εἰρημένων
ὁμολογήσειεν· ἀληθὲς μέντοι γε καὶ καθάπαξ δια-
στεῖλαι περί τινος οὐδὲν ἔστιν ἐν τούτοις. οὐ μὴν
ἀλλ' ἔστω τὸν Τίμαιον εἰκότα λέγειν μᾶλλον. διὰ
ταύτην οὖν τὴν αἰτίαν δεήσει πᾶν ῥῆμα καὶ πᾶσαν
φωνὴν ἀκούειν καὶ μόνον οὐ θανάτου κρίσιν ὑπέ-
χειν τοὺς ἐν ταῖς ἱστορίαις ἧττον εἰκότα λέγοντας;
οὐ δήπου. τοῖς μὲν γὰρ κατ' ἄγνοιαν ψευδογρα-
φοῦσιν ἔφαμεν δεῖν διόρθωσιν εὐμενικὴν καὶ συγ-  
γνώμην ἐξακολουθεῖν, τοῖς δὲ κατὰ προαίρεσιν

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 12, Ch.25d, sec. 6, l. 8

οἱ μηδὲν ἀνεγνωκότες ἁπλῶς ἰατρικὸν ὑπόμνημα·


63

οἷς ἤδη τινὲς τῶν ἀρρώστων ἐπιτρέψαντες αὑτοὺς


διὰ τὴν ἐν λόγῳ δύναμιν οὐδὲν ἔχοντες δεινὸν τοῖς
ὅλοις πολλάκις ἐκινδύνευσαν. εἰσὶ γὰρ ἀληθῶς
ὅμοιοι τοῖς ἐκ βυβλίου κυβερνῶσιν· ἀλλ' ὅμως
οὗτοι μετὰ φαντασίας ἐπιπορευόμενοι τὰς πόλεις,  
ἐπειδὰν ἁθροίσωσι τοὺς ὄχλους ἐπ' ὀνόματος,
τοὺς ἐπ' αὐτῶν τῶν ἔργων ἀληθινὴν πεῖραν δεδω-
κότας αὑτῶν εἰς τὴν ἐσχάτην ἄγουσιν ἀπορίαν καὶ
καταφρόνησιν παρὰ τοῖς ἀκούουσι, τῆς τοῦ λόγου
πιθανότητος καταγωνιζομένης πολλάκις τὴν ἐπ'
αὐτῶν τῶν ἔργων δοκιμασίαν. τὸ δὲ τρίτον, τὸ
τὴν ἀληθινὴν προσφερόμενον ἕξιν ἐν ἑκάστοις τῶν
ἐπιτηδευμάτων, οὐ μόνον ὑπάρχει σπάνιον, ἀλλὰ
καὶ πολλάκις ὑπὸ τῆς στωμυλίας καὶ τόλμης ἐπισκο-
τεῖται διὰ τὴν τῶν πολλῶν ἀκρισίαν. τὸν αὐτὸν
δὴ τρόπον καὶ τῆς πραγματικῆς ἱστορίας ὑπαρχούσης
τριμεροῦς, τῶν δὲ μερῶν αὐτῆς ἑνὸς μὲν ὄντος
τοῦ περὶ τὴν ἐν τοῖς ὑπομνήμασι πολυπραγμοσύνην
καὶ τὴν παράθεσιν τῆς ἐκ τούτων ὕλης, ἑτέρου δὲ
τοῦ περὶ τὴν θέαν τῶν πόλεων καὶ τῶν τόπων

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 12, Ch.26c, sec. 2, l. 6

δοξολογίας οὐκ εἰς σύγκρισιν, ἀλλ' εἰς καταμώκησιν


ἄγει καὶ τοὺς ἄνδρας καὶ τὰς πράξεις ὧν βούλεται
προΐστασθαι, καὶ σχεδὸν εἰς τὸ παραπλήσιον ἐμ-
πίπτει τοῖς περὶ τοὺς ἐν Ἀκαδημείᾳ λόγους (πρὸς)
τὸν προχειρότατον λόγον ἠσκηκόσι. καὶ γὰρ ἐκεί-
νων τινὲς βουλόμενοι περί τε τῶν προφανῶς κατα-
ληπτῶν εἶναι δοκούντων καὶ περὶ τῶν ἀκαταλήπτων
εἰς ἀπορίαν ἄγειν τοὺς προσδιαλεγομένους τοιαύ-
ταις χρῶνται παραδοξολογίαις καὶ τοιαύτας εὐπο-
ροῦσι πιθανότητας ὥστε διαπορεῖν εἰ δυνατόν ἐστι
τοὺς ἐν Ἀθήναις ὄντας ὀσφραίνεσθαι τῶν ἑψομένων
ᾠῶν ἐν Ἐφέσῳ καὶ διστάζειν μή πως, καθ' ὃν και-
ρὸν ἐν Ἀκαδημείᾳ διαλέγονται περὶ τούτων, οὐχ  
ὕπαρ, ἀλλ' ὄναρ ἐν οἴκῳ κατακείμενοι τούτους δια-
τίθενται τοὺς λόγους. ἐξ ὧν διὰ τὴν ὑπερβολὴν
τῆς παραδοξολογίας εἰς διαβολὴν ἤχασι τὴν ὅλην
αἵρεσιν, ὥστε καὶ τὰ καλῶς ἀπορούμενα παρὰ τοῖς
ἀνθρώποις εἰς ἀπιστίαν ἦχθαι. καὶ χωρὶς τῆς ἰδίας
ἀστοχίας καὶ τοῖς νέοις τοιοῦτον ἐντετόκασι ζῆλον,
ὥστε τῶν μὲν ἠθικῶν καὶ πραγματικῶν λόγων μηδὲ

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 13, Ch.5, sec. 5, l. 2


64

τὸν Ἡρακλείδην ὑπώπτευον ἐγκάθετον εἶναι.  –  


 Ὁ δ' εἰσελθὼν ἀπελογίζετο τὰς αἰτίας, δι' ἃς
πεφευγὼς εἴη τὸν Φίλιππον.  –  
 Πᾶν γὰρ βουληθῆναι τὸν Φίλιππον 8ἀναδέξασθαι
ἢ καταφανῆ γενέσθαι Ῥοδίοις τὴν ἐν τούτοις αὐτοῦ
προαίρεσιν. ᾗ καὶ τὸν Ἡρακλείδην ἀπέλυσε τῆς
ὑποψίας.  –  
 Καί μοι δοκεῖ μεγίστην θεὸν τοῖς ἀνθρώποις ἡ
φύσις ἀποδεῖξαι τὴν ἀλήθειαν καὶ μεγίστην αὐτῇ
προσθεῖναι δύναμιν. πάντων γοῦν αὐτὴν καταγω-
νιζομένων, ἐνίοτε καὶ πασῶν τῶν πιθανοτήτων μετὰ
τοῦ ψεύδους ταττομένων, οὐκ οἶδ' ὅπως αὐτὴ δι'  
αὑτῆς εἰς τὰς ψυχὰς εἰσδύεται τῶν ἀνθρώπων, καὶ
ποτὲ μὲν παραχρῆμα δείκνυσι τὴν αὑτῆς δύναμιν,
ποτὲ δὲ καὶ πολὺν χρόνον ἐπισκοτισθεῖσα, τέλος
αὐτὴ δι' ἑαυτῆς ἐπικρατεῖ καὶ καταγωνίζεται τὸ
ψεῦδος, ὡς συνέβη γενέσθαι περὶ τὸν Ἡρακλείδην
τὸν παρὰ τοῦ Φιλίππου τοῦ βασιλέως εἰς Ῥόδον
ἀφικόμενον.  –  

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 15, Ch.25, sec. 35, l. 1

θρανογράφου καὶ τῆς σαμβυκιστρίας καὶ τῆς κου-


ρίδος, ἔτι δὲ τοῦ παιδαρίου τοῦ πάντα πεποιηκότος
καὶ πεπονθότος παρὰ τοὺς πότους, ὅτ' ἐῳνοχόει τῷ
βασιλεῖ παῖς ὤν. ἐπὶ δὲ τούτοις ἀεὶ τῶν συμπαρ-
όντων γελώντων καὶ συμβαλλομένων τι πρὸς τὸν
χλευασμόν, ταχέως εἰς τοὺς περὶ τὸν Ἀγαθοκλέα
τὸ πρᾶγμα παρεγενήθη. γενομένης δ' ἔχθρας ὁμο-
λογουμένης εὐθέως ὁ Ἀγαθοκλῆς διαβολὴν εἰσῆγε
κατὰ τοῦ Τληπολέμου, φάσκων αὐτὸν ἀλλοτριάζειν
τοῦ βασιλέως καὶ καλεῖν Ἀντίοχον ἐπὶ τὰ πράγματα.
καὶ πολλὰς εἰς τοῦτο τὸ μέρος εὐπόρει πιθανότη-
τας, τὰς μὲν ἐκ τῶν συμβαινόντων παρεκδεχόμενος
καὶ διαστρέφων, τὰς δ' ἐκ καταβολῆς πλάττων καὶ
διασκευάζων. ταῦτα δ' ἐποίει βουλόμενος τὰ πλήθη
παροξύνειν κατὰ τοῦ Τληπολέμου· συνέβαινε δὲ τοὐ-
ναντίον. πάλαι γὰρ ἐπὶ τῷ προειρημένῳ τὰς ἐλπί-
δας ἔχοντες οἱ πολλοὶ καὶ λίαν ἡδέως ἑώρων ἐκ-
καιομένην τὴν διαφοράν. ἐγένετο δ' ἡ καταρχὴ τοῦ
περὶ τὰ πλήθη κινήματος διά τινας τοιαύτας αἰτίας.
Νίκων ὁ συγγενὴς τῶν περὶ τὸν Ἀγαθοκλέα ζῶντος
ἔτι τοῦ βασιλέως καθεσταμένος ἦν ἐπὶ τοῦ ναυτικοῦ·

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 15, Ch.34, sec. 3, l. 1

...καὶ τοὺς τούτων συγγενεῖς τοιοῦτον ἔσχε  


τὸ τέλος. ἐγὼ δ' οὐκ ἀγνοῶ μὲν τὰς τερατείας καὶ
65

διασκευάς, αἷς κέχρηνται πρὸς ἔκπληξιν τῶν ἀκου-


όντων ἔνιοι τῶν γεγραφότων τὰς πράξεις ταύτας,
πλείω τὸν ἐπιμετροῦντα λόγον διατιθέμενοι τοῦ
συνέχοντος τὰ πράγματα καὶ κυρίου, τινὲς μὲν ἐπὶ
τὴν τύχην ἀναφέροντες τὰ γεγονότα καὶ τιθέντες
ὑπὸ τὴν ὄψιν τὸ ταύτης ἀβέβαιον καὶ δυσφύλακτον,
οἱ δὲ τὸ παράδοξον τῶν συμβεβηκότων ὑπὸ λόγον
ἄγοντες, πειρώμενοι τοῖς γεγονόσιν αἰτίας καὶ πι-
θανότητας ὑποτάττειν. οὐ μὴν ἔγωγε προεθέμην
τούτῳ χρήσασθαι τῷ χειρισμῷ περὶ τῶν προειρη-
μένων διὰ τὸ μήτε πολεμικὴν τόλμαν καὶ δύναμιν
ἐπίσημον γεγονέναι περὶ τὸν Ἀγαθοκλέα μήτε χει-
ρισμὸν πραγμάτων ἐπιτυχῆ καὶ ζηλωτὸν μήτε τὸ
τελευταῖον τὴν αὐλικὴν ἀγχίνοιαν καὶ κακοπραγ-
μοσύνην διαφέρουσαν, ἐν ᾗ Σωσίβιος καὶ πλείους
ἕτεροι κατεβίωσαν, βασιλεῖς ἐκ βασιλέων μεταχειρι-
ζόμενοι, τὰ δ' ἐναντία τούτοις συμβεβηκέναι περὶ
τὸν προειρημένον ἄνδρα. προαγωγῆς μὲν γὰρ ἔτυχε
παραδόξου διὰ τὴν τοῦ Φιλοπάτορος ἀδυναμίαν τοῦ

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 16, Ch.6, sec. 10, l. 2

σάμενοι ποτηρίων πλῆθος καὶ πορφυρῶν ἱματίων


καὶ τῶν τούτοις παρεπομένων σκευῶν, ἀφέμενοι τοῦ
διώκειν ἀπένευσαν ἐπὶ τὴν τούτων ἁρπαγήν. διὸ
συνέβη τὸν Ἄτταλον ἀσφαλῆ ποιήσασθαι τὴν ἀπο-
χώρησιν εἰς τὰς Ἐρυθράς. Φίλιππος δὲ τοῖς μὲν  
ὅλοις ἠλαττωμένος παρὰ πολὺ τὴν ναυμαχίαν, τῇ
δὲ περιπετείᾳ τῇ κατὰ τὸν Ἄτταλον ἐπαρθείς, ἐπ-
ανέπλει, καὶ πολὺς ἦν συναθροίζων τὰς σφετέρας
ναῦς καὶ παρακαλῶν τοὺς ἄνδρας εὐθαρσεῖς εἶναι,
διότι νικῶσι τῇ ναυμαχίᾳ· καὶ γὰρ ὑπέδραμέ τις
ἔννοια καὶ πιθανότης τοῖς ἀνθρώποις ὡς ἀπολωλό-
τος τοῦ (βασιλέως) Ἀττάλου διὰ τὸ κατάγειν τοὺς
περὶ τὸν Φίλιππον ἀναδεδεμένους τὴν βασιλικὴν
ναῦν. ὁ δὲ Διονυσόδωρος ὑπονοήσας τὸ περὶ τὸν
αὑτοῦ βασιλέα γεγονός, ἥθροιζε τὰς οἰκείας ναῦς
ἐξαίρων σύνθημα· ταχὺ δὲ συλλεχθεισῶν πρὸς αὐτὸν
ἀπέπλει μετ' ἀσφαλείας εἰς τοὺς κατὰ τὴν Ἀσίαν
ὅρμους. κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν καιρὸν οἱ πρὸς τοὺς
Ῥοδίους ἀγωνιζόμενοι τῶν Μακεδόνων, πάλαι κακῶς
πάσχοντες, ἐξέλυον αὑτοὺς ἐκ τοῦ κινδύνου μετὰ
προφάσεως κατὰ μέρη ποιούμενοι τὴν ἀποχώρησιν,

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 18, Ch.45, sec. 2, l. 2

ναῦς πλὴν πέντε σκαφῶν καὶ τῆς ἑκκαιδεκήρους·


δοῦναι δὲ καὶ χίλια τάλαντα, τούτων τὰ μὲν ἡμίση
παραυτίκα, τὰ δ' ἡμίση κατὰ φόρους ἐν ἔτεσι δέκα.
66

 Τούτου δὲ τοῦ δόγματος διαδοθέντος εἰς τοὺς


Ἕλληνας οἱ μὲν ἄλλοι πάντες εὐθαρσεῖς ἦσαν καὶ
περιχαρεῖς, μόνοι δ' Αἰτωλοί, δυσχεραίνοντες ἐπὶ
τῷ μὴ τυγχάνειν ὧν ἤλπιζον, κατελάλουν τὸ δόγμα,
φάσκοντες οὐ πραγμάτων, ἀλλὰ γραμμάτων μόνον
ἔχειν αὐτὸ διάθεσιν. καί τινας ἐλάμβανον πιθανό-
τητας ἐξ αὐτῶν τῶν ἐγγράπτων πρὸς τὸ διασείειν
τοὺς ἀκούοντας τοιαύτας. ἔφασκον γὰρ εἶναι δύο
γνώμας ἐν τῷ δόγματι περὶ τῶν ὑπὸ Φιλίππου
φρουρουμένων πόλεων, τὴν μὲν μίαν ἐπιτάττουσαν
ἐξάγειν τὰς φρουρὰς τὸν Φίλιππον, τὰς δὲ πόλεις
παραδιδόναι Ῥωμαίοις, τὴν δ' ἑτέραν ἐξάγοντα τὰς
φρουρὰς ἐλευθεροῦν τὰς πόλεις. τὰς μὲν οὖν ἐλευ-
θερουμένας ἐπ' ὀνόματος δηλοῦσθαι, ταύτας δ'
εἶναι τὰς κατὰ τὴν Ἀσίαν, τὰς δὲ παραδιδομένας
Ῥωμαίοις φανερὸν ὅτι τὰς κατὰ τὴν Εὐρώπην.
εἶναι δὲ ταύτας Ὠρεόν, Ἐρέτριαν, Χαλκίδα,

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 22, Ch.20, sec. 2, l. 3

II. RES ASIAE.

        Ὅτι Ἀπολλωνίς, ἡ Ἀττάλου τοῦ πατρὸς


Εὐμένους τοῦ βασιλέως γαμετή, Κυζικηνὴ ἦν,
γυνὴ διὰ πλείους αἰτίας ἀξία μνήμης καὶ παρασημασίας.
καὶ γὰρ ὅτι δημότις ὑπάρχουσα 8βασίλισσα ἐγεγόνει
καὶ ταύτην διεφύλαξε τὴν ὑπεροχὴν μέχρι τῆς τελευ-
ταίας, οὐχ ἑταιρικὴν προσφερομένη πιθανότητα, σω-
φρονικὴν δὲ καὶ πολιτικὴν σεμνότητα καὶ καλοκαγα-
θίαν, δικαία τυγχάνειν τῆς ἐπ' ἀγαθῷ μνήμης ἐστίν,  
καὶ καθότι τέτταρας υἱοὺς γεννήσασα πρὸς πάντας
τούτους ἀνυπέρβλητον διεφύλαξε τὴν εὔνοιαν καὶ φιλο-
στοργίαν μέχρι τῆς τοῦ βίου καταστροφῆς, καίτοι χρό-
νον οὐκ ὀλίγον ὑπερβιώσασα τἀνδρός. πλὴν οἵγε περὶ
τὸν Ἄτταλον ἐν τῇ παρεπιδημίᾳ καλὴν περιεποιήσαντο
φήμην, ἀποδιδόντες τῇ μητρὶ τὴν καθήκουσαν χάριτα
καὶ τιμήν. ἄγοντες γὰρ ἐξ ἀμφοῖν τοῖν χεροῖν μέσην
αὑτῶν τὴν μητέρα περιῄεσαν

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 27, Ch.15, sec. 10, l. 1

οὖν ἀρχὰς οὐδεὶς ἦν αὐτοῦ λόγος, ἀλλ' οἱ προκατέ-


χοντες καὶ ταῖς ἡλικίαις καὶ ταῖς δόξαις, οἱ περὶ τὸν
Ἀντίνουν, ἐχείριζον τὰ κοινὰ κατὰ τὰς αὑτῶν γνώμας.
τοῦ δὲ πολέμου τοῦ Περσικοῦ συστάντος, εὐθέως
διέβαλλε τὸ μειράκιον τοὺς προειρημένους ἄνδρας
πρὸς Ῥωμαίους, ἀφορμῇ μὲν χρώμενον τῇ προγεγενη-
67

μένῃ συστάσει τῶν ἀνδρῶν πρὸς τὴν Μακεδόνων


οἰκίαν, κατὰ δὲ τὸ παρὸν πάντα παρατηροῦν καὶ πᾶν
τὸ λεγόμενον ἢ πραττόμενον ὑπ' αὐτῶν ἐπὶ τὸ χεῖρον
ἐκδεχόμενον καὶ τὰ μὲν ἀφαιροῦν τὰ δὲ προστιθὲν
ἐλάμβανε πιθανότητας κατὰ τῶν ἀνθρώπων. ὁ δὲ
Κέφαλος, τἄλλα τε φρόνιμος καὶ στάσιμος ἄνθρωπος,
καὶ κατὰ τοὺς καιροὺς τούτους ἐπὶ τῆς ἀρίστης ὑπῆρχε
γνώμης. ἀρχόμενος γὰρ ηὔξατο τοῖς θεοῖς μὴ συστῆναι
τὸν πόλεμον μηδὲ κριθῆναι τὰ πράγματα· πραττομένου
δὲ τοῦ πολέμου τὰ κατὰ τὴν συμμαχίαν ἐβούλετο δί-
καια ποιεῖν Ῥωμαίοις, πέρα δὲ τούτου μήτε προστρέχειν
ἀγεννῶς μήθ' ὑπηρετεῖν μηδὲν παρὰ τὸ δέον. τοῦ δὲ
Χάροπος ἐνεργῶς χρωμένου ταῖς κατ' αὐτοῦ διαβολαῖς  
καὶ πᾶν τὸ παρὰ τὴν Ῥωμαίων βούλησιν γινόμενον
εἰς ἐθελοκάκησιν ἄγοντος,

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 36, Ch.10, sec. 6, l. 1

Περσέως. μετὰ δὲ μῆνας τρεῖς ἢ τέτταρας προσπε-


σούσης φήμης διότι νενίκηκε μάχῃ τοὺς Μακεδόνας
πέραν τοῦ Στρυμόνος (κατὰ) τὴν Ὀδομαντικήν, τινὲς
μὲν ἀπεδέχοντο τὸν λόγον, οἱ δὲ πλείους ἀκμὴν ἠπί-
στουν. μετ' οὐ πολὺ δὲ πάλιν ἅμα τοῦ λόγου προς-
πίπτοντος ὅτι νικᾷ μάχῃ τοὺς Μακεδόνας ἐπὶ τάδε
τοῦ Στρυμόνος καὶ πάσης Μακεδονίας κρατεῖ, καὶ
Θετταλῶν γράμματα καὶ πρεσβευτὰς πεμψάντων πρὸς
τοὺς Ἀχαιοὺς καὶ παρακαλούντων βοηθεῖν, ὡς καὶ περὶ
αὐτοὺς ὑπάρχοντος κινδύνου, θαυμαστὸν ἐφάνη καὶ
παράδοξον τὸ γεγονός· οὐδεμία γὰρ οὔτε πιθανότης  
οὔτ' εὐλογία προυφαίνετο περὶ τοῦ συμβεβηκότος. τοι-
αῦται μὲν οὖν περὶ τούτων ἦσαν διαθέσεις.  –  
        Ὅτι προσπεσόντων εἰς τὴν Πελοπόννησον
γραμμάτων τοῖς Ἀχαιοῖς παρὰ τοῦ Μανιλίου
διότι καλῶς ποιήσουσι Πολύβιον τὸν Μεγαλοπολίτην
ἐκπέμψαντες μετὰ σπουδῆς εἰς Λιλύβαιον, ὡς χρείας
οὔσης αὐτοῦ δημοσίων ἕνεκεν πραγμάτων, ἔδοξε τοῖς
Ἀχαιοῖς ἐκπέμπειν ἀκολούθως τοῖς ὑπὸ 8τοῦ ὑπάτου
γεγραμμένοις. ἡμεῖς δὲ νομίζοντες ἑαυτοῖς καθήκειν
κατὰ πολλοὺς τρόπους τὸ πειθαρχεῖν Ῥωμαίοις,

Σέξτος Εμπειρίκος Pyrrhoniae hypotyposes (0544: 001)“Sexti Empirici opera, vol.


1”, Ed. Mutschmann, H.Leipzig: Teubner, 1912.Book 1, sec. 183, l. 5

τρόπον τοῦτό τινες αἰτιολογοῦσιν· τρίτον καθ' ὃν τῶν τε-


ταγμένως γινομένων αἰτίας ἀποδιδόασιν οὐδεμίαν τάξιν
ἐπιφαινούσας· τέταρτον καθ' ὃν τὰ φαινόμενα λαβόντες
ὡς γίνεται, καὶ τὰ μὴ φαινόμενα νομίζουσιν ὡς γίνεται
κατειληφέναι, τάχα μὲν ὁμοίως τοῖς φαινομένοις τῶν ἀφα-
68

νῶν ἐπιτελουμένων, τάχα δ' οὐχ ὁμοίως ἀλλ' ἰδιαζόντως·


πέμπτον καθ' ὃν πάντες ὡς ἔπος εἰπεῖν κατὰ τὰς ἰδίας
τῶν στοιχείων ὑποθέσεις ἀλλ' οὐ κατά τινας κοινὰς καὶ
ὁμολογουμένας ἐφόδους αἰτιολογοῦσιν· ἕκτον καθ' ὃν πολ-
λάκις τὰ μὲν φωρατὰ ταῖς ἰδίαις ὑποθέσεσι παραλαμβά-
νουσιν, τὰ δὲ ἀντιπίπτοντα καὶ τὴν ἴσην ἔχοντα πιθανότητα
παραπέμπουσιν· ἕβδομον καθ' ὃν πολλάκις ἀποδιδόασιν
αἰτίας οὐ μόνον τοῖς φαινομένοις ἀλλὰ καὶ ταῖς ἰδίαις
ὑποθέσεσι μαχομένας· ὄγδοον καθ' ὃν πολλάκις ὄντων
ἀπόρων ὁμοίως τῶν τε φαίνεσθαι δοκούντων καὶ τῶν ἐπι-
ζητουμένων, ἐκ τῶν ὁμοίως ἀπόρων περὶ τῶν ὁμοίως ἀπό-
ρων ποιοῦνται τὰς διδασκαλίας. οὐκ ἀδύνατον δέ φησι
καὶ κατά τινας ἐπιμίκτους τρόπους, ἠρτημένους ἐκ τῶν
προειρημένων, διαπίπτειν ἐνίους ἐν ταῖς αἰτιολογίαις. τάχα
δ' ἂν καὶ οἱ πέντε τρόποι τῆς ἐποχῆς ἀπαρκοῖεν πρὸς τὰς
αἰτιολογίας. ἤτοι γὰρ σύμφωνον πάσαις ταῖς

Σέξτος Εμπειρίκος Pyrrhoniae hypotyposes Book 2, sec. 79, l. 9

ται τὸ μὴ δεῖν τὰς φαντασίας πρὸς τὴν κρίσιν τῶν πραγμά-


των ὡς κριτήρια παραλαμβάνειν.
 Ταῦτα μὲν ἀρκεῖ νῦν εἰπεῖν ὡς ἐν ὑποτυπώσει καὶ
πρὸς τὸ κριτήριον καθ' ὃ κρίνεσθαι τὰ πράγματα ἐλέγετο.
εἰδέναι δὲ χρή, ὅτι οὐ πρόκειται ἡμῖν ἀποφήνασθαι, ὅτι
ἀνύπαρκτόν ἐστι τὸ κριτήριον [τὸ] τῆς ἀληθείας (τοῦτο
γὰρ δογματικόν)· ἀλλ' ἐπεὶ οἱ δογματικοὶ πιθανῶς δοκοῦσι
κατεσκευακέναι, ὅτι ἔστι τι κριτήριον ἀληθείας, ἡμεῖς αὐ-
τοῖς πιθανοὺς δοκοῦντας εἶναι λόγους ἀντεθήκαμεν, οὔτε
ὅτι ἀληθεῖς εἰσι διαβεβαιούμενοι οὔτε ὅτι πιθανώτεροι
τῶν ἐναντίων, ἀλλὰ διὰ τὴν φαινομένην ἴσην πιθανότητα
τούτων τε τῶν λόγων καὶ τῶν παρὰ τοῖς δογματικοῖς κει-
μένων τὴν ἐποχὴν συνάγοντες.
 Εἰ μέντοι καὶ δοίημεν καθ' ὑπόθεσιν εἶναί τι τῆς ἀληθείας
κριτήριον, ἄχρηστον εὑρίσκεται καὶ μάταιον, ἐὰν ὑπομνήσω-
μεν ὅτι, ὅσον ἐπὶ τοῖς λεγομένοις ὑπὸ τῶν δογματι-
κῶν, ἀνύπαρκτος μέν ἐστιν ἡ ἀλήθεια, ἀνυπόστατον δὲ τὸ ἀλη-
θές. ὑπομιμνῄσκομεν δὲ οὕτως. λέγεται
διαφέρειν τῆς ἀληθείας τὸ ἀληθὲς τριχῶς, οὐσίᾳ
συστάσει δυνάμει· οὐσίᾳ μέν, ἐπεὶ τὸ μὲν ἀληθὲς
ἀσώματόν ἐστιν (ἀξίωμα γάρ ἐστι καὶ λεκτόν

Σέξτος Εμπειρίκος Pyrrhoniae hypotyposes Book 2, sec. 229, l. 8

κβʹ περὶ σοφισμάτων.


69

 Οὐκ ἄτοπον δὲ ἴσως καὶ τῷ περὶ τῶν σοφισμάτων ἐπι-


στῆσαι λόγῳ διὰ βραχέων, ἐπεὶ καὶ εἰς τὴν τούτων διάλυσιν
ἀναγκαίαν εἶναι λέγουσι τὴν διαλεκτικὴν οἱ σεμνύνοντες
αὐτήν. εἰ γὰρ τῶν τε ἀληθῶν καὶ ψευδῶν λόγων,
φασίν, ἐστὶν αὕτη διαγνωστική, ψευδεῖς δὲ λόγοι
καὶ τὰ σοφίσματα, καὶ τούτων ἂν εἴη διακριτικὴ
λυμαινομένων τὴν ἀλήθειαν φαινομέναις πιθανό-
τησιν. ὅθεν ὡς βοηθοῦντες οἱ διαλεκτικοὶ σαλεύοντι τῷ
βίῳ καὶ τὴν ἔννοιαν καὶ τὰς διαφορὰς καὶ τὰς ἐπιλύσεις δὴ
τῶν σοφισμάτων μετὰ σπουδῆς ἡμᾶς πειρῶνται διδάσκειν,
λέγοντες σόφισμα εἶναι λόγον πιθανὸν καὶ δεδολιευ-
μένον ὥστε προσδέξασθαι τὴν ἐπιφορὰν ἤτοι ψευδῆ
ἢ ὡμοιωμένην ψευδεῖ ἢ ἄδηλον ἢ ἄλλως ἀπρός-  
δεκτον, οἷον ψευδῆ μὲν ὡς ἐπὶ τούτουτοῦ σοφί-
σματος ἔχει ‘οὐδεὶς δίδωσι κατηγόρημα πιεῖν· κατη-
γόρημα δέ ἐστι τὸ ἀψίνθιον πιεῖν· οὐδεὶς ἄρα δί-
δωσιν ἀψίνθιον πιεῖν’, ἔτι δὲ ὅμοιον ψευδεῖ ὡς
ἐπὶ τούτου ‘ὃ μήτε ἐνεδέχετο μήτε ἐνδέχεται, τοῦτο

Σέξτος Εμπειρίκος Pyrrhoniae hypotyposes Book 2, sec. 251, l. 8

ψηφοπαικτῶν γινόμενα συγκατατιθέμεθα, ἀλλ' ἴσμεν ὅτι


ἀπατῶσιν, κἂν μὴ γινώσκωμεν ὅπως ἀπατῶσιν, οὕτως οὐδὲ
τοῖς ψευδέσι μέν, πιθανοῖς δὲ εἶναι δοκοῦσι λόγοις πειθό-
μεθα, κἂν μὴ γινώσκωμεν ὅπως παραλογίζονται. ἢ ἐπεὶ
οὐ μόνον ἐπὶ ψεῦδος ἀπάγειν τὸ σόφισμά φασιν,
ἀλλὰ καὶ ἐπὶ ἄλλας ἀτοπίας, κοινότερον οὕτω συνερωτη-
τέον. ὁ ἐρωτώμενος λόγος ἤτοι ἐπί τι ἀπρόσδεκτον ἡμᾶς ἄγει
ἢ ἐπί τι τοιοῦτον ὡς χρῆναι αὐτὸ προσδέχεσθαι. ἀλλ' εἰ μὲν
τὸ δεύτερον, οὐκ ἀτόπως αὐτῷ συγκαταθησόμεθα· εἰ δὲ ἐπί
τι ἀπρόσδεκτον, οὐχ ἡμᾶς τῇ ἀτοπίᾳ δεήσει συγκατατίθε-
σθαι προπετῶς διὰ τὴν πιθανότητα, ἀλλ' ἐκείνους ἀφίστα-
σθαι τοῦ λόγου τοῦ τοῖς ἀτόποις ἀναγκάζοντος συγκα-
τατίθεσθαι, εἴγε μὴ ληρεῖν παιδαριωδῶς, ἀλλὰ τἀληθῆ
ζητεῖν, ὡς ὑπισχνοῦνται, προῄρηνται. ὥσπερ γὰρ εἰ ὁδὸς  
εἴη ἐπί τινα κρημνὸν φέρουσα, οὐκ ὠθοῦμεν αὑτοὺς εἰς
τὸν κρημνὸν διὰ τὸ ὁδόν τινα εἶναι φέρουσαν ἐπ' αὐτόν,
ἀλλ' ἀφιστάμεθα τῆς ὁδοῦ διὰ τὸν κρημνόν, οὕτω καὶ εἰ
λόγος εἴη ἐπί τι ὁμολογουμένως ἄτοπον ἡμᾶς ἀπάγων,
οὐχὶ τῷ ἀτόπῳ συγκαταθησόμεθα διὰ τὸν λόγον, ἀλλ'
ἀποστησόμεθα τοῦ λόγου διὰ τὴν ἀτοπίαν. ὅταν οὖν
οὕτως ἡμῖν συνερωτᾶται λόγος, καθ' ἑκάστην πρότασιν

Σέξτος Εμπειρίκος Pyrrhoniae hypotyposes Book 3, sec. 280, l. t2


70

λβʹ διὰ τί ὁ σκεπτικὸς ἐνίοτε ἀμυδροὺς ταῖς πιθανότησιν ἐρωτᾶν ἐπιτηδεύει


λόγους.

 Ὁ σκεπτικὸς διὰ τὸ φιλάνθρωπος εἶναι τὴν τῶν δογμα-


τικῶν οἴησίν τε καὶ προπέτειαν κατὰ δύναμιν ἰᾶσθαι λόγῳ
βούλεται. καθάπερ οὖν οἱ τῶν σωματικῶν παθῶν ἰατροὶ διά-
φορα κατὰ μέγεθος ἔχουσι βοηθήματα, καὶ τοῖς μὲν σφοδρῶς
πεπονθόσι τὰ σφοδρὰ τούτων προσάγουσι, τοῖς δὲ κούφως τὰ
κουφότερα, καὶ ὁ σκεπτικὸς οὕτως διαφόρους ἐρωτᾷ [καὶ]
κατὰ ἰσχὺν λόγους, καὶ τοῖς μὲν ἐμβριθέσι καὶ εὐτόνως ἀνα-
σκευάζειν δυναμένοις τὸ τῆς οἰήσεως τῶν δογματικῶν πά-
θος ἐπὶ τῶν σφοδρᾷ τῇ προπετείᾳ κεκακωμένων χρῆται,
τοῖς δὲ κουφοτέροις ἐπὶ τῶν ἐπιπόλαιον καὶ εὐίατον

Σέξτος Εμπειρίκος Pyrrhoniae hypotyposes Book 3, sec. 281, l. 6

τικῶν οἴησίν τε καὶ προπέτειαν κατὰ δύναμιν ἰᾶσθαι λόγῳ


βούλεται. καθάπερ οὖν οἱ τῶν σωματικῶν παθῶν ἰατροὶ διά-
φορα κατὰ μέγεθος ἔχουσι βοηθήματα, καὶ τοῖς μὲν σφοδρῶς
πεπονθόσι τὰ σφοδρὰ τούτων προσάγουσι, τοῖς δὲ κούφως τὰ
κουφότερα, καὶ ὁ σκεπτικὸς οὕτως διαφόρους ἐρωτᾷ [καὶ]
κατὰ ἰσχὺν λόγους, καὶ τοῖς μὲν ἐμβριθέσι καὶ εὐτόνως ἀνα-
σκευάζειν δυναμένοις τὸ τῆς οἰήσεως τῶν δογματικῶν πά-
θος ἐπὶ τῶν σφοδρᾷ τῇ προπετείᾳ κεκακωμένων χρῆται,
τοῖς δὲ κουφοτέροις ἐπὶ τῶν ἐπιπόλαιον καὶ εὐίατον ἐχόν-
των τὸ τῆς οἰήσεως πάθος καὶ ὑπὸ κουφοτέρων πιθανο-
τήτων ἀνασκευάζεσθαι δυναμένων. διόπερ ὁτὲ μὲν ἐμ-
βριθεῖς ταῖς πιθανότησιν, ὁτὲ δὲ καὶ ἀμαυροτέρους φαι-
νομένους οὐκ ὀκνεῖ λόγους συνερωτᾶν ὁ ἀπὸ τῆς σκέψεως
ὁρμώμενος, ἐπίτηδες, ὡς ἀρκοῦντας αὐτῷ πολλάκις πρὸς
τὸ ἀνύειν τὸ προκείμενον.  

Σέξτος Εμπειρίκος Pyrrhoniae hypotyposes Book 3, sec. 281, l. 7

βούλεται. καθάπερ οὖν οἱ τῶν σωματικῶν παθῶν ἰατροὶ διά-


φορα κατὰ μέγεθος ἔχουσι βοηθήματα, καὶ τοῖς μὲν σφοδρῶς
πεπονθόσι τὰ σφοδρὰ τούτων προσάγουσι, τοῖς δὲ κούφως τὰ
κουφότερα, καὶ ὁ σκεπτικὸς οὕτως διαφόρους ἐρωτᾷ [καὶ]
κατὰ ἰσχὺν λόγους, καὶ τοῖς μὲν ἐμβριθέσι καὶ εὐτόνως ἀνα-
σκευάζειν δυναμένοις τὸ τῆς οἰήσεως τῶν δογματικῶν πά-
θος ἐπὶ τῶν σφοδρᾷ τῇ προπετείᾳ κεκακωμένων χρῆται,
τοῖς δὲ κουφοτέροις ἐπὶ τῶν ἐπιπόλαιον καὶ εὐίατον ἐχόν-
των τὸ τῆς οἰήσεως πάθος καὶ ὑπὸ κουφοτέρων πιθανο-
τήτων ἀνασκευάζεσθαι δυναμένων. διόπερ ὁτὲ μὲν ἐμ-
βριθεῖς ταῖς πιθανότησιν, ὁτὲ δὲ καὶ ἀμαυροτέρους φαι-
νομένους οὐκ ὀκνεῖ λόγους συνερωτᾶν ὁ ἀπὸ τῆς σκέψεως
ὁρμώμενος, ἐπίτηδες, ὡς ἀρκοῦντας αὐτῷ πολλάκις πρὸς
71

τὸ ἀνύειν τὸ προκείμενον.  
  Ὦ Πύρρων μέγα θαῦμα πεφάσμενον ὡς πλέον οὐδέν,
   τῶν ἄλλων ἕτερον χρῆμά τι θαμβαλέον.
  εἰ μὲν ὑπερφιάλως κατ' ἐναντίον ἐλθέμεν ἔτλης,
   συμπάντων γε σοφῶν φεῦ ὅσον ἦσθα τάλας·
  εἰ δὲ κὲν ἰδμοσύνης τῆς ἀνδρομέης κατεγνωκώς,
   τὰ πρώτιστα φέρεις ὧν σοφίης κατέγνως.  

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos (0544: 002)


“Sexti Empirici opera, vols. 2 & 3 (2nd edn.)”, Ed. Mutschmann, H., Mau, J.Leipzig:
Teubner, 2:1914; 3:1961.Book 7, sec. 169, l. 4

οἷον τοῦ τε ἀφ' οὗ γίνεται καὶ τοῦ ἐν ᾧ γίνεται, καὶ


τοῦἀφ' οὗ μὲν γίνεται ὡς τοῦ ἐκτὸς ὑποκειμένου αἰσθητοῦ,
τοῦ ἐν ᾧ δὲ γίνεται καθάπερ ἀνθρώπου. τοιαύτη δὲ οὖσα
δύο ἂν ἔχοι σχέσεις, μίαν μὲν ὡς πρὸς τὸ φανταστόν,
δευτέραν δὲ ὡς πρὸς τὸν φαντασιούμενον. κατὰ μὲν οὖν
τὴν πρὸς τὸ φανταστὸν σχέσιν ἢ ἀληθὴς γίνεται ἢ ψευ-
δής, καὶ ἀληθὴς μὲν ὅταν σύμφωνος ᾖ τῷ φανταστῷ,
ψευδὴς δὲ ὅταν διάφωνος. κατὰ δὲ τὴν πρὸς τὸν φαντα-
σιούμενον σχέσιν ἡ μέν ἐστι φαινομένη ἀληθὴς ἡ δὲ οὐ
φαινομένη ἀληθής, ὧν ἡ μὲν φαινομένη ἀληθὴς ἔμφασις
καλεῖται παρὰ τοῖς Ἀκαδημαϊκοῖς καὶ πιθανότης καὶ πι-
θανὴ φαντασία, ἡ δ' οὐ φαινομένη ἀληθὴς ἀπέμφασίς τε
προσαγορεύεται καὶ ἀπειθὴς καὶ ἀπίθανος φαντασία·
οὔτε γὰρ τὸ αὐτόθεν φαινόμενον ψευδὲς οὔτε τὸ ἀληθὲς
μέν, μὴ φαινόμενον δὲ ἡμῖν πείθειν ἡμᾶς πέφυκεν. τού-
των δὲ τῶν φαντασιῶν ἡ μὲν φανερῶς ψευδὴς καὶ μὴ
φαινομένη ἀληθὴς παραγράψιμός ἐστι καὶ οὐ κριτήριον,
ἐάν τε ....ἀπὸ ὑπάρχοντος μέν, διαφώνως δὲ τῷ ὑπάρχοντι
καὶ μὴ κατ' αὐτὸ τὸ ὑπάρχον, ὁποία ἦν ἡ ἀπὸ Ἠλέκτρας
προσπεσοῦσα τῷ Ὀρέστῃ, μίαν τῶν Ἐρινύων αὐτὴν δοξά-
ζοντι καὶ κεκραγότι

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 7, sec. 186, l. 5

ἐν δὲ τοῖς πρὸς εὐδαιμονίαν συντείνουσι τῇ περιωδευμένῃ.


οὐ μὴν ἀλλ' ὥσπερ ἐπὶ τῶν διαφερόντων πραγμάτων τὴν
διάφορόν φασι παραλαμβάνειν φαντασίαν, οὕτω καὶ κατὰ
τὰς διαφόρους περιστάσεις μὴ τῇ αὐτῇ κατακολουθεῖν.  
τῇ μὲν γὰρ αὐτὸ μόνον πιθανῇ προσέχειν λέγουσιν ἐφ' ὧν
οὐ δίδωσιν ἡμῖν καιρὸν ἡ περίστασις πρὸςἀκριβῆ τοῦ
πράγματος ἀναθεώρησιν. οἷον διώκεταί τις ὑπὸ πολεμίων,
καὶ ἐλθὼν εἰς τάφρον τινὰ φαντασίαν σπᾷ ὡς κἀνταῦθα
πολεμίων αὐτὸν λοχώντων· εἶθ' ὑπὸ ταύτης τῆς φαντα-
σίας ὡς πιθανῆς συναρπασθεὶς ἐκκλίνεται καὶ φεύγει τὴν
τάφρον, ἑπόμενος τῇ περὶ τὴν φαντασίαν πιθανότητι,
72

πρὶν ἀκριβῶς ἐπιστῆσαι, πότερον τῷ ὄντι λόχος ἔστι


πολεμίων κατὰ τὸν τόπον ἢ οὐδαμῶς. τῇ δὲ πιθανῇ καὶ
περιωδευμένῃ ἕπονται ἐφ' ὧν χρόνος δίδοται εἰς τὸ μετὰ
ἐπιστάσεως καὶ διεξόδου χρῆσθαι τῇ κρίσει τοῦ προσπίπτον-
τος πράγματος. οἷον ἐν ἀλαμπεῖ οἰκήματι εἵλημα σχοινίου
θεασάμενός τις παραυτίκα μὲν ὄφιν ὑπολαβὼν τυγχάνειν
ὑπερήλατο, τὸ δὲ μετὰ τοῦτο ὑποστρέψας ἐξετάζει τἀληθές,
καὶ εὑρὼν ἀκίνητον ἤδη μὲν εἰς τὸ μὴ εἶναι ὄφιν ῥοπὴν
ἴσχει κατὰ τὴν διάνοιαν, ὅμως δὲ λογιζόμενος ὅτι καὶ
ὄφεις ποτὲ ἀκινητοῦσι χειμερινῷ κρύει παγέντες, βακτηρίᾳ

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 8, sec. 333a, l. 7

ζητουμένου πράγματος, ὡς καὶ ἀνάπαλιν πολλάς γ' ἐννοίας


αὐτοῦ καὶ προλήψεις ἔχειν ἀξιοῦν, καὶ χάριν τοῦ μὴ δύ-
νασθαι ταύτας διακρίνειν καὶ τὴν ἐξ αὐτῶν κυριωτάτην  
ἀνευρεῖν εἰς ἐποχὴν καὶ ἀρρεψίαν περιίστασθαι. εἰ μὲν
γὰρ μίαν εἴχομεν τοῦ ζητουμένου πράγματος πρόληψιν,
κἂν ταύτῃ συνεξακολουθήσαντες τοιοῦτ' ἐπιστεύομεν ὑπάρ-
χειν, ὁποῖον κατὰ μίαν προσέπιπτεν ἔννοιαν· νῦν δ' ἐπεὶ
πολλὰς ἔχομεν τοῦ ἑνὸς ἐννοίας καὶ πολυτρόπους καὶ μαχο-
μένας καὶ ἐπ' ἴσης πιστὰς διά τε τὴν ἐν αὐταῖς πιθανό-
τητα καὶ διὰ τὴν τῶν προϊσταμένων ἀνδρῶν ἀξιοπιστίαν,
μήτε πάσαις πιστεῦσαι δυνάμενοι διὰ τὴν μάχην, μήτε
πάσαις ἀπιστῆσαι τῷ μηδεμίαν ἄλλην ἔχειν αὐτῶν πιστο-
τέραν, μήτε τινὶ μὲν πιστεῦσαι, τινὶ δὲ ἀπιστεῖν διὰ τὴν
ἰσότητα, κατ' ἀνάγκην ἤλθομεν εἰς τὸ ἐπέχειν. ἀλλὰ γὰρ
προλήψεις ἔχομεν τῶν πραγμάτων κατὰ τὸν ὑποδεδειγμέ-
νον τρόπον. καὶ διὰ τοῦτο, εἰ μὲν ἡ πρόληψις κατάληψις
ὑπῆρχεν, ἴσως ἂν ἐν τῷ διδόναι τὸ πρόληψιν ἔχειν τοῦ
πράγματος καὶ τὴν κατάληψιν τούτου συνωμολογοῦμεν·
νῦν δ' ἐπεὶ ἡ πρόληψις καὶ ἡ ἔννοια τοῦ πράγματος οὐχ
ὕπαρξίς ἐστιν, ἐπινοεῖν μὲν αὐτό φαμεν,

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 9, sec. 102, l. 2

τινος δημιουργοῦ δύναμιν καὶ σύνεσιν ὑπερβάλλουσαν


ἔχοντος; ὅσπερ οὐκ ἂν ἄλλοθί που διατρίβοι ἢ ἐν τῷ
κόσμῳ, διοικῶν αὐτὸν καὶ τὰ ἐν αὐτῷ γεννῶν τε καὶ αὔξων.
οὗτος δέ ἐστι θεός· εἰσὶν ἄρα θεοί.”
 Ζήνων δὲ ὁ Κιτιεὺς ἀπὸ Ξενοφῶντος
τὴν ἀφορμὴν λαβὼν οὑτωσὶ συνερωτᾷ· “τὸ προϊέμενον
σπέρμα λογικοῦ καὶ αὐτὸ λογικόν ἐστιν· ὁ δὲ κόσμος
προΐεται σπέρμα λογικοῦ· λογικὸν ἄρα ἐστὶν ὁ κό-  
σμος. ᾧ συνεισάγεται καὶ ἡ τούτου ὕπαρξις.” καὶ
ἔστιν ἡ τῆς συνερωτήσεως πιθανότης προῦπτος. πάσης γὰρ
φύσεως καὶ ψυχῆς ἡ καταρχὴ τῆς κινήσεως γίνεσθαι δοκεῖ ἀπὸ
73

ἡγεμονικοῦ, καὶ πᾶσαι αἱ ἐπὶ τὰ μέρη τοῦ ὅλου ἐξαποστελλό-


μεναι δυνάμεις ὡς ἀπό τινος πηγῆς τοῦ ἡγεμονικοῦ ἐξαποστέλ-
λονται, ὥστε πᾶσαν δύναμιν τὴν περὶ τὸ μέρος οὖσαν καὶ περὶ
τὸ ὅλον εἶναι διὰ τὸ ἀπὸ τοῦ ἐν αὐτῷ ἡγεμονικοῦ διαδίδο-
σθαι. ὅθεν οἷόν ἐστι τὸ μέρος τῇ δυνάμει, τοιοῦτον πολὺ
πρότερόν ἐστι τὸ ὅλον. καὶ διὰ τοῦτο, εἰ προΐεται λογικοῦ
ζῴου σπέρμα ὁ κόσμος, οὐχ ὡς ὁ ἄνθρωπος κατὰ ἀπο-
βρασμόν, ἀλλὰ καθὸ περιέχει σπέρματα λογικῶν ζῴων,
περιέχει τὸ πᾶν, οὐχ ὡς ἂν εἴποιμεν

Επίκτητος. Dissertationes ab Arriano digestae (0557: 001)


“Epicteti dissertationes ab Arriano digestae”, Ed. Schenkl, H.Leipzig: Teubner, 1916,
Rep1965.Book 1, Ch.27, sec. 3, l. 1

κζʹ. Ποσαχῶς αἱ φαντασίαι γίνονται καὶ τίνα πρόχειρα πρὸς αὐτὰςβοηθήματα


παρασκευαστέον.

 Τετραχῶς αἱ φαντασίαι γίνονται ἡμῖν· ἢ γὰρ ἔστι


τινὰ καὶοὕτως φαίνεται ἢ οὐκ ὄντα οὐδὲ φαίνεται
ὅτι ἔστιν ἢ ἔστι καὶ οὐ φαίνεται ἢ οὐκ ἔστι καὶ φαί-
νεται. λοιπὸν ἐν πᾶσι τούτοις εὐστοχεῖν ἔργον ἐστὶ τοῦ
πεπαιδευμένου. ὅ τι δ' ἂν ᾖ τὸ θλῖβον, ἐκείνῳ δεῖ  
προσάγειν τὴν βοήθειαν. εἰ σοφίσματα ἡμᾶς Πυρρώνεια
καὶ Ἀκαδημαικὰ τὰ θλίβοντά ἐστιν, ἐκείνοις προσάγω-
μεν τὴν βοήθειαν· εἰ αἱ τῶν πραγμάτων πιθανότητες,
καθ' ἃς φαίνεταί τινα ἀγαθὰ οὐκ ὄντα, ἐκεῖ τὴν βοή-
θειαν ζητῶμεν· εἰ ἔθος ἐστὶ τὸ θλῖβον, πρὸς ἐκεῖνο
τὴν βοήθειαν ἀνευρίσκειν πειρατέον. τί οὖν πρὸς ἔθος
ἔστιν εὑρίσκειν βοήθημα; τὸ ἐναντίον ἔθος. ἀκούεις
τῶν ἰδιωτῶν λεγόντων ‘τάλας ἐκεῖνος, ἀπέθανεν· ἀπώ-
λετο ὁ πατὴρ αὐτοῦ, ἡ μήτηρ· ἐξεκόπη, ἀλλὰ καὶ ἄωρος
καὶ ἐπὶ ξένης’. ἄκουσον τῶν ἐναντίων λόγων, ἀπόσπα-
σον σεαυτὸν τούτων τῶν φωνῶν, ἀντίθες τῷ ἔθει τὸ
ἐναντίον ἔθος. πρὸς τοὺς σοφιστικοὺς λόγους τὰ λογικὰ
καὶ τὴν ἐν τούτοις γυμνασίαν καὶ τριβήν,

Επίκτητος. Dissertationes ab Arriano digestae Book 1, Ch.27, sec. 6, l. 5

καθ' ἃς φαίνεταί τινα ἀγαθὰ οὐκ ὄντα, ἐκεῖ τὴν βοή-


θειαν ζητῶμεν· εἰ ἔθος ἐστὶ τὸ θλῖβον, πρὸς ἐκεῖνο
τὴν βοήθειαν ἀνευρίσκειν πειρατέον. τί οὖν πρὸς ἔθος
ἔστιν εὑρίσκειν βοήθημα; τὸ ἐναντίον ἔθος. ἀκούεις
τῶν ἰδιωτῶν λεγόντων ‘τάλας ἐκεῖνος, ἀπέθανεν· ἀπώ-
λετο ὁ πατὴρ αὐτοῦ, ἡ μήτηρ· ἐξεκόπη, ἀλλὰ καὶ ἄωρος
74

καὶ ἐπὶ ξένης’. ἄκουσον τῶν ἐναντίων λόγων, ἀπόσπα-


σον σεαυτὸν τούτων τῶν φωνῶν, ἀντίθες τῷ ἔθει τὸ
ἐναντίον ἔθος. πρὸς τοὺς σοφιστικοὺς λόγους τὰ λογικὰ
καὶ τὴν ἐν τούτοις γυμνασίαν καὶ τριβήν, πρὸς τὰς τῶν
πραγμάτων πιθανότητας τὰς προλήψεις ἐναργεῖς ἐσμηγ-
μένας καὶ προχείρους ἔχειν δεῖ.
 Ὅταν θάνατος φαίνηται κακόν, πρόχειρον ἔχειν ὅτι
τὰ κακὰ ἐκκλίνειν καθήκει καὶ ἀναγκαῖον ὁ θάνατος.
τί γὰρ ποιήσω; ποῦ γὰρ αὐτὸν φύγω; ἔστω ἐμὲ εἶναι
Σαρπηδόνα τὸν τοῦ Διός, ἵν' οὕτως γενναίως εἴπω
’ἀπελθὼν ἢ αὐτὸς ἀριστεῦσαι θέλω ἢ ἄλλῳ παρασχεῖν
ἀφορμὴν τοῦ ἀριστεῦσαι· εἰ μὴ δύναμαι κατορθῶσαί τι
αὐτός, οὐ φθονήσω ἄλλῳ τοῦ ποιῆσαί τι γενναῖον’·
ἔστω ταῦτα ὑπὲρ ἡμᾶς, ἐκεῖνο οὐ πίπτει εἰς ἡμᾶς; καὶ
ποῦ φύγω τὸν θάνατον; μηνύσατέ μοι τὴν χώραν,

Επίκτητος. Dissertationes ab Arriano digestae Book 2, Ch.19, sec. 1, l. 7

ιθʹ. Πρὸς τοὺς μέχρι λόγου μόνον ἀναλαμβάνοντας τὰ τῶν φιλοσόφων.

 Ὁ κυριεύων λόγος ἀπὸ τοιούτων τινῶν ἀφορμῶν ἠρω-


τῆσθαι φαίνεται· κοινῆς γὰρ οὔσης μάχης τοῖς τρισὶ
τούτοις πρὸς ἄλληλα, τῷ [τὸ] πᾶν παρεληλυθὸς
ἀληθὲς ἀναγκαῖον εἶναι καὶ τῷ [ἀ]δυνατῷ ἀδύ-
νατον μὴ ἀκολουθεῖν καὶ τῷ [] δυνατὸν εἶναι
ὃ οὔτ' ἔστιν ἀληθὲς οὔτ' ἔσται, συνιδὼν τὴν μάχην
ταύτην ὁ Διόδωρος τῇ τῶν πρώτων δυεῖν πιθανότητι
συνεχρήσατο πρὸς παράστασιν τοῦ μηδὲν εἶναι δυ-
νατόν, ὃ οὔτ' ἔστιν ἀληθὲς οὔτ' ἔσται. λοιπὸν ὁ
μέν τις ταῦτα τηρήσει τῶν δυεῖν, ὅτι ἔστι τέ τι δυνα-  
τόν, ὃ οὔτ' ἔστιν ἀληθὲς οὔτ' ἔσται, καὶ δυνατῷ ἀδύ-
νατον οὐκ ἀκολουθεῖ· οὐ πᾶν δὲ παρεληλυθὸς ἀληθὲς
ἀναγκαῖόν ἐστιν, καθάπερ οἱ περὶ Κλεάνθην φέρεσθαι
δοκοῦσιν, οἷς ἐπὶ πολὺ συνηγόρησεν Ἀντίπατρος. οἱ δὲ
τἆλλα δύο, ὅτι δυνατόν τ' ἐστίν, ὃ οὔτ' ἔστιν ἀληθὲς
οὔτ' ἔσται, καὶ πᾶν παρεληλυθὸς ἀληθὲς ἀναγκαῖόν

Επίκτητος. Dissertationes ab Arriano digestae Book 2, Ch.22, sec. 6, l. 3

κακῶν καὶ τὰ οὐδέτερα ἀπ' ἀμφοτέρων πῶς ἂν ἔτι οὗ-


τος φιλεῖν δύναιτο; τοῦ φρονίμου τοίνυν ἐστὶ μόνου τὸ
φιλεῖν.
 Καὶ πῶς; φησίν· ἐγὼ γὰρ ἄφρων ὢν ὅμως φιλῶ μου
τὸ παιδίον. { – } Θαυμάζω μὲν νὴ τοὺς θεούς, πῶς καὶ
τὸ πρῶτον ὡμολόγηκας ἄφρονα εἶναι σεαυτόν. τί γάρ
75

σοι λείπει; οὐ χρῇ αἰσθήσει, οὐ φαντασίας διακρίνεις,


οὐ τροφὰς προσφέρῃ τὰς ἐπιτηδείους τῷ σώματι, οὐ
σκέπην, οὐκ οἴκησιν; πόθεν οὖν ὁμολογεῖς ἄφρων εἶ-
ναι; ὅτι νὴ Δία πολλάκις ἐξίστασαι ὑπὸ τῶν φαντασιῶν
καὶ ταράττῃ καὶ ἡττῶσίν σε αἱ πιθανότητες αὐτῶν· καὶ
ποτὲ μὲν ταῦτα ἀγαθὰ ὑπολαμβάνεις, εἶτα ἐκεῖνα αὐτὰ  
κακά, ὕστερον δ' οὐδέτερα· καὶ ὅλως λυπῇ, φοβῇ, φθο-
νεῖς, ταράσσῃ, μεταβάλλῃ· διὰ ταῦτα ὁμολογεῖς ἄφρων
εἶναι. ἐν δὲ τῷ φιλεῖν οὐ μεταβάλλῃ; ἀλλὰ πλοῦτον μὲν
καὶ ἡδονὴν καὶ ἁπλῶς αὐτὰ τὰ πράγματα ποτὲ μὲν
ἀγαθὰ ὑπολαμβάνεις εἶναι, ποτὲ δὲ κακά· ἀνθρώπους
δὲ τοὺς αὐτοὺς οὐχὶ ποτὲ μὲν ἀγαθούς, ποτὲ δὲ κακοὺς
καὶ ποτὲ μὲν οἰκείως ἔχεις, ποτὲ δ' ἐχθρῶς αὐτοῖς καὶ
ποτὲ μὲν ἐπαινεῖς, ποτὲ δὲ ψέγεις; { – }

Επίκτητος. Dissertationes ab Arriano digestae Book 3, Ch.7, sec. 23, l. 1

γυμνασίαρχος; τί δὲ καὶ παιδεύσει αὐτούς; ἃ Λακεδαι-


μόνιοι ἐπαιδεύοντο ἢ Ἀθηναῖοι; λάβε μοι νέον, ἄγαγε
κατὰ τὰ δόγματά σου. πονηρά ἐστι τὰ δόγματα, ἀνατρε-
πτικὰ πόλεως, λυμαντικὰ οἴκων, οὐδὲ γυναιξὶ πρέποντα.
ἄφες ταῦτ', ἄνθρωπε. ζῇς ἐν ἡγεμονούσῃ πόλει· ἄρχειν
σε δεῖ, κρίνειν δικαίως, ἀπέχεσθαι τῶν ἀλλοτρίων, σοὶ
καλὴν γυναῖκα φαίνεσθαι μηδεμίαν ἢ τὴν σήν, καλὸν
παῖδα μηδένα, καλὸν ἀργύρωμα μηδέν, χρύσωμα μηδέν.
τούτοις σύμφωνα δόγματα ζήτησον, ἀφ' ὧν ὁρμώμενος
ἡδέως ἀφέξῃ πραγμάτων οὕτως πιθανῶν πρὸς τὸ ἀγα-
γεῖν καὶ νικῆσαι. ἂν δὲ πρὸς τῇ πιθανότητι τῇ ἐκείνων
καὶ φιλοσοφίαν τινά ποτε ταύτην ἐξευρηκότες ὦμεν
συνεπωθοῦσαν ἡμᾶς ἐπ' αὐτὰ καὶ ἐπιρρωννύουσαν, τί
γένηται; ἐν τορεύματι τί κράτιστόν ἐστιν, ὁ ἄργυρος ἢ
ἡ τέχνη; χειρὸς οὐσία μὲν ἡ σάρξ, προηγούμενα δὲ τὰ  
χειρὸς ἔργα. οὐκοῦν καὶ καθήκοντα τρισσά· τὰ μὲν πρὸς
τὸ εἶναι, τὰ δὲ πρὸς τὸ ποιὰ εἶναι, τὰ δ' αὐτὰ τὰ προ-
ηγούμενα. οὕτως καὶ ἀνθρώπου οὐ τὴν ὕλην δεῖ τιμᾶν,
τὰ σαρκίδια, ἀλλὰ τὰ προηγούμενα. τίνα ἐστὶ ταῦτα;
πολιτεύεσθαι, γαμεῖν, παιδοποιεῖσθαι, θεὸν σέβειν, γο-
νέων ἐπιμελεῖσθαι, καθόλου ὀρέγεσθαι, ἐκκλίνειν, ὁρμᾶν,

Marcus Aurelius Antoninus Imperator Phil., Τὰ εἰς ἑαυτόν (0562: 001)


“The meditations of the emperor Marcus Aurelius, vol. 1”, Ed. Farquharson, A.S.L.
Oxford: Clarendon Press, 1944, Rep1968.Book 4, Ch.12, sec. 1, l. 5

φυλάσσῃς, εὑρήσεις· οὐ λέγω μόνον κατὰ τὸ ἑξῆς, ἀλλ' ὅτι κατὰ τὸ


δίκαιον καὶ ὡς ἂν ὑπό τινος ἀπονέμοντος τὸ κατ' ἀξίαν. παραφύλασσε
οὖν ὡς ἤρξω, καί, ὅ τι ἂν ποιῇς, σὺν τούτῳ ποίει, σὺν τῷ ἀγαθὸς εἶναι,
καθὸ νενόηται ἰδίως ὁ ἀγαθός. τοῦτο ἐπὶ πάσης ἐνεργείας σῷζε.  
 Μὴ τοιαῦτα ὑπολάμβανε, οἷα ὁ ὑβρίζων κρίνει ἢ οἷά σε κρίνειν
76

βούλεται, ἀλλὰ ἴδε αὐτά, ὁποῖα κατ' ἀλήθειάν ἐστιν.


 Δύο ταύτας ἑτοιμότητας ἔχειν ἀεὶ δεῖ· τὴν μὲν πρὸς τὸ πρᾶξαι
μόνον ὅπερ ἂν ὁ τῆς βασιλικῆς καὶ νομοθετικῆς λόγος ὑποβάλλῃ
ἐπ' ὠφελείᾳ ἀνθρώπων· τὴν δὲ πρὸς τὸ μεταθέσθαι, ἐὰν ἄρα τις
παρῇ διορθῶν καὶ μετάγων ἀπό τινος οἰήσεως. τὴν μέντοι μετα-
γωγὴν ἀεὶ ἀπό τινος πιθανότητος, ὡς δικαίου ἢ κοινωφελοῦς,
γίνεσθαι καὶ τὰ προηγμένα τοιαῦτα μόνον εἶναι δεῖ, οὐχ ὅτι ἡδὺ ἢ
ἔνδοξον ἐφάνη.

Marcus Aurelius Antoninus Imperator Phil., Τὰ εἰς ἑαυτόν Book 5, Ch.6, sec. 2, l.
10

ὅμοιός ἐστιν ἀμπέλῳ βότρυν ἐνεγκούσῃ καὶ μηδὲν ἄλλο προσεπιζη-


τούσῃ μετὰ τὸ ἅπαξ τὸν ἴδιον καρπὸν ἐνηνοχέναι. ἵππος δραμών,
κύων ἰχνεύσας, μέλισσα μέλι ποιήσασα, ἄνθρωπος δ' εὖ ποιήσας
οὐκ ἐπίσταται, ἀλλὰ μεταβαίνει ἐφ' ἕτερον, ὡς ἄμπελος ἐπὶ τὸ
πάλιν ἐν τῇ ὥρᾳ τὸν βότρυν ἐνεγκεῖν. ἐν τούτοις οὖν δεῖ εἶναι τοῖς
τρόπον τινὰ ἀπαρακολουθήτως αὐτὸ ποιοῦσι. “ναί· ἀλλ' αὐτὸ
τοῦτο δεῖ παρακολουθεῖν· ἴδιον γάρ,” φησί, “τοῦ κοινωνικοῦ τὸ
αἰσθάνεσθαι ὅτι κοινωνικῶς ἐνεργεῖ, καὶ νὴ Δία βούλεσθαι καὶ
τὸν κοινωνὸν αἰσθέσθαι.” “ἀληθὲς μέν ἐστιν ὃ λέγεις, τὸ δὲ νῦν
λεγόμενον παρεκδέχῃ· διὰ τοῦτο ἔσῃ εἷς ἐκείνων ὧν πρότερον
ἐπεμνήσθην· καὶ γὰρ ἐκεῖνοι λογικῇ τινι πιθανότητι παράγονται.
ἐὰν δὲ θελήσῃς συνεῖναι τί ποτέ ἐστι τὸ λεγόμενον, μὴ φοβοῦ, μὴ
παρὰ τοῦτο παραλίπῃς τι ἔργον κοινωνικόν.”
 Εὐχὴ Ἀθηναίων·

Lysimachus Hist., Frag.(0574: 003)“FHG 3”.Fragment 1a, l. 4

ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΑ

 Josephus C. Apionem I, 34: Ἐπιτάξω δὲ τού-


τοις Λυσίμαχον, εἰλη-
φότα μὲν τὴν αὐτὴν τοῖς προειρημένοις ὑπόθεσιν τοῦ
ψεύσματος, ὑπερπεπαικότα δὲ τὴν ἐκείνων ἀπιθανότητα
τοῖς πλάσμασι. Δι' ὃ καὶ δῆλός ἐστι συντεθεικὼς κατὰ
πολλὴν ἀπέχθειαν. Λέγει γὰρ ἐπὶ Βοκχόρεως τοῦ Αἰ-
γυπτίων βασιλέως τὸν λαὸν τῶν Ἰουδαίων λεπροὺς ὄν-
τας καὶ ψωροὺς, καὶ ἄλλα νοσήματά τινα ἔχοντας, εἰς
τὰ ἱερὰ καταφεύγοντας μεταιτεῖν τροφήν. Παμπόλλων
δὲ ἀνθρώπων νοσηλίᾳ περιπεσόντων, ἀκαρπίαν ἐν τῇ
Αἰγύπτῳ γενέσθαι. Βόκχοριν δὲ, τὸν τῶν Αἰγυπτίων
βασιλέα, εἰς Ἄμμωνος πέμψαι περὶ τῆς ἀκαρπίας τοὺς
μαντευσομένους· τὸν θεὸν δὲ εἰπεῖν τὰ ἱερὰ καθᾶραι ἀπ'
ἀνθρώπων ἀνάγνων καὶ δυσσεβῶν, ἐκβαλόντα αὐτοὺς
77

Ερμογένης. Περὶ ἰδεῶν λόγου (0592: 004)“Hermogenis opera”, Ed. Rabe,


H.Leipzig: Teubner, 1913, Rep1969.Ch.1, sec. 11, l. 58

τοὐναντίον πέφυκε δύνασθαι συνυπάρχειν τὰ ἐναντία


ταῦτα καὶ τότε μᾶλλον θαυμαστὸς ὁ λόγος γίνεται, ὅταν
διὰ τῶν ἐναντίων ἰδεῶν εὖ κεκραμένος περαίνηται.
δυσχερὴς δὲ ἡ μῖξις, καὶ σχεδὸν οὐδεὶς οὕτω καλῶς
οὐδὲ τῶν ἀρχαίων αὐτῇ κέχρηται ὡς ὁ ῥήτωρ, μετά
γε Ὅμηρον. πῶς γὰρ οὐ δυσχερὲς μῖξαι καθαρότητα
μὲν περιβολῇ καὶ τῷ περιττῷ καὶ μεστῷ τὴν σαφή-  
νειαν, σεμνότητι δὲ τὸ λεπτὸν καὶ τὴν χάριν τῷ δι-
ηρμένῳ πρὸς μέγεθος, σφοδρότητι δὲ τὴν ἀφέλειαν
καὶ τῇ τραχύτητι τὸ μεθ' ἡδονῆς· ἔνθα δὲ τόλμης δεῖ,
κάλλος καὶ τὸ κεκοσμημένον ἅμα πιθανότητι, λαμπρό-
τητι δὲ τὸ γοργόν τε καὶ ἀγωνιστικὸν καὶ οἷον εὔζωνον
χωρὶς εὐτελείας καὶ ταπεινότητος, τῷ δὲ ἀκμαίῳ πάλιν
τὸ πιθανὸν καὶ τὸ τοῦ ἀληθοῦς καὶ ἐνδιαθέτου ἐμ-
φαντικὸν ὅσα τε ἄλλα τῶν εἰδῶν τοῦ λόγου τῆς ἐναν-
τίας ἀλλήλοις δοκεῖ πως εἶναι φύσεως. τούτου γὰρ οὐκ
οἶδ' εἴ τι γένοιτ' ἂν ἐν λόγῳ χαλεπώτερον, ἄλλως τε
καὶ τούτοις ἅπασιν αὐτοῖς τε ἑκάστοις καὶ ταῖς μί-
ξεσιν αὐτῶν εἰ μέλλοι τις εἰς δέον χρήσεσθαι. ἀλλὰ
ταῦτα μὲν ἀκριβῶς δεῖξαι καὶ διὰ παραδειγμάτων ἑτέ-
ρου δεῖται καιροῦ τοῦ περὶ μεθόδου δεινότητος ὅτε

Ερμογένης. Περὶ ἰδεῶν λόγου Ch.1, sec. 12, l. 137

δῆμον ἀκοῦσαί μου τἀληθῆ κεκωλυκότα καὶ τοὺς χρό-


νους κατανηλωκότα καὶ μηδὲν ὧν προσετάξατε πεποι-
ηκότα’· ἔφυγεν οὖν τὸ τοιοῦτον. πολλὰ δ' ἔστιν αὐτοῦ
παραδείγματα, εἴ τις ἐθέλοι ζητεῖν· ἐπεὶ καὶ τὸ «ταῦτα
γράψαντος ἐμοῦ τότε καὶ τὸ τῇ πόλει συμφέρον, οὐ
τὸ Φιλίππῳ ζητοῦντος» τοιοῦτόν ἐστιν. ἀλλ' οὗτος μὲν
ἔφυγε τὴν τοιαύτην παρίσωσιν ἅτε τὴν τελείαν περὶ
λόγους ἐπιστήμην ἔχων, ὁ δ' Ἰσοκράτης οὐκ ἂν ἔφυγεν,
ἀλλὰ καὶ μὴ οὖσαν φύσει παρίσωσιν ἐβιάσατο ἂν γε-
νέσθαι διὰ τὸ μέλειν αὐτῷ κάλλους μᾶλλον καὶ ἐπι-
μελείας ἢ πιθανότητος καὶ ἀληθείας. ταῖς μέντοι καθ'
ὅλον κῶλον παρισώσεσι καὶ πάνυ χρῆται ὁ Δημοσθένης·
τὰ γὰρ τοιαῦτα τοῦ κάλλους οὐκ ἀπηλλαγμένα τὸ γορ-
γὸν οὐδὲν ἧττον ἔχει καὶ ἀληθές, οἷον «τὸ λαβεῖν
οὖν τὰ διδόμενα ὁμολογῶν ἔννομον εἶναι, τὸ χάριν
τούτων ἀποδοῦναι παρανόμων γράφῃ;» τρισὶ γὰρ κώ-
λοις καὶ δι' ὅλων ἴσοις κομμάτιον ἓν ἐπήγαγε τὸ «παρα-
νόμων γράφῃ» καὶ πεποίηκε κάλλος δαιμόνιον ὁμοῦ
τῷ γοργῷ καὶ σφοδρῷ κατὰ τὴν ἀποστροφήν. πολλαῖς
78

καὶ τοιαύταις Ἰσοκράτης κέχρηται παρισώσεσι, πλὴν  


οὐ κατ' ἀποστροφήν· σχεδὸν γὰρ οὐδ' ὅλως ἔστι παρ'
Ερμογένης. Περὶ ἰδεῶν λόγου Ch.2, sec. 7, l. 170

δον αὐτόν’, οὔτε ὁμοίως ἔσῃ πιθανὸς δόξεις τε ὡς


ἀληθῶς εἶναι φιλολοίδορος· οὐ γὰρ πεπονθότος ἐστὶ
τὴν ψυχὴν οὐδ' ἐμπαθῶς ἔχοντος τὸ ἐπισημαίνεσθαι
οὐδ' οἷον ἐξεστηκότος ὑπὸ τοῦ πάθους οὐδ' ἀγνοοῦν-
τος, ἃ λέγει, ἀλλὰ νήφοντος καὶ γινώσκοντος ταῦτα καὶ  
ἐπεσκεμμένου καὶ τοῦτο ἐσπουδακότος λοιδορήσασθαι
τῷ ἐχθρῷ, καὶ οὐκέτι οὐδὲ πιθανός ἐστι τῷ μηδ' ἐν-
διαθέτως μηδ' ἐμψύχως λέγειν· ὁ γὰρ ἐνδιακειμένως
τι λέγων σφόδρα γ' ἑαυτὸν γοῦν πεπεικέναι δοκεῖ, διὸ
καὶ πιθανός ἐστιν, ὁ δ' ὡς ἑτέρως οὐκ ἔχει τὴν πιθα-
νότητα ὁμοίαν.  – Ἔτι μέθοδος ἀληθινοῦ καὶ οἷον ἐμ-
ψύχου λόγου, σχεδὸν μὲν ἡ αὐτὴ οὖσα τῇ προειρημένῃ
ἔχουσα μέντοι διαφοράν τινα, ἔστι τὸ κἀν τοῖς ἄλλοις
καὶ μὴ μόνον ἐν ταῖς λοιδορίαις δοκεῖν αὐτόθεν πως
κινούμενον λέγειν ἀλλὰ μὴ ἐσκεμμένον, οἷον ‘ἀλλὰ γὰρ
μικροῦ με παρῆλθε’ καὶ πάλιν «ἀλλὰ γὰρ ἐμπέπτωκα
εἰς λόγους, οὓς αὐτίκα μάλα ὕστερον ἁρμόσει λέγειν».
πολλὰ καὶ τῆς τοιαύτης μεθόδου τὰ παραδείγματα παρὰ
τῷ ῥήτορι. Ἀλλὰ περὶ μὲν ἐννοιῶν καὶ μεθόδων τοῦ
ἐνδιαθέτου λόγου τοσαῦτα.

Alexander Rhet., Soph., Περὶ ῥητορικῶν ἀφορμῶν (fragmenta) (0594: 001)


“Rhetores Graeci, vol. 3”, Ed. Spengel, L.Leipzig: Teubner, 1856, Rep1966.
P. 3, l. 16

λαιοὶ καὶ τὸ συγκατατίθεσθαι μόνον ἔπαινον ἐκάλουν,


ὡς παρ' Ὁμήρῳ, οἱ δ' ἐπῄνεον. τὸ δ' ἐγκώμιον μιμεῖται
μὲν τοῦ ἐπαίνου τὴν εὐφημίαν, οὐ μὴν ἔχει γε τὴν συγ-
κατάθεσιν ἀληθῆ παρὰ τῆς ψυχῆς τοῦ τὸ ἐγκώμιον διεξ-
ιόντος. ἀμέλει ὅταν χύτρας ἐγκωμιάζωμεν ἢ ψήφους,
ὡς Πολυκράτης, οὐ πάντως καὶ τεθαυμακότες τὴν χύ-
τραν ἢ τὰς ψήφους ἐπαινοῦμεν, ἀλλὰ γυμνάζοντες ἑαυ-
τοὺς πιθανοῖς τισι λόγοις. οἰκεῖαι δὲ τῷ μὲν ἐγκωμίῳ
δόξαι καὶ εὐδοξίαι, τῷ δ' ἐπαίνῳ κλέος καὶ εὔκλεια· δόξα
μὲν γάρ ἐστι τὸ προειρημένον. οἱ οὖν ἐγκωμιάζοντες
εἰκότως ταῖς δόξαις τῶν πολλῶν χρῶνται πιθανότητος
ἐπιμελούμενοι, κλέος δέ ἐστιν ἔπαινος κεκριμένος παρὰ
σπουδαίων γιγνόμενος, καὶ ἡ εὔκλεια ἐπίτασις πάλιν
τοῦ προειρημένου. οἱ γοῦν ἐπαινοῦντες ἀλλὰ τὸ ἀλη-
θὲς ταῖς τῶν σπουδαίων κρίσεσι συγκατατίθενται. ἀντί-
κειται δὲ πάλιν τῷ μὲν ἐγκωμίῳ ψόγος, τῇ δὲ δόξῃ ἀδο-
ξία. ψόγος μὲν οὖν ἐστιν ὁ τῷ ἐγκωμίῳ ἀντικείμενος λό-
γος κατηγορίαν ἔχων, ἀδοξία δέ ἐστιν ἐπίτασις τοῦ προ-
ειρημένου. διὸ πάλιν οἱ τὸν ψόγον μεταχειριζόμενοι ταῖς
79

ἀδοξίαις καὶ ταῖς κακοδοξίαις προσχρῶνται. τῷ δὲ ἐπαίνῳ


ἀντίκειται ψόγος, ὁμώνυμος μὲν ἐκείνῳ τῷ ψόγῳ, ὃς

Rhetorica Anonyma, Περὶ μεγαλοπρεπείας (P. Oxy. 3.410) (0598: 001)


“Artium scriptores”, Ed. Radermacher, L.Vienna: Rohrer, 1951; Österreichische
Akademie der Wissenschaften, Philosoph.–hist. Kl., Sitzungsberichte, Bd. 227, Abh.
3.Fragment 4, l. 8

δὲ ταῦτα πάντα, ὅ τι διαγα̣ςῇ, μετά τινος ὑπο[θ]έσιος χρηστᾶς


διά[γ]εο καὶ διανοίας, ἢ δι[ορθ]ώμενός τι ἢ οἰ[όμε]νος ἢ χρήιζω[ν]
....ω.μ̣...... sequentes versus sex evanidi.
 π̣ι̣νοις, τὼς δὲ πονηρὼς μεμφόμενος. ὁποίως γὰρ ἤ
κ' αἴ̣ρ̣[ηις] καὶ ἐπαινῆ[ις ἢ μέμ]φηι ἢ μισῆις ἢ ἀσπάζηι, εἰ χρήιζοι,
τοιοῦτον τὲ ὑπολαμψοῦνται ἦμεν. οἱ γὰρ πολλοὶ τὼς ὁμοίως ἀπο-
δέχονται. ὧ δὴ καὶ τῆνο ε[ἴ]ρητ[αι] “οὐ πώποτ' ἠ[ρώτησα] γει-
νώσκων, [ὅτι τοι]οῦτός ἐστιν, [οἷσπερ] ἥδεται ξυνώ[ν]”. .....
α̣ε̣. τούτοις ........εστια και....... μενεστ̣..... λέγεν
ον....... [ἐ]πιεικέω[ς μεγαλο]πρεπὲς φα̣[ίνεται,] κοινὸν δ' ἐ[στὶ
ποτὶ] πιθανότητ[α τοῦτο. οἷ]ον γὰρ μὴ ἐπιβε[βω]λευκῆμεν ἀλλ' αὐτο-
σχεδιάζεν τὸ ἐπιλελᾶσθαι. ἔστι δ' ὅκα μιν τὰ τοιαῦτα ποτι-
ποιωσο. σχεδ[ὸν] δὲ καὶ πᾶν τὸ εἰρ[ω]ν[ι]κὸν μεγαλ[οπρεπές].  

Rhetorica Anonyma, Prolegomena in artem rhetoricam (0598: 007)


“Rhetores Graeci, vol. 6”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Rep1968.Vol. 6, p. 36,
l. 12

ἀρχὰς ἀναφέρων καὶ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ τὴν κα-


τανόησιν τούτων, ὡς καὶ τῇ ὅλῃ ἐπιστήμῃ σύμφωνον
εἶναι τὴν κίνησιν τοῦ σώματος καὶ τὸν τόνον τῆς ψυχῆς.
 Ὅτι στοιχεῖα νοήσεως ταῦτα· πρῶτον μὲν καὶ ἁ-
πλοῦν νόημα, εἰ δεῖ βοηθῆσαι Ὀλυνθίοις· εἶτα τοὺς εἰς
αὐτὸ λόγους εὑρεῖν, οἷον ἐν τῇ τῶν ἐπιχειρημάτων εὐπο-
ρίᾳ, ἃ εἰς κατασκευὴν τοῦ νοήματος λαμβάνουσι. Τού-
των τὰ μέν ἐστι παραδειγματικὰ, τὰ δὲ ἐνθυμηματικά·
καὶ δεῖ μὴ μόνον εὑρεῖν, ἀλλὰ καὶ καλῶς ἑρμηνεῦσαι.
Ἑρμηνείας δὲ ἀρεταὶ τέσσαρες, ἑλληνισμὸς, σαφήνεια,
συντομία, πιθανότης. Τὴν δὲ συντομίαν πρὸς τὴν ἀξί-
αν τῆς χρείας δοκιμάζεσθαι δεῖ. Οὐδὲ γὰρ φλυαρεῖν τὸν
Δημοσθένην ἐροῦμεν ἐν τῷ περὶ τοῦ στεφάνου τοσαῦτα
τιθέντα, οὐδὲ τῆς κατὰ τὴν συντομίαν ἀρετῆς ἐκπεσεῖν·
Μακρὸν γὰρ οὐχ ἁπλῶς τὸ μακρὸν, ἀλλ' ὅσον ἔξω τῆς
χρείας· καὶ σύντομον, οὐχ ὅπερ τῇ βραχύτητι τῶν στοι-
χείων ἀδικήσει τὰ πράγματα, ἀλλ' ὅπερ τῶν ὑποκειμέ-
νων πραγμάτων τῇ χρείᾳ τὸ μέτρον ἐκτείνει. Δεῖ δὲ
προσθεῖναι καὶ τὸ κυρίως κεχρῆσθαι ταῖς λέξεσιν. Ἄμει-
νον δὲ ἀντὶ τῆς συντομίας τὴν συμμετρίαν εἰπεῖν·

Rhetorica Anonyma, Epitome artis rhetoricae (0598: 016)


“Rhetores Graeci, vol. 3”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Rep1968.Vol. 3, p.
80

665, l. 22

ἀτόπου, ἀντὶ δὲ τοῦ κρατῆσαι τοῦ ἔρωτος, ἐπέβη τῶν


ἵππων, ἐδέξατο τὰς ἡνίας· κατὰ δὲ τὸ ἀσύνδετον· ἐπέβη
τῶν ἵππων, ἐδέξατο τὰς ἡνίας, οὐχ ὑπεῖξε λέγοντι τῷ
πατρί. καὶ πῶς χρησιμεύει ἕκαστον. Τὸ μὲν ὀρθὸν ἐν
τοῖς ἱστορικοῖς, καὶ ὅπου δεόμεθα σαφηνείας· τὸ δὲ ἐγ-
κεκλιμένον καὶ ἐλεγκτικὸν ἐν τοῖς ἀγῶσι, τὸ δὲ ἀσύνδε-
τον ἐν τοῖς ἐπιλόγοις· τὸ δὲ κατὰ τὸ συγκριτικὸν, ὅπου
ὁ καιρὸς δίδωσι, πανταχοῦ καὶ ἐν ἅπασι τοῖς τῆς ῥη-
τορείας εἴδεσι καὶ τοῖς τοῦ πολιτικοῦ λόγου μέρεσιν αὐ-
τῷ χρώμεθα. Ἀρεταὶ δὲ διηγήσεως δʹ· σαφήνεια, συν-
τομία, πιθανότης καὶ ὁ τῶν ὀνομάτων ἑλληνισμὸς, πρὸς
ἃ δεῖ τὴν ἑαυτοῦ ἐπιφέρειν ἰσχύν· ἡ δὲ φρόνησις ἀπο-
σεμνύνει τὸν λόγον, παιδαγωγοῦσα τὸν ἐκ τῆς ἀλογίας
ἐπιγενόμενον ἑσμὸν τῶν παθῶν. ἡ δὲ σωφροσύνη κατα-
δεσμεῖ τὰς ἀτάκτους ἐπαναστάσεις, αἳ ταῖς ἀνθρωπίναις
ἀεὶ εἰώθασιν ἐναποτίθεσθαι διανοίαις διὰ τὸ τὸν χοῦν
πρὸς τὰ γεώδη διηνεκῶς ὁρᾷν τε καὶ φέρεσθαι· ἡ δὲ
δικαιοσύνη τὴν ἰσότητα τοῖς ὁμοειδέσι φυλάττει· τριῶν
δὲ μερῶν ὄντων τῆς ψυχῆς δεῖ ἕκαστον ἀρετῇ κεκοσμῆ-
σθαι· τὸ μὲν λογικὸν τῇ φρονήσει,

Rufus Soph., Ars rhetorica (0606: 001)“Rhetores Graeci, vol. 1”, Ed. Spengel, L.
Leipzig: Teubner, 1853, Rep1966.
P. 465, l. 30

παρὼν καιρός.
 ιεʹ. Ἡ δ' αἰτία, δι' ἣν ἐπὶ τὸν ἀγῶνά τις ἀπήντηκε,
σύστασιν ἔχει τοῦ πράγματος, ὡς ἐν τῷ κατὰ Νεαίρας·
πολλὰ μὲν ἦν τὰ παρακαλοῦντα, ὦ Ἀθηναῖοι, γράψα-
σθαι Νέαιραν τὴν γραφὴν ταυτηνί. ἡ γὰρ γνώμη σεμ-
νοτέραν τὴν προκατάστασιν τοῦ λόγου ποιεῖ, ὡς ὁ Θου-
κυδίδης πανταχῆ.

ΠΕΡΙ ΔΙΗΓΗΣΕΩΣ.

 ιστʹ. Διήγησίς ἐστι τῶν ἐν τῇ ὑποθέσει πραγμάτων


δήλωσις, περὶ τὸ τοῦ λέγοντος μέρος ῥέπουσα. ἀρεταὶ
δὲ διηγήσεως τρεῖς, σαφήνεια, συντομία, πιθανότης.  
 ιζʹ. Σαφήνεια μὲν οὖν λέγεται, ὅταν μήτε λέξεσι ξέ-
ναις χρώμεθα μήτε διανοίαις μήτε ὑπερβατοῖς.
 ιηʹ. Συντομία δὲ ὅταν αὐτὰ μόνα τὰ ἀναγκαῖα δι-
εξίωμεν μήτε πόρρω ἀρχόμενοι μήτε ἐπὶ μακρότατα
παυόμενοι.
 ιθʹ. Πιθανότης δὲ ὅταν τὰ ἀληθῆ καὶ δυνάμενα πιστευθῆναι δηλῶμεν.
 κʹ. Τρόποι δὲ τέσσαρες, διήγησις, παραδιήγησις, προδιήγησις καὶ ὑποδιήγησις.
81

Rufus Soph., Ars rhetorica P. 466, l. 6

ΠΕΡΙ ΔΙΗΓΗΣΕΩΣ.

 ιστʹ. Διήγησίς ἐστι τῶν ἐν τῇ ὑποθέσει πραγμάτων


δήλωσις, περὶ τὸ τοῦ λέγοντος μέρος ῥέπουσα. ἀρεταὶ
δὲ διηγήσεως τρεῖς, σαφήνεια, συντομία, πιθανότης.  
 ιζʹ. Σαφήνεια μὲν οὖν λέγεται, ὅταν μήτε λέξεσι ξέ-
ναις χρώμεθα μήτε διανοίαις μήτε ὑπερβατοῖς.
 ιηʹ. Συντομία δὲ ὅταν αὐτὰ μόνα τὰ ἀναγκαῖα δι-
εξίωμεν μήτε πόρρω ἀρχόμενοι μήτε ἐπὶ μακρότατα
παυόμενοι.
 ιθʹ. Πιθανότης δὲ ὅταν τὰ ἀληθῆ καὶ δυνάμενα πι-
στευθῆναι δηλῶμεν.
 κʹ. Τρόποι δὲ τέσσαρες, διήγησις, παραδιήγησις,
προδιήγησις καὶ ὑποδιήγησις.
 καʹ. Διήγησις μὲν οὖν ἐστίν, ὥσπερ ἔφημεν, ἁπλῆ
τῶν γεγενημένων φράσις, οἷον ἐπεὶ γὰρ οὐ καθεστη-
κότος χορηγοῦ τῇ Πανδιονίδι φυλῇ τρίτον ἔτος τουτί,
παρούσης δὲ τῆς ἐκκλησίας ἐν ᾗ τὸν ἄρχοντα ἐπικληροῦν
ὁ νόμος τοῖς χοροῖς τοὺς αὐλητὰς κελεύει, λόγου καὶ
λοιδορίας γενομένης, καὶ κατηγοροῦντος τοῦ μὲν ἄρχον-
τος τῶν ἐπιμελητῶν τῆς φυλῆς, τῶν δ' ἐπιμελητῶν τοῦ

Αίλιος Θέων. Progymnasmata (0607: 001)“Rhetores Graeci, vol. 2”, Ed. Spengel,
L.Leipzig: Teubner, 1854, Rep1966.P. 79, l. 21

... ψιλὸς ἢ δενδρώδης, καὶ πάντα τὰ παραπλήσια. τῷ


δὲ τρόπῳ ἀκουσίως ἢ ἑκουσίως· ἑκάτερον δὲ εἰς τρία δι-
αιρεῖται, τὸ μὲν ἀκούσιον εἰς ἄγνοιαν καὶ τύχην καὶ ἀ-
νάγκην, τὸ δὲ ἑκούσιον, πότερον βίᾳ γέγονεν ἢ λάθρα
ἢ ἀπάτῃ. τῇ δὲ αἰτίᾳ τῶν πράξεων παρέπεται, πότερον
ἕνεκεν ἀγαθῶν κτήσεως γέγονεν ἢ χάριν κακοῦ ἀπαλλα-
γῆς, ἢ διὰ φιλίαν, ἢ διὰ γυναῖκα, ἢ τέκνων χάριν, ἢ διὰ
τὰ πάθη θυμόν, ἔρωτα, μῖσος, φθόνον, ἔλεον, μέθην,
καὶ τὰ τούτοις ὅμοια.
 Ἀρεταὶ δὲ διηγήσεως τρεῖς, σαφήνεια, συντομία, πι-
θανότης. διὸ μάλιστα μέν, εἰ δυνατόν ἐστιν, ἁπάσας
τὰς ἀρετὰς ἔχειν δεῖ τὴν διήγησιν· ἐὰν δὲ τοῦτο ἀμήχα-
νον εἴη, τὸ μὴ ἐναντίαν εἶναί πως τὴν συντομίαν τῇ τε
σαφηνείᾳ καὶ τῇ πιθανότητι, τοῦ κατεπείγοντος μᾶλλον
στοχαστέον, οἷον, εἰ μὲν εἴη τὸ πρᾶγμα φύσει περισκελές,
ἐπὶ τὴν σαφήνειαν ἰτέον καὶ πιθανότητα· εἰ δὲ ἁπλοῦν
καὶ μὴ πολύπλοκον, ἐπὶ τὴν συντομίαν καὶ τὴν πιθανό-
τητα. δεῖ γὰρ ἔχεσθαι ἀεὶ τοῦ πιθανοῦ ἐν τῇ διηγήσει·
τοῦτο γὰρ αὐτῆς μάλιστα ἴδιον ὑπάρχει· καὶ τούτου μὴ
προσόντος αὐτῇ, ὅσῳ ἂν μᾶλλον σαφὴς καὶ σύντομος ᾖ τοσούτῳ
82

Αίλιος Θέων. Progymnasmata P. 79, l. 24

νάγκην, τὸ δὲ ἑκούσιον, πότερον βίᾳ γέγονεν ἢ λάθρα


ἢ ἀπάτῃ. τῇ δὲ αἰτίᾳ τῶν πράξεων παρέπεται, πότερον
ἕνεκεν ἀγαθῶν κτήσεως γέγονεν ἢ χάριν κακοῦ ἀπαλλα-
γῆς, ἢ διὰ φιλίαν, ἢ διὰ γυναῖκα, ἢ τέκνων χάριν, ἢ διὰ
τὰ πάθη θυμόν, ἔρωτα, μῖσος, φθόνον, ἔλεον, μέθην,
καὶ τὰ τούτοις ὅμοια.
 Ἀρεταὶ δὲ διηγήσεως τρεῖς, σαφήνεια, συντομία, πι-
θανότης. διὸ μάλιστα μέν, εἰ δυνατόν ἐστιν, ἁπάσας
τὰς ἀρετὰς ἔχειν δεῖ τὴν διήγησιν· ἐὰν δὲ τοῦτο ἀμήχα-
νον εἴη, τὸ μὴ ἐναντίαν εἶναί πως τὴν συντομίαν τῇ τε
σαφηνείᾳ καὶ τῇ πιθανότητι, τοῦ κατεπείγοντος μᾶλλον
στοχαστέον, οἷον, εἰ μὲν εἴη τὸ πρᾶγμα φύσει περισκελές,
ἐπὶ τὴν σαφήνειαν ἰτέον καὶ πιθανότητα· εἰ δὲ ἁπλοῦν
καὶ μὴ πολύπλοκον, ἐπὶ τὴν συντομίαν καὶ τὴν πιθανό-
τητα. δεῖ γὰρ ἔχεσθαι ἀεὶ τοῦ πιθανοῦ ἐν τῇ διηγήσει·
τοῦτο γὰρ αὐτῆς μάλιστα ἴδιον ὑπάρχει· καὶ τούτου μὴ
προσόντος αὐτῇ, ὅσῳ ἂν μᾶλλον σαφὴς καὶ σύντομος ᾖ τοσούτῳ
ἀπιστοτέρα τοῖς ἀκούουσι καταφαίνεται.

Αίλιος Θέων. Progymnasmata P. 79, l. 26

ἕνεκεν ἀγαθῶν κτήσεως γέγονεν ἢ χάριν κακοῦ ἀπαλλα-


γῆς, ἢ διὰ φιλίαν, ἢ διὰ γυναῖκα, ἢ τέκνων χάριν, ἢ διὰ
τὰ πάθη θυμόν, ἔρωτα, μῖσος, φθόνον, ἔλεον, μέθην,
καὶ τὰ τούτοις ὅμοια.
 Ἀρεταὶ δὲ διηγήσεως τρεῖς, σαφήνεια, συντομία, πι-
θανότης. διὸ μάλιστα μέν, εἰ δυνατόν ἐστιν, ἁπάσας
τὰς ἀρετὰς ἔχειν δεῖ τὴν διήγησιν· ἐὰν δὲ τοῦτο ἀμήχα-
νον εἴη, τὸ μὴ ἐναντίαν εἶναί πως τὴν συντομίαν τῇ τε
σαφηνείᾳ καὶ τῇ πιθανότητι, τοῦ κατεπείγοντος μᾶλλον
στοχαστέον, οἷον, εἰ μὲν εἴη τὸ πρᾶγμα φύσει περισκελές,
ἐπὶ τὴν σαφήνειαν ἰτέον καὶ πιθανότητα· εἰ δὲ ἁπλοῦν
καὶ μὴ πολύπλοκον, ἐπὶ τὴν συντομίαν καὶ τὴν πιθανό-
τητα. δεῖ γὰρ ἔχεσθαι ἀεὶ τοῦ πιθανοῦ ἐν τῇ διηγήσει·
τοῦτο γὰρ αὐτῆς μάλιστα ἴδιον ὑπάρχει· καὶ τούτου μὴ
προσόντος αὐτῇ, ὅσῳ ἂν μᾶλλον σαφὴς καὶ σύντομος ᾖ τοσούτῳ
ἀπιστοτέρα τοῖς ἀκούουσι καταφαίνεται. ἐὰν δὲ
τὸ πρᾶγμα φύσει πιθανὸν ᾖ, χρηστέον πῆ μὲν τῇ συντο-  
μίᾳ, τὸ δὲ πλεῖστον τοῖς κατασκευάζουσι καὶ εἰς πιθανό-
τητα ἄγουσι τὸ προκείμενον· ἔτι δὲ τὰ μὲν λυπήσοντα
τοὺς ἀκουσομένους συντομώτατα διηγητέον, ὡς Ὅμηρος,

Αίλιος Θέων. Progymnasmata P. 79, l. 28


83

 Ἀρεταὶ δὲ διηγήσεως τρεῖς, σαφήνεια, συντομία, πι-


θανότης. διὸ μάλιστα μέν, εἰ δυνατόν ἐστιν, ἁπάσας
τὰς ἀρετὰς ἔχειν δεῖ τὴν διήγησιν· ἐὰν δὲ τοῦτο ἀμήχα-
νον εἴη, τὸ μὴ ἐναντίαν εἶναί πως τὴν συντομίαν τῇ τε
σαφηνείᾳ καὶ τῇ πιθανότητι, τοῦ κατεπείγοντος μᾶλλον
στοχαστέον, οἷον, εἰ μὲν εἴη τὸ πρᾶγμα φύσει περισκελές,
ἐπὶ τὴν σαφήνειαν ἰτέον καὶ πιθανότητα· εἰ δὲ ἁπλοῦν
καὶ μὴ πολύπλοκον, ἐπὶ τὴν συντομίαν καὶ τὴν πιθανό-
τητα. δεῖ γὰρ ἔχεσθαι ἀεὶ τοῦ πιθανοῦ ἐν τῇ διηγήσει·
τοῦτο γὰρ αὐτῆς μάλιστα ἴδιον ὑπάρχει· καὶ τούτου μὴ
προσόντος αὐτῇ, ὅσῳ ἂν μᾶλλον σαφὴς καὶ σύντομος ᾖ τοσούτῳ
ἀπιστοτέρα τοῖς ἀκούουσι καταφαίνεται. ἐὰν δὲ
τὸ πρᾶγμα φύσει πιθανὸν ᾖ, χρηστέον πῆ μὲν τῇ συντο-  
μίᾳ, τὸ δὲ πλεῖστον τοῖς κατασκευάζουσι καὶ εἰς πιθανό-
τητα ἄγουσι τὸ προκείμενον· ἔτι δὲ τὰ μὲν λυπήσοντα
τοὺς ἀκουσομένους συντομώτατα διηγητέον, ὡς Ὅμηρος,
κεῖται Πάτροκλος.τοῖς δὲ εὐφραίνουσιν ἐνδιατρι-
πτέον, ὥσπερ ὁ αὐτὸς ποιητὴς τοῖς Φαίαξιν οὖσιν φιλο-
μύθοις πεποίηκε τὸν Ὀδυσσέα μετὰ πολλῆς ἀκριβείας

Αίλιος Θέων. Progymnasmata P. 80, l. 2


στοχαστέον, οἷον, εἰ μὲν εἴη τὸ πρᾶγμα φύσει περισκελές,
ἐπὶ τὴν σαφήνειαν ἰτέον καὶ πιθανότητα· εἰ δὲ ἁπλοῦν
καὶ μὴ πολύπλοκον, ἐπὶ τὴν συντομίαν καὶ τὴν πιθανό-
τητα. δεῖ γὰρ ἔχεσθαι ἀεὶ τοῦ πιθανοῦ ἐν τῇ διηγήσει·
τοῦτο γὰρ αὐτῆς μάλιστα ἴδιον ὑπάρχει· καὶ τούτου μὴ
προσόντος αὐτῇ, ὅσῳ ἂν μᾶλλον σαφὴς καὶ σύντομος ᾖ τοσούτῳ
ἀπιστοτέρα τοῖς ἀκούουσι καταφαίνεται. ἐὰν δὲ
τὸ πρᾶγμα φύσει πιθανὸν ᾖ, χρηστέον πῆ μὲν τῇ συντο-  
μίᾳ, τὸ δὲ πλεῖστον τοῖς κατασκευάζουσι καὶ εἰς πιθανό-
τητα ἄγουσι τὸ προκείμενον· ἔτι δὲ τὰ μὲν λυπήσοντα
τοὺς ἀκουσομένους συντομώτατα διηγητέον, ὡς Ὅμηρος,
κεῖται Πάτροκλος.τοῖς δὲ εὐφραίνουσιν ἐνδιατρι-
πτέον, ὥσπερ ὁ αὐτὸς ποιητὴς τοῖς Φαίαξιν οὖσιν φιλο-
μύθοις πεποίηκε τὸν Ὀδυσσέα μετὰ πολλῆς ἀκριβείας
καὶ σχολῆς τὰ καθ' ἑαυτὸν διηγούμενον.
 Σαφὴς δὲ ἡ διήγησις γίνεται διχόθεν, ἐξ αὐτῶν τῶν
ἀπαγγελλομένων πραγμάτων, καὶ ἐκ τῆς λέξεως τῆς
ἀπαγγελίας, ἧς τὰ πράγματα. ἐκ μὲν οὖν τῶν πραγμά-
των, ὅταν λεγόμενα τὰ πράγματα μὴ τὴν κοινὴν ἐκφεύ-
γῃ διάνοιαν, οἷα τὰ ἐν τῇ διαλεκτικῇ καὶ τὰ ἐν γεωμετρίᾳ,

Δίων Χρυσόστομος. ., Orationes (0612: 001)“Dionis Prusaensis quem vocant


Chrysostomum quae exstant omnia, vols. 1–2, 2nd edn.”, Ed. von Arnim, J.
Berlin: Weidmann, 1:1893; 2:1896, Rep1962.Oration 18, sec. 7, l. 8

καὶ τούτοις μὴ οὕτως, αὐτὸν ἀναγιγνώσκοντα, ἀλλὰ δι'ἑτέρων


ἐπισταμένων μάλιστα μὲν καὶ ἡδέως, εἰ δ' οὖν, ἀλύπως ὑποκρί-
84

νασθαι· πλείων γὰρ ἡ αἴσθησις ἀπαλλαγέντι τῆς περὶ τὸ ἀνα-


γιγνώσκειν ἀσχολίας. καὶ μηδεὶς τῶν σοφωτέρων αἰτιάσηταί με ὡς
προκρίναντα τῆς ἀρχαίας κωμῳδίας τὴν Μενάνδρου ἢ τῶν ἀρχαίων
τραγῳδῶν Εὐριπίδην· οὐδὲ γὰρ οἱ ἰατροὶ τὰς πολυτελεστάτας τρο-
φὰς συντάττουσι τοῖς θεραπείας δεομένοις, ἀλλὰ τὰς ὠφελίμους.
πολὺ δ' ἂν ἔργον εἴη τὸ λέγειν ὅσα ἀπὸ τούτων χρήσιμα· ἥ τε
γὰρ τοῦ Μενάνδρου μίμησις ἅπαντος ἤθους καὶ χάριτος πᾶσαν
ὑπερβέβληκε τὴν δεινότητα τῶν παλαιῶν κωμικῶν, ἥ τε Εὐριπίδου  
προσήνεια καὶ πιθανότης τοῦ μὲν τραγικοῦ ἀναστήματος καὶ ἀξιώ-
ματος τυχὸν οὐκ ἂν τελέως ἐφικνοῖτο, πολιτικῷ δὲ ἀνδρὶ πάνυ
ὠφέλιμος, ἔτι δὲ ἤθη καὶ πάθη δεινὸς πληρῶσαι, καὶ γνώμας πρὸς
ἅπαντα ὠφελίμους καταμίγνυσι τοῖς ποιήμασιν, ἅτε φιλοσοφίας
οὐκ ἄπειρος ὤν. Ὅμηρος δὲ καὶ πρῶτος καὶ μέσος καὶ ὕστατος
παντὶ παιδὶ καὶ ἀνδρὶ καὶ γέροντι, τοσοῦτον ἀφ' αὑτοῦ διδοὺς
ὅσον ἕκαστος δύναται λαβεῖν. μέλη δὲ καὶ ἐλεγεῖα καὶ ἴαμβοι
καὶ διθύραμβοι τῷ μὲν σχολὴν ἄγοντι πολλοῦ ἄξια· τῷ δὲ
πράττειν τε καὶ ἅμα [τὰς πράξεις] καὶ τοὺς λόγους αὔξειν δια-
νοουμένῳ οὐκ ἂν εἴη πρὸς αὐτὰ σχολή. τοῖς δ' ἱστορικοῖς
διὰ πολλὰ ἀνάγκη τὸν πολιτικὸν ἄνδρα μετὰ σπουδῆς

Δίων Χρυσόστομος. ., Orationes Oration 18, sec. 14, l. 10

ἐπαινεῖν καὶ ἐντυγχάνειν αὐτοῖς οὐ τὸ τυχόν. Ξενοφῶντα δὲ ἔγωγε


ἡγοῦμαι ἀνδρὶ πολιτικῷ καὶ μόνον τῶν παλαιῶν ἐξαρκεῖν δύνα-
σθαι· εἴτε ἐν πολέμῳ τις στρατηγῶν εἴτε πόλεως ἀφηγούμενος,
εἴτε ἐν δήμῳ λέγων εἴτε ἐν βουλευτηρίῳ, εἴτε καὶ ἐν δικαστηρίῳ
μὴ ὡς ῥήτωρ ἐθέλοι μόνον, ἀλλὰ καὶ ὡς πολιτικὸς καὶ βασιλικὸς
ἀνὴρ τὰ τῷ τοιούτῳ προσήκοντα ἐν δίκῃ εἰπεῖν· πάντων ἄριστος
ἐμοὶ δοκεῖκαὶ λυσιτελέστατος πρὸς ταῦτα πάντα Ξενοφῶν. τά  
τε γὰρ διανοήματα σαφῆ καὶ ἁπλᾶ καὶ παντὶ ῥᾴδια φαινόμενα, τό
τε εἶδος τῆς ἀπαγγελίας προσηνὲς καὶ κεχαρισμένον καὶ πειστικόν,
πολλὴν μὲν ἔχον πιθανότητα, πολλὴν δὲ χάριν καὶ ἐπιβολήν, ὥστε
μὴ λόγων δεινότητι μόνον, ἀλλὰ καὶ γοητείᾳ ἐοικέναι τὴν δύναμιν.
εἰ γοῦν ἐθελήσειας αὐτοῦ τῇ περὶ τὴν Ἀνάβασιν πραγματείᾳ σφό-
δρα ἐπιμελῶς ἐντυχεῖν, οὐδένα λόγον εὑρήσεις τῶν ὑπὸ σοῦ λεχ-
θῆναι δυνησομένων, ὃν οὐ διείληπται καὶ κανόνος ἂν τρόπον ὑπός-
χοι τῷ πρὸς αὐτὸν ἀπευθῦναι ἢ μιμήσασθαι βουλομένῳ. εἴτε γὰρ
θαρρῦναι τοὺς σφόδρα καταπεπτωκότας χρήσιμον πολιτικῷ ἀνδρί,
καὶ πολλάκις ὡς χρὴ τοῦτο ποιεῖν δείκνυσιν· εἴτε προτρέψαι καὶ
παρακαλέσαι, οὐδεὶς Ἑλληνικῆς φωνῆς ἐπαΐων οὐκ ἂν ἐπαρθείη
τοῖς προτρεπτικοῖς Ξενοφῶντος λόγοις (ἐμοὶ γοῦν κινεῖται ἡ διά-
νοια καὶ ἐνίοτε δακρύω μεταξὺ διὰτοσούτων ἐτῶν τοῖς λόγοις

Δίων Χρυσόστομος. ., Orationes Oration 52, sec. 14, l. 4

καὶ τῷ Εὐμαίῳ καὶ τῇ Πηνελόπῃ πεποίηκεν ἐντυγχάνοντα τὸν


85

Ὀδυσσέα ἠλλοιωμένον ὑπὸ τῆς Ἀθηνᾶς – φησί τε πρεσβείαν μέλλειν


παρὰ τῶν Τρώων ἀφικνεῖσθαι πρὸς τὸν Φιλοκτήτην, δεησομένην
αὑτόν τε καὶ τὰ ὅπλα ἐκείνοις παρασχεῖν ἐπὶ τῇ τῆς Τροίας βασι-
λείᾳ, ποικιλώτερον τὸ δρᾶμα κατασκευάζων καὶ ἀνευρίσκων λόγων
ἀφορμάς, καθ' ἃς εἰς τὰ ἐναντία ἐπιχειρῶν εὐπορώτατος καὶ παρ'
ὁντινοῦν ἱκανώτατος φαίνεται. οὐ μόνον [δὲ] πεποίηκε τὸν Ὀδυς-
σέα παραγιγνόμενον, ἀλλὰ μετὰ τοῦ Διομήδους, ὁμηρικῶς καὶ τοῦτο,
καὶ τὸ ὅλον, ὡς ἔφην, δι' ὅλου τοῦ δράματος πλείστην μὲν ἐν
τοῖς πράγμασι σύνεσιν καὶ πιθανότητα ἐπιδείκνυται, ἀμήχανον δὲ
καὶ θαυμαστὴν ἐν τοῖς λόγοις δύναμιν, καὶ τά τε ἰαμβεῖα σαφῶς
καὶ κατὰ φύσιν καὶ πολιτικῶς ἔχοντα, καὶ τὰ μέλη οὐ μόνον ἡδο-
νήν, ἀλλὰ καὶ πολλὴν πρὸς ἀρετὴν παράκλησιν.
 ὅ τε Σοφοκλῆς μέσος ἔοικεν ἀμφοῖν εἶναι, οὔτε τὸ αὔθαδες
καὶ ἁπλοῦν τὸ τοῦ Αἰσχύλου ἔχων οὔτε τὸ ἀκριβὲς καὶ δριμὺ καὶ
πολιτικὸν τὸ τοῦ Εὐριπίδου, σεμνὴν δέ τινα καὶ μεγαλοπρεπῆ
ποίησιν τραγικώτατα καὶ εὐεπέστατα ἔχουσαν, ὥστε πλείστην
εἶναι ἡδονὴν μετὰ ὕψους καὶ σεμνότητος, τῇ τε διασκευῇ τῶν
πραγμάτων ἀρίστῃ καὶ πιθανωτάτῃ κέχρηται, ποιήσας τὸν Ὀδυς-
σέα μετὰ Νεοπτολέμου παραγιγνόμενον, ἐπειδὴ εἵμαρτο ἁλῶναι

DemetriusRhet., De elocutione (0613: 001)“Demetrii Phalerei qui dicitur de


elocutione libellus”, Ed. Radermacher, L.Leipzig: Teubner, 1901, Rep1967.
Sec. 208, l. 4

 Φευκτέον οὖν καὶ τὰς τῶν μακρῶν στοιχείων συμπλήξεις ἐν


τῷ χαρακτῆρι τούτῳ καὶ τῶν διφθόγγων (ὀγκηρὸν γὰρ πᾶσα ἔκ-
τασις), καὶ ἤτοι βραχέα συγκρουστέον βραχέσιν, ὡς πάντα μὲν
τὰ νέα καλά ἐστιν, ἢ βραχέα μακροῖς, ὡς ἠέλιος· ἢ ἁμῶς γέ
πως διὰ βραχέων. καὶ ὅλως ἐμφαίνεσθαι ἔοικενεὐκαταφρόνητος  
ὁ τοιοῦτος τρόπος τῆς λέξεως καὶ ἰδιωτικός, καὶ αὐτὰ ταῦτα πε-
ποιημένος.
  Φευγέτω δὴ καὶ τὰ σημειώδη σχήματα· πᾶν γὰρ τὸ παράση-
μον ἀσύνηθες καὶ οὐκ ἰδιωτικόν. τὴν δὲ ἐνάργειαν καὶ τὸ πιθανὸν
μάλιστα ὁ χαρακτὴρ οὗτος ἐπιδέξεται. περὶ ἐναργείας οὖν καὶ
περὶ πιθανότητος λεκτέον.
  Πρῶτον δὲ περὶ ἐναργείας· γίνεται δ' ἡ ἐνάργεια πρῶτα μὲν
ἐξ ἀκριβολογίας καὶ τοῦ παραλείπειν μηδὲν μηδ' ἐκτέμνειν, οἷον
ὡς δ' ὅτ' ἀνὴρ ὀχετηγὸς καὶ πᾶσα αὕτη ἡ παραβολή· τὸ γὰρ
ἐναργὲς ἔχει ἐκ τοῦ πάντα εἰρῆσθαι τὰ συμβαίνοντα, καὶ μὴ παρα-
λελεῖφθαι μηδέν. Καὶ ἡ ἱπποδρομία δὲ ἡ ἐπὶ Πατρόκλῳ, ἐν οἷς
λέγει·
 πνοιῇ δ' Εὐμήλοιο μετάφρενον. καὶ
 αἰεὶ γὰρ δίφρων ἐπιβησομένοισιν ἐΐκτην.
πάντα ταῦτα ἐναργῆ ἐστιν ἐκ τοῦ μηδὲν παραλελεῖφθαι τῶν τε

DemetriusRhet., De elocutione Sec. 221, l. 3


86

 Τὸ πιθανὸν δὲ ἐν δυοῖν, ἔν τε τῷ σαφεῖ καὶ συνήθει· τὸ γὰρ


ἀσαφὲς καὶ ἀσύνηθες ἀπίθανον· λέξιν τε οὖν οὐ τὴν περιττὴν
οὐδὲ ὑπέρογκον διωκτέον ἐν τῇ πιθανότητι, καὶ ὡσαύτως σύνθεσιν
βεβαιοῦσαν καὶ μηδὲν ἔχουσαν ῥυθμοειδές.
 Ἐν τούτοις τε οὖν τὸ Πιθανόν, καὶ ἐν ᾧ Θεόφραστός φησιν,
ὅτι οὐ πάντα ἐπ' ἀκριβείας δεῖ μακρηγορεῖν, ἀλλ' ἔνια καταλιπεῖν
καὶ τῷ ἀκροατῇ συνιέναι καὶ λογίζεσθαι ἐξ αὑτοῦ· συνεὶς γὰρ τὸ
ἐλλειφθὲν ὑπὸ σοῦ οὐκ ἀκροατὴς μόνον, ἀλλὰ καὶ μάρτυς σου γί-
νεται, καὶ ἅμα εὐμενέστερος. συνετὸς γὰρ ἑαυτῷ δοκεῖ διὰ σὲ τὸν
ἀφορμὴν παρεσχηκότα αὐτῷ τοῦ συνιέναι, τὸ δὲ πάντα ὡς ἀνοήτῳ
λέγειν καταγινώσκοντι ἔοικεν τοῦ ἀκροατοῦ.

Aspaius Phil., In ethica Nichomachea commentaria (0615: 001)


“Aspasii in ethica Nicomachea quae supersunt commentaria”, Ed. Heylbut, G.
Berlin: Reimer, 1889; Commentaria in Aristotelem Graeca 19.1.
P. 43, l. 2

γὰρ παντὶ πάθει ἕπεται ἡδονὴ καὶ λύπη, ὥσπερ προελθὼν ἐρεῖ, εἰκότως περὶ
ἡδονὰς καὶ λύπας ἐστὶν ἡ ἠθικὴ ἀρετὴ ὥσπερ ὑποκείμενα.
 Ἄξιον δὲ καὶ τοῦτο ζητῆσαι, πῶς λέγεται παντὶ πάθει ἕπεσθαι ἡδονὴν
ἢ λύπην. ἔνιοι μὲν γὰρ ἡγήσαντο γενικώτατα εἶναι δύο ταῦτα πάθη κατὰ
τὸν Ἀριστοτέλην, οὕτως δὲ γενικὰ ὥστε διαιρεῖσθαι τὸ μὲν πάθος εἰς δύο
πάθη, ἡδονὴν καὶ λύπην, τὰ δ' ἄλλα πάντα πάθη εἰς ἡδονὴν ἀνάγεσθαι καὶ
λύπην, οἷον ὀργὴν μὲν καὶ φόβον εἰς λύπην, θάρσος δὲ εἰς ἡδονήν, τὴν δὲ
ἐπιθυμίαν κοινόν τι εἶναι ἐκ λύπης καὶ ἡδονῆς. κατὰ μὲν γὰρ τὴν ἔνδειαν
λύπη πάρεστι τῷ ἐπιθυμοῦντι, κατὰ δὲ τὴν ἐλπίδα ἡδονή. ἂν δ' ᾖ παντε-  
λῶς ἀπηλπικὼς τεύξεσθαι οὗ ἐπιθυμεῖ ὁ ἄνθρωπος, λύπη τῇ ἐπιθυμίᾳ ἕπε-
ται ὡς γένος. οὗτος δὲ ὁ λόγος ἔχει μέν τινα πιθανότητα, ἔστι δὲ ἀμφις-
βητήσιμος· ἐπεὶ γὰρ ὁμολογεῖταί τις ἡδονὴ ἐν εἴδει τοῦ πάθους καὶ λύπη,
οἷον ἐπειδὰν χαίρωμεν ἢ ἐπ' αὐτοῖς εὖ πράττουσιν ἢ ἐπὶ τοῖς φίλοις, ἡδονὴ
λέγεται τὸ τοιοῦτον, καὶ λύπη δὲ ἡ ἐπὶ τοῖς ἰδίοις ἢ τοῖς τῶν φίλων κακοῖς,
τίνι διαιρήσομεν τὴν γενικὴν ἡδονὴν καὶ λύπην τῶν εἰρημένων; εἰ γὰρ ὁ αὐ-
τὸς λόγος ἐστὶ πάσης ἡδονῆς, ὅτι ἐστὶν ἡδονὴ ἐνέργεια τοῦ κατὰ φύσιν ἀνεμ-
πόδιστος, οὐχ οἷόν τε εἰπεῖν δύο εἶναι ἡδονάς, τὴν μὲν γένος τὴν δὲ εἶδος,
εἴπερ ταὐτὸν ὄνομα αὐτῶν καὶ ὁ αὐτὸς λόγος καὶ οὐκ ἔστιν ἴδιός τις ὁρισμὸς
παρὰ τὸν εἰρημένον τῆς ἐν μέρει ἡδονῆς, εἰ μή τις ἐρεῖ κοινῶς μὲν πάσης
ἡδονῆς εἶναι τὸν λόγον τὸν εἰρημένον, ὁμοίως δὲ καὶ λύπης τὸν ἐναντίον, τὴν
δὲ ἐν εἴδει ἐνέργειαν τοῦ κατὰ φύσιν ἐπὶ ταῖς ἡμετέραις καὶ ταῖς τῶν φίλων

Anonymus Londinensis Med., Iatrica (fort. auctore Menone) (Brit. Mus. in137)
(0643: 001)“Anonymi Londinensis ex Aristotelis iatricis Menoniis et aliis medicis
eclogae”, Ed. Diels, H.Berlin: Reimer, 1893; Commentaria in Aristotelem Graeca,
suppl. 3.1.Sec. 14, l. 42

 [τελεῖσθαι] ἀλλὰ γὰρ λέγει ἁνὴρ καί


 τινα τ(ῶν) ἐν ἡμῖν μερ(ῶν) διαφόρου τε-
87

 [τ]ευ[χ]έν[αι κ]ράσεως ἐκ τ(ῶν) στοιχείων.


 οὐ γ(ὰρ) ὡσαύ[τ]ως κέκραται κεφαλὴ
 ἢ χείρ, ἀλλὰ [ἄλ]λως μ(ὲν) κεφαλή, ἄλλως
 δὲ θώρα[ξ, ἐ]πεὶ κοινῶς ἕκαστον τ(ῶν)
 ἡμετέρων [σωμά]των διαφόρου κράσ̣εω(ς)
 τετύχηκε[ν, ⌈ὅθεν] κ̣α̣ὶ̣ αὐτὰ διάφορα ἑαυτ(ῶν)⌋. ἔτι γε μήν φ(ησιν) ὡς ὁ μυελὸ(ς)  
συνέστηκε̣ν̣ [ἐ]κ τῶν τεσσάρων στοι-
 χ[ε]ίων καὶ κύρ[ιος] ε̣ὐ̣θ̣ύς (ἐστι) τ(ῶν) ἐν ἡμῖν
 ἁπάντ(ων), χρώμενος πιθανότητι λόγων
 τοιαύτῃ· ἀνῆφθαι γ(ὰρ) ἐκ τοῦ μυελοῦ
 τὴν ψυχὴν τὴν τὸ ὅλον σῶμα διοικ(οῦσαν)
 [evanidi versus tres]

Lucius Annaeus Cornutus Phil., De natura deorum (0654: 002)


“Cornuti theologiae Graecae compendium”, Ed. Lang, C.
Leipzig: Teubner, 1881P. 20, l. 9

στικῶς, ἵνα ἀκαταπαύστως τοῦτο γίνηται, τοιοῦτόν τι


καὶ τῆς χορείας αὐτῶν ἐμφαινούσης. ἕτεροι δ' ἔφα-  
σαν μίαν μὲν εἶναι Χάριν τὴν περὶ τὸν ὑπουργοῦντά
τι ὠφελίμως, ἑτέραν δὲ τὴν περὶ τὸν δεχόμενον τὴν
ὑπουργίαν καὶ ἐπιτηροῦντα τὸν καιρὸν τῆς ἀμοιβῆς,
τρίτην δὲ τὴν περὶ τὸν ἀνθυπουργοῦντά τι καθ' αὑ-
τὸν ἐν καιρῷ. [ἱλαρῶς δὲ εὐεργετεῖν δέοντος καὶ ἱλα-
ροὺς ποιουσῶν τοὺς εὐεργετουμένους τῶν Χαρίτων,
πρῶτον μὲν κοινῶς ἀπὸ τῆς χαρᾶς πᾶσαι Χάριτες ὠνο-
μασμέναι εἰσί· καὶ εὔμορφοι δὲ λέγονται εἶναι καὶ
εὐήδειαν καὶ πιθανότητα χαρίζεσθαι· εἶτα κατ' ἰδίαν
ἡ μὲν Ἀγλαΐα προσηγόρευται, ἡ δὲ Θάλεια, ἡ δὲ Εὐ-
φροσύνη, διὰ τοῦτο ἐνίων καὶ Εὐάνθην φησάντων
μητέρα αὐτῶν εἶναι, τινῶν δ' Αἴγλην. συνοικεῖν δ'
Ὅμηρος ἔφη μίαν τῶν Χαρίτων τῷ Ἡφαίστῳ διὰ τὸ
ἐπιχάριτα εἶναι τὰ τεχνικὰ ἔργα.]
 Ἡγεμόνα δὲ παραδιδόασιν αὐτῶν τὸν Ἑρ-
μῆν,ἐμφαίνοντες ὅτι εὐλογίστως χαρίζεσθαι δεῖ καὶ
μὴ εἰκῇ, ἀλλὰ τοῖς ἀξίοις· ὁ γὰρ ἀχαριστηθεὶς ὀκνηρό-
τερος γίνεται πρὸς τὸ εὐεργετεῖν. τυγχάνει δὲ ὁ Ἑρμῆς
ὁ λόγος ὤν, ὃν ἀπέστειλαν πρὸς ἡμᾶς ἐξ οὐρανοῦ οἱ

Lucius Annaeus Cornutus Phil., De natura deorum


P. 25, l. 16

τος· ἐντεῦθεν καὶ τῶν ἐμποριῶν ἐπιστάτης ἔδοξεν εἶ-


88

ναι καὶ ἐμπολαῖος καὶ κερδῷος ἐπωνομάσθη, ὡσὰν μό-


νος τῶν ἀληθινῶν κερδῶν αἴτιος ὢν τοῖς ἀνθρώποις.
τῆς δὲ λύρας εὑρετής ἐστιν οἷον τῆς συμφωνίας καὶ
ὁμολογίας καθ' ἣν οἱ ζῶντες εὐδαιμονοῦσιν, ἡρμοσμέ-
νην ἔχειν τὴν διάθεσιν ἐπιβάλλοντος. παραστῆσαι δὲ
αὐτοῦ τὴν δύναμιν καὶ διὰ τῶν ἀπεμφαινόντων θέλον-
τες κλέπτην αὐτὸν παρέδωκαν καὶ Δολίου Ἑρμοῦ βω-
μὸν ἔνιοι ἱδρύσαντο· λανθάνει γὰρ ὑφαιρούμενος τὰ
προδεδογμένα τοῖς ἀνθρώποις καὶ κλέπτων ἔσθ' ὅτε
τῇ πιθανότητι τὴν ἀλήθειαν, ὅθεν τινὰς καὶ ἐπικλό-
ποις λόγοις χρῆσθαι λέγουσι· καὶ γὰρ τὸ σοφίζεσθαι
τῶν εἰδότων λόγῳ χρῆσθαι ἴδιόν ἐστι. νόμιος δὲ λέ-
γεται τῷ ἐπ' ἐπανορθώσει λόγος εἶναι, προστακτικὸς
ὢν τῶν ὡς ἐν κοινωνίᾳ ποιητέων καὶ ἀπαγορευτικὸς
τῶν οὐ ποιητέων· διὰ γοῦν τὴν ὁμωνυμίαν μετήχθη
καὶ ἐπὶ τὴν τῶν νομῶν ἐπιμέλειαν. σέβονται δ' αὐ-  
τὸν καὶ ἐν ταῖς παλαίστραις μετὰ τοῦ Ἡρακλέους ὡς
τῇ ἰσχύϊ μετὰ λογισμοῦ χρῆσθαι δέοντος· τῷ γὰρ μόνῃ
πεποιθότι τῇ τοῦ σώματος δυνάμει, τοῦ δὲ λόγου, ὃς
καὶ τέχνας ἐπήγαγεν εἰς τὸν βίον, ἀμελοῦντι πάνυ ἄν

Erotianus Gramm., Med., Vocum Hippocraticarum collectio (0716: 001)


“Erotiani vocum Hippocraticarum collectio cum fragmentis”, Ed. Nachmanson, E.
Göteborg: Eranos, 1918.Klein p. 135, l. 8

      
      

ΑΡΧΗ ΤΟΥ Χ

 χλοώδει· χλωρῷ καὶ ἰκτερώδει. πεποίηται ἡ λέξις


ἀπὸ τῆς χλόης.
 χάριτες· αἱ χαραί, ὡς καὶ Σοφοκλῆςἐν ἐλεγείᾳ
μέμνηται. καὶ Ἀπολλόδωροςἐν βʹ Περὶ θεῶν φησι κληθῆναι
[δὲ] αὐτὰς ἀπὸ μὲν τῆς χαρᾶς Χάριτας .... καὶ γὰρ πολλάκις
οἱ ποιηταὶ τὴν χάριν χαρὰν καλοῦσιν. ἔνιοι δὲ χάριτας
εἶπον τὰς πιθανότητας, λέγοντες, ὅτι ἄχρι νῦν οἱ Ἀττικοὶ τὸ
ἀπειθεῖν ἀχαριστεῖν λέγουσι.
 χλοός· χλωριάσεως.
 χεδροπά· τὰ ὄσπρια οὕτω καλοῦσιν οἱ Ἀττικοί. ἔνιοι
δὲ διὰ τοῦ κγράφουσι κεδροπά. Ἀριστοφάνηςὁ γραμ-
ματικὸς διὰ τοῦ χγράφων φησὶν χεδροπὰ τὰ παρ' ἄλλοις
ὄσπρια. εἴρηται γὰρ παρὰ τὸ τῇ χειρὶ αὐτὰ δρέπεσθαι, ὡς
καὶ Νίκανδροςἐν Γεωρ|γικοῖς φησι·

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria (0732: 004)


“Alexandri Aphrodisiensis in Aristotelis metaphysica commentaria”, Ed. Hayduck, M.
89

Berlin: Reimer, 1891; Commentaria in Aristotelem Graeca 1.P. 44, l. 15

ἐστίν. Ξενοφάνην δὲ αἰτιᾶται ὡς πρῶτον μὲν τῆσδε τῆς δόξης ἁψάμενον


(Παρμενίδην γὰρ τούτου μαθητὴν γενέσθαι), οὐδὲ τῆς φύσεως τούτων
τινός, εἴτ' οὖν εἴδους ἢ τῆς ὕλης, ἁψάμενον, ἀλλ' εἰς τὸν ὅλον οὐρανὸν
ἀποβλέψαντα καὶ ἁπλῶς ἀποφηνάμενον τὸ ἓν εἶναι τὸν θεόν. τὸ δὲ ἑνί-
σαςἴσον ἐστὶ τῷ πρῶτος ἓν εἶναι τὸ ὂν εἰπών. ἐπαινεῖ δὲ Παρμενίδην
ὡς εὐλογώτερον ἐκείνων θέμενον ἓν εἶναι τὸ ὄν· ἐχρήσατο γὰρ λόγῳ τινὶ
καὶ συλλογισμῷ πρὸς τὴν δεῖξιν τούτου, οἱ δὲ ἀγροικότερον ἀπεφήναντο.
ὁ δὲ λόγος ᾧ ἐχρῆτο οὗτος· ἐλάμβανε τὸ παρὰ τὸ ὂν μὴ ὄν, ὥσπερ τὸ
παρὰ τὸ λευκὸν οὐ λευκόν, τὸ δὲ μὴ ὂν μηδὲν εἶναι· οἷς κειμένοις ἡγεῖτο
ἐξ ἀνάγκης ἕπεσθαι τὸ ὂν ἓν εἶναι. αὕτη μὲν οὖν ἡ τοῦ λόγου πιθανότης,
περὶ δὲ τούτων ἐν τῷ πρώτῳ τῆς Φυσικῆς ἀκροάσεως ἐπὶ πλέον ἐπεξελ-
ήλυθεν, ἐφ' ἃ ἡμᾶς καὶ νῦν ἀναπέμπει. ὁμώνυμόν τε γὰρ τὸ ὄν· κἂν
εἰ ὡς φύσιν δὲ μίαν σημαῖνον λαμβάνοιτο, οὐδὲ οὕτως ἂν δεικνύοιτο ἓν
εἶναι κατ' ἀριθμὸν τὸ ὄν. ἔτι συνάγεται μὲν ἐκ τοῦ λόγου τὸ παρὰ τὸ  
ὂν μηδὲν εἶναι, οὐ μὴν ἓν ἢ μὴ ὄν· τούτῳ δὲ ἀντιστρέφει οὐ τὸ τὸ ὂν
ἓν εἶναι ἀλλὰ τὸ τὸ ἓν ὂν εἶναι. ἱστορεῖ δὲ Παρμενίδου καὶ τὴν διττὴν
δόξαν, ὃς ἀναγκαζόμενος καὶ τοῖς φαινομένοις ἀκολουθεῖν ἓν μὲν κατὰ λό-
γον καὶ τὴν ἀλήθειαν ἔλεγε τὸ ὂν εἶναι, πλείω δὲ κατὰ τὴν αἴσθησιν·
καθ' ἣν δόξαν γενητὸν τὸν κόσμον καὶ δύο ἀρχὰς ὑπέθετο αὐτοῦ τε καὶ
τῶν οὕτως ὄντων, πῦρ τε καὶ γῆν, ὧν τὸ μὲν πῦρ ὂν τὴν δὲ γῆν μὴ ὂν

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria P. 798, l. 38

τὰ ὄντα ἐξ ἐναντίων, τῷ δὲ ἑνὶ ἢὅλως οὐδέν ἐστιν ἐναντίον ἤ,


εἴπερ ἄραἠναντίωταί τι αὐτῷ, τὸ πλῆθοςἂν εἴη ἐναντίον αὐτῷ καὶ
οὐ τὸ ἄνισον, ὡς οὗτοι λέγουσιν, οὐδὲ μὴν τὸ ἕτερον οὐδὲ πολλῷ μᾶλλον
τὸ ἄλλο. τὸ γὰρ ἕτερον τῷ ταὐτῷ ἐστιν ἐναντίον ἀλλ' οὐ τῷ ἑνί, καὶ τὸ
ἄλλο αὐτῷ. ἐπιστῆσαι δὲ χρὴ ἣν παραδίδωσι διαφορὰν ἑτέρου καὶ ἄλλου.
τὸ μὲν γὰρ ἕτερον ἀντικεῖσθαι λέγει τῷ ταὐτῷμετὰ τῆς τοῦ ταῦ προς-
θήκης τε καὶ προηγήσεως, τὸ δὲ ἄλλο τῷ αὐτῷχωρὶς τοῦ τῷ ἄρθρου
καὶ τῆς τοῦ ταῦ προσθήκης τε καὶ προηγήσεως. ὥστε οὕτω χρὴ τὴν τῶν
δύο τούτων συζυγιῶν ἐναντιότητα ἐκφωνεῖν· ἕτερον ταὐτό, ἄλλο αὐτό. οἱ
μὲν οὖν τῷ ἑνί, ὡς εἴρηται, τὸ πλῆθος ἀντιτιθέντες μᾶλλον ἔχονταί τινος
πιθανότητος ἤπερ οἱ τὸ ἄνισον ἢ τὸ ἕτερον, ἀλλ' οὐδὲ οὗτοι,φησίν,  
ἱκανῶςλέγουσιν· εἰ γάρ ἐστι τῷ πλήθει ἐναντίον τὸ ἕν, ἐστὶ δὲ τῷ
πλήθει ἐναντίον καὶ τὸ ὀλίγον, ἔσται τὸ ἓν ὀλίγον.ἀλλὰ μὴν ὥσπερ
ἐστὶν ἐλάχιστος τῶν ὑφημιολίων ἡ δυὰς καὶ τῶν ἐπιτρίτων ἡ τριάς, οὕτω
καὶ τὸ ἐλαχιστότατον καὶ ἔσχατον τοῦ ὀλίγου μέρος ἡ δυάς· ὥστε τὸ ἕν,
εἴπερ ἐστὶν ὀλίγον, ἔσται δυάς· ὅπερ ἀδύνατον. εἰπὼν δὲ ἔσται γὰρ τὸ
ἓν ὀλίγονἐπάγει πλῆθος μὲν γὰρ ὀλιγότητι, τὸ δὲ πολὺ τῷ ὀλίγῳ
ἀντίκειται,δυνάμει λέγων ὅτι τὸ πλῆθος οὐ τῷ ἑνὶ ἀλλὰ τῇ ὀλιγότητι
ἀντίκειται, ὥσπερ καὶ τὸ πολὺ τῷ ὀλίγῳ.

Alexander Phil., I Aristotelis topicorum libros octo commentaria (0732: 006)


“Alexandri Aphrodisiensis in Aristotelis topicorum libros octo commentaria”, Ed.
90

Wallies, M.Berlin: Reimer, 1891; Commentaria in Aristotelem Graeca 2.2.P. 214, l. 3

καὶ τὸν ἀπὸ τοῦ ποτὲ καὶ τὸν ἀπὸ τοῦ πού· ὡς γάρ, ὃ μᾶλλόν τινι
ὑπάρχει, καὶ ἁπλῶς ἐκείνῳ ὑπάρχει, οὕτως καὶ ὃ κατά τι ὑπάρχει τινὶ ἢ
ποτὲ ἢ πού, δοκεῖ καὶ ἁπλῶς ὑπάρχειν ἐκείνῳ. κατά τι γὰρ βλέπον τὸ
ζῷον καὶ ἁπλῶς βλέπει· ὁμοίως καὶ κατά τι ἀκοῦον καὶ κατά τι ὀσφραι-
νόμενον ἢ γευόμενον. ἀλλὰ καὶ ἕκαστον τῶν γενητῶν σωμάτων ποτὲ ὂν
καὶ ἁπλῶς ἐστιν· ἀλλὰ καὶ εἴ πού ἐστιν Ἱπποκένταυρος ἢ Σκύλλα, καὶ
ἁπλῶς ἂν εἴη· ἀλλὰ καὶ τὸ θέρους ὑγιαῖνον καὶ ἁπλῶς ὑγιαίνει, καὶ τὸ
ἐν Ἑλλάδι ὑγιαῖνον καὶ ἁπλῶς ὑγιαίνει, καὶ τὸ σῶμά που ὂν καὶ ἁπλῶς  
ἐστιν. ἐπὶ μὲν οὖν τῶν τοιούτων παραδειγμάτων συνᾴδουσιν οἱ τόποι, οὐ
μὴν ἐπὶ πάντων εἰσὶν ἀληθεῖς· διὸ χρὴ ὡς πιθανοῖς αὐτοῖς ἀλλ' οὐχ
ὡς ἰσχὺν ἔχουσι χρῆσθαι. ἡ δὲ πιθανότης αὐτῶν τῆς κατασκευῆς ἐστιν ᾗ
ἐχρήσατο αὐτός· εἰ γὰρ τὸ ὅλως, τοῦτ' ἔστιν ἁπλῶς ἀδύνατονὑπάρχειν
τινί, τοῦτο οὔτε κατά τι οὔτε ποτὲ οὔτε ποὺοἷόν τε ὑπάρχειν αὐτῷ,
εὔλογον δοκεῖ, ὃ κατά τι ἢ ποτὲ ἢ ποὺ ὑπάρχει τινί, τοῦτο καὶ ἁπλῶς
ὑπάρχειν. οὐ μὴν ἀληθὲς τοῦτο· οὐ γὰρ ἕπεται τῇ ἀντιστροφῇ τὸ
ἁπλῶς ὑπάρχειν, ἀλλὰ τὸ δύνασθαι ὑπάρχειν, ὅ ἐστιν ἀληθές· ὃ γὰρ
κατά τι ὑπάρχει τινί, δῆλον ὅτι καὶ δύναται ὑπάρχειν αὐτῷ· ὁμοίως καὶ
τὸ ποτὲ καὶ πού. ὥστε ἀληθὲς ἔσται τὸ κατά τι ὑπάρχον δύνασθαι
καὶ ἁπλῶς ὑπάρχειν. ὅτι γὰρ μὴ ἀληθὲς τὸ ἁπλῶς ὑπάρχειν, δῆλον καὶ
αὐτὸς ποιεῖ. ὅ τε γὰρ Αἰθίοψ πῂ λευκὸς ὤν (κατὰ γὰρ τοὺς ὀδόντας)
οὐκέτι καὶ ἁπλῶς ἐστι λευκός· ἁπλῶς γὰρ τοῦτο λέγεται, ὥς φησιν

Alexander Phil., De anima (0732: 010)“Alexandri Aphrodisiensis praeter


commentaria scripta minora”, Ed. Bruns, I.Berlin: Reimer, 1887; Commentaria in
Aristotelem Graeca, suppl. 2.1.P. 100, l. 1
τοῦτό τε καὶ τὸ ὁρμητικόν καὶ τὸ ὀρεκτικόν), τὸ δέ γε αἰσθητικὸν πάλιν
ἀρχὴ τῆς κριτικῆς. τοῦ γὰρ κριτικοῦ καὶ τὸ φανταστικόν, ἔτι δὲ τὸ βου-
λευτικόν τε καὶ θεωρητικόν. ἀλλὰ μὴν περὶ τὴν καρδίαν ἄμφω ἐκεῖνα
ὄντα ἐδείχθη. περὶ ταύτην ἄρα καὶ αἱ λοιπαὶ τῆς ψυχῆς δυνάμεις. περὶ
καρδίαν ἄρα τὸ τῆς ψυχῆς τῆς ἐν τοῖς ζῴοις τὸ ἡγεμονικόν. ἔστι δὲ ἐν
ἑκατέρᾳ δυνάμει, τῇ τε κριτικῇ καὶ τῇ πρακτικῇ, τὸ μὲν ὑπηρετικόν, τὸ
δὲ ἡγεμονικόν. αἵ τε γὰρ κρίσεις ὑπηρεσίας ὀργανικῆς δέονται (τοιαῦτα
γὰρ τὰ αἰσθητήρια), αἵ τε πράξεις καὶ αὐταὶ δι' ὀργάνων ἐπιτελοῦνται.
χεῖρες γὰρ καὶ πόδες πρὸς τὰς πράξεις ὄργανα φανερώτατα. τὰ δὲ λεγό-
μενα πρὸς δεῖξιν τοῦ τὸ ἡγεμονικὸν περὶ κεφαλήν τε καὶ ἐγκέφαλον εἶναι  
τὰ μέν ἐστι κενά, ὅσα δὲ ἔχεταί τινος πιθανότητος, τούτοις ἡ συμπάθεια
τῶν ἐν τῷ τοῦ ζῴου σώματι μορίων αἰτία τῆς πλάνης. πάντα γὰρ τὰ
μόρια ἀλλήλοις ἐστὶν ἐν τῷ σώματι συμπαθῆ, εἴπερ πᾶν ὄργανον καλῶς
ἡρμοσμένον. διὰ γὰρ τὴν τοιαύτην συμπάθειαν ψηλαφωμένων τέ τινων
περὶ τὸν ἐγκέφαλον γίνεταί τινα περὶ τὸν ἄνθρωπον πάθη καὶ νοσούντων
μὲν τῶν περὶ τὴν κεφαλὴν παραφροσύναι γίνονται, θεραπευομένων δὲ ἀπο-
καταστάσεις, ὥσπερ καὶ ἄλλων μορίων θεραπευομένων ἄλλα ὑγιάζεται οὐδὲν
ἐκείνοις ἐοικότα. ἀλλ' οὐδὲ αἱ τῶν μορίων

Alexander Phil., Ἀπορίαι καὶ λύσεις [Sp.] (0732: 012)“Alexandri Aphrodisiensis


praeter commentaria scripta minora”, Ed. Bruns, I.Berlin: Reimer, 1892;
Commentaria in Aristotelem Graeca, suppl. 2.2.P. 101, l. 14
91

Ὅτι μὴ ἄπειρον τὸ ὄν.

 Ὁ λόγος δεικνύναι θέλων ἄπειρον τὸ ὂν διὰ τοῦ τὸν ὑποτεθέντα εἶναι


ἐν τῷ τοῦ κόσμου πέρατι ἤτοι ἐκτενεῖν ἐπέκεινα τοῦ κόσμου τὴν χεῖρα,
ἢ δι'ὁτιδὴ κωλυθήσεσθαι, ἀμφοτέρως δὲ ἔσεσθαί τι ἐκτὸς τοῦ κόσμου
(ἢ γὰρ τὸ κωλῦον ἐκτός ἐστιν, ἢ ἐν ᾧ ἔσται τὸ ἐκτεινόμενον), τὴν πιθα-
νότητα ἔχει παρὰ τῆς φαντασίας τε καὶ αἰσθήσεως, ὥσπερ καὶ ὁ λέγων
πᾶν τὸ πεπερασμένον πέρατι περαίνειν· ἀμφοτέρων γὰρ ἡ πιθανότης ἀπὸ
τῆς αἰσθήσεως. τῷ γὰρ ἡμᾶς διὰ τὸ ἀφαντάστους εἶναι τοῦ ἀντικειμένου
τοῖς ἐρωτωμένοις μηδὲν αὐτοῖς ἐξ αἰσθήσεως ἔχειν παρασχέσθαι τούτοις
ἀντιμαρτυρούμενον ἡ τῷ λόγῳ πιθανότης. οὔτε γάρ τινι περιπεπτώκαμεν
τοιούτῳ πεπερασμένῳ, οὗ μηδέν ἐστιν ἐπέκεινα (τοιαῦτα γὰρ πάντα τὰ ὡς
μέρη πεπερασμένα, ὧν ἐσμεν αἰσθανόμενοι μόνων), οὔτε προσπίπτει ἡμῖν
τοιοῦτον, οὗ μηδὲ ἐκτὸς εἶναι δυνήσεται· ἁπάντων γὰρ ὧν αἰσθανόμεθα
ἐκτός τι ὄν. διὸ δεῖ τοὺς ἐνισταμένους τοῖς τοιούτοις τῶν λόγων [ἢ] μὴ παρὰ
τῶν αἰσθήσεων πειρᾶσθαι τὴν μαρτυρίαν φέρειν,

Alexander Phil., Ἀπορίαι καὶ λύσεις [Sp.] P. 101, l. 15

Ὅτι μὴ ἄπειρον τὸ ὄν.

 Ὁ λόγος δεικνύναι θέλων ἄπειρον τὸ ὂν διὰ τοῦ τὸν ὑποτεθέντα εἶναι


ἐν τῷ τοῦ κόσμου πέρατι ἤτοι ἐκτενεῖν ἐπέκεινα τοῦ κόσμου τὴν χεῖρα,
ἢ δι'ὁτιδὴ κωλυθήσεσθαι, ἀμφοτέρως δὲ ἔσεσθαί τι ἐκτὸς τοῦ κόσμου
(ἢ γὰρ τὸ κωλῦον ἐκτός ἐστιν, ἢ ἐν ᾧ ἔσται τὸ ἐκτεινόμενον), τὴν πιθα-
νότητα ἔχει παρὰ τῆς φαντασίας τε καὶ αἰσθήσεως, ὥσπερ καὶ ὁ λέγων
πᾶν τὸ πεπερασμένον πέρατι περαίνειν· ἀμφοτέρων γὰρ ἡ πιθανότης ἀπὸ
τῆς αἰσθήσεως. τῷ γὰρ ἡμᾶς διὰ τὸ ἀφαντάστους εἶναι τοῦ ἀντικειμένου
τοῖς ἐρωτωμένοις μηδὲν αὐτοῖς ἐξ αἰσθήσεως ἔχειν παρασχέσθαι τούτοις
ἀντιμαρτυρούμενον ἡ τῷ λόγῳ πιθανότης. οὔτε γάρ τινι περιπεπτώκαμεν
τοιούτῳ πεπερασμένῳ, οὗ μηδέν ἐστιν ἐπέκεινα (τοιαῦτα γὰρ πάντα τὰ ὡς
μέρη πεπερασμένα, ὧν ἐσμεν αἰσθανόμενοι μόνων), οὔτε προσπίπτει ἡμῖν
τοιοῦτον, οὗ μηδὲ ἐκτὸς εἶναι δυνήσεται· ἁπάντων γὰρ ὧν αἰσθανόμεθα
ἐκτός τι ὄν. διὸ δεῖ τοὺς ἐνισταμένους τοῖς τοιούτοις τῶν λόγων [ἢ] μὴ παρὰ
τῶν αἰσθήσεων πειρᾶσθαι τὴν μαρτυρίαν φέρειν, ὧν ἐκτός ἐστι τὰ ζητού-
μενα, ἀλλ' ἀπὸ τῆς οὐσίας τῶν πραγμάτων πειρᾶσθαι φέρειν τὰς ἐνστάσεις,

Alexander Phil., Ἀπορίαι καὶ λύσεις [Sp.] P. 101, l. 18

Ὅτι μὴ ἄπειρον τὸ ὄν.


92

 Ὁ λόγος δεικνύναι θέλων ἄπειρον τὸ ὂν διὰ τοῦ τὸν ὑποτεθέντα εἶναι


ἐν τῷ τοῦ κόσμου πέρατι ἤτοι ἐκτενεῖν ἐπέκεινα τοῦ κόσμου τὴν χεῖρα,
ἢ δι'ὁτιδὴ κωλυθήσεσθαι, ἀμφοτέρως δὲ ἔσεσθαί τι ἐκτὸς τοῦ κόσμου
(ἢ γὰρ τὸ κωλῦον ἐκτός ἐστιν, ἢ ἐν ᾧ ἔσται τὸ ἐκτεινόμενον), τὴν πιθα-
νότητα ἔχει παρὰ τῆς φαντασίας τε καὶ αἰσθήσεως, ὥσπερ καὶ ὁ λέγων
πᾶν τὸ πεπερασμένον πέρατι περαίνειν· ἀμφοτέρων γὰρ ἡ πιθανότης ἀπὸ
τῆς αἰσθήσεως. τῷ γὰρ ἡμᾶς διὰ τὸ ἀφαντάστους εἶναι τοῦ ἀντικειμένου
τοῖς ἐρωτωμένοις μηδὲν αὐτοῖς ἐξ αἰσθήσεως ἔχειν παρασχέσθαι τούτοις
ἀντιμαρτυρούμενον ἡ τῷ λόγῳ πιθανότης. οὔτε γάρ τινι περιπεπτώκαμεν
τοιούτῳ πεπερασμένῳ, οὗ μηδέν ἐστιν ἐπέκεινα (τοιαῦτα γὰρ πάντα τὰ ὡς
μέρη πεπερασμένα, ὧν ἐσμεν αἰσθανόμενοι μόνων), οὔτε προσπίπτει ἡμῖν
τοιοῦτον, οὗ μηδὲ ἐκτὸς εἶναι δυνήσεται· ἁπάντων γὰρ ὧν αἰσθανόμεθα
ἐκτός τι ὄν. διὸ δεῖ τοὺς ἐνισταμένους τοῖς τοιούτοις τῶν λόγων [ἢ] μὴ παρὰ
τῶν αἰσθήσεων πειρᾶσθαι τὴν μαρτυρίαν φέρειν, ὧν ἐκτός ἐστι τὰ ζητού-
μενα, ἀλλ' ἀπὸ τῆς οὐσίας τῶν πραγμάτων πειρᾶσθαι φέρειν τὰς ἐνστάσεις,
προσλαβόντας ἐν αὑτοῖς ἐναργὲς ὂν τὸ μὴ δύνασθαι πάντα τὰ αὐτὰ ὑπάρ-
χειν τῷ τε μορίῳ καὶ τῷ ὅλῳ, καὶ τῷ παντὶ καὶ ἑκάστῳ τῶν μερῶν αὐ-
τοῦ. διὸ μηδὲ δεῖν ζητεῖν τὰς ἀπὸ τῶν αἰσθήσεων μαρτυρίας περὶ τῶν

Alexander Phil., Ἀπορίαι καὶ λύσεις [Sp.] P. 105, l. 5

περαίνειν οὐ τῶν ἐν τῇ οὐσίᾳ τοῦ πεπερασμένου περιεχομένων λαμβάνοιεν


ἄν τι, ἀλλά τι συμβεβηκὸς τούτοις, οἷς τοῦ παντὸς μέρεσιν ὑπάρχει τὸ
πεπεράνθαι. τούτοις γὰρ ὑπάρχοντος τοῦ παρ' ἄλλο ὁρᾶσθαι, οὐ διὰ τὸ
πεπεράνθαι, ἀλλὰ διὰ τὸ μέρεσιν τοῦ παντὸς εἶναι, ἀξιοῖ τοῦτο μεταφέρειν
καὶ ἐπὶ τὸ ὡς πᾶν πεπερασμένον, μόνοις τοῖς ὡς μέρεσι πεπερασμένοις
τούτου παρακολουθεῖν δυναμένου, οὐχ ᾗ πεπερασμένα, ἀλλ' ᾗ μέρη. καὶ  
γὰρ εἰ μὲν τὸ πεπερασμένον τῇ αὑτοῦ φύσει τὸπεπεράνθαι ἔχει, τὸ δὲ πρός
τι περαίνειν [ἐν] τῇ πρὸς ἄλλο σχέσει τοιοῦτον, οὐκ ἂν εἴη τὸ πεπερασμένον
ἐν τῷ περαίνειν πρός τι ὂν ἐκτὸς αὐτοῦ. χρὴ γὰρ τὸν εἰσάγοντα διὰ τῶν
λόγων φύσιν οὕτως ἄτοπον καὶ τοῖς οὖσί τε καὶ γινομένοις μαχομένην, ὡς
ἐδείξαμεν, οὐκ ἐκ βραχείας πιθανότητος ποιεῖσθαι τὴν κατασκευήν τε καὶ
τὴν πίστιν αὐτῆς, οὐδὲ ἀπὸ συμβεβηκότος τινός τισι τῶν πεπερασμένων
τὴν φύσιν τοῦ πεπερασμένου λαμβάνοντος. οὔτε γὰρ ἕπεται τοῦτο ἐπὶ τῷ
λέγοντι τὸ πᾶν εἶναι πεπερασμένον, οὔτε ἐκ τῆς αἰσθήσεως ἔχουσί τι περὶ
αὐτοῦ τοιοῦτο λέγειν, ἥ τε ἀπὸ τῶν ὑπὸ τὴν αἴσθησιν πεπερασμένων
παράθεσις οὐχ ὁμοία, εἴ γε ταῦτα μὲν ὁμολογεῖται πρὸς τῷ πεπεράνθαι
[τὸ] καὶ μέρη τοῦ παντὸς εἶναι, τὸ δὲ πᾶν οὐκέθ' οἷόν τε μέρος τινός.
ὅτι δὲ μὴ ἐπὶ πάντων τῇ αἰσθήσει χρηστέον, αὐτοὶ πρὸς οὓς ὁ λόγος
δεικνύασιν, ἄτομά γέ τινα μεγέθη τιθέμενοι ἐκπίπτοντα τὴν αἰσθητὴν φύσιν
καὶ κενόν τι εἶναι λέγοντες καὶ ἀμερῆ τινα καὶ ἀσώματα καὶ κινήσεις καὶ
χρόνους εἰσαγόμενοι.

Alexander Phil., Ἀπορίαι καὶ λύσεις [Sp.] P. 106, l. 35


93

πλειόνων καὶ ὅτι μηδὲ σῶμά τι οἷόν τε ἄπειρον εἶναι· οὐδὲ γὰρ τὰ ἁπλᾶ
σώματα οἷόν τε πλείω εἶναι τῶν πέντε σωμάτων, τεσσάρων μὲν τῶν ἐν-
ύλων, πέμπτου δὲ τοῦ θείου σώματος καὶ κυκλοφορητικοῦ, οὔτε τι τούτων
ἄπειρον εἶναι. δέδεικται δὲ καὶ ὅτι, τῶν ἁπλῶν ὄντων πεπερασμένων καὶ
τὸν ἀριθμὸν καὶ τὸ μέγεθος, ἀνάγκη καὶ τὰ ἐκ τῆς τούτων συνθέσεώς τε
καὶ μίξεως καὶ κράσεως τὸ εἶναι ἔχοντα εἶναι καὶ αὐτὰ πεπερασμένα. δέ-
δεικται δὲ ὅτι μηδὲ πλείους οἷόν τε κόσμους εἶναι, ἀλλ' ἀνάγκη πᾶσαν τὴν
τῶν σωμάτων φύσιν εἶναι ἐν τῷ κόσμῳ. ὧν οὕτως ἐχόντων οὐδὲν ἂν εἴη
τοῦδε κόσμου, ὃ καὶ πᾶν ἐστιν, ἐκτός, οὔτ' ἄλλου σώματος παρὰ ταῦτα
εἶναι, οὔτε κενοῦ τινος διαστήματος ὄντος ἔξω τῆς διαστάσεως τῶν σωμά-
των, ἃ πάντα ἀναιρεῖν ἄτοπον βραχείᾳ τινὶ ἐνδόντας πιθανότητι, ἀλλὰ χρὴ
τοὺς θαρροῦντας πρὸς τοὺς ἐξετάζοντας, εἰ ὁ γενόμενος ἐν τῷ πέρατι τοῦ
παντὸς ἐκτείνει τὴν χεῖρα ἢ κωλυθήσεται, λέγειν ἀποκρινομένους, ὅτι οὐκ
ἐκτενεῖ, ἀλλὰ κωλυθήσεται, κωλυθήσεταιδὲ οὐχ ὡς αὐτοὶ λέγουσιν, ὑπό
τινος ἀντιβαίνοντος ἐκτὸς περικειμένου τῷ παντὶ, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ὑπὸ  
τοῦ μηδὲν εἶναι. πῶς γὰρ ἄν τις εἰς τὸ μηδὲν ἐκτείναι τι, ἢ πῶς ἂν ἐν
τῷ μηδὲ ὅλως ὄντι γένοιτο; τὴν ἀρχὴν γὰρ οὐδ' ἂν ὁρμήν τι λάβοι
εἰς τὸ ἐκτείνειν τι τῶν αὑτοῦ μερῶν ἐν τῷ μηδενί· τοιαύτη γὰρ ἡ τοῦ μὴ
ὄντος φύσις.

Alexander Phil., De fato (0732: 014)“Alexandri Aphrodisiensis praeter commentaria


scripta minora”, Ed. Bruns, I.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem
Graeca, suppl. 2.2.P. 196, l. 21

εὐδαιμονίαν τοῦ κόσμου, καθάπερ οὐδὲ τὴν τοῦ οἴκου καὶ τὴν τοῦ δεσπότου
ἡ τυχοῦσα τῶν οἰκετῶν ῥᾳδιουργία.
 Ἃ δὲ ἀποροῦσιν πρὸς τὸ εἶναι τοιοῦτον τὸ ἐφ' ἡμῖν, ὁποῖον ἡ
κοινὴ πρόληψις τῶν ἀνθρώπων πεπίστευκεν, ἀπορεῖν μὲν οὐκ ἄλογον,
τὸ δὲ τοῖς ἀπορουμένοις ἐποχουμένους ὡς ὁμολογουμένοις ἀναιρεῖν μέν,
ἃ οὕτως ἐναργῆ, σκιαγραφίαν δέ τινα καὶ παιδιὰν ἀποφαίνειν τὸν τῶν
ἀνθρώπων βίον καὶ συναγωνίζεσθαι τοῖς ἀπορουμένοις καθ' αὑτῶν,
πῶς οὐ παντάπασιν ἄλογον; οὐδὲ γὰρ τῷ μὴ δυναμένῳ λύειν τινὰ τῶν
Ζήνωνος λόγων τῶν κατὰ τῆς κινήσεως ἤδη κίνησιν ἀναιρετέον. ἱκα-
νωτέρα γὰρ ἡ τοῦ πράγματος ἐνάργεια πρὸς συγκατάθεσιν πάσης τῆς
διὰ λόγων ἀναιρούσης αὐτὸ πιθανότητος. οὐ χεῖρον δὲ ἴσως καὶ ἡμᾶς
τῶν ἀπορουμένων ὑπ' αὐτῶν, οἷς μάλιστα θαρροῦσιν, ταῦτα προχειρισαμέ-
νους ἐξετάσαι, πῶς ἔχει. ἴσως γὰρ οὐδὲ ἄγαν φανεῖται εἰς αὐτά. ἔστι δή
τι τῶν ἀπορουμένων ὑπ' αὐτῶν καὶ τοιοῦτον. ‘εἰ, φασίν, ταῦτά ἐστιν ἐφ'
ἡμῖν, ὧν καὶ τὰ ἀντικείμενα δυνάμεθα, καὶ ἐπὶ τοῖς τοιούτοις οἵ τε ἔπαι-
νοι καὶ οἱ ψόγοι, προτροπαί τε καὶ ἀποτροπαί, κολάσεις τε καὶ τιμαί, οὐκ
ἔσται τὸ φρονίμοις εἶναι καὶ τὰς ἀρετὰς ἔχειν ἐπὶ τοῖς ἔχουσιν, ὅτι μηκέτ'
εἰσὶν τῶν ἀντικειμένων κακιῶν ταῖς ἀρεταῖς δεκτικοί, ὁμοίως δὲ οὐδὲ αἱ
κακίαι ἐπὶ τοῖς κακοῖς· οὐδὲ γὰρ ἐπὶ τούτοις τὸ μηκέτ' εἶναι κακοῖς· ἀλλὰ  
μὴν ἄτοπον τὸ μὴ λέγειν τὰς ἀρετὰς καὶ τὰς κακίας ἐφ' ἡμῖν μηδὲ τοὺς
ἐπαίνους καὶ τοὺς ψόγους ἐπὶ τούτων γίνεσθαι· οὐκ ἄρα τὸ ἐφ' ἡμῖν τοι

Ποσειδώνιος. Frag.(1052: 001)“Posidonios. Die Fragmente, vol. 1”, Ed. Theiler,


W.Berlin: De Gruyter, 1982.Fragment 13, l. 209
94

ἐκ πάντων δὴ τούτων φησὶ δείκνυσθαι, διότι ἡ οἰκουμένη κύκλῳ περιρ-


ρεῖται τῷ ὠκεανῷ·
  οὐ γάρ μιν δεσμὸς περιβάλλεται ἠπείροιο,
  ἀλλ' ἐς ἀπειρεσίην κέχυται· τό μιν οὔτι μιαίνει.
 Θαυμαστὸς δὴ κατὰ πάντα ἐστὶν ὁ Ποσειδώνιος, τὸν μὲν τοῦ μάγου
περίπλουν, ὃν Ἡρακλείδης εἶπεν, ἀμάρτυρον νομίσας, καὶ αὐτῶν τῶν  
ὑπὸ Δαρείου πεμφθέντων, ὃν Ἡρόδοτος ἱστορεῖ, τὸ δὲ Βεργαῖον διήγημα
τοῦτο ἐν πίστεως μέρει τιθείς, εἴθ' ὑπ' αὐτοῦ πεπλασμένον, εἴτ' ἄλλων
πλασάντων πιστευθέν.
 Τίς γὰρ ἡ πιθανότης πρῶτον μὲν τῆς κατὰ τὸν Ἰνδὸν περιπετείας;
ὁ γὰρ Ἀράβιος κόλπος ποταμοῦ δίκην στενός ἐστι καὶ μακρὸς ἐπὶ μυρίους
που σταδίους μέχρι τοῦ στόματος, καὶ τούτου στενοῦ παντάπασιν ὄντος.
οὐκ εἰκὸς δ' οὔτ' ἔξω που τὸν πλοῦν ἔχοντας εἰς τὸν κόλπον παρωσθῆναι
τοὺς Ἰνδοὺς κατὰ πλάνην (τὰ γὰρ στενὰ ἀπὸ τοῦ στόματος δηλώσειν
ἔμελλε τὴν πλάνην), οὔτ' εἰς τὸν κόλπον ἐπίτηδες καταχθεῖσιν ἔτι πλάνης
ἦν πρόφασις καὶ ἀνέμων ἀστάτων. λιμῷ τε πῶς περιεῖδον ἅπαντας ἀπολ-
λυμένους σφᾶς πλὴν ἑνός; περιγενόμενός τε πῶς ἱκανὸς ἦν μόνος κατευ-
θύνειν τὸ πλοῖον οὐ μικρὸν ὂν τά γε τηλικαῦτα πελάγη διαίρειν δυνάμενον;
τίς δ' ἡ ὀξυμάθεια τῆς διαλέκτου, ἀφ' ἧς ἱκανὸς ἦν πεῖσαι τὸν βασιλέα,
ὡς δυνάμενος τοῦ πλοῦ καθηγήσασθαι; τίς δ' ἡ σπάνις τῷ Εὐεργέτῃ τῶν

Ποσειδώνιος. Frag.Fragment 44a, l. 1

πλησιάσαν τοὺς μὲν τῶν ἐνόντων ἀποβαλεῖν, τοὺς δ' εἰς Λιπάραν μόλις
σῶσαι, τοτὲ μὲν ἔκφρονας γινομένους ὁμοίως τοῖς ἐπιληπτικοῖς, τοτὲ δ'
ἀνατρέχοντας εἰς τοὺς οἰκείους λογισμούς· πολλαῖς δ' ἡμέραις ὕστερον
ὁρᾶσθαι πηλὸν ἐπανθοῦντα τῇ θαλάττῃ, πολλαχοῦ δὲ καὶ φλόγας ἐκπι-
πτούσας καὶ καπνοὺς καὶ λιγνύας, ὕστερον δὲ παγῆναι καὶ γενέσθαι τοῖς
μυλίταις λίθοις ἐοικότα τὸν πάγον· τὸν δὲ τῆς Σικελίας στρατηγόν, Τίτον
Φλαμινῖνον, δηλῶσαι τῇ συγκλήτῳ, τὴν δὲ πέμψασαν ἐκθύσασθαι ἔν
τε τῷ νησιδίῳ καὶ ἐν Λιπάραις τοῖς τε καταχθονίοις θεοῖς καὶ τοῖς
θαλαττίοις.
Strabo 7, 2,1 – 3
 1Περὶ δὲ Κίμβρων τὰ μὲν οὐκ εὖ λέγεται, τὰ δ' ἔχει ἀπιθανότητας
οὐ μετρίας. οὔτε γὰρ τὴν τοιαύτην αἰτίαν τοῦ πλάνητας γενέσθαι καὶ
λῃστρικοὺς ἀποδέξαιτ' ἄν τις, ὅτι χερρόνησον οἰκοῦντες μεγάλῃ πλημ-
μυρίδι ἐξελαθεῖεν ἐκ τῶν τόπων· ⌈καὶ γὰρ νῦν ἔχουσι τὴν χώραν ἣν
εἶχον πρότερον, καὶ ἔπεμψαν τῷ Σεβαστῷ δῶρον τὸν ἱερώτατον παρ'
αὐτοῖς λέβητα, αἰτούμενοι φιλίαν καὶ ἀμνηστίαν τῶν ὑπηργμένων, τυ-
χόντες δὲ ὧν ἠξίουν ἀπῆραν· γελοῖον δὲ τῷ φυσικῷ καὶ αἰωνίῳ πάθει
δὶς ἑκάστης ἡμέρας συμβαίνοντι προσοργισθέντας ἀπελθεῖν ἐκ τοῦ τόπου.
ἔοικε δὲ πλάσματι τὸ συμβῆναί ποτε ὑπερβάλλουσαν πλημμυρίδα· ἐπιτά-
σεις μὲν γὰρ καὶ ἀνέσεις δέχεται, τεταγμένας δὲ καὶ περιοδιζούσας, ὁ
ὠκεανὸς ἐν τοῖς τοιούτοις πάθεσιν.⌉ οὐκ εὖ δ' οὐδὲ ὁ φήσας ὅπλα αἴρεσθαι

Ποσειδώνιος. Frag.Fragment 66, l. 18

φησὶ τὰ μὲν ἀνατολικὰ ὑγρὰ εἶναι, τὸν γὰρ ἥλιον ἀνίσχοντα ταχὺ παραλ-
λάττειν, τὰ δ' ἑσπέρια ξηρά, ἐκεῖ γὰρ καταστρέφειν. ὑγρὰ γὰρ καὶ ξηρά,
95

τὰ μὲν παρ' ὑδάτων ἀφθονίαν ἢ σπάνιν λέγεται, τὰ δὲ παρὰ τὴν τῶν


ἡλίων· βούλεται δὲ λέγειν τὰ παρὰ τοὺς ἡλίους· ταῦτα δὲ πάντες ἀρκτι-
κοῖς καὶ μεσημβρινοῖς κλίμασιν ἀφορίζουσι· καὶ μὴν ἀνατολικά τε καὶ
δυσμικά, τὰ μὲν πρὸς τὰς οἰκήσεις λεγόμενα, καθ' ἑκάστην τὴν οἴκησιν
καὶ τὴν μετάπτωσιν τῶν ὁριζόντων ἄλλα καὶ ἄλλα ἐστίν, ὥστ' οὐδ' ἔνεστι
καθολικῶς εἰπεῖν ἐπὶ τῶν ἀπεριλήπτων τὸ πλῆθος, ὅτι τὰ μὲν ἀνατολικὰ
ὑγρά, τὰ δὲ δυσμικὰ ξηρά. ὡς δὲ λέγεται πρὸς τὴν οἰκουμένην ὅλην καὶ
τὰς ἐσχατιὰς τὰς τοιαύτας, οἵα καὶ ἡ Ἰνδικὴ καὶ ἡ Ἰβηρία, λέγοι ἄν,
εἰ ἄρα, τὴν τοιαύτην ἀπόφασιν. τίς οὖν ἡ πιθανότης τῆς αἰτιολογίας; ἐν
γὰρ περιφορᾷ συνεχεῖ τε καὶ ἀδιαλείπτῳ τοῦ ἡλίου τίς ἂν εἴη καταστροφή;
τό τε τάχος τῆς παραλλαγῆς πανταχοῦ ἴσον. ἄλλως τε παρὰ τὴν ἐνάρ-
γειάν ἐστι, τὰ ἔσχατα τῆς Ἰβηρίας ἢ τῆς Μαυρουσίας τὰ πρὸς δύσιν
ξηρὰ λέγειν ἁπάντων μάλιστα· καὶ γὰρ τὸ περιέχον εὔκρατον ἔχει καὶ
πλείστων ὑδάτων εὐπορεῖ. εἰ δὲ τὸ καταστρέφειν τοιοῦτον εἴληπται, ὅτι
ἐνταῦθα κατὰτὰ ὕστατα τῆς οἰκουμένης ὑπὲρ γῆς γίνεται, τί τοῦτο
συντείνει πρὸς ξηρασίαν; καὶ γὰρ ἐνταῦθα καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις τόποις τῆς
οἰκουμένης τοῖς ταὐτοκλινέσι τὸν ἴσον διαλιπὼν χρόνον τὸν τῆς νυκτὸς
ἐπάνεισι πάλιν καὶ θερμαίνει τὴν γῆν.

Ποσειδώνιος. Frag.Fragment 221, l. 10

Diodor 37,12 12. Ὅτι συντελουμένων κατὰ τύχην ἀγώνων καὶ τοῦ θεάτρου πεπλη-
ρωμένου τῶν ἐπὶ τὴν θέαν κατηντηκότων Ῥωμαίων, κωμῳδὸν ἐπὶ τῆς
σκηνῆς ἀγανακτοῦντα κατέσφαξαν ἐν τῷ θεάτρῳ, φήσαντες οὐκ ἀκολού-
θως αὐτὸν ὑποκρίνασθαι τῇ περιστάσει. τῆς δὲ πανηγυρικῆς θέας εἰς
πολεμικὴν σκυθρωπότητα καὶ φόβων ὑπερβολὴν ἐκτραπείσης, ἡ τύχη
σατυρικὸν τῷ καιρῷ τούτῳ πρόσωπον ἐπεισήγαγεν. ἦν γάρ τις Λατῖνος
ὄνομα μὲν Σαυνίων, γελωτοποιὸς δὲ καὶ χάριτας ὑπερβαλλούσας ἔχων
εἰς ἱλαρότητα· οὐ γὰρ μόνον ἐν τοῖς λόγοις ἐκίνει γέλωτας, ἀλλὰ καὶ κατὰ
τὴν σιωπὴν καὶ ποιὰν σώματος ἐπιστροφὴν ἅπαντας ἐποίει τοὺς θεω-
μένους μειδιᾶν, φυσικῆς τινος ἐπιτρεχούσης πιθανότητος. διὸ καὶ παρὰ
Ῥωμαίοις μεγάλης ἀποδοχῆς ἐν τοῖς θεάτροις ἐπηξιοῦτο· οἱ δὲ Πικεν-
τῖνοι τὴν ἀπόλαυσιν καὶ τέρψιν ταύτην τῶν Ῥωμαίων ἀφελέσθαι βουλό-
μενοι τοῦτον διέγνωσαν ἀποκτεῖναι. ὁ δὲ προαισθόμενος τὸ μέλλον τελεῖ-
σθαι προῆλθεν ἐπὶ τὴν σκηνὴν καὶ τῆς τοῦ κωμῳδοῦ σφαγῆς ἄρτι γεγε-
νημένης, Ἄνδρες, εἶπε, θεαταί, καλλιεροῦμεν· ἐπ' ἀγαθῷ δ' εἴη συν-
τετελεσμένον τὸ κακόν· οὐ γάρ εἰμι Ῥωμαῖος, ἀλλ' ὅμοιος ὑμῶν ὑπὸ
ῥάβδοις τεταγμένος περινοστῶ τὴν Ἰταλίαν καὶ χάριτας ἐμπορευόμενος
ἡδονὰς καὶ γέλωτας θηρῶμαι. διὸ φείσασθε τῆς κοινῆς ἁπάντων χελι-
δόνος, ᾗ τὸ θεῖον ἔδωκεν ἐν ταῖς ἁπάντων οἰκίαις ἐννεοττεύειν ἀκινδύνως·  
οὐ γὰρ δίκαιον ὑμᾶς πολλὰ κλάειν.

Ποσειδώνιος. Frag.Fragment 221, l. 21

Ῥωμαίοις μεγάλης ἀποδοχῆς ἐν τοῖς θεάτροις ἐπηξιοῦτο· οἱ δὲ Πικεν-


τῖνοι τὴν ἀπόλαυσιν καὶ τέρψιν ταύτην τῶν Ῥωμαίων ἀφελέσθαι βουλό-
μενοι τοῦτον διέγνωσαν ἀποκτεῖναι. ὁ δὲ προαισθόμενος τὸ μέλλον τελεῖ-
96

σθαι προῆλθεν ἐπὶ τὴν σκηνὴν καὶ τῆς τοῦ κωμῳδοῦ σφαγῆς ἄρτι γεγε-
νημένης, Ἄνδρες, εἶπε, θεαταί, καλλιεροῦμεν· ἐπ' ἀγαθῷ δ' εἴη συν-
τετελεσμένον τὸ κακόν· οὐ γάρ εἰμι Ῥωμαῖος, ἀλλ' ὅμοιος ὑμῶν ὑπὸ
ῥάβδοις τεταγμένος περινοστῶ τὴν Ἰταλίαν καὶ χάριτας ἐμπορευόμενος
ἡδονὰς καὶ γέλωτας θηρῶμαι. διὸ φείσασθε τῆς κοινῆς ἁπάντων χελι-
δόνος, ᾗ τὸ θεῖον ἔδωκεν ἐν ταῖς ἁπάντων οἰκίαις ἐννεοττεύειν ἀκινδύνως·  
οὐ γὰρ δίκαιον ὑμᾶς πολλὰ κλάειν. οὐκ ὀλίγα δὲ καὶ ἄλλα πρὸς διάχυσιν
καὶ γέλωτα διελθὼν καὶ τῇ πιθανότητι καὶ χάριτι τῆς ὁμιλίας τὸ πικρὸν
τῆς τιμωρίας παραιτησάμενος, ἀπελύθη τῶν κινδύνων.

Ποσειδώνιος. Frag.Fragment 416, l. 60

μήτε ἀκούσαντα πρὸς αὐτῶν τῶν πραγμάτων ἐξαπατηθῇ. τίς γὰρ ἀνάγκη
τοὺς παῖδας ὑπὸ μὲν τῆς ἡδονῆς ὡς ἀγαθοῦ δελεάζεσθαι μηδεμίαν οἰκεί-
ωσιν ἔχοντας πρὸς αὐτήν, ἀποστρέφεσθαι δὲ καὶ φεύγειν τὸν πόνον, εἴπερ
μὴ καὶ πρὸς τοῦτον ἠλλοτρίωνται φύσει; τίς δὲ ἀνάγκη πρὸς μὲν τοὺς
ἐπαίνους καὶ τὰς τιμὰς ἵεσθαι τε καὶ χαίρειν αὐτοῖς, ἄχθεσθαι δὲ καὶ  
φεύγειν τούς τε ψόγους καὶ τὰς ἀτιμίας, εἴπερ μὴ καὶ πρὸς ταῦτα φύσει
τινὰ ἔχουσιν οἰκείωσίν τε καὶ ἀλλοτρίωσιν;⌉ εἰ γὰρ μὴ ταῖς φωναῖς, ἀλλὰ
τῇ γε δυνάμει τῶν λεγομένων ὁμολογεῖν ἔοικεν ὁ Χρύσιππος, ὡς ἔστιν
οἰκείωσίς τέ τις ἡμῖν καὶ ἀλλοτρίωσις φύσει πρὸς ἕκαστον τῶν εἰρημένων.
ἐπειδὰν γὰρ λέγῃ τὰς περὶ ἀγαθῶν καὶ κακῶν ἐγγίνεσθαι τοῖς φαύλοις
διαστροφὰς διά τε τὴν πιθανότητα τῶν φαντασιῶν καὶ τὴν κατήχησιν,
ἐρωτητέον αὐτὸν τὴν αἰτίαν, διὰ ἣν ἡδονὴ μὲν ὡς ἀγαθόν, ἀλγηδὼν δὲ
ὡς κακὸν πιθανὴν προβάλλουσι φαντασίαν· οὕτω δὲ καὶ διὰ τί τὴν μὲν
νίκην τὴν ἐν Ὀλυμπιάσι καὶ τὴν τῶν ἀνδριάντων ἀνάθεσιν ἐπαινούμενά
τε καὶ μακαριζόμενα πρὸς τῶν πολλῶν ἀκούοντες ὡς ἀγαθά, περὶ δὲ τῆς
ἥττης τε καὶ τῆς ἀτιμίας ὡς κακῶν ἑτοίμως πειθόμεθα. καὶ γὰρ καὶ
ταῦθ' ὁ Ποσειδώνιος μέμφεται καὶ δεικνύναι πειρᾶται πασῶν τῶν ψευδῶν
ὑπολήψεων τὰς αἰτίας, ἐν μὲν τῷ θεωρητικῷ σκέμματι γινομένων διὰ
τῆς τῶν ὄντων οὐχ ἱκανῆς ἐμπειρίας, ἐν δὲ τῷ πρακτικῷδιὰ τῆς παθη-
τικῆς ὁλκῆς, προηγεῖσθαι δὲ αὐτῆς τὰς ψευδεῖς δόξας ἀσθενήσαντος περὶ
τὴν κρίσιν τοῦ λογιστικοῦ· γεννᾶσθαι γὰρ τῷ ζῴῳ τὴν ὁρμὴν ἐνίοτε μὲν

Ποσειδώνιος. Frag.(1052: 003)“FGrH #87”.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,87,F, frag 31, l. 2

τε πολὺν σωρὸν ἀναχωροῦν τὸ κῦμα μετὰ τῶν νεκρῶν


κατέλιπε. καὶ οἱ περὶ τὸν Σαρπηδόνα ἀκούσαντες τὴν
συμφορὰν ἐπελθόντες τοῖς μὲν τῶν πολεμίων σώμασιν
ἐφήσθησαν, ἰχθύων δὲ ἀφθονίαν ἀπηνέγκαντο καὶ ἔθυ-
σαν Ποσειδῶνι τροπαίωι πρὸς τοῖς προαστείοις τῆς
πόλεως.»
 PLUT. max. c. princ. 1 p. 777 A: καὶ Σκιπίων μετεπέμψατο
Παναίτιον, ὅτ' αὐτὸν ἡ σύγκλητος ἐξέπεμψεν ‘ἀνθρώπων ὕβριν τε καὶ
εὐνομίην ὑφορώμενον (Od. ρ 487)‘, ὥς φησι Ποσειδώνιος.
 STRABON VII 2, 1 – 3: περὶ δὲ Κίμβρων τὰ μὲν οὐκ εὖ
λέγεται, τὰ δ' ἔχει πιθανότητας οὐ μετρίας. οὔτε γὰρ τὴν τοιαύτην αἰτίαν
(F 28 § 19) τοῦ πλάνητας γενέσθαι καὶ ληιστρικοὺς ἀποδέξαιτ' ἄν τις, ὅτι
97

χερρόνησον οἰκοῦντες μεγάληι πλημμυρίδι ἐξελασθεῖεν ἐκ τῶν τόπων·


καὶ γὰρ νῦν ἔχουσι τὴν χώραν, ἣν εἶχον πρότερον, καὶ ἔπεμψαν τῶι Σεβαστῶι δῶρον
τὸν ἱερώτατον παρ' αὐτοῖς λέβητα, αἰτούμενοι φιλίαν καὶ ἀμνηστίαν τῶν ὑπηργμένων
(τυχόντες δὲ ὧν ἠξίουν ἀπῆραν). γελοῖον δὲ τῶι φυσικῶι καὶ αἰωνίωι πάθει, δὶς
ἑκάστης ἡμέρας συμβαίνοντι, προσοργισθέντας ἀπελθεῖν ἐκ τοῦ τόπου. ἔοικε δὲ
πλάσματι τὸ συμβῆναί ποτε ὑπερβάλλουσαν πλημμυρίδα· ἐπιτάσεις μὲν γὰρ καὶ
ἀνέσεις δέχεται τεταγμένας δὲ καὶ περιοδιζούσας ὁ ὠκεανὸς ἐν τοῖς τοιούτοις
πάθεσιν.

Ποσειδώνιος. Frag.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,87,F, fragment 80, l. 18

ἀκρίδα ἐπιπολάζειν. ἔτι φησὶ τὰ μὲν ἀνατολικὰ ὑγρὰ εἶναι (τὸν γὰρ
ἥλιον ἀνίσχοντα ταχὺ παραλλάττειν), τὰ δ' ἑσπέρια ξηρά (ἐκεῖ γὰρ κατα-
στρέφειν). ὑγρὰ γὰρ καὶ ξηρὰ τὰ μὲν παρ' ὑδάτων ἀφθονίαν ἢ σπάνιν λέγεται,
τὰ δὲ παρὰ τὴν τῶν ἡλίων· βούλεται δὲ λέγειν τὰ παρὰ τοὺς ἡλίους. ταῦτα δὲ
πάντες ἀρκτικοῖς καὶ μεσημβρινοῖς κλίμασι ἀφορίζουσι. καὶ μὴν ἀνατολικά τε καὶ
δυσμικά, τὰ μὲν πρὸς τὰς οἰκήσεις λεγόμενα, καθ' ἑκάστην τὴν οἴκησιν καὶ τὴν μετά-
πτωσιν τῶν ὁριζόντων ἄλλα καὶ ἄλλα ἐστίν, ὥστ' οὐδ' ἔνεστι καθολικῶς εἰπεῖν ἐπὶ
τῶν ἀπεριλήπτων τὸ πλῆθος, ὅτι τὰ μὲν ἀνατολικὰ ὑγρά, τὰ δὲ δυσμικὰ ξηρά. ὡς
δὲ λέγεται πρὸς τὴν οἰκουμένην ὅλην καὶ τὰς ἐσχατιὰς τὰς τοιαύτας, οἵα καὶ ἡ
Ἰνδικὴ καὶ ἡ Ἰβηρία, λέγοι ἄν, εἰ ἄρα, τὴν τοιαύτην ἀπόφασιν. τίς οὖν ἡ πιθανό-
της τῆς αἰτιολογίας; ἐν γὰρ περιφορᾶι συνεχεῖ τε καὶ ἀδιαλείπτωι τοῦ ἡλίου τίς ἂν
εἴη καταστροφή; τό τε τάχος τῆς παραλλαγῆς πανταχοῦ ἴσον. ἄλλως τε παρὰ τὴν
ἐνάργειάν ἐστι τὰ ἔσχατα τῆς Ἰβηρίας ἢ τῆς Μαυρουσίας τὰ πρὸς δύσιν ξηρὰ λέγειν
ἁπάντων μάλιστα· καὶ γὰρ τὸ περιέχον εὔκρατον ἔχει καὶ πλείστων ὑδάτων εὐπορεῖ.
εἰ δὲ τὸ καταστρέφειν τοιοῦτον εἴληπται, ὅτι ἐνταῦθα κατὰτὰ ὕστατα τῆς οἰκου-
μένης ὑπὲρ γῆς γίνεται, τί τοῦτο συντείνει πρὸς ξηρασίαν; καὶ γὰρ ἐνταῦθα καὶ ἐν
τοῖς ἄλλοις τόποις τῆς οἰκουμένης τοῖς ταὐτοκλινέσι, τὸν ἴσον διαλιπὼν χρόνον τὸν
τῆς νυκτός, ἐπάνεισι πάλιν καὶ θερμαίνει τὴν γῆν.
 STOBAE. Ecl. I 38 (DoxogG383 b 8): Ποσειδώνιος
ὑπὸ μὲν τῆς σελήνης κινεῖσθαι τοὺς ἀνέμους, ὑπὸ δὲ τούτων τὰ πελάγη,
ἐν οἷς τὰ προειρημένα γίγνεσθαι πάθη (sc. πλημμύρας καὶ ἀμπώτεις).

Pseudo-Dioscorides Med., De iis, quae virus ejaculantur, animalibus libellus, in


quo et de rabioso cane (= Theriaca) (1118: 002)“Pedanii Dioscoridis Anazarbei,
vol. 2”, Ed. Sprengel, K.eipzig: Knobloch, 1830; Medicorum Graecorum opera quae
exstant (ed. C.G. Kühn), vol. 26.2.Sec. Pr, l. 34

ἀπαντᾷν τὸ κακὸν πέφυκεν, εἰ μὴ παραχρῆμα προ-


ληφθείη τοῖς βοηθήμασιν, ἀνόνητος ἡ εἰςαῦθις ἐπικουρία,
τῆς φθοροποιοῦ δυνάμεως καταδραξαμένης τῶν σωμάτων.
Διόπερ, οὐχ ὅπως ἔτυχε καὶ τὴν ἐν τούτοις ποιητέον ἐντρέ-
χειαν, ἵνα, ὅπερ ἐν τοῖς ἄλλοις, τοῦτο καὶ ἐνταῦθα ἡ
τέχνη παρέχῃ τοῖς ἀνθρώποις τὴν σωτηρίαν. Παρὰ μὲν οὖν
τοῖς ἀρχαίοις τοῦ θεραπευτικοῦ μέρους ὑπελαμβάνετο οὗτος
ὁ τρόπος· οἱ δὲ νεώτεροι αὐτὸν ἐχώρισαν, προφυλακὴν καὶ
προφυλακτικὸν ὀνομάζοντες· τοῦ δὲ ὑγιεινοῦ καὶ τοῦ θερα-
πευτικοῦ μέσον τάξαντες, μικρᾷ καὶ παντάπασιν ἐπιπολαίῳ
πλανηθέντες πιθανότητι. Φασὶ γὰρ γίνεσθαι τρεῖς καταστά-
98

σεις τοῖς ἀνθρωπίνοις σώμασι· μίαν μὲν, καθ' ἣν ὑγιαίνου-


σι· ἑτέραν δὲ, καθ' ἣν νοσοῦσι· τρίτην δὲ μέσην ἑκατέρων,  
καθ' ἣν δοκοῦσι μὲν ὑγιαίνειν, εὐεμπτώτως δὲ εἰς τὰ πάθη
καὶ τοὺς κινδύνους ἔχουσι, διά τινα φθοροποιὸν ἐγκειμένην
τοῖς σώμασι δύναμιν· ὡς ἐπὶ τῶν ὑπὸ κυνὸς λυσσῶντος δεδηγμέ-
νων θεωρεῖται, καὶ μήπω περιπεπτωκότων ὑδροφόβῳ· καὶ
τῶν κανθαρίδας εἰληφότων, μήπω δὲ περιωδυνομένων ἢ δυςου-
ρούντων. Ἀναλόγως οὖν ταύταις ταῖς τρισὶ καταστάσεσιν
εἰς τρία διῃρῆσθαι (φασὶ) τὴν τέχνην· εἴς τε τὸ ὑγιεινὸν,
ὃ δὴ τηρητικόν ἐστι τῆς ὑγείας, καὶ εἰς τὸ προφυλακτικὸν,

Anonymi Historici (FGrH), Anonymi ex historiis Polybii (1139: 003)


“FGrH #83”.Vol.-Jacobyʹ-T+F 2a,83,F, fragment 1, l. 8

 POLYB. XV 34, 1: ἐγὼ δὲ οὐκ ἀγνοῶ μὲν τὰς τερατείας καὶ


διασκευάς, αἷς κέχρηνται πρὸς ἔκπληξιν τῶν ἀκουόντων ἔνιοι τῶν γεγρα-
φότων τὰς πράξεις ταύτας (sc. τὰ περὶ τὸν Ἀγαθοκλέα καὶ τὴν Ἀγα-
θόκλειαν καὶ τοὺς τούτων συγγενεῖς), πλείω τὸν ἐπιμετροῦντα λόγον δια-
τιθέμενοι τοῦ συνέχοντος τὰ πράγματα καὶ κυρίου, (2) τινὲς μὲν ἐπὶ
τὴν τύχην ἀναφέροντες τὰ γεγονότα καὶ τιθέντες ὑπὸ τὴν ὄψιν τὸ
ταύτης ἀβέβαιον καὶ δυσφύλακτον, οἱ δὲ τὸ παράδοξον τῶν συμβεβηκότων
ὑπὸ λόγον ἄγοντες, πειρώμενοι τοῖς γεγονόσιν αἰτίας καὶ πιθανότητας
ὑποτάττειν.
 POLYB. VIII 10: ὅτι Φίλιππος παραγενόμενος εἰς τὴν Μεσσήνην
ἔφθειρε τὴν χώραν δυσμενικῶς ....... (3) προήχθην δὲ καὶ νῦν καὶ διὰ
τῆς προτέρας βύβλου σαφέστερον ἐξηγήσασθαι περὶ τούτων οὐ μόνον διὰ
τὰς πρότερον ἡμῖν εἰρημένας αἰτίας, ἀλλὰ καὶ διὰ τὸ τῶν συγγραφέων τοὺς
μὲν ὅλως παραλελοιπέναι τὰ κατὰ τοὺς Μεσσηνίους, (4) τοὺς δὲ καθόλου
διὰ τὴν πρὸς τοὺς μονάρχους εὔνοιαν ἢ τἀναντία φόβον οὐχ οἷον ἐν
ἁμαρτίαι γεγονέναι τὴν εἰς τοὺς Μεσσηνίους ἀσέβειαν Φιλίππου καὶ παρα-
νομίαν, ἀλλὰ τοὐναντίον ἐν ἐπαίνωι καὶ κατορθώματι τὰ πεπραγμένα
διασαφεῖν ἡμῖν.

Ariston Phil., Frag.(1192: 001)Lykon und Ariston von Keos”, Ed. Wehrli, F.
Basel: Schwabe, 1968; Die Schule des Aristoteles, vol. 6, 2nd edn..
Fragment 14,7, l. 4
σμικρίζοντα τοὺς ἀπαντῶντας ἢ τοὺς ὧν ἄν τις μνημονεύσῃ, κἂν ὦσι τῶν μεγάλων
εἶναι δοκούντων, μετὰ διασυρμοῦ καὶ μόλις που βραχείας ἀποκρίσεως ὑπεροχὴν  
ἰδίαν ἐμφαινούσης, ἄλλου δ' οὐδενὸς ἀριθ̣μ̣ὸν ἐμποιούση̣[σ̣]· οἷον ὁ Ἀριστοφάνης
(Nub. 362)
  ὅ̣[τ]ι̣ βρενθύ[ει τ]' ἐν [τ]αῖσιν ὁδοῖς καὶ τὠ[φ]θαλμὼ παραβάλλεις
ἐκω[μῴ]δει.
[ὁ] δ' εἴρων ὡς ἐπὶ τὸ [πλ]εῖστον ἀλαζόνος εἶδος ...
 ib. col. XXII: ... δ]ιανοεῖ ...ο̣ς [...ον̣, ἀλ]λὰ καὶ τἀναν̣[τί]α
μᾶλλον, ὥστ' ἐπαινεῖν ὃν ψέγε[ι, τ]α̣πεινοῦν δὲ καὶ ψέγειν ἑαυτ̣[ό]ν τε καὶ τοὺς
οἷός ἐστιν εἰωθ[έ]να̣ι̣ πρὸς ὁνδήποτε χρόνον με̣τὰ παρεμφάσεως ὧν βούλεται·
99

συνεπινοεῖται δ' αὐ̣τῷ κα[ὶ̣] δειν[ό]της ἐν τῷ [πλ]ά̣σ̣μα[τ̣ι] καὶ πιθανότης· ἔς[τι]ν


δὲ τ[οι]οῦτος οἷος τὰ πολ[λὰ] μωκᾶ̣[ς]θαι καὶ μορφάζειν κ̣αὶ μειδ[ι]ᾶν καὶ ὑπ-
ανίστας[θ]α̣ί τισιν̣ ἐπιστᾶσιν ἄφνῳ μ̣[ε]τ' ἀναπ[η]δήσεως καὶ ἀποκαλύψεω[ς]·
καὶ μέχρι πολλ[ο̣ῦ συ̣]νὼν ἐ[ν]ίοις σιωπᾶν· κἂν ἐπαινῇ τι̣ς αὐτὸν ἢ κελεύη[ι] τι
λέγει[ν] ἢ μνημονευθήσεσθαι φῶσι[ν̣] αὐτόν, ἐπιφωνεῖν· “ἐγὼ γὰρ οἶδα τί πλ[ήν γε]
τούτου ὅτι [οὐ]δὲν οἶδα;” καὶ “τίς γὰρ [ἡ]μῶν λ[ό]γος;” καὶ “εἰ δή τις ἡμ[ῶ̣]ν̣
ἔστα[ι μ]νεία”· καὶ πολὺσ̣ [εἶ]ναι τ[ῷ]· “μακάριοι τ̣[ῆ]ς φύ̣σεως ε̣ἰ δ[ή] τινες” ἢ
“τῆς δυνάμεως” ἢ “τ[ῆς] τύχης”. καὶ μὴ ψιλῶς ὀνομάζειν, ἀλλὰ “Φαῖδρος ὁ
καλός”, καὶ “Λυσίας ὁ σοφός”, καὶ ῥήματ' ἀ[μ̣]φίβολα τιθέναι, “χρ[ηστόν]” “ἡδύν”
“ἀφελῆ” “γενναῖον” “ἀν[δρεῖον”·

Χρύσιππος. Frag.logica et physica Fragment 536, l. 5

κενὸν δὲ τοῦτό φασι διάστημα, ὃ οἷόντε ὂν σῶμα δέξασθαι μὴ δέ-


δεκται, τῶν δὲ πρός τι ἀναγκαῖον, εἰ θάτερον ἔστι, καὶ θάτερον εἶναι,
εἰ ἔστι τὸ οἷόν τε δέξασθαι, εἴη ἂν καὶ τὸ δεχθῆναι δυνάμενον ἢ
ἐνδέχεται εἶναι· σῶμα δὲ οὔτε αὐτοὶ λέγουσιν οὔτε ἔστιν ἄπειρον, ὃ
οἷόν τέ ἐστι δεχθῆναι ὑπὸ τοῦ ἀπείρου κενοῦ· οὐδ' ἄρα τὸ οἷόν τε
δέξασθαι ἔστιν αὐτό.
 Alexander Aphrod. Quaest. III 12 p. 101, 10 Bruns. ὁ λόγος
ὁδεικνύναι θέλων ἄπειρον τὸ ὂν διὰ τοῦ τὸν ὑποτεθέντα εἶναι ἐν τῷ
τοῦ κόσμου πέρατι ἤτοι ἐκτενεῖν ἐπέκεινα τοῦ κόσμου τὴν χεῖρα ἢ δι' ὁτιδὴ
κωλυθήσεσθαι, ἀμφοτέρως δὲ ἔσεσθαί τι ἐκτὸς τοῦ κόσμου· ἢ γὰρ τὸ κωλῦον
ἐκτός ἐστιν, ἢ ἐν ᾧ ἔσται τὸ ἐκτεινόμενον, τὴν πιθανότητα ἔχει παρὰ τῆς
φαντασίας τε καὶ αἰσθήσεως, ὥσπερ καὶ ὁ λέγων πᾶν τὸ πεπερασμένον παρά
τι περαίνειν.

Χρύσιππος. Frag.logica et physica Fragment 900, l. 4

πης πάθη ἐνταυθοῖ που εὐφυῶς γίγνεται, οὐδενὸς ἄλλου συμ-


πάσχοντος οὐδὲ συναλγοῦντος τόπου. ἀλγηδόνων γάρ τινων
κατὰ ταῦτα γιγνομένων σφοδρῶν, ἕτερος μὲν οὐδεὶς ἐμφαίνει
τόπος τὰ πάθη ταῦτα, ὁ δὲ περὶ τὴν καρδίαν μάλιστα.”
  –  – ἀλλὰ τοῦτο μὲν καὶ παρ' αὐτῶν ὁμολογούμενον λαμβάνεται
τῶν Στωϊκῶν. οὐ μόνον γὰρ Χρύσιππος, ἀλλὰ καὶ Κλεάνθης καὶ Ζήνων
ἑτοίμως αὐτὰ τιθέασιν.
 Galenus de Hipp. et Plat. plac. III 7 (126) p. 302 M.8 Χρύ-
σιππος ἐν τῇ μετὰ τὰς προγεγραμμένας ῥήσεις λέξει προχείρως πάλιν
ἐξ ἑνὸς ἄρχεσθαι μορίου τὰς δυνάμεις ἀμφοτέρας λαμβάνει, μηδὲ μίαν
ἀπόδειξιν ἢ παραμυθίαν ἢ πιθανότητα τῷ λόγῳ προστιθείς, ὡς ἐξ αὐ-
τῆς φανερὸν ἔσται τῆς λέξεως αὐτοῦ, τόνδε τὸν τρόπον ἐχούσης·
 “Ἀτόπως οὖν αὐτὸ κατὰ ταῦτ...θησόμενον, ἐάν τε μὴ
φῶσι τὴν λύπην καὶ τὴν ἀγωνίαν ἀλγηδόνας εἶναι, ἐάν τε ἀλ-
γηδόνας ἐν ἄλλῳ γίνεσθαι τόπῳ ἢ τῷ ἡγεμονικῷ· τὰ δὲ αὐτὰ
καὶ ἐπὶ τῆς χαρᾶς καὶ ἐπὶ τοῦ θάρσους ἐροῦμεν, ἅπερ ἐμφαί-
νει περὶ τὴν καρδίαν γινόμενα. ὃν τρόπον γάρ, ὅταν τὸν
πόδα πονῶμεν ἢ τὴν κεφαλήν, περὶ τούτους τοὺς τόπους ὁ
100

πόνος γίνεται, οὕτως συναισθανόμεθα καὶ τῆς κατὰ τὴν λύπην


ἀλγηδόνος περὶ τὸν θώρακα γινομένης, οὔτε τῆς λύπης οὐκ
οὔσης ἀλγηδόνος, οὔτε ἐν ἑτέρῳ τινὶ τόπῳ ἢ τῷ ἡγεμονικῷ

Χρύσιππος. Frag.logica et physica Fragment 988, l. 35

νης φύσεως ποσῶς ἐστιν ἐν τοῖς ζῴοις, ἐπὶ πλέον δὲ ἢ ἐπὶ τὸ ἔλαττον, ὥστε
ἐγγύς που εἶναι, ἵν' οὕτως εἴπω, τοῦ λογικοῦ τὸ ἐν τοῖς ἰχνευταῖς κυσὶν
ἔργον καὶ ἐν τοῖς πολεμικοῖς ἵπποις. τὸ μὲν οὖν ὑποπεσεῖν τόδε τι τῶν
ἔξωθεν φαντασίαν ἡμῖν κινοῦν τοιάνδε ἢ τοιάνδε, ὁμολογουμένως οὐκ ἔστι
τῶν ἐφ' ἡμῖν· τὸ δὲ κρῖναι οὑτωσὶ χρήσασθαι τῷ γενομένῳ ἢ ἑτέρως οὐκ
ἄλλου τινὸς ἔργον ἢ τοῦ ἐν ἡμῖν λόγου ἐστίν, ἤτοι παρὰ τὰς ἀφορμὰς ἐνερ-
γοῦντος [ἡμᾶς πρὸς] τὰς ἐπὶ τὸ καλὸν προ[ς]καλουμένας καὶ τὸ καθῆκον
[ὁρμάς] ἢ ἐπὶ τὸ ἐναντίον ἐκτρέποντος. Εἰ δέ τις αὐτὸ τὸ ἔξωθεν λέγει
εἶναι τοιόνδε, ὥστε ἀδυνάτως ἔχειν ἀντιβλέψαι αὐτῷ τοιῷδε γενομένῳ, οὗτος
ἐπιστησάτω τοῖς ἰδίοις πάθεσι καὶ κινήμασιν, εἰ μὴ εὐδόκησις γίνεται καὶ
συγκατάθεσις καὶ ῥοπὴ τοῦ ἡγεμονικοῦ ἐπὶ τόδε τι διὰ τάσδε τὰς πιθανότη-
τας. οὐ γάρ, φέρ' εἰπεῖν, ἡ γυνὴ τῷ κρίναντι ἐγκρατεύεσθαι καὶ ἀνέχειν
ἑαυτὸν ἀπὸ μίξεων ἐπιφανεῖσα καὶ προκαλεσαμένη ἐπὶ τὸ ποιῆσαί τι παρὰ
πρόθεσιν αὐτοτελὴς αἰτία γίνεται τοῦ τὴν πρόθεσιν ἀθετῆσαι. πάντως γὰρ
εὐδοκήσας τῷ γαργαλισμῷ καὶ τῷ λείῳ τῆς ἡδονῆς, ἀντιβλέψαι αὐτῷ μὴ βε-
βουλημένος μηδὲ τὸ κεκριμένον κυρῶσαι, πράττει τὸ ἀκόλαστον. ὁ δέ τις
ἔμπαλιν, τῶν αὐτῶν συμβεβηκότων αὐτῷ πλείονα μαθήματα ἀνειληφότι καὶ
ἠσκηκότι, οἱ μὲν γαργαλισμοὶ καὶ οἱ ἐρεθισμοὶ συμβαίνουσιν· ὁ λόγος δὲ
ἅτε ἐπὶ πλεῖον ἰσχυροποιηθεὶς καὶ τραφεὶς τῇ μελέτῃ καὶ βεβαιωθεὶς τοῖς
δόγμασι πρὸς τὸ καλὸν ἢ ἐγγύς γε τοῦ βεβαιωθῆναι γεγενημένος, ἀνακρούει
τοὺς ἐρεθισμοὺς καὶ ὑπεκλύει τὴν ἐπιθυμίαν.

Χρύσιππος. Frag.logica et physica Fragment 1181, l. 19

μορίου νοσοῦντος· ἀρετὴ δ' ἄνευ κακίας οὐκ ἔχει γένεσιν, ἀλλ' ὥσπερ
ἐνίαις τῶν ἰατρικῶν δυνάμεων ἰὸς ὄφεως καὶ χολὴ ὑαίνης ἀναγκαῖόν
ἐστιν, οὕτως ἐπιτηδειότης ἑτέρα τῇ Μελήτου μοχθηρίᾳ πρὸς τὴν Σω-
κράτους δικαιοσύνην, καὶ τῇ Κλέωνος ἀναγωγίᾳ πρὸς τὴν Περικλέους
καλοκἀγαθίαν· πῶς δ' ἂν εὗρεν ὁ Ζεὺς τὸν Ἡρακλέα φῦσαι καὶ τὸν
Λυκοῦργον, εἰ μὴ καὶ Σαρδανάπαλον ἡμῖν ἔφυσε καὶ Φάλαριν;  –  –  
Τί γὰρ διαφέρουσι τῶν ταῦτα ληρούντων καὶ φλυαρούντων οἱ λέγον-
τες “μὴ ἀχρήστως γεγονέναι πρὸς τὴν ἐγκράτειαν τὴν ἀκο-
λασίαν, καὶ πρὸς τὴν δικαιοσύνην τὴν ἀδικίαν;”
 idem de comm. not. cp. 14 p. 1065d.8 Ἢ βούλει τὸ ἥδιστον αὐ-
τοῦ τῆς γλαφυρίας καὶ πιθανότητος ἱστορῆσαι· “Ὥσπερ γὰρ αἱ κω-
μῳδίαι, φησίν, ἐπιγράμματα γελοῖα φέρουσιν, ἃ καθ' αὑτὰ
μέν ἐστι φαῦλα, τῷ δὲ ὅλῳ ποιήματι χάριν τινὰ προστίθησιν·
οὕτω ψέξειας ἂν αὐτὴν ἐφ' ἑαυτῆς τὴν κακίαν· τοῖς δ' ἄλλοις
οὐκ ἄχρηστός ἐστι.”
 ibidem cp. 16 p. 1066d. Λα.  –  – ἐπιθυμῶ γὰρ πυθέσθαι, τίνα
δὴ τρόπον οἱ ἄνδρες (Stoici) τὰ κακὰ τῶν ἀγαθῶν, καὶ τὴν κακίαν  
τῆς ἀρετῆς προεισάγουσιν. Διαδ.  –  – πολὺς μὲν ὁ ψελλισμὸς αὐ-
101

τῶν, τέλος δὲ τὴν μὲν φρόνησιν ἐπιστήμην ἀγαθῶν καὶ κα-


κῶν οὖσαν, ἀναιρεθέντων τῶν κακῶνκαὶ παντάπασιν
ἀναιρεῖσθαι λέγουσιν·

Χρύσιππος. Frag.moralia (1264: 002)“Stoicorum veterum fragmenta, vol. 3”, Ed.


von Arnim, J.Leipzig: Teubner, 1903, Rep1968.Fragment 228, l. 2

 Plutarchus de Stoic. repugn. cp. 13 p. 1038e. Ἔτι τὸ μὲν


λέγειν αὐτὸν ἐν τῷ περὶ τοῦ Διὸς“αὔξεσθαι τὰς ἀρετὰς καὶ δια-
βαίνειν” ἀφίημι, μὴ δόξω τῶν ὀνομάτων ἐπιλαμβάνεσθαι, καίτοι πι-
κρῶς ἐν τῷ γένει τούτῳ καὶ Πλάτωνα καὶ τοὺς ἄλλους τοῦ Χρυσίπ-
που δάκνοντος.  
 Philo de Moyse lib. III Vol. II Mang. p. 162. οὕτως ἔχει καὶ
ἐπὶ τῶν ἀρετῶν· ἑκάστῃ γὰρ συμβέβηκεν εἶναι καὶ ἀρχὴν καὶ τέλος, ἀρχὴν
μὲν ὅτι οὐκ ἐξ ἑτέρας δυνάμεως, ἀλλ' ἐξ ἑαυτῆς φύεται· τέλος δὲ ὅτι πρὸς
αὐτὴν ὁ κατὰ φύσιν βίος σπεύδει.
 Diog. Laërt. VII 89. διαστρέφεσθαι δὲ τὸ λογικὸν ζῷον
ποτὲ μὲν διὰ τὰς τῶν ἔξωθεν πραγμάτων πιθανότητας, ποτὲ δὲ διὰ τὴν
κατήχησιν τῶν συνόντων, ἐπεὶ ἡ φύσις ἀφορμὰς δίδωσιν ἀδιαστρόφους.
 Chalcidius ad Timaeum cp. 165. Dicunt porro non spontanea
esse delicta, ideo quod omnis anima particeps divinitatis naturali adpetitu
bonum quidem semper expetit, errat tamen aliquando in iudicio bonorum
et malorum. namque alii nostrum summum bonum voluptatem putant,
divitias alii, plerique gloriam et omnia magis quam ipsum verum bonum.
Est erroris causa multiplex. Prima quam Stoici duplicem peer-
sionem vocant. haec autem nascitur tam ex rebus ipsisquam ex
divulgatione famae. Quippe mox natis exque materno viscere deci

Χρύσιππος. Frag.moralia Fragment 229a, l. 35

γενήσεσθαι τοῦ χρόνου προϊόντος. ἀλλ' οὐκ ἐτόλμησε τοῦτό γε καταψεύσα-


σθαι τῶν φαινομένων, ἀλλὰ κἂν ὑπὸ φιλοσόφῳ τρέφηται μόνῳ καὶ
μηδὲν μήτε θεάσηται μήτ' ἀκούσῃ πώποτε παράδειγμα κακίας,  
ὅμως οὐκ ἐξ ἀνάγκης αὐτὰ φιλοσοφήσειν. διττὴν γὰρ εἶναι τῆς
διαστροφῆς τὴν αἰτίαν, ἑτέραν μὲν ἐκ κατηχήσεως τῶν πολλῶν
ἀνθρώπων ἐγγιγνομένην, ἑτέραν δ' ἐξ αὐτῆς τῶν πραγμάτων τῆς
φύσεως.  –  –  – εἰ γὰρ μὴ ταῖς φωναῖς, ἀλλὰ τῇ γε δυνάμει τῶν λεγο-
μένων ὁμολογεῖν ἔοικεν ὁ Χρύσιππος, ὡς ἔστιν οἰκείωσίς τέ τις ἡμῖν καὶ
ἀλλοτρίωσις φύσει πρὸς ἕκαστον τῶν εἰρημένων (sc. πρὸς ἡδονὴν καὶ πό-
νον, τιμὴν καὶ ἀτιμίαν). ἐπειδὰν γὰρ λέγῃ, τὰς περὶ ἀγαθῶν καὶ κα-
κῶν ἐγγίνεσθαι τοῖς φαύλοις διαστροφὰς διά τε τὴν πιθανότητα
τῶν φαντασιῶν καὶ τὴν κατήχησιν, ἐρωτητέον αὐτὸν τὴν αἰτίαν, δι'
ἣν ἡδονὴ μὲν ὡς ἀγαθόν, ἀλγηδὼν δ' ὡς κακὸν πιθανὴν προβάλλουσι φαν-
τασίαν· οὕτως δὲ καὶ διὰ τί τὴν μὲν νίκην τὴν ἐν Ὀλυμπίασιν καὶ
τὴν τῶν ἀνδριάντων ἀνάθεσιν ἐπαινούμενά τε καὶ μακαριζόμενα
πρὸς τῶν πολλῶν ἀκούοντες ὡς ἀγαθά, περὶ δὲ τῆς ἥττης τε καὶ
τῆς ἀτιμίας ὡς κακῶν ἑτοίμως πειθόμεθα.  –  –  –  –  – ἐν δὲ
(167) τῷ παρόντι πρὸς τοὺς περὶ τὸν Χρύσιππον ὁ λόγος ἐνέστηκέ μοι,
102

μήτ' ἄλλο γιγνώσκοντας τῶν κατὰ τὰ πάθη, μήθ' ὡς αἱ τοῦ σώματος κράσεις
οἰκείας ἑαυταῖς ἐργάζονται τὰς παθητικὰς κινήσεις. De eadem re paullo
infra: ὁ δὲ Χρύσιππος οὐ μόνον αὐτὸς οὐδὲν ἱκνούμενον εἶπεν,

Χρύσιππος. Frag.moralia Fragment 313, l. 6

opinione essent. Quo quid dici potest stultius? Quare quum et bonum
et malum natura iudiceturet ea sint principia naturae: certe ho-
nesta quoque et turpiasimili ratione diiudicanda et ad naturam
referenda sunt.
 Plutarchus de Stoic. repugn. cp. 15 p. 1040a. Ἐν δὲ τοῖς
πρὸς αὐτὸν Πλάτωνα περὶ Δικαιοσύνηςεὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἐνάλ-
λεται τῷ περὶ θεῶν λόγῳ καί φησιν “οὔτ' ὀρθῶς ἀποτρέπειν τῷ
ἀπὸ τῶν θεῶν φόβῳ τῆς ἀδικίας τὸν Κέφαλον, εὐδιάβλητόν τ'
εἶναι καὶ πρὸς τοὐναντίον ἐξάγειν πολλοὺς περισπασμοὺς
καὶ πιθανότητας ἀντιπιπτούσας τὸν περὶ τῶν ὑπὸ τοῦ θεοῦ
κολάσεων λόγον, ὡς οὐδὲν διαφέροντα τῆς Ἀκκοῦς καὶ τῆς
Ἀλφιτοῦς, δι' ὧν τὰ παιδάρια τοῦ κακοσχολεῖν αἱ γυναῖκες
ἀνείργουσιν.” Οὕτω δὲ διασύρας τὰ τοῦ Πλάτωνος, ἐπαινεῖ πάλιν
ἐν ἄλλοιςκαὶ προφέρεται τὰ τοῦ Εὐριπίδου ταυτὶ πολλάκις·
(Nauck ftrag. p. 679) ἀλλ' ἔστι, κεἴ τις ἐγγελᾷ λόγῳ,
 Ζεὺς καὶ θεοὶ βρότεια λεύσσοντες πάθη.
 Marcianus libro I institut. (Vol. I p. 11, 25 Mommsen) sed
et philosophus summae Stoicae sapientiae Chrysippussic incipit
libroquem fecit 8περὶ νόμου: ὁ νόμος πάντων ἐστὶ βασιλεὺς
θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων πραγμάτων· δεῖ δὲ αὐτὸν προστά

Cleanthes Phil., Testimonia et Frag.(1269: 002)


“Stoicorum veterum fragmenta, vol. 1”, Ed. von Arnim, J.
Leipzig: Teubner, 1905, Rep1968.
Fragment 489, l. 6

longi canalis angustias tractum, patentiore novissimo exitu effudit; sic


sensus nostros clariores carminis arta necessitas efficit.
  Clemens Alex. Strom. VIII 9, 26 p. 930 P. λεκτὰ γὰρ τὰ
κατηγορήματα καλοῦσι Κλεάνθης καὶ Ἀρχέδημος.
 Arrianus Epict. Diss. II 19, 1 –  – 4. ὁ κυριεύων λόγος ἀπὸ
τοιούτων τινῶν ἀφορμῶν ἠρωτῆσθαι φαίνεται· κοινῆς γὰρ οὔσης μά-
χης τοῖς τρισὶ τούτοις πρὸς ἄλληλα, τῷ [τὸ] “πᾶν παρεληλυθὸς ἀληθὲς
ἀναγκαῖον εἶναι,” καὶ τῷ “δυνατῷ ἀδύνατον μὴ ἀκολουθεῖν,” καὶ τῷ
“[μὴ] δυνατὸν εἶναι ὃ οὔτ' ἔστιν ἀληθὲς οὔτ' ἔσται·” συνιδὼν τὴν
μάχην ταύτην ὁ Διόδωρος τῇ τῶν πρώτων δυοῖν πιθανότητι συνεχρή-
σατο πρὸς παράστασιν τοῦ “μηδὲν εἶναι δυνατὸν ὃ οὔτ' ἔστιν ἀληθὲς
οὔτ' ἔσται.” λοιπὸν ὁ μέν τις ταῦτα τηρήσει τῶν δυοῖν ὅτι “ἔστι
103

τέ τι δυνατόν, ὃ οὔτ' ἔστιν ἀληθὲς οὔτ' ἔσται·” καὶ “δυνατῷ ἀδύνα-


τον οὐκ ἀκολουθεῖ·” “οὐ πᾶν δὲ παρεληλυθὸς ἀληθὲς ἀναγκαῖόν ἐστι·”
καθάπερ οἱ περὶ Κλεάνθην φέρεσθαι δοκοῦσιν, οἷς ἐπὶ πολὺ συνηγό-  
ρησεν Ἀντίπατρος. οἱ δὲ τἄλλα δύο, ὅτι “δυνατόν τ' ἐστὶν ὃ οὔτ'
ἔστιν ἀληθὲς οὔτ' ἔσται·” καὶ “πᾶν παρεληλυθὸς ἀληθὲς ἀναγκαῖόν
ἐστιν·” “δυνατῷ δ' ἀδύνατον ἀκολουθεῖ.” τὰ τρία δ' ἐκεῖνα τηρῆσαι
ἀμήχανον, διὰ τὸ κοινὴν εἶναι αὐτῶν μάχην.
 Cic. de Fato 7, 14. omnia enim vera in praeteritis necessaria

Favorinus Phil., Rhet., Frag.(1377: 003)


“Favorino di Arelate. Opere”, Ed. Barigazzi, A.
Florence: Monnier, 1966.
Fragment 96,28, l. 3

ψαι τῆςνεὼς ἔξω κ̣α̣τ̣[ὰ τῶν το]ῦ Ταρτάρου βυθῶν, ὡς τῇκοινῇ


σ̣ωτ̣[ηρίᾳ ......]ι̣ωμένους σου. 2. ἐὰν δὲ πει|θόμενος ε̣[ὐγνωμό-  
νως] ἔχῃς, καλῶς καὶ ἀπταίστωςτὸν τοῦ βίου δ̣[ρόμον ἐξ]ανύσας
τῇ ἐκείνου προ|νοίᾳ ἐπιβήσ̣ε̣[ι ἐς τὸν] λιμένα ἄκλυστον εὐδαι|μονίας,
ᾗ ε̣κ̣βήσε[ι κα]ὶ τὰ πάλαι θ[ρυ]λούμενα Ἠ|λυσίων π̣ε̣δ[ί]ων [ἀγ]αθὰ
ὄψει, κἀκεῖ μένων οὐ|κ ἐμφοβήσει μ̣ὴ̣ τ̣ὸ [σκ]άφος ἀπὸ τοῦ μεγίστου
κυ|βερνήτου .... ε̣ .[..] . ει σωζόμενόν τε καὶ πορ|θμευόμενον
ἄλλους ἐξ ἄλλων ἐπιβάτας ἀνα|λήψεται.
 Ὁ δ̣' ἄ̣λ̣λ̣[ος] καὶ μέγιστος κλῆρος λείπε|ται ὥσπερ
ἐφεδ[ρ]εύων περὶ τοῦδε τοῦ τῆς εὐ|θυμίας σ̣[τ]εφάνου, ἐλευθερία,
κατὰ πιθανό|τητα̣ π̣ρ̣[οβε]βλημένος ὡς ἄρα ο̣ὔτ̣' ἄνετον εἴη μο[ι]
| τὸ τῆς φυ[γῆς] οὔτ' αὐτεξούσιον, ἀλλ' ἐν μιᾷ νήσῳκατα-
κεκλεισμένῳ πᾶσάν τοι̣ ...... δίαιτανκαὶ ἐλευθέριον νομὴν
ἀφῃρημ̣έ̣νῳ, οἷα τὰ ἐντῷ Μηδικῷ παραδείσῳ τρεφόμενα θηρία,
ἅφησιν ὁ Κῦρος λεπτὰ εἶναι καὶ ψωραλέα καὶ ἰσχὺνἀφῃρῆσθαι,
τὰ δ' ἐν τοῖς πεδίοις λιπαρ̣ὰ̣ δ̣[ιότι] ἄφε|τα καὶ ἐλεύθερα. 2. τῷ μὲν
οὖν Κύρῳ Π̣έ̣[ρσῃ ὄ]ν[τι]καὶ τὰ φεύγοντα καὶ λιπαρώτερ̣α̣ δ̣ι̣ώ-
κ̣ει[ν ποθοῦν]τι ὑπ' ἀγερωχίας καλὸς ὁ μῦθος καὶ ἁρμόζωνλέγε-
σθαι, ὑπὲρ δὲ ἀνδρὸς ἐλευθερίας ἐξετάζοντι, ᾧἡ ἐλευθέριος δίαιτα
οὐκ ἐν τῷ ὀνόματι, ἀλλ' ἐν τῇγνώμῃ, εἰδέναι προσήκει ὅτι ἀνδρὸς
ἀγαθοῦ ψυχὴ οὔτε θαλάττῃ εἵργεται οὔτε δεσμωτηρίῳοὔτε τοῖς

Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου. , Recensio β (1386: 002)“Der griechische


Alexanderroman. Rezension β”, Ed. Bergson, L.Stockholm: Almqvist & Wiksell,
1965.Book 2, sec. 15, l. 9

παλατίου αὐτοῦ εὐθέως ἐκηρύχθη πρῶτος Ἀλέξανδρος εἰς τὸν δεῖπνον Δαρείου.
      
 Οἱ δὲ Πέρσαι ἀπέβλεπον θαυμάζοντες τὸν Ἀλέξανδρον ἐπὶ τῇ τοῦ σώματος
σμικρότητι ἀλλ' ἠγνόουν, ὅτι ἐν μικρῷ ἀγγείῳ τύχης οὐρανίου ἦν δόξα. τῶν
104

δὲ πινόντων πυκνοτέρως ἐν τοῖς σκύφοις Ἀλέξανδρος ἐπίνοιαν τοιαύτην ἐποίη-


σεν· ὅσους σκύφους ἔλαβεν ἔσωθεν τοῦ κόλπου ἔβαλεν. οἱ δὲ βλέποντες αὐτὸν
εἶπον τῷ Δαρείῳ. ἀναστὰς δὲ Δαρεῖος εἶπεν· “ὦ γενναῖε, πρὸς τί ταῦτα ἐγκολ-  
πίζῃ κατακείμενος ἐπὶ δείπνου;” νοήσας δὲ Ἀλέξανδρος ἀπὸ τοῦ σχήματος
τῆς ψυχῆς εἶπεν· “μέγιστε βασιλεῦ, οὕτως Ἀλέξανδρος ὅταν δεῖπνον ποιεῖ τοῖς
ταξιάρχαις καὶ ὑπερασπισταῖς αὐτοῦ, τὰ κύπελλα δωρεῖται. ὑπενόουν καὶ σὲ
τοιοῦτον εἶναι ὁποῖος ἐκεῖνός ἐστι καὶ ἡγησάμην πιθανότητι τοῦτο ποιεῖν.”
τῷ λόγῳ οὖν Ἀλεξάνδρου οἱ Πέρσαι ἐκπλαγέντες ἐθαύμαζον. πᾶς γὰρ ἀεὶ
μῦθος, ἐὰν ἔχει πίστιν, ἐν ἐκστάσει ποιεῖ τοὺς ἀκούοντας.
 Πολλῆς οὖν σιγῆς γενομένης ἀνεγνώρισε τὸν Ἀλέξανδρον Παραγάγης τις
τοὔνομα ὁ γενόμενος ἡγεμὼν ἐν τῇ Περσίδι. ᾔδει γὰρ ἀληθῶς τὸν Ἀλέξανδρον
κατὰ πρόσωπον. ἡνίκα γὰρ τὸ πρῶτον ἦλθεν εἰς τὴν Πέλλην τῆς Μακεδονίας
ὑπὸ Δαρείου πεμφθεὶς πρέσβυς τοὺς φόρους ἀπαιτῶν καὶ ἐκωλύθη ὑπὸ Ἀλε-
ξάνδρου, τοῦτον ἐπεγίνωσκεν, καὶ κατανοήσας ἐπιεικῶς τὸν Ἀλέξανδρον εἶπεν
ἐν ἑαυτῷ· “οὗτός ἐστιν ὁ Φιλίππου παῖς, εἰ καὶ τοὺς τύπους αὐτοῦ ἤλλαξεν.
πολλοὶ γὰρ ἄνθρωποι τῇ φωνῇ γινώσκονται, κἂν ἐν σκότει διαμένωσιν.” οὗτος  
οὖν πληροφορηθεὶς ὑπὸ τῆς ἰδίας συνειδήσεως, ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ Ἀλέξανδρος,

Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου. , Recensio γ (lib. 2) (1386: 004)“Der griechische


Alexanderroman. Rezension γ. Buch II”, Ed. Engelmann, H.Meisenheim am Glan:
Hain, 1963; Beiträge zur klassischen Philologie 12.Sec. 15, l. 13

μικρῷ ἀγγείῳ τύχης οὐρανίου ἦν δόξα. τῶν δὲ πινόντων


ἐν τοῖς σκύφοις πυκνοτέρως Ἀλέξανδρος ἐπίνοιαν τοι-
αύτην ἐποίησεν· ὅσους σκύφους ἐλάμβανε, μετὰ τοῦ πιεῖν
ἔσωθεν τοῦ κόλπου αὐτοῦ τὸν σκύφον ἔβαλλεν. οἱ δὲ
βλέποντες αὐτὸν εἶπον τῷ Δαρείῳ. ὁ δὲ Δαρεῖος φησίν·
“ὦ γενναῖε, πρὸς ⌊τί τα⌋ῦτα ἐγκολπίζῃ κατακείμενος ἐπὶ
δ⌊εῖπνον ἐμόν;” ὁ δὲ⌋ Ἀλέξανδρος ἔφη· “μέγιστε βασιλεῦ,
⌊ὁ ἐμὸς βα⌋σιλεὺς Ἀλέξανδρος, ὅταν δεῖπνον ποιῇ, τοῖς
τ⌊αξιάρχ⌋αις καὶ ὑπερασπισταῖς αὐτοῦ τὰ κύπελλα δωρεῖ-
ται. ὑπενόουν καὶ σὲ τοιοῦτον εἶναι καὶ ἡγησάμην πιθα-
νότητι τοῦτο ποιεῖν.” τὸν λόγον Ἀλεξάνδρου οἱ Πέρσαι
ἐκπλαγέντες· παντὶ γὰρ ἀεὶ μῦθος, ἐὰν ἔχῃ πίστιν, ἐν ἐκ-
στάσει ποιεῖ τοὺς ἀκούοντας. πολλῆς οὖν σιγῆς γενομέ-
νης Παράγης τις τοὔνομα, ὁ ποτὲ ἀποσταλεὶς παρὰ Δαρείου  
ἐν Μακεδονίᾳ τοὺς φόρους κομίσων, ἐπιστὰς ἔστη ἄντικρυς
Ἀλεξάνδρου καὶ φησὶν καθ' ἑαυτόν· “ὦ οἷον ἑώρακα σή-
μερον·” καὶ προσελθὼν τῷ Δαρείῳ ἔφη· “ἔχω σοί τι και-
νὸν διηγήσασθαι”. ὁ δὲ Δαρεῖος, “τί” φησίν; καὶ ὁ Παρά-
γης· “γινωσκέτω σοι, βασιλεῦ, ὁ ἄγγελος οὗτος ὁ Μακεδο-
νικὸς αὐτὸς ἐκεῖνός ἐστιν ὁ Φιλιππιάδης Ἀλέξανδρος, ⌊εἰ
κα⌋ὶ τοὺς τύπους αὐτοῦ ἤλλαξεν”. Ἀρ⌊ξεμ⌋βὰρ δὲ τούτῳ ἐπε

Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου. , Recensio Byzantina poetica (cod. Marcianus 408)


(1386: 018)“Das byzantinische Alexandergedicht nach dem codex Marcianus 408
herausgegeben”, Ed. Reichmann, S.Meisenheim am Glan: Hain, 1963; Beiträge zur
klassischen Philologie 13.L. 3484
105

Ὡς δ' ἀνηγγέλθη τὸ πραχθὲν τῷ βασιλεῖ Δαρείῳ,


ἐκ τοῦ κλιτῆρος ἀναστὰς ἔφησεν Ἀλεξάνδρῳ·
»Πρὸς τί πάντα τὰ κύπελλα, γενναῖε, σὺ κολπίζῃ;»
Νοήσας γοῦν Ἀλέξανδρος ψυχὴν ἀπὸ τὸ σχῆμα
τὴν τοῦ Δαρείου, πρὸς αὐτὸν ἔφησε ταῦτα τάχος·
»Οὕτως Ἀλέξανδρος ποιεῖ τὸ δεῖπνον ὅτε πᾶσι
τοῖς μεγιστᾶσι τοῖς αὑτοῦ καὶ πᾶσι τοῖς σατράπαις
ἐργάζεται διδοὺς αὐτοῖς τοὺς σκύφους χρυσοὺς ὄντας·
καθυπενόουν δ' ὅμοιον εἶναι καὶ σέ, Δαρεῖε,
καὶ τούτου χάριν ἔβαλλον τοὺς σκύφους ἐμῷ κόλπῳ.»
Τῇ πιθανότητι δ' αὐτοῦ τῶν λόγων Ἀλεξάνδρου
ἅπαντες ἦσαν ἔκθαμβοι, θαυμάζοντες οἱ Πέρσαι
τὸ σταθηρὸν ἀκούοντες σοφῆς ἀπολογίας.
Εἶθ' οὕτω τάχιστα σιγῆς μεγίστης γενομένης,
ἐπέγνω τὸν Ἀλέξανδρον Πέρσης ὁ Παρασάπης,
ὃς ἦν σατράπης ἡγεμὼν τῇ χώρᾳ τῆς Περσίδος·
ἔτυχε γὰρ αὐτὸς ποτὲ πεμφθεὶς παρὰ Δαρείου
πρὸς Μακεδόνα Φίλιππον πρέσβυς ζητῶν τοὺς φόρους,
ἰδὼν καὶ τὸν Ἀλέξανδρον ἐκεῖ μετὰ Φιλίππου.
Ὡς οὖν κατεῖδεν ἀκριβῶς αὐτὸν ὁ Παρασάπης,
ἀναπολήσας ἔλεγεν, «οὐκ ἔστι παῖς Φιλίππου,

Hecataeus Hist., Testimonia (1390: 001)“FGrH #264”.Vol.-Jacobyʹ-T 3a,264,T,


fragment 7c, l. 6

ὑπὸ φθόνου τινὸς ἢ δι' ἄλλας αἰτίας οὐχ ὑγιεῖς τὴν μνήμην παρέλιπον, τεκμήριον
οἶμαι παρέ-
ξειν· Ἱερώνυμος γάρ, ὁ τὴν περὶ τῶν διαδόχων ἱστορίαν συγγεγραφὼς (154 T 6) κατὰ
τὸν
αὐτὸν μὲν ἦν Ἑκαταίωι χρόνον, φίλος δ' ὢν Ἀντιγόνου τοῦ βασιλέως τὴν Συρίαν ἐπε-
τρόπευεν· (214) ἀλλ' ὅμως Ἑκαταῖος μὲν καὶ βιβλίον ἔγραψεν περὶ ἡμῶν, Ἱερώνυμος δ'

οὐδαμοῦ κατὰ τὴν ἱστορίαν ἐμνημόνευσε.


            ORIGEN. c. Cels. 1, 15: καὶ Ἑκαταίου δὲ
τοῦ ἱστορικοῦ φέρεται περὶ Ἰουδαίων βιβλίον, ἐν ὧι προστίθεται μᾶλλόν πως ὡς σοφῶι
τῶι ἔθνει ἐπὶ τοσοῦτον, ὡς καὶ Ἑρέννιον Φίλωνα ἐν τῶι περὶ Ἰουδαίων συγγράμματι
πρῶτον μὲν ἀμφιβάλλειν εἰ τοῦ ἱστορικοῦ ἐστι τὸ σύγγραμμα, δεύτερον
δὲ λέγειν ὅτι εἴπερ ἔστιν αὐτοῦ, εἰκὸς αὐτὸν συνηρπάσθαι ἀπὸ τῆς παρὰ Ἰουδαίοις
πιθανότητος καὶ συγκατατεθεῖσθαι αὐτῶν τῶι λόγωι.
  JOSEPH. AJ 1, 158: μνημονεύει δὲ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἀβράμου Βηρως-
σός (III C u. Assyrien), οὐκ ὀνομάζων λέγων δ' οὕτως .... (159) Ἑκαταῖος δὲ καὶ τοῦ
μνησθῆναι πλεῖόν τι πεποίηκε· βιβλίον γὰρ περὶ αὐτοῦ συνταξάμενος κατέλιπε.
            CLEM.
AL. Strom. 5, 113, 1: Ἑκαταῖος ὁ τὰς ἱστορίας συνταξάμενος ἐν τῶι κατ' Ἄβραμον
καὶ τοὺς Αἰγυπτίους (F 24).
  AGATHARCHIDES. (De M. r.)  – PHOT. Bibl. 250 p. 454 b 30: τῆς ὅλης οἰκου-
μένης ἐν τέτταρσι κυκλιζομένης μέρεσιν .... τὰ μὲν πρὸς ἑσπέραν ἐξείργασται Λύκος (III

Hecataeus Hist., Frag.(1390: 004)“Die Fragmente der Vorsokratiker, vol. 2, 6th


106

edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Rep1966.Fragment 16, l. 5

περὶ ἡμῶν. Abraham Ant. I 158. 159 μνμονεύει δὲ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἀβράμου
Βηρωσός ... Ἑ. δὲ καὶ τοῦ μνησθῆναι
πλεῖόν τι πεποίηκε· βιβλίον γὰρ περὶ αὐτοῦ συνταξάμενος κατέλιπε. Vgl. CLEM.
Strom. V [II 402, 20 St.] ὁ μὲν Σοφοκλῆς, ὥς φησιν Ἑ. ὁ τὰς ἱστορίας συνταξά-
μενος ἐν τῶι κατ' Ἄβραμον καὶ τοὺς Αἰγυπτίους....
 ORIG. c. Cels. I 15 καὶ Ἑκαταίου δὲ τοῦ ἱστορικοῦ φέρεται Περὶ
Ἰουδαίων βιβλίον, ἐν ὧι προστίθεται μᾶλλόν πως ὡς σοφῶι τῶι ἔθνει ἐπὶ τοσοῦ-
τον, ὡς καὶ Ἑρέννιον Φίλωνα ἐν τῶι Περὶ Ἰουδαίων συγγράμματι πρῶτον μὲν
ἀμφιβάλλειν, εἰ τοῦ ἱστορικοῦ ἐστι τὸ σύγγραμμα, δεύτερον δὲ λέγειν ὅτι, εἴπερ
ἔστιν αὐτοῦ, εἰκὸς αὐτὸν συνηρπάσθαι ἀπὸ τῆς παρὰ Ἰουδαίοις πιθανότητος καὶ
συγκατατεθεῖσθαι αὐτῶν τῶι λόγωι.  

Heraclitus Phil., Allegoriae (= Quaestiones Homericae) (1414: 001)“Héraclite.


Allégories d'Homère”, Ed. Buffière, F.Paris: Les Belles Lett, 1962.Ch.53, sec. 5, l. 1

ἐθελήσοι τις ἐνδοτέρω καταβὰς τῶν Ὁμηρικῶν ὀργίων


ἐποπτεῦσαι τὴν μυστικὴν αὐτοῦ σοφίαν, ἐπιγνώσεται τὸ
δοκοῦν αὐτῷ ἀσέβημα πηλίκης μεστόν ἐστι φιλοσοφίας.
 Ἐνίοις μὲν οὖν ἀρέσκει τὴν τῶν ἑπτὰ πλανήτων
ἀστέρων ἐν ἑνὶ ζῳδίῳ σύνοδον ὑφ' Ὁμήρου διὰ τούτων
δὴ λεχθεῖσαν· φθορὰ δὲ παντελής, ὅταν τοῦτο γένηται.
Σύγχυσιν οὖν τοῦ παντὸς ὑπαινίττεται, συνάγων εἰς ἓν
Ἀπόλλωνα, τουτέστιν ἥλιον, καὶ Ἄρτεμιν, ἣν φαμὲν
εἶναι σελήνην, τόν τε τῆς Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεος ἔτι δὲ καὶ
Ἑρμοῦ καὶ Διὸς ἀστέρα.
 Ταύτην μὲν οὖν πιθανότητος μᾶλλον ἢ ἀληθείας
ἐχομένην τὴν ἀλληγορίαν ἄχρι τοῦ μὴ δοκεῖν ἀγνοεῖν
παρειλήφαμεν. Ἃ δ' ἐστὶν ἐναργέστερα καὶ τῆς Ὁμήρου
σοφίας ἐχόμενα, ταύτῃ δὴ σκοπεῖν ἀναγκαῖον.
 Ἀντέταξε γοῦν κακίαις μὲν ἀρετάς, ταῖς δὲ μαχομέ-
ναις φύσεσι τὰς ἀντιπάλους.

Ερέννιος Φίλων. Frag.(1416: 006)“FGrH #790”.


Vol.-Jacobyʹ-F 3c,790,F, fragment 9, l. 11

 ORIGENES c. Cels. 1, 15 p. 67, 21 Koetschau: πόσωι δὲ βελτίων


Κέλσου ... ὁ Πυθαγόρειος Νουμήνιος, ὅστις ἐν τῶι πρώτωι Περὶ τἀγαθοῦ λέγων περὶ
τῶν ἐθνῶν ὅσα περὶ τοῦ θεοῦ ὡς ἀσωμάτου διείληφεν, ἐγκατέταξεν αὐτοῖς καὶ
Ἰουδαί-
ους ..... λέγεται δὲ καὶ Ἕρμιππον (IV) ἐν τῶι πρώτωι Περὶ νομοθετῶν ἱστορηκέναι
Πυθαγόραν τὴν ἑαυτοῦ φιλοσοφίαν ἀπὸ Ἰουδαίων εἰς Ἕλληνας ἀγαγεῖν. καὶ
Ἑκαταίου δὲ  
τοῦ ἱστορικοῦ φέρεται Περὶ Ἰουδαίων βιβλίον (264 T 7c), ἐν ὧι προστίθεται
μᾶλλόν πως ὡς σοφῶι τῶι ἔθνει ἐπὶ τοσοῦτον, ὡς καὶ Ἑρέννιον Φίλωνα
107

ἐν τῶι Περὶ Ἰουδαίων συγγράμματι πρῶτον μὲν ἀμφιβάλλειν,


εἰ τοῦ ἱστορικοῦ ἐστι τὸ σύγγραμμα, δεύτερον δὲ λέγειν ὅτι
εἴπερ ἔστιν αὐτοῦ, εἰκὸς αὐτὸν συνηρπάσθαι ἀπὸ τῆς παρὰ
Ἰουδαίοις πιθανότητος, καὶ συγκατατεθεῖσθαι αὐτῶν τῶι λόγωι.
 EUSEB. P.E. 1, 10, 42: (F 2) ὁ δ' αὐτὸς ἐν τῶι Περὶ Ἰου-
δαίων συγγράμματιἔτι καὶ ταῦτα περὶ τοῦ Κρόνου γράφει·
 (43) «Τάαυτος, ὃν Αἰγύπτιοι προσαγορεύουσι Θωύθ, σοφίαι
διενεγκὼν παρὰ τοῖς Φοίνιξι, πρῶτος τὰ κατὰ τὴν θεοσέβειαν
ἐκ τῆς τῶν χυδαίων ἀπειρίας εἰς ἐπιστημονικὴν ἐμπειρίαν
διέταξεν, ὧι μετὰ γενεὰς πλείους (?) θεὸς Σουρμουβηλὸς Θουρώ
τε ἡ μετονομασθεῖσα Χούσαρθις (?) ἀκολουθήσαντες κεκρυμ-
μένην τοῦ Τααύτου καὶ ἀλληγορίαις ἐπεσκιασμένην τὴν θεο-
λογίαν ἐφώτισαν».

Ερέννιος Φίλων. Frag.(1416: 008)“FHG 3”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Fragment 6, l. 8

ἐκ πολέμου μεγίστων κατειληφότων τὴν χώραν, βασι-


λικῷ κοσμήσας σχήματι τὸν υἱὸν βωμόν τε κατασκευά-
σας ἄσμενος κατέθυσε.»
 Origenes C. Celsum I, 15:
Ἑκαταίου τοῦ ἱστορικοῦ φέρεται περὶ Ἰουδαίων βιβλίον,
ἐν ᾧ προστίθεται μᾶλλον ὡς σοφῷ τῷ ἔθνει ἐπὶ τοσοῦ-
τον ὡς καὶ Ἑρέννιον Φίλωνα ἐν τῷ Περὶ Ἰουδαίων
συγγράμματι πρῶτον μὲν ἀμφιβάλλειν, εἰ τοῦ ἱστορι-
κοῦ ἐστὶ τὸ σύγγραμμα, δεύτερον δὲ λέγειν, ὅτι, εἴπερ
ἐστὶν αὐτοῦ, εἰκὸς αὐτὸν συνηρπάσθαι ὑπὸ τῆς παρὰ
Ἰουδαίοις πιθανότητος καὶ συγκατατεθεῖσθαι αὐτῷ (αὐ-
τῶν?) τῷ λόγῳ.

Hippys Hist., Frag.(1438: 003)“FHG 2”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Fragment 6, l. 7

 Plutarch. De Orac. def. c. 23: Ἵππυς


δὲ ὁ Ῥηγῖνος (οὗ μέμνηται Φανίας ὁ Ἐρέσιος) ἱστορεῖ
δόξαν εἶναι ταύτην Πέτρωνος καὶ λόγον, ὡς ἑκατὸν καὶ
ὀγδοήκοντα καὶ τρεῖς κόσμους ὄντας, ἁπτομένους δ' ἀλ-
λήλων κατὰ στοιχεῖον· ὅ τι δὴ τοῦτ' ἐστὶ, κατὰ στοι-
χεῖον ἅπτεσθαι, μὴ προσδιασαφῶν, μηδ' ἄλλην τινὰ
πιθανότητα προσάπτων.  

Irenaeus Theol., Adversus haereses (libri 1–2) (1447: 001)“Sancti Irenaei episcopi
Lugdunensis libri quinque adversus haereses, vol. 1”, Ed. Haey, W.W.
Cambridge: Cambridge University Press, 1857.Book 1, Ch.Pro, sec. 1, l. 5

  
108

ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ ΤΗΣ ΨΕΥΔΩΝΥΜΟΥ    ΓΝΩΣΕΩΣ ΒΙΒΛΙΑ


ΠΕΝΤΕ.

 ἘΠΙ [l. Ἐπεὶ] τὴν ἀλήθειαν παραπεμπόμενοί τινες,


ἐπεισάγουσι λόγους ψευδεῖς καὶ γενεαλογίας ματαίας, αἵτινες  
ζητήσεις μᾶλλον παρέχουσι, καθὼς ὁ Ἀπόστολός φησιν, ἢ
οἰκοδομὴν Θεοῦ τὴν ἐν πίστει· καὶ διὰ τῆς πανούργως συγ-
κεκροτημένης πιθανότητος παράγουσι τὸν νοῦν τῶν ἀπειρο-
τέρων, καὶ αἰχμαλωτίζουσιν αὐτοὺς, ῥᾳδιουργοῦντες τὰ λόγια
Κυρίου, ἐξηγηταὶ κακοὶ τῶν καλῶς εἰρημένων γινόμενοι· καὶ
πολλοὺς ἀνατρέπουσιν, ἀπάγοντες αὐτοὺς προφάσει γνώσεως
ἀπὸ τοῦ τόδε τὸ πᾶν συστησαμένου καὶ κεκοσμηκότος, ὡς
ὑψηλότερόν τι καὶ μεῖζον ἔχοντες ἐπιδεῖξαι τοῦ τὸν οὐρανὸν,
καὶ τὴν γῆν, καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς πεποιηκότος Θεοῦ·
πιθανῶς μὲν ἐπαγόμενοι διὰ λόγων τέχνης τοὺς ἀκεραίους
εἰς τὸν τοῦ ζητεῖν τρόπον, ἀπιθάνως δὲ ἀπολλύντες αὐτοὺς
ἐν τῷ βλάσφημον καὶ ἀσεβῆ τὴν γνώμην αὐτῶν κατασκευά-
ζειν εἰς τὸν Δημιουργὸν, μηδὲ ἐν τῷ διακρίνειν δυναμένων  

Irenaeus Theol., Adversus haereses (libri 1-2) Book 1, Ch.Pro, sec. 1, l. 54

αὐτῶν λεγόμενα, μήτε συγγράφειν εἰθισμένοι, μήτε λόγων


τέχνην ἠσκηκότες· ἀγάπης δὲ ἡμᾶς προτρεπομένης σοί τε καὶ
πᾶσι τοῖς μετά σου μηνύσαι τὰ μέχρι μὲν νῦν κεκρυμμένα,
ἤδη δὲ κατὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ εἰς φανερὸν ἐληλυθότα
διδάγματα· οὐδὲν γάρ ἐστι κεκαλυμμένον, ὃ οὐκ ἀποκαλυφ-
θήσεται, καὶ κρυπτὸν, ὃ οὐ γνωσθήσεται.  
 Οὐκ ἐπιζητήσεις δὲ παρ' ἡμῶν τῶν ἐν Κελτοῖς διατρι-
βόντων, καὶ περὶ βάρβαρον διάλεκτον τὸ πλεῖστον ἀσχο-
λουμένων, λόγων τέχνην, ἣν οὐκ ἐμάθομεν, οὔτε δύναμιν
συγγραφέως, ἣν οὐκ ἠσκήσαμεν, οὔτε καλλωπισμὸν λέξεων,
οὔτε πιθανότητα, ἣν οὐκ οἴδαμεν· ἀλλὰ ἁπλῶς, καὶ ἀληθῶς,
καὶ ἰδιωτικῶς τὰ μετὰ ἀγάπης σοι γραφέντα, μετὰ ἀγάπης
σὺ προσδέξῃ, καὶ αὐτὸς αὐξήσεις αὐτὰ παρὰ σεαυτῷ, ἅτε
ἱκανώτερος ἡμῶν τυγχάνων, οἱονεὶ σπέρματα καὶ ἀρχὰς λαβὼν
παρ' ἡμῶν, καὶ ἐν τῷ πλάτει σου τοῦ νοῦ ἐπὶ πολὺ καρπο-
φορήσεις τὰ δι' ὀλίγων ὑφ' ἡμῶν εἰρημένα, καὶ δυνατῶς
παραστήσεις τοῖς μετὰ σοῦ τὰ ἀσθενῶς ὑφ' ἡμῶν ἀπηγ-
γελμένα· καὶ ὡς ἡμεῖς ἐφιλοτιμήθημεν, πάλαι ζητοῦντός σου
μαθεῖν τὴν γνώμην αὐτῶν, μὴ μόνον σοι ποιῆσαι φανερὰν,
ἀλλὰ καὶ ἐφόδια δοῦναι πρὸς τὸ ἐπιδεικνύειν αὐτὴν ψευδῆ·  

Phaenias Phil., Frag.(1578: 001)“Phainias von Eresos. Chamaileon. Praxiphanes”,


Ed. Wehrli, F.Basel: Schwabe, 1969; Die Schule des Aristoteles, vol. 9, 2nd edn..
Fragment 12, l. 22
109

  ib. XXIII 422 d: ἐλέγχει δ' αὐτὸν (sc. τὸν ξένον) ὁ τῶν κόσμων ἀριθ-
 μὸς οὐκ ὢν Αἰγύπτιος οὐδ' Ἰνδὸς ἀλλὰ Δωριεὺς ἀπὸ Σικελίας, ἀνδρὸς
 Ἱμεραίου τοὔνομα Πέτρωνος. αὐτοῦ μὲν ἐκείνου βιβλίδιον οὐκ ἀνέγνων
 οὐδ' οἶδα διασῳζόμενον, Ἵππυς δ' ὁ Ῥηγῖνος (F Gr Hist 554 F 5), οὗ
 μέμνηται Φανίας ὁ Ἐρέσιος, ἱστορεῖ δόξαν εἶναι ταύτην Πέτρωνος καὶ
 λόγον, ὡς ἑκατὸν καὶ ὀγδοήκοντα καὶ τρεῖς κόσμους ὄντας ἁπτομένους
 δ' ἀλλήλων κατὰ στοιχεῖον· ὅ τι δὲ τοῦτ' ἐστί, τὸ κατὰ στοιχεῖον ἅπτες-
 θαι, μὴ προσδιασαφῶν μηδ' ἄλλην τινὰ πιθανότητα προσάπτων.
  Athenaeus 6 e: Φαινίας δέ φησιν ὅτι Φιλόξενος ὁ Κυθήριος
 ποιητής, περιπαθὴς ὢν τοῖς ὄψοις, δειπνῶν ποτε παρὰ Διονυσίῳ ὡς εἶδεν
 ἐκείνῳ μὲν μεγάλην τρῖγλαν παρατεθεῖσαν, ἑαυτῷ δὲ μικράν, ἀναλαβὼν
 αὐτὴν [εἰς τὰς χεῖρας] πρὸς τὸ οὖς προσήνεγκε. πυθομένου δὲ τοῦ Διονυ-
 σίου τίνος ἕνεκεν τοῦτο ποιεῖ, εἶπεν ὁ Φιλόξενος ὅτι γράφων τὴν Γαλάτειαν
 βούλοιτό τινα παρ' ἐκείνης τῶν κατὰ Νηρέα πυθέσθαι· τὴν δὲ ἠρωτημένην
 ἀποκεκρίσθαι διότι νεωτέρα οὖσα ἁλοίη· διὸ μὴ παρακολουθεῖν· τὴν δὲ τῷ
 Διονυσίῳ παρατεθεῖσαν πρεσβυτέραν οὖσαν εἰδέναι πάντα σαφῶς ἃ βού-
 λεται μαθεῖν. τὸν οὖν Διονύσιον γελάσαντα ἀποστεῖλαι αὐτῷ τὴν τρῖγλαν
 τὴν παρακειμένην αὐτῷ. συνεμέθυε δὲ τῷ Φιλοξένῳ ἡδέως ὁ Διονύσιος.

Pytheas Perieg., Frag.(1650: 001)“Pytheas von Massalia”, Ed. Mette, H.J.


Berlin: De Gruyter, 1952.Fragment 5, l. 16

διότι ἡ οἰκουμένη κύκλωι περιρρεῖται τῶι Ὠκεανῶι·


 ’οὐ γάρ μιν δεσμὸς περιβάλλεται ἠπείροιο,
 ἀλλ' ἐς ἀπειρεσίην κέχυται· τό μιν οὔ τι μιαίνει’.
 θαυμαστὸς δὴ κατὰ πάντα ἐστὶν ὁ Ποςειδώνιος,
τὸν μὲν τοῦ μάγου περίπλουν, ὃν Ἡρακλείδης (vom Pon-
tos, F 56 O. Voss) εἶπεν, ἀμάρτυρον νομίσας, καὶ αὖ τὸν τῶν
ὑπὸ Δαρείου πεμφθέντων, ὃν Ἡρόδοτος ἱστορεῖ (gemeint
ist IV 42), τὸ δὲ Βεργαῖον διήγημα τοῦτο (‘διήγημα’ nach
Art der Ἄπιστα des Antiphanes von Berge) ἐν πίστεως μέρει
τιθείς, εἴθ' ὑπ' αὐτοῦ πεπλασμένον, εἴτ' ἄλλων πλασάντων
πιστευθέν. τίςγὰρ ἡ πιθανότης πρῶτον μὲν τῆς κατὰ  
τὸν Ἰνδὸν περιπετείας; ........ πῶς δ' οὐκ ἔδεισεν
ἀποδρὰς τὸν Βόγον πλεῖν πάλιν παρὰ τὴν Λιβύην σὺν
παρασκευῆι δυναμένηι συνοικίσαι νῆσον; οὐ πολὺ οὖν
ἀπολείπεται ταῦτα τῶν Πυθέουκαὶ Εὐημέρου καὶ Ἀντι-
φάνους ψευσμάτων. ἀλλ' ἐκείνοις μὲν συγγνώμη, τοῦτ'
αὐτὸ ἐπιτηδεύουσιν, ὥσπερ τοῖς θαυματοποιοῖς· τῶι δ'
ἀποδεικτικῶι καὶ φιλοσόφωι, σχεδὸν δέ τι καὶ περὶ πρω-
τείων ἀγωνιζομένωι τίς ἂν συγγνοίη; ταῦτα μὲν οὖν

Speusippus Phil., Frag.(1692: 005)“Speusippus of Athens”, Ed. Tarán, L.


Leiden: Brill, 1981; Philosophia Antiqua 39.Fragment 63b, l. 3

ἐμπίπτει ἐνταῦθα ἢ ἐνταῦθα, καὶ λάβῃ ἐν θατέρῳ τὸ ζητούμενον εἶναι,


καὶ τοῦτο γινώσκῃ, οὐδὲν διαφέρει εἰδέναι ἢ μὴ εἰδέναι ἐφ' ὅσων κατηγο-
110

ροῦνται ἄλλων αἱ διαφοραί. φανερὸν γὰρ ὅτι ἂν οὕτω βαδίζων ἔλθῃ εἰς
ταῦτα ὧν μηκέτι ἔστι διαφορά, ἕξει τὸν λόγον τῆς οὐσίας. τὸ δ' ἅπαν
ἐμπίπτειν εἰς τὴν διαίρεσιν, ἂν ᾖ ἀντικείμενα ὧν μὴ ἔστι μεταξύ, οὐκ
αἴτημα· ἀνάγκη γὰρ ἅπαν ἐν θατέρῳ αὐτῶν εἶναι, εἴπερ ἐκείνου διαφορά
ἐστιν.
Anonymous, In Anal. Post., pp. 584, 17 – 585, 2 (on 97 A 6 ff.)
Σπευσίππου ταύτην τὴν δόξαν Εὔδημος εἶναι λέγει τὴν ὅτι ὁρίσασθαι
ἀδύνατόν ἐστί τι τῶν ὄντων μὴ πάντα τὰ ὄντα εἰδότα. ἐπεὶ δὲ δοκεῖ
πιθανότητά τινα εἰσφέρειν, τίθησιν αὐτήν. ἔστι γὰρ ὁ λόγος ὁ τοῦτο
οἰόμενος δεικνύναι τοιοῦτος· δεῖ τὸν ὁριζόμενόν τι εἰδέναι τὴν πρὸς τὰ
διαφέροντα αὐτοῦ πάντα διαφοράν· οὗ μὲν γὰρ μὴ διαφέρει τι, τούτῳ
ταὐτόν ἐστιν, οὗ δὲ διαφέρει, ἕτερον. τὸν δὴ ὁριζόμενόν τι ὡς διαφέρον
τῶν ἄλλων δεῖ εἰδέναι αὐτοῦ τὰς διαφορὰς αἷς τῶν ἄλλων διαφέρει·
μὴ γὰρ εἰδώς τις τοῦτο καὶ τὸ ταὐτὸν ἕτερον καὶ τὸ ἕτερον ταὐτὸν ἡγή-
σεται. οὕτως δ' οὐδ' ἀποδώσει τὴν οἰκείαν τινὸς οὐσίαν· ἂν γὰρ οὕτω
τύχῃ, οὐδὲν κωλύει τὸν ἀποδιδόμενον λόγον κοινὸν εἶναι καὶ ἄλλων τινῶν.
ἀλλὰ μὴν ἀδύνατον τὴν πρός τινα διαφοράν τινος εἰδέναι μὴ εἰδότα κἀκεῖνα
ὧν τὸ προκείμενον διαφέρει. δεῖ ἄρα πάντα εἰδέναι τὸν ὁριζόμενόν τι,
καὶ γὰρ καὶ τοῦτο ὃὁρίζεται ὁ ὁριζόμενος (πῶς γὰρ ἂν αὐτὸ ὁρίσαιτο;)

Timaeus Hist., Testimonia (1733: 001)“FGrH #566”.Vol.-Jacobyʹ-T 3b,566,T,


fragment 19, l. 177

καὶ τὴν ὑπὲρ τῆς ἀγνοίας, ἔτι δὲ τῆς


ἑκουσίου ψευδογραφίας, βραχέα προοι-
σόμεθα τῶν ὁμολογουμένων αὐτοῦ
λόγων ἐπ' ὀνόματος (F 22; 31; 94).  
 (26c) λοιπὸν ἐκ τούτων διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς παραδοξολογίας οὐκ εἰς
σύγκρισιν ἀλλ' εἰς καταμώκησιν ἄγει καὶ τοὺς ἄνδρας καὶ τὰς πράξεις ὧν
βούλεται προίστασθαι, καὶ σχεδὸν εἰς τὸ παραπλήσιον ἐμπίπτει τοῖς περὶ
τοὺς ἐν Ἀκαδημίαι λόγους τὸν προχειριστότατον λόγον ἠσκηκόσιν. (2) καὶ
γὰρ ἐκείνων τινὲς βουλόμενοι περί τε τῶν προφανῶς καταληπτῶν εἶναι δοκούν-
των καὶ περὶ τῶν ἀκαταλήπτων εἰς ἀπορίαν ἄγειν τοὺς προσδιαλεγομένους,
τοιαύταις χρῶνται παραδοξολογίαις καὶ τοιαύτας εὐποροῦσι πιθανότητας, ὥστε
διαπορεῖν εἰ δυνατόν ἐστι τοὺς ἐν Ἀθήναις ὄντας ὀσφραίνεσθαι τῶν ἑψομένων
ὠῶν ἐν Ἐφέσωι .... (26d) τὸ δ' αὐτὸ καὶ Τιμαίωι συμβέβηκε, περὶ τὴν
ἱστορίαν καὶ τοῖς τούτου ζηλωταῖς. παραδοξολόγος γὰρ ὢν καὶ φιλόνεικος
περὶ τὸ προτεθέν, τοὺς μὲν πολλοὺς καταπέπληκται ἀλόγως, ἠνάγκασε δ'
αὑτῶι προσέχεινδιὰ τὴν ἐπίφασιν τῆς ἀληθινολογίας, τινὰς δὲ καὶ προσκέ-
κληται καὶ μετ' ἀποδείξεως δοκεῖ πείσειν. (2) καὶ μάλιστα ταύτην ἐνείργασται
τὴν δόξαν ἐκ τῶν περὶ τὰς ἀποικίας καὶ κτίσεις καὶ συγγενείας ἀποφάσεων.
(3) ἐν γὰρ τούτοις τηλικαύτην ἐπίφασιν ποιεῖ διὰ τῆς ἀκριβολογίας καὶ τῆς
πικρίας τῆς ἐπὶ τῶν ἐλέγχων, οἷς χρῆται κατὰ τῶν πέλας, ὥστε δοκεῖν κατὰ
τοὺς ἄλλους συγγραφέας ἅπαντας συγκεκοιμῆσθαι τοῖς

Tatianus Apol., Oratio ad Graecos (1766: 001)“Die ältesten Apologeten”, Ed.


Goodspeed, E.J.Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1915.Ch.27, sec. 3, l. 3

νάτου καταφρονεῖν, διὰ τέχνης φεύγειν αὐτὸν καταγγέλλεις;


111

ἐγὼ μὲν οὐκ ἔχω καρδίαν ἐλάφου· τὰ δὲ τῶν ὑμετέρων λόγων


ἐπιτηδεύματα κατὰ τὸν ἀμετροεπῆ Θερσίτηνγίνεται. πῶς πεισθή-
σομαι τῷ λέγοντι μύδρον τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην γῆν; τὰ
γὰρ τοιαῦτα λόγων ἐστὶν ἅμιλλα καὶ οὐκ ἀληθείας διακόσμησις.
ἢ πῶς οὐκ ἠλίθιον πιθέσθαι τοῖς Ἡροδώρου βιβλίοις περὶ τοῦ
καθ' Ἡρακλέα λόγου, γῆν ἄνω κηρύττουσιν κατεληλυθέναι τε
ἀπ'
         αὐτῆς λέοντα τὸν ὑφ' Ἡρακλέους φονευθέντα; τί δ' ἂν
ὠφελήσειε λέξις Ἀττικὴ καὶ φιλοσόφων σωρεία καὶ συλλογισμῶν
πιθανότητες καὶ μέτρα γῆς καὶ ἄστρων θέσεις καὶ ἡλίου δρόμοι;  
τὸ γὰρ περὶ τοιαύτην ἀσχολεῖσθαι ζήτησιν νομοθετοῦντός ἐστιν
ἔργον ἑαυτῷ τὰ δόγματα.

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis (2001: 039)


“Themistii in Aristotelis physica paraphrasis”, Ed. Schenkl, H.
Berlin: Reimer, 1900; Commentaria in Aristotelem Graeca 5.2.
Vol. 5,2, p. 81, l. 31

μὴ νοῦν ἢ φιλίαν ἢ ἑτέραν τινὰ ποιητικὴν αἰτίαν ἐφιστᾶσι τοῖς γινομένοις.


ὅτι μὲν οὖν ἀναγκαῖος ὁ λόγος τῷ φυσικῷ, ταῦτα ἀποχρώντως διδάσκει.
 Λέγομεν δὲ ἑξῆς εἰ ἔστι, καὶ πρῶτόν γε ἐκ πόσων ἂν δόξειεν εἶναι.
συμβαίνει δὲ ἐκ πέντε μάλιστα σκοποῦσι, πρῶτον μὲν ἐκ τοῦ χρόνου· οὗτος
γὰρ ἄπειρος. δεύτερον δὲ ἐκ τῆς ἐν τοῖς μεγέθεσι διαιρέσεως· χρῶνται
γὰρ καὶ οἱ μαθηματικοὶ τῷ ἀπείρῳ ὡς ἀρχῇ καὶ ὑποθέσει. τρίτον ὅτι
οὕτως ἂν μόνως ἀνεπίλειπτος ἡ γένεσις εἴη, εἰ ἐξ ἀπείρου ποθὲν χορηγοῖτο,
ὅθεν ἀφαιρεῖται τὸ γινόμενον. τέταρτον ᾧ καὶ τῶν ὑστέρων τινὲς κατε-
χρήσαντο, ὅτι τὸ πεπερασμένον πρός τι περαίνειν ἀνάγκη, ὥστε μηδὲν εἶναι
τὸ πέρας, εἰ τὸ λαμβανόμενον ἀεὶ πρὸς ἕτερον περατοῦται. πέμπτον ὃ καὶ
τοῖς προειρημένοις παρέχει τὴν πιθανότητα τὸ τὴν νόησιν ἡμῶν μὴ προσίεσθαι  
πέρας καὶ τέλος, ἀλλ' ἀεὶ τοῦ νοουμένου πλέον τι προσφαντάζεσθαι· διὰ
γὰρ τοῦτο καὶ τὸν ἀριθμὸν ἄπειρον ὑπολαμβάνομεν καὶ τὴν τῶν σωμάτων
τομὴν καὶ τὸ ἔξω τοῦ οὐρανοῦ· οὐ γὰρ ἔχει στάσιν ἡ φαντασία, ἀλλ' ὅταν
ὑπερβῇ τὸν οὐρανόν, ζητεῖ κενὸν ἄπειρον ἔξωθεν ἢ σῶμα, μᾶλλον δὲ
σῶμα· καὶ γὰρ εἰ κενὸν ἄπειρον εἴη, ἀκολουθεῖ τὸ καὶ σῶμα ἄπειρον
εἶναι· εἰ γὰρ κενόν ἐστιν ὃ δύναται δέξασθαι σῶμα, τὸ ἄπειρον κενὸν
ἄπειρον ἂν δέξαιτο σῶμα, ὥστε καὶ δέδεικται ἤδη. οὐ γὰρ ἐπειδὴ δύναται
δέξασθαι, ἐνδέχεται αὐτὸ καὶ μὴ δέξασθαι· τοῦτο γὰρ ἐπὶ τῶν φθαρτῶν
ἐγχωρεῖ, καὶ τὸ ἐνδεχόμενον οὐ πάντως ἂν γένοιτο ἐξ ἀνάγκης

Θεμίστιος. In Aristotelis libros de anima paraphrasis (2001: 040)


“Themistii in libros Aristotelis de anima paraphrasis”, Ed. Heinze, R.
Berlin: Reimer, 1899; Commentaria in Aristotelem Graeca 5.3.
Vol. 5,3, p. 19, l. 33

ἐκ τῶν ἐν πολλοῖς διαλόγοις αὐτῷ γεγραμμένων. Ἀριστοτέλης δὲ οὐ πρὸς


112

Πλάτωνά φησιν ἀντιλέγειν, ἀλλὰ πρὸς Τίμαιον, ὃς εἴτε σῶμα νοεῖ τὸν
κύκλον, εἴτε μὴ νοῶν σῶμα οὕτως ὠνόμαζεν, ὑπεύθυνός ἐστιν ἢ τῆς δόξης
ἢ τῆς φωνῆς ὑπὸ τῶν μὴ προαιρουμένων ἐν φιλοσοφίᾳ καὶ μάλιστα ἐν
τηλικούτοις προβλήμασιν ἄλλα μὲν νοεῖν, ἄλλα δὲ λέγειν· ἀγαπητὸν γὰρ
ἐπὶ τῶν τοιούτων ταὐτὰ φρονοῦντας καὶ φθεγγομένους σαφεστέρους γίνεσθαι
τῆς ἐν τοῖς πράγμασιν ἀσαφείας. ἄλλως τε πρὸς οὐδεμίαν οὕτω δόξαν
ἀγωνιστέον τοῖς μήτε τὴν ψυχήν, μήτε μᾶλλον τὸν νοῦν σῶμα εἶναι πεπι-
στευκόσιν, ὡς πρὸς ἐκείνην ἣ πάντα τὰ ἐν ποσὶ σώματα ἀτιμάσασα ἐκ τοῦ
θείου καὶ οὐρανίου σώματος καὶ τὴν ψυχὴν ποιεῖ καὶ τὸν νοῦν· πιθανό-
τητα γὰρ ἔχει πολλὴν ἥδε ἡ δόξα, καὶ παρὰ Πλάτωνι μὲν τὸ αὐγοειδὲς
ὄχημα ταύτης ἔχεται τῆς ὑπονοίας, παρὰ Ἀριστοτέλει δὲ τὸ ἀνάλογον τῷ
πέμπτῳ σώματι ὅ φησιν ὑπάρχειν ἐν πάσαις σχεδὸν ταῖς τῶν ζώων ψυχαῖς·  
ἐπεὶ τό γε μὴ εἶναι πῦρ ἢ ὕδωρ τὴν ψυχὴν ἢ αἷμα ἢ τὰς σφαιροειδεῖς
ἀτόμους οὐδὲν σεμνὸν ἦν διελέγχειν, ἀλλὰ παντὶ ῥᾴδιον καὶ τῷ τῆς Ἀριστο-
τέλους ἀγχινοίας πολὺ λειπομένῳ. εἰ τοίνυν μέλλων κινεῖν δόξαν ἰσχυρὰν
καὶ ἀρχαίαν, προσιοῦσαν ἐγγὺς τῇ φύσει τῆς ψυχῆς, ἐπιφανὲς ἐν φιλοσοφίᾳ
πρόσωπον προεστήσατο, ᾧ καὶ Πλάτων ἀνέθηκε τὸν διάλογον, οὐκ ἄν τις
ἐπικαλοίη δικαίως ἢ ὡς Πλάτωνα ἢ ὡς Τίμαιον συκοφαντοῦντι· σχεδὸν
γὰρ ὁ λόγος αὐτῷ πρὸς τὴν δόξαν, οὐ πρὸς τοὺς ἄνδρας, εἰ καὶ διδόασιν
ὑπονοίας ἐξ ὧν λέγουσιν ὡς καὶ αὐτοὶ τῆς δόξης προεστηκότες.

Θεμίστιος. In Aristotelis libros de anima paraphrasis Vol. 5,3, p. 24, l. 21

 Καὶ ἄλλη δέ τις δόξα παραδέδοται περὶ ψυχῆς πιθανὴ μὲν οὐδε-
μιᾶς ἧσσον τῶν λεγομένων, δεδωκυῖα δὲ εὐθύνας καὶ ἐξητασμένη καὶ ἐν
τοῖς κοινοῖς λόγοις καὶ ἐν τοῖς ἰδίοις· λέγουσι γάρ τινες αὐτὴν ἁρμονίαν·
καὶ γὰρ τὴν ἁρμονίαν κρᾶσιν καὶ σύνθεσιν ἐναντίων εἶναι καὶ τὸ σῶμα
συγκεῖσθαι ἐξ ἐναντίων. τὴν οὖν τἀναντία ταῦτα εἰς συμφωνίαν ἄγουσαν
καὶ ἁρμόζουσαν, θερμὰ λέγω καὶ ψυχρὰ καὶ ὑγρὰ καὶ ξηρὰ καὶ σκληρὰ
καὶ μαλακὰ καὶ ὅσαι ἄλλαι ἐναντιώσεις τῶν πρώτων σωμάτων, οὐδὲν ἄλλο
εἶναι ἢ τὴν ψυχήν, ὥσπερ καὶ ἡ τῶν φθόγγων ἁρμονία τὸ βαρὺ καὶ τὸ
ὀξὺ συναρμόζει. πιθανότητα μὲν οὖν ὁ λόγος ἔχει, διελήλεγκται δὲ
πολλαχῇ καὶ ὑπ' Ἀριστοτέλους καὶ ὑπὸ Πλάτωνος. καὶ γὰρ ὅτι τὸ μὲν
πρῶτον τοῦ σώματος, τουτέστιν ἡ ψυχή, ἁρμονία δὲ ὕστερον, καὶ ὅτι τὸ
μὲν ἄρχει καὶ ἐπιστατεῖ τῷ σώματι καὶ μάχεται πολλάκις, ἁρμονία δὲ οὐ
μάχεται τοῖς ἡρμοσμένοις, καὶ ὅτι τὸ μᾶλλον καὶ ἧττον ἁρμονία μὲν δέ-
χεται, ψυχὴ δὲ οὔ, καὶ ὡς ἁρμονία μὲν σωζομένη οὐ προσίεται ἀναρμο-
στίαν, ψυχὴ δὲ κακίαν προσίεται, καὶ ὅτι εἴπερ τοῦ σώματος ἡ ἀναρμοστία
νόσος ἐστὶν ἢ αἶσχος ἢ ἀσθένεια, ἡ ἁρμονία τοῦ σώματος κάλλος ἂν εἴη
καὶ ὑγίεια καὶ δύναμις ἀλλ' οὐ ψυχή, ταῦτα μὲν ἅπαντα εἴρηται ὑπὸ τῶν
φιλοσόφων ἐν ἄλλοις· ἃ δὲ νῦν Ἀριστοτέλης φησί, τοιαῦτά ἐστιν. ἡ ἁρ-
μονία λόγος ἐστὶ τῶν ἡρμοσμένων καὶ σύνθεσις τῶν μεμιγμένων,

Θεμίστιος. In Aristotelis libros de anima paraphrasis Vol. 5,3, p. 25, l. 25

κράσεως· ἄλλης γὰρ οὔσης τῆς ἑκάστου μορίου κράσεως ἄλλη ἂν εἴη καὶ
ἡ ψυχή, ὥστε πολλὰς ἕκαστον ἔχειν ψυχάς. τοῦτο δὲ καὶ παρ' Ἐμπε-
δοκλέους ἀπαιτητέον· κίρνησι γὰρ καὶ οὗτος ἕκαστον τῶν τοῦ σώματος
μορίων τῷ ἰδίῳ λόγῳ, ἄλλως μὲν ὀστᾶ, ἄλλως δὲ σάρκας. πότερον οὖν
113

ὁ λόγος οὗτος ἔσται κατ' αὐτὸν ἡ ψυχή, καὶ εἰ πολλοὶ οἱ λόγοι, πολλαὶ
καὶ αἱ ψυχαί; ἢ ἄλλο τι οὖσα ἡ ψυχὴ παρὰ τὸν λόγον τῷ λόγῳ προ-
βάλλοντι ἐμφύεται; ἔτι δὲ πότερον ἡ φιλία ταύτης αἰτία τῆς μίξεως ἢ τῆς
τυχούσης; καὶ αὕτη πότερον ὁ λόγος ἢ ἕτερόν τι παρὰ τὸν λόγον;
 Ὅτι μὲν οὖν οἱ λέγοντες ἁρμονίαν τὴν ψυχὴν οὔτε ἐγγὺς ἄγαν,
οὔτε πόρρω τῆς ἀληθείας βάλλειν ἂν δόξειαν, καὶ ἐκ τῶν νῦν
εἰρημένων καὶ ἐκ τῶν ἐν ἄλλοις δῆλόν ἐστι· πιθανότητα δὲ πολλὴν ὁ λόγος
ἔχει, καθάπερ καὶ πρότερον ἔφην. πάλιν γὰρ εἰ παντελῶς ἕτερον ἡ ψυχὴ
τῆς μίξεως καὶ τῆς κράσεως, διὰ τί τούτων φθειρομένων φθείρεται εὐθὺς
ἡ ψυχή; λυομένου γὰρ τοῦ λόγου τῆς σαρκὸς καὶ τῶν ἄλλων ἑκάστου τῶν
τοιούτων λύεται εὐθὺς καὶ ἡ ψυχή. ἀλλὰ καὶ ἔμπαλιν ἀπορητέον, διὰ τί
τῆς ψυχῆς ἀπολιπούσης τὸ σῶμα εὐθὺς φθείρεται καὶ ἡ κρᾶσις καὶ ἡ
μῖξις, ἥν φασιν ἁρμονίαν τοῦ σώματος. εἰ γὰρ καὶ τῆς κράσεως φθειρο-
μένης φθείρεται ἡ ψυχή, καὶ τῆς ψυχῆς ἀπολιπούσης φθείρεται ἡ κρᾶσις,
οὐ πόρρω ἂν εἴη ταῦτα ἀλλήλων. ἀλλ' οὐ φθείρεταί φησιν ἡ ψυχὴ τῆς
κράσεως φθειρομένης, ἀλλ' ἡ ἐμψυχία, ἣν ἡ ψυχὴ τῷ σώματι ἐπιδί-
δωσιν, αὐτὴ μὲν οὖσα χωριστή, ἐλλάμπουσα δὲ τὴν ζωήν,

Anonymus Seguerianus Rhet., Ars rhetorica (olim sub nomine Cornuti) (2002:
001)“Rhetores Graeci, vol. 1”, Ed. Hammer, C. (post L. Spengel)Leipzig: Teubner,
1894.Sec. 63, l. 3

ἡ μὲν γὰρ παραδιήγησις, ὥς φασιν, ἐφάπτεταί τινων


παρὰ τὸ πρᾶγμα, ἡ δὲ παρέκβασις ἐκδρομή ἐστι λόγων  
καθ' ὁμοίωσιν ἢ μίμησιν τῶν γεγονότων.
         περὶ δὲ τῆς παρεκβάσεως Ἀλέξανδρος ἀντιλέγει· γελοῖον γάρ
ἐστι, φησί, τὸ λεγόμενον· εἰ μὲν γὰρ ἐξ αὐτοῦ τοῦ
πράγματός ἐστι τὸ λεγόμενον, πῶς ἐστι παρέκβασις;
εἰ δὲ ἔξωθεν, πῶς ἐροῦμεν τὰ ἔξωθεν τῆς ὑποθέσεως;
 Ἐπειδὴ δὲ τῆς διηγήσεως τὰς ἀρετάς φαμεν
τήν τε συντομίαν καὶ τὴν σαφήνειαν καὶ τὴν πιθα-
νότητα, καιρὸς ἂν εἴη λέγειν περὶ ἑκάστης, καὶ ἄγε περὶ
συντομίας λέγωμεν, πόθεν ἔσται σύντομος.
         τῆς
συντομίας τοίνυν ἡ μὲν ἐν τοῖς πράγμασιν, ἡ δὲ ἐν
ταῖς λέξεσιν. ἐκ μὲν οὖν τῶν πραγμάτων σύντομον
ποιήσεις τὴν διήγησιν,

Anonymus Seguerianus Rhet., Ars rhetorica (olim sub nomine Cornuti)


Sec. 94, l. 1
πρόσωπον, πρᾶγμα, τόπος, τρόπος, χρόνος, αἰτία·  
πρὸς τούτοις, εἰ ἀλλήλοις ὁμολογεῖ τὰ λεγόμενα
καὶ μὴ διαφωνεῖ ἢ μάχεται·
         ἔπειτα, ἐὰν μὴ ψιλὰ
τιθῶμεν τὰ μόρια, ἀλλ' ἀκριβῶς ἕκαστα διηγώμεθα,
ὥσπερ ἐν τῷ κατὰ Μειδίου· ‘ἰσχυρὸς ἦν, μέλας’.
         ἐφ'
ἅπασι δὲ τούτοις αἰτίαν προσθετέον· ἐπακτικώτατον
114

γὰρ αὕτη πρὸς πειθώ.


         ποιεῖ δὲ πιθανότητα καὶ
τὸ τοῦ λέγοντος ἦθος καὶ πάθος. καὶ τὸ μὲν ἦθος,
φησίν, εἰ ἄπλαστον φαίνοιτο, τὸ δὲ πάθος οὐ μόνον
πείθει, ἀλλὰ καὶ ἐξίστησι.
         ποιεῖ δὲ πιθανότητα
καὶ περὶ αὑτοῦ μὲν κακόν τι εἰπεῖν μικρόν, περὶ δὲ
τοῦ ἀντιδίκου ἀγαθὸν ὁμολογούμενον, ὡς Αἰσχίνης·
’τούτῳ πατὴρ μὲν ἦν ἐλεύθερος ἀνὴρ Δημοσθένης,
οὐ γὰρ δεῖ ψεύδεσθαι’.

Anonymus Seguerianus Rhet., Ars rhetorica (olim sub nomine Cornuti)


Sec. 95, l. 1

         ἔπειτα, ἐὰν μὴ ψιλὰ


τιθῶμεν τὰ μόρια, ἀλλ' ἀκριβῶς ἕκαστα διηγώμεθα,
ὥσπερ ἐν τῷ κατὰ Μειδίου· ‘ἰσχυρὸς ἦν, μέλας’.
         ἐφ'
ἅπασι δὲ τούτοις αἰτίαν προσθετέον· ἐπακτικώτατον
γὰρ αὕτη πρὸς πειθώ.
         ποιεῖ δὲ πιθανότητα καὶ
τὸ τοῦ λέγοντος ἦθος καὶ πάθος. καὶ τὸ μὲν ἦθος,
φησίν, εἰ ἄπλαστον φαίνοιτο, τὸ δὲ πάθος οὐ μόνον
πείθει, ἀλλὰ καὶ ἐξίστησι.
         ποιεῖ δὲ πιθανότητα
καὶ περὶ αὑτοῦ μὲν κακόν τι εἰπεῖν μικρόν, περὶ δὲ
τοῦ ἀντιδίκου ἀγαθὸν ὁμολογούμενον, ὡς Αἰσχίνης·
’τούτῳ πατὴρ μὲν ἦν ἐλεύθερος ἀνὴρ Δημοσθένης,
οὐ γὰρ δεῖ ψεύδεσθαι’.
         συνεργεῖ δὲ πρὸς πειθὼ
καὶ ἡ ἐνάργεια. ἔστι δὲ ἐνάργεια λόγος ὑπ' ὄψιν
ἄγων τὸ δηλούμενον.
         ποιεῖ δὲ πειθὼ καὶ λέξις
ἀνεπιτήδευτος καὶ τὸ αὐτοσχέδιον ἐμφαίνουσα.

Anonymus Seguerianus Rhet., Ars rhetorica (olim sub nomine Cornuti)


Sec. 98, l. 2

καὶ περὶ αὑτοῦ μὲν κακόν τι εἰπεῖν μικρόν, περὶ δὲ


τοῦ ἀντιδίκου ἀγαθὸν ὁμολογούμενον, ὡς Αἰσχίνης·
’τούτῳ πατὴρ μὲν ἦν ἐλεύθερος ἀνὴρ Δημοσθένης,
οὐ γὰρ δεῖ ψεύδεσθαι’.
         συνεργεῖ δὲ πρὸς πειθὼ
καὶ ἡ ἐνάργεια. ἔστι δὲ ἐνάργεια λόγος ὑπ' ὄψιν
ἄγων τὸ δηλούμενον.
         ποιεῖ δὲ πειθὼ καὶ λέξις
115

ἀνεπιτήδευτος καὶ τὸ αὐτοσχέδιον ἐμφαίνουσα.


         ποι-
ήσεις δὲ πιθανότητα, καὶ ἐὰν μὴ πάντα βεβαιῶν λέγῃς,
ἀλλὰ προστιθῇς τὸ οἶμαι καὶ τάχα καὶ ἴσως καὶ τὰ
τοιαῦτα.
         ἡδεῖαν δὲ ποιήσεις τὴν διήγησιν, ἐὰν
τοῖς οἰκείοις αὐτὴν ἤθεσι διαποικίλλῃς καὶ γνώμας
ἀναμίξῃς· ποιεῖ τε ἡδονὴν ἐνίοτε καὶ ἀρχαιολογία
παραληφθεῖσα εὐκαίρως, ὡς παρ' Ὑπερίδῃ ὁ τῆς Λη-
τοῦς μῦθος. ποιεῖ τε ἡδονὴν καὶ ἀστεϊσμός.

Anonymus Seguerianus Rhet., Ars rhetorica (olim sub nomine Cornuti)


Sec. 103, l. 2

ἤτοι ἐπιείκειαν ἀρετὰς ἔφασαν διηγήσεως. περὶ μὲν


οὖν ἡδονῆς καὶ μεγαλοπρεπείας ἔφθημεν εἰπόντες,
αὔξησιν δὲ καὶ ἐπιείκειαν τί ἐστι πολλαχοῦ ἀκηκόαμεν.
περὶ μέντοι συντομίας Ἀριστοτέλης ἐφίστησιν·
εἰ γάρ ἐστι, φησίν, ἡ συντομία συμμετρία τῆς μήτε
παραλειπούσης τι τῶν ἀναγκαίων μήτε πλεοναζούσης,
ἀρετὴ γενήσεται· εἰ δέ ἐστιν ὥσπερ ἔνδεια τῆς ὑπερ-
βαινούσης τι τῶν χρησίμων, ἐν ταῖς κακίαις μᾶλλον
ταχθήσεται.
         ὁ δὲ Γαδαρεὺς Θεόδωρος τὴν πιθα-
νότητα μόνην ἀρετὴν νομίζει τῆς διηγήσεως, τὰς δὲ
προειρημένας ἀρετὰς ἰδίας μὲν μὴ εἶναι μόνης τῆς
διηγήσεως, κοινὰς δὲ ἅπαντος τοῦ λόγου.
         Ἁρπο-
κρατίων δὲ οὕτως γράφει· καὶ διηγήματος ἀρεταὶ ἐν
μὲν τοῖς εὐπρεπεστέροις σαφήνεια, ἐν δὲ τοῖς σαθροῖς
ἀσάφεια προβεβλημένη. πόθεν δὲ ἡ ἀσάφεια καὶ πῶς
γίνεται, ἤδη δεδήλωται.
 Τρόποι δὲ διηγήσεως ἑπτά· αὔξησις, μείωσις,
εὐφημία, παράλειψις, ἐπανάμνησις, ἐπὶ τὸ κρεῖττον ἢ
χεῖρον φράσις, ἐνάργεια· περὶ ὧν λεκτέον πῶς ἕκαστον

Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός. Συμπόσιον ἢ Κρόνια sive Caesares (2003:


010)“L'empereur Julien. Oeuvres complètes, vol. 2.2”, Ed. Lacombrade, C.
Paris: Les Belles Lettres, 1964.Sec. 18, l. 15

Καὶ ὁ Ζεύς· «Ἀλλ' οὐ θεμιτὸν εἴσω φοιτᾶν», εἶπεν,


»ἀνδρὶ μὴ τὰ ἡμέτερα ζηλοῦντι».  – »Γιγνέσθω τοίνυν,
ἐπὶ τῶν προθύρων», εἶπεν ὁ Διόνυσος, «αὐτοῖς ἡ
κρίσις. Ἀλλ', εἰ τοῦτο δοκεῖ ταύτῃ, καλῶμεν ἄνδρα οὐκ
ἀπόλεμον μέν, ἡδονῇ δὲ καὶ ἀπολαύσει χειροηθέστερον.
Ἡκέτω οὖν ἄχρι τῶν προθύρων ὁ Κωνσταντῖνος». Ἐπεὶ
δὲ ἐδέδοκτο καὶ τοῦτο, τίνα χρὴ τρόπον αὐτοὺς ἁμιλ-
116

λᾶσθαι γνώμη προὐτέθη. Καὶ ὁ μὲν Ἑρμῆς ἠξίου λέγειν


ἕκαστον ἐν μέρει περὶ τῶν ἑαυτοῦ, τίθεσθαι δὲ τοὺς
θεοὺς τὴν ψῆφον. Οὐ μὴν ἐδόκει ταῦτα τῷ Ἀπόλλωνι  
καλῶς ἔχειν· ἀληθείας γὰρ εἶναι, καὶ οὐ πιθανότητος
οὐδὲ αἱμυλίας ἐν θεοῖς ἔλεγχον καὶ ἐξέτασιν. Βουλό-
μενος δὲ ὁ Ζεὺς ἀμφοτέροις χαρίζεσθαι καὶ ἅμα προάγειν
ἐπὶ πλέον αὐτοῖς τὴν συνουσίαν· «Οὐθέν», εἶπε,
»κωλύει λέγειν γε αὐτοῖς ἐπιτρέψαι, μικρὰ τοῦ ὕδατος
ἐπιμετρήσαντας, εἶτα ὕστερον ἀνερωτᾶν καὶ ἀποπειρᾶσθαι
τῆς ἑκάστου διανοίας». Καὶ ὁ Σειληνὸς ἐπισκώπτων· «Ἀλλ'
ὅπως μή, νομίσαντες αὐτὸ νέκταρ εἶναι, Τραϊανός τε καὶ
Ἀλέξανδρος ἅπαν ἐκροφήσωσι τὸ ὕδωρ, εἶτα ἀφέλωνται
τοὺς ἄλλους». Καὶ ὁ Ποσειδῶν·

Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός. Contra Galilaeos (2003: 017)


“Juliani imperatoris librorum contra Christianos quae supersunt”, Ed. Neumann, C.J.
Leipzig: Teubner, 1880.P. 180, l. 4

γὰρ ἡμέτεροι τὸν δημιουργόν φασιν ἁπάντων μὲν εἶναι κοινὸν


πατέρα καὶ βασιλέα, νενεμῆσθαι δὲ ὑπ' αὐτοῦ τὰ λοιπὰ τῶν
ἐθνῶν ἐθνάρχαις καὶ πολιούχοις θεοῖς, ὧν ἕκαστος ἐπιτροπεύει
τὴν ἑαυτοῦ λῆξιν οἰκείως ἑαυτῷ. ἐπειδὴ γὰρ ἐν μὲν τῷ πατρὶ
πάντα τέλεια καὶ ἓν πάντα, ἐν δὲ τοῖς μεριστοῖς ἄλλη παρ'
ἄλλῳ κρατεῖ δύναμις, Ἄρης μὲν ἐπιτροπεύει τὰ πολεμικὰ τῶν
ἐθνῶν, Ἀθηνᾶ δὲ τὰ μετὰ φρονήσεως πολεμικὰ, Ἑρμῆς δὲ τὰ  
συνετώτερα μᾶλλον ἢ τολμηρότερα, καὶ καθ' ἑκάστην οὐσίαν
τῶν οἰκείων θεῶν ἕπεται καὶ τὰ ἐπιτροπευόμενα παρὰ σφῶν
ἔθνη. εἰ μὲν οὖν οὐ μαρτυρεῖ τοῖς ἡμετέροις λόγοις ἡ πεῖρα,
πλάσμα μὲν ἔστω τὰ παρ' ἡμῶν καὶ πιθανότης ἄκαιρος, τὰ
παρ' ὑμῖν δὲ ἐπαινείσθω· εἰ δὲ πᾶν τοὐναντίον οἷς μὲν ἡμεῖς
λέγομεν, ἐξ αἰῶνος ἡ πεῖρα μαρτυρεῖ, τοῖς ὑμετέροις δὲ λόγοις
οὐδὲν οὐδαμοῦ φαίνεται σύμφωνον, τί τοσαύτης τῆς φιλονεικίας
ἀντέχεσθε; λεγέσθω γάρ μοι, τίς αἰτία τοῦ Κελτοὺς μὲν εἶναι
καὶ Γερμανοὺς θρασεῖς, Ἕλληνας δὲ καὶ Ῥωμαίους ὡς ἐπίπαν
πολιτικοὺς καὶ φιλανθρώπους μετὰ τοῦ στερροῦ τε καὶ πολεμι-
κοῦ, συνετωτέρους δὲ καὶ τεχνικωτέρους Αἰγυπτίους, ἀπολέμους
δὲ καὶ τρυφηλοὺς Σύρους μετὰ τοῦ συνετοῦ καὶ θερμοῦ καὶ
κούφου καὶ εὐμαθοῦς. ταύτης γὰρ τῆς ἐν τοῖς ἔθνεσι δια

Γρηγόριος Νύσσης. Contra Eunomium (2017: 030)“Gregorii Nysseni opera, vols.


1.1 & 2.2”, Ed. Jaeger, W.Leiden: Brill, 1960.Book 1, Ch.1, sec. 654, l. 3

καλλωπιζόμενος τῇ περιουσίᾳ τῆς τοῦ ὑβρίζειν δυνάμεως.


πάλιν γὰρ ἡμεῖς μάταιοι, πάλιν τῶν ὀρθῶν λογι-
σμῶν ἁμαρτάνοντεςκαὶ οὐ μετὰ τῆς ἀρκούσης
τῇ χρείᾳ παρασκευῆς τοῖς λόγοις ἐπιχειροῦν-
τεςκαὶ τῆς τοῦ λέγοντος διανοίας ἀπολειπό-
117

μενοι. ταῦτα γὰρ πάντα καὶ ἔτι πλείω τούτων παρὰ τοῦ
εὐσταθοῦντος στόματος ὁ διδάσκαλος ἡμῶν ὀνομάζεται. καὶ
ἴσως οὐκ ἄλογος τῆς ὀργῆς ἡ αἰτία, ἀλλὰ δικαίως ὁ λογο-
γράφος παρώξυνται. τί γὰρ αὐτὸν ἔδει λυπεῖν ἐξελέγχοντα
τὴν ἀρρωστίαν τοῦ λόγου, τί δὲ παραγυμνοῦν τε καὶ φανερὸν
ποιεῖν τοῖς ἀκεραιοτέροις τὸ βλάσφημον τῇ πιθανότητι τῶν
σοφισμάτων συγκαλυπτόμενον; διὰ τί δὲ οὐκ ἐπικαλύπτει
τῇ σιωπῇ τὰ σαθρὰ τοῦ δόγματος, ἀλλὰ στηλιτεύει τὸν
δείλαιον, δέον ἐλεεῖν καὶ ἐπικαλύπτειν διὰ ἡσυχίας τὴν
ἀσχημοσύνην τοῦ λόγου; ὁ δὲ ἐλέγχει καὶ θεατρίζει τὸν
ὁπωσοῦν παρὰ τοῖς ἰδίοις μαθηταῖς ἐπὶ σοφίᾳ καὶ ἀγχινοίᾳ
τιμώμενον. εἶπέ που τῶν ἑαυτοῦ λόγων ὁ Εὐνόμιος ἕπε-
σθαι τῷ θεῷ τὸ ἀγέννητον. ἐπέστη τῷ ῥήματι ὁ δι-
δάσκαλος ἡμῶν, ὅτι τὸ ἑπόμενον τῶν ἔξωθεν ἐπιθεωρου-
μένων ἐστίν, ἡ δὲ οὐσία οὐ τῶν ἔξωθέν τινος, ἀλλ' αὐτοῦ
τοῦ εἶναι καθὸ ἔστι τὴν σημασίαν ἐνδείκνυται.

Γρηγόριος Νύσσης. Contra Eunomium Book 3, Ch.5, sec. 61, l. 6

ἀνερμήνευτον ἐκ τῶν εἰρημένων ἐστίν. οὐκοῦν φανερωσάτω


πρότερον ἡμῖν τὰ τῆς οὐσίας ὀνόματα, καὶ τότε τῇ παραλ-
λαγῇ τῶν προσηγοριῶν διατεμνέτω τὴν φύσιν· ἕως δ' ἂν
τὸ ζητούμενον ἀνεκφώνητον μένῃ, μάτην αὐτῷ τὰ περὶ τῶν
ὀνομάτων τετεχνολόγηται, τῶν ὀνομάτων οὐκ ὄντων.
 Ἡ μὲν οὖν ἰσχυροτέρατῶν Εὐνομίου κατὰ τῆς
ἀληθείας λαβὴ τοιαύτη, πολλῶν κατὰ τὸ μέρος τοῦτο τῆς
λογογραφίας σιωπηθέντων δογμάτων. δοκεῖ γάρ μοι πρέ-
πειν τοῖς τὸν ἐνόπλιον τοῦτον κατὰ τῶν ἐχθρῶν τῆς ἀλη-
θείας τρέχουσι δρόμον πρὸς τοὺς πεφραγμένους ποσῶς τῇ
πιθανότητι τοῦ ψεύδους ὁπλίζεσθαι, τοῖς δὲ νεκροῖς καὶ
ὀδωδόσι τῶν νοημάτων μὴ ἐμμολύνειν τὸν λόγον. τὸ γὰρ
οἴεσθαι πάντα ὅσα τῷ τῆς οὐσίας ἥνωται λόγῳ  
πάντως ἐν σώμασιν εἶναι καὶ φθορᾷ συνεζεῦ-
χθαι(τοῦτο γὰρ ἐν τῷ μέρει τούτῳ φησίν) ὡς νεκρώδη
δυσωδίαν ἑκὼν ὑπερβήσομαι, παντὸς οἶμαι τοῦ γε νοῦν
ἔχοντος ἐκ τοῦ προχείρου κατιδεῖν δυναμένου τὸ τεθνηκός
τε καὶ διαπεπτωκὸς τοῦ λόγου. τίς γὰρ οὐκ οἶδεν ὅτι πλῆ-
θος μὲν ἄπειρον τῶν ἀνθρωπίνων ἐστὶ ψυχῶν, οὐσία δὲ
πάσαις ὑπόκειται μία καὶ τὸ ὁμοούσιον ὑποκείμενον ἐν
αὐταῖς τῆς σωματικῆς διαφθορᾶς ἠλλοτρίωται; ὥστε νη

Γρηγόριος Νύσσης. Contra Eunomium Book 3, Ch.6, sec. 2, l. 7

κεφάλαιον τῆς βλασφημίας ἐν τοῖς ἐφεξῆς τοῦ λόγου προ-


κείμενον· τὴν γὰρ ἐκ μὴ ὄντων εἰς τὸ εἶναι τοῦ μονο-
γενοῦς πάροδον, τοῦτο δὴ τὸ φρικτόν τε καὶ ἄθεον καὶ
πάσης ἀσεβείας φευκτότερον δόγμα τοῦ Εὐνομίου, νῦν τῇ
118

ἀκολουθίᾳ τοῦ λόγου κατασκευάζει. καὶ ἐπειδὴ πᾶσι τοῖς


διὰ τῆς ἀπάτης ταύτης γεγοητευμένοις ἕτοιμον ἐπὶ γλώσσης
ἐστὶν εἰς κατασκευὴν τοῦ ἐκ μὴ ὄντος εἶναι τὸν ἡμᾶς καὶ
πᾶσαν τὴν κτίσιν ἐξ οὐκ ὄντων ποιήσαντα τὸ λέγειν εἰ ἦν,
οὐ γεγέννηται, καὶ εἰ γεγέννηται, οὐκ ἦν, καὶ πολλὴν ἔχει  
διὰ τούτων ἡ ἀπάτη τὴν συμμαχίαν, τῶν μικροψυχοτέρων
ἐν τῇ ἐπιπολαίῳ ταύτῃ πιθανότητι στενοχωρουμένων καὶ
πρὸς συγκατάθεσιν τῆς βλασφημίας ὑπαγομένων, ἀνάγκη
μὴ παρελθεῖν τὴν ῥίζαν τῆς πικρίας τοῦ δόγματος, ἵνα
μή, καθώς φησιν ὁ ἀπόστολος, ἄνω φύουσα διοχλῇ. πρῶ-
τον δέ φημι δεῖν αὐτὸν ἐφ' ἑαυτοῦ τὸν λόγον κατανοῆσαι
δίχα τῆς πρὸς τοὺς ἐναντίους μάχης, εἶθ' οὕτως ἐπὶ τὴν
ἐξέτασίν τε καὶ τὸν ἔλεγχον τῶν ἐκτεθέντων ἐλθεῖν.
 Ἓν γνώρισμα τῆς ἀληθινῆς θεότητος ὁ τῆς ἁγίας
γραφῆς ὑποδείκνυσι λόγος, ὃ διὰ τῆς ἄνωθεν φωνῆς ἐδι-
δάχθη ὁ Μωϋσῆς ἀκούσας τοῦ εἰπόντος ὅτι Ἐγώ εἰμι ὁ
ὤν. οὐκοῦν τοῦτο μόνον θεῖον εἶναι ὡς ἀληθῶς πιστεύειν

Γρηγόριος Νύσσης. Oratio catechetica magna (2017: 046)“The catechetical


oration of Gregory of Nyssa”, Ed. Srawley, J.Cambridge: Cambridge University
Press, 1903, Rep1956.Sec. 7, l. 19

ὄντων οὐδὲν ὁ θεός, ἐν κακοῖς δὲ ὁ ἄνθρωπος, οὐκέτ' ἂν


ὁ τῆς ἀγαθότητος τοῦ θεοῦ διασώζοιτο λόγος, εἴπερ ἐν
κακοῖς μέλλοντα τὸν ἄνθρωπον ζήσεσθαι πρὸς τὸν βίον
παρήγαγεν. εἰ γὰρ ἀγαθῆς φύσεως ἡ κατὰ τὸ ἀγαθὸν
ἐνέργεια πάντως ἐστίν, ὁ λυπηρὸς οὗτος καὶ ἐπίκηρος βίος
οὐκέτ' ἄν, φησίν, εἰς τὴν τοῦ ἀγαθοῦ δημιουργίαν ἀνάγοιτο,
ἀλλ' ἕτερον χρὴ τῆς τοιαύτης ζωῆς αἴτιον οἴεσθαι, ᾧ πρὸς
πονηρίαν ἡ φύσις ἐπιρρεπῶς ἔχει. ταῦτα γὰρ πάντα καὶ
τὰ τοιαῦτα τοῖς μὲν ἐν βάθει καθάπερ τινὰ δευσοποιὸν
βαφὴν τὴν αἱρετικὴν παραδεδεγμένοις ἀπάτην ἰσχύν τινα
διὰ τῆς ἐπιπολαίου πιθανότητος ἔχειν δοκεῖ· τοῖς δὲ
διορατικωτέροις τῆς ἀληθείας σαθρὰ ὄντα καὶ πρόχειρον
τὴν τῆς ἀπάτης ἀπόδειξιν ἔχοντα σαφῶς καθορᾶται. καί
μοι δοκεῖ καλῶς ἔχειν τὸν ἀπόστολον ἐν τούτοις συνήγορον
τῆς κατ' αὐτῶν κατηγορίας προστήσασθαι. διαιρεῖ γὰρ
ἐν τῷ πρὸς Κορινθίους λόγῳ τάς τε σαρκώδεις καὶ τὰς
πνευματικὰς τῶν ψυχῶν καταστάσεις, δεικνύς, οἶμαι, διὰ  
τῶν λεγομένων, ὅτι οὐ δι' αἰσθήσεως τὸ καλὸν ἢ τὸ κακὸν
κρίνειν προσήκει, ἀλλ' ἔξω τῶν κατὰ τὸ σῶμα φαινομένων
τὸν νοῦν ἀποστήσαντας, αὐτὴν ἐφ' ἑαυτῆς τοῦ καλοῦ τε
καὶ τοῦ ἐναντίου διακρίνειν τὴν φύσιν. ὁ γὰρ πνευμα

Γρηγόριος Νύσσης. De vita Gregorii Thaumaturgi (2017: 069); MPG 46.


Vol. 46, p. 909, l. 50

ἱερωσύνην ἐπικηρύξαντος, πρὸς κατανόησιν τῆς κατὰ


τὸ μυστήριον ἀκριβείας, οὐκέτι, καθώς φησιν ὁ
119

Ἀπόστολος, σαρκὶ καὶ αἵματι προσανέχειν ᾤετο δεῖν,


ἀλλὰ θεόθεν ᾔτει γενέσθαι αὐτῷ τὴν τῶν κρυφίων
φανέρωσιν· καὶ οὐ πρότερον ἐπεθάρσησε τῷ τοῦ λό-
γου κηρύγματι, πρὶν διά τινος ἐμφανείας ἐκκαλυ-
φθῆναι αὐτῷ τὴν ἀλήθειαν. Σκοπουμένῳ γὰρ αὐτῷ
ποτε ἐννύχιον περὶ τοῦ λόγου τῆς πίστεως, καὶ παν-
τοίους ἀνακινοῦντι λογισμούς· ἦσαν γὰρ δὴ καὶ τότε
τινὲς, οἱ τὴν εὐσεβῆ διδασκαλίαν παραχαράττοντες,
διὰ τῆς πιθανότητος τῶν ἐπιχειρημάτων, ἀμφίβολον
ποιοῦντες πολλάκις καὶ τοῖς συνετοῖς τὴν ἀλήθειαν·
ὑπὲρ ἧς τότε διαγρυπνοῦντι αὐτῷ καὶ φροντίζοντι
φαίνεταί τις καθ' ὕπαρ ἐν ἀνθρωπίνῳ τῷ σχήματι,
γηραλέος τὸ εἶδος, ἱεροπρεπὴς τῇ καταστολῇ τοῦ ἐν-
δύματος, πολλὴν ἐπισημαίνων τὴν ἀρετὴν τῇ περὶ τὸ  
πρόσωπον χάριτι, καὶ τῇ καταστάσει τοῦ σχήματος.
Τὸν δὲ καταπλαγέντα τῇ ὄψει, διαναστῆναι μὲν τῆς
εὐνῆς καὶ ὅστις εἴη μαθεῖν ἐδεῖτο, καὶ ὑπὲρ τίνος
ἥκοι. Ἐκείνου δὲ καταστείλαντος αὐτοῦ τὴν ταρα-
χὴν τῆς διανοίας ἐν ἠρεμαίᾳ φωνῇ, καὶ εἰπόντος

Γρηγόριος Νύσσης. De opificio hominis (2017: 079); MPG 44.


P. 156, l. 35

χαρακτηρίζων τὴν ἀκατάληπτον φύσιν.


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΒʹ.
Ἐξέτασις, ἐν τίνι τὸ ἡγεμονικὸν νομιστέον, ἐν
ᾧ καὶ περὶ δακρύων καὶ περὶ γέλωτος φυσιολο-
γία, καὶ θεώρημά τι φυσικὸν περὶ τῆς κατὰ τὴν
ὕλην, καὶ τὴν φύσιν, καὶ τὸν νοῦν κοινωνίας.
 Σιγάτω τοίνυν πᾶσα στοχαστικὴ ματαιολογία τῶν
μορίοις τισὶ σωματικοῖς τὴν νοητὴν ἐναποκλειόντων
ἐνέργειαν, ὧν οἱ μὲν ἐν καρδίᾳ τὸ ἡγεμονικὸν εἶναι τί-
θενται, οἱ δὲ τῷ ἐγκεφάλῳ τὸν νοῦν ἐνδιαιτᾶσθαί φα-
σιν, ἐπιπολαίοις τισὶ πιθανότησι τὰς τοιαύτας ἐπι-
νοίας κρατοῦντες. Ὁ μὲν γὰρ τῇ καρδίᾳ προστιθεὶς
τὴν ἡγεμονίαν, τὴν κατὰ τόπον αὐτῆς θέσιν ποιεῖται
τοῦ λόγου τεκμήριον, διὰ τὸ δοκεῖν πως τὴν μέσην
τοῦ παντὸς σώματος ἐπέχειν χώραν αὐτὴν, ὡς τῆς
προαιρετικῆς κινήσεως εὐκόλως ἐκ τοῦ μέσου πρὸς
ἅπαν μεριζομένης σῶμα, καὶ οὕτως εἰς ἐνέργειαν
προϊούσης. Καὶ μαρτύριον ποιεῖται τοῦ λόγου τὴν
λυπηράν τε καὶ θυμώδη τοῦ ἀνθρώπου διάθεσιν, ὅτι
δοκεῖ πως τὰ τοιαῦτα πάθη συγκινεῖν τὸ μέρος τοῦτο πρὸς τὴν συμπάθειαν

Ευσέβιος θεολόγος. Generalis elementaria introductio (= Eclogae propheticae)


(2018: 023)“Eusebii Pamphili episcopi Caesariensis eclogae propheticae”, Ed.
Gaisford, T.Oxford: Oxford University Press, 1842.P. 180, l. 5
120

ὑπολαμβάνω σύμβολον εἶναι τῶν μεμαρτυρηκότων


τῇ τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ παρουσίᾳ
προφητῶν, καὶ τῶν εἰς τὸν αὐτοῦ τύπον πάλαι καθ-
εστώτων ἱερέων. Μετὰ ταῦτα λέγεται· καὶ προσῆλθον
πρὸς τὴν προφῆτιν, καὶ ἐν γαστρὶ ἔλαβε καὶ ἔτεκεν υἱὸν,
καὶ τὰ ἑξῆς. Σφόδρα δὲ ἀπρεπὲς καὶ τῆς προφη-  
τικῆς σεμνότητός τε καὶ καθαρότητος ἀλλότριον τὸ
προχείρως οὕτως οἴεσθαι τὸν προφήτην ἐν αὐτῷ τῷ
θεοφορεῖσθαι ἐπὶ μαρτύρων τῶν προδεδηλωμένων
κοινωνίας χάριν αἰσχρᾶς προσεληλυθέναι γυναικὶ
προφήτιδι καὶ αὐτῇ· ποία δὲ κἂν πιθανότης τολμάτω
προσελθεῖν αὐτὸν συνειληφέναι καὶ τετοκέναι αὐτὴν
υἱόν· ἀλλὰ γὰρ ἔχεσθαι καὶ ταύτην τὴν προφητείαν
ἡγοῦμαι τοῦ νοῦ τῆς προεκτεθείσης, καθ' ἣν εἴρητο,
ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ λήψεται· ἐκεῖσε μὲν γὰρ ἐν
γαστρὶ λήψεσθαι καὶ τέξεσθαι υἱὸν προυλέγετο ἡ
παρθένος· ἐνταῦθα δὲ καὶ ὁ τρόπος καθ' ὃν πέρας
εἴληφεν ἡ προφητεία δηλοῦται· ἐν γαστρὶ γὰρ, φησὶν,
ἔλαβεν καὶ ἔτεκεν υἱόν. Τίς ἂν οὖν εἴη ὁ φάσκων
τὸ, προσῆλθον πρὸς τὴν προφῆτιν, ἢ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον
τὸ λαλοῦν ἐν τῷ προφήτῃ, περὶ οὗ λέλεκται τῇ

Theodosius Gramm., Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore Theodoro Prodromo)


(2020: 003)“Theodosii Alexandrini grammatica”, Ed. Göttling, K.Leipzig: Libraria
Dykiana, 1822.P. 57, l. 33

δία, διαστολή. Τί ἔστιν ὑπόκρισις; ἡ τῶν ὑποκειμέ-


νων σωμάτων ἢ πραγμάτων μίμησις ἢ διὰ σώματος
ἢ διὰ φωνῆς. Τί ἔστι προσῳδία; τόνος φωνῆς κατὰ
ἀναλογίαν διαλέκτου κατορθούμενος. Τί ἔστι διαστολή;
διανοίας ὁλοκλήρου περιτομὴ ἢ ἐλαχίστη σιωπὴ λόγου
ἐπιφερομένου, ἢ διάστημα δύο λόγων βραχύτατον.
Πόσοι τρόποι τῆς ἀναγνώσεως; πέντε· ἀναλογία, ἐτυ-
μολογία, συναλοιφή, διάλεκτος, ἱστορία. Τί ἔστιν
ἀναλογία; ἡ τῶν ὁμοίων παράθεσις· Τί ἔστιν ἐτυ-
μολογία; ἀνάπτυξις λέξεων ἁρμόζουσα τὴν φωνὴν πρὸς
τὴν τοῦ ὑποκειμένου πιθανότητα. Τί ἔστι συναλοιφή;  
συνέλευσις καὶ συμφωνία δύο συλλαβῶν εἰς μίαν συλ-
λαβήν, τῆς τελευταίας συλλαβῆς φυλαττομένης, τῆς δὲ
πρώτης ἀφανιζομένης.

Επιφάνιος θεολόγος. Panarion (= Adversus haereses) (2021: 002)


“Epiphanius, Bände 1–3: Ancoratus und Panarion”, Ed. Holl, K.
Leipzig: Hinrichs, 1:1915; 2:1922; 3:1933; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 25, 31, 37.Vol. 1, p. 249, l. 4
121

λοις, τούτους πρὸς πόθον τοῦ ἄνω ὁμοιώματος ἐπιχειρῆσαι τοῦ ἀν-
θρώπου τὸ πλάσμα ποιῆσαι. ἐπειδὴ γὰρ ἠράσθησαν τοῦ ἄνω φωτὸς
πόθῳ τῷ πρὸς αὐτὸ καὶ ἡδονῇ κατασχεθέντες, φανέντος καὶ ἀφαν-
τωθέντος ἀπ' αὐτῶν, ἐρασθέντας τε αὐτοῦ καὶ μὴ δυνηθέντας ἐμ-
πλησθῆναι τῆς αὐτοῦ ἐρασμιότητος διὰ τὸ ὑπὸ θῆξιν ἀναπτῆναι τὸ
αὐτὸ φῶς, τούτου χάριν εἰρηκέναι τοὺς ἀγγέλους [φησὶ] δραματουργεῖ  
ὁ αὐτὸς γόης ὅτι «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ' εἰκόνα καὶ καθ' ὁμοίω-
σιν»· παρακόψας τὸ εἰρημένον ἐν τῇ Γενέσει ὑπὸ τοῦ ἁγίου θεοῦ τὸ
»[καθ'] ἡμετέραν», ἐάσας δὲτὸ «κατ' εἰκόνα», ἵνα δὴ ἔχῃ ἡ αὐτοῦ
πλάνη τὴν πιθανότητα· ὡς δῆθεν ἄλλων μὲν ποιούντων εἰκόνα δὲ
ἑτέρου λέγειν ἐν τῷ «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ' εἰκόνα καὶ καθ'
ὁμοίωσιν». γενομένου δέ, φησί, τοῦ ἀνθρώπου διὰ τὸ αὐτῶν
ἀδρανὲς μὴ δύνασθαι αὐτὸν τελεσφορῆσαι, κεῖσθαι δὲ καὶ σκαρίζειν
χαμαὶ κείμενον δίκην σκώληκος ἕρποντος, μὴ δύνασθαι δὲ μήτε ἀνορ-
θοῦσθαι μήτε τι ἕτερον πράττειν, ἕως ἡ ἄνω δύναμις παρακύψασα
καὶ σπλαγχνισθεῖσα διὰ τὴν ἰδίαν αὐτῆς εἰκόνα τε καὶ ἰδέαν κατ'
οἶκτον ἀπέστειλε σπινθῆρα τῆς αὐτῆς δυνάμεως καὶ δι' αὐτοῦ ἀνώρ-
θωσε τὸν ἄνθρωπον καὶ οὕτως ἐζωογόνησε, δῆθεν τὸν σπινθῆρα
ψυχὴν τὴν ἀνθρωπείαν φάσκων. καὶ τούτου ἕνεκα πάντως δὴ τὸν
σπινθῆρα σωθῆναι, τὸ δὲ πᾶν τοῦ ἀνθρώπου ἀπολέσθαι· ἐν τῷ ἄνω

Επιφάνιος θεολόγος. Panarion (= Adversus haereses) Vol. 1, p. 399, l. 2

          

ΕΚΤΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ

 Ἐπεὶ τὴν ἀλήθειαν παραπεμπόμενοί τινες ἐπεισάγουσι λόγους ψευδεῖς


καὶ «γενεαλογίας ἀπεράντους, αἵτινες ζητήσεις μᾶλλον παρέχουσι», καθὼς  
ὁ ἀπόστολός φησιν «ἢ οἰκοδομὴν θεοῦ τὴν ἐν πίστει», καὶ διὰ τῆς
πανούργως συγκεκροτημένης πιθανότητος παράγουσι τὸν νοῦν τῶν ἀπειρο-
τέρων καὶ αἰχμαλωτίζουσιν αὐτούς, ῥᾳδιουργοῦντες τὰ λόγια τοῦ κυρίου,
ἐξηγηταὶ κακοὶ τῶν καλῶς εἰρημένων γινόμενοι, καὶ πολλοὺς ἀνατρέπουσιν,
ἀπάγοντες αὐτοὺς προφάσει γνώσεως ἀπὸ τοῦ τόδε τὸ πᾶν συστησαμένου
καὶ κεκοσμηκότος, ὡς ὑψηλότερόν τι καὶ μεῖζον ἔχοντες ἐπιδεῖξαι τοῦ τὸν
οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς πεποιηκότος θεοῦ, πιθανῶς
μὲν ἐπαγόμενοι διὰ λόγων τέχνης τοὺς ἀκεραίους εἰς τὸν τοῦ ζητεῖν τρόπον,
ἀπιθάνως δὲ ἀπολλύντες αὐτοὺς ἐν τῷ βλάσφημον καὶ ἀσεβῆ τὴν γνώμην
αὐτῶν κατασκευάζειν εἰς τὸν δημιουργόν, μηδὲ ἔν τῳ διακρίνειν δυναμένων
τὸ ψεῦδος ἀπὸ τοῦ ἀληθοῦς – ἡ γὰρ πλάνη καθ' ἑαυτὴν μὲν οὐκ ἐπιδείκ-
νυται, ἵνα μὴ γυμνωθεῖσα γένηται κατάφωρος, πιθανῷ δὲ περιβλήματι

Επιφάνιος θεολόγος. Panarion (= Adversus haereses) Vol. 1, p. 400, l. 17

δώσομεν κατὰ τὴν ἡμετέραν μετριότητα πρὸς τὸ ἀνατρέπειν αὐτήν, ἀλλό-


κοτα καὶ ἀσύστατα καὶ ἀνάρμοστα τῇ ἀληθείᾳ ἐπιδεικνύντες τὰ ὑπ' αὐτῶν
λεγόμενα, μήτε συγγράφειν εἰθισμένοι μήτε λόγων τέχνην ἠσκηκότες,
122

ἀγάπης δὲ ἡμᾶς προτρεπομένης σοί τε καὶ πᾶσι τοῖς μετὰ σοῦ μηνῦσαι
τὰ μέχρι μὲν νῦν κεκρυμμένα, ἤδη δὲ κατὰ τὴν χάριν τοῦ θεοῦ εἰς φανε-
ρὸν ἐληλυθότα διδάγματα. «οὐδὲν γάρ ἐστι κεκαλυμμένον, ὃ οὐκ ἀπο-
καλυφθήσεται, καὶ κρυπτόν, ὃ οὐ γνωσθήσεται».
 10. 8Οὐκ ἐπιζητήσεις δὲ παρ' ἡμῶν, τῶν ἐν Κελτοῖς διατριβόντων καὶ
περὶ βάρβαρον διάλεκτον τὸ πλεῖστον ἀσχολουμένων, λόγων τέχνην ἣν οὐκ
ἐμάθομεν οὔτε δύναμιν συγγραφέως ἣν οὐκ ἠσκήσαμεν οὔτε καλλωπισμὸν
λέξεων οὔτε πιθανότητα ἣν οὐκ οἴδαμεν, ἀλλὰ ἁπλῶς καὶ ἀληθῶς καὶ
ἰδιωτικῶς τὰ μετὰ ἀγάπης σοὶ γραφέντα μετὰ ἀγάπης σὺ προσδέξῃ καὶ
αὐτὸς αὐξήσεις αὐτὰ παρὰ σεαυτῷ (ἅτε ἱκανώτερος ἡμῶν τυγχάνων), οἱονεὶ
σπέρματα καὶ ἀρχὰς λαβὼν παρ' ἡμῶν, καὶ ἐν τῷ πλάτει σοῦ τοῦ νοῦ
ἐπὶ πολὺ καρποφορήσεις τὰ δι' ὀλίγων ὑφ' ἡμῶν εἰρημένα καὶ δυνατῶς
παραστήσεις τοῖς μετὰ σοῦ τὰ ἀσθενῶς ὑφ' ἡμῶν ἀπηγγελμένα. καὶ ὡς
ἡμεῖς ἐφιλοτιμήθημεν, πάλαι ζητοῦντός σου μαθεῖν τὴν γνώμην αὐτῶν,
μὴ μόνον σοὶ ποιῆσαι φανεράν, ἀλλὰ καὶ ἐφόδια δοῦναι πρὸς τὸ ἐπι-
δεικνύειν αὐτὴν ψευδῆ, οὕτως δὲ καὶ σὺ φιλοτίμως τοῖς λοιποῖς διακονήσεις, κατὰ
τὴν χάριν τὴν ὑπὸ τοῦ κυρίου σοὶ διδομένην, εἰς τὸ μηκέτι παρασύρεσθαι τοὺς
ἀνθρώπους ὑπὸ τῆς ἐκείνων πιθανολογίας, οὔσης τοιαύτης.  

Επιφάνιος θεολόγος. Panarion (= Adversus haereses) Vol. 2, p. 217, l. 20

ἀποστόλου φάσκοντος «τίμιος ὁ γάμος καὶ ἡ κοίτη ἀμίαντος». ἀλλὰ


ἐλεγχόμενοι βλασφημοῦσι τοῦτον μεθυστὴν καλοῦντες, εἰς ἑαυτῶν δὲ
γνώμην καὶ παράστασιν μυθολογίας κατὰ τῶν πινόντων τὸν οἶνον
ἐπιλαμβάνονταί τινα θηρολεκτοῦντες καί φασιν ἐκ τοῦ πονηροῦ τὸ
τοιοῦτον εἶδος εἶναι· «ἔπιε, γάρ φησι, Νῶε ἀπὸ τοῦ οἴνου καὶ ἐγυ-
μνώθη, καὶ Λώτ, φησί, μεθυσθεὶς θυγατράσιν ἰδίαις κατὰ ἄγνοιαν
συνεμίγη καὶ διὰ μέθης γέγονεν ἡ μοσχοποιία· καί φησιν ἡ γραφή·
τίνι θόρυβος; τίνι μάχαι; τίνι ἀηδίαι καὶ λέσχαι; τίνι συντρίμματα
διὰ κενῆς; τίνος πελιδνοὶ οἱ ὀφθαλμοί; οὐ τῶν χρονιζόντων ἐν
οἴνοις, οὐ τῶν ἐξιχνευόντων ποῦ πότοι γίνονται;» καὶ ἄλλα τινὰ
τοιαῦτα ἐξιχνεύοντες συσσωρεύουσι διὰ τὴν ἑαυτῶν πιθανότητα, οὐκ
εἰδότες ὅτι πᾶν τὸ ἄμετρον πανταχῇ λυπηρὸν καὶ ἔξω τοῦ προκει-
μένου ἀπηγορευμένον ὑπάρχει. καὶ γὰρ οὐ μόνον ἐπὶ οἴνῳ τοῦτο
εἴποιμ' ἄν, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ πάσῃ ἀπληστίᾳ. τοῦτο γὰρ καὶ ὁ κύριος
ἐδίδασκε φάσκων «μὴ βαρυνέσθωσαν, φησίν, ὑμῶν αἱ καρδίαι ἐν κραι-
πάλῃ καὶ μέθῃ καὶ μερίμναις βιωτικαῖς» καὶ τό «εἰ ἀπληστότερος εἶ,  
μὴ ἐπιθύμει τῶν τοῦ πλουσίου βρωμάτων· ταῦτα γὰρ ἔχεται ζωῆς
ψευδοῦς». περισσοτέρως δὲ ὁ ἅγιος ἀπόστολος ἀπλήστους καὶ ἀδηφά-
γους ἐκκόπτων λαιμάργοις ἐπιθυμίαις ἐπαρώμενος
Γρηγόριος Νύσσης. , Epistulae (2022: 001)“SGrégoire de Nazianze. Lettres, 2
vols.”, Ed. Gallay, P.Paris: Les Belles Lettres, 1:1964; 2:1967.Epistle 162, sec. 4, l. 2

         Νῦν δὲ δέδοικα μὴ οὐχ οὕτως ἔχει·


μάλιστα μὲν γὰρ οὐδὲ μεμέρισται τὰ Χριστοῦ καὶ Χριστὸς
οὐδὲ ὅρους ἔχει φιλανθρωπία. Εἰ δὲ καὶ μεμερίσθαι θείη
τις, δύο τοὺς ἐν τῷ πράγματι βαρουμένους γινώσκω, τήν
τε σὴν εὐλάβειαν καὶ ἡμᾶς, εἰ παροφθείη τὸ δίκαιον.
Ὑπὸ γὰρ τὴν ἀμφοτέρων οἰκονομίαν οἱ κρινόμενοι.
123

Καὶ δέος μὴ παρασυρῇ λόγων πιθανότητι τὸ ἀληθές.


Διὰ τοῦτο καὶ συνδίκαζε καὶ προδίκαζε καὶ ὑπερμάχει
τῆς ἀσθενείας ἡμῶν, μή πως εἰς ἀνάγκην καταστῶμεν,
καίπερ οὕτω τοῦ σώματος ἔχοντος, θερμότερον τῇ ἀληθείᾳ
συναγωνίζεσθαι μετὰ τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς τῶν σῶν εὐχῶν
συνεργίας.

Γρηγόριος Νύσσης. , Epistulae theologicae (2022: 002)“Grégoire de Nazianze.


Lettres théologiques”, Ed. Gallay, P.Paris: Cerf, 1974; Sources chrétiennes 208.
Epistle 101, sec. 11, l. 2

         Εἰ δὲ λόγος τοῦτό ἐστι καὶ


ἀναπλασμὸς εὐπρεπείας ἕνεκεν αὐτοῖς καὶ πιθανότητος τῆς
πρὸς τοὺς πολλοὺς εὑρημένος διὰ τὸ τῶν προσώπων ἀξιό-
πιστον, δίδαξον αὐτοὺς ἠρεμεῖν καὶ διέλεγχε. Τῇ γὰρ σῇ
πολιτείᾳ καὶ ὀρθοδοξίᾳ τοῦτο πρέπειν ὑπολαμβάνομεν.
 Μὴ ἀπατάτωσαν οἱ ἄνθρωποι μηδὲ ἀπατάσθωσαν
ἄνθρωπον ἄνουν δεχόμενοι τὸν Κυριακόν, ὡς αὐτοὶ λέγουσι,
μᾶλλον δὲ τὸν Κύριον ἡμῶν καὶ Θεόν.
         Οὐδὲ γὰρ τὸν  
ἄνθρωπον χωρίζομεν τῆς θεότητος, ἀλλ' ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν
δογματίζομεν, πρότερον μὲν οὐκ ἄνθρωπον, ἀλλὰ Θεὸν καὶ
Υἱὸν μόνον καὶ προαιώνιον, ἀμιγῆ σώματος καὶ τῶν ὅσα

Γρηγόριος Νύσσης. , Funebris in laudem Caesarii fratris oratio (orat. 7) (2022:


005)“Grégoire de Nazianze. Discours funèbres en l'honneur de son frère Césaire et
de Basile de Césarée”, Ed. Boulenger, F.Paris: Picard, 1908.Ch.20, sec. 5, l. 6

Γαληνοῦ, καὶ τῶν ἀντιθέτων ἐκείνοις· ἀλλ' οὐδὲ κακοπα-


θήσει νόσοις, ἰδίας ἐπ' ἀλλοτρίαις συμφοραῖς λύπας
καρπούμενος. Οὐκ ἀποδείξει τὰ Εὐκλείδου καὶ Πτολε-
μαίου καὶ Ἥρωνος· ἀλλ' οὐδὲ ἀλγήσει τοῖς ἀπαιδεύτοις
φυσῶσι μείζονα.
         Οὐ καλλωπιεῖται τοῖς Πλάτωνος καὶ
Ἀριστοτέλους καὶ Πύρρωνος καὶ Δημοκρίτοις δή τισι
καὶ Ἡρακλείτοις καὶ Ἀναξαγόραις, Κλεάνθαις τε καὶ
Ἐπικούροις, καὶ οὐκ οἶδ' οἷστισι τῶν ἐκ τῆς σεμνῆς Στοᾶς
καὶ Ἀκαδημίας· ἀλλ' οὐδὲ φροντίσει ὅπως διαλύσῃ τούτων
τὰς πιθανότητας.
 Τί με δεῖ μνημονεύειν τῶν ἄλλων; Ἀλλὰ ταῦτα
δὴ τὰ τίμια πᾶσι καὶ περισπούδαστα· οὐ παραστήσεται
γαμετήν, οὐ παῖδας· ἀλλ' οὐδὲ θρηνήσει τούτους ἢ θρη-
νηθήσεται ὑπὸ τούτων, ἢ καταλιπὼν ἄλλοις ἢ καταλειφθεὶς
συμφορᾶς ὑπόμνημα.

Γρηγόιος Νύσσης. , De filio (orat. 30) (2022: 010)“Gregor von Nazianz. Die fünf
theologischen Reden”, Ed. Barbel, J.Düsseldorf: Patmos–Verlag, 1963.
124

Sec. 1, l. 12

ἱκανῶς διεσείσαμεν τῇ δυνάμει τοῦ πνεύματος, τὰς δὲ παρὰ τῶν


θείων γραφῶν ἐνστάσεις τε καὶ ἀντιθέσεις, αἷς οἱ τοῦ γράμματος
ἱερόσυλοι καὶ τὸν νοῦν τῶν γεγραμμένων κλέπτοντες τοὺς πολλοὺς
σφετερίζονται, καὶ τὴν ὁδὸν τῆς ἀληθείας ταράσσουσι, συλλήβδην
μὲν ἤδη λελύκαμεν, καὶ οὐκ ἀμυδρῶς, ὡς ἐμαυτὸν πείθω, τοῖς
εὐγνωμονεστέροις· τὰς μὲν ὑψηλοτέρας καὶ θεοπρεπεστέρας φωνὰς
προσνείμαντες τῇ θεότητι, τὰς δὲ ταπεινοτέρας καὶ ἀνθρωπικω-
τέρας τῷ νέῳ δι' ἡμᾶς Ἀδὰμ καὶ θεῷ παθητῷ κατὰ τῆς ἁμαρτίας·
τοῖς δὲ καθ' ἕκαστον οὐκ ἐπεξεληλύθαμεν, ἐπειγομένου τοῦ λόγου·
σὺ δὲ καὶ τούτων ἐπιζητεῖς ἐν βραχεῖ τὰς λύσεις, τοῦ μὴ παρα-
σύρεσθαι λόγοις πιθανότητος, ἡμεῖς καὶ ταύτας κεφαλαιώσομεν
εἰς ἀριθμοὺς διελόντες διὰ τὸ εὐμνημόνευτον.
 Ἔστι γὰρ ἓν μὲν αὐτοῖς ἐκεῖνο καὶ λίαν πρόχειρον τό· Κύριος
ἔκτισέ με ἀρχὴν ὁδῶν αὐτοῦ εἰς ἔργα αὐτοῦ. πρὸς ὃ πῶς ἀπαν-  
τησόμεθα; οὐ Σολομῶντος κατηγορήσομεν; οὐ τὰ πρὶν ἀθετήσο-
μεν διὰ τὴν τελευταίαν παράπτωσιν; οὐχὶ τῆς σοφίας αὐτῆς ἐροῦμεν
εἶναι τὸν λόγον, τῆς οἷον ἐπιστήμης καὶ τοῦ τεχνίτου λόγου, καθ'
ὃν τὰ πάντα συνέστη; πολλὰ γὰρ ἡ γραφὴ προσωποποιεῖν οἶδε καὶ
τῶν ἀψύχων, ὡς τό· Ἡ θάλασσα εἶπε τάδε καὶ τάδε· καί, Ἡ ἄβυσσος
εἶπεν, οὐκ ἔστιν ἐν ἐμοί· καί, Οἱ οὐρανοὶ διηγούμενοι δόξαν θεοῦ.
καὶ πάλιν ῥομφαία τι διακελεύεται, καὶ ὄρη καὶ βουνοὶ λόγους

Γρηγόριος Νύσσης. , Apologetica (orat. 2) (2022: 016); MPG 35.Vol. 35, p. 449, l.
30

ἢ τῆς τρίτης μοίρας τῶν δι' ἀπαιδευσίαν καὶ τὴν


ἐπομένην ταύτῃ θρασύτητα ὁμόσε παντὶ
λόγῳ χωρούντων συώδει πάθει, καὶ καταπατούντων
τοὺς καλοὺς μαργαρίτας τῆς ἀληθείας;
 ΜΒʹ. Ἢ ὅσοι μηδεμίαν μὲν οἴκοθεν ὑπόληψιν φέ-
ροντες, μηδέ τινα τύπον τῶν περὶ Θεοῦ λόγων ἢ
χείρονα ἢ βελτίονα, πᾶσι δὲ ὑποτιθέντες ἑαυτοὺς λό-
γοις καὶ διδασκάλοις, ὡς ἐξ ἁπάντων ἐκλεξόμενοι τὸ
κρεῖττον καὶ ἀσφαλέστερον, καὶ κριταῖς οὐ καλοῖς
τῆς ἀληθείας σφίσιν αὐτοῖς πιστεύσαντες·
ἔπειτα ὑπὸ τῆς πιθανότητος ἄλλοτε ἄλλης
περιφερόμενοι καὶ στρεφόμενοι, καὶ παντὶ λόγῳ κα-
ταπλυνθέντες καὶ πατηθέντες, πολλοὺς ἀμείψαν-
τες διδασκάλους καὶ πολλὰ γράμματα, ὥσπερ χοῦν
ἀνέμοις ῥᾳδίως ἀποβαλόντες, τέλος ἀποκαμόντες
καὶ ἀκοὴν καὶ διάνοιαν, (ὢ τῆς ἀλογίας!) πρὸς
πάντα λόγον ὁμοίως δυσχεραίνουσι, καὶ μοχθηρὸν τύ-
πον ἑαυτοῖς ἐγγράφουσιν, αὐτῆς καταγελᾷν ἡμῶν
καὶ καταφρονεῖν ὡς ἀστάτου καὶ οὐδὲν ὑγιὲς ἐχούσης
τῆς πίστεως, μεταβαίνοντες ἀπαιδεύτως ἀπὸ τῶν
λεγόντων ἐπὶ τὸν λόγον· ὥσπερ ἂν εἴ τις τοὺς
125

Γρηγόριος Νύσσης. , In patrem tacentem (orat. 16) (2022: 029); MPG 35.
Vol. 35, p. 945, l. 13

ἱστὰς τὰ ἁμαρτήματα, τοὺς πικροὺς κατηγόρους, καὶ


οἷς εὖ πεπόνθαμεν, ἃ ἠνομήσαμεν ἀντεξάγων, καὶ
λογισμῷ λογισμὸν πλήσσων, καὶ πράξει πρᾶξιν εὐ-
θύνων, καὶ τὸ τῆς εἰκόνος ἀπαιτῶν ἀξίωμα, τῇ κακίᾳ
συνθολωθείσης καὶ συγχυθείσης, τὸ τελευταῖον ἀπ-
άγει αὐτοὺς ὑφ' ἑαυτῶν κατεγνωσμένους, καὶ κα-
τακεκριμένους, καὶ οὐδὲ ὡς ἄδικα πάσχομεν εἰ-
πεῖν ἔχοντας, ὅπερ ἐνταῦθα τοῖς πάσχουσιν ἔστιν ὅτε
ἱκανὸν εἰς παραμυθίαν τῆς κατακρίσεως;
 Θʹ. Ἐκεῖ δὲ τίς συνήγορος; ποῖα σκῆψις; τίς ψευ-
δὴς ἀπολογία; ποία πιθανότης ἔντεχνος; τίς ἐπίνοια
κατὰ τῆς ἀληθείας παραλογιεῖται τὸ δικαστήριον,
καὶ κλέψει τὴν ὀρθὴν κρίσιν, τοῖς πᾶσι πάντα ἐν
ζυγῷ τιθεῖσαν, καὶ πρᾶξιν, καὶ λόγον, καὶ διανόημα,
καὶ ἀντισηκοῦσαν τοῖς πονηροῖς τὰ βελτίονα, ἵνα
τὸ ῥέπον νικήσῃ, καὶ μετὰ τοῦ πλείονος ἡ ψῆφος γέ-
νηται, μεθ' ἣν οὐκ ἔφεσις, οὐ κριτὴς ὑψηλότερος, οὐκ
ἀπολογία δι' ἔργων δευτέρων, οὐκ ἔλαιον παρὰ τῶν
φρονίμων παρθένων, ἢ τῶν πωλούντων, ταῖς ἐκλει-
πούσαις λαμπάσιν, οὐ μεταμέλεια πλουσίου φλογὶ
τηκομένου, καὶ τοῖς οἰκείοις ἐπιζητοῦντος διόρθωσιν,

Γρηγόριος Νύσσης. , In sancta lumina (orat. 39) (2022: 047); MPG 36.
Vol. 36, p. 337, l. 11

καὶ διανοίας ἀνάπλασμα κακοδαίμονος, χρόνῳ βοη-


θούμενον, καὶ μύθῳ κλεπτόμενον. Ἃ γὰρ ὡς
ἀληθῆ προσκυνοῦσιν, ὡς μυθικὰ συγκαλύπτουσιν·
δέον, εἰ μὲν ἀληθῆ, μὴ μύθους ὀνομάζεσθαι, ἀλλ' ὅτι
μὴ αἰσχρὰ δείκνυσθαι· εἰ δὲ ψευδῆ, μὴ θαυμάζεσθαι,
μηδ' οὕτως ἰταμῶς ἐναντιωτάτας ἔχειν δόξας περὶ
τοῦ αὐτοῦ πράγματος· ὥσπερ ἐν ἀγορᾷ μειρακίων
παίζοντας, ἢ ἀνδρῶν κακοδαιμόνων ὡς ἀληθῶς, ἀλλ'
οὐκ ἀνδράσι διαλεγομένους νοῦν ἔχουσι, καὶ Λόγου
προσκυνηταῖς· κἂν τὴν ἔντεχνον ταύτην, καὶ ῥυπα-
ρὰν πιθανότητα διαπτύωσιν.
 Δʹ. Οὐ Διὸς ταῦτα γοναὶ καὶ κλοπαὶ, τοῦ Κρη-
τῶν τυράννου, κἂν Ἕλληνες ἀπαρέσκωνται· οὐ-
δὲ Κουρήτων ἦχοι, καὶ κρότοι, καὶ ὀρχήσεις ἔν-
οπλοι, Θεοῦ κλαίοντος ἠχὴν συγκαλύπτουσαι, ἵνα πα-
τέρα λάθῃ μισότεκνον· δεινὸν γὰρ ἦν ὡς παιδίον
κλαυθμυρίζεσθαι, τὸν ὡς λίθον καταποθέντα· οὐδὲ
Φρυγῶν ἐκτομαὶ, καὶ αὐλοὶ, καὶ Κορύβαν-
τες, καὶ ὅσα περὶ τὴν Ῥέαν ἄνθρωποι μαίνον-
126

ται, τελοῦντες τῇ μητρὶ τῶν Θεῶν, καὶ τελούμενοι,


ὅσα τῇ μητρὶ τῶν τοιούτων εἰκός· οὐδὲ κόρη τις

Γρηγόριος Νύσσης. , In sanctum pascha (orat. 45) (2022: 052); MPG 36.
Vol. 36, p. 649, l. 41

τε καὶ διδασκαλικὴν, καὶ τὰ λογικὰ πρόβατα ἐπιστρέ-


φουσαν. Ἀλλὰ σοὶ νῦν τὴν ὑπερείδουσαν ὁ νόμος δια-
κελεύεται, μήπου τὸν λογισμὸν ὀκλάσῃς, αἷμα Θεοῦ,
καὶ πάθος ἀκούων, καὶ θάνατον, μήπου περιενεχθῇς
ἀθέως, ὡς Θεοῦ συνήγορος· ἀλλ' ἀνεπαισχύντως καὶ
ἀνενδοιάστως, φάγε τὸ σῶμα, πίε τὸ αἷμα, εἰ τῆς
ζωῆς ἐπιθυμητικῶς ἔχεις, μήτε τοῖς περὶ σαρ-
κὸς ἀπιστῶν λόγοις, μήτε τοῖς περὶ τὸ πάθος
βλαπτόμενος. Ἐρηρεισμένος ἵστατο, πάγιος, βεβη-
κὼς, ἐν μηδενὶ σαλευόμενος ὑπὸ τῶν ἀντικειμένων,
μηδὲ πιθανότητος λόγοις παρασυρόμενος. Ἐπὶ τὸ
ὕψος σεαυτοῦ στῆθι, ἐν ταῖς αὐλαῖς Ἱερουσα-
λὴμ στῆσον τοὺς πόδας, ἐπὶ τῆς πέτρας ἔρει-
σον, ἵνα μὴ σαλεύηταί σου τὰ κατὰ Θεὸν διαβή-
ματα.

Valerius Apsines Rhet., Ars rhetorica (2027: 001)“Rhetores Graeci, vol. 1”, Ed.
Spengel, L.Leipzig: Teubner, 1856, Rep1966.P. 353, l. 5

ΠΕΡΙ ΔΙΗΓΗΣΕΩΣ.

 Ὅτι μὲν αἱ διηγήσεις πραγμάτων γενομένων ἐκθέσεις,


καὶ ὅτι μάλιστα πιθανότητος καὶ σαφηνείας δεῖ ἐν διη-
γήσει, καὶ ὅτι διττὸν τὸ γένος τῶν διηγήσεων, τὸ μὲν
διὰ ψιλῶν πραγμάτων, τὸ δὲ μετὰ διανοιῶν ἐξεταζομέ-
νων καὶ κατασκευῶν προστιθεμένων, ἑτέροις λέγειν
ἀφίημι, καὶ ὅτι αἱ μὲν ἱστορικαί, ὧν πολὺ εἶδος ἐν συγ-
γραφαῖς, αἱ δὲ ἀγωνιστικαὶ οἷον παρὰ τοῖς πολιτικοῖς.
ἔλθοιεν δ' ἄν ποτε καὶ ἱστορικαὶ πρὸς πολιτικόν. ἔσται
μὲν πολιτικὸς ὁ λόγος, δεῖ δὲ τὸ ὕπτιον αὐτῶν ἐπανορ-
θοῦσθαι διὰ τῶν γοργῶν σχημάτων. ἐῶ δὲ κἀκεῖνο λέ-
γειν, ὅτι ὁ μὲν Λυσίας κατὰ ὄρθωσιν ἀνηπλωμένως τὰς
διηγήσεις, ὁ δὲ Δημοσθένης πλαγιάζων μετ' ἐννοίας

Σωπάτερ. Scholia ad Hermogenis status seu artem rhetoricam (2031: 002)


“Rhetores Graeci, vol. 5”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1833, Rep1968.Vol. 5, p. 6, l.
19

δημαγωγίας καὶ τοὺς ἀδιακρίτως καὶ ἀτέχνως λέγον-


τας, ὁποῖοί ποτέ εἰσιν, ὥσπερ τὸν Θερσίτην·
127

 Ὅς ῥ' ἔπεα φρεσὶν ᾗσιν ἄκοσμά τε πολλά τε ᾔδη.


Καὶ πρῶτόν γε ἁπάντων γενέσθαι φασὶ παρ' Ἀθηναίοις
λόγον εἰπεῖν κατηγορικὸν, κατηγοροῦντα Θησέα ἐπὶ τῷ
θανάτῳ Ἱππολύτου, μεταξὺ δὲ σβεσθῆναι· τῶν γὰρ
τυραννίδων ἐν ταῖς πόλεσι γενομένων ἀναγκαίως ἡ ῥη-
τορικὴ πρὸς ἐλευθερίαν σπουδάζουσα καὶ ἐναντία οὖσα
ταῖς τυραννίσιν ἔγκλημά τε ἦν καὶ ἐπικίνδυνον γίνεσθαι.
ἐν δὲ Σικελίᾳ λέγεται Φάλαριν δημαγωγικὸν λόγον εἰ-
πεῖν καὶ ὑπαγαγέσθαι τὸ πλῆθος πιθανότητι, ὥστε
καὶ εἰς τυραννίδα ἐλθεῖν· μετὰ δὲ ταῦτα Κόραξ πρῶ-
τον ἁπάντων συνεστήσατο διδασκαλίαν περὶ ῥητορικῆς·
οἱ γὰρ πρὸ αὐτοῦ ἐπιτηδεύοντες τὴν τέχνην ὡς ἐμπειρίᾳ
τινὶ καὶ ἐπιμελείᾳ χρώμενοι ἐπετήδευον, καὶ οὗτος μὲν
οὐ μετὰ λόγου καὶ αἰτίας, οὐδὲ τέχνης τινός. Τούτου
δὲ τοῦ Κόρακος Τισίας γέγονε μαθητὴς, περὶ οὗ λέγεται
τοιοῦτόν τι. Τισίαν συνθέσθαι τῷ Κόρακι χιλίας
δραχμὰς, ἡνίκα ἂν ἐν δικαστηρίῳ ἀγωνιζόμενος τὴν
πρώτην νίκην νικήσειεν· ὄντος δὲ πρεσβυτέρου τοῦ Κό-
ρακος οὐ προῄει ἐν δικαστηρίῳ, ἐπὶ τῷ τῇ τελευτῇ τοῦ

Σωπάτερ. Scholia ad Hermogenis status seu artem rhetoricam Vol. 5, p. 7, l. 17

γραφήν· τοιούτων γὰρ ἀποκρίσεων ῥηθεισῶν εἰς ἀπο-


ρίαν μὲν ἦλθον οἱ δικασταὶ, ἐβόησαν δὲ, κακοῦ Κό-
ρακος κακὸν ὠόν. Ζῆλος οὖν εἰς τούτους πολὺς τῆς
τέχνης γέγονε, καὶ Γοργίας ὁ Λεοντῖνος κατὰ πρεσβείαν
ἐλθὼν Ἀθήνησι τὴν τέχνην τὴν συγγραφεῖσαν παρ' αὐ-
τοῦ ἐκόμισεν, καὶ αὐτὸς ἑτέραν προσέθηκε καὶ μετ' αὐ-
τὸν Ἀντιφῶν ὁ Ῥαμνούσιος, ὁ Θουκυδίδου διδάσκαλος
λέγεται τέχνην γράψαι· μετὰ ταῦτα δὲ Ἰσοκράτης ὁ
ῥήτωρ καὶ πᾶσαι μὲν αὗται δημαγωγικαὶ τέχναι εἰσὶν,
οὐδὲν περὶ στάσεων ἔχουσαι κεφάλαιον, ἢ τούτων
τῶν νῦν ἐπιτηδευομένων, πιθανότητος δέ τινος, πῶς
δεῖ δῆμον ὑπαγαγέσθαι. Καὶ ὅτι μὲν χρῶνται λέγοντες
οἱ παλαιοὶ τέχνῃ, ὡμολόγηται, φαίνονται γὰρ τὰς αὐ-
τὰς ὑποθέσεις ἐν διαφόροις λόγοις καὶ διαφόροις ῥητοῖς
ῥήτορες ἀεὶ ὁμοίως μελετῶντες, καὶ τὴν στοχαστικὴν
ἀεὶ στοχαστικῶς καὶ τοῖς αὐτοῖς κεφαλαίοις, καὶ τὴν
πραγματικὴν τοῖς τῆς πραγματικῆς· δῆλον οὖν, ὡς πα-
ραδόσει τινὶ ταῦτα ἐγίνωσκον·

Σωπάτερ. Scholia ad Hermogenis status seu artem rhetoricam


Vol. 5, p. 128, l. 26

βούλησις, οἷον εἰ κρίνοιτο Περικλῆς ἢ Μιλτιάδης ἤ τις


τῶν τοιούτων, ἡ μὲν δύναμις ἔῤῥωται, δύναται γὰρ διὰ
τὴν ἰσχὺν πρᾶξαι, εἴ τι βούλεται, ἡ δὲ βούλησις ἀσθε-
νεστέρα ἐστὶν, διὰ τὸ οὐκ εἰκὸς εἶναι τὸν τοιοῦτον βου-
128

ληθῆναί τι τῶν πονηρῶν ἐργάσασθαι. οἷον εἰ κρίνοιτο


Περικλῆς προδοσίας μὴ τεμνόντων Λακεδαιμονίων τοὺς
ἀγροὺς αὐτοῦ· ἡ μὲν δύναμις ἰσχυρά ἐστιν διὰ τὸ στρα-
τηγεῖν, διὰ τὸ τιμᾶσθαι, διὰ τὸ προτετάχθαι τῆς πολι-
τείας ἁπάσης, διὰ τὰ ἄλλα πάντα, ἃ μαρτυρεῖ αὐτῷ
Θουκυδίδης· ἡ μέντοι βούλησις ἀσθενεστέρα ἐστὶν, οὐκ
ἔχει γὰρ πιθανότητα, τὸν οὕτως λαμπρὸν καὶ ἀδωρο-
δόκητον προδότην γενέσθαι, καὶ μάλιστα τὸν πείσαντα
τὸν πρὸς Πελοποννησίους ἄρασθαι πόλεμον. ἐπὶ μὲν οὖν
τῶν ἐνδόξων, ὡς ἔφημεν, δύναμις ἔῤῥωται, ἡ δὲ βούλη-
σις ἀσθενεστέρα ἐστίν· ἐπὶ δὲ τῶν ἀδόξων τὸ ἐναντίον,
οἷον εἰ κρίνοιτο Φρύνων ἢ Αἰσχίνης ἤ τις τῶν ἄλλων
ἀδόξων προσώπων, ἡ μὲν δύναμις ἀσθενής ἐστιν, οὐκ
ἠδύνατο γὰρ οὐδὲν τῶν τοιούτων ποιῆσαι, ἡ δὲ βούλησις  
ἰσχυρὰ διὰ τὸ διαβεβλῆσθαι τὸ πρόσωπον· διὸ καὶ ὁ
Δημοσθένης τὴν δύναμιν ἐξετάζων ἐν τῷ κατ' Αἰσχίνου,
ἐπειδὴ ἀδόξου ὄντος τοῦ προσώπου οὐκ ἦν πιθανὴ...

Πορφύριος De antro nympharum (2034: 004)


“Porphyry. The cave of the nymphs in the Odyssey”, Ed. Seminar Classics 609
Buffalo: Department of Classics, State University of New York, 1969; Arethusa
Monographs 1.Sec. 36, l. 2

αὐτὴν καὶ καταργῆσαι συντόμως σπουδάσαντα, ἀλλ' εἵπετο τῷ


ταῦτα τολμήσαντι μῆνις ἁλίων καὶ ὑλικῶν θεῶν, οὓς χρὴ πρότερον  
ἀπομειλίξασθαι θυσίαις τε καὶ πτωχοῦ πόνοις καὶ καρτερίαις, ποτὲ
μὲν διαμαχόμενον τοῖς πάθεσι, ποτὲ δὲ γοητεύοντα καὶ ἀπατῶντα
καὶ παντοίως πρὸς αὐτὰ μεταβαλλόμενον, ἵνα γυμνωθεὶς τῶν ῥακέων
καθέλῃ πάντα καὶ οὐδ' οὕτως ἀπαλλαγῇ τῶν πόνων, ἀλλ' ὅταν
παντελῶς ἔξαλος γένηται καὶ ἐν ψυχαῖς ἀπείροις θαλασσίων καὶ
ἐνύλων ἔργων, ὡς πτύον εἶναι ἡγεῖσθαι τὴν κώπην διὰ τὴν τῶν
ἐναλίων ὀργάνων καὶ ἔργων παντελῆ ἀπειρίαν.
 Οὐ δεῖ δὲ τὰς τοιαύτας ἐξηγήσεις βεβιασμένας ἡγεῖσθαι καὶ
εὑρεσιλογούντων πιθανότητας, λογιζόμενον δὲ τὴν παλαιὰν σοφίαν
καὶ τὴν Ὁμήρου ὅση τις φρόνησις γέγονε καὶ πάσης ἀρετῆς ἀκρίβειαν
μὴ ἀπογινώσκειν ὡς ἐν μυθαρίου πλάσματι εἰκόνας τῶν θειοτέρων
ᾐνίσσετο. οὐ γὰρ ἐνῆν ἐπιτυχῶς πλάσσειν ὅλην ὑπόθεσιν μὴ ἀπό
τινων ἀληθῶν μεταποιοῦντα τὸ πλάσμα.

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae (2034:


014)“Porphyrii quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae, fasc. 1
& 2”, Ed. Schrader, H.Leipzig: Teubner, 1:1880; 2:1882.Iliad book 2, sec. 212, l. 40

τὰ γὰρ ἐναντία τῶν ἐναντίων ἰάματα πρῶτος ὑπέλαβεν correxi; cod.


ὑπέβαλενεἶναι, καὶ τὰς παρὰ τῶν ἀνθρώπων ὀργὰς θεῶν διαλύεσθαι
καὶ διὰ γέλωτος, ὡσανεὶ γέλωτος ita videtur; litterae duorum verb.
admodum detrit.ἀξίων τῶν ἀνθρώποις προσηκόντων πραγμάτων.
 ..... ἐζήτηται δὲ διὰ ποίαν αἰτίαν ὁ Θερσίτης ἐστράτευσεν εἰς
129

Τροίαν τοιοῦτος ὤν. ῥητέον οὖν ὅτι ὡς Ludw., Mus. Rh. XXXII
p. 19στασιώδης ὢν οὐκ ἀπελείφθη ἐπὶ τῆς πατρίδος, ἢ ὅτι κατ' ἐπ-
εισόδιον παρῆκται πρὸς τὸ ἐκ τοῦ σκυθρωποῦ πρὸς ἱλαρότητα τὰς ψυχὰς
ἀνακαλέσασθαι τῶν Ἑλλήνων, ὥσπερ εἴληπται καὶ Ἥφαιστος γέλωτος
χάριν παρὰ τοῖς θεοῖς ἐν τῇ Α. λαμβάνεται δὲ πᾶν ἐπεισόδιον τῷ ποιητῇ
ἢ πιθανότητος ἕνεκεν ἢ χρείας, ὥσπερ τοῦτο νῦν, ἢ κόσμου καὶ ὑψώ-
σεως χάριν.
 διὰ τί ὑπὲρ τὴν ἄλλην ὕλην τοῦ χαλκοῦ ἐμνήσθη; ὅτι ἐν τοῖς
ἀρχαίοις σφόδρα τίμιος ἦν ὁ χαλκός χαλκεύς L.
 ἅμ' Ἀτρείδῃσ'suprascrpt. αιςὑπὸ Ἴλιον ἦλθον: οὗ-
τοι δὲ ἦσαν κατὰ μὲν τὸ σύνηθες Πλεισθένους καὶ Ἀερώπης Ἀτρέως
παῖδες τοῦ Πέλοπος, ὥς φασιν ἄλλοι τε πολλοὶ καὶ Πορφύριος ἐν
τοῖς ζητήμασιν. ἀλλ' ἐπειδὴ Πλεισθένης νέος τελευτᾷ μηδὲν κατα-
λείψας μνήμης μνημ, μ spη scrpt., cod., νέοι ἀνατραφέντες ἀνα-
τρεφέντες cod.ὑπὸ Ἀτρέως αὐτοῦ παῖδες ἐκλήθησαν.

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae


Iliad book 18, sec. 509sqq, l. 53

τῇ πόλει.” εἶτα ἀξιοῖ τὸ μὲν οἱ δ' οὔπω πείθοντο(513) ἀκούειν


περὶ τῶν ἐν τῇ πόλει, τὸ δὲ λόχῳ δ' ὑπεθωρήσσοντοπερὶ τῶν
πολεμίων, καὶ τὸ οἱ δ' ἴσαν(516) περὶ τῶν πολεμίων τῶν εἰς τὴν
ἐνέδραν ἀπιόντων· οἱ δὲ σκοποὶ τῶν πολεμίων εἰσί· τὸ δὲ οἱ δ' ὡς
οὖν ἐπύθοντο πολὺν κέλαδον περὶ βουσὶν(530) ἐπὶ τῶν ἐν  
τῇ πόλει ἀκούει· ἐκαθέζοντο γὰρ ἐν ἐκκλησίᾳ βουλευόμενοι, τὰ τείχη
φρουρεῖν παραδόντες τῇ ἀπολέμῳ ἡλικίᾳ· τὸ γὰρ ἱράων προπάροιθε
καθήμενοι(531) σημαίνει τῶν ἐκκλησιῶν, ἐν αἷς εἴρουσι καὶ ἐκ-
κλησιάζουσιν. ὅτε δ' αὐτοῖς ἐμηνύθη τὰ κατὰ τὰ ποίμνια, ἐπιτρέχουσι,
καὶ ἐξελθόντες συμβάλλουσι μάχην.
 εἶχε δ' ἂν πιθανότητα ἡ διατύπωσις, εἰ μὴ πρῶτον μὲν βεβια-
σμένη ἡ ἀπόδοσις ἦν τοῦ τοιούτου στίχου· οἱ δ' οὔπω πείθοντο,
λόχῳ δ' ὑπεθωρήσσοντο. τὸ μὲν γὰρ οἱ δ' οὔπω πείθοντο
ἀξιοῖ περὶ τῶν ἔνδον ἀκούειν, τὸ δὲ λόχῳ δ' ὑπεθωρήσσοντοπερὶ
τῶν ἐκτός, ἵν' ᾖ τὸ οἱ δ' οὔπω πείθοντοἀντὶ τοῦ μὴ πειθομένων
αὐτῶν εἰς λόχον ἐθωρήσσοντο οἱ τὰς προκλήσεις ποιούμενοι. [τὸ δὲ
οἱ δ' οὔπω πείθοντοἂν ἀκούωσιν ἀντὶ τοῦ μὴ πειθομένων αὐτῶν,
βίαιον.] πάλιν δὲ μεταξὺ τοῦ λόχῳ δ' ὑπεθωρήσσοντοκαὶ τοῦ
οἱ δ' ἴσανἐμβεβλῆσθαι φάσκειν περὶ τῶν ἔνδον, ὅτι οἱ ἀπόλεμοι
ἐτειχοφυλάκουν ὑπ' ἀσθενείας, ἔστιν ἐλεγχόντων τὸν ποιητὴν μὴ δυνά-
μενον φράζειν ἀταράχως. πάντως δὲ καὶ ὁ λόχος οὐκ ἐκ πάντων ἦν

Πορφύριος Quaestionum Homericarum liber i (recensio V) (2034: 017)


“Porphyrii quaestionum Homericarum liber i”, Ed. Sodano, A.R.Naples: Giannini,
1970.Sec. 29, l. 4

πολὺν κέλαδον περὶ βουσὶν» ἐπὶ τῶν


ἐν τῇ πόλει ἀκούει· ἐκαθέζοντο γὰρ
ἐν ἐκκλησίαις βουλευόμενοι, τὰ τεί-
130

χη φρουρεῖν παραδόντες τῇ ἀπολέμῳ


ἡλικίᾳ· τὸ γὰρ «ἱράων προπάροιθε
καθήμενοι» σημαίνει τῶν ἐκκλη-
σιῶν, ἐν αἷς εἴρουσι καὶ ἀγορεύουσιν.
ὅτε δὲ αὐτοῖς ἐμηνύθη τὰ κατὰ τὰ
ποίμνια, ἐπιτρέχουσι καὶ ἐξελθόντες  
συμβάλλουσι μάχην. εἶχε δ' ἂν πιθα-
νότητα ἡ διατύπωσις, εἰ μὴ πρῶτα
μὲν βεβιασμένη ἦν ἡ ἀπόδοσις τοῦ
τοιούτου στίχου· «οἱ δ' οὔ πω πεί-
θοντο, λόχῳ δ' ὑπεθωρήσσοντο». τὸ
μὲν γὰρ «οἱ δ' οὔ πω πείθοντο» ἀξιοῖ
περὶ τῶν ἔνδον ἀκούειν, τὸ δὲ «λό-
χῳ δ' ὑπεθωρήσσοντο» περὶ τῶν ἐκ-
τός, ἵν' ᾖ τὸ «οἱ δ' οὔ πω πείθοντο
λόχῳ δ' ὑπεθωρήσσοντο» ἀντὶ
τοῦ μὴ πειθομένων αὐτῶν εἰς λό-
χον ἐθωρήσσοντο οἱ τὰς προκλήσεις

Πορφύριος Quaestionum Homericarum liber i (recensio Χ) (2034: 018)


“Porphyrii quaestionum Homericarum liber i”, Ed. Sodano, A.R.
Naples: Giannini, 1970.Sec. 29, l. 4

ἐπύθοντο πολὺν κέλαδον παρὰ βου-


σὶν» ἐπὶ τῶν ἐν τῇ πόλει ἀκούει·
ἐκαθέζοντο γὰρ ἐν ἐκκλησίᾳ βουλευ-
όμενοι, τὰ τείχη φρουρεῖν παραδόν-
τες τῇ ἀπολέμῳ ἡλικίᾳ· τὸ γὰρ
»ἱράων προπάροιθε καθήμενοι» ση-
μαίνει ἐκκλησιῶν, ἐν αἷς εἴρουσι καὶ
ἐκκλησιάζουσιν. ὅτε δ' αὐτοῖς ἐμη-
νύθη τὰ κατὰ τὰ ποίμνια, ἐπιτρέχου-  
σι καὶ ἐξελθόντες συμβάλλουσι μά-
χην. εἶχε δ' ἂν πιθανότητα ἡ διατύ-
πωσις, εἰ μὴ πρῶτον μὲν βεβιασμένη
ἡ ἀπόδοσις ἦν τοῦ τοιούτου στίχου·
»οἳ δ' οὔπω πείθοντο, λόχῳ δ' ὑπεθω-
ρήσσοντο». τὸ μὲν γὰρ «οἳ δ' οὔπω
πείθοντο» ἀξιοῖ περὶ τῶν ἔνδον ἀκού-
ειν, τὸ δὲ «λόχῳ δ' ὑπεθωρήσσον-
το» περὶ τῶν ἐκτός, ἵν' ᾖ τὸ «οἳ
δ' οὔπω πείθοντο λόχῳ δ' ὑπεθω-
ρήσσοντο» ἀντὶ τοῦ μὴ πειθομέ-
νων αὐτῶν εἰς λόχον ἐθωρήσσοντο

Αθανάσιος θεολόγος. , De incarnatione verbi (2035: 002)“Sur l'incarnation du


verbe”, Ed. Kannengiesser, C.Paris: Cerf, 1973; Sources chrétiennes 199.
Ch.50, sec. 2, l. 1
131

φαντασίαν αὐτῶν καταισχύνει;


 Πολλοὶ πρὸ τούτου γεγόνασι βασιλεῖς καὶ
τύραννοι γῆς, πολλοὶ παρὰ Χαλδαίοις ἱστοροῦνται καὶ
παρ' Αἰγυπτίοις καὶ Ἰνδοῖς γενόμενοι σοφοὶ καὶ μάγοι·
τίς τούτων ποτέ, οὐ λέγω μετὰ θάνατον, ἀλλὰ καὶ ἔτι
ζῶν ἠδυνήθη τοσοῦτον ἰσχῦσαι, ὥστε τὴν σύμπασαν
αὐτὸν γῆν πληρῶσαι τῆς αὐτοῦ διδασκαλίας, καὶ τοσοῦτον
πλῆθος παιδεῦσαι ἀπὸ τῆς τῶν εἰδώλων δεισιδαιμονίας,
ὅσους ὁ ἡμέτερος Σωτὴρ εἰς ἑαυτὸν ἀπὸ τῶν εἰδώλων μετή-
νεγκεν;
         Ἑλλήνων οἱ φιλόσοφοι μετὰ πιθανότητος καὶ
τέχνης λόγων πολλὰ συνέγραψαν· τί οὖν τοσοῦτον ὅσον
ὁ τοῦ Χριστοῦ σταυρὸς ἐπεδείξαντο; Ἄχρι γὰρ τελευτῆς
αὐτῶν τὰ παρ' αὐτῶν σοφίσματα τὸ πιθανὸν ἔσχεν·
ἀλλὰ καὶ ὃ ἔδοξαν ζῶντες ἰσχύειν ἐν ἀλλήλοις ἔσχον τὴν
ἅμιλλαν, καὶ κατ' ἀλλήλων μελετῶντες ἐφιλονείκουν.  
Ὁ δὲ τοῦ Θεοῦ Λόγος, τὸ παραδοξότατον, πτωχοτέραις
ταῖς λέξεσι διδάξας, τοὺς πάνυ σοφιστὰς ἐπεσκίασε,
καὶ τὰς μὲν ἐκείνων διδασκαλίας κατήργησε, πάντας
ἕλκων πρὸς ἑαυτόν, τὰς δὲ ἑαυτοῦ ἐκκλησίας πεπλήρωκε·
καὶ τό γε θαυμαστόν, ὅτι ὡς ἄνθρωπος εἰς τὸν θάνατον

Αθανάσιος θεολόγος. , Historia Arianorum (2035: 009)“Athanasius Werke, vol.


2.1”, Ed. Opitz, H.G.Berlin: De Gruyter, 1940.Ch.66, sec. 4, l. 1

ἀλλ' ἔκρυπτον καὶ ἐλάνθανον ταῦτα φρονοῦντες. Εὐσέβιος δὲ καὶ Ἄρειος ὡς ὄφεις
ἐξελθόντες ἀπὸ φωλεοῦ τὸν ἰὸν τῆς ἀσεβείας ταύτης ἐξήμεσαν. καὶ ὁ μὲν Ἄρειος τὴν
τοῦ
βλασφημεῖν ἐκ φανεροῦ τόλμην ἀνεδέξατο, ὁ δὲ Εὐσέβιος τὴν ταύτης προστασίαν.
ἀλλ' οὐ
πρότερον ἴσχυσε προστῆναι τῆς αἱρέσεως εἰ μή, καθὰ προεῖπον, βασιλέα εὗρε
προστάτην
ταύτης. οἱ μὲν οὖν πατέρες ἡμῶν οἰκουμενικὴν σύνοδον πεποιήκασι καὶ τριακόσιοι
πλεῖον ἢ ἔλαττον ἐπίσκοποι συνελθόντες κατέκριναν τὴν ἀρειανὴν αἵρεσιν καὶ
ἀπεφήναντο
πάντες ἀλλοτρίαν αὐτὴν καὶ ξένην τῆς ἐκκλησιαστικῆς πίστεως εἶναι, οἱ δὲ προστάται

ταύτης ὁρῶντες ἑαυτοὺς λοιπὸν ἀσχημονοῦντας καὶ μηδὲν εὔλογον ἔχοντας ἄλλην
ὁδὸν
ἐπενόησαν καὶδιὰ τῆς ἔξωθεν ἐξουσίας ἐκδικεῖν ταύτην ἐπεχείρησαν· ἐφ' ᾧ μᾶλλον
ἄν τις
αὐτῶν θαυμάσειε τὸ καινὸν καὶ πονηρὸν ἐπιτήδευμα, καὶ πῶς ὑπερβάλλουσι τὰς
ἄλλας
αἱρέσεις. τῶν μὲν γὰρ ἄλλων αἱρέσεων τὰ ἐφευρήματα ἐν πιθανότητι ῥημάτων ἔχει
τὴν μανίαν πρὸς ἀπάτην τῶν ἀκεραίων. καὶ Ἕλληνες μέν, ὡς εἶπεν ὁ ἀπόστολος, ἐν
ὑπερο-
χῇ καὶ πειθοῖ λόγων καὶ σοφίσμασι πιθανοῖς ἐπιχειροῦσιν, Ἰουδαῖοι δὲ ἀφέντες τὰς
132

θείας
γραφὰς λοιπόν, ὡς εἶπεν ὁ ἀπόστολος, «ἐν μύθοις καὶ γενεαλογίαις ἀπεράντοις»
ἔχουσι τὴν
ἔριν. Μανιχαῖοι γὰρ καὶ Οὐαλεντῖνοι σὺν αὐτοῖς καὶ ἄλλοι καπηλεύοντες τὰς θείας
γραφὰς
τοῖς ἑαυτῶν ἐπιπλάστοις λόγοις μυθολογοῦσιν. οἱ δὲ Ἀρειανοὶ τῶν μὲν ἄλλων αἱρέ-
σεών εἰσι τολμηρότεροι καὶ μικροτέρας ἑαυτῶν ἀδελφὰς ἀπέδειξαν ἐκείνας πλέον

Αθανάσιος θεολόγος. , De synodis Arimini in Italia et Seleuciae in Isauria (2035:


010)“Athanasius Werke, vol. 2.1”, Ed. Opitz, H.G.Berlin: De Gruyter, 1940.
Ch.39, sec. 4, l. 2

γεγραμμένον «διετείνατε τὰ σκέλη παντὶ παρόδῳ», ὥστε τοσαυτάκις ὑμᾶς


μεταβάλλεσθαι, ὁσάκις ἂν ὑμᾶς οἱ μισθούμενοι καὶ χορηγοῦντες ὑμῖν βούλωνται.
καίτοι κἂν ἀγράφους τις λαλῇ λέξεις, οὐδὲν διαφέρει, ἕως εὐσεβῆ τὴν διάνοιαν ἔχει. ὁ
δὲ αἱρετικὸς ἀνήρ, κἂν τὰς ἀπὸ τῶν γραφῶν χρήσηται λέξεις, οὐδὲν ἧττον ὕποπτος
ὢν καὶ τὸν νοῦν διεφθαρμένος
ἀκούσεται παρὰ τοῦ πνεύματος «ἵνα τί σὺ ἐκδιηγῇ τὰ δικαιώματά μου καὶ
ἀναλαμβάνεις
τὴν διαθήκην μου διὰ στόματός σου». οὕτως ὁ μὲν διάβολος καίτοι λαλῶν ἀπὸ τῶν
γρα-
φῶν πεφίμωται παρὰ τοῦ σωτῆρος· ὁ δὲ μακάριος Παῦλος κἂν ἐκ τῶν ἔξωθεν λαλῇ·
«Κρῆτες
ἀεὶ ψεῦσται», καὶ «τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμὲν» καὶ «φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι
κακαί»,
ἀλλ' ὅμως ἅγιος ὢν ἔχει τὴν διάνοιαν εὐσεβῆ καὶ «τοῦ Χριστοῦ νοῦν ἔχων
διδάσκαλός ἐστιν
ἐθνῶν ἐν πίστει καὶ ἀληθείᾳ», καὶ ἃ λαλεῖ μετ' εὐσεβείας φθέγγεται. ποία τοίνυν ἐν
τοῖς
ἀρειανοῖς ῥηματίοις κἂν πιθανότης ἐστίν, ἐν οἷς προτιμᾶται τοῦ σωτῆρος ἡ κάμπη
καὶ
ἡ ἀκρὶς καὶ λοιδορεῖται παρ' αὐτῶν· ‘οὐκ ἦς ποτε καὶ ἐκτίσθης ξένος τε κατ' οὐσίαν
τοῦ
θεοῦ τυγχάνεις’ καὶ ὅλως οὐδὲν δυσφημίας ἐν αὐτοῖς παραλέλειπται; τί δὲ πρὸς
εὐφημίαν
παρῆκαν οἱ πατέρες; καὶ οὐ μᾶλλον ὑψηλὴ διάνοια καὶ φιλόχριστος εὐσέβεια παρ'
αὐτοῖς
ἐστι; καὶ ὅμως ταῦτα μὲν ἔγραψαν ὅτι ‘ἐκβάλλομεν’, ἐκείνων δὲ τῶν κατὰ τοῦ κυρίου

λοιδοριῶν ἀνέχονται καὶ φανεροὺς ἑαυτοὺς πᾶσι καθιστῶσιν, ὅτι δι' οὐδὲν ἕτερον
μάχονται
πρὸς τὴν σύνοδον ἐκείνην τὴν μεγάλην ἢ ὅτι τὴν ἀρειανὴν αἵρεσιν κατέκρινε. διὰ

Αθανάσιος θεολόγος. , De synodis Arimini in Italia et Seleuciae in Isauria


Ch.45, sec. 8, l. 3

διεβεβαιοῦντο, τήν τε τῆς ὁμοιώσεως ἑνότητα τοῦ υἱοῦ πρὸς τὸν πατέρα οὐκ ἔλεγον  
κατὰ τὴν οὐσίαν οὐδὲ κατὰ τὴν φύσιν, ὡς ἔστιν υἱὸς ὅμοιος πατρί, ἀλλὰ διὰ τὴν συμ-
φωνίαν τῶν δογμάτων καὶ τῆς διδασκαλίας, ἀλλὰ γὰρ καὶ ἀπεσχοίνιζον καὶ
133

ἀπεξενοῦντο
παντελῶς τὴν οὐσίαν τοῦ υἱοῦ ἀπὸ τοῦ πατρὸς ἑτέραν ἀρχὴν αὐτῷ τοῦ εἶναι παρὰ τὸν

πατέρα ἐπινοοῦντες καὶ εἰς τὰ κτίσματα καταφέροντες αὐτόν, τούτου χάριν οἱ ἐν


Νικαίᾳ
συνελθόντες θεωρήσαντες τὴν πανουργίαν τῶν οὕτω φρονούντων καὶ συναγαγόντες
ἐκ
τῶν γραφῶν τὴν διάνοιαν λευκότερον γράφοντες εἰρήκασι τὸ ὁμοούσιον, ἵνα καὶ τὸ
γνήσιον ἀληθῶς ἐκ τούτου γνωσθῇ τοῦ υἱοῦ καὶ μηδὲν κοινὸν ἔχῃ πρὸς τοῦτον τὰ
γενητά. ἡ γὰρ τῆς λέξεως ταύτης ἀκρίβεια τήν τε ὑπόκρισιν αὐτῶν ἐὰν λέγωσι τὸ
ἐκ τοῦ θεοῦ ῥητόν, διελέγχει καὶ πάσας αὐτῶν τὰς πιθανότητας, ἐν αἷς ὑφαρπάζουσι
τοὺς ἀκεραίους, ἐκβάλλει. πάντα γοῦν δυνάμενοι σοφίζεσθαι καὶ μεταποιεῖν ὡς
θέλουσι,
ταύτην μόνην τὴν λέξιν ὡς διελέγχουσαν αὐτῶν τὴν αἵρεσιν δεδίασιν, ἣν οἱ πατέρες
ὥσπερ ἐπιτείχισμα κατὰ πάσης ἀσεβοῦς ἐπινοίας αὐτῶν ἔγραψαν.
 Πεπαύσθω τοίνυν πᾶσα φιλονεικία καὶ μηκέτι προσκόπτωμεν ἡμεῖς, εἰ διαφόρως
ἐξειλήφασιν αἱ σύνοδοι τὴν τοῦ ὁμοουσίου λέξιν. ἔχομεν γὰρ εἰς ἀπολογίαν εὐλόγους

περὶ αὐτῶν αἰτίας, τὰς προειρημένας μέν, καὶ ταύτην δέ. τὸ ἀγέννητον εἰ καὶ μὴ παρὰ
τῶν γραφῶν τοῦτο μεμαθήκαμεν (οὐδαμοῦ γὰρ ἀγέννητον τὸν θεὸν εἰρήκασιν αἱ
γραφαί),

Αθανάσιος θεολόγος. , Orationes tres contra Arianos (2035: 042); MPG 26.
Vol. 26, p. 13, l. 18

ἰὸν τῆς ἀπωλείας ἐπισπείραντες, ἔχωσι τοὺς συναπο-


θνήσκοντας ἑαυτοῖς. Ἐπειδὴ δὲ ἡ μία τῶν αἱρέ-
σεων ἡ ἐσχάτη, καὶ νῦν ἐξελθοῦσα πρόδρομος τοῦ Ἀν-
τιχρίστου, ἡ Ἀρειανὴ καλουμένη, δόλιος οὖσα καὶ
πανοῦργος, βλέπουσα τὰς πρεσβυτέρας ἑαυτῆς
ἀδελφὰς ἄλλας αἱρέσεις ἐκ φανεροῦ στηλιτευθείσας,
ὑποκρίνεται περιβαλλομένη τὰς τῶν Γραφῶν λέξεις,
ὡς ὁ πατὴρ αὐτῆς ὁ διάβολος, καὶ βιάζεται πάλιν
εἰσελθεῖν εἰς τὸν παράδεισον τῆς Ἐκκλησίας, ἵνα,
πλάσασα ἑαυτὴν ὡς Χριστιανὴν, ἀπατήσῃ τινὰς κατὰ
Χριστοῦ φρονεῖν τῇ πιθανότητι τῶν παραλογισμῶν·
εὔλογον γὰρ οὐδὲν παρ' αὐτῇ· καὶ ἐπλάνησέ γε
τῶν ἀφρόνων ἤδη τινὰς, ὥστε τούτους μὴ μόνον φθα-
ρῆναι τῇ ἀκοῇ, ἀλλὰ καὶ λαβόντας κατὰ τὴν Εὔαν
γεύσασθαι, καὶ λοιπὸν ἀγνοοῦντας νομίζειν τὸ πικρὸν
γλυκὺ, καὶ τὴν βδελυκτὴν αἵρεσιν λέγειν καλήν· ἀναγ-
καῖον ἡγησάμην προτραπεὶς παρ' ὑμῶν διελεῖν τὴν
πτύξιν τοῦ θώρακος τῆς μιαρᾶς αἱρέσεως ταύτης,
καὶ δεῖξαι τὴν δυσωδίαν τῆς ἀφροσύνης αὐτῆς· ἵνα
οἱ μὲν πόῤῥωθεν ὄντες αὐτῆς ἔτι φύγωσιν αὐτὴν,
οἱ δ' ἀπατηθέντες ἀπ' αὐτῆς μεταγνῶσι,
134

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. (2037: 001)“Ioannis Stobaei anthologium, 5 vols.”, Ed.


Wachsmuth, C., Hense, O.Berlin: Weidmann, 1–2:1884; 3:1894; 4:1909; 5:1912,
Rep1958.Book 2, Ch.8, sec. 39, l. 10

ἐν ᾧ οὐκἔστι δημιουργός.  Πορφυρίου περὶ τοῦ ἐφ' ἡμῖν.


 Ἐν ταῖς πρῴην ἡμῖν γεγονυίαις, Χρυσαόριε, πρὸς ἀλ-
λήλους διαλέξεσι τὸν περὶ τῆς αἱρέσεως τῶν βίων ἀνακι-
νήσαντες λόγον, ἣν ταῖς ἔξω ψυχαῖς ἀπονείμας ὁ Πλάτων
κινδυνεύει τὸ ἐφ' ἡμῖν καὶ ὅλως τὸ αὐτεξούσιον λεγόμενον
ἀναιρεῖν, εἴγε ἐκ τῶν προβεβιωμένων κατὰ τὴν προτέραν
περίοδον καὶ ὧν ἠγάπησαν ἢ ἐμίσησαν ἢ ἐφ' οἷς ἥσθησαν
ἢ ἐλυπήθησαν ἠθοπεποιημέναι ἐπὶ τὴν αἵρεσιν ἔρχονται,  
ταῦτα μὲν ἐδόκει ἐᾶν, ὡς εἰς ἀπολογίαν δυνάμενα παρα-
σχεῖν τινας πιθανότητας· ἃ δὲ μετὰ τὸ ἑλέσθαι καὶ μέλ-
λειν τοὺς κατὰ μέρος ἀνθρώπους ἀποφαίνειν, διὰ τῆς
αὐτῶν εἰς τὰ σώματα εἰσκρίσεως παθεῖν αὐτὰς ἔφη, χα-
λεπὰ ἡμῖν ἐφαίνετο, ποτὲ μὲν λέγοντος (Rep. X p. 617E)·
“ὁ πρῶτος αἱρείσθω βίον ᾧ συνέσται ἐξ ἀνάγκης”, ποτὲ
δὲ (ibid. p. 620D – 621A), ὅτι ὃν εἰλήχαμεν δαίμονα ἀναπό-
δραστός τις ἡμῖν φρουρός. Τὴν γὰρ Λάχεσιν, ἥτις τῆς
Ἀνάγκης ἐστὶ θυγάτηρ, τῷ λαχόντι καὶ ἑλομένῳ τινὰ βίον
συμπέμπειν φύλακά τε τοῦ βίου καὶ ἐκ παντὸς ἀποπλη-
ρωτὴν τοῦ αἱρεθέντος· ὁ δὲ παραλαβὼν αὐτὸν καὶ πρὸς
Κλωθὼ ὑπὸ τὴν ἐκείνης χεῖρα καὶ τὴν ἐπιστροφὴν τοῦ

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Book 4, Ch.18a, sec. 10, l. 10

ἀπεργαζομένας αἰτίας. { – }Ἔχει γοῦν λόγον.


 Πλουτάρχου ἐκ τοῦ Περὶ μαντικῆς (VII p. 113
Bernard.).
 Τῶν τεχνῶν, ὡς ἔοικε, τὰς μὲν ἡ χρεία συνέστησεν ἐξ
ἀρχῆς καὶ μέχρι νῦν διαφυλάσσει·
  χρειὼ πάντ' ἐδίδαξε· τί δ' οὐ χρειώ κεν ἀνεύροι
τῶν ἀναγκαίων; ὑφαντικὴν οἰκοδομικὴν ἰατρικὴν καὶ ὅσαι
περὶ γεωργίαν ἀναστρέφονται· τὰς δ' ἡδονή τις προση-
γάγετο καὶ κατέσχε, τὴν τῶν μυρεψῶν καὶ τῶν ὀψοποιῶν
καὶ κομμωτικὴν πᾶσαν καὶ ἀνθοβαφίαν. ἔστι δὲ ὧν τὴν
πιθανότητα καὶ τὴν ἀκρίβειαν καὶ τὸ καθάριον ἀγαπῶν-
τες ἐκμανθάνουσι καὶ περιέπουσιν, ὡς ἀριθμητικὴν καὶ
γεωμετρίαν καὶ κανονικὴν πᾶσαν καὶ ἀστρολογίαν, ἅς
φησιν ὁ Πλάτων, καίπερ ἀμελουμένας, βίᾳ ὑπὸ χάριτος
αὔξεσθαι.

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron “Basile de Césarée. Homélies sur


l'hexaéméron, 2nd edn.”, Ed. Giet, S.Paris: Cerf, 1968; Sources chrétiennes 26 bis.
135

Homily 6, sec. 6, l. 28

νωμένων ἀνθρώπων τὰ ἤθη χαρακτηρίζεις; Εὐμετάδοτος


γὰρ ὁ κριανὸς, οὐκ ἐπειδὴ τοιούτου ἤθους ποιητικὸν ἐκεῖνο  
τὸ μέρος τοῦ οὐρανοῦ, ἀλλ' ἐπειδὴ τοιαύτης φύσεώς ἐστι τὸ
πρόβατον. Τί οὖν δυσωπεῖς μὲν ἡμᾶς ἀπὸ τῆς ἀξιοπιστίας
τῶν ἄστρων, πείθειν δὲ ἐπιχειρεῖς διὰ τῶν βληχημάτων;
Εἰ μὲν γὰρ παρὰ τῶν ζῴων λαβὼν ὁ οὐρανὸς ἔχει τὰ τοιαῦ-
τα τῶν ἠθῶν ἰδιώματα, καὶ αὐτὸς ὑπόκειται ἀλλοτρίαις
ἀρχαῖς, ἐκ τῶν βοσκημάτων ἔχων τὰς αἰτίας ἀπηρτημένας·
εἰ δὲ καταγέλαστον τοῦτο εἰπεῖν, καταγελαστότερον πολλῷ
ἐκ τῶν μηδὲν κοινωνούντων ἐπάγειν ἐπιχειρεῖν τῷ λόγῳ
τὰς πιθανότητας. Ἀλλὰ ταῦτα μὲν αὐτῶν τὰ σοφὰ τοῖς
ἀραχνείοις ὑφάσμασιν ἔοικεν, οἷς ὅταν μὲν κώνωψ, ἢ μυῖα,
ἤ τι τῶν παραπλησίως τούτοις ἀσθενῶν ἐνσχεθῇ, κατα-
δεθέντα κρατεῖται· ἐπειδὰν δὲ τῶν ἰσχυροτέρων τι ζῴων
ἐγγίσῃ, αὐτό τε ῥᾳδίως διεκπίπτει, καὶ τὰ ἀδρανῆ ὑφάσμα-
τα διέρρηξε καὶ ἠφάνισε.

