You are on page 1of 11

38 Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ
Διαταραχές ηλεκτρολυτών
και αντιμετώπιση (II)

Μ. Μουστάκη
1
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
2
Α. Φρετζάγιας Σκοπός αυτής της ανασκόπησης είναι η περιληπτική παρουσίαση
+ + +
των διαταραχών των ηλεκτρολυτών (Να , Κ ). Οι διαταραχές Να και
+
Κ είναι οι πιο συχνά παρατηρούμενες ηλεκτρολυτικές διαταραχές.
+
Υπονατριαμία με Να <120mEq/L συνοδεύεται από σοβαρά νευ-
ρολογικά συμπτώματα. Συμβαίνει σε συνδυασμό με υποογκαιμία,
ισοογκαιμία ή υπερογκαιμία. Η υπερνατριαιμία είναι λιγότερο συχνή,
αλλά σοβαρότερη σε σύγκριση με την υπονατριαιμία. Αφορά κυρίως
στη διαταραχή της ισορροπίας του νερού και λιγότερο του νατρίου.
Η υπερνατριαιμία είναι κατάσταση υπερτονικότητας.
Η υποκαλιαιμία και η υπερκαλιαιμία είναι επίσης συχνές και πα-
ρουσιάζονται με παρόμοια συμπτώματα από το καρδιακό, το μυϊκό
και το γαστρεντερικό σύστημα. Οι μεταβολές στο εξωκυττάριο κάλιο
συμβαίνουν με διαφορετικές οδούς, είτε αποβολής ή κατακράτη-
σης, είτε με παθολογική μετακίνηση από το ένα τμήμα υγρών του
σώματος στο άλλο. Οι διαταραχές των ηλεκτρολυτών είναι γενικά
μια δευτερογενής εκδήλωση άλλης πρωτογενούς νόσου και για το
λόγο αυτό η τελική αντιμετώπισή τους αφορά στην αντιμετώπιση
της υποκείμενης νόσου. (Δελτ Α΄ Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών
2008, 55(1):38-48)

Λέξεις ευρετηριασμού: υπονατριαμία, υπερνατριαιμία, υποκαλιαιμία,


υπερκαλιαιμία, νάτριο, κάλιο.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Σημαντικές διαταραχές των ηλεκτρολυτών παρατηρούνται και σε
καταστάσεις που δεν συνοδεύονται από αφυδάτωση και η διόρθωσή
1 τους προϋποθέτει κατανόηση της αιτιολογίας τους.
Β΄ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου
Αθηνών
2
Γ΄ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου ΥΠΟΝΑΤΡΙΑΙΜΙΑ
Αθηνών Η υπονατριαιμία είναι από τις συχνότερα παρατηρούμενες ηλε-
+
κτρολυτικές διαταραχές. Φυσιολογικά το Na του ορού κυμαίνεται
Υποβλήθηκε: 10/10/06 +
μεταξύ 135-145mEq/L. Η ανεύρεση τιμής Νa < 135mEq/L αποτελεί
Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008 39

κατάσταση υπονατριαιμίας, αλλά δεν σημαίνει πά- των διαλυμένων σωματιδίων τους και κατά συνέπεια
+
ντοτε χαμηλό συνολικό Νa σώματος. της ωσμωτικότητας του πλάσματος.
Η υπονατριαμία είναι δυνατόν: 1) να είναι πλα- Υπέρτονη υπονατριαιμία: Υπονατριαιμία που συνο-
+
σματική, 2) να οφείλεται σε απώλεια Νa , 3) να δεύεται από αυξημένη ωσμωτικότητα πλάσματος
οφείλεται σε αύξηση του εξωκυττάριου όγκου ή 4) παρατηρείται σε υπεργλυκαιμία ή σε χορήγηση
να είναι αποτέλεσμα συνδυασμού των δύο παρα- ουσιών, όπως η μανιτόλη ή η γλυκερόλη. Οι ουσί-
πάνω αιτίων. ες αυτές αυξάνουν την τονικότητα του πλάσματος
και προκαλούν μετακίνηση νερού από τον ενδο-
Κλινικές εκδηλώσεις υπονατριαιμίας κυττάριο στον εξωκυττάριο χώρο με αποτέλεσμα
Οι κλινικές εκδηλώσεις της υπονατριαιμίας ποικίλ- υπονατριαιμία. Σε αύξηση της γλυκόζης του ορού
λουν και είναι φανερές συνήθως όταν η τιμή του Na
+ κατά 100mg/dl αντιστοιχεί πτώση της τιμής του Νa+
+
του ορού είναι <120mEq/L. Η τόσο μεγάλη πτώση της κατά 1.6mEq/L. Αν, όμως, η πτώση της τιμής του Νa
+
τιμής του Na συνοδεύεται συνήθως και από μείωση είναι μεγαλύτερη από την αναμενόμενη θα πρέπει
της ωσμωτικότητας του ορού, με αποτέλεσμα μετα- να αναζητηθούν και άλλες αιτίες, όπως π.χ. απώλεια
κίνηση νερού από το εξωκυττάριο στο ενδοκυττάριο του Νa+ από τους νεφρούς μέσω της ωσμωτικής
διαμέρισμα και πρόκληση ενδοκυττάριου οιδήματος. διούρησης που προκαλεί η υπεργλυκαιμία. Αντίθε-
Οι εκδηλώσεις της υπονατριαιμίας είναι κυρίως συ- τα, αν η πτώση της συγκέντρωσης του Νa+ είναι η
νέπεια της υπερφόρτωσης με νερό των κυττάρων αναμενόμενη, η τιμή του Νa+ αποκαθίσταται με την
του ΚΝΣ και του μυοσκελετικού συστήματος. Η συ- άρση του αιτίου που την προκάλεσε, π.χ. διόρθωση
μπτωματολογία από το ΚΝΣ περιλαμβάνει: ανορεξία, της υπεργλυκαιμίας.
ναυτία, εμέτους, απάθεια ή ανησυχία, κεφαλαλγία Υπότονη υπονατριαιμία: Η υπότονη υπονατριαιμία
και σε σοβαρότερες περιπτώσεις διαταραχή του είναι δυνατόν να συνοδεύεται από φυσιολογικό
επιπέδου της συνείδησης, σπασμούς και κώμα .
1,2
μειωμένο ή αυξημένο εξωκυττάριο όγκο.
Από το μυοσκελετικό προβάλλει με μυϊκές κράμπες
και αδυναμία. Η βαρύτητα της συμπτωματολογίας Υπότονη υποογκαιμική υπονατριαιμία
εξαρτάται από το βαθμό της υπονατριαιμίας και από Η υπότονη υποογκαιμική υπονατριαιμία χαρακτη-
1,2
την ταχύτητα εγκατάστασής της . Αν η υπονατριαιμία ρίζεται από απώλεια Νa+, νεφρικής ή εξωνεφρικής
εγκαταστάθηκε προοδευτικά, σε διάστημα ημερών ή αιτιολογίας.
εβδομάδων, η κλινική εικόνα προβάλλει με λιγότερο Ασθενείς με φυσιολογική νεφρική λειτουργία που
θορυβώδη σημεία και συμπτώματα, όπως αδυναμία, δεν λαμβάνουν διουρητικά αποβάλλουν στα ούρα
αταξία, ημιπάρεση και θετικό σημείο Babinski. Νa+<20mEq/L, με εξαίρεση ασθενείς με εμέτους,
όπου λόγω της συνοδού συνήθως μεταβολικής
Αίτια υπονατριαιμίας αλκάλωσης αποβάλλεται με τα ούρα Νa+ μαζί με
Η υπονατριαιμία δεν σημαίνει κατάσταση υπο- την περίσσεια των διττανθρακικών3-5. Εξωνεφρική
τονικότητας και η μέτρηση της ωσμωτικότητας του απώλεια Νa+, με εξαίρεση τους εμέτους, χαρακτη-
πλάσματος είναι σημαντική για την αιτιολογική κα- ρίζεται από Νa+ ούρων <20mEq/L και δυνατόν να
τάταξή της. οφείλεται σε διάρροιες, συρίγγια, εφίδρωση ή απώ-
Ισότονη υπονατριαιμία: Ισότονη υπονατριαιμία πα- λεια. Εξωνεφρική απώλεια Νa+ χαρακτηρίζεται από
ρατηρείται σε υπερλιπιδαιμία ή υπερπρωτεϊναιμία Νa+ ούρων <20mEq/L και δυνατόν να οφείλεται σε
και αποτελεί πλασματικό εύρημα που δεν απαιτεί εμέτους, διάρροιες, συρίγγια, αυξημένη εφίδρωση
3
κάποια διόρθωση . Το πλάσμα αποτελείται από νερό (ιδιαίτερα σε ασθενείς με κυστική ίνωση) ή απώλεια
(93%), λίπος και πρωτεΐνες (7%). Στα περισσότερα Νa+ στον τρίτο χώρο3-5.
+
εργαστήρια το Νa μετράται στο σύνολο του όγκου Νεφρική απώλεια Νa+ χαρακτηρίζεται από Νa+
του πλάσματος, που σε καταστάσεις υπερλιπιδαι- ούρων>20mEq/L. Σε νεφρική σωληναριακή οξέωση
μίας και υπερπρωτεϊναιμίας είναι αυξημένος, με τύπου ΙΙ, όπου τα διττανθρακικά που δεν επαναρ-
+
αποτέλεσμα η τελική συγκέντρωση του Νa να είναι ροφήθηκαν από το εγγύς σωληνάριο αποβάλλονται
πλασματικά μειωμένη. Αντίθετα, στις καταστάσεις από το άπω σωληνάριο, με αποτέλεσμα τη συνοδό
αυτές η ωσμωτικότητα του πλάσματος ελάχιστα αποβολή Νa+. Αυξημένη αποβολή Νa+ παρατηρείται
αυξάνεται, διότι οι πρωτεΐνες και τα λιπίδια έχουν σε νεφρική σωληναριακή οξέωση τύπου ΙV, λόγω
μεγάλο μέγεθος και η αύξησή τους στο πλάσμα ανεπάρκειας της αλδοστερόνης ή μη ανταπόκριση
συνοδεύεται από πολύ μικρή αύξηση του αριθμού των ουροφόρων σωληναρίων στη δράση της, με
40 Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008

