You are on page 1of 56

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΉ ΨΥΧΟΛΟΓΊΑ

ΘΕΩΡΊΕΣ ΜΆΘΗΣΗΣ
 Οι θεωρίες που αναφέρονται στη μάθηση, έχουν
ως στόχο, σε κάθε περίπτωση, την πρακτική
τους αξιοποίηση σε πλαίσια διδασκαλίας, είτε
αφορούν την τυπική, μη τυπική ή άτυπη
εκπαίδευση.
 Μια θεωρία μάθησης είναι αξιοποιήσιμη εάν και
ΘΕΩΡΊΕΣ εφόσον διακρίνεται από αξιοπιστία και
εγκυρότητα, αν λαμβάνει υπόψη τις
ΜΆΘΗΣΗΣ κοινωνικοψυχολογικές συνθήκες που
παρατηρούνται στα άτομα κατά την πορεία της
ψυχοπνευματικής τους εξέλιξης, αν είναι
ευαίσθητη έναντι της ποικιλίας των περιεχομένων
μάθησης και τέλος αν επιτρέπει τον έλεγχο και
την καθοδήγηση της ανθρώπινης
συμπεριφοράς.
Συμπεριφορισμός
Γνωστική ή γνωσιακή θεωρία
Εποικοδομισμός
Κλασσικός εποικοδομισμός
ΘΕΩΡΊΕΣ Κατασκευαστικός εποικοδομισμός
ΜΆΘΗΣΗΣ
Κοινωνικός εποικοδομισμός
Συνεργατική μάθηση
Ανακαλυπτική μάθηση
Σήμερα
Η μάθηση είναι αποτέλεσμα
μίμησης και εξάρτησης από
ένα πρότυπο.
ΘΕΩΡΊΕΣ
ΜΆΘΗΣΗΣ

ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙ
ΚΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ
Αποτέλεσμα
ΜΆΘΗΣΗΣ συσσωρευμένης εμπειρίας
και διαρκούς επαφής με την
έτοιμη, δοσμένη γνώση.
Pavlov:
Κλασική εξαρτημένη μάθηση
 Η µάθηση αποτελεί σύνδεση µίας ορισµένης
συµπεριφοράς (αντίδρασης) µε ένα
περιστασιακό δεδοµένο (ερέθισµα).
ΘΕΩΡΊΕΣ  Κρίσιµος παράγοντας ώστε να συντελεστεί η
γνώση είναι η χρονική συνάφεια του
ΜΆΘΗΣΗΣ ανεξάρτητου και του εξαρτηµένου ερεθίσµατος.
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚ Thorndike :
ΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ
Συντελεστική εξαρτημένη μάθηση
ΜΆΘΗΣΗΣ
 η µάθηση δεν εξηγείται ως µια νοητική σύνδεση
(εξάρτηση) της αντίδρασης µε ένα ερέθισµα
που προηγείται της αντίδρασης αυτής, αλλά µε
ένα ερέθισµα που ακολουθεί την αντίδραση
αυτή ως συνέπειά της.
Skinner
Λειτουργική εξαρτημένη μάθηση
 Για να ενισχυθεί µια συμπεριφορά, αυτή πρέπει πρώτα να έχει εκδηλωθεί και

ΘΕΩΡΊΕΣ 
µάλιστα να τύχει να είναι η επιθυμητή.
Η συντελεστική µάθηση πραγματοποιείται όταν µία πράξη του υποκειμένου, είτε
ΜΆΘΗΣΗΣ ακολουθηθεί άμεσα είτε συνοδευτεί κατά την εκδήλωσή της από ενισχυτικά για το
υποκείμενο γεγονότα.
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚ  «Τεχνοκρατική» προσέγγιση των αναλυτικών προγραµµάτων:

ΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ ✓ Παιδαγωγικοί και διδακτικοί στόχοι συγκεκριμένοι και µε σαφή περιγραφή των
επιδιωκόμενων αλλαγών στη συμπεριφορά των µαθητών.
ΜΆΘΗΣΗΣ ✓ Δυνατότητα να αξιολογούνται τα αποτελέσματα.
✓ Σαφείς διδακτικοί στόχοι ώστε να ξεχωρίζουν σαφώς τα επιµέρους στάδια της
προόδου.
✓ Η ενίσχυση είναι στοιχείο της σχολικής ατμόσφαιρας.
 Ενισχυτής: Ένα ευχάριστο επακόλουθο
ΘΕΩΡΊΕΣ που διατηρεί ή αυξάνει την συχνότητα
εκδήλωσης μίας συμπεριφοράς.
ΜΆΘΗΣΗΣ
 Η αποτελεσματικότητα του ενισχυτή
πρέπει να αποδειχθεί στην πράξη.
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙ • Ο ρόλος της ενίσχυσης:
ΚΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ Θετική: κάτι επιθυμητό παρουσιάζεται.
ΜΆΘΗΣΗΣ Αρνητική: κάτι ανεπιθύμητο αποσύρεται.
ΘΕΩΡΊΕΣ ΜΆΘΗΣΗΣ
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ ΜΆΘΗΣΗΣ

Τιμωρίες

• Δυσάρεστα επακόλουθα που χρησιμοποιούνται για την αποδυνάμωση μιας


συμπεριφοράς.
• Η αποτελεσματικότητα της τιμωρίας πρέπει να αποδειχθεί στην πράξη.

• Ο ρόλος της τιμωρίας:

– Θετική: κάτι δυσάρεστο χορηγείται.

– Αρνητική: κάτι ευχάριστο αποσύρεται.


