You are on page 1of 8

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ´ ΛΟΥΚΑ (Λουκᾶ Η´,5-15)

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕΝΗΣ ΑΚΑΡΠΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΛΟΓΟΥ

Οἱ ὁμοιότητες τοῦ σπόρου καὶ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὁ σπόρος


μόνο στὴν καλὴ γῆ φέρνει πολὺ καρπό. Ὁ λόγος μόνο στοὺς
καλοπροαίρετους καρποφορεῖ πλούσια τοὺς καρποὺς τῆς ἀρετῆς.
Ὁ καρπὸς τοῦ σπόρου τρέφει τὸ σῶμα. Ὁ καρπὸς τοῦ λόγου
σώζει τὴν ψυχή. Ποιά τὰ αἴτια τῆς ἀκαρπίας τοῦ Θείου λόγου.

Ὁ Θεάνθρωπος Χριστὸς μὲ τὴν σημερινὴ ἀναγνωσθεῖσα παραβολή,


παρομοίασε τὸ εὐαγγελικὸ κήρυγμα μὲ τὸν σπόρο τὸν ὁποῖο σπέρνει ὁ
γεωργός. Δεῖτε τὶς ὁμοιότητες τοῦ σπόρου καὶ τοῦ λόγου· ὁ γεωργός,
ἀνοίγοντας τὸ χέρι του ρίχνει τὸν σπόρο στὴ γῆ· ὁ ἱεροκήρυκας, ἀνοίγοντας
τὸ στόμα του χύνει τὸν λόγο στ᾽ αὐτιὰ τῶν ἀκροατῶν. Ὁ σπόρος γίνεται
ἄκαρπος ἢ καρποφόρος κατὰ ἀναλογία τῆς ποιότητας τῆς γῆς, στὴν ὁποία
σπέρνεται· ὁ λόγος γίνεται ἀργὸς ἢ ἐνεργὸς κατὰ ἀναλογία τῆς διαθέσεως
τοῦ διδασκόμενου ἀνθρώπου.
Ὁ σπόρος, ὅταν πέφτει στὸ δρόμο χάνεται ἐντελῶς, στὴν πετρώδη γῆ
παρουσιάζει μὲν τὸ φυτό του, ἀλλ᾽ αὐτὸ μετὰ ἀπὸ λίγο ξεραίνεται· στὴ γῆ
ποὺ ἔχει ἀγκάθια βλαστάνει, ἀλλὰ πνίγεται ἀπὸ τὰ ἀγκάθια, μόνο στὴν
ἀγαθή - εὔφορη γῆ σπαρμένος καρποφορεῖ πολὺ καρπό.
Ὅταν διδάσκεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ σ᾽ αὐτοὺς ποὺ δὲν προσέχουν καὶ δὲν
τὸν κατανοοῦν, διασκορπίζεται καὶ διαφθείρεται, σ᾽ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν
καλὴ διάθεση ἐνεργεῖ πρὸς τὸ ἀγαθό, ἀλλὰ δὲν φέρνει ἀποτέλεσμα, στοὺς
πολυμέριμνους καὶ φιλήδονους παρακινεῖ πρὸς τὴν ἀρετή, ἀλλὰ ἡ κίνηση
αὐτὴ μένει ἄπρακτη, μόνο σ᾽ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν καλὴ διάθεση καρποφορεῖ
πλούσια τοὺς καρποὺς τῆς ἀρετῆς. Ὁ καρπὸς τοῦ σπόρου τρέφει τὸ σῶμα· ὁ
καρπὸς τοῦ λόγου σώζει τὴν ψυχή. Ἀκοῦστε, εὐλογημένοι χριστιανοί, περὶ
τούτου, αὐτὰ τὰ ψυχοσωτήρια λόγια τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Εὐαγγέλιο

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολήν ταύτην· Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν
σπόρον αὐτοῦ. Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτόν, ὃ µὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ
κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό. Καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ
τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη, διὰ τὸ µὴ ἔχειν ἰκµάδα. Καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν µέσῳ
2 από 8

τῶν ἀκανθῶν, καὶ συµφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. Καὶ ἕτερον ἔπεσεν στὴν
γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. Ἐπηρώτων δὲ
αὐτὸν οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ, λέγοντες· Τίς εἲη ἡ παραβολὴ αὕτη; Ὁ δὲ εἶπεν· Ὑµῖν
δέδοται γνῶναι τὰ µυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ· τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν
παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες µὴ βλέπωσι, καὶ ἀκούοντες µὴ συνιῶσιν. Ἔστι δὲ αὕτη
ἡ παραβολή· Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν, εἰσὶν οἱ
ἀκούσαντες· εἶτα ἔρχεται ὁ Διάβολος, καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν,
ἵνα µὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. Οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας, οἳ ὅταν ἀκούσωσι, µετὰ χαρᾶς
δέχονται τὸν λόγον· καὶ οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι, καὶ ἐν
καιρῷ πειρασµοῦ ἀφίστανται. Τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ
ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ µεριµνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόµενοι,
συµπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. Τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν, οἵτινες ἐν
καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ, ἀκούσαντες τὸν λόγον, κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν
ὑποµονῇ. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω.