συνέπεια τη διαταραχή της λειτουργίας των ουρο- οδηγεί σε υπονατριαιμία, αφενός λόγω αραίωσης,
φόρων σωληναρίων να επαναρροφούν Νa+ και να αφετέρου λόγω αδρανοποίησης του συστήματος
εκκρίνουν Κ+3-5. Η χορήγηση διουρητικών6, όπως και ρενίνης-αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης, με συνέπεια
+
η ωσμωτική διούρηση, αφενός προκαλούν αυξημέ- τη νεφρική απώλεια Na . Το σύνδρομο αυτό είναι
νη απώλεια νερού και Νa+ με τα ούρα, αφετέρου πολλαπλής αιτιολογίας.
η υποογκαιμία που προκαλούν οδηγεί σε έκκριση Για να τεθεί με ασφάλεια η διάγνωση της παρά-
αντιδιουρητικής ορμόνης και κατακράτηση νερού, δοξης έκκρισης της αντιδιουρητικής ορμόνης πρέπει
με αποτέλεσμα επιδείνωση της υπονατριαιμίας. να πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:
Η επινεφριδιακή ανεπάρκεια7 με μηχανισμό αντί- - Υ πότονη υπονατριαιμία (ωσμωτικότητα ο-
+
στοιχο αυτού που περιγράφεται στη σωληναριακή ρού <280mOsm/kg νερού και Na ορού
οξέωση τύπου 4 οδηγούν σε υπονατριαιμία με <130mEq/L).
συνοδό υπερκαλιαιμία. Η νεφροπάθεια με απώλεια - Μειωμένη διούρηση (<1ml/kg/h) και ωσμωτικό-
άλατος χαρακτηρίζει τους πολυκυστικούς νεφρούς, τητα ούρων μεγαλύτερη από την αναμενόμενη,
+
τη μυελώδη κυστική νόσο των νεφρών, την απο- με βάση την τιμή του Na .
+
φρακτική ουροπάθεια κ.α. - Αυξημένη αποβολή Na στα ούρα (>20mEq/L)
Η εγκεφαλική απώλεια άλατος8,9 παρατηρείται αν και το κριτήριο αυτό δεν είναι απολύτως απα-
σε ασθενείς με κακώσεις, όγκους ή λοιμώξεις του ραίτητο αν ο ασθενής βρίσκεται σε περιορισμό
+
εγκεφάλου και χαρακτηρίζεται από αυξημένη δι- υγρών ή και Na .
ούρηση (>1 ml/kg/h), νατριούρηση (Νa+ ούρων - Απουσία υποογκαιμίας (ΚΦΠ>8, εφόσον είναι
>120 mEq/L), υπονατριαιμία (Νa+<130 mEq/L), δυνατή η μέτρησή της), αφυδάτωσης, οιδημά-
υποτονικότητα. Σε αντίθεση με το νευρογενή άποιο των, νεφρικής ανεπάρκειας.
διαβήτη, στην κατάσταση αυτή η απώλεια Na+ είναι - Φυσιολογική λειτουργία υπόφυσης, θυρεοειδούς
μεγαλύτερη σε σχέση με την απώλεια νερού, με και επινεφριδίων.
αποτέλεσμα την υπότονη υπονατριαιμία. Οφείλεται - Αποκατάσταση του ασθενούς με περιορισμό
σε απρόσφορη έκκριση του κολπικού νατριουρη- των υγρών.
τικού πεπτιδίου (atrial natriuretic peptide) και του - Υποθυρεοδεισμός, έλλειμμα στεροειδών, δηλη-
τύπου Β νατριουρητικού πεπτιδίου (Β natriuretic τηρίαση με νερό, νεφρική ανεπάρκεια. Στην πε-
+
peptide). Τα δύο αυτά πεπτίδια έχουν ανάλογη ρίπτωση αυτή το Να ούρων είναι >20 mEq/L.
Εάν ο αυξημένος εξωκυττάριος όγκος συνοδεύεται
δομή και συντίθενται στις καρδιακές κοιλότητες, τον
από μειωμένο όγκο κυκλοφορούντος αίματος, όπως
υποθάλαμο, το θυρεοειδή, τους πνεύμονες, τους
επί καρδιακής ανεπάρκειας, κίρρωσης, νεφρωσικού
νεφρούς, το σπλήνα, τα έσω γεννητικά όργανα, το +
συνδρόμου, ο ασθενής έχει οιδήματα και το Να
λεπτό έντερο και τους γραμμωτούς μυς. Η κύρια,
ούρων είναι <20mEq/L.
όμως, πηγή παραγωγής του ΑΝΠ είναι οι καρδιακοί
Κατάσταση ανάλογη με την παράδοξη έκκριση
κόλποι. Τα πεπτίδια αυτά αναστέλλουν τη δράση του
αντιδιουρητικής ορμόνης περιγράφεται σε δυστρο-
συστήματος ρενίνης-αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης, 11
φικά παιδιά ως reset osmostat και χαρακτηρίζεται
καθώς και την έκκριση της αντιδιουρητικής ορμόνης,
από έκκριση της αντιδιουρητικής ορμόνης με χαμη-
με αποτέλεσμα σε απρόσφορη έκκρισή τους να
λές τιμές ωσμωτικότητας του ορού, με αποτέλεσμα
παρατηρείται σημαντική απώλεια νερού και Na+.
χρόνια υπονατριαιμία.
Υπότονη ισοογκαιμική υπονατριαιμία προκαλεί-
Υπότονη ισοογκαιμική ή υπερογκαιμική 7
ται, επίσης, από έλλειμμα κορτικοειδών , τα οποία
υπονατριαιμία καθιστούν τα αθροιστικά σωληνάρια των νεφρών
Η υπότονη υπονατριαμία μπορεί να συνοδεύεται αδιαπέραστα στο νερό και από υποθυρεοειδισμό
από φυσιολογικό ή ελαφρά αυξημένο εξωκυττάριο λόγω υπερέκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης.
όγκο και φυσιολογικό λειτουργικό όγκο υγρών. Η Σπανιότερη, επίσης, αιτία υπονατριαιμίας αυτής
12,13
έκκριση της αντιδιουρητικής ορμόνης είναι κυρίως της κατηγορίας είναι η δηλητηρίαση με νερό .
ο παράγοντας που προκαλεί ή διατηρεί την κατά- Περιγράφεται σε ασθενείς με επηρεασμένη νεφρική
σταση αυτή. Το σύνδρομο της παράδοξης έκκρισης λειτουργία, που έλαβαν αυξημένη ποσότητα υγρών
αντιδιουρητικής ορμόνης8,10 αποτελεί τη συχνό- ενδοφλεβίως, σε ψυχογενή πολυδιψία, σε χρήση
τερη αιτία της ισοογκαιμικής υπονατριαιμίας στα υποκλυσμών με νερό κ.α.
παιδιά. Η κατακράτηση νερού που παρατηρείται Η υπότονη υπονατριαιμία είναι δυνατό να συ-
στην παράδοξη έκκριση αντιδιουρητικής ορμόνης νοδεύεται από αυξημένο εξωκυττάριο όγκο και
Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008 41