Βασίλειος θεολόγος. Homilia in divites (2040: 008)“SBasile. Homélies sur la


richesse”, Ed. Courtonne, Y.Paris: Didot, 1935.Sec. 6, l. 14

καὶ τόσα, γῆς πεφυτευμένης τοσαῦτα ἕτερα, ὄρη, πεδία, νάπας, ποταμοὺς,
λιβάδας. Τί οὖν μετὰ ταῦτα; Οὐχὶ τρεῖς σε πήχεις ἀναμένουσιν οἱ πάντες;
Οὐχὶ λίθων ὀλίγων βάρος ἀρκέσει πρὸς φυλακὴν τῇ δυστήνῳ σαρκί; Ὑπὲρ
τίνος μοχθεῖς; ὑπὲρ τίνος παρανομεῖς; Τί συνάγεις χερσὶν ἀκαρπίαν;
Εἴθε ἀκαρπίαν καὶ μὴ ὕλην τῷ αἰωνίῳ πυρί. Οὐ νήψεις ποτὲ ἀπὸ τῆς
μέθης ταύτης; Οὐχ ὑγιανεῖς τοὺς λογισμούς; Οὐ σεαυτοῦ γενήσῃ; Οὐ πρὸ
ὀφθαλμῶν λήψῃ τὸ τοῦ Χριστοῦ δικαστήριον; Τί ἀπολογήσῃ, ἐπειδάν σε
κύκλῳ περιστάντες οἱ ἠδικημένοι καταβοῶσί σου ἐπὶ τοῦ δικαίου κριτοῦ; Τί
οὖν ποιήσεις; ποίους συνηγόρους μισθώσῃ; ποίους μάρτυρας παραστήσῃ;
πῶς παραπείσεις τὸν ἀπαραλόγιστον δικαστήν; Οὐκ ἔνι ῥήτωρ ἐκεῖ· οὐκ
ἔνι πιθανότης ῥημάτων, κλέψαι δυναμένη τοῦ δικαστοῦ τὴν ἀλήθειαν·
οὐκ ἀκολουθοῦσιν οἱ κόλακες, οὐ τὰ χρήματα, οὐχ ὁ ὄγκος τοῦ ἀξιώματος·
ἔρημος φίλων, ἔρημος βοηθῶν, ἀσυνηγόρητος, ἀναπολόγητος, κατῃσχυμ-  
μένος παραληφθήσῃ, σκυθρωπὸς, κατηφὴς, μεμονωμένος, ἀπαῤῥησίαστος.
Ὅπου γὰρ ἂν περιαγάγῃς τὸν ὀφθαλμὸν, ἐναργεῖς ὄψει τῶν κακῶν τὰς
εἰκόνας· ἔνθεν τοῦ ὀρφανοῦ τὰ δάκρυα, ἐκεῖθεν τῆς χήρας τὸν στεναγμὸν,
ἑτέρωθεν τοὺς κατακονδυλισθέντας ὑπό σου πένητας· τοὺς οἰκέτας, οὓς
κατέξαινες· τοὺς γείτονας, οὓς παρώργιζες· πάντα σοι ἐπαναστήσεται·
πονηρὸς χορὸς τῶν κακῶν σου πράξεων περιστοιχίσεταί σε. Ὥσπερ γὰρ ἡ
σκιὰ τῷ σώματι, οὕτω ταῖς ψυχαῖς αἱ ἁμαρτίαι παρέπονται, ἐναργῶς τὰς
πράξεις ἐξεικονίζουσαι.

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] (2040: 009)


“San Basilio. Commento al profeta Isaia, 2 vols.”, Ed. Trevisan, P.
Turin: Società Editrice Internazionale, 1939. Ch.2, sec. 75, l. 4
136

ρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ ἴδετε, ὅτι αἱ χῶραι λευκαί


εἰσιν. Οὐδεὶς οὖν πολεμοποιὸς πρὸς τὸν θερισμὸν ἐπιτήδειος.
Ἀλλὰ τοὺς ἰδίους μαθητὰς πρὸς τὸν θερισμὸν τοῦτον ἀπ-
έστειλε, περὶ ὧν καὶ εἶπεν· Ὁ μὲν θερισμὸς πολὺς, οἱ δὲ
ἐργάται ὀλίγοι. Τούτοις οὖν τοῖς θερισταῖς, διὰ τὸ μὴ
ἔχειν πολέμου ὄργανον ἐν ταῖς καρδίαις, ἔδωκε δύναμιν τοῦ
ἐναφιέναι εἰρήνην τοῖς οἴκοις, εἰς οὓς ἂν εἰσέλθωσιν.
 Καὶ οὐ λήψεται ἔθνος ἐπ' ἔθνος μάχαιραν.
 Ἕως μὲν ἐνηργεῖτο διαπύρως ὁ τῆς τοῦ κόσμου σοφίας λό-
γος, ἀλλήλων τὰ ἔθνη κατεπανίσταντο, σφοδρῶς ἠκονημένην
τῇ μελέτῃ καὶ τῇ πιθανότητι στίλβουσαν τοῦ λόγου τὴν μά-
χαιραν ἀλλήλοις ἀντεπιφέροντες. Ἐπειδὴ δὲ ἦλθεν ἡ εἰρήνη
ἡμῶν, καὶ κατηγγέλη δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰ-
ρήνη, ἅπαν ὁμοῦ τὸ ψεῦδος τῇ ἀληθείᾳ ὑπεσιώπησεν. Ὥσπερ
ὀρνέων λάλων πολυφωνία ἀθρόως κατεσιγάσθη, ἀετοῦ πόθεν
αὐτοῖς ἐπιφανέντος ἄνωθεν, οὐκέτι τοὺς ἀλλήλων καταβάλ-
λουσι λόγους· ὁ μὲν, μὴ εἶναι Πρόνοιαν τὸ παράπαν, ὁ δὲ
μέχρι σελήνης προδιήκειν αὐτὴν λέγων. Οὐκέτι περὶ ψυχῆς·
ὁ μὲν θνητὴν, ὁ δὲ ἀθάνατον ἀποφαινόμενοι. Τὰ περὶ εἱ-
μαρμένης, ὁ μὲν πάντων αὐτὴν κρατεῖν, ὁ δὲ μηδὲ εἶναι
αὐτὴν τὸ παράπαν.  –

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.2, sec. 92, l. 36

τὸ ἀκαθαίρετον τῶν σωτηρίων δογμάτων διατηροῦντες·


οἱ δὲ ἐκ τῆς ἔξωθεν ἐποινοίας πρὸς ὀχύρωσιν ψεύδους
καὶ φυλακὴν ματαιότητος ἐπιτετηδευμένοι. Ἡ γὰρ τῆς
διαλεκτικῆς δύναμις τεῖχός ἐστι τοῖς δόγμασιν, οὐκ ἐῶσα
αὐτὰ εὐδιάρπαστα εἶναι καὶ εὐάλωτα τοῖς βουλομένοις.
Διὰ τοῦτο τὰ μὲν τῆς Ἱερουσαλὴμ τείχη ἀνάγραπτά ἐστιν
ἐπὶ τῶν χειρῶν τοῦ Κυρίου· τὰ δὲ Ἱεριχοῦντος ὑπὸ Ἰησοῦ
καθαιρεῖται, φωνῇ μόνῃ διαλυόμενα. Ἄνω μὲν οὖν μόνα τὰ
ὑψηλὰ κατηγορεῖται· ἐνταῦθα δὲ καὶ τὰ ἰσχύν τινα μετὰ
τοῦ ὕψους ἔχοντα, τὴν ἐν ταῖς ἀποδεικτικαῖς μεθόδοις
πιθανότητα ἐπὶ πολὺ κραταιωθεῖσαν καὶ ὑψωθεῖσαν, τεῖχος
ὑψηλὸν τροπικῶς λέγοντος τοῦ Προφήτου, καὶ καθαιρε-
θήσεσθαι αὐτὸ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Κυρίου διαβεβαιουμένου.
 Καὶ ἐπὶ πᾶν πλοῖον θαλάσσης.
 Αἰνίγματά ἐστι πρὸς τὴν γυμνασίαν τοῦ νοῦ ἡμῶν προ-
βεβλημένα, μὴ ἀργῶς ἀκούωμεν τῆς Γραφῆς, ἵνα μὴ χαμαὶ
τὸν νοῦν καταβάλωμεν. Εἰπὼν περὶ τοῦ νοῦ, τοῦ τὰ ὑψηλὰ
φρονοῦντος καὶ μὴ τοῖς ταπεινοῖς συναπαγομένου, ἀκολού-
θως ἐν τῷ αὐτῷ εἴδει τῆς ἐπικρύψεως καὶ περὶ σωμάτων  
διαλέγεται. Οὐ γὰρ φοβερὰ τοῖς ἀψύχοις πλοίοις ἡ τοῦ
Κυρίου ἡμέρα, ἀλλὰ τοῖς διὰ τῶν σωμάτων ἐν τῷ ἁλμυρῷ

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.2, sec. 97, l. 12


137

λύγματα αὐτοῦ τὰ ἀργυρᾶ καὶ τὰ χρυσᾶ, ἃ ἐποίησαν


προσκυνεῖν τοῖς ματαίοις καὶ ταῖς νυκτερίσι, τοῦ εἰσελ-
θεῖν εἰς τὰς τρώγλας τῆς στερεᾶς πέτρας καὶ εἰς τὰς
σχισμὰς τῶν πετρῶν, ἀπὸ προσώπου τοῦ φόβου Κυρίου
καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ὅταν ἀναστῆ θραῦσαι
τὴν γῆν.
 Ἐν τοῖς κατόπιν λόγοις κατακρύπτεσθαι ἐλέγετο τὰ  
εἴδωλα, νῦν δὲ ἐκβάλλεσθαι· διότι ἐπαισχυνθῆναι πρότε-
ρον δεῖ τῷ ψεύδει, εἶτα ἐκβάλλειν αὐτὸ ἐκ τῆς καρδίας.
Ἐκβάλλει οὖν τὰ εἴδωλα τὰ ἀργυρᾶ ὁ τοὺς ἐν πάσῃ πι-
θανότητι κατασκευάζοντας τὸ ψεῦδος λόγους τῶν κρυπτῶν
ἑαυτοῦ ἐξορίζων· καὶ τὰ χρυσᾶ, ὁ τοὺς ἐν τῇ διανοίᾳ περὶ
τοῦ ψεύδους ἐγγινομένους τύπους ἐξαφανίζων. Ταῖς δὲ
νυκτερίσι προσκυνεῖ ὁ τὴν τῶν δαιμόνων δύναμιν συγγενῆ
οὖσαν τῷ σκότει θεοποιῶν. Ἡ γὰρ νυκτερὶς ζῶόν ἐστι
νυκτὶ φίλον καὶ σκότει ἐνδιαιτώμενον, αὐγὴν ἡλίου μὴ
φέρον, ἐν ἐρημίαις φιλοχωροῦν.

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.5, sec. 172, l. 31

γραφίας ἀπατωμένων τῶν ὀφθαλμῶν· ἐπὶ δὲ τοῦ τραχήλου


τῆς περιστερᾶς, ἄλλοτε ἄλλας χρόας μεταλαμβανόντων πρὸς
τὰς ἐκκλίσεις τοῦ ζώου, καὶ τὰς πρὸς τὴν ἀκτῖνα σχέσεις,
συμμεταβαλλομένης τῆς ὄψεως.
 Διὰ τοῦτο ἐπιστήσαντες τῇ διὰ τῶν ὀφθαλμῶν καταλήψει,
οὔτε τῇ ἡμέρᾳ συντίθενται, οὔτε τὴν νύκτα ὁμολογοῦσιν· ἐκ
δὲ τοῦ ἀκολούθου καὶ εἰς ἀθεότητα ἐκπίπτουσι, μήτε εἰ προ-
νοίᾳ Θεοῦ διοικεῖται τὸ πᾶν, μήτε εἰ αὐτομάτως φέρεται
συντιθέμενοι. Ἴδοις δὲ ἂν πολλοὺς καὶ τῶν πεπιστευκότων
τοῖς νομικοῖς καὶ προφητικοῖς γράμμασι, τῇ περὶ ἕκαστον
ἐνστάσει μετὰ πιθανότητος ἀπομαχομένους πρὸς τὴν ἐνάρ-
γειαν, ὥστε σαθροῦσθαι καὶ διασαλεύεσθαι τὸ ἐν τοῖς δόγ-
μασιν ἀληθές.  – Ἀλλὰ πιστεύειν μὲν εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν
ὁμολογοῦσί τινες, εὑρίσκονται δὲ μὴ Κατηρτισμένοι ἐν τῷ
αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ, ἀλλ' εἰς τὰς ἐναντιωτάτας
διαφωνίας ἀποσχιζόμενοι· οἱ μὲν διὰ ἰδιωτισμὸν, οὐκ ὀλίγοι
δὲ καὶ οἱ διὰ φιλαρχίαν καὶ κενοδοξίαν, ἐνεπιδείκνυσθαι
θέλοντες τοῖς πολλοῖς ὡς ἄρα εἶεν σοφοὶ, καὶ ὑπὲρ τοὺς
ἄλλους τὴν γνῶσιν ἔχουσι.

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.7, sec. 193, l. 21

τε ἐπὶ τῇ σοφίᾳ τοῦ κόσμου φρονοῦντος καὶ τοῦ ἐπαγγελ-


λομένου τὰ κεκαλυμμένα τῆς Γραφῆς ἀναπτύσσειν) ἐν δόγ-
μασι καὶ λόγοις ἐναντίοις γίνεται, προσδοκώντων ὑποχει-
ρίους λήψεσθαι τοὺς τὰ τῆς Ἐκκλησίας δεδιδαγμένους,
ἐκ τῶν ἐφεξῆς ἀποδείκνυται.
138

 Ἐβουλεύσαντο γὰρ βουλὴν πονηρὰν ὁ Ἀρὰμ καὶ ὁ υἱὸς τοῦ


Ῥομελίου, λέγοντες· Ἀναβησόμεθα εἰς τὴν Ἰουδαίαν, καὶ
συλλαλήσαντες αὐτοῖς, ἀποστρέψομεν αὐτοὺς πρὸς ἡμᾶς.
Σαφῶς γὰρ ὁ λόγος παρίστησιν, ὅτι διὰ τῆς ἐν τῷ διαλέγεσθαι
πιθανότητος ἐλπίζουσι τὸν οἶκον Δαβὶδ ἀποστρέψαι πρὸς ἑαυ-
τούς. Ἐπαγγέλλονται δὲ καὶ βασιλέα καταστήσειν τὸν υἱὸν
Ταβεήλ· ἑρμηνεύεται δὲ ὁ Ταβεὴλ, ἀγαθὸς Θεός. Ἴδιον δὲ
τῶν ἐπιτιθεμένων τῇ Ἐκκλησίᾳ τὸ ὑπισχνεῖσθαι παραδώσειν
τὰ περὶ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ διὰ τῆς τοιαύτης χρηστολο-
γίας ἐξαπατῶσι τοὺς ἀκεραιοτέρους. Ὅτι δὲ ταῦτα αἰνίγ-
ματά ἐστι, διὰ τῆς ἱστορίας πρὸς τὴν νῦν κατάστασιν τῶν
Ἐκκλησιῶν φέροντα, σαφῶς ὁ λόγος προϊὼν ἀπογυμνοῖ,
λέγων· Ἐὰν μὴ πιστεύσητε, οὐδὲ μὴ συνῆτε.  
 Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Ἡσαΐαν·

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.7, sec. 196, l. 4

Φύλαξαι τοῦ ἡσυχάσαι. Τοῦτο δὲ καὶ ἡμῖν χρήσιμόν ἐστι, πρὸς


τὸ πάσῃ φυλακῇ τηρεῖν ἡμᾶς τὴν ἑαυτῶν καρδίαν· Ἐὰν
γὰρ ἰσχυρὸς φυλάσσῃ τὴν ἑαυτοῦ αὐλὴν ἐγρηγόρως, ἐν
εἰρήνῃ ἐστὶ πάντα τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ, ὃς καὶ ἡσυχάζει,
τὸν ὄχλον καὶ τὸν θόρυβον ἀποσειόμενος καὶ μὴ φοβού-
μενος τὸν παθητικὸν φόβον, μηκέτι ἀσθενῶν τῇ ψυχῇ, ἀλλὰ
τῷ πνεύματι τῆς ἰσχύος καθωπλισμένος.
 Μηδὲ δειλιάσῃς ἀπὸ τῶν δύο ξύλων τῶν δαλῶν τού-
των, τῶν καπνιζομένων.
 Πρόσταγμα ἡμῖν, μὴ δειλιᾷν ἀπὸ τῶν Ἑλληνικῶν πιθανο-  
τήτων καὶ ἀπὸ τῶν παρὰ τοῖς ἑτεροδόξοις δυσφημιῶν, ἅτινά
ἐστι δύο ξύλα, μᾶλλον δὲ δύο δαλοὶ, ἀπολέσαντες μὲν τοῦ
φυτοῦ τὸ ζωτικὸν καὶ τοῦ ξύλου τὸ ἰσχυρὸν, μὴ ἔχοντες δὲ τὸ
τοῦ πυρὸς φωτεινὸν, ἀλλὰ δαλοὶ καπνιζόμενοι, μελαίνοντες μὲν
τοὺς ἁπτομένους αὐτῶν καὶ σπιλοῦντες, δακρύειν δὲ τοὺς
ὀφθαλμοὺς τῶν ἐγγιζόντων παρασκευάζοντες. Εἰ δὲ θέλεις
νοῆσαι τὴν ἀπὸ τῶν καπνιζομένων δαλῶν βλάβην, γινομένην
ἀπὸ τοῦ ἐν αὐτοῖς καπνοῦ, μνήσθητι τοῦ Σολομῶντος, λέγον-
τος· Ὥσπερ ὄμφαξ ὀδοῦσι βλαβερὸν καὶ καπνὸς ὄμμασιν, οὕτω
παρανομία τοῖς χρωμένοις αὐτῇ.

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.7, sec. 197, l. 17

 Ἐπεὶ οὖν συμφωνοῦσι δύο λόγοι, οἱ ἔξω τῆς ἀληθείας,


κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, ὅτε υἱὸς τοῦ Ἀρὰμ (ὁ μετέωρος
λόγος, ὁ ἐπαιρόμενος κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ) καὶ
ὁ υἱὸς τοῦ Ῥομελίου (ὁ λόγος ὁ ἐκ τῆς μετεώρου περι-
τομῆς) ὃς, προφάσει γνώσεως καὶ ἐμφάσει τῆς περὶ ὑψηλο-
τέρων διδασκαλίας, ἀφίστησι τῆς κατὰ τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ
Θεοῦ ἀληθείας· ἐβουλεύσαντο τοίνυν οὗτοι βουλὴν πονηρὰν,
ὅτι συνομιλήσαντες τοῖς ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ, τουτέστι τοῖς ἐν
139

τῇ ἐξομολογουμένῃ ψυχῇ (ἐξομολόγησις γὰρ Θεοῦ, ἡ Ἰου-


δαία μετονομάζεται) ἥντινα διὰ τῆς ἐν τῇ διαλεκτικῇ πι-
θανότητος ἀποστρέψωμεν πρὸς ἑαυτοὺς, ἐπαγγελλόμενοι μὴ
ἄλλον τινὰ δώσειν βασιλέα, ἢ τὸν υἱὸν τοῦ Ταβεήλ, του-
τέστι τοῦ ἀγαθοῦ Θεοῦ· ὃν ἀγαθοῦ μὲν Θεοῦ υἱὸν λέγουσιν,
ἀγαθὸν δὲ αὐτὸν οὐκ ὀνομάζουσι, πρὸς ἐπήρειαν κεχρημέ-
νοι τῇ τοῦ Εὐαγγελίου φωνῇ· Τί με λέγεις ἀγαθόν; Οὐδεὶς
ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς, ὁ Θεός.  – Ὅταν οὖν ἴδῃς ἑτεροδόξους
ἐπαγγελλομένους γνῶσιν, ἐπαγομένους τὴν ἐκ τῶν ἐθνῶν
σοφίαν, ἐπιστρατεύοντας τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ, ἐνθυμοῦ ὅτι
καὶ νῦν ὁ υἱὸς τοῦ Ἀρὰμ καὶ ὁ υἱὸς τοῦ Ῥομελίου βουλεύ-
ονται βουλὴν πονηράν.

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.13, sec. 268, l. 12

 Ἀγαθοῦ ἔργον ἐστὶ Θεοῦ τὰ φαῦλα ἐξαφανίζειν, ἵνα


καθαρὸν ἀπὸ πάσης κακίας τὸ ἑαυτοῦ δημιούργημα ἀπο-
καταστήσῃ καὶ, ἀπαλλαγὲν ἀπὸ παντὸς ἀῤῥωστήματος,
εἰς τὸ κατὰ φύσιν ἐπαναγάγῃ. Ἀλλαχοῦ μὲν γὰρ λέγεται·
Ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν
ἀθετήσω, καὶ ὅτι ἡ τοῦ κόσμου σοφία, ἀπατῶσα τοὺς
παραδεξαμένους αὐτὴν καὶ νομισθεῖσα εἶναι ἀληθινὴ, ἄγνοιαν
ἐμποιεῖ τῶν πρὸς σωτηρίαν δογμάτων. Ἀφανίζεται οὖν ἡ
σοφία ἀνατρεπομένη ὑπὸ τῆς ἀληθείας, λυομένων τῶν σοφις-
μάτων καὶ τῶν πιθανοτήτων αὐτῆς, ἵνα ῥυσθῇ ἀπὸ ἀπάτης  
καὶ ψευδοδοξίας ὁ ὑπ' αὐτῆς προειλημμένος. Ὡς οὖν ἀπόλ-
λυται νόσος ὑπὸ ἰατροῦ καὶ ἀπόλλυται σκότος ὑπὸ ἡλίου,
οὕτως ἀπόλλυται ὑπὸ τοῦ ἀγαθοῦ Θεοῦ ὕβρις ἀνόμων καὶ
ὕβρις ὑπερηφάνων ταπεινοῦται.
 Διὸ καὶ ὁ Ἰακὼβ, εὐλογῶν τοὺς υἱοὺς Συμεὼν καὶ Λευί·
Ἐπικατάρατος (φησὶν) ὁ θυμὸς αὐτῶν, ὅτι αὐθάδης, καὶ ἡ
μῆνις αὐτῶν, ὅτι ἐσκληρύνθη. Τὴν πονηρὰν ἕξιν τῆς κατάρας
ἐξαναλίσκει, ἵνα τὸ καταλειπόμενον ἐν αὐτοῖς ἄξιον τῆς εὐλο-
γίας τοῦ πατριάρχου γένηται.  – Οὕτω δὲ καὶ Νῶε, γνοὺς
ὃ ἐποίησεν αὐτῷ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ νεώτερος, εἶπεν·

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.15, sec. 295, l. 10

 Ἀπωλείας δὲ ἄξιον καὶ τὸ Δεηβὼν, ἔνθα ὁ ναὸς


ὑμῶν ᾠκοδόμητο. Νοοῦμεν τὴν Δεηβὼν, τῇ ἑρμηνείᾳ προς-
έχοντες. Ἑρμηνεύεται δὲ ἡ Δεηβὼν, ῥύσις αὐτῶν. Ὥσπερ
οὖν ὁ τῆς ἀληθείας λόγος πάγιός ἐστι καὶ ἑδραῖος, τεθε-
μελιωμένος καὶ μὴ μετακινούμενος, καὶ ὁ τῇ πίστει ἐῤῥι-
ζωμένος παραβάλλεται ἀνθρώπῳ, θεμελιοῦντι ἐπὶ τὴν πέ-
τραν. Καὶ τὸ μάννα δὲ λέγεται εἶναι ὡσεὶ πάγος τῆς γῆς,
τοῦ θείου λόγου τὸ συνεστὸς καὶ εὔτονον διὰ τῆς πήξεως
παραδηλοῦντος.  – Οὕτω τὰ ἐναντία δόγματα καὶ αἱ συν-
140

ήγοροι αὐτῶν πιθανότητες, ῥευστὰ καὶ ἀβέβαιά ἐστιν, ἑστά-


ναι μὴ δυνάμενα· καὶ ὁ πατὴρ τοῦ ψεύδους ἐν τῇ ἀληθείᾳ
οὐχ ἕστηκε. Τὸ οὖν ἄστατον τοῦ ψεύδους, ῥύσις ὠνομάσθη.
Λυπείσθωσαν οὖν οἱ τὰ τοιαῦτα οἰκοδομοῦντες, οἱ τοὺς περὶ
Θεοῦ λόγους ἀστάτους ἔχοντες καὶ ἀστηρίκτους.
 Τοῦτο γάρ ἐστι τὸ θυσιαστήριον, ὃ καταδεδίκασται εἰς
ἀπώλειαν τοῦ Δεηβὼν, οὗ ὁ βωμὸς ᾠκοδόμητο. Ἀναβᾶτε οὖν
κλαίοντες· οὐχὶ θύοντες, ἀλλὰ μεταμελόμενοι ἐφ' οἷς ποτε
κακῶς προσηύξασθε, ὅτι ἐγένετο ὑμῖν ἡ προσευχῆ εἰς ἁμαρ-
τίαν. Ὁ γὰρ τῇ κτίσει λατρεύων παρὰ τὸν κτίσαντα καὶ μὴ  
προσκυνῶν μὲν Υἱὸν, μηδὲ διὰ τοῦ Υἱοῦ τὸν Πατέρα, ἴδια δὲ

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.15, sec. 297, l. 19

λογισμός· Ἐλεαλὴ δὲ, Θεοῦ ἀνάβασις· Ἰασσὰ δὲ, γεγο-


νυῖα ἐντολή. Κέκραγεν οὖν Ἐσεβὼν, τουτέστι φανερῶς
διαμαρτύρεται, ὅτι ἀνθρώπινοί εἰσι λογισμοὶ, καὶ οὐ θείων
μυστηρίων ἀποκαλύψεις τὰ διδάγματα τῶν Μωαβιτῶν.
 Καὶ Ἐλεαλή. Καὶ αὕτη διὰ τῶν πραγμάτων κέκραγεν, ὅτι
Θεοῦ καταναισχυντοῦσι καὶ κατεπαίρονται οἱ ἐκείνοις τοῖς
μαθήμασιν ἑαυτοὺς ἐπιδιδόντες. Τοῦτο γάρ ἐστι, Θεοῦ ἀνά-
βασις, ἡ ἐπὶ τὰ ὕψη τῆς ὑπερηφανίας ἔπαρσις.  – Καὶ Ἰασσά.
Εἰ καὶ δοκεῖ γεγονυῖα ἐντολὴ εἶναι, ἀλλὰ κατὰ ἀλήθειαν οὐκ
ἐντολή· σχηματισμὸς δέ τις περὶ βίον ἀκριβείας, πρὸς πιθα-
νότητα καὶ παραδοχὴν τῶν πονηρῶν, ἀπὸ τοῦ πονηροῦ φρονή-
ματος ὑποβαλλομένων διδαγμάτων. Διὰ τοῦτο ἐν τοῖς κατόπιν
εἴρηται· Πάντες βραχίονες κατατετμημένοι, ἵνα εἴ τις πο-
νηρὸς διδάσκαλος ἐν ψευδοδοξίαις ἐξαπατῶν τὰς ψυχὰς τῶν
ἑπομένων, βίῳ δὲ δοκῶν προσέχειν ἀκριβεστέρῳ, οἱ μετα-
μεληθέντες ἐπὶ τῷ τοιούτῳ διδασκάλῳ ἑαυτοὺς ἐπιδεδωκέ-
ναι, κατακόψωσιν ἑαυτῶν μὲν τοὺς βραχίονας, τουτέστι τὸ
πρακτικὸν εἶδος τῆς πολιτείας.  – Ἀποκείρονται δὲ αὐτοῦ
οἱονεὶ κόμην καὶ ἀλλοτριώσουσι τοῦ ἑαυτῶν σώματος, διότι
ἀντὶ κεφαλῆς εἰσιν οἱ προεστῶτες τοῦ σώματος τῶν Ἐκκλη-
σιῶν.  –

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.15, sec. 297, l. 30

ματος ὑποβαλλομένων διδαγμάτων. Διὰ τοῦτο ἐν τοῖς κατόπιν


εἴρηται· Πάντες βραχίονες κατατετμημένοι, ἵνα εἴ τις πο-
νηρὸς διδάσκαλος ἐν ψευδοδοξίαις ἐξαπατῶν τὰς ψυχὰς τῶν
ἑπομένων, βίῳ δὲ δοκῶν προσέχειν ἀκριβεστέρῳ, οἱ μετα-
μεληθέντες ἐπὶ τῷ τοιούτῳ διδασκάλῳ ἑαυτοὺς ἐπιδεδωκέ-
ναι, κατακόψωσιν ἑαυτῶν μὲν τοὺς βραχίονας, τουτέστι τὸ
πρακτικὸν εἶδος τῆς πολιτείας.  – Ἀποκείρονται δὲ αὐτοῦ
οἱονεὶ κόμην καὶ ἀλλοτριώσουσι τοῦ ἑαυτῶν σώματος, διότι
ἀντὶ κεφαλῆς εἰσιν οἱ προεστῶτες τοῦ σώματος τῶν Ἐκκλη-
141

σιῶν.  – Καὶ νῦν τοίνυν Ἰασσὰ κέκραγεν, ὅτι δέλεάρ ἐστι πρὸς
τὴν τῆς ἀληθείας πιθανότητα ἡ κατὰ τὴν πολιτείαν ἐπιδεικνυ-
μένη ἀκρίβεια. Τοῦτο οὖν ἐστι τὸ αἴτιον τοῦ ὀλολύζειν μετὰ
κλαυθμοῦ, ὅτι κέκραγεν Ἐσεβὼν καὶ Ἐλεαλὴ ἕως Ἰασσά.  
 Διὰ τοῦτο ἡ ὀσφὺς τῆς Μωαβίτιδος βοᾷ.
 Ἡ ὀσφὺς πολλαχοῦ ἀντὶ τῶν γεννητικῶν λαμβάνεται. Ἔτι
γὰρ ἐν τῇ ὀσφύϊ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ ἦν (δηλονότι ὁ Λευὶ τοῦ
Ἀβραάμ) ὅτε συνήντησεν αὐτῷ Μελχισεδέκ. Καί· Ἔστωσαν
αἱ ὀσφύες ὑμῶν περιεζωσμέναι. Νοοῦμεν, ὅτι αἰνίσσεται συ-
στεῖλαι τὰς εἰς γέννησιν ὑπουργούσας ὀρέξεις. Τὸ οὖν πένθος
τὸ ἐπικείμενον τῇ Μωαβίτιδι, αἴτιον γινόμενον τοῦ σώφρονος
βίου, βοᾷ ἐπὶ τῇ κραυγῇ τῆς Ἐσεβὼν καὶ Ἐλεαλὴ καὶ

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] Ch.16, sec. 305, l. 22

διαφέρει τὰ τῶν τοιούτων δόγματα.


 Καὶ ἑρμηνεία ἐστὶ τοῦ μεσημβρινοῦ σκότους ἡ ἔκστασις,
ἐπεὶ καὶ οἱ πάθει τινὶ λογισμῶν παρενεχθέντες, οὔτε τὸν ἥλιον
λάμπειν οἴονται, οὔτε φῶς εἶναι περὶ τὸν ἀέρα. Ἔκστασις
οὖν ὄντως καὶ μανία σαφὴς, οὕτως ἐναργῶν πραγμάτων
κηρυσσόντων τοῦ Ποιήσαντος ἡμᾶς τὴν δύναμιν, εἰδώλοις  
προσέχειν καὶ πλάσμασι, καὶ θεοποιεῖν τὰ μὴ ὄντα, καὶ πολ-
λάκις διὰ δογμάτων αἱρετικῶν ἔξω φέρεσθαι τῆς ἀληθείας,
καὶ οἱονεὶ ἐκβάντας τὸ φῶς ἐν τῷ σκότει διάγειν.  – Μὴ
ἀχθῇς. Προτρέπεται ἡμᾶς ὁ λόγος, μὴ ἄγεσθαι ὑπὸ τῆς πιθα-
νότητος τῶν ἑτεροδόξων· μανία γὰρ σαφὴς, ἐξεστηκόσιν
ἀκολουθεῖν. Γνώρισον αὐτοὺς ὅτι ἐξέστησαν. Ἔξω εἰσὶ τῆς
ὁδοῦ, τῆς πρὸς Θεὸν ἀγούσης· μὴ χρήσῃ αὐτοῖς ὁδηγοῖς, μή
ποτε ἀχθῇς ὑπ' αὐτῶν εἰς κρημνὸν καὶ βάραθρον. Τυφλὸς
γὰρ ἐὰν τυφλὸν ὁδηγῇ, ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται.
 Παροικήσουσί σοι φυγάδες Μωάβ.
 Μετὰ ταῦτα δὲ τῇ θυγατρὶ Σιὼν λέγεται ὑπὸ τοῦ χρης-
τοῦ καὶ φιλανθρώπου Θεοῦ περὶ τῶν Μωαβιτῶν ἐπιστρεφόν-
των καὶ παροικεῖν μελλόντων αὐτῇ, οἵτινες πάλαι, πεφευγότες
τὸν Θεὸν, ἐπανήξουσι πρὸς τὸν ἑαυτῶν Δεσπότην· Παροική-
σουσί σοι φυγάδες Μωάβ. Καὶ σκεπασθήσονται οὗτοι (φησὶ)

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. (2042: 001)“Origène. Contre Celse, 4 vols.”, Ed. Borret,
M.Paris: Cerf, 1:1967; 2:1968; 3–4:1969; Sources chrétiennes 132, 136, 147, 150.
Book P, sec. 1, l. 12

ψευδομαρτυρούμενος μὲν «ἐσιώπα» κατηγορούμενος δὲ


»οὐδὲν ἀπεκρίνετο»⌋, πειθόμενος πάντα τὸν βίον ἑαυτοῦ
καὶ τὰς ἐν Ἰουδαίοις πράξεις κρείττους γεγονέναι φωνῆς
ἐλεγχούσης τὴν ψευδομαρτυρίαν καὶ λέξεων ἀπολογουμένων
πρὸς τὰς κατηγορίας· ⌊σὺ δ' ὦ φιλόθεε Ἀμβρόσιε, οὐκ
οἶδ' ὅπως πρὸς τὰς Κέλσου κατὰ Χριστιανῶν ἐν συγγράμμασι
142

ψευδομαρτυρίας⌋ καὶ τῆς πίστεως τῶν ἐκκλησιῶν ἐν βιβλίῳ


κατηγορίας ⌊ἐβουλήθης ἡμᾶς ἀπολογήσασθαι⌋, ὡς οὐκ ὄντος
ἐναργοῦς ἐλέγχου ἐν τοῖς πράγμασι καὶ πάντων γραμμάτων  
κρείττονος λόγου, τοῦ τε τὰς ψευδομαρτυρίας ἀφανίζοντος
καὶ ταῖς κατηγορίαις μηδὲ πιθανότητα εἰς τὸ δύνασθαί τι
αὐτὰς ἐνδιδόντος. Περὶ δὲ τοῦ Ἰησοῦ ὅτι «ἐσιώπα»
ψευδομαρτυρούμενος, ἀρκεῖ ἐπὶ τοῦ παρόντος τὰ Ματθαίου
παραθέσθαι· τὰ γὰρ ἰσοδυναμοῦντα αὐτῷ ὁ Μάρκος ἔγραψεν.
Ἔχει δ' οὕτως ἡ τοῦ Ματθαίου λέξις· «Ὁ δὲ ἀρχιερεὺς
καὶ τὸ συνέδριον ἐζήτουν ψευδομαρτυρίαν κατὰ τοῦ Ἰησοῦ,
ὅπως θανατώσωσιν αὐτόν, καὶ οὐχ εὗρον πολλῶν προσελ-
θόντων ψευδομαρτύρων. Ὕστερον δὲ προσελθόντες δύο
εἶπον· ⌊Οὗτος ἔφη· Δύναμαι καταλῦσαι τὸν ναὸν τοῦ θεοῦ
καὶ διὰ τριῶν ἡμερῶν οἰκοδομῆσαι. Καὶ ἀναστὰς ὁ ἀρχιερεὺς
εἶπεν αὐτῷ· Οὐδὲν ἀποκρίνῃ, ὅτι οὗτοί σου

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book P, sec. 4, l. 15

τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς»,


ὅπερ μεῖζόν ἐστι τοῦ νικᾶν. Εἰ δὲ δεῖ καὶ ἀποστόλους
σεμνύνεσθαι, μὴ χωριζομένους «ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ θεοῦ
τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ κυρίῳ ἡμῶν», σεμνύνοιντο ἄν,
»ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωή, οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ»
οὔτε τι τῶν ἑξῆς δύναται αὐτοὺς «χωρίσαι ἀπὸτῆς  
ἀγάπης τοῦ θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ κυρίῳ ἡμῶν».
Τοίνυν οὐ συνήδομαι τῷ πιστεύσαντι εἰς Χριστόν, ὡς
δύνασθαι σαλευθῆναι αὐτοῦ τὴν πίστιν ὑπὸ Κέλσου, τοῦ
οὐδὲ κοινοτέραν ζωὴν ζῶντος ἐν ἀνθρώποις ἔτι ἀλλ' ἤδη
καὶ πάλαι νεκροῦ, ἤ τινος πιθανότητος λόγου. Οὐκ οἶδα δ'
ἐν ποίῳ τάγματι λογίσασθαι χρὴ τὸν δεόμενον λόγων πρὸς
τὰ Κέλσου κατὰ Χριστιανῶν ἐγκλήματα ἐν βίβλοις ἀνα-
γραφομένων, ἀποκαθιστάντων αὐτὸν ἀπὸ τοῦ κατὰ τὴν
πίστιν σεισμοῦ ἐπὶ τὸ στῆναι ἐν αὐτῇ. Ὅμως δ' ἐπεὶ ἐν
τῷ πλήθει τῶν πιστεύειν νομιζομένων εὑρεθεῖεν ἄν τινες
τοιοῦτοι, ὡς σαλεύεσθαι μὲν καὶ ἀνατρέπεσθαι ὑπὸ τῶν
Κέλσου γραμμάτων θεραπεύεσθαι δὲ ἀπὸ τῆς πρὸς αὐτὰ
ἀπολογίας, ἐὰν ἔχῃ χαρακτῆρά τινα καθαιρετικὸν τῶν
Κέλσου καὶ τῆς ἀληθείας παραστατικὸν τὰ λεγόμενα,
ἐλογισάμεθα πεισθῆναί σου τῇ προστάξει καὶ ὑπαγορεῦσαι

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 1, sec. 15, l. 16

διείληφεν, ἐγκατέταξεν αὐτοῖς καὶ Ἰουδαίους, οὐκ ὀκνήσας


ἐν τῇ συγγραφῇ αὐτοῦ χρήσασθαι καὶ λόγοις προφητικοῖς
καὶ τροπολογῆσαι αὐτούς. Λέγεται δὲ καὶ Ἕρμιππον ἐν τῷ
πρώτῳ περὶ νομοθετῶν ἱστορηκέναι Πυθαγόραν τὴν ἑαυτοῦ
φιλοσοφίαν ἀπὸ Ἰουδαίων εἰς Ἕλληνας ἀγαγεῖν. Καὶ
Ἑκαταίου δὲ τοῦ ἱστορικοῦ φέρεται περὶ Ἰουδαίων βιβλίον,
143

ἐν ᾧ προστίθεται μᾶλλόν πως ὡς σοφῷ τῷ ἔθνει ἐπὶ τοσοῦτον,


ὡς καὶ Ἑρέννιον Φίλωνα ἐν τῷ περὶ Ἰουδαίων συγγράμματι
πρῶτον μὲν ἀμφιβάλλειν, εἰ τοῦ ἱστορικοῦ ἐστι τὸ σύγγραμμα,
δεύτερον δὲ λέγειν ὅτι, εἴπερ ἐστὶν αὐτοῦ, εἰκὸς αὐτὸν
συνηρπάσθαι ἀπὸ τῆς παρὰ Ἰουδαίοις πιθανότητος καὶ
συγκατατεθεῖσθαι αὐτῶν τῷ λόγῳ.
 Θαυμάζω δέ, πῶς Ὀδρύσας μὲν καὶ Σαμόθρᾳκας καὶ
Ἐλευσινίους καὶ Ὑπερβορέους ἐν τοῖς ἀρχαιοτάτοις καὶ
σοφωτάτοις ἔταξεν ἔθνεσιν ὁ Κέλσος, τοὺς δὲ Ἰουδαίους οὐκ
ἠξίωσεν οὔτε εἰς σοφοὺς παραδέξασθαι οὔτε εἰς ἀρχαίους·  
πολλῶν φερομένων συγγραμμάτων παρὰ Αἰγυπτίοις καὶ
Φοίνιξι καὶ Ἕλλησι, μαρτυρούντων αὐτῶν τῇ ἀρχαιότητι,
ἅπερ ἐγὼ περισσὸν ἡγησάμην εἶναι παραθέσθαι. Δυνατὸν
γὰρ τὸν βουλόμενον ἀναγνῶναι τὰ γεγραμμένα Φλαυίῳ
Ἰωσήπῳ περὶ τῆς τῶν Ἰουδαίων ἀρχαιότητος ἐν δυσίν,

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 1, sec. 38, l. 25

ἕκαστον ἐπὶ πᾶσι τοῖς πεπραγμένοις, καὶ οὕτω διατιθέναι


τοὺς ἑαυτοῦ μαθητάς, οἷς ἔμελλε χρήσεσθαι διακόνοις τῆς
ἑαυτοῦ διδασκαλίας. Ἆρα γὰρ κἀκεῖνοι οὕτω διδαχθέντες
ποιεῖν δυνάμεις ᾕρουν τοὺς ἀκούοντας ἢ οὐδὲ δυνάμεις
ἐποίουν; Τὸ μὲν οὖν λέγειν ὅτι οὐδαμῶς δυνάμεις ἐποίουν  
ἀλλὰ πιστεύσαντες οὐδεμιᾷ λόγων ἱκανότητι παραπλησίως
τῇ ἐν διαλεκτικῇ Ἑλλήνων σοφίᾳ ἐπέδωκαν ἑαυτοὺς τῷ
καινὸν διδάσκειν λόγον οἷς ἂν ἐπιδημήσωσι πάνυ ἐστὶν
ἄλογον· τίνι γὰρ θαρροῦντες ἐδίδασκον τὸν λόγον καὶ
ἐκαινοτόμουν; ⌊Εἰ δὲ δυνάμεις ἐτέλουν κἀκεῖνοι, τίνα ἔχει
πιθανότητα τὸ μάγους τοσούτοις κινδύνοις ἑαυτοὺς παρα-
βεβληκέναι διὰδιδασκαλίαν μαγείας ἀπαγορεύουσαν;⌋
 Οὐ δοκεῖ μοι ἀγωνίσασθαι πρὸς λόγον, ⌊μὴ μετὰ
σπουδῆς ἀλλὰ μετὰ χλεύης⌋ εἰρημένον· ⌊Εἰ ἄρα καλὴ ἦν ἡ
μήτηρ τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ὡς καλῇ αὐτῇ ἐμίγνυτο ὁ θεός⌋, οὐ
πεφυκὼς ἐρᾶν φθαρτοῦ σώματος; Ἢ ὅτι οὐδ' εἰκὸς ἦν
ἐρασθήσεσθαι αὐτῆς τὸν θεόν, οὔσης οὔτ' εὐδαίμονος οὔτε
βασιλικῆς, ἐπεὶ μηδεὶς αὐτὴν ᾔδει μηδὲ τῶν γειτόνων·
παίζει δὲ λέγων καὶ ὅτι μισουμένην αὐτὴν ὑπὸ τοῦ τέκτονος
καὶ ἐκβαλλομένην οὐκ ἔσωσε θεία δύναμις οὐδὲ λόγος

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 1, sec. 49, l. 23

Ἱεροσολύμοις ποτὲ ὅτι ἥξει θεοῦ υἱός, τῶν ὁσίων κριτὴς


καὶ τῶν ἀδίκων κολαστής. Οὐ γὰρ εἷς προφήτης τὰ περὶ
Χριστοῦ ἐπροφήτευσε· ⌊κἂν οἱ μόνου δὲ Μωϋσέως παραδε-
χόμενοι τὰς βίβλους Σαμαρεῖς ἢ Σαδδουκαῖοι φάσκωσιν
ἐν ἐκείναις πεπροφητεῦσθαι τὸν Χριστόν, ἀλλ' οὔτι γε ἐν
Ἱεροσολύμοις, τοῖς μηδέπω ὀνομασθεῖσι κατὰ τὸν Μωϋσέως
χρόνον, ἡ προφητεία λέλεκτο. Εἴη τοίνυν πάντας τοὺς τοῦ
λόγου κατηγόρους ἐν τοσαύτῃ εἶναι ἀγνοίᾳ⌋ οὐ μόνον τῶν
144

πραγμάτων ἀλλὰ καὶ ψιλῶν τῶν γραμμάτων τῆς γραφῆς


καὶ κατηγορεῖν χριστιανισμοῦ, ἵνα μηδὲ τὴν τυχοῦσαν
πιθανότητα ὁ λόγος αὐτῶν ἔχῃ, δυναμένην τοὺς ἀνερμα-
τίστους καὶ «πρὸς καιρὸν» πιστεύοντας ἀφιστάνειν οὐ
τῆς πίστεως ἀλλὰ τῆς ὀλιγοπιστίας. ⌊Ἰουδαῖος δὲ οὐκ ἂν
ὁμολογήσαι ὅτι προφήτης τις εἶπεν ἥξειν θεοῦ υἱόν· ὃ γὰρ
λέγουσιν, ἐστὶν ὅτι ἥξει ὁ Χριστὸς τοῦ θεοῦ. Καὶ πολλάκις
γε ζητοῦσι πρὸς ἡμᾶς εὐθέως περὶ υἱοῦ θεοῦ, ὡς οὐδενὸς
ὄντος τοιούτου οὐδὲ προφητευθέντος. Καὶ οὐ τοῦτό φαμεν,
ὅτι οὐ προφητεύεται υἱὸς θεοῦ, ἀλλ' ὅτι οὐχ ἁρμοζόντως  
τῷ ἰουδαϊκῷ προσώπῳ, μὴ ὁμολογοῦντι τὸ τοιοῦτο, περιέθηκε
τὸ εἶπεν ἐμὸς προφήτης ἐν

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 1, sec. 67, l. 12

φιλομαθής τις Ἕλλην καὶ τὰ Ἑλλήνων πεπαιδευμένος ὅτι


⌊οἱ μὲν παλαιοὶ μῦθοι Περσεῖ καὶ Ἀμφίονι καὶ Αἰακῷ καὶ
Μίνωϊ θείαν σπορὰν νείμαντες – οὐδ' αὐτοῖς ἐπιστεύσαμεν – ⌋
ὅμως ἐπέδειξαν αὐτῶν ἔργα μεγάλα καὶ θαυμαστὰ ἀληθῶς
τε ὑπὲρ ἄνθρωπον, ἵνα μὴ ἀπίθανοι δοκῶσι· σὺ δὲ δή, τί
καλὸν ἢ θαυμάσιον ἔργῳ ἢ λόγῳ πεποίηκας; Ἡμῖν οὐδὲν
ἐπεδείξω, καίτοι προκαλουμένων ἐν τῷ ἱερῷ σε παρασχέσθαι
τι ἐναργὲς γνώρισμα, ὡς εἴης ὁ τοῦ θεοῦ παῖς. Πρὸς τοῦτο
δὲ λεκτέον ὅτι δεικνύτωσαν ἡμῖν Ἕλληνες τῶν κατειλεγμένων
τινὸς βιωφελὲς καὶλαμπρὸν καὶ παρατεῖναν ἐπὶ τὰς
ὕστερον γενεὰς καὶ τηλικοῦτον ἔργον, ὡς ἐμποιεῖν πιθανότητα
τῷ περὶ αὐτῶν μύθῳ, λέγοντι ἀπὸ θείας αὐτοὺς γεγονέναι
σπορᾶς. Ἀλλὰ γὰρ οὐδὲν δείξουσιν οὐδὲ μακρῷ ἐλάττω περὶ
οὓς ἀνέγραψεν ἄνδρας ὧν παρέστησεν ὁ Ἰησοῦς. Ἐὰν ἄρα
μὴ ἐπὶ μύθους ἀνάγωσιν ἡμᾶς Ἕλληνες καὶ τὰς παρ' αὐτοῖς
ἱστορίας, θέλοντες ἡμᾶς μὲν ἐκείνοις ἀλόγως πιστεύειν
τούτοις δὲ καὶ μετὰ πολλὴν ἐνάργειαν ἀπιστεῖν· αὐτοί φαμεν  
οὖν ὅτι τοῦ Ἰησοῦ τὸ ἔργον ἡ πᾶσα ἔχει ἀνθρώπων οἰκουμένη,
ᾗ καροικοῦσιν αἱ τοῦ θεοῦ διὰ Ἰησοῦ ἐκκλησίαι τῶν μετα-
βαλόντων ἀπὸ μυρίων ὅσων κακῶν.

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 2, sec. 28, l. 6

ποτ' ἂν ὦσιν οἱ ψευδοδοξοῦντες, οὕτως οὐ τοῦ ἀληθινοῦ


χριστιανισμοῦ ἔγκλημα οἱ μεταχαράττοντες τὰ εὐαγγέλια
καὶ αἱρέσεις ξένας ἐπεισάγοντες τῷ βουλήματι τῆς Ἰησοῦ
διδασκαλίας.
 Ἐπεὶ δὲ μετὰ ταῦτα καὶ τὸ προφήταις χρῆσθαι
Χριστιανοὺς προκηρύξασι τὰ περὶ Ἰησοῦ ὀνειδίζει ὁ παρὰ
τῷ Κέλσῳ Ἰουδαῖος, φήσομεν πρὸς τοῖς ἀνωτέρω εἰς τοῦτο
λελεγμένοις καὶ ὅτι ἐχρῆν αὐτόν, ὥς φησι, φειδόμενον ἀν-
θρώπων, αὐτὰς ἐκθέσθαι τὰς προφητείας καὶ συναγορεύσαντα
145

ταῖς πιθανότησιν αὐτῶν τὴν φαινομένην αὐτῷ ἀνατροπὴν τῆς


χρήσεως τῶν προφητικῶν ἐκθέσθαι. Οὕτω γὰρ ἂν ἔδοξε μὴ
συναρπάζειν τηλικοῦτον κεφάλαιον διὰ λεξειδίων ὀλίγων,
καὶ μάλιστα ἐπεί φησι μυρίοις ἄλλοις ἐφαρμοσθῆναι δύνασθαι  
πολὺ πιθανώτερον τὰ προφητικὰ ἢ τῷ Ἰησοῦ. Καὶ ἐχρῆν
γε αὐτὸν πρὸς τὴν κρατήσασαν Χριστιανῶν ταύτην ὡς
ἰσχυροτάτην ἀπόδειξιν στῆναι ἐπιμελῶς καὶ καθ' ἑκάστην
προφητείαν ἐκθέσθαι, πῶς ἄλλοις ἐφαρμοσθῆναι δύναται
πολὺ πιθανώτερον ἢ τῷ Ἰησοῦ. Ἀλλ' οὐδὲ συνεῖδεν ὅτι
τοῦτ' εἰ ἄρα πιθανὸν ἦν ὑπό τινος λέγεσθαι κατὰ Χριστιανῶν,
ὑπὸ τῶν ἀλλοτρίων τῶν προφητικῶν γραμμάτων πιθανὸν

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 4, sec. 26, l. 24

ἀργύρου καὶ χρυσοῦ, ἀναβάντες δὲ καὶ ἀπὸ τῶν ἐν κόσμῳ


καλῶν ἐπὶ τὸν τὰ ὅλα ποιήσαντα καὶ ἐκείνῳ ἑαυτοὺς πιστεύ-
σαντες καὶ ὡς μόνῳ διαρκεῖν δυναμένῳ ἐπὶ πάντα τὰ ὄντα
καὶ ἐφορᾶν τοὺς πάντων λογισμοὺς καὶ ἀκούειν τῆς πάντων
εὐχῆς τὰς εὐχὰς ἐκείνῳ ἀναπέμποντες καὶ ὡς ἐπὶ θεατοῦ  
αὐτοῦ τῶν γινομένων πάντα πράττοντες καὶ ὡς ἐπὶ ἀκροατοῦ
τῶν λεγομένων φυλαττόμενοι λέγειν τὸ μὴ ἀρεσκόντως
ἀπαγγελλόμενον τῷ θεῷ.
 Εἰ μὴ ἄρα ἡ τηλικαύτη εὐσέβεια, οὔθ' ὑπὸ πόνων οὔθ'
ὑπὸ κινδύνου θανάτου οὔθ' ὑπὸ λογικῶν πιθανοτήτων
νικωμένη, οὐδὲν βοηθεῖ τοῖς ἀνειληφόσιν αὐτὴν πρὸς τὸ
μηκέτι αὐτοὺς παραβάλλεσθαι σκώληξιν, εἰ καὶ παρεβάλλοντο
πρὸ τῆς τηλικαύτης εὐσεβείας· ἆρά γε οἱ νικῶντες τὴν
δριμυτάτην πρὸς ἀφροδίσια ὄρεξιν, πολλῶν ποιήσασαν τοὺς
θυμοὺς μαλθακοὺς καὶ κηρίνους, καὶ διὰ τοῦτο νικῶντες,
ἐπείπερ ἐπείσθησαν μὴ ἄλλως οἰκειωθῆναι δύνασθαι τῷ
θεῷ, ἐὰν μὴ καὶ διὰ σωφροσύνης ἀναβῶσι πρὸς αὐτόν,
σκωλήκων ἡμῖν δοκοῦσιν εἶναι ἀδελφοὶ καὶ μυρμήκων
συγγενεῖς καὶ βατράχοις παραπλήσιοι; Τί δέ, τὸ λαμπρὸν
τῆς δικαιοσύνης, τηρούσης τὸ πρὸς τὸν πλησίον καὶ ὁμογενῆ

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 4, sec. 35, l. 13

καὶ ἀμφιβόλους φωνὰς ἐν σκότῳ που κρυφίους ἐπιμαρτυ-


ρόμενοι. Κρύφια γὰρ καὶ οὐκ ἐν φωτὶ καὶ γνώσει πολλῶν
ἐστι τὰ ὀνόματα ταῦτα, καθ' ἡμᾶς μὲν οὐκ ἀμφίβολα, κἂν
ὑπὸ τῶν ἀλλοτρὶων τῆς ἡμετέρας θεοσεβείας παραλαμβάνη-
ται· κατὰ δὲ Κέλσον, οὐ παριστάντα τὸ τῶν φωνῶν ἀμφί-
βολον, οὐκ οἶδ' ὅπως παρέρριπται. Καίτοι γε ἐχρῆν αὐτόν,
εἴπερ εὐγνωμόνως ἀνατρέπειν ἐβούλετο ἣν ᾠήθη ἀναισχυν-
τότατα παρειλῆφθαι γενεαλογίαν Ἰουδαίοις αὐχοῦσι τὸν
Ἀβραὰμ καὶ τοὺς ἀπ' αὐτοῦ, ὅλα ἐκθέσθαι τὰ κατὰ τὸν  
146

τόπον καὶ πρότερον συναγορεῦσαι ᾗ ἐνόμιζε πιθανότητι καὶ


μετὰ τοῦτο γενναίως ἀνατρέψαι τῇ φαινομένῃ αὐτῷ ἀληθείᾳ
καὶ τοῖς ὑπὲρ αὐτῆς λογίοις τὰ κατὰ τὸν τόπον. Ἀλλ' οὔτε
Κέλσος οὔτ' ἄλλος τις δυνήσεται τὰ περὶ φύσεως ὀνομάτων
εἰς δυνάμεις παραλαμβανομένων διαλαμβάνων τὸν ἀκριβῆ
περὶ τούτων παραστῆσαι λόγον καὶ ἐλέγξαι, ὡς εὐκαταφρό-
νητοι γεγόνασιν ἄνθρωποι, ὧν καὶ αἱ ὀνομασίαι μόνον οὐ
παρὰ τοῖς οἰκείοις μόνοις ἀλλὰ καὶ παρὰ τοῖς ἀλλοτρίοις
δύνανται.

Ωριγένης. , Frag.in Jeremiam (in catenis) (2042: 010)“Origenes Werke, vol. 3”, Ed.
Klostermann, E.Leipzig: Hinrichs, 1901; Die griechischen christlichen Schriftsteller
6.Fragment 61, l. 10

ἐν φυλακῇ προφήτῃ τὸν ἴδιον ἀγρὸν κατὰ πρόσταγμα τοῦ θεοῦ.


 Οὗτος ποιεῖ βιβλίον κτήσεως, ὅπερ ἴσως ἐστὶν αἱ νοή-
σεις, αἱ μνῆμαι, τὰ δόγματα, δι' ὧν κεκτήμεθα τὸν ἀγρόν, τουτέστι
τῆς πολιτείας τοὺς πόνους. δεῖ γὰρ τὸν πράξοντα δικαιοσύνην προ-
ειδέναι περὶ δικαιοσύνης, ὅπερ λεγέσθω καὶ περὶ τῶν λοιπῶν ἀρε-
τῶν. φροντίζει δὲ θεὸς ἐν ἀγγείῳτὸ βιβλίον βληθῆναι πρὸς
διαμονὴν πλείονα. «ἔχομεν» γὰρ «τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρα-
κίνοις σκεύεσιν», ἢ τοῖς ἡμετέροις ἀγγείοις, ἢ τῷ εὐτελεῖ τῆς γραφικῆς
λέξεως. ὅθεν ὁ «ἄρχων ἠπάτηται τοῦ κόσμου τούτου», καταφρονή-
σας τοῦ λόγου τῆς θεοσεβείας, ἐπεὶ μὴ ἦν ἐν χρυσοῖς σκεύεσι κε-
καλλωπισμένοις λέξει καὶ πιθανότητι φράσεως· διὸ καὶ πλείους ἡ-
μέρας διέμεινεν. «ὁ λόγος» γὰρ «καὶ τὸ κήρυγμά μου», φησὶν ὁ
ἔχων τὸ βιβλίον τῆς κτήσεως, «οὐκ ἐν πειθοῖ σοφίας λόγοις, ἀλλ'
ἐν ἀποδείξει πνεύματος καὶ δυνάμεως». τὸ ἐνταλθὲν δὲ ποιήσας
Ἱερεμίας εὐχαριστεῖ τῷ θεῷ. ὅρα δὲ τὴν ὑπακοὴν τοῦ προφήτου
πρὸ τοῦ φαινομένου συμφέροντος, ὅπερ ἐπάγει, προθεσπίζων τῆς
γῆς τὴν ἀνάκτησιν. ἡ γὰρ δι' ἔργων προφητεία τὸ ἀκουστὸν καθί-
στησιν ὁρατὸν καὶ τὸ μέλλον οἱονεὶ παρόν, ἐν τῷ μέρει δηλοῦσα
τὸ ὅλον.

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 410, l. 26

στοτέλης παρεπόμενον· ἔστι δὲ τοιοῦτον, ὅτ' ἂν ταῖς


προτάσεσι καὶ κατασκευαῖς ἡ ἀντιτροφὴ μὴ συμφωνῇ·
οἷον ἄνθρωπος ζῶον· ἀλλὰ νῦν καὶ ἵππος ζῶον· ταῦτα
ἀκόλουθα· ἡ δὲ ἀναστροφὴ οὐκέτι συμφωνεῖ· ἔστι δὲ ἡ
ἀναστροφή· οὐκοῦν καὶ ὁ ἄνθρωπος ἵππος· καὶ πάλιν
ἀλεκτρυὼν δίπουν· ἄνθρωπος δίπουν, ἀλεκτρυὼν ἄρα
ἄνθρωπος· τί δὲ διαφέρει παρά τε διαλεκτικοῖς τὸ ἀν-
τίστροφον καὶ παρὰ τοῖς ῥήτορσι ζητητέον· ἔστι μὲν οὖν
παρὰ διαλεκτικοῖς τεκμήριον ἀληθὲς ἓν πρὸς ἓν συγκεί-
μενον πάντως καὶ ἀντιστρέφει· τὸ δὲ παρὰ τοῖς ῥή-
τορσιν οὐκ ἀληθείας, ἀλλὰ πιθανότητος ἐχόμενον· οὔτε
147

γὰρ ἀντιστρέφει, οὔτε ἓν πρὸς ἕν ἐστιν, ἀλλὰ ἓν πρὸς


πλείονα τέτακται, οἷον τεκμήριόν ἐστι τοῦτο, εἰ τέτοκε γάλα
ἔχει, καὶ ἀντιστρέφει, εἰ γάλα ἔχει, τέτοκεν· τὸ δὲ παρὰ
τοῖς ῥήτορσι σημεῖόν ἐστιν· εὕρηται χιλίας πανοπλίας ἔχων  
Περικλῆς καὶ κρίνεται τυραννίδος ἐπιθέσεως· πιθανὸν
μὲν καὶ εἰκὸς, οὐ μὴν πάντως καὶ ἀληθὲς τὸ λεγόμενον·
ἀναγκαῖον μὲν γὰρ τῷ τυραννεῖν βουλομένῳ τὰ ὅπλα
παρασκευάζεσθαι· οὐ μὴν πάντως ὁ τὰ ὅπλα παρασκευα-
σάμενος τυραννίδι ἐπιτεθήσεται· δυνατὸν γὰρ καὶ ἄλλου
τινὸς χάριν ὅπλα παρασκευάζεσθαι τοῦ ἐπιδοῦναι και

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 782, l. 19

πραγματικὴν, εἰ νόμιμον εἰσιέναι· ταῦτα γὰρ πρα-


γματικῆς ἴδια ὡς ἐν τῷ πρὸς Λεπτίνην, ὡς ἐν τῷ κα-
τὰ Ἀριστοκράτους, καὶ καθόλου ἔνθα ἂν ἔχωμεν νό-
μον, ἀλλὰ καὶ ψήφισμα· μικρὸν γάρ τι διαφέρει νόμος
ψηφίσματος.
Ἐμπέπτωκε δὲ ἐνταῦθα καὶ δεύτερόν τι ὡς παραγραφικόν· οἷον
οὐκ ἔχων τὰ πέντε τάλαντα οὐ δύνασαι λέγειν· δῆλον δὲ, ὡς καὶ
πρὸς τοῦτο ἀπαντήσεται τῇ φύσει τοῦ πράγματος· ἔτι γὰρ τῆς ζη-
τήσεως οὔσης περὶ τοῦ εἰ χρὴ δοκιμασθῆναι αὐτὸν, οὐχ οἷόν τε
ἤδη ὡς κυρίῳ χρῆσθαι.
 Μαρκελλίνου. Πιθανότητος ἔχεται τὸ λεγόμε-
νον, οὐ γὰρ δὴ ἰσχυρὸν οὐδὲ ἀγωνιστικὸν τὸ παραγρα-
φικόν· ἐκ τῆς προβολῆς δὲ παραγράφεται λέγων, ὅτι οὐκ
ἔξεστί σοι πολιτεύεσθαι μὴ ἔχοντι τὰ πέντε τάλαντα·
διὰ τοῦτο δὲ οὐκ ἀγωνιστικὸν τοῦτο, ἐπειδὴ ἀνόητον τὸ
τοῖς ἀμφιβόλοις ῥητοῖς ὡς κυρίοις κεχρῆσθαι· ἀλλ'
ὀλίγον πως πιθανὸν, ὡς ἐπὶ τοῦ Λεπτίνου νόμου· ἐκεῖ
γὰρ δοκεῖ πως τῇ προθεσμίᾳ κεκυρῶσθαι, εἰ καὶ ἀμ-
φίβολόν ἐστιν ὁ νόμος· χρήσεται μὲν οὖν τῷ προειρη-  
μένῳ παραγραφικῷ ὁ φεύγων ἐνταῦθα, οὐ μὴν ἐνδια-
τρίψει· οὐ γὰρ ἰσχὺν ἱκανὴν, ὅπερ εἶπον, ἔχει, πιθα

Salaminius Hermias Sozomenus ScEccl., Historia ecclesiastica (2048: 001)


“Sozomenus. Kirchengeschichte”, Ed. Bidez, J., Hansen, G.C.
Berlin: Akademie–Verlag, 1960; Die griechischen christlichen Schriftsteller 50.
Book 1, Ch.15, sec. 9, l. 4

ἀκρίτως ἐκβεβλημένους. ἐπεὶ δὲ τὰκατὰ Ἀλεξάνδρειαν ὧδε εἶχεν,


λογισάμενοι οἱ ἀμφὶ τὸν Ἄρειον ἀναγκαῖον εἶναι τὴν εὔνοιαν προφθάσαι
τῶν κατὰ πόλιν ἐπισκόπων πρεσβεύονται πρὸς αὐτούς. καὶ γράψαντες, ὡς
ἐπίστευον, ἐζήτουν, εἰ μὲν ὀρθῶς ἔχει τάδε νομίζειν περὶ θεοῦ, δηλῶσαι
Ἀλεξάνδρῳ μὴ χαλεπαίνειν αὐτοῖς· εἰ δὲ μή, διδάσκεσθαι ὃν χρὴ τρόπον
δοξάζειν. οὐ μετρίως δὲ ὤνησεν αὐτοὺς τοῦτο τὸ σπουδαζόμενον. διασπαρέν-
τος γὰρ σχεδὸν εἰς πάντας τοῦ τοιούτου δόγματος, κοινῇ τοῖς πανταχῇ
148

ἐπισκόποις ἡ αὐτὴ γέγονε ζήτησις. καὶ οἱ μὲν ἔγραφον Ἀλεξάνδρῳ μὴ


προσίεσθαι τοὺς περὶ Ἄρειον, εἰ μὴ τὴν ἑαυτῶν πίστιν ἀποκηρύξουσιν·
οἱ δὲ μὴ τοῦτο ποιεῖν ἐδέοντο. ἰδὼν οὖν Ἀλέξανδρος πλείστους ἀγαθοῦ
βίου προσχήματι σεμνοὺς καὶ πιθανότητι λόγου δεινοὺς συλλαμβανομένους
τοῖς ἀμφὶ τὸν Ἄρειον, καὶ μάλιστα Εὐσέβιον τὸν τότε προεστῶτα τῆς
Νικομηδέων ἐκκλησίας, ἄνδρα ἐλλόγιμον καὶ ἐν τοῖς βασιλείοις τετιμημένον,
ἔγραψε τοῖς πανταχῇ ἐπισκόποις μὴ κοινωνεῖν αὐτοῖς. ἐκ τούτου δὲ
ἔτι μᾶλλον ἐπὶ ἑκάτερα ἐξεκαίετο ἡ σπουδὴ καὶ μείζων, οἷα φιλεῖ, ἀνεκινήθη
ἔρις. ἐπεὶ γὰρ πολλάκις δεηθέντες Ἀλεξάνδρου οἱ ἀμφὶ τὸν Εὐσέβιον οὐκ
ἔπεισαν, ὡς ὑβρισμένοι ἐχαλέπαινον καὶ προθυμότεροι ἐγένοντο κρατῦναι
τὸ Ἀρείου δόγμα. καὶ σύνοδον ἐν Βιθυνίᾳ συγκροτήσαντες γράφουσι τοῖς
ἁπανταχῇ ἐπισκόποις ὡς ὀρθῶς δοξάζουσι κοινωνῆσαι τοῖς ἀμφὶ τὸν Ἄρειον,

Aristides Quintilianus Mus., De musica (2054: 001)“Aristidis Quintiliani de musica


libri tres”, Ed. Winnington–Ingram, R.P.Leipzig: Teubner, 1963.Book 2, sec. 9, l. 110

δρόν τι χρῆμα καὶ τιμαλφέστατον.


 Μέγεθός γε μὴν καὶ ἀξίωμα ἐμποιεῖ τῷ λόγῳ διὰ
συνεκδοχῆς ἐν τῷ [Μ 137sq.]
  οἱ δ' ἰθὺς πρὸς τεῖχος ἐΰδμητον βόας αὔας
  ὑψόσ' ἀνασχόμενοι ἔκιον μεγάλῳ ἀλαλητῷ.  
μεγέθει μὲν γὰρτῶν διαστημάτων ἐξῆρε τὸν λόγον·
ἀπρεποῦς δ' ὄντος τοῦ τῆς ἀσπίδος ὀνόματος ὡς ἐς ἁδρο-
τῆτα τὸ συνεμφανίζον μέγεθος βοῦνὠνόμασε· πάλιν δ'
ὄντος ἀσυμφώνου τούτου τῷ ἀνασχόμενοιπροσέθηκεν
αὖον· διὰ γὰρ τῆς κατὰ τὴν ξηρότητα συνεμφαινομένης
κουφότητος τῇ τε πράξει πιθανότητα περιῆψε καὶ ταῖς
ἐννοίαις ἀνυπεύθυνον τὴν φαντασίαν ἐχαρίσατο. καὶ μὴν
ἀλλαχοῦ φησιν [Φ 388]
  ἀμφὶ δὲ σάλπιγξεν μέγας οὐρανός.
τούτῳ τοίνυν τὸ μὲν κατὰ τὴν μάχην ἐς ὄγκον αἴρων,
ἀπρεπῶς δὲ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ χρώμενος, μεθόδοις μετα-
διώκει τὸ πρέπον, τῷ μὲν ἐπιθέτῳ καὶ τὸ ἐκ τῆς σάλπιγ-
γος συναύξων μέλος, τῇ δὲ προσθήκῃ τῆς προθέσεως ἐκ
παντὸς μέρους οὐρανίου τὸν ἦχον ἐξάγων. φανερὸν μὴν
τὸ καὶ τὰ χαμαίζηλα τῶν ὀνομάτων ἰσχνότητα ἐμποιεῖν
τῷ λόγῳ, ὡς ἔχει τὸ [υ 259]

Ιωάννης Χρυσόστομος. De petitione matris filiorum Zebedaei (= Contra


Anomoeos, homilia 8) (2062: 016); MPG 48.Vol 48, pg 774, ln 31

δὲ αὐτὸν ἐπὶ βασιλείαν χωρεῖν τὴν αἰσθητὴν ταύτην,


καὶ βασιλεύειν ἐν Ἱεροσολύμοις, ἀπολαβόντες αὐτὸν
ἐπὶ τῆς ὁδοῦ, ὡς καιρὸν ἐπιτήδειον ἔχειν νομίσαντες,
ταύτην αἰτοῦσι τὴν αἴτησιν. Ἀποῤῥήξαντες γὰρ
ἑαυτοὺς τοῦ χοροῦ τῶν μαθητῶν, καὶ εἰς ἑαυτοὺς τὸ
πᾶν περιστήσαντες, ἀξιοῦσιν ὑπὲρ προεδρίας καὶ τοῦ
πρῶτοι γενέσθαι τῶν ἄλλων, νομίζοντες ἤδη τὰ πρά-
149

γματα εἰληφέναι τέλος, καὶ τὸ πᾶν κατωρθῶσθαι,


καὶ στεφάνων εἶναι λοιπὸν καὶ ἀμοιβῶν καιρόν· ὅπερ
καὶ αὐτὸ τῆς ἐσχάτης ἀγνοίας ἦν. Καὶ ὅτι οὐ στοχα-
σμὸς ταῦτά ἐστιν, οὐδὲ λόγων πιθανότητες, παρ'
αὐτοῦ τοῦ Ἰησοῦ, τοῦ τὰ ἀπόῤῥητα ἐπισταμένου, τὴν
ἀπόδειξιν ὑμῖν ἐπαγάγω. Ἐπειδὴ γὰρ ταῦτα ᾔτησαν,
ἄκουσον τί φησι πρὸς αὐτούς· Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖ-
σθε. Τί ταύτης σαφέστερον τῆς ἀποδείξεως; Ὁρᾷς
ὅτι οὐκ ᾔδεισαν ὅπερ ᾐτοῦντο, περὶ στεφάνων καὶ
ἀμοιβῶν καὶ προεδρίας καὶ τιμῆς αὐτῷ διαλεγόμενοι,
οὐδέπω τῶν ἀγώνων οὐδὲ ἀρχὴν εἰληφότων; Δύο τοί-
νυν αἰνίττεται διὰ τοῦ λέγειν· Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖ-
σθε, ἓν μὲν ὅτι περὶ βασιλείας διαλέγονται, ἧς οὐ-
δεὶς ἦν τῷ Χριστῷ λόγος· οὐ γὰρ δὴ περὶ ταύτης

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Eutropium (2062: 089); MPG 52.Vol 52, pg 394, ln 42

ἵνα μὴ πάθητε τοιαῦτα. Διδάσκαλος ἀνεφάνη διὰ τῆς


συμφορᾶς, καὶ λαμπηδόνα μεγάλην ἀφίησι τὸ θυσια-
στήριον, νῦν φοβερὸν μάλιστα καὶ ἐκ τούτου φαινό-
μενον, ὅτι τὸν λέοντα δεδεμένον ἔχει· ἐπεὶ καὶ βα-
σιλικῇ εἰκόνι μέγας γένοιτο κόσμος, οὐχ ὅταν ἐπὶ τοῦ
θρόνου κάθηται πορφυρίδα περιβεβλημένος, καὶ διά-
δημα περικείμενος ὁ βασιλεὺς μόνον, ἀλλὰ καὶ ὅταν
ὑπὸ τῷ ποδὶ τῷ βασιλικῷ βάρβαροι τῶν χειρῶν
ὀπίσω δεδεμένοι, κάτω τὰς κεφαλὰς νεύωσι κείμε-
νοι. Καὶ ὅτι οὐ πιθανότητι κέχρηται λόγων, ὑμεῖς
μάρτυρες τῆς σπουδῆς καὶ τῆς συνδρομῆς. Καὶ γὰρ
λαμπρὸν ἡμῖν τὸ θέατρον σήμερον, καὶ φαιδρὸς ὁ
σύλλογος, καὶ ὅσον ἐν τῷ Πάσχα τῷ ἱερῷ δῆμον
εἶδον ξυναγόμενον, τοσοῦτον ὁρῶ καὶ ἐνταῦθα νῦν·
καὶ οὕτω σιγῶν πάντας ἐκάλεσε, σάλπιγγος λαμπρο-
τέραν φωνὴν διὰ τῶν πραγμάτων ἀφείς. Καὶ παρ-
θένοι θαλάμους, καὶ γυναῖκες γυναικῶνας, καὶ ἄνδρες
τὴν ἀγορὰν κενώσαντες, πάντες ἐνταῦθα συνεδρά-
μετε, ἵνα τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν ἴδητε ἐλεγχομένην,
καὶ τῶν βιωτικῶν πραγμάτων τὸ ἐπίκηρον ἀπογυ

Ιωάννης Χρυσόστομος. Frag.in Proverbia (in catenis) (2062: 185); MPG 64.
Vol 64, pg 717, ln 15

δύναται πολλάκις καὶ ποταμοὺς ἀνενεγκεῖν ἀνθ'


ἑνός· ἢ τοῦτό φησιν, ὅτι φυλάττει ἑαυτὸν καὶ ἐν
βάθει κατέχει. Ὡς γὰρ ἄμετρον ὕδωρ, οὕτως ἐν καρ-
δίᾳ ἀνδρὸς τοῦ κατὰ Θεὸν λόγος ἀκατάληπτος. Λόγον
150

δὲ νῦν, τὴν γνῶσίν φησιν. Ὁ γὰρ τοιοῦτος τοὺς


Ἰησοῦ λόγους ἀκούει, οὗ ἐν τῇ καρδίᾳ γίνεται πηγὴ
ὕδατος ἁλλομένου. Ἀναπηδῶν δὲ ἀντὶ τοῦ ἀνομβρῶν,
ἄρδων τὰ ὑποκείμενα, καὶ εἰς καρποφορίαν προκα-
λούμενος. Θαυμάσαι πρόσωπον ἀσεβοῦς, οὐ καλόν.
[Cod. f. 77. b.] Κἂν ἐν ἀξιώματι ᾖ, κἂν πιθα-
νότητι λόγων κρύπτῃ τὸ δίκαιον. Θαυμάζει πρόσωπον
ἀσεβοῦς, καὶ ὁ τὴν ἐνυπάρχουσαν τῷ διαβόλῳ κακίαν
ἀποδεχόμενος.

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Job (1–4) (2102: 001)


“Didymos der Blinde. Kommentar zu Hiob, pt. 1”, Ed. Henrichs, A.
Bonn: Habelt, 1968; Papyrologische Texte und Abhandlungen 1.
Codex p. 65, l. 31

λῶν δ]εσμὸς γένηται κακῶν


ἐν] αὐτῇ. αὐτὴ μὴ ἔστω παρά-
μο]νος ἀποστραφέντων αὐ-
τὴ]ν λοιπὸν τῶν λογικῶν  
δι]ὰ τὸ ἀφώτιστον, ὅ ἐστιν διὰ
τὸ μ]ὴ εὑρίσκειν ἢ ἐνγίνεσθαι
τοι]αῦτα ὑπεκκαύματα τὰ
ἄγο]ντα ἐπ' αὐτήν. ⌊ἐν αὐτῆι δὲ
τα]ύτῃ μηδὲ ἑωσφόρος γένοι-
το] λόγος δοκῶν εἶναι φωτει-
ν]ὸς διὰ πιθανότητα τοῦ δεῖν
ἀ[ρ]έσκεσθαι τῇ ὁδῷ ταύτῃ. πολ-
λ[ά]κις γὰρ ὁ φιλαμαρτήμων
ἐμμένει τῶι σφάλμ[α]τι ἢ τὴν ἡδο-
νὴν ἀποδεχόμεν[ος] ἢ λογισμοὺς
πιθανοὺς ἀνακιν[ῶν, ἐ]ξ ὧν οἴ-
εται μὴ σφάλλεσθαι⌋.

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Job (5.1–6.29) (2102: 002)


“Didymos der Blinde. Kommentar zu Hiob, pt. 2”, Ed. Henrichs, A.
Bonn: Habelt, 1968; Papyrologische Texte und Abhandlungen 2.
Codex p. 126, l. 22

vacat vacat ο]ὐ̣κ̣ ἀναγ[κα]στῶς δὲ ἐρεῖς καὶ τοὺς


κατὰ τῆς [ἀλ]ηθείας γινομένους
διὰ σοφις[τικ]ῶν καὶ πιθανῶν λό-
γων πε[ριπί]πτειν ἐν ἡμέραι
σκότῳ κ[αὶ μ]εσημβρίᾳ καθάπερ
ἐν νυκτί, ἀλλ' ἐπὰν ὁ συνιστάμε-
νος τῇ ἀλ[η]θείᾳ ταῖς ἀποδείξεσι(ν)
τὸ σαθρὸ[ν] αὐτῶν τῆς πιθανό-
τητος ἐλέ[γ]χῃ, πρὸς ἃς μὴ δυνά-
μενοι ἀντιστῆναι τυφλοῖς καὶ
151

ἀνοήτο[ις] ἐοίκασιν. οἳ καὶ ἐν πο-


λέμῳ τῷ [κ]ατὰ τὸν ἀγῶνα τὸν
ὑπὲρ τῆ[ς] ἀληθείας ἀπόλλυν-
ται. ὧν σύμβολα οἵ τε Αἰγύπτιοι ὑ-
πὸ Φαραὼ στρατευόμενοι καὶ ἡτ-
τηθέντες ὑπὸ τῶν Ἰσδραηλιτῶ(ν) θ(εο)ῦ
βοηθείᾳ καὶ Γολιὰθ ὑπὸ τοῦ Δα(υὶ)δ καὶ
πάντες, ὅσοι ὑπὸ τῶν θεραπευτῶ(ν)
τοῦ θ(εο)ῦ καὶ κατὰ τὸ αἰσθητὸν ἡττήθη

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Job (7.20c–11) (2102: 003)


“Didymos der Blinde. Kommentar zu Hiob, pt. 3”, Ed. Hagedorn, U., Hagedorn, D.,
Koenen, L.Bonn: Habelt, 1968; Papyrologische Texte und Abhandlungen 3.
Codex p. 223, l. 7

στατόν ἐστιν· κακία γάρ. διὸ εἴρηται· “ζη-


τηθήσεται ἡ ἁμαρτία αὐτοῦ καὶ οὐ μὴ
ε[ὑρεθῇ δι' α]ὑτήν·” ἀράχνῃ γὰρ ἔοικεν
.[..... ...] διαλυομένη· διὸ καὶ σκη-
νήν, [ἀλλ' οὐ]κ οἶκον ἔχει ὡς ὁ τοὺς
Ἰ(ησο)ῦ λόγους [φυλάτ]τ̣ων.
ἐὰν ἐπερ[είσῃ τ]ὴν οἰκίαν αὐτοῦ, οὐ μὴ στῇ.
ὁ̣ [ἀς]εβὴσ̣ [γοῦν· ὃ]ς δ' ἂν κομψείᾳ καὶ
πιθα-ν[ό]τητ[ι μὴ ἀγ]αθῇ συνιστᾷ τὰ οἰκία ἀ-
[πάτης, οὗτος ὑπ]ὸ τῆς ἀληθείας ἐλεγχό-
μεν[ος οὐ μὴ στ]ῇ̣, ὡς μηδὲ στάσιν δύνα-
σθαι [ἔχειν αὐ]τοῦ τὴν ἀπάτην.
ἐπι̣λα[μβανομ]ένου δὲ αὐτοῦ οὐ μὴ ὑ-
πομεί[νῃ. ⌊ῥ]ᾷστα γὰρ ἡ τῶν φαύλω(ν)
ἐπίνοια [σκη]νὴ ὀνομαζομένη κα-
ταπίπτ[ους]α εὐάλωτός ἐστιν οὕτως,
ὡς μηδ[ὲ δ]οκεῖν γεγονέναι ποτέ.⌋

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Job (7.20c-11) Codex p. 292, l. 16

ἀλλ' ὅτε ἀλλ[ηνάλλως λεγ]ό̣μενα  


ὅπερ συμβαί[νει ..... ..]πεντε
ῥήματι ασ[..... ..... .]σιν. κα-
ταδρομῇ δ[ὲ χρώμενος π]ρὸς αὐ-
τὸν ὡς πολ[λὰ λέγοντα] ἐπιφέρει
καὶ τὸ “ἢ ‘ὁ’ εὔ[λαλος οἴε]ται εἶναι δί-
καιος”, πιθα̣[νὸν τυ]γχάνον. πολ-
λοὶ γὰρ τῶ[ν ἁμαρ]τανόντων λό-
γους ἐκ λόγω[ν ἐξάπ]τ̣οντ[ε]ς οἴον-
ται κρύπτ[ειν τὰ ἁ]μαρτ[ή]ματα
τῇ πιθαν[ότητι τῶ]ν λ[όγ]ων, ὑπ[ο]-
κλέπτει[ν θέλοντες τῶν] πεπρα-
γμένω[ν αὐτοῖς τὴν] χα[λ]επότη-
152

τα· ἀλλ' ο[ὐ τοιοῦτος ὁ] δίκαιος Ἰὼβ


πρὸς θ(εο)ῦ [μαρτυρού]μενος. οὐ κα-
θηκόντ[ως οὖν, ὡς] ἐλέχθη, αὐτῷ
προσεφ̣[έροντο δ]ιὰ τὸτὴν αἰτίαν
τῶν ἐπ[αγομέν]ων αὐ[τ]ῷ ἐπιπό-
νων ἁ[μαρτία]ν̣ λογίζε[ς]θαι· δι' ἣ(ν)
πλάν[ην .....] αἰνίττ[εται] αὐτῷ,
ὅτι εἰ κ[αὶ .....] διεξε[...] τοὺς

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Job (7.20c-11) Codex p. 292, l. 35

πλάν[ην .....] αἰνίττ[εται] αὐτῷ,


ὅτι εἰ κ[αὶ .....] διεξε[...] τοὺς
λόγου[ς ..... .].ι̣, οὐ δι̣[ὰ το]ῦτο
δίκαι[ός ἐστιν.]
εὐλογημ[ένο]ς γ[ε]ννητὸς γυναικὸς
ὀλιγόβ[ιος.] πιθανῷ μὲν χρῆται
λόγῳ νῦν, τῆς δὲ καθηκούσης
γνώσεως τοῦ ἀνδρὸ[ς] ἀπολείπε-
ται. λ[έ]γει τοίνυν, ὅτι κ[ἂ]ν εὔλαλός
τις ᾖ καὶ διὰ τῆς τῶ[ν] λόγων τῶ(ν)  
παρ' ἑαυτοῦ προφερομένων πιθανότητοςοἴ-
ητα[ι δίκαιος εἶν]αι, ἀλλά γε γιγνώ-
σκε[ιν δεῖ αὐτόν, ὅ]τι ὀλιγόβιός ἐστι(ν).
κἂν [..... ..... .]οις τις εὐλογημέ-
νος ὑ[πὸ θ(εο)ῦ νομισθ]ῇ ὡς πολυετής –  
γενέ[σθαι γὰρ καὶ] πολυχρόνιον
ἄνθρ[ωπον εὐλογ]ημένον ἐνό-
μιζ[ον – , ἀλλὰ καὶ οὗτ]ο̣ς ὡς πρὸς τὸν
μέλ[λοντα αἰῶνα] ὀλιγόβιός ἐστι(ν)·
διὰ τ̣[..... .....] δεῖξαι αὐτῷ
βουλόμ[ενος, ὅτι οὐ]κ ἔχει τῶν

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Zacchariam (2102: 010)


“Didyme l'Aveugle sur Zacharie, 3 vols.”, Ed. Doutreleau, L.
Paris: Cerf, 1962; Sources chrétiennes 83, 84, 85.
Book 4, sec. 35, l. 1

 Ὅτι δὲ τὰ ῥηθέντα περὶ διαφόρων ξύλων οὐ περὶ ἀ̣ψ̣ύ̣χων


εἴρηται, καὶ ἐκ πολλῶν μὲν γραφῶν καὶ μάλιστα προφητικῶν
ἔστι θεωρῆσαι, ὧν ἔκθεσις ἤδη ἀπὸ μέρους γέγονεν· ἀρκεῖ δὲ
ἑνὸς ἐπιμνησθῆναι τοῦ προφήτου Ἰεζεκιήλ, ὡσπερεὶ ξύλων ὄντων
Φαραὼ καὶ Ἀσσούρ. Πονηραὶ δὲ δυνάμεις οὗτοι, ὁ μὲν τῆς
Αἰγύπτου, ὁ δὲ τῆς Ἀσσυρίας τύραννοι, ἔχοντες ῥίζας καὶ
παραφυάδας ὑψωθείσας ἀφ' ὕδατος πολλοῦ, οὕσπερ ἐζήλωσεν
153

κατὰ μίμησιν τὰ ξύλα τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς τοῦ Θεοῦ,


κλάδους εὐμεγέθεις ἔχοντας ἐλ[ά]τας τε καὶ πίτυαςμιμουμέ-
νους.
         Πῶς γὰρ κα[ὶ] μέχρι πιθανότητος ἐκλαβεῖν δυνατὸν
αἰσθητὰ ξύλ[α] ζηλοῦντα καὶ μιμούμενα τηλικούτους τυράνν̣[ο]υς,
ὧν ἐν ταῖς παραφυάσι καὶ κλάδοις κατασκ[η]νοῦσι πάντα τὰ
πετεινὰ καὶ τίκτουσι τὰ ἄγρια θη̣[ρ]ία; Ὅπως δὲ εὐσύνοπτος ἡ
προφητεία γένηται, ἐκθ[ώ]μεθα μέρος τι αὐτῆς, οὕτως ἐχούσης·
»Ἰδοὺ Ἀσσοὺ̣ρ̣ κυπάρισσος ἐν τῷ Λιβάνῳ καὶ καλὸς ταῖς
παραφυάσιν καὶ πυκνὸς ἐν τῇ σκέπῃ καὶ ὑψηλὸς τῷ μεγέθει, καὶ
εἰς μέσον νεφελῶν ἐγένετο ἡ ἀρχὴ αὐτοῦ· ὕδωρ [ἐξ]έθρεψεν
αὐτόν, ἡ ἄβυσσος ὕψωσεν αὐτόν, τοὺς ποταμοὺς αὐτῆς ἤγαγεν
κύκλῳ τῶν φυτῶν αὐτοῦ, καὶ τὰ συστέματα αὐτῆς ἐξαπέστειλεν
εἰς πάντα τὰ ξύλα το[ῦ] πεδίου.

Κύριλλος . Catecheses ad illuminandos 1–18 (2110: 003)


“Cyrilli Hierosolymorum archiepiscopi opera quae supersunt omnia, 2 vols.”, Ed.
Reischl, W.C., Rupp, J.Munich: Lentner, 1:1848; 2:1860, Rep1967.
Catechesis 4, Ch.17, l. 6

τίμηται, οὗ καὶ χρείαν ἔχουσι θρόνοι καὶ κυριότητες, ἀρχαὶ καὶ


ἐξουσίαι. Εἷς γάρ ἐστι Θεὸς, ὁ τοῦ Χριστοῦ πατήρ· καὶ εἷς
Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ τοῦ μόνου Θεοῦ μονογενὴς Υἱὸς,
καὶ ἓν τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸ πάντων ἁγιαστικὸν καὶ θεοποιὸν,
τὸ ἐν νόμῳ καὶ προφήταις, παλαιᾷ τε καὶ καινῇ διαθήκῃ λαλῆσαν.
 Ταύτην ἔχε τὴν σφραγίδα ἐν τῇ διανοίᾳ σου πάντοτε,
ἥτις νῦν μὲν κατ' ἀνακεφαλαίωσιν ἀκροθιγῶς σοι εἴρηται. Εἰ
δὲ παράσχοι ὁ Κύριος, μετὰ τῆς ἐκ τῶν γραφῶν ἀποδείξεως
κατὰ δύναμιν ῥηθήσεται. Δεῖ γὰρ περὶ τῶν θείων καὶ ἁγίων
τῆς Πίστεως μυστηρίων, μηδὲ τὸ τυχὸν ἄνευ τῶν θείων παραδί-
δοσθαι γραφῶν· καὶ μὴ ἁπλῶς πιθανότησι καὶ λόγων κατα-
σκευαῖς παραφέρεσθαι. Μηδὲ ἐμοὶ τῷ ταῦτά σοι λέγοντι, ἁπλῶς
πιστεύσῃς· ἐὰν τὴν ἀπόδειξιν τῶν καταγγελλομένων ἀπὸ τῶν
θείων μὴ λάβῃς γραφῶν. Ἡ σωτηρία γὰρ αὕτη τῆς πίστεως
ἡμῶν, οὐκ ἐξ εὑρεσιλογίας, ἀλλὰ ἐξ ἀποδείξεως τῶν θείων ἐστὶ
γραφῶν.

Κύριλλος . Epistula ad Constantium imperatorem (2110: 013)


“”L'épître de Cyrille de Jérusalem à Constance sur la vision de la Croix””, Ed. Bihain,
E., 1973; Byzantion 43.Sec. 1, l. 5

ἹΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ ΠΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΟΝ ΤΟΝ


ΒΑΣΙΛΕΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ἘΝ ΟΥΡΑΝΩ
ΦΑΝΕΝΤΟΣ ΣΗΜΕΙΟΥ
 Βασιλεῖ θεοφιλεστάτῳ καὶ εὐσεβεστάτῳ Κωνσταντίῳ
Αὐγούστῳ, Κύριλλος ὁ ἐν Ἱεροσολύμοις ἐπίσκοπος ἐν κυρίῳ
χαίρειν.
 Πρώτας ταύτας ἐξ Ἱεροσολύμων πρὸς τὴν θεοφιλῆ
σου βασιλείαν ἀποστέλλω γραμμάτων ἀπαρχάς, σοί τε πρε-
πούσας ὑποδέξασθαι κἀμοὶ παρασχεῖν· οὐ λόγων κολα-
154

κείας πεπληρωμένας, ἀλλ' ἐπουρανίων μηνυτικὰς θεοπ-


τίας· οὐδ' εὐσυνθέτους λόγων ῥητορικὰς πιθανότητας
περιεχούσας, ἀλλ' ἁγίων εὐαγγελίων προρρήσεσι διὰ
τῆς τῶν πραγμάτων ἐκβάσεως μαρτυρούσας τὴν ἀλήθειαν.
 Ἕτεροι μὲν γὰρ ἀφ' ὧν ἔχουσι τὴν τιμίαν σου πολλά-
κις στεφανοῦσι κεφαλήν, χρυσοκολλήτους στεφάνους  
λίθοις διαυγεστάτοις πεποικιλμένους προσκομίζοντες.
Ἡμεῖς δὲ οὐ τοῖς ἀπὸ γῆς σε στεφανοῦμεν (τὰ γὰρ ἀπὸ
γῆς δωρούμενα τέλος ἔχει τὴν γῆν)· ἀλλ' ἐπουρανίων πραγ-
μάτων θεϊκὴν ἐνέργειαν ἐν τοῖς τῆς θεοφιλοῦς σου
βασιλείας καιροῖς ἐν Ἱεροσολύμοις τελεσθεῖσαν τῆς σῆς εὐ

Amphilochius ScEccl., Contra haereticos (2112: 01)“Amphilochii Iconiensis


opera”, Ed. Datema, C.Turnhout: Brepols, 1978.L. 11

 ... οὐδὲ οὐράνιον φρονοῦσιν· ἀλλ' οὐδὲ ἀνθρώπινον φρόνημα


ἔχουσιν, οὐδὲ τολμῶσιν εἰς τὸ φῶς προελθεῖν ἢ φρονίμῳ ἀνθρώ-
πῳ διαλεχθῆναι, ἢ πόλει χριστιανῶν ἐπιβῆναι, καθὼς οἱ
προεστῶτες τῶν ἄλλων αἱρέσεων, οἵτινες πειρῶνται διὰ τῆς
φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης πλανῆσαί τινας. Καὶ γὰρ διὰ τὴν
προσοῦσαν αὐτοῖς δεινότητα καὶ τὰς γραφὰς πειρῶνται πρὸς τὰ
ἑαυτῶν θελήματα ἕλκειν κἀκεῖθεν ἀπατᾶν τοὺς ἁπλουστέρους· αἱ
γὰρ γραφαὶ ἐοίκασι τοῖς βοηθήμασι τοῖς ἰατρικοῖς, ἅτινα καλῶς
μὲν σκευαζόμενα θεραπεύει, φαύλως δὲ ἢ ἀτέχνως διδόμενα
φονεύει· διόπερ εἰκότως ἀλώπεκες μικροὶ λέγονται. Τὰς μὲν οὖν
λοιπὰς αἱρέσεις ἔστιν εὑρεῖν ὅτι καὶ λόγον καὶ πιθανότητα ἔχουσι
καὶ συλλογισμοῖς καὶ σοφίσμασί τινων ἁπλουστέρων περιγίνον-
ται· καὶ νομίζω γὰρ καὶ περὶ τούτων ὁ προφήτης εὔχεται λέγων·
Ῥύσεταί με ἐξ ἐχθρῶν μου δυνατῶν. Αἱ μέντοι μικραὶ ἀλώπεκες,
τουτέστι αὗται αἱ αἱρέσεις, τί ἔχουσι δυνατὸν εἰς τὸ ἀπατῆσαι; Οὐ
φρόνησιν, οὐκ ἰσχύν, οὐ παρρησίαν τοῦ δόγματος αὐτῶν, οὐ τὴν
ἐπὶ πόλεων δικαιοσύνην δυναμένην ἀπατῆσαι τοὺς μεριζομένους
τῇ πίστει· ἓν μόνον ἔχουσι, τὸ δολερὸν τῶν θηρίων τούτων.

Hippolytus ScEccl., Frag.in Psalmos (2115: 052)“Le dossier d'Hippolyte et de


Méliton”, Ed. Sec. 1, l. 4

μᾶλλον ὁ Θεὸς ὁ τὰ νεκρὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων ζωο-


ποιήσας ἄξει ἐπὶ τὴν κρίσιν;  
 Τοῦ ἁγίου Εἰρηναίου ἐπισκόπου Λουγδούνου·
 Ὥσπερ γὰρ ἡ κιβωτὸς κεχρυσωμένη ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν χρυσίῳ
καθαρῷ ἦν, οὕτω καὶ τὸ τοῦ Χριστοῦ σῶμα καθαρὸν ἦν καὶ διαυγές,
ἔσωθεν μὲν τῷ λόγῳ κοσμούμενον, ἔξωθεν δὲ τῷ πνεύματι φρουρού-
μενον, ἵνα ἐξ ἀμφοτέρων τὸ περιφανὲς τῶν φύσεων ἐπιδειχθῇ.  
 Ἀνάγκην ἔσχομεν, ἀγαπητοί, δεῖξαι τίς ἡ δύναμις τῶν ψαλμῶν,
οὐχ ἑνὸς ψαλμοῦ κλωμένου πρὸς ἀπάτην ψυχῆς, οὐδὲ πλάνης αἱρέσεως
καινῆς νομιζομένης. Ὁ γὰρ πανοῦργος πάντοτε διάβολος τὴν ἀπ'
155

ἀρχῆς εἰς ἄνθρωπον ἔχθραν πιθανότητι πλάνης παρεισάγων βούλεται


ἐντέχνῳ ἡδονῇ ἀποκτεῖναι τὸν ἄνθρωπον.
 Ἔλθωμεν τοίνυν ἐπὶ τὰ προκείμενα. Δαυὶδ γέγονε βασιλεὺς
Ἰσραήλ. Οὗτος, βασιλεὺς ἐν Ἱερουσαλήμ, τὸ πᾶν πλῆθος τοῦ λαοῦ
κρατήσας, ὃ ὑπετάγη μετὰ τὴν τελευτὴν Σαούλ, δίκαιος ὑπάρχων
ἀνήρ, κατ' ἐπαγγελίαν θεοῦ ἐκλεγείς, ἐβουλήθη τὴν κιβωτὸν ἀναγαγεῖν
εἰς Ἱερουσαλήμ. Ἦν δὲ ἐν οἴκῳ Ἀμιναδὰβ πρὸ ἐτῶν εἴκοσιν ἐπι-
στρέψασα ἀπὸ Ἀζωτίων. Οὗτος ἐλθὼν λαμβάνει τὴν κιβωτόν, ἣν
ἐπιθεὶς ἐπὶ ἅμαξαν καινὴν ἄγειν ἐπειράθη εἰς Ἱερουσαλήμ. Καὶ δὴ
ὁ Ἄζα ἀπίστως ἐκτείνας τὴν χεῖρα πέπτωκε παταχθείς· ἐφ' ᾧ
δειλιάσας ὁ Δαυὶδ εἰσήγαγε τὴν κιβωτὸν εἰς οἶκον Ἀβδαιδὰν τοῦ

Hippolytus ScEccl., Frag.in Psalmos Sec. 17, l. 18

εἰς γῆν, ἀλλ' ὑψούμενος δι' ἀγαπῆς εἰς οὐρανόν. Δεῖ γὰρ ἀναπτερῶσαι
τὴν ψυχὴν ἐκ τοῦ πνεύματος, ἵνα ἀναπτῆναι ἅμα σώματι δυνηθῇ·
ἐὰν δὲ πάντα εἰς τὰ κάτω φέρηται, εὐθέως ἀπόλλυται. Ἐνεδρεύει
γὰρ ἐπὶ γῆς λεληθότως πτέρνανδακεῖν ὁ δυνάμενος, πάρεστι δὲ
ἀπ' οὐρανοῦ ὁ λόγος, ἐκ τῶν κατωτάτων ἀνεγείρειν σπουδάζων τὸν
ἄνθρωπον, περὶ οὗ βοᾷ καὶ λέγει· «Ἀνήρ, ἀνατολὴ ὄνομα
αὐτῷ καὶ ὑποκάτωθεν αὐτοῦ ἀνατελεῖ». Οὗτος ἀπὸ τῶν
κατωτάτων εἰς τὰ ἄνω ἀνέτειλεν, ἵνα οἱ πάντες σπεύδοντες ἐκεῖ,
λόγῳ ἀληθείας προσέχοντες, εἰς ὕψος ἀνέλθωμεν, ὅπου Χριστὸς ἐκ
δεξιῶν τοῦ πατρός. Ἄρα οὖν παρακολουθήσωμεν τῇ ἀληθείᾳ, τὴν
πιθανότητα τῶν ἀνθρώπων παραιτούμενοι, λάβωμεν δὲ τὴν δύναμιν
τοῦ λόγου.
 Ταύτης οὖν τῆς ἀποδείξεως γεγενημένης περὶ πάντας τοὺς
ψαλμούς, ὧν καὶ τὰς ἐπιγραφὰς ἐπέγνωμεν ἀναγκαῖας καὶ διὰ
πνεύματος ἁγίου κατηρτισμένας, ὧν καὶ τὰ μυστήρια ἐπέγνωμεν,
ἀναδράμωμεν ἐπὶ τὴν ἀνάγνωσιν τὴν γεγενημένην. Δύο ἡμῖν ἀνεγνώ-
σθησαν ψαλμοί, ὧν τὴν αἰτίαν διηγήσασθαι δεῖ πρώτων τυγχανόντων.  
 Οὗτοι πρῶτοι ψαλμοὶ ἀνεπίγραφοί εἰσι, δηλοῦντες ὁ μὲν
πρῶτος γένεσιν αὐτοῦ, ὁ δὲ δεύτερος πάθος. Καὶ οὐκ ἦν ἀναγκαῖον
ἐπιγράφειν αὐτούς, ὁπότε διὰ πάντων τῶν προφητῶν ὁ λόγος ἐκηρύχθη
ἀρχὴ αὐτός· οὕτως γὰρ βοᾷ καὶ λέγει·

Hippolytus ScEccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena) (2115:


060)“Hippolytus. Refutatio omnium haeresium”, Ed. Marcovich, M.
Berlin: De Gruyter, 1986; Patristische Texte und Studien 25.
Book 10, Ch.33, sec. 13, l. 3

μέλλοντα. οἷς οὐκ ἐφ'ἑνὸς καιροῦ λόγος ἐγένετο, ἀλλὰ διὰ πασῶν
γενεῶν αἱ τῶν προλεγόντων φωναὶ εὐαπόδεικτοι παρίσταντο. καὶοὐκ
ἐκεῖ δὲμόνον, ἡνίκα τοῖς παροῦσιν ἀπεκρίναντο, ἀλλὰ καὶ ὅτεδιὰ  
πασῶν γενεῶν τὰ ἐσόμενα προεφήναντο. ὅτι τὰ μὲν παρῳχημένα λέγον-
τες ὑπεμίμνῃσκον τὴν ἀνθρωπότητα, τὰ δὲ ἐνεστῶτα δεικνύντες, μὴ
ῥᾳθυμεῖν ἡμᾶςἔπειθον, τὰ δὲ μέλλοντα προλέγοντες, τὸν κατὰ ἕνα
ἡμῶν, ὁρῶντας τὰπρὸ πολλοῦ προειρημένα πληρωθῆναι, ἐμφόβους
156

καθίστων, προσδοκῶντας καὶ τὰ μέλλοντα πληρωθήσεσθαι.


Τοιαύτη δὴἡ καθ' ἡμᾶς πίστις, ὦ πάντες ἄνθρωποι, οὐ κενοῖς
ῥήμασινἡμῶνπειθομένων, οὐδὲ σχεδιάσμασι καρδίας συναρπαζο-
μένων, οὐδὲ πιθανότητι εὐεπείας λόγων θελγομένων, ἀλλὰ δυνάμει θείᾳ
λελαλημένοις λόγοις οὐκ ἀπειθούντων. καὶ ταῦτα δὲθεὸς ἐκέλευε
Λόγῳ, ὁ δὲ Λόγος ἐφθέγγετο λέγων τοῖς προφήταις, δι' αὐτῶν ἐπι-
στρέφων τὸν ἄνθρωπον ἐκ παρακοῆς· οὐ βίᾳ δὲἀνάγκης δουλαγω-
γῶν αὐτόν, ἀλλ' «ἐπ' ἐλευθερίᾳ» ἑκουσίῳ προαιρέσει «καλῶν».
Τοῦτον οὖντὸν Λόγον ἐν ὑστέροις καιροῖςἀπέστειλεν ὁ πατήρ,
οὐκέτι διὰ προφητῶν αὐτὸνλαλεῖν, οὐ σκοτεινῶς κηρυσσόμενον ὑπο-
νοεῖσθαι [θέλων], ἀλλ' αὐτοψεὶ φανερωθῆναι τοῦτον θέλων[λέγων],
ἵνα ὁκόσμος ὁρῶν δυσωπηθῇ οὐκέτιἐντελλόμενον διὰ προσώπου
προφητῶν, οὐδὲ δι' ἀγγέλου φοβοῦντα ψυχήν, ἀλλ' αὐτὸν παρόντα τὸν  

Cassius Longinus Phil., Rhet., Ars rhetorica (2178: 001)“Rhetores Graeci, vol. 1”,
Ed. Spengel, L.Leipzig: Teubner, 1853, Rep1966.Walz p. 556, l. 22

ὑπὲρ μικρῶν καὶ φαύλων ὁ λόγος ᾖ, μικρὸν ἔστω τὸ


προοίμιον. χρηστέον δὲ τοῖς προοιμίοις καὶ πρὸ τῶν
παραδόξων ἐπιχειρημάτων, καὶ πρὸ παντὸς τοῦ μέλλον-
τος δόξειν οὕτω πως ἔχειν, κἀν ταῖς ἀρχαῖς κἀν ταῖς τε-
λευταῖς τῶν κατασκευαζομένων, ὡς ἂν ἀφορίζῃς καὶ
διαρθροῖς τὰ εἰρημένα, καὶ τὸν λόγον ἀναλαμβάνῃς με-
ρίζων ταῖς τῶν προοιμίων ἐμβολαῖς τὰ ζητούμενα· πιθα-
νώτατον γὰρ τοῦτο καὶ ῥητορικώτατον τὸ γένος τῶν λό-
γων ὃ κέκληται προοίμιον, ἡ παρασκευὴ καὶ θεραπεία
τῶν ἀκροωμένων. ὅτῳ δὲ ἂν λόγῳ μὴ προσῇ ταῦτα, στέ-
ρεται τῆς πιθανότητος ἀναισθησίαν ἐνδεικνύμενος τοῦ
λέγοντος καὶ πολλὴν ἀμαθίαν, εἰ μήτε ὧν πάσχουσιν οἱ
ἀκούοντες μήτε ὧν αὐτὸς λέγει πραγμάτων κριτὴς γίνε-
ται δι' ὧν αἱ τῶν προοιμίων ἔννοιαι παρίστανται πραϋ-
νόντων, ἐπαγγελλομένων ἐπαγωγήν, συγγνώμην ἡμῖν
αἰτουμένων, προτυπουμένων τὰ μέλλοντα καὶ προκα-
θισταμένων τὴν ἀκρόασιν ἐξ ὧν ἂν ὑπείπωμεν.
 Ἀλλὰ καὶ περὶ διηγήσεως λεκτέον, ὅτι καὶ διὰ πλειό-
νων καὶ ἐλαχίστων εἴποις ἂν τὴν δήλωσιν τῶν πραγμά-
των, ἂν μὲν ᾖ πολλὰ πράγματα, διὰ πολλῶν,

Cassius Longinus Phil., Rhet., Ars rhetorica Walz p. 558, l. 6

ΠΕΡΙ ΛΕΞΕΩΣ.

 Οὐκ ἐλάχιστον δὲ μέρος τῆς μεθόδου τῆς κατὰ τὴν


ῥητορικὴν τέχνην τὸ τῆς λέξεώς ἐστι· τὰ γὰρ ἐνθυμή-
157

ματα καὶ πάντα τὰ μέρη τοῦ λόγου φαίνεται τοιαῦτα τοῖς


ἀκούουσιν, ὁποῖά ποτ' ἂν εἴη τὰ τῶν λέξεων. φῶς γὰρ
ὥσπερ τῶν νοημάτων τε καὶ ἐπιχειρημάτων ὁ τοιοῦτος
λόγος, ἀποσαφῶν τοῖς δικασταῖς τὴν πιθανότητα τῆς
πίστεως· οὐ τοίνυν ἀμελητέον αὐτῶν, ἀλλ' ὡς ἔνι μά-
λιστα φυλακτέον παραδείγμασι χρωμένους τοῖς ἄριστα
τῶν ῥητόρων τούτῳ τῷ μέρει χρησαμένοις, καὶ περικαλ-
λῶς τε καὶ ποικίλως τὴν ἐξαγγελίαν ἠσκημένοις· πλέον
γὰρ οὐδ' ὁτιοῦν ἔσται τῆς ἀγχινοίας καὶ τῆς ὀξύτητος τῆς
ἐπὶ τῇ κρίσει καὶ διαιρέσει καὶ περισκέψει τῆς γνώμης
καὶ τῶν καθ' ἕκαστον λογισμῶν, εἰ μὴ συνθεῖναι τῇ βελ-
τίστῃ λέξει τὰ νοήματα, καὶ ῥυθμοῖς χρήσῃ πρεπωδεστά-
τοις ἐκλέξει τε καὶ θέσει τῶν ὀνομάτων καὶ [πλήθει] ῥη-  
μάτων. πολλὰ γὰρ τὰ κηλοῦντα τὸν ἀκροατὴν ἄνευ τῆς

Cassius Longinus Phil., Rhet., Ars rhetorica Walz p. 558, l. 18

λιστα φυλακτέον παραδείγμασι χρωμένους τοῖς ἄριστα


τῶν ῥητόρων τούτῳ τῷ μέρει χρησαμένοις, καὶ περικαλ-
λῶς τε καὶ ποικίλως τὴν ἐξαγγελίαν ἠσκημένοις· πλέον
γὰρ οὐδ' ὁτιοῦν ἔσται τῆς ἀγχινοίας καὶ τῆς ὀξύτητος τῆς
ἐπὶ τῇ κρίσει καὶ διαιρέσει καὶ περισκέψει τῆς γνώμης
καὶ τῶν καθ' ἕκαστον λογισμῶν, εἰ μὴ συνθεῖναι τῇ βελ-
τίστῃ λέξει τὰ νοήματα, καὶ ῥυθμοῖς χρήσῃ πρεπωδεστά-
τοις ἐκλέξει τε καὶ θέσει τῶν ὀνομάτων καὶ [πλήθει] ῥη-  
μάτων. πολλὰ γὰρ τὰ κηλοῦντα τὸν ἀκροατὴν ἄνευ τῆς
διανοίας καὶ τῆς πραγματικῆς κατασκευῆς καὶ τῆς ἠθι-
κῆς πιθανότητος· τὸ γὰρ μουσικὸν καὶ εὔτακτον τῆς ἑρ-
μηνεύσεως ἔμφυτον ἅπασι καὶ τοῖς ἀγελαίοις ζῴοις, οὔτι
γε πολιτικῷ τε καὶ λογικῷ καὶ τάξεως αἴσθησιν εἰληφότι.
εἰ τοίνυν τὸ μουσικόν τε καὶ ἐναρμόνιον καὶ ῥυθμικὸν
ξύμμετρόν τε καὶ ξυμμελὲς ἐξεργάσαιο καὶ διαπονήσαις
εἰς τὸ ἀκριβέστατον, τῶν μὲν ἀφαιρῶν μέρη, τοῖς δὲ
προσάπτων, ἐν καιρῷ καὶ χρείᾳ καὶ καλλονῇ διαμετρῶν
τὸ δέον, ἔσται σοι Πιθανώτατος ὁ λόγος καὶ ῥητορικώτα-
τος, οἵα τε ἡ παρ' Ὁμήρῳ ποίησις μὴ παρὰ φαῦλον ἡγη-
σαμένῳ μηδὲ ἐν εὐτελεῖ, [ἀναγνωστέον ἐν εὐτελεῖ· ἑκά-
τερον γὰρ αὐτῶν ἔχει λόγον εὐπρεπῆ·] τὸ τοιοῦτον, καὶ

Cassius Longinus Phil., Rhet., Ars rhetorica Walz p. 569, l. 6

καὶ ἐπιεικές, ἐπὶ τὸν ὄχλον δέ πως καὶ δεητικὸν καὶ


τοιοῦτον οἷον παρακαλοῦντος καὶ ἐν χρείᾳ καθεστηκότος
καὶ εὐλαβείας ἢ αἰδοῦς μετέχοντος. αἱ δὲ πίστεις τοῦ
πνεύματος τὸν ῥυθμὸν ὑπαλλαττέτωσαν, καὶ τὸ τῶν
ἐνθυμημάτων εἶδος ἐπιστρεφῆ ποιείτω τὸν λόγον, καὶ
τὸ σχῆμα τοῦ σώματος μετὰ τῆς χειρὸς σύντονον καὶ  
δριμὺ [βλέπειν ἄμεινον καὶ] βλέποντα πρὸς τοὺς δικα-
158

στάς, καὶ συναποκλινόμενον αὐτὸν ταῖς τῆς πειθοῦς


μεταβολαῖς. εἰ δέ τι ἀποδείξαις, καὶ καιρὸν ἄγοντα μά-
θοις τὸν δικαστὴν τοῖς ἐλέγχοις καὶ παραδεδεγμένον τὴν
πιθανότητα τῆς ἀποδείξεως, σχετλιάζειν ἡ φύσις παρα-
καλεῖ καὶ καταπλήττειν τὸν ἀντίδικον τῷ πεπλασμένῳ
τούτῳ φθέγματι, οἰκείῳ τῶν εὑρηκότων ὄντι τὴν ἀλή-
θειαν. ἐπικλάζειν γοῦν φιλοῦσι καὶ θέλγουσι καὶ αἱ
κύνες τῇ τῶν ἰχνῶν εὑρέσει καὶ περιχαρείᾳ δηλοῦσιν
ἔχειν ἐγγὺς τὸ πάλαι ζητούμενον· ἐπαίρεται δὲ καὶ μι-
κρὸς παῖς οὗ γλίχεται τυχών. ταῦτα δὲ μὴ παρέργως
βούλου θεωρεῖν, ἀλλὰ συλλέγειν εἰς τὸν ἑαυτοῦ λόγον,
ἴδιον εἶδος πίστεων δι' ἀπάτης εὐαγώγου πεπορισμένον
ἀσυλλογίστῳ πάθει τοῦ πρὸς ταῦτα πειρωμένου. οἰκτι-
ζόμενον δὲ δεῖ μεταξὺ λόγου τε καὶ ᾠδῆς τ

Petron Phil., Testimonium (2247: 001)“Die Fragmente der Vorsokratiker, vol. 1, 6th
edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Rep1966.Fragment 1, l. 11

 PLUT. de defect. o22 p. 422 B τρεῖς καὶ ὀγδοήκοντα καὶ ἑκατὸν εἶναι [n.
κόσμους] συντεταγμένους κατὰ σχῆμα τριγωνοειδές, οὗ πλευρὰν ἑκάστην ἑξήκοντα
κόσμους ἔχειν. τριῶν δὲ τῶν λοιπῶν ἕκαστον ἱδρῦσθαι κατὰ γωνίαν, ἅπτεσθαι δὲ
τοὺς ἐφεξῆς ἀλλήλων ἀτρέμα περιιόντας ὥσπερ ἐν χορείαι. 23 p. 422 D ἐλέγχει δ'
αὐτὸν ὁ τῶν κόσμων ἀριθμὸς οὐκ ὢν Αἰγύπτιος οὐδὲ Ἰνδὸς ἀλλὰ Δωριεὺς ἀπὸ
Σικελίας, ἀνδρὸς Ἱμεραίου τοὔνομα Πέτρωνος· αὐτοῦ μὲν ἐκείνου βιβλίδιον οὐκ
ἀνέγνων οὐδὲ οἶδα διασωιζόμενον, Ἵππυς δὲ ὁ Ῥηγῖνος, οὗ μέμνηται Φανίας ὁ
Ἐρέσιος [f22 FHG II 300], ἱστορεῖ δόξαν εἶναι ταύτην Πέτρωνος καὶ λόγον,
ὡς ἑκατὸν καὶ ὀγδοήκοντα καὶ τρεῖς κόσμους ὄντας, ἁπτομένουςδ' ἀλλήλων
κατὰ στοιχεῖον, ὅ τι δὲ τοῦτ' ἔστι τὸ ‘κατὰ στοιχεῖον ἅπτεσθαι’, μὴ προσδια-
σαφῶν μηδ' ἄλλην τινὰ πιθανότητα προσάπτων.  

Quintus Fabius Pictor Hist., Frag.(2542: 003)“FHG 3”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Fragment 18, l. 44

ἀποτριψαμένους τὸν ἐπιφερόμενον πόλεμον, δόγματι


μόνον τὴν ἐκδίκησιν ποιησαμένους; τί ἂν εἰπεῖν ἔχοι
πρὸς αὐτά; δῆλον γάρ, ὡς οὐδέν. Οἵ γε τοσοῦτον ἀπέ-
σχον τοῦ πρᾶξαί τι τῶν προειρημένων, ὡς ἑπτακαίδεκα
ἔτη συνεχῶς πολεμήσαντες κατὰ τὴν Ἀννίβου προαίρε-
σιν, οὐ πρότερον κατελύσαντο τὸν πόλεμον, ἕως οὗ πά-
σας ἐξελέγξαντες τὰς ἐλπίδας, τελευταῖον εἰς τὸν περὶ
τῆς πατρίδος καὶ τῶν ἐν αὐτῇ σωμάτων παρεγένοντο
κίνδυνον.
 Τίνος δὲ χάριν ἐμνήσθην Φαβίου καὶ τῶν ὑπ' ἐκεί-
νου γεγραμμένων; Οὐχ ἕνεκα τῆς πιθανότητος τῶν
εἰρημένων ἀγωνιῶν, μὴ πιστευθῇ παρά τισιν· ἡ μὲν
γὰρ παρὰ τούτων ἀλογία, καὶ χωρὶς τῆς ἐμῆς ἐξηγή-
σεως, αὐτὴ δι' αὐτῆς δύναται θεωρεῖσθαι παρὰ τοῖς
159

ἐντυγχάνουσιν· ἀλλὰ τῆς τῶν ἀναλαμβανόντων τὰς


ἐκείνου βίβλους ὑπομνήσεως· ἵνα μὴ πρὸς τὴν ἐπιγρα-
φὴν, ἀλλὰ πρὸς τὰ πράγματα βλέπωσιν. Ἔνιοι γὰρ
οὐκ ἐπὶ τὰ λεγόμενα συνεπιστήσαντες, ἀλλ' ἐπ' αὐτὸν
τὸν λέγοντα, καὶ λαβόντες ἐν νῷ, διότι κατὰ τοὺς και-
ροὺς ὁ γράφων γέγονε, καὶ τοῦ συνεδρίου μετεῖχε τῶν
Ῥωμαίων,

Orion Gramm., Etymologicum (2591: 001)“Orionis Thebani etymologicon”, Ed.


Sturz, F.G.Leipzig: Weigel, 1820, Rep1973.Alphabetic letter eta, p. 69, l. 2

ῥηματικὸν ὄνομα ἠλακάτη, περὶ ἣν τὸ αὐτὸ εἵλημα εἰ-


λεῖται.
Ἠπύει. ἔπω ἐπύω. τροπῇ τοῦ εεἰς η, ἠπύει.
Ἠθεῖε. παρὰ τὸ ἔθος ἐθεῖος, καὶ τροπῇ τοῦ εεἰς η,
ἠθεῖος· ἢ πλεονασμῷ τοῦ η, θεῖος ἠθεῖος.
Ἥρα. εἴρηται ὁ ἀήρ· μετατεθέντος γὰρ τοῦ αεὑρίσκε-
ται τὸ ὄνομα. Ζεὺς δὲ ὁ αἰθήρ. τὸ δὲ θερμὸν τοῦ
αἰθέρος, μιγνύμενον τῷ ἀέρι, ζωογονεῖ ὅθεν μυθεύον-
ται τὰ κατὰ τὸν Δία καὶ Ἥραν.  
Ἠώς. ὑπὸ τῶν Ἀττικῶν λέγεται· ἡ κατὰ τὴν αὐ-
τῆς ὥραν ἐξιοῦσα καὶ ἐξιέναι ποιοῦσα. πιθανότερον
δὲ Αἰολεῖς παρὰ τὸ κατ' αὐτὴν πάντα τὰ ζῶα αὔειν,
ὃ ἐστὶ φωνεῖν.
Ἥφαιστος. Αἰολεῖς ἄψαστος. τοῦ γὰρ πυρὸς οὐκ
ἔστιν ἅψασθαι.
Ἡρακλείδης. πρότερον Ἀλκείδης ἐλέγετο ἀπὸ Ἀλ-
κέου. ὕστερον δὲ ἡ Πυθία Ἡρακλέα αὐτὸν ἐκάλε-
σε, παρ' ὅσον ἐξ Ἥρας ἔμελλεν ἔχειν κλέος. Ἀ-
στυάγης φησὶν, ὁ δι' Ἥραν ἀκλεὴς γενόμενος διὰ
τὸ μὴ βασιλεῦσαι, ἀλλὰ θητεύειν Εὐρυσθεῖ.

Procopius Rhet., ScEccl., Commentarii in Isaiam (2598: 004); MPG 87.2.


P. 1877, l. 42

πάνη γὰρ τὰ διεσκορπισμένα συναγαγοῦσα πρὸς


κοινωνίαν, συνδεῖσθαι παρασκευάζει τὰ δράγματα.
Πρὸς δὲ τὸ λογικὸν αὐταὶ θέρος συμβάλλονται, περὶ
οὗ φησιν· «Ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν, καὶ
ἴδετε ὅτι αἱ χῶραι λευκαί εἰσιν.» Πρὸς ὃν ἀποστέλλει
τοὺς μαθητάς. Πολεμοποιὸς γὰρ οὐδεὶς πρὸς τοιοῦτο
θέρος ἐστὶν ἐπιτήδειος. Ὡς οὖν ἐν τῇ καρδίᾳ πολέμου
μὴ ἔχουσιν ὄργανον δέδωκεν ἐξουσίαν εἰρήνην ἐν-
αφιέναι τοῖς οἴκοις εἰς οὓς ἀφίκονται· ὅπερ οὐκ ἦν
ἕως ἐνείργει τὸ διαπύρως ὁ τῆς τοῦ κόσμου σοφίας
λόγος. Ἠκουνημένη γὰρ μελέτῃ καὶ πιθανότητι
στίλβουσαν τοῦ λόγου τὴν μάχαιραν ἀλλήλοις προς-
160

έφερον· ὡς δὲ κατηγγέλει, «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ,


καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη,» ἅπαν ὅσον ψεῦδος τῇ ἀληθείᾳ
ὑπεσιώπησε, καὶ οὐκέτι τοῖς διδασκάλοις λογομαχίας
τρίβουσιν λόγος. Ἐπὶ δὲ τὴν χάριν τοῦ σωτηρίου
λουτροῦ φιλανθρώπως καὶ τοὺς Ἰουδαίους καλεῖ.
 ε – θʹ. Καὶ νῦν ὁ οἶκος Ἰακὼβ, δεῦτε καὶ
πορευθῶμεν ἐν τῷ φωτὶ Κυρίου. Ἀνῆκε γὰρ
τὸν λαὸν αὐτοῦ, τὸν οἶκον τοῦ Ἰακὼβ, κ.τ.λ.  
 

Procopius Rhet., ScEccl., Commentarii in Isaiam P. 1889, l. 40

θαιρεῖσθαι τὰ δόγματα περικείμενοι· οἱ δὲ πρὸς


ὀχύρωσιν ψεύδους, καὶ φυλακὴν ματαιότητος ἐκ τῆς
ἔξωθεν ἐπινοίας ἐπιτηδευόμενοι. Τεῖχος γὰρ ἡ δια-
λεκτικὴ, μὴ συγχωροῦσα τοῖς βουλομένοις διαρπᾶσαί
τε καὶ διαλῦσαι τὰ δόγματα. Διὸ τὰ μὲν τῆς Ἱερου-
σαλὴμ τείχη ἐπὶ τῶν χειρῶν ἀναγέγραπται τοῦ Κυ-
ρίου· τὰ δὲ Ἱεριχοῦς ὑπὸ Ἰωσιοῦ καθαιρεῖται φωνῇ
μόνῃ διαλυόμενα. Ἄνω μὲν οὖν μόνα κατηγορεῖται
τὰ ὑψηλά. Ἐνταῦθα δὲ, καὶ τὰ ἰσχύν τινα μετὰ τοῦ
ὕψους ἔχοντα τὴν ἐν ταῖς ἀποδεικτικαῖς μεθόδοις
ἐπὶ πολὺ κραταιωθεῖσαν πιθανότητα, καὶ ὑψωθεῖ-
σαν, τεῖχος ὑψηλὸν τροπικῶς λέγοντος τοῦ προ-
φήτου διαβεβαιουμένου ἐν ἡμέρᾳ Κυρίου τοῦτο καθ-
αιρεθήσεσθαι. Γυμνασίας δὲ χάριν διὰ ὀνομάτων
αὐτὰ παραδίδωσιν ἡ Γραφὴ μηδὲν εἰκῆ προσίεσθαι,
μηδὲ τὸν νοῦν ἔχειν χαμαὶ συνεθίζουσα. Μετὰ δὲ
τὸν ὑψηλόφρονα νοῦν, καὶ τοῖς ταπεινοῖς οὐ συναπα-
γόμενον, καὶ περὶ σωμάτων αὖθις αἰνίττεται, πλοῖα
ταῦτα θαλάσσης εἰπών.

Procopius Rhet., ScEccl., Commentarii in Isaiam P. 1957, l. 2

χεῖρας καὶ πόδας, τοῦ νυμφῶνος ἐκρίπτηται. Τινὲς


δὲ καὶ τοῦ θείου βαπτίσματος τὴν κολυμβήθραν
ἀπεφήναντο τύπον. Χρήσιμον δὲ καὶ ἡμῖν τὸ, Φύλα-
ξαι τοῦ ἡσυχάσαι, πρὸς τὸ πάσῃ φυλακῇ τὴν καρ-
δίαν τηρεῖν. Ἐὰ γὰρ ὁ ἰσχυρὸς φυλάσσῃ τὴν αὐτοῦ
αὐλὴν ἐγρηγόρως, ἐν εἰρήνῃ ἐστὶν πάντα τὰ ὑπάρ-
χοντα αὐτοῦ, ὃς καὶ ἡσυχάζει τοῦ ὄχλου μὴ φέρων
τὸν θόρυβον, μηδὲ φοβούμενος παθητικὸν φόβον ἐν
ἰσχυούσῃ ψυχῇ τῷ πνεύματι τῆς ἰσχύος. Διὰ τῶν  
δύο δὲ καπνιζομένων δαλῶν λαμβάνομεν πρός-
ταγμα, μὴ δειλιᾷν ἀπὸ τῶν Ἑλληνικῶν πιθανοτήτων,
τῶν τε παρὰ τοῖς ἑτεροδόξοις δυσφημιῶν. Οἱ γὰρ
δαλοὶ ἀπώλεσαν τοῦ τε φυτοῦ τὸ ζωτικὸν, καὶ τοῦ
ξύλου τὸ ἰσχυρὸν, καὶ τὸ φωτεινὸν οὐκ ἔχοντες τοῦ
πυρὸς, μελαίνουσι μόνον τοὺς ἁπτομένους αὐτῶν.
161

Δακρύειν δὲ παρασκευάζουσι τῶν ὁρώντων τοὺς


ὀφθαλμούς. Διό φησι Σολομῶν· «Ὥσπερ ὄμφαξ ὀδοῦσι
βλαβερὸν, καὶ καπνὸς ὄμμασιν, οὕτως παρανομία
τοῖς χρωμένοις αὐτῇ·» δηλῶν τῷ μὲν ὄμφακι, τὴν
ἀμαρτητικὴν πρᾶξιν· τῷ δὲ καπνῷ, τὴν ἀπὸ τῆς
ψευδωνύμου γνώσεως βλάβην,

Τίμαιος. , Lexicon Platonicum (e cod. Coislin. 345) (2602: 001)


“Platonis opera quae feruntur omnia (ed. J.G. Baiter, J.K. Orelli, A.W.
Winckelmann)”, Ed. Dübner, F.Zurich: Meyer & Zeller, 1839.
Epistle-alphabetic letter kappa, p. 993a, l. 11

Κόλλαβοι. τὰ τῶν χορδῶν ἐπιτόνια.


Κομιδῇ. τελέως. εἴρηται δὲ ἀπὸ τῆς τῶν καρ-
πῶν κομιδῆς, ἥτις γίνεται τελειωθέντων
αὐτῶν.
Κομψὸνἐπὶ τοῦ κομψευομένου φασὶ δεῖν λέγειν, καὶ
τοὺς ἐπὶ τῶν ἀσθενούντων λέγοντας, ὅτι κομψότερον
διάκεινται, μέμφονται. ἀλλὰ Πλάτων Πολιτείας τε-
τάρτῳ Κομψοὺςοὐ τοὺς κεκομψευμένους λέγει, ἀλλὰ
τοὺς ἀμείνονας.
Κομψὸς λόγος. καὶ ὁ ἀγαθὸς δέ, καὶ ὁ πι-
θανότητι ὑποδυόμενος τὴν ἀλήθειαν.
ΚομψοὺςΠλάτων οὐ τοὺς πανούργους ἀλλὰ τοὺς βελ-
τίστους· κομψοὺς γὰρ τοὺς Ἀσκληπιάδας ἐπαινῶν λέ-
γει Πολιτείας γʹ.

Μιχαήλ Ψελλός. Orationes panegyricae (2702: 006)


“Michaelis Pselli orationes panegyricae”, Ed. Dennis, G.T.
Stuttgart: Teubner, 1994.Oration 4, l. 291

δραστήριον μᾶλλον αὐξάνει τὸ βούλεσθαι. τό τε γὰρ παρὸν


συνορᾷς καὶ τὸ μέλλον εἰκάζεις καὶ τὸ ἀφανὲς ἀνευρίσκεις
ἐξ ὀφρύων τε καὶ βλεφάρων φυσιογνωμονῶν, ὡς μάλιστα
τὰ ἐν τῇ ψυχῇ καταλαμβάνεις βουλεύματα. καὶ τοῖς μὲν
ἄλλοις τὴν τῆς δίκης κατανέμεις ἰσότητα, ἀφ' ἑστίας δὲ
σαυτὸν ἀδικῶν σεμνύνῃ τῷ ἐλαττώματι. καὶ γραφὴν μέν
τις ἁλοὺς ὕβρεως ἔδωκε δίκην τῷ γραψαμένῳ· χεῖρα δὲ
πολλοὶ ξιφήρη κατὰ τῆς σῆς ἐπανατεινάμενοι κεφαλῆς
ἥλωσαν μέν, πεφεύγασι δέ, οὐ γλώττης ἰσχύϊ οὐδὲ ῥητορι-
καῖς πιθανότησιν, ἀλλὰ τρόποις ἀρρήτοις φιλανθρωπίας.
 Καθ' ἕκαστον μὲν οὖν λέγειν ὁ παρὼν χρόνος οὐκ ἐξαρ-
κεῖ· ἓν δὲ ἢ δύο τῶν πάντων ὑποτυπώσομαι ἐν σχήματι
διηγήσεως, εἰδόσι δὲ λέγων οὐδὲν δέομαι γράφειν τὸν τε-  
τυραννευκότα ὀνομαστί. ὃς χθές που καὶ πρῴην σισυροφο-
ρῶν ἄφνω τήβενναν ἐνεδύσατο, οἷα πολλὰ νεανιεύεται τὸ
162

αὐτόματον. καὶ ἀπὸ Σκυθικῆς αὐτονομίας ἀνεγράφη τοῖς


βουλευταῖς καὶ τῆς Ῥωμαϊκῆς συγκλήτου μέρος ἐγένετο·
ἀλλὰ τὴν στολήν, οὐ τὴν ψυχὴν μετηλλάξατο. ὅθεν ποτὲ
τὰς περιβολὰς μεθεικὼς γυμνῷ τῷ ἤθει κατὰ τοῦ σοῦ
κράτους ἐλύττησε. καὶ πόρρω τοξεύειν ἐθίσας τὸν ἥλιον,

Μιχαήλ Ψελλός. Orationes panegyricae Oration 17, l. 682

ἀλλ' ἐπειδὴ τὰ παρ' ἡμῖν ὑπερβάλλει ἐν θαύμασιν, ἀπο-


χρῶμαι ταῖς παρ' ἐκείνοις ὑπερβολαῖς, ἵν' ἔχοιμι δεικνύειν  
ὅτι μὴ δι' ὧν Ἕλληνες ἐπ' ἐξουσίας συμπλάττουσιν,
ἔλαττον ἡμεῖς ἐπὶ τῆς ἀληθείας συνομολογούμεθα· εἶεν.
 Περὶ δὲ τῆς εἰς τρίτον οὐρανὸν ἀναβάσεως καὶ τῆς ἐκεῖ-
θεν εἰς τὸν παράδεισον μεταθέσεως, καὶ τῶν ἀρρήτων ῥη-
μάτων τῶν οὔτε νῷ ληπτῶν οὔτε γλώσσῃ ῥητῶν οὔτε ἀκοῇ
χωρητῶν, τί ἄν τις εἴπῃ, καὶ πῶς εἰς ταὐτὸν ἀγάγοι τῷ
Ἀποστόλῳ τὸν εὐφημούμενον; οὔκουν ἐγὼ τὴν ἐνταῦθα
σύγκρισιν ψεύσομαι, οὐδὲ ταὐτὸν πείσομαι τοῖς περιττοῖς
σοφισταῖς, οἱτῷ περιόντι τῆς πιθανότητος καὶ τῆς περὶ
τὸ λέγειν δυνάμεως εἰς ταὐτὸν ἄγουσι τὰ ἀσύμβατα, ἔνθα
καὶ τὸ μεῖζον ὑβρίζουσι καὶ τοῦ ἐλάττονος κατεψεύδον-
ται.
 Ὁ μὲν οὖν Παῦλος, ἅτε δὴ καὶ θείαν φύσιν λαχὼν καὶ
κρείττονα χάριν τοῦ θείου πεπλουτηκὼς πνεύματος, καὶ
Βενιαμεὶν τῷ ὄντι νεώτερος προκηρυχθείς, ἐν ἐκστάσει
ἐπῆρται πρὸς οὐρανόν, λέγω δὴ τὸν τρίτον, τόν τε ὑπὲρ
κεφαλῆς ἀέρα διαβεβηκώς, καὶ τὸ αἰθέριον σῶμα ὃ δὴ
στερέωμα τῇ ἐκκλησίᾳ φίλον καλεῖν, καὶ τῷ ἐν ἀρχῇ πε-
ποιημένῳ παρὰ τοῦ ποιήσαντος πεπλησιακώς,

Μιχαήλ Ψελλός. Poemata (2702: 015)“Michaelis Pselli poemata”, Ed. Westerink,


L.G.Stuttgart: Teubner, 1992.Poem 7, l. 3

Τοῦ αὐτοῦ σύνοψις τῆς ῥητορικῆς διὰ στίχων ὁμοίων πρὸς τὸν αὐτὸν
βασιλέα

  Εἰ μάθοις τῆς ῥητορικῆς τὴν τέχνην, στεφηφόρε,


 ἕξεις καὶ λόγου δύναμιν, ἕξεις καὶ γλώττης χάριν,
 ἕξεις καὶ πιθανότητα τῶν ἐπιχειρημάτων.
  Πολιτικῶν καὶ γάρ ἐστι θεωρὸς ζητημάτων,
 πολιτικὸν δὲ ζήτημα κατὰ τὸν τεχνογράφον
 ἀμφιβολία λογικὴ καὶ μερικὴ τυγχάνει
 ἐκ τῶν παρὰ ταῖς πόλεσιν ἐθῶν καὶ νόμων πλέον
 περὶ δικαίων καὶ καλῶν καὶ περὶ συμφερόντων.
 εἴδη γὰρ τῆς ῥητορικῆς ταῦτα τὰ τρία μόνα,
163

 δικανικὸν καὶ συμβουλή, καὶ πανήγυρις τρίτον·


 καὶ τέλος μὲν δικανικοῦ τὸ δίκαιον τυγχάνει,
 τὸ καλὸν πανηγυρικοῦ, συμβουλῆς τὸ συμφέρον.

Μιχαήλ Ψελλός. Poemata Poem 7, l. 28

 πολλάκις δ' ἐστὶν ἄχρηστον ἓν ἐκ τῶν δύο τούτων·  


 καὶ τηνικαῦτα φαίνεται τοῦ ῥήτορος τὸ κράτος,
 ὅταν λαμβάνων ζήτημα χαῦνον ἐξ ἑκατέρων
 ταῖς λογικαῖς δυνάμεσιν αἴρῃ τε καὶ κρατύνῃ.
 εἰσὶ δὲ καὶ κακόπλαστα πολλὰ τῶν προβλημάτων,
 ὧν φύσις ἑτερορρεπής, πρὸς δὲ προειλημμένη·
 τὰ δὲ καὶ πάντῃ πέφυκεν ἀσύστατα τὴν φύσιν
 ὡς ἑτερομερέστατα, ὡς ἄπορα τελείως.
 ἐκεῖνα δὲ συνέστηκε, κρίνεται, μελετᾶται,
 ὧν κρίσιν καὶ τὸ πρόσωπον λαμβάνει καὶ τὸ πρᾶγμα,
 φύεται δ' ἑκατέρωθεν τῶν λόγων πιθανότης.
  Εἰσὶ δὲ ταῦτα σύμπαντα, δέσποτα, δεκατρία,
 στάσεις ὀνομαζόμενα παρὰ τὸ στασιάζειν
 τοὺς ῥήτορας τῷ πιθανῷ τῶν ἐπιχειρημάτων.
  Ὧν στοχασμὸς τὸ πρότερον· ὑπάρχει δ' οὗτος, ἄναξ,
 ἔλεγχος οὐσιοποιὸς ἐκ φανεροῦ σημείου
 ἢ τῆς περὶ τὸ πρόσωπον ἀκριβοῦς ὑποψίας.
  Ὅρος ἐστὶ τὸ δεύτερον οὕτως ὠνομασμένος,
 ὀνόματός τις ζήτησις πράγματός τινος χάριν.

Flavius Justinianus Imperator Theol., Edictum contra Origenem (2734: 020)


“Scritti teologici ed ecclesiastici di Giustiniano”, Ed. Amelotti, M., Zingale, L.M.
Milan: Giuffrè, 1977.P. 102, l. 2

Ὡριγένους ἐκδικοῦντες κακοδοξίαν φεύγοντες τοὺς περὶ τούτων ἀρραγεῖς ἐλέγχους


καὶ συγκρύπτειν τὴν ἑαυτῶν πλάνην βουλόμενοι τινὰς ῥήσεις ἐκ τῶν ἁγίων πατέρων
κακῶς ἐκλαμβάνοντες καὶ πρὸς τὸν ἴδιον νοῦν παρερμηνεύοντες τῆι οἰκείαι
προσαρμόζουσι νόσωι, ὅπερ ποιοῦσι καὶ ἐπὶ τῶν θείων γραφῶν. ἡμεῖς δὲ ἐξ αὐτῶν
τῶν ἁγίων πατέρων ἀπο-δείξομεν ματαίους εἶναι καὶ τοὺς τοιούτους αὐτῶν λόγους.
λέγει τοίνυν ὁ ἐν ἁγίοις Γρηγόριος ὁ θεολόγος ἐν τῶι ἀπολογητικῶι λόγωι τάδε
 ἡμῖν δὲ οἷς τὸ κινδυνευόμενόν ἐστι σωτηρία ψυχῆς τῆς μακαρίας τε καὶ ἀθανάτου
καὶ ἀθάνατα κολασθησομένης ἢ ἐπαινεθησομένης διὰ κακίαν ἢ ἀρετήν, πόσον χρὴ
δοκεῖν εἶναι τὸν ἀγῶνα καὶ ὅσης δεῖν τῆς ἐπιστήμης;  

Καὶ ὁ αὐτὸς αὖθις ἐν τῶι εἰς τὴν πληγὴν τῆς χαλάζης λόγωι τάδε φησί

 Τίς ψευδὴς ἀπολογία, ποία πιθανότης ἔντεχνος, τίς ἐπίνοια κατὰ τῆς ἀληθείας παρα-
λογιεῖται τὸ δικαστήριον καὶ κλέψει τὴν ὀρθὴν κρίσιν τοῖς πᾶσι πάντα ἐν ζυγῶι
τιθεῖσαν
καὶ πρᾶξιν καὶ λόγον καὶ διανόημα καὶ ἀντισηκοῦσαν τοῖς πονηροῖς τὰ βελτίονα, ἵνα
164

τὸ
ῥέπον νικήσηι καὶ μετὰ τοῦ πλείονος ἡ ψῆφος γένηται, μεθ' ἣν οὐκ ἔφεσις, οὐ κριτὴς
ὑψη-
λότερος, οὐκ ἀπολογία δι' ἔργων δευτέρων, οὐκ ἔλαιον παρὰ τῶν φρονίμων παρθένων

ἢ τῶν πωλούντων ταῖς ἐκλειπούσαις λαμπάσιν, οὐ μεταμέλεια πλουσίου φλογὶ


τηκομένου
καὶ τοῖς οἰκείοις ἐπιζητοῦντος διόρθωσιν, οὐ προθεσμία μεταποιήσεως,

Oecumenius Phil., Rhet., Commentarius in Apocalypsin (2866: 001)


“The complete commentary of Oecumenius on the Apocalypse”, Ed. Hoskier, H.C.
Ann Arbor: University of Michigan Press, 1928.P. 129, l. 22

λογημένον σημαινόμενον τὴν δήλωσιν ποιεῖται, πλὴν ὅτι


τοὺς ἐκεῖ δύο μυξωτῆρας ἐνταῦθα δύο λυχνίας ἐκάλεσεν. ὅτι
μὲν οὖν εἰς τοὺς δύο λαούς, τοὺς ἐξ Ἰουδαίων καὶ ἐθνῶν οἱ
δύο κλάδοι τῶν ἐλαιῶν ἡρμηνεύθησαν, τοῖς ἁγίοις οὐκ ἠγ-
νόηται. δύναται μέντοι καὶ τοὺς δύο περὶ ὧν νῦν ὁ λόγος
σημαίνειν προφήτας. καὶ τοὺς ἀδικῆσαί φησι θέλοντας
αὐτοὺς πῦρ ἐκπορευόμενον διὰ τῶν στομάτων αὐτῶν ἀμυνεῖ-
ται, καὶ ἔχουσιν ἐξουσίαν κλεῖσαι τὸν οὐρανὸν, ἵνα μὴ βρέξει
τὰς ἡμέρας τῆς προφητείας αὐτῶν. τοῦτο τῶν λίαν πιθανο-
τάτων· εἰ γὰρ τοιαύτην εἶχεν ὁ εἷς αὐτῶν ἐξουσίαν,
Ἠλίας ὁ Θεσβίτης καὶ πρὶν ἀποπληροῦν τὴν Χριστοῦ
διακονίαν, πῶς ἀπίθανον σχήσειν αὐτὸν προτρέχοντα
Χριστοῦ; καὶ ἐξουσίαν φησὶν ἔχουσιν ἐπὶ τῶν ὑδάτων στρέφειν
αὐτὰ εἰς αἷμα καὶ πατάξαι τὴν γῆν ἐν πάσῃ πληγῇ ὁσάκις ἂν
θελήσωσιν. ἐπειδὴ γὰρ ἡ παρουσία τοῦ ἀντιχρίστου κατ' ἐνέρ-
γειαν γενήσεται τοῦ Σατανᾶ ἐν πάσῃ δυνάμει καὶ σημείοις καὶ  
τέρασι ψεύδους, ὥς φησιν ὁ Παῦλος γράφων τὴν δευτέραν
Θεσσαλονικεῦσιν ἐπιστολήν, εἷλκον δὲ εἰς συγκατάθεσιν καὶ
πίστιν τὰ σημεῖα, διὰ τοῦτο καὶ οἱ δύο προφῆται οἱ περὶ
αὐτὸν λέγοντες ὅτι πλάνος ἐστὶ καὶ ἀπατέων,

Nicolaus Rhet., Soph., Progymnasmata (2904: 001)“Nicolai progymnasmata”, Ed.


Felten, J.Leipzig: Teubner, 1913; Rhetores Graeci 11.P. 14, l. 5

χρόνος, αἰτία, τρόπος. πρόσωπον μὲν οἷον τὸ ποιοῦν, τὸ


τοῦ Δημοσθένους, Μειδίου· πρᾶγμα δὲ τὸ ἀποτελούμενον,
οἷον ὕβρις· τόπος δὲ ἐν ᾧ ἐγένετο, οἷον τὸ θέατρον· χρόνος
δὲ πότε, οἷον ἐν ἑορτῇ· αἰτία δὲ δι' ἥν, οἷον [ἡ] ἔχθρα·
τρόπος δὲ καθ' ὅν, οἷον λόγοις, χερσίν. εἰσὶ δέ τινες, οἳ
τὴν ὕλην ἕβδομον στοιχεῖον προσέθηκαν, διαιροῦντες  
αὐτὴν ἀπὸ τοῦ τρόπου καὶ τῷ μὲν τρόπῳ ἀπονέμοντες
τὸ παρανόμως καὶ βιαίως πρᾶξαι, τῇ δὲ ὕλῃ τὸ ξίφει
τυχὸν ἢ λίθῳ ἢ παλτῷ ἢ καὶ ἄλλῳ τινὶ χρήσασθαι τοιούτῳ.
 Ἀρεταὶ δὲ διηγήσεως κατὰ μέν τινας πέντε· συντομία,
σαφήνεια, πιθανότης, ἡδονή, μεγαλοπρέπεια [καὶ ὁ τῶν
165

ὀνομάτων ἑλληνισμός]· κατὰ δὲ ἑτέρους μόνη ἡ πιθανότης·


τὰς γὰρ ἄλλας τέσσαρας κοινὰς παντὸς λόγου ἐνόμισαν·
ὡς δὲ τοῖςἀκριβεστέροις δοκεῖ, τρεῖς εἰσι μόναι, σαφή-
νεια, συντομία, πιθανότης. χρὴ δὲεἰδέναι, ὅτι σφόδρα
δυσχερές ἐστι τοῖς σαφηνείας ἐπιμελουμένοις καὶ συν-
τομίας ποιεῖσθαι φροντίδα· πολλάκις γὰρ ἢ διὰ συντομίαν
εἰς ἀσάφειαν προάγομεν τὸν λόγον ἢ διὰ τὸ σαφῶς εἰπεῖν
μήκους δεόμεθα. χρὴ τοίνυν τὴν συντομίαν σκοπεῖν, εἰ
σύμμετρός ἐστι, μήτε παραλιμπάνουσά τι τῶν ἀναγκαίων

Nicolaus Rhet., Soph., Progymnasmata P. 14, l. 6

τοῦ Δημοσθένους, Μειδίου· πρᾶγμα δὲ τὸ ἀποτελούμενον,


οἷον ὕβρις· τόπος δὲ ἐν ᾧ ἐγένετο, οἷον τὸ θέατρον· χρόνος
δὲ πότε, οἷον ἐν ἑορτῇ· αἰτία δὲ δι' ἥν, οἷον [ἡ] ἔχθρα·
τρόπος δὲ καθ' ὅν, οἷον λόγοις, χερσίν. εἰσὶ δέ τινες, οἳ
τὴν ὕλην ἕβδομον στοιχεῖον προσέθηκαν, διαιροῦντες  
αὐτὴν ἀπὸ τοῦ τρόπου καὶ τῷ μὲν τρόπῳ ἀπονέμοντες
τὸ παρανόμως καὶ βιαίως πρᾶξαι, τῇ δὲ ὕλῃ τὸ ξίφει
τυχὸν ἢ λίθῳ ἢ παλτῷ ἢ καὶ ἄλλῳ τινὶ χρήσασθαι τοιούτῳ.
 Ἀρεταὶ δὲ διηγήσεως κατὰ μέν τινας πέντε· συντομία,
σαφήνεια, πιθανότης, ἡδονή, μεγαλοπρέπεια [καὶ ὁ τῶν
ὀνομάτων ἑλληνισμός]· κατὰ δὲ ἑτέρους μόνη ἡ πιθανότης·
τὰς γὰρ ἄλλας τέσσαρας κοινὰς παντὸς λόγου ἐνόμισαν·
ὡς δὲ τοῖςἀκριβεστέροις δοκεῖ, τρεῖς εἰσι μόναι, σαφή-
νεια, συντομία, πιθανότης. χρὴ δὲεἰδέναι, ὅτι σφόδρα
δυσχερές ἐστι τοῖς σαφηνείας ἐπιμελουμένοις καὶ συν-
τομίας ποιεῖσθαι φροντίδα· πολλάκις γὰρ ἢ διὰ συντομίαν
εἰς ἀσάφειαν προάγομεν τὸν λόγον ἢ διὰ τὸ σαφῶς εἰπεῖν
μήκους δεόμεθα. χρὴ τοίνυν τὴν συντομίαν σκοπεῖν, εἰ
σύμμετρός ἐστι, μήτε παραλιμπάνουσά τι τῶν ἀναγκαίων
μήτε πλεονάζουσα· τότε γὰρ ἀρετὴ γενήσεται λόγου·

Nicolaus Rhet., Soph., Progymnasmata P. 14, l. 9

τρόπος δὲ καθ' ὅν, οἷον λόγοις, χερσίν. εἰσὶ δέ τινες, οἳ


τὴν ὕλην ἕβδομον στοιχεῖον προσέθηκαν, διαιροῦντες  
αὐτὴν ἀπὸ τοῦ τρόπου καὶ τῷ μὲν τρόπῳ ἀπονέμοντες
τὸ παρανόμως καὶ βιαίως πρᾶξαι, τῇ δὲ ὕλῃ τὸ ξίφει
τυχὸν ἢ λίθῳ ἢ παλτῷ ἢ καὶ ἄλλῳ τινὶ χρήσασθαι τοιούτῳ.
 Ἀρεταὶ δὲ διηγήσεως κατὰ μέν τινας πέντε· συντομία,
σαφήνεια, πιθανότης, ἡδονή, μεγαλοπρέπεια [καὶ ὁ τῶν
ὀνομάτων ἑλληνισμός]· κατὰ δὲ ἑτέρους μόνη ἡ πιθανότης·
τὰς γὰρ ἄλλας τέσσαρας κοινὰς παντὸς λόγου ἐνόμισαν·
ὡς δὲ τοῖςἀκριβεστέροις δοκεῖ, τρεῖς εἰσι μόναι, σαφή-
νεια, συντομία, πιθανότης. χρὴ δὲεἰδέναι, ὅτι σφόδρα
δυσχερές ἐστι τοῖς σαφηνείας ἐπιμελουμένοις καὶ συν-
τομίας ποιεῖσθαι φροντίδα· πολλάκις γὰρ ἢ διὰ συντομίαν
εἰς ἀσάφειαν προάγομεν τὸν λόγον ἢ διὰ τὸ σαφῶς εἰπεῖν
166

μήκους δεόμεθα. χρὴ τοίνυν τὴν συντομίαν σκοπεῖν, εἰ


σύμμετρός ἐστι, μήτε παραλιμπάνουσά τι τῶν ἀναγκαίων
μήτε πλεονάζουσα· τότε γὰρ ἀρετὴ γενήσεται λόγου· εἰ
γὰρ φανείη παραλιμπάνουσά τι τῶν χρησίμων, ἐν κακίαις
μᾶλλον ταχθήσεται. πῶς μὲν οὖν ἂν γένοιτο συντομία
ἢ πῶς προστεθήσεται τῷ λόγῳ τὸ Πιθανόν,

Ιωάννης Δαμασκηνός. Sacra parallela (recensiones secundum alphabeti litteras


dispositae, quae tres libros conflant) (Frag.e cod. Vat. g1236) (2934: 018); MPG 95 &
96.Vol. 95, p. 1184, l. 46

ἐλάλησαν κατ' αὐτοῦ οἱ ἁμαρτωλοί.»


 »Μή με νομίσῃ ὥσπερ μητέρα τινὰ τροφὸν,
ψευδῆ σοι μορμολύκεια ἐπισείειν, ὥσπερ ἐκεῖναι
ποιεῖν περὶ τοὺς νηπίους τῶν παίδων εἰώθασιν, ὅταν
θρηνῶσιν ἄτακτα καὶ ἀπέραντα, καὶ δι' ἐπιπλάστων
διηγημάτων κατασιγάζουσιν. Ταῦτα μὲν οὐ μῦθος,
ἀλλὰ λόγος ἀψευδὴς προκεκηρυγμένος φωνεῖ. Καὶ
ἴσθι ἀκριβῶς, ὅτι γενήσεται τῶν βεβιωμένων ἔλεγ-
χος ἀκριβής.
 Οὐκ ἔνι ῥήτωρ ἐκεῖ· οὐκ ἔνι πιθανότης ῥημάτων,
κλέψαι δυναμένη τοῦ δικαστοῦ τὴν ἀλήθειαν· οὐκ
ἀκολουθοῦσι κόλακες, οὐ τὰ χρήματα, οὐδ' ὄγκος
ἀξιώματος· ἔρημος φίλων, ἔρημος βοηθῶν, ἀσυν-
ηγόρητος, καταισχυνόμενος ἕκαστος ἀπολειφθήσεται·
σκυθρωπὸς, κατηφὴς, μεμονωμένος, ἀπαῤῥησίαστος.
Ὅπου ἄν τις περιαγάγῃ τὸν ὀφθαλμὸν, ἐναργεῖς
ὄψεται τῶν ἔργων τὰς εἰκόνας. Ὥσπερ γὰρ σκιὰ τῷ
σώματι, οὕτω ταῖς ψυχαῖς αἱ ἁμαρτίαι παρέπονται,
ἐναργεῖς τὰς πράξεις ἐξεικονίζουσαι.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Sacra parallela (recensiones secundum alphabeti litteras


dispositae, quae tres libros conflant) (Frag.e cod. Vol. 95, p. 1485, l. 48

φυλακὴν τῇ δυστήνῳ σαρκί; ὑπὲρ τίνος μοχθεῖς; ὑπὲρ


τίνος παρανομεῖς; τί συνάγεις χερσὶν ἀκαρπίαν; εἶθε
ἀκαρπίαν, καὶ μὴ ὕλην αἰωνίῳ πυρί. Οὐ νήψεις ποτὲ
ἀπὸ τῆς μέθης ταύτης; οὐχ ὑγιανεῖς τοὺς λογισμούς;
οὐ σεαυτοῦ γενήσῃ; οὐ πρὸ ὀφθαλμῶν λήψῃ τὸ τοῦ Χρι-
στοῦ δικαστήριον; Τί ἀπολογήσῃ, ἐπειδάν σε κύκλῳ
περιστάντες οἱ ἠδικημένοι καταβοῶσι ἐπὶ τοῦ δικαίου
κριτοῦ; Τί οὖν ποιήσεις; ποίους συνηγόρους μισθώ-
σεις; ποίους μάρτυρας παραστήσεις; πῶς παραπεί-
σεις τὸν ἀπαραλόγιστον δικαστήν; οὐκ ἔνι ῥήτωρ
ἐκεῖ οὐκέτι πιθανότης ῥημάτων κλέψαι δυναμένη
τοῦ δικαστοῦ τὴν ἀλήθειαν. Οὐκ ἀκολουθοῦσι κόλακες,
οὐ τὰ χρήματα, οὐδ' ὄγκος ἀξιώματος. Ἔρημος φί-
λων, ἔρημος βοηθῶν, ἀσυνηγόρητος, ἀναπολόγητος,
167

κατῃσχυμμένος ἀπολειφθήσῃ, σκυθρωπὸς, κατηφὴς,


μεμονωμένος, ἀπαῤῥησίαστος. Ὅπου γὰρ ἂν περι-
αγάγῃς τὸν ὀφθαλμὸν, ἐναργεῖς ὄψει τῶν κακῶν τὰς  
εἰκόνας· ἔνθεν τοῦ οὐρανοῦ τὰ δάκρυα,

Ιωάννης Δαμασκηνός. Commentarii in epistulas Pauli [Dub.] (2934: 053); MPG


95.Vol. 95, p. 893, l. 10

 »Βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν διὰ


τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης, κατὰ τὴν παρά-
δοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου,
καὶ οὐ κατὰ Χριστόν.»
 Πλεονάζει κατὰ ταύτην τὴν ἐπιστολὴν πρὸς Ἕλ-
ληνας καὶ Ἰουδαίους διαλεγόμενος, ἑκατέρας ἐκτρο-
πῆς ἀφαιρῶν τοὺς πεπιστευκότας. Πρῶτον μὲν οὖν
τὴν ἐκ φιλοσοφίας ἀποσύλησιν φυλάττεται, κενὴν
ἀπάτην λέγων εἶναι τὴν φιλοσοφίαν, ὅτι σχήματι
καταπλήττει, καὶ πιθανότητι λόγων τῆς ἀληθείας
ἀφεστηκυῖα. Οὐ γὰρ ἱκανὰ περὶ Θεοῦ τὰ ἐξ ἀνθρώ-
πων νοήματα, ἐπειδὴ πᾶσαι αἱ ἀνθρώπιναι καταλή-
ψεις ἐκ τῶν ὁρατῶν οὖσαι, καὶ ἐκ τῶν τοῦ κόσμου
στοιχείων, οὐκ εἰσὶ βέβαιαι πρὸς τὴν τῶν ζητουμέ-
νων κατάληψιν, τῶν ἀοράτων τῶν ζητουμένων.
 »Ὅτι ἐν αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς
θεότητος σωματικῶς.»

Ιωάννης Δαμασκηνός. Homilia in sabbatum sanctum (2934: 056); MPG 96.


Vol. 96, p. 604, l. 34

Χριστοῦ χρηματίσωμεν καταγώγιον. Χριστὸς ἐν


ᾅδῃ· πρὸς τὴν ὑψοποιὸν ταπείνωσιν συγκατέλθωμεν,
ἵνα καὶ συναναστῶμεν, καὶ συνυψωθῶμεν, καὶ
συνδοξασθῶμεν, τὸν Θεὸν ὁρῶντες ἀεὶ καὶ ὁρώμενοι.
Οἱ ἀπ' αἰῶνος, ἐλευθερώθητε· οἱ πεπεδημένοι, ἐξέλ-
θετε· οἱ ἐν τῷ σκότει, ἀνακαλύφθητε· ἀφέθητε, οἱ
αἰχμάλωτοι· καὶ τυφλοὶ, ἀναβλέψατε· ἔγειραι, ὁ κα-
θεύδων Ἀδὰμ, καὶ ἀνάστα ἐκ τῶν νεκρῶν· ἐπεφάνη
γὰρ Χριστὸς ἡ ἀνάτασις. Ἀλλ', εἰ δοκεῖ, ἄνωθεν τοῦ
λόγου τὴν ἀρχὴν ποιησώμεθα· οὕτω γὰρ ἂν σαφέστε-
ρος ἅμα καὶ πιθανότερος, καὶ διὰ λείας εἴη τῆς
τρίβου τὴν πορείαν ποιούμενος· καί μου ἐπεύξασθε
τὴν θείαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἔλλαμψιν, ἧς ἄνευ
οἱ σοφοὶ μὲν ἀνόητοι, καὶ μεθ' ἧς οἱ ἀγράμματοι τῶν
λίαν σοφῶν σοφώτεροι γίγνονται.
168

Ιωάννης Δαμασκηνός. Vita Barlaam et Joasaph [Sp.] (2934: 066)


“[St. John Damascene]. Barlaam and Joasaph”, Ed. Woodward, G.R., Mattingly, H.
Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1914, Rep1983.P. 110, l. 23

νόμος γένηται· Ἀκούσονται γάρ, φησὶν ὁ Κύριος,


οἱ ἐν τοῖς μνημείοις τῆς φωνῆς τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ,
καὶ ἐξελεύσονται οἱ τὰ ἀγαθὰ ποιήσαντες εἰς
ἀνάστασιν ζωῆς, οἱ δὲ τὰ φαῦλα πράξαντες εἰς
ἀνάστασιν κρίσεως, ἡνίκα καὶ θρόνοι τεθήσονται,
καὶ ὁ Παλαῖος τῶν ἡμερῶν καὶ πάντων Δημι-
ουργὸς προκαθίσει, καὶ βίβλοι ἀνοιγήσονται
πάντων ἡμῶν τὰς πράξεις, τοὺς λόγους, τὰς ἐν-
θυμήσεις ἐγγεγραμμένας ἔχουσαι, καὶ ποταμὸς
πυρὸς ἕλκεται, καὶ πάντα τὰ κεκρυμμένα ἀνα-
καλύπτονται. οὐδεὶς ἐκεῖ συνήγορος, ἢ πιθανότης
ῥημάτων, ἢ ψευδὴς ἀπολογία, ἢ πλούτου δυνα-
στεία, ἢ ἀξιωμάτων ὄγκος, ἢ δώρων ἄφθονοι
δόσεις, κλέψαι τὴν ὀρθὴν κρίσιν ἰσχύουσιν· ἀλλ'
ὁ ἀδέκαστος ἐκεῖνος καὶ ἀληθινὸς δικαστὴς ζυγοῖς
δικαιοσύνης πάντα διακρινεῖ, καὶ πρᾶξιν καὶ
λόγον καὶ διανόημα. καὶ πορεύσονται οἱ τὰ
ἀγαθὰ ποιήσαντες εἰς ζωὴν αἰώνιον, εἰς τὸ φῶς
τὸ ἀνεκφράστου, μετὰ ἀγγέλων εὐφραινόμενοι,
τῶν ἀπορρήτων ἀγαθῶν ἀπολαύοντες, καὶ τῇ  
ἁγίᾳ Τριάδι καθαρῶς παριστάμενοι·

Ιωάννης Δαμασκηνός. Vita Barlaam et Joasaph [Sp.] P. 384, l. 19

μυρίους ὑποστῆναι προσκαίρους θανάτους, ἵνα


τοῦ αἰωνίου ἀπαλλαγῇ καὶ ἀτελευτήτου θανάτου,
τὴν ζωὴν δὲ κληρονομήσῃ τὴν μακαρίαν τε καὶ
ἀνώλεθρον, καὶ τῷ φωτὶ περιλαμφθῇ τῆς μακα-
ρίας καὶ ζωαρχικῆς Τριάδος;
XXVI
 Τούτων ἀκούσας ὁ βασιλεὺς τῶν ῥημάτων, καὶ
τὸ στερέμνιον καὶ ἀνένδοτον ἰδὼν τοῦ παιδὸς
μήτε κολακείαις εἴκοντος μήτε λόγων πειθοῖ,
μὴ τιμωριῶν ἀπειλαῖς, ἐθαύμαζε μὲν ἐπὶ τῇ
πιθανότητι τοῦ λόγου καὶ ταῖς ἀναντιρρήτοις
ἀποκρίσεσιν, ἠλέγχετο δὲ ὑπὸ τοῦ συνειδότος,
ἀληθῆ λέγειν αὐτὸν καὶ δίκαια ὑποδεικνύοντος·
ἀλλ' ἀνθείλκετο ὑπὸ τῆς πονηρᾶς συνηθείας καὶ
τῶν ἐν ἕξει βεβαιωθέντων ἐν αὐτῷ παθῶν, ὑφ'
ὧν ὡς ἐν κημῷ κατείχετο καὶ χαλινῷ, τῷ φωτὶ
μὴ συγχωρούμενος προσβλέψαι τῆς ἀληθείας.
ὅθεν πάντα λίθον, τὸ τοῦ λόγου, κινῶν, εἴχετο
τοῦ πάλαι σκοποῦ, τὴν προμελετηθεῖσαν αὐτῷ
μετὰ τοῦ Ἀραχῆ σκῆψιν εἰς ἔργον ἀγαγεῖν  
βουλόμενος. καί φησι τῷ παιδί; Ἔδει μέν σε,
169

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus (3023: 001)


“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 1: excerpta
de legationibus, pts. 1–2”, Ed. de Boor, C.
Berlin: Weidmann, 1903.
P. 235, l. 5

Τίτον γράψαι πρὸς Προυσίαν κατὰ τὸ δόγμα τῆς συγκλήτου· τὰ


δ' αἰχμάλωτα καὶ τοὺς αὐτομόλους ἅπαντας ἀποκαταστῆσαι Φί-
λιππον Ῥωμαίοις ἐν τοῖς αὐτοῖς χρόνοις, ὁμοίως δὲ καὶ τὰς κατα-
φράκτους ναῦς πλὴν πέντε σκαφῶν καὶ τῆς ἑκκαιδεκήρους· δοῦναι
δὲ καὶ χίλια τάλαντα, τούτων τὰ μὲν ἡμίση παραυτίκα, τὰ δ'
ἡμίση κατὰ φόρους ἐν ἔτεσι δέκα.  
Τούτου δὲ τοῦ δόγματος διαδοθέντος εἰς τοὺς Ἕλληνας οἱ
μὲν ἄλλοι πάντες εὐθαρσεῖς ἦσαν καὶ περιχαρεῖς, μόνοι δὲ Αἰτωλοὶ
δυσχεραίνοντες ἐπὶ τῷ μὴ τυγχάνειν ὧν ἤλπιζον κατελάλουν τὸ
δόγμα, φάσκοντες οὐ πραγμάτων ἀλλὰ γραμμάτων μόνον ἔχειν αὐτὸ
διάθεσιν. καί τινας ἐλάμβανον πιθανότητας ἐξ αὐτῶν τῶν ἐγγράπ-
των πρὸς τὸ διασείειν τοὺς ἀκούοντας τοιαύτας. ἔφασκον γὰρ εἶναι
δύο γνώμας ἐν τῷ δόγματι περὶ τῶν ὑπὸ Φιλίππου φρουρουμένων
πόλεων, τὴν μὲν μίαν ἐπιτάττουσαν ἐξάγειν τὰς φρουρὰς τὸν
Φίλιππον, τὰς δὲ πόλεις παραδιδόναι Ῥωμαίοις, τὴν δ' ἑτέραν,
ἐξάγοντα τὰς φρουρὰς ἐλευθεροῦν τὰς πόλεις. τὰς μὲν οὖν ἐλευ-
θερουμένας ἐπ' ὀνόματος δηλοῦσθαι, ταύτας δ' εἶναι τὰς κατὰ
τὴν Ἀσίαν, τὰς δὲ παραδιδομένας Ῥωμαίοις φανερὸν ὅτι τὰς κατὰ
τὴν Εὐρώπην· εἶναι δὲ ταύτας Ὠρεὸν Ἐρέτριαν Χαλκίδα Δημη-
τριάδα Κόρινθον. ἐκ δὲ τούτων εὐθεώρητον ὑπάρχειν πᾶσιν, ὅτι
μεταλαμβάνουσι τὰς Ἑλληνικὰς πέδας παρὰ Φιλίππου Ῥωμαῖοι,

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis (3023:


002)“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 2:
excerpta de virtutibus et vitiis, pts. 1 & 2”, Ed. Büttner–Wobst, T., Roos, A.G.
Berlin: Weidmann, 2.1:1906; 2.2:1910.Vol. 2, p. 126, l. 7

βιος ὁ Μεγαλοπολίτης, καὶ δοκεῖ τὸ παράπαν οὐκ ἄπειρος ὢν


οὐδενὸς τῶν τοιούτων, ὑπὸ δὲ τῆς φιλονεικίας ἐπισκοτούμενος, ὅταν
ἅπαξ ἢ ψέγειν ἢ τοὐναντίον ἐγκωμιάζειν τινὰ πρόθηται, πάντων
ἐπιλανθάνεται καὶ πολύ τι τοῦ καθήκοντος παρεκβαίνει. πλὴν  
ταῦτα μὲν ἡμῖν ὑπὲρ Ἀριστοτέλους εἰρήσθω πῶς καὶ τίσι προσέ-
χων τοιαύτην ἐποιήσατο τὴν περὶ τῶν Λοκρῶν ἐξήγησιν· τὰ δὲ
λέγεσθαι μέλλοντα περὶ Τιμαίου καὶ τῆς ὅλης συντάξεως αὐτοῦ
καὶ καθόλου περὶ τοῦ καθήκοντος τοῖς πραγματευομένοις ἱστορίαν
τοιάνδε τινὰ λήψεται τὴν ἀπάντησιν. ὅτι μὲν οὖν ἀμφότεροι
κατὰ τὸν εἰκότα λόγον πεποίηνται τὴν ἐπιχείρησιν, καὶ διότι
170

πλείους εἰσὶ πιθανότητες ἐν τῇ κατ' Ἀριστοτέλην ἱστορίᾳ, δοκῶ,


πᾶς ἄν τις ἐκ τῶν εἰρημένων ὁμολογήσειεν· ἀληθὲς μέντοι γε καὶ
καθάπαξ διαστῆναι περί τινος οὐδὲν ἔστιν ἐν τούτοις. οὐ μὴν
ἀλλ' ἔστω τὸν Τίμαιον εἰκότα λέγειν μᾶλλον. διὰ ταύτην οὖν
τὴν αἰτίαν δεήσει πᾶν ῥῆμα καὶ πᾶσαν φωνὴν ἀκούειν καὶ μόνον
οὐ θανάτου κρίσιν ὑπέχειν τοὺς ἐν ταῖς ἱστορίαις ἧττον εἰκότα
λέγοντας; οὐ δή που. τοῖς μὲν γὰρ κατ' ἄγνοιαν ψευδογραφοῦ-
σιν ἔφαμεν δεῖν διόρθωσιν εὐμενικὴν καὶ συγγνώμην ἐξακολουθεῖν,
τοὺς δὲ κατὰ προαίρεσιν ἀπαραίτητον κατηγορίαν.

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis


Vol. 2, p. 168, l. 10

τιμωρησάμενος ἀπέκτεινεν. καὶ παραγενόμενος εἰς τὴν Ναυκρα-  


τίαν μετὰ τῆς στρατιᾶς καὶ παραστήσαντος αὐτῷ τοὺς ἐξε-
νολογημένους ἄνδρας ἐκ τῆς Ἑλλάδος Ἀριστονίκου καὶ προσδεξά-
μενος τούτους ἀπέπλευσεν εἰς Ἀλεξάνδρειαν, τῶν μὲν τοῦ
πολέμου πράξεων οὐδεμιᾶς κεκοινωνηκὼς διὰ τὴν Πολυκράτους
ἀδικοδοξίαν, καίπερ ἔχων ἔτη εʹ καὶ εἴκοσιν.
77. Ὅτι Ἀπολλωνιάς, ἡ Ἀττάλου τοῦ πατρὸς Εὐμένους τοῦ
βασιλέως γαμετή, Κυζικηνὴ ἦν, γυνὴ διὰ πλείους αἰτίας ἀξία
μνήμης καὶ παρασημασίας. καὶ γὰρ ὅτι δημότις ὑπάρχουσα
βασίλισσα ἐγεγόνει καὶ ταύτην διεφύλαξε τὴν ὑπεροχὴν μέχρι
τῆς τελευταίας, [ὅτι] οὐχ ἑταιρικὴν προσφερομένη πιθανότητα,
σωφρονικὴν δὲ καὶ πολιτικὴν σεμνότητα καὶ καλοκαγαθίαν, καὶ
δικαία τυγχάνειν τῆς ἐπ' ἀγαθῷ μνήμης ἐστίν, καὶ καθόλου
τέτταρας υἱοὺς γεννήσασα πρὸς πάντας τούτους ἀνυπέρβλητον
διεφύλαξε τὴν εὔνοιαν καὶ φιλοστοργίαν μέχρι τῆς τοῦ βίου
καταστροφῆς, καίτοι χρόνον οὐκ ὀλίγον ὑπερβιώσασα τἀνδρός.
πλὴν οἵγε περὶ τὸν Ἄτταλον ἐν τῇ παρεπιδημίᾳ καλὴν περιε-
ποιήσαντο φήμην, ἀποδιδόντες τῇ μητρὶ τὴν καθήκουσαν χάριτα
καὶ τιμήν. ἄγοντες γὰρ ἐξ ἀμφοῖν τοῖν χεροῖν μέσην αὑτῶν
τὴν μητέρα περιῄεσαν τά θ' ἱερὰ καὶ τὴν πόλιν μετὰ τῆς
θεραπείας.

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis


Vol. 2, p. 177, l. 17

μειράκιον μετέωρον ὂν τῇ φύσει καὶ πάσης πονηρίας ἔμπλεων


ἐκορωνία καὶ παρετρίβετο πρὸς τοὺς ἐπιφανεῖς ἄνδρας. τὰς μὲν
οὖν ἀρχὰς οὐδεὶς ἦν αὐτοῦ λόγος, ἀλλ' οἱ προκατέχοντες καὶ ταῖς
ἡλικίαις καὶ ταῖς δόξαις, οἱ περὶ τὸν Ἀντίνουν, ἐχείριζον τὰ
κοινὰ κατὰ τὰς αὑτῶν γνώμας. τοῦ δὲ πολέμου τοῦ Περσικοῦ
συστάντος, εὐθέως διέβαλλε τὸ μειράκιον τοὺς προειρημένους
ἄνδρας πρὸς Ῥωμαίους, ἀφορμῇ μὲν χρώμενον τῇ προγεγενη-
μένῃ συστάσει τῶν ἀνδρῶν πρὸς τὴν Μακεδόνων οἰκίαν, κατὰ δὲ
τὸ παρὸν πάντα παρατηροῦν καὶ πᾶν τὸ λεγόμενον ἢ πραττό-
μενον ὑπ' αὐτῶν ἐπὶ τὸ χεῖρον ἐκδεχόμενον καὶ τὰ μὲν ἀφαιροῦν
171

τὰ δὲ προστιθὲν ἐλάμβανε πιθανότητας κατὰ τῶν ἀνθρώπων.


ὁ δὲ Κέφαλος, τἆλλά τε φρόνιμος καὶ στάσιμος ἄνθρωπος, καὶ
κατὰ τοὺς καιροὺς τούτους ἐπὶ τῆς ἀρίστης ὑπῆρχε γνώμης.
εὐχόμενος γὰρ ηὔξατο τοῖς θεοῖς μὴ συστῆναι τὸν πόλεμον
μηδὲ κριθῆναι τὰ πράγματα· πραττομένου δὲ τοῦ πολέμου τὰ
κατὰ τὴν συμμαχίαν ἐβούλετο δίκαια ποιεῖν Ῥωμαίοις, πέρα δὲ
τούτου μήτε προστρέχειν ἀγεννῶς μήθ' ὑπηρετεῖν μηδὲν παρὰ τὸ
δέον. τοῦ δὲ Χάροπος ἐνεργῶς χρωμένου ταῖς κατ' αὐτοῦ δια-
βολαῖς καὶ πᾶσαν παρὰ τὴν Ῥωμαίων βούλησιν γινόμενον εἰς
ἐθελοκάκησιν ἄγοντος, τὸ μὲν πρῶτον οἱ προειρημένοι κατεφρό-
νουν, οὐδὲν αὑτοῖς συνειδότες ἀλλότριον βουλομένοις Ῥωμαίων.

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De insidiis (3023: 003)


“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 3: excerpta
de insidiis”, Ed. de Boor, C.Berlin: Weidmann, 1905.P. 227, l. 33

τῆς τῶν περὶ τὸν Ἀγαθοκλέα, τὰς μὲν ἀρχὰς αἰνιγματώδεις, εἶτ'
ἀμφιβόλους, τὸ δὲ τελευταῖον ἐκφανεῖς καὶ τὴν πικροτάτην ἔχοντας
λοιδορίαν. ἐπεχεῖτο γὰρ τοῦ θρανογράφου καὶ τῆς σαμβυκιστρίας καὶ
τῆς κουρίδος ἔτι δὲ τοῦ παιδαρίου τοῦ πάντα πεποιηκότος καὶ πεπονθό-
τος παρὰ τοὺς πότους, ὅτ' ἐῳνοχόει τῷ βασιλεῖ παῖς ὤν. ἐπὶ δὲ τού-
τοις ἀεὶ τῶν συμπαρόντων γελώντων καὶ συμβαλλομένων τι πρὸς τὸν
χλευασμόν, ταχέως εἰς τοὺς περὶ τὸν Ἀγαθοκλέα τὸ πρᾶγμα παρ-
εγενήθη. γενομένης δ' ἔχθρας ὁμολογουμένης, εὐθέως ὁ Ἀγαθο-
κλῆς διαβολὴν εἰσῆγε κατὰ τοῦ Τληπολέμου φάσκων αὐτὸν ἀλλο-
τριάζειν τοῦ βασιλέως καὶ καλεῖν Ἀντίοχον ἐπὶ τὰ πράγματα· καὶ
πολλὰς εἰς τοῦτο τὸ μέρος εὐπόρει πιθανότητας, τὰς μὲν ἐκ τῶν
συμβαινόντων παρεκδεχόμενος καὶ διαστρέφων, τὰς δὲ ἐκ καταβο-  
λῆς πλάττων καὶ διασκευάζων. ταῦτα δ' ἐποίει βουλόμενος τὰ
πλήθη παροξύνειν κατὰ τοῦ Τληπολέμου· συνέβαινε δὲ τοὐναντίον.
πάλαι γὰρ ἐπὶ τῷ προειρημένῳ τὰς ἐλπίδας ἔχοντες οἱ πολλοὶ καὶ
λίαν ἡδέως ἑώρων ἐκκαιομένην τὴν διαφοράν. ἐγένετο δ' ἡ κατ-
αρχὴ τοῦ περὶ τὰ πλήθη κινήματος διά τινας τοιαύτας αἰτίας.
Νίκων ὁ συγγενὴς τῶν περὶ τὸν Ἀγαθοκλέα, ζῶντος ἔτι τοῦ βασι-
λέως καθεσταμένος ἦν ἐπὶ τοῦ ναυτικοῦ, τότε δὲ τῶν .  

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis (3023: 004)


“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 4: excerpta
de sententiis”, Ed. Boissevain, U.P.Berlin: Weidmann, 1906.P. 117, l. 5

ἐκεῖνον εἰκὸς οὐδέποτε δεόντως συστήσασθαι τὰς τῶν σωμάτων


θεραπείας, οὔτε τὸν πραγματικὸν οὐδὲν οἷόν τε κατὰ τρόπον χει-
ρίσαι τῶν προσπιπτόντων ἄνευ τῆς τῶν προειρημένων ἐπιγνώ-
σεως. διόπερ οὐδὲν οὕτω φυλακτέον καὶ ζητητέον ὡς τὰς αἰτίας
ἑκάστου τῶν συμβαινόντων, ἐπειδὴ φύεται μὲν ἐκ τῶν τυχόντων  
πολλάκις τὰ μέγιστα τῶν πραγμάτων, ἰᾶσθαι δὲ ῥᾷστόν ἐστι παν-
τὸς τὰς πρώτας ἐπιβολὰς καὶ διαλήψεις.
17. Ὅτι φησὶν ὁ Πολύβιος περὶ Φαβίου τοῦ συγγραφέως,
172

κατατρέχων αὐτόν· τίνος χάριν ἐμνήσθην Φαβίου καὶ τῶν ὑπ'


ἐκείνου γεγραμμένων; οὐχ ἕνεκα τῆς πιθανότητος τῶν εἰρημένων,
ἀγωνιῶν μὴ πιστευθῇ παρά τισιν (ἡ μὲν γὰρ παρὰ τούτων ἀλογία
καὶ χωρὶς τῆς ἐμῆς ἐξηγήσεως αὐτὴ δι' αὐτῆς δύναται θεωρεῖσθαι
παρὰ τοῖς ἐντυγχάνουσιν), ἀλλὰ τῆς τῶν ἀναλαμβανόντων τὰς
ἐκείνου βίβλους ὑπομνήσεως, ἵνα μὴ πρὸς τὴν ἐπιγραφὴν ἀλλὰ
πρὸς τὰ πράγματα βλέπωσιν. ἔνιοι γὰρ οὐκ ἐπὶ τὰ λεγόμενα συν-
επιστήσαντες ἀλλ' ἐπ' αὐτὸν τὸν λέγοντα, καὶ λαβόντες ἐν νῷ
διότι κατὰ τοὺς καιροὺς ὁ γράφων γέγονε καὶ τοῦ συνεδρίου με-
τεῖχε τῶν Ῥωμαίων, πᾶν εὐθέως ἡγοῦνται τὸ λεγόμενον ὑπὸ τού-
του πιστόν.

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis P. 397, l. 8

οἱ δὲ Πικεντῖνοι τὴν ἀπόλαυσιν καὶ τέρψιν ταύτην τῶν Ῥωμαίων


ἀφελέσθαι βουλόμενοι τοῦτον διέγνωσαν ἀποκτεῖναι. ὁ δὲ προ-
αισθόμενος τὸ μέλλον τελεῖσθαι προῆλθεν ἐπὶ τὴν σκηνὴν καὶ  
τῆς τοῦ κωμωδοῦ σφαγῆς ἄρτι γεγενημένης “Ἄνδρες” εἶπε “θεα-
ταί, καλλιεροῦμεν· ἐπ' ἀγαθῷ δ' εἴη συντετελεσμένον τὸ κακόν·
οὐ γάρ εἰμι Ῥωμαῖος, ἀλλ' ὅμοιος ὑμῶν ὑπὸ ῥάβδοις τεταγμένος
περινοστῶ τὴν Ἰταλίαν καὶ χάριτας ἐμπορευόμενος ἡδονὰς καὶ
γέλωτας θηρῶμαι. διὸ φείσασθε τῆς κοινῆς ἁπάντων χελιδόνος,
ᾗ τὸ θεῖον ἔδωκεν ἐν ταῖς ἁπάντων οἰκίαις ἐννεοττεύειν ἀκινδύ-
νως· οὐ γὰρ δίκαιον ὑμᾶς πολλὰ κλαίειν.” οὐκ ὀλίγα δὲ καὶ ἄλλα
πρὸς διάλυσιν καὶ γέλωτα διελθὼν καὶ τῇ πιθανότητι καὶ χάριτι
τῆς ὁμιλίας τὸ πικρὸν τῆς τιμωρίας παραιτησάμενος ἀπελύθη
τῶν κινδύνων.

Georgius Monachus Chronogr., Chronicon (lib. 1–4) (3043: 001)


“Georgii monachi chronicon, 2 vols.”, Ed. de Boor, C.Leipzig: Teubner, 1904,
Rep1978 (1st edn. corP. Wirth).P. 515, l. 10

θητε. φρικτῶς καὶ ταχέως ἐπιστήσεται ὑμῖν ἔρευνα, ὅτι  


κρίσις ἀπότομος ἐν τοῖς ὑπερέχουσι γίνεται. ὁ γὰρ ἐλάχιστος
σύγγνωστός ἐστιν ἐλέους, δυνατοὶ δὲ δυνατῶς ἐτασθήσονται.
καὶ ὁ κύριός φησιν· ᾧ μὲν γὰρ ὀλίγον δοθήσεται, ὀλίγον
καὶ ἀπαιτήσουσι παρ' αὐτοῦ, ᾧ δὲ πολὺ δοθήσεται, πολὺ
καὶ ἀπαιτήσουσι παρ' αὐτοῦ.
 Καὶ μέντοι καὶ ὁ μέγας Ἰσίδωρος ἔφη· χρὴ τοὺς τῶν
πραγμάτων κριτὰς ὀξυτάτους εἶναι καὶ περιεσκεμμένους ἄγαν
περὶ τὸ νοεῖν καὶ ἀνακρίνειν καὶ διακρίνειν ἀπαθῶς καὶ
ἀπροσωπολήπτως, τοῦ γὰρ κυρίου ἡ κρίσις, ἵνα καὶ τὴν
τῶν λεγόντων δεινότητα καὶ τὴν τῶν λεγομένων πιθανότητα
παρέντες εἰς αὐτὸ τὸ βάθος τῶν νοημάτων χωρῆσαι δυνη-
θεῖεν κἀκεῖθεν μετὰ πολλῆς ἐξετάσεως καὶ περιόδου καὶ μὴ
θᾶττον κατὰ συναρπαγήν, ἀλλὰ μετὰ πλείστης μακροθυμίας
καὶ ἀνεξικακίας θηρεύσαντες ἀνιμήσασθαι τὴν ἀλήθειαν.
οἱ μὲν γὰρ τῶν ἀνθρώπων διὰ βραδυτῆτα νοῦ τοῦ δικαίου
καλῶς οὐκ ἐφικνοῦνται, οἱ δὲ δι' ὀξύτητα μὲν ἐφικνοῦνται,
διὰ δὲ φιλοχρηματίαν καπηλεύουσι χρυσῷ προπίνοντες τὴν
173

ψῆφον καὶ τὸν τῆς δικαιοσύνης ζυγὸν λήμματι παρασαλεύ-


οντες. εἰσὶ δὲ ἕτεροι οἱ καὶ αἰδοῖ καὶ κολακείᾳ καὶ φόβῳ
καὶ φιλίᾳ ἢ ἔχθρᾳ διαφθείροντες τοῦτο. διά τοι ταῦτα

Joannes Zonaras Gramm., Hist., Epitome historiarum (lib. 13–18) (3135: 002)
“Ioannis Zonarae epitomae historiarum libri xviii, vol. 3”, Ed. Büttner–Wobst, T.
Bonn: Weber, 1897; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.P. 11, l. 6

δειξιν. μᾶλλον δέ τις παρ' αὐτοῖς γόης ἀνὴρ Ζαμβρῆς κα-


λούμενος βοῦν ἐνεχθῆναι ἠξίου, διὰ τούτου λέγων μέλλειν
ἐνδείξασθαι τὴν δύναμιν τοῦ οἰκείου θεοῦ. προσήχθη ὁ βοῦς·
πεπλησίακεν αὐτῷ ὁ Ζαμβρῆς, ὑπεψιθύρισέ τι αὐτῷ εἰς τὸ οὖς.
κἀκεῖνος μέγα τι καὶ γοερὸν μυκησάμενος καὶ τρόμῳ συνδι-  
νηθεὶς καταπέπτωκε καὶ νενέκρωτο. ηὔχουν ἐπὶ τούτῳ οἱ Ἰου-
δαῖοι, τὸ τοῦ σφετέρου θεοῦ ὄνομα μὴ στέγειν λέγοντες τὸν
ἀκούοντα. “τί δέ;” φησὶν ὁ Σίλβεστρος, “ὁ λέγων τοῦτο τῷ
ζῴῳ πρὸς οὖς οὐκ ἀκούει τοῦ λεγομένου; πῶς οὖν οὐ θνήσκει
κἀκεῖνος; καὶ ὁ Ζαμβρῆς “οὐ λόγων” ἔφη “στροφῆς τε καὶ
πιθανότητος ἄρτι χρεία, ἀλλ' ἔργων, ἐπίσκοπε.” “εἰ οὖν τὸν
παρὰ σοῦ νεκρωθέντα τοῦτον ταῦρον” ὁ Σίλβεστρος εἶπε “ζω-
ώσω αὐτὸς τῇ τοῦ Χριστοῦ ἐπικλήσει, οὐκ ἄν τι μεῖζον δόξω
ποιεῖν καὶ μεγάλην ἀποδείξω τὴν δύναμιν τοῦ Χριστοῦ;” κἀ-
κεῖνος κατέθετο καὶ κατὰ τῆς σωτηρίας τοῦ βασιλέως εὐθὺς
ἐξωμόσατο, εἰ τὸν ταῦρον ἴδοι ἀναβιώσαντα, τὸν Χριστὸν ὁμο-
λογῆσαι θεόν. καὶ ὁ Σίλβεστρος εἰς οὐρανὸν ἀτενίσας καὶ τὸν
κύριον ἐπικαλεσάμενος ἔστη τοῦ ταύρου ἐγγὺς καὶ τὴν φωνὴν
ἐπάρας ἐβόησεν “εἰ θεὸς ἀληθής ἐστιν ὃν ἐγὼ κηρύττω Χρι-
στόν, ἔγειραι, ταῦρε, καὶ στῆθι ἐπὶ τοὺς πόδας σου.”

Joannes Zonaras Gramm., Hist., Epitome historiarum (lib. 13-18) P. 597, l. 10

ομολογησάμενος τὸ τῆς μοιχείας καὶ τοῦ φόνου τοῦ βασιλέως  


ἁμάρτημα παρ' ἐκείνων ἄλλας τε ἐδέξατο ἐντολὰς καὶ τοῦ
ἀφροδισίων ἀπέχεσθαι· ἔνθεν τοι καὶ διαδόσεις ἐποιεῖτο χρη-
μάτων πολλῶν καὶ σεμνεῖα ᾠκοδόμει καὶ εἰς Θεσσαλονίκην
ἀπῆλθε, τοῦ καλλινίκου μάρτυρος Δημητρίου δεόμενος ἵνα τι
τοῦ πάθους εὕρῃ ἀλέξημα· τῷ δὲ καὶ νόσος ὑδερικὴ προς-
εγένετο. ὡς οὖν οὕτως ἔχοντα τὸν ἀδελφὸν ἑώρα ὁ Ἰωάννης,
δείσας περὶ τῇ βασιλείᾳ μὴ ἀθρόον θανόντος τοῦ αὐτοκράτορος
ἐπὶ τῇ Ζωῇ γένηται ὡς κληρονόμῳ αὐτῆς, κἀντεῦθεν αὐτός
τε καὶ τὸ γένος ὅλον εἰς ἐξολόθρευσιν γένηται, μέτεισι τὸν
αὐτοκράτορα πιθανότησι καὶ πείθει τὸν ἀδελφιδοῦν αὐτοῦ τὸν
Μιχαὴλ προχειρίσασθαι Καίσαρα, ἵν' ἔφεδρος εἴη τῇ τῆς βα-
σιλείας ἀρχῇ. ἐπεὶ δὲ τῆς βασιλείας, ὡς εἴρηται, κληρονόμον
τὴν Ζωὴν ᾔδει, μέτεισι κἀκείνην, καὶ μητέρα τὴν εὐγενῆ τοῦ
δυσγενοῦς ἀναπλάττουσιν. ἄμφω γὰρ τὼ ἀδελφὼ διαλεχθέντε
174

αὐτῇ περὶ τούτου εἰσποιητὸν ταύτης τὸν Μιχαὴλ υἱὸν ὀνομά-


ζουσιν. ἡ δὲ μήτ' ἀντειπεῖν θαρροῦσα τοῖς ἐκείνων θελήμασι
καὶ ἄλλως εὔκολος οὖσα καὶ τὴν γνώμην εὐάγωγος κατένευσε.
καὶ συνήθροιστο μὲν εἰς τὸν ἐν Βλαχέρναις θεῖον ναὸν ἡ

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vi de Michaele Palaeologo)


(3142: 001)“Georges Pachymérès. Relations historiques, 2 vols.”, Ed. Failler, A.,
Laurent, V.Paris: Les Belles Lettres, 1984; Corpus fontium historiae Byzantinae 24.1–
2. Series Parisiensis.P. 409, l. 17

ἀποτρεπομένου καὶ τοῖς ἄλλοις προτρέποντος. Ἔγκλημα δ' εἶχε καὶ οὗτος
ἴδιον, μεῖζον τοῦ προλαβόντος· ἐκεῖνος μὲν γὰρ τῇ μεταθέσει προσέκρουεν,
ὁ δ' Ἰωσὴφ τῷ ἀπὸ τοῦ πατριάρχου ἀφορισμῷ, ὃν ἀφωρίσθαι ἔλεγον ἐπὶ
τῷ μὴ τὸν βασιλέα εἰς πνευματικὴν υἱότητα δέχεσθαι.
 Οἱ δ' ἐπὶ τῆς τοῦ Παντεπόπτου μονῆς μοναχοὶ καὶ ἀπεθάρρουν καὶ
παρρησιαστικώτερον ἔβαλλον, ἅμα μὲν καὶ ὡς ἐπιβήτορι, ἅμα δὲ καὶ ὡς
ἀφωρισμένῳ τῷ πατριαρχοῦντι ἐπέχοντες. Ἐντεῦθεν γὰρ καὶ μέγα τι
συνελογίζοντο τὸ καὶ λύειν ἄλυτα, καὶ μᾶλλον εἰς κρῖμα καὶ εἰς ἐπίτασιν,
οὐχ ὅπως ἀμετόχως, ἀλλὰ καὶ τοῖς αὐτοῖς ἐνεχόμενον λύοντα. Πολλὴν δὲ
καὶ τὴν ἐκ λόγων ἐπέφερον πιθανότητα ἅμα μὲν τῷ τῶν προσώπων σφῶν
σεβασμίῳ, ἅμα δὲ καὶ τῷ συζηλοῦν ἐκείνοις ὑπὲρ τοῦ πατριάρχου τὸν
Ἰωσήφ, ὃν καί, ὡς ὀστράκου μεταπεσόντος, ἐπὶ τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου
ἤκουον ἐφιζάνοντα. Τούτους περὶ πλείστου ποιούμενος ἢ πείθειν ἢ ποιεῖν
ἐκποδών – ὀξεῖαι γὰρ ἀκίδες κατὰ ψυχὴν εὐσυνειδητοῦσαν οἱ ἔλεγχοι – ,
εὐπροσώπως χρᾶται τῷ βασιλεῖ, καί, ἐπειδὴ τὸ πείθειν οὐκ ἦν – ποῦ
γάρ;  – ἄνδρας ἀμειλίκτους τὴν ἔνστασιν, κολάζειν ᾑροῦντο. Ἀνατίθεται
τοίνυν τὰ περὶ τούτων τῷ Ἀκροπολίτῃ Γεωργίῳ καὶ εἰς λογοθέτας

Ducas Hist., Historia Turcobyzantina (3146: 001)“Ducas. Istoria Turco–Bizantină


(1341–1462)”, Ed. Grecu, V.Bucharest: Academia Republicae Popularis Romanicae,
1958; Scriptores Byzantini 1.Ch.26, sec. 1, l. 5

ρόντες γὰρ οἱ ἐλθόντες τὴν γέφυραν κατεαγμένην ἐκωλύθησαν τὴν πορείαν, οἱ δὲ


τοῦ Μωρὰτ ἀτρόμως ἐσυνηθροίζοντο, ἦν γὰρ τὸ ῥεῦμα βαθὺ καὶ παντάπασιν
ἄπλετον. Ἢν δὲ βουληθείη τις τοῦ περιοδεῦσαι τὴν λίμνην ἅπασαν καὶ ἐλθεῖν
εἰς τὴν ἀντιπέραν, οὐκ ἀρκέσουσιν αὐτῷ ἡμερῶν τριῶν ὧραι· καὶ ταῦτα στενω-
πὰ καὶ τραχέα ὄρη ἐν μέσῳ καὶ δύσβατα.
 Κατουνευσάντων τοίνυν τῶν στρατευμάτων ἐξ ἐναντίας καὶ μὴ τὰ
πρόσω χωρεῖν ἰσχύοντα τὸ ἓν κατὰ τοῦ ἑτέρου, συμβούλιον ἔλαβον οἱ τοῦ Μω-
ράτ, πῶς καὶ τίνι τρόπῳ καταστρέψωσι καὶ ὀλέσωσι τὸν Μουσταφᾶν. Σκέπτονται
οὖν οὕτως. Μετακαλοῦσι τὸν Χαμζᾶν, τὸν ὃν εἰρήκαμεν ἀδελφὸν τοῦ Τζιναήτ,
καὶ λέγουσιν αὐτῷ, ὅτι· “Εἰ μὲν διὰ τῆς σῆς πιθανότητος διεγείρῃς τὸν σὸν
ἀδελφὸν κατὰ τοῦ Μουσταφᾶ, – καὶ οὐχ ἕτερόν ἐστι τὸ ζητούμενον τοῦ ἀποσχι-
σθῆναι καὶ χωρισθῆναι ἀπ' αὐτοῦ, – ἰδοὺ δίδομεν αὐτῷ τὴν ἐπαρχίαν τοῦ Ἀτὴν
ὁρισμῷ καὶ θελήσει τοῦ ἡμετέρου ἡγεμόνος Μωρὰτ διὰ προστάγματος ἐγγράφου
τοῦ ἔχειν αὐτὴν κατὰ διαδοχὴν γονικότητος, μόνον ἐνόρκως τοῦ εἶναι πιστὸν καὶ
ἀδολώτατον φίλον καὶ οἰκεῖον τῆς ἡγεμονίας τοῦ Μωρὰτ καί, διὰ τὸ δοκεῖν ἐν
πασῇ τῇ ἡγεμονίᾳ εἶναι ὑπήκοον τὸν Τζιναὴτ ἐν πᾶσι τοῖς προστάγμασι τοῦ
175

Μωράτ, στέλλειν κατ' ἔτος ἕνα τῶν υἱῶν αὐτοῦ εἰς προσκύνησιν καὶ συστρατεύειν
ὁμοῦ καὶ συνδιάγειν καὶ αὐτὸς ἰδίως ἔχειν παρὰ τοῦ ἡγεμόνος τὴν πρέπουσαν
πρόνοιαν.” –

Joannes VI Cantacuzenus, Historiae (3169: 001)“Ioannis Cantacuzeni


eximperatoris historiarum libri iv, 3 vols.”, Ed. Schopen, L.Bonn: Weber, 1:1828;
2:1831; 3:1832; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.Vol. 3, p. 358, l. 23

ἐκεῖ ἠμέλουν οἱ πονηροὶ καὶ μοχθηροὶ τοὺς τρόπους μηχανήν


τινα ἐξευρίσκειν, ἐξ ἧς λυπήσουσιν ὡς μάλιστα, ἀλλὰ πρὶν
γενέσθαι ἐν Πελοποννήσῳ γράμμασι πρὸς δεσπότην δια-
βάλλουσι τὸν υἱὸν, ὡς βούλοιτο τῆς μὲν ἀρχῆς αὐτὸν ἀπο-
στερεῖν, ἄρχοντα δὲ Πελοποννήσου Ματθαῖον ἀντικαθιστᾷν
τὸν ἀδελφόν· καὶ τοῦτο οὐχ εἷς καὶ δύο, ἀλλὰ καὶ πλείους
καὶ πολλάκις ἐπεστάλκασιν. ὃ οὐχ ἥκιστα τοὺς λογισμοὺς
δεσπότου κατασεῖσαι ἠδυνήθη. ὅτε μὲν γὰρ πρὸς τὴν ἐπι-
είκειαν καὶ σύνεσιν καὶ εὐβουλίαν ἀπίδοι τοῦ πατρὸς καὶ τὴν
εἰς τοὺς παῖδας φιλοστοργίαν, πάντα πλάσματα ἡγεῖτο καὶ
διαβολὰς, ὅτε δὲ εἰς τὸ πλῆθος καὶ τὴν πιθανότητα τῶν
γεγραμμένων, οὐκ εἶχεν, ὅπως ἅπασι καθάπαξ ἀπιστεῖν. ὅ-
θεν καὶ μετὰ τὴν βασιλέως τοῦ πατρὸς ἐπιδημίαν, τὴν ἔν-  
δον ταραχὴν ἐν τοῖς ἤθεσιν ὑπέφαινε. βασιλεύς τε ὁ πατὴρ
τὸν θόρυβον οὐκ ἀγνοήσας, ἐπυνθάνετο τὰς αἰτίας, ὅθεν εἶ-
εν· ὁ δὲ πᾶν ἐξεκάλυπτεν αὐτίκα τὸ ἀπόῤῥητον. βασιλεὺς
δὲ ὁ πατὴρ τῶν μὲν συκοφαντῶν πολλὴν κατεγίνωσκε σκαιό-
τητα καὶ πονηρίαν τρόπων, τὸν δὲ υἱὸν παρῄνει μὴ ῥᾴδιον
εἶναι προσέχειν ταῖς διαβολαῖς, καὶ μάλιστα κατὰ φιλτάτων
συνεσκευασμέναις, πατρὸς καὶ ἀδελφοῦ, αὐτὸν δὲ οὐχ ὅπως
αὐτὸν ἀφέλοιτο τὴν ἀρχὴν, τὸν ἀδελφὸν ἐκεῖσε ἀγαγεῖν,

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria (4013: 001)


“Simplicii in Aristotelis de caelo commentaria”, Ed. Heiberg, J.L.Berlin: Reimer,
1894; Commentaria in Aristotelem Graeca 7.Vol. 7, p. 512, l. 28

      

p. 293a27 Πολλοῖς δὲ ἂν καὶ ἑτέροις συνδόξειενἕως τοῦ τὸ     ταύτην ἔχον τὴν


χώραν πῦρ.

 Ἔμελε καὶ τῷ Πλάτωνι καὶ κατὰ ζῆλον ἐκείνου τῷ Ἀριστοτέλει τὸ


μὴ δοκεῖν ἐρήμην τῶν ἀρχαίων λόγων καταψηφίζεσθαι, διὸ παρίσταντο
πρότερον αὐτοῖς, ὡς δυνατὸν ἦν, πιθανῶς· ὅπερ καὶ νῦν ὁ Ἀριστοτέλης
ποιεῖ λέγων, ὅτι πολλοῖς ἂν καὶ ἄλλοις συνδόξειε μὴ τὴν μέσην χώραν
ἀποδιδόναι τῇ γῇ, εἰ τὸ πιστὸν μὴ ἐκ τῆς τῶν πραγμάτων φύσεώς τις
λαμβάνει, ἀλλ' ἐκ τῆς τῶν λόγων πιθανότητος. καὶ γὰρ δυνατὸν πιθανῶς
κατασκευάζειν, ὅτι τὸ πῦρ ἐν τῷ μέσῳ ἐστίν, ἀλλ' οὐχ ἡ γῆ· καὶ λοιπὸν
176

ἐκτίθεται πιθανὸν λόγον ἀξίωμα προλαμβάνων, ὅτι τῷ τιμιωτάτῳ τῶν


σωμάτων τῶν ὑπὸ σελήνην ἡ τιμιωτάτη τῶν ὑπὸ σελήνην προσήκει χώρα,
καὶ συλλογιζόμενος ἐν πρώτῳ σχήματι οὕτω· τὸ πῦρ τῶν σωμάτων  
τιμιώτατον, τοῦ τιμιωτάτου τῶν σωμάτων οἰκεῖος ὁ τιμιώτατος τόπος·
καὶ συμπέρασμα, ὅτι τοῦ πυρὸς οἰκεῖος τόπος ὁ τιμιώτατος· ἀλλὰ μὴν
τιμιώτατος τῶν τόπων ὁ μέσος· τὸ γὰρ πέρας τιμιώτατον, ἐν δὲ τῷ κόσμῳ
τὸ ἔσχατόν τε καὶ τὸ μέσον πέρατα· ὥστε καὶ τόπος ὑπὸ σελήνην ὁ
μέσος τόπος· εἰ οὖν τοῦ πυρὸς ὁ τιμιώτατος τόπος οἰκεῖος, τιμιώτατος δὲ
ὑπὸ σελήνην ὁ μέσος, τοῦ πυρὸς ἄρα οἰκεῖος τόπος ὁ μέσος.

Simplicius Phil., In Aristotelis physicorum libros commentaria (4013: 004)


“Simplicii in Aristotelis physicorum libros octo commentaria, 2 vols.”, Ed. Diels, H.
Berlin: Reimer, 9:1882; 10:1895; Commentaria in Aristotelem Graeca 9 & 10.
Vol. 10, p. 1015, l. 4

πλάσιον ἐν τῷ αὐτῷ χρόνῳ τῆς χελώνης κινεῖσθαι τὸν Ἀχιλλέα. ἀρξα-


μένου δὴ τοῦ Ἀχιλλέως ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τοῦ σταδίου τὴν χελώνην διώκειν,
ἐν ὅσῳ πρόεισι τὸ ἡμιστάδιον, ὡς ἐλθεῖν εἰς τὸ ἥμισυ ὅθεν ἡ χελώνη
ἐξώρμησε, καὶ ἡ χελώνη ἔσται τὸ δέκατον διερχομένη τοῦ ὑπολειπομένου
ἡμισταδίου. πάλιν δὲ ἐν ὅσῳ ὁ Ἀχιλλεὺς τὸ δέκατον τούτου τοῦ ἡμιστα-
δίου δίεισι, τοῦ δεκάτου τοῦ ἡμισταδίου δέκατον ἡ χελώνη διέρχεται, καὶ
εἰ ἐπὶ πᾶν τὸ λαμβανόμενον δέκατόν τινος διαστήματος καὶ αὐτὸ δέκατον  
ἔχει, ἀεί τε ἡ χελώνη ἔσται προάγουσά τι τὸν Ἀχιλλέα καὶ οὐδέποτε
οὐδέτερον αὐτῶν τὸ στάδιον διέξεισιν.
 Ὁ μὲν οὖν λόγος καὶ οὗτος τοιοῦτος. τὸν αὐτὸν δέ φησιν αὐτὸν εἶναι
τῷ πρὸ αὐτοῦ, διότι ἤρτηται καὶ τούτου ἡ πιθανότης ἐκ τῆς τοῦ μεγέθους
ἐπ' ἄπειρον διαιρέσεως. διαφέρειν δὲ ἐκείνου δοκεῖ τῷ μὴ κατὰ διχοτο-
μίαν καὶ εἰς ἥμισυ διαιρεῖν ἀεί, ἀλλὰ κατ' ἄλλον τινὰ λόγον, καθ' ὃν ἡ
τοῦ ταχίστου κίνησις ὑπερέχει τὴν τοῦ βραδυτάτου, εἴτε δεκαπλάσιος εἴτε
ἄλλος τις ὁ λόγος εἴη. προστετραγῴδηται δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ τὸ ὅτι οὐδὲ
τὸ τάχιστον καταλήψεται τὸ βραδύτατον διῶκον, καὶ ὁ Ἀχιλλεὺς καὶ ἡ
χελώνη ὡς ἐν τραγῳδίᾳ ἢ κωμῳδίᾳ παραγόμενα πρόσωπα. ἡ δὲ λύσις
καὶ ἐνταῦθα ἡ αὐτὴ ἀπὸ τοῦ διορισμοῦ τῆς ἐπ' ἄπειρον διαιρέσεως· οὐ
γὰρ ἐνεργείᾳ τὰ ἄπειρα ἐπὶ τοῦ συνεχοῦς καὶ τῆς συνεχοῦς ἐπ' αὐτοῦ κι-
νήσεως. οὐ γὰρ ἔτι συνεχῆ μένει διαιρούμενα· καθὸ γὰρ διαιρεῖται αὐτό
τε ἵσταται καὶ οὐ τηρεῖ συνεχὲς τὸ μέγεθος. τὸ δὲ βραδύτερον,

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica posteriora commentaria (4015:


004)“Ioannis Philoponi in Aristotelis analytica posteriora commentaria cum
Anonymo in librum ii”, Ed. Wallies, M.Berlin: Reimer, 1909; Commentaria in
Aristotelem Graeca 13.3.Vol. 13,3, p. 271, l. 11

p. 85a13 Οὔσης δ' ἀποδείξεως τῆς μὲν καθόλου τῆς δὲ κατὰ


 μέρος, καὶ τῆς μὲν κατηγορικῆς τῆς δὲ στερητικῆς.

 Ἐντεῦθεν τρία τινὰ ζητεῖ προβλήματα ἀξιόλογα εἰς τὸν περὶ ἀπο-
177

δείξεως λόγον συντείνοντα. πρῶτον μὲν ποία δεῖξις κρείττων καὶ μᾶλλον
πρέπουσα τῇ ἐπιστήμῃ, πότερον ἡ καθόλου ἢ ἡ μερική, δεύτερον πότερον
ἡ καταφατικὴ μᾶλλον ἐπιστήμῃ πρέπουσα ἢ ἡ ἀποφατική, καὶ τρίτον
πότερον ἡ ἐπ' εὐθείας ἢ ἡ δι' ἀδυνάτου. καὶ ἐπέξεισι τῷ περὶ τούτων
λόγῳ πλατύτερον. καὶ πρῶτον ἐπὶ τοῦ καθόλου καὶ τοῦ κατὰ μέρος ἐπι-
σκέπτεται. καὶ πρότερον εἰς τὰ ἐναντία ἐπιχειρεῖ πιθανῶς, πειρώμενος
κατασκευάζειν ὅτι ἡ ἐπὶ μέρους δεῖξις κρείττων τῆς καθόλου καὶ μᾶλλον
ἀποδείξει πρέπουσα. εἶτα διελέγχει τῶν λόγων τούτων τὴν πιθανότητα
καὶ δείκνυσι τὴν καθόλου κρείττονα. ὅτι οὖν ἡ ἐπὶ μέρους βελτίων, τρι-
χόθεν πειρᾶται κατασκευάζειν. εἰ γάρ, φησίν, ἡ καθ' αὑτὸ ἀπόδειξις τῆς κατ'
ἄλλο βελτίων καὶ πρέπουσα ἀποδείξει μᾶλλον, καθ' αὑτὸ δὲ ἡ τὸ μερικὸν
δεικνύουσα, κρείττων ἂν εἴη ἡ μερικὴ καὶ ἀποδείξει πρέπουσα μᾶλλον τῆς
καθόλου. ὅτι δὲ καθ' αὑτὸ ἡ ἐπὶ μέρους δῆλον· ὅτι γάρ, φησίν, ὁ Κορί-
σκος μουσικόςἐστι, δεικνύς τις καθ' αὑτὸ μᾶλλον δείκνυσιν ἢ ὁ δεικνύων
ὅτι ὁ ἄνθρωπος μουσικόςἐστιν· οὐ γὰρ ᾗ ἄνθρωπος ὑπάρχει αὐτῷ τὸ
μουσικόν, ἀλλ' ᾗ Κορίσκος. ὁμοίως ὅτι ὁ Καλλίας λογικός ἐστι, καθ' αὑτὸ
ἴσμεν, ὅτι δὲ ὁ ἄνθρωπος λογικός, οὐ καθ' αὑτὸ ἀλλὰ κατ' ἄλλο· τὰ
μὲν γὰρ μερικὰ αὐτὰ ἐξ αὑτῶν γινώσκομεν ὅτι λογικά, οἷον Σωκράτην,

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria (4015: 008)


“Ioannis Philoponi in Aristotelis de anima libros commentaria”, Ed. Hayduck, M.
Berlin: Reimer, 1897; Commentaria in Aristotelem Graeca 15.Vol. 15, p. 176, l. 16

γνωρίζειν τὴν ψυχήν, δεῖ τοὺς λόγους τῶν συνθέσεων αὐτῶν ἔχειν· εἰ δὲ μὴ
ἔχει, οὐ γνωριεῖ αὐτά. διόπερ καὶ ὁ Πλάτων ἐν τῷ Τιμαίῳ οὐκ ἠρκέσθη
ἐκ τῶν στοιχείων ποιῆσαι τὴν ψυχήν, ἀλλὰ καὶ τὴν σύνθεσιν αὐτῆς κατὰ
ἁρμονικοὺς ἀριθμοὺς ποιεῖ. εἰ δὲ καὶ τὰ στοιχεῖα, ἐξ ὧν τὰ πράγματα,
ἐν τῇ ψυχῇ καὶ οἱ λόγοι τῶν συνθέσεων, καθ' οὓς σύγκειται, ἀνάγκη
πάλιν πάντα τὰ πράγματα εἶναι τὴν ψυχήν· εἰ γὰρ καὶ τὰ στοιχεῖα τοῦ
ἀνθρώπου ἐν τῇ ψυχῇ καὶ οἱ λόγοι τῆς συνθέσεως τούτων, ἄνθρωπος ἄρα
ἡ ψυχή, καὶ ὁμοίως καὶ ἐπὶ λίθου καὶ τῶν ἄλλων· οὐδὲν γὰρ ἄλλο ἐστὶν
ἕκαστον τῶν πραγμάτων, εἰ μὴ τὰ στοιχεῖα μετὰ ποιᾶς συνθέσεως. εἰ
μὲν γὰρ οἱ λόγοι τῆς συνθέσεως τῶν στοιχείων, οἷον ὁ ἡμιόλιος τυχὸν ἢ
ἄλλος ὁστισοῦν, καθ' αὑτοὺς ἐπεφύκεσαν εἶναι, κἂν πιθανότητα εἶχε τὸ
πλάσμα, ὅτι ἔχουσα τὰ στοιχεῖα ἡ ψυχή, ἔχουσα δὲ καὶ τοὺς λόγους τῶν
πραγμάτων, οὕτω γινώσκει τὰ σύνθετα· ἐπειδὴ δὲ οἱ λόγοι τῶν συνθέσεων
ἐν τοῖς συντεθεῖσι στοιχείοις εἰσίν, ἀνάγκη πᾶσα τὸν λέγοντα ἐν τῇ ψυχῇ
τὰ στοιχεῖα εἶναι, εἶναι δὲ καὶ τοὺς λόγους τῆς συνθέσεως τῶν πραγμά-
των, μηδὲν ἄλλο λέγειν ἢ ὅτι αὐτὰ τὰ πράγματα ἐν τῇ ψυχῇ ἐστιν, οἷον
ἵππος καὶ λίθος καὶ τὰ λοιπά. τοῦτο δὲ ὅτι ἄτοπον, οὐδὲ λέγειν δεῖ.
ἄπειραδέ φησι τὰ πράγματα οὐ τῇ φύσει ἀλλ' ἡμῖν, ἢ εἰ μὴ τοῦτο, τῷ
ἀεὶ γίνεσθαι ἄπειρα.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria Vol. 15, p. 339, l. 27

 Διὰ τί οὖν, φασί, πλατυκοριάσεως γενομένης οὐκέτι ὁρῶμεν; οἱ


μὲν γὰρ τὰς ὄψεις αἰτιώμενοι εὔλογον αἰτίαν ἔχουσι διὰ τὸ σκεδάννυσθαι
εὐθὺς τὰς ὄψεις ἐξιούσας καὶ χεῖσθαι καὶ μὴ σώζειν ἐν τῇ ἐκπομπῇ
178

τὸ σχῆμα ὅπερ ἔσωζον καὶ τῆς κόρης κατὰ φύσιν ἐχούσης· τί δ'
ἂν εἴποις ἐπὶ τῶν ἐνεργειῶν; εὐρυτέρας γὰρ οὔσης τῆς κόρης ἔδει
ῥᾷον εἰσιουσῶν τῶν ἐνεργειῶν μᾶλλον ὁρᾶν. πάλιν οὖν ἔστι καὶ πρὸς
τοῦτο ἐκ τῶν αὐτῶν ὑποθέσεων ὑπαντῆσαι ὅτι, ὡς πολλάκις εἴρηται, δεῖ
τὰ αἰσθητὰ κατ' εὐθεῖαν κεῖσθαι τῷ αἰσθητηρίῳ. ἐρεῖ τις οὖν χεῖσθαι
τὰς ἐνεργείας πλατείας οὔσης τῆς κόρης καὶ μὴ φέρεσθαι κατ' αὐτοῦ τοῦ
κέντρου, ἔνθα ἡ κρίσις γίνεται· ἀλλὰ τοῦτο γελοῖον. εἰ μὲν γὰρ σώματα
ἦσαν, εἶχεν ἂν τὸ λεγόμενον πιθανότητα· νῦν δὲ πῶς οἷόν τέ ἐστι χεῖσθαι
ἐνεργείας ἀσωμάτους; πάντως γὰρ καθ' ὁποιανοῦν θέσιν τὰ κέντρα ἔσονταί
τινα ὁρατὰ κατ' εὐθεῖαν τῷ αἰσθητηρίῳ ἐν ᾧ γίνεται ἡ κρίσις· τί οὖν
κωλύει ἀκριβῆ ἐκείνων τὴν ἀντίληψιν ἔσεσθαι; τίς δὲ καὶ ἡ αἰτία ἐν τῷ
παρεστράφθαι τὰς κόρας καὶ μὴ ὑπὸ μίαν καὶ τὴν αὐτὴν εὐθεῖαν εἶναι
ἤτοι ἐκ φυσικῆς ἁμαρτίας ἤτοι ἐξ ἐπιτηδεύσεως, ὡς ὅταν πηγνύντες τὸν
δάκτυλον εἰς τὸ κάτω βλέφαρον παρακινῶμεν ἀνωτέρω τὴν τοῦ ὀφθαλμοῦ
τοῦ ἑτέρου θέσιν διατιθέντες, τοιαύταις διαθέσεσι διπλᾶ τὰ πράγματα
ὁρῶμεν; ἐγὼ μὲν οὖν τὴν αἰτίαν τούτου ποτὲ ἐρωτηθεὶς καὶ τῇ τῶν ὄψεων
ὑποθέσει χρησάμενος, οὕτως ἀποδέδωκα τοῦ γινομένου τὸν λόγον, ὅτι εἴ
φαμεν δύο κώνους ἐκ τῶν ὀμμάτων ἐξιέναι ἀπὸ μιᾶς καὶ τῆς αὐτῆς εὐθείας

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol. 15, p. 420, l. 20

ἰδιάζον ἔχει παρὰ τὰ λοιπά. καὶ δῆλόν ἐστιν ὅτι οὐδ' οὗτος ἰσχυρὸς ὁ
λόγος ὁ λέγων δεῖν ἐπὶ τῆς ἁφῆς τὸ μεταξὺ εἶναι, ἵνα συμφωνῇ πρὸς τὰς
ἄλλας αἰσθήσεις. πέντε γὰρ οὐσῶν τῶν αἰσθήσεων αἱ μὲν δύο, ὄψις καὶ
ἀκοή, τῶν πορρωτάτω ἀντιλαμβάνονται, αἱ δὲ δύο, ἁφὴ καὶ γεῦσις, τῶν
ἐγγυτάτω· αὐτοῦ γὰρ δεῖ θιγεῖν τοῦ αἰσθητηρίου, εἴ γε δέδεικται ὅτι
αἰσθητήριον ἡ σάρξ· ἡ δὲ λοιπὴ ἡ ὄσφρησις μέσην εἴληχεν τάξιν, οὔτε
τῶν πάνυ πόρρω ἀντιλαμβανομένη οὔτε μὴν [τῶν] αὐτοῦ τοῦ αἰσθητηρίου
ἁπτομένων τῶν ὀσφραντῶν. ὥστε μᾶλλον οὕτω ἐχούσης τῆς ἁφῆς καὶ
τῆς γεύσεως, ὥσπερ νῦν ἔχει, συμφωνία τις καὶ τάξις σώζεται ἐπὶ τῶν
αἰσθήσεων. εἰ μὲν γὰρ αἱ τέσσαρες ὁμοίως τῶν ἔξωθεν ἀντελαμβάνοντο,
εἶχεν ἄν πως πιθανότητα τὸ λέγειν ‘διὰ τί μὴ καὶ ἡ λοιπή’; εἰ δὲ μὴ
οὕτως ἔχει, ἀλλὰ ἡ μὲν γλῶττα ἁπτομένη, ἡ δὲ ὄσφρησις τῶν πάνυ
σύνεγγυς καὶ σχεδὸν τῶν ἁπτομένων, τίς ἡ ἀνάγκη τοῦ καὶ ἁφὴν διὰ τοῦ
μεταξὺ ἀντιλαμβάνεσθαι; τὸ γὰρ λέγειν ὅτι καὶ ἡ γεῦσις ἁφή τίς ἐστιν οὐκ
ἀληθές· διὰ τί γὰρ μὴ ἡ ἁφὴ γεῦσις; ἐναργῶς γὰρ διακέκριται τά τε αἰσθητή-
ρια αἵ τε δυνάμεις. εἰ δὲ διότι ἁπτομένη γεύεται, διὰ τοῦτο ἁφή, ταύτῃ
ἂν εἴποι τις καὶ τὴν ἀκοὴν ὄψιν καὶ τὴν ὄψιν ἀκοήν· ἄμφω γὰρ διὰ τοῦ
μεταξύ. τὸ δὲ τῶν ἁπτῶν αἰσθάνεσθαι, ὡς εἶπον, κοινὸν παντὸς τοῦ σώματος.
 Λείπεται οὖν ζητεῖν, μήποτε ὁ λόγος ἐκεῖνος ἀληθής ἐστιν ὁ λέγων
ὅτι πᾶσα αἴσθησις περὶ μίαν ἔχει ἀντίθεσιν αἰσθητῶν καὶ περὶ ἕν τι
καὶ κοινὸν γένος τὸ προσεχές, ὄψις μὲν περὶ λευκὸν καὶ μέλαν καὶ

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis physicorum libros commentaria (4015:


009)“Ioannis Philoponi in Aristotelis physicorum libros octo commentaria, 2 vols.”,
Ed. Vitelli, H.Berlin: Reimer, 16:1887; 17:1888; Commentaria in Aristotelem Graeca
16 & 17.Vol. 16, p. 405, l. 15
179

ὅτι οὐδὲν εἰς τὸ μηδαμῇ μηδαμῶς ὂν φθείρεται, ἀλλ' ἡ ἄλλου φθορὰ ἄλλου
ἐστὶ γένεσις καὶ εἰς ἄλληλα ἡ τῶν στοιχείων ἀνάλυσις. τετάρτη, φησί, τὸ
νομίζειν ὅτι πᾶν τὸ πεπερασμένον ἀεὶ πρός τι περαίνει, τουτέστιν ὅτι πᾶν
τὸ πεπερασμένον ὑπό τινος περατοῦται, ὥστε τὸ περαῖνον καὶ αὐτὸ πεπέ-
ρανται ἢ ἄπειρόν ἐστιν. εἰ μὲν οὖν ἄπειρον, αὐτόθεν ἔστι τὸ ἄπειρον,
εἰ δὲ πεπερασμένον, ὑπό τινος περανθήσεται, καὶ τοῦτο ἐπ' ἄπειρον· εἰ γὰρ
τὸ λαμβανόμενον ὑπό τινος ἄλλου περατοῦται, ἀνάγκη μηδὲν εἶναι πέρας
τῶν λαμβανομένων, εἰ ἀεὶ τὸ λαμβανόμενον πεπέρανται. ὥστε ἀνάγκη
ἑκατέρωθεν τὸ ἄπειρον εἰσάγεσθαι. πέμπτη, ὃ καὶ κυριώτατόν ἐστιν αἴτιον
ὅπερ καὶ μάλιστα τοῖς εἰρημένοις παρέχει τὴν πιθανότητα, τὸ τὴν νόησιν,
φησί, μὴ ἐπιλείπειν, τουτέστι μὴ προσίεσθαι πέρας καὶ τέλος, μηδὲ ὑπο-
λιμπάνειν τῷ ἀεὶ τοῦ ληφθέντος ἔξω τι ἄλλο φαντάζεσθαι. διὰ γὰρ τοῦτο
καὶ τὸν ἀριθμὸν ἄπειρον ὑπολαμβάνομεν καὶ τὴν τῶν σωμάτων τομὴν ἐπ'
ἄπειρον καὶ τὸ ἔξω τοῦ οὐρανοῦ· οὐ γὰρ ἔχει στάσιν ἡ φαντασία, ἀλλ'
ὅταν ὑπερβῇ τὸν οὐρανόν, ζητεῖ κενὸν ἔξωθεν ἄπειρον ἢ σῶμα, καὶ εἰ μὲν
σῶμα ἄπειρον ἐπινοήσεις, αὐτόθεν τὸ ἄπειρον εἶναι μέγεθος ὑπέθετο, εἰ δὲ
κενὸν ἄπειρον ἐπινοήσεις, εὐθὺς καὶ σῶμα ἄπειρον ἀνάγκη συνάγεσθαι.
ἔνθεν γὰρ καὶ ὁ Δημόκριτος ἀπείρους εἶναι κόσμους ὑπετίθετο, ὑποτιθέμενος
κενὸν εἶναι ἄπειρον· τίς γὰρ ἡ ἀποκλήρωσις τόδε μὲν τὸ τοῦ κενοῦ μέρος
ὑπὸ κόσμου πληρωθῆναι, ἄλλα δὲ μή; ὥστε εἰ ἔν τινι μέρει τοῦ κενοῦ

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis physicorum libros commentaria Vol. 17, p. 560, l.


18

ἀκίνητον γάρ ἐστι πάντῃ τὸ κενόν· ἀσώματον γάρ. εἰ μὲν γὰρ ἦν σῶμα,
ἀνάγκη ἦν τοῦ γινομένου ἐν τόπῳ χωροῦντος δι' αὐτοῦ καὶ τὸν τόπον
σῶμα ὄντα δι' ἐκείνου χωρεῖν, ἐπειδὴ δὲ διάστημά ἐστι τῷ ἰδίῳ λόγῳ
κενὸν ὁ τόπος, πληρωθήσεται μόνον ὑπὸ τοῦ ἐγγινομένου σώματος. εἰ δέ
τις καὶ προσφιλονεικοίη καὶ τὸ κενὸν βουλόμενος χωρεῖν ἐν τῷ ἐγγενομένῳ
σώματι, καὶ συγχωρήσομεν καὶ ἡμεῖς, οὐδέν γε ἄτοπον οὐδὲ οὕτως ἑπόμενον
τῷ λόγῳ φαίνεται, ὡς ἤδη δέδεικται· χωρήσει γὰρ ἐν τῷ σώματι οὐκ
αὐτὸ κινηθέν, ἀλλὰ τοῦ σώματος ἐν ἐκείνῳ γενομένου.
 Ὅτι μὲν οὖν τὸ πρῶτον τῶν ἐπιχειρημάτων Ἀριστοτέλους οὔτε τὸ
ἀναγκαῖον ἔχει οὔτε ἄλλως τὸ πιθανὸν ἢ ἀκόλουθον, ἱκανῶς δέδεικται. τὸ
δὲ ἐφεξῆς ἐπιχείρημα ἔχει μέν τινα πιθανότητα τῇ πυκνότητι κλέπτον
τὸν ἔλεγχον, οὐ μὴν οὐδὲ αὐτὸ παντάπασιν ἀληθές. πρῶτον μὲν γὰρ τὸ
εἰς ἄτοπον ἀπάγειν ὅτι δύο διαστήματα ἔσται ἐν τῷ αὐτῷ ἢ πλείονα, οὐκ
οἶδα ὅπως ἄτοπον εἴποιμι ἄν· εἰ μὲν γὰρ ταὐτὸν ἦν διάστημα λέγειν καὶ
σῶμα, τῷ ὄντι ἀδυνάτου ὄντος τοῦ εἶναι δύο σώματα ἐν τῷ αὐτῷ, καὶ
διαστήματα δύο ἀδύνατον ἦν εἶναι, νῦν δὲ οὐ ταὐτόν ἐστι. πρῶτον μὲν
γὰρ εἰ δυνατὸν δύο γραμμὰς ἐφαρμόζειν ἀλλήλαις, καὶ οὐ μόνον δύο ἀλλὰ
καὶ μυρίας, ὁμοίως δὲ καὶ ἐπιφανείας, καίτοι διαστήματά γε καὶ μεγέθη
καὶ γραμμαὶ καὶ ἐπιφάνειαι, τί κωλύει καὶ τριχῇ διαστατὸν διάστημα τριχῇ
διαστατῷ ἐφαρμόζειν, τὸ κενὸν λέγω τῷ σώματι; ὥσπερ γὰρ ἀσώματοι
οὖσαι αἱ γραμμαὶ καὶ ἐπιφάνειαι, ταύτῃ ἐφαρμόζουσιν ἀλλήλαις

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis physicorum libros commentaria


180

Vol. 17, p. 611, l. 8

p. 213a14 Καὶ γὰρ παραπλησίαν ἔχει τὴν ἀπιστίαν καὶ τὴν πίστιν
    διὰ τῶν ὑπολαμβανομένων.

 Ὥσπερ, φησίν, ὁ τόπος ἐκ τῶν περὶ αὐτοῦ ὑπολήψεων ὁμοίως εἶναί


τε καὶ μὴ εἶναι ἐδόκει (οἱ γὰρ ἐφ' ἑκάτερα λόγοι ἰσοσθενεῖς πως ἐδόκουν
εἶναι, ὡς μηδὲν μᾶλλον πιστεύειν εἶναι ἢ μὴ εἶναι), οὕτω δὴ καὶ ἐπὶ τοῦ
κενοῦ ἡ πίστις τε τοῦ εἶναι αὐτὸ καὶ ἡ ἀπιστία ἐκ τῶν ἐφ' ἑκάτερα ἐπι-
χειρήσεων ἴσαι ὑπάρχουσιν. οὐ δεῖ δὲ τὸ παραπλησίανἀκριβῶς οὕτως
ἐκλαμβάνειν, ὡς ἐξομοιοῦσθαι ἀκριβῶς τῇ πιθανότητι τὰς ἐφ' ἑκάτερα
ἐπιχειρήσεις τοῦ κενοῦ καὶ τόπου, ἀλλ' ἐγγὺς ἔχειν τινὰ ὁμοιότητα περί
τε τὴν πίστιν καὶ τὴν ἀπιστίαν· ἀσθενέστεροι γὰρ οἱ κατασκευάζοντες τὸ
κενὸν λόγοι ἢ οἱ ἀναιροῦντες τὸ εἶναι τὸν τόπον.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis physicorum libros commentaria


Vol. 17, p. 675, l. 19

      
 Μέχρι μὲν οὖν τῶν ἐνταῦθα πέρας ἔχουσι τῷ Ἀριστοτέλει οἱ περὶ
τοῦ κενοῦ λόγοι, δεῖ δὲ ἡμᾶς ἄνωθεν ἀναλαβόντας τὸν λόγον ἕκαστον τῶν
ἐπιχειρημάτων ἐπισκέψασθαι. ποιησόμεθα δὲ τὴν ἀρχὴν οὐκ ἐξ οὗ τὸν
περὶ κενοῦ καὶ αὐτὸς ἤρξατο ποιεῖσθαι λόγον (πρὸς τινὰ γὰρ ἔφθημεν ἤδη
τῶν ἐπιχειρημάτων ἐν τῷ ἑκάστου τόπῳ ὑπαντήσαντες), ἀλλ' ὅθεν ἤρξατο
ἐπιχειρεῖν ὡς οὐ δυνατὸν κενοῦ ὄντος δι' αὐτοῦ γενέσθαι κίνησιν, ὡς νῦν
δι' ἀέρος ἢ δι' ὕδατος, ἅπερ μάλιστα τῶν ἐπιχειρημάτων γλαφυρά τέ ἐστι
καὶ πάντας σχεδὸν εἷλε τῇ πιθανότητι, λέγω δὴ τὰ ἐκ τῆς ἀνισοταχοῦς
τῶν κινουμένων κινήσεως. πρὶν δὲ τοῦ λόγου ἄρξασθαι, ἐκεῖνό φημι ὅπερ
ἤδη καὶ ἐν τοῖς περὶ τοῦ τόπου λόγοις εἶπον, ὅτι ὁ παρ' ἡμῶν λόγος οὐ
τοῦτο κατασκευάζειν βούλεται, ὅτι ἔστι τι κενὸν αὐτὸ καθ' αὑτὸ κεχωρι-
σμένον καὶ μηδὲν ἔχον σῶμα, καὶ δι' αὐτοῦ τὴν κίνησιν γίνεσθαι· οὐδα-
μῶς, ἀλλ' ὅτι μὲν οὐδὲν ἔστι κενὸν κεχωρισμένον πάντῃ σώματος καὶ
αὐτὸς ὁμολογῶ πειθόμενος ἔκ τε τῆς καλουμένης τοῦ κενοῦ βίας καὶ πολ-
λῶν ἄλλων, ἡ δὲ ἔνστασίς μοι πρὸς τὰ Ἀριστοτέλους ἐπιχειρήματα
δεικνύναι πειρωμένου, ὅτι εἰ ἦν κενόν, οὐκ ἂν ἐκινήθη τι δι' αὐτοῦ, καὶ
ὅτι εἰ καὶ μὴ κενὸν ἔστι κεχωρισμένον πάντῃ τῶν σωμάτων, ἀλλ' οὖν
ἔστι τὸ ὡς πεπληρωμένον κενόν, ὅπερ καὶ τόπος ἐστὶ τῶν σωμάτων, ὡς  

Syrianus Phil., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν (4017: 002)


“Syriani in Hermogenem commentaria, vol. 1”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1892.
P. 56, l. 5
181

 [317, 12] ‘ἔνθα δὲ τόλμης δεῖ κάλλος καὶ τὸ


μὴ κεκοσμημένον ἅμα πιθανότητι’τόλμαν καλεῖ
τὸ σὺν τραχύτητι καὶ σφοδρότητι διαπλέξαι τὸν λόγον·
τολμηρῶς γὰρ τηνικαῦτα πάσῃ κέχρηται καταφορᾷ κατὰ
μειζόνων τε καὶ ἐλαττόνων προσώπων ἅπαντας τοὺς
ἐπιτηδείους πρὸς τοῦτο κινῶν τόπους. καὶ ἀκόσμητον
μὲν λόγον καλεῖ τὸν τραχύτητος μόνης ἀνάπλεον, οἷα
δὴ πολλὰ παρὰ τῷ Ἀριστογείτονί ἐστιν ἐν τῷ κατὰ
Δημοσθένους, ἅμα δὲ πιθανότητι προϊόντα τὸν ἠθικόν
τε καὶ ἀληθινόν· ἕτοιμον γὰρ πρὸς πειθὼ τὸ ἦθός τε
καὶ ἡ ἀλήθεια ‘καὶ τοῦτον οὐδ' εἰ γέγονεν εἰδὼς οὐδὲ
γιγνώσκων ὡς μηδὲ νῦν ὤφελον’ καὶ τὸ ‘ἐφ' οἷς ἔγωγε

Syrianus Phil., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν P. 56, l. 12

 [317, 12] ‘ἔνθα δὲ τόλμης δεῖ κάλλος καὶ τὸ


μὴ κεκοσμημένον ἅμα πιθανότητι’τόλμαν καλεῖ
τὸ σὺν τραχύτητι καὶ σφοδρότητι διαπλέξαι τὸν λόγον·
τολμηρῶς γὰρ τηνικαῦτα πάσῃ κέχρηται καταφορᾷ κατὰ
μειζόνων τε καὶ ἐλαττόνων προσώπων ἅπαντας τοὺς
ἐπιτηδείους πρὸς τοῦτο κινῶν τόπους. καὶ ἀκόσμητον
μὲν λόγον καλεῖ τὸν τραχύτητος μόνης ἀνάπλεον, οἷα
δὴ πολλὰ παρὰ τῷ Ἀριστογείτονί ἐστιν ἐν τῷ κατὰ
Δημοσθένους, ἅμα δὲ πιθανότητι προϊόντα τὸν ἠθικόν
τε καὶ ἀληθινόν· ἕτοιμον γὰρ πρὸς πειθὼ τὸ ἦθός τε
καὶ ἡ ἀλήθεια ‘καὶ τοῦτον οὐδ' εἰ γέγονεν εἰδὼς οὐδὲ
γιγνώσκων ὡς μηδὲ νῦν ὤφελον’ καὶ τὸ ‘ἐφ' οἷς ἔγωγε
ἀποπνίγομαι’.

Eustratius Phil., In Aristotelis ethica Nicomachea i commentaria (4031: 002)


“Eustratii et Michaelis et anonyma in ethica Nicomachea commentaria”, Ed. Heylbut,
G.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem Graeca 20.P. 57, l. 9n

 Ἀντίθεσιν ταύτην περιφέρει πρὸς τὸν λόγον τὸν λέγοντα περιττὸν εἶναι
τὴν περὶ τοῦ κοινοῦ ἀγαθοῦ ζήτησιν τῇ ἠθικῇ πραγματείᾳ ὡς μὴ πρακτοῦ  
ὄντος μηδὲ κτητοῦ ἀνθρώπῳ διὰ βίου ἐπιμελοῦς. εἴποι γὰρ ἄν τις, φησί,
βέλτιον εἶναι γνωρίζειν τὸ κοινὸν ἀγαθὸν πρὸς τὰ διὰ πράξεως κτώμενα.
γνωρίζοντες γὰρ ἐκεῖνο προσθήσομεν τοῖς πρακτοῖς ὡς παράδειγμα καὶ
ταῦτα ἐξ ἐκείνου γνωσόμεθα ὡς εἰκόνα ἐξ ἀρχετύπου καὶ οὕτω τὰ ἡμῖν
ἀγαθὰ εἰδότες ἀκριβῶς τευξόμεθα αὐτῶν. ῥᾷον γὰρ ἄν τις οὗ τὴν φύσιν
γινώσκει κτήσαιτο προσφυῶς μεταδιώκων αὐτὸ ἢ οὗ ἠγνόησεν. ὁ γὰρ
ἀγνοῶν τάχ' ἂν πλανηθείη διώκων ὃ οὐκ οἶδε, καὶ ἄλλο κτησάμενος
οἰηθείη ἂν κτήσασθαι ὃ ἐζήτει.
182

Πιθανότητα μὲν οὖν τινα ἔχει ὁ λόγος.

 Λύει τὴν ἀντίθεσιν τὸ ἀσθενὲς παρεμφαίνων τῆς ἀντιθέσεως διὰ τοῦ


πιθανότητά τινα.τό τε γὰρ πιθανὸν τὸ μὴ ἰσχυρὸν δηλοῖ πρὸς ἀπό-
δειξιν τό τε τινὰκαὶ ἐν πιθανοῖς προσὸν ἀσθενὲς τῷ λόγῳ παρίστησιν.
εἶτα τὴν λύσιν ἐπάγων διττῶς αὐτὴν παρεισάγει, ἔκ τε τῶν ἐπιστημῶν
καὶ τῶν τεχνῶν ἔκ τε τοῦ ἐφίεσθαι πάσας τοῦ ἀγαθοῦ καὶ ἐκ τοῦ ἐπι-
ζητεῖν τὸ ἐνδεές. εἴτε γὰρ οὐκ ἐφίεντο τοῦ ἀγαθοῦ, οὐδὲν ἦν καινὸν ἢ
ἄτοπον, εἰ κατελίμπανον τὴν γνῶσιν τοῦ κοινοῦ ἀγαθοῦ συμβαλλομένην
αὐταῖς εἰς κατάληψιν τῶν οἰκείων τελῶν, κἂν ἐζήτουν τὸ αὐταῖς ἐνδεές,
εἴτε ἐφιέμεναι τοῦ ἀγαθοῦ μὴ ἐζήτουν τὸ αὐταῖς ἐνδεές, εἰκὸς ἦν μηδ'
ἐκεῖνο ζητεῖν. νῦν δ' ἄμφω ταῦτα ἐν πάσαις αὐταῖς θεωρεῖται,

Eustratius Phil., In Aristotelis ethica Nicomachea i commentaria


P. 57, l. 11

ὄντος μηδὲ κτητοῦ ἀνθρώπῳ διὰ βίου ἐπιμελοῦς. εἴποι γὰρ ἄν τις, φησί,
βέλτιον εἶναι γνωρίζειν τὸ κοινὸν ἀγαθὸν πρὸς τὰ διὰ πράξεως κτώμενα.
γνωρίζοντες γὰρ ἐκεῖνο προσθήσομεν τοῖς πρακτοῖς ὡς παράδειγμα καὶ
ταῦτα ἐξ ἐκείνου γνωσόμεθα ὡς εἰκόνα ἐξ ἀρχετύπου καὶ οὕτω τὰ ἡμῖν
ἀγαθὰ εἰδότες ἀκριβῶς τευξόμεθα αὐτῶν. ῥᾷον γὰρ ἄν τις οὗ τὴν φύσιν
γινώσκει κτήσαιτο προσφυῶς μεταδιώκων αὐτὸ ἢ οὗ ἠγνόησεν. ὁ γὰρ
ἀγνοῶν τάχ' ἂν πλανηθείη διώκων ὃ οὐκ οἶδε, καὶ ἄλλο κτησάμενος
οἰηθείη ἂν κτήσασθαι ὃ ἐζήτει.

Πιθανότητα μὲν οὖν τινα ἔχει ὁ λόγος.

 Λύει τὴν ἀντίθεσιν τὸ ἀσθενὲς παρεμφαίνων τῆς ἀντιθέσεως διὰ τοῦ


πιθανότητά τινα.τό τε γὰρ πιθανὸν τὸ μὴ ἰσχυρὸν δηλοῖ πρὸς ἀπό-
δειξιν τό τε τινὰκαὶ ἐν πιθανοῖς προσὸν ἀσθενὲς τῷ λόγῳ παρίστησιν.
εἶτα τὴν λύσιν ἐπάγων διττῶς αὐτὴν παρεισάγει, ἔκ τε τῶν ἐπιστημῶν
καὶ τῶν τεχνῶν ἔκ τε τοῦ ἐφίεσθαι πάσας τοῦ ἀγαθοῦ καὶ ἐκ τοῦ ἐπι-
ζητεῖν τὸ ἐνδεές. εἴτε γὰρ οὐκ ἐφίεντο τοῦ ἀγαθοῦ, οὐδὲν ἦν καινὸν ἢ
ἄτοπον, εἰ κατελίμπανον τὴν γνῶσιν τοῦ κοινοῦ ἀγαθοῦ συμβαλλομένην
αὐταῖς εἰς κατάληψιν τῶν οἰκείων τελῶν, κἂν ἐζήτουν τὸ αὐταῖς ἐνδεές,
εἴτε ἐφιέμεναι τοῦ ἀγαθοῦ μὴ ἐζήτουν τὸ αὐταῖς ἐνδεές, εἰκὸς ἦν μηδ'
ἐκεῖνο ζητεῖν. νῦν δ' ἄμφω ταῦτα ἐν πάσαις αὐταῖς θεωρεῖται, ἥ τε τοῦ
ἀγαθοῦ ἔφεσις καὶ ἡ τοῦ ἐνδεοῦς ζήτησις. πῶς οὖν ἐνδέχεται τὴν τοῦ
κοινοῦ γνῶσιν τοσοῦτον συμβαλλομένην αὐταῖς ἀγνοεῖν καὶ μὴ ἐπιζητεῖν;

Anonymi In Aristotelis Ethica Nicomachea Phil., In ethica Nicomachea


paraphrasis (pseudepigraphum olim a Constantino Palaeocappa confectum et olim
sub auctore Heliodoro Prusensi vel Andronico Rhodio vel Olympiodoro) (4033: 003)
“Heliodori in ethica Nicomachea paraphrasis”, Ed. Heylbut, G.Berlin: Reimer, 1889;
183

Commentaria in Aristotelem Graeca 19.2.P. 11, l. 16

πολιτικὸν ἀγαθόν. ἡ γὰρ ἰδέα τοῦ ἀγαθοῦ εἰ καὶ ἔστιν, ἥτις κοινῇ τῶν
ἄλλων καὶ καθόλου κατηγορεῖται καὶ χωριστὸν τῶν ἄλλων καὶ καθ' ἑαυτὸ
ὑφεστός, δῆλον ὡς οὐκ ἂν εἴη δυνατὸν ἀνθρώπῳ πρᾶξαι τοῦτο ἢ κτή-
σασθαι· ἡμῖν δὲ περὶ τοιούτου ἀγαθοῦ ὁ λόγος. ἐν αὐτῷ γὰρ καὶ τὴν
εὐδαιμονίαν συστῆναι δυνατόν· εὐδαιμονεῖ γάρ τις ἐν ᾧ ἔπραξεν ἢ ἐν ᾧ
ἐκτήσατο. ὥστε οὐκ ἂν εἴη προσῆκον ἡμῖν περὶ τοῦ μὴ τοιούτου λέγειν·
τάχα δέ τῳ δόξειεν ἂντοὐναντίον, βέλτιον εἶναι μᾶλλον καὶ συμφο-
ρώτερον εἰς τὸ πρᾶξαι καὶ κτήσασθαι τὰ κτητὰ καὶ πρακτὰ ἀγαθά, τὸ
εἰδέναι αὐτὴν τὴν ἰδέαν τοῦ ἀγαθοῦ· καθάπερ γὰρ παραδείγματι χρώμενοι
ταύτῃ γνωσόμεθα, ποῖα τῶν πρακτῶν καὶ κτητῶν εἰσιν ἡμῖν ἀγαθά· κἂν
εἰδῶμεν, ἐπιτευξόμεθα αὐτῶν. πιθανότητα μὲν οὖν ἔχει τινὰ οὗτος
ὁ λόγος· ἔοικε δὲ ταῖς ἐπιστήμαις διαφωνεῖν· πᾶσαι γὰρ αἱ ἐπι-
στῆμαι ἀγαθοῦ τινος ἐφίενται καὶ τὸ ἐνδεὲς ἀναπληρῶσαι ἐπιζητοῦσιν,
ὥσπερ ἰατρικὴ μὲν τὸ ἐλλεῖπον τῆς ὑγιείας, γυμναστικὴ δὲ τῆς ἰσχύος
καὶ τῆς ἀνδρίας. οὕτω δὲ ἔχουσαι πρὸς τὴν ζήτησιν τοῦ ἀγαθοῦ, τοῦ
καθόλου τούτου ἀγαθοῦ τὴν γνῶσιν παραλιμπάνουσιν· οὐκ ἂν δὲ παρελίμ-
πανον, εἰ βοήθειά τις ἦν αὐταῖς ἀπ' αὐτοῦ. βοήθημα γὰρ τηλικοῦτον
ἅπαντας ἀγνοεῖν τοὺς τεχνίτας καὶ μὴ ἐπιζητεῖν, οὐκ εὔλογον. ὥστε καὶ
διὰ τοῦτο ματαίαν τινὰ τὴν ἰδέαν εἶναι. ἄπορον δὲ καὶ τί ὠφεληθή-
σεται ὑφάντης

Michael Phil., In ethica Nicomachea ix–x commentaria (4034: 001)


“Eustratii et Michaelis et anonyma in ethica Nicomachea commentaria”, Ed. Heylbut,
G.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem Graeca 20.P. 503, l. 5

Ἀπορεῖται δὲ εἰκότως, ποτέροις χρεὼν πείθεσθαι ἀμφοῖν ἐχόντοιν τὸ πιστόν.

 Θεὶς ἀμφοτέρους τῶν λόγων, τούς τε λέγοντας ὅτι ἀγαθόν ἐστι τὸ


φιλεῖν ἑαυτόν, καὶ τοὺς λέγοντας ὅτι αἰσχρόν ἐστιν ἡ φιλαυτία, λέγει ὅτι
ἀμφοτέροιν πιθανότητά τινα ἐχόντοιν τίσι χρὴ πιστεύειν, τοῖς συνάγουσιν
ὅτι χρὴ φιλεῖν ἑαυτόν, ἢ τοῖς ἀντιφθεγγομένοις ὡς οὐ δεῖ φιλεῖν. καὶ
ἐρωτήσας ἀποκρίνεται λέγων, ὅτι δεῖ διαιρεῖντούτους, τουτέστι δεῖ διαιρεῖν
τὸ τῆς φιλαυτίας ὄνομα, ὅπερ ἀμφότεροι προΐσχονται, εἰς τὰ σημαινόμενα
πράγματα (οὐ γάρ ἐστιν ἁπλοῦν ἡ φιλαυτία ἀλλ' ὁμώνυμον ὡς ὁ κύων)
καὶ διαιροῦντας λέγειν, ὅτι ἀμφότεροι καλῶς λέγουσι καὶ οἱ φιλεῖν ἑαυτοὺς
λέγοντες καὶ οἱ μὴ φιλεῖν. χρὴ οὖν διαιροῦντας λέγειν, ὅτι τὸ φίλαυτον
διττόν ἐστιν, ὡς εἴρηται, τὸ ἀγαπᾶν καὶ θεραπεύειν τὸν ἐν ἡμῖν δῆμον,
τὴν ἀλογίαν, λέγω δὴ τὴν ἐπιθυμίαν, καὶ δυναστεύειν κατὰ τοῦ ἀληθινοῦ
ἀνθρώπου, τοῦ ἐν ἡμῖν νοῦ, δι' ἣν ἀλογίαν, τὴν ἐπιθυμίαν δηλονότι, ἔχειν
τὸ πλέον ἔν τε χρήμασι καὶ τιμαῖς σωματικαῖς ἡδοναῖς σπεύδομεν. οὐκ ἔστι γάρ,

Michael Phil., In Aristotelis sophisticos elenchos commentarius (= Pseudo–


Alexander 1) (olim sub auctore Alexandro Aphrodisiensi) (4034: 008)
“Alexandri quod fertur in Aristotelis sophisticos elenchos commentarium”, Ed.
184

Wallies, M.Berlin: Reimer, 1898; Commentaria in Aristotelem Graeca 2.3.


P. 97, l. 7

Ἔξεστι γὰρ πεῖραν λαβεῖν καὶ τὸν μὴ εἰδότα τὸ πρᾶγμα τοῦ μὴ εἰδότος, εἴπερ καὶ
δίδωσιν οὐκ ἐξ ὧν οἶδεν οὐδὲ ἐκ τῶν ἰδίων ἀλλ' ἐκ τῶν ἑπομένων, ὅσα τοιαῦτά
ἐστι.

 Τὸ προειρημένον κατασκευάζει τὸ ὅτι “καὶ μὴ εἰδώς” τίς ἐστι πειρα-


στικός. ὥσπερ γὰρ δικάζονταί τινες ἀτέχνως καὶ δίχα τῆς τῶν νόμων
γνώσεως καὶ πεῖραν λαμβάνουσιν ἀλλήλων περὶ οὗ δικάζονται, πῶς ἔχουσι
πιθανότητα πρὸς τὸ πρᾶγμα, καὶ λόγους ἐκφέρουσι μηδὲ ὄναρ γευσάμενοι
ῥητορικῆς, οὕτω καὶ συλλογίζονται· καὶ γὰρ καὶ ὁ μὴ εἰδὼς παρὰ τοῦ
μὴ εἰδότος ἐρωτῶν καὶ λαμβάνων συλλογίζεται καίπερ ἀγνοῶν τί ἐστι
συλλογισμός. συλλογίζεται οὖν καὶ πεῖραν λαμβάνει ὁ μὴ εἰδὼς [παρὰ]
τοῦ ὁμοίως αὐτῷ μὴ εἰδότος· ἐκείνου γὰρ διδόντος συνάγει τι οὗτος ἐκ
τῶν δοθέντων· τοῦτο δὲ τρόπον τινὰ συλλογίζεσθαί ἐστιν. εἰσὶ γάρ τινα
λίαν ἐναργῶς ἑπόμενά τισιν, ὧν διδομένων μὲν παρὰ τοῦ ἀποκρινομένου
λαμβανομένων δὲ παρὰ τοῦ ἐρωτῶντος ἐπάγεταί τι ὕστερον ὡς συμπέρασμα.
καὶ ἔξεστι τούτου πίστιν λαβεῖν τῷ προσέχοντι τοῖς πολλοῖς,

Πρόκλος. In Platonis rem publicam commentarii (4036: 001)


“Procli Diadochi in Platonis rem publicam commentarii, 2 vols.”, Ed. Kroll, W.
Leipzig: Teubner, 1:1899; 2:1901, Rep1965.Vol. 1, p. 85, l. 20

τῶν ἐν Ἅιδου τριόδων καὶ τῆς πλάνης καὶ τῶν τοιούτων


ἁπάντων. ὥστ' οὐδ' ἂν αὐτὸς παντελῶς ἀτιμάσειεν τὴν
τοιαύτην μυθοποιΐαν, ἀλλ' ὡς πρὸς τὴν παιδευτικὴν τῶν
νέων προαίρεσιν ἀλλοτρίαν αὐτὴν ὑπείληφεν· καὶ διὰ ταῦτα
τοὺς τῆς θεολογίας τύπους συμμέτρους τοῖς τῶν παιδευτι-
κῶν ἤθεσιν παραδίδωσιν. δοκεῖ δέ μοι καὶ τὸ τῶν ποιη-
τικῶν πλασμάτων τραγικὸν καὶ τὸ τερατῶδες καὶ τὸ παρὰ
φύσιν κινεῖν τοὺς ἀκούοντας παντοδαπῶς εἰς τὴν τῆς ἀλη-
θείας ζήτησιν καὶ εἶναι πρὸς τὴν ἀπόρρητον γνῶσιν ὁλκὸν
καὶ μὴ ἐπιτρέπειν ἡμῖν διὰ τὴν φαινομένην πιθανότητα
μένειν ἐπὶ τῶν προβεβλημένων ἐννοιῶν, ἀλλ' ἀναγκάζειν
εἰς τὸ ἐντὸς τῶν μύθων διαβάλλειν καὶ τὸν κεκρυμμένον ἐν
ἀφανεῖ τῶν μυθοπλαστῶν περιεργάζεσθαι νοῦν, καὶ θεωρεῖν
ὁποίας μὲν φύσεις, ἡλίκας δὲ δυνάμεις ἐκεῖνοι λαβόντες εἰς
τὴν αὐτῶν διάνοιαν τοῖσδε τοῖς συμβόλοις αὐτὰς τοῖς μεθ'
ἑαυτοὺς ἐσήμηναν. ὅτε τοίνυν ἀνεγείρουσιν μὲν οἱ τοιοίδε
μῦθοι τοὺς εὐφυεστέρους πρὸς τὴν ἔφεσιν τῆς ἐν αὐτοῖς  
ἀποκρύφου θεωρίας καὶ διὰ τὴν φαινομένην τερατολογίαν τῆς ἐν τοῖς ἀδύτοις
ἱδρυμένης ἀληθείας ἀνακινοῦσιν τὴν ζήτησιν,
185

Πρόκλος. In Platonis Alcibiadem i (4036: 007)“Proclus Diadochus. Commentary


on the first Alcibiades of Plato”, Ed. Westerink, L.G.
Amsterdam: North–Holland, 1954.Sec. 254, l. 4

ἡ σοφιστική, πρὸς ἀπάτησιν ὁρῶσα καὶ τὸ φαινόμενον καὶ τῆς ἀληθείας


ἀφισταμένη καὶ τοῦ ἑνός.
 Οὐκ εἰς σπουδαίους γε διδασκάλους καταφεύγεις εἰς τοὺς πολλοὺς
ἀναφέρων. Τί δέ; οὐχ ἱκανοὶ διδάξαι οὗτοι; Οὔκουν τὰ πεττευτικά
γε καὶ τὰ μή· καίτοι φαυλότερα αὐτὰ οἶμαι τῶν δικαίων εἶναι. τί  
δέ; σὺ οὐχ οὕτως οἴει; Ναί. Εἶτα τὰ μὲν φαυλότερα οὐχ οἶοί τε
διδάσκειν, τὰ δὲ σπουδαιότερα; 110 E.
 Τί μέν ἐστι κριτήριον ἐπιστημόνων ἀνθρώπων καὶ ὅπως οἱ πολλοὶ
κατὰ τοῦτο τὸ κριτήριον οὔκ εἰσι σπουδαῖοι διδάσκαλοι τῆς τοῦ δικαίου
φύσεως, ἐνδείξεται προϊὼν ὁ λόγος· ἡ δὲ νῦν λεγομένη παρὰ τοῦ
Σωκράτους ἐπιχείρησις καὶ πιθανότητα πολλὴν ἔχει, διὰ τὴν ἐνάργειαν,
καὶ ἀλήθειαν, εἴ τις αὐτὴν ὀρθῶς μεταδιώξειε. τί γάρ ποτέ ἐστιν ὅ
φησιν; οἱ πολλοὶ τὰ πεττευτικὰ διδάσκειν οὐχ οἷοί τ' εἰσί, φαυλότερα
ὄντα τῶν δικαίων· εἶτα οἳ μὴ δύνανται τὰ φαυλότερα διδάσκειν τῶν
μειζόνων εἰσὶν ἀγαθοὶ διδάσκαλοι καὶ οἱ τὰ πρὸς γνῶσιν εὐκολώτερα
μὴ οἷοί τε ὄντες κρίνειν ὀρθῶς τὰ χαλεπώτερα καὶ δυσκατανοητότερα
διδάσκειν δυνήσονται; ἐναργὴς μὲν οὖν ἡ ἐπιβολὴ τοῦ λόγου τούτου,
δοκεῖ δὲ ἄτοπος εἶναι ἡ ἀκολουθία. οὐ γὰρ ὁ τὰ καταδεέστερα μὴ εἰδὼς
ἄμοιρος ἀπεργάζεται τῆς τῶν βελτιόνων γνώσεως εἶναι. ὁ οὖν Ἱππο-
κράτης τὰ μὲν ἰατρικὰ διδάσκειν οἷός τ' ἦν, τὰ δὲ τεκτονικὰ οὐδαμῶς,

Πρόκλος. In Platonis Alcibiadem i Sec. 255, l. 6

φαυλότερα τῶν δικαίων, ἀλλὰ καὶ ὡς οἰκειότερα τοῖς πολλοῖς ὄντα


καὶ σπουδαζόμενα ὑπ' αὐτῶν· τὸ γὰρ δημῶδες καὶ τὸ ἄνουν πλῆθος
ἐπιτρέχει τοῖς τοιούτοις καὶ περὶ ταῦτα διατρίβει. δεῖ δὴ οὖν τῷ
συνημμένῳ τοῦτο προσυπακούειν καὶ ἔσται ἀναμφισβήτητον. εἰ γὰρ τὰ
φαυλότερα καὶ οἷς ἐγχειροῦσι καὶ οἷς προσπεπόνθασι καὶ πρὸς ἃ
ᾠκείωνται μὴ οἶοί τέ εἰσιν οἱ πολλοὶ διδάσκειν, οὐδ' ἂν τὰ τούτων
σπουδαιότερα καὶ ὧν ἧττον ἅπτονται καὶ πρὸς ἃ ἐλασσόνως ᾠκείωνται
διδάσκειν δύναιντο.
 Τὸ μὲν οὖν σημαινόμενον οὕτως ἂν οἶμαι τυγχάνοι τῆς τῶν πραγμά-
των ἀληθείας· ἔοικε δὲ καὶ ὁ νεανίσκος ὥσπερ διελέγχων τὴν πιθανό-
τητα τοῦ ἐπιχειρήματος ἐπάγειν τὰ ἐφεξῆς, ὅσα δείκνυσι τοὺς πολλοὺς
καὶ ἄλλα διδάσκειν δυναμένους ἃ μή ἐστι φαυλότερα τῶν πεττευτικῶν,
ἀγνοῶν ὅτι πᾶν πλῆθος ἄτακτον ἄδεκτόνἐστι τῆς ὡς ἀληθῶς
ἐπιστήμης. διὰ γὰρ τοῦτο καὶ δημοκρατίαν ἀγαθὴν καὶ σπουδαίαν
εὑρεῖν ἀδύνατον, ὅτι δεῖ μὲν ἑκάστην πολιτείαν τότε τοῦ εὖ τυγχάνειν
ὅταν τὸ ἄρχον ἐν αὐτῇ τὴν προσήκουσαν ἐπιστήμην ἔχῃ· τὸ δὲ ἐν ταῖς
δημοκρατίαις ἄρχον ὁ δῆμός ἐστιν, ὁ δέ γε δῆμος ἐπιστήμην οὐ πέφυκεν
ἴσχειν οὐδὲ κατ' ἐπιστήμην ζῆν,
Πρόκλος. In Platonis Alcibiadem i Sec. 304, l. 2

ὅταν ἐρώτησις γίνηται καὶ ἀπόκρισις, τότε ὁ ἀποκρινό-


μενος λέγει. τοῦτο γὰρ ἐπὶ τῶν προτάσεων συμβαίνει μόνων καὶ οὐκ
186

ἐπὶ τοῦ συμπεράσματος.


 Ἀλλ' ἐκείνοις πάλιν ἐπιστήσωμεν, δι' ἣν αἰτίαν ὁ Σωκράτης τοῦ
Ἀλκιβιάδου τὰ δίκαια τῶν συμφερόντων διαστήσαντος οὐχὶ τῇ ἐνστάσει
πρότερον ἐχρήσατο, εἰπὼν ὅτι ταὐτά ἐστιν ἑκάτερα τούτων, ἀλλὰ τῇ
ἀντιπαραστάσει, συγχωρήσας μὲν ἕτερα αὐτὰ εἶναι, ζητῶν δὲ ὁπόθεν
ἔμαθεν ὁ Ἀλκιβιάδης τὸ συμφέρον. ἤδη γὰρ καὶ παρὰ τοῖς ῥήτορσι
τοῦτο ζητήσεως ἔτυχε, πότερον δεῖ τῇ ἐνστάσει χρῆσθαι ἢ τῇ ἀντι-
παραστάσει· καὶ φαίνονται ποιοῦντες ἀμφοτέρως, ὅπως ἂν αὐτοῖς
λυσιτελῇ πρὸς τὴν πιθανότητα τῶν ἐπιχειρημάτων. λέγομεν τοίνυν κἀν
τούτοις, ὡς ὁ Σωκράτης συνοῖδεν ὅτι πρότερον ἀπαλλάξαι δεῖ τῆς
διπλῆς ἀγνοίας τὸν νεανίσκον, εἶθ' οὕτως αὐτῷ μεταδοῦναι τῆς τῶν
πραγμάτων ἐπιστήμης. ἀπαλλάττει μὲν οὖν αὐτὸν τῆς κενῆς οἰήσεως
ἐρωτῶν πῶς ἔμαθε τὰ συμφέροντα καὶ πόθεν· μιᾷ γὰρ μεθόδῳ καὶ τῶν
δικαίων αὐτὸν καὶ τῶν συμφερόντων ἄγνοιαν ἔχοντα διήλεγξε· τίθησι
δὲ αὐτῷ τὴν ἐπιστήμην τούτων ἐπιδεικνὺς ὅτι τὸ δίκαιον τῷ συμφέροντι
ταὐτόν ἐστιν. ὥσπερ οὖν οἱ ἰατροὶ καθαίρουσι πρότερον καὶ τὸν
ἐνοχλοῦντα χυμὸν ἐκβάλλουσι φαρμακείαις, ἔπειθ' οὕτως ἀνακτῶνται
τὰς δυνάμεις διαίταις, οὕτω δὴ καὶ ὁ Σωκράτης ἀπαλλάττει μὲν τῆς
διπλῆς ἀμαθίας διὰ τῆς ἀντιπαραστάσεως,

Πρόκλος. In Platonis Timaeum commentaria (4036: 010)“Procli Diadochi in


Platonis Timaeum commentaria, 3 vols.”, Ed. Diehl, E.Leipzig: Teubner, 1:1903;
2:1904; 3:1906, Rep1965.Vol. 1, p. 86, l. 27

 Ἐγὼ φράσω παλαιὸν ἀκηκοὼς λόγον οὐ νέου


ἀνδρός[21 A].  Λογγῖνοςμὲν ἐν τούτοις ἐπισημαίνεται πάλιν, ὅτι φρον-
τίζει καὶ ὀνομάτων ὥρας καὶ ποικιλίας ὁ Πλάτων, ἀπαγγέλλων
ἄλλως καὶἄλλως τὰ αὐτά· τὸ μὲν γὰρ ἔργον ἀρχαῖονἐκά-
λεσε, τὸν δὲ λόγον παλαιόν, τὸν δὲ ἄνδρα οὐ νέον, καίτοι
ταὐτὸν διὰ πάντων σημαίνων καὶ δυνάμενος πάντα ὡσαύτως
προσειπεῖν. οὗτος μὲν οὖν φιλόλογος, ὥσπερ Πλωτῖνοςεἰ-
πεῖν περὶ αὐτοῦ λέγεται, καὶ οὐ φιλόσοφος. Ὠριγένης
δὲ ἡδονῆς μὲν αὐτὸν οὐ συνεχώρει μεμηχανημένης καὶ καλ-
λωπισμῶν τινων στοχάζεσθαι, πιθανότητος δὲ αὐτοφυοῦς
καὶ ἀκαλλωπίστου καὶ τῆς ἐν ταῖς μιμήσεσιν ἀκριβείας φρον-
τίζειν, καὶ δὴ καὶ τὸ εἶδος τοῦτο τῆς ἑρμηνείας αὐτοφυῶς
ἔχειν, ὡς πεπαιδευμένῳ προσῆκον· ὀρθῶς γὰρ καὶ Ἀριστό-  
ξενονφάναι τὸν μουσικόν, ὡς αἱ τῶν φιλοσόφων διαθέσεις
ἄχρι τῶν φθόγγων διατείνουσι τὸ ἐν ἅπασιν αὐτῶν τεταγ-
μένον ἐμφανίζουσαι, καθάπερ οἶμαι καὶ ὁ μέγας οὗτος οὐ-
ρανὸς τῆς τῶν νοήσεων ἀγλαΐας ἐν τοῖς μετασχηματισμοῖς
εἰκόνας ἐναργεῖς ἐπιδείκνυσι συγκινουμένας ταῖς ἐκείνων
ἀφανέσι περιόδοις. ὁ δὲ δὴ μέγας Ἰάμβλιχοςἀξιοῖ μᾶλλον
ἡμᾶς ἐπὶ τὰ πράγματα τῶν λόγων τὴν ποικιλίαν ἀνάγειν

Φώτιος βιβλιοθήκη. (4040: 001)“Photius. Bibliothèque, 8 vols.”, Ed. Henry, R.Paris:


Les Belles Lettres, 1:1959; 2:1960; 3:1962; 4:1965; 5:1967; 6:1971; 7:1974;
187

8:1977.Codex 86, Bekker p. 66a, l. 7

 Ἀνεγνώσθη ἐπιστολαὶ τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς Ἰωάν-


νου τοῦ Χρυσοστόμου, ἃς μετὰ τὴν ἄδικον  
καὶ ἀπάνθρωπον ἐξορίαν πρὸς διαφόρους ἔγραψεν. Ἐν
αἷς εἰς τὸ χρειῶδες μᾶλλον συντείνουσαι αἵ τε πρὸς
τὴν εὐλαβεστάτην Ὀλυμπιάδα τὴν διάκονον αὐτῷ γεγραμ-
μέναι δεκαεπτά, καὶ αἱ πρὸς Ἰνοκέντιον τὸν Ῥώμης,
ἐν αἷς καὶ ὅσα αὐτῷ συνηνέχθη ὡς ἐν ἐπιστολῆς εἴδει
ἐξιστορεῖ.
     Κέχρηται δὲ κἀν ταύταις ταῖς ἐπιστολαῖς τῷ
συνήθει τοῦ λόγου χαρακτῆρι· λαμπρός τε γάρ ἐστι καὶ
σαφὴς καὶ ἀνθῶν μετὰ τοῦ ἡδέος τὴν πιθανότητα, πλὴν ὅσον
ἐμμελέστερόν πως δοκοῦσιν αἱ πρὸς Ὀλυμπιάδα αὐτῷ
συγκεῖσθαι ἐπιστολαί, εἰ καὶ τοῦ ἐπιστολιμαίου τύπου, τῶν
πραγμάτων τότε εἰς τὴν ἑαυτῶν ἰσχὺν τοὺς τῶν ῥημά-
των νόμους ἐκβιασαμένων, οὐ λίαν ἐγράφησαν στοχα-
ζόμεναι.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 141, Bekker p. 98b, l. 14

τις τὸν θεολόγον Γρηγόριον καὶ τὸν θεῖον Βασίλειον ἐκ


ταύτης ὥσπερ ἀπὸ πηγῆς ἀρυσαμένους φαίη τῆς βίβλου  
τοὺς καλοὺς ἐκείνους καὶ διειδεῖς τῶν οἰκείων λόγων κατὰ
τῆς πλάνης ῥεῦσαι ποταμούς, οὐκ ἄν, οἶμαι, σφαλείη
τοῦ παραδείγματος.
 Ἀνεγνώσθη Βασιλείουτοῦ θεσπεσίου τὰ εἰς τὴν
Ἑξαήμερον. Ἄριστος μὲν ἐν πᾶσι τοῖς αὐτοῦ λόγοις ὁ μέ-
γας Βασίλειος· λέξει τε γὰρ καθαρᾷ καὶ εὐσήμῳ καὶ κυρίᾳ
καὶ ὅλως πολιτικῇ καὶ πανηγυρικῇ δεινὸς εἴ τις ἄλλος
χρήσασθαι, νοημάτων τε τάξει καὶ καθαρότητι πρῶτος
ἀλλ' οὐδενὸς δεύτερος εἴδεται, πιθανότητος δὲ καὶ γλυ-
κύτητος καί γε λαμπρότητος ἐραστής, καὶ ῥέων τῷ λόγῳ
καὶ ὥσπερ ἐξ αὐτοσχεδίου πηγάζων τὸ ῥεῖθρον. Καὶ τῷ
πιθανῷ ἐπὶ τοσοῦτον ἧκεν ἀποκεχρημένος, ὡς εἴ
τις πολιτικοῦ λόγου τοὺς αὐτοῦ λόγους παράδειγμα ἑαυτῷ
θείη, ἔπειτα τούτους ἐκμελετῴη, μηδὲ τῶν εἰς τοῦτο συν-
τελούντων δηλονότι νόμων ἄπειρος ὑπάρχων, οὐδενὸς
αὐτὸν ἑτέρου δεήσεσθαι οἶμαι, οὔτε Πλάτωνος οὔτε Δη-
μοσθένους, οἷς οἱ παλαιοὶ ἐνδιατρίβειν προτρέπονται,
εἰς τὸ πολιτικόν τε καὶ πανηγυρικὸν ῥήτορα γενέσθαι.
 Ἀνεγνώσθη αὐτοῦ καὶ οἱ λεγόμενοι Ἠθικοὶ λό

Photius Lexicogr., ScEccl., Theol., Frag.in epistulam I ad Corinthios (in catenis)


(4040: 015)“Pauluskommentar aus der griechischen Kirche aus atenenhandschriften
gesammelt”, Ed. Staab, K.Münster: Aschendorff, 1933.P. 546, l. 15
188

 Ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.κενοῦται γὰρ


καὶ κατευτελίζεται ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι τὸ ὑπὲρ ἡμῶν ἑκούσιον
πάθος αὐτοῦ τοῖς λόγῳ σοφίας καὶ πιθανότητι πειρωμένοις αὐτοῦ τὸ
μεγαλεῖον καὶ τὴν θειότητα παραστῆσαι. πῶς γάρ ἐστι τὸ ὑπὲρ λόγον
καὶ φύσιν λόγοις καὶ τέχνῃ τινὶ παραστῆσαι; τίς δὲ καὶ χρεία λόγου καὶ
πειθοῦς, τῶν σημείων καὶ θαυμάτων μεῖζον φωνῆς ἁπάσης κεκραγότων
καὶ πάντα τὸν βουλόμενον ἐπὶ τὴν εὐσέβειαν καὶ τὸ κήρυγμα χειραγω-
γούντων;
1 Kor 1,18
 Δείκνυσι λοιπὸν ὅτι οὐδ' ἐνῆν λόγῳ σοφίας προσαγάγεσθαί τινας
τῷ κηρύγματι, ἀλλὰ μόνῃ τῇ ἄνωθεν συνεργείᾳ καὶ χάριτι. εἰ γὰρ
κεφάλαιόν ἐστι τοῦ κηρύγματος ὁ σταυρός, ὁ δὲ περὶ τοῦ σταυροῦ λόγος
οὐ μόνον οὐ προσάγει, ἀλλὰ καὶ τοῖς ἀπολλυμένοις μωρία

Theophanes Confessor Chronogr., Chronographia (4046: 001)“Theophanis


chronographia, vol. 1”, Ed. de Boor, C.Leipzig: Teubner, 1883, Rep1963.
P. 274, l. 15

  ιδʹ. ηʹ. βʹ. δʹ. ιζʹ. βʹ. Τούτῳ τῷ ἔτει ἐκέλευσεν ὁ βασιλεὺς Πέτρῳ τῷ στρατηγῷ,
ὥστε τὴν τρίτην μοῖραν τῆς ῥόγας διὰ χρυσοῦ τοὺς Ῥωμαίους λαβεῖν,
καὶ τὴν τρίτην δι' ὅπλων, τὴν δὲ ἑτέραν τρίτην δι' ἐσθῆτος παν-
τοίας. οἱ τοίνυν Ῥωμαῖοι τοῦτο ἀκηκοότες πρὸς τυραννίδα ἐτρέ-
ποντο. ὁ δὲ στρατηγὸς φοβηθεὶς τοῖς στρατοπέδοις ἀπελογεῖτο, ὡς
οὐκ ἀληθὲς τοῦτό ἐστιν. καὶ ἐπεδείκνυε τῷ στρατῷ ἕτερα γράμματα
παρακελευόμενα αὐτῷ, ὥστε τοὺς ἀριστεύσαντας καὶ ἐκ τῶν κινδύ-
νων διασωθέντας ἐν ταῖς πόλεσιν ἀναπαύεσθαι καὶ γηροτροφεῖσθαι
ἐκ τῶν δημοσίων, τοὺς δὲ παῖδας τῶν στρατιωτῶν εἰς τοὺς τόπους
τῶν οἰκείων γονέων ἐγγράφεσθαι· καὶ ταύτῃ τῇ πιθανότητι τὸν λαὸν
κατεπράϋνεν, καὶ τὸν καίσαρα ἀνευφήμησαν. ταῦτα δὲ ὁ Πέτρος
τῷ βασιλεῖ κατεμήνυσεν. ἐλθὼν δὲ ἐπὶ Μαρκιανούπολιν ἀποστέλλει
χιλίους προτρέχειν. οὗτοι περιτυχόντες Σκλαυινοῖς ἐπιφερομένοις
Ῥωμαϊκὴν λεηλασίαν πολλὴν τούτους τρέπονται· οἱ δὲ βάρβαροι τὴν
αἰχμαλωσίαν ἀποσφάξαντες ....... καὶ αἰχμαλωσίας πολλῆς κρατή-
σαντες ἐπὶ τὰ Ῥωμαϊκὰ ὑπέστρεψαν.

Cosmas Indicopleustes Geogr., Topographia Christiana (4061: 002)


“Cosmas Indicopleustès. Topographie chrétienne, 3 vols.”, Ed. Wolska–Conus, W.
Paris: Cerf, 1:1968; 2:1970; 3:1973; Sources chrétiennes 141, 159, 197.
Book 1, sec. 23, l. 10

 Εἰ δὲ καὶ τὴν ἑτέραν αὐτῶν δόξαν τις θεάσοιτο, ὥς


φασι τὸν ὑετὸν ἐκ τῆς ὑγρότητος τῆς ἀνιμωμένης ὑπὸ τῆς
θερμότητος ἀποτελεῖσθαι, καὶ παραδείγμασι πείθειν ἐπιχει-
ροῦσιν ὅτι ὥσπερ τὸ βαλανεῖον, φησίν, ἐκ τῆς θερμότητος
ἀνιμᾶται τὸ ὑγρὸν καὶ ἀποστάζει, καὶ ὥσπερ τὸ πῶμα τοῦ
χαλκείου ἐκ τῆς θερμότητος ἀνιμᾶται τὸ ὑγρὸν καὶ ἀποστάζει,
189

καὶ ὥσπερ ἡ σικύα καὶ διὰ τοῦ στυππείου καὶ πυρὸς ἀνιμᾶται
τὸ ὑγρόν, οὕτω καὶ τὸ ὑγρὸν ἀνιμώμενος ὁ ἥλιος ἐν καιρῷ
ἀποστάζει αὐτό – ὅθεν γίνεται ὁ ὑετός – , θαυμάσειε δ' ἄν τις  
αὐτῶν τὴν τοσαύτην σοφίαν τὴν τῇ πιθανότητι ἀπατῶσαν
τοὺς πολλούς.

Cosmas Indicopleustes Geogr., Topographia Christiana Book 4, sec. 20, l. 14

ἢ καὶ ἡμεῖς μέλλομεν εἰσιέναι; Ἢ πῶς ὕδατα δύνανται εἶναι


εἰς σφαῖραν στρεφομένην; Ἢ πῶς ἐν τῇ συντελείᾳ πιπτόν-
των τῶν ἄστρων ἔτι σῴζονται αἱ τοσαῦται ὑμῶν σφαῖραι;
Καὶ τί τὸ χρειῶδες αὐτῶν; Ἆρ' οὐ πρόδηλον ὅτι ἀνέλπιστα
χριστιανικῆς δόξης διαλέγεσθε; Ταῦτα γὰρ εἰ μὴ τοῖς
ἀνελπίστοις Ἕλλησι τοῖς μὴ ἐλπίζουσιν ἑτέραν κρείττονα
κατάστασιν οὐχ ἁρμόζει, οἵτινες ἀκολούθως ἑαυτοῖς τὸν
κόσμον ἀϊδίως ὑποτίθενται, ἵνα σῴζηται αὐτοῖς ἡ τῶν
σφαιρῶν πλουσία πληθύς, ἐν αἷς ἀεὶ οἱ πλάνητες τὸν ἑαυτῶν
δρόμον ἐκτελοῦσιν, ἐν ἄλλῃ δὲ καὶ οἱ ἀπλανεῖς, καὶ ἔχει
πιθανότητα λόγου ἡ παρ' αὐτῶν προφερομένη πλάνη. Ὑμεῖς
δὲ παντελῶς ἀπίθανα διαλέγεσθε, καὶ πλῆθος σφαιρῶν θέλετε,
καὶ συντέλειαν κόσμου θέλετε, τὸ χρειῶδες τούτων οὐ δυνά-
μενοι λέγειν.  
 Ὁμοίως καὶ ὕδατα ἐπάνω σφαιρῶν στρεφομένων
βούλεσθε, ἅπερ καταγέλαστα καὶ πάσης ἀνοίας ἀνάμεστα
βούλεσθαι, καὶ ἐναντία ἑαυτοῖς καὶ τῇ φύσει τῶν πραγμάτων
διαλέγεσθε. Καὶ ἐν ἓξ ἡμέραις θέλετε γεγενῆσθαι τὸ πᾶν καὶ
ποίησιν τρίτου οὐρανοῦ ἐν αὐταῖς μὴ εὑρίσκοντες ὀκτὼ καὶ
ἐννέα τολμᾶτε λέγειν. Πόση παρ' ὑμῖν ἐπιστήμη, πόση παρ'
ὑμῖν σοφία, πόση σύνεσις, πόση ἐναντιότης· «Οὐδεὶς δύναται

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. “Eustathii archiepiscopi Thessalonicensis


commentarii ad Homeri Iliadem pertinentes, vols. 1–4”, Ed. van der Valk, M.Leiden:
Brill, 1:1971; 2:1976; 3:1979; 4:1987.Vol. 1, p. 4, l. 26

τὸν Ὀδυσσέα, τοὺς λοιποὺς ἥρωας, ὡς δοκεῖν τὸν ποιητὴν ἐν ὀνείροις ἡμῖν
ὁμιλεῖν. ἕτεροι δὲ ἀπεναντίας πάντῃ ἐκείνοις ἐλθόντες ἐξέσπασαν τὰ Ὁμηρικὰ
πτερὰ καὶ οὐκ ἀφῆκαν αὐτὸν πτερύσσεσθαι ὅλως μετέωρον, ἀλλὰ τοῦ φαινομένου
γενόμενοι μόνου καὶ κατασπάσαντες τοῦ ἀναγωγικοῦ ὕψους τὸν ποιητὴν οὐδὲν
οὐδ' ὅλως ἀφῆκαν ἀλληγορεῖσθαι παρ' αὐτῷ, ἀλλὰ καὶ τὰς ἱστορίας ἀφῆκαν
οὕτως ἔχειν, καλῶς γε τοῦτο ποιοῦντες, καὶ τοὺς μύθους δὲ ἀπαραποιήτους
εἰς ἀλληγορίαν εἶναι προσέταξαν. ἐν οἷς, ὡς καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς δηλωθήσεται, καὶ
ὁ Ἀρίσταρχος, οὐ πάνυ καλῶς τοῦτο νομοθετήσας. οἱ δὲ ἀκριβέστεροι, ὥσπερ
τὰς ἱστορίας ἐφ' ἑαυτῶν μένειν ἀφῆκαν, οὕτω καὶ τοὺς μύθους τὰ πρῶτα μὲν
τίθενται οὕτως ἔχειν ὡς λέγονται, καὶ ἐπισκέπτονται τὴν πλάσιν αὐτῶν καὶ τὴν
ἐν αὐτῇ πιθανότητα, δι' ἧς ἐν μύθοις ἀλήθειά τις εἰκονίζεται. εἶτα διὰ τὸ ἐν
αὐτοῖς φύσει ψευδὲς ἀφέντες τὸ σωματικὸν εἰκόνισμα ἀνατρέχουσιν εἰς τὴν ἐξ
190

ἀλληγορίας θεραπείαν τοῦ μύθου ἢ φυσικῶς ἐξετάζοντες, ὡς ἄλλοι δηλοῦσι


πλατύτερον, ἢ κατὰ ἦθος· πολλαχοῦ δὲ καὶ ἱστορικῶς. οὐκ ὀλίγοι γὰρ μῦθοι καὶ
πρὸς ἱστορίαν ἐκθεραπεύονται, ὡς ἀληθῶς μὲν γενομένου τοῦδέ τινος πράγματος
ἐν τῷ καθ' ἡμᾶς βίῳ, τοῦ δὲ μύθου τὸ ἀληθὲς ἐκβιαζομένου πρὸς τὸ τερατω-
δέστερον. ταύτης τῆς ὁδοῦ ἐχομένη καὶ ἡ παροῦσα πραγματεία οὐδὲ τοὺς μύθους
ἀνεπισκέπτους εἰς τὸ πᾶν ἀφήσει, ἀλλὰ περιεργάσεταί που αὐτοὺς ἀκολούθως
τοῖς παλαιοῖς. οὐ χρὴ δὲ ἀναπεσεῖν οὐδὲ νῦν τὸν ἀκούσαντα τοῖς παλαιοῖς ἡμᾶς  
καὶ ἐν τούτοις ἀκολουθεῖν, ὡς δυνατὸν ὂν καὶ αὐτὸν ἐκεῖθεν τὰ τοιαῦτα ἐρανίσα-
σθαι. πρῶτον μὲν γάρ, καθάπερ τοῖς μαγειρεύουσι χάρις, οὐχ' ὅτι τὰ μὴ ὄντα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα.


Vol. 1, p. 66, l. 26

παλαιοὶ πορίζεσθαι τὰ εἰς τὸ ζῆν. διὸ καὶ ἀστείως ὁ σκοτεινὸς Ἡράκλειτος


ἔφη, ὡς ἄρα τοῦ βιοῦ ἤτοι τοῦ τόξου τὸ μὲν ὄνομα βιός, τὸ δὲ ἔργον θάνατος.
παρωνόμασται μὲν γὰρ ἐκ τοῦ βίου, ὡς τοῦ ζῆν αἴτιος, θανατοῖ δὲ τοὺς βληθέντας
καὶ στερίσκει τοῦ ζῆν. [Ἰστέον δὲ ὅτι ἐνταῦθα τὸ «δεινὴ δὲ κλαγγὴ γένετ'
ἀργυρέοιο βιοῖο» ἀνόμοιόν ἐστι πρὸς τὸ «νευρὴ καλὸν ἄεισε χελιδόνι ἰκέλη
ἄντην». ἐκεῖ γὰρ ἱλαρὰ ἡ κλαγγή. τὸ δέ «ἀργυρέοιο βιοῖο» συντελεῖ εἰς τὸ Φοῖ-
βον εἶναι τὸν ὡσανεὶ φαόβιον. πάντως γὰρ τοιοῦτος ὁ ἀργυρόβιος ἤτοι λαμπρό-
τοξος.] (48) Ὅτι τὸ ἀπάνευθε τῶν νεῶν καθεσθῆναι τὸν Ἀπόλλωνα καὶ
ἐγχειρῆσαι τῇ τοξείᾳ καὶ πρῶτα μὲν οὐρῆας καὶ κύνας βαλεῖν, εἶτα δὲ καὶ τοῖς
Δαναοῖς βέλος ἐχεπευκὲς ἐπαφεῖναι, κατὰ μὲν τὴν πιθανότητα τοῦ μυθικοῦ
πλάσματος ἔργον τοξότου δηλοῖ, ὡς μὴ δυναμένου τὸ οἰκεῖον ἀνύειν, εἰ μὴ
ἀπάνευθε γενόμενος ἀφήσει βέλη. οὐ γὰρ ἀγχέμαχος ὁ τοξότης, ἀλλὰ διαστή-
ματος μακροτέρου δέεται τοπικοῦ. ἡ μέντοι ἀλληγορία τοιαῦτά τινα ἐπὶ
τούτοις βούλεται λέγουσα, ὅτι τοῦ περὶ Ἕλληνας λοιμοῦ ἡ μὲν ἱστορία φυσικὸν
αἴτιον ὑλικὸν δίδωσι, τήν, ὡς εἰκός, φθοροποιὸν μεταβολὴν τοῦ περιέχοντος
ἐξ ἀναθυμιωμένων σηπεδόνων, ἃς ὁ περὶ τὴν Ἴδην τόπος ἀνεδίδου ὑπὸ ἀνάγοντι  
τῷ Ἀπόλλωνι τουτέστι τῷ ἡλίῳ οὐ μόνον πολυπῖδαξ ὤν, ἀλλὰ καὶ πολυπόταμος
κατὰ τὴν παλαιὰν ἱστορίαν τήν τε ἄλλην καὶ τὴν Ὁμηρικήν. ὃς δὴ λοιμὸς ἀπά-
νευθε νεῶν ἐκ τῶν ἐνδοτέρω πεδιάδων ἀρξάμενος πρῶτα μὲν πάσης νομαδιαίας
ἐκεῖ ἀγέλης ἥψατο διὰ τὸ ἐγγυτέρω εἶναι τοῦ πρωτοπαθοῦς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 93, l. 19

Πυρὶ δὲ λάμποντι τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰκάζει τοῦ θυμουμένου διὰ τὸ ὑπέρυθρον καὶ
ὡσανεὶ πυρωπὸν καὶ πυροειδές, ὃ γίνεται διὰ λεπτοῦ αἵματος ἀνάδοσιν ἐν τῇ τοῦ
θυμοῦ ζέσει, οὗ αἵματος ἀναδιδομένου διὰ λεπτῶν φλεβίων φλογωπὸς τρόπον
τινὰ ὁ θυμούμενος διαδείκνυται. Ἰστέον δὲ ὅτι νῦν μὲν οὐκ εἶπε καιομένῳ πυρὶ
τοὺς τοιούτους ἐοικέναι ὀφθαλμούς, ἀλλὰ μόνον λάμποντι διὰ χρόας ἔμφασιν·
ἀλλαχοῦ δὲ τοὺς Ἕκτορος ὀφθαλμοὺς πυρί φησι δαίεσθαι ἤγουν καίεσθαι διὰ
τὸ μάχιμον ἢ βαρβαρικὸν τοῦ θυμοῦ. ἐρεῖ δέ που καὶ περὶ συὸς τὸ αὐτὸ ἐν τῷ
»πῦρ ὀφθαλμοῖς δεδορκώς». τὸ δὲ πίμπλαντο τὸ πολὺ δηλοῖ τοῦ θυμοῦ. οὐ γὰρ
ἁπλῶς ἔχει μένος, ἀλλὰ πίμπλαται μένεος ἐκ μεταφορᾶς τῶν ὑδροδόχων
ἀγγείων, ἃ πίμπλαται ὑγροῦ. [Ἰστέον δὲ ὅτι τε τὸ «μέγα» ἐν τοῖς ῥηθεῖσιν
ἐπιρρηματικῶς κεῖται, ὁποῖα πολλὰ καὶ ἄλλα εἰσί, καὶ ὅτι πρὸς πιθανότητα κεῖ-
191

ται τοῦ λάμπεσθαι πυρὶ ὀφθαλμούς. οὐ γὰρ ἁπλῶς αὐτοὶ πρὸς λαμπηδόνα
πυρὸς χρῴζονται, ἀλλ' ὅτε τινὶ μέγας ὁ θυμός. τοῦ δέ «πίμπλαντο» τὸ θέμα
πλῆμι ἐκ τοῦ πλῶ καὶ ἀναδιπλασιασμῷ καὶ πλεονασμῷ τοῦ νῦ δι' ὄγκον
φωνῆς πίμπλημι. οὕτω δὲ καὶ πρῶ, πιπρῶ, πίμπρημι τὸ καίω.] (104) Ὅτι
τὸ ὄσσε δυϊκόν – δηλοῖ δὲ τοὺς ὀφθαλμούς – γίνεται μὲν ἀπὸ τοῦ ὄσσω τὸ
βλέπω, ἐξ οὗ καὶ τὸ «κακοσσόμενος» ἀντὶ τοῦ κακῶς περιβλεπόμενος. κλίνεται
δὲ κατὰ μέν τινας ἀπὸ τοῦ ὄσσος οὐδετέρου ὀνόματος, ὡς βέλος, οὗ δοτικὴ
ἑνικὴ εὕρηται ἐν χρήσει τῷ ὄσσει ὡς τῷ βέλει, καὶ ἀκολούθως εὐθεῖα δυϊκῶν
ὄσσεε καὶ κατὰ ἀποκοπὴν ἢ συγκοπὴν ὄσσε. ἕτεροι δέ φασιν οὕτως· ἀπὸ τοῦ
ὄσσος ἀρσενικοῦ, ὡς πλόος, εὐθεῖα δυϊκῶν ὄσσω, ὡς πλόω

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 96, l. 14

σύνδεσμον διὰ συνέπειαν πάντως ἀφυπνίζει τὴν αὐτοῦ κοιμωμένην ὀξυτόνησιν


ἐν τῷ «οὐ πώ ποτέ μοι», ὃ ταὐτόν ἐστι τῷ «οὔπω ποτέ», ὡς καὶ ἀλλαχοῦ
φανεῖται. οὕτω δὲ καὶ ἐν τῷ «θεός που σοι τό γ' ἔδωκεν», εἰ τονωθείη τό που,
ὀξύνοιτο ἂν εὐλόγως.] τὸ δέ «ἐτέλεσσας» ἀφορμή ἐστι τῆς τῶν ἀποτελεσματι-
κῶν κλήσεως. ὅτι δὲ ἀγαθὰ νῦν ὁ Κάλχας λαλεῖ, δῆλον αὐτόθεν· ἀλλὰ καὶ ὅτι
ἀγαθὸς ἦν ἀποτελεῖν, δῆλον καὶ αὐτό, εἴγε ταῖς ναυσὶν εἰς τὴν Τροίαν αὐτὸς
καθηγήσατο. σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι οὐ μάτην ὁ Κάλχας ἐδεδίει τὸν βασιλέα.
ἰδοὺ γὰρ πολὺς αὐτῷ ἐπίκειται μαντευσαμένῳ τὸ ἀληθές. οὕτως ἀφόρητον
ἐξουσία ἐγκοπτομένη τῆς ἐπιθυμίας. εἰ δὲ πρὸς Κάλχαντα τοιοῦτος ὁ βασιλεύς,
οἷος ἔσται τῷ Ἀχιλλεῖ τῷ καὶ κινήσαντι τὸν Κάλχαντα καί τι καὶ ὑβρίσαντι,
ὡς προείρηται; καὶ ὅρα τὴν ἐν τοῖς πλάσμασιν Ὁμηρικὴν πιθανότητα. μεγάλα
γὰρ λυπηθεὶς ἐπὶ τῷ Ἀχιλλεῖ ὁ βασιλεὺς μέγα τι καὶ ἀντιδράσει, ὡς εἰκός,
κακὸν καὶ στερηθεὶς τῆς ἑαυτοῦ Χρυσηΐδος εἰκότως τὴν ἐκείνου ἀφαιρήσεται
θυμομαχῶν. (106) Τὸ δέ «κρήγυον», εἰ μὲν ἀντὶ ἐσθλοῦ ληφθήσεται, ἀκολούθως
κεῖται μετὰ τῶν κακῶν. ἐναντία γὰρ ἐσθλὸν καὶ κακόν· καί εἰσιν ἐνταῦθα
δύο χωρία ταὐτοδύναμα κατὰ ἄρσιν καὶ θέσιν, οἷον «ἀεὶ μάντις εἶ τῶν κακῶν»
καὶ «οὐ πώ ποτέ μοι τὸ κρήγυον» ἤτοι ἀγαθόν «εἶπας». καὶ πάλιν εὐθύς «αἰεὶ
κακὰ φιλεῖς μαντεύεσθαι, ἐσθλὸν δὲ οὔ πω εἶπας ἢ ἐτέλεσας». εἰ δέ, ὡς τοῖς
πλείοισι δοκεῖ, κρήγυον ληφθείη τὸ ἡδὺ καί, ὡς ἡ ἐτυμολογία λέγει, τὸ ἡδῦνον
τὸ κῆρ ἤγουν τὴν ψυχήν, κεῖται καὶ οὕτω τὸ ἀντιζυγοῦν πρὸς τὰ κακὰ ἤγουν
τὸ ἐσθλόν, ἵνα ὦσιν ἄλλως αἱ δύο συζυγίαι, λυπηρὸν καὶ ἡδὺ καὶ ἀγαθὸν καὶ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 143, l. 1

τοῦτό ἐστιν ἀνδράσιν ἶφι μάχεσθαι, τὸ δὲ λόχονδε ἰέναι ταὐτόν ἐστι τῷ ὁδὸν
ἐλθεῖν. (230) Ὅρα δὲ καὶ ὅτι ἐν τῷ «δῶρα ἀποαιρεῖσθαι» δῶρα ὁ ποιητὴς
λέγει οὐ τὰ κυρίως, ἀλλὰ ἁπλῶς τὰ κατὰ λάχος προσόντα τοῖς Ἕλλησι. καὶ
ἔοικε σκωπτικῶς τοῦτο ῥηθῆναι παρ' ὑπόνοιαν. δέον γὰρ ἢ τὸν βασιλέα δῶρα
διδόναι, ὁ δὲ δῶρα ἀφαιρεῖται· ἢ καὶ ἄλλως δῶρα τὰ γέρα. τὸ γὰρ γέρας
δῶρον πάντως τοῖς ἀριστεῦσιν οὐ κλήρῳ λαγχάνον, ἀλλὰ πρὸς χάριν διδόμενον.
ὁ γοῦν τὸ ἀλλότριον ἀφαιρούμενος γέρας δῶρον ἀφαιρεῖται, ὃ δὴ ἐπὶ τῆς
Βρισηΐδος ἠπείληται καὶ γεγένηται εἰς Ἀχιλλέα. εἰ δὲ μὴ εὕρηται καὶ ἕτερος
τοῦτο πεπονθώς, ἀλλὰ τυχὸν μὲν κατὰ τὸ σιωπώμενον γεγόνασι καὶ ἐπ' ἄλλοις
τὰ ὅμοια· τέως γε μὴν παρὰ τῷ ποιητῇ καὶ ἐκ μιᾶς πείρας καθολικόν τι πολ-  
192

λάκις συνάγεται κατὰ πιθανότητα. Ἀλέξανδρος οὖν διὰ μίαν γυναῖκα τὴν
Ἑλένην, ἧς αὐτὸς πεπείραται, καλλιγύναικα τὴν Ἑλλάδα καλεῖ. καὶ Μενέλαος
δὲ τοὺς Πριαμίδας ὑπερφιάλους καὶ ἀπίστους λέγει ἑνὸς τοιούτου πεπειραμένος
τοῦ Πάριδος. καὶ Ὀδυσσέα δὲ ὁ ποιητὴς διὰ μιᾶς πόλεως ἅλωσιν πτολίπορθον
πολλαχοῦ λέγει ἅπαξ που τὸν ὄντως πολιορκητὴν Ἀχιλλέα τοιούτου καταξιώσας
ὀνόματος. [Ἐνθυμητέον δὲ ὡς ἔχουσί τι συγγενὲς οἵ τε παρ' Ἡσιόδῳ δωροφάγοι
βασιλεῖς καὶ ὃς δὲ καθ' Ὅμηρον δῶρ' ἀποαιρεῖται, καὶ ὅτι ἡ σύνθεσις τοῦ
ἀποαιρεῖται ὁμοία τῇ τοῦ «ἀποαίρεο κούρην».] (231) Ὅτι Ἀχιλλεὺς οὐκ ἂν
ὡς εἰς μόνον ἑαυτὸν ἀδίκου πειραθεὶς τοῦ βασιλέως οἷα δαπανήσαντός τι τῶν
αὐτοῦ, δημοβόρον αὐτὸν καλεῖ. οὐ γὰρ ἂν εὖ τοῦτο λέγοι, μὴ καὶ θυμῷ φερό-
μενος λάθοι ἂν σκῶμμα καθ' ἑαυτοῦ συντιθείς. εἰ γὰρ δι' αὐτὸν δημοβόρος

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 242, l. 20

οὗ μετοχὴ ταγὼν καὶ Ἰαστὶ τεταγών. [Οἱ δὲ τεχνικοὶ ἐθάρρησαν εἰπεῖν καὶ
ὡς ἐκ τοῦ τῶ τὸ λαμβάνω γίνεται τάζω κατὰ παραγωγήν, ὡς φρῶ φράζω, ῥῶ
ῥάζω τὸ ῥαίνω, καὶ ἐξ αὐτοῦ τὸ τεταγών κατὰ τὴν ῥηθεῖσαν ἐπιβολήν, ἵνα ᾖ
ποδὸς τεταγὼν ἤγουν λαβὼν ἔρριψεν. ἐκ δὲ τοῦ ῥηθέντος τῶ καὶ τὸ τῆ, ὅ ἐστι
λάβε, γίνεται κατὰ τὸ ζῆ προστακτικὸν τὸ καὶ παρὰ Σοφοκλεῖ.] (592 – 4)
Ὅτι φησὶν ὁ μυθικὸς Ἥφαιστος καὶ ταῦτα· «πᾶν δ' ἦμαρ» ἤ «πανδῆμαρ
φερόμην», ὅτε δηλαδὴ ὁ Ζεὺς αὐτὸν ἄνωθεν ἔρριψεν, «ἅμα δ' ἠελίῳ καταδύντι
κάππεσον ἐν Λήμνῳ· ὀλίγος δέ μοι θυμὸς ἐνῆεν». καὶ ὅρα ὅτι τὸ φέρεσθαι μὲν
λέγεται παρὰ τῷ ποιητῇ ἐπὶ κινήσεως, ἡ δὲ φορὰ οὐχ' εὕρηται παρ' αὐτῷ.
λέγει δὲ καὶ ὅτι ἐνταῦθά με πεσόντα Σίντιες ἄνδρες κομίσαντο. ταῦτα δὲ
μύθου τε πιθανότητα ἔχουσιν ἀσφαλῆ ἐν τῷ πλάσματι, ὡς ἐξ ἀφορμῆς τινος
ἱστορικῆς, καί που καὶ ἀλληγορικῶς θεραπεύονται. μυθικῶς μὲν γὰρ ἀκόλουθον
ἦν τῇ ἄνωθεν ῥίψει τοῦ Ἡφαίστου τὸ καὶ εἰς γῆν που εἰπεῖν κατενεχθῆναι
αὐτὸν καὶ περισωθῆναι ὑπό τινων περί τινα καιρόν. καὶ τοίνυν ἦν ἡ μὲν γῆ Λῆ-
μνος, οἱ δὲ ἄνδρες Σίντιες, ὁ δὲ καιρὸς ἠέλιος καταδὺς ἤγουν ἑσπέρα, ὅθεν καὶ
ἱερὰ ἡ Λῆμνος ἐνομίσθη Ἡφαίστου καὶ ἱκανῶς ἐτιμᾶτο ἐκεῖ καὶ πόλις Ἡφαιστία
ἦν αὐτόθι. καὶ ὁ μὲν μῦθος οὕτω πιθανῶς πέπλασται, ἡ δὲ ἀλληγορία κατὰ τὸ
δυνατὸν συμβιβαζομένη τοιαῦτά τινα νοεῖ. ὁ ῥιπτόμενος μὲν Ἥφαιστος
οὐρανόθεν εἴη ἂν ἡ τῶν ἄνωθεν κατασκηπτόντων εἰς γῆν πυρωδῶν κατένεξις,  
ᾧτινι Ἡφαίστῳ καὶ ὀλίγος θυμὸς ἔνεστι, διότι τὰ τοιαῦτα ἐπ' ὀλίγον ἐξαρκεῖ.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 243, l. 5

αὐτὸν καὶ περισωθῆναι ὑπό τινων περί τινα καιρόν. καὶ τοίνυν ἦν ἡ μὲν γῆ Λῆ-
μνος, οἱ δὲ ἄνδρες Σίντιες, ὁ δὲ καιρὸς ἠέλιος καταδὺς ἤγουν ἑσπέρα, ὅθεν καὶ
ἱερὰ ἡ Λῆμνος ἐνομίσθη Ἡφαίστου καὶ ἱκανῶς ἐτιμᾶτο ἐκεῖ καὶ πόλις Ἡφαιστία
ἦν αὐτόθι. καὶ ὁ μὲν μῦθος οὕτω πιθανῶς πέπλασται, ἡ δὲ ἀλληγορία κατὰ τὸ
δυνατὸν συμβιβαζομένη τοιαῦτά τινα νοεῖ. ὁ ῥιπτόμενος μὲν Ἥφαιστος
οὐρανόθεν εἴη ἂν ἡ τῶν ἄνωθεν κατασκηπτόντων εἰς γῆν πυρωδῶν κατένεξις,  
ᾧτινι Ἡφαίστῳ καὶ ὀλίγος θυμὸς ἔνεστι, διότι τὰ τοιαῦτα ἐπ' ὀλίγον ἐξαρκεῖ.
τὰ μὲν γὰρ πολλὰ ἐν τῷ μέσῳ σβέννυνται, ὅσα δὲ καὶ μέχρι γῆς ἐνεχθῶσι, ταχὺ
ἀφανίζονται καὶ αὐτά, εἰ μή τινος ὕλης δραξάμενα βραχύ τι παραμείνωσι. καὶ
τοιαύτη μὲν ὁλικώτερον ἡ περὶ τοῦ τοιούτου Ἡφαίστου ἀλληγορία. Τὸ δὲ ἐν
Λήμνῳ κατενεχθῆναι αὐτὸν τῇ μυθικῇ συμβάλλεται πιθανότητι ὡς ἀπὸ
193

ἱστορίας, οὐχ' ὡς τῶν ἀερίων ἐκπυρωμάτων ἐν Λήμνῳ καταπιπτόντων, ἀλλ'


ὅτι πῦρ καὶ ἐκεῖ γῆθεν ἀνεδίδοτό ποτε αὐτόματον. διόπερ [ἀποκληρωτικῶς]
ἔδοξε τῷ μύθῳ αὐτόθι καταρρῖψαι τὸν Ἥφαιστον ὡς εἰς τόπον τινὰ συγγενῆ.
προσφυὴς γὰρ πάντως τῷ πυρὶ Ἡφαίστῳ τόπος πῦρ τε ἀναβλύζων καὶ ἄλλα
σημεῖα ἔχων θερμότητος, οἷον τὴν τῶν ἐκεῖ θερμῶν ὑδάτων ἀνάδοσιν, τὸ ψιλὸν
τῆς γῆς, τὴν πενίαν τῆς πιότητος. διὸ οὐδὲ λασία ἐστὶν ἡ νῆσος ὕλαις ὀρειναῖς.
οὕτω καὶ τὸν Τυφῶνα ὁ μῦθος πνεῦμα μὲν ὄντα θερμὸν καὶ ἀπὸ τοῦ τύφω τὸ
καίω παρονομαζόμενον, δαίμονα δὲ ὅμως λεγόμενον ἀντίπαλον τῷ Διΐ, ὁ μῦθος
εἰς τόπον ἄγει προσφυῆ. ἀπάγει γὰρ αὐτὸν εἰς τὴν Σικελίαν καὶ ἐκεῖ καταθεὶς
αὐτὸν ἐπικεῖσθαι μὲν τῷ Τυφῶνι τὴν Αἴτνην τὸ ὄρος λέγει, τὸν δὲ Τυφῶνα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 270, l. 2

«τυχὸν ἂν ἔδοξε ψεύδεσθαι, ἐπεὶ δὲ ὁ βασιλεὺς ἰδεῖν φησιν», ὁ ἐν τῷ στρατῷ


μέγα ἄριστος, «ἴδεν ἄρα». οὔκουν λέγει ὅτι ἀληθὴς ὁ ὄνειρος, ἀλλ' ὅτι ἀληθῶς
ἴδεν αὐτὸν ὁ βασιλεύς. ὅρα δὲ ὅτι καὶ τὸν σοφώτατον Νέστορα ἡ λοξότης τοῦ
ὀνείρου ἔλαθε καὶ τοὺς ἄλλους δὲ πάντας διὰ τὸ πεπρωμένον, ὡς ἂν εἴποι τις.
ἔνθα καὶ ἔστιν εἰπεῖν, ὡς ἐὰν ὁ Ἀγαμέμνων, ὡς προεγράφη, νήπιος παρὰ
τῷ ποιητῇ, ὡς μὴ ἐπιστήσας τῷ τοῦ ὀνείρου σκοπῷ, διὰ τί μὴ καὶ οἱ ἄλλοι
νήπιοι οἱ συναγνοήσαντες μηδὲ βασανίσαντες; καὶ τάχα λύει τὸ τοιοῦτον ἄπορον
ἡ τοῦ Ζηνοδότου γραφή· ἐκεῖνος γάρ, ὡς πρὸ ὀλίγου ἐρρέθη, οὐ γράφει τὸν
βασιλέα ἐξηγησάμενον τὸν ὄνειρον, ὡς ἐκ τοῦ Διὸς ἐμηνύθη, ἀλλὰ συνέτεμε  
τὴν φράσιν. διὸ οἱ βουλευταὶ ὡς μὴ ἀκούσαντες οὐδὲ ἐνόησαν· ὅθεν οὐδὲ νήπιοί
εἰσιν. ἀλλὰ τοῦτο μὲν οὐκ ἔξω πιθανότητος· χαριέστερον δέ ἐστιν εἰπεῖν ὅτι
φαίνεται διὰ τοῦ Ὀδυσσέως μὴ νοηθῆναι καὶ ὑπὸ τῶν γερόντων τὸν ὄνειρον
ὁμοίως τῷ βασιλεῖ περὶ τοῦ αὐθημερὸν τελεσθῆναι τὸ πᾶν, ὡς δηλώσει ἐν
τοῖς ἑξῆς αὐτὸς ἐκεῖνος ἐν τῷ λέγειν ἀορίστως· «μείνατ' ἐπὶ χρόνον» καὶ
»νῦν δὴ πάντα τελεῖται». οὔκουν νήπιος οὔτ' αὐτὸς οὔθ' οἱ κατ' αὐτόν, ὡς
εἰκός. Ὅρα δὲ καὶ ὅπως φιλοβασιλεὺς ὁ Νέστωρ μέγα ἄριστον αὐτὸν λέγων.
καὶ εἶπε μέν τι τοιοῦτον καὶ ὁ Ἀχιλλεύς, ὅτε πολλὸν ἄριστον αὐτὸν ἐν τῷ
στρατῷ εἶπεν εἶναι· ἀλλ' ἐκεῖνο ἀπ' ἐναντίας τε ἦν διαθέσεως καὶ οὐκ ἐνδιάθετον
[καὶ οὐδ' εἰς ταὐτὸν ἥκει τῷ τοῦ Νέστορος. οὐ γὰρ οὕτω πάνυ σεμνὸν ἀορίστως
λεχθὲν τὸ πολλὸν ἄριστος, ὡς τὸ μέγα ἄριστος]. (81) Τὸ δὲ φαῖμεν ἀπὸ
τοῦ φαίημεν συνεκόπη, ἐξ οὗ φαῖεν τὸ τρίτον. ὅμοια δὲ τούτῳ καὶ τὸ δοῖμεν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 312, l. 7

ῥ' ἔπεα φρεσὶν [ᾗσιν», ὅ ἐστιν ἰδίαις,] «ἄκοσμά τε πολλά τε ᾔδη μάψ, ἀτὰρ οὐ
κατὰ κόσμον, ἐριζέμεναι βασιλεῦσιν, ἀλλ' ὅ τί οἱ εἴσαιτο, γελοίϊον Ἀργείοισιν
ἔμμεναι. αἴσχιστος δὲ ἀνὴρ ὑπὸ Ἴλιον ἦλθε· φολκὸς ἔην, χωλὸς δ' ἕτερον πόδα,
τὼ δέ οἱ ὤμω κυρτὼ ἐπὶ στῆθος συνοχωκότε· αὐτὰρ ὕπερθε φοξὸς ἔην κεφαλήν,  
ψεδνὴ δ' ἐπενήνοθε λάχνη». Λέγει δὲ καὶ ὅτι ἔχθιστος ἦν μάλιστα τῷ Ἀχιλλεῖ
καὶ τῷ Ὀδυσσεῖ. «αὐτοὺς γὰρ μάλιστα ἐνείκει». κατὰ γὰρ τὴν παροιμίαν
»ζητεῖ τοι συνετὸς συνετὸν φίλον, ἄφρονα δὲ ἄφρων». τοῦτο δὲ δεῖγμα τοῦ χείρι-
στον αὐτὸν εἶναι· ὁ γὰρ τοῖς ἀρίστοις ἔχθιστος χείριστος. ὅρα γὰρ ὅτι οὐκ
εἶπεν ἐχθρός, ἀλλὰ ἔχθιστος, καὶ οὐδὲ ἁπλῶς ἔχθιστος, ἀλλὰ μάλιστα ἔχθιστος,
ὅπερ ἐστὶν ἐπίτασις ἐπιτάσεως εἰς ἔνδειξιν ὑπερβολῆς. Ἐνταῦθα δὲ καὶ πιθανό-
194

τητα προκαταβάλλεται ὁ ποιητὴς τῆς ἀεικοῦς πληγῆς, ἣν ὁ Θερσίτης πείσεται.


εἰ γὰρ ἔχθιστός ἐστι τῷ Ὀδυσσεῖ, πιθανῶς καὶ πληγήσεται ὑπ' αὐτοῦ καὶ τὸ
ἴδιον μῖσος ἐπανορθώσεται τὴν εἰς τὸ κοινὸν ἁμαρτίαν τοῦ Θερσίτου κατὰ τὸν
εἰπόντα, ὅτι πολλὰ τῶν κοινῶν αἱ ἴδιαι ἔχθραι ἐπανορθοῦνται. (212 s.)
Ἀμετροεπὴς δέ ἐστιν ὁ ἀπεραντολόγος κατὰ τοὺς παλαιοὺς καὶ μὴ μέτρον
εἰδὼς λόγου. διὸ καὶ ἄκοσμά φησιν αὐτὸν εἰδέναι καὶ πολλά· πολλὰ μὲν ὡς
πολύλογον, εἴγε πάντων σιγώντων αὐτὸς λαλεῖ· ἄκοσμα δέ, διότι μάτην καὶ οὐ
κατὰ κόσμον ἤριζε τοῖς βασιλεῦσι. πῶς γὰρ οὐ μάτην λαλεῖ, ὃς μήτε ὑπὲρ
ἑαυτοῦ λέγει μήτε ὑπὲρ φίλου, ἀλλὰ διὰ φθόνον τὸν πρὸς τοὺς κρείττονας
ἀνασείει τὸν λαόν; Τινὲς δὲ ἀμετροεπῆ λέγουσι τὸν ἐν τῷ λέγειν ἄτακτον·

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 492, l. 26


ἐστιν, ὃς καὶ πέρσας λέγεται ἄστεα πολλά. [Τὸ δέ «διοτρεφέων αἰζηῶν»
ταὐτόν ἐστι τῷ βασιλικῶν ἀνδρῶν, οἷς δηλαδὴ πόλεις ἀνάκεινται.] (661)
Εὔπηκτον δὲ μέγαρον τὸ εὐπαγὲς λέγει καὶ στερεόν. οὕτω δὲ καὶ τὸ πηκτὸν
νοεῖται ἄροτρον καὶ τὸ νῆας ἔπηξεν, ἀντὶ τοῦ συνεστήσατο στερεῶς, ὅπερ παράγει
καὶ τὸν ναυπηγὸν καὶ τὴν Ναύπακτον δέ, ὡς ἐν ἄλλοις εἴρηται. (662) Τὸ
δὲ κατέκτα συστέλλει τὴν λήγουσαν κατὰ τοὺς παλαιούς, ὡς μὴ ὂν δευτέρας
συζυγίας, ἀλλὰ ἀποκοπὲν ἐκ τοῦ ἔκτανε. (663) Τὸ δέ «ἤδη γηράσκοντα»
ἢ ἁπλῶς οὕτω παρέρριψεν ἤ, ἵνα σεμνύνῃ τὸν Λικύμνιον. οὐκ ἂν γὰρ τάχα ὁ
Τληπόλεμος Λικύμνιον τὸν τοῦ Ἄρεος ὄζον οὕτω ῥᾳδίως ἀνεῖλεν, εἰ μὴ
ἐγήρασκε. (664) Τὸ δὲ ταχὺ νῆας πῆξαι τὸ τάχος ἐνδείκνυται τοῦ φυγεῖν
σπεύδοντος. Τὸ δέ «πολὺν λαὸν ἀγείρας» εἰς πιθανότητα κεῖται τοῦ ἁλῶναι τὴν
Ῥόδον οὕτω ῥᾳδίως καὶ οἰκηθῆναι ὑπὸ τῶν περὶ τὸν Τληπόλεμον. (665)
Τὸ δὲ ἠπείλησαν λέγεται μέν ποτε καὶ παθητικῶς, δηλοῖ δέ, ὡς οἱ παλαιοί φασι,
πολιτικὴν ἡμερότητα. Ἑλληνικὸν γάρ, φασί, τὸ μὴ φόνῳ φόνον λύειν, φυγα-
δεύειν δὲ τὸν ἅπαντα χρόνον, ὥστε Σόλων, φασίν, ἐντεῦθεν λαβὼν ὥρισε τοῦτο.
(666) Τὸ δέ «υἱοὶ καὶ υἱωνοὶ Ἡρακλέος» τὴν τῶν Ἡρακλειδῶν δηλοῖ  
πολυπλήθειαν. πολλοὶ γὰρ ἀληθῶς εἶναι ἱστόρηνται. (667) Τὸ δέ «ἄλγεα
πάσχων», ὡς παρακολούθημα εἴρηκε τῶν πλανωμένων. εἰ γὰρ καὶ ἔπηλυς
ἐλθὼν εἰς Ῥόδον ὁ Τληπόλεμος ἐκράτησεν, ἀλλὰ πολλὰ φθάσας ἔπαθεν ἀλγεινά,
ὥστε εἴη ἂν καὶ ἡ ἄλη, ὅ ἐστιν ἡ πλάνη, ἄλγη τις ἐλλείψει τοῦ γ. (668 – 70)
Τὸ δέ «τριχθὰ ᾠκήθησαν» καὶ τὸ «καταφυλαδόν» τί δηλοῦσι, προγέγραπται.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 543, l. 23

εὔλογον δὲ μᾶλλον ἀπὸ πυρὸς γηγενοῦς. ἐνταῦθα τὰ περὶ Τυφῶνος μυθολογεῖται


καὶ Ἄριμος δέ τις αὐτόθι λέγεται βασιλεῦσαι. καλοῦ δὲ ὄντος τοῦ ἐκεῖσε οἴνου
ἀστεϊζόμενοί τινες πυριγενῆ καλοῦσι τὸν Διόνυσον ὡς ἀπὸ χώρας, ἥτις αὐτὸ
τοῦτο Κατακεκαυμένη καλεῖται. Λέγει δὲ καί, ὅτι οἱ περί που τὸν Τμῶλον
τόποι κεραυνόβολοι καὶ δρυμώδεις καὶ ὅτι ἐνταῦθα οἱ Ἄριμοι. οἱ δὲ ταῦτα,
φησί, λέγοντες ἐπεισφέρουσιν εἰς τὸ «Τυφωέως εἶναι εὐνάς» καὶ τοῦτο τὸ ἔπος·
»χώρῳ ἐνὶ δρυόεντι, Ὕδης ἐν πίονι δήμῳ» (περὶ ἧς Ὕδης ἐν τοῖς ἑξῆς ῥηθήσεται)
ἐνταῦθα εἶναι τοὺς ῥηθέντας Ἀρίμους δοξάσαντες διὰ τὸ δρυμώδη, φασί, τὸν
τόπον εἶναι καὶ κεραυνόβολον. Ἄλλοι δέ, φησίν, ἐν Κιλικίᾳ τὸν περὶ Τυφωέως
πλάττουσι μῦθον, οἱ δὲ ἐν Συρίᾳ, οἱ δὲ ἐν ταῖς Πιθηκούσαις νήσοις, οἳ καὶ τοὺς
πιθήκους φασὶ παρὰ Τυρρηνοῖς ἀρίμους καλεῖσθαι. πιθανότεροι δὲ οἱ ἐν τῇ
Κατακεκαυμένῃ τῆς Μυσίας τοὺς Ἀρίμους τιθέντες. οἱ δὲ τοὺς Σύρους Ἀρί-
195

μους δέχονται, οὓς νῦν, φησίν, Ἀράμους λέγουσιν, ἄλλοι τοὺς Ἀρίμους παρ'
αὐτό φασι τὸ Κωρύκιον ἄντρον, ἀφ' ὧν τὰ ἐγγὺς ὄρη Ἄριμα ἐκαλοῦντο.
ἀλλαχοῦ δέ φησιν, ὅτι ὁ περὶ Ἀντιόχειαν ποταμὸς Ὀρόντης Τυφῶν ἐκαλεῖτό
ποτε. μυθεύουσι δὲ ἐνταῦθα τὰ περὶ τὴν κεραύνωσιν Τυφῶνος καὶ τοὺς Ἀρίμους
καί φασι τὸν Τυφῶνα τυπτόμενον κεραυνῷ – εἶναι δὲ δράκοντα – φεύγειν
ζητοῦντα κατάδυσιν καὶ τοῖς μὲν ὁλκοῖς ἐντεμεῖν τὴν γῆν καὶ ποιῆσαι τὸ
ῥεῖθρον τοῦ ποταμοῦ, καταδύντα δὲ εἰς γῆν ἀναρρῆξαι πηγήν, ὅθεν γενέσθαι
τοὔνομα τῷ ποταμῷ. Ἑτέρωθι δέ φησιν, ὅτι Ἄριμοι κατὰ Ποσειδώνιον οὐ
τόπος Συρίας ἢ Κιλικίας, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ Τυρία, ἤγουν ἡ περὶ Τύρον χώρα.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 640, l. 28

νεσθαι λόγους ἠρέθισέ τινας τῶν ὑστέρων συντιθέναι στίχους ὡς ἐν τύπῳ


ὑφάνσεως, οὓς καὶ ἱστοὺς ὠνόμαζον, ὧν ἕκαστος ἐν ἰσότητι γραμμάτων
ἡπλωμένος κατὰ πλάτος μὲν ἄλλως ἀνεγινώσκετο, ἑτέρως δὲ κατὰ βάθος ἐν
ἀνομοιότητι ἐννοιῶν. καὶ ἦν ἐν τοῖς τοιούτοις ἔπεσι τὸ μέν τι ὡσανεὶ στήμων,
τὸ δὲ ὡς οἷον κρόκη.] (213 – 5) Τὸ δὲ ἐπιτροχάδην ἀντὶ τοῦ κεφαλαιωδῶς,
ταχέως, ἐσπευσμένως ἐν τῷ ἐπιτρέχειν τὰ πολλά. ὃ διασαφῶν φησι· «παῦρα»,
ἤγουν ὀλίγα. ἐπεὶ δὲ κακία πολλάκις λόγου καὶ ἀδυναμία τὸ βραχυλογεῖν,
ἐπάγει· «ἀλλὰ μάλα λιγέως». εἰς πλέον δὲ τοῦτο ἐφερμηνεύων φησί· «ἐπεὶ οὐ
πολύμυθος», ἢ διὰ Λακωνισμόν, ὡς εἴρηται, ἢ διά νεότητα. οὐκ εὔποροι
γὰρ λέγειν οἱ νέοι. οὐ μὴν «οὐδ' ἀφαμαρτοεπής», ἤτοι ἁμαρτάνων ἐν τῷ λέγειν
ἢ κατὰ νοήματος πιθανότητα ἢ κατὰ λέξιν καὶ τὰ περὶ αὐτήν, «εἰ καὶ γένει
ὕστερος ἦεν», ἤτοι νέος, ὡς εἴρηται. τὸ γάρ «ἢ καὶ γένει ὕστερος ἦν» οὕτω
διασαφοῦσιν οἱ παλαιοί, ὡς καὶ τὸ «ἢ καὶ ἐμὸν δόρυ μαίνεται ἐν παλάμῃσιν»,
ἀντὶ τοῦ «εἰ καὶ ἐγὼ αἰχμητής εἰμι». (216) Τὸ δὲ ἀναΐξειε μέγεθός τε  
ἡρωϊκὸν ἐμφαίνει τῷ Ὀδυσσεῖ καὶ δραστηριότητα τὴν καθ' ὁρμήν. (217)
Τὸ δέ «κατὰ χθονός» Ἀττικόν ἐστιν, ὡς καὶ τὸ «τὰ κατὰ γῆς ὁ σοφὸς οὐκ
ἀγνοεῖ». χρῆσις δὲ συντάξεως τοιᾶσδε σὺν ἄλλοις καὶ παρὰ τῷ Κωμικῷ.
(217 – 20) Τὸ δὲ πῆξαι κατὰ γῆς τὰς ὄψεις ὡς οἷα μελετῶντα ἐμμερίμνως διὰ
σχεδιασμὸν καὶ ἵστασθαι ὑπιδόμενον καὶ τὸ σκῆπτρον μήτε ὀπίσω μήτε προπρη-
νὲς κινεῖν, ἀλλὰ ἀστεμφὲς ἔχειν ἤτοι ἀστρεφές, ἀμετακίνητον, εἰ καὶ ἁπλότητος
ἦν, ἀλλ' ὅμως ἄλλως ἀγωνιῶντά τε καὶ ἐκπεπληγμένον ἐμφαίνει τὸν Ὀδυσσέα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 644, l. 3

μεμάθηκε γοῦν ὁ ἀκροατὴς τὰ μὲν ἐρωτήσαντος Πριάμου, τὰ δὲ καὶ ἄλλως ἐκ


παρόδου πολυειδῶς. Ὅρα δὲ καί, ὅπως ἐκ βασιλέως τοῦ Ἀγαμέμνονος ὁ
ποιητὴς ἤρξατο, εἶτα εἰς Ὀδυσσέα καὶ τελευταῖον εἰς Αἴαντα διέβη τῇ ἐρωτήσει,
προτάξας μὲν τὴν βασιλείαν, ὑποτάξας δὲ τὴν φρόνησιν, μετὰ δὲ αὐτὴν θεὶς
τὴν ἀνδρείαν, πλεῖον δέ τι μὴ περιεργασάμενος. (231) Ὅτι ἀγοὺς ἐνταῦθα
τοὺς ὑπὸ βασιλεῖ στρατηγοὺς λέγει. φησὶ γάρ· «ἔστηκεν Ἰδομενεύς», ὁ τῶν
Κρητῶν δηλαδὴ βασιλεύς, «ἀμφὶ δέ μιν Κρητῶν ἀγοί». Ὅτι οὐ μόνον
ὡς συγγενὴς τῶν βασιλέων ὁ Ἰδομενεὺς εἰς Τροίαν ἦλθεν, ἀλλὰ καὶ ξενίας  
χάριτας, ὡς εἰκός, ἀποτίνων. φησὶ γὰρ Ἑλένη, ὅτι «πολλάκι μιν ξείνισεν
ἀρηΐφιλος Μενέλαος οἴκῳ ἐν ἡμετέρῳ, ὁπότε Κρήτηθεν ἵκοιτο». τοῦτο δὲ καὶ
διὰ πιθανότητα λόγου κεῖται. πῶς γὰρ ἂν ἡ Ἀργεία Ἑλένη τὸν οὕτως ἀπῳκις-
μένον νησιώτην ἄλλως ἐγίνωσκεν, εἰ μὴ θαμὰ ἐκεῖνος παρ' αὐτοῖς ἐξενίζετο;
196

(234 – 6) Ὅτι τὸ «νῦν δ' ἄλλους μὲν πάντας ὁρῶ ἑλίκωπας Ἀχαιούς, οὕς κεν
ἐῢ γνοίην», ἤγουν εὖ γνοίην, «καὶ τοὔνομα μυθησαίμην, δοιὼ δ' οὐ δύναμαι
ἰδέειν», λέγει μὲν ἡ Ἑλένη, ἐμφαίνει δὲ ὡς ἐν σχήματι παραλείψεως εὐμεθόδως,
ὅτι ἠδύνατο καὶ ἄλλας ἐνταῦθα πολλὰς ἱστορίας τοιαύτας παρενθεῖναι ὁ ποιητὴς
καὶ μυθήσασθαι κατὰ ὁμοίαν ἐπιβολήν, εἰ μὴ ἔξω ἦν τοῦτο τοῦ ἔργου. δύναται
δέ τις αὐτὸ παρῳδήσας εἰπεῖν καὶ ἐπὶ φίλων θανόντων ἢ καὶ ἄλλως ἀποδημούν-
των. πῶς δὲ ἑλίκωπες οἱ Ἀχαιοί, ἐν τῇ αʹ ῥαψῳδίᾳ εἴρηται. (235) Ὅρα δὲ
καί, ὅτι τοῦ εὖ εἰδέναι γενικῇ συντασσομένου Ὁμηρικῶς ἐν τῷ «τόξων εὖ
εἰδώς», ἔτι δὲ καὶ τοῦ γνῶναι, ὡς καὶ ἡ Ὀδύσσεια δηλοῖ,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 686, l. 24

καὶ τοῦ εἰς νοῦν ἐκλαμβανομένου Διὸς πολλὰ ἐν τῷ ποιητῇ σκοπήσαντος,


οὐδὲν αὐτῷ εὕρηται πιθανώτερον ἄλλο καὶ εὐπλαστότερον ἢ τὸ συγχεθῆναι τοὺς
ὅρκους παρά τινος τῶν Τρώων. ἐπεὶ δὲ πάντες ἐμίσουν τὸν Ἀλέξανδρον ἶσα κηρὶ
μελαίνῃ, ὡς προείρηται, ἐπιλέγεται εἰς τοῦτο τὸν κατάρατον Πάνδαρον. καὶ
τοίνυν τοῦ Ἀγαμέμνονος ἀξιώσαντος δίκαια, οἱ μὲν ἄλλοι πάντες μέλλουσιν,
ἀντειπεῖν οὐκ ἔχοντες, Πάνδαρος δὲ βάλλει λάθρᾳ τὸν Μενέλαον καὶ ἐπ' αὐτῷ
προεξανίστανται τῶν Ἑλλήνων οἱ Τρῶες νομίσαντες, ὡς εἰκός, βασιλικὸν εἶναι
τοῦτο βούλημα, καὶ οὕτω συνάγονται πιθανῶς εἰς πόλεμον τὰ στρατεύματα.
καὶ ἐπ' ἀληθείᾳ μὲν ὁ ποιητὴς ἐν ἑαυτῷ κατὰ Δία νοῦν ἐβουλεύσατο, πῶς ἂν
διασπάσας ἤδη τῇ μονομαχίᾳ τὴν μάχην αὖθις συναγάγῃ αὐτὴν καὶ πόλεμον
κακὸν ἐγείρῃ καὶ φύλοπιν αἰνήν, διὰ δὲ τὸ σεμνότερον καὶ ὑψηλότερον πιθανότε-
ρόν τε καὶ εὐπλαστότερον εἰς θεοὺς ἀνάγει τὸ βούλευμα, οἱονεὶ λέγων, ὅτι οὐδὲν
ἐκώλυε διὰ τῆς μονομαχίας ταύτης λυθῆναι τὴν μάχην καὶ φιλότητα ἐν
ἀμφοτέροις γενέσθαι, εἰ μὴ ἄνωθεν κεκώλυτο βουλευσαμένων θεῶν, ἢ τῶν
μυθικῶν ἢ τῶν τῆς ἀλληγορίας, ὡς εἴρηται. (1) Ὁ δὲ Ζήν ἢ ῥηματικῶς ἔχει,  
ὡς ἀπὸ τοῦ ζῶ, ἢ ἐκ τοῦ Ζεύς παρωνόμασται. ἐν οἷς ὅρα, ὅτι, ἐπεὶ μήτε ἀπὸ τοῦ
Ζήν Ζηνός προῆλθε πατρωνυμικὸν Ζηνίδης, μήτε ἀπὸ τοῦ Ζεύς Ζείδης κατὰ
ἀναλογίαν ὁμοίως τῷ Ἀζεύς Ἀζείδης, ὃ ἐν τῇ Βοιωτίᾳ κεῖται, ὠκνήθη καὶ ἐκ
τῆς Διός γενικῆς γενέσθαι Διΐδης, τύπῳ δὲ γέγονε τοπικῷ ἐκ τοῦ Διός ὁ Δῖος,
ἵνα εἴη, ὡς Χίϊος Χῖος, ὁ ἀπὸ Χίου, οὕτω καὶ Δίϊος Δῖος, ὁ ἀπὸ Διός, ὡς εἴ τις
εἴποι ἀπ' αἰθέρος ἢ οὐρανοῦ. ἔχει δὲ ἄλλως καὶ πατρωνυμίας χαρακτῆρα τὸ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 703, l. 1

(66) Ὅτι τὸ πειρᾶν ἐνεργητικῶς Ἀττικοὶ ἐπὶ τῆς εἰς γυναῖκα ἐπιχειρήσεως
λέγουσιν, οἷον πειρᾷ ὁ δεῖνα τὴν δεῖνα. τὸ δὲ πειρᾶσθαι παθητικὸν ἀντὶ τοῦ
ποιεῖσθαι ἀπόπειραν. Ὅμηρος μέντοι τὸ πειρᾶσθαι πειρᾶν ἐνταῦθά φησιν
ἐνεργητικῶς, εἰδὼς καὶ τὴν παθητικὴν χρῆσιν ἔν τε τῷ «νῦν μὲν πειρᾶται»
καὶ ἐν τῷ «εἰ δ' ἄγε μὴν πείρησαι» καὶ ἀλλαχοῦ. καὶ Θουκυδίδης δὲ τῶν τειχῶν
ἡμῶν πειρᾶν λέγει καὶ «πειραθεὶς ὁ Ἁρμόδιος». χρῆσις δὲ νῦν τοῦ πειρᾶν αὕτη·
»πειρᾶν δ', ὥς κεν Τρῶες ὑπερκύδαντας Ἀχαιοὺς ἄρξωσι πρότεροι ὑπὲρ ὅρκια
δηλήσασθαι». προαναφωνητικὴ δὲ αὕτη ἔννοια ἐκτιθεμένη, ὅπως διασκευασθή-
σεται τὰ ἐφεξῆς ὑπὸ Ἀθηνᾶς, ἣν στελεῖ ὁ Ζεὺς διὰ τὴν Ἥραν ἐπὶ συγχύσει
τῶν ὅρκων, τουτέστιν, ἣν ὁ Ὁμηρικὸς νοῦς φρονίμως προβαλεῖται εἰς πιθα-  
νότητα τῶν μελλόντων ἱστορηθῆναι. καὶ τοῦτο μὲν οὕτως. Ὁ δὲ τονικὸς κανὼν
τοῦ ὑπερκύδαντας τοιοῦτός ἐστι παρὰ τοῖς παλαιοῖς· τὰ εἰς δαςὑπὲρ δύο
συλλαβὰς ἰσοσυλλάβως κλίνεται, οἷον Τιμαχίδας Τιμαχίδα, Σουΐδας Σουΐδα,
197

Λεωνίδας Λεωνίδα, Χαρμίδας Χαρμίδα, χωρὶς εἰ μὴ ἀπὸ βαρυτόνων ῥημάτων


γίνεται· ἐκεῖνα γὰρ διὰ τοῦ ντπεριττοσυλλαβῶς κλίνεται, οἷον οἶδα ῥῆμα, ἐξ
οὗ Οἴδας Οἴδαντος, μείδω Μείδας Μείδαντος, χαρίζομαι Χαρίδας Χαρίδαντος,
φείδομαι Φείδας Φείδαντος. τούτων οὕτως ἐχόντων δοκεῖ καὶ τὸ ὑπερκύδαντες,
ὃ δηλοῖ τοὺς ἄγαν ἐνδόξους, ἀπὸ βαρυτόνου ῥήματος γεγονός, τοῦ κυδαίνω,
συνεκδραμεῖν τῇ κλίσει τῶν κυρίων ὀνομάτων, ἢ καὶ ἄλλως, γενέσθαι ἐκ
τοῦ κυδάεις κυδάεντος, κυδάεντες, κύδαντες κατὰ συγκοπήν, καὶ ἐν συνθέσει
ὑπερκύδαντες. Ἡρωδιανὸς δὲ ἐν Ἐπιμερισμοῖς μετοχὴν λέγει τοῦτο ἀπὸ τοῦ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 789, l. 15

θεατὴν ἔχων πατέρα τὸν εἰπόντα, ὅτι πρῶτος ἐγὼν ἕλον ἄνδρα. παραδέδοται δὲ
καὶ ὀξὺς εἶναι ἐν τοῖς καιρίοις ὁ Ἀντίλοχος, καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ δὲ ὁ πατὴρ
αὐτὸν ἐπαινεῖ ὡς καὶ ἀγαθὸν πολεμιστὴν καὶ ὡς θέειν ταχύν. ἔστι δὲ καὶ ἑτέρως
εἰπεῖν, ὅτι ὁ ποιητὴς μὴ ἔχων ποιεῖν ἀριστεύοντα τὸν Νέστορα, τὸν ἄριστα
τάξαντα τὸ οἰκεῖον στράτευμα, τῷ υἱῷ αὐτοῦ δίδωσι τὸ πρῶτον ἀρίστευμα
ἀντὶ τοῦ πατρός, τῇ ἀρίστῃ τακτικῇ τὸ πρωτόλειον δούς. Ὅρα δὲ καί, ὅτι
πρῶτοι τῆς ἀριστείας ἄρχονται οἱ παρασπονδηθέντες Ἀχαιοί. τὸν δὲ ῥηθέντα
κορυστὴν ἐσθλὸν ὁ ποιητὴς ἱστορεῖ σεμνύνων τὸν ἐπ' αὐτῷ ἀριστέα Νεστορίδην,
ἐκτιθεὶς αὐτοῦ καὶ πατέρα Θαλύσιον. (458) Φησὶ γάρ· «κορυστὴν ἐσθλὸν
Θαλυσιάδην Ἐχέπωλον» οὗ Θαλύσιος ὁ πατήρ, παρωνύμως τοῖς ἑορταστικοῖς
θαλυσίοις, ὧν ἐν τοῖς ἑξῆς μνημονεύσει ὁ ποιητής, ὃς πρὸς πλείω πιθανότητα
λέγει καὶ τὸν τρόπον τοῦ ἀριστεύματος, (459 – 61) ὅτι δηλαδὴ ἔβαλεν Ἀντί-
λοχος κόρυθος φάλον ἱπποδασείης, ἐν δὲ τῷ μετώπῳ πῆξεν, ἔνθα δηλαδὴ ὁ
φάλος ἔκειτο· πέρησε δ' ἂρ ὀστέον εἴσω, ἤγουν εἰς τὸ ὀστέον ἢ ἔσω εἰς τὸ
ὀστέον, αἰχμὴ χαλκείη, τὸν δὲ σκότος ὄσσε κάλυψεν. (462) Ὅτι ἐνταῦθα διὰ
συντομίαν ἀνεπεξεργάστοις χρῆται παραβολαῖς. φησὶ γάρ, ὅτι ἔπεσεν ὁ ῥηθεὶς
Ἐχέπωλος «ὡς ὅτε πύργος» καὶ παρακατιών· «οἳ δὲ λύκοι ὣς ἀλλήλοις
ἐπόρουσαν». Ὅτι πολυειδὴς ὢν ὁ ποιητὴς πανταχοῦ τὰ ἐς ῥητορείαν καὶ πόρι-
μος τοιοῦτός ἐστι καὶ ἐν ταῖς τῶν ἀριστέων βολαῖς καὶ ἐν τοῖς πίπτουσιν,
ἀμύθητον ἐξευρίσκων εὐπορίαν καὶ ἐν αὐτοῖς, ἐκεῖνον μὲν τοιῶσδε βεβλῆσθαι
λέγων ἢ πίπτειν, τὸν δὲ τοιῶσδε καὶ ἄλλον ἄλλως. (467 – 9)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 792, l. 10

ἔχει συγγράψασθαί τι ὅμοιον. γυνὴ γὰρ θρέμμα γῆς Μακεδόνων, εὖ μὲν ἔχουσα
τῶν εἰς βίον, δυστυχοῦσα δέ, οὓς ἐγέννα, θανάτῳ ἀπογινομένους, ῥίπτει τὸ
γεννηθὲν ὕστατον περὶ ποταμὸν ἐγχώριον, οὐκ ἔκθετον, ἀλλ' ὅπως εἰς χεῖρας
ἐλθών, φησίν, εὐτυχεῖς περιγένηται τοῦ βιοῦν. παροδεύων δή τις εὗρε τὸ
κείμενον καὶ ἄρας οἷά τι ἕρμαιον τίμιον εἰσποιεῖται φιλίως καὶ ἀπὸ τοῦ
συγκυρήματος Ποτάμιον ὀνομάζει τὸ εὑρεθέν. καὶ οὐκ ἀπέρρευσεν ἡ κλῆσις,
ἀλλὰ παρέμεινε τῷ ἀνθρώπῳ ἀνδρὶ γενομένῳ γεραρῷ καὶ ἱερῷ καὶ λογίῳ καὶ
εἰδότι τὴν τοῦ ὀνόματος περιπέτειαν. καὶ τοιοῦτον μὲν καὶ τοῦτο. Ἡ δὲ τῆς
παιδὸς σὺν τοῖς τοκεῦσιν ὁδὸς ἐπὶ θέᾳ μήλων, ἤτοι προβάτων, ἁπλῶς οὕτω
κεῖται βιωτικώτερον εἰς πιθανότητα τοῦ διηγήματος. (482 – 4) Τὸν δὲ
Ὁμηρικὸν Σιμοείσιον ἀναιρεθέντα ὑπὸ Αἴαντος πεσεῖν λέγει ὡς αἴγειρον ἐν
ἕλει τραφεῖσαν. φησὶ γάρ· «ὃ δ' ἐν κονίῃσι χαμαὶ πέσεν αἴγειρος ὥς, ἥ ῥά τ' ἐν
198

εἱαμενῇ ἕλεος μεγάλοιο πεφύκει, λεῖα, ἀτάρ τέ οἱ ὄζοι ἐπ' ἀκροτάτῃ πεφύα-
σιν», ἤγουν ἐκ φύσεώς εἰσι καὶ οὐκ ἐξ ἐπιμελείας τινός. ἐξηγητικὸν δὲ τοῦτό
ἐστι τοῦ λεῖα. πάντως γὰρ λεῖα αἴγειρος, ἧς οἱ ὄζοι ἐπ' ἀκροτάτῳ. Ἰστέον δέ,
ὡς ὁ μὲν πρὸ βραχέων πεσών, «ὡς ὅτε πύργος», ἀνδρεῖος ἔοικεν εἶναι, ὁ
Σιμοείσιος δὲ κάλλος ἔχειν καὶ μέγεθος. διὸ καὶ ἀστείως τὸν παρὰ τῷ Σιμόεντι
ποταμῷ γεννηθέντα ἠΐθεον θαλερὸν Σιμοείσιον εἰκάζει φυτῷ ὑδατοτρεφεῖ.
(474) Ἠΐθεος δὲ εἶδός ἐστιν ἀνδρώδους ἡλικίας νεωτερικῆς, κατὰ δὲ τοὺς
ἀκριβεστέρους ὁ μήπω εἰς γάμον ἐλθών, ὡς καὶ τῷ Εὐριπίδῃ ἐν Φοινίσσαις

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 10, l. 3

ζητητέον παρὰ τοῖς παλαιοῖς. (9 – 12) Χρῆσις δὲ τοῦ Δάρητος αὕτη· «Ἦν
δέ τις ἐν Τρώεσσι Δάρης, ἀφνειός, ἀμύμων, ἰρεὺς Ἡφαίστοιο. δύω δέ οἱ υἱέες
ἤστην Φηγεὺς Ἰδαῖός τε μάχης εὖ εἰδότε πάσης», οἵ, φησίν, ἀποκρινθέντες
ἐναντίοι τῷ Διομήδει ὡρμήθησαν. (12) Λέγει δὲ ἀποκρινθῆναι τὸ χωρισθῆναι
τοῦ ὁμίλου. Ἄλλως δὲ ἀποκρίνεσθαι τὸ ἀπολογεῖσθαι οὐκ οἶδεν ὁ ποιητής,
ἀλλ' ὑποκρίνεσθαι λέγει αὐτό, καθὰ φανεῖται ἀλλαχοῦ. Ποιητικώτερον δὲ τὸ
ἀποκρινθέντε μετὰ τοῦ ν. ἡ μὲν γὰρ κοινὴ φράσις ἀποκριθῆναι λέγει καὶ
ἀποκριθέντε, ὥσπερ καὶ κλιθῆναι καὶ κλιθέντε, οἱ δὲ ποιηταὶ φυλάττουσι τὸ ν 
τοῦ θέματος ἐν τούτοις τῷ νόμῳ τῶν ἀμεταβόλων. Ἰστέον δὲ ὅτι τὰ εἰρημένα
ἔπη ἐπαινεῖται τῆς διηγηματικῆς ἕνεκεν ἀρετῆς, ἤγουν τῆς σαφηνείας, τῆς
συντομίας, τῆς πιθανότητος, αἳ δὴ ἀρεταί εἰσι διηγήματος. ἔγκειται γὰρ τὸ
ἔθνος οἱ Τρῶες, τὸ κύριον ὄνομα ὁ Δάρης, οἰκεῖον ἱερεῖ ἐκδέροντι τὰ θυόμενα,
ἡ τύχη, τὸ ἀφνειός, ἡ ἀρετή, ἀμύμων γάρ, ἡ τῆς ἀρχῆς λειτουργία, ὅτι ἱερεύς,
τὰ τῶν παίδων ὀνόματα καὶ ἡ περὶ πόλεμον αὐτῶν ἀρετή. Ἔστι δ' ἐν τούτοις
ἰδέσθαι ὑπεμφαινόμενον καὶ ὡς δειλὸν ὁ πλοῦτος καὶ φιλόψυχον κακόν. Ὁ γὰρ τοῦ
ἀφνειοῦ Δάρητος υἱὸς Ἰδαῖος, εἰ καὶ μάχης εὖ οἶδε πάσης, ἀλλὰ τὸν ἀδελφὸν
ἀφεὶς ἀβοήθητον κεῖσθαι φευξεῖται μετ' ὀλίγα φιλοψυχῶν. (9) Σύνηθες δὲ
τῷ ποιητῇ οὕτως ἀφελῶς ἀπὸ ὑπαρκτικοῦ ῥήματος ἄρχεσθαι ἐν πολλαῖς τῶν
διηγήσεων, οἷον «ἦν δέ τις ἐν Τρώεσσιν», «ἔστι πόλις Ἐφύρη», «ἔστι δέ τις
αἰπεῖα» πέτρα. (13 – 26) Σημείωσαι δὲ ὅτι ἐν τοῖς ἑξῆς μέλλων ὁ ποιητὴς
διὰ τοῦ Διομήδους δύο ἀριστέας κατασπάσαι τοῦ ἅρματος, Πάνδαρον καὶ Αἰνείαν,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 49, l. 8

«ἀλλ' ἄγε τῷδ' ἔφες ἀνδρί», δηλαδὴ τῷ Διομήδει, «βέλος, εἰ μή τις θεός ἐστι
κοτεσσάμενος Τρώεσσιν». ἔνθα καὶ γνωμικὸν κεῖται τὸ χαλεπὴ δὲ θεοῦ ἐπιμῆνις.
Ἔστι δὲ πλεονασμὸς ἐνταῦθα τῆς ἐπιπροθέσεως, ὡς καὶ ἐν τῷ «βοῶν ἐπι-  
βουκόλος ἀνήρ» καὶ ἐπίουρος. καὶ οὕτω μὲν εἶπεν ὁ Αἰνείας ἐνδοιάζων. (183-
6) Ὁ δὲ Πάνδαρος παραφράζων ἀφελέστερον λαλεῖ τὸ αὐτὸ νόημα, λέγων ὅτι
σάφα οὐκ οἶδα, εἰ θεός ἐστιν. εἰ δ' ὅ γ' ἀνὴρ «Τυδέος υἱός, οὐχ' ὅ γ' ἄνευ θεοῦ
τάδε μαίνεται, ἀλλά τις ἄγχι ἕστηκεν ἀθανάτων, νεφέλῃ εἰλυμένος ὤμους».
Καὶ ἔστιν ὃ λέγει ὁ Πάνδαρος, ὅτι ἢ θεός ἐστιν ὁ φαινόμενος ἢ θεῖος ἀνὴρ
καὶ οὐκ ἄνευ θεοῦ ἀνδραγαθῶν. Καὶ ὅρα οἵαν γνῶσιν ὁ Διομήδης ἔφθασε σχεῖν
ὑπὸ Ἀθηνᾶς. αὐτὸς γὰρ οὐκ ἐνδοιαστικῶς οἶδεν ἐν τῷ γράμματι τούτῳ, ἀλλὰ
κρίνει θεὸν καὶ ἄνδρα, [ἤγουν διακρίνει. Ἐν τοῖς τοιούτοις δὲ πιθανότητα
πλάσεως ὁ ποιητὴς ἑαυτῷ ἐπιμαρτύρεται, μονονουχὶ λέγων ὡς οὐκ ἀπιθάνως
πλάττω συνεφαπτομένους τῆς μάχης θεούς. ἰδοὺ γὰρ καὶ οἱ ῥηθέντες ἥρωες
199

τοιαῦτα οἴονται.] (185) Σημείωσαι δὲ ὅτι τὸ μαίνεται νῦν μὲν ἐπὶ ἀνθρώπου
εἶπεν ἐνθουσιῶντος εἰς μάχην, ἀλλαχοῦ δὲ δόρυ μαίνεσθαι λέγει, ψυχώσας
οἷον τὸ ὅπλον ἐκεῖ τρόπῳ ποιητικῷ. Ἰστέον δὲ ὅτι τοῦ μαίνομαι οὐκ ἔστιν
ἐνεργητικὸς ἐνεστὼς ἀσύνθετος ἐν χρήσει, ἀλλὰ μετὰ προθέσεως. ὡς γὰρ ὀχῶ
ἄλλον καὶ πορεύω ἄλλον, ὀχοῦμαι δὲ καὶ πορεύομαι ἐγώ, οὕτω καὶ ἐκμαίνω
ἄλλον, οὗ μετοχὴ τὸ «τέτρωρον ἐκμαίνων ὄχον». ὁ μέντοι κατ' ἐνέργειαν
παρακείμενος εὕρηται ἐν ἁπλότητι. μέμηνα γάρ. ὁ δὲ ἐνεργητικὸς ἀόριστος μετὰ
προθέσεως. ἐξέμηνα γάρ. [Δῆλον δὲ καί, ὅτι ἐν πολλοῖς αἱ καθ' ὑπερβολὴν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 215, l. 4

δὲ «καὶ βάλεν οὐδ' ἄρα μιν ἅλιον βέλος ἔκφυγεν» ἀποδεξάμενος τῆς φράσεως
ὁ ποιητὴς ἢ καὶ ὡς ἐν σχεδιασμῷ διττολογῶν, παρακατιὼν πάλιν ὁμοίως
ἔφρασεν ἐν τῷ «βέβληαι οὐδ' ἅλιον» καὶ ἐφεξῆς, ὡς ἀνωτέρω κεῖται, οὐκ
ἀπαξιώσας πλάσαι τὸν Πάριν λαλοῦντα, ὡς καὶ αὐτὸς δὴ Ὅμηρος ἔφρασεν,
ἀλλὰ δείξας κἀνταῦθα, ὡς δυνατόν ἐστι τὴν αὐτὴν καὶ ἔννοιαν καὶ φράσιν εἰς
διαφόρους ἔρχεσθαι. (377) Ταρσὸς δὲ ποδὸς τὸ κάτω πλατύ, ἀπὸ τοῦ τέρσω,  
τὸ ξηραίνω. τοιοῦτον γὰρ τὸ μέρος ὀστῶδες ὄν. ὅτι δὲ καὶ ἐπὶ πτέρυγος ὀρνέων
ἡ λέξις αὕτη κεῖται καὶ ἐπὶ μέρους τριήρεων, σημαίνει δέ ποτε καὶ πόλιν
καὶ τάλαρον δὲ τυρῷ χρήσιμον, ἐν ἄλλοις εἴρηται. ὧν πάντων πρὸς διαστολὴν
πέφρασται ταρσὸς ποδός. Δεξιτερὸς δὲ πλάττεται ποὺς πρὸς ἱστορικὴν πιθανότη-
τα. Γίνεται δὲ τὸ δεξιτερόν ἀπὸ τοῦ δεξιά πλεονασμῷ τοῦ τ, ἵνα ἐξομοιωθῇ
πρὸς τὸ ἀντίθετον ἀριστερόν. ὡς γὰρ ἐκ τοῦ ἀρίστου ἀριστερόν, οὕτως ἐκ τοῦ
δεξιοῦ δεξιτερόν. (378) Τὸ δὲ «ἐν γαίῃ κατέπηκτο» ἑρμηνεία ἐστὶ τοῦ
διαμπερές, τὸ γὰρ ἄνω μὲν ἐνσκῆψαν, καταπηχθὲν δὲ εἰς γῆν, διαμπερὲς
βέβληκε. Τὸ δὲ «μάλα ἡδὺ γελάσας» ὡς ἐν λόγῳ σκώμματος κεῖται. οὐ γὰρ
μειδιᾷ ἡρωϊκῶς καί, ὡς εἰπεῖν, κατὰ τὸν Αἴαντα βλοσυροῖς προσώποις, ἢ
καὶ ὡς Ὀδυσσεὺς πρὸ μικροῦ ἐπὶ Δόλωνος, ἀλλὰ ἐκλύτως γελᾷ. Καὶ ὅρα τὴν
αὔξησιν. οὐ γὰρ μειδήσας ἔφη, ἀλλὰ γελάσας, καὶ οὐχ' ἁπλῶς γελάσας, ἀλλὰ
καὶ ἡδὺ γελάσας, καὶ οὐ μόνον, ἀλλὰ καὶ μάλα ἡδύ, καγχαλόων ὁ ἄφρων ἐφ' οἷς,
ὡς ἐρρέθη, οὐδὲν μέγα ἤνυσε. τί γὰρ μέγα, εἴπερ ἐκ λόχου ἕνα τοῦτον βαλὼν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 627, l. 22

αἰεί, χρύσεον· Ἥφαιστος δέ κ' ἐμὸς πάϊς τεύξει ἀσκήσας, ὑπὸ δὲ θρῆνυν ποσὶν
ἥσει. τῷ κεν», ἤγουν ᾧ ἄν, «ἐπισχοίης λιπαροὺς πόδας εἰλαπινάζων». καὶ
οὕτω μὲν ἡ Ἥρα. Ὁ δὲ Ὕπνος ἐπεὶ οὐκ ἔστι μόνιμος οὐδὲ τανηλεγὴς ὡς ὁ
θάνατος, ἀλλὰ κατὰ τὴν τραγῳδίαν «λύει πεδήσας οὐδ' ἀεὶ λαβὼν ἔχει», τὸν
μὲν θρόνον ὡς μὴ πάνυ πρέποντα οὐ φιλεῖ, αἱρήσεται δὲ δῶρον ἕτερον, τὴν
Πασιθέην δηλαδή, πρὸς γάμον, Χαρίτων μίαν. (268 s.) Ἐρεῖ γὰρ μετ'
ὀλίγα ἡ Ἥρα, δυσήκοον τὸν μυθικὸν Ὕπνον βλέπουσα «ἀλλ' ἴθι, ἐγὼ δέ κέ
τοι Χαρίτων μίαν ὁπλοτεράων δώσω ὀπυιέμεναι καὶ σὴν κεκλῆσθαι ἄκοιτιν».
(270) Καὶ αὐτὴ μὲν οὕτως ἔφη, «χήρατο δ' Ὕπνος» καὶ ἀπαιτήσας ὅρκον
καὶ λαβὼν ὑπήκουσεν. Ἀλλὰ τοῦτο μὲν ἐν τοῖς ἑξῆς, (243 – 61) πρὸ δέ
γε τῶν κατὰ τὴν Πασιθέην δυσπειθήσας πρὸς πιθανότητα πλάσματος ὁ Ὕπνος
λέγει «Ἥρη, πρέσβα θεά, ἄλλον μέν κεν ἔγωγε θεῶν ῥεῖα κατευνήσαιμι καὶ
ἂν ποταμοῖο ῥέεθρα Ὠκεανοῦ, ὅσπερ γένεσις πάντεσσι τέτυκται, Ζηνὸς δ'
200

οὐκ ἂν ἔγωγε Κρονίονος ἆσσον ἱκοίμην οὐδὲ κατευνήσαιμ', ὅτε μὴ αὐτός γε


κελεύει. ἤδη γάρ με καὶ ἄλλο τεὴ ἐπίνυσσεν ἐφετμή», τουτέστιν ἡ σὴ ἐσωφρόνισε
συμβουλή, «ἤματι τῷ, ὅτ' ἐκεῖνος ὑπέρθυμος Διὸς υἱὸς ἔπλεεν Ἰλιόθεν, Τρώων
πόλιν ἐξαλαπάξας. ἤτοι ἐγὼ μὲν ἔλεξα Διὸς νόον αἰγιόχοιο νήδυμος ἀμφιχυθείς,
σὺ δέ οἱ κακὰ ἐβουλεύσω ὄρσασ' ἀργαλέων ἀνέμων ἐπὶ πόντον ἀήτας, καί
μιν ἔπειτα Κόων δ' εὖ ναιομένην ἀπένεικας, νόσφι φίλων πάντων», τῶν συμ-
πλεόντων δηλαδή. «ὃ δ' ἐπεγρόμενος», ἢ ἀνεγρόμενος, «χαλέπαινε, ῥιπτάζων
κατὰ δῶμα θεούς, ἐμὲ δ' ἔξοχα πάντων ζήτει· καί κέ μ' ἄϊστον ἀπ' αἰθέρος  

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 628, l. 24

ματι χρήσεται συγκριτικῷ, τῷ ἀπὸ διαφορᾶς προσώπων, καθ' ὧν τὴν τοῦ


Ὕπνου χάριν αἰτεῖ, (263 – 6) εἰποῦσα «Ὕπνε, τιὴ δὲ σὺ ταῦτα μετὰ φρεσὶ
μενοινᾷς; ἢ φῂς ὣς Τρώεσσιν ἀρηγέμεν εὐρύοπα Ζῆν', ὡς Ἡρακλῆος περι-
χώσατο παιδὸς ἑοῖο», μονονουχί φαμένη, ὡς οὐχ' οὕτω Ζεὺς ἄρτι Τρώων
κήδεται, ὡς τότε Ἡρακλέος, τῶν μὲν γὰρ θέσει, τοῦ δὲ φύσει ὡς παιδός,
καὶ τοῖς μὲν ἁπλῶς ἀρήγει, ὑπὲρ δὲ ἐκείνου περιττῶς ἐχώσατο. καὶ
οὕτως εἰποῦσα καὶ ἅμα ἐπαγαγοῦσα τήν, ὡς ἐρρέθη, τῆς Πασιθέας ὑπόσχεσιν
πείθει τὸν Ὕπνον, ὥστε οὐκ ἀμήχανόν τι ἄνωγεν ἡ Ἥρα τῷ Ὕπνῳ τελέσαι
κατὰ τὸν ἐκείνου λόγον, εἴπερ μηχανὴ ἐπενοήθη, δι' ἧς τὸ ἀξιωθὲν τελεσθή-
σεται. Σημείωσαι δὲ καὶ ἐν τούτοις, ὅτι θεραπεία τοῦ ἐν τοῖς μύθοις ψεύδους
οὐ μόνον πιθανότης πλάσματος εἰκονίζουσά τι ἀληθές, ἀλλὰ καὶ ὁμοιοτήτων
παράθεσις, ἣν ἀλλαχοῦ μεθοδεύει ὁ ποιητὴς καὶ ἐν οἷς δὲ κεῖται τὸ «πολλοὶ
γὰρ δὴ ἔτλημεν ἐξ ἀνδρῶν χαλεπὰ ἄλγεα· ἔτλη μὲν Ἄρης, ἔτλη δὲ ἡ Ἥρη,
ἔτλη δὲ Ἅιδης», καὶ ὅπου δὲ ἡ Καλυψὼ ζηλήμονας ὡς καὶ ἐφ' ἑαυτῇ, οὕτω
καὶ ἐφ' ἑτέροις λέγει τοὺς θεούς. Οὕτως οὖν κἀνταῦθα τὸν Ὕπνον πλάττων
ἐπιβουλεύειν μέλλοντα τῷ Διῒ θεραπεύει τὸ τοῦ λόγου ἀπίθανον, ἀναφέρων
τοῦτον εἰς ὁμοιότητα μύθου παλαιοῦ, ὡς ἂν μὴ εἴη τὸ ἐνταῦθα πλάσμα μονῆρες.
ἦν δὲ ὁ παλαιὸς μῦθος, ὅτι καὶ ἄλλοτε τὸν Δία ἐκοίμησεν ἐπὶ τῷ Ἡρακλεῖ.
Ἔτι σημείωσαι καὶ ὅτι κατὰ τοὺς παλαιοὺς ὁ κεστὸς πρὸς ἐρωτικὰ καὶ μόνα  
ἦν δυνατώτατος, ὡς καὶ προδεδήλωται.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 518, l. 14

ὡς νῦν μὲν τὸν ὑπὸ τοῦ Ἡφαίστου βρασμὸν τῶν ὑδάτων τοῦ Ξάνθου διδάσκων
ὁ ποιητὴς εἶπε τὸ «ἀνὰ δ' ἔφλυε ῥέεθρα». (362 – 7) Ὡς δὲ χρεία τῷ λόγῳ ἦν
καὶ ἐναργείας κατὰ τὸ σύνηθες παραβολικῆς καὶ ἑρμηνείας τοῦ «ἀνέφλυεν»,
ἐπάγει παραβολὴν ταύτην «ὡς δὲ λέβης ζεῖ ἔνδον ἐπειγόμενος πυρὶ πολλῷ,
κνίσσῃ μελδόμενος ἁπαλοτρεφέος σιάλοιο πάντοθεν ἀμβολάδην, ὑπὸ δὲ ξύλα
κάγκανα κεῖται, ὣς τοῦ καλὰ ῥέεθρα πυρὶ φλέγετο, ζέε δ' ὕδωρ, οὐδ' ἔθελε
προρέειν, ἀλλ' ἴσχετο, τεῖρε δ' ἀϋτμὴ Ἡφαίστοιο βίῃ πολύφρονος». Καὶ ἔστιν ἐκ
τῆς τοιαύτης παραβολῆς σαφέστατα νοῆσαι, ὅπως ὑπὸ Ἡφαίστου πυρὶ
φλεγέθοντος ὁ Ξάνθος διέκειτο. οὐ γὰρ ἐβράττετο, οὐκ ἐκάχλαζεν, οὐκ ἐπάφλα-
ζεν, ἀλλ' ἔζεεν, ἐπαναπαυσαμένου τοῦ ποιητοῦ τῇ τοιαύτῃ ὀνοματοποιίᾳ ὡς
λειότερον ἐχούσῃ διὰ πιθανότητα. διὸ καὶ ἐν ἀρχῇ καὶ τέλει τῆς παραβολῆς
αὐτὴν ἔθετο, λειοτέραν οὖσαν καὶ τοῦ σιγμοῦ, ὅσον καὶ τὸ ζστοιχεῖον, ἐξ οὗ τὸ
ζέειν, ἠρεμαιότερον ἦχον ἔχει τῆς τοῦ σπροφορᾶς, ἐξ οὗ ὠνοματοπεποίηται ὁ
σιγμός. οὕτω δὲ καὶ τὸ «ἀνέφλυε» προσηνέστερόν ἐστι τοῦ καχλάζειν καὶ τοῦ
201

βράζειν καὶ τῶν ὁμοίων, ἅπερ οὐκ ἂν πιθανῶς ἐπὶ ὅλου ποταμοῦ λέγοιντο
πάσχοντος θερινὴν θερμότητα. ζέσιν μὲν γὰρ παθεῖν οὐ πάνυ τι τολμηρὸν εἰπεῖν
ἐπὶ τοσούτου ποταμοῦ, καχλάσαι δὲ φάναι αὐτὸν ἤ τι τοιοῦτον οὐκ ἔξω ἀναιδοῦς
ἐν λόγῳ θρασύτητος. [Ὅτι δὲ ἐκ τοῦ ζέειν καὶ τὸ ἐκζεστόν, οὐ κρέας, ἐκεῖνο γὰρ
ἀνάβραστον ὁ Κωμικός φησι, δῆλον ἐκ τοῦ εἰπόντος, ὡς τὸ σευτλίον
εὐχυλώτερόν ἐστι κράμβης, ἐκζεστὸν δὲ λαμβανόμενον μετὰ νάπυος,
λεπτυντικώτερον καὶ ἐλμίνθων φθαρτικόν.] (362

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. “Eustathii archiepiscopi


Thessalonicensis commentarii ad Homeri Odysseam, 2 vols. in 1”, Ed. Stallbaum,
G.Leipzig: Weigel, 1:1825; 2:1826, Rep1970.Vol. 1, p. 17, l. 2

ἐῤῥέθη, κατὰ σχῆμα ἐπαναλήψεως. ἔστι δὲ ἄλλως ὁ λόγος ἀποστατικὸς, ὡς ἀπὸ


ἀρχῆς. ἵνα λέγῃ ὅτι
νῆσος ἐστὶ δενδρήεσσα. τοιοῦτόν τι καὶ ἐν Ἰλιάδι τὸ, φημὶ κατανεῦσαι τὸν Δία
ἀστράπτων ἐπιδέξια.
καὶ ἐκεῖ γὰρ, ἀσυνδέτως κατὰ ἀπόστασιν ἄρχεται. οἷον, ἀστράπτων ἦν ὁ Ζεὺς
ἐπιδέξια. μάλιστα δὲ
τὸ, νῆσος δενδρήεσσα, συναπτέον τῷ, ὀμφαλὸς θαλάσσης. ἵνα λέγῃ ὅτι ὀμφαλὸς
θαλάσσης νῆσος
δενδρήεσσα. οὕτω καὶ μετ' ὀλίγα εἰπὼν Κύκλωπος κεχόλωται, καὶ μέλλων ἐπαγαγεῖν
ἀντιθέου Πολυφή-
μου, ὅμως ἤλλαξε τὴν σύνταξιν ὁμοιοπτώτως τῇ ἐπεμβολῇ. Κύκλωπος, ὃν ἀλάωσεν,
ἀντίθεον Πολύ-
φημον. Ὅρα δὲ ὅτι ἐν τῷ, νήσῳ ἀμφιρύτῃ, δι' ἑνὸς ργράφει τὴν λέξιν ὁ ποιητὴς, διὰ
τὸ μέτρον ἀφεὶς
τὸν τοῦ ρδιπλασιασμόν. ποιεῖ δὲ τοῦτο καὶ ἐν ἄλλοις πολλοῖς. Τὸ δὲ δενδρήεσσα, οὐχ'
ἁπλῶς παρέῤ-
ῥιψεν ὁ ποιητὴς, ἀλλὰ προοικονομῶν τὴν κατασκευὴν τῆς σχεδίας ἣν ὁ Ὀδυσσεὺς ἐκ
τῶν ἐκεῖ δένδρων  
συμπήξεται. καὶ ἅμα, ἵνα ἡ νῆσος οἰκεία ᾖ μυθικῇ νύμφῃ, ἀλσώδης οὖσα. οὕτω δὲ καὶ
τὸ, νήσῳ ἐν
ἀμφιρύτῃ παρεσημάνθη, πρὸς πιθανότητα τοῦ ἐπὶ τοσοῦτον ἀφύκτως εἶναι παρὰ τῇ
Καλυφοῖ τὸν
πολυμήχανον. καλῶς δὲ καὶ τὸ ἀμφιρύτη, πρὸς διαστολὴν τῶν χεῤῥονήσων ὁποία καὶ
ἡ Πελοπόννησος.
ἐκεῖναι γὰρ οὐκ ἀμφίρυτοι. Ἰστέον δὲ ὅτι τὴν μὲν γῆν ὁ μῦθος περί που τὴν Δελφικὴν
χώραν λέγει
μεσάζεσθαι, ἀετοῖς μετρηθεῖσαν ὑπὸ Διός. διὸ καὶ ὀμφαλὸς καὶ μεσόμφαλον γῆς ὁ
πύθιος τόπος ὁ
περὶ Δελφοὺς ἐλέγετο. τὸν δὲ ὀμφαλὸν ἤτοι τὸ μεσαίτατον τῆς ἀτλαντικῆς ἢ τῆς ὅλης
θαλάσσης, ὁ ποιητὴς εἶναι πλάττει ἐκεῖ ὅπου ἡ νῆσος τῆς μυθικῆς Καλυψοῦς. (Vers.
51.) Ὅτι τὴν Καλυψὼ εἰ μὲν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 23, l. 19

φρεσὶ θείω. (Vers. 88.) Ὅτι τὸ τὴν Ἀθηνᾶν εἰς Τηλέμαχον κατελθεῖν ἐν Ἰθάκῃ καὶ
ὑποβαλεῖν τὰ ποιη-
202

τέα, τὴν τῆς φυσικῆς φρονήσεως ἐπιδημίαν δηλοῖ. ἥτις ὡς μετὰ ταῦτα ἐρεῖ ὁ ποιητὴς,
μένος τῷ Τηλε-
μάχῳ ἐνῆκε καὶ θάρσος. καὶ νῦν μᾶλλον ἤ περ πρῴην ὡς εἰκὸς ὑπέμνησε τοῦ πατρός.
καὶ ὀψέ ποτε
ἀναφρονήσαντα, κατὰ τῶν μνηστήρων ἠρέθισε. καὶ εἰς ἀποδημίαν δέουσαν ἔστειλεν.
ὀσσόμενον μὲν
ἀεὶ ἐν φρεσὶ τὸν πατέρα εἴ ποθεν ἐλθὼν σκεδάσει τοὺς μνηστῆρας. ἄρτι δὲ κατὰ τὸν
τῆς Ἀθηνᾶς λόγον,
μᾶλλον ἐποτρυνθέντα. καὶ ἀπὸ τοῦ βουλεύεσθαι, εἰς πρᾶξιν παρακινηθέντα. δι' ἧς καὶ
περὶ τοῦ πατρὸς
ἐνόμισέ τι μαθεῖν. καὶ κλέος ἐσθλὸν σχεῖν ὡς φιλοπάτωρ. ἤδη γὰρ ὁ Τηλέμαχος
ἡλικίας ἐπέβη τελειοτέ-
ρας, καὶ φρονεῖν ἐχούσης, καὶ οἵα συνιέναι οἷα ὑπὸ τῶν μνηστήρων ἔπασχεν. ἡ δὲ εἰς
Σπάρτην καὶ εἰς
Πύλον ἀπέλευσις αὐτοῦ, καὶ ἄλλως ἐπιτετήδευται τῷ ποιητῇ εὐμεθόδως, εἰς
πλατυσμὸν τῆς τε ποιή-
σεως, καὶ εἰς διασκευὴν καὶ διατριβὴν λόγου χαρίεσσαν. καὶ εἰς πορισμὸν συχνῆς
ἱστορίας ὡς μετὰ
ταῦτα φανήσεται. ἔτι δὲ καὶ εἰς πολλὴν ποιητικὴν πιθανότητα. νησιώτης γὰρ ὢν ὁ
παῖς καὶ μηδὲν
εἰδὼς ἢ φρονῶν ἄξιον τοῦ πατρὸς, μανθάνει ἐν τῇ τοιαύτῃ ἀποδημίᾳ πρὸς τῶν εὖ
εἰδότων, πολλὰ καὶ
καλὰ τῶν τοῦ Ὀδυσσέως. καὶ ὅτι λόγου μεγάλου ἄξιος ὁ πατὴρ τά τε εἰς φρόνησιν τά
τε εἰς πόλεμον. καὶ
οὕτως ἐν καιρῷ τῷ πατρὶ πείθεται, εἰς τὴν ἐπικίνδυνον μνηστηροκτονίαν
παρακαλοῦντι αὐτόν. Ἰστέον
γὰρ ὅτι ἐντεῦθεν ὁ ποιητὴς ἄρχεται τὰ κατὰ τὴν μνηστηροφονίαν τεκταίνεσθαι, καὶ
τῆς ἐπ' αὐτῇ πιθα-
νολογίας θεμελίους ἐκ μακροῦ προκαταβάλλεσθαι. αὐτὴ γάρ ἐστι τὸ σκοπιμώτατον
τέλος τῆς ποιήσεως
ταύτης. καὶ τὸ τῶν πράξεων τοῦ βιβλίου τούτου ἀνδρῶδες καὶ ἡρωϊκὸν, αὐτόθι κεῖται
τῷ ποιητῇ. καὶ τρόπον τινὰ, τὰ ἄλλα πάντα δι' αὐτὴν πέπλασται. διὸ καὶ αὐτὴν ἀνύσας
ὁ ποιητὴς, συγκαταπαύει καὶ τὸ βιβλίον. ἐπεὶ δὲ ἀπίθανον ἂν ἴσως τισὶ τὸ πρᾶγμα
δόξειε πῶς γὰρ Ὀδυσσεὺς ὁ ἄοπλος,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 62, l. 46

μνηστῆρας καὶ ταῦτα ὑποβεβρεγμένους τῇ μέθῃ, ὡς ἂν παύσῃ τὸν Φήμιον τῆς


τοιαύτης ᾠδῆς. δέδιε
γὰρ ἡ γυνὴ, μή ποτε καθ' ὁδὸν τῇ ᾠδῇ βαίνων ὁ Φήμιος, ἐμπέσῃ καὶ εἰς τὰ κατὰ τὸν
Ὀδυσσέα καὶ
τυχὸν εἴπῃ ἐκεῖνον ἐν νόστῳ θανεῖν. καὶ οὐκ ἔτι φυκτὰ ἔσται αὐτῇ. οὐδ' ὁ γάμος ἐπὶ
πλέον ἀναβλη-
θήσεται. οὐδὲ γὰρ ἦν θέμις τὸν Φήμιον ἀοιδὸν ὄντα, ψεύσασθαι, διὰ τὸ ἐνθέους
ὑποκεῖσθαι εἶναι
τοὺς ἀοιδοὺς καὶ μουσοτραφεῖς καὶ θεόθεν ἐμπνεομένους ᾄδειν καὶ οὕτως εἰς ταυτὸν
ἥκειν τοῖς
μάντεσιν. ὅτι δὲ τοιοῦτοι οἱ ἀοιδοὶ, ἐν τοῖς περὶ Δημοδόκου μετὰ ταῦτα φανήσεται.
Σημείωσαι δὲ ὅτι
203

δεξιώτατα ὁ ποιητὴς ἀναρτήσας τὸν ἀκροατὴν, εἶτα παύει τὴν περὶ τοῦ νόστου τῶν
Ἑλλήνων ἀοιδήν.
Ἰστέον γὰρ ὅτι κἄν τε προϊὼν ὁ Φήμιος περιεῖναι τὸν Ὀδυσσέα εἶπε κἄν τε μὴ, οὐκ
εὔοδος ἦν ὁ λόγος
τῷ ποιητῇ. ἐπεὶ γὰρ ἐκ θεοῦ λαλοῦσιν οἱ ἀοιδοὶ, τεθνεῶτος μὲν Ὀδυσσέως, βιάσονται
τὴν Πηνελόπην
οἱ μνηστῆρες. ζῶντος δὲ, ἀποστήσονται καὶ οὐκ ἀναιρεθήσονται, ἅπερ ἡ ἱστορία οὐκ
ἔχει. ἐπεὶ οὖν
οὐ συνέφερεν εἰς πιθανότητα λόγου τὸ τέλος τῆς ἀοιδῆς, εἰκότως ὁ ποιητὴς τῇ
ἐπιστασίᾳ τῆς Πηνε-  
λόπης παύει αὐτήν. ἔχει δέ τι καὶ ἄλλως ἀστεῖον ἡ κάθοδος τῆς Πηνελόπης,
ἀναψυχούσης ἐπίτηδες τοὺς
μνηστῆρας, ὡς καὶ μετ' ὀλίγον εὐθὺς ῥηθήσεται. (Vers. 341.) Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι
ἐπίτηδες ὁ ποιη-
τὴς ἐνέκοψε τὴν τοῦ Φημίου ἀοιδὴν, ἑαυτῷ πάντως καὶ τῇ κατ' αὐτὸν ἀοιδῇ ἀνατιθεὶς
τὰ κατὰ τὸν
νόστον. οὗ μνείαν ποιήσεται, ἀρξάμενος ἐκ τῆς γάμμα ῥαψῳδίας. ἐμφήνας οὖν ὡς καὶ
διὰ τοῦ Φη-
μίου εἶχεν εἰπεῖν τὰ τοῦ νόστου, ὅμως ἔκρινε δέον αὐτὸς ἀοιδὸς τούτων γενέσθαι ἐν
τοῖς ἑξῆς.
(Vers. 326.) Ὅτι ἐγκώμιον ἀοιδοῦ τὸ, τοῖσι δ' ἀοιδὸς ἄειδε περικλυτὸς, οἱ δὲ, σιωπῇ
εἴατο ἀκούον-
τες. ἔνθα σημείωσαι ὡς οὐ μόνον ἡ κατὰ τοιαύτας ἀοιδὰς ἀκρόασις, ἀλλὰ καὶ ἁπλῶς
ἡ κατὰ ἀκοὴν ἡδονὴ καθὰ καὶ ἐν τοῖς τοῦ Ἀθηναίου κεῖται, πολλὰ τῶν παθῶν ἐπέχει,
ἀπασχολοῦσα τοὺς ἀκροωμέ-νους εἰς ἑαυτήν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 89, l. 14

τοῖς ἐνδείκνυνται οἱ ἀετοί. καὶ τοιαῦτα μὲν δηλοῦσιν οἱ οἰωνοί. πόθεν δὲ γίνεται ἀετὸς
καὶ ὅτι τῷ Διῒ
ἀνάκειται ἐκ γενετῆς, ἐν τῇ Ἰλιάδι δηλοῦται. (Vers. 154.) Τὸ δὲ πλησίω, ἀπὸ εὐθείας
κέκλιται τῆς
ὁ πλησίος ὡς καὶ ἀλλαχοῦ πολλαχοῦ φαίνεται, οὗ καὶ θηλυκὸν εὕρηται ἡ πλησία. ἧς
χρῆσις καὶ παρὰ
Σοφοκλεῖ ἐν τῷ, παρούσης τῆσδε πλησίας ἐμοί. Τὸ δὲ τιταινόμενοι πτερύγεσσι,
γραφικῶς ἐῤῥέθη, ὡς
οὕτω τοῦ πέτεσθαι γινομένου. Ἔνθα καὶ ὅρα ὅτι πτέρυγες ἢ πτερύγες κατὰ
Ἀρίσταρχον, μέρος ἐστὶ
σώματος περὶ ὃ τὰ πτερὰ τὰ τινασσόμενα κατὰ τῶν ἐν τῇ ἀγορᾷ. οὐ γὰρ πτέρυγες ἐκ
τῶν ἀετῶν ἀλλὰ
πτερὰ ῥίπτονται κάτω. Πολύφημον δὲ ἀγορὰν λέγει, ἐν ᾗ πολλαὶ ἐνίοτε φῆμαι
λαλοῦνται, ἤγουν μαν-
τικοί τινες λόγοι, ὁποία τις φήμη καὶ ἐν τῇ σήμερον δημηγορίᾳ παρά τε τοῦ Ἀντινόου
προσεχῶς ἐλα-
λήθη καὶ παρὰ τοῦ Αἰγυπτίου ὡς εἴρηται. φήμην δὲ εἰπεῖν τὸν ἁπλῶς λόγον, οὐκ ἔστιν
Ὁμηρικόν.
(Vers. 151.) Τὸ δὲ ἐπιδινηθέντες, πιθανότης ἐστὶ τῆς ἐκτινάξεως τῶν πτερῶν, ἄλλως
γὰρ οὐκ ἦν
γενέσθαι. (Vers. 152.) Τὸ δὲ πάντων κεφαλὰς, κοινὴν βλάβην δηλοῖ ὡς καὶ ἀνωτέρω
204

γέγραπται,
διὰ τὸ μηδὲ ἀναιτίους εἶναι μηδὲ τοὺς Ἰθακησίους, ὡς δηλώσει καὶ Τηλέμαχος ἐν οἷς
ἐρεῖ ὡς τάδε
διατρίβουσιν Ἀχαιοὶ μάλιστα δὲ μνηστῆρες. ὄλεθρον μὲν οὖν οὐ πάντων Ἰθακησίων
ὄσσονται οἱ ἀετοὶ,
ζημίαν δὲ καὶ λύπην εἰ καὶ μὴ πάντων, τῶν γοῦν πλειόνων. διὸ καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς
δηλωθήσεται ὅτι τοῖς
μνηστῆρσι μέγα πῆμα κυλίνδεται πᾶσι. πολλοῖς δὲ καὶ ἄλλοις κακὸν ἔσται. Ἔνθα καὶ
ὅρα τὸ κυλίν-
δεται, συντελοῦν εἰς γνῶσιν τοῦ, ἐκ κορυφῆς ὄρεος καταπτῆναι τοὺς ἀετοὺς, ὅπερ
ἔοικε δηλοῦν τὸ
ἄνωθεν κυλινδόμενον πῆμα. δῆλον δὲ ὅτι ὀφθαλμὸς Μούσης διακρίνει, τοὺς ἀετοὺς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 119, l. 4

Ὅτι βαθυζώνους γυναῖκας τὰς Τρώας φησὶν, ἀντὶ τοῦ εὐστόλους. αἱ βάρβαροι γὰρ,
τοὺς ὑποδύτας
φασὶν, εἰς βάθος ἐπισύρουσιν. εἶεν δ' ἂν ὑποδύται, οἱ τοῖς ἐπενδύταις ὑποκείμενοι.
 (Vers. 155.) Ὅτι σχῆμα ἐπαναφορᾶς τὸ, ἡμίσεες λαοὶ ἐρητύοντο μένοντες παρ'
Ἀτρείδῃ Ἀγα-
μέμνονι. ἡμίσεες δ' ἀναβάντες, ἐλαύνομεν. τὸ μέντοι ἀναβάντες ἐλαύνομεν, αἱ δὲ μάλ'
ὦκα ἔπλεον,
ἐστόρεσεν δὲ θεὸς μεγακήτεα πόντον, εὐδίας δηλωτικόν. (Vers. 156.) Ἔνθα ὅρα τὸ,
μένοντες
παρὰ Ἀγαμέμνονι. ἐτυμολογικὸς γάρ τις τρόπος ἐστὶν, ὡς τοῦ Ἀγαμέμνονος παρὰ τὸ
μένειν ἐτυ-
μολογουμένου. (Vers. 157.) Ἀναβῆναι δὲ καὶ νῦν, τὸ ἀναπλεῦσαι ἐκ τοῦ λιμένος.
(Vers. 158.)  
Τὸ δὲ στορέσαι, πρωτότυπόν ἐστι τοῦ στρῶσαι καὶ καταστρῶσαι, ἀφ' οὗ τὰ
στρώματα. εἰ γὰρ
κοιμίζεται θεόθεν πόντος, εἰκότως καὶ καταστορεσθῆναι λεχθείη ἄν. διὸ καὶ
Ἡρόδοτος εὐδίαν
φράζων, φησίν. ἐπαύσατο ἄνεμος καὶ τὸ κῦμα ἔστρωτο. διὸ εὔλογον καὶ εὐνὰς
ἐντεῦθεν τὰς ἀγκύρας
λέγεσθαι. καὶ εὐνάζεσθαι κλύδωνα. λέγει δὲ ὁ ποιητὴς στορεσθῆναι τὸν πόντον, πρὸς
πιθανότητα
τοῦ ἐλαύνομεν. πεσόντος γὰρ ἀνέμου καὶ στορεσθέντος τοῦ πόντου, ἀναγκαῖον
ἐλαύνειν. ὅ πέρ ἐστι
δεύτερος πλοῦς. ὁ μέντοι πρῶτος πλοῦς, μετ' ὀλίγα ἔσται ὅτε λιγὺς οὖρος ὦρται καὶ αἱ
νῆες μάλ' ὦκα
διαδραμοῦνται. Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι τῶν περὶ θάλασσαν ζῴων εἰς ἰχθύας διαιρουμένων
καὶ εἰς κήτη,
Ὅμηρος δι' αὐτὰ, ποτὲ μὲν ἰχθυόεντα πόντον φησὶν, ἢ ἰχθυόεντα κέλευθα ὡς μετ'
ὀλίγα ἐρεῖ. ποτὲ δὲ,
μεγακήτεα πόντον ὡς ἐνταῦθα. (Vers. 161.)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 300, l. 5

ζεται. (Vers. 277.) Τὸ δὲ κεχολῶσθαι Ἥφαιστον Ἄρει δηλοῦται καὶ ἐν τῷ, χόλος δέ
205

μιν ἄγριος
ᾕρει. καὶ ἐν τῷ, ἐγὼ δ' ὁρόων ἀκάχημαι. (Vers. 278.) Τὸν δὲ θάλαμον ἑρμηνεύων,
ἔφη. ὅθι οἱ φίλα
δέμνια κεῖτο. ἵνα ᾖ θάλαμος, ὁ κοιτών. οὗ ἐνδεικτικὸν τὸ κεῖτο. ἐξ αὐτοῦ γὰρ ὁ
κοιτών. Ἑρμὶς δὲ ὁ τῆς
κλίνης ποὺς ὁ καὶ ἑρμὶν καθὰ καὶ δελφὶς καὶ δελφὶν, ἢ παρὰ τὸ ἕρμα κλίνης εἶναι. ἢ
παρὰ τὸν Ἑρμῆν
δοτῆρα ὄντα τοῦ ὕπνου. διό φασι καὶ Ἑρμῆς ταῖς ἑρμῖσιν ἐντυποῦτο. (Vers. 279.) Τὸ
δὲ χεῦε καὶ τὸ
κέχυντο, τῆς ἄγαν λεπτότητος καὶ τῆς οἷον ἐντεῦθεν ὑγρότητος τῶν δεσμῶν ἐστὶ
δηλωτικόν. διὸ καὶ  
ἐπλεόνασε τῇ τοιαύτῃ λέξει διὰ τὸ καίριον. (Vers. 278.) Τὸ δὲ κύκλῳ ἁπάντῃ, τοὺς
ἀπείρονας ἑρμη-
νεύει δεσμούς. οἳ καὶ κρικωτοὶ διασαφούμενοι ὑπὸ τῶν παλαιῶν, εἶεν ἂν καὶ
κυκλωτερεῖς. (Vers. 280.)
Τὸ δὲ λεπτὰ, ἢ πρὸς τὸ ἀράχνια φησὶν, ἢ πρὸς τὸ δέσματα. ἑρμηνεία δὲ αὐτοῦ τὸ, ἃ
οὐκ ἄν τις
οὐδὲ ἴδοιτο, λεπτότατα γὰρ τὰ τοιαῦτα, (Vers. 281.) καὶ τὸ, οὐδὲ θεῶν μακάρων. ὃ
καὶ πρὸς
πιθανότητα ἐῤῥέθη. οὐ γὰρ ἀνθρώποις μόνον, ἀλλὰ καὶ θεοῖς ἦσαν ἀόρατα. διὸ
συνέσχον τὸν Ἄρην
τεχνικῶς τετυγμένα. (Vers. 283.) Τὸ δὲ εἴσατο ἴμεν, δύναται ὅμοιον εἶναι καὶ τῷ, βῆ
δ' ἰέναι.
ἵνα ᾖ καὶ ἀντὶ τοῦ ἐπορεύθη τὸ εἴσατο, καὶ μὴ μόνον ἀντὶ τοῦ ἔδοξε. (Vers. 284.) Ὅτι
δὲ φιλτάτη
γαιάων ἡ Λῆμνος τῷ Ἡφαίστῳ διὰ τοὺς ἐκεῖ κρατῆρας τοῦ πυρὸς, καὶ ὅτι καὶ πόλεις
δύο περὶ αὐτὴν
ὧν μία καὶ ἡ Ἡφαιστία, εἰς ἣν καὶ εἰκὸς ἀπελθεῖν ἄρτι τὸν Ἥφαιστον, καὶ ὅτι Σίντιες
οἱ Λήμνιοι,
καὶ διατί ταῦτα ἡ Ἰλιὰς δηλοῖ. (Vers. 283.) Τὸ δὲ ἐϋκτιμένον πτολίεθρον, τρόπος ἐστὶ
ποιητικὸς
συνεκφωνήσας χάριν σαφηνείας τῇ ὅλῳ ἤγουν τῇ Λήμνῳ, τὸ μέρος αὐτῆς, τὴν πόλιν.
καὶ ἔστιν ὅμοιον
τῷ, ἐς Κύπρον ἐς Πάφον, ὃ μετ' ὀλίγα κεῖται. Τὸ δὲ γαιάων, πληθυντικῶς καὶ νῦν καὶ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια.