Παράδοξο πρᾶγμα βλέπουμε σήμερα νὰ συμβαίνει μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ


λόγου τοῦ Θεοῦ, ποὺ διαφέρει τελείως ἀπὸ αὐτὸ ποὺ συνέβαινε στὴν ἀρχὴ
τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ὅταν στὰ Ἱεροσόλυμα, τότε ποὺ ἄνοιξε ὁ
ἀπόστολος Πέτρος τὸ στόμα του ἐνώπιον τοῦ λαοῦ καὶ μὲ συντομία καὶ
ἁπλότητα δίδαξε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ πίστεψαν ἀμέσως καὶ βαπτίστηκαν
τρεῖς σχεδὸν χιλιάδες ἄνθρωποι· «Οἱ μὲν οὖν, ἀμέσως ὑποδεξάμενοι τὸν
λόγον αὐτοῦ, ἐβαπτίσθησαν καὶ προσετέθησαν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ψυχαὶ ὡσεὶ
τρισχίλιαι» (Πράξ. β´,41).
Ἄλλοτε πάλι ὁ ἴδιος Ἀπόστολος κήρυξε στὴν ἀποκαλούμενη στοὰ τοῦ
Σολομῶντος, καὶ πίστεψαν στὴ διδαχή του σχεδὸν πέντε χιλιάδες· «πολλοὶ
δὲ τῶν ἀκουσάντων τὸν λόγον ἐπίστευσαν, καὶ ἐγενήθη ὁ ἀριθμὸς τῶν
ἀνδρῶν ὡσεὶ χιλιάδες πέντε» (Αὐτόθ. δ´,4). Ἔρχεται ὁ Φίλιππος στὴν
Σαμάρεια, κηρύττει ἐκεῖ «τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ὀνόματος
τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ», καὶ πιστεύουν ἀμέσως καὶ βαπτίζονται ἄνδρες καὶ
γυναῖκες (Αὐτόθ. η´,12). Ἔρχονται ὁ Βαρνάβας καὶ ὁ Παῦλος στὴν Πάφο,
διδάσκουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, πιστεύει δὲ εὐθὺς ὁ ἀνθύπατος Σέργιος
Παῦλος (Αὐτόθ. ιγ´,6-12).
Δίδασκαν τότε οἱ Θεῖοι Ἀπόστολοι στοὺς ἀκροατές τους νὰ ἀπορρίψουν
τὴν πατροπαράδοτη πίστη τους καὶ νὰ δεχθοῦν ἄλλη, τὴν πίστη στὸ Χριστό·
τοὺς δίδασκαν νὰ ὑποταχθοῦν σὲ ἄλλο νόμο, τὸν εὐαγγελικό, ὁ ὁποῖος ἦταν
3 από 8

ἀντίθετος τοῦ δικοῦ τους νόμου· τοὺς προέτρεπαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὰ


συνηθισμένα ἤθη τους καὶ νὰ ἀγκαλιάσουν ἄλλα, τὰ χριστιανικά, ἄλλη ζωὴ
καὶ συνήθειες, ἄλλο πολίτευμα, τὸ πνευματικὸ καὶ οὐράνιο ἀντὶ τὸ σαρκικὸ
καὶ ἐπίγειο.
Καὶ ὅμως, ἀκούγοντας τὸ εὐαγγελικὸ κήρυγμα, ἀρνοῦνται τὴν πατρική
τους θρησκεία καὶ δέχονται τὴν νέα καὶ ξένη πίστη· καταφρονοῦν τὴν
ἐλευθερία τῶν δικῶν τους νόμων καὶ ὑποτάχτηκαν κάτω ἀπὸ τὸν
εὐαγγελικὸ ζυγὸ τοῦ Κυρίου· ἀποστρέφονταν τὶς ἡδονὲς τῆς σάρκας καὶ
κάθε σωματικὴ ἀπόλαυση καὶ ἀνάπαυση καὶ ἔτρεχαν στοὺς διωγμούς, στοὺς
ἀγῶνες, στοὺς κινδύνους καὶ στὸ θάνατο.
Σήμερα ποὺ διδάσκεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ διαβάζεται, καὶ ὅμως
καρπὸς σχεδὸν κανείς. Διδάσκουν οἱ ἱεροκήρυκες σήμερα ὄχι νὰ ἀθετήσουμε
τὴν πατροπαράδοτη πίστη, ἀλλὰ νὰ τὴν φυλάξουμε ἀμόλυντη καὶ ἀμώμητη,
ἀκέραιη· διδάσκουν ὄχι νὰ δεχθοῦμε ἄλλο νόμο, ἀλλὰ νὰ φυλάξουμε τὸν
χριστιανικό, τὸν ὁποῖο παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς πατέρες μας· διδάσκουν ὄχι νὰ
ἀκολουθήσουμε ἄλλα ἤθη καὶ συνήθειες, ἀλλὰ νὰ ζοῦμε κατὰ τὰ παλαιὰ ἤθη
καὶ ἔθιμα τῶν χριστιανῶν· καὶ ὅμως σήμερα, καρπὸς σχεδὸν κανείς. Ὁ
καθένας μας εὔκολα κατανοεῖ πόση δυσκολία εἶχε τότε καὶ πόση εὐκολία
ἔχει σήμερα ἡ ὑπακοὴ στὸ εὐαγγελικὸ κήρυγμα· καὶ ὅμως σήμερα καρπὸς
σχεδὸν κανείς. Αὐτὸ εἶναι ἀληθινὰ ἄξιο θαυμασμοῦ καὶ ἀπορίας.
Τότε, λένε κάποιοι, καρποφοροῦσε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ τὸν
στήριζαν τὰ θαύματα· πίστεψαν σχεδὸν τρεῖς χιλιάδες ψυχὲς στὴν πρώτη
διδαχὴ τοῦ Πέτρου, ἐπειδὴ θαύμασαν καὶ ἐξεπλάγησαν, ἀκούγοντας τοὺς
Ἀποστόλους αἰφνίδια νὰ μιλοῦν διάφορες γλῶσσες (Πράξ. β´,7-8)· πίστεψαν
στὴ δεύτερη διδαχὴ τοῦ ἴδιου Ἀποστόλου (Πέτρου) σχεδὸν πέντε χιλιάδες,
ἐπειδὴ εἶδαν τὸν ἐκ γενετῆς ἀνάπηρο νὰ περπατάει (Αὐτόθ. γ´,2-3).
Πίστεψαν στὴ Σαμάρεια ἄνδρες καὶ γυναῖκες στὸ κήρυγμα τοῦ Ἀπ.
Φιλίππου, ἐπειδὴ «πολλῶν τῶν ἐχόντων πνεύματα ἀκάθαρτα, βοῶντα
μεγάλη φωνὴ ἐξήρχετο, πολλοὶ δὲ παραλελυμένοι καὶ χωλοὶ
ἐθεραπεύθησαν» (Αὐτόθ. η´,7)· πίστεψε ὁ ἀνθύπατος στὴν διδαχή τοῦ
Παύλου, ἐπειδὴ εἶδε ὅτι ἡ κατάρα τοῦ Παύλου τύφλωσε ἀμέσως τὸν μάγο
Ἐλύμαν (Αὐτόθ. ιγ´,11-12). Ναί, εἶναι ἀλήθεια ὅτι τὰ σημεῖα καὶ τὰ θαύματα
συνεργοῦν καὶ βεβαιώνουν τὸ κήρυγμα, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Εὐαγγελιστὴς
Μάρκος λέγοντας· «Ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου
4 από 8

συνεργοῦντος καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος διὰ τῶν ἐπακολουθούντων