μειωμένο λειτουργικό όγκο υγρών. Οι ασθενείς αυτοί εμφανίσουν συμπτώματα από το κεντρικό νευρικό
έχουν περίσσεια, τόσο του συνολικού νερού του σύστημα λόγω της υπονατριαιμίας (συνήθως όταν
+ +
σώματος, όσο και του συνολικού Na , σε αναλογία, Na <120mEq/L) συνιστάται η χορήγηση υπέρτονου
όμως, μεγαλύτερη για το νερό. Κλινικά εμφανίζονται διαλύματος NaCl 3% σε συνδυασμό με φουροσεμίδη
οιδήματα. και υπό στενή παρακολούθηση του ασθενούς και
συχνή μέτρηση των ηλεκτρολυτών του ορού.
Διαγνωστική προσέγγιση Αν η αύξηση του εξωκυττάριου όγκου συνοδεύ-
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι για τη σωστή εται από μείωση του λειτουργικού όγκου αίματος
θεραπευτική αντιμετώπιση της υπονατριαιμίας είναι συνιστάται περιορισμός χορηγούμενων υγρών,
απαραίτητα η διαγνωστική της προσπέλαση με: χορήγηση αλβουμίνης επί υπολευκωματιναιμίας και
1) Το ιστορικό και τη φυσική εξέταση, που θα βελτίωση της καρδιακής λειτουργίας επί καρδιακής
βοηθήσουν στον προσδιορισμό των αιτίων και στην ανεπάρκειας.
εκτίμηση του εξωκυττάριου όγκου (έλεγχος για οι-
δήματα, μέτρηση αρτηριακής πίεσης και σφύξεων, ΥΠΕΡΝΑΤΡΙΑΙΜΙΑ
αναζήτηση κλινικών σημείων αφυδάτωσης). Λιγότερο συχνή, αλλά περισσότερο δύσκολη στην
2) Τον εργαστηριακό έλεγχο, που περιλαμβάνει: αντιμετώπιση της διαταραχής της ομοιόστασης
Ωσμωτικότητα ορού, ώστε να διαπιστωθεί αν πρόκει- του Νa+ είναι η υπερνατριαιμία. Η υπερνατριαιμία
ται για ισότονη, υπέρτονη ή υπότονη υπονατριαιμία. αντικατοπτρίζει, με ελάχιστες εξαιρέσεις, έλλειμμα
Αυξημένη ή φυσιολογική ωσμωτικότητα καθιστά νερού σε σχέση με το συνολικό Νa+ του σώματος.
απαραίτητη τη μέτρηση της γλυκόζης ή των λιπιδί- Είναι πάντοτε κατάσταση υπερτονικότητας, με απο-
ων και των πρωτεϊνών αντίστοιχα. Ωσμωτικότητα τέλεσμα μετακίνηση νερού από τον ενδοκυττάριο
και ειδικό βάρος ούρων, ηλεκτρολύτες ορού και στον εξωκυττάριο χώρο.
ούρων, ουρία και κρεατινίνη ορού. Η μέτρηση του
+
Na των ούρων θα προσδιορίσει σε συνδυασμό με Κλινικές εκδηλώσεις
το ιστορικό αν πρόκειται για νεφρική ή εξωνεφρική Η συμπτωματολογία της υπερνατριαιμίας, όπως
+ +
απώλεια Na . Υψηλό Κ ορού σε συνδυασμό με χα- και της υπονατριαιμίας, προέρχεται κυρίως από τις
+
μηλό Κ ούρων κατευθύνει προς την επινεφριδιακή επιπτώσεις της στη λειτουργία του ΚΝΣ. Λόγω της
ανεπάρκεια, τον υποαλδοστερονισμό ή τον ψευδο- μετακίνησης νερού από τα εγκεφαλικά κύτταρα
+
ϋποαλδοστερονισμό. Αντίθετα, αυξημένο Κ ούρων στο εξωκυττάριο διαμέρισμα έχει ως αποτέλεσμα
παρατηρείται σε σωληναριακή οξέωση τύπου II, σε την αφυδάτωση των εγκεφαλικών κυττάρων και
χρήση διουρητικών ή επί εμέτων. Η ωσμωτικότητα την πρόκληση μικρών ή μεγάλων αιμορραγιών και
των ούρων θα συνεκτιμηθεί με τα ευρήματα της θρομβώσεων. Κλινικά προβάλλει με λήθαργο, που
κλινικής εξέτασης και τα στοιχεία του ιστορικού, ώστε συνήθως εναλλάσσεται με ανησυχία, αταξία, τρόμο,
να διαπιστωθεί αν τυχόν υψηλή ωσμωτικότητα των τινάγματα, σπασμούς και κώμα15. Η βαρύτητα της
ούρων είναι αποτέλεσμα υποογκαιμίας ή παράδοξης συμπτωματολογίας συσχετίζεται με το βαθμό της
έκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης. υπερνατριαιμίας, η παραμονή, όμως, νευρολογικών
υπολειμμάτων μετά τη διόρθωση της υπερνατριαι-
Αντιμετώπιση μίας δεν συσχετίζεται πάντοτε με τη βαρύτητα της
Σε ασθενή με υπονατριαιμία και μείωση του ε- υπερνατριαιμίας και των αρχικών κλινικών εκδηλώ-
ξωκυττάριου όγκου η διόρθωση γίνεται όπως επί σεων. Οι κλινικές εκδηλώσεις από το ΚΝΣ μπορεί να
υπονατριαιμικής αφυδάτωσης .
4,14 επιδεινωθούν αν συνυπάρχει υπασβεστιαιμία, συχνό
Σε ασθενείς με αύξηση του εξωκυττάριου όγκου εύρημα επί υπερνατριαιμίας, αν και ο μηχανισμός
και φυσιολογικό κυκλοφορούντα όγκο αίματος συνι- πρόκλησής της είναι άγνωστος.
στάται περιορισμός υγρών, χορήγηση διουρητικών,
διακοπή φαρμάκων που προκαλούν έκκριση της Αίτια
αντιδιουρητικής ορμόνης και αντικατάσταση των Η υπερνατριαιμία οφείλεται σε:
+
απωλειών με υπέρτονο διάλυμα χλωριούχου Na , ενώ 1) Απώλεια νερού, 2) είσοδο νερού στα κύτταρα,
σε περίπτωση που παρατηρείται έλλειμμα ορμονών 3) αυξημένη πρόσληψη Νa+.
(π.χ. υποθυρεοειδισμός, επινεφριδιακή ανεπάρ- Συχνότερα αίτια υπερνατριαιμίας είναι αυτά που
κεια) συνιστάται η αναπλήρωσή τους. Στις σπάνιες προκαλούν αυξημένη απώλεια νερού σε σχέση με
περιπτώσεις που οι ασθενείς αυτής της κατηγορίας την απώλεια Na+. Αυξημένη αποβολή νερού από τα
42 Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008

νεφρά παρατηρείται σε άποιο διαβήτη, νευρογενή Διαγνωστική προσέγγιση


16,17
ή νεφρογενή . Και οι δύο μορφές χαρακτηρίζο- Για τη διαγνωστική προσπέλαση της υπερνατρι-
νται από υπερνατριαιμία, υπερτονικότητα, μεγάλη αιμίας είναι απαραίτητα :
4,16

