Professional Documents
Culture Documents
Εθνογραφική ανάλυση
• Charaudeau P. (1994) “Le contrat de
communication de l’information médiatique”, Le
Français dans le Monde. «Recherches et
applications» (Numéro spécial: «Médias. Faits et
effets»), 8-19.
• Charaudeau P. (1997) Le discours d’information
médiatique. La construction du mirroir social.
Paris: Nathan.
1 «Περίσταση παραγωγής»
(η Σύνταξη) και
«περίσταση πρόσληψης»
(το αναγνωστικό κοινό)
2 Οι υλικές συνθήκες παραγωγής και
διανομής (χώρος, χρόνος, κανάλι
μετάδοσης) του έντυπου
δημοσιογραφικού λόγου
Κοινωνική λειτουργία
Να ενημερώσει αναγνώστες, ακροατές ή θεατές για καθημερινά συμβάντα που
θεωρούνται αξιοσημείωτα ή σημαντικά
‘Δηλητηριασμένη’ πόλη
Αξιοσημείωτο συμβάν
Μόσχα– Μια Ρωσίδα δημοσιογράφος έφερε στο φως αποδεικτικά στοιχεία για μιαν
άλλη σοβιετική πυρηνική καταστροφή, η οποία σκότωσε 10 ναυτικούς και
δηλητηρίασε μιαν ολόκληρη πόλη.
Προηγούμενα συμβάντα
Η Yelena Vazrshavskya είναι η πρώτη δημοσιογράφος που μίλησε με ανθρώπους οι
οποίοι υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες της έκρηξης σε πυρηνικό υποβρύχιο στη ναυτική
βάση Shkotovo-22 κοντά στο Βλαδιβοστόκ.
Το δυστύχημα, που συνέβη 13 μήνες πριν από την καταστροφή στο Τσερνόμπιλ,
διέσπειρε ραδιενεργά απόβλητα πάνω από τη βάση και κοντά στην πόλη, αλλά
συγκαλύφθηκε από αξιωματούχους της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Στους κατοίκους
είπαν ότι η έκρηξη που σημειώθηκε στον αντιδραστήρα του υποβρυχίου κατά τη
διάρκεια των επισκευών του ήταν ‘θερμική’ και όχι πυρηνική έκρηξη. Και αυτοί που
αναμείχθηκαν στην επιχείρηση απομάκρυνσης πάνω από 600 τόνων μολυσμένου
υλικού ορκίστηκαν να μην αποκαλύψουν τίποτα.
Πηγές
Το κλιμάκιο των εμπειρογνωμόνων επρόκειτο να περιγράψει αργότερα το
δυστύχημα ως το χειρότερο στην ιστορία του Σοβιετικού Ναυτικού.
Η ταυτότητα των (συμ)μετεχόντων και η σχέση
μεταξύ τους
Οι παραγωγοί λόγου («Η περίσταση παραγωγής»)
1. Πληροφοριακό vs συγκινησιακό-
συναισθηματικό προφίλ (informational–
affective):
η αντίθεση αυτή αποτυπώνει τη διαφορετική
οντολογική υπόσταση από τη μια μεριά των
συμβάντων-ειδήσεων και από την άλλη μεριά
των συναφών συναισθημάτων (που άλλοτε
υποβάλλονται στους αναγνώστες και άλλοτε
εξωτερικεύονται από τους ίδιους τους
συντάκτες).
Σε ό,τι αφορά τις στρατηγικές ύφους των
εφημερίδων υπονοείται αντίστοιχα μια τάση
«αντικειμενικής», απρόσωπης (υποτίθεται) και
μια άλλη τάση «υποκειμενικής»,
ιμπρεσσιονιστικής αναπαράστασης των
γεγονότων.
Αλλά στην πραγματικότητα, οι διακηρυγμένες ή,
απλώς, ακολουθούμενες σταθερές επιλογές
ύφους είναι σημεία πάνω στο εν λόγω συνεχές,
που δηλώνουν την προτίμηση άλλοτε στη
γεγονοτική γραφή και άλλοτε στον συγκερασμό
περιγραφής και αξιολόγησης των συμβάντων,
μακριά πάντως από τα ακρότατα του συνεχούς.