σημείων» (Μάρκ. ιστ´,20).
Ἀλλὰ πρῶτον μὲν βλέπουμε ὅτι πολλοὶ πίστεψαν κι ἂς μὴν εἶδαν
θαύματα. Ποιό θαῦμα εἶδε ὁ Αἰθίοπας «εὐνοῦχος δυνάστης Κανδάκης τῆς
βασιλίσσης Αἰθιόπων» (Πράξ. η´,27), ὅταν ὁ ἀπ. Φίλιππος ἄνοιξε τὸ στόμα
αὐτοῦ καὶ ἑρμηνεύοντας τὸ λόγο τοῦ προφήτη Ἡσαΐα «κήρυξε τὸν Ἰησοῦ;
(Αὐτόθ. 35). Κανένα θαῦμα δὲν εἶδε· καὶ ὅμως, ἀκούγοντας τὴν ἑρμηνεία
τοῦ Φιλίππου, πίστεψε ἀμέσως καὶ βαπτίσθηκε. Ποιό θαῦμα εἶδαν οἱ
Ἀντιοχεῖς, ὅταν κάποιοι ἄνδρες Κύπριοι καὶ Κυρηναῖοι μιλοῦσαν πρὸς τοὺς
ἐκεῖ ἑλληνιστές, «εὐαγγελιζόμενοι τὸν Κύριον Ἰησοῦν»; (Πράξ. ια´,20).
Θαῦμα κανένα δὲν εἶδαν· καὶ ὅμως «πολὺς ἀριθμὸς πιστεύσας ἐπέστρεψεν
ἐπὶ τὸν Κύριον».
Ποιό θαῦμα εἶδαν στὴν Ἀντιόχεια τῆς Πισιδίας, ὅταν παρουσιάστηκαν ὁ
Παῦλος καὶ ὁ Βαρνάβας καὶ τοὺς δίδαξαν τὴν πίστη στὸ Χριστό; (Αὐτόθ. ιγ
´,14-17). Κανένα· ὅμως οἱ ἐκεῖ ἐθνικοί, ἀκούγοντας τὸ κήρυγμα, «ἔχαιρον
καὶ ἐδόξαζον τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, καὶ ἐπίστευσαν ὅσοι ἦσαν τεταγμένοι
εἰς ζωήν αἰώνιον». Κανένα θαῦμα δὲν εἶδαν στὸ Ἰκόνιο, ὅταν οἱ Παῦλος καὶ
Βαρνάβας, εἰσερχόμενοι στὴν συναγωγή τους, ἐκήρυξαν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ·
καὶ ὅμως «πολύ πλῆθος Ἰουδαίων τε καὶ Ἐλλήνων» ἐπίστεψε (Αὐτόθ. ιδ´,1).
Θαῦμα δὲν εἶδαν οἱ κάτοικοι στὴν Βέροια· καὶ ὅμως, ὅταν ὁ Παῦλος καὶ ὁ
Σίλας δίδαξαν στὴν ἐκεῖ συναγωγὴ τῶν Ἰουδαίων, «ἐδέξαντο τὸν λόγον
μετὰ πάσης προθυμίας, καὶ πολλοὶ ἐξ αὐτῶν ἐπίστευσαν, καὶ τῶν
Ἑλληνίδων τῶν εὐσχημόνων καὶ ἀνδρῶν οὐκ ὀλίγοι» (Πράξ. ιζ´,11-12).
Θαῦμα δὲν εἶδαν οἱ Ἀθηναῖοι· καὶ ὅμως ἐπίστεψαν στὸ κήρυγμα τοῦ Παύλου
«καὶ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, καὶ γυνὴ ὀνόματι Δάμαρις καὶ ἕτεροι σὺν
αὐτοῖς» (Αὐτόθ. ιζ´,34). Ποιό θαῦμα ἔκανε ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, ὅταν
κήρυττε καὶ ἔλεγε· «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν»;
(Ματθ. γ´,2). Κανένα· καὶ ὅμως τότε πήγαιναν πρὸς αὐτὸν ἀπὸ Ἱεροσόλυμα
καὶ ὅλα τὰ περίχωρα τοῦ Ἰορδάνη «καὶ ἐβαπτίζοντο ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ὑπ᾽
αὐτοῦ, ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν» (Αὐτόθ. 5-6).
Δεύτερον, ἐὰν τὰ θαύματα εἶχαν τὴ δύναμη νὰ πείθουν καὶ νὰ
ἐπιστρέφουν, ἔπρεπε ὅλοι, ὅσοι εἶδαν θαύματα, νὰ ἐπιστρέψουν· καὶ ὅμως ὁ
Φαραὼ εἶδε θαύματα πολλὰ καὶ μεγάλα, ἀλλ᾽ ἀντὶ νὰ πιστέψει
σκληρύνθηκε. Ἐὰν τὰ θαύματα εἶχαν τὴν δύναμη τῆς ἐπιστροφῆς, ἔπρεπε,
ὅσοι εἶδαν τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ, νὰ πιστέψουν σ᾽ Αὐτὸν· ἐμεῖς βλέπουμε
5 από 8

