You are on page 1of 11

ΠΑΚΕΤΟ 1 - Δραστηριότητα 1.

1 “Θεωρίες Μάθησης” - Ομαδική Εργασία

Συμμετέχοντες:
Μπλάνα Θεοδώρα
Παναγιώτης Θεοδώρου
Μαρία Μέργα
Χρήστος Χούμκοζλης
Δημοσθένης Κουλουμπής
Νικολετα Γκουλιάβα
Γιαννούση Ηλιάνα
Γιαννής Απόστολος
Ευάγγελος Δημητριάδης
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΣ
Skinner -ΜΠΛΑΝΑ ΘΕΟΔΩΡΑ

Ο Skinner ήταν Αμερικανός ψυχολόγος, συμπεριφοριστής, συγγραφέας, εφευρέτης, και κοινωνικός


φιλόσοφος.

Υποστήριζε σε όλες του τις έρευνες τη σημασία της «αντίδρασης» (είτε ως αυθόρμητη απόκριση με τη
μορφή αντανακλαστικού είτε ως μία σύνθετη μορφή συμπεριφοράς) και κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι
περισσότερες ανθρώπινες αντιδράσεις έχουν την τάση να επαναλαμβάνονται αναλόγως με τα γεγονότα που
τις ακολουθούν.

Σύμφωνα λοιπόν με τον Skinner, οι συμπεριφορές που επιβραβεύονται καθιερώνονται και


επαναλαμβάνονται, ενώ εκείνες που δεν ενισχύονται ή τιμωρούνται, μειώνονται και, κάποιες φορές,
εξαλείφονται.
Ο Skinner εξέφρασε την θεωρία της συντελεστικής εξαρτημένης μάθησης κατά την οποία η πιθανότητα
μιας απόκρισης αυξάνεται αν ακολουθείται από έναν εξωτερικό ενισχυτή.

Έτσι προέκυψαν οι εξής τέσσερις κατηγορίες:

1) θετική ενίσχυση (ευχάριστα ερεθίσματα που συνοδεύουν επιθυμητές συμπεριφορές),

2) αρνητική ενίσχυση (απομάκρυνση αρνητικού ερεθίσματος μετά την εμφάνιση της επιθυμητής
συμπεριφοράς),

3) θετική τιμωρία (δυσάρεστο ερέθισμα μετά από την εμφάνιση ανεπιθύμητης συμπεριφοράς) και

4) αρνητική τιμωρία (απομάκρυνση ενός ευχάριστου ερεθίσματος όποτε παρουσιαζόταν η ανεπιθύμητη


συμπεριφορά).

Σκοπός της ενίσχυσης ήταν η αύξηση της σωστής/ υγιούς συμπεριφοράς ενώ, αντίθετα, σκοπός της
τιμωρίας η μείωση των μη επιθυμητών/ λανθασμένων συμπεριφορών.

Κατά τον Skinner, στην διαδικασία της μάθησης, το παιδί πρέπει να έχει ενεργό συμμετοχή. Η διδακτέα ύλη
δομείται σε σύντομες διδακτικές ενότητες και διδάσκεται προοδευτικά αναλόγως με τους ρυθμούς του
μαθητή (προσαρμογή), ακολουθεί η άμεση επαλήθευση της απάντησης του μαθητή (επανατροφοδότηση)
και ενισχύεται η σωστή απάντηση, η οποία ανταποκρίνεται στην τιθέμενη ερώτηση (Αγαλιώτης, 2000).

Στις απόψεις του Skinner βασίστηκε η προγραμματισμένη διδασκαλία, η οποία χρησιμοποιούσε μηχανές με
γραμμική οργάνωση (ευθύγραμμος σχεδιασμός, όπου οι απαντήσεις δίνονται με ΝΑΙ ή ΟΧΙ) και η μάθηση
προχωρούσε γραμμικά χωρίς διακλαδώσεις.

Στην χρήση της ΤΠΕ δίδεται βαρύτητα στην εξατομίκευση της διδασκαλίας, δηλαδή εστιάζεται η προσοχή
στους προσωπικούς ρυθμούς του κάθε μαθητή ξεχωριστά, ενώ καταβάλλεται προσπάθεια, ώστε να
λαμβάνεται υπόψη και η προηγούμενη συμπεριφορά του μαθητή, η οποία προσδιορίζεται από τις
απαντήσεις που έχει δώσει (Κόμης, 2004).