Vol. 1, p. 316, l. 25

δῶνα, ἐκμοχλεύσαντα δηλαδὴ τὸ ἐγχώριον ὄρος καὶ ἐπικατασείσαντα τῇ Φαιακικῇ


πόλει εἰς ὄλεθρον
κάλλυμμα. καὶ ἔστι λοιπὸν κἀνταῦθα, ὡς καὶ ἐπὶ τοῦ κατὰ Τροίαν Ἑλληνικοῦ τείχους,
εἰπεῖν προς-
φυῶς ὅτι ὁ πλάσας Ὅμηρος τὰ κατὰ τὴν τερατώδη Φαιακίαν ἐκεῖνος καὶ ἠφάνισεν,
ἵνα ἔχοι λέγειν
ὁ ποιητικὸς ἀνὴρ, ὡς ἦν μέν ποτε τὰ κατὰ τοὺς Φαίακας. Ποσειδῶνος δὲ ἀγασαμένου,
ἠφάνισται
καθὰ ἔπαθον καὶ ἄλλαι πόλεις πολλαί. (Vers. 566.) καὶ οὕτω μένει τὸ ψεῦσμα τοῦ
ποιητοῦ ἀνεξέ-
λεγκτον. ἔστι δὲ ἡ κατὰ τὸν Ἀλκίνοον φράσις ἐν τούτοις τοιαύτη. ἀλλὰ τόδε ὥς ποτε
206

πατρὸς ἐγὼν
εἰπόντος ἄκουσα Ναυσιθόου, ὃς ἔφασκε Ποσειδάων' ἀγάσασθαι ἡμῖν οὕνεκα πομποὶ
(Vers. 570.)
ἀπήμονες εἰμὲν ἤγουν ἐσμὲν, ἁπάντων. φῆ ποτὲ Φαιήκων ἀνδρῶν εὐεργέα νῆα ἐκ
πομπῆς ἀνιοῦσαν,
ἐν ἠεροειδέϊ πόντῳ ῥαισέμεναι. μέγα δ' ἡμῖν ὄρος πόλει ἀμφικαλύψειν. ἐπεὶ δὲ τοῦτο
ἐμποδῶν ἐστὶ τῇ
τοῦ ξένου πομπῇ οὕτως ἁπλῶς εἰς νοῦν ἐλθεῖν τῷ βασιλεῖ καὶ ἐκφοβῆσαν αὐτὸν,
ἐπιφέρει εὐθὺς ὁ ποιη-
τὴς διὰ πιθανότητα τὸ, ὣς ἀγόρευ' ὁ γέρων. τὰ δέ κεν θεὸς ἢ τελέσειεν ἢ ἀτέλεστα
εἴη ὥς οἱ φίλον ἔπλετο
θυμῷ. ὃ δὴ πᾶς ἂν παραμυθητικῶς εἴποι ἐπὶ φόβῳ κακοῦ τινὸς μέλλοντος. Ἰστέον δὲ
ὅτι τὸν τοιοῦτον
χρησμὸν ἐρεῖ καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς ὁ ποιητὴς περί που τὴν τοῦ νῥαψῳδίαν. ἔνθα καὶ νηὸς
μὲν ὄλεθρον
τῆς τὸν Ὀδυσσέα κομισάσης ἐκτίθεται, οὐ μὴν δὲ καὶ πόλεως τῆς τῶν Φαιάκων
ἀφανισμόν. οὐ γὰρ
ἀναιδέστερον ἐθέλει τοῖς μυθικοῖς ἐμφιλοχωρεῖν, ἀλλ' ἀρκεῖται μόνον οἷς
προεκθετικῶς ἐνέφῃνε. Ση-
μείωσαι δὲ καὶ ὅτι ἐνταῦθα μὲν τὸ κατὰ τὸν χρησμὸν χωρίον ὀβελίσκους ἔχει μετὰ
ἀστέρων. δι' ὧν δη-
λοῦται, ὡς ἐνταυθοῖ μὲν οὐ καλῶς κεῖνται τὰ ἔπη, ἀλλαχοῦ δὲ ἄριστα ἔχει. δοκεῖ γὰρ
οὐ πιθανῶς
πλασθῆναι τὸ πεμφθῆναι οἴκαδε ξεῖνον ὑπὸ Φαιάκων ἔχθιστον τῷ Ποσειδῶνι, οὗ τὸν
φόβον ἐπέσειεν
ὁ χρησμὸς τοῖς Φαίαξιν. οἳ μεμνημένοι μὲν τοῦ χρησμοῦ οὐκ ἂν πιθανῶς ἀποπέμψαι
τὸν ξένον τολμή-
σωσι, μὴ μεμνημένοι δὲ καὶ διατοῦτο πέμψαντες μνησθεῖεν ἂν τοῦ χρησμοῦ ὅτε
κακῶς πάθωσιν ἐν τῇ ῥαψῳδίᾳ τῆς ν. τέως γε μὴν, πιθανότης ἐνταῦθα
προκαταβέβληται τῆς περὶ τοῦ Κύκλωπος

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 160, l. 11

ὧν ἐπέπταρεν ὁ υἱὸς πᾶσιν οἷς εἶπεν αὐτή. ὡς εἴ γε μὴ οὕτω γέγονεν ἤγουν μὴ ἐπὶ
πᾶσιν ἔπταρεν, ἀλλ'
ἐν μέσῳ τῶν αὐτῆς λόγων, οὐκ ἂν ἐδήλου πάντας μάλα θανεῖν. Ἰστέον δὲ ὅτι εὕρηται
καὶ παρὰ Ἡρο-
δότῳ σημειώδης πταρμὸς, εἰπόντι, ὡς Ἱππίας ὁ Πεισιστράτου ἔπταρε καὶ ἔβηξε μεῖζον
τοῦ συνήθους
καὶ ὡς πρεσβύτῃ σεισθέντων τῶν ὀδόντων εἷς ἔπεσε καὶ ἦν σημεῖον. Ἰστέον δὲ καὶ
ὅτι τὸ πταίρειν καὶ
πτάρνυσθαι λέγεται κατὰ παραγωγὴν ὁμοίως τῷ ἄρνυσθαι καὶ τοῖς τοιούτοις, καὶ ὅτι
ἐκ τοῦ πτῶ παρά-
γεται τὸ πταίρω κατὰ ὀνοματοποιΐαν, ὥς περ καὶ τὸ πτύρω ἐπὶ ἵππων, ἐξ οὗ ὁ
πτυρμός. (Vers. 542.)
Ὅρα δ' ἐν τοῖς ῥηθεῖσι πάρισα, τὸ ἔπταρε, κονάβησε, γέλασε· δι' ὧν γελᾷ οἷον ὁ τοῦ
λόγου ῥυθμὸς
ἀναλόγως τῇ τοῦ συμβόλου χάριτι. (Vers. 545.) Τὸ δὲ οὐχ' ὁράας, ἢ ἀντὶ τοῦ νοεῖς·
ἐπεὶ νοῦς ὁρᾷ
καὶ νοῦς ἀκούει· ἢ καὶ ἀντὶ τοῦ ἀκούεις, ὡς ἂν εἴη αἴσθησις ἀντὶ αἰσθήσεως, οὗ τὸ
207

ἀνάπαλιν
ὁ Ἶρος ἐρεῖ ἐν τῷ, οὐκ ἀΐεις ὅτι μοι ἐπιλλίζουσι μνηστῆρες; ἔδει γὰρ ἐκεῖνον εἰπεῖν
ὁρᾷς. (Vers. 541.)
Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ, μέγα ἔπταρε, πρὸς πιθανότητα κεῖται, ἵνα καὶ ἔνδον ἀκουσθῇ ὁ
μέγας πταρμός.
ἑρμηνεία δὲ τοῦ μέγα τὸ, δῶμα σμερδαλέον κανάχησεν ἢ κονάβησεν. ἐγέλασε δὲ ἡ
Πηνελόπη, ἢ φαι-
νομένως καθ' ὁμοιότητα τοῦ ἐξεγέλασεν, ἢ καὶ κατὰ ψυχὴν, ὡς τὸ, ἐγέλασε νόος
παρὰ τῷ Ὀππιανῷ.
(Vers. 546.) Τὸ δὲ, οὐκ ἀτελὴς θάνατος μνηστῆρσι πᾶσι, καὶ τὸ, οὐδεὶς θάνατον
ἀλύξοι, ταυτὸν δη-
λοῦσιν, ἐπίτηδες τῆς Πηνελόπης ἐμμενούσης τῇ φράσει διὰ τὸ χαίρειν τῷ πράγματι.
(Vers. 554.) Ὅτι καὶ ἐνταῦθα κεῖται σχῆμα καινὸν ἤτοι σολοικοφανὲς ἐν τῷ,
μεταλλῆσαί τί ἑ θυμὸς κέλεται καὶ κήδεά περ πεπαθυίῃ.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 183, l. 17

οὗ τὸ φορύσσειν. (Vers. 338.) Ὅτι νῦν μὲν Ὀδυσσεὺς κύνα τὴν ἀναιδῆ Μελανθὼ
λέγει, οὐ πάνυ
τρανὲς ἴσως βοῶν, καὶ Τηλεμάχῳ ἐρεῖν ἀπειλεῖται τὰ κατ' αὐτὴν, κεῖσε ἐλθὼν, ἔνθα
δηλαδὴ κάθηται,
ἵνα σε, φησὶν, αὖθι διαμελεϊστὶ τάμῃσιν. ὕστερον δὲ καὶ δικαιωθήσεται αὐτὴ κακῶς
παθεῖν. τωτέως
δὲ, (Vers. 340.) διεπτοίησε γυναῖκας οἷς εἶπεν. εἶτα ἑρμηνεύων τί τὸ διαπτοιῆσαι,
φησί· (Vers. 341.)
λύθεν δ' ὑπὸ γυῖα ἑκάστης ταρβοσύνῃ· φὰν γάρ μιν ἀληθέα μυθήσασθαι. Καὶ ὅρα
ἐνταῦθα καὶ
τὴν ταρβοσύνην λυσιμελῆ λεγομένην ἐν τῷ, λύθεν δ' ὑπὸ γυῖα ἑκάστης. ἀνύει δὲ
Ὀδυσσεὺς νῦν τήν τε
τῶν δουλίδων πεῖραν, καὶ μάλιστα τὴν τῶν μνηστήρων. ἐπεὶ γὰρ αὐταὶ ἀπῆλθον,
γνώσεται καὶ εἰσέτι
τὴν ἐκείνων ὕβριν ἐπ' αὐτῷ. ἔτι γε μὴν ὁ ποιητὴς εὐπλαστοτέραν οὕτω ποιήσει τῷ
Ὀδυσσεῖ τὴν εὐθὺς
ἐφεξῆς ὁμιλίαν, ὅτε κατὰ σχολὴν οὐ μόνον τῇ γυναικὶ ὁμιλήσει, ἀλλὰ καὶ τῇ
Εὐρυκλείᾳ, τὸ ἀναγκαιό-
τατον. κρύψει δὲ καὶ τὰ ὅπλα μετ' αὐτῆς κατὰ πᾶσαν ἄδειαν. οὐδὲν γὰρ εἰκαίως ὁ
ποιητὴς παραῤῥι-
πτεῖ, ἀλλὰ πρὸς μέθοδον πιθανότητος καὶ οἰκονομίαν τῶν ἐφεξῆς. (Vers. 343.) ἔτι δὲ
εὐοδοῦται
Ὀδυσσεὺς ἐκ τῆς τῶν ἀμφιπόλων συστολῆς καὶ τῆς δι' ἑαυτοῦ φωσφορίας, καὶ εἰς τὸ
τῆς ἑκάστων παρὰ
πότον καταστοχάσασθαι φύσεως, ὡς ἕωθεν αὐτοὺς μετελευσόμενος. διό φησιν, ὅτι
παρὰ λαμπτῆρσι
φαείνων εἱστήκει ἐς πάντας ὁρώμενος, ἤγουν ὁρῶν. (Vers. 345.) ἄλλα δέ οἱ κῆρ
ὥρμαινε φρεσὶν, ἃ δὴ οὐκ ἀτέλεστα γένοντο

Ησύχιος (Π – Ω) (4085: 003)“Hesychii Alexandrini lexicon, vols. 3–4”, Ed. Schmidt,


208

M.Halle: n.p., 3:1861; 4:1862, Rep1965.Alphabetic letter pi, entry 1216, l. 1

 ὀργάνουπεζεταίροις· τοῖς περὶ τὸν βασιλέα δορυφόροις


πεζὴ λέξις· κοινὴ λέξις
πεζήν· τὴν συνήθη, ἢ κοινήν
πεζός· κοινός. ταπεινός. Πεζοῖςδὲ τοῖς ἐκ ποδῶν πεζεύουσιν
πεζοφόροις ζώμασιν· Αἰσχύλος Τοξότισιν. ὥσπερ πέζαν ἐχόντων
 τῶν χιτώνων· τινὲς δὲ ποδήρεσι. Ζῶμαδὲ τὸ ἔνδυμα
πεζῶν· τῶν ὁδευόντων
πεζῷ γόῳ· τῷ ψιλῷ. καὶ πεζὰς ἑταίραςἔλεγον τὰς μισθαρνούσας
 χωρὶς ὀργάνου  
πιθανότης· πιστότης
πειθαρχήσαντες· πεισθέντες
πείθεο· πείθου
πείθεσθε· πείσθητε
πειθήνιοι· ὑπήκοοι, πειθόμενοι

Θεοδώρετος. Explanatio in Canticum canticorum (4089: 025); MPG 81.Vol. 81, p.


109, l. 4

ζοντας ἀμπελῶνας. Τινὲς μὲν οὖν τῶν ἑρμηνευκό-


των, τὸ «μικροὺς» ταῖς ἀμπελῶσι συνῆψαν. Οὐδὲν
δὲ διαφέρει, εἴτε τοῦτο, εἴτε ἐκεῖνο εἴη τὸ νόημα.
Ἀλώπεκας δὲ καλεῖ τοὺς δολερὸν κεκτημένους τὸ
φρόνημα, καὶ τὰς τοῦ Κυρίου λυμαινομένους Ἐκκλη-
σίας, τὰς ἄρτι ἀνθεῖν ἀρξαμένας. Διό φησιν· «Καὶ
αἱ ἄμπελοι ἡμῶν κυπρίζουσιν.» Αἰνίττεται δὲ διὰ  
τῶν ἀλωπέκων τοὺς ταῖς ἐκκλησιαστικαῖς ψυχαῖς
πολεμοῦντας αἱρετικοὺς, καὶ ὑπούλως καὶ δολερῶς
ὑποκλέπτειν πειρωμένους τοὺς μηδέπω παγίους τῇ
πίστει γεγενημένους. Οὗτοι γὰρ τῇ πιθανότητι τῶν
λόγων, καὶ ταῖς τῶν συλλογισμῶν παγίσι τε καὶ πλο-
καῖς, τοὺς ἁπλούστερον διακειμένους ἐξαπατῶντες
λυμαίνονται ταῖς ἀμπέλοις. Διὰ τοῦτο παρακελεύεται
τοῖς τὸ διδασκαλικὸν εἰληφόσι χάρισμα, ἀγρεύειν
τούτους καὶ θηρεύειν τοῖς τῆς ἀληθείας ἐλέγχοις, καὶ
τὰς κυπριζούσας ἀμπέλους τῆς τούτων βλάβης ἐλευ-
θεροῦν. Τούτων ἡ νύμφη τῶν λόγων ἀκούσασα
εὐθύς φησιν·

Κύριλλος Commentarii in Joannem (4090: 002)“Sancti patris nostri Cyrilli


archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis evangelium, 3 vols.”, Ed. Pusey, P.E.
Oxford: Clarendon Press, 1872, Rep1965.Vol. 1, p. 345, l. 30

 Εἰς ταῦτα μὲν οὖν ὁ τοῦ κεφαλαίου σκοπὸς ὁρᾶται καὶ


συντείνεται· τὸ δὲ πρὸς λέξιν ἡμᾶς ἀναγκαῖον ἀπολευκάναι
λοιπόν. ὁ μὲν οὖν κοινὸς, ὡς ἔοικεν, ἔχει λόγος, ὡς ἥξει
ποτὲ καιρὸς καθ' ὃν ἀκούσονται τῆς τοῦ διανιστῶντος φωνῆς
209

οἱ νεκροί· παρεῖναι δὲ καὶ νῦν οὐδὲν ἧττον ὑπολαμβάνουσιν


αὐτὸν, ἢ ὡς Λαζάρου τυχὸν τῆς τοῦ Σωτῆρος ἀκουσομένου
φωνῆς, ἢ καὶ νεκροὺς εἶναι λέγοντες τοὺς οὔπω διὰ τῆς
πίστεως εἰς αἰώνιον ἀνακεκλημένους ζωὴν, οἳ δὴ καὶ πάντως
εἰς αὐτὴν ἔμελλον ἀναβήσεσθαι, τὴν τοῦ Σωτῆρος διδασκα-
λίαν παραδεξάμενοι. καὶ σώζει μὲν ὄντως τῆς θεωρίας ὁ
τρόπος τὸ ἐν πιθανότητι σχῆμα, τὸ δὲ ἀκριβὲς οὐ πάνυ· διὸ
δὴ πάλιν τὴν τῶν λεγομένων ἀναμασώμενοι δύναμιν, τὸν  
πρεπωδέστερόν πως αὐτοῖς ἐφαρμόσομεν νοῦν, διαστελοῦ-
μεν δὲ οὕτω τὸ ἀνάγνωσμα.
 Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἔρχεται ὥρα καὶ νῦν ἐστιν ὅτε οἱ
νεκροὶ ἀκούσωσι τῆς φωνῆς τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ· ὥρα δηλονότι
πάλιν ὅτε καὶ οἱ ἀκούσαντες ζήσουσι. διὰ μὲν οὖν τῶν ἐν
ἀρχῇ, τὸν τῆς ἀναστάσεως ἡμῶν σημαίνει καιρὸν, καθ' ὃν
εἰς ἀπολογίαν τῆς ἐν κόσμῳ ζωῆς ἀναστήσεσθαι τοὺς κεκοι-
μημένους διὰ τῆς τοῦ δικάζοντος ἐκδιδάσκει φωνῆς,

Κύριλλος Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate (4090: 109); MPG 75.Vol.


75, p. 17, l. 48

 Εἰς τὸ ἐν ταῖς Παροιμίαις, «Κύριος ἔκτισέ με


ἀρχὴν ὁδῶν αὐτοῦ, εἰς ἔργα αὐτοῦ·» ὅτι τὸ,
»ἔκτισεν,» οὐ κατὰ τῆς οὐσίας τοῦ Λόγου κεῖ-
ται, οὐδὲ κτίσμα ἢ ποίημα ὁ Υἱός.
  Ἀπόδειξις ἐξ ἐπιτηρήσεων Γραφικῶν, ὅτι ὡς
Θεὸς οὐδὲν προσκυνεῖται τῶν κτισμάτων· οὔτε
μὴν προσκυνούμενα ἀνέχεται προσκυνεῖσθαι ἢ
δοξολογεῖσθαι.
  Ἀντίθεσις ἀπὸ τῶν Ἀρείου δογμάτων, αἰτίαν
ἔχουσα τοῦ πεποιῆσθαι τὸν Υἱὸν, ὡς αὐτοὶ νομί-
ζουσιν, ἀληθῆ, καὶ λύσις ἐφεξῆς μετὰ πιθανότη-
τος συλλογισμῶν.
  Ἔτι εἰς τὸ, «Κύριος ἔκτισέ με.» Ὅτι οὐ κτίσμα
ὁ Υἱός.
  Ἄλλο τῶν ὀρθοδόξων λεγόντων, «Εἰ κτίσμα
ἐστὶν ὁ Υἱὸς, πῶς ἔχει κατὰ φύσιν τὸ εἶναι δη-
μιουργός; Οὐ γὰρ ἴδιον τῶν κτισμάτων τοῦτό γε.»
Ἀνθυπήνεγκαν οἱ αἱρετικοὶ τὰ ὑποτεταγμένα, ὧν
αἱ λύσεις εἰσὶν ἐφεξῆς.
  Ἐπιτήρησις ὁμοίως, ἐξ ἧς μανθάνομεν ὅτι καὶ
ἀγγέλοις καὶ ἁγίοις προφήταις ἔθος ἐστὶν

Κύριλλος Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate Vol. 75, p. 252, l. 42t

ΑΛΛΟ.
210

Ἀντίθεσις ἀπὸ τῶν Ἀρείου δογμάτων, αἰτίαν


 ἔχουσα τοῦ πεποιῆσθαι τὸν Υἱὸν, ὡς αὐτοὶ
 νομίζουσιν ἀληθῆ, καὶ λύσις ἐφεξῆς μετὰ πι-
 θανότητος συλλογισμῶν.

 Βουλόμενος, φασὶν, ὁ τῶν ὅλων Θεὸς τὴν τῶν γε-


νητῶν ὑποστῆσαι φύσιν, ἐπεὶ μὴ ἠδύνατο χωρεῖν
αὕτη τὴν ἄκρατον αὐτοῦ δύναμιν, κτίζει πρῶτον τὸν
Υἱὸν, ὃν καὶ Λόγον ὠνόμασεν· ἵνα δι' αὐτοῦ τἄλλα
γένηται μέσου γενομένου χωρεῖν ἰσχύοντα τὴν αὐτοῦ
μόλις δύναμιν. Ἄλλως τε ἦν ἄτοπον τὴν ἄφατον τοῦ
Θεοῦ δύναμιν μέχρι τῶν οὕτως ἐλαχίστων φθάσαι,
καὶ ἀσχολεῖσθαι καὶ περὶ τὰ οὕτω μικρά.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι) (4098:


002)“Etymologicum Graecae linguae Gudianum et alia grammaticorum scripta e
codicibus manuscriptis nunc primum edita”, Ed. Sturz, F.W.Leipzig: Weigel, 1818,
Rep1973.Alphabetic entry nu, p. 410, l. 1

 δὲ τοῦ θαλαττίου καὶ τοῦ τεχνικοῦ διὰ τοῦ ἦτα γρά-
 φεται.
Νῖσος, ὄνομα κύριον· καὶ Νίσα ἔστιν ὄνομα πόλεως.
Νήφω, νέφος γὰρ ὁ κενὸς φαοὺς, ὃ παρ' Ἀριστοφάνῃ
 καὶ τὸ νεφέλη διδάσκει. Ἀπολλώνιος δὲ ὁ τοῦ Ἀρχι-
 βίου τὸ νήφω κατὰ τροπὴν ἔλεγεν γεγεννῆσθαι· κυρίως
 γὰρ, φησὶν, νήφειν εἴρηται, κατὰ τὴν τοῦ ὕδατος
 προφορὰν καὶ νηφαλέωσιν, ἢ καὶ ἐκπέπτωκεν ἀπ' αὐ-
 τοῦ καὶ τὸ νειφᾶς· τὸ δὲ νιφετὸς διὰ τοῦ ἰῶτα· καὶ
 οὐ θαῦμα· ὥσπερ γὰρ ἀπὸ τοῦ λείβω λίβας καὶ ἀπὸ  
 τοῦ πείθω πιθανότης, καὶ ἀπὸ τοῦ ἀλείφω συναλιφὴ,
 οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ νείφω νιφετός.

Aphthonius Rhet., Progymnasmata (4100: 001)“Aphthonii progymnasmata”, Ed.


Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1926; Rhetores Graeci 10.Vol. 10, p. 3, l. 4

 Τοῦ δὲ διηγήματος τὸ μέν ἐστι δραματικόν, τὸ δὲ


ἱστορικόν, τὸ δὲ πολιτικόν· καὶ δραματικὸν μὲν τὸ πε-
πλασμένον, ἱστορικὸν δὲ τὸ παλαιὰν ἔχον ἀφήγησιν,
πολιτικὸν δὲ ᾧ παρὰ τοὺς ἀγῶνας οἱ ῥήτορες κέχρηνται.
 Παρέπεται δὲ τῷ διηγήματι ἕξ· τὸ πρᾶξαν πρόσωπον,  
τὸ πραχθὲν πρᾶγμα, χρόνος καθ' ὅ, τόπος ἐν ᾧ, τρόπος
ὅπως, αἰτία δι' ἥν.
 Ἀρεταὶ δὲ διηγήματος τέσσαρες· σαφήνεια, συντομία,
πιθανότης καὶ ὁ τῶν ὀνομάτων ἑλληνισμός.

Διήγημα τὸ κατὰ ῥόδον, δραματικόν.


211

 Ὁ τὸ ῥόδον θαυμάζων τοῦ κάλλους τὴν τῆς Ἀφρο-


δίτης λογιζέσθω πληγήν. ἤρα μὲν γὰρ ἡ θεὸς τοῦ Ἀδώ-
νιδος, ἀντήρα δὲ καὶ ὁ Ἄρης αὐτῆς, καὶ τοῦτο ἡ θεὸς
ὑπῆρχεν Ἀδώνιδι, ὅπερ Ἀφροδίτῃ Ἄρης ἐτύγχανε. θεὸς
ἤρα θεοῦ καὶ θεὸς ἐδίωκεν ἄνθρωπον· πόθος ὅμοιος,
κἂν τὸ γένος διήλλαττε. ζηλοτυπῶν δὲ ὁ Ἄρης τὸν Ἄδω-
νιν ἀνελεῖν ἠβούλετο, λύσιν ἔρωτος τὸν Ἀδώνιδος ἡγη-
σάμενος θάνατον. καὶ πλήττει μὲν Ἄρης τὸν Ἄδωνιν.
μαθοῦσα δὲ τὸ ποιηθὲν ἡ θεὸς ἀμύνειν ἠπείγετο,

Καινή Διαθήκη. Catena in Matthaeum (catena integra) (e cod. Paris. Coislin. g23)
(4102: 001)“Catenae Graecorum patrum in Novum Testamentum, vol. 1”, Ed.
Cramer, J.A.Oxford: Oxford University Press, 1840, Rep1967.P. 226, l. 27

μόνον. διὸ καὶ ἐπιτιμᾶται Πέτρος αὐτῇ χρησάμενος, καὶ μετὰ


σφοδρᾶς τῆς ἀπειλῆς. οὐ μὴν ἀφῆκε τινὰ γενέσθαι βλάβην ὁ
Χριστὸς, καὶ γὰρ ἰάσατο αὐτὸν, καὶ θαῦμα μέγα ἐπεδείξατο,
ἱκανὸν καὶ τὴν ἐπιείκειαν αὐτοῦ καὶ τὴν δύναμιν ἐμφῆναι, καὶ τὴν
τοῦ μαθητοῦ φιλοστοργίαν τε καὶ πραότητα· καὶ γὰρ ἐκεῖνο μὲν
φιλοστόργως· τοῦτο δὲ τὸ βαλεῖν τὴν μάχαιραν εἰς τὴν θήκην
πειθηνίως ἔπραξεν. τίνος ἕνεκεν εἶπεν “ὅτι πάντες οἱ λαβόντες
“μάχαιραν” καὶ τὰ ἑξῆς; τοὺς μαθητὰς παραμυθούμενος τῇ
τιμωρίᾳ τῶν ἐπιβουλευόντων. οὐκ εἶπε δὲ ὅτι δύναμαι ἐγὼ πάντας
αὐτοὺς ἀπολέσαι, ἀλλὰ παρακαλέσαι τὸν Πατέρα μου. ἐπειδὴ
πιθανότερος μᾶλλον τοῦτο λέγων ὑπῆρχεν, ἤπερ ἐκεῖνοι. οὐδέπω
γὰρ τὴν προσήκουσαν δόξαν περὶ αὐτοῦ εἶχον· καὶ πρὸ μικροῦ δὲ
εἰρηκὼς ἦν, ὅτι “περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου,” καὶ
“Πάτερ, παρελθέτω ἀπ' ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο,” καὶ ἀγωνιῶν
ἐφάνη καὶ ἱδρῶν, καὶ ὑπὸ Ἀγγέλου ἐνισχυόμενος. ἐπεὶ οὖν πολλὰ
τὰ ἀνθρώπινα ἐπεδείξατο, οὐκ ἐδόκει πιθανὰ λέγειν, εἴγε εἴρηκεν
ὅτι δοκεῖτε ὅτι οὐ δύναμαι αὐτοὺς ἀπολέσαι; “δώδεκα δὲ
“λεγεῶνας” εἶπεν “Ἀγγέλων

Καινή Διαθήκη. Catena in epistulam i ad Corinthios (typus Vaticanus) (e cod.


Paris. g227) (4102: 012)“Catenae Graecorum patrum in Novum Testamentum, vol.
5”, Ed. Cramer, J.A.Oxford: Oxford University Press, 1841, Rep1967.P. 20, l. 9

 {Φωτίου.} Οὐκ εἶπεν οὐκ ἐν σοφίᾳ γνώσεως, ἀλλ' “οὐκ ἐν  


“σοφίᾳ λόγου,” καλῶς· καὶ γὰρ ἐν σοφίᾳ γνώσεως εὐηγγελί-
ζετο· διὸ καὶ ἀλλαχοῦ· “ἰδιώτης τῷ λόγῳ, ἀλλ' οὐ τῇ γνώσει·”
τί γάρ ἐστι σοφώτερον ἢ εἰς γνῶσιν ἄμεινον καὶ λαμπρότερον τοῦ
μαθεῖν καὶ διδάξαι, ὅτι σταυρῷ καὶ θανάτῳ κατήργηται θάνατος,
καὶ τὸ ἡμέτερον τῶν ἀνθρώπων γένος μακρᾶς καὶ χαλεπωτάτης
τῆς τοῦ διαβόλου τυραννίδος ἠλευθέρωται; “ἵνα μὴ κενώθῃ ὁ
“σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ· κενοῦται γὰρ καὶ κατευτελίζεται ὁ
σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι τὸ ὑπὲρ ἡμῶν ἑκούσιον πάθος αὐτοῦ·
212

τοῖς λόγῳ σοφίας καὶ πιθανότητι πειρωμένοις αὐτοῦ τὸ μεγαλεῖον


καὶ τὴν θεότητα παραστῆσαι· πῶς γὰρ τὸ ὑπὲρ λόγον καὶ φύσιν,
καὶ λόγοις καὶ τέχνῃ τινὶ παραστῆσαι; τίς δέ ἐστι χρεία λόγων
καὶ πειθοῦς, τῶν σημείων καὶ θαυμάτων μεῖζον φωνῆς ἁπάσης
κεκραγότων· καὶ πάντα τὸν βουλόμενον ἐπὶ τὴν εὐσέβειαν καὶ τὸ
κήρυγμα χειραγωγούντων.
 

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν (4235: 002)


“Rhetores Graeci, vol. 6”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Rep1968.6, P. 119, l.
27

γει τὰ σχήματα μόνα, τυχὸν ἀπὸ τῆς ἐπικρίσεως τοῦτο


λαβὼν, ὃν ἐκεῖσε γενόμενοι ἐξετάσομεν· ἀσχημάτιστος
γὰρ οὖσα, φασὶν, ἡ ἔννοια καθ' ἑαυτὴν εὑρισκομένη
[κινουμένη]· κινουμένη δὲ διὰ τῆς λέξεως ἡ αὐτὴ μέν ἐστι,
σχηματίζεται δὲ μόνον ἡ λέξις· τούτῳ τῷ λόγῳ καὶ οἱ
περιφανεῖς τῶν τεχνικῶν συναινοῦσιν ὧν ἐστι καὶ Λογ-
γῖνος ὁ φιλολόγος φάσκων· ὅσα σχήματα τῶν ἐννοιῶν
ὠνόμασται, οἷον προδιόρθωσις, ἀποσιώπησις, παράλειψις
καὶ τὰ λοιπὰ, οὔ μοι δοκοῦσι δικαίως σχήματα καλεῖ-
σθαι, ἀλλ' ἔννοιαι καὶ λογισμοὶ καὶ ἐνθυμήματα καὶ πι-
θανότητες καὶ πίστεις γενόμενα, οὕτω μεθοδευόμενα. καὶ
ταῦτα μὲν οὗτοι· ἐμοὶ δὲ οὐ ῥᾴδιον πείθεσθαι· κούφων
γάρ τι καὶ ἠλιθίων τὸ καθυπάγεσθαι παντὶ τῷ λέγοντι
καὶ δόξαις ἄλλως κεναῖς. Ἀριστοτέλης τέ φησι, καὶ  
θειότατος λόγος, οὐκοῦν ἢ ἐλέγξομεν ἢ διαιτήσομεν· οὐ
φθείρεται, φησὶν, ἡ ἔννοια διὰ τῆς λέξεως· σὺ τοῦτο νο-
μοθετῶν λέγεις· ἐπεὶ, ὥς γε οὐ καλῶς, ἡ πίστις ἐγγύ-
θεν· πῶς ὑμῖν ὑπὸ τῶν χρηστῶν τούτων τὰ πράγματα
ἔχει; νῦν

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν 6, P. 305, l. 13

δοκεῖν φησιν, ἵνα τῷ ληπτῷ μὲν ἕλκῃ πρὸς ἑαυτὸ, καὶ ἡ


κατασκευὴ ὥσπερ ἐξ ὑποστροφῆς γοργότητα· τὸ γὰρ τε-
λέως ἄληπτον, τῷ δ' ἀλήπτῳ θαυμάζεται· θαυμαζόμε-
νον δὲ ποθεῖται καὶ τὰ ἑπόμενα· ὁρᾷς, ὅτι καὶ τὰ
λαμπρὰ καὶ τὰ μεγάλα τῆς τεχνικῆς ἐπικοσμήσεως δεῖ·
οὕτω γοῦν καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες καλαὶ εἰ ζώννυνται ἢ
ἐνδύονται, ἢ καλύπτονται τὴν κεφαλὴν οὐ καλῶς, ἢ οὐ
κτενίζονται καὶ τὰς τρίχας ἐξομαλίζουσιν, ἧττόν εἰσι κα-
λαί· τὸ μὲν οὖν τόλμης οὕτω μοι θεωρεῖται καὶ τρισὶ
θεωρίαις, καὶ ὅτῳ δ' ἂν ἀρεσθείης αὐτὸς, τοῦτ' ἂν εἴη
κύριον, καὶ τὸ κεκοσμημένον ἅμα πιθανότητι, τοῦ αὐ-
τοῦ ἐστι καὶ τοῦτο μέρος· τὸ γὰρ κάλλος καὶ τὸ κεκος-
μημένον τὸ αὐτό ἐστι· τὸ δὲ πιθανὸν ἰδέας ἐστὶν ἑτέρας,
ἥντινα μαθησόμεθα· ἁρμόδιον δὲ τοῦτο τοῖς τολμηροῖς
λόγοις· λέγεται δὲ καὶ ἀληθινὸν, ὡς τό· οὐκ οἶδα δὲ, εἰς
213

ὅ τι ἂν ἄλλο χρησαίμην τοῖς λόγοις μὴ νῦν χρησάμενος,


καὶ ὡς ἀπόλοιτο ἡ κακία, καὶ ὁ καθεύδουσιν ἡμῖν ἐπι-
σπείρων τὰ ζιζάνια πονηρός· πῶς δ' ἂν ἁρμόσειε καὶ τοῦ-
το τοῖς ῥηθεῖσιν, εἰ φαίημέν τι μεταξὺ τῶν λόγων ὥς-
περ καὶ ἀναμιμνησκόμενοι ἢ εὐχόμενοί τι ἢ κατευχόμενοι·

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν 6, P. 307, l. 22

ρωνεία, σχῆμα τοῦ πιθανοῦ οὖσα, σὺ διδάσκαλος, καὶ


πάλιν· μετάδοτα καὶ ἡμῖν τῆς λαμπρότητος· τινὲς δὲ
ἐπλανήθησαν ἀπὸ τῆς ὁμωνυμίας, ἀρετὴν λόγου εἰπόντες
τὸ πιθανὸν, ἣν ἐργάζονται ἀφέλεια, ἀλήθεια, γλυκύτης,
ἐπιείκεια, αἱ τοῦ ἤθους ἰδέαι· ἀγνοήσαντες, ὡς ἡ τοῦ
λόγου ἀρετὴ οὐ μόνον ἐν τῷ ἤθει ἐστὶν, ἀλλὰ καὶ τῷ
μεγέθει καὶ πάσαις ταῖς ἰδέαις γινομέναις πιθαναῖς,
μὴ τὴν φύσιν τῶν προσώπων καὶ πραγμάτων· μηδὲ τὴν
ποιότητα ἢ τὸ ἦθος ἢ τὰ τοιαῦτα παρεκβαινόντων διὰ
πάντων τῶν τοῦ λόγου εἰδῶν καὶ μερῶν καὶ διασκευῆς·
αὕτη δὲ ἡ πιθανότης, μᾶλλον δὲ τὸ πιθανὸν ἰδέα ἐστὶ,
μόρια ἔχουσα συστατικὰ ἑαυτῆς, ἥτις λέγεται ἰδικῶς καὶ
ἀλήθεια, ὡς μαθησόμεθα· οὐ γὰρ τὸ πιθανὸν ἡ ἀλή-
θεια ποιεῖ, ὡς αὐτοί φασιν, ἀλλὰ ταὐτὸν ἀλήθεια καὶ
Πιθανόν· ἢ κατὰ συγχώρησιν τὸ πιθανὸν τὴν ἀλήθειαν·
εἰδείη γὰρ ἄν τις τὴν ἀτοπίαν ἐκ τῶν ἑκάστης ὁρι-
σμῶν· ἡ μὲν γὰρ ἀρετὴ τοῦ λόγου, ἡ δὲ πιθανότης ἡ
τὰ παρακολουθοῦντα τοῖς οὖσι πιθανῶς ἀπαγγέλλουσα·
πιθανὰ δέ εἰσι τὰ μὴ ταῖς ἀνασκευαῖς ὑποπίπτοντα, οἷ-
ον ὅτι ὁ ταῦρος ἑάλω ὑπὸ ἀλώπεκος, ἡ ἀλώπηξ ὑπὸ ἀλε-  
κτρυόνος· ταῦτα γὰρ ἄπιστα·

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 307, l. 28

μεγέθει καὶ πάσαις ταῖς ἰδέαις γινομέναις πιθαναῖς,


μὴ τὴν φύσιν τῶν προσώπων καὶ πραγμάτων· μηδὲ τὴν
ποιότητα ἢ τὸ ἦθος ἢ τὰ τοιαῦτα παρεκβαινόντων διὰ
πάντων τῶν τοῦ λόγου εἰδῶν καὶ μερῶν καὶ διασκευῆς·
αὕτη δὲ ἡ πιθανότης, μᾶλλον δὲ τὸ πιθανὸν ἰδέα ἐστὶ,
μόρια ἔχουσα συστατικὰ ἑαυτῆς, ἥτις λέγεται ἰδικῶς καὶ
ἀλήθεια, ὡς μαθησόμεθα· οὐ γὰρ τὸ πιθανὸν ἡ ἀλή-
θεια ποιεῖ, ὡς αὐτοί φασιν, ἀλλὰ ταὐτὸν ἀλήθεια καὶ
Πιθανόν· ἢ κατὰ συγχώρησιν τὸ πιθανὸν τὴν ἀλήθειαν·
εἰδείη γὰρ ἄν τις τὴν ἀτοπίαν ἐκ τῶν ἑκάστης ὁρι-
σμῶν· ἡ μὲν γὰρ ἀρετὴ τοῦ λόγου, ἡ δὲ πιθανότης ἡ
τὰ παρακολουθοῦντα τοῖς οὖσι πιθανῶς ἀπαγγέλλουσα·
πιθανὰ δέ εἰσι τὰ μὴ ταῖς ἀνασκευαῖς ὑποπίπτοντα, οἷ-
ον ὅτι ὁ ταῦρος ἑάλω ὑπὸ ἀλώπεκος, ἡ ἀλώπηξ ὑπὸ ἀλε-  
κτρυόνος· ταῦτα γὰρ ἄπιστα· πιθανὸν δέ ἐστι τὸ καὶ
214

ἐνδιάθετον, λόγος τὸ πάθος ἐξαγγέλλων τοῦ λέγοντος,


ὅπως διάκειται περὶ τὸ λεγόμενον, ὡς ἐν τοῖς περὶ αὐ-
τοῦ μαθησόμεθα· ἔτι μέντοι τὸ ἐπὶ ταῖς διηγήσεσι μό-
ναις ἁρμόδιον καὶ μάλιστα ταῖς πλείσταις, τὸ δὲ λόγῳ
παντί· καὶ μὴν ἡ μὲν ὑπάρχει ἀμερὴς, τὸ δὲ μέρη ἔχει
καὶ μόρια τὰ ἑαυτοῦ στοιχεῖα. ἐξ ὧν καὶ συνίσταται,

Athanasius Soph., Prolegomena in Hermogenis librum περὶ στάσεων (epitome)


(4238: 001)“Prolegomenon sylloge”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1931; Rhetores
Graeci 14.Vol. 14, p. 177, l. 16

πάθη τῆς ψυχῆς καὶ τὴν κατανόησιν τούτων, ὡς καὶ τῇ


ὅλῃ ἐπιστήμῃ σύμφωνον εἶναι τὴν κίνησιν τοῦ σώματος
καὶ τὸν τόνον τῆς φωνῆς.
 Ὅτι στοιχεῖα νοήσεως ταῦτα· πρῶτον μὲν καὶ ἁπλοῦν
νόημα, εἰ δεῖ βοηθῆσαι Ὀλυνθίοις, εἶτα τοὺς εἰς αὐτὸ
λόγους εὑρεῖν, οἷον ἐν τῇ τῶν ἐπιχειρημάτων εὐπορίᾳ,
ἃ εἰς κατασκευὴν τοῦ νοήματος λαμβάνουσι· τούτων τὰ
μέν ἐστι παραδειγματικά, τὰ δὲ ἐνθυμηματικά. Καὶ δεῖ
μὴ μόνον εὑρεῖν, ἀλλὰ καὶ καλῶς ἑρμηνεῦσαι. ἑρμηνείας
δὲ ἀρεταὶ δʹ· ἑλληνισμός, σαφήνεια, συντομία, πιθανό-
της. τὴν δὲ συντομίαν πρὸς τὴν ἀξίαν τῆς χρείας δοκι-
μάζεσθαι δεῖ· οὐδὲ γὰρ φλυαρεῖν τὸν Δημοσθένην ἐροῦ-
μεν ἐν τῷ Περὶ τοῦ στεφάνου τοσαῦτα τιθέντα οὐδὲ τῆς
κατὰ τὴν συντομίαν ἀρετῆς ἐκπεσεῖν· μακρὸν γὰρ οὐχ
ἁπλῶς τὸ μακρόν, ἀλλ' ὅσον ἔξω τῆς χρείας, καὶ σύντο-
μον οὐχ, ὅπερ τῇ βραχύτητι τῶν στοιχείων ἀδικήσει τὰ
πράγματα, ἀλλ' ὅπερ τῶν ὑποκειμένων πραγμάτων τῇ
χρείᾳ τὸ μέτρον ἐκτείνει. δεῖ δὲ προσθεῖναι καὶ τὸ κυ-
ρίως κεχρῆσθαι ταῖς λέξεσιν. ἄμεινον δὲ ἀντὶ τῆς συντο-
μίας τὴν συμμετρίαν εἰπεῖν· καὶ γὰρ πολλὰ καὶ ἐλά-
χιστα ἐροῦμεν ἀκολουθοῦντες τῇ ὕλῃ.

Οικουμενική Σύνοδος. Synodus Constantinopolitana et Hierosolymitana anno


536 (5000: 004)“Acta conciliorum oecumenicorum, vol. 3”, Ed. Schwartz, E.
Berlin: De Gruyter, 1940, Rep1965.Tome 3, p. 206, l. 2

Ὡριγένους ἐκδικοῦντες κακοδοξίαν φεύγοντες τοὺς περὶ τούτων ἀρραγεῖς ἐλέγχους


καὶ συγκρύπτειν τὴν ἑαυτῶν πλάνην βουλόμενοι τινὰς ῥήσεις ἐκ τῶν ἁγίων πατέρων
κακῶς ἐκλαμβάνοντες καὶ πρὸς τὸν ἴδιον νοῦν παρερμηνεύοντες τῆι οἰκείαι
προσαρμόζουσι νόσωι, ὅπερ ποιοῦσι καὶ ἐπὶ τῶν θείων γραφῶν. ἡμεῖς δὲ ἐξ αὐτῶν
τῶν ἁγίων πατέρων ἀπο-
δείξομεν ματαίους εἶναι καὶ τοὺς τοιούτους αὐτῶν λόγους. λέγει τοίνυν ὁ ἐν ἁγίοις
Γρηγόριος ὁ θεολόγος ἐν τῶι ἀπολογητικῶι λόγωι τάδε
 ἡμῖν δὲ οἷς τὸ κινδυνευόμενόν ἐστι σωτηρία ψυχῆς τῆς μακαρίας τε καὶ ἀθανάτου
καὶ ἀθάνατα κολασθησομένης ἢ ἐπαινεθησομένης διὰ κακίαν ἢ ἀρετήν, πόσον χρὴ
215

δοκεῖν
εἶναι τὸν ἀγῶνα καὶ ὅσης δεῖν τῆς ἐπιστήμης;  
 Καὶ ὁ αὐτὸς αὖθις ἐν τῶι εἰς τὴν πληγὴν τῆς χαλάζης λόγωι τάδε φησί
 Τίς ψευδὴς ἀπολογία, ποία πιθανότης ἔντεχνος, τίς ἐπίνοια κατὰ τῆς ἀληθείας παρα-
λογιεῖται τὸ δικαστήριον καὶ κλέψει τὴν ὀρθὴν κρίσιν τοῖς πᾶσι πάντα ἐν ζυγῶι
τιθεῖσαν
καὶ πρᾶξιν καὶ λόγον καὶ διανόημα καὶ ἀντισηκοῦσαν τοῖς πονηροῖς τὰ βελτίονα, ἵνα
τὸ
ῥέπον νικήσηι καὶ μετὰ τοῦ πλείονος ἡ ψῆφος γένηται, μεθ' ἣν οὐκ ἔφεσις, οὐ κριτὴς
ὑψη-
λότερος, οὐκ ἀπολογία δι' ἔργων δευτέρων, οὐκ ἔλαιον παρὰ τῶν φρονίμων παρθένων

ἢ τῶν πωλούντων ταῖς ἐκλειπούσαις λαμπάσιν, οὐ μεταμέλεια πλουσίου φλογὶ


τηκομένου
καὶ τοῖς οἰκείοις ἐπιζητοῦντος διόρθωσιν, οὐ προθεσμία μεταποιήσεως, ἀλλὰ καὶ
μόνιμον
καὶ τελευταῖον καὶ φοβερὸν τὸ κριτήριον καὶ δίκαιον πλέον ἢ ὅσον ἐπίφοβον, μᾶλλον

Σχόλια στον Άρατο. (5013: 001)


“Scholia in Aratum vetera”, Ed. Martin, J.Stuttgart: Teubner, 1974.
Scholion 62, l. 22

ὑποβάντα τῷ ὁρίζοντι, ἅμα νοήματι προκύπτει. καὶ


τοῦτο γίνεται τὸ λεγόμενον ὑπὸ τοῦ Ἀράτου· ὁμολο-
γουμένως γὰρ φθανούσης τῇ δύσει τῆς ἀνατολῆς, ἄκρα-
τος μίξις γίνεται ἀμφοτέρων τῶν ἰδιωμάτων, ὡς ἔχει
καὶ παρὰ τῷ ποιητῇ ἐπὶ τῶν Λαιστρυγόνων (κ 86)·
“ἐγγὺς γὰρ νυκτὸς καὶ ἤματός εἰσι κέλευθοι”. ἐπὶ γὰρ
ἐκείνοις ἡ μὲν ἡμέρα ὡρῶν ἐστιν εἴκοσιν, ἡ δὲ νὺξ
τεσσάρων, συναπτούσης ὅσον οὐδέπω τῆς δύσεως τῇ
ἀνατολῇ. εὐλόγως οὖν ἐπήνεγκεν “ἐγγὺς γὰρ νυκτὸς
καὶ ἤματος”. Ἀρίστυλλος δὲ καὶ Βοηθὸς οἱ μαθη-
ματικοὶ πιθανοτέραν δοκοῦσιν ὑποβάλλειν λύσιν.  
MQDΔKVUAS μίσγονται δύσιές τε καί:αἱ δύσεις καὶ
αἱ ἀνατολαὶ πλησιάζουσιν ἀλλήλαις, λήγουσα μὲν ἡ
ἀνατολή, ἀρχομένη δὲ ἡ δύσις, κατὰ τὸν μεσημβρινὸν
πόλον, ὅς ἐστι μεσαίτατος πάσης τῆς σφαίρας. ἐκεῖ
γὰρ γενόμενος ὁ ἥλιος μεσημβρινὸς γίνεται, καὶ λοιπὸν
ἑβδομὴν ὥραν ἀπ' αὐτοῦ ὡς ἐπὶ δύσιν ἄρχεται ποιεῖν.
ἡ δὲ τοῦ Δράκοντος κεφαλὴ ὑπὸ τὸ πέλμα οὖσα τοῦ
Ἐν γούνασι, καὶ τοῦ ὑπὸ τὸν πόδα κύκλου ἐπιψαύουσα
ἐν τῷ τὸν οὐρανὸν κινεῖσθαι, γινομένη περὶ τὸν μεσημ-
βρινὸν κύκλον, ἐπ' ἄκροις τοῖς τοῦ ὠκεανοῦ ὕδασιν

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (scholia anonyma recentiora) (5014:


006)“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed.
216

Koster, W.J.W.Groningen: Bouma, 1974; Scholia in Aristophanem 1.3.2.


Play sch recent nub, verse 1398a, l. 1

ἀλλ' ... ἐρεβίνθου] τοῦ αἰδοίου αὐτῶν τὸ Lb ἐρεβίνθου b δέρμα


ἐάσομεν Lbh αὐτοῖς h, τῶν αἰδοίων τὸ δέρμα καταλείψομεν αὐτοῖς Va.
σὸν ἔργον] ἀποστροφὴ ⌈τὸ σχῆμα Chis πρὸς τὸν Reg (om. Chis)
Φειδιππίδην ChisReg (1397a Tr2 + Tr1), χρεία σή lChalch.
καινῶν ἐπῶν] τῶν παραδόξων τούτων Cr(κ. λόγων]), νέων λόγων
Cant.2lChalch (Ho om. λόγων).
κινητὰ] ζητητά ChislChalc (cf. Tz 1397a, l. 3).
μοχλευτά] ἐφευρετά Cant.2, ζητητά LbChalch, μοχλοί, κλεῖθρα·
μοχλεύειν, κινεῖν Vict (compositum ex Hesch. Μ 1767 et 1766).
πειθώ] δύναμιν ῥητορικὴν καταπείθειν Par, πιθανότητα Cr, δύναμιν
καταπειστικήν Cant.2l συστατικήν h, ῥητορικήν Ho.
ὅπως] ὥστε Chis, ἵνα RegCant.2, πῶς LbChalc, τίνι τρόπῳ Va.
δόξεις] ὑπολάβῃς Cr(-ξῃς]), φανήσῃ LbChalch(-ξῃς] Ho).
δεξιοῖς] ἐπιτηδείοις lh, μεγάλοις Lb.
ὁμιλεῖν] συγγίνεσθαι Cr, συνεῖναι Vah, γυμνάζεσθαι Va.
καθεστώτων] ὑπαρχόντων LbChalch, γεγραμμένων καὶ ὄντων Va.
ἱππικῇ] τῇ λατρείᾳ τῶν ἵππων Cant.2.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in nubes (scholia recentiora Tzetzae)


(5014: 017)“Jo. Tzetzae commentarii in Aristophanem”, Ed. Holwerda, D.
Groningen: Bouma, 1960; Scholia in Aristophanem 4.2.Argumentum-dramatis
personae-scholion sch nub, verse-column 1202a, l. 2

πρὸς τοὺς δανειστὰς ἀπόντας ὡς πρὸς παρόντας διαλεγόμενος, ὃ τοῦ ἤθους


ἐστί, λέγει· τί κάθησθε ἀβέλτεροι, ἀπαίδευτοι, ἀμαθεῖς, ἀφυεῖς, ἀνεπιτήδειοι,
μὴ τοῦ σκοποῦ ἐπιτυγχάνοντες ὡς οἱ καλῶς βάλλοντες τοξόται, ἀλλὰ πόρρω,
μηδ' ἴκταρ σκοποῦ τὰς ἐπαφέσεις τῶν τοξευμάτων ποιούμενοι, τί κάθησθε
καὶ οὐ συγκροτεῖτε καθ' ἡμῶν δικαστήρια;
εὖ γ'] καλῶς ὑπάρχει ἐμοί. κακοδαίμονες] πρὸς τοὺς
δανειστάς. ἀβέλτεροι] ἀνόητοι.   ἡμέτερα κέρδη τῶν σοφῶν:οἵτινες εἰς κέρδος ἐμοὶ
δεδανείκατε τὰ ὑμέτερα πράγματα. τῇ γὰρ σοφίᾳ καὶ λόγων ταῖς πιθανότησι τοῦ
ἐμοῦ υἱοῦ Φειδιππίδου κέρδος ἐμὸν ταῦτα πάντα ποιήσομαι μηδὲν τῶν χρεῶν ὑμῖν
ἀποδούς. ὦ ὄντεςὄντετῷ ἀριθμῷ μόνον ἄνθρωποι, Πασίας, Ἀμυνίας καὶ ἕτεραι
κλήσεις, νοῦν δὲ ἀνθρώπων μὴ ἔχοντες, ἀλλὰ κτήνη, πρόβατα, ἀμφορεῖς καὶ
κέραμοι οἴνου μεστοί, λίθοι. τὰ μέτρα χρῄζων γράφε, ὡς οἱ πρὸ ἡμῶν γράφοντες.
ἡμέτερα κέρδη] οἵτινες εἰς κέρδη ἐμοὶ δεδανείκατε.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in nubes (scholia recentiora Tzetzae)


Argumentum-dramatis personae-scholion sch nub, verse-column 1204, l. 3

ὄντες] ὦ. ἀριθμός p.i.m.] μόνον τῷ


ἀριθμῷ ἄνθρωποι, νοῦν δὲ ἀνθρώπων
μὴ ἔχοντες. v.l. ἄλλως] γρ. ἄλως.
217

ἀμφορεῖς] ἀμφορῆς. ἀμφορεῖς νενησμένοι] κέρα-


μοι οἴνου μεστοί. ὥστ' εἰς ἐμαυτὸν:ὥστε ἐγκώμιον δεῖ με ᾆσαι ἐμαυτῷ καὶ τῷ
(1211) υἱῷ μου. ἡνίκα, ὦ τέκνον, τοῖς δανεισταῖς ἀντιλέγων δικαστηρίοις  
ἐν εὐγλωττίαις καὶ πιθανότησι λόγων τὰς δίκας νικᾷς, ζηλοῦντες ἐμὲ οἱ δημόται,
γείτονες καὶ φίλοι, ἢ ζηλοῦντες καὶ φθονοῦντες καταχρηστικῶς,παραχρηστικῶς,ἢ
κυρίως ζηλοῦντες καὶ μιμούμενοι, ἢ θαυμάζοντες φήσουσι καὶ εἴπωσιν· ὦ
Στρεψίαδες, ἀντὶ τοῦ “ὦ Στρεψιάδη”· οὐ γὰρ ἦν ἡ γενικὴ εἰς ους, Στρεψιάδους, ὡς
τὴν κλητικὴν εἶναι Στρεψίαδες, ἀλλὰ τῆς γενικῆς εἰς ου ληγούσης – Στρεψιάδου
γὰρ κλίνεται – ἡ κλητικὴ “ὦ Στρεψιάδη” ἐστίν. οὗτος δὲ μεταπλασμῷ οὕτως
ἔκλινεν, ὡς ἀπὸ περισπωμένης εὐθείας τῆς Στρεψιαδέης Στρεψιαδῆς, ὡς
Ἡρακλέης Ἡρακλῆς, Στρεψίαδες καὶ Ἥρακλες.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) (5017: 001)“Scholia Demosthenica,


2 vols.”, Ed. Dilts, M.R.Leipzig: Teubner, 1:1983; 2:1986.Oration 11, sec. 1, l. 63

αὐτοῖς χαίρειν τόν τε Φίλιππόν τε καὶ τοὺς ἀρχομένους’. ἕκτη (10) ἡ περὶ
τῶν ἡγεμόνων τῶν ξένων, καὶ αὐτὴ καθαιρετικὴ τοῦ δυνατοῦ τοῦ Φιλίπ-
που. εἶτα ἐπειδήπερ παράδοξον ἔννοιαν εἶπε καὶ διὰ τοῦτο σχεδὸν ἀπίθανον
ἐν τῷ περὶ τῶν ξένων λόγῳ, ὅτι τὰ μάλιστα σκορακίζονται (cf. 11), αὐτὸς
ἑαυτοῦ ἐλάβετο καὶ ᾔσθετο τῆς παραδόξου ἐννοίας. ἔλυσε γοῦν εὐθέως
εἰπών (12)· ‘καὶ τούτοις οὐδ' ἂν εἷς εὖ φρονῶν ἀπιστήσειε’, καὶ ἐπάγει  
διὰ τῶν ἑξῆς τὴν αἰτίαν. πρὸς ταῦτα τοίνυν ἅπαντα τὰ προειρημένα περὶ
τοῦ δυνατοῦ ἀνθυποφορά τις ἀντέπεσε (13) ‘πῶς οὖν, εἴπερ ἐστὶ τὰ
τοιαῦτα, πιστῶς ἤδη πολὺν χρόνον αὐτῷ παραμένουσιν;’ ἐκ γὰρ τῶν
εἰρημένων ἁπάντων πρὸς καθαίρεσιν ἠθροίσθη τις αὐτῷ δόξα ἀπιθανότη-
τος, ὅτι, εἰ ταῦτα ἦν ἀληθῆ, πάντως ἂν ἀπέστησαν. αὐτὸς δὲ καὶ ταύτην
ἔλυσεν εἰπὼν ὅτι (13) ‘τὸ κατορθοῦν αὐτὸν ἐπισκοτεῖ πᾶσι τοῖς τοιού-
τοις’. ἀλλ' ἡ ἀντίθεσις πρὸς τὸ δυνατὸν ἀντέπεσεν.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 16, sec. 1, l. 39

τῷ πέμπτῳ τῶν Φιλιππικῶν (5, 1) κἀν τῷ ὑπὲρ τῶν ἐν Χερρονήσῳ (8, 1),  
θηρώμενος ἀεὶ τὸ κοινῇ συμφέρον, οὐχὶ δὲ τὸ ἰδίᾳ ἑκάστου δι' ὃν ὁ λόγος
σκοπούμενος.
 Πρῶτον τοίνυν ἐστὶ κεφάλαιον ἐν τούτῳ τῷ λόγῳ τὸ συμφέρον, λαμβά-
νον τὰς κατασκευὰς ἐκ τοῦ δυνατοῦ. φησὶ γὰρ (cf. 16, 4 – 5) συμφέρον
εἶναι τῇ πόλει Λακεδαιμονίους καὶ Θηβαίους ἀσθενεῖς ὑπάρχειν· νῦν δὲ
καιρὸν εἶναι τούτου, κατοικισθείσης μὲν τῆς Βοιωτίας, μὴ συγχωρηθέν-
των δὲ ἰσχυρῶν γενέσθαι τῶν Λακεδαιμονίων. οὕτω τὰς κατασκευὰς τοῦ
συμφέροντος ἀπὸ τοῦ δυνατοῦ κεκόμικεν. ἀλλὰ τὸ μὲν περὶ τοῦ κατοικι-
σμοῦ τῆς Βοιωτίας ἐνθάδε μὲν προὔθηκε καὶ συνέπλεξε διὰ τὴν πιθανότη-
τα, προσρίψας ἀθρόως αὐτὸ πρὸς τὴν λυποῦσαν αὐτοὺς ἔννοιαν, ὅτι ‘ἀλλ' αὐ-
ξηθήσονται Θηβαῖοι σωθέντων τῶν Ἀρκάδων’, καταλιπὼν δὲ αὐτὸ ἐν
προτάσει καὶ τὴν ἀπόδειξιν εἰς καιρὸν ταμιευσάμενος ὡς μετὰ μικρὸν ἀπο-
δείξων, ὅταν πρὸς αὐτὴν τὴν ἀντίθεσιν ἀγωνίζηται, τὸ κατὰ Λακεδαιμονίους
ἀποδείκνυσι μόνον, ὡς οὐ συμφέρει συγχωρεῖσθαι γενέσθαι μεγάλους. κα-
218

τασκευάζει δὲ τοῦτο τῷ ἐξισάζοντι κατὰ ἀντιστροφήν. ἐπειδὴ γὰρ ἡ ἔν-


νοια ἦν ‘ἀλλ' ἰσχυροὶ γενήσονται Θηβαῖοι’, τοῦτο δὲ οὐ συμφέρει, ἐπήγα-
γεν ἀπὸ τοῦ ἐξισάζοντος τὸ ἀντίστροφον ‘οὐδὲ γὰρ Λακεδαιμονίους αὐ-
ξηθῆναι συμφέρει’. τὸ δὲ σχῆμα τὸκατὰ ἀναίρεσιν παραπλήσιον τῷ
κατ' ἀρχὰς ἐν τῷ πρὸς Λεπτίνην (20, 5) μετὰ τὴν πρώτην περίοδον· οὐ

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 19, sec. 38d, l. 28

τοῦ ῥήτορος. ἐπεὶ τοίνυν οὐκ ἦν εἰκὸς τὸν Φίλιππον δῶρα δοῦναι ἀνδρὶ
τῶν τυχόντων, ἀλλὰ τῷ δοκοῦντι τῶν ἄλλων κατὰ τὴν πρεσβείαν κρατεῖν,
καὶ ἐπειδὴ οὐχ οἷόν τε ἦν προδοῦναι Φωκέας τὸν μὴ μάλιστα πάντων
δυνάμενον, οὐδὲ μὴν οἷόν τε ἦν πεῖσαι τοὺς ἀκούοντας, ὅτι πάντων τῶν
πρέσβεων ὄντων μόνος Αἰσχίνης προδότης, ἀναγκαίως εἰδὼς τοῦτο εὐθὺς
ἐν ἀρχῇ τῆς καταστάσεως θεραπεύει τὸ ἀντικείμενον. τὰ πρῶτα γὰρ
Αἰσχίνῃ διδοὺς τῆς πολιτείας καὶ μονονουχὶ Περικλέους ἀξίωμα περιτι-
θείς, τὴν δύναμιν αὔξει καὶ τῷ προσώπῳ μέγιστον ἀξίωμα περιτίθησιν,
ἵνα καὶ ἀναγκαίως φαίνηται Φίλιππος τοῦτον θεραπεύων, ὃν μάλιστα
κρατοῦντα τῆς πρεσβείας ἑώρα, καὶ τῷ παντὶ ἀγῶνι παρασκευάζῃ τὴν
πιθανότητα. τὸ δὲ θαυμασιώτατον ἐκεῖνό ἐστιν, ὅτι αὐτὸν Αἰσχίνην παρ-
έχεται τῶν δωροδόκων κατήγορον καὶ μάρτυρα τοῦ διαφθείρεσθαι ὑπὸ
Φιλίππου τοὺς εἰς Μακεδονίαν ἀφικνουμένους. ἐπὶ τούτοις καὶ τρίτον,
ὅτι οὐ διελάνθανεν αὐτὸν ἡ τοῦ Φιλίππου προαίρεσις οἵα τε ἦν περὶ τὴν
πόλιν καὶ τὴν Ἑλλάδα, ἵνα καὶ τὸ χρῶμα φαίνηται διὰ τούτων λύων· οὐ
γὰρ ἦν εἰκὸς ἀγνοῆσαι τοῦ Φιλίππου τὴν γνώμην τὸν πάλαι ποτὲ κατ-
ηγοροῦντα τοῦ Φιλίππου τὸν τρόπον. καὶ τοῦτό ἐστιν ὃ περιέχει τὸτοῦ
χρώματος· ὁ γὰρ αἰσθόμενος πρῶτος Φίλιππον ἐπιβουλεύοντα τοῖς
Ἕλλησι καὶ Φωκεῦσιν ᾔδει ἐπιβουλεύοντα καὶ διαφθείροντά τινας τῶν ἐν
Ἀρκαδίᾳ, ἵνα ἐξ ἀκολουθίας τὸν προεστηκότα τῆς πρεσβείας φαίνηται
διαφθείρων. gT    

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 19, sec. 399, l. 10

κοῦσαν δὲ σωφροσύνην ἐξελέγχει δεικνὺς ἀκρατῆ περὶ μέθην. gT


εἰσάγει τινὰ Ὀλυνθίαν γυναῖκα] ἵνα ἡ εἴσοδος τῆς γυναικὸς καιρὸν
τὸν πρέποντα λάβῃ, πίνουσιν αὐτοῖς καὶ μεθύουσιν εἰσάγει. δείκνυσι δὲ
συγγένειαν τῶν συμποσίων, ὅτι ὁ μὲν Φίλιππος μετ' Ὄλυνθον ἤγαγε συμ-
πόσιον, ὁ δὲ ξενόφρων συνεκρότει συμπόσιον ἐπὶ τοῖς λαφύροις καὶ τοῖς
αἰχμαλώτοις τῶν Ὀλυνθίων. ‘ἐλευθέραν δὲ καὶ σώφρονα’ εἰπὼν τὸ οἰκεῖον
ἦθος καὶ ἣν εἶχεν ὑπόληψιν περὶ Ὀλυνθίων ἐπισημαίνεται. ‘ἐλευθέραν δὲ
καὶ σώφρονα’· καὶ μετὰ τὴν ἅλωσιν οὐ διέφθειρεν ἡ τύχη τὸν τρόπον, οὐκ
ἤμειψεν ἡ δουλεία τὴν γνώμην. ἵνα δὲ παροξύνῃ τοὺς ἀκούοντας, τῆς
αἰχμαλώτου γυναικὸς ἐμνημόνευσεν· ἵνα δὲ ἀφέληται τὴν Αἰσχίνου δόξαν,
τὴν ἀκολασίαν καὶ ἀκρασίαν διεκωμῴδησεν· ἵνα δὲ πιθανότητα ὁ λόγος
λάβῃ, ὡς ἐν ποιήσεως εἴδει συνέπλασε τὸ διήγημα, ἐνάργειαν τῷ λόγῳ δι-
δούς. gT
οὑτωσὶ πίνειν ἡσυχῇ καὶ τρώγειν] ἔδει τινὰ εἶναι καὶ τὸν ἐξαγγέλλον-
τα, ἵνα καὶ ὁ λόγος τὴν πίστιν λάβῃ καὶ ὁ ἐξαγγέλλων μαρτυρίαν ἔχῃ τῆς
ἀκολασίας μὴ κοινωνεῖν. τὸ δὲ ‘ἠνάγκαζον’ βεβαιοῦντός ἐστι τῆς γυναι-
219

κὸς τὴν σωφροσύνην· καὶ τὸ ‘ἡσυχῇ’ προσθεὶς πιθανότητα εἰργάσατο. οὐ


γὰρ ἦν ἀπεικὸς ἀναγκαζομένην, εἶθ' ὁρῶσαν ἡσυχῇ κοινωνεῖν τραπέζης
μηδὲν οἰομένην ἀδικήσεσθαι.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 19, sec. 400, l. 4

ἦθος καὶ ἣν εἶχεν ὑπόληψιν περὶ Ὀλυνθίων ἐπισημαίνεται. ‘ἐλευθέραν δὲ


καὶ σώφρονα’· καὶ μετὰ τὴν ἅλωσιν οὐ διέφθειρεν ἡ τύχη τὸν τρόπον, οὐκ
ἤμειψεν ἡ δουλεία τὴν γνώμην. ἵνα δὲ παροξύνῃ τοὺς ἀκούοντας, τῆς
αἰχμαλώτου γυναικὸς ἐμνημόνευσεν· ἵνα δὲ ἀφέληται τὴν Αἰσχίνου δόξαν,
τὴν ἀκολασίαν καὶ ἀκρασίαν διεκωμῴδησεν· ἵνα δὲ πιθανότητα ὁ λόγος
λάβῃ, ὡς ἐν ποιήσεως εἴδει συνέπλασε τὸ διήγημα, ἐνάργειαν τῷ λόγῳ δι-
δούς. gT
οὑτωσὶ πίνειν ἡσυχῇ καὶ τρώγειν] ἔδει τινὰ εἶναι καὶ τὸν ἐξαγγέλλον-
τα, ἵνα καὶ ὁ λόγος τὴν πίστιν λάβῃ καὶ ὁ ἐξαγγέλλων μαρτυρίαν ἔχῃ τῆς
ἀκολασίας μὴ κοινωνεῖν. τὸ δὲ ‘ἠνάγκαζον’ βεβαιοῦντός ἐστι τῆς γυναι-
κὸς τὴν σωφροσύνην· καὶ τὸ ‘ἡσυχῇ’ προσθεὶς πιθανότητα εἰργάσατο. οὐ
γὰρ ἦν ἀπεικὸς ἀναγκαζομένην, εἶθ' ὁρῶσαν ἡσυχῇ κοινωνεῖν τραπέζης
μηδὲν οἰομένην ἀδικήσεσθαι.

Scholia In Euclidem, Scholia in opticorum recensionem Theonis (5022: 004)


“Euclidis opera omnia, vol. 7”, Ed. Heiberg, J.L.Leipzig: Teubner, 1895.
Scholion 43, l. 11

Ἅπερ ἐξ ἀνάγκης φυσικῆς ἐπὶ τῶν ὁρωμένων


γίνεται, ταῦτα καὶ δι' ἀποδείξεων πιστώσασθαι βου-
λόμενος ὁ γεωμέτρης τῶν θεωρημάτων παραμυθίας ἀπὸ
τῶν γραμμῶν κομίζει κύκλους ἀναγράφων ἐν ταῖς ἀπὸ
τῶν ὀμμάτων ἀποπεμπομέναις ἀκτῖσιν καὶ ἐπίπεδα διὰ
τῶν ὄψεων ἐκβάλλων καὶ ἕτερα τοιαῦτα ποιῶν, οὐχ
ὅτι, ταῦτα μὲν ἐὰν γένηται, ἔσται ἀληθὴς ἡ τοιάδε
αὐτοῦ πρότασις, καὶ καθ' ὃν αὐτός φησι τρόπον θεω-
ρήσουσι τὸ τοιόνδε σχῆμα αἱ ὄψεις, ἐὰν δὲ μὴ γένηται,
ψευδής· ἦ γὰρ ἄν, εἰ τοῦτο οὕτως εἶχεν, ἐν τῇ πιθα-
νότητι τῶν ἀποδείξεων ἔκειτο ἂν ἡ τούτων εὕρεσις
μόνον, ἀλλ' οὐκ ἐν τῇ φύσει τῶν ὁρωμένων, καὶ γρα-
φομένων μὲν τῶν κύκλων ἢ τῶν ἐπιπέδων ἐκβαλλο-
μένων ἑωρᾶτο ἂν τὸ ὁρώμενον, ὡς ὁ Εὐκλείδης φησίν,
μὴ γινομένων δὲ τούτων οὐκ ἂν ἐθεωρεῖτο τοιοῦτον,
ὡς εἶναι μᾶλλον αὐτὸ διὰ τὴν ἀπόδειξιν οὕτως ἔχον
ἢ διὰ τὴν φύσιν. τὸ δὲ οὐχ οὕτως ἔχει, ἀλλὰ ὅπερ
ἐξ ἀνάγκης φυσικῆς συμβαίνει πάσχειν ταῖς ὄψεσι προς-
βαλλούσαις τῷ τοιῷδε σχήματι οἷον κυλινδροειδεῖ ἢ
κωνοειδεῖ ἢ σφαιροειδεῖ ἐπὶ πλέον ἀφισταμέναις ἢ
προσεγγιζούσαις αὐτῷ, τοῦτο δὴ βουλόμενος ἀπο

Σχόλια στον Ευρυπίδην. (5023: 001)“Scholia in Euripidem, 2 vols.”, Ed. Schwartz,


E.Berlin: Reimer, 1:1887; 2:1891, Rep1966.
220

Vita-argumentum-scholion sch Or, sec. 424, l. 17

κειμένῃ φράσει συναρμοζόμενα, νοήματι δὲ ἢ συντάξει θεραπευόμενα.


σκόπει γὰρ ὅτι πρὸς ὕβριν ἐστὶ τοῦ Μενελάου τὸ οὕτως εἰπεῖν ‘οὐ σοφὸς
ἔφυς, ἀληθὴς δὲ καὶ τέλειος κακὸς εἰς τοὺς φίλους’ καὶ ποῦ δέον τὸν
ἱκέτην ὑβρίζειν τὸν ἱκετευόμενον. θεραπεύεται δὲ τὸ ἔπος τῇ συντάξει
οὕτως· οὐ σοφὸς κακὸς εἰς φίλους ἔφυς, ἀληθὴς δὲ ἔφυς σοφός. τὸ δὲ
νόημα τοιοῦτον· σοφὸς μὲν ἀληθὴς λέγεται ὁ ὄντως σοφός, σοφὸς δὲ
κακὸς ὁ σοφιστὴς καὶ ἀπατεὼν καὶ πιθανολογούμενος. λέγει τοίνυν αὐτῷ
κολακικῶς ὅτι οὐκἐσόφισάς με, ὦ Μενέλαε, εἰπόντα βραδὺ εἶναι τὸ
θεῖον πρὸς συνασπισμὸν ἀντειπὼν ὡς ταχὺ μετῆλθόν σ' αἷμα μη-  
τέρος θεαί, σὺ δὲ ἀληθὴς εἶ σοφὸς, οὐ κακὸς σοφὸς εἰς φίλους, ἤγουν
διὰ τῆς σοφιστείας καὶ πιθανότητος πλανήτης τῶν φίλων:  – A
ἀντὶ τοῦ ὑπάρχεις:  – Mg
πατρὸς δὲ δὴ τί σ'

Σχόλια στον Ευρυπίδην. Vita-argumentum-scholion sch Or, sec. 823, l. 3

τῷ ξίφει, ἐπεὶ ὑπὸ πυρὸς παλαμᾶται:  – MgTABi


μελάνδετον: διὰ τὸ μέλαιναν λαβὴν ἔχειν, τουτέστι μελάγ-
κωπον. ἢ μέλαν παρὰ τοῦ φόνου γενόμενον. πολλὰ δέ εἰσι τὰ τοι-
αῦτα σύνθετα, οἷον ‘κελαινεφὲς αἷμα’· οἷον τὸ νέφος οὐκ ἔγκειται, οὕτως
καὶ ἐνταῦθα τὸ δεδέσθαι οὐκ ἔγκειται:  – MTAB
τὸ ὑπὸ τοῦ αἵματος μελαινόμενον:  – MgTAg
τὸ δ' αὖ κακουργεῖν: γράφεται τὸ δ' αὖ κακοῦργον:  – TA
τὸ δ' αὖ κακουργεῖν ἀσέβεια: τὸ δὲ μετὰ λόγου καὶ πιθανό-
τητος ἐπιχειρεῖν τι καὶ πράττειν κακὸν οὐχ ἁπλῆ ἐστιν ἀσέβεια, ἵν' ᾖ
καθόλου τοῦτο τάττεσθαι δυνάμενον καὶ ἐπὶ Ἀτρέως καὶ ἐπὶ Θυέστου
καὶ ἐπὶ Κλυταιμνήστρας καὶ ἐπ' Αἰγίσθου καὶ οὐ μόνον ἐπὶ τούτων,
ἀλλὰ καθολική ἐστι γνώμη. τὸ δὲ κακοφρονούντων ἀνδρῶν
παράνοιατοιοῦτόν ἐστι· τῶν κακὰ διαλογιζομένων ἀνδρῶν αὐτὸ τὸ
ἀλόγιστόν ἐστιν:  –

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Prolegomena in librum περὶ στάσεων (5024:


002)“Prolegomenon sylloge”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1931; Rhetores Graeci
14.Vol. 14, p. 201, l. 21

παρ' ἑτέρων λαμβανόμενον τὴν πίστιν ἐργάζεται. ἐνίοτε


δὲ καὶ ἐναλλὰξ εὑρίσκεται ταῦτα, πῂ μὲν ὑποταττομέ-
νου τοῦ παραδείγματος τῷ ἐνθυμήματι ὡς ἐν τῷ πρώτῳ
Φιλιππικῶν· μετὰ γὰρ τὸ δεῖξαι, ὅτι λυσιτελεῖ τοῖς
Ἀθηναίοις ἡ τῶν Ὀλυνθίων σωτηρία, φησὶν «εἰ γὰρ
ὅθ' ἥκομεν Εὐβοεῦσι βεβοηθηκότες»· ἀλλαχοῦ δὲ μεταλ-
λάξας εἶπεν «ὅτι ἀπηγγέλθη Φίλιππος τρίτον ἔτος
τουτὶ Ἡραῖον τεῖχος πολιορκῶν» καὶ ἐπενεγκὼν ‘ἦν ὁ
καιρὸς αὐτὸς αὐτοῦ’ καὶ τὰ λοιπά. Δεῖ δὲ μὴ μόνον εὑ-
ρεῖν ἀλλὰ καὶ ἑρμηνεῦσαι. ἑρμηνείας δὲ ἀρεταὶ τέσσαρες·
221

σαφήνεια, συντομία, πιθανότης, Ἑλληνικὴ λέξις.


 Ἡ δὲ διάθεσις εἰς δύο διαιρεῖται, εἰς τάξιν καὶ οἰκο-
νομίαν. τάξις μέν, ὡς ἂν εἴπω, ὅτι ἐν τῇ πραγματικῇ
πρῶτον μὲν τὸ δίκαιον, εἶτα τὸ συμφέρον. καὶ αὕτη μὲν
ἡ τάξις. οἰκονομία δὲ ἡ πρὸς τὸ συμφέρον τῶν κεφαλαίων
ἐναλλαγή, ὡς Δημοσθένης ἐν τῷ Περὶ τοῦ στεφάνου,  
ἐπειδὴ κατὰ τὸ νόμιμον ἠσθένει, ἔρρωτο τῷ δικαίῳ,
προὔταξε μὲν τὸ δίκαιον εἰς δύο διελών, εἶτα τὸ νόμι-
μον καὶ μετ' αὐτὸ πάλιν τὸ δίκαιον καὶ τῇ τοῦ δικαίου
ἑκατέρωθεν βοηθείᾳ τὸ ἀσθενὲς τοῦ νομίμου κατέκρυψε.
 

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Prolegomena in librum περὶ στάσεων


Vol. 14, p. 216, l. 2

 Ἔργον δὲ ἐπιλόγου ἢ προϋπάρχοντα πάθη αὐξῆσαι ἢ ἐμ-


ποιῆσαι μὴ ὄντα. διαφέρει δὲ προοιμίου, ὅτι ἐκεῖ ἐμποι-
ῆσαι πάθος δεῖ, ὧδε δὲ προϋπὸν αὐξῆσαι καὶ ἐπιρρῶσαι.
 Λολλιανοῦ. Προοίμιόν ἐστι λόγος παρηγορίας ἔχων
τῶν πρὸς τὰ κεφάλαια παθῶν, προηγουμένως μὲν πρὸς
ἀκρόασιν, ἤδη δὲ ὡς ἐκ περισσοῦ συνεφελκόμενος καὶ
τὴν συγκατάθεσιν. Μέρη δὲ προοιμίου γʹ, πρότασις,
κατασκευὴ καὶ βάσις. Ἀρεταὶ δὲ προοιμίου γʹ, εὔνοια,
προσοχή, εὐμάθεια.  
 Ὅτι ἔργον ῥήτορος, ὥς φησι Θεοδέκτης, προοιμιά-
σασθαι πρὸς εὔνοιαν, διηγήσασθαι πρὸς πιθανότητα,
πιστώσασθαι πρὸς πειθώ, ἐπιλογίσασθαι πρὸς ὀργὴν ἢ
ἔλεον.

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


(5024: 018)“Rhetores Graeci, vol. 7.1”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Rep1968.
Vol. 7, p. 153, l. 10

κατήγορος συνίστησι τὰ δικαστήρια. τὸ δὲ ἀπερίστατον  


οὐδὲ εἰσάγεται· οὐδὲν γὰρ ἔχει λέγειν παντελῶς ὁ διώ-
κων. πῶς οὖν φασιν αὐτὸ ἀδύνατον, οὐ λέγομεν· εἴγε
ἀδύνατον συστῆναι ἐπὶ τούτῳ δικαστήριον· λεκτέον δὲ,
ὡς τὸ μὲν ἀδύνατον οὐκ ἔχει φύσιν γενέσθαι· τὸ δὲ
ἀπερίστατον ἐνδέχεται μὲν γενέσθαι, οὐ γίνεται δέ· εἰ
δέ τις ζητοίη καὶ τὴν πρὸς τὸ ἀπίθανον αὐτοῦ διαφο-
ρὰν, ὡς ὁμοίως ἀπιθάνων ὄντων τοῦ τε Σωκράτη πορ-
νοβοσκεῖν καὶ τοῦ ἀποκηρύττειν υἱὸν ἐπ' οὐδεμιᾷ αἰτίᾳ,
εἰδέτω, ὅτι τὸ μὲν ἀπερίστατον κατά γε τὸ μὴ εἰσενεχθῆ-
ναι ὅλως εἰς δικαστήριον ἔχει τὴν ἀπιθανότητα, τὸ δὲ
ἀπίθανον μένει καὶ μετὰ τὸ εἰσενεχθῆναι ἀπίθανον·
ὑπόλοιπον ἔτι διαλαβεῖν καὶ περὶ τῆς τάξεως τῶν ἀσυ-
στάτων· ἣν τῶν μὲν παλαιοτέρων ἀνδρῶν οὐδὲ εἷς, ὁ δὲ
ἡμέτερος ἀνεῦρε διδάσκαλος. ἐφ' ᾧ καὶ μάλιστα ἄξιον
222

ἄγασθαι τὸν ἄνδρα τῆς δεξιότητος· ὁμολογηθέντος ὅτι


τῶν μᾶλλον ἀσύστατον τὸ μονομερὲς, ὅτι ἐν αὐτῷ ὅλως
θάτερον τῶν μερῶν ἐκλείπει, περὶ τῶν ἄλλων οὕτως ἐπι-
βλητέον, ὅτι μᾶλλον ἀσύστατον ἂν εἴη τὸ ὑφ' ἑαυτοῦ
τινα ἁλίσκεσθαι ἢ ὑφ' ἑτέρου· ἐν μὲν οὖν τῷ ἐξισάζον-
τι καὶ τῷ ἀντιστρέφοντι τοῦτο συμβαίνει ὑπὸ τῶν ἰδίων

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


Vol. 7, p. 155, l. 11

τρίτον δὲ τὸ ἀδύνατον, ὡς πάρεργον εἰπεῖν καὶ μάλιστα


μὲν οὐδέποτε παρὰ τοῖς ῥήτορσιν ἀξιούμενον λόγων, εἰ
δέ ποτε παραληφθῇ, εἰς ἄλλου κατασκευὴν λαμβάνεται.
ὥσπερ καὶ ἐπὶ τοῦ δευτέρου παραδείγματος, ὅπερ καὶ
ταῖς ἀληθείαις ἐστὶν ἀδύνατον· ἕβδομον τὸ ἄδοξον· καὶ
αὐτὸ μὲν ἐκ τῆς δόξης τῶν ἀκουόντων βλαπτόμενον,
διαφορὰν δὲ ἔχον ἐλάττονα πρὸς τὸ ἀπίθανον· τοῦτο
γάρ ἐστι τὸ ἐκ τῆς δόξης καὶ αὐτὸ βεβλαμμένον, ὅτι
ἐν μὲν τῷ ἀπιθάνῳ ὁμοῦ τὸ πρόσωπον καὶ τὸ πρᾶγμα
ἐναντιοῦται τῷ λέγοντι· ἐπεὶ γὰρ συνῆλθε τὸ πορνεύειν
καὶ ὁ Σωκράτης, ἡ ἀπιθανότης τῷ λόγῳ προσγέγονεν,
ἐνταῦθα δὲ τὸ πρᾶγμά ἐστι τὸ τῷ λέγοντι ἐναντιούμε-
νον, ὅσῳ δὲ διαφέρει ὑπὸ δυοῖν πολεμεῖσθαι, ἢ ὑφ' ἑνὸς,
τοσοῦτον εἰς τὸ εἶναι ἀσύστατον ἔλαττόν ἐστι τὸ ἄδοξον
τοῦ ἀπιθάνου· τί οὖν, ἐρεῖ τις, οὐ καὶ αὐτὸ πρὸ τοῦ
ἀδυνάτου τέτακται, εἴγε τῶν περὶ τὴν δόξαν βεβλαμμέ-
νων ἐστὶν, ὡς αὐτὸ δήπου βοᾷ τὸ ὄνομα· φήσαιμεν δ'
ἂν, ὅτι περὶ τὴν καθόλου δόξαν βεβλαμμένον ἐστίν.
τὸ γάρ τις μόριον αὐτῷ πρόσεστιν, ὅπερ ἀόριστον καὶ
ἐπὶ πάντας ἧκον· τὸ δὲ καθόλου οὐ ῥητορικὸν, ἀλλὰ
φιλοσόφοις πρέπον· ὥστε καὶ τοῦτο κατὰ τὸ

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ ἰδεῶν (5024:


020)“Rhetores Graeci, vol. 7.2”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Rep1968.
Vol. 7, p. 940, l. 2

τῆς εὐκρινείας, ὅπως ἐπανορθώσῃ τὸ βλάβος, ὃ πέπονθε


κατὰ περίστασιν ἡ καθαρότης. σπεύδων γὰρ κ. τ. λ.
Ἀλλ' ἔχει μὲν, ὅπερ ἔφη, τὸ
πλεῖστον περὶ τὴν μέθοδον, ὅθεν καὶ τὴν ἁμαρτίαν τῆς
προεξητασμένης ἰδέας ἀναιρεῖ· περιττὴ γὰρ αὕτη, καθὰ
μεμαθήκαμεν, ἐῤῥωμένης οὔσης τῆς καθαρότητος, πλὴν
μετὰ τὴν μέθοδον, καὶ ἰδίοις τισὶ χρῆται· καὶ τοῦτο
προϊοῦσιν ἔσται φανερὸν, ὅταν ἀποδείξωμεν, ὅπως ἐπι-
κουρεῖ τῇ καθαρότητι, καὶ ποιεῖ ταὐτὸν, ὅπερ ἐκείνη  
πρὸ τῆς ἀνάγκης ἤθελε δρᾷν. ἔστι γὰρ ὅπου τῆς πιθα-
νότητος ἀντιποιούμενος ὁ λέγων περιβολὴν ἐμποιεῖ καὶ
223

συγχεῖ τὸν ἀκροατὴν, μηδὲν ἐπιφέρων τοῖς συνεστραμμέ-


νοις σαφές· ταύτην οὖν τὴν ταραχὴν οὐκ ἔστιν ἄλλως
ἀνελεῖν, πλὴν εἰ μή τις τῇ μεθόδῳ χρήσαιτο τῆς εὐκρι-
νείας, οἷον τόδε βούλομαι πρῶτον εἰπεῖν, καὶ δεῖ πρὸς
τοῦτο τελέως ὁρᾷν, ὥσπερ καὶ ἐν τῷ παραπρεσβείας Δη-
μοσθένους ἔστιν εὑρεῖν· ἀλλὰ μή μοι πρὸς τὴν δεινότητα
τοῦ ῥήτορος ἀπίδοι τις, τὴν γὰρ φυσικὴν συνέχεε τάξιν
ἕνεκεν τοῦ συμφέροντος· ταύτην αὐτὴν δὲ πάλιν, λέγω
τὴν σύστασιν, διὰ τῆς ἐρωτήσεως, ἠφάνισεν ἡ μέθοδος
τῆς εὐκρινείας, ὡς ὅταν λέγῃ, τίνων προσήκει τῇ πόλει

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (5026: 001)“Scholia Graeca in Homeri Iliadem


(scholia vetera), vols. 1–5, 7”, Ed. Erbse, H.Berlin: De Gruyter, 1:1969; 2:1971;
3:1974; 4:1975; 5:1977; 7:1988.Book of Iliad 5, verse 9a, l. of scholion 3

μὲν μάρναντο δέμας πυρός” (Λ 596 al.) ἀντὶ τοῦ ὥς δέμας· εἰ γὰρ πῦρ,
ἐκινδύνευεν ἂν ὁ ἥρως καταφλεχθῆναι. ἀλλ' οὖν τοῖς θεοῖς πάντα
εὐχερῆ. T
 πῦρἐνταῦθα τὴν λαμπηδόνα καλεῖ. b(BCE3E4)
 ex. ὦρσε δέ μιν κατὰ μέςςον:ἐκεῖ γὰρ τὸ τῆς μάχης
ἤνθει. καὶ ἀλλαχοῦ “δινεύοι κατὰ μέςςον” (Δ 541). T
 ἐκεῖ γὰρ ἡ μάχη τὰ τῶν πολεμιστῶν ἄνθη συναγείρει ἀεί.
b(BCE3E4)
 D ἦν δέ τις ἐν Τρώεσσι Δάρης:τοῦτο τὸ εἶδος διήγησις
λέγεταιτρεῖς δὲ ἀρεταὶ διηγήσεως, σαφήνεια, συντομία, πιθα-
νότης, ἅπερ ἐνέθηκεν τὸ ἔθνος, τὸ ὄνομα, τὸν τρόπον, τὴν τύχην, τὴν
ἀρχήν, τῶν παίδων τὰ ὀνόματα καὶ τὴν ἀρετήνb (BCE3E4)T
 Hrd.Hrd. Δάρης:ὡς Χάρης. ὁμολογεῖ καὶ ἡ γενική· “Δάρητος”
παθ. (?) (Ε 27) γὰρ ὡς Χάρητος· εἰ γὰρ ὠξύνετο, ἡ γενικὴ ἐγίνετο Δαροῦς ὡς
σαφοῦς, ὅτι τὰ εἰς ηςδισύλλαβα ὀξύτονα, ἓν ἔχοντα σύμφωνον, εἰς
ουςπερατοῦται κατὰ τὴν γενικήν, σαφοῦς, πρηνοῦς, πρυλοῦς, φρα-
δοῦς, “φραδέος νόου ἔργα” (Ω 354). τοιαύτη ἄρα ἐγίνετο καὶ ἡ τοῦ
προκειμένου ὀνόματος κλίσις. περὶ δὲ τοῦ ψιλῆτος παρ' Αἰσχύλῳ (f 
451 N.2 = 732 M.)

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 8, verse 93a2, l. of scholion 12

τιώτην τοιοῦτον εἶναι· γεωργὸς μὲν γὰρ ἀπὸ τοῦ καλῶς ἐν πόᾳ τὴν
ἅρπην καὶ τὰ ἄλλα τῆς γεωργίας ὅπλα κινεῖν γινώσκεται, κυβερνή-
της ἀπὸ τοῦ πόδα νηὸς ἰθύνειν καλῶς, τέκτων ἀπὸ τῆς εὐθεσίας τῶν
λίθων καὶ τῆς εὐπριστίας τῶν ξύλων, ναυπηγὸς ἀπὸ τῆς νηός, b
(BCE3E4) κυνηγὸς ἀπὸ τῆς κυναγωγῆς καὶ τῆς ὀρεσινομίας,
μάντις ἀπὸ τῶν ἐκβάσεων, μάγειρος ἀπὸ τοῦ ὡς δεῖ ὀπτᾶν καὶ
δαιτρεύειν, ἰατρὸς ἀπὸ τοῦ νόσους γινώσκειν καὶ τάμνειν ἰούς, μουσι-
κὸς καὶ ἀοιδὸς ἐξ ᾠδῶν κάλλους καὶ μύθων, πύκτης καὶ παλαιστὴς ἐξ
εὐστροφίας καὶ χειρῶν συμπλοκῆς, b(BE3E4) τοξότης ἀπὸ δια-
σκέψεως ἀρίστης, ἀκοντιστὴς ἀπὸ τοῦ εὖ πάλλειν τὸ δόρυ, ῥήτωρ ἀπὸ
πιθανότητος, στρατηγὸς ἀπὸ φρονήσεως καὶ ἀνδρείας, στρατιώτης
ἀπὸ πολυμηχανίας καὶ πολυπειρίας. b(BCE3E4)  
224

 Nic. πῇ φεύγεις μετὰ νῶτα βαλών, κακὸς ὥς, ἐν ὁμίλῳ:


βραχὺ διασταλτέον ἐπὶ τὸ βαλώνκαὶ ὥς· χωριζόμενον γὰρ σαφέ-
στερον ποιεῖ τὸν λόγον. ἀμφίβολον δέ ἐστι καὶ οὕτως τὸ λεγόμενον·
ἤτοι γὰρ ὡς δειλὸς ἐν πλήθει φεύγεις, οἶον μετὰ ταραχῆς, ἢ ὡς ἐν
ὄχλῳ ἀπαρακαλύπτως. ἢ τὸ ἑξῆς ἐστι· πῇ φεύγεις ἐν ὁμίλῳ, οἷον καὶ

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis) (e cod.


Genevensi g44) (5026: 004)“Les scolies genevoises de l'Iliade, vol. 2”, Ed. Nicole, J.
Geneva: Georg, 1891, Rep1966.Book of Iliad 1, verse 7bis, l. of scholion 1

... Ἀγαμέμνονος ...... τὸν στίχον καὶ τὸν ἑξῆς οἱ μὲν ......
τῷ προκειμένῳ ......νόμενον ᾖ ......
[διαστήτην] διὰ τὴν στήτην, διὰ τὴν γυναῖκα.
[Ἀτρείδης] πατρωνυμικόν· ἀντονομασία ὁ τρόπος ἀντὶ τοῦἈγα-
μέμνων.
δῖος] ἔξοχος· δῖος δέ ἐστικαὶ Ἀχιλλεὺς πάντων χάριν, καὶ Ὀδυς-
σεὺςφρονήσεως, Ἀλέξανδρος δὲ καὶ Κλυταιμνήστρα κάλλους,
Εὔμαιος εὐνοίας, θάλασσα δὲ καὶΧάρυβδις μεγέθους. τὸν δὲ Ἀχιλ-
λέα καὶ διογενῆ δίχα τοῦ κυρίου· «αὐτὰρ ὁ διογενής». (Il. XXI. 17).
[δῖος] δῖοιοἱ ἔχοντες τὸ γένος ἀπὸ τοῦ Διός.
τρεῖς ἀρεταὶ διηγήσεως· σαφήνεια συντομία πιθανότης.
τίς τ' ἄρ σφωε] οἱ περὶ τὸν Σιδώνιον τῇ «σφῶϊ» ἀρέσκονται, οὐ
καλῶς· ἡ γὰρ «σφῶϊ»δηλοῖ δύο πτώσεις, τὸ ὑμεῖς καὶ τὸ ὑμᾶς.
ἄλλως· τίς τ' ἄρ σφωε] ἐν δὲ τῇ εἰσβολῇ τὸν λόγον ἀναρτήσας φιλο-
τέχνως διηγεῖται τὴν μῆνιν· τοιοῦτος δέ ἐστι, κεφαλαιωδέστερον ἐκ-
διδοὺς τὰς περιοχὰς, καὶ ἐξ ἀναστροφῆς κατὰ μέρος διηγούμενος.
[Λητοῦς καὶ Διὸς υἱὸς] εἴδη προσωποποιΐας εἰσὶ γʹ· προσωποποιΐα

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (= D scholia) (5026: 017)“Hmeri Ilias, 2 vols.”, Ed.
Heyne, C.G.Oxford: Oxford University Press, 1834.Book of Iliad 2, verse 212, l. of
scholion 29

Δία. Ἐζήτηται δὲ, διὰ ποίαν αἰτίαν ὁ


Θερσίτης ἐστράτευσεν εἰς Τροίαν, τοιοῦ-
τος ὤν. Ῥητέον οὖν, ὅτι, ἤτοι στασιώ-
δης ὢν, οὐκ ἀπελείφθη ἐπὶ τῆς πατρίδος.
ἢ ὅτι κατ' ἐπεισόδιον παρῆκται πρὸς τὸ
ἐκ σκωποῦ πρὸς ἱλαρότητα τὰς ψυχὰς
ἀνακαλέσασθαι τῶν Ἑλλήνων. ὥσπερ
εἴληπται καὶ Ἥφαιστος γέλωτος χάριν
παρὰ τοῖς θεοῖς ἐν τῇ αʹ. Λαμβάνεται
δὲ πᾶν ἐπεισόδιον τῷ Ποιητῇ, ἢ πιθανό-
τητος ἕνεκεν, ἢ χρείας, ὥσπερ τοῦτο νῦν,
ἢ κόσμου καὶ ὑψώσεος χάριν. Ἀμετροε-
πής.Ἄμετρος ἐν τῷ λέγειν, φλύαρος.
225

Ἐκολῴα.Ἐθορύβει.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (= D scholia) Book of Iliad 5, verse 9, l. of scholion 4

         Ἦν δέ τις ἐν Τρώεσσι Δάρης.Τοῦτο τὸ εἶδος, διήγη-


σις. Τρεῖς γὰρ ἀρεταὶ διηγήσεως, σαφή-
νεια, συντομία, καὶ πιθανότης. ἅπερ ἐνέ-
θηκε τὸ ἔθνος, τὸ ὄνομα, τὴν τύχην, τὸν
τρόπον, τὴν ἀρχὴν, τῶν παίδων τὰ ὀνό-
ματα καὶ τὴν ἀρετήν. Δάρης.Ὄνομα
κύριον. Ἀφνειός.Πλούσιος. Οἷον ἀπε-
νεὸς, ὁ μὴ πενόμενος.          Ἱρεύς.Ἱ-
ερεὺς, θύτης. Ἤστην.Ἦσαν. δυϊκῶς.
Μάχης εὖ εἰδότε πάσης.Πάσης μάχης ἐπιστήμονες.

Σχόλια στον Λουκιανό. (scholia vetera et recentiora Arethae) (5029: 001)“Scholia in


Lucianum”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1906, Rep1971.
Lucianic work 42, sec. 22, l. 6

γον τοῦ ἄρ⌊του’, ‘κα⌋τέαγα τοῦ κρανίου’. ~ ⌊B⌋VΩ  


πονήρως] Ἀττικοὶ καὶ ἐπὶ σωματικῆς διαθέσεως ὀξύνουσι
τὸ πονηρός. ~ VCUΩ
σκευαστὸνκτλ.] σύνθεσις τοῦ λεγομένου θεραπιδίου. ~
VφΩ
ἀκόπου τι ὄνομαπεπλασμένον] πέμμα, κοπτοῦ τι
πέμμα. ~ B
Ἀλέξανδρος ὁ προφήτης] οὐχὶ καὶ οὗτος, ὦ Λουκιανέ,
Παφλαγὼν ἦν; πῶς οὖν παχεῖς καὶ ἀπαιδεύτους τοὺς
Παφλαγόνας ὀνομάζεις καὶ ἀναισθήτους τοιούτου πανούρ-
γου τοῦ Ἀλεξάνδρου ὄντος καὶ τοιαύταις πιθανότησι τοὺς
προσιόντας χλευάζοντα; καὶ κἂν τοὺς ἀφ' ἑτέρων χωρῶν
ἔδει διαγνῶναι τὰ αὐτοῦ πανουργεύματα, ἀλλ' οὐκ ἦν
δυνατὸν τῆς Παφλαγονικῆς κακοτεχνίας μὴ πάντας ἀπε-
λεγχθῆναι μαραίνοντας. εἰ δὲ τὴν τῶν Παφλαγόνων φρένα
καὶ εὐφυίαν καὶ περὶ πάντα εὐδοκίμησιν γνῶναι ἀκρι-
βέστερον ἤθελες καὶ ἦς ἐν ταῖς ἡμέραις ἡμῶν, ἔγνως ἂν
ἰδὼν ἅπαντα τὰ ἔθνη ὑπὸ Παφλαγόνων νοὸς κατατροπού-
μενα καὶ τὸν ἅπαντα κόσμον ἄγαν εὐφυῶς κυβερνώ-
μενον. ~

Scholia In Lycophronem, Scholia in Lycophronem (scholia vetera et recentiora


partim Isaac et Joannis Tzetzae) (5030: 001)“Lycophronis Alexandra, vol. 2”, Ed.
Scheer, E.Berlin: Weidmann, 1958.Scholion 805, l. 45
226

ἐπὶ ταύτῃ πεπλήρωται ἄλλων ἰατρὸς αὐτὸς ἕλκεσι


βρύων(Plut. pass. Euf1086N) ἢ ὡς ὁ νεκρὸς ἐκεῖνος
ὁ σωτὴρ Σιμωνίδου καὶ αὕτη τῷ Ὀδυσσεῖ τεθνηκυῖα χάριτας
παρέχει. ταῦτά φησιν ὁ Τζέτζης περὶ τούτων τῶν κακο-
πλάστων καὶ ἀνακολούθων καὶ ἐναντίων τοῦ τε κεῖσθαι τὸν
Ὀδυσσέα ἐν Ἠπείρῳ καὶ Τυρσηνίᾳ καὶ ἔτι πλέον περὶ τοῦ
ὑπὸ Τηλεγόνου θανάτου αὐτοῦ καὶ πῶς πάλιν φαίνεται ζῶν
καὶ θνήσκων διὰ τὸν θάνατον Κίρκης καὶ Τηλεμάχου.
ἄλλοι δέ φασι περὶ μὲν τοῦ πρώτου λόγου ὅτι ἴσως μετ-
ετέθη ἀπ' Εὐρυτάνων καὶ Ἠπείρου εἰς Τυρσηνίαν. καὶ
τοῦτο μὲν τῷ Τζέτζῃ ὡς ἐχόμενον πιθανότητος οὐ πανταχοῦ
ἀπόβλητον φαίνεται, διὰ δὲ τὸ ἐν πολλοῖς τὸν Λυκόφρονα
τοιοῦτον εὑρίσκειν τοιαῦτα πάντα μισεῖ. ἄλλοι δέ φασιν
ὅτι ἀναιρεθεὶς ὁ Ὀδυσσεὺς ὑπὸ Τηλεγόνου πάλιν ὑπὸ  
τῆς Κίρκης φαρμάκῳ ἀνέστη καὶ ἐγήματο Κασσιφόνην
Τηλεμάχῳ, Πηνελόπη δ' ἐν Μακάρων νήσοις ἐγήματο
Τηλεγόνῳ.

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem (scholia recentiora Arethae) (5035: 002)


“Scholia Platonica”, Ed. Greene, W.C.Haverford, Pennsylvania: American
Philological Association, 1938.Dialogue Ap, Stephanus p. 17d,bis, l. 2

ΕΙΣ ΤΗΝ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ ΑΠΟΛΟΓΙΑΝ

πρῶτον ... ἀναβέβηκα.


παραγραφικοῦ δύναμιν ἔχει τοῦτο· σχεδὸν γὰρ τοῦτο λέγει, ὅτι
τοσούτοις ἔτεσιν οὐδενὶ δέδωκα δίκας, τὸν αὐτὸν τρόπον πολιτευόμενος
ὅπερ οἱ πρωτόχρονοι.  
ἀτεχνῶς οὖν κτλ.
τὸ τοῦ ἤθους ἄπλαστον πιθανότητα ποιεῖ. εἰκότως οὖν οὕτω χρῆται
νῦν Σωκράτης.
τοὺς ἀμφὶ Ἄνυτον.
οὗτος ὁ Ἄνυτος Ἀνθεμίωνος ἦν υἱός, Ἀθηναῖος γένος, Ἀλκι-
βιάδου ἐραστής, πλούσιος ἐκ βυρσοδεψικῆς· ὅθεν καὶ σκωπτόμενος
ὑπὸ Σωκράτους, διὰ τοῦτο ἔπεισε μισθῷ Μέλητον ἀσεβείας γραφὴν
δοῦναι κατὰ Σωκράτους. μέμνηται Λυσίας ἐν Σωκράτους ἀπολογίᾳ
καὶ Ξενοφῶν (Apol. 29 – 31) ὁμοίως, καὶ Ἀριστόξενος ἐν τῷ Σωκράτους
βίῳ (F H G II 281, 31 a). Θεόπομπος δὲ Στρατιώτισιν (f57
Kock) Ἐμβάδαν αὐτὸν εἶπεν παρὰ τὰς ἐμβάδας, ἐπεὶ καὶ Ἄρχιππος
Ἰχθύσιν (f30 Kock) εἰς σκυτέα αὐτὸν σκώπτει. Μέλητος δὲ
Σχόλια στον Σοφοκλή. (5037: 004)“Scholia in Sophoclis tragoedias vetera”, Ed.
Pap.orgius, P.N.Leipzig: Teubner, 1888.
Play El, verse 701, l. 1
227

μορφῇ ἀντὶ τοῦ ὡς θαυμαστὸς ἐπὶ τῇ μορφῇ οὕτως


καὶ ἐπὶτῷ ἔργῳ ἐφάνη, ὡς ἐπὶ τῷ εἴδει οὕτως καὶ
ἐπὶτῷ ἔργῳ.
 τοῦ ἐκ ποδὸς δρόμου.
 ἅλμα, δίσκον, ἄκοντα, δρόμον, πάλην ταῦτα
ἐν μιᾷ τις ἠγωνίζετο ἡμέρᾳ.
 ὅμοιον αὐτῷ τὸ Πινδαρικὸν  
  θεὸς ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε καὶ θαλασσαῖον
  παραμείβεται
  δελφῖνα καὶ ὑψιφρόνων τιν' ἔκαμψε βροτῶν.
 φιλοτίμως διὰ πιθανότητα ταῦτα ἐπεξεργά-
ζεται.
 ζυγωτῶνοἷον διζύγων.
 κἀκεῖνοςὁ Ὀρέστης.
 λεύκιππος Αἰνειᾶνἐμοὶ δοκεῖ ὄνομα εἶναι.
οὐδὲν γὰρ ἄτοπον ἐπίθετον εἶναι· ὄνομα γὰρ κύριον
οὐ προτέθεικεν πρὸς τὸ τοῦ πράγματος ἀνεξέλεγκτον·
ὅλη γὰρ ἡ διήγησις τοῦ ἀγῶνος πέπλασται· οἱ δὲ
Αἰνειᾶνες τῶν Θεσπρωτῶν ἢ Θρᾳκῶν· Ὅμηρος
  τῷ δ' Ἐνιῆνες ἕποντο μενεπτόλεμοί τε Περαιβοί.
 προσχαρίζεται Ἀθηναίοις ἐν Ἀθηναίοις λέγων.

Scholia In Theonem Rhetorem, Scholia in progymnasmata (scholia recentiora)


(5046: 001)“Rhetores Graeci, vol. 1”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1832, Rep1968.
P. 261, l. 25

κατὰ τὴν συντομίαν ἀρετῆς ἐκπεσεῖν· μακρὸν γὰρ οὐχ


ἁπλῶς τὸ μακρὸν, ἀλλ' ὅσον ἔξω τῆς χρείας· καὶ σύν-
τομον, οὐχ ὅπερ τῇ βραχύτητι τῶν στοιχείων ἀδικήσει
τὰ πράγματα, ἀλλ' ὅπερ τῶν ὑποκειμένων πραγμάτων
τῇ χρείᾳ τὸ μέτρον ἐκτείνει. Δεῖ δὲ προσθεῖναι καὶ τὸ
κυρίαις κεχρῆσθαι ταῖς λέξεσιν. Ἄμεινον δὲ, ἀντὶ τῆς
συντομίας τὴν συμμετρίαν εἰπεῖν· καὶ γὰρ πολλὰ καὶ
ἐλάχιστα ἐροῦμεν ἀκολουθοῦντες τῇ ὕλῃ, ἀλλ' οὐδὲ ταῖς
λέξεσι πανταχοῦ χρησόμεθα κυρίαις, ὅπερ ἐστὶ τοῦ ἑλλη-
νισμοῦ, ἀλλ' ἔστιν ὅτε καὶ τροπικαῖς, ὡς ὁ Δημοσθένης.
 Περὶ πιθανότητος.Πιθανότης ἐστὶν ἔμφασις
ἀληθείας. πιθανὴ γοῦν διήγησις γίνεται, εἰ πάντα ὅσα λέ-
γει τις, ἐξομοιοῦν πειρῷτο τοῖς ἀληθέσι· τοῦτο δὲ γένοιτ'
ἂν, ἐὰν μὴ ψιλὰ τὰ πράγματα τιθῶμεν, ἀλλὰ καὶ τὰ μό-
ρια αὐτῶν προσλαμβάνωμεν, ἐξ ὧν ἡ διήγησις πληροῦ-
ται. μόρια δὲ διηγήσεώς ἐστι τὰ ἓξ περιστατικά· ποιεῖ
δὲ πιθανότητα καὶ τὸ περὶ ἑαυτοῦ μὲν κακόν τι εἰπεῖν  
μικρὸν, περὶ δὲ τοῦ ἀντιδίκου ἀγαθὸν ὁμολογούμενον·
συνεργεῖ δὲ πρὸς πειθὼ καὶ λέξις ἀνεπιτήδευτος καὶ τὸ
αὐτοσχέδιον ἐμφαίνουσα. Ποιήσεις δὲ πιθανότητα,
228

Scholia In Theonem Rhetorem, Scholia in progymnasmata (scholia recentiora)


P. 261, l. 31

συντομίας τὴν συμμετρίαν εἰπεῖν· καὶ γὰρ πολλὰ καὶ


ἐλάχιστα ἐροῦμεν ἀκολουθοῦντες τῇ ὕλῃ, ἀλλ' οὐδὲ ταῖς
λέξεσι πανταχοῦ χρησόμεθα κυρίαις, ὅπερ ἐστὶ τοῦ ἑλλη-
νισμοῦ, ἀλλ' ἔστιν ὅτε καὶ τροπικαῖς, ὡς ὁ Δημοσθένης.
 Περὶ πιθανότητος.Πιθανότης ἐστὶν ἔμφασις
ἀληθείας. πιθανὴ γοῦν διήγησις γίνεται, εἰ πάντα ὅσα λέ-
γει τις, ἐξομοιοῦν πειρῷτο τοῖς ἀληθέσι· τοῦτο δὲ γένοιτ'
ἂν, ἐὰν μὴ ψιλὰ τὰ πράγματα τιθῶμεν, ἀλλὰ καὶ τὰ μό-
ρια αὐτῶν προσλαμβάνωμεν, ἐξ ὧν ἡ διήγησις πληροῦ-
ται. μόρια δὲ διηγήσεώς ἐστι τὰ ἓξ περιστατικά· ποιεῖ
δὲ πιθανότητα καὶ τὸ περὶ ἑαυτοῦ μὲν κακόν τι εἰπεῖν  
μικρὸν, περὶ δὲ τοῦ ἀντιδίκου ἀγαθὸν ὁμολογούμενον·
συνεργεῖ δὲ πρὸς πειθὼ καὶ λέξις ἀνεπιτήδευτος καὶ τὸ
αὐτοσχέδιον ἐμφαίνουσα. Ποιήσεις δὲ πιθανότητα, καὶ
ἐὰν μὴ πάντα βεβαιῶν λέγῃς, ἀλλὰ προστιθῇς τὸ οἶμαι
καὶ τάχα καὶ ἴσως, καὶ τὰ τοιαῦτα. Ἐπεὶ γὰρ Πιθανόν
ἐστι τὸ ἐπαγωγόν τι ἔχον καὶ ἐπισπαστικὸν πρὸς συν-
κατάθεσιν, δῆλον ὅτι στοχάζεται ὁ ῥήτωρ τοῦ πιθανοῦ.
εἰ μὲν γὰρ πρὸς ἀστείους ἢ ἐγγυτάτω τῷ ἄστει ἀεὶ
ἐγίγνοντο αὐτῷ οἱ λόγοι, πάντοτε ἂν κατὰ τὸ ἀληθὲς

Scholia In Theonem Rhetorem, Scholia in progymnasmata (scholia recentiora)


P. 262, l. 3

νισμοῦ, ἀλλ' ἔστιν ὅτε καὶ τροπικαῖς, ὡς ὁ Δημοσθένης.


 Περὶ πιθανότητος.Πιθανότης ἐστὶν ἔμφασις
ἀληθείας. πιθανὴ γοῦν διήγησις γίνεται, εἰ πάντα ὅσα λέ-
γει τις, ἐξομοιοῦν πειρῷτο τοῖς ἀληθέσι· τοῦτο δὲ γένοιτ'
ἂν, ἐὰν μὴ ψιλὰ τὰ πράγματα τιθῶμεν, ἀλλὰ καὶ τὰ μό-
ρια αὐτῶν προσλαμβάνωμεν, ἐξ ὧν ἡ διήγησις πληροῦ-
ται. μόρια δὲ διηγήσεώς ἐστι τὰ ἓξ περιστατικά· ποιεῖ
δὲ πιθανότητα καὶ τὸ περὶ ἑαυτοῦ μὲν κακόν τι εἰπεῖν  
μικρὸν, περὶ δὲ τοῦ ἀντιδίκου ἀγαθὸν ὁμολογούμενον·
συνεργεῖ δὲ πρὸς πειθὼ καὶ λέξις ἀνεπιτήδευτος καὶ τὸ
αὐτοσχέδιον ἐμφαίνουσα. Ποιήσεις δὲ πιθανότητα, καὶ
ἐὰν μὴ πάντα βεβαιῶν λέγῃς, ἀλλὰ προστιθῇς τὸ οἶμαι
καὶ τάχα καὶ ἴσως, καὶ τὰ τοιαῦτα. Ἐπεὶ γὰρ Πιθανόν
ἐστι τὸ ἐπαγωγόν τι ἔχον καὶ ἐπισπαστικὸν πρὸς συν-
κατάθεσιν, δῆλον ὅτι στοχάζεται ὁ ῥήτωρ τοῦ πιθανοῦ.
εἰ μὲν γὰρ πρὸς ἀστείους ἢ ἐγγυτάτω τῷ ἄστει ἀεὶ
ἐγίγνοντο αὐτῷ οἱ λόγοι, πάντοτε ἂν κατὰ τὸ ἀληθὲς
πιθανὸν ἐποιεῖτο τὸν λόγον·

Anonymi In Aristotelis Librum Alterum Analyticorum Posteriorum


229

Commentarium, Anonymi in analyticorum posteriorum librum alterum


commentarium (9004: 001)“Ioannis Philoponi in Aristotelis analytica posteriora
commentaria cum anonymo in librum ii”, Ed. Wallies, M.Berlin: Reimer, 1909;
Commentaria in Aristotelem Graeca 13.3.Vol. 13,3, p. 584, l. 19

p. 97a6 Οὐδὲν δὲ δεῖ τὸν ὁριζόμενον καὶ διαιρούμενον.

 Σπευσίππου ταύτην τὴν δόξαν Εὔδημος εἶναι λέγει τὴν ὅτι ὁρίσασθαι
ἀδύνατόν ἐστί τι τῶν ὄντων μὴ πάντα τὰ ὄντα εἰδότα. ἐπεὶ δὲ δοκεῖ
πιθανότητά τινα εἰσφέρειν, τίθησιν αὐτήν. ἔστι γὰρ ὁ λόγος ὁ τοῦτο
οἰόμενος δεικνύναι τοιοῦτος· δεῖ τὸν ὁριζόμενόν τι εἰδέναι τὴν πρὸς τὰ
διαφέροντα αὐτοῦ πάντα διαφοράν· οὗ μὲν γὰρ μὴ διαφέρει τι, τούτῳ
ταὐτόν ἐστιν, οὗ δὲ διαφέρει, ἕτερον. τὸν δὴ ὁριζόμενόν τι ὡς δια-
φέρον τῶν ἄλλων δεῖ εἰδέναι αὐτοῦ τὰς διαφορὰς αἷς τῶν ἄλλων διαφέρει·
μὴ γὰρ εἰδώς τις τοῦτο καὶ τὸ ταὐτὸν ἕτερον καὶ τὸ ἕτερον ταὐτὸν ἡγή-
σεται. οὕτως δ' οὐδ' ἀποδώσει τὴν οἰκείαν τινὸς οὐσίαν· ἂν γὰρ οὕτω
τύχῃ, οὐδὲν κωλύει τὸν ἀποδιδόμενον λόγον κοινὸν εἶναι καὶ ἄλλων τινῶν.
ἀλλὰ μὴν ἀδύνατον τὴν πρός τινα διαφοράν τινος εἰδέναι μὴ εἰδότα κἀκεῖνα
ὧν τὸ προκείμενον διαφέρει. δεῖ ἄρα πάντα εἰδέναι τὸν ὁριζόμενόν τι,

Σούδα λεξικόν. “Suidae lexicon, 4 vols.”, Ed. Adler, A.Leipzig: Teubner, 1.1:1928;
Lexicographi Graeci 1.1–1.4.Alphabetic letter alpha, entry 3415, l. 4

Ἀπόλλων,Ἀπόλλωνος. καὶ ἡ κλητικὴ, ὦ Ἄπολλον. ὅτι ὁ


Ἀπόλλων ὑποφήτης ἐστὶ τοῦ πατρὸς καὶ παρ' ἐκείνου λαμβάνει τὰς μαντείας καὶ
τοῖς ἀνθρώποις ἐκφέρει. καὶ ζήτει ἐν τῷ Διὸς φήμη.
Ἀπολωλεκώς:ἀπολέσας. καὶ Ἀπολώλεκεν.
Ἀπολωλώς·ἀρσενικῶς. καὶ Ἀπολωλός, οὐδετέρως.
Ἀπολλώνεια ἔργα:τοῦ Ἀπόλλωνος.
Ἀπολλωνιάς,Ἀττάλου, τοῦ πατρὸς Εὐμένους τοῦ βασιλέως,
γαμετή· ἥτις δημότις οὖσα βασίλισσα ἐγεγόνει καὶ ταύτην διεφύλαξε
τὴν ὑπεροχὴν μέχρι τῆς τελευταίας ἡμέρας, οὐχ ἑταιρικὴν προσφερο-
μένη πιθανότητα, σωφρονικὴν δὲ καὶ πολιτικὴν σεμνότητα καὶ καλο-
κἀγαθίαν. τέτταρας γὰρ υἱοὺς γεννήσασα πρὸς πάντας τούτους ἀνυ-
πέρβλητον ἐφύλαξεν εὔνοιαν καὶ φιλοστοργίαν μέχρι τελευτῆς, καίτοι
χρόνον οὐκ ὀλίγον ὑπερβιώσασα τἀνδρός. πλὴν οἵγε περὶ τὸν Ἄττα-
λον ἐν τῇ παρεπιδημίᾳ καλὴν περιεποιήσαντο φήμην, ἀποδιδόντες τῇ
μητρὶ τὴν καθήκουσαν χάριτα καὶ τιμήν. ἄγοντες γὰρ ἐξ ἀμφοῖν τοῖν
χεροῖν μέσην αὐτῶν τὴν μητέρα παρῄεσαν τά θ' ἱερὰ καὶ τὴν πόλιν
μετὰ τῆς θεραπείας. ἐφ' οἷς οἱ θεώμενοι μεγάλως τοὺς νεανίσκους
ἀπεδέχοντο καὶ κατηξίουν, καὶ μνημονεύοντες τῶν περὶ Κλέοβιν καὶ
Βίτωνα συνέκρινον τὰς αἱρέσεις αὐτῶν, καὶ τὸ τῆς προθυμίας τῆς ἐκεί-
νων λαμπρὸν τῷ τῆς ὑπεροχῆς τῶν βασιλέων ἀξιώματι συναναπλη
230

Σούδα λεξικόν. letter alpha, entry 3830, l. 5

Ἀρετή:διάθεσις ὁμολογουμένη καὶ αὐτὴ δι' αὐτὴν οὖσα αἱρετὴ,


οὐ διά τινα φόβον ἢ ἐλπίδα ἤ τι τῶν ἔξωθεν· ἐν αὐτῇ τέ ἐστιν εὐ-
δαιμονία, ἅτε οὔσῃ ψυχῇ πεποιημένῃ πρὸς τὴν ὁμολογίαν παντὸς
βίου. καὶ διαστρέφεσθαι δὲ τὸ λογικὸν ζῷον, ὁτὲ μὲν διὰ τὰς τῶν
ἔξωθεν πραγματειῶν πιθανότητας, ὁτὲ δὲ διὰ τὴν κατήχησιν τῶν
συνόντων· ἐπεὶ ἡ φύσις ἀφορμὰς δίδωσιν ἀδιαστρόφους. ἡ ἀρετὴ δὲ
τέλειός ἐστιν, ὥσπερ ἀνδριάς· καὶ ἢ ἀθεώρητος, ὥσπερ ὑγεία· ἢ θεω-
ρηματικὴ, ὡς φρόνησις. καὶ ἐπιστημονικαὶ μέν εἰσι καὶ θεωρηματικαὶ
αἱ ἔχουσαι σύστασιν ἐκ θεωρημάτων, ὡς φρόνησις καὶ δικαιοσύνη·
ἀθεώρητοι δὲ αἱ κατὰ παρέκτασιν θεωρούμεναι ταῖς ἐκ τῶν θεωρημά-
των συνεστηκυίαις, καθάπερ ὑγεία καὶ ἰσχύς. τῇ γὰρ ἀφροσύνῃ τε-
θεωρημένῃ ὑπαρχούσῃ συμβαίνει ἀκολουθεῖν καὶ παρεκτείνεσθαι τὴν
ὑγείαν, καθάπερ τῆς ψαλίδος οἰκοδομίᾳ τὴν ἰσχὺν ἐπιγίνεσθαι. καλοῦν-
ται δὲ ἀθεώρητοι, ὅτι μὴ ἔχουσι συγκαταθέσεις, ἀλλ' ἐπιγίνονται, ὡς
ὑγεία καὶ ἀνδρεία. τεκμήριον δὲ τοῦ ὑπαρκτὴν εἶναι τὴν ἀρετὴν, τὸ

Σούδα λεξικόν. letter pi, entry 1574, l. 5

Πιθανόν·πιθανὸν ἀξίωμά ἐστι, τὸ ἄγον εἰς συγκατάθεσιν.


οἷον εἴ τίς τι ἔτεκεν, ἐκείνη ἐκείνου μήτηρ ἐστί. ψεῦδος δὲ τοῦτο·
οὐ γὰρ ἡ ὄρνις ᾠοῦ ἐστι μήτηρ.
Πιθανώτατος.
Πιθανούς:τοὺς εὐπειθεῖς. Ξενοφῶν Κύρου παιδείᾳ· πιθανοὶ
δὲ οὕτως εἰσί τινες, ὥστε πρὶν εἰδέναι τὸ πραττόμενον, πρότερον
πείθεσθαι. ὥσπερ φοβερούς, τοὺς φοβουμένους Θουκυδίδης. Ἀπ-
πιανός· ἕνα δ' αὐτῶν πιστὸν καὶ πιθανὸν εἰς τὸ ἔργον, ἐντυχόντα
τοῖς ὑπάτοις ἐν ἀπορρήτῳ πίστιν αἰτῆσαι. καὶ πιθανότητές τινες
συνεκύρησαν ἐκ τῆς περιπετείας· ἃς οἱ Ῥωμαῖοι παρεπλάττοντο, φιλο-
τιμότερον τοῦ δέοντος. καὶ αὖθις· διὰ ῥώμην σώματος καὶ τὸ ἐς
τὰς μάχας προπετὲς εἶναι τῷ πλήθει Πιθανόν. ἀντὶ τοῦ ἐξάρχοντα.

Stephanus Alchem., De magna et sacra arte (sub nomine Stephani Alexandrini


philosophi) (9021: 001)“Physici et medici Graeci minores, vol. 2”, Ed. Ideler, J.L.
Berlin: Reimer, 1842, Rep1963.Vol. 2, p. 228, l. 8

ἑκατοντάδες; πάσης γνώσεως τὸ ῥδασύνεται, καὶ πᾶσαν


ῥωννύσι δυνάμεως ἐνέργειαν. δεκατὶς γὰρ αὕτη πρὸ τῆς
δεκάδος. τὸ γὰρ δέκα πλήρωμα τῶν ἐκ μονάδος ἀριθμῶν,  
ἑκατοντάδες εἰσὶ δὶς ὀκτώ, ἐκ τοῦ πληρώματος δεικνύει
τὸ πεπληρωμένον. ἑκατοντάδες εἰσὶ δὶς ὀκτὼ τουτέστιν ἐκ
τοῦ πληρώματος τῶν τελείων. τὸ γὰρ ω πλήρωμα καὶ τέ-
λος ὑπάρχει τῶν στοιχείων. τὸ δὲ δὶς ὀκτώ, ἐπειδὴ συμμε-
τρικὴν θέλει τῇ ἐννοίᾳ τοῦ πληρώματος, ἵνα πεταστικὴν
εὕροι διάκρισιν. τρεῖς τρὶς καὶ δεκάδες καὶ τέσσαρες. πάλιν
εἷς διαλύει τὰ αἰνίγματα, καὶ τούτων ἀναπληροῖ τὴν θεω-
231

ρίαν τοσαύτην γέμουσαν πιθανότητα, ἵνα δείξῃ δι' ὅλου


τὴν πᾶσαν συμπλήρωσιν, ἄνω καὶ κάτω τὴν αὐτὴν δεικνύει
συμπλήρωσιν. τρεῖς τρὶς καὶ δεκάδες καὶ τέσσαρες. τί ἐστι
τρεῖς καὶ διὰ τί τριάς. τρεῖς τὴν τοῦ ὅλου ὑπόστασιν λέ-
γει. τριὰς γὰρ εἴρηται παρὰ τὸ στερρὸν στίγμα καὶ ἀκα-
ταπόνητον. οὐκέτι γὰρ τέμνεται εἰς δύο, ἀλλὰ εἰς τρία,
τῆς μονάδος μὴ διαιρουμένης, οὐδὲ ἡ ποιότης αὕτη τέμνε-
ται, ἵνα μάθῃς τῶν ἀμφοτέρων τούτων τὴν τοῦ γένους
ὁμοιότητα. τρεῖς τρὶς καὶ δεκάδες καὶ τέσσαρες. διὰ τί
τρεῖς τρὶς ἐκ δευτέρου ποιεῖται τὴν προσφώνησιν; ἵνα
πρὸς τὴν ἄϋλον ἀναδράμῃ τάξιν. εἰς τρεῖς γὰρ τριαδικὰς

TLG Texts doing_search π ιθανοτ tlg


Απίθανος, απιθάνως
Go UTF-8 search TLG Texts

Διογένης Λαέρτιος Βίοι φιλοσόφων. “Diogenis Laertii vitae philosophorum, 2


vols.”, Ed. Long, H.S.Oxford: Clarendon Press, 1964, Rep1966.Book 10, sec. 84, l. 3

βοῦντας ἱκανῶς ἢ καὶ τελείως, εἰς τὰς τοιαύτας ἀναλύοντας


ἐπιβολάς, τὰς πλείστας τῶν περιοδειῶν ὑπὲρ τῆς ὅλης φύσεως
ποιεῖσθαι· ὅσοι δὲ μὴ παντελῶς αὐτῶν τῶν ἀποτελουμένων εἰσίν,
ἐκ τούτων καὶ κατὰ τὸν ἄνευ φθόγγων τρόπον τὴν ἅμα νοήματι
περίοδον τῶν κυριωτάτων πρὸς γαληνισμὸν ποιοῦνται.”
 Καὶ ἥδε μέν ἐστιν αὐτῷ ἐπιστολὴ περὶ τῶν φυσικῶν. περὶ δὲ
τῶν μετεώρων ἥδε.
 “Ἐπίκουρος Πυθοκλεῖ χαίρειν.
 “Ἤνεγκέ μοι Κλέων ἐπιστολὴν παρὰ σοῦ, ἐν ᾗ φιλοφρονού-
μενός τε περὶ ἡμᾶς διετέλεις ἀξίως τῆς ἡμετέρας περὶ σεαυτὸν
σπουδῆς καὶ οὐκ ἀπιθάνως ἐπειρῶ μνημονεύειν τῶν εἰς μακάριον
βίον συντεινόντων διαλογισμῶν, ἐδέου τε σεαυτῷ περὶ τῶν μετ-
εώρων σύντομον καὶ εὐπερίγραφον διαλογισμὸν ἀποστεῖλαι ἵνα
ῥᾳδίως μνημονεύῃς· τὰ γὰρ ἐν ἄλλοις ἡμῖν γεγραμμένα δυσμνη-
μόνευτα εἶναι, καί τοι, ὡς ἔφης, συνεχῶς αὐτὰ βαστάζεις. ἡμεῖς
δὲ ἡδέως τε σοῦ τὴν δέησιν ἀπεδεξάμεθα καὶ ἐλπίσιν ἡδείαις
συνεσχέθημεν. γράψαντες οὖν τὰ λοιπὰ πάντα συντελοῦμεν ἅπερ  
ἠξίωσας πολλοῖς καὶ ἄλλοις ἐσόμενα χρήσιμα τὰ διαλογίσματα
ταῦτα, καὶ μάλιστα τοῖς νεωστὶ φυσιολογίας γνησίου γευομένοις
καὶ τοῖς εἰς ἀσχολίας βαθυτέρας

Πλούταρχος. Romulus (0007: 002)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.1, 4th edn.”,
Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1969.
Ch.17, sec. 5, l. 4

τοῦτο καὶ πρὸς τὴν Ταρπηίαν τότε παθὼν ὁ Τάτιος,


232

ἐκέλευσε μεμνημένους τῶν ὁμολογιῶν τοὺς Σαβίνους μη-


δενὸς αὐτῇ φθονεῖν ὧν ἐν ταῖς ἀριστεραῖς ἔχουσι, καὶ
πρῶτος ἅμα τὸν βραχιονιστῆρα τῆς χειρὸς περιελὼν καὶ
τὸν θυρεὸν ἐπέρριψε. πάντων δὲ τὸ αὐτὸ ποιούντων,
βαλλομένη τε τῷ χρυσῷ καὶ καταχωσθεῖσα τοῖς θυρεοῖς,
ὑπὸ πλήθους καὶ βάρους ἀπέθανεν. ἑάλω δὲ καὶ Ταρ-
πήιος προδοσίας ὑπὸ Ῥωμύλου διωχθείς, ὡς Ἰόβας
(FGrH 275 F 24) φησὶ Γάλβαν Σουλπίκιον (HRR II 41)
ἱστορεῖν. τῶν δ' ἄλλα περὶ Ταρπηίας λεγόντων ἀπίθανοι
μέν εἰσιν οἱ Τατίου θυγατέρα τοῦ ἡγεμόνος τῶν Σαβίνων
οὖσαν αὐτήν, Ῥωμύλῳ δὲ βίᾳ συνοικοῦσαν, ἱστοροῦντες
ταῦτα ποιῆσαι καὶ παθεῖν ὑπὸ τοῦ πατρός· ὧν καὶ Ἀντί-
γονός (FHG IV 305) ἐστι. Σιμύλος δ' ὁ ποιητὴς καὶ
παντάπασι ληρεῖ, μὴ Σαβίνοις οἰόμενος, ἀλλὰ Κελτοῖς
τὴν Ταρπηίαν προδοῦναι τὸ Καπιτώλιον, ἐρασθεῖσαν αὐ-
τῶν τοῦ βασιλέως. λέγει δὲ ταῦτα (Anthol. ly6, 102 D.29)·

Πλούταρχος. Numa (0007: 005)“Plutarch's lives, vol. 1”, Ed. Perrin, B.


Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1914, Rep1967.Ch.4, sec. 4, l. 1

τε περὶ ἄλλων εὐδαιμόνων δή τινων καὶ θεοφιλῶν


γενέσθαι δοκούντων παραλαβόντες ἠγάπησαν,
οὐκ ἄδηλόν ἐστι. καί που λόγον ἔχει τὸν θεόν,
οὐ φίλιππον οὐδὲ φίλορνιν, ἀλλὰ φιλάνθρωπον
ὄντα, τοῖς διαφερόντως ἀγαθοῖς ἐθέλειν συνεῖναι,
καὶ μὴ δυσχεραίνειν μηδὲ ἀτιμάζειν ἀνδρὸς ὁσίου  
καὶ σώφρονος ὁμιλίαν. ὡς δὲ καὶ σώματος
ἀνθρωπίνου καὶ ὥρας ἐστί τις θεῷ καὶ δαίμονι
κοινωνία καὶ χάρις, ἔργον ἤδη καὶ τοῦτο
πεισθῆναι.
 Καίτοι δοκοῦσιν οὐκ ἀπιθάνως Αἰγύπτιοι διαι-
ρεῖν ὡς γυναικὶ μὲν οὐκ ἀδύνατον πνεῦμα πλη-
σιάσαι θεοῦ καί τινας ἐντεκεῖν ἀρχὰς γενέσεως,
ἀνδρὶ δὲ οὐκ ἔστι σύμμιξις πρὸς θεὸν οὐδὲ ὁμιλία
σώματος. ἀγνοοῦσι δὲ ὅτι τὸ μιγνύμενον ᾧ
μίγνυται τὴν ἴσην ἀνταποδίδωσι κοινωνίαν. οὐ
μὴν ἀλλὰ φιλίαν γε πρὸς ἄνθρωπον εἶναι θεῷ
καὶ τὸν ἐπὶ ταύτῃ λεγόμενον ἔρωτα καὶ φυόμενον
εἰς ἐπιμέλειαν ἤθους καὶ ἀρετῆς, πρέπον ἂν εἴη.
καὶ οὐ πλημμελοῦσιν οἱ τὸν Φόρβαντα καὶ τὸν

Πλούταρχος. Solon (0007: 007)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.1, 4th edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1969.Ch.24, sec. 2, l. 3

μενον ἐκέλευσεν ὀρύσσειν, ὅσον ἐμβάλλει βάθος ἀφιστά-


μενον μῆκος τἀλλοτρίου, καὶ μελισσῶν σμήνη καθιστά-
233

μενον, ἀπέχειν τῶν ὑφ' ἑτέρου πρότερον ἱδρυμένων πό-


δας τριακοσίους.
 Τῶν δὲ γινομένων διάθεσιν πρὸς ξένους ἐλαίου
μόνον ἔδωκεν, ἄλλα δ' ἐξάγειν ἐκώλυσε, καὶ κατὰ τῶν
ἐξαγόντων ἀρὰς τὸν ἄρχοντα ποιεῖσθαι προσέταξεν, ἢ
τίνειν αὐτὸν ἑκατὸν δραχμὰς εἰς τὸ δημόσιον· καὶ πρῶ-  
τος ἄξων ἐστὶν ὁ τοῦτον περιέχων τὸν νόμον. οὐκ ἂν
οὖν τις ἡγήσαιτο παντελῶς ἀπιθάνους τοὺς λέγοντας,
ὅτι καὶ σύκων ἐξαγωγὴ τὸ παλαιὸν ἀπείρητο, καὶ τὸ
φαίνειν ἐνδεικνύμενον τοὺς ἐξάγοντας κληθῆναι συκο-
φαντεῖν.

Πλούταρχος. Solon Ch.32, sec. 4, l. 3

σοφία τὸ Ἀτλαντικὸν ἐν πολλοῖς καὶ καλοῖς μόνον


ἔργον ἀτελὲς ἔσχηκεν.
 Ἐπεβίωσε δ' οὖν ὁ Σόλων ἀρξαμένου τοῦ Πεισιστράτου
τυραννεῖν, ὡς μὲν Ἡρακλείδης ὁ Ποντικὸς (f148 Wehrli)
ἱστορεῖ, συχνὸν χρόνον, ὡς δὲ Φανίας ὁ Ἐρέσιος
(FHG II 294) ἐλάττονα δυεῖν ἐτῶν. ἐπὶ Κωμίου μὲν
γὰρ ἤρξατο τυραννεῖν Πεισίστρατος, ἐφ' Ἡγεστράτου δὲ
Σόλωνά φησιν ὁ Φανίας ἀποθανεῖν τοῦ μετὰ Κωμίαν
ἄρξαντος. ἡ δὲ διασπορὰ κατακαυθέντος αὐτοῦ τῆς τέ-
φρας περὶ τὴν Σαλαμινίων νῆσόν ἐστι μὲν διὰ τὴν ἀτο-
πίαν ἀπίθανος παντάπασι καὶ μυθώδης, ἀναγέγραπται
δ' ὑπό τ' ἄλλων ἀνδρῶν ἀξιολόγων καὶ Ἀριστοτέλους τοῦ
φιλοσόφου (f354).  
      

Πλούταρχος. Marius (0007: 031)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 3.1, 2nd edn.”, Ed.
Ziegler, K.eipzig: Teubner, 1971.
Ch.14, sec. 14, l. 2

 Ἐνισταμένων δὲ τῶν ἀρχαιρεσιῶν καὶ τοῦ συνάρχον-


τος αὐτοῦ τελευτήσαντος, ἀπολιπὼν ἐπὶ τῶν δυνάμεων
Μάνιον Ἀκύλλιον, αὐτὸς ἧκεν εἰς Ῥώμην. μετιόντων
δὲ πολλῶν καὶ ἀγαθῶν τὴν ὑπατείαν, Λούκιος Σατορ-
νῖνος, ὁ μάλιστα τῶν δημάρχων ἄγων τὸ πλῆθος, ὑπὸ
τοῦ Μαρίου τεθεραπευμένος ἐδημηγόρει, κελεύων ἐκεῖ-
νον ὕπατον αἱρεῖσθαι. θρυπτομένου δὲ τοῦ Μαρίου καὶ
παραιτεῖσθαι τὴν ἀρχὴν φάσκοντος, ὡς δὴ μὴ δεομένου,
προδότην αὐτὸν ὁ Σατορνῖνος ἀπεκάλει τῆς πατρίδος, ἐν
κινδύνῳ τοσούτῳ φεύγοντα τὸ στρατηγεῖν. καὶ φανερὸς
μὲν ἦν ἀπιθάνως συνυποκρινόμενος τὸ προσποίημα τῷ
Μαρίῳ, τὸν δὲ καιρὸν ὁρῶντες οἱ πολλοὶ τῆς ἐκείνου
δεινότητος ἅμα καὶ τύχης δεόμενον, ἐψηφίσαντο τὴν
τετάρτην ὑπατείαν, καὶ συνάρχοντα Κάτλον αὐτῷ Λουτά-
τιον κατέστησαν, ἄνδρα καὶ τιμώμενον ὑπὸ τῶν ἀρίστων
καὶ τοῖς πολλοῖς οὐκ ἐπαχθῆ.
234

 Πυνθανόμενος δὲ τοὺς πολεμίους ὁ Μάριος ἐγγὺς


εἶναι, διὰ ταχέων ὑπερέβαλε τὰς Ἄλπεις· καὶ τειχίσας
στρατόπεδον παρὰ τῷ Ῥοδανῷ ποταμῷ,

Πλούταρχος. Nicias (0007: 038)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 1.2, 3rd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch.3, sec. 2, l. 3

αὐτοῦ καὶ δημοτικὸν ἐδόκει καὶ δύναμιν οὐ μικρὰν ἀπ'


εὐνοίας τοῦ δήμου παρέχειν τῷ δεδιέναι τοὺς θαρροῦντας,
αὔξειν δὲ τοὺς δεδιότας. τοῖς γὰρ πολλοῖς τιμὴ μεγίστη
παρὰ τῶν μειζόνων τὸ μὴ καταφρονεῖσθαι.  
 Περικλῆς μὲν οὖν ἀπό τ' ἀρετῆς ἀληθινῆς καὶ λόγου
δυνάμεως τὴν πόλιν ἄγων, οὐδενὸς ἐδεῖτο σχηματισμοῦ
πρὸς τὸν ὄχλον οὐδὲ πιθανότητος, Νικίας δὲ τούτοις μὲν
λειπόμενος, οὐσίᾳ δὲ προέχων, ἀπ' αὐτῆς ἐδημαγώγει,
καὶ τῇ Κλέωνος εὐχερείᾳ καὶ βωμολοχίᾳ πρὸς ἡδονὴν
μεταχειριζομένῃ τοὺς Ἀθηναίους διὰ τῶν ὁμοίων ἀντι-
παρεξάγειν ἀπίθανος ὤν, χορηγίαις ἀνελάμβανε καὶ γυμ-
νασιαρχίαις ἑτέραις τε τοιαύταις φιλοτιμίαις τὸν δῆμον,
ὑπερβαλλόμενος πολυτελείᾳ καὶ χάριτι τοὺς πρὸ ἑαυτοῦ
καὶ καθ' ἑαυτὸν ἅπαντας. εἱστήκει δὲ καὶ τῶν ἀναθη-
μάτων αὐτοῦ καθ' ἡμᾶς τό τε Παλλάδιον ἐν ἀκροπόλει,
τὴν χρύσωσιν ἀποβεβληκός, καὶ ὁ τοῖς χορηγικοῖς τρί-
ποσιν ὑποκείμενος ἐν Διονύσου νεώς· ἐνίκησε γὰρ πολλά-
κις χορηγήσας, ἐλείφθη δ' οὐδέποτε. λέγεται δ' ἔν τινι

Πλούταρχος. Alexander (0007: 047)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 2.2, 2nd edn.”,
Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1968.Ch.24, sec. 9, l. 1

τῶν δὲ Τυρίων πολλοῖς κατὰ τοὺς ὕπνους ἔδοξεν ὁ Ἀπόλ-


λων λέγειν, ὡς ἄπεισι πρὸς Ἀλέξανδρον· οὐ γὰρ ἀρέσκειν
αὐτῷ τὰ πρασσόμενα κατὰ τὴν πόλιν. ἀλλ' οὗτοι μὲν
ὥσπερ ἄνθρωπον αὐτομολοῦντα πρὸς τοὺς πολεμίους ἐπ'
αὐτοφώρῳ τὸν θεὸν εἰληφότες, σειράς τε τῷ κολοσσῷ
περιέβαλλον αὐτοῦ, καὶ καθήλουν πρὸς τὴν βάσιν, Ἀλεξ-
ανδριστὴν καλοῦντες. ἑτέραν δ' ὄψιν Ἀλέξανδρος εἶδε
κατὰ τοὺς ὕπνους· σάτυρος αὐτῷ φανεὶς ἐδόκει προσπαί-
ζειν πόρρωθεν, εἶτα βουλομένου λαβεῖν ὑπεξέφευγε· τέλος
δὲ πολλὰ λιπαρήσαντος καὶ περιδραμόντος, ἦλθεν εἰς
χεῖρας. οἱ δὲ μάντεις τοὔνομα διαιροῦντες οὐκ ἀπιθάνως
ἔφασαν αὐτῷ· “σὰ γενήσεται Τύρος.” καὶ κρήνην δέ τινα
δεικνύουσι, πρὸς ἣν κατὰ τοὺς ὕπνους ἰδεῖν ἔδοξε τὸν
σάτυρον.

Πλούταρχος. Caesar (0007: 048)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 2.2, 2nd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1968.Ch.50, sec. 4, l. 2
235

τῇ νίκῃ χρώμενον ἀπλήστως, καὶ Βιθυνίαν ἔχοντα καὶ


Καππαδοκίαν, Ἀρμενίας ἐφίεσθαι τῆς μικρᾶς καλουμέ-
νης, καὶ πάντας ἀνιστάναι τοὺς ταύτῃ βασιλεῖς καὶ τε-
τράρχας. εὐθὺς οὖν ἐπὶ τὸν ἄνδρα τρισὶν ἤλαυνε τάγμασι,
καὶ περὶ πόλιν Ζῆλαν μάχην μεγάλην συνάψας αὐτὸν
μὲν ἐξέβαλε τοῦ Πόντου φεύγοντα, τὴν δὲ στρατιὰν
ἄρδην ἀνεῖλε· καὶ τῆς μάχης ταύτης τὴν ὀξύτητα καὶ τὸ
τάχος ἀναγγέλλων εἰς Ῥώμην πρός τινα τῶν φίλων
Μάτιον ἔγραψε τρεῖς λέξεις· “ἦλθον, εἶδον, ἐνίκησα.”
Ῥωμαϊστὶ δ' αἱ λέξεις, εἰς ὅμοιον ἀπολήγουσαι σχῆμα
ῥήματος, οὐκ ἀπίθανον τὴν βραχυλογίαν ἔχουσιν.
 Ἐκ τούτου διαβαλὼν εἰς Ἰταλίαν ἀνέβαινεν εἰς
Ῥώμην, τοῦ μὲν ἐνιαυτοῦ καταστρέφοντος εἰς ὃν ᾕρητο
δικτάτωρ τὸ δεύτερον, οὐδέποτε πρότερον τῆς ἀρχῆς
ἐκείνης ἐνιαυσίου γενομένης· εἰς δὲ τοὐπιὸν ἔτος ὕπατος
ἀπεδείχθη. καὶ κακῶς ἤκουσεν, ὅτι τῶν στρατιωτῶν
στασιασάντων καὶ δύο στρατηγικοὺς ἄνδρας ἀνελόντων,
Κοσκώνιον καὶ Γάλβαν, ἐπετίμησε μὲν αὐτοῖς τοσοῦτον
ὅσον ἀντὶ στρατιωτῶν πολίτας προσαγορεῦσαι, χιλίας δὲ
διένειμεν ἑκάστῳ δραχμὰς καὶ χώραν τῆς Ἰταλίας ἀπ-
εκλήρωσε πολλήν. ἦν δ' αὐτοῦ διαβολὴ καὶ ἡ Δολοβέλλα

Πλούταρχος. Antonius (0007: 058)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 3.1, 2nd edn.”,
Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1971.Ch.73, sec. 2, l. 2

δὲ καταμείνας καὶ προδοὺς Ἀντώνιον, ἐτόλμησεν εἰς


ὄψιν ἐλθεῖν Καίσαρος, Ἡρώδῃ πεποιθώς. ὤνησε δ' αὐτὸν
οὐδὲν Ἡρώδης, ἀλλ' εὐθὺς εἱρχθεὶς καὶ κομισθεὶς εἰς
τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα δέσμιος, ἐκεῖ Καίσαρος κελεύσαντος
ἀνῃρέθη. τοιαύτην μὲν Ἀλεξᾶς ἔτι ζῶντι δίκην Ἀντωνίῳ
τῆς ἀπιστίας ἐξέτεισε.
 Καῖσαρ δὲ τοὺς μὲν ὑπὲρ Ἀντωνίου λόγους οὐκ
ἠνέσχετο, Κλεοπάτραν δ' ἀπεκρίνατο μηδενὸς ἁμαρτή-
σεσθαι τῶν ἐπιεικῶν, ἀνελοῦσαν Ἀντώνιον ἢ ἐκβαλοῦσαν.
συνέπεμψε δὲ καὶ παρ' αὑτοῦ τινα τῶν ἀπελευθέρων
Θύρσον, οὐκ ἀνόητον ἄνθρωπον οὐδ' ἀπιθάνως ἂν ἀφ'  
ἡγεμόνος νέου διαλεχθέντα πρὸς γυναῖκα σοβαρὰν καὶ
θαυμαστὸν ὅσον ἐπὶ κάλλει φρονοῦσαν. οὗτος ἐντυγχάνων
αὐτῇ μακρότερα τῶν ἄλλων καὶ τιμώμενος διαφερόντως,
ὑπόνοιαν τῷ Ἀντωνίῳ παρέσχε, καὶ συλλαβὼν αὐτὸν
ἐμαστίγωσεν, εἶτ' ἀφῆκε πρὸς Καίσαρα, γράψας ὡς
ἐντρυφῶν καὶ περιφρονῶν παροξύνειεν αὐτόν, εὐπαρ-
όξυντον ὑπὸ κακῶν ὄντα. “σὺ δ' εἰ μὴ φέρεις τὸ πρᾶγμα”
ἔφη “μετρίως, ἔχεις ἐμὸν ἀπελεύθερον Ἵππαρχον. τοῦτον
κρεμάσας μαστίγωσον, ἵν' ἴσον ἔχωμεν.”

Πλούταρχος. Aratus (0007: 063)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 3.1, 2nd edn.”, Ed.
Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1971.Ch.38, sec. 3, l. 2
236

  Εἰωθὼς δὲ στρατηγεῖν παρ' ἐνιαυτόν, ὡς ἡ τάξις αὐ-


τῷ περιῆλθε, καλούμενος ἐξωμόσατο, καὶ Τιμόξενος ᾑρέθη
στρατηγός. ἐδόκει δ' ἡ μὲν πρὸς τοὺς ὄχλους ὀργὴ πρό-
φασις εἶναι λεγομένη τῆς ἐξωμοσίας ἀπίθανος, αἰτία
δ' ἀληθὴς τὰ περιεστῶτα τοὺς Ἀχαιούς, οὐκέθ' ὡς πρό-
τερον ἀτρέμα καὶ σχέδην τοῦ Κλεομένους ἐπιβαίνοντος
οὐδ' ἐμπλεκομένου ταῖς πολιτικαῖς ἀρχαῖς, ἀλλ' ἐπεὶ τοὺς
ἐφόρους ἀποκτείνας καὶ τὴν χώραν ἀναδασάμενος καὶ
πολλοὺς τῶν μετοίκων ἐμβαλὼν εἰς τὴν πολιτείαν ἔσχεν
ἰσχὺν ἀνυπεύθυνον, εὐθὺς ἐπικειμένου τοῖς Ἀχαιοῖς καὶ
τῆς ἡγεμονίας ἑαυτὸν ἀξιοῦντος.
 Διὸ καὶ μέμφονται τὸν Ἄρατον, ἐν σάλῳ μεγάλῳ καὶ
χειμῶνι τῶν πραγμάτων φερομένων, ὥσπερ κυβερνήτην
ἀφέντα καὶ προέμενον ἑτέρῳ τοὺς οἴακας, ὅτε καλῶς εἶχε

Πλούταρχος. Artaxerxes (0007: 064)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 3.1, 2nd edn”,
Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1971.Ch.1, sec. 4, l. 4

δ' ἦν υἱός· ὁ δὲ δεύτερος, περὶ οὗ τάδε γράφεται, Μνή-


μων ἐπικληθείς, ἐκ θυγατρὸς ἦν ἐκείνου. Δαρείου γὰρ
καὶ Παρυσάτιδος παῖδες ἐγένοντο τέσσαρες, πρεσβύ-
τατος μὲν Ἀρτοξέρξης, μετ' ἐκεῖνον δὲ Κῦρος, νεώτεροι
δὲ τούτων Ὀστάνης καὶ Ὀξάθρης. ὁ μὲν οὖν Κῦρος ἀπὸ
Κύρου τοῦ παλαιοῦ τοὔνομα ἔσχεν, ἐκείνῳ δ' ἀπὸ τοῦ
ἡλίου γενέσθαι φασί· Κῦρον γὰρ καλεῖν Πέρσας τὸν
ἥλιον. ὁ δ' Ἀρτοξέρξης Ἀρσίκας πρότερον ἐκαλεῖτο· καίτοι
Δείνων (FGrH 690 F 14) φησὶν ὅτι Ὀάρσης· ἀλλὰ τὸν
Κτησίαν (FGrH 688 F 15a), εἰ καὶ τἆλλα μύθων ἀπι-
θάνων καὶ παραφόρων ἐμβέβληκεν εἰς τὰ βιβλία παντο-
δαπὴν πυλαίαν, οὐκ εἰκός ἐστιν ἀγνοεῖν τοὔνομα τοῦ
βασιλέως, παρ' ᾧ διέτριβε θεραπεύων αὐτὸν καὶ γυναῖκα
καὶ μητέρα καὶ παῖδας.
 

Πλούταρχος. Quomodo adolescens poetas audire debeat (14d–37b) (0007: 068)


“Plutarch's moralia, vol. 1”, Ed. Babbitt, F.C.Cambridge, Mass.: Haard University
Press, 1927, Rep1969.Stephanus p. 31, sec. E, l. 10
      
     Ζεῦ πάτερ Ἴδηθεν μεδέων     
καὶ τὸ      
     Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε       
κελεύων ἀναγιγνώσκειν ὑφ' ἕν, ὡς τὸν ἐκ τῆς γῆς
ἀναθυμιώμενον ἀέρα διὰ τὴν ἀνάδοσιν ἀναδωδω-
ναῖον ὄντα. καὶ Χρύσιππος δὲ πολλαχοῦ γλίσχρος
ἐστίν, οὐ παίζων ἀλλ' εὑρησιλογῶν ἀπιθάνως, καὶ
παραβιαζόμενος εὐρύοπα Κρονίδην εἶναι τὸν δεινὸν
ἐν τῷ διαλέγεσθαι καὶ διαβεβηκότα τῇ δυνάμει τοῦ
237

λόγου
 Βέλτιον δὲ ταῦτα τοῖς γραμματικοῖς παρέντας

Πλούταρχος. Quomodo adulator ab amico internoscatur (48e–74e) (0007: 070)


“Plutarch's moralia, vol. 1”, Ed. Babbitt, F.C.Cambridge, Mass.: Haard University
Press, 1927, Rep1969.Stephanus p. 67, sec. F, l. 8

 Δεύτερον τοίνυν ὥσπερ ἐκκαθαίροντες ὕβριν


ἅπασαν καὶ γέλωτα καὶ σκῶμμα καὶ βωμολοχίαν
ἡδύσματα πονηρὰ τῆς παρρησίας ἀφαιρῶμεν. ὥσπερ
γὰρ ἰατροῦ σάρκα τέμνοντος εὐρυθμίαν τινὰ δεῖ
καὶ καθαριότητα τοῖς ἔργοις ἐπιτρέχειν, ὀρχηστικὴν
δὲ καὶ παράβολον καὶ περιτρέχουσαν ὑγρότητα καὶ
περιεργίαν ἀπεῖναι τῆς χειρός, οὕτως ἡ παρρησία
δέχεται τὸ ἐπιδέξιον καὶ τὸ ἀστεῖον, ἂν ἡ χάρις
τὴν σεμνότητα σῴζῃ, θρασύτης δὲ καὶ βδελυρία καὶ
ὕβρις προσοῦσα πάνυ διαφθείρει καὶ ἀπόλλυσιν.
ὅθεν ὁ μὲν ψάλτης οὐκ ἀπιθάνως οὐδ' ἀμούσως
ἐπεστόμισε τὸν Φίλιππον ἐπιχειροῦντα περὶ κρου-
μάτων διαφέρεσθαι πρὸς αὐτόν, εἰπὼν “μὴ γένοιτό
σοι οὕτως, ὦ βασιλεῦ, κακῶς, ἵν' ἐμοῦ ταῦτα σὺ
βέλτιον εἰδῇς.” Ἐπίχαρμος δ' οὐκ ὀρθῶς, τοῦ
Ἱέρωνος ἀνελόντος ἐνίους τῶν συνήθων καὶ μεθ'
ἡμέρας ὀλίγας καλέσαντος ἐπὶ δεῖπνον αὐτόν,  
“ἀλλὰ πρῴην,” ἔφη, “θύων τοὺς φίλους οὐκ
ἐκάλεσας.” κακῶς δὲ καὶ Ἀντιφῶν, παρὰ Διονυ-
σίῳ ζητήσεως οὔσης καὶ λόγου “ποῖος χαλκὸς
ἄριστος,” “ἐκεῖνος,” εἶπεν, “

Πλούταρχος. Aetia Romana et Graeca (263d–304f) (0007: 084)


“Plutarchi moralia, vol. 2.1”, Ed. Titchener, J.B.Leipzig: Teubner, 1935, Rep1971.
Stephanus p. 269, sec. F, l. 6

Ἀλλίαν ποταμὸν ἐκρατήθησαν ὑπὸ Κελτῶν μάχῃ καὶ


τὴν πόλιν ἀπώλεσαν, νομισθείσης δὲ τῆς μετὰ τὰς εἰδοὺς
ἀποφράδος προήγαγεν ὥσπερ φιλεῖ πορρωτέρω τὸ ἔθος  
ἡ δεισιδαιμονία καὶ κατέστησεν εἰς τὴν αὐτὴν εὐλάβειαν
τήν τε μετὰ νόννας καὶ τὴν μετὰ καλάνδας; ἢ τοῦτο
μὲν ἔχει πολλὰς ἀλογίας; ἄλλῃ τε γὰρ ἡμέρᾳ τὴν μάχην
ἡττήθησαν, ἣν Ἀλλιάδα διὰ τὸν ποταμὸν καλοῦντες
ἀφοσιοῦνται, καὶ πολλῶν ἀποφράδων οὐσῶν οὐκ ἐν παντὶ
μηνὶ τὰς ὁμωνύμους παραφυλάττουσιν, ἀλλ' ἑκάστην ἐν
ᾧ συνέτυχε, τό τε ταῖς μετὰ νόννας καὶ καλάνδας ἁπλῶς
ἁπάσαις προστρίψασθαι τὴν δεισιδαιμονίαν ἀπιθανώτα-
τον. ὅρα δὴ μή, καθάπερ τῶν μηνῶν τὸν μὲν πρῶτον
ὀλυμπίοις θεοῖς ἱέρωσαν, τὸν δὲ δεύτερον χθονίοις ἐν ᾧ
καὶ καθαρμούς τινας τελοῦσι καὶ τοῖς κατοιχομένοις
ἐναγίζουσιν,οὕτω τῶν ἡμερῶν τὰς μὲν οἷον ἀρχὰς καὶ
238

κυρίας ὥσπερ εἴρηται τρεῖς οὔσας ἑορτασίμους καὶ ἱερὰς


ἔθεντο, τὰς δ' ἐφεξῆς δαίμοσι καὶ φθιτοῖς ἐπιφημίσαντες
ἀποφράδας καὶ ἀπράκτους ἐνόμισαν. καὶ γὰρ Ἕλληνες ἐν
τῇ νουμηνίᾳ τοὺς θεοὺς σεβόμενοι τὴν δευτέραν ἥρωσι
καὶ δαίμοσιν ἀποδεδώκασι καὶ τῶν κρατήρων ὁ δεύτερος
ἥρωσιν ἐπικίρναται καὶ ἡρωίσι. καὶ ὅλως ἀριθμός

Πλούταρχος. Aetia Romana et Graeca (263d-304f) Stephanus p. 291, sec. A, l. 9

οἰκίαις μάτην ἐντρέφεσθαι καὶ περιπλέκεσθαι βλαβερὸν


ὄντα τοῖς προσδεχομένοις φυτοῖς; ἢ ὡς τῆς γῆς ἐχόμε-
νον;διὸ τῶν μὲν ὀλυμπίων ἱερῶν εἴργεται, καὶ οὔτ' ἐν
Ἥρας Ἀθήνησιν οὔτε Θήβησιν ἐν Ἀφροδίτης ἴδοι τις
ἂν κιττόν· Ἀγριωνίοις δὲ καὶ Νυκτελίοις, ὧν τὰ πολλὰ
διὰ σκότους δρᾶται, πάρεστιν. ἢ καὶ τοῦτο συμβολικὴ  
θιάσων καὶ βακχευμάτων ἀπαγόρευσις ἦν; αἱ γὰρ ἔνοχοι
τοῖς βακχικοῖς πάθεσι γυναῖκες εὐθὺς ἐπὶ τὸν κιττὸν
φέρονται, καὶ σπαράττουσι δραττόμεναι ταῖς χερσὶ καὶ
διεσθίουσαι τοῖς στόμασιν· ὥστε μὴ παντελῶς ἀπιθά-
νους εἶναι τοὺς λέγοντας, ὅτι καὶ πνεῦμα μανίας ἔχων
ἐγερτικὸν καὶ παρακινητικὸν ἐξίστησι καὶ σπαράττει, καὶ
ὅλως ἄοινον ἐπάγει μέθην καὶ χάριν τοῖς ἐπισφαλῶς πρὸς
ἐνθουσιασμὸν ἔχουσι.
 ’Διὰ τί τοῖς ἱερεῦσι τούτοις ἀρχὴν οὐκ ἐφεῖτο
λαβεῖν οὐδὲ μετελθεῖν, ἀλλὰ ῥαβδούχῳ τε χρῶνται καὶ
δίφρον ἡγεμονικὸν ἐπὶ τιμῇ καὶ παραμυθίᾳ τοῦ μὴ
ἄρχειν ἔχουσι;’ πότερον, ὡς ἐνιαχοῦ τῆς Ἑλλάδος ἀντίρ-
ροπον ἦν τὸ τῆς ἱερωσύνης ἀξίωμα πρὸς τὸ τῆς βασι-
λείας, τοὺς μὴ τυχόντας ἱερεῖς ἀπεδείκνυσαν; ἢ μᾶλλον

Πλούταρχος. De Alexandri magni fortuna aut virtute (326d–345b) (0007: 087)


“Plutarchi moralia, vol. 2.2”, Ed. Nachstädt, W.Leipzig: Teubner, 1935, Rep1971.
Stephanus p. 335, sec. B, l. 3
Alcman. f100 D)
      
 ’ἕρπει γὰρ ἄντα τῶ σιδάρω τὸ καλῶς κιθαρίδδειν.’  
ἦν δὲ καὶ Ἀπελλῆς ὁ ζωγράφος καὶ Λύσιππος ὁ πλάστης
κατ' Ἀλέξανδρον· ὧν ὁ μὲν ἔγραψε τὸν κεραυνοφόρον
οὕτως ἐναργῶς καὶ κεκραμένως, ὥστε λέγειν, ὅτι δυεῖν
Ἀλεξάνδρων ὁ μὲν Φιλίππου γέγονεν ἀνίκητος, ὁ δ'
Ἀπελλοῦ ἀμίμητος. Λυσίππου δὲ τὸ πρῶτον Ἀλέξανδρον
πλάσαντος ἄνω βλέποντα τῷ προσώπῳ πρὸς τὸν οὐρανὸν
(ὥσπερ αὐτὸς εἰώθει βλέπειν Ἀλέξανδρος ἡσυχῆ παρεγκλί-
νων τὸν τράχηλον) ἐπέγραψέ τις οὐκ ἀπιθάνως (Anth.
Pal. XVI 120)
      
239

Πλούταρχος. De Iside et Osiride (351c–384c) (0007: 089)“Plutarchi moralia, vol.


2.3”, Ed. Sieveking, W.Leipzig: Teubner, 1935, Rep1971.Stephanus p. 353, sec. E, l.
11

ἐλθεῖν ἀπορίαν (μ 329 sqq.). ὅλως δὲ καὶ τὴν θάλατταν  


ἔκφυλον ἡγοῦνται καὶ παρωρισμένην οὐδὲ μέρος οὐδὲ
στοιχεῖον ἀλλ' οἷον περίττωμα διεφθορὸς καὶ νο-
σῶδες.
 Οὐδὲν γὰρ ἄλογον οὐδὲ μυθῶδες οὐδ' ὑπὸ δεισιδαι-
μονίας, ὥσπερ ἔνιοι νομίζουσιν, ἐγκατεστοιχειοῦτο ταῖς
ἱερουργίαις, ἀλλὰ τὰ μὲν ἠθικὰς ἔχοντα καὶ χρειώδεις
αἰτίας, τὰ δ' οὐκ ἄμοιρα κομψότητος ἱστορικῆς ἢ φυσικῆς
ἐστιν, οἷον τὸ περὶ κρομμύου. τὸ γὰρ ἐμπεσεῖν εἰς τὸν
ποταμὸν καὶ ἀπολέσθαι τὸν τῆς Ἴσιδος τρόφιμον Δίκτυν
ου κρομμύων ἐπιδρασσόμενον ἐσχάτως ἀπίθανον· οἱ
δ' ἱερεῖς ἀφοσιοῦνται καὶ δυσχεραίνουσι καὶ τὸ κρόμμυον
παραφυλάττοντες, ὅτι τῆς σελήνης φθινούσης μόνον
εὐτροφεῖν τοῦτο καὶ τεθηλέναι πέφυκεν. ἔστι δὲ πρός-
φορον οὔθ' ἁγνεύουσιν οὔθ' ἑορτάζουσι, τοῖς μὲν ὅτι
διψῆν τοῖς δ' ὅτι δακρύειν ποιεῖ τοὺς προσφερομένους.
ὁμοίως δὲ καὶ τὴν ὗν ἀνίερον ζῷον ἡγοῦνται· ὡς μάλιστα
γὰρ ὀχεύεσθαι δοκεῖ τῆς σελήνης φθινούσης, καὶ τῶν τὸ
γάλα πινόντων ἐξανθεῖ τὰ σώματα λέπραν καὶ ψωρικὰς
τραχύτητας.τὸν δὲ λόγον, ὃν θύοντες ἅπαξ ὗν ἐν παν-
σελήνῳ καὶ [κατ]ἐσθίοντες ἐπιλέγουσιν, ὡς ὁ Τυφὼν ὗν

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 8, Kaibel par. 46, l. 10

         ζηλωτὴς δὲ διὰ τῶν εὐτραπέλων λόγων


τούτων ἐγένετο ὁ Στρατόνικος Σιμωνίδου τοῦ ποιητοῦ,
ὥς φησιν Ἔφορος ἐν δευτέρῳ περὶ εὑρημάτων (FHG
I 275), φάσκων καὶ Φιλόξενον τὸν Κυθήριον περὶ τὰ
ὅμοια ἐσπουδακέναι. Φαινίας δ' ὁ περιπατητικὸς ἐν
δευτέρῳ περὶ ποιητῶν (FHG II 298) ‘Στρατόνικος, φησίν,
ὁ Ἀθηναῖος δοκεῖ τὴν πολυχορδίαν εἰς τὴν ψιλὴν
κιθάρισιν πρῶτος εἰσενεγκεῖν καὶ πρῶτος μαθητὰς τῶν
ἁρμονικῶν ἔλαβε καὶ διάγραμμα συνεστήσατο. ἦν δὲ
καὶ ἐν τῷ γελοίῳ οὐκ ἀπίθανος.’ φασὶ δὲ καὶ τελευ-
τῆσαι αὐτὸν διὰ τὴν ἐν τῷ γελοίῳ παρρησίαν ὑπὸ
Νικοκλέους τοῦ Κυπρίων βασιλέως φάρμακον πιόντα
διὰ τὸ σκώπτειν αὐτοῦ τοὺς υἱούς.
 τοῦ δ' Ἀριστοτέλους τεθαύμακα, ὃν πολυθρύ-
λητον πεποιήκασιν οἱ σοφοὶ οὗτοι, καλέ μου Δημό-
κριτε, (καὶ σὺ τῶν λόγων αὐτοῦ πρεσβεύεις ὡς καὶ
τῶν ἄλλων φιλοσόφων τε καὶ ῥητόρων τῆς ἀκριβείας)
πότε μαθὼν ἢ παρὰ τίνος ἀνελθόντος ἐκ τοῦ βυθοῦ
240

Πρωτέως ἢ Νηρέως, τί ποιοῦσιν οἱ ἰχθύες ἢ πῶς


κοιμῶνται ἢ πῶς διαιτῶνται. τοιαῦτα γὰρ συνέγραψεν

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (epitome)“Athenaei dipnosophistarum epitome, vols.


2.1–2.2”, Ed. Peppink, S.P.Leiden: Brill, 2.1:1937; 2.2:1939.Vol. 2,1, p. 167, l. 19

ἀλέαν. ἐν Φασήλιδι πρὸς τὸν παῖδα ἀμφισβητοῦντος τοῦ βαλανέως περὶ


τοῦ ἀργυρίου, ἦν γὰρ νόμος πλείονος λούειν τοὺς ξένους, ὦ μιαρέ, ἔφη,
παῖ, παρὰ χαλκοῦν με μικροῦ Φασηλίτην ἐποίησας· πρὸς δὲ τὸν ἐπαινοῦντα,
ἵνα λάβῃ τι, αὐτὸς μείζων εἶναι ἔφη πτωχός. ἐν μικρᾷ πόλει διδάσκων,
αὑτὴ οὐ πόλις, ἀλλὰ μόλις. ἐν Πέλλῃ πρὸς φρέαρ προσελθὼν ἠρώτησε εἰ
πότιμον. εἰπόντων δὲ τῶν ἱμώντων, ἦσαν δὲ χλωροί, ὡς ἡμεῖς γε τοῦτο
πίνομεν, οὐκ ἄρ', ἔφη, πότιμόν ἐστιν. πρὸς Ἄριον τὸν ψάλτην ὀχλοῦντά
τι αὐτῷ, ψάλλ' ἐς κόρακας ἔφη. πρὸς νακοδέψην λοιδορούμενον αὐτῷ,
ἐπεὶ ἐκεῖνος κακόδαιμον ἔφη, οὗτος νακόδαιμον ἔφη. φασὶ δὲ τὸν Στρατό-
νικον τοῦτον, πολυχορδίαν εἰς τὴν ψιλὴν κιθάρισιν πρῶτον εἰσενεγκεῖν καὶ
διάγραμμα συστήσασθαι, εἶναι δὲ καὶ ἐν τῷ γελοίῳ οὐκ ἀπίθανον καὶ ἐπὶ
τῇ τοιαύτῃ παρρησίᾳ αὐτὸν θανεῖν ὑπὸ Νικοκλέους τοῦ Κυπρίων βασιλέως
φάρμακον πίοντα διὰ τὸ σκώπτειν αὐτοῦ τοὺς υἱούς.
      

Isocrates Orat., Philippus (orat. 5) (0010: 020)“Isocrate. Discours, vol. 4”, Ed.
Mathieu, G., Brémond, É.Paris: Les Belles Lettres, 1962.Sec. 26, l. 8

ὑπειλήφασιν τοὺς μὲν περὶ σπουδαίων πραγμάτων καὶ κατε-


πειγόντων ῥητορεύεσθαι, τοὺς δὲ πρὸς ἐπίδειξιν καὶ πρὸς
ἐργολαβίαν γεγράφθαι.          Καὶ ταῦτ' οὐκ ἀλόγως ἐγνώ-
κασιν· ἐπειδὰν γὰρ ὁ λόγος ἀποστερηθῇ τῆς τε δόξης τῆς
τοῦ λέγοντος καὶ τῆς φωνῆς καὶ τῶν μεταβολῶν τῶν ἐν
ταῖς ῥητορείαις γιγνομένων, ἔτι δὲ τῶν καιρῶν καὶ τῆς
σπουδῆς τῆς περὶ τὴν πρᾶξιν, καὶ μηδὲν ᾖ τὸ συναγω-
νιζόμενον καὶ συμπεῖθον, ἀλλὰ τῶν μὲν προειρημένων
ἁπάντων ἔρημος γένηται καὶ γυμνὸς, ἀναγιγνώσκῃ δέ τις
αὐτὸν ἀπιθάνως καὶ μηδὲν ἦθος ἐνσημαινόμενος ἀλλ' ὥσπερ
ἀπαριθμῶν,

Δημοσθένης. Frag.(0014: 064)“Oratores Attici”, Ed. Baiter, J., Sauppe, H.


Zurich: Hoehr, 1850, Rep1967.Oration 3, fragment 1, l. 6

ΥΠΕΡ ΔΙΦΙΛΟΥ.

 Διφίλῳ δημηγορικός, αἰτοῦντι δωρεάς· Διὰ τὸ μὴ


241

ῥᾴδιον εἶναι. τοῦτον ἐπείσθην ὑπὸ Δημοσθένους


γεγράφθαι τὸν λόγον, ὅτι τὰς δωρεὰς ἔγραψεν αὐτῷ
Δημοσθένης, ὡς Δείναρχος ἐν τῷ κατὰ Δημοσθένους
λόγῳ δεδήλωκε, καὶ ὅτι ἐπὶ τέλει τοῦ λόγου ὁ Δίφιλος
Δημοσθένην παρακαλεῖ συνήγορον. ἀπίθανον δὲ οἶμαι
εἶναι τὰς μὲν τιμὰς οὕτω γράφειν εὐνοοῦντα τῷ Διφίλῳ
τὸν Δημοσθένην, λόγον δὲ παρὰ Δεινάρχου λαβόντα
περιιδεῖν. Dionysius 5 p. 659, 1

Αισχίνης. De falsa legatione (0026: 002)“Eschine. Discours, vol. 1”, Ed. Martin, V.,
de Budé, G.Paris: Les Belles Lettres, 1927, Rep1962.Sec. 3, l. 4

τέρων ἀκούσεσθαι τοῦ κινδυνεύοντος φωνὴν μὴ ὑπομένειν.


Καὶ ταῦτ' εἶπεν οὐ δι' ὀργήν· οὐδεὶς γὰρ τῶν ψευδο-
μένων τοῖς ἀδίκως διαβαλλομένοις ὀργίζεται, οὐδ' οἱ
τἀληθῆ λέγοντες κωλύουσι λόγου τυχεῖν τὸν φεύγοντα· οὐ
γὰρ πρότερον ἡ κατηγορία παρὰ τοῖς ἀκούουσιν ἰσχύει
πρὶν ἂν ὁ φεύγων ἀπολογίας τυχὼν ἀδυνατήσῃ τὰς προ-
ειρημένας αἰτίας ἀπολύσασθαι.
         Ἀλλ' οἶμαι Δημοσθένης
οὐ χαίρει δικαίοις λόγοις, οὐδ' οὕτω παρεσκεύασται, ἀλλὰ
τὴν ὑμετέραν ὀργὴν ἐκκαλέσασθαι βεβούληται. Καὶ κατη-
γόρηκε δωροδοκίας, ἀπίθανος ὢν πρὸς τὴν ὑποψίαν ταύτην·
τὸν γὰρ ἐπὶ ταῖς δωροδοκίαις προτρεπόμενον τοὺς δικαστὰς
ὀργίζεσθαι, αὐτὸν χρὴ πολὺ τῶν τοιούτων ἔργων ἀφεστάναι.
Ἐμοὶ δέ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, συμβέβηκε τῆς Δημοσθέ-
νους ἀκούοντι κατηγορίας μήτε δεῖσαι πώποθ' οὕτως ὡς ἐν
τῇδε τῇ ἡμέρᾳ, μήτ' ἀγανακτῆσαι μᾶλλον ἢ νῦν, μήτ' εἰς
ὑπερβολὴν ὁμοίως ἡσθῆναι. Ἐφοβήθην μὲν γάρ, καὶ ἔτι
καὶ νῦν τεθορύβημαι μή τινες ὑμῶν ἀγνοήσωσί με ψυχα-
γωγηθέντες τοῖς ἐπιβεβουλευμένοις καὶ κακοήθεσι τούτοις
ἀντιθέτοις· ἐξέστην δ' ἐμαυτοῦ καὶ τὴν αἰτίαν βαρέως  
ἤνεγκα, ὅθ' ὕβριν καὶ παροινίαν εἰς γυναῖκα ἐλευθέραν καὶ

Αισχίνης. De falsa legatione Sec. 64, l. 5

ἣν εἰσηγεῖτο ἐκεῖνος εἰρήνην, αἰσχρὰν καὶ τῆς πόλεως


ἀναξίαν εἶναι φάσκων, τῇ δ' ὑστεραίᾳ πάλιν ἡμέρᾳ ὡς
συναγορεύοιμι τῷ Φιλοκράτει, καὶ τὴν ἐκκλησίαν εὐημε-
ρήσας οἰχοίμην φέρων, πείθων ὑμᾶς μὴ προσέχειν τοῖς
τὰς μάχας καὶ τὰ τῶν προγόνων λέγουσι τρόπαια, μηδὲ
τοῖς Ἕλλησι βοηθεῖν.
         Ὅτι δ' οὐ ψευδῆ μόνον
κατηγόρηκεν, ἀλλὰ καὶ ἀδύνατα γενέσθαι, μίαν μὲν αὐτὸς
καθ' αὑτοῦ Δημοσθένης μαρτυρίαν μαρτυρήσει, ἑτέραν δὲ
πάντες Ἀθηναῖοι καὶ ὑμεῖς ἀναμιμνῃσκόμενοι, τρίτην δὲ
ἡ τῆς αἰτίας ἀπιθανότης, τετάρτην δὲ ἀνὴρ ἀξιόλογος, εἷς
242

τῶν πολιτευομένων, Ἀμύντωρ, ᾧ τὸ ψήφισμα ἐπεδείξατο


Δημοσθένης καὶ ἀνεκοινοῦτο, εἰ δῷ τῷ γραμματεῖ, οὐχ
ὑπεναντίον, ἀλλὰ ταὐτὸν γεγραφὼς Φιλοκράτει.

Αισχίνης. In Ctesiphontem (0026: 003)“Eschine. Discours, vol. 2”, Ed. Martin, V.,
de Budé, G.Paris: Les Belles Lettres, 1928, Rep1962.Sec. 166, l. 3

νέων, καὶ Ἀρκαδία πᾶσα πλὴν Μεγάλης πόλεως, αὕτη δὲ


ἐπολιορκεῖτο καὶ καθ' ἑκάστην ἡμέραν ἐπίδοξος ἦν ἁλῶναι,
ὁ δ' Ἀλέξανδρος ἔξω τῆς ἄρκτου καὶ τῆς οἰκουμένης
ὀλίγου δεῖν πάσης μεθειστήκει, ὁ δὲ Ἀντίπατρος πολὺν
χρόνον συνῆγε στρατόπεδον, τὸ δ' ἐσόμενον ἄδηλον ἦν.
Ἐνταῦθ' ἡμῖν ἀπόδειξιν ποίησαι, Δημόσθενες, τί ποτ' ἦν
ἃ ἔπραξας, ἢ τί ποτ' ἦν ἃ ἔλεγες· καὶ εἰ βούλει, παραχωρῶ
σοι τοῦ βήματος, ἕως ἂν εἴπῃς.
         Ἐπειδὴ δὲ σιγᾷς,
ὅτι μὲν ἀπορεῖς, συγγνώμην ἔχω σοι, ἃ δὲ τότ' ἔλεγες, ἐγὼ  
νυνὶ λέξω. Οὐ μέμνησθε αὐτοῦ τὰ μιαρὰ καὶ ἀπίθανα
ῥήματα, ἃ πῶς ποθ' ὑμεῖς, ὦ σιδηροῖ, ἐκαρτερεῖτε ἀκρο-
ώμενοι; ὅτ' ἔφη παρελθών· «ἀμπελουργοῦσί τινες τὴν
πόλιν, ὑποτέτμηται τὰ νεῦρα τοῦ δήμου, φορμορραφούμεθα,
ἐπὶ τὰ στενά τινες ὥσπερ τὰς βελόνας διείρουσι.»
Ταῦτα δὲ τί ἐστιν, ὦ κίναδος; ῥήματα ἢ θαύματα; καὶ
πάλιν ὅτε κύκλῳ περιδινῶν σεαυτὸν ἐπὶ τοῦ βήματος
ἔλεγες, ὡς ἀντιπράττων Ἀλεξάνδρῳ· «ὁμολογῶ τὰ Λακω-
νικὰ συστῆσαι, ὁμολογῶ Θετταλοὺς καὶ Περραιβοὺς ἀφι-
στάναι.» Σὺ Θετταλοὺς ἀφιστάναι; σὺ γὰρ ἂν κώμην
ἀποστήσειας; σὺ γὰρ ἂν προσέλθοις μὴ ὅτι πρὸς πόλιν,

Dinarchus Orat., Frag.(0029: 007)“Dinarchi orationes cum fragmentis”, Ed.


Conomis, N.C.Leipzig: Teubner, 1975.Oration 41, fragment 1, l. 7

ΔΙΦΙΛΩΙ ΔΗΜΗΓΟΡΙΚΟΣ

 Dionys. Halic. de Din. 11, p. 315, 15 Διφίλῳ δημη-


γορικός, αἰτοῦντι δωρεάς· διὰ τὸ μὴ ῥᾴδιον εἶναι.
τοῦτον ἐπείσθην ὑπὸ Δημοσθένους γεγράφθαι τὸν λόγον,
ὅτι τὰς δωρεὰς ἔγραψεν ⌈αὐτῷ⌉ Δημοσθένης, ὡς Δείναρ-
χος ἐν τῷ Κατὰ Δημοσθένους λόγῳ (1, 43) δεδήλωκε, καὶ
ὅτι ἐπὶ τέλει τοῦ λόγου ὁ Δίφιλος Δημοσθένην παρακα-
λεῖ συνήγορον. ἀπίθανον δὲ οἶμαι εἶναι τὰς μὲν τιμὰς οὕτω
γράφειν εὐνοοῦντα τῷ Διφίλῳ τὸν Δημοσθένην, λόγον
δὲ παρὰ Δεινάρχου λαβόντα περιιδεῖν.
243

Mithridatis Epistula, Epistula (0039: 001)“Epistolographi Graeci”, Ed. Hercher, R.


Paris: Didot, 1873, Rep1965.Sec. 3, l. 8

λις τὴν διόρθωσιν. ὁπότε οὖν ἐκεῖνος ἠσθένησεν ἑαυ-


τὸν ἐν πᾶσι μιμήσασθαι, πῶς οἷόν τε ἡμᾶς ἑτέρῳ ἐξο-
μοιωθῆναι καὶ τῇ κατὰ σφᾶς ὁμοτονῆσαι προθέσει;
ἀλλά πως γλυκὺ πάθος ἐλπίς, οὐ τῇ ἐπιτυχίᾳ δε-
λεάζουσα μόνον, κολακεύουσα δὲ καὶ τὸ ἀπότευγμα, δι'
ἣν οὐδενὸς ἄλλου λείπεσθαι δικαιῶ μάλιστά σοι χα-
ριεῖσθαι. ἐπεὶ κἀκεῖνό με οὐ λέληθεν, ὅτι ὃ μὲν πολ-
λοῖς ἀνδράσι καὶ δήμοις γράφων εἰκότως ἑνὸς ἐξείχετο
χαρακτῆρος, ὃ δὲ ὑπὲρ πολλῶν διαλεγόμενος, ἐὰν μὲν
ἀλλάσσῃ τὸν τύπον, ἀποπεπλανῆσθαι δόξει τοῦ σκο-
ποῦ, τῇ δὲ αὐτῇ προσέχων ἰδέᾳ καὶ ἀπίθανος φανήσε-
ται καὶ ἕωλος.

Γαληνός ιατρός.De naturalibus facultatibus (0057: 010)“Claudii Galeni


Pergameni scripta minora, vol. 3”, Ed. Marquardt, J., Müller, I., Helmreich, G.
Leipzig: Teubner, 1893, Rep1967.Kühn Vol. 2, p. 45, l. 16

φυσιολογίαν χρώμενος ὅμως ὁμολογεῖ, πρὸς μὲν τῆς


ἡρακλείας λίθου τὸν σίδηρον ἕλκεσθαι, πρὸς δὲ τῶν
ἠλέκτρων τὰ κυρήβια καὶ πειρᾶταί γε καὶ τὴν αἰτίαν
ἀποδιδόναι τοῦ φαινομένου. τὰς γὰρ ἀπορρεούσας
ἀτόμους ἀπὸ τῆς λίθου ταῖς ἀπορρεούσαις ἀπὸ τοῦ  
σιδήρου τοῖς σχήμασιν οἰκείας εἶναί φησιν, ὥστε περι-
πλέκεσθαι ῥᾳδίως. προσκρουούσας οὖν αὐτὰς τοῖς
συγκρίμασιν ἑκατέροις τῆς τε λίθου καὶ τοῦ σιδήρου
κἄπειτ' εἰς τὸ μέσον ἀποπαλλομένας οὕτως ἀλλήλαις
τε περιπλέκεσθαι καὶ συνεπισπᾶσθαι τὸν σίδηρον. τὸ
μὲν οὖν τῶν ὑποθέσεων εἰς τὴν αἰτιολογίαν ἀπίθανον
ἄντικρυς δῆλον, ὅμως δ' οὖν ὁμολογεῖ τὴν ὁλκήν.
καὶ οὕτω γε καὶ κατὰ τὰ σώματα τῶν ζῴων φησὶ γί-
γνεσθαι τάς τ' ἀναδόσεις καὶ τὰς διακρίσεις τῶν
περιττωμάτων καὶ τὰς τῶν καθαιρόντων φαρμάκων
ἐνεργείας. Ἀσκληπιάδης δὲ τό τε τῆς εἰρημένης αἰτίας
ἀπίθανον ‖ ὑπιδόμενος καὶ μηδεμίαν ἄλλην ἐφ' οἷς
ὑπέθετο στοιχείοις ἐξευρίσκων πιθανὴν ἐπὶ τὸ μηδ'
ὅλως ἕλκεσθαι λέγειν ὑπὸ μηδενὸς μηδὲν ἀναισχυντή-
σας ἐτράπετο, δέον,

Γαληνός ιατρός.De naturalibus facultatibus Kühn Vol. 2, p. 46, l. 1

πλέκεσθαι ῥᾳδίως. προσκρουούσας οὖν αὐτὰς τοῖς


συγκρίμασιν ἑκατέροις τῆς τε λίθου καὶ τοῦ σιδήρου
κἄπειτ' εἰς τὸ μέσον ἀποπαλλομένας οὕτως ἀλλήλαις
244

τε περιπλέκεσθαι καὶ συνεπισπᾶσθαι τὸν σίδηρον. τὸ


μὲν οὖν τῶν ὑποθέσεων εἰς τὴν αἰτιολογίαν ἀπίθανον
ἄντικρυς δῆλον, ὅμως δ' οὖν ὁμολογεῖ τὴν ὁλκήν.
καὶ οὕτω γε καὶ κατὰ τὰ σώματα τῶν ζῴων φησὶ γί-
γνεσθαι τάς τ' ἀναδόσεις καὶ τὰς διακρίσεις τῶν
περιττωμάτων καὶ τὰς τῶν καθαιρόντων φαρμάκων
ἐνεργείας. Ἀσκληπιάδης δὲ τό τε τῆς εἰρημένης αἰτίας
ἀπίθανον ‖ ὑπιδόμενος καὶ μηδεμίαν ἄλλην ἐφ' οἷς
ὑπέθετο στοιχείοις ἐξευρίσκων πιθανὴν ἐπὶ τὸ μηδ'
ὅλως ἕλκεσθαι λέγειν ὑπὸ μηδενὸς μηδὲν ἀναισχυντή-
σας ἐτράπετο, δέον, εἰ μήθ' οἷς Ἐπίκουρος εἶπεν ἠρέ-
σκετο μήτ' ἄλλα βελτίω λέγειν εἶχεν, ἀποστῆναι τῶν
ὑποθέσεων καὶ τήν τε φύσιν εἰπεῖν τεχνικὴν καὶ τὴν
οὐσίαν τῶν ὄντων ἑνουμένην τε πρὸς ἑαυτὴν ἀεὶ καὶ
ἀλλοιουμένην ὑπὸ τῶν ἑαυτῆς μορίων εἰς ἄλληλα
δρώντων τε καὶ πασχόντων. εἰ γὰρ ταῦθ' ὑπέθετο,
χαλεπὸν οὐδὲν ἦν τὴν τεχνικὴν ἐκείνην

Γαληνός ιατρός.De semine libri ii (0057: 021)“Claudii Galeni opera omnia, vol. 4”,
Ed. Kühn, C.G.Leipzig: Knobloch, 1822, Rep1964.Vol. 4, p. 599, l. 11

πρῶτον, ἐκ ταύτης δὲ ἔξω πλεῖστόν τε καὶ παχύτατον ἐκ-


χυθὲν σπέρμα· χρόνον δ' αὐτὴ συχνὸν χηρεύουσα τοσοῦτό
τε καὶ τοιοῦτο ἠθροίκει. ἀλλὰ τότε τάσεις τινὲς αὐτὴν κα-
τέλαβον ὀσφύος καὶ χειρῶν καὶ ποδῶν, ὡς σπασθῆναι δο-
κεῖν, ἐφ' αἷς ἐξεκρίθη τὸ σπέρμα, καὶ τὴν ἡδονήν τε παρα-
πλησίαν ἔλεγεν αὐτῇ γεγονέναι τῇ κατὰ τὰς συνουσίας.
τοῦτο μὲν οὖν τὸ σπέρμα παχύ τε ἦν καὶ πολὺ διὰ τὸ μὴ
κεκενῶσθαι χρόνῳ πολλῷ. ταῖς δ' ἄλλαις ἔλαττόν τε καὶ
ὑγρὸν ἐκπίπτον φαίνεται πολλάκις ἔσωθεν ἐξ αὐτῶν τῶν
ὑστερῶν, ἵνα περ οὐρεῖ. δι' ὃ καὶ Ἀθήναιος ἀπίθανός
ἐστι φάσκων, ὥσπερ τοῖς ἄῤῥεσι τοὺς τιτθοὺς, οὕτω καὶ τοῖς
θήλεσι τὰ σπερματικὰ διακεῖσθαι μόρια, αὐτῆς μόνης τῆς
ἀναλογίας τῶν μορίων ἐν τῇ πρώτῃ διαπλάσει γενομένης,
οὐ μὴν τῆς γε ἐνεργείας φυλαχθείσης· οὐχ ὁρῶν, ὅτι τοῖς
μὲν ἄῤῥεσι πλὴν ὀλίγων ἤδη τινῶν οὐκ ἔστι τὰ περὶ τοὺς
τιτθοὺς ἀδενώδη σώματα, ὡς τὰ τοῖς θήλεσιν ὑπάρχοντα  
μέγιστα, ταῖς δὲ θηλείαις οὐ μόνον τὰ σπερματικὰ τῶν
ἀγγείων ἐστὶ μεστὰ σπέρματος, ἀλλὰ καὶ οἱ ὄρχεις. διὸ καὶ
τῶν ἀῤῥένων ὀλιγίστοις ἐξαιρομένους

Γαληνός ιατρός.De semine libri ii Vol. 4, p. 623, l. 11

διὰ τοῦ τῶν ὑστερῶν αὐχένος ἐπὶ τὸν πυθμένα, καὶ ὅσα
τούτου πλησίον, ἐπιστραφῆναι δὲ εἰς τὰ πλάγια μέχρι τῶν
κεραιῶν αὐτῷ ἀδύνατον. καὶ ταύτην οὖν οὐ μικρὰν χρείαν
παρέχει τῷ κυηθησομένῳ τὸ τῆς θηλείας σπέρμα, καὶ
ὥσπερ τις οἰκεία τροφὴ γίνεται τῷ τοῦ ἄῤῥενος ὑγρότερόν τε
245

καὶ ψυχρότερον ὑπάρχον, παχυτέρῳ γε ὄντι καὶ θερμοτέρῳ.


μὴ τοίνυν ἀδύνατον εἶναι λέγωμεν, ἀμφότερα ἀθροίζειν
περιττώματα τὸ θῆλυ. φαίνεται γὰρ ἀθροίζειν αὐτὰ, καὶ
δυνατὸν εἶναι φάσκειν τὸ φαινόμενον ἐναργῶς ὑπάρχον. οὐ
γὰρ τοῦτο ἀδύνατον, ὅ γε ὑπάρχει σαφῶς, ἀλλ' ὁ διαβάλλων
αὐτὸ λόγος ἀπίθανος, ἐναντιούμενος τοῖς ἐναργέσι. μήτε
οὖν μάτην γεγονέναι τὸ τῆς θηλείας λέγωμεν σπέρμα. βέλ-
τιον γὰρ ἦν αὐτοῖς ὀλίγον τι παραθραύσασι τοῦ λόγου φά-
σκειν ἀδύνατον εἶναι τὸ θῆλυ, τό θ' αἱματικὸν ἴσχειν πε-
ρίττωμα, καὶ τὸ σπέρμα γόνιμον, εἴ γε διὰ μὲν τὸ τῆς
κράσεως ψυχρὸν ἀθροίζουσιν αἷμα περιττὸν, ἰσχυρᾶς δὲ δεῖ
θερμότητος εἰς γένεσιν ἀκριβῶς κατειργασμένου τοῦ σπέρ-  
ματος. ὑγρότερον μὲν οὖν τὸ θῆλυ καὶ ψυχρότερον, θερ-
μότερον δὲ καὶ ξηρότερον τὸ ἄῤῥεν. εὐλόγως ἄρα

Γαληνός ιατρός.De foetuum formatione libellus (0057: 022)“Claudii Galeni opera


omnia, vol. 4”, Ed. Kühn, C.G.Leipzig: Knobloch, 1822, Rep1964.Vol. 4, p. 691, l. 7

ἕκαστον μῦν τῆς βουλήσεως ἡμῶν αἰσθανόμενον ἐπισπᾶ-


σθαί τε καὶ περιάγειν τὴν γλῶτταν εἰς τὸ προσῆκον σχῆμα
τῆς ῥυθμιζομένης φωνῆς. ἀλλὰ τοῦτο μὲν ἅπασι τοῖς ἄλλοις
οὐ πιθανὸν εἶναι δοκεῖ. θαυμαστὸν δὲ φαίνεται, παιδίον  
σμικρὸν ἀκοῦσαν τὴν ἄρτος φωνὴν, οὔτε πῶς ἡ γλῶττα
σχηματίζεται γιγνῶσκον, οὔθ' ὑπὸ τίνων μυῶν ἄγεται πρὸς
τὰς κατὰ μέρος κινήσεις, καὶ στίχον γε ὅλον ἐφεξῆς λέγειν,
πολλὰς μεταβολὰς τῆς γλώττης ποιουμένης, ἑκάστῃ φωνῇ
προσηκούσας. ὄντων οὖν ἐν ἡμῖν πλεόνων ἢ τριακοσίων τῶν
μυῶν, οὐ πιθανὸν ἕκαστον αὐτῶν ζῶον ὑπάρχειν. ὥστ' ἐγὼ
διὰ τοῦτ' ἀποστὰς ὡς ἀπιθάνου τῆς δόξης ἐπ' ἄλλην με-
τῆλθον, ὑφ' ἑτέρων ἀνδρῶν πρεσβευθεῖσαν, ὡς, ἑλκόντων
τοὺς μῦς ἐπὶ τὴν ἑαυτῶν ἀρχὴν τῶν νεύρων, συμβαίνει ἕπε-
σθαι τῷ κατωτέρω τῶν τὴν διάρθρωσιν ἐργαζομένων ὀστῶν,
εἰς ἃ τοῦ μυὸς ἐμφύεται τὸ πέρας. ἀλλὰ κᾀνταῦθα πρὸς
τῷ μὴ γινώσκειν ἡμᾶς, ὅντινα τῶν μυῶν ἐπισπᾶσθαι χρὴ,
ἔτι καὶ τὸ μέγεθος αὐτῶν ἀντιμαρτυρεῖ, σμικροτάτων νεύρων
εἰς τοὺς μῦς ἐμφυομένων, ἃ μήτ' ἐπὶ ζῶντος τοῦ ζώου φαί-
νεται κινούμενα κατὰ τὰς προαιρετικὰς ἐνεργείας, ὥσπερ οἱ
μύες, ἀλλὰ μηδὲ τεθνεῶτος ἑλκόμενα διὰ τῶν ἡμε-
τέρων χειρῶν ἐπισπᾶσθαι φαίνεται τοὺς μῦς, ὥσπερ ἐκεῖνοι  

Γαληνός ιατρός.In Hippocratis de natura hominis librum commentarii iii (0057:


085)“Galeni in Hippocratis de natura hominis commentaria tria”, Ed. Mewaldt, J.
Leipzig: Teubner, 1914; Corpus medicorum Graecorum, vol. 5.9.1.Kühn Vol. 15, p.
29, l. 7

δὲ ὕδωρ, τῆς τελεωτάτης δὲ καὶ πλείστης γῆν, οἵ τε τὸ ὕδωρ οἵ τε


246

τὸν ἀέρα κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον ἐκ τοῦ πιλεῖσθαι καὶ χεῖσθαι τἄλλα
γεννᾶσθαι λέγουσι· πιληθὲν μὲν γὰρ τὸ ὕδωρ γῆν γεννᾶν φασι, χυθὲν
δ' ἀέρα, καθάπερ γε καὶ τὸν ἀέρα πιληθέντα μὲν ὕδωρ, χυθέντα δὲ
πῦρ, ὥστ' ἐκτῆς εἰς ἄλληλα μεταβολῆς τῶν τεσσάρων ὁ λόγος ὁρ-
μᾶται τῶν ἓν ὁτιοῦν ὑποτιθεμένων εἶναι τὸ στοιχεῖον. καὶ διὰ τοῦτο
γνώμῃ μὲν τῇ αὐτῇ φησιν αὐτοὺς χρῆσθαι, λέγειν δ' οὐ τὰ αὐτά.
 φανερῶς οὖν ἐν τούτῳ τῷ λόγῳ παντὶ τοῖς ἕν τι μόνον τῶν
τεσσάρων στοιχείων ἡγουμένοις εἶναι τὸν ἄνθρωπον ἀντιλέγει καί φησιν
αὐτοὺς ἁμαρτάνειν· οὐχ ὅτι γὰρ μηδὲν ἀποδεικνύουσιν, ἐσχάτως
ἀπίθανος ἦν ὁ λόγος αὐτῶν· ἓν μὲν γάρ τι τῶν τεσσάρων εἶναι τὸν
ἄνθρωπον οὐ κατασκευάζουσι, τὸν δὲ Μελίσσου λόγον ὀρθοῦσιν
ἡγουμένου μὲν ἓν εἶναι καὶ αὐτοῦ τοῦτο, οὐ μὴν ἐκ τῶν τεσσάρων γ'
ἕν τι τούτων, ἀέρος καὶ γῆς ὕδατός τε καὶ πυρός. ἔοικε δὲ ὁ ἀνὴρ
οὗτος ἐννοῆσαι μὲν εἶναί τινα οὐσίαν κοινήν, ὑποβεβλημένην τοῖς τές-
σαρσι στοιχείοις, ἀγέννητόν τε καὶ ἄφθαρτον, ἣν οἱ μετ' αὐτὸν ‘ὕλην’
ἐκάλεσαν, οὐ μὴν διηρθρωμένως γε δυνηθῆναι τοῦτο δηλῶσαι· ταύτην
δ' οὖν αὐτὴν τὴν οὐσίαν ὀνομάζει τὸ ἕν τε καὶ τὸ πᾶν. ἀληθὴς δὲ οὐδ'
οὗτος ὁ λόγος ἐστίν. οὐ γὰρ ἕν τι μόνον ἐστὶν ἐκεῖνο, τῶν ἐν γενέσει
καὶ φθορᾷ σωμάτων ἀρχή, καθάπερὑπέλαβεν ὁ Μέλισσος, ἀλλὰ πρὸς
αὐτῷ ποιότητες τέσσαρες, ψυχρότης ἄκρα καὶ ξηρότης καὶ θερμότης καὶ

Γαληνός ιατρός.In Hippocratis librum de fracturis commentarii iii (0057: 100)


“Claudii Galeni opera omnia, vol. 18.2”, Ed. Kühn, C.G.Leipzig: Knobloch, 1830,
Rep1965.Vol. 18b, p. 345, l. 6

ζονται, οἱ μὲν ἀκριβῶς ὑπτίαν, οἱ δὲ ὀλίγου δεῖν


οὕτως ἔχουσαν. ἐπεὶ δ' οὖν ἁμαρτάνοντες οὐ κατὰ τοῦτο
μόνον, ἀλλ' ὅτι καὶ ἀποτεταμένην οὐδ' ἢν λογισμὸς αὐτῶν
ἦν ὁ Ἱπποκράτης ἔγραψε τοιῶσδε. τῶν σχηματισάντων ὅλην
τὴν χεῖρα παραπλησίως τοῖς τοξεύουσι τὰ ὀστᾶ κατ' εὐθὺ  
γίγνεται καὶ ὁμόχροια τῶν τῆς ὅλης χειρὸς μελῶν. ἀλλὰ
ταῦτα μὲν πιθανώτατά ἐστι καὶ ἀπ' ἀλλήλων ἐρχόμενα, τὸ
δὲ καὶ τὰς σάρκας καὶ τὰ νεῦρα τοῖς ὀστοῖς ὡσαύτως ἐν
τούτῳ τῷ σχήματι τὴν κατ' εὐθὺ θέσιν ἅπασι τοῖς ἑαυ-
τῶν μέρεσι φυλάττειν οὐκέτ' ἀληθές. εἰ δέ γ' ἦν οὕτως
ἀληθὲς οὐκ ἀπίθανον ἂν ᾖ μόνον, ἀλλὰ καὶ βεβαιότατον
γνώρισμα τοῦ κατὰ φύσιν εἶναι τὸ τοιοῦτον σχῆμα. ταῦτα
μὲν οὖν ἀνεκτὰ ἔτι· τὴν δὲ τοξικὴν ἐπάγεσθαι μαρτύριον
ἀνόητον ἐσχάτως ἐστὶ καὶ βέλτιον ἦν μηδ' ὅλως αὐτὸ λε-
λέχθαι πρὸς Ἱπποκράτους ἢ μετὰ σπουδῆς ἐλελέγχθαι. τὰ
γὰρ ἐσχάτως ἠλίθια καταφρονεῖσθαι μᾶλλον ἢ ἐλέγχεσθαι
προσήκει. τόν γε διὰ τῶν γραμμάτων ἔλεγχον, ὡς τόν γε
κατὰ τὸν βίον, ἐπ' αὐτῶν τῶν ἔργων οὐδ' ἐγὼ κωλύω γί-
γνεσθαι,

Πλάτων. Parmenides (0059: 009)“Platonis opera, vol. 2”, Ed. Burnet, J.


247

Oxford: Clarendon Press, 1901, Rep1967.Stephanus p. 133, sec. c, l. 1

 Πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα, φάναι, μέγιστον δὲ τόδε. εἴ τις


φαίη μηδὲ προσήκειν αὐτὰ γιγνώσκεσθαι ὄντα τοιαῦτα οἷά
φαμεν δεῖν εἶναι τὰ εἴδη, τῷ ταῦτα λέγοντι οὐκ ἂν ἔχοι τις
ἐνδείξασθαι ὅτι ψεύδεται, εἰ μὴ πολλῶν μὲν τύχοι ἔμπειρος
ὢν ὁ ἀμφισβητῶν καὶ μὴ ἀφυής, ἐθέλοι δὲ πάνυ πολλὰ καὶ
πόρρωθεν πραγματευομένου τοῦ ἐνδεικνυμένου ἕπεσθαι, ἀλλ'
ἀπίθανος εἴη ὁ ἄγνωστα ἀναγκάζων αὐτὰ εἶναι.
 Πῇ δή, ὦ Παρμενίδη; φάναι τὸν Σωκράτη.
 Ὅτι, ὦ Σώκρατες, οἶμαι ἂν καὶ σὲ καὶ ἄλλον, ὅστις
αὐτήν τινα καθ' αὑτὴν ἑκάστου οὐσίαν τίθεται εἶναι, ὁμολο-
γῆσαι ἂν πρῶτον μὲν μηδεμίαν αὐτῶν εἶναι ἐν ἡμῖν.
 Πῶς γὰρ ἂν αὐτὴ καθ' αὑτὴν ἔτι εἴη; φάναι τὸν Σωκράτη.
 Καλῶς λέγεις, εἰπεῖν.

Πλάτων. Phaedrus (0059: 012)“Platonis opera, vol. 2”, Ed. Burnet, J.


Oxford: Clarendon Press, 1901, Rep1967.Stephanus p. 265, sec. b, l. 8

 {ΣΩ.} Τῆς δὲ θείας τεττάρων θεῶν τέτταρα μέρη διελόμενοι,


μαντικὴν μὲν ἐπίπνοιαν Ἀπόλλωνος θέντες, Διονύσου δὲ
τελεστικήν, Μουσῶν δ' αὖ ποιητικήν, τετάρτην δὲ Ἀφροδίτης
καὶ Ἔρωτος, ἐρωτικὴν μανίαν ἐφήσαμέν τε ἀρίστην εἶναι,
καὶ οὐκ οἶδ' ὅπῃ τὸ ἐρωτικὸν πάθος ἀπεικάζοντες, ἴσως
μὲν ἀληθοῦς τινος ἐφαπτόμενοι, τάχα δ' ἂν καὶ ἄλλοσε
παραφερόμενοι, κεράσαντες οὐ παντάπασιν ἀπίθανον λόγον,
μυθικόν τινα ὕμνον προσεπαίσαμεν μετρίως τε καὶ εὐφήμως
τὸν ἐμόν τε καὶ σὸν δεσπότην Ἔρωτα, ὦ Φαῖδρε, καλῶν
παίδων ἔφορον.
 {ΦΑΙ.} Καὶ μάλα ἔμοιγε οὐκ ἀηδῶς ἀκοῦσαι.
 {ΣΩ.} Τόδε τοίνυν αὐτόθεν λάβωμεν, ὡς ἀπὸ τοῦ ψέγειν
πρὸς τὸ ἐπαινεῖν ἔσχεν ὁ λόγος μεταβῆναι.
 {ΦΑΙ.} Πῶς δὴ οὖν αὐτὸ λέγεις;  
 {ΣΩ.} Ἐμοὶ μὲν φαίνεται τὰ μὲν ἄλλα τῷ ὄντι παιδιᾷ
πεπαῖσθαι· τούτων δέ τινων ἐκ τύχης ῥηθέντων δυοῖν εἰδοῖν,
εἰ αὐτοῖν τὴν δύναμιν τέχνῃ λαβεῖν δύναιτό τις, οὐκ ἄχαρι.

Πλάτων. Νόμοι. (0059: 034)“Platonis opera, vol. 5”, Ed. Burnet, J.


Oxford: Clarendon Press, 1907, Rep1967.Stephanus p. 663, sec. e, l. 6

 {ΑΘ.} Νομοθέτης δὲ οὗ τι καὶ σμικρὸν ὄφελος, εἰ καὶ μὴ


τοῦτο ἦν οὕτως ἔχον, ὡς καὶ νῦν αὐτὸ ᾕρηχ' ὁ λόγος ἔχειν,
εἴπερ τι καὶ ἄλλο ἐτόλμησεν ἂν ἐπ' ἀγαθῷ ψεύδεσθαι πρὸς
τοὺς νέους, ἔστιν ὅτι τούτου ψεῦδος λυσιτελέστερον ἂν
248

ἐψεύσατό ποτε καὶ δυνάμενον μᾶλλον ποιεῖν μὴ βίᾳ ἀλλ'


ἑκόντας πάντας πάντα τὰ δίκαια;
 {ΚΛ.} Καλὸν μὲν ἡ ἀλήθεια, ὦ ξένε, καὶ μόνιμον· ἔοικε
μὴν οὐ ῥᾴδιον εἶναι πείθειν.
 {ΑΘ.} Εἶεν· τὸ μὲν τοῦ Σιδωνίου μυθολόγημα ῥᾴδιον
ἐγένετο πείθειν, οὕτως ἀπίθανον ὄν, καὶ ἄλλα μυρία;
 {ΚΛ.} Ποῖα;
 {ΑΘ.} Τὸ σπαρέντων ποτὲ ὀδόντων ὁπλίτας ἐξ αὐτῶν
φῦναι. καίτοι μέγα γ' ἐστὶ νομοθέτῃ παράδειγμα τοῦ
πείσειν ὅτι ἂν ἐπιχειρῇ τις πείθειν τὰς τῶν νέων ψυχάς,
ὥστε οὐδὲν ἄλλο αὐτὸν δεῖ σκοποῦντα ἀνευρίσκειν ἢ τί
πείσας μέγιστον ἀγαθὸν ἐργάσαιτο ἂν πόλιν, τούτου δὲ
πέρι πᾶσαν μηχανὴν εὑρίσκειν ὅντινά ποτε τρόπον ἡ τοι-
αύτη συνοικία πᾶσα περὶ τούτων ἓν καὶ ταὐτὸν ὅτι μάλιστα
φθέγγοιτ' ἀεὶ διὰ βίου παντὸς ἔν τε ᾠδαῖς καὶ μύθοις καὶ
λόγοις. εἰ δ' οὖν ἄλλῃ πῃ δοκεῖ ἢ ταύτῃ, πρὸς ταῦτα οὐδεὶς

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1–20) “Diodori bibliotheca historica,


5 vols., 3rd edn.”, Ed. Vogel, F., Fischer, K.T. (post I. Bekker & L. Dindorf)Leipzig:
Teubner, 1:1888; 2:1890; 3:1893; 4–5:1906, Rep1964.Book 4, Ch.81, sec. 5, l. 1

εὐεργετηθέντας ἀνθρώπους τιμῆσαι τὸν Ἀρισταῖον


ἰσοθέοις τιμαῖς, καθὰ καὶ τὸν Διόνυσον. μετὰ δὲ
ταῦτά φασιν αὐτὸν εἰς Βοιωτίαν καταντήσαντα
γῆμαι τῶν Κάδμου θυγατέρων Αὐτονόην, ἐξ ἧς
φασιν Ἀκτέωνα γενέσθαι τὸν κατὰ τοὺς μύθους
ὑπὸ τῶν ἰδίων κυνῶν διασπασθέντα. τὴν δ' αἰτίαν
ἀποδιδόασι τῆς ἀτυχίας οἱ μὲν ὅτι κατὰ τὸ τῆς
Ἀρτέμιδος ἱερὸν διὰ τῶν ἀνατιθεμένων ἀκροθινίων
ἐκ τῶν κυνηγίων προῃρεῖτο τὸν γάμον κατεργάσα-
σθαι τῆς Ἀρτέμιδος, οἱ δ' ὅτι τῆς Ἀρτέμιδος αὑτὸν
πρωτεύειν ταῖς κυνηγίαις ἀπεφήνατο. οὐκ ἀπίθανον
δὲ ἐπ' ἀμφοτέροις τούτοις μηνῖσαι τὴν θεόν· εἴτε
γὰρ τοῖς ἁλισκομένοις πρὸς τὴν ἀκοινώνητον τοῖς
γάμοις κατεχρῆτο πρὸς τὸ συντελέσαι τὴν ἰδίαν
ἐπιθυμίαν, εἴτε καὶ ταύτης ἐτόλμησεν εἰπεῖν αἱρετώ-  
τερον αὑτὸν εἶναι κυνηγόν, ᾗ καὶ θεοὶ παρακεχωρή-
κασι τῆς ἐν τούτοις ἁμίλλης, ὁμολογουμένην καὶ
δικαίαν ὀργὴν ἔσχε πρὸς αὐτὸν ἡ θεός. καθόλου
δὲ πιθανῶς εἰς τὴν τῶν ἁλισκομένων θηρίων μετα-
μορφωθεὶς ἰδέαν ὑπὸ τῶν καὶ τἄλλα θηρία χειρου-
μένων κυνῶν διεφθάρη. τὸν δ' Ἀρισταῖόν φασι

Pseudo-Λουκιανός. Demosthenis encomium (0061: 003)“Lucian, vol. 8”, Ed.


Macleod, M.D.Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1967.Sec. 44, l. 3

 Ὁ δὲ πῶς προσίετο τοὺς λόγους; καί με μηδὲν


ἀποκρύψῃ· μάλιστα μὲν γὰρ αὐτήκοος ἂν ἐβουλόμην
249

παρὼν εἶναι νῦν. ἀλλὰ σύ γε μὴ παραλίπῃς μηδέν·


οὐ γάρ τοι σμικρὸν ἔργον ἦθος ἀνδρὸς γενναίου πρὸς
αὐτῷ τῷ τέλει τοῦ βίου καταμαθεῖν, πότερον
κἄτονος καὶ νωθρὸς ἦν ἢ παντάπασιν ἀκλινὲς τὸ
τῆς ψυχῆς ὄρθιον ἐφύλαττεν.
{ΑΡΧΙΑΣ}
 Οὐδὲν ὑπέστελλεν ἐκεῖνός γε. πῶς γάρ; ὃς
ἡδὺ γελάσας κἀμὲ δὴ σκώπτων εἰς τὸν πρότερον
βίον, ἀπίθανον ἔφη με ὑποκριτὴν εἶναι τῶν σῶν
ψευσμάτων.
{ΑΝΤΙΠΑΤΗΡ}
 Ἀπιστήσας ἄρα τοῖς ἐπαγγέλμασιν προεῖτο τὴν
ψυχήν;
{ΑΡΧΙΑΣ}
 Οὔκ· εἴ γε τῶν λοιπῶν ἀκούσαις, οὐ δόξει σοι
μόνον ἀπιστεῖν. ἀλλ' ἐπεὶ κελεύεις, ὦ βασιλεῦ,
λέγειν, Μακεδόσιν μέν, εἶπεν, οὐδὲν ἀπώμοτον
οὐδὲ παράδοξον, εἰ Δημοσθένην οὕτως λαμβάνουσιν
ὡς Ἀμφίπολιν, ὡς Ὄλυνθον, ὡς Ὠρωπόν.

Λουκιανός. Electrum (0062: 005)“Lucian, vol. 1”, Ed. Harmon, A.M.


Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1913, Rep1961.Sec. 3, l. 10

γενέσθαι καὶ δακρύειν ἔτι ἐπ' αὐτῷ τὸ ἤλεκτρον.


Τίς ταῦτά σοι, ἔφασκον, διηγήσατο ἀπατεὼν
καὶ ψευδολόγος ἄνθρωπος; ἡμεῖς δὲ οὔτε ἡνίοχον
τινα ἐκπίπτοντα εἴδομεν οὔτε τὰς αἰγείρους ἃς
φὴς ἔχομεν. εἰ δὲ ἦν τι τοιοῦτον, οἴει ἡμᾶς δυοῖν
ὀβολοῖν ἕνεκα ἐρέττειν ἂν ἢ ἕλκειν τὰ πλοῖα πρὸς
ἐναντίον τὸ ὕδωρ, οἷς ἐξῆν πλουτεῖν ἀναλέγοντας
τῶν αἰγείρων τὰ δάκρυα; τοῦτο λεχθὲν οὐ μετρίως
μου καθίκετο, καὶ ἐσιώπησα αἰσχυνθείς, ὅτι
παιδίου τινος ὡς ἀληθῶς ἔργον ἐπεπόνθειν πι-
στεύσας τοῖς ποιηταῖς ἀπίθανα οὕτως ψευδο-
μένοις, ὡς μηδὲν ὑγιὲς ἀρέσκεσθαι αὐτοῖς.
 Μιᾶς μὲν δὴ ταύτης ἐλπίδος οὐ μικρᾶς ἐψευς-
μένος ἠνιώμην καθάπερ ἐκ τῶν χειρῶν τὸ ἤλεκτρον
ἀπολωλεκώς, ὅς γε ἤδη ἀνέπλαττον ὅσα καὶ οἷα
χρήσομαι αὐτῷ. ἐκεῖνο δὲ καὶ πάνυ ἀληθὲς
ᾤμην εὑρήσειν παρ' αὐτοῖς, κύκνους πολλοὺς
ᾄδοντας ἐπὶ ταῖς ὄχθαις τοῦ ποταμοῦ. καὶ αὖθις
ἠρώτων τοὺς ναύτας –

Λουκιανός. Calumniae non temere credendum (0062: 013)


“Lucian, vol. 1”, Ed. Harmon, A.M.Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1913,
Rep1961.Sec. 13, l. 6

κἀν ταῖς φιλίαις τῶν εὐδαιμόνων τούτων γίνεται·


250

ὁ γὰρ προέχων αὐτίκα ἐπιβουλεύεται καὶ ἀφύλακ-


τος ἐν μέσῳ ληφθεὶς τῶν δυσμενῶν ἀνηρπάσθη, οἱ
δὲ ἀγαπῶνται καὶ φίλοι δοκοῦσιν ἐξ ὧν ἄλλους
βλάπτειν ἔδοξαν.
 Τό τε ἀξιόπιστον τῆς διαβολῆς οὐχ ὡς ἔτυχεν  
ἐπινοοῦσιν, ἀλλ' ἐν τούτῳ τὸ πᾶν αὐτοῖς ἐστιν
ἔργον δεδοικόσι τι προσάψαι ἀπῳδὸν ἢ καὶ
ἀλλότριον. ὡς γοῦν ἐπὶ πολὺ τὰ προσόντα τῷ
διαβαλλομένῳ πρὸς τὸ χεῖρον μεταβάλλοντες
οὐκ ἀπιθάνους ποιοῦνται τὰς κατηγορίας, οἷον
τὸν μὲν ἰατρὸν διαβάλλουσιν ὡς φαρμακέα, τὸν
πλούσιον δὲ ὡς τύραννον, τὸν τυραννικὸν δὲ ὡς
προδοτικόν.

Λουκιανός. Gallus (0062: 019)“Lucian, vol. 2”, Ed. Harmon, A.M.


Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1915, Rep1960.Sec. 28, l. 30

 Ἐλελήθεις με, ὦ ἀλεκτρυών, καὶ σὺ γόης ὤν.


ἐμοὶ δ' οὖν ἢν τοῦτο ἅπαξ παράσχῃς, ὄψει τὰ
Σίμωνος πάντα ἐν βραχεῖ δεῦρο μετενηνεγμένα·
μετοίσω γὰρ αὐτὰ παρεισελθών, ὁ δὲ αὖθις περι-
τρώξεται ἀποτείνων τὰ καττύματα.
{ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ}
 Οὐ θέμις γενέσθαι τοῦτο· παρήγγειλε γὰρ ὁ
Ἑρμῆς, ἤν τι τοιοῦτον ἐργάσηται ὁ ἔχων τὸ πτε-
ρόν, ἀναβοήσαντά με καταφωρᾶσαι αὐτόν.
{ΜΙΚΥΛΛΟΣ}
 Ἀπίθανον λέγεις, κλέπτην τὸν Ἑρμῆν αὐτὸν
ὄντα τοῖς ἄλλοις φθονεῖν τοῦ τοιούτου. ἀπίωμεν
δ' ὅμως· ἀφέξομαι γὰρ τοῦ χρυσίου, ἢν δύνωμαι.
{ΑΛΕΚΤΡΥΩΝ}
 Ἀπότιλον, ὦ Μίκυλλε, πρότερον τὸ πτίλον ...
τί τοῦτο; ἄμφω ἀπέτιλας.

Λουκιανός. Icaromenippus (0062: 021)“Lucian, vol. 2”, Ed. Harmon, A.M.


Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1915, Rep1960.Sec. 12, l. 17

ὑψηλὰ ὄντα καὶ ὑπερανεστηκότα καὶ ὁ Ὠκεανὸς


ἠρέμα πρὸς τὸν ἥλιον ὑποστίλβων διεσήμαινέ
μοι γῆν εἶναι τὸ ὁρώμενον. ἐπεὶ δὲ ἅπαξ τὴν
ὄψιν ἐς τὸ ἀτενὲς ἀπηρεισάμην, ἅπας ὁ τῶν  
ἀνθρώπων βίος ἤδη κατεφαίνετο, οὐ κατὰ ἔθνη
μόνον καὶ πόλεις, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ σαφῶς οἱ
πλέοντες, οἱ πολεμοῦντες, οἱ γεωργοῦντες, οἱ
δικαζόμενοι, τὰ γύναια, τὰ θηρία, καὶ πάνθ'
ἁπλῶς ὁπόσα τρέφει ζείδωρος ἄρουρα.
{ΕΤΑΙΡΟΣ}
 Παντελῶς ἀπίθανα φὴς ταῦτα καὶ αὑτοῖς
251

ὑπεναντία· ὃς γὰρ ἀρτίως, ὦ Μένιππε, τὴν γῆν


ἐζήτεις ὑπὸ τοῦ μεταξὺ διαστήματος ἐς βραχὺ
συνεσταλμένην, καὶ εἴ γε μὴ ὁ κολοσσὸς ἐμήνυσέ
σοι, τάχα ἂν ἄλλο τι ᾠήθης ὁρᾶν, πῶς νῦν
καθάπερ Λυγκεύς τις ἄφνω γενόμενος ἅπαντα
διαγινώσκεις τὰ ἐπὶ γῆς, τοὺς ἀνθρώπους, τὰ
θηρία, μικροῦ δεῖν τὰς τῶν ἐμπίδων νεοττιάς;

Λουκιανός. Timon (0062: 022)Luciani opera, vol. 1”, Ed. Macleod, M.D.
Oxford: Clarendon Press, 1972.Sec. 2, l. 7

ταῦτα λῆρος ἤδη ἀναπέφηνε καὶ καπνὸς ἀτεχνῶς ποιητικὸς ἔξω


τοῦ πατάγου τῶν ὀνομάτων. τὸ δὲ ἀοίδιμόν σοι καὶ ἑκηβόλον
ὅπλον καὶ πρόχειρον οὐκ οἶδ' ὅπως τελέως ἀπέσβη καὶ ψυχρόν
ἐστι, μηδὲ ὀλίγον σπινθῆρα ὀργῆς κατὰ τῶν ἀδικούντων δια-
φυλάττον. θᾶττον γοῦν τῶν ἐπιορκεῖν τις ἐπιχειρούντων ἕωλον
θρυαλλίδα φοβηθείη ἂν ἢ τὴν τοῦ πανδαμάτορος κεραυνοῦ φλόγα·
οὕτω δαλόν τινα ἐπανατείνεσθαι δοκεῖς αὐτοῖς, ὡς πῦρ μὲν ἢ
καπνὸν ἀπ' αὐτοῦ μὴ δεδιέναι, μόνον δὲ τοῦτο οἴεσθαι ἀπολαύειν
τοῦ τραύματος, ὅτι ἀναπλησθήσονται τῆς ἀσβόλου.
 Ὥστε ἤδη διὰ ταῦτά σοι καὶ ὁ Σαλμωνεὺς ἀντιβροντᾶν ἐτόλμα,
οὐ πάντῃ ἀπίθανος ὤν, πρὸς οὕτω ψυχρὸν τὴν ὀργὴν Δία θερμουρ-
γὸς ἀνὴρ μεγαλαυχούμενος. πῶς γὰρ οὐ, ὅπου γε καθάπερ
ὑπὸ μανδραγόρᾳ καθεύδεις, ὃς οὔτε τῶν ἐπιορκούντων ἀκούεις
οὔτε τοὺς ἀδικοῦντας ἐπισκοπεῖς, λημᾷς δὲ καὶ ἀμβλυώττεις πρὸς
τὰ γινόμενα καὶ τὰ ὦτα ἐκκεκώφησαι καθάπερ οἱ παρηβηκότες;  
ἐπεὶ νέος γε ἔτι καὶ ὀξύθυμος ὢν καὶ ἀκμαῖος τὴν ὀργὴν πολλὰ
κατὰ τῶν ἀδίκων καὶ βιαίων ἐποίεις καὶ οὐδέποτε ἦγες τότε πρὸς
αὐτοὺς ἐκεχειρίαν, ἀλλ' ἀεὶ ἐνεργὸς πάντως ὁ κεραυνὸς ἦν καὶ
ἡ αἰγὶς ἐπεσείετο καὶ ἡ βροντὴ ἐπαταγεῖτο καὶ ἡ ἀστραπὴ
συνεχὲς ὥσπερ εἰς ἀκροβολισμὸν προηκοντίζετο· οἱ σεισμοὶ δὲ
κοσκινηδὸν καὶ ἡ χιὼν σωρηδὸν καὶ ἡ χάλαζα πετρηδόν, ἵνα σοι

Λουκιανός. Timon Sec. 53, l. 4

{ΔΗΜΕΑΣ}
 Ἀλλὰ καὶ πλουτεῖς τὸν ὀπισθόδομον διορύξας.
{ΤΙΜΩΝ}
 Οὐ διώρυκται οὐδὲ οὗτος, ὥστε ἀπίθανά σου καὶ ταῦτα.
{ΔΗΜΕΑΣ}
 Διορυχθήσεται μὲν ὕστερον· ἤδη δὲ σὺ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ
ἔχεις.
{ΤΙΜΩΝ}
 Οὐκοῦν καὶ ἄλλην λάμβανε.
{ΔΗΜΕΑΣ}
 Οἴμοι τὸ μετάφρενον.  
{ΤΙΜΩΝ}
252

 Μὴ κέκραχθι· κατοίσω γάρ σοι καὶ τρίτην· ἐπεὶ καὶ γελοῖα
πάμπαν ἂν πάθοιμι δύο μὲν Λακεδαιμονίων μοίρας κατακόψας

Λουκιανός. Charon sive contemplantes (0062: 023)“Lucian, vol. 2”, Ed. Harmon,
A.M.Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1915, Rep1960.Sec. 4, l. 6

τέρου ἀκριβεστέραν τὴν σκοπήν;


{ΧΑΡΩΝ}
 Καὶ δυνησόμεθα, ὦ Ἑρμῆ, δύ' ὄντες ἀναθέσθαι
ἀράμενοι τὸ Πήλιον ἢ τὴν Ὄσσαν;
{ΕΡΜΗΣ}
 Διὰ τί δ' οὐκ ἄν, ὦ Χάρων; ἢ ἀξιοῖς ἡμᾶς ἀγεν-
νεστέρους εἶναι τοῖν βρεφυλλίοιν ἐκείνοιν, καὶ
ταῦτα θεοὺς ὑπάρχοντας;
{ΧΑΡΩΝ}
 Οὔκ, ἀλλὰ τὸ πρᾶγμα δοκεῖ μοι ἀπίθανόν τινα
τὴν μεγαλουργίαν ἔχειν.  
{ΕΡΜΗΣ}
 Εἰκότως· ἰδιώτης γὰρ εἶ, ὦ Χάρων, καὶ ἥκιστα
ποιητικός· ὁ δὲ γεννάδας Ὅμηρος ἀπὸ δυοῖν στί-
χοιν αὐτίκα ἡμῖν ἀμβατὸν ἐποίησε τὸν οὐρανόν,
οὕτω ῥᾳδίως συνθεὶς τὰ ὄρη. καὶ θαυμάζω εἴ σοι
ταῦτα τεράστια εἶναι δοκεῖ τὸν Ἄτλαντα δηλαδὴ
εἰδότι, ὃς τὸν πόλον αὐτὸν εἷς ὢν φέρει ἀνέχων
ἡμᾶς ἅπαντας. ἀκούεις δέ γε ἴσως καὶ τοῦ ἀδελ-
φοῦ τοῦ ἐμοῦ πέρι τοῦ Ἡρακλέους, ὡς διαδέξαιτό

Λουκιανός. Bis accusatus sive tribunalia (0062: 026)“Lucian, vol. 3”, Ed. Harmon,
A.M.Cambridge, Mass.: Haard University Press, 921, Rep1969.Sec. 29, l. 22

ἐρώμενον βλέπει, τί, ὦ θεοί, χρηστὸν παρ' αὐτοῦ


λήψεσθαι προσδοκῶν, ὃν οἶδε τοῦ τρίβωνος οὐδὲν
πλέον ἔχοντα;
 Εἴρηκα, ὦ ἄνδρες δικασταί, ὑμεῖς δέ, ἢν εἰς
τὸν ἐμὸν τρόπον τῶν λόγων ἀπολογεῖσθαι θέλῃ,
τοῦτο μὲν μὴ ἐπιτρέπετε,  – ἄγνωμον γὰρ ἐπ' ἐμὲ
τὴν ἐμὴν μάχαιραν ἀκονᾶν – κατὰ δὲ τὸν αὑτοῦ
ἐρώμενον τὸν Διάλογον οὕτως ἀπολογείσθω, ἢν
δύνηται.
{ΕΡΜΗΣ}
 Τοῦτο μὲν ἀπίθανον· οὐ γὰρ οἷόν τε, ὦ Ῥητο-
ρική, μόνον αὐτὸν ἀπολογεῖσθαι κατὰ σχῆμα τοῦ
Διαλόγου, ἀλλὰ ῥῆσιν καὶ αὐτὸς εἰπάτω.

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Antiquitates Romanae (0081: 001)


“Dionysii Halicarnasei antiquitatum Romanarum quae supersunt, 4 vols.”, Ed.
253

Jacoby, K.Leipzig: Teubner, 1:1885; 2:1888; 3:1891; 4:1905, Rep1967.


Book 1, Ch.84, sec. 1, l. 4

πιστῆς χεῖρα οὐκ ὀλίγην. ἧκον δὲ καὶ οἱ ἐκ τῶν ἀγρῶν


συνελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἐκλιπόντες τὴν ἀγορὰν
ἔχοντες ὑπὸ ταῖς περιβολαῖς ξίφη κεκρυμμένα, στῖφος
καρτερόν. βιασάμενοι δὲ τὴν εἴσοδον ἀθρόᾳ ὁρμῇ πάν-
τες οὐ πολλοῖς ὁπλίταις φρουρουμένην ἀποσφάττουσιν
εὐπετῶς Ἀμόλιον καὶ μετὰ τοῦτο τὴν ἄκραν καταλαμ-
βάνονται. ταῦτα μὲν οὖν τοῖς περὶ Φάβιον εἴρηται.
 Ἕτεροι δὲ οὐδὲν τῶν μυθωδεστέρων
ἀξιοῦντες ἱστορικῇ γραφῇ προσήκειν τήν τε ἀπόθε-
σιν τὴν τῶν βρεφῶν οὐχ ὡς ἐκελεύσθη τοῖς ὑπηρέταις
γενομένην ἀπίθανον εἶναί φασι, καὶ τῆς λυκαίνης τὸ
τιθασόν, ἣ τοὺς μαστοὺς ἐπεῖχε τοῖς παιδίοις, ὡς δρα-
ματικῆς μεστὸν ἀτοπίας διασύρουσιν· ἀντιδιαλλαττό-  
μενοι δὲ πρὸς ταῦτα λέγουσιν ὡς ὁ Νεμέτωρ, ἐπειδὴ
τὴν Ἰλίαν ἔγνω κύουσαν, ἕτερα παρασκευασάμενος
παιδία νεογνὰ διηλλάξατο τεκούσης αὐτῆς τὰ βρέφη
καὶ τὰ μὲν ὀθνεῖα δέδωκε τοῖς φυλάττουσι τὰς ὠδῖ-
νας ἀποφέρειν εἴτε χρημάτων τὸ πιστὸν τῆς χρείας
αὐτῶν πριάμενος εἴτε διὰ γυναικῶν τὴν ὑπαλλαγὴν
μηχανησάμενος, καὶ αὐτὰ λαβὼν Ἀμόλιος ὅτῳ δή τινι
τρόπῳ ἀναιρεῖ· τὰ δ' ἐκ τῆς Ἰλίας γενόμενα περὶ

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Antiquitates Romanae Book 5, Ch.54, sec. 5, l. 15

τυράννων κάθοδον, οὔθ' ὕστερον ἅπασι Τυρρηνοῖς,


οὓς ἦγε βασιλεὺς Πορσίνας, ὑπὲρ τῶν αὐτῶν δεομέ-
νοις καὶ πόλεμον ἐπάγουσιν ἁπάντων [πολέμων] βα-
ρύτατον ἐνέκλινεν, ἀλλ' ἠνέσχετο γῆν τε κειρομένην
ὁρῶν καὶ αὐλὰς ἐμπιπραμένας, τειχήρης γενόμενος
ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας καὶ τοῦ μηθὲν ὧν μὴ βούλεται
πράττειν κελευσθείς· ὑμῶν τ', ὦ Λατῖνοι, τεθαύμακεν,
εἰ ταῦτ' εἰδότες οὐδὲν ἧττον δέχεσθαι τοὺς τυράννους
καὶ τὴν Φιδήνης πολιορκίαν λύειν ἐπιτάττοντες ἥκετε  
καὶ μὴ πειθομένοις πόλεμον ἀπειλεῖτε. παύσασθε δὴ
ψυχρὰς καὶ ἀπιθάνους τῆς ἔχθρας παραβαλλόμενοι προ-
φάσεις καὶ εἰ διὰ ταῦτα μέλλετε διαλύειν τὸ συγγενὲς
καὶ τὸν πόλεμον ἐπικυροῦν, μηθὲν ἔτι ἀναβάλλεσθε.
 Ταῦτα τοῖς πρέσβεσιν ἀποκρινάμενος καὶ προ-
πέμψας ἐκ τῆς πόλεως μετὰ τοῦτο φράζει τῇ βουλῇ
περὶ τῆς ἀπορρήτου συνωμοσίας, ἃ παρὰ τῶν μηνυτῶν
ἔμαθε· καὶ λαβὼν ἐξουσίαν παρ' αὐτῶν αὐτοκράτορα
τοῦ διερευνήσασθαι τοὺς μετασχόντας τῶν ἀπορρήτων
βουλευμάτων καὶ τοῦ κολάσαι τοὺς ἐξευρεθέντας, οὐ
τὴν αὐθάδη καὶ τυραννικὴν ἦλθεν ὁδόν, ὡς ἕτερος
ἄν τις ἐποίησεν εἰς τοσαύτην κατακλεισθεὶς ἀνάγκην·
254

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Antiquitates Romanae Book 7, Ch.71, sec. 1, l. 5

σμοὺς ἀπομαθεῖν, δι' οὓς εἰς τοσαύτην προῆλθον εὐ-


δαιμονίαν, ὥστε καὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασιν, ὧν ἦρχον, ἐν
καλῷ κατέστησαν τοὺς θεοὺς τοῖς σφετέροις τιμᾶν νομί-
μοις· καὶ οὐθὲν ἂν ἐκώλυσεν ἅπαν ἐκβεβαρβαρῶσθαι
τὸ Ἑλληνικὸν ὑπὸ Ῥωμαίων ἑβδόμην ἤδη κρατούμενον
ὑπ' αὐτῶν γενεάν, εἴπερ ἦσαν βάρβαροι.
 Ἕτερος μὲν οὖν ἀποχρῆν ἂν ὑπέλαβε καὶ
αὐτὰ τὰ νῦν πραττόμενα ἐν τῇ πόλει μηνύματα οὐ
μικρὰ τῶν παλαιῶν ἐπιτηδευμάτων ὑπολαβεῖν· ἐγὼ δ',
ἵνα μή τις ἀσθενῆ τὴν πίστιν εἶναι ταύτην ὑπολάβῃ
[εἴτε] κατ' ἐκείνην τὴν ἀπίθανον ὑπόληψιν, ὅτι παντὸς
τοῦ Ἑλληνικοῦ κρατήσαντες ἀσμένως ἂν τὰ κρείττω
μετέμαθον ἔθη τῶν ἐπιχωρίων ὑπεριδόντες, ἐξ ἐκείνου  
ποιήσομαι τοῦ χρόνου τὴν τέκμαρσιν, ὅτ' οὔπω τὴν
τῆς Ἑλλάδος εἶχον ἡγεμονίαν οὐδὲ ἄλλην διαπόντιον
οὐδεμίαν ἀρχήν, Κοίντῳ Φαβίῳ βεβαιωτῇ χρώμενος καὶ
οὐδεμιᾶς ἔτι δεόμενος πίστεως ἑτέρας· παλαιότατος
γὰρ ἁνὴρ τῶν τὰ Ῥωμαϊκὰ συνταξαμένων, καὶ πίστιν
οὐκ ἐξ ὧν ἤκουσε μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐξ ὧν αὐτὸς ἔγνω
παρεχόμενος.
 Ταύτην δὴ τὴν ἑορτὴν ἐψηφίσατο μὲν ἡ βουλὴ τῶν

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Antiquitates Romanae Book 7, Ch.72, sec. 18, l. 7

   ὁ δ' ὠμοθετεῖτο συβώτης,


  Πάντοθεν ἀρχόμενος μελέων ἐς πίονα δημόν·
  Καὶ τὰ μὲν πυρὶ βάλλε παλύνας ἀλφίτου ἀκτῇ.
 Ταῦτα δὲ Ῥωμαίους ἔτι καὶ εἰς ἐμὲ πράττοντας
ἐπὶ ταῖς θυσίαις ἰδὼν ἐπίσταμαι· καὶ μιᾷ πίστει τῇδε
ἀρκούμενος οὐ βαρβάρους ἐπείσθην εἶναι τοὺς οἰκι-
στὰς τῆς Ῥώμης, ἀλλ' ἐκ πολλῶν τόπων συνεληλυθότας
Ἕλληνας. ὀλίγα μὲν γὰρ ἐπιτηδεύματα περὶ θυσίας
τε καὶ ἑορτὰς ὁμοίως Ἕλλησι καὶ βαρβάρους τινὰς ἐπι-
τελεῖν ἐνδέχεται, πάντα δὲ ταὐτὰ πράττειν ἀπίθανον.
 Λοιπὸν δ' ἔτι μοι καὶ περὶ τῶν ἀγώνων,
οὓς μετὰ τὴν πομπὴν ἐπετέλουν, ὀλίγα διελθεῖν. πρῶ-
τος ὁ τῶν τεθρίππων τε καὶ συνωρίδων καὶ τῶν
ἀζεύκτων ἵππων ἐγίνετο δρόμος, ὡς παρ' Ἕλλησι τὸ
ἀρχαῖον Ὀλυμπίασί τε καὶ μέχρι τοῦ παρόντος. ἐν δὲ
ταῖς ἱππικαῖς ἁμίλλαις ἐπιτηδεύματα δύο τῶν πάνυ
παλαιῶν ὡς ἐξ ἀρχῆς ἐνομοθετήθη φυλαττόμενα ὑπὸ
Ῥωμαίων μέχρι τῶν κατ' ἐμὲ διάκειται χρόνων, τό τε
περὶ τὰ τρίπωλα τῶν ἁρμάτων, ὃ παρ' Ἕλλησι μὲν
ἐκλέλοιπεν, ἀρχαῖον ὂν ἐπιτήδευμα καὶ ἡρωικόν, ᾧ
255

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Antiquitates Romanae Book 8, Ch.79, sec. 3, l. 4

εκόπησαν, ὅτι συμπράττειν τοῖς βασιλεῦσιν ἐδόκουν


τὴν κάθοδον. καὶ μετὰ ταῦτα Μάλλιος τὸν Γαλατικὸν
πόλεμον στρατηγῶν τὸν υἱὸν ἀριστεύοντα κατὰ πόλε-
μον τῆς μὲν ἀνδρείας ἕνεκα τοῖς ἀριστείοις στεφάνοις
ἐκόσμησεν, ἀπείθειαν δ' ἐπικαλῶν, ὅτι οὐκ ἐν ᾧ ἐτάχθη
φρουρίῳ ἔμεινεν, ἀλλὰ παρὰ τὴν ἐπιταγὴν τοῦ ἡγε-
μόνος ἐξῆλθεν ἀγωνιούμενος, ὡς λιποτάκτην ἀπέκτεινε.
καὶ ἄλλοι πολλοὶ πατέρες, οἱ μὲν ἐπὶ μείζοσιν αἰτίαις,
οἱ δ' ἐπ' ἐλάττοσιν, οὔτε φειδὼ τῶν παίδων οὔτ' ἔλεον
ἔσχον. κατὰ μὲν δὴ τοῦτ' οὐκ ἀξιῶ, ὥσπερ ἔφην,
προβεβλῆσθαι τὸν λόγον ὡς ἀπιθανόν· ἐκεῖνα δέ με
ἀνθέλκει τεκμηρίων ὄντα οὔτ' ἐλάχιστα οὔτ' ἀπίθανα
καὶ πρὸς τὴν ἑτέραν ἄγει συγκατάθεσιν, ὅτι μετὰ τὸν
θάνατον τοῦ Κασσίου ἥ τ' οἰκία κατεσκάφη, καὶ μέχρι
τοῦδε ἀνεῖται ὁ τόπος αὐτῆς αἴθριος ἔξω τοῦ νεὼ τῆς
Γῆς, ὃν ὑστέροις ἡ πόλις κατεσκεύασε χρόνοις ἐν μέρει
τινὶ αὐτῆς κατὰ τὴν ἐπὶ Καρίνας φέρουσαν ὁδόν,
καὶ τὰ χρήματα αὐτοῦ τὸ κοινὸν ἀνέλαβεν· ἐξ ὧν ἀπ-
αρχὰς ἐν ἄλλοις τε ἱεροῖς ἀνέθηκε, καὶ δὴ καὶ τῇ
Δήμητρι τοὺς χαλκέους ἀνδριάντας ἐπιγραφαῖς δη-
λοῦντας, ἀφ' ὧν εἰσι χρημάτων ἀπαρχαί.

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Antiquitates Romanae Book 8, Ch.79, sec. 3, l. 5

τὴν κάθοδον. καὶ μετὰ ταῦτα Μάλλιος τὸν Γαλατικὸν


πόλεμον στρατηγῶν τὸν υἱὸν ἀριστεύοντα κατὰ πόλε-
μον τῆς μὲν ἀνδρείας ἕνεκα τοῖς ἀριστείοις στεφάνοις
ἐκόσμησεν, ἀπείθειαν δ' ἐπικαλῶν, ὅτι οὐκ ἐν ᾧ ἐτάχθη
φρουρίῳ ἔμεινεν, ἀλλὰ παρὰ τὴν ἐπιταγὴν τοῦ ἡγε-
μόνος ἐξῆλθεν ἀγωνιούμενος, ὡς λιποτάκτην ἀπέκτεινε.
καὶ ἄλλοι πολλοὶ πατέρες, οἱ μὲν ἐπὶ μείζοσιν αἰτίαις,
οἱ δ' ἐπ' ἐλάττοσιν, οὔτε φειδὼ τῶν παίδων οὔτ' ἔλεον
ἔσχον. κατὰ μὲν δὴ τοῦτ' οὐκ ἀξιῶ, ὥσπερ ἔφην,
προβεβλῆσθαι τὸν λόγον ὡς ἀπιθανόν· ἐκεῖνα δέ με
ἀνθέλκει τεκμηρίων ὄντα οὔτ' ἐλάχιστα οὔτ' ἀπίθανα
καὶ πρὸς τὴν ἑτέραν ἄγει συγκατάθεσιν, ὅτι μετὰ τὸν
θάνατον τοῦ Κασσίου ἥ τ' οἰκία κατεσκάφη, καὶ μέχρι
τοῦδε ἀνεῖται ὁ τόπος αὐτῆς αἴθριος ἔξω τοῦ νεὼ τῆς
Γῆς, ὃν ὑστέροις ἡ πόλις κατεσκεύασε χρόνοις ἐν μέρει
τινὶ αὐτῆς κατὰ τὴν ἐπὶ Καρίνας φέρουσαν ὁδόν,
καὶ τὰ χρήματα αὐτοῦ τὸ κοινὸν ἀνέλαβεν· ἐξ ὧν ἀπ-
αρχὰς ἐν ἄλλοις τε ἱεροῖς ἀνέθηκε, καὶ δὴ καὶ τῇ
Δήμητρι τοὺς χαλκέους ἀνδριάντας ἐπιγραφαῖς δη-
λοῦντας, ἀφ' ὧν εἰσι χρημάτων ἀπαρχαί.
256

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Antiquitates Romanae Book 9, Ch.22, sec. 1, l. 6

νον τὸν αὐτὸν τρόπον τοῖς ἑτέροις ἅπαντες διεφθάρη-  


σαν· τὸ δὲ χωρίον ἔρημον οἱ Τυρρηνοὶ παρέλαβον.
ἐμοὶ μὲν δὴ ὁ λόγος οὗτος πιστότερος ἐφαίνετο πολὺ
τοῦ προτέρου· φέρονται δ' ἐν γραφαῖς Ῥωμαίων ἀξιο-
χρέοις ἀμφότεροι.
 Τὸ δὲ συναπτόμενον τούτοις ὑπό τινων οὔτ'
ἀληθὲς ὂν οὔτε πιθανόν, ἐκ παρακούσματος δέ τινος
πεπλασμένον ὑπὸ τοῦ πλήθους, ἄξιον μὴ παραλιπεῖν
ἀνεξέταστον. λέγουσι γὰρ δή τινες, τῶν ἓξ καὶ τρια-
κοσίων Φαβίων ἀπολομένων ὅτι ἓν μόνον ἐλείφθη τοῦ
γένους παιδίον, πρᾶγμα οὐ μόνον ἀπίθανον, ἀλλὰ καὶ
ἀδύνατον εἰσάγοντες. οὔτε γὰρ ἀτέκνους τε καὶ ἀγά-
μους ἅπαντας εἶναι δυνατὸν ἦν τοὺς ἐξελθόντας εἰς
τὸ φρούριον Φαβίους. ὁ γὰρ ἀρχαῖος αὐτῶν νόμος
γαμεῖν τ' ἠνάγκαζε τοὺς ἐν ἡλικίᾳ, καὶ τὰ γεννώμενα
πάντα ἐπάναγκες τρέφειν· ὃν οὐκ ἂν δήπου κατέλυσαν
οἱ Φάβιοι μόνοι πεφυλαγμένον ἄχρι τῆς ἑαυτῶν ἡλι-
κίας ὑπὸ τῶν πατέρων. εἰ δὲ δὴ καὶ τοῦτο θείη τις,
ἀλλ' ἐκεῖνό γ' οὐκ ἂν ἔτι συγχωρήσειε, τὸ μηδ' ἀδελ-
φοὺς αὐτῶν εἶναί τισιν ἡλικίαν ἔτι παίδων ἔχοντας.

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Lysia (0081: 003)“Dionysii Halicarnasei quae


exstant, vol. 5”, Ed. Usener, H., Radermacher, L.Leipzig: Teubner, 1899, Rep1965.
Sec. 17, l. 34

ἐπείγεται, δι' ἧς τὰ μέλλοντα ἐν ταῖς ἀποδείξεσι λέγεσθαι


προειπὼν καὶ τὸν ἀκροατὴν παρασκευάσας εὐμαθῆ πρὸς
τὸν μέλλοντα λόγον ἐπὶ τὴν διήγησιν καθίσταται· καὶ
ἔστι μεθόριον αὐτῷ ἑκατέρας τῶν ἰδεῶν ὡς τὰ πολλὰ
ἡ πρόθεσις, ἤδη δέ ποτε καὶ ἀπὸ μόνης ταύτης ἤρξατο.
καὶ ἀπροοιμιάστως ποτὲ εἰσέβαλε τὴν διήγησιν ἀρχὴν
λαβών. καὶ οὐκ ἄψυχος οὐδ' ἀκίνητός ἐστι περὶ ταύτην
τὴν ἰδέαν· μάλιστα δ' ἄν τις αὐτοῦ θαυμάσειε τὴν  
ἐν τοῖς προοιμίοις δύναμιν, ἐνθυμηθεὶς ὅτι διακοσίων
οὐκ ἐλάττους δικανικοὺς γράψας λόγους ἐν οὐδενὶ
πέφηνεν οὔτε ἀπιθάνως προοιμιαζόμενος οὔτε ἀπηρτη-
μένῃ τῶν πραγμάτων ἀρχῇ χρώμενος, ἀλλ' οὐδὲ τοῖς
ἐνθυμήμασιν ἐπιβέβληκε τοῖς αὐτοῖς οὐδ' ἐπὶ τὰς αὐτὰς
κατενήνεκται διανοίας. καίτοι γε τοῦτο καὶ οἱ λόγους
ὀλίγους γράψαντες εὑρίσκονται πεπονθότες, λέγω δὲ
τὸ τοῖς αὐτοῖς ἐπιβαλεῖν τόποις· ἐῶ γὰρ ὅτι καὶ τὰ
παρ' ἑτέροις εἰρημένα λαμβάνοντες ὀλίγου δεῖν πάντες
οὐκ ἐν αἰσχύνῃ τίθενται τὸ ἔργον. οὑτοσὶ δὲ καινὸς ὁ
ῥήτωρ ἐστὶ καθ' ἕκαστον τῶν λόγων κατά γε οὖν τὰς
εἰσβολὰς καὶ τὰ προοίμια καὶ δυνατός, ὃ βούλοιτο,
διαπράξασθαι· οὔτε γὰρ εὔνοιαν κινῆσαι βουλόμενος
257

Απολλώνιος Δύσκολος. , De pronominibus (0082: 001)“Grammatici Graeci, vol.


2.1”, Ed. Schneider, R.Leipzig: Teubner, 1878, Rep1965.Part 2, volumëfascicle 1,1,
p. 4, l. 2

ἐλλογίμους οὐκέτι.
 Ἀρίσταρχος λέξεις κατὰ πρόσωπα συζύγους ἐκάλεσε τὰς ἀντωνυ-
μίας. Ὧι καὶ ἀντίκειται τὸ μὴ ἴδιον εἶναι τοῦτο τῶν ἀντωνυμιῶν· ἰδοὺ
γὰρ καὶ τὰ ῥήματα. μᾶλλον γὰρ αὐτῶν ὁ ὅρος· καὶ γὰρ κατὰ πᾶν πρό-
σωπον ἀκολουθεῖ, αἱ δὲ ἀντωνυμίαι οὐχ οὕτως, ὡς εἰρήσεται.
 Ἀλλὰ μὴν οὐδὲ κατὰ τὸν τοῦ Τροιζηνίου Διονυσοδώρου λόγον πα-
ρονομασίας κλητέον, ἐπεὶ καὶ ἄλλα ἔν τισι παρονομάζεται· πετρώδης
τε γὰρ καὶ ἐργατίνης. καὶ ἴσως οὐκ ἄλλαι τινὲς παραληφθήσονται
ἢ αἱ κτητικαί, ἐπεὶ ἡ ἐγώ καὶ ἡ νῶι καὶ πᾶσαι αἱ πρωτότυποι θεματικαί.  
 Εἰ τὰ ὡρισμένα σεσημείωται, αἱ δὲ ἀντωνυμίαι ὡρισμένα πρόσωπα
παριστᾶσιν, οὐκ ἀπιθάνως ὁ Τυραννίων σημειώσεις αὐτὰς ἐκάλεσεν.
Ἀλλ' ἴσως ἐλλειπὲς τὸ τοιοῦτον· οὐδὲν γὰρ τῶν παρακολουθούντων
αὐταῖς παρίστησιν.

Απολλώνιος Δύσκολος. , De pronominibus Part 2, volumëfascicle 1,1, p. 65, l. 20

ζητεῖν, διὰ τί αἱ σύνθετοι οὐ μεταλαμβάνονται εἰς ἁπλᾶς ὀρθοτονου-


μένας· αὐταὶ γὰρ εἰς σύνθετον μετατιθέμεναί εἰσιν ὑπὲρ τοῦ τὸ μετα-
βατικὸν διαστεῖλαι τοῦ ἀντανακλωμένου.
 Ἐμεῦ. κοινὴ Ἰώνων καὶ Δωριέων,
      ἐμεῦ δ' ἕλετο μέγαν ὅρκον (δ 746)·
ἄκουε νῦν καὶ ἐμεῦ, Ῥώγκα, Σώφρων (f64 Ahrens). καὶ Φερε-
κύδης ἐν τῇ θεολογίᾳ, καὶ ἔτι Δημόκριτος ἐν τοῖς περὶ ἀστρονομίας
καὶ ἐν τοῖς ὑπολειπομένοις συντάγμασι συνεχέστερον χρῶνται τῇ ἐμεῦ
καὶ ἔτι τῇ ἐμέο. διὸ καὶ ὁλοκληροτέραν ἄν τις αὐτὴν ὑπολάβοι τῆς
ἐμεῖο καὶ σεῖο, καθὸ οἱ πεζολόγοι τῇ μὲν διὰ τοῦ ι οὐκ ἐχρήσαντο,
τῇ δὲ διὰ τοῦ ε· καίτοι τῶν περὶ Τρύφωνα (p. 27 Velsen) οὐκ ἀπιθάνοις
λόγοις προσκεχρημένων ὑπὲρ τοῦ τὴν ἐμεῖο ἐντελεστέραν εἶναι· «εἰ γὰρ
ἀπὸ τῶν εἰς φωνῆεν ληγουσῶν γενικῶν μείζονες γινόμεναι ἢ κατὰ τὸ
τέλος μεγεθύνονται ἢ κατὰ τὴν παραλήγουσαν, οὐδέποτε δὲ ἐν ἀμφοτέροις
βραχύνονται, Ἀτρείδαο Ἀτρείδεω, Πριάμοιο, καὶ ἔτι ἐπ' ἀντωνυμιῶν,
ἐμοῖο, σοῖο, πῶς οὐχὶ κατὰ τόνδε τὸν λόγον ἡ ἐμέο καὶ σέο ἐλλείπουσι
τῷ ι, ἀπὸ τῆς ἐμοῦ καὶ σοῦ αὐξηθεῖσαι;» Ἀλλ' εἴρηται ὅτι ἰσχυρότερα
τὰ τῶν πεζολόγων μαρτύρια. ἄλλως τε εἰ ἐδείκνυντο αἱ ἀντωνυμίαι  
πρωτοτυποῦσαι ἀνακόλουθοι καὶ κατὰ ἀριθμὸν καὶ κατὰ πτῶσιν, οὐκ
ἀπεμφαῖνον εἰ καὶ κατὰ αὐξήσεις τῶν πτώσεων.
 Ἐμέθεν. Πυκνῶς αἱ χρήσεις παρὰ Αἰολεῦσιν,

Απολλώνιος Δύσκολος. , De pronominibus Part 2, volumëfascicle 1,1, p. 110, l. 17

παραλογία. πρὸς οἷς καὶ ἃ παρατίθενται, ἔθιμα διαλέκτων. – »Αἱ


258

κατὰ τὸ τρίτον,» φασὶν, «εἰς τὸ ἴδιον μεταλαμβάνονται, διὸ καὶ τὸν


σφέτερον πατέρα (Hes. O. D. 2) ἀντὶ τοῦ τὸν ἴδιόν τινες δέ-
χονται.» Τί δέ; οὐχὶ καὶ αἱ κατὰ τὸ πρῶτον καὶ δεύτερον κτητικαὶ τὸ
ἴδιόν τινος σημαίνουσι; πῶς γὰρ ἀλλότριον ὂν κτῆμά τινος;
 Ἐν ταῖς Ζηνοδοτείοις διορθώσεσι δίχα τοῦ ν τὸ
  Ζεὺς δὲ πρὸς ὃ λέχος (Α 609)
ἐγράφετο, καὶ ἡ ἀφορμὴ ἐκ τῶν ὑποτακτικῶν ἄρθρων, ἅπερ ὁμοφωνεῖ
ταῖς κτητικαῖς κατὰ τὸ τρίτον. «τὸ γὰρ ὅς ὑποτακτικὸν ὁμόφωνον
τῷ ἀπὸ τοῦ ἐμός σός ὅς, καὶ ἐπὶ πάντων ταὐτόν. ἄλλως τε εἰ ἀπὸ
τοῦ αὐτός, ἐκεῖνος, οὗτος τὰ οὐδέτερα εἰς ο ἔληξεν, οὐκ ἀπίθανον ἐπὶ
τοῦ ὅς ἀντωνυμικοῦ τὸ οὐδέτερον εἰς ο λήγειν.» – Ῥητέον δὲ πρὸς
μὲν τὸ πρῶτον, ὡς οὐ μᾶλλον ἡ ἀντωνυμία παράλογος ἤπερ τὸ ἄρ-
θρον, καθὸ εἰς ν οὐκ ἔληξεν. – ἔπειτα τὰ κατὰ τὸ πρῶτον καὶ δεύ-
τερον ὁμοιοκατάληκτα καὶ κατὰ τὸ τρίτον· ὅθεν εἰ ἐμόν καὶ σόν, καὶ
ὅν. – πρὸς οἷς οὐδὲ πάντοτε ὁμοφωνεῖ· ἰδοὺ γὰρ ἑός μὲν ἡ ἀντω-
νυμία, οὐκέτι δὲ τὸ ἄρθρον. – πρὸς δὲ τὸ δεύτερον, ὅτι ἡ μὲν ἐκεῖνο
καὶ τοῦτο μονοπρόσωποι, τὸ δὲ διπρόσωπον. – ἄλλως τε θεματι-
κώτεραι αἱ πρωτότυποι καὶ ἐν τοῖς γένεσιν· ἀπὸ γὰρ τοῦ οὗτος αὕτη,
καὶ ἔτι τοῦτο, τοῦ ἀρσενικοῦ οὐκ ἀπὸ τοῦ τ ἠργμένου.

Απολλώνιος Δύσκολος. , De adverbiis (0082: 002)“Grammatici Graeci, vol. 2.1”,


Ed. Schneider, R.Leipzig: Teubner, 1878, Rep1965.Part 2, volfascicle 1,1, p. 162, l.
10

καὶ ἡ συζυγία τῶν ἐπιρρημάτων. εὔλογόν τε καὶ τὸ διηλλαγμένον τοῦ  


ἐπιρρήματος συνδιηλλάχθαι τῷ πρωτοτύπῳ. οὐ γὰρ πιθανὸν παρὰ τὸ
Ἕλλην τὸ ἑλληνιστί, μᾶλλον δὲ παρὰ τὸ ἑλληνίζω· παρὰ γοῦν τὸ Θρᾷξ
πάλιν, διάφορον κατὰ τὴν κατάληξιν ὄν, οὐκ ἂν τὸ αὐτὸ παρακολου-
θήσειε, θρᾳκιστί, παρὰ δὲ τὸ θρᾳκίζω, τῆς αὐτῆς πάλιν ἐχόμενον συζυ-
γίας. οὕτως ἔχει παρὰ τὸ δωρίζω δωριστί καὶ αἰολιστί, βαρβαριστί,
μηδιστί, συριστί, σκυθιστί. καὶ ἐπεὶ ἅπαξ τὸ ἰάζω συνεκόπη ἐκ τοῦ
ἰωνίζω, ἦν καὶ τὸ συνὸν ἐπίρρημα συμμετειληφὸς τοῦ πάθους, ἰαστί.
καὶ σαφὲς ὅτι πάλιν τὸ ἰωνιστί τῷ ἰωνίζω παρέκειτο. – Τούτοις δὴ
ἐπιστήσας ὁ Τρύφων ἐζήτει περὶ τοῦ μεγαλωστί, ἱερωστί παρὰ Ἀνα-
κρέοντι, καὶ ἔτι τοῦ παρὰ Ἀθηναίοις νεωστί, ὅπερ οὐκ ἀπιθάνως τῇ
παρὰ Ἀθηναίοις συνήθει ἐπεκτάσει ἐξέτεινε τὸ ι, «ἔδει γάρ,» φησι,
»παρὰ τὸ μεγαλίζω μεγαλιστί, νεανίζω νεανιστί· καὶ δῆλον ὅτι καὶ τὸ
ἱρωστί παρά τι τῶν εἰς ζω ληγόντων ῥημάτων.» – Πρὸς ὃν ἔστι
φάναι, ὅτι πολλάκις καὶ ἐκ διαφόρων μερῶν λόγου αἱ αὐταὶ παρα-
γωγαὶ γίνονται. παρὰ ῥῆμα τὸ αἰτῶ γίνεται τὸ αἰτίζω, καὶ παρ' ὄνομα
τὸ βάρβαρος τὸ βαρβαρίζω· ἔστι δὲ ὅτε καὶ παρ' ἐπιρρήματα, ὡς
αἰαί αἰάζω. – οὐδὲν οὖν κωλύει καὶ τὰ προκατειλημμένα τὰ μὲν παρὰ
ῥῆμα εἶναι, τὰ δὲ ὡς ἠλογημένα ἀπὸ ἐπιρρημάτων παρῆχθαι τῶν εἰς
ως περατουμένων, ὥστε ἐν προσθέσει τοῦ τι ἀποτελεῖσθαι, μεγάλως
μεγαλωστί, νέως νεωστί, ἱερῶς ἱερωστί.
259

Απολλώνιος Δύσκολος. , De adverbiis Part 2, volumëfascicle 1,1, p. 178, l. 28

πετο οὖν τῷ ἐνθάδε τὸ τοιοῦτον· κατὰ τοῦτο ἄρα σεσημειώσεται.


 Τοῖς αὐτοῖς ἐπιχειρήμασι χρήσαιτο ἄν τις καὶ ἐπὶ τοῦ ἔνθεν καὶ
ἐνθένδε· οὐδὲν γὰρ τῶν εἰς θεν ληγόντων ἐπιρρημάτων ἔξωθεν
παραγωγὴν ἴσχει τὴν διὰ τοῦ δε. φαίνεται δὲ ὅτι οὐδὲ δύο λέξεις
εἰσὶν ἡμαρτημέναι, ἀλλὰ μία, εἴγε καὶ τὸ ἔνθεν Δωρικώτερον ἀπεδεί-
χθη γενόμενον ἔνθα, καθὼς ἐπεδείξαμεν καὶ περὶ τοῦ πρόσθεν πρόσθα,
ὕπερθεν ὕπερθα.
 Ἔχοι δ' ἂν ἐπίστασιν καὶ τὸ ὧδε, συνήθως μὲν τὴν εἰς τόπον
σχέσιν δηλοῦν, ἐν δὲ τοῖς Ὁμηρικοῖς, ὡς Ἀριστάρχῳ δοκεῖ, ἐν τῷ
καθόλου μὴ τοπικῆς ἔχεσθαι σχέσεως, τῆς δὲ κατὰ ποιότητα. καὶ σαφές
ἐστιν, ὅτι τῇ μὲν παραγωγῇ τῇ διὰ τοῦ δε οὐκ ἀπιθάνως τὸ σύνηθες  
τοπικὸν ἐξεδέξατο ἐπίρρημα, οὐ μὴν καὶ τὰ τῆς παραγωγῆς ὁμολογεῖ,
καθὼς ἐδείχθη ὡς ἡ τοπικὴ παραγωγὴ τὴν διὰ τοῦ α γραφὴν ἔχει πρὸ
τοῦ τέλους, ἀπό τε ὀνομάτων παρήγετο, τὸ δὲ οὐ τῇδε εἶχεν. – Ἀλλ'
ἦν καὶ ἑτέρα σύνταξις ἐν αἰτιατικῇ πάλιν ὀνομάτων καὶ προσθήκῃ τοῦ δε,
ὡς ἔχει τὸ οἶκον δέ καὶ τὰ τούτοις ὅμοια. ὅπερ πάλιν οὐ τῇδε εἶχε
τὸ προκείμενον ἐπίρρημα, οὔτε κατὰ γραφήν, οὔτε κατὰ τάσιν. διὸ καὶ
ἕνεκα τῶν τοιούτων μᾶλλον ἄν τις παραδέξαιτο τὸ «τὸ δέ« ἐπὶ τοπι-
κῶν ἐπιρρημάτων,

Απολλώνιος Δύσκολος. , De adverbiis Part 2, volumëfascicle 1,1, p. 204, l. 8

 Αἴολος Ἱπποτάδης (κ 2).


 Μόνως τὰ διὰ τοῦ ζε τὴν εἰς τόπον σχέσιν σημαίνει, ἔραζε, θύραζε,
Ἀφίδναζε, Θήβαζε, οὐκ ἀπιθάνως, τοῦ ζ καὶ τοῦ δ ἰσοδυναμοῦντος
σχεδόν, κλύζω κλύδων, κνίζω κνίδη, ἕζω ἕδος.
 Τὰ εἰς ω λήγοντα ἐπιρρήματα, ἡνίκα μὲν ἀπὸ προθέσεως παρῆκται,
πάντως ἐστὶ τοπικά, ὡς τὸ ἄνω καὶ τὰ ὅμοια· ἡνίκα δὲ ἀπ' ὀνομάτων,
τὴν τοῦ ὀνόματος σχέσιν παραλαμβάνει ἐπιρρηματικῶς νοουμένην. παρὰ
τὸ τείνειν ὁ τόνος εἴρηται, ἧς ἔχεται πάλιν ἐννοίας τὸ τόνῳ· ἐπίτασιν
γὰρ ἐνεργήματος σημαίνει. ὁμοίως τὸ ἄνεως σημαίνει τὸν ἄφωνον,
λέγω ὀνοματικῶς, ἀφ' οὗ πάλιν ἐπίρρημα πίπτει, τῆς αὐτῆς ἐννοίας
ἐχόμενον τὸ ἄνεῳ καὶ τὸ ἀναύδως. καὶ δῆλον ὅτι τὸ κύκλῳ οὐ διὰ
τῆς παραγωγῆς τὴν εἰς τόπον σχέσιν σημαίνει, ἀλλὰ καθὸ καὶ τὸ κύκλος
κατηγορεῖ σχέσεως τοπικῆς. ὁμοίως καὶ τὸ πόρρω, Ἀττικώτερον ἐκταθέν,

Απολλώνιος Δύσκολος. , De conjunctionibus (0082: 003)“Grammatici Graeci, vol.


2.1”, Ed. Schneider, R.Leipzig: Teubner, 1878, Rep1965.Part 2, volumëfascicle 1,1,
p. 227, l. 7

ἡμῶν τι πρός τινας λόγους καθ' ὁρισμὸν ἐκφερομένους, παραλαμ-


βάνεται ἡ κατ' ἐρώτησιν φράσις· περιπατεῖ Τρύφων. περιπατεῖ
Τρύφων; γέγραφα. γέγραφας; [γέγραφας] σήμερον γέγραφα.
ςήμερον γέγραφας; – τὰ δέοντα οὖν τούτων τῶν λόγων παρα-  
λαμβανέσθω εἰς διάζευξιν· τῶν μὲν ὡρισμένων, οἷον ἡμέρα ἐστὶν
260

ἢ νύξ ἐστι. (σαφὲς γὰρ ὅτι ὁ τὸ τοιοῦτον ἀποφαινόμενος ἓν οἶδεν


ἀληθὲς ὄν.) οὐχὶ οὖν πάλιν ἐπὶ τοῦ τοιούτου λόγου γενήσεταί τις
ὑπερώτησις· ἡμέρα ἐστὶν ἦ νύξ ἐστι; καὶ δῆλον ὅτι ὁ οὕτω λέγων
ἀμφοτέρων ἐστὶ παραστατικός, αἰτεῖ μέντοι τὸ ἕτερον, καθότι, ὡς
ἔφαμεν, ὁ διεζευγμένος ἐπαγγέλλεται τὸ ἕτερον.
 Οὐκ ἀπιθάνως δὲ οἶμαι καὶ τὴν τοῦ συνδέσμου φωνὴν μετατεθεῖ-
σθαι τοῦ .νου, καθότι καὶ ὅλη ἡ φράσις τὸ αὐτὸ ἀνεδέξατο·
καθότι καὶ ἐκ τοῦ πλεονάσαντος ε συμφανές ἐστιν. ὡς γὰρ ἐν τῷ
διαζευκτικῷ ἐστὶν ὁ ἠέ, οὕτως καὶ ἐν τῷ διαπορητικῷ,
 ἦε χόλον παύσειεν ἐρητύσειέ τε θυμόν (Α 192).

Απολλώνιος Δύσκολος. , De conjunctionibus Part 2, volumëfascicle 1,1, p. 245, l. 17

μέλλων, ἔκειρα δὲ ὁ ἀόριστος, καὶ οὔ φαμεν δὸς ἵνα κερῶ ἀλλ' ἵνα
κείρω. καὶ ὁ Δωριεὺς τοὺς μέλλοντας περισπῶν, οὐκέτι ἐπὶ τῆσδε
τῆς συντάξεως περιέσπασεν· ἦσαν γὰρ αἱ φωναὶ οὐ μέλλοντος, ἀλλὰ
ἀορίστου. πλείστας ἔχω ἐκθέσθαι εἰς τὸν τοιοῦτον λόγον παραθέσεις,
ἃς ἐν τοῖς περὶ ὑποτακτικῶν παραθήσομαι, ἐν οἷς καὶ τὴν διαφορὰν
ἐκθήσομαι τῆς καταλήξεως τῶν ὑποτακτικῶν, καὶ ὡς εἰς μίαν κατάληξιν
πάντα συνέωσται, λέγω τὴν εἰς ω. ἔνθεν γὰρ καὶ ἡ ὑπόληψις τοῦ
ἵνα γράψω, ὅτι καὶ μέλλοντος.
 Ἴδιόν τι παρηκολούθησε τοῖς συνεμπεσοῦσι συνδέσμοις αἰτιώδεσιν
..... ἐπιρρήμασι χρονικοῖς ἢ τοπικοῖς. συνεμπι... ἡ
ἀπόδειξις. καὶ οὐκ ἀπίθανον ἕνεκα τούτου καὶ τὸν ἐπεί, αἰτιωδῶς
παραλαμβανόμενον, ἔχειν χρονικὸν παρακείμενον ἐπίρρημα,
 ἐπεὶ δὴ λίπε δῶμα Καλυψοῦς ἠυκόμοιο (θ 452),
   ἐπεὶ Τροίης ἱερὸν πτολίεθρον ἔπερσεν (α 2).

Αισχύλος. Frag.(0085: 008)“Die Fragmente der Tragödien des Aischylos”, Ed.


Mette, H.J.Berlin: Akademie–Verlag, 1959.Tetralogy 36, play B, fragment 394, l. 52

 καὶ μὴν ἡ ἀπάτη ἡ τοῦ Ὀδυσσέως πρὸς τὸν Φιλοκτήτην


καὶ οἱ λόγοι, δι' ὧν προσηγάγετο αὐτόν, οὐ μόνον εὐσχημονέστεροι, {καὶ}
ἥρωι πρέποντες, ἀλλ' οὐκ Εὐρυβάτου ἢ Παταικίωνος, ἀλλ' ὡς ἐμοὶ δοκοῦσι
καὶ πιθανώτεροι. (10) τί γὰρ ἔδει ποικίλης τέχνης καὶ ἐπιβουλῆς πρὸς
ἄνδρα νοσοῦντα, καὶ ταῦτα τοξότην, ὧι εἴ τις μόνον ἐγγὺς παρέστη, ἀχρεῖος
ἡ ἀλκὴ αὐτοῦ ἐγεγόνει. καὶ τὸ ἀπαγγέλλειν δὲ τὰς τῶν Ἀχαιῶν συμφορὰς
καὶ τὸν Ἀγαμέμνονα τεθνηκότα καὶ τὸν Ὀδυσσέα ἐπ' αἰτίαι ὡς οἷόν τε  
αἰσχίστηι καὶ καθόλου τὸ στράτευμα διεφθαρμένον οὐ μόνον χρήσιμον
ὥστε εὐφρᾶναι τὸν Φιλοκτήτην καὶ προσδέξασθαι μᾶλλον τὴν τοῦ Ὀδυς-
σέως ὁμιλίαν, ἀλλ' οὐδ' ἀπίθανα τρόπον τινὰ διὰ τὸ μῆκος τῆς στρατείας
καὶ διὰ τὰ συμβεβηκότα οὐ πάλαι κατὰ τὴν ὀργὴν τοῦ Ἀχιλλέως, ὅθ'
Ἕκτωρ παρὰ σμικρὸν ἦλθεν ἐμπρῆσαι τὸν ναύσταθμον.
 (11) ἥ τε τοῦ Εὐριπίδου σύνεσις καὶ περὶ πάντα ἐπιμέλεια, ὥστε μήτε
ἀπίθανόν τι καὶ παρημελημένον ἐᾶσαι μήτε ἁπλῶς τοῖς πράγμασι χρῆσθαι,
ἀλλὰ μετὰ πάσης ἐν τῶι εἰπεῖν δυνάμεως, ὥσπερ ἀντίστροφός ἐστι τῆι
τοῦ Αἰσχύλου ......
 (15) ὅ τε Σοφοκλῆς μέσος ἔοικεν ἀμφοῖν εἶναι, οὔτε τὸ αὔθαδες καὶ
261

ἁπλοῦν τὸ τοῦ Αἰσχύλου ἔχων οὔτε τὸ ἀκριβὲς καὶ δριμὺ καὶ πολι-
τικὸν τὸ τοῦ Εὐριπίδου ...
 Aspas. Comment. in Aristot. Ethic. Nicom. VII 8 p. 133, 5 Heylb.:

Αισχύλος. Frag.Tetralogy 36, play B, fragment 394, l. 56

καὶ πιθανώτεροι. (10) τί γὰρ ἔδει ποικίλης τέχνης καὶ ἐπιβουλῆς πρὸς
ἄνδρα νοσοῦντα, καὶ ταῦτα τοξότην, ὧι εἴ τις μόνον ἐγγὺς παρέστη, ἀχρεῖος
ἡ ἀλκὴ αὐτοῦ ἐγεγόνει. καὶ τὸ ἀπαγγέλλειν δὲ τὰς τῶν Ἀχαιῶν συμφορὰς
καὶ τὸν Ἀγαμέμνονα τεθνηκότα καὶ τὸν Ὀδυσσέα ἐπ' αἰτίαι ὡς οἷόν τε  
αἰσχίστηι καὶ καθόλου τὸ στράτευμα διεφθαρμένον οὐ μόνον χρήσιμον
ὥστε εὐφρᾶναι τὸν Φιλοκτήτην καὶ προσδέξασθαι μᾶλλον τὴν τοῦ Ὀδυς-
σέως ὁμιλίαν, ἀλλ' οὐδ' ἀπίθανα τρόπον τινὰ διὰ τὸ μῆκος τῆς στρατείας
καὶ διὰ τὰ συμβεβηκότα οὐ πάλαι κατὰ τὴν ὀργὴν τοῦ Ἀχιλλέως, ὅθ'
Ἕκτωρ παρὰ σμικρὸν ἦλθεν ἐμπρῆσαι τὸν ναύσταθμον.
 (11) ἥ τε τοῦ Εὐριπίδου σύνεσις καὶ περὶ πάντα ἐπιμέλεια, ὥστε μήτε
ἀπίθανόν τι καὶ παρημελημένον ἐᾶσαι μήτε ἁπλῶς τοῖς πράγμασι χρῆσθαι,
ἀλλὰ μετὰ πάσης ἐν τῶι εἰπεῖν δυνάμεως, ὥσπερ ἀντίστροφός ἐστι τῆι
τοῦ Αἰσχύλου ......
 (15) ὅ τε Σοφοκλῆς μέσος ἔοικεν ἀμφοῖν εἶναι, οὔτε τὸ αὔθαδες καὶ
ἁπλοῦν τὸ τοῦ Αἰσχύλου ἔχων οὔτε τὸ ἀκριβὲς καὶ δριμὺ καὶ πολι-
τικὸν τὸ τοῦ Εὐριπίδου ...

Αριστοτέλης. , Poetica (0086: 034)“Aristotelis de arte poetica liber”, Ed. Kassel, R.


Oxford: Clarendon Press, 1965, Rep1968 [of 1966 coredn.].Bekker p. 1460a, l. 27

ἔπεσιν λανθάνει. τὸ δὲ θαυμαστὸν ἡδύ· σημεῖον δέ, πάντες


γὰρ προστιθέντες ἀπαγγέλλουσιν ὡς χαριζόμενοι. δεδίδαχεν
δὲ μάλιστα Ὅμηρος καὶ τοὺς ἄλλους ψευδῆ λέγειν ὡς δεῖ.
ἔστι δὲ τοῦτο παραλογισμός. οἴονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι, ὅταν
τουδὶ ὄντος τοδὶ ᾖ ἢ γινομένου γίνηται, εἰ τὸ ὕστερον ἔστιν,
καὶ τὸ πρότερον εἶναι ἢ γίνεσθαι· τοῦτο δέ ἐστι ψεῦδος. διὸ
δεῖ, ἂν τὸ πρῶτον ψεῦδος, ἄλλο δὲ τούτου ὄντος ἀνάγκη εἶναι
ἢ γενέσθαι ᾖ, προσθεῖναι· διὰ γὰρ τὸ τοῦτο εἰδέναι ἀληθὲς
ὂν παραλογίζεται ἡμῶν ἡ ψυχὴ καὶ τὸ πρῶτον ὡς ὄν. παρά-
δειγμα δὲ τούτου τὸ ἐκ τῶν Νίπτρων. προαιρεῖσθαί τε δεῖ
ἀδύνατα εἰκότα μᾶλλον ἢ δυνατὰ ἀπίθανα· τούς τε λόγους
μὴ συνίστασθαι ἐκ μερῶν ἀλόγων, ἀλλὰ μάλιστα μὲν μη-
δὲν ἔχειν ἄλογον, εἰ δὲ μή, ἔξω τοῦ μυθεύματος, ὥσπερ
Οἰδίπους τὸ μὴ εἰδέναι πῶς ὁ Λάιος ἀπέθανεν, ἀλλὰ μὴ ἐν
τῷ δράματι, ὥσπερ ἐν Ἠλέκτρᾳ οἱ τὰ Πύθια ἀπαγγέλλον-
τες ἢ ἐν Μυσοῖς ὁ ἄφωνος ἐκ Τεγέας εἰς τὴν Μυσίαν ἥκων.
ὥστε τὸ λέγειν ὅτι ἀνῄρητο ἂν ὁ μῦθος γελοῖον· ἐξ ἀρχῆς
γὰρ οὐ δεῖ συνίστασθαι τοιούτους. ἂν δὲ θῇ καὶ φαίνηται
εὐλογωτέρως ἐνδέχεσθαι καὶ ἄτοπον ἐπεὶ καὶ τὰ ἐν Ὀδυς-
σείᾳ ἄλογα τὰ περὶ τὴν ἔκθεσιν ὡς οὐκ ἂν ἦν ἀνεκτὰ δῆλον  
ἂν γένοιτο, εἰ αὐτὰ φαῦλος ποιητὴς ποιήσειε· νῦν δὲ τοῖς
262

Αριστοτέλης. , Poetica Bekker p. 1461b, l. 12

αὐτοὶ καταψηφισάμενοι συλλογίζονται, καὶ ὡς εἰρηκότος ὅ


τι δοκεῖ ἐπιτιμῶσιν, ἂν ὑπεναντίον ᾖ τῇ αὑτῶν οἰήσει. τοῦ-
το δὲ πέπονθε τὰ περὶ Ἰκάριον. οἴονται γὰρ αὐτὸν Λάκωνα
εἶναι· ἄτοπον οὖν τὸ μὴ ἐντυχεῖν τὸν Τηλέμαχον αὐτῷ εἰς
Λακεδαίμονα ἐλθόντα. τὸ δ' ἴσως ἔχει ὥσπερ οἱ Κεφαλλῆ-
νές φασι· παρ' αὑτῶν γὰρ γῆμαι λέγουσι τὸν Ὀδυσσέα
καὶ εἶναι Ἰκάδιον ἀλλ' οὐκ Ἰκάριον· δι' ἁμάρτημα δὲ τὸ
πρόβλημα εἰκός ἐστιν. ὅλως δὲ τὸ ἀδύνατον μὲν πρὸς τὴν
ποίησιν ἢ πρὸς τὸ βέλτιον ἢ πρὸς τὴν δόξαν δεῖ ἀνάγειν.
πρός τε γὰρ τὴν ποίησιν αἱρετώτερον πιθανὸν ἀδύνατον ἢ
ἀπίθανον καὶ δυνατόν· τοιούτους εἶναι οἷον Ζεῦξις
ἔγραφεν, ἀλλὰ βέλτιον· τὸ γὰρ παράδειγμα δεῖ ὑπερέχειν.
πρὸς ἅ φασιν τἄλογα· οὕτω τε καὶ ὅτι ποτὲ οὐκ ἄλογόν
ἐστιν· εἰκὸς γὰρ καὶ παρὰ τὸ εἰκὸς γίνεσθαι. τὰ δ' ὑπεν-
αντίως εἰρημένα οὕτω σκοπεῖν ὥσπερ οἱ ἐν τοῖς λόγοις
ἔλεγχοι εἰ τὸ αὐτὸ καὶ πρὸς τὸ αὐτὸ καὶ ὡσαύτως, ὥστε  
καὶ αὐτὸν ἢ πρὸς ἃ αὐτὸς λέγει ἢ ὃ ἂν φρόνιμος ὑποθῆται.
ὀρθὴ δ' ἐπιτίμησις καὶ ἀλογίᾳ καὶ μοχθηρίᾳ, ὅταν μὴ ἀνάγ-
κης οὔσης μηθὲν χρήσηται τῷ ἀλόγῳ, ὥσπερ Εὐριπίδης τῷ
Αἰγεῖ, ἢ τῇ πονηρίᾳ, ὥσπερ ἐν Ὀρέστῃ τῇ τοῦ Μενελάου.

Αριστοτέλης. , Rhetorica (0086: 038)“Aristotelis ars rhetorica”, Ed. Ross, W.D.


Oxford: Clarendon Press, 1959, Rep1964.Bekker p. 1406b, l. 14

εἴρηται). καὶ ἔτι τέταρτον τὸ ψυχρὸν ἐν ταῖς μεταφοραῖς


γίνεται· εἰσὶν γὰρ καὶ μεταφοραὶ ἀπρεπεῖς, αἱ μὲν διὰ τὸ
γελοῖον (χρῶνται γὰρ καὶ οἱ κωμῳδοποιοὶ μεταφοραῖς), αἱ
δὲ διὰ τὸ σεμνὸν ἄγαν καὶ τραγικόν· ἀσαφεῖς δέ, ἂν πόρ-
ρωθεν, οἷον Γοργίας “χλωρὰ καὶ ἄναιμα τὰ πράγματα”, “σὺ
δὲ ταῦτα αἰσχρῶς μὲν ἔσπειρας κακῶς δὲ ἐθέρισας”· ποιη-
τικῶς γὰρ ἄγαν. καὶ ὡς Ἀλκιδάμας τὴν φιλοσοφίαν “ἐπι-
τείχισμα τῷ νόμῳ”, καὶ τὴν Ὀδύσσειαν “καλὸν ἀνθρω-
πίνου βίου κάτοπτρον”, καὶ “οὐδὲν τοιοῦτον ἄθυρμα τῇ
ποιήσει προσφέρων”· ἅπαντα γὰρ ταῦτα ἀπίθανα διὰ τὰ εἰρη-
μένα. τὸ δὲ Γοργίου εἰς τὴν χελιδόνα, ἐπεὶ κατ' αὐτοῦ
πετομένη ἀφῆκε τὸ περίττωμα, ἄριστα ἔχει τῶν τραγικῶν·
εἶπε γὰρ “αἰσχρόν γε, ὦ Φιλομήλα”. ὄρνιθι μὲν γάρ, εἰ
ἐποίησεν, οὐκ αἰσχρόν, παρθένῳ δὲ αἰσχρόν. εὖ οὖν ἐλοιδόρησεν
εἰπὼν ὃ ἦν, ἀλλ' οὐχ ὃ ἔστιν.
 Ἔστιν δὲ καὶ ἡ εἰκὼν μεταφορά· διαφέρει γὰρ μικρόν·
ὅταν μὲν γὰρ εἴπῃ [τὸν Ἀχιλλέα] “ὡς δὲ λέων ἐπόρουσεν”,
εἰκών ἐστιν, ὅταν δὲ “λέων ἐπόρουσε”, μεταφορά· διὰ γὰρ τὸ
ἄμφω ἀνδρείους εἶναι, προσηγόρευσεν μετενέγκας λέοντα
τὸν Ἀχιλλέα. χρήσιμον δὲ ἡ εἰκὼν καὶ ἐν λόγῳ,
263

Αριστοτέλης. , Rhetorica
Bekker p. 1408b, l. 22
μάλιστα ἁρμόττει λέγοντι παθητικῶς· συγγνώμη γὰρ ὀργιζο-
μένῳ κακὸν φάναι οὐρανόμηκες, ἢ πελώριον εἰπεῖν, καὶ ὅταν
ἔχῃ ἤδη τοὺς ἀκροατὰς καὶ ποιήσῃ ἐνθουσιάσαι ἢ ἐπ-
αίνοις ἢ ψόγοις ἢ ὀργῇ ἢ φιλίᾳ, οἷον καὶ Ἰσοκράτης ποιεῖ
ἐν τῷ Πανηγυρικῷ ἐπὶ τέλει “φήμην δὲ καὶ μνήμην” καὶ “οἵ-
τινες ἔτλησαν”· φθέγγονται γὰρ τὰ τοιαῦτα ἐνθουσιάζοντες,
ὥστε καὶ ἀποδέχονται δηλονότι ὁμοίως ἔχοντες. διὸ καὶ τῇ
ποιήσει ἥρμοσεν· ἔνθεον γὰρ ἡ ποίησις. ἢ δὴ οὕτως δεῖ, ἢ
μετ' εἰρωνείας, ὥσπερ Γοργίας ἐποίει καὶ τὰ ἐν τῷ Φαίδρῳ.
 Τὸ δὲ σχῆμα τῆς λέξεως δεῖ μήτε ἔμμετρον εἶναι μήτε
ἄρρυθμον· τὸ μὲν γὰρ ἀπίθανον (πεπλάσθαι γὰρ δοκεῖ), καὶ
ἅμα καὶ ἐξίστησι· προσέχειν γὰρ ποιεῖ τῷ ὁμοίῳ, πότε πά-
λιν ἥξει· ὥσπερ οὖν τῶν κηρύκων προλαμβάνουσι τὰ
παιδία τὸ “τίνα αἱρεῖται ἐπίτροπον ὁ ἀπελευθερούμενος;”
“Κλέωνα”· τὸ δὲ ἄρρυθμον ἀπέραντον, δεῖ δὲ πεπεράν-
θαι μέν, μὴ μέτρῳ δέ· ἀηδὲς γὰρ καὶ ἄγνωστον τὸ ἄπει-
ρον. περαίνεται δὲ ἀριθμῷ πάντα· ὁ δὲ τοῦ σχήματος τῆς
λέξεως ἀριθμὸς ῥυθμός ἐστιν, οὗ καὶ τὰ μέτρα τμήματα·
διὸ ῥυθμὸν δεῖ ἔχειν τὸν λόγον, μέτρον δὲ μή· ποίημα  
γὰρ ἔσται. ῥυθμὸν δὲ μὴ ἀκριβῶς· τοῦτο δὲ ἔσται ἐὰν
μέχρι του ᾖ. τῶν δὲ ῥυθμῶν ὁ μὲν ἡρῷος σεμνῆς ἀλλ' οὐ

Αριστοτέλης. , Frag.varia (0086: 051)“Aristotelis qui ferebantur librorum


fragmenta”, Ed. Rose, V.Leipzig: Teubner, 1886, Rep1967.Category 8, treatise title
44, fragment 392, l. 3

communi malo civitatis secesserit, is domo patria fortunisque


omnibus careto, exul extorrisque esto.”
  Plutarch. Solon. 20 in.: τῶν δ' ἄλλων αὐτοῦ νόμων
ἴδιος μὲν μάλιστα καὶ παράδοξος ὁ κελεύων ἄτιμον εἶναι
τὸν ἐν στάσει μηδετέρας μερίδος γενόμενον.
 Plut. de sera num. vind. 4: παραλογώτατον δὲ τὸ τοῦ
Σόλωνος ἄτιμον εἶναι τὸν ἐν στάσει πόλεως μηδετέρᾳ μερίδι
προσθέμενον μηδὲ συστασιάσαντα.
 Plutarch. Solon. 32: ἡ δὲ δὴ διασπορὰ κατακαυθέντος
αὐτοῦ (Σόλωνος) τῆς τέφρας περὶ τὴν Σαλαμινίων νῆσον
ἔστι μὲν διὰ τὴν ἀτοπίαν ἀπίθανος παντάπασι καὶ μυθώδης,  
ἀναγέγραπται δ' ὑπό τε ἄλλων ἀνδρῶν ἀξιολόγων καὶ Ἀρι-
στοτέλους τοῦ φιλοσόφου.
 Schol. in Aristoph. Acharn. 234 Παλλήναδε: οἱ Παλ-
ληνεῖς δῆμός ἐστι τῆς Ἀττικῆς, ἔνθα Πεισιστράτῳ βουλομένῳ
τυραννεῖν καὶ Ἀθηναίοις ἀμυνομένοις αὐτὸν συνέστη πόλεμος
... μέμνηται δὲ τούτου καὶ Ἀνδροτίων καὶ Ἀριστοτέλης
ἐν Ἀθηναίων πολιτείᾳ.
 Schol. in Aristoph. Lysist665 (Suidas) λυκόποδες:
λυκόποδας ἐκάλουν, ὡς μὲν Ἀριστοτέλης, τοὺς τῶν τυράν-
νων δορυφόρους· τοὺς γὰρ ἀκμάζοντας τῶν οἰκετῶν ἐπὶ τῇ
264

Αίλιος Ηρωδιανός Καθολική Προσωδία. (0087: 001)“Grammatici Graeci, vol. 3.1”,


Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1867, Rep1965.Part+Vol. 3,1, p. 28, l. 8

διέζωσται καὶ οἱονεὶ χερρόνησός ἐστιν, ὑπὸ τοῦ Εὐξείνου τῆς Προπον-
τίδος διεζωσμένη. Ἐπαφρόδιτος δὲ ἀλαζόνας τινὰς εἶναι αὐτοὺς ὑπὸ  
τῆς εὐδαιμονίας τῆς χώρας ἐπῃρμένους τοῦ α εἰς τὸ ι τραπέντος.
ὀλίζων· τὸ δὲ Ὀλιζών πόλις Θετταλίας – Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ «καὶ
Πιτύειαν ἔχον καὶ Ὀλιζῶνα τρηχεῖαν» (Il. Β 717) – κλίνεται διὰ τοῦ
ω καὶ ὀξύνεται πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ «λαοὶ δ' ὑπ' ὀλίζονες ἦσαν»
(Σ 519). ὠνομάσθη δὲ ἀπὸ τοῦ μικρὰ εἶναι. Θεσσαλοὶ γάρ, ὡς ἱστορεῖ
Δημοσθένης ἐν κτίσεσι, τὸ μικρὸν ὄλιζον καλοῦσι. τὸ δὲ Ἀμαζών
ἔχει μακρὸν τὸ α· ἔστι δὲ ἔθνος γυναικεῖον πρὸς τῷ Θερμώδοντι, ὡς
Ἔφορος. τινὲς ἀπὸ τοῦ ἐστερῆσθαι μαζῶν· ἀπίθανος δὲ ἡ τοιαύτη
ἐτυμολογία· Θεμισταγόρας δὲ καὶ ἐν τῇ χρυσῇ βίβλῳ φησίν «ὅτι κατὰ
τὴν Ἀλόπην τὴν νῦν καλουμένην Λυκίαν τὴν πρὸς τῇ Ἐφέσῳ γυναῖκες
μίᾳ συμβουλῇ τὰ συνήθη ταῖς γυναιξὶν ἔργα ἀπαρνησάμεναι καὶ ζώναις
χρησάμεναι καὶ ὁπλισμοῖς τὰ τῶν ἀνδρῶν πάντα ἐπετήδευον· πρὸς δὲ
τὰ ἄλλα καὶ ἤμων σὺν αὐταῖς ζώναις, ὅ ἐστιν ἐθέριζον. διὰ τοῦτο καὶ
Ἀμαζόνας κεκλῆσθαι τὰς σὺν ταῖς ζώναις ἀμώσαις». ἢ ὅτι τὸν ἕνα τῶν
μαζῶν ἔκαιον χάριν τοῦ τοξεύειν ἢ ὅτι μάζαις οὐκ ἐχρῶντο, ἀλλ' ὄφεσι
καὶ σκορπίοις καὶ σαύραις καὶ χελώναις. οἱ δὲ ἀπὸ μητρὸς Ἀμαζοῦς.
λέγεται δὲ καὶ Ἀμαζών ἀρσενικῶς ὡς παρὰ Καλλιμάχῳ «ἵν' Ἀμαζόνες

Αίλιος Ηρωδιανός Καθολική Προσωδία. Part+Vol. 3,1, p. 209, l. 18

καὶ ἀπ' αὐτοῦ ἡ Σάμος, Τράγασος, ἀφ' οὗ Τραγασαί χωρίον ἐν


ἠπείρῳ, Καύκασος τὸ ὄρος τῶν κατὰ τὴν Ἀσίαν ὀρῶν μέγιστον, λέγε-
ται καὶ Καύκασις διὰ τοῦ ι, Βάργασος, ὁ υἱὸς Βάργης καὶ Ἡρακλέους,
ἀφ' οὗ Βάργασα πόλις Καρίας, Μύλασος υἱὸς Χρυσάορος τοῦ Γλαύ-
κου τοῦ Σισύφου τοῦ Αἰόλου, ἀφ' οὗ Μύλασα πόλις Καρίας. λέγεται
καὶ ἡ πόλις Μύλασος, ὡς Αἰσχύλος ἐν Καρσὶν ἢ Εὐρώπῃ. Νάκρασος
πόλις καὶ δῆμος Καρίας. Ἀπολλώνιος δεκάτῳ Καρικῶν. Πρόγασος.
Πύρασος πόλις Φθίας. κέκληται δὲ διὰ τὸ τὴν χώραν εἶναι πυροφό-
ρον. Πήδασος πόλις ὑπὲρ τὴν Ἴδην. Τάμασος πόλις Κύπρου. ἐν-
τεῦθέν τινες γράφουσιν» (Od. α 184) «εἰς Τάμασον μετὰ χαλκόν».
ἀπιθάνως. Πάρρασος εἷς τῶν Λυκάονος παίδων. Ἔρασος. σημείωσαι
τὸ κερασός φυτὸν ὀξυνόμενον, τὴν δὲ πόλιν βαρύνουσιν. τὸ μέντοι
Ἐγγυασός ἐκτεταμένον ἔχον τὸ α ὀξύνεται καὶ τὸ Παρνασσός δύο
σσ ἔχον. ἔστι δὲ ὄρος Δελφῶν. ἐκαλεῖτο δὲ πρότερον Λαρνασσός διὰ
τὸ τὴν Δευκαλίωνος λάρνακα αὐτόθι προσενεχθῆναι. ἔνιοι δέ φασιν
ἀπὸ Παρνασσοῦ Παρνασσὸν τοὔνομα λαβεῖν, ὃν καὶ μαντεύσασθαι Πυθοῖ
πρῶτον, ὡς Ἀλεξανδρίδης φησὶν ἐν πρώτῳ περὶ τοῦ ἐν Δελφοῖς χρη-
στηρίου. ὡσαύτως καὶ Ὑγασσός πόλις Καρίας, Βυβασσός πόλις Κα-
ρίας ἀπὸ Βυβασσοῦ νομέως περισώσαντος ἀπὸ θαλάσσης καὶ χειμῶνος
εἰς Καρίαν ἐκπεσόντα Ποδαλείριον. λέγεται καὶ Βούβαστος. Ἀλέξανδρος
δευτέρῳ Καρικῶν. Ἔφορος δὲ Βύβαστόν φησι. Κρυασσός
265

Αίλιος Ηρωδιανός Καθολική Προσωδία. Part+Vol. 3,1, p. 444, l. 30

κατάρχει ὄνομα ὡς τὸ κορυζῶ καὶ φυζῶ, οὗ μέσος παρακείμενος ἐν


τῷ «πεφυζότες ἠΰτε νεβροί» (Il. Χ 1) καὶ τὸ μυζῶ, ἐξ οὗ τὸ μεμυζότε
μυδαλέω τε» παρ' Ἀντιμάχῳ. Ὀφείλει μὲν τὰ εἰς ζω περισπώμενα
τῷ υ παραληγόμενα τρίτης συζυγίας εἶναι· τὸ δὲ κνυζῶ ἐστι καὶ πρώ-
της καὶ δευτέρας συζυγίας, ὁ μέλλων κνυζήσω, ἐξ οὗ καὶ κνυζηθμός
ὡς μυκηθμός. «κνυζηθμῷ δ' ἑτέρωσε διὰ σταθμοῖο φόβηθεν» (Od. π 163).
καὶ πάλιν Σοφοκλῆς Φρίξῳ (f650 Nauck) «κυνηδὸν ἐξέπραξαν κνυ-
ζούμενον». ἔστι καὶ τρίτης ὡς τὸ «κνυζώσω δέ τοι ὄσσε» (Od. ν 401).
τὸ δὲ κνυζῶσαι ἀντὶ τοῦ διαφθεῖραι κεῖται. δι' ὃ ἐπιφέρει Ὅμηρος τὸ
»πάρος περικαλλέ' ἐόντα». καί τινες μὲν ἀπὸ κυνῶν κυνῶ καὶ κνυζῶ.
ἀλλ' ἔστιν ἀπίθανον καὶ δυσκατάστατον παριστᾶν ἐκ τῆς κατὰ κύνας  
μεταφορᾶς τὸ τῶν ὀφθαλμῶν ἀπρεπές. οἱ δὲ παρὰ τὴν κόνυζαν οἷον
χαμαιζήλοιο κονύζης» (Nicand. The70) γίνεσθαι κνυζῶ ὡς κόρυζα
κορυζῶ καὶ ῥίζα ῥιζῶ, ὅπερ ἀπίθανον. ἄμεινον οὖν Φιλοξένῳ συγκατα-
τίθεσθαι εἰπόντι, ὅτι παρὰ τὸ κνύω γίνεται, ὃ δηλοῖ τὸ ξύω, Δωρικὸν
μὲν ὄν, προφερόμενον δὲ παρὰ Ἀττικοῖς καὶ Ἴωσιν. Σώφρων ἐν Μί-
μοις (f9 Ahrens)

Αίλιος Ηρωδιανός Καθολική Προσωδία. Part+Vol. 3,1, p. 445, l. 3

τῷ υ παραληγόμενα τρίτης συζυγίας εἶναι· τὸ δὲ κνυζῶ ἐστι καὶ πρώ-


της καὶ δευτέρας συζυγίας, ὁ μέλλων κνυζήσω, ἐξ οὗ καὶ κνυζηθμός
ὡς μυκηθμός. «κνυζηθμῷ δ' ἑτέρωσε διὰ σταθμοῖο φόβηθεν» (Od. π 163).
καὶ πάλιν Σοφοκλῆς Φρίξῳ (f650 Nauck) «κυνηδὸν ἐξέπραξαν κνυ-
ζούμενον». ἔστι καὶ τρίτης ὡς τὸ «κνυζώσω δέ τοι ὄσσε» (Od. ν 401).
τὸ δὲ κνυζῶσαι ἀντὶ τοῦ διαφθεῖραι κεῖται. δι' ὃ ἐπιφέρει Ὅμηρος τὸ
»πάρος περικαλλέ' ἐόντα». καί τινες μὲν ἀπὸ κυνῶν κυνῶ καὶ κνυζῶ.
ἀλλ' ἔστιν ἀπίθανον καὶ δυσκατάστατον παριστᾶν ἐκ τῆς κατὰ κύνας  
μεταφορᾶς τὸ τῶν ὀφθαλμῶν ἀπρεπές. οἱ δὲ παρὰ τὴν κόνυζαν οἷον
χαμαιζήλοιο κονύζης» (Nicand. The70) γίνεσθαι κνυζῶ ὡς κόρυζα
κορυζῶ καὶ ῥίζα ῥιζῶ, ὅπερ ἀπίθανον. ἄμεινον οὖν Φιλοξένῳ συγκατα-
τίθεσθαι εἰπόντι, ὅτι παρὰ τὸ κνύω γίνεται, ὃ δηλοῖ τὸ ξύω, Δωρικὸν
μὲν ὄν, προφερόμενον δὲ παρὰ Ἀττικοῖς καὶ Ἴωσιν. Σώφρων ἐν Μί-
μοις (f9 Ahrens)
  κνύζομαι δὲ οὐδὲν ἰσχύων. ἁ δὲ ξύσμα ἐκ ποδῶν εἰς
  κεφαλὰν ἱππάζεται.
καὶ ξύσιλον ἀποφαίνεταί τινα ἐκ τοῦ συνεχοῦς ἐν γήρᾳ κνησμοῦ καὶ Δη-
μόκριτος (f49 Mullach) «ξυόμενοι ἄνθρωποι ἥδονται καί σφιν γίνεται
ἅπερ τοῖς ἀφροδισιάζουσιν» καὶ παρὰ τῷ κωμικῷ ἐν Θεσμοφοριαζούσαις
(481) «οὗτος πόθῳ μου ἔκνυεν ἐλθὼν τὴν θύραν» ἤγουν διὰ τὸν πόθον
μου ἔξυε τὴν θύραν. καὶ ἀρέσκεται ὥσπερ ἑρπύω ἑρπύζω καὶ μύω

Αίλιος Ηρωδιανός Καθολική Προσωδία. Part+Vol. 3,1, p. 503, l. 1

  ἁρμοῖ που κἀκείνῳ ἐπέτρεχε λεπτὸς ἴουλος (f44).


266

οὕτως Θέων ὁ Ἀρτεμιδώρου. τὰ δὲ ἀπὸ βαρυτόνων βαρύνεται, ἔξω


ἔξοι, πέδον πέδοι «πέδοι δὲ βᾶσαι» Αἰσχύλος Προμηθεῖ δεσμώτῃ
(280), ἔνδον ἔνδοι «ἔνδοι Πραξινόα» ὁ Θεόκριτος (XV 1) οἶκος
οἴκοι.
 Τὰ σχετλιαστικὰ τῶν εἰς οι καὶ αι ἄλογον ἔχει τὸν τόνον. ἃ μὲν
γὰρ αὐτῶν περισπᾶται, ὡς τὸ ὀτοτοῖ ἔχον συμπαρακείμενον καὶ τὸ
ἀταταῖ, καὶ τὸ οὐαῖ καὶ αἰαῖ, σαβοῖ τε καὶ αἰβοῖ καὶ τὸ σαβαῖ
παρ' Εὐπόλιδι ἐν Βάπταις. τὸ δὲ εὐαί παρὰ τῷ αὐτῷ ὀξύνεται «εὐαὶ
σαβαῖ» ὡς τὸ αἴ, οὐαί, βαβαί. βαρύνεται δὲ τὸ οἴμοι ὤμοι. τὸ  
δὲ ὦ πόποι δυσὶ τόνοις χρῆται. Ἀρίσταρχος δέ φησιν ἀπίθανον εἶναι
τὸ τὸν Δία ὦ πόποι οἷον ὦ θεοί λέγειν· ἀλλ' ἐπεὶ ἔδει τὸ πόποι
σχετλιαστικὸν ὑπάρχον καὶ ἄνευ τοῦ ὦ λέγεσθαι καὶ ἐπεὶ παράκειται
αὐτῷ τὸ παπαῖ, ὥστε εἰ μὴ ὀνοματικόν ἐστιν, ὀφείλει περισπᾶσθαι ὡς
εἶναι δύο περισπωμένας ὦ ποποῖ, λέγομεν βαρύνεσθαι αὐτὸ ὡς τὸ ὦ
φίλοι, ἐκ τοῦ ὑπολαβεῖν ὄνομα εἶναι τὸ πόποι. καὶ τὸ ἰατταταῖ δὲ
περισπᾶται καὶ τὸ ἀππαπαῖ· ἡ δὲ συνήθεια ὀξύνει τὸ παπαί καὶ
ἀταταί. καὶ καθόλου δὲ οὐ δεῖ τὰ σχετλιαστικὰ τῶν ἐπιρρημάτων
οἱονεὶ βακχικὰ ὄντα ὑπὸ τὴν ἔντεχνον ἀκολουθίαν ἄγειν, εἴγε οὐδὲ
μέρη λόγου τινὲς ταῦτα ἐνόμισαν· πασχούσης γὰρ ψυχῆς ἢ

Αίλιος Ηρωδιανός Περὶ Ἰλιακῆς προσῳδίας (0087: 007)“Grammatici Graeci, vol.


3.2”, Ed. Lentz, A.
Leipzig: Teubner, 1870, Rep1965.Part+Vol. 3,2, p. 51, l. 12

ἰδίως ἐπὶ τοῦ πλοίου, βαρύνομεν, ὡς λευκή καὶ λεύκη. ὀξύνεται δὲ


ὁ πρυμνός, ἐπεὶ τὰ εἰς νος λήγοντα μετ' ἐπιπλοκῆς συμφώνου τριγενῆ
ἁπλᾶ ὀξύνεται, συχνός πυκνός· οὕτως πρυμνός. A.
 297. Ἡλιόδωρος στίζει εἰς τὸ ἀπόρουσεν, εἶτα ἄρχεται ἀπὸ τοῦ
σὺν ἀσπίδι δουρί τε μακρῷ. ἃ γὰρ εἶχε, φησί, πρότερον, ταῦτα τῷ
Πανδάρῳ παρέδωκε. αἴρει γοῦν (οὖν), φησί, τὴν ἀσπίδα ἀπὸ τοῦ
νεκροῦ καὶ καθοπλίζεται, καὶ τὸ βληθὲν ὑπὸ τοῦ Διομήδους δόρυ.
(Voluit igitur: Αἰνείας δ' ἀπόρουσε. σὺν ἀσπίδι δουρί τε μακρῷ, δεί-
σας – Ἀχαιοί, ἀμφὶ δ' ἄρ' αὐτῷ βαῖνε.) τοῦτο δὲ οὐκ ἔστιν ἀληθὲς
ὡς ὅτι ἀπὸ τοῦ Πανδάρου ὁ Αἰνείας αἴρει τὰ ὅπλα· οὐ γὰρ ἐδήλωσεν
ὁ ποιητής. ἀπίθανόν τε αὐτὸν ἑαυτὸν τὸν Αἰνείαν γυμνὸν παραδεδω-
κέναι τοῖς πολεμίοις. ὑπόψυχρόν τε τὸ ἐκδέχεσθαι τὸν Διομήδη ἕως
οὗ καθοπλίσηται ὁ Αἰνείας, καὶ μὴ εὐθέως αὐτὸν ἀνελεῖν. διὸ καὶ ὁ
Ἀσκαλωνίτης συνάπτει, ὥστε ἐπὶ τοῦ Αἰνείου κεῖσθαι τὸ σὺν ἀσπίδι
δουρί τε μακρῷ· καὶ δῆλον ὅτι ὁ Πάνδαρος ὑπ' ἄλλου κατὰ τὸ σιω-
πώμενον καθώπλιστο, ὁ δὲ Αἰνείας εἰς τὸ μετάφρενον μετενηνόχει τὴν
ἀσπίδα, εἶχε δὲ τὸ δόρυ παρακείμενον, ᾗ ἔκειτο ἐν τῷ δίφρῳ, ὥσπερ
καὶ Νέστωρ ἡνιοχῶν Διομήδει, ὡς σαφὲς ἐκ τοῦ Ἕκτορος προσώπου
»αἴ κε λάβωμεν ἀσπίδα Νεστορέην» (Il. Θ 191). οὕτως δὲ καὶ Αὐτο-
μέδων ἡνιοχεῖ τῷ Πατρόκλῳ· παραδοὺς οὖν τὰς ἡνίας Ἀλκιμέδοντι
πολεμεῖ τοῖς ἰδίοις ὅπλοις. ἦν οὖν τόπος τῶν ὅπλων τοῦ ἡνιόχου ἐν
267

Αίλιος Ηρωδιανός Περὶ Ἰλιακῆς προσῳδίας


Part+Vol. 3,2, p. 83, l. 2

ὑπάρχῃ ἢ τοῦ εἰλύεται· δύναται γὰρ καὶ ἑνικῶς συντάσσεσθαι καὶ πλη-
θυντικῶς. οὐκ ἀήθης δὲ ἡ τοιαύτη συναλοιφή, εἴγε καὶ τὸ ἐρύεσθαι
ῥῦσθαι ἔφη· «πάντων ἀνθρώπων ῥῦσθαι γενεήν τε τόκον τε» (Il. Ο 141),
καὶ τὸ «ἄρχετε νῦν νέκυας φορέειν» (Od. χ 437) ἐν τοῖς ἑξῆς ἔφη
»ἐκ δὲ νέκυς οἴκων φόρεον» (Od. ω 417). τινὲς δὲ προπαροξύνουσιν
ὡς ἀπὸ τοῦ εἴλυμι. A. Addiderat Herodianus ὃ καὶ μᾶλλον. δύναται
γὰρ ἐκ τοῦ εἴλυται ἐκτετάσθαι Π 542.
 295. ἐξήλατον: Ἀρίσταρχός φησιν ὡς δεῖ δασύνοντας προφέ-
ρεσθαι. σημαίνει γὰρ κατὰ ἀριθμὸν ἐκ τοσούτων ἐλασμάτων συγκειμένην  
αὐτήν. ὁ δὲ Ζηνόδοτος, φησίν, ἔοικε ψιλῶς προφέρεσθαι, ἐκδεχόμενος
τὴν ἐξηλασμένην, οὐκ εὖ. οὐκ ἀπιθάνως δὲ ὁ Ἀρίσταρχος, εἴγε καὶ
ἑπταβόειον σάκος που λέγει καὶ ἐπὶ τῆς Ἀχιλλέως ἀσπίδος «πέντε δ'
ἄρ' αὐτοῦ ἔσαν σάκεος πτύχες» (Il. Σ 481) καὶ «ἐπεὶ πέντε πτύχας
ἤλασε κυλλοποδίων» (Il. Υ 270). A.
 297. τὸ περίκυκλον ἄμεινον δύο ποιεῖν περί καὶ κύκλον, ἵνα
ᾖ περὶ τὸν τῆς ἀσπίδος κύκλον. οὕτως καὶ ὁ Ἀσκαλωνίτης. A.
 337. γεγωνεῖν: ὁ Ἀσκαλωνίτης βαρύνει ὡς ἀνύειν, Ἀρίσταρχος
δὲ περισπᾷ ὡς φιλεῖν, καὶ ἔοικε μᾶλλον περισπώμενον εἶναι παρὰ τῷ
ποιητῇ· ὡς γὰρ ἐνόεον καὶ ἐφίλεον, οὕτως καὶ ἐγεγώνεον ἔφη· «ἠμὲν
ὅσ' ἐφρασάμην καὶ Τηλεμάχῳ ἐγεγώνεον» (Od. ρ 161). ἀπαρέμφατόν
τε προηνέγκατο τὸ γεγωνέμεν· «ἥ ῥ' ἐν μεσσάτῳ ἔσκε γεγωνέμεν»

Αίλιος Ηρωδιανός Περὶ Ἰλιακῆς προσῳδίας


Part+Vol. 3,2, p. 99, l. 2

 44. ἀκμῆτες: ὡς ἀδμῆτες· καὶ καθόλου, ὅσα ἀπὸ παρακειμένου


συντέθειται ὀνόματα εἰς ης λήγοντα, ὧν τὸ τέλος μίαν συλλαβὴν ἀπο-
φέρεται τοῦ ῥήματος μετὰ δύο συμφώνων, ὀξύνεται, οἷον ἰθυτμής, μία
συλλαβὴ ἐπὶ τέλους ἀπὸ παρακειμένου, καὶ δύο σύμφωνα πρὸ τοῦ η.
φλεβοτμής, ἀβλής, προβλής. οὕτως ἀκμής. A.
 47. λιτέσθαι: ὁ Ἀσκαλωνίτης ἀξιοῖ ὁμοίως τῷ λίσσεσθαι, ἐπεὶ
ἐνεστῶτος χρόνου ἀπὸ ὁριστικοῦ τοῦ λίτομαι (Cod. λίττομαι). εἰσὶ δὲ
οἳ παροξύνουσιν ὁμοίως τῷ λαβέσθαι. ἐγὼ δ' ἐπαινῶ τὸν Ἀσκαλωνίτην
προπαροξύνοντα ἐπὶ ἐνεστῶτος. τοῦτο γάρ ἐστι καὶ τὸ δηλούμενον·  
ἔμελλε γὰρ αὐτῷ θάνατον λίσσεσθαι. δοκεῖ δέ μοι ἡ πλείων παράδοσις
παροξύνειν οὐκ ἀπιθάνως. ὅνπερ γὰρ τρόπον ἐν ἑτέροις διαλαμβάνων
περὶ τοῦ «μεταλλῆσαι καὶ ἔρεσθαι» (Od. γ 69), ἀξιούντων πάντων τὸ
(Cod. τῷ) ἐρέσθαι ὁμοίως τῷ πυθέσθαι, ἐπειδήπερ μέσος δεύτερος ἀόρι-
στός ἐστιν, ἀπεφηνάμην ὡς ἡ παράδοσις τρίτην ἀπὸ τέλους ἐποίησε
τὴν ὀξεῖαν οὐ τῷ σημαινομένῳ πεισθεῖσα ἀλλὰ τῷ χαρακτῆρι τῆς φω-
νῆς, ἐπεὶ τὰ τοιαῦτα τῶν ἀπαρεμφάτων προπαρωξύνετο, ὄντα ἐνεστῶ-
τος, οἷον φέρεσθαι δέρεσθαι, ἃ (Cod. καὶ) εἶχε τὴν ρε συλλαβὴν πρὸ
τέλους, τῆς ἀρχούσης συλλαβῆς εἰς τὸ ε ληγούσης,  – οὕτως καὶ τὸ
ἔρεσθαι ἀναδεξάμενον τὸν αὐτὸν χαρακτῆρα προπαρωξύνετο, οὐ τῷ
λόγῳ τοῦ ἀορίστου, τῇ δὲ ὁμοιότητι τῆς φωνῆς,  – τὸν αὐτὸν τρόπον
καὶ ἐπὶ τοῦ προκειμένου. ὀφείλει γὰρ τὸ λιτέσθαι προπαροξύνεσθα
268

ι.

Αίλιος Ηρωδιανός Περὶ Ἰλιακῆς προσῳδίας Part+Vol. 3,2, p. 125, l. 5

ἠδ' ὀδύνησεν: τινὲς ἐδάσυναν τὸ ἡ δέ, ἵνα ἡ αἰδὼς διττὴ ὑπάρχῃ,


ἡ μὲν βλάπτουσα ἡ δὲ ὠφελοῦσα. οὕτως δὲ καὶ Εὐριπίδης (Hippol.
385) ἐξεδέξατο εἰπὼν διττὰς εἶναι αἰδούς· δύναιτο δ' ἂν ἡ αὐτὴ οὖσα
πῇ μὲν ὠφέλιμος εἶναι πῇ δὲ βλαβερά. A.
 72. ἦ γάρ οἱ αἰεὶ μήτηρ παρμέμβλωκεν: οὐκ ἀναγκαῖον τὸ
η ἄρθρον ἐκδέχεσθαι καὶ δασύνειν. ἔθος γὰρ αὐτῷ ἔσθ' ὅτε παραλεί-  
πειν τὰ ἄρθρα· «ἀλλὰ φίλη μήτηρ» (Il. Φ 276), «μήτηρ μέν τέ μέ
φησι» (Od. α 215). σύνδεσμος οὖν ἐστι βεβαιωτικός· διὸ περισπαστέον. A.
 74. ἀλλ' εἴ τις καλέσειε θεῶν Θέτιν ἄσσον ἐμεῖο: τινὲς
τὸ θέων ἐπὶ τοῦ τρέχων ἐξεδέξαντο, μετοχὴν παραλαμβάνοντες, καὶ
ἐβάρυναν. ἀπίθανον δέ· διὸ περισπαστέον· γενικὴ γάρ ἐστι πληθυντικὴ
ὀνόματος τοῦ θεός.

Αίλιος Ηρωδιανός De figuris (= Περὶ σχημάτων) [Sp.] (0087: 035)


“Rhetores Graeci, vol. 3”, Ed. Spengel, L.Leipzig: Teubner, 1856, Rep1966.
P. 91, l. 32

ριπίδῃ προειποῦσα ἡ Μήδεια ὅσων προϋπῆρξεν εἰς τὸν


ἄνδρα εὐεργεσιῶν, ἐπιφέρει παθητικώτατα,
  τοιγάρ με πολλαῖς μακαρίαν ἀν' Ἑλλάδα
  ἔθηκας ἀντὶ τῶνδε. θαυμαστὸν δέ σε
  ἔχω πόσιν καὶ πιστὸν ἡ τάλαιν' ἐγώ,
  εἰ φεύξομαί γε γαῖαν ἐκβεβλημένη
  δόμων, ἔρημος σὺν τέκνοις μόνη μόνοις.
 Ἔκλυσις δέ ἐστι πραγμάτων μεγάλων δεινότης διὰ
σμικροπρεπείας τοῦ λόγου μαραινομένη ἐν ταῖς τῶν
ἀκουόντων διανοίαις, ὡς ὁπόταν ὁ Αἰσχίνης λέγῃ, οὐ
μέμνησθε αὐτοῦ τὰ μιαρὰ καὶ ἀπίθανα ῥή-  
ματα; πῶς ποτε ὑμεῖς, ὦ σιδήρεοι, ἐκαρ-
τερεῖτε ἀκροώμενοι, ὁπότε ἔφη παρελθών·
ἀμπελουργοῦσί τινες τὴν πόλιν· τὰ κλή-
ματα τοῦ δήμου ὑποβέβληται· φορμορρα-
φούμεθα. ταῦτα γὰρ οὐκ ἀναλογεῖ τὰ ῥήματα τῇ
τότε ὑποκειμένῃ τῶν πραγμάτων ὑποθέσει.
 Τῆς δὲ εἰρωνείας καθέστηκεν εἴδη τὰ λεπτομερέ-
στερα τάδε, σαρκασμός, διασυρμός, ἐπικερτόμησις, κα-
τάγελως, εἰκασμός, χαριεντισμός.

Aristoxenus Mus., Frag.(0088: 006)“Aristoxenos”, Ed. Wehrli, F.


Basel: Schwabe, 1967; Die Schule des Aristoteles, vol. 2, 2nd edn..
Fragment 22, l. 4
269

 Diogenes Laert. VIII 46: τελευταῖοι γὰρ ἐγένοντο τῶν Πυθαγο-


ρείων, οὓς καὶ Ἀριστόξενος εἶδε, Ξενόφιλός τε ὁ Χαλκιδεὺς ἀπὸ Θρᾴκης
καὶ Φάντων ὁ Φλιάσιος καὶ Ἐχεκράτης καὶ Διοκλῆς καὶ Πολύμναστος,
Φλιάσιοι καὶ αὐτοί. ἦσαν δ' ἀκροαταὶ Φιλολάου καὶ Εὐρύτου τῶν Ταραντίνων.
 [Lucian.] De longaevis 18, 221: Ξενόφιλος δὲ ὁ μουσικός, ὥς
φησιν Ἀριστόξενος, προσσχὼν τῇ Πυθαγόρου φιλοσοφίᾳ ὑπὲρ τὰ πέντε καὶ
ἑκατὸν ἔτη Ἀθήνησιν ἐβίωσε.
 Papyrus Herculanens. 1508 (W. Crönert, Kolotes und Mene-
demos 1906 p. 131): ...... οὕτω [δ]ὴ̣ ἅπαντ' εἰς ..... καταναλώς[ας]
...... εὗρε καὶ ἠδυνή[θη καὶ] ἄλλα πειρώμ[ενος ἀνύ]τειν ὑπὲρ τού[των
......] ἀπιθανώτερο[ν ......] Ἀρι[στόξενον ......] καὶ δεῖ γο....
[τὸ]ν ἰατρ[ὸ]ν τὴν ...... οὐχ ὁπόθεν ........ν, ἀλλὰ κ̣ιν...... ὧτ'
ἐπεκθέ[ειν] ...... φύσιν. πάλιν .....ρικ..ς, ἀλλὰ κ...... [μετ]αξ̣ὺ̣
ὄντες ἀπα.....αχ..ναντως.....ως Ἄκρω[ν] .... μ[ᾶ]λλον δὲ
κα[ὶ] ....... [Ἀρι]στόξεν[ος] .....εκατᾳ....... Πολύμ[ναστος ......]
......ο̣ντωνι̣.....δι̣κον Εὐρυφῶν.
 

Θεόφραστος. Historia plantarum (0093: 001)“Theophrastus. Enquiry into plants, 2


vols.”, Ed. Hort, A.Cambridge, Mass.: Haard University Press, 1916, Rep1:1968;
2:1961.Book 9, Ch.4, sec. 10, l. 5

τοῦ δένδρον ἐν ἱερῷ τινι δαφνοειδὲς ἔχει τὸ φύλ-


λον, εἴ τι δεῖ σταθμᾶσθαι τοῦτο· ὁ λιβανωτὸς δ'
ἔχει, καὶ ὁ ἐκ τοῦ στελέχους καὶ ὁ ἐκ τῶν ἀκρε-
μόνων, ὁμοίως καὶ τῇ ὄψει καὶ τῇ ὀσμῇ θυμιώ-
μενος τῷ ἄλλῳ λιβανωτῷ. πέφυκε δὲ τοῦτο μόνον
τὸ δένδρον οὐδεμιᾶς τυγχάνειν θεραπείας.
 Ἔνιοι δὲ λέγουσιν ὡς πλείων μὲν ὁ λιβανωτὸς
ἐν τῇ Ἀραβίᾳ γίνεται, καλλίων δὲ ἐν ταῖς ἐπικει-
μέναις νήσοις ὧν ἐπάρχουσιν· ἐνταῦθα γὰρ καὶ
σχηματοποιεῖν ἐπὶ τῶν δένδρων οἷον ἂν θέλωσι·
καὶ τάχα τοῦτό γε οὐκ ἀπίθανον· ἐνδέχεται γὰρ
ὁποίαν ἂν βούλωνται ποιεῖν τὴν ἐντομήν. εἰσὶ
δέ τινες καὶ μεγάλοι σφόδρα τῶν χόνδρων, ὥστ'
εἶναι τῷ μὲν ὄγκῳ χειροπληθιαίους σταθμῷ δὲ
πλέον ἢ τρίτον μέρος μνᾶς. ἀργὸς δὲ κομίζεται
πᾶς ὁ λιβανωτός, ὅμοιος δὲ τῇ προσόψει φλοιῷ.
τῆς σμύρνης δὲ ἡ μὲν στακτὴ ἡ δὲ πλαστή.
δοκιμάζεται δ' ἡ μὲν ἀμείνων τῇ γεύσει, καὶ
ἀπὸ ταύτης τὴν ὁμόχρων λαμβάνουσι. περὶ
μὲν οὖν λιβανωτοῦ καὶ σμύρνης σχεδὸν τοσαῦτα
ἀκηκόαμεν ἄχρι γε τοῦ νῦν.  

Θεόφραστος. Historia plantarum Book 9, Ch.18, sec. 2, l. 17

μενον ἀποκτείνει τὸν σκορπίον· ἐὰν δέ τις ἐλ-


270

λέβορον λευκὸν καταπάσῃ, πάλιν ἀνίστασθαί


φασιν· ἀπόλλυσι δὲ καὶ βοῦς καὶ πρόβατα καὶ
ὑποζύγια καὶ ἁπλῶς πᾶν τετράπουν ἐὰν εἰς τὰ
αἰδοῖα τεθῇ ἡ ῥίζα ἢ τὰ φύλλα αὐθήμερον·
χρήσιμον δὲ πρὸς σκορπίου πληγὴν πινόμενον.
ἔχει δὲ τὸ μὲν φύλλον ὅμοιον κυκλαμίνῳ τὴν δὲ
ῥίζαν, ὥσπερ ἐλέχθη, σκορπίῳ. φύεται δὲ ὥσπερ
ἡ ἄγρωστις καὶ γόνατα ἔχει· φιλεῖ δὲ χωρία
σκιώδη. εἰ δὲ ἀληθῆ τὰ περὶ τὸν σκορπίον ἤδη
καὶ τἆλλα, οὐκ ἀπίθανα τὰ τοιαῦτα. καὶ τὰ
μυθώδη δὲ οὐκ ἀλόγως συγκεῖται. ἐν δὲ τοῖς
ἡμετέροις σώμασι χωρὶς τῶν πρὸς ὑγείαν καὶ
νόσον καὶ θάνατον καὶ πρὸς ἄλλα δυνάμεις ἔχειν
φασὶν οὐ μόνον τῶν σωματικῶν ἀλλὰ καὶ τῶν
τῆς ψυχῆς...

Θεόφραστος. Historia plantarum Book 9, Ch.19, sec. 2, l. 1

ὥστε παρακινεῖν καὶ ἐξιστάναι, καθάπερ ἐλέχθη


πρότερον, ἡ δὲ τοῦ ὀνοθήρα ῥίζα δοθεῖσα ἐν οἴνῳ
πρᾳότερον καὶ ἱλαρώτερον ποιεῖ τὸ ἦθος. ἔχει
δὲ ὁ μὲν ὀνοθήρας τὸ μὲν φύλλον ὅμοιον ἀμυγδαλῇ
μικρότερον δέ, τὸ δὲ ἄνθος ἐρυθρὸν ὥσπερ ῥόδον·
αὐτὸς δὲ μέγας θάμνος· ῥίζα δὲ ἐρυθρὰ καὶ
μεγάλη, ὄζει δὲ αὐανθείσης ὥσπερ οἴνου· φιλεῖ
δὲ ὀρεινὰ χωρία. φαίνεται δὲ οὐ τοῦτο ἄτοπον·
οἷον γὰρ προσφορά τις γίνεται δύναμιν ἔχοντος
οἰνώδη.  
 Ἀλλὰ τάδε εὐηθέστερα καὶ ἀπιθανώτερα τά
τε τῶν περιάπτων καὶ ὅλως τῶν ἀλεξιφαρμάκων
λεγομένων τοῖς τε σώμασι καὶ ταῖς οἰκίαις. καὶ
ὡς δή φασι τὸ τριπόλιον καθ' Ἡσίοδον καὶ
Μουσαῖον εἰς πᾶν πρᾶγμα σπουδαῖον χρήσιμον
εἶναι, δι' ὃ καὶ ὀρύττουσιν αὐτὸ νύκτωρ σκηνὴν
πηξάμενοι. καὶ τὰ περὶ τῆς εὐκλείας δὲ καὶ
εὐδοξίας ὁμοίως ἢ καὶ μᾶλλον· εὔκλειαν γάρ φασι
ποιεῖν τὸ ἀντίρρινον καλούμενον· τοῦτο δ' ὅμοιόν
ἐστι τῇ ἀπαρίνῃ· ῥίζα δὲ οὐχ ὕπεστιν·

Θεόφραστος. Frag.(0093: 010)“Theophrasti Eresii opera, quae supersunt, omnia”,


Ed. Wimmer, F.Paris: Didot, 1866, Rep1964.Fragment 172, sec. 3, l. 8

κτυλιαῖόν ἐστιν ἰσχυρὸν δὲ σφόδρα, διὸ καὶ τοὺς θώ-


ρακας ἐξαυάζοντες αὐτὸ ποιοῦνται. Σπάνιον δὲ τὸ
ζῶον καὶ ὀλιγάκις φαινόμενον.
         Θαυμαστὴ δ' ἡ
μεταβολὴ καὶ ἐγγὺς ἀπιστίας· τοῖς μὲν γὰρ ἄλλοις ἐν
271

τῷ δέρματι γίνεται ἡ μεταβολὴ ἀλλοιουμένης τῆς ἐντὸς


ὑγρότητος εἴτε αἱματώδους ἢ καί τινος ἄλλης τοιαύτης
οὔσης, ὥστε φανερὰν εἶναι τὴν συμπάθειαν. Ἡ δὲ
τῶν τριχῶν μεταβολὴ ξηρῶν τε ὄντων καὶ ἀπηρτημέ-
νων καὶ ἀθρόον οὐ πεφυκότων ἀλλοιοῦσθαι παράδοξος
ἀληθῶς καὶ ἀπίθανος, μάλιστα πρὸς πολλὰ ποικιλλο-
μένη.

Στράβων Γεωγραφικά. (0099: 001)“Strabonis geographica, 3 vols.”, Ed. Meineke,


A.eipzig: Teubner, 1877, Rep1969.Book 1, Ch.2, sec. 22, l. 14

οἶδε· μέμνηται γάρ. τὸ μὲν οὖν ὄνομα εἰκὸς μήπω


λέγεσθαι κατ' αὐτόν· τὰ δὲ στόματα εἰ μὲν ἦν ἀφανῆ
καὶ ὀλίγοις γνώριμα ὅτι πλείω καὶ οὐχ ἕν, δοίη τις ἂν
μὴ πεπύσθαι αὐτόν· εἰ δὲ τῶν κατ' Αἴγυπτον τὸ γνω-
ριμώτατον καὶ παραδοξότατον καὶ μάλιστα πάντων
μνήμης ἄξιον καὶ ἱστορίας ὁ ποταμὸς καὶ ἦν καὶ ἐστίν,
ὡς δ' αὕτως αἱ ἀναβάσεις αὐτοῦ καὶ τὰ στόματα, τίς ἂν
ἢ τοὺς ἀγγέλλοντας αὐτῷ ποταμὸν Αἴγυπτον καὶ χώ-
ραν καὶ Θήβας Αἰγυπτίας καὶ Φάρον ὑπολάβοι μὴ
γνωρίζειν ταῦτα, ἢ γνωρίζοντας μὴ λέγειν, πλὴν εἰ μὴ
διὰ τὸ γνώριμον; ἔτι δ' ἀπιθανώτερον, εἰ τὴν μὲν Αἰ-
θιοπίαν ἔλεγε καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβοὺς καὶ τὴν
ἔξω θάλατταν καὶ τὸ διχθὰ δεδάσθαι τοὺς Αἰθίοπας,
τὰ δ' ἐγγὺς καὶ γνώριμα μή. εἰ δὲ μὴ ἐμνήσθη τούτων,
οὐ τοῦτο σημεῖον τοῦ ἀγνοεῖν· οὐδὲ γὰρ τῆς αὐτοῦ
πατρίδος ἐμνήσθη οὐδὲ πολλῶν ἄλλων, ἀλλὰ μᾶλλον
τὰ λίαν γνώριμα ὄντα φαίη τις ἂν δόξαι μὴ ἄξια μνή-
μης εἶναι πρὸς τοὺς εἰδότας.

Στράβων Γεωγραφικά. Book 1, Ch.2, sec. 31, l. 38

[οὐδ'] ἡ Ὀδυσσέως πλάνη ἀδύνατος), ἀλλ' ὅτι οὔτε


πρὸς τὰς ὑποθέσεις τὰς μαθηματικὰς χρήσιμος οὔτε
πρὸς τὸν χρόνον τῆς πλάνης. καὶ γὰρ ἀκούσιοι διατρι-
βαὶ κατέσχον αὐτὸν ὑπὸ δυσπλοίας, φήσαντος ὅτι ἀπὸ
ἑξήκοντα νεῶν πέντε ἐλείφθησαν αὐτῷ, καὶ ἑκούσιοι
χρηματισμοῦ χάριν· φησὶ γὰρ ὁ Νέστωρ “ὣς ὁ μὲν
“ἔνθα πολὺν βίοτον καὶ χρυσὸν ἀγείρων, ἠλᾶτο ξὺν
“νηυσί· Κύπρον Φοινίκην τε καὶ Αἰγυπτίους ἐπαλη-
“θείς.” ὅ τε διὰ τοῦ ἰσθμοῦ πλοῦς ἢ τῶν διωρύγων λε-
γόμενος μὲν ἠκούετο ἂν ἐν μύθου σχήματι, μὴ λεγό-
μενος δὲ περιττῶς καὶ ἀπιθάνως εἰσάγοιτο ἄν. ἀπιθά-
νως δὲ λέγω, ὅτι πρὸ τῶν Τρωικῶν οὐδεμία ἦν
διῶρυξ· τὸν δὲ ἐπιχειρήσαντα ποιῆσαι Σέσωστριν
ἀποστῆναί φασι, μετεωροτέραν ὑπολαβόντα τὴν τῆς
θαλάττης ἐπιφάνειαν. ἀλλὰ μὴν οὐδ' ὁ ἰσθμὸς ἦν
πλόιμος· ἀλλ' εἰκάζει ὁ Ἐρατοσθένης οὐκ εὖ. μὴ γάρ
272

πω τὸ ἔκρηγμα τὸ κατὰ τὰς στήλας γεγονέναι νομίζει·  


ὥστε ἐνταῦθα μὴ συνάπτειν τὴν εἴσω θάλατταν τῇ
ἐκτὸς καὶ καλύπτειν τὸν ἰσθμὸν μετεωροτέραν οὖσαν,
τοῦ δ' ἐκρήγματος γενομένου ταπεινωθῆναι καὶ ἀνα-
καλύψαι τὴν γῆν τὴν κατὰ τὸ Κάσιον καὶ τὸ Πηλούσιον

Στράβων Γεωγραφικά. Book 1, Ch.2, sec. 39, l. 36

γων “ἄρχμενος, ὡς ἥρωες ἀπ' Αἰήταο Κυταίου αὖτις


“ἐς ἀρχαίην ἔπλεον Αἱμονίην,” τοτὲ δὲ περὶ τῶν Κόλ-
χων “οἳ μὲν ἐπ' Ἰλλυριοῖο πόρου σχάσσαντες ἐρετμὰ
“λᾶα πάρα ξανθῆς Ἁρμονίης τάφιον ἄστυρον ἐκτίσσαν-
“το, τό κεν φυγάδων τις ἐνίσποι Γραικός, ἀτὰρ κείνων
“γλῶσσ' ὀνόμηνε Πόλας.” τινὲς δὲ καὶ τὸν Ἴστρον ἀνα-
πλεῦσαί φασι μέχρι πολλοῦ τοὺς περὶ τὸν Ἰάσονα, οἱ
δὲ καὶ μέχρι τοῦ Ἀδρίου· οἱ μὲν κατὰ ἄγνοιαν τῶν τό-  
πων, οἱ δὲ καὶ ποταμὸν Ἴστρον ἐκ τοῦ μεγάλου Ἴστρου
τὴν ἀρχὴν ἔχοντα ἐκβάλλειν εἰς τὸν Ἀδρίαν φασί· τά-
δε οὐκ ἀπιθάνως οὐδ' ἀπίστως λέγοντες.
 Τοιαύταις δή τισιν ἀφορμαῖς ὁ ποιητὴς χρησάμε-
νος τὰ μὲν ὁμολογεῖ τοῖς ἱστορουμένοις, προσμυθεύει
δὲ τούτοις, ἔθος τι φυλάττων καὶ κοινὸν καὶ ἴδιον.
ὁμολογεῖ μέν, ὅταν Αἰήτην ὀνομάζῃ, καὶ τὸν Ἰάσονα
καὶ τὴν Ἀργὼ λέγῃ, καὶ παρὰ [τὴν Αἶαν] τὴν Αἰαίην
πλάττῃ, καὶ τὸν Εὔνεων ἐν Λήμνῳ καθιδρύῃ, καὶ
ποιῇ τῷ Ἀχιλλεῖ φίλην τὴν νῆσον, καὶ παρὰ τὴν Μή-
δειαν τὴν Κίρκην φαρμακίδα ποιῇ “αὐτοκασιγνήτην
ὀλοόφρονος Αἰήταο·” προσμυθοποιεῖ δὲ τὸν ἐξωκεα-
νισμὸν τὸν κατὰ τὴν πλάνην συμβάντα τὴν ἀπ' ἐκεί

Στράβων Γεωγραφικά. Book 1, Ch.3, sec. 7, l. 4

του γενέσθαι σύρρουν τὸ ἔξω πέλαγος τῷ ἐντὸς καὶ


τὴν αὐτὴν ἐπιφάνειαν ἐκείνῳ λαβεῖν, εἴτε θαλαττίῳ
εἴτε λιμναίῳ μὲν πρότερον ὄντι, θαλαττίῳ δὲ ὕστερον,
διὰ τὴν μῖξιν καὶ τὴν ἐπικράτειαν; εἰ γὰρ καὶ τοῦτο
δώσουσιν, ἡ μὲν ἔκρυσις οὐκ ἂν κωλύοιτο ἡ νῦν, οὐκ  
ἀπὸ ὑπερτέρου δὲ ἐδάφους οὐδὲ ἐπικλινοῦς, ὅπερ
ἠξίου Στράτων.
 Ταῦτα δὲ [δεῖ] μεταφέρειν καὶ ἐπὶ τὴν ὅλην τὴν
καθ' ἡμᾶς θάλατταν καὶ τὴν ἐκτός, μὴ ἐν τοῖς ἐδάφεσι
καὶ ταῖς ἐπικλίσεσιν αὐτῶν τὴν αἰτίαν τοῦ ἔκρου τιθε-
μένους, ἀλλ' ἐν τοῖς ποταμοῖς· ἐπεὶ οὐκ ἀπίθανον κατ'
αὐτούς, οὐδ' εἰ τὴν ὅλην θάλατταν τὴν ἡμετέραν λί-
μνην πρότερον εἶναι συνέβαινε πληρουμένην ὑπὸ
τῶν ποταμῶν, ἐπιπολάσασαν ἐκπεσεῖν ἔξω διὰ τῶν
273

κατὰ στήλας στενῶν ὡς ἐκ καταράκτου, ἐπαυξομένην


δ' ἀεὶ καὶ μᾶλλον τὴν θάλατταν σύρρουν γενέσθαι ὑπ'
αὐτῆς τῷ χρόνῳ καὶ συνδραμεῖν εἰς μίαν ἐπιφάνειαν,
ἐκθαλαττωθῆναι δὲ διὰ τὴν ἐπικράτειαν. οὐ φυσικὸν
δ' ὅλως τὸ τοῖς ποταμοῖς εἰκάζειν τὴν θάλατταν· οἱ
μὲν γὰρ φέρονται κατὰ ἐπικλινὲς ῥεῖθρον, ἡ δὲ ἀκλι-
νὴς ἕστηκεν. οἱ δὲ πορθμοὶ ῥευματίζονται κατ' ἄλλον

Στράβων Γεωγραφικά. Book 2, Ch.1, sec. 4, l. 8

τεθέντων τρισχιλίων τοῖς μυρίοις καὶ πεντακισχι-


λίοις, ὧν οἱ μὲν τοῦ πλάτους ἦσαν τῶν ὀρῶν οἱ δὲ
τῆς Ἰνδικῆς.
 Πρὸς δὲ τὴν ἀπόφασιν ταύτην ὁ Ἵππαρχος ἀντι-
λέγει διαβάλλων τὰς πίστεις· οὐδὲ γὰρ Πατροκλέα πι-
στὸν εἶναι, δυεῖν ἀντιμαρτυρούντων αὐτῷ Δηιμάχου  
τε καὶ Μεγασθένους, οἳ καθ' οὓς μὲν τόπους δισμυ-
ρίων εἶναι σταδίων τὸ διάστημά φασι τὸ ἀπὸ τῆς κατὰ
μεσημβρίαν θαλάττης, καθ' οὓς δὲ καὶ τρισμυρίων·
τούτους τε δὴ τοιαῦτα λέγειν καὶ τοὺς ἀρχαίους πίνα-
κας τούτοις ὁμολογεῖν. ἀπίθανον δή που νομίζει τὸ
μόνῳ δεῖν πιστεύειν Πατροκλεῖ, παρέντας τοὺς τοσοῦ-
τον ἀντιμαρτυροῦντας αὐτῷ, καὶ διορθοῦσθαι παρ'
αὐτὸ τοῦτο τοὺς ἀρχαίους πίνακας, ἀλλὰ μὴ ἐᾶν οὕ-
τως, ἕως ἄν τι πιστότερον περὶ αὐτῶν γνῶμεν.
 Οἶμαι δὴ πολλὰς ἔχειν εὐθύνας τοῦτον τὸν λό-
γον. πρῶτον μὲν ὅτι πολλαῖς μαρτυρίαις ἐκείνου χρη-
σαμένου μιᾷ φησι τῇ Πατροκλέους αὐτὸν χρῆσθαι.
τίνες οὖν ἦσαν οἱ φάσκοντες τὰ μεσημβρινὰ ἄκρα τῆς
Ἰνδικῆς ἀνταίρειν τοῖς κατὰ Μερόην; τίνες δ' οἱ τὸ
ἀπὸ Μερόης διάστημα μέχρι τοῦ δι' Ἀθηνῶν

Στράβων Γεωγραφικά. Book 2, Ch.1, sec. 6, l. 6

ταῦτα γὰρ ὁ Ἐρατοσθένης λαμβάνει πάντα ὡς καὶ


ἐκμαρτυρούμενα ὑπὸ τῶν ἐν τοῖς τόποις γενομένων,
ἐντετυχηκὼς ὑπομνήμασι πολλοῖς, ὧν εὐπόρει βιβλιο-
θήκην ἔχων τηλικαύτην ἡλίκην αὐτὸς Ἵππαρχός φησι.
 Καὶ αὐτὴ δὲ ἡ τοῦ Πατροκλέους πίστις ἐκ πολλῶν
μαρτυριῶν σύγκειται, τῶν βασιλέων τῶν πεπιστευ-
κότων αὐτῷ τηλικαύτην ἀρχήν, τῶν ἐπακολουθησάν-
των αὐτῷ, τῶν ἀντιδοξούντων, ὧν αὐτὸς ὁ Ἵππαρχος  
κατονομάζει· οἱ γὰρ κατ' ἐκείνων ἔλεγχοι πίστεις τῶν
ὑπὸ τούτου λεγομένων εἰσίν. οὐδὲ τοῦτο δὲ ἀπίθανον
τοῦ Πατροκλέους, ὅτι φησὶ τοὺς Ἀλεξάνδρῳ συστρα-
τεύσαντας ἐπιδρομάδην ἱστορῆσαι ἕκαστα, αὐτὸν δὲ
Ἀλέξανδρον ἀκριβῶσαι, ἀναγραψάντων τὴν ὅλην χώ-
ραν τῶν ἐμπειροτάτων αὐτῷ· τὴν δ' ἀναγραφὴν αὐτῷ
274

δοθῆναί φησιν ὕστερον ὑπὸ Ξενοκλέους τοῦ γαζοφύλακος.


 

Στράβων Γεωγραφικά. Book 2, Ch.1, sec. 9, l. 22

μαχίαν, τρισπιθάμους εἰπόντες. οὗτοι δὲ καὶ τοὺς χρυ-


σωρύχους μύρμηκας καὶ Πᾶνας σφηνοκεφάλους ὄφεις
τε καὶ βοῦς καὶ ἐλάφους σὺν κέρασι καταπίνοντας·
περὶ ὧν ἕτερος τὸν ἕτερον ἐλέγχει, ὅπερ καὶ Ἐρατο-
σθένης φησίν. ἐπέμφθησαν μὲν γὰρ εἰς τὰ Παλίμ-
βοθρα, ὁ μὲν Μεγασθένης πρὸς Σανδρόκοττον ὁ δὲ
Δηίμαχος πρὸς Ἀλλιτροχάδην τὸν ἐκείνου υἱὸν κατὰ
πρεσβείαν· ὑπομνήματα δὲ τῆς ἀποδημίας κατέλιπον
τοιαῦτα, ὑφ' ἧς δή ποτε αἰτίας προαχθέντες. Πατρο-
κλῆς δὲ ἥκιστα τοιοῦτος· καὶ οἱ ἄλλοι δὲ μάρτυρες οὐκ
ἀπίθανοι, οἷς κέχρηται ὁ Ἐρατοσθένης ...
... εἰ γὰρ ὁ διὰ Ῥόδου καὶ Βυζαντίου μεσημβρινὸς
ὀρθῶς εἴληπται, καὶ ὁ διὰ τῆς Κιλικίας καὶ Ἀμισοῦ
ὀρθῶς ἂν εἴη εἰλημμένος· φαίνεται γὰρ τὸ παράλληλον
ἐκ πολλῶν, ὅταν μηδετέρως ἡ σύμπτωσις ἀπελέγχηται.
 Ὅ τε ἐξ Ἀμισοῦ πλοῦς ἐπὶ τὴν Κολχίδα ὅτι ἐστὶν
ἐπὶ ἰσημερινὴν ἀνατολήν, καὶ τοῖς ἀνέμοις ἐλέγχεται  
καὶ ὥραις καὶ καρποῖς καὶ ταῖς ἀνατολαῖς αὐταῖς· ὡς
δ' αὕτως καὶ ἡ ἐπὶ τὴν Κασπίαν ὑπέρβασις καὶ ἡ ἐφε-
ξῆς ὁδὸς μέχρι Βάκτρων. πολλαχοῦ γὰρ ἡ ἐνάργεια
καὶ τὸ ἐκ πάντων συμφωνούμενον ὀργάνου

Στράβων Γεωγραφικά. Book 3, Ch.4, sec. 4, l. 6

τόν, πόαν τινὰ καὶ ῥίζαν, οὐ δεόμενοι δὲ ποτοῦ, οὐδὲ


ἔχοντες διὰ τὴν ἀνυδρίαν, διατείνοντες καὶ μέχρι τῶν
ὑπὲρ τῆς Κυρήνης τόπων. ἄλλοι τε πάλιν καλοῦνται
Λωτοφάγοι τὴν ἑτέραν οἰκοῦντες τῶν πρὸ τῆς μικρᾶς
Σύρτεως νήσων, τὴν Μήνιγγα.
 Οὐ δὴ θαυμάζοι τις ἂν οὔτε τοῦ ποιητοῦ τὰ περὶ
τὴν Ὀδυσσέως πλάνην μυθογραφήσαντος τοῦτον τὸν
τρόπον, ὥστ' ἔξω στηλῶν ἐν τῷ Ἀτλαντικῷ πελάγει τὰ
πολλὰ διαθέσθαι τῶν λεγομένων περὶ αὐτοῦ (τὰ γὰρ
ἱστορούμενα ἐγγὺς ἦν καὶ [τοῖς] τόποις καὶ τοῖς ἄλλοις
τῶν ὑπ' ἐκείνου πεπλασμένων, ὥστε οὐκ ἀπίθανον
ἐποίει τὸ πλάσμα), οὔτ' εἴ τινες αὐταῖς τε ταύταις ταῖς
ἱστορίαις πιστεύσαντες καὶ τῇ πολυμαθείᾳ τοῦ ποιη-
τοῦ καὶ πρὸς ἐπιστημονικὰς ὑποθέσεις ἔτρεψαν τὴν
Ὁμήρου ποίησιν, καθάπερ Κράτης τε ὁ Μαλλώτης
ἐποίησε καὶ ἄλλοι τινές. οἱ δ' οὕτως ἀγροίκως ἐδέξαντο
τὴν ἐπιχείρησιν τὴν τοιαύτην ὥστε οὐ μόνον τὸν
ποιητὴν σκαπανέως ἢ θεριστοῦ δίκην ἐκ πάσης τῆς  
τοιαύτης ἐπιστήμης ἐξέβαλον, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἁψαμένους
275

τῆς τοιαύτης πραγματείας μαινομένους ὑπέλαβον·


συνηγορίαν δὲ ἢ ἐπανόρθωσιν ἤ τι τοιοῦτον ἕτερον εἰς

Στράβων Γεωγραφικά.
Book 7, Ch.2, sec. 1, l. 26

τὰς πλημμυρίδας τοὺς Κίμβρους, οὐδ' ὅτι ἀφοβίαν οἱ


Κελτοὶ ἀσκοῦντες κατακλύζεσθαι τὰς οἰκίας ὑπομέ-
νουσιν, εἶτ' ἀνοικοδομοῦσι, καὶ ὅτι πλείων αὐτοῖς
συμβαίνει φθόρος ἐξ ὕδατος ἢ πολέμου, ὅπερ Ἔφορός
φησιν. ἡ γὰρ τάξις ἡ τῶν πλημμυρίδων καὶ τὸ τὴν
ἐπικλυζομένην χώραν εἶναι γνώριμον οὐκ ἔμελλε τοι-
αύτας τὰς ἀτοπίας παρέξειν. δὶς γὰρ ἑκάστης ἡμέρας  
τούτου συμβαίνοντος τὸ μηδ' ἅπαξ αἰσθάνεσθαι φυ-
σικὴν οὖσαν τὴν παλίρροιαν καὶ ἀβλαβῆ, καὶ οὐ μό-
νοις τούτοις συμβαίνουσαν ἀλλὰ τοῖς παρωκεανίταις
πᾶσι, πῶς οὐκ ἀπίθανον; οὐδὲ Κλείταρχος εὖ· φησὶ
γὰρ τοὺς ἱππέας ἰδόντας τὴν ἔφοδον τοῦ πελάγους
ἀφιππάσασθαι καὶ φεύγοντας ἐγγὺς γενέσθαι τοῦ πε-
ρικαταληφθῆναι. οὔτε δὲ τοσούτῳ τάχει τὴν ἐπίβασιν
ὁρμωμένην ἱστοροῦμεν, ἀλλὰ λεληθότως προσιοῦσαν
τὴν θάλατταν· οὔτε τὸ καθ' ἡμέραν γινόμενον καὶ
πᾶσιν ἔναυλον ἤδη ὂν τοῖς πλησιάζειν μέλλουσι πρὶν ἢ
θεάσασθαι, τοσοῦτον ἔμελλε παρέξεσθαι φόβον ὥστε
φεύγειν, ὡς ἂν εἰ ἐξ ἀδοκήτου προσέπεσε.
 Ταῦτά τε δὴ δικαίως ἐπιτιμᾷ τοῖς συγγραφεῦσι
Ποσειδώνιος καὶ οὐ κακῶς εἰκάζει, διότι λῃστρικοὶ ὄν

Strabo Geogr., Frag.(0099: 003)“FGrH #91”.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,91,F, fragment 3, l.


7

καθόλου προσέχομεν μᾶλλον, εἰ καλῶς τὸ ὅλον, οὕτως κἀν τούτοις δεῖ


ποιεῖσθαι τὴν κρίσιν· κολοσσουργία γάρ τις καὶ αὕτη, τὰ μεγάλα φρά-
ζουσα πῶς ἔχει καὶ τὰ ὅλα, πλὴν εἴ τι κινεῖν δύναται καὶ τῶν μικρῶν
τὸν φιλειδήμονα καὶ τὸν πραγματικόν.
 STRABON II 1, 9: ἅπαντες μὲν τοίνυν οἱ περὶ τῆς
Ἰνδικῆς γράψαντες ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ψευδολόγοι γεγόνασι, καθ' ὑπερβολὴν
δὲ Δηίμαχος (III)· τὰ δὲ δεύτερα λέγει Μεγασθένης (III)· Ὀνησίκριτος
(134 T 11) δὲ καὶ Νέαρχος (133 T 14) καὶ ἄλλοι τοιοῦτοι παραψελλίζοντες
ἤδη. καὶ ἡμῖν δ' ὑπῆρξεν ἐπὶ πλέον κατιδεῖν ταῦτα ὑπομνηματιζομένοις
τὰς Ἀλεξάνδρου πράξεις. .... Πατροκλῆς (III) δὲ ἥκιστα τοιοῦτος, καὶ οἱ
ἄλλοι δὲ μάρτυρες οὐκ ἀπίθανοι, οἷς κέχρηται ὁ Ἐρατοσθένης (V).
 JOSEPH. AJ XIII 284: κατὰ δὲ τοῦτον ἔτυχε τὸν καιρὸν
276

μὴ μόνον τοὺς ἐν Ἱεροσολύμοις καὶ τῆι χώραι Ἰουδαίους εὐπραγεῖν, ἀλλὰ


καὶ τοὺς ἐν Ἀλεξανδρείαι κατοικοῦντας καὶ ἐν Αἰγύπτωι καὶ Κύπρωι.
(285) Κλεοπάτρα γὰρ ἡ βασίλισσα πρὸς τὸν υἱὸν στασιάζουσα Πτολεμαῖον
τὸν Λάθουρον ἐπιλεγόμενον κατέστησεν ἡγεμόνας Χελκίαν καὶ Ἀνανίαν
υἱοὺς ὄντας Ὀνίου τοῦ οἰκοδομήσαντος τὸν ναὸν ἐν τῶι Ἡλιοπολίτηι  
νομῶι .... (286) παραδοῦσα δὲ τούτοις ἡ Κλεοπάτρα τὴν στρατιὰν οὐδὲν
δίχα τῆς τούτων γνώμης ἔπραττεν, ὡς μαρτυρεῖ καὶ Στράβων ἡμῖν ὁ
Καππάδοξ λέγων οὕτως· (287) «οἱ γὰρ πλείους, οἵ τε συγκατελ-
θόντες καὶ οἱ ὕστερον ἐπιπεμπόμενοι παρὰ τῆς

Marcus Cornelius Fronto Rhet., Ad Marcum Caesarem et invicem (lib. (0186:


001)“M. Cornelii Frontonis epistulae”, Ed. van den Hout, M.P.J.Leiden: Brill, 1954,
Rep1975.Epistle 10, sec. 3, l. 5

τῶν βελῶν καὶ αὐτὴν ἀπάνθρωπον / οὖσαν καὶ ἄμουσον. εἰ δὲ δὴ καὶ τῶν
ἀνέμων φαίην ἐπαινεῖσθαι μάλιστα τὸν οὔριον, ὅτι δὴ ἐπ' εὐθὺ φέροι τὴν
ναῦν, ἀλλὰ μὴ εἰς τὰ πλάγια ἀπονεύειν ἐῷ, ἡ τετάρτη ἂν εἴη αὕτη εἰκὼν
καὶ αὐτὴ βιαία. εἰ δὲ προσθείην καὶ τὸ τῆς γραμμῆς, ὅτι πρεσβυτάτη τῶν
γραμμῶν ἡ εὐθεῖά ἐστιν, πέμπτην ἂν εἰκόνα λέγοιμι, μὴ μόνον ἄψυχον
ὥσπερ τὴν τῶν δοράτων, ἀλλὰ καὶ ἀσώματον ταύτην οὖσαν.
 Τίς ἂν οὖν εἰκὼν εὑρεθείη πιθανή; μάλιστα μὲν ἀνθρωπίνη, ἄμεινον
δὲ εἰ καὶ μουσική. εἰ / δ' αὖ καὶ φιλίας ἢ ἔρωτος αὐτῇ μετείη, μᾶλλον
ἂν ἔτι ἡ εἰκὼν ἐοίκοι. τὸν Ὀρφέα φασὶν οἰμῶξαι ὀπίσω ἐπιστραφέντα·
εἰ δὲ κατ' εὐθὺ ἔβλεπέν τε καὶ ἐβάδιζεν, οὐκ ἂν ᾤμωξεν. ἅλις εἰκόνων.
καὶ γὰρ αὕτη τις ἀπίθανος ἡ τοῦ Ὀρφέως εἰκὼν ἐξ ᾅδου ἀνιμημένη.
 Ἀπολογήσομαι δὲ τοὐντεῦθεν ἤδη ὅθεν ἂν ῥᾷστα συγγνώμης τύ-
χοιμι. τί δὴ τοῦτό ἐστιν; ὅτι συγγράφων τὸ τοῦ βασιλέως ἐγκώμιον  
ἔπραττον μὲν ὃ μάλιστα σοί τε καὶ τῷ σῷ παιδὶ κεχαρισμένον ἐστίν·
ἔπειτα δὲ καὶ ὑμῶν ἐμεμνήμην καὶ ὠνόμαζόν γε ὑμᾶς ἐν τῷ συγγράμματι,
ὥσπερ οἱ ἐρασταὶ τοὺς φιλτάτους ὀνομάζουσιν ἐπὶ πάσῃ κύλικι. ἀλλὰ γὰρ
τέχνωσις τῶν εἰκόνων ἐπεισρεῖ καὶ ἐπιφύεται. αὕτη γοῦν παρεφάνη, ἣν
ἐπὶ πάσαις λέγω, ἥτις καὶ δικαιότατα εἰκὼν ἂν προσαγορεύοιτο οὖσα
ἐκ ζωγρά/φου· τὸν Πρωτογένη τὸν ζωγράφον φασὶν ἕνδεκα ἔτεσιν ἢ τὸν Ἰάλυσον
τὸν Ἰάλυσον γρᾶψαι, μηδὲν ἕτερον ἐν τοῖς ἕνδεκα ἔτεσιν ἢ τὸν Ἰάλυσον
γράφοντα. ἐμοὶ δὲ οὐχ εἷς, δύο δὲ ἅμα Ἰαλύσω ἐγραφέσθην,

Eratosthenes et Eratosthenica Philol., Catasterismi (0222: 001)


“Pseudo–Eratosthenis catasterismi”, Ed. Olivieri, A.Leipzig: Teubner, 1897;
Mythographi Graeci 3.1.Ch.1, sec. 18, l. 7

Ἵππου.

 Τούτου μόνον τὰ ἔμπροσθεν φαίνεται ἕως ὀμφα-


λοῦ. Ἄρατος μὲν οὖν φησι τὸν ἐπὶ τοῦ Ἑλικῶνος
εἶναι ποιήσαντα κρήνην τῇ ὁπλῇ, ἀφ' οὗ καλεῖσθαι
277

Ἵππου κρήνην· ἄλλοι δὲ τὸν Πήγασον εἶναί φασι τὸν


εἰς τὰ ἄστρα ἀναπτάντα ὕστερον τῆς Βελλεροφόντου
πτώσεως· διὰ δὲ τὸ μὴ ἔχειν πτέρυγας ἀπίθανον δο-
κεῖ τισι ποιεῖν τὸν λόγον. Εὐριπίδης δέ φησιν ἐν
Μελανίππῃ Ἵππην εἶναι τὴν τοῦ Χείρωνος θυγατέρα,
ὑπ' Αἰόλου δὲ ἀπατηθεῖσαν φθαρῆναι καὶ διὰ τὸν
ὄγκον τῆς γαστρὸς φυγεῖν εἰς τὰ ὄρη, κἀκεῖ ὠδινούσης
αὐτῆς τὸν πατέρα ἐλθεῖν κατὰ ζήτησιν, τὴν δ' εὔ-
ξασθαι καταλαμβανομένην πρὸς τὸ μὴ γνωσθῆναι μετα-
μορφωθῆναι καὶ γενέσθαι ἵππον. διὰ γοῦν τὴν εὐσέ-
βειαν αὐτῆς τε καὶ τοῦ πατρὸς ὑπ' Ἀρτέμιδος εἰς τὰ
ἄστρα τεθῆναι, ὅθεν τῷ Κενταύρῳ οὐχ ὁρατή ἐστιν·

Eratosthenes et Eratosthenica Philol., Catasterismi Ch.1, sec. 28, l. 7

Τοξότου.

 Οὗτός ἐστιν ὁ Τοξότης, ὃν οἱ πλεῖστοι λέγουσι


Κένταυρον εἶναι, ἕτεροι δ' οὔ φασι διὰ τὸ μὴ τετρα-
σκελῆ αὐτὸν ὁρᾶσθαι, ἀλλ' ἑστηκότα καὶ τοξεύοντα·
Κενταύρων δὲ οὐδεὶς τόξῳ κέχρηται· οὗτος δ' ἀνὴρ
ὢν σκέλη ἔχει ἵππου καὶ κέρκον καθάπερ οἱ Σάτυροι·
διόπερ αὐτοῖς ἀπίθανον ἐδόκει εἶναι, ἀλλὰ μᾶλλον
Κρότον τὸν Εὐφήμης τῆς τῶν Μουσῶν τροφοῦ υἱόν·
οἰκεῖν δ' αὐτὸν καὶ διαιτᾶσθαι ἐν τῷ Ἑλικῶνι· ὃν
καὶ αἱ Μοῦσαι τὴν τοξείαν εὑράμενον τὴν τροφὴν
ἀπὸ τῶν ἀγρίων ἔχειν ἐποίησαν, καθάπερ φησὶ Σωσί-
θεος· συμμίσγοντα δὲ ταῖς Μούσαις καὶ ἀκούοντα αὐ-
τῶν ἐπισημασίαις ἐπαινέσαι κρότον ποιοῦντα· τὸ γὰρ
τῆς φωνῆς ἀσαφὲς ἦν ὑπὸ ἑνὸς κρότου σημαινόμενον,
ὅθεν ὁρῶντες τοῦτον καὶ οἱ ἄλλοι ἔπραττον τὸ αὐτό·
διόπερ αἱ Μοῦσαι δόξης χάριν τυχοῦσαι τῇ τούτου
βουλήσει ἠξίωσαν τὸν Δία ἐπιφανῆ αὐτὸν ποιῆσαι

Nicomachus Math., Harmonicum enchiridion (0358: 002)“Musici scriptores


Graeci”, Ed. Jan, K.Leipzig: Teubner, 1895, Rep1962.Ch.9, sec. 1, l. 34

δὲ δεῖ, ὅτι τρίτην νῦν καλεῖ τὴν ἐν τῇ ἑπταχόρδῳ


παραμέσην, πρὸ τῆς τοῦ διαζευγνύντος τόνου παρεν-
θέσεως τῆς ἐν ὀκταχόρδῳ. ἀπεῖχε γὰρ αὕτη τῆς παρα-
νεάτης τριημιτόνιον ἀσύνθετον, ἀφ' οὗ διαστήματος ἡ
μὲν παρεντεθεῖσα χορδὴ τόνον ἀπέλαβε, τὸ δὲ λοιπὸν
ἡμιτόνιον μεταξὺ τρίτης καὶ παραμέσης ἀπελείφθη ἐν
τῇ διαζεύξει. εὐλόγως οὖν ἡ πάλαι τρίτη διὰ τεσσά-
ρων ἀπεῖχε τῆς νήτης, ὅπερ διάστημα νῦν ἀπ-
278

έλαβεν ἡ παραμέση ἀντ' ἐκείνης. οἱ δὲ τοῦτο μὴ


συνιέντες αἰτιῶνται ὡς οὐκ ὄντος δυνατοῦ ἐν ἐπιτρίτῳ
λόγῳ εἶναι τρίτην ἀπὸ νήτης. ἄλλοι δὲ οὐκ ἀπιθάνως
τὸν παρεντεθέντα φθόγγον οὐχὶ μεταξὺ μέσης καὶ
τρίτης ἐντεθῆναί φασιν, ἀλλὰ μεταξὺ τρίτης καὶ παρα-
νεάτης· καὶ αὐτὸν μὲν τρίτην ἀντ' ἐκείνης ἐπικληθῆναι,
τὴν δὲ πάλαι τρίτην παραμέσην ἐν τῇ διαζεύξει γενέ-
σθαι. τὸν δὲ Φιλόλαον τῷ προτέρῳ ὀνόματι τὴν παρα-  
μέσην τρίτην καλέσαι καίτοι διὰ τεσσάρων οὖσαν ἀπὸ
τῆς νήτης.
 

Pausanias Perieg., Graeciae descriptio (0525: 001)“Pausaniae Graeciae descriptio,


3 vols.”, Ed. Spiro, F.Leipzig: Teubner, 1903, Rep1:1967.Book 2, Ch.9, sec. 4, l. 10

ἅτε ἀνδρὶ εὐεργέτῃ καὶ συγκατειργασμένῳ λαμπρὰ οὕτω


διέμεινεν εὔνους. Φίλιππος δὲ ὡς παρέλαβε τὴν ἀρχήν
– οὐ γὰρ αὐτὸν Ἄρατος θυμῷ πολλὰ ἐς τοὺς ἀρχο-
μένους χρώμενον ἐπῄνει, τὰ δὲ καὶ ὡρμημένον ἐπεῖχε
μὴ ποιεῖν – , τούτων ἕνεκεν ἀπέκτεινεν Ἄρατον, οὐδὲν
προϊδομένῳ δούς οἱ φάρμακον. καὶ τὸν μὲν ἐξ Αἰγίου
– ταύτῃ γὰρ τὸ χρεὼν ἐπέλαβεν αὐτὸν – ἐς Σι-
κυῶνα κομίσαντες θάπτουσι, καὶ τὸ ἡρῷον Ἀράτειον
ἔτι ὀνομάζεται· Φιλίππῳ δὲ καὶ ἐς Εὐρυκλείδην καὶ
Μίκωνα Ἀθηναίους ὅμοια εἰργάσθη· καὶ γὰρ τούσδε
ὄντας ῥήτορας καὶ οὐκ ἀπιθάνους τῷ δήμῳ φαρμάκοις
ἔκτεινεν. ἔμελλε δὲ ἄρα καὶ αὐτῷ Φιλίππῳ τὸ ἀνδρο-
φόνον φάρμακον ἔσεσθαι συμφορά· τὸν γάρ οἱ παῖδα
Δημήτριον ὁ νεώτερος τῶν Φιλίππου παίδων Περσεὺς
φαρμάκῳ διέφθειρε καὶ δι' αὐτὸ καὶ τῷ πατρὶ ἀθυ-
μήσαντι παρέσχεν αἰτίαν ἀποθανεῖν. παρεδήλωσα δὲ
τάδε ἀπιδὼν ἐς τὸ Ἡσιόδου σὺν θεῷ πεποιημένον, τὸν
ἐπ' ἄλλῳ βουλεύοντα ἄδικα ἐς αὑτὸν πρῶτον τρέπειν.  
 μετὰ δὲ τὸ Ἀράτου ἡρῷον ἔστι μὲν Ποσειδῶνι
Ἰσθμίῳ βωμός, ἔστι δὲ Ζεὺς Μειλίχιος καὶ Ἄρτεμις
ὀνομαζομένη Πατρῴα, σὺν τέχνῃ πεποιημένα οὐδεμιᾷ·

Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae (0526: 001)“Flavii Iosephi opera, vols. 1–


4”, Ed. Niese, B.Berlin: Weidmann, 1:1887; 2:1885: 3:1892; 4:1890, Rep1955.
Book 6, Ch.267, l. 5

βείας αὐτοῖς καὶ τῆς δικαιοσύνης ἔγγιστα τοῦ φθονεῖσθαι γεγενη-


μένοις καὶ πᾶσι φανεροῖς ἐφ' οἷς ἂν νοήσωσιν ἢ πράξωσι καθε-
στῶσι, τόθ' ὡς οὐκέτι βλέποντος αὐτοὺς τοῦ θεοῦ ἢ διὰ τὴν
ἐξουσίαν δεδιότος οὕτως ἐμπαροινοῦσι τοῖς πράγμασιν. ἃ δ' ἂν
ἢ φοβηθῶσιν ἀκούσαντες ἢ μισῶσι θελήσαντες ἢ στέρξωσιν ἀλόγως,
ταῦτα κύρια καὶ βέβαια καὶ ἀληθῆ καὶ ἀνθρώποις ἀρεστὰ καὶ τῷ
θεῷ δοκοῦσι, τῶν δὲ μελλόντων λόγος αὐτοῖς οὐδὲ εἷς· ἀλλὰ τι-
279

μῶσι μὲν [τοὺς] πολλὰ ταλαιπωρήσαντας, τιμήσαντες δὲ φθονοῦσι,


καὶ παραγαγόντες εἰς ἐπιφάνειαν οὐ ταύτης ἀφαιροῦνται μόνον
τοὺς τετυχηκότας, ἀλλὰ διὰ ταύτην καὶ τοῦ ζῆν ἐπὶ πονηραῖς αἰ-
τίαις καὶ δι' ὑπερβολὴν αὐτῶν ἀπιθάνοις· κολάζουσι δ' οὐκ ἐπ'
ἔργοις δίκης ἀξίοις, ἀλλ' ἐπὶ διαβολαῖς καὶ κατηγορίαις ἀβασανί-
στοις, οὐδ' ὅσους ἔδει τοῦτο παθεῖν, ἀλλ' ὅσους ἀποκτεῖναι δύ-
νανται. τοῦτο Σαοῦλος ἡμῖν ὁ Κείσου παῖς, ὁ πρῶτος μετὰ τὴν
ἀριστοκρατίαν [καὶ] τὴν ἐπὶ τοῖς κριταῖς πολιτείαν Ἑβραίων βασι-  
λεύσας, φανερὸν πεποίηκε τριακοσίους ἀποκτείνας ἱερέας καὶ προ-
φήτας ἐκ τῆς πρὸς Ἀβιμέλεχον ὑποψίας, ἐπικαταβαλὼν δὲ αὐτοῖς
καὶ τὴν πόλιν καὶ τὸν ἐν τρόπῳ τινὶ ναὸν σπουδάσας ἱερέων καὶ
προφητῶν ἔρημον καταστῆσαι τοσούτους μὲν ἀνελών, μεῖναι δ' ἐάσας
οὐδὲ τὴν πατρίδα αὐτῶν πρὸς τὸ καὶ μετ' ἐκείνους ἄλλους γε-
νέσθαι.

Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae Book 15, Ch.178, l. 6

ροντα δωροδοκίας καὶ προδοσίας ἀπάγχειν προστάξαι τὸν ἄνδρα.


τεκμήρια δὲ τοῦ μηδὲν ἁμαρτόντα τοιούτῳ τέλει περιπεσεῖν κατα-
λογίζονται τὴν ἐπιείκειαν τοῦ τρόπου καὶ τὸ μήτ' ἐν νεότητι θρά-
σους ἢ προπετείας ἐπίδειξιν πεποιῆσθαι μήθ' ὅτε τὴν βασιλείαν
αὐτὸς εἶχεν, ἀλλὰ κἀν ταύτῃ τὰ πλεῖστα τῶν κατὰ τὴν διοίκησιν
Ἀντιπάτρῳ παρακεχωρηκέναι. τότε δ' ἐντῶ πλείω μὲν ἢ ὀγδοή-
κοντα γεγονὼς ἐτύγχανεν ἔτη, κρατοῦντα δὲ μετὰ πάσης ἀσφαλείας  
τὸν Ἡρώδην ἠπίστατο, διαβεβήκει δὲ καὶ τὸν Εὐφράτην τοὺς ἐν
τῷ πέραν τιμῶντας αὐτὸν καταλιπὼν ὡς ὅλος ἐπ' ἐκείνῳ γενησό-
μενος· ἐγχειρεῖν οὖν τι καὶ καινοτέρων ἅπτεσθαι πάντων ἀπιθα-
νώτατον καὶ οὐ πρὸς τῆς ἐκείνου φύσεως, ἀλλὰ ταῦτα σκῆψιν
Ἡρώδου γενέσθαι.

Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae Book 16, Ch.252, l. 1

φὸν Ἀριστόβουλον ἐν κυνηγεσίῳ λοχήσας φεύγειν εἰς Ῥώμην,


ἐπειδὰν τοῦτ' αὐτῷ πραχθῇ, τὴν βασιλείαν αἰτησόμενος. εὑρέθη
δὲ καὶ γράμματα τοῦ νεανίσκου πρὸς τὸν ἀδελφόν, ἐν οἷς ἐμέμφετο
τὸν πατέρα μὴ δίκαια ποιεῖν, Ἀντιπάτρῳ χώραν ἀπονέμοντα
πρόσοδον διακοσίων ταλάντων φέρουσαν. ἐπὶ τούτοις εὐθὺς μὲν
ἔδοξέν τι πιστὸν ἔχειν Ἡρώδης, ὡς ᾤετο, κατὰ τῆς τῶν παίδων
ὑποψίας καὶ συλλαβὼν ἔδησεν τὸν Ἀλέξανδρον. αὖθις δὲ οὐκ ἀνίει
χαλεπὸς ὤν, τὰ μὲν οὐδ' οἷς ἤκουσεν ἄγαν πεπιστευκώς· ἀναλογι-
ζομένῳ γὰρ ἄξιον μὲν ἐπιβουλῆς ἐξ αὐτῶν οὐδὲν ἐφαίνετο, μέμψεις
δὲ καὶ νεανικαὶ φιλοτιμίαι, καὶ τὸ κτείναντα φανερῶς εἰς τὴν Ῥώ-
μην ὁρμᾶν ἀπίθανον. ἠξίου δὲ καὶ μεῖζόν τι λαβεῖν τῆς περὶ τὸν
υἱὸν παρανομίας τεκμήριον καὶ φιλόνεικος ἦν μὴ δόξαι προπετῶς
τὰ δεσμὰ κατεγνωκέναι. τῶν τε φίλων τῶν Ἀλεξάνδρου βασανίζων
τοὺς ἐν τέλει διέφθειρεν αὐτῶν οὐκ ὀλίγους οὐδὲν εἰπόντας ὧν
ἐκεῖνος ᾤετο. πολλῆς δὲ τῆς εἰς τὸ τοιοῦτον ἑτοιμότητος οὔσης  
καὶ φόβου καὶ ταραχῆς περὶ τὸ βασίλειον, εἷς τις τῶν νεωτέρων
280

ὡς ἐν ταῖς ἀνάγκαις ἐγένετο, διαπέμπειν ἔφη τοῖς ἐν Ῥώμῃ φίλοις


τὸν Ἀλέξανδρον ἀξιοῦντα κληθῆναι θᾶττον ὑπὸ Καίσαρος· ἔχειν
γὰρ αὐτῷ πρᾶξιν ἐπ' αὐτὸν συνισταμένην μηνῦσαι Μιθριδάτην τὸν
βασιλέα Πάρθων τοῦ πατρὸς ᾑρημένου κατὰ Ῥωμαίων φίλον· εἶναι
δ' αὐτῷ καὶ φάρμακον ἐν Ἀσκάλωνι παρεσκευασμένον.

Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae Book 16, Ch.308, l. 3

μῖσος ἤδη τοῦ πατρός, ὡς μηδὲ συμποσίοις ἢ συλλόγοις ἀνέχεσθαι


λέγων. τοιαῦτα μὲν ἐκεῖνος, ὡς εἰκός, ἐφ' οἷς ἤλγει· τοὺς δὲ λό-
γους Εὐρυκλῆς Ἀντιπάτρῳ τούτους ἀνέφερεν, λέγων μὲν ὡς οὐχ
ἕνεκα σοῦ τοῦτ' αὐτὸν ποιεῖν, νικᾶσθαι δὲ ὑπὸ σοῦ τιμώμενος τῷ
μεγέθει τοῦ πράγματος καὶ φυλάττεσθαι παρακελευόμενος τὸν
Ἀλέξανδρον· οὐ γὰρ ἀπαθῶς τούτων ἕκαστον λέγειν, ἀλλὰ τοῖς
ῥήμασιν αὐτοῖς εἶναι τὴν αὐτοχειρίαν. Ἀντίπατρος μὲν οὖν εὔνουν
ὑπολαμβάνων ἐκ τούτων μεγάλας αὐτῷ παρ' ἕκαστα δωρεὰς ἐδίδου
καὶ τέλος ἤδη πείθει πρὸς τὸν Ἡρώδην ἀναφέρειν τὸν λόγον. ὁ
δ' οὐκ ἦν τὴν Ἀλεξάνδρου δύσνοιαν ἐξ ὧν ἔλεγεν ἀκηκοέναι διη-
γούμενος ἀπίθανος, ἀλλ' οὕτω διέθηκε τὸν βασιλέα περιάγων ἀεὶ
τοῖς ῥήμασι καὶ παροξύνων, ὡς ἀμετάγνωστον ποιῆσαι τὸ μῖσος.  
ἐδήλωσεν δὲ καὶ πρὸς αὐτὸν τὸν καιρόν· εὐθὺς γὰρ Εὐρυκλεῖ δί-
δωσιν πεντήκοντα τάλαντα δωρεάν. ὁ δὲ ταῦτα λαβὼν καὶ πρὸς
Ἀρχέλαον ἀναβὰς τὸν βασιλέα τῶν Καππαδόκων τὸν Ἀλέξανδρον
ἐπῄνει καὶ χρήσιμος ἔλεγεν αὐτῷ πολλὰ πρὸς τὰς διαλλαγὰς τὰς
πρὸς τὸν πατέρα γεγενῆσθαι. χρηματισάμενος δὲ καὶ παρ' ἐκείνου
πρὶν καταφωραθῆναι τῆς κακοηθείας ἀπῄει. Εὐρυκλῆς μὲν οὖν
οὐδὲ ἐν τῇ Λακεδαίμονι παυσάμενος εἶναι μοχθηρὸς ἐπὶ πολλοῖς
ἀδικήμασιν ἀπεστερήθη τῆς πατρίδος.
 Ὁ δὲ τῶν Ἰουδαίων βασιλεὺς οὐχ ὥσπερ πρότερον εἶχεν

Φλάβιος Ιώσηπος. Contra Apionem (= De Judaeorum vetustate) (0526: 003)


“Flavii Iosephi opera, vol. 5”, Ed. Niese, B.Berlin: Weidmann, 1889, Rep1955.
Book 1, sec. 105, l. 4

ἡμέτεροι δὲ πρόγονοι τρισὶ καὶ ἐνενήκοντα καὶ τριακοσίοις πρόσθεν


ἔτεσιν ἐκ τῆς Αἰγύπτου ἀπαλλαγέντες τὴν χώραν ταύτην ἐπῴκησαν
ἢ Δαναὸν εἰς Ἄργος ἀφικέσθαι· καίτοι τοῦτον ἀρχαιότατον Ἀργεῖοι
νομίζουσι. δύο τοίνυν ὁ Μάνεθως ἡμῖν τὰ μέγιστα μεμαρτύρηκεν
ἐκ τῶν παρ' Αἰγυπτίοις γραμμάτων, πρῶτον μὲν τὴν ἑτέρωθεν
ἄφιξιν εἰς Αἴγυπτον, ἔπειτα δὲ τὴν ἐκεῖθεν ἀπαλλαγὴν οὕτως ἀρ-
χαίαν τοῖς χρόνοις, ὡς ἐγγύς που προτερεῖν αὐτὴν τῶν Ἰλιακῶν
ἔτεσι χιλίοις. ὑπὲρ ὧν δ' ὁ Μάνεθως οὐκ ἐκ τῶν παρ' Αἰγυπ-
τίοις γραμμάτων, ἀλλ' ὡς αὐτὸς ὡμολόγηκεν ἐκ τῶν ἀδεσπότως
μυθολογουμένων προστέθεικεν, ὕστερον ἐξελέγξω κατὰ μέρος ἀπο-
δεικνὺς τὴν ἀπίθανον αὐτοῦ ψευδολογίαν.
 Βούλομαι τοίνυν ἀπὸ τούτων ἤδη μετελθεῖν ἐπὶ τὰ παρὰ  
τοῖς Φοίνιξιν ἀναγεγραμμένα περὶ τοῦ γένους ἡμῶν καὶ τὰς ἐξ ἐκεί-
νων μαρτυρίας παρασχεῖν. ἔστι τοίνυν παρὰ Τυρίοις ἀπὸ παμπόλ-
281

λων ἐτῶν γράμματα δημοσίᾳ γεγραμμένα καὶ πεφυλαγμένα λίαν ἐπι-


μελῶς περὶ τῶν παρ' αὐτοῖς γενομένων καὶ πρὸς ἀλλήλους πρα-
χθέντων μνήμης ἀξίων. ἐν οἷς γέγραπται, ὅτι ὁ ἐν Ἱεροσολύμοις
ᾠκοδομήθη ναὸς ὑπὸ Σολομῶνος τοῦ βασιλέως ἔτεσι θᾶττον ἑκατὸν
τεσσαρακοντατρισὶν καὶ μησὶν ὀκτὼ τοῦ κτίσαι Τυρίους Καρχη-
δόνα. ἀνεγράφη δὲ παρ' ἐκείνοις οὐκ ἀλόγως ἡ τοῦ ναοῦ κατα-
σκευὴ τοῦ παρ' ἡμῖν· Εἴρωμος γὰρ ὁ τῶν Τυρίων βασιλεὺς φίλος

Φλάβιος Ιώσηπος. Contra Apionem (= De Judaeorum vetustate)


Book 1, sec. 229, l. 3

 Ἐφ' ἑνὸς δὲ πρώτου στήσω τὸν λόγον, ᾧ καὶ μάρτυρι


μικρὸν ἔμπροσθεν τῆς ἀρχαιότητος ἐχρησάμην. ὁ γὰρ Μανεθὼς
οὗτος ὁ τὴν Αἰγυπτιακὴν ἱστορίαν ἐκ τῶν ἱερῶν γραμμάτων μεθερ-
μηνεύειν ὑπεσχημένος, προειπὼν τοὺς ἡμετέρους προγόνους πολλαῖς
μυριάσιν ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον ἐλθόντας κρατῆσαι τῶν ἐνοικούντων,
εἶτ' αὐτὸς ὁμολογῶν χρόνῳ πάλιν ὕστερον ἐκπεσόντας τὴν νῦν Ἰου-
δαίαν κατασχεῖν καὶ κτίσαντας Ἱεροσόλυμα τὸν νεὼ κατασκευάσα-
σθαι, μέχρι μὲν τούτων ἠκολούθησε ταῖς ἀναγραφαῖς. ἔπειτα δὲ δοὺς
ἐξουσίαν αὑτῷ διὰ τοῦ φάναι γράψειν τὰ μυθευόμενα καὶ λεγόμενα
περὶ τῶν Ἰουδαίων λόγους ἀπιθάνους παρενέβαλεν, ἀναμῖξαι βου-
λόμενος ἡμῖν πλῆθος Αἰγυπτίων λεπρῶν καὶ ἐπὶ ἄλλοις ἀρρωστή-
μασιν, ὥς φησι, φυγεῖν ἐκ τῆς Αἰγύπτου καταγνωσθέντων. Ἀμέ-
νωφιν γὰρ βασιλέα προσθεὶς ψευδὲς ὄνομα καὶ διὰ τοῦτο χρόνον
αὐτοῦ τῆς βασιλείας ὁρίσαι μὴ τολμήσας, καίτοι γε ἐπὶ τῶν ἄλλων
βασιλέων ἀκριβῶς τὰ ἔτη προστιθείς, τούτῳ προσάπτει τινὰς μυ-
θολογίας ἐπιλαθόμενος σχεδόν, ὅτι πεντακοσίοις ἔτεσι καὶ δεκαοκτὼ
πρότερον ἱστόρηκε γενέσθαι τὴν τῶν ποιμένων ἔξοδον εἰς Ἱεροσό-
λυμα. Τέθμωσις γὰρ ἦν βασιλεὺς ὅτε ἐξῄεσαν, ἀπὸ δὲ τούτων
μεταξὺ τῶν βασιλέων κατ' αὐτόν ἐστι τριακόσια ἐνενηκοντατρία
ἔτη μέχρι τῶν δύο ἀδελφῶν Σέθω καὶ Ἑρμαίου, ὧν τὸν μὲν Σέθων

Φλάβιος Ιώσηπος. Contra Apionem (= De Judaeorum vetustate) Book 1, sec. 267, l. 1

κατακαίειν καὶ τοὺς ἱππέας ἀποσφάττειν, ὅλως τε μηδεμιᾶς ἀπέ-


χεσθαι παρανομίας μηδὲ ὠμότητος. ὁ δὲ τὴν πολιτείαν καὶ τοὺς
νόμους αὐτοῖς καταβαλόμενος ἱερεύς, φησίν, ἦν τὸ γένος Ἡλιο-
πολίτης, ὄνομα δ' Ὀσαρσὴφ ἀπὸ τοῦ ἐν Ἡλιουπόλει θεοῦ Ὀσί-
ρεως, μεταθέμενος δὲ Μωυσῆν αὑτὸν προσηγόρευσε. τρισκαιδε-
κάτῳ δέ φησιν ἔτει τὸν Ἀμένωφιν, τοσοῦτον γὰρ αὐτῷ χρόνον εἶναι  
τῆς ἐκπτώσεως πεπρωμένον, ἐξ Αἰθιοπίας ἐπελθόντα μετὰ πολλῆς
στρατιᾶς καὶ συμβαλόντα τοῖς ποιμέσι καὶ τοῖς μιαροῖς νικῆσαί
τε τῇ μάχῃ καὶ κτεῖναι πολλοὺς ἐπιδιώξαντα μέχρι τῶν τῆς Συ-
ρίας ὅρων.
 Ἐν τούτοις πάλιν οὐ συνίησιν ἀπιθάνως ψευδόμενος· οἱ
γὰρ λεπροὶ καὶ τὸ μετ' αὐτῶν πλῆθος, εἰ καὶ πρότερον ὠργίζοντο
282

τῷ βασιλεῖ καὶ τοῖς τὰ περὶ αὐτοὺς πεποιηκόσι κατὰ [τε] τὴν τοῦ
μάντεως προαγόρευσιν, ἀλλ' ὅτε τῶν λιθοτομιῶν ἐξῆλθον καὶ πόλιν
παρ' αὐτοῦ καὶ χώραν ἔλαβον, πάντως ἂν γεγόνεισαν πρᾳότεροι
πρὸς αὐτόν. εἰ δὲ δὴ κἀκεῖνον ἐμίσουν, ἰδίᾳ μὲν ἄνω ἐπεβούλευον,
οὐκ ἂν δὲ πρὸς ἅπαντας ἤραντο πόλεμον, δῆλον ὅτι πλείστας ἔχοντες
συγγενείας τοσοῦτοί γε τὸ πλῆθος ὄντες. ὅμως δὲ καὶ τοῖς ἀνθρώ-
ποις πολεμεῖν διεγνωκότες οὐκ ἂν εἰς τοὺς αὐτῶν θεοὺς πολεμεῖν
ἐτόλμησαν οὐδ' ὑπεναντιωτάτους ἔθεντο νόμους τοῖς πατρίοις αὐ-
τῶν καὶ οἷς ἐνετράφησαν. δεῖ δὲ ἡμᾶς τῷ Μανεθῶνι χάριν ἔχειν,

Φλάβιος Ιώσηπος. Contra Apionem (= De Judaeorum vetustate)


Book 1, sec. 279, l. 3

τῆς ψάμμου τῆς ἀνύδρου, δῆλον ὅτι οὐ ῥᾴδιον οὐδὲ ἀμαχεὶ στρα-
τοπέδῳ διελθεῖν.
 Κατὰ μὲν οὖν τὸν Μανεθῶν οὔτε ἐκ τῆς Αἰγύπτου τὸ
γένος ἡμῶν ἐστιν οὔτε τῶν ἐκεῖθέν τινες ἀνεμίχθησαν· τῶν γὰρ
λεπρῶν καὶ νοσούντων πολλοὺς μὲν εἰκὸς ἐν ταῖς λιθοτομίαις ἀπο-
θανεῖν πολὺν χρόνον ἐκεῖ γενομένους καὶ κακοπαθοῦντας, πολλοὺς
δ' ἐν ταῖς μετὰ ταῦτα μάχαις, πλείστους δ' ἐν τῇ τελευταίᾳ καὶ
τῇ φυγῇ.
 Λοιπόν μοι πρὸς αὐτὸν εἰπεῖν περὶ Μωυσέως. τοῦτον
δὲ τὸν ἄνδρα θαυμαστὸν μὲν Αἰγύπτιοι καὶ θεῖον νομίζουσι, βού-
λονται δὲ προσποιεῖν αὐτοῖς μετὰ βλασφημίας ἀπιθάνου, λέγοντες
Ἡλιοπολίτην εἶναι τῶν ἐκεῖθεν ἱερέων ἕνα διὰ τὴν λέπραν συνεξ-
εληλαμένον. δείκνυται δ' ἐν ταῖς ἀναγραφαῖς ὀκτωκαίδεκα σὺν
τοῖς πεντακοσίοις πρότερον ἔτεσι γεγονὼς καὶ τοὺς ἡμετέρους ἐξα-
γαγὼν ἐκ τῆς Αἰγύπτου πατέρας εἰς τὴν χώραν τὴν νῦν οἰκουμένην  
ὑφ' ἡμῶν. ὅτι δὲ οὐδὲ συμφορᾷ τινι τοιαύτῃ περὶ τὸ σῶμα κεχρη-
μένος ἦν, ἐκ τῶν λεγομένων ὑπ' αὐτοῦ δῆλός ἐστι· τοῖς γὰρ λε-
πρῶσιν ἀπείρηκε μήτε μένειν ἐν πόλει μήτ' ἐν κώμῃ κατοικεῖν,
ἀλλὰ μόνους περιπατεῖν κατεσχισμένους τὰ ἱμάτια, καὶ τὸν ἁψά-
μενον αὐτῶν ἢ ὁμωρόφιον γενόμενον οὐ καθαρὸν ἡγεῖται. καὶ μὴν
κἂν θεραπευθῇ τὸ νόσημα καὶ τὴν αὑτοῦ φύσιν ἀπολάβῃ, προεί

Arius Didymus Doxogr., Physica (fragmenta) (0529: 001)“Doxographi Graeci”, Ed.


Diels, H.Berlin: Reimer, 1879, Rep1965.Fragment 27, l. 25

τοῦ ποιοῦ. τοῦτο γάρ, ὡς πολλάκις ἐλέγομεν, τὴν αὔξησιν καὶ τὴν μείωσιν ἐπι-  
δέχεσθαι· μὴ εἶναι δὲ ταὐτὸν τό τε ποιὸν ἰδίως καὶ τὴν οὐσίαν [ὃ] ἐξ ἧς ἔστι
τοῦτο, μὴ μέντοι γε μηδ' ἕτερον, ἀλλὰ μόνον οὐ ταὐτὸν διὰ τὸ καὶ μέρος εἶναι
τῆς οὐσίας καὶ τὸν αὐτὸν ἐπέχειν τόπον, τὰ δ' ἕτερα τινῶν λεγόμενα δεῖν καὶ
τόπῳ κεχωρίσθαι καὶ μηδ' ἐν μέρει θεωρεῖσθαι.
 Τὸ δὲ μὴ εἶναι ταὐτὸ τό τε κατὰ τὸ ἰδίως ποιὸν καὶ τὸ κατὰ τὴν οὐσίαν,
δῆλον εἶναί φησιν ὁ Μνήσαρχος· ἀναγκαῖον γὰρ τοῖς αὐτοῖς ταὐτὰ συμβεβηκέναι.
εἰ γάρ τις πλάσας ἵππον λόγου χάριν συνθλάσειεν, ἔπειτα κύνα ποιήσειεν, εὐλόγως
ἂν ἡμᾶς ἰδόντας εἰπεῖν, ὅτι τοῦτ' οὐκ ἦν πάλαι, νῦν δ' ἐστίν· ὥσθ' ἕτερον εἶναι
τὸ ἐπὶ τοῦ ποιοῦ λεγόμενον τό τε [καὶ] ἐπὶ τῆς οὐσίας. καθόλου νομίζειν τοὺς
αὐτοὺς ἡμᾶς εἶναι ταῖς οὐσίαις ἀπίθανον εἶναι φαίνεται· πολλάκις γὰρ συμβαίνει
283

τὴν μὲν οὐσίαν ὑπάρχειν πρὸ τῆς γενέσεως εἰ τύχοι τῆς Σωκράτους, τὸν δὲ Σω-
κράτην μηδέπω ὑπάρχειν, καὶ μετὰ τὴν τοῦ Σωκράτους ἀναίρεσιν ὑπομένειν μὲν
τὴν οὐσίαν, αὐτὸν δὲ μηκέτ' εἶναι.
 Stob. ecl. I 17 p. 374 – 378H.
 Χρύσιππος δὲ τοιοῦτόν τι διεβεβαιοῦτο· εἶναι τὸ ὂν πνεῦμα κινοῦν ἑαυτὸ
πρὸς ἑαυτὸ καὶ ἐξ αὑτοῦ, ἢ πνεῦμα ἑαυτὸ κινοῦν πρόσω καὶ ὀπίσω· πνεῦμα δὲ
εἴληπται διὰ τὸ λέγεσθαι αὐτὸ ἀέρα εἶναι κινούμενον· ἀνάλογον δὲ γίνεσθαι κἀπὶ
τοῦ αἰθέρος, ὥστε καὶ εἰς κοινὸν λόγον πεσεῖν αὐτά. ἡ τοιαύτη δὲ κίνησις κατὰ
μόνους γίνεται τοὺς νομίζοντας τὴν οὐσίαν πᾶσαν μεταβολὴν ἐπιδέχεσθαι καὶ
σύγχυσιν καὶ σύστασιν καὶ σύμμιξιν καὶ σύμφυσιν καὶ τὰ τούτοις παραπλήσια.

Pseudo-Γαληνός ιατρός.Ad Gaurum quomodo animetur fetus (0530: 006)


“”Die neuplatonische, fälschlich dem Galen zugeschriebene Schrift Πρὸς Γαῦρον περὶ
τοῦ πῶς ἐμψυχοῦνται τὰ ἔμβρυα””, Ed. Kalbfleisch, K.Berlin: Reimer, 1895;
Abhandlungen der königlichen Akademie der Wissenschaften zu Berlin, Philol.–hist.
Kl..Ch.2, sec. 2, l. 3

μὴ ζῴων αἰσθήσει καὶ ὁρμῇ διαφερόντων μήτε δυνάμει ζῷον ὡς τὸ ἤδη


τὴν ψυχὴν δεδεγμένον εἰ καὶ ἀργούσας ἔχει τὰς τοῦ (συν)αμφοτέρου ἐνερ-
γείας, εὔκολος τῷ Πλάτωνι ἡ τῆς εἰσκρίσεως ἀνάγκη καὶ ὁ ὅρος ὁ ταύτης
γίγνεται· δῆλον γάρ, ὡς ζῴου μὲν μὴ ὄντος τοῦἐμβρύου μήτ' οὖν ἐνεργείᾳ
μήτε δυν(άμει) ὡς τὸ (ἤδη τ)ὴν ἕ(ξ)ιν δεδ(εγ)μέν(ον) καὶ ἀργοῦν, δυνάμει δὲ
λεγο(μένου) ζῴου τῷ ἐπιτηδείως ἔχειν ψυχὴν τὴν ἰδίως λεγομένην ζῴου ἀνα-
δέξασθαι, ὅτε πρῶτον αἰσθητ(ι)κὸν γίγνεται καὶ ὁρμητικόν, ἀνάγκη καὶ τὴν
εἴσκρισιν καὶ τὸν καιρὸν τῆς εἰσκρίσεως καταλιπεῖν· ὃ δεῖ γίγνεσθαι μετὰ
τὴν ἐκ γαστρὸς κατὰ φύσιν γιγνομένην ἀποκύησιν. εἰ δὲ δυνάμει ζῷον ὡς
τὸ δεδεγμένον τὴν ἕξιν ἢ μᾶλλον ζῷον ἐνεργείᾳ ἦν τὸ ἔμβρυον, δύσκολον
μὲν τὸν καιρὸν ἀφορίσαι τῆς εἰσκρίσεως καὶ πολύ γε τὸ ἀπίθανον ἕξει καὶ
πλασματῶδες ὁποῖος ἂν εἶναι ἀφορισθῇ, τοῦ μὲν ὅταν καταβληθῇ τὸ σπέρμα
τὸν καιρὸν τοῦτον ἀποδιδόντος ὡς ἂν μηδ' οἵου τε ὄντος ἐν τῇ μήτρᾳ
γονίμως κρατηθῆναι μήτι γε ψυχῆς ἔξωθεν τῇ εἰσκρίσει ἑαυτῆς τὴν σύμφυσιν
ἀπεργασαμένης – κἀνταῦθα πολὺς ὁ Νουμήνιος καὶ οἱ τὰς Πυθαγόρου ὑπο-  
νοίας ἐξηγούμενοι, καὶ τὸν παρὰ μὲν τῷ Πλάτωνι ποταμὸν Ἀμέλητα, παρὰ δὲ
τῷ Ἡσιόδῳ καὶ τοῖς Ὀρφικοῖς τὴν Στύγα, παρὰ δὲ τῷ Φερεκύδῃ τὴν ἐκροὴν
ἐπὶ τοῦ σπέρματος ἐκδεχόμενοι – τοῦ δ' ὅταν πλασθῇ πρῶτον τὴν εἴσκρισιν
τιθέντος τοῦ μὲν ἄρρενος ἐν λ ἡμέραις, τῆς δὲ θηλείας ἐν δύο καὶ μ διαρθρου-
μένης, καθάπερ ἱστορεῖ ὁ Ἱπποκράτης, τοῦ δὲ τὸν καιρὸν ἀφορίζοντος τῆς εἰς-
κρίσεως ὅταν πρῶτον κινηθῇ τὸ ἔμβρυον· λέγει δὲ καὶ περὶ τοῦ χρόνου ὁ Ἱπ

Pseudo-Γαληνός ιατρός.De optima secta ad Thrasybulum liber (0530: 043)


“Claudii Galeni opera omnia, vol. 1”, Ed. Kühn, C.G.Leipzig: Knobloch, 1821,
Rep1964.Vol. 1, p. 123, l. 1

τέραν αἵρεσιν· καὶ πρῶτόν γε πρὸς τοὺς Ἐμπειρικούς φασιν,


ὅτι οὐκ ἐπαρκεῖ τὰ φαινόμενα πρὸς τὸ τηρῆσαι ἐπ' αὐτοῖς
τὰ συμφέροντα· χρεία γὰρ καὶ τῶν κεκρυμμένων· ἀπὸ γὰρ
284

τούτων αἱ τῶν συμφερόντων ἐνδείξεις γίνονται. τεκμήριον


δὲ, (αὐτοὶ γὰρ ὑμεῖς οὐκ ἐπὶ πᾶσι τοῖς φαινομένοις τηρεῖτε,
ἀλλ' ἐπί τισιν) ὡς ἂν πλέον τι ἐχόντων τῶν φαινομένων,
ἐφ' οἷς τηρεῖν χρὴ, ὃ οὐ φαίνεται. εἰ δὲ τοῦτο,
εὔχρηστα ἂν εἴη τὰ κεκρυμμένα. τὰ οὖν φαινόμενα, ἤτοι
ὡς φαινόμενα πρὸς εὕρεσιν τῶν συμφερόντων λαμβάνεται
καὶ πάντα ἔσται χρήσιμα, ἢ οὔ. τὸ μὲν οὖν πάντα λέγειν  
χρήσιμα εἶναι, ἀπίθανον. εἰ δὲ μὴ πάντα ἐστὶ χρήσιμα,
ἀνάγκη τοῦ φαίνεσθαι πλέον τι τὰ χρήσιμα ἔχειν, ὅπερ οὐκ
αἰσθήσεώς ἐστι καταλαμβάνειν, ἀλλὰ λόγου. τῷ δὲ λόγῳ τὰ
κεκρυμμένα καταλαμβάνεται, χρήσιμος ἄρα λόγος, καὶ τὰ κε-
κρυμμένα. εἰ γὰρ τὰ φαινόμενα, ᾗ φαινόμενά ἐστι, μὴ διαφέ-
ρει ἀλλήλων δηλονότι, ἢ ὁμοίως ἅπαντα πρὸς τήρησιν, ὃ καὶ
ἐφ' ἑαυτοῖς, χρησιμεύει, ὥστε καὶ ἐπὶ τοῖς ἐλαχίστοις, τοῖς τε
παρεληλυθόσι καὶ τοῖς ἐνεστῶσιν εἴη ἂν, εἰ τοῦτο ἀδύνατον.
πῶς γὰρ ἂν ἐπὶ τῇ στρωμνῇ, καὶ τῇ κλίνῃ, ἐφ' ᾗ κα-
τεκλίθη ὁ νοσῶν, καὶ τοῖς ὁμοίοις, τήρησίς τις; φανερὸν
οὖν, ὡς οὐκ ἐπὶ τοῖς φαινομένοις, ὡς φαινόμενά ἐστιν, ἡ

Ephorus Hist., Frag.(0536: 003)“FGrH #70”.Vol.-Jacobyʹ-F 2a,70,F, fragment 9, l.


9

οὐδαμῶς ἁρμόζοντα λόγον αὑτῶι ῥίψας, ἐπ' ἀπάτηι καὶ γοητείαι παρεις-
ῆχθαι τοῖς ἀνθρώποις.
 HARPOKs. ἀρχαίως (DERS. s. καινῶς)· Ἰσοκράτης Πανηγυ-
ρικῶι (§ 8) ‘τά τε παλαιὰ καινῶς διελθεῖν καὶ περὶ τῶν νεωστὶ γενομένων
ἀρχαίως εἰπεῖν’. ἔνιοι μέν φασι σημαίνειν ἀρχαιοτρόπως, τουτέστιν ἀρχαιο-
τέροις ὀνόμασι χρῆσθαι. Ἔφορος δ' ἐν τῆι α τῶν Ἱστοριῶν τρόπον τινὰ
ἐξηγήσατο, ἐν ὧι φησὶ περὶ τῶν ἀρχαίων πραγμάτων τοὺς νεωτέρους
διεξέρχεσθαι· «περὶ μὲν γὰρ τῶν καθ' ἡμᾶς γεγενημένων»
φησί «τοὺς ἀκριβέστατα λέγοντας πιστοτάτους ἡγού-
μεθα, περὶ δὲ τῶν παλαιῶν τοὺς οὕτω διεξιόντας ἀπι-
θανωτάτους εἶναι νομίζομεν, ὑπολαμβάνοντες οὔτε τὰς
πράξεις ἁπάσας οὔτε τῶν λόγων τοὺς πλείστους εἰκὸς
εἶναι μνημονεύεσθαι διὰ τοσούτων.»
 HARPOKs. Κεβρῆνα ... πόλις ἐστὶ τῆς Τρωάδος Κεβρήν,
Κυμαίων ἀποικία, ὥς φησιν Ἔφορος ἐν α.
 ATHEN. III 66 p. 105 D: περὶ δὲ τῶν καρίδων, ὅτι καὶ
πόλις ἦν Καρίδες περὶ Χίον τὴν νῆσον Ἔφορος ἐν τῆι α ἱστορεῖ, κτίσαι
φάσκων αὐτὴν τοὺς διασωθέντας ἐκ τοῦ ἐπὶ Δευκαλίωνος γενομένου κατα-
κλυσμοῦ μετὰ Μάκαρος, καὶ μέχρι νῦν τὸν τόπον καλεῖσθαι Καρίδας.
 SCHOL. T PLATON Lach. 187 B (Euthyd. 285C): ἐν τῶι Καρὶ ὑμῖν ὁ
κίνδυνος] ἐπὶ τῶν ἐπισφαλέστερον καὶ ἐν ἀλλοτρίοις κινδυνευόντων.

Epicurus Phil., Epistula ad Pythoclem (0537: 011)“Epicuro. Opere, 2nd edn.”, Ed.
Arrighetti, G.Turin: Einaudi, 1973.Sec. 84, l. 3

αὐτὰ ταῦτα ἐν μνήμῃ τιθέμενα συνεχῶς βοηθήσει. τοιαῦτα γάρ


ἐστιν, ὥστε καὶ τοὺς κατὰ μέρος ἤδη ἐξακριβοῦντας ἱκανῶς ἢ
καὶ τελείως, εἰς τὰς τοιαύτας ἀναλύοντας ἐπιβολὰς τὰς πλεί-
285

στας τῶν περιοδειῶν ὑπὲρ τῆς ὅλης φύσεως ποιεῖσθαι· ὅσοι δὲ


μὴ παντελῶς αὐτῶν τῶν ἀποτελουμένων εἰσίν, ἐκ τούτων καὶ
κατὰ τὸν ἄνευ φθόγγων τρόπον τὴν ἅμα νοήματι περίοδον τῶν
κυριωτάτων πρὸς γαληνισμὸν ποιοῦνται.  
Ἐπίκουρος Πυθοκλεῖ χαίρειν.
 Ἤνεγκέ μοι Κλέων ἐπιστολὴν παρὰ σοῦ ἐν ᾗ φιλοφρονού-
μενός τε περὶ ἡμᾶς διετέλεις ἀξίως τῆς ἡμετέρας περὶ σεαυτὸν
σπουδῆς, καὶ οὐκ ἀπιθάνως ἐπειρῶ μνημονεύειν τῶν εἰς μακά-
ριον βίον συντεινόντων διαλογισμῶν, ἐδέου τε σεαυτῷ περὶ τῶν
μετεώρων σύντομον καὶ εὐπερίγραφον διαλογισμὸν ἀποστεῖλαι,
ἵνα ῥᾳδίως μνημονεύῃς· τὰ γὰρ ἐν ἄλλοις ἡμῖν γεγραμμένα
δυσμνημόνευτα εἶναι, καίτοι, ὡς ἔφης, συνεχῶς αὐτὰ βαστάζεις.
ἡμεῖς δὲ ἡδέως τέ σου τὴν δέησιν ἀπεδεξάμεθα καὶ ἐλπίσιν
ἡδείαις συνεσχέθημεν.

Hellanicus Hist., Frag.(0539: 002)“FGrH #4, #323a, #601a, #608a, #645a, #687a”.
Vol.-Jacobyʹ-F 1a,4,F, fragment 95, l. 10

 SCHOL. APOLL. RHOD. II 178: Ἀγηνορίδης ἔχε Φινεύς] Ἀγή-


νορος γὰρ παῖς ἐστιν, ὡς Ἑλλάνικος. ὡς δὲ Ἡσίοδός φησιν (F 31), Φοίνι-
κος τοῦ Ἀγήνορος καὶ Κασσιεπείας. ὁμοίως δὲ καὶ Ἀσκληπιάδης (12 F 22)
καὶ Ἀντίμαχος καὶ Φερεκύδης (3 F 86) φησίν ... ἄλλως· οὐκ ἐν
τῆι πέραν Βιθυνίαι, ἀλλ' ἐν τῆι τῆς Θράικης, ἥτις ἐστὶ τῆς Εὐρώπης ...
ἔνιοι δὲ αὐτὸν ἐν τῆι Παφλαγονίαι βασιλεῦσαι ἱστοροῦσιν, ἥτις ἐστὶ τῆς
Ἀσίας, ὥς φησιν Ἑλλάνικος. Ἀγηνορίδην δὲ εἶπε τὸν Φινέα, καθὸ Ἀγήνορός ἐστι
παῖς. ὁ δὲ Ἡσίοδος τοῦ Φοίνικος αὐτόν φησι τοῦ Ἀγήνορος. πηρωθῆναι
δὲ λέγουσι τὸν Φινέα ὑπὸ Ἡλίου, ὅτι πολυχρόνιος εἵλετο μᾶλλον εἶναι ἢ
βλέπειν. ἔνιοι μὲν τοσαύτας ἐζηκέναι γενεὰς ἀπίθανον εἶναί φασιν, πλείους
δὲ αὐτοὺς γεγονέναι, καὶ ἕτερον τὸν Φινέα ἕβδομον ἀπόγονον εἶναι τοῦ
Φοίνικος, πρὸς ὃν ἀπήντησαν οἱ ἥρωες.
 SCHOL. EURIPID. Phoen. 662: ὃν ἐπὶ χέρνιβας μολὼν Κάδμος
ὄλεσε μαρμάρωι κρᾶτα φόνιον ὀλεσιθῆρος ὠλένας δικὼν βολαῖς] ὁ μὲν
οὖν Ἑλλάνικος λίθωι φησὶν ἀναιρεθῆναι τὸν δράκοντα, ὁ δὲ Φερεκύδης
(3 F 88) ξίφει.
  –  –  – 61: μαθὼν δὲ τἀμὰ λέκτρα μητρώιων γάμων ὁ πάντ'
ἀνατλὰς Οἰδίπους παθήματα εἰς ὄμμαθ' αὑτοῦ δεινὸν ἐμβάλλει φόνον,
χρυσηλάτοις πόρπαισιν αἱμάξας κόρας] ὅμοια Ἑλλάνικος. ἐν δὲ τῶι
Οἰδίποδι (Eurip. F 541) οἱ Λαίου θεράποντες ἐτύφλωσαν αὐτόν.

Menander Comic., Dyscolus (0541: 007)


“Menandri reliquiae selectae”, Ed. Sandbach, F.H.
Oxford: Clarendon Press, 1972.
L. 145
286

τὴν ἐπιβολ]ὴν τὴν τοῦ γάμου. κακὸν δὲ σὲ


κακῶς ἅπ]αντες ἀπολέσειαν οἱ θεοί,
μαστιγία.]
{[Πυ]} [        τί δ'] ἠδίκηκα, Σώστρατε;
{(Σω)} κακῶς ἐπό]εις τὸ χωρίον τι δηλαδή.
{[Πυ]} οὐ μὰ Δί'] ἔκλεπτον.
{(Σω)}   ἀλλ' ἐμαστίγου σέ τις
οὐδὲν ἀδικοῦντα;
{(Πυ)}   καὶ πάρεστί γ' οὑτοσί
αὐτὸς – ὑπάγω, βέλτιστε. σὺ δὲ τούτωι λάλει.
{(Σω)} οὐκ ἂν δυναίμην· ἀπίθανός τις εἴμ' ἀεὶ
ἐν τῶι λαλεῖν. ποῖον λέγει[        ]νι;
οὐ πάνυ φιλάνθρωπον β[λέπειν μ]οι φαίνεται,
μὰ τὸν Δί'· ὡς δ' ἐσπούδακ'. ἐ[πανάξ]ω βραχὺ
ἀπὸ τῆς θύρας. βέλτιον. ἀλλὰ κ̣[αὶ β]οᾶι
μόνος βαδίζων. οὐχ ὑγιαίνειν μοι δοκεῖ.  
δέδοικα μέντοι, μὰ τὸν Ἀπόλλω καὶ θεούς,
αὐτόν. τί γὰρ ἄν τις μὴ οὐχὶ τἀληθῆ λέγοι;
{ΚΝΗΜΩΝ}
εἶτ' οὐ μακάριος ἦν ὁ Περσεὺς κατὰ δύο
τρόπους ἐκεῖνος, ὅτι πετηνὸς ἐγένετο

Menander Comic., Frag.(0541: 039)“Comicorum Atticorum fragmenta, vol. 3”, Ed.


Kock, T.Leipzig: Teubner, 1888.Fragment 622, l. 1

Ἕλληνές εἰσιν ἄνδρες, οὐκ ἀγνώμονες,


καὶ μετὰ λογισμοῦ πάντα πράττουσίν τινος.
ἄνοια θνητοῖς δυστύχημ' αὐθαίρετον.
τί σαυτὸν ἀδικῶν τὴν τύχην καταιτιᾷ;  
χαλεπόν γε τοιαῦτ' ἐστὶν ἐξαμαρτάνειν,
ἃ καὶ λέγειν ὀκνοῦμεν οἱ πεπραχότες.
εὐηθία μοι φαίνεται, Φιλουμένη,
τὸ νοεῖν μὲν ὅσα δεῖ, μὴ φυλάττεσθαι δ' ἃ δεῖ.
ὁ μὴ φέρων γὰρ εὖ τι τῶν ἐν τῷ βίῳ
ἀγαθῶν ἀλόγιστός ἐστιν, οὐχὶ μακάριος.
τἀπίθανον ἰσχὺν τῆς ἀληθείας ἔχει
ἐνίοτε μείζω καὶ πιθανωτέραν ὄχλῳ.
τοὺς τὸν ἴδιον δαπανῶντας ἀλογίστως βίον
τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποιεῖ πᾶσιν κακῶς.  
οὐπώποτ' ἐζήλωσα πλουτοῦντα σφόδρα
ἄνθρωπον, ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει.
μὴ πάντοθεν κέρδαιν', ἐπαισχύνου δέ μοι·
τὸ μὴ δικαίως εὐτυχεῖν ἔχει φόβον.

Πολύβιος ιστορικός. Historiae (0543: 001)“Polybii historiae, vols. 1–4”, Ed.


Büttner–Wobst, T.Leipzig: Teubner, 1:1905; 2:1889; 3:1893; 4:1904, Rep1:1962; 2–
3:1965; 4:1967.Book 2, Ch.58, sec. 13, l. 1
287

οὐκοῦν ὁλοσχερεστέρας τινὸς καὶ μείζονος τυχεῖν


ἦσαν ἄξιοι τιμωρίας, ὥστ' εἴπερ ἔπαθον ἃ Φύλαρ-  
χός φησιν, οὐκ ἔλεον εἰκὸς ἦν συνεξακολουθεῖν
αὐτοῖς παρὰ τῶν Ἑλλήνων, ἔπαινον δὲ καὶ συγκα-
τάθεσιν μᾶλλον τοῖς πράττουσι καὶ μεταπορευομέ-
νοις τὴν ἀσέβειαν αὐτῶν. ἀλλ' ὅμως οὐδενὸς πε-
ραιτέρω συνεξακολουθήσαντος Μαντινεῦσι κατὰ τὴν
περιπέτειαν πλὴν τοῦ διαρπαγῆναι τοὺς βίους καὶ
πραθῆναι τοὺς ἐλευθέρους, ὁ συγγραφεὺς αὐτῆς
τῆς τερατείας χάριν οὐ μόνον ψεῦδος εἰσήνεγκε τὸ
ὅλον, ἀλλὰ καὶ τὸ ψεῦδος ἀπίθανον, καὶ διὰ τὴν ὑπερ-
βολὴν τῆς ἀγνοίας οὐδὲ τὸ παρακείμενον ἠδυνήθη
συνεπιστῆσαι, πῶς οἱ αὐτοὶ κατὰ τοὺς αὐτοὺς και-
ροὺς κυριεύσαντες Τεγεατῶν κατὰ κράτος οὐδὲν
τῶν ὁμοίων ἔπραξαν. καίτοι γ' εἰ μὲν ἡ τῶν πρατ-
τόντων ὠμότης ἦν αἰτία, καὶ τούτους εἰκὸς ἦν πε-
πονθέναι ταὐτὰ τοῖς ὑπὸ τὸν αὐτὸν ὑποπεπτωκόσι
καιρόν. εἰ δὲ περὶ μόνους γέγονε Μαντινεῖς ἡ
διαφορά, φανερὸν ὅτι καὶ τὴν αἰτίαν τῆς ὀργῆς
ἀνάγκη

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 3, Ch.48, sec. 9, l. 4

ἀνθρώπων φῦλον κατ' αὐτὰς οἰκεῖν συμβαίνει τὰς


Ἄλπεις, ἀλλ' ἀγνοοῦντες ἕκαστα τῶν εἰρημένων
ἥρω τινά φασιν ἐπιφανέντα συνυποδεῖξαι τὰς ὁδοὺς
αὐτοῖς. ἐξ ὧν εἰκότως ἐμπίπτουσιν εἰς τὸ παρα-
πλήσιον τοῖς τραγῳδιογράφοις. καὶ γὰρ ἐκείνοις
πᾶσιν αἱ καταστροφαὶ τῶν δραμάτων προσδέονται
θεοῦ καὶ μηχανῆς διὰ τὸ τὰς πρώτας ὑποθέσεις
ψευδεῖς καὶ παραλόγους λαμβάνειν, τούς τε συγγρα-
φέας ἀνάγκη τὸ παραπλήσιον πάσχειν καὶ ποιεῖν
ἥρωάς τε καὶ θεοὺς ἐπιφαινομένους, ἐπειδὰν τὰς
ἀρχὰς ἀπιθάνους καὶ ψευδεῖς ὑποστήσωνται. πῶς
γὰρ οἷόν τε παραλόγοις ἀρχαῖς εὔλογον ἐπιθεῖναι
τέλος; Ἀννίβας γε μὴν οὐχ ὡς οὗτοι γράφουσιν,
λίαν δὲ περὶ ταῦτα πραγματικῶς ἐχρῆτο ταῖς ἐπι-
βολαῖς. καὶ γὰρ τὴν τῆς χώρας ἀρετήν, εἰς ἣν
ἐπεβάλετο καθιέναι, καὶ τὴν τῶν ὄχλων ἀλλοτριό-
τητα πρὸς Ῥωμαίους ἐξητάκει σαφῶς, εἴς τε τὰς
μεταξὺ δυσχωρίας ὁδηγοῖς καὶ καθηγεμόσιν ἐγχω-
ρίοις ἐχρῆτο τοῖς τῶν αὐτῶν ἐλπίδων μέλλουσι
κοινωνεῖν.

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 12, Ch.24, sec. 5, l. 4

γαστρίμαργον παρεμφαίνειν, τὸν δ' Ἀριστοτέλην,


ὀψαρτύοντα πλεονάκις ἐν τοῖς συγγράμμασιν, ὀψο-
φάγον εἶναι καὶ λίχνον. τὸν αὐτὸν τρόπον ἐπὶ
τοῦ Διονυσίου τοῦ τυράννου, κλινοκοσμοῦντος καὶ
288

τὰς τῶν ὑφασμάτων ἰδιότητας καὶ ποικιλίας ἐξεργα-


ζομένου συνεχῶς. ἀνάγκη τὴν ἀκόλουθον ποι-
εῖσθαι διάληψιν καὶ δυσαρεστεῖσθαι κατὰ
τὴν προαίρεσιν. οὗτος γὰρ ἐν μὲν ταῖς τῶν πέλας
κατηγορίαις πολλὴν ἐπιφαίνει δεινότητα καὶ τόλμαν,
ἐν δὲ ταῖς ἰδίαις ἀποφάσεσιν ἐνυπνίων καὶ τεράτων
καὶ μύθων ἀπιθάνων καὶ συλλήβδην δεισιδαιμονίας
ἀγεννοῦς καὶ τερατείας γυναικώδους ἐστὶ πλήρης.
οὐ μὴν ἀλλὰ διότι γε συμβαίνει διὰ τὴν ἀπειρίαν
καὶ κακοκρισίαν πολλοὺς ἐνίοτε καθάπερ εἰ παρόν-  
τας τρόπον τινὰ μὴ παρεῖναι καὶ βλέποντας μὴ
βλέπειν ἐκ τῶν εἰρημένων τε νῦν καὶ τῶν Τιμαίῳ
συμβεβηκότων γέγονε φανερόν.  –  

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 29, Ch.6, sec. 2, l. 3

γνώμης, ὑπάρχων κατὰ τοὺς αὐτοὺς καιροὺς καὶ


μᾶλλον ἑτέρων ἐκπληττόμενος ἕκαστα τῶν γενομένων.
 Ὅτι μὲν οὖν Κύδας ὁ Κρὴς στρατευόμενος παρ'
Εὐμένει καὶ τιμώμενος ὡς ἔνι μάλιστα, πρῶτον μὲν
πρὸς Ἀμφίπολιν παραγενόμενος Χειμάρῳ, τινὶ τῶν
σὺν Περσεῖ στρατευομένων (Κρητῶν), καὶ πάλιν πρὸς
Δημητριάδι συνεγγίσας τῷ τείχει ἐκοινολογεῖτο
τὸ μὲν πρῶτον Μενεκράτει, τὸ δὲ δεύτερον Ἀντι-
μάχῳ, εἴρηται· καὶ μὴν ὅτι δὶς Ἡροφῶν
ἐπρέσβευσε πρὸς Εὐμένη παρὰ Περσέως, καὶ διὰ τοῦτο
Ῥωμαίων οἱ πλείους ὑποψίαν ἔσχον (οὐκ) ἀπίθανον
περὶ τοῦ βασιλέως Εὐμένους, δῆλον ἐκ τῶν περὶ
Ἄτταλον συμβάντων· τῷ μὲν γὰρ συνεχώρησαν καὶ  
παραγενέσθαι πρὸς σφᾶς εἰς τὴν Ῥώμην ἐκ τοῦ Βρεν-
τεσίου καὶ χρηματίσαι περὶ ὧν προῃρεῖτο, καὶ τέλος
ἀποκρίσεις δόντες αὐτῷ φιλανθρώπους ἀπέστειλαν,
(οὐδὲν οὔτε) πρότερον οὔτε κατὰ τὸν (πρὸς) Περσέα
πόλεμον ἀξιόλογον αὐτοῖς συνηργηκότα· (τὸν) Εὐμένη
δὲ τὰς μεγίστας χρείας σφίσι παρεσχημένον καὶ πλεῖστα
συνηργηκότ' ἔν τε τοῖς πρὸς Ἀντίοχον καὶ κατὰ τὸν
(πρὸς) Περσέα πόλεμον οὐ μόνον τῆς εἰς τὴν Ῥώμην

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 30, Ch.4, sec. 12, l. 1

ἐγκλημάτων αὐτοῖς ἡ σύγκλητος πικρῶς καὶ βαρέως


ὠνείδισεν. ἦν δ' ὁ νοῦς τῆς ἀποκρίσεως τοιοῦτος, ὅτι
εἰ μὴ δι' ὀλίγους ἀνθρώπους τοὺς αὑτῶν φίλους, καὶ
μάλιστα δι' αὐτούς, ᾔδεισαν καλῶς καὶ δικαίως ὡς
δέον ἦν αὐτοῖς χρήσασθαι. ὁ δ' Ἀστυμήδης αὑτῷ
μὲν ἐδόκει καλῶς εἰρηκέναι περὶ τῆς πατρίδος, οὐ
μὴν τοῖς γε παρεπιδημοῦσιν οὐδὲ τοῖς οἴκοι μένουσιν
289

τῶν Ἑλλήνων οὐδαμῶς ἤρεσκεν. ἐξέβαλε γὰρ ἔγγραπτον  


μετὰ ταῦτα ποιήσας τὴν σύνταξιν τῆς δικαιολογίας, ἣ
τοῖς πλείστοις τῶν ἀναλαμβανόντων εἰς τὰς χεῖρας
ἄτοπος ἐφαίνετο καὶ τελέως ἀπίθανος. συνεστήσατο
γὰρ τὴν δικαιολογίαν οὐ μόνον ἐκ τῶν τῆς πατρίδος
δικαίων, ἔτι δὲ μᾶλλον ἐκ τῆς τῶν ἄλλων κατη-
γορίας. τὰ μὲν γὰρ εὐεργετήματα καὶ συνεργήματα
παραβάλλων καὶ συγκρίνων τὰ μὲν τῶν ἄλλων ἐπειρᾶτο
ψευδοποιεῖν καὶ ταπεινοῦν, τὰ δὲ τῶν Ῥοδίων ηὔξανε,
πολλαπλασιάζων καθ' ὅσον οἷός τ' ἦν· τὰ δ' ἁμαρτή-
ματα κατὰ τοὐναντίον τὰ μὲν τῶν ἄλλων ἐξωνείδιζε
πικρῶς καὶ δυσμενικῶς, τὰ δὲ τῶν Ῥοδίων ἐπειρᾶτο
περιστέλλειν, ἵνα κατὰ τὴν παράθεσιν τὰ μὲν οἰκεῖα
μικρὰ καὶ συγγνώμης ἄξια φανῇ, τὰ δὲ τῶν πέλας

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 30, Ch.19, sec. 5, l. 2

ἀμεταθέτους ἔχοντες οὐκ ἐβούλοντο κατ' οὐδένα τρό-


πον ἐμφανίζειν αὑτούς. πᾶσι γὰρ ἀναδεδειχότες πρῶ-
τον καὶ μέγιστον φίλον τὸν βασιλέα τοῦτον ἔμελλον
εἰς ὄψιν ἐλθόντες καὶ προσδεξάμενοι δικαιολογίαν, εἰ
μὲν τὸ δοκοῦν ἀποκριθεῖεν ἀκολουθοῦντες ταῖς ἰδίαις
διαλήψεσιν, ἐκθεατριεῖν αὑτούς, εἰ τοιοῦτον ἄνθρωπον
ἐπὶ τοσοῦτον ἐξετίμησαν ἐν τοῖς ἀνώτερον χρόνοις, εἰ
δὲ δουλεύοντες τῇ τῶν ἐκτὸς φαντασίᾳ φιλανθρώπως
ἀποκριθεῖεν, παρόψεσθαι τὴν ἀλήθειαν καὶ τὸ τῇ
πατρίδι συμφέρον. διόπερ ἐξ ἑκατέρας τῆς ἀποφάσεως
μέλλοντος ἀπιθάνου τινὸς αὐτοῖς ἐξακολουθήσειν,
εὕροντο λύσιν τοῦ προβλήματος τοιαύτην. ὡς
γὰρ καθόλου δυσαρεστούμενοι ταῖς τῶν βασιλέων ἐπι-
δημίαις δόγμα τι τοιοῦτον ἐξέβαλον, μηδένα βασιλέα
παραγίνεσθαι πρὸς αὑτούς. μετὰ δὲ ταῦτα πυθόμενοι
τὸν Εὐμένη καταπεπλευκέναι τῆς Ἰταλίας εἰς Βρεν-
τέσιον ἐπαπέστειλαν τὸν ταμίαν φέροντα τὸ δόγμα
καὶ κελεύσοντα λέγειν πρὸς αὑτόν, εἴ τι τυγχάνει τῆς
συγκλήτου χρείαν ἔχων· εἰ δὲ μηδενὸς δεῖται, παραγ-
γελοῦντα τὴν ταχίστην αὐτὸν ἐκ τῆς Ἰταλίας

Σέξτος Εμπειρίκος Pyrrhoniae hypotyposes (0544: 001)“Sexti Empirici opera, vol.


1”, Ed. Mutschmann, H.Leipzig: Teubner, 1912.Book 1, sec. 227, l. 3

...τινα προσδοκᾷ), διαφέρουσι δὲ ἡμῶν προδήλως ἐν τῇ


τῶν ἀγαθῶν καὶ τῶν κακῶν κρίσει. ἀγαθὸν γὰρ τί φασιν
εἶναι οἱ Ἀκαδημαϊκοὶ καὶ κακὸν οὐχ ὡς ἡμεῖς, ἀλλὰ
μετὰ τοῦ πεπεῖσθαι ὅτι πιθανόν ἐστι μᾶλλον ὃ λέ-
γουσιν εἶναι ἀγαθὸν ὑπάρχειν ἢ τὸ ἐναντίον, καὶ
ἐπὶ τοῦ κακοῦ ὁμοίως, ἡμῶν ἀγαθόν τι ἢ κακὸν εἶναι
290

λεγόντων οὐδὲν μετὰ τοῦ πιθανὸν εἶναι νομίζειν ὅ φαμεν,


ἀλλ' ἀδοξάστως ἑπομένων τῷ βίῳ, ἵνα μὴ ἀνενέργητοι ὦμεν.
τάς τε φαντασίας ἡμεῖς μὲν ἴσας λέγομεν εἶναι κατὰ
πίστιν ἢ ἀπιστίαν ὅσον ἐπὶ τῷ λόγῳ, ἐκεῖνοι δὲ τὰς μὲν  
πιθανὰς εἶναί φασι τὰς δὲ ἀπιθάνους. καὶ τῶν πι-
θανῶν δὲ λέγουσι διαφοράς· τὰς μὲν γὰρ αὐτὸ μόνον
πιθανὰς ὑπάρχειν ἡγοῦνται, τὰς δὲ πιθανὰς καὶ διε-
ξωδευμένας, τὰς δὲ πιθανὰς καὶ περιωδευμένας καὶ
ἀπερισπάστους. οἷον ἐν οἴκῳ σκοτεινῷ ποσῶς κει-
μένου σχοινίου ἐσπειραμένου πιθανὴ ἁπλῶς φαν-
τασία γίνεται ἀπὸ τούτου ὡς ἀπὸ ὄφεως τῷ ἀθρόως
ἐπεισελθόντι· τῷ μέντοι περισκοπήσαντι ἀκριβῶς
καὶ διεξοδεύσαντι τὰ περὶ αὐτό, οἷον ὅτι οὐ κινεῖται,
ὅτι τὸ χρῶμα τοῖόν ἐστι, καὶ τῶν ἄλλων ἕκαστον,
φαίνεται σχοινίον κατὰ τὴν φαντασίαν τὴν

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos (0544: 002)“Sexti Empirici opera, vols.


2 & 3 (2nd edn.)”, Ed. Mutschmann, H., Mau, J.Leipzig: Teubner, 2:1914; 3:1961.
Book 7, sec. 17, l. 2

φέρεται δὲ ὑπό τινων δόξα, καθὸ καὶ ὁ Σωτίων μεμαρτύ-


ρηκεν, εἰς τοὺς ἀπὸ τῆς Κυρήνης ὡς λέγοντας ἠθικόν τι
καὶ λογικὸν φιλοσοφίας εἶναι μέρος. πλὴν οὗτοι μὲν
ἐλλιπῶς ἀνεστράφθαι δοκοῦσιν, ἐντελέστερον δὲ παρὰ τού-
τους οἱ εἰπόντες τῆς φιλοσοφίας τὸ μέν τι εἶναι φυσικὸν
τὸ δὲ ἠθικὸν τὸ δὲ λογικόν· ὧν δυνάμει μὲν Πλάτων
ἐστὶν ἀρχηγός, περὶ πολλῶν μὲν φυσικῶν, [περὶ] πολλῶν
δὲ ἠθικῶν, οὐκ ὀλίγων δὲ λογικῶν διαλεχθείς· ῥητότατα  
δὲ οἱ περὶ τὸν Ξενοκράτη καὶ οἱ ἀπὸ τοῦ Περιπάτου, ἔτι
δὲ οἱ ἀπὸ τῆς Στοᾶς ἔχονται τῆσδε τῆς διαιρέσεως. ἔνθεν
οὐκ ἀπιθάνως ὁμοιοῦσι τὴν φιλοσοφίαν παγκάρπῳ ἀλωῇ,
ἵνα τῇ μὲν ὑψηλότητι τῶν φυτῶν εἰκάζηται τὸ φυσικόν, τῷ
δὲ νοστίμῳ τῶν καρπῶν τὸ ἠθικόν, τῇ δὲ ὀχυρότητι τῶν
τειχῶν τὸ λογικόν. οἱ δὲ ᾠῷ φασιν αὐτὴν εἶναι παραπλή-
σιον· ἐῴκει γὰρ τῇ μὲν λεκίθῳ, ἥν τινες νεοττὸν ὑπάρ-
χειν λέγουσι, τὰ ἠθικά, τῷ δὲ λευκῷ, ὃ δὴ τροφή
ἐστι τῆς λεκίθου, τὰ φυσικά, τῷ δὲ ἔξωθεν ὀστρακώδει τὰ
λογικά. ὁ δὲ Ποσειδώνιος, ἐπεὶ τὰ μὲν μέρη
τῆς φιλοσοφίας ἀχώριστά ἐστιν ἀλλήλων, τὰ δὲ φυτὰ τῶν

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 7, sec. 56, l. 2

κρίνων τι τεχνικῶς; ἆρά γε ὁ ἰδιώτης ἢ ὁ τεχνίτης;


ἀλλ' ἰδιώτην μὲν οὐκ ἂν εἴποιμεν· πεπήρωται γὰρ
πρὸς τὴν γνῶσιν τῶν τεχνικῶν ἰδιωμάτων, καὶ ὡς
291

οὔτε τυφλὸς λαμβάνει τὰ τῆς ὁράσεως ἔργα οὔτε κω-


φὸς τὰ τῆς ἀκοῆς, οὕτως οὐδὲ ὁ ἄτεχνος ὀξυωπεῖ
πρὸς τὴν κατάληψιν τοῦ τεχνικῶς ἀποτελεσθέντος,
ἐπεί τοι ἐὰν καὶ τούτῳ μαρτυρῶμεν τήν τινος πράγ-
ματος τεχνικοῦ κρίσιν, οὐ διοίσει τῆς τέχνης ἡ ἀτε-
χνία, ὅπερ ἐστὶν ἄτοπον· ὥστε οὐχ ὁ ἰδιώτης ἐστὶ κρι-
τὴς τῶν τεχνικῶν ἰδιωμάτων. λείπεται ἄρα λέγειν
τὸν τεχνίτην· ὃ πάλιν ἐστὶν ἀπίθανον. ἤτοι γὰρ ὁ
ὁμόζηλος τὸν ὁμόζηλον ἢ ὁ ἀνομόζηλος τὸν ἑτερόζη-
λον κρίνει. ἀλλ' ὁ ἑτερόζηλος οὐχ οἷός τέ ἐστι κρίνειν
τὸν ἑτερόζηλον· τῆς γὰρ ἰδίας τέχνης ἐστὶν ἐπιγνώ-
μων, πρὸς δὲ τὴν ἀλλοτρίαν ἰδιώτης καθέστηκεν.
καὶ μὴν οὐδὲ ὁ ὁμόζηλος τὸν ὁμόζηλον δύναται
δοκιμάζειν· αὐτὸ γὰρ τοῦτο ἐζητοῦμεν, τίς ἐστιν ὁ
τούτους κρίνων ἐν μιᾷ δυνάμει τὸ ὅσον ἐπὶ τῇ αὐτῇ
τέχνῃ καθεστῶτας. ἄλλως τε, εἴπερ οὗτος ἐκεῖνον
κρίνει, γενήσεται τὸ αὐτὸ κρῖνόν τε καὶ κρινόμενον
πιστόν τε καὶ ἄπιστον· ᾗ μὲν γὰρ ὁμόζηλός ἐστιν ὁ  

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 7, sec. 169, l. 6

τοῦ ἐν ᾧ δὲ γίνεται καθάπερ ἀνθρώπου. τοιαύτη δὲ οὖσα


δύο ἂν ἔχοι σχέσεις, μίαν μὲν ὡς πρὸς τὸ φανταστόν,
δευτέραν δὲ ὡς πρὸς τὸν φαντασιούμενον. κατὰ μὲν οὖν
τὴν πρὸς τὸ φανταστὸν σχέσιν ἢ ἀληθὴς γίνεται ἢ ψευ-
δής, καὶ ἀληθὴς μὲν ὅταν σύμφωνος ᾖ τῷ φανταστῷ,
ψευδὴς δὲ ὅταν διάφωνος. κατὰ δὲ τὴν πρὸς τὸν φαντα-
σιούμενον σχέσιν ἡ μέν ἐστι φαινομένη ἀληθὴς ἡ δὲ οὐ
φαινομένη ἀληθής, ὧν ἡ μὲν φαινομένη ἀληθὴς ἔμφασις
καλεῖται παρὰ τοῖς Ἀκαδημαϊκοῖς καὶ πιθανότης καὶ πι-
θανὴ φαντασία, ἡ δ' οὐ φαινομένη ἀληθὴς ἀπέμφασίς τε
προσαγορεύεται καὶ ἀπειθὴς καὶ ἀπίθανος φαντασία·
οὔτε γὰρ τὸ αὐτόθεν φαινόμενον ψευδὲς οὔτε τὸ ἀληθὲς
μέν, μὴ φαινόμενον δὲ ἡμῖν πείθειν ἡμᾶς πέφυκεν. τού-
των δὲ τῶν φαντασιῶν ἡ μὲν φανερῶς ψευδὴς καὶ μὴ
φαινομένη ἀληθὴς παραγράψιμός ἐστι καὶ οὐ κριτήριον,
ἐάν τε .... ἀπὸ ὑπάρχοντος μέν, διαφώνως δὲ τῷ ὑπάρχοντι
καὶ μὴ κατ' αὐτὸ τὸ ὑπάρχον, ὁποία ἦν ἡ ἀπὸ Ἠλέκτρας
προσπεσοῦσα τῷ Ὀρέστῃ, μίαν τῶν Ἐρινύων αὐτὴν δοξά-
ζοντι καὶ κεκραγότι

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 7, sec. 182, l. 6

 Τῆς δὲ ἀπερισπάστου φαντασίας πιστοτέρα μᾶλλόν


ἐστι καὶ τελειοτάτη ἡ ποιοῦσα τὴν κρίσιν, ἣ σὺν τῷ ἀπερί-
σπαστος εἶναι ἔτι καὶ διεξωδευμένη καθέστηκεν. τίς δέ
ἐστι καὶ ὁ ταύτης χαρακτήρ, παρακειμένως ὑποδεικτέον.
292

ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς ἀπερισπάστου ψιλὸν ζητεῖται τὸ μηδε-


μίαν τῶν ἐν τῇ συνδρομῇ φαντασιῶν ὡς ψευδῆ ἡμᾶς
περισπᾶν, πάσας δὲ εἶναι ἀληθεῖς τε καὶ φαινομένας
καὶ μὴ ἀπιθάνους· ἐπὶ δὲ τῆς κατὰ τὴν περιωδευμένην
συνδρομῆς ἑκάστην τῶν ἐν τῇ συνδρομῇ ἐπιστατικῶς  
δοκιμάζομεν, ὁποῖόν τι γίνεται καὶ ἐν ταῖς ἐκκλησίαις,
ὅταν ὁ δῆμος ἕκαστον τῶν μελλόντων ἄρχειν ἢ δικάζειν
ἐξετάζῃ εἰ ἄξιός ἐστι τοῦ πιστευθῆναι τὴν ἀρχὴν ἢ τὴν
κρίσιν. οἷον ὄντων κατὰ τὸν τῆς κρίσεως τόπον τοῦ τε
κρίνοντος καὶ τοῦ κρινομένου καὶ τοῦ δι' οὗ ἡ κρίσις,
ἀποστήματός τε καὶ διαστήματος, τόπου χρόνου τρόπου
διαθέσεως ἐνεργείας, ἕκαστον τῶν τοιούτων ὁποῖόν ἐστι
φυλοκρινοῦμεν, τὸ μὲν κρῖνον, μὴ ἡ ὄψις ἤμβλυται (τοι-
αύτη γὰρ οὖσα ἄθετός ἐστι πρὸς τὴν κρίσιν),

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 7, sec. 242, l. 2

σεων, ἢ ἐκεῖνό γε, ἐπεὶ ἡ φαντασία γίνεται ἤτοι τῶν ἐκτὸς


ἢ τῶν ἐν ἡμῖν παθῶν (ὃ δὴ κυριώτερον διάκενος ἑλκυσμὸς  
παρ' αὐτοῖς καλεῖται), πάντως ἐν τῷ λόγῳ τῆς φαντασίας
συνεμφαίνεσθαι τὸ τὴν πεῖσιν γίνεσθαι ἤτοι κατὰ τὴν
ἐκτὸς προσβολὴν ἢ κατὰ τὰ ἐν ἡμῖν πάθη, ὅπερ οὐκέτ' ἔ-
στιν ἐπὶ τῆς κατὰ τὰς αὐξήσεις ἢ θρέψεις ἑτεροιώσεως
συνεξακούειν.
 Ἀλλ' ἡ μὲν φαντασία κατὰ τοὺς ἀπὸ τῆς Στοᾶς οὕτω
δυσαπόδοτός ἐστι· τῶν δὲ φαντασιῶν πολλαὶ μὲν καὶ
ἄλλαι εἰσὶ διαφοραί, ἀπαρκέσουσι δὲ αἱ λεχθησόμεναι.
τούτων γὰρ αἱ μέν εἰσι πιθαναί, αἱ δὲ ἀπίθανοι, αἱ δὲ
πιθαναὶ ἅμα καὶ ἀπίθανοι, αἱ δὲ οὔτε πιθαναὶ οὔτε ἀπί-
θανοι. πιθαναὶ μὲν οὖν εἰσιν αἱ λεῖον κίνημα περὶ ψυ-
χὴν ἐργαζόμεναι, ὥσπερ νῦν τὸ “ἡμέραν εἶναι” καὶ τὸ “ἐμὲ
διαλέγεσθαι” καὶ πᾶν ὃ τῆς ὁμοίας ἔχεται περιφανείας,
ἀπίθανοι δὲ αἱ μὴ τοιαῦται ἀλλ' ἀποστρέφουσαι ἡμᾶς τῆς
συγκαταθέσεως, οἷον “εἰ ἡμέρα ἐστίν, οὐκ ἔστιν ἥλιος ὑπὲρ
γῆς· εἰ σκότος ἐστίν, ἡμέρα ἐστίν.” πιθαναὶ δὲ καὶ ἀπί-
θανοι καθεστᾶσιν αἱ κατὰ τὴν πρός τι σχέσιν ὁτὲ μὲν
τοῖαι γινόμεναι ὁτὲ δὲ τοῖαι, οἷον αἱ τῶν ἀπόρων
λόγων, οὔτε δὲ πιθαναὶ οὔτε ἀπίθανοι καθάπερ αἱ τῶν

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 7, sec. 242, l. 3

ἢ τῶν ἐν ἡμῖν παθῶν (ὃ δὴ κυριώτερον διάκενος ἑλκυσμὸς  


παρ' αὐτοῖς καλεῖται), πάντως ἐν τῷ λόγῳ τῆς φαντασίας
συνεμφαίνεσθαι τὸ τὴν πεῖσιν γίνεσθαι ἤτοι κατὰ τὴν
ἐκτὸς προσβολὴν ἢ κατὰ τὰ ἐν ἡμῖν πάθη, ὅπερ οὐκέτ' ἔ-
στιν ἐπὶ τῆς κατὰ τὰς αὐξήσεις ἢ θρέψεις ἑτεροιώσεως
συνεξακούειν.
 Ἀλλ' ἡ μὲν φαντασία κατὰ τοὺς ἀπὸ τῆς Στοᾶς οὕτω
293

δυσαπόδοτός ἐστι· τῶν δὲ φαντασιῶν πολλαὶ μὲν καὶ


ἄλλαι εἰσὶ διαφοραί, ἀπαρκέσουσι δὲ αἱ λεχθησόμεναι.
τούτων γὰρ αἱ μέν εἰσι πιθαναί, αἱ δὲ ἀπίθανοι, αἱ δὲ
πιθαναὶ ἅμα καὶ ἀπίθανοι, αἱ δὲ οὔτε πιθαναὶ οὔτε ἀπί-
θανοι. πιθαναὶ μὲν οὖν εἰσιν αἱ λεῖον κίνημα περὶ ψυ-
χὴν ἐργαζόμεναι, ὥσπερ νῦν τὸ “ἡμέραν εἶναι” καὶ τὸ “ἐμὲ
διαλέγεσθαι” καὶ πᾶν ὃ τῆς ὁμοίας ἔχεται περιφανείας,
ἀπίθανοι δὲ αἱ μὴ τοιαῦται ἀλλ' ἀποστρέφουσαι ἡμᾶς τῆς
συγκαταθέσεως, οἷον “εἰ ἡμέρα ἐστίν, οὐκ ἔστιν ἥλιος ὑπὲρ
γῆς· εἰ σκότος ἐστίν, ἡμέρα ἐστίν.” πιθαναὶ δὲ καὶ ἀπί-
θανοι καθεστᾶσιν αἱ κατὰ τὴν πρός τι σχέσιν ὁτὲ μὲν
τοῖαι γινόμεναι ὁτὲ δὲ τοῖαι, οἷον αἱ τῶν ἀπόρων
λόγων, οὔτε δὲ πιθαναὶ οὔτε ἀπίθανοι καθάπερ αἱ τῶν
τοιούτων πραγμάτων “ἄρτιοί εἰσιν οἱ ἀστέρες· περισσοί

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 7, sec. 242, l. 4

παρ' αὐτοῖς καλεῖται), πάντως ἐν τῷ λόγῳ τῆς φαντασίας


συνεμφαίνεσθαι τὸ τὴν πεῖσιν γίνεσθαι ἤτοι κατὰ τὴν
ἐκτὸς προσβολὴν ἢ κατὰ τὰ ἐν ἡμῖν πάθη, ὅπερ οὐκέτ' ἔ-
στιν ἐπὶ τῆς κατὰ τὰς αὐξήσεις ἢ θρέψεις ἑτεροιώσεως
συνεξακούειν.
 Ἀλλ' ἡ μὲν φαντασία κατὰ τοὺς ἀπὸ τῆς Στοᾶς οὕτω
δυσαπόδοτός ἐστι· τῶν δὲ φαντασιῶν πολλαὶ μὲν καὶ
ἄλλαι εἰσὶ διαφοραί, ἀπαρκέσουσι δὲ αἱ λεχθησόμεναι.
τούτων γὰρ αἱ μέν εἰσι πιθαναί, αἱ δὲ ἀπίθανοι, αἱ δὲ
πιθαναὶ ἅμα καὶ ἀπίθανοι, αἱ δὲ οὔτε πιθαναὶ οὔτε ἀπί-
θανοι. πιθαναὶ μὲν οὖν εἰσιν αἱ λεῖον κίνημα περὶ ψυ-
χὴν ἐργαζόμεναι, ὥσπερ νῦν τὸ “ἡμέραν εἶναι” καὶ τὸ “ἐμὲ
διαλέγεσθαι” καὶ πᾶν ὃ τῆς ὁμοίας ἔχεται περιφανείας,
ἀπίθανοι δὲ αἱ μὴ τοιαῦται ἀλλ' ἀποστρέφουσαι ἡμᾶς τῆς
συγκαταθέσεως, οἷον “εἰ ἡμέρα ἐστίν, οὐκ ἔστιν ἥλιος ὑπὲρ
γῆς· εἰ σκότος ἐστίν, ἡμέρα ἐστίν.” πιθαναὶ δὲ καὶ ἀπί-
θανοι καθεστᾶσιν αἱ κατὰ τὴν πρός τι σχέσιν ὁτὲ μὲν
τοῖαι γινόμεναι ὁτὲ δὲ τοῖαι, οἷον αἱ τῶν ἀπόρων
λόγων, οὔτε δὲ πιθαναὶ οὔτε ἀπίθανοι καθάπερ αἱ τῶν
τοιούτων πραγμάτων “ἄρτιοί εἰσιν οἱ ἀστέρες· περισσοί
εἰσιν οἱ ἀστέρες.” τῶν δὲ πιθανῶν [ἢ ἀπιθάνων]

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos


Book 7, sec. 242, l. 7

στιν ἐπὶ τῆς κατὰ τὰς αὐξήσεις ἢ θρέψεις ἑτεροιώσεως


συνεξακούειν.
 Ἀλλ' ἡ μὲν φαντασία κατὰ τοὺς ἀπὸ τῆς Στοᾶς οὕτω
294

δυσαπόδοτός ἐστι· τῶν δὲ φαντασιῶν πολλαὶ μὲν καὶ


ἄλλαι εἰσὶ διαφοραί, ἀπαρκέσουσι δὲ αἱ λεχθησόμεναι.
τούτων γὰρ αἱ μέν εἰσι πιθαναί, αἱ δὲ ἀπίθανοι, αἱ δὲ
πιθαναὶ ἅμα καὶ ἀπίθανοι, αἱ δὲ οὔτε πιθαναὶ οὔτε ἀπί-
θανοι. πιθαναὶ μὲν οὖν εἰσιν αἱ λεῖον κίνημα περὶ ψυ-
χὴν ἐργαζόμεναι, ὥσπερ νῦν τὸ “ἡμέραν εἶναι” καὶ τὸ “ἐμὲ
διαλέγεσθαι” καὶ πᾶν ὃ τῆς ὁμοίας ἔχεται περιφανείας,
ἀπίθανοι δὲ αἱ μὴ τοιαῦται ἀλλ' ἀποστρέφουσαι ἡμᾶς τῆς
συγκαταθέσεως, οἷον “εἰ ἡμέρα ἐστίν, οὐκ ἔστιν ἥλιος ὑπὲρ
γῆς· εἰ σκότος ἐστίν, ἡμέρα ἐστίν.” πιθαναὶ δὲ καὶ ἀπί-
θανοι καθεστᾶσιν αἱ κατὰ τὴν πρός τι σχέσιν ὁτὲ μὲν
τοῖαι γινόμεναι ὁτὲ δὲ τοῖαι, οἷον αἱ τῶν ἀπόρων
λόγων, οὔτε δὲ πιθαναὶ οὔτε ἀπίθανοι καθάπερ αἱ τῶν
τοιούτων πραγμάτων “ἄρτιοί εἰσιν οἱ ἀστέρες· περισσοί
εἰσιν οἱ ἀστέρες.” τῶν δὲ πιθανῶν [ἢ ἀπιθάνων] φαν-
τασιῶν αἱ μέν εἰσιν ἀληθεῖς, αἱ δὲ ψευδεῖς, αἱ δὲ ἀληθεῖς
καὶ ψευδεῖς, αἱ δὲ οὔτε ἀληθεῖς οὔτε ψευδεῖς. ἀληθεῖς μὲν
οὖν εἰσιν ὧν ἔστιν ἀληθῆ κατηγορίαν ποιήσασθαι, ὡς τοῦ

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 7, sec. 243, l. 3

δυσαπόδοτός ἐστι· τῶν δὲ φαντασιῶν πολλαὶ μὲν καὶ


ἄλλαι εἰσὶ διαφοραί, ἀπαρκέσουσι δὲ αἱ λεχθησόμεναι.
τούτων γὰρ αἱ μέν εἰσι πιθαναί, αἱ δὲ ἀπίθανοι, αἱ δὲ
πιθαναὶ ἅμα καὶ ἀπίθανοι, αἱ δὲ οὔτε πιθαναὶ οὔτε ἀπί-
θανοι. πιθαναὶ μὲν οὖν εἰσιν αἱ λεῖον κίνημα περὶ ψυ-
χὴν ἐργαζόμεναι, ὥσπερ νῦν τὸ “ἡμέραν εἶναι” καὶ τὸ “ἐμὲ
διαλέγεσθαι” καὶ πᾶν ὃ τῆς ὁμοίας ἔχεται περιφανείας,
ἀπίθανοι δὲ αἱ μὴ τοιαῦται ἀλλ' ἀποστρέφουσαι ἡμᾶς τῆς
συγκαταθέσεως, οἷον “εἰ ἡμέρα ἐστίν, οὐκ ἔστιν ἥλιος ὑπὲρ
γῆς· εἰ σκότος ἐστίν, ἡμέρα ἐστίν.” πιθαναὶ δὲ καὶ ἀπί-
θανοι καθεστᾶσιν αἱ κατὰ τὴν πρός τι σχέσιν ὁτὲ μὲν
τοῖαι γινόμεναι ὁτὲ δὲ τοῖαι, οἷον αἱ τῶν ἀπόρων
λόγων, οὔτε δὲ πιθαναὶ οὔτε ἀπίθανοι καθάπερ αἱ τῶν
τοιούτων πραγμάτων “ἄρτιοί εἰσιν οἱ ἀστέρες· περισσοί
εἰσιν οἱ ἀστέρες.” τῶν δὲ πιθανῶν [ἢ ἀπιθάνων] φαν-
τασιῶν αἱ μέν εἰσιν ἀληθεῖς, αἱ δὲ ψευδεῖς, αἱ δὲ ἀληθεῖς
καὶ ψευδεῖς, αἱ δὲ οὔτε ἀληθεῖς οὔτε ψευδεῖς. ἀληθεῖς μὲν
οὖν εἰσιν ὧν ἔστιν ἀληθῆ κατηγορίαν ποιήσασθαι, ὡς τοῦ
“ἡμέρα ἐστίν” ἐπὶ τοῦ παρόντος ἢ τοῦ “φῶς ἐστι,” ψευ-
δεῖς δὲ ὧν ἔστι ψευδῆ κατηγορίαν ποιήσασθαι, ὡς τοῦ
κεκλάσθαι τὴν κατὰ βυθοῦ κώπην ἢ μείουρον εἶναι τὴν

Σέξτος Εμπειρίκος Adversus mathematicos Book 9, sec. 35, l. 1

τας τοῖς αὐτοῖς ἐπιβάλλειν ἰδιώμασιν, ἀλλὰ μὴ φυσικῶς  


οὕτως ἐκκινεῖσθαι. οὐ τοίνυν θέσει οὐδὲ κατά τινα νομο-
295

θεσίαν παρεδέξαντο οἱ παλαιοὶ τῶν ἀνθρώπων εἶναι θεούς.


 Οἱ δὲ λέγοντες τοὺς πρώτους τῶν ἀνθρώπων ἡγεμο-
νεύσαντας καὶ διοικητὰς τῶν κοινῶν πραγμάτων γενομέ-
νους, πλείονα δύναμιν αὑτοῖς περιθέντας καὶ τιμὴν πρὸς
τὸ ὑπακούειν τὰ πλήθη, τούτους χρόνῳ τελευτήσαντας
θεοὺς ὑποληφθῆναι, πάλιν οὐ συνιᾶσι τὸ ζητούμενον.
αὐτοὶ γὰρ οἱ εἰς θεοὺς ἀνάγοντες αὑτοὺς πῶς ἔννοιαν
ἔλαβον θεῶν εἰς ἣν αὑτοὺς ἐνέταξαν; τοῦτο γὰρ δεόμενον
ἀποδείξεως παρεῖται. ἄλλως τε καὶ ἀπίθανόν ἐστι τὸ
ἀξιούμενον. τὰ γὰρ ὑπὸ τῶν ἡγεμόνων γινόμενα, καὶ
μάλιστά γε τὰ ψευδῆ, ζῶσι μόνον συμπαραμένει τοῖς
ἡγουμένοις, τελευτησάντων δὲ ἀναιρεῖται, καὶ πάρεστι πολ-
λοὺς ἐπελθεῖν τοὺς παρὰ μὲν τὸν τῆς ζωῆς χρόνον ἐκθεια-
σθέντας, μετὰ δὲ τὴν τελευτὴν καταφρονηθέντας, εἰ μή
τινας προσηγορίας θεῶν ὑποστέλλοιεν, ὥσπερ ὁ Ἡρακλῆς
ὁ ἐξ Ἀλκμήνης καὶ Διός. ἦν μὲν γὰρ ἐξ ἀρχῆς, ὥς φα-
σιν, Ἀλκαῖος τοὔνομα, ὑπέδραμε δὲ τὴν Ἡρακλέους προ-
σηγορίαν νομιζομένου παρὰ τοῖς τότε θεοῦ. ὅθεν καὶ ἐν
ταῖς Θήβαις λόγος ἔχει πάλαι ποτὲ ἀνδριάντα ἴδιον Ἡρα

Aelianus Tact., Tactica (0546: 001)“Asclepiodotos' Taktik. Aelianos' Theorie der


Taktik”, Ed. Köchly, H., Rüstow, W.Leipzig: Engelmann, 1855, Rep1969;
Griechische Kriegsschriftsteller, vol. 2.1.Ch.8, sec. 1, l. 3

δηλώσομεν, καὶ πῶς δεῖ ἕκα-


στον τετάχθαι, καὶ πρὸς τὰς
κατεπειγούσας χρείας πῶς δεῖ  
μετὰ πολλοῦ τάχους τὰς τά-
ξεις μετασχηματίζειν, δηλω-
θήσεται, καὶ τίς ἡ διδαχὴ τῆς
περὶ ἕκαστον τάγμα κινήσεως
γενήσεται, παραστήσομεν.
 Ὁρίζειν μὲν
οὖν τὸν ἀριθμὸν τοῦ στρα-
τεύματος ἀπίθανον· πρὸς γὰρ
ἣν ἕκαστος ἔχει παρασκευὴν
τὸν τακτικὸν δεῖ ὑπογραμμὸν
τιθέναι τοῦ πλήθους.
ἤδη μέντοι δεῖ γιγνώσκειν,
ὅτι τοιούτους ἀριθμοὺς ἐκ-
λέγεσθαι δεῖ, οἵ τινες ἐπι-
τηδείως ἕξουσι πρὸς τοὺς
μετασχηματισμοὺς τῶν τα-
γμάτων, τοῦτ' ἔστιν, ἐὰν τὸ  
μῆκος τῆς φάλαγγος διπλα

Anaximenes Hist., Rhet., Ars rhetorica vulgo Rhetorica ad Alexandrum (0547:


001)“Anaximenis ars rhetorica”, Ed. Fuhrmann, M.Leipzig: Teubner, 1966.
Ch.7, sec. 13, l. 3
296

ἂν δὲ σοὶ μηδὲν ᾖ πεπραγμένον τοιοῦτον, τῶν δὲ φίλων


σού τινες τυγχάνωσι τοιαῦτα πεποιηκότες, χρὴ λέγειν,
ὡς οὐ δίκαιόν ἐστι δι' ἐκείνους σαυτὸν διαβάλλεσθαι, καὶ
δεικνύναι τῶν σαυτῷ συνήθων ἑτέρους ἐπιεικεῖς ὄντας·
οὕτω γὰρ ἀμφίβολον ποιήσεις τὸ κατηγορούμενον. ἂν δὲ
τῶν ὁμοίων δεικνύωσί τινας τὰ αὐτὰ πεποιηκότας, ἄτο-
πον εἶναι φάσκε, {εἰ,} διότι ἕτεροί τινες ἐξαμαρτάνοντες
φαίνονται, πίστιν εἶναι, ὅτι τῶν ἐγκαλουμένων τι καὶ σὺ
πεποίηκας. ἂν μὲν οὖν ἔξαρνος ᾖς μὴ πεποιηκέναι τὴν
κατηγορουμένην πρᾶξιν, οὕτως ἐκ τῶν εἰκότων χρή σε
ἀπολογεῖσθαι· ἀπίθανον γὰρ ποιήσεις τὴν κατηγορίαν. ἂν
δὲ ὁμολογεῖν ἀναγκάζῃ, τοῖς τῶν πολλῶν ἤθεσιν ἀφομοίου
τὰς σαυτοῦ πράξεις ὅτι μάλιστα λέγων, ὡς οἱ πλεῖστοι
ἢ οἱ πάντες τοῦτο καὶ τὰ τοιαῦτα πράττουσιν οὕτως, ὡς
σοὶ τυγχάνει πεποιημένον. ἂν δὲ μὴ δυνατὸν ᾖ τοῦτο δεῖ-
ξαι, καταφευκτέον ἐπὶ τὰς ἀτυχίας ἢ τὰς ἁμαρτίας καὶ
συγγνώμης πειρατέον τυγχάνειν συμπαραλαμβάνοντα τὰ
κοινὰ τῶν ἀνθρώπων γινόμενα πάθη, δι' ὧν ἐξιστάμεθα
τοῦ λογισμοῦ· ταῦτα δ' ἐστὶν ἔρως ὀργὴ μέθη φιλοτιμία
καὶ τὰ τούτοις ὁμοιότροπα. τὸ μὲν οὖν εἰκὸς διὰ ταύτης
τῆς μεθόδου τεχνικώτατα μέτιμεν.  

Apollodorus Gramm., Frag.(0549: 005)“FHG 1”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1853.Fragment 193, l. 4

δευτέρῳ Ἐτυμολογιῶν, τῶν κοχλιῶν φησὶ τινὰς καλεῖ-


σθαι κωλυσιδείπνους.  Apollonius Lexic. Homer.: Ἀείρας. ... ἐπὶ δὲ τοῦ
πρόσφερε· μή μοι οἶνον ἄειρε. ... Εἴρηται δὲ οὕτως,
ἐπεὶ ὁ προσφέρων αἴρει τὸ προσφερόμενον, καὶ αἴρειν
τὸ προσφέρειν. Ἀπὸ δὲ τούτου καὶ τὸν ἄρτον ὠνομά-
σθαι, ὥς φησιν Ἀπολλόδωρος.
 Idem ibid.: Ἄταλλε· ὁ μὲν Ἀπολλόδωρος, ἔσαινε
καὶ ἐσκίρτα. Ὥσπερ δὲ ἀπὸ τοῦ παιδὸς, παίζειν, οὕτως
ἀπὸ τοῦ ἀταλοῦ ἀτάλλειν. Ἀταλὸν δὲ, τὸ ἁπαλὸν καὶ
νήπιον λέγεται οὐκ ἀπιθάνως.
 Idem ibid.: Οἰοπόλῳ. Ἀπολλόδωρος, ἐν ᾧ ὄϊες
πολοῦνται.
 Schol. Il. Ν, 473: Οἰοπόλῳ· ἤτοι ἐν ᾧ ὄϊες
ἀναστρέφονται, ὅ ἐστι πρόβατα. Πολεῖν γὰρ τὸ ἀνα-
στρέφεσθαι.

Clemens Alexandrinus Theol., Stromata (0555: 004)“Clemens Alexandrinus, vols.


2, 3rd edn. and 3, 2nd edn.”, Ed. Stählin, O., Früchtel, L., Treu, U.
Berlin: Akademie–Verlag, 2:1960; 3:1970; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 52(15), 17.Book 2, Ch.8, sec. 38, subsec. 3, l. 4
297

σεως αὐτῆς τῆς ἐκλογῆς ἄγνοια προκατάρχειν αἰτιωδῶς. πότερον


οὖν τῶν καλῶν ἢ φαύλων ἡ ἄγνοια; ἀλλ' εἰ μὲν τῶν καλῶν, τί
παύεται ἐκπλήξει; καὶ παρέλκει ὁ διάκονος αὐτοῖς καὶ τὸ κήρυγμα
καὶ τὸ βάπτισμα. εἰ δὲ τῶν φαύλων, πῶς τῶν καλλίστων αἴτιον
τὸ κακόν; εἰ μὴ γὰρ προϋπῆρχεν ἄγνοια, οὐκ ἂν ὁ διάκονος κατῆλ-
θεν, οὐδ' ἂν ἔκπληξις εἷλε τὸν Ἄρχοντα, ὡς αὐτοὶ λέγουσιν, οὐδ'
ἂν ἀρχὴν σοφίας ἐκ τοῦ φόβου ἔλαβεν εἰς τὴν φυλοκρίνησιν τῆς τε
ἐκλογῆς τῶν τε κοσμικῶν. εἰ δὲ ὁ φόβος τοῦ προόντος Ἀνθρώπου
ἐπιβούλους τοῦ σφετέρου πλάσματος πεποίηκε τοὺς ἀγγέλους, ὡς
ἐνιδρυμένου τῷ δημιουργήματι ἀοράτου τοῦ σπέρματος τῆς ἄνωθεν
οὐσίας, ἢ ὑπολήψει κενῇ παρεζήλωσαν, ὅπερ ἀπίθανον, ἀγγέλους
δημιουργίας ἧς ἐπιστεύθησαν οἷον τέκνου τινὸς αὐθέντας γενέσθαι,
ἄγνοιαν πᾶσαν κατεγνωσμένους· ἢ προγνώσει ἐνεχόμενοι κεκίνηνται,
ἀλλ' οὐκ ἂν ἐπεβούλευσαν δι' οὗ ἐπεχείρησαν, ᾧ προέγνωσαν, οὐδ'
ἂν κατεπλάγησαν τὸ ἔργον τὸ αὑτῶν, ἐκ προγνώσεως τὸ ἄνωθεν
σπέρμα νενοηκότες· ἢ τὸ τελευταῖον γνώσει πεποιθότες ἐτόλμησαν·
ὃ καὶ αὐτὸ ἀδύνατον, μαθόντας τὸ διαφέρον τὸ ἐν πληρώματι Ἀν-
θρώπῳ ἐπιβουλεύειν, ἔτι καὶ τὸ «κατ' εἰκόνα», ἐν ᾧ καὶ τὸ ἀρχέ-
τυπον καὶ τὸ σὺν τῇ γνώσει τῇ λοιπῇ ἄφθαρτον παρειλήφεσαν.
 Τούτοις τε οὖν αὐτοῖς καὶ ἑτέροις τισί, μάλιστα δὲ τοῖς ἀπὸ
Μαρκίωνος ἐμβοᾷ οὐκ ἐπαΐουσιν ἡ γραφή· «ὁ δὲ ἐμοῦ ἀκούων ἀνα

Επίκτητος. Dissertationes ab Arriano digestae (0557: 001)“Epicteti dissertationes


ab Arriano digestae”, Ed. Schenkl, H.Leipzig: Teubner, 1916, Rep1965.
Book 1, Ch.18, sec. 15, l. 4

σκόπει γάρ· ἔχεις καλὰ ἱμάτια, ὁ γείτων σου οὐκ ἔχει·


θυρίδα ἔχεις, θέλεις αὐτὰ ψῦξαι. οὐκ οἶδεν ἐκεῖνος τί
τὸ ἀγαθόν ἐστι τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ φαντάζεται ὅτι τὸ
ἔχειν καλὰ ἱμάτια, τοῦτο ὃ καὶ σὺ φαντάζῃ. εἶτα μὴ
ἔλθῃ καὶ ἄρῃ αὐτά; ἀλλὰ σὺ πλακοῦντα δεικνύων ἀν-
θρώποις λίχνοις καὶ μόνος αὐτὸν καταπίνων οὐ θέλεις
ἵνα αὐτὸν ἁρπάσωσι; μὴ ἐρέθιζε αὐτούς, θυρίδα μὴ ἔχε,
μὴ ψῦχέ σου τὰ ἱμάτια. κἀγὼ πρῴην σιδηροῦν λύχνον
ἔχων παρὰ τοῖς θεοῖς ἀκούσας ψόφον τῆς θυρίδος κατέ-
δραμον. εὗρον ἡρπασμένον τὸν λύχνον. ἐπελογισάμην,
ὅτι ἔπαθέν τι ὁ ἄρας οὐκ ἀπίθανον. τί οὖν; αὔριον,
φημί, ὀστράκινον εὑρήσεις. ἐκεῖνα γὰρ ἀπολλύει, ἃ  
ἔχει. ‘ἀπώλεσά μου τὸ ἱμάτιον.’ εἶχες γὰρ ἱμάτιον.
’ἀλγῶ τὴν κεφαλήν.’ μή τι κέρατα ἀλγεῖς; τί οὖν ἀγανα-
κτεῖς; τούτων γὰρ αἱ ἀπώλειαι, τούτων οἱ πόνοι, ὧν
καὶ αἱ κτήσεις.
 ’Ἀλλ' ὁ τύραννος δήσει.’ τί; τὸ σκέλος. ‘ἀλλ' ἀφελεῖ.’
τί; τὸν τράχηλον. τί οὖν οὐ δήσει οὐδ' ἀφελεῖ; τὴν
προαίρεσιν. διὰ τοῦτο παρήγγελλον οἱ παλαιοὶ τὸ
Γνῶθι σαυτόν. τί οὖν; ἔδει νὴ τοὺς θεοὺς μελετᾶν
ἐπὶ τῶν μικρῶν καὶ ἀπ' ἐκείνων ἀρχομένους διαβαίνειν
298

Heron Mech., De automatis (0559: 002)“Heronis Alexandrini opera quae supersunt


omnia, vol. 1”, Ed. Schmidt, W.Leipzig: Teubner, 1899.Ch.21, sec. 1, l. 4

ὑπ' αὐτοῦ ἀναγεγραμμένων. διὸ δὴ οὐ παρῃτησάμεθα


τὰ ὑπ' αὐτοῦ περὶ ὧν εἴπομεν γεγραμμένα· οὕτως γὰρ
νομίζομεν τοὺς ἐντυγχάνοντας τῆς μεγίστης ὠφελείας
τυγχάνειν, ὅταν τὰ μὲν καλῶς ὑπὸ τῶν ἀρχαίων εἰρη-
μένα παρατιθῆται αὐτοῖς, τὰ δὲ παραθεωρηθέντα ἢ
διορθώσεως τυχόντα καταχωρίζηται.
 Περὶ τῆς τῶν πινακίων οὖν κατασκευῆς νῦν ἀρξώ-
μεθα λέγειν. ἔστι μὲν οὖν παρὰ πολὺ τῶν ὑπαγόντων
ἡ ... ποίησις ἀσφαλεστέρα τε καὶ ἀκινδυνοτέρα καὶ
τὴν ἐπίδειξιν οὐκ ἀπίθανον ἔχουσα. τὸ δὲ πρόβλημά
ἐστι τοιοῦτον, ὥστε πίνακος ἐπιτεθέντος ἐπί τι κιόνιον
ξύλινον ἀνοιχθῆναί τε αὐτόματον καὶ τὰ ἐν αὐτῷ
ἐζωγραφημένα φαίνεσθαι κινούμενα πρὸς λόγον τῆς
ὑποκειμένης διαθέσεως, καὶ πάλιν κλεισθέντος αὐτο-
μάτου διαγενέσθαι ὀλίγον παντελῶς χρόνον καὶ ἀνοι-
χθέντος φαίνεσθαι ἄλλα τὰ ἐν αὐτῷ γεγραμμένα καὶ
εἰς τὸ δυνατὸν πάλιν τὰ αὐτὰ ἤ τινα αὐτῶν κινεῖσθαι
καὶ τοῦτο πάλιν πλεονάκις γενέσθαι, καὶ ἐκτὸς τῶν
πινάκων ἢ μηχανὰς αἰρομένας φαίνεσθαι καὶ περι-
αγομένας ἢ ἄλλας τινὰς κινήσεις. ἡ μὲν οὖν ὑπόθεσις

[Longinus] Rhet., De sublimitate (0560: 001)“‘Longinus’. On the sublime”, Ed.


Russell, D.A.Oxford: Clarendon Press, 1964.Ch.9, sec. 14, l. 10

λοιπὸν φαίνονται τοῦ μεγέθους ἀμπώτιδες κἀν τοῖς μυθώδεσι καὶ


ἀπίστοις πλάνος. λέγων δὲ ταῦτ' οὐκ ἐπιλέλησμαι τῶν ἐν τῇ
Ὀδυσσείᾳ χειμώνων καὶ τῶν περὶ τὸν Κύκλωπα καί τινων ἄλλων,
ἀλλὰ γῆρας διηγοῦμαι, γῆρας δ' ὅμως Ὁμήρου· πλὴν ἐν ἅπασι
τούτοις ἑξῆς τοῦ πρακτικοῦ κρατεῖ τὸ μυθικόν. παρεξέβην δ'
εἰς ταῦθ', ὡς ἔφην, ἵνα δείξαιμι ὡς εἰς λῆρον ἐνίοτε ῥᾷστον κατὰ
τὴν ἀπακμὴν τὰ μεγαλοφυῆ παρατρέπεται, οἷα τὰ περὶ τὸν
ἀσκὸν καὶ τοὺς ἐν Κίρκης συοφορβουμένους, οὓς ὁ Ζωίλος ἔφη  
χοιρίδια κλαίοντα, καὶ τὸν ὑπὸ τῶν πελειάδων ὡς νεοσσὸν
παρατρεφόμενον Δία καὶ τὸν ἐπὶ τοῦ ναυαγίου δέχ' ἡμέρας ἄσιτον
τά τε περὶ τὴν μνηστηροφονίαν ἀπίθανα. τί γὰρ ἂν ἄλλο φήσαιμεν
ταῦτα ἢ τῷ ὄντι τοῦ Διὸς ἐνύπνια; δευτέρου δὲ εἵνεκα προσιστορή-
σθω τὰ κατὰ τὴν Ὀδύσσειαν, ὅπως ᾖ σοι γνώριμον ὡς ἡ ἀπακμὴ
τοῦ πάθους ἐν τοῖς μεγάλοις συγγραφεῦσι καὶ ποιηταῖς εἰς ἦθος
ἐκλύεται. τοιαῦτα γάρ που τὰ περὶ τὴν τοῦ Ὀδυσσέως ἠθικῶς
αὐτῷ βιολογούμενα οἰκίαν οἱονεὶ κωμῳδία τίς ἐστιν ἠθολογουμένη.
Φέρε νῦν, εἴ τι καὶ ἕτερον ἔχοιμεν ὑψηλοὺς ποιεῖν τοὺς λόγους
δυνάμενον, ἐπισκεψώμεθα. οὐκοῦν ἐπειδὴ πᾶσι τοῖς πράγμασι
φύσει συνεδρεύει τινὰ μόρια ταῖς ὕλαις συνυπάρχοντα,

Marcus Aurelius Antoninus Imperator Phil., Τὰ εἰς ἑαυτόν (0562: 001)


299

“The meditations of the emperor Marcus Aurelius, vol. 1”, Ed. Farquharson, A.S.L.
Oxford: Clarendon Press, 1944, Rep1968.Book 10, Ch.7, sec. 1, l. 8

ὡς ἂν καὶ πολίτου βίον εὔρουν ἐπινοήσειας προιόντος διὰ πράξεων


τοῖς πολίταις λυσιτελῶν καὶ ὅπερ ἂν ἡ πόλις ἀπονέμῃ, τοῦτο
ἀσπαζομένου.
 Τοῖς μέρεσι τοῦ ὅλου, ὅσα φύσει περιέχεται ὑπὸ τοῦ κόσμου,
ἀνάγκη φθείρεσθαι· λεγέσθω δὲ τοῦτο σημαντικῶς τοῦ ἀλλοιοῦσθαι.
εἰ δὲ φύσει κακόν τε καὶ ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο αὐτοῖς, οὐκ ἂν τὸ
ὅλον καλῶς διεξάγοιτο τῶν μερῶν εἰς ἀλλοίωσιν ἰόντων καὶ πρὸς
τὸ φθείρεσθαι διαφόρως κατεσκευασμένων. (πότερον γὰρ ἐπεχείρη-
σεν ἡ φύσις αὐτὴ τὰ ἑαυτῆς μέρη κακοῦν καὶ περιπτωτικὰ τῷ κακῷ
καὶ ἐξ ἀνάγκης ἔμπτωτα εἰς τὸ κακὸν ποιεῖν, ἢ ἔλαθεν αὐτὴν
τοιάδε τινὰ γινόμενα; ἀμφότερα γὰρ ἀπίθανα.)
 εἰ δέ τις καὶ ἀφέμενος τῆς φύσεως κατὰ τὸ πεφυκέναι ταῦτα
ἐξηγοῖτο, καὶ ὡς γελοῖον ἅμα μὲν φάναι πεφυκέναι τὰ μέρη τοῦ
ὅλου μεταβάλλειν, ἅμα δὲ ὡς ἐπί τινι τῶν παρὰ φύσιν συμβαίνοντι
θαυμάζειν ἢ δυσχεραίνειν, ἄλλως τε καὶ τῆς διαλύσεως εἰς ταῦτα  
γινομένης, ἐξ ὧν ἕκαστον συνίσταται. ἤτοι γὰρ σκεδασμὸς
στοιχείων, ἐξ ὧν συνεκρίθη, ἢ τροπὴ τοῦ μὲν στερεμνίου εἰς τὸ
γεῶδες, τοῦ δὲ πνευματικοῦ εἰς τὸ ἀερῶδες, ὥστε καὶ ταῦτα ἀναλη-
φθῆναι εἰς τὸν τοῦ ὅλου λόγον, εἴτε κατὰ περίοδον ἐκπυρουμένου
εἴτε ἀιδίοις ἀμοιβαῖς ἀνανεουμένου. καὶ τὸ στερέμνιον δὲ καὶ τὸ
πνευματικὸν μὴ φαντάζου τὸ ἀπὸ τῆς πρώτης γενέσεως·

Maximus Soph., Dialexeis (0563: 001)“Maximi Tyrii philosophumena”, Ed. Hobein,


H.Leipzig: Teubner, 1910.Lecture 38, Ch.1, sec. e, l. 1

διότι ἦσαν, οἶμαι, οὐ κατὰ τέχνην ἀγαθοί, ἀλλὰ ἔργον


Διός. Ὑποπτεύω δὲ αὐτοῦ κατὰ ταὐτὰ τὰ ἔπη, ἃ περὶ
τοῦ Δημοδόκου λέγει, ὅτι ἦν αὐτῷ πεποιημένα μὲν εἰς
τὴν αὐτοῦ τύχην, ἀνακείμενα δὲ τῷ Δημοδόκῳ. Ἔχει
δὲ τὰ ἔπη ὧδέ πως·
  τὸν περὶ μοῦσα φίλησε, δίδου τ' ἀγαθόν τε
        κακόν τε·
  ὀφθαλμῶν μὲν ἄμερσε, δίδου δ' ἡδεῖαν ἀοιδήν.  
Ἐγὼ δὲ αὐτῷ περὶ μὲν τῆς ᾠδῆς συντίθεμαι, περὶ δὲ
τῆς συμφορᾶς οὐ συντίθεμαι· οὐ γὰρ μουσικὸν τὸ
δῶρον. Ἀπίθανος δὲ καὶ ὁ Δημόδοκος, οὑτωσὶ περὶ
αὑτοῦ λέγων·  αὐτοδίδακτος δ' εἰμί, θεοὶ δέ μοι ὤπασαν ὀμφήν.
 Καὶ  πῶς ἐσσί, ὦ βέλτιστε, ἀοιδῶν αὐτοδίδακτος;
παρὰ θεῶν τὴν ὀμφὴν ἔχων, οἵπερ διδασκάλων ἀπται-
στότατοι; Ἀποκρίνεται ὁ Δημόδοκος ὅπερ ἂν τῶν

Antigonus Paradox., Historiarum mirabilium collectio (0568: 001)


“Paradoxographorum Graecorum reliquiae”, Ed. Giannini, A.Milan: Istituto
Editoriale Italiano, 1965.Ch.45, sec. 2, l. 7

 Τὸν δ' αἴγιθον αἶγα θηλάζειν προσπετόμενον,


300

ὅθεν καὶ τὴν προσηγορίαν εἰληφέναι· τὸν δὲ μαστὸν ὅταν θη-


λάσῃ ἀποσβέννυσθαί τε καὶ τὴν αἶγα ἀποτυφλοῦσθαι.
ἔστι δὲ χωλὸν τὸ ὄρνεον, ὅθεν καὶ Καλλίμαχος ὁ ἐκ τῆς  
Αἰγύπτου περίτρανος εἶναι βουλόμενος ἔφησεν προείπας ὑπὲρ
ἄλλου τινὸς ὀρνέου· «αἴγιθος ἀμφιγυήεις». οὐ σῴζεται οὖν
αὐτῷ ὁ λόγος· ἔστι γὰρ οὐκ ἀμφότερα χωλόν. τὸ δ' ἀμφιγυήεις
οὐ τοιοῦτον, ἀλλ' ὡς ἐπὶ τοῦ Ἡφαίστου εἴρηται, ὅταν ἑκατέ-
ρους ᾖ κεχωλωμένος. περὶ μὲν οὖν τοῦ Καλλιμάχου διὰ τὸ
ἀπίθανον προήχθημεν εἰπεῖν.
 Ὁ δὲ Ἀριστοτέλης φησὶν τῷ ἀετῷ γηράσκοντι
τὸ ῥύγχος αὐξάνεσθαι καὶ γαμψοῦσθαι καὶ τέλος ἀποθνῄσκειν
λιμῷ.

Lysimachus Hist., Frag.(0574: 003)“FHG 3”.Fragment 1a, l. 4

ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΑ

 Josephus C. Apionem I, 34: Ἐπιτάξω δὲ τού-


τοις Λυσίμαχον, εἰλη-
φότα μὲν τὴν αὐτὴν τοῖς προειρημένοις ὑπόθεσιν τοῦ
ψεύσματος, ὑπερπεπαικότα δὲ τὴν ἐκείνων ἀπιθανότητα
τοῖς πλάσμασι. Δι' ὃ καὶ δῆλός ἐστι συντεθεικὼς κατὰ
πολλὴν ἀπέχθειαν. Λέγει γὰρ ἐπὶ Βοκχόρεως τοῦ Αἰ-
γυπτίων βασιλέως τὸν λαὸν τῶν Ἰουδαίων λεπροὺς ὄν-
τας καὶ ψωροὺς, καὶ ἄλλα νοσήματά τινα ἔχοντας, εἰς
τὰ ἱερὰ καταφεύγοντας μεταιτεῖν τροφήν. Παμπόλλων
δὲ ἀνθρώπων νοσηλίᾳ περιπεσόντων, ἀκαρπίαν ἐν τῇ
Αἰγύπτῳ γενέσθαι. Βόκχοριν δὲ, τὸν τῶν Αἰγυπτίων
βασιλέα, εἰς Ἄμμωνος πέμψαι περὶ τῆς ἀκαρπίας τοὺς
μαντευσομένους· τὸν θεὸν δὲ εἰπεῖν τὰ ἱερὰ καθᾶραι ἀπ'
ἀνθρώπων ἀνάγνων καὶ δυσσεβῶν, ἐκβαλόντα αὐτοὺς

Nicolaus Hist., Frag.(0577: 003)“FHG 3”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.
Fragment 69, l. 67

...ν πελατῶν καὶ ἑταίρων, καὶ θεραπείας πιστῆς χεῖρα


οὐκ ὀλίγην. Ἧκον δὲ καὶ οἱ ἐκ τῶν ἀγρῶν συνελθόντες
εἰς τὴν πόλιν, ἐκλιπόντες τὴν ἀγορὰν, ἔχοντες ὑπὸ ταῖς
περιβολαῖς (19) ξίφη κεκρυμμένα, στῖφος καρτερόν. Βια-
σάμενοι δὲ τὴν εἴσοδον ἀθρόᾳ ὁρμῇ πάντες, οὐ πολλοῖς
ὁπλίταις φρουρουμένην, ἀποσφάττουσιν εὐπετῶς Ἀμό-
λιον, καὶ μετὰ τοῦτο τὴν ἄκραν καταλαμβάνουσι (20).
Ταῦτα μὲν οὖν (21) εἴρηται τοῖς περὶ Φάβιον· ἕτεροι δὲ
οὐδὲν τῶν μυθωδεστέρων ἀξιοῦντες ἱστορικῇ γραφῇ προς-
ήκειν, τήν γε ἀπόθεσιν τὴν τῶν βρεφῶν οὐχ, ὡς ἐκε-
301

λεύσθη (22) τοῖς ὑπηρέταις, γενομένην, ἀπίθανον εἶναί


φασι· καὶ τῆς λυκαίνης τὸ τιθασὸν (23), ἣ τοὺς μα-
στοὺς ἐπεῖχε τοῖς παιδίοις, ὡς δραματικῆς μεστὸν ἀτο-
πίας διασύρουσιν. Ἀντιδιαλλαττόμενοι δὲ πρὸς ταῦτα
λέγουσιν, ὡς ὁ Νομέτωρ, ἐπειδὴ τὴν Ἰλουΐαν (24) ἔγνω
κύουσαν, ἕτερα παρασκευασάμενος παιδία νεογνὰ, διηλ-
λάξατο τεκούσης αὐτῆς τὰ βρέφη, καὶ τὰ μὲν ὀθνεῖα
δέδωκε τοῖς φυλάττουσι τὰς ὠδῖνας ἀποφέρειν (25), εἴτε
χρημάτων τὸ πιστὸν τῆς χρείας αὐτῶν (26) πριάμενος,
εἴτε διὰ γυναικῶν τὴν ὑπαλλαγὴν ποιησάμενος (27)· καὶ
αὐτὰ λαβὼν ὁ Ἀμόλιος ὅτῳ δὴ τρόπῳ ἀναιρεῖ (28),

Ερμογένης. Progymnasmata [Dub.] (0592: 001)“Hermogenis opera”, Ed. Rabe, H.


Leipzig: Teubner, 1913, Rep1969.Sec. 5, l. 7

καθεύδων ἀλλὰ φροντίζων κατάσκοπον ἐπὶ τὰς ναῦς


ἔπεμπε Δόλωνα’. ὕστατος δέ ἐστι τόπος ὁ κατὰ κρίσιν.
τὸ δὲ τέλος παράκλησιν ἐχέτω.  
    

Περὶ ἀνασκευῆς καὶ κατασκευῆς.

 Ἀνασκευή ἐστιν ἀνατροπὴ τοῦ προτεθέντος πράγμα-


τος, κατασκευὴ δὲ τοὐναντίον βεβαίωσις.
 Τὰ δὲ πάνυ ψευδῆ οὔτε ἀνασκευαστέον οὔτε κατα-
σκευαστέον, ὥσπερ τοὺς μύθους, ἀλλὰ δεῖ δήπου τὰς
ἀνασκευὰς καὶ τὰς κατασκευὰς τῶν ἐφ' ἑκάτερα τὴν
ἐπιχείρησιν δεχομένων ποιεῖσθαι.
 Ἀνασκευάσεις δὲ ἐκ τοῦ ἀσαφοῦς, ἐκ τοῦ ἀπιθάνου,
ἐκ τοῦ ἀδυνάτου, ἐκ τοῦ ἀνακολούθου τοῦ καὶ ἐναντίου
καλουμένου, ἐκ τοῦ ἀπρεποῦς, ἐκ τοῦ ἀσυμφόρου. ἐκ
τοῦ ἀσαφοῦς οἷον ‘ἀσαφὴς ἦν ὁ περὶ Νάρκισσον χρό-
νος’. ἐκ τοῦ ἀπιθάνου ‘ἀπίθανον ἦν τὸν Ἀρίονα ἐν
κακοῖς ὄντα βουληθῆναι ᾆσαι’. ἐκ τοῦ ἀδυνάτου ‘ἀδύ-
νατον ἦν τὸν Ἀρίονα ἐπὶ δελφῖνος σωθῆναι’. ἐκ τοῦ
ἀνακολούθου τοῦ καὶ ἐναντίου καλουμένου ‘ἐναντίον
ἦν τῷ σῶσαι τὴν δημοκρατίαν τὸ καταλῦσαι ἂν αὐτὴν
ἐθελῆσαι’. ἐκ τοῦ ἀπρεποῦς ‘ἀπρεπὲς ἦν τὸν Ἀπόλλωνα
θεὸν ὄντα θνητῇ μίγνυσθαι’. ἐκ τοῦ ἀσυμφόρου, ὅταν

Ερμογένης. Progymnasmata [Dub.] Sec. 5, l. 11

 Ἀνασκευή ἐστιν ἀνατροπὴ τοῦ προτεθέντος πράγμα-


τος, κατασκευὴ δὲ τοὐναντίον βεβαίωσις.
 Τὰ δὲ πάνυ ψευδῆ οὔτε ἀνασκευαστέον οὔτε κατα-
σκευαστέον, ὥσπερ τοὺς μύθους, ἀλλὰ δεῖ δήπου τὰς
ἀνασκευὰς καὶ τὰς κατασκευὰς τῶν ἐφ' ἑκάτερα τὴν
302

ἐπιχείρησιν δεχομένων ποιεῖσθαι.


 Ἀνασκευάσεις δὲ ἐκ τοῦ ἀσαφοῦς, ἐκ τοῦ ἀπιθάνου,
ἐκ τοῦ ἀδυνάτου, ἐκ τοῦ ἀνακολούθου τοῦ καὶ ἐναντίου
καλουμένου, ἐκ τοῦ ἀπρεποῦς, ἐκ τοῦ ἀσυμφόρου. ἐκ
τοῦ ἀσαφοῦς οἷον ‘ἀσαφὴς ἦν ὁ περὶ Νάρκισσον χρό-
νος’. ἐκ τοῦ ἀπιθάνου ‘ἀπίθανον ἦν τὸν Ἀρίονα ἐν
κακοῖς ὄντα βουληθῆναι ᾆσαι’. ἐκ τοῦ ἀδυνάτου ‘ἀδύ-
νατον ἦν τὸν Ἀρίονα ἐπὶ δελφῖνος σωθῆναι’. ἐκ τοῦ
ἀνακολούθου τοῦ καὶ ἐναντίου καλουμένου ‘ἐναντίον
ἦν τῷ σῶσαι τὴν δημοκρατίαν τὸ καταλῦσαι ἂν αὐτὴν
ἐθελῆσαι’. ἐκ τοῦ ἀπρεποῦς ‘ἀπρεπὲς ἦν τὸν Ἀπόλλωνα
θεὸν ὄντα θνητῇ μίγνυσθαι’. ἐκ τοῦ ἀσυμφόρου, ὅταν
λέγωμεν, ὅτι οὐδὲ συμφέρει ταῦτα ἀκούειν.  –

Ερμογένης. Περὶ στάσεων (0592: 002)“Hermogenis opera”, Ed. Rabe, H.


Leipzig: Teubner, 1913, Rep1969.Sec. 1, l. 105

ἀντιστρέφον, οἷον ἀπῄτει τις δάνειον καὶ τόκους, ὃ δὲ


παρακαταθήκην φάσκων ἔχειν οὐκ ὀφείλειν ἔλεγε τό-
κους· μεταξὺ πεποίηται χρεῶν ἀποκοπὰς ὁ δῆμος, καὶ
ὃ μὲν ὡς παρακαταθήκην ἀπαιτεῖ, ὃ δὲ ὡς χρέος οὐκ  
ὀφείλειν ἔτι φησίν. ἐνταῦθα γὰρ οὔτε διάφορα οὔτε
ἰσχυρὰ τὰ τῶν πίστεων αὐτοῖς· περιπετεῖς γὰρ τοῖς
ἑαυτῶν ἄμφω γίνονται λόγοις.  – Τέταρτον κατὰ τὸ
ἄπορον, οὗ μὴ ἔστι λύσιν λαβεῖν μηδὲ πέρας, οἷον Ἀλέξ-
ανδρος ὄναρ εἶδεν ὀνείροις μὴ πιστεύειν καὶ βουλεύε-
ται· ὅ τι γὰρ ἂν συμβουλεύῃ τις ἐνταῦθα, τὸ ἐναντίον
αὐτοῦ περανεῖ.  – Πέμπτον κατὰ τὸ ἀπίθανον, οἷον
εἰ Σωκράτην τις πλάττει πορνοβοσκοῦντα ἢ Ἀριστεί-
δην ἀδικοῦντα.  – Ἕκτον κατὰ τὸ ἀδύνατον, οἷον εἰ
Σιφνίους ἢ Μαρωνείτας λέγει τις περὶ ἀρχῆς τῶν Ἑλλή-
νων βουλεύεσθαι ἢ τὸν Πύθιον ψεύδεσθαι.  – Ἕβδο-
μον κατὰ τὸ ἄδοξον, οἷον ἐκμισθώσας τις τὴν ἑαυτοῦ
γυναῖκα τὸν μισθὸν οὐκ ἀπολαμβάνων δικάζεται τῷ
μισθωσαμένῳ.  – Ὄγδοον κατὰ τὸ ἀπερίστατον, οἷον
ἀποκηρύσσει τις τὸν υἱὸν ἐπ' οὐδεμιᾷ αἰτίᾳ. Ταῦτα
γὰρ οὐκ ἂν εἴη ζητήματα.

Alexander Rhet., Soph., De figuris (0594: 002)“Rhetores Graeci, vol. 3”, Ed.
Spengel, L.Leipzig: Teubner, 1856, Rep1966.P. 13, l. 31

τούτων καὶ ἔτι περὶ τῆς χρείας, ἣν παρέχεται τὰ σχή-


ματα, εἰπόντες περὶ αὐτῶν λοιπὸν ποιησόμεθα τὸν λό-
γον. ἔστι τοίνυν χρεία τῶν σχημάτων κατὰ τρόπους
πλείονας· ἐπίτασιν γὰρ δύναται τῶν πραγμάτων ἐμ-
φαίνειν, ὡς ἔχει τὰ τοιαῦτα, σὺ δ' ὁ σεμνὸς ἀνὴρ
καὶ διαπτύων τοὺς ἄλλους, καὶ πάλιν, ἐμοὶ δ'
ὅσον, εἴτε τις βούλεται νομίσαι μανίαν εἴτε
καὶ φιλοτιμίαν· διὰ γὰρ τῆς εἰρωνείας μᾶλλον, ἢ
303

εἰ ἐξ εὐθείας ἐλέγετο, ηὔξηται ὁ λόγος. καὶ καταβολὴν


δὲ καὶ ἔκλυσιν ἐκ τῶν ἐναντίων, οὐ μέμνησθε αὐ-
τοῦ τὰ ἀπίθανα ῥήματα καὶ μιαρά, καὶ πάλιν,
σὺ Θετταλοὺς ἀποστήσας· σὺ γὰρ ἂν κώμῃ  
προσέλθοις, ὅπου κίνδυνός ἐστι. παρέχει δὲ
καὶ ἔμφασιν ἤθους χρηστοῦ, ὡς Αἰσχίνης, ἆρά μοι
δοίητε συγγνώμην, εἰ κίναιδον αὐτὸν προς-
είποιμι, καὶ μὴ καθαρὸν τὸ σῶμα, μηδ' ὅθεν
τὴν φωνὴν ἀφίησι, καὶ τὰ ἑξῆς· φαίνεται γὰρ αἰ-
δούμενος ἐφ' οἷς μέλλει λέγειν.

Alexander Rhet., Soph., De figuris P. 26, l. 15

διασύροντες, ὡς Ὑπερίδης ἐπὶ Δημοσθένους, καὶ συ-


κοφαντεῖς τὴν βουλὴν προκλήσεις προτιθεὶς
καὶ ἐρωτῶν ἐν ταῖς προκλήσεσιν, πόθεν ἔλα-
βες τὸ χρυσίον, καὶ τίς ἦν σοι ὁ δούς, καὶ πῶς;
τελευταῖον δ' ἴσως ἐρωτήσεις καὶ εἰ ἐχρήσω
τῷ χρυσίῳ ὥσπερ τραπεζιτικὸν λόγον παρὰ
τῆς βουλῆς ἀπαιτῶν, καὶ ὁ αὐτὸς ἐπὶ τῆς Φρύνης,
τίς γάρ ἐστιν αἰτία αὕτη, εἰ Ταντάλῳ ὑπὲρ
τῆς κεφαλῆς λίθος κρέμαται. καὶ ὡς Αἰσχίνης,
οὐ μέμνησθε αὐτοῦ τὰ ἀπίθανα καὶ μιαρὰ ῥή-
ματα, ἃ πῶς ποτε ὑμεῖς, ὦ σιδήριοι, ἐκαρτε-
ρεῖτε ἀκροώμενοι, ὅτε ἔφη παρελθών, ἀμπε-
λουργοῦσί τινες τὴν πόλιν, καὶ τὰ ἑξῆς, καὶ ὡς
Δημοσθένης πρὸς αὐτὰ ταῦτα, πάνυ γὰρ κατὰ τοῦτο
χείρω γέγονε τὰ τῶν Ἑλλήνων πράγματα, εἰ
τουτὶ τὸ ῥῆμα, ἀλλὰ μὴ τουτὶ διεξῆλθον ἐγώ,
ἢ δευρὶ τὴν χεῖρα ἀλλὰ μὴ δευρὶ μετήγαγον.

Rhetorica Anonyma, Prolegomena in artem rhetoricam (olim sub auctore Joanne


Doxapatre) (0598: 005)“Prolegomenon sylloge”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner,
1931; Rhetores Graeci 14.Vol. 14, p. 31, l. 2

τεχνικὴ πιθανοῦ λόγου ἐν πράγματι πολιτικῷ, τέλος


ἔχουσα τὸ εὖ λέγειν». οὗτος τοίνυν ὁ ὅρος ἐκρίθη τε καλῶς
ἔχειν καὶ ἐδοκιμάσθη μάλα σοφῶς· οὔτε γὰρ ἐλλείπει
οὔτε πλεονάζει, ἀλλὰ καὶ τὰ ἰδιώματα τῶν ὁρισμῶν ἔχει,
λέγω δὴ τὸ ἐκ γένους καὶ συστατικῶν διαφορῶν καὶ
ἰδιοτήτων συνεστάναι· διὰ μὲν γὰρ τοῦ εἰπεῖν ‘δύναμις’
ἐσήμανε τὸ γένος – ἔστι γὰρ δύναμις καὶ ἔντεχνος καὶ
ἄτεχνος – , διὰ δὲ τοῦ ‘τεχνική’ τὴν διαφοράν· ἑτέραν δὲ
διαφορὰν ἐπιτίθησιν εἰρηκὼς ‘πιθανοῦ λόγου’. εἶτα ἐπειδὴ  
οὐ μόνος ὁ ῥήτωρ ἔχει τὸ πιθανὸν ἀλλὰ καὶ ἰατρικὴ καὶ
γεωμετρική – καὶ γὰρ καὶ τὰς ἀποδείξεις οὐκ ἀπιθάνους
δεῖ προσφέρειν ἀλλὰ πιθανάς – , ἐπεὶ οὖν κοινὸν τὸ
304

πιθανόν, τῷ πιθανῷ προσέθηκεν ἰδικώτατόν τι τῆς


ῥητορικῆς, ὃ ἄλλη τέχνη ἔχειν οὐ δύναται· τί δὴ τοῦτο; ‘ἐν
πράγματι πολιτικῷ’. πρόσκειται δὲ τῷ ὅρῳ τὸ ‘τέλος
ἔχουσα τὸ εὖ λέγειν’. πᾶν γάρ, ὃ μὴ τέλος ἔχει εὖ καὶ
καλῶς, ἢ ματαιοτεχνία ἐστὶν ἢ κακοτεχνία ἢ ψευδοτεχνία.
καὶ κακοτεχνία μέν ἐστιν ἡ τῶν φαρμακῶν καὶ γοήτων·
ἐπὶ κακῷ γὰρ τῆς πολιτείας τὰς τοιαύτας εὑρήκασι
τέχνας. ἄλλο δέ ἐστι φαρμακεία καὶ ἄλλο γοητεία καὶ ἄλλο
μαγεία.

Rhetorica Anonyma, Progymnasmata (0598: 011)“Rhetores Graeci, vol. 1”, Ed.


Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1832, Rep1968.Vol. 1, p. 609, l. 11

Ἀνασκευὴ, ὅτι οὐκ ἀληθῆ τὰ κατὰ τὴν πλά-τανον τὸ φυτόν.

 Τοῖς ποιηταῖς ὅσον τέχνης καὶ ἀκριβείας ἐν τοῖς


ἑαυτῶν ποιήμασι καὶ παρατηρήσεως λόγου ἐμέλησε, το-
σοῦτον ἐν τοῖς τοιούτοις ἀλήθεια παντάπασιν ἐκείνοις
καταπεφρόνηται καὶ ἀπέῤῥιπται, καὶ θαυμαστὸν οὐδέν·
οἳ γὰρ ἐν τοῖς μεγίστοις τῷ τοῦ ψεύδους πατρὶ προσεῖ-
χον, καὶ περὶ τὸ σέβας ψευδόμενοι οὐκ ἐφρόντιζον, πῶς
ἂν οἱ τοιοῦτοι περὶ πραγμάτων τοὺς λόγους ποιούμενοι
ὁδεῦσαι τὴν εὐθεῖαν ἐζήτησαν. διατί τοῦτο καὶ ἀλλό-
κοτά τινα καὶ ἀπίθανα παρετήρησαν, οὐδὲν ὑγιὲς εἰς
τὸν βίον παράγοντες, καὶ νῦν μὲν ἐπτερωμένους ἀνθρώ-
πους ἀναπλάττοντες, νῦν δ' ἀνθρωπόμορφα θηρία καὶ
τοιαῦθ' ἕτερα παραληροῦντες καὶ παραπαίοντες οἴκο-
θεν τὸν ἔλεγχον φέροντα, καὶ τῷ βουλομένῳ παντὶ ἐκ
τοῦ ῥᾴστου, ὡς οὐδὲν τῶν ἁπάντων εὔθραυστα καὶ ἐν
πᾶσι μὲν ὅσοις ἐξέθεντο, περιφανῶς ὀνειροπολοῦσιν ἢ
καὶ μεμήνασιν· ἅπερ δὲ περὶ τοῦ φυτοῦ τῆς πλατάνου
διεμυθολογήσαντο, ὡς καταγέλαστα, ὡς παράφορα, καὶ
τῆς αὐτῆς τερατολογίας οὐδόλως ἀνάξια.

Rhetorica Anonyma, Progymnasmata Vol. 1, p. 612, l. 15

ἀληθοῦς οὐδόλως ἠμέλησαν, ἀλλὰ τῇ μὲν ἀκριβείᾳ τῆς


τέχνης ταῦτα ἐκόσμησαν, τῇ δ' ἀληθείᾳ τῶν λεγομέ-
νων τὸ βέβαιον αὐτοῖς ἐχαρίσαντο· ἅτινες ἐξετάζειν μὴ
βουλόμενοι ἢ καὶ μὴ δυνάμενοι ἀνασκευάζειν ἐπιχειροῦ-
σιν, ὡς δῆθεν ἄπιστα, καὶ ἐπὶ πᾶσι μὲν οὖν ἀληθείας
πρὸ τῶν ἄλλων οἱ τοιοῦτοι ἐφρόντισαν, ἐφ' οἷς δὲ περὶ
τοῦ φυτοῦ τῆς πλατάνου διεξίασιν, οὐκ ἔστιν εἰπεῖν,
ὅσον τὴν ἀλήθειαν τοῦ ψεύδους προετιμήσαντο· τί δὲ
καί φασι; τὼ τοῦ Ἀλωέως παῖδε εἰς οὐρανὸν ἀνελθεῖν
305

ἐβουλεύσαντο· πρὸς τῆς ἀληθείας αὐτῆς τί τῷ λόγῳ


ἀπίθανον πρόσεστιν; οὐ πάντως τὰ ἄνω φρονεῖν καὶ
ζητεῖν ἐδιδάχθημεν; οὐ τὸ παρ' ἡμῖν θεῖον ἄνωθεν;
εἰ δ' ὅθεν προήλθομεν, ἐπανελθεῖν ἐπειγόμεθα, θαυ-
μαστόν; τοὐναντίον ἂν ἦν μᾶλλον θαυμάσιον, εἰ τῶν
οἰκείων ἐπιλαθόμενοι τοῖς ἀλλοτρίοις αἰεὶ προστετήκει-
μεν, καὶ οὐρανὸν ἀφέντες τῇ γῇ προσηρείσθημεν. Εἰ
δ' οὐρανόσε πάντες ἀνελθεῖν ἐπειγόμεθα, πῶς ἄνθρω-
ποι κἀκεῖνοι ὄντες εἰς οὐρανὸν βουληθῆναι ἀνελθεῖν οὐ
πιστεύονται; ἢ πῶς οἱ ταῦτα περὶ αὐτῶν λέγοντες ἀπα-
ράδεκτοι; καὶ ὄρη συνθέντε καὶ ἀναβάθρας ποιήσαντε
ἀνέρχεσθαι ἐπεχείρησαν, καὶ τοῦτο εἰκότως, ἐπεὶ γὰρ

Αίλιος Θέων. Progymnasmata (0607: 001)“Rhetores Graeci, vol. 2”, Ed. Spengel, L.
Leipzig: Teubner, 1854, Rep1966.P. 76, l. 8

παλιν ἑνὸς ἐπιλόγου πάμπολλοι μῦθοι ἀπεικασμένοι αὐ-


τῷ. τὴν γὰρ τοῦ ἐπιλόγου δύναμιν ἁπλῆν προτείναντες
προστάξομεν τοῖς νέοις μῦθόν τινα πλάσαι τῷ προτε-  
θέντι πράγματι οἰκεῖον· προχείρως δὲ τοῦτο ποιεῖν δυ-
νήσονται πολλῶν ἐμπλησθέντες μύθων, τοὺς μὲν ἐκ τῶν
παλαιῶν συγγραμμάτων ἀνειληφότες, τοὺς δὲ καὶ αὐτοὶ
μόνον ἀκούσαντες, τοὺς δὲ καὶ παρ' ἑαυτῶν ἀναπλάσαν-
τες. ἀνασκευάσομεν δὲ καὶ κατασκευάσομεν τοῦτον τὸν
τρόπον· ἐπεὶ γὰρ καὶ αὐτὸς ὁ μυθοποιὸς ὁμολογεῖ καὶ
ψευδῆ καὶ ἀδύνατα συγγράφειν, πιθανὰ δὲ καὶ ὠφέλιμα,
ἀνασκευαστέον μὲν δεικνύντας, ὅτι ἀπίθανα καὶ ἀσύμ-
φορα λέγει· κατασκευαστέον δὲ ἐκ τῶν ἐναντίων· ταῦτα
γάρ ἐστι τὰ ἀνωτάτω κεφάλαια, εἰς ἃ τὰ κατὰ μέρος ἐμ-
πίπτει. τὸ μὲν οὖν προοίμιον πρόσφορον εἶναι δεῖ τῷ
μύθῳ· μετὰ δὲ τὸ προοίμιον ἐκθέσθαι δεῖ τὸν μῦθον,
ἐνίοτε δὲ καὶ παρατίθεσθαι, ὅπερ ἐν ὑποθέσει οὐκ ἀναγ-
καῖον ἀεὶ διηγεῖσθαι· ἔπειτα δὲ μεταβαίνειν ἐπὶ τὴν ἐπι-
χείρησιν καὶ ἀνασκευάζειν τῶν εἰρημένων ἕκαστον ἐν μέ-
ρει, ἀπὸ τῶν πρώτων ἀρξαμένους, καὶ πρὸς ἕκαστον μέ-
ρος τοῦ μύθου ἐφ' ἑκάστου τόπου λόγων εὐπορεῖν πει-
ρωμένους· ληπτέον δὲ τὰ ἐπιχειρήματα ἐκ τόπων τῶνδε,

Αίλιος Θέων. Progymnasmata P. 76, l. 19

φορα λέγει· κατασκευαστέον δὲ ἐκ τῶν ἐναντίων· ταῦτα


γάρ ἐστι τὰ ἀνωτάτω κεφάλαια, εἰς ἃ τὰ κατὰ μέρος ἐμ-
πίπτει. τὸ μὲν οὖν προοίμιον πρόσφορον εἶναι δεῖ τῷ
μύθῳ· μετὰ δὲ τὸ προοίμιον ἐκθέσθαι δεῖ τὸν μῦθον,
ἐνίοτε δὲ καὶ παρατίθεσθαι, ὅπερ ἐν ὑποθέσει οὐκ ἀναγ-
καῖον ἀεὶ διηγεῖσθαι· ἔπειτα δὲ μεταβαίνειν ἐπὶ τὴν ἐπι-
χείρησιν καὶ ἀνασκευάζειν τῶν εἰρημένων ἕκαστον ἐν μέ-
ρει, ἀπὸ τῶν πρώτων ἀρξαμένους, καὶ πρὸς ἕκαστον μέ-
ρος τοῦ μύθου ἐφ' ἑκάστου τόπου λόγων εὐπορεῖν πει-
306

ρωμένους· ληπτέον δὲ τὰ ἐπιχειρήματα ἐκ τόπων τῶνδε,


ἐκ τοῦ ἀσαφοῦς, ἐκ τοῦ ἀπιθάνου, ἐκ τοῦ ἀπρεποῦς, ἐκ
τοῦ ἐλλιποῦς, ἐκ τοῦ πλεονάζοντος, ἐκ τοῦ ἀσυνήθους,
ἐκ τοῦ μαχομένου, ἐκ τῆς τάξεως, ἐκ τοῦ ἀσυμφόρου, ἐκ
τοῦ ἀνομοίου, ἐκ τοῦ ψευδοῦς. ἀσάφεια μὲν οὖν γίνεται
ἤτοι δι' ἓν ὄνομα ἢ καὶ πλείονα· δι' ἓν μὲν ὅταν τις ὀνό-
μασι χρήσηται ἢ παρὰ τὰ εἰωθότα ἢ ὁμωνύμως, διὰ
πλείω δὲ ὅταν δυνατὸν ᾖ μηδενὸς μήτε προστιθεμένου
μήτε ἀφαιροῦντος πολλαχῶς ἐκδέχεσθαι τὸ εἰρημένον,
οἷον

Αίλιος Θέων. Progymnasmata P. 76, l. 32

τοῦ ἀνομοίου, ἐκ τοῦ ψευδοῦς. ἀσάφεια μὲν οὖν γίνεται


ἤτοι δι' ἓν ὄνομα ἢ καὶ πλείονα· δι' ἓν μὲν ὅταν τις ὀνό-
μασι χρήσηται ἢ παρὰ τὰ εἰωθότα ἢ ὁμωνύμως, διὰ
πλείω δὲ ὅταν δυνατὸν ᾖ μηδενὸς μήτε προστιθεμένου
μήτε ἀφαιροῦντος πολλαχῶς ἐκδέχεσθαι τὸ εἰρημένον,
οἷον
  ἐγώ σ' ἔθηκα δοῦλον ὄντ' ἐλεύθερον.
οὐ γὰρ σαφές, πότερον ἐλεύθερον ἔθηκεν ἀντὶ δούλου,
ἢ δοῦλον ἀντ' ἐλευθέρου. ἀκριβέστερον δὲ μικρὸν ὕστε-
ρον περὶ τῆς σαφηνείας ἐν τῷ περὶ διηγήματος ῥηθήσε-
ται. τὸ δὲ ἀπίθανόν ἐστι τὸ δυνατὸν μὲν γενέσθαι ἢ λε-  
λέχθαι, ἀπιστούμενον δὲ εἰ γέγονεν ἢ εἴρηται ἤτοι διὰ
πρόσωπον, ἐφ' ὃ ἡ πρᾶξις ἢ ὁ λόγος ἀναφέρεται, ἢ διὰ
τὸν τόπον, ἐν ᾧ λέγεται γενέσθαι τι ἢ εἰρῆσθαι, ἢ διὰ
τὸν χρόνον, καθ' ὃν λέγεταί τι γενέσθαι ἢ λελέχθαι, ἢ
διὰ τὸν τρόπον τῆς πράξεως ἢ τοῦ λόγου, ἢ διὰ τὴν αἰ-
τίαν τῶν αὐτῶν τούτων λεγόντων ἡμῶν ὅτι οὐκ εἰκός
ἐστι τῷ τοιούτῳ τόδε τι πρᾶξαι ἢ τόδε τι εἰπεῖν, ἐν τού-
τῳ τῷ τόπῳ, ἢ κατὰ τοῦτον τὸν [τόπον ἢ] χρόνον, ἢ τοῦ-
τον τὸν τρόπον, ἢ διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν.

Αίλιος Θέων. Progymnasmata P. 93, l. 25

τον μὲν ἀπὸ τοῦ ἀσαφοῦς, καθ' ὅσους τρόπους περὶ σα-
φηνείας εἴπομεν, δεύτερον δὲ ἀπὸ τοῦ ἀδυνάτου ἐπι-
χειρήσομεν, δεικνύντες ὅτι ἀδύνατον τὸ πρᾶγμα οὕτω
γενέσθαι, ὥς φησιν ὁ συγγραφεὺς ἤτοι διὰ τὸ μηδ' ὅλως
πεφυκέναι γίνεσθαι, ἢ διὰ τὸ μὴ κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον
εἶναι τὰ ἱστορούμενα, οἷον πρὸς τοὺς λέγοντας, ὅτι Ἡ-
ρακλῆς ἀπέκτεινε Βούσιριν· κατὰ γὰρ Ἡσίοδον πρεσβύ-
τερος Ἡρακλέους ἐστὶν ὁ Βούσιρις ἕνδεκα γενεαῖς.
καὶ ὅλως πρὸς τὰ πολλὰ τῶν τοιούτων ἀφορμὰς ἕξομεν
λόγων ἐκ τῶν Ἀρίωνος ἐλέγχων. ἔπειτα δὲ καὶ εἰ δυ-
νατὸν ὑποθοίμεθα τὸ πρᾶγμα, λεκτέον ὅτι ἀπίθανόν
ἐστιν· εἰ δὲ καὶ πιθανόν ἐστι, σκεψόμεθα εἰ ψευδές
307

ἐστιν· εἰ δὲ ἀληθὲς φανείη, ἑξῆς ζητήσομεν, εἰ ἐλλείπει


τι ἢ πλεονάζει· ἔπειτα δὲ ὅτι μάχεται κατὰ τὴν διήγησιν
αὐτὸς ἑαυτῷ ὁ συγγραφεύς· πρὸς δὲ τούτοις μεμψόμεθα
καὶ τὴν τάξιν τῶν κεφαλαίων, εἰ μὴ προσηκόντως εἴη
γεγενημένη. εἰ δὲ ταῦτα πάντα κατὰ τρόπον εἴη διατε-
θειμένα, ἀλλ' ὡς ἀπρεπές τε καὶ ἀσύμφορον δεικτέον·  
ἔστι γὰρ τῶν πραγμάτων ἃ πραχθῆναι μὲν οὐκ ἐχρῆν,
φθάσαντα δὲ πραχθῆναι σιωπᾶσθαι συμφέρει, οἷον εἴ
τις τὸν Λοκρὸν Αἴαντα τοιαῦτα εἰπὼν εἰς τὴν Ἀθηνᾶν

Αίλιος Θέων. Progymnasmata P. 94, l. 13

τις τὸν Λοκρὸν Αἴαντα τοιαῦτα εἰπὼν εἰς τὴν Ἀθηνᾶν


ἀσεβῆσαι οἷα λέγεται, ἔπειτα ὑπόθοιτο μήτε ἐν τῇ θα-
λάττῃ μήτε οἴκοι κακόν τι αὐτὸν πεπονθότα, ἐν γήρᾳ
μετ' εὐδαιμονίας τετελευτηκέναι. ῥᾳδίως δὲ καὶ πλειόνων
εὐπορήσομεν ἐπιχειρημάτων, ἐὰν καθ' ἕκαστον τῶν πα-
ραδεδομένων τόπων ἐπιχειροῦντες χρώμεθα καὶ τοῖς κα-
λουμένοις στοιχείοις, ἐξ ὧν ἅπασα πρᾶξις ὑφίσταται·
ἔστι δὲ ταῦτα ἐξ ὧν προείπομεν, πρόσωπον, πρᾶγμα,
τόπος, χρόνος, τρόπος, αἰτία.
 Παραδείγματος δὲ ἕνεκα ὁ λόγος ἡμῖν ἔστω ἐφ' ἑνὸς
τόπου τοῦ ἀπιθάνου. ἐὰν τοίνυν ἀνασκευάζωμεν τὴν
διήγησιν ἐκ τοῦ ἀπιθάνου, οὕτως ἐπεξελευσόμεθα, δει-
κνύντες ὅτι καὶ τὸ πρόσωπον ἀπίθανόν ἐστι καὶ τὸ πραχ-
θὲν καὶ ὁ τόπος, ἐν ᾧ ἡ πρᾶξις, ὁμοίως δὲ καὶ ὁ χρόνος
καὶ ὁ τρόπος καὶ ἡ αἰτία τῆς πράξεως, οἷον ἐπὶ τῆς Μη-
δείας ἐκ μὲν τοῦ προσώπου, ὅτι ἀπίθανόν ἐστι μητέρα
κακῶς ποιῆσαι τέκνα, ἐκ δὲ τῆς πράξεως, ὅτι οὐκ εἰκός
ἐστιν ἀποσφάξαι· ἐκ δὲ τοῦ τόπου, ὅτι οὐκ ἂν ἀπέκτει-
νεν ἐν Κορίνθῳ, ὅπου διέτριβεν Ἰάσων ὁ τῶν παίδων
πατήρ· ἐκ δὲ τοῦ χρόνου, ὅτι ἀπίθανόν ἐστιν ἐν τούτῳ
τῷ χρόνῳ, ἐν ᾧ αὐτὴ μὲν ἐτεταπείνωτο τοῦ ἀνδρὸς

Αίλιος Θέων. Progymnasmata P. 105, l. 4

σιλεύς, οὐκ ἔχω λέγειν, ἔφη, μὴ γὰρ εἰδέναι πῶς ἔχει παι-
δείας· ἐπλεόνασε γὰρ οὐ μόνον πρὸς τὴν ἐρώτησιν ἀ-
ποκρινόμενος, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀποκρίσεως αἰτίαν εἰπών,
οὐκ ἀναμείνας, εἴπερ ἄρα ἐπανερωτήσει, ὅπερ οὐκ ἦν κα-
τὰ Σωκράτην ἄνδρα διαλεκτικὸν ὄντα. ἐκ δὲ τοῦ ἐλλεί-
ποντος, ὅταν δεικνύωμεν μὴ καλῶς φάμενον τὸν Δημο-
σθένην, ὑπόκρισιν εἶναι τὴν ῥητορικήν· πολλῶν γὰρ  
καὶ ἄλλων εἰς αὐτὴν δεόμεθα. ἐκ δὲ τοῦ ἀδυνάτου, ὡς
ἂν φῶμεν πρὸς τὸν Ἰσοκράτην, μὴ δυνατὸν ἐκ θεῶν ἀν-
θρώπους γενέσθαι, μηδ' ἂν εὐφυεῖς ὦσιν. ἐκ δὲ τοῦ ἀπι-
308

θάνου, ὅτι μὴ εἰκός ἐστιν, Ἀντισθένην Ἀττικόν γε ὄντα


παραγενόμενον Ἀθήνηθεν εἰς Λακεδαίμονα ἐκ τῆς γυ-
ναικωνίτιδος λέγειν εἰς τὴν ἀνδρωνῖτιν ἐπιέναι. ἐκ δὲ
τοῦ ψευδοῦς, ὅτι μὴ ἀληθῶς ὁ Βίων ἔλεγε τὴν φιλαρ-
γυρίαν μητρόπολιν εἶναι τῆς κακίας· μᾶλλον γὰρ ἀφρο-
σύνη ἐστίν. ἐκ δὲ τοῦ ἀσυμφόρου, ὅτι βλαβερῶς παραι-
νεῖ Σιμωνίδης παίζειν ἐν τῷ βίῳ καὶ περὶ μηδὲν ἁπλῶς
σπουδάζειν. ἐκ δὲ τοῦ ἀχρήστου, οἷον εἰ φαίνοιτο πρὸς
οὐδὲν ὠφέλιμον τὸ ῥηθὲν τῷ βίῳ. ἐκ δὲ τοῦ αἰσχροῦ,
ὁπόταν αἰσχρὰν καὶ ἐπονείδιστον ἀποφαίνωμεν τὴν χρεί-
αν, οἷον ἀνὴρ Συβαρίτης ἰδὼν Λακεδαιμονίους

Tryphon I Gramm., Frag.(0609: 003)“Tryphonis grammatici Alexandrini


fragmenta”, Ed. von Velsen, A.Berlin: Nikolaus, 1853, Rep1965.Treatise 6, fragment
3, l. 4

ἔχουσι κτῆσίν τε δηλοῦσιν, ἀπὸ γενικῶν παραγόμεναι καὶ εἰς


γενικὴν μεταλαμβανόμεναι, καθάπερ καὶ τὰ κτητικὰ τῶν ὀνο-
μάτων.
 Apollonius de pron. p. 64b: Βοιωτοί ἱών, ὡς
Τρύφων φησίν, ὑφέσει εὐλόγῳ τοῦ γ, ἵνα καὶ τὰ τῆς μεταθέ-
σεως τοῦ ε εἰς ι γένηται, ἐπεὶ φωνήεντος ἐπιφερομένου τὸ τοι-
οῦτον παρακολουθεῖ.
 Apollonius de pron. p. 82c: Ὁλοκληροτέραν ἄν
τις αὐτὴν (sc. ἐμέο) ὑπολάβοι τῆς ἐμεῖο καὶ σεῖο, καθὸ οἱ πε-
ζολόγοι τῇ μὲν διὰ τοῦ ι οὐκ ἐχρήσαντο, τῇ δὲ διὰ τοῦ ε·
καίτοι τῶν περὶ Τρύφωνα οὐκ ἀπιθάνοις λόγοις προσκεχρημέ-
νων ὑπὲρ τοῦ τὴν ἐμεῖο ἐντελεστέραν εἶναι· εἰ γὰρ ἀπὸ τῶν
εἰς φωνῆεν ληγουσῶν γενικῶν μείζονες γινόμεναι ἢ κατὰ τὸ
τέλος μεγεθύνονται ἢ κατὰ τὴν παραλήγουσαν, οὐδέποτε δὲ ἐν
ἀμφοτέροις βραχύνονται, Ἀτρείδαο Ἀτρείδεω, Πριάμοιο καὶ
καὶ ἔτι ἐπ' ἀντωνυμιῶν, ἐμοῖο, σοῖο, πῶς οὐχὶ κατὰ τόνδε τὸν
λόγον ἡ ἐμέο καὶ σέο ἐλλείπουσι τῷ ι, ἀπὸ τῆς ἐμοῦ καὶ σοῦ
αὐξηθεῖσαι;  

Tryphon I Gramm., Frag.Treatise 11, fragment 8, l. 3

παραλαμβάνει αὐτὸ παρὰ τὸ ἔτης μετὰ μορίου τοῦ ὦ κλητι-


κοῦ. πρὸς ὅν φησι Τρύφων, ὡς τὰ τῆς κλητικῆς οὐ κατασταίη·
βραχὺ γὰρ καὶ βαρὺ τὸ α ἀπαιτεῖ, ὥσπερ καὶ τῷ δώτης τὸ
δῶτα παράκειται, θύτης θῦτα. αὐτός γε μήν φησιν, ὡς τὸ ὦ
μόριον ἐπεκταθὲν διὰ τοῦ τα ἐποιεῖτο καὶ κλητικὸν ἐπίφθεγμα,
καθότι καὶ τῷ δή τὸ δῆτα παρέκειτο· καὶ διὰ τὴν ἀντέμφασιν
τὴν πρὸς τὰ ὦτα τὸ ν προσεληλύθει.  
 Apollonius de adp. 572, 13:
 Τούτοις δὴ ἐπιστήσας ὁ Τρύφων ἐζήτει περὶ τοῦ μεγα-
λωστί, ἱρωστί παρὰ Ἀνακρέοντι καὶ ἔτι τοῦ παρὰ Ἀθηναίοις
νεωστί, ὅπερ οὐκ ἀπιθάνως τῇ παρὰ Ἀθηναίοις συνήθει ἐπεκ-
309

τάσει ἐξέτεινε τὸ ι. ἔδει γάρ, φησί, παρὰ τὸ μεγαλίζω μεγα-


λιστί, νεανίζω νεανιστί· καὶ δῆλον ὅτι καὶ τὸ ἱρωστί παρά
τι τῶν εἰς ζω ληγόντων ῥημάτων.  

Δίων Χρυσόστομος. ., Orationes (0612: 001)“Dionis Prusaensis quem vocant


Chrysostomum quae exstant omnia, vols. 1–2, 2nd edn.”, Ed. von Arnim, J.
Berlin: Weidmann, 1:1893; 2:1896, Rep1962.Oration 11, sec. 90, l. 3

καὶ τοῦτον ἁλῶναι παρ' ὀλίγον· ἐπιβοηθήσαντα δὲ τὸν Διομήδην


καὶ πρὸς ὀλίγον θρασυνόμενον, ἔπειτα εὐθὺς ἀποστραφέντα φεύ-
γειν, ὡς κεραυνῶν δῆθεν εἰργόντων αὐτόν· τέλος δὲ τὴν τάφρον
διαβαινομένην καὶ τὸ ναύσταθμον πολιορκούμενον καὶ ῥηγνυμένας  
ὑπὸ τοῦ Ἕκτορος τὰς πύλας καὶ τοὺς Ἀχαιοὺς εἰς τὰς ναῦς ἤδη
κατειλημένους καὶ περὶ τὰς σκηνὰς πάντα τὸν πόλεμον καὶ τὸν
Αἴαντα ἄνωθεν μαχόμενον ἀπὸ τῶν νεῶν καὶ τέλος ἐκβληθέντα
ὑπὸ τοῦ Ἕκτορος καὶ ἀναχωρήσαντα καὶ τῶν νεῶν τινας ἐμπρη-
σθείσας. ἐνταῦθα γὰρ οὐκ ἔστιν Αἰνείας ὑπὸ Ἀφροδίτης ἁρπαζό-
μενος οὐδὲ Ἄρης ὑπὸ ἀνδρὸς τιτρωσκόμενος οὐδὲ ἄλλο τοιοῦτον
οὐθὲν ἀπίθανον, ἀλλὰ πράγματα ἀληθῆ καὶ ὅμοια γεγονόσι. μεθ'
ἣν ἧτταν οὐκέτι ἦν ἀναμάχεσθαι δυνατὸν οὐδὲ θαρρῆσαί ποτε
τοὺς οὕτως ἀπειρηκότας ὡς μήτε ὑπὸ τῆς τάφρου μήτε ὑπὸ τοῦ
ἐρύματος ὠφεληθῆναι μηθὲν μήτε αὐτὰς διαφυλάξαι τὰς ναῦς.
ποία γὰρ ἔτι τηλικαύτη δύναμις ἢ τίς οὕτως ἀνὴρ ἄμαχος καὶ
θεοῦ ῥώμην ἔχων, ὃς ἐπιφανεὶς ἐδύνατο σῶσαι τοὺς ἀπολωλότας
ἤδη; τὸ γὰρ τῶν Μυρμιδόνων πλῆθος πόσον τι πρὸς τὴν σύμ-
πασαν ἦν στρατιάν; ἢ τὸ τοῦ Ἀχιλλέως σθένος, οὐ δήπου τότε
πρῶτον μέλλοντος μάχεσθαι, πολλάκις δὲ ἐν πολλοῖς τοῖς ἔμπρο-
σθεν ἔτεσιν εἰς χεῖρας ἐλθόντος, καὶ μήτε τὸν Ἕκτορα ἀποκτεί-
ναντος μήτε ἄλλο μηθὲν εἰργασμένου μέγα, εἰ μή γε Τρωίλον

Δίων Χρυσόστομος. ., Orationes Oration 11, sec. 107, l. 1

καὶ ἀδοξότερον αὐτοῦ ποιήσας τὸν θάνατον. τέλος δὲ προάγει


ἤδη τεθνηκότα τὸν Ἀχιλλέα καὶ ποιεῖ μαχόμενον· οὐκ ὄντων δὲ
ὅπλων, ἀλλὰ τοῦ Ἕκτορος ἔχοντος· ἐν τούτῳ γὰρ ἔλαθεν αὐτὸν ἕν τι
τῶν ἀληθῶν ῥηθέν· ἐκ τοῦ οὐρανοῦ φησι κομίσαι τὴν Θέτιν ὑπὸ
τοῦ Ἡφαίστου γενόμενα ὅπλα· καὶ οὕτως δὴ γελοίως τὸν Ἀχιλλέα
μόνον τρεπόμενον τοὺς Τρῶας, τῶν δὲ ἄλλων Ἀχαιῶν, ὥσπερ
οὐδενὸς παρόντος, ἁπάντων ἐπελάθετο· ἅπαξ δὲ τολμήσας τοῦτο
ψεύσασθαι πάντα συνέχεε. καὶ τοὺς θεοὺς ἐνταῦθα ποιεῖ μαχο-
μένους ἀλλήλοις, σχεδὸν ὁμολογῶν ὅτι οὐδὲν αὐτῷ μέλει ἀληθείας.
πάνυ δὲ ἀσθενῶς καὶ ἀπιθάνως τὴν ἀριστείαν διελθών, ὁτὲ μὲν
ποταμῷ μαχόμενον αὐτόν, ὁτὲ δὲ ἀπειλοῦντα Ἀπόλλωνι καὶ διώ-
κοντα αὐτόν· ἐξ ὧν ἁπάντων ἰδεῖν ἔστι τὴν ἀπορίαν αὐτοῦ σχεδόν·
οὐ γάρ ἐστιν ἐν τοῖς ἀληθέσιν οὕτως ἀπίθανος οὐδὲ ἀηδής· μόλις
ποτὲ τῶν Τρώων εἰς τὴν πόλιν φευγόντων, τὸν Ἕκτορα πεποίηκε
πρὸ τοῦ τείχους ἀνδρειότατα ὑπομένοντα αὐτὸν καὶ μήτε τῷ πατρὶ
δεομένῳ μήτε τῇ μητρὶ πειθόμενον, ἔπειτα φεύγοντα κύκλῳ τῆς  
310

πόλεως, ἐξὸν εἰσελθεῖν, καὶ τὸν Ἀχιλλέα, τάχιστον ἀνθρώπων ἀεί


ποτε ὑπ' αὐτοῦ λεγόμενον, οὐ δυνάμενον καταλαβεῖν. τοὺς δὲ
Ἀχαιοὺς ὁρᾶν ἅπαντας ὥσπερ ἐπὶ θέαν παρόντας καὶ μηδένα βοη-
θεῖν τῷ Ἀχιλλεῖ, τοιαῦτα πεπονθότας ὑπὸ τοῦ Ἕκτορος

Δίων Χρυσόστομος. ., Orationes Oration 11, sec. 107, l. 4

τῶν ἀληθῶν ῥηθέν· ἐκ τοῦ οὐρανοῦ φησι κομίσαι τὴν Θέτιν ὑπὸ
τοῦ Ἡφαίστου γενόμενα ὅπλα· καὶ οὕτως δὴ γελοίως τὸν Ἀχιλλέα
μόνον τρεπόμενον τοὺς Τρῶας, τῶν δὲ ἄλλων Ἀχαιῶν, ὥσπερ
οὐδενὸς παρόντος, ἁπάντων ἐπελάθετο· ἅπαξ δὲ τολμήσας τοῦτο
ψεύσασθαι πάντα συνέχεε. καὶ τοὺς θεοὺς ἐνταῦθα ποιεῖ μαχο-
μένους ἀλλήλοις, σχεδὸν ὁμολογῶν ὅτι οὐδὲν αὐτῷ μέλει ἀληθείας.
πάνυ δὲ ἀσθενῶς καὶ ἀπιθάνως τὴν ἀριστείαν διελθών, ὁτὲ μὲν
ποταμῷ μαχόμενον αὐτόν, ὁτὲ δὲ ἀπειλοῦντα Ἀπόλλωνι καὶ διώ-
κοντα αὐτόν· ἐξ ὧν ἁπάντων ἰδεῖν ἔστι τὴν ἀπορίαν αὐτοῦ σχεδόν·
οὐ γάρ ἐστιν ἐν τοῖς ἀληθέσιν οὕτως ἀπίθανος οὐδὲ ἀηδής· μόλις
ποτὲ τῶν Τρώων εἰς τὴν πόλιν φευγόντων, τὸν Ἕκτορα πεποίηκε
πρὸ τοῦ τείχους ἀνδρειότατα ὑπομένοντα αὐτὸν καὶ μήτε τῷ πατρὶ
δεομένῳ μήτε τῇ μητρὶ πειθόμενον, ἔπειτα φεύγοντα κύκλῳ τῆς  
πόλεως, ἐξὸν εἰσελθεῖν, καὶ τὸν Ἀχιλλέα, τάχιστον ἀνθρώπων ἀεί
ποτε ὑπ' αὐτοῦ λεγόμενον, οὐ δυνάμενον καταλαβεῖν. τοὺς δὲ
Ἀχαιοὺς ὁρᾶν ἅπαντας ὥσπερ ἐπὶ θέαν παρόντας καὶ μηδένα βοη-
θεῖν τῷ Ἀχιλλεῖ, τοιαῦτα πεπονθότας ὑπὸ τοῦ Ἕκτορος καὶ μι-
σοῦντας αὐτόν, ὥστε καὶ νεκρὸν τιτρώσκειν. ἔπειτα Δηίφοβον ἐξελ-
θόντα τοῦ τείχους, μᾶλλον δὲ Ἀθηνᾶν παραλογίσασθαι αὐτόν,
εἰκασθεῖσαν Δηιφόβῳ, καὶ τὸ δόρυ κλέψαι τὸ τοῦ Ἕκτορος

Δίων Χρυσόστομος. ., Orationes Oration 11, sec. 129, l. 2

σαντα, ἵνα δὴ μὴ ποιήσῃ τὸν ἀποκτείναντα ἔνδοξον, αὐτὸς αὑτὸν


ἀνελών. οἱ δὲ Ἀχαιοὶ φεύγοντες μὲν ἐκ τῆς Ἀσίας σιωπῇ καὶ
τὰς σκηνὰς κατακαύσαντες καὶ τὸ ναύσταθμον ἁφθὲν ὑπὸ τοῦ
Ἕκτορος καὶ τὸ τεῖχος αὐτῶν ἑαλωκός, καὶ ἀνάθημα ἀναθέντες τῇ
Ἀθηνᾷ καὶ ἐπιγράψαντες, ὡς ἔθος ἐστὶ τοὺς ἡττημένους, οὐδὲν
δὲ ἧττον τὴν Τροίαν ἑλόντες, ἐν δὲ τῷ ἵππῳ τῷ ξυλίνῳ στρά-
τευμα ἀνθρώπων ἀποκρυφθέν. οἱ δὲ Τρῶες ὑποπτεύσαντες μὲν
τὸ πρᾶγμα καὶ βουλευσάμενοι κατακαῦσαι τὸν ἵππον ἢ διατεμεῖν,
μηθὲν δὲ τούτων ποιήσαντες, ἀλλὰ πίνοντες καὶ καθεύδοντες, καὶ
ταῦτα προειπούσης αὐτοῖς τῆς Κασσάνδρας. ταῦτα οὐκ ἐνυπνίοις
ἐοικότα τῷ ὄντι καὶ ἀπιθάνοις ψεύσμασιν; ἐν γὰρ τοῖς ὅρῳ γε-
γραμμένοις ὀνείρασιν οἱ ἄνθρωποι τοιαύτας ὄψεις ὁρῶσι, νῦν μὲν
δοκοῦντες ἀποθνῄσκειν καὶ σκυλεύεσθαι, πάλιν δὲ ἀνίστασθαι καὶ
μάχεσθαι γυμνοὶ ὄντες, ἐνίοτε δὲ οἰόμενοι διώκειν καὶ τοῖς θεοῖς
διαλέγεσθαι καὶ αὑτοὺς ἀποσφάττειν [καὶ] μηδενὸς δεινοῦ ὄντος,
καὶ οὕτως, εἰ τύχοι ποτέ, πέτεσθαι καὶ βαδίζειν ἐπὶ τῆς θαλάττης.
ὥστε καὶ τὴν Ὁμήρου ποίησιν ὀρθῶς ἄν τινα εἰπεῖν ἐνύπνιον,
καὶ τοῦτο ἄκριτον καὶ ἀσαφές.]
311

Demetrius Rhet., De elocutione Sec. 221, l. 2

 Κακοφωνία δὲ πολλάκις, ὡς τὸ κόπτ', ἐκ δ' ἐγκέφαλος,


καὶ πολλὰ δ' ἄναντα, κάταντα· μεμίμηται γὰρ τῇ κακοφωνίᾳ
τὴν ἀνωμαλίαν· πᾶσα δὲ μίμησις ἐναργές τι ἔχει.
 Καὶ τὰ πεποιημένα δὲ ὀνόματα ἐνάργειαν ποιεῖ διὰ τὸ κατὰ
μίμησιν ἐξενηνέχθαι, ὥσπερ τὸ λάπτοντες. εἰ δὲ πίνοντες εἶπεν,
οὔτ' ἐμιμεῖτο πίνοντας τοὺς κύνας, οὔτε ἐνάργεια ἄν τις ἐγίνετο.
καὶ τὸ γλώσσηισι δὲ τῷ λάπτοντες προσκείμενον ἔτι ἐναργέστερον
ποιεῖ τὸν λόγον. καὶ περὶ ἐναργείας μὲν ὡς ἐν τύπῳ εἰπεῖν το-
σαῦτα.
 Τὸ πιθανὸν δὲ ἐν δυοῖν, ἔν τε τῷ σαφεῖ καὶ συνήθει· τὸ γὰρ
ἀσαφὲς καὶ ἀσύνηθες ἀπίθανον· λέξιν τε οὖν οὐ τὴν περιττὴν
οὐδὲ ὑπέρογκον διωκτέον ἐν τῇ πιθανότητι, καὶ ὡσαύτως σύνθεσιν
βεβαιοῦσαν καὶ μηδὲν ἔχουσαν ῥυθμοειδές.
 Ἐν τούτοις τε οὖν τὸ πιθανόν, καὶ ἐν ᾧ Θεόφραστός φησιν,
ὅτι οὐ πάντα ἐπ' ἀκριβείας δεῖ μακρηγορεῖν, ἀλλ' ἔνια καταλιπεῖν
καὶ τῷ ἀκροατῇ συνιέναι καὶ λογίζεσθαι ἐξ αὑτοῦ· συνεὶς γὰρ τὸ
ἐλλειφθὲν ὑπὸ σοῦ οὐκ ἀκροατὴς μόνον, ἀλλὰ καὶ μάρτυς σου γί-
νεται, καὶ ἅμα εὐμενέστερος. συνετὸς γὰρ ἑαυτῷ δοκεῖ διὰ σὲ τὸν
ἀφορμὴν παρεσχηκότα αὐτῷ τοῦ συνιέναι, τὸ δὲ πάντα ὡς ἀνοήτῳ
λέγειν καταγινώσκοντι ἔοικεν τοῦ ἀκροατοῦ.

Xenocrates Phil., Testimonia, doctrina et Frag.(0634: 001)“Senocrate–Ermodoro.


Frammenti”, Ed. Parente, M.I.Naples: Bibliopolis, 1982.Fragment 115, l. 15

ποιεῖν αὐτούς· αἰνίττεται δὲ Σπεύσιππον ἴσως καὶ Ξενο-


κράτην, οὓς καὶ χειρίστης ὑποθέσεώς φησι προεστάναι, καὶ
δι' ἃς αἰτίας σαφῶς λέγει. προείπομεν δὲ καὶ ἡμεῖς περὶ
τούτων, ὅτι εἰ καὶ τοῖς αὐτοῖς ὀνόμασιν ἐκέχρηντο, ἀλλ'
οὖν ᾔδεσαν τὴν κατ' εἴδη διάκρισιν τῶν διαφόρων ἀριθ-
μῶν, ἐπεὶ καὶ ἄλλως ὁ τοὺς ἀριθμοὺς τούτους μὴ διακρίνων
ἀλλὰ συγχέων τόν τε εἰδητικὸν ἀριθμὸν ἔχοντα ἐν ἑαυτῷ
τὸν μαθηματικὸν ἀριθμὸν ὑποστάτην τῶν ὅλων ποιεῖ [ἑκτὸν
τὸν μαθηματικόν] τῷ τε πατρὶ καὶ ποιητῇ τῶν πάν-
των ἀριθμητικὴν ἕξιν περιτίθησιν· ὧ τί ἂν εἴποι τις ἀπι-
θανώτερον;
ἐπεὶ δὲ ὁ Ξενοκράτης ὑπεραπολογούμενος τοῦ Πλάτωνος, ὡς
καὶ ἐν τῷ Α τῆς Περὶ οὐρανοῦ εἴρηται, ἔλεγεν ὅτι διδασκα-
λίας χάριν καὶ τοῦ γνῶμαι, πῶς εἰ γεγόνασιν αἱ ἰδέαι,
δυνατὸν ἧν αὐτὰς γενέσθαι, ὑπετίθετό τε καὶ ἔλεγεν ὡς ἐκ

Φλάβιος Φιλόστρατος. Vita Apollonii (0638: 001)“Flavii Philostrati opera, vol. 1”,
Ed. Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1870, Rep1964.Ch.4, sec. 8, l. 5

καθῆσθαι γὰρ αὐτὸ – οὕτως τῷ δημιουργῷ ἔδοξε


– τοὺς δὲ ἄνδρας ἐπὶ πάντα ἥκοντας μηδὲν ἀπεοι-
312

κέναι τοῦ Ὁμηρείου Διός, ὃς ἐν πολλαῖς ἰδέαις Ὁμή-


ρῳ πεποίηται θαυμασιώτερον ξυγκείμενος τοῦ ἐλε-
φαντίνου· τὸν μὲν γὰρ ἐν γῇ φαίνεσθαι, τὸν δὲ ἐς
πάντα ἐν τῷ οὐρανῷ ὑπονοεῖσθαι.
 Καὶ μὴν καὶ περὶ τοῦ πῶς ἂν πόλεις ἀσφαλῶς
οἰκοῖντο ξυνεφιλοσόφει τοῖς Σμυρναίοις, διαφερομέ-
νους ὁρῶν ἀλλήλοις καὶ μὴ ξυγκειμένους τὰς γνώ-
μας· ἔλεγε γὰρ δὴ τὴν ὀρθῶς οἰκησομένην πόλιν
ὁμονοίας στασιαζούσης δεῖσθαι, τούτου δὲ ἀπιθάνως
τε καὶ οὐκ ἐς τὸ ἀκόλουθον εἰρῆσθαι δόξαντος, ξυν-
εὶς ὁ Ἀπολλώνιος, ὅτι μὴ ἕπονται οἱ πολλοὶ τῷ λόγῳ
“λευκὸν μὲν” ἔφη “καὶ μέλαν οὐκ ἄν ποτε ταὐτὸν
γένοιτο, οὐδ' ἂν τῷ γλυκεῖ τὸ πικρὸν ὑγιῶς ξυγκρα-
θείη, ὁμόνοια δὲ στασιάσει σωτηρίας ἕνεκα τῶν πό-
λεων. ὃ δὲ λέγω, τοιοῦτον ἡγώμεθα· στάσις ἡ μὲν  
ἐπὶ ξίφη καὶ τὸ καταλιθοῦν ἀλλήλους ἄγουσα ἀπέστω
πόλεως, ᾗ παιδοτροφίας τε δεῖ καὶ νόμων καὶ ἀν-
δρῶν, ἐφ' οἷς λόγοι καὶ ἔργα

Φλάβιος Φιλόστρατος. Vita Apollonii Ch.7, sec. 20, l. 7

δικαστηρίων οὐ δέονται, δείσας δὲ προδότου λαβεῖν  


αἰτίαν, εἰ φύγοιμι μὲν αὐτὸς τὴν ἀπολογίαν, ἀπό-
λοιντο δὲ οἱ δι' ἐμοῦ κινδυνεύοντες, ἥκω ἀπολογη-
σόμενος. ὑπὲρ δὲ ὧν ἀπολογεῖσθαί με δεῖ, φράζε.”
“αἱ μὲν ἰδέαι τῆς γραφῆς ποικίλαι τε” ἔφη “καὶ
πλείους, καὶ γὰρ τὴν ἐσθῆτα διαβάλλουσι καὶ τὴν
ἄλλην δίαιταν καὶ τό ἐστιν ὑφ' ὧν προσκυνεῖσθαί
σε καὶ τὸ ἐν Ἐφέσῳ ποτὲ ὑπὲρ λοιμοῦ χρῆσαι, διει-
λέχθαι δὲ καὶ κατὰ τοῦ βασιλέως τὰ μὲν ἀφανῶς,
τὰ δ' ἐκφάνδην, τὰ δ' ὡς θεῶν ἀκούσαντα, τὸ δὲ
ἐμοὶ μὲν ἀπιθανώτατον, γιγνώσκω γάρ, ὅτι μηδὲ τὸ
τῶν ἱερῶν αἷμα ἀνέχῃ, τῷ δὲ βασιλεῖ πιθανώτατον
διαβάλλεται· φασὶν ἐς ἀγρὸν βαδίσαντά σε παρὰ
Νερούαν τεμεῖν αὐτῷ παῖδα Ἀρκάδα θυομένῳ ἐπὶ
τὸν βασιλέα καὶ ἐπᾶραι αὐτὸν τοῖς ἱεροῖς τούτοις,
πεπρᾶχθαι δὲ ταῦτα νύκτωρ φθίνοντος ἤδη τοῦ μη-
νός. τοῦτο δὲ τὸ κατηγόρημα, ἐπειδὴ πολλῷ μεῖζον,
μὴ ἕτερόν τι παρ' ἐκεῖνο ἡγώμεθα, ὁ γὰρ λαμβανό-
μενος τοῦ σχήματος καὶ τῆς διαίτης καὶ τοῦ προ-
γιγνώσκειν ἐς τοῦτο δήπου ξυντείνει καὶ ταῦτά γε
καὶ τὴν παρανομίαν τὴν ἐς αὐτὸν δοῦναί σοί φησι

Φλάβιος Φιλόστρατος. Vita Apollonii Ch.8, sec. 7, l. 667

ΤΥΡΕΣ.} παρ' ὅσον μὲν τοίνυν τῆς ἀληθείας ἡ


γραφὴ ξυνετέθη, δηλοῖ σαφῶς ἡ μαρτυρία τῶν ἀν-
313

δρῶν, οὐ γὰρ ἐν προαστείοις, ἀλλ' ἐν ἄστει, οὐκ


ἔξω τείχους, ἀλλ' ἐπ' οἰκίας, οὐδὲ παρὰ Νερούᾳ,
παρὰ Φιλίσκῳ δέ, οὐδὲ ἀποσφάττων, ἀλλ' ὑπὲρ ψυ-
χῆς εὐχόμενος, οὐδ' ὑπὲρ βασιλείας, ἀλλ' ὑπὲρ φι-
λοσοφίας, οὐδ' ἀντὶ σοῦ χειροτονῶν νεώτερον, ἀλλ'
ἄνδρα σώζων ἐμαυτῷ ὅμοιον. τί οὖν ὁ Ἀρκὰς ἐν-
ταῦθα; τί δ' οἱ τῶν σφαγίων μῦθοι; τί δὲ τὸ τὰ
τοιαῦτα πείθειν; ἔσται γάρ ποτε καὶ ὃ μὴ γέγονεν,
ἂν ὡς γεγονὸς κριθῇ· τὸ δ' ἀπίθανον τῆς θυσίας,
ὦ βασιλεῦ, ποῖ τάξεις; ἐγένοντο μὲν γὰρ καὶ πρότε-
ρον σφαγίων μάντεις ἀγαθοὶ τὴν τέχνην καὶ οἷοι
ὀνομάσαι, Μεγιστίας ἐξ Ἀκαρνανίας, Ἀρίστανδρος
ἐκ Λυκίας, Ἀμπρακία δὲ Σιλανὸν ἤνεγκε, καὶ ἐθύ-
οντο ὁ μὲν Ἀκαρνὰν Λεωνίδᾳ βασιλεῖ Σπάρτης, ὁ δὲ
Λύκιος Ἀλεξάνδρῳ τῷ Μακεδόνι, Σιλανὸς δὲ Κύρῳ  
βασιλείας ἐρῶντι, καὶ εἴ τι ἐν ἀνθρώπου σπλάγχνοις
ἢ σαφέστερον ἢ σοφώτερον ἢ ἐτυμώτερον ἀπέκειτο,
οὐκ ἄπορος ἦν ἡ θυσία, βασιλέων γε προϊσταμένων
αὐτῆς, οἷς πολλοὶ μὲν ἦσαν οἰνοχόοι, πολλὰ δ'

Φλάβιος Φιλόστρατος. Vitae sophistarum (0638: 003)“Flavii Philostrati opera, vol.


2”, Ed. Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1871, Rep1964.Ch.2, Olearius p. 570, l. 20

ἐπωνόμαζον, πατρὶς μὲν ἦν Σελεύκεια πόλις οὐκ


ἀφανὴς ἐν Κιλικίᾳ, πατὴρ δὲ ὁμώνυμος καὶ τοὺς
ἀγοραίους λόγους ἱκανώτατος, μήτηρ δὲ περιττὴ τὸ
εἶδος, ὡς αἱ γραφαὶ ἑρμηνεύουσι, καὶ προσφερὴς
τῇ τοῦ Εὐμήλου Ἑλένῃ· Εὐμήλῳ γάρ τις Ἑλένη
γέγραπται οἵα ἀνάθεμα εἶναι τῆς Ῥωμαίων ἀγορᾶς.  
ἐρασθῆναι τῆς γυναικὸς ταύτης καὶ ἑτέρους μέν,
ἐπιδήλως δὲ Ἀπολλώνιόν φασι τὸν Τυανέα, καὶ τοὺς
μὲν ἄλλους ἀπαξιῶσαι, τῷ δὲ Ἀπολλωνίῳ ξυγγε-
νέσθαι δι' ἔρωτα εὐπαιδίας, ἐπειδὴ θειότερος ἀν-
θρώπων. τοῦτο μὲν δὴ ὁπόσοις τρόποις ἀπίθανον,
εἴρηται σαφῶς ἐν τοῖς ἐς Ἀπολλώνιον. θεοειδὴς δὲ
ὁ Ἀλέξανδρος καὶ περίβλεπτος ξὺν ὥρᾳ, γενειάς τε
γὰρ ἦν αὐτῷ βοστρυχώδης καὶ καθειμένη τὸ μέτριον
ὄμμα τε ἁβρὸν καὶ μέγα καὶ ῥὶς ξύμμετρος καὶ ὀδόν-
τες λευκότατοι δάκτυλοί τε εὐμήκεις καὶ τῇ τοῦ λόγου
ἡνίᾳ ἐπιπρέποντες. ἦν δὲ αὐτῷ καὶ πλοῦτος δαπα-
νώμενος ἐς ἡδονὰς οὐ μεμπτάς.
 Ἐς δὲ ἄνδρας ἥκων ἐπρέσβευε μὲν ὑπὲρ τῆς

Alciphron Rhet., Soph., Epistulae (0640: 001)“Alciphronis rhetoris epistularum libri


iv”, Ed. Schepers, M.A.Leipzig: Teubner, 1905, Rep1969.Book 4, epistle 9, sec. 3, l. 4

ἐμοὶ κτημάτιον, οὐδ' ἐν τοῖς ἀργυρείοις ἐμοὶ μέταλλον,


314

ἀλλὰ μισθωμάτια καὶ αἱ δυστυχεῖς αὗται καὶ κατεστε-


ναγμέναι τῶν ἀνοήτων ἐραστῶν χάριτες. σοὶ δὲ ἐνιαυ-
τὸν ἐντυγχάνουσα ἀδημονῶ, καὶ αὐχμηρὰν μὲν ἔχω
τὴν κεφαλὴν μηδὲ ἰδοῦσα τὸν χρόνον τοῦτον μύρον,
τὰ δὲ ἀρχαῖα καὶ τρύχινα περιβαλλομένη ταραντινίδια  
αἰσχύνομαι τὰς φίλας, οὕτως ἀγαθόν τί μοι γένοιτο.
εἶτα οἴει μέ σοι παρακαθημένην πόθεν ζήσειν; ἀλλὰ
δακρύεις· πεπαύσῃ μετὰ μικρόν. ἐγὼ δὲ ἂν μὴ [τις]
ὁ διδοὺς ᾖ, πεινήσω τὸ καλόν. θαυμάζω δέ σου καὶ
τὰ δάκρυα ὥς ἐστιν ἀπίθανα. δέσποινα Ἀφροδίτη,
φιλεῖν, ἄνθρωπε, φής, καὶ βούλει σοι τὴν ἐρωμένην
διαλέγεσθαι· ζῆν γὰρ χωρὶς ἐκείνης μὴ δύνασθαι. τί
οὖν; οὐ ποτήριά ἐστιν ἐπὶ τῆς οἰκίας ὑμῖν; ....... μὴ
χρυσία τῆς μητρός, μὴ δάνεια τοῦ πατρὸς κομιούμενος.
μακαρία Φιλῶτις· [τοῖς] εὐμενεστέροις ὄμμασιν εἶδον
ἐκείνην αἱ Χάριτες· οἷον ἐραστὴν ἔχει Μενεκλείδην, ὃς
καθ' ἡμέραν δίδωσί τι. ἄμεινον γὰρ ἢ κλάειν. ἐγὼ
δὲ ἡ τάλαινα θρηνῳδόν, οὐκ ἐραστὴν ἔχω· στεφάνιά
μοι καὶ ῥόδα ὥσπερ ἀώρῳ τάφῳ πέμπει καὶ κλάειν δι'
ὅλης φησὶ τῆς νυκτός. ἐὰν φέρῃς τι, ἧκε μὴ κλάων,

Alciphron Rhet., Soph., Epistulae Book 4, epistle 13, sec. 15, l. 1

χομεν τὸν νοῦν· οἶδας ὅ τι λέγω. τὰς τῶν ἐραστῶν


χεῖρας ἐμαλάττομεν τοὺς δακτύλους ἐκ τῶν ἁρμῶν
ἠρέμα πως χαλῶσαι, καὶ πρὸς Διονύσῳ ἐπαίζομεν· καί
τις ἐφίλησεν ὑπτιάσασα καὶ μασταρίων ἐφῆκεν ἅψασθαι,
καὶ οἷον ἀποστραφεῖσα ἀτεχνῶς τοῖς βουβῶσι τὸ κατ-
όπιν τῆς ὀσφύος προσαπέθλιβε. διανίστατο δὲ ἤδη
ἡμῶν μὲν τῶν γυναικῶν τὰ πάθη, τῶν ἀνδρῶν δὲ
ἐκεῖνα· ὑπεκδυόμεναι δ' οὖν μικρὸν ἄπωθεν συνηρεφῆ
τινα λόχμην εὕρομεν, ἀρκοῦντα τῇ τότε κραιπάλῃ θά-
λαμον. ἐνταῦθα διανεπαυόμεθα τοῦ πότου καὶ τοῖς
κοιτωνίσκοις ἀπιθάνως εἰσεπαίομεν· κἄπειτα ἡ μὲν
κλωνία μυρρίνης συνέδει ὥσπερ στέφανον ἑαυτῇ πλέ-
κουσα καὶ ‘εἰ πρέπει μοι, φίλη, σκέψαι’, ἡ δ' ἴων  
ἔχουσα κάλυκας ἐπανῄει ‘ὡς χρηστὸν ἀποπνεῖ’ λέγουσα,
ἡ δὲ μῆλα ἄωρα ‘ἰδοὺ ταυτί’ ἐκ τοῦ κόλπου προφέ-
ρουσα ἐπεδείκνυτο, ἡ δὲ ἐμινύριζεν, ἡ δὲ φύλλα ἀπὸ
τῶν κλωνίων ἀφαιροῦσα διέτρωγεν ὥσπερ ἀκκιζομένη·
καὶ τὸ δὴ γελοιότατον, πᾶσαι γὰρ ἐπὶ ταὐτὸν ἀνιστά-
μεναι ἀλλήλας λανθάνειν ἐβουλόμεθα· θατέρᾳ δὲ οἱ
ἄνθρωποι ὑπὸ τὴν λόχμην παρήρχοντο. οὕτως μικρὰ
παρεμπορευσαμέναις τῆς ἀφροδίτης πάλιν συνειστή

Aristophanes Gramm., Aristophanis historiae animalium epitome subjunctis


315

Aeliani Timothei aliorumque eclogis (0644: 001)“Excerptorum Constantini de


natura animalium libri duo. Aristophanis historiae animalium epitome”, Ed.
Lambros, S.P.Berlin: Reimer, 1885; Commentaria in Aristotelem Graeca, suppl. 1.1.
Ch.1, sec. 35, l. 5

 Διαπορεῖ δὲ Ἀριστοτέλης περὶ τοῦ τόκου τὸ ὅλον καὶ περὶ τῆς γε-
νέσεως τῶν μελισσῶν καὶ πότερον ἄρρεν ἐστὶν ἡ μέλισσα, ὁ δὲ κηφὴν θῆλυς
ἢ τὸ ἐναλλάξ· διαπορεῖ δὲ καὶ εἰ ἐξ ἀλλήλων ἡ γένεσις ἢ μεταφέρει ἔξωθεν
γόνον ἢ ἔκ τινων ἑτερογενῶν ἡ τούτων γένεσις· οὐ γὰρ ὤφθη, φησίν,
ὀχεύοντα. ἀπίθανον οὖν φησι τὸ μεταφέρειν ἄλλοθεν, ὥς τισιν ἤρεσεν,  
αὐτὰς γόνον [καθάπερ καὶ βίρσι τῷ σοφιστῇ]. εἰ γὰρ μὴ τίκτουσαι
μεταφέρουσιν, ἔδει κἀκεῖ γίνεσθαι μελίσσας αὐτῶν μὴ μεταφερουσῶν. εἰσὶ
δὲ οἱ μὲν κηφῆνες ἄκεντροι, αἱ δὲ μέλισσαι κέντρον ἔχουσι· ἄλογον δὲ τὸ
πρὸς τὴν ἀλκὴν τὸ θῆλυ ἔχειν ἀλλ' οὐ τὸ ἄρρεν. πάλιν δὲ οὐκ εὔλογον
τὰς μὲν μελίσσας ἄρρενας εἶναι, τοὺς δὲ κηφῆνας θηλείας· οὐδὲν γὰρ τῶν
ἀρρένων διαπονεῖται περὶ τὰ τέκνα οὕτως, αἱ δὲ μέλισσαι ὅσα αἱ θήλειαι
περὶ τὰ ἔκγονα ποιοῦσι θεωροῦνται πράττουσαι.

Heliodorus ScErot., Aethiopica (0658: 001)“Héliodore. Les Éthiopiques (Théagène


et Chariclée), 3 vols., 2nd edn.”, Ed. Rattenbury, R.M., Lumb, T.W., Maillon, J.
Paris: Les Belles Lettres, 1960.Book 9, Ch.24, sec. 6, l. 7

τοῖς κατὰ Μερόην θεοῖς ἐναγισθησόμενοι, καὶ δέος οὐδὲν


δωρηθῆναι ἡμᾶς ἢ προαναιρεθῆναι καθωσιωμένους ἐξ ὑπο-
σχέσεως τοῖς θεοῖς ἣν παραβαθῆναι ὑπ' ἀνδρῶν εὐσέβειαν
ἐκτετιμηκότων οὐ θέμις.
         Εἰ δὲ περιχαρείᾳ τὸ ὅλον
ἐνδόντες προχείρως τὰ καθ' ἑαυτοὺς ἐξαγορεύοιμεν, τῶν
καὶ γνωρίζειν ταῦτα καὶ βεβαιοῦν δυναμένων οὐ παρόντων,
μὴ καὶ λάθωμεν τὸν ἀκούοντα παροξύναντες καὶ πρὸς
ὀργήν τι δικαίως ὑφιστάμενοι, χλεύην, ἂν οὕτω τύχῃ, καὶ
ὕβριν τὸ πρᾶγμα ἡγησάμενον, εἴ τινες αἰχμάλωτοι καὶ δου-
λεύειν ἀποκεκληρωμένοι πεπλασμένοι καὶ ἀπίθανοι καθάπερ
ἐκ μηχανῆς τῷ βασιλεύοντι παῖδας ἑαυτοὺς εἰσποιοῦσιν.»
»Ἀλλὰ τὰ γνωρίσματα» ἔφη ὁ Θεαγένης, «ἃ φέρειν
σε οἶδα καὶ διασῴζειν, ὅτι μὴ πλάσμα ἐσμὲν μηδὲ ἀπάτη
συλλήψεται.» Καὶ ἡ Χαρίκλεια «Τὰ γνωρίσματα» ἔφη
»τοῖς γινώσκουσιν αὐτὰ ἢ συνεκθεμένοις ἐστὶ γνωρίσματα,
τοῖς δὲ ἀγνοοῦσιν ἢ μὴ πάντα γνωρίζειν ἔχουσι κειμήλια
τηνάλλως καὶ ὅρμοι κλοπῆς, ἂν οὕτω τύχῃ, καὶ λῃστείας
τοῖς φέρουσιν ὑπόνοιαν προσάπτοντες.

Erasistratus Med., Testimonia et Frag.(0690: 001)“Erasistrati fragmenta”, Ed.


Garofalo, I.Pisa: Giardini, 1988.Fragment 229, l. 2

τοῦ μετρίου πιθανόν· ἡγεῖται γὰρ ἄχρηστον ὅλως τὸ ἐπίστασθαι, ὅπως τὰ σιτία κατὰ
τὴν γαστέρα πέττεται καὶ πῶς διὰ πέψεως οἱ χυμοὶ καὶ πῶς ἐν ταῖς φλεψὶν ἡ χολή, καὶ
316

νομίζει τῆς κενώσεως μόνης φροντιστέον, ἀμελητέον δὲ τῆς γενέσεως. τοῦτο δὲ


σαφῶς
εἶπεν αὐτὸς ἐν τῷ τρίτῳ Περὶ τῶν πυρετῶν, ἐξαπατᾶται δέ.

Gal. De loc. aff. V 3 VIII 311, 1 K

 κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν τρόπον εὔλογον γίγνεσθαι καὶ τὰς ἐκ τοῦ θώρακος αἵματός τε καὶ
πύου πτύσεις, ἐφ' ὧν Ἐρασίστρατος ζητῶν τὰς ὁδούς, ἀπίθανα γράφει κατὰ τὸ Περὶ
τῆς
ἀναγωγῆς τοῦ αἵματος ἐν τῇδε τῇ ῥήσει· “ἡ δὲ ὁδὸς ἐπὶ τὴν ἀναγωγὴν τοῦ
αἵματος τοῖς ἀπὸ τούτων τῶν τόπων ἀναφερομένοις τοιαύτη τις γίγνεται.
ἀπὸ τῆς παρὰ τὴν ῥάχιν κειμένης ἀρτηρίας ἀποφύσεις εἰσὶν ἀγγείων παρ'
ἑκάστην πλευράν, ὁμοίως ἐκ τε τῶν δεξιῶν καὶ τῶν ἀριστερῶν· αὗται δ' εἰς
τοὺς πλησίον τόπους ἐπὶ πλεῖον σχιζόμεναι εἰς ἄδηλα τῇ αἰσθήσει
ἀποτελευτῶσιν. ὅταν οὖν γένηταί τις εἰς ταύτας τὰς ἀρτηρίας
παρέμπτωσις αἵματος. κατὰ τὴν κοίλην ἀρτηρίαν ἐνίοτε λαμβάνει τὴν
ἀναφορὰν ἐπὶ τοὺς περὶ τὸν πνεύμονα τόπους καὶ κατὰ τὰς προσφύσεις,
αἷς ὁ πνεύμων προσπέφυκεν τῇ ἀρτηρίᾳ κατὰ τὴν ῥάχιν· γίγνεται γάρ τις
καὶ ταύτῃ τῶν παρεμπεπτωκότων ἐπάνοδος εἰς τὸν πνεύμονα

Alexander Phil., Problemata (lib. 1–2) [Sp.] (0732: 002)“Physici et medici Graeci
minores, vol. 1”, Ed. Ideler, J.L.Berlin: Reimer, 1841, Rep1963.Book 1, sec. Pr, l. 63

ναν χολήν; τινὲς δὲ ὑπὸ μὲν τῶν καθαιρόντων στεγνοῦνται


τὴν κοιλίαν, ὑπὸ δὲ τῶν στελλόντων καθαίρονται μᾶλ-
λον. καὶ ἄλλος πρὸς τήνδε πλέον ἥδεται τὴν τροφήν, ῥᾷον
αὐτὴν μεταβάλλων. οὐδεὶς δὲ καὶ τὴν θαλασσίαν νάρκην
ἀγνοεῖ· πῶς δὴ τῆς μηρίνθου τὸ σῶμα ναρκοῖ; τρίγλη δὲ
κρατουμένη ἀντιπαθεῖ τῇ νάρκῃ. καὶ μυρίων ἄν σοι τοιού-
των προκαταβαλοίμην κατάλογον, πείρᾳ μόνον γινωσκομέ-
νων, ἃ παρὰ τοῖς ἰατροῖς ἰδιότητες ἄρρητοι λέγονται· τὸ  
γὰρ ἴδιον ἑκάστου προφορόμενον ἄῤῥητον ὑπάρχει πρὸς
ἀπόδοσιν τῶν αἰτίων. κακῶς γὰρ ἔνιοι λύσεις ἀθρόας τού-
των παραβάλλουσι, εὐφυρωτάτους δὲ καὶ ἀπιθάνους.
φασὶ γὰρ τὰ καθαρτήρια θερμότατα τοὺς χυμοὺς ἕλκειν.
ὅπερ ψεῦδος. ἔδει γὰρ πᾶν θερμὸν εἶναι καὶ καθαρτήριον·
οὕτω γὰρ τὸ πέπερι θερμὸν ὂν οὐχ ἑλκτικόν ἐστιν, ἀλλὰ
πεπτικὸν καὶ τονωτικόν. ὡσαύτως δὲ καὶ μαστίχη καὶ ἀλόη.
φαμὲν δὲ μὴ ἀντιστρέφειν τὸν λόγον. πᾶν γὰρ καθαρτή-
ριον θερμὸν μὲν τῇ κράσει, κενωτικὸν δὲ τῇ δυνάμει. οὐ
πᾶν δὲ θερμὸν ἤδη καὶ τὴν δύναμιν καθαρτήριον. λέγουσι
δὲ τὸν στρουθοκάμηλον σίδηρον πέττειν, οὐκ ἰδιότητί τινι,
μᾶλλον δὲ θερμότητι· ὅπερ ἄτοπον. λέων γὰρ τούτου τοῦ
ζῴου θερμότερος ὢν οὐ πέττει τὸν σίδηρον. οὐ μόνον δὲ

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria (0732: 004)


“Alexandri Aphrodisiensis in Aristotelis metaphysica commentaria”, Ed. Hayduck, M.
317

Berlin: Reimer, 1891; Commentaria in Aristotelem Graeca 1.P. 818, l. 11

 Ταῦτα εἰπὼν ἐπάγει ταῦτα δὴ πάντα ἄλογα καὶ μάχεται αὐτὰ


ἑαυτοῖς καὶ τοῖς εὐλόγοις. τὸ δὲ καὶ ἔοικεν ἐν αὐτοῖς εἶναι ὁ
Σιμωνίδου μακρὸς λόγος σαφὲς ἔσται προειποῦσι τίς ἐστιν ὁ Σιμωνίδου
λόγος. ὁ Σιμωνίδης ἐν τοῖς λόγοις, οὓς Ἀτάκτους ἐπιγράφει, μιμεῖται
καὶ λέγει οὓς εἰκός ἐστι λόγους λέγειν δούλους ἐπταικότας πρὸς δεσπότας
ἐξετάζοντας αὐτοὺς τίνος ἕνεκα ταῦτα ἐπταίκασι; καὶ ποιεῖ αὐτοὺς ἀπολο-
γουμένους λέγειν πάνυ μακρὰ καὶ πολλά, οὐδὲν δὲ ὑγιὲς ἢ πιθανόν, ἀλλὰ
πᾶν τὸ ἐπιφερόμενον ἐναντίον τῷ προφρασθέντι· τοιοῦτον γὰρ ὡς εἰκὸς τὸ
βάρβαρον καὶ παιδείας ἄμοιρον. τοῦτο δὴ λέγει πάσχειν καὶ τοὺς τοὺς
ἀριθμοὺς τιθεμένους, λέγειν μὲν μακρὰ καὶ πολλὰ πρὸς τὴν τῶν ἀριθμῶν
σύστασιν, πάντα δὲ ψευδῆ καὶ ἀπίθανα καὶ αὐτὰ ἑαυτοῖς ἐναντιούμενα καὶ
ἀντιφθεγγόμενα. εἰπὼν δὲ τὸ ἔοικε τὰ ὑπ' αὐτῶν λεγόμενα τῷ τοῦ
Σιμωνίδου μακρῷ λόγῳ, ἑρμηνεύσων τίς ἐστιν ὁ μακρὸς λόγος ἐπάγει
γίνεται γὰρ ὁ μακρὸς λόγος ὥσπερ ὁ τῶν δούλων καὶ τὰ ἑξῆς.
καὶ δῆλον ὡς ψευδῆ τὰ ὑπ' αὐτῶν λεγόμενα ἐκ τοῦ πάνυ μὲν πολλὰ λέ-
γειν τε καὶ ἐπινοεῖσθαι, μὴ δύνασθαι δὲ αὐτὰ συστῆσαι. εἰ δ' ἦν ἀληθῆ,
διὰ βραχέων ἂν ταῦτα δεδείχασι. κατὰ γὰρ τὸν τραγῳδὸν “ἁπλοῦς ὁ
μῦθος τῆς ἀληθείας ἔφυ.” εἶτα καὶ πάνυ χαριέντως αὐτοὺς ἐπισκώπτει
λέγων καὶ αὐτὰ τὸ μέγα καὶ μικρόν, ἃ στοιχεῖα τῶν ἀριθμῶν τίθεν-
ται, βοῶσι, καὶ μικροῦ καὶ ἐπ' Ἄρειον πάγον αὐτοὺς προκαλεῖται

Alexander Phil., In Aristotelis topicorum libros octo commentaria (0732: 006)


“Alexandri Aphrodisiensis in Aristotelis topicorum libros octo commentaria”, Ed.
Wallies, M.Berlin: Reimer, 1891; Commentaria in Aristotelem Graeca 2.2.
P. 179, l. 10

ἀναπνευστικὸν εἶναι οὐ πάντα ἂν λέγοι ἀεὶ τοιοῦτον εἶναι· τὸ μὲν γὰρ  


ἀναγκαῖον καθόλου, τὸ δὲ ἐνδεχομένον οὐ τοιοῦτον), ὁμοίως κἂν ἐναλλὰξ
πάλιν, ἐὰν τὸ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐξ ἀνάγκης εἴπῃ. ἔτι δὲ φανερωτέρα ἡ
ἁμαρτία τοῦ τὸ ἐπ' ἔλασσον ἐξ ἀνάγκης λέγοντος.
 Ἐνδέχεται μὲν οὖν τοῦτο ποιεῖν τινα ἐναλλάσσοντα τοὺς τρόπους τῆς
ὑπάρξεως καὶ προστιθέντα, ὅτε καὶ φανερώτατος ὁ ἔλεγχος γένοιτ' ἄν.
ἐνδέχεται δὲ κἀκείνου μὴ προστιθέντος τινὰ διορισμόν, ἀλλ' ἁπλῶς καὶ
χωρὶς τοῦ προστιθέναι τὸν τρόπον τῆς ὑπάρξεως λέγοντος ὑπάρχειν τὸ
πρᾶγμα, τὸν προσδιαλεγόμενον ἐφ' ὃ οἷόν τέ ἐστιν ἐλεγχθῆναι μεταφέρειν
τὸ ἀδιορίστως εἰρημένον ὡς οὕτως εἰρημένον. ἐπὶ μὲν οὖν τοῦ ἐνδεχο-
μένου ἀπίθανος ὁ τόπος καὶ προδήλως σοφιστικός· ὁ γὰρ τὸν ἁπλῶς
εἰπόντα εἶναι τὸν ἄνθρωπον ζῷον λέγων εἰρηκέναι, ὅτι ἐνδέχεται ζῷον
αὐτὸν εἶναι, φανερῶς δόξει συκοφαντεῖν. γένοιτο δ' ἂν διαλεκτικὸς ἐπὶ
ἐκείνων μόνων, εἴ τις τὰ ἐνδεχομένως ὑπάρχοντα ἁπλῶς ὑπάρχειν λέ-
γοι, οἷον εἴ τις λέγοι ἁπλῶς τὸν γηρῶντα πολιοῦσθαι ἢ πάντα ἄνθρωπον
πενταδάκτυλον εἶναι· ἐπεὶ γὰρ τὸ ἀναγκαῖον ἁπλῶς ὑπάρχει, δοκεῖ καὶ τὸ
ἁπλῶς λεγόμενον ὑπάρχειν ὡς ἀναγκαίως ὑπάρχον λέγεσθαι. ὁ μὲν γὰρ
κυρίως σοφὸς καὶ ἁπλῶς σοφός· ὁ δὲ μὴ οὕτως [ὁ] μετὰ διορισμοῦ· τέκτων
γὰρ σοφός· ἐν πᾶσι γὰρ τὸ κυρίως ἁπλῶς καὶ χωρὶς διορισμοῦ λέγεται.
318

κυρίως δὲ ὑπάρχον τὸ ἀναγκαίως ὑπάρχον· ὁ δὴ τὸ ἐνδεχομένως ὑπάρχον


ἁπλῶς καὶ χωρὶς διορισμοῦ λέγων ὑπάρχειν εὐλόγως

Alexander Phil., De anima libri mantissa (= De anima liber alter) [Sp.] (0732:
011)“Alexandri Aphrodisiensis praeter commentaria scripta minora”, Ed. Bruns, I.
Berlin: Reimer, 1887; Commentaria in Aristotelem Graeca, suppl. 2.1.P. 182, l. 31

σώζειν. καὶ γὰρ οἱ διὰ τῶν λόγων ὑπὲρ αὐτῆς ὡς οὔσης ἀναγκαίας δια-
τεινόμενοι σφόδρα καὶ πάντα ἀνατιθέντες αὐτῇ ἐν ταῖς κατὰ τὸν βίον
πράξεσιν οὐκ ἐοίκασιν αὐτῇ πεπιστευκέναι· τύχην γοῦν πολλάκις ἐπιβοῶν-
ται, ἄλλην ὁμολογοῦντες εἶναι ταύτην αἰτίαν τῆς εἱμαρμένης· ἀλλὰ καὶ
τοῖς θεοῖς οὐ διαλείπουσιν εὐχόμενοι, ὡς δυναμένου τινὸς ὑπ' αὐτῶν διὰ
τὰς εὐχὰς γενέσθαι καὶ παρὰ τὴν εἱμαρμένην· ἀλλὰ καὶ βουλεύονται περὶ
τῶν πρακτέων αὐτοῖς, καίτοι καὶ ταῦτα καθ' εἱμαρμένην εἶναι λέγοντες,
καὶ συμβούλους παρακαλοῦσιν καὶ μαντείαις οὐκ ὀκνοῦσι χρῆσθαι, ὡς ἐνὸν
αὐτοῖς, εἰ προμάθοιεν, φυλάξασθαί τι τῶν εἱμαρμένων. ἐπεὶ δὲ οὗτοι μὲν
αὑτοῖς περιπίπτουσιν περὶ τὰ μέγιστα φανερῶς οὕτως διαφωνίαν ἔχοντες
(ἀπιθανώταται γοῦν εἰσιν αὐτῶν αἱ πρὸς τὴν τούτων συμφωνίαν εὑρησιλο-
γίαι), δοκεῖ δὲ ἐν τοῖς ἐν γενέσει καὶ φθορᾷ καὶ τὸ ἐνδεχόμενον εἶναι, ὃ
τοῦ μηδὲν ἀναγκαίως ἐν τούτοις ἐν οἷς ἂν ᾖ γίγνεσθαι αἴτιόν ἐστιν. ἄξιόν
ἐστιν ἐπιστῆσαι περὶ τοῦδε, εἴτε ἔστιν εἴτε μή. αὕτη γὰρ ἡ φύσις ὁρι-
σθεῖσα πρὸς τὸ τὴν τῆς εἱμαρμένης οὐσίαν εὑρεῖν ἡμῖν τὸ μέγιστον συμ-  
βάλλεται. ἱκανὴ μὲν οὖν καὶ ἡ χρῆσις ἡ κοινὴ συστῆσαι τὴν ἐνδεχομένην
φύσιν· οὐδεὶς γὰρ οὐδὲ τῶν ἐξ ἀνάγκης πάντα γίγνεσθαι λεγόντων ἐν τῷ
ζῆν καὶ ταῖς κατὰ τὸν βίον ἐνεργείαις οὐ μαρτυρεῖ τῷ δύνασθαί τινα καὶ
τῶν γιγνομένων μὴ γίγνεσθαι καὶ τῶν μὴ γιγνομένων γίγνεσθαι. οὐ μὴν
ἀλλὰ καὶ τῷ λόγῳ τοῦτο δεῖξαι ῥᾴδιον. πολλὰ γὰρ τῶν γιγνομένων

Alexander Phil., Ἠθικὰ προβλήματα [Sp.] (0732: 013)“Alexandri Aphrodisiensis


praeter commentaria scripta minora”, Ed. Bruns, I.Berlin: Reimer, 1892;
Commentaria in Aristotelem Graeca,suppl. 2.2.P. 145, l. 26

τὸν αὐτοῖς τὸ εἶναι, καὶ ἀντιστρέφειν αὐτὰ ἀλλήλοις ἀνάγκη, ὡς πᾶν τὸ


καλὸν ἐν τῷ καλὸν εἶναι καὶ τὸ ἡδὺ εἶναι ἔχειν καὶ πᾶν τὸ ἡδὺ ἅμα τε
ἡδὺ εἶναι καὶ καλόν. εἰ δὲ ψεῦδος τὸ λέγειν πᾶσαν ἡδονὴν εἶναι καλὸν
τῷ μηδὲν ἔλαττον ὁρᾶν τὰς ἡδονὰς γινομένας ἐπ' αἰσχραῖς ἐνεργείαις, οὐδ'
ἂν αἱ ἐπὶ ταῖς καλαῖς ἐνεργείαις ἡδοναὶ γινόμεναι αἱ αὐταὶ εἶεν ταῖς ἐφ'
αἷς γίνονται ἐνεργείαις. τὸ γὰρ ὁμοῦ μὲν λέγειν τὰς ἡδονὰς μόνας εἶναι
δι' αὑτὰς αἱρετάς, τῶν δ' ἄλλων αἱρετῶν ἕκαστον ἐφ' ὅσον εἰς ἡδονήν τι
συντελεῖ, ἐπὶ τοσοῦτον καὶ τὸ αἱρετὸν ἔχειν, ὁμοῦ δὲ τὸ μὲν καλὸν αἱρε-
τὸν εἶναι λέγειν ὡς ποιητικὸν ἡδονῆς, μηκέτι δὲ καὶ τὸ αἰσχρὸν φάσκειν
αἱρετὸν γίνεσθαι διὰ τὴν γινομένην ἡδονὴν ὑπ' αὐτοῦ, οὐχ ὁμολογούμενα
λεγόντων, ἀλλ' ἀπιθάνως ἀρνουμένων οἷς συγχωροῦσι διὰ τῶν αἱρέσεων
οὕτως ἔχειν. οὐδεὶς γὰρ μὴ τοῦτον παρεσκευασμένος τὸν τρόπον οὕτως
ἀτόπου προΐσταται δόξης. τὸ γὰρ λέγειν τὰς μὲν ἐπὶ ταῖς καλαῖς ἐνερ-
γείαις γινομένας ἡδονὰς εἰλικρινεῖς τε εἶναι καὶ ἀμίκτους ταῖς ἐναντίαις
λύπαις, καὶ διὰ τοῦτο καὶ τὰς ποιητικὰς αὐτῶν ἐνεργείας ἔχειν τὸ αἱρετόν,
τὰς δ' ἐπὶ ταῖς αἰσχραῖς ὀλίγον ἐχούσας τὸ τέρπον πολλὰ ἔχειν καὶ πλείω
319

τὰ λυποῦντα, διὸ μηδὲ τὰς ἐνεργείας εἶναι τὰς τοιαύτας αἱρετὰς οὔσας
ποιητικὰς λύπης μᾶλλον ἢ ἡδονῆς, πῶς οὐ συνδιαιρούντων ἐστὶ ταῖς ἐνερ-
γείαις ἐφ' αἷς γίνονται τὰς ἡδονὰς καὶ οὐχ' ὁμοειδεῖς φυλασσόντων; εἰ  
γὰρ αἱ μὲν ἐπὶ τοῖς καλοῖς τοιαῦται, αἱ δ' ἐπὶ τοῖς αἰσχροῖς τοιαῦται, εἴη
ἂν τὰ καλὰ καὶ τὰ αἰσχρὰ αἴτια τῆς τῶν ἡδονῶν διαφορᾶς.

Alexander Phil., Ἠθικὰ προβλήματα [Sp.] P. 152, l. 12

τε καὶ ἅμα ἐστὶν ἀλλήλοις. εἰ γὰρ εἴη ταὐτὸν αὐτοῖς τὸ εἶναι, ἀντιστρέ-
φειν αὐτὰ ἀλλήλοις ἀνάγκη, ὡς πᾶν τὸ καλὸν ἐν τῷ καλὸν εἶναι καὶ τὸ
ἡδὺ εἶναι ἔχειν, καὶ πᾶν τὸ ἡδὺ ἅμα τε ἡδὺ εἶναι καὶ καλόν. εἰ δὲ
ψεῦδος τὸ λέγειν πᾶσαν ἡδονὴν εἶναι καλὸν τῷ μηδὲν ἔλαττον ὁρᾶν τὰς
ἡδονὰς γινομένας ἐπ' αἰσχραῖς ἐνεργείαις, οὐδ' ἂν αἱ ἐπὶ ταῖς καλαῖς
ἐνεργείαις ἡδοναὶ γινόμεναι αἱ αὐταὶ εἶεν ταῖς ἐφ' αἷς γίνονται ἐνεργείαις.
τὸ γὰρ ὁμοῦ μὲν λέγειν τὰς ἡδονὰς εἶναι μόνας δι' αὑτὰς αἱρετάς, τῶν
δ' ἄλλων αἱρετῶν ἕκαστον ἐφ' ὅσον εἰς ἡδονήν τι συντελεῖ, ἐπὶ τοσοῦτον
καὶ τὸ αἱρετὸν ἔχειν, ὁμοῦ δὲ τὸ μὲν καλὸν αἱρετὸν εἶναι λέγειν ὡς ποιη-
τικὸν ἡδονῆς, μηκέτι δὲ καὶ τὸ αἰσχρὸν φάσκειν αἱρετὸν γίνεσθαι διὰ τὴν
γινομένην ἡδονὴν ὑπ' αὐτοῦ, οὐχ ὁμολογούμενα λεγόντων, ἀλλ' ἀπιθάνως
ἀρνουμένων, οἷς συγχωροῦσιν διὰ τῶν αἱρέσεων οὕτως ἔχειν. οὐδεὶς γὰρ
μὴ τοῦτον παρεσκευασμένος τὸν τρόπον οὕτως ἀτόπου προΐσταται δόξης·
τὸ γὰρ λέγειν τὰς μὲν ἐπὶ ταῖς καλαῖς ἐνεργείαις γινομένας ἡδονὰς εἰλι-
κρινεῖς τε εἶναι καὶ ἀμίκτους ταῖς ἐναντίαις λύπαις, καὶ διὰ τοῦτο καὶ
τὰς ποιητικὰς αὐτῶν ἐνεργείας ἔχειν τὸ αἱρετόν, τὰς δὲ ἐπὶ ταῖς αἰσχραῖς
ὀλίγον ἐχούσας τὸ τέρπον πολλὰ ἔχειν καὶ πλείω τὰ λυποῦντα, διὸ μηδὲ
τὰς ἐνεργείας εἶναι τὰς τοιαύτας αἱρετὰς οὔσας ποιητικὰς λύπης μᾶλλον ἢ
ἡδονῆς, πῶς οὐ συνδιαιρούντων ἐπὶ ταῖς ἐνεργείαις ἐφ' αἷς γίνονται τὰς
ἡδονὰς καὶ οὐχ ὁμοειδεῖς φυλασσόντων; εἰ γὰρ αἱ μὲν ἐπὶ τοῖς καλοῖς
τοιαῦται, αἱ δὲ ἐπὶ τοῖς αἰσχροῖς τοιαῦται, εἴη ἂν τὰ καλὰ καὶ τὰ αἰσχρὰ

Nemesius Theol., De natura hominis (0743: 001)“Nemesius of Emesa (typescript)”,


Ed. Einarson, B.; Corpus medicorum Graecorum (in press).Sec. 3, l. 153

 αὐτὴν μὲν μὴ τρεπομένην, τρέπουσαν δὲ ἐκεῖνα ἐν οἷς ἂν


 γίγνηται εἰς τὴν ἑαυτῆς ἐνέργειαν τῇ παρουσίᾳ.
                  λέγει δὲ ταῦτα περὶ τῆς ἑνώσεως τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. εἰ
δὲ ἐπὶ τῆς ψυχῆς ἀληθὲς ὁ λόγος διὰ τὸ ἀσώματον,
πολλῷ πλεῖον ἐπὶ τοῦ θεοῦ λόγου, τοῦ μᾶλλον ἀσυγκρίτως  
καὶ κατὰ ἀλήθειαν ὄντος ἀσωμάτου. ὅπερ ἄντικρυς ἀπο-
φράττει τὰ στόματα τῶν ἐπιχειρούντων κατηγορεῖν τῆς τοῦ
Θεοῦ ἑνώσεως πρὸς τὸν ἄνθρωπον. τοῦτο γὰρ Ἑλλήνων οἱ
πολλοὶ γέλωτα ποιοῦνται, φάσκοντες ἀδύνατον καὶ ἀπίθα-
νον καὶ ἀπρεπὲς εἶναι συγγενέσθαι θνητῇ φύσει τὸ θεῖον
κατὰ κρᾶσιν καὶ ἕνωσιν· ἀλλ' ἡμεῖς τοῖς εὐδοκίμοις αὐτῶν
χρησάμενοι μάρτυσιν ἀποδυόμεθα τὴν αἰτίαν. λέγεται δὲ  
παρά τισιν, καὶ μάλιστα παρὰ τοῖς Εὐνομιανοῖς, ἡνῶσθαι
τὸν Θεὸν λόγον τῷ σώματι οὐ κατ' οὐσίαν ἀλλὰ κατὰ
τὰς ἑκατέρου δυνάμεις. οὐ γὰρ εἶναι τὰς οὐσίας τὰς ἑνω-
θείσας ἢ κραθείσας, ἀλλὰ τὰς δυνάμεις τοῦ σώματος ταῖς
320

δυνάμεσι ταῖς θείαις συγκεκρᾶσθαι· δυνάμεις δὲ τοῦ


σώματος πάντως δήπου τοῦ ὀργανικοῦ κατὰ Ἀριστοτέλην
λέγουσιν εἶναι τὰς αἰσθήσεις· ταύταις οὖν αἱ θεῖαι δυνάμεις  
συγκιρνάμεναι, τὴν ἕνωσιν ἀπειργάσαντο κατ' αὐτούς.

Ctesias Hist., Med., Testimonia (0845: 001)“FGrH #688”.Vol.-Jacobyʹ-T 3c,688,T,


fragment 11d, l. 2

 STRABON 11, 6, 3: (696 F 1) ῥᾶιον δ' ἄν τις


Ἡσιόδωι καὶ Ὁμήρωι πιστεύσειεν ἡρωολογοῦσι καὶ τοῖς τραγικοῖς ποιηταῖς
ἢ Κτησίαι τε καὶ Ἡροδότωι καὶ Ἑλλανίκωι (687 a T 3) καὶ ἄλλοις τοιούτοις.
– 1, 2, 35: Θεόπομπος (115 F 381) δὲ ἐξομολογεῖται φήσας ὅτι καὶ μύθους
ἐν ταῖς ἱστορίαις ἐρεῖ κρεῖττον ἢ ὡς Ἡρόδοτος καὶ Κτησίας καὶ Ἑλλάνικος
καὶ οἱ τὰ Ἰνδικὰ συγγράψαντες.
         ANTIGON. Hist. mi15: (F 36)
διὰ δὲ τὸ αὐτὸν πολλὰ ψεύδεσθαι παρελείπομεν τὴν ἐκλογήν· καὶ γὰρ ἐφαίνετο
τερατώδης.
         PLUTARCH. Artox. 1, 4 (F 15a): ἀλλὰ τὸν Κτησίαν εἰ καὶ
τἆλλα μύθων ἀπιθάνων καὶ παραφόρων ἐμβέβληκεν εἰς τὰ βιβλία παντοδαπὴν
πυλαίαν.
         –  – 6, 9 (F 29a): ἐκ τοῦ χρόνου μεταστῆσαι τὸ ἔργον ...
οἷα πάσχει πολλάκις ὁ λόγος αὐτοῦ, πρὸς τὸ μυθῶδες καὶ δραματικὸν ἐκτρεπό-
μενος τῆς ἀληθείας.
         ARISTOT. H.A. 8, 28 p. 606a 8: ἐν δὲ τῆι Ἰνδικῆι,
ὥς φησι Κτησίας (F 45kα), οὐκ ὢν ἀξιόπιστος.
ARRIAN. Anab. 5, 4, 2 (F 45a): εἰ δή τωι ἱκανὸς καὶ Κτησίας ἐς τεκμηρίωσιν.
AELIAN. N.A. 4, 21 (F 45dβ).
         LUKIAN. Verae nar1, 3: Κτησίας
ὁ Κτησιόχου ὁ Κνίδιος, ὃς συνέγραψεν περὶ τῆς Ἰνδῶν χώρας καὶ τῶν παρ'

Ctesias Hist., Med., Frag.(0845: 002)“FGrH #688”.Vol.-Jacobyʹ-F 3c,688,F,


fragment 15a, l. 14

βύτατος μὲν Ἀρτοξέρξης, μετ' ἐκεῖνον


δὲ Κῦρος, νεώτεροι δὲ τούτων Ὀστά-  
νης καὶ Ὀξάθρης. (3) ὁ μὲν οὖν
Κῦρος ἀπὸ Κύρου τοῦ παλαιοῦ τοὔνο-
μα ἔσχεν, ἐκείνωι δ' ἀπὸ τοῦ ἡλίου γε-
νέσθαι φασί· κῦρον γὰρ καλεῖν Πέρ-
σας τὸν ἥλιον. (4) ὁ δ' Ἀρτοξέρξης
Ἀρσίκας πρότερον ἐκαλεῖτο, καίτοι
Δείνων (690 F 14) φησὶν ὅτι Ὀάρσης.
ἀλλὰ τὸν Κτησίαν, εἰ καὶ τἄλ-
λα μύθων ἀπιθάνων καὶ παρα-
φόρων ἐμβέβληκεν εἰς τὰ βι-
βλία παντοδαπὴν πυλαίαν (T
321

11d), οὐκ εἰκός ἐστιν ἀγνοεῖν


τοὔνομα τοῦ βασιλέως, παρ'
ὧι διέτριβε θεραπεύων αὐτὸν
καὶ γυναῖκα καὶ μητέρα καὶ
παῖδας (T 1 – 3).   
 PHOT. Bibl. 72 p. 43 b 3 – 44 a 19: (57) ἐν δὲ τῆι

Ποσειδώνιος. Frag.(1052: 001)“Posidonios. Die Fragmente, vol. 1”, Ed. Theiler, W.


Berlin: De Gruyter, 1982.
Fragment 29, l. 19

διαφερόντως δ' εἰς τὸ πεδίον τοῦτο τὸ μελαμβόρειον καταιγίζει, πνεῦμα


βίαιον καὶ φρικῶδες· φασὶ γοῦν σύρεσθαι καὶ κυλινδεῖσθαι τῶν λίθων
ἐνίους, κατακλᾶσθαι δὲ τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τῶν ὀχημάτων καὶ γυμνοῦ-
σθαι καὶ ὅπλων καὶ ἐσθῆτος ἀπὸ τῆς ἐμπνοῆς.
 Ἀριστοτέλης μὲν οὖν φησιν ὑπὸ σεισμῶν, τῶν καλουμένων βραστῶν,
ἐκπεσόντας τοὺς λίθους εἰς τὴν ἐπιφάνειαν συνολισθεῖν εἰς τὰ κοῖλα τῶν
χωρίων. Ποσειδώνιος δὲ λίμνην οὖσαν παγῆναι μετὰ κλυδασμοῦ, καὶ
διὰ τοῦτο εἰς πλείονας μερισθῆναι λίθους, καθάπερ τοὺς ποταμίους
κάχληκας καὶ τὰς ψήφους τὰς αἰγιαλίτιδας, ὁμοίους δὲ καὶ λείους καὶ
ἰσομεγέθεις τῇ ὁμοιότητι· καὶ τὴν αἰτίαν ἀποδεδώκασιν ἀμφότεροι.
 Ἀπίθανος μὲν οὖν ὁ παρ' ἀμφοῖν λόγος· ἀνάγκη γὰρ τοὺς οὕτω συνεστῶ-
τας λίθους οὐ καθ' ἑαυτοὺς ἢ ἐξ ὑγροῦ παγέντας μεταβαλεῖν, ἢ ἐκ πετρῶν
μεγάλων ῥήγματα συνεχῆ λαβουσῶν ἀποκριθῆναι. τὸ μέντοι δυσαπο-
λόγητον Αἰσχύλος καταμαθών, ἢ παρ' ἄλλου λαβὼν εἰς μῦθον ἐξετόπισε.
φησὶ γοῦν Προμηθεὺς παρ' αὐτῷ, καθηγούμενος Ἡρακλεῖ τῶν ὁδῶν τῶν
ἀπὸ Καυκάσου πρὸς τὰς Ἑσπερίδας (f199 N.2)·
  ἥξεις δὲ Λιγύων εἰς ἀτάρβητον στρατόν,

Ποσειδώνιος. Frag.Fragment 44a, l. 1

πλησιάσαν τοὺς μὲν τῶν ἐνόντων ἀποβαλεῖν, τοὺς δ' εἰς Λιπάραν μόλις
σῶσαι, τοτὲ μὲν ἔκφρονας γινομένους ὁμοίως τοῖς ἐπιλητικοῖς, τοτὲ δ'
ἀνατρέχοντας εἰς τοὺς οἰκείους λογισμούς· πολλαῖς δ' ἡμέραις ὕστερον
ὁρᾶσθαι πηλὸν ἐπανθοῦντα τῇ θαλάττῃ, πολλαχοῦ δὲ καὶ φλόγας ἐκπι-
πτούσας καὶ καπνοὺς καὶ λιγνύας, ὕστερον δὲ παγῆναι καὶ γενέσθαι τοῖς
μυλίταις λίθοις ἐοικότα τὸν πάγον· τὸν δὲ τῆς Σικελίας στρατηγόν, Τίτον
Φλαμινῖνον, δηλῶσαι τῇ συγκλήτῳ, τὴν δὲ πέμψασαν ἐκθύσασθαι ἔν
τε τῷ νησιδίῳ καὶ ἐν Λιπάραις τοῖς τε καταχθονίοις θεοῖς καὶ τοῖς
θαλαττίοις.
Strabo 7, 2,1 – 3
 1Περὶ δὲ Κίμβρων τὰ μὲν οὐκ εὖ λέγεται, τὰ δ' ἔχει ἀπιθανότητας
οὐ μετρίας. οὔτε γὰρ τὴν τοιαύτην αἰτίαν τοῦ πλάνητας γενέσθαι καὶ
λῃστρικοὺς ἀποδέξαιτ' ἄν τις, ὅτι χερρόνησον οἰκοῦντες μεγάλῃ πλημ-
μυρίδι ἐξελαθεῖεν ἐκ τῶν τόπων· ⌈καὶ γὰρ νῦν ἔχουσι τὴν χώραν ἣν
εἶχον πρότερον, καὶ ἔπεμψαν τῷ Σεβαστῷ δῶρον τὸν ἱερώτατον παρ'
αὐτοῖς λέβητα, αἰτούμενοι φιλίαν καὶ ἀμνηστίαν τῶν ὑπηργμένων, τυ-
χόντες δὲ ὧν ἠξίουν ἀπῆραν· γελοῖον δὲ τῷ φυσικῷ καὶ αἰωνίῳ πάθει
322

δὶς ἑκάστης ἡμέρας συμβαίνοντι προσοργισθέντας ἀπελθεῖν ἐκ τοῦ τόπου.


ἔοικε δὲ πλάσματι τὸ συμβῆναί ποτε ὑπερβάλλουσαν πλημμυρίδα· ἐπιτά-
σεις μὲν γὰρ καὶ ἀνέσεις δέχεται, τεταγμένας δὲ καὶ περιοδιζούσας, ὁ
ὠκεανὸς ἐν τοῖς τοιούτοις πάθεσιν.⌉ οὐκ εὖ δ' οὐδὲ ὁ φήσας ὅπλα

Ποσειδώνιος. Frag.Fragment 44a, l. 19

ἔοικε δὲ πλάσματι τὸ συμβῆναί ποτε ὑπερβάλλουσαν πλημμυρίδα· ἐπιτά-


σεις μὲν γὰρ καὶ ἀνέσεις δέχεται, τεταγμένας δὲ καὶ περιοδιζούσας, ὁ
ὠκεανὸς ἐν τοῖς τοιούτοις πάθεσιν.⌉ οὐκ εὖ δ' οὐδὲ ὁ φήσας ὅπλα αἴρεσθαι
πρὸς τὰς πλημμυρίδας τοὺς Κίμβρους, οὐδ' ὅτι ἀφοβίαν οἱ Κελτοὶ ἀς-
κοῦντες κατακλύζεσθαι τὰς οἰκίας ὑπομένουσιν, εἶτ' ἀνοικοδομοῦσι, καὶ
ὅτι πλείων αὐτοῖς συμβαίνει φθόρος ἐξ ὕδατος ἢ πολέμου, ὅπερ Ἔφορός
φησιν. ἡ γὰρ τάξις ἡ τῶν πλημμυρίδων καὶ τὸ τὴν ἐπικλυζομένην χώραν
εἶναι γνώριμον οὐκ ἔμελλε ταύτας τὰς ἀτοπίας παρέξειν. δὶς γὰρ ἑκάστης  
ἡμέρας τούτου συμβαίνοντος τὸ μηδ' ἅπαξ αἰσθάνεσθαι φυσικὴν οὖσαν
τὴν παλίρροιαν καὶ ἀβλαβῆ, καὶ οὐ μόνοις τούτοις συμβαίνουσαν ἀλλὰ
τοῖς παρωκεανίταις πᾶσι, πῶς οὐκ ἀπίθανον; οὐδὲ Κλείταρχος εὖ· φησὶ
γὰρ τοὺς ἱππέας ἰδόντας τὴν ἔφοδον τοῦ πελάγους ἀφιππάσασθαι καὶ
φεύγοντας ἐγγὺς γενέσθαι τοῦ περικαταληφθῆναι. οὔτε δὲ τοσούτῳ τάχει
τὴν ἐπίβασιν ὁρμωμένην ἱστοροῦμεν, ἀλλὰ λεληθότως προσιοῦσαν τὴν
θάλατταν· οὔτε τὸ καθ' ἡμέραν γινόμενον καὶ πᾶσιν ἔναυλον ἤδη ὂν τοῖς
πλησιάζειν μέλλουσι πρὶν ἢ θεάσασθαι, τοσοῦτον ἔμελλε παρέξεσθαι
φόβον ὥστε φεύγειν, ὡς ἂν εἰ ἐξ ἀδοκήτου προσέπεσε.

Ποσειδώνιος. Frag.Fragment 252b, l. 5

(9,135 ἀνθρωπείων) πραγμάτων.


Diog. Laert. 7,39
Τριμερῆ φασιν (οἱ Στωικοὶ) εἶναι τὸν κατὰ φιλοσοφίαν λόγον· εἶναι γὰρ
αὐτοῦ τὸ μέν τι φυσικόν, τὸ δὲ ἠθικόν, τὸ δὲ λογικόν. οὕτω δὲ ... διεῖλε
... καὶ Ποσειδώνιος.
Sext. Emp. 7,16 – 19
... Ἐντελέστερον δὲ ... οἱ εἰπόντες τῆς φιλοσοφίας τὸ μέν τι εἶναι
φυσικόν, τὸ δὲ ἠθικόν, τὸ δὲ λογικόν· ὧν δυνάμει μὲν Πλάτων ἐστὶν ἀρχη-
γός, ... ῥητότατα δὲ οἱ περὶ τὸν Ξενοκράτην καὶ οἱ ἀπὸ τοῦ Περιπάτου,
ἔτι δὲ οἱ ἀπὸ τῆς Στοᾶς ἔχονται τῆσδε τῆς διαιρέσεως. ἔνθεν οὐδὲ
ἀπιθάνως ὁμοιοῦσι τὴν φιλοσοφίαν παγκάρπῳ ἀλωῇ, ἵνα τῇ μὲν ὑψηλό-
τητι τῶν φυτῶν εἰκάζηται τὸ φυσικόν, τῷ δὲ νοστίμῳ τῶν καρπῶν τὸ
ἠθικόν, τῇ δὲ ὀχυρότητι τῶν τειχῶν τὸ λογικόν. ⌈οἱ δὲ ὠῷ φασιν αὐτὴν
εἶναι παραπλήσιον· ἐῴκει γὰρ τῇ μὲν λεκίθῳ, ἥν τινες νεοττὸν ὑπάρχειν
λέγουσι, τὰ ἠθικά, τῷ δὲ λευκῷ, ὃ δὴ τροφή ἐστι τῆς λεκίθου, τὰ φυσικά,
τῷ δὲ ἔξωθεν ὀστρακώδει τὰ λογικά.⌉ ὁ δὲ Ποσειδώνιος, ἐπεὶ τὰ μὲν μέρη  
τῆς φιλοσοφίας ἀχώριστά ἐστιν ἀλλήλων, τὰ δὲ φυτὰ τῶν καρπῶν ἕτερα
θεωρεῖται καὶ τὰ τείχη τῶν φυτῶν κεχώρισται, ζώῳ μᾶλλον εἰκάζειν
ἠξίου τὴν φιλοσοφίαν, αἵματι μὲν καὶ σαρξὶ τὸ φυσικόν, ὀστέοις δὲ καὶ
323

νεύροις τὸ λογικόν, ψυχῇ δὲ τὸ ἠθικόν.

Anonymi Historici (FGrH), De historia Alexandri (1139: 007)“FGrH #153”.


Vol.-Jacobyʹ-T+F 2b,153,T, fragment 6, l. 1

Ἰνδοὺς στρατεία Διονύσου καὶ Ἡρακλέους ὑστερογενῆ τὴν μυθοποιίαν ἐμφαίνει, ἅτε
τοῦ Ἡρακλέους καὶ τὸν Προμηθέα λῦσαι λεγομένου χιλιάσιν ἐτῶν ὕστερον. καὶ ἦν
μὲν ἐνδοξότερον τὸ τὸν Ἀλέξανδρον μέχρι τῶν Ἰνδικῶν ὀρῶν καταστρέψασθαι τὴν
Ἀσίαν ἢ μέχρι τοῦ μυχοῦ τοῦ Εὐξείνου καὶ τοῦ Καυκάσου· ἀλλ' ἡ δόξα τοῦ ὄρους
καὶ τοὔνομα καὶ τὸ τοὺς περὶ Ἰάσονα δοκεῖν μακροτάτην στρατείαν τελέσαι τὴν
μέχρι τῶν πλησίον Καυκάσου καὶ τὸ τὸν Προμηθέα παραδεδόσθαι δεδεμένον ἐπὶ
τοῖς ἐσχάτοις τῆς γῆς ἐν τῶι Καυκάσωι, χαριεῖσθαί τι τῶι βασιλεῖ ὑπέλαβον, τοὔνομα
τοῦ ὄρους μετενέγκαντες εἰς τὴν Ἰνδικήν.  
STRABON XV 1, 28: πάντες μὲν γὰρ οἱ περὶ Ἀλέξανδρον τὸ θαυμαστὸν
ἀντὶ τἀληθοῦς ἀπεδέχοντο μᾶλλον (Onesik134 T 10).
  – II 1, 6: οὐδὲ τοῦτο δὲ ἀπίθανον τοῦ Πατροκλέους, ὅτι φησὶ τοὺς
Ἀλεξάνδρωι συστρατεύσαντας ἐπιδρομάδην ἱστορῆσαι ἕκαστα, αὐτὸν δὲ Ἀλέξανδρον

ἀκριβῶσαι, ἀναγραψάντων τὴν ὅλην χώραν τῶν ἐμπειροτάτων αὐτῶι.


 P. OX. 13: η̣ντ̣[.....]ρ̣ιω[....] ἀνῆλθον. [ἃ τοί]|νυν περὶ τὴν σὴν βασι-
λε[ίαν]καὶ τὴν οἰκίαν τὴν τ̣[ῶν]σῶν ἑταίρων παρηνό[μη]|σαν, εἰ καὶ τυγχάνεις
[εἰ]|δώς, ὅμως ἔδοξέ μο[ι γρά]|ψαι πρός σε διὰ βραχέω[ν, ἵ]|να μὴ δοκῆις ἀπο-
λελε[ῖφθαί]με τούτων. Θηβαῖοι γὰρ πρῶτον μὲν Ἀμύνταν [τὸν]πατέρα τὸν Φιλίππου
μ[ε]|τ' Ὀλυνθίων ἐπεχείρησα[ν]ἐκβαλ[εῖ]ν μὲν ἐκ τῆς χώ|ρας, ἀπ[οστ]ερ[ῆ]σαι δὲ
τῆς βα|σιλεία[ς, καίπερ] οὔτε πρό|τερον ἀ̣[δικηθ]έ̣ντες ὑπ|[ὸ τοῦ βασιλέως ο]ὐδ̣ὲν̣
 STRABON XV 1, 35: ἐκδέδοται δέ τις καὶ Κρατεροῦ πρὸς τὴν μητέρα
Ἀριστοπάτραν ἐπιστολή, πολλά τε ἄλλα παράδοξα φράζουσα

Anonymi Historici (FGrH), De bello Parthico (1139: 013)“FGrH #203”.


Vol.-Jacobyʹ-T+F 2b,203,F, fragment 2d, l. 2

λευκοῦ καὶ μέλανος, καὶ ζώνη ἰριοειδὴς καὶ δράκοντες ἑλικηδὸν καὶ βοστρυ-
χηδόν.
         ἡ μὲν γὰρ Οὐολογέσου ἀναξυρὶς ἢ ὁ χαλινὸς τοῦ ἵππου, Ἡρά-
κλεις, ὅσαι μυριάδες ἐπῶν ἕκαστον τούτων.
         καὶ οἵα ἦν ἡ Ὀσρόου
κόμη διανέοντος τὸν Τίγρητα, καὶ ἐς οἷον ἄντρον κατέφυγε, κιττοῦ καὶ
μυρρίνης καὶ δάφνης ἐς ταὐτὸ συμπεφυκότων καὶ σύσκιον ἀκριβῶς ποιούν-
των αὐτό. ........
         οὗτος δ' οὖν ... καὶ τραύματα συνέγραψε πάνυ
ἀπίθανα καὶ θανάτους ἀλλοκότους, ὡς εἰς δάκτυλον τοῦ ποδὸς τὸν μέγαν
τρωθείς τις αὐτίκα ἐτελεύτησε καὶ ὡς ἐμβοήσαντος μόνον Πρίσκου τοῦ
στρατηγοῦ ἑπτὰ καὶ εἴκοσι τῶν πολεμίων ἐξέθανον.
324

Antiochus Phil., Frag.(1143: 001)“Der Akademiker Antiochus”, Ed. Luck, G.


Bern: Haupt, 1953.Fragment 54, l. 5

(Euseb. Pe14.4.16, p. 727a)

 τινὲς δὲ καὶ πέμπτην [sc. Academiam] καταλέγουσι τὴν τῶν περὶ


τὸν Ἀντίοχον.  

(Ainesidemos bei Phot. cod. 212, p. 170a 14 ff. Bekker)

 οἱ δ' ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας, φησί [sc. Ainesidemos] μάλιστα τῆς νῦν,
καὶ Στωϊκαῖς συμφέρονται ἐνίοτε δόξαις. καὶ εἰ χρὴ τἀληθὲς εἰπεῖν,
Στωϊκοὶ φαίνονται μαχόμενοι Στωϊκοῖς. δεύτερον περὶ πολλῶν δογμα-
τίζουσιν. ἀρετήν τε γὰρ καὶ ἀφροσύνην εἰσάγουσι, καὶ ἀγαθὸν καὶ κακὸν
ὑποτίθενται, καὶ ἀλήθειαν καὶ ψεῦδος, καὶ δὴ καὶ πιθανὸν καὶ ἀπίθανον,
καὶ ὂν καὶ μὴ ὄν, ἄλλα τε πολλὰ βεβαίως ὁρίζουσι, διαμφισβητεῖν δέ
φασι περὶ μόνης τῆς καταληπτικῆς φαντασίας. διὸ οἱ μὲν ἀπὸ Πύῤῥωνος
ἐν τῷ μηδὲν ὁρίζειν ἀνεπίληπτοι τὸ παράπαν διαμένουσιν, οἱ δ' ἐξ Ἀκα-
δημίας, φησίν, ὁμοίας τὰς εὐθύνας τοῖς ἄλλοις φιλοσόφοις ὑπέχουσι. τὸ
δὲ μέγιστον, οἱ μὲν περὶ παντὸς τοῦ προτεθέντος διαποροῦντες τό τε
σύστοιχον διατηροῦσιν καὶ ἑαυτοῖς οὐ μάχονται, οἱ δὲ μαχομένοις ἑαυτοῖς
οὐ συνίσασι· τὸ γὰρ ἅμα τιθέναι τι καὶ αἴρειν ἀναμφιβόλως, ἅμα τε
φάναι κοινῶς ὑπάρχειν καταληπτά, μάχην ὁμολογουμένην εἰσάγει, ἐπεὶ
πῶς οἷόν τε γινώσκοντα τόδε μὲν εἶναι ἀληθὲς τόδε δὲ ψεῦδος ἔτι δια-
πορεῖν καὶ διστάσαι, καὶ οὐ σαφῶς τὸ μὲν ἑλέσθαι, τὸ δὲ περιστῆναι;

Apion Gramm., Frag.de glossis Homericis (1152: 004)“Die Fragmente des


Grammatikers Dionysios Thrax”, Ed. Neitzel, S.Berlin: De Gruyter, 1977; Sammlung
griechischer und lteinischer Grammatiker 3.Fragment 87, l. 3

Ap. S. 121, 20: ὀξυόεντι· ὁ μὲν Ἀπίων ὀξεῖ ἔγχεϊ· ὀξυόεντι δὲ ὀξυίνῳ.  
ὅπλα Κ 254 ...
Et. Gen. (AB) s. ὅπλα· ... σημαίνει δὲ ἡ λέξις καὶ τὰ τῆς νεὼς
σχοινία καὶ τὰ χαλκευτικὰ ὄργανα, ὥς φησιν Ἀπίων.
EM. 628, 20: ὅπλα· ... σημαίνει καὶ τὰ χαλκευτικὰ ὄργανα, ἤγουν
ἐργαλεῖα, ὥς φησιν Ἀπίων, Ἰλιάδος Σ ἐκ τοῦ “φύσας”.  
ὀπός Ε 902, ὀπώρη Χ 27 ...
EM. 628, 39: ὀπός· Ἀπίων τὸ τῶν δένδρων δάκρυον· ὅθεν καὶ ἡ
σμύρνα καὶ ὁ λίβανος οὕτω λέγεται. ἀφ' οὗ καὶ ἡ ὀπώρα, ὅτι ὀπὸς
αὐτὴν ὠρεῖ, ὅ ἐστι φυλάσσει. οὐκ ἀπιθάνως· ὀπὸς γάρ ἐστιν ἀπὸ τοῦ
ἐπεῖναι κατὰ τὴν ἐπιτομήν. (ex Ap. S.)
ὀπυίειν Θ 304 ...
Ap. S. 122, 9: ὀπύειν· ὁ μὲν Ἀπίων ὁμιλεῖν. οὐκ ἔστι δέ, ἀλλὰ τὸ κατὰ
νόμους γυναῖκα συνοικεῖν ἀνδρί.  
325

Apion Gramm., Frag.de glossis Homericis Fragment 107, l. 5

νώτερον, ἀπὸ τοῦ κατὰ τὴν πῆξιν ὥσπερ πηδᾶν τὴν κώπην.  
πῖαρ Λ 550. Ρ 659. ι 135
Ap. S. 131, 23. 27: πῖαρ· τὸ λιπαρὸν καὶ πιότατον. ὁ δὲ Ἀπίων
πεῖαρ ἀναγράφων καὶ τὸ πῖαρ {ἠγνόησεν}, ὅ ἐστι πέρας, διὰ τοῦ ε
καὶ ι θέλει γράφεσθαι, ὅ ἐστι “μέγα πεῖαρ ὀιζύος ἥ μιν ἱκάνει” (ε 289).  
POLÍON TE SÍDHRON I 366 ...
Ap. S. 132, 33: πολιόν τε σίδηρον· τὸν λευκὸν καὶ λαμπρὸν μεταφο-
ρικῶς ... ὁ δὲ Ἀπίων φησίν· ὅταν κλασθῇ ὁ σίδηρος, λευκὸς φαίνεται·
ἢ τίμιον· ἢ ὅτι διὰ πολλοῦ φαίνεται {καὶ λευκός}· ἡ δὲ δευτέρα καὶ
ἀσαφὴς καὶ μακρόθεν· θέλει γὰρ τίμιον, καθὸ καὶ οἱ γέροντες πολιοὶ
ὄντες τίμιοί εἰσι· τοῦτο δέ ἐστιν ἀπίθανον καὶ μακρόθεν· διὰ τοῦτο γὰρ
οὐδέποτε εἶπε τὸν χρυσὸν πολιόν. καὶ τὸ τρίτον δὲ τῆς ἐτυμολογίας
ἀβέβαιον.
ὢ πόποι Α 254 ...
Hsch. s. πόποι· παπαῖ. ἐπίφθεγμα σχετλιαστικόν. Ἀπίων δέ
φησιν, ὅτι δαίμονές εἰσι πόποι· καὶ ἔστιν ὦ δαίμονες.  
πόρδαλις, πάρδαλις Ν 103 ...

Apollonius Soph., Lexicon Homericum (1168: 001)“Apollonii Sophistae lexicon


Homericum”, Ed. Bekker, I.Berlin: Reimer, 1833, Rep1967.P. 47, l. 2

ἀτρυτώνη ἀκοπίατος, μὴ τρυομένη· παρθένος γὰρ ἡ θεός.


ἀτρεκέως ἀληθῶς, κατὰ στέρησιν τοῦ τρέχειν.
ἀτάρ δή· “ἀτὰρ τὸν δεξιὸν ἵππον κένσαι ὁμοκλήσας.”
ἄτλητον ἀνυπομόνητον.
ἀτάρβητος ἄφοβος.
ἀτρέμας ἠρέμα, κατ' ἀπόφασιν τοῦ τρέμειν.
ἄττα προσφώνησις νεωτέρου πρὸς πρεσβύτερον ἢ τροφέα.
ἀταλάφρονα ἁπαλόφρονα.
ἄταλλε ὁ μὲν Ἀπολλόδωρος ἔσαινε καὶ ἐσκίρτα. ὥσπερ δὲ ἀπὸ  
 τοῦ παιδὸς παίζειν, οὕτως ἀπὸ τοῦ ἀταλοῦ ἀτάλλειν· ἀταλὸν δὲ
 τὸ ἁπαλὸν καὶ νήπιον λέγεται. οὐκ ἀπιθάνως. ὁ δὲ Κομανός φη-
 σιν· ἀτάλλειν κυρίως ἐστὶν τὸ ἐκ νηπίου τρέφειν, νῦν δ' ἐν ἴσῳ
 τῷ ἔχαιρεν, ἐπεὶ πᾶς ὁ ἐκτροφῆς ἀξιούμενος χαίρει καὶ παίζει.
 τὸ δὲ ἀτιτάλλειν καὶ ἀτάλλειν οὐ διαφέρει, κατ' ἐπέκτασιν εἰρη-
 μένον ὡς τὸ ἕρπειν ἑρπύζειν καὶ ἑρπυστάζειν.
αὐτίκα εὐθέως, παραχρῆμα.
αὖτις μετὰ ταῦτα. αὖθι ἐν τούτῳ τῷ τόπῳ.
αὖ δή· “ἔνθ' αὖ Τυδείδῃ.” αὐτάρ δέ· “αὐτὰρ ἐπεὶ κόσμηθεν.”
αὐτοσχεδίῃ ἀπὸ χειρός, ἐκ τοῦ σύνεγγυς.

Apollonius Soph., Lexicon Homericum P. 48, l. 17


326

αὐλιζομενάων εἰς κοίτην αὐλιζομένων· “βοῶν αὐλιζομενάων.”


αὐέρυσαν εἰς τοὐπίσω εἵλκυσαν.
αὐτῆμαρ ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ.
αὐτονυχί αὐτῇ τῇ νυκτί.
αὐτόετες αὐτῷ τῷ ἔτει· “αὐτόετες οἰχνεῦσιν.”
αὐδήεσσα ὁ Ἀπίων ὀνομαστὴ καὶ ἔνδοξος, οἷον αὐδωμένη, ἐπὶ
 Κίρκης καὶ Καλυψοῦς. τινὲς δὲ αὐδηέσσας αὐτὰς λέγουσιν, ὅτι
 εἰς ὁμιλίας ἦλθον ἀνθρώπῳ τῷ Ὀδυσσεῖ.
Αὐλίς πόλις Βοιωτίας.
ἀφαυρότατος ἀσθενέστατος, ἀπὸ τοῦ παύρου καὶ τοῦ α, ὅπερ ἐπὶ
 τοῦ πολλοῦ ἐστίν, καὶ οἷον ὀλίγος κατὰ δύναμιν, οὐκ ἀπιθάνως.
ἄφαρ ταχέως, καὶ ἀφάρτεροι ταχεῖς· “ἄφαρ δέ σε Παλλὰς
 Ἀθήνη.” ἐπὶ δὲ τοῦ προχείρου καὶ παραχρῆμα “ἄφαρ δὲ χεῖρες
 ἀμύνειν εἰσὶ καὶ ἡμῖν,” ἐπὶ δὲ τοῦ αἰφνιδίου “ὡς δ' ἄφαρ ἐκ
 Τρώων ἐλασαίατο μώνυχας ἵππους,” ἐπὶ δὲ τοῦ ῥᾳδίως “ἄφαρ
 δέ οἱ ἄγγελος ἦλθε Διός.” καὶ ἀντὶ τοῦ ἔπειτα “ἄφαρ δέ τε
 φέρτεροι.”

Aristonicus Gramm., De signis Iliadis Book of Iliad 9, verse in book 192, l. of


scholion 3

μίσαι ὥσπερ μέλλοντα ἐν πολέμῳ ἄνεσιν ἔχειν, ἀλλ' ἐκ τῶν


λαφύρων ἀνῃρῆσθαι ἁρμόνιον καὶ οὐκ ἄμουσον. A.
  Πάτροκλος δέ οἱ οἶος ἐναντίος ἧστο σιωπῇ
  δέγμενος Αἰακίδην.
 ἡ διπλῆ, ὅτι οὐ μόνος ἐν τῇ κλισίᾳ, ἀλλὰ μόνος
Αἰακίδην δεδεγμένος ἀντίος ἧστο· καὶ γὰρ Αὐτομέδων ἐπὶ
τῆς κλισίας ἦν, ὁμοίως καὶ ὁ Φοῖνιξ. A. ἐπὶ τῆς σκηνῆς
Χ 378.
 τὼ δὲ βάτην προτέρω, ἡγεῖτο δὲ δῖος Ὀδυς-
σεύς: ἡ διπλῆ, ὅτι ἐπὶ Ὀδυσσέως καὶ Αἴαντος τὸ δυικόν·
παρόντος γὰρ τοῦ Φοίνικος ἀπίθανον λέγειν ἡγεῖτο δὲ
δῖος Ὀδυσσεύς. A. Cf. ad 657.
 χαίρετον. ἦ φίλοι ἄνδρες ἱκάνετον: ἡ διπλῆ,
ὅτι χωρὶς τοῦ δυικῶς ἐσχηματίσθαι πρὸς Ὀδυσσέα καὶ Αἴ-
αντα, καὶ τὰ τῆς διαθέσεως οὐκ ἐμφαίνει συμπαρόντα τὸν
Φοίνικα· οὐ γὰρ ἂν οὕτως ἐκπλαγεὶς ἀνεπήδησεν, ἢ ἐδεξιοῦτο
ὡς αἰφνιδίως παραγενομένους.

Aristonicus Gramm., De signis Iliadis Book of Iliad 9, verse in book 472, l. of


scholion 6

  ὡς μὴ πατροφόνος μετ' Ἀχαιοῖσιν καλεοίμην.


 Hos quatuor expunctos ab Aristarcho (Plu-
tarch. de audiend. poet. p. 26 F.) primus restituit F. A. Wolfius,
Prolegom. p. 38, 262, praefat. ad Iliad. p. 86. Lehrs. Ari-
starch. p. 355.
 πῦρ, ἕτερον μὲν ὑπ' αἰθούσῃ εὐερκέος αὐλῆς,
327

 ἄλλο δ' ἐνὶ προδόμῳ πρόσθεν θαλάμοιο θυράων:


ἡ διπλῆ ὅτι πάλιν (313) δοκεῖ τὸ ἄλλο πρὸς τὸ ἕτερον συγ-  
κεχύσθαι. πιθανεύονται δὲ οἱ λέγοντες τρία φῶτα εἶναι,
ἓν μὲν ὑπὸ ταῖς αἰθούσαις, ἕτερον δὲ ἐν τῷ οἴκῳ, ἄλλο δὲ
ἐν τῷ προδόμῳ τοῦ οἴκου· ἀπίθανον γάρ φασιν εἶναι ἐν
μὲν τῷ προδόμῳ πῦρ εἶναι, ἐν δὲ τῷ οἴκῳ ἐλλείπειν. A. Ap-
paret Aristonicum ante oculos habere ὑπ' αἰθούσῃ, sed Didy-
mus ἐν αἰθούσῃ Aristarcheam esse dicit. οἱ ante λέγοντες inserui.
 ὅτι πληθυντικῶς θύρας· ἀντὶ τοῦ θύραν. A. A130 not.
 φεῦγον ἔπειτ' ἀπάνευθε δι' Ἑλλάδος εὐ-
ρυχόροιο: Ἑλλὰς πόλις ὁμώνυμος τῇ χώρᾳ (cf. ad 447,
et ad 395). Μυρμιδόνες δὲ καλεῦντο καὶ Ἕλληνες
(Β 684). A. A233.

Aristonicus Gramm., De signis Iliadis Book of Iliad 19, verse in book 416-7, l. of
scholion 4

δήν, ὣς δηλονότι καὶ παρασχοῦσαι. τοιοῦτος γὰρ ὁ ποιητής·


τὸν μὲν ἀρίζηλον θῆκεν θεὸς ὥσπερ (sic) ἔφηνεν
(Β 318). A.
  νῶι δὲ καί κεν ἅμα πνοιῇ Ζεφύροιο θέοιμεν
  ἥν περ ἐλαφροτάτην φάσ' ἔμμεναι· ἀλλὰ σοὶ αὐτῷ
  μόρσιμόν ἐστι θεῷ τε καὶ ἀνέρι ἶφι δαμῆναι.
  ὣς ἄρα φωνήσαντος Ἐρινύες ἔσχεθον αὐδήν.
 ἀθετοῦνται στίχοι καὶ οὗτοι οἱ δύο, ὅτι οὐκ
ἀναγκαῖοί εἰσιν· οἴδαμεν γὰρ ὅτι ἡ πνοὴ ἐλαφροτάτη ἐστί.
τὸ δὲ καὶ προσθεῖναι φασίν ὡς ἀπὸ ἱστορίας ἐστὶ παρειλη-
φότα ἀγνοούμενόν τι, καὶ ἀπίθανον ἵππον λέγειν φασίν
ὥσπερ ἄνδρα πολυίστορα. A.
 ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ἀθέτησιν τοῦ αὐδήεντα δ'
ἔθηκεν· εἰ γὰρ ἡ Ἥρα παρέσχε, καὶ ἐπισχεῖν ὤφειλεν, οὐχ
αἱ Ἐρινύες.
Athenagoras Apol., Legatio sive Supplicatio pro Christianis (1205: 001)
“Athenagoras. Legatio and De resurrectione”, Ed. Schoedel, W.R.
Oxford: Clarendon Press, 1972.Ch.20, sec. 1, l. 2

         ἀλλ' οὔτε κατ' αὐτοὺς ὕδωρ τοῖς πᾶσιν ἀρχή (ἐκ γὰρ ἁπλῶν καὶ μονοειδῶν
στοιχείων τί ἂν συστῆναι δύναιτο; δεῖ δὲ καὶ τῇ ὕλῃ τεχνίτου
καὶ ὕλης τῷ τεχνίτῃ· ἢ πῶς ἂν γένοιτο τὰ ἐκτυπώματα χωρὶς τῆς
ὕλης ἢ τοῦ τεχνίτου;)· οὔτε πρεσβυτέραν λόγον ἔχει εἶναι τὴν ὕλην
τοῦ θεοῦ· τὸ γὰρ ποιητικὸν αἴτιον προκατάρχειν τῶν γιγνομένων
ἀνάγκη.       
Εἰ μὲν οὖν μέχρι τοῦ φῆσαι γεγονέναι τοὺς θεοὺς καὶ ἐξ
ὕδατος τὴν σύστασιν ἔχειν τὸ ἀπίθανον ἦν αὐτοῖς τῆς θεολογίας,
ἐπιδεδειχὼς ὅτι οὐδὲν γενητὸν ὃ οὐ καὶ διαλυτόν, ἐπὶ τὰ λοιπὰ ἂν
παρεγενόμην τῶν ἐγκλημάτων.
         ἐπεὶ δὲ τοῦτο μὲν διατεθείκασιν
αὐτῶν τὰ σώματα, τὸν μὲν Ἡρακλέα, ὅτι θεὸς δράκων ἑλικτός,
328

τοὺς δὲ Ἑκατόγχειρας εἰπόντες, καὶ τὴν θυγατέρα τοῦ Διός, ἣν


ἐκ τῆς μητρὸς Ῥέας καὶ Δήμητρος ἢ δημήτορος τὸν αὐτῆς
ἐπαιδοποιήσατο, δύο μὲν κατὰ φύσιν [εἶπον] ἔχειν ὀφθαλμοὺς καὶ  
ἐπὶ τῷ μετώπῳ δύο καὶ προτομὴν κατὰ τὸ ὄπισθεν τοῦ τραχήλου
μέρος, ἔχειν δὲ καὶ κέρατα, διὸ καὶ τὴν Ῥέαν φοβηθεῖσαν τὸ τῆς
παιδὸς τέρας φυγεῖν οὐκ ἐφεῖσαν αὐτῇ τὴν θηλήν, ἔνθεν μυστικῶς

Attalus Astron., Math., Frag.Aratea (1207: 001)“Commentariorum in Aratum


reliquiae”, Ed. Maass, E.Berlin: Weidmann, 1898, Rep1958.Fragment 4, l. 10

ἀποφάσεις ἐν τούτοις δοκιμάζηις.  


 Hipparch. I p. 1017A (180P. 32M.) ἔτι δὲ ἀγνοεῖ περὶ
τοῦ Δράκοντος (Aratus) λέγων οὕτως (58 – 60)·
 λοξὸν δ' ἐστὶ κάρη, νεύοντι δὲ πάμπαν ἔοικεν
 ἄκρην εἰς Ἑλίκης οὐρήν, μάλα δ' ἐστὶ κατ' ἰθύ
 καὶ στόμα καὶ κροτάφοιο τὰ δεξιὰ νειάτωι οὐρῆι.
οὐ γὰρ ὁ δεξιὸς κρόταφος ἀλλ' ὁ ἀριστερὸς ἐπ' εὐθείας ἐστὶ
τῆι γλώσσηι τοῦ Ὄφεως καὶ τῆι ἄκραι οὐρᾶι τῆς μεγάλης Ἄρκτου·
τὸ μὲν γὰρ λέγειν, ὅτι ἀντεστραμμένην τὴν κεφαλὴν τοῦ Δρά-
κοντος ὑποτίθεται καὶ οὐχὶ εἰς τὰ ἐντὸς τοῦ κόσμου ἐπεστραμ-
μένην, καθάπερ φησὶν ὁ ΑΤΤΑΛΟΣ, τελέως ἐστὶν ἀπίθανον· πάντα
γὰρ τὰ ἄστρα ἠστέρισται πρὸς τὴν ἡμετέραν θεωρίαν καὶ ὡς
ἂν πρὸς ἡμᾶς ἐστραμμένα, εἰ μή τι κατάγραφον αὐτῶν ἐστιν.
φανερὸν δὲ τοῦτο ποιεῖ καὶ ὁ Ἄρατος διὰ πλειόνων· ἐφ' ὧν
γὰρ δεξιὸν ἢ ἀριστερὸν μέρος ἄστρου διασαφεῖ, ἐπὶ πάντων
συμφωνεῖ τῆι προειρημένηι ὑποθέσει. καὶ ἄλλως δὲ πλασμα-
τώδης ἐστὶν ἡ ὑπόθεσις καὶ ἡρμοσμένη. καὶ τούτωι δὲ τῶι
ἀγνοήματι βοηθήσει καὶ τὸ περὶ τὸν ἀριστερὸν πόδα τοῦ Ἐν-
γόνασιν, περὶ οὗ προελθόντες ἐροῦμεν (fr 6).
 Hipparch. I p. 1017B (181P. 32M.) περὶ δὲ τῆς θέσεως τῆς

Cebes Phil., Cebetis tabula (1247: 001)“Cebetis tabula”, Ed. Prächter, K.


Leipzig: Teubner, 1893.Ch.37, sec. 1, l. 1

 Ἀλλὰ ποιήσω τοῦτο, ἔφην ἐγώ.


 Πότερον οὖν, ἐὰν κακῶς τις ζῇ, ἀγαθὸν ἐκείνῳ τὸ ζῆν;
 Οὔ μοι δοκεῖ, ἀλλὰ κακόν, ἔφην ἐγώ.
 Πῶς οὖν ἀγαθόν ἐστι τὸ ζῆν, ἔφη, εἴπερ τούτῳ
ἐστὶ κακόν;
 Ὅτι τοῖς μὲν κακῶς ζῶσι κακόν μοι δοκεῖ εἶναι,
τοῖς δὲ καλῶς ἀγαθόν.
 Καὶ κακὸν ἄρα λέγεις τὸ ζῆν καὶ ἀγαθὸν εἶναι;
 Ἔγωγε.
 Μὴ οὖν ἀπιθάνως λέγε. ἀδύνατον τὸ
αὐτὸ πρᾶγμα κακὸν καὶ ἀγαθὸν εἶναι. τοῦτο μὲν γὰρ
καὶ ὠφέλιμον καὶ βλαβερὸν ἂν εἴη καὶ αἱρετὸν καὶ
φευκτὸν τὸ αὐτὸ πρᾶγμα ἀεί.
329

 Ἀπίθανον μέν. ἀλλὰ πῶς οὐχὶ τὸ κακῶς ζῆν, ᾧ


ἂν ὑπάρχῃ, κακόν τι αὐτῷ ὑπάρχει; οὐκοῦν εἰ κακόν
τι ὑπάρχει αὐτῷ, κακὸν αὐτὸ τὸ ζῆν ἐστιν.  
 Ἀλλ' οὐ ταὐτό, ἔφη, ὑπάρχει τὸ ζῆν καὶ τὸ κακῶς
ζῆν. ἢ οὔ σοι φαίνεται;

Cebes Phil., Cebetis tabula Ch.37, sec. 2, l. 1

 Πῶς οὖν ἀγαθόν ἐστι τὸ ζῆν, ἔφη, εἴπερ τούτῳ


ἐστὶ κακόν;
 Ὅτι τοῖς μὲν κακῶς ζῶσι κακόν μοι δοκεῖ εἶναι,
τοῖς δὲ καλῶς ἀγαθόν.
 Καὶ κακὸν ἄρα λέγεις τὸ ζῆν καὶ ἀγαθὸν εἶναι;
 Ἔγωγε.
 Μὴ οὖν ἀπιθάνως λέγε. ἀδύνατον τὸ
αὐτὸ πρᾶγμα κακὸν καὶ ἀγαθὸν εἶναι. τοῦτο μὲν γὰρ
καὶ ὠφέλιμον καὶ βλαβερὸν ἂν εἴη καὶ αἱρετὸν καὶ
φευκτὸν τὸ αὐτὸ πρᾶγμα ἀεί.
 Ἀπίθανον μέν. ἀλλὰ πῶς οὐχὶ τὸ κακῶς ζῆν, ᾧ
ἂν ὑπάρχῃ, κακόν τι αὐτῷ ὑπάρχει; οὐκοῦν εἰ κακόν
τι ὑπάρχει αὐτῷ, κακὸν αὐτὸ τὸ ζῆν ἐστιν.  
 Ἀλλ' οὐ ταὐτό, ἔφη, ὑπάρχει τὸ ζῆν καὶ τὸ κακῶς
ζῆν. ἢ οὔ σοι φαίνεται;
 Ἀμέλει οὐδ' ἐμοὶ δοκεῖ ταὐτὸ εἶναι.
 Τὸ κακῶς τοίνυν ζῆν κακόν ἐστι, τὸ δὲ ζῆν οὐ
κακόν. ἐπεὶ εἰ ἦν κακόν, τοῖς ζῶσι καλῶς κακὸν ἂν
ὑπῆρχεν, ἐπεὶ τὸ ζῆν αὐτοῖς ὑπῆρχεν, ὅπερ ἐστὶ κακόν.

Χρύσιππος. Frag.logica et physica (1264: 001)“Stoicorum veterum fragmenta, vol.


2”, Ed. von Arnim, J.Leipzig: Teubner, 1903, Rep1968.Fragment 65, l. 3

φαντασίας, δευτέρου δὲ τοῦ τὴν ἀλλοίωσιν ἐμποιήσαντος, τουτέστι τοῦ ὁρα-


τοῦ· καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων παραπλήσιον. ὥσπερ οὖν τὸ φῶς
ἑαυτό τε δείκνυσι καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ, οὕτω καὶ ἡ φαντασία,
ἀρχηγὸς οὖσα τῆς περὶ τὸ ζῷον εἰδήσεως, φωτὸς δίκην ἑαυτήν τε ἐμφανίζειν
ὀφείλει καὶ τοῦ ποιήσαντος αὐτὴν ἐναργοῦς ἐνδεικτικὴ καθεστάναι.  
 Sextus admath. VII 241. ἡ φαντασία γίνεται ἤτοι τῶν ἐκτὸς
ἢ τῶν ἐν ἡμῖν παθῶν, ὃ δὴ κυριώτερον διάκενος ἑλκυσμὸς παρ' αὐτοῖς
(scil. Stoicis) καλεῖται.
 Sextus admath. VII 242. τῶν δὲ φαντασιῶν πολλαὶ μὲν καὶ
ἄλλαι εἰσὶ διαφοραί, ἀπαρκέσουσι δὲ αἱ λεχθησόμεναι. τούτων γὰρ αἱ μέν
εἰσι πιθαναί, αἱ δὲ ἀπίθανοι, αἱ δὲ πιθαναὶ ἅμα καὶ ἀπίθανοι, αἱ δὲ οὔτε
πιθαναὶ οὔτε ἀπίθανοι. πιθαναὶ μὲν οὖν εἰσιν αἱ λεῖον κίνημα περὶ ψυ-
χὴν ἐργαζόμεναι, ὥσπερ νῦν τὸ ἡμέραν εἶναι καὶ τὸ ἐμὲ διαλέγεσθαι (Sex-
tum audi) – ἀπίθανοι δὲ αἱ μὴ τοιαῦται ἀλλ' ἀποστρέφουσαι ἡμᾶς τῆς
συγκαταθέσεως οἷον “εἰ ἡμέρα ἐστίν, οὐκ ἔστιν ἥλιος ὑπὲρ γῆς” “εἰ σκότος
ἐστίν, ἡμέρα ἐστίν”.  – πιθαναὶ δὲ καὶ ἀπίθανοι καθεστᾶσιν αἱ κατὰ
τὴν πρός τι σχέσιν ὁτὲ μὲν τοῖαι γινόμεναι ὁτὲ δὲ τοῖαι, οἷον αἱ τῶν ἀπό-
330

ρων λόγων, οὔτε δὲ πιθαναὶ οὔτε ἀπίθανοι καθάπερ αἱ τῶν τοιούτων


πραγμάτων “ἄρτιοί εἰσιν οἱ ἀστέρες” “περισσοί εἰσιν οἱ ἀστέρες”.  – Τῶν
δὲ πιθανῶν ἢ ἀπιθάνων φαντασιῶν αἱ μέν εἰσιν ἀληθεῖς, αἱ δὲ ψευδεῖς, αἱ
δὲ ἀληθεῖς καὶ ψευδεῖς, αἱ δὲ οὔτε ἀληθεῖς οὔτε ψευδεῖς. ἀληθεῖς μὲν

Χρύσιππος. Frag.logica et physica Fragment 101, l. 10

ὑπακουστέον ὅτι καὶ περὶ πόνου καὶ νόσου ταὐτὸν εἴρηκεν.


 Plutarchus quomodo adol. poët. aud. debeat p. 31E. δεῖ δὲ
μηδὲ τῶν ὀνομάτων ἀμελῶς ἀκούειν, ἀλλὰ τὴν μὲν Κλεάνθους
παιδιὰν παραιτεῖσθαι· κατειρωνεύεται γὰρ ἔστιν ὅτε προσποιούμενος
ἐξηγεῖσθαι τὸ  ’Ζεῦ πάτερ Ἴδηθεν μεδέων’ (Γ 320)
καὶ τὸ  ’Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε’ (Π 233)
κελεύων ἀναγιγνώσκειν ὑφ' ἕν, ὡς τὸν ἐκ τῆς γῆς ἀναθυμιώμενον
ἀέρα διὰ τὴν ἀνάδοσιν ἀναδωδωναῖον ὄντα. καὶ Χρύσιππος δὲ
πολλαχοῦ γλίσχρος ἐστίν, οὐ παίζων ἀλλ' εὑρησιλογῶν ἀπιθάνως, καὶ
παραβιαζόμενος ‘εὐρυόπα Κρονίδην’ εἶναι τὸν δεινὸν ἐν τῷ διαλέγεσθαι
καὶ διαβεβηκότα τῇ δυνάμει τοῦ λόγου.
 Clemens Al. Strom. VI 14 p. 801 Pott. ἔστιν δὲ ἡ μὲν ζήτησις
ὁρμὴ ἐπὶ τὸ καταλαβεῖν διά τινων σημείων ἀνευρίσκουσα τὸ ὑποκείμενον· ἡ
εὕρεσις δὲ πέρας καὶ ἀνάπαυσις ζητήσεως ἐν καταλήψει γενομένης.
 Cicero Acad. PII 26.
Quid quod, si ista vera sunt, ratio omnis tollitur, quasi quae-

Χρύσιππος. Frag.logica et physica Fragment 1212, l. 9

lant, convenire potest aut fissum iecoris cum lucello meo aut meus quaesti-
culus cum caelo, terra rerumque natura?
 Origenes Κατά Κέλσου. IV 88 Vol. I p. 360, 13 Kö. (p. 569
Del.). πρῶτον μὲν γὰρ ἐζήτηται πότερον ἔστι τις τέχνη οἰωνιστικὴ καὶ
ἁπαξαπλῶς ἡ διὰ ζῴων μαντικὴ ἢ οὐκ ἔστι· δεύτερον δὲ παρὰ τοῖς παρα-
δεξαμένοις εἶναι τὴν δι' ὀρνίθων μαντικὴν οὐ συμπεφώνηται ἡ αἰτία τοῦ
τρόπου τῆς μαντείας· ἐπειδήπερ οἱ μὲν ἀπό τινων δαιμόνων ἢ θεῶν μαντι-
κῶν φασι γίγνεσθαι τὰς κινήσεις τοῖς ζῴοις, ὄρνισι μὲν εἰς διαφόρους πτή-
σεις καὶ εἰς διαφόρους φωνάς, τοῖς δὲ λοιποῖς εἰς τὰς τοιασδὶ κινήσεις ἢ
τοιασδί, ἄλλοι δὲ θειοτέρας αὐτῶν καὶ πρὸς τοῦτ' ἐπιτηδείους εἶναι τὰς
ψυχάς· ὅπερ ἐστὶν ἀπιθανώτατον.

Tyrannion Gramm., Frag.(1266: 001)“Die Fragmente des Grammatikers Dionysios


Thrax”, Ed. Haas, W.Berlin: De Gruyter, 1977; Sammlung griechischer und
lateinischer Grammatiker 3.Fragment 58, l. 2
331

μὴ ἀρήγειν· οὔτε γὰρ ἔργον τι σπουδαῖον τῷ μαργαίνοντι οὔτε


ἀρήγεται ὡς ἀποδυσπετῶν.  
Su. τ 1185: ... Περὶ τῶν μερῶν τοῦ λόγου, ἐν ᾧ λέγει (sc. ὁ Τυραννίων)
ἄτομα μὲν εἶναι τὰ κύρια ὀνόματα, θεματικὰ δὲ τὰ προσηγορικά,
ἀθέματα δὲ τὰ μετοχικά.
Sch. D. Th121, 16: ... Ὥστε οὐκ ὀρθῶς ὡρίσατο Τυραννίων τὴν
γραμματικὴν εἰπών· “γραμματική ἐστι θεωρία μιμήσεως”· οὐ μόνον
γὰρ περὶ μίμησιν καταγίνεται, ἀλλὰ καὶ περὶ λέξεις μὴ ἐχούσας
μίμησιν.  
Ap. Dysc. pron. 4, 1: Εἰ τὰ ὡρισμένα σεσημείωται, αἱ δὲ ἀντωνυμίαι
ὡρισμένα πρόσωπα παριστᾶσιν, οὐκ ἀπιθάνως ὁ Τυραννίων ση-
μειώσεις αὐτὰς ἐκάλεσεν. ἀλλ' ἴσως ἐλλιπὲς τὸ τοιοῦτον· οὐδὲν γὰρ
τῶν παρακολουθούντων αὐταῖς παρίστησιν.  
Nic. th. 52 – 3: ... χαλβάνη ἄκνηστίς τε καὶ ἡ πριόνεσσι τομαίη
κέδρος ...
Sch. Nic. th. 52c: Ἄκνηστις δὲ οἱονεὶ πολύκνηστις, ὥσπερ καὶ τὸ
ἄξυλος ὕλη καὶ ἡ πολύξυλος. τὴν δὲ ἄκνηστιν οἱ μὲν τὴν κνίδην ἢ
ἀκαλήφην, οἱ δὲ τὴν σκίλλαν φασίν. ὁ μὲν Τυραννίων τὴν σκίλλαν,
Ἀπολλώνιος δὲ ὁ Μεμφίτης τὸ κνέωρον, ὃ δή τινες κνῆστρον καλοῦσιν.  
Pap. Oxy. 2390, f2, col. I, 2 (Alcm. f5, p. 22 P.):

Clearchus Phil., Frag.(1270: 001)“Klearchos”, Ed. Wehrli, F.


Basel: Schwabe, 1969; Die Schule des Aristoteles, vol. 3, 2nd edn..
Fragment 97, l. 2

νυκτερίδα ὁ εὐνοῦχος νάρθηκος κισήρει.


 Eustathius in HomeΘ 282 p. 713, 10 ff: καὶ συλλαλεῖ τῇ
ἐννοίᾳ ταύτῃ καί τις παλαιὸς αἶνος ἤγουν γρῖφος, εἰπεῖν δὲ σαφέστερον αἴνι-
γμα κείμενον παρὰ Κλεάρχῳ εἰπόντι ἐμμέτρως οὕτω: αἶνός τίς ἐστιν ὡς ἀνήρ
τε κοὐκ ἀνὴρ ὄρνιθά τε κοὐκ ὄρνιθα ἰδών τε κοὐκ ἰδὼν ἐπὶ ξύλου τε κοὐ ξύλου
καθημένην τε κοὐ καθημένην λίθῳ τε κοὐ λίθῳ βάλοι τε κοὐ βάλοι.
 Athenaeus II 43 f: Κλέαρχός φησι τὸ μὲν ὕδωρ ὥσπερ καὶ τὸ
γάλα λευκὸν λέγεσθαι, οἶνον δὲ καθάπερ καὶ τὸ νέκταρ ἐρυθρόν, μέλι δὲ καὶ
ἔλαιον χλωρόν, τὸ δ' ἐκ τῶν μύρτων θλιβόμενον μέλαν.
 Plutarch. De facie in orbe lunae 920 e: καὶ πρὸς Κλέαρχον,
ὦ Ἀριστότελες, οὐκ ἀπιθάνως ἐδόκει λέγεσθαι τὸν ὑμέτερον, ὑμέτερος γὰρ ὁ
ἁνήρ, Ἀριστοτέλους τοῦ παλαιοῦ γεγονὼς συνήθης, εἰ καὶ πολλὰ τοῦ Περιπά-
του παρέτρεψεν. ὑπολαβόντος δὲ τοῦ Ἀπολλωνίδου τὸν λόγον καὶ τίς ἦν ἡ
δόξα τοῦ Κλεάρχου διαπυθομένου, παντὶ μᾶλλον, ἔφην, ἀγνοεῖν ἢ σοὶ προσῆκόν
ἐστι λόγον ὥσπερ ἀφ' ἑστίας τῆς γεωμετρίας ὁρμώμενον. λέγει γὰρ ἁνὴρ εἰκό-
νας ἐσοπτρικὰς εἶναι καὶ εἴδωλα τῆς μεγάλης θαλάσσης ἐμφαινόμενα τῇ
σελήνῃ τὸ καλούμενον πρόσωπον. ἥ τε γὰρ ἀκτὶς ἀνακλωμένη πολλαχόθεν
ἅπτεσθαι τῶν οὐ κατ' εὐθυωρίαν ὁρωμένων πέφυκεν, ἥ τε πανσέληνος αὐτὴ
πάντων ἐσόπτρων ὁμαλότητι καὶ στιλπνότητι κάλλιστόν ἐστι καὶ καθαρώτατον.
ὥσπερ οὖν τὴν ἶριν οἴεσθε ὑμεῖς ἀνακλωμένης ἐπὶ τὸν ἥλιον τῆς ὄψεως
ἐνορᾶσθαι τῷ νέφει λαβόντι νοτερὰν ἡσυχῇ λειότητα καὶ πῆξιν,
332

Clemens Romanus et Clementina Theol., Pseudo–Clementina (epitome altera


auctore Symeone Metaphrasta) [Sp.] (1271: 011)“Clementinorum epitomae duae, 2nd
edn.”, Ed. Dressel, A.R.M.Leipzig: Hinrichs, 1873.Sec. 163, l. 7

μεταβολὴν ὁ μέγας ἰδὼν, λόγους τε περὶ τῆς εὐσεβείας δεξιῶς ἄγαν αὐτῷ
ὑποτείνει, καὶ ὅλον ὑποποιεῖται τὸν ἄνδρα. καὶ πιστεύσας ἀπὸ ψυχῆς ὁ
Σισίννιος τῷ θεῷ ἥψατο τῶν μακαρίων ἐκείνων τοῦ πατριάρχου ποδῶν, καὶ
τοιαῦτα μετὰ δακρύων ἐφθέγγετο·
 Εὐχαριστῶ σοι τῷ ἀληθεῖ καὶ μόνῳ θεῷ, τῷ διὰ τοῦτό
μοι τοὺς ὀφθαλμοὺς πεπηρωκότι τοῦ σώματος, ὅπως τοὺς τῆς ψυχῆς δια-
νοίξῃς, καὶ διαβλέψαι με παρασκευάσῃς πρὸς τὴν ἀλήθειαν· διὰ τοῦτο δὲ
καὶ τῶν ὤτων τὴν ἐνέργειαν ἀποσβέσαντι, ὅπως νηφούσῃ διανοίᾳ, καὶ μη-
δενὸς τῶν ἔξωθεν ὅλως αἰσθανομένῃ, τὸ τῆς εὐσεβείας ὑποδέξωμαι κήρυ-
γμα. νῦν δὲ αὐτήν τε τὴν ἀλήθειαν ἐμυήθην καὶ ἀκριβῶς τὰ τῶν Ἑλλήνων
διέγνων, ἀπάτην ὄντα μόνον καὶ τερατείαν ἀπίθανον. ἐπὶ τούτοις φαιδρότης
ἔσχε καὶ ἡδονὴ τὸν οἶκον, καὶ τῷ Χριστῷ πάντες ἐπίστευσαν. τοῦ πάσχα δὲ
ἤδη ἐνισταμένου ἐβαπτίσαντο μετὰ τοῦ Σισιννίου πάντες πατέρες ὁμοῦ καὶ
μητέρες καὶ παῖδες εἰς εἴκοσι καὶ τρεῖς ἐπὶ τοῖς τετρακοσίοις ὄντες. τοῦτο
πολλοὺς ἐπεσπάσατο τῶν ἐπιφανεστέρων, ὅσοι τε μακρᾷ τῇ δόξῃ διέπρεπον,
καὶ οἷς ὁ βασιλεὺς Νερούας φίλοις μάλιστα καὶ συμβούλοις ἐχρῆτο· καὶ τῇ
εὐσεβείᾳ πάντες συνέθεντο.
 Ταῦτα ὁρῶν ὁ πονηρότατος κατ' ἐκεῖνο καιροῦ τῶν ὀφφι-
κίων κόμης Πούπλιος Τουρκουτιανὸς ἐδυσχέραινε καὶ δεινὰ ἐποίει, καὶ
σκοπῶν ὅπως ἂν ἐπίσχῃ περαιτέρω προβαίνουσαν τὴν εὐσέβειαν, αὐτὸν ἔγνω
πρῶτον ἐκ ποδῶν ποιῆσαι τὸν Κλήμεντα, οἷα τῶν παρόντων αἰτιώτατον

Dinon Hist., Frag.(1316: 003)“FHG 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–
1870.Fragment 22, l. 3

E LIBRO QUARTO.

 Athenaeus XIII: Δείνων δ' ἐν τῇ πέμπτῃ


τῶν Περσικῶν τῆς πρώτης συντάξεώς φησιν, ὅτι ἡ Βα-
γάζου γυνὴ, ἥτις ἦν ὁμοπάτριος Ξέρξου ἀδελφὴ, ὄνομα
Ἀνοῦτις, καλλίστη ἦν τῶν ἐν τῇ Ἀσίᾳ γυναικῶν καὶ
ἀκολαστοτάτη.
 Plutarch. Artox. c. 1: Ὁ δὲ Ἀρτοξέρξης Ἀρσίκας
πρότερον ἐκαλεῖτο, καίτοι Δείνων φησὶν, ὅτι Ὀάρτης.
Ἀλλὰ τὸν Κτησίαν, εἰ καὶ τἄλλα μύθων ἀπιθάνων καὶ
παραφόρων ἐμβέβληκεν εἰς τὰ βιβλία παντοδαπὴν
πυλαίαν, οὐκ εἰκός ἐστιν ἀγνοεῖν τοὔνομα τοῦ βασι-
λέως, παρ' ᾧ διέτριβε θεραπεύων αὐτὸν καὶ γυναῖκα
καὶ μητέρα καὶ παῖδας.

Διογένης. Testimonia et Frag.(1320: 001)“Stoicorum veterum fragmenta, vol. 3”,


Ed. von Arnim, J.Leipzig: Teubner, 1903, Rep1968.Fragment 85, l. 9
333

ειν ἄλογα μέλ(η) λογικὴν διαφοράν, οὕτω πείθειν καὶ τὰ Θαλ(ήτου)


καὶ Τερπάνδρου πεπαυκέναι (τὰς) τῶν Λακώνων.
 Philodemus de musica p. 18 Kemke. καὶ περὶ Στησιχόρου δ'
ἐν μέσοις (ᾖσέ τι παρα)κλητικὸν καὶ δια(λλάξ)α(ς) διὰ τοῦ μέλου(ς
εἰς ἡσυχ)ίαν αὐτοὺς μετές(τησεν. ἄλλ)ου δέ τινος ἕνε(κα οὐδὲ Πιν)-
δάρῳ γεγράφθ(αι “τὸ κοινόν) τις ἀστῶν ἐν ε(ὐδίᾳ τιθείς”) καὶ τὸ
Σοφο(κλέους ἐν το)ῖς Ἐπιγόνοις.
 Idem lib. IV p. 87. ἀλλὰ μὴν καὶ τὸ μὲν κα(τ)ὰ Στησίχορον οὐκ
ἀκρι(β)ῶ(ς) ἱστο(ρεῖ)ται· τ(ὸ δ)ὲ Π(ι)νδάρειον εἰ τῆς διχ(ον)οίας ἔπαυσεν
οὐκ οἴδαμεν.  –  – τὸ δ' ἐκ τῶν Ἐπιγόνων μέλος ὑπο(γ)ράφομεν οὐκ  
(ἀ)πιθαν(ω)τέραν ἄλλην (δ)ιάνο(ιαν· κ)ἂν δ(ὲ νο)ῶμεν ὡς οὗτος, (ἀλλ)ὰ
μετὰ τῆς ἐπι(ς)ημ(ασίας τ)οῦ κωμωδογράφ(ου ἐατέ)ον ἐστίν.
 Philodemus de musica p. 19 ed. Kemke. (διατ)άττει(ν) μέλη
τι(νά, ὥ)στε μὴ μόνον κοινῶς (ταῦτα) πρὸς θεῶν τιμὴν (οἰκε)ῖόν (τι)
ἔχειν, ἀλλὰ καὶ (κατ)ὰ τὰς διαφορὰς τῶν δ(αιμόνω)ν ἄλλα πρὸς ἄλ(λ)ους.
 Idem lib. IV p. 88. ὥστ' ἐφ' ἃ γράφει πε(ρὶ) τ(ῆ)ς εὐσεβε(ί)ας
μεταβάν(τε)ς λέγωμεν, ὡς εἰ χάριν τ(οῦ τιμ)ᾶσθαι τὸ θεῖον διὰ (μ)ου-
σικῆς ὑπὸ τῶν πολλῶ(ν οἰ)κε(ί)αν εἶναι τὴν μους(ικὴν) τῆς εὐσεβείας
οἰησό(μεθα, κ)α(ὶ) μαγειρι(κ)ὴν οἰησό(μ)εθ(α) –  –   – (

Harpocration Gramm., Lexicon in decem oratores Atticos (1389: 001)


“Harpocrationis lexicon in decem oratores Atticos, vol. 1”, Ed. Dindorf, W.
Oxford: Oxford University Press, 1853, Rep1969.P. 60, l. 12

νης Φιλιππικοῖς.         Ἀρχαιρεσιάζειν: τὸ ἀξιοῦν ἑαυτὸν αἱρεθῆναι ἄρχοντα


Δείναρχος ἐν τῷ κατὰ Πολυεύκτου.         Ἀρχαίως: Ἰσοκράτης Πανηγυρικῷ “τά τε
παλαιὰ καινῶς διελ-“θεῖν καὶ περὶ τῶν νεωστὶ γενομένων ἀρχαίως εἰπεῖν.” ἔνιοι μέν
φασι σημαίνειν ἀρχαιοτρόπως, τουτέστιν ἀρχαιοτέροις ὀνόμασι χρῆ-
σθαι. Ἔφορος ἐν τῇ αʹ τῶν ἱστοριῶν τρόπον τινὰ ἐξηγήσατο. φησὶ
περὶ τῶν ἀρχαίων πραγμάτων τοὺς νεωτέρους διεξέρχεσθαι. “περὶ
“μὲν γὰρ τῶν καθ' ἡμᾶς γεγενημένων” φησὶ “τοὺς ἀκριβέστατα
“λέγοντας πιστοτάτους ἡγούμεθα, περὶ δὲ τῶν παλαιῶν τοὺς οὕτω
“διεξιόντας ἀπιθανωτάτους εἶναι νομίζομεν, ὑπολαμβάνοντες οὔτε τὰς
“πράξεις ἁπάσας οὔτε τῶν λόγων τοὺς πλείστους εἰκὸς εἶναι μνη-
“μονεύεσθαι διὰ τοσούτων.” Δημοσθένης δ' ἐν Φιλιππικοῖς φησὶν
“οὕτω δὲ ἀρχαίως εἶχον, μᾶλλον δὲ πολιτικῶς” ἀντὶ τοῦ ἁπλῶς.

Heraclides Ponticus Phil., Frag.(1409: 001)“Herakleides Pontikos”, Ed. Wehrli, F.


Basel: Schwabe, 1969; Die Schule des Aristoteles, vol. 7, 2nd edn..Fragment 172, l. 1

  Ἡρακλείδης μὲν οὖν καὶ ἄλλοι λύειν ἐπεχείρουν οὕτως· ἐπεὶ γὰρ μυθεύεται
  τοὺς μετ' Ἰδομενέως ἀπὸ Τροίας ἀποπλεύσαντας πορθῆσαι Λύκτον καὶ τὰς
  ἐγγὺς πόλεις, ἃς ἔχων Λεύκων ὁ Τάλω πόλεμον ἐξήνεγκε τοῖς ἐκ Τροίας
  ἐλθοῦσιν, εἰκότως ἂν φαίνοιτο μᾶλλον τοῦ ποιητοῦ ἡ ἀκρίβεια ἢ ἐναντιο-
  λογία τις. οἱ μὲν γὰρ εἰς Τροίαν ἐλθόντες ἐξ ἑκατὸν ἦσαν πόλεων. τοῦ δὲ
  Ὀδυσσέως εἰς οἶκον ἥκοντος ἔτει δεκάτῳ μετὰ Τροίας ἅλωσιν καὶ φήμης
334

  διηκούσης ὅτι πεπόρθηνται δέκα πόλεις ἐν Κρήτῃ καὶ οὐκ εἰσί πως συνῳκις-
  μέναι, μετὰ λόγου φαίνοιτ' ἂν Ὀδυσσεὺς λέγων ἐνενηκοντάπολιν τὴν Κρή-
  την, ὥστε εἰ μὴ τὰ αὐτὰ περὶ τῶν αὐτῶν λέγει, οὐ μέντοι διὰ τοῦτο καὶ
  ψεύδεται.
   Schol. Venet. B HomeΓ 236: ἀπίθανον εἶναι δοκεῖ
  ἐννέα ἐτῶν διελθόντων τοῖς Ἕλλησιν ἐν Ἰλίῳ μηδένα τῶν βαρβάρων ἀπαγ-
  γεῖλαι τῇ Ἑλένῃ περὶ τῶν ἀδελφῶν, εἴτε καὶ αὐτοὶ ἀφίκοντο εἰς τὸν πόλεμον
  εἴτε ὅλως οὐκ ἦλθον εἰς τὴν Τροίαν ἢ ἐλθόντες οὐκ ἐξῆλθον εἰς τὴν μάχην.
  οὐ γὰρ ἐνῆν τοιούτους ὄντας μὴ οὐχ ὑπὸ πάντων γινώσκεσθαι, παρόντας
  εἰς τὴν Τροίαν. λέγει δὲ Ἡρακλείδης ὅτι ἄλογον ἦν ὄντως τοῦτο, εἰ δια-
  τελεσάντων ἐν τῇ Τροίᾳ πάντων Ἑλλήνων ἐννέα ἔτη μηδὲν περὶ τῶν ἀδελ-
  φῶν ἔσχεν Ἑλένη λέγειν.

Heraclitus Phil., Allegoriae (= Quaestiones Homericae) (1414: 001)


“Héraclite. Allégories d'Homère”, Ed. Buffière, F.Paris: Les Belles Lettres, 1962.
Ch.43, sec. 8, l. 1

         Ἀλλ' οὐκ ἔστι ταῦτα χαλκεύων


Ἀχιλλεῖ πανοπλίαν Ἥφαιστος οὐδ' ἐν οὐρανῷ βουνοὶ
χαλκοῦ καὶ κασσιτέρου, ἀργύρου τε καὶ χρυσοῦ εἰσιν·
ἀμήχανον γὰρ τὰς ἀηδεῖς καὶ φιλαργύρους γῆς νόσους
ἐπ' οὐρανὸν ἀναβῆναι.  
 Φυσικῶς δὲ τῆς ἀμόρφου ποτὲ καὶ μὴ διακεκριμένης
ὕλης τὸν καιρὸν ἀποφηνάμενος εἶναι νύκτα, δημιουργόν,
ἡνίκα ἔμελλε πάντα μορφοῦσθαι, τὸν Ἥφαιστον ἐπέστησε,
τουτέστι τὴν θερμὴν οὐσίαν· «πυρὸς» γὰρ δὴ, κατὰ τὸν
φυσικὸν Ἡράκλειτον, «ἀμοιβὴ τὰ πάντα» γίνεται.
Ὅθεν συνοικοῦσαν οὐκ ἀπιθάνως τῷ τῶν ὅλων ἀρχιτέκ-
τονι πεποίηκε τὴν Χάριν· ἔμελλε γὰρ ἤδη τῷ κόσμῳ
χαριεῖσθαι τὸν ἴδιον κόσμον.
 Ὕλαι δὲ τίνες αὐτοῦ τῆς κατασκευῆς;
  Χαλκὸν δ' ἐν πυρὶ βάλλεν ἀτειρέα κασσίτερόν τε.
 Εἰ μὲν Ἀχιλλεῖ κατεσκεύασε πανοπλίαν, πάντα
ἔδει χρυσὸν εἶναι· καὶ γὰρ οἶμαι σχέτλιον Ἀχιλλέα
μηδὲ Γλαύκῳ κατὰ τὴν πολυτέλειαν ἴσον εἶναι.

Heraclitus Phil., Allegoriae (= Quaestiones Homericae) Ch.73, sec. 10, l. 1

         Οὐκοῦν χρυσόρραπιν εἶπε τὸν λόγον ἐκ τοῦ


δύνασθαι καλῶς βουλεύεσθαί τε καὶ ῥάπτειν πράγματα.
 Παραστὰς οὖν οὗτος ὁ λογισμὸς ἀπὸ τῆς ἀκρατοῦς
ὀργῆς ἐπέπληξεν αὐτῷ μάτην κατασπεύδοντι·
  Τίφθ' αὕτως, δύστηνε, δι' ἀκρίας ἔρχεαι οἶος,
  χώρου ἄιδρις ἐών;
335

Ταῦτα πρὸς αὑτὸν ἐλάλησεν Ὀδυσσεὺς μετανοοῦντι


λογισμῷ τὴν πρότερον ὁρμὴν ἀναχαλινώσας.
 Τὴν δὲ φρόνησιν οὐκ ἀπιθάνως μῶλυ, μόνους εἰς
ἀνθρώπους ἢ μόλις εἰς ὀλίγους ἐρχομένην·

Hieronymus Phil., Frag.(1430: 001)“Hieronymos von Rhodos. Kritolaos und seine


Schüler”, Ed. Wehrli, F.Basel: Schwabe, 1969; Die Schule des Aristoteles, vol. 10,
2nd edn..Fragment 19, l. 11

 Stobaeus Ecl. II 31, 121 pag. 233 W: Ἱερωνύμου. δεῦρο δὴ καὶ


σκεψώμεθα περὶ τῆς τῶν παίδων ἀγωγῆς, τίνα τρόπον διειλήφασιν οἱ πατέρες·
οὐ γὰρ μόνον ἐν τοῖς πρότερον, ἀλλὰ καὶ ἐν τούτοις εὑρήσομεν αὐτοὺς οὐ μικρὰ
διαφωνοῦντας· οἵτινες πρῶτον μὲν βαρβάροις παραβαλόντες τοὺς παῖδας
παιδαγωγοῖς καὶ τούτων ἀκούειν κελεύσαντες ἱκανῶς ἐπιμελεῖσθαι νομίζουσιν,
ὥσπερ τοῦ κατὰ πόδας ἀκολουθήσοντος, ἀλλ' οὐ τοῦ καλῶς ἡγησομένου δεομέ-
νων παιδίων καὶ τοῦ φυλάξοντος καθάπερ συβώτου μὴ πλανηθῇ, ἀλλ' οὐχὶ ...
διὸ καὶ τὸν ἐκ τῶν ἐργατῶν ἀποδοκιμασθέντα, τοῦτον ἐπὶ παιδαγωγίᾳ κατατάτ-
τουσι, τὰ φύσει τιμιώτατα τοῖς εὐτελεστάτοις διδόντες. ὅθεν καὶ Περικλῆς, οἰκέ-
του ποτὲ πεσόντος ἀπὸ ἐλαίας καὶ τὸ σκέλος συντρίψαντος· «νέος ἄρα, ἔφη,
παιδαγωγὸς πέφηνεν», οὐκ ἀπιθάνως τῆς ὑπουργίας τὴν ἀτιμίαν σκώψας.
 Plutarchus De audiendo XVIII 48a: ἕτεροι δὲ προσοχῆς καὶ
δριμύτητος ἐν οὐ δέοντι θηρώμενοι δόξαν ἀποκναίουσι λαλιᾷ καὶ περιεργίᾳ τοὺς
λέγοντας, ἀεί τι προσδιαποροῦντες τῶν οὐκ ἀναγκαίων καὶ ζητοῦντες ἀποδείξεις
τῶν οὐ δεομένων. «οὕτως ὁδὸς βραχεῖα γίγνεται μακρά», ὥς φησι Σοφοκλῆς
(Antigone 232), οὐκ αὐτοῖς μόνον ἀλλὰ καὶ τοῖς ἄλλοις. ἀντιλαμβανόμενοι γὰρ
ἑκάστοτε κεναῖς καὶ περιτταῖς ἐρωτήσεσι τοῦ διδάσκοντος, ὥσπερ ἐν συνοδίᾳ,  
τὸ ἐνδελεχὲς ἐμποδίζουσι τῆς μαθήσεως ἐπιστάσεις καὶ διατριβὰς λαμβανούσης.
οὗτοι μὲν οὖν κατὰ τὸν Ἱερώνυμον ὥσπερ οἱ δειλοὶ καὶ λίχνοι σκύλακες τὰ δέρ-
ματα δάκνοντες οἴκοι καὶ τὰ τίλματα τίλλοντες τῶν θηρίων αὐτῶν οὐχ ἅπτονται.
 Plutarchus De cohibenda ira 454f:

Hipparchus Astron., Geogr., Frag.geographica (1431: 002)“The geographical


fragments of Hipparchus”, Ed. Dicks, D.R.London: Athlone Press, 1960.Fragment 12,
l. 7

BOOK II

Strabo, 68 – 9
πρὸς δὲ τὴν ἀπόφασιν ταύτην ὁ Ἵππαρχος ἀντιλέγει διαβάλλων
τὰς πίστεις· οὔτε γὰρ Πατροκλέα πιστὸν εἶναι, δυεῖν ἀντιμαρτυ-
ρούντων αὐτῷ Δηιμάχου τε καὶ Μεγασθένους, οἳ καθ' οὓς μὲν
τόπους δισμυρίων εἶναι σταδίων τὸ διάστημά φασι τὸ ἀπὸ τῆς
κατὰ μεσημβρίαν θαλάττης, καθ' οὓς δὲ καὶ τρισμυρίων· τούτους γε
δὴ τοιαῦτα λέγειν, καὶ τοὺς ἀρχαίους πίνακας τούτοις ὁμολογεῖν.
ἀπίθανον δή που νομίζει τὸ μόνῳ δεῖν πιστεύειν Πατροκλεῖ, παρέντας
τοὺς τοσοῦτον ἀντιμαρτυροῦντας αὐτῷ, καὶ διορθοῦσθαι παρ' αὐτὸ
τοῦτο τοὺς ἀρχαίους πίνακας, ἀλλὰ μὴ ἐᾶν οὕτως, ἕως ἄν τι πιστότε-
ρον περὶ αὐτῶν γνῶμεν.  
336

Hipparchus Astron., Geogr., In Arati et Eudoxi phaenomena commentariorum


libri iii (1431: 003)“Hipparchi in Arati et Eudoxi phaenomena commentariorum libri
iii”, Ed. Manitius, C.Leipzig: Teubner, 1894.Book 1, Ch.4, sec. 5, l. 4

μέρους τῆς σπείρας ἀμφότεραι ἔκειντο αἱ Ἄρκτοι. ἔτι


δὲ ἀγνοεῖ περὶ τοῦ Δράκοντος λέγων οὕτως·
58  λοξὸν δ' ἐστὶ κάρη, νεύοντι δὲ πάμπαν ἔοικεν
  ἄκρην εἰς Ἑλίκης οὐρήν, μάλα δ' ἐστὶ κατ' ἰθὺ
  καὶ στόμα καὶ κροτάφοιο τὰ δεξιὰ νειάτῳ οὐρῇ.
οὐ γὰρ ὁ δεξιὸς κρόταφος, ἀλλ' ὁ ἀριστερὸς ἐπ' εὐθείας
ἐστὶ τῇ γλώσσῃ τοῦ Ὄφεως καὶ τῇ ἄκρᾳ οὐρᾷ τῆς
Μεγάλης Ἄρκτου. τὸ μὲν γὰρ λέγειν, ὅτι ἀντεστραμ-
μένην τὴν κεφαλὴν τοῦ Δράκοντος ὑποτίθεται, καὶ
οὐχὶ εἰς τὰ ἐντὸς τοῦ κόσμου ἐπεστραμμένην, καθάπερ
φησὶν ὁ Ἄτταλος, τελέως ἐστὶν ἀπίθανον. ἅπαντα γὰρ
τὰ ἄστρα ἠστέρισται πρὸς τὴν ἡμετέραν θεωρίαν καὶ
ὡς ἂν πρὸς ἡμᾶς ἐστραμμένα, εἰ μή τι κατάγραφον
αὐτῶν ἐστι. φανερὸν δὲ τοῦτο ποιεῖ καὶ ὁ Ἄρατος
διὰ πλειόνων· ἐφ' ὧν γὰρ δεξιὸν ἢ ἀριστερὸν μέρος
ἄστρου διασαφεῖ, ἐπὶ πάντων συμφωνεῖ τῇ προειρημένῃ
ὑποθέσει. καὶ ἄλλως δὲ πλασματώδης ἐστὶν ἡ ὑπόθεσις
καὶ ἡρμοσμένη. καὶ τούτῳ δὲ τῷ ἀγνοήματι βοηθήσει
καὶ τῷ περὶ τὸν ἀριστερὸν πόδα τοῦ Ἐνγόνασι, περὶ
οὗ προελθόντες ἐροῦμεν.

Irenaeus Theol., Adversus haereses (libri 1–2) (1447: 001)“Sancti Irenaei episcopi
Lugdunensis libri quinque adversus haereses, vol. 1”, Ed. Haey, W.W.
Cambridge: Cambridge University Press, 1857.Book 1, Ch.Pro, sec. 1, l. 13

ζητήσεις μᾶλλον παρέχουσι, καθὼς ὁ Ἀπόστολός φησιν, ἢ


οἰκοδομὴν Θεοῦ τὴν ἐν πίστει· καὶ διὰ τῆς πανούργως συγ-
κεκροτημένης πιθανότητος παράγουσι τὸν νοῦν τῶν ἀπειρο-
τέρων, καὶ αἰχμαλωτίζουσιν αὐτοὺς, ῥᾳδιουργοῦντες τὰ λόγια
Κυρίου, ἐξηγηταὶ κακοὶ τῶν καλῶς εἰρημένων γινόμενοι· καὶ
πολλοὺς ἀνατρέπουσιν, ἀπάγοντες αὐτοὺς προφάσει γνώσεως
ἀπὸ τοῦ τόδε τὸ πᾶν συστησαμένου καὶ κεκοσμηκότος, ὡς
ὑψηλότερόν τι καὶ μεῖζον ἔχοντες ἐπιδεῖξαι τοῦ τὸν οὐρανὸν,
καὶ τὴν γῆν, καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς πεποιηκότος Θεοῦ·
πιθανῶς μὲν ἐπαγόμενοι διὰ λόγων τέχνης τοὺς ἀκεραίους
εἰς τὸν τοῦ ζητεῖν τρόπον, ἀπιθάνως δὲ ἀπολλύντες αὐτοὺς
ἐν τῷ βλάσφημον καὶ ἀσεβῆ τὴν γνώμην αὐτῶν κατασκευά-
ζειν εἰς τὸν Δημιουργὸν, μηδὲ ἐν τῷ διακρίνειν δυναμένων  
τὸ ψεῦδος ἀπὸ τοῦ ἀληθοῦς· ἡ γὰρ πλάνη καθ' αὑτὴν μὲν
οὐκ ἐπιδείκνυται, ἵνα μὴ γυμνωθεῖσα γένηται κατάφωρος·
πιθανῷ δὲ περιβλήματι πανούργως κοσμουμένη, καὶ αὐτῆς τῆς
ἀληθείας ἀληθεστέραν ἑαυτὴν παρέχειν [l. παρέχει]
337

Irenaeus Theol., Adversus haereses (libri 1-2)Book 1, Ch.1, sec. 8, l. 26

στοιχεῖα; Βούλομαι δὲ καὶ αὐτὸς συνεισενεγκεῖν τι τῇ καρπο-


φορίᾳ αὐτῶν. Ἐπειδὴ γὰρ ὁρῶ τὰ μὲν γλυκέα ὕδατα ὄντα,
οἷον πηγὰς, καὶ ποταμοὺς, καὶ ὄμβρους, καὶ τὰ τοιαῦτα· τὰ
δὲ ἐπὶ ταῖς θαλάσσαις ἁλμυρά· ἐπινοῶ μὴ πάντα ἀπὸ τῶν
δακρύων αὐτῆς προβεβλῆσθαι, διότι τὸ δάκρυον ἁλμυρὸν τῇ
ποιότητι ὑπάρχει· φανερὸν οὖν, ὅτι τὰ ἁλμυρὰ ὕδατα ταῦτά
ἐστι τὰ ἀπὸ τῶν δακρύων. Εἰκὸς δὲ αὐτὴν ἐν ἀγωνίᾳ πολλῇ
καὶ ἀμηχανίᾳ γεγονυῖαν καὶ ἱδρωκέναι· ἐντεῦθεν δὴ κατὰ τὴν
ὑπόθεσιν αὐτῶν ὑπολαμβάνειν δεῖ, πηγὰς καὶ ποταμοὺς, καὶ εἴ
τινα ἄλλα γλυκέα ὕδατα ὑπάρχει, τὴν γένεσιν μὴ [l. μετεσχ.]
ἐσχηκέναι ἀπὸ τῶν δακρύων [ἱδρώτων] αὐτῆς· ἀπίθανον γὰρ,
μιᾶς ποιότητος οὔσης τῶν δακρύων, τὰ μὲν ἁλμυρὰ, τὰ δὲ
γλυκέα ὕδατα ἐξ αὐτῶν προελθεῖν· τοῦτο δὲ πιθανώτερον, τὰ
μὲν εἶναι ἀπὸ τῶν δακρύων, τὰ δὲ ἀπὸ τῶν ἱδρώτων. Ἐπειδὴ  
καὶ θερμὰ καὶ δριμέα τινὰ ὕδατά ἐστιν ἐν τῷ κόσμῳ, νοεῖν
ὀφείλεις, τὶ ποιήσασα, καὶ ἐκ ποίου μορίου προήκατο ταῦτα·
ἁρμόζουσι γὰρ τοιοῦτοι καρποὶ τῇ ὑποθέσει αὐτῶν. Διο-
δεύσασαν οὖν πᾶν πάθος τὴν Μητέρα αὐτῶν, καὶ μόγις
ὑπερκύψασαν, ἐπὶ ἱκεσίαν τραπῆναι τοῦ καταλιπόντος αὐτὴν
φωτὸς, τουτέστι τοῦ Χριστοῦ, λέγουσιν· ὃς ἀνελθὼν μὲν εἰς
τὸ πλήρωμα, αὐτὸς μὲν εἰκὸς ὅτι ὤκνησεν ἐκ δευτέρου

Manetho Hist., Frag.(1477: 003)“FHG 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–
1870.Fragment 50a, l. 70

κησαν ἢ Δαναὸν εἰς Ἄργος ἀφικέσθαι. Καίτοι τοῦτον


ἀρχαιότατον Ἀργεῖοι νομίζουσι. Δύο τοίνυν ὁ Μανε-
θὼν ἡμῖν τὰ μέγιστα μεμαρτύρηκεν ἐκ τῶν παρ' Αἰ-
γυπτίοις γραμμάτων· πρῶτον μὲν τὴν ἑτέρωθεν ἄφιξιν
εἰς Αἴγυπτον, ἔπειτα δὲ τὴν ἐκεῖθεν ἀπαλλαγὴν, οὕτως
ἀρχαίαν τοῖς χρόνοις, ὡς ἐγγύς που προτερεῖν αὐτὴν
τῶν Ἰλιακῶν ἔτεσι χιλίοις. Ὑπὲρ ὧν δ' ὁ Μανεθὼν
οὐκ ἐκ τῶν παρ' Αἰγυπτίοις γραμμάτων, ἀλλ' ὡς αὐτὸς
ὡμολόγησεν, ἐκ τῶν ἀδεσπότως μυθολογουμένων προς-
τέθεικεν ὕστερον ἐξελέγξω κατὰ μέρος,  
ἀποδεικνὺς τὴν ἀπίθανον αὐτοῦ ψευδολογίαν.
 Syncellus:
 Ἰώσηππος δὲ ἐν τῷ δευτέρῳ
πρὸς ἔλεγχον Ἀπίωνος λόγῳ περὶ τῆς ἐξ Αἰγύπτου πο-
ρείας τοῦ λαοῦ γενομένης ἱστορῶν ἐπὶ τοῦ ιβʹ μετὰ τοὺς
προγραφέντας κεʹ, τοῦτ' ἔστι ἐπὶ τοῦ Μισφραγμουθώ-
σεως ἤτοι Φαραὼ, ϛʹ βασιλέως Αἰγύπτου, κατὰ τὴν
ιηʹ παρὰ τῷ Μανέθωνι δυναστείαν, λζʹ ὄντος ἀπὸ τοῦ
Μεστραῒμ, χρόνον ἡμῖν ἐξέθετο Αἰγυπτίων βασιλέων
κγʹ, ἐτῶν δὲ φϙδʹ (594), ἀρξάμενος ἀπὸ τοῦ κοσμι-
κοῦ ͵γυοζʹ ἔτους καὶ λήξας εἰς τὸ ͵δοʹ ἔτος, οὐκ ἐν πᾶσιν
338

Manetho Hist., Frag.Fragment 54, l. 13


ἀρχαιότητος ἐχρησάμην. Ὁ γὰρ Μανεθὼν οὗτος, ὁ τὴν
Αἰγυπτιακὴν ἱστορίαν ἐκ τῶν ἱερῶν γραμμάτων μεθερ-
μηνεύειν ὑπεσχημένος, προειπὼν τοὺς ἡμετέρους προγό-
νους πολλαῖς μυριάσιν ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον ἐλθόντας
κρατῆσαι τῶν ἐνοικούντων, εἶτ' αὐτὸς ὁμολογῶν χρόνῳ  
πάλιν ὕστερον ἐκπεσόντας τὴν νῦν Ἰουδαίαν κατασχεῖν,
καὶ κτίσαντες Ἱεροσόλυμα τὸν νεὼν κατασκευάσασθαι,
μέχρι μὲν τούτων ἠκολούθησε ταῖς ἀναγραφαῖς, ἔπειτα
δὲ δοὺς ἐξουσίαν αὑτῷ, διὰ τοῦ φάναι γράψειν τὰ μυ-
θευόμενα καὶ λεγόμενα περὶ τῶν Ἰουδαίων, λόγους
ἀπιθάνους παρενέβαλεν (), ἀναμῖξαι βουλόμενος ἡμῖν
Αἰγυπτίων πλῆθος λεπρῶν καὶ ἐπὶ ἄλλοις ἀρρωστήμα-
σιν, ὥς φησι, φυγεῖν ἐκ τῆς Αἰγύπτου καταγνωσθέντων.
Ἀμένωφιν γὰρ βασιλέα προσθεὶς, ψευδὲς ὄνομα (), καὶ
διὰ τοῦτο χρόνον αὐτοῦ τῆς βασιλείας ὁρίσαι μὴ τολμή-
σας, καίτοι γε ἐπὶ τῶν ἄλλων βασιλέων ἀκριβῶς τὰ
ἔτη προστιθεὶς, τούτῳ προσάπτει τινὰς μυθολογίας,
ἐπιλαθόμενος σχεδὸν ὅτι πεντακοσίοις ἔτεσι καὶ ὀκτω-
καίδεκα πρότερον ἱστόρηκε γενέσθαι τὴν τῶν ποιμένων
ἔξοδον εἰς Ἱεροσόλυμα· Τέθμωσις γὰρ ἦν βασιλεὺς ὅτε
ἐξῄεσαν.

Manetho Hist., Frag.Fragment 85a, l. 4

[ΤΑ ΠΡΟΣ ἩΡΟΔΟΤΟΝ.]

 Etym. M. Λεοντοκόμος: Τὸ λέων παρὰ τὸ λάω,


τὸ θεωρῶ· ὀξυδερκέστατον γὰρ τὸ θηρίον, ὥς φησι Μα-
νέθων ἐν τῷ Πρὸς Ἡρόδοτον· ὅτι οὐδέποτε καθεύδει
ὁ λέων, τοῦτο δὲ ἀπίθανον.
 Eustath. ad Il. Λ, 480:
(Τινὲς λέγουσιν) ὅτι ἐκ τοῦ λάω, τὸ βλέπω, γίνεται
ὥσπερ ὁ λέων, οὕτω καὶ ὁ λὶς, κατὰ τὸν γραμματικὸν
Ὦρον, ὡς ὀξυδερκὴς, καὶ ὅτι, ὥς φησι Μανέθων ἐν
τοῖς Πρὸς Ἡρόδοτον, οὐ καθεύδει ὁ λέων.  

Megasthenes Hist., Frag.(1489: 003)“FHG 2”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–
1870.Fragment 29, l. 22

Πυγμαίων γερανομαχίαν, τρισπιθάμους εἰπόντες· οὗτοι


δὲ καὶ τοὺς χρυσωρύχους μύρμηκας καὶ Πᾶνας σφηνο-
κεφάλους ὄφεις τε καὶ ἐλάφους σὺν κέρασι καταπίνον-
339

τας· περὶ ὧν ἕτερος τὸν ἕτερον ἐλέγχει, ὅπερ καὶ


Ἐρατοσθένης φησίν. Ἐπέμφθησαν μὲν γὰρ εἰς τὰ Πα-
λίμβοθρα, ὁ μὲν Μεγασθένης πρὸς Σανδρόκοττον, ὁ δὲ
Δηίμαχος πρὸς Ἀλλιτροχάδην τὸν ἐκείνου υἱὸν κατὰ
πρεσβείαν· ὑπομνήματα δὲ τῆς ἀποδημίας κατέλιπον
τοιαῦτα, ὑφ' ἡσδήποτε αἰτίας προαχθέντες. Πατρο-
κλῆς δὲ ἥκιστα τοιοῦτος· καὶ οἱ ἄλλοι δὲ μάρτυρες οὐκ
ἀπίθανοι, οἷς κέχρηται ὁ Ἐρατοσθένης.

Melissus Phil., Testimonia (1494: 001)“Die Fragmente der Vorsokratiker, vol. 1, 6th
edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Rep1966.Fragment 6, l. 6

 ρων φαίνεσθαι χωρὶς ἀλλήλων ταῦτα, ἀλλ' οὕτως συγκεῖσθαι


 ταχθέντα ὥστε ὁτιοῦν τοῦ μιγνυμένου παρ' ὁτιοῦν ὧι μίγνυται γίγνεσθαι μέ-
ρος οὕτως, ὥςτε μὴ ἂν ληφθῆναι συγκείμενα, ἀλλὰ μεμιγμένα.
 μηδ' ὁποσαοῦν αὐτοῦ μέρη. ἐπεὶ γὰρ οὐκ ἔτι σῶμα [τὸ] ἐλά-
 χιστον, ἅπαν ἅπαντι μέρος μέρος μέμικται ὁμοίως καὶ τὸ ὅλον.
 HIPP. de nat. hom. 1 [VI 34 L.] ἀλλ' ἔμοιγε δοκέουσιν οἱ τοιοῦτοι ἄνθρω-
ποι αὐτοὶ σφᾶς αὐτοὺς καταβάλλειν ἐν τοῖσιν ὀνόμασι. τῶν λόγων αὐτῶν ὑπὸ
ἀσυνεσίης, τὸν δὲ Μελίσσου λόγον ὀρθοῦν. GAL. CMG V 9, 1, 17, 16 φανερῶς οὖν
ἐν τούτωι τῶι λόγωι παντὶ τοῖς ἕν τι μόνον τῶν τεσσάρων στοιχείων ἡγουμένοις
εἶναι τὸν ἄνθρωπον ἀντιλέγει καί φησιν αὐτοὺς ἁμαρτάνειν. οὐχ ὅτι γὰρ μηδὲν
ἀποδεικνύουσιν, ἀλλ' ἐσχάτως ἀπίθανος ἦν ὁ λόγος αὐτῶν· ἓν μὲν γάρ τι τῶν τες-
σάρων εἶναι τὸν ἄνθρωπον οὐ κατασκευάζουσι, τὸν δὲ Μελίσσου λόγον ὀρθοῦσιν
ἡγουμένου μὲν ἓν εἶναι καὶ αὐτοῦ τούτου, οὐ μὴν ἐκ τῶν τεσσάρων γ' ἕν τι τού-
των, ἀέρος καὶ γῆς ὕδατός τε καὶ πυρός. ἔοικε δὲ ὁ ἀνὴρ οὗτος ἐννοῆσαι μὲν εἶναί
τινα οὐσίαν κοινὴν ὑποβεβλημένην τοῖς τέσσαρσι στοιχείοις, ἀγένητόν τε καὶ
ἄφθαρτον, ἣν οἱ μετ' αὐτὸν ὕλην ἐκάλεσαν, οὐ μὴν διηρθρωμένως γε δυνηθῆναι
τοῦτο δηλῶσαι. ταύτην δ' οὖν αὐτὴν τὴν οὐσίαν ὀνομάζει τὸ ἓν καὶ τὸ πᾶν.

Numenius Phil., Frag.(1542: 001)“Numénius. Fragments”, Ed. des Places, É.


Paris: Les Belles Lettres, 1974.Fragment 1c, l. 3

(Id., ibid., IV, 51; I, p. 324, 18 – 23 Koetschau;


II, p. 316, 14 – 20 Borret)

 Ἐγὼ δ' οἶδα καὶ Νουμήνιον τὸν Πυθαγόρειον ... πολλαχοῦ


τῶν συγγραμμάτων αὐτοῦ ἐκτιθέμενον τὰ Μωϋσέως καὶ
τῶν προφητῶν καὶ οὐκ ἀπιθάνως αὐτὰ τροπολογοῦντα,
ὥσπερ ἐν τῷ καλουμένῳ Ἔποπι καὶ ἐν τοῖς Περὶ ἀριθμῶν
καὶ ἐν τοῖς Περὶ τόπου. Ἐν δὲ τῷ τρίτῳ Περὶ τἀγαθοῦ ...

Numenius Phil., Frag.Fragment 36, l. 3


340

(Porphyr., Περὶ τοῦ πῶς ἐμψυχοῦται τὰ ἔμβρυα, p. 34, 20 – 35,


2 Kalbfleisch in Abhandlungen ... Berlin, 1895)

 Εἰ δὲ δυνάμει ζῷον ὡς τὸ δεδεγμένον τὴν ἕξιν ἢ μᾶλλον


ζῷον ἐνεργείᾳ ἦν τὸ ἔμβρυον, δύσκολον μὲν τὸν καιρὸν
ἀφορίσαι τῆς εἰσκρίσεως, καὶ πολύ γε τὸ ἀπίθανον ἕξει
καὶ πλασματῶδες ὁποῖος ἂν εἶναι ἀφορισθῇ, τοῦ μὲν
ὅταν καταβληθῇ τὸ σπέρμα τὸν καιρὸν τοῦτον ἀποδι-
δόντος ὡς ἂν μηδ' οἵου τ' ὄντος ἐν τῇ μήτρᾳ γονίμως
κρατηθῆναι μήτι γε ψυχῆς ἔξωθεν τῇ εἰσκρίσει ἑαυτῆς
τὴν σύμφυσιν ἀπεργασαμένης – κἀνταῦθα πολὺς ὁ
Νουμήνιος καὶ οἱ τὰς Πυθαγόρου ὑπονοίας ἐξηγούμενοι,
καὶ τὸν παρὰ μὲν τῷ Πλάτωνι ποταμὸν Ἀμέλητα, παρὰ
δὲ τῷ Ἡσιόδῳ καὶ τοῖς Ὀρφικοῖς τὴν Στύγα, παρὰ δὲ
τῷ Φερεκύδῃ τὴν ἐκροὴν ἐπὶ τοῦ σπέρματος ἐκδεχόμενοι,
τοῦ δ' ὅταν ...  

Palaephatus Myth., De incredibilibus (1553: 001)“Palaephati περὶ ἀπίστων”, Ed.


Festa, N.Leipzig: Teubner, 1902; Mythographi Graeci 3.2.Sec. 42, l. 3

[Περὶ Ἰοῦς.]

 Φασὶ τὴν Ἰὼ ὡς ἐκ γυναικὸς βοῦς γενομένη


καὶ οἰστρήσασα, διὰ τῆς θαλάσσης εἰς Αἴγυπτον
ἐξ Ἄργους ἀφίκετο. ὅπερ ἐστὶν ἀπίθανον, τὸ
καὶ τοσαύτας ἡμέρας ἄσιτον μένειν. τὸ δὲ ἀληθὲς
ἔχει ὧδε. Ἰὼ βασιλέως τῶν Ἀργείων ἦν θυγάτηρ.
ταύτῃ οἱ ἀπὸ τῆς πόλεως τιμὴν ἔδωκαν ἱέρειαν εἶναι
τῆς Ἥρας τῆς Ἀργείας. αὕτη ἔγκυος γενομένη καὶ
δείσασα τὸν πατέρα καὶ τοὺς πολίτας ἔφυγεν ἐκ τῆς
πόλεως. οἱ δὲ Ἀργεῖοι κατὰ ζήτησιν ἐξιόντες, ὅπου
δἂν εὗρον συλλαμβάνοντες ἐν δεσμοῖς εἶχον. ἔλεγον
οὖν “ὥσπερ βοῦς οἰστρήσασα διαφεύγει” καὶ  
τελευταῖον ἐμπόροις τισὶ ξένοις δίδωσιν ἑαυτὴν καὶ
ἱκετεύει ἐξάγειν εἰς Αἴγυπτον,

Persaeus Phil., Frag.(1574: 001)“Stoicorum veterum fragmenta, vol. 1”, Ed. von
Arnim, J.Leipzig: Teubner, 1905, Rep1968.Fragment 448, l. 3
ἐπὶ πλ(οίου .......π(ρ)ὸς ἐν...
 Ind. Stoic. Herc. col. XXXI. ὑπο)μένων ἀκούειν καὶμετα-
τίθεσθαι. Διὸ καίποτε Περσαίου πρός τι|νας εἰπόντος, ὡς ἐπύ|-
θετ' ἐπὶ τὴν ἡδονὴναὐτὸν (scil. Dionysium) μεταβε(βληκέ)|ναι
διότι ἠβού(λετο)ἀκοῦσα(ι) πρότε(ρον ὑ)|πὸ τῆς ἀκρότ(ητος)αὐτόν,
341

κατ(ὰ τὸ λεγό)|μενο(ν, τῶν ὀδυνῶν ἀποθανεῖν etc.)  


 Epiphanius adhaeres. III 38 (DG p. 592, 34). Περσαῖος
τὰ αὐτὰ Ζήνωνι ἐδογμάτισε.
 Philodemus de pietate 9 (DG p. 544b 28). Περσα(ῖος δὲ)
δῆλός ἐστιν –  – (ἀφανί)ζω(ν) τὸ (δ)αιμόνιο(ν) ἢ μηθὲ(ν ὑπ)ὲρ αὐ-
τοῦ γινώσκων, ὅταν ἐν τῷ Περὶ θεῶν μὴ (ἀπί)θανα λέγῃ φαίνεσθαι
τὰ περὶ (τοῦ) τὰ τρέφοντα καὶ ὠφελοῦν(τ)α θεοὺς νενομίς(θα)ι καὶ
τετειμῆσθ(αι) πρῶτ(ο)ν ὑπὸ (Προ)δίκου γεγραμμένα, μ(ε)τὰ δὲ ταῦτα
τοὺ(ς εὑρ)όντας ἢ τροφὰς ἢ (ς)κέπας ἢ τὰς ἄλλας τέχνας (ὡς Δ)ή-
μητρα (κ)αὶ Δι(όνυσον) καὶ τοὺ(ς etc.

Phaenias Phil., Frag.(1578: 001)“Phainias von Eresos. Chamaileon. Praxiphanes”,


Ed. Wehrli, F.Basel: Schwabe, 1969; Die Schule des Aristoteles, vol. 9, 2nd edn..
Fragment 32, l. 4

φησι Φανίας ἐν τῷ περὶ τῶν Σωκρατικῶν, τί ποιῶν καλὸς κἀγαθὸς ἔσοιτο, ἔφη·
“εἰ τὰ κακὰ ἃ ἔχεις ὅτι φευκτά ἐστι μάθοις παρὰ τῶν εἰδότων.”
 Diogenes Laert. II 65: οὗτος (sc. Ἀρίστιππος) σοφιστεύσας,
  ὥς φησι Φανίας ὁ Περιπατητικὸς ὁ Ἐρέσιος, πρῶτος τῶν Σωκρατικῶν
  μισθοὺς εἰσεπράξατο καὶ ἀπέστειλε χρήματα τῷ διδασκάλῳ. καί ποτε
  πέμψας αὐτῷ μνᾶς εἴκοσι παλινδρόμους ἀπέλαβεν, εἰπόντος Σωκράτους
  τὸ δαιμόνιον αὐτῷ μὴ ἐπιτρέπειν· ἐδυσχέραινε γὰρ ἐπὶ τούτῳ.
 Athenaeus 352 c: Φαινίας δ' ὁ Περιπατητικὸς ἐν δευτέρῳ περὶ
ποιητῶν· “Στρατόνικος, φησίν, ὁ Ἀθηναῖος δοκεῖ τὴν πολυχορδίαν εἰς τὴν ψιλὴν
κιθάρισιν πρῶτος εἰσενεγκεῖν καὶ πρῶτος μαθητὰς τῶν ἁρμονικῶν ἔλαβε καὶ
διάγραμμα συνεστήσατο. ἦν δὲ καὶ ἐν τῷ γελοίῳ οὐκ ἀπίθανος.”
 Clemens Stromateis I cap. XXI 131, 6: ναὶ μὴν καὶ Τέρ-
  πανδρον ἀρχαίζουσί τινες· Ἑλλάνικος γοῦν (F Gr Hist 4 F 85 b) τοῦτον
  ἱστορεῖ κατὰ Μίδαν γεγονέναι, Φανίας δὲ πρὸ Τερπάνδρου τιθεὶς Λέσχην
  τὸν Λέσβιον Ἀρχιλόχου νεώτερον φέρει τὸν Τέρπανδρον, διημιλλῆσθαι δὲ
  τὸν Λέσχην Ἀρκτίνῳ καὶ νενικηκέναι.

Philo Mech., Belopoeica (1599: 001)“Philons Belopoiika”, Ed. Diels, H., Schramm,
E.Berlin: Reimer, 1919; Abhandlungen der preussischen Akademie der
Wissenschaften, Philosoph.–hist. Kl., no. 16.Thevenot p. 58, l. 50

τε τοξείας καὶ βάρει τῶν βαλλομένων, λέγω δὲ


οἷον κατά τε τόξου καὶ ἀκοντίου καὶ σφενδό-
νης. καὶ γὰρ τὸ μὲν ἐξ ἀρχῆς ἐπινοῆσαί τι
καὶ τὸ κατὰ τὴν ἐπίνοιαν ἐξεργάσασθαι
μείζονος φύσεώς ἐστιν· τὸ δὲ εἰς διόρθωσιν ἢ
μετάθεσιν ἀγαγεῖν τὸ ὑπάρχον εὐχερέστε-
ρον εἶναι δοκεῖ· πλὴν πολλῶν σφόδρα ἐτῶν διελη-
λυθότων, ἀφ' οὗ τὴν σύνταξιν εὑρῆσθαι τήνδε
             συμ-βαίνει, καὶ πολλῶν γεγονότων, ὅπερ εἰκός, καὶ
μηχανικῶν καὶ βελοποιῶν, ἀπίθανον ἄν τις φαίη
        μηθένα τετολμηκέναι
342

παρεκβῆναι τὴν ὑποκειμένην μέθοδον.

Philoxenus Gramm., Frag.(1602: 001)“Die Fragmente des Grammatikers


Philoxenos”, Ed. Theodoridis, C.Berlin: De Gruyter, 1976; Sammlung griechischer
und lateinischer Grammatiker 2.Fragment 120, l. 5

O86, 20 in sede Philoxeni: κλίνω· παράγωγόν ἐστι τοῦ κλῶ· ὥσπερ


γὰρ κλάσιν λαμβάνει τῆς ὀρθότητος στερισκόμενα τὰ κλινόμενα. κατ'
ἔνδειαν τοῦ μ, ὡς καλύπτω καλύψω.  
O85, 10 (unde Cyrilli Lex. codd. BmN, vide Bühler, Beiträge p. 100;
de cod. b vide Cramer, AP 4, 185, 4): κλύω· παρὰ τὸ κλῶ, τὸ φωνῶ,
πλεονασμῷ τοῦ υ κλύω. οὕτως Φιλόξενος.
Et. Gen. AB s. κνυζώσω (cf. EM 522, 47. 52 multo brevius): κνυζώ-
σω· ... καί τινες μὲν λέγουσιν ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν κυνῶν· κυνὸς γὰρ καὶ
κυνῶ καὶ κνυζῶ, ὅπερ ἐστὶν ἀπρεπές. οἱ δὲ παρὰ τὴν κόνυζαν, οἷον “χα-
μαιζήλοιο κονύζης” (Nic. Th. 70), γίνεσθαι κονυζῶ, ὡς ῥίζα ῥιζῶ, ὅπερ
ἐστὶν ἀπίθανον. ἄμεινον οὖν Φιλοξένῳ συγκατατίθεσθαι, ὅτι
ἀπὸ τοῦ κνῶ γίνεται παράγωγον κναίω τὸ σημαῖνον τὸ διαφθείρειν, ὡς
Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσιν (771)· “ἐπὶ ταυτησὶ κατακνησθείην ἐν μυττω-
τῷ μετὰ τυροῦ”. παραιτητέον δὲ τοὺς μεταγράφοντας τὸ κατακνη-
σθείην. καὶ παρὰ Ἀριστοφάνει ἐν Ἀναγύρῳ (f63 K.)· “ἀλλ' Ἀρι-
φράδη δέδοικα μὴ τὰ πράγματα ἡμῶν διακναίσῃ”. παρὰ δὲ τὸ κνῶ
μονοσύλλαβον γέγονεν καὶ κνημῶ· “ἀλλ' ἔστιν γογγύλιόν τι συγ-
κνημωθέντες” (incerti auctoris). παρὰ οὖν τὸ κνῶ κνίζω, ὡς στῶ στίζω,
πρῶ πρίζω· ἐξ οὗ καὶ κνῖσα, ἡ τῇ ὀσφρήσει προΐζουσα. ἀπὸ δὲ τοῦ
κνίζω γίνεται κνύζω, ἐξ οὗ καὶ τὸ κνύζα ...

Prodicus Soph., Frag.(1634: 002)“Die Fragmente der Vorsokratiker, vol. 2, 6th


edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1952, Rep1966.Fragment 5, l. 3

φλέγμα παρὰ τὸ πεφλέχθαι τῆι λέξει μὲν ἑτέρως χρῆται, φυλάττει


μέντοι τὸ πρᾶγμα κατὰ ταὐτὸ τοῖς ἄλλοις. τὴν δ' ἐν τοῖς ὀνόμασι
τἀνδρὸς τούτου καινοτομίαν ἱκανῶς ἐνδείκνυται καὶ Πλάτων [A 13ff.].
ἀλλὰ τοῦτό γε τὸ πρὸς ἁπάντων ἀνθρώπων ὀνομαζόμενον φλέγμα,
τὸ λευκὸν τὴν χρόαν, ὃ βλένναν ὀνομάζει Π., ὁ ψυχρὸς καὶ ὑγρὸς
χυμός ἐστιν οὗτος καὶ πλεῖστος τοῖς τε γέρουσι καὶ τοῖς ὁπωσδή-
ποτε ψυγεῖσιν ἀθροίζεται, καὶ οὐδεὶς οὐδὲ μαινόμενος ἂν ἄλλο τι ἢ
ψυχρὸν καὶ ὑγρὸν εἴποι ἂν αὐτόν.  
 PHILODEM. de piet. c. 9, 7 p. 75 G. Περσαῖος δὲ δῆλός ἐστιν ...
ἀφανίζων τὸ δαιμόνιον ἢ μηθὲν ὑπὲρ αὐτοῦ γινώσκων, ὅταν ἐν τῶι Περὶ θεῶν μὴ
ἀπίθανα λέγηι φαίνεσθαι τὰ περὶ τοῦ τὰ τρέφοντα καὶ ὠφελοῦντα θεοὺς νενο-
μίσθαι καὶ τετειμῆσθαι πρῶτον ὑπὸ Προδίκου γεγραμμένα, μετὰ δὲ ταῦτα τοὺς
εὑρόντας ἢ τροφὰς ἢ σκέπας ἢ τὰς ἄλλας τέχνας ὡς Δήμητρα καὶ Διόνυσον καὶ
τοὺς ... CIC. d. n. deoI 37, 118 quid?

Timaeus Hist., Testimonia (1733: 001)“FGrH #566”.Vol.-Jacobyʹ-T 3b,566,T,


343

ragment 19, l. 57

σθέντα μεταλλάξαι τὸν βίον, τί χρὴ πάσχειν Τίμαιον; πολὺ γὰρ ἂν δικαιότερον
τούτωι νεμεσήσαι τὸ δαιμόνιον ἢ Καλλισθένει (F 119a; cf. F 155) ... (8)
περὶ μὲν οὖν Ἀριστοτέλους καὶ Θεοφράστου καὶ Καλλισθένους, ἔτι δ' Ἐφόρου
καὶ Δημοχάρους, ἱκανὰ ταῦτ' ἡμῖν ἐστι πρὸς τὴν Τιμαίου καταδρομήν, ὁμοίως
δὲ καὶ πρὸς τοὺς ἀφιλοτίμως πεπεισμένους ἀληθεύειν τὸν συγγραφέα τοῦτον.
 (24) ὅτι διαπορεῖν ἔστι περὶ τῆς αἱρέσεως Τιμαίου.
... (4) ἀνάγκη τὴν
ἀκόλουθον ποιεῖσθαι διάληψιν καὶ δυσαρεστεῖσθαι κατὰ τὴν προαίρεσιν.
οὗτος γὰρ ἐν μὲν ταῖς τῶν πέλας κατηγορίαις πολλὴν ἐπιφαίνει δεινότητα
καὶ τόλμαν, ἐν δὲ ταῖς ἰδίαις ἀποφάσεσιν ἐνυπνίων καὶ τεράτων καὶ μύθων ἀπι-
θάνων καὶ συλλήβδην δεισιδαιμονίας ἀγεννοῦς καὶ τερατείας γυναικώδους ἐστὶ
πλήρης. (6) οὐ μὴν ἀλλὰ διότι γε συμβαίνει διὰ τὴν ἀπειρίαν καὶ κακοκρισίαν
πολλοὺς ἐνίοτε καθάπερ εἰ παρόντας τρόπον τινὰ μὴ παρεῖναι καὶ βλέποντας
μὴ βλέπειν, ἐκ τῶν εἰρημένων γε νῦν καὶ τῶν Τιμαίωι συμβεβηκότων γέγονε
φανερόν.

Vitae Homeri, Vita quinta (1805: 005)“Homeri opera, vol. 5”, Ed. Allen, T.W.
Oxford: Clarendon Press, 1912, Rep1969.L. 14

Ἀντίμαχον F. H. G. II. 58 f18 καὶ Νίκανδρον f14


Schn. Κολοφώνιος, κατὰ δὲ Βαγχυλίδην f48 Bl. καὶ
Ἀριστοτέλην τὸν φιλόσοφον f66 Ἰήτης, κατὰ
δ' Ἔφορον f164 καὶ τοὺς ἱστορικοὺς Κυμαῖος, κατὰ δ'
Ἀρίσταρχον καὶ Διονύσιον τὸν Θρᾷκα Ἀθηναῖος. τινὲς δὲ
καὶ Σαλαμίνιον αὐτὸν εἶναί φασιν, ἄλλοι δ' Ἀργεῖον, ἄλλοι
δ' Αἰγύπτιον ἀπὸ Θηβῶν. τοῖς δὲ χρόνοις κατὰ μέν τινας
πρὸ τῆς τῶν Ἡρακλειδῶν ἐγένετο καθόδου, ὥστε ἕνεκεν  
τούτου γιγνώσκεσθαι ὑπ' αὐτοῦ τοὺς ἐπ' Ἴλιον στρατεύ-
σαντας· τὰ γὰρ ἀπὸ τῶν Τρωικῶν ἐπὶ τὴν κάθοδον τῶν
Ἡρακλειδῶν πʹ ἔτη. τοῦτο δ' ἀπίθανον ὑπάρχει· καὶ γὰρ
αὐτὸς ὁ Ὅμηρος ὑστεροῦντα πολλοῖς χρόνοις ἑαυτὸν ἀπο-
δείκνυσι λέγων

Plotinus Phil., Enneades (2000: 001)“Plotini opera, 3 vols.”, Ed. Henry, P.,
Schwyzer, H.–R.Leiden: Brill, 1:1951; 2:1959; 3:1973.Ennead 6, Ch.4, sec. 4, l. 5

Ἀλλὰ τὸ μέρος οὐκ ὂν ἔσται, εἰ τὸ ὅλον τὸ ὂν ὑπῆρχε. Τί


οὖν, εἴ τις λέγοι καὶ τὸ σῶμα μεριζόμενον καὶ τὰ μέρη
ἔχειν σώματα ὄντα; Ἢ ὁ μερισμὸς ἦν οὐ σώματος, ἀλλὰ
τοσοῦδε σώματος, καὶ σῶμα ἕκαστον ἐλέγετο τῷ εἴδει
καθὸ σῶμα· τοῦτο δὲ οὐκ εἶχε τὸ τοσόνδε τι, ἀλλὰ οὐδ'
ὁπωσοῦν τοσόνδε.
 Πῶς οὖν τὸ ὂν καὶ τὰ ὄντα καὶ νοῦς πολλοὺς καὶ
ψυχὰς πολλάς, εἰ τὸ ὂν πανταχοῦ ἓν καὶ μὴ ὡς ὁμοειδές,
344

καὶ νοῦς εἷς καὶ ψυχὴ μία; Καίτοι ἄλλην μὲν τοῦ παντός,
τὰς δὲ ἄλλας. Ταῦτά τε γὰρ ἀντιμαρτυρεῖν δοκεῖ καὶ τὰ
εἰρημένα, εἴ τινα ἀνάγκην, ἀλλ' οὐ πειθώ γε ἔχει ἀπίθανον
νομιζούσης τῆς ψυχῆς τὸ ἓν οὕτω πανταχοῦ ταὐτὸν εἶναι.
Βέλτιον γὰρ ἴσως μερίσαντα τὸ ὅλον ὡς μηδὲν ἐλαττοῦσθαι
ἀφ' οὗ ὁ μερισμὸς γεγένηται, ἢ καὶ γεννήσαντα ἀπ' αὐτοῦ,
ἵνα δὴ βελτίοσι χρώμεθα ὀνόμασιν, οὕτω τὸ μὲν ἐᾶσαι ἐξ
αὐτοῦ εἶναι, τὰ δ' οἷον μέρη γενόμενα, ψυχάς, συμπληροῦν
ἤδη τὰ πάντα. Ἀλλ' εἰ ἐκεῖνο μένει τὸ ὂν ἐφ' ἑαυτοῦ, ὅτι
παράδοξον εἶναι δοκεῖ τὸ ἅμα ὅλον τι πανταχοῦ παρεῖναι,  
ὁ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ψυχῶν ἔσται.

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis (2001: 039)


“Themistii in Aristotelis physica paraphrasis”, Ed. Schenkl, H.Berlin: Reimer, 1900;
Commentaria in Aristotelem Graeca 5.2.Vol. 5,2, p. 4, l. 9

τετραγωνίζειν Ἱπποκράτης τε ὁ Χῖος καὶ ὁ Ἀντιφῶν. τὸν μὲν οὖν Ἱππο-


κράτους λυτέον· τὰς γὰρ ἀρχὰς φυλάττων παραλογίζεται τῷ μόνον μὲν  
ἐκεῖνον τὸν μηνίσκον τετραγωνίσαι ὃς γράφεται περὶ τὴν τοῦ τετραγώνου
πλευρὰν τοῦ εἰς τὸν κύκλον ἐγγραφομένου, ἀπόδειξιν πρὸς Ἀντι-
φῶντα δὲ οὐκέτ' ἂν ἔχοι λέγειν ὁ γεωμέτρης, ὃς ἐγγράφων τρίγωνον ἰσό-
πλευρον εἰς τὸν κύκλον καὶ ἐφ' ἑκάστης τῶν πλευρῶν ἕτερον ἰσοσκελὲς
συνιστὰς πρὸς τῇ περιφερείᾳ τοῦ κύκλου καὶ τοῦτο ἐφεξῆς ποιῶν ᾤετό
ποτε ἐφαρμόσειν τοῦ τελευταίου τριγώνου τὴν πλευρὰν εὐθεῖαν οὖσαν τῇ
περιφερείᾳ. τοῦτο δὲ τὴν ἐπ' ἄπειρον τομὴν ἀναιροῦντος ἣν ὑπόθεσιν ὁ
γεωμέτρης λαμβάνει. πρῶτον μὲν οὖν διὰ τοῦτο ἄξιον ἦν παραιτήσασθαι
τὸν Παρμενίδου καὶ Μελίσσου λόγον, ἔπειτα ὅτι καὶ ἀπίθανος καὶ παρά-
δοξος τῶν ἀνδρῶν ἡ δόξα. τί γὰρ διαφέρει τὸ λέγειν ἓν τὸ ὂν τοῦ λέγειν
Δίωνα τὸ ὂν εἶναι, ἢ πρὸς ἄλλην θέσιν τινὰ διαλέγεσθαι τῶν λόγου ἕνεκα
λεγομένων, ὡς Ἡράκλειτος ἔλεγε ταὐτὸν εἶναι τὰ ἐναντία; καὶ οἱ λόγοι δὲ
ἀμφοτέρων οἷς κέχρηνται, ἄντικρύς εἰσιν ἐριστικοί· καὶ γὰρ τὰς προτάσεις
ψευδεῖς καὶ τὸ σχῆμα φέρουσιν ἀσυλλόγιστον, φορτικώτερος δὲ ὁ Μελίσσου·
ποιεῖ γὰρ οὐδ' ἡντιναοῦν ἀπορίαν. οὐ μὴν ἀλλ' ἐπειδὴ περὶ φύσεως μὲν
οὐδὲν λέγουσιν (πῶς γὰρ οἵ γε ἀναιροῦντες τὴν φύσιν;), φυσικὰς δὲ ἀπορίας
συμβαίνει λέγειν αὐτοῖς, τὰς ἐκ τοῦ κενοῦ καὶ τοῦ ἀπείρου καὶ τῆς κινή-
σεως, ἴσως ἔχει καλῶς ἐπὶ μικρὸν διαλεχθῆναι περὶ αὐτῶν· εἰ γὰρ καὶ
φυσικῷ μὴ προσήκων ὁ λόγος,

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis Vol. 5,2, p. 127, l. 3

οὖν ἐνταῦθα τοῦ κενοῦ χρεία, ἵνα μὴ σῶμα διὰ σώματος χωρήσῃ; ὃν γὰρ
εἶχε τόπον τουτὶ τὸ μόριον ἐν τῷ ὕδατι, τοῦτον ἔχει τὸ ἕτερον νῦν.
 Δεύτερον τοίνυν ἔλεγον, ‘εἰ πυκνοῦται τὰ σώματα, ἔσται κενόν· συνίε-
ται γὰρ εἰς τοῦτο’. καὶ τοῦτο δὲ ψεῦδος· πυκνοῦται γὰρ ἐκθλιβομένου
τοῦ λεπτοῦ σώματος καὶ οἷον ἐκπυρηνίζοντος, οἷον ὕδωρ μὲν πιλοῦται
ἀέρος ἐκπυρηνιζομένου καὶ ἀὴρ δὲ πυρός, γῆ δὲ ὕδατος· ἐγκέκραται γὰρ
ἀεὶ λεπτότερόν τι τῷ παχυτέρῳ, διὸ πυρὸς πίλησις οὐκ ἔστι.  
 Τρίτον φασὶν ‘εἰ αὔξησις ἔστιν, καὶ διάστημα· σῶμα γὰρ οὐ χωρεῖ
345

διὰ σώματος’. εἰ μὲν οὖν αὔξησιν λέγουσιν πᾶσαν μεγέθους ἐπίδοσιν,


ἀπιθάνως ψεύδονται· πάνυ πολλὰ γὰρ αὔξεται εἰς πλείονα ὄγκον μηδὲ
προσθήκης τινὸς αὐτοῖς γινομένης, ὡς καὶ τὸ ὕδωρ, ἡνίκα ἂν εἰς ἀέρα
μεταβληθῇ. ἐνταῦθα ὁ μὲν ὄγκος αὔξεται, σῶμα δὲ οὐ προστίθεται. εἰ
δὲ τὴν κυρίως τὴν ἐκ τῆς τροφῆς, οὐκέτι ὑπ' ἄλλων, ἀλλὰ τοῖς αὑτῶν
πτεροῖς ἁλίσκονται τὸ τοῦ λόγου· ὅλως γὰρ ὁ περὶ τῆς αὐξήσεως λόγος
αὐτὸς ἑαυτὸν ἐπιλυμαίνεται. ἵνα γὰρ λύσῃ κοινὴν ἀπορίαν, τὸ κενὸν εἰσά-
γειν ἐπιχειρῶν, ὅταν φαίνηται καὶ εἰσαχθέντος μηδὲν περαίνων, τὴν χρείαν
αὐτοῦ διαβάλλει· βούλεται γὰρ σῴζειν τὴν αὔξησιν τὰς ἐπιφερομένας
ἀπορίας διαφυγγάνων, φυλάττει δὲ αὐτὰς μᾶλλον ἢ φυλάττεται. εἰ γὰρ
διιούσης διὰ τοῦ κενοῦ τῆς τροφῆς πρόσκρισις γένηται τῷ λοιπῷ σώματι,
ὅρα δέ, πῶς ταῦτα ἀπορεῖν ἔνεστιν.

Anonymus Seguerianus Rhet., Ars rhetorica (olim sub nomine Cornuti) (2002:
001)“Rhetores Graeci, vol. 1”, Ed. Hammer, C. (post L. Spengel)
Leipzig: Teubner, 1894.Sec. 66, l. 2

συντομίας λέγωμεν, πόθεν ἔσται σύντομος.


         τῆς συντομίας τοίνυν ἡ μὲν ἐν τοῖς πράγμασιν, ἡ δὲ ἐν
ταῖς λέξεσιν. ἐκ μὲν οὖν τῶν πραγμάτων σύντομον
ποιήσεις τὴν διήγησιν,          ἐὰν μήτε πόρρωθεν ἄρχῃ,
καθάπερ ἐν τοῖς προλόγοις πεποίηκεν Εὐριπίδης, μήτε
μακρὰ λέγῃς, ὡς οἱ μετὰ τὸ πρᾶγμα καὶ ἄλλα διηγού-
μενοι,          τὰ δὲ λυποῦντα τοὺς ἀκούοντας καὶ τὰ
ἀπίθανα καὶ ἀπρεπῆ τῷ λέγοντι, καὶ οἷα μὴ ὠφελεῖν
τὸν ἀγῶνα, οἷά τέ εἰσι καὶ ἐν ἑτέροις ῥηθῆναι δύναν-
ται, ἀφέλῃς [ταῦτα] τῆς διηγήσεως, σύντομον ἐκ τού-
των ποιήσεις τὸν λόγον.

Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός. Εἰς τὴν μητέρα τῶν θεῶν (2003: 008)
“L'empereur Julien. Oeuvres complètes, vol. 2.1”, Ed. Rochefort, G.
Paris: Les Belles Lettres, 1963.Sec. 2, l. 50

εἵλκυσεν ἐπὶ πολὺ πρὸς τὸν ῥοῦν. Καὶ δύο ταῦτα Ῥωμαίοις
ἔδειξεν ἡ θεὸς οἶμαι κατ' ἐκείνην τὴν ἡμέραν· ὡς οὐδὲ
μικροῦ τινος τίμιον ἀπὸ τῆς Φρυγίας ἐπῆγον τὸν φόρτον,
ἀλλὰ τοῦ παντὸς ἄξιον, οὐδὲ ὡς ἀνθρώπινον τοῦτον, ἀλλὰ
ὄντως θεῖον, οὐδὲ ἄψυχον γῆν, ἀλλὰ ἔμπνουν τι χρῆμα  
καὶ δαιμόνιον. Ἓν μὲν δὴ τοιοῦτον ἔδειξεν αὐτοῖς ἡ θεός,
ἕτερον δὲ ὡς τῶν πολιτῶν οὐδὲ εἷς λάθοι ἂν αὐτὴν χρηστὸς
ἢ φαῦλος ὤν. Κατωρθώθη μέντοι καὶ ὁ πόλεμος αὐτίκα
Ῥωμαίοις πρὸς Καρχηδονίους, ὥστε τὸν τρίτον ὑπὲρ τῶν
τειχῶν αὐτῆς μόνον Καρχηδόνος γενέσθαι. Τὰ μὲν οὖν τῆς
ἱστορίας εἰ καί τισιν ἀπίθανα δόξει καὶ φιλοσόφῳ προς-
ήκειν οὐδὲν οὐδὲ θεολόγῳ, λεγέσθω μὴ μεῖον, κοινῇ μὲν ὑπὸ
πλείστων ἱστοριογράφων ἀναγραφόμενα, σωζόμενα δὲ καὶ
ἐπὶ χαλκῶν εἰκόνων ἐν τῇ κρατίστῃ καὶ θεοφιλεῖ Ῥώμῃ.
346

Γρηγόριος Νύσσης. Contra Eunomium (2017: 030)“Gregorii Nysseni opera, vols.


1.1 & 2.2”, Ed. Jaeger, W.Leiden: Brill, 1960.Book 1, Ch.1, sec. 53, l. 8

οὗ γὰρ μετέσχε τῆς ἀπορρήτου ταύτης σοφίας, ἐξ ἐκείνου


“πάντα ἄσπαρτα αὐτῷ καὶ ἀνήροτα φύεται.” σοφὸς γάρ τίς
ἐστι περὶ ἃ τὴν σπουδὴν ἔχει, καὶ ἔγνω πῶς ἄν τις μάλιστα
τοὺς ἐμπαθεστέρους τῶν ἀνθρώπων προσοικειώσαιτο. ἐπειδὴ
γὰρ εὐάλωτόν ἐστιν ὡς τὰ πολλὰ δι' ἡδονῆς τὸ ἀνθρώπινον,
καὶ πολλὴ πρὸς τὸ πάθος τοῦτο τῆς φύσεώς ἐστιν ἡ εὐκολία,
ἐκ τῶν τραχυτέρων ἐπιτηδευμάτων πρὸς τὸ τῆς ἡδονῆς λεῖον
ἑτοίμως καταπιπτούσης, ὡς ἂν μάλιστα κοινωνοὺς ἑαυτῷ
πολλοὺς τῆς νόσου τῶν δογμάτων προσεταιρίσαιτο. τούτου
χάριν ἡδὺς γίνεται τοῖς ὑπ' αὐτοῦ τελουμένοις, τὸ πρόσαντες
καὶ ἐπίπονον τῆς ἀρετῆς ὡς ἀπίθανον εἰς τὴν τοῦ μυστη-
ρίου παραδοχὴν ἀποβάλλων. καὶ οἷα μὲν διδάσκουσιν ἐν
ἀπορρήτοις καὶ ὅσα ἐκλαλοῦσιν καὶ εἰς τὸ ἐμφανὲς ἄγουσιν
οἱ δι' ἀπάτης παραδεδεγμένοι τὸ μίασμα, τήν τε ἀπόρρητον
ἐκείνην μυσταγωγίαν καὶ οἷα παρὰ τοῦ σεμνοῦ τῶν μυστη-
ρίων ἱεροφάντου διδάσκονται, βαπτισμῶν τε τρόπον καὶ φύ-
σεως συνηγορίαν καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα, εἴ τινι σχολὴ δι'
ἀκριβείας μαθεῖν, ἐκείνους διερωτάτω οἷς ἀνεύθυνον φέρειν
τι τῶν ἀπρεπῶν διὰ στόματος·

Γρηγόριος Νύσσης. In Canticum canticorum (homiliae 15) (2017: 032)


“Gregorii Nysseni opera, vol. 6”, Ed. Langerbeck, H.Leiden: Brill, 1960.
Vol. 6, p. 288, l. 3

τὰ πάθη ἢ ἐν τῷ ὕπνῳ τοῦ βίου διὰ στόματος ἔχων τὸ


νηφάλιον τοῦτο τοῦ λογισμοῦ κιννάμωμον παραπλησίως
τοῖς ἀΰπνοις τε καὶ ἐγρηγορόσιν ἀγγέλοις ἀπλανῆ καὶ
ἀσύγχυτον ἐπιδεικνύῃ τὴν τῶν λεγομένων διάνοιαν μιμούμενος
διὰ τῆς ἀληθείας τοῦ λόγου τὴν ἄϋπνον τῶν ἀγγέλων φύσιν,
οὓς οὐδεμία φαντασίας ἀνάγκη τῆς ἀληθείας ἐξίστησιν,
οὗτος λέγοιτο ἂν βρύειν διὰ τοῦ στόματος τὸ κιννάμωμον,
δι' οὗ καὶ τῆς ἐπιθυμίας ἡ πύρωσις καὶ ἡ περικάρδιος  
τοῦ θυμοῦ κατασβέννυται ζέσις, καὶ πάσης τῆς κατὰ τὸν
βίον τοῦτον ὀνειρώδους φαντασίας τε καὶ συγχύσεως καθα-
ρεύειν τῷ λόγῳ. καὶ μηδεὶς πρὸς τὸ ἀπίθανον βλέπων τῶν
περὶ τοῦ κινναμώμου λεγομένων διαβαλλέτω τὸν λόγον
ὡς οὐκ ἐκ τῶν ἀληθῶν προσάγοντα τῇ νύμφῃ τὸν ἔπαινον·
οἶδε γὰρ πολλάκις ἡ ἁγία γραφὴ καὶ μύθους τινὰς ἐκ τῶν
ἔξωθεν συμπαραλαμβάνειν εἰς τὴν τοῦ ἰδίου σκοποῦ συνεργίαν
καὶ ἀνεπαισχύντως ἐκ τῆς μυθικῆς ἱστορίας ὀνομάτων
μνημονεύειν τινῶν εἰς ἐναργεστέραν ἔνδειξιν τοῦ προκειμένου
νοήματος, ὡς ἐπὶ τῶν τοῦ Ἰὼβ θυγατέρων, ὧν τὸ κάλλος
ὑπερθαυμάσας ὁ λόγος καὶ διὰ τῶν ὀνομάτων τὴν ὑπερβολὴν
τοῦ περὶ αὐτῶν θαύματος ἐνεδείξατο λέγων τὴν μὲν Ἡμέραν
λέγεσθαι τὴν δὲ Κασίαν τὴν δὲ τρίτην Ἀμαλθείας Κέρας.
347

Γρηγόριος Νύσσης. Oratio catechetica magna (2017: 046)“The catechetical


oration of Gregory of Nyssa”, Ed. Srawley, J.Cambridge: Cambridge University
Press, 1903, Rep1956.Sec. 5, l. 5

ότητα τοῦ παρ' ἡμῖν λόγου τὸ θεῖον κατάγοντες. εἰ δέ,


καθὼς λέγει Δαβίδ, ἐστερεώθησαν τῷ λόγῳ τοῦ κυρίου
οἱ οὐρανοὶ καὶ αἱ δυνάμεις αὐτῶν ἐν τῷ πνεύματι τοῦ
θεοῦ τὴν σύστασιν ἔσχον, ἆρα συνέστηκε τὸ τῆς ἀληθείας
μυστήριον, λόγον ἐν οὐσίᾳ καὶ πνεῦμα ἐν ὑποστάσει λέγειν
ὑφηγούμενον.
 Ἀλλὰ τὸ μὲν εἶναι λόγον θεοῦ καὶ πνεῦμα διά τε  
τῶν κοινῶν ἐννοιῶν ὁ Ἕλλην καὶ διὰ τῶν γραφικῶν ὁ
Ἰουδαῖος ἴσως οὐκ ἀντιλέξει· τὴν δὲ κατὰ ἄνθρωπον
οἰκονομίαν τοῦ θεοῦ λόγου κατὰ τὸ ἴσον ἑκάτερος αὐτῶν
ἀποδοκιμάσει ὡς ἀπίθανόν τε καὶ ἀπρεπῆ περὶ θεοῦ
λέγεσθαι. οὐκοῦν ἐξ ἑτέρας ἀρχῆς καὶ εἰς τὴν περὶ
τούτου πίστιν τοὺς ἀντιλέγοντας προσαξόμεθα. λόγῳ
τὰ πάντα γεγενῆσθαι καὶ σοφίᾳ παρὰ τοῦ τὸ πᾶν  
συστησαμένου πιστεύουσιν, ἢ καὶ πρὸς ταύτην δυς-
πειθῶς ἔχουσι τὴν ὑπόληψιν. ἀλλ' εἰ μὴ δοῖεν λόγον
καθηγεῖσθαι καὶ σοφίαν τῆς τῶν ὄντων συστάσεως,
ἀλογίαν τε καὶ ἀτεχνίαν τῇ ἀρχῇ τοῦ παντὸς ἐπιστή-
σουσιν. εἰ δὲ τοῦτο ἄτοπόν τε καὶ ἀσεβές, ὁμολογεῖται
πάντως ὅτι λόγον τε καὶ σοφίαν ἡγεμονεύειν τῶν ὄντων
ὁμολογήσουσιν.

Γρηγόριος Νύσσης. Oratio catechetica magna Sec. 13, l. 33

αὐτὸν ἀκούεις, ἐκβεβηκέναι δὲ τῆς φύσεως ἡμῶν τὴν κοινό-


τητα τῷ τε τῆς γενέσεως τρόπῳ καὶ τῷ ἀνεπιδέκτῳ τῆς
εἰς φθορὰν ἀλλοιώσεως, καλῶς ἂν ἔχοι κατὰ τὸ ἀκόλουθον
ἐπὶ τὸ ἕτερον τῇ ἀπιστίᾳ χρήσασθαι, εἰς τὸ μὴ ἄνθρωπον
αὐτὸν ἕνα τῶν ἐν τῇ φύσει δεικνυμένων οἴεσθαι. ἀνάγκη
γὰρ πᾶσα τὸν μὴ πιστεύοντα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον εἶναι
εἰς τὴν περὶ τοῦ θεὸν αὐτὸν εἶναι πίστιν ἐναχθῆναι. ὁ γὰρ
γεγεννῆσθαι αὐτὸν ἱστορήσας καὶ τὸ ἐκ παρθένου γεγεν-
νῆσθαι συνδιηγήσατο. εἰ οὖν πιστόν ἐστι διὰ τῶν εἰρη-
μένων τὸ γεγεννῆσθαι αὐτόν, διὰ τῶν αὐτῶν τούτων
πάντως οὐδὲ τὸ οὕτως αὐτὸν γεγεννῆσθαι ἀπίθανον. ὁ  
γὰρ τὴν γέννησιν εἰπὼν καὶ τὸ ἐκ παρθενίας προσέ-
θηκεν· καὶ ὁ τοῦ θανάτου μνησθεὶς καὶ τὴν ἀνάστασιν τῷ
θανάτῳ προσεμαρτύρησεν. εἰ οὖν ἀφ' ὧν ἀκούεις καὶ
τεθνάναι καὶ γεγεννῆσθαι δίδως, ἐκ τῶν αὐτῶν δώσεις
πάντως καὶ τὸ ἔξω πάθους εἶναι καὶ τὴν γέννησιν αὐτοῦ
καὶ τὸν θάνατον. ἀλλὰ μὴν ταῦτα μείζω τῆς φύσεως.
οὐκοῦν οὐδὲ ἐκεῖνος πάντως ἐντὸς τῆς φύσεως ὁ ἐν τοῖς
ὑπὲρ τὴν φύσιν γεγενῆσθαι ἀποδεικνύμενος.
 Τίς οὖν αἰτία, φησί, τοῦ πρὸς τὴν ταπεινότητα
ταύτην καταβῆναι τὸ θεῖον, ὡς ἀμφίβολον εἶναι τὴν πίστιν,
348

Γρηγόριος Νύσσης. Apologia in hexaemeron (2017: 078); MPG 44.


P. 65, l. 57

οὐσίας ἐπαπορούμενα, ὡς οὐ δυνατὸν ὂν ἄνω τῆς οὐ-


ρανίου ἁψίδος ἐν τῷ σφαιροειδεῖ σχήματι τὸ ῥευστὸν
ἐφιζῆσαι. Πῶς γὰρ ἐφιδρυνθείη τῷ κυρτῷ ἡ ὑγρό-
της, κατὰ πᾶσαν ἀνάγκην ἀπὸ τοῦ ἀεὶ κορυφουμένου
τῆς σφαίρας, πρὸς τὰ ἐπικλινῆ τοῦ σχήματος τοῦ
ὑγροῦ μεταῤῥέοντος; Πῶς δὲ τοῦ ὑποκειμένου ἀστα-
τοῦντος, ἐν ἑαυτῇ ἕξει τὸ στάσιμον, ἀεὶ τῆς ἰδίας ἀπο-
λισθαίνουσα βάσεως; Πῶς δὲ οὐ σκεδασθήσεται τῆς
ὀξυτάτης τοῦ πόλου περιφορᾶς τὸ ἐφιζάνον πάντως
ἀποκρουούσης; Ἀλλὰ μὴν καὶ τὸ δαπανᾶσθαι τὴν ὑγρὰν
φύσιν ἀπίθανον τοῖς ἀντιλέγουσι φαίνεται. Διὰ τὸ πάν-  
τοτε ἐν ἴσῳ τῷ μέτρῳ τὰ τῶν ὑδάτων ὁρᾶσθαι συστή-
ματα, ἐν πηγαῖς τε καὶ ποταμοῖς, καὶ λίμναις, πλὴν εἴ
τινες τῶν πηγῶν ἐπιπολαίαν ἔχουσαι τὴν τοῦ ὕδατος χο-
ρηγίαν, καὶ διαπηδήσεως ὄμβρων ἢ χιόνων πηγάζου-
σιν αἳ χειμάῤῥου τρόπον τῇ ἄνωθεν ἐπιῤῥοῇ συν-
απολήγουσί τε καὶ συναύξονται. Ἐφ' ὧν δὲ ἀένναον
προχεῖται τὸ ῥεῖθρον, μηδεμιᾶς ἐλαττώσεως ἢ αὐξή-
σεως γενομένης, ἀναγκαίως τὸ μηδὲν ἀναλίσκεσθαι
τῆς ὑγρᾶς οὐσίας ὁμολογεῖται.

Ευσέβιος θεολόγος. Praeparatio evangelica (2018: 001)


“Eusebius Werke, Band 8: Die Praeparatio evangelica”, Ed. Mras, K.
Berlin: Akademie–Verlag, 43.1:1954; 43.2:1956; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 43.1 & 43..Book 6, Ch.11, sec. 68, l. 4

περὶ ἑνὸς ἀνθρώπου (τοῦτο δὲ καθ' ὑπόθεσιν λέγομεν, συγχωροῦντες τὸ ἐπι-


στήμην αὐτῶν ἀναλαμβάνεσθαι ὑπ' ἀνθρώπων δύνασθαι)· φέρε γὰρ εἰπεῖν
περὶ τοῦ τόνδε πείσεσθαι τόδε καὶ τεθνήξεσθαι περιπεσόντα λῃσταῖς καὶ
ἀναιρεθέντα φασὶ δύνασθαι λαμβάνειν ἀπό τε τῆς ἰδίας αὐτοῦ γενέσεως κἂν
τύχῃ ἔχων ἀδελφοὺς πλείονας, ἀπὸ τῆς ἑκάστου αὐτῶν. περιέχειν γὰρ ονται τὴν
ἑκάστου γένεσιν ἀδελφὸν ὑπὸ λῃστῶν τεθνηξόμενον, ὁμοίως καὶ τὴν
τοῦ πατρὸς καὶ τὴν τῆς μητρὸς καὶ τὴν τῆς γαμετῆς καὶ τῶν υἱῶν αὐτοῦ καὶ
τῶν οἰκετῶν καὶ τῶν φιλτάτων, τάχα δὲ καὶ αὐτῶν τῶν ἀναιρούντων. πῶς
οὖν δυνατὸν τὸν τοσαύταις γενέσεσιν, ἵνα αὐτοῖς τοῦτο συγχωρηθῇ, ἐμπεριεχό-
μενον γίνεσθαι ὑπὸ τοῦ σχηματισμοῦ τῶν ἀστέρων τῆσδε μᾶλλον τῆς γενέ-
σεως ἢ τῶνδε; ἀπίθανον γὰρ καὶ τὸ φάσκειν τὸν σχηματισμὸν τὸν ἐν τῇ ἰδίᾳ
τοῦδέ τινος γενέσει ταῦτα πεποιηκέναι, τὸν δὲ ἐν τῇ τῶνδε γενέσει μὴ πεποιη-
κέναι, ἀλλὰ σεσημαγκέναι μόνον. ἠλίθιον γὰρ τὸ εἰπεῖν ὅτι ἡ πάντων
γένεσις περιεῖχε καθ' ἕκαστον ποιητικὸν τοῦ τόνδε ἀναιρεθῆναι· ὥστε ἐν
γενέσεσιν, καθ' ὑπόθεσιν λέγω, πεντήκοντα περιέχεσθαι τὸ τόνδε τινὰ ἀναιρε-
θῆναι. οὐκ οἶδ' ὅπως δυνήσονται σῶσαι τὸ τῶν μὲν ἐν Ἰουδαίᾳ σχεδὸν πάν-
των τοιόνδε εἶναι τὸν σχηματισμὸν ἐπὶ τῆς γενέσεως, ὡς ὀκταήμερον αὐτοὺς
λαμβάνειν περιτομήν, ἀκρωτηριαζομένους καὶ ἑλκουμένους καὶ φλεγμονῇ
349

περιπεσουμένους καὶ τραύμασι καὶ ἅμα τῇ εἰς τὸν βίον εἰσόδῳ ἰατρῶν δεο-
μένους

Ευσέβιος θεολόγος. Contra Marcellum (2018: 007)“Eusebius Werke, Band 4:


Gegen Marcell. Über die kirchliche Theologie. Die Fragmente Marcells”, Ed.
Klostermann, E., Hansen, G.C.Berlin: Akademie–Verlag, 1972; Die griechischen
christlichen Schriftsteller 14, 2nd edn..Book 2, Ch.3, sec. 3, l. 1

 εἰκότως οὖν πρὸ τῆς καθόδου τοῦτο ἦν, ὅπερ πολλά-


 κις ἔφαμεν, λόγος· μετὰ δὲ τὴν κάθοδον καὶ τὴν τῆς σαρκὸς ἀνά-
 ληψιν διαφόρων καὶ τῶν ἐπηγοριῶν τετύχηκεν, ἐπειδὴ «ὁ λόγος
 σὰρξ ἐγένετο».
τήρει ὅπως διὰ τούτων Μάρκελλος τὸ Ἰησοῦ καὶ Χριστοῦ ὄνομα καὶ
τὰς λοιπὰς προσηγορίας οὐ βούλεται κεῖσθαι ἐπὶ τοῦ λόγου, ἀλλ'
ἐπὶ τῆς σαρκὸς ἧς ἀνείληφεν. ἀναγκαία δὲ ἡ ἐπιτήρησις, ἵν' ὅταν
αὐτὸς πάλιν ἀποβάλῃ τὴν σάρκα ἐλέγχοιτο εἰς αὐτὸν ἀσεβῶν τὸν
Χριστὸν τοῦ θεοῦ. μετὰ δὴ τὰ προλεχθέντα ἑξῆς προϊὼν [τὰ] περὶ
τοῦ σώματος τοῦ σωτῆρος τοιαῦτα γράφει
 καὶ μὴ τοῦτο ἀπίθανον εἶναι νομιζέτω Ἀστέριος, εἰ νεώ-
 τερον ὂν αὐτοῦ τὸ σῶμα τοσαύτης τυχεῖν ἀρχαιότητος ἐδυνήθη·
 ἀλλ' ἐννοείτω, ὅτι εἰ καὶ μάλιστα τὴν ἀνθρωπίνην σάρκα νεω-
 τέραν εἶναι συμβαίνει, ὅμως ὁ ταύτην ἀναλαβεῖν δι' ἁγνῆς ἀξιώ-
 σας παρθένου λόγος, ταύτῃ τὸ ἑαυτοῦ ἑνώσας, οὐ μόνον «πρωτό-
 τοκον πάσης κτίσεως» τὸν ἐν ἑαυτῷ ἄνθρωπον κτισθέντα ἀπειρ-
 γάσατο, ἀλλὰ καὶ ἀρχὴν ἁπάντων αὐτὸν εἶναι βούλεται, οὐ τῶν
 ἐπὶ γῆς μόνον, ἀλλὰ καὶ τῶν ἐν οὐρανοῖς.
τοσαῦτα εἰπὼν μεθ' ἕτερα τὰς ἀποστολικὰς φωνάς, δι' ὧν τὸν υἱὸν
τοῦ θεοῦ θεολογεῖ φάσκων «ὅς ἐστιν εἰκὼν τοῦ θεοῦ τοῦ ἀοράτου,
πρωτότοκος πάσης κτίσεως· ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα τὰ ἐν

Ευσέβιος θεολόγος. Generalis elementaria introductio (= Eclogae propheticae)


(2018: 023)“Eusebii Pamphili episcopi Caesariensis eclogae propheticae”, Ed.
Gaisford, T.Oxford: Oxford University Press, 1842.P. 13, l. 22

ἐπὶ μόνου δὲ τούτου μετὰ τὸν τῶν ὅλων Θεὸν καὶ τὴν
τετράγραμμον προσηγορίαν κειμένην εὕρομεν, ἅτε
μονογενεῖ καὶ κληρονόμῳ τοῦ Πατρὸς ἁρμοττούσης
καὶ ταύτης τῆς θεϊκῆς ἐπινοίας. Εὖ γοὖν εἰδὼς ὁ
Ἁβραὰμ, ἅτε σοφὸς ὢν καὶ πρὸς αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ
προφήτης εἶναι μαρτυρούμενος, ὡς ὅτι πᾶσαν τὴν
κρίσιν ἔδωκεν τῷ υἱῷ, προσκυνεῖ τε αὐτὸν, καὶ μόνῳ
παρὰ τοὺς ἄλλους φησὶν τὸ, μηδαμῶς ὁ κρίνων πᾶσαν
τὴν γῆν οὐ ποιήσεις κρίσιν, ὅπερ ἀγγέλῳ τὸν θεῖον
Λόγον ὑποβεβηκότι λέγεσθαι νομίζειν ἀνοίκειόν τε καὶ
ἀπιθανώτατον, μόνῳ δὲ τῷ θείῳ Λόγῳ οἰκειότατον ἂν
εἴη μετὰ τῶν ἄλλων φάσκειν καὶ τὸ, μὴ κρύψω ἐγὼ
ἀπὸ Ἁβραὰμ τοῦ παιδός μου ἃ ἐγὼ ποιῶ· καὶ τὸ, ἤδειν
γὰρ ὅτι συντάξει τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ καὶ τῷ οἴκῳ αὐτοῦ μετ'
αὐτὸν, καὶ φυλάξουσι τὰς ὁδοὺς κυρίου ποιεῖν δικαιοσύνην
350

καὶ κρίσιν, ὅπως ἂν ἐπαγάγῃ κύριος ἐπὶ Ἁβραὰμ ἃ


ἐλάλησε πρὸς αὐτόν. Καὶ πρέπει γε αὐτῷ ταῦτα λέγειν
παιδεύοντι, ὅτι δὴ πάντα τὰ ἐξ ἀνθρώπων ὁσίως  
δρώμενα εἰς μόνην τὴν τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς τῶν
ὅλων ἀναφέρειν θέμις εὐσέβειαν, παρ' οὗ ἐπὶ γῆς ὄντος
τῶν ἀγαθῶν τὰ πάντα τοῖς εὐσεβέσιν εἰς ὠφέλειάν

Ευσέβιος θεολόγος. Commentaria in Psalmos (2018: 034); MPG 23–24.


Vol. 23, p. 1248, l. 26

καὶ χειρὶ καὶ γνώμῃ κατὰ τῶν εἰς Θεὸν ἁμαρτανόν-


των ἐξωπλιζόμην, μήτε τῆς ἐξ οἴνου γνώμης, μήτε
τῆς ἐκ θυμοῦ σφαλλούσης τὸν λογισμόν. Τοὺς δὲ
ἁμαρτωλοὺς ἀπέκτεινον οὐχ ἁπλῶς ἁπάσης τῆς γῆς,
ἀλλὰ τῆς ὑπ' ἐμέ· καὶ πάντας δὲ οὐχ ἅμα, ἀλλὰ νῦν
μὲν τοῦτον, νῦν δὲ ἐκεῖνον. Μᾶλλον δὲ τοῦτο παντί
που δῆλον, ὅτι ἐν αἰνίγματι κεκαλυμμένως εἴρηται·
οὐ γὰρ ὅτι καθ' ἑκάστην ἀρχὴν τῆς ἡμέρας αἵματι
ἀνθρώπων τὰς χεῖρας ἐμολυνόμην, οὐ τοῦτό φησιν ὁ
λόγος· τοῦτο γὰρ πρὸς τῷ ἐναγεῖ ἔτι καὶ τὸ ἀπίθα-
νον ἔχει. Πῶς γὰρ πάντων ἠδύνατο καθ' ἑκάστην
πρωΐαν αὐτόχειρ γίνεσθαι τῶν ἁμαρτωλῶν τῆς γῆς;
Οὐ γὰρ περιγίνεσθαι πάντων δυνατὸν ἕνα, πολλῶν
τῶν ἐξαμαρτανόντων εἰς τὸ εἰκὸς ὄντων· καὶ εἰ πο-
λέμῳ αὐτῶν κατεκράτησεν, ἐν μιᾷ ἂν ἀπέκτεινε
πρωΐᾳ τοὺς σύμπαντας, ἀλλ' οὐχὶ καθ' ἑκάστην
πρωΐαν αὐτόχειρ αὐτῶν ἐγίνετο. Τί οὖν τοῦτό ἐστι;
Συνετώτερον τῶν λεγομένων ἀκούσωμεν, ἵνα μὴ κατ-
ηγορήσωμεν ἐπὶ ψεύδει τῶν προφητικῶν λογίων, ὃ
μὴ θέμις.

Επιφάνιος θεολόγος. Panarion (= Adversus haereses) (2021: 002)


“Epiphanius, Bände 1–3: Ancoratus und Panarion”, Ed. Holl, K.
Leipzig: Hinrichs, 1:1915; 2:1922; 3:1933; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 25, 31, 37.Vol. 1, p. 333, l. 13

   

Κατὰ Ἐβιωναίων ι, τῆς δὲ ἀκολουθίας λ.

 1. Ἐβίων, ἀφ' οὗπερ Ἐβιωναῖοι, καθεξῆς ἀκολουθῶν καὶ τὰ


ὅμοια τούτοις φρονήσας, πολύμορφον τεράστιον καὶ ὡς εἰπεῖν τῆς
μυθευομένης πολυκεφάλου ὕδρας ὀφιώδη μορφὴν ἐν ἑαυτῷ ἀνατυπω-
σάμενος, πάλιν ἐπανέστη τῷ βίῳ, ἐκ τῆς τούτων μὲν σχολῆς ὑπάρ-
χων, ἕτερα δὲ παρὰ τούτους κηρύττων καὶ ὑφηγούμενος. ὡς γὰρ
351

εἴ τις συνάξειεν ἑαυτῷ ἐκ διαφόρων λίθων τιμίων κόσμον καὶ ποι-


κίλης ἐσθῆτος ἔνδυμα καὶ διαφανῶς ἑαυτὸν κοσμήσῃ, οὕτω καὶ οὗτος
τὸ ἀνάπαλιν πᾶν ὁτιοῦν δεινὸν καὶ ὀλετήριον καὶ βδελυκτὸν κήρυγμα,
ἄμορφόν τε καὶ ἀπίθανον, ἀντιζηλίας ἔμπλεον παρ' ἑκάστης αἱρέ-
σεως λαβὼν ἑαυτὸν ἀνετύπωσεν εἰς ἁπάσας. Σαμαρειτῶν μὲν γὰρ
ἔχει τὸ βδελυρόν, Ἰουδαίων δὲ τὸ ὄνομα, Ὀσσαίων καὶ Ναζωραίων
καὶ Νασαραίων τὴν γνώμην, Κηρινθιανῶν τὸ εἶδος, Καρποκρατιανῶν
τὴν κακοτροπίαν, καὶ Χριστιανῶν βούλεται ἔχειν τὸ ἐπώνυμον μόνον
(οὐ γὰρ δήπουθεν τήν τε πρᾶξιν καὶ τὴν γνώμην καὶ τὴν
γνῶσιν καὶ τὴν τῶν εὐαγγελίων καὶ ἀποστόλων περὶ πίστεως
συγκατάθεσιν)· μέσος δὲ ὡς εἰπεῖν ἁπάντων τυγχάνων οὐδὲν πέ-  
φυκεν, ἀλλὰ ἐπ' αὐτὸν πληροῦται τὸ γεγραμμένον τό «παρ' ὀλίγον
ἐγενόμην ἐν παντὶ κακῷ, μέσον ἐκκλησίας καὶ συναγωγῆς».

Επιφάνιος θεολόγος. Panarion (= Adversus haereses) Vol. 1, p. 399, l. 9

 Ἐπεὶ τὴν ἀλήθειαν παραπεμπόμενοί τινες ἐπεισάγουσι λόγους ψευδεῖς


καὶ «γενεαλογίας ἀπεράντους, αἵτινες ζητήσεις μᾶλλον παρέχουσι», καθὼς  
ὁ ἀπόστολός φησιν «ἢ οἰκοδομὴν θεοῦ τὴν ἐν πίστει», καὶ διὰ τῆς
πανούργως συγκεκροτημένης πιθανότητος παράγουσι τὸν νοῦν τῶν ἀπειρο-
τέρων καὶ αἰχμαλωτίζουσιν αὐτούς, ῥᾳδιουργοῦντες τὰ λόγια τοῦ κυρίου,
ἐξηγηταὶ κακοὶ τῶν καλῶς εἰρημένων γινόμενοι, καὶ πολλοὺς ἀνατρέπουσιν,
ἀπάγοντες αὐτοὺς προφάσει γνώσεως ἀπὸ τοῦ τόδε τὸ πᾶν συστησαμένου
καὶ κεκοσμηκότος, ὡς ὑψηλότερόν τι καὶ μεῖζον ἔχοντες ἐπιδεῖξαι τοῦ τὸν
οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς πεποιηκότος θεοῦ, πιθανῶς
μὲν ἐπαγόμενοι διὰ λόγων τέχνης τοὺς ἀκεραίους εἰς τὸν τοῦ ζητεῖν τρόπον,
ἀπιθάνως δὲ ἀπολλύντες αὐτοὺς ἐν τῷ βλάσφημον καὶ ἀσεβῆ τὴν γνώμην
αὐτῶν κατασκευάζειν εἰς τὸν δημιουργόν, μηδὲ ἔν τῳ διακρίνειν δυναμένων
τὸ ψεῦδος ἀπὸ τοῦ ἀληθοῦς – ἡ γὰρ πλάνη καθ' ἑαυτὴν μὲν οὐκ ἐπιδείκ-
νυται, ἵνα μὴ γυμνωθεῖσα γένηται κατάφωρος, πιθανῷ δὲ περιβλήματι
πανούργως κοσμουμένη καὶ αὐτῆς τῆς ἀληθείας ἀληθεστέραν ἑαυτὴν
παρέχει φαίνεσθαι διὰ τῆς ἔξωθεν φαντασίας τοῖς ἀπειροτέροις, καθὼς
ὑπὸ τοῦ κρείττονος ἡμῶν εἴρηται ἐπὶ τῶν τοιούτων, ὅτι λίθον τὸν τίμιον
σμάραγδον ὄντα καὶ πολυτίμητόν τισιν ὕαλος ἐνυβρίζει διὰ τέχνης παρο-
μοιουμένη, ὁπόταν μὴ παρῇ ὁ σθένων δοκιμάσαι καὶ τέχνην διελέγξαι τὴν
πανούργως γενομένην· ὅταν δὲ ἐπιμιγῇ χαλκὸς εἰς τὸν ἄργυρον, τίς εὐκόλως
δυνήσεται τοῦτον ἀκέραιος ὢν δοκιμάσαι;  –

Επιφάνιος θεολόγος. Panarion (= Adversus haereses) Vol. 1, p. 411, l. 21

εἴληφεν, ἐκ δὲ τοῦ γέλωτος αὐτῆς τὸ φῶς καὶ ἐκ τῆς ἐκπλήξεως καὶ


ἀμηχανίας τὰ σωματικὰ τοῦ κόσμου στοιχεῖα;
 Βούλομαι δὲ καὶ αὐτὸς συνεισενεγκεῖν τι τῇ καρποφορίᾳ αὐτῶν.
ἐπειδὴ γὰρ ὁρῶ τὰ μὲν γλυκέα ὕδατα ὄντα, οἷον πηγὰς καὶ ποταμοὺς καὶ
ὄμβρους καὶ τὰ τοιαῦτα, τὰ δὲ ἐν ταῖς θαλάσσαις ἁλμυρά, ἐπινοῶ μὴ
πάντα ἀπὸ τῶν δακρύων αὐτῆς προβεβλῆσθαι, διότι τὸ δάκρυον ἁλμυρὸν
τῇ ποιότητι ὑπάρχει. φανερὸν οὖν ὅτι τὰ ἁλμυρὰ ὕδατα ταῦτά ἐστι τὰ
352

ἀπὸ τῶν δακρύων. εἰκὸς δὲ αὐτὴν ἐν ἀγωνίᾳ πολλῇ καὶ ἀμηχανίᾳ γεγο-
νυῖαν καὶ ἱδρωκέναι. ἐντεῦθεν δὴ κατὰ τὴν ὑπόθεσιν αὐτῶν ὑπολαμβάνειν
δεῖ, πηγὰς καὶ ποταμοὺς καὶ εἴ τινα ἄλλα ὕδατα γλυκέα ὑπάρχει τὴν
γένεσιν [μὴ] ἐσχηκέναι ἀπὸ τῶν ἱδρώτων αὐτῆς. ἀπίθανον γάρ, μιᾶς
ποιότητος οὔσης τῶν δακρύων, τὰ μὲν ἁλμυρά, τὰ δὲ γλυκέα ὕδατα ἐξ
αὐτῶν προελθεῖν. τοῦτο δὲ πιθανώτερον, τὰ μὲν εἶναι ἀπὸ τῶν δακρύων,
τὰ δὲ ἀπὸ τῶν ἱδρώτων. ἐπειδὴ δὲ καὶ θερμὰ καὶ δριμέα τινὰ ὕδατά
ἐστιν ἐν τῷ κόσμῳ, νοεῖν ὀφείλεις τί ποιήσασα καὶ ἐκ ποίου μορίου προή-
κατο ταῦτα. ἁρμόζουσι γὰρ τοιοῦτοι καρποὶ τῇ ὑποθέσει αὐτῶν.
 Διοδεύσασαν οὖν πᾶν πάθος τὴν Μητέρα αὐτῶν καὶ μόγις ὑπερκύψασαν
ἐπὶ ἱκεσίαν τραπῆναι τοῦ καταλιπόντος αὐτὴν φωτὸς τουτέστιν τοῦ Χριστοῦ  
λέγουσιν· ὃς ἀνελθὼν εἰς τὸ Πλήρωμα αὐτὸς μὲν εἰκὸς ὅτι ὤκνησεν ἐκ
δευτέρου κατελθεῖν, τὸν Παράκλητον δὲ ἐξέπεμψεν πρὸς αὐτὴν τουτέστι
τὸν Σωτῆρα, ἐνδόντος αὐτῷ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ Πατρὸς καὶ πᾶν ὑπ'

Επιφάνιος θεολόγος. Panarion (= Adversus haereses) Vol. 3, p. 50, l. 16

γίνεσθαι. εἰ δὲ ἦν τοῦτο, κατὰ φύσιν ἦν τὸ πρᾶγμα καὶ οὐκέτι ἦν θες-


πέσιον. ἐλέγχουσι δὲ τὸν γόητα οἱ τοῦ σωτῆρος λόγοι, ὃς ἔφη «γίνεσθε
ἀγαθοὶ ὡς ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος, ὅτι ἀνατέλλει τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἐπὶ
δικαίους καὶ ἀδίκους, καὶ βρέχει αὐτοῦ τὸν ὑετὸν ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθούς»,
καὶ τὸ «ἔσονται σεισμοὶ κατὰ τόπον καὶ λιμοὶ καὶ λοιμοί». εἰ δὲ ἐκ φύσεως
ἢ κατὰ συνήθειαν οἱ σεισμοὶ ἐγίνοντο, πολλάκις δ' ἔσθ' ὅτε σεισμοὶ
κατὰ χώραν γίνονται. συνέβη δὲ καὶ ἐπ' ἐνιαυτὸν ὁλοτελῆ καθ' ἑκάστην
νύκτα πολλάκις σαλεύεσθαι τὴν γῆν, ἆρά γ' οὖν τραυματωθέντων τῶν
τοῦ Ὠμοφόρου ὤμων ἀφερεπόνως ἄγεται. ἐνδελεχῆ ποιούμενος τὸν
σάλον; καὶ τίς ἀνέξεται τῆς τοιαύτης μωρολογίας; τί δὲ ἄλλο
ἀπίθανον οὐκ ἐτόλμησεν εἰπεῖν; φάσκει γὰρ ὁ τοιοῦτος ὅτι, φησί,
αἱ ἐν γνώσει τῆς αὐτοῦ πλάνης ψυχαὶ γενόμεναι ἀναλαμβάνονται εἰς
τὴν σελήνην, φωτεινῆς οὐσίας τῆς ψυχῆς ὑπαρχούσης. διό, φησί, πλήθει
ἡ σελήνη καὶ φθίνει, πληρουμένη ἀπὸ τῶν ψυχῶν τῶν τελευτουσῶν ἐν γνώσει
τῆς ἀπιστίας αὐτοῦ. εἶτα φησὶν ἀπογομοῦσθαι ἀπὸ τῆς σελήνης, τοῦ
μικροτέρου ὥς φησι σκάφους, εἰς τὸν ἥλιον, τὸν ἥλιον δὲ παραλαμ-
βάνειν καὶ ἀποτίθεσθαι εἰς τὸν τῶν μακάρων αἰῶνα [φησίν]. ἀεὶ δὲ
τυφλὴ τυγχάνουσα ἡ κακία τὴν ἑαυτῆς αἰσχύνην ἀγνοεῖ, ὡς ἀπὸ τῶν
λόγων αὐτῆς ἐλέγχεται, μὴ δυναμένη τελειῶσαι τῶν ψευσμάτων τὴν
τελείωσιν.

Επιφάνιος θεολόγος. Panarion (= Adversus haereses) Vol. 3, p. 51, l. 17

γενέσθαι ἄνευ τοῦ φθίνειν σελήνην καὶ πλήθειν; ποίων τοίνυν ψυχῶν
τελευτησασῶν ἐνεπίμπλατο ἡ σελήνη καὶ ἐπληροῦτο; λέγε. ἀλλ' ἠγνόει
Μανιχαῖος ὅτι εἰσὶ συνετοί, οὐ λόγοις ψευδέσι πειθόμενοι, ἀλλὰ ἀλη-
θεστάταις ἀποδείξεσιν. εἰ δὲ δῶμεν ὅτι οὕτως ἐστὶν (ὅπερ οὐκ
ἔστι· μὴ γένοιτο) καὶ ἀπὸ τῶν ψυχῶν τῶν Μανιχαίων γεμίζεται πλη-
ρουμένη ἡ σελήνη, πῶς ἔτι συσταθήσεται ἡ τοιαύτη ὑπόθεσις; εἰ γὰρ
οὐδεὶς μετὰ τὴν πεντεκαιδεκάτην ἡμέραν τῆς σελήνης Μανιχαίων ἐτε-
λεύτα, ἀλλὰ προθεσμία ἦν ὡρισμένη ἕως πεντεκαιδεκάτης τῆς σελήνης
353

τοὺς Μανιχαίους ἀποθνῄσκειν, μετὰ δὲ πεντεκαιδεκάτην μηκέτι τελευτᾶν,


ἕως ἀποτεθῇ ὁ τῆς σελήνης φόρτος, ἵνα ἄρξηται πάλιν ἀπὸ νεομηνίας
γομοῦν, πιθανὸν ἄρα ἦν τὸ ψεῦσμα [τῶν] αὐτῶν, νῦν δὲ καὶ ἀπίθανον.
καθ' ἡμέραν γὰρ τελευτῶσι καὶ τὰ ὡρισμένα στοιχεῖα ἐκ θεοῦ τὸν ἴδιον
ἐπίστανται δρόμον. καὶ πάλιν οὐ σταθήσεται ὁ περὶ τῶν ψυχῶν ἐν τῇ
σελήνῃ γενόμενος γόμος.