ὅτι οἱ Φαρισαῖοι, βλέποντας τὸν ἄλαλο καὶ δαιμονισμένο, θεραπευμένο ἀπὸ


τὸν Χριστό, ἔλεγαν· «Ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ
δαιμόνια» (Ματθ. θ´,34), ὁ ἀρχισυνάγωγος, βλέποντας τὴν συγκύπτουσα
ἀνασηκωμένη, ἀντὶ νὰ πιστέψει ἀγανάκτησε (Λουκ. ιγ´,14).
Κάποιοι Φαρισαίοι, βλέποντας τὸν ἐκ γενετῆς τυφλὸ νὰ βλέπει, δὲν
πίστεψαν, ἀλλὰ ἔλεγαν περὶ τοῦ Χριστοῦ· «Οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι
παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὅτι τὸ Σάββατον οὐ τηρεῖ» (Ἰωάν. θ´,16), οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως
ποὺ ἔβλεπαν τὸ ἴδιο θαῦμα, δὲν πίστεψαν καὶ ἔλεγαν· «Ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι ὁ
ἄνθρωπος αὐτὸς ἁμαρτωλός ἐστι», καὶ συμφώνησαν, «ἵνα, ἐάν τις αὐτὸν
ὁμολογήσῃ Χριστόν, ἀποσυνάγωγος γένηται».
Κάποιοι πάλι λένε, ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ σήμερα δὲν καρποφορεῖ, ἐπειδὴ
τὰ ἔργα τοῦ Ἱεροκήρυκα εἶναι ἀνάξια τοῦ κηρύγματος καὶ ἀντίθετα τῆς
διδασκαλίας του· τοῦτο φαίνεται, ὅτι ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ ἀπ. Παῦλος
λέγοντας· «Ὁ οὖν διδάσκων ἕτερον, σεαυτὸν οὐ διδάσκεις; ὁ κηρύττων μὴ
κλέπτειν, κλέπτεις; ὁ βδελυσσόμενος τὰ εἴδωλα, ἱεροσυλεῖς»; (Ρωμ. β
´,21-22). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅμως δὲν εἶπε ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μένει
ἄκαρπος, ἐπειδὴ αὐτὸς ποὺ διδάσκει τὸ λόγο εἶναι ἀνάξιος καὶ ἔχει ἔργα
ἐνάντια τῆς διδασκαλίας του, ἀλλὰ μόνο ἔλεγξε καὶ ντρόπιασε τὸν ἀνήθικο
διδάσκαλο, ποὺ δίδασκε τοὺς ἄλλους, μὴ φροντίζοντας ὅμως γιὰ τὴ δική
του διόρθωση· ὁ Χριστὸς μίλησε περὶ τῆς ὑποθέσεως αὐτῆς καθαρὰ καὶ
κατηγορηματικὰ.
Οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι ἦταν πονηροί, ψεῦτες, φθονεροὶ καὶ
δόλιοι· πολλὲς φορὲς ἐκφώνησε κατ᾽ αὐτῶν ὁ Χριστὸς τὸ «οὐαὶ ὑμῖν,
Γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι» (Ματθ. κγ´,13-29) τοὺς κατέκρινε ὡς ὑποκριτὲς
καὶ ἀνόητους καὶ τυφλούς· ὅμως ὄχι μόνο δὲν εἶπε «ὁ λόγος ὁ ὑπ᾽ αὐτῶν
κηρυττόμενος εἶναι ἀνωφελὴς καὶ ἄκαρπος διὰ τὴν ἀναξιότητα αὐτῶν»,
ἀλλὰ παρήγγειλε καὶ προέτρεψε τοὺς Ἰουδαίους ν᾽ ἀκοῦν ἀπ᾽ αὐτοὺς τὴν
διδασκαλία καὶ νὰ φυλάνε ὅλα ὅσα αὐτοὶ διδάσκουν, ν᾽ ἀπέχουν ὅμως καὶ ν᾽
ἀποστρέφωνται τὶς πράξεις τους. «Πάντα, ὅσα ἂν εἴπωσιν ὑμῖν τηρεῖν,
τηρεῖτε καὶ ποιεῖτε· κατὰ δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε· λέγουσι γὰρ καὶ οὐ
ποιοῦσι» (Αὐτόθ. 3).
Δὲν ἀρνούμαστε ἐμεῖς ὅτι, ὅταν ὁ ἱεροκήρυκας ἔχει ἀρετὴ καὶ ἁγιότητα,
τότε ὁ λόγος του καὶ γιὰ τὴ χάρη τὴν ὁποία ἔχει ἀπὸ Θεοῦ, καὶ γιὰ τὴν
ὑπόληψη τὴν ὁποία οἱ ἄνθρωποι ἔχουν πρὸς αὐτόν, συνεργεῖ πρὸς τὴν
ἐπιστροφὴ τοῦ πλανεμένου καὶ ὠθεῖ πρὸς τὴν διόρθωση τοῦ ἁμαρτωλοῦ,
6 από 8