Η εφαρμογή της συντελεστικής εξαρτημένης μάθησης του Skinner είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στον τομέα της
εκπαίδευσης, καθώς οι εκπαιδευτικοί μπορούν να ενισχύσουν τις επιθυμητές συμπεριφορές μέσω της
επιβράβευσης, αλλά και να μειώσουν τις ανεπιθύμητες συμπεριφορές μέσω τεχνικών αρνητικής ενίσχυσης

Ο Skinner υπήρξε ο πρόδροµος των µηχανών διδασκαλίας (teaching machines) (Skinner,


1968), πριν αναπτυχθούν τα σύγχρονα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα. Πίστευε ότι οι µηχανές
αυτές θα µπορούσαν να δηµιουργήσουν περιβάλλοντα ευνοϊκά για τη µάθηση που θα
ανέτρεπαν τα µειονεκτήµατα του σχολικού συστήµατος, εφόσον θα ασχολούνταν µε τις
απαντήσεις των µαθητών και θα ενίσχυαν τις σωστές απαντήσεις αµέσως µετά τη
διατύπωση τους από τους µαθητές, κάτι που δεν γινόταν στο πλαίσιο της συνηθισµένης
διδασκαλίας. Πίστευε επίσης ότι οι διδακτικές µηχανές θα µπορούσαν να εφαρµόσουν
ορισµένες γενικές αρχές της διδασκαλίας, η οποία θα στηριζόταν στον προγραµµατισµό
των διαδοχικών ερωτήσεων προς το µαθητή γι’ αυτό και η διδασκαλία αυτή ονοµάστηκε
προγραµµατισµένη διδασκαλία (Σολοµωνίδου, 1999).

Edward Thorndike - Παναγιώτης Θεοδώρου


Ο Έντουαρντ Θόρνταϊκ ( Edward Thorndike, 1874-1949) ήταν ένας Αμερικανός ψυχολόγος.
Η βασική ιδέα του νόμου της επίδρασης του Έντουαρντ Θόρνταϊκ είναι ότι η συμπεριφορά μπορεί να
τροποποιηθεί από τις συνέπειές της. Η μάθηση πραγματοποιείται μέσω μιας διαδικασίας δοκιμής και
λάθους και η συμπεριφορά ενισχύεται ή αποδυναμώνεται με βάση τις συνέπειες που ακολουθούν.

Πραγματοποίησε πειράματα με ζώα, κυρίως γάτες, χρησιμοποιώντας κουτιά (puzzle boxes) για τα
πειράματά του. Στόχος του ήταν να μελετήσει πώς μαθαίνουν τα ζώα. Τα κουτιά, αν και ήταν κλειστά,
περιείχαν ένα μικρό μοχλό που όταν πιεζόταν, θα επέτρεπε στο ζώο να ξεφύγει. Έξω από το κουτί
τοποθέτησε ένα κομμάτι κρέας. Μέσω επαναλαμβανόμενων δοκιμών, η γάτα τελικά ανακάλυψε ότι το
πάτημα του μοχλού θα άνοιγε την πόρτα του κουτιού και η συμπεριφορά της ενισχύθηκε με την ανταμοιβή
της απόδρασης και της τροφής. Με κάθε δοκιμή ο Θόρνταϊκ παρατήρησε ότι οι γάτες άνοιγαν την πόρτα
πιο γρήγορα. Δεδομένου ότι η πίεση του μοχλού είχε επιτύχει ευνοϊκό αποτέλεσμα, οι γάτες ήταν πιο
πιθανό να επαναλάβουν τη συμπεριφορά αργότερα.