Iamblichus Phil., Theologoumena arithmeticae (2023: 005)“[Iamblichi]


theologoumena arithmeticae”, Ed. de Falco, V.Leipzig: Teubner, 1922.
P. 7, l. 10

ται· ‘Ἑστίαν δέ σ' οἱ σοφοὶ βροτῶν νομίζουσιν’. ἔτι  


φασὶν οἱ Πυθαγόρειοι καὶ τὸ ὀρθογώνιον τρίγωνον ὑπὸ Πυθα-
γόρου τὴν σύστασιν λαβεῖν διὰ μονάδος κατιδόντος τοὺς ἐν αὐτῷ
ἀριθμούς. ἔτι τὴν ὕλην τῇ δυάδι προσαρμόττουσιν οἱ Πυθα-
γορικοί· ἑτερότητος γὰρ ἐκείνη μὲν ἐν φύσει, δυὰς δὲ ἐν
ἀριθμῷ κατάρχει, καὶ ὡς ἐκείνη ἀόριστος καθ' αὑτὴν καὶ
ἀσχημάτιστος, οὕτω μονωτάτη ἁπάντων ἀριθμῶν δυὰς σχή-
ματος οὐκ ἔστιν ἐπιδεκτική· μήτι γὰρ καὶ διὰ τοῦτο δύναται
ἀόριστος ἡ δυὰς κεκλῆσθαι· ὑπὸ γὰρ ἐλαχίστων καὶ πρώτων
τριῶν γωνιῶν ἢ καὶ εὐθειῶν σχῆμα κατ' ἐνέργειαν περιέχεται,
κατὰ δύναμιν δὲ ἡ μονάς. οὐκ ἀπιθάνως δὲ καὶ Πρωτέα
προσηγόρευον αὐτὴν τὸν ἐν Αἰγύπτῳ πάμμορφον ἥρωα τὰ
πάντων ἰδιώματα περιέχοντα, ὡς ἐκείνη τὸ ἑκάστου ἀριθμοῦ
συνέργημα.
      

Iamblichus Phil., Theologoumena arithmeticae P. 40, l. 7

δικαιοσύνης μεσότητι· ἀνὰ εʹ γὰρ ἅπαντα ἔσται· μόνη γὰρ αὕτη


ἀναφαίρετός τε καὶ ἀπρόσθετος διαμένει, ὡς ἂν μήτε πλέον μήτε
ἔλασσον, ἀλλὰ καὶ τὸ προσῆκον καὶ ἐπιβάλλον φύσει μόνη
ἔχουσα. καὶ τῷ σχήματι δὲ οἱ τοὺς τῶν γραμμάτων χαρακτῆρας  
πρῶτοι τυπώσαντες, ἐπεὶ τὸ θʹ τοῦ ἐννέα σημαντικὸν ὑπάρ-
χει, μεσότης δὲ αὐτοῦ ὡς τετραγώνου τὸ εʹ, τὸ δὲ μέσον ἐν
ἑκάστῳ σχεδὸν κατὰ τὸ ἥμισυ ὁρᾶται, ἥμισυ τοῦ θʹ γράμ-
ματος τυποῦσθαι τὸ εʹ ἐπενόησαν, ὡς διχοτόμημα τοῦ θʹ, καθὰ
καὶ τὸ τοῦ οʹ. τούτῳ δὴ τῷ τρόπῳ τῆς δικαιοσύνης τῷ εʹ
ἀριθμῷ δικαιότατα ἐνοφθείσης καὶ τῆς τοῦ στίχου ἀριθμητι-
κῆς εἰκόνος ζυγῷ τινι οὐκ ἀπιθάνως εἰκασθείσης, τὸ παράγ-
γελμα τοῖς γνωρίμοις ἐν συμβόλου σχήματι ὁ Πυθαγόρας
ἐνεποιήσατο ‘ζυγὸν μὴ ὑπέρβαινε’, τουτέστι δικαιοσύνην.
τριῶν δὲ ὄντων τῶν ζωοποιητικῶν κατὰ τοὺς φυσικοὺς μετὰ
τὴν σωμάτωσιν, φυτικοῦ ψυχικοῦ λογικοῦ, καὶ τοῦ μὲν λογικοῦ
κατὰ μὲν ἑβδομάδα τασσομένου, τοῦ δὲ ψυχικοῦ καθ' ἑξάδα,
τὸ φυτικὸν ἀναγκαίως κατὰ τὴν πεντάδα πίπτει, ὥστε καὶ
ἀκρότης τις ἡ ἐλαχίστη τῆς ζωότητος ἡ πεντάς· γενέσεων μὲν
354

γὰρ ῥίζα πασῶν ἡ μονάς, κίνησις δὲ ἐφ' ἕν τι ἡ δυάς, ἐπὶ δὲ


δεύτερον ἡ τριάς, ἐπὶ δὲ τρίτον καὶ τελειότερον ἡ τετράς,

Maximus Rhet., Περὶ τῶν ἀλύτων ἀντιθέσεων (fort. auctore Maximo Byzantio)
(2025: 002)“Prolegomenon sylloge”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1931; Rhetores
Graeci 14.Vol. 14, p. 433, l. 13

Τιμοκράτης ψήφισμα.’ ἀπαγαγὼν γὰρ τῆς ἀλύτου ἀντι-


θέσεως τῆς λεγούσης ὅτι ‘ἐκτέτισται τὰ χρήματα αὐ-
τοῖς’, ‘οὐχ ὑπὲρ τούτων κρίνετε’ λέγων καὶ ‘[οὐχ]
ὑπὲρ τούτων ἐγράψατο τὸν νόμον’ ἐπὶ τὸ παράνομον
ἀπήγαγεν εἰπών, ὡς παρανόμου τῆς γραφῆς οὔσης, ὑπὲρ
ἧς ἥκουσι κρίνοντες.
 ϛʹ Μετὰ αἰτίας δὲ τὸ πιστὸν τῶν πραχθέντων παρ-
έξῃ τὰς ἀλύτους ἀντιθέσεις μεθοδεύων, ὡς ὁ Δημοσθέ-
νης ἐν τῷ Κατὰ Στεφάνου. λέγοντος γὰρ Φορμίωνος
’ἡ μήτηρ οὖν ἡ σὴ τὰς διαθήκας ἐμοὶ πεισθεῖσα ἐξ-
έκλεψε’ καὶ ἐρωτῶντος ἐδόκει ἀπίθανον εἶναι τὸ τὸν
Φορμίωνα δοῦλον ὄντα προτιμηθῆναι ὑπὸ τῆς Ἀπολ-
λοδώρου μητρός. μετὰ τῆς αἰτίας οὖν τὸ πιστὸν παρ-  
ήγαγεν εἰπὼν ὅτι ‘μὴ ἀπίστει· διέφθαρται γὰρ ἡ μήτηρ
καὶ οὐ δοῦλος ἦν Φορμίων ἀλλ' ἀνήρ’. τὸ δὲ ἐπαχθὲς
ἔφυγε, τὸ δόξαι μητρὸς κατηγορεῖν, προεπισημηνάμε-
νος, ὅτι ἀναγκαζόμενος καὶ οὐχ ἑκὼν λέγει ταῦτα.

Σωπάτερ. Scholia ad Hermogenis status seu artem rhetoricam (2031: 002)


“Rhetores Graeci, vol. 5”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1833, Rep1968.Vol. 5, p. 58,
l. 1

τα τὰ ἀσύστατα περιλαμβάνει κατὰ τὸ ἐναντίον· γίνεται


δὲ οὕτως τά τε συνεστηκότα καὶ τὰ ἀσύστατα· συνέστηκε
δὲ ἐκ τριῶν τούτων, αἰτίου, συνέχοντος, κρινομένου· καὶ
αἴτιον μέν ἐστιν ἡ τοῦ κατηγόρου φωνὴ, ὡς καὶ ἐκ τοῦ
ῥήματος δείκνυται, παρὰ τὸ τὴν αἰτίαν τῆς κρίσεως μη-
νύειν· συνέχον δὲ ἡ ἀπολογία παρὰ τὸ εἰς αὐτὴν συνά-
γεσθαι τὸν λόγον· κρινόμενον δὲ, περὶ οὗ οἱ δικασταὶ
ζητοῦσι. Τοῖς οὖν συνεστηκόσι τῶν ζητημάτων ἀνάγκη
τὰ τρία εἶναι, ἓν γὰρ ὁτιοῦν ἐλλεῖψαν ἀσύστατον ποιεῖ
τὸ ζήτημα· εἴ τε γὰρ μὴ ἔχει αἴτιον, ἀσύστατόν ἐστιν, ὡς  
τὰ ἀπίθανα τῶν ἀσυστάτων, εἴτε μὴ ἔχοι συνέχον, ὁμοίως
ἀσύστατόν ἐστιν, ὡς τὰ μονομερῆ· εἴτε μὴ ἔχοι κρινόμε-
νον, ὡς τὰ ἰσάζοντα καὶ ἄπορα. Δεῖ τοίνυν εἰδέναι ὡς
ἓν μὲν ἐλλελειμμένον ἀσύστατον ποιεῖ τὸ ζήτημα, τῷ δὲ
συνεστηκότι τῶν τριῶν τούτων δεῖ· ἔσφαλται οὖν αὐτῷ
λέγοντι· “μετὰ ταῦτά ἐστιν ἐπιγνῶναι τά τε συνεστηκό-
τα τῶν ζητημάτων καὶ ὅσα μὴ συνέστηκε”· τὰ γὰρ μὴ
συνεστῶτα οὐκ ἂν εἴη ζητήματα· εἰ γὰρ μὴ συνέστηκε,
355

πῶς ζητεῖται; ἓν δὲ ἢ ἑνὸς τῶν προκειμένων ὄντα· ἐχρῆν


οὖν εἰπεῖν ἀντὶ τοῦ ζητημάτων προβλημάτων, αὐτὸς γὰρ
διακρίνει· καὶ πρόβλημα μὲν τὸ ἀόριστον καλεῖ τὸ

Σωπάτερ. Scholia ad Hermogenis status seu artem rhetoricam


Vol. 5, p. 60, l. 14

πλῆθος τῶν νέων, τὸ πρᾶγμα, ὅτι οὐδὲν ἀπεχθὲς ἦν τὸ


κωμάζειν· οὐδὲ γὰρ ἐπεβούλευον ἢ ἔκλεπτον, ἢ ἄλλο τι
τῶν τοιούτων ἐποίουν, ἐὰν ἔχῃ ἐκ τούτων ἀπολογίαν, καὶ
τῷ δόλῳ ἀνῃρῆσθαι αὐτούς. οὕτως κἀνταῦθα ἐκ τοῦ
ἐναντίου τὸ σωφρονεῖν τὸ μειράκιον ἐπὶ πάντων, καὶ μὴ
τοῖς μὲν πείθεσθαι, τοῖς δὲ οὒ, τό τε ἀγνοεῖν ἐξ ἀρχῆς
τὸ γινόμενον καὶ μετὰ τὸ γνῶναι ὑπεξελθεῖν καὶ ὑποχω-
ρῆσαι, καὶ τὸ ἀναμεῖναι τὸν καιρὸν τὸν ἔχοντα τὴν τοι-
αύτην ἀφορμὴν καὶ αὖθις κατελθεῖν καὶ τὸ τοῦ πράγμα-
τος ἀνεύθυνον ἀπολογίαν μὲν ἰσχυρὰν δίδωσι, κατηγορίαν
δὲ οὔ. Σὺν τῷ πιθανῷ· διὰ τὸ ἀπίθανον, ἀπίθανον
δέ ἐστι τὸ τὴν κατηγορίαν παντελῶς ἐναντίαν τῆς τοῦ
προσώπου ποιότητος γίνεσθαι, εἰ Σωκράτης ἐγκαλεῖται
πορνείας, ἢ Ἀριστείδης κλοπῆς· ταῦτα γὰρ τὰ πρόσωπα
σαφῆ τὸν ἔλεγχον ἔχει, ὁ μὲν εἰς τὸ σῶφρον, ὁ δὲ εἰς
τὸ καθαρόν. Διαφόρους τε· διὰ τὸ ἰσάζον, τοῦτο γὰρ
ἔχει μὲν λόγους, τοὺς αὐτοὺς δὲ, δύο νέοι ὡραίας ἔχον-
τες γυναῖκας καὶ ἐκ τοῦ αὐτοῦ φωράσαντες ἀλλήλους ἐκ
τῶν ἀλλήλων ἐξιόντας οἰκιῶν καὶ κατηγοροῦντες ἀλλήλοις.
Καὶ ταῖς πίστεσιν ἰσχυρούς· διὰ τὸ ἀντιστρέφον.
ἔστι δὲ ἀντιστρέφον, ὅταν ὧν τις λέγῃ πρότερον τἀναντία

Σωπάτερ. Scholia ad Hermogenis status seu artem rhetoricam


Vol. 5, p. 65, l. 31

τὰ ἀληθῆ μαντεύσασθαι καὶ μὴ ἀποδοῦναι αὐτῷ· ἔοικε


δὲ τούτῳ καὶ τὸ κατὰ Τισίαν καὶ Κόρακα πρόβλημα·
σύστασιν δὲ τοῦτο δέχεται προσδιοριζομένου χρόνου· ἐὰν
γὰρ προσθῇς, ὅτι Ἀλέξανδρος ὄναρ εἶδε τοῖς περὶ αὑτοῦ
ἢ τοῖς μεθ' αὑτὸν ὀνείροις μὴ πιστεύειν, δύναται σύ-
στασιν λαβεῖν, καὶ ἐπὶ τοῦ Τισίου καὶ Κόρακος, ἐὰν
προσδιορισθῇ, ὅτι εἴσω δύο ἐτῶν ἢ εἴσω πλείονος χρό-
νου νικήσας τὴν πρώτην δίκην δύναται σύστασιν λα-
βεῖν· ἁπλῶς οὖν εἰπεῖν χρόνος προσδιοριζόμενος σύστα-
σιν παρέχει τῷ ἀπόρῳ.
 Πέμπτον τὸ ἀπίθανον· ἀσθενησάντων
τῶν ἀσυστάτων ἐπὶ τὸ μᾶλλον ἔχον λόγον κατ' ὀλίγον  
πρόεισι· σκόπει γὰρ, ὡς τὸ μὲν μονομερὲς ἐκ τοῦ ἑνὸς
λελειμμένους πάντη ἔχει, τὸ δὲ ἰσάζον ἔχει μὲν, τοὺς
356

αὐτοὺς δέ· τὸ δὲ ἀντιστρέφον ἔχει λόγους καὶ οὐ τοὺς


αὐτοὺς, πίστιν δὲ οὐκ ἔχοντας· τὸ δὲ ἄπορον καὶ λό-
γους ἔχει καὶ οὐ τοὺς αὐτοὺς καὶ πίστιν δεχομένους· ἐκ
δὲ τοῦ κατασκευαζομένου τὸ ἀσύστατον· τὸ δὲ ἀπίθανον
ὕλην ἔχει πάντων πλείονα, καὶ σχεδὸν συνέστηκε, καὶ
ζητήσειεν ἄν τις, πῶς ὅλως ἀσύστατόν ἐστιν, ὅτε καὶ
Σωκράτης καὶ Ἀριστείδης ἀμφότεροι γραφὰς ὑπέμειναν,

Σωπάτερ. Scholia ad Hermogenis status seu artem rhetoricam


Vol. 5, p. 66, l. 6

νου νικήσας τὴν πρώτην δίκην δύναται σύστασιν λα-


βεῖν· ἁπλῶς οὖν εἰπεῖν χρόνος προσδιοριζόμενος σύστα-
σιν παρέχει τῷ ἀπόρῳ.
 Πέμπτον τὸ ἀπίθανον· ἀσθενησάντων
τῶν ἀσυστάτων ἐπὶ τὸ μᾶλλον ἔχον λόγον κατ' ὀλίγον  
πρόεισι· σκόπει γὰρ, ὡς τὸ μὲν μονομερὲς ἐκ τοῦ ἑνὸς
λελειμμένους πάντη ἔχει, τὸ δὲ ἰσάζον ἔχει μὲν, τοὺς
αὐτοὺς δέ· τὸ δὲ ἀντιστρέφον ἔχει λόγους καὶ οὐ τοὺς
αὐτοὺς, πίστιν δὲ οὐκ ἔχοντας· τὸ δὲ ἄπορον καὶ λό-
γους ἔχει καὶ οὐ τοὺς αὐτοὺς καὶ πίστιν δεχομένους· ἐκ
δὲ τοῦ κατασκευαζομένου τὸ ἀσύστατον· τὸ δὲ ἀπίθανον
ὕλην ἔχει πάντων πλείονα, καὶ σχεδὸν συνέστηκε, καὶ
ζητήσειεν ἄν τις, πῶς ὅλως ἀσύστατόν ἐστιν, ὅτε καὶ
Σωκράτης καὶ Ἀριστείδης ἀμφότεροι γραφὰς ὑπέμειναν,
καὶ ὁ μὲν ἐξωστρακίσθη, ὁ δὲ θανάτῳ ἐζημιώθη· εἰ δὲ
μὴ ἦν κατὰ τούτων κατηγορία, πῶς ἔργῳ ἐκβᾶσα φαί-
νεται; Λύσις οὖν αὕτη, καὶ διδάσκει, πῶς συστῆναι δύ-
ναται, καὶ τὴν διαφορὰν φθάσαντες εἰρήκαμεν· ὅτι ἐν-
ταῦθα καὶ λόγοι εἰσὶν καὶ πέρας δυνάμενοι δέξασθαι.
Πῶς οὖν καὶ συστῆναι δύναται καὶ λύσις τοῦ εἶναι ἀπί-
θανον; ἐροῦμεν, ὅταν καὶ αὐτὸ τὸ τοῦ προσώπου ἔν

Σωπάτερ. Scholia ad Hermogenis status seu artem rhetoricam


Vol. 5, p. 66, l. 16

δὲ τοῦ κατασκευαζομένου τὸ ἀσύστατον· τὸ δὲ ἀπίθανον


ὕλην ἔχει πάντων πλείονα, καὶ σχεδὸν συνέστηκε, καὶ
ζητήσειεν ἄν τις, πῶς ὅλως ἀσύστατόν ἐστιν, ὅτε καὶ
Σωκράτης καὶ Ἀριστείδης ἀμφότεροι γραφὰς ὑπέμειναν,
καὶ ὁ μὲν ἐξωστρακίσθη, ὁ δὲ θανάτῳ ἐζημιώθη· εἰ δὲ
μὴ ἦν κατὰ τούτων κατηγορία, πῶς ἔργῳ ἐκβᾶσα φαί-
νεται; Λύσις οὖν αὕτη, καὶ διδάσκει, πῶς συστῆναι δύ-
ναται, καὶ τὴν διαφορὰν φθάσαντες εἰρήκαμεν· ὅτι ἐν-
ταῦθα καὶ λόγοι εἰσὶν καὶ πέρας δυνάμενοι δέξασθαι.
Πῶς οὖν καὶ συστῆναι δύναται καὶ λύσις τοῦ εἶναι ἀπί-
θανον; ἐροῦμεν, ὅταν καὶ αὐτὸ τὸ τοῦ προσώπου ἔν-
357

δοξον ἡ κατηγορία γίνηται, τότε ἀσύστατόν ἐστι πάντη·


ὅταν δὲ καθ' ἕτερόν τι σύστασιν δέχηται, πρόσωπον
μὲν γὰρ οὐδὲν ἀναμάρτητον πάντη· ἔστιν δὲ ὅπου καθ'
ὑπερβολὴν διαπρέπει, ὡς ὁ Σωκράτης ἐν τῷ σωφρονεῖν· ὁ
δὲ Ἀριστείδης ἐν τῷ μὴ χρημάτων ἐφίεσθαι· εἰ οὖν τὸν
μὲν Ἀριστείδην γράψεταί τις λειποταξίου ἢ ὑπερηφανίας,
ὅπερ αὐτῷ καὶ τὸ ἐξωστρακισμένον ἐποίει, συνεστηκὸς
εἴη τὸ πρόβλημα· εἰ δὲ καὶ τὸν Σωκράτην ἑτέρου τι-
νὸς ἀσεβείας, ἧς καὶ γραφὴν ὑπέμεινεν, ἢ ἑτέρου τοιού-
του, πλὴν πορνείας, ἐν ᾧ πάλιν σαφῆ ἔχει τὸν ἔλεγχον

Πορφύριος De antro nympharum (2034: 004)“Porphyry. The cave of the nymphs in


the Odyssey”, Ed. Seminar Classics 609Buffalo: Department of Classics, State
University of New York, 1969; Arethusa Monographs 1.Sec. 2, l. 4

 λάινοι· ἔνθα δ' ἔπειτα τιθαιβώσσουσι μέλισσαι.


 ἐν δ' ἱστοὶ λίθεοι περιμήκεες, ἔνθα τε νύμφαι
 φάρε' ὑφαίνουσιν ἁλιπόρφυρα, θαῦμα ἰδέσθαι·
 ἐν δ' ὕδατ' ἀενάοντα. δύω δέ τέ οἱ θύραι εἰσίν,
 αἱ μὲν πρὸς βορέαο καταβαταὶ ἀνθρώποισιν,
 αἱ δ' αὖ πρὸς νότου εἰσὶ θεώτεραι· οὐδέ τι κείνῃ
 ἄνδρες ἐσέρχονται, ἀλλ' ἀθανάτων ὁδός ἐστιν.’
 Ὅτι μὲν οὐ καθ' ἱστορίαν παρειληφὼς μνήμην τῶν παραδο-
θέντων πεποίηται, δηλοῦσιν οἱ τὰς περιηγήσεις τῆς νήσου γράψαντες,
οὐδενὸς τοιούτου κατὰ τὴν νῆσον ἄντρου μνησθέντες, ὡς φησὶ
Κρόνιος· ὅτι δὲ κατὰ ποιητικὴν ἐξουσίαν πλάσσων ἄντρον ἀπίθανος
ἦν, εἰ τὸ προστυχὸν καὶ ὡς ἔτυχε πλάσας πείσειν ἤλπισεν ὡς ἐν
τῇ Ἰθακησίᾳ γῇ ἀνήρ τις ἐτεχνήσατο ὁδοὺς τοῖς ἀνθρώποις καὶ
θεοῖς, ἢ εἰ μὴ ἄνθρωπος, ἀλλ' ἡ φύσις αὐτόθεν ἀπέδειξε κάθοδόν τε
ἀνθρώποις πᾶσι καὶ πάλιν ἄλλην ὁδὸν τοῖς πᾶσι θεοῖς, δῆλον.
ἀνθρώπων γὰρ καὶ θεῶν ὁ πᾶς μὲν πλήρης κόσμος, τὸ δὲ Ἰθακήσιον
ἄντρον πόρρω καθέστηκε τοῦ πείθειν ἐν αὐτῷ κατάβασιν εἶναι τῶν
ἀνθρώπων καὶ ἀνάβασιν τῶν θεῶν.  

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae (2034:


014)“Porphyrii quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae, fasc. 1
& 2”, Ed. Schrader, H.Leipzig: Teubner, 1:1880; 2:1882.Iliad book 3, sec. 236, l. 47

μ' ὄφελ' ἤματι εἴμα τὶ cod. τῷ ὅτε με om. cod. πρῶτον τέκε
μήτηρ οἴχεσθαι προφέρουσα κακὴ ἀνέμοιο θύελλα (Ζ 345,
46). καὶ θρηνοῦσα τὸν Ἕκτορα ἀχθῆναί φησιν εἰς τὴν Τροίαν ὑπὸ
Ἀλεξάνδρου, ὡς πρὶν ὤφελλον ὄφελον cod. ὀλέσθαι (Ω 764),
καὶ ἑαυτὴν οὖν κλαίει· τῷ σέ θ' ἅμα κλαίω καὶ ἔμ' ἄμμορον
ἀχνυμένη κῆρ (Ω 773) καὶ τὰ τούτοις ἑξῆς. καὶ ὅτι τοιοῦτον εἶχε
βίον καὶ τοιαύτας ἐν Τροίᾳ διατριβάς, διεδόθη καὶ τοῖς Ἕλλησι· διὰ
τοῦτο μαχόμενοι ὑπὲρ αὐτῆς παρεκάλουν εἰς τὸν πόλεμον, λέγοντες
358

ὡς χρὴ τίσασθαι Ἑλένης ὁρμήματά τε om. cod. στοναχάς


τε (Β 356. 590).
 ἀπίθανον εἶναι δοκεῖ, ἐννέα ἐτῶν διελθόντων τοῖς Ἕλλησιν ἐν
Ἰλίῳ, μηδένα τῶν βαρβάρων ἀπαγγεῖλαι τῇ Ἑλένῃ περὶ τῶν ἀδελφῶν,
εἴτε καὶ αὐτοὶ ἀφίκοντο εἰς τὸν πόλεμον εἴτε ὅλως οὐκ ἦλθον εἰς
Τροίαν, ἢ ἐλθόντες οὐκ ἐξῆλθον εἰς τὴν μάχην· οὐ γὰρ ἐνῆν τοιούτους
ὄντας μὴ οὐχ ὑπὸ πάντων γινώσκεσθαι παρόντας εἰς τὴν Τροίαν. λέγει
δὲ Ἡρακλείδης, ὅτι ἄλογον ἦν ὄντως τοῦτο, εἰ διατελεσάντων ἐν τῇ
Τροίᾳ πάντων Ἑλλήνων ἐννέα ἔτη μηδὲν περὶ τῶν ἀδελφῶν ἔσχεν
Ἑλένη λέγειν· εἰ δὲ οὐ πάντες ἦσαν οἱ στρατεύσαντες ἐν Τροίᾳ, ἀλλ'
οἱ μὲν περὶ Λέσβον καὶ τὰς ἄλλας νήσους, ἃς οἱ Κᾶρες κάρες cod.
εἶχον, ἐπόρθουν,

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae


Iliad book 16, sec. 140, l. 6

δὲ τὴν προαίρεσιν αὐτοῦ ἐπαγαγὼν τὸ μή τις ἀπ' Οὐλύμποιο θεῶν


(93), εὐπρεπῶς οὐ Τρῶας ἀλλὰ τὸν Ἀπόλλωνα δεδοικώς. οὐ βασκα-
νίας οὖν κριτέον Ἀχιλλέα ἀλλὰ φιλεταιρίας, ὅς γέ φησιν εὐχόμενος ἤ
ῥα καὶ οἶος ἐπίστηται πολεμίζειν (243).
 διὰ τί οὖν μόνον τὸ Πηλιωτικὸν αὐτῷ Vill.; cod. αὐτὸ
ἀναρμοστεῖ δόρυ, τῶν ἄλλων ἁρμοσάντων ὅπλων; Μεγακλείδης ἐν
δευτέρῳ περὶ om. cod.; ins. Sengebusch, diss. Hom. I, p. 89 Ὁμήρου
προοικονομεῖσθαί φησιν Ὅμηρον τὴν ὁπλοποιίαν, καὶ ἐπειδὴ τὰς μὲν
ἄλλας ὕλας, ἐξ ὧν ὁ Ἥφαιστος ἐδημιούργει τὰ ὅπλα, τὸν χρυσὸν καὶ
τὸν ἄργυρον, οὐκ ἀπίθανον εἶναι καὶ ἐν οὐρανῷ, δένδρον δὲ οὐρά-
νιον λέγειν καταγελαστότατον ἦν, διὰ τοῦτο τὰ μὲν λοιπὰ ὅπλα πε-
ποίηκε τὸν Πάτροκλον φέροντα, ἃ καὶ ἀπολόμενα ἐτύγχανεν ἂν τῆς
Ἡφαίστου δημιουργίας, μόνον δὲ τὸ δόρυ ἐάσαντα, ἵνα σωθῇ κατα-
λειπόμενον· τοῦτο γὰρ ἀπολόμενον οὐκ ἂν ὁ Ἥφαιστος κατεσκεύασε
πιθανῶς διὰ τὸ τὴν ὕλην αὐτοῦ μὴ οὐράνιον ἀλλ' ἔγγειον καὶ
Πηλιῶτιν εἶναι.

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae


Iliad book 16, sec. 411, l. 5

 ..... πῶς δὲ αὐτὸν οὐ καταλαμβάνει Πάτροκλος; ἢ ὅτι καὶ


αὐτὸς διαφόρους ἵππους ἔχει, ὡς Αἰνείας (Ε 265)· καὶ γὰρ ἐν Ἀβύδῳ
ἱπποστάσια ἔχει Πρίαμος (Δ 500), ἀφ' οὗ καὶ οἱ Ἀσίου, τὸν Ἀρίσβηθεν
φέρον ἵπποι (Β 838). ὧν καὶ διὰ τὴν ὑπεροχὴν ἐπιμελεῖται Ἀνδρο-
μάχη (Θ 186 sqq.). ἄλλως τε ἄτοπον ἐπιδιώκοντα πόρρω που ἐκεῖνον
ἀμελεῖν τῶν λοιπῶν.
 πῶς λίθων εὐπορεῖ ἐφ' ἅρματος ὤν; ἔοικε κατὰ τὸ σιωπώ-
μενον καταβεβηκέναι ἀπὸ τοῦ δίφρου, εἶτα μετὰ τὸ πλῆξαι τὸν Ἐρύα-
λον πάλιν ἐπαναβεβηκέναι, ὅτι γὰρ ἐφ' ἅρματός ἐστι, πάλιν ἑξῆς
φησιν· Πάτροκλος δ' ἑτέρωθεν ἐπεὶ ἴδεν ἔκθορε δίφρου
359

(427). καὶ τὸ ἐπεσσύμενος ἐπὶ μὲν πεζοῦ οἰκεῖον, ἀπίθανον δὲ


ἐπὶ ἱππότου.
 ..... ἄτοπον δὲ οὕτως καταφρονεῖν καὶ μὴ χρῆσθαι μίτρᾳ,
ὅπου γε καὶ Ἄρης αὐτῇ χρῆται (Ε 857). οἱ δὲ τοὺς ἅμα θώρακι συνηρ-
τημένην ἔχοντας μίτραν. οἱ δὲ οὐκ ἐπὶ πάντων τὸ ἐπίθετον, ἀλλ' ἐπὶ
τῶν ἀνῃρημένων, οἷον ὅτι εἶδεν αὐτοὺς ἀμιτροχίτωνας γεγενημένους
διὰ τὸ ἐσκυλεῦσθαι.

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae


Iliad book 18, sec. 230, l. 1

 διὰ τί, φησὶ, τὴν Πατρόκλου πανοπλίαν οὐκ ἀναλαμβάνει Ἀχιλ-


λεύς, ἐπειδὴ καὶ Πατρόκλῳ τὰ αὐτοῦ ἥρμοσεν; ἄλλοι δέ φασιν, ὅτι
καταγέλαστον ἦν ταπεινὸν φανῆναι τοῖς τεθαρρηκόσιν, οἱ δὲ ὅτι τὴν
Πατρόκλου Αὐτομέδων εἶχεν, ἵνα διὰ παντὸς Ἀχιλλέως ἡνίοχος νομί-
ζηται, ἢ ὅτι μείζονα μὲν ἴσως ἁρμοσθεῖεν ἥσσονι, οὐ μέντοι τὸ ἀνά-
παλιν, ὥστε οὐκ ἠδύνατο αὐτοῖς ὁπλισθῆναι Ἀχιλλεύς. ἢ τῷ μεγέθει
μὲν ἴσα ἦν, ἀσθενῆ δέ· διὸ οὐχ ἥρμοττεν Ἀχιλλεῖ προπηδῶντι εἰς
προῦργον κίνδυνον.
 πῶς δὲ, φησὶν, οὐκ ἐκαίετο; καὶ γὰρ οἱ θεοὶ αὐτοὶ τρωτοί.
ῥητέον δὲ ὅτι φαντασία ἦν,
 ἀπίθανόν φασι καὶ ἄμετρον τὸ τῆς ὑπερβολῆς. ῥητέον δὲ
ὡς οὐκ ἔστιν· ὁ γὰρ τῆς αἰγίδος φόβος ἣν ἐπέσεισεν ἡ Ἀθηνᾶ, καὶ τὸ
καιόμενον πῦρ ἔκπληξιν τοσαύτην παρέσχεν, ὥστε αὐτοὺς ὑφ' ἑαυτῶν
ὑπὸ ταραχῆς ἀπολέσθαι.
 ζητεῖται διὰ τί ἄκοντά φησι τὸν ἥλιον δῦναι. Κράτης
μὲν τὸν αὐτὸν Ἀπόλλωνα εἶναι καὶ ἥλιον· ἐπιτυγχανόντων οὖν τῶν
Τρώων, χρονίζειν ἡδόμενόν τε καὶ μηκύνοντα αὐτοῖς τὸ ἐπίτευγμα·
Ἥραν δὲ τὰ ἐναντία βουλομένην ἀναγκάζειν αὐτὸν δύνειν. Ἀγαθο-  
κλῆς δέ φησι συνάγεσθαι, ὅτι καθ' Ὅμηρον ἐναντίως τῷ οὐρανῷ φέ-
ρεται ὁ ἥλιος, τῇ δὲ δίνῃ αὐτοῦ συνέλκεται· Ἥραν γὰρ εἶναι τὴν τοῦ
παντὸς φύσιν ἐκ τοῦ ἢ οὐ μέμνῃ ὅτε τ' ἐκρέμω ὑψόθεν (Ο 18),

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium reliquiae


(2034: 016)“Porphyrii quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium
reliquiae”, Ed. Schrader, H.Leipzig: Teubner, 1890.Odyssey book 1, sec. 262, l. 22

[μέντοι ἐν τῇ Ὀδυσσείᾳ] τόξοις χρώμενον ποιεῖ ἐν τῷ ἀπόπλῳ· λέγει γάρ·


 αὐτίκα καμπύλα τόξα καὶ αἰγανέας δολιχαύλους
 εἱλόμεθ' ἐκ νηῶν (ι 156. 57),
αὐτός τε παρὰ τοῖς Φαίαξιν ὑπάρχων αὐχεῖ ἐφ' ἑαυτῷ λέγων·
 εὖ μὲν τόξον οἶδα ἐύξοον ἀμφαφάασθαι,
 πρῶτός κ' ἄνδρα βάλοιμι καὶ τὰ ἑξῆς. (θ 215. 16).
ῥητέον οὖν, ὅτι ταῦτα πάντα πρὸς κατασκευὴν τοῦ μεγίστου ἀγῶνος
τῆς μνηστηροφονίας· αὐτὸς μὲν γυμναζόμενος ἐν τῇ ἐπανόδῳ, ἵνα
φανῇ τηρήσας τὴν ἰδίαν ἕξιν, αὐχῶν δὲ πάντων προφερέστατος  
εἶναι τῶν ἀνθρώπων (θ 221), ἵνα μὴ ἐξαίφνης οἰηθῶμεν τοξότην
αὐτὸν ἄριστον ἐν τῇ μνηστηροφονίᾳ γενέσθαι. ἀπιθάνου δὲ ὄντος
360

πάντας τοὺς τιτρωσκομένους εἰς ὁτιδηποτοῦν μέρος τοῦ σώματος


παραχρῆμα διαφθείρεσθαι, πεφαρμακευμένους προκατασκευάζει τοὺς
ὀιστούς, ἵνα τοῦτο συμβαίνῃ λέγειν αὐτῷ· βάλλε τιτυσκόμενος,
τοὶ δ' ἀγχιστῖνοι ἔπιπτον (χ 116). ὅταν οὖν τὰ βέλη πικρά τε
καὶ πευκεδανὰ λέγῃ καὶ ἐχεπευκῆ, ἐν τῇ Ἰλιάδι κοινῶς, οὐ πάντως
διὰ τὸ φαρμάκῳ κεχρῖσθαι ἀκουστέον (οὐδαμοῦ γὰρ τοῦτο ἐν τῷ Ἰλιακῷ
πολέμῳ ἐπεσημήνατο), διὰ δὲ τὸ τὰς ἐξ αὐτῶν πληγὰς ἐπωδύνους
εἶναι, καθὰ καὶ τὸν πόλεμον πευκεδανὸν ἔφη καταχρηστικῶς, ἐπώδυνον
βουλόμενος ἐμφανίσαι·

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium reliquiae


Odyssey book 9, sec. 60, l. 1

μέγας (ἐδεδίεσαν γὰρ ἄν), οὔτε μὴν χρηστὸς (ᾐδοῦντο γὰρ ἄν). ἐροῦμεν
οὖν ὅτι εὐθὺς ἀπὸ τῆς νίκης ὄντες οἱ ἑταῖροι ἐγαυρίων τῇ τύχῃ.
τοιαῦτα δέ τινα καὶ Ἀγαμέμνων πέπονθεν· ἠναντιοῦντο γὰρ αὐτῷ
πολλάκις Ἕλληνες. παραδέδωκε δὲ ἡ ἱστορία ὅτι καὶ Ἀλεξάνδρῳ τῷ
Μακεδόνι ὕστερον ἐπανάστασιν ἐποιήσαντο οἱ ἴδιοι αὐτοῦ στρατιῶται.
 πῶς οἱ ἀπολόμενοι Κίκονες βοᾶν εἶχον; φαμὲν ὅτι ἐν τῷ
πορθεῖσθαι ἐβόων, ἤκουσαν δὲ οἱ γείτονες οἱ τὴν ἤπειρον οἰκοῦντες,
ὅ ἐστι μεσόγειοι· οἱ γὰρ πορθηθέντες παραθαλάσσιοι ἦσαν.
 ζ 103.  
 ἠὼς] τὸ ἀπὸ πρωίας μέχρι ὥρας ϛʹ διάστημα.
 πολλοὶ κατηγόρουν τοῦ ἀπιθάνου, ὧν εἷς ἐστι καὶ Ζωίλος·
ἄτοπον γὰρ ἡγοῦνται μήτε πλέονας μήτε ἐλάττους ἀνῃρῆσθαι ἀφ' ἑκά-
στης νηός, ἀλλ' ἴσους ὡς ἀπὸ τοῦ ἐπιτάγματος· χρὴ δὲ τὰ πλάσματα
πιθανὰ εἶναι. λύει δὲ ὁ Κράτης οὕτως· βούλεται Ὅμηρος ἑβδομή-
κοντα δύο ἀπολωλότας σημᾶναι. πεζὸν μὲν τὸ φάναι ἀπώλοντο οἱ
ἑβδομήκοντα δύο, καὶ σχεδὸν ἀδύνατον εἰπεῖν [εἶναι] ποιητικῶς διὰ τὸ
μέτρον. δώδεκα δὲ νεῶν οὐσῶν καὶ ἀπολομένων ἑβδομήκοντα δύο,
εἴτε ἐκ μιᾶς νεὼς ἁπάντων εἴτε ἐκ πλειόνων, μηκέτι εἶναι τὸν ἀριθμὸν
τῶν στρατιωτῶν πλήρη ἐν ἑκάστῳ πλοίῳ. ὅτε γὰρ ἤμελλον ἀποπλεῖν,
τότε ἐξ ὀνόματος καλῶν πάντας καὶ εὑρὼν τοὺς λείποντας, ἀναγκαίως
ἐμέρισεν εἰς τὰς ναῦς ἐξ ἴσης· ἐνέλιπον δὲ ἓξ εἰς ἑκάστην ναῦν ἐρέται.

Πορφύριος Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium reliquiae


Odyssey book 11, sec. 568sqq, l. 5

κτλ. =Σ 98, p. 220, 20, cum scripturae discrepantia non digna quae
h. l. afferatur, ad schol. Townl. quam maxime accedente. Ceterum
etiam l. 15 – 19 sine dubio olim cum eadem quaestione cohaeserunt.
 ἀλλ' ἄγε μοι.. διὰ τί, φησὶ, καὶ παρὰ ἄλλων ἐπύ-  
θετο τῶν ἀποθανόντων; ῥητέον ὅτι ἐνδέχεται μὲν αὐτὸν καὶ πεπνῦσθαι
μάλιστα αὐτὸν ἐρωτᾷ, καὶ ἀκριβῶς ἐπιστάμενον καὶ δυνάμενον εἰπεῖν.
 .... ἀλλὰ καὶ ὁ Σίσυφος κέρδιστος ὢν (Ζ 153) διὰ τούτων
κολάζεται. τὸ κακότροπον ὁ Γλαῦκος τοῦ προγόνου εἰς σύνεσιν μετήνεγκεν.
 πῶς δὲ καὶ ὁ Ἡρακλῆς ἐνταῦθα μένων θεός; καὶ πῶς οἷόν τε τὸν
361

αὐτὸν εἶναι καὶ ἐν Ἅιδου καὶ ἐν οὐρανῷ; καὶ ἡ Ἥβη δὲ καθ' Ὅμηρον
παρθένος, ὅθεν καὶ οἰνοχοεῖ· ἀπίθανον δὲ αὐτὸν ἔχειν καὶ τὴν σκευήν.
μὴ πιὼν δὲ πῶς ὁμιλεῖ; τὴν μὲν σκευὴν ἔχει κατὰ φαντασίαν, τοὺς δὲ
δύο στίχους (602. 3) καὶ ἡμεῖς ἀθετοῦμεν· εἴδωλον καὶ τέρπεται
ἐν θαλίῃς. [οὐ] πάντες δὲ οὗτοι ἐν τῷ τῶν ἀτάφων εἰσὶ χώρῳ, οἱ
μὲν κολαζόμενοι, οἱ δὲ κολάζοντες, ὡς ὁ Μίνως καὶ ὁ Ἡρακλῆς. οὗτοι
δὲ μὴ πεπωκότες τοῦ Λήθης ὕδατος καὶ φθέγγονται χωρὶς τοῦ πιεῖν.
 

Πορφύριος Εἰς τὰ ἁρμονικὰ Πτολεμαίου ὑπόμνημα (2034: 021)“Porphyrios.


Kommentar zur Harmonielehre des Ptolemaios”, Ed. Düring, I.Göteborg: Elanders,
1932, Rep1980.P. 32, l. 19

 Ἀλλ', ὥς φησιν ὁ Δημόκριτος «ἐκδοχεῖον μύθων οὖσα μένει


τὴν φωνὴν ἀγγείου δίκην· ἡ δὲ γὰρ εἰσκρίνεται καὶ ἐνρεῖ, παρ' ἣν αἰ-
τίαν καὶ θᾶττον ὁρῶμεν ἢ ἀκούομεν. ἀστραπῆς γὰρ καὶ βροντῆς ἅμα
γενομένης τὴν μὲν ὁρῶμεν ἅμα τῷ γενέσθαι, τὴν δ' οὐκ ἀκούομεν ἢ μετὰ
πολὺ ἀκούομεν, οὐ παρ' ἄλλο τι συμβαῖνον ἢ παρὰ τὸ τῇ μὲν ὄψει ἡμῶν
ἀπαντᾶν τὸ φῶς, τὴν δὲ βροντὴν παραγίνεσθαι ἐπὶ τὴν ἀκοὴν ἐκδεχο-
μένης τῆς ἀκοῆς τὴν βροντήν.»
 Διὸ δὴ ἐναντίως πεφυκέναι ἑκατέρας. ἡ μὲν γὰρ ὄψις τὰ ἐκτὸς ὁρᾷ
ἐπιβάλλουσα αὐτοῖς, ὧν τὴν ἀντίληψιν ποιεῖται, λέγω δ' ἐπί τε μείζονος
καὶ ἐλάττονος διαστήματος, καὶ διὰ τοῦτο δόξαν οὐκ ἀπίθανον ἡμῖν
τοῦ αὐτὴν θεωρεῖν τὰ ἐν σχέσει παρέχει. ἐπὶ δὲ τῆς ἀκοῆς πᾶν τοὐναν-
τίον πέφυκε γίνεσθαι. οὐ γὰρ μένει τὰ διαστήματα ἐντός, ὥστε τὴν
αἴσθησιν ἐπιβάλλειν αὐτοῖς, ἀλλ' εἰσρεῖ τῇ ἀκοῇ.
 »Θεωρῶν οὖν τὰς αἰσθήσεις μὴ ἑστώσας ἀλλ' ἐν ταράχῳ οὔσας καὶ τὸ
ἀκριβὲς μὴ καταλαμβανούσας ἐπειράθη λόγῳ τινὶ ἑστῶτι συνιδεῖν τὴν
τῶν φθόγγων ἁρμογήν. ἐπεὶ γὰρ τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἐκμελεῖς, αἱ δ'
ἐμμελεῖς· ἐκμελεῖς μὲν ὁπόσαι τραχύνουσι τὴν αἴσθησιν ἡμῶν ἢ ἀνο-
μάλως κινοῦσι· καθάπερ ὄσφρησιν τὰ δυσώδη καὶ ὄψιν τὰ τοῦ αὐτοῦ
γένους ὁρατά, οὕτω δὴ καὶ ἀκοὴν πάντα τὰ τραχέα καὶ ἐστερημένα τοῦ
προσηνοῦς. ἐμμελεῖς δ' εἰσὶ φωναὶ αἱ προσηνεῖς τε καὶ λεῖαι.

Πορφύριος Contra Christianos (fragmenta) (2034: 023)“Porphyrius. Gegen die


Christen”, Ed. von Harnack, A.Berlin: Reimer, 1916; Abhandlungen der königlich
preussischen Akademie der Wissenschaften, Philosoph.–hist. Kl. 1.Fragment 55, l. 2

φήσωμεν ἐν τῷ· Ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν κόκκῳ σινάπεως,


καὶ πάλιν· Ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ζύμῃ, καὶ αὖθις· Ὁμοία
ἐστὶν ἀνθρώπῳ ἐμπόρῳ ζητοῦντι καλοὺς μαργαρίτας; ταῦτα γὰρ οὐκ ἀνδρῶν,
ἀλλ' οὐδ' ὀνειροπολούντων γυναίων τὰ μυθάρια· ὅταν γάρ τις περὶ μεγάλων ἢ
θείων ἀπαγγέλῃ, κοινοῖς μὲν ὀφείλει καὶ ἀνθρωπίνοις χρῆσθαι παραδείγμασι
σαφηνείας
ἕνεκεν, οὐ μὴν οὕτω χυδαίοις καὶ ἀσυνέτοις. ταῦτα τὰ ῥήματα, μετὰ τοῦ ταπεινὰ
εἶναι καὶ μὴ πρέποντα τηλικούτοις πράγμασιν, οὐδεμίαν ἔχει ἐν ἑαυτοῖς ἔννοιαν
συνετὴν οὐδὲ σαφήνειαν· καίτοι σφόδρα προσῆκεν αὐτὰ εἶναι σαφῆ διὰ τὸ μὴ
σοφοῖς μηδὲ συνετοῖς, ἀλλὰ νηπίοις γεγράφθαι.
 MakaIII, 6: Φέρε δέ σοι κἀκείνην ἐκ τοῦ εὐαγγελίου τὴν ῥῆσιν ἀναπτύ-
362

ξωμεν τὴν γελοίως μὲν ὧδε γραφεῖσαν ἀπιθάνως, γελοιωδέστερον δὲ ἔχουσαν τὸ


διήγημα, ὁπηνίκα τοὺς μαθητὰς ἀπὸ δείπνου προπέμψας ὁ Ἰησοῦς διαπλεῦσαι τὴν
θάλασσαν αὐτὸς ἐπέστη τῇ τετάρτῃ τῆς νυκτὸς αὐτοῖς φυλακῇ δεινῶς ὑπὸ τῆς
ζάλης τετρυχωμένοις τοῦ χειμῶνος, ἅτε παννύχιον μοχλεύουσιν [αὐτοῖς] τῇ βίᾳ τῶν  
κυμάτων· τετάρτη γὰρ τῆς νυκτὸς φυλακή ἐστιν ἡ δεκάτη τῆς νυκτὸς ὥρα, μεθ'
ἣν ὑπολείπονται τρεῖς ὑστεραῖοι ὧραι. οἱ γοῦν τὴν ἀλήθειαν τῶν τόπων ἀφηγού-
μενοί φασι θάλασσαν μὲν ἐκεῖ μὴ εἶναι, λίμνην δὲ μικρὰν ἐκ ποταμοῦ συνεστῶ-
σαν ὑπὸ τὸ ὄρος κατὰ τὴν Γαλιλαίαν χώραν παρὰ πόλιν Τιβεριάδα, ἣν καὶ μο-
νοξύλοις μικροῖς διαπλεῦσαι ῥᾴδιον ἐν ὥραις οὐ πλεῖον δύο, μήτε δὲ κῦμα μήτε
χειμῶνα χωρῆσαι δυναμένην. ἔξω τοίνυν τῆς ἀληθείας πολὺ βαίνων ὁ Μάρκος

Αθανάσιος θεολόγος. , Apologia contra Arianos sive Apologia secunda (2035: 005)
“Athanasius Werke, vol. 2.1”, Ed. Opitz, H.G.Berlin: De Gruyter, 1940.Ch.20, sec. 2,
l. 3

τιανοὶ οἱ ἀεὶ σχισματικοί, οἱ καὶ μέχρι νῦν τὰς ἐκκλησίας ταράττοντες καὶ στάσεις
κινοῦντες.
καταστάσεις γὰρ ἀλόγους καὶ σχεδὸν ἐθνικῶν ποιοῦνται, καὶ τοιαῦτα πράττουσιν, ἃ
δυσωπούμεθα μὲν γράφειν, δύνασθε δὲ μαθεῖν παρὰ τῶν ἀποσταλέντων παρ' ἡμῶν
τῶν
καὶ τὴν ἐπιστολὴν ὑμῖν ἐπιδιδόντων.
 Ταῦτα μὲν οἱ ἀπὸ τῆς Αἰγύπτου πρὸς πάντας καὶ πρὸς Ἰούλιον τὸν ἐπίσκοπον  
τῆς Ῥώμης, καὶ οἱ περὶ Εὐσέβιον δὲ πρὸς Ἰούλιον ἔγραψαν, καὶ νομίζοντες ἡμᾶς
ἐκφοβεῖν
ἠξίωσαν σύνοδον καλέσαι καὶ αὐτὸν Ἰούλιον, εἰ βούλοιτο, κριτὴν γενέσθαι. ἡμῶν
τοίνυν
ἀνελθόντων εἰς τὴν Ῥώμην ἔγραψεν εἰκότως Ἰούλιος καὶ ἐπὶ τοὺς περὶ Εὐσέβιον ἀπο-
στείλας καὶ δύο πρεσβυτέρους ἑαυτοῦ Ἐλπίδιον καὶ Φιλόξενον. ἐκεῖνοι δὲ
ἀκούσαντες
περὶ ἡμῶν ἐταράχθησαν οὐ προσδοκήσαντες ἡμᾶς ἀνέρχεσθαι, καὶ παρῃτήσαντο προ-
φάσεις ἀπιθάνους πορισάμενοι, μᾶλλον δὲ φοβηθέντες, μὴ ἅπερ οἱ περὶ Οὐάλεντα
καὶ
Οὐρσάκιον ὡμολόγησαν, ταῦτα κατ' αὐτῶν ἐλεγχθῇ. λοιπὸν οὖν συνελθόντες
ἐπίσκοποι
πλέον πεντήκοντα, ἔνθα Βίτων ὁ πρεσβύτερος συνῆγεν, ἡμᾶς μὲν ἀπολογουμένους
ἀπεδέξαντο καὶ ἐκύρωσαν εἰς ἡμᾶς τήν τε κοινωνίαν καὶ τὴν ἀγάπην. ἠγανάκτησαν δὲ

κατ' ἐκείνων καὶ ἠξίωσαν Ἰούλιον γράψαι τοῖς περὶ Εὐσέβιον ταῦτα τοῖς καὶ
γράψασιν
αὐτῷ. καὶ ἔγραψεν αὐτὸς καὶ ἀπέστειλε διὰ Γαβιανοῦ τοῦ κόμητος.

Αθανάσιος θεολόγος. , Historia Arianorum (2035: 009)“Athanasius Werke, vol.


2.1”, Ed. Opitz, H.G.Berlin: De Gruyter, 1940.Ch.12, sec. 1, l. 1

περὶ Εὐσέβιον ὡς μόνον ἤκουσαν ἐκκλησιαστικὴν ἔσεσθαι κρίσιν, ἐν ᾗ κόμης οὐ


παρα-
γίγνεται, οὐ στρατιῶται πρὸ τῶν θυρῶν, οὐ βασιλικῷ προστάγματι τὰ τῆς συνόδου
τελειοῦται (ἐν τούτοις γὰρ ἀεὶ κατὰ τῶν ἐπισκόπων ἴσχυσαν καὶ ἄνευ τούτων οὐδ'
363

ὅλως
λαλῆσαι θαρροῦσιν), οὕτω κατέπτηξαν, ὡς τοὺς μὲν πρεσβυτέρους κατασχεῖν καὶ
μετὰ
τὴν προθεσμίαν, πλάσασθαι δὲ πρόφασιν ἀπρεπῆ ὅτι ‘μὴ δυνάμεθα νῦν ἐλθεῖν διὰ
τοὺς
παρὰ Περσῶν γιγνομένους πολέμους’. τοῦτο δὲ οὐκ ἦν ἀληθές, ἀλλὰ φόβος τοῦ  
συνειδότος. τί γὰρ κοινὸν πόλεμος πρὸς ἐπισκόπους; ἢ διατί μὴ δυνάμενοι διὰ τοὺς
Πέρσας εἰς Ῥώμην ἐλθεῖν καίτοι μακρὰν ἀπέχουσαν καὶ πέραν θαλάττης οὖσαν τοὺς
τῆς ἀνατολῆς τόπους καὶ τοὺς ἐγγὺς ἐκείνων περιήρχοντο ὡς λέοντες ζητοῦντες, τίς
αὐτοῖς
ἐναντιοῦται, ἵνα διαβάλλοντες ἐξορίσωσιν;
 Ἀμέλει τοὺς πρεσβυτέρους ἀπολύσαντες ἐπὶ τῇ ἀπιθάνῳ ταύτῃ προφάσει συνε-
λάλουν ἀλλήλοις· ‘ἐπεὶ μὴ δυνάμεθα ἐκκλησιαστικῇ κρίσει κρατεῖν, τὴν συνήθη
τόλμαν
ἐπιδειξώμεθα’. γράφουσι τοίνυν Φιλαγρίῳ καὶ ποιοῦσιν αὐτὸν μετὰ Γρηγορίου κατ'
ὀλίγον ἐξελθεῖν εἰς τὴν Αἴγυπτον καὶ λοιπὸν ἐπίσκοποι μαστίζονται καὶ ἐδεσμοῦντο
πικρῶς. Σαραπάμμωνα γοῦν ἐπίσκοπον ὁμολογητὴν ἐξορίζουσι, Ποτάμωνα δὲ
ἐπίσκοπον ὁμολογητὴν ἀπολέσαντα καὶ αὐτὸν τὸν ὀφθαλμὸν ἐν τῷ διωγμῷ οὕτω
κατέκοψαν ταῖς καταυχενίοις πληγαῖς, ὡς μὴ πρότερον παύσασθαι, πρὶν ἂν
νομισθῆναι
τὸν ἄνθρωπον νεκρόν. οὕτω γοῦν ἐρρίφη καὶ μόγις μετὰ ὥρας θεραπευόμενος καὶ

Αθανάσιος θεολόγος. , De synodis Arimini in Italia et Seleuciae in Isauria (2035:


010)“Athanasius Werke, vol. 2.1”, Ed. Opitz, H.G.Berlin: De Gruyter, 1940.Ch.4, sec.
4, l. 6

αἷς καὶ ἐτέθη παρὰ τοῦ γράψαντος, οὕτω καὶ οὗτοι γράψαντες ‘ἐξετέθη νῦν ἡ πίστις’
ἔδει-
ξαν ὅτι νεώτερόν ἐστι τὸ τῆς αἱρέσεως αὐτῶν φρόνημα καὶ οὐκ ἦν πρότερον. εἰ δὲ
προστιθέασι ‘τῆς καθολικῆς’, ἔλαθον ἑαυτοὺς πεσόντες εἰς τὴν παράνοιαν τῶν ἀπὸ
Φρυ-
γίας, ὥστε καὶ αὐτοὺς κατ' ἐκείνους εἰπεῖν· ‘ἡμῖν πρῶτον ἀπεκαλύφθη καὶ ἀφ' ἡμῶν
ἡ πίστις ἄρχεται τῶν Χριστιανῶν’. καὶ ὥσπερ ἐκεῖνοι Μαξιμίλλαν καὶ Μοντανόν,
οὕτως
οὗτοι ἀντὶ τοῦ Χριστοῦ Κωνστάντιον ‘δεσπότην’ ἐπιγράφονται. εἰ δὲ κατ' αὐτοὺς
ἀπὸ τῆς νῦν ὑπατείας ἀρχὴν ἡ πίστις ἔχει, τί ποιήσουσιν οἱ πατέρες καὶ οἱ μακάριοι
μάρτυ-
ρες, τί δὲ καὶ αὐτοὶ ποιήσουσι τοὺς παρ' αὐτῶν κατηχηθέντας καὶ πρὸ τῆς ὑπατείας
ταύ-
της κοιμηθέντας, πῶς αὐτοὺς ἐγείρουσιν, ἵνα ἃ μὲν ἔδοξαν δεδιδαχέναι τούτους
ἀπαλείψω-
σιν, ἃ δὲ νῦν ὡς ἐφευρόντες ἔγραψαν ἐπισπείρωσιν αὐτοῖς; οὕτως εἰσὶν ἀμαθεῖς
μόνον
εἰδότες πλάττειν προφάσεις καὶ ταύτας ἀπρεπεῖς καὶ ἀπιθάνους ἐχούσας ἐγγὺς τὸν
ἔλεγχον.
 Ἡ μὲν γὰρ ἐν Νικαίᾳ σύνοδος οὐχ ἁπλῶς γέγονεν, ἀλλ' εἶχε τὴν χρείαν κατεπεί-
γουσαν καὶ τὴν αἰτίαν εὔλογον. οἱ μὲν γὰρ ἀπὸ τῆς Συρίας καὶ Κιλικίας καὶ
Μεσοποταμίας  
ἐχώλευον περὶ τὴν ἑορτὴν καὶ μετὰ τῶν Ἰουδαίων ἐποίουν τὸ πάσχα, ἥ τε ἀρειανὴ
364

αἵρεσις
ἐπαναστᾶσα ἦν κατὰ τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας καὶ προστάτας εἶχεν εἴς τε τὴν ὑπὲρ
ἑαυτῆς σπουδὴν καὶ εἰς τὴν κατὰ τῶν εὐσεβούντων ἐπιβουλὴν τοὺς περὶ Εὐσέβιον.
καὶ
αὕτη αἰτία γέγονεν οἰκουμενικὴν συναχθῆναι σύνοδον, ἵνα πανταχοῦ μία τῆς ἑορτῆς
ἡμέρα
ἐπιτελῆται καὶ ἡ παραφυεῖσα αἵρεσις ἀναθεματισθῇ. γέγονε γοῦν, καὶ οἱ μὲν ἀπὸ τῆς
Συρίας ἐπείσθησαν, τὴν δὲ ἀρειανὴν αἵρεσιν ἀπεφήναντο πρόδρομον τοῦ ἀντιχρίστου
καὶ
κατ' αὐτῆς γράψαντες ἐκδεδώκασι καλῶς. καὶ ὅμως γράψαντες καὶ τοσοῦτοι ὄντες
οὐδὲν τοιοῦτον τετολμήκασιν οἷον οἱ τρεῖς ἢ τέσσαρες οὗτοι. οὐ γὰρ προέταξαν
ὑπατείαν

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. (2037: 001)“Ioannis Stobaei anthologium, 5 vols.”, Ed.


Wachsmuth, C., Hense, O.Berlin: Weidmann, 1–2:1884; 3:1894; 4:1909; 5:1912,
Rep1958.Book 1, Ch.20, sec. 7, l. 36

εἶναι τῆς οὐσίας καὶ τὸν αὐτὸν ἐπέχειν τόπον, τὰ δ' ἕτερα
τινῶν λεγόμενα δεῖν καὶ τόπῳ κεχωρίσθαι καὶ μηδ' ἐν
μέρει θεωρεῖσθαι.
 Τὸ δὲ μὴ εἶναι ταὐτὸ τό τε κατὰ τὸ ἰδίως ποιὸν καὶ
τὸ κατὰ τὴν οὐσίαν, δῆλον εἶναί φησιν ὁ Μνήσαρχος·
ἀναγκαῖον γὰρ τοῖς αὐτοῖς ταὐτὰ συμβεβηκέναι. Εἰ γάρ
τις πλάσας ἵππον, λόγου χάριν, συνθλάσειεν, ἔπειτα κύνα
ποιήσειεν, εὐλόγως ἂν ἡμᾶς ἰδόντας εἰπεῖν, ὅτι τοῦτ' οὐκ
ἦν πάλαι, νῦν δ' ἔστιν· ὥσθ' ἕτερον εἶναι τὸ ἐπὶ τοῦ ποιοῦ
λεγόμενον τόδε καὶ τὸ ἐπὶ τῆς οὐσίας. Καθόλου νομίζειν
τοὺς αὐτοὺς ἡμᾶς εἶναι ταῖς οὐσίαις ἀπίθανον εἶναι φαί-
νεται· πολλάκις γὰρ συμβαίνει τὴν μὲν οὐσίαν ὑπάρχειν πρὸ
τῆς γενέσεως, εἰ τύχοι, τῆς Σωκράτους, τὸν δὲ Σωκράτην
μηδέπω ὑπάρχειν, καὶ μετὰ τὴν τοῦ Σωκράτους ἀναίρεσιν
ὑπομένειν μὲν τὴν οὐσίαν, αὐτὸν δὲ μηκέτ' εἶναι.

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Book 1, Ch.49, sec. 35, l. 20

 Ὁ δὲ Πλάτων καὶ αὐτὰς ἑαυτῶν ποιεῖ καὶ τῶν


ζῴων, καθ' ἑκατέραν ζωὴν διοριζόμενος ἑκάτερον.
 Οἱ δὲ περὶ Πορφύριον (supra ecl. 23) καὶ Πλω-
τῖνον ἑκάστῳ μέρει τοῦ παντὸς τὰς οἰκείας δυνάμεις
προβάλλεσθαι ὑπὸ τῆς ψυχῆς ἀποφαίνονται, καὶ ἀφί-
εσθαι μὲν καὶ μηκέτι εἶναι τὰς ζωὰς τὰς ὁπωσοῦν προ-
βληθείσας [οἱ περὶ Πορφύριον καὶ Πλωτῖνον Πλατωνικοὶ]
ἀφορίζονται παραπλησίως τοῖς ἀπὸ τοῦ σπέρματος φυο-
μένοις, ὁπόταν εἰς ἑαυτὸ ἀναδράμῃ τὸ σπέρμα· εἶναι δὲ
καὶ ταύτας ἐν τῷ παντὶ καὶ μὴ ἀπόλλυσθαι τάχα ἄν τις
ἐπινοήσειε καινότερον, οὐκ ἀπιθάνως.
365

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Book 2, Ch.31, sec. 121, l. 15

οὐ μικρὰ διαφωνοῦντας· οἵτινες πρῶτον μὲν βαρβάροις


παραβαλόντες τοὺς παῖδας παιδαγωγοῖς καὶ τούτων ἀκού-
ειν κελεύσαντες, ἱκανῶς ἐπιμελεῖσθαι νομίζουσιν, ὥσπερ
τοῦ κατὰ πόδας ἀκολουθήσοντος, ἀλλ' οὐ τοῦ καλῶς ἡγη-
σομένου δεομένων τῶν παιδίων καὶ τοῦ φυλάττοντος καθά-
περ συβώτου μὴ πλανηθῇ, ἀλλ' οὐχὶ ... διὸ καὶ τὸν ἐκ
τῶν ἐργατῶν ἀποδοκιμασθέντα, τοῦτον ἐπὶ παιδαγωγίᾳ
κατατάττουσι, τὰ φύσει τιμιώτατα τοῖς εὐτελεστάτοις δι-
δόντες· ὅθεν καὶ Περικλῆς, οἰκέτου ποτὲ πεσόντος ἀπὸ
ἐλαίας καὶ τὸ σκέλος συντρίψαντος· “νέος ἄρα”, ἔφη,
“παιδαγωγὸς πέφηνεν”, οὐκ ἀπιθάνως τῆς ὑπουργίας
τὴν ἀτιμίαν σκώψας.
 Ἐκ τῆς Ἰαμβλίχου ἐπιστολῆς Σωπάτρῳ
Περὶ παίδων ἀγωγῆς.
 Παντὸς ζῴου καὶ φυτοῦ ἡ πρώτη βλάστη καλῶς ὁρμη-
θεῖσα πρὸς τὴν ἑκάστου ἀρετὴν κυριωτάτη πασῶν ἐστι  
τέλος ἐπιθεῖναι τὸ πρόσφορον, καὶ τῆς τῶν παίδων τοίνυν
εὐεξίας ἡ πρώτη βελτίστη τῆς φύσεως πρόοδος ὁδῷ τε
πρόεισιν ἐπὶ τὴν τελειότητα τεταγμένως, ἐφ' ἥνπερ αὐτὴν
προχωρεῖν ἄξιον· ταύτην τοίνυν ἡ ὀρθὴ παιδεία δεόντως
προοδηγεῖ, σπέρματα τῶν ἀρετῶν ἤδη προκαταβαλλομένη

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Book 3, Ch.12, sec. 8, l. 2

 Καλὸν μὲν οὖν οὐκ ἔστι τὰ ψευδῆ λέγειν·


ὅτῳ δ' ὄλεθρον δεινὸν ἡ ἀλήθει' ἄγει,
συγγνωστὸν εἰπεῖν ἐστι καὶ τὸ μὴ καλόν.
 Μενάνδρου (fab. inc. f270 com. IV p. 292).
 Κρεῖττον δ' ἑλέσθαι ψεῦδος ἢ ἀληθὲς κακόν.  
 Πεισάνδρου (f8 Kink.).
 Οὐ νέμεσις καὶ ψεῦδος ὑπὲρ ψυχῆς ἀγορεύειν.
 Ὁμήρου (Od. III 20).
 Ψεῦδος δ' οὐκ ἐρέει· μάλα γὰρ πεπνυμένος ἐστί.
 Μενάνδρου (fab. inc. f78 com. IV p. 255).
 Τἀπιθανὸν ἰσχὺν τῆς ἀληθείας ἔχει
ἐνίοτε μείζω καὶ πιθανωτέραν ὄχλῳ.
 Μενάνδρου (fab. inc. f270 com. IV p. 292).
 Ἦ πού τι χαλεπόν ἐστι τὸ ψευδῆ λέγειν.
 Εὐριπίδου Ἱππολύτου (f433 N.2).
 Ἔγωγέ φημι καὶ νόμον γε μὴ σέβειν
ἐν τοῖσι δεινοῖς τῶν ἀναγκαίων πλέον.
 Διφίλου (fab. inc. f30 com. IV p. 425).
 Καιρῷ τιθέμενον κέρδος ὡς καρπὸν φέρει.
 Διφίλου Θησαυροῦ (com. IV p. 399).
 
366

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron “Basile de Césarée. Homélies sur


l'hexaéméron, 2nd edn.”, Ed. Giet, S.Paris: Cerf, 1968; Sources chrétiennes 26 bis.
Homily 1, sec. 11, l. 7

ἐλαττοῦται ἡ ἐπὶ τοῖς μεγίστοις ἔκπληξις, ἐπειδὰν ὁ τρόπος


καθ' ὃν γίνεταί τι τῶν παραδόξων ἐξευρεθῇ· εἰ δὲ μὴ,
ἀλλὰ τό γε ἁπλοῦν τῆς πίστεως ἰσχυρότερον ἔστω τῶν
λογικῶν ἀποδείξεων.
 Τὰ αὐτὰ δὲ ταῦτα καὶ περὶ οὐρανοῦ εἴποιμεν, ὅτι
πολυφωνότατοι πραγματεῖαι τοῖς σοφοῖς τοῦ κόσμου περὶ
τῆς οὐρανίου φύσεως καταβέβληνται. Καὶ οἱ μὲν σύνθετον
αὐτὸν ἐκ τῶν τεσσάρων στοιχείων εἰρήκασιν, ὡς ἁπτὸν
ὄντα καὶ ὁρατὸν, καὶ μετέχοντα γῆς μὲν διὰ τὴν ἀντιτυπίαν,
πυρὸς δὲ, διὰ τὸ καθορᾶσθαι, τῶν δὲ λοιπῶν, διὰ τὴν
μίξιν. Οἱ δὲ τοῦτον ὡς ἀπίθανον παρωσάμενοι τὸν λόγον,
πέμπτην τινὰ σώματος φύσιν εἰς οὐρανοῦ σύστασιν οἴκοθεν
καὶ παρ' ἑαυτῶν ἀποσχεδιάσαντες ἐπεισήγαγον. Καὶ ἔστι
τι παρ' αὐτοῖς τὸ αἰθέριον σῶμα, ὃ μήτε πῦρ, φησὶ, μήτε
ἀὴρ, μήτε γῆ, μήτε ὕδωρ, μήτε ὅλως ὅπερ ἓν τῶν ἁπλῶν·
διότι τοῖς μὲν ἁπλοῖς οἰκεία κίνησις ἡ ἐπ' εὐθείας, τῶν μὲν
κούφων ἐπὶ τὸ ἄνω φερομένων, τῶν δὲ βαρέων ἐπὶ τὸ κάτω.
Οὔτε δὲ τὸ ἄνω καὶ τὸ κάτω τῇ κυκλικῇ περιδινήσει ταὐτόν·  
καὶ ὅλως τὴν εὐθεῖαν πρὸς τὴν ἐν τῷ κύκλῳ περιφορὰν
πλείστην ἀπόστασιν ἔχειν.

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 3, sec. 3, l. 18

οὐρανίου σώματος εἰς τὴν τοῦ ἑνὸς σύστασιν ἀπαναλωθείσης,


ὡς οἴονται. Ἓν γάρ φασι τὸ κυκλοφορικὸν σῶμα, καὶ  
τοῦτο πεπερασμένον· ὅπερ εἰ συναπήρτισται τῷ πρώτῳ
οὐρανῷ, μηδὲν ὑπολείπεσθαι πρὸς δευτέρου ἢ τρίτου γένεσιν.
Ταῦτα μὲν οὖν οἱ ὕλην ἀγέννητον ἐπεισάγοντες τῷ δημιουργῷ
φαντάζονται, ἐκ τῆς πρώτης μυθοποιίας πρὸς τὸ ἀκόλουθον
ψεῦδος ὑποφερόμενοι· ἡμεῖς δὲ ἀξιοῦμεν τοὺς τῶν
Ἑλλήνων σοφοὺς, μὴ πρότερον ἡμᾶς καταχλευάζειν πρὶν
τὰ πρὸς ἀλλήλους διάθωνται. Εἰσὶ γὰρ ἐν αὐτοῖς οἳ ἀπείρους
οὐρανοὺς καὶ κόσμους εἶναί φασιν, ὧν ὅταν ἀπελέγξωσιν τὸ
ἀπίθανον οἱ ἐμβριθεστέραις ταῖς ἀποδείξεσι χρώμενοι, καὶ
ταῖς γεωμετρικαῖς ἀνάγκαις συστήσωσι μὴ ἔχειν φύσιν
ἄλλον οὐρανὸν γενέσθαι παρὰ τὸν ἕνα, τότε καὶ μᾶλλον
καταγελασόμεθα τῆς γραμμικῆς καὶ ἐντέχνου αὐτῶν
φλυαρίας, εἴπερ ὁρῶντες πομφόλυγας διὰ τῆς ὁμοίας αἰτίας
γινομένας μίαν τε καὶ πολλὰς, εἶτα ἀμφιβάλλουσι περὶ
οὐρανῶν πλειόνων, εἰ ἐξαρκεῖ αὐτοὺς ἡ δημιουργικὴ δύναμις
παραγαγεῖν εἰς τὸ εἶναι. Ὧν τὴν ἰσχὺν καὶ τὸ μέγεθος
οὐδὲν ἡγούμεθα διαφέρειν τῆς κοίλης νοτίδος τῆς ὑπερφυ-
σωμένης ἐν τοῖς κρουνοῖς, ὅταν πρὸς τὴν ὑπεροχὴν τῆς τοῦ
Θεοῦ δυνάμεως ἀποβλέψωμεν. Ὥστε καταγέλαστος αὐτοῖς
367

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 2, sec. 11, l. 43

λύπη, ὡς μηδὲ τὸ ζῆν αὐτὸν ἔτι ὑπομεῖναι ἀλλ' «εἰς τὸν


ναὸν» ῥίψαντα τὸ ἀργύριον ἀναχωρῆσαι καὶ ἀπελθεῖν καὶ
ἀπάγξασθαι. ⌊Ἑαυτὸν γὰρ κατεδίκασε δεικνὺς ὅσον ἐδύνατο
καὶ ἐν τῷ ἁμαρτωλῷ τῷ Ἰούδᾳ τῷ κλέπτῃ καὶ προδότῃ ἡ
Ἰησοῦ διδασκαλία, οὐ δυνηθέντι πάντῃ καταφρονῆσαι ὧν
ἀπὸ τοῦ Ἰησοῦ μεμάθηκεν.⌋ Ἢ τὰ μὲν ἐμφαίνοντα τὸ μὴ
πάντῃ ἀποστατικὸν τοῦ Ἰούδα καὶ μετὰ τὰ τετολμημένα
κατὰ τοῦ διδασκάλου πλάσματα ἐροῦσιν οἱ περὶ τὸν Κέλσον,
μόνον δ' ἀληθὲς ὅτι εἷς τῶν μαθητῶν προέδωκεν αὐτόν, καὶ  
προσθήσουσι τῷ γεγραμμένῳ ὅτι καὶ ὅλῃ ψυχῇ προέδωκεν
αὐτόν; Ὅπερ ἐστὶν ἀπίθανον, ἀπὸ τῶν αὐτῶν γραμμάτων
πάντα ὡς ἐχθρὸν ποιεῖν, καὶ τὸ πιστεύειν καὶ τὸ ἀπιστεῖν.
 ⌊Εἰ δὲ δεῖ καὶ περὶ τοῦ Ἰούδα δυσωπητικόν τινα παρα-
θέσθαι λόγον, φήσομεν ὅτι ἐν τῇ βίβλῳ τῶν ψαλμῶν ὅλος ὁ
ἑκατοστὸς ὄγδοος ψαλμὸς τὴν περὶ τοῦ Ἰούδα περιέχει
προφητείαν, οὗ ἡ ἀρχή·⌋

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 4, sec. 36, l. 9

ὄντος τοῦ τὰ ὀνόματα ἀπὸ τῆς Ἑβραίων εἰλῆφθαι διαλέκτου,


παρὰ μόνοις Ἰουδαίοις εὑρισκομένης.
 Μετὰ ταῦτα ὁ Κέλσος ἐκτιθέμενος τὰ ἀπὸ τῆς ἔξω
τοῦ θείου λόγου ἱστορίας, τὰ περὶ τῶν ἐπιδικασαμένων
ἀνθρώπων τῆς ἀρχαιότητος, οἷον Ἀθηναίων καὶ Αἰγυπτίων
καὶ Ἀρκάδων καὶ Φρυγῶν, καὶ γηγενεῖς τινας παρὰ σφίσιν
γεγονέναι λεγόντων καὶ τεκμήρια τούτων παρεχομένων  
ἑκάστων, φησὶν ὡς ἄρα Ἰουδαῖοι ἐν γωνίᾳ που τῆς Παλαις-
τίνης συγκύψαντες, παντελῶς ἀπαίδευτοι καὶ οὐ προακη-
κοότες πάλαι ταῦτα Ἡσιόδῳ καὶ ἄλλοις μυρίοις ἀνδράσιν
ἐνθέοις ὑμνημένα, συνέθεσαν ἀπιθανώτατα καὶ ἀμουσότατα,
ἄνθρωπόν τινα ὑπὸ χειρῶν θεοῦ πλασσόμενόν τε καὶ ἐμφυ-
σώμενον καὶ γύναιον ἐκ τῆς πλευρᾶς καὶ παραγγέλματα τοῦ
θεοῦ καὶ ὄφιν τούτοις ἀντιπράσσοντα καὶ περιγινόμενον τῶν
θεοῦ προσταγμάτων τὸν ὄφιν, μῦθόν τινα ὡς γραυσὶ
διηγούμενοι καὶ ποιοῦντες ἀνοσιώτατα τὸν θεόν, εὐθὺς ἀπ'
ἀρχῆς ἀσθενοῦντα καὶ μηδ' ἕν' ἄνθρωπον, ὃν αὐτὸς ἔπλασε,
πεῖσαι δυνάμενον.

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 4, sec. 36, l. 24

διηγούμενοι καὶ ποιοῦντες ἀνοσιώτατα τὸν θεόν, εὐθὺς ἀπ'


ἀρχῆς ἀσθενοῦντα καὶ μηδ' ἕν' ἄνθρωπον, ὃν αὐτὸς ἔπλασε,
πεῖσαι δυνάμενον. Διὰ τούτων δὴ ὁ πολυΐστωρ καὶ πολυμαθὴς
368

καὶ Ἰουδαίοις καὶ Χριστιανοῖς ἀμαθίαν ἐγκαλῶν καὶ ἀπαι-


δευσίαν Κέλσος σαφῶς παρίστησι, τίνα τρόπον ἀκριβῶς
ᾔδει τοὺς ἑκάστου συγγραφέως χρόνους, ἕλληνος καὶ
βαρβάρου· ὅς γε οἴεται Ἡσίοδον καὶ ἄλλους μυρίους, οὓς
ὀνομάζει ἄνδρας ἐνθέους, πρεσβυτέρους εἶναι Μωϋσέως καὶ
τῶν τούτου γραμμάτων, Μωϋσέως, τοῦ ἀποδεικνυμένου
πολλῷ τῶν Ἰλιακῶν πρεσβυτέρου. Οὐκ Ἰουδαῖοι οὖν
συνέθεσαν ἀπιθανώτατα καὶ ἀμουσότατα τὰ περὶ τὸν
γηγενῆ ἄνθρωπον, ἀλλ' οἱ κατὰ Κέλσον ἄνδρες ἔνθεοι,
Ἡσίοδος καὶ οἱ ἄλλοι αὐτοῦ μυρίοι, τοὺς πολλῷ πρεσβυτέρους
καὶ σεμνοτάτους ἐν τῇ Παλαιστίνῃ λόγους μήτε μαθόντες
μήτ' ἀκηκοότες, τοιαύτας ἔγραψαν ἱστορίας περὶ τῶν
ἀρχαίων, Ἠοίας καὶ Θεογονίας, γένεσιν τὸ ὅσον ἐφ' ἑαυτοῖς
περιτιθέντες θεοῖς, καὶ ἄλλα μυρία.

Ωριγένης. , Κατά Κέλσου. Book 4, sec. 51, l. 18

ἀρχαιοτέρων, ὁποῖά ἐστι τὰ Ἀριστοβούλου. Στοχάζομαι


δὲ τὸν Κέλσον μὴ ἀνεγνωκέναι τὰ βιβλία, ἐπεὶ πολλαχοῦ
οὕτως ἐπιτετεῦχθαί μοι φαίνεται, ὥστε αἱρεθῆναι ἂν καὶ
τοὺς ἐν Ἕλλησι φιλοσοφοῦντας ἀπὸ τῶν λεγομένων· ἐν οἷς
οὐ μόνον φράσις ἐξήσκηται ἀλλὰ καὶ νοήματα καὶ δόγματα
καὶ ἡ χρῆσις τῶν, ὡς οἴεται, ἀπὸ τῶν γραφῶν μύθων ὁ
Κέλσος. Ἐγὼ δ' οἶδα καὶ Νουμήνιον τὸν πυθαγόρειον,
ἄνδρα πολλῷ κρεῖττον διηγησάμενον Πλάτωνα καὶ περὶ
τῶν Πυθαγορείων δογμάτων πρεσβεύσαντα, πολλαχοῦ τῶν
συγγραμμάτων αὐτοῦ ἐκτιθέμενον τὰ Μωϋσέως καὶ τῶν
προφητῶν καὶ οὐκ ἀπιθάνως αὐτὰ τροπολογοῦντα, ὥσπερ
ἐν τῷ καλουμένῳ Ἔποπι καὶ ἐν τοῖς περὶ ἀριθμῶν καὶ ἐν
τοῖς περὶ τόπου. Ἐν δὲ τῷ τρίτῳ περὶ τἀγαθοῦ ἐκτίθεται
καὶ περὶ τοῦ Ἰησοῦ ἱστορίαν τινά, τὸ ὄνομα αὐτοῦ οὐ λέγων,
καὶ τροπολογεῖ αὐτήν· πότερον δ' ἐπιτετευγμένως ἢ
ἀποτετευγμένως, ἄλλου καιροῦ ἐστιν εἰπεῖν. Ἐκτίθεται καὶ
τὴν περὶ Μωϋσέως καὶ Ἰαννοῦ καὶ Ἰαμβροῦ ἱστορίαν.
Ἀλλ' οὐκ ἐν ἐκείνῃ σεμνυνόμεθα, ἀποδεχόμεθα δ' αὐτὸν
μᾶλλον Κέλσου καὶ ἄλλων Ἑλλήνων βουληθέντα φιλομαθῶς
καὶ τὰ ἡμέτερα ἐξετάσαι καὶ κινηθέντα ὡς περὶ τροπολο

Ωριγένης. , Commentarii in evangelium Joannis (lib. 1, 2, 4, 5, 6, 10, 13)


Book 13, Ch.16, sec. 95, l. 4

προσεκύνησαν» καὶ τὸ ἑξῆς. Σφόδρα δέ ἐστιν εὐέλεγκτα


τὰ εἰρημένα· πόθεν γὰρ ὅτι βούλεται μαθεῖν τίνι εὐαρεστή-
σασα ἀπαλλαγείη τοῦ πορνεύειν;
      
369

Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Πίστευέ μοι, γύναι, ὅτι ἔρχεται ὥρα


 ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἱεροσολύμοις προσκυ-
 νήσετε τῷ πατρί.

 Ὅτε ἔδοξεν πιθανώτατα τετηρηκέναι ὁ Ἡρα-


κλέων ἐν τούτοις τὸ ἐπὶ μὲν τῶν προτέρων μὴ εἰρῆσθαι
αὐτῇ· «Πίστευέ μοι, γύναι», νῦν δὲ τοῦτο αὐτῇ προστετά-
χθαι, τότε ἐπεθόλωσεν τὸ μὴ ἀπίθανον παρατήρημα, εἰπὼν
ὄρος μὲν τὸν διάβολον λέγεσθαι ἢ τὸν κόσμον αὐτοῦ, ἐπείπερ
μέρος ἓν ὁ διάβολος ὅλης τῆς ὕλης, φησίν, ἦν, ὁ δὲ κόσμος  
τὸ σύμπαν τῆς κακίας ὄρος, ἔρημον οἰκητήριον θηρίων, ᾧ
προσεκύνουν πάντες οἱ πρὸ νόμου καὶ οἱ ἐθνικοί· Ἱεροσόλυμα
δὲ τὴν κτίσιν ἢ τὸν κτίστην, ᾧ προσεκύνουν οἱ Ἰουδαῖοι.
Ἀλλὰ καὶ δευτέρως ὄρος μὲν ἐνόμισεν εἶναι τὴν κτίσιν
ᾗ οἱ ἐθνικοὶ προσεκύνουν· Ἱεροσόλυμα δὲ τὸν κτίστην
ᾧ οἱ Ἰουδαῖοι ἐλάτρευον.

Ωριγένης. , Commentarii in evangelium Joannis (lib. 1, 2, 4, 5, 6, 10, 13)


Book 13, Ch.31, sec. 189, l. 1

μεως τῆς παρὰ τοῦ σωτῆρος, ἥντινα καταλιποῦσα, φησί,  


παρ' αὐτῷ, τουτέστιν ἔχουσα παρὰ τῷ σωτῆρι τὸ τοιοῦτο
σκεῦος, ἐν ᾧ ἐληλύθει λαβεῖν τὸ ζῶν ὕδωρ, ὑπέστρεψεν εἰς
τὸν κόσμον εὐαγγελιζομένη τῇ κλήσει τὴν Χριστοῦ παρου-
σίαν· διὰ γὰρ τοῦ πνεύματος καὶ ὑπὸ τοῦ πνεύματος προσά-
γεται ἡ ψυχὴ τῷ σωτῆρι.
 Κατανόησον δὲ εἰ δύναται ἐπαινουμένη τυγχάνειν ἡ
ὑδρία αὕτη πάντη ἀφιεμένη· «Ἀφῆκεν, γάρ φησι, τὴν ὑδρίαν
αὐτῆς ἡ γυνή.» Οὐ γὰρ πρόσκειται, ὅτι ἀφῆκεν αὐτὴν παρὰ
τῷ σωτῆρι.
         Πῶς δὲ καὶ οὐκ ἀπίθανον καταλιποῦσαν
αὐτὴν τὴν δεκτικὴν τῆς ζωῆς διάθεσιν καὶ τὴν ἔννοιαν τῆς
δυνάμεως τῆς παρὰ τοῦ σωτῆρος καὶ τὸ σκεῦος, ἐν ᾧ ἐλη-
λύθει λαβεῖν τὸ ζῶν ὕδωρ, ἀπεληλυθέναι εἰς τὸν κόσμον χωρὶς
τούτων εὐαγγελίσασθαι τῇ κλήσει τὴν Χριστοῦ παρουσίαν;
Πῶς δὲ καὶ ἡ πνευματικὴ μετὰ τοσούτους λόγους οὐ
πέπεισται σαφῶς περὶ τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά φησι· «Μήτι οὗτός
ἐστιν ὁ Χριστός»;

Ωριγένης. , Commentarii in evangelium Joannis (lib. 1, 2, 4, 5, 6, 10, 13)


Book 13, Ch.52, sec. 342, l. 1

γυναικός» τουτέστιν διὰ τῆς πνευματικῆς ἐκκλησίας· καὶ


ἐπισημαίνεταί γε τὸ «Πολλοὶ» ὡς πολλῶν ὄντων ψυχικῶν·
τὴν δὲ μίαν λέγει τὴν ἄφθαρτον τῆς ἐκλογῆς φύσιν καὶ
μονοειδῆ καὶ ἑνικήν. Ἔστημεν δὲ ἐν τοῖς ἀνωτέρω, ὡς οἷόν
370

τε ἦν, πρὸς ταῦτα.


      
Ωριγένης. , Frag.in evangelium Joannis (in catenis) (2042: 006)
“Origenes Werke, vol. 4”, Ed. Preuschen, E.Leipzig: Hinrichs, 1903; Die
griechischen christlichen Schriftsteller 10.Fragment 78, l. 14

μὴ παρατραπείη ἐκ τῆς τοιαύτης τοῦ Ἰησοῦ μαρτυρίας περὶ Μαρίας  


πρὸς τὸ μὴ ἀπογνοὺς ἑαυτὸν ἐπὶ τοῖς πρότερον ἥκειν καὶ παρα-
καθέζεσθαι τοῖς ποσὶ τοῦ Ἰησοῦ καὶ μαθητεύεσθαι αὐτῷ; καὶ γὰρ
αὕτη, φησί, «γυνὴ ἦν ἐν τῇ πόλει ἁμαρτωλός», ἥτις «ἐπιγνοῦσα ὅτι
»κατάκειται ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Φαρισαίου, κομίσασα ἀλάβαστρον μύρου
»καὶ στᾶσα ὀπίσω παρὰ τοὺς πόδας κλαίουσα τοῖς δάκρυσιν ἤρξατο
»βρέχειν τοὺς πόδας αὐτοῦ». εἴποι δ' ἄν τις τὴν μὲν Μαρίαν σύμ-
βολον εἶναι τῶν ἀπὸ ἐθνῶν, τὴν δὲ Μάρθαν τῶν ἐκ περιτομῆς, τὸν
δὲ ἐκ νεκρῶν ἀνιστάμενον ἀδελφὸν αὐτῶν τῶν διά τινα ἁμαρτήματα
εἰς ᾅδου καταβεβηκότων κατὰ τὸ «Ἀποστραφήτωσαν οἱ ἁμαρτωλοὶ
»εἰς τὸν ᾅδην»· καὶ οὐκ ἀπιθάνως διὰ τὴν ἐν τῷ Μωϋσέως νόμῳ
πολιτείαν φήσει εἰρῆσθαι τῇ Μάρθᾳ· «Μάρθα Μάρθα, περὶ πολλὰ
»θορυβῇ καὶ περισπᾶσαι, ὀλίγων δέ ἐστι χρεία»· εἰς σωτηρίαν γὰρ
οὐ τῶν πολλῶν κατὰ τὸ γράμμα τοῦ νόμου ἐντολῶν χρεία, ἀλλ'
ὀλίγων, ἐν οἷς κρέμαται ὅλος ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται, τῶν περὶ
ἀγάπης νενομοθετημένων.
 Ὡς μὲν ἐν συμβόλῳ δηλούτω τὸν κατὰ τὴν ἱστορίαν θάνατον·
ὡς δὲ πρὸς ἀναγωγὴν παριστάτω θάνατον ὃν ἔσθ' ὅτε ὑπνοῦσιν
οἱ μὴ ὑπὸ θεοῦ τοὺς τῆς ψυχῆς ὀφθαλμοὺς πεφωτισμένοι. οὐ
πάντως δὲ οἱ μὴ πεφωτισμένοι κοιμῶνται εἰς θάνατον, ἀλλὰ τῶν
ἐνδεχομένων ἐστί καὶ διὰ τοῦτό φησιν ὁ ψαλμῳδός· «Φώτισον τοὺς

Ωριγένης. , De oratione (2042: 008)


“Origenes Werke, vol. 2”, Ed. Koetschau, P.
Leipzig: Hinrichs, 1899; Die griechischen christlichen Schriftsteller 3.
Ch.4, sec. 2, l. 1

συνήθει πολλαχοῦ κειμένῳ τέτακται καὶ ἐπὶ τῆς κατὰ τὸ σύνηθες


ἡμῖν σημαινόμενον [τῆς] εὐχῆς ἐν τοῖς περὶ τῆς Ἄννης λεγομένοις ἐν
τῇ πρώτῃ τῶν Βασιλειῶν· “καὶ Ἠλεὶ ὁ ἱερεὺς ἐκάθητο ἐπὶ θρόνου
ἐπὶ φλιῶν ναοῦ κυρίου. καὶ αὐτὴ ψυχῇ πικρᾷ καὶ προσηύξατο πρὸς
κύριον καὶ κλαυθμῷ ἔκλαυσε. καὶ ηὔξατο εὐχὴν καὶ εἶπε· κύριε τῶν
δυνάμεων, ἐὰν ἐφοράσει ἐπίδῃς ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης σου
καὶ μνησθῇς μου καὶ μὴ ἐπιλάθῃ τῆς δούλης σου καὶ δῷς τῇ δούλῃ
σου σπέρμα ἀνδρὸς, καὶ δώσω αὐτὸν τῷ κυρίῳ δοτὸν πάσας τὰς
ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτοῦ, καὶ σίδηρος οὐκ ἀναβήσεται ἐπὶ τὴν κεφα-
λὴν αὐτοῦ.”
 δύναται μέντοι γε τὶς οὐκ ἀπιθάνως ἐνταῦθα, ἐπιστήσας τῷ
“προσηύξατο πρὸς κύριον” “καὶ ηὔξατο εὐχὴν,” εἰπεῖν ὅτι, εἰ τὰ
371

δύο πεποίηκε, τουτέστι “προσηύξατο πρὸς κύριον” “καὶ ηὔξατο


εὐχὴν,” μή ποτε τὸ μὲν “προσηύξατο” ἐπὶ τῆς συνήθως ἡμῖν ὀνο-
μαζομένης τέτακται εὐχῆς τὸ δὲ “ηὔξατο εὐχὴν” ἐπὶ τοῦ ἐν Λευϊ-
τικῷ καὶ Ἀριθμοῖς τεταγμένου σημαινομένου. τὸ γὰρ “δώσω αὐτὸν
κυρίῳ δοτὸν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτοῦ, καὶ σίδηρος οὐκ
ἀναβήσεται ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ” κυρίως οὐκ ἔστι προσευχὴ ἀλλ'
ἐκείνη ἡ εὐχὴ, ἥντινα καὶ Ἰεφθάε ηὔξατο ἐν τούτοις· “καὶ ηὔξατο
Ἰεφθάε εὐχὴν τῷ κυρίῳ καὶ εἶπεν· ἐὰν παραδώσει παραδῷς μοι τοὺς
υἱοὺς Ἀμμὼν ἐν χειρί μου, καὶ ἔσται ὃς ἐὰν ἐξέλθῃ ἐκ τῶν θυρῶν

Ωριγένης. , Philocalia sive Ecloga de operibus Origenis a Basilio et Gregorio


Nazianzeno facta (cap. 1–27) (2042: 019)
“The philocalia of Origen”, Ed. Robinson, J.A.
Cambridge: Cambridge University Press, 1893.
Ch.1, sec. 19, l. 5

ἀδύνατον· διόπερ εἰς ἀπεραντολογίαν οἱ τῶν Ἰουδαίων


διδάσκαλοι ἐληλύθασι, φάσκοντες βάσταγμα μὲν εἶναι τὸ
τοιόνδε ὑπόδημα, οὐ μὴν καὶ τὸ τοιόνδε, καὶ τὸ ἥλους ἔχον
σανδάλιον, οὐ μὴν καὶ τὸ ἀνήλωτον· καὶ τὸ οὑτωσὶ ἐπὶ
τοῦ ὤμου φορούμενον, οὐ μὴν καὶ ἐπὶ τῶν δύο ὤμων.
 Εἰ δὲ καὶ ἐπὶ τὸ εὐαγγέλιον ἐλθόντες τὰ
ὅμοια ζητήσαιμεν, τί ἂν εἴη ἀλογώτερον τοῦ· Μηδένα
κατὰ τὴν ὁδὸν ἀσπάσησθε· ὅπερ ἐντέλλεσθαι νομίζουσιν
οἱ ἀκέραιοι τὸν σωτῆρα τοῖς ἀποστόλοις; ἀλλὰ καὶ δεξιὰ
σιαγὼν τύπτεσθαι λεγομένη ἀπιθανωτάτη ἐστί· παντὸς
τοῦ τύπτοντος, εἰ μὴ ἄρα πεπονθώς τι παρὰ φύσιν τυγ-
χάνει, τῇ δεξιᾷ χειρὶ τύπτοντος τὴν ἀριστερὰν σιαγόνα.
ἀδύνατον δὲ ἀπὸ τοῦ εὐαγγελίου ἔστι λαβεῖν ὀφθαλμὸν
δεξιὸν σκανδαλίζοντα. ἵνα γὰρ χαρισώμεθα τὸ δύνασθαι
ἐκ τοῦ ὁρᾷν σκανδαλίζεσθαί τινα, πῶς τῶν δύο ὀφθαλμῶν
ὁρώντων τὴν αἰτίαν ἀνενεκτέον ἐπὶ τὸν δεξιόν; τίς δὲ καὶ
καταγνοὺς ἑαυτοῦ ἐν τῷ ἑωρακέναι γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπι-
θυμῆσαι, ἀναφέρων τὴν αἰτίαν ἐπὶ μόνον τὸν δεξιὸν ὀφθαλ-
μὸν, εὐλόγως ἂν τοῦτον ἀποβάλοι; ἀλλὰ καὶ ὁ ἀπόστολος
νομοθετεῖ, λέγων· Περιτετμημένος τις ἐκλήθη; μὴ ἐπι

Ωριγένης. , Philocalia sive Ecloga de operibus Origenis a Basilio et Gregorio


Nazianzeno facta (cap. 1-27)
Ch.20, sec. 15, l. 38
372

ἀφ' ὧν μαντεῖαί τινες ἀνθρώποις γίνεσθαι λέγονται, συναρ-


πάζει καὶ ὡς ὁμολογούμενα ἐκτίθεται. πρῶτον μὲν γὰρ
ἐζήτηται πότερον ἔστι τις τέχνη οἰωνιστικὴ καὶ ἁπαξαπλῶς
ἡ διὰ ζώων μαντικὴ, ἢ οὐκ ἔστι· δεύτερον δὲ παρὰ τοῖς
παραδεξαμένοις εἶναι τὴν δι' ὀρνίθων μαντικὴν οὐ συμπε-
φώνηται ἡ αἰτία τοῦ τρόπου τῆς μαντείας· ἐπειδήπερ οἱ
μὲν ἀπό τινων δαιμόνων ἢ θεῶν μαντικῶν φασὶ γίνεσθαι
τὰς κινήσεις τοῖς ζώοις, ὄρνισι μὲν εἰς διαφόρους πτήσεις
καὶ εἰς διαφόρους φωνὰς, τοῖς δὲ λοιποῖς εἰς τὰς τοιασδὶ  
κινήσεις ἢ τοιασδί· ἄλλοι δὲ θειοτέρας αὐτῶν καὶ πρὸς
τοῦτ' ἐπιτηδείους εἶναι τὰς ψυχάς· ὅπερ ἐστὶν ἀπιθανώτατον.
 Ἐχρῆν οὖν τὸν Κέλσον, διὰ τῶν προκειμένων
βουλόμενον θειότερα καὶ σοφώτερα ἀποδεῖξαι τὰ ἄλογα
ζῶα τῶν ἀνθρώπων, κατασκευάσαι διὰ πλειόνων ὡς ὑπάρ-
χουσαν τὴν τοιανδὶ μαντικήν· καὶ τὴν ἀπολογίαν μετὰ
τοῦτ' ἐναργεστέρως ἀποδεῖξαι· καὶ ἀποδεικτικῶς ἀποδοκι-
μάσαι μὲν τοὺς λόγους τῶν ἀναιρούντων τὰς τοιασδὶ
μαντείας· ἀποδεικτικῶς δ' ἀνατρέψαι καὶ τοὺς λόγους τῶν
εἰπόντων ἀπὸ δαιμόνων ἢ θεῶν γίνεσθαι τὰς κινήσεις τοῖς
ζώοις πρὸς τὸ μαντεύσασθαι· καὶ μετὰ ταῦτα κατασκευάσαι
περὶ τῆς τῶν ἀλόγων ζώων ψυχῆς ὡς θειοτέρας. οὕτω γὰρ

Ωριγένης. , Philocalia sive Ecloga de operibus Origenis a Basilio et Gregorio


Nazianzeno facta (cap. 1-27)
Ch.23, sec. 16, l. 17

τεθνήξεσθαι περιπεσόντα λῃσταῖς καὶ ἀναιρεθέντα φασὶ


δύνασθαι λαμβάνειν ἀπό τε τῆς ἰδίας αὐτοῦ γενέσεως, κἂν
τύχῃ ἔχων ἀδελφοὺς πλείονας, καὶ ἀπὸ τῆς ἑκάστου αὐτῶν.
περιέχειν γὰρ οἴονται τὴν ἑκάστου γένεσιν ἀδελφὸν ὑπὸ
λῃστῶν τεθνηξόμενον, ὁμοίως καὶ τὴν τοῦ πατρὸς καὶ τὴν
τῆς μητρὸς καὶ τὴν τῆς γαμετῆς καὶ τῶν υἱῶν αὐτοῦ καὶ
τῶν οἰκετῶν καὶ τῶν φιλτάτων, τάχα δὲ καὶ αὐτῶν τῶν
ἀναιρούντων. πῶς οὖν δυνατὸν τὸν τοσαύταις γενέσεσιν,
ἵνα αὐτοῖς τοῦτο συγχωρηθῇ, ἐμπεριεχόμενον γίνεσθαι ὑπὸ
τοῦ σχηματισμοῦ τῶν ἀστέρων τῆσδε μᾶλλον τῆς γενέσεως
ἢ τῶνδε; ἀπίθανον γὰρ καὶ τὸ φάσκειν τὸν σχηματισμὸν
τὸν ἐν τῇ ἰδίᾳ τοῦδέ τινος γενέσει ταῦτα πεποιηκέναι, τὸν
δὲ ἐν τῇ τῶνδε γενέσει μὴ πεποιηκέναι ἀλλὰ σεσημαγκέναι  
μόνον· ἠλίθιον γὰρ τὸ εἰπεῖν ὅτι ἡ πάντων γένεσις πε-
ριεῖχε καθ' ἕκαστον ποιητικὸν τοῦ τόνδε ἀναιρεθῆναι, ὥστε
ἐν γενέσεσιν, καθ' ὑπόθεσιν λέγω, πεντήκοντα περιέχεσθαι
τὸ τόνδε τινὰ ἀναιρεθῆναι. οὐκ οἶδ' ὅπως δυνήσονται σῶσαι
τὸ τῶν μὲν ἐν Ἰουδαίᾳ σχεδὸν πάντων τοιόνδε εἶναι τὸν σχη-
373

ματισμὸν ἐπὶ τῆς γενέσεως, ὡς ὀκταήμερον αὐτοὺς λαμβάνειν


περιτομὴν, ἀκρωτηριαζομένους τὰ μόρια καὶ ἑλκουμένους καὶ
φλεγμονῇ περιπεσουμένους καὶ τραύμασι, καὶ ἅμα τῇ εἰς

Ωριγένης. , Philocalia sive Ecloga de operibus Origenis a Basilio et Gregorio


Nazianzeno facta (cap. 23, 25–27) (2042: 020)
“Origène. Philocalie 21–27: sur le libre arbitre”, Ed. Junod, É.
Paris: Cerf, 1976; Sources chrétiennes 226.
Ch.23, sec. 16, l. 18

δύνασθαι λαμβάνειν ἀπό τε τῆς ἰδίας αὐτοῦ γενέσεως, κἂν


τύχῃ ἔχων ἀδελφοὺς πλείονας, καὶ ἀπὸ τῆς ἑκάστου αὐτῶν.
Περιέχειν γὰρ οἴονται τὴν ἑκάστου γένεσιν ἀδελφὸν ὑπὸ
λῃστῶν τεθνηξόμενον, ὁμοίως καὶ τὴν τοῦ πατρὸς καὶ τὴν
τῆς μητρὸς καὶ τὴν τῆς γαμετῆς καὶ τῶν υἱῶν αὐτοῦ καὶ
τῶν οἰκετῶν καὶ τῶν φιλτάτων, τάχα δὲ καὶ αὐτῶν τῶν
ἀναιρούντων.
 Πῶς οὖν δυνατὸν τὸν τοσαύταις γενέσεσιν, ἵνα αὐτοῖς
τοῦτο συγχωρηθῇ, ἐμπεριεχόμενον γίνεσθαι ὑπὸ τοῦ σχημα-
τισμοῦ τῶν ἀστέρων τῆσδε μᾶλλον τῆς γενέσεως ἢ τῶνδε;
Ἀπίθανον γὰρ καὶ τὸ φάσκειν τὸν σχηματισμὸν τὸν ἐν
τῇ ἰδίᾳ τοῦδέ τινος γενέσει ταῦτα πεποιηκέναι, τὸν δὲ ἐν τῇ
τῶνδε γενέσει μὴ πεποιηκέναι ἀλλὰ σεσημαγκέναι μόνον·
ἠλίθιον γὰρ τὸ εἰπεῖν ὅτι ἡ πάντων γένεσις περιεῖχε
καθ' ἕκαστον ποιητικὸν τοῦ τόνδε ἀναιρεθῆναι, ὥστε ἐν
γενέσεσιν, καθ' ὑπόθεσιν λέγω, πεντήκοντα περιέχεσθαι
τὸ τόνδε τινὰ ἀναιρεθῆναι.
 Οὐκ οἶδ' ὅπως δυνήσονται σῶσαι τὸ τῶν μὲν ἐν Ἰουδαίᾳ
σχεδὸν πάντων τοιόνδε εἶναι τὸν σχηματισμὸν ἐπὶ τῆς
γενέσεως, ὡς ὀκταήμερον αὐτοὺς λαμβάνειν περιτομήν,  
ἀκρωτηριαζομένους τὰ μόρια καὶ ἑλκουμένους καὶ φλεγμονῇ

Ωριγένης. , Homiliae in Genesim (in catenis) (2042: 022)


“Origenes Werke, vol. 6”, Ed. Baehrens, W.A.
Leipzig: Teubner, 1920; Die griechischen christlichen Schriftsteller 29.
P. 24, l. 30

τὸ ὕδωρ ἀσφάλτῳ περιαληλίφθω ἔξωθέν τε καὶ ἔσωθεν· Εὖ δὲ καὶ


τὸ εἶναι τὸ μῆκος τοῦ πλάτους μεῖζον· οὕτω γὰρ εὐκίνητον ἦν· τοι-
αῦτα γὰρ τὰ σκάφη τῆς ἀναλογίας φυλαττομένης τῷ σχήματι. Ἅμα
374

δὲ καὶ πρὸς τοσοῦτον ὕδωρ ἐτύγχανεν ἀσφαλὲς οὔτε περιτραπῆναι διὰ


τὸ σχῆμα δυνάμενον ἐξ ἀνέμων ἢ τῶν κυμάτων οὔτε κλινόμενον ἢ πλα-
γιαζόμενον· τρόπον δὲ οἰκίας τεθεμελιωμένης ἑστώσης ἐν ὕδατι τῆς κι-
βωτοῦ. Καὶ οὐκ ἄν τις ἀσφαλέστερον ἐπινοήσειε σχῆμα πρὸς τοσαύ-
την φοράν τε καὶ βίαν. Εἰ δὲ ὅτι τετράγωνος κάτωθεν γέγονέ τις
λέγοι, καὶ τοῦτο οὐκ ἀπεικότως· ἐπείπερ οὐκ εἰς τὸ πλεῖν προηγου-
μένως, ἀλλ' εἰς τὸ φυλάττειν ἐγένετο· ἄλλως τε καὶ κατεποντοῦτο
ταχέως, εἰ μὴ τετράγωνον ἦν. Παραδέδοται δὲ οὐκ ἀπιθάνως ἥ τε
χρεία τῶν δύο καταγαίων ὀροφῶν κεχωρισμένων παρὰ τὰς ἀνωτέρω
καὶ τῶν τριῶν ἰδίᾳ ὠνομασμένων· ἐπεὶ γὰρ ἐνιαυτὸν πεποίηκε πάντα
τὰ ζῷα ἐν τῇ κιβωτῷ, πάντως ἔδει πρόνοιαν γενέσθαι τῆς τε ἐπιτη-  
δείου πᾶσι τροφῆς αὐτάρκους πρὸς ἐνιαυτὸν καὶ τῆς τῶν ἐκκρινομέ-
νων σκυβάλων χώρας δυναμένης μὴ ἐνοχλεῖν τοῖς ζῴοις καὶ μάλιστα
τοῖς ἀνθρώποις. Φασὶ τοίνυν ὅτι ἡ μὲν κατωτέρω καὶ πρὸς τῷ
πυθμένι τοῦ διωρόφου στέγη εἰς σκύβαλα ἀπετέτακτο· ἡ δὲ ταύτης
ἀνωτέρω εἰς τὴν συναγωγὴν τῆς τροφῆς τῶν ζῴων, 8ὥστε εὐπορεῖν
τὰ μὲν σαρκοβόρα σαρκῶν, τὰ δὲ ἕτερα ζῷα παρὰ τὰ εἰς διατήρησιν
εἰσαχθέντα τροφῆς ἕνεκεν εἰσαχθῆναι εἰς τὴν κιβωτόν· τὰ δὲ μὴ τοι

Ωριγένης. , Commentarium in evangelium Matthaei (lib. 12–17) (2042: 030)


“Origenes Werke, vol. 10.1–10.2”, Ed. Klostermann, E.
Leipzig: Teubner, 10.1:1935; 10.2:1937; Die griechischen christlichen Schriftsteller
40.1–40.2.
Book 15, Ch.35, l. 135

οἰκοδεσπότης ἑνὶ αὐτῶν εἶπε


(τάχα τῷ Ἀδάμ)· ἑταῖρε, οὐκ
ἀδικῶ σε· οὐχὶ δηναρίου συν-
εφώνησά σοι; ἆρον τὸ σὸν καὶ
ὕπαγε (σὸν γὰρ ἡ σωτηρία τὸ δηνά-  
ριον)· θέλω γὰρ καὶ τούτῳ τῷ
ἐσχάτῳ (φησὶ) δοῦναι ὡς καὶ
σοί. καὶ οὐκ εἶπε· τούτοις τοῖς ἐσχά-
τοις, ἀλλ' ἔδειξέ τινα κατ' ἐξοχὴν
ἕνα· ὃν τολμηρότερον μὲν εἰπεῖν ὅστις
ἐστίν, οὐκ ἀπιθάνως δ' ἄν τις στο-
χάσαιτο Παῦλον μὲν εἶναι τὸν ἀπό-
στολον μίαν ὥραν ἐργασάμενον
καὶ τάχα ὑπὲρ πάντας τοὺς πρὸ
αὐτοῦ.
εἰ δὲ δεῖ καὶ περὶ τοῦ ἀμπελῶνός
τι εἰπεῖν λαβόντα ἀφορμὴν ἀπ' αὐτοῦ
τοῦ ἑρμηνεύσαντος ἐν τοῖς περὶ ἄλλης
παραβολῆς τὸν ἀμπελῶνα, φήσομεν
375

ὅτι ἀμπελών ἐστιν ἡ βασιλεία τοῦ


θεοῦ. οὕτως γὰρ αὐτὸς εἶπεν ἐν τῷ·

Ωριγένης. , Commentarii in epistulam ad Romanos (I.1–XII.21) (in catenis) (2042:


036)
“”Documents: The commentary of Origen on the epistle to the Romans””, Ed.
Ramsbotham, A., 1912; Journal of Theological Studies 13 & 14.
Sec. 5, l. 12

οἱ ὑπ' αὐτὸν τῶν αὐτῶν ὑπηρέται καὶ λειτουργοί, ὡς ὅτε 8προσετέθη ἐκκαῆναι
ἡ 8ὀργὴ τοῦ θεοῦ 8ἐν τῷ 8Ἰσραήλ, ὅτε 8ἀνασεισθεὶς ὑπ' αὐτῆς 8Δαυεὶδ ἐκέλευσε τῷ
Ἰωὰβ
8ἀριθμῆσαι τὸν λαόν· τὸ δὲ δεύτερον παρίσταται ἐκ τοῦ 8ἀπέστειλεν εἰς αὐτοὺς
θυμὸν ὀργῆς, θλίψιν καὶ ὀργήν, ἀποστολὴν δι' ἀγγέλων πονηρῶν. ὅτε δ', αὐτοὶ οἱ
δι' ἁμαρτίας πόνοι· οὕτω γὰρ ἀκούω τοῦ 8κατὰ τὴν σκληρότητά σου καὶ ἀμεταμέ-
λητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτῷ ὀργὴν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς, καὶ τοῦ 8ἔφθακεν δὲ εἰς
αὐτοὺς ἡ ὀργὴ εἰς τέλος.
 πρὸς τούτοις ἐπίσκεψαι εἰ τὰ μὲν συμβαίνοντα τοῖς δικαίοις, πειράζοντος
αὐτοὺς τοῦ πονηροῦ, ὀργὴ μὲν ἐστὶν οὔτε δὲ θεοῦ οὔτε ἀπ' οὐρανοῦ, ἀλλὰ  
κάτωθέν ποθεν ἢ τοῦ διαβόλου ἤ τινος τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ· τούτοις δέ τις οὐκ
ἀπιθάνως ἀνθυποίσει τὸ 8εἶναι ἡμῖν τὴν πάλην πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας
ἐν τοῖς ἐπουρανίοις· καὶ γὰρ ταῦτα δόξει ὀργιζόμενα τοῖς ἁγίοις παλαίειν καὶ
ἐπάγειν αὐτοῖς ἀπ' οὐρανοῦ ὀργήν. μήποτε οὖν ἐστί τις ἀπ' οὐρανοῦ ὀργὴ
καὶ ἑτέρα κάτωθεν ὡς ἀποδέδεικται, οὕτως καὶ ἡμῖν ἀπ' οὐρανοῦ ὀργὴ θεοῦ
ἐστίν, ἑτέρα δὲ ἀπ' οὐρανοῦ μὲν οὐ θεοῦ δέ; εἰ δὲ πᾶσιν ἀνθρώποις ὁ θεὸς διὰ
τῶν ἐν τῷ φυσικῷ λόγῳ ἀφορμῶν τὴν ἀλήθειαν ἐφανέρωσεν, καὶ τὸ γνωστὸν
ἑαυτοῦ ὡς ἕκαστος κεχώρηκεν ὅτε τὸν λόγον συμπεπλήρωκεν, δηλονότι ἀναγ-
καῖον ἔσται διὰ πάντα τὰ ἀσεβῶς γεγενημένα καὶ ἀδίκως πεπραγμένα, τοῖσδε
μὲν πλείονα τοῖσδε δὲ ἐλάττονα, κατὰ ἀναλογίαν ἐλθεῖν τὴν ἀποκάλυψιν τῆς
ὀργῆς τοῦ θεοῦ ἀπ' οὐρανοῦ.
 II 7 – 9 τοῖς μὲν καθ' ὑπομονὴν ἔργου ἀγαθοῦ δόξαν καὶ τιμὴν καὶ ἀφθαρσίαν

Ωριγένης. , Commentarii in epistulam ad Romanos (e cod. Vindob. g166) (2042:


037)
“”Neue Fragmente aus dem Kommentar des Origenes zum Römerbrief””, Ed. Staab,
K., 1928; Biblische Zeitschrift 18.
Fragment 13, l. 14

ὅτε ἀνασεισθεὶς ὑπ' αὐτῆς Δαυὶδ ἐκέλευσε τῷ Ἰωὰβ ἀριθ-


μῆσαι τὸν λαόν. τὸ δὲ δεύτερον παρίσταται ἐκ τοῦ ἀπέστειλεν
376

εἰς αὐτοὺς θυμὸν καὶ ὀργὴν καὶ θλίψιν, ἀποστολὴν


δι' ἀγγέλων πονηρῶν. ὅτε δ' αὐτοὶ οἱ δι' ἁμαρτίας πόνοι·  
οὕτω γὰρ ἀκούω τοῦ κατὰ τὴν σκληρότητά σου θησαυρίζεις
σεαυτῷ ὀργὴν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς, καὶ τοῦ ἔφθασε δὲ εἰς
αὐτοὺς ἡ ὀργὴ εἰς τέλος. πρὸς τοῦτο ἐπίσκεψαι, εἰ τὰ
συμβαίνοντα τοῖς δικαίοις, πειράζοντος αὐτοὺς τοῦ πονηροῦ, ὀργὴ
μὲν ἐστίν, οὔτε δὲ θεοῦ οὔτε ἀπ' οὐρανοῦ, ἀλλὰ κάτωθέν
ποθεν ἢ τοῦ διαβόλου ἤ τινος τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ. τούτοις δέ
τις οὐκ ἀπιθάνως ἀνθυποίσει τὸ εἶναι ἡμῖν τὴν πάλην πρὸς
τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις·
καὶ γὰρ ταῦτα δόξει ὀργιζόμενα τοῖς ἁγίοις παλαίειν καὶ ἐπάγειν
αὐτοῖς ἀπ' οὐρανοῦ ὀργήν. μή ποτε οὖν ἐστί τις ἀπ' οὐρανοῦ
ὀργὴ καὶ ἑτέρα κάτωθεν, ὡς ἀποδεδώκαμεν, οὕτως καὶ ἡμῖν ἀπ'
οὐρανοῦ ὀργὴ θεοῦ ἐστιν, ἑτέρα δὲ ἀπ' οὐρανοῦ μέν, οὐ
θεοῦ δέ.
 1, 24 – 26. Τῆς οὖν θεοσεβείας ἔξω τῆς ψυχῆς γενομένης ἥτις
ἐστὶν ἀρετὴ πρώτη, συνεξέρχεται καὶ ἡ σωφροσύνη, καὶ ἀσέβεια
εἰσέρχεται εἰς αὐτήν, καὶ ἀκολασία ταὐτῇ ἀκολουθεῖ ταῦτα παρα

Ωριγένης. , Commentarii in Genesim (fragmenta) (2042: 047); MPG 12.


Vol. 12, p. 76, l. 7

νασθαι λαμβάνειν ἀπό τε τῆς ἰδίας αὐτοῦ γενέσεως,


κἂν τύχῃ ἔχων ἀδελφοὺς πλείονας, ἀπὸ τῆς ἑκάστου
αὐτῶν. Περιέχειν γὰρ οἴονται τὴν ἑκάστου γένεσιν
ἀδελφὸν ὑπὸ λῃστῶν τεθνηξόμενον ὁμοίως καὶ τὴν  
τοῦ πατρὸς καὶ τὴν τῆς μητρὸς, καὶ τὴν τῆς γαμετῆς,
καὶ τῶν υἱῶν αὐτοῦ, καὶ τῶν οἰκετῶν, καὶ τῶν φιλ-
τάτων, τάχα δὲ καὶ αὐτῶν τῶν ἀναιρούντων. Πῶς
οὖν δυνατὸν τὸν τοσαύταις γενέσεσιν, ἵνα αὐτοῖς τοῦτο
συγχωρηθῇ, ἐμπεριεχόμενον γίνεσθαι ὑπὸ τοῦ σχη-
ματισμοῦ τῶν ἀστέρων, τῆσδε μᾶλλον τῆς γενέσεως
ἢ τῶνδε; Ἀπίθανον γὰρ καὶ τὸ φάσκειν, τὸν σχη-
ματισμὸν τὸν ἐν τῇ ἰδίᾳ τοῦδέ τινος γενέσει ταῦτα
πεποιηκέναι, τὸν δὲ ἐν τῇ τῶνδε γενέσει μὴ πεποιη-
κέναι, ἀλλὰ σεσημαγκέναι μόνον· ἠλίθιον γὰρ τὸ εἰ-
πεῖν, ὅτι ἡ πάντων γένεσις περιεῖχε καθ' ἕκαστον
ποιητικὸν τοῦ τόνδε ἀναιρεθῆναι, ὥστε ἐν γενέ-
σεσιν, καθ' ὑπόθεσιν λέγω, πεντήκοντα περιέχεσθαι
τὸ τόνδε τινὰ ἀναιρεθῆναι. Οὐκ οἶδα δ' ὅπως δυνή-
σονται σῶσαι τὸ, τῶν μὲν ἐν Ἰουδαίᾳ σχεδὸν πάντων
τοιόνδε εἶναι τὸν σχηματισμὸν ἐπὶ τῆς γενέσεως, ὡς
ὀκταήμερον αὐτοὺς λαμβάνειν περιτομὴν, ἀκρωτη
377

Ωριγένης. , Selecta in Genesim (Frag.e catenis) (2042: 048); MPG 12.


Vol. 12, p. 137, l. 47

 Τοῦ αὐτοῦ. Τρία εἴδη μετὰ Ἰωσὴφ κατάγουσι


Μαδιηναῖοι εἰς Αἴγυπτον, οἷς ἄλλα τρία προσθέντες οἱ
υἱοὶ Ἰακὼβ φέρουσι τῷ Ἰωσήφ. Πλὴν σπέρμα
Ἀβραὰμ καὶ τὰ πρότερα φέρουσι, καὶ τὰ δεύτερα.
Καὶ ἔδει τὰ μὲν ὑποδεέστερα ἀπὸ τῶν νόθων τοῦ
Ἀβραὰμ φέρεσθαι παίδων, τὰ δὲ πλείονα, ἀπὸ τῶν
γνησίων, ὡς τῆς Αἰγύπτου χρείαν τούτων ἐχούσης.
Εἶπαν· Διὰ τὸ ἀργύριον τὸ ἀποστραφὲν ἐν τοῖς
μαρσίποις τὴν ἀρχὴν ἡμεῖς εἰσαγόμεθα· τοῦ συ-
κοφαντῆσαι ἡμᾶς, καὶ ἐπιθέσθαι ἡμῖν, τοῦ λαβεῖν
ἡμᾶς εἰς παῖδας, καὶ τοὺς ὄνους ἡμῶν. Ἀπίθανον
τὸ, ἐν τοιαύτῃ νομίζοντας εἶναι περιστάσει, περὶ τῶν
ὄνων φροντίζειν, εἰ μὴ ἀλληγορεῖται.
 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· Ἵλεως ὑμῖν, μὴ φοβεῖσθε. Ἔοι-
κεν ὁ ἐπὶ τοῦ οἴκου τοῦ Ἰωσὴφ ἄνθρωπος ταῦτα εἰ-
ρηκέναι, ὠφεληθεὶς εἰς θεοσέβειαν παρὰ τοῦ Ἰωσήφ.
 Ἐμεγαλύνθη δὲ ἡ μερὶς Βενιαμὶν παρὰ τὰς με-  
ρίδας πάντων πενταπλασίως πρὸς τὰς ἐκείνων.
Ἐμεγαλύνθη ἢ διὰ τὴν Ἱερουσαλὴμ, ἢ ὡς τύπος τοῦ
ἀποστόλου Παύλου. Καὶ Ἰησοῦς δὲ τῆς φυλῆς ὢν
Ἐφραῒμ διεμέρισε ταῖς ἄλλαις φυλαῖς τὴν γῆν.

Ωριγένης. , Commentarii in evangelium Joannis (lib. 19, 20, 28, 32) (2042:
079)“Origenes Werke, vol. 4”, Ed. Preuschen, E.Leipzig: Hinrichs, 1903; Die
griechischen christlichen Schriftsteller 10.Book 20, Ch.21, sec. 175, l. 7

περί τινος διὰ τὴν κακίαν μεταβεβληκότος εἰς τὸ γενέσθαι αὐτὸν


ἀπώλειαν, καθ' ὁμοιότητα παραμυθήσει καὶ τὸ περὶ τοῦ ψεῦδος
εἶναί τινα οὐ τῇ ὑποστάσει ἐκ κατασκευῆς, ἀλλὰ ἐκ μεταβολῆς καὶ
ἰδίας προαιρέσεως τοιοῦτον γεγενημένον, καὶ οὕτως, ἵνα καινῶς ὀνο-
μάσω, πεφυσιωμένον. φεύγων γοῦν τις ὡς ἄτοπον τὸ φάσκειν εἶναι
ψεῦδος τὸν ἀντίχριστον, ἐρεῖ καὶ πᾶσιν ἐφαρμόζειν τοῖς ψευδομένοις
τὸ «Ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος, ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ»· τὸ γὰρ ἐν ἑκάστῳ
τῶν ψευδομένων ψεῦδος ἐπὰν λαλῇ, «ἐκ τῶν ἰδίων» τοῦ ψεύδους
»λαλεῖ»· ἀλλὰ καὶ τὸ «Ψεύστης ἐστὶν ὁ πατὴρ αὐτοῦ» ἀνενέγκει ἐπὶ
τὸ ἕκαστον τὸν προφερόμενον ψεῦδος ἐκ στόματος ἑαυτοῦ πατέρα
εἶναι οὗ λαλεῖ ψεύδους· καὶ οὐκ ἀπίθανός γε ἔσται ἡ τοιαύτη ἀπό-
δοσις. καὶ ταῦτα μὲν ὡς παρακείμενα τῇ ἀμφιβολίᾳ τοῦ ἐκκειμένου
ἡμῖν ῥητοῦ εἰρήσθω.  
 Ἐπεὶ δὲ διηγούμενοι τὸ «Ὑμεῖς ποιεῖτε τὰ ἔργα τοῦ
»πατρὸς ὑμῶν» προλαβόντες καὶ εἰς τοῦτο εἰρήκαμεν, πολλαχόθεν τὰ
φανέντα ἡμῖν εἰς τὴν διήγησιν χρήσιμα συναγαγόντες, οὐκ εὐλόγως
νῦν προσδιατρίψομεν τῷ τόπῳ. πλὴν εἴ τις τῷ ποιεῖν τὴν ἁμαρτίαν
378

ἐκ τοῦ διαβόλου γεγέννηται καὶ μὴ κατήργησεν τὴν ἀπ' ἐκείνου γέ-


νεσιν ἐξ ἑαυτοῦ, οὗτος οὐ μίαν ἀλλὰ πλείονας ἐπιθυμίας τοῦ τοιού-
του πατρὸς ποιεῖν ἐθέλει· καὶ τῶν ἐν παντὶ υἱῷ διαβόλου ἐπιθυμιῶν
ἀπὸ τῶν ἐν τῷ διαβόλῳ ἐπιθυμιῶν γεννωμένων, σαφὲς ὅτι αἱ ἐκεί

Ωριγένης. , Commentarii in evangelium Joannis (lib. 19, 20, 28, 32)


Book 32, Ch.24, sec. 309, l. 1

«Ἰούδᾳ Σίμωνος Ἰσκαριώτου. καὶ μετὰ τὸ ψωμίον τότε εἰσῆλθεν


»εἰς ἐκεῖνον ὁ Σατανᾶς». «μετὰ τὸ ψωμίον» οὖν, τάχα μὴ βρωθὲν
ὑπὸ τοῦ Ἰούδα, προλαβόντος τοῦ εἰσελθόντος εἰς τὸν Ἰούδαν Σα-
τανᾶ τὴν χρῆσιν τοῦ ψωμίου, ἵνα μὴ ὄνηται ὁ Ἰούδας τῆς ἀπὸ τοῦ
Ἰησοῦ δόσεως τοῦ ψωμίου. τὸ μὲν γὰρ εἶχεν δύναμιν ὠφελητικὴν
τῷ χρησομένῳ· ὁ δὲ ἅπαξ βαλὼν αὐτοῦ εἰς τὴν καρδίαν ἵνα παραδῷ  
τὸν διδάσκαλον, φοβούμενος μὴ τὸ βεβλημένον ἐκπέσῃ τοῦ βλη-
θέντος διὰ τῆς τοῦ ψωμίου χρήσεως, προλαβὼν ἅμα τῷ λαβεῖν τὸν
Ἰούδαν τὸ ψωμίον εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν, ὅτε καὶ εἰρημένου τοῦ «Ὃ
»ποιεῖς ποίησον τάχιον» λαβὼν τὸ ψωμίον ὁ Ἰούδας «ἐξῆλθεν
»εὐθύς». καὶ οὕτως δ' ἂν οὐκ ἀπιθάνως εἰς τὸν τόπον λέγοιτο·
ὥσπερ ὁ ἀναξίως ἐσθίων τὸν ἄρτον τοῦ κυρίου ἢ πίνων αὐτοῦ τὸ
ποτήριον εἰς κρῖμα ἐσθίει καὶ πίνει, τῆς μιᾶς ἐν τῷ ἄρτῳ κρείττονος
δυνάμεως καὶ ἐν τῷ ποτηρίῳ ὑποκειμένῃ μὲν διαθέσει κρείττονι
ἐνεργαζομένης τὸ βέλτιον, χείρονι δὲ ἐμποιούσης τὸ κρῖμα· οὕτω τὸ
ἀπὸ τοῦ Ἰησοῦ ψωμίον ὁμογενὲς ἦν τῷ δοθέντι καὶ τοῖς λοιποῖς
ἀποστόλοις ἐν τῷ «Λάβετε, φάγετε», ἀλλ' ἐκείνοις μὲν εἰς σωτηρίαν,
τῷ δὲ Ἰούδᾳ εἰς κρῖμα, ὡς μετὰ τὸ ψωμίον εἰσεληλυθέναι εἰς αὐτὸν
τὸν Σατανᾶν. νοείσθω δὲ ὁ ἄρτος καὶ τὸ ποτήριον τοῖς μὲν
ἁπλουστέροις κατὰ τὴν κοινοτέραν περὶ τῆς εὐχαριστίας ἐκδοχήν,
τοῖς δὲ βαθύτερον ἀκούειν μεμαθηκόσιν κατὰ τὴν θειοτέραν καὶ

Hephaestion Astrol., Apotelesmatica (2043: 001)“Hephaestionis Thebani


apotelesmaticorum libri tres, vol. 1”, Ed. Pingree, D.Leipzig: Teubner, 1973.
P. 121, l. 3

Πτολεμαῖός φησιν, οὕτως τὸν ἔχοντά τινα λόγον· ὁ Ἥλιος


πρὸς τὸν ἀνατολικὸν ὁρίζοντα καὶ ἡ Σελήνη πρὸς τὸν
κλῆρον τῆς τύχης. καὶ τοὺς ἀρχαίους περὶ Νεχεψὼ καὶ Πε-
τόσιριν αἰνίττεσθαι πρὸς τὴν τοῦ αὐτοῦ θέσιν διὰ τὸ
ἀνάπαλιν ἐπὶ τῶν νυκτερινῶν γεννωμένων ἀπὸ Σελήνης
ἐπὶ Ἥλιον τὸ διάστημα ἐκβάλλειν (τουτέστιν εἰς τὰ
προηγούμενα) ἀπὸ τῆς ὥρας.
 Ἐνταῦθα ὁ Παγχάριός φησιν· ἐ̣π̣ὶ̣ π̣οίᾳ αἰτίᾳ ἐστὶν  
379

ἄξιον τοῦτο μόνον ἐπιστάσεως περὶ τοῦ λόγον ἔχοντος


πρὸς τὴν προγενομένην πανσέληνον καὶ οὐχ ἁπλῶς
πρὸς τὴν ἔγγιστα συζυγίαν; ἴσως γὰρ ἀπίθανον συμβή-
σειέν ποτε σ̣υνόδου προγεγονυίας τὸ τῆς πανσελήνου
τῆς ὥσπερ ἀλλοτριουμένης τὸν οἰκοδεσπότην ἐξετάζειν
ἐπὶ τῶν νυκτερινῶν γεννωμένων. ἐπὶ δὲ τῶν ἡμερινῶν
γεννωμένων ἐὰν ᾖ ἔγγιστα ἡ προγενομένη πανσεληνιακὴ
συζυγία οὐκ ἀλόγως δοκεῖ ἐπὶ τὴν σύνοδον ἀνατρέχειν
ὡς προκαταρκτικὴν συζυγίαν, ἀλλ' ἴσως, φησίν, ἐπὶ
νυκτὸς διὰ τὸ ἀφώτιστον εἶναι τὴν τῆς Σελήνης

Hephaestion Astrol., Apotelesmatica (epitomae quattuor) (2043: 002)


“Hephaestionis Thebani apotelesmaticorum libri tres, vol. 2”, Ed. Pingree, D.
Leipzig: Teubner, 1974.P. 205, l. 7

οὗτος τύχῃ ἔν τινι τῶν ἀφετικῶν τόπων, τὸν πλείονας οἰκο-


δεσποτίας λόγους ἔχοντα πρός τε τὴν Σελήνην καὶ τὴν
προγενομένην πανσέληνον καὶ πρὸς τὸν κλῆρον τῆς τύχης
.... παρέδωκε δὲ καὶ μέθοδον τῆς εὑρέσεως τοῦ κλή-  
ρου τῆς τύχης, ὅστις καὶ σαφὴς ὢν οὐ δεῖται τῆς ἡμῶν
ἑρμηνείας.
 Ἐνταῦθα δ' ὁ Παγχάριος ἐπιστατῶν ὡς ἐν εἴδει ἀπορίας
περὶ τοῦ λόγον ἔχοντος οἰκοδεσποτίας πρὸς τὴν προγεγο-
νυῖαν πανσέληνον τίνος χάριν εἴρηκε πανσέληνον καὶ οὐχ
ἁπλῶς πρὸς τὴν ἔγγιστα συζυγίαν .... ἴσως γὰρ ἀπί-
θανον δόξειεν ἂν τὸ ζητεῖν πανσεληνιακὴν συζυγίαν πρὸ
τῆς γενέσεως γεγενημένην εἴπερ συνοδικὴ γένοιτο ἐγγύ-
τερον. ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς ἡμερινῆς γενέσεως κἂν ἡ ἔγγιστα
προγεγενημένη συζυγία πανσεληνιακὴ εἴη οὐκ ἀλόγως
δοκεῖ ἐπὶ τὴν συνοδικὴν ἀνατρέχειν ὡς προκαταρκτικὴν
μᾶλλον οὖσαν ἢ τὴν πανσεληνιακήν, ἐπὶ δὲ τῶν νυκτερι-
νῶν τίνα λόγον ἔχει ἀφέντας τὴν ἐγγύτερον συνοδικὴν
ἐπὶ τὴν πανσεληνιακὴν ἀνατρέχειν; ἀλλ' ἴσως, φησίν, διὰ
τὸ τῆς νυκτὸς ἀφώτιστον, ἅμα δὲ καὶ τὸ τῆς Σελήνης

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων (2047: 001)“Rhetores Graeci, vol. 4”, Ed. Walz,
C.Stuttgart: Cotta, 1833, Rep1968.Vol. 4, p. 140, l. 8

γὰρ τὰ καὶ πρόσωπον ἔχοντα καὶ πρᾶγμα κρινόμενον συν-


ίσταται, πάντως τὰ μηδὲν ἔχοντα τούτων ἀσύστατα γίνε-
ται συνεστῶτας ζητήματα, ὡς καὶ Μινουκιανῷ δοκεῖ, ἐκ  
τριῶν τούτων· αἰτίου, συνέχοντος, κρινομένου· καὶ αἴτιον
μὲν ἡ τοῦ κατηγόρου φωνὴ, ὃ καὶ οὕτω λέγεται διὰ τὸ τὴν
αἰτίαν τῆς κρίσεως μηνύειν· συνέχον δὲ ἡ ἀπολογία, παρὰ
τὸ εἰς αὐτὴν συνάγεσθαι τὸν λόγον· κρινόμενον δὲ, περὶ οὗ
οἱ δικασταὶ ζητοῦσι· τοῖς οὖν συνεστηκόσι τῶν ζητημάτων
380

ἀνάγκη πάντως τὰ τρία συντρέχειν· εἰ γὰρ ἕν τι τούτων ἀ-


πολίποι, ἀσύστατον· εἴτε γὰρ μὴ ἔχει αἴτιον, ἀσύστατον
ὡς τὰ ἀπίθανα· εἴτε συνέχον μὴ ᾖ, ὁμοίως ὡς τὰ μονομε-
ρῆ· εἴτε κρινόμενον πάλιν ἐνδεῖ, ὡςαύτως ἀσύστατον, ὡς
τὰ ἰσάζοντα καὶ τὰ ἄπορα. Ἑρμογένης δὲ πολλῷ ἐκείνου
σαφέστερον διδάσκει· τέσσαρας γὰρ τρόπους συνεστώτων
ἐκτίθεται, δι' αὐτῶν καὶ τὰ μὴ συνεστῶτα μηνύσας· τριῶν
γὰρ ὄντων ὡς ἤδη εἴρηται, ἀφ' ὧν πᾶν ζήτημα συνίστα-
ται, αἰτίου, συνέχοντος, κρινομένου, οἱ τέσσαρες οὗτοι ἐκ
τούτων τρόποι ἀποτελοῦνται, συνεστῶτος ζητήματος, οὓς
καὶ παραδίδωσιν ἐνταῦθα Ἑρμογένης, δι' ὧν φησιν·

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 142, l. 23

ὡραίου καὶ σώφρονος, ὃ ἐρώμενον ὑπὸ πολλῶν καὶ μὴ


ἐνδιδὸν, εἶτα ἐκείνων μὴ τυγχανόντων, καὶ ἑαυτοὺς βροχι-
ζόντων, αὐτὸ ὑπεξελθὸν διὰ τοῦτο τῆς πόλεως μέχρι
τοῦ εἰς ἄνδρας ἀφικέσθαι ὕστερον μετὰ τὴν ἐπάνοδον
κρίνεται φόνου· καὶ γὰρ ἐνταῦθα ἐκ τοῦ ἐναντίου τὸ σω-
φρονεῖν τὸ μειράκιον καὶ τοῖς μὲν χαρίζεσθαι, τοῖς δ' οὔ.
τό τε ἀγνοεῖν ἐξ ἀρχῆς τὸ γιγνόμενον· εἶτα μετὰ τὸ γνῶ-
ναι ὑπεξελθεῖν ἄχρις ἀνδρωθῆναι· καὶ αὖθις κατελθεῖν·
καὶ τὸ τοῦ πράγματος ἀνεύθυνον ἀπολογίαν μὲν ἰσχυρὰν
δίδωσι, κατηγορίαν δὲ οὐδαμῶς. Τὸ δὲ σὺν τῷ πιθανῷ
διὰ τὸ ἀπίθανον· ἀπίθανον δέ ἐστι τὸ τὴν κατηγορίαν
παντελῶς ἐναντίαν τῆς τοῦ προσώπου ποιότητος γίνεσθαι·
οἷον εἰ Σωκράτης ἐγκαλοῖτο πορνείας ἢ Ἀριστείδης κλο-
πῆς· διαφόρους δὲ διὰ τὸ ἰσάζον· τοῦτο γὰρ ἔχει λόγους μὲν,
τοὺς αὐτοὺς δέ. Ἰσχυροὺς δὲ διὰ τὸ ἀντιστρέφον· ἀντιστρέ-
φον δέ ἐστιν, ὅτ' ἂν ὧν τις λέγει πρότερον τοὐναντία ὕστερον
λέγῃ, καὶ τὰ μὲν αὐτοῦ καταβάλῃ, τοῖς δὲ τοῦ ἐναντίου
πρὸς ἀπόδειξιν χρῆται.

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 144, l. 15

νόμενον ἀσύστατα κατὰ τὸ ἀπερίστατον· ἀπερίστατον δέ


ἐστι τὸ μὴ ἔχον μηδὲ μίαν περίστασιν, μηδὲ ἐξέτασιν,
μήτε εὐπορίαν, μήτε ὕλην. Διὰ δὲ τοῦ εἰπεῖν καὶ τοὺς
ἐξ ἑκατέρου λόγους μέρους ἰσχυροὺς, ἐδήλωσεν,
ὅτι μὴ ἔχων ἐξ ἑκατέρου μέρους ἰσχυροὺς λόγους ἀσύστα-
τον κατὰ τὸ μονομερές· μονομερὲς γάρ ἐστιν, ἐν ᾧ τὸ
μὲν ἕτερον τῶν προσώπων ἰσχύει τοῖς λόγοις, τὸ δὲ ἕτερον
παντελῶς ἀσθενεῖ. Ἰστέον δὲ, ὅτι τούτῳ περιέχεται
καὶ τὸ ἑτεροῤῥεπές· διὰ δὲ τοῦ εἰπεῖν σὺν τῷ πιθανῷ
ἐδήλωσεν, ὅτι τὸ μὴ ἔχον λόγους πιθανοὺς ἀσύστατον
κατὰ τὸ ἀπίθανον· ἀπίθανον γάρ ἐστι τὸ μὴ ἔχον πι-
381

θανοὺς λόγους· ὡς εἴ τις πλάσσοι πορνοβοσκοῦντα


Σωκράτην, ὅπερ καθάπαξ ἀπίθανον· ἐν τούτῳ δὲ εὑρί-
σκεται καὶ τὸ ἀδύνατον· πολλῶν γὰρ ἀπιθάνων σύνοδος
ποιεῖ τὸ ἀδύνατον, ὡς μετ' ὀλίγον δηλώσομεν· διὰ δὲ τὸ
εἰπεῖν διαφόρους διὰ τὸ ἰσάζον· ἐν αὐτῷ γὰρ οὐ δια-
φόρους προτείνουσι λόγους, ἀλλὰ τοὺς αὐτούς· διὰ δὲ
τοῦ εἰπεῖν ἰσχυροὺς τὸ ἀντιστρέφον· ἀντιστρέφον γάρ
ἐστιν, ὅτ' ἂν τοῖς ἀλλήλων οἱ ἀντίδικοι περιπέσωσι λόγοις,
οὗτος τοῖς ἐκείνου, κἀκεῖνος τούτου, ὅ ἐστι περιπεσεῖν τοῖς
ἀλλήλων· ἀντηλλάξατο γὰρ οὗτος τὰ ἐκείνου καὶ ἐκεῖνος

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων
Vol. 4, p. 144, l. 17

μήτε εὐπορίαν, μήτε ὕλην. Διὰ δὲ τοῦ εἰπεῖν καὶ τοὺς


ἐξ ἑκατέρου λόγους μέρους ἰσχυροὺς, ἐδήλωσεν,
ὅτι μὴ ἔχων ἐξ ἑκατέρου μέρους ἰσχυροὺς λόγους ἀσύστα-
τον κατὰ τὸ μονομερές· μονομερὲς γάρ ἐστιν, ἐν ᾧ τὸ
μὲν ἕτερον τῶν προσώπων ἰσχύει τοῖς λόγοις, τὸ δὲ ἕτερον
παντελῶς ἀσθενεῖ. Ἰστέον δὲ, ὅτι τούτῳ περιέχεται
καὶ τὸ ἑτεροῤῥεπές· διὰ δὲ τοῦ εἰπεῖν σὺν τῷ πιθανῷ
ἐδήλωσεν, ὅτι τὸ μὴ ἔχον λόγους πιθανοὺς ἀσύστατον
κατὰ τὸ ἀπίθανον· ἀπίθανον γάρ ἐστι τὸ μὴ ἔχον πι-
θανοὺς λόγους· ὡς εἴ τις πλάσσοι πορνοβοσκοῦντα
Σωκράτην, ὅπερ καθάπαξ ἀπίθανον· ἐν τούτῳ δὲ εὑρί-
σκεται καὶ τὸ ἀδύνατον· πολλῶν γὰρ ἀπιθάνων σύνοδος
ποιεῖ τὸ ἀδύνατον, ὡς μετ' ὀλίγον δηλώσομεν· διὰ δὲ τὸ
εἰπεῖν διαφόρους διὰ τὸ ἰσάζον· ἐν αὐτῷ γὰρ οὐ δια-
φόρους προτείνουσι λόγους, ἀλλὰ τοὺς αὐτούς· διὰ δὲ
τοῦ εἰπεῖν ἰσχυροὺς τὸ ἀντιστρέφον· ἀντιστρέφον γάρ
ἐστιν, ὅτ' ἂν τοῖς ἀλλήλων οἱ ἀντίδικοι περιπέσωσι λόγοις,
οὗτος τοῖς ἐκείνου, κἀκεῖνος τούτου, ὅ ἐστι περιπεσεῖν τοῖς
ἀλλήλων· ἀντηλλάξατο γὰρ οὗτος τὰ ἐκείνου καὶ ἐκεῖνος
τὰ τούτου· διὸ καὶ ἀντιστρέφον ἐκλήθη· εἰς πίστιν οὖν
ἀσθενὲς τὸ τοιοῦτον, οὐδεὶς γὰρ αὐτῶν ἔτι πιστεύεται·

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 159, l. 10

κεῖσθαι τῷ λόγῳ τὸ καθ' ὑπερβολήν· τὰ γὰρ πρὸς ὑπερ-  


βολὴν ἄδοξα ἀσύστατα· τὰ δὲ μὴ πρὸς ὑπερβολὴν συν-
ίσταται. Παράδειγμα ἄλλο τοῦ ἀπιθάνου. Περικλῆς
382

τῇ Ἀσπασίᾳ συνόντα Σωκράτη κρίνει μοιχείας.


Ἕκτον κατὰ τὸ ἀδύνατον· οἷον εἰ Σιφνίους τις ἢ Μαρωνείτας
περὶ ἀρχῆς τῶν Ἑλλήνων εἴποι βουλεύεσθαι, ἢ τὸν Πύθιον
ψεύδεσθαι.
 Συριανοῦ. Καὶ τοῦτο παραπλησίως τῷ πέμπτῳ,
παρὰ τὸν δεύτερόν ἐστι κανόνα· οὔτε γὰρ πιθανοὶ,
οὔτε ταῖς πίστεσιν ἰσχυροὶ οἱ ἐν αὐτῷ λόγοι· διαφέ-
ρει δὲ τοῦ ἀπιθάνου· ὅτι τὸ μὲν ἀδύνατον οὐδὲ μίαν
ἔχει τοῦ γενέσθαι φύσιν, ὃ δὲ ἀδύνατον πραχθῆναι,
πῶς οὐκ ἄτοπον πράττειν, τὸ δὲ ἀπίθανον τῶν ἐνδεχο-
μένων ἐστίν· ἐνδέχεται γὰρ Σωκράτη τε διὰ φιλαν-
θρωπίαν ἑταίρᾳ χορηγῆσαι τροφὴν, καὶ Ἀριστείδην
ἀπατηθέντα πρᾶξαί τι ἄδικον.
 Σωπάτρου. Τοῦτο οὐκ ἠδύνατο πρὸ τοῦ ἀπι-
θάνου τάττεσθαι· εἰ γὰρ καὶ ἀπὸ τῶν σφόδρα ἀσυ-
στάτων ἐπὶ τὰ ἥττω καταβαίνειν ἐπάγεται, ἀλλ' οὖν
ὡς βουλόμενος ὁ τεχνικὸς ἀεὶ τὰ πρόσωπα τῶν πραγμά-
των προτάττειν καὶ ἐπὶ τῶν παρόντων τὴν ἰδίαν

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia ad


Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 168, l. 4

παρανοίας ὁ παῖς ὁ ἐπὶ τῆς οἰκίας· ἀμφότεροι γὰρ


ἐξ ἴσου κληρονομοῦσιν οἱ παῖδες· καὶ τὸ αὐτὸ κατ' ἀμ-
φοτέρους πέρας ἔσται· εἰ μὲν γὰρ δῶμεν, ὅτι παράνους
ὁ πατὴρ, οὐκοῦν καὶ τότε παράνους ἦν, ἡνίκα ἀπεκή-
ρυττεν· εἰ δὲ οὐ παράνους, ἡ διασκευὴ τοῦ πατρὸς
ἔσται κυρία· κατὰ τὸ ἀνακόλουθον· ἐγέλασεν Ἀλκιβιά-
δης ἐπαγγειλαμένου τὰ περὶ Πύλον Κλέωνος, καὶ ἐπανελ-  
θὼν ὁ Κλέων κρίνει αὐτὸν βλάβης, ἀνακόλουθον γὰρ
τὸ κρῖναι βλάβης· ἐὰν δὲ ὁρίσῃς, ὕβρεως, συνίσταται·
ἐκλήθη δὲ οὕτω παρὰ τὸ μὴ συμφωνοῦσαν ἔχειν τῷ
ἀδικήματι τὴν κρίσιν· κατὰ τὸ ἀπίθανον ὁμοῦ καὶ ἀδύ-
νατον καὶ ἀνακόλουθον, ἑκατόν τις εὑρὼν μοιχοὺς ἐπὶ
τῇ γυναικὶ πάντας ἀπέκτεινε καὶ κρίνεται βλάβης· ἀπί-
θανον μὲν γὰρ τὸ ἑκατὸν εἶναι μοιχούς· ἀδύνατον δὲ
τὸ τοσούτους ἕνα φονεῦσαι, ἀνακόλουθον δὲ τὸ βλά-
βης καὶ μὴ φόνου κρίνεσθαι· κατὰ τὸ κακοσύστατον·
ἐρασθείς τις τῆς μητρυιᾶς, ᾔτησε τὸν πατέρα φάσκων
ἀπολεῖσθαι, εἰ μὴ λάβοι, δίδωσιν ὁ πατήρ. μετὰ τριή-
μερον ἀποδίδωσιν αὐτὴν τῷ πατρὶ πάλιν, ὡς πληρω-
θέντος τοῦ ἔρωτος· ὕστερον ἑάλω συνὼν αὐτῇ, καὶ ὁ
μὲν πατὴρ τεθνάναι αὐτὸν ἀξιοῖ κατὰ τὸν νόμον τὸν

Salaminius Hermias Sozomenus ScEccl., Historia ecclesiastica (2048: 001)


“Sozomenus. Kirchengeschichte”, Ed. Bidez, J., Hansen, G.C.Berlin: Akademie–
383

Verlag, 1960; Die griechischen christlichen Schriftsteller 50.Book 5, Ch.16, sec. 4, l.


3

ρῶν τεταγμέναις εὐχαῖς, φροντιστηρίοις τε ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν φιλοσοφεῖν


ἐγνωκότων καὶ καταγωγίοις ξένων καὶ πτωχῶν καὶ τῇ ἄλλῃ περὶ τοὺς
δεομένους φιλανθρωπίᾳ τὸ Ἑλληνικὸν δόγμα σεμνῦναι, ἑκουσίων τε καὶ
ἀκουσίων ἁμαρτημάτων κατὰ τὴν τῶν Χριστιανῶν παράδοσιν ἐκ μεταμε-
λείας σύμμετρον τάξαι σωφρονισμόν· οὐχ ἥκιστα δὲ ζηλῶσαι λέγεται τὰ
συνθήματα τῶν ἐπισκοπικῶν γραμμάτων, οἷς ἔθος ἀμοιβαδὸν τοὺς ξένους
ὅποι δή ποτε διιόντας, καὶ παρ' οἷς ἂν ἀφίκωνται, πάντως κατάγεσθαι καὶ
θεραπείας ἀξιοῦσθαι οἷά γε γνωρίμους καὶ φιλαιτάτους διὰ τὴν τοῦ συμ-
βόλου μαρτυρίαν. ταῦτα διανοούμενος ἐσπούδαζε τοὺς Ἑλληνιστὰς προς-
εθίζειν τοῖς τῶν Χριστιανῶν ἐπιτηδεύμασιν. ἀλλ' ἐπειδὴ τοῖς πολλοῖς ἴσως
ἀπίθανον εἶναι τοῦτο δοκεῖ, οὐκ ἄλλοθεν ἢ ἀπ' αὐτῶν τῶν τοῦ βασιλέως
ῥημάτων παρέξομαι τῶν εἰρημένων τὴν ἀπόδειξιν. γράφει γὰρ ὧδε·

Eunapius Hist., Soph., Vitae sophistarum (2050: 001)“Eunapii vitae sophistarum”,


Ed. Giangrande, J.ome: Polygraphica, 1956.
Book 23, Ch.5, sec. 2, l. 2

 Ἐγένετο δὲ Χρυσανθίῳ καὶ παῖς ἐπώνυμος τῷ κατὰ τὸ


Πέργαμον αὐτῷ γενομένῳ διδασκάλῳ (μεμνήμεθα δὲ πρό-
τερον Αἰδεσίου), καὶ ἦν ὁ παῖς ἐκ παιδὸς ἐπτερωμένον τι
χρῆμα πρὸς ἅπασαν ἀρετήν, καὶ τῶν ἵππων οὐ μετεῖχε  
θατέρου, ᾗ φησιν ὁ Πλάτων, οὐδὲ ἔβριθε τὸ κατανοοῦν
αὐτῷ, ἀλλὰ πρός τε μαθήματα σφοδρὸς καὶ ἄγαν ὀξὺς γενό-
μενος, καὶ πρὸς θεῶν θεραπείαν διαρκέστατος, ἐς τοσόνδε
διέφευγε τὸ ἀνθρώπινον, ὥστε ἄνθρωπος ὢν ἐκινδύνευεν
ὅλος εἶναι ψυχή. τὸ γοῦν σῶμα ἐν ταῖς κινήσεσιν οὕτως
αὐτοῦ κοῦφον ἦν, ὥστε ἦν ἀπίθανον γράφειν, καὶ μάλα
ποιητικῶς, εἰς ὅσον ὕψος ἐφέρετο μετάρσιος. ἡ δὲ πρὸς τὸ
θεῖον οἰκειότης οὕτως ἦν ἀπραγμάτευτος καὶ εὔκολος, ὥστε
ἐξήρκει τὸν στέφανον ἐπιθεῖναι τῇ κεφαλῇ, καὶ πρὸς τὸν
ἥλιον ἀναβλέποντα χρησμοὺς ἐκφέρειν, καὶ τούτους ἀψευ-
δεῖς, καὶ πρὸς τὸ κάλλιστον εἶδος ἐνθέου πνεύματος γεγραμ-
μένους· καί τοί γε οὔτε μέτρον ἠπίστατο, οὔτε εἰς γραμματι-
κὴν ἐπιστήμην ἔρρωτο, ἀλλὰ θεὸς ἅπαντα ἦν αὐτῷ. νοσή-
σας δὲ οὐδαμῶς κατὰ τὸν ὡρισμένον βίον, ἀμφὶ τὰ εἴκοσιν
ἔτη μετήλλαξεν, ὁ δὲ πατὴρ καὶ τότε διέδειξεν φιλόσοφος
ὤν· ἢ γὰρ τὸ μέγεθος τῆς συμφορᾶς εἰς ἀπάθειαν αὐτὸν

Eunapius Hist., Soph., Frag.historica Vol. 1, p. 265, l. 10

Γαΐναν περὶ τὴν Χερρόνησον διαμένοντα, καὶ τοῦτον  


μὴ διώξας, ἀσφαλὴς γὰρ ἦν ἐπὶ τῇ νίκῃ κερδαίνων
τὸ ἔργον καὶ Λακωνικός τις, ἦν ὅτι τύχην εἰδέναι
384

καὶ μὴ πέραν τοῦ μετρίου ποιεῖσθαι τὴν δίωξιν. καὶ


οὗτος μὲν ἀσφαλέστερον βουλευόμενος ἡλίκον ἐστὶ
τοῖς ἄλλοις τὸ καλῶς στρατηγεῖν ἔδειξεν· οἱ δὲ πολ-
λοὶ καὶ ὅσον ἠλίθιον καὶ πηλοῦ παχύτερον, στρατη-
γικοί τινες εἶναι βουλόμενοι καὶ τὸ γεγονὸς ὑποση-
μαίνοντες διελήρουν καὶ παρεφλυάρουν, τὰς ὀφρῦς
ἀνασπῶντες καὶ διαφλεγόμενοι φθόνῳ πρὸς ἀπίθα-
νόν τινα καὶ μυθώδη καταστραφῆναι (καταστροφὴν?)
ἀπὸ μιᾶς γλώττης καὶ πάθους, ὁμόφωνοι κατὰ (παρὰ
Bekk.) δόξαν ὑπὸ δειλίας γεγονότες καὶ τῷ παρα-
λόγῳ πληγέντες, τὸν Φράβιθον ἐπεφήμιζον νικᾶν
μὲν εἰδέναι, νίκῃ δὲ οὐκ εἰδέναι χρῆσθαι. ὁ γοῦν
Φράβιθος διέπλευσεν ἐπὶ τὴν Χερρόνησον· ἐγκατέ-
λαβεν..... χειρούμενον καὶ ἐποίησεν αἰχμάλωτον
ὀπίσω σωτηρίας .. προσηκόντως τύχωσι· θέαμα τῆς
νίκης ἄξιον.. καὶ οὗτοι (?) μὲν (πρᾶγμα ὀλέθρου?)
.. ἐστὶ καὶ ὑπέσπειρον ἐς τὰ βασίλεια τῷλόγῳ
ποικίλλοντές τε καὶ περιγράφοντες

Aristides Quintilianus Mus., De musica (2054: 001)“Aristidis Quintiliani de musica


libri tres”, Ed. Winnington–Ingram, R.P.Leipzig: Teubner, 1963.Book 2, sec. 17, l. 5

οἷον ἄρρενι συστήματι μὴ τὸν θῆλυν ἀλλὰ καὶ τὸν


μέσον ῥυθμὸν ἢ ῥυθμῷ θηλυτέρῳ τὸ μέσον σύστημα καὶ
ὄργανον, μὴ μόνον τοὐναντίον, καὶ ἐπὶ τῶν λοιπῶν ὡσαύ-
τως, ἐξ ἀρρενότητος καὶ μεσότητος ἢ θηλύτητος καὶ
μεσότητος, ἑνὸς πρὸς τὰ λοιπὰ ἢ δυεῖν ἢ καὶ πλειόνων
πρὸς πλείω τὴν μίξιν ἀπεργαζόμενοι.
 Ἆρ' οὖν οὐ μᾶλλον τούτων ἐπακούουσιν ἐγγίνεται
πόθος τήν τε αἰτίαν ἐπιζητῆσαι καὶ μαθεῖν τί τὸ τὴν ψυχὴν
οὕτω προχείρως ἁλίσκεσθαι τῇ διὰ τῶν ὀργάνων μελῳδίᾳ
καταναγκάζον; λέξω δὴ λόγον παλαιὸν μέν, σοφῶν δὲ
ἀνδρῶν καὶ οὐκ ἄπιστον· εἰ γὰρ καὶ κατ' ἄλλα ἀπίθανος
εἴη, κατὰ γοῦν τὸ φαινόμενον ἀναμφιλέκτως ἀληθεύει.
ὅτι μὲν γὰρ ψυχὴ κινεῖται φυσικῶς ὑπὸ τῆς δι' ὀργάνων
μουσικῆς, ἅπαντες μὲν ἴσασι· τούτου δ' οὕτως ὑποκειμέ-
νου εἰ μὲν ἄλλην αἰτίαν οἷόν τε εὑρεῖν καὶ εἰ βελτίω, τηνι-
καῦτα τὴν λεχθησομένην ἀποδοκιμαστέον· εἰ δ' ἀδύνατον,
πῶς οὐκ ἐκ τῶν ἐναργῶν καὶ τοῖς ἀκολούθοις ἐξ ἀνάγκης
καταπιστεύσομεν;
 Ὁ μὲν οὖν λόγος ὡς ἁρμονία τις ἡ ψυχὴ καὶ ἁρμονία δι'
ἀριθμῶν· καὶ μέντοι καὶ ἡ κατὰ μουσικὴν ἁρμονία διὰ
τῶν αὐτῶν ἀναλογιῶν συνεστῶσα· κινουμένων δὴ τῶν

Aristides Quintilianus Mus., De musica Book 3, sec. 7, l. 52

αὐξήσεις καὶ φθίσεις, ζῴων τε πληρώσεις καὶ κενώσεις,


ἅπερ αὐξομένῳ τε καὶ μειουμένῳ τῷ σεληνιακῷ κύκλῳ
385

συμπάσχει τε καὶ συντρέπεται, καὶ μὴν καὶ θαλάττης


παλιρροίας τε καὶ ὑποχωρήσεις, αἳ τῆς αὐτῆς θεοῦ τῷ
δρόμῳ καὶ φάσεσι καθ' ἕκαστα συμμεταβάλλουσιν, οἷον
δὴ κατὰ μὲν τὸν ἔκπλουν τὸν δι' Ἡρακλείων στηλῶν παρ'
ἕκαστα γίνεσθαι φιλεῖ, κατὰ δὲ τὴν Αἴγυπτον περὶ τὸ
Νειλῶον ῥεῦμα ταῖς αὐταῖς ἐνιαυσίοις ὥραις ἀνόδους τε
καὶ ὑποχωρήσεις ταῖς ἡλιακαῖς ἀναλόγως πορείαις τε καὶ
κινήσεσιν. μουσικὴν δὴ καὶ αὐτὴν ἀρχὴν μὲν ἔχειν ἐκ τῶν
ὅλων, ὥσπερ καὶ τὰ ἄλλα, εἰπεῖν οὐκ ἀπίθανον, τῇ δὲ πρὸς
τὴν σωματικὴν ὕλην μίξει τῆς κατὰ τοὺς ἀριθμοὺς ἀπο-
πίπτειν ἀκριβείας τε καὶ ἀκρότητος, ἐπεὶ ἔν γε τοῖς ὑπὲρ
ἡμᾶς τόποις ἀτρεκής τέ ἐστι καὶ ἀδιάφθορος. οὕτως καὶ τὰς
εἰς ἴσα τῶν διαστημάτων διαιρέσεις ἀδυνατοῦμεν καὶ τὰς
τῶν συστημάτων συμφωνίας ἐλλιπεῖς ἔχομεν τῆς σωματι-
κῆς παχύτητος παρεμποδιζούσης.

Socrates Scholasticus Hist., Historia ecclesiastica (2057: 001)“Socrates'


ecclesiastical history, 2nd edn.”, Ed. Bright, W.Oxford: Clarendon Press, 1893.
Book 2, Ch.37, l. 142

ἐστὶ φρόνημα, καὶ οὐκ ἦν πρότερον. Εἰ δὲ προστιθέασι ‘τῆς καθολικῆς,’


ἔλαθον ἑαυτοὺς πεσόντες εἰς τὴν παρανομίαν τῶν ἀπὸ Φρυγίας· ὥστε καὶ
αὐτοὺς κατ' ἐκείνους εἰπεῖν, ‘ἡμῖν πρῶτον ἀπεκαλύφθη, καὶ ἀφ' ἡμῶν ἡ πίστις
ἄρχεται τῶν Χριστιανῶν·’ καὶ ὥσπερ ἐκεῖνοι Μαξίμιλλαν καὶ Μοντανὸν,
οὕτως οὗτοι ἀντὶ τοῦ Χριστοῦ δεσπότην Κωνστάντιον ἐπιγράφονται. Εἰ δὲ  
κατ' αὐτοὺς ἀπὸ τῆς νῦν ὑπατείας ἀρχὴν ἡ πίστις ἔχει, τί ποιήσουσιν οἱ
πατέρες καὶ οἱ μακάριοι μάρτυρες; τί δὲ καὶ αὐτοὶ ποιήσουσι τοὺς παρ' αὐτῶν
κατηχηθέντας, καὶ πρὸ τῆς ὑπατείας ταύτης κοιμηθέντας; πῶς αὐτοὺς ἐγεί-
ρουσιν, ἵνα ἃ μὲν ἔδοξαν δεδιδαχέναι, τούτους ἀπαλείψωσιν, ἃ δὲ νῦν ὡς
ἐφευρόντες ἔγραψαν, ἐπισπείρωσιν αὐτοῖς; οὕτως εἰσὶν ἀμαθεῖς, μόνον
εἰδότες πλάττειν προφάσεις, καὶ ταύτας ἀπρεπεῖς καὶ ἀπιθάνους, ἐχούσας
εὐθὺς τὸν ἔλεγχον.

Philostorgius ScEccl., Historia ecclesiastica (Frag.ap. Photium) (2058: 001)


“Philostorgius. Kirchengeschichte, 3rd edn.”, Ed. Winkelmann, F. (post J. Bidez)
Berlin: Akademie–Verlag, 1981; Die griechischen christlichen Schriftsteller.
Book 9, fragment 1, l. 5

 Ὅτι παραβάλλων τὸν Εὐνόμιον Ἀετίῳ, εἰς μὲν ἰσχὺν ἀπο-


δείξεων καὶ ἑτοιμότητα τῶν πρὸς ἕκαστα ἀπαντήσεων προτάττει
Ἀέτιον, ἀτεχνῶς γάρ φησιν ἐπὶ τῆς γλώττης ἄκρας αὐτοῦ ἅπαντα
δοκεῖν ἀθρόα κεῖσθαι· σαφηνείᾳ δὲ διδασκαλίας καὶ συμμετρίᾳ καὶ τῷ
πρὸς τοὺς μαθησομένους μάλιστα ἁρμοδιωτάτῳ τὸν Εὐνόμιον.  

ΕΚ ΤΗΣ ΕΝΝΑΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ


386

 Ὅτι τῷ Φιλοστοργίῳ ὁ ἔννατος λόγος Ἀετίου χειρῶν ὑπερφυῆ


ἔργα Εὐνομίου τε καὶ Λεοντίου διαπλάττει· καὶ δὴ καὶ Κανδίδου καὶ
Εὐαγρίου καὶ Ἀρριανοῦ καὶ Φλωρεντίου καὶ μάλιστά γε Θεοφίλου
τοῦ Ἰνδοῦ, καί τινων ἄλλων οὓς ἡ αὐτὴ τῆς ἀσεβείας λύσσα θερμο-
τέρους ἐπεδείκνυ. καὶ ταῦτα κατὰ τὸ ἀπιθανώτατον ἀναπλάττοντι
οὐδεμία παρῆν αἴσθησις τῆς ἀτοπίας ἀνακουφίζουσα.
 Ὅτι Μωσῆς, φησίν, τοὺς περὶ Ἰαννὴν καὶ Ἰαμβρὴν ἐν ἕλκεσι
κολασάμενος, καὶ τὴν θατέρου τούτων μητέρα τῷ θανάτῳ παρε-
πέμψατο.

Alexander Theol., Tractatus de placitis Manichaeorum (2059: 001)


“Alexandri Lycopolitani contra Manichaei opiniones disputatio”, Ed. Brinkmann, A.
Leipzig: Teubner, 1895.Sec. 21, l. 25

γὰρ ὑπολαβεῖν ὅτι ἐμφρονέστερ' ὄντα ἐξ ἀρχῆς ἥλιος


καὶ σελήνη τὰ ἧττον πονηρὰ τῆς ὕλης εἰς τὴν σύμμι-
ξιν ἐξελέξατο, ἵνα μένῃ ἐπὶ τῆς ἰδίας ἀρετῆς, ἐξασθε-
νησάντων τηλικῶνδε πονηρευμάτων ἐκβιάσασθαι το-
σαύτην ὑπεροχὴν ἐν τῷ ἀγαθῷ· τὰ δὲ ἄλλα μέρη
αὐτῆς ἦν πεσόντα, οὐκ ἀπρονοήτως μέν, οὐ μὴν μετὰ
τῆς ἴσης προνοίας, ἀπολαῦσαι μᾶλλον κακίας τῆς ἐν
αὐτῇ κατὰ τὸ ποσὸν ἕκαστον. ἐπειδὴ δὲ οὐδὲν διά-
φορον περὶ τῆς δυνάμεως ταύτης παρ' αὐτῶν λέγεται
ἀλλ' ὁμοία διὰ πάσης αὐτῆς θεωρεῖται, ἀπίθανος ὁ
λόγος ὅτι ἐν μὲν τῇ συμμίξει τὸ μὲν ἔμεινεν ἀκέραιον
τὸ δὲ μετέσχεν κακίας τινός.
 Λέγουσι δὲ ὅτι καὶ ἥλιος καὶ σελήνη τὴν  
θείαν δύναμιν κατὰ μικρὸν διακρίναντες ἀπὸ τῆς ὕλης
πρὸς τὸν θεὸν ἀποπέμπουσιν, τῆς σελήνης ἐν ταῖς
νουμηνίαις μέχρι τῆς πανσελήνου εἰς ἑαυτὴν δεχομένης
ταύτην εἶτα τῷ ἡλίῳ διδούσης, τοῦ δὲ πρὸς τὸν
θεὸν παραπέμποντος. εἰ δ' ἦσαν καὶ κατὰ μικρὸν εἰς
ἀστρονόμων θύρας φοιτήσαντες, οὐκ ἂν ταῦτα πεπόν-
θεσαν οὔτε ἠγνόησαν ἂν ὅτι ἡ σελήνη –

Alexander Theol., Tractatus de placitis Manichaeorum Sec. 23, l. 10

μηδὲ τῶν μειώσεων οὕτω τηρεῖσθαι.          οὐ παρέρ-


γως δὲ οὐδὲ τοῦτο προσακτέον, ὅτι εἰ μὲν ἄπειρός
ἐστιν ἡ ἐναπειλημμένη τῇ ὕλῃ δύναμις θεία, πρὸς τὸ
μειοῦσθαι αὐτὴν οὐδὲν δύναται ἃ διαπραγματεύονται
ἥλιος καὶ σελήνη – τὸ γὰρ λειπόμενον πάλιν ἄπειρον
ἀπὸ πεπερασμένου τοῦ ληφθέντος· εἰ δέ ἐστιν πεπε-
ρασμένη, χρῆν αἴσθησιν γενέσθαι ἐν τοσούτῳ χρόνῳ,
πόσον ποτὲ τῆς δυνάμεως ταύτης ἐκ τοῦ κόσμου
ἐμειώθη· ἀλλὰ πάντα ὁμοίως μένει.
387

 Τίνας δὲ μύθους οὐχ ὑπερβέβηκεν τῷ ἀπιθάνῳ


καὶ ταῦτα, ὅτε κατὰ τὴν ὀφθεῖσαν ἐν ἡλίῳ εἰκόνα τῆς
ὕλης τὸν ἄνθρωπον δημιούργημα εἶναι λέγωσιν; καὶ
γὰρ εἰκόνες εἴδωλά εἰσιν τῶν ἀρχετύπων· εἰ δ' ἐν ἡλίῳ
τὴν εἰκόνα καταλείπουσιν, ποῦ τὸ παράδειγμα, πρὸς
ὅπερ ἡ εἰκὼν αὐτοῖς ἀναπέπλασται; οὐ γὰρ δὴ αὐτόν
γε τὸν ἄνθρωπον φήσουσιν τὸν ὄντως ἄνθρωπον εἶναι,
οὐδὲ τὴν δύναμιν τὴν θείαν – ταύτην μὲν γὰρ πρὸς
τὴν ὕλην μιγνύουσιν, ἐν ἡλίῳ δὲ τὴν εἰκόνα ἑωρᾶσθαι
λέγουσιν, ὃς ἐγένετο κατ' αὐτοὺς ἀπὸ τῆς πρὸς τὴν
ὕλην ὕστερον διακρίσεως – ,

Ιωάννης Χρυσόστομος. Quod nemo laeditur nisi a se ipso (2062: 086)


“Lettre d'exil à Olympias et à tous les fidèles”, Ed. Malingrey, A.–M.
Paris: Cerf, 1964; Sources chrétiennes 103.Sect 1, ln 5

Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου ἀρχιεπισκόπου


Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Χρυσοστόμου ἐπιστολὴ γραφεῖσα
ἀπὸ Κουκουσοῦ τῆς Κιλικίας, ὄντος αὐτοῦ ἐν ἐξορίᾳ, ὅτι
τὸν ἑαυτὸν μὴ ἀδικοῦντα οὐδεὶς παραβλάψαι δυνήσεται,
πρὸς τὴν μακαρίαν Ὀλυμπιάδα καὶ πρὸς πάντας τοὺς
πιστούς.

 Οἶδα μὲν ὅτι τοῖς παχυτέροις καὶ πρὸς τὰ παρόντα


κεχηνόσιν καὶ τῇ γῇ προσηλωμένοις καὶ αἰσθηταῖς μὲν
δουλεύουσιν ἡδοναῖς, τῶν δὲ νοερῶν οὐ σφόδρα ἀντεχομένοις,
καινός τις καὶ παράδοξος ὁ λόγος οὗτος εἶναι δόξει καὶ
γελάσονται δαψιλὲς καὶ καταγνώσονται ἡμῶν, ὡς ἀπίθανα
λεγόντων ἐκ προοιμίων τῆς ὑποσχέσεως. Οὐ μὴν διὰ τοῦτο
ἀποστησόμεθα τῆς ἐπαγγελίας, ἀλλὰ καὶ δι' αὐτὸ μὲν οὖν
τοῦτο μάλιστα ἐπὶ τὰς ἀποδείξεις ὧν ὑπεσχόμεθα μετὰ  
πολλῆς βαδιούμεθα τῆς σπουδῆς. Ἂν γὰρ βουληθῶσιν
οἱ οὕτω διακείμενοι μὴ θορυβεῖν μηδὲ ταράττειν, ἀλλὰ
ἀναμένειν τοῦ λόγου τὸ τέλος, εὖ οἶδ' ὅτι μεθ' ἡμῶν στήσονται
καὶ ἑαυτῶν καταγνώσονται ὡς τὸν ἔμπροσθεν ἠπατημένοι
χρόνον καὶ παλινῳδίαν ᾄσονται καὶ ἀπολογήσονται καὶ
συγγνώμην αἰτήσονται ὑπὲρ ὧν οὐκ ὀρθὴν περὶ τῶν πραγμά-
των ἔσχον τὴν ψῆφον καὶ χάριν ἡμῖν εἴσονται πολλήν,

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Matthaeum (homiliae 1–90) (2062: 152); MPG 57:13–


472; 58:471–794.Vol 58, pg 781, ln 55

νον, ἀλλ' ἢ τὸ τοῦ Ἰωνᾶ παράδειγμα. Ὥστε ᾔδε-


σαν τὰ λεγόμενα, καὶ ἑκόντες ἐκακούργουν. Τί οὖν ὁ
Πιλάτος; Ἔχετε κουστωδίαν, ἀσφαλίσασθε ὡς οἴ-
δατε. Καὶ ἠσφαλίσαντο σφραγίσαντες τὸν τάφον
μετὰ τῆς κουστωδίας. Οὐκ ἀφίησι τοὺς στρατιώτας
388

μόνους σφραγίσαι· ἅτε γὰρ μαθὼν τὰ περὶ αὐτοῦ, οὐκέτι


συμπράττειν αὐτοῖς ἤθελεν. Ἀλλ' ὑπὲρ ἀπαλλαγῆς αὐ-
τῶν καὶ τοῦτο ἀνέχεται, καί φησιν· Ὑμεῖς ὡς βού-
λεσθε σφραγίσατε, ἵνα μὴ ἑτέρους ἔχητε αἰτιᾶσθαι. Εἰ
γὰρ μόνοι οἱ στρατιῶται ἐσφραγίσαντο, ἠδύναντο λέ-
γειν, (εἰ καὶ ἀπίθανα καὶ ψευδῆ τὰ λεγόμενα· ἀλλ' ὅμως
ὡς ἐν τοῖς ἄλλοις ἀναισχύντουν, οὕτω καὶ ἐν τούτῳ λέ-   
γειν εἶχον,) ὅτι οἱ στρατιῶται τὸ σῶμα δόντες κλαπῆναι,
παρέσχον τοῖς μαθηταῖς τὸν περὶ τῆς ἀναστάσεως πλά-
σαι λόγον· νῦν δὲ αὐτοὶ ἀσφαλισάμενοι, οὐδὲ τοῦτο λέ-
γειν δύνανται.

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Matthaeum (homiliae 1-90)


Vol 58, pg 787, ln 45

πτος ἡ ἀπαγγελία οὕτως ἐγένετο παρὰ τῶν φυλάκων


προφερομένη. Τῶν γὰρ σημείων τὰ μὲν κοινῇ τῇ οἰκου-
μένῃ ἐνεδείκνυτο, τὰ δὲ ἰδίᾳ τοῖς ἐκεῖ παροῦσι· κοινῇ
μὲν τῇ οἰκουμένῃ τὸ σκότος, ἰδίᾳ δὲ τὸ τοῦ ἀγγέλου, τὸ
τοῦ σεισμοῦ. Ἐπεὶ οὖν ἦλθον καὶ ἀπήγγειλαν, (ἡ γὰρ
ἀλήθεια παρὰ τῶν ἐναντίων ἀνακηρυττομένη διαλάμπει·)
ἔδωκαν πάλιν ἀργύρια, ἵνα εἴπωσι, φησὶν, Ὅτι οἱ μαθη-
ταὶ αὐτοῦ ἐλθόντες ἔκλεψαν αὐτόν. Πῶς ἔκλεψαν, ὦ
πάντων ἀνοητότατοι; Διὰ γὰρ τὸ λαμπρὸν τῆς ἀλη-
θείας καὶ περιφανὲς, οὐδὲ πλάσαι δύνανται. Καὶ γὰρ
σφόδρα ἀπίθανον τὸ λεγόμενον, καὶ οὐδὲ σχῆμα τὸ ψεῦ-
δος εἶχε. Πῶς γὰρ ἔκλεπτον, εἰπέ μοι, οἱ μαθηταὶ,
ἄνθρωποι πτωχοὶ καὶ ἰδιῶται, καὶ οὐδὲ φανῆναι τολ-
μῶντες; Μὴ γὰρ οὐκ ἦν σφραγὶς ἐπικειμένη; μὴ γὰρ
οὐ παρεκάθηντο τοσοῦτοι φύλακες, καὶ στρατιῶται καὶ
Ἰουδαῖοι; μὴ γὰρ οὐχ ὑπώπτευον τοῦτο αὐτὸ, καὶ
ἐμερίμνων, καὶ ἠγρύπνουν, καὶ ἐφρόντιζον ἐκεῖνοι;
Τίνος δὲ ἕνεκεν καὶ ἔκλεπτον; ἵνα πλάσωσι τὸ τῆς
ἀναστάσεως δόγμα;

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Job (5.1–6.29) (2102: 002)“Didymos der Blinde.


Kommentar zu Hiob, pt. 2”, Ed. Henrichs, A.Bonn: Habelt, 1968; Papyrologische
Texte und Abhandlungen 2.Codex p. 122, l. 11

“διαλάσσον[τα] βουλὰς πανούργω(ν),


καὶ οὐ μὴ [πο]ιήσους[ι]ν αἱ χεῖρες αὐ-
τῶν ἀλη[θέ]ς.” ⌊διὰ πάντων περὶ
θ(εο)ῦ κατὰ τ[ὸ]ν δυνατ[ὸ]ν ἑαυτῷ τρό-
πον δ[ιέξ]ε̣ισιν ἐν[νοία]ις ἀνθρω-
πίναις ο[ὐκ] ἀπιθαν[ῶ]ς ἐν πολ-
389

λοῖς κινο[ύμ]ενος. δ[ιεξ]ελθὼν


περὶ προ[νοί]ας θ(εο)ῦ [καὶ] ὅτι δι' αὐτοῦ
ἀδοξί[αι κ]αὶ δόξα[ι συ]μβαίνου-
σιν καὶ τ[α]πεινοῦταί τ[ις] οὐκ ἄνευ
αὐτοῦ, μέτ[ει]σιν ἐπὶ τὸ δεῖξαι, ὅτι
κἂ]ν μεγ[ά]λῃ ποικιλίᾳ συνέσεως
ἄν(θρωπ)οι χρή[ς]ωνται, θ(εο)ῦ ἐστι τὸ τέλος
παρασχ[εῖν]⌋. σημαίνει γοῦν αὐ-
τῷ τὸ “δια[λάς]σοντα βουλὰς πα-
νούργων”, [ὅ]τι κἂν βουλεύσων

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Job (12.1–16.8a) (partim in catenis) (2102: 004)


“Didymos der Blinde. Kommentar zu Hiob, pt. 4.1”, Ed. Hagedorn, U., Hagedorn, D.,
Koenen, L.Bonn: Habelt, 1985; Papyrologische Texte und Abhandlungen 33.1.
Papyrus p. or catena fragment 319, l. 20

ἐναντίον τοῦ[τ]ο τῷ ὑπὸ τοῦ


Ἰὼβ εἰρημένῳ οἰόμενο{ι}ς.
δυνατὸν δὲ ἀμφότερα ἀκο-
λούθως εἰρημένα συνιδεῖ(ν)·
ὁ μὲν γὰρ μακά[ρ]ιος Ἰ[ώβ] φη-
σιν, ὅτι ὁ ἀρχόμ[ε]νος [ς]οφίας
καὶ σπεύδων [α]ὐτὴν [ἀ]να-
λαβεῖν οὐχ ὡς ἔτυχε[ν] αὐ-  
τήν, ἀλλ' ἐν πολλῷ χρόνῳ ἀνα-
λήμψεται. ἀλλὰ καὶ ὁ Ἐλιοὺς
οὐκ ἀπιθάνως ἂν λέγοι· οὐ-
δὲ γάρ, εἰ μὴ ἐπεθύμησέν
τις σοφίας, τῇ δὲ ἡλικίᾳ προ-
βέβηκεν, ἤδη σοφὸ[ς ἂ]ν εἴη·
οὐ γὰρ ἐξ ἀνάγκης ὁ γέρων σο-
φός. ἐπιστήσεις τῷ ὑπὸ τοῦ
ὑμνῳδοῦ λεγομένῳ, εἰ συμ-
βάλλεται τ[ῷ] ἐν πολλῷ χρό-
νῳ τὴν σοφίαν ἀναλαμβά-
νεσθαι ἐν τῷ λέγειν· “γνώρι-
σόν μοι, κ(ύρι)ε, τὸ πέρα[ς] μου καὶ

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Ecclesiasten (5–6) (2102: 005)“Didymos der


Blinde. Kommentar zum Ecclesiastes, pt. 3”, Ed. Kramer, J.Bonn: Habelt, 1970;
Papyrologische Texte und Abhandlungen 13.Codex p. 176, l. 8

ελθούσης ψυχῆς. κατὰ τῆς συνστάσεως τῆς[γ]ε̣ν̣ο̣μένης τὰ αἴτια δύ[ο] εἰ-


σίν· τοῦ δὲ σώματος γάμος, τῆς δὲ ψυχῆς “κάθοδος”.[κατ]ὰ το[ι]ά̣δε καὶ
τό.  πάλιν λ[έγουσι]ν οὕτως “κ[α]θόδους” περιόδους ἐτῶν. ἕκαστος ἐνιαυτὸς
[ἔχ]ει τινὰ ἀρχήν, ἣν καλοῦμεν “κάθοδον” αὐτοῦ. κἂν πολυέτης οὖν τις γέ-
γονεν ἐκτοῦ πλήθους ἐνιαυτῶν, διέπεσαν ἐ[ν τ]ῇ ζωῇ ᾗ ἔσχεν τῇ περι-
σπουδαστῷ, ἥτιςἐλεεινοὺς ποιεῖ τοὺς μεταδιώκο[ντα]ς· οὐδὲν ἐκ τούτου
390

κερδαίνει ἵνα ἴσον ᾖτὸ γενέσθαι χιλίων ἐτῶν τῷ ζῆσ̣α̣ι̣ [χ]ιλίων ἐτῶν
καθόδους· ὧδε περίοδος ἵνα ᾖ.
 [ἐπ]ερ()· ὡς κατὰ τὸ ῥητὸν καὶ ἀπίθανο̣ν̣ [καὶ] ἀδύνατον;
 οὐκ ἔστιν ἀπίθανον οὐδὲἀδύνατον· ὑπερβ̣ολῆς τρόπῳ ε̣ἴ̣ρ̣η̣[τα]ι. τ̣ὰ δὲ
κατ' ὑπερβολὴν λεγόμενα οὐκ εἰσὶνἀπίθανα καὶ ἀδύνατα – ἀδύνατα μὲν
ἐνίοτε, οὐ μὴν ἀπίθανα.
 λέξει τις γὰροὕτω· εἰ δύναται̣ ἄνθρωπος γεννῆσαι δ̣έκα̣, δύναται καὶ
ἑκατὸν γεννῆσαι, καὶ τοσαῦταἔτη ζῆσαι, εἰ ἔζ[η]σεν πεντήκοντα. ἐγγὺς
γοῦν τῶν χιλίων ἔζης[α]ν οἱ πρότερον Μαθου|σαήλ.  

Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 1) [Sp.] (2102: 008)“Didymus der Blinde. De


trinitate, Buch 1”, Ed. Hönscheid, J.Meisenheim am Glan: Hain, 1975; Beiträge zur
klassischen Philologie 44.Ch.18, sec. 2, l. 1

μὴν τὸ πνεῦμα τοῦ θεοῦ ἐκτίσθη.  


 Περὶ τῆς ἁγίας τριάδος καὶ ὅτι διὰ τὸ ταὐτὸν τῆς οὐσίας τὰ αὐτὰ ἐπ' ἀμφο-
 τέραις ταῖς ὑποστάσεσιν ὀνόματα λέγονται, πάρεξ τῆς πατρότητος καὶ
 υἱότητος καὶ τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ πνεύματος. τοῦτο γὰρ ἴδιον ἑκάστης
 ὑποστάσεως ἰδίως. καὶ ὅτι ποτὲ ὁ πατήρ, ποτὲ ὁ υἱός, ποτὲ τὸ πνεῦμα προτάς-
 σεται. καὶ ὅτι καὶ τὸ τριαδικὸν καὶ τὸ μοναδικὸν ἐν τῇ γραφῇ δείκνυται.
 Ἐκ πάντων δὴ οὖν τῶν εἰρημένων συνέστη ὡς τὰ ἐκείνων παντοίως
ἀλλότρια τῆς ἀληθείας ὄντα τυγχάνει. σοφιστείας γὰρ ἔργον τὸ εὑρεσιλογεῖν,
σοφίας δὲ τὸ μετ' αἰδοῦς καὶ τῆς ἐναρμοττούσης ἀποδοχῆς διερευνᾶν τὰς γρα-
φάς.
         ἀναγκαῖον δὲ λοιπὸν τὰς ἀπιθάνους αὐτῶν συρφετολογίας καὶ διαμά-
χας παρελθόντας καὶ τῷ νοητῷ ποτίμῳ ὕδατι τοῦ ἁγίου πνεύματος τὰς ἁλμυ-
ράς, τὸ δὴ λεγόμενον, ἀποκλυσαμένους ἀκοὰς ἐπιδεῖξαι, ὅτιπερ αἱ γραφαὶ διὰ
τὸ ταὐτὸν τῆς θεότητος ποτὲ μὲν μίαν τῶν θείων ὑποστάσεων, ποτὲ δὲ τὰς τρεῖς
ὀνομάζουσιν, καὶ ἑκάστῃ αὐτῶν ὁμοίως τὸ ἀγαθὸν ἀπονέμουσιν,

Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 2.1–7) [Sp.] (2102: 009)


“Didymus der Blinde. De trinitate, Buch 2, Kapitel 1–7”, Ed. Seiler, I.
Meisenheim am Glan: Hain, 1975; Beiträge zur klassischen Philologie 52.
Ch.7, sec. 8,8, l. 5

οἰάκων ἔχεσθαι. ὅτῳ κυβερνητικῆς οὐχ ὕπεστιν, οὕτω χαλεπὸν καὶ διδάσκειν,
ὅτῳ ἡ χάρις τοῦ θείου πνεύματος ἡ τῶν ἀνθρώπων σὺν τῷ πατρὶ καὶ τῷ υἱῷ
ἐργαζομένη τὴν σωτηρίαν οὐ πάρεστιν, οὔτε ἐστὶν τὸ εἰδέναι τὴν καὶ ἐν τοῖς
αἰνίγμασιν τῶν λογίων εὑρισκομένην ἀσφάλειαν καὶ τὴν ἀπὸ τῆς ἐπιστήμης
τῶν πιστῶν ἀνδρῶν διδομένην ἀπόκρισιν, καὶ ὅτῳ ἐριστικῆς καὶ ἀντιλογικῆς
καὶ ποικίλης προαιρέσεως ἄνευ οὐκ ἔστιν λόγου προφορά.
 οἶδα δὲ σαφῶς, ὦ εὐδόκιμοι καὶ τὸ οὐράνιον φῶς κατοικοῦντες ἄγγελοι
τοῦ θεοῦ, ὅτιπερ ὑμεῖς ὡς ἄμεμπτοι καὶ τέλειοι οὐκ ἠχθέσθητε ἐπὶ τοῖς
λεχθεῖσιν παρ' ἐμοῦ, ἕνεκα τῶν κατὰ τὴν φύσιν, οὐ κατὰ τὸ ἐπαινετὸν τῆς
γνώμης, ὁμοίων ὑμῖν ἀγγέλων· οἷς ἐξ ἀρχῆς μέμψις παρηκολούθησεν, ὡς καὶ
391

οἵτινες ὑμῖν μάλιστα ἀπίθανοί τινες πρὸς τὸν κατὰ τῆς ἀληθείας ἀγῶνα φαί-
νονται. ὁ γὰρ λόγος μοί ἐστιν ὑπὲρ τοῦ θεϊκοῦ πνεύματος τοῦ φωτίζοντος
ἅπαντα καὶ φιλοτιμουμένου τὰ θεϊκὰ τοῖς κτίσμασι τοῦ πατρὸς καὶ τοῦ
μονογενοῦς αὐτοῦ ἐφάμιλλα, τοῦ ἁγιάσαντος καὶ ὑμᾶς καὶ συνδοξαζομένου
παρ' ὑμῶν ἅμα τῷ πατρὶ καὶ τῷ υἱῷ διὰ τοῦ τρισαγίου αἴνου. μᾶλλον δὲ καὶ
συνεπενεύσατε πνεῦμα τοῦτο τῆς ὑποστάσεως τοῦ θεοῦ ἓν καὶ μόνον καὶ θεὸν
ἀνευφημήσαντί μοι· καὶ ἐβούλεσθε ἂν τάχα (πανηγυρίζει δέ μοι ἐν τῷ μέρει
τούτῳ τὸ βιβλίον) δι' ὑπερβολὴν εὐνοίας ὑμῶν τῆς περὶ τὴν σεπτὴν καὶ
ὁμοούσιον τριάδα ὑμετέρα τε εἶναι ῥήματα τὰ ἐκ τῆς τῶν γραφῶν διανοίας
λεχθέντα παρὰ πολλῶν καὶ νῦν παρ' ἐμοῦ καὶ μηδέποτε σιωπὴν

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Zacchariam (2102: 010)“Didyme l'Aveugle sur


Zacharie, 3 vols.”, Ed. Doutreleau, L.Paris: Cerf, 1962; Sources chrétiennes 83, 84,
85.Book 3, sec. 71, l. 1

λόγου αὐτοῦ, οὗ ἐνετείλατο τῷ Ἀβραὰμ εἰς χιλίας γενεάς.»


Κατ' οὐδὲν γὰρ τῶν σημαινομένων χίλιαι ὑπάρξουσι γενεαὶ μέχρι
τῆς τοῦ κόσμου συντελείας, ὡς ἐντελέστερον προηγουμένως ἐν
ἄλλοις ἀποδέδεικται.
 Ἐκ ταύτης οὖν τῆς μυστικῆς χιλιάδος ἑβδομὰς συνίστα-
ται, καθ' ἣν οἱ γνησίως θεοσεβοῦντες μόνον τὸν τῶν πάντων
αἴτιον γονυπετοῦσιν.
 Ἀλλὰ καὶ οἱ ἀκολουθήσαντες παρθένοι μετὰ γυναικὸς
οὐ μεμολυμμένοι ὑπόκεινται τῷ ἑκατὸν τεσσαράκοντα τέσσαρες
ἀριθμῷ τῶν χιλιάδων.
 Ἔτι δὲ μάλιστα τὸ ἀπίθανον τῆς ἱστορίας φανεροῦται ἐκ
τοῦ τεταγμένως ἀφ' ἑκάστης φυλῆς τοῦ Ἰσραὴλ δώδεκα χιλιάδας
παρθένων ἀνδρῶν συμπληροῦσθαι· τάχα οὐδὲ ἐκ πάσης τῆς ἀνθρω-
πότητος τοσοῦτον ἀριθμὸν οἷόν τε συμπληροῦσθαι διὰ Χριστὸν
ἀγαμούντων ἔτι τοῦ Ἰωάννου ἐπὶ γῆς διατρίβοντος.  
 Ἐπεὶ οὖν τὰ τῆς λέξεως ἀδυνάτως ἔχει, φαμὲν τοσαύ-
τας εἶναι χιλιάδας τῶν ἀμολύντως καὶ ἀμώμως βιούντων διὰ τὴν
ἀρετὴν τὴν προσοῦσαν τῷ ἀριθμῷ· ἔστι γὰρ τετράγωνος, οὗ πᾶσα
πλευρὰ δωδεκάς ἐστιν χιλιάδων, πολλῆς καὶ τούτου τοῦ ἀριθμοῦ
προνομίας οὔσης, ὡς τῷ ἀναλέξαντι ἀπὸ τῆς γραφῆς ἔσται δῆλον.
 Σαφήνεια δὲ ἀναντίρρητος περὶ τούτων γέγονεν ἐν τοῖς

Δίδυμος Καίκος. In Genesim (2102: 041)“Didyme l'Aveugle. Sur la Genèse, vols. 1–


2”, Ed. Nautin, P., Doutreleau, L.Paris: Cerf, 1:1976; 2:1978; Sources chrétiennes
233, 244.Codex p. 101, l. 11

τέκνα, καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καὶ


αὐτός σου κυριεύσει. Τῷ δὲ Ἀδὰμ εἶπεν· Ὅτι ἤκουσας
τῆς φωνῆς τῆς γυναικός σου καὶ ἔφαγες ἀπὸ τοῦ ξύλου,
οὗ ἐνετειλάμην σοι τούτου μόνου μὴ φαγεῖν, ἀπ' αὐτοῦ
ἔφαγες, ἐπικατάρατος ἡ γῆ ἐν τοῖς ἔργοις σου· ἐν λύπαις
φαγῇ αὐτὴν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου. Ἀκάνθας
καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοι, καὶ φαγῇ τὸν χόρτον τοῦ
392

ἀγροῦ. Ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον


σου, ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τὴν γῆν ἐξ ἧς ἐλήμφθης,
ὅτι γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ.  
 Οὐκ ἀπίθανόν ἐστιν καὶ τὰς ἱστορίας ἐκλαβεῖν ἐπὶ τῶν
λέξεων τούτων. Καὶ γὰρ φαίνεται ὡς ἡ μὲν γυνὴ πυκναῖς
καὶ συνεχέσιν λύπαιςπιέζεται καὶ στεναγμοῖς, οὐ μικρὸν
ὑπομένουσα κάματον ἔν τε ταῖς συλλήψεσιν καὶ ἀποτέξεσιν
ἔτι τε καὶ ἀνατροφαῖς, καθὸ καὶ ἡ τοῦ μακαρίου Ἰώβ φησιν
ὅτι «Ἠφανισταί σου τὸ μνημόσυνον ἀπὸ τῆς γῆς, υἱοὶ
καὶ θυγατέρες, ἐμῆς κοιλίας ὠδῖνες καὶ πόνοι, οὓς εἰς τὸ

Δίδυμος Καίκος. In Genesim Codex p. 244, l. 19

τῷ Θεῷ θυσίαν αἰνέσεως καὶ ἀπόδος τῷ Ὑψίστῳ τὰς εὐχάς


σου«.  Μέγα οὖν τὸ ὑπὸ τὰς χεῖρας τῆς πνευματικῆς διδας-
καλίας κυρίαςὀνομαζομένης εὑρίσκεσθαι καὶ ταπεινοῦσθαι
ὑπ' αὐτὴν οὐκ οὖσαν ταπεινὴν ἀλλ' ὡς πρὸς τὴν κυρίαν.
Καὶ γὰρ οὐ δεδόξασται τὸ δεδοξασμένον ἐν τούτῳ τῷ
μέρει ἕνεκεν τῆς ὑπερβαλλούσης δόξης.
 XVI, 10. Καὶ εἶπεν αὐτῇ ὁ ἄγγελος Κυρίου· Πληθύνων
πληθυνῶ τὸ σπέρμα σου καὶ οὐκ ἀριθμηθήσεται ἀπὸ τοῦ
πλήθους.
 Οὐκ ἀπιθάνως εὐλογίας ἀξιοῦται καὶ ὁ κατὰ τὴν
εἰσαγωγὴν ζῶν· ἡ γὰρ τούτου προκοπὴ κατὰ τὸν προσή-
κοντα σκοπὸν προΐουσα ἥξει ἐπὶ τὸ τέλειον. Παρατήρει
δὲ ὅτι ἐπὶ μὲν τῆς ἀρετῆς – ἀπ' αὐτῆς γὰρ τὸ γνήσιόν
ἐστι σπέρμα τοῦ Ἀβραάμ – ἐξαγαγόντος τοῦ Θεοῦ αὐτὸν
ἔξω καὶ εἰπόντος· «Ἀνάβλεψον δὴ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ
ἀρίθμησον τοὺς ἀστέρας εἰ δυνήσῃ ἐξαριθμῆσαι αὐτούς«,
εἴρηται· «Οὕτως ἔσται τὸ σπέρμα σου«, ἐπὶ δὲ ταύτης
οὐκ ἐλέχθη ὡς ‘κατὰ τοὺς ἀστέρας ἔσται τὸ σπέρμα σου’
ἀλλὰ μόνον· οὐκ ἀριθμήσεται ἀπὸ τοῦ πλήθους, μήποτε
ἐκ ταύτης τῆς διαφορᾶς δυνήθῃς ἐπιστῆσαι ὅτι τὰ μὲν τοῦ

Palladius ScEccl., Dialogus de vita Joannis Chrysostomi (2111: 004)


“Palladii dialogus de vita S. Joanni Chrysostomi”, Ed. Coleman–Norton, P.R.
Cambridge: Cambridge University Press, 1928.P. 3, l. 15

ΠΕΡΙ ΒΙΟΥ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ,


ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Αʹ
393

 {Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ.} Τῶν τοῦ Θεοῦ δωρημάτων τὰ μέν ἐστιν, ὡς


ἔοικε, κοινὰ καὶ ἀμέριστα, κράτιστε ἀδελφὲ Θεόδωρε, τὰ δὲ κοινὰ
καὶ μεριστά. τρίτα τούτων ἐστίν, ἃ οὔτε κοινὰ οὔτε μεριστὰ ἢ
ἀμέριστα, ἀλλ' ἴδια κατ' ἐξαίρετον δεδομένα οἷς δίδοται.
 {Ο ΔΙΑΚΟΝΟΣ.} Δεῦρο δὴ φράσον ἡμῖν ἑκάστου γένους τὴν
τάξιν· ἀπιθάνως γὰρ προοιμιάσω.
 {Ο ΕΠΙΣΚ.} Τὰ τῇ φύσει καλά, ὧν ἄνευ τὸ ζῆν μιαρόν, κοινὰ
καὶ ἀμέριστα.
 {Ο ΔΙΑΚ.} Οἷον τί, πάτερ;

Hippolytus ScEccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena) (2115:


060)“Hippolytus. Refutatio omnium haeresium”, Ed. Marcovich, M.Berlin: De
Gruyter, 1986; Patristische Texte und Studien 25.Book 4, Ch.5, sec. 8, l. 4

γεννηθέντες ἐδυστύχησαν. ὥστε ματαία καὶ ἡ κατὰ τὰ διαθέματα


ὁμοιότης. διαφόρως οὖν καὶ πολυτρόπως τὴν ματαιόπονον σκέψιν τῶν
Χαλδαίων διελέγξαντες, οὐδὲ τοῦτο παραλείψομεν ὡς εἰς ἄπορον
χωρήσουσιν αἱ προρρήσεις αὐτοῖς. εἰ γὰρ τὸν ἐν τῇ ἀκίδι τοῦ Το-
ξότου γεννηθέντα, ὡς οἱ μαθηματικοὶ λέγουσιν, ἀνάγκη σφαγήσεσθαι,
πῶς αἱ τοσαῦται τῶν βαρβάρων μυριάδες ἀγωνιζόμεναι πρὸς τοὺς
Ἕλληνας ἐν Μαραθῶνι ἢ Σαλαμῖνι ὑφ' ἓν κατεσφάγησαν; οὐ γὰρ δή γε
ἐπὶ πάντων ὁ αὐτὸς ἦν ὡροσκόπος. καὶ πάλιν εἰ τὸν ἐν τῇ κάλπῃ
τοῦ Ὑδροχόου γεννηθέντα ναυαγήσειν, πῶς οἱ ἀπὸ Τροίας ἀναγόμενοι
τῶν Ἑλλήνων περὶ τὰ κοῖλα τῆς Εὐβοίας συγκατεποντίσθησαν; ἀπίθα-
νον γὰρ πάντας μακρῷ χρόνῳ διαφέροντας ἀλλήλων ἐν τῇ κάλπῃ τοῦ
Ὑδροχόου γεγεννῆσθαι. οὐ γὰρ ἔστι λέγειν ὅτι δι' ἕνα πολλάκις, ᾧ
εἵμαρται κατὰ πέλαγος φθαρῆναι, πάντες οἱ ἐν τῇ νηῒ συναπολοῦνται·
διὰ τί γὰρ ἡ τούτου εἱμαρμένη τὰς πάντων νικᾷ, ἀλλ' οὐχὶ διὰ τὸν
ἕνα ᾧ εἵμαρται ἐπὶ γῆς τελευτᾶν πάντες περισῴζονται;
Ἀλλ' ἐπεὶ καὶ περὶ τῆς τῶν ζῳδίων ἐνεργείας λόγον ποιοῦνται, οἷς
φασι προσομοιοῦσθαι τὰ ἀποτικτόμενα, οὐδὲ τοῦτον παραλείψομεν·
οἷον τὸν ἐν Λέοντι γεννηθέντα ἀνδρεῖον ἔσεσθαι, ὁ δὲ ἐν Παρθένῳ
τετανόθριξ, λευκόχρως, ἄπαις, αἰδήμων. ταῦτα γὰρ καὶ τὰ τούτοις ὅμοια
γέλωτός ἐστι μᾶλλον ἄξια, καὶ οὐ σπουδῆς. ἔστι γὰρ κατ' αὐτοὺς μηδένα  
Αἰθίοπα ἐν Παρθένῳ γεννᾶσθαι, εἰ δ' οὔ, δώςουσιν εἶναι τὸν τοιοῦ

Hippolytus ScEccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena)


Book 4, Ch.51, sec. 11, l. 3

ἀλήθεια, λόγος, ζωή, ἄνθρωπος, ἐκκλησία καὶ ὁ πατὴρ συναριθμούμενος,


κατὰ ταὐτὰ τοῖς τὴν ἀριθμητικὴν ἠσκηκόσι φιλοσοφίαν· ἣν ὡς
ἄγνωστον πολλοῖς θαυμάσαντες καὶ κατακολουθήσαντες, τὰς ὑφ'
αὑτῶν ἐπινοηθείσας αἱρέσεις συνεστήσαντο.  
Τινὲς μὲν οὖν καὶ ἀπὸ ἰατρικῆς συνιστᾶν τὰς ἑβδομάδας πειρῶνται,
ἐκπλαγέντες ἐπὶ τῇ τοῦ ἐγκεφάλου ἀνατομῇ, λέγοντες τὴν τοῦ παντὸς
οὐσίαν καὶ δύναμιν καὶ πατρικὴν θειότητα ἀπὸ τῆς τοῦ ἐγκεφάλου
394

διαθέσεως διδάσκεσθαι. ὁ γὰρ ἐγκέφαλος κύριον μέρος ὢν τοῦ παντὸς


(σώ)ματ(ο)ς ἐπίκειται ἀτρεμὴς καὶ ἀκίνητος, ἐντὸς ἑαυτοῦ ἔχων τὸ
πνεῦμα. ἔστι μὲν οὖν ἡ τοιαύτη ἱστορία οὐκ ἀπίθανος, μακρὰ(ν) δὲ τῆς
τούτων ἐπιχειρήσεως. ὁ μὲν γὰρ ἐγκέφαλος ἀνατμηθεὶς ἔνδον ἔχει τὸ
καλούμενον καμάριον, οὗ ἑκατέρωθεν ὑμένες εἰσὶ λεπτοί, οὓς πτερύγια
προσαγορεύουσιν, ἠρέμα ὑπὸ τοῦ πνεύματος κινούμενα καὶ πάλιν ἀπε-
λαύνοντα τὸ πνεῦμα ἐπὶ τὴν παρεγκεφαλίδα. ὃ διατρέχον διά τινος
ἀγγείου καλάμῳ ἐοικότος ἐπὶ τὸ κωνάριον χωρεῖ, ᾧ πρόσκειται τὸ
στόμιον τῆς παρεγκεφαλίδος, ἐκδεχόμενον τὸ διατρέχον πνεῦμα καὶ
ἀναδιδὸν ἐπὶ τὸν νωτιαῖον λεγόμενον μυελόν, ὅθεν πᾶν τὸ σῶμα μεταλαμ-
βάνει τὸ πνευματικόν, πασῶν τῶν ἀρτηριῶν δίκην κλάδου ἐκ τούτου
τοῦ ἀγγείου ἠρτημένων. οὗ τὸ πέρας ἐπὶ τὰ γεννητικὰ ἀγγεῖα τερματί-
ζεται· ὅθεν καὶ τὰ σπέρματα ἐξ ἐγκεφάλου διὰ τῆς ὀσφύος χωροῦντα

Hippolytus ScEccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena)


Book 6, Ch.45, sec. 2, l. 3

φησιν αὐτὸ παντὸς λόγου, καὶ ἀρχὴν πάσης φωνῆς, καὶ παντὸς
ἀρρήτου ῥῆσιν, καὶ τῆς σιωπωμένης Σιγῆς στόμα. «καὶ τοῦτο μὲν τὸ
σῶμα αὐτῆς· σὺ δὲ μετάρσιον ἐγείρας τὸ τῆς διανοίας νόημα, τὸν
αὐτογεννήτορα καὶ πατροπάτορα Λόγον ἀπὸ στομάτων Ἀληθείας
ἄκουε».
Ταῦτα δὲ ταύτης εἰπούσης, προσβλέψασαν αὐτῷ τὴν Ἀλήθειαν καὶ
ἀνοίξασαν τὸ στόμα λαλῆσαι λόγον· τὸν δὲ λόγον ὄνομα γενέσθαι, καὶ
(τ)ὸ ὄνομα εἶναι τοῦτο ὃ γινώσκομεν καὶ λαλοῦμεν, Χριστὸν Ἰησοῦν·
ὃ καὶ ὀνομάσασαν αὐτὴν παραυτίκα σιωπῆσαι. προσδοκῶντος δὲ τοῦ
Μάρκου πλεῖον αὐτὴν μέλλειν τι λέγειν, π(άλι)ν ἡ Τετρακτὺς παρελ-
θοῦσα εἰς τὸ μέσον φησίν· «ὡς [ἡ] ἀπίθανον ἡγήσω τὸν λόγον
[τοῦτον] ὃν ἀπὸ στομάτων τῆς Ἀληθείας ἤκουσας· οὐ τοῦτο ὅπερ
οἶδας καὶ δοκεῖς ἔχειν πάλαι [τοῦτ'] ἐστὶν ὄνομα· φωνὴν γὰρ ἔχεις
μόνον αὐτοῦ, τὴν δὲ δύναμιν ἀγνοεῖς. Ἰησοῦς μὲν γάρ ἐστιν ἐπίσημον
ὄνομα, ἓξ ἔχον γράμματα, ὑπὸ πάντων τῶν τῆς κλήσεως ἐπικαλούμε-
νον· τὸ δὲ παρὰ τοῖς [πέντε] αἰῶσι τοῦ πληρώματος,

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1–64 (2200: 004)“Libanii opera, vols. 1–4”, Ed.
Foerster, R.Leipzig: Teubner, 1.1–1.2:1903; 2:1904; 3:1906; 4:1908, Rep1997.
Oration 46, sec. 43, l. 11

 Τοιοῦτος ἡμῖν ὁ τῶν καπήλων παιδευτὴς ὁ


τὰ μικρὰ μὲν ὁρῶν, τὰ μείζω δὲ οὐ βουλόμενος. καὶ
εἰ μὲν ἠγνόει τὴν περὶ ταῦτα ἀσέβειαν, καὶ οὕτω μὲν
ἂν ἡμάρτανεν οὐκ εἰδὼς ἃ προσῆκεν, ἦν δ' ἂν ἴσως
τι καὶ συγγνώμης· νῦν δ' εἰσὶν οἳ πρὸς αὐτὸν εἶπόν
τε καὶ διηγήσαντο καὶ παρῄνεσαν αὑτοῦ φροντίσαι
καὶ βοηθῆσαι τῷ δικαστηρίῳ λέγοντες, ὡς ὠμότεροι
τῶν ἐν ταῖς ἐρημίαις κακούργων εἰσὶν οἱ λαμβανόμενοι
τῶν ὑπὲρ δικῶν δεῦρο ἀφικνουμένων μελλόντων τε
395

ἀγωνιεῖσθαι καὶ μετὰ τὴν γνῶσιν. ὁ δὲ ταῦτα ἀκούων


πλάττει μῦθον ὃς οὕτως ἐστὶν ἀπίθανος, ὥστ' οὐδὲ
παῖδα ἂν λάβοι. καί φησιν οὐχ αὑτοῦ ταῦτα εἶναι, τῶν
δὲ κεκελευκότων.

Libanius Rhet., Soph., Declamationes 1–51 (2200: 005)“Libanii opera, vols. 5–7”,
Ed. Foerster, R.Leipzig: Teubner, 5:1909; 6:1911; 7:1913, Rep1997.Declamation 38,
(subdivision) 1, sec. 24, l. 11

         καὶ σὺ τοίνυν, εἰ σωφρονεῖν ἐβούλου, τῶν αὐτῶν ἐτύγχανες ἄν. νῦν
δὲ οὐ τὸ πλουτεῖν, τὸ δὲ ἀδικεῖν τὴν φήμην ταύτην
ἐποίησεν, ἐπεί, εἰ μῖσος ἦν ὑπὸ φθόνου περὶ σὲ γε-
γενημένον καὶ ὅπως ἀπόλῃ, ταῦτα ἐλέγετο, ἦν ἂν ἕτε-
ρα καὶ μείζω τούτων καὶ πολὺ δεινότερα πᾶσαν ἐκ-
πολεμῶσαί σοι δυνάμενα τὴν πόλιν. τίνα ταῦτα; νεώ-
τερά σε βουλεύειν ᾐτιῶντο ἂν καὶ τὴν ἰσηγορίαν δυς-  
χεραίνειν καὶ μείζονα τῶν πολλῶν ἀξιοῦν εἶναι καὶ
ζητεῖν ἀντὶ τῶν νόμων γενέσθαι. καὶ οὐκ ἂν ἦν ἀπίθα-
νος ὁ λόγος πάντων ὅσοι δὴ πώποτε δημοκρατίας κατέ-
λυσαν μετὰ πλούτου τοῦτο πεποιηκότων.

Libanius Rhet., Soph., Declamationes 1-51 Declamation 39, (subdivision) 1, sec. 28,
l. 2

ἀνέχεσθαι καὶ κατέχειν δεξιὰν ὑπὸ τῆς ἐν ὀφθαλμοῖς


βρεως ἐπειγομένην πρὸς φόνον. ἔπειτα πολλάκις ἔργα
λόγων ἐν δικαστηρίοις ἡττήθη καὶ ὁ μὲν μοιχὸς ἔδοξε
σωφρονεῖν, ὁ δὲ ἠδικημένος συκοφαντεῖν. πολλὰ γάρ
ἐστι τὰ τοῖς κρινομένοις βοηθοῦντα πολλάκις, ἐμπει-
ρία πραγμάτων, δόξα τοῦ φεύγοντος, πλῆθος συνηγό-
ρων. ἤδη δέ τινα καὶ πολιὰ καὶ χρόνος ἐρρύσατο, καὶ
ὃν ἰδὼν οὐκ ἂν εἴποις τὰ τοιαῦτα ἁμαρτάνειν, οὗτος
μοιχεύει καὶ ταύτην ἣν οὐκ ἂν ὑπολάβοις.
         πολλὰ
γὰρ τῶν ἀδικημάτων ἀκοῦσαι μέν ἐστιν ἀπίθανα,
πράττεται δέ. καὶ εἰ μὲν καὶ νῦν γίνεταί τι τοιοῦτον,
ἔξεστι ζητεῖν. αἱ γοῦν τραγῳδίαι γέμουσι παραδόξων
κακῶν. ἃ οὐ χρὴ νομίζειν ἐπ' ἐκείνων ἑστάναι τῶν
χρόνων. τῆς γὰρ αὐτῆς οὔσης φύσεως εἰκός τοι καὶ τὰ
αὐτὰ τολμᾶσθαι.
         δικαστηρίου δεῖ τῷ μοιχῷ; τί οὖν,
ἂν νεώτερος ὁ γραφόμενος ᾖ; τί δ', ἂν ἐν πατρὸς ὁ
μεμοιχευκὼς ἡλικίᾳ; οὐκ οἴει τοὺς μὲν ἐπιτιμήσειν,
τοὺς δὲ ἀπιστήσειν, τοὺς δὲ ἀφεῖναι κελεύσειν; τί δ',
396

Chronicon Paschale, Chronicon paschale (2371: 001)“Chronicon paschale, vol. 1”,


Ed. Dindorf, L.Bonn: Weber, 1832; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.
P. 645, l. 4

χῆς ὄμμασι τίνα τρόπον ἐνηνθρώπηκεν ὁ μονογενής, δύο τὰς


φύσεις εἶναί φαμεν, ἕνα δὲ υἱὸν καὶ Χριστὸν καὶ κύριον τὸν τοῦ
θεοῦ λόγον ἐνανθρωπήσαντα καὶ σεσαρκωμένον. διὰ τούτων δὲ
ὁ πατὴρ τὸν τρόπον τῆς ἐνανθρωπήσεως παραστῆσαι βουλόμενος
καὶ τὸ ἀδιαίρετον καὶ ἀσύγχυτον φυλάττων καὶ τὸν ἀριθμὸν τῶν
συνελθουσῶν φύσεων ἔδειξε καὶ ἕνα Χριστὸν ἐκήρυξεν, ἀλλ' οὐ-
χὶ μίαν φύσιν θεότητος καὶ σαρκός. καὶ ἐν τῇ δευτέρᾳ δὲ πρὸς  
τὸν αὐτὸν Σούκενσον ἐπιστολῇ τὰ παραπλήσια διδάσκων γράφει
οὕτως. Εἰ μὲν γὰρ μίαν εἰπόντες τοῦ λόγου φύσιν σεσιγήκαμεν,
οὐκ ἐπενεγκόντες τὸ σεσαρκωμένην, ἀλλ' οἷον ἔξω θέντες τὴν οἰ-
κονομίαν, ἦν αὐτοῖς τάχα που καὶ οὐκ ἀπίθανος ὁ λόγος προς-
ποιουμένοις ἐρωτᾶν ποῦ τὸ τέλειον ἐν ἀνθρωπότητι ἢ τὸ πῶς
ὑφέστηκεν ἡ καθ' ἡμᾶς οὐσία. ἐπειδὴ δὲ καὶ ἡ ἐν ἀνθρωπότητι
τελειότης καὶ τῆς καθ' ἡμᾶς οὐσίας ἡ δήλωσις εἰσκεκόμισται διὰ
τοῦ λέγειν σεσαρκωμένην, παυσάσθωσαν καλαμίνην ῥάβδον ἑαυ-
τοῖς ὑποστήσαντες. τοῦ γὰρ ἐκβάλλοντος τὴν οἰκονομίαν καὶ ἀρ-
νουμένου τὴν σάρκωσιν ἦν τὸ ἐγκαλεῖσθαι δικαίως ὡς ἀφαιρουμένου
τὸν υἱὸν τῆς τελείας ἀνθρωπότητος. εἰ δέ, ὡς ἔφην, ἐν τῷ σεσαρ-
κῶσθαι λέγειν αὐτὸν σαφής ἐστιν καὶ ἀναμφίβολος ὁμολογία τοῦ
ὅτι γέγονεν ἄνθρωπος, οὐδὲν κωλύει νοεῖν ὡς εἷς ὑπάρχων καὶ
μόνος υἱὸς ὁ Χριστὸς ὁ αὐτὸς θεός ἐστι καὶ ἄνθρωπος,

Patrocles Hist., Frag.(2479: 003)“FHG 2”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Fragment 2a, l. 14

σημβρινοῦ πλευροῦ τῆς Ἰνδικῆς πρὸς τὰ περὶ τοὺς


Βακτρίους μέρη, προστεθέντων τρισχιλίων τοῖς μυρίοις
καὶ πεντακισχιλίοις, ὧν οἱ μὲν τοῦ πλάτους ἦσαν τῶν
ὀρῶν, οἱ δὲ τῆς Ἰνδικῆς. Πρὸς δὲ τὴν ἀπόφασιν ταύτην
ὁ Ἵππαρχος ἀντιλέγει διαβάλλων τὰς πίστεις· οὔτε γὰρ
Πατροκλέα πιστὸν εἶναι, δυεῖν ἀντιμαρτυρούντων αὐτῷ
Δηιμάχου τε καὶ Μεγασθένους, οἳ καθ' οὓς μὲν τόπους
δισμυρίων εἶναι σταδίων τὸ διάστημά φασι τὸ ἀπὸ τῆς
κατὰ μεσημβρίαν θαλάττης, καθ' οὓς δὲ καὶ τρισμυ-
ρίων· τούτους γε δὴ τοιαῦτα λέγειν, καὶ τοὺς ἀρχαίους
πίνακας τούτοις ὁμολογεῖν. Ἀπίθανον δή που νομίζει τὸ
μόνῳ δεῖν πιστεύειν Πατροκλεῖ, παρέντας [τοὺς] το-
σοῦτον ἀντιμαρτυροῦντας αὐτῷ, καὶ διορθοῦσθαι
παρ' αὐτὸ τοῦτο τοὺς ἀρχαίους πίνακας, ἀλλὰ μὴ ἐᾶν
οὕτως, ἕως ἄν τι πιστότερον περὶ αὐτῶν γνῶμεν.
 Idem: Καὶ αὐτὴ δὲ ἡ τοῦ
Πατροκλέους πίστις ἐκ πολλῶν μαρτυριῶν σύγκειται,
τῶν βασιλέων τῶν πεπιστευκότων αὐτῷ τηλικαύτην
ἀρχὴν, τῶν ἐπακολουθησάντων αὐτῷ, τῶν ἀντιδοξούν-
των, ὧν αὐτὸς ὁ Ἵππαρχος κατονομάζει·
397

Patrocles Hist., Frag.Fragment 2b, l. 7

μόνῳ δεῖν πιστεύειν Πατροκλεῖ, παρέντας [τοὺς] το-


σοῦτον ἀντιμαρτυροῦντας αὐτῷ, καὶ διορθοῦσθαι
παρ' αὐτὸ τοῦτο τοὺς ἀρχαίους πίνακας, ἀλλὰ μὴ ἐᾶν
οὕτως, ἕως ἄν τι πιστότερον περὶ αὐτῶν γνῶμεν.
 Idem: Καὶ αὐτὴ δὲ ἡ τοῦ
Πατροκλέους πίστις ἐκ πολλῶν μαρτυριῶν σύγκειται,
τῶν βασιλέων τῶν πεπιστευκότων αὐτῷ τηλικαύτην
ἀρχὴν, τῶν ἐπακολουθησάντων αὐτῷ, τῶν ἀντιδοξούν-
των, ὧν αὐτὸς ὁ Ἵππαρχος κατονομάζει· οἱ γὰρ κατ'
ἐκείνων ἔλεγχοι πίστεις τῶν ὑπὸ τούτου λεγομένων εἰ-
σίν. Οὐδὲ τοῦτο δὲ ἀπίθανον τοῦ Πατροκλέους, ὅταν
φησὶ τοὺς Ἀλεξάνδρῳ συστρατεύσαντας ἐπιδρομάδην
ἱστορῆσαι ἕκαστα, αὐτὸν δὲ Ἀλέξανδρον ἀκριβῶσαι,
ἀναγραψάντων τὴν ὅλην χώραν τῶν ἐμπειροτάτων
αὐτῷ· τὴν δ' ἀναγραφὴν αὐτῷ δοθῆναί φησιν ὕστερον
ὑπὸ Ξενοκλέους τοῦ γαζοφύλακος.
 Strabo II: Ἔσται δὲ Βάκτρα καὶ τοῦ στό-
ματος τῆς Κασπίας θαλάττης, εἴτε Ὑρκανίας, πάμ-
πολύ τι ἀρκτικώτερα, ὅπερ τοῦ μυχοῦ τῆς Κασπίας
καὶ τῶν Ἀρμενιακῶν καὶ Μηδικῶν ὀρῶν διέχει περὶ
ἑξακισχιλίους σταδίους, καὶ δοκεῖ τῆς αὐτῆς παραλίας

Quintus Fabius Pictor Hist., Frag.(2542: 003)“FHG 3”, Ed. Müller, K.


Paris: Didot, 1841–1870.Fragment 11, l. 6

 Dionysius VII, 71:


Ἕτερος μὲν οὖν ἀποχρῆν ἂν ὑπέλαβε καὶ αὐτὰ
τὰ νῦν πραττόμενα ἐπὶ τῇ πόλει μηνύματα οὐ μικρὰ
τῶν παλαιῶν ἐπιτηδευμάτων ὑπολαβεῖν· ἐγὼ δὲ, ἵνα
μή τις ἀσθενῆ τὴν πίστιν εἶναι ταύτην ὑπολάβῃ, [εἴτε]
κατ' ἐκείνην τὴν ἀπίθανον ὑπόληψιν, ὅτι παντὸς τοῦ
Ἑλληνικοῦ κρατήσαντες, ἀσμένως ἂν τὰ κρείττω μετέ-
μαθον ἔθη, τῶν ἐπιχωρίων ὑπεριδόντες, ἐξ ἐκείνου ποιή-  
σομαι τοῦ χρόνου τὴν τέκμαρσιν, ὅτε οὔπω τὴν τῆς
Ἑλλάδος εἶχον ἡγεμονίαν, οὐδὲ ἄλλην διαπόντιον οὐ-
δεμίαν ἀρχὴν, Κοΐντῳ Φαβίῳ βεβαιωτῇ χρώμενος, καὶ
οὐδεμιᾶς ἔτι δεόμενος πίστεως ἑτέρας· παλαιότατος γὰρ
ἀνὴρ τῶν τὰ Ῥωμαϊκὰ συνταξαμένων, καὶ πίστιν οὐκ
ἐξ ὧν ἤκουσε μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐξ ὧν αὐτὸς ἔγνω, πα-
ρεχόμενος.
 Livius II, 40: Abductis deinde le
398

Antigonus, Frag.(2547: 003)“FHG 4”, Ed. Müller, K.Paris: Didot, 1841–1870.


Fragment 2, l. 2

ΙΤΑΛΙΚΑ.

 Festus: Antigonus, Italicae


historiae scriptor, ait Rhomum quendam nomine
Jove conceptum urbem condidisse in Palatio, Romae
eique dedisse nomen.
 Plutarch. Romul. c. 17, 11, de Tarpeia Capi-
tolium Sabinis prodente: Ἀπίθανοι μέν εἰσιν οἱ Τα-
τίου θυγατέρα τοῦ ἡγεμόνος τῶν Σαβίνων οὖσαν αὐτὴν,
Ῥωμύλῳ δὲ βίᾳ συνοικοῦσαν ἱστοροῦντες ταῦτα ποιῆ-
σαι καὶ παθεῖν ὑπὸ τοῦ πατρός· ὧν καὶ Ἀντίγονός
ἐστι.  

Menander Rhet., Διαίρεσις τῶν ἐπιδεικτικῶν (olim sub auctore Genethlio) (2586:
001)“Menander rhetor”, Ed. Russell, D.A., Wilson, N.G.Oxford: Clarendon Press,
1981.Spengel p. 337, l. 28

λογικῶν διαφορὰς ἐδείκνυμεν ταύτας οὔσας, οὕτω καὶ


τῆς συμμετρίας διαφορὰς ὁριούμεθα. οἱ γὰρ κατ' αἰ-
νίγματα προϊόντες βραχύτητα ἀπαιτοῦσιν, ἔτι δὲ οἱ καὶ
μὴ διδασκαλικοὶ ἄλλως κεφαλαιωδέστεροι. οἱ δὲ ἕτεροι
πλείστην καὶ μεγίστην διατριβὴν ἐνδέχονται. ὁ γοῦν Πλά-
των ὕμνον τοῦ Παντὸς τὸν Τίμαιον καλεῖ ἐν τῷ Κρι-
τίᾳ, καὶ οἱ φυσικώτεροι ποιηταί, ὧν ἐπεμνήσθημεν,
πραγματείας ὅλας κατέθεντο. εὐχῆς δὲ οὐδέν τι πάνυ
χρὴ ἐπὶ τούτων. ἐπιτηρεῖν δὲ χρὴ καὶ μὴ εἰς τὸν πολὺν
ὄχλον καὶ δῆμον ἐκφέρειν τοὺς τοιούτους ὕμνους· ἀπι-
θανώτεροι γὰρ καὶ καταγελαστικώτεροι τοῖς πολλοῖς
φαίνονται.

Menander Rhet., Περὶ ἐπιδεικτικῶν (2586: 002)“Menander rhetor”, Ed. Russell,


D.A., Wilson, N.G.Oxford: Clarendon Press, 1981.Spengel p. 398, l. 3

ὅσοι συνήθεις γεγόνασιν. ἐν οἷς καὶ πράξεις ἐρεῖς πρὸς


ἀπόδειξιν τῶν ἀγαθῶν, ἂν εὐπορῇς καὶ πράξεων· καὶ
ὅτι βασιλεῦσι χρήσιμος ἔσται γνωσθεὶς διὰ τὴν ἀρετήν,
καὶ ὅτι παιδευτηρίων προστήσεται ἴσως, οὐ μέντοι
Ἰσοκράτης ἢ Ἰσαῖος ἢ Λυσίας ἤ τις τοιοῦτος ὅμοιος ἔσται·  
ἐρεῖς δὲ ταῦτα, ἐὰν πάνυ πεπαιδευμένον ὄντα λόγων
προπέμπῃς τινά· τούτῳ γὰρ ἁρμόσει τὸ τοιοῦτον ἐγ-
κώμιον, ὅτι προστήσεται τυχὸν καὶ λόγων καὶ παιδεύσει
νέους· ἐὰν γὰρ τῶν μὴ προσόντων αὐτῷ μνησθῇς,
ἃ πάντες ἴσασιν ὅτι τούτων οὐδὲν αὐτῷ πρόσεστιν,
399

καὶ ἀπίθανον εἶναι δοκεῖ καὶ περὶ τῶν ἄλλων


λόγων ὕποπτον καταστήσεις σεαυτὸν ἐκ τούτου καὶ
προσάντη τὸν ἀκροατὴν τῷ λόγῳ. δεῖ γὰρ τοῖς ὁμολο-
γουμένοις πανταχοῦ συντρέχειν. ἐρεῖς δὲ καὶ ἐπὶ τῶν
τοιούτων ὅτι καὶ ὅτε ἅμιλλαι λόγων ἐπὶ τῶν μουσείων
ἦσαν, ἐπῃνεῖτο παρὰ τῶν καθηγεμόνων τῶν ἡλικιωτῶν
μᾶλλον. καὶ ὥσπερ Ἔφορος ἐστεφανοῦτο καὶ Θεό-
πομπος, οἱ μαθηταὶ Ἰσοκράτους, ὡς διαφέροντες τῶν
ἄλλων (καὶ γὰρ Ἰσοκράτης ἀρετῆς προὐτίθει ἀγῶνα
τοῖς ἀρίστοις τῶν ἀκροατῶν κατὰ μῆνα στέφανον),

Procopius Rhet., ScEccl., Commentarii in Isaiam (2598: 004); MPG 87.2.


P. 2300, l. 5

ἑτέραν ἐξήγησιν, διαιρεῖ τοὺς ἐξ Ἰσραήλ. Ὧν οἱ


μὲν ἤκουσαν, οἱ δὲ ἀπώσαντο τυγχάνοντες ἄνομοι,
οὓς καὶ λήψεται τρόμος. Ἡ γὰρ τῶν ἐπενεχθέντων
πεῖρα κακῶν εἰς φόβον ἀρκεῖ, καὶ πρός τι γνῶναι
τὸν ὑπ' αὐτῶν ὑβριζόμενον. Πρὸς οὓς καί φησι, Τίς
ἀναγγελεῖ ὑμῖν ὅτι πῦρ καίεται; περὶ οὗ ἔλεγεν,  
ὅτι Πῦρ κατέδεται ὑμᾶς. Τόπον δέ φησι τὸν αἰώ-
νιον, τὸν ἡτοιμασμένον τῷ Σατανᾷ καὶ τοῖς ἀγγέ-
λοις αὐτοῦ. Κατὰ γὰρ τὴν τοῦ Σωτῆρος φωνὴν, «Ὁ
πιστεύων εἰς τὸν Υἱὸν ἔχει ζωὴν αἰώνιον. Ὁ δὲ ἀπι-
θανῶν τῷ Υἱῷ, οὐκ ὄψεται τὴν ζωήν· ἀλλ' ἡ ὀργὴ τοῦ
Θεοῦ μένει ἐπ' αὐτόν.» Περὶ ὧν ἀλλαχοῦ φησιν ὁ προ-
φήτης· «Ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτήσει, καὶ τὸ πῦρ
αὐτῶν οὐ σβεσθήσεται.» Τίς οὖν ὁ εἰδὼς καὶ προμαρ-
τυρόμενος ὑμῖν τὸν αἰώνιον τόπον; ἢ πᾶς, ὃν εὐ-
θὺς ὑπογράφει, τὸν τῶν προφητῶν καὶ ἀποστόλων
σημαίνων χορόν; αὐτοὶ γὰρ ἐκήρυξαν περὶ κρίσεως,
ὡς ἂν τὴν μέλλουσαν φυλαξώμεθα δίκην.
 

Procopius Rhet., ScEccl., Commentarii in Isaiam P. 2472, l. 33

κτὸς γίνεται, δι' ἣν εἶχεν ὁμοιότητα πρὸς ἡμᾶς. Εἶτα


πρὸς τὸν Σωτῆρά φησιν ὁ Πατὴρ, Καιρῷ δεκτῷ ἐπ-
ήκουσά σου. Πάσχων μὲν γὰρ ἐβόα· «Ἠλεὶ, Ἠλεὶ,
λαμασαβαχθανί.» Εἶθ' ὡς ἀνανεύοντα τὸν Πατέρα
ἑώρα, ἐπῆγεν· «Πάτερ, εἰ μὴ δυνατὸν παρελθεῖν
αὐτὸ, γενηθήτω τὸ θέλημά σου. Ταύτην οὖν τὴν εὐ-
χὴν μετὰ τὸν θάνατον δεχόμενος ὁ Πατὴρ, τὸν καιρὸν
δεικνὺς τῆς ἀναστάσεως φησίν· Ἐν καιρῷ δεκτῷ
ἐπήκουσά σου.
 Τινὲς δὲ μεμψάμενοι τὴν παροῦσαν ἐξήγησιν, ὡς
ἀπίθανον, τὸν Υἱὸν ἀποτυχεῖν τῆς εὐχῆς πεπλᾶσθαι
τὴν εὐχὴν κατ' οἰκονομίαν φασὶν, ἐπεὶ καὶ πρὸ ταύ-
της ᾔδει μὴ ἄλλως τὸν θάνατον καταργηθησόμενον,
400

εἰ μὴ δι' ὃν ὑπέστη σταυρόν τε καὶ θάνατον. Ἡ οὖν


παραίτησις, τῆς Ἰουδαίων μιαιφονίας κατηγορεῖ,
ἀβούλητον αὐτῷ δεικνῦσα τὸ πάθος διάτοι τὸ δυς-
κλεές. Ἀλλὰ καὶ οὕτω γέγονε θελητὸν ἐπὶ τῷ καταρ-
γῆσαι τὸν θάνατον. «Καὶ τοῦτο δηλοῖ τὸ, Καταβέβηκα
ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, οὐχ ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τὸ ἐμὸν,
ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με,» καὶ τὰ ἑξῆς.

Procopius Rhet., ScEccl., Commentarii in Isaiam P. 2713, l. 40

μαχος. Ὡς γὰρ οἱ πάλα, φησὶ, τὰς νομικὰς θυσίας


κατὰ νόμον ἐπὶ τῆς ἐπιγείου προσέφερον Ἱερουσα-
λήμ· οὕτως ἥξουσιν ἐκεῖνοι μετὰ τῶν ἰδίων καρπῶν
δῶρα κομίζοντες, ἅπερ ἕκαστος ἐν ψυχῇ παρεσκεύα-
σεν.
 Εἶτά φησιν· Καὶ ἀπ' αὐτῶν λήψομαι (ποίων, ἀλλ'
ἢ τῶν κατειλεγμένων ἐθνῶν;) ἱερεῖς καὶ Λευΐτας. Εἰ
γὰρ καινὸς οὐρανὸς ἔσται, καὶ γῆ καὶ Ἱερουσα-
λὴμ, ἀκόλουθον εἶναι καὶ καινοὺς λειτουργούς. Δι'
ὅπερ ἔφασκεν· «Οὐ μὴ μνησθῶσι τῶν προτέρων, καὶ
οὐκ ἀναβήσεται αὐτῶν ἐπὶ τὴν καρδίαν.» Ἀπίθανον
γὰρ ἐξ Ἰουδαίων εἰπεῖν, ἤδη παρ' αὐτοῖς τούτων
προϋφεστώτων. Πῶς δ' ἂν ἐξ ἱερέων ἱερέας, καὶ
ἐκ Λευϊτῶν εἰλήφει Λευΐτας, πάσης τῆς Λευῒ φυ-
λῆς, ἐπὶ τούτους διῃρημένης, οὓς ἀπεικάζει οὐρανῷ
τε καινῷ, καὶ γῇ; περὶ γὰρ τῶν πρώτων ἐῤῥέθη·
»Ὁ οὐρανὸς, καὶ ἡ γῆ παρελεύσεται.» Καὶ πάλιν·
»Ἐλιγήσεται, ὡς βιβλίον, ὁ οὐρανὸς, καὶ φθορᾷ
φθαρήσεται ἡ γῆ.» Τοῦ δὲ μέλλοντος αἰῶνος ἀπαρχὴ
Χριστός· ἔπειτα, οἱ τοῦ Χριστοῦ· εἶτα, οὐρανὸς
καὶ γῆ καινά. Τούτων τῶν οὐρανῶν τὴν βασιλείαν

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia (2702: 010)


“Michaelis Pselli philosophica minora”, Ed. Duffy, J.M.Leipzig: Teubner, 1992.
Opusculum 54, l. 23

αὐτοῖς ἐκεῖνα τὰ πρὶν ἰδιώματα, οὐ μόνον τὴν ἐν τῇ θερμότητι εὔ-


νοιαν καὶ οἷον συνάφειαν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔριν καὶ διάστασιν τὴν κατὰ
τὸ ξηρὸν καὶ ὑγρόν· καὶ διὰ τοῦτο ποιεῖ μὲν αὐτοὺς ἔστιν ὅτε ἀνθ-
ισταμένους ἐριστικῶς, αὖθις δὲ καταλλάσσεσθαι λέγει αὐτούς.
 Εἴ ποτε τοίνυν μεσίτην τινὰ τῇ αὐτῶν καταλλαγῇ θελήσει πλάσα-
σθαι, ποιεῖ μὲν καὶ ἄλλα τινά, ὅσα δοκεῖ αὐτῷ, παράγει δέ που καὶ
Ἥφαιστον αὐτοὺς καταλλάσσοντα, τουτέστιν ἁπλῶς τὴν θερμότητα·
Ἥφαιστος γὰρ εἰς τὸ θερμὸν ἀλληγορικῶς ἐκλαμβάνεται, δαίων λε-
γόμενος ἐπιστατῶν τῇ θερμῇ οὐσίᾳ. οὕτω τοίνυν κἀνταῦθα ἔριδος
παρεισπεσούσης τῇ Ἥρᾳ καὶ τῷ Διί, αὐτὸς μέσος ἐλθὼν καταλλαγὴν
πραγματεύεται. οὐ γὰρ θέλει ὁ μῦθος παντελῶς λέγειν ἀπίθανα, ὅπερ
401

ἔπαθεν ἄν, ἐὰν ἕτερόν τινα παρεισήγαγε μεσιτεύοντα εἰς τοιαύτην


ὁμόνοιαν. οὔτε γὰρ Ἀθηνᾶ οὔτε Ἄρης οὔτε Ἄρτεμις οὔτ' ἄλλος τις τῶν
τοιούτων κατὰ φυσικὴν ἔννοιαν λέγοιτ' ἂν λύειν τὴν ἔριν τῇ Ἥρᾳ καὶ
τῷ Διὶ καὶ ἐκ διαστάσεως ἄγειν εἰς ἕνωσιν οἰκειότερον ἤπερ ὁ Ἥφαι-
στος· θερμὴ γάρ τις αὕτη φύσις. Ποσειδῶνα δὲ εἴ τις εἶπε τοῦτο ποι-
εῖν, οὐδὲν τὸ παράπαν ἔλεγε·

Μιχαήλ Ψελλός. Theologica (2702: 012)“Michaelis Pselli theologica, vol. 1”, Ed.
Gautier, P.Leipzig: Teubner, 1989.Opusculum 46, l. 45

δογματισάντων ἐς τοιαύτην ὑπηνέχθησαν ἔννοιαν, ὅτι τοῖς τῆς σωματικῆς


ἐνδημίας συναπεπεράνθη καὶ τὰ τοῦ σώματος ἰδιώματα, ὡς μετὰ τὴν ἐκ
νεκρῶν ἀνάστασιν μήτε βάρους αὐτὸν μετέχειν μήτε πηλικότητος μήτε
μὴν διαστάσεως· μεταποιηθείσης γὰρ τῆς τοῦ σώματος φύσεως εἰς τὸ
ἀκήρατόν τε καὶ ἄφθαρτον, λόγον ἔχει, φασί, καὶ ταῦτα μεταπεποιῆσθαι
καὶ μέχρις ὀνόματος μόνου τὸ σῶμα διαμεμενηκέναι. ἀλλ' ὁ θεῖος οὗτος
ἀνὴρ εἶπεν ὅτι συμπεραίνουσι μὲν τὰ τῆς σωματικῆς ἐπιδημίας ἄχρι τῆς
ἀναστάσεως ὁμογνωμονεῖ τε καὶ πείθεται, ἀφαιροῦσι δὲ τοῦ σώματος τὰς
ἰδιότητας οὐ συντίθεται· ‘ὀκνῶ γάρ’ φησίν ‘εἰπεῖν τὰ τοῦ σώματος’. οὐ
λαμπρὸς ὁ λόγος τοῦ δόγματος; ἐπεὶ μηδὲ οἱ ἀντιδοξάζοντες πάντῃ
ἀπίθανοι, ἀλλ' οὗτος ἐφ' ἑκάτερα ῥέπων ταῖς τῶν ἀντιδοξαζόντων
γνώμαις τε μετὰ τῆς κρείττονος πλάστιγγος γίνεται, οὐκ ἀφαιρῶν τὸ
κυριακὸν σῶμα τὰ τῆς οἰκείας φύσεως ἴδια.

Μιχαήλ Ψελλός. Poemata (2702: 015)“Michaelis Pselli poemata”, Ed. Westerink,


L.G.Stuttgart: Teubner, 1992.Poem 57, l. 233

  Χριστὸς τέλος νόμου γάρ, ὡς Παῦλος γράφει,


 καθὼς ὁ θεῖος χρυσεπώνυμος ῥήτωρ  
 καὶ ὁ προεστὼς τῆς Κύπρου μαρτυροῦσιν,
 ὁ μὲν λόγῳ μὲν τῆς σεβασμίου πέμπτης,
 ὁ δὲ κράτιστα τῷ μεγάλῳ σαββάτῳ.
 τὸ μὲν γὰρ οἱ ἀπόστολοι ἡτοίμασαν,
 καὶ τοῦ χάριν μὲν πυνθάνονται τοῦ λόγου,
 ’ποῦ σοι τὸ πάσχα εὐτρεπίζεσθαι θέλεις;’
 καὶ γὰρ τὸ ἡμῶν αὐτὸς ὑποδεικνύει,
 ὁ τῆς παλαιᾶς δεσπότης καὶ τῆς νέας,
 τὸ μὲν καταργῶν ὡς ἀπίθανον τοῦτον
 καὶ μὴ ἐνεργοῦν πρὸς βροτῶν σωτηρίαν,
 τὸ δὲ κρατύνων ὡς κραταιὸς δεσπότης,
 εἰ καὶ τὸ πάσχα παρέδραμον Ἑβραῖοι
 δι' ἥνπερ ἔπραττον μιαίφονον πρᾶξιν,
 δῆθεν θέλοντες μὴ μιανθῆναι ταύτῃ,
 οἱ παμμίαροι τοῖς μιάσμασι πᾶσι.
 

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae (2714: 002)“Theodori Studitae Epistulae, vol. 1–


402

2”, Ed. Fatouros, G.Berlin: De Gruyter, 1992; Corpus Fontium Historiae Byzantinae,
Series Berol.nsis 31.Epistle 5, l. 5

Στεφάνῳ ἀδσηκρῆτις.

 Ἐν τῇ χθὲς ἡμέρᾳ, ἐπειδὴ τῆς εὐκλεοῦς σου παρουσίας ἐν μεθέξει


γεγόναμεν, μετά τινας ἄλλας ὁμιλίας, δι' ἃς καὶ ὁ τρόπος τῆς ἐνταῦθά
σου ἀφίξεως, εἰς λόγους πως ἐληλύθαμεν γραφικῶν ζητημάτων καὶ
ἐν ἀμφιβολίᾳ πολλῇ συσχεθέντες ἀπιθάνως πρὸς ταῦτα διέστημεν
ἀπ' ἀλλήλων. καὶ ἡμεῖς μέν, ὦ δέσποτα, ἰδιωτίζοντες οὐ πάντως κατὰ  
τὴν παροῦσάν σου σοφίαν ὑπαντήσομεν· ἵνα δὲ μὴ τῇ ἐφησυχάσει
τῶν ὀφειλομένων λαληθῆναι κρίμα ἑαυτοῖς ἀπενέγκοιμεν (ἐλεγμῷ
γάρ, φησίν, ἐλέγξεις τὸν πλησίον σου καὶ οὐ λήψῃ δι' αὐτὸν ἁμαρ-
τίαν), ἄλλως τε ὅτι καὶ σοφὸν ἐλέγχοντες μᾶλλον ἀγαπηθησόμεθα,
ἀναγκαῖον ᾠήθημεν προσφωνῆσαί σοι τὰ ἐπιβάλλοντα. ὁ κύριός
μου, ἵνα συντόμως ἐρῶ, τὰς πολλὰς πεύσεις καὶ ἀντιρρήσεις ἐπισυ-
στέλλων, ἔφης τά, ὡς οὐ χρὴ τὸν προεστῶτα εἴτουν ποιμενάρχην
ἄτερ πίστεως ἐπὶ ταῖς ἄλλαις ἐντολαῖς τοῦ Κυρίου κατὰ ἄγνοιαν ἢ
ἐθελοντὶ πράττοντά τι τῶν ἀπηγορευμένων πρός τινος

Flavius Justinianus Imperator Theol., Edictum rectae fidei (2734: 005)


“Drei dogmatische Schriften Iustinians, 2nd edn.”, Ed. Amelotti, M., Albertella, R.,
Migliardi, L. (post E. Schwartz)Milan: Giuffre, 1973; Legum Iustiniani imperatoris
vocabularium. Subsidia 2.P. 136, l. 28

περὶ τῆς εἰρημένης λέξεως σαφεστάτην αὐτοῦ διδασκαλίαν. ἐν γὰρ τῆι πρώτηι πρὸς
Σούκενσον
ἐπιστολῆι εἰπὼν μίαν φύσιν τοῦ θεοῦ λόγου σεσαρκωμένην εὐθὺς ἐπήγαγεν
 Οὐκοῦν ὅσον μὲν ἧκεν εἰς ἔννοιαν καὶ εἴς γε μόνον τὸ ὁρᾶν τοῖς τῆς ψυχῆς ὄμμασι
τίνα τρόπον
ἐνηνθρώπησεν ὁ μονογενής, δύο τὰς φύσεις εἶναι φαμέν, ἕνα δὲ υἱὸν καὶ Χριστὸν καὶ
κύριον
τὸν τοῦ θεοῦ λόγον ἐνανθρωπήσαντα καὶ σεσαρκωμένον.
 Διὰ τούτων δὲ ὁ πατὴρ τὸν τρόπον τῆς ἐνανθρωπήσεως παραστῆσαι βουλόμενος καὶ
τὸ ἀδιαί-
ρετον καὶ ἀσύγχυτον φυλάττων καὶ τὸν ἀριθμὸν τῶν συνελθουσῶν φύσεων ἔδειξεν
καὶ ἕνα Χριστὸν
ἐκήρυξεν, ἀλλ' οὐχὶ μίαν φύσιν θεότητος καὶ σαρκός. καὶ ἐν τῆι δευτέραι δὲ πρὸς τὸν
αὐτὸν
Σούκενσον ἐπιστολῆι τὰ παραπλήσια διδάσκων γράφει οὕτως
 Εἰ μὲν γὰρ μίαν εἰπόντες τοῦ λόγου φύσιν σεσιγήκαμεν οὐκ ἐπενεγκόντες τὸ
σεσαρκωμένην,
ἀλλ' οἷον ἔξω θέντες τὴν οἰκονομίαν, ἦν αὐτοῖς τάχα που καὶ οὐκ ἀπίθανος ὁ λόγος
προσποιου-
μένοις ἐρωτᾶν ποῦ τὸ τέλειον ἐν ἀνθρωπότητι ἢ πῶς ὑφέστηκεν ἡ καθ' ἡμᾶς οὐσία·
403

ἐπειδὴ δὲ
καὶ ἡ ἐν ἀνθρωπότητι τελειότης καὶ τῆς καθ' ἡμᾶς οὐσίας ἡ δήλωσις εἰσκεκόμισται
διὰ τοῦ λέγειν
’σεσαρκωμένην’, παυσάσθωσαν καλαμίνην ῥάβδον ἑαυτοῖς ὑποστήσαντες. τοῦ γὰρ
ἐκβάλλοντος
τὴν οἰκονομίαν καὶ ἀρνουμένου τὴν σάρκωσιν ἦν τὸ ἐγκαλεῖσθαι δικαίως,
ἀφαιρουμένου τὸν
υἱὸν τῆς τελείας ἀνθρωπότητος· εἰ δέ, ὡς ἔφην, ἐν τῶι σεσαρκῶσθαι λέγειν αὐτὸν
σαφής ἐστι
καὶ ἀναμφίβολος ὁμολογία τοῦ ὅτι γέγονεν ἄνθρωπος, οὐδὲν ἔτι κωλύει νοεῖν ὡς εἷς
ὑπάρχων καὶ
μόνος υἱὸς ὁ Χριστὸς ὁ αὐτὸς θεός ἐστι καὶ ἄνθρωπος, ὥσπερ ἐν θεότητι τέλειος,

Pseudo-Dionysius Areopagita ScEccl., Theol., Epistulae (2798: 006)“Corpus


Dionysiacum ii: Pseudo–Dionysius Areopagita. De coelesti hierarchia, de
ecclesiastica hierarchia, de mystica theologia, epistulae”, Ed. Heil, G., Ritter, A.M.
Berlin: De Gruyter, 1991; Patristische Texte und Studien 36.Epistle 9, sec. 1, l. 17

ἐκφαίνωσι τὴν θείαν καὶ μυστικὴν καὶ ἄβατον τοῖς βεβήλοις ἀλήθειαν.
 Διὸ καὶ ἀπιστοῦμεν οἱ πολλοὶ τοῖς περὶ τῶν θείων μυστηρίων λόγοις·
θεώμεθα γὰρ μόνον αὐτὰ διὰ τῶν προσπεφυκότων αὐτοῖς αἰσθητῶν
συμβόλων. Δεῖ δὲ καὶ ἀποδύντας αὐτὰ ἐφ' ἑαυτῶν γυμνὰ καὶ καθαρὰ  
γενόμενα ἰδεῖν. Οὕτω γὰρ ἂν θεώμενοι σεφθείημεν «πηγὴν ζωῆς» εἰς
ἑαυτὴν χεομένην καὶ ἐφ' ἑαυτῆς ἑστῶσαν ὁρῶντες καὶ μίαν τινὰ δύναμιν,
ἁπλῆν, αὐτοκίνητον, αὐτενέργητον, ἑαυτὴν οὐκ ἀπολείπουσαν, ἀλλὰ
γνῶσιν πασῶν γνώσεων ὑπάρχουσαν καὶ ἀεὶ δι' ἑαυτῆς ἑαυτὴν θεωμένην.
 Χρῆναι γοῦν αὐτῷ τε καὶ ἄλλοις παρ' ἡμῶν ᾠήθημεν, ὡς οἷοί τε ἦμεν,
ἀναπτυχθῆναι τὰ παντοδαπὰ μορφώματα τῆς περὶ θεοῦ συμβολικῆς
ἱεροπλαστίας. Τὰ γὰρ ἐκτὸς αὐτῆς, ὁπόσης ἀναπέπλησται τῆς ἀπιθάνου
καὶ πλασματώδους τερατείας; Οἷον ἐπὶ μὲν τῆς ὑπερουσίου θεογονίας
γαστέρα θεοῦ σωματικῶς θεὸν γεννῶσαν ἀναπλαττούσης καὶ λόγον εἰς
ἀέρα προχεόμενον ἀπὸ καρδίας ἀνδρικῆς ἐξερευγομένης αὐτὸν καὶ πνεῦμα
ἐκπνεόμενον ἀπὸ στόματος ἀναγραφούσης καὶ κόλπους θεογονικοὺς ἐναγ-
καλιζομένους θεοῦ υἱὸν σωματοπρεπῶς ἡμῖν ἐξυμνούσης ἢ φυτικῶς ταῦτα
διαπλαττούσης καὶ δένδρα τινὰ καὶ βλαστοὺς καὶ ἄνθη καὶ ῥίζας προ-
βαλλομένης ἢ πηγὰς ὑδάτων ἀναβλυζούσας ἢ ἀπαυγασμάτων προαγω-  
γικὰς φωτογονίας ἢ ἄλλας τινὰς ὑπερουσίων θεολογιῶν ἐκφαντορικὰς
ἱερογραφίας· ἐπὶ δὲ τῶν νοητῶν τοῦ θεοῦ προνοιῶν ἢ δωρεῶν ἢ ἐκφάν-
σεων ἢ δυνάμεων ἢ ἰδιοτήτων ἢ λήξεων ἢ μονῶν ἢ

Joannes Gramm., Theol., Disputatio cum Manichaeo (2816: 007)“Iohannis


Caesariensis presbyteri et grammatici opera quae supersunt”, Ed. Aubineau, M. (ap.
M. Richard)Turnhout: Brepols, 1977; Corpus Christianorum. Series Graeca 1.
L. 14
οὐσίας τοῦ ἀγαθοῦ θεοῦ καθ' ὑμᾶς, ἐναντία δὲ ταῦτα, τὰ
δ' ἐναντία οὐ συντίθεται ἄνευ τεχνίτου τινός, οἷον τὸ μέλαν καὶ
λευκὸν ὑπὸ ζωγράφου καὶ ὑπὸ ἰατρῶν τὰ θερμὰ εἴδη τοῖς
ψυχροῖς, τίς ὁ συναγαγὼν τὰ ἐναντία, ψυχήν τε καὶ σῶμα, καὶ ἓν
404

ζῷον ἐργασάμενος;
 2. ΜΑΝΙΧΑΙΟΣ. Ὁ ἀγαθὸς θεός, ἀτάκτως κινουμένης τῆς
ὕλης, λαβὼν μοῖράν τινα τῆς ἑαυτοῦ δυνάμεως τῇ ὕλῃ προσέπεμ-
ψε, δελεάσαι αὐτὴν βουλόμενος· ἡ δὲ λαβοῦσα κατέπιε. Καὶ
οὕτως ἐκ τῆς κράσεως ἀμφοτέρων τὰ σύνθετα γέγονεν.
 3. ὈΡΘ. Ταῦτα μῦθοί τινές εἰσιν, πλέον τῆς ἀσεβείας τὸ ἀπίθα-
νον ἔχοντες· πρῶτον μὲν ὅτι οὐδεὶς ἑαυτὸν συντίθησι πρὸς
ἑτέρου γένεσιν· πρὸς τούτοις δὲ παθητὸς καὶ μεριστὸς ὁ θεὸς
ἐντεῦθεν εὑρίσκεται, εἴ γε μέρος αὐτοῦ λαβὼν τῇ ὕλῃ προσέρ-
ριψεν· ἀλλὰ καὶ ἡ ὕλη τοῦ εἶναι κακὴ ἐλευθερωθήσεται, ἐρασθεῖσα
τοῦ ἀγαθοῦ καὶ τὸ ἐξ αὐτοῦ φῶς καταπιοῦσα. Ἄλλως τε δὲ
ἀπόκριναί μοι ἐρωτῶντι· ἀσώματος ὁ θεός;

Oecumenius Phil., Rhet., Commentarius in Apocalypsin (2866: 001)


“The complete commentary of Oecumenius on the Apocalypse”, Ed. Hoskier, H.C.
Ann Arbor: University of Michigan Press, 1928.P. 129, l. 24

μὲν οὖν εἰς τοὺς δύο λαούς, τοὺς ἐξ Ἰουδαίων καὶ ἐθνῶν οἱ
δύο κλάδοι τῶν ἐλαιῶν ἡρμηνεύθησαν, τοῖς ἁγίοις οὐκ ἠγ-
νόηται. δύναται μέντοι καὶ τοὺς δύο περὶ ὧν νῦν ὁ λόγος
σημαίνειν προφήτας. καὶ τοὺς ἀδικῆσαί φησι θέλοντας
αὐτοὺς πῦρ ἐκπορευόμενον διὰ τῶν στομάτων αὐτῶν ἀμυνεῖ-
ται, καὶ ἔχουσιν ἐξουσίαν κλεῖσαι τὸν οὐρανὸν, ἵνα μὴ βρέξει
τὰς ἡμέρας τῆς προφητείας αὐτῶν. τοῦτο τῶν λίαν πιθανο-
τάτων· εἰ γὰρ τοιαύτην εἶχεν ὁ εἷς αὐτῶν ἐξουσίαν,
Ἠλίας ὁ Θεσβίτης καὶ πρὶν ἀποπληροῦν τὴν Χριστοῦ
διακονίαν, πῶς ἀπίθανον σχήσειν αὐτὸν προτρέχοντα
Χριστοῦ; καὶ ἐξουσίαν φησὶν ἔχουσιν ἐπὶ τῶν ὑδάτων στρέφειν
αὐτὰ εἰς αἷμα καὶ πατάξαι τὴν γῆν ἐν πάσῃ πληγῇ ὁσάκις ἂν
θελήσωσιν. ἐπειδὴ γὰρ ἡ παρουσία τοῦ ἀντιχρίστου κατ' ἐνέρ-
γειαν γενήσεται τοῦ Σατανᾶ ἐν πάσῃ δυνάμει καὶ σημείοις καὶ  
τέρασι ψεύδους, ὥς φησιν ὁ Παῦλος γράφων τὴν δευτέραν
Θεσσαλονικεῦσιν ἐπιστολήν, εἷλκον δὲ εἰς συγκατάθεσιν καὶ
πίστιν τὰ σημεῖα, διὰ τοῦτο καὶ οἱ δύο προφῆται οἱ περὶ
αὐτὸν λέγοντες ὅτι πλάνος ἐστὶ καὶ ἀπατέων, σημείοις
χρήσονται παντοδαποῖς ἵνα τοὺς ἀκούοντας εἰς πίστιν ἐφελ-
κύσωνται.

Oecumenius Phil., Rhet., Frag.in epistulam i ad Corinthios (in catenis) (2866: 003)
“Pauluskommentar aus der griechischen Kirche aus Katenenhandschriften
gesammelt”, Ed. Staab, K.Münster: Aschendorff, 1933.P. 434, l. 3

 Τὸ τοῦ λόγου ἀπίθανον διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ θεοῦ πιστο-
ποιεῖται, ὅπερ εἰς τὴν τοῦ Χριστοῦ ἀνάστασιν οὐ τέθεικεν – ἐγεγόνει
γάρ – ἀλλ' ἐπὶ τῆς ἡμῶν, ἵνα μὴ ἀπιστῶμεν καὶ ἵνα τοὺς ἀντιλέγοντας
ἐπιστομίσῃ.
405

Nicolaus Rhet., Soph., Progymnasmata (2904: 001)“Nicolai progymnasmata”, Ed.


Felten, J.Leipzig: Teubner, 1913; Rhetores Graeci 11.P. 7, l. 13

πειοι δὲ οἱ ἐξ ἀλόγων καὶ λογικῶν συγκείμενοι, Λύδιοι


δὲ καὶ Φρύγιοι οἱ ἐκ μόνων ἀλόγων. εἰσὶ δέ τινες μῦθοι
καὶ ἐκ θεῶν συγκείμενοι, οἷόν ἐστιν ‘ἡ Ἥρα συνῴκει τῷ
Διί’, οὓς φιλοσοφίᾳ μᾶλλον προσήκειν οἴομαι· ἐκείνης
γάρ ἐστιν εὐκρινεῖν τὰς ἀλληγορίας τὰς ἐν αὐτοῖς. ἰστέον
δὲ καὶ ὅτι τοὺς περὶ θεῶν μύθους τινὲς οὐ μύθους ἀλλὰ
μυθικὰ ἐκάλεσαν διηγήματα, ἀναμιγνύντες αὐτὰ τοῖς
περὶ τῶν μεταμορφώσεων λόγοις καὶ τῶν ἐκείναις παρα-
πλησίων. ὁποτέρως δ' ἂν ἔχοι, τὰς ἐν αὐτοῖς ἀλληγορίας
ἀναπτύξουσιν οἱ φιλόσοφοι. ἡμεῖς δὲ ἢ πιθανὸν ἢ ἀπί-
θανον ὡς ἐν πολιτικῷ λόγῳ παραληψόμεθα.
 Ἐπειδὴ δὲ εἴρηται, ὅτι δεῖ πιθανῶς συγκεῖσθαι τὸν
μῦθον, πόθεν ἂν γένοιτο πιθανὸς σκοπητέον. πολλαχόθεν
δὲ τοῦτο· ἐκ τόπων, περὶ οὓς τὰ ὑποκείμενα τῷ λόγῳ ζῷα
διατρίβειν εἴωθεν· ἐκ καιρῶν, ἐν οἷς φαίνεσθαι φιλεῖ·
ἐκ λόγων τῶν τῇ φύσει ἑκάστου ἁρμοζόντων· ἐκ πραγ-
μάτων, ἃ μὴ ὑπερβαίνει τὴν ἑκάστου ποιότητα, ἵνα μὴ
λέγωμεν, ὅτι ὁ μῦς περὶ βασιλείας τῶν ζῴων ἐβουλεύετο  
ἢ ὅτι ὁ λέων ἐζωγρήθη ὑπὸ τυροῦ [καὶ] κνίσης, κἂν λό-
γους τινὰς δεήσῃ περιθεῖναι, [καὶ] ἵνα ἡ μὲν ἀλώπηξ

Nicolaus Rhet., Soph., Progymnasmata . 30, l. 14

σκευῆς οὔτε τὰ ὁμολογούμενα ἀληθῆ κατασκευάσομεν –  


πάντες γάρ εἰσι περὶ αὐτῶν ἤδη προπεπεισμένοι – οὔτε
τὰ ὁμολογούμενα ψευδῆ – οὐδεὶς γὰρ ἀνέξεται. δεῖ
οὖν περὶ τὰ πιθανὰ τὴν τοιαύτην μελέτην στρέφεσθαι.
 Ἰστέον δέ, ὅτι ἡ τούτων τάξις ἀδιάφορος· οὔτε γὰρ
τὴν ἀνασκευὴν πάντως προτάξαντες εἶτα κατασκευάσομεν
οὔτε αὖ τὸ ἐναντίον ὡρισμένως ποιήσομεν, ἀλλ' ἔχομεν
ἐπὶ πολλῆς ἀδείας, ὁποτέρᾳ ἂν αὐτῶν ἐθέλοιμεν χρῆσθαι
προτέρᾳ.
 ’Διαιρεῖται δέ’ φασί ‘ταῦτα τὰ προγυμνάσματα κεφα-
λαίοις τούτοις· τῷ ἀπιθάνῳ, τῷ ἀδυνάτῳ, τῷ ἀπρεπεῖ,
τῷ ἀσυμφόρῳ, τῷ μαχομένῳ καὶ ἔτι τῶν περιστατικῶν
μορίων τοῖς ἐμπίπτουσι, τόπῳ ἢ χρόνῳ ἢ προσώπῳ
ἢ ἄλλῳ τοιούτῳ τινί.’ ἰστέον δέ, ὅτι τῶν κεφαλαίων
τούτων καὶ τάξιν ὡρισμένην ἐπειράθησαν ἀποδοῦναί
τινες λέγοντες, ὡς δεῖ τὸ ἀπίθανον προτάττειν, εἶτα
ἐπάγειν τούτῳ τὸ ἀδύνατον, εἶτα τὸ ἀσύμφορον, εἶτα  
τὸ μαχόμενον. ἄλλοι δὲ πάλιν καθ' ἑτέραν διαίρεσιν
νενομισμένῃ τάξει καὶ αὐτοὶ περὶ ταῦτα ἐχρήσαντο.
ἡμεῖς δὲ λέγομεν, ὅτι οὔτε πάντα ἐν ἁπάσαις ταῖς ἀνα-
σκευαῖς τε καὶ κατασκευαῖς
406

Nicolaus Rhet., Soph., Progymnasmata P. 30, l. 19

τὴν ἀνασκευὴν πάντως προτάξαντες εἶτα κατασκευάσομεν


οὔτε αὖ τὸ ἐναντίον ὡρισμένως ποιήσομεν, ἀλλ' ἔχομεν
ἐπὶ πολλῆς ἀδείας, ὁποτέρᾳ ἂν αὐτῶν ἐθέλοιμεν χρῆσθαι
προτέρᾳ.
 ’Διαιρεῖται δέ’ φασί ‘ταῦτα τὰ προγυμνάσματα κεφα-
λαίοις τούτοις· τῷ ἀπιθάνῳ, τῷ ἀδυνάτῳ, τῷ ἀπρεπεῖ,
τῷ ἀσυμφόρῳ, τῷ μαχομένῳ καὶ ἔτι τῶν περιστατικῶν
μορίων τοῖς ἐμπίπτουσι, τόπῳ ἢ χρόνῳ ἢ προσώπῳ
ἢ ἄλλῳ τοιούτῳ τινί.’ ἰστέον δέ, ὅτι τῶν κεφαλαίων
τούτων καὶ τάξιν ὡρισμένην ἐπειράθησαν ἀποδοῦναί
τινες λέγοντες, ὡς δεῖ τὸ ἀπίθανον προτάττειν, εἶτα
ἐπάγειν τούτῳ τὸ ἀδύνατον, εἶτα τὸ ἀσύμφορον, εἶτα  
τὸ μαχόμενον. ἄλλοι δὲ πάλιν καθ' ἑτέραν διαίρεσιν
νενομισμένῃ τάξει καὶ αὐτοὶ περὶ ταῦτα ἐχρήσαντο.
ἡμεῖς δὲ λέγομεν, ὅτι οὔτε πάντα ἐν ἁπάσαις ταῖς ἀνα-
σκευαῖς τε καὶ κατασκευαῖς ἐμπεσεῖται τὰ κεφάλαια οὔτε
αὖ ὡρισμένην ἔχει τάξιν, ἀλλὰ ταῦτα μέν ἐστιν, ἐξ ὧν
ἀνασκευάζομεν καὶ κατασκευάζομεν, δεῖ δὲ τὸν γυμνα-
ζόμενον ἀκριβῶς, ὁπόσα ἐμπίπτει καὶ ὁποῖα, σκοπήσαντα
αὐτὸν εἶναι τὸν τῆς τάξεως κύριον, μᾶλλον δὲ ἕπεσθαι
τῇ τάξει τοῦ προκειμένου λόγου. οἷον ἀνασκευάζειν ἡμῖν

Ιωάννης Δαμασκηνός. Expositio fidei (2934: 004)“Die Schriften des Johannes von
Damaskos, vol. 2”, Ed. Kotter, B.Berlin: De Gruyter, 1973; Patristische Texte und
Studien 12.Sec. 55, l. 30

κοινὸν τῶν ὑποστάσεων, ἀλλὰ τὴν κοινὴν φύσιν ἐν μιᾷ τῶν ὑποστάσεων
θεωρουμένην καὶ ἐξεταζομένην.
 Ἄλλο μὲν οὖν ἐστιν ἕνωσις, καὶ ἕτερον σάρκωσις· ἡ μὲν γὰρ ἕνωσις
μόνην δηλοῖ τὴν συνάφειαν, πρὸς τί δὲ γέγονεν ἡ συνάφεια, οὐκέτι. Ἡ δὲ
σάρκωσις, ταὐτὸν δ' ἐστὶν εἰπεῖν καὶ ἐνανθρώπησις, τὴν πρὸς σάρκα  
ἤτοι πρὸς ἄνθρωπον συνάφειαν δηλοῖ, καθάπερ καὶ ἡ πύρωσις τὴν πρὸς
τὸ πῦρ ἕνωσιν. Αὐτὸς μὲν οὖν ὁ μακάριος Κύριλλος ἐν τῇ πρὸς Σούκενσον
δευτέρᾳ ἐπιστολῇ ἑρμηνεύων τὸ «μίαν φύσιν τοῦ θεοῦ λόγου σεσαρκωμένην»
οὕτω φησίν· «Εἰ μὲν γὰρ μίαν εἰπόντες τοῦ λόγου φύσιν σεσιγήκαμεν,
οὐκ ἐπενεγκόντες τὸ ‘σεσαρκωμένην’, ἀλλ' οἷον ἔξω τιθέντες τὴν οἰκονο-
μίαν, ἦν αὐτοῖς τάχα που καὶ οὐκ ἀπίθανος ὁ λόγος προσποιουμένοις
ἐρωτᾶν· Εἰ μία φύσις τὸ ὅλον, ποῦ τὸ τέλειον ἐν ἀνθρωπότητι; Ἢ πῶς
ὑφέστηκεν ἡ καθ' ἡμᾶς οὐσία; Ἐπειδὴ δὲ καὶ ἡ ἐν ἀνθρωπότητι τελειότης
καὶ τῆς καθ' ἡμᾶς οὐσίας ἡ δήλωσις εἰσκεκόμισται διὰ τοῦ λέγειν ‘σεσαρ-
κωμένην’, παυσάσθωσαν καλαμίνην ῥάβδον ἑαυτοῖς ὑποστήσαντες».
Ἐνταῦθα μὲν οὖν τὴν φύσιν τοῦ λόγου ἐπὶ τῆς φύσεως ἔταξεν. Εἰ γὰρ
ἀντὶ ὑποστάσεως τὴν φύσιν παρείληφεν, οὐκ ἄτοπον ἦν, καὶ δίχα τοῦ
»σεσαρκωμένην» τοῦτο εἰπεῖν· μίαν γὰρ ὑπόστασιν τοῦ θεοῦ λόγου
ἀπολύτως λέγοντες οὐ σφαλλόμεθα. Ὁμοίως δὲ καὶ Λεόντιος ὁ Βυζάντιος
ἐπὶ τῆς φύσεως τὸ ῥητὸν ἐνόησεν, οὐκ ἀντὶ τῆς ὑποστάσεως.
407

Ιωάννης Δαμασκηνός. Contra Jacobitas (2934: 007)“Die Schriften des Johannes


von Damaskos, vol. 4”, Ed. Kotter, B.Berlin: De Gruyter, 1981; Patristische Texte
und Studien 22.Sec. 126, l. 4

«καὶ μίαν φύσιν τοῦ λόγου σεσαρκωμένην», φύσιν ἐνταῦθα τὴν ὑπόστασιν
ὀνομάσας. Οὐ γὰρ φύσις ἤτοι οὐσία ὁ υἱός, ἀλλ' ὑπόστασις. Εἰ γὰρ φύσις
ὁ υἱός, οὐκ ἔστι δὲ ὁ πατὴρ υἱός, οὐδὲ τῆς αὐτῆς ἔσται τῷ υἱῷ φύσεως·
ὅμως καὶ τῆς σαρκὸς ἐνδείκνυται τὴν φύσιν πρὸς τὸν αὐτὸν Σούκενσον
γράφων· ὥστε, εἰ καὶ καθ' ὑμᾶς οὐσίαν ἐνταῦθα τὴν φύσιν φησίν, εἰσκομίζει
καὶ τὴν τῆς σαρκὸς φύσιν διὰ τοῦ εἰπεῖν «σεσαρκωμένην». Γράφει γοῦν
οὕτως·
 Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῆς πρὸς Σούκενσον δευτέρας ἐπιστολῆς·
Εἰ μὲν γὰρ «μίαν» εἰπόντες «τοῦ λόγου φύσιν» σεσιγήκαμεν οὐκ ἐπενεγκόν-
τες τὸ «σεσαρκωμένην», ἀλλ' οἷον ἔξω τιθέντες τὴν οἰκονομίαν, ἦν αὐτοῖς
τάχα που καὶ οὐκ ἀπίθανος ὁ λόγος προσποιουμένοις ἐρωτᾶν· Εἰ μία
φύσις τὸ ὅλον, ποῦ τὸ τέλειον ἐν ἀνθρωπότητι ἢ πῶς ὑφέστηκεν ἡ καθ'
ἡμᾶς οὐσία; Ἐπειδὴ δὲ καὶ ἡ ἐν ἀνθρωπότητι τελειότης καὶ τῆς καθ'
ἡμᾶς οὐσίας ἡ δήλωσις εἰσκεκόμισται διὰ τοῦ εἰπεῖν «σεσαρκωμένην»,
παυσάσθωσαν καλαμίνην ῥάβδον ἑαυτοῖς ὑποστήσαντες.
 Σχόλιον. Παύσασθε τοιγαροῦν, ὦ οὗτοι, «καλαμίνην ῥάβδον
ἑαυτοῖς ὑποστήσαντες» τῷ διδασκάλῳ πειθόμενοι. Ἴδε γάρ, σαφῶς εἴρηκε
»διὰ τοῦ σεσαρκωμένην εἰπεῖν» «τὴν ἐν ἀνθρωπότητι τελειότητα καὶ
τῆς καθ' ἡμᾶς οὐσίας τὴν δήλωσιν εἰσκεκομίσθαι» καὶ ὡς οὐ «μία φύσις
τὸ ὅλον» ἐστίν· εἰ δὲ οὐ μία, παντί που δῆλον ὡς δύο.  

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus (3023: 001)


“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 1: excerpta
de legationibus, pts. 1–2”, Ed. de Boor, C.Berlin: Weidmann, 1903.P. 326, l. 26

δι' ὧν τοῦ μὲν ὁλοσχεροῦς φόβου τοῦ κατὰ τὸν πόλεμον ἐδόκουν
παραλελύσθαι, περὶ δὲ τῶν κατὰ μέρος ἐγκλημάτων αὐτοῖς ἡ σύγ-
κλητος πικρῶς καὶ βαρέως ὠνείδισεν. ἦν δ' ὁ νοῦς τῆς ἀποκρί-
σεως τοιοῦτος, ὅτι εἰ μὴ δι' ὀλίγους ἀνθρώπους τοὺς αὑτῶν φίλους,
καὶ μάλιστα δι' αὐτούς, ᾔδεισαν καλῶς καὶ δικαίως ὡς δέον ἦν
αὐτοῖς χρήσασθαι. ὁ δ' Ἀστυμήδης αὑτῷ μὲν ἐδόκει καλῶς εἰρη-
κέναι περὶ τῆς πατρίδος, οὐ μὴν τοῖς γε παρεπιδημοῦσιν οὐδὲ τοῖς
ἐκεῖ μένουσι τῶν Ἑλλήνων οὐδαμῶς ἤρεσκεν. ἐξέβαλε γὰρ ἔγγρα-
πτον μετὰ ταῦτα ποιήσας τὴν σύνταξιν τῆς δικαιολογίας, ἣ τοῖς
πλείστοις τῶν ἀναλαμβανόντων εἰς τὰς χεῖρας ἄτοπος ἐφαίνετο
καὶ τελέως ἀπίθανος. συνεστήσατο γὰρ τὴν δικαιολογίαν οὐ μόνον
ἐκ τῶν τῆς πατρίδος δικαίων, ἔτι δὲ μᾶλλον ἐκ τῆς τῶν ἄλλων
κατηγορίας. τὰ μὲν γὰρ εὐεργετήματα καὶ συνεργήματα παραβάλ-
λων καὶ συγκρίνων τὰ μὲν τῶν ἄλλων ἐπειρᾶτο ψευδοποιεῖν καὶ
ταπεινοῦν, τὰ δὲ τῶν Ῥοδίων ηὔξανε πολλαπλασιάζων καθ' ὅσον
οἷός τ' ἦν· τὰ δ' ἁμαρτήματα κατὰ τοὐναντίον τὰ μὲν τῶν ἄλλων
ἐξωνείδιζε πικρῶς καὶ δυσμενικῶς, τὰ δὲ τῶν Ῥοδίων ἐπειρᾶτο
περιστέλλειν, ἵνα κατὰ τὴν παράθεσιν τὰ μὲν οἰκεῖα μικρὰ καὶ  
συγγνώμης ἄξια φανῇ,

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus P. 331, l. 6


408

γίνεσθαι τὸν Εὐμένη. τοῦτο δὲ τὸ πρᾶγμα πολλὴν ἀπορίαν


παρέσχε τοῖς ἐν τῷ συνεδρίῳ. διαβεβλημένοι γὰρ πρὸς αὐτὸν καὶ
διαλήψεις ἀμεταθέτους ἔχοντες οὐκ ἐβούλοντο κατ' οὐδένα τρόπον
ἐμφανίζειν αὑτούς. πᾶσι γὰρ ἀναδεδειχότες πρῶτον καὶ μέγιστον
φίλον τὸν βασιλέα τοῦτον ἔμελλον εἰς ὄψιν ἐλθόντες καὶ προς-  
δεξάμενοι δικαιολογίαν, εἰ μὲν τὸ δοκοῦν ἀποκριθεῖεν ἀκολου-
θοῦντες ταῖς ἰδίαις διαλήψεσιν, ἐκθεατριεῖν αὑτούς, εἰ τοιοῦτον
ἄνθρωπον ἐπὶ τοσοῦτον ἐξετίμησαν ἐν τοῖς ἀνώτερον χρόνοις, εἰ
δὲ δουλεύοντες τῇ τῶν ἐκτὸς φαντασίᾳ φιλανθρώπως ἀποκριθεῖεν,
παρόψεσθαι τὴν ἀλήθειαν καὶ τὸ τῇ πατρίδι συμφέρον. διόπερ
ἐξ ἑκατέρας τῆς ἀποφάσεως μέλλοντος ἀπιθάνου τινὸς αὐτοῖς
ἐξακολουθήσειν, εὕροντο λύσιν τοῦ προβλήματος τοιαύτην. ὡς γὰρ
καθόλου δυσαρεστούμενοι ταῖς τῶν βασιλέων ἐπιδημίαις δόγμα τι
τοιοῦτον ἐξέβαλον, μηδένα βασιλέα παραγίνεσθαι πρὸς αὐτούς.
μετὰ δὲ ταῦτα πυθόμενοι τὸν Εὐμένη καταπεπλευκέναι τῆς Ἰταλίας
εἰς Βρεντέσιον ἐπαπέστειλαν τὸν ταμίαν φέροντα τὸ δόγμα καὶ
κελεύοντα λέγειν πρὸς αὑτόν, εἴ τι τυγχάνει τῆς συγκλήτου χρείαν
ἔχων, εἰ δὲ μηδενὸς δεῖται, παραγγελοῦντα τὴν ταχίστην

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis (3023: 002)


“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 2: excerpta
de virtutibus et vitiis, pts. 1 & 2”, Ed. Büttner–Wobst, T., Roos, A.G.
Berlin: Weidmann, 2.1:1906; 2.2:1910.Vol. 1, p. 48, l. 28

τῆς δικαιοσύνης, ἔγγιστα τοῦ φθονεῖσθαι γεγενημένοις καὶ πᾶσι


φανεροῖς ἐφ' οἷς ἂν νοήσωσιν ἢ πράξωσι καθεστῶσι, τόθ' ὡς
οὐκέτι βλέποντος αὐτοὺς τοῦ θεοῦ ἢ διὰ τὴν ἐξουσίαν δεδιότος,
οὕτως ἐμπαροινοῦσι τοῖς πράγμασιν. ἃ δ' ἂν φοβηθῶσιν ἀκού-
σαντες ἢ μισήσωσι θελήσαντες ἢ στέρξωσιν ἀλόγως, ταῦτα κύρια
καὶ βέβαια καὶ ἀληθῆ καὶ ἀνθρώποις ἀρεστὰ καὶ θεῷ δοκοῦσιν·
τῶν δὲ μελλόντων λόγος αὐτοῖς οὐδὲ εἷς, ἀλλὰ τιμῶσι μὲν πολλὰ
ταλαιπωρήσαντες, τιμήσαντες δὲ φθονοῦσι καὶ παραγαγόντες εἰς
ἐπιφάνειαν οὐ ταύτης ἀφαιροῦνται μόνον τοὺς τετυχηκότας τὴν
ἐπιφάνειαν, ἀλλὰ διὰ ταύτην καὶ τοῦ ζῆν ἐπὶ πονηραῖς αἰτίαις
δι' ὑπερβολὴν αὐτῶν ἀπιθάνως. κολάζουσιν οὐκ ἐπ' ἔργοις δίκης
ἀξίοις ἀλλ' ἐπὶ διαβολαῖς καὶ κατηγορίαις ἀβασανίστοις, οὐδ'
ὅσους δεῖ τοῦτο παθεῖν ἀλλ' ὅσους ἀποκτεῖναι δύνανται. τοῦτο
Σαοῦλος ἡμῖν ὁ Κισαίου παῖς, ὁ πρῶτος μετὰ τὴν ἀριστοκρατίαν
καὶ τὴν ἐπὶ τοῖς κριταῖς πολιτείαν Ἐβραίων βασιλεύσας, φανερὸν
πεποίηκεν, τʹ ἀποκτείνας ἱερεῖς καὶ προφήτας ἐκ τῆς πρὸς Ἀβιμέ-
λεχον ὑποψίας, ἐπικαταβαλὼν δὲ αὐτοῖς καὶ τὴν πόλιν καὶ τὸν ἐν
τρόπῳ τινὶ ναὸν σπουδάσας ἱερέων καὶ προφητῶν ἔρημον κατα-  
στῆσαι, τοσούτους μὲν ἀνελών, μεῖναι δὲ ἐάσας οὐδὲ τὴν πατρίδα
αὐτῶν πρὸς τὸ καὶ μετ' ἐκείνους ἄλλους γενέσθαι.
Ὁ δ' Ἀβιάθαρος ὁ τοῦ Ἀβιμελέχου παῖς, ὁ μόνος διασωθῆ
409

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis


Vol. 1, p. 351, l. 10

θοὺς γενέσθαι, παρῆν ἄγων ὡπλισμένους ἐπὶ τὰ βασίλεια, τῶν  


τε ἄλλων πελατῶν καὶ ἑταίρων καὶ θεραπείας πιστῆς χεῖρα οὐκ
ὀλίγην. ἧκον δὲ καὶ οἱ ἐκ τῶν ἀγρῶν συνελθόντες εἰς τὴν πόλιν,
ἐκλιπόντες τὴν ἀγοράν, ἔχοντες ὑπὸ ταῖς περιβολαῖς ξίφη κεκρυμ-
μένα, στῖφος καρτερόν. βιασάμενοι δὲ τὴν εἴσοδον ἀθρόᾳ ὁρμῇ
πάντες, οὐ πολλοῖς ὁπλίταις φρουρουμένην, ἀποσφάττουσιν εὐ-
πετῶς Ἀμόλιον καὶ μετὰ τοῦτο τὴν ἄκραν καταλαμβάνουσι. ταῦτα
εἴρηται τοῖς περὶ Φάβιον.
Ἕτεροι δὲ οὐδὲν τῶν μυθωδεστέρων ἀξιοῦντες ἱστορικῇ γραφῇ
προσήκειν τήν γεἀπόθεσιν τὴν τῶν βρεφῶν οὐχ, ὡς ἐκελεύσθη
τοῖς ὑπηρέταις, γενομένην ἀπίθανον εἶναί φασι, καὶ τῆς λυκαίνης
τὸ τιθασόν, ἣ τοὺς μασθοὺς ἐπεῖχε τοῖς παιδίοις, ὡς δραματικῆς
μεστὸν ἀτοπίας διασύρουσιν. ἀντιδιαλλαττόμενοι δὲ πρὸς ταῦτα
λέγουσιν, ὡς ὁ Νεμέτωρ ἐπειδὴ τὴν Ἰλουίαν ἔγνω κύουσαν, ἕτερα
παρασκευασάμενος παιδία νεογνὰ διηλλάξατο τεκούσης αὐτῆς τὰ
βρέφη καὶ τὰ μὲν ὀθνεῖα δέδωκε τοῖς φυλάττουσι τὰς ὠδῖνας
ἀποφέρειν, εἴτε χρημάτων τὸ πιστὸν τῆς χρείας αὐτῶν πριάμενος
εἴτε διὰ γυναικῶν τὴν ὑπαλλαγὴν ποιησάμενος· καὶ αὐτὰ λαβὼν
ὁ Ἀμόλιος ὅτῳ δὴ τρόπῳ ἀναιρεῖ, τὰ δὲ ἐκ τῆς Ἰλουίας γενό-
μενα περὶ παντὸς ποιούμενος ὁ μητροπάτωρ διασώζεσθαι δίδωσι
τῷ Φαιστύλῳ.

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis Vol. 2, p. 86, l. 18

πολεμήθησαν. ἀλλὰ τοῦτό γε καὶ τοῖς μηθὲν ἀσεβὲς ἐπιτελεσα-


μένοις κατὰ τοὺς τοῦ πολέμου νόμους ὑπόκειται παθεῖν. οὐκοῦν
ὁλοσχερεστέρας τινὸς καὶ μείζονος τυχεῖν ἦσαν ἄξιοι τιμωρίας,
ὥστ' εἴπερ ἔπαθον ἃ Φύλαρχός φησιν, οὐκ ἔλεον εἰκὸς ἦν συνεξ-
ακολουθεῖν αὐτοῖς παρὰ τῶν Ἑλλήνων, ἔπαινον δὲ καὶ συγκατά-
θεσιν μᾶλλον τοῖς πράττουσι καὶ μεταπορευομένοις τὴν ἀσέβειαν
αὐτῶν. ἀλλ' ὅμως οὐ θέμις περαιτέρω συνακολουθήσαντες
Μαντινεῦσι κατὰ τὴν περιπέτειαν πλὴν τοῦ διαρπαγῆναι τοὺς
βίους καὶ πραθῆναι τοὺς ἐλευθέρους, ὁ συγγραφεὺς αὐτῆς τῆς
θεραπείας χάριν οὐ μόνον ψεῦδος εἰσήνεγκε τὸ ὅλον, ἀλλὰ καὶ τὸ
ψεῦδος ἀπίθανον. καὶ διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς ἀγνοίας οὐδὲ τὸ
παρακείμενον ἠδυνήθη συνεπιστῆσαι, πῶς οἱ αὐτοὶ κατὰ τοὺς
αὐτοὺς καιροὺς κυριεύσαντες Τεγεατῶν κατὰ κράτος οὐδὲν τῶν
ὁμοίων ἔπραξαν. καίτοιγε εἰ μὲν τῶν πραττόντων ὠμότης ἦν
αἰτία, καὶ τούτους εἰκὸς ἦν πεπονθέναι ταῦτα τοῖς ὑπὸ τὸν αὐτὸν
ὑποπεπτωκόσι καιρόν· εἰ δὲ περὶ μόνους γέγονεν Μαντινεῖς ἡ
διαφορά, φανερὸν ὅτι καὶ τὴν αἰτίαν τῆς ὀργῆς ἀνάγκη διαφέ-
ρουσαν γεγονέναι περὶ τούτους.
4. Ὅτι ὁ αὐτὸς πάλιν Ἀριστόμαχον τῶν Ἀργείων φησὶν ἄν-
δρα τῆς ἐπιφανεστάτης οἰκίας ὑπάρχοντα καὶ τετυραννηκότα μὲν
Ἀργείων πεφυκότα δ' ἐκ τυράννων, ὑποχείριον Ἀντιγόνῳ καὶ
410

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De virtutibus et vitiis


Vol. 2, p. 134, l. 11

γὰρ τοὺς ποιητὰς καὶ συγγραφέας διὰ τῶν ὑπεράνω πλεονασμῶν


ἐν τοῖς ὑπομνήμασι διαφαίνειν τὰς ἑαυτῶν φύσεις, λέγων τὸν
μὲν ποιητὴν ἐκ τοῦ δαιτρεύειν πολλαχοῦ τῆς ποιήσεως ὡς ἂν
εἰ γαστρίμαργον παρεμφαίνειν, τὸν δ' Ἀριστοτέλην, ὀψαρτύοντα
πλεονάκις ἐν τοῖς συγγράμμασιν, ὀψοφάγον εἶναι καὶ λίχνον. τὸν
αὐτὸν τρόπον ἐπὶ τοῦ Διονυσίου τοῦ τυράννου, κλινοκοσμοῦντος
καὶ τὰς τῶν ὑφασμάτων ἰδιότητας καὶ ποικιλίας ἐξεργαζομένου
συνεχῶς. ἀνάγκη τὴν ἀκόλουθον ποιεῖσθαι διάληψιν καὶ δυσαρε-
στεῖσθαι κατὰ τὴν προαίρεσιν. οὗτος γὰρ ἐν μὲν ταῖς τῶν πέλας
κατηγορίαις πολλὴν ἐπιφαίνει δεινότητα καὶ τόλμαν, ἐν δὲ ταῖς
ἰδίαις ἀποφάσεσιν ἐνυπνίων καὶ τεράτων καὶ μύθων ἀπιθάνων
καὶ συλλήβδην δεισιδαιμονίας ἀγεννοῦς καὶ τερατείας γυναικώδους
ἐστὶ πλήρης. οὐ μὴν ἀλλὰ διότι γε συμβαίνει διὰ τὴν ἀπειρίαν
καὶ κακοκρισίαν πολλοὺς ἐνίοτε καθάπερ εἰς τὸν παρόντα τρόπον
τινὰ μὴ παρεῖναι καὶ βλέποντας μὴ βλέπειν ἐκ τῶν εἰρημένων γε
νῦν καὶ τῶν Τιμαίῳ συμβεβηκότων γέγονε φανερόν.
44. Ὅτι περὶ τοῦ ταύρου τοῦ χαλκοῦ τοῦ παρὰ Φαλάριδος
κατασκευασθέντος ἐν Ἀκράγαντι, εἰς ὃν ἐνεβίβαζεν ἀνθρώπους,
κἄπειτα πῦρ ὑποκαίων ἐλάμβανε τιμωρίαν παρὰ τῶν ὑποταττο-
μένων τοιαύτην ὥστε ἐκπυρουμένου τοῦ χαλκοῦ τὸν μὲν ἄνθρωπον
πανταχόθεν παροπτώμενον καὶ περιφλεγόμενον διαφθείρεσθαι,

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis (3023: 004)“Excerpta


historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 4: excerpta de
sententiis”, Ed. Boissevain, U.P.Berlin: Weidmann, 1906.P. 93, l. 1

καὶ ὑπὸ κρύους κατεψυγμένην ταῖς ὑποκειμέναις ἐπαγγελίαις ἀνέ-


στησαν καὶ ὤρθωσαν. καὶ τέλος φυγὼν καὶ συλληφθεὶς τὴν τῶν
ἀχαρίστων ὑπέσχε δίκην. καὶ ὁ μὲν ἑαυτὸν μανικώτατον καὶ τὸν
εὐνοῦχον φρονιμώτατον ἀποδείξας ἔκειτο μαρτυρῶν ἡλίκον ἐστὶ
τὸ τῆς ἀχαριστίας παρὰ θεῷ ἔγκλημα.
62. Ὅτι ὁ εὐνοῦχος τοῦτον τοσοῦτον ὄντα καὶ τηλικοῦτον ἐκ-
βαλὼν τοῦ βίου, εὐνοῦχος ἄνδρα καὶ [ὁ] δοῦλος ὕπατον καὶ θαλα-
μηπόλος τὸν ἐπὶ τοῖς στρατοπέδοις γεγενημένον, μέγα δή τι καὶ
ὑπὲρ ἄνδρας ἐφρόνει· καὶ μή τίς γε τὸ Ἀβουνδαντίου πάθος,
κἀκείνου τελέσαντος ἐς ὑπάτους ...  
63. Ἀπίθανον μὲν γὰρ τὸ γραφόμενον· πλὴν εἴ τις ἕτερος
αὐτὰ γράφειν ἱκανός ἐστι, θαυμάζω αὐτὸν ἔγωγε τῆς ἀνδρείας, καὶ
ἀνδρεῖος ἀποφαινέσθω μοι τῆς ἀνεξικακίας χάριν. ἀλλ' εἰκὸς
μὲν τοὺς τὰ ἀκριβέστερα γράψαντας κατὰ χρόνους καὶ κατὰ ἄνδρας
καὶ προσποιουμένους ἀσφαλῶς τι λέγειν, ἔς τε χάριν καὶ ἀπέχ-
θειαν ἀναφέρειν τὴν συγγραφήν· τῷ δὲ ταῦτα γράφοντι οὐ πρὸς
ταῦτα ἔφερεν ἡ ὁδός, ἀλλ' ὡς ὅτι μάλιστα ἀνατρέχοι καὶ στηρί-
ζοιτο πρὸς ἀλήθειαν. ἐπεὶ καὶ κατὰ τούσδε τοὺς χρόνους ἤκουον
411

καὶ συνεπυνθανόμην ὡς ὁ δεῖνα καὶ ὁ δεῖνα γράφουσιν ἱστορίαν·


οὓς ἐγὼ οὔτι νεμεσητὸν λέγω, ἀλλὰ ἐπίσταμαί γε σαφῶς ἄνδρας
ἀγερώχους τε καὶ σκιρτῶντας καὶ ἀληθείας τοσοῦτον ἀφεστηκότας

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis P. 93, l. 24

μαι, ὅτι θελγόμενοι καὶ καταγοητευόμενοι τὸ καθ' ἕκαστον, ἂν


ὀνόματος μνησθῇ τις περιττοῦ καὶ τοῖς πολλοῖς γνωρίμου, καί τι
τῶν περὶ τὴν αὐλὴν τὴν βασιλικὴν ἀκριβέστερον ὑπορύξαντες ἐξε-
νέγκωσιν εἰς τοὺς πολλούς, τόν τε κροτοθόρυβον ἔχουσιν, ὡς ἀληθῆ
λέγοντες καὶ πάντα εἰδότες, καὶ πολὺς περὶ αὐτοὺς ὁ συνθέων
ὅμιλος, μαρτυροῦντες ῥαδίως ὅτι ταῦτα οὕτως ἔχει, καὶ τὴν ἀρε-
τὴν τὴν τῆς συγγραφῆς εἰς τόδε συμβιασάμενοι καὶ κατατείναντες,
ὡς ἄρα τοῦτό ἐστιν αἰθέριον καὶ οὐρανόμηκες, ὅπερ αὐτοὶ διὰ
βίου τινὰ χλιδὴν ἴδωσι καὶ ἁπλότητα χαυνότερον ἐπαινοῦντες ἐς
τὸ πιστευόμενον καὶ δημῶδες συνάγουσι καὶ καταβιάζονται. ἀλλ'
ὅμως εἰ καὶ ἀπίθανόν πως εἴρηται, πολλά τε αὐτοῦ τερατωδέ-
στερα καὶ μυθωδέστερα προτέθειται καὶ ἅπαντα ἦν τῆς ἡλιακῆς
κινήσεως ἀληθέστερα· μαρτυρεῖ δὲ αὐτοῖς ὁ ἥλιος τοῖς εἰρημένοις.
καὶ ῥηθήσεταί γε ἴσως ἕτερα τούτων πολυπλανέστερα καὶ βαθυ-
πλοκώτερα πρὸς ἀπιστίαν· ἀλλὰ ἐξαγγέλλει γε αὐτὰ ἡ συγγραφὴ
μετριώτερον, καὶ ταῦτα ὑπὲρ τῶν λεγομένων καὶ ὅτι γε φίλος θεὸς
καὶ φίλη ἀλήθεια. ἀλλ' οὐκ οἶδα ὅστις γίνομαι ταῦτα γράφων·
πολὺ γὰρ τὸ φροντίζειν ἀληθείας· ἀλλ' ὅ γε τοῖς γεγραμμένοις
ἀκολουθῶν καὶ πειθόμενος ἀκρίβειάν τε προσκυνήσει καὶ ἀλήθειαν.  
64. Ὅτι κατὰ τοὺς χρόνους Εὐτροπίου τοῦ εὐνούχου τῶν μὲν
περὶ τὴν ἑσπέραν οὐδὲν ἀκριβῶς γράφειν ἦν εἰς ἐξήγησιν.

Georgius Syncellus Chronogr., Ecloga chronographica (3045: 001)


“Georgius Syncellus. Ecloga chronographica”, Ed. Mosshammer, A.A.
Leipzig: Teubner, 1984.P. 204, l. 28

γιζομένης ἰδίως τῆς τῶν ἀλλοφύλων, ἀλλὰ τῆς τῶν κριτῶν συννοουμένης·
ὅπερ οὐ συνᾴδει τῇ ἱερᾷ τῶν κριτῶν βίβλῳ. τόν γε μὴν ἱερὸν ἀπόστολόν
φησιν υνʹ ἔτη τῶν κριτῶν οὐκ ἀκριβολογούμενον εἰπεῖν, ἀλλ' ἐκδοχῇ κοινο-
τέρᾳ. ἐὰν οὖν κατὰ τὸν ἀπόστολον τὰ τῶν κριτῶν υνʹ ἔτη καὶ τὰ ἐπὶ τῆς
ἐρήμου μʹ ἔτη Μωυσέως Ἰησοῦ τε κζʹ καὶ τῶν μετὰ Ἰησοῦν πρεσβυτέρων
ιηʹ, καὶ ἔτι Ἡλεὶ τοῦ ἱερέως κʹ, Σαμουὴλ κʹ καὶ Σαοὺλ μʹ, Δαβίδ τε μʹ
καὶ Σολομῶνος δʹ συναριθμήσωμεν, ἔσται ὁ πᾶς ἀπὸ τῆς ἐξόδου χρόνος
ἐπὶ τὴν τοῦ ναοῦ κατασκευὴν ἐτῶν χνθʹ, κατὰ δὲ Εὐσέβιον χʹ καὶ κατὰ
Ἀφρικανὸν ὑπὲρ τὰ ψμʹ. καθ' ἕκαστον δὲ τῶν τριῶν τούτων ἀριθμὸν αἵ
τε ἐκ φυλῆς Ἰούδα αἵ τε ἐκ φυλῆς Λευὶ διαγενόμεναι γενεαὶ ἢ καὶ μεριζό-
μεναι ἀπίθανον ἕξουσι τὴν παιδοποιίαν. ἀπὸ γὰρ Ἀβραὰμ ἕως Δαβὶδ γε-
νεαὶ ιδʹ. τούτων θʹ ἦν ἐπὶ Μωυσέως ἐν τῇ ἐρήμῳ, καθ' ἣν ἐγνωρίζετο
Ναασσὼν υἱὸς Ἀμιναδὰμ ἄρχων φυλῆς Ἰούδα, οὗ τὴν ἀδελφὴν Ἐλισάβετ
Ἀαρὼν ἀρχιερεὺς ἔγημεν· ὃς ἐν τῇ ἐρήμῳ τελευτᾷ. ἀπὸ Ναασσὼν δὲ ἕως  
Δαβὶδ γενεαὶ εʹ οὕτως· Σαλμὼν υἱὸς Ναασσών, ὃς ἠγάγετο Ῥαὰβ τὴν
πόρνην ἐπὶ Ἰησοῦ, ἐγέννησε τὸν Βοόζ, Βοὸζ δὲ τὸν Ὠβὴδ ἐκ τῆς Ῥούθ,
Ὠβὴδ δὲ τὸν Ἰεσσαὶ καὶ Ἰεσσαὶ τὸν Δαβίδ· πῶς οὖν δυνατὸν τὰς ἀπὸ
412

Ἀβραὰμ ἕως Μωυσέως θʹ διαγενέσθαι γενεὰς ἐν υοʹ ἔτεσι, πέντε δὲ μό-


νας ἀπὸ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ ἐν χʹ ἔτεσιν ἕως Δαβίδ; ἔσται γὰρ ἕκαστος ρκʹ
ἐτῶν ἐν τῷ καιρῷ τῆς παιδοποιίας, ἵνα τὰ χʹ τυχὸν ἐπ' ἴσης μερίσωμεν.
οὐ μόνον δὲ αἱ ἐξ Ἰούδα εʹ γενεαὶ ἀπὸ Ναασσὼν ἕως Δαβὶδ κολοβῶσαι

Michael Glycas Astrol., Hist., Annales (3047: 001)“Michaelis Glycae annales”, Ed.
Bekker, I.Bonn: Weber, 1836; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.P. 223, l. 21

ταχέως ἐπάγεται τούτῳ ὁ θάνατος, ἵνα καὶ τοῖς λοιποῖς δι-


δάσκαλος γένηται.
 Πᾶς ὁ εὑρίσκων με ἀποκτενεῖ με. τοῦτο δὲ
ἔλεγεν εἰς αὐτὴν ἀφορῶν τὴν πάρεσιν τῶν μελῶν. ἀλλὰ μὴ
δέδιθι, ἔφη ὁ κύριος· ὁ γὰρ ἀποκτείνας σε ἑπτὰ ἐκδικούμε-
να παραλύσει, τουτέστιν ἑπτὰ τιμωρίαις ἑαυτὸν ὑπεύθυνον
καταστήσει. καὶ περὶ μὲν τούτων οὕτως· ὁ δὲ Γεώργιος
οἰκτρῷ θανάτῳ τελευτῆσαι τὸν Κάϊν φησίν. ὁ δὲ ἱερὸς Με-
θόδιος Πατάρων φησὶν ὅτι ὁ Λάμεχ φονεύσας τὸν Κάϊν κατ'
ἄγνοιαν (τυφλὸς γὰρ ἦν) θανάτῳ παρέδωκεν. ὅπερ ἀπίθα-
νον· τίς γὰρ εἶδεν ὅτι ὁ Κάϊν διετέλει ζῶν κατὰ τοὺς χρό-
νους τοῦ Λάμεχ; ἄδηλον τοῦτο ἦν, ὅτι τῶν ἀπὸ τοῦ Κάϊν  
οὐκ ἀναγράφει Μωσῆς ὥσπερ δὴ τῶν ἀπὸ τοῦ Σήθ. ἄλλως
τε καὶ σημεῖον τοῦ θεοῦ δόντος τῷ Κάϊν τοῦ μὴ ἀναιρεθῆ-
ναι (σημεῖον δὲ νοητέον ἢ τὸν ὅρον αὐτὸν τοῦ θεοῦ ἢ τὸν
τῶν μελῶν αὐτοῦ κλόνον) πῶς ἀνῃρέθη λοιπόν;
 Εἰ δὲ ζητεῖς πῶς τὰ ἔτη τῶν ἀπὸ τοῦ Κάϊν οὐκ ἀνα-
γράφει Μωσῆς, ὁ μέγας Κύριλλος ἐν τοῖς γλαφυροῖς αὐτοῦ
διδάξει σε λέγων ὅτι οὐ κατ' ἄγνοιαν τοῦ θεοῦ, ἀλλ' ὅτι
τῶν ἁμαρτωλῶν τὰ ἔτη καὶ ἁπλῶς καὶ τὴν ζωὴν αὐτῶν ἐν
βίβλῳ ζώντων γεγραμμένην ἔχειν οὐ θέλει. καθὰ δὲ τῷ δια

Michael Glycas Astrol., Hist., Annales P. 467, l. 4

ρων. τελευτᾶ δὲ τὸν βίον ἐξ ἐπιβουλῆς τῶν ἑτεροθαλούντων αὐτῷ


ἀδελφῶν, φάρμακον αὐτῷ δηλητήριον ἐγχεαμένων, ἀστέρος, ὥς
φασι, κομήτου τὸν θάνατον αὐτοῦ προμηνύσαντος· εἴωθε γὰρ
ἐν τοιούτοις κομήτας ἐν οὐρανῷ πολλάκις φαίνεσθαι, καὶ τοῦτο
δηλῶν ὁ μέγας Βασίλειος ἔλεγε “συνίστανται δὲ κομῆται
σημεῖα διαδοχῆς βασιλέων φέροντες.” καὶ ὁ μὲν μοναχὸς
Ἀλέξανδρος ἐν τῇ διὰ τὴν τοῦ τιμίου σταυροῦ εὕρεσιν ἱστο-  
ρίᾳ λέγει μὲν ἐν Νικομηδείᾳ τελευτῆσαι τὸν ἅγιον Κωνσταν-
τῖνον νόσῳ θανασίμῳ συσχεθέντα, τηνικαῦτα δὲ καὶ βαπτι-
σθῆναι· ἀνεβάλλετο γάρ, ὡς ἐκεῖνός φησιν, ἕως θέλων ἐν
Ἰορδάνῃ τυχεῖν τοῦ θείου λουτροῦ. ἀπίθανον δὲ τοῦτο τῷ
ὄντι δοκεῖ. ἀληθέστερον γὰρ φαίνεται εἶναι τὸ ἐν Ῥώμῃ τῇ
πρεσβυτέρᾳ ὑπὸ τοῦ ἁγίου Σιλβέστρου βεβαπτίσθαι αὐτόν.
413

εἰ γὰρ καὶ Ἀρειανοί τινες διισχυρίζονται ὅτι ὑπὸ Εὐσεβίου


τοῦ Νικομηδείας ἐβαπτίσθη διὰ τὸ καὶ συμβῆναι αὐτὸν ἐκεῖσε
κοιμηθῆναι, ἀλλὰ κατὰ τὴν Ῥώμην βαπτιστὴρ τοῦ μεγάλου
λαμπρῶς παριστᾷ τὴν ἀλήθειαν, εἴγε καὶ μᾶλλον ἀδύνατον
ἦν ἀκοινώνητον εἶναι αὐτὸν ἐν τῇ κατὰ Νίκαιαν συνόδῳ·
πῶς γὰρ ἠδύνατο ἢ συνεύχεσθαι ἢ συλλειτουργεῖν αὐτοῖς
οὕτως ἔχων αὐτός; τὸ λέγειν οὖν καὶ φρονεῖν οὕτω περὶ τοῦ
μεγάλου καὶ λίαν ἐστὶν ἀτοπώτατον.

Nicephorus I ScEccl., Hist., Theol., Refutatio et eversio definitionis synodalis anni


815 (3086: 012)“Nicephori Patriarchae Constantinopolitani Refutatio et Eversio
Definitionis Synodalis Anni 815”, Ed. Featherstone, J.M.Turnhout: Brepols, 1997;
Corpus Christianorum, Series Graeca 33.Ch.82, l. 16

παρίτω γὰρ ἡμῖν τανῦν Πάμφιλος ὁ μέγας ἱερομάρτυς, τῆς


ἀληθείας μάρτυς ἀξιόχρεως, ἐκ τῶν τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ τῶν
ἀποστόλων γεγενημένης συνόδου, τοῦτ' ἔστιν συνοδικῶν κα-
νόνων, φθεγγόμενος, ἔνθα πρώτως τὸ τῶν Χριστιανῶν κε-
χρημάτικεν ὄνομα· ἐν οἷς ἔφησαν εἰκονίζειν τὴν θεανδρικὴν
ἄχραντον χειροποίητον στήλην τοῦ ἀληθινοῦ θεοῦ καὶ σωτῆ-
ρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν αὐτοῦ θεραπόντων ἄντικρυς
τῶν εἰδώλων καὶ μηκέτι πλανᾶσθαι εἰς αὐτὰ τοὺς σῳζομένους
μὴ δὲ ὁμοιοῦσθαι Ἰουδαίοις. ὡς οὖν ταῦτα τὸ ἀληθὲς καὶ ἀξιό-
πιστον κέκτηται, συνηγορήσει τὰ πράγματα· ὡς δὲ τὸ ψευδὲς
καὶ ἀπίθανον τὰ τῶν δι' ἐναντίας ἔχει, τίς ἐκ τῶν καιρῶν καὶ
τῶν τότε ἐσπουδασμένων οὐ συνήσει; πῶς γὰρ ὤφθη κατὰ
Χριστοῦ εἰκόνος ἀποστολικὴ διάταξις, καιροῦ τηνικαῦτα τυγ-
χάνοντος καὶ σπουδῆς προκειμένης τοῖς ἀποστόλοις οὐ τοῦ
κηρυσσομένου εἰκόνας καθαιρεῖν (ποῦ γὰρ ἢ πῶς ἐπιστεύθη
αὐτὸ τὸ κήρυγμα;), τὴν τῶν εἰδώλων δὲ ἐλαύνειν πλάνην, καὶ
τῶν βωμῶν διὰ πλείστων ὅσων πόνων

Nicephorus I ScEccl., Hist., Theol., Refutatio et eversio definitionis synodalis anni


815 Ch.115, l. 43

μελὲς δείκνυσιν αὐτὸν μὴ πάντῃ τοῦ τοιούτου ἔργου ἀφιστά-  


μενον. ὥστε οὐκ ἀναίρεσιν τούτων οὐδὲ ἀθέτησιν ὧδε ὁ λόγος
ἐνδείκνυται, ἢ τοὺς δι' ἐπιμελείας γινομένους γράφεται, οὐδὲ
κατολιγωρεῖν τοῦ τοιούτου τρόπου ἐπαγγέλλεται, ὅς γε μὴ δὲ
τοῖς δημώδεσιν τὰ τοιαῦτα ποιοῦσιν ἐπὶ τοὺς ἑαυτῶν ἄρχοντας
ἐπισκήπτει, ἐφ' ὕβρει δὲ καὶ ἀτιμίᾳ τι πράττειν ὡς ἥκιστα
ἐξεπίσταται, ὅπερ τοῖς ἀνοήτοις δοκεῖ. οὐ γὰρ πειστέον οὐδέ
γε ἤκουσταί πω ὡς λόγῳ μέν τις δι' ἐγκωμίων ἀποσεμνύνειν
ἐπιχειροίη τὸν εὐφημούμενον, εἰκόνι δὲ αὐτοῦ ὕβριν καὶ ἀτι-
μίαν προστρίβεται, ἢ ἀπείργειν τοὺς εἰκονίζειν ἐθέλοντας· ἀπί-
θανον γὰρ καὶ τῶν παραφρονούντων ἴδιον. καὶ συμβήσεταί γε
τὸν αὐτὸν ἐπαινεῖν καὶ τὸν αὐτὸν ψέγειν, ὃ παρὰ τοῖς παλαιοῖς
οὐκ ἀνδρὸς εἶναι ἀγαθοῦ ᾄδεται· τοσούτου γὰρ δέει ἐκείνου
414

τοῦτο εἶναι τὸ φρόνημα, ὥστε οὐχ' ὅπως τοῦ θείου Βασιλείου


χάριν, ἀλλ' οὐδὲ ἄλλου οὑτινοσοῦν τῶν ἁγίων ἀκλεές τι πρᾶξαι
ὑποληφθῆναι. τίνος οὖν ἕνεκεν οὕτω ταῦτα φθέγγεται, ζητεῖν
ἄξιον. εἴρηκεν τοῦ λόγου καταρχόμενος ὅπως οἱ τῶν πόλεων
δῆμοι τοὺς ἑαυτῶν ἡγεμόνας τιμῶσιν, τὸ πᾶν τοῦ πόνου καὶ
τῆς εὐνοίας εἰς τὰ τούτων καταναλοῦντες ἀφιδρύματα, οὐδενὶ
τρόπῳ τῆς διὰ λόγων τιμῆς φροντίδα τιθέμενοι, ἐπεὶ οὐκ
εὔπορον αὐτοῖς ὅτι ἀρετῆς ἐπιμελήσονται.

Nicephorus I ScEccl., Hist., Theol., Refutatio et eversio definitionis synodalis anni


815 Ch.194, l. 2

ἂν πάντως ταῖς μείζοσιν ὡς τὸ εἰκὸς κατῃκίσατο. εἰ γοῦν ὁ


ταῖς εἰκόσιν τῶν ἐπὶ γῆς βασιλέων προσκρούων ὑπάγεται
νόμῳ, καὶ ταῖς τῶν κατακρίτων ὑπόδικος γίνεται ψήφοις, καὶ
κίνδυνος ἐπήρτηται οὐ μικρὸς αὐτῷ ὡς αὐτὸν ἐνυβρικότι τὸν
βασιλέα, ποίας οὐκ ἀξιωθήσεται τιμωρίας ὁ τοῦ βασιλέως τῶν
βασιλευόντων καὶ οὐρανίων πάντων καὶ ἐπιγείων δεσπόζοντος
καθυβρίζων καὶ καθαιρῶν τὸ ἀπεικόνισμα; εἰ γὰρ καὶ μὴ παρὰ
πόδας διὰ τὴν θείαν μακροθυμίαν ἡ ἀντίδοσις, ὅμως ὀψὲ γοῦν
τῆς οἰκείας παρανομίας τἀπίχειρα δρέψεται.
 καὶ ταῦτα μὲν τὸ δυσσεβὲς τοῦ γεγραφότος μηνύει καὶ
τὴν ἀπόνοιαν· τἄλλα δὲ πολὺ τὸ ἀπίθανον ἐνδείκνυται, εἰ πρὸς
βασιλέα τοιαῦτα γέγραπται ἐκδιδάσκοντα, οἷα δεῖ τὸν ἄρτι
κατηχημένον παιδεύεσθαι καὶ τῇ τοῦ καθ' ἡμᾶς μυστηρίου
μυήσει προσερχόμενον· πρὸς ἰδιώτην γὰρ καὶ ἰδιωτῶν τὸν
ἔσχατον καὶ βαναύσων τὸν ἀγροικότατον μόλις ἂν γράφεσθαι
ἄξιον. τοιαῦτα ἡ θαυμαστὴ ἐκείνη καὶ παμφορωτάτη ἐπιστολή·
καθ' ἣν ὁ Ἀράβιος αὐλητής, ὃ δὴ λέγεται, ἀδολεσχῶν παρα-
φθέγγεται, πολλὴν ἐνεργαζόμενος τοῖς ἀκροωμένοις τὴν ἀχθη-
δόνα· πολέμιον γὰρ ἀκοαῖς ἀδολεσχία, πέρας τοῦ ταυτοεπεῖν
οὐ γνωρίζουσα. ἀντανίστασθαι δὲ πρὸς τὸ ψεῦδος ὁρμωμένους
καὶ ἄλλως οὐκ ἀπᾷδον οἶμαι· πῶς γὰρ ταῦτα Ἐπιφανίῳ ἀνα

Nicetas Choniates Hist., ScEccl., Rhet., Historia (= Χρονικὴ διήγησις) (3094: 001)
“Nicetae Choniatae historia, pars prior”, Ed. van Dieten, J.
Berlin: De Gruyter, 1975; Corpus fontium historiae Byzantinae 11.1. Series
Berol.nsis.Reign Man1,pt2, p. 82, l. of p. 17

ὀνομάζεσθαι, ἀλλ' ὅσον τοῦ στόλου ἐξηγεῖσθαι καὶ τοῖς γινομένοις


ἐπιστατεῖν ὡς στρατηγίᾳ διαπρέπων ἀνὴρ καὶ κατὰ χεῖρα γενναῖος καὶ
νοῦν ἡγεμονίας ἐπιστάτην πλουτῶν ἀξιώτατον. ὁ δὲ βασιλεὺς κατα-
τρίβειν ἐπιεικῶς τὸν καιρὸν εἰκῇ ἐν δεινῷ τιθέμενος καὶ τὰς ἡμέρας εἰς
οὐδὲν ἀγαθὸν ἀναλίσκειν οὔκουν βουλόμενος, ὡς ὁ Κεφαλήνων βασιλεὺς
Ὀδυσσεὺς τὰς ἡλίου πρότερον βοῦς, εἰς νῆα ἐνέβη τὴν στρατηγίδα καὶ
κύκλῳ τὴν Κερκυραίων πᾶσαν κατωπτευκώς, οἷ προσβάλοι, ἐπιμελῶς
κατεσκέπτετο (ἐς γὰρ μῆνας τρεῖς ἡ πολιορκία παρεξετείνετο), ὅτι μηδ'
415

εἶχε τὴν Ὄσσαν ἀνασπᾶν ἢ τὸν Ἄθων ἐπικυλίνδειν καὶ ἀνατιθέναι τὰ


ὄρη ἐπάλληλα καὶ τὴν ἄκραν οὕτως ποιεῖν ἁλώσιμον. ταῦτα γὰρ
μεγαλουργία μυθικὴ καὶ ἀπίθανος.
 Ὡς δὲ πάντοθεν ἦν ἀπορούμενος, ἔδοξε κατά τινα φάραγγα, εὐέφοδα
καὶ προσιτὰ τιθεῖσαν τὰ ἔνδοθεν, βαλέσθαι ξυλίνην κλίμακα, ἐς σχῆμα
πύργων τεκτονηθεῖσαν κύκλωθεν. ἡρμόττοντο οὖν ναυπηγήσιμα ξύλα
καὶ ἱστοὶ μεγάλων νηῶν συνεπήγνυντο καὶ οἱ μὴ ἐξικνούμενοι τοῦ
ὕψους βλῆτρα ἐδέχοντο. ὡς δὲ ἔδει ποτὲ ἀρθῆναι καὶ παρὰ τὴν ἄκραν
τεθῆναι τὴν πυργοειδῆ ταύτην κλίμακα, ἡ μὲν κορυφὴ αὐτῆς ῥαχίᾳ
πέτρας καὶ πάγῳ προσήγγιζεν ὀκριόεντι, ὅθεν ὁ τῆς πόλεως τειχισμὸς
ἀρχόμενος βάσιν ἐνεδίδου τοῖς ἀποβαίνειν ἐκ τῆς κλίμακος μέλλουσι καὶ  
πρὸς τοὺς ἐπὶ τοῦ τείχους ἀντιφέρεσθαι,

Theognostus Gramm., Canones sive De orthographia (3128: 001)


“Anecdota Graeca e codd. manuscriptis bibliothecarum Oxoniensium, vol. 2”, Ed.
Cramer, J.A.Oxford: Oxford University Press, 1835, Rep1963.Sec. 958, l. 7

γαροῖ· Φρεαροῖ· Πειραιοῖ· Παιανοῖ· πανταχοῖ· μηδαμοῖ·


ἑκασταχοῖ· σεσημείωται τὸ ἀντικρὺ διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γρα-
φόμενον· τὸ γὰρ εὐθὺ οὐ τοπικὸν, διὸ καὶ διὰ τοῦ υ ψιλοῦ
γράφεται.  
 Τὰ εἰς οι σχετλιαστικὰ δικατάληκτα διὰ τῆς οι διφθόγ-
γου γράφεται· εἶπον δὲ δικατάληκτα, ἐπεὶ ταῦτα καὶ διὰ
τῆς οι, καὶ διὰ τῆς αι διφθόγγου γράφεται· ὀτοτοὶ καὶ ὀτο-
ταὶ· οἰοὶ, οἰαί· αἰβοι, αἰβαι· οἴμοι καὶ ὦμοι, οὐ περὶ τὴν
λήγουσαν, ἀλλὰ περὶ τὴν ἄρχουσαν το διττομηστο· ὦ πόποι
δυσὶ τόνοις χρησάμενον ἔμφασιν ἐδίδου, ὡς ἄρα δύο μέρη
λόγου εἰσιν· Ἀρίσταρχος δέ φησιν, ἀπίθανον εἶναι τὸ τὸν
Δία ὦ πόποι λέγειν· ἀλλ' ἐπειδὴ τὸ πόποι σχετλιαστικὸν
ὑπάρχων, καὶ ἀνεὺ τοῦ ω λέγεται, ἐπεὶ παράκειται αὐτῷ τὸ
παπαὶ, ὥς τε εἰ μὴ ὀνοματικόν ἐστιν, ὀφείλει περισπᾶσθαι·
ὡς εἶναι δύο περισπωμένας ὦ πῶποι· λέγομεν δὲ βαρύνεσθαι
αὐτὸ, ὡς τὸ ὦ φίλαι, ἐκ τοῦ ὑπολαβεῖν ὄνομα εἶναι τὸ πόποι·
Σκύθαι γὰρ τὰ παρ' αὐτοῖς ἀγαλμάτια πόπους καλοῦσιν,
καθὼς Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ καθόλου· καὶ αὖθις ὁ αὐτὸς περὶ
τῶν αὐτῶν φησὶν, ὡς οὐ δεῖ τὰ σχετλιαστικὰ τῶν ἐπιῤῥη-
μάτων εὐκτικὰ, οἰονεὶ βακχικὰ ὄντα, ὑπὸ τὴν ἔντεχνον ἀκο-
λουθείαν ἄγειν, εἴγε οὐδὲ μέρη λόγου τινὲς εἶναι ταῦτα

Theophylactus Simocatta Epist., Hist., Historiae (3130: 003)


“Theophylacti Simocattae historiae”, Ed. de Boor, C.Leipzig: Teubner, 1887,
Rep1972 (1st edn. corP. Wirth).Book-dialogue-index 4, Ch.12, sec. 5, l. 1

ὃς ἔχαιρεν ἐς τὰ μάλιστα Χοσρόῃ, τῷ Περσῶν βασιλεῖ. τοῦτον


δεσμοῖς καθυβρίσαντες ἄγουσι παρὰ τὸν Βαρὰμ ἑβδομαῖον.
ὁ δὲ Βαρὰμ τὴν Περσῶν βασιλείαν σφετεριζόμενος καὶ τῷ
ταύτης καταπυρπολούμενος ἔρωτι ἐς τὸ φανερὸν τὰς τῆς
ψυχῆς ἐπιβουλὰς οὐ παρεδείκνυεν, δεδιὼς μὴ τοῦ γε ἕνεκεν
416

φωραθείη τέως τὴν ὅλην τῶν πεπραγμένων αὐτῷ ὑπόθεσιν


συστησάμενος· ἤρα δὲ δόγμασι συγκλήτου τὴν ἀρχὴν ἐμπορ-
πήσασθαι καὶ τὴν ἀνάρρησιν τοῦ κράτους περιβαλέσθαι
συννόμῳ βίᾳ τινί, ἐντεῦθεν τὴν μὲν βασιλείαν ἀνεπονείδιστον,  
τὴν δ' αὖ πάλιν ἐγχείρησιν ἀνεπιβούλευτον ἑαυτῷ σοφιζό-
μενος. ἐπεὶ δὲ πάντα ῥᾳδιουργῶν καὶ παλαμώμενος ἀπίθανος
ἦν σοφιστὴς τοῦ βουλήματος, ἐχαλέπαινέ τε τοῖς μάγοις
τἀναντία φρονοῦσιν. τῆς τοίνυν ὀρέξεως αὐτῷ μηδαμῶς
ἀπολαβούσης τοῦ σκοποῦ τὴν βαλβῖδα, χωρεῖ ἐς τὸ φανερόν.
τῆς μεγάλης τοιγαροῦν καὶ ἐπιφανοῦς ἐνδημούσης αὐτοῖς
ἑορτῆς, ἣν ἑορτάζειν οὐρανῷ παλαιὸς καὶ πρεσβύτης νόμος
Πέρσαις ἐθέσπιζεν, τὸ βασιλικὸν διάδημα ἀνελόμενος ἀνηγό-
ρευεν ἑαυτὸν βασιλέα τῇ τε χρυσῇ κατηυγάζετο κλίνῃ, τοῖς
τε κατὰ τὴν Μαρτύρων ἀναστρεφομένοις βαρβάροις ἔχεσθαι
ἐγκρατῶς τῆς φρουρᾶς ἐγκελεύεται καὶ ἥκιστα τὸν νοῦν

Theophylactus Simocatta Epist., Hist., Historiae Book-dialogue-index 8, Ch.2, sec.


5, l. 4

βαρος συναθροίσας δυνάμεις τὴν Ῥωμαίων διατέμνεται γῆν,


τοῖς δὲ παισὶ τέτρασιν ὑποῦσιν αὐτῷ παρεδίδου δυνάμεις
καὶ παρενεγύα τὰς διαβάσεις τοῦ Ἴστρου περιφρουρεῖν. οἱ
μὲν οὖν παῖδες τοῦ βαρβάρου τὰς διαβάσεις τοῦ Ἴστρου
περιφρουρεῖν κατὰ τὸ προσταχθὲν ἐνεχείρουν, οἱ δὲ Ῥωμαῖοι
τὰς λεγομένας σχεδίας συρράψαντες ὁμοθυμαδὸν τὸν ποταμὸν
διενήξαντο. περὶ τὰς ὄχθας τοίνυν τοῦ ποταμοῦ γεγονυίας
τῆς μάχης, κρατοῦσι Ῥωμαῖοι τῶν ἀντιθέτων δυνάμεων. ὁ
δὲ Κομεντίολος ἅμα τῷ Πρίσκῳ εἰς τὸ Βιμινάκιον τὰς δια-
τριβὰς ἐποιεῖτο. ἦν δὲ αὐτῷ ἡ ἀναβολὴ τοῦ μὴ ἐθέλειν
συμπλέκεσθαι ἀπίθανος οὐδαμῶς· μαχαίρᾳ γὰρ ἰατρῶν τὰς
ἐπὶ τῆς χειρὸς φλέβας ἀποτμηθεὶς ἐπὶ αἵματος ἐκροῇ εὐφήμως  
πως διὰ τὴν δειλίαν ἀπόμαχος ἦν. διαπορθμευθέντων τοίνυν
τῶν Ῥωμαίων τὸν Ἴστρον καὶ συστησαμένων τὸν χάρακα,
οὐ κατελίμπανε τὴν νῆσον ὁ Πρίσκος· οὐκ ἤθελε γὰρ
τοῦ Κομεντιόλου ἐκτὸς ποιήσασθαι τὴν παράταξιν. οἱ δὲ
βάρβαροι, ἀστρατήγου τῆς Ῥωμαίων ὑπαρχούσης δυνάμεως,
πρὸς τὸν χάρακα τούτων ἐκτρέχουσιν. οἱ δὲ Ῥωμαῖοι ἀγγέλους
εἰς τὸ Βιμινάκιον τοῖς στρατηγοῖς ἐπιπέμπουσι τόν τε κίνδυνον
παρεδήλουν· δυσανασχετοῦντός τε τοῦ Πρίσκου τοῦ Κομεντιό-
λου ἐκτὸς τοῦ ἔργου ἐφάψασθαι, καὶ τῶν βαρβάρων λίαν

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon (3136: 001)“Iohannis Zonarae lexicon ex tribus


codicibus manuscriptis, 2 vols.”, Ed. Tittmann, J.A.H.Leipzig: Crusius, 1808,
Rep1967.Alphabetic letter alpha, p. 315, l. 16

 ἔστιν εἰπεῖν, τὸ μὲν μητέρα, ἵνα μὴ συνεμ-


 πέσῃ τῇ μήτρα εὐθείᾳ, ὃ σημαίνει τὴν πα-
 τρίδα. Ἀσύνθετος. ὁ ἀσύμφωνος, ὁ ταῖς συνθήκαις
 μὴ ἐμμένων. Ἀσυνδύαστος. ἀσύζευκτος, ἀσύμπλοκος.
417

Ἀσύγκριτος. ὑπερέχων, μὴ συγκρινόμενος.


Ἀσυντελής. ἀχρήσιμος, ἀσύμφορος.
Ἀσύστατον. οὐ συνεστῶτα, οὐ δὲ πυκνὸν, ἀλλ'
 ἀραιὸν, ἐν τῇ ποιήσει καὶ κομπώδη. ἢ ἀδιάθε-
 τον, ἀπιθάνως συντεθέντα.
Ἀσύφηλος. ἄδικος, μάταιος, ἀπαίδευτος, ἄτι-
 μος, ἀδόκιμος, ἀνόητος. παρὰ τὸ σοφὸς γίνεται
 σόφλος, καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἄσοφλος,
 καὶ μεταβολῇ τοῦ ο εἰς υ ἀσύφηλος. ὡς ἄγο-
 ρις ἄγυρις, καὶ ὄνομα ὄνυμα.

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon Alphabetic letter lambda, p. 1294, l. 4

Λευρός. ὁμαλὸς, λεῖος· πλατύς. ἀπὸ τοῦ λίαν


 εὐρύς.
Λευϊθὰν, ἢ λευϊαθάν. βασιλεὺς ὑδάτων ἑρ-
 μηνεύεται.
Λευχείμων. λευκὰ ἱμάτια ἐνδεδυμένος.
Λεώς. ὁ λαός. Ἀττικὸν δέ ἐστι.
Λέων. παρὰ τὸ λάω, τὸ βλέπω. ἐξ οὗ καὶ ἀλαὸς,  
 ὁ ἐστερημένος τοῦ βλέπειν. ὀξυδερκέστατον γὰρ
 τὸ ζῶον, ὡς φησὶν ὁ Μανέθων ἐν τῷ πρὸς
 Ἡρόδοτον, ὅτι οὐδέποτε καθεύδει ὁ λέων. τοῦ-
 το δὲ ἀπίθανον· οὐκ ἐνδέχεται γὰρ ἐγρηγορέ-
 ναι ἀεί. ἀλλ' ἴσως, ὡς ἡ δορκὰς ἐν τῷ καθεύ-
 δειν, οὕτως καὶ ὁ λέων ἀνεωγμένους ἔχει τοὺς
 ὀφθαλμούς· ἐπειδὴ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ με-
 γάλων ὄντων τὸ δέρμα τὸ ἐπικείμενον τοῖς
 ὀφθαλμοῖς μικρότερόν ἐστι καὶ οὐ δύναται σκε-
 πάσαι αὐτούς.

Laonicus Chalcocondyles Hist., Historiae (3139: 001)


“Laonici Chalcocandylae historiarum demonstrationes, 2 vols. in 3”, Ed. Darkó, E.
Budapest: Academia Litterarum Hungarica, 1:1922; 2.1:1923; 2.2:1927.
Vol. 1, p. 118, l. 1

χρῆσθαι αὐτῷ τὸ παράπαν. καὶ οὕτω δὴ τὰ ἐπιτήδεια συσκευα-


σάμενοι σφίσιν ἀναβαίνουσί τε ἐπὶ τὰς καμήλους, σημείοις δια-
χρώμενοι ἐς τὴν πορείαν ταῖς τοῦ μαγνήτου ἀποδείξεσιν, ᾗ δὴ
ἀπὸ τῆς ἄρκτου ἐπιλεγόμενοι, ὅποι τῆς οἰκουμένης ἴεσθαι δεῖ
αὐτούς, τούτῳ τεκμαιρόμενοι τὴν ὁδὸν διαπορεύονται. ἐπειδὰν δὲ
ἀφίκωνται ἐς χώρας αὖθις τινάς, ἐν αἷς ἔνεστιν ὕδωρ, ὑδρευσά-
μενοι ταύτῃ ἐντεῦθεν ἀπιοῦσι, καὶ ἀφικνοῦνται ἡμέραις τεσσαρά-
κοντα τὴν ψάμμον διαβάντες ἐς τὸ σῆμα τοῦ Μεχμέτεω. λέγεται
δὲ τὸ σῆμα τοῦτο ὑπὸ λίθων πολυτελεστάτων κατασκευασθῆναι,
καὶ ἐν μέσῳ τοῦ ναοῦ τὸ σῆμα μετεωριζόμενον ἀπαιωρεῖσθαι.  
[ὅπερ ἀπίθανόν μοι δοκεῖ.] διέχει δὲ ἀπὸ τοῦ χώρου τούτου, ἐν
ᾧ τὸ σῆμα αὐτοῦ, ἐπὶ τὸν ..... ὡσεὶ σταδίους ἐνενήκοντα, καὶ
ἐξιόντες ἐντεῦθεν ἴενται ἐπὶ τὸν χῶρον τοῦτον. τούς τε νόμους
418

αὐτοῦ καὶ τὰ Ἀλκωρὰ ἐκτέθειται· τῇ τε ἀθανασίᾳ τιθέμενοι τῆς


ψυχῆς, ἀγνωμοσύνης οὐδέν τι πάνυ οἴονται μετεῖναι τῷ θείῳ.
 Ταῦτα μὲν οὖν τὴν τοῦ Μεχμέτεω νομοθεσίαν ἐς τοσοῦτον
ἀναγεγράφθω ἡμῖν·

Joannes VI Cantacuzenus, Historiae (3169: 001)“Ioannis Cantacuzeni


eximperatoris historiarum libri iv, 3 vols.”, Ed. Schopen, L.Bonn: Weber, 1:1828;
2:1831; 3:1832; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.Vol. 3, p. 183, l. 18

πολλὰ διεξιὼν ἐμοῦ, ἀλλὰ καὶ τὰ ἔσχατα ὑπομένειν ὑπὲρ


τῆς εἰς ἐμὲ εὐνοίας ᾑρημένος, ὅτε τὰ αὐτὰ ἐφρόνουν οἷα καὶ
νυνί. τῇ γὰρ ὑπὸ βασιλέως ἐξενηνεγμένῃ καταδίκῃ Βαρλαὰμ
καὶ αὐτὸς συνεπεψηφισάμην, καὶ μετὰ τὴν ἐκείνου τελευτὴν
αὖθις Ἀκίνδυνον κατεδίκασα, Ἰωάννου τότε πατριάρχου τὴν
σύνοδον συγκροτοῦντος καὶ οὐ μέτρια ἀγανακτοῦντος, ἐφ'
οἷς Ἀκίνδυνος Παλαμᾶ καὶ τῶν ἄλλων μοναχῶν ἀδίκως
κατηγόρει, Βαρλαὰμ συνηγορῶν.
 κεʹ. Τοιαῦτα μὲν βασιλεὺς ὁ Καντακουζηνὸς ὕστερον,
ἐπεὶ εἰς χεῖρας αὐτῷ τὰ Γρηγορᾶ συγγράμματα ἥκει, ἀπε-
λογεῖτο περὶ ἑαυτοῦ, καὶ ψευδῆ καὶ ἀπίθανα συγγεγραφέναι
ἀπεδείκνυεν ἐκεῖνον. ἔπειτα καὶ τῶν Ῥωμαίων τοὺς ἐν λόγῳ
μάλιστα καὶ ἐπιφανεστέρους ἐξεπίτηδες συγκαλεσάμενος, εἰς
ἐπήκοον ἀναγινώσκεσθαι παρεῖχε πάντων, καὶ πολλὴν αὐτοῦ
πάντες κατεγίνωσκον ψευδολογίαν καὶ ἀναίδειαν καὶ κουφό-
τητα, ὅτι περὶ δημοσίων πραγμάτων, ἃ πολλοὶ, μᾶλλον δ'
ἅπαντες συνίσασι, γράφειν προείλετο οὐκ ἀληθῆ, ἐφ' οἷς  
ἔμελλε ῥᾷστα ἀπελέγχεσθαι ψευδόμενος. πυθόμενος δὲ ὁ Γρη-
γορᾶς ἃ δράσειε βασιλεὺς τὰ ἐκείνου θριαμβεύσας πλάσμα-
τα, οὐ μετρίως ἠνιάθη, ὅθεν καὶ συντυχὼν ὕστερον, ὠνείδιζε
τὸν θρίαμβον, ὡς ἐπ' ἐκείνου τῇ αἰσχύνῃ εἰργασμένον. ἔφα

Aristaenetus Epist., Epistulae (4000: 001)“Aristaeneti epistularum libri ii”, Ed.


Mazal, O.Stuttgart: Teubner, 1971.Book 1, letter 27, l. 22

αὐτὸς ἑαυτὸν οἴεται μόνος ἀξιέραστος εἶναι ταῖς γυναιξὶ καὶ


πρεπόντως τῷ κάλλει ποθεῖσθαι· καί που καὶ Φίλωνα τυχὸν
ἐπωνόμακεν ἑαυτόν, φρονῶν ἐπὶ τῇ ὥρᾳ θαυμάσιον ὅσον,
καὶ πολλῷ τῷ ὀφθαλμῷ βλέπει καὶ φρονήματος ἐμπέπληκε
τὴν ὀφρῦν. μισῶ γοῦν ἐραστὴν παρευδοκιμεῖν εὐμορφίᾳ
τὴν ἐρωμένην ἀξιοῦντα, οἰόμενόν τε κάλλος ὑπὲρ κάλλους
χαρίζεσθαι, μέγιστον ἀντὶ βραχέος. ὅρα δὲ πῶς ἠθικῶς τὸν
ὑπερήφανον διαπαίζω· καὶ σφόδρα τοῖς αἰνίγμασι τέρπῃ.
ποθεῖ μέ τις ἐρωτομανής, καὶ οὐδὲ νεύματος ἀξιοῦται, καὶ
πολλὰ τὸν ἐμὸν στενωπὸν διέρχεται μάτην· ᾄδει δὲ ἄλλως
καὶ τοῖς ἐμοῖς ὠσὶν ἀπιθάνως καὶ ἀμουσότερα Λειβηθρίων,
οὐδὲ ἐρυθριᾷ περιττῶς ἐκπεριτρέχων διαύλους. ἐγώ, νὴ τὼ
θεώ, τοὐναντίον ἀντ' ἐκείνου λοιπὸν ἐγκαλύπτομαι.”  
ἔφασκε δὲ ταῦτα ἄλλα τε πολλὰ θρυπτομένη καὶ δὴ καὶ
419

τὸ σκέλος ὑπογυμνοῦσα, ἵνα δείξῃ τῷ νέῳ κνήμην ἰθυτενῆ


καὶ πόδα λεπτόν τε καὶ εὔρυθμον· ἕτερα δὲ τοῦ σώματος
ἐγύμνωσε μέρη τὰ δυνατά, ὅπως ἂν πολλαχόθεν τὸ μειρά-
κιον ἐρεθίσῃ. ὃ δέ φησιν αἰσθόμενος τῶν λεχθέντων (ἐψιθύρισε
γὰρ ἐκείνη τοσοῦτον, ὥστε τὸν νέον ἀκοῦσαι)· “οἷα βούλει
καὶ ὁσάκις ἂν θέλῃς εἰπέ· οὐ γὰρ ἐμὲ γελᾷς, ἡ καλή, ἀλλὰ τὸν
Ἔρωτα παίζεις.

Aeneas Phil., Rhet., Theophrastus sive de animarum immortalitate et corporum


resurrectione dialogus (4001: 001)“Enea di Gaza. Teofrasto”, Ed. Colonna, M.E.
Naples: Iodice, 1958.P. 57, l. 11

τὸ σῶμα, τοῦτο τεθαύμακε καὶ ἀπιστεῖ, ὁ τοὺς προγόνους Ἀθηναίους


αὐτόχθονας εἶναι πειθόμενος. Καὶ μὴν ταύτην τὴν ἀπιστίαν προανελὼν
ὁ Δημιουργὸς τοσαῦτα θεάματα παραπλήσια δίδωσιν, ὡς ἂν μηδὲ ἐκεῖνο
ὕστερον ἄπιστον ὀφθείη, καὶ τὴν γῆν ἐξάγειν κελεύει πολλὰ μὲν ζῷα,
πολλὰ δὲ φυτά, μυρία δὲ σπέρματα, προγυμνάζων εἰς τόκον, ὡς ἂν μὴ
κενὸν αὐτῇ δόξῃ τὸ πρόσταγμα. Εἰ γὰρ ζῶντα σώματα καὶ ἔμψυχα δί-
δωσιν, οὐκ ἂν ἔτι ξένον ὀφθείη αὐτὰ μόνα τῶν ἀνθρώπων ἀποδιδόναι
τὰ σώματα.
{Θεόφραστος}
 Ἔστιν ἢ πείθεις. Ἀλλ' εἰ μὲν τὸ σῶμα μεμορφωμένον διέμεινεν,
οὐκ ἀπίθανον ἦν αὖθις ὥσπερ εἰς ἄγαλμα τὴν ψυχὴν ὑποδῦναι· εἰ δὲ
πολλῶν ἐτῶν ἡ τοῦ σώματος ἁρμονία λέλυται, πῶς ἂν ὕστερον αὐτῷ
χρήσεται;

Aeneas Phil., Rhet., Theophrastus sive de animarum immortalitate et corporum


resurrectione dialogus P. 62, l. 28

νατον εἰσδεξάμενον, δύναμιν καὶ ἀκτῖνα τῆς ἀθανασίας ἐκτήσατο; Οἷον


γῆ πυρωθεῖσα τὸ θεῖον, ἣ τέως μὲν κεῖται ψυχρὰ τῷ ἁπτομένῳ καὶ ἄτυ-
φος, ἐπειδὰν δὲ πυρὸς ἐγγὺς γένοιτο, τοῦτο ῥᾳδίως ἀνήρπασε πρὸς ὃ τὸ
πρῶτον ἐπιτηδείως ἐλάνθανεν ἔχουσα καὶ ταχέως ἐξήφθη καὶ ἐνεργείᾳ
δύναμιν ἔδειξε καὶ εἰς τὴν τοῦ πυρὸς τάξιν ἐπείγεται. Οὕτω δὴ τῶν ἀν-
θρώπων τὰ σώματα, τῇ τῆς ψυχῆς ἀθανασίᾳ συμμίξαντα, τὸν μὲν ἄλ-
λον χρόνον ψυχρὰ καὶ ἀκίνητα παντελῶς ἀπέρριπται· ψυχῇ δὲ κοινωνεῖν
ἐπιτήδεια, κἄν ποτε αὖθις συμμίξῃ, ἑτοίμως περιθάλπεται καὶ διανίστα-
ται καὶ ἡδέως συνέπεται καὶ πρὸς ἀθανασίαν ἀνέδραμε. Καὶ οὐκ ἀπί-
θανος ἡ πρὸς τὸ κρεῖττον τῆς ὕλης μεταβολή, ἐπεὶ καὶ παρ' ἡμῖν οἱ
περὶ τὴν ὕλην σοφοί, ἄργυρον καὶ καττίτερον παραλαβόντες καὶ τὸ εἶδος  
ἀφανίσαντες καὶ συγχωνεύσαντες καὶ χρώσαντες, ἐπὶ τὸ σεμνότερον με-
ταβαλόντες τὴν ὕλην, χρυσὸν κάλλιστον ἐποίησαν. Καὶ ἡ ψάμμος διε-
σκέδασται καὶ τὸ νίτρον διακέχυται, ἀλλ' ἀνθρωπεία τέχνη καινήν τινα
καὶ διαφανῆ τὴν ὕαλον ἐκ τούτων ἐπενόησε. Τὴν δὲ τῶν φυτῶν μετα-
βολὴν ᾄδουσι τῶν γεωργῶν οἱ παῖδες. Τί οὖν ἀνθρώπων τὸν ἀνθρώπων
Δημιουργὸν ἀσθενέστερον καὶ ἀπειρότερον ὑπειλήφατε καὶ οὐδὲ τῶν
καθ' ἑκάστην ἡμέραν γιγνομένων ἡ πίστις τὴν περὶ τῶν μελλόντων ἀπι-
420

στίαν ἐξήλασεν; Ἀλλὰ πολλὰ μὲν πρὸ τοῦ ἀγῶνος τὰ γυμνάσια, πρὸς
δὲ τὸν ἀγῶνα πάντων ἐπιλελησμένοι διαλύεσθε.

Aeneas Phil., Rhet., Epistulae (4001: 002)“Enea di Gaza. Epistole, 2nd edn.”, Ed.
Massa Positano, L.Naples: Libreria Scientifica Editrice, 1962; Collana di studi greci
19.Epistle 6, l. 4

Πάμπῳ γραμματικῷ.

 Ἀφείλετό μου τῆς ἐπιστολῆς τὴν ἡδονὴν τῆς λῃστείας ἡ λύπη.


δι' ἣν οὐχ ἧττον ἠνιάθην ἐγὼ ἢ εἴπερ αὐτὸς ἐτύγχανον ὁ πεπονθώς.
καὶ οὐκ ἀπίθανος ὁ λόγος· εἰ γὰρ κοινὰ τὰ φίλων, κοινὴ
δήπου καὶ ἡ τούτων ἀφαίρεσις. ἀλλὰ τί ταῦτα συνάχθομαι; πάντως
ὁ τοῦ κέρδους κρείττων καὶ ζημίας ἐγκρατής. ἐντεῦθεν ἡμῖν ἡ πα-
ραμυθία. εἰ δ' ὀρθῶς γινώσκω, βουλοίμην παρὰ σοῦ μανθάνειν.

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria (4013: 001)


“Simplicii in Aristotelis de caelo commentaria”, Ed. Heiberg, J.L.Berlin: Reimer,
1894; Commentaria in Aristotelem Graeca 7.Vol. 7, p. 265, l. 11

ῥοπῇ παραμενούσης πως καὶ τῆς ἀναπεμψάσης δυνάμεως, ἐξιτήλοι δὲ


μᾶλλον γινομένης τὸ καταφερόμενον ἀεὶ μᾶλλον θᾶττον φέρεσθαι καὶ τά-
χιστα, ὅταν ἐκείνη τελέως ἐπιλείπῃ. τὴν αὐτὴν δὲ αἰτίαν ἀποδίδωσι καὶ
τῶν ἄνωθεν ἀφιεμένων· καὶ γὰρ τούτοις μέχρι τινὸς παραμένειν τὴν τοῦ
κατασχόντος αὐτὰ δύναμιν, ἣν ἐναντιουμένην αἰτίαν γίνεσθαι τοῦ βραδύτε-
ρον κατ' ἀρχὰς φέρεσθαι τὸ ἀφεθέν. “ταῦτα δέ, φησὶν ὁ Ἀλέξανδρος,
ἐπὶ μὲν τῶν βίᾳ κινηθέντων ἢ βίᾳ μεινάντων ἐν τῷ παρὰ φύσιν τόπῳ
ὀρθῶς ἂν λέγοιτο, ἐπὶ δὲ τῶν μετὰ τὸ γενέσθαι φερομένων κατὰ τὴν
οἰκείαν φύσιν ἐπὶ τὸν οἰκεῖον αὐτοῖς τόπον οὐκέτι ἁρμόζει λέγεσθαι.” περὶ
δὲ τοῦ βάρους τὰ ἐναντία τῷ Ἀριστοτέλει φησὶν ὁ Ἵππαρχος· βαρύτερα
γάρ φησι καὶ τὰ πλέον ἀφεστῶτα. ἀπίθανον δὲ καὶ τοῦτο τῷ Ἀλεξάνδρῳ
δοκεῖ· “πολὺ γάρ, φησίν, εὐλογώτερον τὰ μεταβάλλοντα ἐκ τῆς ἐναντίας
φύσεως καὶ γενόμενα ἐκ κούφων βαρέα ἔτι τῆς φύσεώς τι τῆς πρώτης
ἔχειν ἐν τῇ πρώτῃ καταφορᾷ σχεδὸν ἔτι γινόμενα καὶ μεταβάλλοντα ἐπὶ
τὸ εἶδος τοῦτο, εἰς ὃ μεταβάλλοντα κάτω φέρεται, βαρύτερα ἀεὶ προϊόντα
γίνεσθαι, ἤπερ φυλάσσειν ἔτι τὴν ἀπὸ τοῦ κρατήσαντος αὐτὰ ἄνω τὴν
ἀρχὴν καὶ κωλύσαντος κάτω φέρεσθαι δύναμιν. ἔτι δέ, φησί, καὶ εἰ τῷ
βάρει κατὰ φύσιν ἐστὶ τὸ εἶναι ἐν τῷ κάτω· διὰ γὰρ τοῦτο καὶ ἡ ἐπὶ
τοῦτο κίνησις· εἴη ἂν τελέως βαρέα καὶ τὸ οἰκεῖον κατὰ τοῦτο εἶδος ἀπει-
ληφότα, ὅταν ἐν τῷ κάτω ᾖ, καὶ ἐγγυτέρω ἤδη γινόμενα καὶ πλησιάζοντα
τῷ κατὰ τὴν ῥοπὴν τελειότητα ἔχειν εὔλογον προσθήκην τινὰ καὶ ἐπίδοσιν

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria Vol. 7, p. 375, l.


35

μένης τῆς κατὰ τὴν οἰκείαν ῥοπὴν βαρεῖαν οὖσαν φορᾶς αὐτοῦ τε τοῦ
421

οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς ἥ τε τοῦ οὐρανοῦ κύκλῳ κίνησις ἀίδιος μένει καὶ
ἡ τῆς γῆς ἐν τῷ μέσῳ στάσις, ὡς Ἐμπεδοκλῆς τε ἐδόκει λέγειν καὶ
Ἀναξαγόρας καὶ Δημόκριτος· κἂν γὰρ βάρος ἔχῃ καὶ τὸ αἰθέριον σῶμα
καὶ ἡ γῆ, ἀλλὰ ταχυτέρας οὔσης τῆς κυκλοφορίας ἢ κατὰ τὴν ἐπὶ τὸ
κάτω ῥοπὴν καὶ ἐπικρατούσης ἐκείνης μένειν ἐν τοῖς αὐτοῖς τόποις τὴν
μὲν γῆν ἐπὶ τοῦ μέσου ἑστῶσαν, τὸν δὲ οὐρανὸν ἐπὶ τοῦ πέριξ κινούμενον,
ὥσπερ φασὶ τὸ ἐν τῇ φιάλῃ ὕδωρ οὐκ ἐκχεῖσθαι περιδινουμένης τῆς φιά-
λης, ἐὰν θᾶττον ἡ δίνησις γένηται τῆς ἐπὶ τὸ κάτω τοῦ ὕδατος φορᾶς.
καὶ τοῦτο οὖν ἀπίθανον, φησί, τὸ τοσοῦτον χρόνον σώζεσθαι ταῦτα οὕ-  
τως ἔχοντα παρὰ φύσιν· ὀλίγον μὲν γὰρ χρόνον εἰκὸς ἦν διαρκέσαι βε-
βιασμένην τὴν ἐπὶ τὸ κάτω ῥοπήν, εἰς ἀεὶ δὲ ἀδύνατον, ὥστε οὐδὲ κινεῖ-
σθαι διὰ παντὸς οὕτως οἷόν τε ἦν, εἴπερ βάρος ἔχοντα πρὸς τὸ κάτω
ῥέπειν ἐπεφύκει.
 Ἀλλὰ καὶ τὸ τρίτον ἄλογον τὸ λέγειν ὑπὸ τῆς ἑαυτοῦ ψυχῆς ἀναγκα-
ζόμενον τὸ θεῖον σῶμα μένειν ἀιδίως κινούμενον ἢ ὑπὸ ψυχῆς ἀναγκα-
ζούσης μένειν ἀίδιον τὴν ἐν αὐτῷ κίνησιν. καὶ γὰρ τὸ κατὰ βίαιον ἀνάγ-
κην γινόμενον ἀίδιον εἶναι τῶν ἀδυνάτων ἐστί· παρὰ φύσιν γὰρ τοῦτο, τὸ
δὲ παρὰ φύσιν τοῦ κατὰ φύσιν ἔκπτωσις ὂν οὐκ ἀίδιον· δεῖ γὰρ εἶναι καὶ
τὸ κατὰ φύσιν, καὶ ἅμα ἄμφω εἶναι ἀδύνατον. οὕτω μὲν ἐπὶ τοῦ κινου

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria


Vol. 7, p. 378, l. 29

ἀεὶ ἐμψύχων; ταῦτα γὰρ οὐ τῷ Πλάτωνι μόνῳ ἐδόκει, ἀλλὰ καὶ τῷ γνη-
σιωτάτῳ τῶν Πλάτωνος ἀκροατῶν τῷ Ἀριστοτέλει καὶ τῷ ἐπιμελεστάτῳ
τοῦ Ἀριστοτέλους σπουδαστῇ τῷ Ἀλεξάνδρῳ. πῶς δέ, εἰ ἄμεινον χωρὶς
εἶναι σωμάτων ταῖς θείαις ψυχαῖς, οὐδέποτε τυγχάνουσι καὶ κατ' αὐτὸν
τοῦ ἀμείνονος, εἴπερ ἀίδια τὰ σώματα αὐτῶν ἐστι; πῶς δὲ ταῖς τῶν θνη-
τῶν ζῴων ψυχαῖς τὰς θείας παραβάλλων ἐν χείρονι μοίρᾳ φησὶν αὐτὰς
ἐκείνων εἶναι κατὰ Πλάτωνα ἀεὶ συνεῖναι τὰς θείας ψυχὰς τοῖς σώμασι
λέγοντα, εἴ γε καὶ τὰς ψυχὰς τὰς ἐν τοῖς θνητοῖς σώμασιν ἐντελεχείας
ἀχωρίστους τῶν σωμάτων οὗτος ὑπολαμβάνει, καὶ τὸν Ἀριστοτέλην πάνυ
ἀπιθάνως ἐν τοῖς τοιούτοις παρεξηγούμενος; ὅτι δὲ οὐχ ὡς ὑπὸ ψυχῆς
κινεῖσθαι λέγοντι τὸν οὐρανὸν μέμφεται ὁ Ἀριστοτέλης τῷ Πλάτωνι,
δῆλον, εἴπερ καὶ αὐτὸς ἔμψυχον λέγει τὸν οὐρανὸν ἔχοντα κινήσεως ἀρχὴν
ἐν ἑαυτῷ, δηλονότι τὴν ψυχήν· περὶ γὰρ ταύτης ἦν ὁ λόγος αὐτῷ. ἀλλ'
εἰπόντος τοῦ Πλάτωνος περὶ τῆς ψυχῆς “ἡ δὲ ἐκ μέσου πρὸς τὸν ἔσχα-
τον οὐρανὸν πάντῃ διαπλεκεῖσα ἤρξατο ἀπαύστου καὶ ἔμφρονος βίου”
ηὐλαβήθη, μή τις τῆς συνεκτάσεως καὶ τῆς συνδιαπλοκῆς ἀκούσας σωμα-
τικήν τινα καὶ βίαιον κατὰ ὠθισμὸν γινομένην ὑπονοήσῃ τὴν ψυχικὴν
κίνησιν οὐ πεφυκότος οὕτω κινεῖσθαι τοῦ σώματος· διὸ καὶ τὸν Ἰξίονα  
παρήγαγεν. ἐπεί, ὅτι οὔτε συνεκτετάσθαι τῷ σώματι τὴν ψυχὴν οὔτε
συνδιαπεπλέχθαι σωματικῶς ἐνόμιζεν ὁ Πλάτων, δηλοῖ λέγων, ὅτι τὸ σω

Simplicius Phil., In Aristotelis physicorum libros commentaria Vol. 9, p. 51, l. 5


422

εἰπών· ἢ ὡς εἴ τις ἕνα ἄνθρωπον τὸ ὂν λέγοι· τοῦτο γὰρ οἰκειότερον τῆς


προκειμένης ἐστὶ παραδοξολογίας παράδειγμα. ἔστι δὲ καὶ ἄλλος τρόπος ὁ
μὴ μόνον ἀποφαντικῶς παραδοξολογῶν, ἀλλὰ καὶ συλλογίζεσθαι δοκῶν, οὐκ
ἐξ ἀληθῶν μέντοι οὐδὲ ἐξ ἐνδόξων προτάσεων, ἀλλ' ἐκ φαινομένων ἐνδόξων,
οἷοί τινές εἰσιν οἱ σοφιστικοὶ παραλογισμοί. καὶ ἵνα συνελὼν εἴπω, ἕκαστος
τῶν ψευδῆ δόξαν εἰσαγόντων ἢ φυλάττει τὰς ἀρχὰς τῶν ὑποκειμένων τῇ  
δόξῃ καὶ δεῖ πρὸς αὐτὸν τοὺς φυσικοὺς ἀγωνίζεσθαι, ἢ ἀναιρεῖ καὶ οὐδεὶς
πρὸς αὐτὸν λόγος τῷ φυσικῷ. πάλιν δὲ ἢ ἀποφαντικῶς αὐτὴν εἰσάγει ἢ
καὶ συλλογισμῷ δοκεῖ χρῆσθαι. καὶ εἰ ἀποφαντικῶς εἰσάγοι, ἢ τῶν εὐ-
παραδέκτων τι ἐρεῖ καὶ πιθανῶν καὶ δεῖ πρὸς τοῦτον ἀντιλέγειν ὡς οὐκ
αὐτόθεν ἔχοντα τὸ ἀπίθανον, κἂν ψευδῶς λέγοι, ἢ τῶν ἀπεμφαινόντων καὶ
παραδόξων καὶ οὐδεὶς ἂν εἴη λόγος τῷ πρὸς ἀλήθειαν νεύοντι· οὐδὲ γὰρ
τοῦ διαλεκτικοῦ ἂν εἴη διαλέγεσθαι πρὸς τὸν τὸ δίκαιον λέγοντα τὴν στοάν.
εἰ δὲ καὶ συλλογίζεσθαι ἐπιχειροίη φιλονείκως ψευδόμενος, εἰ μὲν ἐξ ἐν-
δόξων προτάσεων ποιοῖτο τὸν συλλογισμόν, ἐλεγκτέον τὴν ἀπάτην κἂν μὴ
δι' ἑαυτόν, ἀλλὰ διὰ τοὺς ἐπιπολαίους ἀκροατάς· εἰ δὲ μηδὲ τὸ ἔνδοξον
ἔχοιεν αἱ προτάσεις, ἀλλ' ἐριστικῶς μόνον προάγοιντο, σχολαζόντων μᾶλλον
δὲ ἀσχόλων ἡ ἀντιλογία. εἰ τοίνυν ὁ Παρμενίδου καὶ Μελίσσου λόγος καὶ
τὰς ἀρχὰς ἀναιρεῖ τὰς φυσικὰς καὶ παράδοξόν τι καὶ ἀπεμφαῖνον τίθεται
ἓν λέγων εἶναι τὸ ὄν, καὶ ἐν τῷ συλλογίζεσθαι ὃ βούλεται οὐ μόνον ψευδεῖς
λαμβάνει προτάσεις, ἀλλὰ καὶ ἀσυλλογίστως συνάγει,

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis meteorologicorum librum primum


commentarium (4015: 005)“Ioannis Philoponi in Aristotelis meteorologicorum
librum primum commentarium”, Ed. Hayduck, M.Berlin: Reimer, 1901;
Commentaria in Aristotelem Graeca 14.1.Vol. 14,1, p. 102, l. 36

φασὶν εἶναι παῖδα· ἐκ γὰρ πυρώδους ὕλης ἀναθυμιωμένης ὑπὸ ἡλίου τὴν
γένεσιν ἔχει· ἐπιθυμῆσαι δὲ τὸ ἅρμα τοῦ πατρὸς ἐλάσαι, διότι τὴν αὐτὴν
τῷ ἡλίῳ φέρεται. ἡ δὲ ἄτακτος αὐτοῦ κίνησις καὶ τὸ μὴ ἰσοδρομῆσαι τῷ
πατρὶ τὸ μὴ ἰσοταχῶς κινεῖσθαι τῷ ἡλίῳ τὸν κομήτην μηδὲ τὸ τεταγμένον
τῆς αὐτοῦ φυλάττειν κινήσεως δηλοῖ, διὰ τὸ ὑπολείπεσθαι τοῦ ἡλίου τοὺς
κομήτας καὶ τὸ ἄτακτον τῆς ὕλης τῶν ὑπὸ σελήνην, ἐν οἷς ἀδύνατον τὴν
τῶν οὐρανίων εὐταξίαν φαίνεσθαι. τὸ δὲ καταφλέξαι μέρη τοῦ κόσμου
τινὰ δι' ὧν ἡ κίνησις αὐτοῦ γέγονε, σύμφωνον τοῖς περὶ κομητῶν εἰρη-
μένοις ὅτι αὐχμῶν καὶ ἐκπυρώσεως τοῦ ὑπὸ σελήνην ἀέρος εἰσὶ τεκμήρια.
εἰκὸς δὲ καὶ πλείονας τότε συστῆναι κομήτας καὶ διᾴττοντας καὶ φλόγας,
ἐξ ὧν ὁ μῦθος οὐκ ἀπιθάνως ἔσχε τὴν γένεσιν.  

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis meteorologicorum librum primum commentarium

Vol. 14,1, p. 118, l. 9

καὶ μὴ φωναῖς ἀσήμοις θεολογεῖν, φενακίζειν δὲ μᾶλλον. καίτοι γε Πλάτων  


οὐδὲν εἶναι τὴν Ἥραν ἢ τὸν ἀέρα βούλεται. εἰ γὰρ συνεχῶς, φησίν,
ἐπισυνάψεις τὸ Ἥρα, ἐπικαταλαμβάνοντος τοῦ Α τὴν ἀρχὴν τοῦ ὀνό-
ματος, τὸ Ἥρα γίνεται ἀήρ, εἰ καὶ συντομώτερον ἐν ὑπερθέσει τοῦ Α
423

τὸ Ἥρα γίνεται ἀήρ. διὸ καὶ τὸν Ἥφαιστον παρατριβόμενος ὁ ἀὴρ γεννᾷ,
τουτέστι τὸ πῦρ, καὶ μήτηρ Ἡφαίστου ἡ Ἥρα. πῶς δὲ οὐκ ἄτοπον αἰσθητοῦ
ὄντος τοῦ γαλαξίου καὶ τούτου τὴν φυσικὴν αἰτίαν ζητούντων εἰς ἀλλη-
γορίαν τρέπεσθαι, δέον τὴν ἄγνοιαν μὴ ἐρυθριᾶν ὁμολογεῖν; καὶ αὐτὸς
γοῦν τοῦ πλάσματος τῆς ἀτόπου θεολογίας αἰσθόμενος ἐπὶ φυσικὴν ἐτρά-
πετο αἰτίαν ἀπίθανον καὶ αὐτήν· εἶναι γάρ φησι τὸν γαλαξίαν τοῦ οὐρανοῦ
τινα διάθεσιν ἄφθαρτον, ἀστρῴαν, μικρῶν ἀστέρων πυκνότητι γαλακτίζουσαν.
ἀλλὰ τὸ φῶς τοῦ γάλακτος πολλῷ καὶ οὐ τῶν τυχόντων ἀστέρων ἐστὶ
λαμπρότερον, καὶ οὐκ ἂν ἔλαθεν ἡμᾶς αὐτῶν καὶ τὸ σχῆμα. ἀλλ' ὡς αὐτὸς
τοῦτο ἔχον οὕτως ἀποδείξας μέμφεται τοὺς λέγοντας ὀχήματα εἶναι ψυχῶν
τὸ γάλα· λαμπρὰ γάρ, φησί, καὶ ἀστεροειδὴς ἡ σύστασις αὐτοῦ. τοῦτο
δὲ οὐκ ἀναγκαῖον· καὶ γὰρ οἱ ὀχήματα τῶν ἡμετέρων ψυχῶν ὑποτιθέμενοι
τὸ γάλα τῆς οὐσίας τῶν οὐρανίων αὐτά φασι, διόπερ ἀστροειδῆ καὶ αὐγο-
ειδῆ ταῦτα καλοῦσιν, ἀιδίως τῶν ἡμετέρων ἐξημμένα ψυχῶν συνανιόντα
τε αὐταῖς καὶ συγκατιόντα. εἰ δὲ καὶ ψυχῶν ἐστι κατ' αὐτὸν δίοδος
πάντως που μετὰ τῶν ἰδίων ὀχημάτων διατρεχουσῶν,

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de generatione et corruptione


commentaria (4015: 006)“Ioannis Philoponi in Aristotelis libros de generatione et
corruptione commentaria”, Ed. Vitelli, H.Berlin: Reimer, 1897; Commentaria in
Aristotelem Graeca 14.2.Vol. 14,2, p. 21, l. 20

πλάσας καθαρὰν ὁ δημιουργὸς καὶ λείαν ἀνεφύρασε καὶ ἔδευσε μυελῷ, καὶ
μετὰ ταῦτα εἰς πῦρ αὐτὸ ἐντίθησι, μετ' ἐκεῖνο δὲ εἰς ὕδωρ αὐτὸ βάπτει,
πάλιν δὲ εἰς πῦρ, καὶ αὖθις εἰς ὕδωρ, μεταφέρων τε οὕτως πολλάκις εἰς
ἑκάτερον ὑπὸ ἀμφοῖν ἄτηκτον εἰργάσατο’· ὁ δὲ μυελός, ἐξ οὗ καὶ ἐκ τῆς
γῆς ποιεῖ τὰ ὀστᾶ, οὔτε στοιχεῖόν ἐστιν οὔτε ἐπίπεδον. ποιότητος γὰρ
καὶ πάθους μεταβολὴ γεννᾷ τὰ ὀστᾶ, ποιότητα δὲ καὶ πάθος οὐχ οἷόν τε
ἐκ τῶν ἐπιπέδων γεννηθῆναι. αὐτὸς γὰρ ἐρεῖ προελθὼν ‘πάθος γὰρ ἐκ
τῶν ἐπιπέδων οὐδὲ ἐπιχειροῦσι γεννᾶν’, διότι τὰ στοιχεῖα αὐτῶν τοῖς σχή-
μασιν ἀλλ' οὐ ποιότησιν οὐδὲ πάθεσιν εἰδοποιεῖται. καταλιπὼν δὲ πρὸς
ταῦτα ἀντιλέγειν ὁ Ἀριστοτέλης ὄντα ἄτοπα, οὐδὲν ὅλως εἰρηκέναι περὶ
ὀστῶν γενέσεως αὐτόν φησι· παντάπασι γὰρ ἀπίθανά ἐστιν ὡς πρὸς τὸ
φαινόμενον, εἰ οὕτως ἔλεγεν ὁ Πλάτων. εἰ γὰρ μυελὸς ἦν τοῦ ὀστοῦ πρό-
τερον, καὶ ὀστοῦν ἦν ἐξ ἀνάγκης· ὀστογενῆ γοῦν καὶ αὐτὸς ὁ Πλάτων
καλεῖ τὸν μυελόν, ὡς ἐν ἐκείνῳ τὸ εἶναι ἔχοντα. ὥστε πρὶν ὀστοῦν γένη-
ται, ἦν ὀστοῦν. ἔτι εἰ καὶ ὅτι μάλιστα ἐκεῖνο τὸ πρῶτον ὀστοῦν ἐποίησεν
οὕτως ὁ δημιουργός, ἀλλ' οὐχ οὕτως γίνεται τὰ ἐν τοῖς ζῴοις φύσει γινό-
μενα. ὁ μὲν οὖν Πλάτων τοσοῦτον μόνον περὶ γενέσεως εἴρηκεν, οὐδὲ τῶν
ἄλλων δὲ οὐδεὶς εἴρηκέ τι παρὰ τὰ ἐπιπολῆς ἔξω Δημοκρίτου· οὗτος
γάρ, φησί, παρὰ τοὺς ἄλλους φαίνεται πάντων πεφροντικὼς καὶ ἀρχὰς
ὑποθέμενος εἰς πάντα αὐτῷ ἁρμόττειν δυναμένας.

p. 315a27 Καὶ περὶ τὰς ἄλλας κινήσεις.


424

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis physicorum libros commentaria (4015: 009)


“Ioannis Philoponi in Aristotelis physicorum libros octo commentaria, 2 vols.”, Ed.
Vitelli, H.
Berlin: Reimer, 16:1887; 17:1888; Commentaria in Aristotelem Graeca 16 & 17.
Vol. 17, p. 639, l. 12

ποδίσει.
 Ταῦτα μὲν οὖν ὁ Ἀριστοτέλης δεικνὺς ὅτι οὐδὲ τὴν βίαιον καὶ παρὰ
φύσιν κίνησιν δυνατὸν ἦν γενέσθαι, εἰ κενὸν ἦν, ἐμοὶ δὲ οὐδὲν ἀναγκαῖον
ἔχειν δοκεῖ οὐδὲ τοῦτο τὸ ἐπιχείρημα. πρῶτον μὲν γὰρ ὄντως δέδεικται
ἱκανῶς οὐδέν, ὥστε ἀποπλῆσαι ἡμῶν τὴν διάνοιαν, ὅτι τῆς παρὰ φύσιν
καὶ βιαίου κινήσεως εἷς τῶν ἀπηριθμημένων τρόπων ἐστὶν αἴτιος. καὶ εἴ-
ρηται μέν μοι πρὸς τοῦτο τὸ θεώρημα μέτρια ἐν ταῖς σχολαῖς τοῦ ὀγδόου
ταύτης τῆς πραγματείας, ἔνθα τὸν περὶ τούτων προηγουμένως ἐκίνησε λόγον
ὁ Ἀριστοτέλης, πῶς τὰ παρὰ φύσιν κινούμενα κινεῖται, οὐδὲν δὲ χεῖρον
καὶ νῦν διὰ βραχέων ὑπομνῆσαι τὰ ὑποπίπτοντα πρὸς τὸν λόγον τοῦτον
ἀπίθανα. ἐν γὰρ τῇ ἀντιπεριστάσει, ἤτοι ὁ ὠσθεὶς ἔμπροσθεν ὑπὸ τοῦ
ῥιφέντος ἀὴρ ἤτοι βέλους ἢ λίθου εἰς τοὐπίσω παλινδρομεῖ καὶ ἀντιπερι-
ίσταται τῷ βέλει ἢ τῷ λίθῳ, καὶ οὕτως ὄπισθεν αὐτοῦ γενόμενος ὠθεῖ
αὐτόν, καὶ οὕτως ἐφεξῆς μέχρις ἂν ἡ ὁρμὴ τοῦ ῥιφέντος ἐξασθενήσῃ, ἢ
οὐχ ὁ ἔμπροσθεν ὠθούμενός ἐστιν ὁ ἀντιπεριιστάμενος, ἀλλ' ὁ ἐκ πλαγίων·
ὠσθέντος γὰρ τοῦ βέλους ὑπὸ τοῦ συνωσθέντος ἐξ ἀρχῆς ὑπὸ τῆς νευρᾶς
ἀέρος ἀντιπεριίσταται εἰς τὸν τοῦ βέλους τόπον ὁ ἐκ πλαγίων ἀήρ, ὃς
συνωσθεὶς ὑπὸ τοῦ κατ' ἀρχὴν ὠσθέντος ἀέρος κινεῖ τὸ βέλος, καὶ οὕτως
πάλιν εἰς τὸν ἀντιπεριιστάμενον τῷ βέλει ἀέρα τὸ αὐτὸ δράσει, καὶ τὸ
ἐφεξῆς μέχρις ἂν ἐξασθενήσῃ ἡ ἐνδοθεῖσα ἐξ ἀρχῆς ὁρμὴ τῆς κινήσεως.
εἰ μὲν οὖν κατὰ τὸν πρότερον τρόπον εἴπωμεν γίνεσθαι τὴν ἀντιπερίστασιν,

Syrianus Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria (4017: 001)


“Syriani in metaphysica commentaria”, Ed. Kroll, W.Berlin: Reimer, 1902;
Commentaria in Aristotelem Graeca 6.1.P. 86, l. 28

λόγοις τούτων ἀποτελεστικοῖς. καὶ ταῦτα μὲν εἰρῆσθαι καὶ πρότερον ἐν τῷ


Β φησὶ πρὸς αὐτούς. ὃ δὲ νῦν ἐγκαλεῖ, τοιοῦτόν ἐστιν· εἰ γάρ, φησί, τὸ
ἐν τῷ αἰσθητῷ στερεὸν διαιρεθείη, πάντως ἐπιπέδῳ διαιρεθήσεται, οὐκοῦν
καὶ τὸ ἐπίπεδον γραμμῇ καὶ ἡ γραμμὴ σημείῳ. ἀλλ' εἰ μὲν ἦν ἀκίνητα ταῦτα,
καθάπερ ἐστὶ παρὰ τοῖς γεωμέτραις, οὐδὲν ἂν ἠκολούθησεν ἄτοπον· νυνὶ
δὲ ἐπειδὴ ἐν αἰσθητοῖς καὶ φυσικοῖς ὑπόκειται σώμασιν ὄντα, κινουμένης
τῆς γραμμῆς κατὰ τὴν διαίρεσιν ἀνάγκη καὶ τὸ σημεῖον διαιρεῖσθαι· δια-
φέρει δὲ οὐδὲν ἢ αὐτὰ τὰ φυσικὰ σημεῖα καὶ ἀμερῆ λέγειν εἶναι καὶ ἀδιαί-
ρετα ἢ ἐν αὐτοῖς εἶναι τοιαῦτα σημεῖα. δῆλον γὰρ ὅτι τὸ ἔν τινι οὐ διαι-
ρεῖται ἄνευ τοῦ ὑποκειμένου, ὅταν ὡς ἐν ὑποκειμένῳ ἔν τινι λέγηται. ταῦτα
μὲν ὁ Ἀριστοτέλης πρὸς ἀπίθανόν τε ἅμα καὶ ψευδῆ μαχόμενος ὑπόθεσιν
καὶ διελέγχων αὐτὴν ἀνδρείως καὶ ἀποδεικτικῶς. ἡμεῖς δὲ ὑπονοοῦμεν, μὴ
παρά τινι τῶν πρεσβυτέρων τὸν ἀμερῆ μὲν ὄντα τῆς φύσεως λόγον, μεριζό-
425

μενον δὲ περὶ τοῖς σώμασι πάντῃ τε ἀδιάστατον ἅμα καὶ ἔτι ἀμερῆ λεγό-
μενον εὑρὼν ἀφορμὴν ἔσχε τοῦ πλάσαι ταύτην τὴν ὑπόθεσιν, εἰ μὴ ἄρα
καὶ τοῦ τελείως ἐπεξελθεῖν τῷ διαιρετικῷ παντὶ χάριν εἵλετό τι καὶ πρὸς
ταύτην εἰπεῖν τὴν δόξαν.

Syrianus Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria P. 122, l. 27

 Ὅτι μὲν καὶ τὰ αἰσθητὰ κατὰ τοὺς ἀριθμοὺς ἔλεγον δημιουργεῖσθαι


παρὰ τῆς φύσεως οἱ ἄνδρες, ὁμολογητέον· οὐ μὴν κατὰ τοὺς μαθηματικοὺς
ἀλλὰ κατὰ τοὺς φυσικούς. συμβολικῶς δὲ ἑρμηνεύοντας οὐδὲν ἦν ἀπίθανον
καὶ διὰ μαθηματικῶν ὀνομάτων περὶ τῆς ἑκάστου τῶν αἰσθητῶν ἰδιότητος
ἐνδείκνυσθαι. τὸ δὲ μόνων αὐτοῖς ἀνατιθέναι τῶν αἰσθητῶν ἀριθμῶν τὴν
κατανόησιν, μὴ πρὸς τῷ καταγελάστῳ καὶ λίαν ἀσεβὲς ᾖ· τοὺς γὰρ ὑποδεξα-
μένους μὲν παρ' Ὀρφέως τὰς θεολογικὰς ἀρχὰς τῶν νοητῶν καὶ νοερῶν
ἀριθμῶν, ἐπὶ πλεῖστον δὲ αὐτὰς προαγαγόντας καὶ τὴν ἄχρι τῶν αἰσθητῶν
ἐπικράτειαν αὐτῶν ἀναφήναντας καὶ πρόχειρον ἔχοντας ἐπίφθεγμα τὸ “ἀριθμῷ
δέ τε πάντ' ἐπέοικε” πῶς οὐκ ἄτοπον περὶ τὰ σώματα μόνον καὶ τοὺς  
συνόντας τοῖς σώμασιν ἀριθμοὺς διατετριφέναι λέγειν; πῶς δ' ἂν αὐτὸς μὲν
Πυθαγόρας ἐν τῷ Ἱερῷ λόγῳ διαρρήδην μορφῶν καὶ ἰδεῶν κράντορα τὸν
ἀριθμὸν ἔλεγεν εἶναι, καὶ θεῶν καὶ δαιμόνων αἴτιον καὶ τῷ πρεσβίστῳ

Syrianus Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria


P. 141, l. 33

τοὺς δὲ ἕνα τὸν μαθηματικόν, ὥς τινας τῶν Πυθαγορείων, τοὺς δὲ γιγνώσκειν


ἀμφοτέρους, ἕνα δὲ ποιεῖν αὐτούς· αἰνίττεται δὲ Σπεύσιππον ἴσως καὶ
Ξενοκράτην, οὓς καὶ χειρίστης ὑποθέσεώς φησι προεστάναι, καὶ δι' ἃς
αἰτίας σαφῶς λέγει. προείπομεν δὲ καὶ ἡμεῖς περὶ τούτων, ὅτι εἰ καὶ
τοῖς αὐτοῖς ὀνόμασιν ἐκέχρηντο, ἀλλ' οὖν ᾔδεσαν τὴν κατ' εἴδη διάκρισιν
τῶν διαφόρων ἀριθμῶν, ἐπεὶ καὶ ἄλλως ὁ τοὺς ἀριθμοὺς τούτους μὴ δια-
κρίνων ἀλλὰ συγχέων τόν τε εἰδητικὸν ἀριθμὸν ἔχοντα ἐν ἑαυτῷ τὸν μαθη-
ματικὸν ἀριθμὸν ὑποστάτην τῶν ὅλων ποιεῖ [ἑκτὸν τὸν μαθηματικόν] τῷ
τε πατρὶ καὶ ποιητῇ τῶν πάντων ἀριθμητικὴν ἕξιν περιτίθησιν· ὧν τί
ἂν εἴποι τις ἀπιθανώτερον;  

Syrianus Phil., Commentarium in Hermogenis librum περὶ στάσεων (4017: 004)


“Syriani in Hermogenem commentaria, vol. 2”, Ed. Rabe, H.
Leipzig: Teubner, 1893.P. 38, l. 14

ἰσάζειν ἀσύστατον ποιοῦσι τὴν κρίσιν.


 [136, 2] ‘τρίτον τὸ ἀντιστρέφον’ καὶ τοῦτο
παρὰ τὸν δεύτερον κανόνα ἐστίν· οὐ γὰρ ἰσχυρὰ τὰ
τῶν πίστεων αὐτοῖς ἀλλὰ σαθρότατα ποτὲ μὲν τάδε
ποτὲ δὲ τἀναντία διεξιόντων. διαφέρει δὲ τοῦ ἰσά-
ζοντος, ὅτι ἐκεῖ μὲν τοῖς ἀλλήλων ἐνταῦθα δὲ τοῖς
ἑαυτῶν οἱ δικαζόμενοι περιπίπτουσι λόγοις.
426

 [136, 8] ‘τέταρτον τὸ ἄπορον’ τοῦτο ἀκριβῶς


παρὰ τὸν τέταρτον κανόνα ἐστίν· οὐ γὰρ δύναται
πέρας λαβεῖν.
 [136, 12] ‘πέμπτον τὸ ἀπίθανον’ καὶ τοῦτο
παρὰ τὸν δεύτερόν ἐστι κανόνα· οὐ γὰρ ἐκ πιθανῶν
σύγκειται λόγων, ἀλλὰ ταῖς πάντων ἀκριβῶς ἐναντία
δόξαις καὶ τῷ χρησμῷ τῆς Πυθίας οὐ συνᾴδοντα
λέγειν ἐπιχειρεῖ.
 [136, 14] ‘ἕκτον τὸ ἀδύνατον’ καὶ τοῦτο
παραπλησίως τῷ πέμπτῳ παρὰ τὸν δεύτερόν ἐστι
κανόνα· οὔτε γὰρ πιθανοὶ οὔτε ταῖς πίστεσιν ἰσχυροὶ
οἱ ἐν αὐτῷ λόγοι. διαφέρει δὲ τοῦ ἀπιθάνου, ὅτι τὸ
μὲν ἀδύνατον οὐδεμίαν ἔχει τοῦ γενέσθαι φύσιν – ὃ
δὲ ἀδύνατον πραχθῆναι, πῶς οὐκ ἄτοπον πλάττειν; – ,

Syrianus Phil., Commentarium in Hermogenis librum περὶ στάσεων P. 38, l. 22

παρὰ τὸν τέταρτον κανόνα ἐστίν· οὐ γὰρ δύναται


πέρας λαβεῖν.
 [136, 12] ‘πέμπτον τὸ ἀπίθανον’ καὶ τοῦτο
παρὰ τὸν δεύτερόν ἐστι κανόνα· οὐ γὰρ ἐκ πιθανῶν
σύγκειται λόγων, ἀλλὰ ταῖς πάντων ἀκριβῶς ἐναντία
δόξαις καὶ τῷ χρησμῷ τῆς Πυθίας οὐ συνᾴδοντα
λέγειν ἐπιχειρεῖ.
 [136, 14] ‘ἕκτον τὸ ἀδύνατον’ καὶ τοῦτο
παραπλησίως τῷ πέμπτῳ παρὰ τὸν δεύτερόν ἐστι
κανόνα· οὔτε γὰρ πιθανοὶ οὔτε ταῖς πίστεσιν ἰσχυροὶ
οἱ ἐν αὐτῷ λόγοι. διαφέρει δὲ τοῦ ἀπιθάνου, ὅτι τὸ
μὲν ἀδύνατον οὐδεμίαν ἔχει τοῦ γενέσθαι φύσιν – ὃ
δὲ ἀδύνατον πραχθῆναι, πῶς οὐκ ἄτοπον πλάττειν; – ,
τὸ δὲ ἀπίθανον τῶν ἐνδεχομένων ἐστίν – ἐνδέχεται  
γὰρ Σωκράτην τε διὰ φιλανθρωπίαν ἑταίρᾳ χορηγῆ-
σαι τροφὴν καὶ Ἀριστείδην ἀπατηθέντα πρᾶξαί τι
ἄδικον – .

Syrianus Phil., Commentarium in Hermogenis librum περὶ στάσεων P. 38, l. 25

παρὰ τὸν δεύτερόν ἐστι κανόνα· οὐ γὰρ ἐκ πιθανῶν


σύγκειται λόγων, ἀλλὰ ταῖς πάντων ἀκριβῶς ἐναντία
δόξαις καὶ τῷ χρησμῷ τῆς Πυθίας οὐ συνᾴδοντα
λέγειν ἐπιχειρεῖ.
 [136, 14] ‘ἕκτον τὸ ἀδύνατον’ καὶ τοῦτο
παραπλησίως τῷ πέμπτῳ παρὰ τὸν δεύτερόν ἐστι
κανόνα· οὔτε γὰρ πιθανοὶ οὔτε ταῖς πίστεσιν ἰσχυροὶ
οἱ ἐν αὐτῷ λόγοι. διαφέρει δὲ τοῦ ἀπιθάνου, ὅτι τὸ
μὲν ἀδύνατον οὐδεμίαν ἔχει τοῦ γενέσθαι φύσιν – ὃ
δὲ ἀδύνατον πραχθῆναι, πῶς οὐκ ἄτοπον πλάττειν; – ,
τὸ δὲ ἀπίθανον τῶν ἐνδεχομένων ἐστίν – ἐνδέχεται  
427

γὰρ Σωκράτην τε διὰ φιλανθρωπίαν ἑταίρᾳ χορηγῆ-


σαι τροφὴν καὶ Ἀριστείδην ἀπατηθέντα πρᾶξαί τι
ἄδικον – .

