Professional Documents
Culture Documents
Νοσολογία
2
Ταξινόμηση αναιμιών 2/3
• Ο βαθμός που οργανισμός ανέχεται τις αναιμίες εξαρτάται από
πολλούς παράγοντες, όπως άλλες οργανικές παθήσεις που
συνυπάρχουν, η ταχύτητα εγκατάστασης της αναιμίας, η
ιδιοσυγκρασία του κάθε ατόμου, το είδος της εργασίας του κ.α.
• Φαίνεται πως η ταχύτητα εγκατάστασης και εξέλιξης της αναιμίας
καθορίζει κυρίως την ένταση των συμπτωμάτων και όχι οι
απόλυτες τιμές Hct και Hb.
4
Σιδηροπενική αναιμία
• Η πιο συχνή αιτία αναιμίας είναι η έλλειψη του σιδήρου (Fe).
• Παρουσιάζεται σε διάφορες διαβαθμίσεις.
• Μπορεί να εμφανισθεί είτε σε πολύ ήπια μορφή είτε σε μέτρια,
είτε σε πολύ σοβαρή.
6
Αιτίες σιδηροπενικής αναιμίας 2/2
5. Σιδηροπενική αναιμία μπορεί να συνοδεύει διάφορα χρόνια
νοσήματα όπως χρόνιες λοιμώξεις, φλεγμονές, νοσήματα όπως η
ρευματοειδής αρθρίτιδα, καρκίνους ποικίλης εντόπισης,
ηπατοπάθειες, καθώς και χρονία νεφρική ανεπάρκεια.
6. Λοίμωξη από H Pylori προκαλεί ανθεκτική σιδηροπενική αναιμία
παράλληλα με επιγαστραλγία και εμέτους.
Ερυθρό αιμοσφαίριο-αιμοσφαιρίνη
“Iron deficiency anemia blood film”, από Graham Beards διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 9
Σιδηροπενική αναιμία
calgaryguide.ucalgary.ca
10
Κλινική εικόνα σιδηροπενικής αναιμίας 1/2
• Γενικά συμπτώματα αναιμίας (πάντοτε ανάλογα και με την
βαρύτητα της έλλειψης σιδήρου και ανάλογα με την ταχύτητα
εγκατάστασής της).
• Εύκολη κόπωση, αίσθημα αδυναμίας, ζάλη, καταβολή, ταχύπνοια,
δύσπνοια, ταχυκαρδία, αίσθημα προκαρδίων παλμών,
συμπτώματα καρδιακής ανεπαρκείας.
• Σε σιδηροπενική αναιμία από αιφνίδια και μεγάλη αιμορραγία
(οξεία μεθαιμορραγική), έχουμε συμπτώματα shock (καταπληξία)
και αίσθημα μεγάλης δίψας.
• Ευρήματα αποτελούν ωχρότητα του δέρματος και των
βλεννογόνων που διακρίνεται καλύτερα στους επιπεφυκότες, στα
χείλη και τους βλεννογόνους του στόματος, καθώς και στις
παλάμες και τα νύχια.
11
12
Συμπτώματα της αναιμίας
Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
“Symptoms of anemia”, από Mikael
13
14
Εργαστηριακά ευρήματα σιδηροπενικής
αναιμίας 1/2
• Χαμηλή τιμή Hct.
• Χαμηλή τιμή Hb.
• Μέση πυκνότητα Hb (MCHC) κάτω του 30%.
• Ελαττωμένος αριθμός των ερυθροκυττάρων.
• Υπόχρωμα και μικρά ερυθροκύτταρα.
• Συνυπάρχει συχνά ανισοκυττάρωση και ποικιλοκυττάρωση.
• Χαμηλή τιμή του Fe στον ορό (<30 μg/dl).
• Χαμηλά επίπεδα φερριτίνης ορού (πλην χρονίων νοσημάτων).
15
16
Θεραπεία σιδηροπενικής αναιμίας 1/3
• Αρχικά εντοπίζεται το αίτιο της σιδηροπενικής αναιμίας και γίνεται
προσπάθεια θεραπείας αυτού.
• Παράλληλα χορηγείται σίδηρος, από του στόματος, δεδομένου ότι
η αύξηση της πρόσληψης σιδηρούχων τροφών δεν επαρκεί στο
πλείστον των περιπτώσεων για να διορθώσει την εγκατεστημένη
σιδηροπενική αναιμία.
• Αν υπάρχουν φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου και κίνδυνος να
μην απορροφηθεί ο από του στόματος χορηγούμενος σίδηρος,
τότε η χορήγησή του γίνεται παρεντερικά.
• Χορήγηση σιδήρου από το στόμα μπορεί να προκαλέσει
γαστρεντερικές διαταραχές και φαινόμενα δυσανεξίας.
17
18
Θεραπεία σιδηροπενικής αναιμίας 3/3
• Μετάγγιση αίματος γίνεται σε βαριές αναιμίες και στην οξεία
μεθαιμορραγική αναιμία.
• Πολύ σπάνια να συνδυαστεί η μετάγγιση με ταυτόχρονη
σιδηροθεραπεία.
• Στην αναιμία της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας και
ρευματολογικών ή νεοπλασματικών παθήσεων δίδεται εκτός από
μετάγγιση ερυθρών και η ερυθροποιητίνη.
19
Μεγαλοβλαστική αναιμία
• Έλλειψη Β12 ή φυλικού ή και των δύο.
• Η αναιμία από έλλειψη της βιταμίνης Β12 ονομαζόταν στο παρελθόν
κακοήθης αναιμία ή μεγαλοβλαστική αναιμία του Biermer, πιθανώς
λόγω των νευρολογικών εκδηλώσεών της καθώς και της σκοτεινούς
αιτιολογίας της αλλά και της δυσκολίας αρχικά στην θεραπεία της.
• Οφείλεται στην απουσία του ενδογενούς παράγοντα στο στομάχι
(ενδογενής παράγων του Castle), λόγω ατροφίας του γαστρικού
βλεννογόνου.
• Χαρακτηρίζεται από την παρουσία μεγαλοβλαστών (μεγάλων
ερυθροβλαστών) στον μυελό (μυελόγραμμα) και μακροκυττάρωση
(μεγάλα ερυθρά) στο περιφερικό αίμα (γενική αίματος).
• Παρατηρείται σε άτομα μέσης και μεγάλης ηλικίας.
20
Κύκλος φυλικού-Β12
Βιταμίνη Β12
22
libaware.economads.com
Τροφές πλούσιες σε Β12
23
Φυλικό
25
26
Άλλες αιτίες έλλειψης Β12 είναι
1. Εγχειρητική αφαίρεση του τελικού ειλεού, που συμβαίνει σε
παθήσεις του λεπτού εντέρου.
2. Η ολική γαστρεκτομή.
3. Η απόλυτη χορτοφαγία.
4. Η έλλειψη του φυλικού παρατηρείται κύρια στην εγκυμοσύνη στο
τρίτο τρίμηνο, λόγω αυξημένων αναγκών και συνήθως συνυπάρχει
με σιδηροπενική αναιμία.
5. Παραμέληση των ηλικιωμένων μπορεί να οδηγήσει σε έλλειψη
φυλικού.
6. Κατάχρηση οινοπνεύματος οδηγεί σε κακή απορρόφηση του
φυλικού και αναστολή του μεταβολισμού του φυλικού. Έτσι οι
χρόνιοι αλκοολικοί μπορεί να εμφανίσουν μεγαλοβλαστική
αναιμία ή αυξημένο MCV.
27
29
31
Εργαστηριακά ευρήματα
μεγαλοβλαστικής αναιμίας 2/2
• Τα επίπεδα βιταμίνης Β12 στον ορό είναι< 100 pg/ml, όταν όμως
υπάρχει έλλειψη φυλικού, τα επίπεδα Β12 είναι φυσιολογικά.
• Ο Fe ορού είναι φυσιολογικός ή αυξημένος.
• Υπάρχει αυξημένη γαλακτική αφυδρογονάση (LDH) ορού και
έμμεσος χολερυθρίνη (ένδειξη ικτέρου).
• Στο μυελόγραμμα βρίσκουμε μεγαλοβλάστες και πολλούς άωρους
ερυθροβλάστες. Στο μικροσκόπιο δε φαίνεται ασύγχρονη
ωρίμανση πυρήνα-κυτταροπλάσματος.
• Η δοκιμασία Shilling είναι θετική (δοκιμασία απορρόφησης
ραδιενεργού βιταμίνης Β12).
32
Θεραπεία μεγαλοβλαστικής αναιμίας
• Η θεραπεία περιλαμβάνει την ανά τακτά χρονικά διαστήματα και
δια βίου χορήγηση της βιταμίνης Β12 ενδομυικά.
• Αρχικά χορηγούμε Β12 (κυανοκοβαλαμίνη, υδροξυκοβαλαμίνη)
ενδομυικά και καθημερινά για 7 ημέρες, μετά την δίνουμε δυο
φορές την εβδομάδα για 1-2 μήνες και κατόπιν μια φορά τον μήνα.
• Στην αρχή της θεραπείας εμφανίζεται «δικτυοερυθροκυτταρική
κρίση».
• Μπορεί δε να παρατηρηθεί υποκαλιαιμία.
33
34
Αιμολυτικές αναιμίες 2/2
• Οι αιμολυτικές αναιμίες ταξινομούνται σε δύο μεγάλες
κατηγορίες ανάλογα με τα αίτια της αιμόλυσης.
o Ενδοερυθροκυτταρικά αίτια
Αυτά σχετίζονται με την μεμβράνη, τα ένζυμα ή την
αιμοσφαιρίνη και είναι κληρονομικά.
o Εξωερυθροκυτταρικά αίτια
Συνήθως ανοσολογικής βάσης.
Οι γνωστότερες είναι η έλλειψη του G6PD, η θαλασσαιμία και η
δρεπανοκυτταρική αναιμία.
35
36
Κύκλος του G6PD
37
“Pathology of G6PD deficiency”, από LHcheM διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Φυλοσύνδετος κληρονομικότητα
39
41
42
Εργαστηριακά ευρήματα και Θεραπεία
(G6PD)
• Εργαστηριακά ευρήματα
o Σήμερα ανιχνεύεται η έλλειψη του ενζύμου στο αίμα.
o Επί κρίσεων, περιμένουμε μερικές μέρες για αξιόπιστη
μέτρηση.
• Θεραπεία
o Αποφεύγονται οι επίμαχες ουσίες.
o Σε κρίση υποστηρικτικά μέτρα, μπορεί δε να απαιτηθεί
μετάγγιση.
43
44
Θαλασσαιμία (Μεσογειακή Αναιμία) 2/2
• Η νόσος «θαλασσαιμία» έχει ετερογένεια, αφ’ ενός όσον αφορά
ποια αλυσίδα της αιμοσφαιρίνης παραβλάπτεται, αφ’ ετέρου,
όσον αφορά την ποιοτική ανεπάρκεια του αντιστοίχου RNA
(διεισδυτικότητα του γονιδίου).
• Γενικά κοινά χαρακτηριστικά των θαλασσαιμιών είναι η
ενδομυελική καταστροφή των πρόδρομων ερυθρών, η
υποχρωμία και η αιμόλυση στην περιφέρεια.
• Χαρακτηρίζονται επίσης από υπερσπληνισμό και σπληνομεγαλία.
45
46
Β-θαλασσαιμία (β-μεσογειακή αναιμία) 2/3
• Στην γέννηση, το βρέφος εμφανίζει ελλειμματική ανάπτυξη, με
έντονη ωχρότητα, διόγκωση της κοιλιάς λόγω της
ηπατοσπληνομεγαλίας που υπάρχει, και αργότερα παρουσιάζει
μογγολοειδές πρόσωπο, με παραμόρφωση της κεφαλής.
• Υπάρχει συνεχής ελλειμματική ανάπτυξη και προδιάθεση σε
λοιμώξεις, τα δε άτομα χρειάζονται μεταγγίσεις αίματος για να
επιβιώσουν.
• Λόγω των συχνών μεταγγίσεων, εναποτίθεται σίδηρος σε διάφορα
όργανα (αιμοσιδήρωση).
• Παραδείγματα αποτελούν η υπόφυση με περαιτέρω διαταραχή
ανάπτυξης, οι γονάδες (δυσλειτουργία), το μυοκάρδιο με
αποτέλεσμα καρδιακή ανεπάρκεια κ.α.
47
48
Εργαστηριακά ευρήματα επί θαλασσαιμίας
1/2
• Χωρίς αγωγή (μεταγγίσεις), η Hb είναι πολύ χαμηλή στα 2-4 gr/dl.
• Ο αιματοκρίτης είναι επίσης πολύ χαμηλός.
• Η αιμοσφαιρίνη F (εμβρυική αιμοσφαιρίνη) (α2γ2) ανιχνεύεται σε
υψηλά ποσοστά (40-95%).
• Υπάρχει ποικίλη αύξηση της αιμοσφαιρίνης Α2 (α2δ2), συνήθως >
3%.
• Τα ερυθρά δείχνουν υποχρωμία, ανισοκυττάρωση,
ποικιλοκυττάρωση, στοχοκυττάρωση, βασεόφιλη στίξη, και
αρκετούς ερυθροβλάστες στο περιφερικό αίμα.
• Τα λευκά είναι αυξημένα στον αριθμό.
• Τα αιμοπετάλια είναι φυσιολογικά στον αριθμό.
49
50
Ετερόζυγη μορφή της θαλασσαιμίας (Στίγμα)
• Κληρονομείται το φερόμενο γονίδιο από τον ένα γονέα και τα
άτομα είναι υγιή, με ενδεχόμενο να εμφανίσουν μικρού βαθμού
αναιμία σε περιόδους αυξημένων αναγκών, που μπορεί να
συγχυστεί με την σιδηροπενική αναιμία κυρίως λόγω της
υποχρωμίας των ερυθρών.
• Αν συνυπάρχει σιδηροπενική αναιμία λόγω παρεμπόδισης της
παραγωγής Α2 αιμοσφαιρίνης, συχνά η ύπαρξη στίγματος
υποκρύπτεται.
51
53
55
Δρεπανοκυτταρική αναιμία
(αιμοσφαιρινοπάθεια S) 1/2
• Η δρεπανοκυτταρική αναιμία είναι νόσος γενετική.
• Οφείλεται σε μια ποιοτική διαταραχή στην σύνθεση της β-
αλυσίδας, στην οποία στην θέση 6, ένα αμινοξύ (το γλουταμινικό
οξύ), έχει αντικατασταθεί από ένα άλλο την βαλίνη.
• Λόγω αυτής της ποιοτικής διαταραχής προκύπτει μια άλλη
αιμοσφαιρίνη, η οποία καλείται αιμοσφαιρίνη S (sickle=δρεπάνι).
• Η δρεπανοκυτταρική αναιμία έχει ομόζυγη και ετερόζυγη μορφή.
56
Δρεπανοκυτταρική αναιμία
(αιμοσφαιρινοπάθεια S) 2/2
• Η επίπτωση της νόσου ή του στίγματος (ετερόζυγη μορφή)
ποικίλλει αλλά είναι συχνή στην Αφρική και την Μεσόγειο και
παρατηρήθηκε αυξημένη επίπτωση του παθολογικού γονιδίου σε
ελονοσιόπληκτες και πρώην ελονοσιόπληκτες περιοχές, έτσι η
νόσος συνδέθηκε με την πιθανότητα να προσφέρει πλεονεκτήματα
όσον αφορά την προσβολή από το πλασμώδιο του Laveran, το
οποίο φάνηκε ότι δεν μπορεί να ολοκληρώσει τον κύκλο του στα
ερυθρά των ομο- και ετεροζυγωτών αυτών με αποτέλεσμα να μην
προσβάλλονται από τον τριταίο και τεταρταίο πυρετό της
ελονοσίας! (θεωρία του Alisson).
57
58
Κληρονομικότητα της δρεπανοκυτταρικής
59
“Sickle cell 02”, από CFCF διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Δρεπανοκυτταρική αναιμία-μορφολογία
ερυθρών
61
62
Συμπτώματα δρεπανοκυτταρικής αναιμίας 2/2
• Ένα από τα χαρακτηριστικά της πάθησης είναι οι κρίσεις εντόνου
κοιλιακού πόνου και πόνου στις αρθρώσεις, με ταυτόχρονη
εμφάνιση πυρετού και αιμόλυσης.
• Οι κρίσεις παρουσιάζονται συχνά μετά από κάποια λοίμωξη,
σωματική ή ψυχική καταπόνηση ή μετά από μετάγγιση και μπορεί
να διαρκέσουν και 4-6 ημέρες.
• Μπορεί επίσης να συγχυστούν με οξεία κοιλία.
• Καμιά φορά οι ασθενείς με δρεπανοκυτταρική ομόζυγο αιμολυτική
αναιμία μπορεί να εμφανίσουν και απλαστική κρίση
(κυτταροπενία μυελού, αναστολή ωρίμανσης ερυθροβλαστών,
ελάττωση του αριθμού των δικτυοερυθροκυττάρων κτλ).
63
Εργαστηριακά ευρήματα
δρεπανοκυτταρικής αναιμίας
• Στην δοκιμασία δρεπανώσεως, όταν δηλαδή σε μια σταγόνα αίματος
προστίθεται μια αναγωγική ουσία, τα ερυθρά παίρνουν δρεπανοειδές
σχήμα.
• Με την ηλεκτροφόρηση της αιμοσφαιρίνης παρατηρείται ότι η
αιμοσφαιρίνη είναι 100% (η 80-98%) S.
• Η HbF είναι γύρω στο 2-20%.
• Τα ερυθρά είναι ορθόχρωμα (δηλ. με φυσιολογικό MCV, MCH, MCHC)
• Υπάρχει σχεδόν πάντα δικτυοερυθροκυττάρωση
• Υπάρχει συχνά λευκοκυττάρωση και κυρίως μετά από μια αιμόλυση ή
αιμολυτική κρίση)
• Στον μυελό παρατηρούμε αύξηση του αριθμού των ερυθροβλαστών.
• Λόγω των εμφράκτων, σε ακτινογραφίες μπορούμε να δούμε
αλλοιώσεις των οστών.
64
Θεραπεία δρεπανοκυτταρικής αναιμίας
• Μεταγγίσεις επί εντόνου αναιμίας και επί κρίσεων.
• Γενικά υποστηρικτικά μέτρα καλής υγείας ώστε να αποφεύγονται
οι λοιμώξεις και οι επακολουθείσες κρίσεις. Εμβολιασμός κατά του
πνευμονιοκόκκου.
• Αποφεύγονται η καταπόνηση αλλά και οι συνθήκες υποξίας.
• Έχει χρησιμοποιηθεί η υδροξυουρία για την μείωση των κρίσεων
πόνου.
65
67
69
70
Οικογενής σφαιροκυττάρωση 2/3
• Χαρακτηριστικά αιμολυτικής αναιμίας. Οι ασθενείς εμφανίζουν
χολολιθίαση (αυξημένη αποβολή χολερυθρίνης στην χολή). Επίσης
η νόσος συνδυάζεται με διογκωμένο σπλήνα και έλκη κνημών.
71
“Hereditary Spherocytosis smear 2010-03-17”, από Paulo Mourao διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 72
Παροξυσμική νυκτερινή
αιμοσφαιρινουρία
• Σπάνια νόσος που χαρακτηρίζεται από την μειωμένη δραστικότητα
της ακετυλοχολινεστεράσης των ερυθρών αιμοσφαιρίων και
ταυτόχρονα από τάση προς λύση των ερυθρών από το
συμπλήρωμα (C3).
• Η νόσος αυτή δεν είναι κληρονομική και πλήττει τους ενήλικες.
• Η αιμόλυση συμβαίνει κυρίως την νύκτα και ο ασθενής ξυπνά με
κόκκινα ούρα λόγω αιμοσφαιρινουρίας.
• Συνυπάρχει θρομβοπενία, λευκοπενία θροβωτικά φαινόμενα,
απλασία του μυελού κτλ.
• Οι ασθενείς με παροξυσμική νυκτερινή αιμοσφαιρινουρία είναι
επιρρεπείς στις λοιμώξεις.
• Εργαστηριακά στα ούρα εμπεριέχεται αιμοσιδηρίνη (δοκιμασία Ham
θετική).
73
75
Coombs test
76
“Coombs test schematic”, από A. Rad διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Αιμολυτική νόσος των νεογνών 1/3
• Οφείλεται σε ασυμβατότητα του παράγοντα Rhesus (Rh).
• Το έμβρυο ή νεογέννητο που προσβάλλεται μπορεί να εμφανίσει
εμβρυοπλακούντιο ύδρωπα, βαρύ νεογνικό ίκτερο ή αναιμία στην
γέννηση.
• Συχνότητα – 1/150 κυήσεις.
• Επισυμβαίνει σε Rh- μητέρα που κυοφορεί έμβρυο Rh+ και που
ευαισθητοποιείται στην πρώτη της κύηση και σχηματίζει
αντισώματα ενάντια στον Rh. Η ευαισθητοποίηση και η παραγωγή
αντισωμάτων μπορεί να συμβεί ακόμη και αν η κύηση δεν είναι
τελειόμηνη. Το εμπλεκόμενο αντιγόνο του παράγοντα Rh είναι το D.
• Η πάθηση είναι επομένως σπάνια στην πρώτη κύηση.
• Στην δεύτερη όμως πρέπει να ληφθούν προφυλάξεις.
77
78
Αιμολυτική νόσος των νεογνών 3/3
82
Θεραπεία απλαστικών αναιμιών
• Θα χρειαστούν μεταγγίσεις.
• Σκοπός είναι να διατηρηθεί η Hb στα 8 g/dl.
• Μπορεί να γίνει χορήγηση συμπυκνωμένων αιμοπεταλίων αν
χρειαστεί.
• Κορτικοειδή μπορεί να χρειαστούν.
• Κατάλληλη κάλυψη για τις λοιμώξεις λόγω της συνυπάρχουσας
λευκοπενίας.
• Δίδονται αναβολικά για την διέγερση του μυελού.
• Μπορεί να χορηγηθούν σφαιρίνες δεδομένου ότι θεωρητικά έχει
ενοχοποιηθεί και ο ανοσολογικός μηχανισμός στην γένεση των
απλαστικών αναιμιών.
83
Πορφυρίες 1/4
• Οι πορφυρίες είναι μια ετερογενής ομάδα διαταραχών που
αφορούν την σύνθεση της αίμης και είναι κληρονομικές.
• Χαρακτηρίζονται από διαταραχές των ενζύμων που εμπλέκονται
στην σύνθεση της αίμης, συγκεκριμένα διαταραχές του
μεταβολισμού των πορφυρινών και των προδρόμων ουσιών τους.
• Τελικά, προκαλείται υπερπαραγωγή και συσσώρευση των
ενδιαμέσων ουσιών δηλ. των πορφυρινών.
• Η υπερπαραγωγή των πορφυρινών μπορεί να γίνεται είτε στον
μυελό είτε στο ήπαρ.
84
Πορφυρίες 2/4
• Διακρίνουμε τις ερυθροποιητικές πορφυρίες (φωτοευαισθησία και
αναιμία και τις ηπατικές πορφυρίες.
• Οι ηπατικές πορφυρίες εκτός της αναιμίας λόγω διαταραχής της
βιοσύνθεσης της αίμης, παρουσιάζουν οξύ κοιλιακό άλγος (μπορεί να
συγχυστεί με κωλικούς, σκωληκοειδίτιδα, η παγκρεατίτιδα).
• Ειδικά η οξεία διαλείπουσα πορφυρία εκδηλώνεται συχνά σε νέα
άτομα, συνήθως γυναίκες και μπορεί να πυροδοτηθεί από διάφορα
φάρμακα όπως αλκοόλ, βαρβιτουρικά, καρβαμαζεπίνη και άλλα
αντιεπιληπτικά, χλωροκίνη, ερυθρομυκίνη, ριφαμπικίνη,
σουλφοναμίδες, μερικά τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά όπως
νορτριπτυλίνη κ.α. Ειδικά η οξεία διαλείπουσα πορφυρία δεν έχει
δερματικές εκδηλώσεις, αλλά μπορεί να εμφανίσει νευρολογικές και
ψυχιατρικές εκδηλώσεις.
85
Πορφυρίες 3/4
• Τα ούρα σε κρίσεις παίρνουν σκούρο χρώμα λόγω αποβολής
πορφοχολινογόνου. Οι κρίσεις πυροδοτούνται σε στέρηση τροφής.
• Θεραπεία
Χορηγούνται σακχαρούχοι οροί και εκτός σακχάρου αιματίνη.
86
Ενότητα 2: Αιμοποιητικό σύστημα (β΄ μέρος)
1
Ασθένειες των λευκών αιμοσφαιρίων 2/2
• Επιδημιολογία
• Η ΟΛΛ είναι συχνότερη στα παιδιά με συχνότερη ηλικία έναρξης τα
4 έτη, σε αντίθεση με την ΟΜΛ της οποίας η συχνότητα αυξάνεται
με την ηλικία και είναι συχνότερη στα 70 χρόνια.
• Στις περισσότερες περιπτώσεις η αιτία της λευχαιμίας παραμένει
ακαθόριστη, αν και η λοίμωξη ίσως παίζει ρόλο στην παιδική ηλικία.
• Η έκθεση σε κυτταροτοξικά φάρμακα, ακτινοβολία και ορισμένες
χημικές ουσίες όπως η βενζόλη, αυξάνει την πιθανότητα ανάπτυξης
οξείας λευχαιμίας.
• Ακόμη, ορισμένες χρόνιες αιματολογικές νόσοι, όπως η
μυελοδυσπλασία, η μυελίνωση και η παροξυσμική νυχτερινή
αιμοσφαιρινουρία παρουσιάζουν μεγάλη πιθανότητα εξέλιξης σε
ΟΜΛ.
2
Λευκά αιμοσφαίρια
3
“Blausen 0909 WhiteBloodCells”, από BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
Τύποι λευχαιμίας
5
Συμπτώματα και σημεία στις οξείες
λευχαιμίες 2/3
o Τυπικά συμπτώματα αποτελούν η κόπωση και η δύσπνοια (από
την αναιμία), βακτηριδιακές λοιμώξεις (από την λευκοπενία) και
οι αιμορραγίες (από την θρομβοπενία και συχνά από την διάχυτη
ενδαγγειακή πήξη, ΔΕΠ).
o Η φυσική εξέταση συχνά αποκαλύπτει ωχρότητα, μώλωπες και
αιμορραγίες.
o Ο πυρετός είναι ένδειξη λοίμωξης, αν και ορισμένες φορές
μπορεί να προκληθεί και από την ίδια την νόσο. Παρ’ όλα αυτά,
είναι παρακεκινδυνευμένο τέτοιο συμπέρασμα.
o Η λεμφαδενοπάθεια όταν υπάρχει είναι συνήθως περιορισμένη
και περισσότερο τυπική της ΟΛΛ.
7
Διαίρεση λευχαιμιών
Οξεία Μυελογενή
Χρόνια Μυελογενής
Λευχαιμία (ΟΜΛ):
Λευχαιμία (ΧΜΛ): συχνή
συμβαίνει τόσο σε
στους ενήλικες.
ενήλικες όσο και στα
παιδιά
10
11
Συμπτώματα λευχαιμιών
13
Οξεία μυελογενής λευχαιμία (ΟΜΛ)
“Auer rods”, από ToNToNi “Myeloblast with Auer rod smear 2010-01-27”, από
διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 Paulo Mourao διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
14
16
“Blausen 0097 BoneMarrowBiopsy”, από Dcoetzee διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
Χημειοθεραπεία
• Στην οξεία λευχαιμία δίνουμε κυτταροτοξική χημειοθεραπεία
με την χορήγηση συνδυασμών πολλών φαρμάκων.
• Τα πρωτόκολλα διαφέρουν στην ΟΛΛ και στην ΟΜΛ.
• Τα κυτταροτοξικά φάρμακα θανατώνουν τα λευχαιμικά
κύτταρα δρώντας σε διαφορετικές οδούς, ωστόσο
καταστρέφουν και φυσιολογικά κύτταρα.
• Ανεπιθύμητες ενέργειες των κυτταροστατικών αποτελούν, η
τριχόπτωση, οι έμετοι, η ναυτία, η ξηροστομία, και η
ανεπάρκεια του μυελού των οστών σε προσβολή μυελικών
κυττάρων.
• Η διάρκεια της αγωγής είναι μήνες (ΟΜΛ) ή 2-3 χρόνια (ΟΛΛ).
17
Μεταμόσχευση μυελού 1/2
• Για ορισμένους ασθενείς, μετά την χημειοθεραπεία και την
ακτινοθεραπεία, η μεταμόσχευση μυελού αποτελεί ένδειξη.
• Λήψη κυττάρων γίνεται είτε από τον ίδιο τον ασθενή πριν από την
χορήγηση κυτταροστατικών, οπότε αυτά αποθηκεύονται και
επανενίονται (αυτότολογη μεταμόσχευση), είτε από HLA-συμβατό
δότη (ετερόλογη μεταμόσχευση).
• Η θεραπεία με πολύ υψηλές δόσεις κυτταροστατικών θανατώνει τον
μυελό του ασθενούς χωρίς πιθανότητα ανάκαμψης, ενώ ο μυελός
που ενίεται αποκαθιστά την μυελική λειτουργία.
• Η λήψη αλλογενούς μοσχεύματος εμφανίζει μικρότερη πιθανότητα
υποτροπής της νόσου από την αυτογενή μεταμόσχευση.
• Και υπάρχουν ενδείξεις ότι στην αλλογενή μεταμόσχευση, ο μυελός
του δότη ασκεί έντονη αντικαρκινική δράση, δηλαδή δράση του
μοσχεύματος κατά της λευχαιμίας. 18
19
Χρόνια Λεμφοκυτταρική Λευχαιμία (ΧΛΛ)
• Η επίπτωση της ΧΛΛ αυξάνει με την ηλικία.
• Οι άνδρες προσβάλλονται με διπλάσια συχνότητα, ενώ σε
οικογένειες με τουλάχιστον ένα μέλος που έχει ΧΛΛ ή ΟΛΛ ο
κίνδυνος αυξάνεται.
• Στην ΧΛΛ η γενετική βάση παραμένει σκοτεινή.
• Αναφέρεται μικρότερη επίπτωση στους ασιατικούς λαούς.
• Η ΧΛΛ είναι κακοήθης νόσος των Β λεμφοκυττάρων ενώ η
αιτιολογία παραμένει άγνωστος.
• Τα κύτταρα που προσβάλλονται οπτικά φαίνονται ώριμα αλλά
λειτουργικά είναι ανώριμα.
20
22
23
Θεραπεία ΧΛΛ
• Η νόσος θεωρείται και χρόνια και ανίατη.
• Ωστόσο εμφανίζει μια καλοήθη πορεία, ώστε πολλοί ασθενείς
κυρίως οι ηλικιωμένοι πεθαίνουν από άλλες αιτίες παρά από την
ΧΛΛ.
• Αρκετοί ασθενείς μπορεί να μην χρειαστούν αγωγή.
• Σε εκείνους που θα δώσουμε, συνιστάται η χλωραμβουκίλη ή
κυκλοφωσφαμίδη από του στόματος.
• Υπάρχουν και νεότερα φάρμακα που είναι ανάλογα των πουρινών
και έχουν χρησιμοποιηθεί.
• Επίσης έχει χρησιμοποιηθεί τόσο η αυτόλογη όσο και η αλλογενής
μεταμόσχευση μυελού.
24
“Chronic lymphocytic leukemia - very high mag”, από Nephron διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 25
Τι παραβλάπτει η χρονία
λεμφοκυτταρική λευχαιμία
27
Συμπτώματα της ΧΜΛ
• Παρατηρείται απώλεια βάρους, εφίδρωση και ανορεξία, κυρίως
κατά την έναρξη της νόσου. Γενικά είναι συχνότερα τα συστηματικά
συμπτώματα.
• Μπορεί να υπάρχει και κοιλιακό άλγος λόγω της μεγάλης διόγκωσης
του σπληνός (σπληνομεγαλία).
• Διερεύνηση της ΧΜΛ
• Στην γενική αίματος τα λευκά είναι πολύ αυξημένα
(συχνά>100χ10(9)/l, η Hb μπορεί να είναι ελαφρά χαμηλή.
• Ο αριθμός των αιμοπεταλίων είναι είτε φυσιολογικός είτε υψηλός.
• Στο επίχρισμα αίματος βρίσκουμε ώριμα και ανώριμα κύτταρα
ταυτόχρονα.
• Ο μυελός των οστών είναι ιδιαίτερα κυτταροβριθής και
ανευρίσκεται και το χρωμόσωμα της Φιλαδελφείας.
28
29
Θεραπεία ΧΜΛ 2/4
• Μερικοί ασθενείς με ιντερφερόνη, εμφανίζουν φυσιολογικοποίηση
των λευκών και εξαφάνιση του χρωμοσώματος της Φιλαδελφείας.
Η πρόγνωσή τους είναι πολύ καλύτερη των υπολοίπων.
• Μια νέα θεραπεία είναι το STI571 (Glivec) που αναστέλλει την
παθολογική τυροσινική κινάση που παράγεται από το BCR-ABL
γονίδιο.
30
31
Θεραπεία ΧΜΛ 4/4
• Η μεταμόσχευση μυελού μπορεί να επιτευχθεί είτε από συμβατό
αδελφό είτε από άσχετο δότη.
• Θεωρείται ιδανική σε νεότερους (<60 ετών) ασθενείς και προκαλεί
ίαση στους μισούς περίπου.
• Ωστόσο οι υπόλοιποι μπορεί να πεθάνουν είτε από επιπλοκές της
μεταμόσχευσης είτε από υποτροπή που μπορεί να παρατηρηθεί
μετά την μεταμόσχευση.
• Ασθενείς που υποτροπιάζουν μετά την μεταμόσχευση μυελού
λαμβάνουν λεμφοκύτταρα από τον αρχικό δότη ενδοφλεβίως.
• Με αυτήν την προσέγγιση ένα ποσοστό 75% των υποτροπιαζόντων
μπορεί να οδηγηθεί σε παρατεταμένη ύφεση.
32
Λεμφώματα
• Υπάρχουν δύο τύποι λεμφωμάτων:
1. Η νόσος του Hodgkin
2. Τα λεμφώματα non-Hodgkin
33
Λεμφώματα non-Hodgkin
• Αυτά αποτελούν μια ετερογενή ομάδα και είναι κακοήθειες του
λεμφικού συστήματος.
• Κατά 80% προέρχονται από τα Β-λεμφοκύτταρα, ενώ κατά 20%
από τα Τ-λεμφοκύτταρα.
34
Λεμφικό σύστημα
37
Χαμηλής κακοήθειας λεμφώματα 1/3
• Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει νόσους όπως το θυλακιώδες
λέμφωμα, και την μακροσφαιριναιμία του Waldenstrom.
• Αυτές οι διαταραχές είναι ύπουλες, με βραδεία εξέλιξη, που
ευτυχώς ελέγχονται με επιτυχία με την από του στόματος
χημειοθεραπεία. Μέση επιβίωση 3-10 χρόνια.
38
39
Χαμηλής κακοήθειας λεμφώματα 3/3
• Η μακροσφαιριναιμία του Waldenstrom είναι λέμφωμα χαμηλής
κακοήθειας όπου τα ανώμαλα λεμφοκύτταρα έχουν χαρακτηριστικά
λεμφοκυττάρων και παράγουν μονοκλωνική παραπρωτεΐνη IgM.
• Οι πάσχοντες παρουσιάζουν χαρακτηριστικά του λεμφώματος
(όπως λεμφαδενοπάθεια με γενικά συμπτώματα) ή συνηθέστερα
σύνδρομο υπεργλοιότητας το οποίο προκύπτει από τα υψηλά
επίπεδα IgM.
• Έχουμε λήθαργο, κεφαλαλγία, ζάλη και οπτικές διαταραχές.
• Χρησιμοποιείται η πλασμαφαίρεση που ελαττώνει τα επίπεδα της
IgM και την υπεργλοιότητα του πλάσματος. Ως χημειοθεραπεία
χρησιμοποιείται από του στόματος η χλωραμβουκίλη ή η
φλουδαραβίνη.
40
Λέμφωμα non-Hodgkin
“Malignant lymphoma, high grade B cell 1”, από Patho διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
41
Ενδιάμεσης και υψηλής κακοήθειας
λεμφώματα
• Είναι πιο επιθετικές νόσοι με ταχεία και εξέλιξη και απότομη έναρξη.
• Παραδείγματα τέτοιων νόσων αποτελούν τα λεμφώματα από
διάχυτα μεγάλα κύτταρα (ενδιάμεσης κακοήθειας) και το λέμφωμα
Burkitt (υψηλής κακοήθειας).
• Τα λεμφώματα από μεγάλα κύτταρα παρουσιάζουν ταχεία εισβολή
και εξέλιξη αν αφεθούν χωρίς θεραπεία.
• Οι ασθενείς παρουσιάζονται με λεμφαδενοπάθεια αλλά και γενικά
συμπτώματα όπως πυρετός και απώλεια βάρους.
• Με πολυπαραγοντιακή χημειοθεραπεία θεραπεία, περίπου 30% των
ασθενών μπορεί να ιαθούν και πολύ λιγότεροι με υποστήριξη μυελού
και αρχέγονα κύτταρα.
• Ωστόσο το μεγάλο ποσοστό καταλήγει από την νόσο.
42
43
Λέμφωμα Burkitt 2/3
• Με εντατική χημειοθεραπεία και ο ενδημικός και ο μη ενδημικός
τύπος είναι δυνατόν να θεραπευθούν.
• Όταν το μη ενδημικό λέμφωμα Burkitt εμφανίζεται σε ασθενείς
που πάσχουν από AIDS τότε έχει πολύ πτωχή πρόγνωση.
• Στα λεμφώματα ενδιάμεσης και υψηλής κακοήθειας, η
σταδιοποίηση γίνεται συχνότατα με το σύστημα Ann Arbor, το
οποίο σχετίζεται με την πρόγνωση.
44
45
Λέμφωμα (νόσος) Hodkgin’s
• Είναι λέμφωμα με διφασική κατανομή με πρώτη αιχμή σε
νεαρούς ενήλικες και δεύτερη σε ηλικιωμένα άτομα.
• Χαρακτηριστικό γνώρισμα του λεμφώματος αυτού είναι τα
κύτταρα Reed-Sternberg.
• Η αιτιολογία του είναι άγνωστος.
• Ωστόσο οι επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν μια σχέση με τον ιό
EBV και το γονιδίωμα αυτού του ιού βρίσκεται στο 80% δειγμάτων
από βιοψίες.
• Υπάρχει μια αύξηση προσβολής των μελών της αυτής οικογένειας.
46
Λέμφωμα Hodkgin’s
48
49
Τύποι και σταδιοποίηση του λεμφώματος
Hodgkin’s 2/2
• Στάδιο ΙΑ ή ΙΒ Προσβολή μιας λεμφαδενικής περιοχής ή μιας
μόνον εξωλεμφικής περιοχής (ΙΕ).
• Στάδιο ΙΙΑ ή ΙΙΒ Προσβολή δύο ή περισσοτέρων λεμφαδενικών
περιοχών ή μιας εξωλεμφικής περιοχής και τοπική λεμφαδενική
συμμετοχή (ΙΙΕ) στην ίδια περιοχή του διαφράγματος.
• Στάδιο ΙΙΙΑ ή ΙΙΙΒ Λεμφαδενική συμμετοχή και στις δύο πλευρές
του διαφράγματος.
• Στάδιο IVA ή IVB Προσβολή του ήπατος ή του μυελού των οστών
ή εκτεταμένη συμμετοχή άλλης εξωλεμφικής περιοχής.
50
51
Πρόγνωση σε λέμφωμα Hodgkin’s
• Το ποσοστό ίασης κυμαίνεται στο 50%, αν το στάδιο είναι
προχωρημένο και περίπου 80% αν το στάδιο είναι αρχικό.
• Οι επιπλοκές της θεραπείας είναι μεγαλύτερες όσο αυξάνει η
επιβίωση, δευτεροπαθείς δε κακοήθειες εμφανίζονται στο 10%,
μέχρι και 10-15 χρόνια μετά την υποχώρηση της νόσου.
52
Μυελοδυσπλαστικές διαταραχές
Περιλαμβάνουν εκτός από την χρόνια μυελογενή λευχαιμία και την
μυελοίνωση, την αληθή πολυκυτταραιμία και την ιδιοπαθή
θρομβοκυττάρωση.
53
Αληθής πολυκυτταραιμία
• Επιδημιολογία πολυκυτταραιμίας
Είναι συχνότερη την έκτη δεκαετία της ζωής και φαίνεται να έχει
μεγαλύτερη επίπτωση στους άνδρες.
• Παθοφυσιολογία πολυκυτταραιμίας
Η πολυκυτταραιμία αποτελεί κλωνική διαταραχή των αρχεγόνων
κυττάρων.
Η μάζα των ερυθροκυττάρων είναι αυξημένη, οι δε μισοί ασθενείς
παρουσιάζουν αυξημένα αιμοπετάλια και λευκοκύτταρα.
54
55
Κλινική εικόνα πολυκυτταραιμίας 2/2
• Λόγω δε της ανώμαλης λειτουργίας των αιμοπεταλίων, υπάρχει
αυξημένος κίνδυνος αιμορραγίας.
• Εμφανίζονται από μώλωπες μέχρι μεγάλη αιμορραγία από το
γαστρεντερικό ή το ΚΝΣ.
• Το 75% έχει σπληνομεγαλία.
56
57
Διερεύνηση πολυκυτταραιμίας
• Βρίσκουμε αύξηση της τιμής της αιμοσφαιρίνης, του αριθμού των
ερυθροκυττάρων, συχνά δε και των λευκών και των αιμοπεταλίων.
• Υπάρχει αύξηση της μάζας των ερυθρών που φαίνεται με ισοτοπικές
μελέτες.
• Πιθανώς να συνυπάρχει και αύξηση του πλάσματος.
• Η αληθής πολυκυτταραιμία πρέπει να διαφοροδιαγιγνώσκεται από
την δευτεροπαθή πολυκυτταραιμία όπως εκείνη που προκύπτει:
1. Λόγω υποξαιμίας (πνευμονικές νόσοι, κυανωτικές καρδιοπάθειες,
πολύ υψηλό υψόμετρο),
2. Όγκους που παράγουν ερυθροποιητίνη (νεφρικοί όγκοι,
αιμαγγειοβλαστώματα της παρεγκεφαλίδας)
3. Από την πολυκυτταραιμία που προκύπτει σε υπερτασικούς που
είναι ταυτόχρονα και βαρείς καπνιστές.
58
59
Πολλαπλό μυέλωμα (μυέλωμα)
• Είναι κακοήθεια των πλασματοκυττάρων του μυελού των οστών.
• Εμφανίζει επίπτωση 4/100.000.
• Είναι συχνότερο σε ηλικιωμένα άτομα καθώς και στην μαύρη
φυλή.
• Η μέση ηλικία προσβολής είναι τα 65-70 χρόνια .
60
61
Παθοφυσιολογία του μυελώματος 2/2
• Η νεφρική ανεπάρκεια που εμφανίζεται στο 50% των ασθενών με
πολλαπλό μυέλωμα είναι αποτέλεσμα η της αποβολής
λευκώματος Bence-Jones (που είναι οι ελαφρές άλυσοι των
παθολογικών ανοσοσφαιρινών) ή το αποτέλεσμα της
συνυπάρχουσας υπερασβαιστιαιμίας.
Υπ’όψιν ότι ενώ φυσιολογικά οι ελαφρές και βαριές αλυσίδες του
μορίου των ανοσοσφαιρινών παράγονται 1:1, στο πολλαπλό
μυέλωμα οι ελαφρές άλυσοι υπερπαράγονται και γι’ αυτό
επιδρούν στην νεφρική λειτουργία.
62
63
Κλινική εικόνα του πολλαπλού μυελώματος
• Κόπωση, εξάντληση και δύσπνοια από την αναιμία και την καχεξία
που προκαλεί η χρόνια νόσος.
• Ναυτία, πολυδιψία, πολυουρία, δυσκοιλιότητα και σύγχυση που
προκαλείται από την υπερασβαιστιαιμία.
• Η σύγχυση επιτείνεται και από το σύνδρομο υπεγλοιότητας και τις
επισυμβαίνουσες λοιμώξεις, όπως του ουροποιητικού ή της
σηψαιμίας.
• Υπάρχουν οστικοί πόνοι και οστεοπορωτικά κατάγματα ιδίως στο
ισχύο, πλευρές, κρανίο και σπονδυλική στήλη, λόγω της λύσης και
απορρόφησης της φλοιώδους μοίρας των οστών αυτών.
• Η νεφρική ανεπάρκεια προκαλεί κακουχία, ανορεξία, επιτείνει την
σύγχυση του ασθενούς.
64
65
Διερεύνηση του πολλαπλού μυελώματος 2/2
• Έλεγχος των ούρων αναδεικνύει την ύπαρξη λευκώματος Bence-
Jones.
• Ο έλεγχος του μυελού των οστών εμφανίζει πληθώρα
πλασματοκυττάρων.
• Επίσης ακτινογραφίες των μακρών οστών, της σπονδυλικής στήλης
αναδεικνύουν λυτικές βλάβες. Ειδικά το κρανίο μπορεί να δείχνει
πολλαπλές λύσεις (βαμβακόμορφο κρανίο).
66
67
Διαταραχές της πήξης
68
69
Αιμοφιλία Α 1/2
• Οφείλεται σε έλλειψη του παράγοντα VIII και αποτελεί
κληρονομική υπολειπόμενη φυλοσύνδετη διαταραχή.
• Η συχνότητα είναι 1:5000 γεννήσεις αρρένων.
• Όταν η έλλειψη του παράγοντα είναι μεγάλη (παράγων<1%), η
νόσος είναι σοβαρή και χαρακτηρίζεται από αυτόματες
αιμορραγίες στις μεγάλες αρθρώσεις και στους μύες, ιδιαίτερα
στον γαστροκνήμιο και στον ψοΐτη, εκτός αν δοθεί αγωγή με
συμπεπυκνωμένο παράγοντα VIII.
70
Αιμοφιλία Α 2/2
• Σε ενδιάμεση μορφή της νόσου (επίπεδα παράγοντα 1-5%) και σε
ήπια (επίπεδα παράγοντα 5-50%) η εμφάνιση αιμορραγιών
σχετίζεται με μέτρια ή με ήπια τραύματα.
• Σε τέτοιες περιπτώσεις η χορήγηση γίνεται μόνον μετά από
τραύματα.
• Η ύπαρξη του ανασυνδυασμένου παράγοντα σήμερα έχει
γλυτώσει τους ασθενείς από ηπατίτιδα C και από μόλυνση με
HIV, που παρατηρούνταν παλαιότερα όταν χορηγούνταν
συμπυκνωμένα παράγωγα από πλάσμα.
71
Αιμοφιλία Β
• Η αιμοφιλία Β οφείλεται σε διαταραχή της παραγωγής του
παράγοντα IX.
• Ως γνωστόν, τόσο ο VIII όσο και ο IX σε συνδυασμό ενεργοποιούν
τον Χ.
• Κλινικά η αιμοφιλία Β δεν διαφοροδιαγνώσκεται από την Α,
αλλά διαπιστώνεται μόνον εργαστηριακά.
• Η συχνότητα της Β είναι στο 1/5 της Α.
72
73
Νόσος του von Willebrand 2/2
• Οι αιμορραγίες παίρνουν την μορφή δερματικών αιμορραγιών,
επιστάξεων ή μηνορραγιών.
• Σε ήπια νόσο χορηγούμε δεσμοπρεσσίνη (που αυξάνει τον
παράγοντα von Willebrand) και σε σοβαρή τον παράγοντα VII που
περιλαμβάνει και παράγοντα von Willebrand.
74
75
Θρομβοπενίες
• Σαν θρομβοπενία ορίζεται η ελάττωση του αριθμού των
αιμοπεταλίων κάτω από 150.000/μl.
• 2,5% των φυσιολογικών ατόμων μπορεί να έχει μικρότερο αριθμό
αιμοπεταλίων.
76
Τα αιμοπετάλια
• Καθημερινά παράγονται 35.000-50.000 αιμοπετάλια/μΙ αίματος.
• Προέρχονται από τα μεγακαρυοκύτταρα.
• Ο χρόνος ζωής τους είναι 8-10 ημέρες.
• Το 1/3 των αιμοπεταλίων είναι εγκλωβισμένα στον σπλήνα.
• Τα νεώτερα αιμοπετάλια είναι μεγαλύτερα και πιο ενεργά από τα
παλαιότερα .
• Μείωση της μάζας των αιμοπεταλίων αυξάνει τα επίπεδα της
ελεύθερης θρομβοποιητίνης.
77
Ταξινόμηση θρομβοπενιών
(με παθοφυσιολογικά κριτήρια)
• Κληρονομικές θρομβοπενίες.
• Επίκτητες θρομβοπενίες.
o Άνοσες θρομβοπενίες.
o Μη άνοσες θρομβοπενίες.
78
79
Κεντρική θρομβοπενία 1/2
Ανεπιτυχής παραγωγή
αιμοπεταλίων
• Χημειοθεραπεία.
• Ανεπάρκεια βιταμίνης Β12,Fe,
• Αναιμία Fanconi.
φυλικού οξέος.
• Μυελοδυσπλαστικά.
• Ακτινοβολία.
• Νυκτερινή παροξυσμική
• Φάρμακα, αλκοόλη.
αιμοσφαιρινουρία.
• Απλαστική αναιμία.
• Κυκλική θρομβοπενία.
• Λοίμωξη( CMV, HIV, EBV,
• Σύνδρομο TAR.
Parvovirus,ερυθρά).
• Φάρμακα, Αλκοόλη.
80
81
Περιφερική θρομβοπενία
Αυτοάνοσα νοσήματα
Φάρμακα Ιδιοπαθής ΙΤΡ
Δευτεροπαθής ΙΤΡ
Αυτοάνοσα νοσήματα
(ΣΕΛ.ΡΑ, Λέμφωμα,
Νεογνική πορφύρα Πορφύρα
αντιφωσφολιπιδαιμικό
μετά από μετάγγιση
σύνδρομο)
82
83
Φάρμακα που εμπλέκονται στην
καταστροφή των αιμοπεταλίων
Ανοσολογική καταστροφή αιμοπεταλίων (περιφερική θρομβοπενία)
• Κινίνη, κινιδίνη, άλατα χρυσού, διγοξίνη, σουλφοναμιδούχα,
βαλπροΐκό οξύ, ιντερφερόνη, ηπαρίνη, πενικιλλίνες,
καρβαμαζεπίνη, αρσενικούχα, άλατα ΡΑS, μεθυλντόπα, σιμεθιδίνη,
χλωροπροπαμίδη, χλωροκίνη.
• Εντομοκτόνα, κουκιά, βαφές μαλλιών.
84
85
Θρομβοπενία στην κύηση και τα νεογνά
• Συχνή σε πρόωρα νεογνά.
• Στο 10-15% γυναικών με προεκλαμψία με τη μορφή του
συνδρόμου ΗΕLLΡ (hemolysis, elevated liver enzymes, low
platelets) και το συνδρόμου AFLP (acute fatty liver of pregnancy).
• Θρομβοπενία της κύησης: Σε ποσοστό 5-8% των γυναικών με
φυσιολογική κύηση, στο τρίτο τρίμηνο της κύησης.
86
Άνοσες θρομβοπενίες
(ανοσολογικής αιτιολογίας)
ΑΥΤΟΑΝΟΣΕΣ ΑΛΛΟΑΝΟΣΕΣ
87
ΙΤΡ: Ιδιοπαθής άνοση θρομβοπενική πορφύρα
(ITP=lmmune thrombocytopenic purpura)
• Κυρίως σε παιδιά.
• Βαριά θρομβοπενία - αιφνίδια έναρξη.
• Συνήθως μετά από λοίμωξη αναπνευστικού.
• Οφείλεται σε αντιαιμοπεταλιακά αντισώματα που στρέφονται
κατά διαφορετικών γλυκοπρωτεϊνών της μεμβράνης των
αιμοπεταλίων (IgM, IgG).
• Μυελός φυσιολογικός.
• Διάγνωση: εξ αποκλεισμού.
88
Αντιαιμοπεταλιακά αντισώματα
• Η μέθοδος προσδιορισμού των αντιαιμοπεταλιακών αντισωμάτων
στο πλάσμα δεν έχει μεγάλη ευαισθησία και ειδικότητα και δεν
αποτελεί παθογνωμονικό ούτε προγνωστικό κριτήριο για την νόσο.
• Στόχος της θεραπείας είναι η πρόληψη σοβαρών αιμορραγιών και
όχι η ομαλοποίηση του αριθμού των αιμοπεταλίων.
• Στην ΙΤΡ δεν χορηγούνται μεταγγίσεις αιμοπεταλίων.
89
Θρομβοπενία από φάρμακα
Μηχανισμοί πρόκλησης
• Γενικευμένη μυελοτοξικότητα.
• Άμεση και εκλεκτική βλάβη μεγακαρυοκυττάρων.
• Άμεση βλάβη αιμοπεταλίων.
• Σχηματισμός αντιαιμοπεταλιακών αντισωμάτων.
• Άγνωστο μηχανισμό.
Συχνά ανευρίσκονται: Φαρμακοεξαρτώμενα IgG ή μη
φαρμακοεξαρτώμενα αντιαιμοπεταλικά αντισώματα (IgG & IgM ).
90
91
Κίνδυνος αιμορραγίας
Σχετίζεται με τον αριθμό των αιμοπεταλίων εφ όσον η
λειτουργικότητα των αιμοπεταλίων είναι φυσιολογική.
• Αιμοπετάλια >100.000 /μΙ: Δεν συνοδεύεται από κίνδυνο
αιμορραγίας ακόμη και μετά από χειρουργική επέμβαση.
• Αιμοπετάλια : 50.000 - 100.000/μΙ: Κίνδυνος αιμορραγίας μόνο
μετά από τραύμα ή χειρουργείο.
• Αιμοπετάλια 10.000- 50.000/μΙ: Μικρός κίνδυνος αυτόματης
αιμορραγίας.
• Αιμοπετάλια <5.000-10.000/μΙ: Μεγάλος κίνδυνος απειλητικής για
την ζωή αιμορραγίας.
92
Θεραπεία θρομβοπενίας
• Η απόφαση θεραπευτικής αντιμετώπισης της θρομβοπενίας
εξαρτάται από την κλινική εικόνα του ασθενούς και όχι από τον
αριθμό των αιμοπεταλίων.
• Ασθενής με αιμοπετάλια : 5.000-10.000/μΙ ακόμη και χωρίς
αιμορραγικές εκδηλώσεις θα πρέπει να νοσηλεύεται.
93
Θαμβωτική θρομβοπενική πορφύρα
(Τ.Τ.Ρ Thrombotic thrombocytopenic purpura)
• Ενδοαγγειακή συγκόλληση αιμοπεταλίων στην μικροκυκλοφορία
και αιμόλυση λόγω κατακερματισμού των ερυθρών κατά την
διέλευσή τους από μερικώς αποφραγμένα αρτηρίδια και
τριχοειδή.
• Διαγνωστικά κριτήρια (ΤΤΡ): Πυρετική κίνηση, αναιμία,
θρομβοπενία, νεφρική δυσλειτουργία, νευρολογικά συμπτώματα.
94
Μεταγγίσεις αιμοπεταλίων σε
θρομβοπενικούς ασθενείς 1/3
• Σε κλινικά σταθερούς ασθενείς όριο ασφάλειας για τα αιμοπετάλια
10.000/μΙ.
• Αν υπάρχει πυρετός >38οC λευκοκυττάρωση, σήψη, λοίμωξη,
διαταραχές της πήξεως (ΟΠΜΛ) φάρμακα (ηπαρίνη, αμφοτερικίνη,
αντιβιοτικά, γίνονται μεταγγίσεις και με αιμοπετάλια >10.000/μΙ.
• Σε οξεία λευχαιμία όρια μετάγγισης αιμοπεταλίων είναι
10.000/μL(5.000/ μL-20.000/μL).
• Σε ενδοκρανιακή αιμορραγία στόχος είναι τα αιμοπετάλια 75.000
/μΙ -100.000/μΙ.
• Σε αιμορραγία και συγχρόνως δυσλειτουργία των αιμοπεταλίων
(φαρμακευτική πορφύρα, By pass κλπ) στόχος τα αιμοπετάλια :
40.000/μΙ- 50.000/μΙ.
95
Μεταγγίσεις αιμοπεταλίων σε
θρομβοπενικούς ασθενείς 2/3
• Σε γαστροσκόπηση και βιοψία /βρογχοσκόπηση και βιοψία
/τοποθέτηση κεντρικού καθετήρα/βιοψία ήπατος /ΟΝΠ/
επισκληρίδια αναισθησία, λαπαροτομία πρέπει τα αιμοπετάλια
>50.000/μΙ.
• Σε νευροχειρουργικές και οφθαλμολογικές επεμβάσεις πρέπει
αιμοπετάλια >100.000/μΙ.
• Σε μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα και απλαστική αναιμία όχι
προφυλακτική χορήγηση αιμοπεταλίων (μόνο σε λοίμωξη,
χειρουργική επέμβαση, κατά τη θεραπεία).
96
Μεταγγίσεις αιμοπεταλίων σε
θρομβοπενικούς ασθενείς 3/3
• Σε μυελική ανεπάρκεια από νόσο ή θεραπεία με κυτταροτοξικά
φάρμακα ή ακτινοβολία χορηγούνται αιμοπετάλια.
• Θρομβοπενία μετά από μαζική μετάγγιση +/- αιμορραγία
χορηγούνται μεταγγίσεις αιμοπεταλίων και με αιμοπετάλια
50.000 -100.000/μΙ.
97
Ενότητα 3: Παθολογία αναπνευστικού συστήματος
Αναπνευστικό σύστημα
1
“Human respiratory system-NIH”, από 7mike5000 διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Προϋποθέσεις για την αναπνοή
• Καλή λειτουργία των αναπνευστικών μυών
o Μεσοπλεύριοι μύες, διάφραγμα κ.ά.
• Σωστή ρύθμιση από το αναπνευστικό κέντρο του εγκεφάλου
o Το οποίο καθοδηγεί το ρυθμό των αναπνευστικών κινήσεων
από τους μύες.
Ρινίτιδες
• Ρινίτιδες
o Ρινόρροια,
o Φτάρνισμα,
o Βήχας.
• Αλλεργική ρινίτιδα
o Φλεγμονώδης αντίδραση,
o Από τα διάφορα αλλεργιογόνα της ατμόσφαιρας.
3
Ιγμορίτιδες
• Φλεγμονές παραρρίνιων κόλπων.
• Από μικρόβια.
Κλινική εικόνα είναι:
• Κεφαλαλγία.
• Πόνος κατά την ψηλάφηση της περιοχής.
• Αίσθημα βάρους στη μύτη.
• Επιδείνωση της κεφαλαλγίας με την κάμψη της κεφαλής προς τα
εμπρός.
• Πυώδεις ρινικές βλέννες.
Οξεία λαρυγγίτιδα
• Συνυπάρχει με φαρυγγίτιδα ή είναι επακόλουθό της.
• Στα παιδιά είναι σοβαρή κατάσταση γιατί προκαλεί απόφραξη της
ροής του αέρα.
• Χρειάζεται άμεση παρέμβαση με αντιβιοτικά και κορτιζόλη.
5
Φαρυγγοαμυγδαλίτιδα
• Δυσκολία και πόνο στην κατάποση.
• Πυρετό και ρίγη.
• Μέτριο βήχα.
• Ο ασθενής είναι εξαντλημένος.
• Οι αμυγδαλές εμφανίζουν πύον.
Οξεία επιγλωττίτιδα
• Είναι πολύ σοβαρή πάθηση.
• Μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη απόφραξη των αεροφόρων οδών.
• Ο ασθενής έχει δύσπνοια, δυσκαταποσία, συριγμό και άφθονη
εκροή σάλιου.
• Υψηλό πυρετό με ρίγος.
• Σκύβει προς τα εμπρός.
7
Συνήθη συμπτώματα αναπνευστικών
νοσημάτων 1/10
1. Βήχας. Το πιο συνηθισμένο σύμπτωμα, είναι αντανακλαστικό
φαινόμενο, και μπορεί να προκύψει όσο σε αμιγή πνευμονικά
νοσήματα, όσο και σε παθήσεις του υπεζωκότα (πλευρίτιδες), του
μεσοθωρακίου, του λάρυγγα, αλλά και του έξω ωτός και των
παραρρινίων κοιλοτήτων.
Επίσης τον συναντάμε και σε παθήσεις της περιτοναϊκής
κοιλότητας όπως του ήπατος και της χοληδόχου. Διακρίνεται σε
ξηρό όταν δεν συνοδεύεται από απόχρεμψη (πτύελα) και σε
παραγωγικό όταν δεν συνοδεύεται από απόχρεμψη.
9
Συνήθη συμπτώματα αναπνευστικών
νοσημάτων 3/10
2. Πτύελα (απόχρεμψη). Σε φυσιολογικές συνθήκες το
τραχειοβρογχικό δένδρο εκκρίνει 100 κυβ. εκ. βλέννας το 24ωρο,
αλλά αύξηση αυτής και πρόσμειξη με φλεγμονώδη στοιχεία
αποτελεί την απόχρεμψη.
Μπορεί δε η απόχρεμψη να είναι βλεννώδης, πυώδης,
βλεννοπυώδης, ορώδης ή σκωριόχρους.
Όταν με τον βήχα αποβάλλεται αίμα ή αιμόφυρτα πτύελα, το
φαινόμενο καλείται αιμόπτυση. Πρέπει να διακρίνεται από την
αιματέμεση.
10
12
13
Συνήθη συμπτώματα αναπνευστικών
νοσημάτων 7/10
• Η δύσπνοια μπορεί να είναι εισπνευστική ή εκπνευστική.
• Νευρωσικά άτομα αναφέρουν αίσθημα δυσπνοίας και μερικές
φορές εκδηλώνουν υπέρπνοια, υπεραερισμό έως και ζάλη ή και
τετανία.
14
15
Συνήθη συμπτώματα αναπνευστικών
νοσημάτων 9/10
• Έτσι η κυάνωση βασικά διακρίνεται σε κυκλοφορική (επιβράδυνση
αίματος, μείξη του αρτηριακού με το φλεβικό) και αναπνευστική
(ελλιπής οξυγόνωση).
• Επίσης διακρίνεται σε κεντρικού (ανεπαρκής κορεσμός του αίματος
σε οξυγόνο) και περιφερικού τύπου (επιβράδυνση και στάση του
αίματος στα περιφερικά τριχοειδή).
• Μπορεί να είναι μεικτού τύπου όπως στην χρονία πνευμονική
καρδία.
• Η κεντρική παρατηρείται από παθήσεις του καρδιαγγειακού με
φλεβοαρτηριακή διαφυγή (συγγενείς καρδιοπάθειες) και από
πνευμονικές παθήσεις όπου σε περιοχή του πνεύμονος υπάρχει
καλή αιμάτωση αλλά όχι και καλός αερισμός (πνευμονία,
βρογχοπνευμονία.
16
17
Τρόποι διερεύνησης των πνευμονικών
νοσημάτων
(Εκτός από το ιστορικό και την φυσική εξέταση)
1. Η σπιρομετρία είναι μέθοδος διερεύνησης των πνευμονικών
διαταραχών μέσω σπιρομέτρου που καταγράφει την ταχύτητα
εκπνοής και του συνολικού εκπνεομένου όγκου αέρα.
2. Ο ακτινολογικός έλεγχος (απλή ακτινογραφία θώρακος
συμπληρωμένη από την πλαγία, αλλά και η αξονική και μαγνητική
τομογραφία, ακτινοσκόπηση, βρογχογραφία και αγγειογραφία
πνευμόνων).
3. Εξέταση των βρογχικών εκκριμάτων από βαθιά απόχρεμψη.
4. Λαρυγγοσκόπηση.
5. Βρογχοσκόπηση (σήμερα υπάρχουν τα εύκαμπτα βρογχοσκόπια).
6. Ραδιοϊσοτοπικές μέθοδοι.
7. Δερμοαντιδράσεις όπως Mantoux κτλ.
18
19
ΧΑΠ 1/2
• Τα νοσήματα της ΧΑΠ (χρονία βρογχίτιδα και πνευμονικό
εμφύσημα) εξετάζονται μαζί, αφ’ ενός διότι συχνά συνυπάρχουν,
αφ’ ετέρου διότι μερικές φορές η διάκριση μεταξύ τους γίνεται
δύσκολη.
• Για να αυξηθούν οι ενδοπνευμονικές αντιστάσεις στην ΧΑΠ, θα
πρέπει σε μερικά σημεία του τραχειοβρογχικού δένδρου, η
στένωση να αφορά στο 50-60% των αεροφόρων οδών, οπότε θα
διαταραχθεί και η σχέση FEV1/FVC.
20
ΧΑΠ 2/2
• Έχει δε δειχθεί ότι στην ΧΑΠ, υπάρχει μείωση του κορεσμού της
αιμοσφαιρίνης και της μερικής τάσης του Ο2 στο αρτηριακό αίμα,
με σημαντικότερες στιγμές πτώσης του κορεσμού, περιόδους του
ύπνου REM.
• Εκεί παρατηρούνται άπνοιες που στην ΧΑΠ ελαττώνουν
περισσότερο τον αερισμό λόγω των υποξαιμιών που προκαλούν.
21
Χρονία βρογχίτιδα 1/3
• Προκαλεί απόφραξη λόγω βλέννας στους βρόγχους, συνυπάρχει δε
υποβλενογόνιο οίδημα, περιβρογχική ίνωση, και πάχυνση του
τοιχώματος των βρόγχων από υπερτροφία των βλενογονίων
αδένων.