Ο Θόρνταϊκ πίστευε ότι αυτή η διαδικασία μπορούσε να εφαρμοστεί και στην ανθρώπινη συμπεριφορά και
ανέπτυξε τον «Νόμο του αποτελέσματος» σύμφωνα με τον οποίο μια αντίδραση που εμφανίζεται λίγο
πριν από ένα θετικό ερέθισμα (αποτέλεσμα) έχει την τάση να εμφανίζεται και πάλι σε μελλοντικές παρόμοιες
καταστάσεις ενώ μια αντίδραση που ακολουθείται από δυσαρέσκεια ή δυσφορία είναι λιγότερο πιθανό να
επαναληφθεί.

Στην εκπαίδευση, σύμφωνα με τον Θόρνταϊκ, αν οι μαθητές επαινούνται για μια συμπεριφορά τους μέσα
στην τάξη θα την επαναλάβουν, στην αντίθετη περίπτωση, θα την σταματήσουν. Είναι στο χέρι του
δασκάλου ο τρόπος με τον οποίο θα χειριστεί τον έπαινο και την τιμωρία παρέχοντας ανατροφοδότηση και
ενίσχυση στους μαθητές.

Pavlov - Μαρία Μέργα


Ο Ivan Petrovitch Pavlov (1849 – 1936) ήταν διακεκριμένος Ρώσος φυσιολόγος του οποίου οι ιδέες
έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη συμπεριφοριστική θεωρία της ψυχολογίας ή θεωρία της κλασικής
εξαρτημένης μάθησης. Για το πλούσιο επιστημονικό έργο του έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις μεταξύ
των οποίων και του βραβείου Νόμπελ το 1904, καθώς επίσης και του τιµητικού ντοκτορά του
πανεπιστημίου του Cambridge το 1912.
Ξεκινώντας από την παραδοχή ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί να μελετηθεί μέσω φυσικών
αντιδράσεων εστίασε την ερευνά του στη μελέτη των αντανακλαστικών και στο κατά πόσο υπάρχουν
τρόποι για την τροποποίηση τους μέσω της μάθησης. Τα πειράματα του που εφαρμόστηκαν σε σκυλιά
είχαν ως στόχο την υιοθέτηση μιας νέας συμπεριφοράς από αυτά µέσα από την δημιουργία µιας
εξαρτώμενης σχέσης ανάμεσα σε ένα άσχετο εξαρτημένο ερέθισµα και στην αντίδραση, η οποία
προκαλούνταν συνήθως από ένα φυσικό ερέθισµα. Πιο συγκεκριμένα ο σκύλος του Παυλόφ
«εκπαιδεύτηκε» να συνδυάζει το χτύπημα του κουδουνιού (εξαρτημένο ερέθισμα) με το φαγητό του
(φυσικό ερέθισμα) κάτι το οποίο γινόταν αντιληπτό από την φυσική αντίδραση του (έκκριση σάλιου). Αυτό
βέβαια δεν έγινε από τη μια στιγμή στην άλλη άλλα μέσα από παρατήρηση και κλασική υποκατάσταση.
Στην πορεία μάλιστα ανέπτυξε κάποιες βασικές αρχές της εξαρτημένης αντανακλαστικής μάθησης που
είναι γνωστές ως νόμοι της μάθησης με κυριότερους εξ αυτών τους παρακάτω:

Απόσβεση: Αν στο σκυλί παρουσιαζόταν µόνο το εξαρτημένο ερέθισµα χωρίς να συνοδεύεται από την
παρουσίαση του ανεξάρτητου ερεθίσµατος, τότε παρατηρούνταν ότι η εξαρτημένη αντανακλαστική
αντίδραση ή και σταδιακά εξαφανιζόταν.

Αυθόρμητη ανάκαµψη: Η εξαφάνιση της εξαρτημένης αντανακλαστικής αντίδρασης δεν είναι μόνιμη, διότι
μετά από ένα χρονικό διάστημα ενδέχεται να εκδηλωθεί και πάλι.

Γενίκευση του ερεθίσµατος: Το σκυλί μετά την απόκτηση της εξαρτημένης αντανακλαστικής µμάθησης,
ήταν σε θέση να αντιδρά µε τον ίδιο τρόπο και σε άλλα παρόμοια ερεθίσματα.

∆ιάκριση του ερεθίσµατος: Σε κάποιες περιπτώσεις, το σκυλί δεν αντιδρούσε σε παρόμοια ερεθίσµατα
παρά µόνο στο ερέθισµα µε το οποίο είχε συνδεθεί η μάθηση.