Olympiodorus Phil., In Aristotelis categorias commentarium (4019: 002)


“Olympiodori prolegomena et in categorias commentarium”, Ed. Busse, A.
Berlin: Reimer, 1902; Commentaria in Aristotelem Graeca 12.1.P. 49, l. 14

τῶν Περιπατητικῶν. ὁ δὲ Πλωτῖνος ταύτην τὴν ἀπορίαν ἐπιλυόμενος


ἑτέραν ἐπήνεγκεν λύσιν, τὸ δίοσμον τοῦ ἀέρος αἰτιώμενος· ἔλεγεν γὰρ ὅτι
ὁ ἀὴρ δίοσμος ὢν δυνάμει γίγνεται ἐνεργείᾳ εὐώδης, καὶ οὕτως ἀντιλαμβα-
νόμεθα τῆς εὐωδίας. καὶ αὕτη ἡ λύσις Πλωτίνου κομψοτέρα οὖσα τῆς
τῶν Περιπατητικῶν· ἐκείνη γὰρ οὐκ ἔστι πάνυ πιθανή· εἰ γὰρ οὐσία ἐστὶν
ἡ ἐκφερομένη, πάντως ἢ ἄνω χωρήσει ἢ κάτω· ἢ γὰρ βαρύ ἐστι τοῦτο
τὸ σῶμα ἢ κοῦφον. εἰ μὲν οὖν κάτω χωρεῖ, μόνον οἱ κάτω ὤφελον
ὀσφραίνεσθαι, εἰ δὲ ἄνω, οἱ ἄνω μόνον. νῦν δὲ ὁρῶμεν ὅτι οὐ μόνον οἱ
ἄνω ἢ οἱ κάτω ὀσφραίνονται, ἀλλὰ καὶ οἱ εἰς τὸ πλάγιον. εἰ δὲ ταῦτα
οὕτως ἔχει, ἀπίθανος ἐφάνη ἡ τῶν Περιπατητικῶν λύσις. ἐνίστανται δὲ
καὶ πρὸς τὴν Πλωτίνου λύσιν τινὲς λέγοντες ὅτι ἡ εὐωδία τοῦ μήλου
ἆρα ἐν τῷ αὐτῷ νῦν καὶ ἐν τῷ ἀέρι ἐστὶ καὶ ἐν τῷ μήλῳ ἢ ἐν ἄλλῳ
καὶ ἄλλῳ χρόνῳ; εἰ μὲν γὰρ ἐν τῷ αὐτῷ νῦν, ἔσται σῶμα χωροῦν διὰ
σώματος διὰ τὸ τὰς δύο οὐσίας ἀνακίρνασθαι ἀλλήλαις· ἀδύνατον γὰρ ἐν
τῷ αὐτῷ νῦν καὶ ἐν τῷ μήλῳ καὶ ἐν τῷ ἀέρι, εἰ μὴ σῶμα διὰ σώματος
χωρήσει. εἰ δὲ ἐν ἄλλῳ καὶ ἄλλῳ χρόνῳ, δῆλον ὅτι ἦν μεταξὺ χρόνος,
καθ' ὃν οὐχ ὑπῆρχεν οὐδὲ ἐν τῷ μήλῳ οὐδ' ἐν τῷ ἀέρι. εἰ δὲ μὴ
ὑπῆρχεν οὐδὲ ἐν τῷ μήλῳ οὐδὲ ἐν τῷ ἀέρι,

Olympiodorus Phil., In Aristotelis meteora commentaria (4019: 003)


“Olympiodori in Aristotelis meteora commentaria”, Ed. Stüve, G.Berlin: Reimer,
1900; Commentaria in Aristotelem Graeca 12.2.P. 100, l. 28

Εἰσὶ δέ τινες, οἵ φασι τὸν καλούμενον ἀέρα καὶ τὰ ἑξῆς.

 Τινὲς τουτέστιν οἱ περὶ τὸν Ἱπποκράτην. οὗτος γὰρ τὸν ἄνεμον


ἠέρος ἔλεγεν εἶναι χεῦμα καὶ ῥεῦμα· κινούμενον μὲν αὐτὸ ποιεῖν τοὺς
ἀνέμους, ἠρεμοῦν δὲ τὸ ὕδωρ. ὅπερ ἀπίθανον· οὐδὲ γὰρ ἐκ μιᾶς ὕδωρ
ὕλης καὶ ἄνεμοι γίνονται· τῶν μὲν γὰρ ἡ καπνώδης ἀναθυμίασις ὕλη, τῶν
δὲ ἡ ἀτμιδώδης.

Olympiodorus Phil., In Platonis Alcibiadem commentarii (4019: 004)


“Olympiodorus. Commentary on the first Alcibiades of Plato”, Ed. Westerink, L.G.
Amsterdam: Hakkert, 1956, Rep1982.Sec. 163, l. 11

τὸ νόμισμα εἰσιέναι μέν φησιν, οὐκ ἔτι δὲ ἐξιέναι. ἀπεικάζει δὲ αὐτοὺς


428

λέοντι γεγηρακότι, διότι κατὰ ἀριστοκρατίαν ζῶντες, ᾗ οἰκεῖος ὁ λέων,


ἐκνενευρισμένην αὐτὴν ἐποίησαν, ὡς κινδυνεύειν ἀπὸ ἀριστοκρατίας εἰς
ὀλιγαρχίαν μεταπεσεῖν.
 Εἰ δὲ οἱ Λακεδαιμόνιοι νικῶσι πλούτῳ τὸν Ἀλκιβιάδην, πολλῷ
μᾶλλον οἱ Περσῶν βασιλεῖς ὑπερέχουσι καὶ ἐν τούτῳ τοῦ Ἀλκιβιάδου.
λέγεται γὰρ περὶ αὐτῶν πόλεις ὅλας, ἡμερησίας ὁδοῦ διάστημα
ἐχούσας, εἰς ἕκαστον κόσμον ἀφορίζειν τῶν γυναικῶν, ὡς ἐκ τῶν προσό-
δων ἕκαστον κόσμον γίνεσθαι. διὸ καὶ ὀνόματα συνέβαινεν ἀπὸ τούτων
ἔχειν τὰς πόλεις· ποῦ μὲν γὰρ ἐλέγετο ‘ζώνη βασιλίδος’, ποῦ δὲ
’καλύπτρα’ ἢ τὶ ἄλλο τοιοῦτο. καὶ οὐκ ἀπίθανον, ὅπου καὶ Θεμιστοκλεῖ
αὐτομολήσαντι τρεῖς πόλεις ἀφώρισεν ὁ βασιλεὺς πρὸς τὴν χρείαν τῶν
ἐπιτηδείων, αἰτήσαντι ἐνιαυτὸν ποιῆσαι παρ' αὐτοῖς, ἄχρις ἂν τὰ
Περσῶν ἐκμάθοι, καὶ οὕτω περὶ τῆς προδοσίας τῆς Ἑλλάδος διαλέ-
γεσθαι αὐτός· ὡς γάρ φησιν ὁ συγγραφεύς, Μαγνησίαν καὶ Μυοῦντα
καὶ Λάμψακον αὐτῷ παρέσχεν.
 Καὶ πάλιν ἀποροῦσι, πῶς φαίνεται ὁ Σωκράτης προτρέπων μὴ ὄντα
τοιοῦτον τὸν Ἀλκιβιάδην ὥστε γενέσθαι τοιοῦτον, παραβάλλων αὐτὸν
τοῖς Πέρσαις καὶ ἀνυψῶν τὰ Περσῶν. ἢ οὐκ ἐξογκοῖ τὰ τούτων, ἀλλ'
εἰς γυναῖκας μᾶλλον αὐτοὺς παραπέμπεται φιλοχρημάτους οὔσας, διὰ
τὴν δυσγένειαν τῆς φύσεως οὔσας τοιαύτας·

Anonymi In Aristotelis Artem Rhetoricam Rhet., In Aristotelis artem rhetoricam


commentarium (4026: 001)“Anonymi et Stephani in artem rhetoricam
commentaria”, Ed. Rabe, H.Berlin: Reimer, 1896; Commentaria in Aristotelem
Graeca 21.2.P. 10, l. 24

αἰτίαν ἀκριβῆ παραδώσω περιεργότερον καὶ αὐτὸς βασανίσας τὴν λέξιν·


διηπόρηται γὰρ κἀμοί, διὰ τί ἐνταῦθα λέγει τὸν ἀκροατὴν τοῦ πανηγυρί-
ζοντος θεωρὸν τῆς ἐκείνου δυνάμεως· ἔστι γὰρ καὶ ἐν τοῖς δικαζομένοις
καὶ συμβουλεύουσι δύναμις. ἡ δ' αἰτία φαίνεται τοιαύτη καὶ τῆς σῆς ἀπο-
ρίας ἡ ἐπίλυσις ἀξία. ὁ μὲν συμβουλεύων τοῦτο μόνον δεικνύει τὸ συμ-
φέρον εἶναι τὸ περὶ οὗ ἡ συμβουλή, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἀληθῶν καὶ δοκούντων
καὶ φαινομένων πιθανῶν ὀφείλει κατασκευάζειν. ὁμοίως καὶ ὁ δικαζόμενος
κατηγορῶν εἴτε ἀπολογούμενος δεῖξαι μέλλει, ὅτι γέγονε τόδε, οὐχ ἁπλῶς
δὲ ἀλλὰ μετὰ βασάνου καὶ πίστεως ἀκριβοῦς. ὁ δὲ πανηγυρίζων ἐπαινῶν
τοῦτο μόνον ἔχει σκοπὸν ἐγκωμιάσαι καὶ πολλάκις ἐκ ψευδῶν καὶ ἀπιθά-
νων τῷ περιόντι τῆς οἰκείας δυνάμεως κατασκευάζει τὸ λεγόμενον· τὴν
δύναμιν οὖν ἐπιδείκνυται τὴν οἰκείαν δεικνὺς τὸν κώνωπα ἴσον τῷ λέοντι
καὶ τὸν χειμῶνα κρείττω τοῦ θέρους καὶ τὴν μυῖαν ἐπαινετήν, ὥσπερ οἱ
δεινοὶ ῥήτορες μυίας ἔπαινον ἐποιήσαντο. καὶ μᾶλλον θαυμάζεται ὁ ῥήτωρ
καὶ τὴν οἰκείαν ἐκφαίνει δύναμιν, ὅταν τὰ προφανῶς φαῦλα μετασκευάσῃ
καὶ δείξῃ ἐπαινετά· ποίας γὰρ δυνάμεως εἴποις ἂν τὸ τὸν Ἕκτορα τῷ
Ἀχιλλεῖ ποιῆσαι ἴσον; οὐ πολλῆς καὶ ἐν λόγοις ἱκανῆς; τὸ δὲ μυίας ἐγκώ-
μιον οὐ δυνάμεως Δημοσθενικῆς καὶ ἐντέχνου; ὁ τοίνυν θεωρὸς τὴν δύνα-
μιν ὁρᾷ τοῦ ἐγκωμιάζοντος, εἰ ἐντέχνως ἢ μὴ ἐξῇρε τὸν ἐπαινούμενον·
κἂν ἐκ τῶν ὁμολογουμένως φαύλων καὶ φευκτῶν ἐπιχειρήσας ἐπαινετὰ τὰ
κατορθώματα τοῦ ἐγκωμιαζομένου ἔδειξε, μᾶλλον θαυμάζεται τῆς τοιαύτης
429

Anonymi In Aristotelis Artem Rhetoricam Rhet., In Aristotelis artem rhetoricam


commentarium P. 69, l. 6

οἴονται ἀδικεῖν δύνασθαι. εἰ δὲ μή, ἤτοι εἰ δὲ μήτε εἰπεῖν εἰσι


δυνάμενοι μήτε πρακτικοί, κἂν εἰ ἔχωσι φίλους τοιούτους ἤτοι δυναμένους
εἰπεῖν καὶ πρακτικούς, ἢ κἂν φίλους τοιούτους οὐκ ἔχωσιν, ἀλλ' ἢ ἐὰν
ὦσιν ὑπηρέται καὶ δουλεύοντες τοῖς δυναμένοις εἰπεῖν καὶ πρακτικοῖς ἤ
εἰσι κοινωνοὶ τοιούτων δυνατῶν εἰπεῖν. [a17] ἀδικοῦσι καὶ εἰ φίλοι  
εἰσὶ τῶν ἀδικουμένων· θαρροῦσι γάρ, ὅτι, ἐπεὶ φίλος μού ἐστιν, οὐ θέλει
φυλάττεσθαι, μή πως ἀδικηθῇ παρ' ἐμοῦ, καὶ ῥᾳδίως αὐτὸν ἀδικήσω ὡς
ἀφύλακτον μένοντα, καὶ ὅτι, εἰ ἀδικηθῇ, φθάσει προκαταλλαγῆναι καὶ
σπείσασθαι αὐτῷ πρὸ τοῦ ἐξελθεῖν τὴν ὑπόθεσιν. [a21] λανθάνουσι
καὶ οἱ ἐναντίοι τοῖς ἐγκλήμασιν· οἷον εἰ ἔνδοξός τις κατηγορεῖ τινος
πένητος ὡς αὐτὸν παίσαντος, ἀπίθανα δόξει λέγειν καὶ ἀδύνατα· καὶ ὁ
αἰσχρὸς ἤτοι ὁ ἀειδὴς καὶ πτωχὸς (ἅμα τὰ δύο εἰπέ) εἰ κατηγορηθῇ,
ὡς ἐμοίχευσε τὴν δεῖνα, ἄπιστον δόξει· πῶς γὰρ ἠράσθη τοιούτου δυσειδοῦς
ἅμα καὶ πτωχοῦ; [a23] καὶ τὸ λίαν ἐν φανερῷ, οἷον ὃ ἐν χερσὶ
κρατῶ ἀεί, οὐ φυλάττεται παρ' ἐμοῦ, οἷον τὸ καλαμάριόν μου, καὶ διὰ
τοῦτο ῥᾳδίως ἄν τις δυνηθῇ ἀφελέσθαι αὐτὸ παρ' ὃ τὸν ἐγκεκρυμμένον
θησαυρὸν καὶ φυλαττόμενον παρ' ἐμοῦ ἐν ἀφανεῖ τόπῳ. [a25] καὶ περὶ
τὰ τοιαῦτα καὶ τηλικαῦτα ἀδικοῦσιν, ἃ μηδείς τις ἠδίκησε· καὶ τὸ
οἷον ἐμίγη τις τεταριχευμένῳ σώματι. τίς γὰρ ἠθέλησεν ἀδικῆσαί με
περὶ τὸ ὑπόδημα; εὐτελὲς ὂν τοιοῦτον καὶ διὰ τοῦτο ἀφύλακτον μένον ὡς
εὐκαταφρόνητον ῥᾳδίως ἀφαιρεῖται παρὰ τοῦ ἀδικοῦντος. [a28] ἀδικοῦσι

Anonymi In Aristotelis Artem Rhetoricam Rhet., In Aristotelis artem rhetoricam


commentarium P. 177, l. 21

ἀναίσχυντον, οἷον ὅτι καὶ τοὺς ὄρχεις ἐδάρδαψεν. ἀσαφεῖς δὲ γίνονται


αἱ μεταφοραί, εἰ πόρρωθεν καὶ ἀπὸ ἀνομοειδῶν μετακομίζονται. [b9]
τὰ πράγματά εἰσι συμβεβηκότα, τὸ δὲ ἄναιμον καὶ χλωρὸν ἐπὶ ζῴων
λέγεται· ὥστε ἀπὸ τῶν πόρρω μετεκομίσθη. πάλιν τὸ σπείρειν καὶ τὸ
θερίζειν ἐπὶ καρπῶν λέγεται· ἀπρεπὲς γοῦν ἐστι τὸ λέγειν σπείρειν τὰ
πράγματα μεταφορικῶς καὶ πάλιν θερίζειν. [b11] τὴν φιλοσοφίαν
ἔλεγεν ἐπιτείχισμα ἤτοι βοηθὸν καὶ φυλακὴν τῶν νόμων. ψυχρὰ ἡ
μεταφορὰ καὶ αὕτη· ἐπὶ γὰρ τῶν πόλεων λέγεται τὸ ἐπιτείχισμα. [b13]
καὶ οὐδὲν τοιοῦτον ἄθυρμα ἐν τῷ λόγῳ τοῦ Ἀλκιδάμαντος γράφει·
καὶ τὸ ἄθυρμα ψυχρὰ μεταφορά, ληφθὲν ἐπὶ ἡδονῆς. [b14] ἅπαντα
ταῦτα ἀπίθανα δοκοῦσι διὰ τὰ εἰρημένα ἤτοι διὰ τὸ εἶναι τὰς μετα-
φορὰς ἀπὸ τῶν πόρρω καὶ ἀνομοειδῶν. ἡ χελιδὼν ἔχεσε τὸν Γοργίαν·
τὸ περίττωμα γάρ ἐστι κόπρος. ὁ Γοργίας ἄριστα ἤτοι κρειττόνως
πάντων τῶν τραγικῶν ἐχρήσατο τῇ μεταφορᾷ εἰπὼν ‘αἰσχρόν, ὦ
Φιλομήλα, ἐποίησας’· ἀπέσκωψε γὰρ αὐτὴν ὡς παρθένον, οὐχ ὡς ὄρνιν·
τὸ γὰρ αἰσχρόν, εἰ ὡς ὄρνις τοῦτο ἐποίησεν· αὕτη δὲ ἦν πρώτη παρθένος,
ἧς τὸ ὄνομα Φιλομήλα, καὶ ἀπωρνεώθη. [b18] εἰπὼν ὃ ἦν – ἦν
γὰρ παρθένος – , ἀλλ' οὐχ ὃ ἔστιν – ἔστι γὰρ ὄρνις – .

Anonymi In Aristotelis Artem Rhetoricam Rhet., In Aristotelis artem rhetoricam


commentarium P. 187, l. 7
430

[a20] ἡ γὰρ ψυχὴ τοῦ ἀκούοντος παραλογίζεται καὶ ἀπατᾶται καὶ


οἴεται ὡς ἀληθῶς λέγοντος, ἤτοι ὅτι ἀληθῶς λέγει ὁ ῥήτωρ, ἀπὸ τοῦ
λέγειν λέξεις ἁρμοζούσας καὶ ἀναλόγους τοῖς πράγμασιν· ἐπὶ τοῖς τοι-  
ούτοις γὰρ πράγμασιν, οἷς καὶ ἀνάλογος λέξις παρὰ τοῦ ῥήτορος τίθεται,
ἀπατᾶται ὁ ἀκροατὴς καὶ οἴεται, ὡς οὕτως ἔχουσι τὰ πράγματα, καθὼς
καὶ παρὰ τῷ ῥήτορι ἀπαγγέλλονται. [a22] ὥστε οἱ ἀκροαταὶ οἴονται
οὕτως ἔχειν τὰ πράγματα, ὡς ὁ λέγων ἀπαγγέλλει αὐτά, κἂν καὶ μὴ
οὕτως ἔχωσιν. εἰ δὲ τῶν πραγμάτων λυπηρῶν ὄντων καὶ περιπαθῶν
θαυμαστικῶς ἀπαγγέλλει αὐτὰ ἢ τὰ ἐπαινετὰ ἀπαγγέλλει σχετλιαστικῶς
καὶ περιπαθῶς, ἀπίθανος δοκεῖ ὁ τοιοῦτος ῥήτωρ καὶ ψευδὴς καὶ πρὸς τὸ
ἀπατᾶν ἀφορῶν, καὶ διὰ τοῦτο ἀπεστραμμένως ἀπαγγέλλει τὰ πράγματα
καὶ οὐκ ἀναλόγως. [a23] καὶ ὁ ἀκούων συλλυπεῖται τῷ λέγοντι περι-
παθῶς τὰ περιπαθῆ πράγματα, κἂν μηδὲν ἀληθὲς λέγῃ, ἀλλ' οὖν οἱ
ἀκροαταὶ οἴονται ἀληθεύειν αὐτόν· διὸ καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοῦ σχετλιάζειν ἐν
τοῖς λυπηροῖς θορυβοῦσι τοὺς ἀκροατὰς ἀκούοντας αὐτοῦ λέγοντος ‘ὦ
τῆς συμφορᾶς, οἷά μοι ἐπεσυνέβησαν’· ὁμοίως δὲ θορυβοῦνται οἱ ἀκροαταὶ
καὶ ἐὰν ἀκούσωσι τοῦ λέγοντος θαυμάζοντός τι, καὶ διὰ τοῦτο προσέχουσιν
αὐτῷ. [a25] ἠθικὴ δέ ἐστι καὶ ἡ τῶν σημείων δεῖξις. ἄλλα εἰσὶ
σημεῖα τοῦ γέροντος, ἤτοι τὸ προβουλεύεσθαι, τὸ εἰδέναι τὰ ὄντα, τὰ προ-
όντα, τὰ μέλλοντα, καὶ ἄλλα εἰσὶ σημεῖα τοῦ νέου, ἤτοι τὸ θαρραλέον,

Anonymi In Aristotelis Artem Rhetoricam Rhet., In Aristotelis artem rhetoricam


commentarium P. 189, l. 10

μέν, ἤτοι εἰ δὲ αἱ λέξεις εἰσὶ σκληραὶ καὶ ὕβριν ὑποσημαίνουσαι, τόδε  


δὲ μή, ἤτοι ἡ δὲ φωνή, δι' ἧς ταύτας ἐκφέρεις, ἐστὶ μαλακὴ καὶ ὑφει-
μένη καὶ τὸ πρόσωπον ἐνδείκνυσαι ἱλαρόν, λανθάνεις ποιῶν τὸ αὐτὸ
ἤτοι λεληθότως ὑβρίζεις αὐτὸν καὶ οὐδὲ δοκεῖς ὕποπτος τοῖς ἀκροαταῖς·
τὸ αὐτὸ δὲ ποιεῖς λεληθότως ἤτοι τὸ ὑβρίσαι τὸν ἀντιδικοῦντα, ὅπερ ἂν
ἐποίησας, καὶ εἰ μετὰ τραχείας φωνῆς ἐξέφερες τὰς τραχείας λέξεις καὶ
ὑβριστικάς. εἰ δὲ βούλει δοκεῖν, ὡς ἃ λέγεις πιθανά εἰσι, δεῖ τὰ μαλακὰ
ὑφειμένως ἀπαγγέλλειν καὶ δι' εὐτελῶν λέξεων καὶ τὰ σκληρὰ πάλιν
σκληρῶς καὶ ὀγκηρῶς ἀπαγγέλλειν· [b9] εἰ δὲ τὰ μαλακὰ καὶ ταπεινὰ
ἀπαγγέλλεις σκληρῶς καὶ ὀγκηρῶς, δόξεις περίεργος καὶ δολερὸς καὶ
μωρὸς ὡς σπουδάζων ἀντιστρέφειν τὰ πράγματα καὶ ἀπίθανα δόξεις λέγειν.
[b11] τῷ δὲ λέγοντι παθητικῶς ἁρμόζουσιν αἱ ἐπίθετοι λέξεις ὡς τὸ
πελώριος καὶ διπλᾶ ὡς τὰς συνθέτους λέγειν ὡς τὸ οὐρανόμηκες καὶ
ξένας λέξεις ἤτοι διαλέκτου καὶ τῆσδε ἢ τῆσδε τῆς γλώττης· τῷ γὰρ
λέγοντι κακὸν οὐρανόμηκες συγγνώμη ἐστὶν ὡς ὀργιζομένῳ· δοκεῖ
γὰρ ὁ ὀργιζόμενος μὴ προσέχειν οἷς λέγει ὡς ὑπὸ τῆς ὀργῆς τὰς φρένας
ἐξεστηκώς, καὶ διὰ τοῦτο συγγνωμονοῦσιν αὐτῷ, κἂν ἀνοίκεια καὶ ἀκατάλ-
ληλα λέγῃ· τὸ γὰρ οὐρανόμηκες ἐπὶ θείων λέγεται, οὐ μὴν δὲ ἐπὶ
κακῶν· εἴ τι γὰρ ἔλθῃ εἰς τὴν γλῶτταν τοῦ ὀργιζομένου, τοῦτο καὶ λέγει
καὶ οὐ σκοπεῖ τὰ κατάλληλα. [b13] καὶ ὅταν ἔχῃ ἤδη τοὺς
431

Anonymi In Aristotelis Artem Rhetoricam Rhet., In Aristotelis artem rhetoricam


commentarium P. 190, l. 7

σιάζοντες καὶ ὅλοι γενόμενοι τοῦ λέγοντος ἀποδέχονται τοὺς ῥήτορας


λέγοντας τοιαῦτα ἤτοι παράλληλα. [b18] διὸ καὶ τὸ τὰ τοιαῦτα λέγειν
ἤτοι παράλληλα, ἐπεὶ καὶ τῶν ἐνθουσιαζόντων ἐστὶν ἡ ποίησις, λοιπὸν τῇ
ποιήσει ἁρμόττει. ἢ δεῖ οὕτως λέγειν τὰ παράλληλα μεταποιῆσαι τοὺς  
ἀκροατὰς ἐνθουσιάζειν καὶ ἀποδέχεσθαι τοὺς λέγοντας ἢ μετ' εἰρωνείας
ἤτοι ἢ δεῖ χρᾶσθαι τῇ εἰρωνείᾳ μετὰ τὸ ἀποδεῖξαι τὸν δεῖνα προδότην
τῆς πατρίδος καὶ λέγειν μετ' εἰρωνείας πάντα μετὰ τὰς ἀποδείξεις ‘ὁ
καλὸς οὑτοσί, ὁ γενναῖος’. [b20] οἱ λόγοι τοῦ Γοργίου, ὃν παρεισάγει
ὁ Πλάτων διαλεγόμενον, εἰρωνευτικοί εἰσιν ἅπαντες.
 Τὸ μὲν γὰρ εἶναι τὴν λέξιν ἔμμετρον καὶ μετρικῷ ἀνήκουσαν
ἀνδρὶ ἐστὶν ἀπίθανον, ἤτοι ὁ ταῦτα λέγων τὰ ἔμμετρα ἀπίθανός ἐστι
καὶ ψευδής· [b22] δοκεῖ γὰρ πεπλάσθαι ἤτοι ἐπιτηδεύειν τὰς τοιαύτας
ἐμμέτρους λέξεις διὰ τὸ ἀπατῆσαι, καὶ ἅμα ἡ τοιαύτη λέξις ἡ ἔμμετρος
ἐξίστησι τὸν ἀκροατὴν τοῦ οἰκείου λογισμοῦ καὶ τοῦ προσέχειν τῇ ἀπο-
δείξει· καὶ προσέχει πάλιν πότε ῥηθῇ καὶ ἔλθοι τοιαύτη ὁμοία λέξις·
ἀκούσας γὰρ τοιαύτης ἐμμέτρου λέξεως οἷον

Anonymi In Aristotelis Categorias Phil., Paraphrasis categoriarum (4027: 001)


“Anonymi in Aristotelis categorias paraphrasis”, Ed. Hayduck, M.Berlin: Reimer,
1883; Commentaria in Aristotelem Graeca 23.2.P. 10, l. 9

τόνων τὰ καταδεέστερα καὶ πάντα τοῖς ἀλύτοις δεσμοῖς τῆς ὁμοιότητος συμ-
περαίνεσθαι. διὰ τοῦτο καὶ Πλάτων ἐν Παρμενίδῃ τὸ ἓν διὰ πασῶν διατείνει  
τῶν ὑποθέσεων, εἴτε περὶ θεοῦ, εἴτε περὶ νοῦ ἢ ψυχῆς καὶ σώματος ὁ λόγος
γένοιτο, κατὰ τὴν ἐπὶ πάντα προϊοῦσαν διαφορουμένην κοινότητα. ἔχει δὲ
ἀπορίαν τό τε πάσχειν καὶ τὰ πρός τι, ἔτι δὲ τὸ κεῖσθαι καὶ τὰ τοιαῦτα, εἰ
ἐν τοῖς ἀτρέπτοις καὶ ἀπαθέσι καὶ οὖσιν ἐφ' ἑαυτοῖς ἐνεῖναι ταῦτα ἰσχυριού-
μεθα. ἢ δυνατὸν μὲν καὶ ταῦτα κατ' ἀναλογίαν ἐκεῖ θεωρεῖν, ᾗ μόνῃ ληπτὰ
τῇ μεταβάσει τὰ νοητὰ γέγονεν, εἴπερ μεθέξεις ἀπ' ἀλλήλων καὶ ἱδρύσεις ἐν
ἀλλήλοις καὶ ἐπ' ἐκείνοις εἰσί, καὶ τὰ μὲν αἴτια τὰ δὲ αἰτιατὰ ὑμνοῦμεν. εἰ
δέ τις ἄλλως ἀκούων τοῦ πάσχειν καὶ τοῦ πρός τι μὴ ἀξιοῖ θεωρεῖν αὐτὰ ἐν
τοῖς νοητοῖς, οὐκ ἀπίθανον λέγειν, ὅτι δέκα ὄντων τῶν ὅλων γενῶν, ἐν μὲν
τοῖς συνθέτοις πάντα εὕροι τις, ὡς καὶ ἐν τούτῳ τὴν σύνθεσιν ἐνδεικνυμένοις
(καὶ γὰρ ἐν τοῖς μερικωτέροις ἀεὶ πλείονά ἐστι τὰ ὑπάρχοντα, κατὰ μερισμὸν
πλεοναζομένοις), ἐπὶ μέντοι τῶν νοητῶν οὐ πάντα ὑπάρχει, ἀλλὰ μόνα τὰ τοῖς
ἁπλουστάτοις προσήκοντα γένη. καὶ οὐκ ἂν εἴη διὰ τοῦτο ἡ διαίρεσις ἐλλεί-
πουσα τῶν γενῶν· οὐ γὰρ εἴ τινα μὴ μετέχει τῶν ὅλων γενῶν, ἐλλιπὴς ἡ
διαίρεσις δείκνυται, ἀλλ' ἐάν τι τῶν προτεινομένων ἔξω πίπτῃ τῆς εἰς τὰ δέκα
ἀναγωγῆς, τότε ὁ καθόλου λόγος τῶν κατηγοριῶν ἐνδεὴς ἔσται.
 Ἀλλ' εἰ πᾶσαν φωνὴν πράγματος σημαντικὴν εἰς ταύτας ἀνάγεσθαι δεῖ, πᾶσα
δὲ φωνὴ τοῖς ὀκτὼ τοῦ λόγου ἀφώρισται μέρεσι, ἐπιστῆσαι δεῖ, πῶς ἔσται ἡ δια-
νομή. τὸ μὲν ὄνομα ὅτι ἀνάγεται ὡς εἰς ἀρχὰς τὰς κατηγορίας, δῆλον (ἢ
432

Stephanus Gramm., Ethnica (epitome) (4028: 001)“Stephan von Byzanz. Ethnika”,


Ed. Meineke, A.Berlin: Reimer, 1849, Rep1958.P. 599, l. 9

 Τάκομψος, κώμη ἐν τοῖς ὁρίοις Αἰγυπτίων καὶ Αἰθιό-


πων πρὸς τῇ Φίλῃ νήσῳ, ὡς Ἀρισταγόρας ἐν Αἰγυπτιακῶν  
πρώτῳ. τὸ ἐθνικὸν Τακομψίτης, ὡς Κάνωβος Κανωβίτης,
Πεντάσχοινος Πεντασχοινίτης.
 Ταλαρία, πόλις Συρακουσίων. Θεόπομπος ἐν Φιλιπ-
πικῶν μʹ. τὸ ἐθνικὸν Ταλαρῖνος, ὡς τῆς Πανδοσίας Πανδο-
σῖνος καὶ Πλακεντῖνος. Σικελικῶς καὶ γὰρ ἀμφότερα.
 Τάμασος, πόλις Κύπρου, ἐν μεσογείᾳ, διάφορον ἔχουσα
χαλκόν. τὸ ἐθνικὸν Ταμασίτης, καὶ Ταμάσιος ὡς Ἐφέσιος
Θάσιος. ἐντεῦθέν τινες γράφουσιν “ἐς Τάμασιν μετὰ χαλκόν”.
ἀπιθάνως. ἔστι γὰρ καὶ Ταμέση πόλις τῆς Ἰταλίας καὶ πο-
ταμός. Πολύβιος δ' ἐν τῷ πρώτῳ Τεμέσειαν τὴν πόλιν κα-
λεῖ. τὸ ταύτης ἐθνικὸν Τεμεσαῖος.
 Τάμβραξ, πόλις Παρθυαίων. τὸ ἐθνικὸν Ταμβράκιος,
διὰ δὲ τὴν χώραν Ταμβρακηνός.
 Ταμίαθις, πόλις Αἰγύπτου. λέγεται καὶ θηλυκῶς. ἡ
γενικὴ Ταμιάθεως. [οὕτω Γεώργιος ὁ Χοιροβοσκὸς ἐν τῷ
ὀνοματικῷ.]
 Ταμιεῖον, οἶκος ἐν ᾧ τὰ ἀναγκαῖα ἀπετίθεσαν, ὡς  
Ἀριστοφάνης καὶ ἰπνὸς καὶ ἄλλοι. Φρύνιχος δὲ ἐν σοφιστικῇ
παρασκευῇ καὶ ἐπὶ τῶν κακῶν φησι τὸ ταμιεῖον. εἴρηται δὲ

Michael Phil., In ethica Nicomachea ix–x commentaria (4034: 001)


“Eustratii et Michaelis et anonyma in ethica Nicomachea commentaria”, Ed. Heylbut,
G.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem Graeca 20.P. 533, l. 3

στοὺς τοὺς λόγους, ἀλλ' οὐχ οἱ λόγοι τὰ πράγματα. εἰ γάρ τις λέγοι, ὅτι ἡ
φιλαργυρία φαῦλόν ἐστιν, εἶθ' ὁρᾶται συλλέγων παντὶ τρόπῳ καὶ πάντο-
θεν τὸ νόμισμα, τίς ἂν τούτῳ πιστεύσειεν, ὅτι φαῦλόν τί ἐστιν ἡ φιλαρ-
γυρία; ὡσαύτως καὶ ὁ λέγων τὴν ἡδονὴν φαῦλον, εἶτα ῥέπων πρὸς αὐτὴν
ἐξ ὧν πράττει ἀγαθὸν αὐτὴν εἶναι ἐνδείκνυται, καὶ οὐχ ὁποῖον λέγει. ὥστε
αἱ πράξεις βεβαιοῦσι τοὺς λόγους, ἀλλ' οὐχ οὗτοι τὰς πράξεις. λέγει δὲ
πάθη μὲν ἡδονὰς λύπας, φιλίας ὀργάς, πράξεις δὲ τὰς ἀπ' αὐτῶν
ἐνεργείας ὕβρεις ἁρπαγὰς τιμάς, καὶ εἴρηται περὶ τούτων πολλάκις ἐν τοῖς  
προτέροις βιβλίοις. ὅταν τοίνυν οἱ λόγοι μὴ συμφωνῶσι τοῖς κατὰ τὴν
αἴσθησιν, ἤτοι τοῖς πραττομένοις ὑφ' ἡμῶν τῶν λεγόντων αὐτούς, κατα-
φρονούμενοι πρὸς τῷ ἀπίθανοι δοκεῖν καὶ τὴν ἀλήθειαν προσαφανίζουσιν.
ὁ γὰρ λέγων ἁπλῶς καὶ ἀδιορίστως τὴν ἡδονὴν φαῦλον, εἶτα ὁρᾶται πρὸς
αὐτὴν ἀποκλίνων καὶ σπουδῇ διώκων ἀναιρεῖ τὸ ἀληθές. ἔστι γὰρ ἀλη-
θῶς ἡδονή τις φαύλη καὶ ἀληθεύει ὁ φαύλην αὐτὴν λέγων, δοκεῖ δὲ ψεύ-
δεσθαι διὰ τοὺς λέγοντας τὴν ἡδονὴν φαύλην, εἶτα ἀποφαινομένους ἀγαθὴν
ἐκ τοῦ ἐπιδιώκειν αὐτήν. οἱ πολλοὶ γὰρ μὴ δυνάμενοι διαιρεῖν ποσαχῶς
ἕκαστον λέγεται καὶ τὴν φαύλην ἀγαθὸν οἴονται, βλέποντες τὸν ἁπλῶς τὴν
ἡδονὴν καὶ ἀδιορίστως ψέγοντα πρὸς αὐτὴν ὁρμῶντα. δεῖ τοίνυν περὶ τῶν
πολλαχῶς λεγομένων μὴ ἁπλῶς ἀποφαίνεσθαι ἀλλὰ διαιρεῖν, οἷον ὅτι ἡδονή
433

Πρόκλος. In Platonis rem publicam commentarii (4036: 001)“Procli Diadochi in


Platonis rem publicam commentarii, 2 vols.”, Ed. Kroll, W.
Leipzig: Teubner, 1:1899; 2:1901, Rep1965.Vol. 2, p. 330, l. 7

ὡς θείως ἐνεργοῦσαν. Τοσαῦτα μὲν ὁ Ναυμάχιος ἐξηυ-


πόρησεν εἰς λύσιν τῆς προτεθείσης ἀπορίας.
Τριῶν δὲ ἡμῖν δεδειγμένων ἐν τούτοις, ἑνὸς μὲν ὅτι
ψυχῶν εἰσι λογικῶν αἱ μεταβολαὶ πᾶσαι μόνων ἢ ἀπ' ἀν-  
θρώπων εἰς ἄλογα μετιουσῶν ἢ ἀνάπαλιν ἢ ἀπ' ἀρρένων
εἰς θήλεα ἢ ἀνάπαλιν ἢ ἀπ' ἀλόγων εἰς ἄλογα, δευ-
τέρου δὲ ὅτι αἱ εἰς ἄλογα μετοικήσεις τῶν ἀπὸ γῆς εἰσιν
ψυχῶν, ἀλλ' οὐ τῶν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ προελθουσῶν, τρίτου
δὲ ὅπως ἐγνώριζεν ὁ τούτων ἄγγελος τῶν θεαμάτων τὰς ἐξ
ἀνθρωπίνων βίων ἢ ἐξ ἀλόγων ὡρμημένας· καὶ δεδειγμένων
πάντων οὐκ ἀπιθάνως ἕπεται τρία μετὰ ταῦτα συγγενῆ
τούτοις διασκέψασθαι προβλήματα καὶ τὰ δοκοῦντα περὶ
αὐτῶν εἰπεῖν· ὧν ἓν μέν ἐστιν, εἰ πᾶσαν ψυχὴν εἰς γένεσιν
κατιοῦσαν εἰς ἄλογα ζῷα κατιέναι δυνατόν, ἢ ἔστιν γένος
ψυχῶν τῆς τοιαύτης ἄδεκτον ἀποπτώσεως· ἕτερον δὲ εἰ πᾶν
ἄλογον ζῷον ἔχει ψυχὴν ἐφεστῶσαν λογικὴν ἔξωθεν, καὶ
οὐκ ἄλλως ψυχοῦσθαι καὶ ταῦτα δυνατὸν ἢ διὰ ψυχῆς λο-
γικῆς δυναμούσης τὴν ἐν αὐτοῖς ψυχὴν ἐνοῦσαν· τρίτον δὲ
εἰ διὰ πάντων ἀλόγων ζῴων ἡ κάθοδός ἐστι τῶν λογικῶν
ψυχῶν κατὰ τὴν Πλάτωνος ψῆφον, καὶ εἰ μέχρι τούτων
μόνων.

Πρόκλος. In Platonis rem publicam commentarii Vol. 2, p. 354, l. 3

ματι δῆλός ἐστιν ὁ Πλάτων ἀναδιδάσκων, τίνος ἔργον ψυχῆς


τὰ τοιαῦτα φράζειν, καὶ ὡς ταύτης ἣν μὴ κατέκλυσεν τὸ
πόμα τοῦ ποταμοῦ τῆς Λήθης.
 Τὸ δ' οὖν ἐφεξῆς πάντων τούτων, ὅτι πῶς μὲν ἐν τῷ
σώματι γέγονεν, οὐκ οἶδεν – ἡ γὰρ ἐξαίφνης ὁδὸς οὐκ
ἔδωκεν ἐπιστάσει χώραν· οὐδὲ γὰρ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἐξαπίνης
γινομένων ἐφίσταμεν, χρόνου παράτασιν τῆς ἐπιστάσεως ἀπαι-
τούσης, ἵνα παρακολουθήσῃ τῇ ἀρχῇ καὶ τῷ μέσῳ καὶ τῷ  
τέλει τοῦ συμβαίνοντος – , ἀναβλέψας δὲ ἕωθεν ἑαυτὸν
εἶδεν ἐπὶ τῇ πυρᾷ κείμενον δωδεκαταῖον, ὡς εἴρηται ἐν
προοιμίοις [p. 614b]. Καὶ ὅπως οὐκ ἀπίθανος ἡ ἱστορία,
δι' ἐκείνων τῶν ἐν ἀρχῇ λελεγμένων ἡμῖν ὑπεμνήσαμεν·
προσκείσθω δὲ ἐκεῖνο, ὅτι καὶ ἡ δυωδεκὰς περιόδου θείας
ἐστὶν ἀριθμὸς εἰς τὸ πέρας τῶν ὄντων ἀπὸ τῆς ἀρχῆς
καταντήσας, πέρατα καὶ μέσα τῶν ὅλων περιλαβών, ἅτε
ἀπὸ τῶν ἀρχῶν μάλιστα προελθὼν τῶν ἐν τοῖς ἀριθμοῖς
πρωτουργῶν.
 Τούτοις δὲ ἑπομένως ὁ Σωκράτης [p. 621b] τὸν μῦθον
συμπερανάμενος σεσῶσθαί φησιν, ἀλλ' οὐκ ἀπολωλέναι, καὶ
ἡμᾶς σώσειν, ἐὰν πειθώμεθα αὐτῷ – πεισθέντες γὰρ οὐ
μιανθησόμεθα τὴν ψυχὴν ⟦καὶ⟧ ἀνοσιουργίαις ἐπιτρέψαντες
434

Πρόκλος. In Platonis Parmenidem (4036: 008)“Procli philosophi Platonici opera


inedita, pt. 3”, Ed. Cousin, V.
Paris: Durand, 1864, Rep1961.
P. 635, l. 31

θήραν, οὔτε ἄλλο τι θεωρεῖν ἀποῤῥητότερον


ἡμᾶς ἀφίησιν ἑαυτῆς, εἴπερ τὰ μὲν ἐπιδεικνύ-
ται τῶν ἐν τῷ διαλόγῳ σκεμμάτων αὐτὴν ἀν-
αγκαίαν, τὰ δὲ εἰς σαφήνειαν συμπράττει τῶν
καθολικῶν αὐτῇ κανόνων, τὰ δὲ αὐτὴν ὑπαυ-
γάσαι μέσον τούτων ἡμῖν προτίθησι τὴν μέ-
θοδον.
 Οὗτοι μὲν δὴ ταῦτα ἀντιφαῖεν ἂν, λογικὸν
τιθέμενοι καὶ αὐτοὶ τὸν σκοπὸν, ἐκείνους δὲ
ἀτιμάσαντες τοὺς εἰς πρόσωπον βλέποντας, ὡς
ἀπιθάνοις ἐπιβεβληκότας. Τῶν δὲ πραγματει-
ώδη τὴν πρόθεσιν εἰπόντων καὶ τὴν μέθοδον τῶν
πραγμάτων ἕνεκα γυμνάζεσθαι λεγόντων, ἀλλ'
οὐ τὰ ἀποῤῥητότερα τῶν δογμάτων εἰς τὴν τῆς
μεθόδου κατάληψιν περιαγόντων, οἱ μὲν περὶ
τοῦ ὄντος ἔφαντο τὴν ζήτησιν εἶναι· καὶ πῶς
ἓν οἱ ἄνδρες ἐκεῖνοι τὸ ὂν ἔλεγον εἶναι, προκεῖ-
σθαι τῷ Πλάτωνι δι' αὐτῶν ἐκείνων καταδή-  
σασθαι τῶν ἀνδρῶν καὶ τῆς μεθόδου τῆς εἰω-
θυίας ἐκείνοις, τοῦ μὲν Ζήνωνος τὰ πολλὰ
διελέγχοντος κρατερῶς, τοῦ δὲ Παρμενίδου τὸ

Πρόκλος. In Platonis Parmenidem P. 640, l. 23

ὅταν ὑπόθεσίς τις παραλαμβάνηταί τινων, ἀρ-


χῆς ἔχει λόγον ἡ ὑπόθεσις· γίγνεται δὲ ἡ ζήτησις
οὐ περὶ αὐτῆς, ἀλλὰ περὶ τῶν ἑπομένων τῇ ὑπο-
θέσει, μενούσης καὶ κινηθείσης τῆς ὑποθέσεως.
 Οἱ μὲν οὖν παλαιοὶ περὶ τῆς τοῦ Παρμενί-
δου προθέσεως τοῦτον διέστησαν τὸν τρόπον·
ὅσα δὲ συνεισήγαγε ταῖς τούτων ἐπιστάσεσιν ὁ
ἡμέτερος καθηγεμὼν, ἤδη λεκτέον. Εἶναι μὲν
δὴ καὶ αὐτὸς τὸν σκοπὸν πραγματειώδη τοῦ
διαλόγου τοῖς οὕτως ἑλομένοις τῶν πρεσβυτέρων
ὡμολόγει, τήν τε ἀντιγραφὴν ὡς ἀπίθανον
χαίρειν ἀφείς· τὸ γὰρ δεῖσθαι μὲν τὸν Ζήνωνα
τοῦ Παρμενίδου τοῖς παροῦσι γυμνάσαι τὴν μέ-
θοδον, ἐκεῖνον δὲ ἐν τῷ γυμνάζειν ἀμύνεσθαι
τὴν Ζήνωνος πραγματείαν, πρὸς τοῖς ἔμπρο-
σθεν εἰρημένοις παντελῶς ἀπίθανον, καὶ πρὸς
τῇ ἀντιγραφῇ ταύτῃ τῇ ληρώδει τὸν περὶ τῆς
γυμνασίας τῆς ἐκκειμένης σκοπόν·
435

Πρόκλος. In Platonis Parmenidem P. 640, l. 28

δου προθέσεως τοῦτον διέστησαν τὸν τρόπον·


ὅσα δὲ συνεισήγαγε ταῖς τούτων ἐπιστάσεσιν ὁ
ἡμέτερος καθηγεμὼν, ἤδη λεκτέον. Εἶναι μὲν
δὴ καὶ αὐτὸς τὸν σκοπὸν πραγματειώδη τοῦ
διαλόγου τοῖς οὕτως ἑλομένοις τῶν πρεσβυτέρων
ὡμολόγει, τήν τε ἀντιγραφὴν ὡς ἀπίθανον
χαίρειν ἀφείς· τὸ γὰρ δεῖσθαι μὲν τὸν Ζήνωνα
τοῦ Παρμενίδου τοῖς παροῦσι γυμνάσαι τὴν μέ-
θοδον, ἐκεῖνον δὲ ἐν τῷ γυμνάζειν ἀμύνεσθαι
τὴν Ζήνωνος πραγματείαν, πρὸς τοῖς ἔμπρο-
σθεν εἰρημένοις παντελῶς ἀπίθανον, καὶ πρὸς
τῇ ἀντιγραφῇ ταύτῃ τῇ ληρώδει τὸν περὶ τῆς
γυμνασίας τῆς ἐκκειμένης σκοπόν· εἰ γὰρ ἔδει
τινὸς παραδείγματος αὐτῷ πρὸς τὴν τῆς με-
θόδου σαφήνειαν, ἄλλο τι τῶν προχείρων ἂν
παρέλαβεν ἐξαρκοῦν εἰς παραδείγματος ἰδέαν,
ἀλλ' οὐχὶ τὸ σεμνότατον τῶν ἑαυτοῦ δογμάτων
πάρεργον ἂν ἐποιήσατο τῆς κατὰ τὴν γυμνασίαν
διδασκαλίας, καίτοι νέοις προσήκειν ταύτην
ἡγούμενος· ἐκεῖνο δὲ πρεσβυτικῆς εἶναι δια-
νοίας καθορᾷν, καὶ οὐδὲ ἀνθρωπίνης,

Πρόκλος. In Platonis Parmenidem P. 919, l. 33

τέροις ἤδη καὶ ἐκ τῶν προειρημένων.


 Πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα, φάναι, μέ-
γιστον δὲ τόδε· εἴ τις φαίη μηδὲ προς-
ήκειν αὐτὰ γιγνώσκεσθαι ὄντα τοιαῦτα
οἷά φαμεν δεῖν εἶναι τὰ εἴδη, τῷ ταῦ-
τα λέγοντι οὐκ ἂν ἔχοι τις ἐνδείξασθαι
ὅτι ψεύδεται, εἰ μὴ πολλῶν μὲν τύχοι
ἔμπειρος ὢν ὁ ἀμφισβητῶν καὶ μὴ
ἀφυὴς, ἐθέλοι δὲ πάνυ πολλὰ καὶ πόῤ-
ῥωθεν πραγματευομένου τοῦ ἐνδεικνυ-
μένου ἕπεσθαι· ἄλλως δ' ἀπίθανος ἂν
εἴη ὁ ἄγνωστα ἀναγκάζων αὐτὰ εἶναι.
(P. 133 A.)
 Ὅτι μὲν παμπόλλων καὶ χαλεπωτάτων
ἀποριῶν ἐστι πλήρης ὁ περὶ τῶν ἰδεῶν λόγος,
δηλοῦσι καὶ οἱ μετ' αὐτὸν μυρίους ὅσους κατα-
τείνοντες λόγους, οἱ μὲν πρὸς τὴν ἀναίρεσιν
αὐτῶν, οἱ δὲ πρὸς τὴν θέσιν· καὶ τῶν τιθεμέ-
νων, οἱ μὲν ἄλλην, οἱ δὲ ἄλλην οὐσίαν αὐτῶν  
λέγοντες, καὶ περὶ τοῦ τίνων τὰ εἴδη, καὶ περὶ
τοῦ τρόπου τῆς μετοχῆς, καὶ περὶ ἄλλων δια
436

Πρόκλος. In Platonis Timaeum commentaria (4036: 010)“Procli Diadochi in


Platonis Timaeum commentaria, 3 vols.”, Ed. Diehl, E.Leipzig: Teubner, 1:1903;
2:1904; 3:1906, Rep1965.Vol. 3, p. 167, l. 31

τῶν ἀλόγων δαιμόνων ἔμπροσθεν [p. 157 ss] ἡμῖν, τίνας


αὐτῶν οἴεσθαι δεῖ τοὺς ὑποστάτας· ἐπεὶ περί γε τῶν λογι-
καῖς ψυχαῖς χρωμένων δῆλον, ὡς καὶ τούτων τὸν δημι-
ουργὸν αἰτιατέον. καὶ μήποτε διὰ ταῦτα, ὡς εἴρηται, καὶ
ποτὲ μὲν καλεῖ δαίμονας οὓς ὑφιστάνειν μέλλει, ποτὲ δὲ
θεούς, οὐ μόνον ὡς τῶν μὲν οὐρανίων, καὶ εἰ δαίμονες
εἶεν, ὀφειλόντων καλεῖσθαι θεῶν, τῶν δὲ ὑπὸ σελήνην, καὶ
εἰ θεοὶ εἶεν, δαιμόνων, ἀλλὰ καὶ πρὸς τούτοις ἵνα κοινοὺς
ποιήσῃ τοὺς περὶ αὐτῶν λόγους τοῖς τε θεοῖς τοῖς γενεσι-
ουργοῖς καὶ τοῖς προσεχῶς αὐτῶν ἐξημμένοις δαίμοσι. τού-
του μὲν οὖν καὶ ἄλλας εἴπομεν αἰτίας οὐκ ἀπιθάνους.
 Λοιπὸν δὲ περὶ αὐτῶν τῶν θεῶν τούτων, ὧν ἐμνημό-  
νευσεν ὁ Πλάτων, ὁποίας ἔχειν ἐννοίας προσήκει ῥητέον,
διότι καὶ τῶν παλαιῶν οἳ μὲν εἰς μύθους τὸν περὶ αὐ-
τῶν λόγον ἀνήνεγκαν, οἳ δὲ εἰς πάτρια πόλεων, οἳ δὲ εἰς
φυλακικὰς δυνάμεις, οἳ δὲ εἰς ἠθικὰς ἀποδόσεις, οἳ δὲ
εἰς ψυχάς. οὓς καὶ ὁ θεῖος Ἰάμβλιχος αὐτάρκως διήλεγξεν
ὡς τῆς τε τοῦ Πλάτωνος διανοίας ἁμαρτόντας καὶ τῆς τῶν
πραγμάτων ἀληθείας. ῥητέον δ' οὖν τοῦτον τὸν τρόπον,
ὅτι Πυθαγόρειος ὢν ὁ Τίμαιος ἕπεται ταῖς τῶν Πυθαγο-
ρείων ἀρχαῖς. αὗται δέ εἰσιν αἱ Ὀρφικαὶ παραδόσεις· ἃ γὰρ

Φώτιος βιβλιοθήκη. (4040: 00“Photius. Bibliothèque, 8 vols.”, Ed. Henry, R.


Paris: Les Belles Lettres, 1:1959; 2:1960; 3:1962; 4:1965; 5:1967; 6:1971; 7:1974;
8:1977.Codex 1, Bekker p. 2a, l. 5

δέ, ὅτι Εὐσέβιος ὁ Παμφίλου, ἀναγραφὴν ποιησά-


μενος τῶν συγγεγραμμένων τοῖς μακαρίοις πατράσιν
ἡμῶν βιβλίων, οὐδεμίαν ταύτης μνήμην ἐποιήσατο·
τρίτη δέ, ὅτι πῶς τῶν κατὰ προκοπὴν ἐν τῇ ἐκκλη-
σίᾳ καὶ διὰ μακροῦ τοῦ χρόνου αὐξηθέντων παραδόσεων
ἡ βίβλος αὕτη λεπτομερῆ τὴν ἐξήγησιν ποιεῖται; ὁ
μὲν γὰρ μέγας Διονύσιος σύγχρονος ἦν, ὡς δῆλον
ἐκ τῶν Πράξεων, τοῖς ἀποστόλοις· ἃ δὲ ἡ βίβλος περιέ-
χει, τὰ πλεῖστα τῶν κατὰ προκοπὴν καὶ ἐς ὕστερον ἐν
τῇ ἐκκλησίᾳ αὐξηθέντων παραδόσεών ἐστιν ἀναγραφή·
ἀπίθανον οὖν, φασί, μᾶλλον δὲ κακόπλαστον, τὰ μετὰ
πολὺν χρόνον τῆς τελευτῆς τοῦ μεγάλου Διονυσίου ἐν
τῇ ἐκκλησίᾳ αὐξηθέντα Διονύσιον ὑπολαμβάνειν ἀνα-
γράψαι· τετάρτη δέ, πῶς μέμνηται τῆς τοῦ θεοφόρου
Ἰγνατίου ἐπιστολῆς ἡ βίβλος; ὁ μὲν γὰρ Διονύσιος τοῖς
τῶν ἀποστόλων ἐνήκμασε χρόνοις, Ἰγνάτιος δὲ ἐπὶ
Τραϊανοῦ τὸν διὰ μαρτυρίου ἤθλησεν ἀγῶνα· ὃς καὶ
πρὸ βραχὺ τῆς τελευτῆς ταύτην τὴν ἐπιστολήν, ἧς ἡ
βίβλος μνημονεύει, γράφει.
437

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 36, Bekker p. 7b, l. 14

Σισίννιος, φασίν, εἰς τὸν ἀρχιερατικὸν θρόνον ἐξείλεκται.


 Ἀνεγνώσθη βιβλίον, οὗ ἡ ἐπιγραφὴ Χριστιανοῦ
βίβλος ἑρμηνεία εἰς τὴν ὀκτάτευχον. Παμφίλῳ δέ
τινι προσφωνεῖ τὸ βιβλίον. Ἦν δὲ ταῖς Ἰουστίνου τοῦ Ῥω-
μαίων βασιλέως ἡμέραις ἐνακμάζων.
                      Ἀπάρχεται μὲν
ἀπό τινων ἐκκλησιαστικῶν δογμάτων γραφικαῖς,
ὡς ἐδόκει, μαρτυρίαις ἀγωνίζεσθαι.
                  Ἔστι δὲ ταπεινὸς τὴν
φράσιν καὶ συντάξεως οὐδὲ τῆς κοινῆς μετέχων. Ἀλλὰ
καί τινα κατὰ τὴν ἱστορίαν ἀπίθανα συντίθησι· διὸ
καὶ μυθικώτερον μᾶλλον ἢ ἀληθέστερον ἡγεῖσθαι τὸν
ἄνθρωπον δίκαιον. Ὑπὲρ ὧν δὲ δογμάτων ἐνίσταται, ἔστι
ταῦτα, ὅτι ὁ οὐρανὸς οὐκ ἔστι σφαιρικὸς οὐδὲ ἡ γῆ, ἀλλ'
ὁ μὲν ὡσεὶ καμάρα, ἡ δὲ ἑτερομήκης, καὶ κεκόλληται
τὰ πέρατα τοῦ οὐρανοῦ πρὸς τὰ πέρατα τῆς γῆς, καὶ
ὅτι πάντες οἱ ἀστέρες κινοῦνται ἀγγέλων αὐτοῖς τῇ κι-
νήσει διακονούντων, καὶ ἕτερά τινα τοιαῦτα.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 106, Bekker p. 87a, l. 6

σάμενος τὴν ὑπὲρ αὐτοῦ ἀπολογίαν, ἐν γυμνασίας λό-


γῳ καὶ οὐ δόξης ταῦτα προτιθείς, ἢ καὶ πρὸς τὴν τοῦ
ἀκροατοῦ ἕξιν καὶ ἀσθένειαν, ἀμυήτου παντελῶς, εἰ
τύχοι, ὄντος τοῦ τῶν Χριστιανῶν θειασμοῦ καὶ μὴ δυ-
ναμένου δέξασθαι τὴν τῆς θρησκείας ἀκρίβειαν, ὑπο-
κατασπώμενος τῆς ἀληθείας καὶ τὴν ὁπωσδήποτε γνῶ-
σιν υἱοῦ τῆς παντελοῦς ἀνηκοΐας καὶ ἀγνωσίας λυσι-
τελεστέραν νομίζων εἶναι τῷ ἀκροατῇ.
                       Ἀλλὰ διαλέξει
μὲν ἡ τοιαύτη καταφυγὴ τοῦ μὴ λέγειν ὀρθῶς καὶ ἀνα-
χώρησις οὐκ ἂν ἀπίθανος οὐδὲ ψόγου ἐχομένη δόξῃ· τὰ
πολλὰ γὰρ τῇ τοῦ προσδιαλεγομένου γνώμῃ καὶ δόξῃ καὶ
ἰσχύϊ διαπράττεται· ἐγγράφου δὲ λόγου καὶ κοινοῦ προ-
κεῖσθαι μέλλοντος ἅπασι νόμου, εἴ τις τῆς ἐν αὐτῷ
βλασφημίας τὴν προειρημένην εἰς ἀθώωσιν ἐπιφέρει
ἀπολογίαν, εἰς ἀσθενῆ κατέδραμε συνηγορίαν.
                           Ὥσπερ
δὲ ἐν τῷ δευτέρῳ, οὕτω καὶ ἐν τῷ τρίτῳ λόγῳ περὶ
τοῦ ἁγίου πνεύματος διαλαμβάνων τίθησι μὲν ἐπιχει-
ρήματα τὴν τοῦ παναγίου πνεύματος ὕπαρξιν δεικνύειν
ἀποπειρώμενος, τὰ δ' ἄλλα, ὥσπερ Ὠριγένης ἐν τῷ
438

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 114, Bekker p. 91a, l. 6

      Πολλὰς δὲ καὶ περὶ τοῦ Σταυροῦ κενολογίας καὶ ἀτοπίας ἀναπλάτ-


τει, καὶ τὸν Χριστὸν μὴ σταυρωθῆναι ἀλλ' ἕτερον ἀντ'
αὐτοῦ, καὶ καταγελᾶν διὰ τοῦτο τῶν σταυρούντων. Γά-
μους τε νομίμους ἀθετεῖ, καὶ πᾶσαν γένεσιν πονηράν
τε καὶ τοῦ πονηροῦ λέγει. Καὶ πλάστην τῶν δαιμό-
νων ἄλλον ἐκληρεῖ. Νεκρῶν δὲ ἀνθρώπων καὶ βοῶν καὶ κτη-
νῶν ἄλλων παραλογωτάτας καὶ μειρακιώδεις τερατεύεται
ἀναστάσεις. Δοκεῖ δὲ καὶ κατ' εἰκόνων τοῖς εἰκονομάχοις
ἐν ταῖς Ἰωάννου πράξεσι δογματίζειν. Καὶ ἁπλῶς αὕτη
ἡ βίβλος μυρία παιδαριώδη καὶ ἀπίθανα καὶ κακόπλαστα
καὶ ψευδῆ καὶ μωρὰ καὶ ἀλλήλοις μαχόμενα καὶ ἀσεβῆ καὶ  
ἄθεα περιέχει· ἣν εἰπών τις πάσης αἱρέσεως πηγὴν
καὶ μητέρα οὐκ ἂν ἀποσφαλείη τοῦ εἰκότος.
 Ἀνεγνώσθη βιβλίον ἀνώνυμον οὗ ἡ ἐπιγραφή·
»Λόγος πρὸς Ἰουδαίους καὶ τοὺς μετὰ τούτων αἱρετικοὺς
καὶ τοὺς καλουμένους τεσσαρεσκαιδεκατίτας, μὴ τῷ πρώ-
τῳ καθ' Ἑβραίους μηνὶ ἐπιτελοῦντας τοῦ ἁγίου Πάσχα
τὴν ἑορτήν».

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 182, Bekker p. 127b, l. 36

Ἀλέξανδρος ἐπίσκοποι Ἀκυληΐας καὶ Ἀγαμέμνων ἐπί-


σκοπος Τιβέρεως καὶ ἕτεροί τινες τῶν Χριστιανῶν,
ἀπρόδοτον τὴν πίστιν διασωσάμενοι, ἅμα συνῴκουν
οἰκίσκον τινὰ ἑαυτοῖς δειμάμενοι· οἳ καὶ τοῖς ἐπιτε-
θυκόσι συνιέναι καὶ συνιερᾶσθαι οὐκ ἠνέσχοντο. Τοὺς δὲ
περὶ Ἀλεξάνδρειαν ἐπισκόπους τηνικαῦτά φησι καὶ τὴν
ἀρχιερωσύνην τῆς Ῥωμαίων ἐκκλησίας Ναυάτῳ περι-
θεῖναι.
    Ἡ μὲν τῶν ὑπομνημάτων ὑπόθεσις τῆς ἀθλή-
σεως Ναυάτου τοιαύτη· ἐλέγχει δὲ ταῦτα ἐν τῷ πέμπτῳ,  
ὡς εἴρηται, λόγῳ, κακόπλαστα καὶ ψευδῆ καὶ ἀπίθανα
ἐξ αὐτῶν δεικνύων τῶν γεγραμμένων.
 Ὁ μὲν οὖν τῶν εʹ λόγων τοῦ ἐν ἁγίοις Εὐλογίου σκο-
πὸς οὗτος· ἐν δὲ τοῖς πρὸς τὴν αἵρεσιν ἐλέγχοις διὰ
τῶν γραφικῶν ῥητῶν προϊὼν καὶ ἑρμηνείας αὐτοῖς
συνυφαίνει, ἐνίας αὐτῶν πολὺ τὸ χρειῶδες παρεχο-
μένας, οὐδὲ τῶν ἄλλων τῇ εὐσεβεῖ δόξῃ μαχομένων,
ἀλλὰ καὶ προσφόρως πρὸς τὸν τῆς αἱρέσεως ἔλεγ-
χον παρειλημμένων.
 Ἀνεγνώσθη μετάφρασις τῆς Ὀκτατεύχου· ἡρῷον δ'
αὐτὴν μέτρον μετεποίει, λόγοι δ' ἦσαν ηʹ κατὰ ἀρι
439

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 189, Bekker p. 146a, l. 7

λεγμένων, καὶ περὶ ὧν δὲ Κόνων συνέταξεν, οὐκ ὀλίγα


προσέγραψε· πλὴν ἔν τισι παραλλάσσει τς ἱστορίαις,
ἑτεροτρόπως αὐτὰ διεξιών. Τὴν δὲ φράσιν ἐστὶ μὲν καὶ
αὐτὸς κεφαλαιώδης, οὐ μὴν οὐδὲ τοῦ σαφοῦς ἀνα-  
κεχωρηκώς, μετέχων δέ πως καὶ τῶν προειρημένων μᾶλλον
συστροφῆς τινος καὶ δεινότητος.
                 Λέγει δ' ἔνια μὲν πολ-
λοῖς, εἰ καὶ ξενίζοντα εἴη, ὅμως ὁμολογούμενα, τινὰ δ'
ἀγνοούμενα μέν, οὐ μὴν ἐκ τοῦ ἐμφανοῦς πρὸς μάχην τῷ
πιθανῷ καθιστάμενα· ἔθη γὰρ ἐθνῶν ἰδιότροπα τὰ πολλὰ
περιαγγέλλει· εὑρεῖν δ' ἔστιν ἐν αὐτοῖς καὶ τὸ ἀπίθανον
προϊσχόμενα. Ὁ ἐκ Δαμασκοῦ δ' ἐστὶν οὗτος, οἶμαι, Νικό-
λαος, ὁ ἐπὶ τῶν Αὐγούστου χρόνων ἀκμάσας καὶ φίλος
αὐτῷ χρηματίσας· ἐξ οὗ καὶ πλακούντων τι εἶδος, ἃ
διέπεμπε Καίσαρι, εἰς τιμὴν τοῦ δεξιουμένου νικολάους
ὁ Καῖσαρ ἐκάλεσεν. Οὗτος καὶ Ἀσσυριακὴν ἱστορίαν ἐν
πολυστίχῳ βιβλίῳ, ὅσα παλαιὰν μνήμην ἀναγνωσμάτων
ἔχομεν καταλέλοιπεν.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 190, Bekker p. 146b, l. 14

δην τις τῶν βιβλίων ἀναλέγειν πόνον δεδεγμένος μα-


κρὸν κατατρίψει βίον. Ἔχει δὲ πολλὰ καὶ τερατώδη
καὶ κακόπλαστα, καὶ τὸ ἀλογώτερον, ὅτι καὶ ἐνίων μυ-
θαρίων αἰτίας, δι' ἃς ὑπέστησαν, ἀποδιδόναι πειρᾶται.
 Ὁ μέντοι τούτων συναγωγεὺς ὑπόκενός τέ ἐστι καὶ πρὸς
ἀλαζονείαν ἐπτοημένος, καὶ οὐδ' ἀστεῖος τὴν λέξιν. Προς-
φωνεῖ δὲ τὸ σύνταγμα Τερτύλλᾳ τινί, ἣν καὶ δέσποι-
ναν ἀνυμνεῖ καὶ τὸ φιλολόγον αὐτῇ καὶ πολυμαθὲς
ἐπιφημίζει. Διαβάλλει δ' ἐνίους καὶ τῶν πρὸ αὐτοῦ οὐχ
ὑγιῶς ἐπιβαλόντας τῇ ὑποθέσει. Τά γε μὴν πλεῖστα
τῶν ἱστορουμένων ὑπ' αὐτοῦ, καὶ ὅσα τοῦ ἀπιθάνου καὶ
ἀπίστου καθαρεύει, παρηλλαγμένην ὅμως καὶ οὐκ ἄχα-
ρι εἰδέναι τὴν μάθησιν ἐμπαρέχει.  
 Περιέχει μὲν οὖν τὸ αʹ βιβλίον περὶ Σοφοκλέους
τῆς τελευτῆς, καὶ πρὸ αὐτοῦ περὶ τῆς Πρωτεσιλάου,
εἶτα καὶ περὶ τῆς Ἡρακλέους, ὡς πυρὶ αὑτὸν ἀνεῖλε
μὴ δυνηθεὶς τὸ οἰκεῖον ἐντεῖναι τόξον πεντηκοντού-
της γενόμενος, περί τε τῆς Κροίσου ἐν τῇ πυρᾷ σω-
τηρίας, περί τε τῆς Ἀχιλλέως τελευτῆς, καὶ περὶ
Λαΐδος τῆς ἑταίρας, ὡς τελευτήσοι ὀστοῦν ἐλαίας κα-
ταπιοῦσα. Τούτων ἕκαστον διεξιὼν ἀποφαίνεται τοὺς πρὸ

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 209, Bekker p. 167b, l. 20


440

τοῖς ἀρίστοις τὸν βασιλέα κεχρημένον, ἐκείνοις τε πεί-


θεσθαι καὶ μὴ κατὰ τὸ δοκοῦν ἀπαυθαδειάζειν.
                          Καὶ ᾧ δὲ Νέστωρ ἡ ἐπιγραφή, ὅπως κεχρῆσθαι προσῆκε τῇ πρὸς
τοὺς βασιλεῖς παραινέσει περιλαμβάνεται. Ὁ δὲ ἐφεξῆς,
Ἀχιλλεὺς οὐ πειθόμενος τῷ Χείρωνι, προνοίᾳ καὶ
τέχνῃ ἀλλὰ μὴ θράσει καὶ χειρῶν ἰσχύϊ συμβουλεύοντι  
μεταχειρίζεσθαι πόλεμον, ὕστερον οὐκ ἀπώνατο τῆς ἀπει-
θείας. Καὶ ὁ Φιλοκτήτης δὲ παράφρασίς ἐστι τοῦ κατ'
αὐτὸν ἀτυχήματος. Ἐφ' οἷς ὁ Νέσσος καὶ ἡ Δηϊάνειρα
τῶν ἀπιθάνως περὶ αὐτοὺς πεπλασμένων διά τινος
θεραπείας εἰς εἱρμόν τινα καὶ τάξιν δοκεῖ τὸ ἀπίθα-
νον μεταρρυθμίζειν. Καὶ ὁ Χρυσηῒς ἔπαινός ἐστι Χρυ-
σηΐδος.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 209, Bekker p. 167b, l. 22

                          Καὶ ᾧ δὲ Νέστωρ ἡ ἐπιγραφή, ὅπως κεχρῆσθαι προσῆκε τῇ πρὸς


τοὺς βασιλεῖς παραινέσει περιλαμβάνεται. Ὁ δὲ ἐφεξῆς,
Ἀχιλλεὺς οὐ πειθόμενος τῷ Χείρωνι, προνοίᾳ καὶ
τέχνῃ ἀλλὰ μὴ θράσει καὶ χειρῶν ἰσχύϊ συμβουλεύοντι  
μεταχειρίζεσθαι πόλεμον, ὕστερον οὐκ ἀπώνατο τῆς ἀπει-
θείας. Καὶ ὁ Φιλοκτήτης δὲ παράφρασίς ἐστι τοῦ κατ'
αὐτὸν ἀτυχήματος. Ἐφ' οἷς ὁ Νέσσος καὶ ἡ Δηϊάνειρα
τῶν ἀπιθάνως περὶ αὐτοὺς πεπλασμένων διά τινος
θεραπείας εἰς εἱρμόν τινα καὶ τάξιν δοκεῖ τὸ ἀπίθα-
νον μεταρρυθμίζειν. Καὶ ὁ Χρυσηῒς ἔπαινός ἐστι Χρυ-
σηΐδος.
    Ὁ δὲ περὶ βασιλείας καὶ τυραννίδος περὶ αὐ-
τῶν τούτων διαλαμβάνει, καὶ οἱ ἐφεξῆς δὲ γʹ περὶ τύχης
λόγοι χαρίεντά τινα καὶ φιλοσοφίας ἅμα ἐχόμενα θεω-
ρήματα διατυποῦσιν. Ὡσαύτως καὶ οἱ μετὰ τούτους περὶ
δόξης γʹ λόγοι συμβουλεύουσι καὶ παραινοῦσι μηδένα
λόγον τῆς τῶν πολλῶν δόξης ποιεῖσθαι· καλὰ δὲ καὶ
ὠφέλιμα τῇ παραινέσει συνδιαπλέκεται θεωρήματα.
Ὁ δὲ νβʹ περὶ ἀρετῆς καὶ ἐπιγράφεται καὶ διέξεισι. Περὶ
φιλοσοφίας δέ ἐστιν ὁ γʹ καὶ νʹ, ὁ δὲ νδʹ περὶ τοῦ φιλοσόφου.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 212, Bekker p. 170a, l. 7

δογματικοί τέ εἰσι καὶ τὰ μὲν τίθενται ἀδιστάκτως, τὰ


δὲ αἴρουσιν ἀναμφιβόλως, οἱ δ' ἀπὸ Πύρρωνος ἀπο-
ρητικοί τέ εἰσι καὶ παντὸς ἀπολελυμένοι δόγματος, καὶ
οὐδεὶς αὐτῶν τὸ παράπαν οὔτε ἀκατάληπτα πάντα εἴ-
ρηκεν οὔτε καταληπτά, ἀλλ' οὐδὲν μᾶλλον τοιάδε
ἢ τοιάδε, ἢ τότε μὲν τοῖα τότε δὲ οὐ τοῖα, ἢ ᾧ μὲν τοιαῦτα ᾧ  
441

δὲ οὐ τοιαῦτα ᾧ δ' οὐδ' ὅλως ὄντα· οὐδὲ μὴν ἐφικτὰ πάντα


κοινῶς ἤ τινα τούτων ἢ οὐκ ἐφικτά, ἀλλ' οὐδὲν μᾶλλον
ἐφικτὰ ἢ οὐκ ἐφικτά, ἢ τότε μὲν ἐφικτὰ τότε δ' οὐκέτι,
ἢ τῷ μὲν ἐφικτὰ τῷ δ' οὔ. Καὶ μὴν οὐδ' ἀληθινὸν οὐδὲ
ψεῦδος, οὐδὲ πιθανὸν οὐδ' ἀπίθανον, οὐδ' ὂν οὐδὲ μὴ ὄν,
ἀλλὰ τὸ αὐτὸ ὡς εἰπεῖν οὐ μᾶλλον ἀληθὲς ἢ ψεῦδος,
ἢ πιθανὸν ἢ ἀπίθανον, ἢ ὂν ἢ οὐκ ὄν, ἢ τότε μὲν
τοῖον τότε δὲ τοῖον, ἢ ᾧ μὲν τοιονδὶ ᾧ δὲ καὶ οὐ
τοιονδί.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 212, Bekker p. 170a, l. 20

     Καθόλου γὰρ οὐδὲν ὁ Πυρρώνιος ὁρίζει, ἀλλ'


οὐδὲ αὐτὸ τοῦτο, ὅτι οὐδὲν διορίζεται· ἀλλ' οὐκ ἔχοντες,
φησίν, ὅπως τὸ νοούμενον ἐκλαλήσωμεν, οὕτω φράζο-
μεν. Οἱ δ' ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας, φησί, μάλιστα
τῆς νῦν, καὶ στωϊκαῖς συμφέρονται ἐνίοτε δόξαις, καὶ εἰ
χρὴ τἀληθὲς εἰπεῖν, Στωϊκοὶ φαίνονται μαχόμενοι
Στωϊκοῖς.
     Δεύτερον περὶ πολλῶν δογματίζουσιν. Ἀρε-
τήν τε γὰρ καὶ ἀφροσύνην εἰσάγουσι, καὶ ἀγαθὸν καὶ
κακὸν ὑποτίθενται, καὶ ἀλήθειαν καὶ ψεῦδος, καὶ δὴ
καὶ πιθανὸν καὶ ἀπίθανον καὶ ὂν καὶ μὴ ὄν, ἄλλα
τε πολλὰ βεβαίως ὁρίζουσι, διαμφισβητεῖν δέ φασι
περὶ μόνης τῆς καταληπτικῆς φαντασίας. Διὸ οἱ μὲν
ἀπὸ Πύρρωνος ἐν τῷ μηδὲν ὁρίζειν ἀνεπίληπτοι τὸ
παράπαν διαμένουσιν, οἱ δ' ἐξ Ἀκαδημίας, φησίν,
ὁμοίας τὰς εὐθύνας τοῖς ἄλλοις φιλοσόφοις ὑπέχουσι,
τὸ δὲ μέγιστον, οἱ μὲν περὶ παντὸς τοῦ προτεθέντος
διαποροῦντες τό τε σύστοιχον διατηροῦσι καὶ ἑαυτοῖς οὐ
μάχονται, οἱ δὲ μαχόμενοι ἑαυτοῖς οὐ συνίσασι· τὸ γὰρ
ἅμα τιθέναι τι καὶ αἴρειν ἀναμφιβόλως, ἅμα τε φά-  
ναι κοινῶς ὑπάρχειν καταληπτά, μάχην

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 215, Bekker p. 173b, l. 17

ματι τοῦ ἀγάλματος) καὶ θείας μετουσίας ἀνάπλεα,


οὐ μόνον ὅσα χεῖρες ἀνθρώπων κρυφίᾳ πράξει τε-
χνησάμεναι διὰ τὸ ἄδηλον τοῦ τεχνίτου διοπετῆ ἐπω-
νόμασαν (ταῦτα γὰρ οὐρανίας τε φύσεως εἶναι κἀ-
κεῖθεν ἐπὶ γῆς πεσεῖν, ἐξ οὗ καὶ τὴν ἐπωνυμίαν φέ-
ρειν συνεστήσαντο), ἀλλὰ καὶ ὅσα τέχνη χαλκευτική τε
καὶ λαξευτικὴ καὶ ἡ τεκτόνων ἐπιδήλῳ μισθῷ καὶ ἐρ-
γασίᾳ διεμορφώσαντο.
             Τούτων οὖν ἁπάντων ἔργα τε
442

ὑπερφυῆ καὶ δόξης ἀνθρωπίνης κρείττονα γράφει ὁ


Ἰάμβλιχος, πολλὰ μὲν ἀπίθανα μυθολογῶν, πολλὰ
δὲ εἰς ἀδήλους φέρων αἰτίας, πολλὰ δὲ καὶ τοῖς ὁρω-
μένοις ἐναντία γράφειν οὐκ αἰσχυνόμενος. Εἰς δύο δὲ
τὴν ὅλην πραγματείαν τέμνει, τὴν μὲν μείζονα
καλῶν, τὴν δὲ ἐλάττονα.

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 228, Bekker p. 247a, l. 38

οὐσίαν μίαν οὐσίαν ἀποτελέσαι ἀμήχανον, εἰ μήπω ἄρα


τις εἰς κοινότητά τινα ταύτας ἀνάγῃ, καθ' ἣν καὶ
πρὶν ἑνωθῆναι ἀλλήλων οὐ διέφερον, οἷον τὸ εἰς τὸ
κτιστὸν ἀναφέροι ἢ τὸ ὑπὸ χρόνον ἢ τὰ ὅμοια. Τότε
γὰρ οὐκέτι ἑτεροουσίαι οὐσίαι εἰς μίαν οὐσίαν συνῆλθον,
ἀλλ' αἱ ἀπ' ἀρχῆς ἔχουσαι οὐσίαι τὸ ὁμοούσιον κατὰ
τὴν πορρωτάτω κοινότητα τὸ αὐτὸ φυλάττουσαι ἐπε-
δείχθησαν».
        Ἃ μὲν οὖν τὸν Δομετιανὸν ἐθορύβει, καὶ
ὧν τὴν λύσιν ἐπεζήτει καὶ ἔτυχε, ταῦτα ἦν· ὁ δὲ πρῶ-
τον μὲν οὐκ ἀπιθάνῳ λογισμῷ τὴν ἀμφισβήτησιν πε-
ριέρχεται, εἶτα δὲ καὶ διὰ τῶν πατρικῶν φωνῶν τὰ οἰ-
κεῖα καὶ προκείμενα καλῶς ἔχειν βεβαιοῖ ῥήματα. Καὶ
ἡ μὲν πρὸς Δομετιανὸν ἐπιστολὴ ταῦτα ἔπραττεν.
 Ἄλλη δὲ πρὸς Συγκλητικὸν τοὔνομα (Ταρσοῦ δὲ
μητροπολίτην αὐτὸν τὸ γράμμα οἶδε) διαπέμπεται,
τὸν ἀγῶνα καὶ αὐτὴ τὸν κατὰ τῶν ἀκεφάλων προά-
γουσα. Ἐν ᾗ μετὰ τὴν ἕνωσιν τὰς φύσεις τοὺς πατέρας
παράγει γνωρίζοντας, καὶ οὐδαμοῦ διὰ ταύτας οὔτε τὴν  
καθ' ὑπόστασιν ἕνωσιν οὔτε τεμνομένην οὔτε διαίρεσιν
καὶ διχασμὸν ὑπομένουσαν. Καὶ μαρτυρίαι πάλιν προέρ

Φώτιος βιβλιοθήκη.
Codex 230, Bekker p. 281a, l. 14

γεγονέναι τῶν φύσεων, ὥστε καὶ συγχύσει τὰ συνελθόντα


περιπεσεῖν, ἐκεῖνο δὲ μᾶλλον βούλεσθαι ὡς ὁ μονογενὴς
τοῦ Πατρὸς Υἱὸς ἡνώθη σαρκὶ καθ' ὑπόστασιν, ὁ αὐτὸς
καὶ Θεὸς καὶ ἄνθρωπος ὤν, ὡς καὶ τῷ θεολόγῳ δοκεῖ·
»Ὁ λόγος γάρ, φησί, σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν
ἡμῖν». Ταῦτα διὰ πλάτους εἰπὼν καὶ ἀπολογησάμενος
οὕτω δοξάζειν καὶ Κύριλλον ἐπαγγέλλεται, ἐν οἷς μάλιστα
λέγει· «Εἰ μὲν γὰρ μίαν εἰπόντες τοῦ Λόγου φύσιν σεσι-
γήκαμεν, οὐκ ἐπενεγκόντες τὸ σεσαρκωμένην, ἀλλ' οἷον
443

ἔξω τιθέντες τὴν οἰκονομίαν, ἦν αὐτοῖς τάχα που καὶ


οὐκ ἀπίθανος ὁ λόγος προσποιουμένοις ἐρωτᾶν ποῦ τὸ
τέλειον ἐν ἀνθρωπότητι ἢ πῶς ὑφέστηκεν ἡ καθ' ἡμᾶς
οὐσία· ἐπειδὴ δὲ καὶ ἐν ἀνθρωπότητι τελειότης καὶ τῆς
καθ' ἡμᾶς οὐσίας ἡ δήλωσις εἰσκεκόμισται διὰ τοῦ λέγειν
σεσαρκωμένην, παυσάσθωσαν καλαμίνην ῥάβδον ἑαυ-
τοῖς ὑποστήσαντες».

Φώτιος βιβλιοθήκη. Codex 278, Bekker p. 525b, l. 16

ὅλου· περὶ γὰρ τὸ ὀστοῦν δέρματός ἐστι περίτασις, ὅθεν


ἡ ἔκφυσις. Τὸ δὲ δέρμα τῷ πάχει δακτυλιαῖόν ἐστιν,
ἰσχυρὸν δὲ σφόδρα· διὸ καὶ τοὺς θώρακας ἐξαυάζοντες
αὐτὸ ποιοῦνται. Σπάνιον δὲ τὸ ζῷον καὶ ὀλιγάκις φαι-
νόμενον. Θαυμαστὴ δ' ἡ μεταβολὴ καὶ ἐγγὺς ἀπιστίας.
Τοῖς μὲν γὰρ ἄλλοις ἐν τῷ δέρματι γίνεται ἡ μεταβολή,
ἀλλοιουμένης τῆς ἐντὸς ὑγρότητος, εἴτε αἱματώδους ἢ
καί τινος ἄλλης τοιαύτης οὔσης, ὥστε φανερὰν εἶναι
τὴν συμπάθειαν· ἡ δὲ τῶν τριχῶν μεταβολή, ξηρῶν τε
οὐσῶν καὶ ἀπηρτημένων καὶ ἀθρόον οὐ πεφυκυιῶν ἀλλοιοῦ-
σθαι, παράδοξος ἀληθῶς καὶ ἀπίθανος, μάλιστα πρὸς
πολλὰ ποικιλλομένη.
       Ὁ δὲ χαμαιλέων δοκεῖ τῷ πνεύματι ποι-
εῖν τὰς μεταβολάς· πνευματικὸν γὰρ φύσει. Σημεῖον δὲ
τὸ τοῦ πνεύματος μέγεθος· σχεδὸν γὰρ δι' ὅλου τοῦ σώμα-
τος τέταται. Ἅμα δὲ καὶ ἐξαιρόμενος αὐτὸς καὶ φυσώμενος
δῆλός ἐστιν.
      
      

Photius Lexicogr., ScEccl., Theol., Lexicon (Α – Δ) (4040: 029)


“Photii patriarchae lexicon, vol. 1 (Α – Δ)”, Ed. Theodoridis, C.
Berlin: De Gruyter, 1982.Alphabetic letter alpha, entry 2428, l. 1

Ἄπηστα· Πλάτων Σοφισταῖς (fnovum).


Ἀπηχές· ψευδές, δύσφορον, ἀηδές, ἐχθρόν.
Ἀπήχεια· ἀντὶ τοῦ ἀπέχθεια. ἢ δυσοιωνισμός. οὕτω Δείναρ-
χος (f49, 2 C.) καὶ Λυσίας (f168 S.).  
Ἀπηχημένον· ἀπόβλητον, ξένον τοῦ κατὰ πάντων ἤχου.
Ἀπήχθετο· ἐμισεῖτο.
Ἀπηχθημένον· ἀπόβλητον.
Ἀπηχθισμένον· βεβαρημένον.
Ἀπηχθῦς· τοὺς οὐκ ἐσθιομένους ἰχθύας. Ἀριστοφάνης
Ὥραις (f564 K.).
Ἀπίθανον· ἄπιστον.
Ἄπιθι· ἄπελθε, ἀναχώρει.
Ἀπίους εἴρηκε Πλάτων ἐν Νόμοις (8, 845b). ἔστι καὶ παρὰ
Ἀλέξιδι (f33 K.). θηλυκῶς Ἀττικοί.
444

Cosmas Indicopleustes Geogr., Topographia Christiana (4061: 002)“Cosmas


Indicopleustès. Topographie chrétienne, 3 vols.”, Ed. Wolska–Conus, W.Paris: Cerf,
1:1968; 2:1970; 3:1973; Sources chrétiennes 141, 159, 197.Book 4, sec. 20, l. 15
εἰς σφαῖραν στρεφομένην; Ἢ πῶς ἐν τῇ συντελείᾳ πιπτόν-
των τῶν ἄστρων ἔτι σῴζονται αἱ τοσαῦται ὑμῶν σφαῖραι;
Καὶ τί τὸ χρειῶδες αὐτῶν; Ἆρ' οὐ πρόδηλον ὅτι ἀνέλπιστα
χριστιανικῆς δόξης διαλέγεσθε; Ταῦτα γὰρ εἰ μὴ τοῖς
ἀνελπίστοις Ἕλλησι τοῖς μὴ ἐλπίζουσιν ἑτέραν κρείττονα
κατάστασιν οὐχ ἁρμόζει, οἵτινες ἀκολούθως ἑαυτοῖς τὸν
κόσμον ἀϊδίως ὑποτίθενται, ἵνα σῴζηται αὐτοῖς ἡ τῶν
σφαιρῶν πλουσία πληθύς, ἐν αἷς ἀεὶ οἱ πλάνητες τὸν ἑαυτῶν
δρόμον ἐκτελοῦσιν, ἐν ἄλλῃ δὲ καὶ οἱ ἀπλανεῖς, καὶ ἔχει
πιθανότητα λόγου ἡ παρ' αὐτῶν προφερομένη πλάνη. Ὑμεῖς
δὲ παντελῶς ἀπίθανα διαλέγεσθε, καὶ πλῆθος σφαιρῶν θέλετε,
καὶ συντέλειαν κόσμου θέλετε, τὸ χρειῶδες τούτων οὐ δυνά-
μενοι λέγειν.  

Damascius Phil., In Parmenidem (4066: 004)“Damascii successoris dubitationes et


solutiones, vol. 2”, Ed. Ruelle, C.É.Paris: Klincksieck, 1899, Rep1964.P. 294, l. 12

δαμῆ ὄντος; ἢ ἄλλο τὸ μὴ ἓν μὴ εἶναι τοῦ μηδὲ ἓν μὴ εἶναι, ὥς φησι. Καίτοι


τὸ μὴ εἶναι τὸ μηδὲ ἓν ἀναιρεῖ τὸ μηδαμῶς, καὶ τὸ εἶναί πως δίδωσιν, ἢ τὸ
μὴ ἓν μὴ εἶναι σημαίνει καὶ τὸ ὄντως ἓν εἶναι, ὡς τὸ οὐκ ἔστιν οὐ δίκαιος τὸν
δίκαιόν φησιν. Ἆρα οὖν τὸ ἓν εἶναι σημαίνει ὡς ἄλλους εἰπεῖν, ἤ, ὥς φησιν,
τὸ μὴ ἓν μὴ εἶναι καὶ τὰ πολλὰ ἐν μηδενὶ μὴ εἶναι; Μὴ ἓν γὰρ τὰ πολλά, ὃ
δὴ καὶ τίθεται αὐτός. Ἀλλ' εἴποι ἄν τις ἐκ τῶν ἐναντίων ὅτι καὶ τὸ ἓν εἶναι
σημαίνει, ἀλλ' ἵνα, φησί, μή τις ὑπολάβῃ τὰ πολλὰ μὴ εἶναι λέγειν αὐτόν,
λέγοντα ἓν μὴ εἶναι· καὶ τίς ἂν ὑπέλαβεν τὸ ἓν εἶναι πολλά, ἵνα τὸ ἓν μὴ εἶναι
ὑπολάβῃ πολλὰ μὴ εἶναι; Πιθανώτερόν γέ τοι ἑρμηνεύουσιν ἢ τὸ μηδαμῶς ὂν
διοριζόμενοι πρὸς τὸ ἓν μὴ ὄν, ὡς οὐ ταὐτόν. Ἀμέλει καὶ διορίζεται τοῦτο
αὐτὸς ἐν τοῖς ἑξῆς ὁ Παρμενίδης. Ἐπεὶ καὶ τὸ ἓν ὂν διοριζόμενοι ἀπίθανοι;
(τίς γὰρ ἂν νομίσειεν τὸ ἓν μὴ ὂν αὐτὸ εἶναι τὸ ἓν ὄν;) οὕτως ἁπλῶς· μήποτε
οὖν, ὡς ὁ φιλόσοφος ἠξίου Μαρῖνος, προείληπται ὁ διορισμὸς εἰς ἐπίστασιν
τοῦ γνωστὸν εἶναι καὶ ὡρισμένον τοῦτο τὸ ἓν μὴ ὄν, ἅτε οὐκ ὄν, οὐχ ἓν μὴ ὄν.
Τὸ γὰρ “οὐχ ἕν”, ἀόριστον ὄνομα, ὡς τὸ “οὐκ ἄνθρωπος”· ταῦτα δὲ ἀορι-
σταίνειν ποιεῖ τὴν γνῶσιν, καὶ ἄγνοιαν ἐντίθησιν ταῖς ψυχαῖς.
 Οὐ τοίνυν τοιοῦτον τὸ ἓν μὴ ὄν· ὡρισμένον γὰρ ὄνομα τὸ ἕν, ἀλλ' οὐκ
ἀόριστον, ὡς τὸ μὴ ὂν μὴ εἶναι· τοῦτο δὲ πιθανόν, εἴπερ τι τῶν εἰρημένων.
Τὴν δὲ γνῶσιν ἐν τῷ δευτέρῳ διορισμῷ φαίνεται εἰσηγούμενος, ἐπεὶ καὶ τὸ ἓν
μὴ εἶναι δοκεῖ ἀναίρεσις εἶναι τοῦ ἑνός, ὥστε πάλιν ἀνάγκη ἀορισταίνειν· τὸ
γὰρ ὡρισμένον ἡ ἀπόφασις ἀνῄρηκεν. Τί οὖν τὸ καταλειπόμενον ἀγνοοῦμεν; ἆρα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα.


“Eustathii archiepiscopi Thessalonicensis commentarii ad Homeri Iliadem
445

pertinentes, vols. 1–4”, Ed. van der Valk, M.


Leiden: Brill, 1:1971; 2:1976; 3:1979; 4:1987.
Vol. 1, p. 73, l. 1

ὁμοίως δὲ καὶ τὸ δ μετὰ τοῦ ι, οἷον ὁδὶ καὶ νυνδὶ ἀντὶ τοῦ νῦν καὶ ἐνθαδί, τὰ
πλείω δὲ μᾶλλον ἡ δε συλλαβή, δῆλόν ἐστι. ταύτῃ δὲ τῇ ἐπεκτάσει χαίρει
μάλιστα ἡ ποίησις, ὡς δηλοῖ καὶ τὸ ἄστυδε, ἅλαδε, πόλινδε, Τροίηνδε. οὕτω δὲ
καὶ τὸ κλισίηνδε, περὶ ἧς κλισίης ἑτέρωθι ῥηθήσεται.] Ἀγορὰ δὲ ὁ τόπος τε τῆς
συνάξεως καὶ τὸ πλῆθος δὲ τὸ συναγόμενον καὶ αὐτὴ ἡ δημηγορία. παρὰ δὲ
Ἡροδότῳ κεῖται καὶ πόλις Θρᾳκία καλουμένη Ἀγορά. ὅτι δὲ ἡ βουλευτικὴ
ἀγορὰ τίμιόν τι καὶ θεῖον πρᾶγμα, δηλοῖ καὶ τὸ Διὸς Ἀγοραίου βωμὸν ἱδρῦσθαι
ἀλλαχοῦ τε καὶ κατὰ Ἡρόδοτον περὶ Σικελίαν. Ὅτι πιθανὸς ἀεὶ ἐν τοῖς
πλάσμασιν ὢν ὁ ποιητὴς τοιοῦτος καὶ ἐνταῦθά ἐστι περὶ τὰς ἡμέρας τοῦ λοιμοῦ.
εἰ μὲν γὰρ περὶ πρώτην εὐθὺς ἡμέραν ἢ δευτέραν ἢ τρίτην τὸ τῆς νόσου  
ἐζητεῖτο αἴτιον, ἀπίθανος καὶ οὐκ εὔπλαστος ὁ λόγος ἦν. τί γὰρ ἰδὼν βαρὺ ὁ
Ἀχιλλεὺς ζητήσει τὴν αἰτίαν; πόθεν δὲ καὶ στοχάσεται, ὅτι μηνίει Ἀπόλλων
ὁ τῷ λοιμῷ ἐπιστατῶν, μηδενὸς παραδόξου συμβάντος; ἐπεὶ δὲ παρῆλθον ἤδη
ἐννέα ἡμέραι τόσον χωσαμένου Ἀπόλλωνος καὶ τὸ κακὸν δέον ὂν κατὰ τοὺς
παλαιοὺς ἐν τοσαύταις ἡμέραις ὑπολωφῆσαι, εἰ μὴ θεόθεν ἦν, τὸ δὲ ἐπὶ πλέον
προάγεται, τότε δὴ ζητεῖται τὸ αἴτιον. Ἀχιλλεὺς δὲ ζητεῖ τὴν αἰτίαν καὶ οὐκ
ἄλλος τις τῶν Ἑλλήνων, ὡς μὲν Ὅμηρος λέγει, ἐπεὶ αὐτῷ ἐν φρεσὶν ἔθετο
Ἥρα κηδομένη τῶν Δαναῶν διά τε τὸ ὑβρισθῆναι ὑπ' Ἀλεξάνδρου τοῦ Τρωὸς
καὶ θέλειν τὴν τῶν Ἑλλήνων σωτηρίαν ἐπὶ βλάβῃ τῶν Τρώων καὶ ὅτι καὶ τὸ
τῶν Ἀργείων πρωτόθετον Ἄργος αὐτῆς ἦν, ὅθεν Ἀργεία ἐλέγετο, ὅ ἐστι
Πελοποννησία. ὡς δὲ ἡ ἀλληγορία φησίν – Ὅμηρος γὰρ πολλαχοῦ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 161, l. 22

ἐν τούτοις δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ μείζονος ὁ Νέστωρ ἐπιχειρεῖ αὐξάνων καὶ συνιστῶν
ἑαυτόν. κράτιστοι μὲν γὰρ οἱ Λαπίθαι τῶν ἄρτι ἀνθρώπων. αὐτὸς δὲ μετεκλήθη,
φησίν, ὑπ' ἐκείνων ἔτι νέος ὢν καὶ οὐκ αὐτὸς ἐπὶ μισθῷ ἦλθεν, ἀλλ' αὐτοὶ
ἐκαλέσαντο· καὶ βουλευόμενος εἶχε καταπειθεῖς ἐκείνους. συνάγει γοῦν διὰ
τούτων, ὅτι τοὺς νῦν Ἕλληνας μάλιστα τούτῳ πειστέον, εἴπερ αὐτοὶ μὲν οὐ
κράτιστοι κατ' ἐκείνους, αὐτὸς δὲ οὐκέτι νέος ὡς τότε· ἀλλ' ὅσον αὐτοὶ τοὺς
Λαπίθας ἀνδρίᾳ ὑποβεβήκασι, τοσοῦτον αὐτὸς ἑαυτὸν τῇ ἐκ νέου συνέσει διὰ
τὴν ἐκ τοῦ γήρως ἐμπειρίαν ὑπεραναβέβηκε. καὶ ἔστιν ὁ αὐτὸς Νέστωρ ἐκεῖ
μὲν ἀτελὴς κρατίστοις ἀνδράσι συνών, ἐνταῦθα δὲ τέλειος οὐχ' οὕτω κρατίστοις
συστρατευόμενος. (271 – 3) Ἵνα δὲ μὴ ἐλέγχοιτο ὡς τοῖς οὕτω κρατίστοις
παρεξετάζων ἑαυτὸν καὶ φαίνοιτο ἀπίθανα λέγων ἢ καὶ ψευδόμενος ἄντικρυς,
– οὐ γὰρ οὕτω μάλα ἐν νεότητι ἀνδρεῖος ὁ Νέστωρ εἶναι ἱστόρηται – ὁμο-
λογεῖ, ὅτι οὐ κατ' ἀνδρίαν ἀλλὰ διὰ σύνεσιν ἐκείνοις τοῖς κρατίστοις χρήσιμος
ἦν. «ἐμαχόμην γάρ», φησί, «κατ' ἔμ' αὐτόν· ἐκείνοις δὲ οὐκ ἄν τις μάχοιτο». τῇ
βουλῇ δὲ κρείττων ἦν ἐκείνων. διὸ καὶ ἐπείθοντο. Καὶ σημείωσαι ὅπως καὶ
ἐνταῦθα μίαν ἔννοιαν διαφόρως ἔφρασεν ὁ ποιητής. τὸ γάρ «οὔπω τοίους
ἀνέρας ἴδον οὐδὲ ἴδωμαι» καὶ τὸ «κράτιστοι ἐκεῖνοι ἐπιχθονίων ἦσαν ἀνδρῶν»
καὶ τὸ «ἐκείνοις οὔ τις τῶν νῦν ἀνθρώπων μάχοιτο» τῆς αὐτῆς ἐννοίας εἰσίν.
(272) Ἔστι δὲ τὸ μάχοιτο ἀντὶ τοῦ ἐρίσοι καὶ ἐξισωθείη τὰ εἰς μάχην.
καὶ σημείωσαι τὴν λέξιν. ὅρα δὲ καὶ τὸ πιθανὸν τοῦ ῥήτορος. ὁμολογεῖ γὰρ μὴ
πάνυ ἀνδρεῖος γενέσθαι, ἵνα πιστὸν ποιήσῃ τὸ τῆς συνέσεως. ἰστέον δὲ ὅτι ἐν
446

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 190, l. 3

τὸν Δία ταύτῃ βοηθῆσαι, εἰς ἃ θέλει, ἤπερ τοῖς ποτε ἐπιβούλοις· ὃ καὶ γίνεται.
διὸ κἂν ἡ Ἥρα ἐναντιωθῇ, ἀνύσει οὐδέν. Ἡ δὲ ἀλληγορία Ἥραν μὲν καὶ
ἐνταῦθα τὸν ἀέρα νοεῖ, Ποσειδῶνα δὲ τὸ στοιχεῖον τοῦ ὕδατος, Ἀθηνᾶν δὲ
τὴν γῆν, ὡς ἀπὸ τοῦ ἀνθεῖν, καὶ διότι, φασίν, ἐργάνη μὲν Ἀθηνᾶ λέγεται,
γῆς δὲ τὸ ἐργάζεσθαι· Δία δέ φησι τὸν ὑπερκείμενον πάντων αἰθέρα· Θέτιν δὲ
τὴν τοῦ παντὸς θέσιν, ταὐτὸν ἄμφω ἡγούμενοι τήν τε Θέτιν καὶ τὴν θέσιν,
ὥσπερ καὶ φάτιν καὶ φάσιν· Βριάρεων δὲ ἑκατόγχειρα τὸν ἥλιον, ὃς πολλαῖς
οἷον χερσὶ κατεργάζεται τὰ ὑφ' ἥλιον. καὶ ἔχει μὲν ὁ λόγος οὗτος ὁ περὶ  
Βριάρεω καὶ ἄλλως τὸ πιθανόν· βοηθεῖται δὲ καὶ ὑπὸ τῆς ῥοδοδακτύλου
Ἠοῦς. ἐὰν γὰρ διὰ τὸν ἥλιον καὶ τὰς αὐτόθεν ἀκτῖνας δάκτυλοι τῇ ἡμέρᾳ
πλάττωνται, λέγοιτ' ἂν καὶ αὐτὸς ὁ ἥλιος οὐκ ἀπιθάνως χεῖρας ἔχειν καὶ
ταύτας ἑκατόν, ὅ ἐστι πολλάς. τῶν τοίνυν ῥηθέντων προσώπων οὕτω κατ'
ἀλληγορίαν ἐκλαμβανομένων ἡ τοῦ ῥηθέντος μύθου θεραπεία οὕτω πως διατίθε-
ται, εἰπεῖν συντομώτατα, ὡς οὐδὲν ἂν ἐκώλυε τὸν αἰθέρα Δία καταστασιασθῆναι
ὑπὸ τῶν λοιπῶν στοιχείων καὶ ἄνω κάτω πάντα γενέσθαι καὶ σύγχυσιν τὸ
σύμπαν παθεῖν, εἰ μὴ Θέτις, τουτέστιν ἡ τοῦ παντὸς κατὰ φύσιν θέσις, μένειν
αὐτὰ κατὰ χώραν ἐποίησε διὰ μέσου τοῦ ἑκατόγχειρος τουτέστι τοῦ ἡλίου,
ὃς καὶ αὐτὸς θέσιν ἔχων τὴν πρέπουσαν καταλλάττειν οἶδε τὴν στάσιν καὶ τὰ
μέγιστα τῇ τοῦ παντὸς διευθετήσει συμβάλλεται. Ἰστέον δὲ ὅτι ἡ τοιαύτη
ἀλληγορία οὐ συμβιβάζεται πρὸς τὰ Τρωϊκά. καὶ εἰκότως. τῶν γὰρ μύθων, ὅσοι
τῷ Τρωϊκῷ πολέμῳ σύγχρονοι, θεραπεύοιντο ἂν πρὸς τὰ Τρωϊκά. ὅσοι δὲ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 197, l. 23

παρυφίσταται σημαινόμενα. ἔστι γὰρ Ζεὺς ἱστορούμενος, μυθευόμενος,


ἀλληγορούμενος· τοῦτο δὲ εἰς νοῦν, εἴτ' οὖν ψυχὴν τοῦ παντός· εἰς ἀέρα, εἰς
αἰθέρα, εἰς ἥλιον, εἰς οὐρανόν. καὶ οὕτω μὲν καὶ ταῦτα. Ὁ δὲ ποιητὴς ἐπί-
τηδες ἄλλως οἰκονομεῖ ἀποδημεῖν τὸν Δία, ὡς ἂν ἐν τῷ μέσῳ καὶ οἱ Ἕλληνες
ἀπὸ τοῦ λοιμοῦ ἑαυτοὺς ἀναλάβωσι καὶ ὁ Ἀχιλλεὺς παρ' ἑαυτῷ ταλαντεύσας
τὰ καθ' ἑαυτὸν ἢ ἐπιμείνῃ τῇ μήνιδι ἢ ῥοπήν τινα σχοίη πρὸς καταλλαγήν·
ἔτι δέ, ὃ καὶ μάλιστα πρὸς τὸ πιθανὸν συμβάλλεται, ἵνα καὶ οἱ Τρῶες μαθόντες,
ὡς εἰκός, τὰ τῆς μήνιδος θαρσήσωσι τὴν μάχην καὶ οὕτω τέλος ἕξει ὁ σκοπὸς
τοῦ Ὁμηρικοῦ Διός. ἐκ πρώτης γὰρ ἢ δευτέρας ἡμέρας καί τινων ὀλίγων τῶν
ἐφεξῆς οὐκ ἦν εἰκὸς πληροφορίαν τοῖς Τρωσὶν ἐντελῆ γενέσθαι τῆς τοῦ Ἀχιλλέως
μήνιδος, ἀλλ' ἦν ἂν ἡ εἰς τὴν μάχην αὐτοῖς τόλμα ἀπίθανος. Περὶ δὲ Αἰθιόπων
καὶ ὅτι κατὰ παραγωγὴν Αἰθιοπῆες λέγονται καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ ἐδηλώθη.
[Πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα ὅμοια· ἐν οἷς καὶ ἡγεμονεύς καὶ ἡνιοχεύς καὶ ὁ ἐκ τοῦ Ἀλκαῖ-
ος Ἀλκεύς, ὅθεν Ἀλκείδης Ἡρακλῆς, καὶ ὁ ἐκ τοῦ παρὰ Πινδάρῳ διάβολος
κοινῶς διαβολεύς.] Ἀμύμονας δὲ αὐτοὺς λέγει, οὐχ' ὅτι πάντες ἀγαθοὶ ἀλλ' ὅτι
τινές· πολλοὶ γὰρ ἀπ' αὐτῶν ἀνθρωποφαγοῦσιν. ἕτεροι δὲ τοὺς μακροβίους
Αἰθίοπας ἀμύμονας λέγεσθαι νοοῦσι, περὶ ὧν καὶ ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ γέγρα-
πται. ἄλλοι δὲ γράφουσι «μετὰ Μέμνονας Αἰθιοπῆας» λέγοντες Αἰθίοπάς τινας
εἶναι οὕτω καλουμένους ἀπὸ Μέμνονος υἱοῦ Τιθωνοῦ καὶ Ἡμέρας. [Ὁ δὲ
Ὠκεανὸς σεσημείωται συστέλλων τὸ α. τὰ γὰρ διὰ τοῦ ανος ὀξύτονα ὑπὲρ τρεῖς
συλλαβὰς ἐκτείνει τὸ α χωρὶς τῶν παρὰ τοῖς ὕστερον, οἳ τὴν παραλήγουσαν τοῦ  
447

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 232, l. 6

μετὰ τὴν φιλίωσιν καὶ γαμικὴν ταύτην συζυγίαν φυλάττει ἐν αὐτοῖς ἐκεῖνα τὰ
πρὶν ἰδιώματα οὐ μόνον τὴν ἐν τῇ θερμότητι εὔνοιαν καὶ οἷον συνάφειαν, ἀλλὰ
καὶ τὴν ἔριν καὶ διάστασιν τὴν κατὰ τὸ ξηρὸν καὶ ὑγρόν· καὶ διὰ τοῦτο ποιεῖ
μὲν αὐτοὺς ἔστιν ὅτε ἀνθισταμένους ἐριστικῶς, αὖθις δὲ καταλλάσσεσθαι λέγει
αὐτούς. εἴ ποτε τοίνυν μεσίτην τινὰ τῇ αὐτῶν καταλλαγῇ θελήσει πλάσασθαι,  
ποιεῖ μὲν καὶ ἄλλα τινά, ὅσα δοκεῖ αὐτῷ, παράγει δέ που καὶ Ἥφαιστον
αὐτοὺς καταλλάσσοντα, τουτέστιν ἁπλῶς τὴν θερμότητα. Ἥφαιστος γὰρ εἰς
τὸ θερμὸν ἀλληγορικῶς ἐκλαμβάνεται δαίμων λεγόμενος ἐπιστατῶν τῇ θερμῇ
οὐσίᾳ. οὕτω τοίνυν καὶ ἐνταῦθα ἔριδος παρεισπεσούσης τῇ Ἥρᾳ καὶ τῷ Διῒ αὐτὸς
μέσος ἐλθὼν τὴν καταλλαγὴν πραγματεύεται. οὐ γὰρ θέλει ὁ μῦθος παντελῶς
λέγειν ἀπίθανα, ὅπερ ἔπαθεν ἄν, ἐὰν ἕτερόν τινα παρεισήγαγε μεσιτεύοντα εἰς
τοιαύτην ὁμόνοιαν. οὔτε γὰρ Ἀθηνᾶ οὔτε Ἄρης οὔτε Ἄρτεμις οὔτε ἄλλος τις
τῶν τοιούτων κατὰ φυσικὴν ἔννοιαν λέγοιτ' ἂν λύειν τὴν ἔριν τῇ Ἥρᾳ καὶ τῷ
Διῒ καὶ ἐκ διαστάσεως ἄγειν εἰς ἕνωσιν οἰκειότερον ἤπερ ὁ Ἥφαιστος, θερμή
τις αὕτη φύσις. Ποσειδῶνα δὲ εἴ τις εἶπε τοῦτο ποιεῖν, οὐδὲν τὸ παράπαν
ἔλεγε. Ποσειδῶν μὲν γὰρ εἰς ὑγρότητα ἐκλαμβάνεται· ὑγρότης δὲ εἰρήνην καὶ
σύμβασιν ἀέρι καὶ Διῒ οὐκ οἶδε ποιεῖν, ἀλλὰ μάλιστα μάχην, ὡς ἡ φύσις τοῦ
πράγματος παριστᾷ. συγχέει γὰρ μᾶλλον τὸ περιέχον καὶ συγκροτεῖ τὴν ἔριν
τῷ ἀέρι τὴν τοῦ αἰθέρος ἀφανίζων ἱλαρότητα καὶ ταῖς κάτωθεν ἀναθυμιάσεσιν
»ἄχος οὐράνιον» κατὰ τὴν τραγῳδίαν γίνεται.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 620, l. 17

ὑπερλαλεῖ πολλαχοῦ μεταμελομένην ποιῶν. οἰκονομεῖ δὲ ὁ ποιητὴς ἐνταῦθα


τὴν αὐτῆς εἰς τὸ τεῖχος ἔξοδον πολλὰ ἱστορήσων, ὡς εἴρηται, δι' αὐτῆς, τὰ
μὲν Εὐρωπαῖα, τὰ δὲ ἐξ Ἀσίας, ὡς φανήσεται. ὃ μιμησάμενος Εὐριπίδης ποιεῖ
ἄλλως ἐν Φοινίσσαις τὸν παρ' αὐτῷ πλαττόμενον πρεσβύτην διδάσκοντα ἐκ τοῦ
τείχους πολλὰ τῶν ἔξω τὴν βασιλικὴν νεάνιδα. ὅτι δὲ καὶ ἕτεραι γυναῖκες
ἀνέβησαν εἰς τὸ τεῖχος κατὰ ἀρχαῖον ἔθος, τὸ ἐν τοῖς ἑξῆς δηλωθησόμενον, νῦν
μὲν σιγᾷ ὁ ποιητής, προϊὼν δὲ ἐξείπῃ, ὡς ἂν εἴη καὶ νῦν πιθανὴ καὶ ἡ τῆς
Ἑλένης καὶ ἡ τῆς δοκούσης εἰροκόμου γραὸς εἰς τὸ τεῖχος ἔλευσις. (144) Ὅτι ἡ
ἀκολουθοῦσα ἐνταῦθα τῇ Ἑλένῃ ἀμφίπολος Αἴθρη, Πιτθῆος θυγάτηρ, ἡ
Θησέως νοεῖται πρός τινων μήτηρ, συναρπαγεῖσα τῇ Ἑλένῃ. καὶ ἔστι μὲν
ἀπίθανος ὁ λόγος διὰ πολλά. διδάσκει δὲ τὸ τῆς τύχης ὅμως καινοτόμον ἡ
ἱστορία, ἐὰν ἡ βασίλισσα Αἶθρα ὡς ἐκ παρόδου εἰς δουλικὴν τύχην κατέβη.
κατὰ δὲ ἑτέρους ἄλλη ἐστὶν αὕτη Αἶθρα, δούλη τῷ ὄντι. καὶ ἔστι καὶ αὐτὸ
παράδειγμα Ὁμηρικῆς ὁμωνυμίας. ἡ γὰρ Αἶθρα αὕτη καὶ ὁ Πιτθεὺς οὗτος
ὁμώνυμοι τοῖς εὐγενέσιν Ἑλληνικοῖς. τὴν δὲ ἑτέραν δούλην, τὴν Κλυμένην, βοῶ-
πιν καλεῖσθαί φασιν ὑφ' Ὁμήρου οὐχ' οὕτω διὰ τὸ εὐωπόν, ὅσον ὅτι τρανέστατα
ἐνέβλεψε, μόνη κατανοήσασα, ὥς φασι, τὴν ἐσομένην τῆς Ἑλένης ἁρπαγήν, ὅτε
Ἀλέξανδρος ἦλθεν εἰς Λακεδαίμονα (143)
Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 679, l. 24

ἐν τῷ «δι' ὄσσων ὄμμ' ἔχω δακρυρροοῦν», ἔνθα καὶ ζήτει διαφορὰν ὄσσων καὶ
ὄμματος, καὶ ἀπὸ τῆς δοτικῆς τῶν πληθυντικῶν. οὔτε γὰρ ἐκεῖνο ὀσσέων
448

ὀσσῶν, ὡς βελέων βελῶν, οὔτε τοῦτο ὄσσεσιν ὡς βέλεσιν, ἀλλὰ ὄσσοις καὶ
ὄσσοισιν, ὡς ὄζοις καὶ ὄζοισιν. οὕτω δὲ διφορεῖται σὺν ἄλλοις καὶ τὸ ὄνειδος.
ἔστι γὰρ καὶ ὁ ὄνειδος. τοιοῦτον καὶ τὸ ὁ σκότος καὶ τὸ σκότος καὶ ὁ ὄχος, [ἐξ
οὗ παρὰ Σοφοκλεῖ τὸ «Βαρκαίοις ὄχοις» καὶ παρ' Ὁμήρῳ τὸ ὄχεα ἐκ τοῦ τὸ
ὄχος, οὗ, φασί, καὶ δοτικὴ τῷ ὄχει. τῶν διφορουμένων δὲ καὶ ὁ ἔλεος καὶ τὸ ἔλεος,
κατὰ δέ τινας καὶ ὁ θρῆνος καὶ τὸ θρῆνος.] (428) Τὸ δέ «ἤλυθες ἐκ πολέμου»
καλὸν μὲν καὶ εἴπερ ἐρωτᾶται, κάλλιον δέ ἐστιν ἀποφαντικῶς ἀναγνωσθέν, ὡς
οἷα βαρυνομένης τῆς γυναικός, εἰ σέσωσται ὁ κακός. (430) [Ἡ δὲ τοῦ
Πάριδος ἀλαζονεία κατὰ τὸ εἰκὸς ἐνταῦθα ἱστόρηται. οὐ γὰρ ἀπίθανον αὐχεῖν
κατὰ Μενελάου τὸν Πάριν, ὡς ἂν ὑπὸ Ἑλένης φιλοῖτο.] (431) Τὸ δέ «σῇ τε
βίῃ» πρὸς διαστολὴν εἴρηται τῆς ἑτέρωθεν δυνάμεως. διὸ καὶ ἐν τῷ χερσὶ καὶ
ἔγχεϊ προσυπακουστέον τὸ σαῖς καὶ τὸ σῇ, ὡς τοῦ Πάριδος οἰκείαις μὲν
χερσὶ καὶ οἰκείῳ ἔγχεϊ μὴ φερτέρου ὄντος, εἴγε ἀντίβιον μάχεται, δι' ἀλλοτρίων  
μέντοι ὑπερφέροντος. (434) Ξανθὸν δὲ τὸν Μενέλαον ἡ Ἑλένη λέγει
παραλαλοῦσα ὡς οὐ μόνον ἀρηΐφιλός ἐστιν, ἀλλὰ καὶ καλὸς οὐδὲν ἧττον
Ἀλεξάνδρου. ἔπαινος δὲ κόμης παρὰ τοῖς παλαιοῖς τὸ ξανθόν. διὸ καὶ ἡλιώδης
κόμη καὶ ἡλιῶσα ἡ τοιαύτη καὶ χρυσέα δέ, καὶ ὁ ταύτην ἔχων χρυσεοκόμας. ἡ
δέ γε κωμῳδία ἔστρεψεν ἄλλως τοῦτο. Πυρρίαι γοῦν ἐξ ὀρθοῦ οἱ δοῦλοι παρὰ
τοῖς Κωμικοῖς, ὡς τοιοῦτοι μάλιστα ὄντες. οὕτω δὲ καὶ Ξανθίαι οἱ αὐτοί.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 711, l. 20

σεως, ἣ κεῖται ἐν τῷ Ἐτυμολογικῷ, ἐνεστὼς μὲν ὁ βλεπῶ, αὐτοῦ δὲ προΰπεστιν


ὁ δεύτερος μέλλων τοῦ βλέπω. (107) Τὸ δέ «δεδεγμένος ἐν προδοκαῖς» τρόπος
ἐστὶν ἐτυμολογικός. προδοκὴ γάρ ἐστι τόπος στενός, ἐν ᾧ δοκεύει τις [ὁδοιδόκου
δίκην] καὶ δέδεκται τὸ θηρώμενον. (106 et 108) Τὸ δὲ ἀρρενικῶς λεχθέν «ὅν
ποτε βεβλήκει» οὐκ ἐᾷ ἐπίκοινον ὄνομα εἶναι τὸ αἴξ. ἰδοὺ γὰρ ὁ αἴξ, οὗ
θηλυκὸν πάντως ἡ αἴξ. (109) Ὅτι μετρῶν ὁ ποιητὴς τὰ τοῦ ῥηθέντος
αἰγὸς κέρατά φησι· «τοῦ κέρα ἐκ κεφαλῆς ἑκκαιδεκάδωρα πεφύκει», ὡς εἶναι
κατά τινας ὁμοῦ ἄμφω σπιθαμῶν πέντε καὶ δώρου ἑνός, ἀνὰ μέρος δὲ ἑκάτερον
ἀνὰ δύο σπιθαμῶν καὶ μικρόν τι πρός. τρίτον γὰρ σπιθαμῆς τὸ δῶρον, ὃ λέγεται
καὶ παλαιστή θηλυκῶς καὶ ὁ παλαιστής ἀρσενικῶς. ἔστι δὲ διάστημα τετραδάκ-
τυλον. καὶ οὕτω μὲν ὁ ποιητὴς λέγει οὐδὲν ἀπίθανον ἱστορῶν, ὡς ἡ πεῖρα
διαδείκνυσι πολλαχοῦ. τί γὰρ μέγα δισπίθαμον κέρας ἀγρίου αἰγός, εἴγε καὶ ἓν
καθ' αὑτὸ μόνον ὦπται καὶ ὑπὲρ τέσσαρας σπιθαμὰς καὶ ἕως καὶ ὑπὲρ  
ἑπτά. φασὶ δὲ καὶ ἐν Δήλῳ τῇ νήσῳ ἀνακεῖσθαι κέρατα ἐκ τῶν κατ' Ἐρυθρὰν
θάλασσαν τόπων, κριοῦ μὲν δίπηχυ καὶ δακτύλων ὀκτώ, ἱστῶν μνᾶς εἰκοσιέξ,
τράγου δὲ πήχεων δύο καὶ σπιθαμῆς σταθμοῦ ἴσου. Ὅρα δέ, ὅπως ἑξκαίδεκα
ὀφείλων εἰπεῖν ὁμοίως τῷ ἕξκλινον καὶ τῷ Ἕξγυιον, ὃ πόλις ἐστὶ Σικελίας ἓξ
ἀγυιὰς ἔχουσα κατὰ τὸν τὰ Ἐθνικὰ γράψαντα, ὁ δὲ ἑκκαίδεκα λέγει, τραπέντος
τοῦ ξ εἰς κ διὰ συγγένειαν ὡς καὶ ἐπὶ τῆς ἐξ προθέσεως. οὕτω που καὶ χρόνος
ἑξάμηνος ἕκμηνος λέγεται καὶ τὸ ἕκτον δὲ ἐκ τοῦ ἕξ οὕτω παρωνόμασται.
Ἰστέον δέ, ὅτι εἰς κέντρωνα ἤγουν εἰς Ὁμηρόκεντρον τὸ ἐπὶ Πανὸς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 49, l. 9

κοτεσσάμενος Τρώεσσιν». ἔνθα καὶ γνωμικὸν κεῖται τὸ χαλεπὴ δὲ θεοῦ ἐπιμῆνις.


Ἔστι δὲ πλεονασμὸς ἐνταῦθα τῆς ἐπι προθέσεως, ὡς καὶ ἐν τῷ «βοῶν ἐπι-  
βουκόλος ἀνήρ» καὶ ἐπίουρος. καὶ οὕτω μὲν εἶπεν ὁ Αἰνείας ἐνδοιάζων. (183-
449

6) Ὁ δὲ Πάνδαρος παραφράζων ἀφελέστερον λαλεῖ τὸ αὐτὸ νόημα, λέγων ὅτι


σάφα οὐκ οἶδα, εἰ θεός ἐστιν. εἰ δ' ὅ γ' ἀνὴρ «Τυδέος υἱός, οὐχ' ὅ γ' ἄνευ θεοῦ
τάδε μαίνεται, ἀλλά τις ἄγχι ἕστηκεν ἀθανάτων, νεφέλῃ εἰλυμένος ὤμους».
Καὶ ἔστιν ὃ λέγει ὁ Πάνδαρος, ὅτι ἢ θεός ἐστιν ὁ φαινόμενος ἢ θεῖος ἀνὴρ
καὶ οὐκ ἄνευ θεοῦ ἀνδραγαθῶν. Καὶ ὅρα οἵαν γνῶσιν ὁ Διομήδης ἔφθασε σχεῖν
ὑπὸ Ἀθηνᾶς. αὐτὸς γὰρ οὐκ ἐνδοιαστικῶς οἶδεν ἐν τῷ γράμματι τούτῳ, ἀλλὰ
κρίνει θεὸν καὶ ἄνδρα, [ἤγουν διακρίνει. Ἐν τοῖς τοιούτοις δὲ πιθανότητα
πλάσεως ὁ ποιητὴς ἑαυτῷ ἐπιμαρτύρεται, μονονουχὶ λέγων ὡς οὐκ ἀπιθάνως
πλάττω συνεφαπτομένους τῆς μάχης θεούς. ἰδοὺ γὰρ καὶ οἱ ῥηθέντες ἥρωες
τοιαῦτα οἴονται.] (185) Σημείωσαι δὲ ὅτι τὸ μαίνεται νῦν μὲν ἐπὶ ἀνθρώπου
εἶπεν ἐνθουσιῶντος εἰς μάχην, ἀλλαχοῦ δὲ δόρυ μαίνεσθαι λέγει, ψυχώσας
οἷον τὸ ὅπλον ἐκεῖ τρόπῳ ποιητικῷ. Ἰστέον δὲ ὅτι τοῦ μαίνομαι οὐκ ἔστιν
ἐνεργητικὸς ἐνεστὼς ἀσύνθετος ἐν χρήσει, ἀλλὰ μετὰ προθέσεως. ὡς γὰρ ὀχῶ
ἄλλον καὶ πορεύω ἄλλον, ὀχοῦμαι δὲ καὶ πορεύομαι ἐγώ, οὕτω καὶ ἐκμαίνω
ἄλλον, οὗ μετοχὴ τὸ «τέτρωρον ἐκμαίνων ὄχον». ὁ μέντοι κατ' ἐνέργειαν
παρακείμενος εὕρηται ἐν ἁπλότητι. μέμηνα γάρ. ὁ δὲ ἐνεργητικὸς ἀόριστος μετὰ
προθέσεως. ἐξέμηνα γάρ. [Δῆλον δὲ καί, ὅτι ἐν πολλοῖς αἱ καθ' ὑπερβολὴν
ἐπιθυμίαι κλῆσιν ἔχουσιν ἐκ τοῦ μαίνεσθαι, καὶ μάλιστα αἱ φαῦλαι.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 96, l. 11

δὲ ἀληθείᾳ ὁ Ὅμηρος τεχνικῶς ἑαυτῷ βοηθεῖ. ὡς γάρ τινος τυχὸν ὑποκρού-


σαντος, πῶς δή ποτε τολμᾷ θεούς, τὸν Ἄρην καὶ τὴν Ἀφροδίτην, τιτρῳ-
σκομένους ὑπὸ Διομήδους πλάττειν, παράγει μύθους ἀρχαίους ὁμοίους, ἐν
οἷς ἡ Ἥρα, θήλεια καὶ αὐτὴ θεά, συμμαχοῦσά ποτε τῷ Νηλεῖ κατὰ τὴν
Πύλον δεξιτερὸν κατὰ μαζὸν ὀϊστῷ βάλλεται, μείζων τῆς Ἀφροδίτης οὖσα.
καὶ πάλιν θεὸς ἄρρην ὁ Ἅιδης τὸν στιβαρὸν ὦμον βέβληται. καὶ αὐτὸς δὲ ὁ νῦν
τιτρῳσκόμενος Ἄρης ἔπαθέ τί ποτε κατὰ τὸν πάλαι λόγον καὶ αὐτός, εἰ καὶ μὴ
πληγείς, ἀλλὰ δεθεὶς δεσμῷ κρατερῷ, ταὐτὸν δ' εἰπεῖν, χαλεπῷ, καθὰ διασαφεῖ
μετ' ὀλίγα ὁ ποιητὴς εἰπὼν «χαλεπὸς δέ ἑ δεσμὸς ἐδάμνα». ὥστε διὰ ταῦτα
μηδέν τι τὸν ποιητὴν δοκεῖν πλάττειν ἀπίθανον, εἰ τοιαῦτα προμεμυθολόγηνται
περὶ θεῶν. Τὸ δὲ καὶ τὸν Διόνυσον ὑπὸ τοῦ Ἠδωνοῦ Λυκούργου κακὰ παθεῖν,
καλὸν μὲν καὶ αὐτὸ εἰς παράδειγμα, οὐχ' ὅμοιον δὲ πάντῃ πρὸς τὰ ἐνταῦθα.
οὔτε γὰρ ἐτρώθη ὁ Διόνυσος οὔτε ἐδέθη, ἀλλὰ μόνον ἐδιώχθη. διὸ καὶ διαστήσας
ὁ ποιητὴς τὸ τοιοῦτον παράδειγμα ἐπάγει αὐτὸ ὕστερον, ἅμα καὶ γραφῆς
εὐπορίαν ἑαυτῷ οὕτω τεχνώμενος καὶ διαφόροις ἐπίτηδες μερίζων τόποις τὰ
ὅμοια νοήματα, ἔτι δὲ καὶ διὰ τὸ ἀνομοειδὲς οὐ συντάττων αὐτὸ τοῖς παροῦσι.
(385 s.) Φησὶ δὲ τὸν μὲν Ἄρην δεθῆναι ὑπὸ τῶν περὶ Ὦτον καὶ Ἐφιάλτην,
οἳ Ἀλωέως μὲν ἦσαν καὶ Ἰφιμεδείας, περὶ ὧν καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ εἴρηται.
(387) Ἔδησαν δὲ τὸν Ἄρην ἐν χαλκέῳ κεράμῳ, ἤγουν ἀγγείῳ, οἷον πίθῳ.
χρῆσις δὲ τῆς λέξεως ταύτης καὶ ἐν τῇ )Ι ῥαψῳδίᾳ. Ἄλλοι δέ φασι δεσμωτηρίῳ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 123, l. 10

ἐπὶ καρπῷ], «αὐτὰρ ἔπειτ' αὐτῷ μοι ἐπέσσυτο, δαίμονι ἶσος», ὃ καὶ ἡ Ὁμηρικὴ
πρὸ βραχέων Μοῦσα ἔφη, μονονουχὶ λέγων, ὡς ὁ καθ' ἡμῶν τῶν παίδων
ἀναιδευσάμενος οὐκ ἂν οὐδὲ τοῦ πατρὸς φείδοιτο. Σημείωσαι δὲ καὶ ἐν τούτοις
450

τὴν Ὁμηρικὴν ποικιλίαν καὶ τὴν τοῦ λόγου αὔξησιν. τὰς ἀρχὰς μὲν γὰρ κατὰ
ἑνός τινος Τρωϊκοῦ ἀνδρὸς ὁ Διομήδης ἠρίστευσεν, εἶτα πυκινὰς κλονήσας
φάλαγγας καὶ κατὰ ξυνωρίδας ῥίπτων τοὺς πολεμίους, μετ' αὐτοὺς καὶ δαίμονος
θηλείας περιγίνεται, περὶ ἧς εἴρηται. μετὰ δὲ αὐτὴν καταθρασύνεται μὲν ἄρ-
ρενος τοῦ Ἀπόλλωνος, ἀνύει δὲ οὐδέν, μικρὸν δὲ ὅσον καὶ κατὰ τοῦ Ἄρεος
ἀνδρισάμενος μέγα τι διαπράξεται. Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι καλῶς Ὅμηρος οὐ
ποιεῖ τὸν Διομήδην ἀριστεύοντα κατὰ τοῦ Ἀπόλλωνος, ἵνα μὴ πάνυ ἀπίθανα
λέγῃ καὶ εἰς ἀλληγορίαν μὴ βάπτοντα. Διὰ τοῦτο θρασύνεται μέν πως κατ' αὐτοῦ,
ὡς καὶ παρὰ τὸ εἱμαρμένον ἀριστεύων, καθὰ καὶ προείρηται, οὐ μὴν καὶ τρῶσαι
αὐτὸν δύναται. Ἀφροδίτης μὲν γὰρ καὶ Ἄρεος δυνατὸν περιγενέσθαι τινὰ
ἠθικῶς ὡς ἀλόγων παθῶν, Ἀπόλλωνος δὲ οὐκ ἄν τις ὁπωσοῦν περιγένοιτο,
εἴτε ὡς ἥλιόν τις λαμβάνει αὐτόν, καθ' οὗ βάλλειν οὐκ ἔστι, εἴτε καὶ ὡς εἱμαρ-
μένην τινά, ὥσπερ οὐδὲ Ἀφροδίτη οὐδὲ Ἄρης τρωθήσεται, ὅτε φυσικῶς
ἀλληγορούμενοι ὡς ἀστέρες λαμβάνονται, εἰ μή τις ἀναλληγορήτοις θέλων
ἐγχειρεῖν κατ' οὐρανοῦ τοξεύειν ὥσπερ βούλεται. (457) Σημείωσαι δὲ τὸ
»καὶ ἂν Διῒ μάχοιτο», ὅπερ οἱ μετὰ τὸν Ὅμηρον συναλείφοντές φασι κἂν τῷ
δεῖνι μάχοιτο, ἤγουν καὶ τῷ δεῖνι ἂν μάχοιτο, καὶ κἂν ἐξέπραξεν ἀντὶ τοῦ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 284, l. 16

(179) Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι περὶ Χιμαίρας τοιαῦτά τινα ὁ Γεωγράφος φησί.
Δαίδαλος, Λυκίων ὄρος, μεθ' ὃ πλησίον Τελμισσός, πολίχνη Λυκίων, καὶ
Τελμισσὶς ἄκρα. Εἶτα ὁ Ἀντίκραγος, ὄρθιον ὄρος, μεθ' ὃν ὁ Κράγος ἔχων
ἄκρας δύο καὶ πόλιν ὁμώνυμον. περὶ ταῦτα τὰ ὄρη μυθεύεται τὰ περὶ τῆς
Χιμαίρας. ἔστι δ' οὐκ ἄποθεν καὶ ἡ Χίμαιρα, φάραγξ τις ἀπὸ αἰγιαλοῦ ἀνατεί-
νουσα. Εἰ δέ τις βούλοιτο εἰδέναι, ποῦ γῆς ὁ ῥηθεὶς Ἀντίκραγος κεῖται, μάθοι
ἂν αὐτὸ ἐκείνοις τοῖς τοῦ Γεωγράφου προσεσχηκώς, ἔνθα φησίν, ὅτι ὑπόκειται
τῷ Κράγῳ Πίνναρα, μεγίστη πόλις Λυκίας καὶ τὰ ἑξῆς, ἱστορῶν καὶ ὄρος
Λύκιον πῦρ τίκτον αὐτόματον. Οὐκ ἂν δέ τις οὐδὲ τὸ προφαινόμενον τοῦ
μύθου μέμψηται πλάττοντος βλαπτικὴν Χίμαιραν ἢ ἐκ γενετῆς ἀγρίαν οὖσαν
ἢ καὶ ἐξ ἡμέρων θηριωθεῖσαν. οὐκ ἀπίθανον γὰρ οὐδὲ τοῦτο ἐξ ἑτέρων ὁμοίων
ἱστορουμένων φαίνεται. Φέρεται δὲ καί τις παρ' Ὁμήρῳ ἐν τοῖς ἑξῆς Ἀμισώδα-
ρος ἐκθρεψάμενος τὴν τοιαύτην Χίμαιραν. Ἡ δὲ γραφὴ τῆς κατὰ τὴν Χίμαιραν
ἀρχούσης ὁμοία τῇ τῶν χιμέτλων. ἐκεῖνά τε γὰρ παρὰ τὸν χειμῶνα γενόμενα
διὰ μόνου διχρόνου γράφεται, καὶ χίμαρος δὲ ὁμοίως ὁ τράγος, καὶ χίμαιρα
τὸ αὐτοῦ θηλυκόν, ἡ ἐν χειμῶνι, φασί, κυρίως τεχθεῖσα. Ὅτι δὲ καὶ ἐπὶ ἑτέρων
διφθόγγων τὸ αὐτὸ πάθος ἐξέδραμεν, οἷον καὶ ἐπὶ τῶν χιράδων, αἳ δηλοῦσι
ῥαγάδας χειρῶν, καὶ ἐπὶ τοῦ θιάσου, ὃς ἀπὸ τοῦ θειάζω γίνεται, κεῖται καὶ
ἀλλαχοῦ, ὡς καὶ ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ. (184 s.) Ὅτι Σόλυμοι ὅμορον
ἔθνος Λυκίοις, πολέμιον αὐτοῖς. διὸ καὶ ὁ Βελλεροφόντης σταλείς, ὡς εἴρηται,  

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 493, l. 14

Ἕλληνες δὲ ἐποίησαν οὕτω, σκεψάμενοι, ὡς εἰκός, κατὰ τὸ σιωπώμενον πλεῖόν


τι τῶν τοῦ γέροντος. Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι τὸ Ἑλληνικὸν τοῦτο τεῖχος ἀρέσκει
τοῖς παλαιοῖς πλάσμα εἶναι Ὁμηρικόν. τῇ γὰρ ἀληθείᾳ, φασίν, οὐ γέγονεν,
451

ἀλλ' ἐπλάσατο τὴν πρὸς τῷ ναυστάθμῳ τειχοποιΐαν καὶ τὰ κατ' αὐτὴν ὁ


ποιητής, οὐχ' ἱστορῶν πρᾶγμα γενόμενον ἀλλ' ὡς γενόμενον ἐκτιθέμενος,
οὐδὲ λέγων ἀληθῶς, τὰ εἰκότα δὲ ὑποτιθέμενος, ὡς ἂν ἐγγυμνάσῃ προϊὼν τὴν
ἑαυτοῦ ῥητορικὴν καὶ τειχομαχίαις καὶ κινδύνοις τοῖς περὶ αὐτάς, ὅπερ οὐκ
εἶχε περὶ αὐτὴν τὴν Τροίαν ἄρτι πιθανῶς ποιῆσαι, τά τε ἄλλα, καὶ μάλιστα
διὰ τὴν τοῦ Ἀχιλλέως μῆνιν, οὗ χωρὶς οὐ δυνατὸν ἦν τοὺς Τρῶας ἐγκλεισθῆναι
τῇ πόλει καὶ πολιορκητικὴν τειχομαχίαν παθεῖν διὰ τὸ δεῖν εἶναι τελειωθῆναι
τὴν προρρηθεῖσαν βουλὴν τοῦ Διός. Ἐπλάσατο μὲν οὖν οὐκ ἀπιθάνως ὁ ποιητὴς
τὴν ἐν τῷ ναυστάθμῳ πυργοποιΐαν διὰ πάνυ πολλὴν ποικιλίαν καὶ εὐπορίαν
γραφῆς τὴν εἰσέπειτα φανησομένην. (445 – 63) Ἵνα δὲ μὴ ἐλέγχηται ὑπὸ τῶν
ὕστερον ὡς ψευσάμενος, ζητούντων μὲν βραχέα γοῦν τινα ἰδεῖν γνωρίσματα τῆς
τοιαύτης περιπύστου τειχοποιΐας, μὴ εὑρισκόντων δέ, παράγει τὸν Ποσει-
δῶνα ὀργιζόμενον ἐπὶ τῷ ἔργῳ τούτῳ ἐν ἐπηκόῳ τοῦ Διὸς καὶ οἷον φθονοῦντα
ὑπέρ τε ἑαυτοῦ καὶ τοῦ Ἀπόλλωνος, ἔτι δὲ καὶ ἐπεγκαλοῦντα τοῖς Ἕλλησι,
διότι μηδὲ θύσαντες ἑκατόμβας εἶτα τειχοποιεῖν ἐπιβάλλονται, καὶ τὸν Δία
ποιεῖ καταψηφιζόμενον τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔργου καὶ κυροῦντα τὸν τείχους ἀφα-
νισμόν, καλύψει μὲν ψαμάθων ὕστερον, πρὸ δὲ τούτου ἀναρρήξει καὶ ἐκμοχλεύσει
τῶν θεμελίων, τῇ διὰ σεισμῶν δηλαδὴ καὶ ὑδάτων, ὡς εἰκός, ἐπικλύσεως,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 559, l. 16

κιρνᾶται οἶνος. Καὶ οὕτω μέν τινές φασιν, εἰ καὶ μὴ εὐσυντάκτως, ἀλλ' οὖν
συνήθως καὶ ἀνθρωπίνως. Ἕτεροι δὲ καὶ τὸ «πυρὸν παρέβαλε» καὶ τὸ «οἶνον
ἐνεκέρασε» τοῖς ἵπποις προσαρμόττουσι διὰ τὸ τῇ συντάξει εὐθὺ καὶ ἀπερίεργον
καὶ ἀνυπέρβατον καὶ τῇ ὀρθῇ φράσει κατάλληλον. Τὸ γὰρ ἐπὶ Ἕκτορος αὐτὰ
νοεῖν ὀρθὸν μέν ἐστι τῷ νοήματι, στρεβλὸν δὲ τῇ συντάξει καὶ οὐ σύνηθες
Ὁμήρῳ. Εἰ δέ τις λέγει μὴ ἵππων εἶναι τὸ οἰνοποτεῖν ἢ πυροφαγεῖν, εἰς μὲν
τὸ ἓν πλατέως ψεύδεται. πολλοὶ γὰρ τῶν ἵππων οὐ μόνον κριθοφαγοῦσι καὶ
ὀλύρας ἐρέπτονται, ταῦτα δὴ τὰ συνήθη, ἀλλὰ καὶ πυροὺς καὶ ἄλλα τῶν σπορί-
μων προσιέμενοι τρέφονται, οὓς ὁ συνεθισμὸς καὶ ἀρτοφαγεῖν προκαλεῖται,
ἤδη δέ που ἐθιζομένους καὶ εἰς κρεῶν ἐνάγει βορὰν καὶ αὐτῶν ὠμῶν, ὡς μηκέτι
ἀπίθανον εἶναι τοὺς τοῦ Θρᾳκὸς Διομήδους ἵππους ἀνθρωποφαγεῖν. Εἰς δὲ
τὸ μὴ οἰνοποτεῖν τοὺς ἵππους τὰ μὲν ὡς ἐπὶ πολὺ φαινόμενα συμφωνεῖ, ἡ δὲ
τοῦ γίνεσθαι δύναμις ἐὰν εὐοδωθῇ πρὸς συνήθειαν, οὐκ ἂν οὐδὲ τοῦ τοιούτου
συνεθισμοῦ ἀπείρξῃ τοὺς ἵππους. καὶ ὦπται καὶ τοῦτο οὐκ εἰς πλάτος μέντοι
πραχθέν. Οὔκουν ἀδύνατον τὴν καὶ φίλανδρον καὶ φίλιππον Ἀνδρομάχην
προσιτὸν ποιῆσαι τοῖς ἵπποις κατά τι μέτριον κρᾶμα τὸν οἶνον ἀφελέστερον
καὶ οἷον εὐηθέστερον ἱπποκομοῦσαν, καὶ τοῦτο οὐκ ἀεί, ἀλλ' ὅτε αὐτῇ θυμὸς
ἀνώγει, ὃς πολλοὺς πρὸς οὐδὲν ἀναγκαῖον φιλοῦντας τὸ ζῷον πείθει παρα-  
μιγνύειν καί τι μελιτόεν τῷ ὕδατι, κολακεύοντας οὕτω τὸ ἄλογον. Ὅλως οὖν
ἀμφίβολος καὶ ἡ ἔννοια αὕτη διὰ τὸ ἐπὶ μὲν ἵππων νοηθῆναι τὸ πυροφαγεῖν
καὶ οἰνοποτεῖν ἀπεμφαῖνον δοκεῖν εἶναι καὶ γελοῖον –

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 693, l. 18

ἔφη «σῷ μεγαλήτορι θυμῷ εἴξας». (181) Τὸ δὲ «πειρᾶν» ἀντὶ τοῦ πειρᾶσθαι
καὶ πρὸ τούτων εἶπεν ὁ ποιητής. (180) Ἐνταῦθα δὲ κεῖται τὸ δενδίλλειν
Ἰωνικὴ λέξις, δηλοῦσα τὸ περιβλέπεσθαι καὶ δινεῖν τοὺς ἴλλους ὧδε καὶ
452

ἐκεῖ. ἐξ ὧν ἰλλοὶ παρὰ τῷ Κωμικῷ οἱ στραβοί. ἀφ' ὧν τὸ ἰλλίζειν καὶ τὸ ἐν


Ὀδυσσείᾳ ἐπιλλίζειν. Φησὶ γὰρ «δενδίλλων εἰς ἕκαστον, Ὀδυσσῆϊ δὲ μάλιστα»
ἐπιτέλλων πειρᾶν, [οἷα τοῦτον ἐπικρίνας ἀγρομένων τὸν ἄριστον εἶναι, εἰ καὶ
μηδέν τι ἐξαίρετον ἤνυσε πρεσβεύσας]. Κεῖται δὲ καὶ παράφρασις καιρία
νοήματος. Εἰπὼν γὰρ ὡς πεπίθοιεν, ἤγουν πείσοιεν, ἀμύμονα Πηλείωνα,
ἐπάγει παραφραστικῶς εὐχόμενοι «ῥηϊδίως πεπιθεῖν μεγάλας φρένας Αἰακίδαο».
(186 – 8) Ὅτι τὸν Ἀχιλλέα οἱ πρέσβεις εὗρον οὔτε ὑπνοῦντα – Ἦ γὰρ
ἂν ἀπρακτεῖν εἶχε τὰ τῆς πρεσβείας.  – οὔτε ὅπλα χειριζόμενον – Ἀπίθανον
γὰρ ἐν τοιούτῳ καιρῷ.  – οὔτε μὴν πάντῃ ἀργόν – Οὐ γὰρ ἤθελεν ὥσπερ
τῷ σώματι, οὕτω καὶ τῇ ψυχῇ ἀεργὸς εἶναι.  – , ἀλλὰ φρένα τερπόμενον
φόρμιγγι τά τε ἄλλα ἐπαινετῇ καὶ ζυγὸν ἐχούσῃ, ὅ ἐστι πῆχυν, ἀργύρεον ἐπ'
αὐτῇ. Φράζει γὰρ ὁ ποιητὴς οὕτω «τὸν δ' εὗρον φρένα τερπόμενον φόρμιγγι  
λιγείῃ καλῇ δαιδαλέῃ, ἐπὶ δ' ἀργύρεον ζυγὸν ἦεν, τήν», φησίν, ἤγουν ἣν,
»ἄρετο ἐξ ἐνάρων», ὅ ἐστι λαφύρων, «πόλιν Ἠετίωνος ὀλέσσας». Οὐ γὰρ ἐκ
τῆς Ἑλλάδος ἦγεν ἐπίτηδες αὐτήν, ἐν λαφύροις δὲ βασιλικοῖς εὑρὼν κατὰ
τὸ παρατυχὸν ἔλαβε βασιλεὺς νεανίας φιλόμουσος. Ἴσως μὲν οὖν καὶ ἐπιχαί-
ρων τῇ τῶν Ἑλλήνων δυσπραγίᾳ μετὰ χεῖρας ἔχει νῦν τὴν κιθάραν, θυμοῦ
καὶ λύπης παραμύθιον, μάλιστα δὲ νυκτὸς οὔσης, τόν τε θυμὸν οὕτω

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 238, l. 9

ὅπερ ἐστὶν ἡ σκιά, γίνεται καὶ ἡ σκιάς, ἧς ὑποκοριστικὸν τὸ σκιάδιον. Γράφει


γοῦν τις, ὅτι ἀγάλματι Διονύσου πομπεύοντι περιέκειτο καὶ σκιὰς ἐκ κισσοῦ  
καὶ ἀμπέλου.] Τὸ δὲ «λῖν» οἱ μὲν περὶ Ἀρίσταρχον ὀξύνουσιν ὡς καὶ τὴν
ὀρθήν, ἤδη γὰρ δεδήλωται ὅτι τὸ λίς ὠξύνετο παρ' αὐτοῖς. Ἕτεροι δὲ περισπῶσι,
κανονίζοντες, ὡς πᾶσα αἰτιατικὴ μονοσύλλαβος εἰς νυ λήγουσα περισπᾶται·
μνᾶν, μῦν, δρῦν, κλεῖν, καίτοι τῆς εὐθείας τούτου ὀξυνομένης, ὀξύνεται γὰρ ἡ
κλείς. Τινὲς δὲ ἐτόλμησαν ἐνταῦθα τὸ λῖν δισυλλάβως εἰπεῖν, [λέγοντες, ὅτι
τὸ πλῆρες λῖνά ἐστι Δωρικῶς, ὡς τὸν θῖνα, ὥστε κατ' αὐτοὺς δικατάληκτόν
ἐστιν ὁ λίν καὶ ὁ λίς.] Ὅτι δὲ ἐκ τοῦ λάω, τὸ βλέπω, γίνεται, ὥσπερ ὁ λέων,
οὕτω καὶ ὁ λίς κατὰ τὸν γραμματικὸν Ὦρον ὡς ὀξυδερκής, καὶ ὅτι, ὥς φησι
Μανέθων ἐν τοῖς πρὸς Ἡρόδοτον, οὐ καθεύδει ὁ λέων, ὅπερ ἀπίθανον – οὐ
γὰρ ἂν ἀεὶ ἐγρηγόροι – ἀλλὰ κατὰ δορκάδα τὴν ἐκ τοῦ δέρκω παρηγμένην
καὶ κατὰ λαγὼν τὸν ἐκ τοῦ λάω, ἀνεῳγότας καθεύδων ἔχει τοὺς ὀφθαλμούς,
οἱ παλαιοί φασιν. Εἰ δὲ προαναφαινομένου τοῦ ἄλφα ἐν τῷ λάειν, ὅθεν καὶ
ἀλαός, ὁ τυφλός, τὸ λίς καινότερον διὰ τοῦ ι γράφεται, ὑπερλαλείτωσαν οἱ,
ὡς ἐρρέθη, τὸν λῖν ἐτυμολογήσαντες. (481) Τὸ δὲ «σίντην» ἤρεσεν Ὁμήρῳ
οἰκειῶσαι τῷ λέοντι διὰ τὸ αὐτοῦ βίαιον, ᾧ λόγῳ καί τινες ἄνδρες ἐλέγοντο
καθ' Ὅμηρον Σίντιες, ἄλλως ἐκεῖνοι κλινόμενοι, ὁμοία δέ τις ἔννοια καὶ λῃστὴν
τὸν Σίνιν παρήγαγε. Τὸ δὲ «διέτρεσαν» δὶς ἐν τοῖς ῥηθεῖσι κείμενον τὴν μετὰ
δέους φυγὴν δηλοῖ. [Ἰστέον δὲ ὅτι ἐμφαντικώτερον δειλίας τὸ διέτρεσαν ἤπερ
τὸ ἔτρεσαν. ἡ γὰρ δια πρόθεσις καὶ σκεδασμὸν δηλοῖ τῶν τρεσάντων.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 255, l. 10

τοῦ ο ὀξύς, ὁ θυμικός, οὗ σύνθετον πάροξυς, οἷον «οὐ μάχιμος οὐ πάροξυς


οὐδὲ βάσκανος».] (565) Τὸ δὲ «αἰὲν ἕποντο» εὐφήμως εἴρηται ἀντὶ τοῦ
ἐδίωκον. (566 – 8) Ὅτι ὁ μέγας Αἴας «ἄλλοτε μὲν μνησάσκετο θούριδος
453

ἀλκῆς αὖτις ὑποστρεφθεὶς καὶ ἐρητύσασκε φάλαγγας Τρώων, ὁτὲ δὲ τρωπάσκετο


φεύγειν» ἢ φεύγων. (569) Εἶτα διασαφῶν τὸ «ἐρητύσασκε φάλαγγας Τρώων»
φησὶ «πάντας δὲ προέεργε θοὰς ἐπὶ νῆας ὁδεύειν». Ἔνθα τὸ «πάντας» κολλητέον
ἢ εἰς τὰ «προέεργεν», ἵνα λέγῃ ὅτι πάντας Τρῶας εἶργεν εἰς νῆας ὁδεύειν,
ἢ μετὰ τοῦ «ὁδεύειν» συντακτέον αὐτό, ἵνα ᾖ ὁ νοῦς, ὡς εἶργεν ἐπιέναι πάντας
ταῖς ναυσίν, ὃ καὶ κρεῖττον. εἴργεσθαι γὰρ ἄλλως ἐκ τῶν νηῶν οὔ τινας Τρῶας
ἀλλὰ πάντας ὑφ' ἑνός, ἀπίθανον. (570 s.) Ἐπὶ δὲ τούτοις φησὶν ὁ ποιητὴς
περὶ Αἴαντος τὸ «αὐτὸς δὲ Τρώων καὶ Ἀχαιῶν θῦνε μεσηγύ, ἱστάμενος», οὐ
μὴν δηλαδὴ φεύγων. (571 – 4) Εἶτα μεγεθύνων κακὸν τὸ περὶ τὸν ἥρωά
φησι «τὰ δὲ δοῦρα θρασειάων ἀπὸ χειρῶν ἄλλα μὲν ἐν σάκεϊ μεγάλῳ πάγεν
ὄρμενα πρόσσω, πολλὰ δὲ καὶ μεσσηγὺ πάρος χρόα λευκὸν ἐπαυρεῖν ἐν γαίῃ
ἵστατο λιλαιόμενα χροὸς ἆσαι». Καὶ ταῦτα μὲν διεξοδικῶς νῦν περὶ Αἴαντός
φησιν ὁ ποιητής. ἀλλαχοῦ δὲ ἐπιφωνηματικῶς φράζων φησὶ «σάκος δ' ἀνεδέξατο
πολλά». Τὸ δὲ ῥηθὲν ὅλον χωρίον οἰκεῖον ἐπὶ ἀριστέως μεγάλῳ ἐναπειλημμένου
κινδύνῳ. Ὅρα δὲ τὰ πάρισα τὸ «μνησάσκετο» καὶ «τρωπάσκετο», ποιητικὰ
μὲν ὄντα, πρέποντα δὲ ὡς καλὰ τῷ λαμπρῷ Αἴαντι. (567)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 309, l. 5


τοῖς τοῦ Ἀθηναίου κεῖται. Καὶ ὅρα καὶ ἄλλον τοῦτον Κόροιβον παρὰ τοὺς καὶ
ἐν τοῖς εἰς τὴν Ὀδύσσειαν τεθειμένους.] (699) Ἐν δὲ τῷ «τέσσαρες ἀθλοφόροι
ἵπποι», οὓς φθόνου φασὶν αἰτίᾳ κατασχεῖν τὸν Αὐγείαν, οἱ μὲν τέτρωρον
φαντάζονται, οἱ δὲ δύο ξυνωρίδας νοοῦσιν, ἑκατέραν ἕνα ἔχουσαν ἐλατῆρα.
τετρώρῳ γάρ, φασίν, οὐ χρῶνται οἱ παρ' Ὁμήρῳ ἥρωες. Λέγουσι δὲ καὶ ὡς,
εἰ καὶ περὶ τρίποδος οἱ τοιοῦτοι ἵπποι ἔμελλον ἐν Ἤλιδι θεύσεσθαι, οὐκ ἤδη  
νοητέον τοῦ τῶν Ὀλυμπίων ἀγῶνος μεμνῆσθαι τὸν Ὅμηρον, μηδὲ γὰρ εἰδέναι
αὐτά, λέγειν δὲ περί τινος ἐγχωρίου ἀγῶνος χρηματικοῦ, οὐ μὴν στεφανίτου
κατὰ τὰ Ὀλύμπια. οὔτε γὰρ ἐνταῦθα οὔτε ἀλλαχοῦ, φασί, οἶδε στέφανον ὁ
ποιητής, οὐκ ἐν νίκῃ, οὐκ ἐν θυσίᾳ, οὐκ ἐν συμποσίῳ. Κατὰ μέντοι ἑτέρους οὐκ
ἀπίθανον εἰδέναι τὸν ποιητὴν τὰ Ὀλύμπια, κἂν εἰ μὴ πρὸς λέξιν ὀνομάζῃ αὐτά.
τὸν Ἡρακλῆν γὰρ πάντως οἶδε καὶ πολλαχοῦ μέμνηται αὐτοῦ, ὃν ἄλλοι τε καὶ
ὁ Πίνδαρος δὲ ἱστοροῦσι τοῖς Ὀλυμπίοις προκαταβαλέσθαι τὰς ἀρχάς, περὶ
ὧν Ὀλυμπίων φέρεται καὶ ἱστορία τοιαύτη τις. Αὐγείας Ἡρακλεῖ τὴν τῶν
αὐτοῦ βοῶν κόπρον καθήραντι οὐκ ἐδίδου ἀπαιτοῦντι τὸν μισθόν, ὃς ἦν δεκάτη
τῶν βοῶν, λέγων οὐχ' ἑκόντα ποιῆσαι τὸ ἔργον, ἀλλ' ἐπιταγέντα ὑπὸ Εὐρυσθέως.
καθίζουσιν οὖν κριτὴν αὐτοῖς τῆς δίκης αἱρετὸν Φυλέα τὸν τοῦ Αὐγείου υἱόν.
ὁ δὲ καταψηφίζεται τοῦ πατρός. ἀγανακτεῖ ἐπὶ τούτοις Αὐγείας, καὶ ἐκβάλλει
τὸν υἱόν. Ἡρακλῆς δὲ ἐπιστρατευσάμενος

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 321, l. 8

δύσεργον καὶ εἰς παροιμίαν ἐκπεσεῖν τὸ πρὸς δύο οὐδὲ Ἡρακλῆς. Ὅτι δὲ καὶ
ὁ Ἡρακλῆς ἐνιαχοῦ ἀγῶνα πολὺν εἶχε διὰ τὸ τοῦ Ἐνυαλίου ξυνόν, αἱ ἱστορίαι
δηλοῦσιν. ὃν καὶ ἡ Θρᾴκη παρὰ βραχὺ δυσπραγήσαντα εἶδεν ὑπὸ λῃστοῦ, ὡς  
ἐν τοῖς τοῦ Πινδάρου δηλοῦται. Καὶ ἄλλως δέ ποτε δίχα πολέμου ἐδυστύχησεν
εἴς τινα βολήν, ἀφ' ἧς παροιμία τὸ «βέβληται βαλών». ἐν Ὀλυμπίᾳ γάρ, φασίν,
ἀνδριάντα ἰδὼν καὶ νομίσας λῃστρικόν τινα εἶναι ἄνδρα ἐπαφῆκε λίθον, ὃς
ἀναστραφεὶς βέβληκε τὸν Ἡρακλῆν. Παλαιὸς δέ τις οὕτω συντομώτατα φράζει
πλήξαντα καὶ πληγέντα τὸν Ἡρακλέα, ἐπεὶ μεταξὺ Πίσης καὶ Ἤλιδος Δαιδά-
454

λειον ἀνδριάντα ἀγνοήσας ὡς ἄνδρα ἔπληξε λίθῳ, ὁ δὲ ἀντικρούσας ὀπίσω


ἔπληξεν αὐτόν. (750 – 2) Σημείωσαι δὲ ὅτι ὁ σοφὸς Νέστωρ ὑπιδόμενος
τὸ ἀπίθανον, ὡς μὴ εὐχερὲς ὂν κατὰ τοιούτων ἀηττήτων ἀνδρῶν ἀριστεῦσαι
αὐτὸν καὶ ταῦτα οὔ τί πω εἰδότα πολεμεῖν, οἳ καὶ Ἡρακλεῖ ἀντέστησαν, ἐτόλμησε
μὲν εἰπεῖν, ὡς ἀλάπαξεν ἂν καὶ αὐτούς, εἰ μὴ πατὴρ Ποσειδῶν ἐκ πολέμου
ἔσωσε συσταλέντας ἢ καὶ φυγόντας.  – τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ «καλύψας ἠέρι
πολλῇ», ὅ ἐστιν ἀφαντώσας ἐν ἀορασίᾳ – , ἐθεράπευσε δὲ τὸν ἀλαζόνα λόγον
δὶς παρασημηνάμενος παῖδας ἔτι αὐτοὺς εἶναι, ἀγαθοὺς μὲν εἰς μάχην, οὔπω
δὲ ἀκαταγωνίστους, οἷα μηδὲ μάλα εἰδότας πολέμοιο διὰ νεότητα. Δῆλον δὲ
ὅτι τε ὁ μῦθος λόγῳ μόνῳ Ἀκτορίωνας τοὺς ῥηθέντας ἀδελφοὺς λέγει, Ποσει-
δῶνος ἄλλως ὄντας, δι' οὗ αἰνίττεται τὸ ἐν αὐτοῖς ὑγρὸν καὶ θυμῶδες καὶ
ἄγριον. τοιοῦτοι γὰρ οἱ ἐκ Ποσειδῶνος, ὡς καὶ ἡ Ὀδύσσεια δηλοῖ. καὶ ὅτι
τὸ μὲν «Ἀκτορίωνε» συστέλλει φύσει κανονικῶς τὸ προπαραλῆγον δίχρονον,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 366, l. 24

δηλοῦται σαφῶς ἀλλαχοῦ. (149) Τὸ δὲ κομπεῖν καὶ ἐπὶ σκευῶν ἤχου λέγεται.
κομπεῖν γοῦν χύτραν ἢ λοπάδα φησὶν ὁ Λαέρτης ἐν τοῖς τῶν σοφιστῶν Βίοις.
ἔνθα καὶ ζητεῖται, καθὰ καὶ παρὰ τῷ Κωμικῷ, τίς ἡ τῆς χύτρας καὶ τῆς
λοπάδος διαφορά. Ὅτι δὲ πολὺς ὁ τῶν Λαπιθῶν ἔπαινος, εἴπερ ὡς δύο σύες
πολλῶν κυνηγετῶν ἔφοδον οὕτως ὑπομένουσι τοὺς πολεμίους καὶ αὐτοὶ καὶ
ἐν ἐπισφαλεῖ κινδύνῳ τῶν ἄλλων φυγόντων ἀνδρίζονται, προεπεσημάνθη.
Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι ἐκ τοῦ ἐνταῦθα κυριολεκτουμένου κομπεῖν τὸ κομπάζειν
παρῆκται, ὃ παρὰ τοῖς ὕστερον στωμυλίαν δηλοῖ καὶ στομφασμὸν περιαυτο-
λογικόν, καθὰ καὶ τὸ κομπεῖν παρὰ Σοφοκλεῖ ἐν τῷ «τοσόνδ' ἐκόμπει μῦθον»,
ὡς οἷα δηλαδὴ κομπορρήμων. (153) Ἔτι ἰστέον καὶ ὡς ἀξιόπιστον καὶ
οὐκ ἀπίθανον δοκεῖ τὸ τὴν στενὴν δίοδον φυλάττειν μόνους αὐτούς, συλλαμ-
βανόντων καὶ τῶν ἀπὸ τοῦ τείχους ἄνωθεν. Ἐπάγει γὰρ «λαοῖσι καθύπερθε
πεποιθότες ἠδὲ βίῃφι», ὡς εὐθὺς ὁ ποιητὴς ἐρεῖ (154 – 6), ὅτι οἱ λαοὶ «χερ-  
μαδίοισιν ἐϋδμήτων ἀπὸ πύργων ἔβαλλον ἀμυνόμενοι» ὑπὲρ τῶν κατ' αὐτούς,
ἤγουν καθ' Ὅμηρον εἰπεῖν, «σφῶν τ' αὐτῶν καὶ κλισιάων νηῶν τ' ὠκυπόρων».
(156 – 60) Τοὺς δὲ λίθους συντόνως φερομένους καὶ πληκτικῶς νιφάσι
παραβάλλει εἰπών, ὅτι «νιφάδες ὡς πῖπτον ἔραζε, ἅς τ' ἄνεμος ζαὴς νέφεα
σκιόεντα δονήσας ταρφειὰς κατέχευεν ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ. ὣς τῶν
ἐκ χειρῶν βέλεα ῥέον», ὡς καὶ πρὸ βραχέων ἀκριβῶς παρεσημάνθη «ἠμὲν
Ἀχαιῶν ἠδὲ καὶ ἐκ Τρώων». Καὶ νῦν μὲν οὕτω φησί, προϊὼν δὲ πλατύνει
ταύτην τὴν παραβολὴν καὶ αὐξάνει κοιμίσας τὸν ἄνεμον. (156

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 435, l. 23

«γηθοσύνῃ διΐστατο» πρὸς διαστολὴν τοῦ ἄλλως διΐστασθαι, ὁποῖον καὶ τὸ


»διαστήτην ἐρίσαντε», ὅ τινες μεταγράψαντες καὶ ἄλλως ἑρμηνεύσαντες
ἠχρείωσαν. εὕρηται γὰρ ἐκεῖνο ἐν οὐκ ἀγαθοῖς ἀντιγράφοις γραφὲν «διὰ στήτην
ἐρίσαντο» τουτέστι διὰ γυναῖκα ἤρισαν, ὡς καὶ προδεδήλωται. (30) Τὸ δὲ
»ἐπέτοντο ῥίμφα», διαλυτικὴ ἑρμηνεία ἐστὶ τοῦ ὠκυπέτα. οἱ γὰρ ὠκυπέται
ῥίμφα μάλα πέτονται, οἱ δ' αὐτοὶ καὶ εὔσκαρθμοι, ὡς εἰρήσεται. Τὸ δὲ μὴ
διαίνεσθαι τὸν ἄξονα συμπέτεσθαί τε δηλοῖ καὶ τὸ ἅρμα τοῖς ἵπποις, καὶ
σθεναροὺς δὲ εἶναι τοὺς ἵππους ἐμφαίνει τοιοῦτον ἅρμα κουφίζοντας, οὗ καὶ
455

ἄξων χάλκεος. ταῦτα δὲ ὕδατος αἰνίττεται τάχος, ὅτε κατὰ πρανοῦς φέρεται
ἢ ὑπ' ἀνέμων ἐλαύνεται. Σημειωτέον δὲ καὶ ὅτι οὐκ εἶπεν ὡς οἱ τροχοὶ οὐκ
ἐδιαίνοντο, ἵνα μὴ ἀπιθάνως εἴπῃ. αὐτοὶ γὰρ ἐπιπολῆς, ὡς εἰκός, τοῦ ὕδατος
ἐστρέφοντο, καθάπερ εἰ καὶ ἐπὶ γῆς, οὐκ ἐβυθίζοντο δέ. ὅθεν ὁ ἄξων ἀδίαντος
ἔμενε. Σημείωσαι δὲ ὅτι ἀπὸ τοῦ ἄξονος καὶ τῶν ἐχόντων αὐτὸν εἴτε ἁρμάτων
εἴτε ἁμαξῶν ἀμφαξονεῖν λέγεται παροιμιακῶς τὸ μὴ πορεύεσθαι κατ' ὀρθόν.
τίθεται δὲ κατὰ Παυσανίαν ἡ λέξις καὶ ἐπὶ τῶν τὰ γόνατα ἀσθενούντων καὶ
ἐκκλωμένων. (31) Ὅτι «εὔσκαρθμοι ἵπποι», καθά που καὶ εὔσκαρθμος
Μύριννα, οἱ εὐκίνητοι παρὰ τὸ εὖ σκαίρειν. Φησὶ γὰρ «τὸν δέ», ἤγουν τὸν
Ποσειδῶνα, «ἐς νῆας ἐΰσκαρθμοι φέρον ἵπποι». (32 – 8) Ὅτι χρᾶται καὶ
νῦν συνήθει σχήματι διηγήσεως ὁ ποιητὴς εἰπὼν «ἔστι δέ τι σπέος εὐρὺ βαθείης
βένθεσι λίμνης μεσσηγὺς Τενέδοιο καὶ Ἴμβρου παιπαλοέσσης», ἔνθα τοὺς  
ῥηθέντας ἵππους ἔστησε Ποσειδῶν «λύσας ἐξ ὀχέων, παρὰ δ' ἀμβρόσιον βάλεν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 628, l. 29

καὶ τοῖς μὲν ἁπλῶς ἀρήγει, ὑπὲρ δὲ ἐκείνου περιττῶς ἐχώσατο. καὶ
οὕτως εἰποῦσα καὶ ἅμα ἐπαγαγοῦσα τήν, ὡς ἐρρέθη, τῆς Πασιθέας ὑπόσχεσιν
πείθει τὸν Ὕπνον, ὥστε οὐκ ἀμήχανόν τι ἄνωγεν ἡ Ἥρα τῷ Ὕπνῳ τελέσαι
κατὰ τὸν ἐκείνου λόγον, εἴπερ μηχανὴ ἐπενοήθη, δι' ἧς τὸ ἀξιωθὲν τελεσθή-
σεται. Σημείωσαι δὲ καὶ ἐν τούτοις, ὅτι θεραπεία τοῦ ἐν τοῖς μύθοις ψεύδους
οὐ μόνον πιθανότης πλάσματος εἰκονίζουσά τι ἀληθές, ἀλλὰ καὶ ὁμοιοτήτων
παράθεσις, ἣν ἀλλαχοῦ μεθοδεύει ὁ ποιητὴς καὶ ἐν οἷς δὲ κεῖται τὸ «πολλοὶ
γὰρ δὴ ἔτλημεν ἐξ ἀνδρῶν χαλεπὰ ἄλγεα· ἔτλη μὲν Ἄρης, ἔτλη δὲ ἡ Ἥρη,
ἔτλη δὲ Ἅιδης», καὶ ὅπου δὲ ἡ Καλυψὼ ζηλήμονας ὡς καὶ ἐφ' ἑαυτῇ, οὕτω
καὶ ἐφ' ἑτέροις λέγει τοὺς θεούς. Οὕτως οὖν κἀνταῦθα τὸν Ὕπνον πλάττων
ἐπιβουλεύειν μέλλοντα τῷ Διῒ θεραπεύει τὸ τοῦ λόγου ἀπίθανον, ἀναφέρων
τοῦτον εἰς ὁμοιότητα μύθου παλαιοῦ, ὡς ἂν μὴ εἴη τὸ ἐνταῦθα πλάσμα μονῆρες.
ἦν δὲ ὁ παλαιὸς μῦθος, ὅτι καὶ ἄλλοτε τὸν Δία ἐκοίμησεν ἐπὶ τῷ Ἡρακλεῖ.
Ἔτι σημείωσαι καὶ ὅτι κατὰ τοὺς παλαιοὺς ὁ κεστὸς πρὸς ἐρωτικὰ καὶ μόνα  
ἦν δυνατώτατος, ὡς καὶ προδεδήλωται. Ἥρα γὰρ χρῆμα μὲν ὑποσχομένη,
ὃ ἦν θρόνος, ὡς προερρέθη, οὐκ ἔπεισε τὸν Ὕπνον, ἐπὶ δὲ γάμῳ Χάριτος
ὑπηγάγετο, καὶ μιᾷ τῇ τοῦ κεστοῦ μηχανῇ περιεγένετο καὶ αὐτοῦ καὶ τοῦ Διός,
φιλότητι καὶ ἱμέρῳ καὶ παραιφάσει ὁμιλητικῇ. Ὅρα δὲ καί, ὡς δεξιῶς ἐνταῦθα
πολυμαθείας καὶ ποικιλίας χάριν τὰ κατὰ τὸν Ἡρακλέα παρενέβαλεν, ὧν τὴν
μὲν ὑπ' αὐτοῦ ἅλωσιν τῆς Τροίας καὶ φθάσας ἱστόρησε, τὰ δὲ λοιπὰ νῦν πρώτως
ἔφη, καὶ ὅτι κινδύνῳ ἔοικε περιπεσεῖν Ἡρακλῆς δεινοτάτῳ μεθὸ τὴν Τροίαν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 805, l. 6

ἀναφωνητικῶς παρὰ τοῦ ποιητοῦ καλεῖται, ἐφ' οἷς ἱκέτευσε. διὰ τί; «ἦ γὰρ
ἔμελλε», φησίν, «οἷ αὐτῷ», τουτέστιν ἑαυτῷ, «θάνατόν τε κακὸν καὶ κῆρα
λιτέσθαι», ἤγουν λιτανεῦσαι. Καὶ ὅρα ὡς ὑπερανέβη ὁ ποιητὴς τὸν τοῦ
Ἀχιλλέως μυκτῆρα. ὁ μὲν γὰρ κόρῃ νηπίᾳ ἐκεῖνον διὰ τὰ δάκρυα εἴκασεν,
Ὅμηρος δὲ οὐχ' ἁπλῶς νήπιόν φησιν, ὡς ἐπὶ ἄλλων ποιεῖ, ἀλλὰ μέγα νήπιον,  
ὡς καὶ ὑπὲρ αἶσαν θρασυνάμενον. ἴσως δὲ καὶ ὅτι οὐ τῇ κατ' αὐτὸν ἀνδρίᾳ
ἐθάρρησεν, ἀλλ' εἰκασμῷ Ἀχιλλέως. [Καί πως ἐν τούτοις πρὸς ὁμοιότητα
τοῦ μικρὸς καὶ μέγας ἀντίκεινται καὶ τὸ κούρη νηπίη καὶ τὸ μέγα νήπιος.]
456

(47) Τὸ δὲ «λιτέσθαι» παροξυνόμενον ὁμοίως τῷ λαβέσθαι ὁ Ἀσκαλωνίτης


ἀξιοῖ, φασί, προπαροξύνειν ὡς ἐπὶ ἐνεστῶτος ἀπὸ τοῦ λίτομαι. τῇ μέντοι
παραδόσει ἀρέσκει παροξύνειν, οὐκ ἀπιθάνως. ὃν γὰρ τρόπον, φασί, τὸ ἔρεσθαι
πάντων ἀξιούντων ὁμοίως τῷ πυθέσθαι ἀναγινώσκειν, ἐπειδὴ μέσου δευτέρου
ἀορίστου ἐστίν, ὅμως ἡ παράδοσις προπαροξύνει χαρακτῆρι πεισθεῖσα φωνῆς.
τὰ γὰρ τοιαῦτα ἐνεστῶτος ὄντα προπαροξύνεται, οἷον φέρεσθαι, δέρεσθαι.
οὕτω καὶ τὸ λιτέσθαι ὤφειλε μὲν προπαροξύνεσθαι ὡς ἀπὸ ἐνεστῶτος τοῦ
λίτομαι, καταβιβάζει δὲ πρὸ μιᾶς τὸν τόνον, ἐπειδὴ τὰ εἰς θαι τῷ ε παρα-
ληγόμενα, οὐκ ὄντα ἀπὸ τῶν εἰς μι, ἔχοντα ἐν τῇ τρίτῃ ἀπὸ τέλους συλλαβῇ
τὸ ι συνεσταλμένον, μηδὲ ἐπιφερομένων αὐτῷ μήτε δύο συμφώνων μήτε
διπλοῦ, παροξύνεται, οἷον λιπέσθαι, πιθέσθαι, ἱκέσθαι. οὕτω καὶ λιτέσθαι,
οὐ λόγῳ ἐνεστῶτος, χαρακτῆρι δὲ καὶ ὁμοιότητι φωνῆς.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 26, l. 42

τὴν ἐν σώματι κεφαλήν. Κεῖται δὲ ὁ Κεφαλλὴν παρὰ Σοφοκλεῖ, ἐν τῷ, ὦ ξεῖνε


Κεφαλλήν. ἦρχε δὲ καὶ
τῆς Κεφαλληνίας Ὀδυσσεὺς ὡς μετὰ ταῦτα φανήσεται. διὸ καὶ ἄναξ Κεφαλλήνων
ὑπὸ τῶν ποιητῶν
λέγεται. καὶ οὕτω μὲν ταῦτα. Ὅμηρος δὲ, ναυτικοὺς οἶδε τοὺς Ταφίους τούτους, διὸ
φιληρέτμους
αὐτοὺς ἐρεῖ ἐν τοῖς ἑξῆς. Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι ὁ γεωγράφος ταυτίζων τοὺς Ταφίους καὶ
τοὺς Τηλεβόας
ἐν τῷ, Τάφιοι οἱ καὶ Τηλεβόαι. εἰπὼν δὲ καὶ ὅτι λῃσταὶ οἱ Τάφιοι καθὰ καὶ οἱ
Τηλεβόαι, ὅπερ
αὖθις διαφοράν τινα ἐν αὐτοῖς δηλοῖ, φησὶ καὶ αὐτὸς τοὺς Κεφαλληνίους ἢ μᾶλλον
Κεφαλλῆνας, ἀπὸ
Κεφάλου τοῦ Δηϊονέως κληθῆναι. ὃν ἐξ Ἀθηνῶν φυγάδα παραλαβὼν Ἀμφιτρύων,
κατέσχε φησὶ νῆσον
καὶ παρέδωκεν αὐτῷ. ἥτις ἐπώνυμος ἐκείνου γέγονεν. Ὅτι ὁ τῆς ἱστορίας Μέντης
Ἀγχιάλοιο πάϊς,
ἑταῖρος ἦν τῷ ποιητῇ. ὃν καὶ ἀμειβόμενος τῆς φιλίας ὁ ποιητὴς ὡς καὶ Ἡρόδοτος
ἱστορεῖ ἐν τοῖς περὶ
Ὁμήρου γενέσεως, τῇ ποιήσει τὲ τὸ αὐτοῦ ὄνομα ἐνέθετο, καὶ τὴν Ἀθηνᾶν αὐτῷ
εἴκασεν, ἀποσεμνύ-
νων οὕτως τὸν ἑταῖρον ὡς ἠδύνατο. καὶ ἄλλως μέντοι, οὐκ ἀπιθάνως ὁ ποιητὴς
ἐπλάσατο, Τάφιόν
τινα Μέντην ἐλθόντα ἐντυχεῖν τῷ Τηλεμάχῳ καὶ εἰπεῖν ἀγαθά. ὃν δὴ Μέντην, καὶ εἰς
προσωπεῖον
ποιεῖ τῇ Ἀθηνᾷ διὰ τὸ φρονίμως συμβουλεύσασθαι οἷα θεόθεν καταπεμφθέντα.
κωλύει γὰρ οὐδὲν, ἐν
οὕτω μακρῷ χρόνῳ, εὑρεθῆναί τινα, ἑταῖρον ἀρχαῖον ὄντα τῷ Ὀδυσσεῖ, καὶ τοιαῦτα
ὑπὲρ ἐκείνου ποιῆ-
σαι. ὁ δὲ τοῦ τοιούτου Μέντου πατὴρ Ἀγχίἀλος, ψιλοῖ φασὶ τὴν παραλήγουσαν ὡς
κύριον,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 48, l. 40


457

ρύκεται εὐρέϊ πόντῳ, προϊών που ὁ ποιητής, παρῳδεῖ κατὰ τὴν τοῦ ἔπους ἀρχὴν,
οὕτω. εἰς δ' ἔτι που
ζωὸς κατερύκεται εὐρέϊ πόντῳ, τοῦτο δέ τις παρῳδήσας ἐν τῷ τέλει ἀστείως, ἐπὶ
προσώπου ἀξιολόγου
ἐρεῖ. εἷς δ' ἔτι που ζωὸς κατερύκεται εὐρέϊ κόσμῳ. οἱονεὶ λέγων ὅτι ὁ δεῖνα μόνος
ἐναπέμεινε τῷ κόσμῳ.
καὶ προσφωνητικῶς δέ ποτε ἐρεῖ πρός τινα. εἷς δ' ἔτι που ζωὸς κατερύκεαι, καὶ ἑξῆς.
Ὅτι τὸ ἀμφι-
ρύτη ὥσπερ ἐν τοῖς πρὸ τούτου, οὕτω καὶ ἐνταῦθα διὰ τὸ μέτρον, ἓν ἔχει ἀμετάβολον.
(Vers. 199.)
Ὅτι ὁ ποιητὴς χρησμοῦ μιμεῖται λοξότητα ἐν οἷς ὁ Μέντης πῇ μὲν, λέγει ὅτι ζῶν
Ὀδυσσεὺς κατερύκε-
ται ἐν νήσῳ ἀμφιρύτῃ, ὅπέρ ἐστιν ἀληθές. πῇ δὲ, ὅτι χαλεποὶ δέ μιν ἄνδρες ἔχουσιν
ἄγριοι, ὅπερ
οὐκ ἀληθές. ἡ γὰρ τοιαύτη νῆσος, ἔκτοπος καὶ ἀοίκητος ἀνδράσι πλάττεται. Καὶ
σημείωσαι ὅτι συνε-
πιπλέκονται ὧδε τὰ ἀληθῆ τοῖς μὴ τοιούτοις, ὡς ἂν ἡ τοῦ μέλλοντος γνῶσις
ἀνθρωπίνως ταράττοιτο.
καὶ ἵνα μὴ δὲ ἀπίθανος ὁ λόγος δοκοίη. πῶς γὰρ ὁ φαινόμενος οὗτος Μέντης οἶδεν εἰ
καὶ ἀοίκητος ἡ νῆσος
ἐστὶν ἐν ᾗ κατέχεται Ὀδυσσεύς; ἄλλως τε, οὐδὲ ἀναγκαῖον ἦν, οὐδὲ συνέφερε
γνωσθῆναι τῷ Τηλεμάχῳ τῷ
ἀληθές. εἰ γὰρ ἔμαθεν οὕτως ἐκτετοπίσθαι τὸν πατέρα ἐν ἐρημίᾳ καὶ ὑπὸ θεᾶς δὲ
κωλύεσθαι, ἀπέ-
γνω ἂν τὴν ἐκείνου ἐπανέλευσιν καὶ οὐκ ἂν ἀπεδήμησε δι' ἐκεῖνον. καὶ συνέβαινεν ἐκ
τούτου, ἐλλελεῖ-
φθαι τῇ ποιήσει μυρίας χάριτας. (Vers. 200.) Ἀγρίους δὲ ἄνδρας, ἡ μὲν κωμῳδία, ἐπὶ
ἄλλης φαυ-
λότητος τίθησιν. ὁ δὲ ποιητὴς, τοὺς λῃστρικοὺς οὕτω καλεῖ ὡς ψευδομένους τὴν κατ'
ἄνθρωπον ἡμε-
ρότητα διὰ χαλεπότητα. διὸ ἐκ παραλλήλου γράφων, φησί. χαλεποὶ δέ μιν ἄνδρες
ἔχουσιν ἄγριοι.  

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 84, l. 14

ἐπιχείρησις γενναία, μή ποτε δὲ καὶ εἰς τὸ ἐναντίον λέληθεν ἑαυτῷ τὴν δικαιολογίαν
περιτρέπων ὁ Ἀν-
τίνοος. οἷς γὰρ ἐρεθίζει τὸν Τηλέμαχον κατὰ τῆς μητρὸς, ἀνάπτει αὐτῷ τὴν πρὸς
ἐκείνην στοργήν.
εἰ γὰρ καλῶς ἡ φίλανδρος μήτηρ διὰ σωφροσύνην ὀκνεῖ τὸν γάμον, στερκτέα ἄρα. ὁ
μέντοι Ἀντίνοος
καὶ τοῦτο διαβαλεῖν πειρᾶται. παραλαλῶν, ὡς οὐ διὰ σωφροσύνην ἡ Πηνελόπη
διατρίβει τὸν γάμον,
ἀλλὰ διὰ τῦφον γυναικεῖον. ἐρεῖ γάρ. ὡς μέγα μὲν κλέος ἑαυτῇ ποιεῖται, σοὶ δὲ ποθὴν
πολλοῦ βιό-
του. Καὶ ὅρα ὅπως ἐφ' ἑκάτερα μελετᾷ ὁ ποιητής. τὸν μὲν Τηλέμαχον ποιήσας
καταφερόμενον τῶν
μνηστήρων σφοδρῶς ὡς εἴρηται. τὸν δὲ Ἀντίνοον ἀντιπαραγαγὼν, ἐναγωνιώτερον
ἀπολογούμενον. οὗ
458

περ ὁ ἀγὼν, δύο κεφαλαίων ἀπόδειξιν ἔχει. τοῦ τὴν Πηνελόπην αἰτίαν εἶναι. καὶ τοῦ
διὰ μόνην οἰκείαν
εὔκλειαν ἀναβάλλεσθαι τὸν γάμον. Σημείωσαι δὲ ὅτι Ὅμηρος μὲν καὶ οἱ καθ'
Ὅμηρον, σώφρονα ἐν
ταῖς μάλιστα ἱστοροῦσι τὴν Πηνελόπην. Λυκόφρων δὲ καὶ εἴ τις ἄλλος τοιοῦτος,
κασσωρίδα τὴν
καλὴν Πηνελόπην παραδιδόασι, καὶ τὸ πάντῃ ἀπίθανον, καὶ πᾶσι τοῖς μνηστῆρσιν
αὐτὴν καθυπά-
γουσι. καὶ ἐκ τοιαύτης ὑποθέσεως, τὸν μυθικὸν γεννῶσι Πᾶνα. ἕτεροι δὲ σεμνότερον
ληροῦντες,
Ἑρμῆ συνευνάζουσι τῇ Πηνελόπῃ, ὅθεν ὁ Πάν, ὃν καὶ κατάρξαι τῆς ὑφαντικῆς φασί
τινες. ὅθεν
καὶ τὸ πανίον παρῆκται. Ἡρόδοτος δὲ ἄλλον τινὰ Πᾶνα ἱστορῶν, φησὶν ὅτι Πὰν
ἀρχαιότατος
παρ' Αἰγυπτίοις, ἕτερος παρὰ τὸν ἐκ Πηνελόπης καὶ Ἑρμοῦ. (Vers. 85.) Ὅτι πρὸς τὸν
ἐφ' οἷς οὐ δεῖ
αἰτιώμενόν τινας, εἴποιεν ἂν ἐκεῖνοι τὸ τοῦ Ἀντινόου πρὸς Τηλέμαχον. οἷον. ὦ δεῖνα
ὑψαγόρη, μένος
ἄσχετε, ποῖον ἔειπες ἡμέας αἰσχύνων, ἐθέλεις δέ κε μῶμον ἀνάψαι. τίς δὲ ὁ
ὑψαγόρης, προείρηται σαφῶς.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 441, l. 27

δυσκατεργαστότερον, ὁ δὲ τὸ ἄπιστον τῆς εἰς Ἅιδου καθόδου τοῦ Ὀδυσσέως


θεραπεύων ῥητορικῷ
νόμῳ δι' ὁμοίου διηγήματος ὡς μηκέτι καινὸν ὂν τὸ κατὰ τὸν Ὀδυσσέα, εἰ καὶ ἄλλοτε
τοιοῦτόν τι
γέγονε, πλάττουσι τὸν Ἡρακλέα ἐν Ἅιδου, ὡς ἔγνω τε τὸν Ὀδυσσέα καὶ διογενῆ καὶ
πολυμήχανον ὀνο-
μάσας προσφωνεῖ οὕτως· ἆ δειλέ, (Vers. 617.) ἦ δή τινα καὶ σὺ κακὸν μόρον
ἠγηλάζεις, ὅν περ ἐγὼν
ὀχέεσκον ὑπ' αὐγὰς ἠελίοιο. Ζηνὸς μέν φησι πάϊς ἦα Κρονίονος. αὐτὰρ ὀϊζὺν (Vers.
620.) εἶχον ἀπειρεσίην.
μάλα γὰρ πολὺ χείρονι φωτὶ (Vers. 621.) δεδμήμην. ὁ δέ μοι χαλεποὺς ἐπετέλλετ'
ἀέθλους, ὃ δὴ ἔχει τι
λέγειν ἀγαθὸς ἀνὴρ ὑποτεταγμένος χείρονι τινὶ καὶ δεινὰ ἐπιτασσόμενος. εἶτα
ἐπιφέρει· (Vers. 622. 623.)
καὶ ποτέ μ' ἐνθάδ' ἔπεμψε κύν' ἄξοντα, οὐ γὰρ ἔτ' ἄλλον φράζετο τοῦδέ τί μοι
κρατερώτερον εἶναι ἄεθλον.
(Vers. 624.) τὸν μὲν ἐγὼν ἀνένεικα, τὸν κύνα δηλαδὴ Κέρβερον, καὶ ἤγαγον ἐξ
Ἀΐδαο. (Vers. 625.)
Ἑρμείας δέ μ' ἔπεμψεν ὁ κλεπτικὸς καὶ γλαυκῶπις Ἀθήνη. Ἰστέον δὲ ὅτι καὶ
Ἡρακλῆς, ὡς καὶ ἐν Ἰλιάδι
δηλοῦται, εἰς φιλόσοφον ἄνδρα ἐκλαμβάνεται παρὰ τοῖς παλαιοῖς. διὸ καὶ οὐκ
ἀπίθανον Ὀδυσσέα τε καὶ
Ἡρακλέα φιλοσοφίας τροφίμους ἄνδρας, τὰ αὐτὰ ποιεῖν ἐνεργήματα. ὅθεν καὶ καθὰ
τῷ Ὀδυσσεῖ Ἀθηνᾶ
τὰ πλείω κατορθοῖ, δι' ἧς καὶ τῆς Καλυψοῦς ἀπολέλυται συμπράξαντός τι καὶ τοῦ
Ἑρμοῦ, οὕτω
459

καὶ τὸν Ἡρακλῆ Ἀθηνᾶ πέμπει καὶ Ἑρμῆς, ἀνάξοντα τὸν θρυλούμενον Κέρβερον. οὗ
ἡ ἀλληγορία
ἑτέρωθι κεῖται. (Vers. 617.) Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ, ἆ δειλὲ καὶ ἆ δειλοὶ, πολλαχοῦ κείμενον
πολλάκις
καὶ ἐδηλώθη τί δηλοῦν βούλεται. Ἠγηλάζειν δὲ κατὰ τοὺς παλαιοὺς τὸ διώκειν, ἄγειν,
φυγαδεύειν,
πορθεῖν, ἵνα ᾖ τὸ κακὸν μόρον ἠγηλάζεις ἀντὶ τοῦ κακὴν τύχην ἄγεις, καὶ τὸ πάγχυ
κακὸν ἠγηλάζει

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 31, l. 36

γὰρ οἶδεν ἐπὶ πρᾳότητος τὸ ἐπιεικές. Ἀμοιβὴν δὲ νῦν τὴν ποινὴν λέγει, εἰ καὶ ἄλλως οἱ
περὶ Εὐρύλο-
χον ὑπέσχοντο ἑτεροίαν ἀμοιβὴν ὑπὲρ τῶν βοῶν, ἤγουν ναοῦ τε κατασκευὴν καὶ
ἀναθημάτων πολλῶν
καὶ ἐσθλῶν, εἰ περισωθῶσιν οἴκαδε. (Vers. 385.) Ἰστέον δὲ ὅτι ὁπηνίκα λαμπρός τις
ἀνὴρ καὶ πολύ-
χρηστος λελυπημένος ἀπαγαγεῖν ἑαυτὸν ἐκ τοῦ μέσου μελετᾷ εἰς παράβυστον, εἰκὸς
ἐπ' αὐτῷ προσαρ-
μόσαι ἢ κατὰ παρῳδίαν ἢ καθ' ἕτερόν τινα τρόπον ῥητορικῶς τὴν τοῦ Ἡλίου τε
ἀπειλὴν καὶ τὴν τοῦ
Διὸς παραμυθίαν, ἵνα τις δυσχεραίνων εἴπῃ περὶ τοῦ τοιούτου, μὴ χρῆναι δῦναι
τοιοῦτον Ἥλιον καὶ
ἀποκρύψαι τηλικοῦτον φῶς καὶ ἀλαμπῆ τὰ κατὰ τὸν τόπον ἐκεῖνον ἐάσαι, ἀλλὰ
φαείνειν ἐπὶ ζείδωρον
ἄρουραν, καὶ εἴ τι ἕτερον τοιοῦτον ὑποβαλεῖ ἡ κατὰ τέχνην μέθοδος. (Vers. 389.)
Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι
χαίρων μὲν τοῖς μύθοις ὁ ποιητὴς, ὑπειδόμενος δὲ ἀπορίαν ἐνταῦθα, ὡς ἐροῦντος
τινὸς πόθεν Ὀδυς-
σεὺς εἰδὼς, λέγει τὰ κατὰ τὸν Ἥλιον καὶ τὸν Δία οἷς αὐτὸς οὐ παρέτυχε, τὸν μὲν
μῦθον οὐκ ἀνατρέ-
πει, τὸ δὲ ἀπορούμενον ἀπίθανον θεραπεύων λύει, εἰπόντος Ὀδυσσέως οὕτως· ταῦτα
δ' ἐγὼν ἤκουσα
Καλυψοῦς, ἡ δ' ἔφη Ἑρμείαο αὐτὴ ἀκοῦσαι. δῆλον δ' ἐκ τούτου, ὅτι τε ἡ Καλυψὼ καὶ
ὅσαι κατ' αὐ-
τὴν οὐδήεσσαι οὐκ οἴδασι τὰ τῶν θεῶν εἰ μή τις ἐκεῖθεν ἐλθὼν αὐτὰ εἴπῃ, καὶ ὅτι καὶ
τὰ ἄλλα, ὅσα
εἰκὸς μὴ αὐτόθεν εἰδέναι τὸν Ὀδυσσέα, ἐκ τῆς Καλυψοῦς καὶ τῆς Κίρκης ἔχει μαθών.
οὕτω γὰρ καὶ
τὴν Ἀρτακίαν ἐῤῥέθη κρήνην εἰδέναι καὶ τὸν Ἀντιφάτην Λαιστρυγόνα καὶ ὡς
θυγατέρα ἐκεῖνος εἶχε,
καὶ ὅτι δὲ οἱ Κύκλωπες παίδων καὶ γυναικῶν ἐθεμίστευον, καὶ εἴ τι δὲ ἄλλο τοιοῦτον.

Ησύχιος (Α – Ο) (4085: 002)“Hesychii Alexandrini lexicon, vols. 1–2”, Ed. Latte,


K.Copenhagen: Munksgaard, 1:1953; 2:1966.Alphabetic letter , entry 1646, l. 1

οὐκ ἀπεικός· οὐκ ἄτοπον ASvg. ἄξιον ASg. ὀφειλόμενον.


 πρέπον. ὅμοιον. Εἰκὸς δέ ἐστιν παρὰ τὸ ἐοικός. εἶτα ἀπεικὸς
460

 τὸ ἀπρεπές, τὸ ἀνόμοιον· καὶ τὸ οὐκ ἀπεικὸς διὰ δύο ἀρνή-


 σεων μία συγκατάθεσις· ὡς τὸ ἥκιστα οὐδαμῶς, οὐχ ἥκιστα
 τὸ μάλιστα AS
οὐκ ἀπεοικός· οὐκ ἀπρεπές Avgn
οὐκ ἀπέχρη· οὐκ ἤρκει AS
οὐ κατακτενεῖς· οὐ καταβιάσῃ. οὐ καταβαρήσεις A
οὐκ ἀπᾴδομεν· οὐκ ἀπαρνούμεθα
οὐκ ἀπηξίωσεν· ἠξίωσεν AS
οὐκ ἀπίθανος· πιθανός
οὐκ ἀπολείπεται· οὐκ ἀποστερεῖται
οὐκ ἀπορεῖ· [οὐκ] ἀρκεῖ. εὐπορεῖ
οὐκ ἀπορηθήσεται· οὐ χρήσει (Isai. 8,23) AS
οὐκ ἀποῤῥυήσεται· οὐ κατατακήσεται (Ps. 1,3) AS
οὐκ ἀποφώλια· οὐκ ἀδίδακτα. οὐ μάταια (ε 182)
οὐκ ἀπόχρη· οὐκ ἀρκεῖ ASvg
οὐκ ἀπρακτήσεις· οὐκ ἀποτάξεις
οὐκ ἀπώναντο· οὐκ ὠφελήθησαν Avg
οὐ κάρος· οὐ νέκρωσις

Θεοδώρετος. Graecarum affectionum curatio (4089: 001)


“Théodoret de CyThérapeutique des maladies helléniques, 2 vols.”, Ed. Canivet, P.
Paris: Cerf, 1958; Sources chrétiennes 57.Book 1, sec. 61, l. 5

Τιμαίῳ περὶ τῶν ποιητῶν ὁ Πλάτων εἴρηκε καὶ προσέταξεν


Ὁμήρῳ καὶ Ἡσιόδῳ καὶ τοῖς ἄλλοις ποιηταῖς μυθολογοῦσι
πιστεῦσαι καὶ οὐκ ᾐδέσθη φάναι, ὅτι ἄνευ εἰκότων καὶ ἀναγκαίων
ἀποδείξεων λέγουσι, καὶ ταῦτα κωμῳδῶν ἀλλαχοῦ τὰ παρ'
ἐκείνων λεγόμενα, ὡς ἐν ἑτέρῳ δὴ χωρίῳ σαφῶς ἐπιδείξομεν.
Εἰ δὲ τοῖς τοὺς λήρους ἐκείνους μυθολογοῦσι καὶ τοὺς αἰσχρο-
τάτους διαπλάττουσι μύθους πιστεύειν ὁ Πλάτων παρακελεύεται
καὶ μηδεμίαν αὐτοὺς ἀπόδειξιν ἀπαιτεῖν, πολλῷ μᾶλλον ὁσιώτε-  
ρόν τε καὶ δικαιότερον τοῖς θεσπεσίοις ἀποστόλοις καὶ προφήταις
πιστεῦσαι, αἰσχρὸν μὲν οὐδὲν οὐδὲ μυθῶδες οὐδὲ ἀπίθανον λέ-
γουσι, θεοπρεπῆ δὲ ἅπαντα καὶ παναγῆ διδάσκουσι καὶ σωτήρια.
 Ὅτι δέ γε καὶ οἱ ταῖς δόξαις τῶν φιλοσόφων ἀκολουθήσαντες,
πίστει χρώμενοι ποδηγῷ, οἱ μὲν τὰ τούτων, οἱ δὲ τὰ ἐκείνων
ἠσπάσαντο, μάλα ἄν τις μάθοι ῥᾳδίως, τὰς τῶν δογμάτων δια-
φορὰς ἐξετάσας. Οἱ μὲν γὰρ ἀθάνατον ἔφασαν τὴν ψυχήν, οἱ δὲ
θνητήν, οἱ δὲ μικτήν τινα ὡρίσαντο καὶ τὸ μὲν αὐτῆς θνητόν, τὸ
δὲ ἀθάνατον ἔφασαν· καὶ τὰ ὁρώμενα οἱ μὲν ἀγένητα, οἱ δὲ γε-
νητά, καὶ οἱ μὲν ἐκ γῆς, οἱ δὲ ἐξ ὕλης, οἱ δὲ ἐξ ἀτόμων ξυστῆ-
ναι· καὶ οἱ μὲν ἔμψυχον εἶναι τὸ πᾶν, οἱ δὲ ἄψυχον.

Θεοδώρετος. Graecarum affectionum curatio


Book 2, sec. 97, l. 1

δὲ καὶ Ἀέτιος τὰς τῶν φιλοσόφων ἐκπαιδεύουσι δόξας· τὸν αὐτὸν


δὲ καὶ ὁ Πορφύριος ἀνεδέξατο πόνον, τὸν ἑκάστου βίον ταῖς
461

δόξαις προστεθεικώς. Τούτοις ὑμᾶς, ὦ ἄνδρες, ἀξιῶ τὰ ἡμέτερα


παραθεῖναι καὶ μαθεῖν ὡς οὐ μόνον, κατὰ τὸν ποιητήν,
   ὅσον οὐρανός ἐστ' ἀπὸ γαίης  
ἀφέστηκεν, ἀλλ' ὅσον ὁ καλούμενος Τάρταρος οὐρανοῦ. Ἐγὼ
δ' αὐτοὺς θεῖναι παραιτοῦμαι τοὺς μύθους, ἵνα μὴ μέ τις ἀδο-
λέσχην ὀνομάσῃ καὶ φλήναφον· ἐνίων δὲ καὶ μάλα ὀλίγων ἐν τῇ
μετὰ τήνδε, ξὺν θεῷ φάναι, γραφησομένῃ διαλέξει μνησθήσομαι,
ἵνα τῶν μυθολογουμένων περὶ τῶν καλουμένων θεῶν μὴ μόνον
τὸ ἀπίθανον, ἀλλὰ καὶ τὸ ἀνόητον καὶ δυσαγὲς ἐπιδείξω. Εἰ δέ τῳ
φίλον καὶ αὐτὴν διαγνῶναι τὴν ξύγκρισιν, εὑρήσει ταύτην ἐν τοῖς
Εὐσεβίου τοῦ Παλαιστίνου ξυγγράμμασιν, Εὐαγγελικὴν δὲ προ-
παρασκευὴν τόνδε τὸν πόνον ἐκεῖνος ὠνόμασεν· ἐγὼ δὲ ξυντόμως
ἐρῶ, ὡς Αἰγύπτιοι καὶ Φοίνικες καὶ τῶν Ἑλλήνων οἱ ποιηταὶ καὶ
φιλόσοφοι ἢ τὰ ὁρώμενα στοιχεῖα θεοὺς ὑπετόπασαν ἢ ἀνθρώπων
τοὺς εὖ τι πεποιηκότας καὶ ἔν τισι πλεονεκτήμασι διαπρέψαντας
θεοὺς ἀνηγόρευσαν καὶ τεθνεῶσι ναοὺς ἐδομήσαντο· ἡμεῖς δὲ τῶν
μὲν ὁρωμένων θεολογοῦμεν οὐδέν, τῶν δὲ ἀνθρώπων τοὺς ἐν ἀρετῇ
διαπρέψαντας ὡς ἀνθρώπους ἀρίστους γεραίρομεν

Θεοδώρετος. Historia ecclesiastica (4089: 003)


“Theodoret. Kirchengeschichte, 2nd edn.”, Ed. Parmentier, L., Scheidweiler, F.
Berlin: Akademie–Verlag, 1954; Die griechischen christlichen Schriftsteller 44.
P. 14, l. 18

«θειοτάτου τούτου μυστηρίου εἴδησιν· «οὐδεὶς γὰρ ἔγνω τίς ἐστιν


»ὁ υἱός« λέγων «εἰ μὴ ὁ πατήρ· καὶ τὸν πατέρα οὐδεὶς ἔγνω-
»κεν εἰ μὴ ὁ υἱός«. περὶ οὗ καὶ τὸν πατέρα οἶμαι λέγειν «τὸ μυ-
»στήριόν μου ἐμοί«.
 »Ὅτι δὲ μανιῶδες τὸ ἐξ οὐκ ὄντων τὸν υἱὸν γεγονέναι φρονεῖν,
»χρονικὴν ἔχον τὴν πρόθεσιν αὐτόθεν δείκνυται τὸ ἐξ οὐκ ὄντων,
»κἂν ἀγνοῶσιν οἱ ἀνόητοι τὴν τῆς φωνῆς αὐτῶν μανίαν. ἢ γὰρ
»χρόνοις ἐμπολιτεύεσθαι δεῖ τὸ οὐκ ἦν, ἢ αἰῶνός τινι διαστήματι.
»εἰ τοίνυν ἀληθὲς τὸ πάντα δι' αὐτοῦ γεγονέναι, δῆλον ὅτι καὶ πᾶς
»αἰὼν καὶ χρόνος καὶ διαστήματα καὶ τὸ ποτέ, ἐν οἷς τὸ οὐκ ἦν
»εὑρίσκεται, δι' αὐτοῦ ἐγένετο. καὶ πῶς οὐκ ἀπίθανον τὸν καὶ χρό-
»νους καὶ αἰῶνας καὶ καιρούς, ἐν οἷς τὸ οὐκ ἦν συμπέφυρται, ποιή-  
»σαντα, αὐτόν ποτε μὴ εἶναι λέγειν; ἀδιανόητον γὰρ καὶ πάσης ἀμα-
»θίας ἀνάπλεων τὸν αἴτιον γενόμενόν τινος αὐτὸν μεταγενέστερον
»λέγειν τῆς ἐκείνου γενέσεως. προηγεῖται γὰρ κατ' αὐτοὺς τῆς τὰ
»ὅλα δημιουργούσης τοῦ θεοῦ σοφίας ἐκεῖνο τὸ διάστημα ἐν ᾧ φασι
»μὴ γεγενῆσθαι τὸν υἱὸν ὑπὸ τοῦ πατρός, ψευδομένης κατ' αὐτοὺς
»καὶ τῆς πρωτότοκον αὐτὸν εἶναι πάσης κτίσεως ἀναγορευούσης
»γραφῆς. σύμφωνα γοῦν τούτοις βοᾷ καὶ ὁ μεγαλοφωνότατος Παῦλος
»φάσκων περὶ αὐτοῦ· «ὃν ἔθηκε κληρονόμον πάντων,

Θεοδώρετος. Historia religiosa (= Philotheus) (4089: 004)


“Théodoret de CyL'histoire des moines de Syrie, 2 vols.”, Ed. Canivet, P., Leroy–
Molinghen, A.Paris: Cerf, 1:1977; 2:1979; Sources chrétiennes 234, 257.Vita 21, sec.
462

29, l. 4

τὴν οἰκουμένην τοιαῦτα παιζόντων ὁμοῦ καὶ σπουδαζόντων.


Τῇ γὰρ δοκούσῃ παιδιᾷ σπουδάζουσιν ἅπασαν ἀφανίσαι
τῶν ἀνθρώπων τὴν φύσιν. ‘Ἀλλὰ σύ γε ἄπιθι, ἔφην, τοῦ
Χριστοῦ σοι κελεύοντος τοῦ λεγεῶνα ὅλην διὰ τῶν χοίρων
τῷ βυθῷ παραπέμψαντος.’ Ἤκουσεν ἅμα καὶ ἔφυγεν, οὔ-
τε τῆς δεσποτικῆς προσηγορίας τὴν δύναμιν φέρων οὔτε
τῆς οἰκετικῆς φιλοσοφίας τὴν αἴγλην βλέπειν δυνάμενος.»
 Καὶ ἄλλα δὲ πλείονα τούτων εἰδὼς διηγήματα,
συγγράφειν οὐ βούλομαι μὴ τοῖς ἀσθενεστέροις τὸ πλῆθος
ἀπιστίας γένηται πρόφασις. Τοῖς μὲν γὰρ ὁρῶσι τὸν θεῖον
ἄνθρωπον οὐδὲν τοιοῦτον λεγόμενον ἀπίθανον καταφαίνεται,
τῆς ὁρωμένης ἀρετῆς τὰ λεγόμενα βεβαιούσης. Ἐπειδὴ δὲ
καὶ εἰς τοὺς ὕστερον ἐσομένους τὸ τοῦ διηγήματος διαβήσεται
σύγγραμμα, ἀπιστότερα δὲ τοῖς πολλοῖς τὰ ὦτα τῶν
ὀφθαλμῶν, τῇ ἀσθενείᾳ τῶν ἀκουόντων μετρήσωμεν τὴν
διήγησιν.

Θεοδώρετος. Interpretatio in Ezechielem (4089: 027); MPG 81.


Vol. 81, p. 1204, l. 29

ἐγένετο, ἡνίκα οὔτε τείχη εἶχον αἱ πόλεις τῆς Ἰου-


δαίας, οὔτε πύλας, οὔτε μοχλοὺς, κατὰ τὴν προφη-
τείαν, διὸ καὶ κατεθάῤῥησεν ἐπιστρατεῦσαι τὰ προ-
ειρημένα ἔθνη· ἐπίσημος δὲ ἐγεγόνει μετὰ τὴν ἐπ-
άνοδον ὁ Ἰσραηλίτης λαὸς, ἐκ θείας ἐνεργείας τῆς
ἐπανόδου τυχών· καὶ καθάπερ ἡ ἐκ τῆς Αἰγύπτου
ἔξοδος πολλὴν αὐτῷ παρέσχε τὴν περιφάνειαν, οὕτως
ἡ ἀπὸ Βαβυλῶνος ἐπάνοδος λαμπροὺς αὐτοὺς καὶ
περιβλέπτους ἐποίησεν· οὗ χάριν καὶ ἐπιστρατεῦσαι
αὐτοῖς ταῦτα τετόλμηκε τὰ ἔθνη. Καὶ μηδεὶς οἰέσθω
ἀπίθανον τὴν προφητείαν, λογιζόμενος τὸ μεταξὺ
διάστημα τῶν Σκυθικῶν ἐθνῶν, καὶ τῆς Ἰουδαίας.
Ἐνθυμείσθω δὲ ὡς καὶ ἐν τοῖς ἡμετέροις χρόνοις
πᾶσαν τὴν Ἕω τοῦτο τὸ ἔθνος κατέλαβε, καὶ πλεῖστον
πλῆθος ἐξανδραποδίσαν ἀπῆλθε. Φρύγας δὲ καὶ Γα-
λάτας, Ἴβηράς τε καὶ Πέρσας, καὶ Αἰθίοπας, οὐχ
ὡς ὑπακούοντας αὐτῷ λέγει συστρατεύεσθαι, ἀλλ'
ὡς διαφόρως ἀναμιγέντας αὐτῷ, καὶ τοὺς μὲν αὐ-
τομολήσαντας καὶ ἑκοντὶ στρατευσαμένους, τοὺς δὲ
δορυαλώτους γενομένους, καὶ συμπολεμεῖν ἀναγκα-
ζομένους.

Θεοδώρετος. Interpretatio in Danielem (4089: 028); MPG 81.Vol. 81, p. 1396, l.


21

λεὺς Ἀστυάγης προσετέθη πρὸς τοὺς πατέρας αὑτοῦ,


463

καὶ παρέλαβε τὴν βασιλείαν Κῦρος ὁ Πέρσης.» Οὐ τοί-


νυν Δαρεῖος καὶ Κῦρος κατὰ ταὐτὸν βασιλεύσαντες, τὸν
Βαλτάσαρ ἀνεῖλον· ἀλλ' ὁ μὲν Δαρεῖος ὁ Ἀσσουήρου
πρότερον, ὕστερον δὲ Κῦρος ἐβασίλευσεν. Οὐδὲ ταῖς
Ἑλληνικαῖς ἱστορίαις τὰ ὑπὸ τοῦ Ἰωσήππου εἰρη-
μένα συμβαίνει. Οὐδὲ γὰρ ἐν ἐκείναις ἔστιν εὑρεῖν, τὸν
Κυαξάρην τὸν τοῦ Ἀστυάγους υἱὸν αὐτὸν εἶναι τὸν Δα-
ρεῖον, ὃν οὗτος ἔφη σὺν τῷ Κύρῳ τὴν στρατείαν κατὰ
τῆς Βαβυλῶνος ποιησάμενον· ὥστε παντάπασιν ἀπί-
θανον εἶναι τὸν τοῦ Ἰωσήππου λόγον. Ἐγὼ δὲ τῇ θείᾳ
πειθόμενος Γραφῇ, τοῦ Ναβουχοδονόσορ εὑρίσκω τοῦ-
τον θυγατριδοῦν· τῷ γὰρ Ἱερεμίᾳ παρακελευσάμενος
ὁ Θεὸς δεσμὰ ἑαυτῷ περιθεῖναι, καὶ ταῦτα πέμψαι
τοῖς πλησιοχώροις βασιλεῦσι, τῷ τῶν Ἰδουμαίων, καὶ
Μωαβιτῶν, καὶ Ἀμανιτῶν, Τυρίων τε καὶ Σιδωνίων,
ταῦτα εἰπεῖν αὐτοῖς παρεγγύησεν· «Οὕτως εἶπε
Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραήλ· Οὕτως ἐρεῖτε πρὸς τοὺς
κυρίους ὑμῶν·

Θεοδώρετος. Interpretatio in xii prophetas minores (4089: 029); MPG 81.


Vol. 81, p. 1897, l. 26

ἐπιχέουσαι, τὴν ἄφθονον φιλοτιμίαν τῆς τοῦ Θεοῦ


φιλανθρωπίας σημαίνουσιν. Οὕτω διὰ τοῦ λαμπα-
δίου τὴν τὰ πάντα καταφωτίζουσαν χάριν ᾐνίξατο.
Δύο δὲ ἐλαίας ἑκατέρωθεν τεθηλυίας, τὴν βασιλείαν
καὶ τὴν ἱερωσύνην ἐκάλεσε, τῇ θείᾳ χάριτι κοσμου-
μένας· τοὺς δὲ δύο κλάδους, τοὺς μέχρι τῶν
λύχνων διήκοντας, τὸν Ἰησοῦν καὶ τὸν Ζοροβάβελ,
τὸν μὲν ἐκ τῆς ἱερατικῆς, τὸν δὲ ἐκ τῆς βασιλικῆς
βεβλαστηκότα φυλῆς. Ἐπειδὴ γὰρ τοῖς ἀνθρωπίνοις
λογισμοῖς κεχρημένοις ἄπιστον ἐδόκει καὶ λίαν
ἀπίθανον, ἄνδρας ὀλίγους, καὶ πένητας, καὶ μόγις
ὀψέ ποτε τὴν μακρὰν ἐκείνην αἰχμαλωσίαν διαφυ-
γόντας, τοσαῦτα καὶ τοιαῦτα κατορθῶσαι ἀνδραγα-
θήματα, ἐβεβαίωσε τοῖς ὑποδειχθεῖσι τὴν ὑπόσχεσιν
ὁ Θεὸς, διδάσκων, ὡς οὐ τῆς αὐτῶν δυνάμεως, ἀλλὰ
τῆς αὐτοῦ χάριτός ἐστιν ἡ κατόρθωσις. Καὶ ταύτην
τὴν ἑρμηνείαν παρ' αὐτοῦ μεμαθήκαμεν τοῦ τὴν
ὄψιν ἐκείνην ὑποδείξαντος Δεσπότου· τοῦ γὰρ προ-
φήτου πυθομένου τὰ δειχθέντα τίνων ἐστὶ πραγμά-
των αἰνίγματα, ὁ θεῖος ἄγγελος ἔφη· «Οὗτος ὁ
λόγος Κυρίου πρὸς Ζοροβάβελ, λέγων·

Θεοδώρετος. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli (4089: 030); MPG 82.
Vol. 82, p. 680, l. 39

Καὶ πάλιν· «Ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς


464

ἐπερχομένοις τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς χάριτος


αὑτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ' ἡμᾶς. Αἰὼν τοίνυν ἐστὶ τὸ
τῇ κτιστῇ φύσει παρεζευγμένον διάστημα. Τῶν
αἰώνων δὲ ποιητὴν εἴρηκε τὸν Υἱὸν, ἀΐδιον αὐτὸν
εἶναι διδάσκων, καὶ παιδεύων ἡμᾶς, ὡς ἀεὶ ἦν παν-
τὸς οὑτινοσοῦν ὑπερκείμενος χρονικοῦ διαστήματος.
Οὕτω περὶ τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς ἡ Παλαιὰ Γραφὴ
λέγει· Ὁ ὑπάρχων πρὸ τῶν αἰώνων, ἀντὶ τοῦ, Ὁ
ἀεὶ ὤν. Εἶτα, ἐπειδὴ Υἱὸν εἰπὼν ἀΐδιον, αὐτὸν προς-
ηγόρευσεν, ἀπίθανον δὲ εἶναί πως ἐδόκει τοῖς ἀμυή-
τοις τῶν θείων, τὸν υἱὸν ὄντα μὴ δεύτερον εἶναι τοῦ
γεγεννηκότος τῷ χρόνῳ, ἀπό τινος ὁρωμένης εἰκόνος
δείκνυσι τὴν τῆς θεολογίας ἀλήθειαν, καί φησιν·
 γʹ. «Ὃς ὢν ἀπαύγασμα τῆς δόξης.» Τὸ γὰρ
ἀπαύγασμα καὶ ἐκ τοῦ πυρός ἐστι, καὶ σὺν τῷ πυρί
ἐστι· καὶ αἴτιον μὲν ἔχει τὸ πῦρ, ἀχώριστον δέ ἐστι
τοῦ πυρός. Ἐξ οὗ γὰρ τὸ πῦρ, ἐξ ἐκείνου καὶ τὸ
ἀπαύγασμα. Εἰ τοίνυν ἐπὶ τῶν αἰσθητῶν δυνατὸν
εἶναί τι ἔκ τινος, καὶ συνυπάρχειν τούτῳ ἐξ οὗπέρ
ἐστι· Μὴ ἀμφιβάλῃς, φησὶν, ὡς ὁ Θεὸς Λόγος

Θεοδώρετος. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli Vol. 82, p. 692, l. 36

προσήνεγκεν. «Ἐν γὰρ τῷ ὑποτάξαι αὐτῷ τὰ πάντα


οὐδὲν ἀφῆκεν αὐτῷ ἀνυπότακτον.» Καὶ ἐπειδὴ εἰ-
κὸς ἦν εἰπεῖν τινας· Καὶ μὴν πλείστους ὁρῶμεν ἀντι-
λέγοντας, καὶ προσκυνεῖν αὐτὸν οὐκ ἐθέλοντας, ἀναγ-
καίως ἐπήγαγε· «Νῦν δὲ οὔπω ὁρῶμεν αὐτῷ τὰ
πάντα ὑποτεταγμένα.» Τοῦτο γὰρ καὶ ἤδη εἴρη-
κεν. Οὐ γὰρ ἀγγέλοις ὑπέταξε τὴν οἰκουμένην τὴν
μέλλουσαν, περὶ ἧς λαλοῦμεν· ἀντὶ τοῦ, Ἐν ἐκείνῳ
τῷ βίῳ πάντων κρατήσει· ὑποταγήσονται γὰρ τότε
καὶ οἱ νῦν ἀντιλέγοντες. Ἐπειδὴ δὲ τῶν ἀγγέλων
αὐτὸν καὶ Ποιητὴν εἴρηκε καὶ Δεσπότην, ἀπίθανον δὲ
τοῦτο εἶναί πως ἐδόκει τοῖς ἀθάνατον μὲν διδασκο-
μένοις τῶν ἀγγέλων τὴν φύσιν, τὸ δὲ τοῦ Δεσπότου
Χριστοῦ μανθάνουσι πάθος, ἀναγκαίως καὶ περὶ
τούτου διδασκαλίαν προσφέρει.

Θεοδώρετος. Haereticarum fabularum compendium (4089: 031); MPG 83.


Vol. 83, p. 441, l. 5

καὶ συγκρίσεως δίχα· γλυκύτερον δὲ φαίνεται, πι-


κρᾶς τινος παρατεθείσης ποιότητος· καὶ τὴν ὑγείαν
ἀξιέραστον μὲν ἅπαντες νομίζουσι, μετὰ δὲ νόσον,
ἀξιεραστοτέραν νομίζουσι· καὶ γαλήνη δὲ θυμηρε-
στέρα μετὰ χειμῶνα. Οὕτω καὶ τὴν ἀλήθειαν οἱ σω-
465

φρονοῦντες ἀξιόκτητον ἴσασι χρῆμα· λαμπροτέρον  


δὲ ὅμως αὐτὴν καὶ θειοτέραν παρεξεταζόμενον ἀπο-
φαίνει τὸ ψεῦδος. Ἐπειδὴ τοίνυν τὸ τοῦ ψεύδους
ἐπεδείξαμεν αἶσχος, καὶ τοὺς αἱρετικοὺς ἐγυμνώσα-
μεν μύθους, καὶ δῆλον αὐτῶν γεγένηται καὶ τὸ δυς-
σεβὲς, καὶ τὸ ἀτερπὲς καὶ ἀπίθανον, φέρε τούτοις
τὴν εὐαγγελικὴν παραθέντες διδασκαλίαν, δείξωμεν
φωτὸς καὶ ζόφου διαφορὰν, καὶ ὑγείας ἄκρας καὶ
νόσου χαλεπωτάτης. Ἀλλὰ γὰρ οὐκ ἔστιν εὑρεῖν
εἰκόνα τῇ προκειμένῃ παρεξετάσει συμβαίνουσαν.
Καὶ γὰρ καὶ τὸ σκότος, εἰ καὶ τοῦ φωτὸς ἀπολείπε-
ται, ἀλλ' οὖν χρείαν τοῖς ἀνθρώποις ἀναγκαίαν προς-
φέρει· τοῖς γὰρ μεθ' ἡμέραν πονοῦσιν τὴν ἀνάπαυ-
λαν ἡ νὺξ πραγματεύεται.

Κύριλλος Commentarius in xii prophetas minores (4090: 001)


“Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in xii prophetas, 2 vols.”, Ed.
Pusey, P.E.Oxford: Clarendon Press, 1868, Rep1965.Vol. 1, p. 125, l. 16

ἐπὶ μόνους τοὺς βουνοὺς καὶ τὰ ὑψηλὰ, τουτέστιν, οὐ κατὰ


μόνης τῆς εἰδωλολατρείας τοῦ Ἰσραὴλ, ἤτοι τῶν δέκα φυλῶν
τῶν ἐν Σαμαρείᾳ, ἀλλὰ καὶ κατὰ ταύτης τῆς οὔσης ἐν τοῖς
Ἱεροσολύμοις παρά τε τῷ Ἰούδα καὶ τῷ Βενιαμίν. προς-
εκύνουν γὰρ, ὡς ἔφην, τῷ ἡλίῳ· ὢν δέ ἐστιν ὁ ἥλιος· Θεὸν
ῥιπτοῦντες κατόπιν, καὶ ἀποστρεφόμενοι τὰ αὐτοῦ. τοῦτο
γὰρ οἶμαι δηλοῦν τὸ ἔχειν τὰ ὀπίσθια πρὸς τὸν ναὸν Κυρίου,
καὶ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ἀπέναντι, δῆλον δὲ ὅτι τοῦ ἡλίου.
ὅταν τοίνυν ἀκούσῃς τὸ ἐν τῷ οἴκῳ ὢν, οἶκον ἢ τέμενος νοήσεις
θεοῦ ψευδωνύμου παντὸς καὶ πεποιημένου, ἤτοι τοῦ ἡλίου.
ἄτοπον δὲ οὐδὲν ἢ ἀπίθανον εἶναί τῳ δόξειεν ἂν, οἶκον ἡλίου
τοὺς ἡλίῳ προσκυνοῦντας νοεῖσθαί τε καὶ ὀνομάζεσθαι,
καθάπερ ἀμέλει καὶ οἶκος Θεοῦ νοηθεῖεν ἂν οἱ τὰ αὐτοῦ
φρονοῦντες καὶ πράττοντες καὶ αὐτῷ τὸ σέβας ἀνάπτοντες.
 Εἰ δὲ δὴ βούλοιτό τις καὶ τὴν δάμαλιν τὴν χρυσῆν ὢν
ὀνομάζεσθαι, φορέσει καὶ οὕτως τὸ πιθανὸν ὁ λόγος. ὁ μὲν
γὰρ θεομισὴς Ἱεροβοὰμ πρὸς τὸ τῶν Αἰγυπτίων σέβας,
φημὶ δὴ τὸν Ἄπιν, τὰς δαμάλεις εἰργάζετο. τετιμήκασι δὲ
τὸν Ἄπιν Αἰγύπτιοι, σελήνης μὲν τέκνον εἶναι λέγοντες·
τοιγάρτοι καὶ μηνοειδὲς ἐπὶ μετώπου εἶχε σημεῖον·

Κύριλλος Commentarius in xii prophetas minores Vol. 1, p. 182, l. 23

ἐπιτελεῖν τοῖς δαίμοσι, καὶ παρ' αὐτῶν αἰτεῖν τὰς τῶν ἀγρῶν
εὐκαρπίας· ἀμῶντες δὲ πάλιν, καιροῦ καλοῦντος εἰς τοῦτο,
καὶ μὴν καὶ ληνοῖς ἐντιθέντες τὸν βότρυν, ἔσπενδον, ἔθυον
ταῖς ὥραις, ᾖδον τὰς ἐπιληνίους ᾠδὰς, ἀναφέροντες τὰ χα-
ριστήρια, χαίροντές τε καὶ εὐφραινόμενοι διετέλουν. τοῦτο
δρῶντας τοὺς ἐξ Ἰσραὴλ ἐπαιτιᾶται Θεός. μὴ γὰρ δὴ
466

χρῆναι χαίρειν αὐτὸν διισχυρίζεται σαφῶς, καθὰ καὶ τὰ


λοιπὰ τῶν ἐθνῶν. διὰ ποίαν αἰτίαν; οἱ μὲν γὰρ ἠγνο-
ηκότες παντελῶς τὸν φύσει τε καὶ ἀληθῶς ὄντα Θεὸν, γεν-
νηθέντες δὲ μᾶλλον ἐν πλάνῃ, τάχα που τῆς ἀῤῥωστίας
ἤγουν ἀμαθίας οὐκ ἀπίθανον ἔχουσι λόγον· ὁ δέ γε Ἰσραὴλ,
καίτοι νόμῳ παιδαγωγούμενος, καὶ τὸν τῶν ὅλων Δεσπότην
ἐπεγνωκὼς, πεπόρνευκεν εἰς ἀπόστασιν. οὐκοῦν νοοῖτ' ἂν
εἰκότως καὶ ἐν αἰτίᾳ γεγονὼς τῇ φορτικωτέρᾳ, καὶ δυσδιά-
φυκτον ἔχων τῆς δυσσεβείας τὸ ἔγκλημα· εἰδὼς γὰρ τὸ
θέλημα τοῦ Κυρίου αὐτοῦ, κατημέλησεν, οὐ πεποίηκε. δαρή-  
σεται δὴ οὖν πολλάς· τοῦ μὴ εἰδότος, εἶτα μὴ δεδρακότος,
ὀλίγας δαρησομένου, κατὰ τὴν τοῦ Σωτῆρος φωνήν.

Κύριλλος Commentarius in xii prophetas minores Vol. 2, p. 437, l. 11

ἑρμηνεύεται γὰρ οὕτως ὁ Ἰσραήλ. ἐπειδὴ δὲ ἠγάπηνται παρὰ


Θεοῦ, ταύτῃτοι καὶ κατῳκίσθησαν, τουτέστιν ἐρηρεισμένην
ἐσχήκασι τὴν ἐφ' ἅπασι τοῖς ἀρίστοις διαμονήν. γέγραπται
γὰρ ὅτι “Κύριος κατοικίζει μονοτρόπους ἐν οἴκῳ.” ἔφη δέ που
καὶ ὁ θεσπέσιος Ἡσαΐας περὶ τοῦ τὸν ἐξαίρετον ἐπασκοῦντος
βίον “Πορεύομενος ἐν δικαιοσύνῃ, λαλῶν εὐθεῖαν ὁδὸν,
“μισῶν ἀνομίαν καὶ ἀδικίαν, καὶ τὰς χεῖρας ἀπεχόμενος
“ἀπὸ δώρων, βαρύνων τὰ ὦτα ἵνα μὴ ἀκούσῃ κρίσιν
“αἵματος, καμμύων τοὺς ὀφθαλμοὺς ἵνα μὴ ἴδῃ ἀδικίαν,
“οὗτος οἰκήσει ἐν ὑψηλῷ σπηλαίῳ πέτρας ὀχυρᾶς.” οὐκ
ἀπίθανον δὲ καὶ οἶκον δεδόσθαι λέγειν παρὰ Θεοῦ τοῖς
ἁγίοις τὴν Ἐκκλησίαν, ἤγουν τὰς ἄνω μονάς· καὶ δὴ καὶ
παντὸς ἀξιοῖ τὸ χρῆμα θαύματος ὁ μακάριος Δαυεὶδ, οὕτω
λέγων πρὸς τὸν τῶν ὅλων Σωτῆρα καὶ Θεόν “Μακάριοι
“πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν τῷ οἴκῳ σου, εἰς τοὺς αἰῶνας
“τῶν αἰώνων αἰνέσουσί σε.” καὶ πάλιν “Ὅτι κρεῖσσον
“ἡμέρα μία ἐν ταῖς αὐλαῖς σου ὑπὲρ χιλιάδας· ἐξελεξάμην
“παραριπτεῖσθαι ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ μου μᾶλλον ἢ οἰκεῖν
“με ἐν σκηνώμασιν ἁμαρτωλῶν.”

Κύριλλος Commentarii in Joannem Vol. 1, p. 395, l. 4

ἀσάφειαν. οἰχήσεται γὰρ καὶ οὐκ ἀπὸ σκοποῦ πρὸς ὑπονοίας


οὐκ ἀληθεῖς, ὑπερκεῖσθαι τὰς Μωυσέως συγγραφὰς τῶν τοῦ
Σωτῆρος ῥημάτων ὑπολαβών· ἔχει γάρ τινα τοιοῦτον ὁ λόγος
τὸν σχηματισμὸν, καὶ ὅσον ἔστιν οὐκ ἐξ ἀκριβοῦς θεωρίας
ἑλόντας εἰπεῖν, ἀξιολογωτέραν τῶν τοῦ Σωτῆρος ῥημάτων
τοῖς Μωυσαϊκοῖς συγγράμμασιν ἐκπορίζει τὴν ὑπόληψιν.
διὰ γὰρ τοῦ λέγειν Εἰ δὲ τοῖς ἐκείνου γράμμασιν οὐ πιστεύετε,  
πῶς τοῖς ἐμοῖς ῥήμασιν πιστεύετε; τὸ ἐν ἀμείνοσι κεῖσθαι τὰς
ἐκείνου συγγραφὰς, ἢ ἐν οἷς ἂν εἶεν οἱ παρ' αὐτοῦ λόγοι,
δίδωσί πως ἐννοεῖν· ἀλλ' αὐτὴ τοῦ πράγματος ἡ φύσις τῆς
ἐσχάτης εὐηθείας ἀνάπλεων τὴν οὕτως ἀπίθανον ἐπιδείξει
467

διάνοιαν. πῶς γὰρ ἂν νοοῖτο τὰ Μωυσέως γράμματα τῶν


τοῦ Σωτῆρος διενεγκόντα ῥημάτων, ὅπου τύποι μὲν ἦσαν τὰ
δι' ἐκείνου καὶ σκιαὶ, ἀλήθεια δὲ τὰ διὰ Χριστοῦ; καὶ μακρὸν
μὲν ἦν ἴσως οὐ χαλεπὸν ἐπὶ τούτῳ δαπανῆσαι λόγον· τὰ δὲ
λίαν ἐναργῆ καὶ οὐ θύραθεν, ἀλλ' ἐξ ἑαυτῶν τοὺς ἐλέγχους
λαμβάνοντα, περιττὸν οἶμαι λέγειν, ὡς οὐκ ἂν ἔχοι κακῶς ἢ
καλῶς. τί γὰρ ἄν τις τοῖς τοιούτοις ἐπιδιατρίψαι λεπτομυθῶν;
καὶ τὰ μηδαμόθεν δυσχερῆ κατακερματίζων εἰς οὐκ εὐκαίρους
πολυλογίας;

Κύριλλος Commentarii in Joannem Vol. 1, p. 414, l. 15

γὰρ αὐτοῖς τὸ λεῖπόν ἐστιν· οὐ γὰρ δηνάρια μὲν διακόσια


τὰ ζωαρκῆ τοῖς ὄχλοις περιποιεῖν ἂν ἴσχυσε, χρημάτων δὲ
τῶν ἐν ἀνθρώποις τὸ μεῖον ἐν τῷ δύνασθαι σώζειν, ἡ ἐμὴ
κεκτήσεται δύναμις, ἡ πάντα πρὸς τὸ εἶναι καλοῦσα καὶ τῶν
ἐξ οὐκ ὄντων δημιουργός· οὐδὲ Ἡλίας μὲν ὁ προφήτης
ἀνενδεᾶ τὸν ἐλαιοφόρον τῆς χήρας ἐτίθει καμψάκην, μητέρα
τε ἀνεκλείπτου τροφῆς τὴν ὑδρίαν ἀπετέλει, ὁ δὲ κἀκείνῳ τὸ
δύνασθαι διδοὺς, οὐκ ἂν ἐξίσχυσε πολυτλασιάσαι τὸ μηδὲν,
καὶ τὸ προστυχὸν ἁπλῶς τῆς ἀῤῥήτου φιλοτιμίας ἐργάσα-
σθαι πηγὴν, καὶ ἀδοκήτου χάριτος ἀρχήν τε καὶ ῥίζαν;
 Τοιαῦτα μὲν οὖν ἐννοῆσαι τυχὸν οὐκ ἀπίθανον διὰ τῆς
ἐμφάσεως οἱονεὶ λέγοντα τὸν Χριστόν· ἐπισημαίνεται δὲ
χρησίμως ὁ μακάριος Εὐαγγελιστὴς, ὅτι καὶ χόρτος ἦν ἐν τῷ
τόπῳ πολὺς, ἐπιτηδείως ἔχοντα τὸν χῶρον πρὸς τὸ καὶ δεῖν
ἀνακλίνεσθαι τοὺς ἄνδρας ἐπιδεικνύς. ἐπιτήρει δὲ ὅπως
ἀναμεμιγμένης εἰς ἑαυτὴν τῆς τῶν τρεφομένων πληθύος, καὶ
γυναικῶν δηλονότι παρουσῶν σὺν τέκνοις, μόνους τοὺς
ἄνδρας ἀπηριθμήσατο, ταῖς κατὰ τὸν νόμον ὡς οἶμαι συνη-
θείαις ἀκολουθῶν. διατάττοντος γὰρ τοῦ Θεοῦ, καὶ πρὸς
τὸν ἱεροφάντην λέγοντος Μωυσέα “Λάβετε ἀρχὴν πάσης
“συναγωγῆς υἱῶν Ἰσραὴλ κατὰ συγγενείας, κατ' οἴκους

Κύριλλος Solutiones (e tractatu de dogmatum solutione) P. 564, l. 11

ΕΠΙΛΥΣΙΣ.

 Τὴν κρίσιν ἔσεσθαι μετὰ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν ἡ θεία


πανταχοῦ λέγει γραφή. ἀνάστασις δὲ οὐκ ἔσται, μὴ αὖθις
ἡμῖν ἐπιφοιτήσαντος τοῦ Χριστοῦ ἐξ οὐρανῶν ἐν τῇ δόξῃ
τοῦ Πατρὸς μετὰ τῶν ἁγίων ἀγγέλων. οὕτω καὶ ὁ πάνσοφος
Παῦλός φησιν “Ὅτι αὐτὸς ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι ἐν φωνῇ
“ἀρχαγγέλου καὶ ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ' οὐ-
“ρανοῦ. σαλπίσει γὰρ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐν Χριστῷ ἐγερθή-
“σονται ἄφθαρτοι.” οὔπω τοίνυν ἐξ οὐρανοῦ καταβεβη-
468

κότος τοῦ πάντων Κριτοῦ, οὐδὲ ἡ τῶν νεκρῶν γέγονεν ἀνά-


στασις. εἶτα πῶς οὐκ ἀπίθανον ἐννοεῖν, ὅτι γέγονεν ἤδη
τισὶν ἀνταπόδοσις ἢ πονηρῶν ἔργων ἢ ἀγαθῶν; ἔστι τοίνυν
παραβολῆς τρόπος ἐσχηματισμένος ἀστείως, τά τε ἐπὶ τῷ
πλουσίῳ καὶ τῷ Λαζάρῳ εἰρημένα παρὰ Χριστοῦ. ἔχει
δὲ ὁ λόγος, ὡς ἡ Ἑβραίων παράδοσις ἔχει, Λάζαρον εἶναί
τινα κατ' ἐκεῖνο καιροῦ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις ἐσχάτην νο-
σοῦντα πτωχείαν καὶ ἀῤῥωστίαν, οὗ καὶ μνημονεῦσαι τὸν
Κύριον, ὡς εἰς παράδειγμα λαμβάνοντα καὶ αὐτὸν εἰς ἐμφανε-
στέραν τοῦ λόγου δήλωσιν. οὔπω τοίνυν ἐξ οὐρανῶν κατα-
φοιτήσαντος τοῦ πάντων Σωτῆρος Χριστοῦ,

Κύριλλος Responsiones ad Tiberium diaconum sociosque suos (4090: 021)


“Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis evangelium, vol.
3”, Ed. Pusey, P.E.Oxford: Clarendon Press, 1872, Rep1965.P. 593, l. 23

ὅτι δὲ πρέποι ἂν οὕτω νοεῖσθαι μᾶλλον τὸ κατ' εἰκόνα Θεοῦ


γενέσθαι τὸν ἄνθρωπον, διδάξει καὶ ὁ πάνσοφος Παῦλος
τοῖς ἐν Γαλατίᾳ λέγων “Τεκνία οὓς πάλιν ὠδίνω, ἄχρις οὗ
“μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ὑμῖν.” μορφοῦται μὲν γὰρ ἐν ἡμῖν
δι' ἁγιασμοῦ τοῦ διὰ Πνεύματος, διὰ κλήσεως τῆς ἐν πίστει
τῇ εἰς αὐτόν· ἐν δέ γε τοῖς παραβαίνουσι τὴν πίστιν, οὐκ
ἐκλάμπουσιν οἱ χαρακτῆρες ὑγιῶς. διὰ τοῦτο χρῄζουσιν
ἑτέρας ὠδῖνος πνευματικῆς καὶ ἀναγεννήσεως νοητῆς, ἵν'
ἐναστράψαντος αὐτοῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δι' ἁγιασμοῦ
τὴν θείαν εἰκόνα, πάλιν ἀναμορφωθεῖεν εἰς Χριστόν.
 Οὐκ ἀπίθανον δὲ καὶ κατὰ τὸ ἀρχικὸν τὴν ὁμοίωσιν
τὴν πρὸς Θεὸν ἐνεῖναι λέγειν τῷ ἀνθρώπῳ. δέδοται γὰρ  
αὐτῷ τὸ ἄρχειν ἁπάντων τῶν ἐπὶ τῆς γῆς. καὶ δεύτερος
οὗτος τῆς πρὸς αὐτὸν ὁμοιώσεως λόγος. εἰ δὲ ἐν τῇ τοῦ
ἀνθρώπου σώματος φύσει τε καὶ εἴδει κείμενον ἦν τὸ πε-
πλάσθαι ἢ τὸ πεποιῆσθαι κατ' εἰκόνα τοῦ Δημιουργοῦ, πῶς ἦν
δύνασθαί τινας ἀπολλύειν αὐτό; ἀποβεβλήκαμεν γὰρ οὐδὲν
τῶν ἐνόντων οὐσιωδῶς. ἐπειδὴ δὲ ἡμᾶς ὁ ἁγιασμὸς καὶ ἡ
δικαιοσύνη διαμορφοῖ πρὸς Θεὸν, τοὺς μηκέτι ζήσαντας κατ'
ἀρετὴν καὶ ὡς ἐν ἁγιασμῷ, φαμὲν ἀποβαλεῖν τὸ οὕτω σεπτὸν
καὶ ἐξαίρετον κάλλος.

Κύριλλος Quod unus sit Christus Aubert p. 766, l. 14

νοεῖται Θεός. Τοιγάρτοι φησὶ καὶ ὁ θεσπέσιος Πέτρος·


»Ὅτι Χριστὸς ἅπαξ ὑπὲρ ἁμαρτιῶν περὶ ἡμῶν ἀπέθανε,
δίκαιος ὑπὲρ ἀδίκων, ἵνα ἡμᾶς προσαγάγῃ Θεῷ, θανατωθεὶς
σαρκί, ζωοποιηθεὶς δὲ πνεύματι.» Ἀνθότου γάρ, φαίη ἂν
οἶμαί τις, οὐχ ἁπλῶς ἢ ἀδιορίστως ἔφη παθεῖν αὐτὸν ὁ πνευ-
ματοφόρος, προσεπήνεγκε δὲ «τῇ σαρκί;» ᾜδει γάρ, ᾔδει
περὶ Θεοῦ λέγων. Τοιγάρτοι τὸ ἀπαθὲς προσνενέμηκεν
αὐτῷ καθὸ νοεῖται Θεός, εὐτεχνέστατα προσενεγκὼν «τῇ
469

σαρκί,» περὶ ἣν ἂν γένοιτο τὸ παθεῖν.  


 {Β – } Ἀλλ' ἐοικέναι φασὶ τερατολογίᾳ, καὶ ἀπονεῦσαι
λίαν εἰς τὸ ἀπιθάνως ἔχον τὸ χρῆναι λέγειν τὸν αὐτὸν καὶ
παθεῖν καὶ μὴ παθεῖν. Ἢ γὰρ ὅλως οὐ πέπονθεν ὡς Θεός,
ἤ, εἰ πεπονθέναι λέγεται, πῶς ἂν εἴη Θεός; Οὐκοῦν, ὁ παθὼν
νοοῖτ' ἂν μόνος ὁ ἐκ σπέρματος τοῦ Δαυείδ.
 {Α – } Καίτοι πῶς οὐκ ἀδρανοῦς διανοίας ἔλεγχος εἴη
ἄν, καὶ μάλα σαφής, τὸ ταυτὶ δὴ φάναι, καὶ μὴν καὶ ἑλέσθαι
φρονεῖν; Οὐ γὰρ κοινὸν ἄνθρωπον δέδωκεν ὑπὲρ ἡμῶν ὁ
Θεὸς καὶ Πατήρ, ὡς ἐν μεσίτου τάξει παρειλημμένον, καὶ
κατάπλαστον ἔχοντα τὴν τῆς υἱότητος δόξαν, καὶ σχετικῇ
συναφείᾳ τετιμημένον, ἀλλ' ἐν εἴδει τῷ καθ' ἡμᾶς δι' ἡμᾶς
γεγονότα τὸν ὑπὲρ πᾶσαν τὴν κτίσιν, τὸν ἐκ τῆς οὐσίας

Κύριλλος Glaphyra in Pentateuchum (4090: 097); MPG 69.Vol. 69, p. 229, l. 25

καὶ ἔδωκε διὰ χειρὸς τῶν υἱῶν αὐτοῦ, καὶ ἀπέστησε ὁδὸν τριῶν ἡμερῶν, ἀνὰ μέσον
αὐτῶν, καὶ ἀνὰ μέ-
σον Ἰακώβ. Ἰακὼβ δὲ ἐποίμαινε τὰ πρόβατα Λάβαν τὰ ὑπολειφθέντα.» Δεῖ δὴ πάλιν
ἡμᾶς ὡς ἐν βρα-
χέσι συνενεγκεῖν τῆς ἱστορίας τὸ πλάτος· προσεπειπεῖν δὲ οὕτω, τίς ἂν γένοιτο
πρέπων ταῖς ἐπ' αὐτῇ
θεωρίαις ὁ νοῦς.
 βʹ. Δεδούλευκε τοίνυν ὁ μακάριος Ἰακὼβ τῷ Λά-
βαν, ὑπὲρ δυοῖν θυγατέραιν, Λείας τε, φημὶ, καὶ
Ῥαχήλ. Μακροὺς δὲ εἰς τοῦτο δαπανήσας χρόνους,
γεννηθέντος αὐτῷ τοῦ Ἰωσὴφ ἐκ Ῥαχὴλ τῆς ὅτι
μάλιστα διαφερόντως ἠγαπημένης, ἀλύει λοιπὸν εἰ-
κότως, οἴκοι δέ τε ἰέναι διασπεύδει πάλιν. Καὶ ὁ
τῆς ἀποδημίας λόγος οὐκ ἀπίθανον ἔχει τὴν εὕρεσιν.
Εἰ γὰρ μέλλοιμι, φησὶν, ἀμισθί τε καὶ διηνεκῶς κα-
τανέμειν τὰ σὰ, πότε ποιήσω κἀγὼ ἐμαυτῷ οἶκον;
τουτέστι πότε τοῖς ἐμαυτοῦ παιδίοις τὰ ζωαρκῆ συλ-
λέξαιμι, κεκλήσομαι δὲ καὶ αὐτὸς οἴκου δεσπότης;
Ἀλλὰ ταυτὶ μὲν Ἰακώβ. Μεταποιεῖται δὲ Λάβαν ὡς
ἀγαθοῦ ποιμένος, ηὐλογεῖσθαί τέ φησιν ἐπὶ τῇ εἰς-
όδῳ αὐτοῦ. Μεθίησι δὲ οὐδαμῶς· καίτοι τῆς ὑπὲρ
τῶν θυγατέρων δουλείας εἰς πέρας ἡκούσης τὸ ὡρι-
σμένον.

Κύριλλος Frag.in libros Regum (4090: 099); MPG 69.Vol. 69, p. 685, l. 4

τοὺς ἀπὸ γέας φημὶ τῆς Σύρων· νενίκηκε δὲ, καὶ


εἷλε μὲν αὐτοὺς κατὰ κράτος· λαβὼν δὲ τὸν στέφα-
νον τοῦ Μολχὼμ, εἶτα λίθον ἐν αὐτῷ παμμεγέθη
καὶ πολύτιμον εὑρὼν, ἐνέδησε τῷ ἰδίῳ στεφάνῳ.
Καὶ Δαβὶδ ἀνέβαινε κλαίων καὶ τὴν κεφαλὴν
470

ἐπικεκαλυμμένος.
 {Κυρίλλου.} Ἐπειδὴ συνέβη πρὸ τοῦ πολέμου τοῦ  
πρὸς Ἀβεσσαλὼμ, τὴν ἁμαρτίαν γενέσθαι παρὰ τοῦ
μακαρίου Δαβὶδ, τὴν εἰς Οὐρίαν φημὶ, θρῦλος ἦν
ἀνὰ πᾶσαν, ὡς ἔπος εἰπεῖν, τὴν Ἰουδαίων χώραν,
καὶ ὑποψίαν τινὲς οὐκ ἀπιθάνως ἔχοντες περὶ αὐτοῦ·
ᾤοντο γὰρ αὐτὸν τῶν εἰς Οὐρίαν πλημμελημάτων
πράττεσθαι δίκας· καὶ ἐν προσκρούσει δὲ γεγονότα
τῇ παρὰ Θεῷ, τοῖς ἐθέλουσι κᾆτα δὴ οὖν εὐάλωτον
ἔσεσθαι, καὶ πανταχοῦ νοσοῦντα τὸ ἄναλκι.
Διασκέδασον δὴ τὴν βουλὴν Ἀχιτόφελ.

Κύριλλος Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate Vol. 75, p. 544, l. 51

ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι.» Ἄρ' οὖν εἴποι τις ἂν, ὅτῳ δὴ


τὸ νοεῖν ἄριστα περισπούδαστον, τήν τε αὔξησιν ἐν-
θάδε καὶ τὴν ἐλάττωσιν περὶ τὰς τῶν σωμάτων ἡλι-
κίας σημαίνεσθαι· καὶ πῶς οὐκ ἂν φαίνοιτο ληρῶν
εἴ γέ τοι τοιοῦτον ἐκλάβοι κατὰ διάνοιαν; Αὔξην μὲν
γὰρ ἐπιδέχεται τυχὸν τῶν ἀνθρωπίνων σωμάτων ἡ
φύσις· τὸ δὲ κάτω πίπτον καὶ τὸ ἅπαξ ἐξυφανθὲν
παρὰ τῆς φύσεως μέτρον, ἀδύνατον ὑφιζάνειν αὐτο-
μάτως καὶ ἀπλεονέκτως· πολλὰ γὰρ τὰ τοῖς ἡμετέ-
ροις σώμασιν ἐπισυμβαίνοντα πάθη. Οὐκοῦν ἀπίθα-
νον κομιδῇ περὶ σωμάτων εἰρῆσθαι τὸ, «Ἐκεῖνον δεῖ
αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι.» Ἀξιόπιστον δέ τι
καὶ τῆς Ἰωάννου διανοίας οὐ ξένον ἀκόλουθον ἐν-
νοεῖν. Αὔξει τοιγαροῦν Χριστὸς ἀεὶ τὸν Ἰωάννην
ἐλάττονα δεικνύς· οὐκ ἐν τῷ προφέρειν ὡς ἄνθρω-  
πον ἀνθρώπου, ἢ ὡς ποίημα ποιήματος (μικρὰ γὰρ
καὶ οὐ λίαν ἀξιόχρεως ἡ διαφορὰ), ἀλλ' ἐν τῷ διὰ
τῶν ἔργων αὐτὸν μὲν ὁρᾶσθαι Θεὸν, καὶ πρὸς τὸ ἐν-
τεῦθεν ἀναβαίνειν ὕψος ἀεὶ, τὸν δὲ ὡς ἄνθρωπον
ὑποπίπτειν τοσοῦτον ὅσον τῆς θείας οὐσίας τὸ ἀν-
θρώπινον ἐλαττοῦται γένος.

Χορίκιος. Opera Oration-declamation-dialexis 20, sec. 2, para 49, l. 2

ἡδονὴν μετιόντα καταγέλαστον εἶναι, τὸν δὲ τῷ πράγματι


κεχρημένον εὐσχήμως, ὥστε τοῦ φύσαντος λάθρα ποιῆσαι
μηδέν, τοῦτον οὐδεμιᾷ διδόναι χώραν αἰτίᾳ.
 Ἐγὼ δὲ καὶ λήθην τῆς κόρης λαβεῖν πολλάκις ἐφιλο-
νείκησα οὐχ ὡς ἀναξίας μου τυγχανούσης ἢ ῥᾳδίας ἐπιλα-
θέσθαι, ἐκ παντὸς δὲ πειρώμενος θεραπεύειν σε τρόπου.
ἦλθον οὖν ἐμαυτῷ πολλάκις εἰς λόγους· σὺ δὲ πειθαρ-
χεῖν εἰωθὼς τῷ πατρὶ καὶ πάντα χαρίζεσθαι
τούτων οὐκ οἶδ' ὅπως ἐκπίπτεις.
471

         ταῦτα καὶ παραπλήσια τούτοις εἰπὼν ἀπίθανος ἐμαυτῷ σύμβουλος


ἐγενόμην, καὶ πρὸς θάτερόν μοι τὸ πρᾶγμα περιεστρέφετο.
ὥσπερ γὰρ νοσῶν τις δειλίαν ἐν ἐρημίᾳ καὶ σκότῳ βαδί-
ζων περιδεὴς ἐντεῦθεν, οἷα συμβαίνει, γινόμενος ὅσον
ἀποτρίψασθαι πειρᾶται τὸν φόβον, τοσοῦτον αὔξει τὸ
δέος, οὕτω δι' ὧν ἐπεχείρουν ἀποσβέσαι τὸ φίλτρον, ἐλάν-
θανον μᾶλλον ἐξάπτων.

Χορίκιος. Opera Oration-declamation-dialexis 23, sec. 2, par. 29, l. 5

ὑπόνοια καὶ λύπη καὶ θυμὸς καὶ λοιδορία. καὶ κατατέμ-


νονται λογισμοῖς ἀμφιβόλοις οὐδέτερον ἑαυτοὺς δυνάμενοι
πεῖσαι βεβαίως, οὔτε μὴ σωφρονεῖν αὑτοῖς τὰς γυναῖκας
οὔτε πορνείας παντελῶς ἀπηλλάχθαι. τὸ μὲν γὰρ δεδιέναι
τὴν ὑποψίαν ποιεῖ, τὸ δὲ μὴ θέλγει τὴν ἀπιστίαν. ἐν τοιαύ-
ταις ἔσῃ φροντίσιν, ὦ παῖ, λαβὼν ἣν στέργεις γυναῖκα.
 Πολλὰ δέ σου τῶν σοφισμάτων μόλις κατανοήσας
ἐκεῖνο ῥᾳδίως ἐφώρασα τὸ κακούργημα, ὅτι τῶν παρθένων
τὴν μὲν ἐκ τῆς ἰδέας ἀποσεμνύνων, τῇ δὲ κακίαν ὀνειδίζων
μορφῆς τὴν εὐειδῆ μὲν ἐκάθισας ἐργαζομένην οἴκοι τῷ
λόγῳ, τὴν δὲ μὴ τοιαύτην προήγαγες ἀπιθάνως εἰς ἀγοράν.
εὔδηλον γὰρ ὡς ἐκείνη μᾶλλον ἁβρυνομένη τῇ φύσει καὶ μάρ-
τυρας ἔχειν βουλομένη τοῦ κάλλους, εὐπρεπείας γὰρ οἴησιν
ὁ σὸς ἐκείνῃ δέδωκεν ἔρως, ἐξόδοις χρήσεται πυκνοτέραις
τὸ μὴ συναντῆσαι πολλοῖς ἡγουμένη ζημίαν, ἵνα σοι τῆς
ἀγορᾶς ἀνιοῦσα διηγήσηται, πόσους εἷλε τῶν θεωμένων,
ἐπαιρομένη μὲν τοῖς διηγήμασιν, ἐρυθριᾶν δὲ προσποιου-
μένη.

Χορίκιος. Opera Oration-declamation-dialexis 26, sec. 1, par. 6, l. 7

ἀκούσεται· οὐ γὰρ ἐξαρκεῖ τοῖς ἠδικημένοις τὰς ἀληθεῖς


μόνον κατηγορίας ἀκοῦσαι τῶν δυσμενῶν. ὅθεν εἰ καὶ
ψευδεῖς τὰς κατ' ἐκείνων ἴσμεν διαβολάς, οὐδὲ τούτων
χωρὶς ἡδονῆς ἀκροώμεθα.
         ἵνα δὲ μὴ τύχης ἔργον ἁπλῶς
ὁ τοῦ τυράννου δόξειε θάνατος, ἀλλὰ τοῦ παιδὸς ἡ σφαγὴ
μόνη νομίζοιτο πρόφασις, παντοδαποῖς παραστήσομεν τρό-
ποις ἐκ τῆς περὶ τοῦτον φιλοστοργίας ἀβίωτον ἐκείνῳ
γεγονότα τὸν βίον περιάπτοντες τῷ παιδὶ τά τε ἄλλα δι' ὧν
μάλιστα τέκνοις εὐνοοῦσι γονεῖς καὶ τὴν ἀκμάζουσαν ἡλι-
κίαν· ἀπίθανον γὰρ παιδίον βραχὺ τεθνηκὸς οὕτω πατέρα
λυπεῖν ὅσον ἐφέλκεσθαι πρὸς ἰδίαν σφαγήν.

Χορίκιος. Opera Oration-declamation-dialexis 32, sec. 1, par. 1, l. 4


472

Ο ΛΟΓΟΣ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΕΝ ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΤΟΝ ΒΙΟΝ ΕΙΚΟΝΙΖΟΝΤΩΝ.

Θεωρία.

 Οἱ συμμαχοῦντες ὑπόπτοις πράγμασι λόγοι τῇ μὲν


γλώττῃ τοῦ παριόντος φέρουσι κόσμον, τῷ δὲ τρόπῳ δια-
βολήν. δεῖ δὲ μήτε τὴν ἄδικον ὑπόνοιαν εὐλαβεῖσθαι μήτε
βιάζεσθαι τὴν ἀλήθειαν· τὸ μὲν γὰρ ἀπίθανον, τὸ δὲ γέμει
δειλίας. ὧν οὐδέτερον οἶμαι ῥήτορι πρέπειν.
         διὰ τοῦτο
τῆς ῥητορικῆς ἡ πηγή, Θουκυδίδης ὁ τὸν Δημοσθένην
πολλάκις ἀρδεύσας, ἐπαινέτης εἶναι Περικλέους ἠξίωσεν
οὔτε πρὸς ἀπόνοιαν ἀποκλίναντος οὔτε φρονήσαντός τι
μικρόψυχον.

Etymologicum Genuinum, Etymologicum genuinum (littera λ) (4097: 003)


“Bericht über Stand und Methode der Ausgabe des Etymologicum genuinum”, Ed.
Alpers, K.Copenhagen: Munksgaard, 1969; Danske Videnskabernes Selskab, Hist.–
filol. Meddelelser 44.3.Alphabetic letter lambda, entry 179, l. 5

εἰσι τὰ λεγόμενα ἐγκαταλείμματα. ἢ παρὰ τὸ λείβω λείψω


λείψανον. καὶ γὰρ ἔσπενδον ἐπὶ τῶν τεθνεώτων.
Λειχήν· παρὰ τὸ λείχω. καὶ γάρ φασιν, ὅτι ἐκ τοῦ
λείχειν τὸ πάθος ἐπαίρεται. ἢ παρὰ τὸ λεῖον κατὰ ἀντίφρασιν
γέγονε τὸ μὴ ὂν λεῖον.
Λείηναν· οἷον· λείηναν δὲ χορόν. παρὰ τὸ λεῖον γέγονεν.
Λέων· παρὰ τὸ λάω τὸ σημαῖνον τὸ θεωρῶ, ἐξ οὗ καὶ
ἀλαὸς ὁ τυφλός, ὁ ἐστερημένος τοῦ λάειν ἤγουν τοῦ βλέπειν·
ὀξυδερκέστατον γὰρ τὸ θηρίον. καί φησιν ὁ Μανέθων ἐν τῷ
πρὸς Ἡρόδοτον, ὅτι οὐδέποτε καθεύδει ὁ λέων. τοῦτο δὲ ἀπί-
θανον· οὐκ ἐνδέχεται γὰρ ἀεί τινα ἐγρηγορέναι· ἀλλ' ἴσως ὡς
ἡ δορκὰς ἐν τῷ καθεύδειν ἀνεῳγμένους ἔχει τοὺς ὀφθαλμοὺς
καὶ λοιπὸν ὑπόνοιαν παρέχει τοῦ μὴ καθεύδειν, οὕτως καὶ ὁ
λέων· ἀνεῳγμένους δὲ ἔχει τοὺς ὀφθαλμούς, ἐπειδὴ τῶν ὀφθαλ-
μῶν μεγάλων ὄντων τὸ δέρμα τὸ ἐπικείμενον τοῖς ὀφθαλμοῖς
μικρότερόν ἐστιν καὶ οὐ δύναται σκεπάσαι αὐτούς.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι) (4098:


002)“Etymologicum Graecae linguae Gudianum et alia grammaticorum scripta e
codicibus manuscriptis nunc primum edita”, Ed. Sturz, F.W.Leipzig: Weigel, 1818,
Rep1973.Alphabetic entry kappa, p. 330, l. 48

Κλυζῶσαι σημαίνει τὸ διαφθεῖραι καὶ κακῶσαι, οἷον,


 κνυζώσω δέ τοι ὄσσε περικαλλέ' ἐόντε· ἔστι ῥῆμα
 κνυζῶ πρώτης καὶ τρίτης συζυγίας τῶν περισπωμένων,
 ὁ μέλλων κνυζήσω, ἐξ οὗ καὶ τὸ κνυζηθμὸς, ὡς μυ-
 κηθμός· κνυζηθμῷ δ' ἑτέρωσε διὰ σταθμοῖο φόβη-
 θεν. καὶ πάλιν Σοφοκλῆς· φρίζω, κυνηδὸν ἐξέπρα-
473

 ξαν κνυζόμενόν ἐστι· καὶ τρίτης κνυζώσω δέ τοι ὄσσε·


 καί τινες μὲν λέγουσιν ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν κυνῶν·
 κυνὸς γὰρ κυνῶ καὶ κνυζῶ, ὅπερ ἔστιν ἀπρεπές· οἱ
 δὲ παρὰ τὴν κνύζαν, οἷον, χαμαιζηλοῖο κνύζοιο γίνε-
 ται κονυζῶ, ὡς ῥίζα ῥιζῶ, ὅπερ ἀπίθανον· ἄμεινον
 οὖν Φιλοξένῳ συγκατατίθεσθαι, ὅτι ἀπὸ τοῦ κνῶ γίνε-
 ται παράγωγον κναίω, τὸ σημαῖνον τὸ διαφθείρω, ὡς
 Ἀριστοφάνης ἱππεῦσιν, ἐπὶ ταύτης κατακείεσθέ τε
 αὐτῷ τὸ μετὰ τυρὸν· παραιτητέον δὲ τοὺς γράφοντας
 κατακνησθείην περί τε Ἀριστοφάνους ἀναγνώσεως·
 ἀλλὰ ῥίμφα δέδοικα μὴ τὰ πράγματα ἡμῶν διακνήσει·
 παρὰ γὰρ τὸ κνῶ μονοσύλλαβον γέγονε κνῆμος· ἄλλ'
 ἐστι στρογγύλιόν τι συγκνωμωθέντες· παρὰ οὖν τὸ κνῶ
 κνίζω, ὡς στῶ στίζω, πρῶ πρίζω, ἐξ οὗ καὶ τὸ κνίζα,
 ἡ τῇ φύσει προΐζουσα· ἀπὸ δὲ τοῦ κνίζω γίνεται κνύζω,

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum


Kallierges p. 522, l. 55

κυνῶν. Ἀπὸ τοῦ κνυζῶ κνυζήσω. Τὸ δὲ κνυζῶ,


ἔστι πρώτης καὶ δευτέρας συζυγίας· ἔστι καὶ
τρίτης, ὡς τὸ,
 Κνυζώσω δέ τοι ὄσσε.
Τὸ δὲ κνυζοῦν, ἐπὶ τοῦ κακῶσαι καὶ διαφθεῖραι·   ἐπιφέρει γὰρ
 πάρος περικαλλέ' ἐόντε.
Τινὲς ἀπὸ τῶν κυνῶν, κυνῶ καὶ κνυζῶ· ὅπερ ἐστὶν ἀπρε-
πές. Οἱ δὲ, παρὰ τὴν κόνυζαν (ὅ ἐστιν εἶδος φυτοῦ)
κονυζῶ· ὅπερ ἐστὶν ἀπίθανον. Εἴρηται δὲ κνυζοῦν,
τὸ ξύειν, παρὰ Δωριεῦσι, καὶ τὸ ἀχρειοῦν. Φιλό-
ξενος· ἀπὸ τοῦ κνῶ γίνεται παράγωγον κναίω, τὸ
διαφθείρω. Ὡς ἀπὸ τοῦ στῶ στίζω, καὶ πρῶ
πρίζω, οὕτως ἀπὸ τοῦ κνῶ κνίζω παράγωγον, καὶ
κνύζω· ἐξ οὗ καὶ κνύζα. Ἢ κνίζα ἡ τῆς ὀσφρήσεως
προΐξις· καὶ ὡς ῥίζα ῥιζῶ, οὕτως καὶ κνύζα κνυζῶ. Τὸ δὲ
κνύζω σημαίνει τὸ ξύω, ὡς παρὰ Σώφρονι ἐν Μίμοις,

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 560, l. 24 Λέξασθαι:


Τὸ κοιμηθῆναι· παρὰ τὸ λέχριον
πεσεῖν. Κυρίως οὖν ἐπὶ ἀνθρώπων, καταχρηστικῶς
δὲ καὶ ἐπὶ ἀλόγων. Σημαίνει δὲ καὶ τὸ ἐπιλέ-
ξασθαι, ὅ ἐστι λεχθῆναι, καταριθμηθῆναι.
 Λεοντοκόμος: Ὁ τὸν λέοντα ἐπιμελούμενος·
ἐκ τοῦ κομῶ, τὸ ἐπιμελοῦμαι, καὶ τοῦ λέων· τὸ δὲ
λέων, παρὰ τὸ λάω, τὸ θεωρῶ· ὀξυδερκέστατον γὰρ
τὸ θηρίον, ὥς φησιν ὁ Μανέθων ἐν τῷ πρὸς Ἡρό-
δοτον, ὅτι οὐδέποτε καθεύδει ὁ λέων. Τοῦτο δὲ ἀπί-
θανον· οὐκ ἐνδέχεται γὰρ ἀεί τινα ἐγρηγορέναι· ἀλλ'
ἴσως ὡς ἡ δορκὰς ἀνεῳγμένους ἐν τῷ καθεύδειν τοὺς
ὀφθαλμοὺς ἔχει, καὶ λοιπὸν ὑπόνοιαν παρέχει τοῦ
474

μὴ καθεύδειν, οὕτως καὶ ὁ λέων ἀνεῳγμένους ἔχει τοὺς


ὀφθαλμούς· ἐπειδὴ τῶν ὀφθαλμῶν μεγάλων ὄντων, τὸ
ἐπικείμενον δέρμα τοῖς ὀφθαλμοῖς μικρότερόν ἐστι,
καὶ οὐ δύναται σκεπάσαι αὐτούς.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 628, l. 42

φωνῇ ἀντὶ ἁπλοῦ παραλαμβάνονται.


 Ὀππότερος: Τὸ ἐρωτηματικὸν, πότερος· καὶ
τὸ ἀναφορικὸν, πλεονασμῷ τοῦ ο, ὁπότερος, σχήμα-
τος συνθέτου, ἐκ τοῦ ὁποῖος καὶ τοῦ ἕτερος, ὁποι-
ότερος καὶ ὁπότερος, ὁ ἕτερος τῶν δύο. Πλεονά-
ζουσι δὲ τὸ π οἱ ποιηταὶ, ὥσπερ καὶ τὸ ὅπῃ, ὅππῃ·
καὶ ὁποῖος, ὁπποῖος.
 Ὀπός: Ἀπίων τὸ τῶν δένδρων δάκρυον· ὅθεν καὶ
ἡ σμύρνα καὶ ὁ λίβανος οὕτω λέγεται. Ἀφ' οὗ
καὶ ἡ ὀπώρα, ὅτι ὀπὸς αὐτὴν ὠρεῖ, ὅ ἐστι φυλάσσει·
οὐκ ἀπιθάνως· ὀπὸς γάρ ἐστιν ἀπὸ τοῦ ἐπεῖναι κατὰ
τὴν ἐπιτομήν. Ὅμηρος ἰδικῶς ὀπὸν καλεῖ·
 Ὡς δ' ὅτ' ὀπὸς γάλα λευκὸν ἐπειγόμενον συνέπηξεν,
Ἰλιάδος εʹ.
 Ὀπώρα: Παρὰ τὸ ἕπεσθαι τῇ ὥρᾳ.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 733, l. 50

εὑρεθέντος τοῦ φυτοῦ τῆς συκῆς τῆς ἐφημέρου


τροφῆς. Καλλίστων δὲ ὄντων τῶ· Ἀθήνῃσι σύκων,
καὶ διὰ τοῦτο κωλυόντων ἐξάγειν αὐτὰ, ἔκλεπτον
αὐτὰ τινὲς, καὶ ἐξῆγον ἔξω· τοὺς δὲ μηνύοντας καὶ
φαίνοντας τοὺς ἐξάγοντας ἀπεδέχοντο μὲν, ἐξ ὦν δὲ
ἔπραττον, συκοφάντας ὠνόμαζον. Συνέβη δὲ καὶ
τοὺς ὁπωσοῦν κατηγοροῦντας τινὸς φιλαπεχθημόνως,
οὕτω προσαγορεύεσθαι. Λαμβάνεται δὲ καὶ ἄλλως
τὸ συκοφαντεῖν παρὰ Πλάτωνι καὶ Μενάνδρῳ, οἷον
κνίζειν ἐρωτικῶς. Καὶ Πλούταρχος ἐν Σόλωνι,
 Οὐκ ἂν οὖν τις ἡγήσαιτο παντελῶς ἀπιθάνους τοὺς
λέγοντας, ὅτι καὶ σύκων ἐξαγωγὴ τὸ παλαιὸν ἀπείρητο· καὶ
τὸ φαίνειν ἐνδεικνύμενον τοὺς ἐξάγοντας, κληθῆναι συκο-
φάντην.
 Συκοφάνται: Οἱ ἐπηρεάζοντες· καὶ φαίνειν γὰρ
τὸ ἐγκαλεῖν· καὶ συκαστὰς, τοὺς φιλεγκλήμονας
ἔλεγον· καὶ συκοβίους, καὶ συκώρους, καὶ συκώδεις,
καὶ συκολόγους, καὶ φιλοσύκους.

Aphthonius Rhet., Progymnasmata (4100: 001)“Aphthonii progymnasmata”, Ed.


475

Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1926; Rhetores Graeci 10.Vol. 10, p. 10, l. 16


 

ΠΕΡΙ ΑΝΑΣΚΕΥΗΣ.

 Ἀνασκευή ἐστιν ἀνατροπὴ προκειμένου τινὸς πράγ-


ματος.
 Ἀνασκευαστέον δὲ τὰ μήτε λίαν σαφῆ μήτε ἀδύνατα
παντελῶς, ἀλλ' ὅσα μέσην ἔχει τὴν τάξιν.
 Δεῖ δὲ ἀνασκευάζοντας πρῶτον μὲν εἰπεῖν τὴν τῶν
φησάντων διαβολήν, εἶτα ἐπιθεῖναι τὴν τοῦ πράγματος
ἔκθεσιν, καὶ κεφαλαίοις χρήσασθαι τοῖσδε· πρῶτον μὲν
ἀσαφεῖ καὶ ἀπιθάνῳ, πρὸς τούτοις ἀδυνάτῳ καὶ ἀνακο-
λούθῳ καὶ ἀπρεπεῖ, καὶ τελευταῖον ἐπάγειν ἀσύμφορον.
 Τὸ δὲ προγύμνασμα τοῦτο πᾶσαν ἐν ἑαυτῷ περιέχει
τὴν τῆς τέχνης ἰσχύν.

Aphthonius Rhet., Progymnasmata Vol. 10, p. 14, l. 3

ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ.

 Κατασκευή ἐστι προκειμένου τινὸς βεβαίωσις πράγ-


ματος.
 Κατασκευαστέον δὲ τὰ μήτε λίαν σαφῆ μήτε ἀδύνατα
παντελῶς, ἀλλ' ὅσα μέσην ἔχει τὴν τάξιν.
 Δεῖ δὲ κατασκευάζοντας τοῖς ἐναντίοις χρήσασθαι τῆς
ἀνασκευῆς καὶ πρῶτον μὲν εἰπεῖν εὐφημίαν τοῦ φήσαν-  
τος, εἶτα ἐν μέρει θεῖναι τὴν ἔκθεσιν, καὶ τοῖς ἐναντίοις
χρήσασθαι κεφαλαίοις, ἀντὶ μὲν ἀσαφοῦς τῷ σαφεῖ, ἀντὶ
δὲ ἀπιθάνου τῷ πιθανῷ καὶ δυνατῷ ἀντὶ τοῦ ἀδυνάτου
καὶ ἀκολούθῳ ἀντὶ τοῦ ἀνακολούθου τῷ τε πρέποντι
ἀντὶ τοῦ ἀπρεποῦς καὶ συμφέροντι ἀντὶ τοῦ ἀσυμφόρου.

Καινή Διαθήκη. Catena in Matthaeum (catena integra) (e cod. Paris. Coislin. g23)
(4102: 001)“Catenae Graecorum patrum in Novum Testamentum, vol. 1”, Ed.
Cramer, J.A.Oxford: Oxford University Press, 1840, Rep1967.P. 240, l. 8

ἰδοὺ γὰρ διὰ τοῦ αἰτῆσαι τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ Φαρισαίους τὸν
Πιλᾶτον σφραγισθῆναι τὸν τάφον, ἀναντίρρητος λοιπὸν ἡ ἀπόδει-
ξις τῆς ἀναστάσεως πᾶσι πεφανέρωται· πλάνον δὲ καλοῦσιν,  
ἀπὸ πολλῆς ἄγαν ὠμότητος· ὅτι περ οὐδὲ τῷ θανάτῳ τὴν ὀργὴν
ἀφῆκαν, ἀλλ' ἔτι τῇ προτέρᾳ μανίᾳ κατέχονται. οὐκ ἀφίησι δὲ
τοὺς στρατιῶτας μόνους ὁ Πιλᾶτος σφραγίσαι· ἐπειδὴ μαθὼν
476

τὰ περὶ αὐτοῦ, οὐκ ἔτι συμπράττειν αὐτοῖς ἤθελεν· ἀλλ' ὑπὲρ


ἀπαλλαγῆς αὐτῶν καὶ τοῦτο ἀνέχεται, καὶ φησίν· ὑμεῖς, ὡς βού-
λεσθε, σφραγίσατε· ἵνα μὴ ἑτέρους ἔχητε αἰτιᾶσθαι· καὶ γὰρ
εἰ μόνοι οἱ στρατιῶται ἐσφραγίσαντο, ἐδύναντο λέγειν, εἰ καὶ
ἀπίθανα καὶ ψευδῆ, οἱ Ἰουδαῖοι, ὅτι οἱ στρατιῶται τὸ σῶμα δόντες
κλαπῆναι παρέσχον τοῖς μαθηταῖς τὸν περὶ τῆς ἀναστάσεως λόγον
πλάσαι βουλομένοις· νῦν δὲ αὐτοὶ ἀσφαλισάμενοι, οὐδὲ τοῦτο
λέγειν δύνανται. χρὴ δὲ γινώσκειν ὅτι τάχιον ἀνέστη ὁ Κύριος
ἡμῶν καὶ Θεός· τούτου δὲ ἕνεκεν ἵνα μὴ λέγωσιν ὅτι ἐψεύσατο
καὶ οὐκ ἀνέστη, ἀλλ' ἐκλάπη· τὸ μὲν γὰρ θᾶττον ἀναστῆναι,
οὐχ εἶχεν ἔγκλημα· τὸ δὲ βράδιον, ὑποψίας ἔγεμε· καὶ γὰρ εἰ
μὴ τότε ἀνέστη καθημένων αὐτῶν ἔτι καὶ φυλαττόντων, ἀλλὰ
ἀναχωρησάντων μετὰ τὴν τριήμερον, εἶχον ἂν λέγειν τί καὶ ἀντι-
λέγειν, εἰ καὶ ἀνοήτως· διὰ τοῦτο οὖν προέφθασε καὶ ἀνέστη,
καθημένων αὐτῶν καὶ φυλαττόντων,

Καινή Διαθήκη. Catena in Matthaeum (catena integra) (e cod. Paris. Coislin. g23)
P. 241, l. 29

χωρήθη δὲ αὐταῖς τοῦτο ποιῆσαι, ὅπως καὶ διὰ τῆς ἁφῆς λάβωσι
τελείαν πληροφορίαν τῆς ἀναστάσεως· ἐκβάλλει δὲ καὶ αὐτὸς τὸ
δέος ἐξ αὐτῶν, προοδοποιῶν ἐπὶ πλεῖον τῇ πίστει, καὶ δι' αὐτῶν,
ὥσπερ καὶ ὁ Ἄγγελος, τοὺς μαθητὰς εὐαγγελίζεται.
 Τοῦ σεισμοῦ γεγονότος, καὶ τοὺς στρατιῶτας ἐκπλήξαντος,
καὶ διὰ τούτων ἐλθόντων καὶ ἀπαγγειλάντων, ἡ ἀλήθεια πάλιν
διαλάμπει, καὶ ἀνακηρύττεται παρὰ τῶν ἐναντίων ὁμολογουμένων·
καὶ γὰρ οἱ πάντων ἀνόητοι, ἔδωκαν ἀργύρια ἱκανὰ, ἵνα εἴπωσιν ὅτι
οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐλθόντες νυκτὸς, ἔκλεψαν αὐτόν· δείκνυνται
καταγέλαστα πράττοντες πλάσματα· καὶ γὰρ σφόδρα ἀπίθανον
ἦν τὸ λεγόμενον· πῶς γὰρ οἱ μαθηταὶ, ἄνθρωποι πτωχοὶ καὶ ἰδιῶ-
ται, καὶ οὐδὲ φανῆναι τολμῶντες, ἆρα τοῦτο εἶχον ποιῆσαι; μὴ
γὰρ οὐκ ἦν σφραγὶς ἐπικειμένη; μὴ γὰρ οὐκ ἐπαρεκάθηντο τοσοῦ-
τοι φύλακες στρατιῶται καὶ Ἰουδαῖοι; μὴ γὰρ οὐχ ὑπόπτευον
τοῦτο αὐτὸ καὶ ἐμερίμνων καὶ ἀγρύπνουν καὶ ἐφρόντιζον; καὶ τὶ
χρὴ λέγειν, πάντα μυρία ὄντες τὰ δυνάμενα παραστῆσαι καὶ  
ἐν τούτῳ τὴν ἀφροσύνην αὐτῶν· ἅπερ ὁ ἅγιος οὗτος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος, λεπτομερῶς διέρχεται· ἡμεῖς δὲ διὰ τὸ πλῆθος
παρεδράμομεν· διὰ δὲ τὸ εἰπεῖν αὐτοὺς, “ἐὰν ἀκουσθῇ τοῦτο ἐπὶ
“τοῦ ἡγεμόνος,” καὶ τὰ ἑξῆς, δείκνυσι πάντας διεφθαρμένους,

Καινή Διαθήκη. Catena in epistulam ad Galatas (typus Parisinus) (e cod. Coislin.


204) (4102: 019)“Catenae Graecorum patrum in Novum Testamentum, vol. 6”, Ed.
Cramer, J.A.Oxford: Oxford University Press, 1842, Rep1967.P. 69, l. 12

παρὰ τοῖς Ἰουδαίοις τοῦ πατριάρχου ἦν ἡ δόξα· ἣν δείκνυσιν, ὅτι


ἐκεῖθεν οἱ τύποι τὴν ἀρχὴν ἔλαβον, καὶ τὰ παρόντα ἐν αὐτῷ προε-
ζωγραφεῖτο· καὶ πρῶτον δείξας υἱοὺς ὄντας τοῦ Ἀβραάμ· ἐπειδὴ
οὐ τῆς αὐτῆς ἀξίας ἦσαν υἱοὶ τοῦ πατριάρχου· ἀλλ' ὁ μὲν ἐκ τῆς
δούλης, ὁ δὲ ἐκ τῆς ἐλευθέρας, δείκνυσιν ὅτι οὐ μόνον υἱοὶ, ἀλλὰ
477

καὶ οὕτως υἱοὶ, ὡς ὁ ἐλεύθερος καὶ εὐγενής· τοσαύτη τῆς πίστεως


ἡ δύναμις.
 Ἀλλ' ὁ μὲν ἐκ τῆς παιδίσκης, κατὰ σάρκα γεγέννη-
ται· ὁ δὲ ἐκ τῆς ἐλευθέρας, κατ' ἐπαγγελίαν.
 Ἐπειδὴ ἔλεγεν ὅτι ἡ πίστις ἡμᾶς συνάπτει τῷ Ἀβραὰμ, καὶ
ἐδόκει τοῖς ἀκούουσιν ἀπίθανον εἶναι, εἰ τοὺς μὴ γενομένους ἐξ·
ἐκείνου τούτους φησὶ υἱοὺς εἶναι ἐκείνου, δείκνυσιν ὅτι τὸ παρά-
δοξον τοῦτο, ἄνωθεν γέγονεν.

Florilegium Cyrillianum, Florilegium Cyrillianum (4147: 001)


“Le florilège cyrillien réfuté par Sévère d'Antioche”, Ed. Hespel, R.
Louvain: Université de Louvain, 1955; Bibliothèque du Muséon 37.
P. 129, l. 7

 νʹ. Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ αὐτοῦ λόγου·


Εἰ γὰρ καὶ εἷς λέγοιτο πρὸς ἡμῶν ὁ μονογενὴς τοῦ Θεοῦ Υἱὸς
σεσαρκωμένος καὶ ἐνανθρωπήσας, οὐ πέφυρται διὰ τοῦτο κατὰ
τὸ ἐκείνοις δοκοῦν· οὔτε γὰρ ἡ τοῦ Λόγου φύσις μετακεχώρηκεν  
εἰς τὴν τῆς σαρκὸς φύσιν οὐδὲ ἡ τῆς σαρκὸς εἰς τὴν αὐτοῦ
τοῦ Λόγου, ἀλλ' ἐν ἰδιότητι τῇ κατὰ φύσιν ἑκατέρου μένοντός τε
καὶ νοουμένου κατά γε τὸν ἀρτίως ἡμῖν ἀποδοθέντα λόγον.
 ναʹ. Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ αὐτοῦ λόγου·
Εἰ μὲν γὰρ μίαν εἰπόντες φύσιν τοῦ Λόγου, σεσιγήκαμεν οὐκ
ἐπενεγκόντες τὸ σεσαρκωμένην, ἀλλ' οἷον ἔξω θέντες τὴν οἰκο-
νομίαν, ἦν αὐτοῖς τάχα που καὶ οὐκ ἀπίθανος ὁ λόγος προσποιου-
μένοις ἐρωτᾶν· ποῦ τὸ τέλειον ἐν ἀνθρωπότητι ἢ πῶς ὑφέστηκεν
ἡ καθ' ἡμᾶς οὐσία; Ἐπειδὴ δὲ καὶ ἡ ἐν ἀνθρωπότητι τελειότης
καὶ τῆς καθ' ἡμᾶς οὐσίας ἡ δήλωσις εἰσκεκόμισται διὰ τοῦ
λέγειν σεσαρκωμένην, παυσάσθωσαν καλαμίνην ῥάβδον ἑαυτοῖς
ὑποστήσαντες.

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν (4235: 002)


“Rhetores Graeci, vol. 6”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Rep1968
6, P. 164, l. 22

τῶν γὰρ μέτρων τούτων τὸ μὲν ἰαμβικὸν συνίσταται κα-


τὰ μὲν τὰς περιττὰς χώρας, τουτέστι πρώτην, τρίτην καὶ
πέμπτην, ἐκ σπονδείου, ἰάμβου, ἀναπαίστου, χορείου, ὅς
ἐστι τρίβραχυς, κατὰ δὲ τὰς ἀρτίους, δευτέραν καὶ τε-
τάρτην, ἰάμβου, ἀναπαίστου, χορείου· τὸ δὲ τροχαϊκὸν
κατὰ μὲν τὰς περιττὰς χορείου, τροχαίου, κατύλου,
κατὰ δὲ τὰς ἀρτίους τῶν αὐτῶν τούτων καὶ ἀναπαίστου
καὶ σπονδείου.
 κηʹ. Οὐ δεῖ δὲ τὸ ἀκριβὲς ἀπαιτεῖν. Οὐ δεῖ
ζητεῖν τὸ ἀκριβὲς, ὅτι οὐ μόνον ὑπόψυχρον, ἀλλὰ καὶ πε-
ριττὸν καὶ ἀδύνατον· τῷ μὲν οὖν περιττῷ τὸ ἀπίθανον
ἕξει, καὶ τὴν ἄκαιρον ἐπίδειξιν ὁ λέγων· τῷ δὲ ἀδυνάτῳ,
478

ὅτι εἰς μύρια ἔτη οὐ ποιήσει λόγον· διὸ οὐδὲ τῷ Διονυ-


σίῳ προσεκτέον, ὡς καὶ μέχρι τῶν στοιχείων καταγίνε-
σθαι, ἄφωνα ἐκλέγοντα ἐν μέρει καὶ ἡμίφωνα, καὶ τὰ
τοιουτότροπα, διὸ καὶ ὁ τεχνικὸς τοὺς λόγους εἰδὼς θᾶτ-
τον ἢ λέγονται πτηνῶν δίκην παρερχομένους ἐκείνων
παρακελεύεται φροντίζειν κατὰ τὴν σύνθεσιν,

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 328, l. 32

δείκνυσθαι. ἰσοσύλλαβα γὰρ ταῦτα, πλὴν τοῦ πρώτου


καὶ ὁμοιοτέλευτα. τοιαῦτα γὰρ ἦσαν καὶ τὰ πρῶτα, τὸ
πραΰνει καὶ τὸ ἀνάπτει. τὴν γὰρ αὐτὴν ἔχει διαφορὰν
τὸ κῶλον καὶ τὸ κόμμα. κατὰ τοῦτο οὖν λέγονται αἱ μὲν
κατὰ πτῶσιν, ἢ κατὰ λέξιν, ἁπλῶς παρισώσεις, αἱ δὲ κα-
τὰ κῶλον παρισώσεις.
 κεʹ. Οὐ μὴν τοσαῦταί γε οὐδὲ τοιαῦται. διὰ
πολλὰς αἰτίας οὐ ταῖς παρισώσεσι Δημοσθένης ἐχρῆτο.
μία μὲν, ὅτι πρὸς ὕδωρ ἐλάλει, καὶ περὶ τὰ ἀναγκαῖα
ῥηθῆναι κατηπείγετο. δεύτερον, ἐναγώνιος ἦν καὶ τὰς
τοιαύτας παρισώσεις ποιῶν ἀπίθανος ἦν. τρίτον, ὅτι  
ὑποπτεύεται ἀπατᾷν· τέταρτον, ὡς παιδικὸν καὶ τὸ ὅλον
Ἰσοκρατικόν· τὸ ἐν οἷς οὐ δεῖ καλλωπίζειν. Ἰσοκράτης
δὲ τοῦτο ἐπιτηδεύει, καλλωπίζει δέ τις κατὰ τοὺς τρόπους,
οὓς προεθέμεθα, ἀγωνιζόμενος. Ἰσοκράτης δὲ τοῦτο ἐπι-
τηδεύει καὶ μὴ αὐτόματον ἐπιόν· ὅτι οὔτε παθαίνεται
ἐπὶ τὸν λόγον, οὔτε ἐπὶ βήματος λέγει· διὸ καὶ οἱ συμ-
βουλευτικοὶ αὐτῷ, ὥσπερ καὶ οἱ πανηγυρικοὶ ἐπιτετηδευ-
μένοι εἰσὶ τῷ κάλλει, ἀλλὰ καὶ οἱ δικανικοὶ, ὥσπερ ὁ
πρὸς Εὐθύνουν.

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus et


sapientibus multis (Σb) (recensio aucta e cod. Coislin. 345) (4289: 005)
“Anecdota Graeca, vol. 1”, Ed. Bachmann, L.Leipzig: Hinrichs, 1828.
Alphabetic entry alpha, p. 121, l. 6

ἀπηχθημένον: ἀπόβλητον.
ἀπηχθισμένον: βεβαρημένον.
ἀπῇξεν: ἀφώρμησεν.
ἀπήχεια: ἀντὶ τοῦ ἀπέχθεια.
ἀπηδέσθη: ἀπεβρώθη.  
πηλιώτης: ἐν τῷ π, καὶ ἀντήλιος, καὶ πάντα τὰ
 ὅμοια ψιλῶς. καὶ ἡ ἐπηλίς ἔστι παρὰ Ποσειδίππῳ.
ἀπηλοημένος: ὁ ἀπὸ τῆς ἅλω· συγκεκομισμένος
 μετὰ τὸ ἀλοηθῆναι, ὅ ἐστι πατηθῆναι. οὕτω Δη-
 μοσθένης.
ἀπίθανον: ἄπιστον.
ἄπιθι: ἄπελθε, ἀναχώρει.
479

ἄπιστος: ὁ μὴ πειθόμενος. ἀπιστεῖν: τὸ ἀπειθεῖν. λέγουσι δὲ καὶ ἀπιστίαν


 τὴν ἀπείθειαν. ἀπίους: ἀπίους εἴρηκε Πλάτων ἐν Νόμοις. ἔστι καὶ
 παρ' Ἀλέξιδι.

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus et


sapientibus multis (= Συναγωγὴ λέξεων χρησίμων ἐκ διαφόρων σοφῶν τε καὶ
ῥητόρων πολλῶν (=Σa) (e cod. Coislin. 347) (littera α tantum edita) (4289: 006)
“Lexica Graeca minora (ed. K. Latte & H. Erbse)”, Ed. Boysen, C.
Hildesheim: Olms, 1965.P. 27a, l. 15

Ἀπηχημένον: ἀπόβλητον. ξένον τοῦ κατὰ πάν-


των ἤχους.
Ἀπήχθετο: ἐμισεῖτο.
Ἀπηχθημένον: ἀπόβλητον.
Ἀπηχθισμένον: βεβαρημένον.
Ἀπίθανον: ἄπιστον.
Ἄπιθι: ἄπελθε. ἀναχώρει.
Ἄπλαστος: ἀληθινός. ἄδολος.
Ἄπλετον: ἄπειρον.
Ἁπλοΐδας: ἁπλᾶς χλανίδας.

Οικουμενική Σύνοδος. Concilium universale Ephesenum anno 431 (5000: 001)


“Acta conciliorum oecumenicorum, vol. 1.1.1–1.1.7”, Ed. Schwartz, E.
Berlin: De Gruyter, 1.1.1–1.1.3:1927;.Tomëvolumëpart 1,1,3, p. 97, l. 19

κατώικησε πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς. ἐφαρμόζονται δὲ καὶ


ταῖς τοῦ Πέτρου φωναῖς, ποτὲ μὲν λέγοντος Ἰησοῦν τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ, ὡς ἔχρισεν
αὐτὸν ὁ θεὸς πνεύματι ἁγίωι καὶ δυνάμει, ὃς διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώ-
μενος πάντας τοὺς καταδυναστευομένους ὑπὸ τοῦ διαβόλου, ὅτι ὁ θεὸς
ἦν μετ' αὐτοῦ. καὶ πάλιν· τοὺς μὲν οὖν χρόνους τῆς ἀγνοίας ὑπεριδὼν
ὁ θεὸς τὰ νῦν παραγγέλλει τοῖς ἀνθρώποις πάντας πανταχοῦ μετανοεῖν,
καθότι ὥρισεν ἡμέραν κρίσεως, ἐν ἧι μέλλει κρίνειν τὴν οἰκουμένην, ἐν
ἀνδρὶ ὧι ὥρισεν, πίστιν παρασχὼν πᾶσιν ἀναστήσας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν.
ταῦτα παραθέντες καὶ τὰ καθ' ἕτερον τρόπον ἀνθρωποπρεπῶς εἰρημένα
προσερωτῶσιν
εὐθύς, ἐκ μοχθηρῶν ἐννοιῶν πικροὺς ἀναπτύοντες λόγους· τίνι δέδωκεν ὁ θεὸς καὶ
πατὴρ
τὸ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα; ἆρα τῶι ἰδίωι λόγωι; καὶ πῶς οὐκ ἀπίθανον κομιδῆι τὸ
χρῆμα; φασίν. ἦν γὰρ ἀεὶ θεὸς ὡς ἐξ αὐτοῦ κατὰ φύσιν γεγεννημένος· ὄνομα δὲ τοῦτο

τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα νοοῖτ' ἂν εἰκότως. τί γὰρ ἐπέκεινα τοῦ κατὰ φύσιν θεοῦ; τίνα δὲ
κέχρικεν ἁγίωι πνεύματι; ἢ μετὰ τίνος ἦν ὁ θεός; προσεπάγοντες δὲ τούτοις τὰ ἕτερα
διακυκῶσι λίαν καὶ θορύβου πιμπλᾶσι τῶν ἀκεραιοτέρων τὸν νοῦν. διορίζοντες δὲ
παν-
ταχῆι (ψυχικοὶ γάρ εἰσι, πνεῦμα μὴ ἔχοντες) καὶ ἀποδιιστάντες εἰς υἱοὺς δύο τὸν ἕνα
Χριστὸν καὶ υἱὸν καὶ κύριον, ἐξ αὐτῶν ἁλώσονται τῶν ἰδίων ἐγχειρημάτων. ἕνα μὲν
480

γὰρ Χριστὸν καὶ υἱὸν ὁμολογεῖν ὑποπλάττονται καὶ ἓν αὐτοῦ πρόσωπον εἶναί φασιν,

Οικουμενική Σύνοδος. Concilium universale Ephesenum anno 431 Tomëvolumëpart


1,1,3, p. 100, l. 6

καὶ μετὰ σαρκός. ὅτι δὲ τὴν καταλλαγὴν ἐσχήκαμεν ἐν Χριστῶι καὶ αὐτός ἐστιν ἡ
εἰρήνη ἡμῶν, τίς ὁ μὴ φάναι τολμῶν; αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ θύρα καὶ ἡ ὁδὸς καὶ ἐν
αὐτῶι κατώικηκε πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς.
 Ἀλλ' ὀρθόν μοι πάλιν ἵστησι τὸ οὖς ὁ πικρὸς εἰς θεωρίας καὶ δεινὸς εἰς συκοφαντίας
καὶ δὴ καί φησιν· εἰ ἕτερος ὁ κατοικῶν, ἕτερος δὲ ὁμοίως ὁ ἐν ὧι κατοικῆσαι λέγεται,

πῶς οὐκ ἀναγκαῖον διαιρεῖσθαι τὰς ὑποστάσεις καὶ ὑφεστάναι λέγειν ἀνὰ μέρος
ἑκατέραν;
εἶτα ὅποι ποτὲ λοιπὸν τὸ ἓν πρόσωπον, εἰπέ μοι· ἓν γὰρ πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ προς-
ποιοῦνται λέγειν, δύο δὲ ὑποστάσεων ἰδίαι τε καὶ ἀνὰ μέρος κειμένων ἔσονταί που
πάν-
τως καὶ πρόσωπα δύο. ἀλλ' εἰσβαίνουσι νομοθέται, τὸ αὐτοῖς δοκοῦν ὡς ὀρθῶς ἔχον
πάντηι τε καὶ πάντως κρατύνοντες. διαιροῦντες γάρ, φασίν, τὰς ὑποστάσεις ἑνοῦμεν
τὸ πρόσωπον. καὶ πῶς οὐκ ἀπίθανον τοῦτο καὶ ἀμαθὲς καὶ ἀμήχανον; θεωρίαι μὲν
γάρ,
ὡς ἔφην, ἑτεροούσιον οὖσαν τὴν σάρκα παρὰ τὸν ἑνωθέντα αὐτῆι λόγον κατίδοι τις
ἄν·
ἐπειδὴ δὲ υἱὸν ἕνα καὶ Χριστὸν καὶ κύριον αἱ θεόπνευστοι λέγουσι γραφαὶ καὶ τῆς
πίστεως
ἡ παράδοσις οὕτως ἔχει καὶ οὐχ ἑτέρως, συνενεγκόντες ἡμεῖς εἰς ἀδιάτμητον ἕνωσιν
ἐψυ-
χωμένηι νοερῶς τῆι σαρκὶ τὸν ἐκ θεοῦ πατρὸς λόγον ἕνα Χριστὸν καὶ υἱὸν
ὁμολογοῦμεν
ὑπάρχειν. ὡς δὲ ἑνὸς ὄντος υἱοῦ, καὶ ἓν αὐτοῦ φαμὲν εἶναι πρόσωπον, ἑπόμενοι παν-
ταχοῦ τῶι θείωι τε καὶ ἱερῶι κηρύγματι καὶ τοῖς ἀπ' ἀρχῆς αὐτόπταις καὶ ὑπηρέταις
γενο-
μένοις τοῦ λόγου, τοὺς δὲ ἕτερόν τι παρὰ τοῦτο φρονεῖν εἰωθότας καὶ συλλογισμῶν

Scholia In Aelium Aristidem, Scholia in Aelium Aristidem (5008: 001)


“Aristides, vol. 3”, Ed. Dindorf, W.Leipzig: Reimer, 1829, Rep1964.Treatise Rhet,
Jebb pagël.-Hypothesis-Epigram 24,6, l. 5

τὴν εὕρεσιν κινοῦσιν] ἤγουν τὴν φύσιν εὑ-


ρήσασαν τὰ νοήματα. A. τὴν φύσιν τὴν εὑρίσκουσαν τὰ
νοήματα. B.
τὸν τοίνυν Φήμιον] Φήμιος ἦν ἀοιδὸς, ὃς
εἷς τῶν μνηστήρων τῆς Πηνελόπης ἐγένετο. A.
τὸ ὑπὲρ ἑαυτοῦ παραιτούμενον] συγγνώμην
ζητοῦντα. A.
θεὸς δέ μοι ἐν φρεσὶν οἴμας παντοίας ἐνέφυσεν] κα-
λῶς, φησὶν, ὁ Ὅμηρος ἐπήγαγε· θεὸς δέ μοι ἐν φρεσὶν οἴ-
μας παντοίας ἐνέφυσεν· ἐπειδὴ γὰρ ἀπίθανον τὸν αὐτὸν
εἶναι μαθητὴν καὶ διδάσκαλον, εὐθέως ἐπὶ τὸ μεῖζον ἀνή-
481

γαγεν, ὡς θεοὶ γεγόνασι διδάσκαλοι τῶν λόγων αὐτῷ. B.


τοῦτο μὲν] καθ' ἕνα μὲν τρόπον. A.
τοῦτο μὲν ὡς ταὐτὸν ὅ τε αὐτοδίδακτος καὶ ὁ τῶν
θεῶν μαθητὴς, ἐγγύθεν οὑτωσὶ δηλῶν] ὁ διδασκόμενος
πάντως ὑφ' ἑτέρου διδάσκεται· οὐ γὰρ ταυτὸν ἀγνοεῖν τε
καὶ διδάσκειν ἐστὶ δυνατόν· διὰ τοῦτο εἶπεν ὁ ῥήτωρ ὅτι
ταυτόν ἐστιν αὐτοδίδακτος καὶ ὁ τῶν θεῶν μαθητής· ἵν'
ᾖ ὁ μὲν διδάσκων θεὸς, ὁ δὲ διδασκόμενος ἄνθρωπος, ὃν
καλεῖ αὐτοδίδακτον. καλῶς δὲ εἶπε τὸ ἐγγύθεν·

Σχόλια στον Αισχίνη. (5009: 001)“Aeschinis orationes”, Ed. Schultz, F.Leipzig:


Teubner, 1865, Rep1973.Oration 1, scholion 82, l. 2

 πρόσοδον ποιουμένης] προσιούσης τῷ δήμῳ. Vat. Laugm.


 οἰκήσεων] οἰκήσεις τινὲς ἦσαν περὶ τὴν Πνύκα ἔρημοι καὶ
καταπεπτωκυῖαι. ταύτας συνεβούλευσεν ὁ Τίμαρχος κτισθῆναι, οἱ
δ' ἐξ Ἀρείου πάγου ἀντιλέγουσιν. Πνὺξ δὲ πετρώδης ἐστὶ τόπος,
ἔνθα ἐκκλησιάζουσιν, ἐν ἐρήμῳ τόπῳ κείμενος. ὠνομάσθη δὲ Πνὺξ
παρὰ τὸ πεπυκνῶσθαι ταῖς οἰκήσεσιν. κατέτεμε γὰρ αὐτὴν εἰς οἰ-
κίας τοῖς ἡλιασταῖς. ἦν δὲ πάγος ὑψηλός, λόφος καλούμενος Πνύξ.
Vat. Laugmq.
 τὸ εἰσήγημα] τὸ ψήφισμα. Vat. q.
 εἰ Τίμαρχος] ἀπίθανον ὡς ὁ Αὐτόλυκος ἐμπειρότερον τῆς
βουλῆς ἔφη τὸν Τίμαρχον. Vat. Laugm.
 τοιαύτην τινὰ συγγνώμην] ὁ Αὐτόλυκος συγγνώμην ἔφη
Τιμάρχῳ ἔχειν· οὗτος γὰρ ἴσως ᾠήθη μικρὸν ὑμᾶς ἀναλώσειν ἐν
τῇ ἐρημίᾳ οἰκοδομουμένους. ὁ γὰρ λόγος ἦν περὶ τῆς Πνυκός. λέ-
γουσι δὲ ἡσυχίαν τὴν ἐρημίαν. Vat. Laugmq.
 ἡσυχίᾳ] ἡσυχίαν ἐκάλουν τὴν ἐρημίαν. Ἀσπάσιος δὲ τὴν ἀπραγ-
μοσύνην ᾠήθη δηλοῦσθαι. Vat. Laugmq.
 πάλιν] οἱ ὑποπτεύοντες πόρνον τὸν Τίμαρχον ἐθορύβησαν. τὰ
γὰρ ὀνόματα κακόσχολα πρὸς τὸν ἐπὶ τούτοις διαβαλλόμενον. Vat. gm.
 ὑπολαβόντες] ὑποτυχόντες, ἀποκρινάμενοι.

Σχόλια στον Αισχίνη. Oration 2, scholion 3, l. 4

Laugm.  ταῦτ' εἶπεν] τοῦτο λέγει, ὅτι συνειδὼς ἑαυτῷ ψευδομένῳ οὐ


δύναται ὀργίζεσθαι· τότε γάρ τις ὀργίζεται, ὅταν αἰσθάνηται τὴν
ἀληθῆ ἀδικίαν. Vat. LauBgim.
 οὐδεὶς γὰρ] ἀντὶ τοῦ οὔτε οἱ τἀληθῆ λέγοντες οὔτε οἱ τὰ ψευδῆ.
Vat. LauBFgim. ἴσασι γὰρ εἴτε ἀληθῆ εἴτε ψευδῆ λέγουσιν, ὅτι
οὐδὲν αὐτοῖς ἐντεῦθεν ὄφελος. Vat. LauBgim.
 οὕτω] ὥστε δικαιοπραγεῖν καὶ μὴ συκοφαντεῖν. Vat. Laugm.
 τὴν ὑμετέραν ὀργὴν] εἰς ὀργὴν ὑμᾶς μόνον κινῆσαι θέλει. Vat.
Laum.
 ἀπίθανος ὢν] οὐ πιστὸς ὤν, μὴ δυνάμενος πεῖσαι. τοὐναντίον
δὲ βούλεται λέγειν, ὅτι γνώριμος ὢν ἐπὶ τῇ αἰτίᾳ ταύτῃ καὶ ὁμολο-
γουμένως δωροδόκος. Vat. LauBgim. ἢ οὕτως· ἀπιθάνως τοιαύτην
482

ὑποψίαν ἐμοὶ ἐπιφέρων. B.


 ψυχαγωγηθέντες] ἀντὶ τοῦ ἀπατηθέντες ὑπὸ τῆς ἡδονῆς. Vat.
LauFgi. τουτέστι τῇ τῶν λόγων αὐτοῦ ἡδονῇ παραπεισθέντες.

Σχόλια στον Αισχίνη. Oration 2, scholion 3, l. 6

δύναται ὀργίζεσθαι· τότε γάρ τις ὀργίζεται, ὅταν αἰσθάνηται τὴν


ἀληθῆ ἀδικίαν. Vat. LauBgim.
 οὐδεὶς γὰρ] ἀντὶ τοῦ οὔτε οἱ τἀληθῆ λέγοντες οὔτε οἱ τὰ ψευδῆ.
Vat. LauBFgim. ἴσασι γὰρ εἴτε ἀληθῆ εἴτε ψευδῆ λέγουσιν, ὅτι
οὐδὲν αὐτοῖς ἐντεῦθεν ὄφελος. Vat. LauBgim.
 οὕτω] ὥστε δικαιοπραγεῖν καὶ μὴ συκοφαντεῖν. Vat. Laugm.
 τὴν ὑμετέραν ὀργὴν] εἰς ὀργὴν ὑμᾶς μόνον κινῆσαι θέλει. Vat.
Laum.
 ἀπίθανος ὢν] οὐ πιστὸς ὤν, μὴ δυνάμενος πεῖσαι. τοὐναντίον
δὲ βούλεται λέγειν, ὅτι γνώριμος ὢν ἐπὶ τῇ αἰτίᾳ ταύτῃ καὶ ὁμολο-
γουμένως δωροδόκος. Vat. LauBgim. ἢ οὕτως· ἀπιθάνως τοιαύτην
ὑποψίαν ἐμοὶ ἐπιφέρων. B.
 ψυχαγωγηθέντες] ἀντὶ τοῦ ἀπατηθέντες ὑπὸ τῆς ἡδονῆς. Vat.
LauFgi. τουτέστι τῇ τῶν λόγων αὐτοῦ ἡδονῇ παραπεισθέντες.

Σχόλια στον Αισχίνη. Oration 2, scholion 10, l. 2

 ἀπογνοὺς] ὁ μὴ καταψηφιζόμενος ἑαυτοῦ ἀδικίαν, ἀλλ' ἀπολύων


τῷ μὴ συνειδέναι ἑαυτῷ ἀδικοῦντι. Vat. LauBgim.
 Εὐβούλου] οὗτος δημαγωγὸς ἔνδοξος κατὰ τοὺς περὶ Δη-
μοσθένην γεγονὼς χρόνους, οὗ ἀποθανόντος Ὑπερείδης περὶ τῶν
τιμῶν λόγον ἔγραψε. λεγομένου δὲ τοῦ λόγου τούτου ἐπὶ τέλει ὁ
Αἰσχίνης αὐτὸν συνδικεῖν αὑτῷ παρακαλεῖ. Vat. LauBgim.
 ἀτιμάζει] ἀντὶ τοῦ εὐτελίζει. F.
 ὅπου ἂν τύχῃ] ἀντὶ τοῦ ἐν οἱῳδήποτε μέρει τοῦ λόγου. Vat.
LauFgim.
 ἐνεχείρησε δ'] ὅτι ἐπὶ τῶν διαιτητῶν εἶπε τοῦτο ὁ Δη-
μοσθένης, οὐκέτι μέντοι καὶ ἐν τῷ δικαστηρίῳ διὰ τὸ ἀπίθανον.
ἐξῆν γάρ τινα παραιτήσασθαι ῥήματα ῥηθέντα παρὰ τοῖς διαιτηταῖς,
πλὴν τῶν ἐγγράφων καὶ ἐμβληθέντων ἐν τοῖς ἐχίνοις. Vat.

Σχόλια στον Αισχίνη. Oration 3, scholion 68, l. 1

 τοὺς καιροὺς] οἱονεὶ τὰς εὐκαιρίας καὶ τὸ δύνασθαι διὰ τοῦ


ἀναμεῖναι τοὺς ἄλλους Ἕλληνας ἐλθεῖν καὶ κοινωνῆσαι τῆς εἰρή-
νης. Vat. LauFg.  προαγὼν] ἐγίγνοντο πρὸ τῶν μεγάλων Διονυσίων ἡμέραις
ὀλίγαις ἔμπροσθεν ἐν τῷ Ὠιδείῳ καλουμένῳ τῶν τραγῳδῶν ἀγὼν
καὶ ἐπίδειξις ὧν μέλλουσι δραμάτων ἀγωνίζεσθαι ἐν τῷ θεάτρῳ, δι'
ὃ ἑτοίμως προαγὼν καλεῖται. εἰσίασι δὲ δίχα προσώπων οἱ ὑπο-
κριταὶ γυμνοί. Vat. Laug.
 ὃ πρότερον οὐδεὶς μέμνηται γενόμενον] οἱονεὶ ἐκκλησίαν ἐν πα-
483

νηγύρει. F.
 νικᾷ Δημοσθένης] δοκεῖ ἀπίθανον εἶναι, εἰ τοῦτο ἔγραψε
Δημοσθένης. Ἄλλως. ἔοικε διὰ τὸ τάχος σπεύδειν τὴν εἰρήνην ποιή-
σασθαι. Vat. Laug. Ἄλλως. ἀντὶ τοῦ γράφει μηδενὸς αὐτῷ ἐναν-
τιουμένου.

Σχόλια στον Αισχίνη. Oration 3, scholion 248, l. 3

τὸ πάνυ δι' αὐτὴν ἀσθενῆσαι ἢ τὴν ἐσχάτην. Lau


 τὸ δὲ μέγιστον] ἕκτος τόπος, ἐν ᾧ φοβεῖ τοὺς δικαστὰς ὑπὲρ τῆς
τῶν θεῶν τιμῆς. Lau
 δημόσια κηρύγματα] δίκαια. F.
 ὁ δέ γε νεώτερος] ἕβδομος τόπος φοβῶν τοὺς δικαστὰς περὶ τῆς
δημοκρατίας καὶ καταφορὰν ἔχων τῶν συντεταγμένων μετὰ Δημοσθέ-
νους. Lau
 εἰς ἀπολογισμὸν] ἀπολογίαν. F.
 τὰ κοινὰ] οἷον τὸ λέγειν ὅτι φιλόπολίς εἰμι καὶ τὰ τοιαῦτα.
LauF.
 ἀπίστους] τουτέστιν ἀπιθάνους ὄντας τοῖς ἤθεσιν, ἤγουν οὐ δυ-
ναμένους ὑμᾶς πεῖσαι τοῖς ἤθεσιν, ὅτι εἰσὶν εὖνοι καὶ φιλάνθρωποι
καὶ κοινοί· ἢ οὕτως· τοὺς πονηροὺς ὄντας τὰ ἤθη, καὶ διὰ τοῦτο  
οὐκ ἀξίους ὄντας πιστεύεσθαι ὑφ' ὑμῶν, ὅτι εἰσὶν εὖνοι εἰς τὴν πό-
λιν καὶ φιλάνθρωποι. κοινὰ δὲ καλεῖ τὰ ἐλευθέρια καὶ φιλόδωρα καὶ
εὐεργετικά. B.
 ξενικῶν στεφάνων] ὅτι ἐπὶ τῶν ξένων ἐν τῷ θεάτρῳ
ἔμελλε στεφανοῦσθαι. Lau
 ἐφ' οἷς] τῶν προδοτῶν ὁ νόμος θάνατον κατεγίνωσκε·
σημεῖον οὖν, φησί, προδοσίας αἱ ἐπιστολαί. Lau

Σχόλια στον Αισχύλο. (5010: 001)“Scholia Graeca in Aeschylum quae exstant


omnia, vols. 1 & 2.2”, Ed. Smith, O.L.
Leipzig: Teubner, 1:1976; 2.2:1982.Play Th, hypothesis-epigram-scholion 809a, l. 1

μάντις εἰμὶ τῶν κακῶν· λαμβάνει κατὰ νοῦν ὁ χορὸς ἃ πρό-


τερον τὸν Ἐτεοκλέα προεῖπε μέλλοντα τῷ ἀδελφῷ συμβαλεῖν καί φησιν·
ὡς ἔοικε μάντις εἰμὶ τῶν κακῶν· προεῖπον γὰρ αὐτά. I1
μάντις εἰμὶ] προεῖπον γὰρ αὐτά. M
προεῖπε γὰρ ὁ χορὸς ὅτι ἀναιρεθήσονται οἱ ἀδελφοί. ABDNaPPd
VX
τῶν κακῶν] τῶν νῦν· πάλαι γὰρ ὁρῶσα αὐτοὺς εἰς μάχην σπεύδον-
τας ἐμαντευσάμην ταυτί. θTΞa
οὐδ' ἀμφιλέκτως· ἤτοι οὐδ' ἀμφιβόλως καὶ ἀπιθάνως καὶ δυς-
χερῶς, ἀλλ' ἀληθῶς καὶ ἀναμφιβόλως εἰσὶ τῇ σποδῷ κεκονιαμένοι,
κατακεχωσμένοι, ἀνῃρημένοι. V
οὐδ' ἀμφιλέκτως] οὐδ' ἀμφιβόλως, ἀλλ' ἀληθῶς. ABDTXYa
οὐδ' ἀμφιλέκτως] ἀναμφιβόλως. AbCSjYb
ἀμφιλέκτως] ἀμφιβόλως. HMNaPPdθVYΞa
484

κατεσποδημένοι] οἱ καὶ τῇ σποδῷ καὶ τῷ χοῒ κεκονισμένοι ὡς


ἀναιρεθέντες. AD
κατεσποδημένοι] κατακεχωσμένοι τῇ σποδῷ καὶ τῇ κόνει. BH
κατεσποδημένοι] σποδῷ κεκονιαμένοι. PPdVX
κατεσποδημένοι] κεκονιαμένοι.

Σχόλια στον Αισχύλο. (scholia recentiora) (5010: 009)“Aeschyli tragoediae


superstites et deperditarum fragmenta, vol. 3 [Scholia Graeca ex codicibus aucta et
emendata]”, Ed. Dindorf, W.Oxford: Oxford University Press, 1851, Rep1962.
Play Th, hypothesis-verse of play 809, l. 1

εἵλετ'] προέκρινε. τοῦτο δὲ λέγει ἐπειδὴ ὁ κατὰ ἀλλήλων τοῖς


ἀδελφοῖς γινόμενος πόλεμος Ἀπόλλωνος βουλήσει συνέβη διὰ τὴν
Λαΐου παρακοήν. B.
κραίνων] τελῶν. δυσβουλίας] παρακοάς. B.
νεόκοτον] νέον. B.
παραφρονῶ φόβῳ λόγου] τῶν φρενῶν ἐξίσταμαι· εἰπὼν γὰρ
ταῦτα εἰς φόβον ἐνέβαλε. B.
Οἰδίπου γένος] τέθνηκεν. B.
μάντις εἰμὶ τῶν κακῶν] τῶν νῦν, πάλαι γὰρ ὁρῶν αὐτοὺς εἰς
μάχην σπεύδοντας ἐμαντευσάμην ταῦτα. B.
οὐδ' ἀμφιλέκτως] ἤγουν οὐδ' ἀμφιβόλως καὶ ἀπιθάνως καὶ  
δυσχερῶς, ἀλλ' ἀληθῶς καὶ ἀναμφιβόλως εἰσὶ τῇ σποδῷ κεκονιαμέ-
νοι, κατακεχωσμένοι, ἀνῃρημένοι. A.
ἀμφιλέκτως] ἀμφιβόλως. B.
κατεσποδημένοι] κατεχωσμένοι τεθνηκότες εἰσὶ καὶ κείμενοι ἐπάνω
τῆς γῆς. O. πεπτωκότες. B.
ἐκεῖθι] ἐνταῦθα, ἤγουν εἰς τὸ θανεῖν. B.
ἀδελφαῖς] ἀδελφικαῖς. ἠναίροντ' ἄγαν] ἐφονεύθησαν παν-
τελῶς. B.
ὁ δαίμων] τοῦ θανάτου εἱμαρμένη. B.
ἀναλοῖ] ἀπόλλυσι. δύσποτμον] κακοθάνατον. O. ἄθλιον. B.

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. (5012: 001)“Scholia in Apollonium


Rhodium vetera”, Ed. Wendel, K.Berlin: Weidmann, 1935, Rep1974.P. 66, l. 7

e παρακλιδόν: παρακεκλιμένως ἔπιπτεν. Lg(P)


760 – 62a βούπαις: μέγας παῖς, οὔπω τέλειος ἀνήρ. Lg(P)
b Τιτυὸν μέγαν: Ἐλάρη μήτηρ Τιτυοῦ. μετὰ τὴν τελευτὴν
δὲ τῆς μητρὸς λέγεται παρὰ τῆς Γῆς ἀνατετράφθαι, καθὰ καὶ Ὅμηρος  
ἱστορεῖ (λ 576)· ‘καὶ Τιτυὸν εἶδον, Γαίης ἐρικυδέος υἱόν’. Φερεκύδης
(3 fg 55 J.) δέ φησιν, ὅτι Ἐλάρῃ τῇ Ὀρχομενοῦ μιγεὶς ὁ Ζεὺς ὤθησεν
αὐτὴν κατὰ γῆς ἤδη κύουσαν δεδοικὼς τὴν τῆς Ἥρας ζηλοτυπίαν, καὶ
ἀνεδόθη ἐκ τῆς γῆς Τιτυός· διὸ καὶ γηγενὴς καλεῖται.
c Ἐλάρη μήτηρ Τιτυοῦ, ὃν κύουσα ἐκ Διὸς καὶ ἀδυνατοῦσα γεν-
νῆσαι διὰ τὸ μέγεθος τοῦ παιδὸς ἀπώλετο .... δοκεῖ δὲ ἡ ἱστορία
485

ἀπίθανος εἶναι καὶ ἄπιστος, ὅτι ἐκ δευτέρου ἡ Γῆ ἐγέννησε τὸν Τιτυόν.


ἀλλ' ἐροῦμεν, ὅτι οἱ ποιηταὶ τοὺς τερατώδεις κατὰ τὸ σῶμα Γῆς εἶναί
φασιν. οὕτω γὰρ καὶ Καλλίμαχος (fg 376 Schn) τὰ δεινὰ τῶν θηρίων
Γῆς εἶναι ἔφη. ὅτι δὲ μέγας ὁ Τιτυός, καὶ Ὅμηρός φησιν (λ 577)· ‘ὁ
δ' ἐπ' ἐννέα κεῖτο πέλεθρα’. φαμὲν οὖν, ὅτι, ὅτε πρὸς Ἐλάρης ἐτέχθη,
ἐδόκει αὐτῆς εἶναι διὰ τὸ βραχὺ τοῦ σώματος· ὡς δὲ αὐξηθεὶς τερα-
τώδης ἐγένετο, ἔπλασαν καὶ τεχθῆναι αὐτὸν καὶ τετράφθαι πρὸς τῆς Γῆς.
d βούπαις οὔπω πολλός –

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά.


P. 140, l. 14

22 J.) καὶ Ἀντίμαχος (fg 14 B. II 291) καὶ Φερεκύδης (3 fg 86 J.)


φασίν. ἐκ δὲ Κασσιεπείας τῆς Ἀράβου Φοίνικι γίνεται Κίλιξ καὶ Φινεὺς
καὶ Δόρυκλος καὶ Ἄτυμνος ἐπίκλησιν· γίνεται δὲ ἐκ Διὸς Ἄτυμνος.
b ἔνθα: οὐκ ἐν τῇ περὶ Ἀσίαν Θυνίᾳ, ἀλλ' ἐν τῇ πέραν
[τῆς Θρᾴκης], ἥτις ἐστὶ τῆς Εὐρώπης, ὡς ἀποδέδεικται (sch. 177). ἔνιοι
δὲ αὐτὸν ἐν τῇ Παφλαγονίᾳ βασιλεῦσαι ἱστοροῦσιν, ἥτις ἐστὶ τῆς Ἀσίας.
Ἀγηνορίδην δὲ εἶπε τὸν Φινέα, καθὸ Ἀγήνορός ἐστι παῖς, ὥς φησιν
Ἑλλάνικος (sch. a)· ὁ δὲ Ἡσίοδος (sch. a) τοῦ Φοίνικος αὐτόν
φησι τοῦ Ἀγήνορος.
πηρωθῆναι δὲ λέγουσι τὸν Φινέα ὑπὸ Ἡλίου, ὅτι πολυχρόνιος εἵλετο
μᾶλλον εἶναι ἢ βλέπειν. ἔνιοι μὲν τοσαύτας ἐζηκέναι γενεὰς ἀπίθανον
εἶναί φασιν, πλείους δὲ αὐτοὺς γεγονέναι, καὶ ἕτερον τὸν Φινέα ἕβδομον
ἀπόγονον εἶναι τοῦ Φοίνικος, πρὸς ὃν ἀπήντησαν οἱ ἥρωες. πηρω-  
θῆναι δὲ αὐτόν, ὅτι ἐπεβούλευσε Περσεῖ. Σοφοκλῆς (fg 704 Pearson)
δέ, ὅτι τοὺς ἐκ Κλεοπάτρας υἱοὺς ἐτύφλωσε, Παρθένιον καὶ Κάραμβιν,
πεισθεὶς διαβολαῖς Ἰδαίας τῆς αὐτῶν μητρυιᾶς. ὁ δὲ Ἀπολλώνιός φησι
πηρωθῆναι αὐτὸν καὶ πρὸς τῶν Ἁρπυιῶν κακῶς πάσχειν, ὅτι ἀνέδην
πᾶσι καὶ διαρρήδην ἐμαντεύετο· φησὶ γάρ οὐδ' ὅσον ὀπίζετο καὶ
Διὸς αὐτοῦ.

Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο. Αργοναυτικά. P. 259, l. 5

b κατάικες: καταιγίδες. Sm
1377 – 79 οἷος δ' οὐρανόθεν πυρόεις ἀναπάλλεται:
γράφεται καὶ ἀπολάμπεται. περὶ τῶν διατρεχόντων ἀστέρων καὶ
ῥᾳδίως ἀφανιζομένων τὸν λόγον ποιεῖται, οἳ τῇ τῆς φορᾶς ὀξύτητι
παραπλήσιόν τι ἔχουσιν ἐπιβαλλομένῳ. ὁλκὸν δὲ λέγει τὸ ὑπὸ τῆς
ὀξύτητος παρασυρόμενον αὐτῷ φέγγος. τὰς δὲ τοιαύτας φαντασίας ὁ  
Μουσαῖος (2 B 17 Diels – Kranz) ἀναφερομένας φησὶν ἐκ τοῦ ὠκεανοῦ
κατὰ τὸν αἰθέρα ἀποσβέννυσθαι. τοὺς δὲ ὑπὸ Μουσαίου ἀστέρας εἰρη-
μένους Ἀπολλώνιος πιθανῶς μαρμαρυγὰς εἴρηκε· τὰς γὰρ γινομένας
ἀκαταλήπτους διὰ τὴν ὀξύτητα ἀποστίλψεις ἀφ' οὗτινος μαρμαρυγὰς
καλοῦσιν. ἀπίθανον δὲ τῷ τοιούτῳ ἀστέρι παραβαλεῖν τὸν Ἰάσονα πρὸς
ἐπικίνδυνον ἆθλον πορευόμενον, τῷ ἅμα τῷ φανῆναι εὐθέως σβεννυ-
μένῳ. εἰ δέ τις λέγοι τῷ Πυρόεντι αὐτὸν ὡμοιωκέναι, περὶ οὗ Ἐπι-
486

γένης ἐν τῷ Περὶ τῶν Χαλδαϊκῶν μαθηματικῶν προειπὼν περὶ τῶν


πλανήτων, [λέγων] ὧν φησιν ἕνα εἶναι τὸν Πυρόεντα, προσαγορευόμενον
[δὲ] ὑπὸ μὲν Ἑλλήνων Ἄρεως, ὑπὸ δὲ Χαλδαίων Ἡρακλέους ....

Σχόλια στον Άρατο. (5013: 001)“Scholia in Aratum vetera”, Ed. Martin, J.Stuttgart:
Teubner, 1974.Scholion 30-33, l. 5

S φορέονται: ἐπεὶ ἡ μὲν δύνει, ἡ δὲ ἀναβαίνει.


ὅταν γὰρ ἡ μία ἐν τῷ ἀνατολικῷ ἡμισφαιρίῳ, ἡ ἑτέρα
γίνεται πρὸς τὴν δύσιν.  
M – ἔμπαλιν: χωρὶς εἰς τοὐπίσω· ὃ καὶ ἐπι-
φέρει λέγων εἰς ὤμους τετραμμέναι.
MQDΔKVAS – εἰ ἐτεὸν δή: ὁ Ἄρατος τὸ ποίημα
τὸ ἑαυτοῦ τοῖς ποιητικοῖς μᾶλλον εἶναι θελήσας,
ἀλλ' οὐχὶ μόνον φυσικώτατον, ὅπερ ἐστὶν ἴδιον
ποιητοῦ, τοῦτο μεταχειρίζεται, λέγω δὴ τὸν μῦθον,
κατὰ καιρὸν μέντοι, οὐκ ἀπιθάνως, καὶ ὡς μὲν ποιητὴς
παρεισάγει, ὡς δὲ περὶ φυσικῶν διαλεγόμενος οὐ πάνυ
τῷ μύθῳ συντρέχειν δοκεῖ. ἐπήγαγε γοῦν τὸ εἰ ἐτεὸν
δή, ὅπερ ἐστὶν ἀμφιβάλλοντος. ὁ δὲ μῦθος βούλεται  
ταύτας ἀνατετραφηκέναι τὸν Δία ἐν Κρήτῃ, ὅτε τὴν
Πυρρίχην (ἥ ἐστιν ἐνόπλιος ὄρχησις) [ἣν] ὀρχούμενοι
οἱ Κορύβαντες ἐπὶ ὅλον ἐνιαυτὸν τὸν Δία ἔθρεψαν
λαθόντες τὸν Κρόνον.

Σχόλια στον Άρατο. Scholion 205bis, l. 7

ὅτι Ποσειδῶν αὐτὸν ἐγέννησεν, ἢ ὅτι “βροντήν τε στε-


ροπήν τε φέρει Διὶ μητιόεντι” (Hes. Th. 286). εἴληφε
δὲ τὴν ἱστορίαν παρ' Ἡσιόδου, διό φησιν (220 – 221)
οἱ δὲ νομῆες / πρῶτοι κεῖνο ποτόν ..
S – Ἵππος: οὗτος φαίνεται ἡμιτελὴς αὐτὰ
τὰ ἐμπρόσθια φαίνων, ἕως ὀμφαλοῦ. Ἄρατος μὲν οὖν
φησὶ τὸν ἐπὶ τοῦ Ἑλικῶνος εἶναι ποιήσαντα κρήνην
τῇ ὁπλῇ, ὑφ' οὗ καλεῖσθαι Ἵππου κρήνην. ἄλλοι δὲ
τὸν Πήγασον εἶναι τὸν εἰς τὰ ἄστρα ἀναπτάντα ὑπὲρ
τῆς τοῦ Βελεροφόντου τρώσεως. διὰ δὲ τὸ μὴ ἔχειν
πτέρυγας ἀπίθανον τοῦτο τισὶ δοκεῖ. Εὐριπίδης δὲ
ἐν τῇ Μελανίππω ἵππιν εἶναι τὴν Χείρονος καὶ ἀπατη-
θεῖσαν ὑπ' Αἰόλου, φθαρῆναι. καὶ ἕως μὲν τινὸς κρύ-
πτειν. ἐπειδὴ δὲ καταφανὴς ἦν διὰ τὸν ὄγγον τῆς γα-
στρός, φυγεῖν εἰς τὰ ὄρη. κἀκεῖ ὠδινούσης αὐτῆς τὸν
πατέρα ἐλθεῖν κατὰ ζήτησιν. τὴν δὲ εὔξασθαι κατα-
λαμβανομένην πρὸς τὸ μὴ γνωσθῆναι, μεταμορφωθῆναι.
καὶ οὕτως γενέσθαι ἵππον τεκοῦσαν τὸ παιδίον. διὰ
δὲ τὴν εὐσέβειαν αὐτῆς καὶ τοῦ πατρός, εἰς τὰ ἄστρα
487

ὑπὸ τῆς Ἀρτέμιδος τεθῆναι. ὅθεν τῷ Κενταύρῷ οὐχ


ὁρατή ἐστιν. ἔχει δὲ ἀστέρας ἐπὶ τοῦ ῥυχμοῦ, δύο. ἐπὶ

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in equites (scholia vetera et recentiora Triclinii)


(5014: 002)“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed.
Jones, D.M., Wilson, N.G.Groningen: Wolters–Noordhoff, 1969; Scholia in
Aristophanem 1.2.Argumentum-dramatis personae-scholion sch eq, sec.-verse 595a, l.
3

Tr ἑταίρα] ἥτις τοῖς χοροῖς ἐστι προσφιλὴς καὶ συνηθής.


vet τοῖς τ' ἐχθροῖς: τοῖς ἀντιπάλοις, τοῖς ἀνταγωνισταῖς. “στασιά-
ζει” δὲ ἀντὶ τοῦ πρὸς φιλονεικίαν διαφέρεται.
Tr τοῖς τ' ἐχθροῖσι] τοῖς ἀντιπάλοις.
Tr στασιάζει] πρὸς φιλονικίαν διαφέρεται.
πορίσαι] ἐξευρεῖν, παρασχεῖν.
vet εἴπερ ποτὲ καὶ νῦν] εἴπερ ποτὲ ἄλλοτε καὶ νῦν.
vet
ἃ ξύνισμεν: ὅτι καὶ αὐτοὶ παρακολουθήσαντες γιγνώσκομεν.
ἐπεὶ δὲ ἀλλότρια τῆς ἵππων φύσεως μέλλει περὶ αὐτῶν λέγειν, ἵνα θεραπεύσῃ  
τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀπίθανον, ἅπερ αὐτοῖς συνέγνω ταῦτά φησι περὶ αὐτῶν
ἐρεῖν.
τοῖσιν ἵπποισιν: ἵνα μὴ εἴπῃ τοῖς ἱππεῦσι καὶ δόξῃ χαρίζεσθαι
τῷ χορῷ, ἀλλ' ἵνα διὰ τῶν ἵππων ἐπαινέσῃ αὐτούς.
vet τοῖσιν] ὡς ἰδίοις. E
Tr ἐπεὶ ἀλλότρια τῆς τῶν ἱππέων φύσεως μέλλει περὶ αὐτῶν λέγειν,
ἵνα θεραπεύσῃ τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀπίθανον, ἅπερ αὐτοῖς συνέγνω ταῦτά φησι
περὶ αὐτῶν ἐρεῖν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in equites (scholia vetera et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-scholion sch eq, sec.-verse 595d, l. 2

πορίσαι] ἐξευρεῖν, παρασχεῖν.


vet εἴπερ ποτὲ καὶ νῦν] εἴπερ ποτὲ ἄλλοτε καὶ νῦν.
vet
ἃ ξύνισμεν: ὅτι καὶ αὐτοὶ παρακολουθήσαντες γιγνώσκομεν.
ἐπεὶ δὲ ἀλλότρια τῆς ἵππων φύσεως μέλλει περὶ αὐτῶν λέγειν, ἵνα θεραπεύσῃ  
τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀπίθανον, ἅπερ αὐτοῖς συνέγνω ταῦτά φησι περὶ αὐτῶν
ἐρεῖν.
τοῖσιν ἵπποισιν: ἵνα μὴ εἴπῃ τοῖς ἱππεῦσι καὶ δόξῃ χαρίζεσθαι
τῷ χορῷ, ἀλλ' ἵνα διὰ τῶν ἵππων ἐπαινέσῃ αὐτούς.
vet τοῖσιν] ὡς ἰδίοις. E
Tr ἐπεὶ ἀλλότρια τῆς τῶν ἱππέων φύσεως μέλλει περὶ αὐτῶν λέγειν,
ἵνα θεραπεύσῃ τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀπίθανον, ἅπερ αὐτοῖς συνέγνω ταῦτά φησι
περὶ αὐτῶν ἐρεῖν.
Tr ξύνισμεν] γινώσκομεν.
Tr εὐλογεῖσθαι] ἐπαινεῖσθαι.
ἐσβολάς: τὰς ἐπὶ τὴν τῶν πολεμίων χώραν ἐφόδους ἐκάλουν
ἐσβολάς.
ἱππαγωγούς] τὰς ἵππους καὶ ἄνδρας ἀγούσας ναῦς.
488

(I) κώθωνας: εἴδη ποτηρίων ἃ ἐλάμβανον οἱ στρατιῶται. τοὺς


ἱππεῖς δὲ ἐπαινεῖν βουλόμενος ταῦτά φησιν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (5014: 003)“Prolegomena de comoedia.


Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed. Holwerda, D.Groningen: Bouma, 1977;
Scholia in Aristophanem 1.3.1.Argumentum-dramatis personae-scholion arg nub,
verse A 5, l. 11

ἄλλως. EN πρεσβύτης τις Στρεψιάδης ὑπὸ δανείων καταπονούμενος


διὰ τὴν ἱπποτροφίαν τοῦ παιδὸς δεῖται τούτου φοιτήσαντος ὡς τὸν Σωκράτην
μαθεῖν τὸν ἥττονα λόγον, εἴ πως δύναιτο τὰ ἄδικα λέγων ἐν τῷ δικαστηρίῳ
τοὺς χρήστας νικᾶν καὶ μηδενὶ τῶν δανειστῶν μηδὲν ἀποδοῦναι. οὐ βουλομέ-
νου δὲ τοῦ μειρακίου διαγνοὺς αὐτὸς ἐλθὼν μανθάνειν, μαθητὴν τοῦ Σω-
κράτους ἐκκαλέσας τινὰ διαλέγεται. ἐκκυκληθείσης δὲ τῆς διατριβῆς οἵ τε
μαθηταὶ κύκλῳ καθήμενοι πιναροὶ συνορῶνται, καὶ αὐτὸς ὁ Σωκράτης ἐπὶ
κρεμάθρας αἰωρούμενος καὶ ἀποσκοπῶν τὰ μετέωρα θεωρεῖται. μετὰ ταῦτα
τελεῖ παραλαβὼν τὸν πρεσβύτην, καὶ τοὺς νομιζομένους παρ' αὐτῷ θεούς,
Ἀέρα, προσέτι δὲ Αἰθέρα καὶ Νεφέλας, κατακαλεῖται. πρὸς δὲ τὴν εὐχὴν
εἰσέρχονται Νεφέλαι ἐν σχήματι χοροῦ· καὶ φυσιολογήσαντος οὐκ ἀπιθάνως
τοῦ Σωκράτους ἀποστᾶσαι πρὸς τοὺς θεατὰς περὶ πλειόνων διαλέγονται. μετὰ
ταῦτα δὲ ὁ μὲν πρεσβύτης διδασκόμενος ἐν τῷ φανερῷ τινα τῶν μαθημάτων  
γελωτοποιεῖ· καὶ ἐπειδὴ διὰ τὴν ἀμαθίαν ἐκ τοῦ φροντιστηρίου ἐκβάλλεται,
ἄγων πρὸς βίαν τὸν υἱὸν συνίστησι τῷ Σωκράτει. τούτου δὲ ἐξαγαγόντος
αὐτῷ ἐν τῷ θεάτρῳ τὸν ἄδικον καὶ τὸν δίκαιον λόγον καὶ διαγωνισθεὶς ὁ
ἄδικος πρὸς τὸν δίκαιον λόγον καὶ παραλαβὼν αὐτὸν ὁ ἄδικος λόγος ἐκδιδάσκει.
κομισάμενος δὲ αὐτὸν ὁ πατὴρ ἐκπεπονημένον ἐπηρεάζει τοῖς χρήσταις, καὶ
ὡς κατωρθωκότος εὐωχεῖ παραλαβών. γενομένης δὲ περὶ τὴν εὐωχίαν ἀντι-
λογίας πληγὰς λαβὼν ὑπὸ τοῦ παιδὸς βοὴν ἵστησι·

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes Argumentum-dramatis personae-


scholion sch nub, verse 318a alpha, l. 2

χουσι Barb: φρόνησιν NMsec./tert.ABarb καὶ Msec.Barb σύνεσιν, MterBarb


ὡς τὰ δέοντα νοεῖν. Msec.Barb
διάλεξιν RMBarb: λόγων ἐμπειρίαν, MbisBarb ὥστε τὰ νοη-
θέντα φράζειν δύνασθαι. MBarb
διάλεξιν: λόγων θεωρίαν. διαφέρει διάλεξις διαλέκτου, ὅτι διά-
λεκτος μέν ἐστι φωνῆς χαρακτὴρ ἐθνικός, διάλεξις δὲ τῆς συνήθους φωνῆς
ἐκτροπὴ ἐπὶ τὸ σεμνότερον. R
διάλεξιν] ὁμιλίαν. ENM
vet.? διάλεξιν] διάνοιαν. MA  
τερατολογίαν, ὥστε τὰ
ἀπίθανα λέγειν πράγματα. Barb   
τερατείαν: τερατολογίαν,
παραδοξολογίαν. τερατολογεῖν δέ ἐς-
τι τὸ ἀπίθανα διηγεῖσθαι ἔξω τῶν
ἀνθρωπίνων πραγμάτων. R   
τερατείαν MBarb: ψευδολογίαν. NMBarbMatr
489

περίλεξιν M: περιττολογίαν, M περίφρασιν. λεληθό-


τως δὲ δείκνυσιν, ἐκ πόσων συνέστηκε ῥητορεία· δεῖ γὰρ πρῶτον νοῆσαι,
εἶτα ἑρμηνεῦσαι τὸ νοηθέν· ὅπερ ἐστὶ λοιπὸν ἔργον τοῦ τῆς ἐξηγήσεως λόγου.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes Argumentum-dramatis personae-


scholion sch nub, verse 318a beta, l. 3

τερατολογίαν, ὥστε τὰ
ἀπίθανα λέγειν πράγματα. Barb   
τερατείαν: τερατολογίαν,
παραδοξολογίαν. τερατολογεῖν δέ ἐς-
τι τὸ ἀπίθανα διηγεῖσθαι ἔξω τῶν
ἀνθρωπίνων πραγμάτων. R   
τερατείαν MBarb: ψευδολογίαν. NMBarbMatr
περίλεξιν M: περιττολογίαν, M περίφρασιν. λεληθό-
τως δὲ δείκνυσιν, ἐκ πόσων συνέστηκε ῥητορεία· δεῖ γὰρ πρῶτον νοῆσαι,
εἶτα ἑρμηνεῦσαι τὸ νοηθέν· ὅπερ ἐστὶ λοιπὸν ἔργον τοῦ τῆς ἐξηγήσεως λόγου.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes Argumentum-dramatis personae-


scholion sch nub, verse 1367d alpha, l. 2

ἔχοντα ἐν τῇ χειρὶ ποιεῖσθαι τὴν ἀφήγησιν. οἵ τε γὰρ ᾄδοντες ἐν τοῖς συμ-


ποσίοις ἐκ παλαιᾶς τινος παραδόσεως κλῶνα δάφνης ἢ μυρρίνης λαβόντες
ᾄδουσιν”. EN
σκώπτει καὶ Αἰσχύλον καὶ Σιμωνίδην. VM
ψόφου πλέων] ταραχώδη. E
ἀσύστατον REΘN: οὐ συνεστῶτα οὐδὲ πυκνὸν ἐν τῇ ποιήσει,
ἀλλ' ἀραιὸν καὶ κομπώδη. EΘNMA
τὰ γὰρ ῥήματα Αἰσχύλου φαντασίαν μὲν ἔχει, βασανιζόμενα δὲ οὐδε-
μίαν ἔχει πραγματείαν· EΘNM ἀσύστατα γάρ. EΘN  
ἀσύστατον: οἷον ἀ-
διάθετον, ἀπιθάνους συνιστάντα τοὺς
μύθους. EΘNM   
ἀσύστατον: ἀδιάθετον, ἀπιθάνως συντιθέντα τοὺς μύθους, V κομ-
πώδη. Su. IV 849, 18    παρὰ τὸ στόμα καὶ τὸν ὄμφακα.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes Argumentum-dramatis personae-


scholion sch nub, verse 1367d beta, l. 2

σκώπτει καὶ Αἰσχύλον καὶ Σιμωνίδην. VM


ψόφου πλέων] ταραχώδη. E
ἀσύστατον REΘN: οὐ συνεστῶτα οὐδὲ πυκνὸν ἐν τῇ ποιήσει,
ἀλλ' ἀραιὸν καὶ κομπώδη. EΘNMA
490

τὰ γὰρ ῥήματα Αἰσχύλου φαντασίαν μὲν ἔχει, βασανιζόμενα δὲ οὐδε-


μίαν ἔχει πραγματείαν· EΘNM ἀσύστατα γάρ. EΘN  
ἀσύστατον: οἷον ἀ-
διάθετον, ἀπιθάνους συνιστάντα τοὺς
μύθους. EΘNM   
ἀσύστατον: ἀδιάθετον, ἀπιθά-
νως συντιθέντα τοὺς μύθους, V κομ-
πώδη. Su. IV 849, 18   
παρὰ τὸ στόμα καὶ τὸν
ὄμφακα.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (scholia scholiorumque partes editionis


Aldinae propria) (5014: 004)“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses,
Equites, Nubes”, Ed. Koster, W.J.W.Groningen: Bouma, 1977; Scholia in
Aristophanem 1.3.1.Play sch nub, verse 318, l. 6

πρὸς τοῦ Διὸς: εἴσθεσις ... νενευκυῖα.


τοῦτο τὸ σεμνόν: λεληθότως, φασίν, ἑαυτὸν ἐπαινεῖ σεμνὸν εἶναι
λέγων τὸ μέλος. ἔστι γὰρ τοῦτο ἀληθές· ὁ δὲ τὸν ἔπαινον ἐπὶ τὰς Νεφέλας
τρέπων οὐκ οἴεται φορτικὸς εἶναι.
κροῦσιν: ἀπάτην, δοκιμασίαν, παραλογισμόν. κατάληψιν: εὕρεσιν.
τὰ αὐτὰ δὲ καὶ διεξοδικώτερον ἑρμηνευτέον ἂν εἴη πάλιν ἐπαναλαβόντας. “διά-
λεξιν τοίνυν λόγων ἐμπειρίαν, ὡς ἔφαμεν, ὥστε τὰ νοηθέντα δύνασθαι ἑρμη-
νεύειν. διαφέρει δὲ διάλεκτος καὶ διάλεξις· διάλεκτος μὲν γάρ ἐστι φωνῆς
χαρακτὴρ ἐθνικός, διάλεξις δὲ τῆς συνήθους φωνῆς ἐπὶ τὸ σεμνότερον ἐκτροπὴ
καὶ ἐπὶ τὸ ἀγροικότερον. “τερατείαν” δὲ τερατολογεῖν καὶ ἀπίθανα διη-
γεῖσθαι καὶ λέγειν πράγματα ἐπέκεινα τῶν ἀνθρωπίνων. “περίλεξιν” δὲ πε-
ριττῶς καὶ περιέργως περιτείνεσθαι διὰ λόγων καὶ δύνασθαι ἑρμηνεύειν τὸ
νοηθέν, ὅπερ ἐστὶν λοιπὸν ἔργον τῆς ἐξηγήσεως τοῦ λόγου. δείκνυσι δέ, ἐξ ὅσων
συνέστηκε ῥητορική· δεῖ γὰρ νοεῖν, εἶθ' ἑρμηνεύειν, ὅπερ ἐστὶ λοιπὸν ἔργον
τῆς ἐξηγήσεως τοῦ λόγου. “κροῦσιν” ἢ τὸν παραλογισμὸν καὶ τὴν ἀπάτην,
τὸ συναρπάσαι τὸν ἀκούοντα· ἢ δοκιμασίαν, ἐπεὶ τὰ σαθρὰ κροτούμενα δο-
κιμάζεται. “κατάληψιν” τὴν γνῶσιν καὶ αἴσθησιν καὶ τὴν τέχνην. οὕτω
γὰρ ὁριζόμεθα τὴν τέχνην, οἷον σύστημα ἐκ καταλήψεων ἐγγεγυμνασμένων,
καὶ τὰ ἑξῆς. κατάληψιν δὲ εἰώθασιν οἱ μουσικοὶ λέγειν, ἐπειδὰν πλήξαντες
τοῖς δακτύλοις ἢ τῷ πλήκτρῳ τὰς χόρδας καταλάβωσι

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in nubes (scholia recentiora Eustathii, Thomae


Magistri et Triclinii) (5014: 005)“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses,
Equites, Nubes”, Ed. Koster, W.J.W.Groningen: Bouma, 1974; Scholia in
Aristophanem 1.3.2.Argumentum-dramatis personae-scholion arg nub, ver 4, l. 34

νειν μηδεμίαν τῆς τοῦ γήρως ἡλικίας φροντίδα ποιησάμενος μηδ' ἐνθυμηθείς,
εἴ τισιν ἄτοπον δόξειεν ἀνὴρ “ἐν γήραος οὐδῷ” μανθάνειν καθάπερ κομιδῆ
νέος ἀρχόμενος, ἀλλ' εἰς ἓν ἀφεωρακὼς μόνον ἐκεῖνο, ἐὰν ἄρα οἷός τε γένηται
491

τοὺς δανειστὰς διὰ πειθοῦς ἀποστερήσων τὰ χρήματα, αὐτὸς πρόσεισι τῷ Σω-


κράτει· καὶ μαθητήν τινα τοῦ Σωκράτους καλέσας διαλέγεται περὶ τούτου,
καὶ τῆς διατριβῆς διαλυθείσης οἱ μαθηταὶ κύκλῳ καθήμενοι πιναροὶ συνορῶν-
ται, καὶ αὐτὸς δὲ ὁ Σωκράτης ἐπὶ τῆς κρεμάθρας αἰωρούμενος καὶ ἀποσκοπῶν
τὰ μετέωρα θεωρεῖται. μετὰ ταῦτα τελεῖν παραλαβὼν τὸν πρεσβύτην καὶ τοὺς
νομιζομένους παρ' αὐτῷ θεοὺς παραδοῦναι Ἀέρα τε καὶ Αἰθέρα, πρὸς δὲ καὶ
Νεφέλας μετακαλεῖται. πρὸς δὲ τὴν εὐχὴν εἰσέρχονται Νεφέλαι χοροῦ σχῆμα
πληροῦσαι, καὶ φυσιολογήσαντος οὐκ ἀπιθάνως τοῦ Σωκράτους ἀποστραφεῖσαι
πρὸς τοὺς θεατὰς περὶ πλειόνων διαλέγονται. μετὰ ταῦτα ὁ πρεσβύτης διδασκό-  
μενος μὲν ἐν τῷ φανερῷ, μὴ ἔχων δ' ὑπηρετοῦντα τῇ βουλήσει τὸν νοῦν καὶ
εἰς γέλωτα κινήσας τοὺς μαθητὰς τοῦ διδασκαλείου ἐκβάλλεται· καὶ προσελθὼν
αὖθις τῷ παιδὶ πολλαῖς πέπεικε ταῖς δεήσεσιν ἕνα τῶν Σωκράτους ὁμιλητῶν
γεγενῆσθαι. συνίστησιν οὖν αὐτὸν τῷ Σωκράτει, καὶ ἐξαγαγόντος Σωκράτους
ἐν τῷ θεάτρῳ τὸν ἄδικον καὶ τὸν δίκαιον λόγον διαγωνίζονται πρὸς ἀλλήλους οἱ
λόγοι· καὶ νικήσας ὁ ἄδικος παραλαμβάνει τὸν νέον πρὸς τὸ διδάξαι, καὶ ἱκανῶς
ἐκδιδάσκει. ὡς οὖν ἤδη ἐκπεπονημένον κομισάμενος αὐτὸν ὁ πατὴρ ἐπηρεάζει
τοῖς χρήσταις καὶ ὡς κατωρθωκὼς τὸ σπουδαζόμενον εὐωχίαν συνίστησιν, ἐν ᾗ
καὶ ἀντιλογίας γενομένης πληγὰς λαβὼν ὑπὸ τοῦ παιδὸς βοὴν ἵστησι·

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (scholia vetera et recentiora Triclinii)


(5014: 008)“Scholia in Vespas, Pacem, Aves et Lysistratam”, Ed. Holwerda, D.
Groningen: Bouma, 1982; Scholia in Aristophanem 2.2.Argumentum-dramatis
personae-scholion sch pac, verse 1h, l. 1

vet αἶρ' αἶρε μᾶζαν: “αἶρε” R ἀντὶ τοῦ “φέρε”. καὶ παρ' Ὁμήρῳ
ἀξιοῦσι τὸ “αἶρε” ἀντὶ τοῦ “διδόναι” καὶ “προσφέρειν” λέγεσθαι ἐν τῷ
  μή μοι οἶνον ἄειρε.
vet ἐπαναδίπλωσις τὸ σχῆμα τοῦ λόγου· δὶς γὰρ τῇ αὐτῇ λέξει κέχρηται. V
μᾶζαν V: μᾶζα κυρίως ἡ τροφὴ ἡ ἀπὸ γάλακτος καὶ σίτου· παρὰ τὸ
μάττεσθαι.
vet τὸ “μᾶζαν” προπερισπαστέον· τουτέστι τροφήν, καταχρηστικῶς δὲ
τῇ λέξει κέχρηται. οὐ γὰρ τὴν ἐξ ἀλφίτων φυραθεῖσαν νῦν δηλοῦν θέλει – οὐ γὰρ
αὕτη
κανθάρων τροφή – ἀλλὰ τὸ ἀποπάτημα, λέγω δὴ τὴν κόπρον· τοιαύτη γὰρ ἡ
τῶν κανθάρων τροφή. R
πίτυρά τινα ῥυπαρὰ μάττουσιν οἱ οἰκέται. κόπρον γὰρ φυρᾶν ἀπίθανον.
 
ὡς τάχιστα R: ἢ τάχος ἢ διὰ ταχέων. διὰ δὲ τοῦ σπουδαίου τοῦ
παρὰ τῶν οἰκετῶν πρὸς τὸν κάνθαρον ἐμφαίνει τὴν περὶ αὐτὸν τοῦ δεσπότου
μεγίστην φροντίδα.
κάνθαρος εἶδος ζῴου παρὰ τὰς σίλφας τὸ μέγεθος.
vet ἀναβιβαστέον τὸν τόνον· οὕτω γὰρ Ἀττικοί.
παρεπιγραφή· ὁ γὰρ ἕτερος τῶν οἰκετῶν τὸ προσταχθὲν ποιῶν Vαὐτῷ
παραφέρι καὶ ἐπιδίδωσι τὴν τροφήν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (scholia vetera et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-scholion sch pac, verse 14d, l. 1
492

κόπρον ἐσθίειν. V 
δυοῖν ὄντων τῶν περὶ ἐμὲ δυσχερῶν, τῆς τε δυσωδίας, ἣν ἀπὸ τοῦ
μαλάσσειν καὶ φυρᾶν τὴν κόπρον συνέβαινε πάσχειν, καὶ τῆς περὶ τῆς τροφῆς
ὑποψίας, ἤδη φανερῶς τοῦ ἑνὸς ἀπαλλαγείς, τοῦ μηκέτι καταναγκάζεσθαι φυρᾶν τὴν
κόπρον, ἡγοῦμαι ἀπηλλάχθαι, φησί, καὶ τῆς ὑπονοίας τῆς ἐπὶ τῇ τροφῇ· V οὐδένα
γὰρ Vὑμῶν V πιστεύειν οἴομαι ὅτι ἐπιμάττων καὶ φυρῶν ἤδη καὶ ἐσθίω. V
εἰώθασι γὰρ ἅμα τῷ μάττειν ἐσθίειν. Vἀφ' οὗ καὶ τὴν παυσικάπην
ἐπενόησαν, τροχοειδές τι, δι' οὗ τὸν τράχηλον εἶρον πρὸς τὸ μὴ δύνασθαι τὴν χεῖρα
προσάγειν. μέμνηται δὲ ἐν Ἥρωσιν Ἀριστοφάνης
  παύσειν ἔοιχ' ἡ παυσικάπη κάπτοντά σε. V
vet δῆλον ὅτι πίτυρα ἦν· ἀπίθανον γὰρ κόπρον μάττειν. V
αἰβοῖ] σχετλιασμοῦ δηλωτικόν. V
vet εἰκότως ἐσχετλίασε διὰ τὴν ὀσμήν. V
ὑπερέχειν Rτῆς ἀντλίας R: ἀντὶ τοῦ ἀντέχειν καὶ περιγίνε-
σθαι τῆς ὀσμῆς.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (scholia vetera et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-scholion sch pac, verse 81a, l. 2

  ἄγ' ὦ φίλον μοι Πηγάσου πτερόν. V


vet ἐκ μεταφορᾶς τοῦ Πηγάσου. R
δῆλον ὅτι ἐκ τοῦ παρακῦψαι καὶ ἰδεῖν Vτὸ λοιπὸν V μετέωρον
αἰρόμενον Vπρὸς V τὸν δεσπότην Vαὐτοῦ ταῦτά φησιν ὡς φοβούμε-
νος. V
βούλεται παραγενέσθαι καὶ θεάσασθαι. V
vet μετέωρος αἴρεται: ἐπὶ μηχανῆς. τοῦτο δὲ καλεῖται αἰώρημα. ἐν αὐτῇ δὲ
κατῆγον τοὺς θεοὺς καὶ τοὺς ἐν ἀέρι πολοῦντας
ἐπὶ τοῦ κανθάρου: ἔδειξε
τὸ γελοῖον καὶ ἀπίθανον· οὐ γὰρ οἷόν τε
ἱππεύειν ἐπὶ τοῦ κανθάρου.   
τῇ ἐπαγωγῇ τοῦ κανθάρου τὸ γε-
λοῖον μᾶλλον ἔδειξε καὶ τὸ ἀπίθανον
ἤλεγξεν· οὐ γὰρ οἷόν τε ἱππεύειν ἐπὶ
κανθάρου
vet διπλῆ καὶ εἴσθεσις εἰς περίοδον ἀναπαιστικὴν τῶν ὑποκριτῶν Τρυγαίου καὶ
τοῦ οἰκέτου ἐννεακαιτριακοντάμετρον εἴκοσι κώλων, ὅτι ἔχει μονόμετρον τὸ δέκα-
τον. V
Tr ἥσυχος: τὰ ἑξῆς ιθʹ κῶλα ἀναπαιστικά, πλὴν τοῦ ιʹ δίμετρα ἀκατάλη-
κτα. ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (scholia vetera et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-scholion sch pac, verse 81b, l. 2

δῆλον ὅτι ἐκ τοῦ παρακῦψαι καὶ ἰδεῖν Vτὸ λοιπὸν V μετέωρον


493

αἰρόμενον Vπρὸς V τὸν δεσπότην Vαὐτοῦ ταῦτά φησιν ὡς φοβούμε-


νος. Vβούλεται παραγενέσθαι καὶ θεάσασθαι. V
vet μετέωρος αἴρεται: ἐπὶ μηχανῆς. τοῦτο δὲ καλεῖται αἰώρημα. ἐν αὐτῇ δὲ
κατῆγον τοὺς θεοὺς καὶ τοὺς ἐν ἀέρι πολοῦντας
ἐπὶ τοῦ κανθάρου: ἔδειξε
τὸ γελοῖον καὶ ἀπίθανον· οὐ γὰρ οἷόν τε
ἱππεύειν ἐπὶ τοῦ κανθάρου.   
τῇ ἐπαγωγῇ τοῦ κανθάρου τὸ γε-
λοῖον μᾶλλον ἔδειξε καὶ τὸ ἀπίθανον
ἤλεγξεν· οὐ γὰρ οἷόν τε ἱππεύειν ἐπὶ
κανθάρου
vet διπλῆ καὶ εἴσθεσις εἰς περίοδον ἀναπαιστικὴν τῶν ὑποκριτῶν Τρυγαίου καὶ
τοῦ οἰκέτου ἐννεακαιτριακοντάμετρον εἴκοσι κώλων, ὅτι ἔχει μονόμετρον τὸ δέκα-
τον. V
Tr ἥσυχος: τὰ ἑξῆς ιθʹ κῶλα ἀναπαιστικά, πλὴν τοῦ ιʹ δίμετρα ἀκατάλη-
κτα. ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος.
Tr σύστημα κατὰ περικοπὴν ἀνομοιομερές.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in pacem (scholia vetera et recentiora Triclinii)


Argumentum-dramatis personae-scholion sch pac, verse 968b, l. 2

τες, ἵνα σείσῃ τὴν κεφαλὴν καὶ ἐπινεύειν τοῖς ἱερείοις δοκῇ.
vet δέον εἰπεῖν “ῥῖπτε τῶν ὀλῶν” “κριθῶν” νῦν εἶπε γενικῶς. ὀλαὶ γὰρ αἱ
πρὸς θυσίαν κριθαί. V
vet πρὸς τὴν κριθὴν παίζει, ὅτι τὸ τῶν ἀνδρῶν αἰδοῖον κριθὴν ἔλεγον, τὸ δὲ
γυναικεῖον μύρτον. R
vet κακεμφάτως τὸ πέος. R
vet τίς τῇδε: σπένδοντες γὰρ ἔλεγον “τίς τῇδε;” ἀντὶ τοῦ “τίς πάρεστιν;”
εἶτα οἱ παρόντες εὐφημιζόμενοι ἔλεγον “πολλοὶ κἀγαθοί”. τοῦτο δὲ ἐποίουν οἱ
σπένδοντες, ἵνα οἱ συνειδότες τι ἑαυτοῖς ἄτοπον ἐκχωροῖεν τῶν σπονδῶν.
vet τὸ “ποῦ ποτ' εἰσί;” λέγει ἐν ἤθει, “ποῦ εἰσιν οἱ ἐπιφωνοῦντες;”, ἵνα
αὐτοὺς ἐπιλέγῃ. ἢ ἀπιθάνως ὡς μηδενὸς ὄντος καλοῦ κἀγαθοῦ. V
vet τοισδὶ V: τοῖς χορευταῖς. καταχεῖ δὲ αὐτῶν τὸ ὕδωρ ἐπὶ γέλωτι καὶ
οὐδενὶ ἑτέρῳ.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in aves (5014: 009)“Scholia Graeca in


Aristophanem”, Ed. Dübner, F.Paris: Didot, 1877, Rep1969.Argumentum-scholion
sch av, verse 697, l. 4

τίκτει πρώτιστον ὑπηνέμιον: Ὑπηνέμια κα-


λεῖται τὰ δίχα συνουσίας καὶ μίξεως. καὶ τοῦτο δὲ οὐχ
ὡς ἔτυχεν αὐτῷ προσέρριπται, ἀλλὰ ἀπὸ ἱστορίας τῆς
κατὰ τοὺς Διοσκούρους. φασὶ γὰρ ἐξ ᾠοῦ αὐτοὺς γεγο-
νέναι. καὶ ὅτι σύνηθες αὐτοῖς μᾶλλον ἀνεμιαῖον λέ-
γειν. καὶ Πλάτων ἐν Θεαιτήτῳ [p. 151, E] «γόνιμον
ἀνεμιαῖον τυγχάνει.»
494

εἰκὼς ἀνεμώκεσι δίναις: Ταῖς τοῦ ἀνέμου


ὠκείαις συστροφαῖς ἐοικὼς, οἷον ταχύς. ἡ δὲ ὅλη σύστα-
σις, ὅτι ἐκ τοῦ πτερωτοῦ Ἔρωτος τὰ ὄρνεά ἐστιν. ἀτό-
πως μὴν καὶ ἀπιθάνως τῇ γενεαλογίᾳ κέχρηται.
(ἐσμὲν Ἔρωτος: Λείπει υἱοί.)
καὶ τοῖσιν ἐρῶσι: Σύμμαχος, διὰ τὸ τοὺς ἐρα-
στὰς ὄρνιθας εὐγενεῖς χαρίζεσθαι τοῖς ἐρωμένοις. Δίδυ-
μος δὲ, ἐπεὶ ἡ σίττη καὶ εἴ τι τοιοῦτον ὄρνεον δεξιὰ
πρὸς ἔρωτας φαίνεται. «ἐγὼ μὲν, ὦ Λεύκιππε, δεξιὴ
σίττη.»

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in Lysistratam (5014: 010)


“Scholia Graeca in Aristophanem”, Ed. Dübner, F.Paris: Didot, 1877, Rep1969.
Argumentum-scholion sch lys, verse 1242, l. 5

δεῖ μᾶλλον ᾄδειν ἀπὸ Κλειταγόρας τῆς ποιητρίας· ἡ


γὰρ Κλειταγόρα ποιήτρια ἦν Λακωνικὴ, ἧς μέμνηται
καὶ ἐν Δαναΐσιν Ἀριστοφάνης.
αὖθις ἔρχονται πάλιν: Τουτέστι συνήχθησαν
πάλιν. ἦν γὰρ θεράπων διασκορπίσας αὐτοὺς τῇ λαμ-
πάδι.
ὦ Πολυχαρίδα: Πιθανώτερόν ἐστι, Βοιωτῶν
αὐτὸν εἶναι. ἀλλὰ γὰρ ἐν τοῖς πρέσβεσιν οὐδαμοῦ πα-
ρέδωκεν, ὅτι καὶ ἕτεροι παρῆσαν. γυναῖκες μὲν γὰρ
ἐληλύθασι καὶ Κορίνθιαι καὶ Βοιώτιαι ἐπὶ τῆς πρε-
σβείας. οὐ λέγει δὲ Λάκων, ἀλλὰ Λάκωνες. ἀπίθανον
δέ ἐστι μὴ παρεῖναι τοὺς παραληψομένους τὴν Βοιωτίαν
καὶ τὴν Κορινθίαν. ἡ μὲν γὰρ Λαμπιτὼ εἰς Λακεδαί-
μονα ᾤχετο.
ἵν' ἐγὼ διποδιάξω γε: Τοῖς δύο ποσὶ χο-
ρεύσω. εἶδος δὲ ὀρχήσεως ἡ διποδία, ἧς μέμνηται καὶ
Κρατῖνος ἐν Πλούτοις «ἄρξει γὰρ αὐτοῖς διποδία κα-
λῶς.»  – τοὺς αὐλοὺς, ἀπὸ τοῦ φυσᾶν.
ὅρμαον: Ἄρχεται τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ τοὺς αὐ-
λοὺς φυσᾶν ὁ Λάκων. ὁ δὲ νοῦς· ὅρμησον, ὦ μνημοσύνη,
τῷ ἐφήβῳ τὴν σὴν μοῦσαν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in ranas (5014: 012)“Scholia Graeca in


Aristophanem”, Ed. Dübner, F.Paris: Didot, 1877, Rep1969.
Argumentum-scholion arg ran, verse 1, l. 33

ἀτίμους ἐντίμους ποιῆσαι χἀτέρων τινῶν πρὸς τὴν


Ἀθηναίων πόλιν διαλέγεται. τὰ δὲ λοιπὰ τοῦ δράματος
μονόκωλα, ἄλλως δὲ τερπνὴν καὶ φιλόλογον λαμβάνει
σύστασιν. παρεισάγεται γὰρ Εὐριπίδης Αἰσχύλῳ περὶ
τῆς τραγικῆς διαφερόμενος, τὸ μὲν ἔμπροσθεν Αἰσχύ-
495

λου παρὰ τῷ ᾍδῃ βραβεῖον ἔχοντος, τότε δὲ Εὐριπί-


δου τῆς τιμῆς ἀντιποιησαμένου καὶ τοῦ τραγῳδικοῦ
θρόνου. συστήσαντος δὲ τοῦ Πλούτωνος αὐτοῖς τὸν Διό-
νυσον διακούειν, ἑκάτερος αὐτοῖν λόγους πολλοὺς καὶ
ποικίλους ποιεῖται, καὶ τέλος πάντα ἔλεγχον καὶ πᾶσαν
βάσανον οὐκ ἀπιθάνως ἑκατέρου κατὰ τῆς θατέρου ποιή-
σεως προσαγαγόντος, κρίνας παρὰ προσδοκίαν ὁ Διό-
νυσος τὸν Αἰσχύλον νικᾶν, ἔχων αὐτὸν ὡς τοὺς ζῶντας
ἀνέρχεται. οὐ δεδήλωται μὴν ὅπου ἐστὶν ἡ σκηνή· εὐλο-
γώτατον δ' ἐν Θήβαις· καὶ γὰρ ὁ Διόνυσος ἐκεῖθεν καὶ
πρὸς τὸν Ἡρακλέα ἀφικνεῖται Θηβαῖον ὄντα.
Τὸ δὲ δρᾶμα τῶν εὖ πάνυ καὶ φιλολόγως πεποιημέ-
νων. ἐδιδάχθη ἐπὶ Καλλίου τοῦ μετὰ Ἀντιγένη διὰ   
Φιλωνίδου εἰς Λήναια. πρῶτος ἦν· δεύτερος Φρύνιχος
Μούσαις· Πλάτων τρίτος Κλεοφῶντι. οὕτω δὲ ἐθαυμά-
σθη τὸ δρᾶμα διὰ τὴν ἐν αὐτῷ παράβασιν,

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Scholia in ranas Argumentum-scholion sch ran, verse 465,
l. 2

⟦ἄγε δὴ: Κορωνὶς εἰσιόντων αὖθις τῶν ὑπο-


κριτῶν. οἱ δὲ στίχοι ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι
οδʹ. ὧν τελευταῖος
  ἐμοῦ δεηθείης ἂν, εἰ θεὸς θέλει.
ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς.⟧
ἐπανάληψις τὸ τίνα.
ὡς ἐπὶ ξένων.
ἀντὶ τοῦ ἅψαι. ἅψαι. Ἀττικῶς. Θ.
τὸ φρόνημα. Θ.
εἷς τῶν ἐν ᾍδου λέγει. τινὲς δὲ τὸν Αἰακὸν λέ-
γουσιν ἀποκρίνασθαι· ὅπερ ἀπίθανον.
παραπλήσιά ἐστι τούτοις τὰ ἐν τῷ Θησεῖ πε-
ποιημένα παρ' Εὐριπίδῃ. ἐκεῖ γὰρ τοιοῦτος ἦν σπουδά-
ζων καὶ τοιαῦτα λέγει πρὸς τὸν Μίνωα. διστάσαι δὲ
ἄν τις μὴ καὶ ταῦτα μιμεῖται Ἀριστοφάνης. προείρη-
ται ὅτι πολὺς ἐν τούτῳ τῷ γένει ἐστὶν Ἀριστοφάνης.
ἀντὶ τοῦ ἀπέδρασας.
ἀλλὰ νῦν ἔχει μέσος: Ἀντὶ τοῦ, μέσον ἐλή-
φθης. τοῦτο δὲ ἐκ μεταφορᾶς τῶν ἀθλητῶν. τὸ ἔχει δὲ,
οὕτως Ἀττικοὶ, ἀντὶ τοῦ ἔχῃ· ἀπὸ τοῦ ἔχομαι δευτέρου

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in plutum (recensio 1) (scholia


recentiora Tzetzae) (5014: 015)“Jo. Tzetzae commentarii in Aristophanem”, Ed.
Massa Positano, L.Groningen: Bouma, 1960; Scholia in Aristophanem 4.1.
Argumentum-dramatis personae-scholion sch plut, verse 33, l. 10

“πῶρόν τ' ἐν ἀλόχοισιν καὶ οἷς τεκέεσσιν ἔθεντο.”