ΘΕΩΡΊΕΣ
ΜΆΘΗΣΗΣ  Πλεονεκτήματα συμπεριφοριστικών θεωριών
μάθησης
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚ – Οι αρχές των συμπεριφοριστικών θεωριών είναι
ΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ επιστημονικά τεκμηριωμένες.
ΜΆΘΗΣΗΣ – Κάποιες από τις αρχές των συμπεριφοριστικών
θεωριών είναι χρήσιμες για την ερμηνεία μεγάλου
μέρους της ανθρώπινης συμπεριφοράς και για την
αλλαγή της.
Περιορισμοί συμπεριφοριστικών θεωριών μάθησης

– Εστιάζει στην συμπεριφορά χωρίς να διεισδύει σε συνθήκες


γύρω από αυτό που βλέπουμε στο μαθητή
ΘΕΩΡΊΕΣ
ΜΆΘΗΣΗΣ
– Αγνοεί βιολογικές και κοινωνικές διαφορές ανάμεσα στους
μαθητές που σχετίζονται με τη μάθηση.
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙ
ΚΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ – Αντιμετωπίζει τα «συμπτώματα» και δεν διεισδύει στα αίτια
ΜΆΘΗΣΗΣ της μαθησιακής «συμπεριφοράς» -καλής ή κακής- κάθε
μαθητή.

– Παρακάμπτει μαθησιακές τεχνικές όπως είναι η


παρατήρηση, η επίλυση προβλημάτων, η γενίκευση, οι
οποίες δεν έχουν μελετηθεί από συμπεριφοριστικές θεωρίες.
ΘΕΩΡΊΕΣ ΜΆΘΗΣΗΣ
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ ΜΆΘΗΣΗΣ
Η συμπεριφοριστική θεωρία στο σχολείο

– Διδασκαλία με συγκεκριμένη προκαθορισμένη μέθοδο.

– Έμφαση στην εξάσκηση (δοκιμή – λάθος)

– Ενίσχυση της συμπεριφοράς (βαθμοί ως αμοιβή)

– Στόχος η πληροφορία που παρέχεται στο μάθημα και όχι η διαδικασία απόκτησής του.

– Ατομική μάθηση και όχι συνεργατική

– Συγκεκριμένες σωστές απαντήσεις αν ακολουθηθούν οι σωστές διαδικασίες.


 Σύμφωνα με τους οπαδούς αυτής της
σχολής δεν έχουν σημασία οι εσωτερικές
διεργασίες που λαμβάνουν χώρα κατά τη
διάρκεια της μάθησης, αλλά οι αλλαγές που
συμβαίνουν στην εμφανή συμπεριφορά του
υποκειμένου, στο τι δηλαδή μπορεί να κάνει
ΘΕΩΡΊΕΣ ο εκπαιδευόμενος ως αποτέλεσμα της
ΜΆΘΗΣΗΣ- κατάλληλης οργάνωσης του
περιβάλλοντος της μάθησης.
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣ
 Εξάλλου οι εσωτερικές διεργασίες δεν είναι
ΜΌΣ δυνατόν να παρατηρηθούν επιστημονικά,
γι’ αυτό και προβάλλει ως μοναδικός
τρόπος μελέτης της μάθησης η μόνιμη
αλλαγή της συμπεριφοράς, που
εκδηλώνεται με την εκτέλεση κάποιου έργου.
Μπιχεβιορισμός (Βehaviorism)

Δασκαλοκεντρική προσέγγιση

Μάθηση είναι τροποποίηση της εξωτερικής


ΘΕΩΡΊΕΣ συμπεριφοράς

ΜΆΘΗΣΗΣ- Επικράτησε έως το 1960

ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙ
Πρόδρομος
ΣΜΌΣ • I. Pavlov (1849-1936)

Βασικοί εκπρόσωποί της

• B. F. Skinner (1904-1990)
• E.L. Thorndike (1874-1949)
• J.B. Watson (1878-1958)
 Δεν ενδιαφέρεται για την εσωτερική (νοητική)
λειτουργία των υποκειμένων
 Δεν υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης στις νοητικές
καταστάσεις των ανθρώπων (πιστεύω, προσδοκίες,
προθέσεις, κίνητρα)
ΘΕΩΡΊΕΣ
 Προέχει η περιγραφή της συμπεριφοράς και όχι η
ΜΆΘΗΣΗΣ- εξήγησή της
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣ  Συσχέτιση φυσικών χαρακτηριστικών των
ερεθισμάτων που δέχεται το υποκείμενο με τα φυσικά
ΜΌΣ χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του
 Μοντέλο S-R
 Stimuli (Ερέθισμα) – Response (Απόκριση)
Στόχος διδασκαλίας

•Επίτευξη επιθυμητής
συμπεριφοράς
ΘΕΩΡΊΕΣ
Έμφαση
ΜΆΘΗΣΗΣ-
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣ •Αναμετάδοση της πληροφορίας
ΜΌΣ •Τροποποίηση της εξωτερικά
παρατηρούμενης συμπεριφοράς
•Σαφής και λειτουργικός ορισμός
των διδακτικών στόχων
•Αξιολόγηση επίτευξης των στόχων.
Ο σημαντικότερος
μηχανισμός της μάθησης
•Θετικοί ενισχυτές
ΘΕΩΡΊΕΣ •Π.χ επιβράβευση
ΜΆΘΗΣΗΣ- •Αρνητικοί ενισχυτές
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣ •Π.χ ποινή
ΜΌΣ
Ενίσχυση

•Άμεση και σαφής ανάδραση –


ανατροφοδότηση (feedback)
 Οι συνειρμικές- συμπεριφοριστικές θεωρίες:
 προσήλωση στην εξωτερική συμπεριφορά
του ατόμου και στον ρόλο των εξωτερικών
συνθηκών.
 Βασίστηκαν κυρίως στη μελέτη της
ΟΙ συμπεριφοράς ζώων.
ΣΥΝΕΙΡΜΙΚΈΣ-  Αδιαφορήσαν για τον ρόλο των
εσωτερικών ανώτερων νοητικών
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤ λειτουργιών και την εσωτερική προσπάθειά
ΙΚΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ του να κατανοήσει τον κόσμο και ο ίδιος να
ρυθμίσει ανάλογα τη συμπεριφορά του
(Ματσαγγούρας, 1997).
 Απευθύνθηκαν στο άτομο ως καθαρά
βιολογικό οργανισμό (Bigge, 1987) .