ἀλλὰ λέμε, ὅτι οὔτε ἡ ἁγιωσύνη τοῦ ἱεροκήρυκα εἶναι τὸ αἴτιο οὔτε ἡ κακία
του τὸ ἐμπόδιο τῆς καρποφορίας τοῦ κηρύγματος, καθὼς οὔτε τῆς
καρποφορίας τοῦ σπόρου αἰτία εἶναι ἡ ὀμορφιὰ καὶ τὸ κάλλος τοῦ γεωργοῦ,
οὔτε τῆς ἀκαρπίας τὸ ἄσχημο τοῦ προσώπου του.
Ἐὰν ὁ λόγος τῶν ἁγίων μόνος εἶχε δύναμη νὰ ἐπιστρέφει τοὺς ἄπιστους
καὶ νὰ ἐπανορθώσει τοὺς ἁμαρτωλούς, θὰ πίστευε ὅλος ὁ κόσμος, ὅταν τὸν
δίδασκαν οἱ ἅγιοι πατέρες ἢ οἱ Ἀπόστολοι ἢ ὅταν τὸν κήρυξε ὁ ἴδιος ὁ
Χριστός. Ἐμεῖς βλέπουμε ὅτι πολλοὶ ἐξ αὐτῶν ποὺ ἄκουσαν ἀπὸ τὸν Χριστὸ
τὸ κήρυγμα δὲν ὠφελήθηκαν καθόλου.
Ἀλλὰ γιατί περὶ αὐτῆς τῆς ὑποθέσεως ἐνστάσεις καὶ ἀπορίες; Ἀπάντησε
περὶ αὐτοῦ ἡ σημερινὴ παραβολὴ τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου καὶ ἡ ἐξήγηση τὴν
ὁποία ἔκανε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Αὐτός, ἀρχίζοντας τὴν παραβολή, εἶπε:
«ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ» (Λουκ. η´,5). Δὲν εἶπε
"ἐξῆλθε ὁ δίκαιος ἢ ὁ ζηλωτὴς καὶ ἐνάρετος" ἀλλὰ εἶπε ἁπλῶς· «Ἐξῆλθεν ὁ
σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ».
Ἐὰν ὁ δάσκαλος σπέρνει ἀληθινὸ σπόρο καὶ ὄχι φθοροποιὰ ζιζάνια,
δηλαδὴ ἐὰν διδάσκει τὰ ὀρθὰ δόγματα καὶ τοὺς Θείους νόμους, ὄχι τὰ
αἱρετικὰ φρονήματα καὶ τὶς δεισιδαιμονίες τῶν ἀνθρώπων, τοῦτο ἀρκεῖ ἐκ
μέρους τοῦ διδάσκοντα γιὰ τὴν καρποφορία τοῦ λόγου καὶ καμία ἀνάγκη
δὲν εἶναι νὰ ἐξετάζουμε τὸν βίο καὶ τὴν πολιτεία του. Μόνο αὐτὸ εἶπε ὁ
Κύριος περὶ τῶν πονηρῶν Γραμματέων καὶ Φαρισαίων· εἶπε «Ἐπὶ τῆς
Μωσέως καθέδρας ἐκάθισαν οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι» (Ματθ. κγ´,2).
ὅτι αὐτοὶ διδάσκουν τὰ δόγματα καὶ τοὺς νόμους τοῦ Μωϋσῆ, γι᾽ αὐτὸ ὅλα
ὅσα διδάσκουν νὰ τὰ ἐκτελεῖτε· ἐπειδὴ ὅμως διδάσκουν ἀλλὰ δὲν πράττουν
τὰ ἔργα ποὺ διδάσκουν, γι᾽ αὐτὸ ἐσεῖς μὴν κάνετε τὰ ἔργα αὐτῶν.
Μετὰ ὁ Χριστὸς φανέρωσε τὶς τρεῖς αἰτίες τῆς ἀκαρπίας τοῦ λόγου: τὴν
ἀπροσεξία, τὴν ὀκνηρία καὶ τὴν ἀπάτη τοῦ παρόντος βίου, φανέρωσε καὶ
ἕνα αἴτιο τῆς εὐκαρπίας, δηλαδὴ τὴν καλοκαγαθία· γι᾽ αὐτὸ καὶ διαμοίρασε
τοὺς ἀκροατὲς τοῦ λόγου σὲ τέσσερις τάξεις, ἔθεσε σ᾽ αὐτοὺς μεταφορικὰ
ὀνόματα, ἀποκαλῶντας τους ὁδό, πέτρα, ἀγκάθια καὶ γῆ καλὴ καὶ ἀγαθή.
Αὐτὰ εἶναι τὰ ἀληθινὰ αἴτια τῆς ἀκαρπίας καὶ εὐκαρπίας τοῦ λόγου καὶ ὄχι
ἄλλα, ὅσα ἐμεῖς φανταζόμαστε. Ἐπειδὴ σήμερα σχεδὸν ὅλοι εἴμαστε ἢ ὁδὸς
πεπατημένη ἀπὸ τῶν παθῶν καὶ τῶν δαιμόνων, ἢ πέτρα κατάξερη καὶ
στερημένη ζωτικότητας, δηλαδὴ γυμνοὶ ἀπὸ κάθε καλὴ διάθεση, ἢ εἴμαστε
ἀγκάθια, δηλαδὴ γεμέτοι κοσμικὲς καὶ σωματικὲς μέριμνες καὶ κάθε
7 από 8