496

λέγονται δὲ ταλαίπωροι οἱ ἐκ τῶν


τληπαθειῶν ἐννεοὶ γενόμενοι καὶ
οἷον πωρούμενοι κατὰ τὸν τῆς Νιόβης
λόγον τὰ γὰρ περὶ αὐτῆς μυθολο-
γούμενα ἀπίθανά τε καὶ ἀδύνατα.
ἐκτετοξεῦσθαι: ἐκκε-
νῶσθαι, ἐκ μεταφορᾶς τῶν ἐν τῇ
τοξείᾳ ἀναλισκόντων τὰ βέλη· ἢ
ὑπὸ τῶν τόξων τῆς εἱμαρμένης ἀπο-
λωλέναι. ἄλλως. ἀντὶ τοῦ ἐξοίχεσθαι  
πρὸς ἀπόληξιν τῆς ἐν αὐτῷ διατριβῆς
ἐκπίπτοντα. ἄλλως. ἀπολωλέναι ἀπὸ
τῶν τοξευομένων ἢ τὰ βέλη ὅλα
ἀφιέντων τοξοτῶν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in nubes (scholia recentiora Tzetzae)


(5014: 017)“Jo. Tzetzae commentarii in Aristophanem”, Ed. Holwerda, D.
Groningen: Bouma, 1960; Scholia in Aristophanem 4.2.Argumentum-dramatis
personae-scholion arg nub, verse-column 4, l. 23

τῆς διατριβῆς οἵ τε μαθηταὶ κύκλῳ


καθήμενοι πιναροὶ συνορῶνται, καὶ
αὐτὸς ὁ Σωκράτης ἐπὶ κρεμάθρας
αἰωρούμενος καὶ ἀποσκοπῶν τὰ
μετέωρα θεωρεῖται. μετὰ ταῦτα
τελεῖν παραλαβὼν τὸν πρεσβύτην καὶ
τοὺς νομιζομένους παρ' αὐτοῦ θεούς,
Ἀέρα, Αἰθέρα καὶ Νεφέλας ἀνακα-
λεῖται. πρὸς δὲ τὴν εὐχὴν εἰσέρχονται
Νεφέλαι ἐν σχήματι χοροῦ· καὶ  
φυσιολογήσαντος οὐκ ἀπιθάνως τοῦ
Σωκράτους ἀποκαταστᾶσαι πρὸς
τοὺς θεατὰς περὶ πλειόνων διαλέγον-
ται. μετὰ δὲ ταῦτα ὁ μὲν πρεσβύτης
διδασκόμενος ἐν τῷ φανερῷ τινα τῶν
μαθημάτων γελωτοποιεῖ. καὶ ἐπειδὴ
διὰ τὴν ἀμαθίαν ἐκ τοῦ φροντιστη-
ρίου ἐκβάλλεται, ἄγων πρὸς βίαν τὸν
υἱὸν συνίστησι τῷ Σωκράτει. τούτου
δὲ ἐξαγαγόντος αὐτῷ ἐν τῷ θεάτρῳ
τὸν ἄδικον καὶ τὸν δίκαιον λόγον,
497

Σχόλια στον Αριστοφάνη. Commentarium in ranas (scholia recentiora Tzetzae)


(5014: 018)“Jo. Tzetzae commentarii i Aristophanem”, Ed. Koster, W.J.W.
Groningen: Bouma, 1962; Scholia in Aristophanem 4.3.Argumentum-dramatis
personae-scholion arg ran 3, verse 1, l. 51

γὰρ Εὐριπίδης Αἰσχύλῳ περὶ τῆς


τραγικῆς διαφερόμενος, τὸ μὲν ἔμ-
προσθεν Αἰσχύλου παρὰ τῷ Ἅιδῃ
βραβεῖον ἔχοντος καὶ τὸν τραγῳδικὸν
θρόνον, τότε δὲ Εὐριπίδου τῆς τιμῆς
ἀντιποιησαμένου. συστήσαντος δὲ
τοῦ Πλούτωνος αὐτοῖς τὸν Διόνυσον
διακούειν, ἑκάτερος αὐτῶν λόγους  
πολλοὺς καὶ ποικίλους ποιεῖται, καὶ
τέλος πάντα ἔλεγχον καὶ πᾶσαν
βάσανον οὐκ ἀπιθάνως ἑκατέρου κατὰ
τῆς θατέρου ποιήσεως προσάγοντος,
κρίνας παρὰ προσδοκίαν ὁ Διόνυσος
τὸν Αἰσχύλον νικᾶν, ἔχων αὐτὸν ὡς
τοὺς ζῶντας ἀνέρχεται. τὸ δὲ δρᾶμα
τῶν εὖ πάνυ καὶ φιλολόγως πεποιη-
μένων.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) (5017: 001)“Scholia Demosthenica,


2 vols.”, Ed. Dilts, M.R.Leipzig: Teubner, 1:1983; 2:1986.Oration 1, sec. 28, l. 5

ούσης στρατείας· ἧς οὐ μᾶλλον τοῦτο δέχεσθαι προσήκει, ἀκόλουθόν


ἐστι τὸ (1, 2) ‘εἴπερ ὑπὲρ σωτηρίας αὐτῶν φροντίζετε’. R
οὐ μὴν ἀλλ' ἐπιεικῶς] τὸ σχῆμα τροπὴ ἢ παρὰ προσδοκίαν· τὸ δὲ
’ἐπιεικῶς’ ἀντὶ τοῦ πάνυ. F1S
παρὰ προσδοκίαν τὸ σχῆμα. Pr
δυσμαχώτατον ... βέλτιστον] φοβήσας τοὺς Ἀθηναίους διὰ τῆς
Φιλίππου πανουργίας καὶ δυσκαταγώνιστον αὐτὸν καταστήσας παραμυ-
θεῖται πάλιν αὐτοὺς διὰ τούτων ὧν ἐφόβησε. καί φησιν ὅτι τὸ δοκοῦν αὐτοῦ
δύσμαχον τοῦθ' ὑπὲρ ὑμῶν ἐστι. παράδοξον δὲ τὸ νόημα καὶ τοῦ δοκεῖν
ἀπίθανον εἶναι πλησίον, ὃ κατασκευῆς ἐδεήθη πλείονος. δύο δὲ ὄντων, τοῦ
τε δύσμαχον εἶναι τὸν Φίλιππον διὰ τὴν πανουργίαν καὶ τοῦ λυσιτελεῖν
τοῦτο τῇ πόλει, πρὸς ἑκάτερον ἀπήντησεν. ἐπειδὴ δὲ ὑπτίους αὐτοὺς
ἐποίησεν εἰπὼν τὸ δύσμαχον τοῦ Μακεδόνος ὑπὲρ Ἀθηναίων εἶναι, διὰ
τοῦτο πρῶτον ἐξετάζει τὸ δύσμαχον ἵνα φοβήσῃ· οὐ μὴν οὐδὲ ἐν τῷ φοβεῖν
ἀπέχεται τῆς προτροπῆς, ἀλλὰ δι' ὧν ἐπαινεῖ τὸν Φίλιππον, διὰ τούτων
εἰς ζῆλον αὐτοὺς καθίστησι. ‘τὸ μὲν γὰρ εἶναι πάντων ἐκεῖνον ἕνα ὄντα
κύριον·’ ἂν θελήσητε πράττειν τὰ δέοντα, καὶ ὑμεῖς δύνασθε γενέσθαι
πάντων κύριοι. καὶ διὰ τῶν ἑξῆς αὐτοὺς πάντα πράττειν καὶ μὴ τοῖς ξένοις
ἐπιτρέπειν παραινεῖ· κύριον γὰρ ῥητῶν καὶ ἀπορρήτων φησὶν εἶναι τὸν
Φίλιππον· ὑμεῖς δὲ τοῖς ξένοις πιστεύετε τὰ τῆς πόλεως ἀπόρρητα.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 1, sec. 74, l. 4


498

ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων πρὸς Δημοσθένην, ‘νυνὶ δὲ καιρὸς ἥκει τίς;’ κατὰ
πεῦσιν, ἀνταποκρινομένων ‘οὗτος ὁ τῶν Ὀλυνθίων’
τὸ ‘τις’ κατ' ἀπόκρισιν λαμβάνουσί τινες. R
οὐδενὸς ἐλάττων] τῶν ἤδη ἀπολωλότων. ὅρα δὲ πῶς ἀθυμίας αὐτοὺς
πληρώσας διὰ τοῦ καταλόγου τῶν ἀπολωλότων χωρίων πάλιν παρεμυθή-
σατο διὰ τοῦ εἰπεῖν ὅτι πάλιν ἥκει καιρὸς οὐ χείρων ἐκείνου. F4S
τῶν προτέρων] ὧν ἄνω ἔφη. Pr
καὶ ἔμοιγε δοκεῖ] παράδοξον τὸ νόημα καὶ πολλῆς ἀποδείξεως δεόμε-
νον. πολλὰ γάρ, φησι, παρὰ τῶν κρειττόνων ἀγαθὰ πεπόνθαμεν, καίτοι
μηδεμίαν αὐτῶν αἴσθησιν εἰληφότος τοῦ δήμου· διὸ καὶ λογιστοῦ δικαίου
πρὸς ἐξέτασιν ἐδεήθη· καὶ τὸ ἀπίθανον φεύγων οὐ περιῆψεν αὑτῷ τὸν λό-
γον, ἀλλ' ἕτερον δοκιμαστὴν ἐζήτησεν. εἰπὼν δὲ ‘τῶν παρὰ τῶν θεῶν
ὑπηργμένων ἡμῖν μεγάλην ἔχειν αὐτοῖς χάριν’, τὸ μὲν εὐθὺς κατασκευάζειν
πρόσαντες καὶ βίαιον ἐνόμισε, προσθεὶς δὲ ὅτι πολλὰ πεπόνθαμεν ἀγαθά,
πρὸ τῆς ἀποδείξεως τὸ ἀντιπῖπτον ἔθηκεν ὅτι ‘καίτοι πολλῶν ἀφῃρέθη-
μεν’. καὶ τοῦτο λύει πρότερον εἰκότως. ἐπειδὴ γὰρ ἀνῃρέθη τὸ ἀντιπῖπτον,
εὐκολώτερον παραδέξονται καὶ τὴν ἐξ αὐτοῦ τεθεῖσαν πρόφασιν· ‘κακῶς
μὲν ἔχει πολλὰ τῶν πραγμάτων, ἡμεῖς δὲ τούτων αἴτιοι ῥαθυμήσαντες’.
καὶ τὸ ἔγκλημα δίκην προσέθηκε, διόπερ ἐξ ἀρχῆς ἐζήτει τὸν δίκαιον
λογιστήν. τίς δὲ ὁ δίκαιος λογιστής; αὐτὸς ὁ ῥήτωρ τὸν λογισμὸν ἀποδούς,
οὗτος ἂν εἴη καὶ τῶν συμβάντων δοκιμαστὴς ἄριστος.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 2, sec. 32c, l. 4

αὐτὴν δύναμιν ἔχον τοῖς προειρημένοις. ἐκεῖνα μὲν γάρ ἐστιν ὅλης τῆς
ὑποθέσεως· τὸ μὲν γὰρ πρότερον περὶ τοῦ δυνατοῦ τῶν Ἀθηναίων, τὸ δὲ
δεύτερον περὶ τοῦ δυνατοῦ τοῦ Φιλίππου, τὸ δὲ δυνατὸν κεφάλαιον ὅλον
συνέχει τὸν λόγον· τοῦτο δὲ μερικόν ἐστι προοίμιον, κατασκευὴν ἔχον τῶν
ἔγγιστα· ἐπειδὴ γὰρ μέλλει τὴν ἀδικίαν καὶ τὴν ἀπιστίαν ἐξετάζειν τοῦ  
Μακεδόνος, αἰτίαν ἀποδίδωσιν ἐν τῷ προοιμίῳ προλαβὼν δι' ἣν μέλλει
τοῦτο ποιεῖν. F4 (→ 32d) S (→ 32c) TBcAfVbWd (→ 32d)
τὸ ... ἐπίορκον] τοῦτο γὰρ μάλιστα ἴδιον τῆς Δημοσθένους δεινό-
τητος τὸ προλαβεῖν ταῖς προκατασκευαῖς τὸν ἀκροατήν, ὥστε ἀδεῶς
παραδέχεσθαι τὰ μέλλοντα λέγεσθαι. τοῦτο κἀν τῷ κατὰ Κόνωνος
(cf. 54, 3 – 6) ἐποίησεν· ἵνα γὰρ μὴ ἀπίθανος εἶναι δόξῃ τοσαύτας πλη-
γὰς καὶ ὕβρεις εἰς αὐτὸν γεγενῆσθαι λέγων, προέλαβε διὰ τῆς κατασκευῆς
τὸν ἀκροατὴν εἰπὼν ὅτι κατὰ τὸ στρατόπεδον συσκηνούντων τῶν περὶ
τὸν Κόνωνα πολλὰ παρ' αὐτῶν ἐγίγνετο καὶ ἄλλα ὑβριστικὰ μεθυόντων. S
ἄλλως· ἰστέον ὅτι τὸ δεύτερον καὶ τρίτον προοίμιον εἰς καθαίρεσιν
Φιλίππου ἔλαβεν, ἀλλ' ἐν μὲν τῷ δευτέρῳ ἀπὸ τῆς ῥώμης αὐτὸν καθεῖλεν,
ἐν δὲ τῷ τρίτῳ ἀπὸ τῆς γνώμης καὶ τοῦ κρείττονας ἔχειν πολεμίους· ἐκ
δὲ τοῦ αὐτοῦ ἐπιχειρήματος, ἤτοι τοῦ δυνατοῦ, ἀμφότερα, ἐπειδὴ φοβερὸς
ὁ Φίλιππος δοκῶν καὶ δυνατὸς ἐφόβει τοὺς Ἀθηναίους. καὶ ἡ πᾶσα σύστα-
σις τοῦ λόγου ἐπὶ τὸ δυνατὸν κεφάλαιον ἀνάγεται.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 2, sec. 43b, l. 2


499

ἐγὼ μὲν γὰρ ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι] ἐντεῦθεν εἰς αὐτὸ τὸ κεφάλαιον


ἐνέβαλε τὸ δυνατόν, ἀπὸ λύσεως ἀρξάμενος· ἡ γὰρ ἀντίθεσίς ἐστιν ‘ἀλλὰ
φοβερὸς ὁ Φίλιππος’, ἥντινα φανερῶς μὴ θεὶς ἐπάγει τὰς λύσεις. ὅταν
μὲν γὰρ πρὸς τὸν ἀντίδικον ἔχωμεν ἀναγκαίως μέλλοντα χρῆσθαι ταῖς ἀντι-
θέσεσι, κἂν ἡμεῖς μὴ λέγωμεν, τότε δεῖ φανερῶς τιθέναι τὰς ἀντιθέσεις·
ὅταν δὲ αὐτὸς καθέζηται παρ' ἑαυτῷ τὴν ἀντίθεσιν ἔχων ὁ ἀκροατής,
τότε χρὴ λύειν καὶ μὴ τιθέντα, ὅπερ καὶ νῦν γέγονεν. εἰσελήλυθε γὰρ αὐτὸς  
ὁ δῆμος πεφοβημένος τὸν Φίλιππον, ὥστε περιττὸν ἦν τιθέναι ταύτην
δι' ἣν σκεψόμενοι συνῆλθον.
         συνδρομῇ δὲ κέχρη-
ται μεθ' ὑπερβολῆς, ἵνα μὴ τοῖς φανερῶς μαχομένοις ἀπίθανος δοκῇ. τὸ
γὰρ ‘σφόδρα ἡγούμην φοβερὸν καὶ θαυμαστὸν’ συντρέχοντός ἐστι τῇ κοινῇ
δόξῃ τοῦ δήμου καὶ τῇ φήμῃ τῇ περὶ Φιλίππου. ἵνα δὲ δόξῃ εἶναι πιθανός,
ἀφίστησι τὴν συνδρομὴν διὰ τῆς λύσεως. S
ἀρχὴ τῶν κεφαλαίων, τὸ δυνατόν.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 11, sec. 1, l. 56

(8) ‘καὶ πολλάκις εὑρίσκω λογιζόμενος’ μονομερῶς καθαιρετικὴ τοῦ


δυνατοῦ Φιλίππου, ἡ περὶ τῆς οἰκείας ἀρχῆς αὐτοῦ, ὑπὲρ ἧς τὸ θεώρημα
ἡμῖν εἴρηται ἐν τῷ δευτέρῳ· δι' ἣν αἰτίαν εἴρηκεν αὐτὴν ‘ἐν μὲν προσθήκης
μέρει ῥοπὴν ἔχειν, αὐτὴν δὲ καθ' αὑτὴν ἀσθενῆ’· τοῦτο γὰρ τεκμήριον τῆς
ἀσθενείας αὐτῆς ἐστιν, αὐτὸ τὸ μετὰ πολλῶν μέν, κατὰ μόνας δὲ μὴ τολ-
μᾶν στρατεύεσθαι. πρὸς τοῦτο ἀντέπεσεν ἀπὸ τῆς ἐργασίας αὐτῷ ‘ἀλλ' εἰ-
κὸς χαίροντας Μακεδόνας τοῖς γινομένοις προθύμως συμπράττειν Φιλίπ-
πῳ’· τοῦτο δὲ ἔλυσεν εἰπών (9)· ‘μὴ γὰρ οἴεσθε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τοῖς
αὐτοῖς χαίρειν τόν τε Φίλιππόν τε καὶ τοὺς ἀρχομένους’. ἕκτη (10) ἡ περὶ
τῶν ἡγεμόνων τῶν ξένων, καὶ αὐτὴ καθαιρετικὴ τοῦ δυνατοῦ τοῦ Φιλίπ-
που. εἶτα ἐπειδήπερ παράδοξον ἔννοιαν εἶπε καὶ διὰ τοῦτο σχεδὸν ἀπίθανον
ἐν τῷ περὶ τῶν ξένων λόγῳ, ὅτι τὰ μάλιστα σκορακίζονται (cf. 11), αὐτὸς
ἑαυτοῦ ἐλάβετο καὶ ᾔσθετο τῆς παραδόξου ἐννοίας. ἔλυσε γοῦν εὐθέως
εἰπών (12)· ‘καὶ τούτοις οὐδ' ἂν εἷς εὖ φρονῶν ἀπιστήσειε’, καὶ ἐπάγει  
διὰ τῶν ἑξῆς τὴν αἰτίαν. πρὸς ταῦτα τοίνυν ἅπαντα τὰ προειρημένα περὶ
τοῦ δυνατοῦ ἀνθυποφορά τις ἀντέπεσε (13) ‘πῶς οὖν, εἴπερ ἐστὶ τὰ
τοιαῦτα, πιστῶς ἤδη πολὺν χρόνον αὐτῷ παραμένουσιν;’ ἐκ γὰρ τῶν
εἰρημένων ἁπάντων πρὸς καθαίρεσιν ἠθροίσθη τις αὐτῷ δόξα ἀπιθανότη-
τος, ὅτι, εἰ ταῦτα ἦν ἀληθῆ, πάντως ἂν ἀπέστησαν. αὐτὸς δὲ καὶ ταύτην
ἔλυσεν εἰπὼν ὅτι (13) ‘τὸ κατορθοῦν αὐτὸν ἐπισκοτεῖ πᾶσι τοῖς τοιού

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 11, sec. 1, l. 63

αὐτοῖς χαίρειν τόν τε Φίλιππόν τε καὶ τοὺς ἀρχομένους’. ἕκτη (10) ἡ περὶ
τῶν ἡγεμόνων τῶν ξένων, καὶ αὐτὴ καθαιρετικὴ τοῦ δυνατοῦ τοῦ Φιλίπ-
που. εἶτα ἐπειδήπερ παράδοξον ἔννοιαν εἶπε καὶ διὰ τοῦτο σχεδὸν ἀπίθανον
ἐν τῷ περὶ τῶν ξένων λόγῳ, ὅτι τὰ μάλιστα σκορακίζονται (cf. 11), αὐτὸς
ἑαυτοῦ ἐλάβετο καὶ ᾔσθετο τῆς παραδόξου ἐννοίας. ἔλυσε γοῦν εὐθέως
εἰπών (12)· ‘καὶ τούτοις οὐδ' ἂν εἷς εὖ φρονῶν ἀπιστήσειε’, καὶ ἐπάγει  
500

διὰ τῶν ἑξῆς τὴν αἰτίαν. πρὸς ταῦτα τοίνυν ἅπαντα τὰ προειρημένα περὶ
τοῦ δυνατοῦ ἀνθυποφορά τις ἀντέπεσε (13) ‘πῶς οὖν, εἴπερ ἐστὶ τὰ
τοιαῦτα, πιστῶς ἤδη πολὺν χρόνον αὐτῷ παραμένουσιν;’ ἐκ γὰρ τῶν
εἰρημένων ἁπάντων πρὸς καθαίρεσιν ἠθροίσθη τις αὐτῷ δόξα ἀπιθανότη-
τος, ὅτι, εἰ ταῦτα ἦν ἀληθῆ, πάντως ἂν ἀπέστησαν. αὐτὸς δὲ καὶ ταύτην
ἔλυσεν εἰπὼν ὅτι (13) ‘τὸ κατορθοῦν αὐτὸν ἐπισκοτεῖ πᾶσι τοῖς τοιού-
τοις’. ἀλλ' ἡ ἀντίθεσις πρὸς τὸ δυνατὸν ἀντέπεσεν.
 Ἐπειδὴ γὰρ πάντα τὰ μέρη τῆς δυνάμεως καθεῖλεν, ἐλείπετο δὲ τὸ ἀπὸ
τῆς τύχης, ἐξ ἀντιθέσεως τοῦτ' ἔλαβεν (15)· ‘εἰ δέ τις ὑμῶν, ὦ ἄνδρες
Ἀθηναῖοι, τὸν Φίλιππον ὁρῶν εὐτυχοῦντα φοβερὸν εἶναι νομίζει καὶ δυσπο-
λέμητον’. πρὸς δὲ τοῦτο καὶ διὰ τοῦτο ἐγύμνασε καὶ οὐ καθεῖλεν, ἐπειδὴ
πλεῖστα αὐτῷ συμβάλλεται· προκατασκευὴν γὰρ τοῦ δυνατοῦ τῶν Ἀθη-
ναίων ἔχει. καὶ ἡ κατασκευὴ δὲ τῆς ἀντιθέσεως οὐκ ἔστιν αὐξητικὴ τοῦ
δυνατοῦ τοῦ Φιλίππου, ἀλλ' αὐτῆς τῆς δυνάμεως τῆς τύχης ἐστὶν αὐξητικὴ

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 18, sec. 62, l. 2

σεισάμενος. ὁ σός, Αἰσχίνη] ἀποστροφή. vp


εἶτ' ὦ – τί ἂν εἰπών σέ τις ὀρθῶς προσείποι;] διὰ τῆς ἀπορίας δείκνυσι
τῆς πονηρίας τὸ μέγεθος, ὡς οὐ δυνάμενος δῆθεν δι' ἑνὸς ὀνόματος δηλῶ-
σαι τὰ πάντα πονηρεύματα τὰ προσόντα τῷ Αἰσχίνῃ· ὡς ἂν εἰ ἔλεγε·
’κἂν δωροδόκον εἴπω, οὐχ ἁμαρτήσομαι, κἂν συκοφάντην, εὐλόγως ἐρῶ,
κἂν ἄλλο τι, οὐ σφαλήσομαι· ποῖον οὖν εὕρω ὄνομα ἁρμόττον τῇ σῇ φύσει;’
ὡς γὰρ μὴ εὑρίσκων καὶ σχετλιάζων πρὸς τοῦτο λέγει τὸ ‘ὦ τί ἂν εἰπών σέ
τις ὀρθῶς προσείποι;’ A
καὶ μὴν εἰ τὸ κωλῦσαι τὴν τῶν Ἑλλήνων] δέον εἰπεῖν ‘τῶν συμμάχων’,
πάντων ὁμοῦ τῶν Ἑλλήνων ἐμνημόνευσεν, ἀπίθανον τοῦ Αἰσχίνου τὸν λό-
γον ποιῶν.
οὔτε γὰρ ἦν πρεσβεία] προσκείμενον τὸ ‘τότε’ παρέσχεν ἀληθείας
ὑπόνοιαν. συμβάλλεται δὲ αὐτῷ καὶ ὁ χρόνος πολὺς παρελθὼν εἰς τὸ δύ-
νασθαι κακουργεῖν.
εἰ γὰρ ὑμεῖς ἅμα] διὰ τοῦ ‘ἅμα’ χώραν ἔχει σοφίσασθαι· ὄντως γὰρ
[εἰ] καθ' αὑτοὺς καὶ πρὸς Φίλιππον εἰρήνην ἐσπένδοντο καὶ τοὺς Ἕλληνας
ἠρέθιζον καλοῦντες εἰς πόλεμον.
Εὐρυβάτου] πονηροῦ· ἀπὸ τοῦ πεμφθέντος ὑπὸ Κροίσου ἐπὶ ξενολο-
γίαν, ὥς φησιν Ἔφορος (FGrHist 70 F 58), εἶτα μεταβαλομένου ἐπὶ Κῦ-
ρον.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 19, sec. 361, l. 1

τὴν Αἰσχίνου πρεσβείαν, μᾶλλον δὲ πορείαν καὶ πλάνην παρὰ τὸν Φίλιπ-
πον. gT
ἐξώλης] τί ἐστιν ‘ἐξώλης’ καὶ ‘προώλης’; ἐξώλης λέγεται ὁ ἀπολού-
μενος ἐκτὸς τῆς πατρίδος, προώλης ὁ πρὸ τῆς εἱμαρμένης τελευτῶν
παρ' ἄλληλα] ἀντὶ τοῦ ‘παρατιθέμενα ἀλλήλοις καὶ συγκρινό-
μενα’
εἶθ' ὁ γενναῖος οὑτοσὶ] τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἐγκλημάτων τὸ κατὰ Θρᾴκην
501

ἔγκλημα λύει· ὅταν γὰρ παρὰ τὴν ἀξίαν καὶ τὴν ὑπόνοιαν μείζονά τις
ἐγκαλῇ τῷ ἔλαττον ἡμαρτηκότι, τὸ τηνικαῦτα διὰ τὴν ὑπερβολὴν ἀπιστεῖν
εἰώθασιν οἱ ἀκούοντες. gT
καταλύσειν ἐπηγγέλθαι Φιλίππῳ] καὶ τοῦτο ἀπίθανον ἀπὸ τοῦ με-
γέθους τῶν ἐγκλημάτων. τίς γὰρ ἂν πιστεύσειεν ὅλον Ἀθηναίων δῆμον
προδοθῆναι ὑφ' ἑνὸς ἀνδρὸς τῷ Μακεδόνι; gT
ὅτι ταῦτ' ἐπέπληττον] τοῦτο ἡ λύσις· τὸν γὰρ ἐπιπλήττοντα τοῖς
δωροδόκοις τούτων ἔδει τἀναντία ποιεῖν. καὶ ἄλλη δὲ λύσις, ‘δεδιὼς μὴ
συμπαραπόλωμαι’· τίς γὰρ ἂν προδοίη τούτους μεθ' ὧν συναπολεῖται; gT
Δερκύλος δ' αὐτὸν] ἵνα μὴ δοκῇ ὡς ἐχθρὸς λέγειν, ἄλλῳ περιτίθησι·
καὶ ὁ καιρὸς δὲ τῆς νυκτὸς τὴν ὑποψίαν ἐργάζεται. οὐκέτι δὲ περὶ τῆς
Θρᾴκης ταῦτα λέγει, ἵνα μὴ ὥσπερ ἴδιον γένηται τὸ ἔγκλημα, ἀλλὰ τῆς
ὅλης δωροδοκίας. ἐπειδὴ γὰρ ἐνεκάλεσε τῷ Δημοσθένει προδεδωκέναι

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 19, sec. 402, l. 2

τα, ἵνα καὶ ὁ λόγος τὴν πίστιν λάβῃ καὶ ὁ ἐξαγγέλλων μαρτυρίαν ἔχῃ τῆς
ἀκολασίας μὴ κοινωνεῖν. τὸ δὲ ‘ἠνάγκαζον’ βεβαιοῦντός ἐστι τῆς γυναι-
κὸς τὴν σωφροσύνην· καὶ τὸ ‘ἡσυχῇ’ προσθεὶς πιθανότητα εἰργάσατο. οὐ
γὰρ ἦν ἀπεικὸς ἀναγκαζομένην, εἶθ' ὁρῶσαν ἡσυχῇ κοινωνεῖν τραπέζης
μηδὲν οἰομένην ἀδικήσεσθαι. gT
ὡς διηγεῖτο Ἰατροκλῆς ἐμοὶ τῇ ὑστεραίᾳ] αὐτῇ γὰρ τῇ ἡμέρᾳ οὐδὲ
συντυχεῖν μοι δεδύνηται διὰ τὸ μέχρι τῆς ἑσπέρας κατεσχηκέναι τὸ
συμπόσιον. τὸ δὲ ‘ἐμοὶ’ ἔμφασιν ἔχει τῆς ὀρθῆς αὐτοῦ προαιρέσεως. οὐ
γὰρ ἂν αὐτῷ διηγεῖτο, εἰ μὴ ᾔδει ὅτι ἀγανακτῆσαι ἔμελλεν. gT
ὡς δὲ προῄει τὸ πρᾶγμα καὶ διεθερμαίνοντο] οὐκ ἀθρόως ἐξήγγειλε
τὴν ἀκολασίαν. οὐδὲ γὰρ πιθανὸν οὐδὲ ῥητορικὸν ἦν εὐθὺς ἀπιθάνως ἐπι-
βαλεῖν τῷ πράγματι καὶ τῆς ἀκμῆς γενέσθαι τὸν ἔλεγχον, ἵνα ἡ ἀνάγκη
τὴν φύσιν ἐξελέγχῃ καὶ τὴν προαίρεσιν. οὐ γὰρ ἦν ἀπεικὸς παρὰ τῷ τυ-
ράννῳ εἰς ὕβριν γυναῖκα αἰχμάλωτον γενέσθαι. gT  
καί τι καὶ ᾄδειν ἐκέλευον] μίμησις ἀκριβὴς τῶν ἀκρατῶς ἐχόντων.
προσποιοῦνται γὰρ εἶναι καὶ μουσικοί. τῆς αὐτῆς δὲ ἀσελγείας καὶ τὸ
’ᾄδειν κελεύειν’ καὶ τὸ ‘κατακλίνεσθαι’.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 21, sec. 14, l. 1

ποῦν· ‘εἰ οὐδὲ ὁ δῆμος προσήκατο τὰς ὑποσχέσεις οὐδ' εἰς τὸν πλοῦτον
ἀπέβλεψεν οὐδὲ ταῖς φανεραῖς ὑποσχέσεσιν ἡττήθη, πόσῳ μᾶλλον ὑμεῖς
ὀφείλετε κρύφα γεγενημέναις;’ τίνες δὲ ἦσαν αἱ πρὸς τὸν δῆμον ὑποσχέ-
σεις; ‘ἡμεῖς εἰσοίσομεν, χορηγήσομεν, τριηραρχήσομεν’. ὅτι δὲ ψευδεῖς
αἱ ὑποσχέσεις, προϊών φησιν (203) ‘ἐμὲ οἴεσθε ὑμῖν εἰσοίσειν, ὑμᾶς δὲ
νεμεῖσθαι;’ TBcFj
ἀλλὰ μιᾷ γνώμῃ] οὐδεὶς διεσφάλη τοῦ πρέποντος, οὐδεὶς ἠγνόησε τὸ
εἰκός· τότε πρῶτον ὁ πᾶς δῆμος μιᾶς ἐγένετο γνώμης, ἵν' ἕκαστος κατα-
ψηφίσηται τοῦ Μειδίου φοβούμενος ἢ αἰσχυνόμενος τἀναντία τοῖς ἄλλοις
γνῶναι. TBcFj
πολλοί μοι προσιόντες] ἀπίθανον ἔδοξε τὸ νόημα, ὅτι καὶ οἱ δικασταὶ
παρωξύνοντο εἰς τὴν κατηγορίαν, εἰ μὴ προλαβὼν εὐθὺς ἐν ἀρχῇ πάντας
ἦν δείξας ὑβρισμένους. TBcFj
502

ὡς μὲν ἐμοὶ δοκεῖ] ἐντεῦθεν ἡ κατασκευὴ τοῦ δευτέρου μέρους τῆς


προτάσεως. τὸ ἀπίθανον δὲ τῆς προτάσεως ὅρκῳ διέλυσε. καὶ ἵνα μή τισιν
ἐπίορκος δόξῃ, τὸ στοχαστικὸν προσέθηκεν. TBcFj
ὃν ἐπὶ τῶν ἄλλων τεθέανται] ἀντικρὺς διὰ τούτων αἰνίττεται τὸν τύ-
ραννον. εἰ γὰρ ἐν δημοκρατίᾳ ζῶν οὐκ ἔστιν καθεκτός, τί ἄλλο ἢ τύραννος
ὁ τοιοῦτος; προσθεὶς δὲ τὸ ἰδιωτικὸν τῷ καθ' ἑαυτὸν ὅτι δεινὰ πέπονθεν,
ἐπήγαγε τὸ δημόσιον ὅτι ‘καὶ ὑπὲρ τῶν ἄλλων ἠβούλεσθε δίκην λαβεῖν’.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 21, sec. 15, l. 2

αἱ ὑποσχέσεις, προϊών φησιν (203) ‘ἐμὲ οἴεσθε ὑμῖν εἰσοίσειν, ὑμᾶς δὲ


νεμεῖσθαι;’ TBcFj
ἀλλὰ μιᾷ γνώμῃ] οὐδεὶς διεσφάλη τοῦ πρέποντος, οὐδεὶς ἠγνόησε τὸ
εἰκός· τότε πρῶτον ὁ πᾶς δῆμος μιᾶς ἐγένετο γνώμης, ἵν' ἕκαστος κατα-
ψηφίσηται τοῦ Μειδίου φοβούμενος ἢ αἰσχυνόμενος τἀναντία τοῖς ἄλλοις
γνῶναι. TBcFj
πολλοί μοι προσιόντες] ἀπίθανον ἔδοξε τὸ νόημα, ὅτι καὶ οἱ δικασταὶ
παρωξύνοντο εἰς τὴν κατηγορίαν, εἰ μὴ προλαβὼν εὐθὺς ἐν ἀρχῇ πάντας
ἦν δείξας ὑβρισμένους. TBcFj
ὡς μὲν ἐμοὶ δοκεῖ] ἐντεῦθεν ἡ κατασκευὴ τοῦ δευτέρου μέρους τῆς
προτάσεως. τὸ ἀπίθανον δὲ τῆς προτάσεως ὅρκῳ διέλυσε. καὶ ἵνα μή τισιν
ἐπίορκος δόξῃ, τὸ στοχαστικὸν προσέθηκεν. TBcFj
ὃν ἐπὶ τῶν ἄλλων τεθέανται] ἀντικρὺς διὰ τούτων αἰνίττεται τὸν τύ-
ραννον. εἰ γὰρ ἐν δημοκρατίᾳ ζῶν οὐκ ἔστιν καθεκτός, τί ἄλλο ἢ τύραννος
ὁ τοιοῦτος; προσθεὶς δὲ τὸ ἰδιωτικὸν τῷ καθ' ἑαυτὸν ὅτι δεινὰ πέπονθεν,
ἐπήγαγε τὸ δημόσιον ὅτι ‘καὶ ὑπὲρ τῶν ἄλλων ἠβούλεσθε δίκην λα-
βεῖν’.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 21, sec. 232, l. 3

ὅσῳ πλείονα ὀργὴν ἐμοὶ προσῆκε] τοῦτό ἐστιν, ἐν ᾧ τὴν ἑαυτοῦ γνώμην
ἐλαττοῖ μετὰ τῶν παθόντων, αὔξει δὲ τὰ καθ' ἑαυτόν. VfTBcFj
ὁ μέν γε ὑπὸ γνωρίμου] τῇ διαφορᾷ προσάγει τὴν αὔξησιν. VfTBcFj
καὶ τούτου μεθύοντος] ὑπέθετο γὰρ εἶναι συμπόσιον. VfTFj
οἷ μηδὲ βαδίζειν ἐξῆν αὐτῷ] τοῦτο δι' ἑαυτὸν καὶ τὴν ἀνάγκην τῆς
λειτουργίας ἔφησεν, ὅτι ‘ὁ μὲν εἰ ὑπώπτευέ τινα ἔσεσθαι ἀηδίαν ἑαυτῷ,
ἐδύνατο καὶ φυλάττεσθαι καὶ μὴ ἀπελθεῖν εἰς τὸ δεῖπνον, ἐμοὶ δὲ τοῦτο
οὐκ ἐξῆν μέλλοντι χορηγεῖν’. VfTBcFj  
καὶ ἐμαυτὸν μέν γε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, σωφρόνως, μᾶλλον δὲ
εὐτυχῶς] εἰ μὲν γὰρ δεινὰ παθὼν ἐσωφρόνησε καὶ οὐκ ἐξήχθη, θαύματος
ἄξιος· εἰ δὲ λέγων πάνδεινα πάσχειν οὐκ ὠργίσθαι φησίν, ἀπίθανον τὸ
τοιοῦτον· διὸ προσέθηκε ‘μᾶλλον δὲ εὐτυχῶς’, ἵνα μὴ γνώμης μόνον,
ἀλλὰ καὶ εὐτυχίας φανῇ τὸ ἐπισχεῖν τὴν ὀργήν. ἢ αὐξῆσαι βουλόμενος ἐπὶ
πλέον τὴν διόρθωσιν ἔθηκεν. τὰ μὲν γὰρ μικρὰ καὶ διὰ τῶν λογισμῶν
διαφεύγομεν, ὅσα δὲ ὑπερβαίνει φύσιν ἀνθρωπίνην, τύχῃ δεξιᾷ κατορθοῦ-
μεν. VfTBcFj
καὶ τῶν δικασάντων τότε πολλοί] νέμει τῷ πεφονευκότι συγγνώμην,
503

ἵνα μὴ δοκοίη αὐτὸς διὰ τὸ πεπονθέναι λέγειν. VfTBcFj


μιᾷ μόνον ἁλῶναι ψήφῳ] περιττῇ δηλονότι, οἷον, εἰ τύχοι,
Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 21, sec. 248, l. 5

λῶν ἤλπιζον. VfTBcFj


ἡνίκα τὰς δίκας ἔλαχον] πληρώσας τὸ προοίμιον εἰσέβαλεν εἰς αὐτὰ
τὰ διηγήματα καί φησιν ‘ἡνίκα τὰς δίκας ἔλαχον’. πολλὴν δὲ ἐν τούτοις
αὑτοῦ μὲν ἐπιείκειαν, Μειδίου δὲ τὴν ὠμότητα δείκνυσιν, εἴπερ αὐτὸς
μὲν διὰ χρηστότητα καὶ τῶν πατρῴων ἐκινδύνευε στερηθῆναι, Μειδίας δὲ
παρὰ τὸν καιρὸν τῆς δίκης ἐπέθετο τῷ δυστυχοῦντι. VfTBcFj
μειρακύλλιον ὢν κομιδῇ] τὸ ‘κομιδῇ’ προσκείμενον ἔμφασιν δίδω-
σιν, ὡς οὐδεμιᾶς ἔχθρας λαβὴν παρέχειν ἠδύνατο οὐδὲ ἀδικίας ὁ τοι-
αύτην ἄγων τὴν ἡλικίαν. καθεῖλε δὲ τὴν ἡλικίαν αὑτοῦ διὰ τὸ χρήσιμον,
ἵνα λύσῃ τὸ ἀντιπῖπτον ‘τί οὖν, εἰ παρέσχες τὴν πρόφασιν τῆς ἔχθρας
θρασὺς ὤν;’ ὁ δὲ ἀπίθανον ἔδειξε τὸ τοιοῦτο τῷ ὑποκοριστικῶς τὴν
ἡλικίαν ἐλαττῶσαι, ὅτι μειρακύλλιον ἦν κομιδῇ, τῶν δὲ τοιούτων οὐκ
ἔστι τὸ θρασύνεσθαι πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους. VfTBcFj
καὶ τοῦτον οὐδ' εἰ γέγονε εἰδὼς] τὸ ἀφελὲς καὶ ἀπερίεργον διὰ τῆς
ἡλικίας ἔδειξε. ‘πῶς θρασὺς ὁ τοιοῦτος;’ VfTBcFj
ὡς μηδὲ νῦν ὤφελον] ἡ γὰρ πεῖρα τὴν βλάβην προὐξένησεν. ὀργῆς
δὲ καὶ βαρύτητος ἔμφασις. VfTBcFj
τότε μοι μελλουσῶν εἰσιέναι τῶν δικῶν] καὶ τοῦτο δὲ ἀφελῶς· τὴν
γὰρ δίκην ὡς πρόσωπον ἐποίησεν, ‘εἰσιέναι’ εἰπών. τὴν ἐκ προνοίας δὲ
αὐτῶν ἐπιβουλὴν ἔδειξεν· ‘ἐπετήρησαν γὰρ ὅτε ἔμελλον δικάζεσθαι πρὸς
τοὺς ἐπιτρόπους, ἵνα μὲ καὶ τῆς ὁδοῦ τῆς εἰς τὸ δικαστήριον

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 21, sec. 359, l. 3

προσέθηκεν ‘ὁ συκοφάντης’. ὑφ' ἓν ἀναγνωστέον ‘ἀνεκρίνετο’· ἔστι γὰρ


ἀνάκρισις τὸ τοιοῦτον. ὅτε τις ἀπωθεῖται γραφήν, ἀνακρίνεται πρὸ τοῦ
δικαστηρίου παρὰ τοῖς ἄρχουσι εἰ ἐπέξεισιν, εἰ μάρτυρας ἔχει, εἰ χρῄζει
τοῦ παρεῖναί τινα, ἵνα πάντων εὐτρεπισθέντων εἰσέλθῃ εἰς τὸ δικαστήριον.
ὁ δὲ μὴ ἀπαντῶν ἐπὶ τὴν ἀνάκρισιν ἐγίγνετο ἄτιμος. TBcFj
πλὴν ἵν' ἐκκέοιτο] προτεθείη καὶ πᾶσι βλέποιτο. TBcFj
πρὸ τῶν ἐπωνύμων] ἐπώνυμοι οἱ ἐκ τῶν φυλῶν τὰς ἐπωνυμίας
ἔχοντες. F2YL
ὅτι Μειδίου μισθωσαμένου] ἵνα μὲν πολλὴν εὐχέρειαν καὶ ἄνοιαν
δείξῃ τοῦ Εὐκτήμονος, φησὶν ὅτι ἡδέως ἂν καὶ προσέγραψε τῇ γραφῇ
ὅτι ‘Μειδίας ἐμισθώσατο’. ἵνα δὲ φύγῃ τὸ ἀπίθανον τοῦ νοήματος,
προσέθηκεν εἰπὼν ‘εἴ πως ἐνῆν’· πρόδηλον γὰρ ὅτι οὐδὲ ὁ πάντων
εὐηθέστατος τοῦτ' ἂν ἐποίησεν. TBcFj
ἐφ' ᾗ γὰρ κἀκεῖνος ἠτίμωκεν αὑτὸν] ἐφ' ᾗ δίκῃ. καίτοι εἰ μήτε
ἐκρίθη μήτε εἰσῆλθεν εἰς τὸ δικαστήριον, φαίνεται μηδὲ ἁψάμενος τοῦ
πράγματος. οὐκοῦν οὐκ ἠτιμοῦτο μηδὲ τὴν ἀρχὴν εἰσελθών. ὁ δὲ σοφιστι-
κῶς συνήγαγεν· ‘ὁ μὴ ἐλέγξας ἐν δικαστηρίοις ἀτιμοῦται· οὗτος δὲ μὴ
ἐπεξελθὼν ἑαυτοῦ κατέγνω· κυριώτερα δὲ ἅ τις αὐτὸς περὶ ἑαυτοῦ
βεβαιοῖ τῆς ἔξωθεν καὶ παρ' ἄλλων καταγνώσεως· αὐτὸς γὰρ ἑαυτὸν
ἠτίμωκεν.’ καὶ τοῦτο λέγει οὐχ ὅτι ‘τῆς παρρησίας καὶ τῶν κοινῶν
ἀπεστέρητο Εὐκτήμων’, ἀλλ' ὅτι ‘κατὰ τὴν ἐκείνου ψῆφον περὶ αὑτοῦ
504

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 21, sec. 518, l. 7

τὸ Αἰσχίνου καὶ τὸ Τιμοκράτους καὶ Ἀνδροτίωνος. ἐπεὶ δὲ σεμνότατον τὸ


γένος, καινοτέρῳ τρόπῳ μεθώδευσεν ὅτι οὐκ ἔστιν ἐξ ἐκείνου τοῦ γένους,
ἀλλ' ὑποβολιμαῖος, ἵνα μὴ φανερῶς διασύρων πολλοῖς τῶν δοκίμων
προσκρούσῃ. VfTBcFj
καὶ τίς οὐκ οἶδεν ὑμῶν τὰς ἀπορρήτους] ‘ἀπορρήτους’ μὲν τὰς
λαθραίως γιγνομένας, ‘ἐν τραγῳδίᾳ’ δέ· τὰς γὰρ ἐπισήμους ἐκθέσεις
τῶν βρεφῶν αἱ τραγῳδίαι παρειλήφασιν. ἀσαφὲς δὲ τοῦτο τὸ χωρίον
καὶ πολλοὶς πράγματα παρέχον· αἴτιον δὲ τῆς ἀσαφείας τὸ διαστρέψαι  
τὴν τάξιν· τὰ γὰρ τελευταῖα πρῶτα τέθεικεν. πρὶν γὰρ ἀποδεῖξαι, πῶς
ἐξετέθη, λέγει ‘ὥσπερ ἐν τραγῳδίᾳ’. ἀνέστρεψε δέ, ἵνα μὴ ἄνωθεν
κατ' ἀκολουθίαν διηγούμενος ἀπιθανώτατον δόξῃ τὸ πρᾶγμα. VfTBcFj
ἡ μὲν γὰρ ὡς ἀληθῶς μήτηρ] τοιαύτη ἐστὶ πᾶσα τοῦ νοήματος ἡ
πλοκή. φρονιμωτάτη ἦν ἡ τεκοῦσα αὐτὸν μήτηρ. συνειδυῖα γάρ, ὅτι ἐκ
βαρβάρων γέγονε καὶ ὅτι φαῦλαι αἱ φύσεις αἱ τῶν βαρβάρων, ἀπέδοτο
αὐτόν. ἡ δὲ ὑποβαλλομένη μωροτάτη, ἥτις εἵλετο βάρβαρον ὠνήσασθαι,
ἐξὸν Ἕλληνά τινα καὶ πολίτην. πόθεν δὲ βάρβαρος; ὅτι ὠμός ἐστι καὶ
ὑβριστής. ἔστι δὲ ἐξ Ἀθηναίων μὲν τοιοῦτος οὐδείς, οἱ δὲ βάρβαροι φύσει
ὑβρισταί. διὸ καὶ εἶπεν (150) ‘ἀλλὰ τὸ τῆς φύσεως ἀληθῶς βάρβαρον’. εἰ
μὲν οὖν ἐβούλετο σαφῶς εἰπεῖν, ἐκ ταύτης ἂν ἤρξατο τῆς ἀποδείξεως·
ἐπειδὴ δὲ εὐθὺς ἐν ἀρχῇ λέγων ὅτι ‘ἐκ τῶν ἔργων δείκνυται βάρβαρος’
ὤφθη ἂν σοφιζόμενος, διὰ τοῦτο ἐνήλλαξεν, ἵνα ὡς ὁμολογούμενον

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 21, sec. 683, l. 4

συνῆψεν αὐτὰ τοῖς φθάνουσιν· εἰ γὰρ καὶ τοῖς νοήμασιν ἀπέσχισται, τὰ


γοῦν τῆς ἀκολουθίας σῴζεται. βούλεται δὲ ἐν τούτῳ περικόψαι τοὺς
συνηγόρους τοῦ Μειδίου, κἀκεῖ δὲ πρῶτόν γε πρὸς τὸν Εὔβουλον ἀποτείνε-
ται. προέταξε δὲ τοῦτον τῶν ἄλλων συνηγόρων διὰ δύο προφάσεις, ὅτι
τε πολὺ προέχει τῶν ἄλλων εἷς ὢν καὶ μᾶλλον ἐδεδοίκει τοῦτον ἢ σύμπαν-
τας τοὺς ἄλλους, καὶ ὅτι πράγματα εἶχεν ἰδίᾳ διαλεχθῆναι χωρίσαντα τῶν
ἄλλων περιουσιῶν τὸν λόγον. VfTBcFj
οὐχ οὕτω τούτῳ χαρίσασθαι] ἀντιπῖπτον ἔλυσε ‘πῶς ἀρτίως ἔλεγες
μηδένα εἶναι φίλον τῷ Μειδίᾳ καὶ νῦν τοὺς ἐνδοξοτάτους αὐτῷ φάσκεις
συνηγόρους;’ ὅτι τούτῳ χαρίζεσθαι βούλονται, καὶ τὸν ὅρκον προσέθηκεν,
ἐπεὶ ἀπίθανον δοκεῖ τὸν συνηγοροῦντα μὴ εἶναι φίλον τοῦ συνηγορουμένου,
ἀλλ' ‘ἐπηρεάζειν ἐμοί’. VfTBcFj
ἄν τε ἐγὼ φῶ ἄν τε μὴ φῶ] καλῶς κατὰ ἐνδοιασμὸν προσήγαγεν,
ἵνα δείξῃ τὸν Εὔβουλον ὄντα τῆς ἔχθρας αἴτιον· εἰ γὰρ οὐχ ὁμολογεῖ ὁ
Δημοσθένης ἔχθραν, πρόδηλον ὅτι Εὔβουλός ἐστιν ὁ τῆς ἔχθρας καταρχό-
μενος.
505

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 23, sec. 86a, l. 5

πῶς γὰρ οὐκ αἰσχρὸν] ἐπιχείρημα ἐκ τοῦ ἐλάττονος. ‘εἰ γὰρ’ φησί
’κατηγορεῖς τῶν ἐλάττω πλημμελούντων, πῶς μείζονα αὐτὸς ἐτάζων οὐκ
εἶ μεμπτότερος;’
καὶ γεγονός τι πρᾶγμα] τοῦτο ἐκ τῆς τοῦ ὁμοίου παραθέσεως. gT
BcFj
βούλομαι τοίνυν ἤδη] τοῦ δικαίου μέρος αἱ πράξεις, ὅπερ μετὰ τὸ
νόμιμον καὶ τὰ ἔθη τάξαι δέον· ἀλλ' ἐπειδὴ ᾔδει τὸ τοῦ Χαριδήμου
πρόσωπον ἐπὶ τὸ βέλτιον ὑπειλημμένον, τὸ συμφέρον προτάξας ἀνάγκην
εἶναι δεῖν ἐπέθηκε καὶ τούτων ἀκούειν ἀνέχεσθαι· πρὸ γὰρ τοῦ συμφέρον-
τος ἀπίθανος ἂν ἦν κατὰ τοῦ Χαριδήμου λέγων. F1YS  
βούλομαι ... ἤδη] ἐξέτασις λοιπὸν τοῦ δικαίου. διὰ τί δὲ ἐν τῷ
τέλει ἔταξεν αὐτό; λέγομεν ὅτι, ἐπειδὴ ὑπείληπτο ὡς εὔνους, βουλό-
μενος λύειν ταύτην τὴν ὑπόνοιαν, ἵνα ὁ ἀκροατὴς ἀνιστάμενος μὴ ἐπι-
λάθηται ὧν ἀρτίως ἤκουσεν. εἰ γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἦν γιγνόμενον, οὐκ ἂν
ὁμοίως ὑπὸ τῶν δικαστῶν ἠκούετο, ἐναντιουμένων αὐτῶν τῇ γνώμῃ, ὡς
οὐκ ὢν τοιοῦτος οἷος νομίζεται. ἀλλ' ἐνδέδωκεν αὐτοῖς καὶ πείσας ἐν τοῖς
πρώτοις εὐμαρέστερον τούτου δέξασθαι πεποίηκε τὴν ἐξέτασιν. ἤρξατο
μὲν οὖν ἐκ προοιμίου. τίθησι δ' εὐθὺς ἀνθυποφορὰν πρὸ τοῦ κεφαλαίου
ὑπιδόμενος αὐτοῦ τὸ ἀπίθανον· ‘ἀλλ' εἰ τοιοῦτος ἦν, οὐκ ἂν πολίτην
αὐτὸν ἐποιησάμεθα, οὐδ' ἂν χρυσῷ στεφάνῳ ἐστεφανώσαμεν’.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 23, sec. 86b, l. 9

εἶναι δεῖν ἐπέθηκε καὶ τούτων ἀκούειν ἀνέχεσθαι· πρὸ γὰρ τοῦ συμφέρον-
τος ἀπίθανος ἂν ἦν κατὰ τοῦ Χαριδήμου λέγων. F1YS  
βούλομαι ... ἤδη] ἐξέτασις λοιπὸν τοῦ δικαίου. διὰ τί δὲ ἐν τῷ
τέλει ἔταξεν αὐτό; λέγομεν ὅτι, ἐπειδὴ ὑπείληπτο ὡς εὔνους, βουλό-
μενος λύειν ταύτην τὴν ὑπόνοιαν, ἵνα ὁ ἀκροατὴς ἀνιστάμενος μὴ ἐπι-
λάθηται ὧν ἀρτίως ἤκουσεν. εἰ γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἦν γιγνόμενον, οὐκ ἂν
ὁμοίως ὑπὸ τῶν δικαστῶν ἠκούετο, ἐναντιουμένων αὐτῶν τῇ γνώμῃ, ὡς
οὐκ ὢν τοιοῦτος οἷος νομίζεται. ἀλλ' ἐνδέδωκεν αὐτοῖς καὶ πείσας ἐν τοῖς
πρώτοις εὐμαρέστερον τούτου δέξασθαι πεποίηκε τὴν ἐξέτασιν. ἤρξατο
μὲν οὖν ἐκ προοιμίου. τίθησι δ' εὐθὺς ἀνθυποφορὰν πρὸ τοῦ κεφαλαίου
ὑπιδόμενος αὐτοῦ τὸ ἀπίθανον· ‘ἀλλ' εἰ τοιοῦτος ἦν, οὐκ ἂν πολίτην
αὐτὸν ἐποιησάμεθα, οὐδ' ἂν χρυσῷ στεφάνῳ ἐστεφανώσαμεν’. ἔθος δὲ
τῷ Δημοσθένει μετὰ τὴν εἴσοδον τῶν κεφαλαίων τιθέναι ἀντιθέσεις, ὡς
κἀνταῦθα πεποίηκεν, ἵνα ἀκολούθως μετὰ τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ δείξειν
αὐτὸν πονηρὸν ἀντιπέσοι· ‘πῶς οὖν ἔλαθε τοιοῦτος ὤν, ἡνίκα ἐστεφανοῦτο
καὶ ἐπῃνεῖτο καὶ πολιτείας ἐτύγχανε;’ καὶ ἡ λύσις μεταστατική· ‘διὰ
τοὺς παρ' ἡμῖν ῥήτορας’. ὑπτιότητος δὲ περιπιπτούσης ἐν τοῖς διηγήμασι
διὰ τὸ περὶ πάλαι γεγονότων ἀδικημάτων λέγειν, ἵνα μὴ τὸν λόγον
ἱστορικὸν ἐργάσηται, τοῖς σχήμασι καὶ ταῖς τομαῖς, ταῖς τε ἐξαλλαγαῖς
καὶ ταῖς ἀποστάσεσι καὶ ταῖς παραλείψεσι, παραμυθεῖται τὸ ὕπτιον.
πανταχοῦ δὲ συμπλέκει τὰ πρόσωπα, τό τε τοῦ Χαριδήμου καὶ τοῦ

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 24, sec. 2b, l. 26
506

μηδενὸς ἀξίαν’· καὶ τὸ ἐκ ταύτης πάλιν ἀντιπῖπτον λύσας ‘οὐχ ἵνα τὴν
πόλιν ὠφελήσῃ’ (οὐ γὰρ ἦν ὑπερθέσθαι τὰς ἀποδείξεις τοῦδε τοῦ ἀντι-
πίπτοντος) ἐπάγει πάλιν ἑτέραν λύσιν παρὰ τὴν κατ' ἀρχὰς κατασκευὴν
ἀκόλουθον τῇ τοῦ προοιμίου προτάσει ‘αὐτὸς ἑαυτῷ τοῦ παρόντος
ἀγῶνος αἴτιος Τιμοκράτης, ἀποστερῆσαι βουληθεὶς ὑμᾶς καὶ ἑτέρων
χρημάτων, ἃ πολὺν χρόνον ἐξεκαρπώσαντο ἤδη τινές, τουτέστιν οἱ
πρέσβεις’. εἶθ' ἡ αἰτία τελευταία (3) ‘ὥστε οὗτος μὲν ἔχει ἀργύριον  
παρ' ἐκείνων’ συμφώνως ἔχουσα πρὸς τὴν πρότασιν, ὡς αὐτὸς ἑαυτῷ
τοῦ παρόντος ἀγῶνος αἴτιος ἂν εἴη· ἀργύριον γὰρ λαβὼν νόμον εἰσήνεγκε.
διὰ τί δὲ τελευταίαν τὴν αἰτίαν ἔθηκε τῆς αἰσχροκερδείας καὶ οὐ συνῆψεν
αὐτὴν τῇ προτάσει εὐθύς; ὅτι ἀπίθανος ἦν ἄνευ τῆς αὐξήσεως τῆς ‘παρὰ
πάντας τοὺς νόμους’. οὐδεὶς γὰρ ἂν ἐπίστευσεν ἁπλῶς εἰληφέναι τὸν
νομοθέτην ἀργύριον· ῥηθείσης δὲ τῆς εἰς τὴν πόλιν βλάβης, ῥᾳδίως
ἔμελλεν ὁ ἀκροατὴς πιστεύειν μὴ προῖκα ταῦτα γεγράφθαι τῷ νομοθέτῃ.
οὕτω φαίνεται διὰ μακροῦ τὸν σύνδεσμον ἀνταποδούς.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 24, sec. 18a, l. 37

προκατασκευὰς καὶ προκαταστατικόν, ἐν ᾧ προσεπαγγέλλεται καὶ τὴν


κατάστασιν ἐρεῖν. ἔχεται δὲ ἤδη τῆς καταστάσεως. ποῖον οὖν ἐστι τὸ
προκαταστατικόν; (10) ‘ἐξ ἀρχῆς οὖν τὰ πραχθέντα δίειμι πρὸς ὑμᾶς.’
προλέγει γὰρ καὶ προαναφωνεῖ τὴν περιοχὴν ὅλην, ἥτις ἐστὶ τῆς κατα-
στάσεως ἀρχή. ἀρχὴ δὲ τῆς καταστάσεως ἐνθένδε (11)· ‘ψήφισμα εἶπεν
ἐν ὑμῖν Ἀριστοφῶν ἑλέσθαι ζητητάς’. διὰ δὲ τῆς καταστάσεως οἰκειοῖ τὴν
ἐπεισαχθεῖσαν ὑπόθεσιν τῇ τοῦ νόμου κατηγορίᾳ. καὶ διατίθησι διὰ τῆς
καταστάσεως τὸν ἀκροατὴν καὶ προκατασκευάζει δι' ὑπονοίας ἔχειν τὸν  
γεγραφότα τὸν νόμον ὡς ὑπὲρ Ἀνδροτίωνος καὶ Γλαυκέτου καὶ Μελανώπου
γεγραφότος. ἔχει δέ τι καὶ ἐγκατάσκευον ἡ κατάστασις ἐν τοῖς τέλεσιν·
ἵνα γὰρ μὴ ἀπίθανος γένηται διηγούμενος ὅτι τῶν πρέσβεων ἕνεκα τὸν
νόμον ἔθηκεν, ἐπήγαγε καὶ ἀπόδειξιν εὐθὺς εἰπὼν (16) ‘μαρτυρεῖ δὲ ὅτι
ταῦθ' οὕτως ἔχει τοὔργον αὐτό’.

Σχόλια στον Δημοσθένη. (fort. auctore Ulpiano) Oration 24, sec. 27d, l. 2

A (→ 27c)          ἀρχὴ τῆς καταστάσεως. YL


ζητοῦσι δέ τινες, πῶς ἐνταῦθα πραγματικῆς οὔσης τῆς στάσεως ἔστι
διήγησις· ἀεὶ γὰρ ἡ πραγματικὴ περὶ μελλόντων ἔχει τὴν σκέψιν, ἡ δὲ
διήγησις γεγονότων ἐστὶν ἀφήγησις. λέγομεν ὅτι ἐν τῇ συμβουλῇ πραγ-
ματικῆς οὔσης τῆς στάσεως εἰκότως ἐκλείπει ἡ διήγησις (οἶδε γὰρ ὁ
ἀκροατὴς περὶ τίνος συνῆλθον), ἐν δὲ τῷ δικανικῷ λόγῳ ἀγνοοῦσιν οἱ
δικασταὶ τὸ πρᾶγμα. οὐκοῦν οὐδὲν ἄτοπον καὶ ἐνταῦθα, δικανικοῦ ὄντος
τοῦ λόγου, τάξαι διήγησιν
ἔχει δέ τι ἐγκατάσκευον ἡ κατάστασις ἐν τοῖς τέλεσιν. ἵνα γὰρ μὴ
ἀπίθανος γένηται διηγούμενος, ὅτι τῶν πρέσβεων ἕνεκα τὸν νόμον
ἔθηκεν, ἐπήγαγε καὶ ἀπόδειξιν εὐθὺς εἰπὼν (16) ‘μαρτυρεῖ ὅτι ταῦθ' οὕτως
ἔχει τοὔργον αὐτό’. οὐ δεῖ γάρ, φασίν, ἁπλῆν τὴν διήγησιν εἶναι καὶ
καθαρὰν ἀποδείξεων, ἐὰν μὴ προσδέχηται αὐτὴν ὁ ἀκροατὴς ἢ προς-
507

δέχηται μέν, μὴ πιστεύῃ δέ.


ἑλέσθαι ζητητάς] ἄρχοντας τοὺς ζητοῦντας καὶ ἀνερευνῶντας τίς
ὀφείλει τῇ πόλει χρήματα ἢ τοῖς ἱεροῖς. YL
Ἀρχέβιον καὶ Λυσιθείδην] οὗτοι γὰρ τριήραρχοι ἦσαν. τούτους δὲ
ἐμήνυσε τὰ χρήματα ἔχειν, ἀποκρυπτόμενος δηλῶσαι τὴν ἔχθραν τὴν πρὸς
τοὺς πρέσβεις.

Σχόλια στον Ευρυπίδην. (5023: 001)“Scholia in Euripidem, 2 vols.”, Ed. Schwartz,


E.Berlin: Reimer, 1:1887; 2:1891, Rep1966.Vita-argumentum-scholion sch Hec, sec.
241, l. 6

φόνου σταλαγμοί: ὑπὲρ τοῦ ἐπικειμένου σοι φόνου ἀγωνιῶν


ἐδάκρυσας. ἀντὶ δὲ τοῦ εἰπεῖν· δάκρυα φόνου ἦν σημαντικά, ἀπὸ
[δὲ] τῶν ὀμμάτων σου, φησὶ, σταγόνες φόνου κατέσταζον:  – M  
σταγόνες φόνου· ἔδει δὲ εἰπεῖν δάκρυα, οἷον τὰ δάκρυα φόνου
ἦν σημαντικὰ, ὅθεν καὶ ἐν τῇ συνηθείᾳ αἱμάτινα δάκρυα φαμέν:  – M
ἀπίθανον τὸ πλάσμα καὶ οὐχ Ὁμηρικόν· οὐ γὰρ ἂν ἐσίγησεν Ἑκάβη
πολέμιον θεασαμένη κατοπτεύοντα τὰ κατὰ τοὺς Τρῶας πράγματα. ἡ
δὲ Ἑλένη εἰκότως· ἄτην γὰρ μετέστενεν Ἀφροδίτης:  – M
ἀντὶ τοῦ ἐλυπήθην:  – Mg
ἐλεεινὸς ὤν:  –

Σχόλια στον Ευρυπίδην. Vita-argumentum-scholion sch Hec, sec. 280, l. 1

ὅτι μὲν δίκαιόν ἐστι τὴν Ἑλένην παθεῖν καὶ οὐχὶ τὴν Πολυξένην, τοῦτον
ἁμιλλῶμαι καὶ λέγω τὸν λόγον· ἃ δὲ δεῖ σε ἀντιδοῦναί μοι ὑπὲρ ὧν παρ'
ἐμοῦ ἔπαθες ἄκουσον. ἥψω, ὡς φῂς, τῆς χειρός μου καὶ τῆς παρειᾶς·
ἀνθάπτομαι κἀγώ σου τῶνδε καὶ ζητῶ σε χάριν, ἣν ἐγώ σοι δέδωκα, ἤγουν·
ὥσπερ ἐγώ σε ἔσωσα τοῦ θανάτου τότε, ὅτε εἰσῆλθες εἰς τὴν Τροίαν
κατάσκοπος, οὕτω καὶ σὺ σῶσον νῦν τὴν Πολυξένην:  – A
ἀντὶ τοῦ παρατίθημι:  – MgAg
αὐτάρκεια τῶν ἀποθανόντων μου τέκνων:  – MgA
ταύτῃ γέγηθα: ταύτῃ, τῇ Πολυξένῃ, χαίρω καὶ ἐπιλαν-
θάνομαι τῶν ἐπισυμβάντων μοι κακῶν:  – A
ἀπίθανα ταῦτα· οὐ γὰρ ἔμελλε γηροβοσκεῖν ἡ Πολυξένη τὴν
Ἑκάβην μὴ οὖσα μετ' αὐτῆς· ὅμως μέντοι πρὸς τὴν ἱκεσίαν χρήσιμα:  –

Σχόλια στον Ευρυπίδην. Vita-argumentum-scholion sch Or, sec. 176, l. 4

ἐπικαλεῖται τὴν Νύκτα πρὸς τὸ κοιμίσαι τὸν Ὀρέστην:  – MiTA


πότνια πότνια νὺξ ὑπνοδότειρα: ὁ κατὰ φύσιν ὕπνος ἐξ ὑγρό-
τητος γίνεται· ὑγρὰ δὲ ἡ νὺξ ἀφισταμένου τοῦ ἡλίου τοῦ ξηραίνοντος καὶ
θερμαίνοντος τὸν ἀέρα. ὁ τοίνυν Ὀρέστης ἐξηραμμένος ὑπὸ νόσου τε καὶ
ἀσιτίας, ὑγρανθεὶς τῷ νυκτερινῷ καταστήματι μᾶλλον κοιμηθήσεται ἄλλως
τε καὶ τῶν αἰσθήσεων ἠρεμουσῶν ἐν σκότῳ. ἕπεται ὕπνος ἡσυχίᾳ
αἰσθήσεων καὶ κινήσεων:  – MTAB
508

Ἐρεβόθεν ἴθι: ἔδει ἐκ Χάους εἰπεῖν, ὡς Ἡσίοδος [Theog.


123]· ‘ἐκ Χάεος Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο’:  – MTAB
ἄλλως: τοῦτο τὸ μέλος ἐπὶ ταῖς λεγομέναις νήταις ᾄδεται καί ἐστιν
ὀξύτατον. ἀπίθανον οὖν τὴν Ἠλέκτραν ὀξείᾳ φωνῇ κεχρῆσθαι, καὶ ταῦτα
ἐπιπλήσσουσαν τῷ χορῷ. ἀλλὰ κέχρηται μὲν τῷ ὀξεῖ ἀναγκαίως, οἰκεῖον
γὰρ τῶν θρηνούντων, λεπτότατα δὲ ὡς ἔνι μάλιστα:  – B
ταχεῖα:  –

Σχόλια στον Ευρυπίδην. Vita-argumentum-scholion sch Ph, sec. 28, l. 7

ὅθεν νιν Ἑλλάς: ἀφ' οὗ. Οἰδίπους παρὰ τὸ οἰδεῖν τοὺς


πόδας ἐκ τῶν περονῶν:  – MTA
ἡ μὲν Μερόπη πρώτη αὐτὸν ἐκάλεσεν Οἰδίπουν, ἡ δὲ Ἑλλὰς ἀπ'
αὐτῆς διεδέξατο τὸ ὄνομα:  – MTABi
Πολύβου δέ νιν: τύραννος καὶ αὐτὸς ἐν ἑτέρῳ μέρει τῆς
Βοιωτίας· οἱ δὲ τῆς Κορίνθου φασὶ βασιλέα:  – MTA
ἱπποβουκόλοι: ἱπποφορβοί· τὸ δὲ βουκόλοι ἀπὸ τοῦ ἐπισήμου
ζῴου ὡς τὸ [Υ 221] ‘τοῦ τρισχίλιαι ἵπποι ἕλος κάτα βουκολέοντο’.
τινὲς δὲ ἐν λάρνακι βληθέντα καὶ εἰς θάλασσαν ῥιφέντα τὸν παῖδα προς-
πελασθῆναι τῇ Κορίνθῳ φασίν:  – MTAB
ἀπίθανον τὸ τοὺς βουκόλους βρέφος ἀνελέσθαι καὶ οὕτως λελωβη-
μένον. ῥητέον ὅτι ἄγροικοι ὄντες τῇ δεσποίνῃ χαριεῖσθαι ἐδόκουν· καὶ
γὰρ τὸ εἶδος τοῦ παιδὸς καλὸν ἑώρων:  – MTA
ἡ γυνὴ Πολύβου Μερόπη:  – MgBi
μαστοῖς ὑφεῖτο: ὑπέβαλεν. εὔηθες δὲ, φασὶν, εἰ λελω-
βημένον ὑπεβάλετο παιδίον ὅπου γε ἐκτίθεμεν καὶ τὰ ἐξ ἡμῶν πεπηρω-
μένα. καὶ τί θαυμαστὸν αὐτὴν ὑποβάλλεσθαι, φοβουμένην μὲν ἐκπεσεῖν
διὰ τὴν ἀπαιδίαν, ἀποτρίψεσθαι δὲ ἐλπίζουσαν τὴν τῆς ὑποβολῆς ὑπο-
ψίαν διὰ τὴν ὑποῦσαν συμφορὰν τῷ βρέφει· καὶ τὸ ἰαθήσεσθαι δὲ διὰ
τοῦτο οὐκ ἀπεγνώκει:  – MTAiB  
καὶ πόσιν πείθει τεκεῖν: πείθει τὸν ἄνδρα αὐτὴν αὐτῷ τεκεῖν.

Σχόλια στον Ευρυπίδην. Vita-argumentum-scholion sch Hipp, sec. 125, l. 2

τὴν ὑδρίαν. ἢ ὅσον δύναταί τις χαλῶν τὴν ὑδρίαν γεμίζειν.


ἢ τὴν περιρρεομένην ὑπὸ τοῦ ὕδατος πηγήν. ἢ τὴν δυναμένην
βάψαι κάλπιν καὶ οὐ περαιτέρω:  – MNAB
καὶ ἄλλως: ὡς ‘κοτυλήρυτον αἷμα [Ψ 34]’, τὸ κοτύλην βάψαν.
ἢ ὅτι περὶ τὴν Τροιζηνίαν τοιαύτη τίς ἐστι πέτρα ἐξ ἧς τὸ καταφερό-
μενον ὕδωρ βάπτει τὰς ὑδρίας, ὡς Διονυσόδωρος ἱστορεῖ [FHG II p. 84b]
ἐν τῷ Περὶ ποταμῶν:  – MNAB
πέμπουσα τὸ ὕδωρ διὰ τῶν κρημνῶν:  – Mg
ὅθι μοί τις ἦν φίλα: ὅπου μοί τις φίλη ἐνέτυχεν.
ἀπιθάνως δὲ κεῖται τὸ ἦν. ἔδει γὰρ λέγειν· ἔνθα μοί τις συνέτυχε
φίλη:  – MAB
509

ἄλλως: ἐνταῦθά μοί τις γυνὴ, ἀνελθοῦσα πλῦναι τὰ ἱμάτια καὶ


ταῦτα ἐπὶ τῆς εὐηλίου πέτρας ἐπὶ ξηρασίαν καταβαλοῦσα, ἀκούσασα τῆς
βασιλίσσης τὴν νόσον πρῶτον ἤγγειλεν [ἐλθοῦσα]. φιλοῦσι γὰρ ἐν ταῖς
τοιαύταις συνόδοις ὁμιλίαι περὶ βασιλέων παρεμπίπτειν πρὸς παραμυθίαν
τῶν καμάτων, ὥστε οὐκ ἀπεικότως πρὸς πλυνούσης φίλης πυθέσθαι [καὶ]
εἰπεῖν:  – MAB  
τέγγουσα, θερμᾶς: βρέχουσα πλύνουσα. ἐπὶ τὰ νῶτα
δὲ τῆς θερμαινομένης ἐκ τῆς τοῦ ἡλίου βολῆς πέτρας:  – MAB
ἐπὶ τῆς εὐηλίου πέτρας:  – Mg

Σχόλια στον Ευρυπίδην. Vita-argumentum-scholion sch Hipp, sec. 986, l. 1

πάτερ, μένος: ὦ πάτερ, ἡ μὲν δύναμίς σου μεγάλη ἐστὶ


καὶ ἡ διάνοια τῶν σῶν φρενῶν. ἀλλ' ὅμως, ἐάν τις ἐρευνήσῃ τὸ πρᾶγμα  
τοῦτο, οὐ καλόν ἐστι. λέγει δὲ ταῦτα διὰ τὸ ἀγνοῆσαι ἐκεῖνον ὅτι ἡ Φαίδρα
αὐτοῦ ἠράσθη, καὶ οὐκ αὐτὸς ἐκείνης:  – NAB
ξύστασις: πύκνωσις λύπη. οἱ γὰρ χαίροντες ἐκ τοῦ ἐναντίου δια-
χέονται:  – NAgB
τὸ μέντοι πρᾶγμα: τὸ πρᾶγμα, ἐν ὅσῳ μέν σοι ἄδηλόν
ἐστιν, ὦ πάτερ, δοκεῖ δικαίους ἔχειν κατ' ἐμοῦ τοὺς λόγους· εἰ δέ τις
αὐτὸ ἐξετάσει, οὐ σχήσει κατ' ἐμοῦ δικαίαν τὴν μέμψιν:  – NAB
δοκιμάσειεν ἐρευνήσειεν φανερὸν ποιήσειεν κρίνειεν:  – NBi
ἄκομψος: ἀπίθανος ἀνίκανος:  – NBi
ἐγὼ δ' ἄκομψος: ἐγὼ δὲ ἐν τοῖς μωροῖς ἀνεπιτήδειός εἰμι διὰ
τὸ μὴ εἰδέναι αὐτοὺς τί ἀκούουσιν· ἐν δὲ τοῖς σοφοῖς λέξω καὶ νι-
κήσω:  –

Σχόλια στον Ευρυπίδην. Vita-argumentum-scholion sch Med, sec. 922, l. 4

τὰ πρῶτ' ἔσεσθαι: ἀντὶ τοῦ· τὰ πρωτεῖα ἀπενέγκασθαι


καὶ βασιλεύσειν κατὰ τὴν Κορινθίαν ἅμα τοῖς ἐκ Γλαύκης τικτομένοις
ὑμῖν ἀδελφοῖς. τὸ δὲ ἔτι κατ' ἐπίτασιν, οἷον· ἔτι μᾶλλον ὑμᾶς δια-
πρέψειν συναπτομένους βασιλικῷ γένει ἢ ὅσης ὑμῖν ἀξίας μετῆν ἐξ ἐμοῦ
μόνου:  – AB
τὸ τέλειον τῆς ἡλικίας:  – Bi
κρείττους:  – Bg
αὕτη, τί χλωροῖς: πάλιν εἰς τὴν αὐτὴν ἔννοιαν ταῦτα. ἔδει
δὲ αὐτὴν μηδὲ κλαίουσαν εἰσάγεσθαι· οὐ γὰρ οἰκεῖον τῷ προσώπῳ
[τοῦτο]· ὠμὸν γὰρ εἰσῆκται τοῦτο. ἀλλ' ἐκφέρεται τῇ ὀχλικῇ φαντασίᾳ
ποιήσας κλαίουσαν καὶ συμπάσχουσαν. ἀπιθάνως γὰρ τὴν τοιαύτην δια-
χειριζομένην τὰ τέκνα εἰσάγει. ἄμεινον δὲ Ὅμηρος [τ 211]· ‘ὀφθαλμοὶ
δ' ὡσεὶ κέρα ἔστασαν’:  – AB
οὐδὲν τέκνων: δι' οὐδὲν, φησὶ, δακρύω ἕτερον ἢ ἐννοου-
μένη πῶς ἕξουσι τύχης οἱ παῖδες ἐμοῦ ἀναχωρησάσης:  – AB
δράσω τάδε: ἀντὶ τοῦ· παύσομαι τῶν δακρύων καὶ θαρ-
σήσω σοι:  –
510

Σχόλια στον Ευρυπίδην. Vita-argumentum-scholion sch Med, sec. 972, l. 1

πείθεσθαι τῷ ἀνδρί. ἢ ἰδίᾳ νοητέον καὶ ἐπὶ τῆς Γλαύκης, εἴπερ με τῷ


ὄντι στέργει ἡ γυνή, καὶ ἄνευ τοῦ λαβεῖν τὰ δῶρα πεισθήσεται:  – AB
κείνης ὁ δαίμων: ἀντὶ τοῦ ἡ εὐδαιμονία, τουτέστιν· ἐκείνῃ
καιρὸς εὐδαιμονεῖν, ἡμῖν δὲ ταῦτα οὐκ ᾠκείωται ὡς δυστυχοῦσιν:  – AB
νέα τυραννεῖ: ἀντὶ τοῦ· ἡ Γλαύκη, φησὶ, νέα οὖσα τὴν
ἡλικίαν ἄρχει καὶ κρατεῖ. αἰνιγματωδῶς δὲ τοῦτο, ὡς τοῦ Ἰάσονος διὰ
τὸ νέον τῆς ἡλικίας προτετιμηκότος τὴν Γλαύκην:  – AB
ψυχῆς ἂν ἀλλαξαίμεθ': ἀντὶ τοῦ· ἑλοίμην ἂν καὶ ἀπο-
θανεῖν ὑπὲρ τοῦ μὴ τοὺς παῖδάς μου ἀπελαθῆναι. καὶ τοῦτο δὲ κατ'
εἰρωνείαν:  – AB
κόσμον διδόντες: καὶ τοῦτο ἀπιθάνως, τὸ παρεγγυᾶσθαι
τοῖς παισὶν ἐντελλομένην ἐκείνῃ αὐτῇ διδόναι, ὑπόληψιν ἔχουσαν φαρ-
μακίδος:  –

Σχόλια στον Ευρυπίδην.


Vita-argumentum-scholion sch Rh, sec. 210, l. 1

εἴθ' ἦσθ' ἀνὴρ εὔβουλος: ἔμπαλιν ὁ Σοφοκλῆς [frg. 810]


φησιν· ‘εἴθ' ἦσθα σώφρων ἔργα τοῖς λόγοις ἴσα’:  –  
ἐξήρθης: ἀνεπτερώθης ἠγέρθης. τὸ ἑξῆς· ὅστις πυρὸς  
λαμπτῆρας κλύων ἐξήρθης Ἀχαιοὺς φεύγειν καὶ ἐξῆλθες ἐπὶ τὸ στρα-
τεῦσαι:  –  
ἀποινᾶσθαι θέλεις: ἄποινα λέγεται τὰ λύτρα. Ὅμηρος
[Λ 106]· ‘ἔλυσεν ἀποίνων’. τίνα οὖν, φησὶ, τῶν Ἀχαιῶν λύτρα λαβὼν
βούλει ἀπολῦσαι:  –  
ἐξ ἀφθίτων γάρ: παρ' Ὁμήρου ἔλαβε τὴν ἱστορίαν. φησὶ
γάρ [Ψ 277]· ‘ἀθάνατοί τε γάρ εἰσιν’:  –  
βάσιν τε χερσί: ἀπίθανον τετραποδίζειν αὐτὸν ὡς τοὺς λύ-
κους· οὐδὲ γὰρ Ὅμηρος [Κ 334] διὰ τοῦτο τὴν λυκῆν αὐτῷ περιτίθησιν:  –  
σωθήσομαί τε: τὸ ἑξῆς· σωθήσομαι καὶ κτανὼν Ὀδυσσέως
ἢ Διομήδους κεφαλὴν ἥξω ἄγων:  –  
Ἀχαιὸν Ἄρη: ὅτι θηλυκῶς. Ὅμηρος [Π 149] ‘Ξάνθον καὶ
Βαλίον’ καὶ [Ψ 277] ‘Ποσειδάων δὲ πόρ' αὐτούς’. διὸ τὸ χ:  –  
τὸ ἑξῆς τοῦ νοῦ· ὄντως σπανία τῶν ἀγαθῶν γίνεται, ὅταν
ὡς ἐν πελάγει τὸ τῆς καταστάσεως δυσήλιον ᾖ καὶ ζοφῶδες καὶ σαλεύῃ
πόλις:  –

Σχόλια στον Ευρυπίδην. (cod. Hierosolymitanus patriarchalis 36) (5023: 003)


“The scholia in the Jerusalem palimpsest of Euripides”, Ed. Daitz, S.G.
Heidelberg: Winter, 1979.Play Or, verse 174md, l. 11

ὁ κατὰ φύσιν ὕπνος ἐξ ὑγρότη-


τος γίνεται· ὑγρὸν δὲ ἡ νύξ· ἀφιστα-
μένου ἡλίου τοῦ ξηραίνοντος
511

καὶ θερμαίνοντος τὸν ἀέρα: (sc1H) ὁ τοίνυν


ὀρέστης ἐξηραμμένος τὲ ὑπὸ νόσου καὶ
 ἀσιτίας ὑγρανθεὶς
τῷ νυκτερινῷ καταστήματι μᾶλλον κοιμιθήσεται
ἄλλως δὲ καὶ τῶν αἰσθήσεων ἠρεμουσῶν
 ἐν σκότῳ· ἕπεται
ὕπνος ἡσυχίαν αἰσθήσεων καὶ κινήσεων: BMV 3H
πότνια πότνια νύξ: ὀξύτατον· ἀπίθανον
 οὖν τὴν ἠλέκτραν ὀξείᾳ φωνῇ
κεχρῆσθαι· καίτοι ἐπεπλήσουσαν τῷ χορῷ·
 ἀλλὰ κέχρηται μὲν τῷ ὀξεῖ ἀναγκαίως·
οἰκεῖον γὰρ τῶν θρηνούντων λεπτότερον δὲ ὡς
 ἔνι μάλιςτα: B 3H  
supra κατάπτερος gloss. ταχεῖα M int. 1H
οὐ σιωπήσεις φησὶν ἀπὸ τοῦ στόματος
 φυλασςομένη τὸ ἀνακελαδεῖν·

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Introductio in prolegomena Hermogenis artis


rhetoricae (fort. auctore Marcellino Gramm. et Rhet.) (5024: 005)
“Prolegomenon sylloge”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1931; Rhetores Graeci 14.
Vol. 14, p. 284, l. 15

μίς ἐστι τεχνικὴ πιθανοῦ λόγου· πείθει γὰρ πολλά-


κις καὶ ὁ ἰατρός. ‘τέλος δὲ ἔχουσα τὸ εὖ λέγειν’· ἴδιον
γὰρ ῥήτορος τὸ εὖ λέγειν· δεῖ γὰρ αὐτὸν καὶ καλῶς
καὶ πιθανῶς λέγειν, καὶ εἰ οὐ μέλλει πεῖσαι.
 Ἐπεξήγησις ἄλλη τοῦ ὅρου. Διὰ μὲν τοῦ εἰπεῖν ‘δύ-
ναμις’ ἐσήμανε τὸ γένος – ἔστι γὰρ δύναμις ἔντεχνος
καὶ ἄτεχνος – , διὰ δὲ τοῦ ‘τεχνική’ τὴν διαφοράν·
ἑτέραν δὲ διαφορὰν ἐπιτίθησιν εἰρηκὼς ‘πιθανοῦ λό-
γου’. εἶτα ἐπειδὴ οὐ μόνος ὁ ῥήτωρ ἔχει τὸ πιθανὸν
ἀλλὰ καὶ ἰατρικὴ καὶ γεωμετρική – καὶ γὰρ καὶ τὰς
ἀποδείξεις οὐκ ἀπιθάνους δεῖ προσφέρειν ἀλλὰ πιθα-
νάς – , προσέθηκεν ἰδικώτατόν τι τῆς ῥητορικῆς, ὃ
ἄλλη τέχνη ἔχειν οὐ δύναται· τί δὴ τοῦτο; ‘ἐν πράγ-
ματι πολιτικῷ’. πρόσκειται τῷ ὅρῳ ‘τέλος ἔχουσα τὸ
εὖ λέγειν’· πᾶν γάρ, ὃ μὴ τέλος ἔχει εὖ καὶ καλῶς, ἢ
ματαιοτεχνία ἐστὶν ἢ κακοτεχνία ἢ ψευδοτεχνία. καὶ
κακοτεχνία μέν ἐστιν ἡ τῶν φαρμακῶν καὶ γοήτων·
ἐπὶ γὰρ κακῷ τῆς πολιτείας τὰς τοιαύτας εὑρήκασι
τέχνας. ἄλλο γάρ ἐστι φαρμακεία καὶ ἄλλο γοητεία καὶ
ἄλλο μαγεία. φαρμακεία μέν ἐστιν ἡ δι' ἐλλεβόρων διὰ

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


(5024: 018)“Rhetores Graeci, vol. 7.1”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Rep1968.
Vol. 7, p. 138, l. 12
512

ἔργον μὲν αὐτῷ καθεστὼς περὶ τῶν ἐξεταζομένων διαλα-


βεῖν, πάρεργον δὲ καὶ διὰ τὸ προκείμενον παραλαμβα-
νόμενον, τὸ περὶ τῶν ἀνεξετάστων· τριῶν δὲ τούτων
εὑρισκομένων ἐν τοῖς δικαστηρίοις ἀεί, φημὶ τῶν λεγόν-
των προσώπων καὶ τῶν ἀκροωμένων καὶ τοῦ πράγματος,
ἐκ μὲν τῶν λεγόντων τέσσαρα δεῖ ταῦτα ζητεῖν, τὸ δια-
φόρους εἶναι τοὺς λόγους, τὸ ἐξ ἑκατέρου μέρους, τὸ
πιθανοὺς, τὸ ἰσχύοντας· τὸ μὲν οὖν διαφόρους, ὥστε
φυγεῖν τὸ ἰσάζον, τὸ δὲ ἐξ ἑκατέρου μέρους διὰ τὰ μο-
νομερῆ καὶ τὰ ἀπερίστατα, τὸ δὲ πιθανοὺς διὰ τὰ ἀπί-
θανα· τὸ δὲ ἰσχύοντας διὰ τὰ ἀντιστρέφοντα· ὥσπερ
δὲ ἐκ τῶν λεγόντων προσώπων δεῖ ταῦτα ζητεῖν, καὶ ἐκ
τῶν ἀκουόντων δύο ταῦτα ζητητέον, τό τε μὴ προει-
λῆφθαι αὐτοὺς, καὶ τὸ δύνασθαι πέρας δοῦναι τῷ ζη-
τουμένῳ· τοῦτο δέ φημι διὰ τὰ ἄπορα, οἷον Ἀλέξαν-
δρος ὄναρ εἶδεν, ὀνείροις μὴ πιστεύειν· ταῦτα τοίνυν
ἀεὶ προσεῖναι δεῖ τῷ ζητήματι· εἰ δέ τι τούτων ἐλλείποι,
ἀσύστατον εὐθέως γενήσεται.

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


Vol. 7, p. 150, l. 5
την ἢ Ὀδυσσέα οὐκ ἀπίθανον δόξομεν λέγειν· εἰ δὲ τὸν
μὲν ἀνοίας, τὸν δὲ μοιχείας κρίνομεν, ἀσύστατον ἔσται
τὸ πρόβλημα.
πβʹ. Ζητοῦσι πῶς τοῦτο λέγεται ἀπίθανον· καίτοι,
φασὶ, θάνατος ἐτιμήθη παρὰ Ἀθηναίων Σωκράτει καὶ  
Ἀριστείδῃ ἐξοστρακισμός· φαμὲν οὖν ὅτι τὸ ἀπίθανον
γράφει κατονομαζόμενον παρὰ πᾶσι προσεῖναι τῷ προσώ-
πῳ· οὐ καθ' ἕτερόν τί, οἷον Σωκράτης σώφρονος εἶχε
δόξαν· κατὰ γοῦν τὸ ἐναντίον τούτου, τουτέστι τὴν πορ-
νείαν, τὸ ἀπίθανον γίνεται, οὐ κατ' ἄλλο τι· ὁ δὲ Σω-
κράτης οὐκ ἐπὶ πορνείᾳ, ἀλλ' ἐπ' ἀσεβείᾳ τετελευτηκὼς
φαίνεται.
 πγʹ. Ζητεῖται, πῶς τάττει ἰδίᾳ τὸ ἀδύνατον; σαφὲς
γὰρ, ὅτι καὶ τὸ ἀδύνατον ἀπίθανόν ἐστι· ἔδει οὖν,
φασὶν, εἰπεῖν ἀπίθανον καὶ ὑποδιελεῖν, ὅτι τοῦ ἀπιθά-
νου τὸ μὲν δυνατὸν, τὸ δὲ ἀδύνατον· λεκτέον δὲ, ὡς τὸ
μὲν ἀπίθανον ἐκ τῆς ποιότητος τοῦ προσώπου γίνεται,
τὸ δὲ ἀδύνατον ἐκ τῆς φύσεως τοῦ πράγματος· πῶς οὖν
τὰ τοσοῦτον ἀλλήλων κεχωρισμένα ἔμελλεν ὑπὸ μίαν ἀρ-
χὴν καὶ τὸ αὐτὸ γένος ἀνάγειν· ζητεῖται ἐπὶ τούτοις,

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


Vol. 7, p. 153, l. 7

κατήγορος ἐν τῷ μονομερεῖ ὅλην τὴν ἰσχὺν ἔχει· ἐνταῦθα


513

δὲ ὁ ἀπολογούμενος· τρίτον δὲ, ὅτι τὸ μονομερὲς εἰσά-


γεται εἰς δικαστήριον, ἐπειδὴ ὁ κατήγορος ἰσχύει, ὁ δὲ
κατήγορος συνίστησι τὰ δικαστήρια. τὸ δὲ ἀπερίστατον  
οὐδὲ εἰσάγεται· οὐδὲν γὰρ ἔχει λέγειν παντελῶς ὁ διώ-
κων. πῶς οὖν φασιν αὐτὸ ἀδύνατον, οὐ λέγομεν· εἴγε
ἀδύνατον συστῆναι ἐπὶ τούτῳ δικαστήριον· λεκτέον δὲ,
ὡς τὸ μὲν ἀδύνατον οὐκ ἔχει φύσιν γενέσθαι· τὸ δὲ ἀπερίστατον ἐνδέχεται μὲν
γενέσθαι, οὐ γίνεται δέ· εἰ
δέ τις ζητοίη καὶ τὴν πρὸς τὸ ἀπίθανον αὐτοῦ διαφο-
ρὰν, ὡς ὁμοίως ἀπιθάνων ὄντων τοῦ τε Σωκράτη πορ-
νοβοσκεῖν καὶ τοῦ ἀποκηρύττειν υἱὸν ἐπ' οὐδεμιᾷ αἰτίᾳ,
εἰδέτω, ὅτι τὸ μὲν ἀπερίστατον κατά γε τὸ μὴ εἰσενεχθῆ-
ναι ὅλως εἰς δικαστήριον ἔχει τὴν ἀπιθανότητα, τὸ δὲ
ἀπίθανον μένει καὶ μετὰ τὸ εἰσενεχθῆναι ἀπίθανον·
ὑπόλοιπον ἔτι διαλαβεῖν καὶ περὶ τῆς τάξεως τῶν ἀσυ-
στάτων· ἣν τῶν μὲν παλαιοτέρων ἀνδρῶν οὐδὲ εἷς, ὁ δὲ
ἡμέτερος ἀνεῦρε διδάσκαλος. ἐφ' ᾧ καὶ μάλιστα ἄξιον
ἄγασθαι τὸν ἄνδρα τῆς δεξιότητος· ὁμολογηθέντος ὅτι
τῶν μᾶλλον ἀσύστατον τὸ μονομερὲς, ὅτι ἐν αὐτῷ ὅλως
θάτερον τῶν μερῶν ἐκλείπει, περὶ τῶν ἄλλων οὕτως ἐπι

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


Vol. 7, p. 153, l. 10

κατήγορος συνίστησι τὰ δικαστήρια. τὸ δὲ ἀπερίστατον  


οὐδὲ εἰσάγεται· οὐδὲν γὰρ ἔχει λέγειν παντελῶς ὁ διώ-
κων. πῶς οὖν φασιν αὐτὸ ἀδύνατον, οὐ λέγομεν· εἴγε
ἀδύνατον συστῆναι ἐπὶ τούτῳ δικαστήριον· λεκτέον δὲ,
ὡς τὸ μὲν ἀδύνατον οὐκ ἔχει φύσιν γενέσθαι· τὸ δὲ
ἀπερίστατον ἐνδέχεται μὲν γενέσθαι, οὐ γίνεται δέ· εἰ
δέ τις ζητοίη καὶ τὴν πρὸς τὸ ἀπίθανον αὐτοῦ διαφο-
ρὰν, ὡς ὁμοίως ἀπιθάνων ὄντων τοῦ τε Σωκράτη πορ-
νοβοσκεῖν καὶ τοῦ ἀποκηρύττειν υἱὸν ἐπ' οὐδεμιᾷ αἰτίᾳ,
εἰδέτω, ὅτι τὸ μὲν ἀπερίστατον κατά γε τὸ μὴ εἰσενεχθῆ-
ναι ὅλως εἰς δικαστήριον ἔχει τὴν ἀπιθανότητα, τὸ δὲ
ἀπίθανον μένει καὶ μετὰ τὸ εἰσενεχθῆναι ἀπίθανον·
ὑπόλοιπον ἔτι διαλαβεῖν καὶ περὶ τῆς τάξεως τῶν ἀσυ-
στάτων· ἣν τῶν μὲν παλαιοτέρων ἀνδρῶν οὐδὲ εἷς, ὁ δὲ
ἡμέτερος ἀνεῦρε διδάσκαλος. ἐφ' ᾧ καὶ μάλιστα ἄξιον
ἄγασθαι τὸν ἄνδρα τῆς δεξιότητος· ὁμολογηθέντος ὅτι
τῶν μᾶλλον ἀσύστατον τὸ μονομερὲς, ὅτι ἐν αὐτῷ ὅλως
θάτερον τῶν μερῶν ἐκλείπει, περὶ τῶν ἄλλων οὕτως ἐπι-
βλητέον, ὅτι μᾶλλον ἀσύστατον ἂν εἴη τὸ ὑφ' ἑαυτοῦ
τινα ἁλίσκεσθαι ἢ ὑφ' ἑτέρου· ἐν μὲν οὖν τῷ ἐξισάζον-
τι καὶ τῷ ἀντιστρέφοντι τοῦτο συμβαίνει ὑπὸ τῶν ἰδίων

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


Vol. 7, p. 153, l. 11
514

οὐδὲ εἰσάγεται· οὐδὲν γὰρ ἔχει λέγειν παντελῶς ὁ διώ-


κων. πῶς οὖν φασιν αὐτὸ ἀδύνατον, οὐ λέγομεν· εἴγε
ἀδύνατον συστῆναι ἐπὶ τούτῳ δικαστήριον· λεκτέον δὲ,
ὡς τὸ μὲν ἀδύνατον οὐκ ἔχει φύσιν γενέσθαι· τὸ δὲ
ἀπερίστατον ἐνδέχεται μὲν γενέσθαι, οὐ γίνεται δέ· εἰ
δέ τις ζητοίη καὶ τὴν πρὸς τὸ ἀπίθανον αὐτοῦ διαφο-
ρὰν, ὡς ὁμοίως ἀπιθάνων ὄντων τοῦ τε Σωκράτη πορ-
νοβοσκεῖν καὶ τοῦ ἀποκηρύττειν υἱὸν ἐπ' οὐδεμιᾷ αἰτίᾳ,
εἰδέτω, ὅτι τὸ μὲν ἀπερίστατον κατά γε τὸ μὴ εἰσενεχθῆ-
ναι ὅλως εἰς δικαστήριον ἔχει τὴν ἀπιθανότητα, τὸ δὲ
ἀπίθανον μένει καὶ μετὰ τὸ εἰσενεχθῆναι ἀπίθανον·
ὑπόλοιπον ἔτι διαλαβεῖν καὶ περὶ τῆς τάξεως τῶν ἀσυ-
στάτων· ἣν τῶν μὲν παλαιοτέρων ἀνδρῶν οὐδὲ εἷς, ὁ δὲ
ἡμέτερος ἀνεῦρε διδάσκαλος. ἐφ' ᾧ καὶ μάλιστα ἄξιον
ἄγασθαι τὸν ἄνδρα τῆς δεξιότητος· ὁμολογηθέντος ὅτι
τῶν μᾶλλον ἀσύστατον τὸ μονομερὲς, ὅτι ἐν αὐτῷ ὅλως
θάτερον τῶν μερῶν ἐκλείπει, περὶ τῶν ἄλλων οὕτως ἐπι-
βλητέον, ὅτι μᾶλλον ἀσύστατον ἂν εἴη τὸ ὑφ' ἑαυτοῦ
τινα ἁλίσκεσθαι ἢ ὑφ' ἑτέρου· ἐν μὲν οὖν τῷ ἐξισάζον-
τι καὶ τῷ ἀντιστρέφοντι τοῦτο συμβαίνει ὑπὸ τῶν ἰδίων
λόγων ἐν ἀμφοτέροις ἁλίσκεσθαι·

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


Vol. 7, p. 433, l. 5

ὁ δὲ τεχνογράφος καὶ ὅσοι τοῦ λέγειν κοινωνοῦσιν αὐτῷ


τὴν πηλικότητα τοῦ πρός τι καθάπαξ προτάττεσθαι βού-
λονται, τὴν φύσιν τῶν κεφαλαίων ἀναθεωρήσαντες ἄμει-
νον· δεῖ γὰρ πρότερον, φασὶ, τὴν ἑκάστου φύσιν κατα-
μανθάνοντας οὕτω πρὸς ἕτερον ποιεῖσθαι παράθεσίν
τε καὶ ἀντεξέτασιν· οὗ γὰρ τὴν φύσιν οὐκ ἐπιστάμεθα,  
πῶς ἂν τοῦτο πρὸς ἕτερον παραβάλλοιμεν; διὰ μὲν οὖν
τῆς πηλικότητος, φασὶν, αὐτὰ τὰ ἐφ' ἑαυτῶν αὔξομεν
τὰ πράγματα. διὰ δὲ τοῦ πρός τι ἑτέροις ἀντεξετάζον-
τες, ὥστε τοῦ πρός τι ἡ πηλικότης προτακτέα, ἄν τε
ἀπίθανος ἡ κατὰ τὸ πρός τι ἐξέτασις εἴη, ἄν τε πιθανὴ
καὶ οὐ βίαιος· εἰ μὲν γὰρ ἀπίθανος εἴη, καὶ κατὰ τὸν
λόγον Ἁρποκρατίωνος προτετάξεται· εἰ δὲ πιθανὴ, κα-
τὰ τὸν προκείμενον φυσικὸν λόγον τὴν προτέραν ἐχέτω
τάξιν ἡ πηλικότης. Καὶ τοσαῦτα μὲν περί τε τῆς φύσεως
τῶν προκειμένων δυοῖν κεφαλαίοιν, μεταβησόμεθα δὲ
ἐπὶ τὴν ἐργασίαν τῆς πηλικότητος, περὶ ἧς ἡμῖν καὶ
τεχνολογεῖν πρόκειται. τὴν αὔξησιν τοίνυν ἐν τῇ πηλικό-
τητι κατά τε τὸ ποιὸν καὶ τὸ ποσὸν ληπτέον. οἷον ὅτι
πολλὰ ἐντεῦθεν ἡ πόλις ὠφεληθήσεται, ἢ τοὐναντίον
515

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


Vol. 7, p. 433, l. 6

τὴν πηλικότητα τοῦ πρός τι καθάπαξ προτάττεσθαι βού-


λονται, τὴν φύσιν τῶν κεφαλαίων ἀναθεωρήσαντες ἄμει-
νον· δεῖ γὰρ πρότερον, φασὶ, τὴν ἑκάστου φύσιν κατα-
μανθάνοντας οὕτω πρὸς ἕτερον ποιεῖσθαι παράθεσίν
τε καὶ ἀντεξέτασιν· οὗ γὰρ τὴν φύσιν οὐκ ἐπιστάμεθα,  
πῶς ἂν τοῦτο πρὸς ἕτερον παραβάλλοιμεν; διὰ μὲν οὖν
τῆς πηλικότητος, φασὶν, αὐτὰ τὰ ἐφ' ἑαυτῶν αὔξομεν
τὰ πράγματα. διὰ δὲ τοῦ πρός τι ἑτέροις ἀντεξετάζον-
τες, ὥστε τοῦ πρός τι ἡ πηλικότης προτακτέα, ἄν τε
ἀπίθανος ἡ κατὰ τὸ πρός τι ἐξέτασις εἴη, ἄν τε πιθανὴ
καὶ οὐ βίαιος· εἰ μὲν γὰρ ἀπίθανος εἴη, καὶ κατὰ τὸν
λόγον Ἁρποκρατίωνος προτετάξεται· εἰ δὲ πιθανὴ, κα-
τὰ τὸν προκείμενον φυσικὸν λόγον τὴν προτέραν ἐχέτω
τάξιν ἡ πηλικότης. Καὶ τοσαῦτα μὲν περί τε τῆς φύσεως
τῶν προκειμένων δυοῖν κεφαλαίοιν, μεταβησόμεθα δὲ
ἐπὶ τὴν ἐργασίαν τῆς πηλικότητος, περὶ ἧς ἡμῖν καὶ
τεχνολογεῖν πρόκειται. τὴν αὔξησιν τοίνυν ἐν τῇ πηλικό-
τητι κατά τε τὸ ποιὸν καὶ τὸ ποσὸν ληπτέον. οἷον ὅτι
πολλὰ ἐντεῦθεν ἡ πόλις ὠφεληθήσεται, ἢ τοὐναντίον
βλαβήσεται, ἅπερ ἐστὶ κατὰ τὸ πόσον, ἢ ὅτι δημόσιον

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


Vol. 7, p. 502, l. 18

γόρου πρὸς τὴν ἀντίληψιν, πᾶσα γὰρ ἀντίληψις μετα-


λήψει λύεται, καὶ καθάπαξ ἀντιπαρίστανται ἄμφω· ἔν-
θα γὰρ ἂν εὑρεθῇ ἡ ἀντίληψις, ἀντικειμένην πάντως
τὴν μετάληψιν ἔχει. χρηστέον δὲ, φησὶ, τῇ μεταλήψει
κατὰ ἔνστασιν καὶ ἀντιπαράστασιν· κατὰ ἔνστασιν δὲ,
φησὶν, ὅταν ἐγχωρῇ, πότε δὲ χώραν ἡ ἔνστασις ἔχει καὶ
πότε ἐκλείπει προσδιασαφῆσαι χρεών· ὅταν μὲν οὖν σα-
φῶς τι καὶ διαῤῥήδην ὁ νόμος ἀγορεύῃ, καὶ τοῦτο ὁ
φεύγων ἐν τῇ ἀντιλήψει παρέχηται, τηνικαῦτα παραιτη-
τέον τὴν ἔνστασιν· ἡ γὰρ πρὸς τὰ ὁμολογούμενα μάχη
καὶ ἔνστασις ἀπίθανος οὐ ῥητορική· οἷον εἰ νόμος κε-
λεύοι, πάντα μοιχὸν ἀναιρεῖσθαι, εἶτα τρισαριστέα
τινὰ μοιχὸν διαχρησαμένου τινὸς λέγοιμεν, ὡς μάλιστα
μὲν οὐδὲ ἐξῆν μοιχὸν ἀναιρεῖν, βιαιότατόν ἐστι τὸ λεγό-
μενον· τούτῳ γὰρ φανερός ἐστι τῷ νόμῳ διαπληκτίζε-
σθαι· ὅταν δὲ μὴ φανερός τι ᾖ νόμος περὶ τοῦ κρινο-
μένου, τηνικαῦτα καὶ τῇ ἐνστάσει χρησόμεθα· οἷον νέος
πλούσιος ὑποπτευθεὶς τυραννήσειν τὴν ἑαυτοῦ πᾶσαν οὐ-
σίαν ἐξαργυρώσας κατεπόντισε καὶ κρίνεται βλάβης εἰς
516

τὸν δῆμον· τοῦ γὰρ φεύγοντος τῶν νόμων ἀντιλαμβανο-


μένου, ὡς τῶν ἰδίων ἕκαστον κύριον καθιστῶσιν,

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


Vol. 7, p. 509, l. 33

προσάπτοιτο τῷ ἀδόξῳ· τοὐναντίον γε μὴν τῇ κατηγορίᾳ


τοῦτο ἁρμόσει· λεκτέον δὲ ἐπὶ παραδείγματος. Ἀλκιβιά-
δης κατελθὼν μετὰ τὰ κατὰ Κύζικον καὶ ἐν ἐκπώματι
φέρων τὰ κατὰ Σικελίαν δημοσίων φεύγει· ἄδοξον γὰρ
τὸ πεπραγμένον, οὐ μόνον τῷ δοκεῖν ὀνειδίζειν τῇ πόλει
τὰς συμφορὰς, ἀλλὰ καὶ τῷ φέρειν αὐτὰς ἐπὶ τῶν ἐκπω-
μάτων· ἐλλείπει οὖν τὸ θετικὸν εἰκότως τῷ φεύγοντι,
ἂν δὲ τὸ πεπραγμένον ἔνδοξον ᾖ, ἐπὶ τὸν ἀπολογούμε-
νον ἡ θέσις μέτεισι καὶ μόνου τοῦ φεύγοντος γίνεται·
οὐ γὰρ ἔνεστιν αὐτῇ τὸν κατήγορον χρῆσθαι· τῶν γὰρ
ἐπαινουμένων πράξεων ἀπίθανος ἡ κατηγορία· παράδει-  
γμα δὲ τοῦ λεγομένου παρέξομαι· Φιλίππου μετὰ τὰ
ἐν Χαιρωνείᾳ παρέχοντος αἵρεσιν Ἀθηναίοις ἢ τοὺς χι-
λίους ἀνελέσθαι νεκροὺς, ἢ τοὺς αἰχμαλώτους λαμβάνειν,
ἔπεισε Δημοσθένης τοὺς νεκροὺς ἀνελέσθαι, καὶ ἀποκτεί-
ναντος Φιλίππου τοὺς αἰχμαλώτους δημοσίων φεύγει· ἡ
γὰρ συμβουλὴ σεμνοτάτη καὶ ὅσιον ἡ τῶν οἰχομένων
ἀναίρεσις· οὐ γὰρ τοῖς ἀποβεβηκόσι προσεκτέον, ἀλλὰ
καθ' αὑτὸ χρὴ τὸ πεπραγμένον σκοπεῖν· μόνῳ γοῦν ἐν-
ταῦθα τῷ φεύγοντι τὸ θετικὸν ὑποστήσεται·

Ανώνυμος. Σχόλια στον Ερμογένη. Commentarium in librum περὶ στάσεων


Vol. 7, p. 554, l. 26

λέγωμεν. χρησόμεθα οὖν αὐτῷ, φησὶν, ἐν τῇ ἀντιστάσει


εὐκαίρως, ὅτι τὸν εὐεργετήσαντα τὴν πόλιν, καὶ ᾧ διὰ
τοῦτο πολλὰς ἐχρῆν ὀφείλεσθαι τιμὰς, οὐ δίκαιον ὡς τὰ
κοινὰ λυμαινόμενον κρίνεσθαι· φήσαιμεν δ' ἂν, παν-
τάπασιν ἀνάρμοστον εἶναι τὸ παραγραφικὸν καθάπαξ
ἐπὶ πάσης ἀντιθετικῆς· ἐν μὲν τῷ στοχασμῷ παραλαμ-
βάνεσθαι δύναται τὸ ἀφανὲς εἶναι τὸ κρινόμενον· μὴ
γὰρ ὄντος φανεροῦ τοῦ ἀδικήματος οὐκ ἂν δοκοίη βίαιον
εἶναι τὸ παραγραφικόν· ἐν δὲ τῇ ἀντιθέσει, καὶ κατα-
φανοῦς καὶ ὁμολογουμένου τοῦ ἀδικήματος ὄντος, παν-
τελῶς ἀπίθανον καὶ οὐ ῥητορικὸν φανεῖται τοῖς φα-
νεροῖς καὶ ὁμολογουμένοις ἐναντιούμενον· τί οὖν, ἐρεῖ τις,
τὸ ὁρικὸν οὐ καὶ αὐτὸ καθέστηκε παραγραφικὸν, ὡς ἐν
ἀντιλήψει δεδήλωται· πρὸς ὃν ῥητέον, ὅτι τὸ ὁρικὸν οὐχ
ἁπλῶς παραγραφικόν· καὶ τοῦτο παραλαμβάνεσθαι δύ-
ναται, τῷ συσκιάζεσθαί πως αὐτὸ διὰ τοῦ ὁρισμοῦ καὶ
οὐ καθαρὸν εἶναι παραγραφικόν· ἔφαμεν δὲ, ὡς καὶ αὐ-
τῷ μετρίως χρησόμεθα, καὶ ὅσον ἐπιδραμεῖν.
517

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (5026: 001)“Scholia Graeca in Homeri Iliadem


(scholia vetera), vols. 1–5, 7”, Ed. Erbse, H.Berlin: De Gruyter, 1:1969; Book of Iliad
1, verse 129a1, l. of scholion 3

 ex. αὐτὰρ Ἀχαιοί / τριπλῇ τετραπλῇ τ' ἀποτίσο-


μεν: οὐ χάριν αἰτεῖ, ἀλλ' ὡς κακῷ δανειστῇ κέχρηται, καὶ διπλᾶ καὶ
τριπλᾶ ἀποδώσειν ἐπαγγέλλεται
 ex. (?) τριπλῇ: ἀντὶ τοῦ τριπλῶς. Til
 ex. ἀποτίσομεν, αἴ κέ ποθι Ζεύς: πιστοῦται τὴν ὑπό-
σχεσιν ὡς ἐπὶ δανείου, καὶ ἑαυτὸν καθυπογράφει τῷ χρέειb (BC) T
 ex. αἴ κέ ποθι Ζεύς: ὅτι μεθ' ὑπεξαιρέσεως δεῖ ποιεῖσθαι τὰς
ὑποσχέσεις διὰ τὸ ἄδηλον τῆς τύχηςb (BC)  
 Ariston.Hrd. δῷσι πόλιν Τροΐην: ὅτι Ζηνόδοτος γράφει “δῷσι πόλιν
vel ex.Hrd. ὀρθ. Τροίην”, ὡς ἐπὶ τὴν Ἴλιον βουλόμενος γενέσθαι τὴν ἀναφοράν, ἀπι-
θάνως· ἄδηλον γὰρ ἦν, εἰ ἑλοῦσιν αὐτήν. ἔστιν οὖν ὁ λόγος περὶ μιᾶς
πόλεως τῶν περιοίκων· ταύτας γὰρ ἐπόρθει ὁ Ἀχιλλεύς· διὸ καὶ ἐν τρισὶ
συλλαβαῖς ἀναγινώσκεται.Ζωΐλος δὲ ὁ Ἀμφιπολίτης (f14 Friedl.
= FGrHist 71,6) καὶ Χρύσιππος ὁ Στωϊκὸς (St. FIII 769)
σολοικίζειν οἴονται τὸν ποιητήν, ἀντὶ ἑνικοῦ πληθυντικῷ χρησάμε-
νον ῥήματι· τὸ γὰρ δῷσι φασὶ πληθυντικόν. ἀγνοοῦσι δέ· ἔστι γὰρ
τὸ δῷ ἑνικὸν ἐκτεταμένον, ὡς τὸ λέγῃ λέγῃσι, φέρῃ φέρῃσι. τοιοῦτόν
ἐστι καὶ τὸ ἐν Ὀδυσσείᾳ (α 168), τὸ “φῇσιν ἐλεύσεσθαι” καὶ τὸ
“εἰσόκε μοι μάλα πάντα πατὴρ ἀποδῷσιν ἕεδνα” (θ 318)· κἀνταῦθα
γὰρ ἀποδῷ· διὸ καὶ τὸ ι ἔχει προσκείμενον.μέμνηται αὐτοῦ κἀν
τῇ Ὀρθογραφίᾳ ὁ Ἡρωδιανός (2,419,8)

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 1, verse 381, l. of scholion 3

ἐπί οἱ μεμαώς” (Φ 174) ζήτησιν ἔχοντος


 ὀρθοτονητέον τὴν σφίσιν, ἐπεὶ εἰς σύνθετον παραλαμβά-
νεται, καὶ ὅτι προθέσει συντέτακται. b(BCE3)Til
 ex. χαλκοχιτώνων: λαμπρὸν ἢ πορφυροῦν ἐχόντων χιτῶνα.
Til
 Did. λίσσετο: οὕτως Ἰακῶς τὸ λίσσετο. T
 ex. καὶ ἐλίσσετο: οὐ προσέθηκε τοὺς λόγους, οὓς οὗτος ἔφη-
σεν· οὐ γὰρ ἀναγκαῖον νῦν. ἢ καὶ διὰ τὸ μῆκος ἀπέφυγεν.
 Did. ἐπεὶ μάλα οἱ φίλος ἦεν: Σέλευκός (f8 M. = 10 D.) φησιν
ἐν τῇ Κυπρίᾳ καὶ Κρητικῇ “ἐπεί ῥά νύ οἱ φίλος ἦεν”, καὶ Θεαγένης
(Vors.6 8, 3) δὲ οὕτως προφέρεται· ἀπίθανον γὰρ τὸ οδένυ λίαν
φίλος ἦν
 D οἱ δέ νυ: οἱ δὲ δή. Til
 ex. (?) vel D (?) ἐπασσύτεροι: Αἰολικόν ἐστιν. ἆσσον ἀσσότερος ἀσσύ-
τερος, ὡς ὄνομα ὄνυμα, καὶ ἐπασσύτερος
 ex. ἐπασσύτεροι: παρὰ τὸ ἆσσον ἀσσύτεροι, ὡς ἀφάρτεροι,
παροίτεροι ἢ ἑκάτεροι.  
 ex. ἄμμι δὲ μάντις: οὐ προσέθηκεν, ὡς αὐτὸς τὴν ἐκκλησίαν
518

συνήγαγεν, οὐδὲ ὅλως ὕποπτον ἑαυτὸν καθίστησι τῇ μητρί. T


 ex. αὐτίκ' ἐγὼ πρῶτος: ὡς καὶ τῶν ἄλλων τοῦτον ἐχόντων
τὸν σκοπόν.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 1, verse 469b, l. of scholion 5

ὡς τὸ “δαιτρὸν πίνωσιν” (Δ 262).


 Hrd. ἐξ ἔρον ἕντο: τὸ μὲν ἔρον ὡς Αἰολικὸν ψιλωτέον, ἢ καθὸ
τὸ ε καὶ α πρὸ τοῦ ρ φωνήεντος ἐπιφερομένου ψιλοῦται. τὸ δὲ ἕντο
δασυντέον· ἔστι γὰρ A b (BE3)T παρὰ τὸ ἵημι, δεύτερος ἀόριστος  
ἧν, καὶ εἵς ἡ μετοχὴ καὶ ἀφείς, ἕμαι, ἕμην ἕσο ἕτο ἕντοb (BE3E4)
T ταῦτα δὲ καὶ πλεονάζουσι τὸ ιb (BE3)T
 ex. ἐξ ἔρον ἕντο: ἀστικὸν δὲ τὸ μὴ φάναι ὅτι μέχρι κόρου
ἤσθιον· τοῦτο γὰρ δουλοπρεπές, ὡς ἐπὶ Εὐμαίου· “πλησάμενος δ' ἄρα
θυμὸν ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος / βῆ ῥ' ἴμεναι μεθ' υἵας” (ρ 603 – 4)·
διὸ b(BE3)T τὸ μὲν ἔρος ἐπὶ πάντων λέγουσι λέγεσθαι, τὸ δὲ
ἔρως ἐπὶ μόνων τῶν ἀφροδισίων, b(BE3E4)T ὅ ἐστι ἀπίθανον·
Πίνδαρος γοῦν “καὶ γάρ / ἑτέροις ἑτέρων ἔρως ἔκνιξε φρένας” (P.
10, 59 – 60). T
 ex. κοῦροι μὲν κρητῆρας: ἀρχαῖον ἔθος οἰνοχοεῖν τοὺς νέ-
ους· A b (BCE3E4)T “οἰνοχόει δ' υἱὸς Μενελάου” (ο 141), “ἐπὶ δ'
ἀνέρες ἐσθλοὶ ὤροντο / οἶνον ἐνοινοχοεῦντες” (γ 471 – 2): b(BCE3
E4)T διὸ καὶ παῖδας μέχρι τοῦ νῦν τοὺς δούλους φαμέν· καὶ Γανυ-
μήδης (cf. Υ 234) καὶ Ἥβη (cf. Δ 2 – 3) ὑπηρέται θεῶν εἰσινb
(BCE3E4)T
 ex. ἐπεστέψαντο: ὑπὲρ τὸ χεῖλος ἐπλήρωσαν ὡς δοκεῖν
ἐστέφθαι τῷ ὑγρῷ· A b (BCE3E4)T “κρητῆρας ἐπιστεφέας

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 2,pap2, verse 795, l. of scholion 8

παρὰ μέρος εἴρηκεν. ἀγχοῦ δ' ἱσταμένη πρ(ος)έφη πόδας ὠκέ̣α̣


 Ἶρις: ἱσταμένη ἀντὶ
τοῦ στᾶσα. – εἴ[ς]ατο δὲ φθογγὴν ὑεῖ Πριάμοιο
 Πολ{ε}ίτηι, /  – ὃς Τρώων σκοπὸς ἷζε ποδω-
κείηισι πεποιθώς, /  – τύμβωι ἐπ' ἀκροτάτωι Αἰσυιήταο γέρον-
 τος· /  – τῶι σφιν ἐεισα-
μένη μετέφη πόδας ὠκέα Ἶρις: ἀθετεῖ τούτους Ἀρίσταρχος, ὅτι
 πρῶτον μ(ὲν) οὐδέπο-
τε ὑπὸ Διὸς πεμπομένη ἡ Ἶρις ὁμοιοῦταί τινι, ἀλλ' αἰεὶ αὐτοπρόσω-
 πος παραγ{ε}ίνε-
ται. ἔτι δὲ κ(αὶ) ἡ ὑπόκρισις ἀπίθανος· εἰ γ(ὰρ) ἕνεκα τοῦ ψιλῶς
 εἰπεῖν ὅτι ἔρχονται παρῆκται ἡ Ἶρις,
τοῦτο κ(αὶ) ὁ Πολίτης ἠδύνατ̣ο ποιῆσαι· εἰ δὲ πρ(ὸς) τοῦτο, ἵνα οἱ
 πρότερον μὴ τολμῶντες  
ἐξελθεῖν ἐξέλθωσιν, ἡ Ἶρις ἔστω λέγουσα ὡς κ(αὶ) παρὰ τοῦ Διὸς
 ἀπεσταλμένη. ὅτι
519

δὲ Ὅμηρος, ὅταν τινὰ εἰκάζηι τινί, κ(αὶ) τοὺς πρέποντας λόγους


 περιτίθησιν, δῆλον. ἡ
γοῦν ἀρχὴ οὐ Πολίτου (ἐστίν), ἀλλ' ὑπὲρ τὸν Πολίτην· φησὶ γ(άρ)
 “ὦ γέρον, αἰεί τοι μῦθοι φίλοι

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 2,pap2, verse 799, l. of scholion 5

έκκλιτος, ἀναπότρεπτος, ὃν οὐ ῥάιδιόν (ἐστιν) ἐκκλῖναι· κ(αὶ) γ(ὰρ)


 ἐν ἄλλοις “νόσφι λιασθείς”, τοῦ-
το (ἔστι) χωρὶς ἐκκλίνων. ἦ μ(ὲν) δὴ μάλα πολλὰ μάχας εἰς-
 ήλυθον ἀνδρῶν: κ(αὶ) τοῦ-
το δὲ ἀπ{ο}εοικὸς Πολίτηι λέγ̣ειν, τῆι δὲ Ἴριδι πρ(ος)ῆκον, ὅτι αἰεί
 ποτέ (ἐστιν)
ἐμ πολέμοις, ἐκεῖνος δὲ οὔ. ἀλλ' οὔ πω τοιόνδε τοσόνδε τε
 λαὸν ὄπωπα: κ(αὶ) οὗ-
τος δὲ τῆς αὐτῆς ἐννοίας ἔχεται ὥστε, εἰ μ(ὲν) ἡ Ἶρις ἡ λέγουσα αὐ[τ]-
 ο̣π[ρ]ό-
σωπος, {ειχ} οἰκείως ἔχειν, εἰ δὲ Πολίτης, ἀπίθανον. πότε γ̣(ὰρ)
 ε̣[ἶδε λα]ό̣[ν, ὃς ἄξ]ι̣-
ός (ἐστι) θαυμασμοῦ; ἐπίστ̣ασθαι οὖν Ἴριδι οἰκεῖον, Πολίτηι δὲ οὐ
 [πρέ]πο̣ν̣[ λί-]  
ην γ(ὰρ) φύ̣λλοισιν ἐοικότες ἢ ψαμάθοισιν: [...............  ..... εἰ γ(ὰρ) ὑπὸ

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 9, verse 473a, l. of scholion 5

 Did.DD {πῦρ ἕτερον μὲν} ὑπ' αἰθούσῃ: διὰ τῆς ἔν προθέσεως “ἐν
ad Ι 473 αἰθούσῃ” αἱ Ἀριστάρχου. συνᾴδει καὶ τὸ ἑξῆς “ἄλλο δ' ἐνὶ προδόμῳ”
(Ι 473).αἴθουσαι δὲ αἱ ὑπὸ ἡλίου – αἴθεσθαι, ὅ ἐστι καίε-
σθαι.διέχεεν δὲ τὴν τάξιν. θάλαμος μὲν γὰρ – τετραμμένη
στοά
 Did. ἐν ἄλλῳ “ἐν αἰθούσῃ”.
 Ariston. ἄλλο δ' ἐνὶ προδόμῳ πρόσθεν θαλάμοιο θυράων:
ὅτι πάλιν δοκεῖ τὸ ἄλλο πρὸς τὸ “ἕτερον” (Ι 472) συγκεχύσθαι. πι-
θανεύονται δὲ οἱ λέγοντες τρία φῶτα εἶναι, ἓν μὲν ὑπὸ ταῖς αἰθού-
σαις, ἕτερον δὲ ἐν τῷ οἴκῳ, ἄλλο δὲ ἐν τῷ προδόμῳ τοῦ οἴκου· ἀπίθα-
νον γάρ φασιν εἶναι ἐν μὲν τῷ προδόμῳ πῦρ εἶναι, ἐν δὲ τῷ οἴκῳ
ἐλλείπειν
 

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 10, verse 414-5, l. of scholion 2

 τὸ δὲ “ἅσσα” ἐνθάδε ψιλωτέον· ἰσοδυναμεῖ γὰρ τῷ τίνα


 ex. ἄσσα τε μητιόωσι – ἢ μεμάασιν /  –  
ἦε πόλιν δέ / ἂψ ἀναχωρήσουσιν: ἐνεργὸν καὶ ζωτικὸν τὸ τοῦ
λόγου τάχος· μεμίμηται γὰρ τοὺς ἐν ἀγωνίῳ σπουδῇ κατεχομένους καὶ
ἐν ὀλίγῳ πολλὰ μαθεῖν σπουδάζοντας. T
520

 ex. τοὶ γὰρ ἐγώ τοι ταῦτα: “καὶ ταῦτα”. ὡς τὰ πρώην


ἠκριβωκώς, οὕτω καὶ ταῦτα. T
 Did. καταλέξω: οὕτως Ἀρίσταρχος, ἄλλοι δὲ “ἀγορεύ-
σω”.
 ex. Ἕκτωρ μὲν μετὰ τοῖσιν –  / βουλὰς βου-
λεύει: φυλάσσει μὲν αὐτὸν Ἀχιλλεῖ, ἀπίθανον δὲ ἀδεῶς αὐτὸν κοι-
μᾶσθαι. T  
 ex. παρὰ σήματι Ἴλου: στρατηγικῶς τὸν τόπον τοῦτον
ἐπελέξατο μέσον ὄντα τοῦ πεδίου, ἵνα μὴ οἱ Ἕλληνες ἀποπλεῖν βουλόμε-
νοι λάθοιεν αὐτὸν μήτε τὴν πόλιν “λόχος εἰσέλθῃσι
λαῶν ἀπεόντων” (cf. Θ 522)· φησὶ γοῦν “οἱ δὲ παρ' Ἴλου σῆμα /
μέςςον κὰπ πεδίον” (Λ 166 – 7).

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 11, verse 0, l. of scholion 8

τ̣όφρα μὲν οὖν ἑ[πόμεσθα δι' ἀσπι-δέος πεδίοιο .[


 (finis columnae)    ex. ὡς φιλέλλην ὁ ποιητὴς μέχρι τῶν νεῶν τοὺς Ἕλληνας
συνελάσας καὶ ἐπαυλιζομένους ταῖς ναυσὶ ποιήσας τοὺς βαρβάρους οὐκ εὐθέως
τειχομαχίαν ἐποίησεν οὐδὲ τὴν ἐπὶ ταῖς ναυσὶ μάχην, ὅπερ καὶ κατὰ
δόξαν ἦν τοῖς ἀκροωμένοις, ἀλλὰ πρότερον τὴν Ἀγαμέμνονος ἀριστείαν
διέγραψε καὶ μετ' αὐτὴν τὴν τῶν ἄλλων ἀριστέων,
εἶτα ἐπειδὴ τοὺς ἀρίστους ἐπὶ τὰς ναῦς ἀπέστειλε τρωθέντας, τότε
τοὺς Ἕλληνας ἐποίησεν ἡττωμένους. ἐπεὶ δὲ πεπονημένους τοὺς Ἕλ-
ληνας ἀπίθανον ἦν παρεισάγειν ἀνδραγαθοῦντας ἕωθεν, εὐλόγως ἡ
νὺξ παραμυθεῖται αὐτῶν τὴν ἧτταν, καὶ τοσοῦτον ἀναλαμβάνει ὡς
συνωθῆσαι πάλιν μέχρι τείχους τοὺς Τρῶας, ἄχρις ὅτου πάλιν τῆς
παρὰ τοῦ Διὸς τύχωσιν ἐπικουρίας· ἐπιδείκνυσι γὰρ ὅτι τύχαις, οὐ
γνώμαις ἐλείποντο Ἕλληνες. δικαίως μὲν οὖν Ἀγαμέμνων ἀριστεύει·
θαρροῦντα μὲν γὰρ τοῖς πράγμασιν οὐκ εὔλογον ἦν αὐτὸν προπετῶς
ἐπὶ τοὺς κινδύνους φέρεσθαι, ἀλλὰ διὰ τὴν ἡγεμονίαν ἀσφαλέστερον
μᾶλλον ἢ φιλοκινδυνότερον ἀγωνίζεσθαι. ἐπὶ ξυροῦ δὲ νῦν, καὶ ταῦτα
δι' αὐτόν, ὄντων Ἑλλήνων ἀναγκαίως κινδυνεύει. γέγονε δὲ ἀντίστρο-
φα τὰ πράγματα· Διομήδης γὰρ ὑπ' Ἀγαμέμνονος ὀνειδισθεὶς

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 11, verse 105a, l. of scholion 1

σημασίας ἀντὶ τοῦ ω, προσθεὶς τὸ ν· ἔστι γὰρ περὶ δυεῖν ὁ λόγος· διὸ
καὶ ἐπιφέρει “καὶ γάρ σφε πάρος παρὰ νηυσίν” (Λ 111). καὶ ὅτι οἱ
μαχόμενοι παραβάται ἦσαν
 Ζηνόδοτος γράφει “ὅν ποτ'”. ἀλλ' ἐλέγχεται ἐκ τοῦ “καὶ
γάρ σφε”. T
 Did. ὥ ποτ' Ἀχιλλεύς: ἐν ἄλλῳ “ὅν ποτ' Ἀχιλλεύς”.
 ex. ὥ ποτ' Ἀχιλλεύς / Ἴδης ἐν κνημοῖσι: καὶ ἐν τού-
τοις ἡ ποικιλία ὁρᾶται, ὡς καὶ περὶ Λυκάονος (cf. Φ 35 – 48). T
ἐφ' ἑκάστου οὖν ἢ γένος ἢ τύχην ἢ σχῆμα πτώματος δηλῶν ποικίλλει
τὸ ὑποκείμενον.
 ex. δίδη μόσχοισι λύγοισι: οὐκ ἀπίθανος ἡ μεταφορὰ
ἀπὸ τῶν ἁπαλῶν ἔτι βοῶν ἐπὶ τὰ τρυφερὰ τῶν φυτῶν ἀγομένη.
521

 ex. δίδη μόσχοισι λύγοισι: ἐδέσμευσε ταῖς νέαις καὶ ἁπα-


λαῖς λύγοις καὶ βλαστήμασι. λύγος δὲ ἱμαντῶδές τι φυτὸν καὶ ἁπαλόν,
ὃ καὶ οἶσον καλοῦσιν, ἐξ οὗ καὶ τὸ οἰσόκαρπον. τινὲς δὲ αὐτὸ καὶ
ἄγνον καλοῦσιν· ὁ γὰρ τούτου καρπὸς ἐσθιόμενος ἀφανιστικός ἐστι
τῆς γονῆς. καὶ οἱ ἱερεῖς δὲ τοῦ φυτοῦ τούτου τὰς κόμας τῇ ἑαυτῶν
κλίνῃ ὑποτιθέασιν ὡς φυσικήν τινα δύναμιν ἐχούσας πρὸς ἁγνείαν·
διὸ καὶ ἄγνος ἐκλήθη

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 11, verse 490a, l. of scholion 2

 ex. (Hrd.) στῆ δὲ παρέξ: παρέστη δέ. καὶ περισσὴ ἡ ἔξ, ὁμοίως
τῷ “ὦσα παρέξ” (ι 488)
 Hrd. (?) παρέξ: ἀντὶ τοῦ παρά. καὶ ὀξύνεται. Til
 ex. εἵως θεράπων σχεδὸν ἤλασεν ἵππους: ὁ τοῦ
Μενελάου· Ὀδυσσεὺς γὰρ οὐκ ἔχει ἵππους ἅτε δὴ νησιώτης. b(BCE3
E4)T ἀλλὰ νῦν διὰ τὴν χρείαν οὐκ εἴα ὁ καιρὸς Μενέλαον εἰπεῖν
“ἀλλ' ἄγ' ἐμῶν ὀχέων ἐπιβήσεο” (Θ 105). T
 τοῦ Μενελάου· ἄνιππος γὰρ ὁ Ὀδυσσεύς.
 ex. Αἴας δέ: ἔσχατος ἀριστεύει Αἴας ὡς νωθής (cf. Λ 559). Til
 Nic.D Πριαμίδην, νόθον υἱόν: ἐπὶ τὸ Πριαμίδην βραχὺ
διαστέλλειν ἀξιοῦσί τινες, οὐκ ἀπιθάνως, ἵνα μὴ συνάπτωμεν τῷ
πατρωνυμικῷ τὸν υἱὸν καὶ ζήτημα ποιῶμεν περί τινα ὥσπερ ἐξή-
γησιν ἢ ἐπανάληψιν.περισσὸν δὲ τὸ – ἐμπεριέχεται
 ex. (Nic. Πριαμίδην, νόθον υἱόν: τελεία εἰς τὸ Πριαμίδην, καὶ
μετ' ἐμφάσεως ἡ ἐπανάληψις τοῦ δηλουμένου. καὶ πά-
λιν εἰς τὸ υἱόν τελεία. b(BCE3)
 ex. ὡς δ' ὁπότε πλήθων ποταμὸς – βάλλει:
καὶ ἐπὶ Διομήδους (sc. Ε 87 – 92) ἡ παραβολή, ἀλλὰ μείζων ἐκεῖ διὰ
τὴν ἐπικουρίαν Ἀθηνᾶς (cf. Ε 1 – 8). οὐ μὴν οὐδὲ αὕτη εἰκῇ πρόσκει-
ται· τὸ γὰρ κάτεισι (492) τὴν ἀκώλυτον ὁρμὴν ὑποφαίνει, καὶ τὸ
ὀπαζόμενος (493) οἷον ἐπειγόμενος.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Book of Iliad 18, verse 492a, l. of scholion 2

τὰ ἐν ἀμφοτέροις τοῖς καιροῖς συμβαίνοντα πρὸς ἐκλογὴν τοῦ ἀμείνο-


νος προβέβληται. ἐπειδὴ δὲ ἡ μὲν Ἰλιὰς ὄψιν εἶχε πολέμου, ἀμνη-
μόνευτος δὲ ἦν ἡ εἰρήνη, τοῦ πολέμου πρὸς ὀλίγον (sc. Σ 509 – 40)
ἐμνήσθη (καὶ τούτου οὐκ εἶχεν ἡ Ἰλιὰς τὸν
λόχον), T τὸ δὲ περὶ τῶν εἰρηνικῶν ἐμήκυνεν. ἀναγκαῖον δὲ τῷ
βίῳ τὰ ἐναντία εἶναι πόλεμον καὶ εἰρήνην, ἡδονήν τε καὶ πόνους.

 D ἐν δὲ δύω ποίησε πόλεις: τίνες δέ εἰσιν αἱ δύο πόλεις;


Ἀγαλλίας – ἐνδέδεται χθών
 Did. ἐκ θαλάμων: Ζηνόδοτος “ἐς θαλάμους”· καὶ ἔστιν
οὐκ ἀπίθανος ἡ γραφή.
 Ariston. δαΐδων ὕπο λαμπομενάων: ὅτι ἡ ὑπό ἀντὶ τῆς
μετά, μετὰ δᾴδων· Ἀρχίλοχος (f65, 12 T. = 58, 12 W.)· “ᾄδων ὑπ'
522

αὐλητῆρος”. καὶ πρὸς τὸ ἀρχαῖον ἔθος, ὅτι οἱ νυμφίοι τὰς νύμφας μετὰ
δᾴδων παρελαμβάνοντο.
 ex. (Ariston.)ex. (Ariston.?) δαΐδων ὕπο λαμπομενάων: ἡ ὑπό ἀντὶ τῆς μετά. 
Ἀθήνησι δὲ οὕτω τὰς νύμφας ἄγουσι.
 D πολὺς δ' ὑμέναιος ὀρώρει: ἐξῆπτο, διεγήγερτο –  
ὃν ἐκάλουν ὑμέναιον ex. ὑμέναιος: ὕμνος ὁ ἐπὶ ὁμονοίᾳ ᾀδόμενος. ἢ παρὰ τὸ ὁμοῦ
νάζειν.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια.(5026: 007)“Scholia Graeca in Homeri Odysseam,


2 vols.”, Ed. Dindorf, W.Oxford: Oxford University Press, 1855, Rep1962.Book 1,
hypothesis-verse 262, l. 34

αὐτόν φησιν “ὄφρα οἱ εἴη ἰοὺς χρίεσθαι” καὶ τυχεῖν ... παρὰ Ἀγ-
χιάλου, “ἀλλὰ πατήρ οἱ δῶκεν ἐμός” καὶ ὁμοίως αὐτὸν ἐν τῇ Ὀδυς-
σείᾳ τόξῳ χρώμενον ποιεῖ ἐν τῷ ἀπόπλῳ· λέγει γὰρ “αὐτίκα καμ-
πύλα τόξα καὶ αἰγανέας δολιχαύλους εἱλόμεθ' ἐκ νηῶν” (ι, 156.).
αὐτός τε παρὰ τοῖς Φαίαξιν ὑπάρχων αὐχεῖ ἐφ' ἑαυτοῦ λέγων “εὖ
μὲν τόξον οἶδα ἐΰξοον ἀμφαφάασθαι, πρῶτός κ' ἄνδρα βάλοιμι” καὶ
τὰ ἑξῆς (θ, 215.). ῥητέον οὖν ὅτι ταῦτα πάντα πρὸς κατασκευὴν
τοῦ μεγίστου ἀγῶνος, τῆς μνηστηροφονίας, αὐτὸς μὲν γυμναζόμενος
ἐν ... ἵνα φανῇ τηρῆσαι τὴν ἰδίαν ἕξιν· αὐχεῖ δὲ πάντων προφερέ-
στατος εἶναι τῶν ἀνθρώπων (Od. θ, 221.), ἵνα μὴ ἐξαίφνης οἰηθῶμεν
τοξότην αὐτὸν ἄριστον ἐν τῇ μνηστηροφονίᾳ γενέσθαι. ἀπιθάνου δὲ
ὄντος πάντας τοὺς τιτρωσκομένους εἰς ὁτιδήποτε οὖν μέρος τοῦ σώ-
ματος παραχρῆμα διαφθείρεσθαι, πεφαρμακευμένους προκατασκευ-
άζει τοὺς ὀϊστοὺς, ἵνα συμβαίνῃ λέγειν αὐτῷ “βάλλε τιτυσκόμενος,
τοὶ δ' ἀγχιστῖνοι ἔπιπτον” (χ, 116.). ὅταν οὖν τὰ βέλη ἐν τῇ Ἰλιάδι
κοινοτέρως πικρὰ καὶ πευκεδανὰ λέγῃ καὶ ἐχεπευκῆ, πάντως διὰ τοῦ
φαρμάκου κεχρῖσθαι ἀκουστέον· οὐδαμοῦ γὰρ τοῦτο ἐν τῷ Ἰλιακῷ
πολέμῳ ἐπεσημήνατο, διὰ δὲ τὸ τὰς ἐξ αὐτῶν πληγὰς ἐπωδύνους
οὔσας, καθὰ καὶ τὸν πόλεμον πευκεδανὸν ἔφη καταχρηστικῶς, ἐπώ-
δυνον βουλόμενος ἐμφανίσαι “ἠέ ποθι πτολέμοιο μέγα στόμα πευ-
κεδανοῖο” (Il. κ, 8.). T.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια.Book 4, hypothesis-verse 176, l. 4

τῆς γνώσεως τοῦ Τηλεμάχου ἀγνοῶν τίνες οἱ παρόντες προείρηκεν


ἐκεῖνα τὰ ἔπη, “τῶν πάντων οὐ τόσσον ὀδύρομαι” (104.) καὶ ἑξῆς.
H.M.Q.
πολεῖς] γρ. πολέας. H.
ἔξοχα πάντων] γρ. ἔξοχον ἄλλων. M.
ἐξ Ἰθάκης] ὥστε χώραν εὐδαίμονα ἀντὶ τῆς λυπρᾶς ἐκείνης
ἀνταλλάξασθαι. τὸ γὰρ μόνον μετοικῆσαι ὅμοιον φυγῆς. H.Q.
μίαν πόλιν ἐξαλαπάξας] ἀπὸ τῶν πόλεων ἐκείνων, αἵτινες ὑπ'
ἐμοῦ βασιλεύονται. τὸ δὲ ἐξαλαπάξας οὐκ ἔστι νῦν πορθήσας, ἀλλ'
ἁπλῶς κενώσας, καὶ μεταστήσας τοὺς ἐνοικοῦντας εἰς ἕτερον τόπον.
ἀπίθανον γὰρ τὸ ἐξαλαπάξας ἐπὶ τῶν ὑποτεταγμένων πόλεων. B.E.
H.M.Q. λάπαθα γὰρ βοτάνη κενωτικὴ, ὅθεν καὶ ἀλαπάζω ῥῆμα.
B.E.
523

οὐδέ κεν ἡμέας] οὐκ ἐν τῇ Σπάρτῃ, ἀλλ' ἐν ὅλῃ τῇ χώρᾳ.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια.Book 4, hypothesis-verse 245, l. 10

σπεῖρα] ἱμάτια παλαιὰ ἀπὸ τοῦ σπειρᾶσθαι τὸ ἐντυλίσσε-


σθαι. B. ἐπεὶ σπεῖρα κοινῶς πᾶν ἱμάτιον, προσέθηκε κακά. H.
κοινῶς πᾶν ἱμάτιον. P.
σπεῖρα κακὰ] ἱμάτια. προσέθηκε δὲ κακά, ἵνα δηλώσῃ ῥάκη.
τὰ ἐνδύματα, ἀπὸ τοῦ διασπείρεσθαι ἐν ὅλοις τοῖς μέλεσι. προσέθηκε
δὲ τὸ κακά, ἵνα ῥάκη δηλώσῃ. E.
διὰ πολλὰ τῆς πράξεως ταύτης μνημονεύει ὁ ποιητὴς, οὐ μόνον
ὅτι πρὸς τὴν ποίησιν συμφέρει τὰ μὴ δεδομένα τῆς Ἰλιάδος νῦν ἐμ-
φανίζειν, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὴν μνηστηροκτονίαν ταῦτα ᾠκονόμηται, ἵνα
μηδὲ τοῖς μνηστῆρσι συνὼν ἐν τοιούτῳ σχήματι ἀπίθανον φαίνοιτο.
τὸ πιθανὸν δὲ τοῦτο καὶ πρὸς τὴν Τηλεμάχου πίστιν. δεξάμενος γὰρ
ταύτην τὴν διήγησιν, ἑτοιμοτέρως καὶ παρ' Εὐμαίῳ πιστεύει τοῦτον
εἶναι τὸν πατέρα τὸν τοῦ πτωχοῦ πρόσωπον ὑποκρινόμενον. Q. πιστεύει
αὐτῷ ἐπιθέσθαι βουλευομένῳ τοῖς μνηστῆρσιν. ὁ γὰρ καὶ πληγὰς
καρτερήσας ὑπὲρ τῶν κοινῇ συμφερόντων καὶ πόλεως ὅλης καταφρο-
νήσας πῶς τῶν ἰδίων ἀποστήσεται; καλῶς οὖν Λακεδαιμόνιοι παι-
δεύουσι τὴν μαστίγωσιν τοὺς νέους καρτερεῖν τὰ δεινὰ ἐθίζοντες. Q.
κατέδυ πόλιν] ἵνα μετρήσῃ τὰς πύλας διὰ τὸν δούριον ἵπ-
πον. P.Q. οἱ μὲν ἵνα μετρήσῃ τὸ τεῖχος, οἱ δὲ ἵνα πείσῃ τὴν Ἑλέ-
νην συνεργῆσαι τοῖς Ἕλλησιν.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια.Book 8, hypothesis-verse 280, l. 2

ἀμφὶ δ' ἄρ' ἑρμῖσιν χέε δέσματα] τοῖς κλινοποδίοις. ἑρμὶς


ὁ τῆς κλίνης πούς. χέε δὲ ἀντὶ τοῦ ἐπέχεεν, ἐπέβαλε. τὸ δὲ
δέσματα ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ, ὡς τὸ ὄνειρον τὰ ὀνείρατα, κατ' ἐπέκτασιν.
B.Q. ἑρμῖσι] τοῖς ποσὶ τῆς κλίνης. ἕρμα γὰρ ὥσπερ εἰσὶ τῆς
κλίνης παρὰ τὸ ἐνείρεσθαι. κραβατοποδίοις. P.
πολλὰ δὲ καὶ καθύπερθε] πολλὰ δὲ καὶ ἄνωθεν ἐκ τῆς ὀρο-
φῆς ἐξήρτηντο, ἵνα δίκην παγίδος ἐμπέσοι αὐτοῖς. B.E.Q. τὸ δὲ
ἀλληγορικὸν ὅτι ἁπανταχοῦ ἐν τῷ κόσμῳ τὸ τοῦ ἡλίου καὶ τοῦ πυρὸς
θερμὸν διασκίδναται. E.Q.
ἠΰτ' ἀράχνια – ἴδοιτο] λύσις τοῦ ἀντιπίπτοντος. E. δαι-  
μονίως λύει τὸ δοκοῦν ἀπίθανον, πῶς οὐχ ἑώρων θεοὶ ὄντες τοὺς
δεσμοὺς, ἐλάνθανον δέ. H.Q.
μελαθρόφιν] ὑπεράνω τοῦ μελάθρου. μέλαθρον δὲ κυρίως τὸ μέσον
τῆς στέγης ξύλον τὸ ὕπατον καλούμενον ἀπὸ τοῦ μελαίνεσθαι ὑπὸ
τοῦ πυρός. θέλει οὖν λέγειν, παντὶ τῷ οἴκῳ περιέβαλε τοὺς δες-
μούς. T.
εἴσατ' ἴμεν] προσεποιήσατο, ὥρμησεν ἀπιέναι. Q. ἔδοξε
πορευθῆναι ὡς εἰς Λῆμνον. T.
ἐς Λῆμνον] ἔδει γὰρ τὴν Λῆμνον ὑδατώδη οὖσαν ὑπὸ τοῦ
524

Ἡφαίστου ποθεῖσθαι, ἅτε τῶν κατασκευαζομένων αὐτῷ διὰ πυρὸς


καὶ ὕδατος ὀφειλόντων κατασκευάζεσθαι.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια.Book 8, hypothesis-verse 517, l. 11

προτὶ δώματα Δηϊφόβοιο] ἄλκιμος γὰρ οὗτος γέγονε μετὰ


θάνατον Ἕκτορος. E.Q. καὶ ἐκ τούτου οἱ μεταγενέστεροι τὴν Ἑλέ-
νην καὶ Δηϊφόβῳ γήμασθαι λέγουσι. E.P.Q.ἐντεῦθεν διὰ ζη-
λοτυπίαν ἐλθεῖν τεθνηκότος Ἀλεξάνδρου. ἀλλὰ στρατηγὸς μετὰ τοῦ
Ἕκτορος θάνατον γέγονεν ὁ Δηΐφοβος ἀλκιμώτατος ὢν τῶν Πριαμι-
δῶν. τούτου δὲ ἀναιρεθέντος εὐχείρωτοι οἱ λοιποί. εἵπετο δὲ τῇ Ἑλέ-
νῃ οὐχ ὡς ἀνὴρ, ἀλλ' ὡς στρατηγὸς καταπαρίζουσαν φυλάττων.
ᾔδει δὲ τὴν Δηϊφόβου οἰκίαν ὁ Ὀδυσσεὺς ὅτε αὐτομολῶν εἰσῆλθε.
τούτων δὲ εἰρημένων ὑπὲρ Ὀδυσσέως ἑξῆς ὁ λόγος πιθανῶς γράφει
τὸ ... διηγούμενον τῶν καθ' ... εἰ γὰρ μὴ ἀξιόπιστος ὁ λέγων τοῖς
Φαίαξιν ταῦτα, ἀλαζὼν ἂν ἔδοξεν εἶναι ἀπιθάνως διηγούμενος. T.  
αἰνότατον πόλεμον] ἔφη δὲ αἰνότατον πόλεμον τολμήσαντα
ἔπειτα νικῆσαι διὰ τὴν μεγάθυμον Ἀθηνᾶν, ἤτοι διὰ τὴν οἰκείαν φρό-
νησιν καὶ πανουργίαν. Q. τὸ ἔργον οὐκ ἠθέλησε κοινὸν τῶν Ἑλλή-
νων γενέσθαι, ἀλλὰ μόνου Ὀδυσσέως, ὥσπερ καὶ τὸν ἵππον Ἐπειὸς
ἐποίησε σὺν Ἀθηνᾷ, Ὀδυσσεὺς δ' ἤγαγεν εἰς τὴν ἀκρόπολον τὸν δό-
λον.

Σχόλια στον Λουκιανό. (scholia vetera et recentiora Arethae) (5029: 001)“Scholia in


Lucianum”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1906, Rep1971.Lucianic work 14, sec. 2,
l. 3

Ἀληθῶν διηγημάτων βʹ.

ἀρξάμενοι κτλ.] βαβαὶ τοῦ ψεύδους. ~ OUΩ


πῦρκτλ.] εἶτα, βωμολόχε, οὐκ ἔμελλεν ὁ πάγος θαλπό-
μενος τῷ πυρὶ εἰς ὕδωρ αὖθις μεταποιεῖσθαι; καὶ πῶς
οὐχὶ κατακλυσθέντες τέλεον ἀπωλώλειτε; ὥστε ἀπίθανος ἡ
πλάσις παρὰ τὸ τῇ φύσει σου πρόσφορον. ~ VOUΩ
εἰκοσιπέντετὸ περίμετρον] scholion legi non pot-
erat. ~ Γ
περιεκέχυτο] ἀντὶ τοῦ περιεῖχεν, περιείληφεν, περιέβαλ-
λεν, περιελίμναζεν. ~ VOSUΩ
αὕτηκτλ.] εἰς τοὺς καθ' ἡμᾶς ὁ γόης ἔοικεν ἁγίους
προφήτας διαπαίζειν, ἐφ' οἷς οὗτοι περὶ τῆς Ἱερουσαλὴμ
ἐν ἐσχάταις ἡμέραις συνενεχθῆναι ἀλληγορικῶς διεξῆλθον. ~
VOSΩ
νύξ] ⌈εἰς τ⌉ὰ ὑπὲρ Θούλην τερατο⌈λ⌉ογούμενα ἐπισκώπτει. ~
525

Scholia In Oppianum, Scholia et glossae in halieutica (scholia vetera et recentiora)


(5032: 002)“Scholia et paraphrases in Nicandrum et Oppianum in Scholia in
Theocritum (ed. F. Dübner)”, Ed. Bussemaker, U.C.Paris: Didot, 1849.Hypothesis-
book 1, scholion 209, l. 16

ὅταν ἢ πολλὰ ᾖ τὰ πράγματα, ἢ ἀφ' ἑαυτῶν μόνων


ἢ τὴν τέρψιν ἢ τὸ ἐνδύναμον ἔχωσιν· ἐνδιάσκευος δὲ
διηγήσεως τρόπος ἐστὶ τὸ ὥσπερ ζωγραφεῖν καὶ ὑπ' ὄψιν
ἄγειν τὰ πράγματα τῷ τεχνικῶς διηγεῖσθαι· διηγεῖται
γάρ τις ἐνδιασκεύως, ὅτι ἢ πλατῦναι θέλει τὴν διήγησιν
οὖσαν βραχεῖαν, ἢ πρὸς ὀργὴν καὶ λύπην πλείονα κι-
νῆσαι, ἐὰν ὦσι λυπηρὰ τὰ ἀφηγημένα· ἐγκατάσκευος
δ' ἡ διήγησις, ἣ καὶ τεχνικωτάτη, ἡ κατασκευάζουσα
καὶ ἀποδεικνύουσα καλῶς ἔχειν τὰ λεγόμενα, διηγεῖσθαι  
δὲ χρὴ ἐγκατασκεύως καὶ ὅταν πάλιν πλατῆ (πλατῦναί)
τις θέλῃ ὑπόθεσιν καὶ ὅταν δοκῇ ἀπιθάνως λέγειν, ἢ ἀδύ-
νατα παντελῶς· καὶ οὗτοι μὲν οἱ τρεῖς τρόποι τῆς
διηγήσεως, ὡς καὶ τοῖς νῦν ῥήτορσι γνώριμοι. ναυτι-
λίῃσι· πομπαῖς τῶν πλοίων. τετιμημένε· τετιμημένον.
σοι· διά σου, ἀπό σου. δέ· γάρ.
Εὐκραεῖς· ἐυδίους, εὐδιεινὰς, γαληναίας, τὰς
ἐχούσας καλὴν κρᾶσιν. τεκμαίρεται· σημειοῦται, στο-
χάζεται, προσδοκᾷ.
Εὔδια· ἐν εὐδίᾳ, εὐδιεινῶς. στέλλῃ· πορεύῃ, ἔρχη-
ται. πορεύσεαι· πλέεις, ἔρχῃ, πορεύεις. τὸ στέλλω
σημαίνει δʹ τὸ ἐπιστέλλω, ἐξ οὗ καὶ ἐπιστολὴ, τὸ πλέω,

Scholia In Oppianum, Scholia et glossae in halieutica (scholia vetera et recentiora)


Hypothesis-book 2, scholion 628, l. 2

Ἀλλ' ἤτοι θῶες· διαφορὰ τῆς παραβολῆς πρὸς


τὸ πρᾶγμα, οὗ χάριν εἴληπται ἡ παραβολή. οὔτιν'·
οὐδαμῶς. ἔτισαν· ἀπέδωκαν, ἀνταπέδωκαν.
Ποινήν· τιμωρίαν, δίκην. ἀποφθιμένοις· φθα-
ρεῖσιν.
Θαρσαλέαι· ἀναιδεῖς. τάχα· ταχέως. κύντατα·
χαλεπώτατα, κακῶς. κύντερα· ἀσθενέστερα, χαλεπώ-
τερα. δηρίσαντο· ἐπολεμήθησαν, ἐμαχέσαντο, ἐφιλονείκη-
σαν, ἐτιμωρήθησαν.
Δελφίνων· ὑπό. πανέξοχον· θαυμάσιον, λίαν·
μικροῦ δεῖ καὶ ἀπίθανον τοῦτο· φησὶ γὰρ, τοὺς δελφῖνας
τὸν ἑαυτῶν προγινώσκοντας θάνατον μηκέτι περὶ πέλαγος,
ἢ τὸ τῆς θαλάσσης βάθος διατρίβειν, ἀλλ' ἐπὶ τὸν αἰγαλὸν
ἐξερχομένους ἐκεῖσε τελευτᾷν, ὡς ἄν τις ἰδὼν τελευτή-
σαντα κατὰ γῆς θάψῃ, καὶ μὴ ὑπὸ τῶν ἰχθύων βρωθῶ-
σιν ἀποπνεύσαντες ἐν πελάγει. ἀκούων· καὶ εἰς νοῦν
526

βάλλων, εἰς γνώμην λαμβάνων.


Ἠγασάμην· ἐθαύμασα. ὀλέθριος· φθαρτική.
ἵκηται· ἔλθῃ.

Σχόλια στον Πίνδαρο. Scholia vetera in Pindari carmina, 3 vols.”, Ed. Drachmann,
A.B.Leipzig: Teubner, 1:1903; 2:1910; 3:1927, Rep1:1969; 2:1967; 3:1966.Ode O 2,
scholion 104b, l. 4

ὑφίσταται ἀναμάρτητος εἰς τρὶς ἑκατέρωθεν μένῃ, τοῦτόν


φησιν εἰς τὰς τῶν μακάρων νήσους προπέμπεσθαι. τὸ δὲ
περὶ τῆς παλιγγενεσίας ἀρχαιότερόν ἐστι· παραδέδοται γὰρ
ἔτι ἀνέκαθεν, ὡς Ὅμηρός φησιν (σ 79)·
  νῦν μὲν μήτ' εἴης, βουγάιε, μήτε γένοιο.  
πρῶτος δὲ δοκεῖ τούτῳ τῷ δόγματι χρῆσθαι Πυθαγόρας.
113C
CDEQ ἄλλως· ὅτι θανόντων μὲν ἐνθάδε: Χρύσιπ-
πος οὕτως ἀκούει ἐνθάδε μὲν ὑπὸ τῶν θανόντων ἐτιμω-
ρήθησαν, κάτω δὲ ὑπὸ τῶν κάτω δικαζόντων, εἴτε Ἅιδης
CDQ ἐστὶν εἴτε ἕτερός τις. οὐκ ἀπίθανον δέ, φησιν, ὑπὸ τῶν
τελευτησάντων τιμωρεῖσθαι τοὺς ζῶντας· μεστὴ γὰρ τούτων
ἐστὶν ἡ τραγῳδία, ὅτι οἱ ἀδικούμενοι εὐχὰς τοῖς καταχθο-
νίοις ἥρωσι ποιοῦνται, ἵνα ἐπικουρήσωσιν αὐτοῖς, οἷον
Ἠλέκτρα τῷ Ἀγαμέμνονι.

Σχόλια στον Πίνδαρο. Ode O 3, scholion 10c, l. 4

Bgl (πεδίλῳ:) τῷ ῥυθμῷ.


A ἐπεὶ χαίταισι μέν: ἐπειδὴ ἐν ταῖς χαίταις τῶν
ἵππων ἐπιζευχθέντες οἱ στέφανοι ἀπαιτοῦσί με τὸν ὕμνον
αὐτοῖς προσφωνῆσαι, ὅ ἐστιν ἀγλαόκωμον χρέος. ἐκώμαζον
γὰρ ὑμνοῦντες τὴν νίκην.
         τινὲς δὲ χαίταις οὐ τῶν
ἵππων, ἀλλὰ τῶν μελλόντων στέλλειν τὸν κῶμον.
BCDEQ ἀγλαόκωμον ἐπεὶ χαίταισι: χαίταις οὐ ταῖς
τῶν ἵππων διὰ τὸ νικᾶν, ἀλλὰ ταῖς τῶν μελλόντων στέλλειν
τὸν κῶμον ὃν ἔμελλον ᾄδειν. ἐκώμαζον γὰρ ὑμνοῦντες τὴν
νίκην. καὶ οὐκ ἀπιθάνως στοχάζονται, ὅτι ἴσως εἰς Διοσκού-
ριον ὁ κῶμος ἤγετο καὶ ἡ πομπὴ διὰ τὴν πρὸς τοὺς Διοσκού-
ρους τοῦ Θήρωνος οἰκειότητα. 17E
BCDEQ ζευχθέντες ἔπι στέφανοι: ζευχθέντες γὰρ οἱ
στέφανοι ταῖς τῶν ἵππων θριξὶν ἀπαιτοῦσί με τὸν θεοκατα-
σκεύαστον ὕμνον τὸν ἐκ Μουσῶν, ὥστε πρὸς τὴν ποικιλό-
φωνον κιθάραν καὶ τὴν ἡδεῖαν τῶν αὐλῶν ἠχὴν τοὺς ἐμοὺς
εὐπρεπῶς ἁρμόσαι λόγους εἰς χάριν τοῦ Αἰνησιδάμου παι-
δὸς Θήρωνος. σύμψαλμα δὲ τὸ γινόμενον.
527

Σχόλια στον Πίνδαρο. Ode P 3, scholion 46a, l. 3

  νήπιος, ὃς τὰ ἑτοῖμα λιπὼν ἀνέτοιμα διώκει.


BEFGQ τοιαύτην, φησὶν, ἔσχεν ἄτην ἡ Κορωνίς. τὰ γὰρ
ἐπιχώρια ἐάσασα ἐσπούδασε ξένῳ γαμηθῆναι.  
DEFGQ καλλιπέπλου λῆμα: περιφραστικῶς ἡ Κορωνίς.
Ὅμηρος (β 409)· ἱερὴ ἲς Τηλεμάχοιο.
DEFGQ ἐλθόντος γάρ: ἐλθόντος γὰρ ἀπ' Ἀρκαδίας εὐ-
νάσθη ξένου· ὅ ἐστιν ἐν λέκτροις τοῦ ξένου παρεκοιμήθη.
46bDEFG
BDEFGQ οὐδ' ἔλαθε σκοπόν: τὸν νοῦν λέγει τοῦ Ἀπόλ-
λωνος. Ἡσίοδος (f123) δὲ τὸν κόρακα, ὅπερ ἐστὶν ἀπί-
θανον. 48aDEFG
BC μηλοδόκῳ: τῇ πολλὰ ὑποδεχομένῃ θύματα. 48aB
BDEFGQ ἐν δ' ἄρα μηλοδόκῳ Πυθῶνι: ὁ νοῦς· ἐν δὲ
Πυθῶνι ὢν ὁ Ἀπόλλων ἐπῄσθετο τῷ ἱερῷ νόῳ τὸ ἁμάρτημα,
ὅντινα τὸν νοῦν αὐτοῦ φησιν εἶναι κοινωνὸν ὁ Πίνδαρος διὰ
τὴν μαντικήν. 50B 48dE 46aDG (48a repet. F)

Σχόλια στον Πίνδαρο. Ode P 4, scholion 258b, l. 4

ἀπὸ Σαλμωνέως κατὰ μητέρα ἀριθμούμενος, Ἰάσων δὲ κατὰ


πατέρα ἀπὸ Κρηθέως.
BDEGQ Μοῖραι δ' ἀφίσταντ' εἴ τις ἔχθρα πέλει: ἐὰν
δέ τις ἔχθρα ὁμογόνοις γεννηθῇ, ὥστε καλύπτειν τὴν αἰδῶ
καὶ ἀποκρύπτειν, τουτέστι μὴ αἰδεῖσθαι, τοῦ τοιούτου πρά-
γματος ἀφίστανται αἱ Μοῖραι· ὡς ἄν τις εἴποι, οὐκ εὐμοι-
ροῦσιν, οὐκ ἀγαθῇ μοίρᾳ χρῶνται.
         ὁ δὲ Χαῖρις προς-
τιθεὶς τὸ ι γράφει ἀφίσταιντο, ἵν' ᾖ εὐκτικὸς ὁ λόγος· ἀφί-
σταιντο αἱ Μοῖραι, εἰ μέλλοι ἐν τῷ γένει ἡμῶν διαφορὰ  
γίνεσθαι, ὥστε ἀναίδειαν προστραπῆναι. καὶ οὐκ ἀπιθάνως
ὁ Χαῖρις.
BDEGQ οὐ πρέπει νῷν: οὐ προσῆκον οὐδὲ δίκαιον ἡμῖν
ἀμφοτέροις τοῖς τὸν χαλκὸν τιτρώσκουσι ξίφεσιν, οὔτε μὴν
ἀκοντίοις τὴν μεγάλην καὶ περίσημον τῶν προγόνων βασι-
λείαν διαμοιράσασθαι.
BDEGQ μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς
ἀγέλας: τὰ μὲν γὰρ πρόβατα καὶ τὰς τῶν βοῶν ἀγέλας ἀφί-
ημι καὶ συγχωρῶ, καὶ πάντας τοὺς ἀγροὺς οὕστινας ἀφελό-
μενος τῶν ἐμῶν γονέων νέμῃ, τὸν σὸν πλοῦτον ἐκ τῆς ἐπι-
καρπίας αὔξων.

Σχόλια στον Πίνδαρο. Ode P 4, scholion 313a, l. 11

BDEGQ ἐξ Ἀπόλλωνος δὲ φορμικτάς: Ἀπόλλωνος τὸν


528

Ὀρφέα φησὶν εἶναι, ὃν καὶ αὐτὸς ὁ Πίνδαρος καὶ ἄλλοι Οἰ-


άγρου λέγουσιν. Ἀμμώνιος δὲ σύμφωνον τὴν ἱστορίαν θέλων
εἶναι, οὕτως ἀποδίδωσιν· ἐξ Ἀπόλλωνος φορμικτάς: ὁ δὲ ἀπὸ
τοῦ Ἀπόλλωνος μουσικός·
  ἐκ γάρ τοι Μουσέων καὶ ἑκηβόλου Ἀπόλλωνος
  ἄνδρες ἀοιδοὶ ἔασιν ἐπὶ χθονὶ καὶ κιθαρισταί (Hes. theog. 94).
ὥσπερ οὖν ἐκ Διὸς λέγουσιν εἶναι τοὺς βασιλεῖς, οὐχ ὅτι γό-
νος εἰσὶ τοῦ Διὸς, ἀλλ' ὅτι τὸ βασιλεύειν ἐκ Διὸς ἔχουσιν,
οὕτως ἐξ Ἀπόλλωνος φορμικτὴν αὐτὸν εἶπεν· ἡγεμὼν γὰρ ὁ
BEGQ θεὸς τῆς κιθαρῳδίας. ὁ μέντοι Χαῖρις οὐκ ἀπιθάνως τούτους  
φησὶν ὠνομάσθαι τοὺς ἐκ θεῶν γεγονότας, οἷον Διοσκού-
ρους καὶ Ἡρακλέα· οὕτω δὴ καὶ Ὀρφέα, διὰ τὸ Ἀπόλ-
λωνος εἶναι υἱὸν γόνῳ. παρατίθεται δὲ καὶ χρησμόν τινα,
ὅν φησι Μέναιχμον ἀναγράφειν ἐν τῷ Πυθικῷ (scre
Alex. p. 146). ἔχει δὲ οὕτως·
  Πιέρες αἰνοπαθεῖς, στυγνὴν ἀποτίσετε λώβην

Σχόλια στον Πίνδαρο. Ode N 1, scholion 49c, l. 6

ὡς οἱ διαφανεῖς ἐν τοῖς ἔργοις καὶ τοῖς λόγοις ἀθάνατοι γί-


νονται τῇ μνήμῃ, διὰ τοῦτο μέμνηται Ἡρακλέους ἀρετῆς,
ἐπιφέρων τοῖς τοῦ Χρομίου θαύμασιν· ὅτι ἐγὼ ἀντέχομαι ἐν
ταῖς κορυφαῖς τῶν σῶν ἀρετῶν, καὶ μνημονεύω τῶν κατὰ τὸν
Ἡρακλέα διηγημάτων.
         U ἄλλως· ἐγὼ δ' Ἡρακλέος· δια-
πορεῖται τίνι ἀφορμῇ εἰς τοὺς περὶ Ἡρακλέους λόγους παρ-
ῆλθε· μηδεμίαν γὰρ ἔχειν εἰς τὰ παρόντα Ἡρακλέα οἰκεί-
ωσιν· ὁ μὲν οὖν Ἀρίσταρχός φησιν, ὅτι οἴονταί τινες, ὅτι BDPU
ὑπόθεσις αὐτῷ ἐδέδοτο τοιαύτη ὥστε μνησθῆναι τοῦ θεοῦ,
ὅπερ ἐστίν, ὡς καὶ αὐτός φησιν Ἀρίσταρχος, ἀπίθανον. μή-
ποτε δὲ, ὅτι ἀεὶ ὁ Πίνδαρος ἐπαινεῖ τοὺς φύσει μᾶλλον τῶν
ἐκ διδαχῆς περιγινομένων, ὁ δὲ Ἡρακλῆς τοιοῦτος. τοῦτο δὲ
ἀπίθανον. τί γὰρ, ὅτι τὴν πρώτην περὶ Ἡρακλέους γενομένην
συμφορὰν ἰδίως ἐξύμνησεν, εἰς ἔνδειξιν τῶν φυσικῶν ἀγαθῶν;
Ἡρακλῆς γὰρ μέχρι παντὸς ἐκ φύσεως ἀγαθὸς ὢν ἀνεφάνη,
ὥστε οὐκ ἂν ὡμοίωσε τὸν ἔπαινον, ἓν μόνον τὸ περὶ τοὺς
δράκοντας αὐτῷ διαπραχθὲν εἰπών· ἀλλ' εἴπερ ἄρα, ἀπὸ τῶν
ἐπιφανεστέρων ἂν ἐπῄνει τὸν Ἡρακλέα. ὁ δὲ Χαῖρίς φησιν,
ὅτι ὁ Χρόμιος πολλὰ συμπονήσας τῷ Ἱέρωνι κατὰ τὴν ἀρχὴν
ἀμοιβῆς ἔτυχεν ἐξ αὐτοῦ, ὥστε ἐκ περιουσίας καὶ

Σχόλια στον Πίνδαρο. Ode N 1, scholion 49c, l. 9

ταῖς κορυφαῖς τῶν σῶν ἀρετῶν, καὶ μνημονεύω τῶν κατὰ τὸν
Ἡρακλέα διηγημάτων.
         U ἄλλως· ἐγὼ δ' Ἡρακλέος· δια-
529

πορεῖται τίνι ἀφορμῇ εἰς τοὺς περὶ Ἡρακλέους λόγους παρ-


ῆλθε· μηδεμίαν γὰρ ἔχειν εἰς τὰ παρόντα Ἡρακλέα οἰκεί-
ωσιν· ὁ μὲν οὖν Ἀρίσταρχός φησιν, ὅτι οἴονταί τινες, ὅτι BDPU
ὑπόθεσις αὐτῷ ἐδέδοτο τοιαύτη ὥστε μνησθῆναι τοῦ θεοῦ,
ὅπερ ἐστίν, ὡς καὶ αὐτός φησιν Ἀρίσταρχος, ἀπίθανον. μή-
ποτε δὲ, ὅτι ἀεὶ ὁ Πίνδαρος ἐπαινεῖ τοὺς φύσει μᾶλλον τῶν
ἐκ διδαχῆς περιγινομένων, ὁ δὲ Ἡρακλῆς τοιοῦτος. τοῦτο δὲ
ἀπίθανον. τί γὰρ, ὅτι τὴν πρώτην περὶ Ἡρακλέους γενομένην
συμφορὰν ἰδίως ἐξύμνησεν, εἰς ἔνδειξιν τῶν φυσικῶν ἀγαθῶν;
Ἡρακλῆς γὰρ μέχρι παντὸς ἐκ φύσεως ἀγαθὸς ὢν ἀνεφάνη,
ὥστε οὐκ ἂν ὡμοίωσε τὸν ἔπαινον, ἓν μόνον τὸ περὶ τοὺς
δράκοντας αὐτῷ διαπραχθὲν εἰπών· ἀλλ' εἴπερ ἄρα, ἀπὸ τῶν
ἐπιφανεστέρων ἂν ἐπῄνει τὸν Ἡρακλέα. ὁ δὲ Χαῖρίς φησιν,
ὅτι ὁ Χρόμιος πολλὰ συμπονήσας τῷ Ἱέρωνι κατὰ τὴν ἀρχὴν
ἀμοιβῆς ἔτυχεν ἐξ αὐτοῦ, ὥστε ἐκ περιουσίας καὶ ἱπποτρο-  
φῆσαι· ὡς οὖν οὗτος ἔπαθλον πόνων ἔλαβε τὴν ἐπιφάνειαν,
οὕτω καὶ Ἡρακλῆς πολλὰ ταλαιπωρήσας ἔπαθλον ἔσχε τὴν
ἀθανασίαν καὶ τὸν γάμον τῆς Ἥβης.

Σχόλα στον Πίνδαρο. Scholia in Nemea et Isthmia (scholia vetera et recentiora


partim Thomae Magistri et Triclinii) (5034: 007)“Scholia recentiora Thomano–
Tricliniana in Pindari Nemea et Isthmia”, Ed. Mommsen, T.
Leipzig: Teubner, 1865.Ode N 4, scholion 92, l. 3

καταγόμενοι. πᾶν δὲ τὸ γένος τούτου ὑμνεῖ, ὅτι πολλῶν


κατῆρξε τόπων:  –   
Φαεννὰν ἀχιλλεύς. ἣν λευκὴν νῆσον λέγου-
σιν. ἐκεῖ γὰρ δοκεῖ τὸ τοῦ ἀχιλλέως σῶμα μετακομι-
σθῆναι:
Βουβόται τόθι πρῶνες. πεδιάδες καὶ τόποι
πρὸς τροφὴν βοῶν ἐξαίρετοι. λέγεται δὲ ἐκ τοῦ γένους
τῶν τοῦ γηρυόνου βοῶν αὐτόθι μεμενηκέναι τινάς:
Δάμαρτος ἱππολύτης. πρὸς τὴν πόρθησιν τῆς
ἰωλκοῦ ταῖς δολίαις ταύτης τέχναις χρησάμενος, διότι
ἐπεβουλεύθη. τινὲς δὲ διορθοῦνται οὐκ ἀπιθάνως, ἀντὶ
τοῦ χρησάμενος χωσάμενος γράφοντες, οἷον· χολωθεὶς
ταῖς γενηθείσαις ἐξ ἀκάστου τέχναις δολίαις:
Ἐκ λόχου. ἤγουν ἐκ τοῦ δάσους τοῦ ὄρους.
ἀφῆκε γὰρ αὐτὸν ἄκαστος εἰς τὸ ἔρημα τοῦ πηλίου, ἵνα
αὐτὸν οἱ κένταυροι φονεύσωσιν:

Scholia In Sophoclem, Scholia in Sophoclis Ajacem (5037: 001)


“Τὰ ἀρχαῖα σχόλια εἰς Αἴαντα τοῦ Σοφοκλέους”, Ed. Christodoulos, G.A.
Athens: University of Athens Press, 1977.Hypothesis-scholion hyp, l. 46

κίαι οὐκ εἰσὶν ἐπωφελεῖς οὐδὲ τοῖς δοκοῦσι νενικηκέναι. ὅρα γὰρ καὶ
παρ' Ὁμήρῳ τὰ περὶ τῆς ἥττης τοῦ Αἴαντος πάνυ διὰ βραχέων καὶ
λίαν περιπαθῶς (λ 543 – 4)·
530

  οἴη δ' Αἴαντος ψυχὴ Τελαμωνιάδαο


  νόσφιν ἀφειστήκει κεχολωμένη εἵνεκα τευχέων.
εἶτα αὐτοῦ ἄκουε τοῦ κεκρατηκότος (λ 548)·
  ὡς δὴ μὴ ὄφελον νικᾶν τοιῷδ' ἐπ' ἀέθλῳ.
οὐκ ἐλυσιτέλησεν ἄρα αὐτῷ ἡ νίκη, τοιούτου ἀνδρὸς διὰ τὴν ἧτταν
ἀποθανόντος.
Ἡ δὲ σκηνὴ τοῦ δράματος ἐν τῷ ναυστάθμῳ πρὸς τῇ σκηνῇ τοῦ Αἴ-
αντος. δαιμονίως δὲ εἰσφέρει προλογίζουσαν τὴν Ἀθηνᾶν· ἀπίθανον
γὰρ τὸν Αἴαντα προϊόντα εἰπεῖν περὶ τῶν αὑτῷ πεπραγμένων, ὥσπερ
ἐξελέγχοντα ἑαυτόν· οὐδὲ μὴν ἕτερός τις ἠπίστατο τὰ τοιαῦτα, ἐν ἀπορ-
ρήτῳ καὶ νυκτὸς τοῦ Αἴαντος δράσαντος. θεοῦ οὖν ἦν τὸ τοιοῦτον
διασαφῆσαι καὶ Ἀθηνᾶς προκηδομένης τοῦ Ὀδυσσέως, ὥς φησιν
ἐφεξῆς (36 – 7)·

Σχόλια στον Σοφοκλή. (5037: 004)


“Scholia in Sophoclis tragoedias vetera”, Ed. Pap.orgius, P.N.
Leipzig: Teubner, 1888.Play El, verse 42, l. 5

 χρῇ μαντεύεται.  ἄσκευον αὐτὸν ἢ αὐτὸν τὸν Αἴγισθον ἀπαρα-


σκεύαστον ὄντα ἢ τὸν Ὀρέστην οἷον μὴ μετὰ πολέ-
μου ἐπεμβῆναι.  ὅταν σε ὁ καιρὸς καλῇ.
 περιέργασαι τὰ πραττόμενα πάντα.
 τοῦ πιθανοῦ χάριν.  τὸ μὴ Ἀττικῶς πλεονάζει.
 οὐ γάρ σε μὴ γήρᾳ τε καὶ χρόνῳ τινὲς τὸ ἠνθι-
σμένον ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἤκουσαν οἷον ταῖς πολιαῖς
ἠνθισμένον, τοῦτο δὲ ἀπίθανον· ἐγνώσθη γὰρ ἂν εἰ
καὶ τοσοῦτον ἤλλαξεν τὴν κεφαλήν· δοκεῖ οὖν μοι τὸ
ἠνθισμένον ἀντὶ τοῦ ἠσκημένον, οὐ μή [οὖν] σε ἐπι-
γνῶσι τοιαῦτα πλαττόμενον· εἰ δὲ τὸ ἠνθισμένον ἐπὶ
ἡλικίας δεξαίμεθα ἔστιν οὐκ ἐπὶ τῶν τριχῶν ἀλλ' ἐπὶ
παντὸς τοῦ σώματος.
 Φωκεύς τὸν Φωκέα προθεὶς ἐπήνεγκεν Φανο-
τέα ἀπὸ τοῦ ὅλου εἰς τὸ μερικὸν καταβαίνων ὁμοίως τῷ  
 ἡ δ' ἐς Κύπρον ἵκανε φιλομμειδὴς Ἀφροδίτη
 ἐς Πάφον·

Σχόλια στον Σοφοκλή. Play El, verse 62, l. 11

 ἤδη γὰρ εἶδον πολλάκις Πυθαγόρας καθείρξας


ἑαυτὸν ἐν ὑπογείῳ λογοποιεῖν ἐκέλευσε τὴν μητέρα
ὡς ἄρα τεθνηκὼς εἴη καὶ μετὰ ταῦτα ἐπιφανεὶς περὶ
παλιγγενεσίας καὶ τῶν καθ' Ἅιδου τινὰ ἐτερατεύετο
διηγούμενος πρὸς τοὺς ζῶντας περὶ τῶν οἰκείων οἷς
ἐν Ἅιδου συντετυχηκέναι ἔλεγεν ἐξ ὧν τοιαύτην ἑαυτῷ
δόξαν περιέθηκεν ὡς πρὸ μὲν τῶν Τρωικῶν Αἰθαλίδης
ὢν ὁ Ἑρμοῦ, εἶτα Εὔφορβος, εἶτα Ἑρμότιμος, εἶτα
Πύρρος ὁ Δήλιος, εἶτα ἐπὶ πᾶσι Πυθαγόρας· εἰς τοῦτο  
531

οὖν ἔοικεν ἀποτείνεσθαι ὁ Σοφοκλῆς· ἔνιοι δὲ οἴονται


ἀπιθάνως εἰς Ὀδυσσέα ἀποτείνεσθαι· οὐ γὰρ πέπρακταί
τι τοιοῦτον Ὀδυσσεῖ· ἐφυλάξατο δὲ ὀνομάσαι τὸν ἄνδρα·
καὶ μὴ τῶν θαυμαστῶν εἶναι δόξῃ εἰ ἐν τραγῳδίᾳ
καὶ μύθῳ παλαιῷ τετόλμηκέ τι κακόηθες εἰπεῖν καὶ
προσκρουστικὸν εἰς τοὺς καθ' ἑαυτὸν ὃ μᾶλλον ἥρμοζε
κωμῳδίᾳ.

Σχόλια στον Σοφοκλή. Play El, verse 1483, l. 2

σῶμα τοῦ Ὀρέστου, οἱ δὲ ἐπιδεικνύουσι τὸ τῆς Κλυ-


ταιμήστρας.
 ἐὰν μὴ πείθηται, πρὸς βίαν κολάσεως τυχὼν
παρ' ἐμοῦ τότε φύσει φρένας καὶ εἴσεται ὅτι ἄμει-
νον ἦν πείθεσθαι τῷ κρατοῦντι.
 οἷον ἐφθονήθη καὶ ἔπεσεν ὁ Ὀρέστης· εἰ
δὲ μέμψις τις ἔπεστιν οὐ λέγω· εἰ δὲ μεμφόμεθα τοῖς
περὶ αὐτῷ συμβᾶσιν οὐ λέγω.  
 τοῖς θανοῦσιν τῷ Ὀρέστῃ.
 κἂν ἐπὶ μικρὸν κἂν σμικρόν.
 μὴ πέρα λέγειν ἔα περισσὴ γὰρ καὶ ἀπίθανος
διατριβὴ πρὸς τῷ τέλει ἐκτείνειν λόγους.
 ταφεῦσιν οἰωνοῖς καὶ κυσὶ πρόθες αὐτόν.
 τόδ' τὸ ἄταφον αὐτὸν αἰκισθῆναι.
 μὴ τάσσε μὴ ἐπίτασσε.

Σχόλια στον Σοφοκλή. Play Ph, verse 1081, l. 6

 τά τ' ἐκ νεὼς τὰ ἐπὶ τῆς νεώς.  στείλωσι κοσμήσωσι.


 ἐν τούτῳ ἐν τοσούτῳ.  νὼ ἡμεῖς.
 ὁρμᾶσθαι ταχεῖς λείπει γίνεσθε.
 ὦ κοίλας πέτρας ὦ σπήλαιον θερμὸν διὰ  
τὸν ἥλιον καὶ διὰ τὸ ψῦχος παγετῶδες· ἢ οὕτως, ἐν
θέρει ψυχρόν, ἐν δὲ χειμῶνι θερμὸν ἀντὶ ἐπιτήδειον
εἰς χειμῶνα καὶ θέρος· γύαλον δὲ ἀντὶ τοῦ κεῦθος·
κυρίως δὲ γύαλα τὰ κοῖλα λέγεται, ἀλλ' ἐὰν οὕτω
μεταφράσῃς ἀπίθανον τὸ κοῖλον κοίλωμα διὸ δὴ τὸ
κεῦθος ἢ ἀντὶ τὸ ἄλσος μεταφράζομεν.
 ἀλλά μοικαὶ θνήσκοντι συνοίσῃ ἀντὶ καὶ
ἀπολλυμένῳ μοι σύμφορον ἔσῃ καὶ ὠφέλιμον καὶ δέξῃ
με ἀποθανόντα· ἢ οὕτω, σὺν ἐμοὶ ἔσῃ καὶ ὄψει με
ἀποθανόντα. ὑπερβολικῶς, οἷον καὶ μετὰ θάνατον
συνελεύσῃ μοι καὶ οὐ καταλείψεις με.

Σχόλια στον Σοφοκλή. Play OC, verse 1725, l. 2


532

 τὸ σὸν τουτέστι τὸ παρὰ σὲ ἄχος τηλικοῦ-


τόν ἐστιν.
 τὸ ἑξῆς, μὴ ἔχρῃζες ἀντὶ τοῦ μὴ ὤφελες.
 ἀλλ' ἔρημος ἔρημος δέ.
 μεμονωμένος τῶν συγγενῶν.
 ἀλλ' ἐπεὶ ὀλβίως γ' ἔλυσεν ἐπεὶ ὁ Οἰδί-
πους εὐδαιμόνως ἀπέθανεν μὴ λίαν θρηνεῖτε.
 δυσάλωτος οὐδεὶς δύσληπτος ἀλλ' εὐάλωτος.
 ὡς τί ῥέξωμεν; κατὰ κῶλον ἀλλήλαις δια-
λέγονται πάνυ παθητικῶς· καὶ μή τινι ἀπίθανον δόξῃ
καὶ ἀνοικονόμητον καὶ τὸ ἐπιθυμεῖν τὴν Ἀντιγόνην
ὀπίσω ἀπιέναι ἐπὶ τὸν τοῦ πατρὸς τάφον μὴ ἐπιστα-
μένην τὰ κατ' αὐτὸν ὅπως ἀπέθανεν ἀλλὰ τὸ ἦθός
ἐστι τὸ παθητικὸν καὶ μάλιστα πράττουσιν αἱ γυναῖκες
ἐν τοῖς τοιούτοις συμπτώμασιν ἀεὶ ἐπιφοιτᾶν θέλουσαι
τοῖς τῶν θανόντων τάφοις.  

Scholia In Sophoclem, Scholia in Sophoclis Oedipum Coloneum (5037: 006)


“Scholia in Sophoclis Oedipum Coloneum”, Ed. de Marco, V.
Rome: Bretschneider, 1952.Hypothesis-scholion 1725, l. 2

καὶ τάδε μὴ κυρήσῃς] καὶ τανῦν μὴ γένοιό μοι ἄφιλος. LRM


ἇς ἔχρῃζε] ἐφ' ἧς ἤθελε ξένης γῆς ἀπέθανεν. LR
τὸ σὸν] τουτέστι, τὸ περὶ σὲ ἄχος τηλικοῦτόν ἐστιν. LRM
τὸ ἑξῆς, μὴ ἔχρῃζες, ἀντὶ τοῦ μὴ ὤφελες. LRM  
ἀλλ' ἔρημος] ἔρημος δέ. L
μεμονωμένος τῶν συγγενῶν. LR
ἀλλ' ἐπεὶ ὀλβίως γ' ἔλυσεν: ἐπεὶ ὁ Οἰδίπους εὐδαιμόνως ἀπέθανεν, μὴ
λίαν θρηνεῖτε. LRM
δυσάλωτος] δύσληπτος, ἀλλ' εὐάλωτος. L
ὡς τί ῥέξωμεν;: κατὰ κῶλον ἀλλήλαις διαλέγονται πάνυ παθητικῶς·
καὶ μή τινι ἀπίθανον δόξῃ καὶ ἀνοικονόμητον [καὶ] τὸ ἐπιθυμεῖν τὴν
Ἀντιγόνην ὀπίσω ἀπιέναι ἐπὶ τὸν τοῦ πατρὸς τάφον, μὴ ἐπισταμένην
τὰ κατ' αὐτὸν ὅπως ἀπέθανεν· ἀλλὰ τὸ ἦθός ἐστι τὸ παθητικὸν καὶ μά-
λιστα πράττουσιν αἱ γυναῖκες ἐν τοῖς τοιούτοις συμπτώμασιν, ἀεὶ ἐπι-
φοιτᾶν θέλουσαι τοῖς τῶν θανόντων τάφοις. LRM
τὸ ἑξῆς, οὐχ ὁρᾷς καὶ τόδε, ὡς ἄταφος ἔπιτνε, δίχα τε παντός· τὰ δὲ
ἄλλα διὰ μέσου κατ' ἀκόλουθον τῆς Ἀντιγόνης. LRM
σφῷν] κακῶς ἡ ἀντωνυμία. διὸ τὸ χ. L
τῇ μὲν ἑρμηνείᾳ ἐπιστῆσαι ἄξιον, τὸ δὲ τῆς διανοίας σαφές· φησὶ γὰρ
ὁ χορός, μὴ θρηνεῖτε, ὦ παῖδες· νέμεσις γάρ ἐστι

Scholia In Theocritum, Scholia in Theocritum (5038: 001)“Scholia in Theocritum


vetera”, Ed. Wendel, K.Leipzig: Teubner, 1914, Rep1967.Prolegomenon-anecdote-
poem Bom Bes, sec.-verse 26c, l. 1
533

τῶν Χαρίτων ἔνευσεν ὁ Ζεὺς ἄφθαρτα εἶναι.


σὺ δ', ὦ πιὼν κρήνηθεν: σὺ δὲ ὁ ἐκ τῆς
κρήνης τοῦ Ἑλικῶνος ἐκπιών, τουτέστι τῶν Μουσικῶν πομά-
των, θύοις τοῖς θεοῖς σπονδὴν μέλιτος γλυκερωτέραν.
ἰὸν ἱέντων τεράων: ἀντὶ τοῦ· οὐκ ἔχω
δράκοντας ἰοβόλους.
ἰὸν ἱέντων: ἀντὶ τοῦ ἰοβόλων.
σοί, Τριπάτωρ: σοί, ὦ Ἀθηνᾶ· φασὶ δὲ Ἀθηνᾶν
ἐκ τριῶν φῦναι πατέρων, ἔνθεν Τριτογένειαν καλεῖσθαι.
τὸ δὲ πορφυρέου κριοῦ τοῦ χρυσομάλλου κριοῦ.
Anth.1.2 φὼρ ἀνέθηκε κριοῦ: τὸ ἀπίθανον τοῦ μύθου λύ-
οντες οὐ κριόν φασι τὸ ζῷον, πλοῖον δὲ κριὸν ἔμβολον ἔχον.
ἀπὸ δὲ βωμοῦ ἀρξάμενος εἰς βωμὸν κατέληξεν.  

Scholia In Thucydidem, Scholia in Thucydidem (scholia vetera et recentiora)


(5039: 001)“Scholia in Thucydidem ad optimos codices collata”, Ed. Hude, K.
Leipzig: Teubner, 1927, Rep1973.Book 2, Ch.85, sec. 5, l. 3

τον ναυμαχίας πειρασαμένοις: ἐν τῷ Πελοποννησιακῷ


πολέμῳ δηλονότι ABFMc2 ὁ παράλογος: τὸ παρὰ τὸ ἐνδε-
χόμενον γενέσθαι. οὐ ... σφῶν τὸ ναυτικὸν λείπεσθαι:
οὐ κατ' ἐμπειρίαν τοῦ ναυτικοῦ λείπεσθαι ABFMc2 οὐκ ἀν-  
τιτιθέντες: οὐκ ἀντιπαραβάλλοντες. τῆς σφετέρας: σημεί-
ωσαι τὴν σύνταξιν ABFGMc2 ὀργῇ οὖν ἀπέστελλον: ὀργι-
ζόμενοι ἀπέστελλον τοὺς συμβούλους.
         Γορτύνιος: ἰστέον
ὅτι ἡ Γόρτυς πόλις ἐστὶ Κρήτης ἀπέχουσα Κυδωνίας σχεδὸν
σταδίους χιλίους· καὶ ἔστιν ἀπίθανον εἶναι πολεμίας ἀλλήλαις
ταύτας τὰς πόλεις. ῥητέον οὖν ὅτι πολεμίαν λέγει τὴν Κυ-
δωνίαν τῇ Πολίχνῃ, οἷς εἰκὸς χαρίζεσθαι κατὰ φιλίαν τὸν
Νικίαν ABFGMc2 προσποιήσειν: οἰκείαν ποιήσειν.
ἐν τούτῳ: τῷ χρόνῳ.
         διείχετον: κεχώ-
ρισθον.

Scholia In Thucydidem, Scholia in Thucydidem (scholia vetera et recentiora)


Book 5, Ch.89, sec. 1, l. 4

παρόντων, ἡσυχίαν ἄγοιμεν ἄν· εἰ δὲ περὶ τοῦ δύνασθαι σω-


θῆναι συνεληλύθατε, λέγοιμεν ἄν Msc2 ἢ ἄλλο τι: διαζευ-
κτικὸς σύνδεσμος ABF ἢ ἐκ τῶν παρόντων: ἀντὶ τοῦ
ἤπερ ABFc2
εἰκὸς μὲν καὶ ξυγγνώμη ...: εἰκὸς ἡμᾶς
ἐν τοιούτῳ καθεστῶτας ἐπὶ πολλὰ καὶ ὑπονοοῦντας καὶ λέ-
γοντας τρέπεσθαι, καὶ συγγινώσκετε ἡμῖν ὑποπτεύουσιν Mc2  
ἡμεῖς τοίνυν ...: τὸ ἑξῆς, ἡμεῖς τοίνυν
534

οὔτε λόγων μῆκος ἄπιστον παρέξομεν ABCF μετ' ὀνομάτων


καλῶν: λέξεων ʃ εὐπρεπῶν Mc2 ὡς ἢ δικαίως ...: τὸ
ἑξῆς, δικαίως ἄρχομεν ABCF ἄπιστον: ἀπίθανον c2 οὔθ'
ὑμᾶς ...: τὸ ἑξῆς, οὔτε ὑμᾶς λέγοντας ABCF οὔθ' ὑμᾶς
ἀξιοῦμεν: τὸ ἑξῆς, οὔτε ἀξιοῦμεν οἴεσθαι λέγοντας ὑμᾶς
πείσειν ἡμᾶς ABCF ἀξιοῦμεν: δηλονότι τὸ λόγων μῆκος παρ-
έχεσθαι ἀπὸ κοινοῦ c2 οὐ ξυνεστρατεύσατε: τοῖς Λακε-
δαιμονίοις οὐ ξυνεστρατεύσατε ABCF διαπράσσεσθαι: ἀπὸ
κοινοῦ τὸ ἀξιοῦμεν sc2 ἐπισταμένους πρὸς εἰδότας: ἀντὶ
τοῦ ἐπισταμένων καὶ ἡμῶν καὶ ὑμῶν sc2 ἐν τῷ ἀνθρω-
πείῳ λόγῳ: ὁ ἀνθρώπινος λογισμὸς τὸ δίκαιον τότε ἐξετάξει,
ὅταν ἴσην ἰσχὺν ἔχωσι οἱ κρινόμενοι· ὅταν δὲ οἱ ἕτεροι προ-
έχωσιν ἰσχύϊ, προστάττουσι πᾶν τὸ δυνατόν, καὶ οἱ ἥττονες

Scholia In Thucydidem, Scholia in Thucydidem (scholia vetera et recentiora)


Book 6, Ch.9, sec. 3, l. 2

εἶναι: ἀγαθὸν ἡγοῦμαι πολίτην καὶ τὸν ἀφειδοῦντα τοῦ σώ-


ματος καὶ τὸν προνοούμενον ἐν καιρῷ ὁμοίως, ἑκατέρου προς-
ήκοντος τοῖς ἀγαθοῖς πολίταις Mvc2 ὁ τοιοῦτος καὶ τὰ τῆς
πόλες ...: διὰ τὸ προνοεῖν τοῦ τε σώματος καὶ τῆς κτή-
σεως ἐθέλοι ἂν καὶ τὴν πόλιν εὐτυχεῖν ὁ τοιοῦτος. πάνυ δὲ
πιθανῶς ἀποτρέπει τοὺς Ἀθηναίους, ἐμφαίνων ὅτι οὐχὶ τὸ
ἑαυτοῦ σκοπεῖ Mvc2 δι' ἑαυτὸν βούλοιτο ὀρθοῦσθαι:
διὰ τὴν οἰκείαν ζωὴν ἵστασθαι. παρὰ γνώμην: παρὰ τὴν
προαίρεσιν.
         πρὸς μὲν τοὺς τρόπους ...: ταῦτα δῆλα
μέν, ἀπίθανα δέ. ὡς γὰρ τῶν Ἀθηναίων ἀμελούντων τῶν
ὑπαρχόντων διὰ τὸ ἀεὶ περιττοτέρων ὀρέγεσθαι καὶ διὰ τοῦτο
μὴ ἀναπεισομένων τῷ λόγῳ, φησὶν ἡττηθήσεσθαι τῇ γνώμῃ c2
σῴζειν παραινοίην: ὑμᾶς δηλονότι. κατασχεῖν: κτήσα-
σθαι. διδάξω: γρ. δηλώσω.  
καὶ οἴεσθε ἴσως τὰς γενομένας ...: καὶ οἴεσθε
μὲν ἴσως τὰς σπονδὰς εἶναι βεβαίους καὶ δι' αὐτὰς μηδένα
ἐνταῦθα ὑπολειφθήσεσθαι πολέμιον. οὐκ ἔστι δέ· αἵτινες σπον-
δαὶ μενόντων μὲν ὑμῶν κατὰ χώραν ἔσονται μέχρι ὀνόματος,
τουτέστιν οὐ βέβαιοι, ἐπειδὴ καὶ οἱ ἡμέτεροι ἄνδρες εἰργά-
σαντο μὴ βεβαίους αὐτὰς εἶναι. οὐ τοῦτο δὲ λέγει ὅτι συν

Scholia In Thucydidem, Scholia in Thucydidem (scholia vetera et recentiora)


Book 7, Ch.75, sec. 7, l. 2

ἀκολούθων: ὑπηρετῶν. καὶ οἱ πλεῖστοι παραχρῆμα:


ἀντὶ τοῦ καὶ οἱ πλεῖστοι ἐν τῷ τότε παρόντι Mvc2
         ἡ ἄλλη: ἤτοι τῶν ἄλλων. αἰκία: κάκωσις. καὶ ἡ ἰσομοιρία: καὶ  
τὸ κοινωνεῖν πάντας ἐπίσης τῶν κακῶν, καὶ οἷον ἴσου μέρους
535

ἕκαστον αὐτῶν μετέχειν Mvc2 ἔχουσά τινα ὅμως ...: ἔχουσά


τινα κουφισμὸν ἡ ἰσομοιρία τὸ μετὰ πολλῶν ἰσομοιρεῖν τῶν
κακῶν Mvc2 τό: εἶναι. τε καὶ: ἐδοξάζετο. ἀφῖκτο: τὸ
στράτευμα δηλονότι.
         τῷ Ἑλληνικῷ στρατεύματι: οὐκ
ἀπιθάνως περιαιροῦσι τὸ ἄρθρον ἐκ τοῦ “τῷ Ἑλληνικῷ στρα-
τεύματι ἐγένετο”, ὡς οὐδενὸς Ἑλληνικοῦ στρατεύματος ἐν τος-
αύτῃ μεταβολῇ γεγονότος Mvc2 ναυβατῶν: ναύτης ἢ ἐπι-
βάτης F προσχόντας: ἐφιστάντας.
ἐκ τῶν ὑπαρχόντων: ἐκ τῶν δυνατῶν. ὡς
ἐπιπλῆστον γεγωνίσκων ὠφελεῖν: γεγωνίσκειν, τὸ ἐκτε-
ταμένως καὶ ἐξακούστως βοᾶν Patm.
ἔτι καὶ ἐκ τῶν παρόντων ...: δημηγορία
Νικίου ABFM ʃ θαυμαστῶς ἐστοχάσατο καὶ τοῦ καιροῦ καὶ
τῶν περιεχόντων πραγμάτων ἐν τῇ παρακελεύσει οὐδὲ προοιμι-
ασάμενος Mvc2 ἀλλ' ὁρᾶτε δὴ ὡς διάκειμαι ...: τὸ μὲν

Anonymi In Aphthonium Rhet., Incerti auctoris prolegomena in progymnasmata


(olim sub auctore Joanne Doxapatre) (5045: 002)“Prolegomenon sylloge”, Ed. Rabe,
H.Leipzig: Teubner, 1931; Rhetores Graeci 14.Vol. 14, p. 165, l. 27

εἰ καὶ αὐταὶ τέχναι εἰσὶ περὶ λόγου δύναμιν, ἀλλ' οὐχὶ


καὶ περὶ πράγματα πολιτικὰ καταγίνονται· ἥ τε γὰρ
γραμματικὴ περὶ τόνους καὶ χρόνους καὶ πνεύματα
καὶ τὰ τοιαῦτα καταγινομένη ἐστίν, ἡ δὲ ἰατρικὴ περὶ
τὰ ἀνθρώπινα σώματα· μόνη δὲ ἡ ῥητορικὴ περὶ τὰ
συστατικὰ τῆς πολιτείας καταγίνεται πράγματα· τὸ δὲ
’πιθανῶς εἰπεῖν κατὰ τὸ ἐνδεχόμενον’ τὸ τέλος ἐστὶ
τῆς ῥητορικῆς· δεῖ γὰρ τὸν ῥήτορα καὶ ἐν συμβουλαῖς
καὶ ἐν δικαστηρίοις καὶ ὅταν ἐγκωμιάζῃ ἢ ψέγῃ μὴ
ἀπίθανα λέγειν ἀλλ' ἐοικότα καὶ ἐνδεχόμενα· ἂν γὰρ
ἐρῇ πιθανῶς, κἂν οὐ πείσῃ τὸν ἀκροατήν, καὶ οὕτω
ῥήτωρ ἐστίν. ὡς γὰρ ἰατρὸν ἐκεῖνόν φαμεν οὐ τὸν ἀεὶ
θεραπεύοντα, ἀλλὰ καὶ τὸν ἰατρικῶς τὸν νοσοῦντα μετα-  
χειριζόμενον καὶ κατὰ τὸ τῆς τέχνης ἐνεργοῦντα ἐπάγ-
γελμα – καὶ γὰρ ἔστιν ὅτε οὐ θεραπεύσει, ὅταν τὸ
πάθος ὑπέρτερον τῆς τέχνης ἐστὶ καὶ θεραπείαν οὐκ
ἐπιδέχηται, ἀλλ' ὅμως, κἂν μὴ θεραπεύσῃ, ἰατρικῶς δὲ
τὴν νόσον μεταχειρίσαιτο, καὶ οὕτως ἰατρός ἐστί τε καὶ
λέγεται – , οὕτως οὖν καὶ ὁ ῥήτωρ, κἂν μὴ πείσῃ, ὅμως
δὲ πιθανῶς εἴπῃ, οὐδὲν ἧττον ῥήτωρ λεχθήσεται.

Scholia In Theonem Rhetorem, Scholia in progymnasmata (scholia recentiora)


(5046: 001)“Rhetores Graeci, vol. 1”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1832, Rep1968.
P. 259, l. 17

θός ἐστι πλάσμα πιθανῶς πρὸς εἰκόνα τῶν τῇ ἀληθείᾳ


συμβαινόντων πραγμάτων συγκείμενον, συμβουλήν τι-
να τοῖς ἀνθρώποις ἢ ὑπογραφήν τινα τῶν πραγμάτων
536

ποιούμενον· πλάσμα μὲν, διότι πρὸς τὸ δοκοῦν ἡμῖν


πρᾶγμα πλάττεται· γίνεται δὲ πιθανὸς, ὅτι κατὰ τὴν
φύσιν, ἢ τὴν ἀξίαν ἑνὸς ἑκάστου ζώου τοὺς λόγους ἢ
τὰ πράγματα πλάττομεν. τοῦ μὲν γὰρ λέοντος ὄντος βα-
σιλικοῦ, βασιλικὸν ἐπινοοῦμεν τὸ φρόνημα· τῆς δὲ ἀλώ-
πεκος οὔσης κακούργου, κακοῦργον ἀναπλάττομεν τὴν
διάνοιαν· δειλοῦ δὲ καὶ ἀναισθήτου ἐλάφου, κατὰ τὸν
αὐτὸν λόγον, ὡς, εἴ τι τούτου παραλλάξομεν, ἀπίθανος ὁ
λόγος γένηται· ἐκ δὲ τῶν τῇ ἀληθείᾳ συμβαινόντων ἔχει
τὴν σύνθεσιν· ἔτι πρὸς τὰ συμβαίνοντα τοῖς ἀνθρώ-
ποις, ὡς εἴρηται, ἀποβλέποντες, οὕτω τὸν μῦθον πρὸς
εἰκόνα συντίθεμεν.

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel Anastasio
Apocrisiario) (7051: 001)“Doctrina patrum de incarnatione verbi”, Ed. Diekamp, F.
Münster: Aschendorff, 1907.P. 74, l. 5

ἐνεργείας· παρηλλαγμένων γὰρ τῶν οὐσιῶν παρηλ-


λαγμένας εἶναι δεῖ καὶ τὰς ἐνεργείας, καὶ ἔμπαλιν·
καὶ ὅτι Ἀπολινάριος μίαν λέγων Χριστοῦ φύσιν μίαν
λέγει καὶ τὴν ἐνέργειαν· ἐν ᾧ καὶ περὶ εἴδους θεοῦ.
 Κυρίλλου ἐκ τοῦ αʹ βιβλίου τοῦ θησαυροῦ κεφαλαίου ιʹ.
 Τὰ τὴν αὐτὴν ἐνέργειαν – κατὰ πάντα προσεοικέναι.  
 Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ ιδʹ κεφαλαίου τοῦ αὐτοῦ βιβλίου.
 Τὰ ἑτερογενῆ τε καὶ ἑτεροφυῆ – ἀποδώσει τὴν
ἐνέργειαν.
Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ βʹ βιβλίου τοῦ θησαυροῦ κεφαλαίου λβʹ.
 Φιλεῖ γὰρ ἀεὶ – ἑτεροφυὲς ἐν τούτοις ἀπίθανον.
 Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ λαʹ κεφαλαίου τοῦ αὐτοῦ βιβλίου.
 Πῶς ἐκ διαφόρου – τοῦ πῶς εἶναι φορέσει λόγον.

Σούδα λεξικόν. (9010: 001) “Suidae lexicon, 4 vols.”, Ed. Adler, A.


Leipzig: Teubner, 1.1:1928; Lexicographi Graeci 1.1–1.4.Alphabetic letter alpha,
entry 2840, l. 3

Ἀξύμμετρον: τὸ ὑπὲρ τὸ μέτρον. οὐκ ἐξικνεῖτο δὲ τὰ βέλη,


διὰ τὸ τοῦ ποταμοῦ ῥεῦμα ἀξύμμετρον ὂν αὐτοῖς ἐς τὰς βολάς.
Ἀξυνεσία· Θουκυδίδης γʹ.
Ἄξυνος: ὁ ἀκοινώνητος.
Ἀξύστατον: περὶ Αἰσχύλου λέγει Ἀριστοφάνης. ἀντὶ τοῦ οὐ
συνεστῶτα, οὐδὲ πυκνὸν, ἀλλ' ἀραιὸν ἐν τῇ ποιήσει καὶ κομπώδη.
ἢ ἀδιάθετον ἢ ἀπιθάνως συντιθέντα.
Ἄοζοι: πολύοζοι, πολλὰ ξύλα καίοντες· ἤγουν οἱ μάγειροι.
Ἀολλεῖ: ποιεῖ, συνάγει. καὶ Ἀολλήσασα, ἀθροίσασα. καὶ
Ἀολλισθῆναι, ἀθροισθῆναι.
Ἄοπτα: Ἀντιφῶν. ἀντὶ τοῦ ἀόρατα καὶ οὐκ ὀφθέντα μὲν,
537

δόξαντα δὲ ὁρᾶσθαι.

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter alpha, entry 3204, l. 1

οἷς γεννωμένοις διὰ χρόνου, ὡς ἔλεγον, ἐκ τοῦ σέλαος τῆς σελήνης


ἑορτὴν μεγάλην ἦγον καὶ ἱερεῖς τινες περὶ τὸν τεχθέντα βοῦν ἱερῶντο,
παρατιθέντες πανδαισίαν, ὡς εὐωχοῦντες αὐτούς. Ἄπις· οὗτος ὁ
Ἄπις θεὸς Αἰγύπτιος. τοῦτον Αἰγύπτιοι σελήνῃ τιμῶσι, καὶ ἱερὸς ἦν
ὅδε ὁ βοῦς τῆς σελήνης, ὥσπερ ὁ Μέμφις τοῦ ἡλίου. Ὦχος τὸν  
Ἄπιν ἀποκτείνας ἐβούλετο αὐτὸν τοῖς μαγείροις παραβαλεῖν, ἵνα αὐ-
τὸν κρεουργήσωσι καὶ παρασκευάσωσιν ἐπὶ δεῖπνον.
Ἀπίδω: θεάσομαι.
Ἀπίη: ἡ ἀλλοδαπή.
Ἀπίθανον: ἄπιστον. καὶ Ἀπίθησαν δὲ διὰ τοῦ ι, ἀπὸ οῦ πιθῶ περισπωμένου. ᾧ δρύες
οὐκ ἀπίθησαν, ὅτῳ σὺν ἅμ' ἕσπετο πέτρη ἄψυχος.
Ἀπιθής: ὁ δυσχερὴς καὶ δυσανάβατος τοῖς βαίνειν ἐθέλουσιν.
Ἀλαλκομεναὶ πόλις ἐστί· καὶ ἀκούω αὐτὴν μήτε ἐφ' ὑψηλοῦ κεῖσθαι
καὶ ἀπιθοῦς λόφου μήτε τειχῶν περίβολον ἔχειν.
Ἄπιθ' οὐ γάρ: ἀντὶ τοῦ καὶ γάρ.

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter alpha, entry 4291, l. 2

Ἀσσύριοι: οὗτοι ἐκλήθησαν ἀπό τινος γίγαντος ὀνόματι Σύρου,


ἐξ οὗπερ ἔλαβε τὴν ἐπωνυμίαν ἡ χώρα. ἀπὸ δὲ Ἀσσυρίων καὶ Σύροι
προσηγορεύθησαν. ἢ ἀπὸ Ἀσσοὺρ, τοῦ υἱοῦ Σὴμ, τοῦ υἱοῦ Νῶε·
ὅστις Ἀσσοὺρ ἔκτισε πρῶτος πόλιν μεγάλην τὴν μετονομασθεῖσαν
Νινευί. οἱ δὲ Ἀσσυρίους φασὶ τοὺς Πέρσας. Ἀσσύριοι· τὸ ἔθνος.
ἀτρεμούντων πάντων οὐδὲν ἐμποδὼν ἦν αὐξηθῆναι αὐτοὺς ἐπὶ πλεῖ-
στον. μετὰ δὲ ταῦτα πολλοὶ καὶ συνεχεῖς πόλεμοι γενόμενοι ἐπανα-
στάσεις τε ἑτέρων ἐφ' ἑτέρους μυρίαι καὶ πόλεμοι πρὸς ἀλλήλους
συνερράγησαν. ταῦτα ἐπὶ Καίσαρος.
Ἀσύστατον: οὐ συνεστῶτα οὐδὲ πυκνὸν, ἀλλ' ἀραιὸν ἐν τῇ
ποιήσει καὶ κομπώδη. ἢ ἀδιάθετον, ἀπιθάνως συντιθέντα.
Ἀσύφηλον: ἀπαίδευτον, ἀνόητον.
Ἀσφαδάστῳ: ἀσκαρίστῳ, σπασμὸν μὴ ἔχοντι. ἀντὶ τοῦ συν-
τόμως. ὅπως καιρίας πληγῆς γενομένης μὴ προσγενέσθαι σπασμὸν
μηδὲ πολλὴν ἐν τῷ θανάτῳ διατριβήν. σφαδάζειν λέγεται τὸ σπᾶσθαι
καὶ σφακελίζειν. Σοφοκλῆς· πομπαῖον Ἑρμῆν χθόνιον, εὖ με κοιμίσαι
ξὺν ἀσφαδάστῳ καὶ ταχεῖ πηδήματι, πλευρὰν διαρρήξαντα τῷδε
φασγάνῳ. παραδεδομένον δὲ καθ' ἱστορίαν, ὅτι κατὰ τὸ ἄλλο σῶμα  
ἄτρωτος ἦν ὁ Αἴας, κατὰ δὲ τὴν μασχάλην μόνην τρωτὸς διὰ τὸ τῇ
Ἡρακλέους λεοντῇ σκεπάσαντα τοῦτο τὸ μέρος ἀσκέπαστον ἐᾶσαι, διὰ
τὸ περικεῖσθαι ἐκεῖσε τὸν γωρυτόν.

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter delta, entry 368, l. 9


538

έστρεφεν εἰς τοὐπίσω. καὶ αὖθις· ὁ δὲ δείσας περί τέ οἱ αὐτῷ καὶ


τῇ πόλει.
Δεισιδαιμονία: εὐλάβεια περὶ τὸ θεῖον, δειλία, ἀμφιβολία περὶ
τὴν πίστιν. καὶ Δεισιδαίμων, οἱονεὶ δεδοικώς. ὁ Ἀπόστολος·
ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὡς δεισιδαιμονεστέρους ὑμᾶς θεωρῶ. ἀντὶ τοῦ
θεοσεβεῖς. καὶ Κρίτων ἐν τοῖς Γετικοῖς φησιν· οἱ δὲ βασιλεῖς τῶν
Γετῶν ἀπάτῃ καὶ γοητείᾳ δεισιδαιμονίαν καὶ ὁμόνοιαν αὐτοῖς ἐν-
εργασάμενοι μεγάλων ἤδη ἐφίενται. καὶ Πολύβιος ὁ Μεγαλοπολίτης
περὶ Τιμαίου φησίν· οὗτος γὰρ ἐν μὲν ταῖς τῶν πέλας κατηγορίαις
πολλὴν ἐπιφαίνει δεινότητα καὶ τόλμαν, ἐν δὲ ταῖς ἰδίαις ἀποφάσεσιν
ἐνυπνίων καὶ τεράτων καὶ μύθων ἀπιθάνων καὶ συλλήβδην δεισιδαι-
μονίας ἀγεννοῦς καὶ τερατείας γυναικώδους ἐστὶ πλήρης. ὅτι Ἀσκλη-
πιόδοτος ὅσιος ἦν καὶ εὐσεβὴς καὶ τὰ μὲν πρῶτα δεισιδαίμων ἐγεγόνει
καὶ εὐλαβὴς οὕτως σφόδρα ὥστε μήτε θύειν ἀνέχεσθαι μήτε τινὸς
ἀπορρήτου μηδενὸς ἀκούειν· οὐ γὰρ εἶναι ταῦτα τῆς γενέσεως ἄξια,
ἀλλὰ τοῦ Ὀλύμπου καὶ τῶν ἐν Ὀλύμπῳ διαζῆν ἡγουμένων. ὅτι
ἡ εὐσέβεια μέση τυγχάνει ἀσεβείας καὶ δεισιδαιμονίας. ὅτι δεισι-
δαιμονία ἡ ἄκαιρος παρρησία. ὁ Πύρρος γὰρ συλῶν τὰ χρήματα
τῆς Φερσεφόνης ἐπισκώψας ἔφη· ἡ ἄκαιρος θεοσέβεια δεισιδαιμονία
ἐστί, καὶ τὸ συλλέξαι πλοῦτον ἄπονον εὐβουλία.  

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter eta, entry 395, l. 3

Ἡνίοχος καὶ Ἡνιοχεία.


Ἡνίοχος, Ἀθηναῖος, κωμικὸς τῆς μέσης κωμῳδίας. ἔστι τῶν
δραμάτων αὐτοῦ τάδε· Τροχίλος, Ἐπίκληρος, Γοργόνες, Πολυπράγμων,
Θωρύκιον, Πολύευκτος, Φιλέταιρος, Δὶς ἐξαπατώμενος. κατὰ Πολυ-
εύκτου· ἐγένετο καὶ καθ' ἡμᾶς Πολύευκτος, ἀποφράς, ἡμιγύναιος, θεοστυγής,
βαρυόργητος, Κωκυτοῦ καὶ Στυγὸς δεινὸν καὶ ὀλέθριον τῷ βίῳ ἐκλόχευμα.
Ἠνίπαπεν: ἐκακολόγησεν.
Ἦνις: ὁ ἐνιαύσιος, ὁ ἀκέντριστος.
Ἠνθισμένον· οὐ γάρ σε μακρῷ χρόνῳ γνῶσ', οὐδ' ὑποπτεύ-
σουσιν ὧδ' ἠνθισμένον. τινὲς τὸ ἠνθισμένον ἐπὶ τῇ κεφαλῇ ἤκουσαν,
οἷον ταῖς πολιαῖς ἠνθισμένον. τοῦτο δὲ ἀπίθανον· ἐγνώσθη γὰρ ἄν,
εἰ καὶ τοσοῦτον ἤλλαξε τὴν κεφαλήν. δοκεῖ οὖν μοι τὸ ἠνθισμένον,
ἀντὶ τοῦ ἠσκημένον. οὐ μὴ οὖν σε ἐπιγνῶσι τοιαῦτα πλαττόμενον.
εἰ δὲ τὸ ἠνθισμένον ἐπὶ ἡλικίας δεξαίμεθα, ἔστιν οὐκ ἐπὶ τῶν τριχῶν,
ἀλλ' ἐπὶ παντὸς τοῦ σώματος.
Ἢν κατεργάσῃ: ἐὰν διαπράξῃ ἅπερ αὐτοῖς ἐπηγγείλω.
Ἠνορέη: ἀνδρεία. ἄγγελλ' ἠνορέην Κρητὸς Ἐχεκρατίδα. ἐν
Ἐπιγράμμασι.
Ἠνοπίδην: ὄνομα κύριον.
Ἤνοψ: ὁ λαμπρός. οὐρανὸς ἤνοψ. καί, ἤνοπα πυρὸν ἔδουσι.
τουτέστι πυρρὸν σῖτον. καὶ ἡ δοτικὴ Ἤνοπι.
539

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter pi, entry 3013, l. 3

ὄψις καλὴ καὶ καταπληκτικὴ τοῖς ἐναντίοις.  


Πτέρνα: ὁ δόλος. καὶ ἡ ἐπιβουλή. καὶ Πτερνίζω, τὸ
καταβάλλω. ἐκ μεταφορᾶς τῶν περὶ τάχους ἀγωνιζομένων, καὶ τῇ
πτέρνῃ τοὺς συνθέοντας προσπταίειν ὁμοῦ καὶ πίπτειν μηχανωμένους.
ἐπτέρνικε γάρ με ἤδη δεύτερον τοῦτο.
Πτερνίζει: ἀπατᾷ, ἢ λακτίζει.
Πτεροδόνητος: πτεροῖς πληχθείς.
Πτερόεντα: ταχῆ, κοῦφα.
Πτερόεντι: ταχεῖ. ταῖς τοῦ ἀνέμου ὠκείαις συστροφαῖς ἐοικότι.
ἡ δὲ ὅλη σύστασις, ὅτι ἐκ τοῦ πτεροῦ τοῦ Ἔρωτος τὰ ὄρνεά ἐστιν.
ἄτοπος δὲ καὶ ἀπίθανος ἡ γενεαλογία. Ἀριστοφάνης Ὄρνισι. καὶ
Πτερόεις, ὁ ἐπτερωμένος.
Πτεροφοίτωρ. τάχους ὡς ἔχει τις πτεροφοίτορος ἀτεχνῶς
ἐς τὸν ὑπερουράνιον ἱέμενον τόπον, ὅπου τὸ τῶν ἐπτερωμένων νέμε-
ται γένος.

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter tau, entry 330, l. 2

Τέρας: τὸ παρὰ φύσιν γενόμενον. Ἀριστοφάνης· τοιοῦτον


ἰδὼν τέρας οὐ κατέδεισ', ἀλλ' ὑπὲρ ὑμῶν πολεμίζων ἀντεῖχον.
Τεράστια: σημεῖα, θαύματα. Αἰλιανός· τὰ γεννώμενα βρέφη
κράσει θηρείων τε καὶ ἀνθρωπείων σωμάτων τεράστια ἐδόκει.
Τερατευόμενος: ψευδόμενος, καὶ μηδὲν ἀληθὲς μηδὲ ὑγιὲς
λέγων. τερατευόμενοι καὶ κομπάζοντες, ὡς εἰς πολλὰ εἴη χρήσιμος
ἡ τοῦ τόπου κατάληψις.
Τερατεία: ψευδολογία. παραδοξολογία. τοῖς ὑπὸ τῶν
τερατευομένων καὶ γοήτων περὶ ἐπῳδῶν καὶ δαιμόνων ἀποπομπῆς.
Τερατολογίαι: ψευδολογίαι. οἱ θαυμαστὰ καὶ παράδοξα μυ-  
θεύοντες. Τερατολογεῖν λέγεται τὸ ἀπίθανα διηγεῖσθαι, καὶ λέ-
γειν πράγματα ἔξω τῶν ἀνθρωπίνων.
Τερατοσκόπος: μάντις, τερατουργός, θαυματοποιός.
Τερατώδη: παράδοξα.
Τερβελίς· ζήτει ἐν τῷ βασιλική.
Τερέβινθος: εἶδος δένδρου. ἢ δρῦς.

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter psi, entry 127, l. 4

πλήττουσι μάλιστα, πρὸς τὸ πλείονα γενέσθαι τὸν ψόφον, διότι πλέον


ἐναπολαμβανόμενος ὁ ἀὴρ ἐκθλίβεται ἀθρόως. ἐν δὲ τοῖς μὴ λείοις
κατακερματίζεται ἐν τοῖς κοιλώμασι, πλείοσιν οὖσι, καὶ οὐκ ἀθρόος
ἔξεισι. λέγει καὶ ἕτερα περὶ ἠχῆς, ἃ παραλελοίπαμεν. Ψοφητικὸν
δέ ἐστι τὸ δυνάμενον ἕνα καὶ συνεχῆ τὸν ἀέρα τηρῆσαι μέχρι τῆς
540

ἀκοῆς. συμφυὴς δέ ἐστι καὶ ἐγκατῳκοδομημένος τοῖς κοιλώμασι τῶν


ὠτῶν πρὸς αὐτῇ τῇ μήνιγγι.
Ψόφου πλέως: ἀντὶ τοῦ ταραχώδης. περὶ Αἰσχύλου φησί· τὰ
γὰρ ῥήματα Αἰσχύλου φαντασίαν μὲν ἔχει, βασανιζόμενα δὲ οὐδεμίαν
ἔχει πραγματείαν. ταῦτ' οὖν λέγει ἀξύστατον, οἷον ἀδιάθετον, ἀπι-
θάνως συντεθέντα, κομπώδη. κρημνοποιὸν δὲ μεγάλας λέξεις ποιοῦντα.
καί, ψοφεῖ λάλον τι καὶ πυρορραγές. πυρορραγῆ κεράμια καλεῖται, ὅσα
ἐν τῷ πυρὶ ῥήγνυται ἐν τῷ ὀπτεῖσθαι.
Ψῶζα: νόσος τις. Εὔπολις Μαρικᾷ· ὃς θυμήνας τοῖς στρατιώταις
λοιμὸν καὶ ψῶζαν ἔπεμψεν. οἱ δὲ φασὶ καὶ τὸ τῆς νόσου εἶδος, ὅτι
κνησμὸς μετὰ δυσωδίας.

Ignatius Biogr., Poeta, Vita Nicephori (9012: 002)“Nicephori archiepiscopi


Constantinopolitani opuscula historica”, Ed. de Boor, C.Leipzig: Teubner, 1880,
Rep1975.P. 149, l. 8

καῖς ἱερολογίαις ἐγκαρτερῶν καὶ τῷ ἀρίστῳ μέτρῳ τῆς ἐγκρα-


τείας κατεντρυφῶν τῇ ἀναγνώσει τῶν θείων προσεῖχε καὶ
τοῖς μαθήμασι, τράπεζαν μὲν Συρακουσίαν καὶ μέχρις αὐτῆς  
ἀκοῆς εἰσδέξασθαι παραιτούμενος, τῇ δὲ συγκρατούσῃ πρὸς
ζωὴν αὐταρκείᾳ τρεφόμενος.
 Ἀλλ' ἐπειδὴ μαθημάτων ἐμνήσθην, οὐκ ἄχαρι οὔτε
μὴν παρέλκον ἡγοῦμαι καὶ τῆς περὶ ταῦτα τοῦ ἀνδρὸς ἐπι-
μνησθῆναι ἀκριβείας τε καὶ ἀκρότητος. πρὸς γὰρ τῇ τῶν
θείων λογίων μελέτῃ καὶ τὴν τῆς θύραθεν παιδείας εἰς-
εποιήσατο μέθεξιν· τῇ μὲν τὸ ἐν διδαχαῖς καταπλουτίσαι
θέλων πειθήνιον, τῇ δὲ τὸ τῆς πλάνης διελέγχειν ἀπίθανον.
ὡς γὰρ ἀρετὴ νόμου δικαίου τε καὶ ἀδίκου κατάληψιν ἐπ-
αγγέλλεται, ἵνα τὴν ἀξίαν ἀντίδοσιν τοῖς ἐπαΐουσιν ὁπότερον
ταλαντεύσειεν, οὕτω καὶ τὸ τῆς παιδεύσεως ἐντελὲς ἑκατέρας
πρὸς διδασκαλίαν προσήκει φέρειν τὴν εἴδησιν.

Ενδεχομένως

ΠΥΛΗ
ενδεχομένως επίρρ. διστ. : (για δήλωση επιφύλαξης, δισταγμού) ίσως, πιθανώς,
πιθανόν: Δεν ξέρω· ~ να λείπω, μπορεί, ενδέχεται, είναι ενδεχόμενο να λείπω. ~ να
έσφαλα, αν και δε νομίζω. ~ να μη βρέξει, αλλά καλού κακού πάρε την ομπρέλα. ~ δε
θα έρθει, αλλά ας περιμένουμε ακόμα λίγο. Θα παραστείς στην αυριανή συνεδρίαση;
-~. [λόγ. ελνστ. ἐνδεχομένως]

ενδεχόμενος -η -ο : 1.που ενδέχεται, που είναι πιθανό να συμβεί· πιθανός: Φοβούνται


μια ενδεχόμενη ήττα. Ποια είναι τα ενδεχόμενα αποτελέσματα;, τα πιθανά. Είμαστε
έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε όχι μόνο τις ενδεχόμενες αλλά και τις απρόβλεπτες
δυσκολίες. Ενδεχόμενη άρνησή σας θα προκαλέσει δυσαρέσκεια. 2. (ως ουσ.) το
ενδεχόμενο, για ό,τι είναι ενδεχόμενο, πιθανό να συμβεί: Εξέτασαν με προσοχή όλα τα
541

ενδεχόμενα, τις πιθανότητες. || (με γεν.): Φοβάμαι / αντιμετωπίζω το ενδεχόμενο


(μιας / της) αποτυχίας, την πιθανότητα μιας αποτυχίας ή (την) αποτυχία που είναι
πιθανή. || Είναι / υπάρχει ενδεχόμενο να, ενδέχεται να. (έκφρ.) για κάθε ενδεχόμενο /
διά παν ενδεχόμενο, για κάθε πιθανή περίσταση· ΣYN ΦΡ καλού κακού. ενδεχομένως
ΕΠIΡΡ.

Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα

Δημοσθένης. De corona “Demosthenis orationes, vol. 1”, Ed. Butcher, S.H.Oxford:


Clarendon Press, 1903, Rep1966.Sec. 165, l. 9

      

ΕΤΕΡΟΝ ΨΗΦΙΣΜΑ.

 [Ἐπ' ἄρχοντος Ἡροπύθου, μηνὸς μουνυχιῶνος ἕνῃ καὶ νέᾳ,


πολεμάρχου γνώμη· ἐπειδὴ Φίλιππος εἰς ἀλλοτριότητα Θηβαίους  
πρὸς ἡμᾶς ἐπιβάλλεται καταστῆσαι, παρεσκεύασται δὲ καὶ παντὶ
τῷ στρατεύματι πρὸς τοὺς ἔγγιστα τῆς Ἀττικῆς παραγίγνεσθαι
τόπους, παραβαίνων τὰς πρὸς ἡμᾶς ὑπαρχούσας αὐτῷ συνθήκας,
δεδόχθαι τῇ βουλῇ καὶ τῷ δήμῳ πέμψαι πρὸς αὐτὸν κήρυκα καὶ
πρέσβεις, οἵτινες ἀξιώσουσι καὶ παρακαλέσουσιν αὐτὸν ποιήσασθαι
τὰς ἀνοχάς, ὅπως ἐνδεχομένως ὁ δῆμος βουλεύσηται· καὶ γὰρ νῦν
οὐ κέκρικε βοηθεῖν ἐν οὐδενὶ τῶν μετρίων. ᾑρέθησαν ἐκ βουλῆς
Νέαρχος Σωσινόμου, Πολυκράτης Ἐπίφρονος, καὶ κῆρυξ Εὔνομος
Ἀναφλύστιος ἐκ τοῦ δήμου.]

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1–20) “Diodori bibliotheca historica,


5 vols., 3rd edn.”, Ed. Vogel, F., Fischer, K.T. (post I. Bekker & L. Dindorf)Leipzig:
Teubner, 1:1888; 2:1890; 3:1893; 4–5:1906, Rep1964.Book 2, Ch.25, sec. 5, l. 8

δίωξεν εἰς τὴν ἐν τοῖς ὄρεσι παρεμβολήν. οἱ δὲ


περὶ τὸν Ἀρβάκην διὰ τὰς ἥττας ἀθυμοῦντες συνή-
γαγον τῶν φίλων συνέδριον καὶ προέθηκαν βουλὴν
τί δέοι πράττειν. οἱ πλεῖστοι μὲν οὖν ἔφασαν δεῖν
εἰς τὰς πατρίδας ἀπιέναι καὶ τόπους ὀχυροὺς κατα-
λαμβάνεσθαι καὶ τῶν ἄλλων τῶν εἰς τὸν πόλεμον
χρησίμων τὴν ἐνδεχομένην παρασκευὴν ποιεῖσθαι·
Βέλεσυς δ' ὁ Βαβυλώνιος, φήσας τοὺς θεοὺς αὐτοῖς
σημαίνειν μετὰ πόνων καὶ κακοπαθείας ἐπὶ τέλος
ἄξειν τὴν προαίρεσιν, καὶ τἄλλα παρακαλέσας ἐν-
δεχομένως, ἔπεισεν ἅπαντας ὑπομένειν τοὺς κινδύ-
νους. γενομένης οὖν τρίτης παρατάξεως πάλιν ὁ
βασιλεὺς ἐνίκησε, καὶ τῆς τε παρεμβολῆς τῶν ἀπο-
542

στατῶν ἐκυρίευσε καὶ τοὺς ἡττηθέντας ἐδίωξε μέχρι


τῶν ὅρων τῆς Βαβυλωνίας· συνέβη δὲ καὶ τὸν Ἀρ-
βάκην αὐτὸν λαμπρότατα κινδυνεύσαντα καὶ πολ-
λοὺς ἀνελόντα τῶν Ἀσσυρίων γενέσθαι τραυματίαν.
τηλικούτων δ' ἐλαττωμάτων κατὰ τὸ συνεχὲς γι-
νομένων τοῖς ἀφεστηκόσιν, οἱ τὰς ἡγεμονίας ἔχον-
τες ἀπελπίσαντες περὶ τῆς νίκης παρεσκευάζοντο
διαχωρίζεσθαι πρὸς τοὺς οἰκείους ἕκαστοι τόπους.  

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 14, Ch.110, sec. 3, l. 2

  Τούτων δὲ πραχθέντων ὁ μὲν ἐνιαύσιος χρό-


νος παρεληλύθει, παρὰ δὲ τοῖς Ἀθηναίοις ἦρχε
Θεόδοτος, ἐν δὲ τῇ Ῥώμῃ τὴν ὑπατικὴν ἀρχὴν εἶχον
χιλίαρχοι ἕξ, Κόιντος [Καίσων] Σουλπίκιος, Αἶνος  
Καίσων Φάβιος, Κόιντος Σερουίλιος, Πόπλιος
Κορνήλιος. τούτων δὲ τὴν ἀρχὴν παρειληφότων
Λακεδαιμόνιοι κακοπαθοῦντες τῷ πολέμῳ τῷ τε
πρὸς τοὺς Ἕλληνας καὶ τῷ πρὸς τοὺς Πέρσας,
Ἀνταλκίδαν τὸν ναύαρχον ἐξαπέστειλαν πρὸς Ἀρτα-
ξέρξην ὑπὲρ εἰρήνης. διαλεχθέντος δ' αὐτοῦ περὶ
ὧν ἦν ἀπεσταλμένος ἐνδεχομένως, ὁ βασιλεὺς ἔφη-
σεν ἐπὶ τοῖσδε ποιήσασθαι τὴν εἰρήνην· τὰς μὲν
κατὰ τὴν Ἀσίαν Ἑλληνίδας πόλεις ὑπὸ βασιλέα
τετάχθαι, τοὺς δ' ἄλλους Ἕλληνας ἅπαντας αὐτο-
νόμους εἶναι· τοῖς δὲ ἀπειθοῦσι καὶ μὴ προσδε-
χομένοις τὰς συνθήκας διὰ τῶν εὐδοκούντων
πολεμήσειν. οἱ μὲν οὖν Λακεδαιμόνιοι τούτοις
εὐδοκήσαντες ἡσυχίαν ἦγον, Ἀθηναῖοι δὲ καὶ Θη-
βαῖοι καί τινες ἕτεροι τῶν Ἑλλήνων βαρέως ἔφε-
ρον ἐπὶ τῷ τὰς κατὰ τὴν Ἀσίαν πόλεις ἐγκαταλε-
λεῖφθαι· καθ' αὑτοὺς δὲ οὐκ ὄντες ἀξιόμαχοι,

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 19, Ch.18, sec. 2, l. 3

δυνάμεως ἧκεν εἰς Σοῦσα τὸ βασίλειον, Σέλευκον μὲν


ἀπέδειξε τῆς χώρας σατράπην καὶ δοὺς αὐτῷ στρατιώ-  
τας προσέταξε πολιορκεῖν τὴν ἄκραν ἀπειθοῦντος [δὲ]
Ξενοφίλου τοῦ θησαυροφύλακος, αὐτὸς δὲ μετὰ
τῆς στρατιᾶς ἀνέζευξεν ἐπὶ τοὺς πολεμίους, οὔσης τῆς
ὁδοῦ καυματώδους καὶ παντελῶς ἐπικινδύνου ξενικαῖς
δυνάμεσι διελθεῖν. διὸ καὶ τὰς πορείας ἠναγκάζοντο
νυκτὸς ποιεῖσθαι καὶ στρατοπεδεύεσθαι περὶ τὸν πο-
ταμὸν πρὶν ἥλιον ἀνατέλλειν. οὐ μὴν ἠδυνήθη γε
κατὰ πάντα ἄθικτος γενέσθαι τῶν κατὰ τὴν χώραν
κακῶν, ἀλλὰ καίπερ ἐνδεχομένως ἅπαντα πράξας
συχνοὺς ἀπέβαλε τῶν στρατιωτῶν διὰ τὴν ὑπερβολὴν
τοῦ καύματος, ἅτε καὶ τῆς ὥρας οὔσης περὶ κυνὸς
ἀνατολάς. ἐπεὶ δὲ παρεγενήθη πρὸς τὸν Κοπράτην
543

ποταμόν, τὰ πρὸς τὴν διάβασιν παρεσκευάζετο. οὗτος


δὲ ἔκ τινος ὀρεινῆς ῥέων ἐξέπιπτεν εἰς τὸν Πασιτίγριν,
ὃς ἀπεῖχε τῆς Εὐμενοῦς στρατοπεδείας σταδίους ὀγδοή-
κοντα καὶ τὸ μὲν πλάτος εἶχεν ὡς ἂν τεσσάρων πλέ-
θρων, ὀξὺς δὲ ὢν ἐν τῇ καταφορᾷ προσεδεῖτο πλοίων
ἢ ζεύγματος. καταλαβὼν δ' ὀλίγα πλοῖα κοντωτὰ
διεβίβασεν ἐν τούτοις τινὰς τῶν πεζῶν,

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 19, Ch.83, sec. 3, l. 6

ἀγωνίσασθαι. προέταξαν δὲ τῆς στάσεως ταύτης


τοὺς κομίζοντας χάρακα σεσιδηρωμένον καὶ δεδεμένον
ἀλύσεσιν, ὃν παρεσκευάσαντο πρὸς τὴν τῶν ἐλεφάντων
ἔφοδον· ταθέντος γὰρ τούτου ῥᾴδιον ἦν εἴργειν τὰ
θηρία τῆς εἰς τοὔμπροσθεν πορείας. προέταξαν δὲ
τοῦ κέρατος τούτου καὶ τὰ ψιλικὰ τάγματα, παραγγεί-
λαντες τοῖς τε ἀκοντισταῖς καὶ τοξόταις συνεχῶς κατα-
τιτρώσκειν τὰ θηρία καὶ τοὺς ἐπ' αὐτοῖς ἀναβεβηκότας.
τοῦτον δὲ τὸν τρόπον ὀχυρωσάμενοι τὸ δεξιὸν κέρας
καὶ τὴν ἄλλην δύναμιν ἐκτάξαντες ἐνδεχομένως ἐπῆγον
τοῖς πολεμίοις μετὰ πολλῆς κραυγῆς.
  Ἀντεπαγόντων δὲ καὶ τῶν ἐναντίων τὸ μὲν πρῶ-
τον ἐπ' ἄκρων τῶν κεράτων ἱππομαχία συνέστη τῶν  
προτεταγμένων ἱππέων, ἐν οἷς πολὺ προετέρουν οἱ
περὶ τὸν Δημήτριον. μετ' ὀλίγον δὲ τῶν περὶ Πτο-
λεμαῖον καὶ Σέλευκον περιιππευσάντων τὸ κέρας καὶ
βιαιότερον ἐπενεχθέντων ὀρθαῖς ταῖς εἴλαις συνέστη
καρτερὰ μάχη διὰ τὰς ἑκατέρων προθυμίας. κατὰ μὲν
οὖν τὴν πρώτην ἔφοδον τοῖς ξυστοῖς ἀγωνισάμενοι
τούτων τε τὰ πλεῖστα συνέτριψαν καὶ τῶν

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 20, Ch.26, sec. 1, l. 10

  Περὶ δὲ τῆς τῶν ἀδελφῶν τελευτῆς Εὐμήλου τε


καὶ Σατύρου παραδέδονται χρησμοί, μικρὸν μὲν ἠλι-
θιώτεροι, πιστευόμενοι δὲ παρὰ τοῖς ἐγχωρίοις. τῷ
μὲν γὰρ Σατύρῳ λέγουσι χρῆσαι τὸν θεὸν φυλάξα-
σθαι τὸν μῦν μήποτ' αὐτὸν ἀνέλῃ. διόπερ οὔτε δοῦλον
οὔτ' ἐλεύθερον τῶν τεταγμένων ὑφ' ἑαυτὸν εἴα τοῦτ'
ἔχειν τοὔνομα· ἔπειτα δὲ τοὺς ἐν ταῖς οἰκίαις καὶ ταῖς
ἀρούραις ἐφοβεῖτο μῦς καὶ τοῖς παισὶν ἀεὶ συνέταττε
τούτους ἀποκτείνειν καὶ τὰς κοίτας ἐμπλάττειν. πάντα
δ' ἐνδεχομένως αὐτοῦ ποιοῦντος οἷς ᾤετο κατισχύσειν
τὸ πεπρωμένον, κατέστρεψε τὸν βίον πληγεὶς τοῦ
βραχίονος εἰς τὸν μῦν. τῷ δ' Εὐμήλῳ χρησμὸς ἦν
τὴν φερομένην οἰκίαν φυλάξασθαι. ὅθεν πάλιν οὗτος
εἰς οἰκίαν οὐκ εἰσῄει προχείρως μὴ προδιερευνησάν-  
των τῶν παίδων τὴν ὀροφὴν καὶ τὰ θεμέλια. τελευ-
544

τήσαντος δὲ αὐτοῦ διὰ τὴν ὀχουμένην ἐπὶ τοῦ τε-


θρίππου σκηνὴν ἕκαστος ὑπελάμβανε τετελέσθαι τὸν
χρησμόν.

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 21–40) (0060: 003)“Diodorus of


Sicily, vols. 11–12”, Ed. Walton, F.R.Cambridge, Mass.: Haard University Press,
11:1957; 12:1967, Rep11:1968.Book 31, Ch.7, sec. 2, l. 10

           (Const. Exc. 3, pp. 199 – 200.)  Ὅτι κατὰ τοὺς αὐτοὺς χρόνους πολλῶν
παραγεγονότων πρεσβευτῶν, πρώτοις τοῖς περὶ
Ἄτταλον ἐχρημάτισεν ἡ σύγκλητος· ὑπόπτως γὰρ
εἶχον οἱ Ῥωμαῖοι τὰ πρὸς τὸν Εὐμένη ἕνεκεν τῶν
γραμμάτων τῶν εὑρημένων, ἐν οἷς συμμαχίαν ἦν
συντεθειμένος πρὸς Περσέα κατὰ Ῥωμαίων. κατ-
ηγορησάντων δὲ πλειόνων ἀπὸ τῆς Ἀσίας πρες-
βευτῶν καὶ μάλιστα τῶν ἀπεσταλμένων παρὰ
Προυσίου βασιλέως καὶ Γαλατῶν, οἱ περὶ τὸν Ἄτ-  
ταλον ἐνδεχομένως ἀπολογησάμενοι πρὸς ἕκαστον
τῶν ἐγκαλουμένων οὐ μόνον ἀπετρίψαντο τὰς δια-
βολάς, ἀλλὰ καὶ τιμηθέντες ἐπανῆλθον εἰς τὴν οἰ-
κείαν. ἡ δὲ σύγκλητος οὐ κατὰ πᾶν ἔληγε τῆς κατ'
Εὐμένους ὑποψίας, προχειρισαμένη δὲ Γάϊον ἐξ-
απέστειλε κατοπτεύσοντα τὰ κατὰ τὸν Εὐμένη.

Septuaginta, Machabaeorum ii (0527: 024)“Septuaginta, vol. 1, 9th edn.”, Ed.


Rahlfs, A.Stuttgart: Württembergische Bibelanstalt, 1935, Rep 1971.Ch.13, sec. 26, l.
2

λειμμένον ἐπὶ τῶν πραγμάτων, συνεχύθη, τοὺς Ιουδαίους παρεκά-


λεσεν, ὑπετάγη καὶ ὤμοσεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς δικαίοις, συνελύθη καὶ
θυσίαν προσήγαγεν, ἐτίμησεν τὸν νεὼ καὶ τὸν τόπον ἐφιλανθρώ-
πησεν·
         καὶ τὸν Μακκαβαῖον ἀπεδέξατο, κατέλιπεν στρατηγὸν ἀπὸ
Πτολεμαίδος ἕως τῶν Γερρηνῶν Ἡγεμονίδην.
         ἦλθεν εἰς Πτολε-
μαίδα· ἐδυσφόρουν περὶ τῶν συνθηκῶν οἱ Πτολεμαεῖς, ἐδείναζον
γὰρ ὑπὲρ ὧν ἠθέλησαν ἀθετεῖν τὰς διαστάλσεις.
         προσῆλθεν ἐπὶ
τὸ βῆμα Λυσίας, ἀπελογήσατο ἐνδεχομένως, συνέπεισεν, κατεπρά-
υνεν, εὐμενεῖς ἐποίησεν, ἀνέζευξεν εἰς Ἀντιόχειαν. οὕτω τὰ τοῦ
βασιλέως τῆς ἐφόδου καὶ τῆς ἀναζυγῆς ἐχώρησεν.
 Μετὰ δὲ τριετῆ χρόνον προσέπεσεν τοῖς περὶ τὸν Ιουδαν Δη-
μήτριον τὸν τοῦ Σελεύκου διὰ τοῦ κατὰ Τρίπολιν λιμένος εἰσπλεύ-
σαντα μετὰ πλήθους ἰσχυροῦ καὶ στόλου
545

Πολύβιος ιστορικός. Historiae (0543: 001)“Polybii historiae, vols. 1–4”, Ed.


Büttner–Wobst, T.Leipzig: Teubner, 1:1905; 2:1889; 3:1893; 4:1904, Rep1:1962; 2–
3:1965; 4:1967.Book 1, Ch.20, sec. 4, l. 4

κοῦντο σεσωκέναι τοὺς Μαμερτίνους οὐδὲ ταῖς ἐξ


αὐτοῦ τοῦ πολέμου γενομέναις ὠφελείαις, ἐλπίσαν-
τες δὲ καθόλου δυνατὸν εἶναι τοὺς Καρχηδονίους
ἐκβαλεῖν ἐκ τῆς νήσου, τούτου δὲ γενομένου μεγάλην
ἐπίδοσιν αὑτῶν λήψεσθαι τὰ πράγματα, πρὸς τού-
τοις ἦσαν τοῖς λογισμοῖς καὶ ταῖς περὶ τοῦτο τὸ
μέρος ἐπινοίαις. τὰ μὲν οὖν περὶ τὰς πεζικὰς δυ-
νάμεις ἑώρων κατὰ λόγον σφίσι προχωροῦντα· μετὰ
γὰρ τοὺς τὸν Ἀκράγαντα πολιορκήσαντας οἱ κατα-
σταθέντες στρατηγοὶ Λεύκιος Οὐαλέριος καὶ Τίτος
Ὀτακίλιος ἐδόκουν ἐνδεχομένως χειρίζειν τὰ κατὰ
τὴν Σικελίαν. τῆς δὲ θαλάττης ἀκονιτὶ τῶν Καρ-
χηδονίων ἐπικρατούντων ἐζυγοστατεῖτ' αὐτοῖς ὁ πό-
λεμος· ἐν γὰρ τοῖς ἑξῆς χρόνοις, κατεχόντων αὐ-
τῶν ἤδη τὸν Ἀκράγαντα, πολλαὶ μὲν πόλεις προς-
ετίθεντο τῶν μεσογαίων τοῖς Ῥωμαίοις, ἀγωνιῶσαι
τὰς πεζικὰς δυνάμεις, ἔτι δὲ πλείους ἀφίσταντο τῶν
παραθαλαττίων, καταπεπληγμέναι τὸν τῶν Καρχη-
δονίων στόλον. ὅθεν ὁρῶντες αἰεὶ καὶ μᾶλλον εἰς
ἑκάτερα τὰ μέρη ῥοπὰς λαμβάνοντα τὸν πόλεμον
διὰ τὰς προειρημένας αἰτίας, ἔτι δὲ τὴν μὲν

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 1, Ch.74, sec. 1, l. 2

Λιβύῃ τὸ πλάτος ὡς εἴκοσι καὶ πέντε σταδίων ἐστιν.


τούτου δ' ἐπὶ μὲν τοῦ πρὸς τὸ πέλαγος νεύοντος
μέρους οὐ μακρὰν ἡ τῶν Ἰτυκαίων κεῖται πόλις,
ἐπὶ δὲ θατέρου παρὰ τὴν λίμνην ὁ Τύνης. ἐφ' ὧν
ἑκατέρων τότε στρατοπεδεύσαντες οἱ μισθοφόροι
καὶ διακλείσαντες ἀπὸ τῆς χώρας τοὺς Καρχηδο-
νίους λοιπὸν ἐπεβούλευον αὐτῇ τῇ πόλει, καὶ ποτὲ
μὲν ἡμέρας, ποτὲ δὲ καὶ νύκτωρ παραγινόμενοι
πρὸς τὸ τεῖχος εἰς φόβους καὶ θορύβους ὁλοσχε-
ρεῖς ἐνέβαλλον τοὺς ἔνδον. Ἄννων δὲ περὶ μὲν τὰς
παρασκευὰς ἐνδεχομένως ἐγίνετο· καὶ γὰρ ἦν πρὸς
τοῦτο τὸ μέρος εὐφυής· ἐξορμήσας δὲ μετὰ τῆς δυ-
νάμεως ἕτερος ἦν· καὶ γὰρ τοῖς καιροῖς ἀστόχως
ἐχρῆτο καὶ τοῖς ὅλοις πράγμασιν ἀπείρως καὶ νω-
θρῶς. διὸ καὶ τὸ μὲν πρῶτον εἰς Ἰτύκην παρα-
βοηθήσας τοῖς πολιορκουμένοις καὶ καταπληξάμενος
τοὺς ὑπεναντίους τῷ πλήθει τῶν θηρίων· εἶχεν γὰρ
οὐκ ἐλάττους ἑκατὸν ἐλεφάντων· καὶ μετὰ ταῦτα
λαβὼν προτερήματος ἀρχὴν ὁλοσχεροῦς οὕτως ἐχρή-
546

σατο κακῶς ὥστε κινδυνεῦσαι προσαπολέσαι καὶ


τοὺς πολιορκουμένους. κομίσας γὰρ ἐκ τῆς πόλεως

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 4, Ch.60, sec. 6, l. 2

πράγμασιν ἀτόλμως ἐχρῆτο καὶ νωθρῶς. διόπερ ὅ


τε Λυκοῦργος εἷλε τὸ τῶν Μεγαλοπολιτῶν Ἀθή-
ναιον, ὅ τ' Εὐριπίδας ἑξῆς τοῖς εἰρημένοις Γόρ-
τυναν τῆς Τελφουσίας. οἵ τε Δυμαῖοι καὶ Φαραιεῖς
καὶ Τριταιεῖς, δυσελπιστήσαντες ἐπὶ ταῖς τοῦ στρα-
τηγοῦ βοηθείαις, συνεφρόνησαν ἀλλήλοις εἰς τὸ τὰς
μὲν κοινὰς εἰσφορὰς τοῖς Ἀχαιοῖς μὴ τελεῖν, ἰδίᾳ
δὲ συστήσασθαι μισθοφόρους, πεζοὺς μὲν τριακο-
σίους, ἱππεῖς δὲ πεντήκοντα, καὶ διὰ τούτων ἀσφα-
λίζεσθαι τὴν χώραν. τοῦτο δὲ πράξαντες ὑπὲρ μὲν
τῶν καθ' αὑτοὺς πραγμάτων ἐνδεχομένως ἔδοξαν
βεβουλεῦσθαι, περὶ δὲ τῶν κοινῶν τἀναντία· πονη-
ρᾶς γὰρ ἐφόδου καὶ προφάσεως τοῖς βουλομένοις
διαλύειν τὸ ἔθνος ἐδόκουν ἀρχηγοὶ καὶ καθηγεμόνες
γεγονέναι. ταύτης δὲ τῆς πράξεως τὸ μὲν πλεῖστον  
τῆς αἰτίας ἐπὶ τὸν στρατηγὸν ἄν τις ἀναφέροι δι-
καίως τὸν ὀλιγωροῦντα καὶ καταμέλλοντα καὶ προϊέ-
μενον ἀεὶ τοὺς δεομένους. πᾶς γὰρ ὁ κινδυνεύων,

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 5, Ch.63, sec. 14, l. 2

ἐλλίπῃ τῶν χορηγιῶν πρὸς τὰς προκειμένας ἐπιβολάς.


τὴν δὲ περὶ τὰ ὅπλα κατασκευὴν καὶ τὴν τῶν ἀν-
δρῶν ἐκλογὴν καὶ διαίρεσιν Ἐχεκράτει τῷ Θετταλῷ
καὶ Φοξίδᾳ τῷ Μελιταιεῖ παρέδοσαν, ἅμα δὲ τούτοις
Εὐρυλόχῳ τῷ Μάγνητι καὶ Σωκράτει τῷ Βοιωτίῳ·
σὺν οἷς ἦν καὶ Κνωπίας Ἀλλαριώτης. εὐκαιρότατα  
γὰρ δὴ τούτων ἐπελάβοντο τῶν ἀνδρῶν, οἵτινες ἔτι
Δημητρίῳ καὶ Ἀντιγόνῳ συστρατευόμενοι κατὰ πο-
σὸν ἔννοιαν εἶχον τῆς ἀληθείας καὶ καθόλου τῆς
ἐν τοῖς ὑπαίθροις χρείας. οὗτοι δὲ παραλαβόντες
τὸ πλῆθος ἐνδεχομένως ἐχείριζον καὶ στρατιωτικῶς.
πρῶτον μὲν γὰρ κατὰ γένη καὶ καθ' ἡλικίαν διε-
λόντες ἀνέδοσαν ἑκάστοις τοὺς ἐπιτηδείους καθο-
πλισμούς, ὀλιγωρήσαντες τῶν πρότερον αὐτοῖς ὑπαρ-
χόντων· μετὰ δὲ ταῦτα συνέταξαν οἰκείως πρὸς τὴν
παροῦσαν χρείαν, λύσαντες τὰ συστήματα καὶ τὰς
ἐκ τῶν πρότερον ὀψωνιασμῶν καταγραφάς· ἑξῆς δὲ
τούτοις ἐγύμναζον, συνήθεις ἑκάστους ποιοῦντες οὐ
μόνον τοῖς παραγγέλμασιν, ἀλλὰ καὶ ταῖς οἰκείαις
τῶν καθοπλισμῶν κινήσεσιν. ἐποιοῦντο δὲ καὶ συν-
αγωγὰς ἐπὶ τῶν ὅπλων καὶ παρακλήσεις, ἐν αἷς
547

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 5, Ch.107, sec. 2, l. 3

Ἑλληνικῶν πράξεων οὐδ' ὁποίας μετεῖχον, ἀκολου-


θοῦντες δὲ τῇ τῶν προεστώτων αἱρέσει καὶ ταῖς
τούτων ὁρμαῖς εἰς πάντας τοὺς βασιλεῖς ἐξεκέχυντο,
καὶ μάλιστα τούτων εἰς Πτολεμαῖον, καὶ πᾶν γένος
ὑπέμενον ψηφισμάτων καὶ κηρυγμάτων, βραχύν τινα
λόγον ποιούμενοι τοῦ καθήκοντος διὰ τὴν τῶν προ-  
εστώτων ἀκρισίαν. Πτολεμαίῳ γε μὴν εὐθέως ἀπὸ
τούτων τῶν καιρῶν συνέβαινε γίνεσθαι τὸν πρὸς
τοὺς Αἰγυπτίους πόλεμον. ὁ γὰρ προειρημένος βα-
σιλεὺς καθοπλίσας τοὺς Αἰγυπτίους ἐπὶ τὸν πρὸς
Ἀντίοχον πόλεμον πρὸς μὲν τὸ παρὸν ἐνδεχομένως
ἐβουλεύσατο, τοῦ δὲ μέλλοντος ἠστόχησε· φρονημα-
τισθέντες γὰρ ἐκ τοῦ περὶ Ῥαφίαν προτερήματος,
οὐκέτι τὸ προσταττόμενον οἷοί τ' ἦσαν ὑπομένειν,
ἀλλ' ἐζήτουν ἡγεμόνα καὶ πρόσωπον, ὡς ἱκανοὶ βοη-
θεῖν ὄντες αὑτοῖς. ὃ καὶ τέλος ἐποίησαν οὐ μετὰ
πολὺν χρόνον. Ἀντίοχος δὲ μεγάλῃ παρασκευῇ χρη-
σάμενος ἐν τῷ χειμῶνι, μετὰ ταῦτα τῆς θερείας
ἐπιγενομένης ὑπερέβαλε τὸν Ταῦρον, καὶ συνθέμενος
πρὸς Ἄτταλον τὸν βασιλέα κοινοπραγίαν ἐνίστατο
τὸν πρὸς Ἀχαιὸν πόλεμον.

Πολύβιος ιστορικός. Historiae Book 15, Ch.16, sec. 1, l. 2

συνεστήσατ' Ἀννίβας. οὔσης γὰρ δυσδιασπάστου


τῆς Ῥωμαίων τάξεως καὶ δυνάμεως, τὸν ἄνδρα
συνέβη καὶ καθόλου καὶ κατὰ μέρη μάχεσθαι πρὸς
πάσας τὰς ἐπιφανείας διὰ τῆς μιᾶς ἐκτάξεως, ἀεὶ  
(τῶν) ἔγγιστα τῷ δεινῷ σημαιῶν συνεπιστρεφουσῶν
πρὸς τὸ δεόμενον. ἔτι δὲ τοῦ καθοπλισμοῦ σκέπην
καὶ θράσος παρασκευάζοντος καὶ διὰ τὸ μέγεθος
τοῦ θυρεοῦ καὶ τὴν τῆς μαχαίρας ὑπομονὴν τῶν
πληγῶν, δύσμαχοι γίνονται καὶ δυσκαταγώνιστοι
διὰ τὰς προειρημένας αἰτίας. ἀλλ' ὅμως πρὸς ἕκα-
στα τούτων οὕτως ἐνδεχομένως Ἀννίβας ἐκ τῶν
κατὰ λόγον ἡρμόσατο παρ' αὐτὸν τὸν καιρὸν ὥσθ'
ὑπερβολὴν μὴ καταλιπεῖν. τὸ μὲν γὰρ τῶν ἐλεφάν-
των πλῆθος ἐξ αὐτῆς παρεσκευάσατο καὶ τότε προ-
εβάλετο χάριν τοῦ συνταράξαι καὶ διασπάσαι τὰς
τάξεις τῶν ὑπεναντίων· τοὺς δὲ μισθοφόρους προ-
έταξε καὶ τοὺς Καρχηδονίους ἔθηκε μετὰ τούτους
ἕνεκα τοῦ προεκλῦσαι μὲν τῷ κόπῳ τὰ σώματα τῶν
πολεμίων, ἀχρειῶσαι δὲ τὰς ἀκμὰς τῶν ὅπλων διὰ
τὸ πλῆθος τῶν φονευομένων, ἀναγκάσαι δὲ τοὺς
Καρχηδονίους μέσους ὄντας μένειν καὶ μάχεσθαι
548

Alexander Phil., In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


(0732: 005)“Alexandri in Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium”,
Ed. Wallies, M.Berlin: Reimer, 1883; Commentaria in Aristotelem Graeca 2.1.
P. 36, l. 14

(αὕτη γὰρ ἀναίρεσις καὶ ἀντίφασις πρὸς τὴν καθόλου ἀποφατικὴν ἀναγκαίαν,
ὡς ἐν τῷ περὶ τῆς ἀντιφάσεως δέδεικται λόγῳ), καὶ τὸ Α, φησί, τῷ Β
ἐνδέχοιτο ἂν τινί· ἀλλ' ἔκειτο ἐξ ἀνάγκης μηδενὶ ὑπάρχειν. δοκεῖ δὲ
καὶ ἐνταῦθα πάλιν διὰ τῆς ἐνδεχομένης ἐπὶ μέρους καταφατικῆς ὡς ἀντι-
στρεφούσης τὴν δεῖξιν περὶ τῆς ἀναγκαίας καθόλου ἀποφατικῆς πεποιῆσθαι,
καίτοι μηδέπω περὶ τῶν κατὰ τὰς ἐνδεχομένας ἀντιστροφῶν εἰρηκώς. ἢ
τὸ μὲν ἀντικεῖσθαι τῇ καθόλου ἀναγκαίᾳ ἀποφατικῇ τὴν ἐπὶ μέρους κατα-
φατικὴν ἐνδεχομένην εἶχεν ὁμολογούμενον (ἀντιφάσεις γάρ), διὸ καὶ τοῦτο
ἔλαβε. λαβὼν δὲ αὐτό, ἐπεὶ καὶ τὸ ὑπάρχον τινί, εἰ μὴ ἐξ ἀνάγκης
ὑπάρχοι, ἐνδέχεσθαι καὶ ἐνδεχομένως ὑπάρχειν λέγεται, ἦν δὲ αὐτῷ δε-
δειγμένον τὸ τὴν ἐπὶ μέρους ὑπάρχουσαν ἀντιστρέφειν ἑαυτῇ, ταύτῃ προσε-
χρήσατο· ἀνελὼν γὰρ τὸ ἀναγκαῖον διὰ τοῦ τινὶ ἐνδέχεσθαι ὑπάρχειν τῷ
τὸ τινὶ ὑπάρχον, ὅτε ὑπάρχει, ἀντιστρέφειν· τὸ δὲ ἐνδεχόμενον τινὶ ὑπάρ-
χειν ἤτοι ἤδη ὑπάρχει αὐτῷ ἢ οἷόν τέ ἐστιν ὑπάρξαι ποτέ· ὁπόταν δὲ
ὑπάρχῃ, ἀντιστρέφει· οὕτως ἔσται τὸ ἐξ ἀνάγκης μηδενὶ ὑπάρχον ὑπάρχον
ποτὲ τινὶ ἐκείνῳ, ὃ ἀδύνατον. ὅτι δὲ τὸ ἐνδεχόμενον ἐπὶ τοῦ ὑπάρχοντος
μὲν οὐκ ἐξ ἀνάγκης δὲ λέγεται, ὀλίγον προελθὼν διαιρούμενος τὸ ἐνδεχό-
μενον λέγει· σημαίνειν γάρ φησιν αὐτὸ ὥσπερ καὶ τὸ ἀναγκαῖον οὕτω δὲ
καὶ τὸ μὴ ἀναγκαῖον ἀλλὰ ὑπάρχον, ἐφ' οὗ καὶ νῦν αὐτῷ κέχρηται. καὶ
εἴη ἂν τῷ ἐξ ἀνάγκης μηδενὶ τὸ ἐνδεχομένως τινὶ ὑπάρχον ἢ ὑπάρξον

Alexander Phil., In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 36, l. 24

ὑπάρχοι, ἐνδέχεσθαι καὶ ἐνδεχομένως ὑπάρχειν λέγεται, ἦν δὲ αὐτῷ δε-


δειγμένον τὸ τὴν ἐπὶ μέρους ὑπάρχουσαν ἀντιστρέφειν ἑαυτῇ, ταύτῃ προσε-
χρήσατο· ἀνελὼν γὰρ τὸ ἀναγκαῖον διὰ τοῦ τινὶ ἐνδέχεσθαι ὑπάρχειν τῷ
τὸ τινὶ ὑπάρχον, ὅτε ὑπάρχει, ἀντιστρέφειν· τὸ δὲ ἐνδεχόμενον τινὶ ὑπάρ-
χειν ἤτοι ἤδη ὑπάρχει αὐτῷ ἢ οἷόν τέ ἐστιν ὑπάρξαι ποτέ· ὁπόταν δὲ
ὑπάρχῃ, ἀντιστρέφει· οὕτως ἔσται τὸ ἐξ ἀνάγκης μηδενὶ ὑπάρχον ὑπάρχον
ποτὲ τινὶ ἐκείνῳ, ὃ ἀδύνατον. ὅτι δὲ τὸ ἐνδεχόμενον ἐπὶ τοῦ ὑπάρχοντος
μὲν οὐκ ἐξ ἀνάγκης δὲ λέγεται, ὀλίγον προελθὼν διαιρούμενος τὸ ἐνδεχό-
μενον λέγει· σημαίνειν γάρ φησιν αὐτὸ ὥσπερ καὶ τὸ ἀναγκαῖον οὕτω δὲ
καὶ τὸ μὴ ἀναγκαῖον ἀλλὰ ὑπάρχον, ἐφ' οὗ καὶ νῦν αὐτῷ κέχρηται. καὶ
εἴη ἂν τῷ ἐξ ἀνάγκης μηδενὶ τὸ ἐνδεχομένως τινὶ ὑπάρχον ἢ ὑπάρξον
ἀντικείμενον. ἐπεὶ δὲ τοῦ ἀναγκαίου τὸ μὲν ἁπλῶς ἐστιν ἀναγκαῖον,
τὸ δὲ μετὰ διορισμοῦ λέγεται, ὡς τὸ ‘ἄνθρωπος ἐξ ἀνάγκης παντὶ γραμ-
ματικῷ, ἔστ' ἂν ᾖ γραμματικός’ (αὕτη γὰρ οὐχ ἁπλῶς ἐστιν ἡ πρότασις
ἀναγκαία· δέδειχε δὲ αὐτῶν τὴν διαφορὰν καὶ Θεόφραστος· οὐ γὰρ αἰεὶ
γραμματικός ἐστιν, ἀλλ' οὐδ' ὁ ἄνθρωπος γραμματικός), ἐπεὶ τοίνυν δια-
φέρει, δεῖ ἡμᾶς εἰδέναι, ὅτι περὶ τῶν ἁπλῶς καὶ κυρίως λεγομένων
ἀναγκαίων τὸν λόγον ποιεῖται νῦν Ἀριστοτέλης· αἱ γὰρ οὕτως ἀναγκαῖαι
549

ἀντιστρέφουσιν.  

Alexander Phil., In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 37, l. 21

οὐδ' ἂν τὸ Α ἢ παντὶ ἢ τινὶ τῶν Β ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχοι. παρείασε δὲ


αὐτὸς τὸ παντὶ καὶ ἠρκέσθη τῷ λαβεῖν, ὅτι μηδὲ τὸ Α ἔτι ἐξ ἀνάγκης
τινὶ τῷ Β· ἀντὶ γὰρ τοῦ εἰπεῖν ‘εἰ γὰρ μηδενὶ ἀνάγκη’ ἁπλῶς εἶπεν εἰ
γὰρ μὴ ἀνάγκη. ὅτι δὲ οὐ πεποίηται ἐπὶ τῆς ἐνδεχομένης ἀποφατικῆς
τὴν δεῖξιν, δῆλον· οὐδὲ γὰρ ἀντιστρέφειν αὐτῷ δοκεῖ αὕτη· ἀλλ' ἐπὶ τὴν
ὑπάρχουσαν ἀποφατικὴν ἤγαγε, καὶ ταύτης ἀφελὼν τὸ ἀναγκαῖον, ὃ ἐδήλωσε
διὰ τοῦ μηκέτι χρήσασθαι τῷ ἐνδεχομένῳ, ἀλλ' ἁπλῶς τῷ εἰ γὰρ μὴ
ἀνάγκη· ἡ γὰρ ὑπάρχουσα αὐτῷ ἀντιστρέφουσα κεῖται. ἐξ οὗ δῆλον, ὅτι
καὶ ἐπὶ τῆς πρὸ ταύτης δείξεως τῷ “τινὶ ἐνδέχεται” ἐπὶ τοῦ ὑπάρχοντος
κέχρηται· τὸ γὰρ “εἰ γὰρ τινὶ ἐνδέχεται” ἀκουστέον ὡς εἰρημένον ἐκεῖ
ἀντὶ τοῦ ‘εἰ γὰρ τινὶ ἐνδεχομένως ὑπάρχει’. καὶ τῇ ἐπὶ μέρους δὲ ἀποφα-
τικῇ ἀναγκαίᾳ οὐδεμίαν φησὶν ἀντιστρέφειν, διότι μηδὲ τῇ ὑπαρχούσῃ ἀντέ-
στρεφε, τοῦτ' ἔστι διὰ τὸ ἐπὶ ὅρων καὶ ὕλης τινὸς ὁμοίως, ὅτι μὴ ἀντιστρέφει,
δείκνυσθαι· ἐπὶ γὰρ τῶν αὐτῶν ὅρων ὁ ἔλεγχος· ὁ γὰρ ἄνθρωπος τινὶ ζῴῳ
ἐξ ἀνάγκης οὐχ ὑπάρχει, καὶ τὸ ζῷον παντὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχει.
p. 25a37

Alexander Phil., In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 221, l. 2

χεσθαι τῷ Α μηδενί. δῆλον οὖν, ὡς καὶ παντὶ αὐτῷ ἐνδέχεται. τοῦτο δὲ


ψεῦδος· οὐ γάρ, εἰ τὸ Α τῷ Β ἐνδέχεται παντί, διότι κεῖται ἐνδέχεσθαι
μηδενί, ἀνάγκη καὶ τὸ Β τῷ Α ἐνδέχεσθαι παντί· γίνεται γὰρ οὕτως ἡ
καθόλου καταφατικὴ ἐνδεχομένη ἑαυτῇ ἀντιστρέφουσα, ὅπερ οὐκ ἔστιν
ἀληθὲς οὐδὲ κατ' ἐκείνους. ἰδοὺ γοῦν τὸ μὲν λευκὸν ἐνδέχεται παντὶ ἀν-
θρώπῳ, ἐπεὶ καὶ μηδενί, οὐκέτι μέντοι τὸν ἄνθρωπον ἐνδέχεται παντὶ
λευκῷ· τισὶ γὰρ λευκοῖς ἐξ ἀνάγκης οὐχ ὑπάρχει ὡς κύκνῳ, χιόνι καὶ
ἄλλοις μυρίοις. εἰ δὲ ψεῦδος τὸ ἐνδέχεσθαι τὸν ἄνθρωπον παντὶ [τῷ] λευκῷ,
ψεῦδος καὶ τὸ ἐνδέχεσθαι μηδενί. ὥστ' οὔκ, εἰ τὸ Α τῷ Β ἐνδέχεται  
μηδενί, καὶ τὸ Β τῷ Α ἐνδέξεται μηδενί· οὐ γὰρ τὸ μηδενὶ ὑπάρχον ἤδη
καὶ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει. ἀκολούθως δὲ λέγοντες τὴν καθόλου ἀπο-
φατικὴν ἀντιστρέφειν τοῖς ὅροις οὐκέτι λέγουσι τὴν καταφατικὴν ἐνδεχομένην
τῇ ἐνδεχομένῃ ἀποφατικῇ ἀντιστρέφειν· οὐ γὰρ οἷόν τε τῷ μηκέτι μόνην
ἐνδεχομένην γίνεσθαι κατ' αὐτοὺς τὴν κατὰ τὸν διορισμόν.

Alexander Phil., In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 241, l. 28

στραφείσης, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων, ἐφ' ὧν ἦν ἡ συζυγία συλλογιστικὴ


οὔσης τῆς ἀναγκαίας ἀποφατικῆς καθόλου. ἂν δὲ ἀμφότεραι, φησίν,
550

ἢ ἀδιόριστοι ἢ ἐν μέρει ληφθῶσιν, ὡς ἂν ἔχωσι ποιότητος, οὐκ ἔσονται


συλλογιστικαί. ἡ δ' ἀπόδειξις, φησί, διὰ τῶν αὐτῶν ὅρων. λέγοι δ'
ἂν διὰ τῶν αὐτῶν ὅρων, δι' ὧν καὶ ἐν τῷ πρώτῳ σχήματι ἔδειξε τὰς
ἐξ ἀναγκαίας καὶ ἐνδεχομένης ἀμφοτέρων οὐσῶν ἐπὶ μέρους ἀσυλλογίστους
συζυγίας. οἱ δὲ ὅροι τοῦ μὲν παντὶ ἐξ ἀνάγκης λευκόν, ζῷον, ἄνθρωπος·
μέσον δῆλον ὅτι τὸ λευκὸν ἐν τούτῳ τῷ σχήματι. ἦν δὲ καὶ ἐν τῷ
πρώτῳ, ἀλλ' οὐ κατὰ τὴν αὐτὴν τάξιν· τότε μὲν γὰρ τὸ ζῷον τινὶ λευκῷ
ἐξ ἀνάγκης, καὶ τὸ λευκὸν τινὶ ἀνθρώπῳ ἐνδεχομένως· νῦν δὲ τὸ λευκὸν
καὶ τινὶ ζῴῳ ἐξ ἀνάγκης καὶ πάλιν τινὶ ἐξ ἀνάγκης οὔ, ὡς κόρακι καὶ
κύκνῳ [καὶ ἀνθρώπῳ]. πάλιν καὶ τινὶ ἐνδέχεται καὶ ἐνδέχεται τινὶ μή, ὡς
ἀνθρώπῳ· καὶ τὸ ζῷον παντὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης. τοῦ δὲ μηδενὶ λευκὸν
ἦν καὶ ζῷον καὶ ἄψυχον· μέσον πάλιν τὸ λευκόν, ὃ [ἦν] ζῴῳ μὲν πάλιν
καὶ τινὶ ἐξ ἀνάγκης καὶ τινὶ οὐκ ἐξ ἀνάγκης, ἀψύχῳ δὲ καὶ τινὶ ἐνδέχεται
καὶ τινὶ ἐνδέχεται μή· καὶ ζῷον ἐξ ἀνάγκης οὐδενὶ ἀψύχῳ. δύναται διὰ
τῶν αὐτῶν ὅρων εἰρηκέναι, οἷς πρὸ ὀλίγου κέχρηται οὐσῶν καθόλου τῶν
προτάσεων καὶ καταφατικῶν· οὗτοι δὲ ἦσαν λευκόν, κύκνος, ἄνθρωπος  
τοῦ μηδενὶ ἐξ ἀνάγκης, τοῦ δὲ παντὶ ἐξ ἀνάγκης κίνησις, ζῷον,

Alexander Phil., In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 329, l. 20

Ληπτέον δὲ ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων καὶ τὰ μὴ ὑπάρχοντα δυνατὰ δὲ ὑπάρχειν.

 Ἐν τῇ ἐκλογῇ τῇ ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων συλλογισμῶν δεῖν φησι τὰ


ἑπόμενα λαμβάνοντα τοῖς κειμένοις ὅροις, ὧν κατὰ τὸ ἐνδεχόμενον τὴν
συναγωγὴν βουλόμεθα ποιήσασθαι πρὸς ἀλλήλους, μὴ μόνον λαμβάνειν τὰ
ὑπάρχοντα μὲν αὐτοῖς ἐνδεχομένως δὲ ὑπάρχοντα, ἀλλὰ καὶ τὰ μὴ ὑπάρχοντα
μὲν αὐτοῖς ἐνδεχόμενα δὲ ὑπάρχειν καὶ ταῦτα θετέον ἐν τοῖς ἐνδεχομένως
ὑπάρχουσι καὶ ἑπομένοις. ἐδείχθη γάρ, ὅτι καὶ διὰ τῶν μὴ ὑπαρχόντων
ἐνδεχομένων δὲ ὑπάρχειν ὁ τοῦ ἐνδεχομένου συλλογισμός· ἐχρήσατο δὲ
τούτῳ, ὅτε ἐν ταῖς μίξεσι τὸ ἐνδεχόμενον μετελάμβανεν εἰς τὸ ὑπάρχον
ἐν ταῖς εἰς ἀδύνατον ἀπαγωγαῖς ὡς εἰς ψεῦδος μὲν οὐ μὴν ἀδύνατον. καὶ
ὁ τοῦ ἐνδεχομένου δὲ ὁρισμός, ὃν ἐξέθετο, τοιοῦτος ἦν· “οὗ γὰρ μὴ ὄντος
ἀναγκαίου τεθέντος δὲ ὑπάρχειν” οὐδὲν ἀδύνατον εἵπετο, τοῦτ' ἦν ἐνδε-
χόμενον· καὶ γὰρ καὶ διαφέρειν δοκεῖ τὸ κυρίως ἐνδεχόμενον τοῦ κυρίως
ὑπάρχοντος κατὰ τοῦτο.

Alexander Phil., In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 329, l. 21

Ληπτέον δὲ ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων καὶ τὰ μὴ ὑπάρχοντα δυνατὰ δὲ ὑπάρχειν.

 Ἐν τῇ ἐκλογῇ τῇ ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων συλλογισμῶν δεῖν φησι τὰ


ἑπόμενα λαμβάνοντα τοῖς κειμένοις ὅροις, ὧν κατὰ τὸ ἐνδεχόμενον τὴν
συναγωγὴν βουλόμεθα ποιήσασθαι πρὸς ἀλλήλους, μὴ μόνον λαμβάνειν τὰ
ὑπάρχοντα μὲν αὐτοῖς ἐνδεχομένως δὲ ὑπάρχοντα, ἀλλὰ καὶ τὰ μὴ ὑπάρχοντα
551

μὲν αὐτοῖς ἐνδεχόμενα δὲ ὑπάρχειν καὶ ταῦτα θετέον ἐν τοῖς ἐνδεχομένως


ὑπάρχουσι καὶ ἑπομένοις. ἐδείχθη γάρ, ὅτι καὶ διὰ τῶν μὴ ὑπαρχόντων
ἐνδεχομένων δὲ ὑπάρχειν ὁ τοῦ ἐνδεχομένου συλλογισμός· ἐχρήσατο δὲ
τούτῳ, ὅτε ἐν ταῖς μίξεσι τὸ ἐνδεχόμενον μετελάμβανεν εἰς τὸ ὑπάρχον
ἐν ταῖς εἰς ἀδύνατον ἀπαγωγαῖς ὡς εἰς ψεῦδος μὲν οὐ μὴν ἀδύνατον. καὶ
ὁ τοῦ ἐνδεχομένου δὲ ὁρισμός, ὃν ἐξέθετο, τοιοῦτος ἦν· “οὗ γὰρ μὴ ὄντος
ἀναγκαίου τεθέντος δὲ ὑπάρχειν” οὐδὲν ἀδύνατον εἵπετο, τοῦτ' ἦν ἐνδε-
χόμενον· καὶ γὰρ καὶ διαφέρειν δοκεῖ τὸ κυρίως ἐνδεχόμενον τοῦ κυρίως
ὑπάρχοντος κατὰ τοῦτο.

Alexander Phil., De fato P. 175, l. 27

τὸ ἀντικείμενον τοῦ ἐν ᾧ ἐστι μεταβολῆς, τὰ δ' οὐδὲν μᾶλλον αὐτῶν ἐν


τῷ ἀντικειμένῳ ἢ ἐν ᾧ ἐστιν εἶναι δυνάμενα. πῦρ μὲν γὰρ οὐχ οἷόν τε
δέξασθαι ψυχρότητα, ἥτις ἐστὶν ἐναντία αὐτοῦ τῇ συμφύτῳ θερμότητι,
ἀλλ' οὐδὲ χιὼν δέξαιτ' ἂν θερμότητα χιὼν μένουσα, ὕδωρ δὲ κἂν ᾖ ψυχρὸν
οὐκ ἀδύνατον ἀποβαλὸν ταύτην δέξασθαι τὴν ἐναντίαν αὐτῇ θερμότητα·
ὁμοίως δὲ καὶ τούτῳ δυνατὸν καὶ τὸν καθεζόμενον στῆναι καὶ τὸν κινού-
μενον ἠρεμῆσαι καὶ τὸν λαλοῦντα σιγῆσαι καὶ ἐπὶ μυρίων εὕροι τις ἂν
δύναμίν τινα ἐνυπάρχουσαν τῶν ἐναντίων δεκτικήν, ὧν, εἰ τὰ ἐξ ἀνάγκης
ὄντα ἐν θατέρῳ οὐκ ἔχει δύναμιν τοῦ δέξασθαι τοῦ ἐν ᾧ ἐστι τὸ ἐναν-
τίον, οὐκ ἐξ ἀνάγκης ἂν εἴη ἐν οἷς ἐστι τὰ καὶ τοῦ ἐναντίου αὐτοῖς
δεκτικά. εἰ δὲ μὴ ἐξ ἀνάγκης, ἐνδεχομένως. τὰ δὲ ἐνδεχομένως ἔν τινι
οὕτως ἐστὶν ἐν αὐτῷ ὡς οὐκ ἐξ ἀνάγκης ἀλλ' ὡς ἐνδεχομένως ἐν αὐτῷ  
γεγονότα. τὸ δὲ ἐνδεχομένως γεγονὸς ἔν τινι καὶ μὴ γεγονέναι ἐν αὐτῷ
οἷόν τε ἦν. ἔστι μὲν γὰρ ἕκαστον καὶ τούτων ἐν ᾧ ὂν τυγχάνει, διότι
ἦν ἐν θατέρῳ αὑτῷ ἀντικειμένῳ εἶναι, ἐν ᾧ δ' ἐστὶ νῦν, οὐκ ἐξ ἀνάγκης
ἁπλῶς ἐστιν ἐν τούτῳ διὰ τὴν πρὸς τὰ ἀντικείμενα δύναμιν. ἀλλὰ μὴν
τὰ οὕτως ὄντα ἔν τισιν οὐ δι' αἰτίας τινὰς προκαταβεβλημένας [τε] ἐξ
ἀνάγκης εἰς ταῦτα ἀγούσας ἐστὶν ἐν αὐτοῖς. ὥστ' εἰ πάντα τὰ ὁμοίως
τῶν ἀντικειμένων ὄντα δεκτικὰ ἐνδεχομένως τέ ἐστιν ἐν οἷς ἐστιν καὶ
οὐκ ἔστιν ἐν οἷς οὐκ ἔστι, μυρία ἂν εἴη τὰ ἐνδεχομένως ὄντα τε καὶ γι-
νόμενα. ἄτοπον γὰρ ὁμοίως ἐξ ἀνάγκης εἶναι λέγειν ἔν τινι τά τε ἀνεπί

Alexander Phil., De fato P. 175, l. 28

τῷ ἀντικειμένῳ ἢ ἐν ᾧ ἐστιν εἶναι δυνάμενα. πῦρ μὲν γὰρ οὐχ οἷόν τε


δέξασθαι ψυχρότητα, ἥτις ἐστὶν ἐναντία αὐτοῦ τῇ συμφύτῳ θερμότητι,
ἀλλ' οὐδὲ χιὼν δέξαιτ' ἂν θερμότητα χιὼν μένουσα, ὕδωρ δὲ κἂν ᾖ ψυχρὸν
οὐκ ἀδύνατον ἀποβαλὸν ταύτην δέξασθαι τὴν ἐναντίαν αὐτῇ θερμότητα·
ὁμοίως δὲ καὶ τούτῳ δυνατὸν καὶ τὸν καθεζόμενον στῆναι καὶ τὸν κινού-
μενον ἠρεμῆσαι καὶ τὸν λαλοῦντα σιγῆσαι καὶ ἐπὶ μυρίων εὕροι τις ἂν
δύναμίν τινα ἐνυπάρχουσαν τῶν ἐναντίων δεκτικήν, ὧν, εἰ τὰ ἐξ ἀνάγκης
ὄντα ἐν θατέρῳ οὐκ ἔχει δύναμιν τοῦ δέξασθαι τοῦ ἐν ᾧ ἐστι τὸ ἐναν-
τίον, οὐκ ἐξ ἀνάγκης ἂν εἴη ἐν οἷς ἐστι τὰ καὶ τοῦ ἐναντίου αὐτοῖς
δεκτικά. εἰ δὲ μὴ ἐξ ἀνάγκης, ἐνδεχομένως. τὰ δὲ ἐνδεχομένως ἔν τινι
οὕτως ἐστὶν ἐν αὐτῷ ὡς οὐκ ἐξ ἀνάγκης ἀλλ' ὡς ἐνδεχομένως ἐν αὐτῷ  
γεγονότα. τὸ δὲ ἐνδεχομένως γεγονὸς ἔν τινι καὶ μὴ γεγονέναι ἐν αὐτῷ
552

οἷόν τε ἦν. ἔστι μὲν γὰρ ἕκαστον καὶ τούτων ἐν ᾧ ὂν τυγχάνει, διότι
ἦν ἐν θατέρῳ αὑτῷ ἀντικειμένῳ εἶναι, ἐν ᾧ δ' ἐστὶ νῦν, οὐκ ἐξ ἀνάγκης
ἁπλῶς ἐστιν ἐν τούτῳ διὰ τὴν πρὸς τὰ ἀντικείμενα δύναμιν. ἀλλὰ μὴν
τὰ οὕτως ὄντα ἔν τισιν οὐ δι' αἰτίας τινὰς προκαταβεβλημένας [τε] ἐξ
ἀνάγκης εἰς ταῦτα ἀγούσας ἐστὶν ἐν αὐτοῖς. ὥστ' εἰ πάντα τὰ ὁμοίως
τῶν ἀντικειμένων ὄντα δεκτικὰ ἐνδεχομένως τέ ἐστιν ἐν οἷς ἐστιν καὶ
οὐκ ἔστιν ἐν οἷς οὐκ ἔστι, μυρία ἂν εἴη τὰ ἐνδεχομένως ὄντα τε καὶ γι-
νόμενα. ἄτοπον γὰρ ὁμοίως ἐξ ἀνάγκης εἶναι λέγειν ἔν τινι τά τε ἀνεπί-
δεκτα τῶν ἐναντίων τούτοις ἐν οἷς ἐστι καὶ τὰ μηδὲν μᾶλλον καθ' ὁντιν

Nemesius Theol., De natura hominis (0743: 001)“Nemesius of Emesa (typescript)”,


Ed. Einarson, B.; Corpus medicorum Graecorum (in press).Sec. 37, l. 44

τείναι δὲ αὐτῷ πᾶς ὁ λόγος εἰς τὸ τὰς προαιρέσεις καί τινας


τῶν κατὰ προαίρεσιν πράξεων ἐφ' ἡμῖν εἶναι, τὰ δὲ ἐπακο-
λουθοῦντα ταύταις καὶ τὰ τέλη ἐπὶ τῇ εἱμαρμένῃ ἐξ ἀνάγ-
κης. τοῦτο δὲ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν ἐδείχθη μὴ καλῶς ἔχειν.
καθ' ὃ μὲν οὖν καλεῖ θεοῦ διάταξιν καὶ βούλησιν τὴν εἱμαρ-
μένην καὶ καθ' ὃ τὴν εἱμαρμένην ὑπάγει τῇ προνοίᾳ, μι-
κρόν τι διαλλάττει πρὸς τὰ θεῖα λόγια τὰ λέγοντα πρό-
νοιαν μόνην διοικεῖν τὰ πάντα· κατὰ πολὺ δὲ διαφέρεται
φάσκων ἐξ ἀνάγκης τοῖς ἐφ' ἡμῖν ἕπεσθαι τὰ τέλη. ἡμεῖς
γὰρ οὐ κατ' ἀνάγκην ἐπάγεσθαι τὰ τῆς προνοίας φαμὲν
ἀλλ' ἐνδεχομένως. εἰ γὰρ κατ' ἀνάγκην, πρῶτον μὲν τὸ
πολὺ τῆς εὐχῆς μέρος περικέκοπται· περὶ μόνων γὰρ τῶν
ἀρχῶν τῶν πράξεων τὰ τῆς εὐχῆς ἔσται κατ' αὐτόν, ὥστε  
τὰ κρείττω ἑλέσθαι· μετὰ δὲ τὸ προελέσθαι μάταια λοι-
πὸν τὰ τῆς εὐχῆς, τῶν ἑπομένων πάντως ἐξ ἀνάγκης ἐπα-
γομένων. ἡμεῖς δὲ καὶ ἐπὶ τούτοις δύνασθαι τὴν
εὐχὴν διοριζόμεθα. ἐπὶ τῇ προνοίᾳ γὰρ εἶναι τὸ ναυαγῆ-
σαι τὸν πλέοντα καὶ μή, οὐκ ἐξ ἀνάγκης μέντοι τὸ ἕτερον
αὐτῶν, ἀλλ' ἐνδεχομένως. οὐ γὰρ ὑπ' ἀνάγκην ὁ θεός,
οὐδὲ τὴν βούλησιν αὐτοῦ δουλεύειν ἀνάγκῃ θεμιτὸν εἰπεῖν·
καὶ γὰρ τῆς ἀνάγκης δημιουργός ἐστιν

Nemesius Theol., De natura hominis Sec. 37, l. 52

φάσκων ἐξ ἀνάγκης τοῖς ἐφ' ἡμῖν ἕπεσθαι τὰ τέλη. ἡμεῖς


γὰρ οὐ κατ' ἀνάγκην ἐπάγεσθαι τὰ τῆς προνοίας φαμὲν
ἀλλ' ἐνδεχομένως. εἰ γὰρ κατ' ἀνάγκην, πρῶτον μὲν τὸ
πολὺ τῆς εὐχῆς μέρος περικέκοπται· περὶ μόνων γὰρ τῶν
ἀρχῶν τῶν πράξεων τὰ τῆς εὐχῆς ἔσται κατ' αὐτόν, ὥστε  
τὰ κρείττω ἑλέσθαι· μετὰ δὲ τὸ προελέσθαι μάταια λοι-
πὸν τὰ τῆς εὐχῆς, τῶν ἑπομένων πάντως ἐξ ἀνάγκης ἐπα-
γομένων. ἡμεῖς δὲ καὶ ἐπὶ τούτοις δύνασθαι τὴν
εὐχὴν διοριζόμεθα. ἐπὶ τῇ προνοίᾳ γὰρ εἶναι τὸ ναυαγῆ-
σαι τὸν πλέοντα καὶ μή, οὐκ ἐξ ἀνάγκης μέντοι τὸ ἕτερον
αὐτῶν, ἀλλ' ἐνδεχομένως. οὐ γὰρ ὑπ' ἀνάγκην ὁ θεός,
οὐδὲ τὴν βούλησιν αὐτοῦ δουλεύειν ἀνάγκῃ θεμιτὸν εἰπεῖν·
καὶ γὰρ τῆς ἀνάγκης δημιουργός ἐστιν. ἀνάγκην μὲν γὰρ
553

ἐπέθηκεν τοῖς ἄστροις ὥστε ἀεὶ κατὰ τὰ αὐτὰ κινεῖσθαι,


καὶ τὴν θάλασσαν περιώρισεν, καὶ τοῖς καθόλου καὶ γενικοῖς
ὅρον ἀναγκαῖον ἔθηκεν, ὃν εἰ βούλονται καλεῖν εἱμαρμένην
διὰ τὸ πάντῃ καὶ πάντως οὕτω γίνεσθαι κατ' ἀνάγκην,
ὡς πάντα τὰ κατὰ διαδοχὴν ἐν γενέσει φθείρεσθαι, λό-  
γος οὐδείς· περὶ γὰρ ὀνομάτων οὐκ ἀμφισβητοῦμεν πρὸς
αὐτούς· αὐτὸς δὲ πάσης ἀνάγκης οὐ μόνον ἐκτὸς καθέστη-
κεν ἀλλὰ καὶ κύριος καὶ ποιητής ἐστιν.

Nemesius Theol., De natura hominis Sec. 37, l. 68

διὰ τὸ πάντῃ καὶ πάντως οὕτω γίνεσθαι κατ' ἀνάγκην,


ὡς πάντα τὰ κατὰ διαδοχὴν ἐν γενέσει φθείρεσθαι, λό-  
γος οὐδείς· περὶ γὰρ ὀνομάτων οὐκ ἀμφισβητοῦμεν πρὸς
αὐτούς· αὐτὸς δὲ πάσης ἀνάγκης οὐ μόνον ἐκτὸς καθέστη-
κεν ἀλλὰ καὶ κύριος καὶ ποιητής ἐστιν. ἐξουσία γὰρ ὢν
καὶ φύσις ἐξουσιαστική, οὐδὲν οὔτε φύσεως ἀνάγκῃ οὔτε
θεσμῷ νόμου ποιεῖ, πάντα δέ ἐστιν αὐτῷ ἐνδεχόμενα καὶ
τὰ ἀναγκαῖα. καὶ ἵνα τοῦτο δειχθῇ ἔστησέ ποτε τὸν
δρόμον ἡλίου καὶ σελήνης, τῶν ἀνάγκῃ φερομένων καὶ ἀεὶ
ὡσαύτως ἐχόντων, ἵνα δείξῃ μηδὲν αὐτῷ κατ' ἀνάγκην
γίνεσθαι ἀλλὰ πάντα κατ' ἐξουσίαν ἐνδεχομένως. ἅπαξ
δὲ τοιαύτην ἡμέραν ἐποίησεν, ὡς ἐπεσημήνατο καὶ ἡ γραφή,
ἵνα μόνον ἐνδείξηται καὶ μὴ διαλύσῃ τὸν θεσμὸν τὸν ἐξ  
ἀρχῆς αὐτῷ τεθέντα τῆς ἀναγκαίας τῶν ἄστρων φορᾶς.
οὕτω καί τινας τῶν ἀνθρώπων ἐν τῇ ζωῇ διαφυλάττει, ὡς
τὸν Ἠλίαν καὶ τὸν Ἑνώχ, θνητοὺς ὄντας καὶ ὑποκειμένους
φθορᾷ, ἵνα διὰ πάντων τούτων τὴν ἐξουσίαν αὐτοῦ καὶ
τὴν ἀκατανάγκαστον βούλησιν κατανοήσωμεν.

Ctesias Hist., Med., Frag.(0845: 002)“FGrH #688”.Vol.-Jacobyʹ-F 3c,688,F,


fragment 1b, l. 773

χρήματα μὲν δωρήσεται δὶς τοσαῦτα, τῆς δὲ Μηδίας ὕπαρχον καταστήσει’.


παραπλησίως δ' ἐπηγγείλατο δώσειν δωρεὰς τοῖς Βέλεσυν τὸν Βαβυλώνιον
ἀνελοῦσιν ἢ ζωγρήσασιν. (3) οὐδενὸς δὲ προσέχοντος τοῖς κηρύγμασι, συνῆψε
μάχην· καὶ πολλοὺς μὲν ἐφόνευσε τῶν ἀποστατῶν, τὸ δ' ἄλλο πλῆθος συνεδίωξεν
εἰς τὴν ἐν τοῖς ὄρεσι παρεμβολήν. (4) οἱ δὲ περὶ τὸν Ἀρβάκην διὰ τὰς ἥττας
ἀθυμοῦντες, συνήγαγον τῶν φίλων συνέδριον, καὶ προέθηκαν βουλὴν τί δέοι
πράττειν. (5) οἱ πλεῖστοι μὲν οὖν ἔφασαν δεῖν εἰς τὰς πατρίδας ἀπιέναι, καὶ
τόπους ὀχυροὺς καταλαμβάνεσθαι, καὶ τῶν ἄλλων τῶν εἰς τὸν πόλεμον χρησί-
μων τὴν ἐνδεχομένην παρασκευὴν ποιεῖσθαι· Βέλεσυς δ' ὁ Βαβυλώνιος φήσας
τοὺς θεοὺς αὐτοῖς σημαίνειν μετὰ πόνων καὶ κακοπαθείας ἐπὶ τέλος ἄξειν τὴν
προαίρεσιν, καὶ τἄλλα παρακαλέσας ἐνδεχομένως, ἔπεισεν ἅπαντας ὑπομένειν
τοὺς κινδύνους. (6) γενομένης οὖν τρίτης παρατάξεως, πάλιν ὁ βασιλεὺς ἐνίκησε,
καὶ τῆς τε παρεμβολῆς τῶν ἀποστατῶν ἐκυρίευσε, καὶ τοὺς ἡττηθέντας ἐδίωξε
μέχρι τῶν ὅρων τῆς Βαβυλωνίας· συνέβη δὲ καὶ τὸν Ἀρβάκην αὐτὸν λαμπρό-
τατα κινδυνεύσαντα καὶ πολλοὺς ἀνελόντα, ὑπὸ τῶν Ἀσσυρίων γενέσθαι τραυ-
554

ματίαν. (7) τηλικούτων δ' ἐλαττωμάτων κατὰ τὸ συνεχὲς γενομένων τοῖς


ἀφεστηκόσιν, οἱ τὰς ἡγεμονίας ἔχοντες ἀπελπίσαντες περὶ τῆς νίκης, παρεσκευ-
άζοντο διαχωρίζεσθαι πρὸς τοὺς οἰκείους ἕκαστοι τόπους. (8) ὁ δὲ Βέλεσυς ἐν
ὑπαίθρωι τὴν νύκτα διηγρυπνηκώς, καὶ περὶ τὴν τῶν ἄστρων παρατήρησιν  
φιλοτιμηθείς, ἔφησε τοῖς ἀπηλπικόσι τὰ πράγματα, ἂν πένθ' ἡμέρας ἀναμεί-
νωσιν, αὐτομάτην ἥξειν βοήθειαν, καὶ μεταβολὴν ἔσεσθαι τῶν ὅλων

Aristeae Epistula, Aristeae epistula ad Philocratem (1183: 001)


“Lettre d'Aristée à Philocrate”, Ed. 41, l. 1

εὑρεθῇ, διὰ τὸ περὶ μειζόνων εἶναι τὴν σκέψιν. Οἰόμεθα γὰρ


ἐπιτελεσθέντος τούτου μεγάλην ἀποίσεσθαι δόξαν.
         Ἀπες-
τάλκαμεν δὲ περὶ τούτων Ἀνδρέαν τῶν ἀρχισωματοφυλάκων
καὶ Ἀριστέαν, τιμωμένους παρ' ἡμῖν, διαλεξομένους σοι καὶ
κομίζοντας ἀπαρχὰς εἰς τὸ ἱερὸν ἀναθημάτων καὶ εἰς θυσίας
καὶ τὰ ἄλλα ἀργυρίου τάλαντα ἑκατόν. Γράφων δὲ καὶ σὺ πρὸς
ἡμᾶς περὶ ὧν ἐὰν βούλῃ κεχαρισμένος ἔσῃ, καὶ φιλίας ἄξιόν
τι πράξεις, ὡς ἐπιτελεσθησομένων τὴν ταχίστην περὶ ὧν ἂν
αἱρῇ. Ἔρρωσο.
 Πρὸς ταύτην τὴν ἐπιστολὴν ἀντέγραψεν ἐνδεχομένως
ὁ Ἐλεάζαρος ταῦτα·
 Ἐλεάζαρος ἀρχιερεὺς βασιλεῖ Πτολεμαίῳ φίλῳ γνησίῳ χαί-
ρειν. Αὐτός τε ἔρρωσο καὶ ἡ βασίλισσα Ἀρσινόη, ἡ ἀδελφή,  
καὶ τὰ τέκνα, καλῶς ἂν ἔχοι καὶ ὡς βουλόμεθα, καὶ αὐτοὶ δὲ
ὑγιαίνομεν.
         Λαβόντες τὴν παρὰ σοῦ ἐπιστολὴν μεγάλως
ἐχάρημεν διὰ τὴν προαίρεσίν σου καὶ τὴν καλὴν βουλήν, καὶ
συναγαγόντες τὸ πᾶν πλῆθος παρανέγνωμεν αὐτοῖς, ἵνα εἰδῶ-
σιν ἣν ἔχεις πρὸς τὸν θεὸν ἡμῶν εὐσέβειαν. Ἐπεδείξαμεν δὲ
καὶ τὰς φιάλας ἃς ἀπέστειλας, χρυσᾶς εἴκοσι καὶ ἀργυρᾶς

Χρύσιππος. Frag.logica et physica (1264: 001)“Stoicorum veterum fragmenta, vol.


2”, Ed. von Arnim, J.Leipzig: Teubner, 1903, Rep1968.Fragment 961, l. 7

 Alexander Aphrod. de fato cp. 10 p. 177, 7 Bruns. ὅμοιον δὲ


τούτῳ καὶ τὸ λέγειν, τὸ ἀξίωμα τὸ “ἔσται αὔριον ναυμαχία” ἀληθὲς
μὲν εἶναι δύνασθαι, οὐ μέντοι καὶ ἀναγκαῖον. ἀναγκαῖον μὲν γὰρ
τὸ ἀεὶ ἀληθές, τοῦτο δὲ οὐκέτ' ἀληθὲς μένει, ἐπειδὰν ἡ ναυμαχία γένηται.
εἰ δὲ μὴ τοῦτο ἀναγκαῖον, οὐδὲ τὸ ὑπ' αὐτοῦ σημαινόμενον ἐξ ἀνάγκης τὸ
ἔσεσθαι ναυμαχίαν. εἰ δὲ ἔσται μέν, οὐκ ἐξ ἀνάγκης δὲ (ἀληθοῦς ὄντος
τοῦ ἔσεσθαι ναυμαχίαν, οὐκ ἐξ ἀνάγκης δέ) ἐνδεχομένως δηλονότι. εἰ δὲ
ἐνδεχομένως, οὐκ ἀναιρεῖται τὸ ἐνδεχομένως τινὰ γίνεσθαι ὑπὸ τοῦ πάντα
γίνεσθαι καθ' εἱμαρμένην.
 Alexander Aphrod. quaestiones I 4 p. 10, 8. ἕποιτ' ἂν τοῖς πάντα
555

γίνεσθαι καθ' εἱμαρμένην λέγουσιν τὸ δυνατὸν εἶναι μόνον τὸ ἐξ ἀνάγκης,


τοῦ ἐξ ἀνάγκης μὴ τοῦ ὡς βιαίου, ἀλλὰ τούτου λαμβανομένου, οὗ τὸ ἀντι-  
κείμενον ἀδύνατον. καίτοι κατὰ μόνους τοὺς πάντα καθ' εἱμαρμένην γίνε-
σθαι λέγοντας [οὐκ] ἄλλο τι τοῦ ἀναγκαίως γινομένου τὸ γινόμενον
[οὔτε γινομένου] ἐξ ἀνάγκης, οὐδ' ἔστιν τὸ [μὲν] ἐξ ἀνάγκης γινό-
μενον, ὥς φασιν, τὸ γινόμενον βίᾳ, τὸ δὲ [ἀναγκαίως τὸ] κατὰ τὴν
τῶν αἰτίων ἀκολουθίαν. γνώριμον δὲ ἐκ τούτου τὸ μηδὲ

Χρύσιππος. Frag.logica et physica Fragment 961, l. 8

μενα καθ' εἱμαρμένην, καίτοι ἀπαραβάτως γιγνόμενα, ἐξ ἀνάγκης


γίνεσθαι, ὅτι ἐστὶν αὐτοῖς δυνατὸν γενέσθαι καὶ τὸ ἀντικείμενον, δυνατὸν
ὂν οὕτως ὡς προείρηται.
 Alexander Aphrod. de fato cp. 10 p. 177, 7 Bruns. ὅμοιον δὲ
τούτῳ καὶ τὸ λέγειν, τὸ ἀξίωμα τὸ “ἔσται αὔριον ναυμαχία” ἀληθὲς
μὲν εἶναι δύνασθαι, οὐ μέντοι καὶ ἀναγκαῖον. ἀναγκαῖον μὲν γὰρ
τὸ ἀεὶ ἀληθές, τοῦτο δὲ οὐκέτ' ἀληθὲς μένει, ἐπειδὰν ἡ ναυμαχία γένηται.
εἰ δὲ μὴ τοῦτο ἀναγκαῖον, οὐδὲ τὸ ὑπ' αὐτοῦ σημαινόμενον ἐξ ἀνάγκης τὸ
ἔσεσθαι ναυμαχίαν. εἰ δὲ ἔσται μέν, οὐκ ἐξ ἀνάγκης δὲ (ἀληθοῦς ὄντος
τοῦ ἔσεσθαι ναυμαχίαν, οὐκ ἐξ ἀνάγκης δέ) ἐνδεχομένως δηλονότι. εἰ δὲ
ἐνδεχομένως, οὐκ ἀναιρεῖται τὸ ἐνδεχομένως τινὰ γίνεσθαι ὑπὸ τοῦ πάντα
γίνεσθαι καθ' εἱμαρμένην.

Θεμίστιος. In Aristotelis libros de anima paraphrasis (2001: 040)


“Themistii in libros Aristotelis de anima paraphrasis”, Ed. Heinze, R.
Berlin: Reimer, 1899; Commentaria in Aristotelem Graeca 5.3.
Vol. 5,3, p. 6, l. 25

ὅτι τὸ ‘ἐνδέχοιτ' ἂν αὐτὴν καὶ χωρίζεσθαι’ οὐκ ἦν ἀναγκαίας ἀκολουθίας,


ἐφ' οἵας ἡ ἀναίρεσις τοῦ ἑπομένου συναναιρεῖ τὸ ἡγούμενον, ἀλλ' ἐνδε-
χομένης, ἐφ' ἧς ἔμπαλίν ἐστι τὸ συμβαῖνον· ἡ γὰρ ἀναίρεσις τοῦ ἡγου-
μένου συναναιρεῖ τὸ ἑπόμενον· εἰ μὲν γὰρ πλευσεῖται Δίων, ἐνδέχεται αὐτὸν
καὶ εὐπλοῆσαι, εἰ δ' οὐ πλευσεῖται Δίων, οὐδ' εὐπλοῆσαι αὐτὸν ἐνδέχεται·
ἀλλ' οὐχί, εἰ μὴ εὐπλοῆσαι αὐτὸν ἐνδέχεται, οὐκ ἐνδέχεται αὐτὸν οὐδὲ
πλεῦσαι. ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ βαδίσαι καὶ ἐπὶ τοῦ πρᾶξαι καὶ ἐφ' ἁπάντων,
ἐφ' ὧν ἡ ἀκολούθησις ἐνδεχομένη ἦν, οὐκ ἀναγκαία. οὕτως δὲ καί, εἰ μὲν
ζῶόν ἐστι τὸ πόρρωθεν προσιόν, ἐνδέχεται αὐτὸ ἵππον εἶναι, εἰ δὲ μὴ ζῶον,
οὐδ' ἵππον· ἀλλ' οὐχὶ εἰ μὴ ἵππον, οὐδὲ ζῶον. ἁπλῶς γὰρ τὸ ἐνδεχομένως
ἀκολουθοῦν ὡς μέρος γίνεται τοῦ ἡγουμένου, εἴ γε ποτὲ μὲν αὐτῷ ὑπάρχει,
ποτὲ δὲ οὔ, ἐπὶ τούτων δὲ ἡ τοῦ ὅλου ἀναίρεσις συναναιρεῖ καὶ τὸ μέρος.
οὐκ ἀδιάβλητον οὖν καὶ τοῦτο τὸ συνημμένον ‘εἰ μὲν ἔστι τι ἴδιον ἔργον
τῆς ψυχῆς, ἐνδέχοιτο ἂν αὐτὴν χωρίζεσθαι’· οὐ γὰρ ἐξ ἀνάγκης. τί γὰρ
εἰ καὶ ἴδιον μὲν ἔργον ἔχει, μὴ χωρίζεται δέ, ὥσπερ ὀφθαλμὸς καὶ χείρ;
ἀναγκαία δὲ καὶ ἡ τοῦ ἡγουμένου ἀναίρεσις συναναιροῦσα τὸ ἑπόμενον· ‘εἰ
δὲ μηδέν, οὐκ ἂν εἴη χωριστή’· ταύτην γὰρ τὴν ἀκολουθίαν ἐναργὲς ἀξίωμα
βεβαιοῖ, τὸ μηδὲν ὑπὸ τῆς φύσεως ἀργὸν γεγενῆσθαι.
556

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i paraphrasis


(2001: 042)“Themistii quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i
paraphrasis”, Ed. Wallies, M.Berlin: Reimer, 1884; Commentaria in Aristotelem
Graeca 23.3.Vol. 23,3, p. 19, l. 15

τὸ Α τῷ Β ἤδη, τουτέστιν ὑπαρχόντως, ἢ ὅτι τὸ Α τῷ Β οὔπω μὲν ὑπάρχει,


δύναται δὲ ὑπάρξαι. ὅταν γὰρ εἴπωμεν, ὅτι τὸ Α κατὰ παντὸς τοῦ Β ἐν-
δέχεται, ἢ τοῦτό φαμεν, ὅτι, ὅσοις ἤδη ὑπάρχει τὸ Β, ἐνδέχεται τὸ
Α ὑπάρχειν, ἢ ὅτι, ὅσοις μήπω μὲν ὑπάρχει τὸ Β, δύναται δὲ ὑπάρξαι,
ὑπάρχει τὸ Α, ὡς ὅταν εἴπωμεν, ὅτι ἐνδέχεται κίνησιν παντὶ λευκῷ ὑπάρ-
χειν· ἢ γὰρ ὅτι πᾶσιν, οἷς ἤδη ἐνεργείᾳ τὸ λευκὸν ὑπάρχει, ἢ οἷς ὑπάρξει
νῦν μὴ ὑπάρχον. οὐδὲν δὲ διαφέρει, κἄν τε ‘κατὰ παντὸς τοῦ Β τὸ Α’ εἴ-
πωμεν κἄν τε ‘καθ' οὗ τὸ Β, τὸ Α’· οὐδὲν γὰρ θάτερον θατέρου διαφέρει,
ἀλλὰ ταὐτὸν σημαίνει ἄμφω καὶ ἀντ' ἀλλήλων λέγεται· οὐδὲν γὰρ ἄλλο ση-
μαῖνον τὸ ‘καθ' οὗ’ ἢ τὸ ‘κατὰ παντός’. φανερὸν οὖν, ὅτι διχῶς λέγοιτο τὸ
ἐνδέχεσθαι τὸ Α τῷ Β ὑπάρχειν, ἢ ὅτι ὑπαρχόντως ἢ ὅτι ἐνδεχομένως.
 Πρῶτον οὖν δεῖ περὶ τῆς συζυγίας τῆς ἐξ ἀμφοτέρων ἐνδεχομένων προτά-
σεων λέγειν, ποῖον συνάγουσι συμπέρασμα· οἷον τὸ Α κατὰ παντὸς τοῦ Β
ἐνδέχεται, τὸ Β κατὰ παντὸς τοῦ Γ ἐνδέχεται. ἐὰν γὰρ εἴπωμεν, ὅτι τὸ Α
ἐνδέχεται ὑπάρξαι πᾶσιν, οἷς ὑπάρχει τὸ Β, μικτὰς τὰς προτάσεις ποιοῦμεν
ἐξ ὑπάρχοντος καὶ ἐνδεχομένου· δεῖ δέ, ὡς εἶπον, πρῶτον περὶ τῶν ὁμοιο-
σχημόνων, τουτέστι τῶν ἁπλῶν, διαλαβεῖν. ταὐτὸν δὲ εἰπεῖν περὶ τῶν ἐξ
ἀμφοτέρων ἐνδεχομένων. εἰ γὰρ τὸ Α παντὶ τῷ Β ἐνδεχομένως, πᾶσιν ἄρα
τοῖς μέρεσιν αὐτοῦ ἐνδεχομένως ὑπάρξει· μέρος δὲ τοῦ Β τὸ Γ· ὑπόκειται
γὰρ τὸ Β παντὶ τῷ Γ ἐνδεχομένως ὑπάρξαι· τὸ ἄρα Α παντὶ τῷ Γ ἐνδεχο-
μένως ὑπάρξει. τοῦτο γὰρ φανερὸν ἐκ τοῦ ὁρισμοῦ τοῦ κατὰ παντός·

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i paraphrasis


Vol. 23,3, p. 19, l. 22

πωμεν κἄν τε ‘καθ' οὗ τὸ Β, τὸ Α’· οὐδὲν γὰρ θάτερον θατέρου διαφέρει,


ἀλλὰ ταὐτὸν σημαίνει ἄμφω καὶ ἀντ' ἀλλήλων λέγεται· οὐδὲν γὰρ ἄλλο ση-
μαῖνον τὸ ‘καθ' οὗ’ ἢ τὸ ‘κατὰ παντός’. φανερὸν οὖν, ὅτι διχῶς λέγοιτο τὸ
ἐνδέχεσθαι τὸ Α τῷ Β ὑπάρχειν, ἢ ὅτι ὑπαρχόντως ἢ ὅτι ἐνδεχομένως.
 Πρῶτον οὖν δεῖ περὶ τῆς συζυγίας τῆς ἐξ ἀμφοτέρων ἐνδεχομένων προτά-
σεων λέγειν, ποῖον συνάγουσι συμπέρασμα· οἷον τὸ Α κατὰ παντὸς τοῦ Β
ἐνδέχεται, τὸ Β κατὰ παντὸς τοῦ Γ ἐνδέχεται. ἐὰν γὰρ εἴπωμεν, ὅτι τὸ Α
ἐνδέχεται ὑπάρξαι πᾶσιν, οἷς ὑπάρχει τὸ Β, μικτὰς τὰς προτάσεις ποιοῦμεν
ἐξ ὑπάρχοντος καὶ ἐνδεχομένου· δεῖ δέ, ὡς εἶπον, πρῶτον περὶ τῶν ὁμοιο-
σχημόνων, τουτέστι τῶν ἁπλῶν, διαλαβεῖν. ταὐτὸν δὲ εἰπεῖν περὶ τῶν ἐξ
ἀμφοτέρων ἐνδεχομένων. εἰ γὰρ τὸ Α παντὶ τῷ Β ἐνδεχομένως, πᾶσιν ἄρα
τοῖς μέρεσιν αὐτοῦ ἐνδεχομένως ὑπάρξει· μέρος δὲ τοῦ Β τὸ Γ· ὑπόκειται
γὰρ τὸ Β παντὶ τῷ Γ ἐνδεχομένως ὑπάρξαι· τὸ ἄρα Α παντὶ τῷ Γ ἐνδεχο-
μένως ὑπάρξει. τοῦτο γὰρ φανερὸν ἐκ τοῦ ὁρισμοῦ τοῦ κατὰ παντός· κατὰ
παντὸς γάρ ἐστιν, ὅταν μηδὲν ἔστι λαβεῖν τοῦ ὑποκειμένου μέρος, καθ' οὗ
μέρους οὐ κατηγορηθήσεται τὸ κατηγορούμενον. οὐκοῦν εἰ κατὰ παντὸς τοῦ
Β τὸ Α ἐνδεχομένως, μέρος δὲ τοῦ Β τὸ Γ, καὶ κατὰ παντὸς ἄρα τοῦ Γ
557

τὸ Α ἐνδεχομένως. ὅροι δὲ κίνησις, ἐγρήγορσις, ἄνθρωπος· κίνησις παντὶ


ἐγρηγορότι ἐνδεχομένως ὑπάρξει, ἐγρήγορσις παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδεχομένως
ὑπάρξει, καὶ κίνησις παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδεχομένως ὑπάρχει. καὶ εἰ τὸ μὲν Α
μηδενὶ τῷ Β ἐνδεχομένως καὶ τὸ Β παντὶ τῷ Γ ἐνδέχεται, ἔσται ἄρα συμ

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i paraphrasis


Vol. 23,3, p. 21, l. 11

τῷ Γ ἐνδέχεται. τοῦτο γὰρ φανερὸν ἐκ τοῦ ὁρισμοῦ τοῦ ἐνδέχεσθαι παντί·


εἰ γὰρ τὸ Α παντὶ τῷ Β ἐνδέχεται, οὐδὲν ἔσται τοῦ Β μέρος, καθ' οὗ
οὐκ ἐνδέχεται τὸ Α· τὶ δὲ μέρος τοῦ Γ ὑπὸ τὸ Β ἐστίν· ὥστε καὶ τινὶ τῷ
Γ τὸ Α ἐνδέχεται ὑπάρξαι. ὁμοίως δέ, κἂν ἡ μὲν καθόλου ἀποφατικὴ ἐνδε-
χομένη ᾖ ἡ δὲ ἐλάττων μερικὴ καταφατική· ἐκ τῶν κειμένων γὰρ καὶ διὰ
τῶν κειμένων πάλιν συνάγεται, ὅτι τὸ Α οὐ παντὶ τῷ Γ. ὁ γὰρ ὁρισμὸς
τοῦ ἐνδέχεσθαι μηδενὶ γνώριμον καὶ ἐν ταύτῃ τῇ συζυγίᾳ ποιεῖ τὸ συμπέ-
ρασμα. εἰ γὰρ τὸ Α οὐδενὶ τῷ Β ἐνδέχεται, οὐδὲν ἔσται μέρος λαβεῖν τοῦ Β,
καθ' οὗ τὸ Α οὐκ ἀποφάσκεται· τὸ δὲ Β τινὶ μέρει τοῦ Γ ὑπάρχει· ὥστε
τὸ Α οὐ παντὶ τῷ Γ, εἴ γε οὐδὲ τὸ Β παντὶ αὐτῷ ἀλλὰ τινὶ ὑπῆρχεν ἐνδε-
χομένως. ἂν μέντοι τῆς μείζονος καθόλου οὔσης καταφατικῆς ἢ ἀποφατικῆς
ἡ ἐλάττων ἐπὶ μέρους στερητικὴ ληφθῇ, γενήσεται ὁ συλλογισμός, ἀλλ' οὐκ ἐκ
τῶν κειμένων, ἀλλὰ μεταληφθέντος τοῦ ἐπὶ μέρους ἀποφατικοῦ εἰς τὸ ἐπὶ
μέρους καταφατικόν, διὰ τὸ ἀντιστρέφειν τὸ ἐνδεχόμενον.
 Ὅταν μέντοι ἡ μείζων οὐκ ᾖ καθόλου, ἀλλ' αὐτὴ μὲν ἐπὶ μέρους ἡ δὲ
ἐλάττων καθόλου, οὐδεὶς ἔσται συλλογισμός, οὔτε ἂν ὁμοιοσχήμονες ληφθῶσιν
αἱ προτάσεις, τουτέστι καταφατικαὶ ἀμφότεραι ἢ ἀποφατικαὶ ἀμφότεραι, οὔτε
ἐὰν ἀνομοιοσχήμονες, τουτέστιν ἡ μὲν καταφατικὴ ἡ δὲ ἀποφατική, ἐάν τε
ἀμφότεραι ἀδιόριστοι ἢ κατὰ μέρος. τοῦ δὲ ἀσυλλογίστους πάσας τὰς τοιαύτας
προτάσεις γίνεσθαι, ἐν αἷς ἡ μείζων ἐπὶ μέρους ἐνδεχομένη, αἰτία αὕτη· κει-
μένου τοῦ Α τινὶ τῷ Β ἐνδέχεσθαι, οὐδὲν κωλύει τὸ Β ὑπερτείνειν

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i paraphrasis


Vol. 23,3, p. 22, l. 2

τὸ συμπέρασμα ἢ καθόλου εἶναι [ἢ] καταφατικὸν ἢ καθόλου ἀποφατικὸν ἢ


τῶν ἐπὶ μέρους θάτερον, οὐδὲν δὲ τούτων δύναται ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων οὔσης
τῆς μείζονος μερικῆς τῆς δὲ ἐλάττονος καθόλου ἐν τῷ πρώτῳ σχήματι, οὐδ'
ἂν ὅλως γένοιτο συλλογισμός. ἔτι δὲ καὶ ἐκ τῶνδε τῶν ὅρων φανερόν, ὡς
ἀσυλλόγιστοι πᾶσαι αἱ συζυγίαι αἱ ἐξ ἐνδεχομένου ἐν πρώτῳ σχήματι, ἐν αἷς
ἡ μείζων ἐπὶ μέρους ἐστίν. ἤδη μὲν οὖν καὶ τὴν αἰτίαν προστεθείκαμεν
προσθέντες, ὅτι ἐνδέχεται τὸν μέσον ὅρον ὑπερτείνειν τοῦ ἄκρου· οὐδὲν δὲ
ἧττον καὶ πάλιν δείξομεν ἀσυλλόγιστον καὶ ταύτην τὴν συμπλοκὴν καὶ διὰ τῆς
παραθέσεως τῶνδε τῶν ὅρων· οὕτω γὰρ ἐναργεστέρα τε καὶ πληκτικωτέρα ἡ  
τοιαύτη δεῖξις καὶ ὁ ἔλεγχος ἔσται. οἷον λευκὸν τινὶ περιπατοῦντι ἐνδεχο-
μένως, περιπατοῦν παντὶ κύκνῳ ἐνδεχομένως· καὶ ἔσται συμπέρασμα λευκὸν
κύκνῳ ἐξ ἀνάγκης. τοῦ δὲ μηδενὶ λευκὸν τινὶ περιπατοῦντι ἐνδεχομένως,
558

περιπατοῦν παντὶ κόρακι ἐνδεχομένως, καὶ λευκὸν οὐδενὶ κόρακι ἐξ ἀνάγκης.


εἰ δὲ ἐξ ἀνάγκης τὸ πρῶτον ἄκρον τῷ ἐσχάτῳ παντὶ καὶ μηδενί, πάντα ἂν
εἴη τὰ ἐνδεχόμενα καὶ τὰ ὑπάρχοντα καὶ τὰ ἀναγκαῖα ἀνῃρημένα, καὶ τὸ
’πᾶς’ καὶ τὸ ‘τίς’ καὶ τὸ ‘μηδείς’ καὶ τὸ ‘μὴ πᾶς’. ἑκατέρῳ γὰρ τῶν κα-
θόλου ἀναγκαίων πάντα ἀναιρεῖται τὰ ἐνδεχόμενα συμπεράσματα, τῷ μὲν ‘πᾶς
ἐξ ἀνάγκης’ καὶ τὸ ‘οὐδείς’ καὶ τὸ ‘μὴ πᾶς’, τῷ δὲ ‘οὐδεὶς ἐξ ἀνάγκης’ τὸ
’παντί’ καὶ τὸ ‘τινί’. εἰ γὰρ παντὶ ἐξ ἀνάγκης καὶ μηδενὶ ὡσαύτως συνά-
γεται ἐκ τῆς τῶν ὅρων παραθέσεως,

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i paraphrasis


Vol. 23,3, p. 44, l. 33

ὑπαρχόντως, καὶ κίνησις οὐδενὶ ἑστῶτι ἐξ ἀνάγκης. λειπόμεναί εἰσι συζυγίαι


αἱ ἔχουσαι τὴν μείζονα μερικὴν τὴν δὲ ἐλάττονα καθόλου, αἵτινες ἀσυλλόγιστοι
πᾶσαί εἰσιν, ὅπως ἂν ἔχωσι τοῦ τε τρόπου καὶ τοῦ ποιοῦ. ὁμοίως δέ, κἂν
μερικαὶ ἀμφότεραι ληφθῶσι, κἂν ἀμφότεραι ἀδιόριστοι ἢ ἡ μὲν μερικὴ ἡ δὲ
ἀδιόριστος· καὶ αὗται γὰρ πάλιν, ὅπως ἂν ἔχωσι κατά τε τὸ ποιὸν καὶ τοὺς
τρόπους, πᾶσαι ἀσυλλόγιστοί εἰσιν. ἀπόδειξις δὲ τοῦ ἀσυλλογίστους αὐτὰς εἶναι
ἡ αὐτή, ἥπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀσυλλογίστων· αὕτη δέ ἐστιν ἡ παραδειγμα-
τική. εὑρίσκονται γὰρ ὅροι συνάγοντες καὶ τὸ παντὶ καὶ τὸ μηδενί· ἐφ' ὧν
δὲ καὶ τὸ παντὶ καὶ τὸ μηδενὶ συνήγετο, αὗται ἀσυλλόγιστοι ἦσαν διὰ τὴν
ἀοριστίαν. ἔστωσαν οὖν ὅροι πάντων κοινοὶ τοῦ μὲν παντὶ ἐπιστήμη, κινού-
μενον, γραμματική· ἐπιστήμη τινὶ κινουμένῳ ἐνδεχομένως ὑπάρχει ἢ μὴ
ὑπάρχει, κίνησις παντὶ ἢ μηδενὶ γραμματικῷ ὑπαρχέτω, καὶ συνάγεται ἐπι-
στήμη παντὶ γραμματικῷ ἐξ ἀνάγκης. τοῦ δὲ μηδενὶ ἐπιστήμη, κίνησις, ἵππος ἢ ἁπλῶς
ἄλογον· ἐπιστήμη ἐνδεχομένως τινὶ κινουμένῳ ἢ μὴ παντί,

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i paraphrasis


Vol. 23,3, p. 44, l. 36

μερικαὶ ἀμφότεραι ληφθῶσι, κἂν ἀμφότεραι ἀδιόριστοι ἢ ἡ μὲν μερικὴ ἡ δὲ


ἀδιόριστος· καὶ αὗται γὰρ πάλιν, ὅπως ἂν ἔχωσι κατά τε τὸ ποιὸν καὶ τοὺς
τρόπους, πᾶσαι ἀσυλλόγιστοί εἰσιν. ἀπόδειξις δὲ τοῦ ἀσυλλογίστους αὐτὰς εἶναι
ἡ αὐτή, ἥπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀσυλλογίστων· αὕτη δέ ἐστιν ἡ παραδειγμα-
τική. εὑρίσκονται γὰρ ὅροι συνάγοντες καὶ τὸ παντὶ καὶ τὸ μηδενί· ἐφ' ὧν
δὲ καὶ τὸ παντὶ καὶ τὸ μηδενὶ συνήγετο, αὗται ἀσυλλόγιστοι ἦσαν διὰ τὴν
ἀοριστίαν. ἔστωσαν οὖν ὅροι πάντων κοινοὶ τοῦ μὲν παντὶ ἐπιστήμη, κινού-
μενον, γραμματική· ἐπιστήμη τινὶ κινουμένῳ ἐνδεχομένως ὑπάρχει ἢ μὴ
ὑπάρχει, κίνησις παντὶ ἢ μηδενὶ γραμματικῷ ὑπαρχέτω, καὶ συνάγεται ἐπι-
στήμη παντὶ γραμματικῷ ἐξ ἀνάγκης. τοῦ δὲ μηδενὶ ἐπιστήμη, κίνησις, ἵππος
ἢ ἁπλῶς ἄλογον· ἐπιστήμη ἐνδεχομένως τινὶ κινουμένῳ ἢ μὴ παντί, κίνησις
ὑπαρχέτω παντὶ ἢ μηδενὶ ἵππῳ, καὶ συνάγεται ἐπιστήμη ἐξ ἀνάγκης οὐδενὶ
ἵππῳ. καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ὁμοίως.
 Φανερὸν οὖν, ὅτι τῆς μείζονος προτάσεως καθόλου οὔσης ἀεὶ γίνεται
συλλογισμός, ὅταν ἡ ἐλάττων καταφατικὴ εἴη. ζητητέον δέ, μή ποτε οἱ ὅροι  
οἱ ληφθέντες εἰς τὸ δεῖξαι τὴν συζυγίαν τὴν ἔχουσαν τὴν ἐλάττονα μερικὴν
ἀποφατικὴν ὑπάρχουσαν τῆς μείζονος καθόλου οὔσης ἐνδεχομένης ἀποφατικῆς
ἢ καταφατικῆς, ἐὰν οἱ αὐτοὶ ὅροι ληφθῶσι καὶ τῆς ἐλάττονος μερικῆς κατα-
559

φατικῆς ὑπαρχούσης οὔσης, δείξουσιν αὐτὴν ἀσυλλόγιστον· συνάξουσι γὰρ καὶ


τὸ παντὶ καὶ τὸ μηδενὶ ἐξ ἀνάγκης. λέγω γὰρ οὕτως· κίνησις παντὶ λευκῷ
ἐνδεχομένως, λευκὸν τινὶ βαδίζοντι ὑπαρχόντως, καὶ συνάγεται κίνησις παντὶ

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i paraphrasis


Vol. 23,3, p. 45, l. 6

ἢ ἁπλῶς ἄλογον· ἐπιστήμη ἐνδεχομένως τινὶ κινουμένῳ ἢ μὴ παντί, κίνησις


ὑπαρχέτω παντὶ ἢ μηδενὶ ἵππῳ, καὶ συνάγεται ἐπιστήμη ἐξ ἀνάγκης οὐδενὶ
ἵππῳ. καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ὁμοίως.
 Φανερὸν οὖν, ὅτι τῆς μείζονος προτάσεως καθόλου οὔσης ἀεὶ γίνεται
συλλογισμός, ὅταν ἡ ἐλάττων καταφατικὴ εἴη. ζητητέον δέ, μή ποτε οἱ ὅροι  
οἱ ληφθέντες εἰς τὸ δεῖξαι τὴν συζυγίαν τὴν ἔχουσαν τὴν ἐλάττονα μερικὴν
ἀποφατικὴν ὑπάρχουσαν τῆς μείζονος καθόλου οὔσης ἐνδεχομένης ἀποφατικῆς
ἢ καταφατικῆς, ἐὰν οἱ αὐτοὶ ὅροι ληφθῶσι καὶ τῆς ἐλάττονος μερικῆς κατα-
φατικῆς ὑπαρχούσης οὔσης, δείξουσιν αὐτὴν ἀσυλλόγιστον· συνάξουσι γὰρ καὶ
τὸ παντὶ καὶ τὸ μηδενὶ ἐξ ἀνάγκης. λέγω γὰρ οὕτως· κίνησις παντὶ λευκῷ
ἐνδεχομένως, λευκὸν τινὶ βαδίζοντι ὑπαρχόντως, καὶ συνάγεται κίνησις παντὶ
βαδίζοντι ἐξ ἀνάγκης. καὶ τὸ οὐδενὶ οὕτως· κίνησις παντὶ λευκῷ ἐνδεχομένως,
λευκὸν ὑπαρχέτω τινὶ ἑστῶτι, καὶ κίνησις οὐδενὶ ἑστῶτι ἐξ ἀνάγκης. ὁμοίως,
κἂν ἐνδεχομένως ὑπάρχῃ ἡ μερική, τὰ αὐτὰ πάλιν συμβαίνει, ὥστε ἐκ τῶν
ὅρων τούτων δειχθήσονται καὶ αὗται ἀσυλλόγιστοι. τί οὖν ἐροῦμεν; εἴπομεν ἤδη,
ὅτι δεῖ τὴν μείζονα πρότασιν μὴ ὁρίζεσθαι χρόνῳ ὑπὸ τῆς ἐλάττονος· ὡρί-
ζετο δὲ χρόνῳ, ὁπηνίκα ὑπερέτεινεν ὁ μέσος ὅρος τὸν μείζονα. εἰ γὰρ τὸ
λευκόν, ὅπερ ἐστὶν ὁ μέσος ὅρος, κατηγορεῖται ἐπὶ τοῦ βαδίζοντος καὶ ἐπὶ τοῦ
ἑστῶτος, τὸ δὲ κινούμενον, ὁ μείζων, ἐπὶ μόνου τοῦ βαδίζοντος κατηγορεῖται,
οὐκέτι δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ ἑστῶτος, δηλονότι ἐπὶ πλέον ἐστὶν ὁ μέσος ὅρος τοῦ
μείζονος.

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i paraphrasis


Vol. 23,3, p. 56, l. 19

οὐδὲ τὸ Β οὐδενὶ τῷ Α ὑπαρχόντως· τὸ δὲ Α παντὶ τῷ Γ ἐνδεχομένως·


δέδεικται δὲ ἡ τοιαύτη συζυγία ἐν πρώτῳ σχήματι τῇ εἰς ἀδύνατον ἀπα-
γωγῇ τὸ οὐδενὶ ἐξ ἀνάγκης συνάγουσα, ὅπερ ἦν τὸ ἥμισυ τοῦ κατὰ τὸν διο-
ρισμὸν ἐνδεχομένου. ὁμοίως δέ, κἂν ἡ ἐλάττων ληφθῇ καθόλου ἀποφατικὴ
ὑπάρχουσα ἡ δὲ μείζων καθόλου καταφατικὴ ἐνδεχομένη, ὁ αὐτὸς γίνεται
συλλογισμὸς ἀντιστρεφομένης τῆς ἀποφατικῆς ὑπαρχούσης. οἷον τὸ Α τῷ μὲν
Β παντὶ ἐνδεχομένως, μηδενὶ δὲ τῶν Γ ὑπαρχόντως· εἰ οὖν τὸ Α οὐδενὶ τῶν
Γ ὑπαρχόντως, οὐδὲ τὸ Γ οὐδενὶ τῶν Α ὑπαρχόντως· τὸ δὲ Α παντὶ τῷ Β
ἐνδεχομένως· τὸ ἄρα Γ οὐδενὶ τῶν Β ἐνδεχομένως ὑπάρχει. ἀντιστραφέντος
οὖν τοῦ συμπεράσματος (οὐ γὰρ τοῦ κατὰ τὸν διορισμόν ἐστιν ἀλλὰ τοῦ κατὰ
τοῦ ὑπάρχοντος ἀληθευομένου) [ἔχει ὅτι] καὶ τὸ Β οὐδενὶ τῶν Γ ἐνδεχομένως
ὑπάρχει. ἐδείχθη γὰρ ἐν πρώτῳ σχήματι τὸ τοιοῦτον συναγόμενον τῆς μεί-
ζονος ἀποφατικῆς ληφθείσης· ἡ δὲ τοιαύτη ἀπόφασις πρὸς ἑαυτὴν ἀντιστρέφει.
ὅτι δὲ τοιοῦτον γίνεται τὸ συμπέρασμα καὶ οὐχὶ κατὰ τὸν διορισμὸν ἐνδεχό-
μενον, καὶ διὰ τῶν ἑξῆς μὲν δῆλον, προείρηκα δὲ καὶ ἀρχόμενος τοῦ δευ-
τέρου σχήματος, ὅτι δεῖ καὶ ἐν τούτοις λαμβάνειν τὸ ἐν τοῖς συμπεράσμασιν
560

ἐνδεχόμενον ὥσπερ ἐν τοῖς πρότερον.


 Ἐὰν δὲ ἀμφότεραι μὲν ὦσιν ἀποφατικαί, μεταληφθείσης μὲν τῆς ἐνδε-
χομένης εἰς καταφατικὴν γίνεται συλλογισμός, ὅτι τὸ Β οὐδενὶ τῶν Γ ἐνδε-
χομένως ὑπάρχει, καὶ τὸ συμπέρασμα οὐ κατὰ τὸν διορισμόν· γίνεται γὰρ ἡ
μείζων ἀποφατικὴ ὑπάρχουσα ἐν πρώτῳ σχήματι δι' ἀντιστροφῆς, καθάπερ

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i paraphrasis


Vol. 23,3, p. 67, l. 4

δὲ μετὰ τὸ δεῖξαι καὶ τὸ συμπέρασμα ἀντιστρέφομεν. οἷον ἔστω ἡ μείζων


ὑπάρχουσα μερικὴ ἡ δὲ ἐλάττων καθόλου ἐνδεχομένη, καταφατικαὶ ἀμφότεραι.
λέγω οὖν οὕτως· τὸ Α τινὶ τῶν Γ ὑπαρχόντως, τὸ δὲ Β παντὶ τῷ Γ ἐνδε-
χομένως ὑπάρχει. εἶτα ἀντιστρέφω τὴν μείζονα πρότασιν· ἐὰν γὰρ ἀντιστρέφω
τὴν ἐλάττονα, ἀσυλλόγιστος γίνεται ἡ συζυγία· ἀμφότεραι γὰρ γίνονται μερικαί.
ἐπεὶ οὖν τὸ Α τινὶ τῷ Γ ὑπαρχόντως, καὶ τὸ Γ τινὶ τῷ Α· εἰ τοίνυν τὸ
μὲν Β παντὶ τῷ Γ ἐνδεχομένως τὸ δὲ Γ τινὶ τῷ Α ὑπαρχόντως, γίνεται τὸ  
πρῶτον· τὸ ἄρα Β τινὶ τῶν Α ἐνδεχομένως ὑπάρχει. ἀλλ' οὐ τοῦτο προέκειτο
δεῖξαι, ἀλλ' εἰ τὸ Α τινὶ τῶν Β ἐνδεχομένως ὑπάρχει. ἐπεὶ τοίνυν ἀντιστρέφει
τὸ μερικὸν καταφατικόν, ἀντιστρέψας τὸ συμπέρασμα ἔχω τὸ ζητούμενον· εἰ
γὰρ τὸ Β τινὶ τῶν Α ἐνδεχομένως ὑπάρχει, καὶ τὸ Α τινὶ τῶν Β ἐνδεχομένως
ὑπάρχει, ὅπερ ἔδει δεῖξαι. καὶ ταῦτα δέ, ἐπειδὴ ὑπεθέμεθα τὴν μείζονα
ἐνδεχομένην τὴν δὲ ἐλάττονα ἀναγκαίαν. εἰ δὲ ἀνάπαλιν ὑποθώμεθα τὴν
μείζονα ἀναγκαίαν τὴν δὲ ἐλάττονα ἐνδεχομένην, μετὰ τὴν ἀντιστροφὴν τῆς
μείζονος προτάσεως οὐκέτι τῇ κατ' εὐθεῖαν ἀλλ' ὡς ἐπὶ τῶν καθόλου συζυγιῶν
τῇ εἰς ἀδύνατον ἀπαγωγῇ δείκνυται τὸ Β τῷ Α ἐνδεχομένως τινὶ ὑπάρχον,
τουτέστιν ὁ ἐλάττων τῷ μείζονι. καὶ οὕτως τὸ συμπέρασμα ἀντιστρέψαντες
εὑρήσομεν καὶ τὸ Α τινὶ τῶν Β ἐνδεχομένως ὑπάρχον, τουτέστι τὸν μείζονα
τῷ ἐλάττονι. οὕτως μὲν εἰ ἀμφότεραι καταφατικαί. εἰ δὲ ἡ μὲν ἀποφατικὴ
ἡ δὲ καταφατική, εἰ ἡ μείζων εἴη ἐνδεχομένη μερικὴ ἀποφατικὴ

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i paraphrasis


Vol. 23,3, p. 67, l. 9

ἐπεὶ οὖν τὸ Α τινὶ τῷ Γ ὑπαρχόντως, καὶ τὸ Γ τινὶ τῷ Α· εἰ τοίνυν τὸ


μὲν Β παντὶ τῷ Γ ἐνδεχομένως τὸ δὲ Γ τινὶ τῷ Α ὑπαρχόντως, γίνεται τὸ  
πρῶτον· τὸ ἄρα Β τινὶ τῶν Α ἐνδεχομένως ὑπάρχει. ἀλλ' οὐ τοῦτο προέκειτο
δεῖξαι, ἀλλ' εἰ τὸ Α τινὶ τῶν Β ἐνδεχομένως ὑπάρχει. ἐπεὶ τοίνυν ἀντιστρέφει
τὸ μερικὸν καταφατικόν, ἀντιστρέψας τὸ συμπέρασμα ἔχω τὸ ζητούμενον· εἰ
γὰρ τὸ Β τινὶ τῶν Α ἐνδεχομένως ὑπάρχει, καὶ τὸ Α τινὶ τῶν Β ἐνδεχομένως
ὑπάρχει, ὅπερ ἔδει δεῖξαι. καὶ ταῦτα δέ, ἐπειδὴ ὑπεθέμεθα τὴν μείζονα
ἐνδεχομένην τὴν δὲ ἐλάττονα ἀναγκαίαν. εἰ δὲ ἀνάπαλιν ὑποθώμεθα τὴν
μείζονα ἀναγκαίαν τὴν δὲ ἐλάττονα ἐνδεχομένην, μετὰ τὴν ἀντιστροφὴν τῆς
μείζονος προτάσεως οὐκέτι τῇ κατ' εὐθεῖαν ἀλλ' ὡς ἐπὶ τῶν καθόλου συζυγιῶν
τῇ εἰς ἀδύνατον ἀπαγωγῇ δείκνυται τὸ Β τῷ Α ἐνδεχομένως τινὶ ὑπάρχον,
τουτέστιν ὁ ἐλάττων τῷ μείζονι. καὶ οὕτως τὸ συμπέρασμα ἀντιστρέψαντες
εὑρήσομεν καὶ τὸ Α τινὶ τῶν Β ἐνδεχομένως ὑπάρχον, τουτέστι τὸν μείζονα
τῷ ἐλάττονι. οὕτως μὲν εἰ ἀμφότεραι καταφατικαί. εἰ δὲ ἡ μὲν ἀποφατικὴ
561

ἡ δὲ καταφατική, εἰ ἡ μείζων εἴη ἐνδεχομένη μερικὴ ἀποφατικὴ ἡ δὲ


ἐλάττων καθόλου καταφατικὴ ἀναγκαία, τὸ συμπέρασμα γίνεται μερικὸν ἐνδε-
χόμενον, ὁποῖον ἐγίνετο, καὶ ὅτε ἦσαν ἀμφότεραι καθόλου. γίνεται δὲ διὰ
τῆς εἰς ἀδύνατον ἀπαγωγῆς. τὸ γὰρ Α ἐνδεχομένως μὴ παντὶ τῷ Γ, τὸ δὲ
Β παντὶ τῷ Γ ἐξ ἀνάγκης· συνάγεται τὸ Α ἐνδέχεσθαι μὴ παντὶ τῷ Β. εἰ
γὰρ τοῦτο ψεῦδος, παντὶ ἐξ ἀνάγκης

Ευσέβιος θεολόγος. Praeparatio evangelica (2018: 001)“Eusebius Werke, Band 8:


Die Praeparatio evangelica”, Ed. Mras, K.Berlin: Akademie–Verlag, 43.1:1954;
43.2:1956; Die griechischen christlichen Schriftsteller 43.1 & 43.2.Book 6, Ch.9, sec.
25, l. 1

 Ὧν οὕτως ἐχόντων οὐδὲ ταῦτα ἂν εἴη καθ' εἱμαρμένην·


        “Καὶ ἄδηλα δέ ἐστί τινα αἴτια ἀνθρωπίνῳ λογισμῷ, ἃ κατά τινας ἀντι-
παθείας γίνεσθαι πεπίστευται, ἀγνοουμένης τῆς αἰτίας δι' ἣν γίνεται· ὁποῖα
περίαπτά τινα ποιεῖν προείληπται, οὐδεμίαν εὔλογον καὶ πιθανὴν αἰτίαν τοῦ
ταῦτα ποιεῖν ἔχοντα· ἔτι δὲ ἐπαοιδαὶ καὶ τοιαῦταί τινες μαγγανεῖαι. τούτων
γὰρ ὁμολογεῖται μὲν ὑπὸ πάντων ἄδηλος εἶναι ἡ αἰτία· διὸ καὶ ἀναιτιολόγητα
λέγουσιν αὐτά.”
 Πολλὰ δ' εἶναι παρὰ ταῦτα καὶ ἐνδεχομένως καὶ ὁπότερα ἔτυχε γινό-
μενα, ἃ οὐδὲ ταῦτα εἴη ἂν καθ' εἱμαρμένην·
        “Λέγεται δὲ ἐνδεχομένως γίνεσθαι ταῦτα ἐφ' ὧν καὶ τὸ μὴ γενέσθαι
χώραν ἔχει, ὡς καὶ αὐτὸ τὸ ‘ὁπότερα ἔτυχε’ λεγόμενον ποιεῖ γνώριμον·”
οἷον τὸ “κινῆσαί τι τῶν ἑαυτοῦ μερῶν καὶ τὴν τυχοῦσαν τοῦ τραχήλου περι-
στροφὴν καὶ τὴν τοῦ δακτύλου ἔκτασιν καὶ τὸ ἐπᾶραι τὰ βλέφαρα” “καὶ τὸν  
καθεζόμενον στῆναι καὶ τὸν κινούμενον ἠρεμῆσαι καὶ τὸν λαλοῦντα σιγῆσαι
καὶ ἐπὶ μυρίων εὕροι τις ἂν δύναμίν τινα ἐνυπάρχουσαν τῶν ἐναντίων δεκτικήν,”
ἃ οὐκ ἂν γένοιτο ἐξ εἱμαρμένης· τὰ γὰρ ἐξ εἱμαρμένης οὐκ ἔχει δύναμιν
τοῦ δέξασθαι τοῦ ἐν ᾧ ἐστι τὸ ἐναντίον.

Ευσέβιος θεολόγος. Praeparatio evangelica Book 6, Ch.9, sec. 26, l. 1

 Ὧν οὕτως ἐχόντων οὐδὲ ταῦτα ἂν εἴη καθ' εἱμαρμένην·


        “Καὶ ἄδηλα δέ ἐστί τινα αἴτια ἀνθρωπίνῳ λογισμῷ, ἃ κατά τινας ἀντι-
παθείας γίνεσθαι πεπίστευται, ἀγνοουμένης τῆς αἰτίας δι' ἣν γίνεται· ὁποῖα
περίαπτά τινα ποιεῖν προείληπται, οὐδεμίαν εὔλογον καὶ πιθανὴν αἰτίαν τοῦ
ταῦτα ποιεῖν ἔχοντα· ἔτι δὲ ἐπαοιδαὶ καὶ τοιαῦταί τινες μαγγανεῖαι. τούτων
γὰρ ὁμολογεῖται μὲν ὑπὸ πάντων ἄδηλος εἶναι ἡ αἰτία· διὸ καὶ ἀναιτιολόγητα
λέγουσιν αὐτά.”
 Πολλὰ δ' εἶναι παρὰ ταῦτα καὶ ἐνδεχομένως καὶ ὁπότερα ἔτυχε γινό-
μενα, ἃ οὐδὲ ταῦτα εἴη ἂν καθ' εἱμαρμένην·
        “Λέγεται δὲ ἐνδεχομένως γίνεσθαι ταῦτα ἐφ' ὧν καὶ τὸ μὴ γενέσθαι
χώραν ἔχει, ὡς καὶ αὐτὸ τὸ ‘ὁπότερα ἔτυχε’ λεγόμενον ποιεῖ γνώριμον·”
οἷον τὸ “κινῆσαί τι τῶν ἑαυτοῦ μερῶν καὶ τὴν τυχοῦσαν τοῦ τραχήλου περι-
στροφὴν καὶ τὴν τοῦ δακτύλου ἔκτασιν καὶ τὸ ἐπᾶραι τὰ βλέφαρα” “καὶ τὸν  
καθεζόμενον στῆναι καὶ τὸν κινούμενον ἠρεμῆσαι καὶ τὸν λαλοῦντα σιγῆσαι
καὶ ἐπὶ μυρίων εὕροι τις ἂν δύναμίν τινα ἐνυπάρχουσαν τῶν ἐναντίων δεκτικήν,”
562

ἃ οὐκ ἂν γένοιτο ἐξ εἱμαρμένης· τὰ γὰρ ἐξ εἱμαρμένης οὐκ ἔχει δύναμιν


τοῦ δέξασθαι τοῦ ἐν ᾧ ἐστι τὸ ἐναντίον.
 Ἀλλὰ καὶ τὸ βουλεύεσθαι τὸν ἄνθρωπον οὐκ εἰς μάτην αὐτῷ ὑπάρχει·
ἦν δ' ἂν εἰς μάτην βουλευτικός, εἰ ἐξ ἀνάγκης ἔπραττε τὰ πραττόμενα. ἀλλ'
ἐναργῶς φαίνεται τῶν ἄλλων ζῴων ὁ ἄνθρωπος μόνος 8“τοῦτο παρὰ τῆς

Ευσέβιος θεολόγος. Praeparatio evangelica


Book 8, Ch.4, sec. 4, l. 7

ἐμπειρίαν ἔχοντας τοῦ νόμου καὶ δυνατοὺς ἑρμηνεῦσαι, ἀφ' ἑκάστης φυλῆς ἕξ,
ὅπως ἐκ τῶν πλειόνων τὸ σύμφωνον εὑρεθῇ, διὰ τὸ περὶ μειζόνων εἶναι τὴν
σκέψιν. οἰόμεθα γὰρ ἐπιτελεσθέντος τούτου μεγάλην ἀποίσεσθαι δόξαν.
 ἀπεστάλκαμεν δὲ περὶ τούτων Ἀνδρέαν τῶν ἀρχισωματοφυλάκων καὶ
Ἀριστέαν, τιμωμένους παρ' ἡμῖν, διαλεξομένους σοι καὶ κομίζοντας ἀπαρχὰς
εἰς τὸ ἱερὸν ἀναθημάτων καὶ εἰς θυσίας καὶ τὰ ἄλλα ἀργυρίου τάλαντα ἑκατόν.
γράφε δὲ καὶ σὺ πρὸς ἡμᾶς περὶ ὧν ἐὰν βούλῃ· κεχαρισμένος γὰρ ἔσῃ καὶ φιλίας
ἄξιόν τι πράξεις, ὡς ἐπιτελεσθησομένων τὴν ταχίστην περὶ ὧν ἂν αἱρῇ.
ἔρρωσο.’
 Πρὸς ταύτην τὴν ἐπιστολὴν ἀντέγραψεν ἐνδεχομένως ὁ Ἐλεάζαρος τάδε·

Βασίλειος θεολόγος. Adversus Eunomium (libri 5) (2040: 019); MPG 29.


Vol. 29, p. 684, l. 21

ἠπάτησεν, οὔτε ἠγνόησεν (ἀσεβὲς γάρ τι τούτων


εἰπεῖν), τὸ ἀγέννητος οὐκ ὄνομα αὐτοῦ. Τὸ ἀγέν-
νητος ἢ οὐσία ἐστὶν, ἢ συμβεβηκὸς (παρὰ ταῦτα
γὰρ οὐδὲν ἂν εἴη)· ἀλλ' οὐσία μὲν οὐκ ἔστιν, οὔτε
γὰρ τὸ ἀντιδιαστελλόμενον αὐτῷ· γεννητὸς γὰρ ὁ
Υἱὸς, οὐ καθὸ οὐσία, ἀλλὰ καθὸ ἐγεννήθη· εἰ δὲ
συμβεβηκὸς, ἢ συμπέφυκεν, ἢ ἐνδέχεται ὑπάρχειν
καὶ μὴ ὑπάρχειν. Ἀλλ' εἰ μὲν συμπέφυκεν, ἀνάγκη
τῷ Θεῷ καὶ οὐσίαν καὶ συμβεβηκὸς εἶναι. Ἐξ
ἀνάγκης γὰρ τὰ τοιαῦτα συμβαίνει οἷς συμβέβηκεν.
Εἰ δὲ ἐνδεχομένως, ἔσται καὶ ἀγέννητός ποτε
καὶ γεννητός. Εἰ ἀγέννητον λέγουσι τὸν Θεὸν, ὅτι μὴ
ἐγεννήθη, οὐ τί ἐστιν ἡ οὐσία αὐτοῦ, λέγουσιν, ἀλλὰ
τί οὐκ ἔστιν. Οὐδεμία δὲ οὐσία ἐξ ὧν οὐκ ἔστι γνω-
ρίζεται, ἀλλ' ἐξ ὧν ἐστι. Καὶ τὸ ἀθάνατος γὰρ, καὶ
τὸ ἄφθαρτος καὶ τὸ ἄτρεπτος, οὐ τὴν οὐσίαν αὐτοῦ,
ἀλλ' ὅτι μὴ ἀποθνήσκει, μήτε φθείρεται, μήτε τρέ-
πεται ὡς τὰ κτίσματα, δηλοῖ. Διδασκέτωσαν οὖν τί ὁ
Θεός ἐστιν, οὐ τί οὐκ ἔστιν.
563

Ωριγένης. , Expositio in Proverbia (Frag.e catenis) (2042: 075); MPG 17.


Vol. 17, p. 208, l. 29

συμφέρει τῷ ἄφρονι· τὴν μὲν γὰρ καταπατήσει τοῖς


ποσὶ, χοῖρος φιλήδονος ὤν· ὑπὸ δὲ τῆς αἰσθητῆς τρυ-
φῆς ἡ σὰρξ αὐτοῦ πρὸς πάθη κινηθήσεται, καὶ κατὰ
Θεοῦ βλασφημίας ῥίψει· εἰ καὶ ἀπὸ δούλων ἐλεύθε-
ρος, τοῦτο ποιήσει.
 Εἰ ὁ καυχώμενος ὀρθῶς, ἐν Κυρίῳ καυχᾶται, ὁ δὲ
Κύριος ἡμῶν σοφία ἐστὶν, ὁ καυχώμενος ὀρθῶς, ἐν
σοφίᾳ καυχᾶται· τὸ καύχημα τοίνυν τοῦ μακροθύ-
μου καὶ ἐλεήμονος, ἐστὶν ἡ σοφία καὶ ἡ γνῶσις αὐ-
τοῦ· ἐπέρχεται δὲ τοῖς παρανόμοις ἀπαλλάττων αὐ-
τοὺς κακίας, νῦν μὲν ἐνδεχομένως, ἐν δὲ τῷ μέλλοντι
αἰῶνι ἀναγκαίως.
 Ὁ Κύριος ἡμῶν πῦρ μὲν καταναλίσκον καὶ λέων
ὀργιζόμενος· πρὸς δὲ τοὺς ἁμαρτάνοντας κατακαῖον
καὶ ἀναλίσκον, ὡς ξύλα χόρτων καλάμην, τὴν στρα-
τευομένην σάρκα κατὰ τοῦ πνεύματος· φῶς δὲ καὶ
δρόσος πρὸς τοὺς κατορθοῦντας, δεικνὺς αὐτοῖς τῶν
γεγονότων τοὺς λόγους, καὶ κατασβεννύων τὰ πεπυ-
ρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ, καὶ περιψύχων τὸν ἐκ τῆς
πράξεως συμβαίνοντα καύσωνα.

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Psalmos 20–21 (2102: 016)


“Didymos der Blinde. Psalmenkommentar, pt. 1”, Ed. Doutreleau, L., Gesché, A.,
Gronewald, M.Bonn: Habelt, 1969; Papyrologische Texte und Abhandlungen 7.
Codex p. 33, l. 2

ἐπίχαρμον ση|μαίνει, ὅτι “ὡς ὠρυόμενος”, λέγει, “λέων ἤ-


νοιξαν τὸ στόμα αὐτῶν”, οὐκέτι ἡσυχ[ά]ζων, οὐκέτι προς|-
ποιούμενος ἥσυχος εἶναι. οὗτοι οὖν οἱ δοκοῦντες ἥσυχοι
εἶναι τῷ μελετᾶν νόμον θεοῦμόσχοι ἦσαν γεωπόνοι. ὅτε
δὲ ἠθέλησαν κ[α]τ' ἐμοῦ ἀνοῖξαι τὸ στόμα καὶ εἰπ̣εῖν· “αἶ-
ρε, αἶρε, σταύ|ροι αὐτόν· οὐκ ἔχομεν βασιλέα εἰ μὴ Καί-
σαρα”, κατὰ τὸν λέοντα τὸν οὐ κορεσθέντα τοῦτο πεποίη-
καν.
 ἐπερ( )· οὐδέπω ἦν τὸ πάθος;  – προφητικῶς λέγεται ὅλα
ταῦτα. τὰ ἐνδεχόμενα πρὶν ὑπαρχθῇ, πρὶν κατ' ἐ|νέργειαν
γένηται, ἐνδεχομένως ἔχει καὶ γενέσθαι καὶ μή. καὶ οὐκ ἔ-
χει τιςδιαβεβαιώσασθαι πότερον γενήσεται ἢ οὐ γενήσεται·
εἰς ἀμφότερα γὰρ ἴσην ἔχει τὴν ῥοπήν. ὅταν δὲπρόγνω-
σίν τις ἔχων ἢ αὐτὸς ὁ θεὸς προκαταλάβοι ὅτι τῶν ἐνδεχομέ-  
νων τόδε ἔσται, ὡς ἐφ' ἡμῶνγίνεται, ὅταν ἤδη ὑπαρχθῇ·
ἐπὶ τῶν ὄντων γὰρ καὶ γεγονότων ἤδη ἔχομεν εἰπεῖν ποῖον
ἀληθὲς καὶ ποῖον ψευδές, πότερον γέγονεν ἢ οὐ γέγονεν.
ἐπὶ δὲ τῶν μελλόντων οὐκ ἔχομεντοῦτο ἢ μόνον εἰπεῖν
564

ὅτι τὸ ἕτερον ἔσται, οὐ μὴν τόδε.

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia (2702: 010)


“Michaelis Pselli philosophica minora”, Ed. Duffy, J.M.
Leipzig: Teubner, 1992.Opusculum 52, l. 397

Τμῆμα τρίτον

 Ἰστέον ὅτι πολλὰ εἴδη προτάσεών εἰσιν· αἱ μὲν γάρ εἰσιν ἐξ ὑποκει-
μένου καὶ κατηγορουμένου μόνον, οἷον τὸ εἰπεῖν ‘ἄνθρωπος περιπα-
τεῖ’, περὶ ὧν ἐν τῷ δευτέρῳ τμήματι διελάβομεν, αἱ δὲ ἐκ τρίτου τοῦ
’ἔστι’ προσκατηγορουμένου, περὶ ὧν μέλλομεν ἐν τῷ τρίτῳ τμήματι
διδάσκειν, οἷόν ἐστι τὸ εἰπεῖν ‘ἄνθρωπος δίκαιός ἐστι’, αἱ δὲ μετὰ τρό-
που, περὶ ὧν ἐν τῷ τετάρτῳ τμήματι διαλεχθησόμεθα, οἷόν ἐστι τὸ
’ἄνθρωπος ἐνδεχομένως περιπατεῖ’, ‘ἄνθρωπος ἀναγκαίως ἀναπνεῖ’ καὶ
τὰ ὅμοια. ὅταν οὖν τὸ ‘ἔστι’ τρίτον προσκατηγορηθῇ μετὰ τοῦ ὑποκει-
μένου καὶ κατηγορουμένου λαμβανόμενον, δύο γίνονται ἀντιφάσεις,
δηλονότι τοῦ ὀνόματος ἤγουν τοῦ ὑποκειμένου ὡρισμένου ὄντος μία
μὲν ἡ λέγουσα ‘ἄνθρωπος δίκαιός ἐστι, ἄνθρωπος δίκαιος οὔκ ἐστιν’,
ἥτις καὶ ἁπλῆ λέγεται, ἑτέρα δὲ ἡ ἔχουσα τὸ κατηγορούμενον ἀόρι-
στον, οἷον ἡ λέγουσα ‘ἄνθρωπος οὐ δίκαιός ἐστιν, ἄνθρωπος οὐ δί-
καιος οὔκ ἐστιν’, ἥτις καλεῖται ἐκ μεταθέσεως διὰ τὸ μεταπεσεῖν τὸ
’οὐ’ ἀρνητικὸν μόριον ἐκ τῆς ἁπλῆς ἀποφάσεως τῆς λεγούσης

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia Opusculum 52, l. 494

δίκαιός ἐστιν, ἄνθρωπος οὐκ ἐνδεχομένως οὐ δίκαιός ἐστι’· καὶ καλεῖ-


ται αὕτη ἐκ μεταθέσεως ἀντίφασις. καὶ ἐπὶ τῶν λοιπῶν ὁμοίως ἐστὶν
εὑρεῖν. διαφέρει δὲ ἡ ὕλη τοῦ τρόπου τῶν προτάσεων, ὅτι ἡ μὲν ὕλη
ἐπινοεῖται, ὁ δὲ τρόπος ἐκφωνεῖται. καὶ ἐνδέχεται μίαν πρότασιν ὕλην
μὲν ἔχειν ἐνδεχομένην, τρόπον δὲ ἄλλον, οἷόν ἐστιν ‘ἄνθρωπος ἀναγ-
καίως περιπατεῖ’· ἡ μὲν ὕλη ἐνδεχομένη τὸ περιπατεῖν, ὁ δὲ τρόπος
οὐκ ἐνδεχόμενος, ἀλλ' ἀναγκαῖος. ποιοῦσι δὲ καὶ αἱ μετὰ τρόπου προ-
τάσεις τὰς οἰκείας ἀποφάσεις οὕτως· ὁ τρόπος ἔχει τὸ κῦρος καὶ τὸ
’οὐ’ ἀρνητικὸν μόριον πῖπτον εἰς τὸν τρόπον ποιεῖ τὰς ἀποφάσεις, οἷον
’ἄνθρωπος ἐνδεχομένως περιπατεῖ’, ἀπόφασις τούτου ‘ἄνθρωπος οὐκ
ἐνδεχομένως περιπατεῖ’· ‘ἄνθρωπος ἐνδεχομένως δίκαιός ἐστιν’, ἀπόφα-
σις τούτου ‘ἄνθρπος οὐκ ἐνδεχομένως δίκαιός ἐστιν’ καὶ ἐπὶ τῶν
λοιπῶν πάντων ὁμοίως.  

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula psychologica, theologica, daemonologica (2702: 011)


“Michaelis Pselli philosophica minora, vol. 2”, Ed. O'Meara, D.J.Leipzig: Teubner,
1989.P. 159, l. 20
565

ἀμφοῖν ὁ θεὸς ὡς ὁ μὲν ἀγαθὸς ἔσοιτο, ὁ δὲ ἀποβαίη κακός· ἡ δὲ γνῶσις


αὕτη ὅρος ἑκάστῳ τῶν ἐναντίων ἕξεων ἀμετάθετος.
 Ἀλλ', ὦ βέλτιστε, οἶδε μὲν πάντα θεός, ἀλλὰ κατὰ τὸ κρεῖττον καὶ τὴν
ἑαυτῷ προσήκουσαν ἔννοιαν· οὐ μὴν διότι κρειττόνως οἶδε τὰ ὄντα καὶ τὰ
ἐσόμενα, ἐκεῖνα τῆς ἰδίας μεθίσταται φύσεως. οὐ γὰρ ἐπειδὴ τῶν ὄντων
τὸ μέν ἐστι σῶμα, τὸ δὲ ἀσώματον, καὶ τὸ μὲν ἔγχρονον, τὸ δὲ αἰώνιον,
καὶ τὸ μὲν ἑστώς, τὸ δὲ κινούμενον, σωματικῶς οἶδε τὰ σώματα ἢ χρονι-
κῶς τὰ ἔγχρονα ἢ κινουμένως τὰ ῥέοντα, ἀλλὰ ἀσωμάτως καὶ ἀιδίως καὶ
ἀκινήτως, ὅτιπερ καὶ ἡ γνῶσις οὐ τῷ γινωσκομένῳ ἀλλὰ τῷ γινώσκοντι
προσόμοιος. κατὰ τοῦτον δὴ τὸν λόγον καὶ τῶν ἐξ ἀνάγκης καὶ ἐνδεχο-
μένως γινομένων ἀναγκαίαν μόνον τὴν γνῶσιν ἔσχηκεν ὁ θεός· καὶ ὥσπερ
ἀσωμάτως τὸ σῶμα εἰδὼς καὶ ἀχρόνως τὸ ἔγχρονον καὶ ἀμεταθέτως τὸ
μεθιστάμενον, οὔτε τὸ σῶμα ποιεῖ ἀσώματον, οὔτε τὸ ἔγχρονον ἄχρονον,
ἀλλ' ἐκείνου κατὰ τὸ κρεῖττον πάντα εἰδότος ταῦτα ἐπὶ τῆς οἰκείας
ἵσταται φύσεως, οὕτω δὴ καὶ τὸ οὕτως ἢ ἐκείνως ἐσόμενον ἀναγκαίως
εἰδότος τοῦ κρείττονος μένει αὖθις ἀμφιρρεπὲς καὶ οὐ μεταβάλλεται πρὸς
τὴν ἀναγκαίαν πρόγνωσιν τοῦ θεοῦ. ὅθεν ἐκεῖνος μὲν οἶδεν ὅτι πονηρὸς  
ἢ ἀγαθὸς ἔσομαι, καὶ οἶδεν ἀναγκαίως· ἐγὼ δὲ οὐκ ἀπόλωλα τὴν ἐμὴν
φύσιν, ἀλλὰ παρὰ τὴν προαίρεσιν δοκιμάζομαι καὶ τῆς ἐμῆς ἤρτηται
γνώμης τῶν ἀρετῶν ἢ τῶν κακιῶν ἡ ἐνέργεια.

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae (2714: 002)“Theodori Studitae Epistulae, vol. 1–


2”, Ed. Fatouros, G.Berlin: De Gruyter, 1992; Corpus Fontium Historiae Byzantinae,
Series Berol.nsis 31.Epistle 40, l. 162

συνεύξεται, καθαιρείσθω καὶ αὐτός, ἀλλὰ νομιζέτω ὅτι, ὡς διεκρίθη


παρὰ τῶν πατέρων, τίνες εἶεν αἱρέσεις πρὸς σχίσματα, οὕτω διακέ-
κριται δηλονότι κατὰ τὴν ἀκόλουθον ἔννοιαν, τίς ἐστιν ὁ ἀπα-
ραιτήτως καθαίρων κανὼν τὸν καθῃρημένῳ συνευξάμενον παρὰ τὸν
ἐν παρασυναγωγῇ γενόμενον· ὅτι ὁ μὲν εἰδὼς ὅτι ὁμολογουμένως
καθῃρημένῳ συνεύχεται εἰκότως αὐτίκα καθαίρεται, ἀδιαφόρως ἐνε-
χθεὶς καὶ μὴ προσεσχηκὼς τῷ κανόνι, ὁ δὲ ὡς οὐκ οἰόμενος εἶναι
καθῃρημένον ᾧ συναπήχθη μετὰ πλήθους, ἐπάν, φησί, μεταμεληθῇ,
εἰς τὴν αὐτὴν παραδέδεκται τάξιν. πρόσκειται δὲ καὶ τοῦτο πολλάκις
ἐν τῷ λόγῳ τοῦ ἁγίου, ὥστε ἔστι καὶ μεταμελόμενον μὴ εἰς τὴν αὐτὴν
τάξιν παραδεχθῆναι. καὶ οὗτος μὲν ὁ λόγος ἐνδεχομένως ἐκδέδοται,
ὁ ἀποστολικὸς δὲ κανὼν ἀναγκαίως καὶ ἀπαραιτήτως.
 Ὅτι ὁ ψευδώνυμος Χριστοφόρος πάλιν εἰς τὸ ἴδιον ἐξέρασμα
ὑπέστρεψεν, οὐδόλως ἐθαύμασα, εἰδὼς αὐτοῦ τὸ ἄστατον καὶ ἀπαγές·
ὅτι δὲ ὁ Κληδόνιος ὑπὲρ ἀληθείας μίαν μόνην ἡμέραν ἤνεγκε φυ-
λακὴν καὶ πληγὰς παρὰ τῶν ἀσεβῶν, πάνυ ἐξέστην. ὥστε, εἰ ἕως τοῦ
νῦν ἐπιμένει δυνάμει θεοῦ, μὴ ἀεργὸν γένηταί σοί τε καὶ ἄλλοις
ἀδελφοῖς ὀρέγειν αὐτῷ χεῖρα, εἴπερ οἷόν τε.

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 384, l. 47

 Ἐάν τις ἱερεὺς ἀναφέρῃ τὸν αἱρετικὸν δημοσίᾳ, ἰδίᾳ δὲ προσκα-


λούμενος ὑπό τινος ὀρθοδόξου ἐν εὐκτηρίῳ στέλλεται ἀναφέρειν τὸν
566

αἱρετικόν, εἰ ἆρα ἐν τῷ τοιούτῳ εὐκτηρίῳ τὸν ἀκριβῆ δεῖ προσεύ-


χεσθαι; οὐδαμῶς.
 Ἐάν τις ἐπὶ τῷ οἰκείῳ ἐπιτιμίῳ δύναται κατὰ λόγον προσλαβέσθαι
τινὰ εἰς ἐπικουφισμὸν τοῦ ἐπιτιμίου; ἐπὶ μὲν τῆς κοινωνίας οὐδαμῶς,
ἐπὶ δὲ τῶν ἄλλων οὐκ ἀπόβλητον. οὔτε δὲ ἐλεημοσύναις δύναιτ' ἂν
ὑφαιρεῖν τι τοῦ ὁρισμοῦ ὡς ἀφ' ἑαυτοῦ· ὁ γὰρ ἐπιτιμιάζων οἶδε
πάντως καὶ πρόσωπον καὶ χρόνον καὶ τὰ ἐκτὸς δοκιμάζειν πρὸς τὸ
ὑφεῖναι. ὅρῳ γὰρ ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένως κειμένων κανόνων περιλαβεῖν
τὰ τοιαῦτα οὐχ οἷόν τε, καθὼς αὐτὸς ὁ Μέγας Βασίλειος εἴρηκεν·
δοὺς γὰρ ἐξουσίαν τῷ ἐπισκόπῳ προσθήκης καὶ ὑφέσεως οὐκ ἐξ  
ἀναγκαίου, ἤγουν ἀπαραιτήτου, τὸν κανόνα ἔθετο, ἀλλ' ἐνδεχομένως.
ὥστε ὁ διδοὺς βλεπέτω πῶς δίδοι· κἀγὼ γὰρ ὁ ταπεινὸς οὐχ ὁρι-
στικῶς, ἀλλ' ἐκβιαστῶς, ἤτοι συμβουλευτικῶς, ὡς πολλάκις εἴρηκα,
ἀποκρίνομαι πρὸς τὰς προτεινομένας μοι εἴτε ὑπὸ σοῦ εἴτε παρ'
ἄλλου πεύσεις.
 Τὸ λοιπὸν προσεύχου περὶ τῆς ταπεινώσεώς μου, βοηθῶν τὸ κατὰ
δύναμιν τοῖς εἰς τὰ Στουδίου ἐναθλοῦσιν, ἐπεὶ καὶ ὅπουπερ ἂν ἰσχύῃς
ἐν Κυρίῳ. ὁ ἀδελφὸς Νικόλαος προσαγορεύει σε.

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 384, l. 50

 Ἐάν τις ἐπὶ τῷ οἰκείῳ ἐπιτιμίῳ δύναται κατὰ λόγον προσλαβέσθαι


τινὰ εἰς ἐπικουφισμὸν τοῦ ἐπιτιμίου; ἐπὶ μὲν τῆς κοινωνίας οὐδαμῶς,
ἐπὶ δὲ τῶν ἄλλων οὐκ ἀπόβλητον. οὔτε δὲ ἐλεημοσύναις δύναιτ' ἂν
ὑφαιρεῖν τι τοῦ ὁρισμοῦ ὡς ἀφ' ἑαυτοῦ· ὁ γὰρ ἐπιτιμιάζων οἶδε
πάντως καὶ πρόσωπον καὶ χρόνον καὶ τὰ ἐκτὸς δοκιμάζειν πρὸς τὸ
ὑφεῖναι. ὅρῳ γὰρ ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένως κειμένων κανόνων περιλαβεῖν
τὰ τοιαῦτα οὐχ οἷόν τε, καθὼς αὐτὸς ὁ Μέγας Βασίλειος εἴρηκεν·
δοὺς γὰρ ἐξουσίαν τῷ ἐπισκόπῳ προσθήκης καὶ ὑφέσεως οὐκ ἐξ  
ἀναγκαίου, ἤγουν ἀπαραιτήτου, τὸν κανόνα ἔθετο, ἀλλ' ἐνδεχομένως.
ὥστε ὁ διδοὺς βλεπέτω πῶς δίδοι· κἀγὼ γὰρ ὁ ταπεινὸς οὐχ ὁρι-
στικῶς, ἀλλ' ἐκβιαστῶς, ἤτοι συμβουλευτικῶς, ὡς πολλάκις εἴρηκα,
ἀποκρίνομαι πρὸς τὰς προτεινομένας μοι εἴτε ὑπὸ σοῦ εἴτε παρ'
ἄλλου πεύσεις.
 Τὸ λοιπὸν προσεύχου περὶ τῆς ταπεινώσεώς μου, βοηθῶν τὸ κατὰ
δύναμιν τοῖς εἰς τὰ Στουδίου ἐναθλοῦσιν, ἐπεὶ καὶ ὅπουπερ ἂν ἰσχύῃς
ἐν Κυρίῳ. ὁ ἀδελφὸς Νικόλαος προσαγορεύει σε.

Maximus Confessor Theol., Mystagogia (2892: 049)“S. Massimo Confessore. La


mistagogia ed altri scritti”, Ed. Cantarella, R.Florence: Testi Cristiani, 1931.
Ch.24, l. 194

τὸ βάρος τῆς ἡμέρας καὶ τὸν καύσωνα, τουτέστι τὴν ἔμφυ-


τον καὶ συνεζευγμένην τῇ παρούσῃ ζωῇ ἐκ τῆς προπατο-
ρικῆς καταδίκης θλίψιν καὶ τοὺς ἐπ' αὐτῇ ὑπὲρ τῆς
ἀρετῆς πειρασμούς, καὶ ζωῆς ζωὴν σοφῶς κατ' αὐθαίρετον
γνώμην ἀνταλλάσσοντες, τῆς παρούσης τὴν μέλλουσαν·
567

υἱοὶ δὲ οἱ μήτε φόβῳ τῶν ἠπειλημένων, μήτε πόθῳ τῶν


ἐπηγγελμένων, ἀλλὰ τρόπῳ καὶ ἕξει τῆς πρὸς τὸ καλὸν κατὰ
γνώμην τῆς ψυχῆς ῥοπῆς τε καὶ διαθέσεως μηδέποτε
τοῦ Θεοῦ χωριζόμενοι κατ' ἐκεῖνον τὸν υἱόν, πρὸς ὃν εἴρηται
“τέκνον, σὺ πάντοτε μετ' ἐμοῦ εἶ, καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι,”
τοῦτο κατὰ τὴν ἐν χάριτι θέσιν ἐνδεχομένως ὑπάρχροντες,  
ὅπερ ὁ Θεὸς κατὰ τὴν φύσιν καὶ αἰτίαν καὶ ἔστι καὶ πιστεύεται.
 Μὴ τοίνυν ἀπολειφθῶμεν τῆς ἁγίας τοῦ Θεοῦ Ἐκκλη-
σίας, τοσαῦτα κατὰ τὴν τῶν τελουμένων θείων συμβό-
λων ἁγίαν διάταξιν τῆς σωτηρίας ἡμῶν περιεχούσης μυστή-
ρια, δι' ὧν ἕκαστον ἡμῶν καλῶς μάλιστα πολιτευόμενον
ἀναλόγως ἑαυτῷ κατὰ

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus (3023: 001)


“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol. 1: excerpta
de legationibus, pts. 1–2”, Ed. de Boor, C.Berlin: Weidmann, 1903.P. 43, l. 1

Λόγος καʹ.

16. Ὅτι Ἀντίοχος ὁ βασιλεὺς παραγενόμενος εἰς τὰς Σάρδεις


ἀπὸ τῆς προρρηθείσης στρατείας διεπέμπετο συνεχῶς πρὸς Πρου-
σίαν παρακαλῶν αὐτὸν εἰς τὴν σφετέραν συμμαχίαν. ὁ δὲ Πρου-
σίας κατὰ μὲν τοὺς ἀνώτερον χρόνους οὐκ ἀλλότριος ἦν τοῦ κοι-
νωνεῖν τοῖς περὶ τὸν Ἀντίοχον· πάνυ γὰρ ἐδεδίει τοὺς Ῥωμαίους,
μὴ ποιῶνται εἰς τὴν Ἀσίαν διάβασιν ἐπὶ καταλύσει πάντων τῶν
δυναστῶν. παραγενομένης δ' ἐπιστολῆς αὐτῷ παρά τε Λευκίου
καὶ Ποπλίου τῶν ἀδελφῶν, κομισάμενος ταύτην καὶ διαγνοὺς ἐπὶ  
ποσὸν ἔστη τῇ διανοίᾳ καὶ προεῖδε τὸ μέλλον ἐνδεχομένως, ἅτε
τῶν περὶ τὸν Πόπλιον ἐναργέσι κεχρημένων καὶ πολλοῖς μαρτυ-
ρίοις πρὸς πίστιν διὰ τῶν ἐγγράπτων. οὐ γὰρ μόνον ὑπὲρ τῆς
ἰδίας προαιρέσεως ἔφερον ἀπολογισμούς, ἀλλὰ καὶ περὶ τῆς κοινῆς
ἁπάντων Ῥωμαίων, δι' ὧν παρεδείκνυον οὐχ οἷον ἀφῃρημένοι τινὸς
τῶν ἐξ ἀρχῆς βασιλέων τὰς δυναστείας, ἀλλὰ τινὰς μὲν καὶ προς-
κατεσκευακότες αὐτοὶ δυνάστας, ἐνίους δ' ηὐξηκότες εἰς πολλα-
πλασίους αὐτῶν τὰς ἀρχὰς πεποιηκότες. ὧν κατὰ μὲν τὴν Ἰβηρίαν
Ἀνδοβάλην καὶ Κολίχαντα προεφέροντο, κατὰ δὲ τὴν Λιβύην
Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus P. 337, l. 13

92. Ὅτι Τιβέριος τοὺς Καμμανοὺς τὰ μὲν βιασάμενος τὰ δὲ


παραλογισάμενος ὑπηκόους ἐποίησε Ῥωμαίοις.
Εἰς δὲ τὴν Ῥώμην καὶ πλειόνων παραγεγονότων ἐχρημάτισεν
ἡ σύγκλητος τοῖς περὶ Ἄτταλον καὶ τὸν Ἀθήναιον. συνέβαινε
γὰρ τὸν Προυσίαν οὐ μόνον αὐτὸν ἐνεργῶς κεχρῆσθαι ταῖς δια-
βολαῖς ταῖς κατὰ τὸν Εὐμένη καὶ τὸν Ἄτταλον, ἀλλὰ καὶ τοὺς Γα-
λάτας παρωξυκέναι καὶ τοὺς Ἐλγεῖς καὶ πλείους ἑτέρους κατὰ τὴν
Ἀσίαν πρὸς τὴν αὐτὴν ὑπόθεσιν, ὧν χάριν ὁ βασιλεὺς Εὐμένης
ἐξαπεστάλκει τοὺς ἀδελφοὺς ἀπολογησομένους πρὸς τὰς ἐπιφερο-
μένας διαβολάς. οἳ καὶ παρελθόντες εἰς τὴν σύγκλητον ἐνδεχο-
μένως ἔδοξαν πρὸς ἅπαντας τοὺς κατηγοροῦντας ποιήσασθαι τὴν
568

ἀπολογίαν, καὶ τέλος οὐ μόνον ἀποτριψάμενοι τὰς ἐπιφερομένας


αἰτίας ἀλλὰ καὶ τιμηθέντες ἐπανῆλθον εἰς τὴν Ἀσίαν. οὐ μὴν
τῆς γε κατὰ τὸν Εὐμένη καὶ κατὰ τὸν Ἀντίοχον ὑποψίας ἔληγεν
ἡ σύγκλητος, ἀλλὰ Γάιον Σολπίκιον καὶ Μάνιον Σέργιον καταστή-
σασα πρεσβευτὰς ἐξαπέστελλεν ἅμα μὲν ἐποπτεύσοντας τὰ κατὰ
τοὺς Ἕλληνας, ἅμα δὲ τοῖς Μεγαλοπολίταις καὶ τοῖς Λακεδαι-
μονίοις διευκρινήσοντας περὶ τῆς ἀντιλεγομένης χώρας, μάλιστα
δὲ πολυπραγμονήσοντας τὰ κατὰ τὸν Ἀντίοχον καὶ τὰ κατὰ τὸν
Εὐμένη, μή τις ἐξ αὐτῶν παρασκευὴ γίνεται καὶ κοινοπραγία κατὰ
Ῥωμαίων.

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus P. 362, l. 26

ρον δόξαντες ὡς ἐν κακῶν αἱρέσει καλῶς σφίσι κεχρῆσθαι τὴν


σύγκλητον, ἅτε τῶν ἀναγκαιοτάτων καὶ μεγίστων αὐτοῖς συγκεχω-
ρημένων. μετὰ δὲ ταῦτα τοῦ στρατηγοῦ διασαφοῦντος, διότι τεύ-
ξονται τούτων, ἐὰν τʹ ὁμήρους εἰς τὸ Λιλύβαιον ἐκπέμψωσιν ἐν
τριάκονθ' ἡμέραις τοὺς υἱοὺς τῶν ἐκ συγκλήτου καὶ τῆς γερουσίας,
καὶ τοῖς ὑπὸ τῶν ὑπάτων παραγγελλομένοις πειθαρχήσωσιν, ἐπὶ
ποσὸν ἠπόρησαν πότε διὰ τῶν ὑπάτων αὐτοῖς ἔσται παραγγελλό-
μενα· πλὴν τότε γε ἐξ αὐτῆς ὥρμησαν σπεύδοντες ἀναγγεῖλαι τῇ
πατρίδι περὶ τούτων. παραγενόμενοι δ' εἰς τὴν Καρχηδόνα δι-
εσάφουν τοῖς πολίταις τὰ κατὰ μέρος. οἱ δὲ διακούσαντες τἄλλα
μὲν ἐνδεχομένως ἐνόμιζον βεβουλεῦσθαι τοὺς πρεσβευτάς, περὶ δὲ
πόλεως μὴ γεγονέναι μνείαν εἰς μεγάλην ἐπίστασιν αὐτοὺς ἦγε καὶ
πολλὴν ἀμηχανίαν. ἐν δὲ τῷ καιρῷ τούτῳ φασὶν Μάγωνα τὸν
Βρέττιον χρήσασθαι λόγοις ἀνδρώδεσι καὶ πραγματικοῖς. δύο γάρ,
ὡς ἔοικε, καιροὺς ἔφασκεν εἶναι τοῦ βουλεύσασθαι περὶ σφῶν καὶ
τῆς πατρίδος, ὧν τὸν μὲν ἕνα παρεῖσθαι. δεῖν γὰρ οὐ μὰ Δία
νῦν διαπορεῖν τί διὰ τῶν ὑπάτων αὐτοῖς παραγγελθήσεται, καὶ
διὰ τί περὶ πόλεως οὐδεμίαν ἐποιήσατο μνείαν ἡ σύγκλητος, ἀλλὰ
καθ' ὃν καιρὸν ἐδίδοσαν τὴν ἐπιτροπήν· δόντας δὲ σαφῶς γινώ-
σκειν, διότι πᾶν τὸ παραγγελλόμενον ἐπιδεκτέον ἐστίν, ἐὰν μὴ  
τελέως ὑπερήφανον ᾖ καὶ παρὰ τὴν προσδοκίαν.

Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος. De legationibus P. 403, l. 5

σύγκλητος φιλανθρώπως ἅπαντας ἀποδεχομένη καὶ τὰς ἀποκρίσεις


ἐπιεικεῖς διδοῦσα συντόμως ἑκάστους ἀπέλυσεν εἰς τὰς πατρίδας.
21. Ὅτι κατὰ τοὺς αὐτοὺς χρόνους πολλῶν παραγεγονότων
πρεσβευτῶν πρώτοις τοῖς περὶ Ἄτταλον ἐχρημάτισεν ἡ σύγκλητος·
ὑπόπτως γὰρ εἶχον οἱ Ῥωμαῖοι τὰ πρὸς τὸν Εὐμένη ἕνεκεν τῶν  
γραμμάτων τῶν εὑρημένων, ἐν οἷς συμμαχίαν ἦν συντεθειμένος
πρὸς Περσέα κατὰ Ῥωμαίων. κατηγορησάντων δὲ πλειόνων ἀπὸ
τῆς Ἀσίας πρεσβευτῶν, καὶ μάλιστα τῶν ἀπεσταλμένων παρὰ
Προυσίου βασιλέως καὶ Γαλατῶν, οἱ περὶ τὸν Ἄτταλον ἐνδεχομέ-
νως ἀπολογησάμενοι πρὸς ἕκαστον τῶν ἐγκαλουμένων οὐ μόνον
569

ἀπετρίψαντο τὰς διαβολάς, ἀλλὰ καὶ τιμηθέντες ἐπανῆλθον εἰς


τὴν οἰκείαν. ἡ δὲ σύγκλητος οὐ κατὰ πᾶν ἔληγε τῆς κατ' Εὐμένους
ὑποψίας, προχειρισαμένη δὲ Γάϊον ἐξαπέστειλε κατοπτεύσοντα τὰ
κατὰ τὸν Εὐμένη.

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon (3136: 001)“Iohannis Zonarae lexicon ex tribus


codicibus manuscriptis, 2 vols.”, Ed. Tittmann, J.A.H.Leipzig: Crusius, 1808,
Rep1967.Alphabetic letter phi, p. 1807, l. 29

 τε καὶ ἔλλειψις τῶν φυσικῶν ἕξεών τε καὶ ἐνερ-


 γειῶν καὶ δυνάμεων. τινὲς δὲ εἶπον, ὅτι δυνά-
 μει μὲν φθαρτὸν ἦν τὸ πανάγιον σῶμα τοῦ
 Χριστοῦ, τουτέστι δεκτικὸν φθορᾶς· ἐνεργείᾳ
 δὲ διετηρήθη ἐν τῷ μνήματι ὑπὸ τῆς θεότητος
 τοῦ λόγου ἄφθαρτον. φθορὰ, λύσις τῆς συν-
 εχείας τοῦ φυσικοῦ εἴδους. οὐ ταυτὸν δὲ φθορὰ
 καὶ φθαρτὴ οὐσία. ἡ μὲν γὰρ φθορὰ καὶ διά-
 λυσιν σημαίνει τῶν συντεθέντων καὶ ἡρμοσμέ-
 νων· ἡ δὲ φθαρτὴ οὐσία τὸ ὑποκείμενον δηλοῖ
 πρᾶγμα, ᾧ καὶ ἡ φθορὰ ἐνδεχομένως ἐπισυμ-
 βαίνει.

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria (4013: 001)


“Simplicii in Aristotelis de caelo commentaria”, Ed. Heiberg, J.L.Berlin: Reimer,
1894; Commentaria in Aristotelem Graeca 7.Vol. 7, p. 29, l. 14

κειμένῳ τοῦ ἑπομένου ἀναγκαίως ἕπεται τὸ ἀντικείμενον τοῦ ἡγουμένου,


ὅπερ ἡ σὺν ἀντιθέσει ἀντιστροφὴ ἀπαιτεῖ, ἀλλὰ μᾶλλον αὐτὸ τὸ ἡγούμενον·
τῷ γὰρ μὴ τὴν αὐτὴν ἔχειν κίνησιν μᾶλλον ἕπεται τὸ διάφορα τὴν φύσιν
εἶναι ἤπερ τὸ τὰ αὐτά. τάχα δὲ οὐκ ἄτοπον ὀλίγα διὰ τοὺς ὀψιμαθε-
στέρους προσθεῖναι. ἰστέον οὖν, ὅτι ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων, εἰ μὲν οὕτω
ληφθῇ τὸ ἑπόμενον ὡς παντὶ τῷ ἡγουμένῳ καὶ ὑπάρχειν δυνάμενον καὶ
μὴ ὑπάρχειν, ὡς εἰ λέγοιμεν· εἰ ἄνθρωπός ἐστι, γραμματικὸν αὐτὸν εἶναι
ἐνδέχεται· τότε ὀρθῶς ληφθείσης τῆς ἀντικειμένης ἀποφάσεως τῇ ἑπομένῃ
καταφάσει οὕτως· εἰ μὴ ἐνδέχεται γραμματικὸν εἶναι· ἕπεται τὸ ἀντικεί-
μενον τῷ ἡγουμένῳ, ὅτι οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος· εἰ μέντοι τὸ ἑπόμενον οὕ-
τως ἐνδεχομένως ἕπεσθαι ληφθῇ ὥς τινι μὲν τοῦ ἡγουμένου ἑπόμενον· καὶ
ταῦτα γὰρ ἐνδεχομένως λέγεται ἕπεσθαι, ὡς εἰ λέγοις· εἰ ζῷον, ἐνδέχεται
τὴν ἄνω γένυν κινεῖν· τοιοῦτον γὰρ ζῷον ὁ κροκόδειλος· τότε οὐκέτι σώ-
ζεται ἡ ἀντιστροφή, κἂν ὀρθῶς τις λάβῃ τὸ ἀντικείμενον τῷ ἑπομένῳ·
τῷ γὰρ μὴ ἐνδέχεσθαι τὴν ἄνω γένυν κινεῖν, ὅπερ ἀντίκειται τῷ ἐνδέχε-
σθαι τὴν ἄνω γένυν κινεῖν, οὐχ ἕπεται τὸ μὴ εἶναι ζῷον· τὰ γὰρ πλείονα
τῶν ζῴων οὐ τὴν ἄνω γένυν, ἀλλὰ τὴν κάτω γένυν κινεῖ. τοιοῦτον δὲ
καὶ τὸ ὑπὸ τούτου ληφθὲν ἐνδεχόμενον. κἂν γὰρ ἀληθὲς ὑποτεθῇ τὸ τὰ
διάφορα τὴν φύσιν τὴν αὐτὴν κίνησιν ἔχειν, οὐ πᾶσιν ὑπάρχει τοῦτο τοῖς
διαφόροις τὴν φύσιν, ἀλλ', εἴπερ ἄρα, ἐλαχίστοις τισίν, τοῖς δὲ πλείοσιν τὸ
ἐναντίον ὑπάρχει. διὸ τὸ ἀντικείμενον τῷ ἑπομένῳ τὸ μὴ ἐνδέχεσθαι
570

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria


Vol. 7, p. 29, l. 15

ὅπερ ἡ σὺν ἀντιθέσει ἀντιστροφὴ ἀπαιτεῖ, ἀλλὰ μᾶλλον αὐτὸ τὸ ἡγούμενον·


τῷ γὰρ μὴ τὴν αὐτὴν ἔχειν κίνησιν μᾶλλον ἕπεται τὸ διάφορα τὴν φύσιν
εἶναι ἤπερ τὸ τὰ αὐτά. τάχα δὲ οὐκ ἄτοπον ὀλίγα διὰ τοὺς ὀψιμαθε-
στέρους προσθεῖναι. ἰστέον οὖν, ὅτι ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων, εἰ μὲν οὕτω
ληφθῇ τὸ ἑπόμενον ὡς παντὶ τῷ ἡγουμένῳ καὶ ὑπάρχειν δυνάμενον καὶ
μὴ ὑπάρχειν, ὡς εἰ λέγοιμεν· εἰ ἄνθρωπός ἐστι, γραμματικὸν αὐτὸν εἶναι
ἐνδέχεται· τότε ὀρθῶς ληφθείσης τῆς ἀντικειμένης ἀποφάσεως τῇ ἑπομένῃ
καταφάσει οὕτως· εἰ μὴ ἐνδέχεται γραμματικὸν εἶναι· ἕπεται τὸ ἀντικεί-
μενον τῷ ἡγουμένῳ, ὅτι οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος· εἰ μέντοι τὸ ἑπόμενον οὕ-
τως ἐνδεχομένως ἕπεσθαι ληφθῇ ὥς τινι μὲν τοῦ ἡγουμένου ἑπόμενον· καὶ
ταῦτα γὰρ ἐνδεχομένως λέγεται ἕπεσθαι, ὡς εἰ λέγοις· εἰ ζῷον, ἐνδέχεται
τὴν ἄνω γένυν κινεῖν· τοιοῦτον γὰρ ζῷον ὁ κροκόδειλος· τότε οὐκέτι σώ-
ζεται ἡ ἀντιστροφή, κἂν ὀρθῶς τις λάβῃ τὸ ἀντικείμενον τῷ ἑπομένῳ·
τῷ γὰρ μὴ ἐνδέχεσθαι τὴν ἄνω γένυν κινεῖν, ὅπερ ἀντίκειται τῷ ἐνδέχε-
σθαι τὴν ἄνω γένυν κινεῖν, οὐχ ἕπεται τὸ μὴ εἶναι ζῷον· τὰ γὰρ πλείονα
τῶν ζῴων οὐ τὴν ἄνω γένυν, ἀλλὰ τὴν κάτω γένυν κινεῖ. τοιοῦτον δὲ
καὶ τὸ ὑπὸ τούτου ληφθὲν ἐνδεχόμενον. κἂν γὰρ ἀληθὲς ὑποτεθῇ τὸ τὰ
διάφορα τὴν φύσιν τὴν αὐτὴν κίνησιν ἔχειν, οὐ πᾶσιν ὑπάρχει τοῦτο τοῖς
διαφόροις τὴν φύσιν, ἀλλ', εἴπερ ἄρα, ἐλαχίστοις τισίν, τοῖς δὲ πλείοσιν τὸ
ἐναντίον ὑπάρχει. διὸ τὸ ἀντικείμενον τῷ ἑπομένῳ τὸ μὴ ἐνδέχεσθαι
τὴν αὐτὴν κίνησιν ἔχειν μᾶλλον ὑπάρχει τῷ ἡγουμένῳ ἢ τῷ

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria Vol. 7, p. 30, l. 5

ἄρτιον εἶναι, οὐκ ἀληθεύσω· τὸν γὰρ ἀρτιάκις ἄρτιον ἄρτιον ὄντα μάλιστα
οὐκ ἐνδέχεται μὴ μέχρι μονάδος διαιρεθῆναι. ἀλλὰ καί, εἰ τὰ διάφορα
κατ' εἶδος ὑπὸ τὸ αὐτὸ γένος ἐνδέχεται εἶναι οἷον ἄνθρωπον καὶ ἵππον
ὑπὸ τὸ ζῷον, τὰ μὴ ἐνδεχόμενα ὑπὸ τὸ αὐτὸ γένος εἶναι ταῦτα ἀδιάφορα
τῷ εἴδει ἐστὶν ἤ, ὡς οὗτος ἀμεθόδως προήγαγε, τὰ μὴ ὑπὸ τὸ αὐτὸ γένος  
ὄντα ἐνδέχεται τῷ εἴδει τὰ αὐτὰ εἶναι κατὰ τὴν σὺν ἀντιθέσει τούτου
ἀντιστροφήν, ὥστε ἄνθρωπον καὶ συκῆν ἕτερα ἔχοντα τὰ γένη ζῷον καὶ
φυτὸν ὁμοειδῆ κατ' αὐτὸν εἶναι· οὗ τί ἂν εἴη ἀδυνατώτερον; τὰ γὰρ
ὁμοειδῆ καὶ ὁμογενῆ πρότερον ἀνάγκη εἶναι, εἴπερ ἐκ γένους καὶ διαφορῶν
τὸ εἶδος. καὶ οὕτως μέν, κἂν ἀληθῶς ληφθῇ τὸ ἑπόμενον, ἐνδεχομένως
δέ, οὐ σώζεται τὸ ἀναγκαῖον τῆς σὺν ἀντιθέσει ἀντιστροφῆς. οὗτος δὲ
καὶ τὸ ἡγούμενον ψευδῶς ἔλαβεν τὴν φύσιν κατὰ θερμότητα καὶ ψυχρότητα
λαβών, ἀλλ' οὐχὶ κατὰ τὴν κατὰ τόπον κίνησιν, ὡς ὁ Ἀριστοτέλης ἠξίωσε,
καὶ τὸ ἑπόμενον ψευδές· οὐ γὰρ τὴν αὐτὴν κινεῖται κίνησιν γῆ καὶ ὕδωρ,
εἴπερ ἡ μὲν ἐπὶ τὸ κέντρον, τὸ δὲ ἐπὶ τὴν γῆν. ἀλλὰ καὶ τὸ συνημ-
μένον ψευδῶς ἔλαβεν· εἰ γὰρ διάφορα τὴν φύσιν, ἐστὶ δὲ ἡ φύσις ἀρχὴ
καὶ αἰτία κινήσεως, καὶ μάλιστα τῆς κατὰ τόπον, ἀνάγκη διαφόρους αὐτὰ
κινεῖσθαι κινήσεις καὶ οὐχὶ τὴν αὐτήν, ὡς οὗτος οἴεται· εἰ γὰρ διάφορος
ἡ ἀρχὴ καὶ αἰτία τῆς κινήσεως, δῆλον, ὅτι καὶ ἡ κίνησις διάφορος ἔσται.
ἀλλὰ δὴ καὶ τὴν ἀντιστροφὴν ἴδωμεν, ἣν οὗτος δεύτερον συνημμένον ἐκά
571

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria


Vol. 7, p. 359, l. 2

ἐπ' ἄμφω, καὶ εἰς τὸ ἀπό τινος, ὅπερ ἐστὶ τὸ ἐπὶ θάτερα, ὅτε ἔλεγεν· “τὸ
δὲ ἄπειρον χρόνον ἢ ἁπλῶς ἢ ἀπό τινος ἢ ἀεὶ ἢ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ὑπάρ-
χει ὄν”.
 Ὁ δὲ Ἀλέξανδρος μετὰ τὸ πέρας τῆς τοῦ βιβλίου ἐξηγήσεως πάλιν
τοῦ Ἀριστοτέλους ἐκείνης μνημονεύσας τῆς λέξεως τῆς λεγούσης “τὸ δὲ
φάναι μηδὲν κωλύειν γενόμενόν τι ἄφθαρτον εἶναι” ἀντιλέγειν πειρᾶται
πρὸς τὸν Πλάτωνα ἐκ πλείονος παρασκευῆς εἰπόντα, ὅτι ὅσον μὲν ἐφ'
ἑαυτῷ τὸ σωματοειδὲς πᾶν λυτὸν ἂν εἴη καὶ φθαρτόν, διὰ δὲ τὴν ἀγαθό-
τητα τῆς θείας βουλήσεως τῆς προσεχῶς τὸν οὐρανὸν παραγούσης ἄλυτος  
καὶ ἀθάνατος ὁ οὐρανὸς διατελεῖ· καί φησιν, ὅτι τὰ ὑποδεκτικά τινος ἢ
ἐνδεχομένως ἔχει τοῦτο, ὡς δύνασθαι καὶ τὰ ἐναντία δέχεσθαι, ἢ ἀναγ-
καίως· καὶ τὰ μὲν ἐνδεχομένως δυνάμενα κατέχειν δύναται τὴν εἰς τὸ
ἕτερον τῶν ἀντικειμένων μεταβολὴν ὑπό τινος κωλυθῆναι, ἐφ' ὧν δὲ τὸ
δυνατὸν ἀντὶ τοῦ ἀναγκαίου λέγεται, ταῦτα ἁπλῶς ἀδύνατα ἐν τῷ ἀντικει-
μένῳ τούτων γενέσθαι· ὃ γὰρ ἁπλῶς ἀδύνατόν ἐστιν, ὑπ' οὐδενὸς ἂν γέ-
νοιτο. “τῶν γὰρ ἀδυνάτων, φησί, τὰ μέν τισιν ἀδύνατα, ὡς τὸ ἆραι
βάρος τοσόνδε, ἄλλοις ἂν εἴη δυνατά, τὰ δὲ ἁπλῶς ἀδύνατα, ὧν ἡ φύσις
ἡ ὑποκειμένη ἀνεπίδεκτός ἐστι, καὶ ὧν τὰ ἀντικείμενα ἐξ ἀνάγκης αὐτοῖς
ὑπάρχει, ταῦτα πᾶσίν ἐστιν ἀδύνατα, ὡς τὸ τὴν διάμετρον σύμμετρον τῇ
πλευρᾷ ποιῆσαι ἢ τὰ δὶς δύο πέντε. τούτων δὲ οὕτως ἐχόντων, φησίν,
ἴδωμεν, τοῖς φθαρτοῖς πῶς ἡ τοῦ φθαρῆναι δύναμις ὑπάρχει,

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria Vol. 7, p. 359, l.


3

δὲ ἄπειρον χρόνον ἢ ἁπλῶς ἢ ἀπό τινος ἢ ἀεὶ ἢ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ὑπάρ-


χει ὄν”.  Ὁ δὲ Ἀλέξανδρος μετὰ τὸ πέρας τῆς τοῦ βιβλίου ἐξηγήσεως πάλιν
τοῦ Ἀριστοτέλους ἐκείνης μνημονεύσας τῆς λέξεως τῆς λεγούσης “τὸ δὲ
φάναι μηδὲν κωλύειν γενόμενόν τι ἄφθαρτον εἶναι” ἀντιλέγειν πειρᾶται
πρὸς τὸν Πλάτωνα ἐκ πλείονος παρασκευῆς εἰπόντα, ὅτι ὅσον μὲν ἐφ'
ἑαυτῷ τὸ σωματοειδὲς πᾶν λυτὸν ἂν εἴη καὶ φθαρτόν, διὰ δὲ τὴν ἀγαθό-
τητα τῆς θείας βουλήσεως τῆς προσεχῶς τὸν οὐρανὸν παραγούσης ἄλυτος  
καὶ ἀθάνατος ὁ οὐρανὸς διατελεῖ· καί φησιν, ὅτι τὰ ὑποδεκτικά τινος ἢ
ἐνδεχομένως ἔχει τοῦτο, ὡς δύνασθαι καὶ τὰ ἐναντία δέχεσθαι, ἢ ἀναγ-
καίως· καὶ τὰ μὲν ἐνδεχομένως δυνάμενα κατέχειν δύναται τὴν εἰς τὸ
ἕτερον τῶν ἀντικειμένων μεταβολὴν ὑπό τινος κωλυθῆναι, ἐφ' ὧν δὲ τὸ
δυνατὸν ἀντὶ τοῦ ἀναγκαίου λέγεται, ταῦτα ἁπλῶς ἀδύνατα ἐν τῷ ἀντικει-
μένῳ τούτων γενέσθαι· ὃ γὰρ ἁπλῶς ἀδύνατόν ἐστιν, ὑπ' οὐδενὸς ἂν γέ-
νοιτο. “τῶν γὰρ ἀδυνάτων, φησί, τὰ μέν τισιν ἀδύνατα, ὡς τὸ ἆραι
βάρος τοσόνδε, ἄλλοις ἂν εἴη δυνατά, τὰ δὲ ἁπλῶς ἀδύνατα, ὧν ἡ φύσις
ἡ ὑποκειμένη ἀνεπίδεκτός ἐστι, καὶ ὧν τὰ ἀντικείμενα ἐξ ἀνάγκης αὐτοῖς
ὑπάρχει, ταῦτα πᾶσίν ἐστιν ἀδύνατα, ὡς τὸ τὴν διάμετρον σύμμετρον τῇ
πλευρᾷ ποιῆσαι ἢ τὰ δὶς δύο πέντε. τούτων δὲ οὕτως ἐχόντων, φησίν,
572

ἴδωμεν, τοῖς φθαρτοῖς πῶς ἡ τοῦ φθαρῆναι δύναμις ὑπάρχει, πότερον ὡς


ἐνδέχεσθαι καὶ μὴ φθαρῆναι ἢ ὡς ἐξ ἀνάγκης φθαρησομένοις.