Η ΘΕΩΡΊΑ
ΠΕΡΊ

«ΚΟΙΝΩΝΙΚΉΣ 

ΜΑΘΉΣΕΩΣ» 

BANDURA
1.

2.

Η ΘΕΩΡΊΑ ΠΕΡΊ 3.

«ΚΟΙΝΩΝΙΚΉΣ 4.

ΜΑΘΉΣΕΩΣ»
BANDURA
1.

Η ΘΕΩΡΊΑ ΠΕΡΊ
«ΚΟΙΝΩΝΙΚΉΣ
ΜΑΘΉΣΕΩΣ»
BANDURA
Η ΘΕΩΡΊΑ ΠΕΡΊ
«ΚΟΙΝΩΝΙΚΉΣ
ΜΑΘΉΣΕΩΣ» BANDURA

Η ΘΕΩΡΊΑ ΠΕΡΊ 

«ΚΟΙΝΩΝΙΚΉΣ
ΜΑΘΉΣΕΩΣ»
BANDURA

ΓΝΩΣΤΙΚΈΣ 

ΘΕΩΡΊΕΣ
ΜΆΘΗΣΗΣ 


ΓΝΩΣΤΙΚΈΣ 

ΘΕΩΡΊΕΣ 

ΜΆΘΗΣΗΣ 


ΓΝΩΣΤΙΚΈΣ

ΘΕΩΡΊΕΣ
ΜΆΘΗΣΗΣ 


 Η πρόσληψη πληροφοριών από το περιβάλλον είναι ενεργητική
και εμπρόθετη και όχι παθητική και ελεγχόμενη από τα ερεθίσματα.
 Η μάθηση είναι μια γνωστική διαδικασία επεξεργασίας
πληροφοριών και όχι μια απλή σύνδεση ερεθίσματος αντίδρασης.
 Τα στοιχεία της γνώσης που αποκτούμε με τη μάθηση
ταξινομούνται ποικιλοτρόπως και δεν αποθηκεύονται όπως τύχει.

ΓΝΩΣΤΙΚΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ ΜΆΘΗΣΗΣ


 Οι γνωστικές θεωρίες ερμηνεύουν τη μάθηση εστιάζοντας στις αλλαγές που
συμβαίνουν στο εσωτερικές νοητικές διεργασίες (σχήματα, πεποιθήσεις, σκοποί,
προσδοκίες κ.λπ.) τις οποίες χρησιμοποιούν για να ερμηνεύσουν τον κόσμο.
 Η μάθηση δεν μεταδίδεται, είναι μια υποκειμενική και εσωτερική διαδικασία
οικοδόμησης νοημάτων
 Η μάθηση συνίσταται στην τροποποίηση των γνώσεων και προκύπτει με την
οργάνωση και προσαρμογή των πληροφοριών σε ήδη υπάρχουσες γνώσεις.
 Με τις νέες εμπειρίες το άτομο αναπροσαρμόζει και βελτιώνει τις εσωτερικές του
αναπαραστάσεις για τον κόσμο , παράγοντας έτσι ένα πιο ολοκληρωμένο
εσωτερικό μοντέλο με το οποίο ερμηνεύει και ελέγχει το περιβάλλον.

ΓΝΩΣΤΙΚΈΣ ΘΕΩΡΊΕΣ ΜΆΘΗΣΗΣ


 Βασίζονται στην παραδοχή ότι η μάθηση είναι
αποτέλεσμα μίας συνεχούς διαδικασίας επεξεργασίας
πληροφοριών στην οποία συμμετέχουν οι βασικές
γνωστικές λειτουργίες του ατόμου.
 Θεωρούν προϋπόθεση τη δημιουργία του
ΓΝΩΣΤΙΚΈΣ απαραίτητου υπόβαθρου ώστε τα ερεθίσματα του
περιβάλλοντος να οδηγήσουν το άτομο στην γνώση.
ΘΕΩΡΊΕΣ  Με αυτόν τον τρόπο η γνώση προκύπτει ως
αποτέλεσμα μίας ενεργούς αλληλεπίδρασης ανάμεσα
ΜΆΘΗΣΗΣ στον οργανισμό και το ερέθισμα.
 Έτσι το άτομο, μέσα από αναπτυξιακά κατάλληλες
δημιουργικές δραστηριότητες καταλήγει να οικοδομεί
την γνώση στηρίζοντας κάθε νέο ερέθισμα σε
προϋπάρχουσες γνώσεις και καταλήγοντας με αυτόν
τον τρόπο στην ολοκληρωμένη μάθηση.
 Δεν προτείνουν ένα εννιαίο μοντέλο περιγραφής της γνωστικής
δραστηριότητας
 Βασικές «εκδοχές» του εποικοδομισμού
 Κλασικός (δομικός)
 Κατασκευαστικός (constructionism)
 Κοινωνικός εποικοδομισμός

ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Constructivism
 Μαθητοκεντρική προσέγγιση
 Από το 1960 και μετά
 Μάθηση είναι η τροποποίηση των προϋπαρχουσών γνώσεων
 Βασικοί εκπρόσωποι
 J. Piaget (1896-1980)
 L. Vygotsky (1896-1934)
 J. Bruner (1915)
 S. Papert (1928)

ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Ο κυριότερος υποστηρικτής της πρώτης δομικής προσέγγισης
υπήρξε ο Ελβετός βιολόγος, ψυχολόγος και επιστημολόγος, Jean
Piaget.
 Ο Piaget μελέτησε, πενήντα ολόκληρα χρόνια, το φαινόμενο της
μάθησης στα παιδιά κατά τα διάφορα στάδια εξέλιξής τους,
στρέφοντας τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα από τις εξωτερικές
συνθήκες της μάθησης (ερεθίσματα, ενίσχυση), στο εσωτερικό
αναπτυξιακό επίπεδο του ατόμου.

ΓΝΩΣΤΙΚΌΣ ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΤΙΣΜΌΣ
 Piaget
 Γενετική επιστημολογία: ανάπτυξη της λογικής σκέψης του παιδιού
 Στάδια γνωστικής ανάπτυξης:
 Το αισθησιοκινητικό (0-2 ετών), όπου η κατανόηση του κόσμου βασίζεται κυρίως
στις δραστηριότητες και στις αισθήσεις του.
 Το προσυλλογιστικό (2-6 ετών), όπου αποκτάται η ικανότητα συμβολικής
αναπαράστασης των πραγμάτων και της διαισθητικής σκέψης,
 Το στάδιο συγκεκριμένων συλλογισμών( 7-11 ετών), με την ικανότητα
αντιμετώπισης προβλημάτων, λογικομαθηματικής σκέψης και κατηγοριοποίησης
των εννοιών.
 Το στάδιο των αφηρημένων (τυπικών) συλλογισμών (12 και άνω), το παιδί είναι
σε θέση να χρησιμοποιήσει διαδικασίες λογικής σκέψης, όπως την αποκέντρωση
και την αναστρεψιμότητα.

ΚΛΑΣΣΙΚΌΣ ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
ΚΛΑΣΣΙΚΌΣ ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ

 Η μάθηση προϋποθέτει την οικοδόμηση νοήματος


 Νοητικά μοντέλα (Αναπαραστάσεις)
 Η νόηση είναι μια λειτουργία κατασκευής νοημάτων πάνω στην όλη εμπειρία του ατόμου
 Βασική δομή
 Σχήμα (schema)
 Βασικός Μηχανισμός
 Προσαρμογή
 Αφομοίωση (assimilation): Η πράξη της ενσωμάτωσης απόψεων ή πληροφοριών σε ήδη μαθημένες
δραστηριότητες και σχήματα σκέψης και δράσης.
 Συμμόρφωση (accommodation): Λειτουργία τροποποίησης των ήδη υπαρχόντων γνωστικών σχημάτων.
 Προσαρμογή (adaptation):Η ισορρόπηση ανάμεσα στις αλληλοσυμπληρούμενες λειτουργίες της
αφομοίωσης και της συμμόρφωσης.
 Επικρίσεις
 Λόγω της ατομικής οικοδόμησης της γνώσεις
 Από την κοινωνικοπολιτισμική προσέγγιση

 Συνεχίζουν να εμπνέουν τις επιστήμες της εκπαίδευσης.

ΚΛΑΣΣΙΚΌΣ ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΌΣ ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Ο κατασκευαστικός εποικοδομισμός -κονστραξιονισμός
(«constructionism») ερευνήθηκε και προωθήθηκε από τον Seymour Papert,
ο οποίος βασίζεται αρχικά στις ιδέες του Piaget σχετικά με τον
εποικοδομισμό, και προχωρά ένα βήμα μπροστά υποστηρίζοντας την
άποψη πως η διαδικασία της μάθησης είναι αποτελεσματικότερη όταν οι
μαθητές κατασκευάζουν τη γνώση τους και μοιράζονται αυτή την εμπειρία,
ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο και τη δική τους εμπειρία και των άλλων.
Μεταξύ των άλλων ο Papert θεωρεί ότι αυτή η διαδικασία ενισχύει αλλά και
ενισχύεται από την κοινωνική αλληλεπίδραση.
 Η θεωρία αυτή στηρίζεται στην άποψη ότι η γνώση οικοδομείται
αποτελεσματικότερα με την επαφή των μαθητών και με την κατασκευή -
συγκεκριμένων αντικειμένων- γνώσεων που έχουν νόημα γι’ αυτούς, σαν
αποτέλεσμα αυτής της εμπειρίας.
ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΌΣ ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ

Η θεωρία του κονστραξιονισμού ισορροπεί ανάμεσα στις δύο βασικές


απόψεις της επιστήμης της αγωγής:
 Στηνοπτική του εποικοδομισμού που θεωρεί τη μάθηση ως
«οικοδόμηση» και όχι ως μεταφορά της γνώσης.
 Στηνοπτική της εμπειρικής μάθησης (experiential learning) που
συνδέει την κατανόηση της γνώσης με την οικοδόμησή της πάνω
στην απτή εμπειρία, η οποία γίνεται και η αφορμή της οικοδόμησης
νοητικών σχημάτων (abstract conceptualization) και τελικά
μάθησης μέσω της πράξης του αναστοχασμού (reflective
observation).
ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ
ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Βασικά χαρακτηριστικά του κοινωνικού εποικοδομισμού εκτός από την γνωστική
οικοδόμηση σαν απαραίτητο στοιχείο για την σε βάθος κατανόηση των εννοιών:
1. Η εγκαθιδρυμένη μάθηση (situated cognition) που συντελείται με αυτόνομη
δραστηριότητα και ταυτόχρονη κοινωνική και νοητική υποστήριξη.
2. Η διάχυση της κουλτούρας της κοινότητας στην οποία συντελείται η διαδικασία της
μάθησης.
3. Η συνομιλία (discourse) μεταξύ του υποκειμένου και της κοινότητας η οποία καθιστά
εφικτή την αλληλεπίδραση, αφού τα εργαλεία επικοινωνίας κάθε κοινότητας και
κυρίως η γλώσσα συνιστούν πηγή μάθησης και εξέλιξης.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ

ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
Κοινωνικές αλληλεπιδράσεις σύμφωνα με τον Κοινωνικό εποικοδομισμό:
 Ανταλλαγές πληροφοριών που στη συνέχεια κινητοποιούν το άτομο στην οικοδόμηση νέων
γνώσεων μέσα από διεργασίες κατανόησης. Οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις συμβαίνουν
στον άνθρωπο σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα όπως:
 Μία κοινότητα μάθησης όπως είναι το σχολείο όπου ο μαθητής αλληλοεπιδρά με τους
δασκάλους, τους συμμαθητές, τους γονείς.
 Μία ομάδα εργασίας στην οποία το άτομο αλληλοεπιδρά με συνεργάτες (peers) που
συνθέτουν μια ομάδα. Η ομάδα μπορεί να εμπλέκεται σε δραστηριότητα μάθησης ή και
εργασίας (collaborative learning, collaborative work).
 Μία κοινότητα πρακτικής (community of practice) η οποία έχει τα χαρακτηριστικά ευρύτερης
ομάδας και μέσω της αλληλεπίδρασης με τα άλλα μέλη, στόχος είναι η απόκτηση της
απαραίτητης εμπειρίας.
 Σύμφωνα με τη θεωρία του Κοινωνικό εποικοδομισμού το φαινόμενο της μάθησης αποκτά
διευρυμένα χαρακτηριστικά και στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται εκτός από την ατομική πορεία του
κάθε συγκεκριμένου ατόμου και η ομάδα με την οποία αλληλοεπιδρά (learning group), όπως
και οι ευρύτερες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις που συνδέονται με ατομικούς αλλά και
συλλογικούς μηχανισμούς μάθησης.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ
ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Οι σημαντικότερες θεωρίες μάθησης που εντάσσονται στο πεδίο
του κοινωνικού εποικοδομισμού με σαφή τον κοινωνικό
προσανατολισμό είναι αυτές των Vygotsky και Bruner, καθώς και
την κοινωνικο-γνωσιακή θεωρία του Bandura (Shunk, 2000).
 Η θεωρία του Vygotsky, διαφοροποιείται από τον κλασικό
εποικοδομισμό του Piaget ως προς τον ρόλο των
κοινωνικοπολιτισμικών παραγόντων στην μάθηση και την
ανάπτυξη και γι’ αυτό αναφέρεται ως «κοινωνικο-πολιτισμική»
θεωρία.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ

ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
Ο Lev Vygotsky άφησε πίσω του ένα αξιόλογο επιστημονικό έργο.
 Με την θεωρία του όρισε το κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο ως καθοριστικό παράγοντα για την
απόκτηση της γνώσης με κυρίαρχο εργαλείο στην υπηρεσία της μάθησης την γλώσσα και εισήγαγε την
έννοια της «ζώνης της επικείμενης ανάπτυξης».
 Σύμφωνα με την θεωρία του Vygotsky το παιδί διαμορφώνει μέσα από την κοινωνική αλληλεπίδραση, με
την βοήθεια της γλώσσας, την γνωστική του πραγματικότητα αναπτύσσοντας ταυτόχρονα την νόησή
του.
 Πρωτεύοντα ρόλο σε αυτή την διαδικασία δεν παίζουν τα ατομικά νοητικά εργαλεία αλλά κυρίως τα
κοινωνικά γεγονότα και η εσωτερίκευση των σημασιών τους, η οποία συντελείται μέσω των «σημάτων»,
που είναι τα πολιτισμικά εργαλεία.
 Η εσωτερίκευση αυτών των νοημάτων έχει σαν αποτέλεσμα τον μετασχηματισμό της νοητικής διαδικασίας
και του ατόμου. Όλη αυτή η γνωστική διαδικασία συντελείται μέσω της γλώσσας η οποία αποτελεί μέσο
μεταβίβασης αναπαραστάσεων, σχέσεων και νοημάτων τα οποία είναι κοινωνικά καθορισμένα
 Ο βασικός ρόλος της γλώσσας αποδεικνύει τον κοινωνικό καθορισμό της γνώσης αφού πρόκειται για
κώδικα κοινωνικά και πολιτιστικά προκαθορισμένο.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ
ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Η θεωρία του Vygotsky για τα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά της μάθησης:
 Τα στάδια που ορίζει ως φάσεις της ανάπτυξης ο Vygotsky δεν ορίζονται μόνο από την βιολογική ωρίμανση του
παιδιού αλλά κυρίως από το κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μεγαλώνει.
 Η διάρκειά των σταδίων αυτών δεν είναι αυστηρά προκαθορισμένη, αλλά διαπερνά τη ζωή του παιδιού ενώ η εξέλιξη
κάθε φάσης εξαρτάται πολύ από το είδος της βοήθειας που του δίνεται από αυτούς που το εκπαιδεύουν κατά την
ανάπτυξή του.
Τα στάδια αυτά είναι:
1. Το νευρικό στάδιο, κατά το οποίο το σύστημα είναι ακόμη ανώριμο και το άτομο εξαρτάται απόλυτα από το
περιβάλλον του.
2. Το στάδιο της χρήσης εξωτερικών διαμεσολαβητικών σημάτων σε ερεθίσματα κατά το οποίο, με τη διαμεσολάβηση
κατάλληλων για την ηλικία του «σημάτων», το άτομο αρχίζει και αποκτά συνείδηση των σχέσεων που διέπουν τα
αντικείμενα.
3. Το στάδιο κατά το οποίο το άτομο έχει μεγαλύτερη ικανότητα να ρυθμίζει από μόνο του τη συμπεριφορά του και
να συνδέει ερεθίσματα, σήματα και συμπεριφορές, χωρίς να είναι απαραίτητη η ταυτόχρονη παρουσία του
σήματος για να εκτελεστεί μια νοητική ενέργεια.
4. Το στάδιο κατά το οποίο εσωτερικεύεται σχέση σημάτων και νοητικών ενεργειών.
5. Το στάδιο κατά το οποίο το άτομο προχωρά σε νοητικές πράξεις, χωρίς την άμεση εξάρτησή του από το πεδίο των
συγκεκριμένων ερεθισμάτων και αναπτύσσει δυνατότητες γνωστικής αυτοδιαχείρισης.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ
ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Βασικά σημεία της θεωρίας του Vygotsky με εφαρμογή στη σχολική τάξη:

 Ζώνη επικείμενης ανάπτυξης (ΖΕΑ) (Zone of proximal development)

 Πλαισιοθετημένη μάθηση (Situated learning)

 Κατανεμημένη νοημοσύνη (Distributed cognition)


ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ
ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
Η έννοια της Ζώνης Επικείμενης Ανάπτυξης - ΖΕΑ (Zone of Proximal Development - ZPD)
 Με την έννοια αυτή ορίζεται ο σημαντικός διαμεσολαβητικός ρόλος του ενήλικα στην γνωστική ανάπτυξη
του παιδιού.
 Με τον όρο αυτό ο Vygotsky ορίζει την διαφορά του επιπέδου ανάπτυξης που παρατηρείται όταν το
παιδί προσπαθεί να κατακτήσει μόνο του μια συγκεκριμένη γνωστική περιοχή και όταν στην μαθησιακή
διαδικασία στηρίζεται με κατάλληλες πρακτικές από κάποιον έμπειρο ενήλικο.
 Με άλλα λόγια υποστηρίζει ότι κάθε παιδί μπορεί να φτάσει σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο επίλυσης
προβλημάτων μόνο του, αλλά το ανώτερο επιθυμητό επίπεδο μπορεί να το πετύχει μόνο με την
κατάλληλη καθοδήγηση.
 www.coe.uga.edu/epltt/zpd.swf
ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ
ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Η εφαρμογή της έννοιας της επικείμενης ανάπτυξης στην τάξη ορίζει το ρόλο του εκπαιδευτικού σε δύο
επίπεδα:
1. Αρχικά, στον προσδιορισμό του επιπέδου των ατομικών ικανοτήτων του παιδιού
2. Στη συνέχεια στον εντοπισμό του ανώτερου επιπέδου των γνωστικών ικανοτήτων που μπορεί να
φτάσει το παιδί με τη βοήθεια εκπαιδευτικών διαδικασιών και ερωτημάτων εκ μέρους του
εκπαιδευτικού.

 Οι ενέργειες τις οποίες κάνει ο εκπαιδευτικός προκειμένου ο μαθητής να στηριχτεί και να δημιουργηθεί έτσι η
υποδομή για να προχωρήσει παραπάνω από το σημείο στο οποίο βρίσκεται στο ανώτερο επιθυμητό
επίπεδο ονομάστηκαν από τον Vygotsky Πλαίσιο Στήριξης (scaffolding) ή «σκαλωσιά».
 Η θεωρία του πλαισίου στήριξης συνδυάζεται με το μοντέλο «γνωστικής μαθητείας», την εσωτερίκευση από
τον μαθητή γνωστικών εργαλείων τα οποία επινοεί μέσα από δομημένες και κατάλληλες για αυτόν
δραστηριότητες, τονίζοντας τον ρόλο του εκπαιδευτικού, ο οποίος είναι αυτός που έχει τον πλέον ενεργητικό
ρόλο διαμεσολαβητή αφού αυτός εκτός από τα κοινωνικοπολιτισμικά νοήματα που του μεταφέρει, τον
βοηθά να εσωτερικεύσει τα απαραίτητα για την ανάπτυξή του γνωστικά εργαλεία.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ
ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Πλαισιοθετημένη μάθηση
 Η μάθηση δεν είναι το αποτέλεσμα της μετάδοσης
αφηρημένων πληροφοριών και γνώσεων από έναν
άνθρωπο σε έναν άλλον.
 Η μαθησιακή διαδικασία λειτουργεί σε ένα συγκεκριμένο και
όχι τυχαίο πλαίσιο το οποίο ορίζεται τόσο από φυσικούς
όσο και από κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες
των οποίων είναι φορείς οι εκπαιδευτικοί και οι
εκπαιδευόμενοι.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ
ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Κατανεμημένη νόηση
 Η νόηση και η μάθηση δεν υπάρχουν και αναπτύσσονται στο
μυαλό του κάθε ανθρώπου σε ατομικές διαδικασίες.
 Η γνώση και η νόηση «κατανέμονται» μεταξύ των ανθρώπων
που αλληλοεπιδρούν, αλλά και μεταξύ όσων συμμετέχουν στη
διαδικασία της μάθησης.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΌΣ
ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΌΣ
 Vygotsky: Κατά τη διαδικασία της μάθησης και σαν αποτέλεσμα της
αλληλεπίδρασης μεταξύ μαθητών αλλά και μεταξύ εκπαιδευτικού και
μαθητή:
 Αρχικά δημιουργούνται διαπροσωπικές διεργασίες μάθησης, οι οποίες προκύπτουν
με τη βοήθεια της γλώσσας και της λεκτικής αποσαφήνισης εννοιών.
 Σε ένα δεύτερο στάδιο οι διεργασίες αυτές εσωτερικεύονται και μετατρέπονται σε
ενδοπροσωπικές ψυχολογικές λειτουργίες.
Έτσι η μάθηση επιτυγχάνεται με την διάδραση μεταξύ έμπειρου (μαθητή – εκπαιδευτικού)
και αρχάριου μαθητή και έχει σαν αποτέλεσμα την εσωτερίκευση και την μονιμοποίηση
της γνώσης.

ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΉ
ΜΆΘΗΣΗ 


ΣΥΝΕΡΓΑΤΙ

ΚΉ 

ΜΆΘΗΣΗ 


ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΉ ΜΆΘΗΣΗ
Προϋποθέσεις επιτυχίας:

Προκαθορισμένος κοινός στόχος: Ο μαθησιακός στόχος είναι σαφής και προκαθορισμένος, αφορά όλους και
αποσκοπεί στο ομαδικό αποτέλεσμα.

Αλληλεξάρτηση: Είναι απαραίτητο η ομάδα να αντιληφθεί και να κάνει πράξη τη συμβολή του κάθε μέλους της, ώστε να
επιτευχθεί ο αρχικός κοινός στόχος. Αντίστοιχα το κάθε μέλος της ομάδας μπορεί να επιτύχει το στόχο του μόνο αν
υπάρξει ομαδικό αποτέλεσμα.
Δημιουργία συνθηκών αλληλεπίδρασης: Στο πλαίσιο της αλληλεπίδρασης τα μέλη της ομάδας προσφέρουν και δέχονται
βοήθεια, επηρεάζουν το ένα το άλλο, ενισχύονται και ενθαρρύνονται, ανταλλάσσουν πληροφορίες και υλικό,
ανατροφοδότηση μεταξύ μαθητών και μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών.
Εκπαίδευση σε κοινωνικές δεξιότητες: Οι μαθητές πρέπει να εξασκηθούν στις συνεργατικές δεξιότητες και στη συνέχεια να
ασκούνται μέσα στην ομάδα για την εφαρμογή τους. Η εκπαίδευση αυτή θα δημιουργήσει τις συνθήκες για υψηλού
επιπέδου συνεργασίες.
Προσωπική ευθύνη: Μία πολύ σημαντική προϋπόθεση ώστε να επιτύχει η Συνεργατική Μάθηση είναι να θέτουν όλοι τον
εαυτό τους στη διάθεση της ομάδας και να αποφεύγεται η κυριαρχία στην ομάδα μελών που επιμένουν να επιβάλλουν την
άποψή τους που υποχρεώνει τα υπόλοιπα μέλη σε μία οπισθοχώρηση
 Bruner: Ανακαλυπτική θεωρία
 Αναπαράσταση: η δυνατότητα του ανθρώπου,
να ανακαλεί απόντα αντικείμενα και
καταστάσεις μέσα από νοητικές διαδικασίες,
σύμβολα και σημεία.
Μέσω των αναπαραστάσεων ο άνθρωπος

ΑΝΑΚΑΛΥΠ μπορεί:
 Να «βλέπει» κάτι που δεν είναι στο οπτικό του

ΤΙΚΉ 
πεδίο.
Να φέρνει στη σκέψη του περιστατικά που

ΜΆΘΗΣΗ 
έχουν συμβεί στο παρελθόν.
Να μπορεί να φανταστεί κάτι που θα συμβεί
στο μέλλον.
 Να χρησιμοποιεί τη φαντασία του για
καταστάσεις που δεν πρόκειται να συμβούν.
ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΙΚΉ ΜΆΘΗΣΗ
 Ο Bruner συνδέει τους τρόπους αναπαράστασης με τη γνώση και την ανάπτυξη. Διακρίνει τρία είδη
αναπαράστασης:
1. Η πραξιακή (ENACTIVE) αναπαράσταση: ( από τη γέννηση μέχρι την ηλικία των 18 μηνών ). Πρόκειται για μία
πρωτόλεια επαφή με τη γνώση κατά την οποία ο άνθρωπος έρχεται σε επαφή με το αντικείμενο μέσω κινήσεων
και πράξεων, αναπαριστά γεγονότα, συνδέει αντικείμενα και μαθαίνει πώς να κάνει κάτι.
2. Η εικονιστική (ICONIC) αναπαράσταση : ( από 18 μηνών έως έξι/επτά ετών ). Πρόκειται για τη δημιουργία
εσωτερικών εικόνων που παραπέμπουν στο αντικείμενο. Η γνώση εικονοποιείται σε μία εσωτερική διαδικασία που
διαφέρει από άτομο σε άτομο και εξαρτάται από τις εμπειρίες του ατόμου αλλά και από τα κοινωνικοπολιτισμικά
χαρακτηριστικά του περιβάλλοντός του.
3. Η συμβολική (SYMBOLIC) αναπαράσταση : (από την ηλικία των 7 ετών και μετά). Πρόκειται για το
μετασχηματισμό της γνώσης σε σύμβολα, όπως είναι η γλώσσα και τα μαθηματικά. Η σύνδεση μεταξύ του
αντικειμένου και του συμβόλου δίνει τη δυνατότητα αναπαράστασης της αφαιρετικής σκέψης αφού στην ουσία
δε χρησιμοποιούνται τα χειροπιαστά αντικείμενα αλλά τα σύμβολά τους.
 Σύμφωνα με την θεωρία του Bruner όταν κάποιος αποκτήσει τη δυνατότητα αναπαράστασης και με τους τρεις
τρόπους μπορεί πλέον να χρησιμοποιεί οποιονδήποτε είναι κατάλληλος για να αναπαραστήσει αυτό που θέλει.
ΑΝΑΚΑΛΥΠ  Η μάθηση είναι μια σύνθετη διαδικασία του ανθρώπου,

ΤΙΚΉ
η οποία εμπεριέχει επιμέρους διαδικασίες και ενισχύεται,
ενεργοποιείται υπό προϋποθέσεις που την καθιστούν
αποτελεσματική και μόνιμη.