Αν δεχθούμε ότι γλωσσικοί δείκτες της
γεγονοτικότητας είναι
-η οριστική έγκλιση,
-ο αόριστος χρόνος,
-τα επιρρηματικά χώρου και χρόνου,
-ρήματα που δηλώνουν υλικές διαδικασίες (ότι
κάποιος διαπράττει κάτι ή ότι κάτι συμβαίνει)
και
-ονόματα που δηλώνουν τους δράστες (agents)
που συμμετέχουν στις διαδικασίες αυτές και
τους στόχους των,
[«Καθηγητής ΑΕΙ απελύθη για χρηματισμό»]
τότε μεγαλύτερο ενδιαφέρον και ποικιλία
παρουσιάζουν οι τρόποι με τους οποίους το
υποκείμενο (ο δημοσιογράφος) παρεμβαίνει,
συνειδητά ή ασυνείδητα, στη γλωσσική
απεικόνιση ενός συμβάντος
[«Καρκίνο σκορπίζουν οι βόμβες στη Σερβία»].
Η υποτακτική και η προστακτική, οι ερωτήσεις και οι
αναφωνήσεις, οι τροπικότητες (επιστημική και
δεοντική),
το αξιολογικό ή επιβαρυμένο με υπονοήματα
λεξιλόγιο,
οι μεταφορές και οι μετωνυμίες (και άλλα ρητορικά
σχήματα),
οι τρόποι προσφώνησης και χαρακτηρισμού
δημοσίων προσώπων,
η διοχέτευση της «φωνής» άλλων προσώπων μέσα
στο κείμενο (αυτολεξεί ή πλαγίως) και
η λεγόμενη «μελωδική στίξη»
είναι τα συνήθη γλωσσικά μέσα «αλλοίωσης» της
ουδέτερης παρουσίασης ενός συμβάντος.
• Το περίεργο στην περίπτωση αυτή είναι ότι,
ενώ όλες σχεδόν οι εφημερίδες
διαβεβαιώνουν ότι είναι προσηλωμένες στο
ιδεώδες της γεγονοτικότητας, ενδίδουν
λιγότερο ή περισσότερο –χωρίς να έχουν
πάντοτε επίγνωση του πράγματος– στη
συναισθηματικά φορτισμένη γραφή, όπως
εύκολα δείχνει μια γλωσσική τους ανάλυση.
2. Επίσημη vs ανεπίσημη (καθημερινή) γλώσσα
(formal – colloquial):
η αντίθεση αυτή δηλώνει επιλογές που συνδέονται με
διαφορετικά επίπεδα ύφους της γλώσσας, τα οποία με τη
σειρά τους συνδέονται με επίσημες ή ανεπίσημες
περιστάσεις επικοινωνίας.
Οι πρώτες ορίζονται από
-τη μεγάλη διαφορά κοινωνικής ισχύος μεταξύ των
συμμετεχόντων,
-την έλλειψη αμοιβαίας οικειότητας και αλληλεγγύης, και
-την απουσία συναισθηματικής εμπλοκής στο
αντικείμενο του λόγου·
οι δεύτερες, αντίθετα, ορίζονται από ισοτιμία, συχνή
επαφή και οικειότητα, και συναισθηματικό συμμερισμό
του θέματος του λόγου.
Γλωσσικές πραγματώσεις της «υψηλής
ποικιλίας» ύφους, σύμφωνα με την Cameron,
είναι
οι σύνθετες και επιμήκεις προτάσεις,
σε ό,τι αφορά τη σύνταξη, και
η αποφυγή του καθημερινού και λαϊκού
λεξιλογίου
(συντετμημένες μορφές λέξεων, αναφομοίωτα
δάνεια κ.ά.).
Από την άλλη, η «χαμηλή ποικιλία» ύφους
διακρίνεται για την προτίμησή της
αφενός σε απλές και σύντομες προτάσεις,
και
αφετέρου στο καθημερινό λεξιλόγιο
(συντμήσεις, λογοπαίγνια, αργκό)
[«Ο Μάνος τελικά δεν έμεινε…μόνος!»].
Η γλωσσολογική έρευνα έχει από καιρό
συνδέσει τη σταθερή χρήση της επίσημης
γλώσσας με τις λεγόμενες «εφημερίδες
ποιότητας» (quality ή heavy papers)
και την προσήλωση στην καθημερινή γλώσσα
με τις λεγόμενες «λαϊκές εφημερίδες»
(popular ή tabloid papers) ή περιοδικά,
χωρίς ωστόσο η σχέση αυτή να αποτελεί μιαν
ευθεία αναλογία.