• Το τελευταίο είναι και το χαρακτηριστικό της πάθησης και οδηγεί
στην αυξημένη παραγωγή βλέννας.
• Βασικές εκδηλώσεις είναι ο βήχας και η απόχρεμψη, αλλά για να
μπει η σφραγίδα της χρονίας βρογχίτιδας τα συμπτώματα πρέπει
να διαρκούν τουλάχιστον για 3 μήνες για 2 συνεχή χρόνια ή και
περισσότερο. Ο ορισμός είναι κλινικός.
22
23
Χρονία βρογχίτιδα 3/3
• Οι πάσχοντες μπορεί να είναι ασυμπτωματικοί όπως με μόνο
πρωινό βήχα των καπνιστών ή να εμφανίσουν βαριά δύσπνοια με
μεγάλη αύξηση των πνευμονικών αντιστάσεων στον αερισμό
καθώς και χρόνια πνευμονική καρδία.
24
25
Πνευμονικό εμφύσημα 2/5
• Αρνητικά επιδρούν το κάπνισμα, η ρύπανση της ατμόσφαιρας, τα
υγρά και κρύα κλίματα, αλλά έχει αναφερθεί και έλλειψη του
ενζύμου α1-αντιθρυψίνης που αφήνει ανεμπόδιστα πολλά
πρωτεολυτικά ένζυμα να καταστρέφουν το πνευμονικό παρέγχυμα.
26
27
Πνευμονικό εμφύσημα 4/5
Κλινική εικόνα
• Τα άτομα είναι άνω των 50 συνήθως και συχνά βαρείς καπνιστές
διαμένοντες σε ψυχρά και υγρά μέρη με υψηλή ατμοσφαιρική
ρύπανση, όλα αυτά είναι άλλωστε και αιτιολογικοί αλλά και
επιβαρυντικοί παράγοντες της νόσου.
• Το σύνηθες είναι ο χρόνιος μη παραγωγικός βήχας για πολλά
χρόνια και λιγότερο η απόχρεμψη που είναι εμφανής κυρίως όταν
υπάρχει χρονία βρογχίτιδα.
• Μπορεί να συνυπάρχει και βρογχικό άσθμα.
• Άλλο χαρακτηριστικό σύμπτωμα είναι η δύσπνοια.
• Η δύσπνοια είναι συνήθως προσπάθειας, αλλά στα προχωρημένα
στάδια είναι και στην ηρεμία.
28
29
Βρογχικό άσθμα 1/12
Ορισμοί
• Είναι χρονίου τύπου αποφρακτική πνευμονοπάθεια που
χαρακτηρίζεται από εκτεταμένη και διάχυτη στένωση των
αεραγωγών οδών και ιδίως των βρογχιολίων ως συνέπεια
απαντητικότητας σε ποικίλα ερεθίσματα.
• Εκδηλώνεται δε με την μορφή της παροξυσμικής δύσπνοιας
κυρίως εκπνευστικής με συρίττουσα αναπνοή και βήχα.
• Οι παροξυσμοί υποχωρούν ή αυτόματα ή μετά από θεραπεία.
• Τα χαρακτηριστικά είναι δύο, η βρογχική απόφραξη και η
βρογχική υπεραντιδραστικότητα.
30
32
33
Βρογχικό άσθμα 5/12
• Σήμερα πιστεύουμε ότι η ρύπανση και η συνήθεια του καπνίσματος
εννοείται ότι δρουν επιβαρυντικά στην εκδήλωση των ασθματικών
παροξυσμών αλλά και στην βαρύτητα των κλινικών συμπτωμάτων.
Ταξινόμηση του άσθματος
• Ανάλογα με τις εκδηλώσεις διακρίνεται σε ήπιο, μέσης βαρύτητας
ή βαρύ.
• Σήμερα ταξινομείται ως διαλείπον ή πρώιμο (intermittent, early),
ήπιο ανθιστάμενο (mild persistent), μέτριας βαρύτητας
ανθιστάμενο (moderate persistent), σοβαρό ή μεγάλης βαρύτητας
(severe persistent).
• Επίσης ανάλογα με την αιτιολογία, μπορεί να ταξινομηθεί σε
ενδογενές και εξωγενές.
34
37
Βρογχικό άσθμα 9/12
Επιπλοκές του βρογχικού άσθματος
• Μεγάλη εξάντληση, αφυδάτωση, λοιμώξεις, ατελεκτασία, χρονία
βρογχίτιδα, πνευμονικό εμφύσημα και σπανιότερα χρονία
πνευμονική καρδία. Επίσης μπορεί να παρατηρηθούν παύση της
αναπνοής, καρδιακές αρρυθμίες, και πνευμοθώρακας.
38
39
Βρογχικό άσθμα 11/12
Θεραπεία του βρογχικού άσθματος (συνέχεια)
• Το μαγνήσιο στην ασθματική κρίση χορηγείται ενδοφλέβια.
• Στην αντιμετώπιση της ασθματικής κρίσης χρησιμοποιούνται β-
διεγέρτες μέσω νεφελοποιητού μέσω χρήσης κατάλληλης
συσκευής.
• Επίσης χορηγούνται διάφορα εισπνεόμενα αντιχολινεργικά,
ισοπροτερενόλη, τερβουταλίνη, κορτικοστεροειδή, καθώς και
οξυγόνο αφού πρώτα μετρηθούν τα αέρια του αίματος.
• Επίσης ενυδατώνουμε τον ασθενή.
40
42
Πνευμονίες 2/5
• Υπάρχουν και άλλα είδη πνευμονίας.
43
Πνευμονίες 3/5
• Μια άλλη οντότητα είναι η πνευμονία από κλεμπσιέλλα που είναι
μεν σπάνια (1%), αλλά έχει μεγάλη θνητότητα. Χαρακτηρίζεται από
κολλώδη αιματηρή απόχρεμψη (πηκτή φραγκοσταφύλλων). Μπορεί
δε να εμφανίσει λευκοπενία και ίκτερο.
44
Πνευμονίες 4/5
• Η πνευμονία από αναερόβια εμφανίζεται σε επίδραση υλικού
από χαλασμένα δόντια. Σε άτομα αλκοολικά αλλά και σε
υπερήλικες εμφανίζεται πνευμονία από εισρόφηση.
• Πνευμονία εμφανίζεται και σε ασθενείς με AIDs και απαιτεί
συχνά αγωγή με τριμεθοπρίμη και σουλφαμεθοξαζόλη, συχνά
δε οφείλεται σε Pneumonocystis carinii.
• Οι πνευμονίες οφείλονται σε ιούς επίσης. Οι κυριότεροι ιοί
είναι οι μυξοιοί, οι αδενοιοί, ιοί Coxsackie, ιοί ECHO,
αναπνευστικός συγκυτιακός ιός κ.α.
45
Πνευμονίες 5/5
• Πνευμονίες μπορεί να οφείλονται σε μύκητες, όπως είναι οι
απέργιλλοι. Άλλες αιτίες αποτελούν οι ρικέτσιες, η Coxiella burnetti
(πυρετός Q), καθώς και τα χλαμύδια.
• Μια οντότητα που καλείται και άτυπη πνευμονία οφείλεται στο
μυκόπλασμα της πνευμονίας (βλ μυκοπλάσματα). Άλλα αίτια είναι
τα είδη της Λεγιονέλλας και τα χλαμύδια (ψιττάκωσης). Συχνά
στελέχη μυκοπλασμάτων είναι το TWAR. Η άτυπη πνευμονία
εμφανίζει δυσαναλογία ευρημάτων ακτινολογικών και κλινικών.
• Η Λεγιονέλλα προκαλεί την νόσο των λεγεωναρίων. Οι συσκευές
κλιματισμού ενοχοποιήθηκαν για την νόσο των Λεγεωναρίων. Ως
θεραπεία χρησιμοποιούνται οι τετρακυκλίνες. Επίσης έχουν
χρησιμοποιηθεί οι ερυθρομυκίνες.
• Η θεραπεία στις ιογενείς λοιμώξεις είναι μη επιτυχής.
46
48
49
Εργαστηριακά ευρήματα πνευμονικής εμβολής 1/3
51
Εργαστηριακά ευρήματα πνευμονικής εμβολής 3/3
52
53
Θεραπεία πνευμονικής εμβολής 2/2
• Επίσης για την διάλυση του θρόμβου χρησιμοποιούνται
θρομβολυτικά όπως η στρεπτοκινάση σε δόση 250.000
μονάδες (δόση εφόδου) σε 30 λεπτά και ακολουθεί η
χορήγηση 100.000 μονάδων ανά ώρα για 24-72 ώρες.
• Η επίδραση της στρεπτοκινάσης ελέγχεται ανά τετράωρο με
βάση τον χρόνο προθρομβίνης.
• Τα θρομβολυτικά αντενδείκνυται σε πρόσφατο αγγειακό
εγκεφαλικό επεισόδιο, σε αιμορραγίες (πεπτικό), σε κακοήθη
υπέρταση. Η θέση τους έγκειται στις πρώτες ώρες μιας
σοβαρής πνευμονικής εμβολής.
54
55
Σπινθηρογράφημα επί πνευμονικής εμβολής
56
57
Καρκίνος του πνεύμονος - αιτιολογία
• Οι ηλικίες που προσβάλλονται από τον καρκίνο του πνεύμονα
είναι μεταξύ 50-70 ετών και μόνον το 5% είναι άτομα κάτω
των 40 ετών.
• Η συχνότητα καρκίνου του πνεύμονα σε άνδρες μη καπνιστές
είναι 3,4 ανά 100.000 και για καπνιστές 10-20 τσιγάρων
ανέρχεται σε 59,3, σε δε καπνιστές > των 40 τσιγάρων σε 217.
Στους δε καπνιστές είναι δυνατόν να βρεθεί θετικό το
καρκινοεμβρυικό αντιγόνο (CEA), χωρίς να ανιχνεύεται
καρκίνος.
58
59
Ιστολογικοί τύποι καρκίνου του πνεύμονος 2/2
• Αναφέρεται και ο τύπος καρκινώματος βρογχοκυψειλιδικού, που
στην πραγματικότητα αποτελεί ιδιαίτερο τύπο
αδενοκαρκινώματος.
• Το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα συναντάται συχνά σε άνδρες
καπνιστές. Στις γυναίκες είναι συχνότερο το αδενοκαρκίνωμα.
Στους νεότερους άνδρες απαντάται το μικροκυτταρικό με την
υψηλότερη κακοήθεια.
60
62
63
Διάγνωση του καρκίνου του πνεύμονος
• Η διάγνωση θα στηριχθεί κυρίως στα ακτινολογικά
απεικονιστικά μέσα (ακτινογραφία, αξονική τομογραφία,
μαγνητική τομογραφία) καθώς και στην βρογχοσκόπηση και
την κυτταρολογική εξέταση των εκκριμάτων και των πτυέλων.
64
66
Αναπνευστική ανεπάρκεια
• Ανεπάρκεια του αναπνευστικού συστήματος ισοδυναμεί με
ανεπάρκεια οξυγόνωσης του αρτηριακού αίματος ή
ανεπάρκεια αποβολής του διοξειδίου του άνθρακα.
• Μιλούμε για αναπνευστική ανεπάρκεια, όταν η μερική πίεση
του οξυγόνου στο αρτηριακό αίμα είναι κάτω των 60 mmHg
(υποξαιμία), ή όταν η μερική πίεση του διοξειδίου του
άνθρακα στο αρτηριακό αίμα είναι άνω των 45 mmHg
(υπερκαπνία) ή συνυπάρχουν και οι δύο καταστάσεις.
• Ο παραπάνω ορισμός προϋποθέτει ότι ο ασθενής αναπνέει
ατμοσφαιρικό αέρα (πίεση 760 mmHg, περιεκτικότητα σε
οξυγόνο 21%).
67
Χρόνια και οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια
68
69
Σύνδρομο Αναπνευστικής Δυσχέρειας
1. Λοιμώξεις.
2. Εισρόφηση.
3. Εισπνοή τοξικών ουσιών.
4. Φαρμακευτική δηλητηρίαση (σαλικυλικά, βαρβιτουρικά, ηρωίνη).
5. Αιματολογικές διαταραχές (ΔΕ Π, μετάγγιση μεγάλης ποσότητας
αίματος).
6. Μεταβολικές διαταραχές (οξεία παγκρεατίτιδα, ουραιμία).
70
72
Παθήσεις με υποξαιμία
• Άλλες παθήσεις εκδηλώνονται κυρίως με υποξαιμία. Η βλάβη
εντοπίζεται στους πνεύμονες.
• Παθοφυσιολογικά διακρίνουμε: α) Διαταραχή στη διάχυση των
αερίων δια μέσου της κυψελιδικής μεμβράνης, όπως στην
πνευμονική ίνωση. β) Πρόσμειξη του αρτηριακού με φλεβικό αίμα
που πέρασε από τις κυψελίδες χωρίς να οξυγονωθεί
(βραχυκύκλωμα ή shunt) ή οξυγονώθηκε ανεπαρκώς (μεταβολή
στη σχέση αερισμού-αιμάτωσης).
• Εδώ συγκαταλέγονται η πνευμονία, η ατελεκτασία, το πνευμονικό
οίδημα και η χρόνια βρογχίτιδα. Οι παθήσεις αυτές εκδηλώνονται
με δύσπνοια και σοβαρή κυάνωση που είναι εμφανέστερη στους
βλεννογόνους (χείλη, γλώσσα).
73
Εκδηλώσεις από ΚΝΣ
• Η αναπνευστική ανεπάρκεια έχει εκδηλώσεις και από το
κεντρικό νευρικό σύστημα. Διαταράσσεται η εγκεφαλική
λειτουργία και ενδέχεται να εμφανιστεί παραλήρημα ή
ψυχικές διαταραχές. Η υπερκαπνία, ειδικά, προκαλεί
προοδευτική πτώση του επιπέδου συνείδησης. Από το
κυκλοφορικό σύστημα παρατηρείται ταχυκαρδία και αυξάνει
ο κίνδυνος εμφάνισης αρρυθμιών. Παράλληλα,
διαταράσσεται και η νεφρική λειτουργία.
74
Θεραπευτική αντιμετώπιση
αναπνευστικής ανεπάρκειας
• Η θεραπευτική αντιμετώπιση της αναπνευστικής ανεπάρκειας
πρέπει να είναι υποστηρικτική και αιτιολογική.
• Τα βρογχοδιασταλτικά, η παροχέτευση των εκκρίσεων και η
φυσιοθεραπεία εφαρμόζονται σε όλους τους ασθενείς.
• Η χορήγηση οξυγόνου βοηθά σε μεταβολές της σχέσης αερισμού-
αιμάτωσης. Όταν τα μέτρα αυτά δεν αποδώσουν, μόνη λύση
είναι η μηχανική υποστήριξη της αναπνοής.
• Η εφαρμογή θετικής τελοεκπνευστικής πίεσης (PEEP) βοηθά στις
περιπτώσεις πνευμονικού οιδήματος κρατώντας τις κυψελίδες
ανοιχτές. Η μηχανική υποστήριξη της αναπνοής σχετίζεται με
νοσοκομειακές λοιμώξεις και μείωση της καρδιακής παροχής.
75
Οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια
• Παρατηρείται διαταραχή της οξυγόνωσης ή του αερισμού, στην
οποία η μερική πίεση οξυγόνου του αρτηριακού αίματος πέφτει
κάτω από τα 60 mmHg ή/και η μερική πίεση του διοξειδίου του
άνθρακα αυξάνει πάνω από 50mmHg και το pH πέφτει κάτω από
7,35.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο ασθενής θα χρειαστεί
υποστηρικτική χορήγηση οξυγόνου. Διασωλήνωση και μηχανικός
αερισμός μπορεί να χρειασθούν, αν ο ασθενής δεν έχει επαρκή
οξυγόνωση και αερισμό. Η θεραπεία εξαρτάται από την
υποκείμενη αιτία της αναπνευστικής ανεπάρκειας (π.χ.
βρογχοδιασταλτικά για το άσθμα, αντιβιοτικά για την πνευμονία,
διουρητικά και αγγειοδιασταλτικά για τη συμφορητική καρδιακή
ανεπάρκεια).
76
77
Βρογχιεκτασία
• Χρόνια διάταση του βρόγχου ή των βρόγχων, συνήθως στα κατώτερα
τμήματα των πνευμόνων, η οποία προκαλείται από τα καταστροφικά
αποτελέσματα μακροχρόνιας φλεγμονής. Παρατηρείται χρόνιος
βήχας, ή παραγωγή πτυέλων, ή δύσπνοια και ο συριγμός είναι συχνά
συμπτώματα.
Η νόσος μπορεί να είναι επίκτητη ή συγγενής και μπορεί να
προσβάλλει τον έναν ή και τους δύο πνεύμονες. Η επίκτητη
βρογχεκτασία λαμβάνει συνήθως χώρα δευτεροπαθώς σε περίπτωση
απόφραξης ή λοίμωξης, όπως η βρογχοπνευμονία, η χρόνια
βρογχίτιδα, η φυματίωση, η κυστική ίνωση ή ο κοκκύτης.
Η θεραπεία συνίσταται στη χορήγηση αντιβιοτικών, στην προφύλαξη
και στην παροχέτευση θέσης. Αν υπάρχει βρογχόσπασμος, τα
βρογχοδιασταλτικά μπορούν να φανούν χρήσιμα.
78
Υπεζωκότας
• Μεταξύ του θωρακικού τοιχώματος και πνευμόνων υπάρχει ο
υπεζωκότας που αποτελείται από 2 τμήματα (πέταλα)
o ένα εσωτερικό (σπλαγχνικός υπεζωκότας) το οποίο καλύπτει
τους πνεύμονες,
o και ένα εξωτερικό (τοιχωματικός υπεζωκότας) το οποίο
καλύπτει το θωρακικό τοίχωμα.
• Τα 2 πέταλα του υπεζωκότα σχηματίζουν μία κοιλότητα μεταξύ
τους η οποία περιέχει μία μικρή ποσότητα υγρού (πλευριτικό υγρό)
και η οποία σε φυσιολογικές συνθήκες είναι λιγότερη από 1ml. Το
υγρό αυτό λειτουργεί για αποφυγή τριβής μεταξύ των πετάλων του
υπεζωκότα κατά τις αναπνευστικές κινήσεις.
79
Πλευρίτιδα
• Η αύξηση αυτής της ποσότητας του πλευριτικού υγρού, η
οποία συμβαίνει μόνο σε παθολογικές καταστάσεις,
ονομάζεται πλευριτική συλλογή ή υγρή πλευρίτιδα, ενώ κάθε
φλεγμονή του υπεζωκότα χωρίς αύξηση του υγρού
ονομάζεται ξηρά πλευρίτιδα. Το πλευριτικό υγρό μπορεί να
αφορά μόνο το ένα ημιθωράκιο ή και τα δύο
(αμφοτερόπλευρη πλευριτική συλλογή).
80
81
Αιτίες πλευρίτιδας 2/2
o Ρευματοεδής νόσος & άλλες διάμεσες πνευμονοπάθειες.
o Καρδιακά νοσήματα.
o Παθήσεις νεφρών.
o Παθήσεις του εντέρου.
o Παγκρεατίτιδα.
o Κακή διατροφή.
o Μετά από χειρουργικές επεμβάσεις στο θώρακα και την κοιλία.
82
Διαγνωστικοί χειρισμοί-εξετάσεις
πλευριτικού υγρού
• Διαγνωστικοί χειρισμοί
o Παρακέντηση.
o Βιοψία υπεζωκότα.
o Θωρακοσκόπηση.
• Εργαστηριακές εξετάσεις πλευριτικού υγρού
o Γενική εξέταση πλευριτικού υγρού.
o Σάκχαρο-LDH.
o Χρώσεις & Καλλιέργειες για μικρόβια.
o Κυτταρολογική εξέταση.
83
Θεραπεία πλευρίτιδας
• Η θεραπευτική αντιμετώπιση είναι ανάλογη του αιτίου που την έχει
προκαλέσει, όπως για παράδειγμα η αντιβίωση σε περίπτωση που
οφείλεται σε πνευμονία, η αντιφυματική αγωγή όταν αιτία είναι η
φυματίωση ή απλώς διούρηση όταν είναι αποτέλεσμα καρδιακής
ανεπάρκειας.
• Σε περίπτωση μεγάλης πλευριτικής συλλογής η οποία είναι δυνατόν
να προκαλέσει δύσπνοια, αφαιρείται με παρακέντηση.
• Αν η παραγωγή πλευριτικού υγρού είναι ταχεία (πχ. σε κακοήθεις
νόσους), τότε μπορεί να τοποθετηθεί ειδικός σωλήνας
παροχέτευσης με αναρρόφηση κι εν συνεχεία γίνεται
«πλευροδεσία» (έγχυση ορισμένων ουσιών μέσα στον υπεζωκότα ,
οι οποίες δημιουργούν συμφύσεις και αποτρέπουν την ανάπτυξη
υγρού).
84
85
Ορισμός και αιτίες πνευμοθώρακα 2/2
II. Δευτεροπαθής
1. Τραυματικός: μετά από τραύμα.
2. Ιατρογενής: μετά από ιατρικό χειρισμό ( βιοψία ή
παρακέντηση θώρακα).
III. Τεχνητός
Προ ετών προκαλούσαν τεχνητό πνευμοθώρακα για την
αντιμετώπιση της φυματίωσης, τεχνική η οποία έχει
εγκαταλειφθεί σήμερα.
86
87
Αντιμετώπιση πνευμοθώρακα 1/2
• Η αντιμετώπιση εξαρτάται από το μέγεθός του. Ο μικρός
πνευμοθώρακας απορροφάται μόνος του και δεν χρειάζεται
να γίνει κανένας χειρισμός. Σε αμφιβολία ο ασθενής τίθεται
υπό παρακολούθηση για ένα τουλάχιστον 24/ωρο. Η εισπνοή
οξυγόνου επιταχύνει την απορρόφηση.
88
89
Σύνδρομο υπνικής άπνοιας 1/2
• Το σύνδρομο της άπνοιας στον ύπνο είναι μία αρκετά σοβαρή και
συχνή διαταραχή που αφορά όλες τις ηλικίες και των δύο φύλων
Συχνότερα όμως παρουσιάζεται στους άνδρες μετά την ηλικία των
40 ετών.
• Πρόκειται για επαναλαμβανόμενα επεισόδια διακοπής της
αναπνοής στη διάρκεια του ύπνου. Οι πάσχοντες παρουσιάζουν
έντονο ροχαλητό το οποίο διακόπτεται από επεισόδια άπνοιας.
Αυτό συμβαίνει καθ όλη τη διάρκεια του ύπνου με αποτέλεσμα να
προκαλούνται διαταραχές της οξυγόνωσης του αίματος
διαταραχές του καρδιακού ρυθμού και μικρο-αφυπνίσεις Έτσι
καταστρέφεται η φυσιολογική δομή του ύπνου. Τα απνοϊκά
επεισόδια γίνονται αντιληπτά από τους οικείους του ασθενούς,
συνήθως από το τη σύζυγο.
90
91
Διάμεσες πνευμονοπάθειες 1/2
• Κατά καιρούς έχουν προταθεί διάφορες ταξινομήσεις η τελευταία από
τις οποίες τα διακρίνει σε 5 κατηγορίες.
1. Νοσήματα που σχετίζονται με συστηματικές ασθένειες πχ
Ρευματοειδής αρθρίτιδα, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος,
αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα πολυμυοσίτιδα, δερματομυοσίτιδα,
κοκκιωμάτωση Wegener, κοκκιωμάτωση Churg Strauss, σύνδρομο
Βechet, σύνδρομο Goodpasture, ιδιοπαθής πνευμονική
αιμοσιδήρωση, συστηματική σκλήρυνση
2. Νοσήματα που προκαλούνται από φάρμακα ή περιβαλλοντικούς
παράγοντες όπως η εξωγενής αλλεργική κυψελιδίτιδα, πυριτίαση κ.α.
3. Κοκκιωματώδη νοσήματα, σαρκοείδωση, βηρυλλίωση,
ιστιοκυττάρωση κ.α.
92
93
Αμιάντωση 1/5
• Είναι μια μορφή διάχυτης διάμεσης ίνωσης και έχει σχέση με τον
βαθμό έκθεσης στον αμίαντο (dose-related). Παρουσιάζεται σε
άτομα, τα οποία έχουν εκτεθεί για αρκετό χρόνο (12-20 χρόνια)
στον αμίαντο. Οι καπνιστές έχουν περισσότερες πιθανότητες ν'
αναπτύξουν τη νόσο από τους μη καπνιστές.
Διακρίνουμε τρία στάδια της νόσου.
• Το στάδιο Ι κατά το οποία προσβάλλονται οι κυψελίδες οι οποίες
ανοίγουν προς τα βρογχιόλια υποϋπεζωκοτικά και συσσωρεύουν
ίνες. Οι ίνες προσελκύουν τα κυψελιδικά μακροφάγα και
προκαλούν την ανάπτυξη κυψελιδικών κυττάρων (τύπου ΙΙ).
Βαθμιαία αναπτύσσεται ινώδης ιστός.
94
Αμιάντωση 2/5
• Κατά το στάδιο ΙΙ η ίνωση επεκτείνεται πέραν των κυψελίδων, η
κατάσταση όμως ελέγχεται ακόμη από την ύπαρξη μεταξύ των
προσβληθεισών περιοχών, υγιούς πνευμονικού ιστού.
• Κατά το στάδιο ΙΙΙ προσβάλλονται τα παρακείμενα βρογχιόλια, τα
οποία εμφανίζουν εκτεταμένη καταστροφή. Οι μικρές πνευμονικές
αρτηρίες στενεύουν ή αποφράσσονται. Ο ινώδης ιστός συσπάται
και δημιουργούνται μικρές κυστικές περιοχές διαμέτρου πάνω από
5 mm, μεταξύ των ινών, σχηματίζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο τον
πνεύμονα «εν είδει μελικηρήθρας»: η κατάσταση αυτή
ταξινομείται στο στάδιο IV.
95
Αμιάντωση 3/5
• Η διασπορά των ινών αμιάντου και η επακόλουθη ίνωση είναι
κυρίως υποϋπεζωκοτική και κατά το μεγαλύτερο ποσοστό στις
βάσεις των πνευμόνων. Στην ακτινογραφία διακρίνονται ως μικρές
ανώμαλες σκιάσεις. Η μέση πνευμονική ζώνη και ειδικά δεξιά
προσβάλλεται σε πρώιμο στάδιο, οι σημειούμενες όμως βλάβες
είναι μικρές.
Τα σωματίδια αμιάντου είναι επιμήκη μεγαλύτερα σε μήκος από
80 mm και αποτελούνται από ίνες αμιάντου επενδεδυμένες με
στρώματα πρωτεΐνης που περιέχει σίδηρο και τους προσδίδει ένα
χρυσοκίτρινο ή καστανό χρώμα.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ενώ η παρουσία σωματιδίων
αμιάντου στα πτύελα είναι ενδεικτική έκθεσης κατά το παρελθόν,
τούτο δεν αποτελεί και απόδειξη αμιάντωσης.
96
Αμιάντωση 4/5
• Οι ακτινολογικές διαφοροποιήσεις παρατηρούνται συνηθέστερα
στις κατώτερες ζώνες του πνεύμονα. Η ακτινολογική εικόνα της
αμιάντωσης διαφέρει από εκείνη της πυριτίασης, όπου οι βλάβες
εντοπίζονται στις άνω πνευμονικές ζώνες. Οι ακτινολογικές
διαφοροποιήσεις είναι ίδιες με εκείνες της διάχυτης διάμεσης
ίνωσης με λεπτή διάστιξη. Παρουσιάζεται επίσης η εικόνα
μελικηρήθρας αλλά οι κύστεις παραμένουν μικρές, συνήθως
μικρότερες από 5 mm.
97
Αμιάντωση 5/5
• Τα άτομα που έχουν προσβληθεί από αμιάντωση παρουσιάζουν
δύσπνοια, η οποία είναι προοδευτική, δεν ανταποκρίνεται στη
χορήγηση βρογχοδιασταλτικών και σε σοβαρές περιπτώσεις
συνοδεύεται από υποξαιμία και κυάνωση. Αργότερα
παρουσιάζεται βήχας, ο οποίος συνήθως είναι ξηρός.
Στην ακρόαση διαπιστώνεται η ύπαρξη λεπτών ρόγχων κατά το
τέλος της εισπνοής και δεν καθαρίζουν με τον βήχα.
Πληκτροδακτυλία παρουσιάζεται σε μικρό ποσοστό περιπτώσεων
και σε προχωρημένες καταστάσεις.
98
99
Διάγνωση αμιάντωσης 2/3
• Η παρατηρούμενη διάχυτη ίνωση θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί
ως αμιάντωση αν υπάρχει ιστορικό έκθεσης στον αμίαντο για δύο
ή περισσότερα χρόνια, ή για μικρότερο χρόνο όταν η έκθεση ήταν
μεγάλη (π.χ. ψεκασμός με αμίαντο σε οικήματα). Η έκθεση θα
πρέπει να έχει συμβεί τουλάχιστον 10 χρόνια πριν. Μικρότερης
χρονικής διάρκειας έκθεση σπανίως προκαλεί αμιάντωση.
Η ακτινογραφία του θώρακος μπορεί να δείξει υπεζωκοτικές
πλάκες, αλλά συνήθως κατά την εξέλιξη της νόσου. Η ύπαρξη
σωματιδίων αμιάντου στα πτύελα ή σε υγρό που εισπνέεται κατά
τον βρογχοπνευμονικό καθαρισμό (bronchopulmonary lavage)
είναι απόδειξη για αμιάντωση.
100
101
Παθογένεση αμιάντωσης
• Επειδή οι μηχανισμοί άμυνας του οργανισμού δεν μπορούν να
εξαλείψουν τέτοιες ίνες, αυτές καταστρέφουν την κυτταρική
μεμβράνη επιτρέποντας την απελευθέρωση ενζύμων και άλλων
συστατικών, τα οποία αρχίζουν την παραγωγή ινώσεων. Πιθανόν
όπως και με την πυριτίαση κάποιο σημαντικό ρόλο να
διαδραματίζεται και η ανοσοβιολογική διεργασία στην ανάπτυξη
της ίνωσης.
102
103
Διαφορική διάγνωση αμιάντωσης 2/2
3. Από την σαρκοείδωση κατά την οποία παρουσιάζονται
ραγοειδίτις (uveitis), διόγκωση των δακρυϊκών και των
σιελογόνων αδένων, διόγκωση πυλαίων λεμφαδένων,
λεμφαδενοπάθεια, οζώδες ερύθημα και διάβρωση των ιστών.
Το Kveim test είναι θετικό.
4. Από άλλους σπάνιους τύπους διάχυτης ίνωσης.
5. Από κυστικό πνεύμονα. Εάν η κατάσταση είναι πολύ άτυπη τότε
πιθανώς η διάγνωση δεν είναι η αμιάντωση. Ουσιαστικό στοιχείο
για τη διάγνωση είναι η επαρκής έκθεση καθώς και τα
ακτινολογικά ευρήματα.
104
Βηρυλλίωση 1/2
• Το βηρύλλιο (Βe) είναι τοξικό μεταλλικό στοιχείο που
χρησιμοποιείται σε κράματα, στην αεροναυπηγική και σ' άλλες
υψηλής τεχνολογίας βιομηχανικές χρήσεις.
• Θεωρείται ότι προσβάλλει τον πνεύμονα προκαλώντας την νόσο
βηρυλλίωση (μορφή πνευμονοκονίωσης) σε δύο μορφές.
• Την οξεία βηρυλλίωση, η οποία σε 1-4 μήνες σε ποσοστό 10%
καταλήγει σε θάνατο, και
• την χρονιά βηρυλλίωση που είναι ηπιότερη, καταλήγει όμως σε
πνευμονική ίνωση, καρδιακή ανεπάρκεια και θάνατο σ' ένα
διάστημα 8-11 ετών.
105
Βηρυλλίωση 2/2
• Οι μορφές αυτές πνευμονοκονίωσης είναι επαγγελματικές νόσοι,
πρόβλημα όμως υπάρχει και στις κατοικίες που απέχουν έως δύο
χιλιόμετρα από τις βιομηχανίες που χρησιμοποιούν βηρύλλιο.
Ηπιότερα συμπτώματα είναι δερματίτιδα και επιπεφυκίτιδα.
106
Σιλίκωση 1/2
• Μορφή πνευμονοκονίωσης που οφείλεται σε συσσώρευση σκόνης
πυριτίου στον πνευμονικό ιστό είναι γνωστή και ως πυριτίαση. Το
πυρίτιο βρίσκεται στην άμμο, στις πέτρες και χρησιμοποιείται σε
βιομηχανικές επεξεργασίες. Οι κρύσταλλοι του πυριτίου, όταν
εισπνέονται, τραυματίζουν το λεπτότατο τοίχωμα των κυψελίδων
του πνεύμονα και εισχωρούν στις λεμφικές οδούς του συνδετικού
ιστού (στάση της λέμφου και χρόνια φλεγμονή του συνδετικού
ιστού) με αποτέλεσμα τη σκλήρυνσή του.
• Πρόκειται για συχνή επαγγελματική νόσο, που πρέπει να
προλαμβάνεται με την κατάλληλη προφύλαξη, η οποία βασίζεται
κυρίως στην εφαρμογή αυστηρών κανόνων υγιεινής και στη
χρησιμοποίηση ειδικά κατασκευασμένων προστατευτικών
προσωπίδων.
107
Σιλίκωση 2/2
• Στην οξεία σιλίκωση, η νόσος εμφανίζεται σε λίγες εβδομάδες ή
μήνες μετά από την εισπνοή των υψηλών συγκεντρώσεων του
διοξειδίου του πυριτίου. Τα συμπτώματα μπορούν να
εμφανιστούν οπουδήποτε από μερικές εβδομάδες έως δύο ετών.
• Ισχυρός βήχας.
• Απώλεια βάρους.
• Νυχτερινές εφιδρώσεις.
• Πόνος στο στήθος.
• Δύσπνοια.
108
1
“Urinary system”, από Jmarchn διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
4
Ουρητήρες 1/2
• Οι δύο ουρητήρες μεταφέρουν τα ούρα από τους νεφρούς στην
κύστη. Ο κάθε ουρητήρας έχει μήκος 25 – 30 cm και κατεβαίνει
"έρποντας" στο οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα, επάνω στον ψοΐτη μυ,
περνά στη συνέχεια στη λεκάνη, στρέφεται προς τα μέσα και
εμπρός, διασταυρώνεται με τα λαγόνια αγγεία και καταλήγει στην
ουροδόχο κύστη.
• O ουρητήρας μπαίνει στο τοίχωμα της ουροδόχου κύστης λοξά και η
πορεία του μέσα στο τοίχωμά της σχηματίζει ένα ειδικό βαλβιδικό
μηχανισμό που δεν επιτρέπει στα ούρα που έχουν περάσει μέσα
στην ουροδόχο κύστη να επιστρέψουν στον ουρητήρα. Επιστροφή
ούρων συμβαίνει μόνο σε παθολογικές καταστάσεις, λέγεται δε
κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση.
Ουρητήρες 2/2
• Το τοίχωμα του ουρητήρα αποτελείται από έναν εξωτερικό ινώδη
χιτώνα, ένα μυϊκό χιτώνα αμέσως κάτω απ' τον ινώδη και προς το
εσωτερικό του από το βλεννογόνο χιτώνα που έχει μεταβατικό
επιθήλιο.
• Τα ούρα που παράγονται από τους νεφρούς διαρκώς, κατεβαίνουν
από τη νεφρική πύελο και τους ουρητήρες κατά κύματα.
• Η μεταφορά τους γίνεται με τη βαρύτητα αλλά και με
περισταλτικά κύματα που κάνουν τα μυϊκά τοιχώματα αυτών των
οργάνων. Συλλέγονται στην ουροδόχο κύστη, η οποία είναι κατά
κάποιο τρόπο η αποθήκη των ούρων, και αποβάλλονται με την
ούρηση από την ουρήθρα.
6
Ουροδόχος κύστη 1/3
• Είναι ένα κοίλο μυώδες όργανο μεταβλητών διαστάσεων (ανάλογα
με το βαθμό πλήρωσής της). Βρίσκεται στο έδαφος της μικρής
πυέλου πίσω από την ηβική σύμφυση. Είναι υποπεριτοναϊκό
όργανο. Το άνω μέρος της καλύπτεται από το περιτόναιο το οποίο
την καθηλώνει στο έδαφος της πυέλου. Στηρίζεται και με
διάφορους συνδέσμους που την συγκρατούν στο πρόσθιο τοίχωμα
της κοιλιάς.
• Πάνω από την ουροδόχο κύστη βρίσκονται οι έλικες του ειλεού,
πίσω της βρίσκονται στους άνδρες το ορθό και οι σπερματοδόχες
λήκυθοι, και στις γυναίκες βρίσκεται η μήτρα. Κάτω από την
ουροδόχο κύστη στις γυναίκες βρίσκεται ο κόλπος ενώ στους
άνδρες ο προστάτης αδένας.
Ουρήθρα 1/2
• Η γυναικεία ουρήθρα
Πρόκειται για ένα ινομυώδη σωλήνα που αποτελεί την συνέχεια
της ουροδόχου κύστης. Αποτελείται από ινώδη και μυϊκό χιτώνα,
και έχει βλεννογόνο με μεταβατικό επιθήλιο. Το μήκος της είναι
βραχύ, περίπου 4 cm. Έρχεται λοξά προς τα εμπρός και κάτω και
αφού περάσει τους μύες του περινέου εκβάλλει με το έξω στόμιό
της κάτω από την κλειτορίδα, ανάμεσα στα μικρά χείλη
του αιδοίου, εμπρός από την είσοδο του κόλπου. H ουρήθρα στην
γυναίκα είναι αποκλειστικά όργανο του ουροποιητικού και
χρησιμεύει μόνο για την αποβολή των ούρων, σε αντίθεση με την
ανδρική, που χρησιμοποιείται και για την εκσπερμάτιση.
10
Ουρήθρα 2/2
• Η ανδρική ουρήθρα
Είναι παρόμοια με τη γυναικεία στην κατασκευή αλλά διαφέρει στο
μήκος, την πορεία, τις σχέσεις και τη χρησιμότητα.
Έχει μήκος 18–20 cm. Εξέρχεται από την ουροδόχο κύστη προς τα
κάτω και περνά μέσα από τον προστάτη αδένα. H πρώτη της αυτή
μοίρα λέγεται προστατική και δέχεται τις εκβολές των
εκσπερματιστικών πόρων. Στη συνέχεια στρέφεται προς τα εμπρός
και το τοίχωμά της γίνεται λεπτό. H μοίρα της αυτή λέγεται
υμενώδης. Ακολουθεί η σηραγγώδης μοίρα (μέσα στο μέσο
σηραγγώδες σώμα του πέους), η οποία είναι η μακρύτερη από όλες
τις μοίρες και είναι εύκαμπτη, με ινομυώδες τοίχωμα. Καταλήγει
στη βάλανο του πέους, σε μια διευρυμένη περιοχή που
ονομάζεται σκαφοειδής βόθρος κι από εκεί εκβάλλει με το έξω
στόμιό της στην κορυφή της βαλάνου.
11
Ανατομία-Νεφροί 1/3
• Οι νεφροί είναι δύο, ένας αριστερός και ένας δεξιός. Έχουν
σχήμα κυαμοειδές και βρίσκονται στα πλάγια της σπονδυλικής
στήλης, στο ύψος των Θ12 - O3 σπονδύλων. Στηρίζονται
στους μεγάλους ψοΐτες μύες, στο οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα. Δεν
είναι τελείως κατακόρυφοι αλλά οι επιμήκεις άξονές τους
συγκλίνουν προς τα επάνω. Έχουν μήκος 11–12 cm, πλάτος 6–7 cm
και πάχος 3–4 cm. Ζυγίζουν περίπου 150 γρ.
• O δεξιός νεφρός βρίσκεται λίγο χαμηλότερα από τον αριστερό
γιατί πιέζεται από το ήπαρ το οποίο βρίσκεται ακριβώς από επάνω
του. Στον κάθε νεφρό διακρίνουμε μια πρόσθια και μια οπίσθια
επιφάνεια που είναι υπόκυρτες, ένα έξω χείλος που είναι κυρτό και
ένα έσω που είναι κοίλο, έναν άνω κι έναν κάτω πόλο. Στον άνω
πόλο του κάθε νεφρού βρίσκεται το
σύστοιχο επινεφρίδιο (ενδοκρινής αδένας). 12
Ανατομία-Νεφροί 2/3
• Στο έσω χείλος του νεφρού υπάρχει μια βαθειά σχισμή, η πύλη του
νεφρού, που οδηγεί στη νεφρική πύελο. Από την πύλη του νεφρού
μπαίνει η νεφρική αρτηρία (κλάδος της κοιλιακής αορτής) και εξέρχονται
η νεφρική φλέβα, τα λεμφαγγεία του νεφρού και η νεφρική πύελος με
τον ουρητήρα.
• O νεφρός στηρίζεται από τα αγγεία του και από μια ινώδη μεμβράνη,
την θήκη ή νεφρική περιτονία, η οποία τον περιβάλλει ανοιχτή στο κάτω
της μέρος και συμφυόμενη με το περιτόναιο εμπρός και με τις περιτονίες
των μυών του οπίσθιου κοιλιακού τοιχώματος πίσω, τον καθηλώνει στο
οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα. O ίδιος ο νεφρός περιβάλλεται από έναν
ινώδη χιτώνα που κι αυτός συμφύεται με τη νεφρική περιτονία.
• Μεταξύ νεφρικής περιτονίας και ινώδη χιτώνα υπάρχει το περινεφρικό
λίπος που σχηματίζει μια αρκετά παχιά κάψα γύρω από το νεφρό και
συμβάλλει στη στήριξη και στην προστασία του.
13
Ανατομία-Νεφροί 3/3
• Οι σχέσεις των νεφρών με τα γύρω όργανα: α) O δεξιός νεφρός
έχει επάνω και μπροστά του το ήπαρ, επάνω και πίσω
το διάφραγμα, πίσω του το δεξιό μεγάλο ψοΐτη μυ, μπροστά, κάτω
και έξω τη δεξιά κολική καμπή, μπροστά και προς τα έσω το
δωδεκαδάκτυλο και απέναντι από το έσω χείλος του την κάτω
κοίλη φλέβα. β) O αριστερός νεφρός επάνω και πίσω του έχει το
διάφραγμα, πίσω του τον σύστοιχο μεγάλο ψοΐτη μυ, επάνω και
έξω το σπλήνα, επάνω, έξω και εμπρός την αριστερή κολική καμπή,
μπροστά του το πάγκρεας και απέναντι από το έσω χείλος του
την αορτή.
14
Λειτουργίες των νεφρών
Οι δύο κύριες λειτουργίες των νεφρών είναι:
1. Η αποβολή αχρήστων προϊόντων που προκύπτουν από τον
μεταβολισμό.
2. Η διατήρηση του όγκου του εξωκυτταρίου υγρού και της
σύστασής του σε ηλεκτρολύτες.
• Με αυτόν τον τρόπο καθίσταται δυνατή η διατήρηση του
περιβάλλοντος κάθε κυττάρου (εσωτερικό περιβάλλον-milieu
interieur).
15
16
Εσωτερική διάταξη του νεφρού
1. απαγωγό αρτηρίδιο.
2. προσαγωγό αρτηρίδιο.
3. κάψα του Bowman.
4. εσπειραμένο σωληνάριο α'
τάξης.
5. τριχοειδικό δίκτυο του
απαγωγού αρτηριδίου γύρω
από την αγκύλη του Henle.
6. εσπειραμένο σωληνάριο
β'τάξης.
7. τελικό σωληνάριο.
8. τελικά σωληνάρια άλλων
νεφρώνων.
9. αθροιστικό σωληνάριο.
10. αγκύλη του Henle.
17
“Kidney PioM”, από Piom διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
18
Διάγραμμα φυσιολογικών μηχανισμών
του νεφρού
19
“Physiology of Nephron”, από Madhero88 διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
21
“Gray1128”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
22
Ρύθμιση αποβαλλομένων υγρών και
συστατικών
• Οι νεφροί είναι επιφορτισμένοι να διασφαλίσουν ότι το υδατικό
περιεχόμενο του αίματος παραμένει σταθερό και το αίμα δεν έχει
υπερβολικά μεγάλη συγκέντρωση ή αραίωση. Επομένως,
αποβάλλουν περισσότερο νερό στα ούρα όταν υπάρχει πολύ νερό
στο αίμα, με αποτέλεσμα το χρώμα των ούρων να είναι
ανοικτό κίτρινο. Αντίθετα, αν αποβάλλουν λίγο νερό το χρώμα των
ούρων είναι σκούρο κίτρινο. Οι νεφροί επίσης ρυθμίζουν τη
συγκέντρωση των μεταλλικών αλάτων στο σώμα. Η ομαλή
λειτουργία των νεφρών διασφαλίζει τη σταθερή συγκέντρωση των
σημαντικών μεταλλικών αλάτων στα αίμα. Εάν οι συγκεντρώσεις
μειωθούν, περισσότερα μεταλλικά άλατα μετακινούνται από τα
νεφρικά σωληνάρια στα αιμοφόρα αγγεία. Εάν οι συγκεντρώσεις
αυξηθούν, η περίσσεια αλάτων θα απομακρυνθεί με τα ούρα.
23
24
Η νεφρική ανεπάρκεια 1/2
• Η νεφρική ανεπάρκεια διακρίνεται παραδοσιακά σε τέσσερα
στάδια ανάλογα με τον βαθμό έκπτωσης της νεφρικής λειτουργίας.
• Το τέταρτο και τελευταίο στάδιο είναι αυτό στο οποίο απαιτείται η
υποκατάσταση της νεφρικής λειτουργίας με αιμοκάθαρση ή
περιτοναϊκή κάθαρση.
25
26
Νεφρική ανεπάρκεια
• Γενικά νεφρική ανεπάρκεια καλείται η έκπτωση της νεφρικής
λειτουργίας, η οποία είτε συμβαίνει αιφνίδια και τότε καλείται
οξεία νεφρική ανεπάρκεια, είτε επιτελείται βαθμιαία οπότε
καλείται χρόνια νεφρική ανεπάρκεια.
• Το αποτέλεσμα της νεφρικής ανεπάρκειας είναι η συσσώρευση
τοξικών ή αχρήστων προϊόντων μεταβολισμού αζώτου στο αίμα,
κυρίως ουρίας και κρεατινίνης.
27
28
Οξεία νεφρική ανεπάρκεια 2/4
• Διακρίνεται σε τρεις φάσεις .
• Ολιγουρική φάση όπου το ποσό των ούρων κυμαίνεται από 20
ml/24h μέχρι 400 ml/24 h. Στην φάση αυτή τα ούρα είναι πλούσια
σε Na (δεν γίνεται επαναρρόφησή του), χαμηλού μοριακού βάρους
και περιέχουν κυλίνδρους. Το Na του ορού ελαττώνεται, ενώ το K
αυξάνεται. Το αποτέλεσμα είναι υπερκαλιαιμία που μπορεί να είναι
και σοβαρή.
29
31
32
Αίτια οξείας νεφρικής ανεπάρκειας 2/2
• Μετά από λοιμώξεις όπως σηψαιμία, περιτονίτιδα.
• Σε διάχυτη ενδαγγειακή πήξη.
• Σε επιπλοκές κύησης .
• Σε ανοσολογικές αντιδράσεις όπως χρήση φαρμάκων και
αλλεργική αντίδραση (πενικιλλίνη).
• Μετά από λιθίαση ή και νεοπλάσματα με ταυτόχρονη απόφραξη
των ουροφόρων οδών.
33
34
Χρονία νεφρική ανεπάρκεια
• Είναι τελικό αποτέλεσμα πολλών παθήσεων και μπορεί να
διαλάθει λόγω χρονιότητας και βραδέος ρυθμού. Για να γίνει
αντιληπτή, θα πρέπει να έχει καταστραφεί το 80% των νεφρώνων,
καθώς δε αυξάνεται η βλάβη αυξάνονται και τα επίπεδα ουρίας
του αίματος.
• Ωστόσο ο ασθενής μπορεί να είναι ασυμπτωματικός και σε καλή
κατάσταση.
• Η κλινική εικόνα επιδεινώνεται όταν η σπειραματική διήθηση
μειωθεί στα 10 cc/min.
• Η κλινική εικόνα χαρακτηρίζεται από πολλά συμπτώματα
35
37
38
Θεραπεία Χρονίας Νεφρικής ανεπαρκείας 2/2
Άλλα Μέτρα
Χορηγούμε ερυθροποιητίνη για αντιμετώπιση της αναιμίας.
Ρυθμίζουμε την μεταβολική οξέωση
Καταπολεμούμε λοιμώξεις και υπέρταση ή καρδιακή ανεπάρκεια
Τέλος εφ’ όσον είναι αναγκαίο εφαρμόζουμε χρόνια αιμοδιύλιση
(τεχνητό νεφρό ή περιτοναϊκή πλύση).
Εκτός των ανωτέρω εφαρμόζεται και η μεταμόσχευση του νεφρού,
εφ’ όσον υπάρχει κατάλληλος δότης. Πάντοτε υπάρχει η πιθανότητα
απόρριψης του μοσχεύματος.
39
Σπειρματονεφρίτιδες 1/2
• Είναι παθήσεις που χαρακτηρίζονται από ιστολογικές αλλοιώσεις
του νεφρού που προέρχονται από ανοσοβιολογικό μηχανισμό.
Συχνή είναι η IgA νεφροπάθεια.
• Υπάρχει επίσης διάκριση όσον αφορά 1) τα άνοσα συμπλέγματα
και 2) τα αντισώματα κατά της βασικής μεμβράνης.
• Παραδοσιακά όμως αναφερόμαστε στην 1) διάχυτη οξεία
σπειραματονεφρίτιδα (μεταστρεπτοκοκκική) και 2) την εστιακή
σπειραματονεφρίτιδα.
40
Σπειρματονεφρίτιδες 2/2
• Η διάχυτη χαρακτηρίζεται από αιματουρία και ολιγουρία με
πρωτεινουρία, οιδήματα και υπέρταση και σχετίζεται με
προηγούμενη στρεπτοκοκκική λοίμωξη (όπως αμυγδαλίτιδα,
φαρυγγίτιδα) που επισυμβαίνει συνήθως δύο εβδομάδες πριν την
εμφάνιση της σπειραματονεφρίτιδας.
• Ως επιπλοκές της οξείας σπειραματονεφρίτιδας, αναφέρονται το
οξύ πνευμονικό οίδημα, η υπερτασική εγκεφαλοπάθεια και η
νεφρική ανεπάρκεια.
41
Σπειρματονεφρίτιδες-Ευρήματα
• Λευκωματουρία παντός τύπου εμφανίζεται.
• Υπάρχουν κύλινδροι στα ούρα και αιματουρία.
• Τα ερυθρά στην αιματουρία εμφανίζονται χαρακτηριστικά
δύσμορφα.
• Οι ουροκαλλιέργειες χαρακτηριστικά είναι στείρες μικροβίων.
• Καλλιέργειες φαρυγγικού επιχρίσματος ανακαλύπτει στέλεχος
στρεπτοκόκκου.
• Στο αίμα ανευρίσκεται αυξημένος τίτλος ASTO (τίτλος
αντιστρεπτολυσίνης Ο).
• Το συμπλήρωμα του ορού είναι μειωμένο χαρακτηριστικά.
42
Σπειραματονεφρίτιδες- Θεραπεία
• Γενικά παρατηρείται σε νεαρές ηλικίες και παιδιά και σε ένα 20%
οδηγεί σε μόνιμη νεφρική βλάβη.
• Η θεραπεία περιλαμβάνει ανάπαυση και άναλο δίαιτα καθώς και
περιορισμένη λήψη υγρών.
• Χρησιμοποιείται αντιβιοτική αγωγή με πενικιλίνη.
• Εφ’ όσον υπάρχουν επιπλοκές όπως υπέρταση, αντιμετωπίζονται
οι επιπλοκές.
43
44
Νεφρωσικό Σύνδρομο 2/2
• Αν εμφανιστεί σε παιδιά στο 75% οφείλεται σε προηγούμενη
προσβολή σπειραματονεφρίτιδας.
• Τα αίτια όμως είναι πολλά όπως συστηματικές παθήσεις
(διαβήτης), αμυλοείδωση, κολλαγονώσεις, τοξικοί παράγοντες ,
(όπως βαρέα μέταλλα), φάρμακα όπως αντιεπιληπτικά και d-
πενικιλαμίνη, λοιμώξεις όπως ελονοσία και σύφιλη, καρκίνοι (πχ
παχέος εντέρου, κα.)
45
46
Πυελονεφρίτιδες 1/2
• Συχνές λοιμώξεις του ουροποιητικού είτε οξείες είτε χρόνιες που
επισυμβαίνουν κυρίως στο γυναικείο φύλο. Μπορεί να
επισυμβούν είτε σε εγκυμοσύνη, είτε μετά από χειρισμούς όπως η
χρήση ουροκαθετήρα. Το συνηθέστερο βακτηρίδιο είναι το E coli.
Μπορεί όμως να βρεθεί κλεμπσιέλα, πρωτέας, και ψευδομονάδα
σπανιότερα.
• Για να διαγνωσθεί η λοίμωξη χρειάζονται >100.000 βακτηρίδια/ml.
• Οι ουρολοιμώξεις είναι τελικά οι συχνότερες λοιμώξεις για τις
οποίες οι γυναίκες ζητούν ιατρική βοήθεια. Μπορεί δε να
σχετίζονται και με την σεξουαλική πρακτική, λόγω του μικρού
μήκους της γυναικείας ουρήθρας.
47
Πυελονεφρίτιδες 2/2
• Η λοίμωξη εκδηλώνεται με πυρετό και ρίγος, με συχνουρία,
δυσουρία και αιματουρία.
• Μπορεί να υπάρχει δυσφορία ή πόνος στην νεφρική χώρα (σημείο
Giordano).
• Πολύ σπάνια εξελίσσεται σε σοβαρή λοιμογόνο κατάσταση με
σηψαιμία και κατέρρειψη.
• Η διάγνωση επιτυγχάνεται με την μικροσκοπική εξέταση ούρων και
την καλλιέργεια ούρων για την ανεύρεση του βακτηριδίου.
• Η θεραπεία περιλαμβάνει την κατάλληλη αντιβιοτική αγωγή.
48
Ουρολιθίαση (Νεφρός-ουρητήρας) 1/2
• Η ουρολιθίαση έχει μεγαλύτερη επίπτωση στους άνδρες. Οι λίθοι
μπορεί να επιβαρύνουν το νεφρό, τον ουρητήρα ή την κύστη.
• Οι περισσότεροι λίθοι αποτελούνται από άλατα ασβεστίου
(φωσφορικού, οξαλικού, ανθρακικού). 10% των λίθων είναι από
ουρικό οξύ ή ουρικά άλατα (ουρικοί λίθοι). Ακόμα πιο σπάνιοι
είναι οι λίθοι κυστίνης ή ξανθίνης.
• Τα πυκνά ούρα αποτελούν προδιαθεσικό παράγοντα, όπως και η
μεγάλη λήψη ασβεστίου.
49
50
Ουρολιθίαση (Νεφρός-ουρητήρας)-Θεραπεία
• Αναλγητική αγωγή για την αντιμετώπιση του κωλικού ο οποίος
θεωρείται από τους πλέον επώδυνους. Χορηγούνται αναλγητικά και
σπασμολυτικά φάρμακα. Παράλληλα χορήγηση υγρών για διούρηση
και χορήγηση αντιβιοτικών για τυχούσα συνυπάρχουσα λοίμωξη.
Ταυτόχρονη χορήγηση υγρών που μεταβάλλουν το pH των ούρων.
• Χειρισμοί όπως pig tail, ή λιθοτριψία με υπερήχους όταν ο λίθος είναι
ή μεγάλος ή δεν αποβάλλεται. Μπορεί να χρειαστεί χειρουργική
αφαίρεση του λίθου.
• Επίσης διερεύνηση για υπερπαραθυρεοειδισμό.
• Μετά την αντιμετώπιση, συνιστάται μακροχρόνια προληπτική αγωγή
ώστε να αποφεύγεται η δημιουργία λίθων. Συνιστώνται πολλά υγρά
ιδίως το καλοκαίρι, αποφυγή τροφών που συνδέονται με λιθίαση και
επιπλέον χρήση άλατος, πιθανώς σε λίθους από ουρικό
αλλοπουρινόλη, και χρήση μαγνησίου για λίθους ασβεστίου σε δόσεις
που δεν προκαλούν διάρροια. 51
53
2
Μικροβιακές λοιμώξεις 2/5
• Αναγνωρίζουμε 3 παθογενετικά είδη:
o Χρυσίζων σταφυλόκκοκκος που είναι θετικός στην
κοαγκουλάση.
o Σταφυλόκοκκος epidermidis.
o σταφυλόκοκκος saprophyticus που είναι και οι δύο αρνητικοί
για την κοαγκουλάση.
4
Μικροβιακές λοιμώξεις 4/5
Αρκετοί προδιαθεσικοί παράγοντες έχουν εντοπισθεί, όπως:
1. Τραύματα δέρματος και βλεννογόνων (νύξεις, χειρουργικά
τραύματα, εγκαύματα, δήγματα εντόμων).
2. Μεταβολικές διαταραχές (διαβήτης, ουραιμία).
3. Μετά από ιογενείς λοιμώξεις.
4. Ανώμαλη λειτουργία των λευκών αιμοσφαιρίων, όπως (syndrome
Job, syndrome Chediak-Higashi, θεραπεία με στεροειδή,
λευκοπενία μετά από χρήση φαρμάκων).
6
Χρυσίζων σταφυλόκοκκος 1/3
Κλινικά σύνδρομα και παθήσεις
• Δέρμα – είσοδος – (δοθιήνες, κυτταρίτιδα, μολυσματικό κηρίο).
• Πνεύμονες – (πνευμονία, απόστημα πνεύμονος).
• Καρδιά – (ενδοκαρδίτιδα, περικαρδίτιδα).
• ΚΝΣ – (μηνιγγίτιδα, απόστημα εγκεφάλου).
• Οστά και αρθρώσεις – (οστεομυελίτιδα, αρθρίτιδα).
• Διάφορα – (παρωτίτιδα, πυομυοσίτιδα, σηψαιμία, εντεροκολίτιδα).
• Λόγω τοξίνης (τροφική δηλητηρίαση, SSS syndrome=scalded skin
syndrome – σύνδρομο απολέπισης δέρματος, πομφολυγώδες
μολυσματικό κηρίο, σταφυλοκοκκική οστρακιά, toxic shock
syndrome).
7
8
Χρυσίζων σταφυλόκοκκος 3/3
• Η πάθηση εκδηλώνεται 6 ώρες περίπου μετά την βρώση της
μολυσμένης τροφής, και όλοι σχεδόν οι συμμετέχοντες θα
νοσήσουν. Ενάντια σε άλλες τροφικές δηλητηριάσεις, η
δηλητηρίαση από χρυσίζοντα σταφυλόκοκκο χαρακτηρίζεται από
επίμονους εμέτους. Πυρετός υπάρχει, αλλά όχι πάντα. Όταν
υπάρχει, συνήθως είναι μικρότερος από 38ο C. Μπορεί να
υπάρχει κοιλιακό άλγος και διάρροια.
• Δεν χρειάζεται ειδική αγωγή καθώς η νόσος διαρκεί 12-24 ώρες,
όμως χρειάζεται υποστηρικτική αγωγή με υγρά και ηλεκτρολύτες.
10
Τοξικό σύνδρομο (Toxic Shock Syndrome) TSS
• Οι σταφυλόκοκκοι αυτοί παράγουν την τοξίνη του τοξικού
συνδρόμου. Το TSS συχνά εμφανίζεται σε γυναίκες κάτω των 30 ετών
στην διάρκεια περιόδου που χρησιμοποιούν υψηλής
απορροφητικότητας πολυακρυλικά ταμπόν.
• Μπορεί να συμβεί και σε άλλες καταστάσεις πχ διαφράγματα για
αντισύλληψη. Παιδιά και άνδρες μπορεί να προσβληθούν.
• Χαρακτηρίζεται από απότομο πυρετό, διάχυτο ερύθημα (κηλιδώδες),
έμετο, διάρροια, έντονη μυαλγία και shock.
• Οι καλλιέργειες αίματος για σταφυλόκοκκο είναι αρνητικές και στον
ορρό βρίσκονται αντισώματα χαμηλού τίτλου ενάντια στην TSST-1.
• Η θεραπεία είναι υποστηρικτική. Παρ’ ότι το σύνδρομο οφείλεται
στην εντεροτοξίνη, δίδονται και αντιβιοτικά.
• Θνητότητα 10%.
11
12
Θεραπεία σταφυλοκοκκικών λοιμώξεων 1/3
• Κάθε τοπική βλάβη, όπως το απόστημα, πρέπει να παροχετεύεται.
Κάθε συστηματική λοίμωξη θεραπεύεται με αντιβιοτικά.
• Εκείνες οι λοιμώξεις που είναι νοσοκομειακές, συχνά είναι
ανθεκτικές στην πενικιλίνη και χρειάζονται θεραπεία με
φλουκλοξακιλλίνη συχνά μαζί με φουσιδικό οξύ.
• Από τις λοιμώξεις που είναι εξωνοσοκομειακές το 75% είναι
ευαίσθητο στην πενικιλίνη, όπου είναι και το φάρμακο επιλογής. Η
αυξημένη αντίσταση στα αντιβιοτικά είναι πρόβλημα, έτσι πολλά
νοσοκομεία έχουν περιορισμούς στην χρήση ενός και μόνο
αντιβιοτικού.
13
14
Θεραπεία σταφυλοκοκκικών λοιμώξεων 3/3
Τότε χρειάζεται:
1. Συστηματική και μικροβιολογική παρατήρηση
2. Επαγρύπνηση προς απομόνωση φορέων και μολυσμένων ιδιωτών
προς περιορισμό εξάπλωσης της λοίμωξης,
3. Καταπολέμηση της λοίμωξης.
15
16
Στρεπτοκοκκικές λοιμώξεις 2/3
Γενικά νόσοι που προκαλούνται από στρεπτόκοκκους.
• ΠΥΟΓΕΝΕΙΣ
o Δέρμα, κηρίο, πυόδερμα, κυτταρίτιδα.
o Φαρυγγικές, φαρυγγίτιδα, αμυγδαλίτιδα, περιοδοντικό,
περιαμυγδαλικό απόστημα.
o Πνευμονικές, πνευμονία, εμπύημα.
o Λοιμώξεις (Γυναικείες), επιλόχειος σήψις, ενδομητρίωση, toxic
shock like syndrome (TSLS).
o Άλλες, οστεομυελίτιδα, βακτηριδιακή ενδοκαρδίτιδα,
μηνιγγίτιδα, περιτονίτιδα, νεκρωτική μυοσίτιδα, λεμφαγγειίτιδα,
βακτηραιμία.
• ΜΗ ΠΥΟΓΕΝΕΙΣ
o Ρευματικός πυρετός, σπειραματονεφρίτιδα, οστρακιά.
17
19
20
Κλινική εικόνα οστρακιάς 2/2
• Το πρόσωπο είναι “flushed” (ξαναμμένο) και υπάρχει ταυτόχρονα
και περιστοματική ωχρότητα. Αρχικά, στην νόσο, η γλώσσα
φαίνεται να έχει ένα λευκό στρώμα, από όπου σιγά-σιγά
εμφανίζονται ερυθρές θηλές (strawberry tongue, γλώσσα δίκην
φράουλας). Μετά το λευκό στρώμα της γλώσσας αποπίπτει
αφήνοντας μια έντονη κόκκινη γλώσσα (raspberry tongue, γλώσσα
δίκην μούρου).
• Το άτομο είναι μεταδοτικό για 10-21 ημέρες μετά την εμφάνιση
του εξανθήματος, εκτός αν δοθεί πενικιλίνη.
• Η οστρακιά μπορεί να επιπλακεί με την δημιουργία
περιαμυγδαλικού αποστήματος ή οπισθοφαρυγγικού
αποστήματος ή μέσης ωτίτιδας.
21
22
Θεραπεία της οστρακιάς
• Γενικά στις στρεπτοκοκκικές λοιμώξεις, η θεραπεία επιβάλλεται
ώστε να προλάβει επιπλοκές των στρεπτοκόκκων.
• Θεραπεία εκλογής είναι η πενικιλίνη, που μπορεί να δοθεί σαν
φαινοξυμεθυλπενικιλίνη (125 mg επί 4 φορές την ημέρα επί 10
μέρες) ή ως ΙΜ ένεση βενζανθικής πενικιλίνης (916 mg).
• Οι αλλεργικοί στην πενικιλίνη μπορούν να θεραπευθούν με
ερυθρομυκίνη (250 mg επί 4 φορές ημερησίως επί 10 ημέρες).
23
Ερυσιπέλας
• Είναι οξεία και προοδευτικά γρήγορα εκτεταμένη λοίμωξη του
δέρματος, σχεδόν πάντοτε οφείλεται σε ομάδα Α στρεπτοκόκκων.
• Συχνότερα συμβαίνει στους πολύ νέους, στους πολύ γέρους, στους
ασθενείς και στους ανοσοκατασταλμένους.
• Η έναρξη είναι γρήγορη, πυρετός, πονοκέφαλος και έμετοι συχνά.