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria


Vol. 7, p. 359, l. 14

ἕτερον τῶν ἀντικειμένων μεταβολὴν ὑπό τινος κωλυθῆναι, ἐφ' ὧν δὲ τὸ


δυνατὸν ἀντὶ τοῦ ἀναγκαίου λέγεται, ταῦτα ἁπλῶς ἀδύνατα ἐν τῷ ἀντικει-
μένῳ τούτων γενέσθαι· ὃ γὰρ ἁπλῶς ἀδύνατόν ἐστιν, ὑπ' οὐδενὸς ἂν γέ-
νοιτο. “τῶν γὰρ ἀδυνάτων, φησί, τὰ μέν τισιν ἀδύνατα, ὡς τὸ ἆραι
βάρος τοσόνδε, ἄλλοις ἂν εἴη δυνατά, τὰ δὲ ἁπλῶς ἀδύνατα, ὧν ἡ φύσις
ἡ ὑποκειμένη ἀνεπίδεκτός ἐστι, καὶ ὧν τὰ ἀντικείμενα ἐξ ἀνάγκης αὐτοῖς
ὑπάρχει, ταῦτα πᾶσίν ἐστιν ἀδύνατα, ὡς τὸ τὴν διάμετρον σύμμετρον τῇ
πλευρᾷ ποιῆσαι ἢ τὰ δὶς δύο πέντε. τούτων δὲ οὕτως ἐχόντων, φησίν,
ἴδωμεν, τοῖς φθαρτοῖς πῶς ἡ τοῦ φθαρῆναι δύναμις ὑπάρχει, πότερον ὡς
ἐνδέχεσθαι καὶ μὴ φθαρῆναι ἢ ὡς ἐξ ἀνάγκης φθαρησομένοις. ἀλλ', εἰ
μὲν ἐνδεχομένως, ἐνεδέχετο ἂν καὶ ἀφ' ἑαυτοῦ τι τῶν φθαρτῶν μὴ φθα-
ρῆναι· τοιοῦτον γὰρ τὸ ἐνδεχόμενον τὸ οἷόν τε γενέσθαι καὶ μὴ γενέσθαι.
ἐπεὶ δὲ μηδὲν ἐνδέχεται τῶν φθαρτῶν ἐξ αὑτοῦ μὴ φθαρῆναι, ἐξ ἀνάγκης
ἂν ὑπάρχοι τὸ δεῖν φθαρῆναι τοῖς φθαρτοῖς. εἰ δὲ ἐξ ἀνάγκης τοῦτο, τοῦ
ἀντικειμένου ἂν τούτῳ ἀνεπίδεκτα εἴη· ἔστι δὲ τοῦτο τὸ μὴ φθαρῆναι·
ἀδύνατον ἄρα, καὶ πᾶσιν ἀδύνατον καὶ ἁπλῶς ἀδύνατον, τὸ φθαρτὸν μὴ
φθαρῆναι. τούτου δὲ οὕτως ἔχοντος, φησί, πότερον πάντα τῷ θεῷ δυ-
νατὰ λέγουσιν οἱ ταῦτα λέγοντες ἢ λέγουσί τινα κἀκείνῳ ἀδύνατα· εἰ γὰρ
εἴη τινὰ κατ' αὐτοὺς ἀδύνατα τῷ θεῷ, δῆλον, ὅτι ταῦτα ἂν εἴη τὰ τῇ
αὑτῶν φύσει τοιαῦτα. ἀλλὰ μὴν λέγουσί τινα κἀκείνῳ ἀδύνατα· ὁ γὰρ
λέγων “ἀλλ' οὔτε ἀπολέσθαι τὰ κακὰ δυνατόν, ὦ Θεόδωρε, οὔτε ἐν θεοῖς

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria Vol. 7, p. 360, l.


15

ἄν τις, πῶς οὐ τὰ αὐτὰ πρὸς τὸν Ἀριστοτέλην ἀντείρηκεν ἐν τῷ ὀγδόῳ


τῆς Φυσικῆς ἀκροάσεως ἀποδείξαντα, ὅτι ὁ οὐρανὸς πεπερασμένος ἐστὶ
κατὰ μέγεθος τῇ ἑαυτοῦ φύσει, καὶ ὅτι τὸ πεπερασμένον σῶμα πεπερας-
μένην ἔχει δύναμιν, καὶ ὅτι διὰ τὴν ἀπὸ τοῦ ἀκινήτου καὶ ἀεὶ κατὰ τὰ
αὐτὰ καὶ ὡσαύτως ἔχοντος αἰτίου προσεχῶς ἐνδιδομένην δύναμιν ἀεικίνη-
τός ἐστι. τί γὰρ διαφέρει ταῦτα λέγειν, ἢ ὅτι διὰ μὲν τὸ γενητὸς εἶναι
ἀθάνατος οὐκ ἔστι τὸ πάμπαν, διὰ δὲ τὸ προσεχῶς τῆς θείας ἀγαθότη-
τος ἀπολαύειν καὶ ἀμέσως οὔτε λυθήσεται οὔτε τεύξεται θανάτου μοίρας;
ἐξῆν γὰρ καὶ τὸν Ἀριστοτέλους ἐρωτᾶν λόγον· πῶς ἄρα ὑπάρχει τῷ οὐ-
ρανῷ τὸ πεπερασμένον τῆς δυνάμεως; πότερον ὡς ἐνδέχεσθαι καὶ μὴ πε-
ρανθῆναι ἢ ἐξ ἀνάγκης περανθησομένης; καὶ εἰ μὲν ἐνδεχομένως, ἐπά-
γειν, ὅτι ἐνεδέχετό τι καὶ ἄλλο πεπερασμένον σῶμα ἄπειρον ἔχειν δύναμιν,
εἰ δὲ ἐξ ἀνάγκης, ἐκεῖνο λέγειν, ὅτι πᾶσιν ἄρα ἀδύνατον καὶ ἁπλῶς ἀδύ-
νατον, ὥστε καὶ τῷ θεῷ ἀδύνατον εἶναι τὴν πεπερασμένην δύναμιν ποιῆ-
σαι μὴ περανθῆναι.
 Ἀλλ' ἡ μὲν ὁμοιότης τῶν λόγων πρόδηλος, οἶμαι, καὶ τοῖς ἀμβλύτε-
ρον ὁρῶσιν, ὁ δὲ Ἀλέξανδρος οὐκ ἐνενόησεν, ὅτι καὶ Πλάτων καὶ Ἀριστο-
573

τέλης τὸν οὐρανὸν ὑπὸ τοῦ θεοῦ γίνεσθαι καὶ κινεῖσθαι προσεχῶς λέγοντες
οἴδασι μὴ ἐνδεχομένως μηδὲ παρὰ φύσιν, ἀλλὰ ἀναγκαίως καὶ κατὰ φύσιν
ἀιδιότητα καὶ ἀεικινησίαν ὑπὸ τοῦ θεοῦ δεδομένην τῷ οὐρανῷ, βουληθέντες
δὲ διὰ θεοσέβειαν ἐπιδεῖξαι θεόθεν ταῦτα διδόμενα καὶ οὐκ ἀπὸ τῆς

Simplicius Phil., In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria Vol. 7, p. 360, l.


23

ἐξῆν γὰρ καὶ τὸν Ἀριστοτέλους ἐρωτᾶν λόγον· πῶς ἄρα ὑπάρχει τῷ οὐ-
ρανῷ τὸ πεπερασμένον τῆς δυνάμεως; πότερον ὡς ἐνδέχεσθαι καὶ μὴ πε-
ρανθῆναι ἢ ἐξ ἀνάγκης περανθησομένης; καὶ εἰ μὲν ἐνδεχομένως, ἐπά-
γειν, ὅτι ἐνεδέχετό τι καὶ ἄλλο πεπερασμένον σῶμα ἄπειρον ἔχειν δύναμιν,
εἰ δὲ ἐξ ἀνάγκης, ἐκεῖνο λέγειν, ὅτι πᾶσιν ἄρα ἀδύνατον καὶ ἁπλῶς ἀδύ-
νατον, ὥστε καὶ τῷ θεῷ ἀδύνατον εἶναι τὴν πεπερασμένην δύναμιν ποιῆ-
σαι μὴ περανθῆναι.
 Ἀλλ' ἡ μὲν ὁμοιότης τῶν λόγων πρόδηλος, οἶμαι, καὶ τοῖς ἀμβλύτε-
ρον ὁρῶσιν, ὁ δὲ Ἀλέξανδρος οὐκ ἐνενόησεν, ὅτι καὶ Πλάτων καὶ Ἀριστο-
τέλης τὸν οὐρανὸν ὑπὸ τοῦ θεοῦ γίνεσθαι καὶ κινεῖσθαι προσεχῶς λέγοντες
οἴδασι μὴ ἐνδεχομένως μηδὲ παρὰ φύσιν, ἀλλὰ ἀναγκαίως καὶ κατὰ φύσιν
ἀιδιότητα καὶ ἀεικινησίαν ὑπὸ τοῦ θεοῦ δεδομένην τῷ οὐρανῷ, βουληθέντες
δὲ διὰ θεοσέβειαν ἐπιδεῖξαι θεόθεν ταῦτα διδόμενα καὶ οὐκ ἀπὸ τῆς σω-
ματικῆς ἀναβλαστάνοντα φύσεως τῷ λόγῳ τὸ γινόμενον ἀπὸ τοῦ ποιοῦντος
καὶ τὸ κινούμενον ἀπὸ τοῦ κινοῦντος χωρίσαντες ὑπέδειξαν, ὅτι ἡ μὲν σω-
ματικὴ φύσις, ὥσπερ τὴν ὑπόστασιν ἀφ' ἑαυτῆς οὐκ ἔχει, οὕτως οὐδὲ τὴν
ἀιδιότητα οὐδὲ τὴν ἀεικινησίαν, ἀλλ' ὁ θεὸς τούτων αἴτιος. ὥσπερ οὖν
ἐν τῷ Πολιτικῷ βουληθεὶς ὁ Πλάτων δεῖξαι τὴν διακόσμησιν πᾶσαν καὶ
τάξιν ἀπὸ τοῦ δημιουργοῦ τῷ σωματοειδεῖ παρεχομένην χωρίσας τῷ λόγῳ
τὸν δημιουργὸν εἰς ἀταξίαν ὑποφερόμενον ὑπέδειξε τὸν κόσμον, οὕτως καὶ
ἐν τούτοις ἐβουλήθησαν δεῖξαι, τίς μὲν ἡ τοῦ σωματοειδοῦς

Simplicius Phil., In Aristotelis categorias commentarium (4013: 003)


“Simplicii in Aristotelis categorias commentarium”, Ed. Kalbfleisch, K.
Berlin: Reimer, 1907; Commentaria in Aristotelem Graeca 8.
Vol. 8, p. 412, l. 19

καὶ ἔλλειψιν, ἅπερ ἀντίκειται ἀλλήλοις ὡς κακά) ἢ πολλὰ καὶ τὰ μὴ οὕτως.


      

p. 14a7 Ἔτι δὲ τῶν ἐναντίων οὐκ ἀναγκαῖον, ἂν θάτερον ᾖ, καὶ  τὸ λοιπὸν εἶναι
ἕως τοῦ οὐκ ἂν εἴη τὸ νοσεῖν Σωκράτη.

 Δεύτερον θεώρημα περὶ τῶν ἐναντίων παραδίδωσιν, ᾧ πρότερον


ἐχρησάμεθα τὴν διαφορὰν τῶν ἐναντίων πρὸς τὰ πρός τι δηλοῦντες, διότι
ἐπὶ μὲν τῶν ἄνευ συμπλοκῆς ἐναντίων οὐκ ἀναγκαῖον, ἂν θάτερον ᾖ,
καὶ τὸ λοιπὸν εἶναι (οὐ γὰρ εἰ ὑγεία ἔστιν, ἀνάγκη καὶ νόσον εἶναι), τὰ
δὲ πρός τι ἅμα συνυπάρχει. ἐπὶ δὲ τῶν συνειλημμένων ἐναντίων (ταῦτα
574

δέ ἐστιν τὰ ἄτομα, ὡς ὅταν λέγω Σωκράτη ὑγιαίνειν, Σωκράτη


νοσεῖν), ἐπὶ τούτων οὐκ ἐνδεχομένως ἀλλὰ ἀναγκαίως θάτερον μόνον
ὑπάρχει. τούτων δὲ τὸ πρῶτον Ἀριστοτέλης μὲν καθ' ὑπόθεσιν ἔλαβεν τὸ
πάντας ὑγιαίνειν καὶ πάντας λευκοὺς γενέσθαι, τὸ μὴ ἐξ ἀλλήλων ἠρτῆσθαι
τἀναντία ὥσπερ τὰ πρός τι δηλῶν. οὐ συγχωρήσουσι δὲ ὅσοι τἀναντία
ἀρχὰς ἔθεντο, οἵ τε ἄλλοι καὶ οἱ Ἡρακλείτειοι· εἰ γὰρ τὸ ἕτερον τῶν
ἐναντίων ἐπιλείψει, οἴχοιτο ἂν πάντα ἀφανισθέντα. διὸ καὶ μέμφεται
τῷ Ὁμήρῳ Ἡράκλειτος εἰπόντι·
  ὡς ἔρις ἔκ τε θεῶν ἔκ τ' ἀνθρώπων ἀπόλοιτο·
οἰχήσεσθαι γάρ φησιν πάντα. ἐν μέντοι τῷ ἑξῆς οὐ τοῦτο δείκνυται, τὸ
μὴ ἅμα ὑπάρχειν τἀναντία ἐν τῷ κόσμῳ, ἀλλ' ὅτι οὐχ ἅμα οἷόν τε τὸν
Σωκράτη νοσεῖν καὶ ὑγιαίνειν, οὐδὲν δὲ κωλύει ἄλλου νοσοῦντος ἄλλον

Simplicius Phil., In Aristotelis physicorum libros commentaria (4013: 004)


“Simplicii in Aristotelis physicorum libros octo commentaria, 2 vols.”, Ed. Diels, H.
Berlin: Reimer, 9:1882; 10:1895; Commentaria in Aristotelem Graeca 9 & 10.
Vol. 9, p. 345, l. 10

      

p. 197a32 Ἔστι μὲν οὖν ἄμφω ἕως τοῦ καὶ τούτων ὅσα ἂν γένοιτο ἕνεκά του.

 Μετὰ τὸν περὶ τύχης λόγον ἀκόλουθον ἦν περὶ τοῦ αὐτομάτου διδάξαι
λοιπόν, τί τέ ἐστι καὶ τί τῆς τύχης διαφέρει. πρῶτον δὲ τὴν κοινωνίαν
αὐτῶν παραδίδωσιν, ὅτι ἔστιν ἄμφω κατὰ συμβεβηκὸς αἴτια ἐν τοῖς ἐπ'
ἔλαττόν τε καὶ ἐνδεχομένως γινομένοις, ἀλλ' οὐ τοῖς ἁπλῶς, τουτέστιν
ἀναγκαίως, οὐδὲ τοῖς ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ καὶ τῶν ἐπ' ἔλαττον ἐν τοῖς
ἕνεκά του γινομένοις. ἐπεὶ δὲ τὸ ἐνδεχόμενον καὶ κατὰ τοῦ ἀναγκαίου
καὶ κατὰ τοῦ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον κατηγορεῖται (ὁμώνυμον γάρ ἐστι), εἰ-
πὼν τὴν τύχην ἐν τοῖς ἐνδεχομένοις εἶναι, διορίζων τὸ πῶς ἐνδεχο-
μένοις προσέθηκε τὸ μὴ μόνον ὡς ἁπλῶς, μηδὲ ὡς ἐπὶ τὸ πολύ,
ἵνα τοῦ ἐνδεχομένου νῦν ὡς ἐπ' ἔλαττον λεγομένου ἀκούσωμεν.
      

Simplicius Phil., In Aristotelis physicorum libros commentaria Vol. 9, p. 427, l. 5

δομητόν. καὶ ὅτι μὲν ἕκαστον λέγει τῶν κινητῶν καὶ ἐν οἷς ἐστι τὸ
δυνάμει, δῆλον. ἐν γὰρ τοῖς ἀεὶ κινουμένοις οὐκ ἔστι τὸ ποτὲ μὲν ἐνεργεῖν
ἤτοι κινεῖσθαι, ποτὲ δὲ μή· ἀεὶ γὰρ κινεῖται, εἰ καὶ ἄλλοτε ἄλλην κίνη-
σιν. ὅτι δὲ ἀναγκαῖόν ἐστι τὸ δυνάμει, εἰ μὴ μάτην εἴη δυνάμει, μετα-
βάλλειν εἰς τὸ ἐνεργείᾳ ποτέ, καὶ τοῦτο πρόδηλον, καὶ ὅτι ἀναγκαῖον οὕτως
ἔχειν. διὰ τί οὖν ἐνδέχεσθαι εἶπεν; ἢ διότι πολλὰ τῶν δυνάμει πρὸ τοῦ  
μεταβάλλειν εἰς τὸ ἐνεργείᾳ καὶ κατὰ τοῦτο ἐνεργεῖν ἢ ἐνεργεῖσθαι φθείρε-
ται. πολλοὶ γὰρ πρὸ τοῦ ὀδοντοφυῆσαι ἢ γενειᾶσαι ἢ γεννῆσαι διεφθάρη-
σαν δυνάμει μὲν ἔχοντες ταῦτα, οὐκ ἐνεργήσαντες δὲ κατὰ τὸ δυνάμει.
ἴσως δὲ καὶ ὅτι τὰ κυρίως δυνάμει, ἅπερ ἐστὶ τὰ ἐν γενέσει καὶ φθορᾷ, καὶ
ὅταν ἐνεργήσῃ κατὰ τὸ δυνάμει, ἐνδεχομένως ἐνεργεῖ καὶ οὐκ ἀναγκαίως.
575

ἀρκεῖ δὲ ὅμως πρὸς τὸν λόγον, κἂν μὴ πάντα τὰ δυνάμει ἀλλὰ τινὰ μετα-
βάλλῃ εἰς τὸ ἐνεργείᾳ. ἐν τούτοις γὰρ φανήσεται ἡ κίνησις.
 Οὕτως οὖν καὶ τὸ οἰκοδομητὸν ὅ ἐστι δυνάμει, ποτὲ μὲν ἐνεργοῖ ἂν
ὡς οἰκοδομητόν, ὅταν οἰκοδομῆται, ποτὲ δὲ οὔ, οἷον εἰ κέοιντο ἁπλῶς οἱ
λίθοι καὶ ὁ πηλὸς μήπω κινούμενοι ὑπό του οἰκοδόμου. τίς δέ ἐστιν ἐπὶ
τοῦ οἰκοδομητοῦ ἡ ἐνέργεια, λέγει ὅτι ἡ τοῦ οἰκοδομητοῦ ἐνέργεια ᾗ
οἰκοδομητὸν οἰκοδόμησίς ἐστι. καὶ ὅτι αὕτη ἐστίν, ἐκ διαιρέσεως
δείκνυσιν. ἢ γὰρ αὐτό ἐστι τὸ δυνάμει πρὸ τοῦ μεταβάλλειν ἡ ἐνέργεια
αὐτοῦ, οἷον οἱ λίθοι καὶ ὁ πηλὸς κατὰ τὸ δυνάμει αὐτῶν ἐνέργεια, ὅπερ
ἄτοπον (ἐκεῖνα γὰρ ἦν καὶ πρὸ τοῦ ἐνεργείᾳ καὶ ὅλως

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria (4015: 002)


“Ioannis Philoponi in Aristotelis analytica priora commentaria”, Ed. Wallies, M.
Berlin: Reimer, 1905; Commentaria in Aristotelem Graeca 13.2.Vol. 13,2, p. 28, l. 14

μὲν αἱ καταφάσεις, διαιρεῖσθαι δὲ αἱ ἀποφάσεις μετὰ τοῦ εἶναι ἢ μὴ εἶναι.


 Διὰ τί μὲν οὖν ἐπὶ τινῶν μὲν προτάσεων προστίθεσθαι λέγεται ἢ ἀφαιρεῖ-
σθαι, ἐπὶ τινῶν δὲ συντίθεσθαι ἢ διαιρεῖσθαι τὸ εἶναι ἢ μὴ εἶναι, εἴρηται. ἀλλ'
ἐπειδὴ ἡ προεκτεθειμένη διαίρεσις ἐλλιπῶς ἔχει (οὔτε γὰρ τῶν ἄνευ τρόπου ἐκ
μεταθέσεως μνήμην πεποίηται οὔτε τῶν μετὰ τρόπου δυνάμει τὸ εἶναι ἐχου-
σῶν), περὶ μὲν οὖν τῶν μετὰ τρόπου δυνάμει τὸ εἶναι ἐχουσῶν ἤδη εἴπομεν ὅτι
οὐχ οἷόν τέ ἐστι μετὰ τρόπου προτάσεις δυνάμει τὸ εἶναι ἔχειν, διότι τὸ
δυνατὸν καὶ τὸ ἀναγκαῖον καὶ τὸ ἐνδεχόμενον ἀπαρεμφάτοις συντάττονται
ῥήμασιν, ἀδύνατον δέ ἐστι χωρὶς ὁριστικοῦ ῥήματος ἀπαρτισθῆναι λόγον.
καὶ διὰ τοῦτο δεῖ τοῦ ἔστιν ὁριστικοῦ ῥήματος, δυνατόν ἐστι Σωκράτη περι-
πατεῖν, χωρὶς εἰ μὴ οὕτως τις σχηματίσοι τοὺς τρόπους ‘ἐνδεχομένως
Σωκράτης περιπατεῖ, ἀναγκαίως ὁ ἄνθρωπος ἀναπνεῖ’ ἢ καὶ οὕτως ‘ἐξ
ἀνάγκης ὁ ἄνθρωπος ἀναπνεῖ’. πρὸς τὴν προτέραν οὖν τῶν τρόπων χρῆσιν,
καθ' ἣν καὶ ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας παρεδόθησαν οἱ τρόποι, εἰκότως καὶ
ἐνταῦθα γέγονεν ἡ διαίρεσις τῶν δυνάμει τὸ ἔστιν ἐχουσῶν εἰς τὰς
μετὰ τρόπου καὶ εἰς τὰς ἄνευ τρόπου· κἀκεῖ γὰρ πρῶται μὲν παρεδόθησαν
αἱ ἐξ ὑποκειμένου καὶ κατηγορουμένου, ἐν αἷς δυνάμει τὸ ἔστι θεωρεῖται,
δεύτερον δὲ αἱ ἐκ τρίτου προσκατηγορουμένου, αἵτινες διῃροῦντο εἰς τε
τὰς ἁπλᾶς καὶ τὰς ἐκ μεταθέσεως, καὶ τρίτον αἱ μετὰ τρόπου, ἃς πάλιν
καὶ αὐτὰς διῄρει εἴς τε τὰς ἁπλᾶς καὶ τὰς ἐκ μεταθέσεως. διὰ τί μὲν
οὖν μὴ παρειλημμέναι εἰσὶν αἱ μετὰ τρόπου δυνάμει τὸ ἔστιν ἔχουσαι ἐν

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 30, l.


15

ἔχει· αὐτὸ γὰρ δὴ τοῦτό φησιν, ὅτι οὐκ ἔστι· λείπεται ἄρα πρόσθεσιν
ἔχειν τοῦ μὴ εἶναι. καὶ ἄλλως· ἐν οἷς ἡ ‘Σωκράτης οὐ περιπατεῖ’ δέδεικται
ἀφαίρεσιν ἔχουσα τοῦ μὴ εἶναι, αἱ δὲ δύο καταφάσεις, ἡ μὲν ‘Σωκράτης
περιπατεῖ’ ἀφαίρεσιν τοῦ εἶναι, ἡ δὲ ‘Σωκράτης περιπατῶν ἐστι’ πρόσθεσιν
τοῦ εἶναι, ἐν τούτοις ἄρα συναποδέδεικται ἡ ‘Σωκράτης οὐ περιπατῶν ἐστι’
πρόσθεσιν ἔχειν τοῦ μὴ εἶναι· τοῦτο γὰρ τὸ μόριον λέγεται. ἴσως δὲ καὶ
τοῦτο ζητήσειεν ἄν τις, ὅτι εἰ ὅλως ἐνδέχεται εὑρεῖν προτάσεις τινὰς μετὰ
τρόπου δυνάμει τὸ ἔστιν ἐχούσας, εἰ καὶ μὴ εἴρηται περὶ τοιούτων προτά-
σεων ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας, ὅμως ὑπὸ ποῖον τῶν τεσσάρων τμημάτων ἀνοίσομεν
576

τὰς τοιαύτας προτάσεις, οἷον τὴν ‘Σωκράτης ἐνδεχομένως φιλοσοφεῖ, ὁ ἄνθρω-


πος ἀναγκαίως ἀναπνεῖ’ καὶ τὰς ὁμοίας; λέγομεν οὖν ὅτι καὶ τούτων αἱ μὲν
καταφάσεις λεχθεῖεν ἂν ἀφαίρεσιν ἔχειν τοῦ εἶναι, αἱ δὲ ἀποφάσεις ἀφαίρεσιν
τοῦ μὴ εἶναι. εἰ μέντοι τὸ ὁριστικὸν αὐτῶν ῥῆμα διαλύσωμεν εἰς μετοχὴν
καὶ ῥῆμα, οἷον Σωκράτης ἐνδεχομένως φιλόσοφός ἐστιν, ὁ ἄνθρωπος ἀναγκαίως
ἀναπνέων ἐστί, λεχθείησαν ἂν καὶ τούτων κατὰ τὸ ἀκόλουθον αἱ μὲν κατα-
φάσεις πρόσθεσιν ἔχειν τοῦ εἶναι, αἱ δὲ ἀποφάσεις πρόσθεσιν τοῦ μὴ εἶναι.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 30, l.


19

περιπατεῖ’ ἀφαίρεσιν τοῦ εἶναι, ἡ δὲ ‘Σωκράτης περιπατῶν ἐστι’ πρόσθεσιν


τοῦ εἶναι, ἐν τούτοις ἄρα συναποδέδεικται ἡ ‘Σωκράτης οὐ περιπατῶν ἐστι’
πρόσθεσιν ἔχειν τοῦ μὴ εἶναι· τοῦτο γὰρ τὸ μόριον λέγεται. ἴσως δὲ καὶ
τοῦτο ζητήσειεν ἄν τις, ὅτι εἰ ὅλως ἐνδέχεται εὑρεῖν προτάσεις τινὰς μετὰ
τρόπου δυνάμει τὸ ἔστιν ἐχούσας, εἰ καὶ μὴ εἴρηται περὶ τοιούτων προτά-
σεων ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας, ὅμως ὑπὸ ποῖον τῶν τεσσάρων τμημάτων ἀνοίσομεν
τὰς τοιαύτας προτάσεις, οἷον τὴν ‘Σωκράτης ἐνδεχομένως φιλοσοφεῖ, ὁ ἄνθρω-
πος ἀναγκαίως ἀναπνεῖ’ καὶ τὰς ὁμοίας; λέγομεν οὖν ὅτι καὶ τούτων αἱ μὲν
καταφάσεις λεχθεῖεν ἂν ἀφαίρεσιν ἔχειν τοῦ εἶναι, αἱ δὲ ἀποφάσεις ἀφαίρεσιν
τοῦ μὴ εἶναι. εἰ μέντοι τὸ ὁριστικὸν αὐτῶν ῥῆμα διαλύσωμεν εἰς μετοχὴν
καὶ ῥῆμα, οἷον Σωκράτης ἐνδεχομένως φιλόσοφός ἐστιν, ὁ ἄνθρωπος ἀναγκαίως
ἀναπνέων ἐστί, λεχθείησαν ἂν καὶ τούτων κατὰ τὸ ἀκόλουθον αἱ μὲν κατα-
φάσεις πρόσθεσιν ἔχειν τοῦ εἶναι, αἱ δὲ ἀποφάσεις πρόσθεσιν τοῦ μὴ εἶναι.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 43, l.


29

οὕτως εἰς ταὐτὸν ἄξομεν τὰς ὕλας τοῖς τρόποις· ὑμεῖς γὰρ τὴν διαίρεσιν
τῶν τρόπων ἀπὸ τῆς φύσεως τῶν πραγμάτων ἐποιήσασθε, ὅπερ ἐστὶν ἴδιον
τῶν ὑλῶν· οἱ δὲ τρόποι οὐκ ἀπὸ τῆς φύσεως τῶν πραγμάτων λαμβάνονται
ἀλλ' ἀπὸ τῆς ἡμετέρας προφορᾶς, ὅπερ καὶ αὐτὸς δηλοῖ εἰπὼν καθ' ἑκά-
στην πρόσρησιν. ἐλέγετο δὲ καὶ ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας ὅτι ὁ τρόπος
τῆς ὕλης διαφέρει, καθὸ ἡ μὲν ὕλη συναναφαίνεται τοῖς πράγμασιν· ἐὰν
γὰρ εἴπω ὅτι ὁ ἄνθρωπος πέταται, παραχρῆμα ἀνεφάνη ἀδύνατος, καὶ ἐπὶ
τῶν ἄλλων ὑλῶν ὁμοίως· ὁ δὲ τρόπος ἐκ τῆς ἡμετέρας προφορᾶς ἔχει τὸ
εἶναι· ὅταν γὰρ εἴπω ‘ἐνδέχεται ἄνθρωπον μέλανα εἶναι’, ἐνδεχομένου τρόπου
εἶπον πρότασιν. διόπερ καὶ τὴν αὐτὴν πρότασιν ὕλης μὲν δυνατὸν εἶναι
ἀναγκαίας τρόπου δὲ ἐνδεχομένου, ὡς ὅταν εἴπω ὅτι ὁ ἥλιος ἐνδεχομένως
κινεῖται· τὸ μὲν γὰρ κινεῖσθαι αὐτὸν ἐξ ἀνάγκης ἐστίν, ὁ δὲ τρόπος ἐνδε-
χόμενος· καὶ ἔμπαλιν δυνατὸν τρόπου μὲν ἀναγκαίου πρότασιν εἶναι ὕλης δὲ
ἐνδεχομένης, ὡς ὅταν εἴπω ‘ἀναγκαίως Σωκράτης λούεται’· καὶ ἐπὶ τῶν
ἄλλων δὲ τρόπων καὶ ὑλῶν τὸ αὐτὸ συμβαίνειν ἐνδέχεται. ὥστε οἱ ταῦτα  
λέγοντες εἰς ταὐτὸν ἀνάγουσι τὰς ὕλας τοῖς τρόποις, ὅπερ ἄτοπον. καὶ τινὲς
μὲν ἀπολογούμενοι πρὸς τοῦτό φασιν ὅτι τὰ ὑπάρχοντά τινι ἢ ἁπλῶς ὑπάρ-
χειν λέγεται δίχα προσδιορισμοῦ τινος, καὶ λέγεται ὑπάρχοντος τρόπου,
ἢ ἀναγκαίως, καὶ ἔστιν ἀναγκαίου τρόπου, ἢ ἐνδεχομένως, καὶ ἔστιν ἐνδε-
577

χομένου, καὶ οὕτως οὐκ εἰς ταὐτὸν ἄξομεν τὰς ὕλας τοῖς τρόποις. λέγομεν
οὖν πρὸς τοῦτο ὅτι μάλιστα μὲν ἀνόητον τὸ λέγειν ὑπαρχόντως

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 44, l. 4

εἶναι· ὅταν γὰρ εἴπω ‘ἐνδέχεται ἄνθρωπον μέλανα εἶναι’, ἐνδεχομένου τρόπου
εἶπον πρότασιν. διόπερ καὶ τὴν αὐτὴν πρότασιν ὕλης μὲν δυνατὸν εἶναι
ἀναγκαίας τρόπου δὲ ἐνδεχομένου, ὡς ὅταν εἴπω ὅτι ὁ ἥλιος ἐνδεχομένως
κινεῖται· τὸ μὲν γὰρ κινεῖσθαι αὐτὸν ἐξ ἀνάγκης ἐστίν, ὁ δὲ τρόπος ἐνδε-
χόμενος· καὶ ἔμπαλιν δυνατὸν τρόπου μὲν ἀναγκαίου πρότασιν εἶναι ὕλης δὲ
ἐνδεχομένης, ὡς ὅταν εἴπω ‘ἀναγκαίως Σωκράτης λούεται’· καὶ ἐπὶ τῶν
ἄλλων δὲ τρόπων καὶ ὑλῶν τὸ αὐτὸ συμβαίνειν ἐνδέχεται. ὥστε οἱ ταῦτα  
λέγοντες εἰς ταὐτὸν ἀνάγουσι τὰς ὕλας τοῖς τρόποις, ὅπερ ἄτοπον. καὶ τινὲς
μὲν ἀπολογούμενοι πρὸς τοῦτό φασιν ὅτι τὰ ὑπάρχοντά τινι ἢ ἁπλῶς ὑπάρ-
χειν λέγεται δίχα προσδιορισμοῦ τινος, καὶ λέγεται ὑπάρχοντος τρόπου,
ἢ ἀναγκαίως, καὶ ἔστιν ἀναγκαίου τρόπου, ἢ ἐνδεχομένως, καὶ ἔστιν ἐνδε-
χομένου, καὶ οὕτως οὐκ εἰς ταὐτὸν ἄξομεν τὰς ὕλας τοῖς τρόποις. λέγομεν
οὖν πρὸς τοῦτο ὅτι μάλιστα μὲν ἀνόητον τὸ λέγειν ὑπαρχόντως ὑπάρ-
χειν. ἔπειτα, εἰ ὁ ὑπάρχων τρόπος ἐστίν, ἀτελεῖς δείξομεν τὰς δύο πραγ-
ματείας, τήν τε Περὶ ἑρμηνείας καὶ ταύτην, διότι οὐδὲ ἐκεῖ ἐμνήσθη τοῦ
ὑπάρχοντος τρόπου οὐδὲ ἐνταῦθα τοῦ δυνατοῦ καὶ ἀδυνάτου. τί οὖν ἡμεῖς
φαμεν πρὸς τὰ διηπορημένα; ὅτι τοῦ μὲν ἀδυνάτου τρόπου οὐκ ἐμνήσθη
ὡς ἐμπεριλαβὼν αὐτὸν διὰ τοῦ ἀναγκαίου· ὁ αὐτὸς γάρ ἐστιν αὐτῷ, ἀντί-
στροφος μέντοι. καὶ αὐτὸς δὲ ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας τοῦτο ἐδήλωσε τὸ
ἀναγκαῖον ταὐτὸν εἶναι τῷ ἀδυνάτῳ λέγων ἐναντίως ἀποδιδόμενον,

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 55, l.


29

τρόπῳ τὸ ἀρνητικὸν μόριον ᾖ· ἐνδέχεται γὰρ πάντα ἄνθρωπον λούεσθαι,


καὶ ἐνδέχεται μηδένα ἄνθρωπον λούεσθαι, καὶ ἀμφότερα ἀληθεύει καὶ οὐκ
ἀντιφάσκουσιν ἀλλήλαις. ἐκεῖ μὲν οὖν διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν οὕτω ποιεῖ
ἐκ τῶν καταφάσεων τὰς ἀποφάσεις, ἵνα τὰς ἀντιφατικῶς ἀντικειμένας καθ'
ἕκαστον τρόπον παραδῷ. ἐνταῦθα δέ, ἐπειδὴ περὶ ἀντιστροφῆς διαλέγεται
ὡς συμβαλλομένης αὐτῷ εἰς τὸν περὶ συλλογισμῶν λόγον, ἐν δὲ τοῖς συλλο-
γισμοῖς ὡρισμένα δεῖ τὰ συμπεράσματα συνάγεσθαι, αἱ δὲ ἀποφάσεις αἱ ἐν
τῷ Περὶ ἑρμηνείας ἀόριστοι ἦσαν (ἕνα μὲν γὰρ τρόπον ἀνεῖλον, τῶν δὲ
ἄλλων οὐδένα ὡρισμένως εἰσῆγον· οἷον ἡ λέγουσα ‘οὐκ ἀνάγκη παντί’ ἕνα
μὲν τρόπον ἀνεῖλε, τὸν ἀναγκαῖον· φησὶ γὰρ ὅτι οὐκ ἀληθὲς τὸ ἐξ ἀνάγκης
παντὶ ὑπάρχειν· οὐδὲν δὲ ὡρισμένον εἰσήγαγεν· οὔτε γὰρ εἰ ἐνδεχομένως
ὑπάρχει δηλοῖ, οὔτε εἰ ὑπαρχόντως, οὔτε εἰ ὅλως μὴ ὑπάρχει, ἀλλὰ τοσοῦτον
μόνον τὸ ἀναγκαῖον ἀνεῖλεν· ἡ δέ γε ἐνταῦθα παραδιδομένη ἀπόφασις ἡ  
’ἀνάγκη μηδενί’ ὡρισμένη ἐστὶ τὴν ὅλην ἀναιροῦσα πρότασιν τὴν ‘ἀνάγκη
παντί’), ἐπειδὴ τοίνυν ὡρισμένων οὐσῶν τῶν προτάσεων ὡρισμένον συνάγεται
καὶ τὸ συμπέρασμα, ἀορίστων δὲ ἀόριστον, δεῖ δὲ τοὺς συλλογισμούς, ὡς
εἴρηται, ὡρισμένα συνάγειν τὰ συμπεράσματα, διὰ τοῦτο ταύταις ἐχρήσατο
ἐνταῦθα ταῖς προτάσεσι.
578

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 59, l.


10

      

p. 25a37 Ἐπὶ δὲ τῶν ἐνδεχομένων, ἐπειδὴ πολλαχῶς λέγεται τὸ       ἐνδεχόμενον.

 Τὸν περὶ τῆς ἀντιστροφῆς τῶν ὑπαρχουσῶν καὶ ἀναγκαίων προτάσεων


πληρώσας λόγον μέτεισιν ἐπὶ τὰς τοῦ ἐνδεχομένου προτάσεις. ἐπειδὴ δὲ
τὸ ἐνδεχόμενον πολλαχῶς λέγεται, ὡς καὶ ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας
φησί (λέγεται γὰρ καὶ ἐπὶ πάσης ὕλης τὸ ἀναγκαῖον ἐνδεχόμενον, ὡς εἴ
τις εἴποι ‘ἐνδέχεται τὸν ἥλιον ἐν κριῷ γενέσθαι’, καίτοι οὐκ ἐνδεχομένως
ἀλλ' ἀναγκαίως ὁ ἥλιος ἐν κριῷ γίνεται. λέγεται ἐνδεχόμενον καὶ τὸ ὑπάρ-
χον μὲν ἐν γενέσει δὲ καὶ φθορᾷ ὄν, λέγω δὲ ὅπερ τοῦ ὑποκειμένου ἀπο-
γίνεσθαι δύναται, οἷα τὰ συμβεβηκότα· καὶ γὰρ ταῦτα ὑπάρχει μέν, οὐ μὴν
ἐξ ἀνάγκης, οἷον ὡς ὅταν ἐπὶ τοῦ Σκύθου λέγωμεν ‘ἐνδέχεται τὸν Σκύθην
λευκὸν εἶναι’· ἐνταῦθα γὰρ οὐ κυρίως ἐστὶν ἐνδεχόμενον ἀλλ' ἰσοδυναμοῦν
τῷ ὑπάρχοντι· ὑπάρχει γὰρ τῷ Σκύθῃ τὸ λευκόν. καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων
τρόπων ὁμοίως. καὶ ἔτι τὸ κυρίως ἐνδεχόμενον, λέγω δὲ τὸ ἐπὶ τοῦ μέλλον-
τος χρόνου· τοῦτο γὰρ ἴσην δύναμιν ἔχει πρὸς τὸ γενέσθαι καὶ μή), τὸ
τοίνυν ἐνδεχόμενον τὸ ἰσοδυναμοῦν τῷ ἀναγκαίῳ καὶ ὑπάρχοντι,

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 60,


l. 28
       

p. 25b5 Εἴ τις φαίη τὸν ἄνθρωπον ἐνδέχεσθαι μὴ εἶναι ἵππον.

 Τοῦτο τοῦ ἀναγκαίου παράδειγμα· δῆλον γὰρ ὅτι οὐκ ἐνδεχομένως


κατὰ τὸ κυρίως τοῦ ἐνδεχομένου σημαινόμενον ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστιν ἵππος  
ἀλλ' ἀναγκαίως· διὸ καὶ ἀντιστρέφει· ἐνδέχεται γὰρ μηδένα ἵππον ἄνθρωπον
εἶναι. ἢ τὸ λευκὸν μηδενὶ ἱματίῳ ὑπάρχειν. τοῦτο τοῦ ὑπάρχοντος τρό-
που παράδειγμα, καθ' οὗ καθ' ἓν σημαινόμενον λέγεται τὸ ἐνδεχόμενον. τὸ
μὲν γὰρ τὸν ἄνθρωπον μὴ εἶναι ἵππον ἐξ ἀνάγκης οὐχ ὑπάρχει· τὸ δὲ λευκὸν
μηδενὶ ἱματίῳ οὐκ ἐξ ἀνάγκης οὐχ ὑπάρχει· διὸ καὶ ἡ αὐτὴ πάλιν καὶ ἐπὶ
τούτου σώζεται ἀντιστροφὴ ἥτις καὶ ἐπὶ τοῦ ὑπάρχοντος ἐγίνετο.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 119, l.


15

λόγον μέτεισιν ἐπὶ τὰς τοῦ ἀναγκαίου προτάσεις, καὶ εἰκότως δευτέραν
αὐταῖς ἐπιτίθησι τάξιν. ἐπειδὴ γὰρ τὰ μὲν τῶν ὄντων ἀεὶ ὡσαύτως
ἔχουσι καὶ πᾶσιν ὑπάρχουσι, τὰ δὲ ὑπάρχουσι μὲν οὐκ ἐξ ἀνάγκης δέ,
579

ἀλλὰ δύνανται καὶ μὴ ὑπάρχειν, τὰ δὲ οὔτε ὑπάρχουσιν οὔτε ἐξ ἀνάγκης


ὑπάρχουσι, δύνανται δὲ ὅμως ὑπάρξαι καὶ μὴ ὑπάρξαι, ὧν τὸ μὲν πρῶτόν
ἐστι τοῦ ἀναγκαίου, τὸ δὲ δεύτερον τοῦ ὑπάρχοντος, τὸ δὲ τρίτον τοῦ
ἐνδεχομένου, διὰ τοῦτο τὸν μὲν περὶ τῶν ὑπαρχουσῶν προτάσεων πρῶτον
ἐποιήσατο λόγον ὡς ἁπλούστερον· τῷ γὰρ ὑπάρχοντι προσιόντα τινά, οἷον
τὸ ἀεὶ καὶ τὸ παντί, ποιεῖ τὸ ἀναγκαῖον. μέσον δὲ τάττει τὸν περὶ τῶν
ἀναγκαίων συζυγιῶν λόγον ὡς μέσην ἐχουσῶν τάξιν τῶν τε ἁπλῶς ὑπαρ-
χουσῶν καὶ τῶν ἐνδεχομένως· ὑπάρχουσι μὲν γὰρ καὶ αὗται, ἀλλ' ἀεὶ καὶ
ἀναγκαίως· αἱ δὲ τοῦ ἐνδεχομένου οὐχ ὑπάρχουσι μέν, δύνανται δὲ ὑπάρξαι
καὶ μὴ ὑπάρξαι. διὰ τοῦτο μὲν οὖν δεύτερον τὸν περὶ τῶν ἀναγκαίων
συζυγιῶν ποιεῖται λόγον. εἰ δὲ ἕτεραι μὲν αἱ ὑπάρχουσαι προτάσεις,  
ἕτεραι δὲ αἱ τοῦ ἀναγκαίου καὶ ἐνδεχομένου, δῆλον ὅτι ἑτέρων οὐσῶν
τῶν προτάσεων ἕτερον ἔσται καὶ τὸ συμπέρασμα· ἐκ μὲν γὰρ ὑπαρχουσῶν
προτάσεων ὑπάρχον γίνεται τὸ συμπέρασμα, ὁμοίως δὲ καὶ ἐξ ἀναγκαίων
ἀναγκαῖον καὶ ἐξ ἐνδεχομένων ἐνδεχόμενον.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 151, l.


9

p. 32a35 Τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων· ἐπεὶ γὰρ τὸ
ἐνδεχόμενον οὐκ ἔστιν ἀναγκαῖον, τὸ δὲ μὴ ἀναγκαῖον ἐγχωρεῖ  
μὴ ὑπάρχειν, φανερὸν ὅτι, εἰ ἐνδέχεται τὸ Α τῷ Β ὑπάρ-
   χειν, ἐνδέχεται καὶ μὴ ὑπάρχειν.

 Εἰπὼν ἀντιστρέφειν ἀλλήλαις τὰς τοῦ ἐνδεχομένου προτάσεις, τὴν πᾶς


πρὸς τὴν οὐδεὶς καὶ τὴν τὶς πρὸς τὴν οὐ πᾶς, αὐτὸ τοῦτο διὰ τούτων
κατασκευάζει δι' αὐτῆς τῆς τοῦ ἐνδεχομένου φύσεως. εἰ γὰρ τοῦτό ἐστι,
φησίν, ἐνδεχόμενον ὅπερ, οἷς ἂν ὑπάρχῃ, μὴ ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχει, ἀλλὰ
δύναται αὐτοῖς τούτοις καὶ μὴ ὑπάρχειν, εἰκότως εἴπομεν ὅτι ἐφ' ὧν λέγομεν
τὴν κατάφασιν, ἐπὶ τούτων ἀληθὲς εἰπεῖν καὶ τὴν ἀπόφασιν· εἰ γὰρ ἐνδε-
χομένως πάντες ἄνθρωποι κινοῦνται, οἱ αὐτοὶ οὗτοι καὶ οὐ κινηθήσονται
ἐνδεχομένως. καλῶς ἄρα εἴρηται πρὸς ἀλλήλας ἀντιστρέφειν τὰς τοῦ ἐνδε-
χομένου προτάσεις.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria


Vol. 13,2, p. 151, l. 10

ἐνδεχόμενον οὐκ ἔστιν ἀναγκαῖον, τὸ δὲ μὴ ἀναγκαῖον ἐγχωρεῖ  


μὴ ὑπάρχειν, φανερὸν ὅτι, εἰ ἐνδέχεται τὸ Α τῷ Β ὑπάρ-
   χειν, ἐνδέχεται καὶ μὴ ὑπάρχειν.

 Εἰπὼν ἀντιστρέφειν ἀλλήλαις τὰς τοῦ ἐνδεχομένου προτάσεις, τὴν πᾶς


πρὸς τὴν οὐδεὶς καὶ τὴν τὶς πρὸς τὴν οὐ πᾶς, αὐτὸ τοῦτο διὰ τούτων
κατασκευάζει δι' αὐτῆς τῆς τοῦ ἐνδεχομένου φύσεως. εἰ γὰρ τοῦτό ἐστι,
580

φησίν, ἐνδεχόμενον ὅπερ, οἷς ἂν ὑπάρχῃ, μὴ ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχει, ἀλλὰ


δύναται αὐτοῖς τούτοις καὶ μὴ ὑπάρχειν, εἰκότως εἴπομεν ὅτι ἐφ' ὧν λέγομεν
τὴν κατάφασιν, ἐπὶ τούτων ἀληθὲς εἰπεῖν καὶ τὴν ἀπόφασιν· εἰ γὰρ ἐνδε-
χομένως πάντες ἄνθρωποι κινοῦνται, οἱ αὐτοὶ οὗτοι καὶ οὐ κινηθήσονται
ἐνδεχομένως. καλῶς ἄρα εἴρηται πρὸς ἀλλήλας ἀντιστρέφειν τὰς τοῦ ἐνδε-
χομένου προτάσεις.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 160, l.


27

ἀποφατικὰς εἰς καταφατικὰς μεταλαμβάνει ὥσπερ ἀπὸ ἀσαφεστέρων κατα-


φάσεων εἰς σαφεστέρας ποιούμενος τὴν μετάληψιν. ἴσως δ' ἄν τις κἀκεῖνο
ἀπορήσειε, διὰ τί μὴ καὶ τὰς μερικὰς μεταλαμβάνει εἰς τὰς καθόλου
καὶ ποιεῖ καὶ τὰς ἐν ταῖς μερικαῖς ἀσυλλογίστους συλλογιστικάς, εἴπερ
πᾶσαι πρὸς ἑαυτὰς αἱ τοῦ ἐνδεχομένου προτάσεις ἀντιστρέφουσιν. τούτου
δὲ τὴν λύσιν ἔφθημεν εἰπόντες, ὅτι τὰς μὲν καθόλου δυνατὸν εἰς τὰς
μερικὰς μεταλαβεῖν, διότι τῷ καθόλου τὸ μέρος ἀκολουθεῖ (ὃ γὰρ ἐνδέ-
χεται παντί, τοῦτο καὶ τινὶ ἐνδέχεται, καὶ ὃ μηδενί, τοῦτο καὶ μὴ παντί),
οὐκέτι δὲ πάντως καὶ ἀνάπαλιν· οὐ γὰρ ὃ τινὶ ἐνδέχεται, τοῦτο ἀνάγκη
καὶ παντὶ ἐνδέχεσθαι· δυνατὸν γὰρ τινὶ μὲν ἐνδέχεσθαι, παντὶ δὲ μηκέτι·
οἷον τινὶ μὲν ζῴῳ ἐνδεχομένως τὸ λευκὸν ὑπάρχει, παντὶ δὲ οὐκέτι
ἐνδεχομένως· τῷ γὰρ κύκνῳ ἐξ ἀνάγκης. διὰ τοῦτο οὖν οὐ μεταλαμβάνει
τὰς μερικὰς εἰς τὰς καθόλου.
 Ἴδωμεν δὲ καὶ ἐπὶ τῆς λέξεως αὐτῆς τὰ εἰρημένα. οὐδὲν γὰρ κωλύει,
φησί, τὸ Β ὑπερτείνειν τὸ Α, τουτέστι δυνατὸν τὸν μέσον ὅρον λαβεῖν ἐφ'  
οὗ μὴ παντὸς ὁ πρῶτος κατηγορεῖται καὶ οὐκ ἐξισάζει ὁ πρῶτος πρὸς τὸν
μέσον· δυνατὸν γάρ ποτε καὶ ἐξισάζειν, ὡς ὅταν τὸ ἐνύπνιον ὁρᾶν καὶ τὸ
καθεύδειν λάβωμεν (τὸ γὰρ ὁρᾶν ἐνύπνιον καὶ τινὶ καθεύδοντι ἐνδέχεται
ὑπάρχειν καὶ παντί, καὶ ἀνάπαλιν πάντα καθεύδοντα ἐνδέχεται ἐνύπνιον
ὁρᾶν) ἢ τὸ ἐσθίειν καὶ περιπατεῖν καὶ ὅσα τοιαῦτα. ἐφ' ὅσων οὖν, φησί,
μὴ ἐξισάζει ὁ πρῶτος ὅρος πρὸς τὸν μέσον,

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 160, l.


28

φάσεων εἰς σαφεστέρας ποιούμενος τὴν μετάληψιν. ἴσως δ' ἄν τις κἀκεῖνο
ἀπορήσειε, διὰ τί μὴ καὶ τὰς μερικὰς μεταλαμβάνει εἰς τὰς καθόλου
καὶ ποιεῖ καὶ τὰς ἐν ταῖς μερικαῖς ἀσυλλογίστους συλλογιστικάς, εἴπερ
πᾶσαι πρὸς ἑαυτὰς αἱ τοῦ ἐνδεχομένου προτάσεις ἀντιστρέφουσιν. τούτου
δὲ τὴν λύσιν ἔφθημεν εἰπόντες, ὅτι τὰς μὲν καθόλου δυνατὸν εἰς τὰς
μερικὰς μεταλαβεῖν, διότι τῷ καθόλου τὸ μέρος ἀκολουθεῖ (ὃ γὰρ ἐνδέ-
χεται παντί, τοῦτο καὶ τινὶ ἐνδέχεται, καὶ ὃ μηδενί, τοῦτο καὶ μὴ παντί),
οὐκέτι δὲ πάντως καὶ ἀνάπαλιν· οὐ γὰρ ὃ τινὶ ἐνδέχεται, τοῦτο ἀνάγκη
καὶ παντὶ ἐνδέχεσθαι· δυνατὸν γὰρ τινὶ μὲν ἐνδέχεσθαι, παντὶ δὲ μηκέτι·
οἷον τινὶ μὲν ζῴῳ ἐνδεχομένως τὸ λευκὸν ὑπάρχει, παντὶ δὲ οὐκέτι
ἐνδεχομένως· τῷ γὰρ κύκνῳ ἐξ ἀνάγκης. διὰ τοῦτο οὖν οὐ μεταλαμβάνει
τὰς μερικὰς εἰς τὰς καθόλου.
 Ἴδωμεν δὲ καὶ ἐπὶ τῆς λέξεως αὐτῆς τὰ εἰρημένα. οὐδὲν γὰρ κωλύει,
581

φησί, τὸ Β ὑπερτείνειν τὸ Α, τουτέστι δυνατὸν τὸν μέσον ὅρον λαβεῖν ἐφ'  


οὗ μὴ παντὸς ὁ πρῶτος κατηγορεῖται καὶ οὐκ ἐξισάζει ὁ πρῶτος πρὸς τὸν
μέσον· δυνατὸν γάρ ποτε καὶ ἐξισάζειν, ὡς ὅταν τὸ ἐνύπνιον ὁρᾶν καὶ τὸ
καθεύδειν λάβωμεν (τὸ γὰρ ὁρᾶν ἐνύπνιον καὶ τινὶ καθεύδοντι ἐνδέχεται
ὑπάρχειν καὶ παντί, καὶ ἀνάπαλιν πάντα καθεύδοντα ἐνδέχεται ἐνύπνιον
ὁρᾶν) ἢ τὸ ἐσθίειν καὶ περιπατεῖν καὶ ὅσα τοιαῦτα. ἐφ' ὅσων οὖν, φησί,
μὴ ἐξισάζει ὁ πρῶτος ὅρος πρὸς τὸν μέσον, ἀλλ' ὑπερτείνει καὶ πλεονάζει
ὁ μέσος τὴν κατηγορίαν τοῦ πρώτου, ἐπὶ τούτων δυνατὸν καὶ τὸ

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 162, l.


14

      

p. 33b21 Δεῖ δὲ τὸ ἐνδέχεσθαι λαμβάνειν μὴ ἐν τοῖς ἀναγκαίοις ἀλλὰ κατὰ τὸν


εἰρημένον διορισμόν. ἐνίοτε δὲ λανθάνει τὸ       τοιοῦτον.

 Πολλάκις, φησί, λανθάνομεν ἡμᾶς αὐτοὺς λέγοντες μὲν ἐνδέχεσθαι


τόδε τῷδε ὑπάρχειν μὴ ἐνδεχομένως ἐκείνου ὑπάρχοντος ἀλλ' ἀναγκαίως,
ὅπερ καὶ αὐτὸς πέπονθεν, ὡς ὅταν εἴπωμεν ἐνδέχεσθαι παντὶ ἀνθρώπῳ τὸ
λευκὸν ὑπάρχειν· τινὶ γὰρ ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχει, οἷον τῷ Σκύθῃ, καὶ τινὶ
ἐξ ἀνάγκης οὐχ ὑπάρχει, οἷον τῷ Αἰθίοπι. διὰ τοῦτό φησιν ὅτι δεῖ τὸ
ἐνδέχεσθαι μὴ ἐπὶ τοῦ ἀναγκαίου λαμβάνειν ἀλλ' ἐπὶ τοῦ κυρίως ἐνδεχο-
μένου κατὰ τὸν εἰρημένον ἡμῖν περὶ τούτου διορισμόν.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 163, l.


29

      

p. 33b28 Ὅταν δ' ἡ πρὸς τὸ ἔλαττον, ἀτελεῖς τε πάντες, καὶ οἱ


στερητικοὶ τῶν συλλογισμῶν οὐ τοῦ κατὰ τὸν διορισμὸν ἐνδεχο-
 μένου ἀλλὰ τοῦ μηδενὶ ἢ μὴ παντὶ ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχειν.
 Εἰκότως πάντες οἱ συλλογισμοὶ οἱ τὴν ἐλάττονα ἐνδεχομένην ἔχοντες
ἀτελεῖς εἰσι· τελειοῦνται γὰρ ἢ δι' ἀντιστροφῆς ἢ διὰ τῆς ἀδυνάτου δείξεως.
τοὺς δὲ στερητικοὺς τὸ ἐξ ἀνάγκης μηδενὶ ἢ μὴ παντὶ συνάγειν, ὅπερ
καὶ αὐτὸ ἐνδεχόμενόν ἐστιν, οὐ μὴν ὅπερ ὡρίσατο. ὅτι δὲ ἐνδεχόμενόν ἐστι,
διὰ τῶν ἑξῆς δῆλον· εἰ γὰρ μηδενὶ ἢ μὴ παντὶ ἐξ ἀνάγκης, ἐνδέ-
χεσθαί φαμεν καὶ μηδενὶ καὶ μὴ παντὶ ὑπάρχειν εἰκότως· εἰ γὰρ
μηδενὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης τὸ βαδίζειν, ἐνδεχομένως που πάντως ὑπάρχει.  

p. 33b33 Ἐνδεχέσθω γὰρ τὸ Α παντὶ τῷ Β, τὸ δὲ Β παντὶ


     τῷ Γ κείσθω ὑπάρχον.
582

 Ἐκτίθεται τὰς ἐκ μείζονος ἐνδεχομένης συζυγίας καὶ συνάγειν αὐτάς


φησιν ἐνδεχόμενον συμπέρασμα. εἰ γὰρ τὸ Α παντὶ τῷ Β ἐνδέχεται
ὑπάρχειν, πᾶσιν ἄρα τοῖς μέρεσιν αὐτοῦ ἐνδεχομένως ὑπάρχει· μέρος δὲ
τοῦ Β τὸ Γ· ὑπόκειται γὰρ παντὶ τῷ Γ τὸ Β ὑπάρχειν· τὸ ἄρα Α τῷ
Γ ἐνδεχομένως ὑπάρξει μέρει ὄντι τοῦ Β. ὅροι δὲ διαλέγεσθαι, περιπατοῦν,
ἄνθρωπος· διαλέγεσθαι γὰρ παντὶ περιπατοῦντι ἐνδέχεται ὑπάρχειν, περι-
πατοῦν παντὶ ἀνθρώπῳ ὑπάρχει· ὑποκείσθωσαν γὰρ πάντες περιπατοῦντες·
καὶ συνάγεται συμπέρασμα ‘διαλέγεσθαι παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδέχεται ὑπάρχειν’.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 164, l.


5

ἀτελεῖς εἰσι· τελειοῦνται γὰρ ἢ δι' ἀντιστροφῆς ἢ διὰ τῆς ἀδυνάτου δείξεως.
τοὺς δὲ στερητικοὺς τὸ ἐξ ἀνάγκης μηδενὶ ἢ μὴ παντὶ συνάγειν, ὅπερ
καὶ αὐτὸ ἐνδεχόμενόν ἐστιν, οὐ μὴν ὅπερ ὡρίσατο. ὅτι δὲ ἐνδεχόμενόν ἐστι,
διὰ τῶν ἑξῆς δῆλον· εἰ γὰρ μηδενὶ ἢ μὴ παντὶ ἐξ ἀνάγκης, ἐνδέ-
χεσθαί φαμεν καὶ μηδενὶ καὶ μὴ παντὶ ὑπάρχειν εἰκότως· εἰ γὰρ
μηδενὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης τὸ βαδίζειν, ἐνδεχομένως που πάντως ὑπάρχει.  

p. 33b33 Ἐνδεχέσθω γὰρ τὸ Α παντὶ τῷ Β, τὸ δὲ Β παντὶ      τῷ Γ κείσθω


ὑπάρχον.

 Ἐκτίθεται τὰς ἐκ μείζονος ἐνδεχομένης συζυγίας καὶ συνάγειν αὐτάς


φησιν ἐνδεχόμενον συμπέρασμα. εἰ γὰρ τὸ Α παντὶ τῷ Β ἐνδέχεται
ὑπάρχειν, πᾶσιν ἄρα τοῖς μέρεσιν αὐτοῦ ἐνδεχομένως ὑπάρχει· μέρος δὲ
τοῦ Β τὸ Γ· ὑπόκειται γὰρ παντὶ τῷ Γ τὸ Β ὑπάρχειν· τὸ ἄρα Α τῷ
Γ ἐνδεχομένως ὑπάρξει μέρει ὄντι τοῦ Β. ὅροι δὲ διαλέγεσθαι, περιπατοῦν,
ἄνθρωπος· διαλέγεσθαι γὰρ παντὶ περιπατοῦντι ἐνδέχεται ὑπάρχειν, περι-
πατοῦν παντὶ ἀνθρώπῳ ὑπάρχει· ὑποκείσθωσαν γὰρ πάντες περιπατοῦντες·
καὶ συνάγεται συμπέρασμα ‘διαλέγεσθαι παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδέχεται ὑπάρχειν’.
τὰ αὐτὰ δὲ ἐροῦμεν καὶ τῆς μείζονος στερητικῆς λαμβανομένης τῆς δὲ
ἐλάττονος καταφατικῆς· εἰ γὰρ τὸ Α ἐνδέχεται μηδενὶ τῷ Β, πᾶσιν ἄρα
τοῖς μέρεσιν αὐτοῦ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει· μέρος δὲ τοῦ Β τὸ Γ·
ὑπόκειται γὰρ παντὶ τῷ Γ τὸ Β ὑπάρχειν· οὐδενὶ ἄρα τῷ Γ τὸ Α ἐνδέ-
χεται ὑπάρχειν. οἱ αὐτοὶ δὲ ὅροι κἀνταῦθα ἁρμόσουσιν.  

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria


Vol. 13,2, p. 164, l. 7

καὶ αὐτὸ ἐνδεχόμενόν ἐστιν, οὐ μὴν ὅπερ ὡρίσατο. ὅτι δὲ ἐνδεχόμενόν ἐστι,
διὰ τῶν ἑξῆς δῆλον· εἰ γὰρ μηδενὶ ἢ μὴ παντὶ ἐξ ἀνάγκης, ἐνδέ-
χεσθαί φαμεν καὶ μηδενὶ καὶ μὴ παντὶ ὑπάρχειν εἰκότως· εἰ γὰρ
μηδενὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης τὸ βαδίζειν, ἐνδεχομένως που πάντως ὑπάρχει.  

p. 33b33 Ἐνδεχέσθω γὰρ τὸ Α παντὶ τῷ Β, τὸ δὲ Β παντὶ


     τῷ Γ κείσθω ὑπάρχον.
583

 Ἐκτίθεται τὰς ἐκ μείζονος ἐνδεχομένης συζυγίας καὶ συνάγειν αὐτάς


φησιν ἐνδεχόμενον συμπέρασμα. εἰ γὰρ τὸ Α παντὶ τῷ Β ἐνδέχεται
ὑπάρχειν, πᾶσιν ἄρα τοῖς μέρεσιν αὐτοῦ ἐνδεχομένως ὑπάρχει· μέρος δὲ
τοῦ Β τὸ Γ· ὑπόκειται γὰρ παντὶ τῷ Γ τὸ Β ὑπάρχειν· τὸ ἄρα Α τῷ
Γ ἐνδεχομένως ὑπάρξει μέρει ὄντι τοῦ Β. ὅροι δὲ διαλέγεσθαι, περιπατοῦν,
ἄνθρωπος· διαλέγεσθαι γὰρ παντὶ περιπατοῦντι ἐνδέχεται ὑπάρχειν, περι-
πατοῦν παντὶ ἀνθρώπῳ ὑπάρχει· ὑποκείσθωσαν γὰρ πάντες περιπατοῦντες·
καὶ συνάγεται συμπέρασμα ‘διαλέγεσθαι παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδέχεται ὑπάρχειν’.
τὰ αὐτὰ δὲ ἐροῦμεν καὶ τῆς μείζονος στερητικῆς λαμβανομένης τῆς δὲ
ἐλάττονος καταφατικῆς· εἰ γὰρ τὸ Α ἐνδέχεται μηδενὶ τῷ Β, πᾶσιν ἄρα
τοῖς μέρεσιν αὐτοῦ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει· μέρος δὲ τοῦ Β τὸ Γ·
ὑπόκειται γὰρ παντὶ τῷ Γ τὸ Β ὑπάρχειν· οὐδενὶ ἄρα τῷ Γ τὸ Α ἐνδέ-
χεται ὑπάρχειν. οἱ αὐτοὶ δὲ ὅροι κἀνταῦθα ἁρμόσουσιν.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria


Vol. 13,2, p. 201, l. 21

κατηγορικῷ, οἷον τὸ Α Β, οὐκ ἔσται τοῦ ὑπάρχειν συλλογισμός.   ἀπόδειξις δ' ἡ


αὐτὴ ἣ καὶ ἐπὶ τῶν προτέρων.

 Εἰρηκὼς τῶν μερικῶν τὰς τὸ ὑπάρχειν συναγούσας συζυγίας νῦν περὶ


τῶν τὸ ἐνδεχόμενον συναγουσῶν διαλέγεται. τί οὖν φησιν; ὅτι ὁπηνίκα
ἐπὶ τῶν ἀποφατικῶν συλλογισμῶν ἡ ἐλάττων πρότασις καταφατικὴ οὖσα
ἀναγκαία ᾖ, τῆς μείζονος δηλονότι ἐνδεχομένης οὔσης καθόλου ἀποφατικῆς,
οὐχ ὑπάρχον ἀλλ' ἐνδεχόμενον συνάγεται τὸ συμπέρασμα, δείκνυται δὲ
καθάπερ καὶ ἡ καθόλου συζυγία [καὶ] ἡ ὁμοίως αὐτῇ ἔχουσα τῇ ἐπ'
εὐθείας δείξει διὰ μόνου τοῦ κατὰ παντὸς καὶ τοῦ κατὰ μηδενός. ἐπεὶ
γὰρ τὸ Α τῷ Β ἐνδέχεται μηδενί, πάντων ἄρα τῶν μερῶν αὐτοῦ ἐνδεχο-
μένως κεχώρισται· ἓν δὲ τῶν μερῶν τοῦ Β τι τῶν Γ ἐστί· τὸ ἄρα Α τινὶ
τῶν Γ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει. ὁμοίως, φησί, καὶ ἐπὶ τοῦ κατηγορικοῦ
συλλογισμοῦ, τουτέστι τοῦ ἐξ ἀμφοτέρων καταφατικῶν τῶν προτάσεων, ἐὰν
ἡ καθολικὴ πρότασις ἀναγκαία ᾖ, τουτέστιν ἡ μείζων, οὐχ ὑπάρχον πάλιν
ἀλλ' ἐνδεχόμενόν ἐστι τὸ συμπέρασμα. τοῦτο δὲ διὰ τοῦ ἀδυνάτου δείκνυ-
ται ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῆς καθόλου συζυγίας τῆς ὁμοίως αὐτῇ ἐχούσης. ἔστω
γὰρ τὸ Α παντὶ τῷ Β ἐξ ἀνάγκης, τὸ δὲ Β τινὶ τῶν Γ ἐνδεχομένως·
συνάγεται, φησίν, ὅτι τὸ Α τινὶ τῶν Γ ἐνδέχεται. εἰ γὰρ τοῦτο ψεῦδος,
ἔσται τὸ ἀντιφατικῶς ἀντικείμενον ἀληθὲς τὸ ‘οὐκ ἐνδέχεται τινί’, ὅπερ
ταὐτόν ἐστι τῷ ‘ἀνάγκη μηδενί’· ἐπεὶ οὖν τὸ Α τῷ μὲν Γ ἐξ ἀνάγκης
οὐδενὶ τῷ δὲ Β παντὶ ὑπάρχει, γίνεται τὸ δεύτερον σχῆμα ἐξ ἀμφοτέρων

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria


Vol. 13,2, p. 304, l. 22

τῶν ἐνδεχομένων λέγειν ἔχομεν. οὕτω γὰρ δεῖ τάς τε ἐκλογὰς αὐτῶν ποεῖ-
σθαι καὶ τὰς ἐπιβλέψεις καθ' ἕκαστον πρόβλημα, ἐπισημειουμένους τί μὲν
584

ἀναγκαίως ὑπάρχει, τί δὲ ἐνδεχομένως. τοσοῦτον γὰρ μόνον διοίσει τοῦ


ἐνδεχομένου τὸ ὑπάρχον τῷ πρότερον εἶναι κατὰ τὴν τάξιν τὸ ὑπάρχον,
διὰ τὸ τὸ μὲν ἐκβεβηκέναι τὸ δὲ μέλλειν. οὕτω γὰρ τούτων ἐκλεγομένων
συνάξομεν ἐκ μὲν τῶν ἀναγκαίων προτάσεων ἀναγκαῖον, ἐκ δὲ τῶν ἐνδεχο-
μένων ἐνδεχόμενον.
      

p. 45b31 Ληπτέον δὲ ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων καὶ τὰ μὴ ὑπάρχοντα


     δυνατὰ δὲ ὑπάρχειν.

 Ἐπειδὴ λέγεται ἐνδεχόμενον καὶ ὃ ὑπάρχει μὲν ἤδη, ἐνδεχομένως δὲ


ὑπάρχει καὶ οὐκ ἀναγκαίως, λέγεται δὲ ἐνδεχόμενον καὶ ὃ μήπω μὲν
ὑπάρχει, δύναται δὲ ὑπάρξαι, ὅπερ καὶ κυρίως ἐστὶν ἐνδεχόμενον (ἐκεῖνο
γὰρ ὑπάρχον ἦν), εἰς τὰς ἐνδεχομένας, φησί, προτάσεις παραληπτέον καὶ
τοῦτο τὸ ἐνδεχόμενον, ὅπερ, ὡς εἶπον, καὶ κυρίως ἐστὶν ἐνδεχόμενον.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria


Vol. 13,2, p. 327, l. 15

      

p. 47b40 Πολλάκις δὲ διαψεύδεσθαι συμπεσεῖται παρὰ τὸ μὴ


 καλῶς ἐκτίθεσθαι τοὺς κατὰ τὴν πρότασιν ὅρους.

 Ἐπ' ἄλλο μεταβαίνει ἁμάρτημα· πολλάκις γὰρ καὶ συλλογιστικῶς


ἔκκεινται οἱ ὅροι κατὰ τὴν θέσιν καὶ ἀληθεῖς εἰσιν αἱ προτάσεις καὶ μείζων
πρότασις πρώτη ἢ δευτέρα παρείληπται, παρὰ δὲ τὴν λέξιν ἡ ἁμαρτία
γίνεται. πολλάκις γάρ, φησί, τὰς ἕξεις ἀντὶ τῶν μετειληφότων παραλαμ-
βάνομεν, καὶ ἐντεῦθεν ψεῦδος γίνεται. οἷον ὑγίεια νόσῳ οὐδεμιᾷ ὑπάρχει
ἐξ ἀνάγκης, νόσος παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδεχομένως, καὶ συνάγεται κατὰ τὸν
Ἀριστοτέλην ὑγίεια οὐδενὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης, ὅπερ ἐστὶ ψεῦδος· ἐνδέ-
χεται γὰρ παντὶ ὑπάρχειν, καὶ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει. τοῦτο δὲ γέγονε
παρὰ τὴν λέξιν· ἐπεί, φησίν, ἐὰν ἀντὶ τῶν ἕξεων τὰ μετέχοντα τῶν ἕξεων
λάβωμεν, ψευδὴς ἡ μείζων γίνεται πρότασις, οἷον ἐὰν οὕτως εἴπω· τὸ
ὑγιαῖνον οὐδενὶ νοσοῦντι ἐνδέχεται ὑπάρχειν, τουτέστιν ἐξ ἀνάγκης
οὐχ ὑπάρχει (τοῦτο δέ ἐστι ψεῦδος), τὸ νοσοῦν παντὶ ἀνθρώπῳ ὑπάρχει·
ὥστε ψευδοῦς οὔσης τῆς μείζονος ψευδὲς εἰκότως καὶ τὸ συμπέρασμα· συν-
άγεται γὰρ τὸ ὑγιαῖνον οὐδενὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης. τὸ αὐτό, φησί, καὶ
ἐπὶ τοῦ δευτέρου σχήματος. λέγω γὰρ οὕτως· ὑγίεια οὐδεμιᾷ νόσῳ ἐξ
ἀνάγκης, παντὶ δὲ ἀνθρώπῳ ἐνδεχομένως, καὶ συνάγεται νόσος οὐδενὶ

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria Vol. 13,2, p. 327, l.


17

      
585

p. 47b40 Πολλάκις δὲ διαψεύδεσθαι συμπεσεῖται παρὰ τὸ μὴ


 καλῶς ἐκτίθεσθαι τοὺς κατὰ τὴν πρότασιν ὅρους.

 Ἐπ' ἄλλο μεταβαίνει ἁμάρτημα· πολλάκις γὰρ καὶ συλλογιστικῶς


ἔκκεινται οἱ ὅροι κατὰ τὴν θέσιν καὶ ἀληθεῖς εἰσιν αἱ προτάσεις καὶ μείζων
πρότασις πρώτη ἢ δευτέρα παρείληπται, παρὰ δὲ τὴν λέξιν ἡ ἁμαρτία
γίνεται. πολλάκις γάρ, φησί, τὰς ἕξεις ἀντὶ τῶν μετειληφότων παραλαμ-
βάνομεν, καὶ ἐντεῦθεν ψεῦδος γίνεται. οἷον ὑγίεια νόσῳ οὐδεμιᾷ ὑπάρχει
ἐξ ἀνάγκης, νόσος παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδεχομένως, καὶ συνάγεται κατὰ τὸν
Ἀριστοτέλην ὑγίεια οὐδενὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης, ὅπερ ἐστὶ ψεῦδος· ἐνδέ-
χεται γὰρ παντὶ ὑπάρχειν, καὶ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει. τοῦτο δὲ γέγονε
παρὰ τὴν λέξιν· ἐπεί, φησίν, ἐὰν ἀντὶ τῶν ἕξεων τὰ μετέχοντα τῶν ἕξεων
λάβωμεν, ψευδὴς ἡ μείζων γίνεται πρότασις, οἷον ἐὰν οὕτως εἴπω· τὸ
ὑγιαῖνον οὐδενὶ νοσοῦντι ἐνδέχεται ὑπάρχειν, τουτέστιν ἐξ ἀνάγκης
οὐχ ὑπάρχει (τοῦτο δέ ἐστι ψεῦδος), τὸ νοσοῦν παντὶ ἀνθρώπῳ ὑπάρχει·
ὥστε ψευδοῦς οὔσης τῆς μείζονος ψευδὲς εἰκότως καὶ τὸ συμπέρασμα· συν-
άγεται γὰρ τὸ ὑγιαῖνον οὐδενὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης. τὸ αὐτό, φησί, καὶ
ἐπὶ τοῦ δευτέρου σχήματος. λέγω γὰρ οὕτως· ὑγίεια οὐδεμιᾷ νόσῳ ἐξ
ἀνάγκης, παντὶ δὲ ἀνθρώπῳ ἐνδεχομένως, καὶ συνάγεται νόσος οὐδενὶ
ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης, ὅπερ ἐστὶ ψεῦδος· ἐνδέχεται γὰρ ὑπάρχειν παντί.
πάλιν δὲ εἰ ἀντὶ τῶν ἕξεων μεταλάβοις τὰ μετειληφότα, ψευδοῦς οὔσης τῆς

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria


Vol. 13,2, p. 327, l. 25

ἐξ ἀνάγκης, νόσος παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδεχομένως, καὶ συνάγεται κατὰ τὸν


Ἀριστοτέλην ὑγίεια οὐδενὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης, ὅπερ ἐστὶ ψεῦδος· ἐνδέ-
χεται γὰρ παντὶ ὑπάρχειν, καὶ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει. τοῦτο δὲ γέγονε
παρὰ τὴν λέξιν· ἐπεί, φησίν, ἐὰν ἀντὶ τῶν ἕξεων τὰ μετέχοντα τῶν ἕξεων
λάβωμεν, ψευδὴς ἡ μείζων γίνεται πρότασις, οἷον ἐὰν οὕτως εἴπω· τὸ
ὑγιαῖνον οὐδενὶ νοσοῦντι ἐνδέχεται ὑπάρχειν, τουτέστιν ἐξ ἀνάγκης
οὐχ ὑπάρχει (τοῦτο δέ ἐστι ψεῦδος), τὸ νοσοῦν παντὶ ἀνθρώπῳ ὑπάρχει·
ὥστε ψευδοῦς οὔσης τῆς μείζονος ψευδὲς εἰκότως καὶ τὸ συμπέρασμα· συν-
άγεται γὰρ τὸ ὑγιαῖνον οὐδενὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης. τὸ αὐτό, φησί, καὶ
ἐπὶ τοῦ δευτέρου σχήματος. λέγω γὰρ οὕτως· ὑγίεια οὐδεμιᾷ νόσῳ ἐξ
ἀνάγκης, παντὶ δὲ ἀνθρώπῳ ἐνδεχομένως, καὶ συνάγεται νόσος οὐδενὶ
ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης, ὅπερ ἐστὶ ψεῦδος· ἐνδέχεται γὰρ ὑπάρχειν παντί.
πάλιν δὲ εἰ ἀντὶ τῶν ἕξεων μεταλάβοις τὰ μετειληφότα, ψευδοῦς οὔσης τῆς
ἀποφατικῆς ψευδὲς εἰκότως καὶ τὸ συμπέρασμα· τὸ γὰρ ὑγιαῖνον οὐκ ἀληθὲς
εἰπεῖν [ἢ] οὐδενὶ νοσοῦντι ἐξ ἀνάγκης· ἐνδέχεται γὰρ ὑπάρχειν [ἢ] παντί.
ὥστε τὸ ψευδὲς συμπέρασμα διὰ ταύτης συνέβη. ἡ δὲ ἀπάτη γίνεται τοῦ εἶναι
συλλογισμὸν διὰ τὸ τὰς ἕξεις ἐν τοῖς ὅροις θεῖναι ἀντὶ τῶν μετειληφότων.  
ἐν μὲν οὖν τῷ πρώτῳ καὶ τῷ δευτέρῳ σχήματι τῶν ἕξεων ἐν τοῖς ὅροις
κειμένων κατὰ Ἀριστοτέλην συνήγετο τὸ ψεῦδος· αὐτῷ γὰρ δοκεῖ τῇ
μείζονι ἀναγκαίᾳ οὔσῃ ἕπεσθαι τὸ συμπέρασμα, τῶν περὶ Θεόφραστον οὐχ
οὕτως οἰομένων ἀλλὰ τῇ ἐνδεχομένῃ, ὡς εἴρηται. ἐν μέντοι τῷ τρίτῳ
586

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria


Vol. 13,2, p. 328, l. 24

οὐκ ἐνδεχόμενον ἀλλ' ἀναγκαῖον συνάγεται, εἰ μέντοι ἀντὶ τῶν ἕξεων μετα-
ληφθῇ τὰ μετέχοντα, καὶ τὸ συμπέρασμα γίνεται ἐνδεχόμενον, ὡς δῆλον
εἶναι τῆς ἀπάτης τὸ αἴτιον ὅτι παρὰ τὴν λέξιν γέγονε, λέγω δὴ τὸ τὰς
ἕξεις ἀντὶ τῶν μετεχόντων ἐν τοῖς ὅροις κεῖσθαι. λέγω γὰρ οὕτως· ὑγίειαν
παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδέχεται μὴ ὑπάρχειν, νόσον παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδέχεται
ὑπάρχειν, καὶ ὅσον ἐπὶ ταῖς προτάσεσι συνάγεται ὅτι ὑγίειαν οὐδεμιᾷ νόσῳ
ἐνδέχεται ὑπάρχειν. τοῦτο δέ ἐστι ψεῦδος· ἐξ ἀνάγκης γὰρ οὐχ ὑπάρχει.
τὰ μὲν οὖν ἐν τούτοις λεγόμενα ταῦτά ἐστιν.
 Ἀπορήσειε δ' ἄν τις μήποτε καὶ τῶν κατὰ τὰς ἕξεις μετειλημμένων καὶ
οὕτω γίνεταί τις ἀπάτη· ὅταν γὰρ εἴπω ‘τὸ ὑγιαῖνον οὐδενὶ νοσοῦντι ὑπάρχει
ἐνδεχομένως’, πῶς λαμβάνω τὸ νοσοῦν; εἰ γὰρ τὸ συγκείμενον ἐκ τοῦ νοσοῦν-
τος καὶ τῆς νόσου, οὐκ ἀληθὴς ὁ λόγος· οὐδέποτε γὰρ τῷ νοσοῦντι ὡς νοσοῦντι
ὑπάρξει τὸ ὑγιαῖνον· ἀσυνύπαρκτα γὰρ τὰ ἐναντία. οὐκ ἄρα ὡς νοσοῦντι ἀλλ'
ὡς ζῴῳ ἢ ὅ τι ἂν εἴη τὸ δεκτικὸν νόσου καὶ ὑγιείας. πάλιν ὅταν εἴπω ‘τὸ
νοσοῦν παντὶ ἀνθρώπῳ ἐνδέχεται ὑπάρχειν’, πότερον ᾗ σύνθετόν ἐστι τὸ νοσοῦν
λέγω αὐτὸ ὑπάρχειν τῷ ἀνθρώπῳ ἢ καθὸ ἁπλοῦν, λέγω δὴ ᾗ νοσεῖ; πρό-
δηλον ὅτι ᾗ νοσεῖ· τὸ γὰρ νοσοῦν τῶν καθ' ἕκαστά ἐστιν, οὐδὲν δὲ τῶν
καθ' ἕκαστα ὑπάρχειν τινὶ δύναται. δῆλον δὲ ἔσται, εἰ καθ' ἕκαστα
ληφθῶσιν. οἷον ὁ Μίκκαλος διανοητός ἐστι Μίκκαλος· δῆλον γὰρ ὅτι τὸν
διανοητὸν Μίκκαλον, ᾗ διανοητός ἐστι, κατηγορῶ τοῦ ὑποκειμένου, οὐχ ᾗ
διανοητός ἐστι Μίκκαλος· αὐτὸς γὰρ ἑαυτοῦ κατηγοροῖτο ἄν.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria


Vol. 13,2, p. 330, l. 5

γοῦντος ἢ πάσχοντος, ὡς τὸ γράφω, τὸ περιπατῶ, τὰ αὐτὰ δὲ ταῦτα καὶ


αἱ μετοχαὶ σημαίνουσι, τὰ μέντοι ἀπαρέμφατα μόνης ἐστὶ τῆς ἐνεργείας ἢ
τοῦ πάθους σημαντικά, οὐ μὴ τοῦ μετειληφότος τούτων. ὥστε οὐδὲ
ἰσοδυναμοῦσι ταῖς μετοχαῖς· οὐ γὰρ ταὐτὸν δύναται τὸ τύπτειν τῷ ‘τύπτων
ἐστίν’. ὥστε οὐ δυνατὸν ἀντὶ τῶν μετοχῶν παραλαμβάνειν τὰ ἀπαρέμφατα,
εἰ μὴ ἄρα ὅτε δυνατὸν αὐτοῖς τὸ ‘δεῖ’ ῥῆμα συνάπτειν, οἷον Σωκράτην περι-  
πατεῖν δεῖ, Σωκράτην περιπατοῦντα δεῖ εἶναι· οὐδὲν γὰρ ἕτερόν ἐστι τὸ
λεγόμενον ἢ ‘Σωκράτει λείπει τὸ περιπατεῖν’ καὶ ‘Σωκράτει λείπει τὸ εἶναι
αὐτὸν περιπατοῦντα’· ἐπὶ οὐδεμιᾶς δὲ ἄλλης συντάξεως διὰ τὴν εἰρημένην
αἰτίαν. ἔλεγε δὲ εἰς τὸ προκείμενον κἀκεῖνο, ὅτι ὅταν εἴπω ὅτι τὸ ὑγιαίνειν
τῷ νοσοῦντι ὑπάρξαι ἐνδέχεται ἢ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει, οὐχ ᾗ ἄνθρωπός
ἐστι τὸ νοσοῦν ἢ ὁτιοῦν ἄλλο, ταύτῃ φημὶ αὐτῷ ἐνδέχεσθαι τὴν ὑγίειαν
ὑπάρξαι ἢ μὴ ὑπάρξαι, ἀλλ' ᾗ νοσεῖ· καθὸ γὰρ νοσεῖ, ταύτῃ ἐνδέχεται
αὐτῷ ὑγιαίνειν καὶ ταύτῃ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει αὐτῷ ἡ ὑγίεια. εἰ
γὰρ μὴ ᾗ νοσεῖ ἀλλ' ᾗ ἄνθρωπος τυχόν ἐστιν ἢ ἄλλο ὁτιοῦν τῶν τῆς
νόσου δεκτικῶν, οὐκέτι ἂν ἀληθὲς ἦν τὸ λέγειν ἐνδέχεσθαι αὐτὸ ὑγιασθῆναι
ἢ μὴ ὑγιασθῆναι, ἀλλ' ὑπαρχόντως ὑγιαῖνον ἦν, καὶ τότε ἂν τὸ ἐναντίον,
τὴν νόσον, ἐνδέχεσθαι αὐτῷ ὑπάρχειν ἢ μὴ ὑπάρχειν ἐλέγομεν. ᾧ γὰρ
ἑκάτερον τῶν ἀντικειμένων ἐνδέχεται ὑπάρχειν ἢ μὴ ὑπάρχειν, εἰ θάτερον
587

κατ' ἐνέργειαν ὑπάρχοι, ᾗ τοῦτο ὑπάρχει, ταύτῃ καὶ τὸ λοιπὸν ἐνδέχεται


ὑπάρχειν ἢ μὴ ὑπάρχειν, ἐφ' ὧν ἄμεσος ἡ ἐναντιότης.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria


Vol. 13,2, p. 330, l. 8

ἰσοδυναμοῦσι ταῖς μετοχαῖς· οὐ γὰρ ταὐτὸν δύναται τὸ τύπτειν τῷ ‘τύπτων


ἐστίν’. ὥστε οὐ δυνατὸν ἀντὶ τῶν μετοχῶν παραλαμβάνειν τὰ ἀπαρέμφατα,
εἰ μὴ ἄρα ὅτε δυνατὸν αὐτοῖς τὸ ‘δεῖ’ ῥῆμα συνάπτειν, οἷον Σωκράτην περι-  
πατεῖν δεῖ, Σωκράτην περιπατοῦντα δεῖ εἶναι· οὐδὲν γὰρ ἕτερόν ἐστι τὸ
λεγόμενον ἢ ‘Σωκράτει λείπει τὸ περιπατεῖν’ καὶ ‘Σωκράτει λείπει τὸ εἶναι
αὐτὸν περιπατοῦντα’· ἐπὶ οὐδεμιᾶς δὲ ἄλλης συντάξεως διὰ τὴν εἰρημένην
αἰτίαν. ἔλεγε δὲ εἰς τὸ προκείμενον κἀκεῖνο, ὅτι ὅταν εἴπω ὅτι τὸ ὑγιαίνειν
τῷ νοσοῦντι ὑπάρξαι ἐνδέχεται ἢ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει, οὐχ ᾗ ἄνθρωπός
ἐστι τὸ νοσοῦν ἢ ὁτιοῦν ἄλλο, ταύτῃ φημὶ αὐτῷ ἐνδέχεσθαι τὴν ὑγίειαν
ὑπάρξαι ἢ μὴ ὑπάρξαι, ἀλλ' ᾗ νοσεῖ· καθὸ γὰρ νοσεῖ, ταύτῃ ἐνδέχεται
αὐτῷ ὑγιαίνειν καὶ ταύτῃ ἐνδεχομένως οὐχ ὑπάρχει αὐτῷ ἡ ὑγίεια. εἰ
γὰρ μὴ ᾗ νοσεῖ ἀλλ' ᾗ ἄνθρωπος τυχόν ἐστιν ἢ ἄλλο ὁτιοῦν τῶν τῆς
νόσου δεκτικῶν, οὐκέτι ἂν ἀληθὲς ἦν τὸ λέγειν ἐνδέχεσθαι αὐτὸ ὑγιασθῆναι
ἢ μὴ ὑγιασθῆναι, ἀλλ' ὑπαρχόντως ὑγιαῖνον ἦν, καὶ τότε ἂν τὸ ἐναντίον,
τὴν νόσον, ἐνδέχεσθαι αὐτῷ ὑπάρχειν ἢ μὴ ὑπάρχειν ἐλέγομεν. ᾧ γὰρ
ἑκάτερον τῶν ἀντικειμένων ἐνδέχεται ὑπάρχειν ἢ μὴ ὑπάρχειν, εἰ θάτερον
κατ' ἐνέργειαν ὑπάρχοι, ᾗ τοῦτο ὑπάρχει, ταύτῃ καὶ τὸ λοιπὸν ἐνδέχεται
ὑπάρχειν ἢ μὴ ὑπάρχειν, ἐφ' ὧν ἄμεσος ἡ ἐναντιότης. ἐν δὲ τοῖς ἐμμέσοις
τῶν ἐναντίων, εἰ ἐν τῷ μεταξὺ εἴη πρὸς ἑκάτερον τῶν ἄκρων, ὁμοίως ἔχει
καὶ τοῦτο πάλιν, ᾗ τοῦ μεταξὺ μετέχει· οἷον τῷ φαιῷ ἐνδέχεται τὸ λευκὸν
ὑπάρχειν, ἐνδέχεται δὲ καὶ τὸ μέλαν, καὶ δῆλον ὅτι οὐχ ᾗ ἱμάτιόν ἐστι

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica priora commentaria


Vol. 13,2, p. 330, l. 29

τὸ φαιόν· εἰ γὰρ ᾗ ἱμάτιόν ἐστι, ταύτῃ καὶ ὑπάρχειν ἤδη τὸ λευκὸν ἢ τὸ


μέλαν ἐδύνατο, οὐ μὴν ἐνδέχεσθαι ὑπάρχειν. ᾗ μέντοι τοῦ φαιοῦ μετέχει,
ἐπεὶ τῶν ἄκρων οὐ μετέχει μὲν δύναται δὲ μετέχειν, ταύτῃ λέγεται ἐνδέ-
χεσθαι αὐτῷ ὑπάρξαι τὸ λευκὸν ἢ τὸ μέλαν ἢ μὴ ἐνδέχεσθαι. εἰ γὰρ μὴ
καθὸ τοῦ φαιοῦ μετέχει, ὑποκείσθω μὴ ὂν φαιόν, καὶ οὐκέτι ἀληθὲς εἰπεῖν
ἐνδέχεσθαι αὐτὸ λευκὸν εἶναι ἢ μέλαν· ἀνάγκη γὰρ πάντως τὸ πεφυκὸς
τῶν ἐναντίων μετέχειν μετέχειν θατέρου κατ' ἐνέργειαν ἢ τῶν μεταξύ τινος,
εἰ ἔμμεσα εἴη, ὥστε ὑπαρχόντως ἢ μέλαν ἦν ἢ λευκόν. ὥστε καὶ ὅταν λέγῃ
ὁ Ἀριστοτέλης τὸ ὑγιαίνειν τῷ νοσοῦντι ὑπάρχειν, οὐχ ᾗ ἄνθρωπός ἐστι
τὸ νοσοῦν, ἀλλ' ᾗ νοσοῦν ἦν, ἐνδέχεσθαι αὐτῷ φαμεν ὑπάρξαι τὸ ὑγιαίνειν
ἢ ἐνδεχομένως μὴ ὑπάρχειν. ὥστε ἐπεὶ τὸ νοσοῦν ᾗ νοσεῖ εἴληπται, ἐὰν
ἀντὶ τοῦ νοσοῦντος μεταλάβω τὸ νοσεῖν, οὐχ ἕτερόν τι λαμβάνω· κατὰ γὰρ
τὸ νοσεῖν ὑπέκειτο τῷ μείζονι. κατ' αὐτὸ οὖν τοῦτο καὶ τοῦ ἐλάττονος
κατηγορηθήσεται. ὥστε εἰ καὶ σύνθετον τὸν ὑποκείμενον ἐν τῇ μείζονι
ἔλαβον, ἐπειδὴ κατὰ τὸ ἁπλοῦν τὸ νοσοῦν ἐχαρακτηρίζετο καὶ ταύτῃ αὐτοῦ  
ὁ μείζων κατηγορεῖτο, εὔλογον κατὰ τοῦτο αὐτὸν τοῦ ἐλάττονος κατηγο-
588

ρεῖσθαι. ὥστε κἄντε οὕτως εἴπω ὅτι τὸ νοσοῦν παντὶ ἀνθρώπῳ ὑπάρχει,
οὐ κατὰ τὸ σύνθετον κατηγορῶ αὐτὸν τοῦ ἐλάττονος ἀλλὰ κατὰ τὸ νοσεῖν,
καθ' ὃ καὶ ὑπέκειτο τῷ μείζονι, κἄντε αὐτὸ τὸ ἁπλοῦν μεταλάβω, οὐχ ἕτερόν
τινα λαμβάνω ὅρον ἀλλὰ τὸν αὐτόν. μήποτε δὲ οὐκ ἀληθές ἐστι τὸ λέγειν

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica posteriora commentaria (4015: 004)


“Ioannis Philoponi in Aristotelis analytica posteriora commentaria cum Anonymo in
librum ii”, Ed. Wallies, M.Berlin: Reimer, 1909; Commentaria in Aristotelem Graeca
13.3.Vol. 13,3, p. 323, l. 21

καὶ ἐπὶ τῶν μὴ ὄντων ἐστὶ τὸ ἀληθές, ὡς ὅταν εἴπω ὅτι οὐκ ἔστι τραγέ-
λαφος. ἔλεγε δὲ ὁ φιλόσοφος μὴ καλῶς τοῦτο λέγειν τὸν Ἀλέξανδρον·
οὐ γὰρ δόξης, φησί, τὸ τὰ τοιαῦτα εἰδέναι ἀλλ' ἐπιστήμης. τὸ γὰρ μὴ
ὂν μὲν ἀληθῶς δὲ λεγόμενον ὅτι οὐκ ἔστι, τοῦτο ἀδύνατον ἄλλως ἔχειν·
αὕτη δὲ οὐ δόξης ἀλλ' ἐπιστήμης ἡ ὑπόληψις. ἐκ παραλλήλου οὖν ἔλεγε
δεῖν ἀκούειν τὸ ἀληθῆ μὲν καὶ ὄντα ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ. ἀλλ' ἐπειδὴ καὶ
ἐπὶ τῶν μὴ ὄντων ἐστὶ καὶ τὸ ἀναγκαῖον, μᾶλλον δὲ τὸ ἀδύνατον, ἔστι δὲ
καὶ τὸ ἐνδεχόμενον (ὅταν μὲν γὰρ εἴπω ‘τραγέλαφος οὐκ ἔστιν’, ἀληθὲς
εἶπον καὶ ἀδύνατον εἶναι· ὅταν δὲ εἴπω ‘νῦν οὐ λούομαι, νῦν οὐ βαδίζω’
μὴ λουόμενος μηδὲ βαδίζων, ἀληθὲς [μὲν] εἶπον μόνον, ἐνδεχόμενον μέντοι
εἶναι), δῆλον ὅτι τοῦ ἐνδεχομένως μὴ ὄντος δόξα ἂν εἴη, οὐκ ἐπιστήμη.
ὥστε χώραν ἂν ἔχοι ἡ τοῦ Ἀλεξάνδρου ἐξήγησις· προσκέοιτο γὰρ ἂν τὸ ὄντα
πρὸς διάκρισιν τῶν ἀληθῶν μὲν καὶ ἐνδεχομένων ἄλλως ἔχειν μὴ ὄντων
δέ, ὡς τὸ τὸν μὴ λουόμενον εἰπεῖν μὴ λούεσθαι.
      

Ammonius Phil., In Aristotelis librum de interpretatione commentarius (4016:


003)“Ammonius in Aristotelis de interpretatione commentarius”, Ed. Busse, A.
Berlin: Reimer, 1897; Commentaria in Aristotelem Graeca 4.5.P. 99, l. 16

μᾶλλον τῷ ἐναντίως. ὅτι μὲν οὖν κατ' οὐδένα τρόπον προσήκει ταῖς
ἀπροσδιορίστοις τὸ τῶν ἐναντίων ὄνομα, σαφῶς ἀπεφήνατο διὰ τούτων ὁ
Ἀριστοτέλης. πότε δὲ ἔστιν εἶναι τὰ δηλούμενα ἐναντία, καλῶς διήρ-
θρωσεν ὁ φιλόσοφος Πορφύριος· οὐ γὰρ ἀεί, φησί, τῷ καταφασκομένῳ
ἔστι τι ἐναντίον οὐδὲ τὴν ἀπόφασιν δυνατὸν ἀεὶ λέγειν ἀληθεύεσθαι κατὰ
τοῦ ἐναντίου τῷ καταφαθέντι, ἀλλὰ ποτὲ μὲν κατὰ τοῦ ἐναντίου ποτὲ δὲ
κατὰ στερήσεως ποτὲ δὲ κατ' οὐδετέρου τούτων, ἀλλ' ἀναιρεῖν μόνον τὸ
εἰρημένον διὰ τῆς καταφάσεως· τῷ μὲν γὰρ περιττῷ τὸ ἄρτιον καὶ τῷ
λευκῷ τὸ μέλαν ἐναντίον, καὶ κατὰ τούτων ἀληθεύονται τὸ οὐ περιττὸν
καὶ τὸ οὐ λευκόν (ἐξ ἀνάγκης μὲν οὖν συνεισφερομένων ταῖς ἀποφάσεσιν
ἐπὶ τῶν ἀμέσων εἶναι λεγομένων ἐναντίων, ἐνδεχομένως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν
ἐμμέσων), τῷ μέντοι ὁρᾶν τὸ ἀντικείμενον στέρησις ἢ τῆς ἐνεργείας ἢ
καὶ τῆς δυνάμεως, τῆς μὲν ἐνεργείας ὡς ἐπὶ τοῦ μὴ πηροῦ μὲν καθεύ-
δοντος δὲ ἢ μύοντος, τῆς δὲ δυνάμεως ὡς ἐπὶ τοῦ τυφλοῦ, ἅπερ σημαίνει
τὸ μὴ ὁρᾶν (ἐνίοτε δὲ καὶ τὸ μήπω τὴν δύναμιν τὴν προαγωγὸν τῆς ἐνερ-
γείας ἀπειληφὸς τῇ ἀποφάσει τῆς ἐνεργείας σημαίνομεν ὡς ἐπὶ τοῦ σκυ-
λακίου, καὶ τὸ μηδαμῶς τῆς δυνάμεως δεκτικὸν ὡς ἐπὶ τοῦ ξύλου· καὶ
589

γὰρ τὸ ξύλον λέγομεν μὴ ὁρᾶν), καὶ κατ' οὐδὲν τούτων ἐναντίον εἴποις
ἂν εἶναι τῇ καταφάσει τὸ σημαινόμενον ὑπὸ τῆς ἀποφάσεως, ἀλλὰ ποτὲ
μὲν στέρησιν ποτὲ δὲ οὐδὲ στέρησιν ἀλλ' ἑτερότητα μόνον, τῷ δέ γε ζῴῳ
ἢ ἄλλῃ οὐσίᾳ οὔτε ὡς ἐναντίον οὔτε ὡς στέρησιν τοιαύτην εὕροις ἄν ποτέ

Ammonius Phil., In Aristotelis librum de interpretatione commentarius P. 131, l. 8

τρέπειν μὲν τοὺς πέλας ἀξιοῦμεν ἐπὶ τὰς καλὰς καὶ ἀγαθὰς πράξεις ἀπο-
τρέπειν δὲ ἐκ τῶν ἐναντίων. καὶ μέντοι καὶ πρὸς φυσιολογίαν φαίνεται
χρήσιμον τὸ θεώρημα· ζητήσει γὰρ καὶ ὁ φυσιολόγος εἴτε πάντα ἐξ ἀνάγκης  
γίνεται τὰ γινόμενα, εἴτε τινὰ ἀπὸ τύχης καὶ ἐκ ταὐτομάτου. καὶ πρὸς
τὴν λογικὴν μέθοδον ὡσαύτως· αὐτὸ γοῦν τοῦτό ἐστι τὸ νῦν ζητούμενον
εἴτε πᾶσα ἀντίφασις ἀφωρισμένως διαιρεῖ τὸ ἀληθὲς καὶ τὸ ψεῦδος εἴτε
ἔστι τις καὶ ἀορίστως ταῦτα διαιροῦσα. ἐκτεινόμενον δὲ τὸ θεώρημα καὶ
ἐπὶ τὴν πρώτην φιλοσοφίαν εὑρήσεις· ζητήσει γὰρ καὶ ὁ θεολόγος κατὰ
τίνα τρόπον ὑπὸ τῆς προνοίας διακυβερνᾶται τὰ ἐν τῷ κόσμῳ πράγματα,
καὶ εἴτε πάντα ὡρισμένως καὶ ἐξ ἀνάγκης γίνεται τὰ γινόμενα, καθάπερ
τὰ ἐπὶ τῶν ἀιδίων ὑπάρχοντα, ἢ ἔστι τινὰ καὶ ἐνδεχομένως ἐκβαίνοντα, ὧν
τὴν γένεσιν ἐπὶ μερικὰς δηλονότι καὶ ἄλλοτε ἄλλως ἐχούσας αἰτίας ἀνάγειν
ἀνάγκη. καὶ οὐδὲ τοὺς πάνυ ἰδιωτικῶς διακειμένους τῶν ἀνθρώπων εὑρή-
σεις ἀμελοῦντας τῆς περὶ τούτου τοῦ θεωρήματος ἐννοίας, ἀλλὰ τοὺς μὲν
ὡς πάντων ἐξ ἀνάγκης γινομένων τὰς αἰτίας ὧν ἁμαρτάνουσιν ἐπὶ τὴν
εἱμαρμένην ἢ τὴν πρόνοιαν τήν τε θείαν καὶ τὴν δαιμονίαν ἀναφέρειν
πειρωμένους, καθάπερ ὁ ἀπαιδεύτως παρ' Ὁμήρῳ λέγων

Ammonius Phil., In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 145, l. 14

βούλοιτο ὑγιασθῆναι, ὡς κατασκευαστικὸν τούτου καὶ πρὸς τὴν πειθὼ


κινῆσαι μᾶλλον ὀφεῖλον προστίθησιν ‘ἀδύνατον γὰρ μὴ φλεβοτομηθέντα
αὐτὸν ὑγιᾶναι’. ὥστε εἰκότως, φησίν, ἐλέγομεν ἅπαντα τὰ ἐσόμενα ἐξ
ἀνάγκης γενέσθαι καὶ μηδὲν μήτε ἀπὸ τύχης μήτε καθ' ἕτερον τρόπον τοῦ
ἐνδεχομένου.
 Ῥητέον δὲ πρὸς ταύτην τὴν ἐπιχείρησιν ὅτι τὸ ἐκβεβηκὸς νῦν καὶ
ἤδη γεγονὸς οὐκ ἀληθὲς πρὸ τῆς ἐκβάσεως λέγειν ὅτι ἔσται πάντως λευ-
κόν· οὐ γὰρ ἐπειδὴ ὁ χρόνος εἰς τὸ εἶναι αὐτὸ ἀποκατέστησε, διὰ τοῦτο
οἴεσθαι χρὴ ἐξ ἀναγκαίας αὐτὸ προκαταβολῆς γεγονέναι. ὥστε τῶν προ-
λεγόντων περὶ αὐτοῦ οὐχ ὁ λέγων ὅτι ἐξ ἀνάγκης ἔσται λευκὸν ἀληθεύσει,
ἀλλ' ὁ τὸ ὅλον τοῦτο ἐνδεχομένως αὐτὸ ἐκβήσεσθαι λέγων· εἰ δὲ τοῦτο,
δῆλον ὅτι δυνατὸν ἦν αὐτὸ καὶ μὴ ἐκβῆναι· οὐ γὰρ ἂν ἄλλως ἠλήθευε
τὸ ἐνδεχομένως αὐτὸ ἐκβήσεσθαι. μὴ τοίνυν ἀπὸ τοῦ ἤδη ἐκβάντος τὸ
ἔτι μέλλον κρινέτωσαν οἱ ταῦτα λέγοντος, ἀλλὰ φυλάττοντες αὐτὸ μήπω
ἐκβεβηκὸς ζητείτωσαν εἰ ἐξ ἀνάγκης ἐκβήσεται· οὐ γὰρ ἕξουσι τοῦτο ἐπι-
δεῖξαι, ὡς αὐτὸς ἡμᾶς σαφῶς ἐν τοῖς ἑξῆς ὁ Ἀριστοτέλης διδάξει.

Ammonius Phil., In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


590

P. 145, l. 16

αὐτὸν ὑγιᾶναι’. ὥστε εἰκότως, φησίν, ἐλέγομεν ἅπαντα τὰ ἐσόμενα ἐξ


ἀνάγκης γενέσθαι καὶ μηδὲν μήτε ἀπὸ τύχης μήτε καθ' ἕτερον τρόπον τοῦ
ἐνδεχομένου.
 Ῥητέον δὲ πρὸς ταύτην τὴν ἐπιχείρησιν ὅτι τὸ ἐκβεβηκὸς νῦν καὶ
ἤδη γεγονὸς οὐκ ἀληθὲς πρὸ τῆς ἐκβάσεως λέγειν ὅτι ἔσται πάντως λευ-
κόν· οὐ γὰρ ἐπειδὴ ὁ χρόνος εἰς τὸ εἶναι αὐτὸ ἀποκατέστησε, διὰ τοῦτο
οἴεσθαι χρὴ ἐξ ἀναγκαίας αὐτὸ προκαταβολῆς γεγονέναι. ὥστε τῶν προ-
λεγόντων περὶ αὐτοῦ οὐχ ὁ λέγων ὅτι ἐξ ἀνάγκης ἔσται λευκὸν ἀληθεύσει,
ἀλλ' ὁ τὸ ὅλον τοῦτο ἐνδεχομένως αὐτὸ ἐκβήσεσθαι λέγων· εἰ δὲ τοῦτο,
δῆλον ὅτι δυνατὸν ἦν αὐτὸ καὶ μὴ ἐκβῆναι· οὐ γὰρ ἂν ἄλλως ἠλήθευε
τὸ ἐνδεχομένως αὐτὸ ἐκβήσεσθαι. μὴ τοίνυν ἀπὸ τοῦ ἤδη ἐκβάντος τὸ
ἔτι μέλλον κρινέτωσαν οἱ ταῦτα λέγοντος, ἀλλὰ φυλάττοντες αὐτὸ μήπω
ἐκβεβηκὸς ζητείτωσαν εἰ ἐξ ἀνάγκης ἐκβήσεται· οὐ γὰρ ἕξουσι τοῦτο ἐπι-
δεῖξαι, ὡς αὐτὸς ἡμᾶς σαφῶς ἐν τοῖς ἑξῆς ὁ Ἀριστοτέλης διδάξει.

Ammonius Phil., In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 149, l. 31

ἐκεῖνον συγχωρήσαντες ἀναγκαίως φῶμεν τὸ πρᾶγμα ἐκβεβηκέναι’, τοῦτο


θεὶς διαβάλλει καὶ δείκνυσιν οὐκ ὀρθῶς λεγόμενον· οὐ γὰρ διὰ τὸ ἀλη-
θεῦσαι τοὺς πρὸ τῆς ἐκβάσεως τοῦ πράγματος εἰπόντας αὐτὸ ἐκβήσεσθαι
φήσομεν ἐκβαίνειν τὸ πρᾶγμα, ἀλλ' ἔμπαλιν διὰ τὴν τοῦ πράγματος φύσιν
ἀληθὴς ὁ περὶ αὐτοῦ λεγόμενος λόγος· ὡς γὰρ εἴρηται καὶ ἐν Κατηγορίαις,
εἰ καὶ ἀντιστρέφουσι ταῦτα πρὸς ἄλληλα, ἥ τε τοῦ πράγματος φύσις καὶ ὁ
ἀληθὴς περὶ αὐτοῦ λόγος, ἀλλ' οὐχ ὁ λόγος τῷ πράγματι τοῦ εἶναι αἴτιος
ἀλλ' ἡ τοῦ πράγματος ὕπαρξις τοῦ ἀληθεύειν τὸν λόγον αἰτία· ὥστε εἰ
μηδὲν ἔλαττον ἔχει τοῦ πράγματος ἡ ἔκβασις διὰ τὸ μὴ κατ' ἐνέργειαν
προειρῆσθαι τὸν ἐκβήσεσθαι αὐτὸ ἀποφαινόμενον λόγον, πᾶσαι αἱ περὶ
τῶν ἐνδεχομένως γινομένων πρὸ τῆς ἐκβάσεως λεγόμεναι προρρήσεις, εἴτε
κατ' ἐνέργειαν εἴτε κατὰ δύναμιν, ἀληθεῖς ἔσονται. τούτου δὲ οὕτως
ἔχοντος ἀναγκαίως ἐκβέβηκεν ἕκαστον αὐτῶν, καὶ οὐκ ἐνεδέχετο αὐτὸ μὴ
ἐκβῆναι.  

Ammonius Phil., In Aristotelis analytica priora [Sp.] P. 59, l. 17

τῷ ἐξ ἀνάγκης οὐ παντί. οὕτως καὶ τὸ ἐνδέχεται παντὶ διὰ τὸ ἐνδέχεται οὐδενὶ


ἀντίκειται τῷ ἐξ ἀνάγκης τινί, ὥσπερ τῷ ἐξ ἀνάγκης οὐ παντὶ δι' ἑαυτὸ τὸ ἐνδέ-
χεται παντί. μόνα δὲ τὰ παράδοξά φησιν, ὅτι ἀντίκειται τῷ ἐνδέχεται μηδενὶ
τὸ ἐξ ἀνάγκης οὐ παντί, ἀμφοῖν ἀποφάσεων οὐσῶν, καὶ τῷ ἐνδέχεται παντὶ τὸ
ἐξ ἀνάγκης τινί, τουτέστιν ἀντίκειται τῷ ἐνδέχεται οὐδενί, ὅπερ ἐκάλεσεν ἐνδέχεται
παντὶ μὴ ὑπάρχειν, τὸ ἐξ ἀνάγκης οὐ παντί, καίπερ ἄμφω ἀποφατικῶν ὄντων, καὶ
τῷ ἐνδέχεται παντὶ τὸ ἐξ ἀνάγκης τινί, καίπερ ἄμφω καταφατικῶν ὄντων· τοῖς γὰρ
ἀνομοίοις κατὰ τὸ ποιὸν ἀναγκαίοις προφανῶς ἀντίκειται.
 Εἰ οὖν τις ἀξιοίη. ὑποκείσθω τὸ Γ τῷ Δ παντὶ ὑπάρχειν, ἀλλὰ
τινὶ μὲν ἐξ ἀνάγκης, τοῖς δ' ἄλλοις ἐνδεχομένως, οἷον ἡ κίνησις τῷ μὲν οὐρανῷ ἐξ
ἀνάγκης, τοῖς δ' ἄλλοις ἐνδεχομένως· ψεῦδος οὖν τὸ Γ τῷ Δ παντὶ ἐνδεχομένως, οὐχ
ὅτι οὐχ ὑπάρχει παντί, ἀλλ' ὅτι ἐνίοις οὐκ ἐνδεχομένως ὑπάρχει· εἰ δὲ ψεῦδος τὸ
ἐνδέχεται παντί, ἀληθὲς τὸ οὐκ ἐνδέχεται παντί· τοῦ δ' οὐκ ἐνδέχεται παντὶ ἀληθοῦς
591

ὄντος οὐ μόνον τὸ ἐξ ἀνάγκης τινὶ ἀληθές (τοῦτο γὰρ ψεῦδος), ἀλλὰ καὶ τὸ ἐξ
ἀνάγκης
οὐ παντί. ψεῦδος ἂν λαμβάνοι· τῷ γὰρ ἐνδέχεται παντὶ οὐ μόνον τὸ ἐξ ἀνάγκης
τινὶ ἀντίκειται ἀλλὰ καὶ τὸ ἐξ ἀνάγκης οὐ παντί.
 Παντὶ γὰρ ὑπάρχει, ἀλλ' ὅτι ἐνίοις ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχει,
διὰ τοῦτό φαμεν οὐ παντὶ ἐνδέχεσθαι. τὴν αἰτίαν λέγει δι' ἣν ψεῦδος τὸ Γ
τῷ Δ παντὶ ἐνδέχεται καίπερ παντὶ ὑπάρχον· διότι γὰρ λέγομεν παντὶ ἐνδέχεσθαι τὸ
τισὶν ἀναγκαίως ἀλλ' οὐκ ἐνδεχομένως ὑπάρχον.

Eustratius Phil., In Aristotelis ethica Nicomachea vi commentaria (4031: 003)


“Eustratii et Michaelis et anonyma in ethica Nicomachea commentaria”, Ed. Heylbut,
G.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem Graeca 20.P. 266, l. 36

αὐτῶν, τὰ μὲν τῶν ζῴων χερσαῖα λέγοντες, τὰ δ' ἔνυδρα, οὕτω καὶ ἐπὶ
τῶν δυνάμεων, ἤτοι μερῶν τῆς ψυχῆς οὐκ ἀνοίκειον ποιεῖσθαι διαίρεσιν
ἀπὸ γένους εἰς εἴδη ἢ ἀπὸ ὁλικωτέρου εἰς μερικώτερον κατὰ τὰ ὑποκεί-
μενα, περὶ ἃ ἐνεργοῦσι καὶ περὶ ἃ καταγίνονται. οἷον γάρ τινες τοπικαί
εἰσι διατριβαὶ τὰ ὑποκείμενα ταῖς δυνάμεσι, περὶ ἃ τὰς οἰκείας ἐνεργείας
ἐνδείκνυνται. ἐπεὶ δὲ τοῦτο οὐκ ἀποδείκνυσιν ἢ τῇ ἐναργείᾳ τῶν πραγμά-
των ἀρκούμενον, ἢ ὡς πολλοῦ λόγου δεόμενον καὶ παρέλκουσαν πρὸς τὴν
παροῦσαν πραγματείαν τὴν μεταχείρισιν τῆς τούτου ἀποδείξεως λογιζόμενος,
διὰ τοῦτο ὑποκείσθω φησὶ δύο τὰ λόγον ἔχοντα, οἷον λαμβανέσθω
ὡς ὁμολογούμενα. ὅτι γὰρ τῶν πραγμάτων τὰ μὲν ὄντα, τὰ δὲ καὶ τῶν γινο-
μένων τὰ μὲν ἀναγκαίως τὰ δ' ἐνδεχομένως γινόμενα, δῆλον παντὶ τῷ πρὸς  
μικρὸν μετεσχηκότι συνέσεως. ὅτι γὰρ εἰσί τινα νοητὰ καὶ ἕτερα αἰσθη-
τά, πάνυ ὀλίγοι ἠγνόησαν τῶν ἐπιστησάντων τοῖς πράγμασιν, ὥσπερ καὶ
ὅτι εἰσὶ τὰ μὲν ἀναγκαίως τὰ δ' ἐνδεχόμενα, ἀναγκαίως μὲν ὡς ἀνατολαὶ
καὶ δύσεις ἀστέρων καί τινων ἐκ τούτων πλησιασμοὶ καὶ ἀποστάσεις πρὸς
τὰ τῆς γῆς διάφορα κλίματα, ὧραι τε τοῦ ἔτους καὶ ἡμέραι καὶ νύκτες
ἀλλήλας διαδεχόμεναι καὶ ὅσα ἕτερα τούτοις σύστοιχα· νῖκαι δὲ καὶ
ἧτται τῶν μαχομένων ἐνδεχόμεναι καὶ ἐξ ἑτέρων εἰς ἑτέρους μεταβαλλό-
μεναι καὶ ἐνέργειαι καὶ πράξεις ἀνθρώπιναι καὶ ἄλλα τοιαῦτα πολλά, ὧν
περιττὸν ἦν ἀπαριθμεῖν τὸ καθέκαστον.
Eustratius Phil., In Aristotelis ethica Nicomachea vi commentaria P. 271, l. 14

εἴτε ἐκπέμπουσα κατὰ τὰς διαφόρους δόξας τῶν περὶ τῆς ὀπτικῆς φιλοσο-
φησάντων, καὶ περὶ τὸ μέλαν ὡσαύτως. καὶ ἡ γεωμετρικὴ ἐπιστήμη ὡς
περὶ τῶν εὐθυγράμμων σχημάτων ἀποδείκνυσιν αἰεὶ μέσῳ τῷ αἰτίῳ χρω-
μένη τοῦ πράγματος, ἀλλ' οὐ μόνον τοῦ συμπεράσματος, οὕτω δὴ καὶ περὶ
τῶν περιφερογράμμων καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ὁμοίως. ἀλλ' οὐδὲ οὕτως ὡς
τὸ λευκὸν καὶ τὸ μέλαν ἀλλήλων ἀφίστανται καὶ ὡς τὸ εὐθύγραμμον καὶ
περιφερόγραμμον, τὸ ἀναγκαῖον καὶ τὸ ἐνδεχόμενον. ἐκεῖνα γὰρ εἰ καὶ
ἀλλήλων τῷ εἴδει ἕτερα, ἀλλὰ τῷ γένει ταὐτά, ταῦτα δὲ πάντῃ ἀλλή-
λων διέστηκεν, ὅταν καὶ τὸν τρόπον τοῦ εἶναι ἔχῃ διάφορον, ὡς καὶ τοὺς
λόγους τοὺς περὶ αὐτῶν ἀναγκαίως ὑπεναντίως ἔχειν, τοὺς μὲν ἐξ ἀναγκαί-
ων καὶ ἀναγκαίως περαινομένους, τοὺς δὲ ἐξ ἐνδεχομένων καὶ ἐνδεχομένως,
ὡς ἀναγκαῖον εἶναι καὶ τὰς γνωστικὰς δυνάμεις διαφόρους κατ' εἶδος, αἳ
τοῖς διαφόρως κατὰ γένος γνωστοῖς ἐφαρμόσουσι. καλῶς ἄρα ὁ Ἀριστοτέ-
λης τοῦ λόγον ἔχοντος τῆς ψυχῆς ἄλλο καὶ ἄλλο εἴρηκεν εἶναι μόριον τὸ
περὶ τὰ ἀναγκαῖα καταγινόμενον καὶ τὸ περὶ τὰ ἐνδεχόμενα. ἦν καὶ
592

ἄλλα εἰπεῖν τὴν ζήτησιν ἐπιλύοντα, ἀλλ' ἀρκεῖ ταῦτα, ὡς μὴ ἀκαίρως φι-
λοτιμεῖσθαι δόξωμεν.

Eustratius Phil., In Aristotelis ethica Nicomachea vi commentaria P. 273, l. 4

τὰς ἀρχὰς λαβοῦσαν καὶ τὸ κοινὸν ἐκείνοις πᾶσι γνωρίσασαν, καὶ οὕτω
τὸ καθόλου ἐν ἑαυτῇ ὑποστήσασαν, τὴν δὲ διάνοιαν ἀπό τινος εἴς τι μετα-
βάλλειν, ἤτοι ἀπὸ προτάσεων ἐπὶ συμπεράσματα. καὶ οὕτω πληροῦν ἑαυ-
τῆς τὴν ἐνέργειαν διὰ τῆς οἰκείας αἰτίας τὸ ζητούμενον ἴσχουσαν, κἀν-
τεῦθεν ὑπερέχειν τῆς δόξης τῷ ἐκείνην ἄνευ λόγου ἤτοι αἰτίας τὴν γνῶ-
σιν ἔχειν, καὶ διὰ τοῦτο ἀστήρικτον καὶ ἀβέβαιον. ἡ γὰρ αἰτία μέση
κειμένη τῶν ἄκρων ἀμφοῖν, ἃ ἐν τῷ συμπεράσματι ἀλλήλοις συνάπτεται,  
δεσμός τις αὐτοῖς πρὸς τὴν συνάφειαν γίνεται ἢ ἄλυτος πάντῃ, εἰ καὶ τοῦ
πράγματός ἐστιν αἴτιος, οὐ μόνον τοῦ συμπεράσματος, καὶ ἀναγκαίως
ἔχων καὶ τὰ κατηγορούμενα κατηγορούμενα καὶ τὰ ὑποκείμενα ὑποκείμενα,
ἢ μόνου τοῦ συμπεράσματος αἴτιος καὶ ἐνδεχομένως ἔχων τὰς κατηγο-
ρίας καὶ τὰς ὑποθέσεις κἀντεῦθεν δυνάμενος λύεσθαι, τὸν δὲ νοῦν
ὑπερέχειν, ὅτι καὶ ὑπὲρ αἰτίαν τῶν γνωστῶν ἐντὸς γίνεται ἀμέσοις ἐπι-
βολαῖς καταλαμβάνων αὐτά, ὥσπερ αὐτόπτης αὐτῶν γινόμενος καὶ ἑαυ-
τῷ αὐτοῖς συγγινόμενος μηδενὸς μεσιτεύοντος. αἱ μὲν λογικαὶ οὕτως·
ἴδωμεν δὲ καὶ τὰς ἀλόγους καὶ γνωστικάς, ὅπως καὶ ἐπ' αὐτῶν ἡ κατὰ
γνῶσιν ἐνέργεια γίνεται. αἴσθησις μὲν γὰρ περὶ τὰ καθ' ἕκαστα καταγίνεται,
οὐσίας μὲν αὐτῶν οὐ καταλαμβάνουσα (τοῦτο γὰρ ταῖς λογικαῖς ἥρμοσται),
μόνας δὲ ποιότητας ἢ ποσότητας ἢ ἄλλο τι τῶν συμβεβηκότων αὐταῖς,
φαντασία δὲ τῶν αἰσθήσει φανέντων τύπους καὶ εἰκόνας ἐν αὑτῇ εἰσοι-
κίζουσα παραφυλάττειν αὐτὰς ἐντὸς πέφυκε. τίνες δή σοι δοκοῦσιν

Eustratius Phil., In Aristotelis ethica Nicomachea vi commentaria P. 314, l. 24

δέχεται δὲ ἐκεῖθεν τὸ νοερῶς ἐνεργεῖν, καὶ οὕτω τὴν τῶν ὄντων προσλαμ-
βάνει κατάληψιν ἁπλαῖς ἐπιβολαῖς ἐφαπτομένη αὐτῶν, οὐκ ἀθρόον ὡς ὁ
κύριος νοῦς οὐδὲ πάντων ὁμοῦ, ἀλλὰ καθ' ἓν ἕκαστον αὐτῶν τὸν νοῦν
περιχορεύουσα καὶ ἐξ ἑτέρων τῶν ὑπ' αὐτοῦ νοουμένων εἰς ἕτερον μετα-
βαίνουσα. δείκνυσι τοίνυν τῷ δοξαστικῷ μέρει τῆς ψυχῆς τὴν φρόνησιν
γίνεσθαι ἐκ τοῦ ἀμφοτέρας ταύτας, τὴν δόξαν καὶ τὴν φρόνησιν, περὶ τὰ
ἐνδεχόμενα καταγίνεσθαι, τὴν μὲν ὡς μέρος τῆς ψυχῆς, τὴν δόξαν, τὴν
δὲ φρόνησιν ὡς ἕξιν. καταγινομένη γὰρ ἡ ψυχὴ κατὰ τὸ αὐτῆς δοξαστι-
κὸν περὶ τὰ ἐνδεχόμενα καὶ ταῖς περὶ ταῦτα ἐνεργείαις χρονίως ἐνδιατρί-
βουσα ἐκ τῆς ἐν τούτοις πολυπειρίας, εἰς ἕξιν εἶσι φρονήσεως καὶ κατορ-
θοῖ ἐνδεχομένως ἃ κατορθοῖ, διὸ καὶ οὐδ' ἀεὶ ἐφικνεῖται τῶν προκειμένων
τελῶν, ἀλλ' ἔστιν οὗ καὶ ἀποτυγχάνει. ἱκανὸν γὰρ ταῖς περὶ τὰ ἐνδεχό-
μενα καταγινομέναις δυνάμεσι καὶ ἕξεσι τῆς ψυχῆς καὶ τὸ ὡς ἐπὶ τὸ πο-
λὺ ἐφικνεῖσθαι τῶν προκειμένων, τὸ δέ γε ἐπιστημονικόν, ἐπεὶ περὶ τὰ
ἀναγκαῖα ποιεῖται τὴν ἐνέργειαν, διὰ τοῦτο καὶ ἀναγκαῖα ἔχει τὰ τέλη καὶ
ἀπαράβατα.
593

Anonymi In Aristotelis Ethica Nicomachea Phil., In ethica Nicomachea ii–v


commentaria (4033: 001)“Eustratii et Michaelis et anonyma in ethica Nicomachea
commentaria”, Ed. Heylbut, G.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem
Graeca 20.P. 150, l. 17

ὡς μὴ δεόμεναι βοηθείας ἔξωθεν, ἀλλ' ὡρισμέναι καὶ ἑαυταῖς αὐταρκοῦσαι.


τοῖς τοιούτοις δὲ καὶ τὰ ὑπὸ θεῶν γινόμενα ἔοικε. διὸ οὐδὲ τὸ θεῖον
βουλευτικόν. ἔοικε γὰρ ἐπιστήμῃ τὰ ὑπ' ἐκείνων γινόμενα.
 Μᾶλλον δέ φησι περὶ τὰς τέχνας ἢ δόξας. ἀμφοτέρως γὰρ
γράφεται. τὸ αὐτὸ γὰρ ἀμφότερα δηλοῖ. περὶ γὰρ ὧν δοξάζομεν καὶ
ἐπιστήμας οὐκ ἔχομεν, περὶ τούτων μάλιστα βουλευόμεθα τῷ τὴν βουλὴν
μὴ περὶ τὰ ὡρισμένα εἶναι, ὡς ἔφαμεν. ἤτοι δὲ περὶ ὧν δοξάζομεν ἡμεῖς
λέγει, εἰ καὶ εἴη ἐπιστητά (ἕως μὲν γὰρ ἂν μὴ ἔχωμεν τὴν περὶ αὐτῶν
ἐπιστήμην, διστάζομεν καὶ βουλευόμεθα περὶ αὐτῶν) ἢ περὶ τῶν δοξαστῶν
τῇ αὐτῶν φύσει λέγει γίνεσθαι τὰς βουλάς. ἔστι γάρ τινα τῇ αὐτῶν φύσει
δοξαστά, οὐκ ἔχοντα τὸ πάγιον· ἐν οἷς ἐστι τὰ ἐνδεχομένως γινόμενα δι'
ἡμῶν· ἀλλὰ καὶ ὅτι ἧττον τῶν ἐπιστημῶν αἱ τέχναι τὸ ὡρισμένον καὶ
βέβαιον ἔχουσι δῆλον, εἴ γε αἱ μὲν ἐπιστῆμαι περὶ τὰ ἀίδια, αἱ δὲ τέχναι
περὶ τὰ ἐν γενέσει. διὸ καὶ μᾶλλον περὶ τῶν κατὰ τὰς τέχνας ἢ τὰς
ἐπιστήμας βουλευόμεθα. οὐ γὰρ διστάζομεν πῶς γραπτέον· ὡρισμένοι
γάρ εἰσιν οἱ χαρακτῆρες τῶν γραμμάτων, καὶ οὐ διστάζομεν γράφοντες
αὐτά, οὐδὲ δεόμεθα βουλῆς πρὸς τὸ Α γράψαι ἢ ἄλλο τι τῶν στοιχείων.

Anonymi In Aristotelis Ethica Nicomachea Phil., In ethica Nicomachea


paraphrasis (pseudepigraphum olim a Constantino Palaeocappa confectum et olim
sub auctore Heliodoro Prusensi vel Andronico Rhodio vel Olympiodoro) (4033: 003)
“Heliodori in ethica Nicomachea paraphrasis”, Ed. Heylbut, G.Berlin: Reimer, 1889;
Commentaria in Aristotelem Graeca 19.2.P. 116, l. 35

κοῦ διανοητικοῦ καὶ τοῦ βουλευτικοῦ ἀκριβέστερον. τὸ μὲν γὰρ ἔργον


ἑκατέρων, ὡς δέδεικται, ἀλήθειά ἐστι· τοῦ ἔργου δὲ δειχθέντος ἑκατέρου,
φανερά ἐστιν αὐτῶν ἡ ἀρετή· ἑκάστου γὰρ ἡ ἀρετὴ ἐν τῷ οἰκείῳ ἔργῳ
αὐτοῦ συνίσταται· τὸ γὰρ εὖ καὶ καλῶς ποιῆσαι τὸ ἔργον, τοῦτό ἐστιν ἡ
ἀρετή· αἱ τοίνυν ἕξεις καθ' ἃς δυνήσεται ἑκάτερον αὐτῶν τὴν οἰκείαν ἀλή-
θειαν ἀληθεύειν, ὡς ἔνι μάλιστα δυνατόν, αὗταί εἰσιν αἱ ἀρεταὶ ἑκατέρου.
ἀρξάμενοι οὖν ἄνωθεν περὶ αὐτῶν πάλιν λέγωμεν. ἐπεὶ περὶ τῆς
ἀληθείας ὁ λόγος ἡμῖν, ζητητέον ποσαχῶς ἡ ψυχὴ δύναται ἀληθεύειν ἐν
τῷ καταφάσκειν καὶ ἀποφάσκειν, καὶ πόσαι εἰσὶν αἱ ἕξεις καθ' ἃς ἀλη-
θεύομεν. εἰσὶ τοίνυν πέντε τὸν ἀριθμόν, τέχνη ἐπιστήμη φρόνησις
σοφία νοῦς· τὴν γὰρ ὑπόληψιν καὶ τὴν δόξαν, ὡς ἐνδεχομένως ἀληθεύου-
σαν, παραλείπομεν. τῶν γὰρ εἰρημένων πέντε δυνάμεων νοῦς μὲν οὐδέ-
ποτε ψεύδεται οὐδὲ ἡ ἐπιστήμη· τοῦτο γάρ ἐστιν αὐτοῖς τὸ εἶναι, τὸ ἐξ
ἀνάγκης ἀληθεύειν· τέχνη δὲ καὶ φρόνησις καὶ σοφία ψεύδονται μέν ποτε,  
ἀλλ' οὐ δι' ἑαυτάς, ἀλλὰ διὰ τὴν τῆς ὕλης ἀνωμαλίαν· τότε γάρ τις
μέθοδος ψεύδεται δι' ἑαυτήν, ὅταν ἀπὸ τῶν κανόνων αὐτῆς τὸ ψεῦδος
συνάγηται· εἰ δ' αὐτὴ μὲν περὶ τοὺς οἰκείους κανόνας ὑγιῶς ἔχει, τὰ δὲ
πράγματα ἄλλοτε ἄλλως ἔχοντα τὸ ψεῦδος ποιοῦσιν, οὐκ αὐτὴ λέγοιτο ἂν
594

δικαίως ψευδής, ἡ δὲ ὑπόληψις καὶ ἡ δόξα· καὶ τῶν γινωσκομένων ἀεὶ


ὡσαύτως ἐχόντων αὐτὴ ψεύδεται,

Πρόκλος. In Platonis rem publicam commentarii (4036: 001)“Procli Diadochi in


Platonis rem publicam commentarii, 2 vols.”, Ed. Kroll, W.Leipzig: Teubner, 1:1899;
2:1901, Rep1965.Vol. 1, p. 263, l. 27

διὰ τῶν αἰσθήσεων, ἀλλ' ἡ λογικὴ γνῶσις αὐτῶν γίγνεται


διὰ δόξης, καὶ ἔστι δοξαστὰ κυρίως, ὥσπερ τὰ καθόλου
ἐπιστητά· τούτων γάρ εἰσιν αἱ ἐπιστῆμαι, τῶν δὲ καθ' ἕκαστα
λαβεῖν ἐπιστήμην ἀδύνατον. οὕτω δὲ καὶ ὁ Ἀριστοτέλης
ἐν τοῖς ἀποδεικτικοῖς [anal. post. I 33. 88b 30] τῶν
μὲν ἀναγκαίων εἶπεν εἶναι τὴν ἐπιστήμην, τῶν δὲ ἐν-
δεχομένων καὶ ἄλλως ἔχειν τὴν δόξαν· οὐδὲν ἄλλο λέγων ἢ
ὅ φησιν ἐν τούτοις ὁ Σωκράτης, πλανητὰ μὲν τὰ δοξαστὰ
καλῶν, κατὰ τὰ αὐτὰ δὲ ἔχοντα τὰ καθόλου καὶ ἐπιστητά.
τὰ μὲν οὖν ὑπὸ σελήνην, ἐν οἷς τὸ εἶδος ἐν πολλοῖς ἐστιν,
ἐναργῶς τὰ πολλὰ δείκνυσιν ἐνδεχομένως ὄντα, τὰ δὲ οὐ-
ράνια μοναδικὰ ὄντα δόξειεν ἂν μηδὲ τὸ εἶδος ἔχειν τὸ
μετεχόμενον διάφορον τοῦ μερικοῦ καὶ μετέχοντος. πλὴν καὶ  
ἐν ἐκείνοις ὁ τῆς ἐπιστήμης λόγος εὑρίσκει τὴν ἑκατέρου
διαφοράν· τὸ μὲν γὰρ εἶδος τῆς ἐν αὐτοῖς ὑπάρξεως ἑστώ-
σης αἴτιόν ἐστιν, τὸ δὲ μερικὸν ἰδίωμα τῆς μεταβολῆς. τὸ
γὰρ κινεῖσθαι καὶ ἄλλοτε ἄλλως ἔχειν ὑπάρχει κἀκείνοις ὡς
μερικοῖς. διὸ καὶ ὁ Τίμαιος ἔλεγεν πᾶν τὸ γενητὸν εἶναι
δοξαστόν· ᾗ γὰρ γενητόν, τοιοῦτόν ἐστιν, εἴτε κατ' οὐσίαν
ἔχοι τὸ γενητὸν εἴτε κατ' ἐνέργειαν. ὥστε κἂν ᾖ τι τῶν
οὐρανίων ὡς μερικὸν εἶναι ὡσαύτως ἔχον,

Damascius Phil., In Phaedonem (versio 1) (4066: 005)


“The Greek commentaries on Plato's Phaedo, vol. 2 [Damascius]”, Ed. Westerink,
L.G.Amsterdam: North–Holland, 1977.Sec. 207, l. 17

Συριανὸς τῶν τε προτέρων τὸ ἰδιωτικόν τε καὶ ἄπορον φυλαξάμενος καὶ τοῦ


Ἰαμβλίχου τὸ μέγα χαλάσας ἐπειράθη καὶ ταῖς Σωκράτους ἐπαγγελίαις ἐμμένειν
καὶ τοὺς διακωμῳδοῦντας τὴν ἐπιχείρησιν ἐξελέγχειν ὡς συκοφαντοῦντας. τὰ
μὲν οὖν ἄλλα διωρίσατο καὶ προωμολογήσατο κατὰ νοῦν τε ἐμοὶ καὶ ἑαυτῷ
εἰωθότως, ‘ἀτὰρ οὐ τέλος ἵκετο μύθων’. πολλῶν τε γὰρ ἐπεισοδίων ἐδεήθη μὴ
κειμένων ἐν τῷ λόγῳ, καὶ ἐνδεχόμενον εἶναι τὸν λόγον προειπὼν ἐτελεύτησεν
αὐτοῦ προϊὼν εἰς τὴν ἀνάγκην, ἴσην γε ἀνάγκην τῇ τοῦ κόσμου συστάσει· καὶ οὐδὲ
ταύτην κοινὴν ἐπὶ πάντων ἀπέφηνεν, ὥσπερ ὁ Σωκράτης ἠξίωσεν [70d7 – e6],
ἀλλ' ἐπὶ μόνων τῶν ἀνθρωπίνων γενέσεων, οὐδὲ τούτων ὅλων, ἀλλὰ μόνον τῶν
περὶ ψυχήν. διὸ καὶ ἐγὼ μικρὰ ἄττα προσθεῖναι βούλομαι, καὶ προσδιορίσασθαι
ὅστις ὁ κύκλος καὶ τίνων, ὡς ἀληθής τέ ἐστι καὶ ἐνδεχομένως ἀληθής.
 βʹ.  – Συντομίας δὲ εἵνεκεν ἅμα καὶ εὐκρινείας ἐπὶ κεφαλαίων ἐκθήσομαι τάς
τε ἀπορίας ὅσας ἄν τις ἀπορήσειε πρὸς τὸν λόγον καὶ τῆς Συριανοῦ τυχόντα
νουνεχοῦς ἐξηγήσεως, καὶ τὰς προομολογήσεις δι' ὧν ἀπαντησόμεθα πρὸς τοὺς  
595

ἀποροῦντας καὶ τὰς ἀποδείξεις ποιησόμεθα τῆς ἐνδεχομένης ἀληθείας, ἔτι δὲ


ἐκ τρίτων τὰς ἐπιλύσεις αὐτὰς τῶν ἀποριῶν καὶ τὰς μετὰ τοῦ εἰκότος ἐξηγήσεις,
ὡς αὐτὸς ὑπέσχετο ὁ Σωκράτης· ‘ἀλλὰ τί δὴ ποιῶμεν; ἢ περὶ αὐτῶν τούτων
βούλει διαμυθολογῶμεν, εἴτε εἰκὸς οὕτως ἔχειν εἴτε μή;’ [70b5 – 7]. ἀξιῶ δὲ
ἐγὼ τὸν ἐντευξόμενον γεγυμνάσθαι πρότερον ἐν τοῖς ἐκείνου τοῦ ἀνδρὸς ἱεροῖς
σκέμμασι· τὰ γὰρ καλῶς εἰρημένα μεταγράφειν οὐκ εὔλογον εἶναί μοι δοκεῖ.

Damascius Phil., In Phaedonem (versio 1) Sec. 241, l. 3

 λγʹ.  – Ὅτι πρὸς τὴν ἐνάτην ῥητέον ἐκεῖνο, ὡς αἱ μὲν οὐσίαι πολὺν
ἐπιμένουσαι χρόνον, ἔπειτα παθοῦσαι στέρησιν ἀπόλλυνται καὶ γίγνονται πάλιν
αἱ αὐταὶ κατ' εἶδος, οὐδὲν μέντοι ἧττον περὶ ἑκάστην, ἕως ὅτε μένει, τῶν
ἐναντίων ὁ κύκλος ἐπιτελεῖται. τὸ αὐτὸ τοίνυν ὁμολογήσομεν καὶ τὴν ψυχῆς
οὐσίαν γίγνεσθαι μὲν κατ' εἶδος ἀεὶ ἄλλην καὶ ἄλλην, μένουσαν δὲ ἐπὶ πλείω
χρόνον ἢ τὰ περὶ αὐτὴν ἐναντία δέχεσθαι τὴν τούτων ἐν κύκλῳ μεταβολὴν
πλεονάκις.
 λδʹ.  – Ὅτι πρὸς τὴν δεκάτην ἀπαντησόμεθα λέγοντες· εἰ μὲν τοιαῦταί
εἰσιν αἱ οὐσίαι πρὸς τὰ συμβεβηκότα οἷαι καὶ εἰσί, μονιμώτεραι καὶ πολυχρονιώτεραι
κατὰ φύσιν ἐκείνων, ἔστιν ὁ λόγος ἀληθὴς ἐνδεχομένως ὁ ἀπὸ τῶν ἐναντίων. οὐ γὰρ
τῶν μέν, τῶν δὲ οὒ βεβαιότεραι, ἀλλὰ πάντων ἁπλῶς τῶν περὶ αὐτὰς ἐναντίων ἅτε
γιγνομένων καὶ ἀπογιγνομένων, ὥστε καὶ τοῦ διαζεύγνυσθαι καὶ συζεύγνυσθαι
πρὸς τὸ σῶμα· συμβέβηκε γὰρ καὶ ταῦτα ταῖς ψυχαῖς οὐσίαις οὔσαις. εἰ μὲν
οὖν, ὅπερ ἔφην, αἱ οὐσίαι τοιαῦται, σῴζεται ὁ λόγος· εἰ δὲ τὸ λοιπὸν γένοιντο
μὴ τοιαῦται, ὡς μέχρι γε τήμερόν εἰσιν, ἀναλωθήσονται αἱ νῦν οὖσαι τοιαῦται  
τῷ χρόνῳ καὶ ἔσονται τῷ χρόνῳ τῶν συμβεβηκότων οὐκέτι πολυχρονιώτεραι.
εἰ γὰρ ἑνὸς εἴδους, οἷον τοῦ διαζεύγνυσθαι καὶ συζεύγνυσθαι, τῷ αὐτῷ λόγῳ
καὶ πάντων· ὥστε ἐὰν ἅπαξ μόνον ὁτιοῦν τῶν ἐν ὑποκειμένῳ μεταβληθῇ, καὶ
αὐτὴ φθαρήσεται ἡ ὑποκειμένη οὐσία. πολλάκις δὲ ὥρας ἑκάστης ταῦτα μετα-
βάλλεται· οὐκ ἂν οὖν φθάνοι πάντα φθειρόμενα καὶ οὐκέτι ἀναβιωσκόμενα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. “Eustathii archiepiscopi


Thessalonicensis commentarii ad Homeri Odysseam, 2 vols. in 1”, Ed. Stallbaum, G.
Leipzig: Weigel, 1:1825; 2:1826, Rep1970.Vol. 2, p. 131, l. 26

ἐπὶ δὲ τούτοις θεωρῶν ὁ ποιητὴς αὐτὸς ἑαυτὸν, τουτέστι τὴν οἰκείαν ἑρμηνεύων
μέθοδον καὶ δηλῶν
ὡς ἐσχηματισμένως ἐνταῦθα ἔγραψε, φησίν· ὣς φάτο θαρσύνων, τὴν Πηνελόπην
δηλαδὴ Εὐρύμαχος,
τῷ δ' ἤρτυεν αὐτὸς ὄλεθρον, ὃν καὶ τοῖς λόγοις ἐνέφηνεν, εἰ καὶ ἡ Πηνελόπη
ἁπλοϊκῶς ἤκουσε. καὶ
ὅρα ὡς καὶ τῶν ἐσχηματισμένων ὁμιλιῶν ἀρχὰς ὁ ποιητὴς ἐνδέδωκεν. (Vers. 436.)
Ὅτι δὲ τὸ μελόν-
των ἀντὶ τοῦ μελέτωσαν κεῖται, οὐκ ἔστιν ἀμφιβαλεῖν. δῆλον δὲ καὶ ὅτι ἔχει τι
ἐσχηματισμένης ἐννοίας
καὶ τὸ, μή τοι ταῦτα μελόντων. μονονουχὶ γάρ, φησιν, ὅτι οὐ σοί γε ἀλλ' ἡμῖν ἔσται
μέλησις, ὅπως
ἂν διαχειρισώμεθα τὸν Τηλέμαχον. ὅλως γὰρ ὀργίλου μὲν ἤθους τὰ τοῦ Ἀντινόου καὶ
βαρέος, εἰρωνι-
κοῦ δὲ τὰ τοῦ Εὐρυμάχου. (Vers. 439.) Τὸ δὲ ζώοντος ἐμοῦ καὶ ἐπὶ χθονὶ
596

δερκομένοιο, ἐκ τῆς Ἰλιά-


δος παρειλκύσθαι δοκεῖ. (Vers. 437.) Τὸ δὲ ἔσσεται καὶ τὸ γένηται δοκεῖ τοῖς
φιλοσοφοῦσι διαφορὰν
ἔχειν τινά. ἔσεσθαι μὲν γὰρ ἐπὶ τῶν ἐξανάγκης φασὶν, ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων δὲ τὸ
γενήσεσθαι, οἷον,
ἔσεται μετὰ χειμῶνα ἔαρ ἀναγκαίως, τὸ δὲ βρέφος τόδε γενήσεται γραμματικὸν,
ἐνδεχομένως· οὐ γὰρ
ἐξανάγκης τοῦτό γε. (Vers. 443.) Τὸ δὲ πολλάκι γούνασιν ἐφέζεσθαι καὶ τὰ ἑξῆς,
μέγα εἰς φιλοστορ-
γίαν εἶναι δοκεῖ τοῖς φρονοῦσι διὰ τὴν εἰς αὐτοὺς βρεφικήν ποθεν ἐπιμέλειαν. διὸ καὶ
ὁ ἐν Ἰλιάδι Φοῖ-
νιξ ἀναμιμνήσκων τὸν Ἀχιλλέα, ὅτι πολλάκις μοι τὸ στῆθος κατέδευσας οἴνου
ἀποβλύζων, ἐνδείκνυται
δυσωπητικὸν εἶναι τὴν τοιαύτην βρεφοκομίαν καὶ παιδοτροφίαν. ὅ περ καὶ ὁ
Εὐρύμαχος ἐνταῦθα ἐφ'
ἑαυτῷ προσποιεῖται, λαλῶν μὲν τὸ δέον, οὐ φρονῶν δὲ ὡς δέον. Κρέας δὲ ὀπτὸν καὶ
ταῦτα νηπίῳ δίδο-
ται, ὅτι σπανίως ἀνάβραστα κρέα οἱ ἥρωες προσεφέροντο. δῆλον δὲ ὅτι ἐκ τοῦ
ὀπτητὸν, ὡς καὶ
ἀλλαχοῦ ἐῤῥέθη, συγκέκοπται τὸ ὀπτόν. Ἐπισχεῖν δὲ οἶνον τὸ ἐγγὺς σχεῖν, οὗ
ἐναντίον τὸ ἀποσχεῖν.

Evagrius ScEccl., Gnosticus (Frag.Graeca) (4110: 002)“Évagre le Pontique. Le


gnostique ou à celui qui est devenu digne de la science”, Ed. Guillaumont, A.,
Guillaumont, C.Paris: Cerf, 1989; Sources chrétiennes 356.Ch.33, l. 3

τούτων· τὸν γὰρ οἰκονόμον εἶναί φασι βαλάντιον λογικόν.  


 Γέροντας μὲν θυμοῦ, τοὺς δὲ νέους γαστρὸς κρατεῖν
παρακάλει· τοὺς μὲν γὰρ οἱ ψυχικοί, τοὺς δὲ ἐπὶ πλεῖστον οἱ
σωματικοὶ διαμάχονται δαίμονες.  
 Ἔμφραττε στόματα τῶν καταλαλούντων ἐν ἀκοαῖς σου· καὶ
μὴ θαυμάσῃς ὑπὸ πλείστων κατηγορούμενος· οὗτος γὰρ ὁ
πειρασμὸς ἐκ δαιμόνων· τὸν γὰρ γνωστικὸν ἐλεύθερον εἶναι δεῖ
μίσους καὶ μνησικακίας, καὶ μὴ βουλομένων.  
 Λέληθεν ἴσως ἑαυτὸν θεραπεύων ὁ διὰ τὸν Κύριον τοὺς
ἀνθρώπους ἰώμενος· ὃ γὰρ προσάγει φάρμακον ὁ γνωστικός,
τὸν μὲν πλησίον ἐνδεχομένως, ἑαυτὸν δὲ ἀναγκαίως ἰᾶται.  
 Λανθανέτω τοὺς κοσμικοὺς καὶ τοὺς νέους ὁ περὶ κρίσεως
ὑψηλότερος λόγος, γεννῶν ῥᾳδίως τὴν καταφρόνησιν· οὐ γὰρ
ἴσασιν ὀδύνην ψυχῆς λογικῆς καταδικασθείσης τὴν ἄγνοιαν.  
 Ὁ ἅγιος Παῦλος ὑποπιάζων ἐδουλαγώγει τὸ σῶμα· μὴ
ἀμελήσῃς οὖν τῆς διαίτης ἐν τῇ ζωῇ σου καὶ μὴ καθυβρίσῃς τὴν
ἀπάθειαν σώματι παχεῖ ταπεινώσας αὐτήν.  
 

Nicephorus Gregoras Hist., Historia Romana (4145: 001)“Nicephori Gregorae


historiae Byzantinae, 3 vols.”, Ed. Schopen, L., Bekker, I.Bonn: Weber, 1:1829;
2:1830; 3:1855; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.Vol. 3, p. 306, l. 8
597

μασκοῦ, ὃς ὀκταχῇ τὴν τοῦ ἔχειν ἡμῖν διαιρῶν σημασίαν,


κατ' οὐδένα γέ τινα τούτων τρόπον τῇ θείᾳ καὶ ἁπλουστάτῃ
ἐκείνῃ φύσει τὸ ἔχειν διδοὺς εὑρίσκεται. πῶς γὰρ οἱασοῦν  
μεσιτευούσης ἀλλοτριώσεως, καὶ τοῦ ἔχοντος τὸ ἐχόμενον διι-
στώσης μὲν οὑτωσί, συναγούσης δ' ἄλλως τὸν νόθον τε καὶ
ἐπίκτητον τρόπον. ἢ γὰρ ὡς οὐσίαν ἀνάγκη, φησί, τὸ ἐχόμε-
νον τῇ ἐχούσῃ συνεῖναι οὐσίᾳ, καθάπερ ἱμάτιον καὶ χεῖρα
καὶ ἀγρὸν καὶ τά γε τοιαῦτα, ἢ ὡς συμβεβηκός. καὶ τοῦτο
διχῇ πως αὖ ὑποδιαιρούμενον, εἴς τε τὴν τῶν χωριστῶν δη-
λαδὴ καὶ τῶν γε μηδαμῇ χωριζομένων δύναμιν. τὸ μὲν γὰρ
ἐνδεχομένως ἔχειν λέγεται καὶ μή, καθ' ὅ γε σημαινόμενον
ἐνδέχεσθαί φαμεν βαδίζειν τὸ βαδιστικὸν καὶ τοὐναντίον αὖ μὴ
βαδίζειν· τὸ δὲ καθ' ἕξιν καὶ διάθεσιν ἔχειν λέγεται, ὡς μέλιτι
δηλαδὴ συμπεφυκυῖαν γλυκύτητα καὶ χιόνι λευκότητα καὶ γνῶ-
σιν ἀνθρωπίνῃ ψυχῇ. ὧν ἁπάντων ἓν ὁποιονοῦν ἔστω ὁποτέρω-
θεν εἰληφὼς τῇ θείᾳ κυριωνυμεῖν καὶ ἁπλῇ βούλοιτο φύσει, ἴστω
περιφανῶς ἁμαρτάνων· χρῆσιν γὰρ ἀνθρώποις ὑπάρχειν ὁ
μέγας τὰ ὀνόματα φάσκει Βασίλειος πρὸς γνῶσιν καὶ διαίρε-
σιν οὐσιῶν καὶ τῶν περὶ τὰς οὐσίας ἐπινοηθέντων πραγμά-
των. ᾧ γε καὶ πάνυ τι δέδοται φορτικὸν καὶ ἀπόβλητον συμ-
βεβηκός τι προσάγειν τῇ θείᾳ φύσει καὶ ἁπλουστάτῃ.

Sophronius Gramm., Excerpta ex Joannis Characis commentariis in Theodosii


Alexandrini canones (4149: 001)“Grammatici Graeci, vol. 4.2”, Ed. Hilgard, A.
Leipzig: Teubner, 1894, Rep1965.P. 409, l. 19

ὀνόματος σὺν θεῷ ἔλθωμεν ἐπὶ τὸ ῥῆμα.


 Παρέπεται τοίνυν τῷ ῥήματι ὀκτώ τινα, ἐγκλίσεις δια-
θέσεις καὶ ἑξῆς· καὶ ὥσπερ τὰ παρεπόμενα τῷ ὀνόματι ἐπὶ παντὸς
κατηγορεῖται τοῦ ὀνόματος, οὕτω καὶ ἐπὶ τοῦ ῥήματος ληπτέον. Ἀπο-
ροῦσι δέ τινες λέγοντες, πῶς ῥῆμα τὸ ἀπαρέμφατον, ᾧ μὴ παρέπονται
πάντα τὰ προειρημένα πλὴν διαθέσεων χρόνων καὶ συζυγιῶν. Φαμὲν
οὖν ἡμεῖς πρὸς τοῦτο, ὅτι τῶν παρεπομένων τὰ μὲν οὐσιώδη, τὰ δὲ
ἐπουσιώδη, τουτέστι τὰ μὲν συστατικὰ διαφορᾶς, τὰ δὲ ὡς συμβεβηκότα·
ὥσπερ οὖν τὰ παρεπόμενα τῷ ἀνθρώπῳ οὐσιώδη τὰ αὐτά, τὰ δὲ
συμβεβηκότα οὐ τὰ αὐτά – πᾶς μὲν γὰρ ἄνθρωπος λογικός, ἐπεὶ καὶ
ὁ ἄνθρωπος, οὐ πᾶς δὲ λευκὸς ἢ μέλας, ἀλλ' ἐνδεχομένως – οὕτως
αἱ μὲν διαθέσεις καὶ οἱ χρόνοι καὶ αἱ συζυγίαι τρόπον τινὰ ἐν τῷ τοῦ
ῥήματος εἰλημμένα λόγῳ καὶ παντὶ ἐνθεωροῦνται ῥήματι, τὰ δὲ λοιπὰ
λόγον συμβεβηκότων ἔχοντα οὐ φθείρει μὴ παρόντα τὸ ὑποκείμενον.
 Ἐξεταστέον τοίνυν τούτων, φημὶ δὴ τῶν παρεπομένων τῷ ῥήματι,
ἕκαστον, ὃν τρόπον καὶ ἐπὶ τῶν τῷ ὀνόματι παρεπομένων πεποιή-
καμεν, καὶ πρῶτον τὰς ἐγκλίσεις. Ἐγκλίσεις τοίνυν καλοῦσιν οἱ νεώ-
τεροι τὰς τῆς ψυχῆς βουλήσεις, ὡς ἀπὸ πράγματος εἰς πρᾶγμα τὴν
οἱονεὶ κλίσιν τῆς ψυχῆς καὶ ῥοπὴν σημαινούσας· οἷον βουληθείς τις
γράψαι «γράφω» φησίν, ὁριστικῇ χρησάμενος ἐκφορᾷ· πάλιν τραπείσης
τῆς ψυχῆς ἐφ' ἑτέρῳ βουλήματι, τούτῳ συναλλοιοῦται καὶ ὁ τοῦ ῥήματος
598

Anonymi In Aristotelis Librum De Interpretatione Phil., Commentarium in


librum de interpretatione (e cod. Paris. g2064) (fort. auctore quodam Alexandrino
vel Constantinopolitano) (4165: 001)“Anonymous commentary on Aristotle's de
interpretatione”, Ed. Tarán, L.Meisenheim am Glan: Hain, 1978; Beiträge zur
klassischen Philologie 95.P. 34, l. 1

χρόνους γίνονται ἀντιθέσεις ιβ, οἷον ‘Σωκράτης περιπατεῖ’ ‘Σω-


κράτης οὐ περιπατεῖ,’ ‘Σωκράτης περιεπάτει’ ‘Σωκράτης οὐ
περιεπάτει,’ ‘Σωκράτης περιπατήσει’ ‘Σωκράτης οὐ περιπατήσει,’
καὶ περὶ τῶν λοιπῶν ὡσαύτως. καὶ τοσαῦται μὲν ἐξ ὑποκειμένου
καὶ κατηγορουμένου γίνονται. ἐπειδὴ δὲ καὶ ἡ σχέσις, ἥτις καὶ
ὕλη προσαγορεύεται, τριττή ἐστιν, ἀναγκαία ἐνδεχομένη ἀδύνατος·
ἢ γὰρ ἀναγκαίαν σχέσιν ἔχει τὸ κατηγορούμενον πρὸς τὸ ὑποκεί-
μενον καὶ ἀναγκαίως αὐτοῦ κατηγορεῖται, ὡς τὸ ζῷον τοῦ ἀνθρώπου
(ἀνάγκη γὰρ τὸν ἄνθρωπον ζῷον εἶναι), ἢ ἀδύνατον σχέσιν ἔχει
πρὸς αὐτὸ καὶ ἀδυνάτως αὐτοῦ κατηγορεῖται, ὡς τὸ πτερωτὸν εἶναι  
ἀνθρώπου, ἢ ἐνδεχομένως κατηγορεῖται, ὡς τὸ δίκαιον τοῦ Σωκράτους·
τριῶν οὖν τούτων οὐσῶν ὑλῶν δῆλον ὅτι αἱ ιβ ἀντιθέσεις αἱ προ-
ειρημέναι τριχῇ διαλαμβανόμεναι κατ' αὐτὰς ποιοῦσιν λϛ ἀντιθέ-
σεις, οἷον ‘Σωκράτης ζῷόν ἐστιν’ ‘Σωκράτης ζῷον οὐκ ἔστιν,’ ἐν-
ταῦθα ἀναγκαία ὕλη. ἐὰν δὲ εἴπω ‘Σωκράτης πτερωτός ἐστιν’ ‘Σω-
κράτης πτερωτὸς οὐκ ἔστιν,’ ἐνταῦθα ἀδύνατος ὕλη. ἐὰν δὲ εἴπω
’Σωκράτης δίκαιός ἐστιν’ ‘Σωκράτης δίκαιος οὐκ ἔστιν,’ ἐνταῦθα
ἐνδεχομένη ὕλη. λαμβάνοντες οὖν τὰς προειρημένας ιβ ἀντιθέσεις
κατὰ τὰς τρεῖς ὕλας ταύτας ποιήσομεν λϛ ἀντιθέσεις. καὶ τοσαῦ-
ται μὲν ἔσονται ἐξ ὡρισμένου τοῦ ὑποκειμένου. ἐξ ἀορίστου δὲ δῆ-
λον ὅτι ἄλλαι τοσαῦται. ἔγνωμεν δὲ ἐν τῷ περὶ ὀνόματος

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν “Rhetores


Graeci, vol. 6”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Rep1968.6, P. 360, l. 24

 θʹ. Ταῖς ἀντιθέσεσιν ὡσαύτως· ἐμάθομεν


ἐν τῷ περὶ εὑρέσεων βιβλίῳ ἐν τῷ τρίτῳ τόμῳ, ὅτι τὸ
τοῦ ἐναντίου κεφάλαιον ὅτε κατὰ ἀντίθεσιν εἰσάγομεν,
χρώμεθα προτάσει, ὑποφορᾷ, ἀντιπροτάσει καὶ λύσει·
καὶ ἀναγκαίως μὲν ὑποφορᾷ καὶ τῇ λύσει· ἐνδεχομένως
δὲ τῇ προτάσει καὶ ἀντιπροτάσει· ταχείας μὲν οὖν τὰς
ἀντιθέσεις ποιοῦμεν, εἰ τὴν ὑποφορὰν χωρὶς προτάσεως
ἐκφέρομεν, τὰς δὲ λύσεις, εἰ χωρὶς προτάσεως ταύτας
ταῖς ἀντιθέσεσιν, ἤγουν ταῖς ὑποφοραῖς ἐπάγομεν· ἀλ-
λὰ ταχείας μὲν οὕτως ποιοῦμεν τὰς ἀντιθέσεις, καὶ κα-
τὰ τὰς ἀπαντήσεις· βραχείας δὲ, εἰ διὰ βραχέων κώλων  
ταύτας ἐκφέρομεν, οἷον λόγος, καὶ μὴ διὰ μακρῶν, οἷον
Πηλεύς.
 ιʹ. Τί γὰρ καὶ βουλόμενοι μεταπέμπεσθε·
εἰ γὰρ ὑμεῖς ἅμα τοὺς μὲν ἄλλους Ἕλληνας εἰς πόλεμον
599

Philosophus Christianus Alchem., Ἀπορία. Τὸ ἓν ἀβύσσαιον ὕδωρ ἐν τῷ ἀριθμῷ


δεικνύειν ἐθέλουσα ἡ τούτου ἐπίλυσις (e cod. Venet. Marc. 299, fol. 120r) (4328:
007)“Collection des anciens alchimistes grecs, vol. 2”, Ed. Berthelot, M., Ruelle,
C.É.Paris: Steinheil, 1888, Rep1963.Vol. 2, p. 407, l. 18

ΤΟ ΕΝ ΑΒΥΣΣΑΙΟΝ ΥΔΩΡ ΕΝ ΤΩ ΑΡΙΘΜΩ ΔΕΙΚΝΥΕΙΝ ΕΘΕΛΟΥΣΑ.


Η ΤΟΥΤΟΥ ΕΠΙΛΥΣΙΣ

 Ἕτεροι δέ φασιν ὅτι πολυσύνθετόν ἐστιν τὸ ὕδωρ, ἀπὸ δύο


μονάδων συνθέτων γινόμενον· ὡς πάντα τὰ φυσικά τε
καὶ τεχνικὰ πράγματα, πλοῖον, εἰ τύχοι, καὶ οἶκος, ὡς καὶ ὁ κόσμος
εἷς ἐστιν τῷ ἀριθμῷ, ἐκ πολλῶν συνιστάμενος. Διὸ καί φησιν Ἑρμῆς
ὅτι πολλὰ ὄντα ἓν λέγεται. Φάσκουσιν δὲ καὶ τοῦτο πρὸς συνηγο-
ρίαν τοῦ λόγου τοῦ αὐτῶν οὕτως· «Τῷ ἀριθμῷ ἓν τριττὴν ἔχει
τὴν σημασίαν·» λέγεται γὰρ ἓν τῷ ἀριθμῷ τὸ κατὰ συνέχειαν, ὡς
τὸ δεκάπηχυ ξύλον, ὅπερ διὰ τὴν τῶν μορίων συνέχειαν ἕν ἐστι
κατ' ἐνέργειαν, δυνάμει δὲ πλείονα, διὰ τὸ ἐπ' ἄπειρον ἐνδεχομένως
τοῦτο διαιρετὸν λέγεται. Πάλιν ἓν τῷ ἀριθμῷ ὁμωνύμως ὡς ὁ ἀς-
τρῷος κύων, καὶ ὁ θαλάσσιος, καὶ ὁ χερσαῖος· μίαν γὰρ ἔχουσι  
προσηγορίαν οἱ τρεῖς· ὁμοίως ἓν τῷ ἀριθμῷ ἐστιν καὶ ὄνομα. Καὶ
ἔστιν τὸ ἁπλοῦν καὶ ἀσυνδύαστον, ὡς ἓν πνεῦμα, καὶ ψυχὴ μία,
καὶ ἄγγελος εἷς.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια.(5026: 007)“Scholia Graeca in Homeri Odysseam,


2 vols.”, Ed. Dindorf, W.Oxford: Oxford University Press, 1855, Rep1962.
Book 3, hypothesis-verse 457, l. 1

σφάξεν Πεισίστρατος] ὁ μὲν Θρασυμήδης μετὰ πελέκυος


ἔκοψε τὰ νεῦρα καὶ τὸ ὀστοῦν, Πεισίστρατος δὲ παντελῶς ἀπέκοψε
τὴν κεφαλήν. E.
λίπε δ' ὀστέα θυμὸς] ἡ ζωτικὴ δύναμις. ἐν τοῖς ὀστέοις ἔστι
γὰρ δύναμις ζωτική. E.
διέχευαν] ὅλα διεμέλισαν τὰ μηρία, ὡς τὸ “πᾶσαι δ' ὠΐγνυντο
πύλαι” (Il. β, 809.). H.M. διέκοψαν ἢ ἀνέπτυξαν, ὅλα διεμέλισαν
τὰ μηρία. τῇ κνίσσῃ διπλᾶ ἐπὶ τοῖς μηρίοις θέντες, ἓν ἄνωθεν καὶ
ἓν κάτωθεν, τῶν λοιπῶν μερῶν ἀπήρχοντο. B. εἰς μέρη καὶ μέρη
διέτμαγον διασχίσαντες τὴν συνέχειαν. E.
κατὰ μοῖραν] πρεπόντως. B. ἐνδεχομένως. E. κατὰ μέρη
διεῖλον. Q.
κατά τε κνίσσῃ ἐκάλυψαν] πιμελῇ τῇ τὴν κνίσσαν ἐκπεμπούσῃ·
κνίσσα γὰρ ἡ ὀσμὴ τῆς πιμελῆς ἡ συνανερχομένη τῷ καπνῷ. E.
ἐπ' αὐτῶν δ' ὠμοθέτησαν] ἐπὶ τῶν βωμῶν ὠμὰ ἔθηκαν μὴ εἰς
πῦρ βληθέντα.
600

Scholia In Thucydidem, Scholia in Thucydidem (scholia vetera et recentiora)


(5039: 001)“Scholia in Thucydidem ad optimos codices collata”, Ed. Hude, K.
Leipzig: Teubner, 1927, Rep1973.Book 3, Ch.13, sec. 1, l. 2

ἐκείνοις ταχθῆναι ἢ ὑπακούειν αὐτοῖς; ὁπότε δὲ οὐκ ἦμεν


ἴσοι, ἀλλ' ἐπ' ἐκείνοις ἦν τὸ ἐπιχειρεῖν καθ' ἡμῶν ὅτε θέ-
λουσιν, ἔδει καὶ ἐφ' ἡμῖν εἶναι τὸ ἀποστῆναι αὐτῶν, πρίν τι
παρ' αὐτῶν παθεῖν Mφa2c2 ἐκείνων: τῶν Ἀθηναίων
ABCFG μέλλησιν: ἀναβολήν. αὐτοί: ἡμεῖς οἱ Μιτυληναῖοι
CφG
         ἀντεπιμελῆσαι: τὴν αὐτὴν ἐπιμέλειαν δέξασθαι.
ἐκ τοῦ ὁμοίου ἐπ' ἐκείνοις εἶναι: ἤγουν κινουμένων
ἐκείνων κινηθῆναι καὶ ἡμᾶς.
σαφεῖς: σαφῶς τοὺς ἀκούοντας διδάξαι δυναμένας
φc2 εἰκότως: ἐνδεχομένως. ἱκανάς: τὰς αἰτίας δηλονότι.
ἀποστήσεσθαι ...: κατὰ δύο τρόπους, φησίν, ἀφιστάμεθα
τῶν Ἀθηναίων· τοῦτο μέν, ὑπὲρ τοῦ μὴ παθεῖν αὐτοὶ κακῶς
ὑπ' αὐτῶν ὕστερον· τοῦτο δέ, ὑπὲρ τοῦ μὴ κακῶς μεθ' Ἀθη-
ναίων ποιῆσαι τοὺς Ἕλληνας, ἀλλὰ μεθ' ὑμῶν ἐλευθερῶσαι  
αὐτούς. τὸ δὲ προποιῆσαι οὐκ ἐπὶ τῷ διαφθεῖραι τοὺς Ἀθη-
ναίους, ἀλλ' ἐπὶ τῷ πρότερόν τι ποιῆσαι, τουτέστιν ἀποστῆναι
Mφc2 ἐν ὑστέρῳ: χρόνῳ δηλονότι.

Σούδα λεξικόν. (9010: 001)“Suidae lexicon, 4 vols.”, Ed. Adler, A.


Leipzig: Teubner, 1.1:1928; 1.2:1931; 1.3:1933; 1.4:1935, Rep1.1:1971; 1.2:1967;
1.3:1967; 1.4:1971; Lexicographi Graeci 1.1–1.4.Alphabetic letter alpha, entry 1827,
l. 19

μηδὲν ἐναντιουμένων· οἷον περιπατεῖ Δίων. ὅτι Δημόκριτος ὁ Ἀβ-


δηρίτης φησί, μηδὲν ἐκ τοῦ μὴ ὄντος γίνεσθαι μηδὲ εἰς τὸ μηδὲν ὂν
φθείρεσθαι. καὶ τὰς ἀτόμους δὲ ἀπείρους εἶναι κατὰ μέγεθος καὶ
πλῆθος, φέρεσθαι δὲ ἐν τῷ ὅλῳ δινουμένας καὶ οὕτω πάντα τὰ συγ-
κρίματα γεννᾶν, πῦρ, ὕδωρ, ἀέρα, γῆν. εἶναι γὰρ καὶ ταῦτα ἐξ
ἀτόμων τινὰ συστήματα, ἅπερ εἶναι ἀπαθῆ καὶ ἀναλλοίωτα διὰ στερ-
ρότητα. πάντα δὲ κατὰ ἀνάγκην γίνεσθαι, τῆς δίνης αἰτίας τῆς
γενέσεως οὔσης πάντων, ἣν ἀνάγκην λέγει. διαιρεῖ δὲ τὰ ὄντα εἰς
τὸ εἶναι ἢ ἐξ ἀνάγκης εἶναι, ὡς τὸν ἄνθρωπον ζῷον εἶναι. ὃ γὰρ
παντί τε καὶ ἀεὶ ὑπάρχει, τοῦτο ἐξ ἀνάγκης ἐστίν· ὁμοίως ἀναγκαῖον
καὶ τὸ τὸν θεὸν ἄφθαρτον εἶναι. τὰ δὲ ἐνδεχομένως, καὶ τούτων
τῶν ἐνδεχομένων τὰ μὲν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὡς τὸ τὸν ἄνθρωπον
πενταδάκτυλον εἶναι καὶ γηράσκοντα πολιοῦσθαι, τὰ δὲ ἐπ' ἔλαττον,
ὡς τὰ τούτοις ἀντικείμενα, τὸ τὸν ἄνθρωπον τετραδάκτυλον ἢ ἑξα-
δάκτυλον εἶναι. ἔστι γὰρ ἐν τούτοις οὕτως καὶ ταῦτα. ἢ τὸ μὴ
πολιοῦσθαι γηρῶντα τὸν ἄνθρωπον ἢ μὴ, ἀποδημεῖν ἢ λούεσθαι ἢ μή.
Ἀνάγκη· ἐν Ἐπιγράμμασι· ἴδ' ὡς ἐδίδαξεν ἀνάγκα πάνσοφος
ἐξευρεῖν ἔκλυσιν ἀΐδεω. καὶ παροιμία· ἀνάγκῃ οὐδὲ θεοὶ μάχονται.
παρεγγυᾷ, ὅτι δεῖ τοῖς παροῦσιν ἀρκεῖσθαι. ὅμοιον τῷ· ἂν μὴ παρῇ
κρέα, ταρίχῳ στερκτέον.
601

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter phi, entry 83, l. 3

Φανότερον: λαμπρότερον.
Φανοτεῦσιν· ὡμολόγησε τὴν ἄκραν αὐτοῖς παραδώσειν τὴν ἐν
τοῖς Φανοτεῦσιν.
Φανῶν: κατηγορήσων. Ἀριστοφάνης· μικρός γε μῆκος οὗτος, ἀλλ'
ἅπαν κακόν. τὸν Νίκαρχόν φησι.
Φαντάζομαι: συκοφαντοῦμαι. οὕτως Ἀριστοφάνης. πλέω τοῦ
φαντασθέντος ἦν ὃ διέφυγεν. οἱ παλαιοὶ τὸ φαντάζεσθαι ἐπὶ τοῦ
φαίνειν ἔλεγον.
Φαντασία: ὑπόληψις. εἰδὼς γάρ, ὅτι φαντασία περὶ αὐτόν
ἐστιν, ὡς ἔχοντα χρήματα μεθ' ἑαυτοῦ, πλείω ἡρμόσατο πρὸς τὴν
ὑπόθεσιν ἐνδεχομένως. καὶ αὖθις· οἱ δὲ Ῥωμαῖοι μετὰ μεγάλης φαν-
τασίας καὶ συμπαθείας τοῦ δήμου προῆγον ἐπὶ τὰς πράξεις.
Φαντασία· γνωστικαὶ καὶ ζωτικαὶ καὶ ὀρεκτικαὶ δυνάμεις τῆς
ψυχῆς· φαντασία καὶ αἴσθησις. διαφέρουσι δὲ ἀλλήλων, ὅτι ἡ μὲν
αἴσθησις πρὸς τὸ ἐκτὸς ἀποτείνεται, ἡ δὲ φαντασία ἔνδον ἔχει τὴν
γνῶσιν. καὶ ἡ μὲν αἴσθησις τὸ παρὸν μόνον καὶ οὗ ἀντιλαμβάνεται
ἔξωθεν τοῦτο οἶδεν, ἡ δὲ φαντασία παρὰ τῆς αἰσθήσεως λαβοῦσα τῶν
αἰσθητῶν τοὺς τύπους ἐν ἑαυτῇ τούτους ἀναπλάττει· ὅθεν καὶ παθη-
τικὸν νοῦν Ἀριστοτέλης αὐτὴν καλεῖ, νοῦν μὲν ὡς ἔνδον ἔχουσαν τὸ
γνωστὸν καὶ ἁπλῇ προσβολῇ, ὥσπερ ἐκεῖνος, ἐπιβάλλουσαν· παθητικὸν
δέ, διότι μετὰ τύπων, καὶ οὐκ ἀσχηματίστως. ἐκλήθη δὲ φαντασία,

Stephanus Phil., In Aristotelis librum de interpretatione commentarium (9019:


001)“Stephani in librum Aristotelis de interpretatione commentarium”, Ed. Hayduck,
M.Berlin: Reimer, 1885; Commentaria in Aristotelem Graeca 18.3.P. 54, l. 10

ἐστι κατὰ τὸ εἶναι αὐτὰς ἢ μετὰ τρόπου ἢ ἄνευ τρόπου. τὴν μὲν οὖν  
ἄνευ τρόπου Ἀριστοτέλης ὑπάρχουσαν καλεῖ, ὡς ἐν τοῖς Ἀναλυτικοῖς λεχθή-
σεται σὺν θεῷ, ἡνίκα διαλέξηται περὶ τῆς τῶν προτάσεων ἀντιστροφῆς.
διαφέρει δὲ τρόπος ὕλης, ὅτι ἡ μὲν ὕλη συναναφαίνεται τῷ εἴδει τῶν προ-
τάσεων, ὡς ἐρρέθη, ὁ δὲ τρόπος ἔξωθεν προστίθεται. οἷον ἐν τῷ λέγειν
’Σωκράτης ζῷόν ἐστι’ συνανεφάνη ἡ ὕλη ὅτι ἀναγκαία ἐστί· εἰ δὲ εἴπω
ὅτι Σωκράτης ἐξ ἀνάγκης ζῷόν ἐστι, προσετέθη ἔξωθεν τὸ ἐξ ἀνάγκης
ἤγουν ὁ τρόπος. διὸ καὶ διαφωνοῦσι πολλάκις· εἰ μὲν γάρ ἐστιν ὕλη ἀναγ-
καία, ὁ δὲ τρόπος οὐκ ἀναγκαῖος, ψευδὴς εὑρεθήσεται ἡ πρότασις. οἷον
’ἄνθρωπος ζῷόν ἐστιν’ ἡ ὕλη ἀναγκαία· εἰ δὲ συνάψω ἐνδεχόμενον τρόπον
τῇ ἀναγκαίᾳ καὶ εἴπω ‘ἄνθρωπος ἐνδεχομένως ζῷόν ἐστι’, ψευδῆ τὴν τοι-
αύτην πρότασιν ποιῶ. τὸ γὰρ ἐνδεχόμενον ὅπερ οὐκ ἔστι σημαίνει, δυνατὸν
δὲ γενέσθαι. ἐν οἷς τὸ α κεφάλαιον
 Δεύτερον ἦν κεφάλαιον τίς ἡ ἀπαρίθμησις τῶν τοιούτων προτάσεων.
γίνονται τοίνυν καταφάσεις ἐκ τῶν τοιούτων προτάσεων ασϞϛ διὰ τοιαύτην
αἰτίαν. ὁ τρόπος ἢ ἐν ταῖς προτάσεσιν εὑρίσκεται ταῖς συγκειμέναις ἐκ τοῦ
ὑποκειμένου καὶ κατηγορουμένου μόνον ὡς τὸ ‘Σωκράτης ἐνδεχομένως
βαδίζει, ἀναγκαίως ἀναπνεῖ’ καὶ τὰ τοιαῦτα, ἢ ἐν ταῖς προτάσεσι ταῖς ἐκ
τοῦ ὑποκειμένου καὶ κατηγορουμένου καὶ τρίτου προσκατηγορουμένου. καὶ
602

ἡνίκα μὲν ἐν ταῖς προτάσεσιν εὑρεθῇ ταῖς ἐκ τοῦ ὑποκειμένου καὶ κατη-
γορουμένου μόνον συγκειμέναις, τετραχῶς ποικίλλονται αἱ καταφάσεις.

Stephanus Phil., In Aristotelis librum de interpretatione commentarium


P. 54, l. 16

ὅτι Σωκράτης ἐξ ἀνάγκης ζῷόν ἐστι, προσετέθη ἔξωθεν τὸ ἐξ ἀνάγκης


ἤγουν ὁ τρόπος. διὸ καὶ διαφωνοῦσι πολλάκις· εἰ μὲν γάρ ἐστιν ὕλη ἀναγ-
καία, ὁ δὲ τρόπος οὐκ ἀναγκαῖος, ψευδὴς εὑρεθήσεται ἡ πρότασις. οἷον
’ἄνθρωπος ζῷόν ἐστιν’ ἡ ὕλη ἀναγκαία· εἰ δὲ συνάψω ἐνδεχόμενον τρόπον
τῇ ἀναγκαίᾳ καὶ εἴπω ‘ἄνθρωπος ἐνδεχομένως ζῷόν ἐστι’, ψευδῆ τὴν τοι-
αύτην πρότασιν ποιῶ. τὸ γὰρ ἐνδεχόμενον ὅπερ οὐκ ἔστι σημαίνει, δυνατὸν
δὲ γενέσθαι. ἐν οἷς τὸ α κεφάλαιον
 Δεύτερον ἦν κεφάλαιον τίς ἡ ἀπαρίθμησις τῶν τοιούτων προτάσεων.
γίνονται τοίνυν καταφάσεις ἐκ τῶν τοιούτων προτάσεων ασϞϛ διὰ τοιαύτην
αἰτίαν. ὁ τρόπος ἢ ἐν ταῖς προτάσεσιν εὑρίσκεται ταῖς συγκειμέναις ἐκ τοῦ
ὑποκειμένου καὶ κατηγορουμένου μόνον ὡς τὸ ‘Σωκράτης ἐνδεχομένως
βαδίζει, ἀναγκαίως ἀναπνεῖ’ καὶ τὰ τοιαῦτα, ἢ ἐν ταῖς προτάσεσι ταῖς ἐκ
τοῦ ὑποκειμένου καὶ κατηγορουμένου καὶ τρίτου προσκατηγορουμένου. καὶ
ἡνίκα μὲν ἐν ταῖς προτάσεσιν εὑρεθῇ ταῖς ἐκ τοῦ ὑποκειμένου καὶ κατη-
γορουμένου μόνον συγκειμέναις, τετραχῶς ποικίλλονται αἱ καταφάσεις. ὑπο-
κείσθω τοίνυν τοῦτο, ὅπερ αὐτὸς κατὰ λέξιν φησίν, ὅτι ἡνίκα ἡ οὔ ἄρνησις
τῷ τρόπῳ μὴ συνάπτηται, κατάφασιν ποιεῖ. ἀνάγκη τοίνυν ἀμφοτέρους
τοὺς ὅρους ἢ ὡρισμένους εἶναι ἢ ἀορίστους, ἢ τὸν μὲν ὡρισμένον τὸν δὲ
ἀόριστον. καὶ τοῦτο διχῶς. ἢ γὰρ ὁ μὲν ὑποκείμενος ὡρισμένος ἐστὶν ὁ
δὲ κατηγορούμενος ἀόριστος, ἢ ὁ μὲν κατηγορούμενος ὡρισμένος ὁ δὲ ὑπο-
κείμενος ἀόριστος. ἡνίκα δὲ πάλιν ὁ τρόπος εὑρεθῇ ἐν ταῖς

Stephanus Phil., In Aristotelis librum de interpretatione commentarium


P. 56, l. 13

λευκός’, καὶ ταύτην ὁμοίως τῇ καταφάσει συμψευδομένην ἐδείκνυμεν. τοῦτο


γὰρ λέγει ἡ ἀπόφασις αὕτη, ὅτι τὸ ξύλον ἄνθρωπος μέν ἐστιν, οὐ λευκὸς
δέ, ὅπερ παρὰ πᾶσιν ὁμολογούμενόν ἐστι ψεῦδος. εἰκότως οὖν τῷ ἔστι
συνήπτομεν τὴν οὔ ἄρνησιν καὶ ἐποιοῦμεν τὴν ἀπόφασιν ‘τὸ ξύλον ἄνθρωπος
λευκὸς οὐκ ἔστι’. μήπως οὖν καὶ ἐνταῦθα δεῖ συνάψαι τὴν οὔ ἄρνησιν τῷ
εἶναι, ἵνα ποιήσωμεν [μὲν] τῆς ‘δυνατὸν εἶναι’ καταφάσεως ἀπόφασιν τὴν
’δυνατὸν μὴ εἶναι’. καὶ λέγει ὅτι τοῦτο ἀδύνατον ἐνταῦθα οὕτως ποιῆσαι·
πρῶτον μέν, ὅπερ πολλάκις εἴπομεν, ὅτι τὸ κῦρος ἐνταῦθα ὁ τρόπος ἔχει
καὶ δεῖ αὐτῷ συνάψαι τὴν οὔ ἄρνησιν· αὐτὸν γὰρ θέλομεν ἀνελεῖν καὶ τὸ
πῶς ἤγουν τὸ ποιόν. ἡ μὲν γὰρ κατάφασις λέγει ὅτι ἄνθρωπος ἐνδεχο-
μένως βαδίζει· θέλομεν οὖν ἀνελεῖν τὸν τρόπον καὶ εἰπεῖν ὅτι οὐκ ἐνδεχο-
μένως βαδίζει. πρῶτον μὲν οὖν τοῦτο ὅτι δεῖ τῷ κυριωτέρῳ μορίῳ συνάψαι
τὴν οὔ ἄρνησιν, ὡς πολλάκις εἴρηται. δεύτερον δὲ ὅτι, εἰ μὴ ποιήσωμεν
οὕτως τὰς ἀποφάσεις, εὑρεθήσονται συναληθεύουσαι ἡ κατάφασις καὶ ἡ
ἀπόφασις, ὅπερ ἀδύνατον. ἐὰν γὰρ εἴπω ‘δυνατὸν τέμνεσθαι τὸ ἱμάτιον’,
’δυνατὸν μὴ τέμνεσθαι’, ἀμφότεραι ἀληθεῖς ἐπὶ τῆς ἐνδεχομένης ὕλης. εἰ
δὲ εἴπω ὅτι ‘δυνατὸν τέμνεσθαι τὸ ἱμάτιον’, ‘οὐ δυνατὸν τέμνεσθαι’, πάντως
603

ἡ μὲν ἀληθεύει ἡ δὲ ψεύδεται. ὡς οὖν ἔχει ἐπὶ τοῦ δυνατοῦ, δῆλον ὅτι
καὶ ἐπὶ τοῦ ἐνδεχομένου καὶ ἀναγκαίου καὶ ἀδυνάτου ἕξει. κατὰ τὸν αὐτὸν
δὲ τρόπον καὶ ἐπὶ τῶν ἐκ μεταθέσεως καταφάσεων. ἐν οἷς τὸ α ἡμῖν
πληροῦται κεφάλαιον τὸ πῶς ἐκ τῶν καταφάσεων δεῖ ποιεῖν τὰς ἀπο

Stephanus Phil., In Aristotelis librum de interpretatione commentarium


P. 56, l. 14

γὰρ λέγει ἡ ἀπόφασις αὕτη, ὅτι τὸ ξύλον ἄνθρωπος μέν ἐστιν, οὐ λευκὸς
δέ, ὅπερ παρὰ πᾶσιν ὁμολογούμενόν ἐστι ψεῦδος. εἰκότως οὖν τῷ ἔστι
συνήπτομεν τὴν οὔ ἄρνησιν καὶ ἐποιοῦμεν τὴν ἀπόφασιν ‘τὸ ξύλον ἄνθρωπος
λευκὸς οὐκ ἔστι’. μήπως οὖν καὶ ἐνταῦθα δεῖ συνάψαι τὴν οὔ ἄρνησιν τῷ
εἶναι, ἵνα ποιήσωμεν [μὲν] τῆς ‘δυνατὸν εἶναι’ καταφάσεως ἀπόφασιν τὴν
’δυνατὸν μὴ εἶναι’. καὶ λέγει ὅτι τοῦτο ἀδύνατον ἐνταῦθα οὕτως ποιῆσαι·
πρῶτον μέν, ὅπερ πολλάκις εἴπομεν, ὅτι τὸ κῦρος ἐνταῦθα ὁ τρόπος ἔχει
καὶ δεῖ αὐτῷ συνάψαι τὴν οὔ ἄρνησιν· αὐτὸν γὰρ θέλομεν ἀνελεῖν καὶ τὸ
πῶς ἤγουν τὸ ποιόν. ἡ μὲν γὰρ κατάφασις λέγει ὅτι ἄνθρωπος ἐνδεχομένως βαδίζει·
θέλομεν οὖν ἀνελεῖν τὸν τρόπον καὶ εἰπεῖν ὅτι οὐκ ἐνδεχο-
μένως βαδίζει. πρῶτον μὲν οὖν τοῦτο ὅτι δεῖ τῷ κυριωτέρῳ μορίῳ συνάψαι
τὴν οὔ ἄρνησιν, ὡς πολλάκις εἴρηται. δεύτερον δὲ ὅτι, εἰ μὴ ποιήσωμεν
οὕτως τὰς ἀποφάσεις, εὑρεθήσονται συναληθεύουσαι ἡ κατάφασις καὶ ἡ
ἀπόφασις, ὅπερ ἀδύνατον. ἐὰν γὰρ εἴπω ‘δυνατὸν τέμνεσθαι τὸ ἱμάτιον’,
’δυνατὸν μὴ τέμνεσθαι’, ἀμφότεραι ἀληθεῖς ἐπὶ τῆς ἐνδεχομένης ὕλης. εἰ
δὲ εἴπω ὅτι ‘δυνατὸν τέμνεσθαι τὸ ἱμάτιον’, ‘οὐ δυνατὸν τέμνεσθαι’, πάντως
ἡ μὲν ἀληθεύει ἡ δὲ ψεύδεται. ὡς οὖν ἔχει ἐπὶ τοῦ δυνατοῦ, δῆλον ὅτι
καὶ ἐπὶ τοῦ ἐνδεχομένου καὶ ἀναγκαίου καὶ ἀδυνάτου ἕξει. κατὰ τὸν αὐτὸν
δὲ τρόπον καὶ ἐπὶ τῶν ἐκ μεταθέσεως καταφάσεων. ἐν οἷς τὸ α ἡμῖν
πληροῦται κεφάλαιον τὸ πῶς ἐκ τῶν καταφάσεων δεῖ ποιεῖν τὰς ἀπο-
φάσεις ἐπὶ τῶν μετὰ τρόπου προτάσεων, ὅτι τῷ τρόπῳ ...

Πιθανολογία

Novum Testamentum, Epistula Pauli ad Colossenses (0031: 012)


“The Greek New Testament, 2nd edn.”, Ed. Aland, K., Black, M., Martini, C.M.,
Metzger, B.M., Wikgren, A.Stuttgart: Württemberg Bible Society, 1968.Chapter 2,
section 4, line 2

 Θέλω γὰρ ὑμᾶς εἰδέναι ἡλίκον ἀγῶνα ἔχω ὑπὲρ ὑμῶν


καὶ τῶν ἐν Λαοδικείᾳ καὶ ὅσοι οὐχ ἑόρακαν τὸ πρόσωπόν
μου ἐν σαρκί,
         ἵνα παρακληθῶσιν αἱ καρδίαι αὐτῶν,
συμβιβασθέντες ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰς πᾶν πλοῦτος τῆς
πληροφορίας τῆς συνέσεως, εἰς ἐπίγνωσιν τοῦ μυστηρίου
τοῦ θεοῦ, Χριστοῦ,
         ἐν ᾧ εἰσιν πάντες οἱ θησαυροὶ
τῆς σοφίας καὶ γνώσεως ἀπόκρυφοι.
         Τοῦτο λέγω ἵνα
604

μηδεὶς ὑμᾶς παραλογίζηται ἐν πιθανολογίᾳ.


         εἰ γὰρ
καὶ τῇ σαρκὶ ἄπειμι, ἀλλὰ τῷ πνεύματι σὺν ὑμῖν εἰμι,
χαίρων καὶ βλέπων ὑμῶν τὴν τάξιν καὶ τὸ στερέωμα
τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως ὑμῶν.  
 Ὡς οὖν παρελάβετε τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν τὸν κύριον,

Galenus Med., In Hippocratis librum iii epidemiarum commentarii iii (0057: 090)
“Galeni in Hippocratis epidemiarum librum iii commentaria iii”, Ed. Wenkebach, E.
Leipzig: Teubner, 1936; Corpus medicorum Graecorum, vol. 5.10.2.1.
Kühn volume 17a, page 619, line 3

περὶ πράγματος ἰατρικοῦ δοκεῖ τὴν ἀμφισβήτησιν ἐσχηκέναι. γράψαντος


γάρ, ὡς καὶ πρόσθεν ἔφην, οὐ σμικρὸν βιβλίον τοῦ Ζήνωνος περὶ
τῶν χαρακτήρων, εἶθ' ἕτερον αὐτοῦ μεῖζον Ἀπολλωνίου τοῦ ἐμ-  
πειρικοῦ πρὸς αὐτὸν ἀντιγράψαντος, εἶθ' ὕστερον πάλιν ἐκείνῳ τοῦ
Ζήνωνος ἀντειπόντος, Ἀπολλώνιος ὁ Βυβλᾶς ἐπικληθεὶς ἔγραψε
μετὰ ταῦτα καὶ αὐτὸς ἤδη τεθνεῶτος τοῦ Ζήνωνος βιβλίον ὑπὲρ τῶν
χαρακτήρων οὐ μόνον ὡς διεσκευασμένους αὐτοὺς ἐλέγχων, ἀλλὰ
καὶ τὸν καλούμενον παρεξέλεγχον ἐπ' αὐτοῖς πρὸς τὸν Ζήνωνα
ποιησάμενος· ὡς | γὰρ μηδ' ἑρμηνεῦσαι δυνηθέντος αὐτοῦ καλῶς τὰ
διεσκευασμένα πρὸς τοῦ Μνήμονος, ἀλλ' ἐν οἷς ἠπόρει πιθανολο-
γίας ὑπαλλάττοντος τοὺς χαρακτῆρας εἰς εὐπορίαν ἐξηγήσεως, οὕτω
πεποίηται τὴν ἀντιλογίαν, οὐδὲν βιβλίον οὔτε τὸ κατὰ τὴν βασιλι-
κὴν βιβλιοθήκην εὑρεθὲν οὔτε τὸ ἐκ τῶν πλοίων οὔτε τὸ κατὰ τὴν
ὑπὸ Βακχείου γενομένην ἔκδοσιν ἔχειν φάσκων οὕτω τοὺς χαρα-
κτῆρας, ὡς ὁ Ζήνων ἔγραψεν ἐπὶ τοῦ προκειμένου κατὰ τὸν λόγον
μειρακίου. εἰς ταύτην δ' οὐκ οἶδ' ὅπως τὴν ἀδολεσχίαν ὁ Ταραν-
τῖνος Ἡρακλείδης ὑπεσύρη, καίτοι πειρώμενος ἀεὶ πρὸς τὸ χρή-
σιμον ἀγαγεῖν τὰς ἐξηγήσεις. ἀλλὰ νῦν γε φαίνεται φιλονικεῖν τῷ
Ζήνωνι μᾶλλον ἢ τοῦ χρησίμου στοχάζεσθαι. ποιεῖται γὰρ τὴν τῶν
χαρακτήρων ἐξήγησιν, ὡς εἰ δύο ζ πρὸ τοῦ τελευταίου θ ἐγέ-
γραπτο. τὸ δ' ἕτερον

Plato Phil., Theaetetus (0059: 006)“Platonis opera, vol. 1”, Ed. Burnet, J.
Oxford: Clarendon Press, 1900, Repr. 1967.Stephanus page 162, section e, line 8

ὑπακούεις καὶ πείθῃ. πρὸς γὰρ ταῦτα ἐρεῖ Πρωταγόρας ἤ τις


ἄλλος ὑπὲρ αὐτοῦ· “Ὦ γενναῖοι παῖδές τε καὶ γέροντες,
δημηγορεῖτε συγκαθεζόμενοι, θεούς τε εἰς τὸ μέσον ἄγοντες,
οὓς ἐγὼ ἔκ τε τοῦ λέγειν καὶ τοῦ γράφειν περὶ αὐτῶν ὡς
εἰσὶν ἢ ὡς οὐκ εἰσίν, ἐξαιρῶ, καὶ ἃ οἱ πολλοὶ ἂν ἀποδέχοιντο
ἀκούοντες, λέγετε ταῦτα, ὡς δεινὸν εἰ μηδὲν διοίσει εἰς σοφίαν
ἕκαστος τῶν ἀνθρώπων βοσκήματος ὁτουοῦν· ἀπόδειξιν δὲ
καὶ ἀνάγκην οὐδ' ἡντινοῦν λέγετε ἀλλὰ τῷ εἰκότι χρῆσθε,
ᾧ εἰ ἐθέλοι Θεόδωρος ἢ ἄλλος τις τῶν γεωμετρῶν χρώμενος
γεωμετρεῖν, ἄξιος οὐδ' ἑνὸς μόνου ἂν εἴη. σκοπεῖτε οὖν σύ
605

τε καὶ Θεόδωρος εἰ ἀποδέξεσθε πιθανολογίᾳ τε καὶ εἰκόσι


περὶ τηλικούτων λεγομένους λόγους.”
 {ΘΕΑΙ.} Ἀλλ' οὐ δίκαιον, ὦ Σώκρατες, οὔτε σὺ οὔτε ἂν
ἡμεῖς φαῖμεν.

Clemens Alexandrinus Theol., Stromata (0555: 004)“Clemens Alexandrinus, vols.


2, 3rd edn. and 3, 2nd edn.”, Ed. Stählin, O., Früchtel, L., Treu, U.
Berlin: Akademie–Verlag, 2:1960; 3:1970; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 52(15), 17.Book 1, chapter 11, section 50, subsection 5, line 1

σοφίᾳ αὐτοῦ, καὶ μὴ καυχάσθω ὁ ἰσχυρὸς ἐν τῇ ἰσχύι αὐτοῦ, καὶ μὴ


καυχάσθω ὁ πλούσιος ἐν τῷ πλούτῳ αὐτοῦ, ἀλλ' ἢ ἐν τούτῳ καυ-
χάσθω ὁ καυχώμενος, συνιέναι καὶ γινώσκειν ὅτι ἐγώ εἰμι κύριος ὁ
ποιῶν ἔλεος καὶ κρίμα καὶ δικαιοσύνην ἐπὶ τῆς γῆς, ὅτι ἐν τούτοις
τὸ θέλημά μου, λέγει κύριος.» «ἵνα μὴ πεποιθότες ὦμεν ἐφ' ἑαυτοῖς,
ἀλλ' ἐπὶ τῷ θεῷ τῷ ἐγείροντι τοὺς νεκρούς,» ὁ ἀπόστολός φησιν,  
»ὃς ἐκ τηλικούτου θανάτου ἐρρύσατο ἡμᾶς, ἵνα ἡ πίστις ἡμῶν μὴ ᾖ
ἐν σοφίᾳ ἀνθρώπων, ἀλλ' ἐν δυνάμει θεοῦ. ὁ γὰρ πνευματικὸς
ἀνακρίνει πάντα, αὐτὸς δὲ ὑπ' οὐδενὸς ἀνακρίνεται.» ἐπαΐω δὲ κἀ-
κείνων αὐτοῦ· «ταῦτα δὲ λέγω, ἵνα μηδεὶς ὑμᾶς παραλογίζηται ἐν
πιθανολογίᾳ» μηδὲ ὑπεισέρχηται «ὁ συλαγωγῶν». καὶ πάλιν· «βλέ-
πετε οὖν μή τις ἔσται ὑμᾶς ὁ συλαγωγῶν διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ
κενῆς ἀπάτης κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα
τοῦ κόσμου καὶ οὐ κατὰ Χριστόν,» φιλοσοφίαν μὲν οὐ πᾶσαν, ἀλλὰ
τὴν Ἐπικούρειον, ἧς καὶ μέμνηται ἐν ταῖς Πράξεσιν τῶν ἀποστόλων
ὁ Παῦλος, διαβάλλων, πρόνοιαν ἀναιροῦσαν καὶ ἡδονὴν ἐκθειάζουσαν,
καὶ εἰ δή τις ἄλλη τὰ στοιχεῖα ἐκτετίμηκεν μὴ ἐπιστήσασα τὴν
ποιητικὴν αἰτίαν τούτοις, μηδὲ ἐφαντάσθη τὸν δημιουργόν. ἀλλὰ
καὶ οἱ Στωϊκοί, ὧν καὶ αὐτῶν μέμνηται, σῶμα ὄντα τὸν θεὸν διὰ
τῆς ἀτιμοτάτης ὕλης πεφοιτηκέναι λέγουσιν, οὐ καλῶς. «παράδοσιν»
δὲ «ἀνθρωπίνην» τὴν λογικὴν τερθρείαν λέγει.

Clemens Alexandrinus Theol., Stromata Book 1, chapter 11, section 51, subsection
5, line 2

αῦται φιλονικίαι. «ἀρετὴ δὲ οὐ φιλομειράκιον,» ὁ φιλόσοφος λέγει


Πλάτων· καὶ «τὸ ἀγώνισμα» ἡμῶν κατὰ τὸν Λεοντῖνον Γοργίαν
»διττῶν [δὲ] ἀρετῶν δεῖται, τόλμης καὶ σοφίας· τόλμης μὲν τὸ κίν-
δυνον ὑπομεῖναι, σοφίας δὲ τὸ αἴνιγμα γνῶναι. ὁ γάρ τοι λόγος
καθάπερ τὸ κήρυγμα» τὸ Ὀλυμπίασι «καλεῖ μὲν τὸν βουλόμενον.
στεφανοῖ δὲ τὸν δυνάμενον.»
 Ἀκίνητον μὲν οὖν πρὸς ἀλήθειαν καὶ τῷ ὄντι ἀργὸν οὐ βούλεται
εἶναι τὸν πιστεύσαντα ὁ λόγος· «ζητεῖτε» γὰρ «καὶ εὑρήσετε» λέγει,
ἀλλὰ τὴν ζήτησιν εἰς εὕρεσιν περαιοῖ, τὴν κενὴν ἐξελάσας φλυαρίαν,
ἐγκρίνων δὲ τὴν ὀχυροῦσαν τὴν πίστιν ἡμῖν θεωρίαν. «τοῦτο δὲ
λέγω, ἵνα μή τις ὑμᾶς παραλογίζηται ἐν πιθανολογίᾳ,» φησὶν ὁ
ἀπόστολος, διακρίνειν δηλονότι τὰ ὑπ' αὐτοῦ λεγόμενα μεμαθηκόσι
606

καὶ ἀπαντᾶν πρὸς τὰ ἐπιφερόμενα δεδιδαγμένοις. «ὡς οὖν παρελά-  


βετε Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν κύριον. ἐν αὐτῷ περιπατεῖτε, ἐρριζωμένοι
καὶ ἐποικοδομούμενοι ἐν αὐτῷ καὶ βεβαιούμενοι ἐν τῇ πίστει,» πειθὼ
δὲ ἡ βεβαίωσις τῆς πίστεως· «βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλα-
γωγῶν» ἀπὸ τῆς πίστεως τῆς εἰς τὸν Χριστὸν «διὰ τῆς φιλοσοφίας
καὶ κενῆς ἀπάτης», τῆς ἀναιρούσης τὴν πρόνοιαν, «κατὰ τὴν παρά-
δοσιν τῶν ἀνθρώπων·» ἡ γὰρ κατὰ τὴν θείαν παράδοσιν φιλοσοφία
ἵστησι τὴν πρόνοιαν καὶ βεβαιοῖ, ἧς ἀναιρεθείσης μῦθος ἡ περὶ τὸν
σωτῆρα οἰκονομία φαίνεται, «κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου καὶ οὐ

Clemens Alexandrinus Theol., Stromata


Book 6, chapter 10, section 81, subsection 1, line 2

διάστημα νοεῖν καὶ οὐσίαν ἀμετάβλητον, ἑτέραν τῶνδε τῶν σωμά-


των οὖσαν· ἔκ τε αὖ τῆς ἀστρονομίας γῆθεν αἰωρούμενος [τε] τῷ
νῷ συνυψωθήσεται οὐρανῷ καὶ τῇ περιφορᾷ συμπεριπολήσει, ἱστο-
ρῶν ἀεὶ τὰ θεῖα καὶ τὴν πρὸς ἄλληλα συμφωνίαν, ἀφ' ὧν ὁρμώ-
μενος Ἀβραὰμ εἰς τὴν τοῦ κτίσαντος ὑπεξανέβη γνῶσιν. ἀλλὰ καὶ
τῇ διαλεκτικῇ προσχρήσεται ὁ γνωστικός, τὴν εἰς εἴδη τῶν γενῶν
ἐκλεγόμενος διαίρεσιν, καὶ τὴν τῶν ὄντων προσήσεται διάκρισιν.  
μέχρις ἂν τῶν πρώτων καὶ ἁπλῶν ἐφάψηται. οἱ πολλοὶ δὲ καθάπερ
οἱ παῖδες τὰ μορμολυκεῖα, οὕτως δεδίασι τὴν Ἑλληνικὴν φιλοσοφίαν,
φοβούμενοι μὴ ἀπαγάγῃ αὐτούς. εἰ δὲ τοιαύτη παρ' αὐτοῖς ἐστιν ἡ
πίστις (οὐ γὰρ ἂν γνῶσιν εἴποιμι), ἵνα λυθῇ πιθανολογίᾳ, λυθήτω,
διὰ τούτου μάλιστα ὁμολογούντων οὐχ ἕξειν τὴν ἀλήθειαν· ἀνίκητος
γάρ, φησίν, ἡ ἀλήθεια, ψευδοδοξία δὲ καταλύεται. αὐτίκα πορφύραν
ἐξ ἀντιπαραθέσεως ἄλλης πορφύρας ἐκλεγόμεθα. ὥστ' εἴ τις ὁμο-
λογεῖ καρδίαν μὴ ἔχειν διηρθρωμένην, τράπεζαν οὐκ ἔχει τὴν τῶν
ἀργυραμοιβῶν οὐδὲ μὴν τὸ κριτήριον τῶν λόγων. καὶ πῶς ἔτι τρα-
πεζίτης οὗτος, δοκιμάσαι μὴ δυνάμενος καὶ διακρῖναι τὸ ἀκίβδηλον
νόμισμα τοῦ παραχαράγματος; κέκραγεν δὲ ὁ Δαβίδ· «ὅτι εἰς τὸν
αἰῶνα οὐ σαλευθήσεται δίκαιος·» οὔτ' οὖν ἀπατηλῷ λόγῳ οὐδὲ μὴν
πεπλανημένῃ ἡδονῇ, ὅθεν οὐδὲ τῆς οἰκείας κληρονομίας σαλευθή-
σεται. «ἀπὸ ἀκοῆς ἄρα πονηρᾶς οὐ φοβηθήσεται.» οὔτ' οὖν διαβολῆς

Clemens Alexandrinus Theol., Stromata Book 6, chapter 10, section 83, subsection
3, line 1

μασι τοῦ γνωστικοῦ καὶ εἰς προφυλακὴν τῶν κακοτεχνούντων λόγων


πρὸς ἐκκοπὴν τῆς ἀληθείας. οὐκ ἀπολειφθήσεται τοίνυν τῶν προ-
κοπτόντων περὶ τὰς μαθήσεις τὰς ἐγκυκλίους καὶ τὴν Ἑλληνικὴν
φιλοσοφίαν, ἀλλ' οὐ κατὰ τὸν προηγούμενον λόγον, τὸν δὲ ἀναγκαῖον
καὶ δεύτερον καὶ περιστατικόν· οἷς γὰρ ἂν πανούργως χρήσωνται οἱ
κατὰ τὰς αἱρέσεις πονούμενοι, τούτοις ὁ γνωστικὸς εἰς εὖ καταχρή-
607

σεται. μερικῆς οὖν τυγχανούσης τῆς κατὰ τὴν Ἑλληνικὴν φιλοσοφίαν


ἐμφαινομένης ἀληθείας, ἡ τῷ ὄντι ἀλήθεια, ὥσπερ ἥλιος ἐπιλάμψας
τὰ χρώματα καὶ τὸ λευκὸν καὶ τὸ μέλαν, ὁποῖον ἕκαστον αὐτῶν,
διαδείκνυσιν, οὕτως δὲ καὶ αὐτὴ πᾶσαν ἐλέγχει σοφιστικὴν πιθανο-
λογίαν. εἰκότως ἄρα προαναπεφώνηται καὶ τοῖς Ἕλλησιν·
   ἀρχὰ μεγάλας ἀρετᾶς, ὤνασσα ἀλήθεια.
 Καθάπερ οὖν ἐπὶ τῆς ἀστρονομίας ἔχομεν ὑπόδειγμα τὸν
Ἀβραάμ, οὕτως ἐπὶ τῆς ἀριθμητικῆς τὸν αὐτὸν Ἀβραάμ. ἀκούσας
γὰρ ὅτι αἰχμάλωτος ἐλήφθη ὁ Λώτ, τοὺς ἰδίους οἰκογενεῖς τιηʹ
ἀριθμήσας καὶ ἐπεξελθὼν πάμπολυν ἀριθμὸν τῶν πολεμίων χειροῦ-
ται. φασὶν οὖν εἶναι τοῦ μὲν κυριακοῦ σημείου τύπον κατὰ τὸ σχῆμα
τὸ τριακοσιοστὸν στοιχεῖον, τὸ δὲ ἰῶτα καὶ τὸ ἦτα τοὔνομα σημαί-
νειν τὸ σωτήριον· μηνύεσθαι τοίνυν τοὺς Ἀβραὰμ οἰκείους εἶναι
κατὰ τὴν σωτηρίαν, τοὺς τῷ σημείῳ καὶ τῷ ὀνόματι προσπεφευ-
γότας, κυρίους γεγονέναι τῶν αἰχμαλωτιζόντων καὶ τῶν τούτοις

Irenaeus Theol., Adversus haereses (libri 1–2) (1447: 001)“Sancti Irenaei episcopi
Lugdunensis libri quinque adversus haereses, vol. 1”, Ed. Harvey, W.W.
Cambridge: Cambridge University Press, 1857.Book 1, chapter Pro, section 1, line 66

σὺ προσδέξῃ, καὶ αὐτὸς αὐξήσεις αὐτὰ παρὰ σεαυτῷ, ἅτε


ἱκανώτερος ἡμῶν τυγχάνων, οἱονεὶ σπέρματα καὶ ἀρχὰς λαβὼν
παρ' ἡμῶν, καὶ ἐν τῷ πλάτει σου τοῦ νοῦ ἐπὶ πολὺ καρπο-
φορήσεις τὰ δι' ὀλίγων ὑφ' ἡμῶν εἰρημένα, καὶ δυνατῶς
παραστήσεις τοῖς μετὰ σοῦ τὰ ἀσθενῶς ὑφ' ἡμῶν ἀπηγ-
γελμένα· καὶ ὡς ἡμεῖς ἐφιλοτιμήθημεν, πάλαι ζητοῦντός σου
μαθεῖν τὴν γνώμην αὐτῶν, μὴ μόνον σοι ποιῆσαι φανερὰν,
ἀλλὰ καὶ ἐφόδια δοῦναι πρὸς τὸ ἐπιδεικνύειν αὐτὴν ψευδῆ·  
οὕτω δὲ καὶ σὺ φιλοτίμως τοῖς λοιποῖς διακονήσεις, κατὰ τὴν
χάριν τὴν ὑπὸ τοῦ Κυρίου σοὶ δεδομένην, εἰς τὸ μηκέτι παρα-
σύρεσθαι τοὺς ἀνθρώπους ὑπὸ τῆς ἐκείνων πιθανολογίας, οὔσης
τοιαύτης.  
 ΛΕΓΟΥΣΙ γάρ τινα εἶναι ἐν ἀοράτοις καὶ ἀκατονο-
μάστοις ὑψώμασι τέλειον Αἰῶνα προόντα· τοῦτον δὲ καὶ
[προαρχὴν καὶ] προπάτορα καὶ Βυθὸν καλοῦσιν. ......
ὑπάρχοντα δ' αὐτὸν ἀχώρητον καὶ ἀόρατον, ἀΐδιόν τε καὶ
ἀγέννητον, ἐν ἡσυχίᾳ καὶ ἠρεμίᾳ πολλῇ γεγονέναι ἐν ἀπείροις
αἰῶσι [χρόνων]. συνυπάρχειν δ' αὐτῷ καὶ Ἔννοιαν, ἣν δὴ  
καὶ Χάριν, καὶ Σιγὴν ὀνομάζουσι· καὶ ἐννοηθῆναί ποτε ἀφ'
ἑαυτοῦ προβαλέσθαι τὸν Βυθὸν τοῦτον, ἀρχὴν τῶν πάντων
καὶ καθάπερ σπέρμα, τὴν προβολὴν ταύτην, ἣν προβαλέσθαι

Vitae Aesopi, Vita W (vita Aesopi Westermanniana) (recensio 2) (1765: 002)


“Aesopica, vol. 1”, Ed. Perry, B.E.Urbana: University of Illinois Press, 1952.
Section 88a, line 3
608

τῷ ὄχλῳ κατασείσας ᾔτησεν ἡσυχίαν, σιγῆς δὲ γενομένης ἔφη·


         “ἄνδρες Σάμιοι, τί μου σκώπτετε τὴν θέαν; οὐκ εἰς τὴν ὄψιν ἀποβλέπειν δεῖ,
ἀλλ' εἰς τὴν διάνοιαν· πολλάκις γὰρ κακίστῃ μορφῇ ἡ φύσις ἔδωκε νοῦν σώφρονα.
οὐδ' εἰς τὴν ἀρετὴν τῶν
κεραμίων σκοπεῖν δεῖ, ἀλλ' εἰς τὴν ἔνδοθεν τοῦ οἴνου γεῦσιν.” ταῦτα ἀκούσαντες
οἱ ὄχλοι διεπόππυζον εἰς ἀλλήλους καὶ ἔλεγον “Αἴσωπε, δυνάμενος λέγειν τῇ πόλει,
λέγε.” ὁ δὲ γνοὺς ἑαυτὸν ἐπαινούμενον μετὰ παρρησίας ἔφη·
[”ἄνδρες Σάμιοι, εὐκαταφρονήτους ἡ ἀμορφία εἴωθε ποιεῖν τοὺς νοῦν ἔχοντας σώφρονα
καὶ ὄντας εὐγενεῖς τὸ λαλεῖν· καὶ γὰρ ἐν ἀκάνθαις φύεται κάλλιστα ῥόδα.” οἱ δὲ ὄχλοι πεις-
θέντες αὐτοῦ τῇ πιθανολογίᾳ εἶπον “θάρσει, Αἴσωπε, καὶ εὐψύχει λέγων· καλῶς λέγεις.” ὁ δὲ
Αἴσωπος σιγὴν αἰτήσας εἶπεν]
 “ἄνδρες Σάμιοι, ἐπεὶ ἡ Τύχη φιλόκαλος οὖσα ἀγῶνα δόξης τέθεικε δεσπότῃ
τε καὶ δούλῳ, καὶ ὁ μὲν δοῦλος, ἐὰν ἀμείνων τοῦ δεσπότου φανῇ, τὰς διὰ μαστίγων
λήψεται ὕβρεις – ἐὰν οὖν μοι δι' ἐλευθερίας τὴν παρρησίαν χαρίσησθε, μετὰ πάσης
ἀδείας κἀγὼ φράσω τὰ ζητούμενα.”
         οἱ δὲ ὄχλοι παμπληθεὶ ἔκραζον “ἐλευθέρωσον
Αἴσωπον, ὑπάκουσον Σαμίοις, χάρισαι τῇ πόλει τὴν ἐλευθερίαν.” ὁ δὲ Ξάνθος “οὐκ
ἐλευθερῶ δοῦλον” ἔφη “ὀλίγον μοι ὑπηρετήσαντα χρόνον.” ὁ δὲ πρύτανις ἔφη “ἐὰν
μὴ τῷ πλήθει ὑπακούσῃς, ποιήσω αὐτὸν ἀπελεύθερον τῆς Ἥρας, καὶ ἔσται σοὶ
ὁμότιμος.” οἱ δὲ φίλοι συμβουλεύοντες τῷ Ξάνθῳ ἔλεγον “ἐλευθέρωσον αὐτὸν σύ·

Eusebius Scr. Eccl., Theol., Praeparatio evangelica (2018: 001)


“Eusebius Werke, Band 8: Die Praeparatio evangelica”, Ed. Mras, K.
Berlin: Akademie–Verlag, 43.1:1954; 43.2:1956; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 43.1 & 43.2.
Book 1, chapter 3, section 5, line 6

στων καὶ ἐναργῶν ἀποδείξεων πιστούμενος. ἐσπούδασται μὲν οὖν


πλείστοις τῶν πρὸ ἡμῶν πολλή τις ἄλλη πραγματεία, τοτὲ μὲν ἐλέγ-
χους καὶ ἀντιρρήσεις τῶν ἐναντίων ἡμῖν λόγων συνταξαμένοις, τοτὲ
δὲ τὰς ἐνθέους καὶ ἱερὰς γραφὰς ἐξηγητικοῖς ὑπομνήμασι καὶ ταῖς κατὰ
μέρος ὁμιλίαις διερμηνεύσασι, τοτὲ δὲ τοῖς καθ' ἡμᾶς δόγμασιν ἀγωνι-
στικώτερον πρεσβεύσασιν· ἡμῖν γε μὴν ἰδίως ἡ μετὰ χεῖρας ἐκ-
πονεῖται πρόθεσις.  

γʹ. ΟΤΙ ΜΗ ΑΝΕΞΕΤΑΣΤΩΣ ΤΑ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΛΟΓΟΥ


ΦΡΟΝΕΙΝ ΕΙΛΟΜΕΘΑ

 Πρῶτός γέ τοι πάντων ὁ ἱερὸς ἀπόστολος Παῦλος τὰς μὲν ἀπατη-


λὰς καὶ σοφιστικὰς πιθανολογίας παραιτούμενος, ἀναμφιλόγοις δὲ χρώ-
μενος ταῖς ἀποδείξεσιν, φησίν που· 8“καὶ ὁ λόγος ἡμῶν καὶ τὸ κήρυγμα
οὐκ ἐν πειθοῖς σοφίας λόγοις, ἀλλ' ἐν ἀποδείξει πνεύματος καὶ δυνάμεως.”
οἷς ἐπιλέγει· 8“σοφίαν δὲ λαλοῦμεν ἐν τοῖς τελείοις, σοφίαν δὲ οὐ τοῦ αἰῶνος
τούτου οὐδὲ τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου τῶν καταργουμένων, ἀλλὰ
λαλοῦμεν θεοῦ σοφίαν ἐν μυστηρίῳ τὴν ἀποκεκρυμμένην.” καὶ αὖθις· 8“ἡ ἱκανότης
609

ἡμῶν,” φησίν, 8“ἐκ τοῦ θεοῦ, ὃς καὶ ἱκάνωσεν ἡμᾶς διακόνους καινῆς δια-
θήκης.” εἰκότως δῆτα καὶ ἡμῖν ἅπασιν παρήγγελται 8“ἑτοίμους εἶναι
πρὸς ἀπολογίαν παντὶ τῷ ἐπερωτῶντι ἡμᾶς λόγον περὶ τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος.”
ὅθεν καὶ τῶν νέων συγγραφέων μυρίας ὅσας, ὡς εἴρηται, πανσόφους
καὶ ἐναργεῖς μετὰ συλλογισμῶν ἀποδείξεις ὑπέρ τε τοῦ καθ' ἡμᾶς γρα

Eusebius Scr. Eccl., Theol., Praeparatio evangelica Book 3, chapter 15, section 1, line
4

ὑπὸ θνητῆς πάλιν μητρὸς τῆς Λητοῦς; ἐνταῦθά μοι τήρει ὁπόσους Ἕλ-
ληνες θεοὺς γεννητοὺς γυναικῶν ἐθεολόγησαν, εἰς παράθεσιν, εἴ ποτε πει-
ρῷντο σκώπτειν τὴν τοῦ ἡμετέρου σωτῆρος γένεσιν, καὶ ὅτι οὐ ποιητῶν
εἰσι φωναί, ἀλλ' αὐτῶν τῶν θεῶν αἱ προκείμεναι σημειώσεις.

ιβʹ. ΟΤΙ ΚΑΙ ΤΑΣ ΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ ΘΕΩΡΙΑΣ ΒΕΒΑΙΟΥΣΙ


ΔΙΑ ΤΩΝ ΧΡΗΣΜΩΝ ΕΝΑΝΤΙΩΣ ΤΟΙΣ ΠΕΡΙ ΑΥΤΩΝ ΜΥΘΟΙΣ
ΑΛΛΗΓΟΡΟΥΝΤΕΣ

 Ποιητῶν μὲν οὖν, ὥς φασι, μύθους περὶ θεῶν πλαττομένων, φιλοσό-


φων δὲ φυσιολογούντων χρῆν δήπου εἰκότως τῶν μὲν καταφρονεῖν, τοὺς δὲ
θαυμάζειν ὡς φιλοσόφους καὶ μᾶλλον τῶν ποιητικῶν λήρων τὰς τῶν κρειττό-
νων ἐκδέχεσθαι πιθανολογίας. θεῶν δ' αὖ πάλιν καὶ φιλοσόφων εἰς ἅμιλ-  
λαν κατιόντων καὶ τῶν μὲν ἐν χρησμοῖς τὰ καθ' ἑαυτούς, ὡς ἂν μᾶλλον εἰδότων,
ἀκριβῶς διδασκόντων, τῶν δὲ εἰς ἀσυμφώνους καὶ ἀναποδείκτους εὑρησιλογίας
τὰς περὶ ὧν μὴ ἴσασιν ὑπονοίας περιτρεπόντων, τίσιν αἱρεῖ λόγος πείθεσθαι;
ἢ τοῦτο οὐδ' ἐρωτᾶν ἄξιον; εἰ δὴ οὖν ἀληθεύουσιν οἱ θεοὶ κυροῦντες
τὰς περὶ ἑαυτῶν ἀνθρωποπαθείας, ψευδεῖς ἂν εἶεν οἱ ἀθετοῦντες αὐτάς· εἰ
δὲ τῶν φιλοσόφων ἀληθεῖς αἱ φυσιολογίαι, ψευδεῖς γένοιντ' ἂν αἱ τῶν θεῶν
μαρτυρίαι. ἀλλὰ καὶ αὐτός, εἴποι τις ἄν, ὁ Ἀπόλλων ἔφη που ἐν χρη-
σμοῖς ἐρωτηθεὶς περὶ ἑαυτοῦ ὅστις εἴη·

Eusebius Scr. Eccl., Theol., Praeparatio evangelica Book 7, chapter 11, section 1, line
3

τοὺς προπάτορας ἡμῶν τοῦ γένους τῆς θειοτέρας λήξεως ἀποπεσεῖν, διὸ καὶ
χρῆναι διὰ παντὸς ἐγρηγορέναι πρὸς τὰς τοῦ δηλωθέντος κακοτέχνους ῥᾳδιουρ-
γίας. καὶ τί χρὴ ταῦτα προλαμβάνειν, δέον ἤδη ποτὲ καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν
ἐγγράφων ἕκαστα διελθεῖν τῶν διηγορευμένων; ἀρξώμεθα δ' οὖν πάλιν ἀπὸ
τοῦ θεοῦ, βοηθὸν ἐν πρώτοις αὐτὸν διὰ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ἐπικαλεσά-
μενοι.

ιγʹ. ΕΒΡΑΙΩΝ ΔΟΞΑΙ ΠΕΡΙ ΘΕΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΤΩΝ ΟΛΩΝ


ΑΙΤΙΟΥ

 Τὴν μὲν δὴ τῆς θεολογίας ἀρχὴν ἀπὸ τῆς τῶν ὅλων ποιητικῆς τε καὶ
610

δημιουργικῆς δυνάμεως ἀρχόμενος ὁ κατ' αὐτοὺς λόγος παρίστησιν, οὐ συλ-


λογισμοῖς οὐδὲ πιθανολογίαις, δογματικώτερον δὲ καὶ διδασκαλικώτερον ἐπι-  
θειάζων τῷ ἁγίῳ πνεύματι· ὑφ' οὗ θεοφορούμενος ὧδέ πως ὁ Μωσῆς ἀπήρξατο
τῆς θεολογίας· 8“Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν.” εἶτά
φησιν· 8“Εἶπεν ὁ θεός· γενηθήτω φῶς, καὶ ἐγένετο φῶς.” καὶ πάλιν· 8“Εἶπεν
ὁ θεός· γενηθήτω στερέωμα, καὶ ἐγένετο.” καὶ πάλιν· 8“Εἶπεν ὁ θεός·
βλαστησάτω ἡ γῆ βοτάνην χόρτου, σπεῖρον σπέρμα κατὰ γένος καὶ καθ'
ὁμοιότητα καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν, οὗ τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ,
κατὰ γένος ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ ἐγένετο.” καὶ αὖθις· 8“Εἶπεν ὁ θεός· γενη-
θήτωσαν φωστῆρες ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ, ὥστε φαίνειν ἐπὶ τῆς γῆς,
καὶ ἔστωσαν εἰς σημεῖα καὶ εἰς καιροὺς καὶ εἰς ἡμέρας καὶ εἰς ἐνιαυτούς, καὶ
ἐγένετο.” καὶ πάλιν· 8“Εἶπεν ὁ θεός· Ἐξαγαγέτω τὰ ὕδατα ἑρπετὰ ψυχῶν

Eusebius Scr. Eccl., Theol., Commentaria in Psalmos (2018: 034); MPG 23–24.
Volume 24, page 9, line 22

ΨΑΛΜΟΣ ΡΙΘʹ.

ᾨδὴ τῶν ἀναβαθμῶν.

 Οἱ καταπεσόντες ἀπὸ τῶν τοῦ Θεοῦ καλῶν, ἀνα-


βαίνουσιν ἐπὶ ταῦτα, παρασκευάσαντες εἰς τὴν ἀνά-
βασιν ἑαυτούς· τὴν οὖν παρασκευὴν ἱκανῶς ἐπιδείξας
ὁ Ψαλμῳδὸς διὰ τοῦ πρώτου ψαλμοῦ εἰσάγει τὴν
ἀνάβασιν τὴν διὰ τῶν θλίψεων.

Ἀπὸ γλώσσης δολίας.

 Τουτέστιν ἀπὸ πάσης ψευδοδοξίας καὶ ἀπάτης·


δεῖται γὰρ ὁ ἐν ἀρχῇ προκοπῆς τυγχάνων ὅπως
μηδεὶς αὐτὸν παραλογίζηται ἐν πιθανολογίᾳ.

Τί δοθείη σοι; κ.τ.λ.

 Ἐπακούσας ὁ Λόγος τοῦ προσευξαμένου, κατὰ τὸ,


Ἔτι λαλοῦντός σου, ἰδοὺ πάρειμι, ἀποκρίνεται
αὐτῷ καί φησι· Θάρσει, ὦ οὗτος, εἰδὼς ὅτι προστά-
την καὶ ὑπέρμαχον ἔχεις δυνατὸν, ὅπλοις χρώμενον
ὑπὲρ σοῦ κατὰ τῶν σῶν πολεμίων· βέλη τε γὰρ ἠκό-
νησεν κατ' αὐτῶν, καὶ ἄνθρακας ἡτοίμασεν ἐρημο-
ποιοὺς εἰς αὐτοὺς, μετελεύσεται ἐν ταῖς κατ' αὐ-
τῶν τιμωρίαις· τί οὖν πλέον αἰτεῖς δοθῆναί σοι; ἢ
τί θέλῃς προστιθέναι σοι μετὰ τὴν τοσαύτην τοῦ Δυ
611

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses) (2021: 002)


“Epiphanius, Bände 1–3: Ancoratus und Panarion”, Ed. Holl, K.
Leipzig: Hinrichs, 1:1915; 2:1922; 3:1933; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 25, 31, 37.
Volume 1, page 260, line 1

βλασφημῶν ὁ γόης, βεβουλεῦσθαι τὸν αὐτὸν αὐτῶν θεὸν καθυποτάξαι


τῷ γένει τοῦ Ἰσραὴλ πάντα τὰ ἄλλα ἔθνη καὶ διὰ τοῦτο παρεσκευα-
κέναι πολέμους. πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα κατὰ τοῦ ἁγίου θεοῦ χαλάσας
τὴν γλῶτταν καὶ ἐπάρας τὸ στόμα οὐκ ἐντρέπεται λαλῶν ὁ ἐλεεινό-
τατος. διὰ τοῦτο γάρ, φησί, καὶ τὰ ἄλλα ἔθνη ἐπολέμησε τοῦτο τὸ
ἔθνος καὶ πολλὰ κακὰ αὐτῷ ἐνεδείξατο διὰ τὴν τῶν ἄλλων ἀγγέλων
παραζήλωσιν, ἐπειδήπερ παροτρυνθέντες (ὡς καταφρονούμενοι ὑπ'
αὐτοῦ) καὶ αὐτοὶ τὰ ἴδια ἔθνη ἐπὶ τὸ ἔθνος τοῦ Ἰσραὴλ τὸ ὑπ' αὐ-
τὸν ἐπέσεισαν. καὶ τούτου ἕνεκα πόλεμοι πάντοτε καὶ ἀκαταστασίαι
κατ' αὐτῶν ἐπανέστησαν.  
 3. Αὕτη ἡ τοῦ ἀπατεῶνος πιθανολογία. καὶ αὐτὸς δὲ περὶ Χρι-
στοῦ ὡς δοκήσει πεφηνότος ὁμοίως δοξάζει. εἶναι δέ φησιν αὐτὸν
φαντασίαν ἐν τῷ φαίνεσθαι μὴ εἶναι δὲ ἄνθρωπον μηδὲ σάρκα εἰλη-
φέναι. δραματουργεῖ δὲ ἡμῖν ἄλλην δραματουργίαν ὁ δεύτερος
μιμολόγος ἐν τῷ περὶ τοῦ σταυροῦ λόγῳ Χριστοῦ, οὐχὶ Ἰησοῦν φά-
σκων πεπονθέναι, ἀλλὰ Σίμωνα τὸν Κυρηναῖον· ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῷ
ἀπὸ Ἱεροσολύμων τὸν κύριον ἐκβάλλεσθαι, ὡς ἔχει ἡ ἀκολουθία τοῦ
εὐαγγελίου, ἠγγάρευσάν τινα Σίμωνα Κυρηναῖον βαστάξαι τὸν σταυρόν.
ἔνθεν εὑρίσκει * τῆς αὐτοῦ κυβείας ποιήσασθαι τὴν τραγῳδίαν καί
φησιν· ἐκεῖνον ἐν τῷ βαστάζειν τὸν σταυρὸν μετεμόρφωσεν εἰς τὸ
ἑαυτοῦ εἶδος καὶ ἑαυτὸν εἰς τὸν Σίμωνα, καὶ ἀντὶ ἑαυτοῦ παραδέδωκε

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses) Volume 1, page 317, line 17

τυχοῦσα τότε ταραχὴ ἐγένετο ὡς προείρηται. καὶ οὗτοί εἰσιν οἱ


παρὰ τῷ ἀποστόλῳ Παύλῳ εἰρημένοι «ψευδαπόστολοι, ἐργάται δόλιοι,
μετασχηματιζόμενοι εἰς ἀποστόλους Χριστοῦ».
 5. Χρῶνται γὰρ τῷ κατὰ Ματθαῖον εὐαγγελίῳ – ἀπὸ μέρους
καὶ οὐχὶ ὅλῳ, ἀλλὰ διὰ τὴν γενεαλογίαν τὴν ἔνσαρκον – καὶ ταύτην
μαρτυρίαν φέρουσιν, ἀπὸ τοῦ εὐαγγελίου πάλιν λέγοντες ὅτι «ἀρκε-
τὸν τῷ μαθητῇ ἵνα γένηται ὡς ὁ διδάσκαλος». τί οὖν, φησί; περι-
ετμήθη ὁ Ἰησοῦς, περιτμήθητι καὶ αὐτός. Χριστὸς κατὰ νόμον,
φησίν, ἐπολιτεύσατο, καὶ αὐτὸς τὰ ἴσα ποίησον. ὅθεν καί τινες ἐκ
τούτων ὡς ὑπὸ δηλητηρίων ὑφαρπαχθέντες πείθονται ταῖς πιθανο-
λογίαις διὰ τὸ τὸν Χριστὸν περιτετμῆσθαι. τὸν δὲ Παῦλον ἀθε-
τοῦσι διὰ τὸ μὴ πείθεσθαι τῇ περιτομῇ, ἀλλὰ καὶ ἐκβάλλουσιν αὐτὸν
διὰ τὸ εἰρηκέναι «ὅσοι ἐν νόμῳ δικαιοῦσθε, τῆς χάριτος ἐξεπέσατε»,
καὶ ὅτι «ἐὰν περιτέμνησθε, Χριστὸς ὑμᾶς οὐδὲν ὠφελήσει».  
 6. Οὗτος δὲ ὁ Κήρινθος ἀνόητος καὶ ἀνοήτων διδάσκαλος φάσκει
612

πάλιν τολμήσας Χριστὸν πεπονθέναι καὶ ἐσταυρῶσθαι, μήπω δὲ


ἐγηγέρθαι, μέλλειν δὲ ἀνίστασθαι ὅταν ἡ καθόλου γένηται νεκρῶν
ἀνάστασις. ἀσύστατα τοίνυν ταῦτα παρὰ τούτοις, τά τε ῥήματα καὶ
νοήματα. ὅθεν καὶ ὁ ἀπόστολος ἐκπληττόμενος τοῖς μὲν ἀπιστοῦσι
τῇ ἀναστάσει τῶν νεκρῶν τῇ μελλούσῃ ἔσεσθαι ἔλεγεν «εἰ νεκροὶ οὐκ
ἐγείρονται, οὐδὲ Χριστὸς ἐγήγερται» καὶ τό «φάγωμεν καὶ πίωμεν·

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses) Volume 1, page 369, line 26

τὴν κεφαλὴν τῆς Γοργόνος καὶ ταύτην ἀσπιδογοργόνα καλοῦντες.


οὕτω καὶ ὁ ματαιόφρων Ἐβίων καὶ οἱ ἀμφ' αὐτὸν προὔλαβον ἑαυ-
τοὺς κατατέμνοντες καὶ ἀναιροῦντες ἀπ' ἀρχῆς ἐκεῖνα ἐφ' οἷς καὶ
σεμνύνονται. Χριστὸς γὰρ ἑαυτὸν οὐ περιέτεμεν, παιδίον γεννηθείς·
δόξα δὲ τῷ ἐλεήμονι θεῷ, ὅτι ἑαυτὸν προέλαβεν ὁ Ἐβίων, ἵνα τὰ
ἀληθινὰ μὴ ὁμολογήσῃ, εἰς τὸ καὶ ἔλεγχον αὐτῷ τοῦτο γενέσθαι.
εἰ μὲν γὰρ ἔλεγεν αὐτὸν θεὸν ἄνωθεν ἥκοντα περιτετμῆσθαι τὴν
ὀκταήμερον περιτομὴν ὑπὸ τῆς Μαρίας, τὸ τηνικαῦτα (θεὸς ὢν καὶ
συγχωρῶν κατὰ ἰδίαν εὐδοκίαν) παρεῖχεν ἂν τῷ ἀγύρτῃ τὴν περὶ τῆς
περιτομῆς πιθανολογίαν. ὁπότε δὲ ψιλὸν ἄνθρωπον αὐτὸν γεγε-
νῆσθαι ἀπὸ ἀνθρώπων παρεισφέρει, οὐκέτι αἴτιός ἐστιν ὁ παῖς, εἰ
καὶ τὴν ὀκταήμερον περιτομὴν περιετμήθη. οὐ γὰρ ἑαυτὸν περιέ-  
τεμεν, ἀλλὰ ὑπὸ ἀνθρώπων περιετμήθη. καὶ γὰρ οἱ παῖδες οὐχ
ἑαυτοὺς περιτέμνουσι καὶ οὐδὲ αἴτιοί εἰσι τῆς ἑαυτῶν περιτομῆς, ἀλλ'
οἱ αὐτῶν γονεῖς. ἐκεῖνοι γὰρ ἀδαεῖς ὄντες νηπιάζουσιν ἀγνοοῦντες
καὶ οὐδὲ οἴδασι τί αὐτοῖς ἀπὸ τῶν γονέων γίνεται.

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses) Volume 1, page 400, line 27

λέξεων οὔτε πιθανότητα ἣν οὐκ οἴδαμεν, ἀλλὰ ἁπλῶς καὶ ἀληθῶς καὶ
ἰδιωτικῶς τὰ μετὰ ἀγάπης σοὶ γραφέντα μετὰ ἀγάπης σὺ προσδέξῃ καὶ
αὐτὸς αὐξήσεις αὐτὰ παρὰ σεαυτῷ (ἅτε ἱκανώτερος ἡμῶν τυγχάνων), οἱονεὶ
σπέρματα καὶ ἀρχὰς λαβὼν παρ' ἡμῶν, καὶ ἐν τῷ πλάτει σοῦ τοῦ νοῦ
ἐπὶ πολὺ καρποφορήσεις τὰ δι' ὀλίγων ὑφ' ἡμῶν εἰρημένα καὶ δυνατῶς
παραστήσεις τοῖς μετὰ σοῦ τὰ ἀσθενῶς ὑφ' ἡμῶν ἀπηγγελμένα. καὶ ὡς
ἡμεῖς ἐφιλοτιμήθημεν, πάλαι ζητοῦντός σου μαθεῖν τὴν γνώμην αὐτῶν,
μὴ μόνον σοὶ ποιῆσαι φανεράν, ἀλλὰ καὶ ἐφόδια δοῦναι πρὸς τὸ ἐπι-
δεικνύειν αὐτὴν ψευδῆ, οὕτως δὲ καὶ σὺ φιλοτίμως τοῖς λοιποῖς διακονήσεις,
κατὰ τὴν χάριν τὴν ὑπὸ τοῦ κυρίου σοὶ διδομένην, εἰς τὸ μηκέτι παρα-
σύρεσθαι τοὺς ἀνθρώπους ὑπὸ τῆς ἐκείνων πιθανολογίας, οὔσης τοιαύτης.  
 Λέγουσιν γάρ τινα εἶναι ἐν ἀοράτοις καὶ ἀκατονομάστοις ὑψώμασι
τέλειον Αἰῶνα προόντα· τοῦτον δὲ καὶ Προαρχὴν καὶ Προπάτορα καὶ
Βυθὸν καλοῦσιν. ὑπάρχοντα δ' αὐτὸν ἀχώρητον καὶ ἀόρατον, ἀίδιόν τε
καὶ ἀγέννητον, ἐν ἡσυχίᾳ καὶ ἠρεμίᾳ πολλῇ γεγονέναι ἐν ἀπείροις αἰῶσι
χρόνων· συνυπάρχειν δ' αὐτῷ καὶ Ἔννοιαν, ἣν δὴ καὶ Χάριν καὶ Σιγὴν
ὀνομάζουσι καὶ ποτὲ ἐννοηθῆναι ἀφ' ἑαυτοῦ προβαλέσθαι τὸν Βυθὸν
τοῦτον ἀρχὴν τῶν πάντων, καὶ καθάπερ σπέρμα τὴν προβολὴν ταύτην,
ἣν προβαλέσθαι ἐνενοήθη, [καὶ] καταθέσθαι ὡς ἐν μήτρᾳ ἐν τῇ συνυπ-
613

αρχούσῃ ἑαυτῷ Σιγῇ. ταύτην δὲ ὑποδεξαμένην τὸ σπέρμα τοῦτο καὶ


ἐγκύμονα γενομένην ἀποκυῆσαι Νοῦν, ὅμοιόν τε καὶ ἴσον τῷ προβαλόντι·

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses)


Volume 2, page 206, line 10

μόνῳ χρώμενος ἐν τοῖς αὐτοῖς μυστηρίοις.  


 Πεσεῖται δὲ καὶ οὗτος κατὰ πάντα τρόπον, ἀσύστατον ἔχων τὸ
κήρυγμα (ἤδη δὲ καὶ οὗτος κατασβεσθεὶς οἶμαι ἔληξε καὶ τὸ αὐτοῦ
διδασκαλεῖον). πόθεν γὰρ οὐκ ἐλεγχθήσεται ὁ τοιοῦτος; πρῶτον
μὲν γὰρ κατὰ τὰ ἄνω ἡμῖν προδεδηλωμένα καὶ πρὸς τὰς οὕτω φας-
κούσας αἱρέσεις *, ὅτι ἀδύνατον εἶναι πολλὰς ἀρχὰς γεννητικὰς τῶν
κατὰ διαδοχὴν γεννωμένων. αἱ γὰρ οὖσαι πολλαὶ καὶ μία, ἅτε ἐκ
τῆς μιᾶς ὑπάρχουσαι [ἐκ] τῆς οὔσης [μιᾶς τῆς] αἰτίας τῶν πασῶν,
εὑρεθήσονται· καὶ οὐκέτι πολλαὶ ἀρχαὶ ἀλλ' ἢ μία ἡ τούτων αἰτία
γεγονυῖα, καὶ ἀναχθήσεται τὰ πάντα εἰς τὴν μίαν μοναρχίαν καὶ
διέπεσεν ἡ τοῦ τοιούτου πιθανολογία * καὶ οὐκ ἀλήθεια, οὐδὲ τὴν
πιθανολογίαν δυναμένη ἔχειν. μωρὸν γὰρ τὸ ὅλον κήρυγμα. καὶ
εἰ ὁ Ἀδὰμ οὐ σῴζεται, τὸ φύραμα, οὐδέ τι τῶν ἀπὸ τοῦ φυράμα-
τος σῴζεται. εἰ γὰρ ὁ πρωτόπλαστος καὶ ἐξ ἀθίκτου γῆς γενόμενος
σωτηρίας οὐ μεθέξει, πῶς τὰ ἐξ αὐτοῦ γεγεννημένα ἕξει σωτηρίαν;
 3. Κατὰ γὰρ δύο τρόπους εὑρεθήσεται καθ' ἑαυτοῦ λέγων. φάσκει
γὰρ τὸν γάμον εἶναι οὐκ ἐκ τοῦ θεοῦ, ἀλλὰ πορνείαν εἶναι αὐτὸν
καὶ μύσος· καὶ ἑαυτὸν ἀπὸ γάμου ὑπάρχοντα καὶ ἐκ γυναικὸς γεγεν-
νημένον καὶ ἐκ σπορᾶς ἀνδρὸς ἡγεῖται σῴζεσθαι. ἄρα οὖν πάλιν
ἀνέλυσε τὴν αὐτοῦ κατὰ τοῦ γάμου βλασφημίαν. εἰ γὰρ οὗτος ἐκ
γάμου ὑπάρχων σωτηρίαν ἕξει, ἄρα οὐ βδέλυγμα ὁ γάμος, ὁ γεννῶν

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses) Volume 2, page 206, line 11

 Πεσεῖται δὲ καὶ οὗτος κατὰ πάντα τρόπον, ἀσύστατον ἔχων τὸ


κήρυγμα (ἤδη δὲ καὶ οὗτος κατασβεσθεὶς οἶμαι ἔληξε καὶ τὸ αὐτοῦ
διδασκαλεῖον). πόθεν γὰρ οὐκ ἐλεγχθήσεται ὁ τοιοῦτος; πρῶτον
μὲν γὰρ κατὰ τὰ ἄνω ἡμῖν προδεδηλωμένα καὶ πρὸς τὰς οὕτω φας-
κούσας αἱρέσεις *, ὅτι ἀδύνατον εἶναι πολλὰς ἀρχὰς γεννητικὰς τῶν
κατὰ διαδοχὴν γεννωμένων. αἱ γὰρ οὖσαι πολλαὶ καὶ μία, ἅτε ἐκ
τῆς μιᾶς ὑπάρχουσαι [ἐκ] τῆς οὔσης [μιᾶς τῆς] αἰτίας τῶν πασῶν,
εὑρεθήσονται· καὶ οὐκέτι πολλαὶ ἀρχαὶ ἀλλ' ἢ μία ἡ τούτων αἰτία
γεγονυῖα, καὶ ἀναχθήσεται τὰ πάντα εἰς τὴν μίαν μοναρχίαν καὶ
διέπεσεν ἡ τοῦ τοιούτου πιθανολογία * καὶ οὐκ ἀλήθεια, οὐδὲ τὴν
πιθανολογίαν δυναμένη ἔχειν. μωρὸν γὰρ τὸ ὅλον κήρυγμα. καὶ
εἰ ὁ Ἀδὰμ οὐ σῴζεται, τὸ φύραμα, οὐδέ τι τῶν ἀπὸ τοῦ φυράμα-
τος σῴζεται. εἰ γὰρ ὁ πρωτόπλαστος καὶ ἐξ ἀθίκτου γῆς γενόμενος
σωτηρίας οὐ μεθέξει, πῶς τὰ ἐξ αὐτοῦ γεγεννημένα ἕξει σωτηρίαν;
614

 3. Κατὰ γὰρ δύο τρόπους εὑρεθήσεται καθ' ἑαυτοῦ λέγων. φάσκει
γὰρ τὸν γάμον εἶναι οὐκ ἐκ τοῦ θεοῦ, ἀλλὰ πορνείαν εἶναι αὐτὸν
καὶ μύσος· καὶ ἑαυτὸν ἀπὸ γάμου ὑπάρχοντα καὶ ἐκ γυναικὸς γεγεν-
νημένον καὶ ἐκ σπορᾶς ἀνδρὸς ἡγεῖται σῴζεσθαι. ἄρα οὖν πάλιν
ἀνέλυσε τὴν αὐτοῦ κατὰ τοῦ γάμου βλασφημίαν. εἰ γὰρ οὗτος ἐκ
γάμου ὑπάρχων σωτηρίαν ἕξει, ἄρα οὐ βδέλυγμα ὁ γάμος, ὁ γεννῶν
τοὺς τῆς σωτηρίας μετέχοντας, οἵῳ δἂν θέλοι τρόπῳ λέγειν.

Athanasius Theol., De synodis Arimini in Italia et Seleuciae in Isauria (2035: 010)


“Athanasius Werke, vol. 2.1”, Ed. Opitz, H.G.Berlin: De Gruyter, 1940.
Chapter 20, section 2, line 1

ὁ πατὴρ προυπάρχουσαν εἶχε τὴν τοῦ γεννᾶν ἐπιστήμην, ἐπεὶ καὶ ἰατρὸς πρὸ τοῦ
ἰατρεύειν
εἶχε τὴν τοῦ ἰατρεύειν ἐπιστήμην». καὶ πάλιν φησίν· «εὐεργετικῇ φιλοτιμίᾳ ἐκτίσθη
ὁ υἱός, καὶ περιουσίᾳ δυνάμεως ἐποίησεν αὐτὸν ὁ πατήρ» καὶ πάλιν· «εἰ τὸ θέλειν τοῦ
θεοῦ
διὰ πάντων ἐφεξῆς τῶν ποιημάτων διελήλυθε, δηλονότι καὶ ὁ υἱὸς ποίημα ὢν
βουλήσει
γέγονε καὶ πεποίηται.» ταῦτα δὲ Ἀστέριος ἔγραφε μόνος, οἱ δὲ περὶ Εὐσέβιον
ἐφρόνουν
αὐτὰ κοινῇ μετ' αὐτοῦ.  
 Ταῦτά ἐστιν ὑπὲρ ὧν ἀγωνίζονται, διὰ ταῦτα μάχονται πρὸς τὴν ἀρχαίαν σύνοδον,
ὅτι μὴ τὰ ὅμοια αὐτῶν ἔγραψαν οἱ συνελθόντες ἐν αὐτῇ, ἀλλὰ μᾶλλον ἀνεθεμάτισαν
τὴν
ἀρειανὴν αἵρεσιν, ἣν ἐσπούδαζον οὗτοι συστῆσαι. διὰ τοῦτο καὶ Ἀστέριον τὸν
θύσαντα,
σοφιστὴν ὄντα, συνήγορον τῆς ἀσεβείας ἑαυτῶν προὐβάλλοντο, ἵνα μὴ φείδηται μήτε
κατὰ
τοῦ κυρίου φθέγγεσθαι μήτε τοὺς ἀκεραίους τῇ πιθανολογίᾳ πλανᾶν. καὶ ἠγνόησάν
γε
οἱ ἀμαθεῖς ὅτι καθ' ἑαυτῶν εἰργάζοντο τοῦτο. ἡ γὰρ δυσωδία τῆς εἰς τὰ εἴδωλα θυσίας
τοῦ
συνηγόρου ἔτι πλέον τὴν αἵρεσιν Χριστομάχον ἐδείκνυε. διὰ τοῦτο καὶ νῦν πάντα

Athanasius Theol., Orationes tres contra Arianos (2035: 042); MPG 26.
Volume 26, page 324, line 15

ἐστιν ἀληθινὸς Πατὴρ, καὶ ἀληθινὸς Υἱὸς, μήτε


τί ἐστι φῶς ἀόρατον, καὶ ἀΐδιον, καὶ ἀπαύγασμα
αὐτοῦ ἀόρατον, μήτε τί ἐστιν ἀόρατος ὑπόστα-
σις, καὶ χαρακτὴρ ἀσώματος, καὶ εἰκὼν ἀσώματος.
Εἰ γὰρ ἐγίνωσκον, οὐκ ἂν τὸν Κύριον τῆς δόξης μετὰ
γέλωτος ἐδυσφήμουν, οὔτε τὰ ἀσώματα σωματι-
κῶς ἐκλαμβάνοντες, τὰ καλῶς λεγόμενα παρεξη-
γοῦντο. Ἤρκει μὲν οὖν καὶ μόνον ἀκούοντας
ταῦτα, λέγοντος τοῦ Κυρίου, πιστεύειν· ἐπεὶ καὶ ἡ
τῆς ἁπλότητος πίστις βελτίων ἐστὶ τῆς ἐκ περιεργίας
615

πιθανολογίας· ἐπειδὴ δὲ καὶ τοῦτο βεβηλοῦν ἐπεχεί-


ρησαν πρὸς τὴν ἰδίαν αἵρεσιν, ἀναγκαῖον τὴν μὲν
ἐκείνων κακόνοιαν διελέγξαι, τὴν δὲ τῆς ἀληθείας
διάνοιαν δεῖξαι ἕνεκά γε τῆς τῶν πιστῶν ἀσφαλείας.
Οὐ γὰρ, ὡς ἐκεῖνοι νομίζουσιν, ἀντεμβιβαζόμενοι εἰς
ἀλλήλους εἰσὶν, ἐν τῷ λέγεσθαι, Ἐγὼ ἐν τῷ Πατρὶ,
καὶ ὁ Πατὴρ ἐν ἐμοὶ, ὥσπερ ἐν ἀγγείοις κενοῖς ἐξ
ἀλλήλων πληρούμενοι· ὥστε τὸν μὲν Υἱὸν πλη-
ροῦν τὸ κενὸν τοῦ Πατρὸς, τὸν δὲ Πατέρα πληροῦν
τὸ κενὸν τοῦ Υἱοῦ, καὶ ἑκάτερον αὐτῶν μὴ εἶναι
πλήρη καὶ τέλειον· σωμάτων μὲν ἴδιον τοῦτό γε· διὸ

Athanasius Theol., Epistula ad Jovianum (2035: 119); MPG 26.


Volume 26, page 817, line 39

ἡμέρᾳ, καὶ ἀνελθόντα εἰς τοὺς οὐρανοὺς, ἐρχόμενον


κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς· καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα
τὸ ἅγιον. Τοὺς δὲ λέγοντας, Ἦν ποτε, ὅτε οὐκ ἦν,
καὶ, Πρὶν γενηθῆναι, οὐκ ἦν, καὶ ὅτι Ἐξ οὐκ ὄντων
ἐγένετο, ἢ ἐξ ἑτέρας ὑποστάσεως ἢ οὐσίας φάσκον-
τας εἶναι, ἢ κτιστὸν, ἢ τρεπτὸν, ἢ ἀλλοιωτὸν τὸν
Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, τούτους ἀναθεματίζει ἡ καθολικὴ καὶ
ἀποστολικὴ Ἐκκλησία.
 Ταύτῃ τῇ πίστει, Αὔγουστε, πάντας ἐπιμένειν
ἀναγκαῖον, ὡς θείᾳ καὶ ἀποστολικῇ, καὶ μηδένα με-
τακινεῖν αὐτὴν πιθανολογίαις καὶ λογομαχίαις, ὅπερ
πεποιήκασιν οἱ Ἀρειομανῖται, ἐξ οὐκ ὄντων τὸν
Υἱὸν τοῦ Θεοῦ λέγοντες, καὶ ὅτι ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν,
καὶ κτιστὸς, καὶ ποιητὸς, καὶ τρεπτός ἐστι. Διὰ τοῦτο
γὰρ, καθὰ προείπομεν, καὶ ἡ ἐν Νικαίᾳ σύνοδος
ἀνεθεμάτισε τὴν τοιαύτην αἵρεσιν, τὴν δὲ τῆς ἀλη-
θείας πίστιν ὡμολόγησεν. Οὐ γὰρ ἁπλῶς ὅμοιον εἰρή-
κασι τὸν Υἱὸν τῷ Πατρὶ, ἵνα μὴ ἁπλῶς ὅμοιος Θεῷ, ἀλλ'  
ἐκ Θεοῦ Θεὸς ἀληθινὸς πιστεύηται· ἀλλ' ὁμοούσιος ἔγρα-
ψαν, ὅπερ ἴδιον ἦν γνησίου καὶ ἀληθινοῦ Υἱοῦ,
ἀληθινοῦ καὶ φύσει τοῦ Πατρός. Ἀλλ' οὐδὲ ἀπηλ

Basilius Theol., Homiliae in hexaemeron (2040: 001)


“Basile de Césarée. Homélies sur l'hexaéméron, 2nd edn.”, Ed. Giet, S.
Paris: Cerf, 1968; Sources chrétiennes 26 bis.
Homily 1, section 11, line 39

βιαζόμεθα τὸ πυρῶδες, παρὰ φύσιν αὐτὸ πρὸς τὸ κάτω


καθέλκοντες. Ἡ δὲ πρὸς τὰ ἐναντία διολκὴ τῶν στοιχείων,
616

διαπτώσεώς ἐστιν ἀφορμή. Τὸ γὰρ ἠναγκασμένον καὶ παρὰ


φύσιν, ἐπ' ὀλίγον ἀντισχὸν, καὶ τοῦτο βιαίως καὶ μόλις,
ταχὺ διελύθη εἰς τὰ ἐξ ὧν συνετέθη, ἑκάστου τῶν συνελθόν-
των πρὸς τὴν οἰκείαν χώραν ἐπανιόντος. Διὰ μὲν δὴ ταύτας,
ὥς φασι, τῶν λογισμῶν τὰς ἀνάγκας, τοὺς τῶν προαγόντων  
ἀθετήσαντες λόγους, οἰκείας ὑποθέσεως ἐδεήθησαν οἱ
πέμπτην σώματος φύσιν εἰς τὴν οὐρανοῦ καὶ τῶν κατ' αὐτὸν
ἀστέρων γένεσιν ὑποτιθέμενοι. Ἄλλος δέ τις τῶν σφριγώντων
κατὰ πιθανολογίαν ἐπαναστὰς πάλιν τούτοις, ταῦτα μὲν
διέχεε καὶ διέλυσεν, οἰκείαν δὲ παρ' ἑαυτοῦ ἀντεισήγαγε
δόξαν. Περὶ ὧν νῦν λέγειν ἐπιχειροῦντες, εἰς τὴν ὁμοίαν
αὐτοῖς ἀδολεσχίαν ἐμπεσούμεθα. Ἀλλ' ἡμεῖς ἐκείνους ὑπ'
ἀλλήλων ἐάσαντες καταβάλλεσθαι, αὐτοὶ τοῦ περὶ τῆς
οὐσίας ἀφέμενοι λόγου, πεισθέντες Μωϋσεῖ, ὅτι Ἐποίησεν
ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, τὸν ἀριστοτέχνην τῶν
σοφῶς καὶ ἐντέχνως γενομένων δοξάσωμεν, καὶ ἐκ τοῦ
κάλλους τῶν ὁρωμένων τὸν ὑπέρκαλον ἐννοώμεθα, καὶ ἐκ
τοῦ μεγέθους τῶν αἰσθητῶν τούτων καὶ περιγραπτῶν
σωμάτων ἀναλογιζώμεθα τὸν ἄπειρον καὶ ὑπερμεγέθη καὶ

Basilius Theol., De spiritu sancto (2040: 003)“Basile de Césarée. Sur le Saint–


Esprit, 2nd edn.”, Ed. Pruche, B.Paris: Cerf, 1968; Sources chrétiennes 17 bis.
Chapter 10, section 26, line 23

ἀπὸ τῶν εἰδώλων προσήλθομεν Θεῷ ζῶντι, ὁ μὴ ἐπὶ παντὸς


φυλάσσων καιροῦ, καὶ διὰ πάσης ἑαυτοῦ τῆς ζωῆς ὡς
ἀσφαλοῦς φυλακτηρίου περιεχόμενος, ξένον ἑαυτὸν καθίστησι
τῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Θεοῦ, τῷ ἰδίῳ χειρογράφῳ μαχόμενος,
ὃ ἐπὶ τῆς κατὰ τὴν πίστιν ὁμολογίας κατέθετο. Εἰ γὰρ ἀρχή
μοι ζωῆς τὸ βάπτισμα, καὶ πρώτη ἡμερῶν ἐκείνη ἡ τῆς
παλιγγενεσίας ἡμέρα, δῆλον ὅτι καὶ φωνὴ τιμιωτάτη πασῶν
ἡ ἐν τῇ χάριτι τῆς υἱοθεσίας ἐκφωνηθεῖσα. Τὴν οὖν εἰσά-
γουσάν με εἰς τὸ φῶς, τὴν γνῶσιν Θεοῦ μοι χαρισαμένην
παράδοσιν, δι' ἧς τέκνον ἀπεδείχθην Θεοῦ, ὁ τέως διὰ τὴν  
ἁμαρτίαν ἐχθρός, ταύτην προδῶ, ταῖς τούτων πιθανολογίαις
παρατραπείς; Ἀλλὰ καὶ ἐμαυτῷ συνεύχομαι μετὰ τῆς
ὁμολογίας ταύτης ἀπελθεῖν πρὸς τὸν Κύριον, καὶ αὐτοῖς
παραινῶ, ἄσυλον διατηρῆσαι τὴν πίστιν, εἰς ἡμέραν Χριστοῦ,
καὶ ἀχώριστον ἀπὸ Πατρὸς καὶ Υἱοῦ φυλάξαι τὸ Πνεῦμα,
τὴν ἐπὶ τοῦ βαπτίσματος διδασκαλίαν ἔν τε τῇ ὁμολογίᾳ
τῆς πίστεως διατηροῦντας καὶ ἐν τῇ τῆς δόξης ἀποπληρώσει.  

Basilius Theol., Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] (2040: 009)


“San Basilio. Commento al profeta Isaia, 2 vols.”, Ed. Trevisan, P.
Turin: Società Editrice Internazionale, 1939.
Chapter 1, section 46, line 41

ψυχῶν τὰ δόγματα τῆς ἀσεβείας διασπειρόντων. Λεχθήσε-


ται καὶ ἐπ' αὐτῆς δικαίως τὸ Πῶς ἐγένετο πόρνη ἡ πόλις
617

πιστὴ Σιών; Οἱ γὰρ ἅγιοι Ἄγγελοι, οἱ τῶν Ἐκκλησιῶν τὰς


προστασίας πεπιστευμένοι, γνωρίζοντες τὰ ἀρχαῖα, ἀφο-
ρῶντες καὶ πρὸς τὰ νῦν, πρὸς τούτους, ἐροῦσι θαυμαστικῶς·
Πῶς ἐγένετο πόρνη πόλις πιστή;  – Ἐκ τῆς πορνείας αὐτῆς
καὶ φονευτὰς συναθροίσασα, φονευτὰς οὐχὶ σωμάτων,
ἀλλὰ ψυχῶν· ἐν δολιότητι καὶ ἀπάτῃ τὴν ζωὴν ἀφαιρου-
μένους τῶν ἁπλουστέρων; οἱονεὶ ξίφει τινὶ τῷ λόγῳ διὰ  
τῆς τοῦ κόσμου σοφίας εἰς πιθανολογίαν ἠκονημένοι, θανά-
σιμα τραύματα ταῖς ψυχαῖς ἐμποιοῦσιν.
 Εἶτα ἡ τῆς αἰτίας ἀπόδοσις, δι' ἣν αἰτίαν ἐγένετο πόρνη
ἡ πρότερον πιστή.
 Τὸ ἀργύριον ὑμῶν ἀδόκιμον.
 Τουτέστιν ὁ τῆς πίστεως λόγος παρατετυπωμένος ἐστὶ καὶ
παράσημος, τὸν ἀκριβῆ χαρακτῆρα τῆς βασιλικῆς εἰκόνος μὴ
διασώζων. Ὅτι γὰρ εἰς τοῦτο φέρει τὸ αἴνιγμα καὶ ἀργύριον
ὀνομάζει τὸν λόγον τῆς πίστεως, πολλαχόθεν δείκνυται· καὶ
μάλιστα ἐκ τοῦ Τὰ λόγια Κυρίου, λόγια ἁγνά, ἀργύριον πεπυ-
ρωμένον, δοκίμιον τῇ γῇ.  – Ἐρευνήσατε οὖν ὑμῶν τὰ ταμεῖα

Origenes Theol., Homiliae in Job (fragmenta in catenis, typus I) (e codd. Paris.)


(2042: 057); MPG 12.
Volume 12, page 1036, line 3

σέως περὶ τοῦ οἴνου τῆς διδασκαλίας αὐτῶν· «Ἐκ


γὰρ ἀμπέλου Σοδόμων ἡ ἄμπελος αὐτῶν.» Ἀλλ' ὁ
ἀγαθὸς Θεὸς οὐκ ἐάσει αὐτοὺς πλοῦτον ἀδίκως συνα-
γόμενον ἔχειν ἀεὶ ἐν ἑαυτοῖς, ἀλλὰ ποιήσει αὐτοὺς
ἐξεμέσαι. Ἄγγελος γὰρ κατ' εὐεργεσίαν Θεοῦ ἐξελ-
κύσει αὐτοὺς ἐπ' αὐτῆς τῆς κακῶς οἰκοδομηθείσης
οἰκίας· ἥτις ἐστὶν ἡ ἐκκλησία πονηρευομένων. Ἐπά-
γει γοῦν· «Ἐξ οἰκίας αὐτοῦ,» καὶ τὰ ἑξῆς.  
 Ὅρα δὲ πόσον καὶ τῷ ἑτεροδόξῳ ἀπόκειται διὰ τὰ
ἀσεβῆ δόγματα. Διὰ τοῦτο προσέχωμεν ἑαυτοῖς, μή-
ποτε ἐν πιθανολογίαις συληθῶμεν ἀπὸ αἱρετικῆς
διδασκαλίας, καὶ ἐκπέσωμεν τοῦ μυστηρίου τῆς
Ἐκκλησίας.
 Μὴ ἴδοι ἄμελξιν νομάδων. Καὶ ὁ ἑτερόδοξος δὲ
οὐ βλέπει ἄμελξιν νομάδων. Νομάδες δέ εἰσι ψυχαὶ
νεμόμεναι ὑπὸ τῷ καλῷ ποιμένι, καὶ νομὴν εὑρί-
σκουσαι. Καὶ τὰ δόγματα δὲ κατὰ Θεοῦ οὐδὲν ἔχει
γλυκὺ, ἀλλὰ στρυφνὰ καὶ πυκνά.
 Πολλῶν γὰρ ἀδυνάτων οἴκους ἔθλασεν. Καὶ ὁ
ἑτερόδοξός σε ἐάν που εὕρῃ ἀσθενῆ ἐν τῇ πίστει,

Joannes Chrysostomus Scr. Ecl., In epistulam ad Colossenses (homiliae 1–12)


(2062: 161); MPG 62.Vol 62, pg 334, ln 49
618

ἦλθε. Τίνος οὖν ἕνεκεν ἐγκαλοῦσί τινες τῶν ἀνοήτων;


Ὅρα πῶς τοῖς ἁπλουστέροις διαλέγεται· Ἐν ᾧ εἰσι
πάντες οἱ θησαυροί. Αὐτὸς πάντα οἶδεν. Ἀπόκρυ-
φοι. Μὴ γὰρ δὴ νομίσητε ἤδη τὸ πᾶν ἔχειν· ἀπό-
κρυφοί εἰσι καὶ ἀπὸ ἀγγέλων, οὐκ ἀφ' ὑμῶν μόνον·
ὥστε παρ' αὐτοῦ δεῖ πάντα αἰτεῖν· αὐτὸς δίδωσι σο-
φίαν καὶ γνῶσιν. Τῷ μὲν οὖν, Θησαυροὶ, εἰπεῖν, τὸ
πολὺ δείκνυσι· τῷ δὲ, Πάντες, τὸ μηδὲ ἀγνοεῖν· τῷ
δὲ, Ἀπόκρυφοι, τὸ μόνος εἰδέναι. Τοῦτο δὲ λέγω,
ἵνα μή τις ὑμᾶς παραλογίζηται ἐν πιθανο-
λογίᾳ.
 γʹ. Ὁρᾷς ὅτι διὰ τοῦτο εἶπον, φησὶ, ταῦτα, ἵνα μὴ
παρὰ ἀνθρώπων ζητῆτε. Παραλογίζηται, φησὶν, ἐν
πιθανολογίᾳ. Τί γὰρ, εἰ πιθανῶς λέγει; Εἰ γὰρ τῇ
σαρκὶ ἄπειμι, ἀλλὰ τῷ πνεύματι σὺν ὑμῖν εἰμι.
Τὸ ἀκόλουθον τοῦτο ἦν εἰπεῖν· Εἰ γὰρ καὶ τῇ σαρκὶ
ἄπειμι, ἀλλ' ὅμως οἶδα τοὺς ἀπατεῶνας· νῦν δὲ εἰς
ἐγκώμιον κατέληξε. Χαίρων καὶ βλέπων ὑμῶν τὴν

Procopius Rhet., Scr. Eccl., Commentarii in Isaiam (2598: 004); MPG 87.2.
Page 1901, line 38

Ἐμπαίξαντες δὲ πρὸς τοῦ σταυροῦ τῷ Χριστῷ, νεω-


τέρᾳ παρεδόθησαν τῇ Ῥωμαίων ἀρχῇ· ἐμπαῖκται
δὲ καὶ αὐτῶν ἐκυρίευσαν, οὐκ ἔχοντες ἐν ἑαυτοῖς
τὴν ἀλήθειαν, μόνον δὲ πρὸς τὸ δοκεῖν διακείμενοι·
ἔσθ' ὅτε καὶ χρήμασιν ὠνούμενοι τὸ καλεῖσθαι ῥαββί.
Τοὺς δὲ τοιούτους πῶς οὐκ ἄν τις εἴποι καὶ νέους
εἶναι τὸ φρόνημα; τοιούτους ἔστιν αὐτοὺς Ἰουδαίων
διδασκάλους ἰδεῖν. Ἀπείη δὲ τοιαύτην Ἐκκλησίαν
ὁρᾷν ἀγομένην ὑπὸ τῶν πανουργίᾳ δηλούντων τὸν
λόγον, ἐν ὑποκρίσει ψευδολόγων, διὰ τῆς χρηστολο-
γίας καὶ πιθανολογίας ἐξαπατώντων τοὺς ἀκεραίους.
Οὓς ἄν τις εἰκότως ἐμπαίκτας καλέσειεν. Ἀλλ' εἰς
ὅ τι φέρει ταῦτα τέλος, ἐπήνεγκεν, ὅτι συμπεσεῖ-
ται ὁ λαὸς ἄνθρωπος πρὸς ἄνθρωπον, πᾶσαν δει-
κνὺς ἀμιξίαν καὶ ταραχὴν, αἰδοῦς ἁπάσης ἀνῃρη-
μένης καὶ τάξεως· φανερῶς δὲ, καὶ οὐ δι' αἰνιγμάτων
ἔτι, τὰ τῆς ἐσχάτης ἁλώσεως ἐκδιηγεῖται κακά. Στά-
σεως γὰρ καὶ φόνου τὴν πόλιν ἀνέπλησαν, μηδὲ φό-
βῳ τῶν πολεμίων ἀλλήλοις ὁμονοήσαντες, ἀλλήλοις
δὲ φιλαρχοῦντες ἐπῄεσαν, μηδενὸς ἐμμένοντος
πρεσβυτέρου διδάγμασιν· ἔχων δέ τις ἐκ βίου τὴν

Michael Psellus Polyhist., Orationes forenses et acta (2702: 007)“Michaelis Pselli


orationes forenses et acta”, Ed. Dennis, G.T.Stuttgart: Teubner, 1994.oration 1, line
687
619

βάθος τῆς ἑαυτοῦ ψυχῆς ταύτην κατακολπίσαντα καὶ βα-  


φέντα ὡς εἰπεῖν δευσοποιά τε καὶ ἀναπόνιπτα, οὐκ ἂν
οὕτω θερμότερον κατηγόρησα, ἀλλὰ λόγοις ἑτέροις δι-
ορθωσάμενος μετεδίδαξα. ἐπεὶ δὲ οὐκ ἀπὸ τῶν ἡμετέρων
μᾶλλον ἢ τῶν λήρων ἐκείνων τὴν ψυχὴν ἐποιώθη καὶ τῶν
καινῶν δογμάτων ἀντεποιήσατο, ὡς μικροῦ δεῖν καὶ
νομοθετεῖν περὶ τούτων, διὰ ταῦτα τὴν παροῦσαν ἐνεστη-
σάμην γραφήν. ἀξιῶ δέ μοι ἐνταῦθα προσέξειν τὸν νοῦν.
κἂν μὲν ἀληθῆ καὶ δίκαια λέγω καὶ μετὰ πάσης ὡς εἰπεῖν
ἀποδείξεως, αὐτόθεν ἐπενέγκατέ μοι τὴν τομήν· εἰ δὲ πε-
ρινοοῦμαι τι τῷ λόγῳ σοφιστικαῖς πιθανολογίαις πρὸς τὸν
ἔλεγχον χρώμενος, μηδὲ φωνῆς ἀνάσχοισθέ μου.
 Ἐπειδὴ γὰρ ἡ τῶν Χιωτῶν ἀπάτη ἐλήλεγκται καὶ τὰ
τῆς ἀσεβείας αὐτῶν κατεγνώσθη συγγράμματα, ὁ μέγας
ἡμῶν πατριάρχης δεινὸν ἄλλως ἡγεῖται, εἰ μὴ καὶ αὖθις
τὰ ἐκείνων ἰσχύσειε καὶ τὴν ἧτταν τούτοις ἀνακαλέσαιτο.
καὶ σκοπεῖτε ὅπως ὑπούλως ἐνταῦθα καὶ δολερῶς

Flavius Justinianus Imperator Theol., Contra monophysitas (2734: 001)


“Drei dogmatische Schriften Iustinians, 2nd edn.”, Ed. Amelotti, M., Albertella, R.,
Migliardi, L. (post E. Schwartz)
Milan: Giuffrè, 1973; Legum Iustiniani imperatoris vocabularium. Subsidia 2.
Section 87, line 41

Μακεδονίας τε καὶ πάσης Ἑλλάδος καὶ αἱ κατ' Ἀφρικὴν πᾶσαι καὶ Σαρδινίαν καὶ
Κύπρον καὶ
Κρήτην Παμφυλίαν τε καὶ Λυκίαν καὶ Ἰσαυρίαν καὶ Πισιδίαν καὶ αἱ κατὰ πᾶσαν
Αἴγυπτον καὶ
τὰς Λιβύας καὶ Πόντον καὶ Καππαδοκίαν καὶ τὰ πλησίον μέρη καὶ αἱ κατὰ Ἀνατολὴν
ἐκκλησίαι
παρὲξ ὀλίγων τῶν τὰ Ἀρείου φρονούντων. πάντων γὰρ τῶν προειρημένων τῆι πείραι
ἔγνωμεν
τὴν γνώμην καὶ γράμματα ἔχομεν. καὶ οἶδας, ὦ θεοφιλέστατε αὔγουστε, ὅτι κἂν
ὀλίγοι τινὲς
ἀντιλέγωσι ταύτηι τῆι πίστει, οὐ δύνανται πρόκριμα ποιεῖν πάσηι τῆι οἰκουμένηι.
πολλῶι γὰρ
χρόνωι βλαβέντες ἐκ τῆς Ἀρειανῆς αἱρέσεως φιλονεικότερον νῦν ἀνθίστανται τῆι
θεοσεβείαι.
καὶ ὑπὲρ τοῦ γινώσκειν τὴν σὴν θεοσέβειαν καίτοι γινώσκουσαν ὅμως ἐσπουδάσαμεν
τὴν ἐν
Νικαίαι πίστιν ὁμολογηθεῖσαν ὑπὸ τριακοσίων ἐπισκόπων ὑποτάξαι. ταύτηι τῆι
πίστει, θεο-
σεβέστατε αὔγουστε, [ἧι] πάντας ἐπιμένειν ἀναγκαῖον ὡς θείαι τε καὶ ἀποστολικῆι
καὶ μηδὲν
μετακινεῖν αὐτῆς πιθανολογίαις καὶ λογομαχίαις, ὅπερ πεποιήκασιν ἐξ ἀρχῆς οἱ
Ἀρειομανῖται
ἐξ οὐκ ὄντων τὸν υἱὸν τοῦ θεοῦ λέγοντες καὶ ὅτι ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν, καὶ κτιστὸς καὶ
ποιητὸς καὶ
620

τρεπτός ἐστιν. διὰ τοῦτο γὰρ καθὰ προείπομεν, καὶ ἡ ἐν Νικαίαι σύνοδος
ἀνεθεμάτισεν τὴν
τοιαύτην αἵρεσιν, τὴν δὲ τῆς ἐκκλησίας πίστιν ὡμολόγησεν. οὐ γὰρ ἁπλῶς ὅμοιον
εἰρήκασι
τὸν υἱὸν τῶι πατρί, ἵνα μὴ ἁπλῶς ὅμοιος θεῶι, ἀλλ' ἐκ θεοῦ θεὸς ἀληθινὸς πιστεύηται,
ἀλλ' ὁμο-

Gennadius I Scr. Eccl., Fragmenta in epistulam ad Romanos (in catenis) (2762:


004)“Pauluskommentar aus der griechischen Kirche aus Katenenhandschriften
gesammelt”, Ed. Staab, K.Münster: Aschendorff, 1933.Page 386, line 31

λιον, ἢ τὸν θεὸν ψεύστην. εἰ μὲν γὰρ ἃ κηρύττετε, φασίν, ἐστὶν ἀληθῆ,
ψευδὴς ὁ θεός, τὰς οἰκείας πρὸς τοὺς πατέρας ἡμῶν περὶ ἡμῶν
ὑποσχέσεις τοῖς ἔργοις ἐξαρνησάμενος· ἐπηγγείλατο μὲν γὰρ τῷ
Ἀβραὰμ εἰς τὸ σπέρμα τὸ αὐτοῦ παραπέμψειν τὰς εὐλογίας, νυνὶ δὲ
ἀνθ' ἡμῶν ἀκαθάρτους καὶ ἀλλοφύλους ἀνθρώπους τὰ ἔθνη προσδέδεκ-
ται. εἰ τοίνυν ἡ τῶν ἐπαγγελιῶν ἐκείνων ἔκβασίς ἐστιν, ὥς φατε, τὸ
ὑμέτερον κήρυγμα, πρόδηλον ὡς ἔψευσται τοὺς πατέρας ἡμῶν ὁ θεός.
εἰ δὲ οὐχ ὅσιον περὶ θεοῦ τοῦτο εἰπεῖν, ὑμεῖς ἄρα καὶ ὁ παρ' ὑμῶν
λόγος ψευδής. τοῦτον πρὸς τοὺς ἀποστόλους τὸν λόγον συνεχῶς
προβαλλόμενοι πραγμάτων οὐ μικρῶν αὐτοῖς αἴτιοι καὶ θορύβων
καθίσταντο· διὰ γὰρ τῆς τοιαύτης πιθανολογίας αὐτῶν ἐξαπατῶντες

Olympiodorus Diaconus Scr. Eccl., Commentarii in Jeremiam (in catenis) (2865:


003); MPG 93.Volume 93, page 656, line 7

 »Ὅτι μάχαιρα τοῦ Κυρίου καταφάγεται ἀπ'


ἄκρου τῆς γῆς.» Πρὸς μὲν ἱστορίαν, ἡ τῶν Ῥω-
μαίων χεὶρ πορθοῦσα τὴν Ἰουδαίων γῆν· πρὸς δὲ
διάνοιαν, τὴν συγχώρησιν τοῦ Κυρίου, διὰ τὸ  
αὐτεξούσιον τῶν τε ποιμένων, καὶ ποιμαινομένων,
μάχαιραν Κυρίου νοήσεις διαφθείρουσαν τοὺς ἐν
πάσῃ γῇ ταῖς ποικίλαις διδασκαλίαις πειθομένους,
οἵτινες οὐδὲ εἰρηνεύουσι πρὸς ἀλλήλους.
 »Ἐσπείρετε πυροὺς, καὶ ἀκάνθας ἐθερίσατε.»
Πρὸς τοὺς πολλοὺς ποιμένας ὁ λόγος, οἵτινες διὰ τῆς
πιθανολογίας, τρόφιμον δοκοῦντες εἰσηγεῖσθαι διδα-
σκαλίαν, ὄλεθρον ἑαυτοῖς ἀποθερίζουσιν.
 »Οἱ κλῆροι αὐτῶν οὐκ ὠφελήσουσιν αὐτούς.»
Τοὺς ποιμένας οὐδὲν οἱ ποιμαντικοὶ ὠφελήσουσι

Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Commentarii in epistulas Pauli [Dub.]


(2934: 053); MPG 95.Volume 95, page 892, line 32
621

σωτηρίας, τῆς πάλαι μὲν ἐξ ἀϊδίου παρὰ Θεῷ βεβου-


λευμένης καὶ ὁρισθείσης, ἐμφανῶς δὲ νῦν καταστη-
σάσης, καὶ γινωσκομένης παρὰ τοῖς ἀξίοις τῆς γνώ-
σεως, οὐ διὰ σοφίας σαρκικῆς, ἀλλὰ διὰ τῆς ἀποκε-
κρυμμένης ἀεὶ παρὰ Θεῷ, ὑπερκοσμίου τυγχανούσης,
καὶ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ κειμένης, ἧς δέονται καὶ
οἱ ἐκ τῆς ἀνθρωπίνης σοφίας ἐρχόμενοι, καὶ οἱ ἐκ
νόμου, ὅτι μήτε νόμος ἐξέφηνεν ἀργῶς τὸ μυστήριον,
μήτε κόσμος κατέλαβεν.
 »Τοῦτο δὲ λέγω, ἵνα μή τις ὑμᾶς παραλογίζηται
ἐν πιθανολογίᾳ. Εἰ γὰρ καὶ τῇ σαρκὶ ἄπειμι, ἀλλὰ
τῷ πνεύματι σὺν ὑμῖν εἰμι, χαίρων καὶ βλέπων
ὑμῶν τὴν τάξιν, καὶ τὸ στερέωμα τῆς εἰς Χριστὸν
πίστεως ὑμῶν.»
 Διὰ τοῦτο, φησὶν, εἴρηκα τοὺς πάντας θησαυροὺς
τῆς σοφίας ἐν Χριστῷ τυγχάνειν, ἵνα μὴ τὴν ἔξωθεν
σοφίαν ἐπιζητῆτε. Ἐπειδὴ καὶ οὐ παρὼν ὑμῖν σω-
ματικῶς, πάρειμι πνευματικῶς, καὶ χαίρω ἐπὶ τῇ
πίστει, καὶ εὐταξίᾳ τῆς Ἐκκλησίας. Βλέπω δὲ καὶ
τὸ ἐνδεὲς ὑμῶν, καὶ τὸ ἐν χρείᾳ τῆς διδασκαλίας.
Ἐπὶ γὰρ πίστει γνῶσις ἀναγκαία.

Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Vita Barlaam et Joasaph [Sp.] (2934: 066)
“[St. John Damascene]. Barlaam and Joasaph”, Ed. Woodward, G.R., Mattingly, H.
Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1914, Repr. 1983.Page 306, line 4

καταγνούς, τὴν ἀθλιότητά τε τῶν τούτοις προς-


τετηκότων διελέγξας, εἰς εὐχὴν κατέληξε. καὶ
ἀπερίτρεπτον αὐτῷ ἐπευξάμενος καὶ ἀκλινῆ τὴν
ὁμολογίαν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ἀνεπίληπτόν
τε τὸν βίον καὶ καθαρωτάτην τὴν πολιτείαν, ὁ
μέν, τέλος ἐπιθεὶς τῇ εὐχῇ, πρὸς τὴν ξενίαν αὖθις
ἀπῄει.  
 Ὁ δὲ τοῦ βασιλέως υἱός, τὸν Ζαρδὰν προσκαλε-
σάμενος καὶ τὴν αὐτοῦ γυμνάζων διάθεσιν, ἔφη·
Ἤκουσας ὁποῖά μοι ὁ σπερμολόγος οὗτος διαλέγε-
ται, ἀπατῆσαί με ταῖς κεναῖς αὐτοῦ πιθανολογίαις
πειρώμενος καὶ ἀποστερῆσαι τῆς τερπνῆς ταύτης
εὐφροσύνης καὶ ἀπολαύσεως, καὶ ξένῳ λατρεῦσαι
Θεῷ; ὁ δὲ Ζαρδάν· Τί σοι ἔδοξεν, ἔφη, ὦ βασιλεῦ,
πειράζειν με τὸν σὸν οἰκέτην; οἶδα κατὰ βάθος
εἰσδῦναί σου τῇ καρδίᾳ τοὺς λόγους τοῦ ἀνδρός·
εἰ μὴ γὰρ τοῦτο ἦν, οὐκ ἂν αὐτῷ ἡδέως τε καὶ
ἀδιαλείπτως ὡμίλεις. καί γε ἡμεῖς οὐκ ἀγνοοῦμεν
τουτὶ τὸ κήρυγμα· ἀλλ' ἐξ ὅτου ὁ σὸς πατὴρ διωγ-
μὸν ἄσπονδον κατὰ τῶν Χριστιανῶν ἐξήγειρεν,
ἀπηλάθησαν αὐτοὶ τῶν ἐντεῦθεν, καὶ ἐσίγησε τὸ

Georgius Cedrenus Chronogr., Compendium historiarum (3018: 001)


622

“Georgius Cedrenus Ioannis Scylitzae ope, 2 vols.”, Ed. Bekker, I.


Bonn: Weber, 1:1838; 2:1839; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.
Volume 2, page 460, line 15

σὺν αὐτῷ ἀπώλετο τοῦ στρατοῦ. ἅπερ μηνυθέντα τῷ βασιλεῖ


πολλῆς αὐτὸν ἐνέπλησεν ἀθυμίας. ὅθεν καὶ προσωτέρω χωρεῖν
οὐκ ἔκρινεν, ἀλλ' ὑποστρέψας ἦλθεν εἰς τὰ Ζαγόρια, ἔνθα τὸ
λίαν ὀχυρώτατον ἵδρυται φρούριον ὁ Μελένικος, ἐπί τινος πέτρας
ἱδρυμένον κρημνοῖς καὶ φάραγξι βαθυτάταις πάντοθεν ἐστεφανω-
μένης· ἐν ᾧ οἱ τῆς περιχώρου πάντοθεν καταφυγόντες Βούλγαροι
ὀλίγα τῶν Ῥωμαίων ἐφρόντιζον. πρὸς οὓς ὁ βασιλεὺς Σέργιόν
τινα ἐκτομίαν, ἕνα τῶν οἰκειοτάτων αὐτῷ θαλαμηπόλων, ἐκπέμπει,
ἄνδρα φρενήρη τε καὶ δεινὸν εἰπεῖν, ἀποπειρώμενος τῆς γνώμης
αὐτῶν. οὗτος δ' ἐκεῖσε γενόμενος καὶ πολλαῖς χρησάμενος πιθα-
νολογίαις μεταδιδάξαι ἴσχυσε τοὺς ἀνθρώπους τὸ δέον, καὶ τὰ
ὅπλα καταθεμένους παραδοῦναι τῷ βασιλεῖ ἑαυτοὺς καὶ τὸ φρού-
ριον. οὓς ἀποδεξάμενος ὁ βασιλεὺς καὶ φιλοφρονησάμενος ἀξιο-
πρεπῶς, καὶ φρουρὰν τῷ φρουρίῳ τὴν ἀρκοῦσαν ἐγκατατάξας,
μετέβη πρὸς Μοσυνούπολιν· ἐν ᾗ διάγοντι τούτῳ καὶ ὁ τοῦ Σα-
μουὴλ ἀγγέλλεται θάνατος κατὰ τὴν κδʹ τοῦ Ὀκτωβρίου μηνός.
καὶ εὐθὺς ὁ βασιλεὺς ἀπάρας ἐκ Μοσυνουπόλεως κάτεισιν εἰς
Θεσσαλονίκην, κἀκεῖθεν ἄπεισιν εἰς Πελαγονίαν, μηδὲν λυμαινό-
μενος τῶν ἐν ποσίν, ἀλλ' ἢ μόνα πυρπολήσας τὰ ἐν Βουτελίῳ βα-
σίλεια τοῦ Γαβριήλ. πέμψας δὲ καὶ στρατιὰν χειροῦται τὸ φρού-  
ριον Πριλάπου καὶ τοῦ Στυπείου. ἐκεῖθεν καταλαμβάνει τὸν

Georgius Monachus Chronogr., Chronicon breve (lib. 1–6) (redactio recentior)


(3043: 002); MPG 110.Volume 110, page 117, line 4

γισμὸν ἔχει, οὔτε διάνοιαν ἢ νοῦν, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ


φυσικόν ἐστι τὸ ἔργον, ἀγόμενον καὶ περιφερόμενον
τῷ νόμῳ, ᾧ πάλαι τὴν ἀρχὴν αὐτῷ ἔταξεν ὁ Θεός·
ἀλλὰ ὥστε οὐδὲ τὸ ὕειν τοῦ, αἰθέρος ἐστὶν, ἀλλὰ τῶν
νεφελῶν δεχομένων τὸ ὕδωρ ἢ ἀπὸ τῆς θαλάσσης,
ἢ ἄνωθεν φερομένων τῶν ναμάτων, ἢ τῶν ὑπὲρ τὸν οὐρανὸν ὑδάτων, ὡς ἡ ὄντως
Ἀλήθεια διὰ τῶν θείων
προφητῶν ἔφη.  
(6) Καὶ ὥσπερ οὖν ἡλίου φαίνοντος ἀπελαύνεται
σκότος, οὕτως τῆς θείας ἐπιφανείας γενομένης,
ἀπελήλατο τῆς εἰδωλομανίας τὸ σκότος, καὶ πᾶσα ἡ
τῶν φιλοσόφων πιθανολογία μωρία καὶ φλυαρία
φανερῶς ἀπεδείχθη, καθὼς γέγραπται. Περὶ μὲν
γὰρ τῆς τῶν εἰδώλων ἄρδην καταλύσεως, «Καὶ
ἔσται, φησὶν, ἐν 52 ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, λέγει Κύριος
Σαβαὼθ, ἐξολοθρεύσω τὰ ὀνόματα τῶν εἰδώλων ἀπὸ
τῆς γῆς, καὶ οὐκ ἔσται αὐτῶν ἔτι μνεία.» Περὶ δὲ
τῆς τῶν φιλοσόφων ματαιολογίας, «Ὁ δρασσόμενος
τοὺς σοφοὺς ἐν τῇ πανουργίᾳ αὐτῶν,» καὶ, «Κύριος
γινώσκει τοὺς διαλογισμοὺς τῶν σοφῶν, ὅτι εἰσὶ
623

μάταιοι.» (7) Καὶ πάλαι μὲν εἰδωλολατροῦντες


Ἕλληνες καὶ βάρβαροι κατ' ἀλλήλων ἐπολέμουν,

Joannes Scylitzes Hist., Synopsis historiarum (3063: 001)“Ioannis Scylitzae


synopsis historiarum”, Ed. Thurn, J.Berlin: De Gruyter, 1973; Corpus fontium
historiae Byzantinae 5. Series Berolinensis.Emperor life Bas2+Const8, section 36,
line 32

τοῦ Ῥαδομηροῦ τῇ λόγχῃ, ἣν ἐπεφέρετο, τὰ τούτου ἐκχέαντος ἔγκατα


καὶ πολὺ μέρος σὺν αὐτῷ ἀπώλετο τοῦ στρατοῦ. ἅπερ μηνυθέντα τῷ
βασιλεῖ πολλῆς αὐτὸν ἐνέπλησεν ἀθυμίας. ὅθεν καὶ προσωτέρω χωρεῖν
οὐκ ἔκρινεν, ἀλλ' ὑποστρέψας ἦλθεν εἰς τὰ Ζαγόρια, ἔνθα τὸ λίαν ὀχυρώ-
τατον ἵδρυται φρούριον ὁ Μελνῖκος, ἐπί τινος πέτρας ἱδρυμένον κρημ-
νοῖς καὶ φάραγξι βαθυτάταις πάντοθεν ἐστεφανωμένης. ἐν ᾧ οἱ τῆς
περιχώρου πάντες καταφυγόντες Βούλγαροι ὀλίγα τῶν Ῥωμαίων
ἐφρόντιζον. πρὸς οὓς ὁ βασιλεὺς Σέργιόν τινα ἐκτομίαν, ἕνα τῶν οἰκειο-
τάτων αὐτῷ θαλαμηπόλων ἐκπέμπει, ἄνδρα φρενήρη τε καὶ δεινὸν
εἰπεῖν, ἀποπειρώμενος τῆς γνώμης αὐτῶν. οὗτος δ' ἐκεῖσε γενόμενος καὶ
πολλαῖς χρησάμενος πιθανολογίαις μεταδιδάξαι ἴσχυσε τοὺς

Pseudo-Zonaras Lexicogr., Lexicon (3136: 001)“Iohannis Zonarae lexicon ex tribus


codicibus manuscriptis, 2 vols.”, Ed. Tittmann, J.A.H.Leipzig: Crusius, 1808, Repr.
1967.Alphabetic letter alpha, page 313, line 20

Ἀστυγείτων. ὁ πλησιόχωρος.
Ἄστεκτος. ἀνυπομόνητος.
Ἀστράγαλος, ὃν ἐθεάσατο Βαλτάσαρ, ὃς ἦν
 χεὶρ θεοῦ ζῶντος. ἀστράγαλος κυρίως τὸ σύνη-
 θες λεγόμενον· καὶ ὁ σπόνδυλος τοῦ τραχήλου·
 καὶ βοτάνη οὕτως καλουμένη. ἀστράγαλος δὲ
 εἴρηται ἀπὸ τοῦ ἀστραβῆ καὶ ὀρθῶς φυλάττειν
 τὴν βάσιν. [ἐπὶ τοῦ ποδὸς καὶ τοῦτο. ἐπὶ δὲ
 τῶν ἄλλων ὀστέων παρὰ τὸ ἐμπεπάρθαι καὶ μὴ
 στρέφεσθαι μήτε κινεῖσθαι, στερήσει τοῦ α.]
Ἀστισμὸς καὶ ἀστεϊμός. πιθανολογία. ἀπο-
 στῆναι ῥητορικῆς καὶ ποιητικῆς καὶ ἀστισμῶν.
Ἀστρόβακος. ὁ ἀστρονόμος.  
Ἀστυβοώτης. ὁ κήρυξ ἐπιθετικῶς. ἀπὸ τοῦ ἐν
 ἄστει βοᾷν.
Ἄσταχυς. στάχυς. ἄσταχυς σίταχυς τίς
 ἐστιν, ὁ τὸν σῖτον συνέχων. ἢ στῶ, στήσω,
 ἄσταχυς.
Ἀστάνδαι. οἱ ἐκ διαδοχῆς γραμματοφόροι.
Ἀστεμφής. ἀμετακίνητος, βέβαιος.
Ἀστραβής. ἄτρεπτος. παρὰ τὸ στρέφω στρεφὴς

Pseudo-Sphrantzes Hist., Chronicon sive Maius (partim sub auctore Macario


Melisseno) (3176: 001)“Georgios Sphrantzes. Memorii 1401–1477”, Ed. Grecu, V.
624

Bucharest: Academie Republicii Socialiste România, 1966; Scriptores Byzantini 5.


Page 182, line 10

Ἰλλυρίων καὶ αὐτοὺς ἐδούλωσε· καί τινα φρούρια, τὰ ὑπὸ τῶν Βουλγάρων, ἔλαβεν.  
 Ἐν τούτῳ τῷ χρόνῳ ἐγεννήθη ἐν τῇ πόλει Κωνσταντίνου παιδίον συμφυὲς μὲν
ἀπὸ ποδῶν ἄχρις ὀμφαλοῦ, τὰ δὲ ἑξῆς διαιρούμενον, ὤμους καὶ στέρνα καὶ ῥάχιν, καὶ
δύο μὲν ἔχον κεφαλάς, χεῖρας δὲ τέσσαρας· καὶ μετ' ὀλίγας ἡμέρας ἐξεπεπνεύκει.
 Ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἦλθε καὶ ἐκ τῆς Ἰταλίας εἰς Κωνσταντινούπολιν μοναχός
τις Καλαβρός, τοὔνομα Βαρλαάμ, ὃς μέγας καὶ πολὺς ἐδόκει εἶναι αὐτὸν ἐν τῷ λέ-
γειν καὶ διαλέγεσθαι, περὶ ᾧν οἱ Λατῖνοι καινοτομοῦσι, καὶ τὸ φῶς τὸ ἐν Θαβορίῳ λέ-
γων εἶναι κτιστόν. Ὅθεν καὶ εἰς διάλεξίν τινα ἐκάλει καὶ ὁ βασιλεὺς προστάξας τὸν
κὺρ Γρηγόριον τὸν Παλαμᾶν, τὸν τότε τὸν τῆς Θεσσαλονίκης θρόνον περιέποντα,
ἵνα μετὰ τοῦ Καλαβροῦ διαλεχθῇ. Καὶ πολλὰς διαλέξεις ἀναμέσον αὐτῶν ποιήσαντες
τὰς πιθανολογίας καὶ φληναφίας τοῦ Καλαβροῦ Βαρλαὰμ ὡς ἱστὸν ἀράχνης ὁ
Παλαμᾶς
ἐξετίναξε. Καὶ τοῦ Χρυσολωρᾶ Ἰωάννου τὰ ὅμοια δοξάζοντος καὶ δεινοῦ ἐν τῷ
λέγειν
καὶ διαλέγεσθαι καὶ αὐτοῦ ὄντος, τὰ ὅμοια ἔπαθεν.
 Οὗτος δὲ ὁ βασιλεὺς ἐκ τῆς δεσποίνης Εἰρήνης τῆς ἐξ Ἀλαμανῶν ἄπαις ὤν,
ἀποθανούσης δὲ αὐτῆς, δευτέραν γυναῖκα ἔλαβεν, Ἄνναν τοὔνομα, μεθ' ἦς ἐγέννησε
θυγατέρας μὲν δύο, ὧν τὴν πρωτότοκον τῶν Μυσῶν ἀρχηγοῦ υἱῷ εἰς γυναῖκα ἔδωκε
καὶ εἰρήνη μεγάλη ἀναμεταξὺ Μυσῶν καὶ Ῥωμαίων γέγονε. Τὴν ἑτέραν ὕστερον ὁ
ἀμηρᾶς Ὀρχάνης εἰς γυναῖκα ἔλαβεν· ἄρρεν μὲν ἓν τῷ βασιλεῖ, κὺρ Ἰωάννης ἐγεννή-
θη. Ἐν δὲ τῷ καιρῷ τῆς τελευτῆς αὑτοῦ τὸν βασιλέαν Ἰωάννην, τὸν υἱὸν αὑτοῦ,
θεωρῶν

Pseudo-Symeon Hist., Chronographia (partim edita e cod. Paris. gr. 1712) (3182:
001)“Theophanes Continuatus, Ioannes Cameniata, Symeon Magister, Georgius
Monachus”, Ed. Bekker, I.Bonn: Weber, 1838; Corpus scriptorum historiae
Byzantinae.Page 673, line 22

νονται, καὶ ἕκαστος ἄνθρωπος δύο ψυχὰς ἔχει, καὶ ἡ μὲν μία
ἁμαρτάνει, ἡ δὲ ἑτέρα οὐχ ἁμαρτάνει. τούτων ἀκούσας ὁ πρω-
τοασηκρῆτις καὶ ἀπελθὼν εἶπεν τῷ βασιλεῖ ὅτι οἱ δοῦλοι ἡμῶν
ἀναγκάζουσιν ἡμᾶς, λέγοντες ὡς ἡμεῖς ἠλπίζομεν μίαν ψυχὴν
ἔχειν, καὶ ἐλαμβάνομεν ἑκάστῳ μηνὶ ἀνὰ μοδίους δύο· νῦν δέ,
ὡς διδάσκει ἀναφανδὸν ὁ πατριάρχης, δύο ψυχὰς ἔχει ἕκαστος,
καὶ δεῖ ἄλλους δύο μοδίους προσθεῖναι ἡμῖν. καὶ ὁ βασιλεὺς γε-
λάσας εἶπεν “οὕτως δογματίζει ὁ Χαζαροπρόσωπος;” προσκαλεῖ-
ται οὖν εὐθὺς τὸν πατριάρχην, καὶ πυνθάνεται ὡς δῆθεν θυμού-
μενος “οὕτως δογματίζεις, ὦ μαρζούκα, δύο τὸν ἄνθρωπον ἔχειν
ψυχάς;” ὁ δὲ ταῖς πιθανολογίαις δολερῶς τοῦτον ὑπεισελθὼν  
ἔπεισεν ὡς περὶ ἄλλων ὑποθέσεων εἰπεῖν, οὐχὶ δὲ οὕτως. τούτῳ
Γρηγόριος ὁ Συρακούσης ἠρώτησε “τί τὸ μαρζούκας σημαίνει;”
ὁ δὲ εἶπεν “τὸ μάρ κύων, τὸ ζού σῦρε, τὸ κάς κάσσυμα· τουτέ-
στι κύων ἕλκων δέρμα.”
 36. Ἐργαστηριακὸς δέ τις, ὡς οἱ ἰδόντες καὶ ἀκούσαντες
ἐβεβαίωσαν, εἰς τὰς Σοφίας τὴν οἴκησιν ἔχων, ἐπὶ πολλαῖς ταῖς
ἡμέραις ψυχορραγῶν καὶ τὴν γλῶτταν καὶ τὰ χείλη καὶ τὰς χεῖ-
625

ρας ἐσθίων ἀποψῦξαι οὐκ ἠδύνατο. μικρὸν δὲ ἀνασφήλας εἶπεν


“γινώσκετε, ἀδελφοί, ὅτι ὁ πατριάρχης Φώτιος ἐδίδαξέ με μὴ
κοινωνεῖν νῆστις. διὸ καὶ ἃ βλέπετε πανθάνω, καὶ ἀποθανεῖν

Photius Lexicogr., Scr. Eccl., Theol., Lexicon (Α – Δ) (4040: 029)


“Photii patriarchae lexicon, vol. 1 (Α – Δ)”, Ed. Theodoridis, C.
Berlin: De Gruyter, 1982.Alphabetic letter alpha, entry 3011, line 1

Ἄστικτον· ἀνέπαφον χωρίον καὶ ἀνυπόθετον.


Ἀστικὸν ἐμπόριον· ἐν ᾧ οἱ ἀστοὶ Ἀθήνησιν ἐνεπορεύοντο.
ἦν δὲ καὶ ἄλλο ξενικόν, ἐν ᾧ οἱ ξένοι.  
Ἀστεμφέα· ἀμετακίνητον, βέβαιον. λέγεται δὲ καὶ ἐπιρρημα-
τικῶς ἀστεμφῶς.
Ἀστερόεντα· ἤτοι ἀστέρας πεποικιλμένους ἔχοντα.
Ἀστέρων τέθριππος (Eur. Troad. 855)· τὸ ἅρμα τοῦ ἡλίου.
Ἀστιβής· ἀσφαλὴς ἢ ἄβατος.
Ἀστεϊσμός· πιθανολογία.
Ἄστομος· ὁ μὴ δυνάμενος λέγειν. Σοφοκλῆς εἴρηκεν (fr. 73
N.2 = 76 R.).
Ἀστόξενοι· οἱ γένει ἐξ ἀρχῆς προσήκοντες, ἐπὶ δὲ τῆς ἀλλο-
δαπῆς γεγονότες.

Theophanes Confessor Chronogr., Chronographia (4046: 001)“Theophanis


chronographia, vol. 1”, Ed. de Boor, C.Leipzig: Teubner, 1883, Repr. 1963.
Page 203, line 1

λαβόντες γὰρ τῶν ἀναιρεθέντων Οὐανδήλων τὰς γυναῖκας κατέσχον


τοὺς ἀγροὺς αὐτῶν ὡς ἰδίους καὶ τελεῖν τῷ βασιλεῖ τὰ ὑπὲρ αὐτῶν
τέλη οὐκ ἤθελον· ὁ δὲ Σολόμων παρῄνει αὐτοῖς μὴ ἀνταίρειν κατὰ
τοῦ βασιλέως, ἀλλὰ τὰ ὁρῶντα τούτῳ ἀποδιδόναι. μετέπεσον δέ τινες
αὐτῶν, καὶ μάλιστα τῶν Γότθων, πρὸς τὴν Ἀρείου δόξαν, οὓς οἱ
ἱερεῖς τῆς ἐκκλησίας ἠφόριζον, καὶ οὐδὲ τὰ τέκνα αὐτῶν βαπτίζειν
ἤθελον· ὅθεν ἐν τῇ ἑορτῇ γέγονεν ἡ στάσις. ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ
στρατιῶται Σολόμωνα ἐν τῷ ἱερῷ κτεῖναι. ἐξελθόντες δὲ τῆς πόλεως
ἐληΐζοντο τὰ ἐκείνης χωρία καὶ τοὺς Λίβυας ὡς πολεμίους ἐχρῶντο.
Σολόμων δὲ ἀκούσας ταῦτα, εἰς θόρυβον πολὺν ἐμπεσὼν πιθανολο-  
γίαις πείθειν τὸν στρατὸν ἐπειρᾶτο παύσασθαι τῆς στάσεως. συλ-
λεγέντες δὲ τόν τε Σολόμωνα καὶ τοὺς ἄρχοντας ἀναιδῶς ὕβριζον.
Θεόδωρον δὲ τὸν Καππάδοκα εἰς τὸ παλάτιον ἐλθόντες στρατηγὸν
τοῦτον ἐψηφίσαντο καὶ σιδηροφοροῦντες ἅπαντα τὸν προστυγχά-
νοντα ἔκτεννον, εἴτε Λίβυν, εἴτε Ῥωμαῖον, Σολόμωνι γνώριμον, τά
τε χρήματα ἐληΐσαντο καὶ εἰς τὰς οἰκίας εἰσερχόμενοι ἅπαντα τὰ
τίμια ἥρπαζον. Σολόμων δὲ εἰς τὸ ἱερὸν τοῦ παλατίου προσφυγὼν
ἔλαθεν. νυκτὸς δὲ ἐπιγενομένης ἐξελθὼν τοῦ παλατίου σὺν τῷ
Προκοπίῳ τῷ συγγραφεῖ καὶ Μαρτίνῳ, καὶ εἰς ναῦν εἰσελθὼν πρὸς
626

Βελισάριον ἐν Συρακούσῃ τῆς Σικελίας ἀφίκετο, γράψας Θεοδώρῳ


φροντίζειν τῆς Καρχηδόνος καὶ τῶν βασιλικῶν πραγμάτων.

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Odysseam (4083: 003)


“Eustathii archiepiscopi Thessalonicensis commentarii ad Homeri Odysseam, 2 vols.
in 1”, Ed. Stallbaum, G.Leipzig: Weigel, 1:1825; 2:1826, Repr. 1970.
Volume 1, page 23, line 24

μᾶλλον ἐποτρυνθέντα. καὶ ἀπὸ τοῦ βουλεύεσθαι, εἰς πρᾶξιν παρακινηθέντα. δι' ἧς καὶ
περὶ τοῦ πατρὸς
ἐνόμισέ τι μαθεῖν. καὶ κλέος ἐσθλὸν σχεῖν ὡς φιλοπάτωρ. ἤδη γὰρ ὁ Τηλέμαχος
ἡλικίας ἐπέβη τελειοτέ-
ρας, καὶ φρονεῖν ἐχούσης, καὶ οἵα συνιέναι οἷα ὑπὸ τῶν μνηστήρων ἔπασχεν. ἡ δὲ εἰς
Σπάρτην καὶ εἰς
Πύλον ἀπέλευσις αὐτοῦ, καὶ ἄλλως ἐπιτετήδευται τῷ ποιητῇ εὐμεθόδως, εἰς
πλατυσμὸν τῆς τε ποιή-
σεως, καὶ εἰς διασκευὴν καὶ διατριβὴν λόγου χαρίεσσαν. καὶ εἰς πορισμὸν συχνῆς
ἱστορίας ὡς μετὰ
ταῦτα φανήσεται. ἔτι δὲ καὶ εἰς πολλὴν ποιητικὴν πιθανότητα. νησιώτης γὰρ ὢν ὁ
παῖς καὶ μηδὲν
εἰδὼς ἢ φρονῶν ἄξιον τοῦ πατρὸς, μανθάνει ἐν τῇ τοιαύτῃ ἀποδημίᾳ πρὸς τῶν εὖ
εἰδότων, πολλὰ καὶ
καλὰ τῶν τοῦ Ὀδυσσέως. καὶ ὅτι λόγου μεγάλου ἄξιος ὁ πατὴρ τά τε εἰς φρόνησιν τά
τε εἰς πόλεμον. καὶ
οὕτως ἐν καιρῷ τῷ πατρὶ πείθεται, εἰς τὴν ἐπικίνδυνον μνηστηροκτονίαν
παρακαλοῦντι αὐτόν. Ἰστέον
γὰρ ὅτι ἐντεῦθεν ὁ ποιητὴς ἄρχεται τὰ κατὰ τὴν μνηστηροφονίαν τεκταίνεσθαι, καὶ
τῆς ἐπ' αὐτῇ πιθα-
νολογίας θεμελίους ἐκ μακροῦ προκαταβάλλεσθαι. αὐτὴ γάρ ἐστι τὸ σκοπιμώτατον
τέλος τῆς ποιήσεως
ταύτης. καὶ τὸ τῶν πράξεων τοῦ βιβλίου τούτου ἀνδρῶδες καὶ ἡρωϊκὸν, αὐτόθι κεῖται
τῷ ποιητῇ. καὶ
τρόπον τινὰ, τὰ ἄλλα πάντα δι' αὐτὴν πέπλασται. διὸ καὶ αὐτὴν ἀνύσας ὁ ποιητὴς,
συγκαταπαύει καὶ
τὸ βιβλίον. ἐπεὶ δὲ ἀπίθανον ἂν ἴσως τισὶ τὸ πρᾶγμα δόξειε πῶς γὰρ Ὀδυσσεὺς ὁ
ἄοπλος, ὁ εἷς, τῶν
τοσούτων καὶ τοιούτων μνηστήρων περιγενήσεται, πολλαχοῦ τὸ πιθανὸν
ἐγκατατίθεται. καὶ οὕτω προ-
κατασκευάζει τὴν μνηστηροκτονίαν, ὥς τε τὸν ἀκροατὴν, καὶ πρὸ τῆς πράξεως
ὁμολογῆσαι ἂν δυνατὸν
εἶναι καταπραχθῆναι αὐτὴν ὡς καὶ ὑπὸ μόνου ἂν Ὀδυσσέως ἀναιρεθῆναι τοὺς
μνηστῆρας, ὀλίγον τι
ὄντας ὑπὲρ τοὺς ἑκατὸν, εἴγε καὶ πρὸς τριακοσίους ἀξιόμαχος ἦν ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς
ἱστορηθήσεται. εἰ δὲ
καὶ μὴ μόνος αὐτὸς ἀντικατασταίη τοῖς μνηστῆρσι, καὶ οὐδὲ ἄοπλος ἀλλὰ καὶ
μεθύουσιν ἐκείνοις ἐπι-
τεθείει. εἶεν δὲ καὶ οἱ ὀϊστοὶ φαρμάκῳ ἀνδροφόνῳ κεχρισμένοι ὡς ἐν τῇ ῥαψῳδίᾳ
ταύτῃ ἐρεῖ. ἔχοι δὲ καὶ
627

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Odysseam


Vlume 2, page 128, line 9

ἡ τοῦ Ἀντινόου ἀξίωσις, καὶ, ὡς αὐτὸς ὡμολόγησε, κακὰ τὰ κατὰ μνηστῆρας ἔργα,
καὶ οἶδεν ὡς οὐκ ἂν
ἔχοι πείσειν· αὐτέλεγκτον γὰρ φύσει τὸ συνειδός· (Vers. 387.) ἔτι δὲ εἰκὸς καὶ ἔλεον
τοῦ μηδὲν αἰτίου  
Τηλεμάχου ὑπεῖναι τισὶν, ἐκβάλλων ἐκείνων τὸ τοιοῦτον καλὸν, ἐπάγει· εἰ δ' ὑμῖν ὅδε
μῦθος ἀφανδά-
νει, ἀλλὰ βούλεσθε αὐτόν τε ζώειν καὶ ἔχειν πατρώϊα πάντα, μή οἱ χρήματ' ἔπειτα
ἅλις θυμηδέα ἔδω-
μεν ἐνθάδ' ἀγειρόμενοι, ἀλλ' ἐκ μεγάροιο ἕκαστος μνάσθω ἕδνοισι διζήμενοι. ἡ δ' ἂν
ἔπειτα γήμαιτο ὃς
ἂν πλεῖστα πόροι καὶ μόρσιμος ἔλθοι. (Vers. 380.) Ἔστι δὲ καὶ ἐν τούτοις ἰδεῖν, οἷόν
τι χρῆμα
ὁ κακός. ἰδοὺ γὰρ Ἀντίνοος εἰδὼς καὶ ὁμολογῶν κακὰ εἶναι τὰ τῶν μνηστήρων ἔργα,
ὅμως καὶ αὐτὸς
ποιεῖν ἐπιμόνως αὐτὰ βούλεται καὶ τοὺς ἄλλους προτρέπεται. ὁ δὲ ποιητὴς καὶ
θεόμαχον αὐτὸν παρεμ-
φαίνει. πῶς γὰρ οὐ τοιοῦτος, ὃς διαβεβαιωσάμενος ὅτι θεὸς κακότητος ἔλυσε τὸν
Τηλέμαχον καὶ ἀπή-
γαγεν οἴκαδε, εἶτα πάλιν αὐτῷ ἐπιτίθεσθαι βούλεται; (Vers. 375.) Τὸ δὲ τοὺς λαοὺς
μηδόλως ἦρα
φέρειν τοῖς μνηστῆρσι, πιθανολογίαν τινὰ χορηγεῖ τῇ καθ' Ὅμηρον ἱστορίᾳ. οἱ γὰρ
τοιοῦτοι οὐκ ἂν
λυπηθεῖεν ὕστερον, οὐδ' ἀμύναιντο πεσόντων μνηστήρων. Ὅτι δὲ ἦρα τὴν χάριν
λέγει, προδεδήλωται
σαφῶς. Τὸ δὲ ὁμηγυρίζειν ὅμοιόν ἐστι τῷ σωφρονίζειν καὶ τοῖς τοιούτοις.
ὁμηγυρέονται μὲν γάρ τινες
αὐτοὶ, ὁμηγυρίζονται δὲ ὑπ' ἄλλων. (Vers. 378.) Τὸ δὲ ἀπομηνίσει περιττὴν κἀνταῦθα
ὡς καὶ ἐν
Ἰλιάδι ἔχει τὴν πρόθεσιν. ἄλλως γὰρ κυρίως ἀπομηνῖσαι τὸ ἀποθέσθαι μῆνιν. τοῦτο
δὲ καὶ ἐσχημάτι-
σται. τὸ γὰρ ἀκόλουθον ἦν κοινότερον οὕτω· οὐ γάρ μιν μεθήσειν ὀΐω, ἀλλ'
ἀπομηνίσειν, ἐρέειν τε
ἀναστάντα. (Vers. 379.) Τὸ δὲ ῥάπτειν φόνον ποιητῇ μὲν χρήσιμον, κακόζηλον δὲ ἐν
λόγῳ πεζῷ διὰ
τὸ μὴ προσκεῖσθαι καὶ ἑτέραν τινὰ λέξιν σύστοιχον πρὸς τὸ ῥάπτειν. ἀνάττικον δὲ τὸ
ἐράπτομεν δι' ἑνὸς
ῥῶ, φυσικὸν δὲ ὅμως καὶ κοινόν. Τὸ δὲ ἐκίχημεν παρατατικός ἐστι τοῦ κίχημι· ἐξ οὗ
τὸ κιχῆναι, ὡς
καὶ πρὸ βραχέων εἴρηται. (Vers. 381.) Τὸ δὲ μή τι κακὸν ῥέξωσιν ἐλλειπτικῶς ἔχει.
λείπει γὰρ τὸ, διὸ
δέδοικα ἢ ἄλλο τι ὅμοιον. θυμοῦ δὲ σχῆμα τοῦ πολλοῦ μὴ ἐῶντος λαλεῖν ἀνελλιπῶς,
ὁποῖόν τι καὶ τὸ,
628

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarii ad Homeri Odysseam


Volume 2, page 207, line 12

μηδὲ ἀφιεὶς τὴν γραῦν φιλοτιμότερον πλατύναι τὰ σημεῖα φησὶ πάνυ δεξιῶς· ὦ γρηῦ,
οὕτω φασὶν,
ὅσοι ἴδον ὀφθαλμοῖσιν ἡμέας ἀμφοτέρους, μάλα ἰκέλω ἀλλήλοιϊν ἔμμεναι, ὡς σύ περ
αὐτὴ ἐπιφρο-
νέουσ' ἀγορεύεις. Καὶ ὁ μὲν Ὀδυσσεὺς οὕτω δεινῶς ὁμολογεῖ μὲν τὴν ὁμοιότητα, μὴ
εἶναι δέ φησιν
αὐτὸς Ὀδυσσεύς. οὐκ ἔχει δὲ καὶ τὴν γραῦν πειθομένην, ἀλλ' ἐνδομυχοῦσα τὸν
γνωρισμὸν ψηλαφήσει
τὴν οὐλὴν ἐν τῷ τὸν Ὀδυσσέα νίπτειν καὶ γνώσεται τἀληθές. εἰ δὲ καὶ Ὀδυσσεὺς ἷζεν
ἀπ' ἐσχαρόφιν,
(Vers. 389.) ποτὶ δὲ σκότον ἐτράπετ' αἶψα, ἤγουν ἀπεστράφη πρὸς τὸ σκοτεινὸν
ὀϊσάμενος κατὰ θυ-
μὸν, (Vers. 391.) μή ἑ λαβοῦσα οὐλὴν ἀμφράσαιτο, τουτέστιν ἀνανοήσοι καὶ οὕτως
ἀμφαδὰ ἔργα
γένοιτο, ἀλλὰ τὴν μὲν Πηνελόπην οὕτω ποιήσας λήσεται. ἡ γραῦς δὲ τὸν δεσπότην
γνώσεται ἁψαμένη
τῆς οὐλῆς ἐχούσης, ὡς εἰκὸς, καί τινα κοιλότητα. (Vers. 389.) Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ τὸν
Ὀδυσσέα ἀπ' ἐσχα-
ρόφιν ποτὶ σκότον τραπῆναι Ὀδυσσεῖ μὲν ἄλλως κατεπράχθη, ὡς ἂν δηλαδὴ μὴ
ἐπιγνωσθῇ τῇ γραῒ ἐν
φωτὶ ὢν, Ὁμήρῳ δὲ ἄλλως εἰς πιθανολογίαν τὸ πλάσμα συντελεῖ. οὕτω γὰρ
ἐπικρύπτεται ἡ γενησομένη
τῆς γραὸς λειποθυμία, ἡ τοῦ γενείου τοῦ Ὀδυσσέως ἁφὴ, ἡ τοῦ Ὀδυσσέως αὖθις λαβὴ
ἐκείνης ἐκ τοῦ
φάρυγγος, καὶ τὰ ἄλλα, ὧν οὐδὲν πιθανῶς ἂν γεγόνοι, εἴ περ πρὸς φῶς τετραμμένος
Ὀδυσσεὺς ἀπε-
νίπτετο. (Vers. 391.) Ὅτι δὲ ἡ οὐλὴ παρὰ τὸ ὅλον γίνεται ὡς ἐπιγινομένη ἕλκει
ὁλωθέντι, τουτέστιν
εἰς ὁλότητα ἐλθόντι, δῆλον. καὶ ὅτι ψιλοῦται διὰ τὴν Ἰωνικὴν τοῦ υ ἐπένθεσιν, καὶ ὅτι
ὀξύνεται
πρὸς διαστολὴν τῆς οὔλης τριχὸς, καὶ ὅτι ἀπ' αὐτῆς τὸ ὕπουλον γίνεται, ὡς
προγέγραπται.
(Vers. 376.) Τὸ δὲ, σὲ πόδας νίψω, ὅμοιον τῷ, κέ σε φρένας ἵκετο πένθος, καὶ τοῖς
ὁμοίοις. λέγει
γὰρ ἢ ὅτι σε κατὰ τοὺς πόδας νίψω, ἢ σὲ ἤγουν τοὺς πόδας, οὐ μὴν ὅλον τὸν ξένον, ἢ
κατ' ἀντίπτω-
σιν νίψω σου τοὺς πόδας. (Vers. 377.) Τὸ δὲ, σέθεν εἵνεκα, ἤγουν διὰ σὲ, ὡς ἐοικότα
δηλαδὴ τῷ
Ὀδυσσεῖ, ὅ περ ἐδήλου ἀνωτέρω καὶ ἐν τῷ, οὐκ ἀέκουσαν. Τοῦ δὲ ὀρώρεται ὁ
ἐνεστὼς ἀναδρομὴν ἔχει
παρακειμένου εἰς ἐνεστῶτα. ἐκ τοῦ ὄρωρα γὰρ τὸ ὀρώρω, ἐξ οὗ τὸ ὀρώρεται. οὕτω δὲ
καὶ τὸ προσαρή

Hesychius Lexicogr., Lexicon (Π – Ω) (4085: 003)


“Hesychii Alexandrini lexicon, vols. 3–4”, Ed. Schmidt, M.
Halle: *n.p., 3:1861; 4:1862, Repr. 1965.
629

Alphabetic letter pi, entry 2265, line 1

πιέζειν· κατέχειν. θλίβειν, σφίγγειν. μαλάσσειν. βαρεῖν


πιερά· λιπαρά. εὐδαίμονα, πλούσια. καὶ πιείρῃ
Πιερία· ὄρος. [ἢ λιπαρά]  
Πιερίδες· αἱ Μοῦσαι ἐν Μακεδονίᾳ
Πιέρι..· ἡ ἀκρώρεια τοῦ ἐν Μακεδονίᾳ ὄρους
πιέσαι· πιάσαι
πιεσθείς· δαμασθείς
πιῆναι· ὠφελῆσαι. αὐξῆσαι
πιθάκναι καὶ πιθάκνια· οἱ μικροὶ πίθοι. καὶ σιπύαι
πιθανάς· εὐπίστους
πιθανολογία· διάλεξις ἀληθής
πιθανόν· ἀληθινόν. πιστόν. εὐπ(ε)ιθές
[Πιθήνης πόλις]
πιθήσας· πιστεύσας. πισθείς. πιστωθείς
[*πιθάρχει· πίσθητι]
[πιθοῖ· πισμονή, πίστις]
πιθοίγια· ἑορτὴ Ἀθήνησι
[πιθραύσκεται· φανεροῦται]
πιθών· π(ε)ίσας
πικα(ῖ)σι· πικραῖς
[πικέλα· πίσσα, Ῥωμαῖοι]

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Historia ecclesiastica (4089: 003)


“Theodoret. Kirchengeschichte, 2nd edn.”, Ed. Parmentier, L., Scheidweiler, F.
Berlin: Akademie–Verlag, 1954; Die griechischen christlichen Schriftsteller 44.
Page 215, line 22

«δι' οὗ τὰ πάντα ἐγένετο τά τε ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς,


»τὸν δι' ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν
»κατελθόντα, σαρκωθέντα, ἐνανθρωπήσαντα, παθόντα καὶ ἀναστάντα
»τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, ἀνελθόντα εἰς τοὺς οὐρανούς, ἐρχόμενον κρῖναι
»ζῶντας καὶ νεκρούς· καὶ εἰς τὸ ἅγιον πνεῦμα. τοὺς δὲ λέγοντας
»ὅτι ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν, καὶ πρὶν γεννηθῆναι οὐκ ἦν, καὶ ὅτι ἐξ
»οὐκ ὄντων ἐγένετο, ἢ ἐξ ἑτέρας ὑποστάσεως ἢ οὐσίας φάσκοντας
»εἶναι, ἢ κτιστὸν ἢ τρεπτὸν ἢ ἀλλοιωτὸν τὸν υἱὸν τοῦ θεοῦ, τούτους
»ἀναθεματίζει ἡ ἁγία καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ ἐκκλησία.
 »Ταύτῃ τῇ πίστει, θεοφιλέστατε Αὔγουστε, ἐπιμένειν ἀναγκαῖον
»ὡς θείᾳ καὶ ἀποστολικῇ, καὶ μηδένα μετακινεῖν αὐτὴν πιθανολογίαις
»καὶ λογομαχίαις· ὅπερ ἐποίησαν ἐξ ἀρχῆς οἱ Ἀρειομανῖται, ἐξ οὐκ
»ὄντων τὸν υἱὸν τοῦ θεοῦ λέγοντες, καὶ ὅτι ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν,
»καὶ κτιστὸς καὶ ποιητὸς καὶ τρεπτός ἐστι. διὰ τοῦτο γάρ, καθὰ
»προείπαμεν, καὶ ἡ ἐν Νικαίᾳ σύνοδος ἀνεθεμάτισε τὴν τοιαύτην
»αἵρεσιν, τὴν δὲ τῆς ἀληθείας πίστιν ὡμολόγησεν. οὐ γὰρ ἁπλῶς  
»ὅμοιον εἰρήκασι τὸν υἱὸν τῷ πατρί, ἵνα μὴ ἁπλῶς ὅμοιος θεοῦ,
»ἀλλ' ἐκ θεοῦ θεὸς ἀληθινὸς πιστεύηται, ἀλλὰ καὶ ὁμοούσιον ἔγραψαν,
»ὅπερ ἴδιόν ἐστι γνησίου καὶ ἀληθινοῦ υἱοῦ, ἐξ ἀληθινοῦ καὶ φύσει
630

»πατρός. ἀλλ' οὐδὲ ἀπηλλοτρίωσαν τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον ἀπὸ τοῦ


»πατρὸς καὶ τοῦ υἱοῦ, ἀλλὰ μᾶλλον συνεδόξασαν αὐτὸ τῷ πατρὶ καὶ

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli (4089:
030); MPG 82.Volume 82, page 605, line 49

Ἔδειξε κοινὸν τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ τὸ τῆς οἰκο-


νομίας μυστήριον· ἐν δὲ τῷ Χριστῷ ἔφη πάντας
εἶναι τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως τοὺς θησαυροὺς
ἀποκρύφους· ἐπειδὴ δι' αὐτοῦ κατὰ τὸν μέλλοντα
βίον ἀποκαλύπτεται πᾶσιν ἀνθρώποις ὁ τῆς οἰκονο-
μίας σκοπός. Ταῦτα μέντοι ἅπαντα εἴρηκε, τὴν ἐπι-
σκήψασαν ἰατρεύων νόσον, καὶ διδάσκων ὡς οὐχ αἱ
νομικαὶ παρατηρήσεις, ἀλλ' ἡ εἰς τὸν Κύριον πίστις
προξενεῖ τὴν ἀληθῆ σωτηρίαν. Τοῦτο γὰρ ἐπήγαγε·
 δʹ. «Τοῦτο δὲ λέγω, ἵνα μή τις ὑμᾶς παραλογί-
ζηται ἐν πιθανολογίᾳ.» Τούτοις δὲ ἐχρησάμην τοῖς
λόγοις, παρακαλῶν ὑμᾶς, τοῖς ἀπατηλοῖς μὴ ὑπάγε-
σθαι λόγοις.
 εʹ. «Εἰ γὰρ καὶ τῇ σαρκὶ ἄπειμι, ἀλλὰ τῷ πνεύ-
ματι σὺν ὑμῖν εἰμι, χαίρων καὶ βλέπων ὑμῶν τὴν
τάξιν, καὶ τὸ στερέωμα τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως
ὑμῶν.» Πάλιν ἀναμίγνυσι τῇ διδασκαλίᾳ τὰς εὐφη-
μίας, καταθέλγων τὴν ἀκοὴν, καὶ τῇ παραινέσει  
προκατασκευάζων τὴν εἴσοδον. Καὶ διὰ τούτων δὲ
πάλιν δεδήλωκεν, ὡς θεασάμενος αὐτοὺς ἔγραψε τὴν
Ἐπιστολήν. Ὥσπερ γὰρ ἐνταῦθα ἔφη· Εἰ γὰρ καὶ τῇ

Theodoretus Scr. Eccl., Theol., Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli


Volume 82, page 608, line 25

τὴν κτῆσιν· τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ, ἐποικοδομούμενοι.


Τὸ δὲ, περισσεύοντες ἐν τῇ πίστει, ἀντὶ τοῦ, Τε-
λείαν αὐτὴν ἔχετε, μηδὲν αὐτῇ ἐλλειπέτω, ἀλλὰ
καὶ ἀναβλυζέτω, καὶ περιττευέτω ἐν ὑμῖν· ὥστε
ὑμᾶς διὰ πάντα τὸν εὐεργέτην ὑμνεῖν. Τοῦτο γὰρ
λέγει, ἐν εὐχαριστίᾳ.
 ηʹ. «Βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν
διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης, κατὰ τὴν
παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ
κόσμου, καὶ οὐ κατὰ Χριστόν.» Ἣν ἄνω πιθανολο-
γίαν, ἐνταῦθα φιλοσοφίαν ἐκάλεσε· κενὴν δὲ
ἀπάτην, τὴν ματαίαν ἔφη καὶ βλαβερὰν παράδοσιν
τῶν ἀνθρώπων, οὐκ αὐτὸν τὸν νόμον, ἀλλὰ τὴν
ἄκαιρον αὐτοῦ φυλακήν· στοιχεῖα δὲ τοῦ κόσμου,
τὴν τῶν ἡμερῶν παρατήρησιν· ἀπὸ γὰρ ἡλίου καὶ
σελήνης ἡμέραι καὶ νύκτες. Παρεγγυᾷ τοίνυν αὐ-
τοὺς ἐγρηγορέναι καὶ νήφειν, καὶ τοὺς ἀποσυλᾷν
τὴν πίστιν ἐπιχειροῦντας παντελῶς ἀποστρέφεσθαι,
631

ὡς τοῦ μὲν Χριστοῦ χωρίζοντας, ταῖς δὲ ἀκερδέσι


τοῦ νόμου παραφυλακαῖς προσδεσμοῦντας.

Cyrillus Theol., Commentarius in xii prophetas minores (4090: 001)


“Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in xii prophetas, 2 vols.”, Ed.
Pusey, P.EOxford: Clarendon Press, 1868, Repr. 1965.Volume 1, page 17, line 18

“Θεὸς ἠθέλησέ τι γενέσθαι τοιοῦτον, ὡς ἄνδρα τοσοῦτον


“αἰσχραῖς οὕτως καὶ βδελυρωτάταις καταμιαίνεσθαι συμ-
“πλοκαῖς, ταῖς εἰς γυναῖκα φημὶ, καὶ τοῦτο μαχλῶσαν καὶ
“πεπορνευμένην. μεταπλάττων δὲ ὥσπερ τῆς ἱστορίας τὴν
“δύναμιν εἰς ἐννοίας πνευματικὰς, ἔφασκε μὲν εἶναι τὴν Γόμερ
“εἰς τύπον ψυχῆς αἰσχρῶς καὶ ἀσέμνως διαζῇν ᾑρημένης·
“τὸν δέ γε προφήτην εἰκόνα πληροῦν τοῦ ἄνωθεν καὶ ἐξ
“οὐρανοῦ, τουτέστι, τοῦ ἐκ Πατρὸς Θεοῦ Λόγου, ὃς ταῖς
“ἡμετέραις ψυχαῖς συναπτόμενος νοητῶς τὰ τῆς φιλαρέτου
“ζωῆς ἐνίησι σπέρματα.”
 Καὶ ταῦτα μὲν τῆς ἐκείνου πιθανολογίας τὰ εὑρέματα·  
τεθαύμακα δὲ οὐ μετρίως ἐγώ” πρῶτον μὲν, ὅτι τῶν εἰς
ἀλήθειαν ἀφειδήσας ἐννοιῶν, τετόλμηκεν εἰπεῖν, ὅτι τὸ
γράμμα ἀποκτένει· εἶτα πρὸς τούτοις, ὅτι παρεκόμισε μὲν
τοὺς ἀμφὶ τὸν Μωυσέα, καὶ ὧν ἐπεμνήσθημεν ἀρτίως, τοῖς
ἄνωθεν κεχρησμῳδημένοις ἀντειρηκότας· ὅτι δὲ τοῖς θείοις
θεσπίσμασιν ἀντιβλέψαι τετολμηκότες οὐκ ἔξω γεγόνασιν
αἰτίας, σεσίγηκεν οὐκ ὀρθῶς. παραιτούμενον μὲν γὰρ τὸν
ἱεροφάντην Μωυσέα, καὶ ὀκνοῦντα τὴν ἀποστολὴν, καὶ προϊ-
σχόμενον τὴν βραδυγλωσσίαν, ὡς ἀσθενοῦντα περὶ τὴν πίστιν
ἤλεγχε Θεὸς, οὕτω λέγων “Τίς ἔδωκε στόμα ἀνθρώπῳ;

Catenae (Novum Testamentum), Catena in epistulam ad Romanos (typus


Vaticanus) (e cod. Oxon. Bodl. Auct. E.2.20 [= Misc. 48]) (4102: 010)
“Catenae Graecorum patrum in Novum Testamentum, vol. 4”, Ed. Cramer, J.A.
Oxford: Oxford University Press, 1844, Repr. 1967.
Page 159, line 26

περὶ ἡμῶν ὑποσχέσεις τοῖς ἔργοις ἐξαρνησάμενος. ἐπηγγείλατο


μὲν γὰρ τῷ Ἁβραὰμ, εἰς τὸ σπέρμα τὸ αὐτοῦ παραπέμψειν τὰς
εὐλογίας. νυνὶ δὲ ἀνθ' ἡμῶν, ἀκαθάρτους καὶ ἀλλοφύλους ἀνθρώ-
πους τὰ ἔθνη προσδέδεκται. εἰ τοίνυν ἡ τῶν ἐπαγγελιῶν ἐκείνων
ἔκβασίς ἐστιν ὡς φατὲ τὸ ὑμέτερον κήρυγμα, πρόδηλον ὡς ἔψευ-
σται τοὺς πατέρας ἡμῶν ὁ Θεός. εἰ δὲ οὐχ ὅσιον περὶ Θεοῦ τοῦτο
εἰπεῖν, ὑμεῖς ἄρα καὶ ὁ παρ' ὑμῶν λόγος ψευδής. τοῦτον πρὸς
τοὺς Ἀποστόλους τὸν λόγον συνεχῶς παραβαλλόμενοι, πραγμά-
των οὐ μικρῶν αὐτοῖς αἴτιοι καὶ θορύβων καθίσταντο. διὰ γὰρ τῆς
τοιαύτης πιθανολογίας αὐτῶν ἐξαπατῶντες τὰς καρδίας τῶν ἀκά-
κων, τούτους τε ἀφῃροῦντο τῆς σωτηρίας, καὶ διωγμοὺς τοῖς Ἀπο-
στόλοις ἀφορήτους ἐπήγειρον.
632

 Ταύτην τοίνυν αὐτῶν καὶ νῦν ὁ ἅγιος Παῦλος τὴν ἀντίρρησιν


βούλεται διαλύσαι, καὶ δεῖξαι τόν τε τοῦ Εὐαγγελίου λόγον ἀληθῆ,
καὶ τὸν Θεὸν οὐ ψευσάμενον. μέλλων δὲ τοῦτο κατασκευάζειν, εἰς
αὐτοὺς ἐκείνους προτρέψαι βούλεται τὴν κατηγορίαν, καὶ τὴν ἀπο-
βολὴν αὐτῶν, οὔτε τὸν Θεὸν ψεύστην, οὔτε τὸ Εὐαγγέλιον διε-
λέγχειν, ἀλλὰ τὴν ἐκείνων αὐτῶν πονηρίαν τε καὶ πρὸς τὸν Θεὸν  
ἀπιστίαν. ἵνα οὖν τοῦτο ποιῶν μὴ δοκοίη ποιεῖν αὐτὸ φιλονεικίᾳ
τινὶ καὶ μίσει τῷ πρὸς αὐτοὺς, ἀλλὰ τὸ οὕτως ἀληθείας ἔχειν τὸ

Catenae (Novum Testamentum), Catena in epistulam ad Colossenses (typus


Parisinus) (e cod. Coislin. 204) (4102: 022)
“Catenae Graecorum patrum in Novum Testamentum, vol. 6”, Ed. Cramer, J.A.
Oxford: Oxford University Press, 1842, Repr. 1967.Page 318, line 2

μόνον· ὥστε παρ' αὐτοῦ δεῖ πάντα αἰτεῖν· αὐτὸς δίδωσι σοφίαν
καὶ γνῶσιν· τῷ μὲν οὖν “θησαυροὶ” εἰπεῖν, τὸ πολὺ δείκνυσι· τῷ
δὲ “πάντες,” τὸ μηδὲν ἀγνοεῖν· τῷ δὲ “ἀπόκρυφοι” τὸ μόνον
εἰδέναι.
 {(Θεόδωρος.)} Ἄλλος δὲ φησίν· ἀποκρύφους πάντας τοὺς θη-
σαυροὺς τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως εἶναι ἐν τῷ Χριστῷ λέγει·
ὡς ἂν τῶν μετὰ πολλῆς κατορθωθέντων συνέσεως διὰ τοῦ Χριστοῦ
ὑπὲρ τῆς ἡμετέρας εὐεργεσίας, νῦν μὲν ὄντων ἀδήλων, φανησο-
μένων δὲ τότε ὅποτ' ἂν φαίνεται καὶ αὐτός.  
 Τοῦτο δὲ λέγω, ἵνα μήτις ὑμᾶς παραλογίζηται ἐν πι-
θανολογίᾳ. {Χρυσοστόμου.} Ὁρᾷς ὅτι διὰ τοῦτό φησιν, εἶπον ταῦτα, ἵνα
μὴ παρὰ ἀνθρώπων ζητῇτε· “παραλογίζηται,” φησὶν, “ἐν πιθα-
“νολογίᾳ.”  Εἰ γὰρ καὶ τῇ σαρκὶ ἄπειμι, ἀλλὰ τῷ πνεύματι σὺν ὑμῖν εἰμί.

Catenae (Novum Testamentum), Catena in epistulam ad Colossenses (typus


Parisinus) (e cod. Coislin. 204) Page 318, line 5

 {(Θεόδωρος.)} Ἄλλος δὲ φησίν· ἀποκρύφους πάντας τοὺς θη-


σαυροὺς τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως εἶναι ἐν τῷ Χριστῷ λέγει·
ὡς ἂν τῶν μετὰ πολλῆς κατορθωθέντων συνέσεως διὰ τοῦ Χριστοῦ
ὑπὲρ τῆς ἡμετέρας εὐεργεσίας, νῦν μὲν ὄντων ἀδήλων, φανησο-
μένων δὲ τότε ὅποτ' ἂν φαίνεται καὶ αὐτός.  
 Τοῦτο δὲ λέγω, ἵνα μήτις ὑμᾶς παραλογίζηται ἐν πι-
θανολογίᾳ.
{Χρυσοστόμου.} Ὁρᾷς ὅτι διὰ τοῦτό φησιν, εἶπον ταῦτα, ἵνα
μὴ παρὰ ἀνθρώπων ζητῇτε· “παραλογίζηται,” φησὶν, “ἐν πιθα-
“νολογίᾳ.”
 Εἰ γὰρ καὶ τῇ σαρκὶ ἄπειμι, ἀλλὰ τῷ πνεύματι σὺν
ὑμῖν εἰμί.
 Τὸ ἀκόλουθον τοῦτο ἦν εἰπεῖν· εἰ γὰρ καὶ τῇ σαρκὶ ἄπειμι,
ἀλλ' ὅμως οἶδα τοὺς ἀπατεῶνας· νῦν δὲ εἰς ἐγκώμιον κατέληξεν.
 Χαίρων καὶ βλέπων ὑμῶν τὴν τάξιν, καὶ τὸ στερέωμα
τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως ὑμῶν.
633

 Τάξιν τὴν εὐταξίαν φησὶν, τὸ δὲ ἑξῆς ἐγκωμίων μᾶλλον ἐστίν·


“στερέωμα” εἶπεν, καθάπερ πρὸς στρατιώτας εὐτάκτως ἑστῶτας
καὶ βεβαίως, τὸν στερρὸν οὐκ ἀπάτη οὐ πειρασμὸς διασαλεύει·
οὐ μόνον, φησὶν, οὐ πεπτώκατε, ἀλλ' οὐδὲ τὴν τάξιν ὑμῶν συνέχεέν

Catenae (Novum Testamentum), Catena in epistulam ad Colossenses (typus


Parisinus) (e cod. Coislin. 204) Page 324, line 9

ΚΕΦ. Η. Ὅτι οὐ τοῦ σαρκικοῦ νόμου τύποι, σαρκικοῖς χρήσιμοι, οὐ


πνευματικοῖς τοῖς ἐν δυνάμει Χριστοῦ ζῶσιν.

 Μὴ οὖν τις ὑμᾶς κρινέτω ἐν βρώσει ἢ ἐν πόσει, ἢ ἐν


μέρει ἑορτῆς ἢ νεομηνίας ἢ σαββάτων.
{Χρυσοστόμου.} Πρῶτον αἰνιγματωδῶς εἰπὼν “βλέπετε μή τις
ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων,” καὶ
πάλιν ἀνωτέρω· “τοῦτο δὲ λέγω, ἵνα μή τις ὑμᾶς παραλογίζηται
“ἐν πιθανολογίᾳ·” καὶ προκαταλαβὼν τὴν ψυχὴν καὶ μεμεριμνη-
μένην ἐργασάμενος, εἶτα παρενθεὶς τὰς εὐεργεσίας, καὶ μειζόνως
τοῦτο ποιήσας, τότε ἐπάγει τὸν ἔλεγχον καὶ φησὶν, “μὴ οὖν τις
“ὑμᾶς κρινέτω ἐν βρώσει ἢ ἐν πόσει.” ὅρα πῶς αὐτὰ καθαιρεῖ·
εἰ τοιούτων τετυχήκατέ, φησιν, τί τοῖς μικροῖς ὑπευθύνους ἑαυτοὺς
ἐποιεῖτε; καὶ ἐξευτελίζει λέγων· “ἢ ἐν μέρει ἑορτής·” οὐ γὰρ δὴ
πάντα κατεῖχον τὰ πρότερα. διὸ οὐκ εἶπεν ἐν σκηνοπηγίαις καὶ
ἀζύμοις καὶ πεντηκοστῇ, ἀλλ' “ἐν μέρει ἑορτῆς·” δεικνὺς ὅτι τὸ
πλέον λέλυται· εἰ γὰρ καὶ ἐσαββάτιζον, ἀλλ' οὐκ ἀκριβῶς· καὶ
οὐκ εἶπεν μὴ τοίνυν φυλάττετε, ἀλλὰ μή τις ὑμᾶς κρινέτω

Theophanes Continuatus, Chronographia (lib. 1–6) (4153: 001)“Theophanes


Continuatus, Ioannes Cameniata, Symeon Magister, Georgius Monachus”, Ed.
Bekker, I.Bonn: Weber, 1838; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.Page 442, li9

βασιλεὺς Κωνσταντῖνος κατοικτείρας τὸ ἐξαίφνης καὶ ἀθρόως


ὁρᾶσθαι αὐτοὺς πένητας, διωρίσατο τῷ ἐπάρχῳ Θεοφίλῳ ταῦτα  
σωρευθῆναι καὶ ἀποδοθῆναι. ὁ δὲ πρωτοκαγκελλαρίῳ αὐτοῦ σὺν
τῷ λεγομένῳ Ζωναρᾷ προσδιορισάμενος, ὃς ἅτε εὐφυὴς κλέπτης
καὶ μοχθηρός, καὶ κατέχων τὰ τούτων οἰκήματα καὶ πολλὴν
σπουδὴν καταβαλών, πάντα ἐσφετερίσατο καὶ τῆς ἀπλήστου αὐ-
τοῦ γνώμης ἐνεφορήσατο καὶ μόλις τὴν δεκάτην μοῖραν αὐτοῖς
ἀπέδωκεν. καὶ τίς τὴν πολλὴν καὶ ἄπειρον δολιότητα καὶ κακίαν
τοῦ δολίου ἀνδρὸς διηγήσεται; ὃς λύμη καὶ νόσος τῇ πολιτείᾳ
Ῥωμαίων γέγονεν. ἢ ἐν ποίῳ κακῷ πρώτιστος ὁ ἀνὴρ οὐχ εὑρί-
σκετο; τῇ πιθανολογίᾳ καὶ τοῖς ὅρκοις βεβαιῶν ὡς ἅτε πιστὸν
καὶ ὀρθὸν εἶναι πᾶσι. ὡς δὲ λόγος ᾄδεται, οὗτος βοηθείας δαι-
634

μόνων προσκαλούμενος ἐν πᾶσιν εὐδοκίμει, ὡς καὶ αὐτὸν τὸν βα-


σιλέα Κωνσταντῖνον βουληθέντα διαφόρως ἀποκινῆσαι τοῦτον οὐκ
ἴσχυσεν, ἀλλὰ μᾶλλον εὐποιίαις καὶ δωρεαῖς προεξένησεν. περὶ
δὲ τῆς τούτου θωπείας καὶ κολακείας καὶ πολλῆς ἀναιδείας, καὶ
τὴν ἄπιστον διάθεσιν καὶ τὴν μοχθηρὰν καὶ ἀνείκαστον αὐτοῦ
πλεονεξίαν, πλατύτερόν τε καὶ ἐπεξεργαστικώτερον ἐν τῇ προηγου-
μένῃ ἐπεξηγήσει ἐκθήσομαι.

Commentaria In Dionysii Thracis Artem Grammaticam, Commentarius (sub


auctore Melampode vel Diomede) (4175: 00“Grammatici Graeci, vol. 1.3”, Ed.
Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.Page 48, line 25

γομένη». Τῆς προσθήκης οὖν ταύτης λεχθείσης ἐξεφύγομεν τὸ πάντα


λόγον καὶ πᾶν βιβλίον καὶ πᾶν ποίημα δοκεῖν εἶναι συλλαβήν· οὐ γὰρ
ὑφ' ἓν πνεῦμα καὶ ἕνα τόνον οὐδ' ἀδιαστάτως λέγεταί τι εἰ μὴ ἑκάστη
συλλαβή· τὰς μὲν γὰρ λέξεις τὰς δισυλλάβους καὶ τρισυλλάβους ἢ καὶ
περαιτέρω ἔστι διελεῖν εἰς συλλαβάς, ἑκάστην δὲ συλλαβὴν οὐκ ἔστι διε-
λεῖν εἰ μὴ εἰς στοιχεῖα, ἅτινα οὐκ εἰσὶ συλλαβαί. Ὡς προείρηται οὖν,
τῆς προσθήκης ταύτης προσελθούσης τέλειός ἐστιν ὁ ὅρος τῆς συλλαβῆς.
Καὶ κινδυνεύουσιν αἱ μονογράμματοι συλλαβαί, δηλονότι αἱ δι' ἑνὸς
φωνήεντος, καταχρηστικῶς εἰρημέναι συλλαβαί, μὴ εἶναι συλλαβαί, ὡς
αὐτός φησιν. Εἴποι δ' ἄν τις ὑπὲρ αὐτῶν ἀπολογούμενος τοιαύτην
τινὰ πιθανολογίαν, ὅτι οὐ δίκαιόν ἐστι τὰ φωνήεντα τὰ καὶ τοῖς

Anonymus De Philosophia Platonica Phil., Prolegomena philosophiae Platonicae


(fort. auctore Elia, olim sub auctore Olympiodoro) (4227: 001)
“Anonymous prolegomena to Platonic philosophy”, Ed. Westerink, L.G.
Amsterdam: North–Holland, 1962.Section 16, line 27

σύγκειται ὁ διάλογος. διὰ ταύτην οὖν τὴν αἰτίαν προσώπων μὲν εὐπο-
ροῦμεν, χρόνου δὲ καὶ τόπου οὐκ ἀεί. ταῦτα δὲ τὰ πρόσωπα ἢ ἐπιστη-
μονικά ἐστιν ἢ ὀρθοδοξαστικὰ ἢ ἀμαθῆ· καὶ ἀμαθῆ ἢ τὴν ἁπλῆν
ἄγνοιαν ἀγνοοῦντα ἢ τὴν διπλῆν ἢ τὴν μεγίστην ἢ τὴν σοφιστικήν. ἁπλῆ
μὲν οὖν ἐστὶν ἀμαθία ὅταν τις ἀγνοῇ τόδε τι ⟦εἶναι⟧ καὶ οἶδεν ὅτι
ἀγνοεῖ· διπλῆ ἐστὶν ὅταν καὶ ἀγνοῇ τόδε τι καὶ μὴ γινώσκῃ ὅτι ἀγνοεῖ,
ὡς φησὶν ἐν Φαίδρῳ ‘οὐ δύναμαι κατὰ τὸ Δελφικὸν γράμμα γνῶναι  
ἐμαυτόν’· μεγίστη δ' ἄγνοιά ἐστιν ὅταν καὶ ἀγνοῇ καὶ οἶδεν ὅτι ἀγνοεῖ,
κρατούμενος δ' ὑπὸ τοῦ πάθους τοῦ ἐναντίου δόγματος οὐκ ἀφίσταται
τῆς οἰκείας ἀγνοίας· σοφιστικὴ δ' ἐστὶν ἄγνοια ὅταν ἀγνοῇ μέν τις,
σπεύδῃ δὲ διὰ πιθανολογίας ἐπικαλύψαι τὴν οἰκείαν ἄγνοιαν. ταῦτα δὲ
τὰ πρόσωπα οὔτε πάντη κέκτηνται τὸ ἱστορικόν (οὐ γὰρ ἂν καὶ τὰ
μικρότατα εἶχεν ἱστορῆσαι ὁ Πλάτων, οἷον ὅτι συνέκαμψεν τὸ σκέλος
ὁ Σωκράτης), ἀλλ' οὔτε πάντα πλασματώδη εἰσὶν τὰ περὶ τὰ πρόσωπα
(οὐ γὰρ ἂν ἐκέκτηντο τὸ ἀληθές), ἀλλὰ τὰ εἰς ἑνὸς πράγματος ἀπό-
δειξιν συντείνοντα λέγει ⟦δ'⟧ ὁ Πλάτων δίκην τῶν γραφέων τῶν ἐκλεγο-
μένων τὰ ἐπιτήδεια χρώματα πρὸς ἑνὸς εἴδους γραφήν. τοσαῦτα μὲν
635

περὶ τῶν προσώπων.

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus et


sapientibus multis (Σb) (recensio aucta e cod. Coislin. 345) (4289: 005)
“Anecdota Graeca, vol. 1”, Ed. Bachmann, L.Leipzig: Hinrichs, 1828.
Alphabetic entry alpha, page 155, line 12

ἀστεϊζόμενος: ἀγλαϊζόμενος, ὡραϊζόμενος, κομψευό-


 μενος.
ἀστεϊσμός: πιθανολογία.
ἀστός: πολίτης.
ἀστραβηλάτης: ὀνηλάτης.
ἀστυπολεῖν: τὸ ἐν ἄστει διατρίβειν, ἄγριον ὄντα.
ἀσταθμητότατον: περὶ οὗ οὐδεὶς ἂν δύναιτο τε-
 κμήρασθαι οὐδὲ σταθμήσασθαι, τί ποτε διανοεῖται ἢ
 τί πράξει. Δημοσθένης ἐν τῷ παραπρεσβείας.
ἄστικτον χωρίον: τὸ μὴ ὑποκείμενον δανειστῇ.
 ὅτ' ἂν γὰρ ὑποκέηται αὐτῷ, τοῦτο ὁ δανείσας διὰ
 γραμμάτων δηλοῖ ἐπικειμένων τῷ χωρίῳ. τὸ δὲ αὐτὸ
 καὶ ἐπὶ οἰκίας γίνεται.

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus et


sapientibus multis (Σb) (recensio aucta e cod. Co Alphabetic entry kappa, page 281,
line 6

κομμός: περίεργος κόσμησις.


κομμονητόριον: ἐπιστολὴ προστακτική, ἀποστελλο-
 μένη εἰς χώρας.
κομμώτρια: ἐμπλεκτήρια. ἡ κοσμῶσα τὰς γυναῖκας.
κόθυμα: (κοίμημα. κῶμα).
κομψεία: ἐλαφρία. ἀστειότης. πιθανολογία. ἀλαζονεία.
κομψεύεται: κολακεύει. πιθανοποιεῖ.
κομψόν: σπουδαῖον. ἔντιμον. εὐπρεπές τε καὶ χα-
 ρίεν.
κομψόν: περίτρανον. περίλανον. πανοῦργον. ἀπατη-
 τικόν. πιθανόν. τεχνικόν.
κομῶσα: ἀνθοῦσα.
κόναβος: ψόφος. ἦχος.
κόνδυ: ποτήριον.
κονίσσαλος: κονιορτός.
κονίσουσιν: κονιορτὸν ἐγείρουσιν.
636

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus et


sapientibus multis (= Συναγωγὴ λέξεων χρησίμων ἐκ διαφόρων σοφῶν τε καὶ
ῥητόρων πολλῶν (=Σa) (e cod. Coislin. 347) (littera α tantum edita) (4289: 006)
“Lexica Graeca minora (ed. K. Latte & H. Erbse)”, Ed. Boysen, C.
Hildesheim: Olms, 1965.
Page 32b, line 26

γελοιώδης.
ἀστεμφέα: ἀμετακίνητον. βέβαιον. ἢ ἀντὶ τοῦ
ἀστεμφῶς.
Ἀστερόεντα: ἤτοι ἀστέρας ἐμπεποικιλμένους
ἔχοντα.
Ἀστέρων τέθριππος: τὸ ἅρμα τοῦ ἡλίου.
Ἄστεσιν: πόλεσιν.
Ἀστειβής: ἀσφαλής. ἤ ἄβατος.
Ἀστεϊζόμενος: ἀγλαϊζόμενος. ὡραϊζόμενος. κομ-
ψευόμενος.
Ἀστισμός: πιθανολογία.
Ἀστός: πολίτης.
Ἀστράβη: ὄνος.
Ἀστραβηλάτης: ὀνηλάτης.  
Ἀστράγαλος: κυρίως τὸ συνήθως λεγόμενον. καὶ
ὁ σφόνδυλος τοῦ τραχήλου. καὶ ὁ πεττικός. καὶ
βοτάναι δὲ οὐκ ὀλίγαι.
Ἀσύμβατον: ἀφιλίωτον.
Ἀσυμφανῶς: ἐπικεκαλυμμένως. ἀδήλως.
Ἀσυναρτήτων:

Scholia In Aristophanem, Scholia in nubes (scholia anonyma recentiora) (5014:


006)“Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed.
Koster, W.J.W.Groningen: Bouma, 1974; Scholia in Aristophanem 1.3.2.
Play sch recent nub, verse 875b alpha, line 1

Chalc. διαρρυηκόσι(ν)] ἀνειμένοις ChisReg, κεχαλασμένοις Par, κεχαυνω-


μένοις Cr, διακεχυμένοις, ὅτι δηλονότι ἐχασμῴδησεν Cant.2, διισταμένοις Lb
(hic διὰ -μένων)h, ἠνεῳγμένοις Va, χαίνουσι h.
ἠλίθιον ἐφθέγξατο καὶ ... οὐ συνεστραμμένοις.
ἀπόφευξιν] ἀποδίωξιν Lb.
δίκης] τιμωρίας Chis (-κην]-ίαν cod.), κρίσεως Cant.2lh ἢ τιμω-
ρίας Lb.
κλῆσιν] ἐγκλήτευσιν Crl, ἔγκλησιν Lb, ἔγκλημα δίκης Chalc, πρός-
κλησιν h, κατηγορίαν ἢ μαρτυρίαν (hoc Tr1 875a) (M11m6).
χαύνωσιν κτλ.] ἤτοι ὥστε χαυνοῦν ... πιθανολογίαις τὸν ἀντί-
δικον Chis (cf. Tz 875b).
637

κλῆσιν ⌈μὲν καὶ Reg ⌈ὀνομάσας δίκην [ὀνομασίαν δίκης] ⌈φησίν Reg
⌈· πολλὰ γὰρ [, ὅτι πολλά εἰσι] τὰ ... ὀνόματα, ⌈ὡς τὰ ... διασύρει Chis.
χαύνωσιν ἀναπειστηρίαν φησίν, ὅταν τοῦ ἀντιδίκου προβαλλομένου
τινὰ εἶναι ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τοῦ ἰδίου συμφέροντος ἡμεῖς δι' ἄλλων ἐπιχειρη-
μάτων ἀνατρέπωμεν αὐτὰ καὶ χαῦνα ἐκεῖνα καὶ ἀσθενῆ ἀποδεικνύωμεν.
χαύνωσιν κτλ.] ὥστε χαυνῶσαι καὶ ἀναπεῖσαι τοὺς ἀντιδίκους Par
(= sch.vet. 875e), λύσιν τῶν δικῶν (= sch.vet. 875b) καταπειστικήν, τὴν
ἀναπείθουσαν τοὺς ἀκροατάς Cr.

Scholia In Aristophanem, Commentarium in nubes (scholia recentiora Tzetzae)


(5014: 017)“Jo. Tzetzae commentarii in Aristophanem”, Ed. Holwerda, D.
Groningen: Bouma, 1960; Scholia in Aristophanem 4.2.Argumentum-dramatis
personae-scholion sch nub, verse-column 872a, line 7

καὶ χάος; καταρᾷ τῷ διδασκάλῳ, ἤτοι ἀνταίρῃ καὶ ἀντιλέγεις αὐτῷ;


τρίβων] ἔμπειρος.
τρίβων] τετριμμένος ὡσανεὶ
ἐκ τῶν κρεμαθρῶν.
ἰδοὺ κρέμαιό γε: διασύρει Σωκράτης δῆθεν τὸ τοῦ “κρέμαιο”
ἐκφώνημα Φειδιππίδου, ὅτι μὴ λαμυρὰν εἶχεν ἐκφώνησιν κορακίζουσάν τε καὶ
ὑποστομφάζουσαν, ἀνειμένοις δὲ καὶ διερρυηκόσιν καὶ χαύνοις ἐλέχθη τοῖς
χείλεσιν. καὶ ἀπομιμούμενος καὶ αὐτὸς τὴν τοιαύτην ἐκφώνησίν φησι· πῶς ἂν
ὁ οὕτως ἠνεῳγμένῳ τῷ στόματι καὶ χαυνοχειλῶς χαυνοχείλως τὴν προφορὰν τοῦ
λόγου
ποιούμενος μάθοι ἄν ποτε ἀπόφευξιν δίκης ἤτοι συλλογισμοῖς ἢ παραλογισμοῖς
καὶ πιθανολογίαις ἀποσοβῆσαι καὶ ἀποκρούσασθαι τὸν ἀντίδικον;
ὡς] λίαν.
διερρυηκόσιν] ἠνεῳγμένοις.
ἀπόφευξιν δίκης] ἀποφυγὴν
καταδίκης.
ἢ κλῆσιν ἢ χαύνωσιν ἀναπειστηρίαν: κλῆσιν μὴ νόει τὴν
μαρτυρίαν, ἀλλά· πῶς ἂν γνοίη ὁ τοιόσδε, φησί, τὸ ἢ τό, ἢ κλῆσιν δίκης,
ὡς ἡ μὲν στοχασμός ἐστιν, ἡ δὲ ὅρος ἢ οἱαδήτις στάσις ἑτέρα;  
χαύνωσιν ἀναπειστηρίαν: χαυνοῦν καὶ ἀποστομίζειν πιθανολογίαις,
ὡς ἔφην, τὸν ἀντιλέγοντα.

Scholia In Aristophanem, Commentarium in nubes (scholia recentiora Tzetzae)


Argumentum-dramatis personae-scholion sch nub, verse-column 875b, line 1

ὁ οὕτως ἠνεῳγμένῳ τῷ στόματι καὶ χαυνοχειλῶς χαυνοχείλως τὴν προφορὰν τοῦ


λόγου ποιούμενος μάθοι ἄν ποτε ἀπόφευξιν δίκης ἤτοι συλλογισμοῖς ἢ
παραλογισμοῖς
καὶ πιθανολογίαις ἀποσοβῆσαι καὶ ἀποκρούσασθαι τὸν ἀντίδικον; ὡς] λίαν.
638

διερρυηκόσιν] ἠνεῳγμένοις.
ἀπόφευξιν δίκης] ἀποφυγὴν
καταδίκης.
ἢ κλῆσιν ἢ χαύνωσιν ἀναπειστηρίαν: κλῆσιν μὴ νόει τὴν
μαρτυρίαν, ἀλλά· πῶς ἂν γνοίη ὁ τοιόσδε, φησί, τὸ ἢ τό, ἢ κλῆσιν δίκης,
ὡς ἡ μὲν στοχασμός ἐστιν, ἡ δὲ ὅρος ἢ οἱαδήτις στάσις ἑτέρα;  
χαύνωσιν ἀναπειστηρίαν: χαυνοῦν καὶ ἀποστομίζειν πιθανολογίαις,
ὡς ἔφην, τὸν ἀντιλέγοντα.
ἰστέον δέ, ὡς κἀν ταῖς λέξεσι ταύταις ὁ ἀλιτήριος, ὡς καὶ τοῖς λοιποῖς
ἅπασιν, ἁπλῶς μὲν καθόλου φιλόσοφον ἀρίστως ἀπεμιμήσατο, τοῦ σωκρατικοῦ
δὲ ἤθους πολὺ διημάρτηκεν. Σωκράτης γὰρ καὶ ἠριθμημένοι τινὲς φιλόσοφοι
ἕτεροι, ὡς καὶ ὕστερον ὁ Πλωτῖνος, οὐ συμπεφορημέναις καὶ ἀνθηραῖς καὶ
διηρμέναις ὁμιλοῦντες ἐχρῶντο ταῖς λέξεσιν, ἀλλὰ πάνυ πεζαῖς καὶ κοιναῖς καὶ
ἀγυρτίσι ἀγυρτρίσι καὶ ἰδιώτισιν. κλῆσιν στάσεως, ἢ ἀντίληψιν
ἢ μετάστασιν ἢ ἄλλην ἀπὸ τῶν δεκατριῶν στάσεων.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera) (5034: 001)


“Scholia vetera in Pindari carmina, 3 vols.”, Ed. Drachmann, A.B.
Leipzig: Teubner, 1:1903; 2:1910; 3:1927, Repr. 1:1969; 2:1967; 3:1966.
Ode O 1, scholion 51a, line 2

τῆς ποιητικῆς γραφῆς καὶ τῆς κατὰ τὸν μῦθον ποικιλίας


τε καὶ ψυχαγωγίας, ἥτις καὶ τοῖς ἀνθρώποις ἅπαντα εἶναι
τὰ πράγματα ἡδέα παρασκευάζει, τὴν παρ' ἑαυτῆς τιμὴν
καὶ χάριν ἐπιφέρουσα, πολλάκις καὶ τὸ ἄπιστον πιστὸν νο-
μισθῆναι παρεσκεύασεν. 53A
DHQ ἄλλως· τὸ ποίημα τὸ πεπλασμένον διαδεχθὲν ὑπὸ
πολλῶν πιστὸν ἐγένετο.
A ἐπιφέρουσα τιμάν: τιμὴν προσφέρουσα τῷ ἐγκω-
μιαζομένῳ. 59
Emg καὶ ἄπιστον ἐμήσατο πιστόν: δηλονότι ὁ
ποιητὴς διὰ τῆς οἰκείας πιθανολογίας, ἐξ ἧς τὸ ἄπιστον
παριστᾷ ὡς πιστὸν, τὴν ἑαυτοῦ δεικνύει δύναμιν.
         καὶ
δὴ καὶ ἡ φάτις τῶν βροτῶν ὑπὲρ τὸν ἀληθῆ ἰσχύει λόγον,
ἵνα ἐξαπατῶσιν οἱ μῦθοι πεποικιλμένοι ψεύδεσι ποικίλοις.
ἢ καὶ δὴ καὶ τὰς φάτις καὶ τὰς διανοίας τῶν βροτῶν
ἐξαπατῶσιν οἱ μῦθοι δεδαιδαλμένοι ψεύδεσι ποικίλοις ὑπὲρ
τὸν ἀληθῆ λόγον ἰσχύοντες.

Scholia In Thucydidem, Scholia in Thucydidem (scholia vetera et recentiora)


(5039: 001)“Scholia in Thucydidem ad optimos codices collata”, Ed. Hude, K.
Leipzig: Teubner, 1927, Repr. 1973.Book 3, chapter 44, section 4, line 2

ἀντερῶν: τῷ Κλέωνι δηλονότι. ἀλλὰ περὶ


τῆς ἡμετέρας εὐβουλίας: εἰσβολὴ τοῦ συμφέροντος καὶ
προκατασκευὴ τοῦ προαναιρεῖν τὰ λυποῦντα τὴν ὑπόθεσιν
639

ABFc2
         πρὸς τὸ ἧσσον ἀφίστασθαι: τὰς πόλεις. θάνα-
τον ζημίαν προθεῖσι: πρὸς τὸ (c. 40, 8) “καὶ τοῖς ἄλλοις
ξυμμάχοις παράδειγμα σαφὲς καταστήσατε, ὃς ἂν ἀφίστηται,
θανάτῳ ζημιωσόμενον” ABCF
         τῷ εὐπρεπεῖ: τῇ πιθανολογίᾳ τοῦ Κλέωνος ABCFG οὐ δικαζόμεθα πρὸς
αὐτούς: οὐ δικαστήριον συγκροτοῦμεν κατὰ τῶν Μιτυληναίων. ὥστε
τῶν δικαίων ...: οὐ περὶ τοῦ δικαίου, φησί, συμβουλευό-
μεθα, ἀλλὰ τοῦ συμφέροντος ABFc2 χρησίμως: ἡμῖν δη-
λονότι.

Suda, Lexicon (9010: 001)“Suidae lexicon, 4 vols.”, Ed. Adler, A.


Leipzig: Teubner, 1.1:1928; 1.2:1931; 1.3:1933; 1.4:1935, Repr. 1.1:1971; 1.2:1967;
1.3:1967; 1.4:1971; Lexicographi Graeci 1.1–1.4.
Alphabetic letter alpha, entry 4243, line 1

σεται. ὁ Αἴας φησὶν, ἵνα μή τις αὐτῷ ἀκολουθήσῃ. καὶ Ἀστιβῆ,


ἄβατον ποσί. καὶ Ἀστιβής, ὁ ἄβατος ἢ ἀσφαλής. καὶ Εὐστι-
βής, ὁ καλὴν βάσιν ἔχων. εὐστιβὲς αἰθυίαις ἰχθυβόλοισι λέπας. ἐν
Ἐπιγράμμασι. καὶ Ἀστείβητος, ἀδιόδευτος τρίβος.
Ἀστικῶς: εὐσυνέτως, ἐμφρόνως. ὁ δὲ πάντων ἀστικῶς τὴν
πρόθεσιν κατανοήσας διχῇ διεῖλε τοὺς προσχωρήσαντας. λέγεται δὲ
Ἀστικὸς καὶ ὁ πολιτικός. καὶ τοὺς ἀστικοὺς ὁ ἄγροικος, ὁ Θεο-
λόγος φησί.
Ἄστιπτος: ἄβατος, ἀδιόδευτος. Σοφοκλῆς· ἀκτὴ μὲν ἥδε τῆς
περιρρύτου χθονὸς Λήμνου, βροτοῖς ἄστιπτος, οὐδ' οἰκουμένη.
Ἀστισμός: πιθανολογία. ἀποστῆναι ῥητορικῆς καὶ ποιητικῆς
καὶ ἀστισμῶν.
Ἄστομοι ἵπποι: σκληρόστομοι. ἄστομοι πῶλοι βίᾳ φέρουσιν.
Ἀστόργους: τοὺς ἀπηνεῖς καὶ ἀφίλους, ἀσπόνδους δὲ τοὺς
ἀδιαλλάκτους καὶ μνησικάκους, ἀνελεήμονας δὲ τοὺς ἀκαμπεῖς καὶ
ἀνενδότους πρὸς ἔλεον.  

Suda, Lexicon Alphabetic letter kappa, entry 2024, line 1

βαρβαρικὸς καὶ ἔμφασις εὐτυχίας.


Κομποφακελορρήμονα: ἀντὶ τοῦ βαρυρρήμονα, φάκελοι
γὰρ τὰ βαρέα φορτία διὰ ξύλων.
Κόμπῳ: ἐπάρσει, κενοδοξίᾳ. ἔστι τεκμηριῶσαι, ὡς ὑπαινιττό-
μενοι γῆν ἔχειν σιδηροφόρον τῷ τοιῷδε κόμπῳ ἐχρήσαντο.
Κομψευόμενοι: ἀλαζονευόμενοι. πεφώρανται δὲ ὅμως τῇ
πείρᾳ κομψευόμενοι τὴν ἐπωνυμίαν. περὶ ἱστοριογράφων ὁ λόγος.  
Κομψευριπικῶς: πανούργως, κατὰ Εὐριπίδην. Αἰλιανὸς
περὶ ἀσεβῶν βασιλέων λήθῃ παραδοθέντων φησί. καὶ Ἀριστοφάνης·
ἐπὶ τῷ κομᾷς καὶ κομψὸς εἶναι προσποιεῖ;
Κομψεία: ἐλαφρία, ἀστειότης, πιθανολογία, ἀλαζονεία.
640

Κομψόν: περίτρανον, περίλαλον, πανοῦργον, ἀπατητικόν,


πιθανόν, τεχνικόν. ἔστι δ' ὅτε καὶ ἀγαθὸν καὶ σπουδαῖον. ὁ δὲ
τὸ τῶν ἀτυχημάτων οὐ φέρων κομψὸν αἰσχίσταις ὕβρεσι τὸν Βαρὰμ
ἐξουθένησε γυναικείᾳ ἐσθῆτι. Ἀριστοφάνης Νεφέλαις· πρῶτον μὲν
εἶναι κομψὸν ἐν συνουσίᾳ. τουτέστι πιθανὸν καὶ εὔχαριν ἐν συνόδῳ
καὶ τῇ πρὸς τοὺς ἑτέρους κοινωνίᾳ. Ἀριστοφάνης· οὑμὸς δὲ Κλειτο-
φῶν τε καὶ Θηραμένης ὁ κομψός. ἀντὶ τοῦ ἀστεῖος. Κλειτοφῶν δὲ
ὡς ἀργὸς ἐκωμῳδεῖτο. νῦν δὲ ὡς παλίμβολον καὶ πανοῦργον βούλε-
ται αὐτὸν ἀποδεῖξαι. διελθὼν λόγον περὶ ψυχῆς, ἐκ χρόνου
κομψῶς μεμεριμνημένον. καὶ εἴ τις αὐτοὺς ἀποθανεῖν δὶς λέγοι,

TLG Texts doing_search π ιθανολογια tlg Go

UTF-8 search TLG Texts

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ
Historiae, 57, 58, 61, 62, 63, 64, 65, 66, 453, 454, 455, 457, 458, 459, 460, 461,
67, 174, 286, 288, 289, 401, 415, 416, 462, 463, 464, 465, 467, 468, 469, 471,
417, 544, 545, 546, 547, 565 472, 473, 476, 477, 478, 479, 480, 481,
Αθανάσιος θεολόγος, 7, 8, 130, 131, 133, 482, 485, 486, 487, 491, 492, 494, 495,
362, 363 497, 498, 499, 500, 501, 502, 503, 504,
Αίλιος Ηρωδιανός, 54, 263, 264, 265, 266, 505, 507, 508, 510, 511, 512, 513, 514,
267, 268 516, 517, 518, 519, 520, 522, 523, 525,
Αίλιος Θέων, 81, 82, 83, 305, 306, 307 526, 528, 529, 530, 531, 533, 536, 538,
ἀπίθανα, 189, 242, 249, 250, 255, 260, 540
261, 262, 268, 270, 298, 299, 302, 303, ἀπίθανος, 15, 71, 233, 234, 235, 239, 241,
304, 305, 314, 316, 317, 323, 342, 345, 243, 244, 245, 246, 251, 263, 264, 270,
354, 379, 387, 389, 395, 400, 418, 424, 276, 280, 288, 291, 309, 310, 317, 339,
429, 430, 437, 438, 441, 444, 445, 447, 341, 344, 357, 384, 386, 393, 394, 396,
449, 475, 488, 490, 507, 534, 535, 539 402, 406, 407, 414, 415, 416, 420, 427,
ἀπίθανοι, 42, 144, 232, 274, 275, 292, 430, 433, 435, 437, 442, 445, 446, 447,
293, 294, 315, 329, 338, 401, 432, 444 457, 460, 470, 477, 478, 481, 484, 498,
ἀπίθανον, 85, 164, 200, 202, 217, 221, 499, 505, 506, 509, 514, 515, 516, 518,
222, 235, 239, 240, 242, 243, 246, 247, 520, 521, 524, 531, 536, 539
248, 252, 254, 256, 258, 260, 262, 263, ἀπιθανότης, 38, 222, 241
265, 266, 268, 269, 272, 273, 274, 275, ἀπιθάνου, 19, 222, 245, 282, 289, 301,
276, 277, 279, 280, 282, 283, 285, 287, 305, 307, 359, 360, 381, 403, 408, 425,
290, 295, 296, 297, 298, 300, 301, 302, 426, 439, 475, 522
304, 309, 311, 313, 315, 322, 323, 324, ἀπιθάνως, 108, 121, 198, 231, 232, 233,
325, 326, 327, 328, 332, 333, 335, 336, 234, 235, 236, 237, 238, 240, 256, 257,
337, 338, 339, 340, 341, 342, 343, 346, 258, 259, 264, 267, 271, 272, 277, 281,
347, 348, 349, 350, 351, 352, 354, 355, 284, 290, 296, 308, 309, 310, 312, 314,
356, 357, 358, 360, 364, 366, 367, 368, 318, 319, 322, 324, 325, 328, 330, 334,
372, 378, 380, 381, 383, 384, 388, 389, 336, 339, 344, 351, 353, 361, 364, 365,
391, 394, 397, 398, 401, 404, 405, 406, 368, 370, 373, 374, 375,378, 389, 392,
409, 411, 412, 413, 414, 415, 417, 419, 402, 408, 416, 418, 421, 422, 432, 433,
420, 422, 425, 426, 427, 431, 434, 436, 440, 446, 449, 451, 454, 455, 456, 468,
439, 440, 441, 448, 449, 450, 451, 452, 469, 471, 474, 481, 483, 484, 486, 488,
641

489, 491, 493, 494, 496, 497, 501, 508, Θεόφραστος, 29, 269, 270, 419, 548
509, 510, 521, 524, 525, 526, 527, 528, Ιλιάδα, 189, 190, 191, 192, 193, 194, 195,
529, 535, 536, 537 196, 197, 198, 199, 200, 223, 224, 444,
ἀπιθανώτατον, 312, 330, 349, 371, 385, 445, 446, 447, 448, 449, 450, 451, 452,
504 453, 454, 455, 516, 517, 518, 519, 520,
Απολλώνιος Δύσκολος, 5, 50, 256, 257, 521
258, 259 Ιωάννης Φιλόπονος, 176, 177, 178, 179,
Αριστοτέλης, 4, 51, 52, 53, 261, 262, 263 180, 422, 423, 575, 576, 577, 578, 579,
Βασίλειος θεολόγος, 8, 134, 135, 136, 580, 581, 582, 583, 584, 585, 586, 587,
137, 138, 139, 140, 141, 365, 366, 562 588
Γαληνός ιατρός, 38, 39, 40, 41, 42, 43, Ιωάννης Χρυσόστομος, 9, 148, 149, 387,
243, 244, 245, 246, 283 388
Γρηγόριος Νύσσης, 6, 7, 116, 117, 118, Κύριλλος, 9, 10, 153, 208, 209, 406, 412,
119, 122, 123, 124, 125, 345, 346, 347 465, 467, 468, 469, 470
Δίδυμος Καίκος, 149, 150, 151, 152, 388, Κωνσταντίνοςς 7ος Πορφυρογέννητος,
389, 390, 391, 563 168, 169, 170, 171, 172, 407, 408, 409,
Διογένης Λαέρτιος, 12, 13, 231 410, 567, 568
Διόδωρος Σικελός, 45, 46, 47, 248, 541, Λουκιανός, 48, 248, 249, 251, 252
542, 543, 544 Μιχαήλ Ψελλός, 161, 162, 400, 564
Διονύσιος Αλικαρνασσέας, 49, 50, 252, Οδύσσεια, 201, 202, 203, 204, 205, 206,
253, 254, 255, 256 207, 456, 458, 459, 522, 523, 524, 595,
Δίων Χρυσόστομος, 83, 84, 308, 309, 310 599
ἐνδέχεται, 69, 99, 111, 182, 221, 254, 269, Ὅμηρος, 29, 30, 43, 53, 82, 83, 84, 87,
317, 360, 381, 417, 426, 472, 473, 513, 196, 199, 204, 205, 227, 252, 261, 265,
514, 549, 555, 556, 557, 562, 564, 569, 343, 360, 445, 449, 455, 456, 457, 474,
570, 572, 575, 576, 577, 578, 579, 580, 480, 484, 509, 510, 518, 527
581, 582, 583, 584, 585, 586, 587, 590 Πιθανοκρατία., 3
ἐνδεχομένων, 370, 426, 550, 556, 557, Πιθανολόγημα, 3
569, 570, 578, 579, 583, 584, 588, 591, Πιθανολογία, 3
596, 600 πιθανολογίᾳ, 603, 604, 605, 606, 608,
ενδεχομένως, 540 610, 614, 618, 621, 630, 633
ἐνδεχομένως, 317, 540, 541, 542, 543, πιθανολογίαις, 609, 615, 616, 617, 619,
544, 545, 546, 547, 548, 549, 550, 551, 621, 623, 624, 629, 636, 637
552, 553, 554, 555, 556, 557, 558, 559, πιθανολογίαν, 612, 613, 616, 617, 627,
560, 561, 562, 563, 564, 565, 566, 567, 628, 634
568, 569, 570, 571, 572, 573, 574, 575, πιθανολογίας, 122, 607, 608, 609, 612,
576, 577, 578, 579, 580, 581, 582, 583, 614, 618, 620, 624, 631, 634, 638
584, 585, 586, 587, 588, 589,590, 591, Πιθανολογικός, 3
592, 593, 594, 595, 596, 597, 598, 599, Πιθανολόγος, 3
600, 601, 602, 603 Πιθανολογώ, 3
Επίκτητος, 73, 74, 75, 297 πιθανόν, 255, 289, 303, 306, 311, 315,
Ερέννιος Φίλων, 106, 107 317, 444, 446, 540, 629, 635, 639
Ευστάθιος, 189, 190, 191, 192, 193, 194, πιθανός, 4, 78, 460, 499, 540
195, 196, 197, 198, 199, 200, 201, 202, Πιθανός, 3
203, 204, 205, 206, 207, 444, 445, 446, πιθανότεροι, 194
447, 448, 449, 450, 451, 452, 453, 454, πιθανότερος, 11, 167, 211
455, 456, 458, 459, 595 πιθανότης, 4, 5, 7, 10, 11, 13, 16, 19, 21,
Θεμίστιος, 111, 112, 344, 555, 556, 557, 25, 29, 30, 42, 50, 51, 53, 54, 55, 57, 61,
558, 559, 560 65, 67, 71, 72, 79, 80, 84, 89, 90, 91, 94,
Θεοδώρετος, 9, 208, 460, 461, 462, 463, 98, 109, 116, 120, 125, 132, 135, 163,
464 164, 165, 166, 168, 176, 200, 203, 206,
642

208, 210, 213, 214, 220, 224, 225, 291, 171, 173, 174, 175, 186, 187, 193, 198,
455 207, 220, 223, 226, 227, 228, 234, 336,
Πιθανότης, 3, 80, 81, 227, 228 351
Πιθανότης., 3 πιθανοτήτων, 10, 31, 64, 139, 145, 160
πιθανότησι, 7, 12, 33, 38, 119, 153, 173, Πιθανώς, 3
216, 225 πιθανῶς, 4, 68, 108, 121, 175, 176, 192,
πιθανότησιν, 36, 70, 161 193, 196, 200, 206, 213, 248, 336, 351,
πιθανότητα, 4, 5, 6, 7, 8, 10, 11, 14, 16, 358, 405, 450, 485, 511, 524, 534, 535
18, 19, 20, 22, 27, 28, 29, 39, 40, 41, 42, Πιθανώτατος, 157, 230
43, 46, 49, 51, 52, 54, 61, 66, 67, 68, 69, Πλάτων, 4, 9, 13, 18, 19, 22, 23, 28, 43,
81, 82, 83, 84, 85, 86, 87, 96, 99, 101, 44, 45, 112, 133, 134, 161, 177, 186,
107, 108, 111, 112, 113, 114, 120, 121, 246, 247, 290, 322, 342, 364, 383, 421,
122, 125, 127, 129, 130, 134, 136, 140, 422, 423, 431, 433, 436, 443, 460, 478,
141, 143, 144,148, 150, 154, 155, 156, 493, 495, 572, 573
157, 158, 160, 162, 170, 172, 174, 175, Πλούταρχος, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19,
176, 177, 178, 179, 183, 184, 185, 187, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 231,
189, 190, 191, 192, 194, 195, 197, 198, 232, 233, 235, 236, 237, 238, 474
199, 200, 201, 202, 203, 204, 206, 216, Πολύβιος, 61, 62, 63, 64, 65, 66, 67, 171,
218, 219, 221, 226, 227, 228, 229, 230, 286, 288, 289, 432, 538, 544, 545, 546,
444, 448, 501, 540 547
πιθανότητά, 4, 44, 47, 57, 58, 109, 181, Ποσειδώνιος, 40, 93, 94, 95, 96, 275, 290,
182, 183, 229 321, 322
πιθανότητας, 6, 12, 13, 23, 31, 33, 36, 37, Πρόκλος, 184, 185, 186, 432, 433, 434,
48, 56, 63, 66, 73, 88, 96, 98, 101, 102, 435, 594
110, 123, 128, 132, 134, 153, 169, 170, Σέξτος Εμπειρίκος, 67, 68, 69, 70, 71, 72,
171, 230 289, 290, 291, 292, 293, 294
πιθανότητες, 8, 9, 34, 35, 62, 73, 74, 110, Στράβων, 55, 56, 57, 271, 272, 273, 274,
139, 148, 169, 540 275
πιθανότητι, 7, 8, 9, 10, 11, 17, 24, 26, 37, Φίλων Ιουδαίος, 30, 31, 32, 33, 34, 35,
47, 71, 74, 75, 76, 77, 81, 82, 85, 87, 88, 36, 37, 38
93, 95, 97, 102, 103, 105, 116, 117, 122, Φλάβιος Ιώσηπος, 59, 60, 278, 279, 280,
126, 131, 133, 135, 145, 147, 149, 154, 281, 282
155, 159, 167, 168, 172, 180, 181, 187, Φώτιος, 186, 187, 436, 437, 438, 439,
188, 192, 208, 209, 211, 212, 311 440, 441, 442
πιθανότητος, 4, 5, 6, 7, 8, 11, 15, 17, 18, Χρύσιππος, 12, 39, 40, 96, 99, 100, 101,
21, 22, 26, 32, 34, 39, 43, 44, 45, 46, 48, 236, 282, 329, 330, 517, 554, 555
53, 56, 58, 62, 63, 75, 77, 78, 85, 89, 90, Ωριγένης, 5, 6, 141, 142, 143, 144, 145,
92, 93, 95, 100, 105, 106, 107, 108, 115, 366, 367, 368, 369, 370, 371, 372, 373,
118, 121, 123, 124, 126, 127, 128, 131, 374, 375, 376, 377, 562
137, 142, 146, 152, 156, 157, 158, 162,

TLG Texts doing_search ενδεχομενως tlg Go

UTF-8 search TLG Texts


643

TLG Texts doing_search απ ιθαν tlg Go

UTF-8 search TLG Texts

You might also like