Σύμφωνα με την θεωρία του η συμπεριφορά που βασίζεται στη μάθηση μέσω των εξαρτημένων
αντανακλαστικών εξυπηρετεί κυρίως δύο θεμελιακούς στόχους:

α) την αποφυγή του πόνου και β) την επιδίωξη της ηδονής

που είναι και οι βασικές έμφυτες ανάγκες του ατόμου. Όλη η συμπεριφορά του λοιπόν πηγάζει και
επηρεάζεται από αυτές τις ανάγκες πάντα υπό την επίδραση της μάθησης.

Έτσι εμπειρίες που συνδέονται με συναισθήματα ικανοποίησης και επιτυχίας μαθαίνονται και
επαναλαμβάνονται ευκολότερα. από εκείνες που οδηγούν σε συναισθήματα δυσαρέσκειας ή αποτυχίας.
Συνεπώς η αμοιβή για κάποια πράξη έχει θετική επίδραση στο άτομο και οδηγεί στην επανάληψη της ενώ
η τιμωρία συνήθως λειτουργεί αποτρεπτικά και οδηγεί στην απόρριψη της πράξης αυτής.

Το μειονέκτημα µε την θεωρία του Pavlov ήταν πως αδυνατούσε να λάβει υπόψη την ενεργητική φύση
ενός οργανισμού και την επίδραση που ενδεχομένως έχει αυτή στο περιβάλλον του. Έτσι, πολλοί
ερευνητές διαφώνησαν µε την θεωρία του και παρουσίασαν άλλες επεξηγήσεις του φαινομένου της
μάθησης.

Στη σύγχρονη εκπαιδευτική διαδικασία θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Σχεδίαση της Εκπαίδευσης έχει τις
ρίζες της στον συμπεριφορισμό αν και αντλεί πλέον πολλά περισσότερα στοιχεία από μεταγενέστερες
θεωρίες μάθησης. Σίγουρα η διατύπωση στόχων, ώστε να υπάρχει σαφής σύνδεση μεταξύ ερεθισμάτων
και αποκρίσεων αλλά και ανατροφοδότησης όπου χρειαστεί καθώς επίσης και ο σημαντικός ρόλος που
εξακολουθούν να παίζουν η αμοιβή και η «τιμωρία» στην εκπαιδευτική διαδικασία πηγάζουν από τον
συμπεριφορισμό.
ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΟΣ

Jean Piaget - Χούμκοζλης Χρήστος


O Piaget θεωρείται ως ο βασικός εισηγητής του εποικοδομισμού (κονστρουκτιβισμού).

Η βασική αρχή του Piaget είναι ότι δεν παρουσιάζουμε έτοιμες γνώσεις στα παιδιά. Τα παιδιά
ενθαρρύνονται να ανακαλύψουν από μόνα τους την γνώση μέσα από αυθόρμητες διαδράσεις σε ένα
περιβάλλον ερεθισμάτων που δημιουργεί ο εκπαιδευτικός.

Το επόμενο στάδιο της θεωρίας του είναι η έμφαση στην διαδικασία σκέψης του παιδιού. Ο εκπαιδευτικός
δεν ελέγχει μόνο την ορθότητα των απαντήσεων του παιδιού αλλά πρέπει να διερευνά τις διαδικασίες τις
οποίες χρησιμοποιεί το παιδί, προκειμένου να δώσει την απάντηση. Τα παιδιά δεν σκέφτονται όπως οι
ενήλικοι. Δεν πρέπει να τα οδηγεί ο εκπαιδευτικός σε επιφανειακή αποδοχή του τρόπων σκέψης των
ενηλίκων.

Τέλος ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να αποδεχτεί την διαφορετικότητα στην πορεία ανάπτυξης του κάθε
παιδιού. Οι φάσεις ανάπτυξης ενός παιδιού είναι ίδιες αλλά το κάθε παιδί έχει διαφορετικό ρυθμό. Οπότε
τόσο η δημιουργία ερεθισμάτων όσο και η αξιολόγηση θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την αναπτυξιακή
τους κατάσταση (κατά ομάδες ή μεμονωμένα).