• Οι ερυθηματώδεις βλάβες του δέρματος είναι συνήθως στο
πρόσωπο, μεταβάλλονται και μεγενθύνονται γρήγορα με επηρμένα
τα γύρω – γύρω όριά τους. Μέσα στην βλάβη εμφανίζονται κηλίδες,
φυσαλίδες και πομφοί, οι οποίοι πέφτοντας αφήνουν crusts. Συχνά
υπάρχει τοπική λεμφαδενοπάθεια. Υπάρχει βακτηριαιμία και
συνδυάζεται με υψηλή θνητότητα.
• Χρειάζεται θεραπεία με πενικιλίνη.
24
Ρευματικός πυρετός 1/3
• Ο ρευματικός πυρετός είναι φλεγμονώδης νόσος που συχνά
συμβαίνει σε παιδιά και νεαρούς ενήλικες (5-15 ετών) λόγω
λοίμωξης από την ομάδα των Α στρεπτόκοκκων.
• Προσβάλλει την καρδιά, το δέρμα, τις αρθρώσεις και το ΚΝΣ.
• Είναι συχνός στην Μέση και Άπω Ανατολή, την ανατολική Ευρώπη,
και την Νότιο Αμερική. Είναι σπάνιος στην βορειοδυτική Ευρώπη
και στην Βόρειο Αμερική.
• Γενικά η ελάττωση των στρεπτοκοκκικών λοιμώξεων από το 1920
μέχρι σήμερα είναι σημαντική.
25
26
Ρευματικός πυρετός 3/3
• Η χαρακτηριστική βλάβη της ρευματικής καρδίτιδας είναι το
οζίδιο του Aschoff το οποίο είναι κοκκιωματώδης βλάβη με μια
νεκρωτική περιοχή και επισυμβαίνει στο μυοκάρδιο, ιδίως στο
υπενδοκάρδιο της αριστεράς κοιλίας. Μπορεί να σχηματισθούν
μικρές εκβλαστήσεις στο ενδοκάρδιο, ιδίως στις βαλβίδες της
καρδιάς. Αυτό οδηγεί σε ένα βαθμό ανεπάρκειας της βαλβίδας.
Συνυπάρχει βαθμός οξείας περικαρδίτιδας.
• Η νόσος όταν προσβάλλει τις αρθριτικές μεμβράνες δημιουργεί
οξεία φλεγμονή και υποδόρια οζίδια που είναι και αυτά
κοκκιώματα.
27
28
Κλινική εικόνα ρευματικού πυρετού 2/2
Αυτά είναι τα κριτήρια κατά Duckett Jones και είναι:
• Μείζονα • Ελάσσονα
1. Καρδίτιδα, 1. Πυρετός.,
2. Πολυαρθρίτιδα, 2. Αρθραλγία,
29
Καρδίτις
Η καρδίτιδα στον ρευματικό πυρετό εμφανίζεται ως:
• Νέο ή διαφορετικό φύσημα.
• Μεγαλοκαρδία ή καρδιακή ανεπάρκεια.
• Ηλεκτροκαρδιογραφικές αλλοιώσεις περικαρδίτιδας ή μυοκαρδίτιδας
• Ηλεκτροκαρδιογραφικές αλλοιώσεις κολποκοιλιακού αποκλεισμού
πρώτου βαθμού.
• Καρδιακές αρρυθμίες.
• Διαστολικό φύσημα της μιτροειδούς λόγω προσβολής της βαλβίδας.
• Συνήθως προσβάλλεται η μιτροειδής βαλβίδα (50% των
βαλβιδοπαθειών), αλλά συχνή είναι επίσης η ταυτόχρονη προσβολή
της μιτροειδούς και της αορτικής (40% των περιπτώσεων).
30
Μη καρδιακά συμπτώματα 1/2
• Πυρετό και υπερβολικά έντονη ταχυκαρδία.
• Αρθρίτιδα, η αρθρίτιδα του ρευματικού πυρετού είναι κλασσική
μεταναστευτική πολυαρθρίτιδα και προσβάλλει μεγάλες
αρθρώσεις, όπως γόνατα, αγκώνες, ποδοκνημικές και καρπούς. Οι
αρθρώσεις είναι διογκωμένες, ερυθρές και ευαίσθητες. Καθώς η
προσβολή μιας άρθρωσης παρέρχεται, μια άλλη άρθρωση
επηρεάζεται. Μόλις όμως ο ρευματικός πυρετός υποχωρήσει
πλήρως, η φλεγμονή των αρθρώσεων υποχωρεί τελείως και οι
αρθρώσεις επανέρχονται στην φυσιολογική τους κατάσταση.
31
32
Διάγνωση ρευματικού πυρετού
Διάγνωση ρευματικού πυρετού, γίνεται με:
• Επιχρίσματα του φάρυγγος καλλιεργούνται για Α στρεπτόκοκκο.
• Ορροαντιδράσεις, όπως έλεγχος του τίτλου αντιστρεπτολυσίνης
και του τίτλου της στρεπτοκινάσης στο αίμα.
• Μη ειδικοί δείκτες όπως η αυξημένη ταχύτητα καθίζησης ερυθρών
και η αύξηση της C αντιδρώσης πρωτεΐνης.
33
34
Θεραπεία ρευματικού πυρετού 2/2
• Εάν υπάρχει καρδίτιδα, δίδονται συστηματικά στεροειδή.
Δίδεται πρεδνιζολόνη 60-120 mg σε 4 διαιρεμένες δόσεις
ημερησίως μέχρι να υποχωρήσουν όλα τα κλινικά συμπτώματα και
η ΤΚΕ να επανέλθει στο φυσιολογικό. Μετά τα στεροειδή
αποσύρονται σιγά- σιγά σε διάστημα 2-4 εβδομάδων. Όταν οι
ασθενείς είναι αλλεργικοί στην πενικιλίνη, χρησιμοποιείται
σουλφοναμίδη.
• Πάνω από το 50% εκείνων που πέρασαν ρευματικό πυρετό με
καρδίτιδα θα εμφανίσουν 10-20 χρόνια αργότερα ρευματική
βαλβιδοπάθεια που κύρια προσβάλλει την μιτροειδή και την
αορτική βαλβίδα.
35
36
Ναισσέριες
• Οι ναισσέρειες είναι αρνητικοί διπλόκοκκοι.
• Η ναισσέρεια της γονόρροιας και η ναισσέρεια της μηνιγγίτιδας
είναι τα μόνα συχνά παθογόνα μικρόβια της ομάδας αυτής στους
ανθρώπους.
• Σε πολλά κράτη, τα νοσήματα αυτής της ομάδας είναι
ανακοινώσιμα στις υγιειονομικές υπηρεσίες.
37
38
Μηνιγγοκκική λοίμωξη 2/2
• Η επιθετικότητα των στελεχών οφείλεται στο πολυσακχαριδικό
περίβλημα των μικροβίων αυτών που ανθίστανται στην
φαγοκυττάρωση καθώς και στο σύμπλοκο της λιποσακχαριδικής
ενδοτοξίνης όπου οφείλεται η κλινική τους τοξικότητα. Η
μετάδοση γίνεται με σταγονίδια ή με απ’ ευθείας επαφή. Μόνο οι
άνθρωποι προσβάλλονται. Μετά την προσβολή, η ναισσέρεια της
μηνιγγίτιδας αποκεί τον ρινοφάρυγγα, πιθανώς λόγω της
υγρασίας, της αυξημένης τάσεως διοξειδίου του άνθρακος καθώς
και ειδικών υποδοχέων σε ουσίες του ρινοφάρυγγα όπου τα
μικρόβια προσκολλώνται. Η νόσηση φαίνεται ότι οφείλεται
αποκλειστικά στο ποσό των αντισωμάτων του ξενιστή ενάντια
στην ναισσέρεια.
39
40
Κλινική εικόνα μηνιγγοκοκκικής λοίμωξης 2/3
2. Κεραυνοβόλος μηνιγγίτιδα – σύνδρομο Waterhouse-
Friderischen – Χαρακτηρίζεται από πολύ γρήγορη και βαριά
κλινική πορεία με εκτεταμένη αιμορραγία του δέρματος,
υπόταση, κυκλοφορική κατέρρειψη, σύγχυση, κώμα και θάνατο
εντός ωρών από την εμφάνιση των συμπτωμάτων. Μπορεί να
γίνει πλήρης δραστηριοποίηση του συμπληρώματος και να
έχουμε διάχυτο ενδαγγειακή πήξη, πράγμα που επιβαρύνει
περισσότερο την κλινική πορεία της νόσου. Μπορεί να υπάρξει
αιμορραγία των επινεφριδίων. Χωρίς γρήγορη θεραπεία, η
θνητότητα είναι 100%.
41
42
Διάγνωση μηνιγγοκοκκικής λοίμωξης
• Διάγνωση – Με την ανακάλυψη μηνιγγοκόκκων στα υγρά του
σώματος, όπως αίματος, ΕΝΥ, αρθρώσεων και πετεχειών.
Ειδικά στο ΕΝΥ υπάρχει και αύξηση της πρωτεΐνης και των
ουδετερόφιλων λευκών.
43
44
Πρόληψη μηνιγγοκοκκικής λοίμωξης
• Η πενικιλίνη δεν έχει επίδραση στους φορείς.
• Τόσο στην οικογένεια όσο και στο σχολείο όσοι έρχονται σε επαφή
με τους ασθενείς προστατεύονται με ριφαμπικίνη 600 mg 2 φορές
ημερησίως.
• Υπάρχει ανοσοπροφύλαξη με τετραπλούν εμβόλιο για στελέχη Α,
C, Y, W135 και συνιστάται σε όσους ταξιδεύουν στην Αφρική, στην
Ασία, στην Νότιο Αμερική, στην Μέση και Άπω Ανατολή.
45
Γονόρροια
• Στις αρχές του 1970, η επίπτωση της γονόρροιας έπεσε δραματικά
στις αναπτυσσόμενες χώρες, όμως στην Ασίας και την Αφρική
παραμένει ακόμη σε υψηλά επίπεδα.
• Το 1990 η ΠΟΥ υπολόγισε διεθνώς 35 εκατομμύρια περιπτώσεις
και θεωρήθηκε η δεύτερη επίπτωση σεξουαλικώς μεταδιδόμενη
νόσος μετά τα χλαμύδια.
• Η ναισσέρεια της γονόρροιας είναι αρνητικός κατά Gram και
ενδοκυτταρικός διπλόκοκκος και μολύνει το επιθήλιο του
ουροποιητικού συστήματος, του ορθού, του φάρυγγος, και των
επιπεφυκότων.
• Ο άνθρωπος είναι ο μόνος ξενιστής και η νόσος μεταδίδεται με
άμεσο επαφή.
46
Κλινική εικόνα γονόρροιας 1/3
• 40% των γυναικών καθώς και μερικοί άνδρες παραμένουν
ασυμπτωματικοί.
• Η περίοδος επωάσεως είναι 2-14 ημέρες αλλά οι περισσότεροι
εκδηλώνουν τα συμπτώματα μέσα σε 4-5 ημέρες.
• Στους άνδρες το πιο συχνό σύμπτωμα είναι η προσθία
ουρηθρίτιδα με δυσουρία και ουρηθρικό έκκριμα. Οι επιπλοκές
περιλαμβάνουν ανοδική λοίμωξη στην επιδιδυμίδα, στους όρχεις,
τον προστάτη και οδηγούν σε οξεία και χρόνια λοίμωξη. Ειδικά σε
ομοφυλόφιλους άνδρες, η μόλυνση από του ορθού μπορεί να
οδηγήσει σε επώδυνη πρωκτίτιδα, κνησμό και έκκριμα.
47
48
Κλινική εικόνα γονόρροιας 3/3
• Σε νεογνά που γεννιούνται από μολυσμένες μητέρες εμφανίζεται
και φλεγμονή των επιπεφυκότων.
• Διάχυτη γονόρροια οδηγεί σε μονο- η πολυαρθρίτιδα με
χαρακτηριστικό ερυθρό εξάνθημα, πυρετό και κακουχία και
παρατηρείται συνήθως στις γυναίκες.
49
Διάγνωση γονόρροιας
• Εντοπίζονται οι γονόκοκκοι σε μολυσμένες περιοχές του σώματος
αφού τα εκκρίματα καλλιεργηθούν σε ειδικά καλλιεργητικά υλικά
και βαφούν κατά Gram.
• Όταν υποψιαζόμαστε διάχυτη γονόρροια κάνουμε και καλλιέργειες
αίματος και αρθριτικού υγρού.
• Παράλληλα κάθε ασθενής εξετάζεται και για σύφιλη και για
χλαμύδια.
50
Θεραπεία γονόρροιας
• Ο γονόκοκκος είναι ευαίσθητος σε ένα μεγάλο φάσμα αντιβιοτικών
όμως τις 2 τελευταίες δεκαετίες αναπτύσσει ανθεκτικότητα.
• Η θεραπεία πρέπει να αρχίσει από την στιγμή της υποψίας της
λοίμωξης με την εικόνα που δίνουν οι γονόκοκκοι στα πλακάκια στην
κλινική, την στιγμή λήψης των δειγμάτων από εκκρίματα ασθενούς,
και χωρίς να περιμένουμε τα αποτελέσματα της καλλιέργειας.
• Δίδεται μια δόση αμοξυσσιλίνης 3 γρ και προβενεσίδης 1 γρ. Σε
αλλεργικά άτομα δίδεται σπεκτινομυκίνη ή σιπροφλοξασίνη.
• Οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται επί μακρόν για να φανεί
αν έχει εξαλειφθεί ο γονόκοκκος. Επίσης όλοι οι ερωτικοί σύντροφοι
πρέπει να εξεταστούν και να θεραπευθούν εφ’ όσον έχουν μολυνθεί.
51
2
Διφθερίτιδα 1/2
• Οφείλεται στο Corynobacterium diphteriae και απαντάται διεθνώς.
• Στην Δύση η επίπτωση της διφθερίτιδας έχει πέσει δραματικά μετά
από τον ενεργό εμβολιασμό του πληθυσμού.
• Η νόσος όμως είναι επιδημική στην Ρωσία και την Ανατολική
Ευρώπη.
• Η μόλυνση γίνεται κύρια με σταγονίδια.
Διφθερίτιδα 2/2
6
Ρινική διφθερίτις
• Η ρινική διφθερίτιδα χαρακτηρίζεται από μονόπλευρο
ορροαιματηρό ρινικό έκκριμα το οποίο κρυσταλλούται γύρω από
τους ρώθωνες.
Φαρυγγική διφθερίτιδα
• Η φαρυγγική διφθερίτιδα συνδυάζεται με την μεγαλύτερη
τοξικότητα και χαρακτηρίζεται από έκδηλη αμυγδαλική και
φαρυγγική φλεγμονή και παρουσία φαρυγγικής μεμβράνης.
• Αυτή η σκληρή γκριζοκίτρινη μεμβράνη σχηματίζεται από ινική,
βακτηρίδια, επιθηλιακά κύτταρα, μονοπύρηνα και
πολυμορφοπύρηνα λευκά αιμοσφαίρια και προσκολλάται στερεά
στους υποκείμενους ιστούς.
• Υπάρχει τοπική μαλθακή λεμφαδενοπάθεια η οποία εμφανίζει
τον λεγόμενο λαιμό-ταύρου (bull-neck).
8
Λαρυγγική διφθερίτιδα
• Η λαρυγγική διφθερίτιδα είναι το αποτέλεσμα της επέκτασης της
δημιουργίας μεμβρανών στο λάρυγγα.
• Η φωνή βαθύνεται, υπάρχει βήχας, και αργότερα εμφανίζεται
δύσπνοια και κυάνωση λόγω αναπνευστικής απόφραξης.
Επιπλοκές διφθερίτιδας
• Συχνά σε ασθενείς με διφθερίτιδα, εβδομάδες μετά από την
φαρυγγική ή την λαρυγγική προσβολή, επισυμβαίνει κλινικά
εμφανής μυοκαρδίτιδα.
• Σε άτομα που αναρρώνουν, η προσβολή του μυοκαρδίου μπορεί
να οδηγήσει σε κυκλοφορική ανεπάρκεια και να αποδειχθεί
μοιραία.
• Νευρολογικά συμπτώματα μπορεί να εμφανισθούν είτε στην αρχή
είτε στην αποδρομή της νόσου (παραισθησίες, παραλύσεις
κρανιακών νεύρων, πολυνευροπάθεια και σπανιότερα
εγκεφαλίτιδα).
10
Δερματική διφθερίτιδα
• Δερματική διφθερίτιδα επισυμβαίνει συχνά σε εγκαυματίες ή σε
άτομα με πολύ κακή προσωπική υγιεινή. Σε αυτήν την μορφή τα
συστηματικά συμπτώματα είναι σπάνια.
• Διάγνωση
Η διάγνωση πρέπει να γίνει γρήγορα από την κλινική εικόνα διότι η
θεραπεία επείγει και είναι καλό να μην περιμένουμε μικροβιακές
μελέτες καλλιεργειών για κορυνοβακτηρίδιο ή μελέτες παραγωγής
τοξίνης.
11
Θεραπεία διφθερίτιδας
• Συνιστάται απομόνωση του πάσχοντος.
• Θεραπεία με αντιτοξίνη είναι η μόνη ειδική θεραπεία.
• Πρέπει να αρχίσει γρήγορα για να προλάβει την περαιτέρω
προσκόλληση της τοξίνης στους ειδικούς υποδοχείς, μια και η
αντιτοξίνη δεν ανταγωνίζεται την ήδη δεσμευθείσα στους ιστούς
τοξίνη.
• Χορηγούνται μετά από υποδόριο δερματικό έλεγχο ενδομυικά
20,000-100,000 μονάδες αντιτοξίνης για τυχόν αλλεργική αντίδραση.
• Χορηγούνται παράλληλα αντιβιοτικά για την καταπολέμηση των
μικροοργανισμών που συντηρούν την παραγωγή της τοξίνης.
• Οι καρδιακές και νευρολογικές επιπλοκές της νόσου χρειάζονται
μονάδα εντατικής θεραπείας.
12
Πρόληψη της διφθερίτιδας
• Επιτυγχάνεται με ενεργό εμβολιασμό στην παιδική ηλικία.
• Όσοι έρχονται σε επαφή με νοσούντες, πρέπει να κάνουν
καλλιέργειες επιχρισμάτων φάρυγγος και όσοι εμφανίσουν θετικά
αποτελέσματα να θεραπευθούν με πενικιλλίνη ή με ερυθρομυκίνη
και παράλληλα να εμβολιασθούν ή να λάβουν δόση αντιτοξίνης.
13
14
Λοιμώξεις από λιστέριες 2/2
• Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται εμφάνιση κρουσμάτων μέσω
των τροφών.
• Τροφές όπου αναπτύσσεται η λιστέρια είναι τα ωμά λαχανικά, το
γάλα, τα μη παστεριωμένα μαλακά τυριά, το πατέ, καθώς και το μη
καλά βρασμένο κοτόπουλο.
• Ο οργανισμός μπορεί να αναπτυχθεί και στο ψυγείο εάν οι
θερμοκρασίες του δεν διατηρηθούν κάτω των 4ο C.
• Θεραπεία λιστερίωσης - Χορηγείται αμπικιλλίνη και γενταμυκίνη.
15
16
Κλωστηρίδια
• Τα κλωστηρίδια είναι Gram θετικοί βάκιλοι που παράγουν
σπόρους και είναι υποχρεωτικά αναερόβιοι.
• Μερικά είδη όπως το clostridium botulinum και το clostridium
tetani παράγουν ισχυρές νευροτοξίνες, ενώ το clostridium
perfingens παράγει πολλά ένζυμα και καμιά φορά εντεροτοξίνη.
• Όλα τα παθογόνα για τον άνθρωπο κλωστηρίδια παράγουν
εξωτοξίνες.
• Μπορούν να ζουν στο έδαφος και μάλιστα σαν σπόροι όπου
μπορούν να επιβιώσουν υπό δύσκολες συνθήκες.
17
Τέτανος
• Ο τέτανος συμβαίνει όταν μια πληγή μη ανοσοποιημένου ατόμου
επιμολυνθεί με το κλωστηρίδιο του τετάνου (C. Tetani).
• Η πληγή μπορεί να είναι μηδαμινή και να μην δοθεί σημασία από το
άτομο.
• Στην Αγγλία είναι συνήθως ένα ηλικιωμένο άτομο που υπέστη ήπιο
τραυματισμό συνήθως στην διάρκεια κηπευτικών εργασιών.
• Οι κλινικές εκδηλώσεις της νόσου οφείλονται στην ισχυρή νευροτοξίνη
τετανοσπασμίνη. Η τετανοσπασμίνη δρα και στα α και γ κινητικά
συστήματα, στις συνάψεις προκαλώντας αναστολή. Προκαλεί επίσης
αναστολή στην νευρομυική σύναψη καθώς και σπασμό των σκελετικών
μυϊκών ινών ενώ παράλληλα δρα και στο συμπαθητικό σύστημα. Το
συνολικό αποτέλεσμα είναι σημαντικός σπασμός των καμπτήρων και
δυσλειτουργία του αυτονόμου νευρικού συστήματος.
• Η περίοδος επώασης ποικίλλει από μερικές μέρες ως αρκετές
εβδομάδες.
18
Κλινική εικόνα τετάνου 1/3
Γενικευμένος τέτανος
• Αυτή είναι και η πιο συνηθισμένη κλινική εικόνα.
• Αρχικά ο ασθενής παραπονείται ότι δεν αισθάνεται καλά.
Ακολουθεί τριγμός λόγω σπασμού των μασητήρων μυών.
• Ο ακόλουθών σπασμός των προσωπικών μυών προκαλεί
χαρακτηριστική έκφραση του προσώπου η οποία καλείται
σαρδώνειος γέλως.
19
20
Κλινική εικόνα τετάνου 3/3
• Υπάρχει δυσλειτουργία του αυτονόμου νευρικού συστήματος,
όπως φαίνεται από την ταχυκαρδία, υπεριδρωσία, αυξομειούμενη
αρτηριακή πίεση και τις καρδιακές αρρυθμίες.
• Ο θάνατος επισυμβαίνει λόγω εισρόφησης, υποξίας, καρδιακής
ανακοπής, αναπνευστικής ανεπάρκειας, η εξάντλησης.
• Οι ήπιες περιπτώσεις τετάνου που εμφανίζουν μόνο δυσκαμψία,
αναρρώνουν.
21
22
Εντετοπισμένος τέτανος
• Ο πόνος και η δυσκαμψία περιορίζεται στην περιοχή της πληγής.
• Ο τόνος των γύρω μυών αυξάνεται.
• Συνήθως ο ασθενής επανέρχεται.
23
Κεφαλικός τέτανος
• Αυτή η μορφή είναι σπάνια αλλά σχεδόν πάντοτε θανατηφόρος.
Συχνά η είσοδος του κλωστηριδίου γίνεται από το μέσο αυτί.
• Είναι χαρακτηριστικές οι παραλύσεις των κρανιακών νεύρων
ιδίως του προσωπικού νεύρου. Μπορεί να υπάρξει γενικευμένος
τέτανος αλλά μπορεί και να ελλείπει.
24
Νεογνικός τέτανος
• Επισυμβαίνει σε νεογνά σε λοίμωξη από τον ομφάλιο λώρο μετά
από χρήση πούδρας και συνεχούς επικάλυψης.
• Παρατηρείται αδυναμία ανάπτυξης, δυσκολία θηλασμού,
μορφασμοί και εκνευρισμός του νεογνού και ακολουθεί
γενικευμένη δυσκαμψία και καθολικοί σπασμοί.
• Η θνησιμότητα είναι 100%.
• Σκοπός της ΠΟΥ είναι να εξαλειφθεί η κλινική αυτή οντότητα με
εμβολιασμό όλων των γυναικών της αναπαραγωγικής ηλικίας.
25
Διάγνωση τετάνου
• Λίγες νόσοι μοιάζουν με τον τέτανο, και έτσι η διάγνωση είναι
κλινική. Σπάνια άλλωστε το κλωστηρίδιο απομονώνεται από τις
πληγές.
• Παρόλα αυτά, η υπερδοσολογία από φαινοθειαζίνες, η
δηλητηρίαση από στρυχνίνη, η μηνιγγίτιδα, και η τετανία μπορεί
να μιμηθούν κλινικά τον τέτανο.
26
Θεραπεία τετάνου 1/4
• Για ύποπτες περιπτώσεις – πλήρης καθαρισμός της πληγής – και
δίδουμε 250 μονάδες ανθρώπινης αντιτοξίνης καθώς και
ενδομυϊκή χορήγηση τοξοειδούς.
• Αν ο ασθενής είναι ήδη προστατευμένος δίδεται μόνον μια
αναμνηστική δόση τοξοειδούς.
• Αν δεν γνωρίζουμε σε τι ανοσολογική κατάσταση βρίσκεται ο
ασθενής, τότε δίνουμε όλο το εμβόλιο των 3 δόσεων.
• Για ήδη εκδηλωθείσα νοσολογική οντότητα, η βελτίωση των
νοσηλευτικών συνθηκών οδήγησε στην ελάττωση της θνητότητας
από 60% σε 20%.
27
28
Θεραπεία τετάνου 3/4
• Η ανθρώπινη αντιτετανική ανοσοσφαιρίνη σε δόση 150 μονάδες
ανά kg δίδεται ενδομυϊκά ώστε να εξουδετερώσει την ήδη
κυκλοφορούσα τοξίνη του κλωστηριδίου.
• Δεν έχει επίδραση στην ήδη δεσμευθείσα τοξίνη.
• Σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις δίδεται ενδοφλεβίως.
• Σε αναπτυσσόμενες χώρες αν δεν υπάρχει η ανθρώπειος
ανοσοσφαιρίνη, δίδεται ζωική (αλόγου) 10,000-20,000 μονάδες
ενδομυϊκά αφού πρωταρχικά ελεγχθεί το άτομο για πιθανότητα
αλλεργίας.
29
30
Πρόληψη τετάνου
• Ο τέτανος είναι νόσος που προλαμβάνεται με τον εμβολιασμό
ανεξάρτητα από την ηλικία του ατόμου.
• Οι αγρότες είναι κύρια σε μεγαλύτερο κίνδυνο και πρέπει συχνά να
κάνουν αναμνηστικές ενέσεις.
• Όλες οι χώρες στον κόσμο εμβολιάζουν τώρα τα παιδιά.
31
Αλλαντίαση 1/2
• Η αλλαντίαση οφείλεται στο Clostridium botulinum.
• Ο μικροοργανισμός βρίσκεται στο έδαφος και συχνά η τροφή
επιμολύνεται με σπόρους, οι οποίοι είναι ανθεκτικοί στο βρασμό.
• Οι μικροοργανισμοί πολλαπλασιάζονται σε κονσερβοποιημένες
τροφές.
• Τρείς τύποι νευροτοξίνης είναι παθολογικοί για τον άνθρωπο, η Α,
η Β και η Ε.
• Οι πιο παθογόνες τοξίνες αναστέλλουν την νευρομεταβίβαση
στην νευρομυική σύναψη (τελική κινητική πλάκα).
32
Αλλαντίαση 2/2
33
Clostridium botulinum
34
Κλινική εικόνα αλλαντίασης 1/2
• Τα πρώτα κλινικά συμπτώματα περιλαμβάνουν ναυτία, έμετο, και
διάρροια, συνήθως 18-20 ώρες από την βρώση μολυσμένης
τροφής.
• Τα νευρολογικά συμπτώματα κυριαρχούν στην κλινική εικόνα και
περιλαμβάνουν θόλωση της όρασης και διπλωπία. Αργότερα
εμφανίζεται λαρυγγική και φαρυγγική παράλυση και μετά
γενικευμένη παράλυση. Δεν υπάρχει διαταραχή του επιπέδου
συνείδησης.
• Μπορεί να συμβεί αναπνευστική ανεπάρκεια.
35
36
Διάγνωση αλλαντίασης
• Από το ιστορικό αναφαίνεται η βρώση υπόπτων τροφών.
• Η νόσος μπορεί να εμφανισθεί σε περισσότερα του ενός μέλη της
οικογένειας.
• Η παρουσία της τοξίνης στα κόπρανα, στον ορρό, η στις ύποπτες
κονσερβοποιημένες τροφές αποδεικνύεται ενίοντας το ύποπτο
υλικό σε ποντίκια.
• Η νόσος πρέπει να διαφοροδιαγνωσθεί από την περίπτωση
βρώσης δηλητηριωδών μανιταριών, την δηλητηρίαση από
ατροπίνη, την νόσο Guillaim-Barre, και την myasthenia gravis.
37
Θεραπεία αλλαντιάσεως
• Η θεραπεία είναι υποστηρικτική.
• Σκοπός είναι η διατήρηση της αναπνοής με υποβοηθούμενη
αναπνοή.
• Χορηγούμε επίσης ενδοφλέβια 20 ml αντιτοξίνης και μετά από 4
ώρες άλλα 10 ml και επαναλαμβάνουμε την χορήγηση κάθε 12-24
ώρες εφ’ όσον κριθεί αναγκαίο.
• Η χρήση αντιβιοτικών δεν είναι καλά τεκμηριωμένη κλινικά.
• Για αναστροφή των παραλύσεων και του μπλοκαρίσματος της
νευρομυϊκής σύναψης δίνουμε υδροχλωρική γουανιδίνη.
• Παρόλα αυτά η θνητότητα παραμένει υψηλή (50-70%), εκείνοι
όμως που επιζούν μπορεί να απαλλαγούν τελείως από τις
παραλύσεις.
38
Αεριογόνος Γάγγραινα 1/2
• Η αεριογόνος γάγγραινα προκαλείται συχνά από το κλωστηρίδιο
perfingens και σπανιότερα από άλλα κλωστηρίδια, όπως πχ το
κλωστηρίδιο septicum.
• Παρατηρείται συχνά σε επιμολυσμένες πληγές που συνδυάζονται
με κατάγματα αλλά και κατακράτηση ξένων σωμάτων, ιδίως αν
αυτά όλα συνδυάζονται με ελάττωση της κυκλοφορίας και
αναερόβιες συνθήκες.
39
40
Κλινική εικόνα γάγγραινας 1/2
• Χαρακτηρίζεται από ασυνήθιστο πόνο με σκλήρυνση και οίδημα
στην περιοχή της πληγής.
• Όταν η γάγγραινα συμβαίνει σε ένα μέλος, το περιφερικότερο
τμήμα του γίνεται κρύο και άσφυγμο. Στην περιοχή της πληγής
αρχικά παρατηρούνται φυσαλίδες και υδαρές έκκριμα το οποίο
αργότερα γίνεται αιμορραγικό.
• Οι προσβεβλημένοι μύες αρχικά εμφανίζονται ωχροί και
οιδηματώδεις, αλλά αργότερα γίνονται ερυθροί, μετά
καφεόχρωμοι, και τέλος πραγματικά γαγγραινώδεις.
• Ο χαρακτηριστικός τριγμός στην περιοχή της γάγγραινας είναι ένα
χαρακτηριστικό που παρατηρείται προς το μέλος της πορείας της
νόσου.
41
42
Θεραπεία γάγγραινας
• Στηρίζεται στην χειρουργική παροχέτευση του τραύματος και στην
χορήγηση αντιβιοτικών.
• Χορηγείται παρεντερικά πενικιλίνη ή χλωραμφαινικόλη σε
συνδυασμό με κάποιο άλλο αντιβιοτικό για να καλύψει αερόβιους
και αναερόβιους μικροοργανισμούς που συχνά επιμολύνουν τις
πληγές.
• Ο ρόλος της αντιτοξίνης της αεριογόνου γάγγραινας καθώς και του
υπερβαρικού οξυγόνου που συχνά χορηγούνται δεν είναι απόλυτα
κλινικά τεκμηριωμένος.
43
Ψευδομεμβρανώδης εντεροκολίτις
• Οφείλεται στις τοξίνες που παράγει το clostridium difficile.
• Συχνά συμβαίνει μερικές μέρες ως ένα μήνα μετά από την
χορήγηση αντιβιοτικών.
• Χαρακτηρίζεται από κοιλιακά άλγη και διάρροιες (σπάνια
αιματηρές).
• Παρατηρείται συχνότερα σε ηλικιωμένα άτομα που νοσηλεύονται
στο νοσοκομείο.
• Στην σιγμοειδοσκόπηση, ο βλεννογόνος του εντέρου εμφαίνεται
ερυθρός και εμφανίζει ψευδομεμβράνες.
• Διακόπτουμε όλα τα ύποπτα αντιβιοτικά και χορηγούμε
βανκομυκίνη ή μετρονιδαζόλη.
44
Λοιμώξεις από βακίλους
45
Άνθραξ 1/4
• Ο άνθραξ οφείλεται στον βάκιλο του άνθρακα.
• Οι σπόροι του άνθρακα είναι πολύ ανθεκτικοί τόσο στις ακρότητες
της θερμοκρασίας όσο και της υγρασίας.
• Ο μικροοργανισμός παράγει τοξίνη και σε αυτό έγκειται η
επιθετικότητά του.
• Η νόσος έχει παγκόσμια επίπτωση και επιδημίες της έχουν
αναφερθεί τόσο στην Αφρική όσο και στην Βόρεια και Νότια
Αμερική και Νότια Ευρώπη.
• Η μετάδοση γίνεται με άμεσο επαφή με μολυσμένο ζώο και την
συναντάμε σε αγρότες, κρεοπώλες, σε εμπόρους ζωικών μαλλιών
κτλ. Οι σπόροι του άνθρακα μπορεί να εισέλθουν στον οργανισμό
με την τροφή και την αναπνοή.
46
Άνθραξ 2/4
47
Άνθραξ 3/4
48
Άνθραξ 4/4
50
Κλινική εικόνα άνθρακα 2/2
• Πνευμονική μορφή
Όταν οι σπόροι του βακίλου εισπνευσθούν παρατηρείται μη
παραγωγικός βήχας, πυρετός και οπισθοστερνική δυσφορία.
Συχνές είναι οι πλευρικές διηθήσεις. Σε μερικούς παρατηρείται
βελτίωση που όμως μετά ακολουθείται από απότομη έναρξη
δύσπνοιας, έκδηλη κυάνωση και θάνατο.
• Γαστρεντερική μορφή
Παρουσιάζεται με μορφή σοβαρής γαστρεντερίτιδας, και μπορεί
να εμφανισθεί αιματέμεση και αιματηρή διάρροια.
51
Διάγνωση άνθρακα
• Συχνά το επάγγελμα και το ιστορικό είναι καθοριστικά.
• Επίσης ο οργανισμός απομονώνεται σε επιχρίσματα και
καλλιέργειες.
• Τα αντισώματα ενάντια στον άνθρακα ανακαλύπτονται στον ορρό
του πάσχοντος τουλάχιστον 4 φορές αυξημένα τόσο με
αιμοσυγκόλληση όσο και με άλλες μεθόδους.
52
Θεραπεία άνθρακος
• Φάρμακο επιλογής είναι η πενικιλλίνη.
• Σε ήπιες δερματικές μορφές χορηγείται η φαινοξυμεθυλπενικιλλίνη
σε δόση 500 mg 4 φορές την ημέρα για 2 εβδομάδες.
• Σε πιο σοβαρές λοιμώξεις κυρίως όταν υπάρχει σηψαιμία
χορηγείται πενικιλλίνη ενδοφλέβια σε δόση 2,4 γρ. ημερησίως.
• Έχουν επιτυχώς χρησιμοποιηθεί τόσο η ερυθρομυκίνη, όσο και
χλωραμφαινικόλη και οι τετρακυκλίνες.
53
54
Gram αρνητικοί βάκιλοι
1. Λοιμώξεις από βρουκέλλα.
2. Λοιμώξεις από μπορτετέλλα.
3. Λοιμώξεις από αιμόφιλο.
4. Χολέρα.
5. Τροφικές δηλητηριάσεις από κολοβακτηρίδια, σαλμονέλα,
σιγκέλα, και καμπυλοβακτηρίδιο.
6. Πανώλις.
7. Άλλα, (τουλαραιμία, μάλη, ψευδομάλη, νόσος των λεγεωναρίων,
λοιμώξεις από βακτηριοειδή, μπατονέλλωση, νόσος εξ ονύχων
γαλής, πυρετός των χαρακωμάτων).
55
56
Βρουκέλλωση (μελιταίος πυρετός) 2/2
• Οι οργανισμοί εισέρχονται στον οργανισμό από το στόμα συνήθως
και σπανιότερα από το αναπνευστικό, γεννητικό σύστημα ή τις
αμυχές του δέρματος.
• Οι βάκιλλοι πορεύονται μέσω των λεμφαγγείων και μολύνουν τους
λεμφαδένες. Μετά από αυτό ακολουθεί αιματογενής διασπορά
και εγκατάσταση των βακίλων στο ΔΕΣ.
• Ο άνθρωπος μολύνεται συνήθως από το γάλα μολυσμένων
αγελάδων ή κατσικιών. Έτσι συχνά η νόσος παρατηρείται σε
κτηνοτρόφους και σε άτομα που έρχονται σε επαφή με τα ζώα ή
με τα πτώματα ζώων.
57
58
Κλινική εικόνα της βρυκέλλωσης 2/3
• Η ύπαρξη σπληνομεγαλίας είναι ενδεικτικό βαρείας νόσου.
• Έχουν περιγραφεί και άλλα συμπτώματα, όπως ορχίτιδα,
επιδυδιμίτιδα, οστεομυελίτιδα, ενδοκαρδίτιδα,
μηνιγγοεγκεφαλίτιδα, κυρίως από την βρουκέλλα melitensis και
suis.
• Χρόνια
Χαρακτηρίζεται από εύκολη κόπωση, μυαλγία, εξάρσεις πυρετού
και κατάθλιψη που μπορεί να διαρκέσει για μήνες.
Υπάρχει σπληνομεγαλία.
Πρέπει να διαφοροδιαγνωσθεί από άλλες αιτίες παρατεταμένου
πυρετού.
59
60
Διάγνωση βρουκέλλωσης
• Στο 50% των ασθενών οι αιμοκαλλιέργειες είναι θετικές για
βρουκέλλες στην οξεία φάση της νόσου.
• Σε χρόνιες όμως μορφές της νόσου οι αιμοκαλλιέργειες είναι
λιγότερο βοηθητικές.
• Στην οξεία φάση, καλλιέργειες μυελού οστών μπορεί να είναι
επίσης θετικές.
• Ο έλεγχος με συγκολλητινοαντίδραση (αντίδραση Wright) όταν
δείχνει 4 φορές αύξηση του τίτλου των αντισωμάτων είναι πολύ
πιο ενδεικτική της βρουκέλλωσης.
• Ειδικά αντισώματα στην βρουκέλλα ανιχνεύονται τώρα με Elisa.
61
Θεραπεία βρουκέλλωσης
• Χορηγούνται δοξυκυκλίνη σε συνδυασμό με ριφαμπικίνη για 6
εβδομάδες.
• Αν και η θνητότητα είναι χαμηλή στο 2%, η νόσος είναι ανθεκτική
στην θεραπεία και συχνά συμβαίνουν υποτροπές.
• Ένας άλλος τρόπος θεραπείας είναι ο συνδυασμός της
στρεπτομυκίνης με τετρακυκλίνη.
• Χρειάζεται καλή υγιεινή στην επαφή με ζώα, καταπολέμηση των
λοιμώξεων στα ζώα και παστερίωση του γάλακτος. Δεν υπάρχει
εμβόλιο.
62
Λοιμώξεις από μπορντετέλλα
• Η bordetella είναι αρνητικός κοκκοβάκιλλος. Η b. pertussis
προκαλεί κοκκύτη. Η b. Parapertussis και η b. Bronchiseptica πιο
ήπιες λοιμώξεις.
• Κοκκύτης
Ο κοκκύτης έχει παγκόσμια επίπτωση. Είναι πολύ μεταδοτικός και
μεταδίδεται δια σταγονιδίων. Τα αρχικά συμπτώματα δεν
διακρίνονται από άλλες νόσους του άνω αναπνευστικού, και έτσι η
λοίμωξη μεταδίδεται πολύ εύκολα. Μετά το 1995, όμως 94% του
πληθυσμού στις ανεπτυγμένες χώρες είναι εμβολιασμένο και η
επίπτωση έχει πέσει δραματικά.
63
65
Διάγνωση κοκκύτη
• Η διάγνωση βοηθιέται από το ιστορικό, την ηλικία του ασθενούς
και τον χαρακτήρα του βήχα (υλακώδης).
66
Θεραπεία κοκκύτη
• Αν η νόσος αναγνωρισθεί στο καταρροϊκό στάδιο, η χρήση
ερυθρομυκίνης θα ελαττώσει την σοβαρότητα της πορείας της
νόσου.
67
Πρόληψη κοκκύτη
• Όσοι μολύνονται ή νοσούν πρέπει να απομονωθούν κι αυτό είναι
σημαντικό όπου υπάρχει υπερπληθυσμός, όπως τα εσωτερικά
σχολεία.
• Ο κοκκύτης είναι νόσος που προλαμβάνεται λόγω της ύπαρξης του
εμβολίου.
• Έχουν αναφερθεί σπάνιες επιπλοκές από το εμβόλιο όπως
σπασμοί, εγκεφαλοπάθεια αλλά είναι σαφώς πολύ λιγότερες από
τον κοκκύτη αυτόν καθ’ αυτόν.
• Κάθε παιδί που εκτίθεται σε ασθενή με κοκκύτη πρέπει
προφυλακτικά να λαμβάνει ερυθρομυκίνη.
68
Κοκκύτης
“Pertussis”, από Doc James διαθέσιμο ως κοινό κτήμα “Pertussis lores”, από Der Lange διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
69
70
Λοιμώξεις από αιμόφιλους 2/2
• Ο αιμόφιλος γενικά βρίσκεται σε ένα 80% στο άνω αναπνευστικό
σύστημα των υγιών ατόμων. Έξι αντιγονικοί τύποι αιμόφιλου έχουν
ανακαλυφθεί και από αυτούς ο β είναι ο πλέον παθογενετικός.
• Ευτυχώς τώρα υπάρχει ένα εμβόλιο και σε μερικές αναπτυσσόμενες
χώρες έχουν γίνει μαζικοί εμβολιασμοί.
• Οι ασθενείς που έχουν κάνει σπληνεκτομή, εκείνοι που έχουν
υποσπηνισμό (δρεπανοκυτταρική αναιμία) και εκείνοι που είναι
θετικοί για τον ιό HIV πρέπει επίσης να εμβολιάζονται κατά του
αιμοφίλου.
• Υπάρχει ένδειξη ότι η ανοσία στον αιμόφιλο αυξάνεται με την ηλικία
και αυτό εξαρτάται από τον τίτλο των αντισωμάτων του ξενιστού. Οι
περισσότερες περιπτώσεις είναι αυτόχθονες και έτσι είναι συνήθεις
οι σποραδικές λοιμώξεις.
71
72
Αιμόφιλος της ινφλουέντζας 2/2
• Τα χαρακτηριστικά της περιλαμβάνουν απότομη έναρξη με ρίγος
και υψηλό πυρετό, πετεχειώδες εξάνθημα, σηψαιμία και οξύ
σηψαιμικό shock καθώς και τα λοιπά χαρακτηριστικά κάθε
μηνιγγικού συνδρόμου είτε αυτό είναι βακτηριογενές είτε είναι
μικροβιακό.
• Η επιγλωτίτιδα από αιμόφιλο έχει ουσιαστικά εκλείψει στις
ανεπτυγμένες χώρες.
73
Διάγνωση αιμόφιλου
• Η διάγνωση τίθεται με απομόνωση και καλλιέργεια του
οργανισμού. Ανευρίσκεται ο τύπος β με κάψα.
74
Θεραπεία αιμόφιλου
• Η θεραπεία είναι επείγουσα διότι η αργοπορία συνδυάζεται με
υψηλή θνησιμότητα, ιδίως αν υπάρχει μηνιγγίτιδα ή επιγλωτίτιδα.
• Φάρμακο εκλογής είναι η ενδοφλέβια χορήγηση
χλωραμφαινικόλης ή καιφουροξίμης. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί
η αμπικιλλίνη αλλά φαίνεται ότι αυξάνεται σε αυτήν η αντίσταση
του οργανισμού. Παιδιά τα οποία έρχονται σε επαφή με τους
πάσχοντες βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης της
λοίμωξης και τους χορηγείται ριφαμπικίνη για 4 ημέρες.
75
Για αιμόφιλο
• Υπάρχει εμβόλιο και είναι υψηλής αποτελεσματικότητας μια που
το 99% των εμβολιασμένων παιδιών έχουν προστασία 3 μέρες
μετά από τον εμβολιασμό.
• Στα περισσότερα μέρη του κόσμου συνιστάται τον πρώτο χρόνο
της ζωής.
76
Χολέρα 1/7
• Η χολέρα προκαλείται από το καμπύλο, μαστιγοφόρο και ενεργά
κινητό, αρνητικό κατά Gram βάκιλλο που φέρει το όνομα δονάκιο
της χολέρας (Vibrio cholerae).
• Ο οργανισμός καταστρέφεται μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα σε
θερμοκρασίες των 100 αλλά μπορεί να ζήσει στον πάγο μέχρι και 6
εβδομάδες.
• Το κύριο παθογενετικό στέλεχος έχει ένα σωματικό αντιγόνο (Ο1)
με δύο βιότυπους, τον κλασσικό και τον El Tor.
77
Χολέρα 2/7
• Ο τύπος El Tor έχει αντικαταστήσει τον κλασσικό σαν κύρια αιτία
της χολέρας.
• Αυτό συνέβη διότι ο τύπος El Tor είναι πολύ σκληρότερος
μικροοργανισμός. Η λοίμωξη με τύπο El Tor συχνά δεν
αναγνωρίζεται διότι προκαλεί ηπιότερα συμπτώματα.
• Σε ένα 3% μολυσμένων ατόμων έχει αναγνωριστεί ένα είδος
φορέα που φέρει το δονάκιο στην χοληδόχο κύστη.
• Οι γόνιμες και υγρές κοιλάδες του Γάγγη ποταμού στην δυτική
Βεγγάλη έχουν θεωρηθεί σαν το «σπίτι της χολέρας».
78
Χολέρα 3/7
• Εν τούτοις, η έβδομη πανδημία της χολέρας η οποία οφειλόταν
στον τύπο El Tor, επηρέασε μεγάλες περιοχές της Ασίας, της
Βορείου Αφρικής, της Κένυας, και της Νοτίου Ευρώπης.
• Τώρα θεωρείται ότι η όγδοη πανδημία της χολέρας έχει αρχίσει,
και ότι οφείλεται σε ένα μη Ο1 δονάκιο της χολέρας (Vibrio
cholerae 0139), το οποίο είναι μετάλλαξη του τύπου El Tor.
• Οι άνθρωποι είναι οι μόνοι ξενιστές.
79
Χολέρα 4/7
• Το μολυσμένο νερό παίζει τον σημαντικότερο ρόλο στην μετάδοση
της χολέρας, παρότι τόσο οι μολυσμένες τροφές όσο και η επαφή
συμβάλλουν στις επιδημίες.
• Η μετάδοση γίνεται με την στοματο-πρωκτική οδό και φαίνεται
πως η αχλωρυδρία και η υποχλωρυδρία βοηθά την εγκατάσταση
του βακίλου στο λεπτό έντερο, όπου πολλαπλασιάζεται και
παράγει την εξωτοξίνη του που αποτελείται από 2 υπομονάδες,
την Α και την Β.
80
Χολέρα 5/7
• Η Β υπομονάδα δεσμεύεται σε ειδικούς υποδοχείς (GM1), ενώ η Α
ενεργοποιεί την αδενυλκυκλάση, η οποία αυξάνει την παραγωγή
του cAMP και το οποίο με την σειρά του οδηγεί σε μαζική έκκριση
ισότονου υγρού στον αυλό του εντέρου.
• Η τοξίνη επίσης φαίνεται ότι εκκρίνει και σεροτονίνη από τα
εντερικά κύτταρα με την οποία φαίνεται ότι ενεργοποιεί νευρικά
αντανακλαστικά συστήματα του εντέρου.
• Στους 2 ανωτέρω μηχανισμούς οφείλεται το 50% της
δραστηριότητας της τοξίνης της χολέρας.
81
Χολέρα 6/7
• Επιπλέον, φαίνεται ότι το δονάκιο της χολέρας παράγει και μια
ακόμη τοξίνη, την ΖΟΤ (διεθνής ονομασία), η οποία παρεμποδίζει
την στερεότητα των κυτταρικών δεσμών των εντεροκυττάρων και
προκαλεί περαιτέρω διαφυγή ύδατος και ηλεκτρολυτών.
82
Χολέρα 7/7
85
86
Κλινική εικόνα χολέρας 3/4
2. Η φάση της κατέρρειψης
87
88
Ξηρή χολέρα
• Η ξηρή χολέρα (cholera sicca) είναι σπάνια, αλλά σοβαρή μορφή
χολέρας.
• Εμφανίζει τεράστιες ποσότητες υγρών και ηλεκτρολυτών, αλλά
μέσα σε διατάσεις του εντερικού αυλού.
• Δεν εμφανίζεται ούτε διάρροια ούτε έμετος και έτσι η νόσος δεν
αναγνωρίζεται.
• Η θνητότητα είναι υψηλή.
89
90
Θεραπεία της χολέρας 1/3
• Με την κατάλληλη και δραστική ενυδάτωση, η θνητότητα έπεσε
πια στο 1%. Η ενυδάτωση είναι κύρια από του στόματος, αλλά
μπορεί να χρειαστεί και ενδοφλέβια.
• Από του στόματος ενυδάτωση
Για την διατήρηση των υγρών ή την διόρθωση της ήπιας η μέτριας
αφυδάτωσης, δίνουμε διαλύματα γλυκόζης και ηλεκτρολυτών κατά
πως ορίζει ο ΠΟΥ (WHO’s oral rehydration solution, WHO’s ORS).
Διάφορα διαλύματα ηλεκτρολυτών με βάση το ρύζι και τα
δημητριακά φαίνεται ότι είναι εξ ίσου καλά με εκείνα της ΠΟΥ.
91
92
Θεραπεία της χολέρας 3/3
• Αντιβιοτικά – Χορηγούνται τετρακυκλίνη 250 mg 4 φορές
ημερησίως για 3 ημέρες ή δοξυκυκλίνη, ώστε να καταπολεμηθεί η
λοίμωξη, να ελαττωθεί η ποσότητα των κοπράνων και να
συντομευθεί η διάρκεια της νόσου. Επειδή φαίνεται πως
αναπτύσσεται αντίσταση των δονακίων στα ανωτέρω αντιβιοτικά,
σήμερα χρησιμοποιείται πιο συχνά η σιπρολοξασίνη.
93
94
Τροφικές δηλητηριάσεις
• Τροφική δηλητηρίαση είναι γενικός όρος που περιγράφει νόσους
σχετιζόμενες με την λήψη της τροφής.
• Οι περισσότερες είναι νόσοι μολυσματικές, βακτηριδιακές (70-
90%) ή ιογενείς (2-6%). Περισσότερο από το 45% των τροφικών
δηλητηριάσεων οφείλεται κατά πρώτον σε καμπυλοβακτηριδιάσεις
(cambylobacter jejuni – κοιλιακοί πόνοι, δύσοσμη διάρροια,
πυρετός)) , και κατά δεύτερο λόγο σε σαλμονελλώσεις (90%
γαστρεντερίτιδα και 10% τυφοειδικό σύνδρομο που μοιάζει με
τύφο).
95
Σαλμονέλλωση 2/4
• Ο τυφοειδής πυρετός έχει εξαφανισθεί από τότε που τα δίκτυα
ύδρευσης και αποχέτευσης απομονώθηκαν. Παράτυφος δεν
υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα, πλην εκτός του αν εισαχθεί από
άλλη χώρα.
• Με την χρήση καθαρού νερού κτλ, οι σαλμονέλλες του ανθρώπου
έχασαν την σημασία τους ως παθογόνα.
• Το πρόβλημα σήμερα παραμένουν οι σαλμονέλλες των ζώων (πχ
κότας) που προκαλούν τροφικές δηλητηριάσεις στον άνθρωπο.
Μπορεί η δηλητηρίαση να ξεκινά από τις ζωοτροφές απ’ όπου οι
σαλμονέλλες περνούν στα καταναλώσιμα ζώα.
98
Σαλμονέλλωση 3/4
• Τα συμπτώματα εξαρτώνται από την μολυσματική δόση των
μικροβίων.
• Μεγαλύτερο κίνδυνο σαλμονέλλωσης έχουν τα μικρά παιδιά μέχρι
5 ετών αφού η μολυσματική δόση που απαιτείται είναι μικρότερη
από εκείνη των ενηλίκων για να γίνει η διάρροια.
• Η σαλμονέλλα Enteritidis (PT4 Phage Type 4 στέλεχος) είναι το
κυρίως υπεύθυνο στέλεχος για τις σαλμονελλώσεις του
πολιτισμένου κόσμου.
• Προστασία προσφέρει η καθαρότητα του νερού και το απαραίτητο
βράσιμο αυγών κυρίως κρόκου.
99
Σαλμονέλλωση 4/4
• Η διάγνωση του τυφοειδούς πυρετού γινόταν από παλαιά με την
αντίδραση Widal, αλλά σήμερα γίνεται πια με την
αιμοκαλλιέργεια. Επίσης η τυποποίηση των σαλμονελλών
ενισχύθηκε με την μέθοδο DNA Probes.
• Σε γαστρεντερίτιδα από σαλμονέλλες δεν δίνουμε αντιβιοτικά,
εκτός από βαριά κατάσταση, αφού ελεγχθεί η ευαισθησία του
μικροβίου.
100
Σιγκέλλωση
• Σιγκέλλες υπάρχουν μόνο στον άνθρωπο και στις πολιτισμένες
χώρες επικρατεί η S sonnei. Προκαλεί πολλές κενώσεις που μπορεί
να φθάσουν και τις 25-35 ημερησίως, και που εμφανίζονται
βλεννοαιματηρές με έντονο πόνο.
101
Πανώλη 1/7
• Η νόσος προκαλείται από ένα είδος βακίλλου που ανήκει στην
κατηγορία των yersinia.
• Από αυτούς τους μικροοοργανισμούς τρεις είναι παθογόνοι για τον
άνθρωπο, η yersinia pseudotuberculosis που προκαλεί μεσεντερική
λεμφαδενίτιδα, η yersinia enterocolitica που προκαλεί
εντεροκολίτιδα και yersinia pestis (παστερέλα της πανώλους) που
προκαλεί πανώλη.
• Ο μικροοργανισμός είναι αρνητικός κατά Gram βάκιλλος.
• Τόσο σποραδικά κρούσματα όσο και επιδημίες πανώλης
συμβαίνουν παγκοσμίως.
102
Πανώλη 2/7
• Από το 1980 ως το 1994, η ΠΟΥ ανακοίνωσε 19,000 κρούσματα με
θνητότητα 10%. Τα κρούσματα αναφέρονται από αναπτυσσόμενες
χώρες.
• Ο καλύτερος ξενιστής είναι το τρωκτικό των δασών που
επιμολύνουν τα ποντίκια (rattus domesticus). Ο φορέας
(ενδιάμεσος ξενιστής) είναι ο ψύλλος του ποντικιού Xenopsylla
cheopis.
• Οι ψύλλοι αυτοί δαγκώνουν ανθρώπους ιδίως τις εποχές που
υπάρχει ελάττωση του πληθυσμού των ποντικιών. Σπάνια
μόλυνση μπορεί να προέλθει από μολυσμένα κόπρανα που
τρίβονται πάνω σε πληγές του δέρματος ή μέσω εισπνοής
σταγονιδίων.
103
Πανώλη 3/7
• Η επιθετικότητα των μικροοργανισμών οφείλεται στην παρουσία
ενδοτοξίνης, εξωτοξίνης και του φράγματος 1 (μια διαλυτή
πρωτεΐνη που παρεμποδίζει την φαγοκυττάρωση του
μικροοργανισμού).
• Οι κλινικές εκδηλώσεις της νόσου αποδίδονται στην
λιποσακχαριδική ενδοτοξίνη.
104
Πανώλη 4/7
Πανώλη 5/7
106
Πανώλη 6/7
Πανώλη 7/7
109
Βουβωνική πανώλη
• Η έναρξη της νόσου είναι οξεία με υψηλό πυρετό, κεφαλαλγία,
μυαλγία, ναυτία και εμέτους. Αυτά ακολουθούνται από
λεμφαδενοπάθεια πιο συχνά προσβάλλουσα τους βουβωνικούς
αδένες (βουβώνες).
• Χαρακτηριστικά, οι βουβώνες είναι μαλακοί, διογκωμένοι, και
ευαίσθητοι και διαπυούνται σε 1-2 εβδομάδες. Μπορεί να
παρατηρηθούν πετέχειες, καθώς και αιμορραγίες από το
γαστρεντερικό, το αναπνευστικό και το ουροποιογεννητικό
σύστημα.
• Αν υπάρχει σηψαιμία, επακολουθεί και πτώση του επιπέδου
συνείδησης.
110
Πνευμονική πανώλη
• Χαρακτηρίζεται από απότομη έναρξη κεραυνοβόλου πνευμονίας
με αιματηρή απόχρεμψη, έντονη δύσπνοια, κυάνωση και θάνατο
σε όλους σχεδόν τους προσβεβλημένους ασθενείς.
111
Σηψαιμική πανώλη
• Παρουσιάζεται σαν οξεία κεραυνοβόλος λοίμωξη με σημεία shock
και διάχυτη ενδαγγειακή πήξη.
• Δεν υπάρχει λεμφαδενοπάθεια συνήθως.
• Αν αφεθεί χωρίς θεραπεία, η μορφή αυτή της νόσου οδηγεί στον
θάνατο σε 2-5 μέρες.
112
Δερματική πανώλη
• Εμφανίζεται είτε σαν βλατίδα, είτε σαν πομφός, είτε σαν εσχάρα,
είτε σαν πορφύρα που μπορεί να γίνει νεκρωτική ή γαγγραινώδης.
113
Διάγνωση πανώλης
• Είναι σχετικά εύκολη, αποδεικνύοντας τον μικροοργανισμό σε
υγρά από τους λεμφαδένες, σε καλλιέργειες αίματος και σε
καλλιέργεια πτυέλων.
114
Θεραπεία πανώλης
• Είναι επείγουσα και πρέπει να αρχίσει πριν από τα αποτελέσματα
των καλλιεργειών.
• Αρκετά αντιβιοτικά είναι αποτελεσματικά, όπως η στρεπτομυκίνη
και η τετρακυκλίνη.
• Πρόσφατα αναφέρονται κρούσματα στην Μαδαγασκάρη, από
οργανισμούς ανθεκτικούς σε πολλά αντιβιοτικά.
115
Πρόληψη πανώλης
• Εξαρτάται από τον έλεγχο των ψύλλων και την χρήση ειδικών
ουσιών που τους εξολοθρεύουν όπως το 2% aldrin.
• Γενικά ψεκάζονται τα εξωτερικά μέρη ιδίως των προχείρων οικιών
και των καλυβιών με εντομοκτόνα τα οποία είναι δραστικά στους
επιτόπιους ψύλλους.
• Τα τρωκτικά δεν πρέπει να σκοτώνονται πριν ο έλεγχος των ψύλλων
επιτευχθεί, δεδομένου ότι οι ψύλλοι θα εγκαταλείψουν τα
πτώματα των τρωκτικών και θα δαγκώσουν ανθρώπους.
• Χημειοπροφύλαξη γίνεται με σουλφοναμίδες για 7 ημέρες.
• Οι ίδιοι ασθενείς είναι μεταδοτικοί όταν ανοίξουν οι διαπυημένοι
λεμφαδένες τους.
• Όσοι έχουν πνευμονική πανώλη την μεταδίδουν με σταγονίδια.
• Υπάρχει εμβόλιο με μερική αποτελεσματικότητα για ταξιδιώτες σε
περιοχές με ενδημική πανώλη.
116
Ενότητα 7: Λοιμώξεις (γ’ μέρος)
Μυκοβακτηρίδια 1/2
• Τα μυκοβακτηρίδια είναι όξινοι βάκιλοι που μεγαλώνουν
εξαιρετικά αργά. Το κυτταρικό τοίχωμα περιλαμβάνει λιπίδια και
γλυκολιπίδια τα οποία είναι υπεύθυνα για την παραγωγή των
κοκκιωμάτων.
• Δεν έχει αποδειχθεί ότι παράγουν εξωκυτταρικά ένζυμα ή τοξίνες.
• Η ικανότητά τους να προκαλούν νόσο οφείλεται στην ικανότητά
τους να πολλαπλασιάζονται μέσα σε φαγοκυτταρικά κύτταρα και
να ανθίστανται σε ενζυματική καταστροφή.
1
Μυκοβακτηρίδια 2/2
Φυματίωση
• Η φυματίωση έχει παγκόσμια επίπτωση αλλά συναντάται κυρίως
σε Ασιατικές χώρες, όπου το 60-80% των παιδιών κάτω των 14
ετών έχει μολυνθεί.
• Η φυματίωση κυρίως μεταδίδεται με σταγονίδια.
• Η επίπτωση της νόσου αυξάνει με πτωχές κοινωνικοοικονομικές
συνθήκες, ανεπαρκή διατροφή και υπερπληθυσμό.
3
Παθολογία φυματίωσης 1/5
• Η χαρακτηριστική βλάβη είναι ένα κοκκίωμα με κεντρική
τυροειδοποίηση και γιγαντοκύτταρα του Langhans.
• Η πρωτογενής λοίμωξη συνήθως είναι στους πνεύμονες, αλλά και
σε άλλα όργανα όπως η ειλεοκολική περιοχή του γαστρεντερικού
συστήματος, μπορεί να είναι η πρωταρχική περιοχή της βλάβης.
Σχεδόν πάντα συνυπάρχει και συνοδός προσβολή των
λεμφαδένων.
• Στους περισσότερους η πρωτογενής βλάβη θεραπεύεται
αφήνοντας μερικούς επιζώντες βακίλους.
• Όταν η ανοσία του ξενιστή ελαττωθεί, αυτοί οι βάκιλοι
επανενεργοποιούνται προκαλώντας τοπική και αιματογενή
διασπορά σε όλα τα όργανα του σώματος περιλαμβάνοντας τους
πνεύμονες, οστά και νεφρά.
4
7
Παθολογία φυματίωσης 5/5
• Η ενεργοποίηση οδηγεί σε τυπική μεταπρωτογενή πνευμονική
φυματίωση με σπηλαιοποίηση συνήθως στην κορυφή και στην
άνω ζώνη του πνεύμονος.
• Η μεταπρωτογενής φυματίωση περιλαμβάνει όλες τις μορφές
φυματίωσης που επισυμβαίνουν λίγες εβδομάδες μετά την
πρωτογενή λοίμωξη αφού έχει δημιουργηθεί η κυτταρική ανοσία
στο μυκοβακτηρίδιο.
10
11
Κλινικά σημεία φυματίωσης 4/7
• Συχνά δεν υπάρχουν κλινικά σημεία στα αρχικά στάδια παρότι τόσο
ο σπλην όσο και το ήπαρ μπορεί να διογκωθούν.
• Στα μάτια φαίνονται χοριοειδή φυμάτια. Αυτές οι βλάβες σε
διάμετρο είναι περίπου το ¼ του οπτικού δίσκου, και παρουσιάζουν
ελαφρά κίτρινο και λαμπερό χρώμα με ανυψωμένα χείλη, αλλά
κατόπιν γίνονται λευκά στο κέντρο. Σε κάθε μάτι μπορεί να είναι ένα
ή πολλά.
• Στην κεχροειδή φυματίωση, η απλή ακτινογραφία μπορεί να είναι
απόλυτα φυσιολογική, διότι τα φυμάτια δεν είναι ορατά αν δεν
φτάσουν σε διάμετρο 1-2 mm και σκληρό περίβλημα.
• Οι βλάβες μπορεί να αυξηθούν σε μέγεθος μέχρι 5-10 mm.
• Τόσο η σαρκοείδωση, όσο και η σταφυλοκοκκική και η
μυκοπλασματική πνευμονία μπορεί να μιμηθούν την εμφάνιση της
κεχροειδούς πνευμονίας.
12
13
Κλινικά σημεία φυματίωσης 6/7
Ενήλικη μεταπρωτογενής φυματίωση
• Τυπικά υπάρχει βαθμιαία έναρξη των συμπτωμάτων στην διάρκεια
εβδομάδων ή μηνών.
• Κόπωση, κακουχία, ανορεξία και απώλεια βάρους μαζί με βήχα
και πυρετό παραμένουν τα κλασσικά συμπτώματα της
φυματίωσης.
• Οι έντονοι νυχτερινοί ιδρώτες είναι πιο σπάνιοι τώρα και πιο
πιθανόν να οφείλονται σε άγχος.
• Τα πτύελα μπορεί να είναι βλεννώδη, πυώδη ή αιματηρά. Πολλοί
αναφέρουν ένα ήπιο βάρος ή πόνο στο στήθος. Μια πλευρίτιδα ή
μια πνευμονία μπορεί να είναι το πρωταρχικό σύμπτωμα της
φυματίωσης.
14
15
Ακτινογραφία θώρακος
• Συνήθως βρίσκουμε μια ανώμαλη ακτινογραφία πνευμόνων χωρίς
φυσικά σημεία στην φυσική εξέταση, και το αντίθετο είναι πολύ
σπάνιο, δηλαδή να βρεθεί πνευμονική φυματίωση με φυσικά σημεία
και καθαρή ακτινογραφία.
• Η τυπική ακτινογραφία θώρακος δείχνει οζώδεις σκιάσεις στις άνω
ζώνες, ελάττωση του όγκου των πνευμόνων και ίνωση στις περιοχές
βλάβης, με ή χωρίς σπηλαιοποίηση.