διούρηση (συνήθως >3ml/kg/h) και αδυναμία συ- 1) Η λήψη αναλυτικού ιστορικού, για τη διερεύ-
μπύκνωσης των ούρων, που εκφράζεται με χαμηλή νηση πιθανών αιτίων υπερνατριαιμίας και η κλινική
ωσμωτικότητα (<250 mOsm/kg νερού) και χαμηλό εκτίμηση του εξωκυττάριου όγκου, ο οποίος, όμως, σε
ειδικό βάρος ούρων (<1005). Η ποσότητα απο- καταστάσεις υπερνατριαιμίας συνήθως υπερεκτιμάται,
+
βαλλόμενου Na ποικίλλει και εξαρτάται από την διότι η συνυπάρχουσα μετακίνηση νερού από το
+
πρόσληψη του Na . Ασθενείς με άποιο διαβήτη που ενδοκυττάριο στο εξωκυττάριο διαμέρισμα αμβλύνει
έχουν δυνατότητα πρόσληψης νερού δεν αναπτύσ- τις κλινικές εκδηλώσεις της αφυδάτωσης.
σουν συνήθως υπερνατριαιμία. Αυξημένη αποβολή 2) Μέτρηση του όγκου των ούρων και της ωσμωτι-
νερού από τα νεφρά μπορεί επίσης να παρατηρη- κότητας ορού και ούρων. Ελαττωμένος όγκος ούρων
θεί σε ωσμωτική διούρηση λόγω υπεργλυκαιμίας, είναι ενδεικτικός εξωνεφρικής απώλειας νερού, ενώ
χορήγηση μανιτόλης ή γλυκερόλης, καθώς και σε φυσιολογικός ή αυξημένος όγκος ούρων είναι ενδεικτι-
νεφρική δυσπλασία ή αποφρακτική ουροπάθεια, κός νεφρικής απώλειας νερού. Αν ο αυξημένος όγκος
όπου οι νεφροί έχουν αδυναμία να συμπυκνώσουν ούρων συνοδεύεται και με ωσμωτικότητα ούρων
+
τα ούρα και αποβάλλουν Na > 60mEq/L. χαμηλότερη από αυτή του πλάσματος, τότε πρόκειται
Η πρωτοπαθής αδιψία αποτελεί σπάνιο αίτιο υ- για άποιο διαβήτη. Μέτρηση ουρίας και κρεατινίνης
περνατριαιμίας και έχει περιγραφεί σε παιδιά με
18 για εκτίμηση της νεφρικής λειτουργίας. Μέτρηση
υποθαλαμικές βλάβες .
ηλεκτρολυτών και σακχάρου ορού και ούρων.
Οι διάρροιες, αν και συνήθως προκαλούν ισο-
νατριαιμική ή υπονατριαιμική αφυδάτωση, μπορεί
Αντιμετώπιση
να οδηγήσουν σε υπερνατριαιμία αν η πρόσληψη
υγρών δεν είναι ικανοποιητική ή αν συνοδεύονται Αν η υπερνατριαιμία συνοδεύεται από ελάττωση
από εμέτους. Αυξημένη, επίσης, απώλεια νερού συμ- του εξωκυττάριου όγκου, η αντιμετώπισή της είναι
βαίνει από το δέρμα, όπως επί αυξημένης εφίδρωσης, η ίδια με της υπερνατριαιμικής αφυδάτωσης. Σε
+
αποφολιδωτικής δερματίτιδας, εγκαυμάτων. περίπτωση αυξημένου συνολικού Na σώματος και
Σπάνια η υπερνατριαιμία οφείλεται σε είσοδο αυξημένου εξωκυττάριου όγκου συνιστάται η χο-
νερού στα κύτταρα, όπως σε ραβδομυόλυση ή ρήγηση διουρητικών και επί αποτυχίας εξωνεφρική
16
επιληψία . κάθαρση με διάλυμα χαμηλής περιεκτικότητας σε
+14,16
Υπερνατριαιμία μπορεί να παρατηρηθεί μετά από Na .
19
κατάποση θαλασσινού νερού , το οποίο περιέχει Επειδή η υπασβεστιαιμία είναι συχνό εύρημα
+
480mEq Na /L. Ιατρογενώς, επίσης, περιγράφεται επί υπερνατριαιμίας, συνιστάται η μέτρηση του
υπερνατριαιμία μετά από χορήγηση μεγάλης πο- ασβεστίου του ορού και η προσθήκη του στα χο-
σότητας διττανθρακικών κατά την ανάνηψη, ιδίως ρηγούμενα υγρά επί υπασβεστιαιμίας. Χρειάζεται,
σε νεογνά που έχουν μειωμένη, σε σχέση με τα επίσης, προσοχή στην ποσότητα της χορηγούμενης
μεγαλύτερα παιδιά, δυνατότητα αποβολής Na από
+
γλυκόζης, διότι ασθενείς με υπερνατριαιμία μπορεί
τους νεφρούς. Κατά τη νεογνική και βρεφική ηλικία να εκδηλώσουν υπεργλυκαιμία.
υπάρχει ο κίνδυνος πρόκλησης υπερνατριαιμίας Συχνή αιτία υπερνατριαμίας είναι ο νευρογενής
λόγω κακής ανασύστασης του γάλακτος σκόνη. Τα άποιος διαβήτης. Για την αντιμετώπισή του συνι-
τελευταία έτη περιγράφεται με αυξημένη σχετικά στάται η αρχική ταχεία χορήγηση υγρών (NaCl
συχνότητα υπερνατριαιμία στη νεογνική και πρώτη 0.9% ή Ringer’s Lactate) για την αποκατάσταση
20,21
βρεφική ηλικία, οφειλόμενη στο θηλασμό . Στις του ενδαγγειακού όγκου, εφόσον υπάρχουν σημεία
περιπτώσεις αυτές η υπερνατριαιμία συνδυάζεται shock. Ακολούθως ρυθμίζονται τα χορηγούμενα
με δυστροφία και οφείλεται σε ανεπαρκή πρόσλη- υγρά, ώστε η πτώση της ωσμωτικότητας να μην
ψη γάλακτος του νεογνού με το θηλασμό, η οποία ξεπερνά τις 4-6mOsm/L/h και γίνεται αντικατά-
δεν γίνεται αντιληπτή έγκαιρα από τη μητέρα, με σταση των αποβαλλόμενων ούρων με αντίστοιχη
αποτέλεσμα απώλεια βάρους και υπερνατριαι- ποσότητα υγρών.
μική αφυδάτωση. Ορισμένοι συγγραφείς έχουν Χορηγείται αντιδιουρητική ορμόνη σε αρχική
περιγράψει αυξημένη περιεκτικότητα του μητρι- δόση 0,5U/kg/h IV και σταδιακή αύξησή της ανά
+
κού γάλακτος σε Na σε νεογνά που εμφάνισαν 30-60΄ μέχρι η διούρηση να μειωθεί σε <4ml/kg/h.
υπερνατριαιμία. Η αντιδιουρητική ορμόνη χορηγείται ενδοφλέβια
Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008 43

μέχρι τη σταθεροποίηση του ασθενούς και ακολού- Σε βαριά υποκαλιαιμία έχει παρατηρηθεί ραβδομυ-
27
θως η χορήγησή της γίνεται ενδορινικά. Στην πράξη όλυση και μυοσφαιρινουρία . Σπάνια παρατηρού-
22-26
η χορήγηση της αντιδιουρητικής ορμόνης ξεκινά νται συμπτώματα από το ΚΝΣ , όπως λήθαργος,
τις περισσότερες φορές ενδορινικά. Σε περίπτωση σύγχυση ή από το αυτόνομο νευρικό σύστημα,
εμφάνισης σημείων ενδοκράνιας υπερτάσεως χο- όπως ορθοστατική υπόταση, τετανία κ.α.
ρηγείται μανιτόλη υπό ταυτόχρονη μέτρηση της Σε χρόνια υποκαλιαιμία εμφανίζεται πολυδιψία
ενδοκράνιας πίεσης. και πολυουρία, λόγω διαταραχής της συμπυκνωτι-
κής ικανότητας των νεφρών, που είναι αποτέλεσμα
+
ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ Κ της μειωμένης ανταπόκρισής τους στη δράση της
+
Το Κ είναι κύρια ενδοκυττάριο κατιόν. Η συγκέ- αντιδιουρητικής ορμόνης. Η χρόνια επίσης υποκα-
ντρωσή του στο ενδοκυττάριο διαμέρισμα κυμαί- λιαιμία επηρεάζει το μεταβολισμό των πρωτεϊνών,
νεται μεταξύ 140-160mEq/L, ενώ στο εξωκυττάριο στη σύνθεση των οποίων φυσιολογικά συμμετέχει
+
διαμέρισμα μεταξύ 3.5-5.5mEq/L. Η διαφορά της το ενδοκυττάριο Κ και μειώνει την έκκριση της αυ-
συγκέντρωσης του ενδοκυττάριου-εξωκυττάριου ξητικής ορμόνης, με αποτέλεσμα παιδιά με χρόνια
+
Κ είναι ρυθμιστής της διατήρησης του δυναμικού υποκαλιαιμία να εμφανίζουν καθυστέρηση στην
ηρεμίας της κυτταρικής μεμβράνης. ανάπτυξη.
+
Το Κ , επίσης, παίζει σημαντικό ρόλο στο μεταβο- Η υποκαλιαιμία μπορεί, επίσης, να μειώσει την
λισμό του κυττάρου συμμετέχοντας μεταξύ άλλων απελευθέρωση της ινσουλίνης, με αποτέλεσμα την
στη σύνθεση των πρωτεϊνών και του γλυκογόνου. ανάπτυξη ήπιας συνήθως υπεργλυκαιμίας.