Seymour Papert (1928-2016) Ένας πρωτοπόρος της


εκπαίδευσης και της πληροφορικής - Κουλουμπής Δ.

Ο Παπέρτ ανέπτυξε την κατασκευαστική θεωρία μάθησης (constructionism) που βασίζεται στη δουλειά του
Jean Piaget, που υποστηρίζει ότι η μάθηση είναι μια ενεργητική διαδικασία κατά την οποία οι άνθρωποι
ενεργητικά κατασκευάζουν τη γνώση μέσα από τις εμπειρίες τους για τον κόσμο. Για το Παπέρτ η γνώση
δεν μεταφέρεται από τον εκπαιδευτικό προς τους μαθητές αλλά κατασκευάζεται ενεργητικά από τους ίδιους
τους μαθητές. Οι άνθρωποι γενικά δεν δέχονται έτοιμες ιδέες αλλά τις κατασκευάζουν, δεν είναι παθητικοί
ακροατές και δεν απομνημονεύουν αλλά πειραματίζονται και διερευνούν.
Οι μαθητές κατασκευάζουν τη νέα γνώση αποτελεσματικά όταν ασχολούνται με την κατασκευή πραγμάτων.
Οι μαθητές εμπλέκονται συνειδητά σε δραστηριότητες που έχουν νόημα για τους ίδιους όπως το να
κατασκευάσουν ή να αλλοιώσουν πχ ένα δημιούργημα όπως είναι ένα πρόγραμμα στον υπολογιστή ή μια
ρομποτική κατασκευή. Έτσι επεξεργάζονται και μοιράζονται με τους άλλους και ιδιαίτερα τους συνομηλίκους
τους και δημιουργούν καινούργιες ιδέες και καλύτερες εμπειρίες μάθησης.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

Γκουλιαβα Νικολέτα Albert Bandura


Ο Albert Bandura ήταν Καναδοαμερικανος ψυχολόγος και γνωστός ως ο εισηγητής της θεωρίας της
κοινωνικής μάθησης. Υποστήριζε ότι η μάθηση στα παιδιά συνδεόταν άμεσα από την επιρροή του
περιβάλλοντος. Τα παιδιά μπορούσαν να μάθουν σε οποιαδήποτε κοινωνικό περιβάλλον μέσω της
παρατήρησης και της μίμησης της συμπεριφοράς των άλλων. Τρεις ήταν οι βασικοί πυλώνες της θεωρίας
του:η μάθηση μέσω παρατήρησης, η σημασία των εσωτερικών γνωσιακων διαδικασιών και η παραδοχή ότι
η μάθηση δεν συνεπάγεται οπωσδήποτε και με αλλαγή της συμπεριφοράς.

Luria
Ο Luria είναι μαθητής του Vygotsky. Μπορεί να κατατάσσεται στους κοινωνιοπολιτισμικούς θεωρητικούς
στην πραγματικότητα αντλούν από την γνωστική προσέγγιση.

Ο Alexander Luria θεωρεί ότι η κύρια διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα είναι ότι εκείνος μπορεί να
κατασκευάσει και να χρησιμοποιήσει εργαλεία. Τα εργαλεία αυτά αλλάζουν ριζικά τις συνθήκες της ύπαρξής
του, τον επηρεάζουν και προκαλούν αλλαγές και στην ψυχολογική κατάστασή του. Έτσι η βασική δομή της
ανθρώπινης γνώσης που προκύπτει μετά τη διαμεσολάβηση του εργαλείου, είναι τριμερής, δηλαδή
βασίζεται στο Υποκείμενο, το Αντικείμενο και το Μέσο.

Διεξάγει επιτόπιες ποιοτικές έρευνες, συγκρίνοντας τις νοητικές διεργασίες σε άτομα εκπαιδευόμενα αλλά αι
αναλφάβητα, για να αποδείξει πόσο αναγκαία είναι η διδασκαλία ώστε να λυθούν τα προβλήματα.