• Μια και μόνη ακτινογραφία συνήθως δεν δίνει την εικόνα της
δραστικότητας της νόσου.
• Όποια εικόνα και να δίνει η ακτινογραφία θα πρέπει να γίνει
προσπάθεια μικροβιολογικής απόδειξης της νόσου.
• Παρόμοιες με την φυματίωση ακτινογραφικές εικόνες δίνουν και
άλλες νόσοι, όπως η ασπεργίλλωση, η κρυπτόκκωση και η
κοκκιδιομύκωση. 16
17
Η φυματίωση μπορεί να προσβάλλει 1/2
1. Το γαστρεντερικό σωλήνα, κυρίως την ειλεοκολική περιοχή, αλλά
επίσης και το περιτόναιο, προκαλώντας ακίτη.
2. Το ουροποιητικό σύστημα, κυρίως προσβάλλονται τα νεφρά.
Όμως η φυματίωση μπορεί να είναι η αιτία ανώδυνης διόγκωσης
τόσο της επιδυδιμίδας όσο και της σάλπιγγας.
Μπορεί να προκαλέσει απόστημα της σάλπιγγας και να οδηγήσει
σε στειρότητα στις γυναίκες.
3. Το κεντρικό νευρικό σύστημα. Μπορεί να προκαλέσει φυματιώδη
μηνιγγίτιδα και φυματώματα.
4. Το σκελετικό σύστημα. Μπορεί να προκαλέσει αρθρίτιδα,
οστεομυελίτιδα και δημιουργία ψυχρών αποστημάτων.
18
19
Διάγνωση φυματίωσης 1/3
Γίνεται με τις ακόλουθες εξετάσεις:
1. Απεικόνιση - Απλή ακτινογραφία και αξονική τομογραφία όταν
χρειάζεται.
2. Χρώσεις - Τα πτύελα χρώνυνται με Ziel-Nielsen (ZN) όπου
ανιχνεύονται βάκιλοι στα οξέα και την αλκοόλη (acid and alcohol
fast bacilli-AAFB).
3. Καλλιέργεια - Τα πτύελα καλλιεργούνται σε Dover’s ή Lowenstein-
Jensen μέσα σε 4-8 εβδομάδες. Οι καλλιέργειες που καθορίζουν
την ευαισθησία του βακίλου στα αντιβιοτικά μπορεί να
χρειαστούν άλλες 3-4 εβδομάδες.
20
21
Διάγνωση φυματίωσης 3/3
• Σήμερα με τεχνικές μοριακής βιολογία επιταχύνουν την
διάγνωση στις καλλιέργειες χρησιμοποιώντας σεσημασμένα
σήματα DNA (probes DNA) με την τεχνική της αντίδρασης της
ανάστροφης τρανσκριπτάσης. Με αυτές τις νεώτερες τεχνικές
μπορεί να επιταχυνθεί η διάγνωση και να γίνει σε 48 ώρες.
• Επειδή όμως δεν είναι και 100% ακριβείς, δεν γίνονται αποδεκτές
σαν αυτοτελείς διαγνώσεις αλλά μόνον ως πρωταρχικές.
22
Ρόμπερτ Κοχ
• Ο Δρ. Ρόμπερτ Κοχ ανακάλυψε τον βάκιλο της φυματίωσης.
Σπηλαιώδης φυματίωση
tuberculosispictures.org tuberculosispictures.org
25
Εικόνες φυματίωσης
tuberculosispictures.org 26
Συμπτώματα φυματίωσης
27
“Tuberculosis symptoms”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Φυματίωση και δράση φαρμάκων
28
“Tuberculosis-drugs-and-actions”, από Photohound διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
29
Θεραπεία φυματίωσης 2/4
Η εξαμηνιαία θεραπεία
• Αυτή είναι πάγια τεχνική για την πνευμονική και λεμφαδενική
μορφή.
• Καθημερινά χορηγείται ριφαμπικίνη 600 mg και ισονιαζίδη 300
mg. Τα φάρμακα δίνονται σαν συνδυασμένα δισκία και παίρνονται
30 λεπτά πριν το πρωινό γεύμα γιατί η πρόσληψη της τροφής
ελαττώνει την απορροφητικότητα της ριφαμπικίνης.
• Σε αυτήν την αγωγή επιπροστίθενται τους 2 πρώτους μήνες και η
πυραζιναμίδη 1.5-2 γρ ημερησίως.
• Η πυραζιναμίδη είναι πολύ χρήσιμη για να εξολοθρεύει τα
μυκοβακτηρίδια που είναι μέσα στα μακροφάγα και με αυτόν τον
τρόπο προστατεύει από τις υποτροπές της νόσου.
30
32
33
Πρόληψη φυματίωσης 2/3
• Παρ’ όλα αυτά μετά τη μαζική μετανάστευση από αναπτυσσόμενες
χώρες, και σε περιοχές όπου το μεταναστευτικό στοιχείο κυριαρχεί,
οδήγησε στο να δίδεται το εμβόλιο σε ηλικία 6 εβδομάδων αντί των
13 ετών που δινόταν παραδοσιακά.
• Σκοπός είναι να αναχαιτισθεί η εμφάνιση της νόσου σε παιδιά
όπου η φυματίωση είναι συχνά πολύ επιθετική και η αργοπορία
μπορεί να είναι και μοιραία.
• Το εμβόλιο φαίνεται ότι είναι ιδιαίτερα ικανό να προφυλάξει από
την κεχροειδή φυματίωση και την φυματιώδη μηνιγγίτιδα.
34
35
Mantoux test
“Mantoux tuberculin skin test”, από Raeky “Mantoux Test 48h”, από Splintercellguy
διαθέσιμο ως κοινό κτήμα διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
36
Λέπρα 2/7
“Mycobacterium leprae”, από PDH “Gerhard Armauer Hansen”, από File Upload Bot
διαθέσιμο ως κοινό κτήμα (Magnus Manske) διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
2
Λέπρα 3/7
Λέπρα 4/7
Λέπρα 6/7
• Η λέπρα παρατηρείται σε όλα τα τροπικά και θερμά μέρη, ιδίως
της Ασίας και της Αφρικής.
• Υπάρχουν ακόμη ενδημικές περιοχές στην Νότια Ευρώπη και σε
περιοχές της Αμερικής.
• Από τα περίπου 15.000.000 λεπρών που υπάρχουν σήμερα στον
κόσμο, τα 2/3 βρίσκονται στην Ασία.
6
Λέπρα 7/7
• Το πώς ακριβώς μεταδίδεται η νόσος, ακόμη και σήμερα
παραμένει αδιευκρίνιστο, αλλά πιθανώς μεγάλο ρόλο παίζουν οι
ρινικές εκκρίσεις.
• Όταν ένα άτομο μολυνθεί, η πρόοδος της νόσου φαίνεται ότι
εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως:
1. Το φύλο-φαίνεται πως οι άρρενες είναι πιο επιρρεπείς από τα
θήλεα άτομα. Ειδικά στην Ινδία η αναλογία αρρένων προς
θηλέων είναι 2/1.
2. Η γενετική προδιάθεση – μελέτες έδειξαν ότι οι μονοωογενείς
δίδυμοι έχουν μεγαλύτερη επίπτωση από τους διωογενείς.
3. Φαίνεται ότι η κλινική πορεία εξαρτάται από την κατάσταση της
κυτταρικής ανοσίας του ξενιστή.
7
8
Κατηγοριοποίηση λέπρας 2/2
12
Κλινικό φάσμα της λέπρας 3/6
3. Οριακή λέπρα – Οι δερματικές βλάβες είναι πολλαπλές, ποικίλες
σε μέγεθος και δημιουργούν κηλίδες, βλατίδες και πλάκες.
Η κυκλοτερής με επηρμένα άκρα δερματική βλάβη με το
αναισθητικό κέντρο είναι χαρακτηριστική.
Υπάρχει διάχυτη προσβολή των νεύρων και παραμόρφωση των
μελών.
4. Οριακή λεπροματώδης λέπρα – Υπάρχει μεγάλος αριθμός
έντονων και ασύμμετρων, ποικίλων σε μέγεθος δερματικών
βλαβών που βάφονται θετικά για τους όξινους βακίλους.
Το δέρμα μεταξύ των βλαβών είναι φυσιολογικό καθώς και
αρνητικό για βακίλους.
13
15
16
Φαινόμενο του Lucio
• Το φαινόμενο του Lucio το συναντάμε στο Μεξικό και στην
Κεντρική Αμερική όπου η λεπροματώδης λέπρα συνδυάζεται με
ενδαρτηρίτιδα και οδηγεί σε δερματικά έλκη.
• Τα έλκη είναι μεγάλα με ακαθόριστα άκρα και έντονα νεκρωτικές
βάσεις. Αν πάρουμε επιχρίσματα από την βάση των ελκών, γενικά
βρίσκουμε πολλούς βακίλους.
• Η θεραπεία βασίζεται σε χειρουργική απομάκρυνση των βλαβών
και την μετέπειτα χρήση δερματικών μοσχευμάτων.
• Μόνο με την φαρμακευτική αντιμετώπιση, δεν επιτυγχάνεται
θεραπεία σε αυτήν την μορφή της λέπρας.
17
Η αντίδραση λεπρομίνης
• Είναι μέθοδος που δεν ανιχνεύει αυτήν καθ’ αυτήν την λέπρα,
αλλά μετρά την αντίσταση του ξενιστή στην λέπρα.
• Ενίονται ενδοδερμικά 0.1 ml διαλύματος νεκρών βακίλων (είτε
Mitsuda λεπρομίνη, είτε Dharmendra λεπρομίνη).
• Δύο τύποι αντίδρασης είναι ανιχνευτοί:
1. Η γρήγορη αντίδραση (Fernandez) που γίνεται θετική σε 48 ώρες,
και αντανακλά την ευαισθησία του ιστού στην πρωτεΐνη των
βακίλων της λέπρας,
2. Η αργή αντίδραση (Mitsuda) που εμφανίζεται σε 4-5 εβδομάδες
και παριστά την αντίδραση του ξενιστή στα βακτηρίδια αυτά καθ’
αυτά. Αυτή η αντίδραση είναι έντονα θετική στην φυματιώδη
λέπρα και αρνητική στην λεπροματώδη λέπρα.
18
Αντιδράσεις λέπρας 1/2
• Οι αντιδράσεις λέπρας είναι ανοσολογικού τύπου και συμβαίνουν
σε ασθενείς με οριακή μορφή λέπρας, συχνά στην διάρκεια της
θεραπείας
• Δύο μορφές αναγνωρίζονται:
1. Η αντίδραση τύπου Ι (αντίδραση μη λεπροματώδους λέπρας)
Παρουσιάζεται μετά από θεραπεία σε ασθενείς με οριακή νόσο.
Είναι αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου ΙV.
Χαρακτηρίζεται από έντονη φλεγμονή πάνω σε προεξάρχουσες
οριακές δερματικές βλάβες.
Οι βλάβες γίνονται συχνά διογκωμένες και ερυθηματώδεις.
Απότομα επίσης μπορεί να επισυμβούν και νευρολογικά
συμπτώματα, όπως ωλένειες παραλύσεις.
19
20
Διάγνωση λέπρας
• Η διάγνωση της λέπρας ουσιαστικά είναι κλινική.
• Οι ασθενείς πρέπει να εξετάζονται σε άπλετο φως.
• Η ανεύρεση των όξινων βακίλων σε επιχρίσματα του δέρματος ή
σε ρινικά εκκρίματα είναι πολύ ενδεικτική.
• Καμιά φορά η βιοψία των βλαβών είναι πολύ ενδεικτική.
• Η τελική διάγνωση γίνεται με την καλλιέργεια των βακίλων σε
πόδια ποντικιών.
• Μπορεί να ανιχνευθεί και το DNA του μυκοβακτηριδίου της
λέπρας με την αντίδραση της αντίστροφης πολυμεράσης ώστε να
επιταχυνθεί η έναρξη της θεραπευτικής αγωγής.
21
22
Θεραπεία της λέπρας 2/4
• Από το 1982, η ΠΟΥ συνιστούσε, πως σε πολύμορφες κλινικές
οντότητες της λέπρας, η δαψόνη πρέπει να δίδεται καθημερινά
μαζί με ριφαμπικίνη και κλοφαζιμίνη. Μια έξτρα δόση δαψόνης
δίδεται μηνιαίως υπό παρακολούθηση. Η τριπλή αυτή θεραπεία
πρέπει να δίδεται τουλάχιστον για 2 χρόνια ή μέχρι να
αρνητικοποιηθούν για μυκοβακτηρίδια τα επιχρίσματα από τις
δερματικές βλάβες.
• Όταν η λέπρα είναι αμιγώς φυματιώδης ή αμιγώς λεπροματώδης,
τότε δίδεται συνδυασμός δαψόνης και ριφαμπικίνης για 6 μήνες.
23
24
Θεραπεία της λέπρας 4/4
• Ειδικά, η αντιμετώπιση των αντιδράσεων υπερευαισθησίας της
λέπρας είναι επείγουσες, διότι γρήγορα επισυμβαίνουν
ανεπανόρθωτες βλάβες των νεύρων και των οφθαλμών.
• Η αντιλεπρική θεραπεία πρέπει να συνεχίζεται.
• Στον τύπο αντιδράσεων Ι δίδεται πρεδνιζόνη για μερικές
εβδομάδες.
• Στον τύπο αντιδράσεων ΙΙ (ENL) δίνουμε αναλγητικά, χλωροκίνη,
κλοφαζιμίνη, και αντιπυρετικά.
• Ειδικά, ένα φάρμακο, η θαλιδομίδη, γνωστή για τις τερατογόνες
επιδράσεις της στην κύηση, είναι πολύ αποτελεσματική στις
αντιδράσεις τύπου ΙΙ, αλλά πρέπει να χρησιμοποιείται με πολύ
μεγάλη προσοχή.
25
26
Ενότητα 9: Λοιμώξεις (ε’ μέρος)
Σπειροχαίτες
• Οι λοιμώξεις από σπειροχαίτες περιλαμβάνουν εκείνες που
οφείλονται:
1. στα τρεπονήματα,
2. στις μπορέλιες και
3. στις λεπτόσπειρες.
1
Λοιμώξεις 1/2
Οι πιο γνωστές ανά τον κόσμο λοιμώξεις είναι:
1. Σύφιλη - Treponema pallidum.
2. Yaws Treponema pertenue.
3. Bejel (ενδημική μη αφροδίσια σύφιλη) – Trepobema pallidum
variant.
4. Pinta - Treponema carateum.
5. Λεπτοσπείρωση – Leptospira interrogans, icterohaemorrhagie,
canicola, hardjic, Pomona.
Λοιμώξεις 2/2
6. Υποτροπιάζων πυρετός από ψείρες (borelia recurentis).
7. Υποτροπιάζων πυρετός από ψύλλους (borelia duttonii).
8. Chancrum oris (borelia vincenti).
9. Νόσος Lyme (Borelia burgdorferi).
10. Πυρετός από δάγκωμα ποντικιών (Spirillum minus and
streptobacillus monilliformis).
3
Σύφιλη 1/6
• Η αιτία της σύφιλης είναι ο μικροοργανισμός Treponema pallidum
που είναι μια κινητή σπειροχαίτη που γενικά μεταδίδεται με την
σεξουαλική επαφή.
• Εισέρχεται στον ξενιστή μέσω των ρωγμών του επιθηλίου.
• Η νόσος πρωτογενώς μπορεί να συμβεί σε μη γεννητικές περιοχές,
ωστόσο αυτό είναι σπάνιο.
• Η σύφιλη είναι μια χρόνια συστηματική νόσος που μπορεί να
διατηρείται σε λανθάνουσα ή αργής εξέλιξης μορφή για πολύ
καιρό.
Σύφιλη 2/6
7
Κλινικά χαρακτηριστικά 2/14
• Τριτογενής
Κομμιώματα στα οστά και στα σπλάχνα.
Στο καρδιαγγειακό (αορτίτιδα και ανεπάρκεια της αορτής).
Νευροσύφιλις (προσβολή των μηνίγγων, γενική παράλυση –
general paresis of the insane and tabes dorsalis).
9
Κλινικά χαρακτηριστικά 4/14
Πρωτογενής σύφιλη
• Στην περιοχή του ενοφθαλμισμού, μέσα σε 10-90 ημέρες μετά την
έκθεση στον παθογόνο μικροοργανισμό, εμφανίζεται μια βλατίδα.
Αυτή εξελκούται και γίνεται ένα ανώδυνο σκληρό έλκος.
• Υπάρχει συνήθως ανώδυνη τοπική λεμφαδενοπάθεια σε
συνδυασμό με το έλκος.
• Η πρωτογενής αυτή βλάβη μπορεί να διαλάθει της προσοχής ιδίως
αν βρίσκεται στον τράχηλο ή στο ορθό.
• Επούλωση του έλκους επισυμβαίνει μέσα σε 2-3 εβδομάδες.
10
11
Κλινικά χαρακτηριστικά 6/14
Δευτερογενής σύφιλη (συνέχεια)
• Το στάδιο αυτό της σύφιλης (η δευτερογενής) γενικά
περιλαμβάνει:
1. Γενικευμένη λεμφαδενοπάθεια (50%).
2. Γενικευμένα δερματικά εξανθήματα που προσβάλλουν ολόκληρο
το σώμα περιλαμβάνοντας τις παλάμες των χεριών, και τις
πατούσες των ποδιών αλλά όχι την περιοχή του προσώπου. Το
εξάνθημα που σπάνια προκαλεί κνησμό, μπορεί να πάρει
διάφορες μορφές, από ροζ κηλίδες σε χάλκινες βλατίδες μέχρι
αληθείς φλύκταινες.
12
13
Κλινικά χαρακτηριστικά 8/14
Λανθάνουσα σύφιλη
• Χωρίς θεραπεία τα κλινικά σημεία και συμπτώματα της
δευτερογενούς σύφιλης εξαφανίζονται σε 3-12 εβδομάδες, αλλά
σε ένα 20% των προσβεβλημένων ατόμων μπορεί να
υποτροπιάσουν μέσα σε μια χρονική περίοδο που είναι γνωστή ως
λανθάνουσα περίοδος και που διαρκεί από 1 έως 2 χρόνια.
• Η ύπαρξη αυτής της περιόδου βασίζεται σε θετικές
ορροαντιδράσεις αλλά χωρίς κλινικά σημεία.
• Μπορεί να συνεχιστεί επί μακρόν μέχρι να εμφανιστούν τα όψιμα
στάδια της σύφιλης.
14
15
Κλινικά χαρακτηριστικά 10/14
• Η καρδιαγγειακή εντόπιση της τριτογενούς σύφιλης συνήθως
περιλαμβάνει:
1. μη επιπεπλεγμένη αορτίτιδα,
2. αορτικά ανευρύσματα, ιδίως στο ανιόν σκέλος της αορτής,
3. προσβολή της αορτικής βαλβίδας και ανεπάρκεια αυτής,
4. στένωση των στεφανιαίων ostia.
16
18
19
Κλινικά χαρακτηριστικά 14/14
Νευροσύφιλη (συνέχεια)
• Ο θάνατος επέρχεται μέσα σε 3 χρόνια από την έναρξη της νόσου.
Σπασμοί μπορεί να παρατηρούνται καθώς και κόρες τύπου Argyll
Robertson.
• Γενικά η θεραπευτική αντιμετώπιση της σύφιλης σε πρωιμότερα
στάδια έχει αναχαιτίσει την εμφάνιση των κλινικών μορφών της
νευροσύφιλης.
• Θεραπευτικά η χρήση της πενικιλίνης μπορεί να αναχαιτίσει την
νευρολογική νόσο αλλά δεν μπορεί α την αναστρέψει.
• Δίδεται παρεντερικά πενικιλίνη για 2-3 εβδομάδες για όλες τις μορφές
της νευροσύφιλης.
• Συχνά δίδεται και υψηλή δοσολογία στεροειδών μαζί με την πενικιλίνη.
• Σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις (αντιδράσεις Jarisch – Herxheimer)
μπορεί να παρατηρηθούν.
20
Σύφιλη 4/6
22
“2ndsyphil2”, από Madhero88 διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.0
Σύφιλη 6/6
23
Διάγνωση της σύφιλης
• Το τρεπόνημα δεν δύναται να καλλιεργηθεί.
• Η πιο ευαίσθητη και ειδική μέθοδος είναι η αναγνώρισή του σε
μικροσκόπηση με σκοτεινό πεδίο.
• Οι οργανισμοί μπορεί να απομονωθούν σε ποικίλους αριθμούς
από πρωτογενή έλκη και από δερματικές βλάβες δευτερογενούς
σύφιλης.
• Γενικά οι ασθενείς με πρωτογενή και δευτερογενή σύφιλη
μεταδίδουν κατά πολύ την νόσο.
24
26
27
Θεραπεία της σύφιλης 1/3
• Στα πρώιμα στάδια, τόσο η πρωτογενής όσο και η δευτερογενής
σύφιλη πρέπει να θεραπεύεται με μακράς δράσης προκαινική
πενικιλίνη 3ml ημερησίως ενδομυικά για 10 ημέρες.
• Αν δεν είναι σίγουρο πως ο ασθενής θα ακολουθήσει το σχήμα της
θεραπείας, μια μοναδική ένεση βενζανθικής πενικιλίνης 2,4 γρ θα
δώσει στον ασθενή τα απαραίτητα επίπεδα για δύο εβδομάδες,
παρότι δεν είναι σίγουρο ότι θα περάσει τον αιματεγκεφαλικό
φραγμό.
• Για τα τελευταία στάδια της σύφιλης, ιδίως όταν υπάρχουν
καρδιοαγγειακές και νευρολογικές επιπλοκές, η θεραπεία πρέπει
να διαρκεί 4 εβδομάδες.
28
29
Θεραπεία της σύφιλης 3/3
• Στην καρδιογενή και στην νευρολογική σύφιλη, η αντίδραση είναι
σπάνια, μπορεί ωστόσο να είναι σοβαρή και να εντείνει τις κλινικές
εκδηλώσεις.
• Αν πριν από την θεραπεία δοθεί για 24 ώρες πρεδνιζολόνη, η
έκφραση της αντίδρασης βελτιώνεται.
• Δεν πρέπει να αποφεύγεται η πενικιλίνη επειδή αναμένεται η
αντίδραση Jarisch-Herxheimer.
• Επειδή δε η ένταση της αντίδρασης δεν εξαρτάται από την δόση,
δεν πρέπει να μειώνουμε την δόση της πενικιλίνης.
30
31
Πρόγνωση της σύφιλης 2/2
• Πρέπει δε παρακολουθούνται και οι ορρολογικοί δείκτες και μια
πτώση του τίτλου της VDRL τουλάχιστον 4 φορές ισοδυναμεί με
καλή θεραπεία.
• Όλοι οι σεξουαλικοί σύντροφοι των ασθενών πρέπει να
ελέγχονται.
• Τα μωρά των μητέρων που έχουν θεραπευθεί για σύφιλη στην
διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να λάβουν αγωγή και μετά την
γέννηση.
32
33
Yaws 1/3
Άλλες λοιμώξεις από τρεπονήματα, λιγότερο γνωστές, ωστόσο πολύ
διαδεδομένες στον κόσμο:
• YAWS
Εκτός από την σύφιλη, η Yaws είναι η πιο διαδεδομένη
τρεπονηματική νόσος στον κόσμο, αλλά εμφανίζεται κυρίως στην
Αφρική, στην Νότιο Αμερική και στην Ασία.
Μεταδίδεται με άμεσο επαφή κυρίως σε πυκνοκατοικημένες
καλύβες στην διάρκεια της νύχτας συνήθως στα παιδιά.
Ο μικροοργανισμός εισέρχεται στον άνθρωπο από αμυχές του
δέρματος.
34
Yaws 2/3
• Μετά από επώαση εβδομάδων ή και μηνών, στην περιοχή του
ενοφθαλμισμού γίνεται αντιδραστική φλεγμονή και εκεί μπορούν
να απομονωθούν οι μικροοργανισμοί.
• Η μετάδοση του μικροοργανισμού οδηγεί σε πολλαπλές
βλατιδώδεις βλάβες που περιέχουν τρεπονήματα.
• Αυτές εμφανίζονται στις παλάμες και τις πατούσες των ασθενών.
• Μπορεί να προσβάλουν τα οστά, κυρίως τα μακρά οστά των
χειρών.
35
Yaws 3/3
• Σε όψιμη Yaws, κομμιωματώδεις βλάβες μπορεί να προκαλέσουν
μεγάλη καταστροφή αλλά και παραμόρφωση τόσο του κρανίου
όσο και των οστών του προσώπου, των μεσοφαλλαγγικών
αρθρώσεων και των μακρών οστών.
• Η υπερκεράτωση των παλαμών είναι χαρακτηριστική.
• Όπως η σύφιλη, έτσι και αυτή η νόσος μπορεί να εμφανίσει
λανθάνουσα περίοδο, πρώιμα και όψιμα στάδια, αλλά
νευρολογικές και καρδιογενείς επιπλοκές δεν επισυμβαίνουν.
36
37
Pinta
• Η Pinta απαντάται μόνον στην Κεντρική και Νότιο Αμερική αλλά
κατά τα άλλα μοιάζει πολύ με την ενδημική σύφιλη (Bejel). Η
πρωτογενής βλάβη είναι συνήθως μια κνησμώδης ερυθρά
βλατίδα, συνήθως στο πόδι ή στο χέρι.
• Μπορεί να απολεπιστεί, αλλά σπάνια εξελκούται, και γενικά
συνδυάζεται με τοπική λεμφαδενοπάθεια.
• Στα οψιμότερα στάδια, παρόμοιες βλάβες με γενικευμένη
λεμφαδενοπάθεια μπορεί να επισυμβαίνουν συνεχώς για ένα
χρόνο.
• Τελικά οι βλάβες θεραπεύονται αφήνοντας υπέρχρωμες και
αποχρωματισμένες κηλίδες.
38
Πίνακας
• Δηλωθέντα περιστατικά πρώιμης σύφιλης από το Πρόγραμμα
Επιδημιολογικής Επιτήρησης του Νοσοκομείου Ανδρέας Συγγρός,
κατά έτος δήλωσης και κατά φύλο από 1/1/2003 ως και
31/12/2010.
keelpno.gr
39
Ενότητα 10: Λοιμώξεις (στ’ μέρος)
Μυκοπλάσματα 1/3
• Το μυκόπλασμα είναι ένα κινητό ελεύθερο βακτηρίδιο χωρίς
κυτταρικό τοίχωμα.
• Το μυκόπλασμα pneumoniae απαντάται διεθνώς και μπορεί να
προκαλέσει μέχρι και το 20% των πνευμονιών.
• Η λοίμωξη είναι συνήθως ενδημική, όμως επιδημίες μπορεί να
συμβούν μια και η νόσος μεταδίδεται με σταγονίδια.
• Οι λοιμώξεις από μυκόπλασμα είναι συχνότερες στην παιδική,
εφηβική και την νεανική ηλικία.
Μυκοπλάσματα 2/3
• Συνήθως διηθούνται η τραχεία, ο φάρυγξ και ο λάρυγξ, ωστόσο
όμως δεν είναι σπάνιο να προσβληθούν οι πνεύμονες και να
προκληθεί πνευμονία. Έτσι το μυκόπλασμα pneumoniae είναι
συχνή αιτία πνευμονίας και παρατηρείται σε χώρους όπως
οικοτροφεία κτλ.
• Πριν από την εμφάνιση των πνευμονικών συμπτωμάτων
παρατηρούνται κεφαλαλγία και κακουχία για 1-5 ημέρες.
• Ο βήχας μπορεί να μην είναι εμφανής αρχικά και τα φυσικά σημεία
της νόσου είναι λιγοστά.
Μυκοπλάσματα 3/3
• Στην ακτινογραφία θώρακος συνήθως φαίνεται προσβολή ενός
από τους κατώτερους λοβούς αλλά καμιά φορά μπορεί να υπάρχει
και δραματική σκίαση των κατωτέρων λοβών.
• Δεν φαίνεται να υπάρχει συσχετισμός μεταξύ των κλινικών
συμπτωμάτων του ασθενούς και των ακτινολογικών ευρημάτων.
• Τα λευκά αιμοσφαίρια είναι αυξημένα.
• Η διάγνωση επισφραγίζεται με την ανεύρεση αυξημένου τίτλου
αντισωμάτων στο μυκόπλασμα.
Θεραπεία
• Η θεραπεία περιλαμβάνει την χορήγηση ερυθρομυκίνης για 7-10
ημέρες. Επίσης δραστική στο μυκόπλασμα είναι και η
τετρακυκλίνη.
• Παρότι οι περισσότεροι ασθενείς αναρρώνουν σε διάστημα 10-14
ημερών, η νόσος μπορεί ωστόσο να παραταθεί με βήχα και
ακτινολογικά ευρήματα που διαρκούν για εβδομάδες.
• Μπορεί δε να παρατηρηθούν υποτροπές της νόσου.
• Σπάνια όμως να παρατηρηθούν αποστήματα των πνευμόνων ή
πλευρίτιδα.
Επιπλοκές
• Ανά πάσα στιγμή της νόσου, μπορεί να παρατηρηθούν
εξωπνευμονικές επιπλοκές οι οποίες καμιά φορά κυριαρχούν την
κλινική εικόνα.
• Κυρίως συμβαίνουν:
1. μυοκαρδίτιδα και περικαρδίτιδα.
2. εξανθήματα και πολύμορφο ερύθημα.
3. αιμολυτική αναιμία και θρομβοκυτταροπενία.
4. μυαλγία και αρθραλγία.
5. μηνιγγοεγκεφαλίτιδα και άλλες νευρολογικές ανωμαλίες.
6. γαστρεντερικά συμπτώματα (όπως έμετος και διάρροια).
Άλλα μυκοπλάσματα
Μυκόπλασμα pneumoniae
Ιογενείς λοιμώξεις
• Ιλαρά,
• Ερυθρά,
• Παρωτίτιδα,
• Ανεμευλογιά,
• Πολυομυελίτιδα,
• Μηνιγγίτιδα,
• Λοιμώδης μονοπυρήνωση.
1
Ιλαρά (Measles, rubeola) 1/4
• Ιογενής, οξεία και εξανθηματική νόσος που χαρακτηρίζεται από
κηλιδοβλατιδώδες, συρρέον εξάνθημα.
• Είναι μεταδοτική μέσω εισπνοής μολυσμένων σταγονιδίων
• Και έχει την μεγαλύτερη επίπτωση στην παιδική ηλικία.
• Η περίοδος επώασης είναι 10-14 ημέρες.
3
Ιλαρά (Measles, rubeola) 3/4
• Την τέταρτη ημέρα από την εισβολή των συμπτωμάτων, η νόσος
εισέρχεται στο εξανθηματικό στάδιο με την εμφάνιση του
εξανθήματος στο πρόσωπο και πίσω από τα αυτιά, που
επεκτείνεται στον κορμό και τα άκρα και μέσα σε τρεις μέρες
καταλαμβάνει ολόκληρο το σώμα.
• Ακολούθως υποχωρεί με την σειρά που εμφανίστηκε.
• Η επιπεφυκίτιδα υπάρχει και στο εξανθηματικό στάδιο της νόσου.
• Μπορεί δε να πάρει βαριά μορφή και να συνδυαστεί με
φωτοφοβία.
5
Επιπλοκές της ιλαράς
Από το ΚΝΣ
1. Εγκεφαλίτιδα που εμφανίζεται κατά την αποδρομή της ιλαράς
(ποικίλα νευρολογικά συμπτώματα, σπασμοί, κώμα. Η
εγκεφαλίτιδα έχει μεν χαμηλή συχνότητα, ωστόσο έχει υψηλή
θνητότητα
2. Υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα, που εμφανίζεται ως
όψιμη επιπλοκή αρκετά χρόνια μετά την λοίμωξη και πιστεύεται
ότι οφείλεται σε βραδύ ιό που οδηγεί στην εκφυλιστική
κατάσταση του ΚΝΣ.
• Δευτερογενείς μικροβιακές λοιμώξεις (ωτίτιδα, τραχηλική
αδενίτιδα, βρογχοπνευμονικές λοιμώξεις, έξαρση προϋπάρχουσας
φυματίωσης, παθήσεις που οδηγούν σε παράταση του πυρετού
μετά το τέλος της ιλαράς. Οι πνευμονίες μπορεί να οφείλονται και
στον ίδιο τον ιό της ιλαράς.
6
Προφύλαξη
• Προφυλακτικά σήμερα υπάρχει εμβόλιο (ενεργητική
ανοσοποίηση) με ζώντες εξασθενημένους ιούς που χορηγείται
υποδόρια στην θέση του δελτοειδούς μυός και διατίθεται ή μόνο
του ή σε συνδυασμό με τα εμβόλια της ερυθράς και παρωτίτιδας.
• Υπάρχει και παθητική ανοσοποίηση με ένεση γ-σφαιρίνης που
εφαρμόζεται σε κάποιες περιπτώσεις.
7
Ιλαρά 1/2
Ιλαρά 2/2
10
12
Ερυθρά 1/2
15
Παρωτίτιδα (επιδημική Παρωτίτιδα - mumps) 2/2
16
17
Κλινική εικόνα παρωτίτιδας 2/2
• Σε προσβολή του παγκρέατος (παγκρεατίτιδα) εμφανίζονται
έμετοι και άνω κοιλιακό άλγος. Ανεξάρτητα αν υπάρχει ή όχι
παγκρεατίτιδα, η αμυλάση του αίματος είναι συχνά αυξημένη.
• Στο 30% των προσβληθέντων εμφανίζεται μηνιγγοεγκεφαλίτιδα,
άρα είναι αρκετά συχνή, συνήθως όμως ελαφράς μορφής.
• Μπορεί να εμφανίσει σημεία μηνιγγισμού όπως δυσκαμψία του
αυχένος και στο ΕΝΥ υπάρχει λεμφοκυττάρωση.
18
19
Δευτερογενής παρωτίτιδα
• Η δευτερογενής παρωτίτιδα είναι διάφορος της ιογενούς και
οφείλεται σε μικρόβια, όπως πχ σε Gram θετικά βακτηρίδια, όπως
σταφυλόκοκκο.
• Σε αυτές τις περιπτώσεις η παρωτίτιδα είναι πυώδης.
• Παρατηρείται σε χρονίως κατακεκλιμένα, εξασθενημένα και
υπερήλικα άτομα.
• Στις περιπτώσεις αυτές χρειάζεται η κατάλληλη αντιβιοτική αγωγή.
20
Παρωτίτιδα
“Mumps PHIL 130 lores”, από Patho “Parotiditis (Parotitis; Mumps)”, από
διαθέσιμο ως κοινό κτήμα Afrodriguezg διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
21
Ανεμευλογία (Varicella, Chichenpox)
• Συχνή εξανθηματική νόσος της παιδικής ηλικίας.
• Οφείλεται σε ιό DNA, ταυτόσημο με τον ιό του έρπητα ζωστήρα.
• Η επώαση της νόσου διαρκεί 10-20 ημέρες.
• Η μετάδοση γίνεται με εισπνοή μολυσμένων σταγονιδίων ή με την
επαφή στις εξανθηματικές βλάβες (εφελκίδες).
22
24
Θεραπεία ανεμευλογίας
• Απομόνωση του πάσχοντος μέχρι την εξαφάνιση των πρωτογενών
εφελκίδων, διατήρηση καθαρού δέρματος, καταπολέμηση του
κνησμού, αντιμετώπιση επιπλοκών.
• Υπάρχει εμβόλιο για πρόληψη της νόσου χορηγείται όμως κατά την
κρίση του γιατρού.
25
Ανεμευλογία 1/2
26
Ανεμευλογία 2/2
28
29
Έρπητας ζωστήρας 3/6
• Επίσης επικίνδυνη για τον ασθενή προσβολή είναι εκείνη του
οφθαλμικού κλάδου του τριδύμου νεύρου, η οποία μπορεί λόγω
προσβολής του κερατοειδούς να οδηγήσει και σε τύφλωση ακόμη.
• Ο έρπητας ζωστήρας φαίνεται να έχει μεγαλύτερη επίπτωση σε
άτομα που έχουν λευχαιμίες, λεμφώματα, κακοήθεις νεοπλασίες,
και σε εκείνα που λαμβάνουν κορτιζόνη, οι δε εκδηλώσεις του
είναι και βαρύτερες.
30
34
35
Πολιομυελίτιδα (Poliomyelitis) 3/4
• Ο ιός πολλαπλασιάζεται στα νευρικά κύτταρα των κινητικών
νεύρων, των προσθίων κεράτων του νωτιαίου μυελού αλλά και
των κέντρων του υποθαλάμου, θαλάμου, παρεγκεφαλιδικών και
προμηκικών πυρήνων.
• Έτσι τα νευρικά κύτταρα εμφανίζουν ποικιλίες βλαβών και οι μύες
δευτερογενώς εκφυλίζονται.
36
37
Κλινική εικόνα πολυομυελίτιδας
• Η νόσος χαρακτηρίζεται από παραλύσεις λόγω νεκρώσεων των
πυρήνων των κινητικών νεύρων που προκαλούνται από τον ιό.
• Η νόσος μπορεί να λάβει διάφορες ωστόσο μορφές, όπως:
1. Λοίμωξη χωρίς συμπτώματα.
2. Εκτρωτική μορφή με μη ειδικά συμπτώματα (όπως πυρετό,
κεφαλαλγία, έμετο και κυνάγχη). Είναι η συχνότερη μορφή.
3. Μη παραλυτική μορφή όπου υπάρχουν επιπλέον και μηνιγγικά
φαινόμενα.
4. Παραλυτική μορφή που διακρίνεται σε νωτιαία και προμηκική.
Εφόσον η νόσος πάρει την κλασσική της μορφή την παραλυτική, η
προμηκική είναι και η βαρύτερη προσβολή.
38
Εμβόλια πολυομυελίτιδας
• Εμβόλιο τύπου Sabin-OPV (εξασθενημένος ζωντανός ιός).
Το Sabin έχει δύο είδη, μονοδύναμο και τριδύναμο.
39
Πολυομυελίτιδα 1/3
Πολυομυελίτιδα 2/3
43
Ιογενείς μηνιγγίτιδες 2/4
• Η οξεία μηνιγγίτιδα ανήκει στα επείγοντα θεραπευτικά
προβλήματα και δεν είναι συχνή πάθηση.
• Αιτιολογικά διακρίνεται σε:
o Βακτηριδιακή (βλέπε ναισσέρειες, στρεπτόκοκκοι, αιμόφιλος,
σταφυλικός, κ.α).
o «Άσηπτη» μηνιγγίτιδα (ιοί, χλαμύδια, μύκητες, νεοπλασίες).
44
45
Ιογενείς μηνιγγίτιδες 4/4
• Σε κάθε όμως ένδειξη μηνιγγίτιδας καλείται άμεσα να γίνει η
αιτιολογική διερεύνηση με:
o λεπτομερές ιστορικό,
o οσφυονωτιαία παρακέντηση,
και να εφαρμοσθεί η κατάλληλη αγωγή.
46
47
Κλινική εικόνα της λοιμώδους
μονοπυρήνωσης
• Υπάρχει κυνάγχη και εξάνθημα που μοιάζει με εκείνο της ερυθράς.
• Συνυπάρχει και διόγκωση των λεμφαδένων και ηπατίτιδα (με
αύξηση των τρανσαμινασών).
• Ο σπλήνας είναι διογκωμένος και δεν πρέπει να πιέζεται έντονα
διότι υπάρχει κίνδυνος ρήξεως.
• Σε σπάνιες περιπτώσεις η νόσος προκαλεί μυοκαρδίτιδα (και
ευρήματα στο ΗΚΓ) καθώς και σύνδρομο Guillaim-Barre με
προσβολή του νευρικού συστήματος).
48
49
Εργαστηριακά ευρήματα λοιμώδους
μονοπυρήνωσης
• Εργαστηριακά στην λοιμώδη μονοπυρήνωση διαπιστώνεται
απόλυτη λεμφοκυττάρωση με παθολογικά λεμφοκύτταρα (άτυπα)
και είναι θετική η δοκιμασία συγκόλλησης ετερόφυλων
αντισωμάτων.
• Μετά την πρώτη εβδομάδα, η αντίδραση Paul-Bunnell είναι θετική
σε ποσοστό άνω των 80% και σε αραίωση 1/200.
• Σήμερα, απλούστατο, ταχύτερο αλλά και πιο ευαίσθητο είναι το
Monopod test.
• Ενδιαφέρον είναι ότι σε 10% των περιπτώσεων, η αντίδραση VDRL
είναι ψευδώς θετική.
50
51
Λοιμώδης μονοπυρήνωση 2/4
“Amoxycillin rash in infectious mononucleosis on back of “Amoxycillin rash in infectious mononucleosis”, από Rainbow
hand”, από Rainbow Katie διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 Katie διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
52
54
.
Aids
• O human immunodeficiency virus (HIV-1, οικογένεια ρετροϊών)
μεταδίδεται με την χωρίς προφυλάξεις ερωτική επαφή, με
μολυσμένα παράγωγα αίματος ή με τρύπημα βελόνας.
• Δεν μεταδίδεται με τον αέρα, με τα έντομα ή την καθημερινή
επαφή.
• Παγκοσμίως υπάρχουν πάνω από 25 εκατομμύρια προσβεβλημένοι
(το 1999 διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν 2,6 εκατομμύρια θάνατοι από
AIDS από την έναρξη της επιδημίας, 16,3 εκατομμύρια κατά τις
εκτιμήσεις της WHO).
• Λόγω της ιδιαίτερης παθογένειας στην πορεία της λοίμωξης
επέρχεται σχεδόν πλήρης καταστροφή του ανοσοποιητικού
συστήματος του ξενιστή.
• Για την ώρα δεν υπάρχει τρόπος πρόληψης της λοίμωξης ή της
νόσησης. 1
2
“HIV Virion-el”, από Badseed διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.5
Κύκλος του ιού HIV 1/2
4
“Cycle VPR”, από JosianeCaplette διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
Κλινική εικόνα AIDS 1/5
• Κατηγορία (Στάδιο) Α
o Οξεία (πρωτοπαθής) λοίμωξη HIV,
o Σύνδρομο λεμφαδενοπάθειας (LAS) και
o Ασυμπτωματική λοίμωξη από HIV.
10
Ευκαιριακές λοιμώξεις που συναντάμε στο Αids 2/2
11
Δήλωση κρουσμάτων
12
Διαγνωστική του ιού HIV 1/3
1. Αντισώματα
• Ανιχνεύονται κατά κανόνα 1-3 μήνες μετά την μόλυνση, σπάνια
μετά από 6-12 μήνες.
o Δοκιμασία διαλογής αντι-HIV με ELISA. Η μέθοδος αυτή έχει πολύ
υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα (είναι σπάνια ψευδώς θετική)
o Δοκιμασία επιβεβαίωσης αντι-HIV με Western-blot. Γίνεται
απομόνωση ειδικών HIV πρωτεϊνών και σήμανση μεμονωμένων
αντισωμάτων.
Η εξέταση αυτή έχει υψηλή ειδικότητα, αλλά είναι απαιτητικότερη
και ακριβότερη από την ELISA ως εξέταση.
13
15
Εργαστηριακά 1/2
• Αρχικές εξετάσεις, γενική αίματος, ηπατικές και νεφρικές τιμές,
ηλεκτρολύτες και λεύκωμα, ηλεκτροφόρηση, ανοσοσφαιρίνες, CRP,
τυποποίηση των λεμφοκυττάρων (βοηθητικά κύτταρα),
οροδιαγνωστική για ηπατίτιδα, σύφιλη και τοξοπλάσμωση, καθώς
και CMV, αντιγονικότητα κρυπτοκόκκου στον ορό, HIV-RNA (PCR).
16
Εργαστηριακά 2/2
• Σε ήπιο ανοσολογικό έλλειμμα (κάθε 6 μήνες) και σε μέτριο
ανοσολογικό έλλειμμα (κάθε 2-4 μήνες) επαναλαμβάνουμε την
γενική αίματος, ηπατικές και νεφρικές τιμές, λεύκωμα,
ηλεκτροφόρηση, ανοσοσφαιρίνες, CRP, τυποποίηση των
λεμφοκυττάρων (βοηθητικά κύτταρα), HIV-RNA (PCR).
• Σε βαρύ ανοσολογικό έλλειμμα, μηνιαίες εξετάσεις,
• Αν δε το κλάσμα CD4+ <100μl, τότε κάνουμε και αιμοκαλλιέργειες
για μυκοβακτηρίδια, CMV-PCR, CMV-pp65Ag, αντιγονικότητα
κρυπτοκόκκου, HIV ιαιμία κάθε 3-6 μήνες.
17
Άλλες εξετάσεις
• Στην πρώτη επίσκεψη κάνουμε πολυδοκιμασία κυτταρικής
ανοσίας (multitest CMI-cell mediated immunity, δοκιμασία νυγμών
επανέκθεσης σε αντιγόνα), φυματινοαντίδραση Mantoux, ΗΚΓ,
αέρια αίματος, υπερηχογράφημα κοιλίας, ακτινογραφία θώρακος,
ενδεχομένως CT-MRI εγκεφάλου, οπωσδήποτε βυθοσκόπηση,
γυναικολογική εξέταση και τραχηλικό επίχρισμα (HPV).
18
Έλεγχος πορείας ασθενούς
• Έλεγχος και παρακολούθηση της πορείας του ασθενούς με AIDS
που βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο
• Ο πιο σημαντικός και ο πιο αντιπροσωπευτικός δείκτης είναι το
ιικό φορτίο, και οι λεμφοκυτταρικοί υποπληθυσμοί (CD4 και CD8
λεμφοκύτταρα, ο λόγος CD4/CD8, και ενδεχόμενα ενεργοποιημένα
Τ-λεμφοκύτταρα).
• Σκοπός είναι η αξιολόγηση του ανοσολογικού ελλείμματος και της
ενεργητικότητας του ανοσολογικού συστήματος του ασθενούς.
19
Δείκτες
Ενδεικτικά
• Φυσιολογικοί δείκτες • Μέτριο ανοσολογικό έλλειμμα
• CD4+Tλεμφοκύτταρα >800/μl • CD4+Tλεμφοκύτταρα 200-500/μl
• Λόγος CD4+/CD8+ >1 • Λόγος CD4+/CD8+ 0.1-0.5
• Ήπιο ανοσολογικό έλλειμμα • Σοβαρό (βαρύ) ανοσολογικό
έλλειμμα
• CD4+Tλεμφοκύτταρα 500-800/μl
• CD4+Tλεμφοκύτταρα <200/μl
• Λόγος CD4+/CD8+ 0.5-1
• Λόγος CD4+/CD8+ <0.1
20
Θεραπεία στο AIDS
• Το πότε ακριβώς θα πρέπει να αρχίσει η θεραπεία στο AIDS
παραμένει και σήμερα ακόμη διφορούμενο.
• Σίγουρα σαφής ένδειξη έναρξης αγωγής αποτελούν, συμπτώματα,
βαρύ ή επιδεινούμενο ανοσολογικό έλλειμμα και οι ασθενείς με
πλήρη εκδήλωση AIDS (full blown).
• Η πρώιμη έναρξη της θεραπείας παραμένει αμφιλεγόμενη, λόγω
της ανάπτυξης αντοχής και απώλειας εναλλακτικών λύσεων σε
επιδείνωση της νόσου.
21
23
radpod.org
“Kaposi’s sarcoma intraoral AIDS 072 lores”, από Patho διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
25
26
Αντιρετροϊική θεραπεία 2/2
• Έχουν χρησιμοποιηθεί:
o AZT – ζιδοβουδίνη.
o DDI – διδανοσίνη.
o DDC – ζαλσιταμπίνη.
o D4T – σταβουδίνη.
o 3TC – λαμιβουδίνη.
• Υπάρχουν επίσης η αβακαβίρη και η αδεφοβίρη που είναι νεότερες
ουσίες και έχουν υψηλή αντιική δράση.
27
Μη νουκλεοσικοί αναστολείς
αντίστροφης μεταγραφάσης (NNRTI)
• Έχουν υψηλή αντιική δραστικότητα, ωστόσο παρουσιάζεται
γρήγορη ανάπτυξη αντοχής.
• Πάντοτε γίνεται επίσης θεραπεία συνδυασμού.
• Τέτοια φάρμακα είναι η δελαβιρδίνη, η νεβιραπίνη, η λοβιρίδη, η
εφαβιρένζη.
28
Αναστολείς της πρωτεάσης (PI) του ιού
• Είναι νεότερα φάρμακα, δρουν επιδρώντας στην HIV πρωτεάση. In
vitro, τα φάρμακα αυτά εμφανίζουν την πιο ισχυρή αντιική
δραστηριότητα.
• Προκαλούν όμως επαγωγή των ηπατικών ενζύμων, δηλαδή το
σύστημα οξειδάσης-κυτοχρώματος P450.
• Παράλληλα εμφανίζουν πολλές φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις
με αποτέλεσμα να εμπλέκουν την αγωγή.
• Αναφέρονται μερικά όπως σακουιναβίρη, ριτοναβίρη, ινδιναβίρη,
νελφιναβίρη και αμρεναβίρη.
29
Σχήματα
• Η θεραπεία περιλαμβάνει κατά προτίμηση τριπλό σχήμα, διότι
έχει παρατηρηθεί παράταση της επιβίωσης.
• Σε πρωτοθεραπευόμενους ασθενείς πχ μπορεί να δοθεί ΑΖΤ και
DDI.
• Σε βαρύ ανοσολογικό έλλειμα - highly active antiretroviral
therapy (HAART) πχ - Μπορεί να περιλαμβάνει και 2 αναστολείς
της πρωτεάσης του ιού μαζί με ένα νουκλεινικό ανάλογο.
• Παράλληλα οι ασθενείς καλύπτονται για τις ευκαιριακές
λοιμώξεις.
30
Παρακολούθηση
31
32
Θεραπεία ευκαιριακών λοιμώξεων 2/2
o Καντιντίαση
Συνήθως φλουκοναζόλη και επί αντοχής αμφοτερικίνη Β.
o Φυματίωση
Αρχικά τριπλό ή τετραπλό σχήμα και μετά 4 μήνες μετάβαση σε
διπλό για άλλους 6-10 μήνες, συνεχής παρακολούθηση των
ασθενών για συμμόρφωση.
33
Άτυπα μυκοβακτηρίδια-κυτταρομεγαλοιός-
Θεραπεία
o Άτυπα μυκοβακτηρίδια
Σχεδόν πάντα είναι διάχυτες λοιμώξεις επί πολύ χαμηλής ανοσίας
και το συνηθέστερο αίτιο είναι το μυκοβακτηρίδιο Avium
intracellulare.
Δεν υπάρχει τυποποιημένο σχήμα και συνήθως δίδονται
συνδυασμοί (τριπλός, τετραπλός κτλ) από διάφορα φάρμακα όπως
ριφαμπικίνη, κλαριθρομυκίνη, αζιθρομυκίνη, εθαμβουτόλη,
κλοφαζιμίνη και πολύ σπάνια αμικασίνη ή κινολόνες.
o Λοίμωξη από κυτταρομεγαλοιό (CMV)
Δίδεται φοσκαρνέτη για εκδηλώσεις από το ΚΝΣ και γκανσικλοβίρη
(IV) για εκδηλώσεις αμφιβληστροειδίτιδας και εναλλακτικά
σιδοφοβίρη.
34
Λεμφώματα-Θεραπεία
• Σε ύπαρξη όγκων, τα λεμφώματα είναι σχεδόν πάντα non-
Hogdkin’s (NHL) και δίδεται σχήμα, συνήθως πρωτόκολλο CHOP και
IFN-α. Αν το NHL είναι εντετοπισμένο γίνεται προσπάθεια
χημειοθεραπείας.
• Σε σάρκωμα Kaposi αν το στάδιο είναι αρχικό τότε απλά
αλλάζουμε την αντιρετροϊική θεραπεία.
• Ενδεχομένως αφαίρεση ή ακτινοβόληση με laser.
• Αν το σάρκωμα είναι διάχυτο και σπλαχνικό, τότε δίνουμε
συνδυασμούς από αδριαμυκίνη, βινκριστίνη, βινβλαστίνη και
βλεομυκίνη.
35
4
Υποφυσιακή παθολογία 3/6
• Οι όγκοι Grade - 1 αντιστοιχούν σε μικροαδενώματα περιορισμένα
στο χώρο του τουρκικού εφιππίου. Είναι δύσκολα αναγνωρίσιμα
ιδιαίτερα όταν έχουν διάμετρο μικρότερη των 3 mm.
• Οι όγκοι Grade -2 αποτελούν ενδοεφιππιακά μακροαδενώματα που
προκαλούν διάταση και λέπτυνση του εδάφους του τουρκικού
εφιππίου.
• Τα αδενώματα Grade - 3 και Grade - 4 είναι διηθητικά νεοπλάσματα
και τα μεν προκαλούν διάβρωση του εφιππίου και τα δε δεύτερα
εκτεταμένη καταστροφή του οστού και παραεφιππιακή ανάπτυξη.
• Ανάλογα με τον βαθμό υπερεφιππιακής επέκτασης οι δύο
τελευταίες κατηγορίες δηλαδή Grade - 3 και Grade - 4
χαρακτηρίζονται ως Α, Β και C με σημεία αναφοράς το οπτικό
χίασμα και την 3η κοιλία.
5
6
Υποφυσιακή παθολογία 5/6
• Μεταξύ των μικροαδενωμάτων, τα κορτικοτρόπα έχουν την
πρώτη θέση με τετραπλάσια συχνότητα εμφάνισης στις
γυναίκες.
• Την πρώτη θέση των μακροαδενωμάτων κατέχουν τα μη
λειτουργικά αδενώματα.
• Τα μακροαδενώματα με υπερεφιππιακή επέκταση πιέζουν
συνήθως το οπτικό χίασμα και προκαλούν οπτικές
διαταραχές. Μερικές φορές τα μεγάλα αδενώματα
υφίστανται μαζική νέκρωση λόγω αγγειακής εμφράξεως που
ονομάζεται αποπληξία της υποφύσεως.
8
Προλακτινώματα 1/2
• Τα προλακτινώματα είναι οι πιο συχνοί ορμονοεκκριτικοί
όγκοι της υπόφυσης και η υπερέκκριση προλακτίνης αποτελεί
την συνηθέστερη διαταραχή της υποφυσιακής λειτουργίας.
• Ωστόσο η υπερπρολακτιναιμία δεν σημαίνει από μόνη της
απαραίτητα την ύπαρξη υποφυσιακού όγκου καθώς μπορεί
να οφείλεται στη λήψη μειζόνων νευροληπτικών φαρμάκων,
κεντρικώς δρώντων υπερτασικών, οιστρογόνων,
αντισυλληπτικών, κ.α.
• Ο πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός και το stress μπορεί να
προκαλέσουν υπερπρολακτιναιμία.
Προλακτινώματα 2/2
• Η διάκριση των προλακτινωμάτων γίνεται με βάση την
διάμετρό τους.
• Διάμετρος <1 cm ονομάζεται μικροπρολακτινώματα.
• Διάμετρος >1 cm χαρακτηρίζει τα μακροπρολακτινώματα.
• Ο ανωτέρω διαχωρισμός έχει σημασία λόγω της
διαφορετικής συχνότητας εμφάνισης τους στα δύο φύλλα και
στην συχνά διαφορετική συμπτωματολογία που προκαλούν
αλλά και ακόμα περισσότερο λόγω της διαφορετικής
θεραπευτικής αντιμετώπισης των δύο τύπων όγκων.
10
Κλινικές εκδηλώσεις 1/11
Μακροπρολακτινώματα : Στην κατηγορία αυτήν οι κλινικές
εκδηλώσεις συνίστανται κυρίως σε :
1. Φαινόμενα πιέσεως και καταστροφής της υπόφυση ς π.χ.
πίεση του οπτικού χιάσματος με διαταραχή των οπτικών
πεδίων, διήθηση του σηραγγώδους κόλπου με επακόλουθη
εμφάνιση οφθαλμοπληγίας, αύξηση της ενδοκρανίου πίεσης
και επιληπτικές κρίσεις του κροταφικού λοβού και
2. Συμπτωματολογία λόγω υπερέκκρισης της προλακτίνης.
11
13
14
Κλινικές εκδηλώσεις 5/11
• Με βάση τις τιμές της προλακτίνης του ορού, τιμές προλακτίνης
15-150 ng/mI συνήθως συναντάμε στις ακόλουθες καταστάσεις:
Μικροπρολακτινώματα, πίεση υποθαλαμοϋποφυσιακού μίσχου,
ιδιοπαθής υπερπρολακτιναιμία, σύνδρομο κενού τουρκικού
εφιππίου, χρήση αντιδοπαμινεργικών φαρμάκων (ψυχοφάρμακα),
υποθυρεοειδισμό, κίρρωση, νεφρική ανεπάρκεια και κύηση. Οι
τιμές αυτές θεωρούνται μικρές τιμές προλακτίνης επομένως να
μην κρύβουν απαραίτητα ένα αδένωμα.
• Σε μεγαλύτερες τιμές προλακτίνης, (150-300 ng/ml) είναι πιο
πιθανόν να κυμαίνεται η ύπαρξη μικρό ή μακροαδενώματος αν και
η χρήση αντιδοπαμινεργικών φαρμάκων, ιδιοπαθούς
υπερπρολακτιναιμίας και κύησης δεν πρέπει να αποκλείεται.
15
16
Κλινικές εκδηλώσεις 7/11
• Στις γυναίκες τα περισσότερα είναι μικροαδενώματα έτσι κι
αλλιώς, διαγιγνώσκονται σε αρχόμενα στάδια λόγω
πρωίμων ενδοκρινολογικών συμπτωμάτων, ενώ στους
άντρες τα αφαιρούμενα προλακτινώματα είναι συνήθως
μεγάλοι διηθητικοί όγκοι.
• Τα επίπεδα προλακτίνης του ορού δεν συσχετίζονται πάντοτε
με το μέγεθος του όγκου.
17
18
Κλινικές εκδηλώσεις 9/11
• Ανοσοϊστοχημικά, εντοπίζεται η προλακτίνη κυρίως στην
παραπυρηνική περιοχή του κυτταροπλάσματος που
αντιστοιχεί στην θέση της αναπτυγμένης συσκευής Golgi.
• Ο τύπος αυτός είναι χαρακτηριστικός στα αδενώματα που
παράγουν προλακτίνη. Μπορεί όμως να παρατηρηθεί και σε
αδενώματα που παράγουν αυξητική.
19
20
Κλινικές εκδηλώσεις 11/11
• Αλλιώς εμφανίζονται τα αδενώματα προλακτίνης όταν έχουν
υποστεί επίδραση από δοπαμινεργικά φάρμακα όπως π.χ.
βρωμοκρυπτίνη και αλλιώς αδενώματα που δεν έχουν
υποστεί καμία φαρμακολογική επίδραση.
• Φαίνεται πως η χορήγηση βρωμοκρυπτίνης προκαλεί
δραματικές, μορφολογικές, ιστολογικές αλλοιώσεις στο
επίπεδο του όγκου και παρουσιάζεται έντονη
κυτταροβρίθεια που οφείλεται σε σημαντική μείωση του
όγκου του κυττάρου στο προλακτίνωμα.
21
22
Προλακτινώματα και εγκυμοσύνη 2/6
• Έχει βρεθεί ότι τα επίπεδα της προλακτίνης στις
περισσότερες γυναίκες με προλακτινώματα οι οποίες είχαν
παθολογικά αυξημένες τιμές προλακτίνης κατά την έναρξη
της κύησης δεν αυξάνουν αναλογικά όπως συμβαίνει στις
φυσιολογικές γυναίκες κατά την πρόοδο της εγκυμοσύνης.
23
24
Προλακτινώματα και εγκυμοσύνη 4/6
• Δεν αντενδείκνυται ωστόσο η εγκυμοσύνη με ασθενείς με
προλακτινώματα και ειδικά σε γυναίκες με
μικροπρολακτινώματα.
• Θεωρούμε ότι δεν υπάρχει ανάγκη θεραπείας στην διάρκεια
της κύησης πλην του ότι πριν την σύλληψη ομαλοποιούμε τα
επίπεδα της προλακτίνης για να βοηθήσουμε την ωορρηξία
και την σύλληψη με βρωμοκρυπτίνη ή άλλα δοπαμινεργικά
φάρμακα.
• Πλέον, εξαιτίας της σπανιότατης μεγέθυνσής τους κατά την
κύηση δεν συνιστούμε αναγκαία εξέταση κατά Goldman.
25
26
Προλακτινώματα και εγκυμοσύνη 6/6
• Συμπερασματικά, τα προλακτινώματα αποτελούν την πιο
συχνή αιτία λειτουργικών αδενωμάτων της υπόφυσης όπως
προκύπτει κλινικά αλλά και από σειρές νεκροτομικών
μελετών.
• Η επίπτωσή τους είναι πολύ μεγαλύτερη στις γυναίκες
πιθανώς λόγω της αυξητικής επίδρασης των οιστρογόνων σ'
αυτά.
• Μακροπρολακτινώματα είναι σπανιότερα, ιδίως στις
γυναίκες και σε σχέση με τα μικροπρολακτινώματα, αλλά
απαντούν συχνότερα στους άντρες με την έννοια της
παραμελημένης διάγνωσης.
27
Μεγαλακρία 1/4
• Αδενώματα δηλαδή που εκκρίνουν αυξητική ορμόνη.
• Η μεγαλακρία αν και έχει περιγραφεί από την αρχαιότητα
αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά σαν ιδιαίτερο κλινικό
σύνδρομο από τον Pierre Marie το 1886 ο οποίος
περιγράφοντας την κλινική εικόνα της νόσου σε δύο ασθενείς
πρότεινε την χρησιμοποίηση του όρου αυτού. Ένα χρόνο
αργότερα, διαπίστωσε την ύπαρξη διόγκωσης της υπόφυσης
την οποία θεώρησε εν μέρει υπεύθυνη για την εκδήλωση της
νόσου.
28
Μεγαλακρία 2/4
• Η πρώτη χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση του
υποφυσιακού όγκου επιχειρήθηκε στα 1907 και αργότερα η
τεχνική της διασφηνοειδούς προσπέλασης υιοθετήθηκε από
τον Cushing αλλά προτιμήθηκε εκείνη τη στιγμή η
διαμετωπιαία προσπέλαση. Το 1907 εφαρμόστηκε θεραπεία
του υποφυσιακού όγκου με ακτίνες Χ από την στοματική
κοιλότητα και μέθοδο (την ίδια εποχή) εξωτερικής
ακτινοβόλησης.
• Το 1918, χρησιμοποιήθηκε διασφηνοειδής προσπέλαση για
να τοποθετηθεί ράδιο στην υπόφυση.
29
Μεγαλακρία 3/4
• Το 1950, οι χειρουργοί επανέφεραν στο προσκήνιο την
χειρουργική επέμβαση με διασφηνοειδή προσπέλαση
χρησιμοποιώντας βελτιωμένες τεχνικές και αργότερα
χειρουργικού μικροσκοπίου μειώνοντας την εγχειρητική
θνητότητα στο 1 % και επιτρέποντας την σχεδόν εκλεκτική
αφαίρεση του σωματοτρόπου αδενώματος.
30
Μεγαλακρία 4/4
• Το 1974 βρήκαμε τα δοπαμινεργικά φάρμακα και
συγκεκριμένα την βρωμοκρυπτίνη η οποία βοήθησε κι αυτή
στην ελάττωση της αύξησης της έκκρισης της αυξητικής
ορμόνης σε μεγαλακρικούς αν και πολύ μεγαλύτερες δόσεις
χρησιμοποιήθηκαν σε σχέση μ' αυτές που χρησιμοποιούνται
για την ομαλοποίηση των επιπέδων προλακτίνης.
• Η ανεύρεση όμως των αναλόγων της σωματοστατίνης και
συγκεκριμένα της μεγάλης διάρκειας αναλόγων της
σωματοστατίνης (SMS) φαίνεται πως άνοιξε νέους ορίζοντες
στις θεραπείες των μεγαλακρικών.
31
32
Κλινική εικόνα 2/11
• Συχνά, συνυπάρχουν τα παραπάνω κλινικά σύνδρομα με
αποτέλεσμα την παραγωγή αυξητικής τόσο κατά την διάρκεια της
εφηβείας όσο και κατά την αρχή της ενηλίκου ζωής. Τα κλινικά
χαρακτηριστικά της μεγαλακρίας οφείλονται στις τοπικές
επιδράσεις της διογκούμενης υπόφυσης δηλαδή πίεση και
καταστροφή της ίδιας της υπόφυσης με υποφυσιακή ανεπάρκεια,
συμπτωματολογία από πίεση των γειτονικών μορίων, όπως π.χ.
διαταραχές της όρασης λόγω πίεσης του οπτικού χιάσματος και
συμπτώματα τα οποία οφείλονται στην δράση της
υπερεκκρινόμενης αυξητικής. Υπερέκκριση της αυξητικής
καλείται και υπερσωματοτροπισμός, επηρεάζει σχεδόν κάθε
όργανο του σώματος προκαλώντας ποικιλότροπη άλλοτε άλλου
βαθμού υπερτροφία.
33
34
Κλινική εικόνα 4/11
• Χαρακτηριστική είναι επίσης η αυξημένη εφίδρωση που
γίνεται εύκολα αντιληπτή κατά την χειραψία και η οποία
αποτελεί επίσης έναν δείκτη κλινικής πορείας. Το βάρος του
ασθενούς αυξάνει, η κόπωση επέρχεται σαφώς ευκολότερα
σε σχέση με παλαιότερα. Υπάρχει και μυϊκή αδυναμία ή
μυοπάθεια των εγγύς μυών του κορμού που επιβεβαιώνεται
με ηλεκτρομυογράφημα ή βιοψία.