ματαιότητας, ἡ ὁποία καταπνίγει τὸ σωτήριο νόημα, πολὺ λίγοι εἶναι αὐτοὶ


ποὺ ἔχουν καλὴ καὶ ἀγαθὴ διάθεση, γι᾽ αὐτὸ βλέπουμε λίγη τὴν καρποφορία
τοῦ λόγου.
Χριστιανὲ ἐὰν ὅταν διδάσκεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ νοῦς σου δὲν
προσέχει γιὰ νὰ κατανοήσει τὰ λεγόμενα· ἢ ἐὰν ὅταν διδάσκεται ὁ λόγος
τοῦ Θεοῦ ἀμελεῖς καὶ νυστάζεις, τότε εἶσαι ὁδός· τότε, βλέποντας ὁ ἐχθρός
σου ὁ Διάβολος ὅτι διὰ τὴν ἀπροσεξία σου ὁ λόγος δὲν εἰσέρχεται στὸ νοῦν
σου, ἀλλὰ πέφτει μόνο στὰ αὐτιά σου, ἀμέσως τὸν ἁρπάζει καὶ διασκορπίζει
γιὰ νὰ μὴν εἰσέλθει στὸ νοῦ καὶ στὴν καρδιά σου καὶ καρποφορήσει τὴν
ἐπιστροφή σου· ἐξαιτίας αὐτοῦ μένεις ἄκαρπος καὶ ἀδιόρθωτος.
Ἐὰν, ἐρχόμενος γιὰ νὰ ἀκούσεις τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, δὲν ἔχεις σκοπὸ νὰ
διορθώσεις τὰ ἤθη σου, ἀλλὰ νὰ ἀνακρίνεις τὴν μάθηση τοῦ διδασκάλου· ἐὰν
δὲν ἔχεις σκοπὸ νὰ ὠφελήσεις τὴν ψυχή σου, ἀλλὰ νὰ παρατηρήσεις τὴν
ρητορικὴ τέχνη τοῦ λόγου ἢ νὰ περιεργαστεῖς τοὺς ἀκροατὲς ἢ νὰ
ἐκπληρώσεις τὴν συνήθεια, τότε, καὶ ἂν προσέχεις, καὶ ἂν κατανοεῖς τὰ
λεγόμενα, ἐσὺ εἶσαι πέτρα· ποὺ φυτρώνει μὲν στὴν καρδιά σου τὸ τρυφερὸ
φυτὸ τοῦ λόγου, δηλαδὴ λίγη κατάνυξη, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἡ καρδιά σου δὲν ἔχει
διάθεση πρὸς ὑπακοὴ τοῦ λόγου, ξεραίνεται καὶ διασκορπίζεται ἀμέσως ἡ
κατάνυξή σου καὶ μένει ἄκαρπη.
Ἐὰν ὅταν ἀκοῦς τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ἔχεις μὲν διάθεση διορθώσεως καὶ
προσέχεις καὶ κατανοεῖς τὰ λεγόμενα, βγαίνοντας ὅμως ἀπὸ τὴν ἐκκλησία,
ἀντὶ νὰ ξαναμελετήσεις ὅσα ἄκουσες, καταβυθίζεις ἀμέσως τὸ νοῦ σου στὶς
ματαιότητες τοῦ κόσμου καὶ καταποντίζεσαι στὶς ἡδονὲς τῆς σάρκας σου,
τότε ἐσὺ εἶσαι γῆ γεμάτη ἀγκάθια· ἄρα τότε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ βλαστάνει σὲ
σένα τὰ ἁπαλά του βλαστήματα, κατανύγει δηλαδὴ τὴν καρδιά σου, φέρνει
δάκρυα στὰ μάτια σου καὶ σκοπὸ διορθώσεως στὴν ψυχή σου, ἀλλὰ τ᾽
ἀγκάθια τῶν μάταιων φροντίδων σου καὶ τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν
καταπνίγουν τὴν κατάνυξη, τὰ δάκρυα καὶ τὸν σκοπὸ τῆς μετάνοιάς σου
καὶ ἔτσι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ γίνεται σὲ σένα μάταιος.
Ἐὰν, ὅταν ἀκούσεις τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ σκοπός σου εἶναι ὀρθὸς
καὶ ἡ προσοχή σου μεγάλη καὶ ἡ εὐλάβειά σου πολλή, ἀκούγοντας τὸ λόγο
καὶ κατανοῶντας αὐτόν, τὸν μελετᾶς συνέχεια καὶ συλλογίζεσαι πάντοτε τὰ
νοήματα τοῦ λόγου, τότε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ γίνεται σὲ σένα ὠφέλιμος, τότε
ξεριζώνεις ἀπὸ τὴν καρδία σου τὰ φυτὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ καρποφορεῖς τὰ
καρποφορήματα τῆς ἀρετῆς.
8 από 8