ΥΠΟΚΑΛΙΑΙΜΙΑ Αίτια υποκαλιαιμίας


+
Τιμές Κ πλάσματος <3.5mEq/L χαρακτηρίζονται Η υποκαλιαιμία οφείλεται σε:
+
ως υποκαλιαιμία. 1) Μειωμένη πρόσληψη Κ . Υποκαλιαιμία λόγω
μειωμένης πρόσληψης σπάνια παρατηρείται σε
+
Κλινικές - Ηλεκτροκαρδιογραφικές υγιή παιδιά των ανεπτυγμένων χωρών, διότι το Κ
εκδηλώσεις βρίσκεται σε αφθονία στο κρέας, στα φρούτα και
Οι διαταραχές ηλεκτρικής αγωγιμότητας συνδέο- σε αρκετά λαχανικά.
+ +
νται με τη μεταβολή της διαφοράς της συγκέντρωσης 2) Νεφρική απώλεια Κ . Απώλεια Κ με τα ούρα
+
του ενδοκυττάριου-εξωκυττάριου Κ . Σε καταστάσεις παρατηρείται όταν υπάρχει διαταραχή της λειτουρ-
27-30
χρόνιας υποκαλιαιμίας υπάρχει μείωση, τόσο του γίας του εγγύς ή του άπω σωληναρίου .
εξωκυττάριου, όσο και του ενδοκυττάριου Κ , με
+ Απευθείας βλάβη των νεφρικών σωληναρίων
αποτέλεσμα οι διαταραχές της ηλεκτρικής αγωγιμό- με συνοδό υποκαλιαιμία παρατηρείται σε χρόνια
τητας να είναι ελάχιστες ή και απούσες. Αντίθετα, διάμεση νεφρίτιδα, χρόνια πυελονεφρίτιδα και από
αν η πτώση της συγκέντρωσης του εξωκυττάριου τοξική δράση φαρμάκων στα νεφρικά σωληνάρια,
+
Κ είναι απότομη, οι διαταραχές της λειτουργίας των όπως της γενταμυκίνης, της αμφοτερικίνης Β κ.α.
γραμμωτών, λείων και καρδιακών μυών είναι έντονες. Η περίσσεια των αλατοκορτικοειδών αυξάνει την
+
Η υποκαλιαιμία εκδηλώνεται από το καρδιαγγειακό επαναρρόφηση του Na στο άπω σωληνάριο, ευ-
22-25 + +
σύστημα με πτώση του SΤ, αποπλάτυνση του Τ οδώνοντας ταυτόχρονα την έκκριση K και H , με
και σαφές κύμα U στο ΗΚΓ. Προκαλεί αρρυθμία και αποτέλεσμα την πρόκληση υποκαλιαιμίας και με-
28-30
συνήθως πρόκειται για έκτακτες κοιλιακές συστολές. ταβολικής αλκάλωσης. Με το μηχανισμό αυτό
Ο κίνδυνος αρρυθμίας αυξάνει σε ασθενείς υπό εκδηλώνεται υποκαλιαμία στο σύνδρομο Cushing,
δακτυλίτιδα. τον υπεραλδοστερονισμό, το σύνδρομο Bartter ή σε
Από το μυοσκελετικό παρατηρείται μυϊκή αδυναμία άλλες καταστάσεις που δευτεροπαθώς προκαλούν
και μείωση των τενόντιων αντανακλαστικών. Μυϊκή υπεραλδοστερονισμό.
+
αδυναμία παρατηρείται συνήθως όταν η τιμή του Η αυξημένη ροή νερού και Na στο άπω σωλη-
+
Κ είναι <2.5mEq/L. Η συσχέτιση, όμως, της μυϊκής νάριο, που συμβαίνει σε καταστάσεις με μειωμένη
+ +
αδυναμίας με τη συγκέντρωση του Κ δεν είναι α- επαναρρόφηση Na στο εγγύς σωληνάριο και στην
πόλυτη, καθώς εξαρτάται και από τη συγκέντρωση αγκύλη, έχει ως αποτέλεσμα την αυξημένη επα-
2+ + +
του Ca , το pH και το ρυθμό πτώσης του Κ . Από το ναρρόφηση Na στο άπω σωληνάριο με συνοδό
22-26 + 23-26
γαστρεντερικό μπορεί να εμφανισθεί ειλεός λόγω απέκκριση Κ . Με αυτό το μηχανισμό προκαλούν
διαταραχής της λειτουργίας των λείων μυϊκών ινών. υποκαλιαιμία τα διουρητικά που δρουν στη αγκύλη,
44 Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008

οι θειαζίδες, η νεφροπάθεια με απώλεια άλατος, η Παρόμοιο επεισόδιο παράλυσης μπορεί να πα-


σωληναριακή οξέωση τύπου I και II. ρατηρηθεί μετά από δηλητηρίαση με βάριο, όχι
H παρουσία στο άπω σωληνάριο μη επαναρρο- όμως το αδιάλυτο βάριο που χρησιμοποιείται ως
φούμενων ανιόντων αυξάνει το αρνητικό δυναμικό ακτινοσκιερή ουσία.
+
του αυλού, με αποτέλεσμα την απέκκριση ιόντων Κ
+
και Η . Με το μηχανισμό αυτό προκαλούν υποκαλι- Διαγνωστική προσέγγιση
αιμία οι πενικιλίνες, τα διττανθρακικά, όπως π.χ. επί 1) Αναζήτηση από το ιστορικό αιτίων που σχετί-
εμέτων, σε θεραπεία με αλκάλεα, σε μεταβολική οξέ- ζονται με υποκαλιαιμία
23-26
(π.χ. λήψη φαρμάκων,
ωση του εγγύς σωληναρίου, σε διαβητική κετοξέωση, έμετοι, διάρροια, νεφρική νόσος κ.λπ.). Εκτίμηση
όπου μεταφέρονται στο άπω σωληνάριο τα κετοξεικά με τη φυσική εξέταση του εξωκυττάριου όγκου. Σε
ανιόντα, β υδροξυβουτυρικό και κετοξεικό. +
υποκαλιαιμία με νεφρική απώλεια του Κ , αυξημένος
Η υπομαγνησιαιμία, επίσης, προκαλεί υποκαλιαι- ή φυσιολογικός εξωκυττάριος όγκος παρατηρείται
μία μέσω απώλειας του Κ, κυρίως με τα ούρα και συνήθως σε περίσσεια αλατοκορτικοειδών, με εξαί-
πιθανόν με τα κόπρανα. ρεση το δευτεροπαθή υπεραλδοστερονισμό λόγω
+ +
3) Εξωνεφρική απώλεια Κ . Απώλεια Κ συμβαί- υποογκαιμίας.
νει με εμέτους, διάρροιες, κατάχρηση υπακτικών, +
2) Μέτρηση του Κ του ορού και των ούρων για
συνεχή αναρρόφηση του γαστρικού περιεχομένου, να προσδιοριστεί αν πρόκειται για νεφρική ή εξω-
23-26
συρίγγια ή στομίες . Οι έμετοι και η συνεχής + -
νεφρική απώλεια Κ . Μέτρηση pH και HCO 3 για να
αναρρόφηση του γαστρικού περιεχομένου προ-
διαπιστωθεί αν υπάρχει μεταβολική αλκάλωση ή
καλούν υποκαλιαιμία, αφενός με άμεση απώλεια
+ + οξέωση και ανάλογα η διερεύνηση να γίνει προς τα
του Κ , αφετέρου με νεφρική απώλεια Κ , λόγω της
αίτια που προκαλούν τη μία ή την άλλη κατάσταση
μεταβολικής αλκάλωσης που προκαλούν.
+ αντίστοιχα. Σε περίπτωση μεταβολικής οξέωσης, με
Αν και η περιεκτικότητα των εφιδρώσεων σε Κ + + –
τη μέτρηση pH, Na , K και Cl ούρων θα διερευνηθεί
είναι 5-10mEq/L, υποκαλιαιμία μπορεί να παρατη-
το ενδεχόμενο της νεφρικής σωληναριακής οξέωσης.
ρηθεί σε πολύ αυξημένη εφίδρωση.
+ + Επί μεταβολικής αλκάλωσης, επίσης, η μέτρηση του
4) Είσοδο Κ στα κύτταρα. Η είσοδος του Κ στα –
Cl των ούρων θα διαφοροδιαγνώσει το σύνδρομο
κύτταρα παρατηρείται όταν υπάρχουν παράγο- –
23-26,31 Bartter, όπου παρατηρείται επιμένουσα απώλεια Cl
ντες του ευοδώνουν τη μετακίνηση αυτή . Σε
+ με τα ούρα από άλλα αίτια μεταβολικής αλκάλωσης
περιπτώσεις αλκάλωσης, ιόντα Η εξέρχονται από –
με μειωμένη αποβολή Cl , όπως π.χ. οι έμετοι.
τα κύτταρα, σε μία προσπάθεια επαναφοράς του
pH στα φυσιολογικά όρια, ανταλλασσόμενα με
+ Αντιμετώπιση
ιόντα Κ που εισέρχονται στα κύτταρα, ώστε να μη
μεταβληθεί το δυναμικό της κυτταρικής μεμβράνης. Για την αντιμετώπιση της υποκαλιαιμίας είναι
Υπολογίζεται ότι αύξηση του pH κατά 0.1 προκαλεί απαραίτητη η διόρθωση του αιτίου που την προκάλε-
23-26
+
μείωση του Κ κατά 0.3mEq/L. σε , όπως αποκατάσταση του pH επί μεταβολικής
Η ινσουλίνη και οι β2 διεγέρτες ευοδώνουν την αλκάλωσης ή οξέωσης, αποκατάσταση του ελλείμμα-
2+ -
+
είσοδο του Κ στα κύτταρα .
31
τος Mg ή Cl αν υπάρχουν κ.λπ. Μέχρι, όμως, να
+
Υποκαλιαιμία παρατηρείται, επίσης, κατά τη θερα- γίνει αυτό εφικτό απαιτείται η χορήγηση Κ , ιδιαίτερα
+
πεία της μεγαλοβλαστικής αναιμίας
23-26
λόγω πρό- σε περιπτώσεις που το Κ ορού είναι <2.5mEq/L. Αν
+
+
σληψης του Κ από τα ταχέως παραγόμενα ερυθρά και η ασφαλέστερη οδός χορήγησης του Κ είναι από
αιμοσφαίρια. Σπανιότερα μπορεί να παρατηρηθεί το στόμα, δεν είναι εφικτή σε ασθενείς στους οποί-
κατά τη διόρθωση της σιδηροπενικής ή άλλης μορφής ους αντενδείκνυται η από του στόματος χορήγηση
αναιμίας, λόγω του βραδύτερου ρυθμού παραγωγής υγρών, καθώς και σε επείγουσες καταστάσεις που
+
ερυθρών αιμοσφαιρίων. απαιτούν ταχεία διόρθωση του Κ . Στις παραπάνω
Κληρονομική μορφή υποκαλιαιμίας αυτής της περιπτώσεις χορηγείται ενδοφλεβίως.
+
κατηγορίας είναι η οικογενής περιοδική παράλυση, Ο ρυθμός χορήγησης του Κ δεν πρέπει να ξεπερνά
που κληρονομείται με τον αυτόσωμο επικρατούντα τα 0.25-0.5mEq/kg/h, αν και μπορεί να χορηγηθεί
23-26
τύπο . Χαρακτηρίζεται από επεισόδια αιφνίδιας μέχρι και 1mEq/kg/h σε υποκαλιαιμία απειλητική για
βαριάς υποκαλιαιμίας, που εκδηλώνεται με μυϊκή τη ζωή υπό στενή, όμως, ηλεκτροκαρδιογραφική πα-
αδυναμία και χαλαρή παράλυση. Αν δεν διορθωθεί ρακολούθηση. Κατά τη διόρθωση της υποκαλιαιμίας
+
το Κ επανέρχεται στον εξωκυττάριο χώρο μετά από υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης καρδιακών αρρυθμιών
+
6-48 ώρες και η μυϊκή ισχύς αποκαθίσταται. λόγω του αργού ρυθμού εισόδου του Κ στα κύτταρα,
Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008 45