35
37
38
Κλινική εικόνα 8/11
• Οι σιελογόνοι αδένες συχνά βρίσκονται διογκωμένοι ενώ επίσης
συχνή είναι η εμφάνιση καρδιομεγαλίας. Λιγότερα συχνά μπορεί
να υπάρχει διόγκωση του ήπατος ή του σπληνός.
• Ορισμένοι ασθενείς παραπονούνται για συμπτώματα
νεφρολιθιάσεως. Η εμφάνιση τους οφείλεται στην απέκκριση
ασβεστίου είτε από συνύπαρξη υπερπλασίας είτε αδενώματος των
παραθυρεοειδών σε κάποιες περιπτώσεις, ενώ σπανιότερα μπορεί
να συνυπάρχουν όλα τα κλινικά χαρακτηριστικά του συνδρόμου της
πολλαπλής ενδοκρινικής νεοπλασίας τύπου ΜΕΝ Ι.
• Στο δέρμα των μεγαλακρικών εκτός από την έντονη εφίδρωση και
την πάχυνση πολλές φορές παρατηρείται κάποιου βαθμού
υπερτρίχωση ή μελανίζουσα ακάνθωση.
39
40
Κλινική εικόνα 10/11
• Άρα, σε ποσοστό 100% παρατηρούμε την διόγκωση των μαλακών
μορίων, την τραχύτητα των χαρακτηριστικών του προσώπου και
την αύξηση των άκρων.
• Σε ποσοστό 88% παρατηρείται υπεριδρωσία, 80% παρατηρούνται
διαταραχές της όρασης, 70% αύξηση του βάρους και
παραισθησίες, 70% περίπου αρθραλγίες και 65% κεφαλαλγίες.
• Διαταραχές εμμήνου ρύσεως στις γυναίκες κατά 60%
διαταραγμένη ανοχή γλυκόζης από 25-50%, και μείωση της Iibido
40%. Γαλακτόρροια παρατηρείται στο 13% των μεγαλακρικών
ασθενών. Το 99% των περιπτώσεων μεγαλακρίας οφείλεται σε
όγκους οι οποίοι υπάρχουν εντός της υπόφυσης.
41
43
44
Μη λειτουργικά αδενώματα της υπόφυσης
3/12
• Τα μη λειτουργικά αδενώματα είναι συνήθως μεγέθους
πάνω από 10 mm, είναι μακροαδενώματα και απαντώνται
τόσο σε άντρες όσο και σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
• Το πιο συχνό σύμπτωμα που οδηγεί τον ασθενή στον γιατρό
είναι η διαταραχή της όρασης που προκαλείται από την
επέκταση του αδενώματος πάνω από το τουρκικό εφίππιο με
αποτέλεσμα της συμπίεση του οπτικού χιάσματος.
45
47
48
Μη λειτουργικά αδενώματα της υπόφυσης
7/12
• Η πιο συχνή ανεπάρκεια είναι αυτή των γοναδοτροπινών
που επέρχεται και πρώτη, που εκδηλώνεται με μείωση της
ενεργητικότητας, σεξουαλικής επιθυμίας (libido) στους
άντρες και με αμηνόρροια στις γυναίκες και τα ανάλογα
σεξολογικά συμπτώματα.
• Συμπτώματα υποθυρεοειδισμού και υποκορτιζολισμού
εμφανίζονται κατόπιν αλλά μπορεί να είναι και έκδηλα.
49
50
Μη λειτουργικά αδενώματα της υπόφυσης
9/12
• Στους άντρες το 50% αυτών των όγκων είναι καλά
διαφοροποιημένοι με αναπτυγμένο τραχύ ενδοπλασματικό
δίκτυο και συσκευή Golgi.
• Το άλλο ήμισυ αυτών των όγκων δεν εμφανίζει ιδιαίτερα
μορφολογικά χαρακτηριστικά και ακριβώς γι' αυτό τον λόγο
καλείται και nυll cell αδένωμα. Στις γυναίκες το ποσοστό
πλέον του 70% η υπερμικροσκοπική εικόνα είναι
ομοιόμορφη και διαγνωστική.
51
52
Μη λειτουργικά αδενώματα της υπόφυσης
11/12
• Με την εισαγωγή του όρου nυll cell αδένωμα επιχειρήθηκε
μερική αντικατάσταση του κλασικού όρου
μορφοχρωμόφοβο αδένωμα για να έχουμε ένα πιο
αξιόπιστο μορφολογικό προσδιορισμό.
• Με την βοήθεια ηλεκτρονικού μικροσκοπίου διακρίθηκαν
πολλοί τύποι μη λειτουργικών αδενωμάτων και εντάχθηκαν
στην κατηγορία των nυll cell αδενωμάτων.
53
54
Αδενώματα που παράγουν θυρεοειδοτρόπο
1/6
• Τα υποφυσιακά αυτά αδενώματα χαρακτηρίζονται από
αυτόνομη παραγωγή θυρεοειδοτρόπου ορμόνης TSH και
αποτελούν σπανιότατη αιτία υπερθυρεοειδισμού.
• Αντιπροσωπεύουν και το σπανιότερο είδος υποφυσιακού
όγκου που αναλογεί σε λιγότερο από 1 % του συνόλου των
υποφυσιακών όγκων και είναι τα μονογλυκοπρωτεϊνικά
αδενώματα που προκαλούν κλινικό χαρακτηριστικό
σύνδρομο.
• Αναφέρεται στην βιβλιογραφία μόνο μερικές δεκάδες
τέτοιων περιπτώσεων.
55
56
Αδενώματα που παράγουν θυρεοειδοτρόπο
3/6
• Παρότι τα συμπτώματα του υπερθυρεοειδισμού δεν
διαφέρουν από αυτά της νόσου του Graves, ωστόσο
απουσιάζουν εκδηλώσεις της θυρεοειδικής
οφθαλμοπάθειας καθώς και της δερματοπάθειας ενώ δεν
ανιχνεύονται ανοσοσφαιρίνες που διεγείρουν τον θυρεοειδή,
οι γνωστές LATS, TSI.
• Τα επίπεδα των ορμονών Τ3 και Τ 4 είναι αυξημένα και αυτά
της TSH αυξημένα κατά 70% ή δυσανάλογα φυσιολογικά 30%
για τις ψηλές τιμές Τ3 και Τ 4 σε αντίθεση μ' αυτό που
συμβαίνει στην περίπτωση της νόσου του Graves δηλαδή τον
πρωτοπαθή υπερθυρεοειδισμό όπου τόσο η Τ3 και η Τ 4 είναι
υψηλή και η TSH είναι κατασταλμένη.
57
58
Αδενώματα που παράγουν θυρεοειδοτρόπο
5/6
• Τα επίπεδα αυτά είναι αυξημένα στο 80% των ασθενών με
υποφυσιακό όγκο που παράγει TSH ενώ είναι φυσιολογικά στο
σύνδρομο της υποφυσιακής αντίστασης της θυρεοειδικής ορμόνης.
• Στις περιπτώσεις που τα επίπεδα της α-υπομονάδας βρίσκονται
εντός των φυσιολογικών ορίων προαπαιτείται προσδιορισμός της
μοριακής αναλογίας α-υπομονάδας TSH οπότε αν ο λόγος είναι
μεγαλύτερος του ένα (1) είναι διαγνωστικό στην ύπαρξη
υποφυσιακού όγκου που παράγει TSH.
• Επίσης η χορήγηση TRH δεν προκαλεί ανάλογη αύξηση των
επιπέδων της TSH ή της α-υπομονάδας του ασθενή αυτού και η
χορήγηση της θυρεοειδικής ορμόνης δεν προκαλεί ανάλογη
καταστολή τους, διότι η έκκριση της TSH από τον όγκο που την
παράγει είναι τελείως αυτόνομη.
59
60
Υποφυσιακά αδενώματα που παράγουν
γοναδοτροπίνες 1/5
• Πρόκειται για πολύ σπάνιους όγκους της υπόφυσης που αναλογούν
στο 2-5% των υποφυσιακών αδενωμάτων.
• Μπορεί να εκκρίνουν μόνο LΗ, μπορεί να εκκρίνουν μόνο FSH ή
μπορεί να εκκρίνουν συνδυασμό LΗ και FSH.
• Οι περιπτώσεις αδενωμάτων που παράγουν μόνο LΗ είναι εξαιρετικά
σπάνιες και έχουν περιγραφεί μόνο σε άντρες.
61
62
Υποφυσιακά αδενώματα που παράγουν
γοναδοτροπίνες 3/5
• Τα συμπτώματα που κυριαρχούν σ' αυτά τα αδενώματα είναι
μάλλον από την πίεση των γειτονικών προς την υπόφυση
μορίων διότι και αυτά τα αδενώματα είναι μακροαδενώματα.
• Τα επίπεδα της τεστοστερόνης του ορού μπορεί να είναι
αυξημένο και τα επίπεδα της LΗ και της LΗ β-υπομονάδας
αυξημένα. Πολλοί σπάνιοι είναι εξάλλου οι όγκοι οι οποίοι
παράγουν ταυτόχρονα LΗ και FSH.
63
64
Υποφυσιακά αδενώματα που παράγουν
γοναδοτροπίνες 5/5
• Επομένως η διάκριση και η διάγνωση γενικά στα αδενώματα με
LΗ και FSH είναι πολύ πιο εύκολη στους άντρες όπου δεν
αναμένεται σε καμία περίπτωση η αύξηση της τιμής των
γοναδοτροπινών.
• Μέχρι πρόσφατα οι όγκοι που καλούνται γοναδοτρόπα αδενώματα
θεωρούνται πολύ σπάνιοι.
• Τελευταία με την βελτίωση των διαγνωστικών μεθόδων, θεωρούμε
ότι είναι συχνότεροι. Kυμαίνεται η διάγνωσή τους μεταξύ 2,517%
και συνήθως είναι μακροαδενώματα, χρωμόφοβα με θυλώδη τύπο
αναπτύξεως των κυττάρων. Οι συχνότερα ανακαλυπτόμενες
ορμόνες είναι η βLΗ και η β-FSΗ ή συνδυασμός και των δύο
γοναδοτροπινών, ιστολογικά.
65
Κορτικοτρόπα αδενώματα
(Νόσος του Cushing) 1/2
• Ο ρόλος της υπόφυσης στην ανάπτυξη υπερπλασίας των
επινεφριδίων επισημάνθηκε για πρώτη φορά από τον Harνey
Cushing το 1932 ο οποίος διαχώρισε το σύνδρομο που
προκαλείται από επινεφριδιακούς όγκους από αυτό που
αναπτύσσεται στην περίπτωση αυτού που αποκάλεσε ο ίδιος
ο Harνey υποφυσιακή βασεοφιλία.
• Αργότερα ο Power προέβλεψε την ύπαρξη κάποιου
παράγοντα που εκκρίνεται από την υπόφυση και ο οποίος
είναι υπεύθυνος για να εμφανιστεί η νόσος που περιέγραψε
ο Cushing.
66
Κορτικοτρόπα αδενώματα
(Νόσος του Cushing) 2/2
• Ο Albright παρατήρησε τις μεταβολικές διαταραχές που
συνοδεύουν την νόσο και συγκεκριμένα το αρνητικό ισοζύγιο
αζώτου και τα αυξημένα 17 υδροξυκετοστεροειδή στα ούρα
ανεξάρτητα από το αν το σύνδρομο προέρχεται από τα
επινεφρίδια ή η βάση του προέρχεται από την υπόφυση.
• Χρειάστηκαν περίπου 40 χρόνια μετά την περιγραφή που
έκανε το 1930 περίπου ο Cushing, για να επιβεβαιωθεί η
υποφυσιακή αιτιολογία της ομώνυμου νόσου και να
εφαρμοστεί η εκλεκτική αφαίρεση του υποφυσιακού
αδενώματος του υπεύθυνου για την νόσο του Cushing.
67
68
Αιτιοπαθογένεια της νόσου του Cushing 2/3
• Η δεύτερη, η υποφυσιακή υπόθεση, βασίζεται στην
παραδοχή της αυτόματης ανάπτυξης υποφυσιακού
αδενώματος από κύτταρα της υπόφυσης ως αποτέλεσμα της
απώλειας για κάποιο λόγο των φυσιολογικών περιορισμών
στην κυτταρική αύξηση.
• Είναι πάντως πιθανόν ότι η νόσος του Cushing περιλαμβάνει
έναν ετερογενή πληθυσμό ατόμων από τα οποία άλλα έχουν
πρωτοπαθή υποθαλαμική δυσλειτουργία και άλλα έχουν
πρωτοπαθή διαταραχή στο επίπεδο της υπόφυσης.
69
70
Κλινική εικόνα της νόσου του Cushing 1/11
• Το πιο συχνό σημείο της νόσου του Cushing είναι η εμφάνιση
κεντρομυελικής παχυσαρκίας και πανσεληνοειδούς προσωπείου
με αύξηση της εναπόθεσης λίπους στην κοιλιά.
• Στις υπερκλείδιες χώρες και στον αυχένα δημιουργείται ο
χαρακτηριστικός ήβος (buffalo hump)(βουβάλειος ήβος).
• Η κλασική αυτή εντόπιση της παχυσαρκίας συνοδεύει την
απομάκρυνση λίπους από το κατώτερο μέρος του σώματος που
μαζί με το σώμα μοιάζουν δυσανάλογα αδύνατα.
• Η παχυσαρκία αναπτύσσεται προοδευτικά μέσα στον χρόνο ώστε
να απαιτείται η σύγκριση των σωματικών αναλογιών του ασθενούς
με προηγούμενες φωτογραφίες.
71
72
Κλινική εικόνα της νόσου του Cushing 3/11
• Η απίσχνανση των άκρων συνοδεύεται από ατροφία των
εγγύς μυών του κορμού και συχνά εκδηλώνεται μυοπάθεια
με αδυναμία ανόδου στις σκάλες και δυσκολία ανέγερσης
από το κάθισμα.
• Η μυϊκή αυτή ατροφία οφείλεται στον αυξημένο
καταβολισμό των δομικών πρωτεϊνών του σώματος υπό την
επίδραση υψηλών επιπέδων γλυκοκορτικοειδών που
εκκρίνονται από τα επινεφρίδια.
73
74
Κλινική εικόνα της νόσου του Cushing 5/11
• Στο πλαίσιο του καταβολισμού των δομικών πρωτεϊνών ανάγεται και
η ανάπτυξη οστεοπόρωσης. Εκδηλώνεται συνήθως σαν οσφυαλγία
ή κυφωσκολίωση γιατί γίνονται συμπιεστικά κατάγματα των
σπονδύλων. Λιγότερο συχνά είναι τα κατάγματα των πλευρών, ενώ
σπανιότερα τα κατάγματα των μακρών οστών. Σε αρκετούς
ασθενείς εμφανίζεται οστεονέκρωση ιδίως με την μορφή της
άσηπτης νέκρωσης της κεφαλής του μηριαίου.
• Τα υψηλά επίπεδα των γλυκοκορτικοειδών δρουν κατασταλτικά στο
ανοσοποιητικό σύστημα γεγονός που επιτρέπει την επιρρέπεια σε
λοιμώξεις. Η καταστολή είναι πολυεπίπεδη και σύνθετη, αφορά τις
λειτουργίες επεξεργασίας του αντιγόνου, την λειτουργία των Τ-
λεμφοκυττάρων, την έκκριση των κυτοκινινών κ.τ.λ.
• Η επούλωση των τραυμάτων υπολείπεται.
75
76
Κλινική εικόνα της νόσου του Cushing 7/11
• Διαταραχές του κυκλοφορικού συστήματος είναι συνήθεις.
Ένα 70% των ασθενών εμφανίζει ήπια ως μέτρια υπέρταση
και ένα 20% συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια και
αυξημένη επίπτωση θρομβοεμβολικών επεισοδίων.
• Στο πρόσωπο παρατηρείται υπερτρίχωση και ακμή.
Συσχετίζεται με την διέγερση παραγωγής των ανδρογόνων
από τα επινεφρίδια, ο βαθμός δε διέγερσης εξαρτάται από το
επίπεδο υπερπαραγωγής της ACTH.
• Επίσης, διαταραχές της εμμήνου ρύσεως παρατηρούνται
συχνά στις γυναίκες. Σε μικρό ποσοστό παρατηρούνται
επεισόδια νεφρολιθίασης, πολυδιψία, πολυουρία και
κεφαλαλγία.
77
79
80
Κλινική εικόνα της νόσου του Cushing 11/11
• Ιστολογικά, τα αδενώματα χαρακτηρίζονται από πυκνή κοκκίωση
και δίνουν την κλασική εικόνα του βασεόφιλου αδενώματος της
υπόφυσης.
• Εστιακά, έχουν την τάση να εμφανίζονται ως χρωμόφοβα και να
εναποθέτουν εντός των κυττάρων τους υαλίνη κατά Crookes. Σε
μερικούς όγκους που ονομάζονται Crookes αδενώματα, οι
εναποθέσεις υαλίνης των κυττάρων είναι εκτεταμένες.
• Ο άλλος τύπος των ACTH αδενωμάτων εμφανίζουν αραιή
κοκκίωση, τα εκκριτικά κοκκία είναι μικρά, διαμέτρου 250 nm,
κατανέμονται περιφερειακά στο αδένωμα, έχουν διάφορες και
εκτεταμένες συχνές ογκοκυτταρικές αλλοιώσεις.
81
83
84
Αδενώματα που εκκρίνουν ACTH
(Nόσος Cushing) 2/13
• Τα επίπεδα της κορτιζόλης του πλάσματος το πρωί είναι συνήθως
φυσιολογικά, ενώ βρίσκονται αυξημένα το βράδυ, ιδίως 60
λεπτά μετά τη συνηθισμένη ώρα του ύπνου. Ψευδώς θετικά
αποτελέσματα μπορεί να οφείλονται σε προηγούμενο στρες γι'
αυτό και η λήψη αίματος για τη μέτρηση αυτή δεν θα πρέπει να
γίνεται τη νύχτα της εισαγωγής στο νοσοκομείο, ούτε θα πρέπει να
έχει προηγουμένως ενημερωθεί ο ασθενής για τη λήψη.
• Ακόμα θα πρέπει η λήψη να γίνεται από έτοιμη ενδοφλέβια
γραμμή και να επαναλαμβάνεται σε δυο διαδοχικά βράδια.
• Σημειώνεται επίσης ότι ορισμένα φάρμακα μεταβάλλουν τα
αποτελέσματα της μέτρησης (π.χ. τα οιστρογόνα αυξάνοντας τα
επίπεδα της σφαιρίνης που δεσμεύει την κορτιζόλη - CBG).
85
86
Αδενώματα που εκκρίνουν ACTH
(Nόσος Cushing) 4/13
• Η επιβεβαίωση της διάγνωσης της νόσου του Cushing καθώς και η
διαφορική διάγνωση από άλλες μορφές του συνδρόμου Cushing
γίνεται με τη βοήθεια των δοκιμασιών καταστολής της ACTH:
1. Ταχεία αναστολή με δεξαμεθαζόνη: Βασίζεται στην καταστολή της
έκκρισης ACTH από την υπόφυση και αντίστοιχα της παραγωγής
κορτιζόλης. Κατά τη δοκιμασία αυτή χορηγείται 1 mg
δεξαμεθαζόνης από του στόματος στις 11 μ.μ. και στις 8 π.μ. το
επόμενο πρωί μετράται η κορτιζόλη του πλάσματος. Αν αυτή είναι
φυσιολογική (δηλαδή <5 μg/dl) και επιπλέον βρεθεί φυσιολογική
ελεύθερη κορτιζόλη ούρων 24ώρου, τότε αποκλείεται η διάγνωση
του συνδρόμου Cushing. Αν όμως βρεθεί >5 μg/dl τότε απαιτείται
περαιτέρω εργαστηριακός έλεγχος.
87
88
Αδενώματα που εκκρίνουν ACTH
(Nόσος Cushing) 6/13
2. Δοκιμασία αναστολής με χαμηλές δόσεις δεξαμεθαζόνης (μικρή
διήμερη αναστολή με δεξαμεθαζόνη)
• Εκτελείται όταν ο προηγούμενος έλεγχος έχει δώσει οριακά ή
αμφίβολα αποτελέσματα (π.χ. έχει βρεθεί κορτιζόλη πλάσματος 5 -
10 μg/dl στη δοκιμασία βραχείας καταστολής). Χορηγούνται 0,5
mg δεξαμεθαζόνης από του στόματος ανά 6ωρο επί 2 ημέρες και
τη δεύτερη ημέρα μετράται η ελεύθερη κορτιζόλη των ούρων (φ.τ.
<20 μg/24h) ή/και τα 170HCS των ούρων (φ.τ. <2.5 mg/24h) και το
πρωί της τρίτης ημέρας μετράται η κορτιζόλη του πλάσματος (φ.τ.
<5 μg/dl) και η ACTH (φ.τ. <20 pg/ml). Η δοκιμασία αυτή είναι πιο
αξιόπιστη για τη διάγνωση του συνδρόμου του Cushing, γιατί δίνει
λιγότερα ψευδώς θετικά αποτελέσματα (π.χ. είναι συνήθως
φυσιολογική σε άτομα παχύσαρκα ή καταθλιπτικά με εικόνα
ψευδο-Cushίng). 89
90
Αδενώματα που εκκρίνουν ACTH
(Nόσος Cushing) 8/13
3. Δοκιμασία αναστολής με υψηλές δόσεις δεξαμεθαζόνης
(δοκιμασία μεγάλης αναστολής). Χρησιμοποιείται κυρίως
για τη διαφορική διάγνωση του συνδρόμου Cushing από τη
νόσο του Cushing.
• Δίνονται 2mg δεξαμεθαζόνης από του στόματος ανά 6ωρο
επί 2 ημέρες ή 8 mg δεξαμεθαζόνης το βράδυ πριν από τη
μέτρηση της κορτιζόλης και της ACTH (οι προσδιορισμοί των
ορμονών γίνονται με τον ίδιο τρόπο όπως στην ταχεία και στη
μικρή αναστολή).
91
93
94
Αδενώματα που εκκρίνουν ACTH
(Nόσος Cushing) 12/13
2. Η δοκιμασία CRH: Σε ασθενείς με νόσο του Cushing
χορήγηση 1μg/kg βάρους CRH ενδοφλεβίως προκαλεί
περαιτέρω αύξηση της ACTH και της κορτιζόλης στο πλάσμα,
σε αντίθεση με τις περιπτώσεις των ασθενών με
φλοιοεπινεφριδιακούς όγκους ή έκτοπη παραγωγή ACTH.
• Ο συνδυασμός CRH και ΑVP (βαζοπρεσσίνη) θεωρείται από
ορισμένους περισσότερο ευαίσθητη μέθοδος για τη
διάγνωση της νόσου το Cushing.
95
96
Άλλες υποφυσιακές βλάβες 1/2
• Αναφέρουμε χαρακτηριστικά διάφορες άλλες βλάβες της
υπόφυσης.
• Από τις πλέον μελετημένες είναι οι φλεγμονές.
• Οξεία φλεγμονή στην πρόσθια και στην οπίσθια υπόφυση
είναι σπάνια ιδίως σήμερα με την χρήση των αντιβιοτικών.
• Παρ' όλα αυτά η σηψαιμία μπορεί να επακολουθήσει και να
οδηγήσει σε πυώδη υποφυσίτιδα.
97
98
Χρόνια λεμφοκυτταρική υποφυσίτιδα 1/3
• Στην χρόνια λεμφοκυτταρική υποφυσίτιδα, λεμφοκύτταρα,
πλασματοκύτταρα, ηωζινόφιλα, μακροφάγα και μερικά
πολυμορφοπύρηνα λευκοκύτταρα συγκεντρώνονται στον
πρόσθιο λοβό της υπόφυσης.
• Έτσι, τα κύτταρα του προσθίου λοβού της υπόφυσης
μπορούν να αντικατασταθούν σταδιακά από ινώδη ιστό.
• Η βλάβη μπορεί να είναι εστιακή ή διαδεδομένη, μπορεί να
είναι σοβαρή και μπορεί να οδηγήσει σε ποικίλου βαθμού
υποφυσισμό. Συμβαίνει συχνά σε νέες γυναίκες και συχνά σε
συνδυασμό με την εγκυμοσύνη.
99
100
Χρόνια λεμφοκυτταρική υποφυσίτιδα 3/3
• Πιθανώς είναι αυτοάνοσοι οι μηχανισμοί. Καμία εξήγηση δεν
φαίνεται να δείχνει γιατί θα πρέπει να πλήττει άτομα τα
οποία βρίσκονται σε κατάσταση εγκυμοσύνης.
• Σε μερικούς ασθενείς και άλλοι ενδοκρινείς αδένες όπως ο
θυρεοειδής και τα επινεφρίδια δείχνουν να διηθούνται από
λεμφοκύτταρα και παρεγχυματικά κύτταρα και να
καταστρέφονται τα αδενικά παρεγχύματα.
• Παρότι η εστιακή λεμφοκυτταρική διήθηση είναι το πιο
συχνό εύρημα μπορεί σπανιότατα να υπάρχει και μαζική
διήθηση λεμφοκυττάρων σ' όλο τον αδένα.
101
Κοκκιώματα 1/4
• Τα υποφυσιακά κοκκιώματα είναι σπάνια.
• Συνήθως πλήττεται η υπόφυση από την φυματίωση και την
σύφιλη. Αυτές ήταν παθήσεις πριν από την περίοδο των
αντιβιοτικών. Σε περιπτώσεις που καταστρέφεται τελείως ο
υποφυσιακός ιστός της προσθίας υπόφυσης είτε και της
οπισθίας ανάλογα αναπτύσσεται πρόσθιος υποφυσισμός ή
άποιος διαβήτης.
• Τα ιστολογικά χαρακτηριστικά των βλαβών είναι ακριβώς
τα ίδια από αυτά που φαίνονται και σε άλλα όργανα.
102
Κοκκιώματα 2/4
• Η φυματίωση στην υπόφυση είναι πάντοτε δευτεροπαθής και
οφείλεται σε αιματογενή διασπορά κάποιας φυματιώδους βλάβης
κυρίως των πνευμόνων και σπάνια να έχει προέλθει από απευθείας
μετάδοση γειτονικών βλαβών.
• Η σύφιλη συμβαίνει ως κοκκιωματώδης βλάβη, (κοκκίωμα), ή και
(σπάνια) ως διάχυτη ουλή και διαταράσσει και καταστρέφει τον
ιστό οδηγώντας συχνά σε υποφυσισμό.
• Μια άλλη σπάνια αλλά υπαρκτή νόσος της υπόφυσης η οποία
μπορεί να εμφανιστεί είναι η σαρκοείδωση όπου η βλάβη
εντοπίζεται μέσα στο τουρκικό εφίππιο.
• Οι ιστολογικές αλλοιώσεις της σαρκοείδωσης στην υπόφυση
μοιάζουν με τις ιστολογικές αλλοιώσεις που προκαλεί η
σαρκοείδωση σε άλλα όργανα.
103
Κοκκιώματα 3/4
• Κοκκιώματα τα οποία δεν μοιάζουν με εκείνα της σύφιλης
βεβαίως ούτε με την τυροειδοποίηση που παρατηρείται
στην φυματίωση περιλαμβάνουν γιγαντοκύτταρα,
λεμφοκύτταρα, επιθηλιακά μακροφάγα και καταστρέφουν
τα κύτταρα της αδενοϋπόφυσης αλλά και τα κύτταρα του
οπισθίου λοβού, του υποφυσιακού μίσχου και του
υποθαλάμου.
• Επομένως, κλινικά έχουμε διάφορους βαθμούς
υποφυσισμού ή άποιου διαβήτη αλλά και
υπερπρολακτιναιμίας.
104
Κοκκιώματα 4/4
• Οι ενδοκρινολογικές ανωμαλίες συχνά οφείλονται στην
καταστροφή του υποθαλαμικού ιστού.
• Άλλη αιτία της υπόφυση ς η οποία είναι και αυτή σπάνια
είναι το γιγαντοκυτταρικό κοκκίωμα το οποίο, αντίθετα με
την σαρκοείδωση, δεν πλήττει άλλα όργανα παρότι τα
επινεφρίδια μπορεί σπανίως να παρουσιάσουν
γιγαντοκυτταρικά κοκκιώματα.
• Και αυτή η πάθηση, το γιγαντοκυτταρικό κοκκίωμα, μπορεί
να οδηγήσει σε ποικίλου βαθμού υποφυσισμό.
105
Ιστιοκυττάρωση Χ
• Η ιστιοκυττάρωση-Χ λέγεται και νόσος του Hans - Shuller -
Christian και κατά αυτήν μακροφάγα ιστιοκύτταρα,
ηωσινόφιλα και λεμφοκύτταρα συγκεντρώνονται μέσα στην
υπόφυση.
• Τόσο η υπόφυση αλλά και συχνότερα ο υποθάλαμος, ο
μίσχος και ο οπίσθιος λοβός μπορεί να είναι η αιτία
εστιασμού των βλαβών της ιστιοκυττάρωσης.
• Το πιο συχνό εύρημα είναι ο άποιος διαβήτης.
• Παρ' όλα αυτά ο πρόσθιος λοβός μπορεί να πληγεί και να
καταστραφεί άσχετα με την καταστροφή που θα υποστεί ο
υποθάλαμος έτσι η βλάβη να οδηγήσει σε πρόσθιο
υποφυσισμό.
106
Αμυλοείδωση
• Πολλές φορές εναποθέσεις στην υπόφυση μπορούν να
φανούν και να προκαλέσουν βλάβη της υπόφυσης όπως
υποφυσισμό.
• Εναποθέσεις αμυλοειδούς μπορεί να είναι αιτία
υποφυσισμού και είναι συχνά συνδυασμένα με την
γενικευμένη αμυλοείδωση που παρατηρείται σε άλλα
όργανα νεφρά, ήπαρ, σπλήνα κ.α.
• Φαίνεται ότι η αμυλοείδωση είναι μια ανοσοϊστολογική
διαταραχή εναπόθεσης της ουσίας αμυλοειδούς.
107
Αιμοχρωμάτωση
• Άλλες παθήσεις συχνά πυκνά που εμφανίζονται είναι η
αιμοχρωμάτωση ή η αιμοσιδήρωση όπου σίδηρος
εναποτίθεται στο κυτταρόπλασμα των αδενοϋποφυσιακών
κυττάρων και συγκεκριμένα στα γοναδοτρόφα κύτταρα
περισσότερο από τα άλλα.
• Έτσι οι εναποθέσεις σιδήρου στην υπόφυση π.χ. στην
μεσογειακή αναιμία μετά από συχνές μεταγγίσεις μπορεί να
οδηγήσουν σε υπογοναδισμό πλήττοντας ως επί το πλείστον
τα γοναδοτρόφα κύτταρα.
108
Εναποθέσεις ασβεστίου
• Εναποθέσεις επίσης ασβεστίου μπορεί να φανούν στην
περιοχή της υπόφυσης και συγκεκριμένα άλλοτε
συνδυάζονται με όγκους και κυρίως κρανιοφαρυγγιώματα
και μπορούν να προκαλέσουν εάν είναι πάρα πολύ
εκτεταμένες υποφυσισμό.
• Σε σπάνια σύνδρομα, όπως ο γκαργκοειλισμός όπου
βλεννοπολυσακχαρίτες εναποτίθενται μέσα στην υπόφυση.
109
Άλλα νεοπλάσματα
• Τα αδενοϋποφυσιακά κύτταρα καταστρέφονται και
μπορούμε εάν η νόσος είναι εκτεταμένη να οδηγηθούμε σε
υποφυσισμό.
• Νεοπλάσματα της υπόφυσης (πέραν των καλοήθων που
αποτελούν το 99% των αδενωμάτων) μπορεί να εντοπιστούν
στην υπόφυση.
• Μεταστάσεις από απομεμακρυσμένα όργανα μπορεί να
συμβούν.
• Πιο σπάνια ακόμα, η εμφάνιση κύστεων στην υπόφυση
κυρίως κύστεων του θυλάκου του Rathke έχουν περιγραφεί.
110
Υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός 1/4
• Η έναρξη και η διατήρηση της λειτουργίας του γεννητικού
άξονα στηρίζεται στη ρυθμική έκκριση της
υποθαλαμικής ορμόνης GnRΗ (LHRH), η οποία ρυθμίζει την
έκκριση των γοναδοτροπινών (FSΗ, LΗ) από την υπόφυση.
• Οι γοναδοτροπίνες, με τη σειρά τους, διεγείρουν τη
λειτουργία των γονάδων με αποτέλεσμα την παραγωγή των
στεροειδών ορμονών του φύλου και των γαμετών.
111
113
114
Κλινική εικόνα του υπογοναδισμού 1/4
• Οι κλινικές εκδηλώσεις του υπογοναδισμού στον άνδρα
αναγνωρίζονται σχετικά εύκολα. Οι αιτίες είναι επαρκώς γνωστές
και οι διαγνωστικές δοκιμασίες της λειτουργίας του άξονα
«υποθάλαμος - υπόφυση - όρχεις» αποτελεσματικές για τη
διάγνωση του υπογοναδισμού.
• Οι κλινικές εκδηλώσεις εξαρτώνται από το εάν η διαταραχή
αφορά κυρίως τη σπερματογένεση ή και την παραγωγή
τεστοστερόνης.
• Για τη διαταραχή της σπερματογένεσης υπάρχουν μόνο δύο
κλινικές εκδηλώσεις: η υπογονιμότητα και η ελάττωση του όγκου
των όρχεων. Αντίθετα, η ελάττωση της έκκρισης της
τεστοστερόνης εμφανίζεται με πληθώρα κλινικών εκδηλώσεων
που εξαρτώνται από την ηλικία του ατόμου.
115
116
Κλινική εικόνα του υπογοναδισμού 3/4
• Όταν η ανεπάρκεια της τεστοστερόνης εμφανίζεται πριν την
έναρξη της ενήβωσης το αποτέλεσμα είναι ατελής ενήβωση. Η
ανάπτυξη των έξω γεννητικών οργάνων, η ανάπτυξη της τρίχωσης
του φύλου, η ανάπτυξη του μυϊκού συστήματος, η αλλαγή της
χροιάς της φωνής και η σεξουαλική επιθυμία υπολείπονται στο
βαθμό που η παραγωγή τεστοστερόνης είναι ανεπαρκής.
• Όταν η ανεπάρκεια της τεστοστερόνης εγκαθίσταται μετά την
ολοκλήρωση της ενήβωσης, η ενεργητικότητα και η σεξουαλική
διάθεση ελαττώνονται εντός εβδομάδων, ενώ τα άλλα σωματικά
χαρακτηριστικά που εξαρτώνται από τη δράση της
τεστοστερόνης μεταβάλλονται πιο αργά.
117
118
Αίτια υπογοναδοτροπικού
υπογοναδισμού 1/5
• Yπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός προκαλείται από
συγγενείς ή επίκτητες αιτίες οι οποίες διαταράσσουν την
έκκριση της υποθαλαμικής GnRΗ ή και την παραγωγή των
γοναδοτροπινών από τα γοναδοτρόπα κύτταρα της πρόσθιας
υπόφυσης (δευτεροπαθής υπογοναδισμός).
• Οι συγγενείς ανωμαλίες που ευθύνονται για ελαττωμένη
έκκριση γοναδοτροπινών είναι σπάνιες αλλά αναγνωρίζονται
και διαγιγνώσκονται εύκολα.
119
Αίτια υπογοναδοτροπικού
υπογοναδισμού 2/5
• Η διαφοροποίηση του φύλου σε όλες αυτές τις διαταραχές
είναι του φυσιολογικού άρρενος επειδή η έκκριση της
τεστοστερόνης από τα εμβρυϊκά κύτταρα Leydig στο πρώτο
τρίμηνο της εγκυμοσύνης, όταν συμβαίνει η διαμόρφωση
των έξω γεννητικών οργάνων, ρυθμίζεται από την χοριακή
γοναδοτροπίνη (hCG) του πλακούντα.
• Αντίθετα, η ανάπτυξη του πέους υπολείπεται επειδή η
παραγωγή τεστοστερόνης κατά το τρίτο τρίμηνο της
εγκυμοσύνης εξαρτάται από την εμβρυϊκή LΗ.
120
Αίτια υπογοναδοτροπικού
υπογοναδισμού 3/5
• Σε αγόρια με υπογοναδοτροπικό υπογοναδισμό η σωματική
ανάπτυξη είναι φυσιολογική εφόσον δεν συνυπάρχει
διαταραχή της έκκρισης της αυξητικής ορμόνης ή και της TSΗ.
• Η εμφάνιση της ήβης απουσιάζει ή υπολείπεται σημαντικά,
εξαρτώμενη από το βαθμό της ανεπάρκειας των
γοναδοτροπινών.
• Η ανεπάρκεια των γοναδοτροπινών μπορεί να είναι
μεμονωμένη ή να συνδυάζεται με άλλες ορμονικές ή μη
ορμονικές διαταραχές.
121
Αίτια υπογοναδοτροπικού
υπογοναδισμού 4/5
Συγγενής υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός
• Ιδιοπαθής μεμονωμένη ανεπάρκεια γοναδοτροπινών.
• Ιδιοπαθής ανεπάρκεια γοναδοτροπινών που συνοδεύεται από
άλλες συγγενείς ανωμαλίες.
• Ιδιοπαθής ανεπάρκεια γοναδοτροπινών που συνοδεύεται από
διανοητική έκπτωση.
• Ελαττωματικά μόρια των γοναδοτροπινών ή του υποδοχέα της LΗ
ιδιοπαθής υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός που συνοδεύεται
από ανεπάρκεια και άλλων υποφυσιακών ορμονών.
122
Αίτια υπογοναδοτροπικού
υπογοναδισμού 5/5
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός
• Νεοπλάσματα του άξονα «υποθάλαμος υπόφυση».
• Διηθητικά νοσήματα του άξονα «υποθάλαμος-υπόφυση»,
φλεγμονές του άξονα «υποθάλαμος-υπόφυση».
• Κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις.
• Υποφυσιακή αποπληξία.
• Οξέα σοβαρά νοσήματα χρόνια συστηματικά νοσήματα,
συστηματική χορήγηση γλυκοκορτικοειδών.
• Ιδιοπαθής επίκτητος υπογοναδισμός.
123
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 1/15
1. Ιδιοπαθής Μεμονωμένη Ανεπάρκεια Γοναδοτροπινών (ΙΜΑΓ)
• Συγγενής ανωμαλία που χαρακτηρίζεται από ανεπάρκεια του
υποθαλαμικού παράγοντα GnRΗ. Σπανιότερα οφείλεται σε
σημειακές μεταλλάξεις του υποδοχέα της GnRΗ.
• Η διάγνωση της ΙΜΑΓ γίνεται σε μερικές περιπτώσεις κατά τη
νεογνική περίοδο όταν παρουσιάζεται η κλινική εικόνα της
κρυψορχίας και του μικρού πέους σε συνδυασμό με τις
απρόσφορα χαμηλές τιμές των γοναδοτροπινών και στεροειδών
ορμονών αίματος.
• Υπενθυμίζεται ότι την περίοδο αυτή είναι ενεργοποιημένος ο
άξονας «υποθάλαμος - υπόφυση - όρχεις».
• Η ατελής κάθοδος των όρχεων και η ανάπτυξη των έξω γεννητικών
οργάνων υποδηλώνει ανεπαρκή λειτουργία του ανωτέρω άξονα
κατά το τέλος της περιόδου της εγκυμοσύνης και την αρχή της
νεογνικής περιόδου. 124
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 2/15
• Η κρυψορχία παρατηρείται σε σχετικά μικρό ποσοστό
περιπτώσεων συγγενούς υπογοναδοτροπικού
υπογοναδισμού. Εκτιμάται ότι αποτελεί κλινική εκδήλωση
του 30% των περιπτώσεων αν και έχουν αναφερθεί
υψηλότερα ποσοστά.
• Η διάγνωση συνήθως της ανεπάρκειας της GnRΗ καθυστερεί
μέχρι την ηλικία της εφηβείας οπότε παρατηρείται
καθυστέρηση της έναρξης της ενήβωσης και απουσία των
δευτερογενών χαρακτήρων του φύλου.
125
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 3/15
• Η γυναικομαστία δεν αποτελεί χαρακτηριστικό κλινικό εύρημα του
συγγενούς υπογοναδοτροφικού υπογοναδισμού, πιθανώς εξαιτίας
μη δυνατότητας διέγερσης της ορχικής αρωματάσης από τα χαμηλά
επίπεδα των γοναδοτροπινών.
• Η γυναικομαστία συνήθως εκδηλώνεται όταν εφαρμοσθεί θεραπεία
με γοναδοτροπίνες.
• Επίσης, μπορεί να εκδηλωθεί όταν χορηγηθεί hCG ή σχετικά χαμηλές
δόσεις τεστοστερόνης οπότε η σχέση τεστοστερόνης οιστραδιόλης
(που προέρχεται από περιφερική αρωματοποίηση της
τεστοστερόνης) ελαττώνεται.
• Με δεδομένο ότι η αδρεναρχή είναι φυσιολογική στη συγγενή
έλλειψη της GnRΗ, πιθανή περιφερική αρωματοποίηση των
επινεφριδιακών ανδρογόνων στην εκδήλωση της γυναικομαστίας δεν
μπορεί να αποκλεισθεί.
126
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 4/15
• Πριν από λίγα χρόνια περιγράφηκε μια επίκτητη μορφή
ιδιοπαθούς ανεπάρκειας της GnRΗ σε άνδρες που ονομάσθηκε
ιδιοπαθής υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός ενηλίκων.
• Στους ασθενείς αυτούς παρατηρείται φυσιολογική εμφάνιση της
ενήβωσης αλλά ακολουθεί σε άλλοτε άλλο χρονικό διάστημα
ελάττωση της σεξουαλικής διάθεσης και υπογονιμότητα.
• Στους άνδρες αυτούς ο όγκος των όρχεων είναι φυσιολογικός. Η
νευροενδοκρινική ανωμαλία αυτής της μορφής φαίνεται ότι είναι
μόνιμη. Σε πρόσφατη μελέτη σε δέκα άνδρες με κανονική
ενήβωση, η διαταραχή εκδηλώθηκε με ιδιοπαθή υπογονιμότητα,
σεξουαλική δυσλειτουργία, χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης και
απουσία της κυματοειδούς έκκρισης της LΗ.
• Η εξωγενής χορήγηση GnRΗ αποκαθιστά τη λειτουργία του
γεννητικού άξονα στο 90% των περιπτώσεων.
127
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 5/15
• Το σύνδρομο του γόνιμου ευνούχου θεωρείται μορφή μερικής
ανεπάρκειας της GnRΗ. Αναφέρεται σε άρρενες με ευνουχοειδικά
σωματικά χαρακτηριστικά, φυσιολογική ενήβωση, φυσιολογικό
όγκο όρχεων και φυσιολογική σπερματογένεση.
• Η μη απάντηση στη χορήγηση κιτρικής κλομιφαίνης σε συνδυασμό
με φυσιολογική απάντηση των γοναδοτρόπων κυττάρων μετά
εξωγενή χορήγηση GnRΗ τοποθετούν τη διαταραχή στο επίπεδο του
υποθαλάμου.
• Μελέτη δύο περιπτώσεων έδειξε αύξηση της έκκρισης της LΗ και
της τεστοστερόνης κατά τη διάρκεια του ύπνου, γεγονός που
παρατηρείται στην έναρξη της ενήβωσης.
• Πιστεύεται ότι η ελαττωματική έκκριση της GnRΗ προκαλεί αύξηση
της τεστοστερόνης που είναι επαρκής να προάγει την
σπερματογένεση αλλά ανεπαρκής να ολοκληρώσει την
αρρενοποίηση. 128
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 6/15
• Το σύνδρομο του γόνιμου ευνούχου και ο ιδιοπαθής
υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός του ενήλικα έχουν κοινά
γνωρίσματα την ανεπάρκεια της GnRΗ και το φυσιολογικό όγκο
των όρχεων. Διαφέρουν όμως στο ότι το σύνδρομο του γόνιμου
ευνούχου διατηρεί αυτόματη σπερματογένεση.
• Μερικοί ασθενείς με ΙΜΑΓ έχουν κανονική έναρξη της ενήβωσης
αλλά παρουσιάζουν αναστολή της εξέλιξης της στην πορεία που
οφείλεται σε κατάργηση της ρυθμικής έκκρισης των
γοναδοτροπινών.
• Το χαρακτηριστικό στις περιπτώσεις αυτές είναι η παρουσία στο
οικογενειακό περιβάλλον συγγενών με καθυστέρηση έναρξης αλλά
κατά τα άλλα φυσιολογικής ενήβωσης.
• Ορισμένοι πιστεύουν ότι η καθυστέρηση της ενήβωσης αποτελεί
την ηπιότερη φαινοτυπική μορφή της συγγενούς ανεπάρκειας της.
129
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 7/15
2. Σύνδρομο Kallmann
• Χαρακτηρίζεται από υπογοναδοτροπικό υπογοναδισμό και μια ή
περισσότερες εξωγοναδικές συγγενείς ανωμαλίες όπως ανοσμία,
αχρωματοψία στο κόκκινο και στο πράσινο, ανωμαλίες της μέσης
γραμμής όπως λαγόχειλος και λυκόστομα, βραχέα μετακάρπια,
νεφρική αγενεσία, οφθαλμοκινητικές ανωμαλίες και
νευροαισθητική διαταραχή της ακοής.
• Ο υπογοναδισμός στο σύνδρομο του Κallmann οφείλεται σε
ανεπάρκεια της υποθαλαμικής GnRΗ και μπορεί να είναι
ελαφρύς, βαρύς ή ακόμα και παροδικός.
• Οι περισσότερες περιπτώσεις του συνδρόμου είναι σποραδικές
αλλά έχουν αναφερθεί και οικογενείς περιπτώσεις.
130
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 8/15
• Η κληρονομικότητα είναι συνήθως φυλοσύνδετη γεγονός που
τεκμαίρεται από το μεγαλύτερο αριθμό περιπτώσεων σε άρρενες
παρά σε θήλεις.
• Η νόσος μπορεί να μεταδίδεται με τον επικρατούντα ή τον
υπολειπόμενο χαρακτήρα.
• Η εύρεση σημειακών μεταλλάξεων στο ΚΑL γονίδιο, σε πολύ μικρό
ποσοστό (<5%) σποραδικών περιπτώσεων, υποδηλώνει ότι η
διαταραχή στις περισσότερες περιπτώσεις οφείλεται σε
αυτοσωματικές μεταλλάξεις άγνωστων γονιδίων.
• Μελέτες σε άτομα με σύνδρομο που κληρονομήθηκε με το
φυλοσύνδετο χαρακτήρα, έχουν δείξει ότι μερικοί ασθενείς
παρουσιάζουν απώλεια γενετικού υλικού στο βραχύ σκέλος του Χ
χρωμοσώματος (Χρ22.3).
131
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 9/15
• Απώλεια μεγάλου τμήματος στην ενδιάμεση ή την τελική
περιοχή του βραχέως σκέλους του Χ χρωμοσώματος
προκαλεί ένα σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από βραχύ
ανάστημα, εστιακή χονδροδυσπλασία, διανοητική έκπτωση,
ιχθύαση και σύνδρομο Κallmann.
• Στην περιοχή αυτή απομονώθηκε το ΚΑL γονίδιο το οποίο
κωδικοποιεί μια πρωτεΐνη την ανοσμίνη, η οποία
παρουσιάζει ομοιότητες με τα μόρια συγκόλλησης.
132
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 10/15
• Η ανοσμίνη εντοπίζεται στην επιφάνεια των νευρικών
κυττάρων και η απουσία της προκαλεί αδυναμία των GnRΗ
νευρώνων να μεταναστεύσουν από το οσφρητικό πλακώδες
στην αρχή της εμβρυογένεσης και να εγκατασταθούν στον
οσφρητικό βολβό, τον τοξοειδή πυρήνα του υποθαλάμου και
σε εξωυποθαλαμικές περιοχές του εγκεφάλου.
• Νεότερα όμως δεδομένα δείχνουν ότι η διαταραχή αυτή
μάλλον οφείλεται στην αλληλεπίδραση των GnRΗ και των
οσφρητικών νευρώνων οι οποίοι έχουν κοινή μεταναστευτική
οδό και όχι στη μετανάστευση.
133
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 11/15
• Ανεξάρτητα από τον υποκείμενο μοριακό παθογενετικό
μηχανισμό το αποτέλεσμα είναι υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός και ανοσμία. Δεν είναι γνωστό αν οι άλλες
σωματικές ανωμαλίες του συνδρόμου Κallmann οφείλονται
στη διαταραχή του μορίου της ανοσμίνης.
• Είναι όμως πιθανό με βάση το γεγονός ότι το γονίδιο ΚΑL
εκφράζεται στο μεσέγχυμα του προσώπου, τον μεσόνεφρο
και τον μετάνεφρο.
• Η μη φυσιολογική έκφραση του ΚΑL γονιδίου στην
παρεγκεφαλίδα πιθανώς σχετίζεται με την αταξία και το
νυσταγμό που παρατηρούνται σε μερικούς ασθενείς με
σύνδρομο Kallmann.
134
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 12/15
3. Ιδιοπαθής υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός σε
συνδυασμό με διανοητική έκπτωση
• Αρκετά σύνδρομα όπως το Prader-Willi χαρακτηρίζονται από
την παρουσία υπογοναδοτροπικού υπογοναδισμού που
συνδυάζεται με διανοητική καθυστέρηση και άλλες
ανωμαλίες στις οποίες περιλαμβάνεται η παχυσαρκία.
135
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 13/15
4. Ελαττωματική β-υπομονάδα της LΗ
• Αποτελεί μια σπάνια διαταραχή που προκαλεί
υπογοναδοτροπικό υπογοναδισμό.
• Οφείλεται σε σημειακή μετάλλαξη του γονιδίου της β-
υπομονάδας της LΗ.
• Η αλλαγή ενός αμινοξέος στη β-υπομονάδα επηρεάζει τη
φυσιολογική σύνδεση της LΗ με τον υποδοχέα της στα
κύτταρα Leydig.
• Το μόριο της LΗ έχει ελαττωμένη βιοδραστικότητα αλλά
κανονική ανοσοδραστικότητα.
136
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 14/15
5. Ελαττωματική β-υπομονάδα της FSΗ
• Αποτελεί σπάνια αιτία υπογοναδοτροπικού υπογοναδισμού.
• Οφείλεται σε σημειακή μετάλλαξη του γονιδίου της β-
υπομονάδας της FSΗ.
137
Συγγενής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 15/15
6. Ιδιοπαθής υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός
συνοδευόμενος από ανεπάρκεια και άλλων υποφυσιακών
ορμονών
• Υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός που συνδυάζεται με
ανεπάρκεια και άλλων υποφυσιακών ορμονών έχει
περιγραφεί σε περιπτώσεις διαταραχής της έκφρασης του
μεταγραφικού παράγοντα ΡRΟΡ-130.
• Μεταλλάξεις αυτού του μεταγραφικού παράγοντα είναι η
συχνότερη αιτία οικογενούς ή σποραδικής συγγενούς
συνδυασμένης ανεπάρκειας των υποφυσιακών ορμονών
στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η αυξητική ορμόνη, η
προλακτίνη, η ΤSΗ και οι γοναδοτροπίνες.
138
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 1/10
1. Οργανικές βλάβες του άξονα «υποθάλαμος - υπόφυση»
• Βλάβες του υποθαλάμου ή και της υπόφυσης μετά τον τοκετό είναι
αιτίες επίκτητου υπογοναδοτροπικού υπογοναδισμού. Για την
πρόκληση της διαταραχής ενέχονται ένας ή περισσότεροι από τους
παρακάτω μηχανισμούς:
i. Βλάβη του υποθαλάμου με αποτέλεσμα αδυναμία παραγωγής
GnRΗ,
ii. Βλάβη του μίσχου της υπόφυσης που προκαλεί διαταραχή της
μεταφοράς της GnRΗ από τον υποθάλαμο στην υπόφυση, και
iii. Βλάβη της υπόφυσης που προκαλεί αδυναμία παραγωγής των
γοναδοτροπινών. Ογκόμορφες βλάβες της περιοχής του
υποθαλάμου και της υπόφυσης είναι πιθανότερο να επηρεάσουν
την έκκριση των γοναδοτροπινών παρά την ACTH και την ΤSΗ. 139
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 2/10
• Συνεπώς η κλινική εκδήλωση του υπογοναδοτροπικού
υπογοναδισμού μπορεί να εκδηλώνεται χωρίς ανεπάρκεια
των επινεφριδίων ή του θυρεοειδή.
• Κάθε υποφυσιακό αδένωμα ή κύστη μπορεί να ασκήσει
πίεση ικανή να προκαλέσει έκπτωση της λειτουργίας των
γοναδοτρόπων κυττάρων.
• Επιπρόσθετα η υπερπρολακτιναιμία που προκαλείται από
προλακτινώματα αναστέλλει την έκκριση των
γοναδοτροπινών.
140
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 3/10
• Τα νεοπλάσματα, πρωτοπαθή (για παράδειγμα μηνιγγίωμα) ή
μεταστατικά (για παράδειγμα πνεύμονα και προστάτη)
προσβάλλουν συχνότερα τον υποθάλαμο από την υπόφυση.
• Επίκτητος υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός προκαλείται
επίσης από διηθητικά νοσήματα όπως η σαρκοείδωση, η
ιστιοκύττωση, και η αιμοχρωμάτωση.
• Η θεραπεία της υποκείμενης νόσου είναι δυνατό να
βελτιώσει την έκκριση των γοναδοτροπινών.
141
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 4/10
• Η ηλικία κατά την οποία εφαρμόζεται θεραπεία στον
ασθενή είναι ιδιαίτερα σημαντική στην περίπτωση της
αιμοχρωμάτωσης αφού στις νεαρότερες ηλικίες η εναπόθεση
σιδήρου και η βλάβη της λειτουργίας της υπόφυσης είναι
μικρότερη.
• Η παρατήρηση αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χώρα
μας όπου ο αριθμός των ατόμων με μεσογειακή αναιμία
είναι ιδιαίτερα μεγάλος.
142
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 5/10
• Οι λοιμώξεις του ΚΝΣ και η υποφυσιακή αποπληξία είναι
σπάνιες αιτίες επίκτητου υπογοναδοτροπικού
υπογοναδισμού.
• Αντίθετα, οι συχνές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις πρέπει να
αξιολογούνται κατά τη λήψη του ιστορικού ατόμων με
υπογοναδοτροπικό υπογοναδισμό.
• Ειδικότερα, τα τραύματα της βάσης του εγκεφάλου μπορεί να
βλάψουν τον μίσχο της υποφύσεως και να προκαλέσουν
διακοπή της πυλαίας κυκλοφορίας με αποτέλεσμα διαταραχή
στη μετάβαση της GnRΗ από τον υποθάλαμο στην πρόσθια
υπόφυση.
143
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 6/10
2. Stress
• Κάθε σοβαρή διαταραχή της υγείας όπως για παράδειγμα οι
εγχειρήσεις και το έμφραγμα του μυοκαρδίου μπορεί να
προκαλέσουν υπογοναδοτροπικό υπογοναδισμό.
• Σε μια μελέτη που αφορούσε 35 άνδρες βρέθηκε ότι τα επίπεδα
της τεστοστερόνης ελαττώθηκαν κατά 50% περίπου εντός των
πρώτων ημερών μετά το συμβάν αποδιδόμενα οε ελαττωμένη
ορχική έκκριση λόγω υποθαλαμικής δυσλειτουργίας και
ελαττωμένης έκκρισης γοναδοτροπινών.
• Η βαρύτητα του υπογοναδισμού είναι ανάλογος της βαρύτητας της
νόσου και αποκαθίσταται μετά την ανάρρωση του ασθενούς.
• Δεν είναι γνωστό αν ο υπογοναδισμός επηρεάζει θετικά ή αρνητικά
την ανάρρωση του ασθενούς. 144
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 7/10
3. Χρόνια συστηματικά νοσήματα
• Αρκετά χρόνια συστηματικά νοσήματα στα οποία
περιλαμβάνεται η κίρρωση του ήπατος, η χρόνια νεφρική
ανεπάρκεια και η επίκτητη ανοσοανεπάρκεια προκαλούν
υπογοναδισμό με μηχανισμούς που συνδυάζουν πρωτοπαθή
και δευτεροπαθή δράση στους όρχεις.
4. Χορήγηση γλυκοκορτικοειδών
• Η χρόνια υπερκορτιζολαιμία, ενδογενής ή εξωγενής, είναι
δυνατό να προκαλέσει υπογοναδισμό.
145
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 8/10
• Τα κορτικοειδή αναστέλλουν της έκκριση της GnRΗ, την
απάντηση της υπόφυσης στην υποθαλαμική ορμόνη και την
παραγωγή τεστοστερόνης από τα κύτταρα Leydig.
• Τα χαμηλά ή φυσιολογικά αλλά απρόσφορα για τις τιμές της
τεστοστερόνης επίπεδα των γοναδοτροπινών αντανακλούν
την κεντρική δράση.
• Η χορήγηση κορτιζόνης σε άνδρες με χρόνια πνευμονοπάθεια
για τουλάχιστον ένα μήνα προκάλεσε σημαντική ελάττωση
των μέσων επιπέδων τεστοστερόνης (από τα 449 ng/dl στα
211 ng/dl ).
146
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 9/10
5. Ιδιοπαθής επίκτητος υπογοναδισμός
• Σε μερικά αγόρια κατά την εφηβική ηλικία ή σε νεαρούς
ενήλικες με υπογοναδοτροπικό υπογοναδισμό δεν
ανευρίσκεται αιτία της διαταραχής.
• Η βαρύτητα της διαταραχής μπορεί να κυμαίνεται από
ελαφρά έως βαριά.
• Πιθανώς πρόκειται για μια μορφή επίκτητου
υπογοναδοτροπικού υπογοναδισμού.
147
Επίκτητος υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός 10/10
• Ο ιδιοπαθής υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός που
εκδηλώνεται στην ενήλικη ζωή αναφέρθηκε πιο πάνω.
• Είναι μια ξεχωριστή διαταραχή που είναι σημαντικό να
διαγιγνώσκεται γιατί είναι θεραπεύσιμη. Σπανίως στους
άνδρες, η έντονη συστηματική άσκηση συνοδεύεται από
υποθαλαμικής αιτιολογίας υπογοναδοτροπικό
υπογοναδισμό ανάλογο με εκείνο που παρατηρείται στις
γυναίκες.
148
Διάγνωση του υπογοναδισμού 1/3
• Η διάγνωση του υπογοναδισμού στον άνδρα δεν είναι
δύσκολη.
• Ο γιατρός συγκεντρώνει πληροφορίες από το ιστορικό και την
κλινική εξέταση του ασθενή και επιβεβαιώνει τη διάγνωση με
τον εργαστηριακό έλεγχο. Το ιστορικό λαμβάνεται από τον
ενήλικα ασθενή και τον έφηβο ή τους γονείς του και αφορά
τα υπάρχοντα συμπτώματα, την ανάπτυξη των χαρακτήρων
του φύλου και τις πιθανές αιτίες υπογοναδισμού.
• Τα ειδικά ευρήματα στην διαμόρφωση των χαρακτήρων του
φύλου μπορούν να δείχνουν την αιτία ή / και το χρόνο
έναρξης του υπογοναδισμού:
149
150
Διάγνωση του υπογοναδισμού 3/3
• Υπογονιμότητα, ελάττωση της σεξουαλικής διάθεσης ή
σεξουαλική δυσλειτουργία υποδηλώνουν πιθανή ανεπάρκεια
τεστοστερόνης.
• Η παρουσία ανοσμίας υποδηλώνει πιθανό σύνδρομο
Κallmann. Διαταραχές της όρασης ή / και ανεπάρκεια άλλων
ενδοκρινών αδένων, που ρυθμίζονται από την υπόφυση
μπορεί να υποκρύπτουν την παρουσία χωροκατακτητικής
μάζας της υπόφυσης ή του υποθαλάμου. Ιστορικό
χημειοθεραπείας ή ακτινοβολίας του ΚΝΣ αποτελούν
πληροφορίες δηλωτικές πιθανού υπογοναδοτροπικού
υπογοναδισμού.
151
153
154
Εργαστηριακός έλεγχος 1/9
• Η διάγνωση του υπογοναδισμού επιβεβαιώνεται με την ανεύρεση
ελαττωμένης τεστοστερόνης και διαταραχής του σπέρματος.
• Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα επίπεδα τεστοστερόνης
αίματος στον υπογοναδισμό είναι συχνά στα χαμηλότερα
φυσιολογικά επίπεδα.
• Η παρουσία αυξημένων τιμών γοναδοτροπινών υποδηλώνουν την
πρωτοπαθή βλάβη των όρχεων, ενώ στον υπογοναδοτροπικό
υπογοναδισμό τα επίπεδα των γοναδοτροπινών δεν είναι
αυξημένα αντιστρόφως ανάλογα προς τα επίπεδα της
τεστοστερόνης.
• Η μέτρηση της τεστοστερόνης του ορού είναι η σημαντικότερη
εξέταση για την επιβεβαίωση του υπογοναδισμού.
155
156
Εργαστηριακός έλεγχος 3/9
• Οι δύο περισσότερο συχνές καταστάσεις που επηρεάζουν τη
σύνδεση της τεστοστερόνης είναι η παχυσαρκία, κατά την
οποία ελαττώνεται η σύνδεση της τεστοστερόνης σε βαθμό
ανάλογο του βαθμού της παχυσαρκίας και η γεροντική
ηλικία κατά την οποία η δέσμευση αυξάνεται.
• Ο προσδιορισμός της ολικής τεστοστερόνης είναι συνήθως
επαρκής αλλά είναι σκόπιμο να μετριέται και η ελεύθερη,
όταν η τιμή είναι χαμηλή ή οριακά φυσιολογική ή δεν
συμφωνεί με την κλινική εικόνα να επαναλαμβάνεται.
157
158
Εργαστηριακός έλεγχος 5/9
• Στα έφηβα αγόρια όταν καθυστερεί η ενήβωση είναι σχετικά
δύσκολο να διακρίνει κάποιος αν πρόκειται για
υπογοναδοτροπικό υπογοναδισμό ή απλή καθυστέρηση της
ενήβωσης.
• Ο λόγος είναι ότι η καθυστέρηση της ενήβωσης είναι από
μόνη της μια μορφή δευτεροπαθούς υπογοναδισμού
(χαμηλή τεστοστερόνη και φυσιολογικές ή ελαττωμένες
γοναδοτροπίνες) που αποκαθίσταται αυτόματα.
159
161
162
Εργαστηριακός έλεγχος 9/9
• Η μέτρηση της ελεύθερης ή της βιοδιαθέσιμης
τεστοστερόνης στους παχύσαρκους επιτρέπει τη διάγνωση
της υποθαλαμικής δυσλειτουργίας όπου η ελεύθερη
τεστοστερόνη είναι ελαττωμένη.
• Η ολική τεστοστερόνη παρουσιάζει με την ηλικία ελαφρά
ελάττωση των επιπέδων της.
• Όμως η ελεύθερη τεστοστερόνη παρουσιάζει μεγαλύτερη
ελάττωση με αποτέλεσμα άνδρες μεγαλύτεροι από τα 80
χρόνια να έχουν τιμές που είναι το μισό ή το ένα τρίτο των
τιμών νεαρών ενηλίκων ανδρών.
163
Θεραπεία υπογοναδοτροπικού
υπογοναδισμού
• Σε όλες τις περιπτώσεις υπογοναδοτροπικού υπογοναδισμού
χορηγείται θεραπεία υποκατάστασης με τεστοστερόνη.
• Στις περιπτώσεις που ενδιαφέρει άμεσα η σπερματογένεση
χορηγείται θεραπεία με GnRΗ ή με γοναδοτροπίνες.
164
Υποθαλαμική παθολογία
• Αρχίζουμε με την παθολογία που παρατηρείται από βλάβες
της ΑVP, προχωρούμε σε κρανιοφαρυγγιώματα και άλλες πιο
σπάνιες εκδηλώσεις.
165
166
Άποιος διαβήτης 2/10
• Η ωσμωτικότητα μπορεί να είναι κάτω των 50 mOsm και το
ειδικό βάρος να είναι κάτω των 1005.
• Ο υποθαλαμικός άποιος διαβήτης στην ουσία εκδηλώνεται
σαν πάθηση της οπισθίας υπόφυσης.
• Οφείλεται όμως σε υποθαλαμική βλάβη λόγω έλλειψης της
σύνθεσης ή της έλλειψης της Α VP.
• Μπορεί να οφείλεται σε αντισώματα που αδρανοποιούν την
ΑVP και έτσι δεν μπορεί να γίνει η δράση της.
• Διακρίνεται σε δύο μορφές: στο γενετικό και τον επίκτητο.
167
168
Άποιος διαβήτης 4/10
• Άλλα αίτια μπορεί να περιλαμβάνουν κοκκιωματώδεις νόσους Π.χ.
φυματίωση, σαρκοείδωση ή ιστιοκυττάρωση - Χ.
• Άλλα αίτια περιλαμβάνουν λοιμώξεις και συγκεκριμένα μηνιγγίτιδα
ή εγκεφαλίτιδα.
• Σπανιότερα μπορεί να προέρχεται από πίεση που ασκούν πάνω
στην οπίσθια υπόφυση ανευρύσματα.
• Ακόμα πιο σπάνια μετά από εργώδη τοκετό λόγω καταστροφής της
υπόφυσης και του υποθαλάμου στο σύνδρομο Sheehan.