Vygotsky
Ο Vygotsky έρχεται μετά τον συμπεριφορισμο, τις γνωσιακές θεωρίες και τον κονστρουκτιβισμό και θέτει το
ζήτημα του συνυπολογισμού του περιβάλλοντος ως παράγοντα που επηρεάζει αποφασιστικά την μάθηση.
Εισήγαγε λοιπόν τον κοινωνικό κονστρουκτιβισμό, ο οποίος θεωρεί ότι το πολιτιστικό και κοινωνικό
περιβάλλον του μαθητή επηρεάζει τη μάθηση του.
Έκανε τη μετάβαση της στόχευσης από το άτομο καθεαυτό, στο άτομο μέσα στο πλαίσιο όπου δρα και
αναπτύσσεται. Έθεσε επίσης την ιδέα της ζώνης επικείμενης ανάπτυξης που αποτέλεσε τη βάση για τη
μάθηση σε ομάδες, όπου το κάθε μέλος μπορεί να βοηθά και να βοηθιέται, συντελώντας στην μαθησιακή
ανάπτυξη όλων.
Lave & Watson - Ηλιάνα Γιαννούση
Οι Lave & Watson βασίστηκαν στη θεωρία του Vygotsky όπου ο μαθητής συμμετέχει σε δραστηριότητες και
δεν συσσωρεύει απλώς γνώσεις.
Υποστήριξαν τις θεωρίες πλαισιοθετημένης μάθησης όπου η γνώση είναι εγκατεστημένη σε μορφές
εμπειρίας που προκύπτουν από συγκεκριμένες περιστάσεις που σχετίζονται: άνθρωποι, δραστηριότητες και
περιβάλλον και όχι από σταθερά ατομικά χαρακτηριστικά.
Κατ’ αυτούς, η μάθηση είναι κοινωνικό φαινόμενο στο πραγματικό κόσμο σε κοινότητες πρακτικής ενώ ο
μαθητής είναι μέλος ευρύτερων κόσμων.
Έθεσαν τα θεμέλια για τη θεωρία των Κοινοτήτων Μάθησης και Πρακτικής.

Hollan - Απόστολος Γιαννής


Ο Hollan υποστήριξε την κατανεμημένη γνώση η οποία δίνει έμφαση στην κατανεµηµένη φύση των
γνωστικών φαινομένων ανάμεσα σε υποκείμενα, κατασκευάσµατα (artifacts) και εσωτερικές και εξωτερικές
αναπαραστάσεις. Συνεπώς, το υποκείμενο θεωρείται μέρος ενός ευρύτερου λειτουργικού συστήματος που
περιλαμβάνει το κοινωνικό και υλικό περιβάλλον του. Η γνώση οικοδομείται συλλογικά (συλλογική ευφυΐα).
Στο συγκεκριμένο μοντέλο στηρίζεται ο σχεδιασμός συνεργατικών δικτυακών περιβαλλόντων μάθησης.

Τα σύγχρονα υπολογιστικά περιβάλλοντα μάθησης που σχετίζονται με το ρόλο του Η/Υ ως μέσο
επικοινωνίας είναι ποικίλα, περιλαμβάνοντας τα ακόλουθα: (Hollan et al, 2000)

• Εφαρμογές διαδικτύου (chat, forums κλπ)


• Συστήματα συνεργατικής μάθησης
• Εργαλεία διαδικτύου για συνεργασία και επικοινωνία
• Συστήματα έκφρασης και δημιουργικότητας
• Συστήματα συμβολικής έκφρασης
• Εφαρμογές εικονικής πραγματικότητας και υπερμέσων
• Συστήματα επικοινωνίας και ανταλλαγής μηνυμάτων
Crowder – Ευάγγελος Δημητριάδης
Οι διδακτικές μηχανές του Crowder ακολουθούν διακλαδωτή (ή με πολλαπλές επιλογές) οργάνωση της
πληροφορίας.

Η Ελλάδα έχει πρωτεύουσα:

Αθήνα

Σπάρτη

Ναύπλιο

Παρίσι

Ανάλογα με την απάντηση ακολουθείται άλλη μαθησιακή διαδρομή.

Η μέθοδος του Crowder πιστεύει ότι όταν ο μαθητής κάνει λάθος πρέπει να του παρέχονται περαιτέρω
επεξηγήσεις ανάλογα με το λάθος.

You might also like