με αποτέλεσμα παροδική υπερκαλιαιμία. αυτή συνήθως εμφανίζεται όταν η συγκέντρωση του


+
Η περιεκτικότητα του διαλύματος σε Κ δεν πρέπει Κ+ ξεπερνά τα 8mEq/L. Ασθενείς, όμως, με οικογενή
+
να ξεπερνά τα 40mEq/L. Το Κ σε μεγάλες συγκε- υπερκαλιαιμική παράλυση εμφανίζουν ανάλογη
ντρώσεις είναι ερεθιστικό για τις φλέβες και προ- συμπτωματολογία, με τιμές Κ+ ακόμη και μικρότερες
καλεί καύσο, ερεθισμό και τοπική σκλήρυνση των από 5.5mEq/L.
περιφερικών φλεβών. Αν απαιτείται συγκέντρωση Η καρδιά23-26,32 είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στην αυ-
+
Κ >40mEq/L, συνιστάται να χορηγείται από μεγάλη ξημένη συγκέντρωση του Κ+. Το πρώτο ηλεκτρο-
φλέβα υπό ταυτόχρονη ηλεκτροκαρδιογραφική καρδιογραφικό εύρημα είναι τα οξυκόρυφα Τ και
παρακολούθηση. Στις περιπτώσεις αυτές προτιμάται η βράχυνση του QT, που παρατηρούνται με τιμές
η μηριαία φλέβα σε σχέση με άλλες κεντρικότερες Κ+> 6mEq/L. Όταν η συγκέντρωση του Κ+ κυμαίνε-
φλέβες, γιατί μειώνεται η πιθανότητα εμφάνισης ται μεταξύ 7-8mEq/L εμφανίζεται επιμήκυνση του
+
καρδιακών αρρυθμιών. Επειδή το Κ είναι κυρίως διαστήματος P-R, που ακολουθείται από εξαφάνιση
ενδοκυττάριο κατιόν, δεν είναι δυνατό να υπολογι- του κύματος P και διεύρυνση του QRS και τελικά
στεί το πραγματικό έλλειμμα και απαιτείται τακτική επέρχεται κοιλιακή μαρμαρυγή.
+
μέτρηση του Κ του ορού ανά 1-2 ώρες κατά την
ενδοφλέβια διόρθωσή του. Αν συνυπάρχει υπο- Αίτια
χλωραιμία πρέπει να χορηγείται ως KCl για να είναι Η υπερκαλιαιμία οφείλεται σε:
-
δυνατή και η αποκατάσταση του ελλείμματος του Cl , 1) Ψευδή μέτρηση33,34, λόγω λύσης των ερυθρών
-
διαφορετικά αν το έλλειμμα του Cl δεν διορθωθεί κατά η μετά την αιμοληψία, λόγω εκσεσημασμέ-
+
θα επιμείνει και αυτό του Κ . νης λευκοκυτταρώσεως (>100.000/mm3) ή λόγω
Σε χρόνια ασυμπτωματική υποκαλιαιμία χορηγείται θρομβοκυτταρώσεως (>500.000mm3). Ένα σπάνιο
+
Κ από το στόμα. Σε περιπτώσεις υπεραλδοστερο- σύνδρομο, η οικογενής ψευδοϋπερκαλιαιμία, χαρα-
νισμού χορηγείται το διουρητικό σπιρονολακτόνη, κτηρίζεται από διαφυγή του Κ+ από τα ερυθρά αιμο-
που ανταγωνίζεται τη δράση της αλδοστερόνης στο σφαίρια στον εξωκυττάριο χώρο, λόγω διαταραχής
+
άπω σωληνάριο και επαναρροφά Κ . Τα διουρητικά της κυτταρικής τους μεμβράνης. Στο εργαστήριο
αμιλορίδη και τριαμτερίνη μπορεί να χρησιμοποι- διαπιστώνεται υπερκαλιαιμία, που όμως δεν παρα-
ηθούν σε περιπτώσεις χρόνιας ασυμπτωματικής τηρείται in vivo, διότι η περίσσεια Κ+ αποβάλλεται
υποκαλιαιμίας που δεν οφείλεται στη δράση της από τους νεφρούς.
αλδοστερόνης. 2) Αυξημένη πρόσληψη Κ+. Φυσιολογικά, η αυξη-
μένη πρόσληψη Κ+ σπάνια προκαλεί υπερκαλιαιμία
ΥΠΕΡΚΑΛΙΑΙΜΙΑ αν δεν συνυπάρχει διαταραχή στην αποβολή του
+
Τιμές Κ του πλάσματος >5.5mEq/L χαρακτηρίζο- Κ+. Σε τέτοιες καταστάσεις πρέπει να χορηγούνται
νται ως υπερκαλιαιμία. με προσοχή αντιβιοτικά όπως η πενικιλίνη που έχει
Σε υγιή παιδιά, ακόμη και αυξημένη πρόσληψη μεγάλη περιεκτικότητα σε Κ+, καθώς και μετάγγιση
+
Κ σπάνια θα οδηγήσει σε υπερκαλιαιμία, γιατί φυ- αίματος που έχει παραμείνει συντηρημένο για με-
σιολογικά ο οργανισμός εμποδίζει την εξωκυττάρια γάλο διάστημα.
+
συσσώρευση του Κ σε πρώτο στάδιο, ευοδώνοντας 3) Μειωμένη αποβολή του Κ+ από τους νεφρούς35-38.
την είσοδο στον ενδοκυττάριο χώρο και ακολούθως Υπερκαλιαιμία παρατηρείται επί οξείας και χρόνιας
+
αποβάλλοντας το Κ από τους νεφρούς. Η υπερκα- νεφρικής ανεπαρκειας35,36, όταν η διούρηση είναι μι-
λιαιμία, αν και παρατηρείται σπανιότερα από την κρότερη από 1ml/kg/h. Σε μη ολιγουρικούς ασθενείς
υποκαλιαιμία, είναι πολύ πιο απειλητική κατάσταση με νεφρική ανεπάρκεια επιτυγχάνεται ικανοποιητική
για τη ζωή του ασθενούς. αποβολή του Κ+ μέσω αυξημένης απέκκρισής του
από τους λειτουργικούς νεφρώνες. Αν παρατηρηθεί
Κλινικές - Ηλεκτροκαρδιογραφικές υπερκαλιαιμία σε μη ολιγουρική φάση νεφρικής
εκδηλώσεις ανεπάρκειας συνήθως συνυπάρχει και άλλη αιτία,
Οι κύριες κλινικές εκδηλώσεις της υπερκαλιαιμί- όπως αυξημένη πρόσληψη, αυξημένη καταστροφή
ας, όπως και της υποκαλιαιμίας, είναι από το μυϊκό κυττάρων ή υπορενινικός υποαλδοστερονισμός37.
23-26,32
σύστημα και την καρδιά23-26,32. Υπερκαλιαιμία εμφανίζεται σε ασθενείς με χρόνιες,
23-26,32
Από το μυϊκό σύστημα εκδηλώνεται με μυϊκή διάμεσου τύπου νεφροπάθειες λόγω σωληναριακής
αδυναμία, παραισθησίες και χαλαρή παράλυση, η βλάβης και ενώ η κάθαρση κρεατινίνης είναι φυσι-
οποία ξεκινά από τα κάτω άκρα. Η συμπτωματολογία ολογική ή ελαφρώς ελαττωμένη.
46 Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008