• Ενδεχομένως, το άτομο να κατασκευάζει αυτοαντισώματα τα
οποία καταστρέφουν την δραστική ουσία ΑVP και η οποία δεν
μπορεί να δράσει.
169
170
Άποιος διαβήτης 6/10
• Την 1 η φάση που καλείται φάση της πολυουρίας μετά το
χειρουργείο που συνήθως διαρκεί 7 ημέρες, την φάση της
αντιδιούρησης που διαρκεί 2-14 ημέρες και χαρακτηρίζεται από
άποιο διαβήτη και κατόπιν την φάση της επαναφοράς όπου το 50%
των ατόμων επανέρχονται στα φυσιολογικά επίπεδα διούρησης και
μόνο το 40% των ατόμων παρουσιάζει μόνιμο άποιο διαβήτη.
• Είναι χαρακτηριστικό ότι εάν σε άτομα συνυπάρχει και ανεπάρκεια
του προσθίου λοβού της υπόφυσης, η πολυουρία που
παρατηρείται στον άποιο διαβήτη είναι μικρότερη και η κλινική
εικόνα του άποιου διαβήτη δεν είναι τόσο εμφανής.
• Γενικά τα συμπτώματα χαρακτηρίζονται από μεγάλες ποσότητες
υποτόνων ούρων, τα οποία αποβάλλονται (3-20 λίτρα το 24ωρο)
ενώ παράλληλα χαρακτηριστικό είναι η δίψα των ατόμων και η
αυξημένη πρόσληψη υγρών.
171
173
175
177
178
Άλλες υποθαλαμικές παθήσεις 4/4
• Τα γλοιώματα των οπτικών νεύρων και του χιάσματος και γενικά της
υποθαλαμικής περιοχής μπορεί να συνδυάζονται και με σπάνια
σύνδρομα όπως η νευρινωμάτωση.
• Επίσης τα γλοιώματα μπορεί να προκαλέσουν μια διαταραχή ιδίως
στην παιδική ηλικία το οποίο καλείται διεγκεφαλικό σύνδρομο. Αυτό
χαρακτηρίζεται από υπερβολική απώλεια βάρους παρότι η τροφή
λαμβάνεται κανονικά είναι αρκετή και το παιδί μέχρι πρότινος
μεγαλώνει κανονικά.
• Άλλα χαρακτηριστικά του διεγκεφαλικού συνδρόμου είναι η
υπερδραστηριότητα, υπόταση, υπογλυκαιμία, ωχρότης, νυσταγμός,
ωχρότητα του οπτικού δίσκου, σπασμοί γέλωτος καθώς και πρώιμη
ήβη.
• Το σύνδρομο δεν είναι συχνό αλλά απαιτεί θεραπεία του γλοιώματος
και αφαίρεση κατά το δυνατόν αυτού. 179
Κρανιοφαρυγγιώματα 1/4
• Τα κρανιοφαρυγγιώματα είναι όγκοι οι οποίοι προέρχονται από
κατάλοιπα της επιδερμοειδούς κύστης του θυλάκου του Rathke στην
περιοχή του μίσχου κυρίως (στην περιοχή δηλαδή της υπόφυση ς και
του υποθαλάμου) και ανάλογα με την προέκτασή τους προσβάλλουν,
είτε το ένα είτε το άλλο όργανο είτε και τα δύο μαζί. Κυρίως
προσβάλλουν τον υποθάλαμο.
• Περιλαμβάνουν μη κυστικά στοιχεία αλλά και κύστεις ποικίλου μεγέθους
εντός των οποίων υπάρχει νεκρωτικός ιστός και κρύσταλλοι
χοληστερόλης.
• Συχνά πυκνά ασβεστοποιούνται και έτσι είναι εμφανέστατα
ακτινολογικά. Η αποτιτάνωση είναι ένα βοηθητικό διαγνωστικό σημείο.
• Τα κρανιοφαρυγγιώματα αποτελούν μόνο το 3% των ενδοκρανιακών
όγκων και το 15% των όγκων της παιδικής ηλικίας.
• Είναι βέβαια πιο συχνοί στα παιδιά.
180
Κρανιοφαρυγγιώματα 2/4
• Η συμπτωματολογία τους εξαρτάται τόσο από την θέση τους όσο
και από τον όγκο τους.
• Συχνά, παρατηρείται προοδευτική απώλεια της οράσεως ή
ελλείμματα των οπτικών πεδίων.
• Μπορεί να συνυπάρχει κεφαλαλγία, εμετός, υδροκέφαλος,
συμπεριφεριολογικές αλλαγές των παιδιών, παχυσαρκία,
διαταραχή της ανάπτυξης, άποιος διαβήτης λόγω παρεμπόδισης
της υποθαλαμικής λειτουργίας και αναστολή της εισόδου στην
εφηβεία.
• Επίσης, μπορεί να υπάρχει αύξηση ενδοκρανίου πιέσεως, οίδημα
της οπτικής θηλής, οπτική ατροφία του νεύρου, καθώς επίσης και
άλλα συμπτώματα πιέσεως του υποθαλάμου ή της υπόφυσης.
181
Κρανιοφαρυγγιώματα 3/4
• Συχνά πυκνά διαγιγνώσκονται στην αξονική ακτινογραφία.
• Η αξονική εδώ είναι καλύτερη από την μαγνητική δεδομένου ότι
ανιχνεύει την αποτιτάνωση, εφόσον υπάρχει, πιο εύκολα από την
μαγνητική.
• Όσο μεγαλύτερο είναι το άτομο το οποίο εμφανίζεται με το
κρανιοφαρυγγίωμα τόσο πιο έντονο είναι το έλλειμμα του οπτικού
πεδίου ή της οπτικής οξύτητας.
• Στους ενήλικες με κρανιοφαρυγγιώματα, η αποτιτάνωση μπορεί να
μην είναι λιγότερο εμφανής.
• Η θεραπεία περιλαμβάνει απομάκρυνση χειρουργική κατά το
μάλλον ή ήττον του μεγαλύτερου ποσοστού του όγκου και
μετεγχειρητική ραδιοθεραπεία.
182
Κρανιοφαρυγγιώματα 4/4
• Πολλές φορές δεν είναι εφικτό να απομακρυνθεί ολόκληρος
ο όγκος οπότε η χειρουργική επέμβαση περιλαμβάνει την
κατά το δυνατόν αφαίρεση του όγκου.
183
Αραχνοειδής κύστη
• Πολλές φορές αναδιπλώσεις ιστού μπορεί να κατακρατήσουν
εγκεφαλονωτιαίο υγρό στις περιοχές του υποθαλάμου και να
δημιουργήσουν αραχνοειδείς κύστες οι οποίες συχνά
εμφανίζονται στην χιασματική και περιχιασματική περιοχή
αλλά και στο έδαφος της 3ης κοιλίας και συχνά, άλλοτε
πιέζουν το χίασμα, άλλοτε τον υποθάλαμο δίνοντας
συμπτώματα υπολειτουργίας οπισθίου λοβού της υπόφυσης
και άλλοτε πρώιμο ήβη.
• Αμφοτερόπλευρος ημιανοψία, οπτική ατροφία, πονοκέφαλοι
και πανυποφυσισμός έχει περιγραφεί με τις υπαραχνοειδείς
κύστεις.
184
Δυσγερμίνωμα 1/2
• Πρωτογενή δυσγερμινώματα πάνω από το τουρκικό εφίππιο
(καλούνται και άτυπα τερατώματα) είναι σπάνιες παθήσεις
της περιοχής του χιάσματος και του υποθαλάμου αλλά λίγο
ως πολύ αποτελούν ειδικά κλινικά σύνδρομα.
• Αυτοί οι όγκοι προέρχονται από κύτταρα της περιοχής της
3ης κοιλίας και κυρίως του προσθίου μέρους της και
μοιάζουν με τερατώματα της επιφύσεως.
• Η κλασική τριάδα συμπτωμάτων αποτελείται από άποιο
διαβήτη, έλλειμμα του οπτικού πεδίου και υποφυσισμό.
185
Δυσγερμίνωμα 2/2
• Συνήθως τα δυσγερμινώματα εμφανίζονται στην 2η
δεκαετία της ζωής και πλήττουν εξίσου το ίδιο άντρες και
γυναίκες.
• Τα άτομα δεν αναπτύσσονται καλά, η ακτινογραφία
τουρκικού εφιππίου συνήθως είναι φυσιολογική.
• Η θεραπεία τους είναι χειρουργική κυρίως όσο μεγαλύτερο
μέρος του όγκου αφαιρεθεί και κατόπιν ραδιοθεραπεία που
οδηγεί σε πολύ καλά αποτελέσματα.
• Εφόσον έχει προέλθει άποιος διαβήτης ή υποφυσισμός ο
οποίος παραμένει μόνιμος χρειάζεται πλήρης αποκατάσταση
με θεραπεία υποκαταστάσεως των αναλόγων ορμονών.
186
Σύνδρομο κενού τουρκικού εφιππίου 1/6
• Το σύνδρομο κενού τουρκικού εφιππίου οφείλεται συνήθως
σ' έναν συνδυασμό ατελούς διαφράγματος του τουρκικού
εφιππίου και πιέσεως του εγκεφαλονωτιαίου υγρού.
• Ανοίγματα στο διάφραγμα είναι συχνά. Συχνά πυκνά, μελέτες
έχουν δείξει ότι ανοίγματα μεγαλύτερα των 5 χιλιοστών
βρίσκονται στο 40% των ατόμων .
• Το τουρκικό εφίππιο χαρακτηριστικά στην πάθηση είναι
αποπεπλατυσμένο αλλά φαίνεται κενό ακόμα κι αν είναι σε
φυσιολογικό μέγεθος.
187
188
Σύνδρομο κενού τουρκικού εφιππίου 3/6
• Μελέτες κλινικών και ακτινολογικών χαρακτηριστικών του
συνδρόμου του κενού τουρκικού εφιππίου έχουν ανακαλύψει τα
εξής χαρακτηριστικά.
• Συνήθως πλήττει άτομα τα οποία είναι θήλεος φύλου και συνήθως
παχύσαρκα ηλικίας 27 - 72 ετών με μέση ηλικία γύρω στα 50.
• Η κεφαλαλγία είναι ένα συχνό φαινόμενο.
• Συχνά δεν υπάρχει διαταραχή του οπτικού πεδίου λόγω
συμπιέσεως του χιάσματος.
• Συνήθως στις ακτινογραφίες εμφανίζεται ένα διατεταμένο
τουρκικό εφίππιο και σ' ένα 13% των ασθενών υπάρχει ένδειξη
εγκεφαλικού ψευδοόγκου.
189
190
Σύνδρομο κενού τουρκικού εφιππίου 5/6
• Δευτερογενώς το κενό τουρκικό εφίππιο συμβαίνει μετά
από χειρουργική θεραπεία ή ραδιοθεραπεία όπου συνήθως
συμφύσεις μεταξύ της κάψας του όγκου ή του διαφράγματος
και των νεύρων και του χιάσματος επισυμβαίνουν.
• Όσο περισσότερο τραβιούνται αυτές οι συμφύσεις τόσο
περισσότερο το κενό τουρκικό εφίππιο φαίνεται να
παρασύρει το χίασμα και τα διάφορα νεύρα προς τα κάτω
ώστε να ακολουθούν διάφορες οπτικές ανωμαλίες.
191
192
Επίφυση
• Οι συχνότεροι όγκοι που απαντούν στην επίφυση
(κωνάριο) είναι τα πινεαλώματα.
193
194
Υποφυσιακό μικροαδένωμα
199
“Empty Sella MRT T2 sag 002” από Hellerhoff διαθέσιμη με άδεια CC BY-SA 3.0 200
Επιφυσίωμα 1/3
201
“Tumor Pineocytoma1” από Tdvorak διαθέσιμη με άδεια CC BY-SA 3.0
Επιφυσίωμα 2/3
202
“Tumor Pineocytoma2” από Tdvorak διαθέσιμη με άδεια CC BY-SA 3.0
Επιφυσίωμα 3/3
Κρανιοφαρυγγίωμα 1/2
1
“Thyroid system”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Λοβοί θυρεοειδούς
2
Το θυρεοειδικό σύστημα 2/2
4
Παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών
Υποθυρεοειδισμός 1/2
• Η επιδημιολογία του υποθυρεοειδισμού ποικίλλει ανάλογα
με το φύλο, την ηλικία καθώς και τους γεωγραφικούς και
περιβαλλοντικούς παράγοντες (πιο σημαντικός θεωρείται ο
παράγων ιωδίου στην δίαιτα).
• Πάνω από 5-10% των ανθρώπων πάνω από την ηλικία των 65
ετών μπορεί να πάσχουν από υποθυρεοειδισμό.
6
Υποθυρεοειδισμός 2/2
• Ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα
μιας διαταραχής αυτού καθ’ αυτού του αδένα (πρωτοπαθής
υποθυρεοειδισμός) η από έλλειψη έκκρισης της TSH
(δευτεροπαθής υποθυρεοειδισμός) η από έλλειψη έκκρισης
του TRH (τριτοπαθής ή υποθαλαμικός υποθυρεοειδισμός).
• Η ανεπάρκεια του θυρεοειδούς μπορεί επίσης να προέλθει
από περιφερική αντίσταση των ιστών στην δράση των
θυρεοειδικών ορμονών (peripheral resistance).
8
Πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός 2/8
• Η αιτιολογία θυρεοειδίτιδας Hashimoto είναι η αυτοάνοση
καταστροφή του θυρεοειδούς αδένα. Όπως και άλλες
αυτοάνοσες καταστάσεις, η Hashimoto είναι πιο
συνηθισμένη στις γυναίκες, η δε συχνότητα αυξάνεται
αυξανομένης της ηλικίας. Υπάρχει έντονο οικογενές στοιχείο.
• Η καταστροφή του θυρεοειδούς είναι μη αντιστρεπτή και
αργά προοδευτική.
• Τα θυρεοειδικά αντισώματα (anti-thyroglobulin και anti-TPO)
είναι παρόντα στους περισσότερους ασθενείς.
10
Πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός 4/8
• Υποξεία θυρεοειδίτιδα
Η υποξεία θυρεοειδίτιδα (κοκκιωματώδης, λεμφοκυτταρική ή
μετά τοκετό (postpartum) οφείλεται σε φλεγμονή του
θυρεοειδούς.
• Η υποξεία θυρεοειδίτιδα έχει διακριτές κλινικές φάσεις.
• Υπάρχει μια αρχική περίοδος υπερθυρεοειδισμού που
ακολουθείται από μια περίοδο υποθυρεοειδισμού από
παροδική αναστρέψιμη καταστροφή του θυρεοειδούς αδένα,
με τελική επιστροφή στην κατάσταση ευθυρεοειδισμού.
11
12
Πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός 6/8
• Ιατρογενής
Μετά από καταστροφή του αδένα με ραδιενεργό ιώδιο η
μετά από θυρεοειδεκτομή.
• Φάρμακα
Το λίθιο, η αμιοδαρόνη ( ~40% ιώδιο), η λήψη μεγάλης
ποσότητας ιωδίου όπως δισκία από φύκια η άλγες από
καταστήματα τροφών. Συχνά σήμερα μια αυτοάνοση
θυρεοειδίτιδα βρίσκεται σε άτομα που γίνονται
υποθυρεοειδικά παίρνοντας τέτοια φαρμακευτικά προϊόντα.
13
14
Πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός 8/8
15
16
Δευτεροπαθής υποθυρεοειδισμός 2/2
• Η εκλεκτική έλλειψη της TSH είναι μια πολύ σπάνια γενετική
αιτία του νεογνικού υποθυρεοειδισμού.
• Μπορεί να υπάρξει και στους ενήλικες λόγω αυτοανοσίας
ενάντια στα θυεοειδοτρόφα κύτταρα (κύτταρα που
παράγουν TSH στην υπόφυση).
17
Τριτογενής υποθυρεοειδισμός
18
Περιφερική αντίσταση στις θυρεοειδικές
ορμόνες
• Η περιφερική αντίσταση των ιστών στην δράση των θυρεοειδικών
ορμονών είναι πάρα πολύ σπάνια.
• Η αντίσταση οφείλεται σε γενετικές διαταραχές στους πυρηνικούς
υποδοχείς των θυρεοειδικών ορμονών, που οδηγούν σε
διαταραχή της δέσμευσης (binding) και κατά συνέπεια σε
ελαττωματική γονιδιακή μεταγραφή (gene transcription).
• Τα επίπεδα των κυκλοφορούντων θυρεοειδικών ορμονών είναι
υψηλά που σημαίνει ότι η θυρεοειδική αντίσταση συνδυάζεται με
ποικίλους βαθμούς ενδοκυτταρικής αντίστασης στην δράση των
θυρεοειδικών ορμονών, και που εν μέρει υπερνικιέται από
αυξημένη ορμονική παραγωγή.
19
20
Κλινικά ευρήματα στον υποθυρεοειδισμό 2/11
Δέρμα και εξανθήματα
• Η ανεπάρκεια των θυρεοειδικών ορμονών οδηγεί σε ξηρό και τραχύ
δέρμα.
• Οιδηματώδης κατάσταση του δέρματος (non-pitting puffiness)
οφείλεται πρωταρχικά σε συσσώρευση βλενοπολυσακχαριδών,
υαλουρονικού οξέος και θειικής χονδροιτίνης, ουσίες οι οποίες είναι
πολύ υδρόφιλες και συγκεντρώνουν ύδωρ (στα άκρα αυτή η εικόνα
λέγεται μυξοίδημα). Το δέρμα φαίνεται ωχρό και κηρώδες λόγω
αγγειοσύσπασης, αύξησης της καρωτίνης καθώς και λόγω
συνυπάρχουσας αναιμίας. Οι τρίχες είναι τραχιές και ξηρές, υπάρχει
απόπτωση των κροταφικών πλευρών των οφρύων.
• Η ελάττωση της δραστικότητας των σμηγματογόνων αδένων
συνεισφέρει στην ξηρότητα του δέρματος.
21
23
24
Κλινικά ευρήματα στον υποθυρεοειδισμό 6/11
Γαστρεντερικά συμπτώματα
• Η όρεξη του ασθενούς ελαττώνεται.
• Παρατηρείται μέτρια αύξηση του βάρους λόγω κατακράτησης υγρών.
• Η κινητικότητα του γαστρεντερικού σωλήνα ελαττώνεται.
• Υπάρχει διάταση της κοιλίας, μετεωρισμός, και πολύ συχνά
δυσκοιλιότητα. Σπάνια να εμφανισθούν συμπτώματα μεγάκολου,
λόγω παραλυτικού ειλεού.
• Σε μερικές περιπτώσεις παρατηρείται σύνδρομο δυσαπορρόφησης.
• Στο 50% των ασθενών παρατηρείται ατροφική γαστρίτιδα με
αχλωρυδρία. Η απορρόφηση της βιταμίνης Β12 που γίνεται από τον
τελικό ειλεό, ελαττώνεται και στο 12% των ασθενών εμφανίζεται
μεγαλοβλαστική αναιμία (κακοήθης αναιμία, Biermer).
25
26
Κλινικά ευρήματα στον υποθυρεοειδισμό 8/11
• Σε ενήλικες με υποθυρεοειδισμό μπορεί να υπάρχει ελάττωση της
συγκέντρωσης, λήθαργος ακόμη και κώμα.
• Διαταραχές στην μνήμη μπορεί να οδηγήσουν σε λανθασμένη
διάγνωση άνοιας αν δεν ελεγχθεί η λειτουργία του θυρεοειδούς
αδένα.
• Διάφορα ηρεμιστικά (μορφίνη, βαρβιτουρικά κα), μπορεί να
οδηγήσουν σε νάρκωση CO2 και κώμα.
• Μπορεί να υπάρχει στον ασθενή συνδρομή καρπιαίου σωλήνα.
• Τα αντανακλαστικά χαρακτηριστικά είναι βραδέα (φάση
χαλάρωσης, relaxation phase). Αυτό οφείλεται σε ελάττωση της
λειτουργίας των μυών.
27
28
Κλινικά ευρήματα στον υποθυρεοειδισμό 10/11
Αναιμία
• Υπάρχουν διάφοροι τύποι αναιμιών, η πιο συχνή είναι η
νορμόχρωμη, νορμοκυτταρική αναιμία.
• Μπορεί να υπάρχει μικροκυτταρική (από έλλειψη σιδήρου
λόγω μη απορρόφησής του από τον στόμαχο) και η
μακροκυτταρική (έλλειψη Β12 η φυλλικού) λόγω μη
απορρόφησης από τον τελικό ειλεό η έλλειψης.
29
31
32
Μυξοιδηματικό κώμα 2/2
• Υπάρχει κυψελιδικός υποαερισμός που οδηγεί σε
κατακράτηση CO2, υπονατριαιμία εκ διαλύσεως που μοιάζει
με την εικόνα της SIADH.
• Η κλινική διάγνωση συχνά αποδεικνύεται δύσκολη, πρέπει να
γίνεται σε κλινικό έδαφος και η θεραπεία να αρχίζει άμεσα
χωρίς την εργαστηριακή επιβεβαίωση.
33
34
Θεραπεία υποθυρεοειδισμού 2/3
• Είναι όμως συνηθέστερο να δίδεται η Τ4 διότι παρέχει μικρότερη
διακύμανση συγκέντρωσης στο πλάσμα και απαιτεί μια μόνο δόση
την ημέρα. Η πλήρης δράση επιτυγχάνεται σε 4-6 εβδομάδες.
• Οι Τ3 και η Τ4 προσδένονται ισχυρά με πρωτεΐνες και έτσι η
απαιτούμενη δόση ελέγχεται με την μέτρηση των συγκεντρώσεων
της ελεύθερης Τ4 και της TSH στο πλάσμα καθώς και με το κλινικό
αποτέλεσμα.
• Η Τ4 μεταβολίζεται σε Τ3 μέσα στα κύτταρα.
• Και οι δύο ουσίες υφίστανται ηπατικό μεταβολισμό.
• Οι μεταβολικές ορμόνες ρυθμίζουν τον μεταβολισμό όλων των
κυττάρων του σώματος, κυρίως αυξάνοντας την σύνθεση
πρωτεϊνών που είναι απαραίτητες για το βέλτιστο επίπεδο του
κυτταρικού μεταβολισμού 35
37
38
Οι αιτίες του υπερθυρεοειδισμού που
βασίζονται στην μέτρηση της TSH 2/2
• Έκτοπα/Εξωγενή (σπάνια)
o Factitia θυρεοτοξίκωση (από υπερβολική λήψη
θυρεοειδικών ορμονών, συνήθως Τ3, σπάνια).
o Struma ovarii (που παράγει θυρεοειδική ορμόνη, σπάνια).
• Αυξημένη η παρά φύση φυσιολογική TSH
o Αδένωμα που παράγει TSH (σπάνιο).
o Αντίσταση στις θυρεοειδικές ορμόνες (μπορεί να μην
υπάρχουν συμπτώματα, σπάνιο).
39
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 1/13
Επιδημιολογία - Παθοφυσιολογία
• Η νόσος Graves είναι η πιο συχνή μορφή υπερθυρεοειδισμού
που αριθμεί στο 60-70% των περιπτώσεων.
• Πλήττει περίπου το 3% του πληθυσμού.
• Υπάρχει έντονο οικογενές στοιχείο και προσβάλλονται
συχνότερα οι γυναίκες (5:1) κυρίως την τρίτη και την τέταρτη
δεκαετία της ζωής τους.
• Η νόσος Graves είναι αυτοάνοση και αγνώστου αιτιολογίας.
Χαρακτηρίζεται από κυκλοφορούντα αντισώματα ενάντια σε
διάφορα θυρεοειδικά αντιγόνα.
40
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 2/13
• Το πιο σημαντικό αντίσωμα είναι το αντίσωμα TSH receptor
antibody (TSH-R-Ab) που κατευθύνεται ενάντια στον υποδοχέα της
TSH στην κυτταρική μεμβράνη του κυττάρου του θυρεοειδικού
θυλακίου.
• Αυτό το είδος αντισώματος πιο συχνά δρα σαν αγωνιστής του
υποδοχέα της TSH, αυξάνοντας την δραστηριότητα της
αδενυλκυκλάσης.
• Έτσι αυξάνονται τα ενδοκυτταρικά επίπεδα του cAMP που
οδηγούν σε κυτταρική υπερδραστηριότητα (δηλ αύξηση
πρόσληψης ιωδίου από κυκλοφορία, αύξηση σύνθεσης και
έκκρισης των θυρεοειδικών ορμονών). Τα TSH-R-Ab είναι παρόντα
στους περισσότερους ασθενείς που πάσχουν από νόσο Graves.
41
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 3/13
• Όπως και άλλες αυτοάνοσες νόσοι, η νόσος Graves μπορεί να
είναι κυκλική με εξάρσεις και υφέσεις.
• Στους περισσότερους ασθενείς υπάρχει μια συνεχής
καταστροφική φλεγμονή του θυρεοειδούς αδένα που τελικά
μετά από πολλά χρόνια οδηγεί σε μια κατάσταση burnt-out
του αδένα, οδηγώντας σε υποθυρεοειδισμό.
• Ο αυτοάνοσος και «κληρονομικός» χαρακτήρας της νόσου
Graves φαίνεται από την οικογενή της προδιάθεση και
βρίσκεται στο φάσμα της επίσης αυτοάνοσης Hashimoto
θυρεοειδίτιδας.
42
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 4/13
• Συνδέεται και με άλλες αυτοάνοσες νόσους όπως κακοήθη
αναιμία, myasthenia gravis, λεύκη, νόσο Addison (αυτοάνοση
προσβολή των επινεφριδίων που οδηγεί σε επινεφριδιακή
ανεπάρκεια), τύπο 1 σακχαρώδη διαβήτη.
43
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 5/13
• Η βασική βλάβη στην νόσο Graves είναι ένα ειδικά
σχετιζόμενο με το σύστημα HLA μειονέκτημα που σχετίζεται
με την λεμφοκυτταρική λειτουργία των T-suppressor
κυττάρων.
• Παράγοντες του περιβάλλοντος, όπως το στρες, η λοίμωξη,
το τραύμα, τα διάφορα φάρμακα, μπορεί να προκαλέσουν
περαιτέρω δυσλειτουργία των T-suppressor
λεμφοκυττάρων, η οποία μαζί με την γενετική ανωμαλία
οδηγούν σε ενεργοποίηση των T-helper λεμφοκυττάρων.
• Αυτά τα ενεργοποιημένα T-helper λεμφοκύτταρα
ευαισθητοποιούνται σε θυρεοειδικά αντιγόνα και διεγείρουν
ειδικά Β-λεμφοκύτταρα να παράγουν TSH-R-Ab.
44
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 6/13
• Αντισώματα ενάντια σε άλλα θυρεοειδικά αντιγόνα, όπως στην
θυρεοειδική υπεροξειδάση (TPO) και την θυρεοσφαιρίνη (Tg) είναι
επίσης παρόντα στην νόσο του Graves.
• Η παθογένεια της οφθαλμοπάθειας που συνδέεται με την νόσο
του Graves δεν είναι σαφής.
• Φαίνεται να ενοχοποιούνται κυτοτοξικά λεμφοκύτταρα και
ευαισθητοποιημένα αντισώματα σε ένα κοινό αντιγόνο μεταξύ του
θυρεοειδούς και των ινοβλαστών του κόγχου και του μυϊκού ιστού.
• Ο ινώδης ιστός διηθείται καθώς και οι έξω οφθαλμικοί μύες, και
μαζί με το οίδημα οδηγούν σε οφθαλμοπάθεια.
45
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 7/13
Κλινική Εικόνα της νόσου Graves
• Χαρακτηρίζεται με πολύ υψηλά επίπεδα θυρεοειδικών
ορμονών τα οποία δίνουν γενικά συμπτώματα όπως,
ελάττωση του βάρους, δυσανεξία στην θερμότητα, αυπνία.
• Από το δέρμα, υπεριδρωσία, ερύθημα παλαμών, ονυχόλυση
• Από το νευρικό σύστημα, τρόμο, εκνευρισμό, άγχος,
υπερκινητικότητα.
• Από το καρδιαγγειακό, δύσπνοια στην προσπάθεια, έκτακτες
συστολές (κολπικός πτερυγισμός η μαρμαρυγή), αύξηση της
συστολικής πίεσης, ελάττωση της διαστολικής πίεσης,
αύξηση της καρδιακής παροχής.
46
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 8/13
• Από το αναπαραγωγικό σύστημα, ανωμαλίες περιόδου,
αμηνόρροια, υπογονιμότητα.
• Από το μυοσκελετικό, μυαλγία, μυϊκή αδυναμία,
υποκαλιαιμική περιοδική παράλυση, οστεοπάθεια
(υποπεριοστική δημιουργία οστού και οίδημα)
• Από τον κεφάλι και τον λαιμό, σύσπαση άνω βλεφάρου,
έντονο βλέμμα, (lid lag, stare), βρογχοκήλη.
• Στην Graves’ ειδικά η βρογχοκήλη είναι συμμετρική, μπορεί
να υπάρχει οφθαλμοπάθεια και δερμοπάθεια.
• Παρότι δεν είναι ότι πιο σύνηθες, ωστόσο είναι πολύ τα δύο
τελευταία συμπτώματα είναι πολύ ειδικά για την Graves’.
47
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 9/13
• Η οφθαλμοπάθεια χαρακτηρίζεται από περικογχικό οίδημα
και πρόπτωση.
• Επίσης χύμωση (οίδημα του σκληρού χιτώνα),
δυσλειτουργία των οφθαλμικών μυών, κυρίως του κάτω
ορθού που επιδρά στο άνω βλέμμα, κερατίτιδα (φλεγμονή το
κερατοειδούς) και απώλεια της όρασης σε προσβολή του
οπτικού νεύρου.
48
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 10/13
• Η οφθαλμοπάθεια στην Graves έχει ανεξάρτητη πορεία από
την ίδια την ασθένεια, και δεν επηρεάζεται η πορεία της από
την θεραπεία της ίδιας της Graves’.
• Πρέπει η οφθαλμοπάθεια Graves’ να διαφοροδιαγιγνώσκεται
από τα συμπτώματα των οφθαλμών που συναντάμε σε κάθε
τύπο θυρεοτοξίκωσης [σύσπαση άνω βλεφάρου, έντονο
βλέμμα, (lid lag, stare)].
49
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 11/13
50
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 12/13
Νόσος Graves
(διάχυτη τοξική βρογχοκήλη) 13/13
• Η δερμοπάθεια Graves είναι σπάνια και χαρακτηρίζεται από
πάχυνση του δέρματος, ιδίως στην πρόσθια κνήμη και
οφείλεται σε εναπόθεση γλυκοζαμινογλυκανών που
προκαλούν τοπική κατακράτηση ύδατος.
52
Θεραπεία στον υπερθυρεοειδισμό 1/7
• Η δραστηριότητα του θυρεοειδούς μπορεί να μειωθεί με φάρμακα
που αναστέλλουν την ενσωμάτωση του ιωδίου στις τυροσίνες
(θυρεοστατικά), με την χορήγηση μεγάλων δόσεων ιωδίου που
αναστέλλει την έκκριση των θυρεοειδικών ορμονών, η με
ραδιενεργό ιώδιο που ακτινοβολεί και καταστρέφει τον ιστό όπου
και παράγεται η θυρεοσφαιρίνη.
• Σε ορισμένες περιπτώσεις ο θυρεοειδικός ιστός αφαιρείται
χειρουργικά.
• Στόχος όμως τόσο της φαρμακευτικής όσο και της χειρουργικής
αγωγής είναι να παραμείνει αρκετός θυρεοειδικός ιστός για την
φυσιολογική παραγωγή των ορμονών του θυρεοειδούς.
53
54
Θεραπεία στον υπερθυρεοειδισμό 3/7
• Το ραδιενεργό ιώδιο χρησιμοποιείται σε ηλικιωμένους
ασθενείς και στην θεραπεία τοξικών αδενωμάτων.
• Το ραδιενεργό ιώδιο συγκεντρώνεται στον θυρεοειδικό ιστό
και τον καταστρέφει ώστε να μειωθεί η ορμονική παραγωγή.
• Μεγάλες δόσεις ραδιενεργού ιωδίου οδηγούν σε
υποθυρεοειδισμό ο οποίος πρέπει να αντιμετωπίζεται με
θεραπεία υποκατάστασης.
55
56
Θεραπεία στον υπερθυρεοειδισμό 5/7
• Τα θυρεοστατικά φάρμακα, όπως καρβιμαζόλη και η
προπυλθειουρακίλη είναι ουσίες που αναστέλλουν την
παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών.
• Είναι παράγωγα της θειουρίας.
• Είναι η θεραπεία εκλογής σε παιδιά και νεαρούς ενήλικες.
• Και τα δύο φάρμακα χορηγούνται από το στόμα.
• Η καρβιμαζόλη είναι αδρανής και μεταβολίζεται σε
μεθιμαζόλη που είναι και ο ενεργός μεταβολίτης.
57
58
Θεραπεία στον υπερθυρεοειδισμό 7/7
• Στα κύτταρα-στόχους των θυρεοειδικών ορμονών, η Τ4
πρέπει να αποιωδιωθεί σε Τ3 για να έχει μέγιστη δράση.
• Η διαδικασία αυτή αναστέλλεται από την
προπυλθειουρακίλη.
• Τα δύο φάρμακα δεν έχουν επίδραση στις ήδη
σχηματισμένες (κατά την έναρξη της θεραπείας)
θυρεοειδικές ορμόνες.
• Χρειάζονται 3-4 εβδομάδες για να επιστρέψουν οι ορμόνες
σε φυσιολογικά επίπεδα.
59
60
Ανεπιθύμητες ενέργειες των
θυρεοστατικών φαρμάκων 2/2
• Σε σχέση με την καρβιμαζόλη, η προπυλθειουρακίλη είναι
λιγότερο πιθανό να διαπεράσει τον πλακούντα η να εισέλθει
στο μητρικό γάλα.
• Η προπυλθειουρακίλη προτιμάται στην εγκυμοσύνη, και τα
δύο όμως δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται στις θηλάζουσες
μητέρες.
61
Β-αναστολείς
• Πολλά από τα συμπτώματα του υπερθυρεοειδισμού
μπορούν να μειωθούν με την χρήση των β-αναστολέων, οι
οποίοι αναστέλλουν την αυξημένη αδρενεργική
δραστηριότητα που εμφανίζεται στον υπερθυρεοειδισμό.
• Αποτελούν συμπτωματική ανακούφιση και όχι μακροχρόνια
θεραπευτική αγωγή.
62
Ενότητα 15: Ενδοκρινικό σύστημα - Παθολογία Όρχεις και
ωοθήκες
1
Χιτώνες του όρχεως
Όρχις
“Testosterone synthesizing
process”, από BQmUB2012102
διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Γονόκοκκος 1/2
Από τις ειδικές φλεγμονές του ουροποιογεννητικού
συστήματος αναφέρονται οι ακόλουθες:
• Γονόκοκκος:
o Η οξεία γονοκοκκική λοίμωξη της ουρήθρας και του
προστάτη είναι πιθανό να επηρεάζει, όπως άλλωστε όλες
οι οξείες φλεγμονές του ουροποιογεννητικού συστήματος,
την κινητικότητα και επιβίωση των σπερματοζωαρίων, δεν
υπάρχουν όμως πολλές εργασίες σχετικές με το θέμα
αυτό.
o Η χρόνια γονοκοκκική λοίμωξη με τις επιπλοκές της
μπορεί να επηρεάσει το σπέρμα με δύο μηχανισμούς:
Γονόκοκκος 2/2
i. Με τη δημιουργία στενωμάτων της ουρήθρας (στο 14% των
γονοκοκκικών λοιμώξεων χωρίς θεραπεία), τα οποία
προκαλούν υποτροπιάζουσες προστατίτιδες ή
επιδιδυμίτιδες.
ii. Με τη δημιουργία αποφράξεως των εκφορητικών οδών του
σπέρματος.
Κιρσοκήλη 2/11
Η συχνότητα κιρσοκήλης ως αιτίου ανδρικής υπογονιμότητας
κυμαίνεται από 21 έως 25,2%.
• Ο μηχανισμός με τον οποίο η κιρσοκήλη επηρεάζει δυσμενώς
τη γονιμότητα του σπέρματος δεν έχει πλήρως διευκρινισθεί.
• Μία θεωρία υποστηρίζει ότι η πιθανή αύξηση της
θερμοκρασίας των όρχεων από τη φλεβική στάση δρα
βλαπτικά στη σπερματογένεση.
• Άμεσες όμως μετρήσεις της θερμοκρασίας των όρχεων σε
γόνιμους και υπογόνιμους άνδρες με κιρσοκήλη δεν
απέδειξαν σημαντικές διαφορές θερμοκρασίας.
Κιρσοκήλη 3/11
• Αντίθετα, αναφέρεται ότι σημαντικός αριθμός ανδρών που
παρουσίασαν βελτίωση της σπερματογενέσεως μετά την
εγχειρητική διόρθωση της κιρσοκήλης εμφάνισαν συγχρόνως και
πτώση της θερμοκρασίας του αριστερού όρχεως.
• Μία δεύτερη θεωρία αποδίδει τη βλαπτική επίδραση της
κιρσοκήλης σε ανάστροφη ροή αίματος από την αριστερή νεφρική
προς τη σύστοιχη έσω σπερματική φλέβα, με αποτέλεσμα τα
στεροειδή του φλοιού να μεταφέρονται στον αριστερό όρχι και με
τη φλεβική επικοινωνία ανάμεσα στα δύο ημιμόρια του οσχέου και
στο δεξιό όρχι.
• Εντούτοις άμεσες μετρήσεις των στεροειδών του φλοιού στην έσω
σπερματική φλέβα δεν έδειξαν σημαντική αύξηση των επιπέδων
τους στους άνδρες με κιρσοκήλη.
Κιρσοκήλη 4/11
• Μία τρίτη θεωρία αναφέρεται στην αύξηση της ενδοορχικής
πιέσεως από τη χρόνια φλεβική στάση.
• Το ορχικό παρέγχυμα περιβάλλεται από σχετικώς ανελαστικό
ινώδη χιτώνα και κάθε αίτιο που αυξάνει την ενδοορχική
πίεση, όπως το οίδημα από τη φλεβική στάση (κιρσοκήλη) ή
το διάμεσο φλεγμονώδες οίδημα (ορχίτιδες) είναι δυνατό να
προκαλέσει βλάβη στα σπερματικά σωληνάρια.
Κιρσοκήλη 5/11
• Πρέπει να τονισθεί ιδιαίτερα ότι η κλινική παρουσία
κιρσοκήλης δεν σημαίνει κατ' ανάγκη και βλάβη της
σπερματογενέσεως.
• Η WΗΟ (1987) τονίζει ότι η κιρσοκήλη πρέπει να θεωρείται
αίτιο ανδρικής υπογονιμότητας μόνον εφόσον αποδειχθεί σε
αρκετά σπερμοδιαγράμματα ότι προκαλεί διαταραχή στην
ποιότητα του σπέρματος.
• Η κιρσοκήλη μπορεί να προκαλέσει ποικιλία διαταραχών
της ποιότητος του σπέρματος. Μία συνήθης σχετικά εικόνα
που χαρακτηρίζεται ως μη ειδική εικόνα stress των
σπερματοζωαρίων περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
Κιρσοκήλη 6/11
1. Μικρή ή ασήμαντη επίδραση στον αριθμό των σπερματοζωαρίων.
Σπανιότερα η κιρσοκήλη, συνήθως η αμφοτεροπλευρη, μπορεί να
προκαλέσει μέχρι και αζωοσπερμία.
• Κατά την WΉΟ (1987) η επίπτωση αζωοοπερμίας σε ασθενείς με
κιρσοκήλη αναφέρεται μέχρι και 9,5%. Έχει αποδειχθεί ότι η
αμφοτερόπλευρη κιρσοκήλη μπορεί να προκαλέσει διακοπή της
σπερματογενέσεως στο επίπεδο των σπερματοκυττάρων και
εγχείρηση της κιρσοκήλης αναστρέφει συνήθως τη βλάβη.
• Επιβάλλεται όμως μεγάλη προσοχή για να διευκρινισθεί κατά
πόσο η κιρσοκήλη συνυπάρχει με πρωτοπαθή ορχική βλάβη ή
απόφραξη.
Κιρσοκήλη 7/11
2. Σαφής μείωση της κινητικότητας και μάλιστα της ζωηρής
προωθητικής κινητικότητας των σπερματοζωαρίων.
• Μάλιστα η μείωση αυτή παρατηρείται από τα πρώτα λεπτά
μετά την εκσπερμάτιση, ενώ στις λοιμώξεις των επικουρικών
αδένων συνήθως μετά τη δεύτερη ώρα (ταχεία μείωση
μεταξύ πρώτης και δεύτερης ώρας).
Κιρσοκήλη 8/11
3. Πρόκληση ποικιλίας διαταραχών στη μορφολογία των
σπερματοζωαρίων.
• Συνηθέστερες θεωρούνται οι επιμήκεις ή οξύαιχμες κεφαλές
(tapering forms) και οι βλάβες του μέσου τμήματος, χωρίς
όμως να αποκλείεται καμία μορφολογική ανωμαλία κεφαλής,
μέσου τμήματος ή ουράς ή και συνδυασμός αυτών.
Κιρσοκήλη 9/11
4. Αύξηση του αριθμού των αώρων κυττάρων της
σπερματικής σειράς πάνω από 5% και συχνή εμφάνιση
κυτταροπλασματικού υπολείμματος στα σπερματοζωάρια
(σημείο ανωριμότητας).
• Η ανεύρεση λοιπόν σαφούς μείωσης της κινητικότητας, της
μορφολογίας και της ωρίμανσης των σπερματοζωαρίων με
παραμονή φυσιολογικού αριθμού ή ελαφράς ολιγοσπερμίας,
είναι μικροσκοπικά ευρήματα συμβατά με τη διάγνωση της
κιρσοκήλης, ιδιαίτερα σε άνδρες με δευτεροπαθή
υπογονιμότητα.
Κιρσοκήλη 10/11
• Η διάγνωση της κιρσοκήλης είναι σχετικά απλή, θα πρέπει όμως ο
ασθενής να εξετάζεται σε όρθια στάση και με δοκιμασία Valsalva,
ώστε να ψηλαφώνται και οι μικρού μεγέθους κιρσοκήλες.
• Η σωστή ψηλάφηση του οσχέου από έμπειρο ιατρό οε κατάλληλες
συνθήκες περιβάλλοντος και στάσης του ασθενούς παραμένει ο
ορθότερος τρόπος διάγνωσης της κιρσοκήλης.
• Ο παρακλινικός έλεγχος με θερμογραφία, με Doppler, με
υπερηχογραφία και σπανιότερα με φλεβογραφία (μετεγχειρητική
υποτροπή, υποψία δεξιάς κιρσοκήλης) μπορεί να χρησιμοποιηθεί
σε ειδικές περιπτώσεις και να βοηθήσει την κλινική διάγνωση.
Κιρσοκήλη 11/11
• Λοίμωξη και κιρσοκήλη
Η συνύπαρξη κιρσοκήλης και λοίμωξης των επικουρικών
αδένων μπορεί να προκαλέσει κατά συνεργιστικό τρόπο
βλάβη στην ποιότητα του σπέρματος.
Κρυψορχία 1/5
• Η κάθοδος των όρχεων αρχίζει περίπου τον έβδομο εμβρυϊκό
μήνα και ολοκληρώνεται στο τρίτο τρίμηνο της κυήσεως ή
στους τρεις πρώτους μήνες μετά τον τοκετό.
• Το ποσοστό κρυψορχίας αμέσως μετά τον τοκετό είναι 10%,
ενώ μετά ένα χρόνο πέφτει στο 1,7-3% και στους ενήλικες
άνδρες είναι 0,3%.
• Η κρυψορχία αποδίδεται στο μεγαλύτερο ποσοστό των
περιπτώσεων σε δυσγενεσία των όρχεων. Χρωμοσωμιακή
ανάλυση κρυψορχικών όρχεων με βιοψίες κατά το χρόνο της
ορχεοπηξίας έδειξε ότι πάνω από το 60% των περιπτώσεων
είχαν παθολογικό καρυότυπο.
Κρυψορχία 2/5
• Συχνά η κρυψορχία συνυπάρχει με άλλες συγγενείς
διαμαρτίες στη διάπλαση.
• Σε μικρότερο ποσοστό η κρυψορχία οφείλεται σε μηχανικά
αίτια, όπως η κακή κατασκευή και διάταξη των περιτονιών
στους βουβωνικούς πόρους.
• Τελικό αποτέλεσμα της κρυψορχίας είναι η βλαπτική
επίδραση στο σπερματικό επιθήλιο της υψηλής
θερμοκρασίας της περιτοναϊκής κοιλότητας.
Κρυψορχία 3/5
• Κρυψορχία επίσης παρατηρείται σε άνδρες με υπογοναδοτροπικό
υπογοναδισμό ή ακόμη και σε μέλη της οικογένειας τους σε
ποσοστό έως και 6%.
• Η ιστολογική εικόνα των κρυψορχικών όρχεων χαρακτηρίζεται
από μικρά ανώριμα σωληνάρια με μειωμένο αριθμό
σπερματοζωαρίων που εξαρτάται από το βαθμό της δυσγενεσίας
και από το χρονικό διάστημα της παραμονής του όρχεως σε
περιβάλλον υψηλής θερμοκρασίας.
• Τελικό αποτέλεσμα είναι η υαλινοποίηση. η πάχυνση της βασικής
μεμβράνης και η καθολική και μη αναστρέψιμη καταστροφή των
σωληναρίων.
• Τα κύτταρα Leydig, είναι πιο ανθεκτικά στις υψηλές θερμοκρασίες
και δεν εμφανίζουν μορφολογικές διαταραχές.
Κρυψορχία 4/5
• Κατά την κλινική εξέταση πρόκειται για άνδρες ευγοναδικούς,
με ετερόπλευρη ή αμφοτερόπλευρη κρυψορχία.
• Αν είναι δυνατή η ψηλάφηση των όρχεων (ετερόπλευρη
κρυψορχία ή μετά από ορχεοπηξία), παρατηρείται
παθολογικό μέγεθος και σύσταση ανάλογα βέβαια με την
έκταση της βλάβης.
• Τα βασικά επίπεδα της FSΗ πλάσματος είναι υψηλά, ενώ τα
αντίστοιχα επίπεδα της LΗ και της τεστοστερόνης (Τ) είναι
φυσιολογικά, όπως επίσης η απάντηση της Τ στη χορήγηση
hCG.
Κρυψορχία 5/5
• Με την πάροδο όμως της ηλικίας παρατηρείται βαθμιαία
μείωση των λειτουργικών εφεδρειών ως προς την παραγωγή
Τ και σε ποσοστό των ανδρών αυτών, ιδιαίτερα με
αμφοτερόπλευρη κρυψορχία, παρατηρούνται κλινικά και
εργαστηριακά ευρήματα που χαρακτηρίζονται ως «ανδρικό
κλιμακτήριο».
• Προσοχή χρειάζεται στη διαφορική διάγνωση της
κρυψορχίας από την ανορχία.
Αποφρακτική αζωοσπερμία
• Οι αποφράξεις των αποχετευτικών οδών του σπέρματος,
όταν είναι αμφοτερόπλευρες, προκαλούν αζωοσπερμία και
αποτελούν το 40% των περιπτώσεων αζωοσπερμίας.
• Οι αποφράξεις διακρίνονται σε συγγενείς και σε επίκτητες
(μεταφλεγμονώδεις ή τραυματικές).
Τραυματικές αποφράξεις
Οι τραυματικές αποφράξεις είναι οι ακόλουθες:
• Τραυματισμός των σπερματικών πόρων κατά τη διάρκεια
επεμβάσεων για βουβωνοκήλες.
• Χειρουργική διατομή των σπερματικών πόρων για
αντισύλληψη.
• Νέκρωση της κεφαλής της επιδιδυμίδας λόγω χειρουργικής
διατομής της σύστοιχης αρτηρίας.
Διάγνωση συγγενούς από
μεταφλεγμονώδη απόφραξη
• Η διαφορική διάγνωση συγγενούς από μεταφλεγμονώδη απόφραξη
είναι δύσκολη, υπάρχουν όμως κριτήρια που μπορούν να
βοηθήσουν:
o Η συγγενής απόφραξη συνήθως είναι πλήρης, αμφοτεροπλευρη
και συμμετρική, ενώ η μεταφλεγμονώδης μπορεί να είναι
μερική, ετερόπλευρη ή να εντοπίζεται σε διάφορα επίπεδα της
ίδιας πλευράς.
o Για τη διάγνωση της τελευταίας ιδιαίτερη προσοχή δίδεται στο
ιστορικό, στην κλινική εξέταση και στις προσεκτικές καλλιέργειες
των υγρών των επικουρικών αδένων.
o Για την εντόπιση της αποφράξεως, συγγενούς ή επίκτητης,
γίνεται συνεκτίμηση των ευρημάτων της
σπερματοδοχοκυστεογραφίας, του όγκου και των βιοχημικών
παραμέτρων του σπέρματος.
• αλκοολισμός. • υπερθυρεοειδισμός.
• αιμοχρωμότωση. • υποθυρεοειδισμός.
70
Μικροανατομία ωοθηκών
76
88
Υπογοναδοτροπικός Υπογοναδισμός
• Η χρόνια ανωοθυλακιορρηξία κεντρικής αιτιολογίας
οφείλεται σε διαταραχή της αρτιότητας ή της
λειτουργικότητας του άξονα «κεντρικό νευρικό σύστημα-
υποθάλαμος- υπόφυση» με τελικό αποτέλεσμα την αδυναμία
έκκρισης των υποφυσιακών γοναδοτροπινών θεωρώντας τον
υποθάλαμο ως το σημείο σύνδεσης των συνιστωσών του
άξονα.
• Η χρόνια ανωοθυλακιορρηξία μπορεί να ταξινομηθεί σε
οργανικές ή λειτουργικές διαταραχές της σύνδεσης
«υποθάλαμος – υπόφυση» ή της σύνδεσης «Κ.Ν.Σ. –
υποθάλαμος».
Ταξινόμηση διαταραχών της ανωοθυλακιορρηξίας
και της εμμήνου ρύσεως κεντρικής αιτιολογίας 1/2
Διαταραχή του άξονα «υποθάλαμος – υπόφυση»:
• Πρωτοπαθείς και δευτεροπαθείς βλάβες του υποθαλάμου.
• Ιδιοπαθής υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός.
• Σύνδρομο Kallmann.
• Συγγενής υποπλασία επινεφριδίων.
• Παρεγκεφαλιδική αταξία.
• Μεσογειακή και δρεπανοκυτταρική αναιμία.
Ιδιοπαθής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός και σύνδρομο Kallmann 1/4
• Η παρουσία συνοδού ανοσμίας αναφέρεται ως σύνδρομο Kallmann,
ενώ η απουσία άλλων συνοδών ανωμαλιών ως ιδιοπαθής
υπογοναδοτροπικός υπογοναδισμός (ΙΥΥ).
• Η αιτιοπαθογένεια του συνδρόμου Kallmann οφείλεται σε
αδυναμία μετανάστευσης των νευρώνων της GnRH κατά την
διάρκεια της εμβρυϊκής ζωής από το οσφρητικό πλακίδιο δια μέσου
της οσφρητικής οδού προς τον τελικό προορισμό τους στον
υποθάλαμο.
• Αντίθετα η αιτιοπαθογένεια του ΙΥΥ είναι στην πλειοψηφία των
περιπτώσεων άγνωστη.
• Η νόσος μεταδίδεται με τον φυλοσύνθετο, με τον σωματικό
επικρατούντα και υπολειπόμενο χαρακτήρα και η πλειοψηφία των
περιστατικών είναι σποραδικά.
Ιδιοπαθής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός και σύνδρομο Kallmann 2/4
• Στο σύνδρομο Kallmann, η συχνότητα ανά φύλο είναι επτά έως
οκτώ άνδρες προς μία γυναίκα ενώ στον ΙΥΥ είναι κατά φύλο ίση.
• Το γονίδιο KAL-Ι ενοχοποιείται για την φυλοσύνθετη μετάδοση του
συνδρόμου Kallmann, αλλά παρότι αρχικά παρουσιάσθηκε ως το
παθογνωμονικό γονίδιο του συνδρόμου μπορεί να εξηγήσει ένα
μικρό αριθμό περιστατικών (15% οικογενή, 5% και 8% σποραδικά).
• Πρόσφατα εντοπίσθηκε το γονίδιο FGFRI για μια μορφή του
κληρονομούμενου συνδρόμου Kallmann με σωματική κυρίαρχη
μετάδοση. Προήλθε από τη διερεύνηση δύο ασθενών με
σύνδρομο συνεχόμενων γονιδίων που παρουσίαζαν συγγενή
σφαιροκυττάρωση, σύνδρομο Kallmann και έλλειψη στη θέση 8 p
11,2 του χρωμοσώματος 8.
Ιδιοπαθής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός και σύνδρομο Kallmann 3/4
• Μεταλλάξεις στον υποδοχέα της GnRH έχουν εντοπισθεί σε μικρό
αριθμό οικογενειών με σωματική υπολειπόμενη μετάδοση της
νόσου (40% οικογενή, 16% σποραδικά).
• Τα περιστατικά χαρακτηρίζονται από μεγάλη κλινική ποικιλομορφία.
• Πρόσφατα ένα νέο γονίδιο εντοπίσθηκε για μια μορφή της
κληρονομούμενης νόσου το 19p 13,3 του χρωμοσώματος 19.
• Πρόκειται για το γονίδιο GPR54 (G protein-coupled receptor gene).
Η κλινική εικόνα ποικίλει ανάλογα της ηλικίας του ασθενή.
• Η συνήθης εικόνα είναι αυτή της καθυστέρησης της ολοκλήρωσης
της εφηβείας και της πρωτοπαθούς αμηνόρροιας αν και μία μικρή
ομάδα ασθενών με εμφάνιση φυσιολογικής εφηβείας παρουσιάζουν
παύση της αναπαραγωγικής τους ωρίμανσης και δευτεροπαθή
αμηνόρροια.
Ιδιοπαθής υπογοναδοτροπικός
υπογοναδισμός και σύνδρομο Kallmann 4/4
• Τα χαρακτηριστικά του συνδρόμου περιλαμβάνουν
ευσυγκινησία, διαταραχές των άκρων, διαταραχές
οφθαλμικής κινητικότητας, ετερόπλευρη νεφρική αγενεσία,
κοιλοποδία, λαγόχειλο ή λυκοστομία, αγενεσία οδόντων και
μειωμένη ανάπτυξη της τετάρτης μετακαρπικής φάλαγγας.
Υπεργοναδοτροπικός υπογοναδισμός
• Η υπεργοναδοτροπική αμηνόρροια μπορεί να αναγνωρισθεί
πιο εύκολα από οποιαδήποτε άλλη διαταραχή του κύκλου,
αλλά απαιτεί μεγαλύτερη διερεύνηση από άλλες καταστάσεις
για τη διαπίστωση της αιτιολογία της και έχει κακή πρόγνωση
ως προς την αναπαραγωγική ικανότητα της γυναίκας.
• Η υπεργοναδοτροπική αμηνόρροια διαμορφώνεται με ένα
δεδομένο ότι δεν υπήρξε ποτέ ωοθηκική λειτουργία εάν η
ασθενής εμφανισθεί με πρωτοπαθή αμηνόρροια και χωρίς
ανάπτυξη μαστών ή ότι έχει καταπαύσει η λειτουργία των
ωοθηκών στην περίπτωση δευτεροπαθούς αμηνόρροιας.
Υπεργοναδοτροπική πρωτοπαθής αμηνόρροια
1/5
Θήλυ άτομο χωρίς μαστούς και με χαμηλό ανάστημα
• Η εμφάνιση ενός τέτοιου θήλεος ατόμου θέτει υποψία συνδρόμου
της γοναδικής δυσγενεσίας (σύνδρομο Turner) η οποία ενισχύεται
με την κλινική εξέταση. Το σύνδρομο Turner με καρυότυπο 45 ΧΟ
εμφανίζει χαρακτηριστική εικόνα όπως το βραχύ ανάστημα (περί
τα 140 εκατοστά) το αυχενικό πτερύγιο και η χαμηλή πρόσφυση
των μαλλιών. Οι μελαγχρωματικοί σπίλοι, οι φαρδύς ώμοι και η
μεγάλη απόσταση των θηλών είναι χαρακτηριστικοί, κατά την
γέννηση και την παιδική ηλικία, μπορεί να υπάρχει οίδημα των
άνω και κάτω άκρων.
• Εκτός από τον καρυότυπο 45ΧΟ, υπάρχουν περιπτώσεις
γοναδικής δυσγενεσίας με ανωμαλίες του χρωμοσώματος Χ ή
μωσαϊκά στα οποία υπάρχει ο χρωματοσωμικός τύπος 45 Χ.
Υπεργοναδοτροπική δευτεροπαθής
αμηνόρροια 1/3
Υπεργοναδοτροπική δευτεροπαθής αμηνόρροια ή πρώιμη ωοθηκική
ανεπάρκεια (ΠΩΑ)
• Η διαπίστωση αυξημένων γοναδοτροπινών σε μία νέα γυναίκα με
δευτεροπαθή αμηνόρροια υποδηλώνει δύο καταστάσεις ότι υπήρξε
ωοθηκική λειτουργία και ότι η λειτουργία αυτή έχει διακοπεί. Έτσι
αποκλείονται ορισμένες παθήσεις που εμφανίζονται μόνο σε
πρωτοπαθή αμηνόρροια.
• Η ηλικία που μπορεί να χαρακτηρισθεί ότι ένα άτομο εμφανίζει
πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια είναι το 40 έτος.
Χρωμοσωμικές ανωμαλίες
• Εμφανίζονται σε νέα άτομα με ΠΩΑ διότι η απόπτωση των
ωοκυττάρων λόγω των ανωμαλιών αυτών που είναι συγγενής έχει
ήδη αρχίσει από την εμβρυϊκή ηλικία και συνεπώς υπάρχουν λίγα
ωοθυλάκια κατά την ήβη.
Υπεργοναδοτροπική δευτεροπαθής
αμηνόρροια 2/3
Αυτοάνοση νόσος και ΠΩΑ
• Αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι η αυτοάνοση βλάβη μπορεί να
προκαλέσει καταστροφή των ωοθυλακίων.
• Τα στοιχεία που συνδέουν μορφές ΠΩΑ με την αυτοάνοση
καταστροφή των ωοθηκών είναι δύο:
1. Το πρώτο στοιχείο είναι η παρουσία αντισωμάτων έναντι διαφόρων
ιστών κυρίως αντιθυρεοσφαιρινικών και αντι-TPO έναντι του
θυρεοειδή σε πάσχουσες από ΠΩΑ.
2. Το δεύτερο στοιχείο είναι η προηγηθείσα σύγχρονη ή
μεταγενέστερη συνύπαρξη της με γνωστές ενδοκρινικές
αυτοάνοσες παθήσεις όπως η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, ο
υπερθυρεοειδισμός, ο διαβήτης τύπου Ι, η νόσος Addison και ο
υποπαραθυρεοειδισμός.
Υπεργοναδοτροπική δευτεροπαθής
αμηνόρροια 3/3
Νόσοι και θεραπευτικές επεμβάσεις
• Όπως η γαλακτοζαιμία και η μυοτονική δυστροφία συνοδεύονται από
ΠΩΑ που δημιουργείται με γνωστό ή αδιευκρίνιστο μηχανισμό.
Γονιδιακές ανωμαλίες των γοναδοτροπινών και των υποδοχέων τους
• Ανωμαλίες των γονιδίων που κωδικοποιούν τις β-υπομονάδες της FSH
και της LH έχουν διαπιστωθεί σε περιπτώσεις ΠΩΑ οι οποίες όμως δεν
εμποδίζουν τη δέσμευση των γοναδοτροπινών με τους υποδοχείς τους.
• Στην πρωτοπαθή αμηνόρροια μεταλλάξεις του γονιδίου του υποδοχέα
της LH όταν συμβεί σε άρρενα έμβρυα με φυσιολογικό καρυότυπο 46
ΧΥ προκαλούν ανάπτυξη προς την κατεύθυνση του θήλεος λόγω
απουσίας της τεστοστερόνης από τον υποπλαστικό όρχι. Αδελφές των
πασχόντων εμφανίζουν ανωμαλίες του εμμηνορρυσιακού κύκλου και
σε ορισμένες από αυτές διαπιστώθηκαν σημειακές ανωμαλίες του
γονιδίου του υποδοχέα της LH.
Εργαστηριακή διερεύνηση της
υπεργοναδοτροπικής αμηνόρροιας
• Γίνεται σύμφωνα με το διαγνωστικό αλγόριθμο που προκύπτει από
την κλινική εικόνα για να αποφεύγονται άσκοπες εξετάσεις.
• Προσδιορίζονται οι γοναδοτροπίνες και η οιστραδιόλη και
καθορίζεται ο καρυότυπος.
• Σε παθολογικό καρυότυπο γίνεται καρδιαγγειακός και νεφρικός
έλεγχος και αν διαπιστωθεί η παρουσία χρωμοσώματος γίνεται
άμεση αφαίρεση των γονάδων.
• Πάντα γίνεται διακοιλιακό κατά προτίμηση υπερηχογράφημα των
ωοθηκών και της μήτρας.
• Σε γυναίκες με φυσιολογική χρωμοσωμική σύνθεση 46 ΧΧ γίνεται
μέτρηση της TSH, των αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων, της
κορτιζόλης, της ACTH και του ασβεστίου καθώς και βιοψία των
ωοθηκών.
Υπερανδρογοναιμία 1/4
Υπερανδρογοναιμία
• Η υπερανδρογοναιμία αποτελεί τη συχνότερη ορμονική διαταραχή
στις γυναίκες με υπογονιμότητα.
• Στις περισσότερες υπερανδρογοναιμικές γυναίκες η διαταραχή
εμφανίζεται κατά την εφηβεία και τα επίπεδα των ανδρογόνων
παρουσιάζουν αρνητική συσχέτιση με τη γονιμότητα.
Υπερανδρογοναιμία 2/4
Υπερανδρογοναιμία (συνέχεια)
• Η υπερανδρογοναιμία της εφηβείας παραμένει και στην ενήλικη
ζωή και συμβάλλει στις διαταραχές της ωοθυλακιορρηξίας.
• Η βελτίωση, όμως, της ωοθηκικής δυσλειτουργίας σε
υπερανδρογοναιμικές γυναίκες είναι συχνές και καλύπτουν ένα
ευρύ φάσμα, από τη φυσιολογική αυτόματη σύλληψη έως και την
υπογονιμότητα.
• Δεδομένου ότι οι μηχανισμοί που εμπλέκονται στην
υπερανδρογοναιμία παραμένουν αδιευκρίνιστοι, απαιτείται
σφαιρική προσέγγιση.
Υπερανδρογοναιμία 3/4
Φυσιολογία- Μεταβολισμός των ανδρογόνων
• Οι ωοθήκες και τα επινεφρίδια αποτελούν τις κύριες πηγές
παραγωγής ανδρογόνων.
• Τα ανδρογόνα που κυκλοφορούν στο πλάσμα είναι η
δευδροεπιανδροστερόνη (DHEA), η θειική
δευδροεπιανδροστερόνη (DHEA-S), η ανδροστενδιόνη
(Δ4Α), η τεστοστερόνη (T) και η διυδροτεστοστερόνη (DHT).
• Οι βιολογικές τους δράσεις, σε περιφερικό επίπεδο,
εξαρτώνται από τη μετατροπή της Τ σε DHT, από την
ικανότητα διάχυσής τους διαμέσου της μεμβράνης και από
την τελική αλληλεπίδρασή τους με ενδοκυττάριους
υποδοχείς.
Υπερανδρογοναιμία 4/4
• Τα κύρια ανδρογόνα, που παράγονται από τις ωοθήκες είναι
η Δ4Α, παράγονται από τα κύτταρα της έσω θήκης και η T,
που θεωρείται δείκτης των ανδρογόνων της ωοθήκης στις
περισσότερες γυναίκες.
• Η DHEA και η Δ5-ανδροστενδιόλη παράγονται σε μικρότερο
ποσοστό.
• Ο μεταβολισμός των ανδρογόνων λαμβάνει χώρα κυρίως
στους σπλαχνικούς ιστούς.
• Το ήπαρ αποτελεί το κύριο μεταβολικό όργανο ενώ το δέρμα
και ο πλακούντας δευτερεύοντα.
healthinfonet.ecu.edu.au
Πολυκυστικές ωοθήκες 2/2
2
Σακχαρώδης διαβήτης τύπου ΙΙ
• Παλαιότερα γνωστός και ως μη ινσουλινοεξαρτώμενος διαβήτης.
(WHO, 1980) Χαρακτηρίζεται από το συνδυασμό ελαττωμένης
έκκρισης ινσουλίνης και ελαττωμένης ευαισθησίας των κυττάρων
στη δράση της (ινσουλινοαντοχή).
• Στα πρώτα στάδια της νόσου, η ελαττωμένη ευαισθησία στην
ινσουλίνη είναι η κύρια διαταραχή, ενώ τα επίπεδα ινσουλίνης στο
αίμα είναι αυξημένα. Ο διαβήτης τύπου ΙΙ προσβάλει το 90-95%
των περιπτώσεων και είναι η συχνότερη αιτία διαβήτη στους
ενήλικες και συνήθως σε άτομα ηλικίας άνω των 40 χρονών. Η
επιβίωση του ατόμου δεν εξαρτάται από την εξωγενή χορήγηση
ινσουλίνης.