Λοιπόν, ἀδελφοί μου, ὅταν ἔρχεστε στὴν ἐκκλησία, γιὰ νὰ ἀκούσετε τὸν
λόγο τοῦ Θεοῦ, ἢ ὅταν διαβάζεται αὐτὸν στὰ βιβλία, μὴ γίνεστε οὔτε ὁδὸς
οὔτε πέτρα οὔτε ἀγκάθια, ἀλλὰ κάντε τὴν καρδιά σας γῆ καλὴ καὶ ἀγαθή,
γνωρίζοντας ὅτι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο ἐλεύθερο, θέλει
βέβαια ὅλοι νὰ σωθοῦν, ὅμως κανέναν δὲν βιάζει, ἀφοῦ εἶναι δίκαιος. Βρῆκε
ἡ εὐσπλαγχνία Του τρόπο καὶ μέσο, μὲ τὸν ὁποίο οὔτε βιάζει, οὔτε
ἀναγκάζει, ἀλλὰ προσκαλεῖ καὶ προτρέπει· ὁ τρόπος καὶ τὸ μέσο εἶναι τὸ
κήρυγμα τοῦ λόγου.
Τὸ λόγο ὁ Θεὸς μετεχειρίσθηκε ἀπ᾽ τὴν ἀρχὴ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν
ἀνθρώπων, προσκαλῶντας τοὺς ἀνθρώπους μ᾽ αὐτὸν καὶ προτρέποντας
τοὺς πρὸ τοῦ νόμου, τοὺς ἐν νόμῳ, τοὺς μετὰ τὸν νόμο, τοὺς κατὰ τὸν καιρὸ
τῆς ἔνσαρκης παρουσίας Του, καὶ τοὺς μετὰ τὴν ἔνσαρκη ἐπιφάνειά Του·
μίλησε μὲ τὸν προφορικὸ καὶ μὲ τὸν γραπτὸ λόγο καὶ ἄμεσα Αὐτὸς καὶ
ἔμμεσα μὲ τοὺς Προφῆτες, τοὺς Ἀποστόλους, καὶ μὲ τοὺς ἁγίους Πατέρες·
μέσῳ τοῦ λόγου προφήτεψε τὰ μέλλοντα, προεῖπε τὴν σάρκωση τοῦ
μονογενοῦς Υἱοῦ Του, δίδαξε τὰ δόγματα τῆς πίστεως, παρέδωσε τὰ
σωτηριώδη μυστήρια, φανέρωσε τοὺς Θείους νόμους· ὁ λόγος Του ἔδειξε τὴν
ὁδὸ τῆς σωτηρίας, περιέγραψε τὸν γκρεμὸ τῆς ἀπώλειας, ὑποσχέθηκε τὴν
οὐράνια βασιλεία, φοβέρισε γιὰ τὴν αἰώνια κόλαση. Τὸ ἴδιο μέσο
μεταχειρίζεται ὁ Θεὸς μέχρι σήμερα, μιλῶντας μέσῳ τῶν ποιμένων, τῶν
διδασκάλων, τῶν πνευματικῶν πατέρων, καὶ τῶν βιβλίων· γι᾽ αὐτὸ μέχρι
σήμερα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει τὴν δύναμη τῆς ἐπιστροφῆς τῶν ἀπίστων,
τῆς διορθώσεως τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ τῆς στηρίξεως τῶν ἐναρέτων· μέσῳ
τοῦ λόγου μέχρι καὶ σήμερα ἡ χάρη ἐνεργεῖ τὸ ἔλεός της σ᾽ ἐμᾶς.
Ὥστε, ἀγαπητοί μου, ἐὰν δὲν πειθαρχοῦμε στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν
λαμβάνουμε ἐξ αὐτοῦ καμία ὠφέλεια, δὲν ἔχουμε ἐλπίδα σωτηρίας. Εἶναι
ἀνάγκη νὰ ἔχουμε προθυμία καὶ σπουδὴ ὑπὲρ ἀκροάσεως τοῦ λόγου,
προσοχὴ καὶ εὐλάβεια στὴν ἀκρόαση τοῦ λόγου, μελέτη καὶ ἀνάμνηση μετὰ
τὴν ἀκρόασή του. Ἔτσι γίνεται ἡ καρδία μας γῆ καλὴ καὶ ἀγαθή· καὶ ὁ
λόγος καρποφορεῖ σὲ μᾶς τοὺς καρποὺς τῆς ἀρετῆς καὶ γίνεται πρόξενος
τῆς σωτηρίας «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ μας, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς
τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

You might also like