Η υπερκαλιαιμία μπορεί επίσης να είναι αποτέ- 10mOsm/kg νερού συμβαίνει αύξηση του εξωκυτ-
37,38
λεσμα υποαλδοστερονισμού που εκδηλώνεται τάριου Κ+ κατά 0.4-0.8mEq/L
στα πλαίσια της νόσου του Addison ή ορισμένων Φάρμακα όπως η αργινίνη (χρησιμοποιείται στην
μορφών συγγενούς υπερπλασίας των επινεφριδί- αντιμετώπιση επίμονης μεταβολικής αλκάλωσης), η
ων. Συχνότερα, όμως, συναντάται ο υπορενινικός σουκιλινοχολίνη (αναισθητικό μυοχαλαρωτικό φάρ-
υποαλδοστερονισμός στην πρώτη φάση της μετα- μακο βραχείας δράσης) προκαλούν έξοδο του Κ+
λοιμώδους σπειραματονεφρίτιδας, σε νεφρίτιδα από τα κύτταρα. Η δακτυλίτιδα, επίσης, αναστέλλει
από ερυθηματώδη λύκο ή μεθυλμαλονική οξυουρία. κατά δοσοεξαρτώμενο τρόπο τη δράση της αντλίας
Είναι δυνατόν, επίσης, να υπάρχει αντίσταση του Na+-K+, με αποτέλεσμα αύξηση της εξωκυττάριας
άπω εσπειραμένου σωληναρίου στη δράση της συγκέντρωσης του Κ+. Όταν τα επίπεδα της δακτυ-
36
αλδοστερόνης (ψευδοϋποαλδοστερονισμός) με λίτιδας στο αίμα διατηρούνται εντός των φυσιολο-
αποτέλεσμα υπερκαλιαιμία. Ο ψευδοϋποαλδοστε- γικών ορίων, η δράση αυτή είναι περιορισμένη και
ρονισμός είναι πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής σε δεν παρατηρείται υπερκαλιαιμία. Τοξικές, όμως,
ασθενείς με αποφρακτική ουροπάθεια ή μετά από δόσεις δακτυλίτιδας προκαλούν υπερκαλιαιμία. Οι
θρόμβωση νεφρικής φλέβας. αναστολείς των β υποδοχέων αντίθετα με τα προ-
39
Ορισμένα φάρμακα αναστέλλουν τη νεφρική αναφερθέντα φάρμακα εμποδίζουν την είσοδο του
+
απέκκριση του Κ , όπως η σπιρονολακτόνη, διουρη- Κ+ στα κύτταρα.
τικό που ανταγωνίζεται τη δράση της αλδοστερόνης Αυξημένη απελευθέρωση Κ+ στον εξωκυττάριο
στο άπω σωληνάριο, η τριαμτερένη και η αμιλορίδη, χώρο23-27 παρατηρείται μετά από κυτταρική κατα-
διουρητικά με δράση στο αθροιστικό σωληνάριο, στροφή, όπως σε αιμόλυση, σύνδρομο λύσης του
οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου και η όγκου μετά από χημειοθεραπεία ή ακτινοβολία,
ηπαρίνη που αναστέλλουν την απελευθέρωση της έγκαυμα, ραβδομυόλυση, υπερκαταβολισμό, τραύ-
αλδοστερόνης από τα επινεφρίδια. μα, χειρουργική επέμβαση και σπάνια μετά από
40
Τα πρόωρα νεογνά πολύ χαμηλού βάρους έντονη άσκηση.
(<1.000gr) εμφανίζουν υπερκαλιαιμία που μπορεί Η οικογενής περιοδική υπερκαλιαιμική παράλυση41
να είναι αρκετά σοβαρή και να συνοδεύεται από χαρακτηρίζεται από επεισόδια υπερκαλιαιμίας με
ηλεκτροκαρδιογραφικές διαταραχές. Η υπερκαλιαιμία συνοδό παράλυση. Η έκθεση στο κρύο, όπως και
δεν συνοδεύεται κατ’ ανάγκη από ολιγουρία, αν και η ανάπαυση μετά από άσκηση, μπορεί να είναι
η διούρηση και η κάθαρση κρεατινίνης υπολείπο-
εκλυτικοί παράγοντες τέτοιων επεισοδίων.
νται των αντίστοιχων τιμών που παρατηρούνται σε
+
πρόωρα νεογνά με φυσιολογικό Κ . Εκτός, όμως,
+ Διαγνωστική προσέγγιση
από τη μειωμένη νεφρική αποβολή Κ , υπάρχει και
+
αυξημένη συγκέντρωση εξωκυττάριου Κ σε σχέση 1) Αναζήτηση από το ιστορικό αιτίων που προκα-
με το ενδοκυττάριο. λούν υπερκαλιαιμία23-26, όπως λήψη φαρμάκων, νε-
+
5) Έξοδο του Κ από το ενδοκυττάριο διαμέρισμα φρική νόσος, ανεπάρκεια επινεφριδίων, καταστάσεων
στο εξωκυττάριο. Η μεταβολική οξέωση, σε μία προ- που συνοδεύονται με κυτταρική καταστροφή. Κλινική
σπάθεια του οργανισμού να αυξήσει το pH, προκαλεί εξέταση και εκτίμηση του εξωκυττάριου όγκου.
+
είσοδο ιόντων Η στα κύτταρα με ταυτόχρονη έξοδο 2) Μέτρηση Κ+ ορού και ούρων23-26. Υψηλό Κ+ ορού
+
ιόντων Κ από αυτά, έτσι ώστε να διατηρηθεί σταθε- σε συνδυασμό με υψηλό Κ+ ούρων προσανατολίζει
ρός ο αριθμός των ηλεκτρικών φορτίων εκατέρωθεν σε καταστάσεις αυξημένης κυτταρικής καταστρο-
της κυτταρικής μεμβράνης. Αποτέλεσμα αυτής της φής. Χαμηλό Κ+ ούρων σημαίνει μειωμένη νεφρική
+
μετακίνησης, όταν το συνολικό Κ του σώματος αποβολή Κ+ αν η υπερκαλιαιμία είναι αληθής. Εκτί-
δεν είναι ελαττωμένο, είναι η υπερκαλιαιμία, ενώ μηση της νεφρικής λειτουργίας με μέτρηση ουρίας,
επί πραγματικής υποκαλιαιμίας το εξωκυττάριο Κ
+
κρεατινίνης και ωσμωτικότητας ούρων. Μέτρηση
αποκαθίσταται παροδικά στο φυσιολογικό με αυτό αρτηριακού pH, ωσμωτικότητας και σακχάρου ορού
+
το μηχανισμό. Η άνοδος του Κ είναι 0.6mEq/L για για να διαπιστωθεί αν υπάρχουν αιτίες εξόδου του
κάθε πτώση του αρτηριακού pH κατά 0.1. Έξοδος Κ+ από τα κύτταρα. Αν δεν διαπιστωθεί η αιτία της
+
του ενδοκυττάριου Κ εξωκυττάρια παρατηρείται και υπερκαλιαιμίας είναι πιθανό να πρόκειται για ψευ-
σε καταστάσεις αυξημένης ωσμωτικότητας, όπως δή μέτρηση. Αν η τιμή του Κ+ είναι >6mEq/L χωρίς
η υπεργλυκαιμία, η υπερνατριαιμία ή η χορήγηση συνοδές ηλεκτροκαρδιογραφικές ανωμαλίες, η πιθα-
φαρμάκων που αυξάνουν την ωσμωτικότητα, π.χ νότητα να πρόκειται για ψευδή μέτρηση ενισχύεται.
μανιτόλη. Για κάθε αύξηση της ωσμωτικότητας κατά Υπερκαλιαιμία συνοδευόμενη από υπονατριαιμία και
Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008 47