3. Διαφορά κοινωνικής ισχύος vs αλληλεγγύη
(status–solidarity): η αντίθεση αυτή, όπως είδαμε,
συνδέεται ή, μάλλον, υπόκειται στην προηγούμενη.
Το πρόβλημα είναι ότι η Cameron αντιμετωπίζει ως
διαμετρικά αντίθετα δύο κοινωνικά μεγέθη
διαφορετικού είδους: η (υψηλή ή χαμηλή) κοινωνική
θέση εξαρτάται από το συνεχές της κοινωνικής ισχύος
(power), ενώ η αλληλεγγύη (και η έλλειψή της) από το
συνεχές της διαπροσωπικής επαφής (contact).
Προφανώς εννοεί ότι η υψηλή κοινωνική θέση, η θέση
που περιβάλλεται από κύρος δεν ευνοεί την κοινωνική
ισοτιμία ούτε εγγυάται την αλληλεγγύη, η οποία
ευδοκιμεί όταν δεν υπάρχει διαφορά κοινωνικής
ισχύος, όταν απουσιάζει η διεκδίκηση γοήτρου.
Η κατονομασία και η προσφώνηση είναι οι
κυριότερες γλωσσικές στρατηγικές
πραγμάτωσης της αντίθεσης αυτής.
Έτσι, έντυπα που επιδιώκουν προφίλ υψηλού
κύρους τείνουν να χρησιμοποιούν τίτλους
(επαγγελματικούς, θεσμικούς, ευγενείας κ.ά.) και
επώνυμα ή ονοματεπώνυμα, ή συνδυασμούς
των δύο
[«Φορολογικές και άλλες διευκολύνσεις
ανακοίνωσε χθες ο πρωθυπουργός κ. Κ.
Σημίτης»],
αντίθετα από τα «λαϊκά» έντυπα, που
αρέσκονται στα μικρά ονόματα, τα
υποκοριστικά και τα παρατσούκλια
[«Έβαλε πάγο ο Σημίτης στη Γιάννα για
καθυστερήσεις»].
4. Παράδοση vs νεωτερικότητα (tradition–
modernity): η αντίθεση αυτή συνδέεται με τη
γλωσσική μεταβολή και την ιστορία μιας
γλώσσας.
Ο τρόπος που μια γλώσσα τυποποιεί τις
εσωτερικές της αλλαγές και τις επιρροές από
άλλες γλώσσες είναι συχνά ζήτημα όχι μόνο
γλωσσολογικό αλλά και ιδεολογικό, γιατί
συνδέεται με στάσεις απέναντι στην παράδοση
και την ανανέωσή της.
Έτσι, υπάρχουν έντυπα (κυρίως περιοδικά) που
ενσωματώνουν στη γλώσσα τους αλλαγές και
νεωτερισμούς με μεγάλη προθυμία και ταχύτητα (για
παράδειγμα, γλωσσικά δάνεια, νεολογισμούς, νέους
τρόπους χαρακτηρισμού και τιτλοδότησης,
γλωσσικές μορφές που στιγματίζονταν στο
παρελθόν, απλοποιημένες γραφές λέξεων ή
συντομογραφίες κλπ)
[πχ. «debate», «βαριά χαρτιά», «διαρρέω την
πληροφορία», «πεσάρχης», «ραδιόφωνα /
τηλεοράσεις» αντί «ραδιοφωνικοί / τηλεοπτικοί
σταθμοί», «ΓΑΔΑ»],
ενώ κάποια άλλα αντιστέκονται σε μεταβολές που
δεν έχουν δοκιμαστεί στο καμίνι της γλωσσικής
τυποποίησης.
Από την έρευνα έχουν γίνει προσπάθειες να συνδεθούν
συλλήβδην τα πρώτα και τα δεύτερα των παραπάνω
αντιθετικών ζευγών
πληροφοριακό προφίλ,
επίσημη γλώσσα,
κοινωνικό κύρος,
παράδοση
vs
συγκινησιακό προφίλ,
καθημερινή γλώσσα,
αλληλεγγύη,
νεωτερικότητα