4
Επιδημιολογικά δεδομένα 2/2
• Η εξάπλωση του διαβήτη παγκοσμίως μέχρι το έτος 2000 άγγιζε τα
171.000.000 άτομα ενώ υπολογίζεται ότι ως το 2030 ο αριθμός θα
αγγίξει τα 366.000.000 . Αυτό οφείλεται στο ότι ο παγκόσμιος
πληθυσμός αυξάνεται, ζει περισσότερο, υιοθετεί ανθυγιεινό τρόπο
διατροφής και αυξάνεται ολοένα και περισσότερο ο καθιστικός
τρόπος ζωής. Για το 90-95% αυτών των περιπτώσεων υπεύθυνος
είναι ο διαβήτης τύπου II.
• Οι 10 χώρες με τα περισσότερα κρούσματα διαβήτη ξεκινώντας με
εκείνη με τα περισσότερα είναι : Ινδία, Κίνα, ΗΠΑ, Ινδονησία,
Ιαπωνία, Πακιστάν, Ρωσία, Βραζιλία, Ιταλία, Μπαγκλαντές. (WHO,
2008)
• Στην Ευρώπη για το έτος 2000 ο αριθμός των διαβητικών ήταν
33.332.000, ενώ υπολογίζεται ότι ως το 2030 ο αριθμός θα φτάσει
τα 47.973.000.
5
6
Αιτιολογία 1/3
• Τα ακριβή αίτια αυτής της ασθένειας δεν είναι γνωστά. Υπάρχουν
όμως δύο παράγοντες που παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην
εμφάνιση της νόσου.
• Ο πρώτος είναι η κληρονομικότητα. Άτομα που έχουν συγγενείς
που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη, ενδεχομένως θα
παρουσιάσουν και οι ίδιοι αυτό το πρόβλημα. Για την εκδήλωση
της νόσου φαίνεται ότι υπάρχει γενετική προδιάθεση. Η
προδιάθεση αυτή δεν είναι δυνατό να ανατραπεί, ούτε από το
άτομο που θα εκδηλώσει τη νόσο, αλλά προς το παρών ούτε από
την επιστήμη.
Αιτιολογία 2/3
• Ο δεύτερος σημαντικός παράγοντας είναι ο σύγχρονος τρόπος
ζωής. Η παχυσαρκία, η έλλειψη άσκησης, το γήρας αποτελούν
προδιαθεσικούς παράγοντες.
• Η συμμετοχή περιβαλλοντικών παραγόντων είναι πλέον άρρηκτα
συνδεδεμένη στην εμφάνιση του διαβήτη τύπου I. Πολλές φορές η
έναρξη της νόσου, συμπίπτει ή ακολουθεί λοίμωξη από ιό. Έχουν
ενοχοποιηθεί οι ιοί της πολυομυελίτιδος, ερυθράς, παρωτίτιδος,
εγκεφαλίτιδος, Ebstein-Barr κ.α.
8
Αιτιολογία 3/3
• Επίσης το άγχος, αλλά και αλλεργιογόνα που προέρχονται από την
τροφή (π.χ. η διατροφή με γάλα αγελάδας κατά τους πρώτους
μήνες της βρεφικής ηλικίας) μπορούν να οδηγήσουν στην έναρξη
της εγκατάστασης της νόσου.
10
Σύγχρονα κριτήρια στη διάγνωση 1/2
• Η διάγνωση του διαβήτη βασίζεται στην έκδηλη εμφάνιση των
συμπτωμάτων και στην παρουσία υπεργλυκαιμίας. Τα διαγνωστικά
κριτήρια για τον διαβήτη έχουν τροποποιηθεί αρκετές φορές από
τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO) και από την Αμερικανική
Διαβητολογική Εταιρία (ADA).
• Σύμφωνα με τις τελευταίες ανακατατάξεις η βασική μέθοδος για
την αναφορά της συγκέντρωσης της γλυκόζης στο αίμα,
παραμένει η μέτρηση σακχάρου αίματος μετά νηστείας (νηστεία
σημαίνει μη λήψη θερμίδων τουλάχιστον για 8 ώρες).
11
12
Φυσιολογικά επίπεδα γλυκόζης
• ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΛΥΚΟΖΗ ΠΛΑΣΜΑΤΟΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
6.1 mmol/L (110 mg/dl)
13
15
16
Διαγνωστικά επίπεδα γλυκόζης πλάσματος
WHO ADA
2006 2003
ΔΙΑΒΗΤΗΣ 7.0 mmol/L
Γλυκόζη Πλάσματος Νηστείας (126mg/dl)
7.0 mmol/L (126mg/dl)
ή
ή
OGTT 11.1 mmol/L
11.1 mmol/L (200mg/dl)
(200mg/dl)
ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΑΝΟΧΗΣ ΓΛΥΚΟΖΗΣ
< 7.0 mmol/L
(IGT) Δεν απαιτείται
(126mg/dl)
Γλυκόζη Πλάσματος
και
Νηστείας 7.8 & < 11.1mmol/L
7.8 & < 11.1mmol/L
(140 & 200mg/dl)
(140 & 200mg/dl)
OGTT
ΔΙΑΤΑΡΑΓΜΕΝΗ ΓΛΥΚΑΙΜΙΑ
5.6-6.9 mmol/L
ΝΗΣΤΕΙΑΣ (IFG) 6.1-6.9 mmol/L
Γλυκόζη Πλάσματος (110-125mg/dl)
Νηστείας και
Δεν συνίσταται
7.8 mmol/L (140mg/dl)
OGTT
17
18
Συμπτωματολογία διαβήτη 2/4
ΤΥΠΟΣ I
• Πoλυδιψία.
• Πολυφαγία.
• Πολυουρία.
• Απότομη απώλεια βάρους.
• Αίσθημα αδυναμίας-κούρασης.
19
20
Συμπτωματολογία διαβήτη 4/4
• Η πολυουρία είναι συνέπεια της σακχαρουρίας.
• Συμβαίνει σε υπεργλυκαιμία, όταν η τιμή του σακχάρου στο αίμα
υπερβεί το όριο ανοχής των υδατανθράκων. Αυτό έχει σαν
αποτέλεσμα η γλυκόζη να κάνει κατακράτηση υγρού στοιχείου
κατά την αποβολή της στα ούρα, το οποίο μετακινείται από τον
ενδοκυττάριο στον εξωκυττάριο χώρο. Συνέπεια αυτού είναι η
πολυουρία.
• Η αφυδάτωση και το αυξημένο αίσθημα δίψας είναι αποτέλεσμα
της αυξημένης απώλειας υγρών.
• Το αίσθημα πείνας και η απώλεια βάρους συμβαίνουν λόγω
απώλειας μεγάλων ποσοτήτων θερμίδων με τη μορφή γλυκόζης
στα ούρα.
21
23
24
Δευτεροπαθής διαβήτης 4/5
• Ιατρογενής διαβήτης: έπειτα από χρήση διαφόρων φαρμάκων. Οι
μηχανισμοί μέσω των οποίων τα φάρμακα προκαλούν σακχαρώδη
διαβήτη είναι : καταστροφή β-κυττάρων, αναστολή έκκρισης
ινσουλίνης, διέγερση ή καταστολή συμπαθητικού, διαταραχή της
δράσης της ινσουλίνης. Τα φάρμακα αυτά μπορεί να είναι
κορτικοειδή, αντισυλληπτικά, διουρητικά, νικοτινικό οξύ,
πενταμιδίνη, αναβολικά, ασπιρίνη, φάρμακα που μπλοκάρουν την
είσοδο Ca+, α-αγωνιστές, β-αγωνιστές, α-ανταγωνιστές, β-
ανταγωνιστές κ.α.
25
26
Ειδικοί τύποι σακχαρώδη διαβήτη 1/3
• Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 οι Tattersall και Fajans
περιέγραψαν ένα νέο τύπο διαβήτη. Ονομάστηκε MODY που
σημαίνει “maturity onset diabetes of the young” δηλ. διαβήτης
τύπου ενηλίκων που εμφανίζεται σε νεανική ηλικία. Στην τελευταία
κατάταξη των τύπων του Σακχαρώδη Διαβήτη, ο ορισμός αυτός
αντικαταστήθηκε με τις λεγόμενες γενετικές διαταραχές της
λειτουργίας των β-κυττάρων.
• Στον συγκεκριμένο τύπο, ο διαβήτης παρουσιάζεται σε μικρή
ηλικία, όπως συμβαίνει στον διαβήτη τύπου I, εν τούτοις όμως τα
άτομα αυτά δεν έχουν ανάγκη την ινσουλίνη για έλεγχο του
διαβήτη.
27
28
Ειδικοί τύποι σακχαρώδη διαβήτη 3/3
• Πιο συχνά παρουσιάζεται η δεύτερη μετάλλαξη. Σχετικά με την
συχνότητα που παρουσιάζεται είναι 0,5-1% του συνόλου των τύπου II
διαβητικών ατόμων.
• Κριτήρια για την διάγνωση είναι : 1) εμφάνιση διαβήτη σε ηλικία
μικρότερη των 25 ετών σε δύο τουλάχιστον μέλη της οικογένειας, 2)
έλεγχος του διαβήτη επί 5ετία μετά την διάγνωση, ενώ παράγεται
πεπτίδιο C, 3) κάθετη μετάδοση σε τρεις τουλάχιστον γενιές. Ένας
άλλος τύπος διαβήτη είναι ο LADA (Latent Autoimmune Diabetes of
Adulthood). Εμφανίζει κλινική εικόνα συμβατή με Σακχαρώδη
Διαβήτη τύπου II, παρά ταύτα εάν γίνει μέτρηση παρουσιάζει
αυτοαντισώματα όπως στο Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου I, όμως δεν
χρειάζεται ινσουλίνη και χαρακτηρίζεται ως Σακχαρώδης Διαβήτης I
όψιμου ενάρξεως. Ο συγκεκριμένος τύπος αποτελεί το 6-10 % των
περιπτώσεων διαβήτη. 29
32
Διαταραχές που συσχετίζονται με την αντίσταση στη
δράση της ινσουλίνης και την υπερινσουλιναιμία 1/3
• Δυσανεξία στη γλυκόζη
o Διαταραχή γλυκόζης νηστείας.
o Διαταραχή ανοχής στη γλυκόζη.
• Διαταραχές του μεταβολισμού του ουρικού οξέος
o Αυξημένη συγκέντρωση ουρικού οξέος στο πλάσμα.
o Μειωμένη νεφρική απέκκριση του ουρικού οξέος.
33
34
Διαταραχές που συσχετίζονται με την αντίσταση στη
δράση της ινσουλίνης και την υπερινσουλιναιμία 3/3
• Αιμοδυναμικής διαταραχές
o Αυξημένη δραστηριότητα του συμπαθητικού νευρικού
συστήματος.
o Αυξημένη νεφρική κατακράτηση νατρίου.
o αυξημένη αρτηριακή πίεση.
• Διαταραχές αιμόστασης
o Αυξημένη συγκέντρωση του αναστολέα του ενεργοποιητή του
πλασμινογόνου.
o Αυξημένη συγκέντρωση του ινωδογόνου.
35
36
Οξείες επιπλοκές διαβήτη
• Σύμφωνα με τον όρο οξείες επιπλοκές εννοούμε εκείνες τις
καταστάσεις που μπορούν να εμφανιστούν οποιαδήποτε στιγμή
σε όλη την διάρκεια της πορείας της νόσου.
• Οι βασικότερες και συνηθέστερες οξείες επιπλοκές είναι η
διαβητική κετοξέωση, η υπογλυκαιμία και το υπερωσμωτικό μη
κετωτικό κώμα.
37
Υπογλυκαιμία
• Με τον όρο υπογλυκαιμία εννοούμε την κατάσταση κατά την οποία
τα επίπεδα της γλυκόζης μειώνονται κάτω του φυσιολογικού. Τα
φυσιολογικά επίπεδα είναι 70-116 mg/dl. Η υπογλυκαιμία είναι το
συχνότερο πρόβλημα στην θεραπεία του σακχαρώδη διαβήτη.
• Τα κυριότερα αίτια είναι τα εξής:
o Πρόσληψη ανεπαρκούς ποσότητας υδατανθράκων ή η
παράλειψη γευμάτων.
o Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
o Έντονη σωματική δραστηριότητα.
o Υπερβολική δόση ινσουλίνης ή αντιδιαβητικών χαπιών.
38
Συμπτώματα υπογλυκαιμίας 1/2
• Τα κύρια συμπτώματα της υπογλυκαιμίας εμφανίζονται συνήθως
όταν τα επίπεδα γλυκόζης είναι κάτω από 50 mg/dl.
Τα συμπτώματα αυτά είναι:
• Ταχυκαρδία. • Πονοκέφαλος.
• Εφίδρωση. • Τρόμος.
• Έντονο αίσθημα πείνας. • Κούραση.
• Ζάλη. • Κακή διάθεση.
• Μούδιασμα γύρω από το στόμα. • Αδυναμία συγκέντρωσης.
39
40
Αυτοέλεγχος διαβητικών 1/2
• Οι κυριότερες ομάδες διαβητικών που πρέπει να κάνουν
αυτοέλεγχο είναι οι παρακάτω:
o Έγκυες με διαβήτη. Έχει τεράστια σημασία η σωστή ρύθμιση
κατά την σύλληψη και σε όλη την διάρκεια της εγκυμοσύνης για
την αποφυγή συγγενών ανωμαλιών.
o Διαβητικά άτομα που κάνουν ινσουλίνη, για την αποφυγή
υπογλυκαιμιών.
o Διαβητικοί που έχουν αντλία συνεχούς έγχυσης ινσουλίνης.
41
42
Διαβητική κετοξέωση 1/2
• Μια ακόμη πολύ σημαντική επιπλοκή είναι η διαβητική κετοξέωση
όπου απαιτείται η άμεση διακομιδή του ασθενούς στο νοσοκομείο.
• Προκύπτει μετά από παρατεταμένη υπεργλυκαιμία συνήθως στους
ασθενείς με διαβήτη τύπου1. Η κατάσταση αυτή είναι
επακόλουθο της υπερβολικής διάσπασης λίπους που κάνει ο
οργανισμός για να καλύψει την ενέργεια που χρειάζεται επειδή
δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει την γλυκόζη.
43
44
Υπερωσμωτικό μη κετονικό κώμα
• Μια ακόμη επιπλοκή η οποία εμφανίζεται συχνότερα σε ασθενείς
με διαβήτη τύπου2 είναι το υπερωσμωτικό μη κετονικό κώμα.
• Χαρακτηρίζεται από αύξηση της ωσμωτικότητας του πλάσματος
(>350mosm/l), από υψηλά επίπεδα σακχάρου
αίματος(>600mg/dl).
• Εμφανίζεται διαταραχή της συνείδησης, αφυδάτωση και
διαταραχή των ηλεκτρολυτών.
• Οι αιτίες που μπορούν να αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης του
υπερωσμωτικού μη κετονικού κώματος είναι η σηψαιμία, το
έμφραγμα του μυοκαρδίου, η παγκρεατίτιδα καθώς και η λήψη
φαρμάκων.
45
46
Καρδιαγγειακά προβλήματα
• Μια από αυτές τις επιπλοκές είναι και τα καρδιαγγειακά
προβλήματα όπως για παράδειγμα η στεφανιαία νόσος, η
στηθάγχη, το έμφραγμα και τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια.
• Σύμφωνα με διάφορες έρευνες η ρύθμιση της γλυκόζης αίματος
μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης τέτοιων προβλημάτων κατά 40%.
47
48
Διαβητική νευροπάθεια 2/3
• Η περιφερική νευροπάθεια προσβάλλει εξίσου συχνά άτομα με
διαβήτη τύπου1 και τύπου2.
• Η συχνότητα αυτής της επιπλοκής σε άτομα μέσης ή μεγάλης
ηλικίας ανέρχεται στο 50%.
• Ενώ η συχνότητα της νευροπάθειας του αυτόνομου νευρικού
συστήματος είναι 20% στα άτομα με διαβήτη τύπου1 και 15% στα
άτομα με διαβήτη τύπου2.
49
51
53
54
Διαταραχές όρασης 2/3
2. Ερύθρωση της ίριδας
Είναι η ανάπτυξη νεοαγγείων με μορφή δικτύου στην πρόσθια
επιφάνεια και το στρώμα της ίριδας. Τα νεοαγγεία μαζί με
νεόπλαστο συνδετικό ιστό είναι δυνατόν να καλύψουν το
σκληροκερατοειδικό ηθμό και να δημιουργήσουν περιφερικές
πρόσθιες συνέχειες, οι οποίες κλείνουν την γωνία του πρόσθιου
θαλάμου, προκαλώντας νεοαγγειακό γλαύκωμα. Επίσης μπορεί να
προκληθεί αιμορραγία μέσα στον πρόσθιο θάλαμο. Ο ΣΔ είναι η
συχνότερη αιτία δημιουργίας ερύθρωσης της ίριδας.
55
56
Στυτική δυσλειτουργία 1/3
• Μία συχνή επιπλοκή του διαβήτη στους άνδρες είναι η στυτική
δυσλειτουργία, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε σεξουαλική
ανικανότητα. Σαν δυσλειτουργία της στύσης ορίζεται η αδυναμία
διατήρησης επαρκούς ποιότητας στύσης για ικανοποιητική
σεξουαλική δραστηριότητα. Παγκοσμίως υπολογίζεται ότι
περισσότεροι από 100 εκατομμύρια άνδρες παρουσιάζουν
δυσλειτουργία της στύσης. Επίσης το 30% των κύριων αιτιών στις
Η.Π.Α οφείλεται στο σακχαρώδη διαβήτη. Οι κλινικές εκδηλώσεις
της στυτικής δυσλειτουργίας εμφανίζονται νωρίτερα σε
διαβητικούς από ότι στο γενικό πληθυσμό και η πιθανότητα
ανάπτυξης στυτικής δυσλειτουργίας είναι τριπλάσια σε
διαβητικούς ηλικίας 40-70 ετών από ότι σε μη διαβητικούς.
57
58
Στυτική δυσλειτουργία 3/3
• Η αντιμετώπιση της στυτικής δυσλειτουργίας του ΣΔ είναι
φαρμακευτική. Τα φάρμακα αυτά είναι εκλεκτικοί αναστολείς του
5ου ισοενζύμου της φωσφοδιεστεράσης (PPES) με αποτέλεσμα την
αποκατάσταση της αγγειοδιαστολής των σηραγγωδών αρτηριών.
• Η σιλδεναφίλη (Viagra) και η βαρδεναφίλη (Levitra) έχουν ταχεία
δράση, ενώ η ταδαλαφίλη (Cialis) έχει 24ωρη διάρκεια δράσης.
• Θα πρέπει να σημειωθεί πως οι ασθενείς θα πρέπει πριν λάβουν
τα φάρμακα αυτά να υποβληθούν σε διάφορες εξετάσεις και να
ρυθμίσουν το σάκχαρο τους σε συνεργασία με το θεράποντα ιατρό
τους.
59
Διαβητικό πόδι
• Τα άτομα με διαβήτη εμφανίζουν ιδιαίτερα ευαισθησία στα πόδια
και για το λόγο αυτό η καθημερινή φροντίδα και εξέταση των κάτω
άκρων αποτελεί μία απαραίτητη διαδικασία. Το διαβητικό πόδι
είναι αποτέλεσμα δύο επιπλοκών που είναι η διαβητική
νευροπάθεια και η περιφερική αγγειοπάθεια.
• Η συχνότερη μορφή της διαβητικής νευροπάθειας είναι η
αισθητικοκινητική νευροπάθεια με αποτέλεσμα την απώλεια
αισθητικότητας στο πόδι και έτσι το άτομο δεν αντιλαμβάνεται
τραυματισμούς από νύσσοντα ή τέμνοντα όργανα, δεν
αντιλαμβάνεται ξένα σώματα που μπορεί να υπάρχουν μέσα στα
παπούτσια τους και δεν πονά όταν υπάρχουν μικροβιακές
λοιμώξεις.
60
Ο διαβήτης σε ειδικές ηλικίες
• Σε παιδιά και εφήβους
Συνήθως σε αυτή την ηλικιακή κατηγορία εμφανίζεται συχνότερα ο
νεανικός ή ινσουλινοεξερτώμενος διαβήτης. Οφείλεται σε έλλειψη
ινσουλίνης και διαταραχές του μεταβολισμού των υδατανθράκων
από άγνωστα αίτια.
• Κλινική εικόνα: εκδηλώνεται με πολυουρία, πολυδιψία και απώλεια
βάρους.
Αν δεν διαγνωστεί έγκαιρα η κατάσταση επιβαρύνεται και
παρουσιάζεται αφυδάτωση και διαβητική οξέωση με ξηρότητα του
στόματος, πτώση της πίεσης, ταχύπνοια, υπέρπνοια, υπνηλία και
απόπνοια οξόνης.
Εάν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα η κατάσταση αυτή τότε το παιδί θα
μεταπέσει σε κώμα.
61
62
Κλινική παρουσίαση ΣΔ1 και ΣΔ2 στα παιδιά
ΣΔ ΤΥΠΟΥ1 ΣΔ ΤΥΠΟΥ2
Πολυδιψία, πολυουρία + +
και πολυφαγία
Επίταση επί λοιμώξεως + +
Διαβητική κετοξέωση + Πιθανή
Ασυνήθης Συνήθης
Τυχαία διάγνωση
Ηλικία εμφάνισης Όλες οι ηλικίες Συνήθως μετά την
εφηβεία
Σωματικό βάρος Ποικίλει Παχυσαρκία
Μελανίζουσα Σπάνια Συνήθης
ακάνθωση
Κολπική λοίμωξη Σπάνια Συνήθης
Υπέρταση Σπάνια Συνήθης
Δυσλιπιδαιμία Σπάνια Συνήθης
Αυτοαντισώματα Θετικά Αρνητικά 63
64
Ανίχνευση και διάγνωση του ΣΔΚ 1/3
• Εκδηλώνεται συνήθως τον 3- 4 μήνα της εγκυμοσύνης.
• Σε περίπτωση που διαπιστωθεί κατά την διάρκεια της
εγκυμοσύνης γλυκόζη πλάσματος νηστείας >126mg/dl όπως
επίσης και σε τυχαία μέτρηση >200mg/dl οι μετρήσεις αυτές θα
πρέπει να επαναληφθούν και την επόμενη μέρα.
65
68
Νεογνικές επιπλοκές διαβήτη 1/2
• Το νεογνό μιας διαβητικής μητέρας εκτίθεται σε πολλούς
κινδύνους από την αρχή της σύλληψης, την νεογνική περίοδο αλλά
και μακροπρόθεσμα.
• Οι συγγενείς δυσπλασίες αποτελούν την βασική αιτία
θνησιμότητας και νοσηρότητας στα νεογνά, συμβαίνουν κατά τους
πρώτους μήνες της κύησης και κυρίως τις πρώτες 7 εβδομάδες.
• Οι δυσπλασίες αφορούν συνήθως το ΚΝΣ καθώς και το
καρδιαγγειακό. Επίσης συχνό φαινόμενο είναι και οι σκελετικές
ανωμαλίες όπως οι διαταραχές της σπονδυλικής στήλης,
διαταραχές στους νεφρούς (υδρονέφρωση, πολυκυστικοί νεφροί),
ατρησία του δωδεκαδάκτυλου και του ορθού.
69
70
Μαιευτική παρακολούθηση διαβήτη
• Υπέρηχοι.
• Αυχενική διαφάνεια.
• Υπερηχοκαρδιογράφημα εμβρύου.
• Doppler flow velocity.
• Έλεγχος Α.Π.
• Έλεγχος ούρων για οξόνη και λεύκωμα.
71
72
Ο σακχαρώδης διαβήτης στην τρίτη ηλικία 2/3
• Ο διαβήτης της τρίτης ηλικίας είναι συνήθως τύπου 2 (μη
ινσουλινοεξερτώμενος) και η διάγνωση είναι σχετικά εύκολη.
τιμές σακχάρου νηστείας σε δύο χρονικώς απέχουσες μετρήσεις
>126mg% μπορεί να αποτελέσουν ισχυρή ένδειξη για ΣΔ και
τιμές >200mg% μαζί με την συμπτωματολογία επιβεβαιώνουν
τη διάγνωση.
73
74
Θεραπεία διαβήτη 1/2
• Η ρύθμιση του ΣΔ αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο επειδή συμβάλλει
στην βελτίωση της ποιότητας ζωής του διαβητικού ατόμου.
• Καταρχάς ο θεράπων ιατρός θα πρέπει να δώσει έμφαση στην
σημασία της σωστής διατροφής και στην δημιουργία ενός
διαιτολογίου.
• Έπειτα θα πρέπει να γίνει ένας προσεκτικός σχεδιασμός ενός
προγράμματος ήπιας μορφής άσκησης και σαφής ενημέρωση για τα
οφέλη της άσκησης καθώς και για τους κινδύνους που μπορεί να
υπάρξουν αν δεν τηρηθεί σωστά το πρόγραμμα αυτό.
75
76
Αλγόριθμος θεραπείας ατόμων «τρίτης
ηλικίας» με ΣΔ
77
78
Ωφέλεια - κίνδυνοι από την άσκηση σε
άτομα της τρίτης ηλικίας 2/2
ΚΙΝΔΥΝΟΙ
• Υπογλυκαιμικά επεισόδια (κατά την άσκηση, κυρίως μερικές ώρες
μετά).
• Τραυματισμοί: πόδια-αρθρώσεις.
• Αιφνίδιος θάνατος.
79
Απορρύθμιση διαβήτη
• Ο διαβήτης μπορεί να απορυθμιστεί με την ύπαρξη κάποιας λοίμωξης
(ουρολοίμωξη, βρογχίτιδα), κάποιου τραυματισμού ή εγχείρησης.
• Για τον λόγο αυτό θα πρέπει στα ηλικιωμένα άτομα που παρουσιάζουν
ανθεκτικό στην θεραπεία διαβήτη να εξετάζεται η περίπτωση λοίμωξης
έστω και αν δεν υπάρχει πυρετός ή άλλα συμπτώματα.
• Τέλος για τον ίδιο λόγο θα πρέπει να γίνεται προσεκτικός και
καθημερινός καθαρισμός των κάτω άκρων και άμεση θεραπεία των
μικροτραυματισμών του δέρματος.
• Πρέπει να τονισθεί ότι ο ΣΔ είναι το πιο συχνό μεταβολικό νόσημα της
τρίτης ηλικίας και με την σωστή δίαιτα, την κατάλληλη φαρμακευτική
αγωγή και την σωστή δοσολογία, την ήπια φυσική δραστηριότητα και
την υγιεινή φροντίδα του σώματος εξασφαλίζεται η βελτίωση της
ποιότητας της ζωής του υπερήλικα και η αποφυγή των σοβαρών
επιπλοκών.
80
Σακχαρώδης διαβήτης - τρίτη ηλικία 1/2
Αρχική εκτίμηση
• Πλήρες και λεπτομερές ιστορικό.
• Προσεκτική κλινική εξέταση.
• Παρακλινικός έλεγχος που περιλαμβάνει:
o Σάκχαρο αίματος νηστείας και δύο ώρες μετά από γεύμα.
o Ουρία, κρεατινίνη, λιπίδια, βιοχημεία ήπατος.
o Γλυκοζηλιωμένη Hb.
o Ηλεκτροκαρδιογράφημα.
o Βυθοσκόπηση.
o Διατροφικές οδηγίες.
81
83
84
Διαιτητική αγωγή 3/29
• Όταν ο έλεγχος της γλυκόζης του αίματος είναι φτωχός για πολλά
χρόνια, αφήνει στο αίμα υψηλά επίπεδα σακχάρου και λιπιδίων
αίματος, όπως την «κακή» χοληστερόλη (LDL), που μπορεί να
οδηγήσουν σε μικρο-μακροαγγειοπάθειες, ειδικά όταν το
διαιτολόγιο είναι πλούσιο σε «κακά» λίπη, όπως τα κορεσμένα και
τα υδρογονομένα.
85
86
Διαιτητική αγωγή 5/29
• Ένα σύνηθες σχήμα διατροφής περιλαμβάνει 3 κύρια γεύματα
(πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό) και 3 ενδιάμεσα. Η πρόσληψη
περισσότερων ή λιγότερων υδατανθράκων - θερμίδων σε ένα γεύμα
ή από μέρα σε μέρα, είναι η αιτία των ανεπιθύμητων διακυμάνσεων
της γλυκόζης του αίματος.
• Εκτός από τη ποσότητα των υδατανθράκων πολύ σημαντική είναι
και η ποιότητα αυτών για τον έλεγχο της γλυκόζης του αίματος.
• Όλες οι υδατανθρακούχες τροφές με τη πέψη διασπώνται στο
γαστρεντερικό σωλήνα και απελευθερώνουν γλυκόζη αλλά σε
διαφορετικές ταχύτητες.
• Ο γλυκαιμικός δείκτης (ΓΔ) χρησιμοποιείται για να μετρήσει το πόσο
πολύ και πόσο γρήγορα μια συγκεκριμένη ποσότητα
υδατανθρακούχας τροφής μπορεί να αυξήσει την γλυκόζη αίματος
με μέτρο σύγκρισης το άσπρο ψωμί ή την γλυκόζη (WHO, 1997).
87
88
Διαιτητική αγωγή 7/29
Οι παράγοντες που επηρεάζουν το γλυκαιμικό δείκτη των τροφών είναι οι
παρακάτω:
• Η ποσότητα και το είδος των υδατανθράκων (ζάχαρη συγκριτικά με το
άμυλο).
• Η περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες (άσπρο ψωμί συγκριτικά με πιτυρούχο).
• Η ωριμότητα της τροφής (ανώριμο φρούτο - συγκριτικά με τα ώριμα).
• Ο τρόπος παρασκευής των τροφών (ωμά σε σύγκριση με βρασμένα
λαχανικά).
• Η φυσική κατασκευή των τροφών (επεξεργασμένες τροφές συγκριτικά με
μη επεξεργασμένες).
• Η πρόληψη και άλλων συστατικών συγχρόνως. Όταν μια τροφή περιέχει
εκτός από ζάχαρη και μεγάλη ποσότητα λίπους, μειώνεται ψευδώς ο
γλυκαιμικός δείκτης της τροφής συγκριτικά με μια άλλη τροφή που
περιέχει μόνο ζάχαρη, διότι το λίπος που εμπεριέχεται στη τροφή
καθυστερεί την απορρόφηση των υδατανθράκων, αλλά κρατάει τα
επίπεδα της γλυκόζης του αίματος υψηλά για περισσότερη ώρα. 89
90
Διαιτητική αγωγή 9/29
• Ένα σωστό πρόγραμμα διατροφής συμπεριλαμβάνει και άλλα
στοιχεία, όπως τον υγιεινό τρόπο μαγειρέματος, την επαρκή λήψη
νερού (6-8 ποτήρια), καθώς και την υιοθέτηση ενός υγιεινού
τρόπου ζωής (συστηματική σωματική άσκηση, διαχείριση του
στρες, επαρκή ύπνο και αποχή από το κάπνισμα), που είναι
απαραίτητα για την επιτυχή εφαρμογή του υγιεινού προγράμματος
διατροφής.
91
92
Διαιτητική αγωγή 11/29
• Αντίθετα, αυτές οι αντικαταστάσεις δεν μπορούν να γίνουν μεταξύ
ισοδυνάμων που ανήκουν σε διαφορετικές ομάδες, ειδικά όταν η
σύνθεση των ισοδυνάμων είναι πολύ διαφορετική, π.χ. ένα
ισοδύναμο κρέατος δεν μπορεί να αντικατασταθεί με ένα
ισοδύναμο ψωμιού - δημητριακών. Για το άτομο με διαβήτη
χρησιμοποιείται ο τύπος δίαιτας των ισοδυνάμων, καθότι
αποτελεί πρακτικό οδηγό για τη σταθερή ημερήσια θερμιδική
πρόσληψη του ατόμου και επιτρέπει τη χρησιμοποίηση μιας
μεγάλης ποικιλίας τροφίμων στο διαιτολόγιό του (ΑDA, 2003).
93
94
Διαιτητική αγωγή 13/29
• Τροφές πλούσιες σε διαλυτές φυτικές ίνες, όπως είναι τα όσπρια,
κριθαρένια παξιμάδια, βρώμη, λαχανικά και φρούτα είναι
ιδιαιτέρα ωφέλιμες, διότι έχουν χαμηλότερο γλυκαιμικό δείκτη και
μειώνουν περισσότερο τα τριγλυκερίδια και τη χοληστερόλη του
αίματος απ’ ό,τι οι αδιάλυτες.
• Οι τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες.
95
96
Διαιτητική αγωγή 15/29
• Τροφές φτωχές σε φυτικές ίνες (επεξεργασμένες)
o Άσπρο ψωμί, παξιμάδι ή φρυγανιά,
o Άσπρο ρύζι,
o Άσπρα ζυμαρικά,
o Δημητριακά αποφλοιωμένα (π.χ. Corn flakes, Rice krispies,
Honey pops).
97
98
Διαιτητική αγωγή 17/29
• Τροφές ολικής άλεσης, ρύζι μη αποφλοιωμένο, μπορεί να είναι
λιγότερο αποτελεσματικές στο να μειώνουν τα τριγλυκερίδια και τη
χοληστερόλη, αλλά και αυτές βελτιώνουν το γλυκαιμικό έλεγχο και
είναι ιδιαιτέρα ωφέλιμες για την αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας.
• Σύμφωνα με τις νέες οδηγίες για άτομα με διαβήτη η ιδανική
πρόσληψη των φυτικών ινών συνιστάται να είναι πάνω από
40gr./ημέρα (20gr./ 1000kcal/ημέρα) οι μισές από τις οποίες θα
πρέπει να είναι διαλυτές.
• Προτιμούνται επίσης οι μη επεξεργασμένες τροφές, διότι έχουν
χαμηλότερη θερμιδική πυκνότητα, χρειάζονται περισσότερο χρόνο
για να μασηθούν, παραμένουν στο στομάχι για περισσότερη ώρα,
οπότε προκαλούν το αίσθημα του κορεσμού και έτσι συμβάλλουν
στη μείωση και της παχυσαρκίας.
99
101
102
Διαιτητική αγωγή 21/29
• Από την ομάδα κρέατος συνιστώνται να είναι τα περισσότερα
γεύματα της εβδομάδας δηλαδή περίπου 12 γεύματα από τα 14
κύρια γεύματα της εβδομάδας από άπαχες πρωτεϊνούχες τροφές,
όπως πουλερικά, γαλοπούλα, άπαχα κρέατα, ψάρια, κουνέλι και
τυριά (χαμηλών λιπαρών) (ADA, 2001).
• Το ψάρια, ειδικά τα παχιά, συνιστώνται συχνά δύο φορές την
εβδομάδα ή και περισσότερο. Το λίπος του ψαριού είναι ιδιαίτερα
ωφέλιμο, διότι περιέχει ω-3 λιπαρά, τα οποία έχουν
αντιαθηρογενείς, αντιφλεγμονώδεις και αντιθρομβωτικές καθώς και
αντιαρρυθμικές ιδιότητες.
• Αντίθετα, δε συνιστώνται περισσότερα από 2 γεύματα την
εβδομάδα από κόκκινα κρέατα όπως άπαχα κομμάτια μοσχάρι,
χοιρινό, κατσίκι, αλλαντικά, διότι είναι πλούσια σε κορεσμένα λίπη.
103
104
Διαιτητική αγωγή 23/29
• Από την ομάδα λιπαρών ουσιών, συνιστάται να καταναλώνονται
όσο γίνεται μικρότερες ποσότητες, διότι η διατροφή η πλούσια σε
λίπος, σχετίζεται με αυξημένη επίπτωση παχυσαρκίας και
καρδιαγγειακής νόσου. Το μεγαλύτερο μέρος του λίπους του
διαιτολογίου συνιστάται να είναι σε μορφή ελαιολάδου, διότι
μειώνει τα επίπεδα της «κακής» χοληστερόλης (LDL) και
παράλληλα αυξάνει τα επίπεδα της «καλής» χοληστερόλης (HDL).
105
106
Διαιτητική αγωγή 25/29
• Έρευνες δείχνουν ότι ο σύγχρονος τρόπος διατροφής,
περιλαμβάνει διατροφή πλούσια σε λίπος, ειδικά κορεσμένα λίπη
(ζωικά) και ακόρεστα λίπη τύπου ω-6 (φυτικά που βρίσκονται στα
σπορέλαια, στη μαργαρίνη, στη φυτίνη, με τα οποία
παρασκευάζονται τυρόπιτες, λουκανικόπιτες, ντόνατς, πατατάκια,
γαριδάκια, ορισμένα δημητριακά, κρουασάν, μπισκότα, κράκερ,
γλυκίσματα, κ.λπ.), ενώ έχουμε μειωμένη πρόσληψη των
ακόρεστων λιπών τύπου ω-3 (που βρίσκονται στο λίπος του
ψαριού). Ακόμη, πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι η μεγάλη
πρόσληψη λιπών τύπου ω-6 διαταράσσει τη σωστή αναλογία του
κλάσματος ω-6 προς ω-3, που σχετίζεται με την αυξημένη
εμφάνιση αρτηριοσκλήρυνσης, παχυσαρκίας, σακχαρώδη
διαβήτη τύπου 2 και υπέρτασης.
107
108
Διαιτητική αγωγή 27/29
• Η πεποίθηση ότι η δίαιτα του ατόμου με διαβήτη πρέπει να είναι
τελείως ελεύθερη από ζάχαρη (σουκρόζη), δεν είναι απόλυτα
σωστή διότι η γλυκαιμική απάντηση στη τροφή επηρεάζεται από
πολλούς παράγοντες, από τους οποίους η περιεκτικότητα σε
ζάχαρη είναι μόνο ένας και όχι πάντα ο πιο σημαντικός.
• Πολλές υδατανθρακούχες τροφές που περιέχουν ζάχαρη
παράγουν χαμηλότερη γλυκαιμική απάντηση απ' ό,τι αυτές που
περιέχουν άμυλο (όπως π.χ. δημητριακά ολικής αλέσεως
συγκριτικά με άσπρο ψωμί). Παρόλα αυτά, πρέπει να
συμβουλεύονται τα άτομα με διαβήτη να είναι προσεκτικά με την
κατανάλωση της ζάχαρης και των τροφών που περιέχουν μεγάλες
ποσότητες ζάχαρης.
109
110
Διαιτητική αγωγή 29/29
• Μέτριες ποσότητες ζάχαρης ή τρόφιμα πλούσια σε ζάχαρη
μπορούν να συμπεριληφθούν στο διαιτολόγιο του ατόμου με
διαβήτη, εφόσον συνυπολογίζονται οι θερμίδες που περιέχουν,
ώστε να παραμείνει η θερμιδική σύνθεση του διαιτολογίου
σταθερή.
• Η συνολική πρόσληψη ζάχαρης και γλυκισμάτων για άτομα με
διαβήτη δεν πρέπει να ξεπερνά το 8% της καθημερινής θερμιδικής
πρόσληψης που ισχύει ως οδηγία και για το γενικό πληθυσμό. Για
υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα με διαβήτη συνιστώνται ακόμα
χαμηλότερα επίπεδα γλυκισμάτων (<8%).
111
Φαρμακευτική αγωγή
αντιδιαβητικά από το στόμα
• Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι σουλφονυλουριες και τα
διγουανιδια.
• Τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται στους διαβητικούς τύπου ΙΙ
και πρέπει να συνταγογραφούνται μετά από την αποτυχία της
διαιτητικής αγωγής επί 1 μήνα τουλάχιστον.
• Θα πρέπει να δίδονται για να ενισχύσουν το θεραπευτικό
αποτέλεσμα της δίαιτας και όχι να την αντικαταστήσουν.
112
Σουλφονυλουρίες 1/8
• Οι σουλφονυλουρίες διακρίνονται σε σουλφονυλουρίες πρώτης
γενεάς (τολβουταμίδη, τολαζαμίδη, ακετοεξαμίδη και
χλωροπροπαμίδη) και σε σουλφονυλουρίες δεύτερης γενεάς
(γλιβενκλαμίδη, γλικλαζίδη, γλιπιζίδη). Αν και οι τελευταίες δεν
διαφέρουν πολύ από τις σουλφονυλουρίες πρώτης γενιάς είναι
όμως αποτελεσματικές σε μικρότερες δόσεις.
113
Σουλφονυλουρίες 2/8
• Όσων αφορά στον τρόπο ενέργειας των σουλφονυλουριών
υποστηρίζονται τρείς τουλάχιστον μηχανισμοί.
• Προαγωγή της έκλυσης ινσουλίνης από τα β-κύτταρα των νησιδίων
του παγκρέατος.
• Αύξηση του αριθμού των υποδοχέων της ινσουλίνης.
• Μείωση των επιπέδων της γλυκαγόνης του αίματος.
• Η ισχύς των παραγώγων της σουλφονυλουρίας εξαρτάται από
τον ρυθμό με τον οποίο μεταβολίζονται, από την δραστικότητα
των μεταβολικών προϊόντων που προκύπτουν και από τον ρυθμό
απέκκρισης.
114
Σουλφονυλουρίες 3/8
• Ο ρυθμός μεταβολισμού είναι ταχύς για την τολβουταμίδη και την
τολαζαμίδη, βραδύς για την χλωροπροπαμίδη και ενδιάμεσος για τις
υπόλοιπες σουλφονυλουρίες.
• Η χλωροπροπαμίδη σε ποσοστό 80% δεν μεταβολίζεται και
απεκκρίνεται αναλλοίωτη από τους νεφρούς γι αυτό και δεν
συνίσταται η χορήγηση της σε περιπτώσεις διαβητικών με νεφρική
ανεπάρκεια, καθώς κα σε άτομα μεγάλης ηλικίας διότι υπάρχει
αυξημένος κίνδυνος υπογλυκαιμίας.
• Τα μεταβολικά παράγωγα των σουλφονυλουριών είτε είναι αδρανή
είτε έχουν ασθενή υπογλυκαιμική ενέργεια εκτός της ακετοεξαμίδης
της οποίας το μεταβολικό προϊόν υδροξυεξαμίδη έχει 2 ½ φορές
μεγαλύτερη υπογλυκαιμική δράση σε σύγκριση με την μητρική
ουσία. Γι’ αυτό το λόγο η ακετοξαμίδη δε συνίσταται σε διαβητικούς
με νεφρική ανεπάρκεια. 115
Σουλφονυλουρίες 4/8
• Η χλωροπροπαμίδη διεγείρει την έκκριση της αντιδιουρητικής
ορμόνης και ενισχύει την επίδραση της τελευταίας στα ουροφόρα
σωληνάρια με αποτέλεσμα την πρόκληση υπονατριαιμίας από
αραίωση. Η αντιδιουρητική ενέργεια της χλωροπροπαμίδης είναι
αποκλειστική ιδιότητα του υπογλυκαιμικού αυτού παράγοντα σε
αντίθεση με τις άλλες σουλφονυλουρίες που διευκολύνουν την
απέκκριση ύδατος. Λόγω της αντιδιουρητικής της ενέργειας η
χλωροπροπαμίδη χρησιμοποιείται και σε ήπιες μορφές άποιου
διαβήτη.
• Ενδείξεις: μη ινσουλινοεξερτώμενος σακχαρώδης διαβήτης.
116
Σουλφονυλουρίες 5/8
• Αντενδείξεις: ινσουλινοεξερτώμενος σακχαρώδης διαβήτης,
διαβήτης επιπλεκόμενος με κετοοξέωση ή κώμα ή κατά την
διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού, εγχειρήσεις
διαβητικών και διαβήτης που επιπλέκεται με διαταραχές της
ηπατικής, νεφρικής ή επινεφριδικής λειτουργίας. Στις περιπτώσεις
αυτές η θεραπεία με ινσουλίνη είναι αναγκαία. Όπως επίσης και σε
άλλες καταστάσεις για παράδειγμα οξύ έμφραγμα του
μυοκαρδίου, βαριές λοιμώξεις, τραυματισμοί.
117
Σουλφονυλουρίες 6/8
• Ανεπιθύμητες ενέργειες: οι σουλφονυλουρίες και ιδιαίτερα αυτές
της δεύτερης γενεάς είναι καλά ανεκτές από τους διαβητικούς και
σπανίως οι ανεπιθύμητες ενέργειες επιβάλουν τη διακοπή τους.
• Οι πιο συνηθισμένες είναι από το πεπτικό σύστημα όπως για
παράδειγμα ναυτία, έμετοι.
• Επίσης μπορεί να παρατηρηθούν ήπιες νευρολογικές
εκδηλώσεις(αδυναμία, παραισθήσεις).
118
Σουλφονυλουρίες 7/8
• Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να παρουσιαστούν τοξικές
επιδράσεις στο αιμοποιητικό σύστημα (λευκοπενία, θρομβοπενία,
απλαστική ή αιμολυτική αναιμία)σπάνιες είναι επίσης και οι
αντιδράσεις υπερευαισθησίας οι οποίες περιλαμβάνουν παροδικά
εξανθήματα, φωτοευαισθησία, πυρετό, ίκτερο.
• Ερύθημα προσώπου μετά από λήψη οινοπνεύματος μπορεί να
παρατηρηθεί με χλωροπροπαμίδη ή τολβουταμίδη.
Αλληλεπιδράσεις: η υπογλυκαιμική ενέργεια των
σουλφονυλουριών ενισχύεται από την λήψη φαρμάκων τα οποία
εκτοπίζουν τις σουλφονυλουρίες από τις δεσμευτικές θέσεις τους
στις πρωτεΐνες του πλάσματος. Τα φάρμακα αυτά είναι:
σαλυκιλικά, μη στεροειδή, σουλφοναμίδες, κοτριμοξαζόλη,
προβενεσίδη, κλοφιβράτη.
119
Σουλφονυλουρίες 8/8
• Αντίθετα η υπογλυκαιμική ενέργεια των σουλφονυλουριών
ελαττώνεται από την χορήγηση φαρμάκων που επηρεάζουν τον
μεταβολισμό της γλυκόζης ή και την δράση της ινσουλίνης. Τα
φάρμακα αυτά είναι: κορτικοστεροειδή, διουρητικά, οιστρογόνα,
αντισυλληπτικά, ριφαμπικίνη, θυρεοειδικά σκευάσματα,
ισονιαζίδη κ.τ.λ
• Απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή σε διαβητικούς με καρδιαγγειακή
νόσο, καθώς επίσης και σε ηλικιωμένα άτομα λόγω αυξημένου
κινδύνου σοβαρής υπογλυκαιμίας. Επίσης προσοχή απαιτείται σε
καρδιοπαθείς που θεραπεύονται με χλωροπροπαμίδη λόγω του
κινδύνου κατακράτησης ύδατος.
120
Σουλφονυλουρίες πρώτης γενεάς
χλωροπροπαμίδη
• Ενδείξεις: μη ινσουλινοεξερτώμενος σακχαρώδης διαβήτης (τύπου
ΙΙ) ήπιες μορφές άποιου διαβήτη.
• Δοσολογία: αρχικά χορηγούνται 250 εφάπαξ το πρωί με το
απόγευμα. Γα ηλικιωμένους ασθενείς συνιστώνται μικρότερες
δόσεις (125mg ημερησίως). Η δόση συντηρήσεως είναι 125-500
mg ημερησίως.
• Μορφές-περιεκτικότητες: tablets 250 mg.
• Ιδιοσκευάσματα:DIABINESE/Pfizer: tab 250 mg.
121
122
Σουλφονυλουρίες δεύτερης γενεάς 2/4
ΓΛΙΜΕΠΙΡΙΔΗ
• Δοσολογία: αρχικά χορηγείται 1 mg ημερησίως. Η δόση μπορεί να
αυξηθεί έως και 4mg ημερησίως με σταδιακή αύξηση ανά 1-2
εβδομάδες. Μέγιστη ημερήσια δόση 6mg ημερησίως.
• Μορφές-περιεκτικότητες: tablets 1 mg, 2 mg, 3mg, 4 mg.
• Ιδιοσκευάσματα: SOLOSA: tab 1 mg, 2mg, 3mg, 4 mg.
123
124
Σουλφονυλουρίες δεύτερης γενεάς 4/4
ΓΛΙΠΙΖΙΔΗ
125
Διγουανίδια 1/5
• Τα διγουανίδια φαινφορμίνη και μετφορμίνη έχουν διαφορετικό
τρόπο δράσης από εκείνο των σουλφονυλουρίων.
• Τα φάρμακα της ομάδας αυτής αν καν στερούνται της
ινσουλινοτρόπου δράσης των σουλφονυλουριών έχουν ανάγκη την
παρουσία λειτουργικών β-κυττάρων των νησιδίων του παγκρέατος
για να ασκήσουν τη δράση τους.
126
Διγουανίδια 2/5
Τρόποι ενέργειας των διγουανιδίων:
1. Η προαγωγή της αναερόβιας γλυκόλυσης στους περιφερικούς
ιστούς με αποτέλεσμα την αυξημένη πρόσληψη γλυκόζης στο αίμα.
2. Η αναστολή της ηπατικής νεογλυκογένεσης.
3. Η ελάττωση της εντερικής απορρόφησης της γλυκόζης.
4. Η προαγωγή της δέσμευσης της ινσουλίνης από τους υποδοχείς της
στους περιφερικούς ιστούς.
• Η χρήση τα φαινφορμίνης έχει απαγορευθεί σε αρκετές χώρες
εξαιτίας του κινδύνου της γαλακτικής οξέωσης ιδιαίτερα σε ασθενείς
με νεφρική, ηπατική, καρδιακή ανεπάρκεια. Η εμφάνιση γαλακτικής
οξέωσης ευνοείται σε άτομα άνω των 65 ετών, σε αλκοολικούς και
σε δόση άνω των 100 mg/24ωρο.
127
Διγουανίδια 3/5
• Υποψήφιοι για χορήγηση διγουανιδίων θα πρέπει να θεωρούνται
οι διαβητικοί στους οποίους έχει αποτύχει η σωστή θεραπευτική
αγωγή (δίαιτα ή δίαιτα και σουλφονυλουρίες) και αρνούνται την
χορήγηση ινσουλίνης.
• Ενδείξεις: μη ινσουλινοεξαρτώμενος σακχαρώδης διαβήτης,
ιδιαίτερα σε παχύσαρκα άτομα που δε ρυθμίζεται με σωστή δίαιτα
και σουλφονυλουρίες.
• Αντενδείξεις: σε άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών σε ασθενείς που
πάσχουν από καρδιαγγειακά νοσήματα ή αναπνευστική ,ηπατική,
νεφρική ανεπάρκεια, σε ασθενείς που έχουν λοίμωξη ή γάγγραινα,
σε αλκοολισμό, στην κύηση και την γαλουχία.
128
Διγουανίδια 4/5
• Ανεπιθύμητες ενέργειες: η γαλακτική οξέωση αποτελεί την
σοβαρότερη και πιο επικίνδυνη παρενέργεια. Συνήθως
εκδηλώνεται με ανορεξία, εμετούς, διάρροιες, σύγχυση η οποία
εξελίσσεται σε κώμα με αυξημένα επίπεδα γαλακτικού οξέως στο
αίμα. Επίσης υπάρχει απώλεια βάρους, κεφαλαλγία, εξανθήματα,
αδυναμία, μείωση της απορρόφησης της βιταμίνης B12 , ανάπτυξη
πνευμονικής υπέρτασης.
• Αλληλεπιδράσεις: οι β-αδρενεργικοί αναστολείς και το
οινόπνευμα ενισχύουν τη δράση τους. Με το οινόπνευμα επίσης
αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης γαλακτικής οξέωσης. Τα
κορτικοστεροειδή, διαζοξείδη, αντισυλληπτικά και γενικά τα
φάρμακα με υπεργλυκαιμική δράση ανταγωνίζονται την
υπογλυκαιμική τους ενέργεια.
129
Διγουανίδια 5/5
• Η θνησιμότητα από την γαλακτική οξέωση υπερβαίνει το 50%και
για τον λόγο αυτό θα πρέπει να τηρούνται αυστηρά οι ενδείξεις
και οι αντενδείξεις. Να αποφεύγεται η λήψη τους προεγχειρητικά
καθώς και η σύγχρονη λήψη οινοπνεύματος και η υπέρβαση της
συνιστώμενης δόσης.
130
Μετφορμίνη 1/2
Μετφορμίνη υδροχλωρική
• ΔΟΣΟΛΟΓΙΑ: συνιστώμενη δόση 850 mg-1 g 2 φορές την ημέρα.
• Μέγιστη δόση 2.5 g/24ωρο.
• Μορφές-περιεκτικότητες:tablets 850 mg.
• Ιδιοσκευάσματα: GLUCOPHAGE:tab 850 mg.
131
Μετφορμίνη 2/2
Γλιβενκλαμίδη και μετφορμίνη
• Ενδείξεις: μη ινσουλινοεξερτώμενος σακχαρώδης διαβήτης.
• Δοσολογία: συνήθης έναρξη με ½ δισκίο ημερησίως το οποίο
αυξάνεται ανάλογα με την ανταπόκριση κατά ½ δισκίο μέχρι το
μέγιστο 4 δισκία ημερησίως.
• Μορφές-περιεκτικότητες:tablets(2.5+400)mg.
• Ιδιοσκευάσματα: NORMELL:tab(2.5+400)mg.
132
Άλλα αντιδιαβητικά φάρμακα 1/4
Ακαρβόζη
• Acarbose
• Πρόκειται για αναστολέα της α-γλυκοσιδάσης η οποία προκαλεί
φυσιολογικά αποδόμηση των πολυσακχαρίτων της τροφής με
συνέπεια να παρεμποδίζεται η αύξηση της γλυκόζης που ακολουθεί
ένα υδατανθρακούχο γεύμα.
• Ενδείξεις: συμπληρωματική θεραπεία σακχαρώδη διαβήτη
ανεπαρκώς ρυθμιζόμενου με την δίαιτα.
• Αντενδείξεις: υπερευαισθησία στη δραστική ουσία.
• Ανεπιθύμητες ενέργειες: μετεωρισμός, κοιλιακά άλγη, διάρροια.
• Αλληλεπιδράσεις: τα αντιόξινα, η χολεστυραμίνη και τα πεπτικά
ένζυμα μειώνουν τη δράση της.
133
134
Άλλα αντιδιαβητικά φάρμακα 3/4
Ρεπαγλινιδη
• Είναι παράγωγο του καρβαμουλοβενζοικου οξέος. Δρα
υπογλυκαιμικά διεγείροντας την έκκριση της ινσουλίνης.
• Ενδείξεις: σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 είτε ως
μονοθεραπεία είτε σε συνδυασμό με μετφορμίνη όταν δεν υπάρχει
ικανοποιητικός έλεγχος της γλυκαιμίας με τα συνήθη
υγιεινοδιαιτητικά μέτρα ή μόνο την μετφορμίνη.
• Αντενδείξεις: σε σοβαρή ηπατική βλάβη, διαβητική κετοξέωση,
κύηση και γαλουχία, σε παιδιά κάτω των 12 ετών και άνω των 75
ετών.
• Ανεπιθύμητες ενέργειες: κοιλιακό άλγος, ναυτία, εμετοί, διάρροια ή
δυσκοιλιότητα, υπογλυκαιμία.
135
137
Ινσουλίνες 2/11
• Η εταιρία Lilly των ΗΠΑ κατόρθωσε να παράγει τεχνητά ινσουλίνη,
όμοια με την ανθρώπινη παγκρεατική, απαλλαγμένη από τις
διάφορες προσμίξεις που είχαν οι ζωικές ινσουλίνες. Η παραγωγή
έγινε με την συμμετοχή της βιοτεχνολογίας και την μέθοδο της
ανασύνθεσης του DNA στο στέλεχος Κ12 του βακτηριδίου
Esherihia Coli. Η ινσουλίνη αυτή ονομάζεται Humulin. Επιπλέον η
εταιρία Novo-Nordisk της Δανίας, λίγο αργότερα κυκλοφόρησε την
HM και αυτή όμοια με την ανθρώπινη, χρησιμοποιώντας την ίδια
μέθοδο, με την μοναδική διαφορά ότι παράγεται από την
ανασύνθεση του DNA των ζυμομυκήτων της ζύμης.
138
Ινσουλίνες 3/11
• Η ινσουλίνη μετριέται σε μονάδες. Στην χώρα μας κυκλοφορεί σε
πυκνότητα 100 μονάδων σε κάθε κυβικό εκατοστό διαλύματος. Σε
μερικές χώρες κυκλοφορεί και σε πυκνότητα των 40 μονάδων που
σημαίνει ότι χρησιμοποιούνται διαφορετικές σύριγγες ινσουλίνης.
139
Ινσουλίνες 4/11
• Οι ενδείξεις της ινσουλινοθεραπείας είναι:
• Στον διαβήτη τύπου I, όπου υπάρχει έλλειψη ινσουλίνης και έτσι η θεραπεία
αποτελεί κατά κάποια έννοια, θεραπεία υποκατάστασης, χωρίς την οποία ο
ασθενής δεν μπορεί να επιβιώσει,
• Στον διαβήτη κύησης,
• Σε διαβητική κετοοξέωση,
• Στον διαβήτη τύπου II,
1. Ανεπαρκής μεταβολική ρύθμιση,
2. Κύηση ή επιθυμία για κύηση,
3. Διαβητική κετοοξέωση,
4. Σε οξείες καταστάσεις (όπως λοιμώξεις, χειρουργικές επεμβάσεις, οξύ
έμφραγμα του μυοκαρδίου, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, σοβαρές
αιμορραγίες),
5. Διαβητικές επιπλοκές (χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, επώδυνη
νευροπάθεια, ηπατική ανεπάρκεια). 140
Ινσουλίνες 5/11
• Σε άτομα με Σ.Δ. τύπου II, παρατηρείται μία προοδευτική
εξάντληση της λειτουργίας των β- κυττάρων του παγκρέατος, κατά
την εξέλιξη της νόσου. Κάθε χρόνο, χάνεται το 1,5 % της
λειτουργικότητας των β-κυττάρων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την
μη αποδοτικότητα των από του στόματος αντιδιαβητικών δισκίων
(όχι γιατί αυτά αποτυγχάνουν, αλλά γιατί ο οργανισμός αδυνατεί
να ανταποκριθεί) και αφού υπάρχει έλλειψη ινσουλίνης,
ενδείκνυται η ινσουλινοθεραπεία.
141
Ινσουλίνες 6/11
Η διάκριση της ινσουλίνης γίνεται ανάλογα με το χρόνο έναρξης της
δράσης και τη διάρκεια της δράσης:
• Ταχείας δράσης ινσουλίνη (short-acting insulin)
Η ταχείας δράσης ινσουλίνη είναι διαυγές διάλυμα και συνήθως
χορηγείται 15-30 λεπτά πριν από το γεύμα. Η έναρξη της δράσης της
είναι 30 λεπτά περίπου από τη χορήγηση. Έχει την μεγαλύτερη
δράση της 2-4 ώρες μετά την ένεση (χρόνος μέγιστης δράσης) και
παύει πλήρως μετά από 6-8 ώρες (διάρκεια δράσης). Όταν
χορηγηθεί ενδοφλεβίως έχει πολύ σύντομο χρόνο ζωής, μόλις 5
λεπτών και η δράση της εξαφανίζεται μέσα σε 30 λεπτά. Στην
προσπάθεια της βιοτεχνολογίας να δώσει πιο ευέλικτες επιλογές στη
θεραπεία του διαβήτη, δημιουργήθηκαν τα ανάλογα ινσουλίνης.
Έχουν ταχύτερη έναρξη δράσης και μικρότερη διάρκεια. Στόχος τους
είναι η χρήση αμέσως πριν από τα γεύματα, χωρίς τον κίνδυνο
καθυστερημένης υπογλυκαιμίας. 142
Ινσουλίνες 7/11
• Ενδιάμεσης δράσης ινσουλίνη (Intermediate-acting insulin)
Οι ενδιάμεσης δράσης ινσουλίνες αρχίζουν να δρουν μέσα σε 1-3
ώρες από την ένεση. Φθάνουν στην μεγαλύτερη δράση τους σε 6-12
ώρες και μπορούν να συνεχίσουν να δρουν μέχρι 16-24 ώρες από
την ένεση. Δεν χορηγούνται ενδοφλεβίως.
• Μακράς δράσης ινσουλίνες (Long-acting insulin)
Η μακράς δράσης ινσουλίνη δεν αρχίζει τη δράση της πριν περάσουν
4-8 ώρες από την ένεση. Έχει σχετικά βραδεία και παρατεταμένη
μέγιστη δράση, που παρατηρείται 12-18 ώρες από την ένεση και
συνεχίζει να δρα έως και 24-48 ώρες. Περιλαμβάνουν τη
πρωταμινική ψευδαργυρούχο ινσουλίνη (Protamine zinc insulin) και
το ψευδαργυρούχο εναιώρημα της κρυσταλλικής ινσουλίνης
(Ultralente). Δεν χορηγούνται ενδοφλεβίως.
143
Ινσουλίνες 8/11
• Μείγματα ινσουλινών
Οι δόσεις μικτής ινσουλίνης παρέχουν στον οργανισμό, μια πρώτη
αιχμή δράσης, που καλύπτει το γεύμα, που καταναλώνεται,
αμέσως μετά από την ένεση, ενώ ταυτόχρονα παρέχει
παρατεταμένης δράσης ινσουλίνη που καλύπτει κατά την διάρκεια
της ημέρας ή της νύκτας. Συχνά η ταχεία ινσουλίνη αναμιγνύεται
με ενδιάμεσης ή μακράς δράσης ινσουλίνη σε διάφορες αναλογίες
( 10/90, 20/80, 30/70, 40/60,50/50).
144
Ινσουλίνες 9/11
Οδοί χορήγησης ινσουλίνης
• Από του στόματος δεν χορηγείται μέχρι σήμερα, διότι αποδομείται
ταχύτατα στον γαστρεντερικό σωλήνα.
• Υποδόρια χορήγηση: είναι ο συνηθέστερος τρόπος χορήγησης της
ταχείας, της ενδιάμεσης, της μακράς και των μειγμάτων ινσουλίνης.
• Ενδοφλέβια χορήγηση: γίνεται μόνο σε νοσοκομειακή περίθαλψη
και από τον θεράποντα ιατρό. Η ενδοφλέβια χορήγηση γίνεται μόνο
με ταχείας δράσης ινσουλίνη σε μικρές απευθείας ποσότητες ή σε
συνεχή ενδοφλέβια έγχυση μέσα σε ορό (γρήγορα αποτελέσματα).
• Μερικές φορές δύναται να χορηγηθεί ενδομυϊκά, μόνο έπειτα από
εντολή ιατρού, εφόσον υπάρχει επείγουσα ανάγκη.
145
Ινσουλίνες 10/11
Θέσεις ενέσεων της ινσουλίνης
• Οι ενέσεις ινσουλίνης γίνονται υποδορίως στις εξής περιοχές του
σώματος:
o Στο έξω και πλάγιο μέρος των βραχιόνων.
o Στους γλουτούς.
o Στη πρόσθια και έξω περιοχή των μηρών.
o Στο προσθιοπλάγιο και κάτω κοιλιακό τοίχωμα.
146
Ινσουλίνες 11/11
• Η απορρόφηση της ινσουλίνης είναι ταχύτερη από το δέρμα της
κοιλιάς και ακολουθούν κατά σειρά ταχύτητας απορρόφησης οι
βραχίονες, οι μηροί και οι γλουτοί. Αυτό συμβαίνει λόγω διαφοράς
πυκνότητας τριχοειδικού δικτύου.
• Οι ενέσεις πρέπει να γίνονται κάθετα στο σημείο. Πρέπει να
αποφεύγεται η επανειλημμένη ένεση στο ίδιο σημείο. Ο
σωστότερος τρόπος χορήγησης είναι ο κυκλικός ή ωρολογιακός για
να αποφεύγονται οι τοπικές επιπλοκές από την ένεση και έτσι να
υπάρχει αρμονία στην απορρόφηση.
147
148
Τρόποι χορήγησης ινσουλίνης 2/2
• Συσκευές διαδερμικής χορήγησης υπό πίεση: λειτουργούν χωρίς
βελόνα και χορηγούν την ινσουλίνη διαδερμικά με πίεση. Αυτή η
μέθοδος έχει πολλά μειονεκτήματα για αυτό δεν χρησιμοποιείται:
o Μειώνει τον συνολικό χρόνο δράσης της ινσουλίνης
o Η θέση της ένεσης εάν δεν είναι κάθετη εντελώς μπορεί εύκολα
η ινσουλίνη να χυθεί έξω
o Η μακροχρόνια χρήση μπορεί να προκαλέσει τοπικές βλάβες
στους ιστούς
o Παρουσιάζουν τεχνικά προβλήματα με μεγάλο κόστος
επισκευής.
149
150
Αντλίες συνεχούς έγχυσης ινσουλίνης 2/2
• Για την τοποθέτηση της αντλίας χρειάζεται νοσηλεία σε
νοσοκομείο για λίγες ημέρες. Στη διάρκεια της νοσηλείας,
καθορίζεται η έγχυση με μετρήσεις των πρώτων ημερών και ο
ασθενής εκπαιδεύεται σχετικά με τον χειρισμό της συσκευής,
εκμάθηση του ποσού των υδατανθράκων ή των θερμίδων
διαφόρων τροφών (για να γίνεται ο υπολογισμός των επιπλέον
δόσεων πριν από τα γεύματα) καθώς και η σωστή τοποθέτηση του
καθετήρα έγχυσης, ο οποίος πρέπει να αλλάζει κάθε 2 έως 3
ημέρες.
• Η εξωτερική αντλία απαιτεί τέσσερις τουλάχιστον μετρήσεις του
σακχάρου αίματος ημερησίως.