+ + +
αυξημένη αποβολή Na στα ούρα θέτει την υποψία ders of electrolytes (Na , K ). Sodium and potassium
υποαλδοστερονισμού μεμονωμένου ή στα πλαίσια disorders are the most common electrolyte abnormal-
επινεφριδιακής ανεπάρκειας ή ψευδοϋποαλδοστε- ity. Hyponatremia with serum sodium <120mEq/L is
ρονισμού και απαιτείται η μέτρηση αλδοστερόνης, associated with serious neurological symptoms. It may
ρενίνης, κορτιζόλης. occur in association with hypovolemia, euvolemia and
hypervolemia. Hypernatremia is less common but more
Αντιμετώπιση serious compared to hyponatremia. It is rather a disorder
Η θεραπευτική αντιμετώπιση της υπερκαλιαιμίας of water balance rather than of sodium balance. Hyper-
αποσκοπεί στην άμεση μείωση των επιπέδων Κ+ του natremia is always a hypertonic situation.
ορού και στην άρση του αιτίου που προκάλεσε την Hypokalemia and hyperkalemia are also common
υπερκαλιαιμία23-26. and their presenting symptoms from the cardiac, neu-
Για την άμεση αντιμετώπιση των επιπλοκών της romuscular and gastrointestinal symptoms are similar.
υπερκαλιαιμίας, εφόσον στο ΗΚΓ υπάρχει διεύρυνση Changes in extracellular potassium concentration oc-
του QRS, αρρυθμία ή ασυστολία, χορηγείται CaCl2 cur with a Lered routes of elimination or retention or
το οποίο ανταγωνίζεται τη δράση του Κ+ πάνω στην with pathologic shifts in potassium from one body fluid
κυτταρική μεμβράνη και η έναρξη δράσης του είναι compartment to another. Electrolyte disturbances are
<5min. Χορηγείται αργά σε διάστημα 5-10΄και η generally a secondary manifestation of another primary
χορήγησή του μπορεί να επαναληφθεί 5΄ αργότερα disease state and therefore the ultimate management is
αν δεν αναταχθεί η αρρυθμία. Χρειάζεται προσοχή the treatment of the underlying disease.
στη χορήγησή του σε ασθενείς που λαμβάνουν δα-
κτυλίτιδα, διότι αυξάνει την καρδιοτοξικότητά της. Key words: hyponatremia, hypernatremia, hypokalemia,
Ακολούθως χορηγούνται σαλβουταμόλη σε εισπνο- hyperkalemia, sodium, potassium.
ές ή IV ή ινσουλίνη με γλυκόζη ή NaHCO3 (συνήθως
όταν συνυπάρχει μεταβολική οξέωση), με σκοπό την ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
είσοδο του Κ+ εντός των κυττάρων και τη μείωση 1. Arieff AI, Guisado R. Effects on the central nervous
της εξωκυττάριας συγκέντρωσής του. system of hypernatremic and hyponatremic
Για να επιτευχθεί αποβολή Κ+ και μείωση του states. Kidney Int 1976; 10:104-116.
συνολικού Κ+ του σώματος χρησιμοποιούνται ιο- 2. Arieff AI, Llach F, Massry SG. Neurological manifesta-
ντοανταλλακτικές ρητίνες, όπως το kayexalate που tions and morbidity of hyponatremia. Correla-
δρα στο έντερο δεσμεύοντας το Κ+ με ταυτόχρονη tion with brain water and electrolytes. Medicine
αποδέσμευση του Νa+. Χορηγείται ή από το στόμα ή 1976; 55:121-129.
με υποκλυσμό. Συνιστάται προσοχή στη χορήγησή 3. Ρούσσος Χ. Υπονατριαιμία. Στο: Εντατική θεραπεία.
του σε ασθενείς με νεφρική ή καρδιακή ανεπάρκεια, Τόμος Ι, εκδόσεις Π. Χ. Πασχαλίδη, 1997; σελ.
διότι η κατακράτηση Na+ και η αδυναμία νεφρικής 148-156.
αποβολής του μπορεί να προκαλέσει πνευμονι- 4. Berry PL, Belsha CW. Hyponatremia. Pediatr Clin North
κό οίδημα. Σε ασθενείς με ικανοποιητική νεφρική Am 1990; 37(2):351-364.
λειτουργία μπορεί να χορηγηθεί φουροσεμίδη με 5. Trachtman H. Sodium and water homeostasis. Pediatr
σκοπό τη νεφρική αποβολή του Κ+. Clin North Am 1995; 42:1343-1363.
Σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια, ιδιαίτερα όταν 6. Fichman MP, Vorher H, Kleeman CR, Telfer N. Diuretic
υπάρχει σημαντική ουραιμία, μεταβολική οξέωση, induced hyponatremia. Ann Internal Med 1971;
οιδήματα και υπερφόρτωση με Na+, συνιστάται η 75:853-857.
άμεση έναρξη αιμοκάθαρσης ή περιτοναϊκής κά- 7. Savage MD, Jefferson IG, Dillon MJ, Milla PJ, Honour
θαρσης. Η αιμοκάθαρση είναι ταχύτερη μέθοδος JW, Grant DB. Pseudohypoaldosteronism. Severe
απομάκρυνσης του Κ+. saL wasting in infancy caused by generalized
mineralocorticoid unresponsiveness J Pediatr
Electrolyte disturbances. Diagnosis and 1982; 101:239-242.
management 8. Albanese A, Hindmarsh P, Stanhope R. Personal prac-
M. Moustaki, A. Fretzayas tice: Management of hyponatremia in patients
(Ann Clin Paediatr 2008, 55(1):38-48) with acute cerebral insults. Arch Dis Child 2001;
85:246-251.
The aim of this review was to summarize the disor- 9. Sivakumar V, Rajshekhar V, Chandy. Management of
48 Δελτ Α' Παιδιατρ Κλιν Πανεπ Αθηνών 55, 2008

neurosurgical patients with hyponatremia and 27. Shingal PC, Abramovici M, Venkatesan J, Mattana J.
natriuresis. Neurosurgery 1994; 34:269-274. Hypokalemia and rabdomyolysis. Miner Elec-
10. Kaplan SL, Feigin RD. Syndromes of inappropriate trolyte Metab 1991; 17:335-339.
antidiuretic hormone in children. Adv Pediatr 28. Field MJ, Giebisch GH. Hormonal control of renal
1980; 27:247-274. potassium excretion. Kidney Int 1985; 27:379-
11. De Fronzo RA, Goldberg M, Agus ZS. Normal dilut- 387.
ing capacity in hyponatremic patients. Reset 29. O’ Neil RG. Aldosterone regulation of sodium and
osmostat or a variant of SIADH. Ann Inten Med potassium transport in the cortical collecting
1976; 84:538-542. duct. Semin Nephrol 1990; 10:365-374.
12. Goldman M, Lunchins D, Robertson GL. Mechanisms of 30. Landau D. Potassium related inherited tubulopathies.
altered water metabolism in phychotic patients Cell Mol Life Sci 2006; 63:1962-1968.
with polydipsia and hyponatremia. N Engl J 31. Wong CS, Pavord ID, Williams J, Britton JR, Tattersfield AE.
Med 1988; 318:397-403. Bronchodilator, cardiovascular and hypokalemic
13. Linshaw M, Hipp T, Gruskin A. Infatile psychogenic effects of fenoterol, salbutamol and terbutaline
water drinking. J Pediatr 1974; 85:520-522. in asthma. Lancet 1990; 336:1396-1399.
14. Besunder JB. Abnormalities in fluids, minerals and 32. Ρούσσος. Υπερκαλιαιμία. Στο: Εντατική θεραπεία.
glucose in a practical guide to pediatric intensive Τόμος Ι, εκδόσεις Π. Χ. Πασχαλίδη, 1997; σελ.
care. J. L. Blumer, third edition Mosby Year book 175-184.
1990; p. 545-562. 33. Hartmann RC, Auditore JV, Jackson DP. Studies on
15. Finberg L. Pathogenesis of lesions in the nervous thrombocytosis. Hyperkalemia due to release of
system in hypernatremic states. Clinical observa-
potassium from platelets during coagulation. J
tions in infants. Pediatrics 1959; 23:40-45.
Clin Invest 1958; 37:699-707.
16. Conley SB. Hypenatremia. Pediatr Clin North Am
34. Lutomski DM, Bower RM. The effect of thrombocytosis
1990; 37(2):365-372.
on serum potassium and phosphorus concentra-
17. Khomani-Asadi F, Norman ME, Parks JS, Schwartz MW.
tion. AM J Med Sci 1994; 307:255-258.
Hypernatremia associated with pineal tumor. J
35. Kupin WL, Narins RG. The hyperkalemia of renal
Pediatr 1977; 90:605-606.
failure: pathophysiology, diagnosis and therapy.
18. Celles PT, Lewis PD. Hypodipsia and hypernatremia
Contrib Nephrol 1993; 102:1-22.
associated with hypothalamic and suprasellar
36. Batlle DC, Arruda JAL, Kurtzman NA. Hyperkalemic
lesions. Brain 1972; 95:249-264.
distal renal tubular acidosis associated with
19. Goulthard MG, Haycock GB. Distinguishing between
slat poisoning and hypernatremic dehydration obstructive uropathy. N Engl J Med 1981;
in children. BMJ 2003; 326:157-160. 304:373-380.
20. Rand SE, Kolberg A. Neonatal hypernatremic de- 37. Rodriguez Soriano J, Vallo A, Sanjurjo P, Castillo G,
hydration secondary to lactation failure. J AM Oliveros R. Hyporeninemic hypoaldosteronism
Board Fam Pract 2001; 14:155-158. in children with chronic renal failure. J Pediatr
21. Amirlak I, Dawson K. Hypernatremia in early infancy. 1986; 109:476-482.
Ann Trop Paediatr 2000; 20:173-177. 38. Rodriguez-Soriano, Vallo A. Renal tubular hyper-
22. Ρούσσος. Υποκαλιαιμία. Στο: Εντατική θεραπεία. kalemia in childhood. Pediatr Nephrol 1988;
Τόμος Ι, εκδόσεις Π. Χ. Πασχαλίδη, 1997; σελ. 2:498-509.
165-174. 39. Rimmer JM, Horn JF, Gennari FJ. Hyperkalemia as a
23. Linshaw ME. Potassium homeostasis and hypokalemia. complication of drug therapy. Arch Intern Med
Pediatr Clin North Am 1987; 34:649-682. 1987; 147:867-869.
24. Brem AS. Disorders of potassium homeostasis. Pediatr 40. Shaffer SG, Kilbride HW, Hayen LK, Μeade VM, Warady
Clin North Am 1990; 37:419-427. BA. Hyperkalemia in very low birth weight infants.
25. Rodriguez-Soriano J. Potassium homeostasis and its J Pediatr 1992; 121:275-279.
disturbances in children Pediatr Nephrol 1995; 41. Fontaine B, Khurana TS, Hoffman EP, Bruns G, Haines JL,
9:364-374. Troffater JL, et al. Hyperkalemic periodic paralysis
26. Schacfer TJ, Wolford RW. Disorders of potassium. and the adult muscle sodium channel alpha-
Emerg Med Clin North Am 2005; 23:723-747. subunit gene. Science 1990; 250:1000-1002.

You might also like