ΜΆΘΗΣΗ
 Η λαχτάρα της ανακάλυψης αποτελεί ένα ισχυρό
εσωτερικό κίνητρο για μάθηση και ταυτόχρονα την πιο
ουσιαστική ανταμοιβή για τον μαθητή.
 Η μάθηση μέσω ανακάλυψης προσφέρει στου μαθητές
επιπλέον ικανότητες σχετικές με την αποκωδικοποίηση
του κόσμου που τους περιβάλλει. Επιπλέον οι μαθητές
αποκτούν καλύτερες δεξιότητες μάθησης, μαθαίνουν
δηλαδή πώς να μαθαίνουν.
 Η πορεία της μάθησης κατά τον Bruner είναι η εξής:
➢ Επεξεργασία νέων υλικών και πληροφοριών.
➢ Ανακάλυψη νέων προτύπων που προκύπτουν από τον
συνδιασμό των προηγούμενων εμπειριών με τα νέα
μοντέλα και τις νέες πληροφορίες.
➢ Οι προηγούμενες αναπαραστάσεις εμπλουτίζονται και
προσαρμόζονται στις νέες ιδέες.
 Bruner
 Όπως και για τον Piaget έτσι και για τον Bruner η κεντρική ιδέα της
θεωρίας του είναι η μάθηση που προκύπτει από την ενεργή
συμμετοχή του μαθητή στην διαδικασία.
 Καθοριστικοί παράγοντες ενεργητικής μάθησης:
1. Θετική στάση του παιδιού απέναντι στη μάθηση.

ΑΝΑΚΑΛΥΠ 2.

3.
Εξωτερική και εσωτερική παρώθηση του μαθητή (κίνητρα).
Οργάνωση των γνώσεων.

ΤΙΚΉ
4. Απόκτηση στρατηγικών επίλυσης προβλημάτων.
5. Στρατηγικές μάθησης που ορίζονται από το επίπεδο
ανάπτυξής του μαθητή.

ΜΆΘΗΣΗ  Το παιδί δικαιούται σε οποιαδήποτε φάση της ανάπτυξής του να


«σπουδάσει» οποιαδήποτε «επιστήμη» αρκεί αυτό να γίνει μέσα από
διαδικασίες οι οποίες ανταποκρίνονται στις δυνατότητες των
μαθητών σε συγκεκριμένους τύπους αναπαραστάσεων.
 Από την θεωρία του Bruner προέκυψε η έννοια του «Σπειροειδούς
Προγράμματος» (Spiral Curriculum) σύμφωνα με το οποίο
εισάγονται από τα πρώτα σχολικά χρόνια έννοιες και αρχές από
πολλές περιοχές γνώσεων στις οποίες το πρόγραμμα επανέρχεται,
επανεξετάζοντάς τες μέσα από διαδικασίες δομημένες ανάλογα με
τις δεξιότητες των μαθητών.
ΣΉΜΕΡΑ
Σήμερα:
 Η επικρατέστερη άποψη για τη μάθηση βασίζεται στην παραδοχή ότι η γνώση
«οικοδομείται» και δε μεταφέρεται από τον εκπαιδευτικό στον εκπαιδευόμενο.
 Η μάθηση είναι αποτέλεσμα μίας συνεχούς διαδικασίας επεξεργασίας πληροφοριών στην
οποία συμμετέχουν οι βασικές γνωστικές λειτουργίες του ατόμου, δημιουργώντας το
απαραίτητο υπόβαθρο ώστε τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος να οδηγήσουν το άτομο
στην γνώση.
 Η γνώση προκύπτει ως αποτέλεσμα μίας ενεργούς αλληλεπίδρασης ανάμεσα στον
οργανισμό και το ερέθισμα .
 Το άτομο, μέσα από αναπτυξιακά κατάλληλες δημιουργικές δραστηριότητες καταλήγει να
οικοδομεί την γνώση στηρίζοντας κάθε νέο ερέθισμα σε προϋπάρχουσες γνώσεις και
καταλήγοντας με αυτόν τον τρόπο στην ολοκληρωμένη μάθηση.
ΣΉΜΕΡΑ
 Η Μάθηση στον 21ο αι.
 Υποστηρίζει την διαδικασία της αυτόνομης μάθηση.
 Επιλέγει για τη μαθησιακή διαδικασία την ομάδα, τη συνεργασία καθώς και
την προσωπική ενδυνάμωση των δυνατοτήτων του κάθε μαθητή χωριστά.
 Δίνει στον εκπαιδευτικό (ο οποίος αναλαμβάνει όλη την ευθύνη για το
σχεδιασμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας) ρόλο συμβουλευτικό και
βοηθητικό και όχι ρόλο εξουσίας δημιουργώντας στην ομάδα σημαντικές
εκπαιδευτικές αλληλεπιδράσεις.
 Εκθέτει τους μαθητές σε ποικιλία πηγών με δυναμικό περιεχόμενο.

You might also like