151
152
Πλεονεκτήματα της θεραπείας με αντλίες 2/3
• Oι ενδείξεις της θεραπείας με αντλία είναι:
1. Καλύτερος μεταβολικός έλεγχος,
2. Αυξημένες τιμές σακχάρου του αίματος νηστείας το πρωί,
3. Συχνά υπογλυκαιμικά επεισόδια,
4. Επιπλοκές του διαβήτη,
5. Γυναίκες πριν και κατά την διάρκεια κύησης με Σ.Δ. τύπου I.
153
154
Αντλίες ινσουλίνης του εμπορίου
155
157
158
Συνηθέστερα σχήματα ινσουλινών 1/2
Τα συνηθέστερα σχήματα είναι :
• Χορήγηση ινσουλίνης μία φορά το 24ωρο, το πρωί ή το βράδυ πριν
το φαγητό (ενδιάμεσης δράσης ινσουλίνη).
• Συμβατικό σχήμα: χορήγηση ινσουλίνης δύο φορές το 24ωρο.
Αποτελεί το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο σχήμα και κάθε ένεση
μπορεί να αποτελείται από ενδιάμεσης δράσης ινσουλίνη ή μείγμα
ινσουλινών.
• Εντατικοποιημένη ινσουλινoθεραπεία.
Το σχήμα αυτό περιλαμβάνει πολλαπλές ενέσεις ινσουλίνης το
24ωρο, με τρεις δόσεις ταχείας δράσης ινσουλίνης πριν από τα
γεύματα (γευματική ινσουλίνη) και μία δόση ενδιάμεσης ή βραδείας
δράσης ινσουλίνη πριν από τη νυχτερινή κατάκλιση (βασική
ινσουλίνη).
159
160
Είδη ινσουλινών
• Η ινσουλινοθεραπεία περιλαμβάνει δύο ειδών ινσουλίνες:
o Βασική: ινσουλίνες που προσομοιάζουν στη βασική έκκριση
ινσουλίνης,
o Γευματικές: ινσουλίνες που προσομοιάζουν στην γευματική
έκκριση ινσουλίνης. Για τη μίμηση της βασικής έκκρισης
ινσουλίνης χρησιμοποιούνται οι ινσουλίνες ενδιάμεσης και
μακράς διάρκειας, ενώ ως γευματικές χρησιμοποιούνται οι
ινσουλίνες ταχείας δράσης.
161
Actrapid 1/2
• Actrapid (NovoNordisk) Είναι ένα διαυγές, άχρωμο, υδατικό
ενέσιμο διάλυμα που περιέχει ανθρώπινη ινσουλίνη, που
παρασκευάζεται με τη χρήση της τεχνολογίας ανασυνδυασμένου
DNA στους Saccharomyces cerevisiae. Άλλα συστατικά είναι:
χλωριούχος ψευδάργυρος, γλυκερόλη, μετακρεσόλη, υδροξείδιο
του νατρίου, υδροχλωρικό οξύ και ύδωρ. Κάθε φιαλίδιο περιέχει 10
ml ενέσιμου διαλύματος που αντιστοιχούν σε 400 IU ανθρώπινης
ινσουλίνης. Είναι ινσουλίνη ταχείας δράσης δηλ. αρχίζει να μειώνει
τη γλυκόζη στο αίμα 30΄ μετά τη χρήση της και η δράση της διαρκεί
περίπου 8 ώρες. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με
ινσουλίνη μακράς δράσης.
162
Actrapid 2/2
• Η δοσολογία είναι εξατομικευμένη. Συνήθως οι ανάγκες για
ινσουλίνη κυμαίνονται μεταξύ 0,3 και 1,0 IU/Kg/24ωρο. Η ένεση
γίνεται 30 λεπτά πριν από ένα κανονικό ή ελαφρύ γεύμα, που
περιέχει υδατάνθρακες. Η χορήγηση εκτός από υποδόρια μπορεί
να γίνει και ενδοφλέβια, μόνο από επαγγελματίες υγείας.
163
164
Regular και Protaphane 2/3
• Protaphane (NovoNordisk) Είναι ένα λευκό, θολό, υδατικό ενέσιμο
διάλυμα, ισοφανικής ινσουλίνης (NPH). Η δραστική ουσία είναι η
ανθρώπινη ινσουλίνη, η οποία δημιουργήθηκε με τη χρήση της
τεχνολογίας ανασυνδυασμένου DNA στους Saccharomyces
cerevisiae. Άλλα συστατικά είναι: χρωριούχος ψευδάργυρος,
γλυκερόλη, μετακρεσόλη, φαινόλη, διένυδρο όξινο φωσφορικό
νάτριο, υδροξείδιο του νατρίου (για τη ρύθμιση του pH),
υδροχλωρικό οξύ (για τη ρύθμιση του pH), θειϊκή πρωταμίνη και
ύδωρ.
165
166
Humulin 1/2
• Humulin NPH (Lilly) Είναι εναιώρημα ισοφανικής ινσουλίνης
(NPH),ινσουλίνη ενδιάμεσης δράσης δηλ. αρχίζει να μειώνει τα
επίπεδα γλυκόζης περίπου 1 ώρα μετά την χρήση της και διαρκεί
περίπου 16-18 ώρες. Κάθε φυσίγγιο περιέχει 3 ml ενέσιμου
διαλύματος.
167
Humulin 2/2
• Humulin M3 (Lilly) Είναι ένα άχρωμο, υδατικό ενέσιμο διάλυμα. Η
δραστική ουσία είναι η ανθρώπινη ινσουλίνη που παρασκευάζεται
με την τεχνολογία του ανασυνδυασμένου DNA σε Esherichia coli.
Άλλα συστατικά είναι: μετακρεσόλη, γλυκερόλη, φαινόλη,
υδροχλωρικό οξύ ( για ρύθμιση του ph) , υδροξείδιο του νατρίου (
για ρύθμιση του ph), ύδωρ, θεϊκή πρωταμίνη, διενδροόξινο
φωσφορικό νάτριο, χλωριούχος ψευδάργυρος. Κάθε φυσίγγιο
περιέχει 30 ml ενέσιμου διαλύματος δηλ. 300 IU ανθρώπινης
ινσουλίνης. Το Humulin M3 είναι μία ενδιάμεσης δράσης ινσουλίνη
δηλ. αρχίζει να μειώνει τα επίπεδα γλυκόζης περίπου 30΄ μετά την
χρήση της και διαρκεί περίπου 14-15 ώρες.
168
Mixtard και Humalog
• Humalog (Lilly) Το Humalog είναι ένα ανάλογο ανθρώπινης
ινσουλίνης. Η δραστική ουσία είναι η ινσουλίνη lispro, που
παράγεται με την τεχνολογία ανασυνδυασμένου DNA σε Esherichia
coli. Άλλα συστατικά είναι: μετακρεσόλη, γλυκερόλη, φαινόλη,
διένδρο όξινο φωσφορικό νάτριο, χλωριούχος ψευδάργυρος ,
ύδωρ, υδροχλωρικό οξύ ( για ρύθμιση του ph) , υδροξείδιο του
νατρίου ( για ρύθμιση του ph). Κάθε φιαλίδιο περιέχει 10 ml που
αντιστοιχούν σε 100U ινσουλίνης lispro. Μπορεί να χορηγηθεί
αμέσως πριν από τα γεύματα και αν κριθεί απαραίτητο μπορεί να
χορηγηθεί αμέσως μετά. Είναι ταχύ ανάλογο δηλ. αρχίζει να
μειώνει τη γλυκόζη στο αίμα 15΄ από την χρήση της και η δράση
διαρκεί 3,5-4 ώρες.
169
Mixtard
• Mixtard 30,40,50 (NovoNordisk). Είναι ένα λευκό, θολό, υδατικό
ενέσιμο εναιώρημα. Η δραστική ουσία ανθρώπινης ινσουλίνης,
που παρασκευάζεται με ανασυνδυασμένη βιοτεχνολογία (30%
διαλυτή ινσουλίνη και 70% ισοφανική ινσουλίνη και αντίστοιχα οι
άλλοι τύποι).
• Άλλα συστατικά είναι: χλωριούχος ψευδάργυρος, γλυκερόλη,
μετακρεσόλη, φαινόλη, διένυδρο φωσφορικό δινάτριο, υδροξείδιο
του νατρίου, υδροχλωρικό οξύ, θειϊκή πρωταμίνη και ενέσιμο
ύδωρ. Κάθε φυσίγγιο περιέχει 3ml ενέσιμου διαλύματος που
ισοδυναμούν με 300 IU ανθρώπινης ινσουλίνης. To mixtard είναι
μίγμα ταχείας και μακράς δράσης ινσουλίνη. Η δράση του ξεκινάει
μισή ώρα μετά την χρήση του και διαρκεί περίπου 24 ώρες.
170
Novorapid
• Novorapid (NovoNordisk). Είναι ένα διαυγές, άχρωμο, υδατικό διάλυμα.
Η δραστική ουσία είναι η ινσουλίνη aspart η οποία παρασκευάζεται με
την χρήση της τεχνολογίας του ανασυνδυασμένου DNA σε
Saccharomyces cerevisiae. Άλλα συστατικά είναι : χλωριούχος
ψευδάργυρος, γλυκερόλη, μετακρεσόλη, φαινόλη, διένυδρο φωσφορικό
δινάτριο, υδροξείδιο του νατρίου, υδροχλωρικό οξύ, θειϊκή πρωταμίνη
και ενέσιμο ύδωρ. Κάθε φιαλίδιο περιέχει 10 ml που ισοδυναμεί με
1000IU ινσουλίνης aspart. Το Novorapid είναι ένα ανάλογο ινσουλίνης
ταχείας δράσης. Συνήθως πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με
ενδιάμεσης ή μακράς δράσης ινσουλίνη, η οποία χορηγείται τουλάχιστον
μία φορά την ημέρα. Έχει ταχύτερη έναρξη δράσης από την διαλυτή
ανθρώπινη ινσουλίνη. Όταν ενίεται υποδορίως μέσα στο κοιλιακό
τοίχωμα, η έναρξη της δράσης θα επισυμβεί μέσα σε 10-20 λεπτά από
την ένεση. Η μέγιστη δράση εμφανίζεται μεταξύ 1 και 3 ωρών μετά από
την ένεση. Η διάρκεια της δράσης είναι 3-5 ώρες.
171
Apidra
• Apidra (Aventis). Είναι ένα διαυγές, άχρωμο, υδατικό διάλυμα, που
περιέχει ινσουλίνη glulisine, που έχει παραχθεί με βιοτεχνολογία.
Άλλα συστατικά είναι: μετακρεσόλη, χλωριούχο νάτριο,
τρομεταμόλη, πολυσορβικό 20, συμπυκνωμένο υδροχλωρικό οξύ,
υδροξείδιο του νατρίου και ύδωρ. Κάθε φιαλίδιο περιέχει 10 ml
ενέσιμου διαλύματος, που αντιστοιχούν σε 1000IU ινσουλίνης
glulisine. Έχει ταχεία έναρξη και βραχεία διάρκεια δράσης. Η δράση
του ξεκινάει 15 λεπτά από τη χρήση του ή και νωρίτερα και διαρκεί
περίπου 3-4 ώρες. Πρέπει να χορηγείται σε συνδυασμό με
ινσουλίνη ενδιάμεσης ή παρατεταμένης δράσης ή με
αντιδιαβητικά δισκία. Πρέπει να λαμβάνεται λίγο πριν (15΄) ή
αμέσως μετά το φαγητό. Αναμιγνύεται μόνο με την ανθρώπινη
ινσουλίνη NPH. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ενήλικες, εφήβους
και παιδιά ηλικίας άνω των 6 ετών.
172
Novomix 1/3
• Novomix 30 (NovoNordisk). Είναι ένα λευκό ενέσιμο, διφασικό
εναιώρημα ασπαρτικής ινσουλίνης (30% ταχείας δράσης ανάλογο
ανθρώπινης ινσουλίνης) και ασπαρτικής ινσουλίνης
κρυσταλλοποιημένης με πρωταμίνη (70% ενδιάμεσης δράσης
ανάλογο ανθρώπινης ινσουλίνης), που παρασκευάζονται με την
χρήση τεχνολογίας ανασυνδυασμένου DNA σε Saccharomyces
cerevisiae. Άλλα συστατικά είναι: γλυκερόλη, φαινόλη,
μετακρεσόλη,χλωριούχος ψευδάργυρος, χλωριούχο νάτριο,
διένυδρο όξινο φωσφορικό νάτριο, θειϊκή πρωταμίνη, υδροξείδιο
του νατρίου (για τη ρύθμιση του pH), υδροχλωρικό οξύ (για τη
ρύθμιση του pH) και ύδωρ. Κάθε φυσίγγιο περιέχει 3ml ενέσιμου
διαλύματος, που ισοδυναμούν με 300IU ινσουλίνης.
173
Novomix 2/3
• Αρχίζει τη δράση του 10-20 λεπτά από τη λήψη του, παρουσιάζει
μέγιστη δράση μεταξύ 1-4 ωρών και η διάρκεια δράσης μπορεί να
φθάσει τις 24 ώρες. Το Novomix μπορεί να χορηγηθεί 10΄ πριν από
το γεύμα ή πρόχειρο φαγητό, αλλά επίσης και αμέσως μετά το
γεύμα. Μπορεί να δοθεί σε μονοθεραπεία ή σε συνδυασμό με από
του στόματος αντιδιαβητικά δισκία. Για ασθενείς με διαβήτη
τύπου II, η προτεινόμενη δόση είναι 6U το πρωί και 6U το βράδυ ή
12U την ημέρα το βράδυ. Όταν χρησιμοποιείται μία φορά την
ημέρα και η δόση φθάσει στις 30U, πρέπει να μεταφέρεται σε δύο
φορές μοιράζοντας την σε δύο ίσες δόσεις. Όταν συμβαίνουν
επανειλημμένα υπογλυκαιμικά επεισόδια, ενώ χρησιμοποιείται 2
φορές ημερησίως, αυξάνουμε τη δόση σε 3 φορές (η πρωινή δόση
μπορεί να μοιραστεί σε δύο, μία πρωινή και μία μεσημεριανή).
174
Novomix 3/3
• Σε ασθενείς με διαβήτη τύπου I, οι εξατομικευμένες ανάγκες για
ινσουλίνη, συνήθως κυμαίνονται μεταξύ 0,5 και 1,0U/Kg/24ωρο. Το
Novomix μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ηλικιωμένους ασθενείς,
υπάρχει όμως περιορισμένη εμπειρία στη χρήση του, σε
συνδυασμό με από του στόματος αντιδιαβητικά φάρμακα σε
ασθενείς μεγαλύτερους από 75 ετών, ενώ για τα παιδιά και τους
εφήβους δεν έχουν γίνει μελέτες.
175
Lantus
• Lantus (Aventis). Είναι ένα διαυγές, άχρωμο, ενέσιμο διάλυμα, που
περιέχει ινσουλίνη glargine που παράγεται με τη τεχνολογία του
ανασυνδυασμένου DNA στην Esherichia coli. Άλλα συστατικά είναι:
χλωριούχος ψευδάργυρος, μετακρεσόλη, γλυκερόλη, υδροχλωρικό
οξύ, υδροξείδιο του νατρίου και ύδωρ. Κάθε φιαλίδιο περιέχει 5ml
ενέσιμου διαλύματος που αντιστοιχούν σε 500IU ή 10ml ενέσιμου
διαλύματος που αντιστοιχούν σε 1000IU. Η δράση του αρχίζει 3-4
ώρες από τη χρήση του και έχει διάρκεια περισσότερο από 24
ώρες. Ενδείκνυται για την μείωση υψηλών επιπέδων σακχάρου του
αίματος σε ενήλικες, εφήβους και παιδιά ηλικίας από 6 ετών και
άνω. Είναι ινσουλίνη μακράς δράσης. Χορηγείται μία φορά την
ημέρα στους ενήλικες σε συνδυασμό με μία ινσουλίνη βραχείας
δράσης ή με δισκία. Στα παιδιά έχει μελετηθεί μόνο η βραδινή
δόση.
176
Levemir 1/2
• Levemir Flex Pen (NovoNordisk). Είναι ένα διαυγές, άχρωμο και
ουδέτερο ενέσιμο διάλυμα, που περιέχει ινσουλίνη detemir που
παρασκευάζεται με τη χρήση της τεχνολογίας ανασυνδυασμένου
DNA σε Saccharomyces cerivisiae. Άλλα συστατικά είναι:
γλυκερόλη, φαινόλη, μετακρεσόλη, οξικός ψευδάργυρος,
φωσφορικό δινάτριο διϋδρικό, χλωριούχο νάτριο, υδροχλωρικό
οξύ 2Ν (ρύθμιση του pH) και ύδωρ. Κάθε φυσίγγιο περιέχει 3ml
ενέσιμου διαλύματος, που ισοδυναμούν με 300U ινσουλίνης
detemir που αντιστοιχούν σε 30IU ανθρώπινης ινσουλίνης. Το
Levemir είναι ένα ανάλογο ανθρώπινης ινσουλίνης μακράς δράσης
(έχει διάρκεια δράσης εώς και 24 ώρες) που χρησιμοποιείται ως
βασική ινσουλίνη για τη μείωση της γλυκόζης στο αίμα.
177
Levemir 2/2
• Η θεραπεία με Levemir συνίσταται σε συνδυασμό με από του
στόματος χορηγούμενους αντιδιαβητικούς παράγοντες ή με
σχετιζόμενες με το γεύμα βραχείας ή ταχείας δράσης ινσουλίνες. Η
δόση εξατομικεύεται άλλα συνίσταται η έναρξη της θεραπείας με
δόση 10U ή 0,1-0,2 U/Kg/24ωρο, σε χορήγηση άπαξ ημερησίως ή
δύο φορές ανάλογα με τις ανάγκες.
178
Πίνακας ινσουλινών 1/6
ΕΝΑΡΞΗ ΜΕΓΙΣΤΟ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ
ΣΚΕΥΑΣΜΑ
ΔΡΑΣΕΩΣ ΔΡΑΣΕΩΣ ΔΡΑΣΕΩΣ (100 U/ML)
Φιαλίδιο 10 ml
Ταχείας
Actrapid 1-3 8 Φύσιγγα (Penfill)
δράσεως 30΄
(NOVO) ώρες ώρες 3.0ml
ινσουλίνη
Φιαλίδιο 10 ml
Ταχείας 1-3 Φύσιγγα
Humulin Regular 5-7
δράσεως 30΄ (Cartridges)
(LILLY) ώρες
Ινσουλίνη ώρες 3.0 ml x 5
Ισοφανική
Φιαλίδιο 10ml
Ινσουλίνη
Protaphane 4-12 24 Φύσιγγα (Penfill)
NPH 90΄
(NOVO) ώρες ώρες 3.0 ml x 5
Ενδιάμεσης
δράσης
179
181
182
Πίνακας ινσουλινών 5/6
ΕΝΑΡΞΗ ΜΕΓΙΣΤΟ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ
ΣΚΕΥΑΣΜΑ
ΔΡΑΣΕΩΣ ΔΡΑΣΕΩΣ ΔΡΑΣΕΩΣ (100 U/ML)
Εναιώρημα
30% διαλυτής
NovoMix 30 ινσουλίνης
1-8 Εώς 24
Flex Pen Aspart 70% 10΄ Flex Pen 3.0ml x 5
ώρες ώρες
(NOVO) κρυστάλλων
Aspart
πρωταμίνης
Φιαλίδιο 10 ml
Φύσιγγα(Cartridges)
3.0ml x 5
Προγεμισμένη
3-4
Lantus Ινσουλίνη Χωρίς 24+ σύριγγα (Optiset)
ώρες
(ANENTIS) Glargine κορύφωση ώρες 3.0ml x 5
Προγεμισμένη
σύριγγα Lantus
Solostar
183
184
Παρενέργειες ινσουλινών 1/3
• Όπως όλα τα φάρμακα, έτσι και οι ινσουλίνες μπορεί να
προκαλέσουν ανεπιθύμητες ενέργειες. Η πλέον πιο συχνή
παρενέργεια όλων των προϊόντων ινσουλίνης είναι η
υπογλυκαιμία. Μπορεί να εμφανιστεί όταν η δόση της ινσουλίνης
είναι πολύ υψηλή σε σχέση με τις απαιτήσεις σε ινσουλίνη. Η
σοβαρή υπογλυκαιμία ενδέχεται να οδηγήσει σε απώλεια των
αισθήσεων ή/και σπασμούς και μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την
παροδική ή και μόνιμη διαταραχή της λειτουργίας του εγκεφάλου.
185
186
Παρενέργειες ινσουλινών 3/3
• Νευροπάθεια: μπορεί να προκληθεί πόνος σαν καυσός, μούδιασμα
ή ηλεκτρισμός.
• Οίδημα των αρθρώσεων: η κατακράτηση νερού μπορεί να
προκαλέσει οίδημα γύρω από τους αστραγάλους και άλλες
αρθρώσεις.
• Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια: εάν υπάρχει ήδη και τα
επίπεδα γλυκόζης αίματος βελτιώνονται πολύ γρήγορα η
αμφιβληστροειδοπάθεια μπορεί να επιδεινωθεί.
187
Αντενδείξεις ινσουλινών
• Όλες οι μορφές ινσουλίνης έχουν αντενδείξεις. Έτσι λοιπόν δεν
πρέπει να χρησιμοποιούνται στις εξής περιπτώσεις:
o Υπερευαισθησία στα προϊόντα ινσουλίνης ή σε οποιοδήποτε
άλλο συστατικό που περιέχουν,
o Αίσθηση έλευσης υπογλυκαιμίας (εμφανίζονται κρύος
ιδρώτας/αίσθημα κρύου/ωχρότητα δέρματος/ πονοκέφαλος/
ταχυπαλμία/ αίσθημα ναυτίας/ πείνα/ προσωρινή διαταραχή
όρασης/ αδυναμία/ νευρικότητα/ δυσκολία στη συγκέντρωση).
188
Κανόνες ινσουλινοθεραπείας 1/3
• Χρήσιμοι κανόνες. Τα φυσίγγια των ινσουλινών πρέπει να
φυλάσσονται μακριά από τα παιδιά. Δεν χρησιμοποιούνται μετά
την ημερομηνία λήξης που αναγράφεται σε κάθε ετικέτα. Τα
φυσίγγια που είναι κλειστά φυλάσσονται στην αρχική τους
συσκευασία, στο ψυγείο (2°C-8°C). Δεν πρέπει να καταψύχονται,
όπως και να τοποθετούνται κοντά στα τοιχώματα του ψυγείου. Τα
φυσίγγια που χρησιμοποιούνται ή που πρόκειται να
χρησιμοποιηθούν δεν τοποθετούνται στο ψυγείο, αλλά σε
θερμοκρασία δωματίου (όχι μεγαλύτερη από 25°C), μακριά από
την απευθείας έκθεση στο φως ή σε ζέστη. Η χρήση τους πρέπει να
πραγματοποιηθεί εντός 4 εβδομάδων (συνίσταται να σημειώνεται
η ημερομηνία της πρώτης χρήσης στην ετικέτα). Επίσης δεν
χρησιμοποιούνται εφόσον έχει αλλοιωθεί η μορφή της.
189
190
Κανόνες ινσουλινοθεραπείας 3/3
• Πριν τη τοποθέτηση του φυσιγγίου στο σύστημα χορήγησης και
κατά την πρώτη του χρήση, πρέπει να τοποθετηθεί το φυσίγγιο
ανάμεσα στις παλάμες σε οριζόντια θέση και να κυλιστεί 10 φορές
Έπειτα μετακινείται το φυσίγγιο πάνω-κάτω έως ότου το υγρό να
γίνει ομοιόμορφο. Η ίδια κίνηση επαναλαμβάνεται κάθε φορά που
χρησιμοποιείται η συσκευή. Μετά την επαναιώρηση, γίνεται η
ένεση χωρίς καθυστέρηση, αφού αφαιρεθεί ο αέρας που μπορεί
να συγκεντρωθεί μέσα στη βελόνα και στο φυσίγγιο.
191
Ανάμιξη ινσουλινών
• Ανάμιξη ινσουλινών
Η ανάμιξη ινσουλινών μπορεί να πραγματοποιηθεί μεταξύ ταχείας
και ενδιάμεσης ή μακράς δράσης ινσουλίνη. Γίνεται η διαδικασία
κύλισης στο φιαλίδιο της ενδιάμεσης ή μακράς δράσης ινσουλίνης.
Ο ασθενής πρέπει να τραβήξει μέσα στη σύριγγα ποσότητα αέρα
ίση με τη δόση ινσουλίνης (ενδιάμεσης ή μακράς αντίστοιχα) και να
το αδειάσει μέσα στο φιαλίδιο. Έπειτα τραβάει μέσα στη σύριγγα
ποσότητα αέρα που αντιστοιχεί με τη δόση της ταχείας ινσουλίνης
και τον αδειάζει στο αντίστοιχο φιαλίδιο. Έχοντας τη βελόνα μέσα
στο φιαλίδιο της ταχείας ινσουλίνης, το αναποδογυρίζει και κάνει
αναρρόφηση των μονάδων που χρειάζονται. Κατόπιν βάζει τη
βελόνα στο άλλο φιαλίδιο και κάνει αναρρόφηση των υπόλοιπων
μονάδων της συνολικής δόσης.
192
Εισπνεόμενη ινσουλίνη 1/2
• Η εισπνεόμενη ινσουλίνη αποτελεί μία μέθοδο που αναμενόταν
να δώσει λύση σε όσους αποφεύγουν τη θεραπεία ινσουλίνης,
λόγω του ενέσιμου τρόπου χορήγησής της. Στην Ελλάδα η
κυκλοφορία του προϊόντος άρχισε τον Ιούνιο του 2007, διακόπηκε
όμως λίγους μήνες αργότερα. Η εμπορική της ονομασία είναι
Exubera.
193
194
Ανάλογα ινκρετινών – Εξενατίδη 1/3
• Η έκκριση της ινσουλίνης από τα β-κύτταρα του παγκρέατος, δεν
εξαρτάται μόνο από τα επίπεδα γλυκόζης αλλά και από τις
ινκρετίνες (πεπτίδια που εκκρίνονται στο έντερο).
• Αυτά τα πεπτίδια είναι: το πολυπεπτίδιο απελευθέρωσης
ινσουλίνης (GIP Glucose-depentent insulinotropic polypeptide)
που εξαρτάται από τη γλυκόζη και το πεπτίδιο-1 (GLP-1 Glucagon-
like peptide) που προσομοιάζει στη γλυκαγόνη.
• Σε κατάσταση νηστείας, τα επίπεδα πλάσματος των GIP και GLP-1
είναι χαμηλά, μετά την πρόσληψη τροφής ωστόσο, οι
συγκεντρώσεις αυξάνονται.
195
196
Ανάλογα ινκρετινών – Εξενατίδη 3/3
• Η πρώτη στην τάξη των αναλόγων, είναι η εξενατίδη (πεπτίδιο
αποτελούμενο από 39 αμινοξέα, που έχει απομονωθεί από τους
σιελογόνους αδένες της σαύρας Heloderma suspectum) και έχει
την ικανότητα να ενεργοποιεί τον υποδοχέα του GLP-1 στα β-
κύτταρα του παγκρέατος.
197
198
Κλινικά οφέλη της εξενατίδης (Bryetta) 1/2
• Μείωση των επιπέδων γλυκόζης νηστείας και μεταγευματικής.
• Μείωση HbA1c.
• Μείωση σωματικού βάρους.
• Μικρός κίνδυνος υπογλυκαιμίας (σε σχέση με σουλφονυλουρίες και
ινσουλίνη).
• Η εξενατίδη αποτελεί δραστική ουσία του σκευάσματος Byetta.
Άλλα συστατικά είναι: μετακρεσόλη, μανιττόλη, παγόμορφο οξεϊκό
οξύ, τριυδρικό οξικό νάτριο και ύδωρ. Διατίθεται σε προγεμισμένη
πένα για υποδόρια ένεση των 5μg ή των 10μg εξενατίδης/δόση και
είναι διαυγές και άχρωμο. Ενδείκνυται για τη θεραπεία Σ.Δ. τύπου
II, σε συνδυασμό με μετφορμίνη ή σουλφονυλουρίες, σε άτομα που
δεν έχουν πετύχει ικανοποιητικό γλυκαιμικό έλεγχο.
199
200
Παρενέργειες και αντενδείξεις της
εξενατίδης
• Το Byetta αντενδείκνυται σε άτομα με Σ.Δ. τύπου I, σε θεραπεία
διαβητικής κετοξέωσης, σε διαβητικούς τύπου II που έχουν ανάγκη
ινσουλινοθεραπείας, λόγω ανεπάρκειας β-κυττάρων, σε ασθενείς
με νεφροπάθεια τελικού σταδίου ή σοβαρή νεφρική
δυσλειτουργία, σε υπερευαίσθητα άτομα στην εξενατίδη ή σε
κάποιο άλλο έκδοχο, σε σοβαρά γαστρεντερικά προβλήματα, στην
περίοδο της εγκυμοσύνης και στην διάρκεια του θηλασμού.
• Η κυριότερη παρενέργεια του φαρμάκου είναι η ναυτία (ειδικά
κατά την έναρξη της θεραπείας), υπογλυκαιμία (συνήθως ήπια),
έμετος, διάρροια, ζάλη, κεφαλαλγία, εκνευρισμός, δυσπεψία,
πόνος στην περιοχή του στομάχου, τυμπανισμός, μείωση όρεξης.
201
202
Κυτταρική θεραπεία στον διαβήτη 2/4
• Τα ΕΒΚ είναι κύτταρα που προέρχονται από την εσωτερική
κυτταρική μάζα των βλαστοκύστεων των σπονδυλωτών εμβρύων.
Έχουν την ικανότητα να διαφοροποιούνται σε όλους τους ιστούς
των εμβρύων μακροχρόνια και επιπλέον ανταποκρίνονται
κατάλληλα σε σήματα ( όπως αυτά που χρησιμοποιούνται κατά την
διάρκεια της εμβρυϊκής ανάπτυξης), ώστε να διαφοροποιηθούν σε
ένα εύρος εξειδικευμένων κυττάρων.
203
204
Κυτταρική θεραπεία στον διαβήτη 4/4
• Ωστόσο για να γίνει αυτό το υποθετικό σχήμα, πραγματικότητα,
είναι αναγκαία η λύση αρκετών προβλημάτων: α) οι κυτταρικές
θεραπείες υποκατάστασης χρειάζεται να συνδυαστούν με χρόνια
ανοσοκαταστολή, που υποβαθμίζει την ποιότητα ζωής των
ασθενών, β) οι διαφορετικές κυτταρικές σειρές ανθρώπινων ΕΒΚ
έχουν διαφορετική ικανότητα να μετατρέπονται σε ενδοκρινή
παγκρεατικά κύτταρα, γ) μετά την μεταμόσχευση κάποια κύτταρα
μπορεί να παραμείνουν αδιαφοροποίητα και να εξελιχθούν σε
όγκους.
• Συμπερασματικά η κοινότητα του διαβήτη και όχι μόνο, θα πρέπει
να είναι συγκρατημένα αισιόδοξοι, για την θεραπεία του
διαβήτη μέσω μεταμοσχεύσεων.
205
Ηλεκτρικές ιδιότητες
Στην καρδιά ο χρόνος
επαναπόλωσης όσο η
καρδιακή συχνότητα. Το
δυναμικό ενέργειας διαρκεί
0.25 ‘’ όταν ο ρυθμός είναι
75/min αλλά, 0.15’’ όταν ο
ρυθμός είναι 200/ min.
0 γρήγορη εκπόλωση
1 γρήγορη αρχική επαναπόλωση “Action potential ventr myocyte”, από
Silvia3 διαθέσιμο άδεια CC BY-SA 3.0
2 φάση πλατώ
3 δεύτερη επαναπόλωση
4 βασική γραμμή 4
Ειδικά σημεία στον καρδιακό μυ
• Η καρδιά έχει άφθονο αίμα (Ο2), άφθονα μιτοχόνδρια (ενέργεια),
άφθονη μυοσφαιρίνη (αποθηκεύει Ο2). Λιγότερο από το 1% της
ενέργειας στον καρδιακό μυ γίνεται αναερόβια.
• Ο καρδιακός μυς παίρνει: 35% της ενέργειας από υδατάνθρακες, 5%
της ενέργειας από κετόνες αμινοξέα, και 60% της ενέργειας από λίπος.
• Με λήψη υδατανθράκων χρησιμοποιούνται περισσότερο γαλακτικό
και πυρουβικό. Κατά την νηστεία περισσότερες λιπαρές ουσίες
χρησιμοποιούνται. Οι κυριότερες χρησιμοποιούμενες λιπαρές ουσίες
είναι τα ελεύθερα λιπαρά οξέα (50%).
• Η καρδιά συνεχίζει να χτυπά ακόμη κι αν αφαιρεθούν όλα της τα
νεύρα. Διότι μέσα στον καρδιακό μυ υπάρχουν εξειδικευμένοι
βηματοδότες που μπορούν να αρχίζουν επαναληπτικά δυναμικά
ενέργειας.
5
Αυτοματία
• Η αυτοματία βασίζεται στον φλεβόκομβο.
6
Συσταλτικότητα του μυοκαρδίου 1/2
Είναι η ισχύς της συστολής και εκφράζει την κατάσταση της
συσταλτικότητας του μυοκαρδίου. Εκφράζεται τόσο με την ανάπτυξη
δύναμης στον μυ, όσο και με την βράχυνσή του
• Υπολογίζεται:
o ταχύτης ανόδου πιέσεων κοιλίας,
o μέση ταχύτητα εξώθησης-διοχέτευσης,
o τελοδιαστολικός όγκος κοιλίας,
o κλάσμα εξώθησης.
8
Χάλαση του μυοκαρδίου
• Η χάλαση ακολουθεί την συστολή, μετά το πέρας της εκπόλωσης.
• Στην χάλαση, το ασβέστιο αποσυνδέεται από την τροπονίνη, αίρει
δε η τροπομυοσίνη την σύζευξη ακτίνης-μυοσίνης και επαναφέρει
το αρχικό μέγεθος των καρδιακών ινών.
10
Μηχανικό έργο της καρδιάς 2/2
• Το μηχανικό έργο της καρδίας (ΜΕΚ) εκφράζεται από τα εξής
μεγέθη:
o Συστολικό όγκο (ΣΟ),
o Καρδιακή συχνότητα (ΚΣ),
o Αρτηριακή πίεση (αορτής/πνευμονικής) (ΑΠ),
o Ταχύτητα διοχέτευσης αίματος από της κοιλίες (v).
• Ισχύει δε ο τύπος ΜΕΚ=Ε=PXV+wXv(2)/2g.
Όπου P=ΑΠ, V=ΣΟ, W=βάρος διοχετευμένου αίματος,
g=επιτάχυνση της βαρύτητας και v=ταχύτητα ροής.
11
12
Εφεδρεία της καρδιάς 1/2
• Εφεδρεία της καρδιάς: είναι η ικανότητα της καρδιάς να αυξάνει
την καρδιακή παροχή και να αντιμετωπίζει τις αυξημένες ανάγκες
του σώματος, με μια πίεση μεγαλύτερη της κανονικής.
• Η αύξηση της καρδιακής παροχής βασίζεται στον νόμο του Starling
σύμφωνα με τον οποίο η αυξημένη φλεβική επιστροφή, αυξάνει
την διαστολική πλήρωση και επίσης αυξάνει την διάταση των
μυοκαρδιακών ινών.
13
14
Καρδιακός κύκλος 1/4
• Περιλαμβάνει τις φάσεις συστολής και διαστολής πριν αρχίσει ο
καρδιακός κύκλος, η καρδιά είναι σε διαστολική φάση. Ο
καρδιακός κύκλος αρχίζει με την διέγερση, δηλαδή την συστολή
των κόλπων. Μια ποσότητα αίματος, κατά την συστολή των κόλπων
επιστρέφει προς σύστοιχες φλέβες του δεξιού κόλπου και
δημιουργεί τον σφαγιτιδικό σφυγμό.
15
16
Καρδιακός κύκλος 3/4
• Ακολουθεί η ελάττωση της πίεσης των κοιλιών και η σύγκληση των
μηνοειδών βαλβίδων. Αυτή είναι η πρώτη φάση διαστολής των
κοιλιών ή ισο-ογκοτική διαστολή ή ισομετρική διαστολή. Τότε
ανοίγουν οι κολποκοιλιακές βαλβίδες και το αίμα εισέρχεται στις
κοιλίες.
17
18
Χρόνοι στον καρδιακό κύκλο
• Ο χρόνος διαστολής είναι 0,48 sec,
19
Συστολικός όγκος
• Συστολικός όγκος (ΣΟ) αίματος ή συστολική παροχή (ΣΠ) είναι η
ποσότητα αίματος που στέλνει η κοιλία όταν συστέλλεται, στο
σύστοιχο μεγάλο αγγείο, είναι 70mls.
• Υπολογίζεται έμμεσα από τον κατά λεπτό όγκο αίματος (ΚΛΟΑ) και
με την βοήθεια ακτινολογικών αλλά και υπερηχογραφικών
τεχνικών. Εξαρτάται από την ηλικία, το φύλο, το μέγεθος του
σώματος, από την θέση και από την κατάσταση ή μη ηρεμίας. Σε
κατάσταση ηρεμίας κυμαίνεται μεταξύ 60-90 mls, κατά την άσκηση
αυξάνεται έως 150-180 mls.
20
Ρύθμιση της καρδιακής λειτουργίας
Η καρδιακή λειτουργία ρυθμίζεται από:
• Προφορτίο,
• Μεταφορτίο, αλλά και
21
22
Καρδιακή Παροχή (ΚΠ)
• Είναι ο κατά λεπτόν όγκος αίματος (ΚΛΟΑ) και ισούται με τον
Συστολικό όγκο (ΣΟ) επί την Καρδιακή συχνότητα (ΚΣ) δηλαδή ΚΠ =
ΣΟ χ ΚΣ ισοδυναμεί με τον καρδιακό δείκτη.
• Μετριέται με την μέθοδο Fick καθώς και με διάφορες χρωστικές.
Επηρεάζεται από την θέση του σώματος (π.χ. στην όρθια θέση
μειώνεται) καθώς επίσης και από τις διάφορες συγκινησιακές
καταστάσεις.
• Επειδή η ΚΠ = ΣΟ x ΚΣ , μεταβάλλεται όποτε μεταβάλλεται ο ΣΟ και
όποτε μεταβάλλεται η ΚΣ.
• Όταν έχουμε αύξηση του ΣΟ, έπεται ότι έχουμε ινότροπη ρύθμιση,
όποτε δεν έχουμε αύξηση της ΚΣ έπεται ότι έχουμε χρονότροπη
ρύθμιση.
23
24
Κυκλοφορία του αίματος 2/2
• Στηρίζεται στην αρχή του Bernoulli, δηλαδή όταν η ταχύτητα της
ροής αίματος σ’ ένα σημείο είναι ταχύτερη, τότε η πίεση στο
απέναντι τοίχωμα είναι χαμηλότερη. Σε κατάκεκλιμένη θέση, η
υδραυλική πίεση είναι η μόνη ασκούμενη πίεση σε κάθε αρτηρία
(≈ 90 mmHg). Σε όρθια θέση υπάρχει η υδραυλική πίεση της
καρδιάς και η υδροστατική πίεση (από την καρδιά προς τους
πόδας= στήλη αίματος). Έτσι η ασκούμενη πίεση επί της ραχιαίας
του ποδός αρτηρίας, είναι το άθροισμα υδραυλικής (90 mmHg) και
υδροστατικής (90 mmHg) πίεσης, σύνολον 180 mmHg.
Υδροστατική είναι η πίεση που ασκείται από ένα στατικό υγρό
λόγω βαρύτητας στα τοιχώματα και στον πυθμένα ενός αγγείου-
σωλήνα. Στηρίζεται στην αρχή του Pascall και είναι ίση σε όλα τα
σημεία ενός οριζόντιου επιπέδου.
25
Ροή αίματος
• Διακρίνουμε όγκο ροής (Q) cm3/sec και ταχύτητα ροής cm/sec.
Εξαρτάται από την διαφορά υδραυλικής ενέργειας / πίεσης (ΔΡ)
σε δύο σημεία. Αυτή η διαφορά ΔΡ εξαναγκάζει το υγρό να
κινείται, επηρεάζεται δε από τις αντιστάσεις R των αγγείων. Εάν
δεν υπάρχει ΔΡ, δεν υπάρχει ροή. Οι αντιστάσεις R είναι
παρεμπόδιση στη ροή. Η ταχύτητα όμως της ροής της αορτής,
είναι πολύ μεγαλύτερη, ενώ η ταχύτητα ροής των τριχοειδών είναι
πολύ μικρότερη, διότι η διάμετρος του συνολικού τριχοειδικού
δικτύου είναι 400-800 φορές μεγαλύτερη από εκείνη της αορτής.
Σύνδεση εν παραλλήλω παρατηρείται στα μεγάλα αγγειακά δίκτυα
με χαμηλή αντίσταση θα έχουν και μεγαλύτερη ροή, άρα η ροή σε
κάθε δίκτυο είναι αντιστρόφως ανάλογη της αντίστασης του.
26
Ομαλή ροή 1/2
• Είναι η κίνηση υγρού σε στοιβάδες χωρίς μίξη. Από τις στοιβάδες,
εκείνη που είναι σε επαφή με το τοίχωμα του αγγείου δεν ρέει, η
άμεσος υπερκείμενη στοιβάδα, ρέει λίγο, η δε μεσαία ρέει πολύ
και εμφανίζει την μέγιστη ταχύτητα. Οι αντιστάσεις εξαρτώνται
από την:
o Γλοιότητα του αίματος δηλαδή ένα είδος εσωτερικής τριβής
υγρών. Όσο αυξάνεται η γλοιότης αίματος, τόσο αυξάνεται η
αντίσταση R και
o Από τις διαστάσεις των αγγείων.
27
28
Στροβιλώδης ροή- Αγγειακή Τάση (Τ)
• Στροβιλώδης ροή: Είναι η ανώμαλη κίνηση υγρού όπου οι
στοιβάδες αρχίζουν και αναμειγνύονται. Κοντά την στροβιλώδη ροή
έχουμε αυξημένη κατανάλωση ενέργειας.
• Αγγειακή Τάση (Τ): Στο τοίχωμα των αγγείων αναπτύσσεται μία
τάση η οποία εξαρτάται:
o από το πάχος του αγγείου και
o από τις λείες μυϊκές ίνες του αγγείου. Εκφράζεται σαν διαφορά
της πίεσης στο αγγείο επί την ακτίνα αυτού: Τ=ΔΡ r
• Έτσι, είναι εύλογο, ότι στα μεγάλα αγγεία όπου οι πιέσεις είναι
μεγάλες, η τάση είναι μεγάλη. Στα μικρότερα δε αγγεία, καθώς
μειώνεται και το πάχος του τοιχώματος και η ακτίνα, η τάση θα
είναι και μικρότερη.
29
30
Στεφανιαία ροή 2/2
• Οι α υποδοχείς σχετίζονται με σύσπαση των αρτηριών και των
φλεβών.
• Οι β υποδοχείς σχετίζονται τόσο με αύξηση της καρδιακής
συχνότητας (θετική χρονότροπος δράση), όσο και με αύξηση της
συσταλτικότητας (θετική ινότροπος δράση).
• Το παρασυμπαθητικό σύστημα μέσω της ακετυλοχογίνης, πιθανώς
προκαλεί αγγειοδιαστολή στα στεφανιαία αγγεία.
• Τα επινεφρίδια μέσω της Α (αδρεναλίνης) έχουν καθαρή δράση
συμπαθητικού στα στεφανιαία αγγεία.
31
Αορτική πίεση
Είναι η πίεση της αορτής, εξαρτάται από τον συστολικό όγκο αίματος,
την διατασιμότητα του τοιχώματος της αορτής, καθώς και από την
ταχύτητα διοχέτευσης του αίματος. Στις μεγάλες αρτηρίες, η ροή είναι
σφυγμική. Στις μικρές αρτηρίες, η ροή είναι συνεχής.
Στα τριχοειδή όμως γίνονται ανταλλαγές ουσιών από:
• Τους πόρους, από σχισμές, από διαφυγές και ελλείμματα,
• Κυστίδια,
• Παράθυρα,
• Από κίνηση πήγαινε – έλα.
32
Αντίσταση στην Αιματική Ροή
• Είναι η παρεμπόδιση της αιματικής ροής σε ένα αγγείο. Η άμεση
μέτρησή της είναι αδύνατη και υπολογίζεται από μετρήσεις της
αιματικής ροής και της διαφοράς πίεσης στο αγγείο.
• Αν η διαφορά πίεσης ανάμεσα σε δύο σημεία του αγγείου είναι 1
mmHg και η ροή είναι 1 ml/sec, τότε, η αντίσταση λέγεται ότι είναι
1 μονάδα περιφερικών αντιστάσεων (1 PRU - 1 Peripheral
Resistance Unit).
33
34
Ολικές Πνευμονικές Αντιστάσεις
Στην πνευμονική κυκλοφορία:
• Η μέση αρτηριακή πίεση είναι ~ 16 mmHg.
• Η μέση πίεση του αριστερού κόλπου είναι ~ 4 mmHg.
• ΔP = 12 mmHg.
• Οι ολικές πνευμονικές αντιστάσεις: ~ 12/100 PRU = 0,12 PRU.
• Σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις 1 PRU.
• Σε ορισμένες φυσιολογικές καταστάσεις (άσκηση) 0,03 PRU.
35
36
Συστημική και Πνευμονική Κυκλοφορία 2/3
• Πνευμονική Κυκλοφορία: είναι συνδεδεμένη «σε σειρά» με
τη συστημική οπότε ολόκληρος ο όγκος αίματος λαμβάνεται
από τη δεξιά κοιλία και διοχετεύεται μέσω της πνευμονικής
αρτηρίας στους πνεύμονες απ’ όπου επιστρέφει στην
αριστερή καρδιά μέσω της πνευμονικής φλέβας. (πνευμονική
αρτηρία-πνεύμονες-ακάθαρτο αίμα, πνευμονική φλέβα-
καθαρό αίμα δεξιά καρδιά αριστερή καρδιά.
37
38
Συσταλτικότητα της καρδιάς-αιματική ροή 1/2
39
“Circulation of Blood Through the Heart”, από Emilyguitar διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
40
“ECG Principle fast”, από Kalumet διαθέσιμο άδεια CC BY-SA 3.0
Σφυγμός
• Στην συστολή, η πίεση του αίματος στην αορτή αυξάνει και το
τοίχωμα της διατείνεται. Όταν η αορτική βαλβίδα κλείσει, ο
τοίχωμα της αορτής επανέρχεται και η διάταση του μεταδίδεται στο
προκείμενο κομμάτι, τμήμα της αορτής κ.ο.κ. Η αύξηση της πίεσης
και η διάταση του τοιχώματος μεταφέρονται τάχιστα κατά μήκος
των αρτηριών σαν ένα κύμα που ονομάζεται αρτηριακός σφυγμός.
• Ο αρτηριακός σφυγμός ψηλαφάται εύκολα σε μία επιπολής
αρτηρία. Αυτό που ψηλαφάται είναι η διάταση και η πίεση του
τοιχώματος της αορτής (ταχύτητα U=6-9 m / sec). Η μέγιστη τιμή
είναι η συστολική και η ελάχιστη η διαστολική αρτηριακή πίεση.
• Η διαφορά τους είναι η πίεση σφυγμών. (P: ανιόν σκέλος, ανάκροτο
κύμα, ταχεία διέλευση αίματος. D: κατερχόμενο δίκροτο κύμα,
χάλαση της κοιλίας).
41
44
Ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ) 4/4
• Έτσι, το σύμπλεγμα QRS αρχίζει ελάχιστο χρόνο πριν από τη συστολή
των κοιλιών. Κατά συνέπεια, τόσο το έπαρμα Ρ, όσο και τα επάρματα
που αποτελούν το σύμπλεγμα QRS, είναι επάρματα εκπόλωσης. Το
έπαρμα Τ προκαλείται από ηλεκτρικά ρεύματα τα οποία παράγονται
κατά την ανάνηψη των κοιλιών από την κατάσταση της εκπόλωσης.
Η διεργασία αυτή επιτελείται στο μυοκάρδιο των κοιλιών 0,25 ως
0,35 sec μετά την εκπόλωση, αυτό δε το έπαρμα χαρακτηρίζεται ως
έπαρμα επαναπόλωσης. Μετά την επαναπόλωση επικρατεί
ηλεκτρική ηρεμία και στον ηλεκτροκαρδιογράφο καταγράφεται η
ισοηλεκτρική γραμμή Τ-P, μέχρι δηλαδή την επόμενη κολπική
διέγερση. Συνεπώς, το ηλεκτροκαρδιογράφημα αποτελείται τόσο
από επάρματα εκπόλωσης, όσο και από επάρματα επαναπόλωσης.
45
Φυσιολογικό καρδιογράφημα
47
48
Αρτηριακή πίεση 3/4
• Η αρτηριακή πίεση αντιπροσωπεύει τη δυναμική διαδικασία της
συστολής και διαστολής (χαλάρωσης) της καρδιάς και της
διοχέτευσης του αίματος στο αρτηριακό σύστημα.
• Το αίμα συμπιέζεται περιοδικά (με τη συστολή του καρδιακού
μυός), η δε πίεση του αίματος αλλάζει σχεδόν περιοδικά με το
χρόνο.
• Η αρτηριακή πίεση του αίματος διακυμαίνεται κατά τη διάρκεια
του καρδιακού κύκλου και είναι αποτέλεσμα δύο δυνάμεων:
1. της καρδιάς, καθώς ωθεί το αίμα στις αρτηρίες και σε
ολόκληρο το κυκλοφορικό σύστημα,
2. των αρτηριών, καθώς αντιστέκονται στη ροή αίματος.
49
50
Παράγοντες μεταβολής της πίεσης αίματος
• Η πίεση αίματος αντιπροσωπεύει τη δυναμική διαδικασία της
συστολής και διαστολής της καρδιάς και της διοχέτευσης του
αίματος στο αρτηριακό σύστημα.
• Μεταβάλλεται:
1. Κατά τη διάρκεια του εικοσιτετραώρου,
2. Ανάλογα με την ένταση και δραστηριότητα του ατόμου,
3. Με την αύξηση της ηλικίας,
4. Ανάλογα με το σημείο μέτρησης στο αρτηριακό σύστημα.
• Επηρεάζεται από άλλους παράγοντες, όπως: φύλο, φυλή,
φυσιολογικοί και γενετικοί παράγοντες, συναισθηματική κατάσταση.
51
52
Καρδιακή ανεπάρκεια 1/2
• Καρδιακή ανεπάρκεια είναι η ανικανότητα της καρδιάς να
εφοδιάσει τους ιστούς του σώματος με την απαραίτητη ποσότητα
αίματος.
• Αυτό συμβαίνει λόγω καρδιακής βλάβης που προκαλεί μείωση της
δύναμης της καρδιάς ως αντλίας.
• Από άποψη φυσιολογίας ο όρος καρδιακή ανεπάρκεια σημαίνει
την αδυναμία του καρδιακού μυός να εξασφαλίσει αρκετή παροχή
αίματος στα κύτταρα για τις μεταβολικές ανάγκες του
οργανισμού.
53
54
Αριστερή καρδιακή ανεπάρκεια
• Η βλάβη βρίσκεται στην αριστερά κοιλία, που αδυνατεί να
προωθήσει το αίμα προς την αορτή.
• Η πίεση προς τα «πίσω» (αριστερό κόλπο και πνεύμονες) αυξάνει.
• Η αυξημένη αυτή πίεση προκαλεί εξίδρωση υγρού στον
περιαγγειακό χώρο των πνευμονικών τριχοειδών και σε
σοβαρότερες καταστάσεις υγρό εμφανίζεται μέσα στις κυψελίδες.
• Έτσι τα συμπτώματα που εμφανίζονται είναι από τους πνεύμονες,
κυρίως δύσπνοια.
55
56
Παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί στην
δημιουργία καρδιακής ανεπάρκειας 1/4
• Όταν η καρδιά δεν συστέλλεται ικανοποιητικά, όπως θα έπρεπε,
λιγότερο αίμα βγαίνει από την καρδιά. Έτσι το αίμα όταν
επιστρέφει στην καρδιά, λόγω του ότι βρίσκει και υπόλοιπο
αίματος εκεί, αρχίζει να συσσωρεύεται στις φλέβες. Γι' αυτόν τον
λόγο αναπτύσσεται μια δύναμη από το εσωτερικό των αγγείων
προς τους ιστούς των ποδιών. Το οίδημα το οποίο αναπτύσσεται
στα άκρα, στα σφυρά και στις κνήμες οφείλεται στα φαινόμενα
αυτά.
57
58
Παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί στην
δημιουργία καρδιακής ανεπάρκειας 3/4
• Στην καρδιακή ανεπάρκεια η ικανότητα των νεφρών να αποβάλλουν
νάτριο και νερό είναι επίσης μειωμένη. Έτσι, επιδεινώνεται η
αυξημένη κατακράτηση υγρών που ήδη υπάρχει.
• Ο ασθενής παραπονείται για αίσθημα κόπωσης. Αυτό οφείλεται στο
ότι δεν κυκλοφορεί αρκετό αίμα στους ιστούς και στα όργανα και το
οξυγόνο το οποίο απαιτείται δεν επαρκεί.
• Στην καρδιακή ανεπάρκεια έχουμε αύξηση του μεγέθους της
καρδιάς. Όταν οι κοιλότητες της καρδιάς αυξάνονται, διατείνονται
και μπορούν να συστέλλονται ισχυρότερα και έτσι να εξωθούν
περισσότερο αίμα.
• Επίσης έχουμε αύξηση της μυϊκής μάζας. Με αυτόν τον τρόπο
αυξάνεται ο συνολικός αριθμός των μυϊκών ινών που είναι δυνατόν
να συσταλούν.
59
60
Συμπτώματα της αριστερής καρδιακής
ανεπάρκειας 1/4
• Συλλογή πλευριτικού υγρού.
• Βήχας.
• Οιδήματα, κυρίως στα πόδια αλλά και στο υπόλοιπο σώμα σε πιο
προχωρημένες μορφές.
• Ταχυκαρδία και ταχύπνοια.
• Εφιδρώσεις και αδυναμία.
• Κόπωση.
• Αναιμία.
• Ελάττωση της ικανότητας για άσκηση.
• Σύγχυση, και διαταραχές της μνήμης οφειλόμενες σε ελάττωση της
αιμάτωσης του εγκεφάλου.
61
62
Συμπτώματα της αριστερής καρδιακής
ανεπάρκειας 3/4
• Η δύσπνοια μπορεί να εμφανιστεί αρχικά ως ορθόπνοια.
Παρουσιάζεται όταν ο ασθενής βρίσκεται σε ύπτια θέση και
οφείλεται σε ανακατανοή του αίματος από την περιφερική στην
κεντρική κυκλοφορία. Η παροξυσμική νυκτερινή
δύσπνοια οφείλεται σε διάμεσο πνευμονικό οίδημα κι είναι η πιο
ειδική εκδήλωση αριστερής καρδιακής ανεπάρκειας. Η
σοβαρότερη μορφή δύσπνοιας, οφειλόμενη σε αριστερή καρδιακή
ανεπάρκεια, είναι το οξύ πνευμονικό οίδημα, το οποίο οφείλεται
σε διίδρωση υγρού στις πνευμονικές κυψελίδες.
63
65
66
Κλινική εξέταση και ευρήματα 1/2
Κλινική εξέταση
• Η δύσπνοια και το οίδημα εντοπίζονται από την ακρόαση των
πνευμόνων.
• Συνήθως διαπιστώνονται ευρήματα από την πάθηση που
προκάλεσε την καρδιακή ανεπάρκεια, καθώς και υγροί ρόγχοι
στους πνεύμονες, από την στάση του αίματος σε αυτούς.
Ευρήματα από εξετάσεις
• Ηλεκτροκαρδιογράφημα: Διαπιστώνεται νέο ή παλαιό έμφραγμα
μυοκαρδίου, υπερτροφία κοιλιών ή κόλπων, αρρυθμίες όπως
κολπική μαρμαρυγή, έκτακτες κοιλιακές συστολές, κ.α.
67
68
Δύσπνοια 1/3
Δύσπνοια προσπάθειας
• Δύσπνοια με την σωματική προσπάθεια. Όσο πιο εύκολα, δηλαδή
σε μικρότερη προσπάθεια εμφανίζεται τόσο πιο σοβαρή είναι η
καρδιακή ανεπάρκεια.
• Υποχωρεί μετά τη διακοπή της.
• Μπορεί να εμφανισθεί και μετά από ψυχική υπερδιέγερση,
κατάκλιση, υπερυδάτωση, αρρυθμίες.
69
Δύσπνοια 2/3
Παροξυσμική δύσπνοια ή καρδιακό άσθμα
• Εμφανίζεται παροξυσμικά συχνά κατά την διάρκεια του ύπνου (2-3
ώρες μετά την κατάκλιση) και αναγκάζει τον ασθενή να σηκωθεί
για αναζήτηση αέρα.
• Λίγο μετά την απόκτηση καθιστής ή όρθιας θέσης αισθάνεται
καλύτερα.
70
Δύσπνοια 3/3
Οξύ πνευμονικό οίδημα
• Είναι βαριά κλινική εκδήλωση της αριστερής καρδιακής ανεπάρκειας
με αιφνίδια αύξηση της πίεσης των πνευμονικών τριχοειδών πάνω
από 25 mm Hg και άφθονη εξαγγείωση υγρού στις κυψελίδες.
• Εμφανίζεται σε χρόνιους καρδιοπαθείς με εύκολη δύσπνοια
προσπάθειας ή επεισόδια παροξυσμικής δύσπνοιας που μπορεί να
εξελιχθούν σε πνευμονικό οίδημα, συχνά όμως εμφανίζεται και ως
πρώτη εκδήλωση σε ασθενείς με οξύ καρδιακό επεισόδιο όπως είναι
το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, κρίση αρτηριακής υπέρτασης κ.ά.
Στους καρδιοπαθείς με χρόνια δύσπνοια, η έκλυση του οξέος
πνευμονικού οιδήματος συχνά οφείλεται σε διαταραχή του
καρδιακού ρυθμού, π.χ. παροξυσμό κολπικής μαρμαρυγής, αύξηση
της αρτηριακής πίεσης ή στηθαγχική κρίση και, σπανιότερα, σε
υπερβολική χορήγηση υγρών.
71
72
Πνευμονικό οίδημα 2/2
• Από την αντικειμενική εξέταση διαπιστώνεται ταχυκαρδία με πολύ
μικρό αρτηριακό σφυγμό, ο οποίος ενίοτε είναι εναλλασσόμενος.
• Η συστολική πίεση μπορεί να είναι φυσιολογική ή και αυξημένη
από περιφερικό αγγειόσπασμο, όμως συχνά είναι χαμηλή, κάτω
των 100 mmHg.
• Από την ακρόαση διαπιστώνονται άφθονοι διάσπαρτοι υγροί
ρόγχοι σε αμφότερα τα πνευμονικά πεδία, συχνά δε και ξηρά
ακροαστικά λόγω συνύπαρξης σπασμού βρόγχων. Διαπιστώνεται
ταχυκαρδία με καλπασμό, συχνά αρρυθμίες, πιθανόν αύξηση της
έντασης του 2ου τόνου στην περιοχή της πνευμονικής και μερικές
φορές ήπιο συστολικό φύσημα από λειτουργική ανεπάρκεια
μιτροειδούς.
73
74
Δεξιά καρδιακή ανεπάρκεια 2/2
• Μυοκαρδίτιδες από ιώσεις, ρευματικό πυρετό κ.ά., καθώς επίσης
επιβάρυνση του μυοκαρδίου από νοσήματα που προκαλούν
υπερκινητική κυκλοφορία, όπως ο υπερθυρεοειδισμός, η αναιμία,
τα αρτηριοφλεβικά ανευρύσματα κ.λ.π. Οι καταστάσεις αυτές
επιβαρύνουν το μυοκάρδιο αμφοτέρων των κοιλιών, πλην όμως
εμφανίζουν συχνά εκδηλώσεις κάμψης της δεξιάς κοιλίας, επειδή
το τοίχωμά της είναι ασθενέστερο.
• Η συμπιεστική περικαρδίτιδα και οι σπάνιες παθήσεις του
μυξώματος του δεξιού κόλπου και της στένωσης της τριγλώχινος
παρουσιάζουν εικόνα με την κάμψη της δεξιάς κοιλίας.
Παρεμποδίζουν την πλήρωση αυτής και προκαλούν αύξηση της
πίεσης στο δεξιό κόλπο και το φλεβικό σύστημα της μεγάλης
κυκλοφορίας με έκδηλη εικόνα περιφερικής στάσης.
75
• Γαστρεντερικές διαταραχές
Συνίσταται σε μετεωρισμό της κοιλίας και δυσκοιλιότητα.
76
Υποκειμενικά συμπτώματα δεξιάς
καρδιακής ανεπάρκειας 2/2
• Ολιγουρία ή δυσουρία
Στους περιπατητικούς ασθενείς η ολιγουρία είναι έκδηλη κατά τη
διάρκεια της ημέρας. Τη νύχτα η καρδιά ανταποκρίνεται καλύτερα
στις απαιτήσεις της περιφέρειας και έτσι συμβαίνει κινητοποίηση
υγρών και αύξηση της διούρησης (νυκτουρία).
77
82
Παθοφυσιολογία της στεφανιαίας νόσου 2/3
• Η δημιουργία αποφρακτικού θρόμβου έχει αποτέλεσμα την
παντελή και παρατεταμένη έλλειψη οξυγόνου στο μυοκάρδιο που
προκαλεί νέκρωση του μυοκαρδίου (έμφραγμα).
• Η δημιουργία τοιχωματικού μη αποφρακτικού θρόμβου έχει
αποτέλεσμα την μεγάλη μείωση οξυγόνου στο μυοκάρδιο και
προκαλείται το σύνδρομο της ασταθούς στηθάγχης.
• Έχει βρεθεί ότι το 10% περίπου των ανδρών ηλικίας 50-59 ετών
έχει, έστω σιωπηλή, στεφανιαία νόσο.
• Σε άτομα, όμως, με συμπτώματα ομοιάζοντα με στηθάγχη η
συχνότητα, αγγειογραφικά επιβεβαιωμένης, στεφανιαίας νόσου
αγγίζει το 60-90%.
83
84
Κλινική εικόνα στεφανιαίας νόσου 1/4
• Σε όλες τις μορφές στεφανιαίας νόσου το σύμπτωμα που κυριαρχεί
είναι οπισθοστερνικός πόνος που λέγεται στηθάγχη.
• Ο τυπικός στηθαγχικός πόνος εμφανίζεται ύστερα από την
επίδραση κάποιου εκλυτικού παράγοντα.
• Οι εκλυτικοί παράγοντες της στηθάγχης είναι:
o Η κόπωση.
o Το άγχος και οι έντονες συναισθηματικές καταστάσεις.
o Οι επώδυνες καταστάσεις.
o Η έκθεση σε έντονο ψύχος.
o Το βαρύ γεύμα.
85
87
88
Ευρήματα στην στηθάγχη 1/4
• Ηλεκτροκαρδιογράφημα: Σε πολλούς ασθενείς το
ηλεκτροκαρδιογράφημα ηρεμίας είναι φυσιολογικό. Στο
ηλεκτροκαρδιογράφημα ηρεμίας προκύπτουν ευρήματα όταν
γίνεται στην διάρκεια του πόνου, και συνίστανται σε κατάσπαση
του τμήματος SΤ. Μόνιμες αλλοιώσεις παρουσιάζονται σε
προχωρημένα σταδία της νόσου.
• Ακτινογραφία θώρακα: Η ακτινογραφία θώρακα συνήθως είναι
φυσιολογική σε ασθενή με στεφανιαία νόσο. Εάν υπάρχει καρδιακή
ανεπάρκεια η καρδιά είναι μεγαλύτερη από το φυσιολογικό.
• Δοκιμασία κόπωσης: Η καλύτερη μέθοδος για την διάγνωση και
την εκτίμηση της στεφανιαίας νόσου.
89
92
Οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου
• Το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου με ανάσπαση του ST στο
ηλεκτροκαρδιογράφημα ή απλά οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου
συγκαταλέγεται στα οξέα στεφανιαία σύνδρομα (όπως η ασταθής
στηθάγχη και το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου χωρίς ανάσπαση
του ST). Το έμφραγμα του μυοκαρδίου οφείλεται σε αιφνίδια
απόφραξη ενός κλάδου των στεφανιαίων αρτηριών λόγω ρήξης ή
διάβρωσης της αθηρωματικής πλάκας και δημιουργίας θρόμβου ο
οποίος αποφράσσει πλήρως την υπεύθυνη στεφανιαία αρτηρία με
αποτέλεσμα την διακοπή της κυκλοφορίας του αίματος. Το
αποτέλεσμα είναι νέκρωση μιας περιοχής του μυοκαρδίου.
• Το έμφραγμα τού μυοκαρδίου προσβάλλει συνήθως τούς άνδρες
(με αναλογία 5 προς 1 σε σχέση με τις γυναίκες) στην ηλικία
μεταξύ 50 και 60 ετών.
93
94
Οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου-μηχανισμός
• Η περιοχή δε που τροφοδοτούν είναι ανέτοιμη, δεν διαθέτει
παράπλευρα αγγεία και στραγγαλίζεται από την απουσία αίματος.
Περίπου 20 λεπτά κατάργησης της κυκλοφορίας οδηγεί σε
νέκρωση (έμφραγμα) σε όλο το πάχος του τοιχώματος της κοιλίας
(διατοιχωματικό). Λιγότερο εκτεταμένα εμφράγματα (χωρίς
κύματα Q) οφείλονται σε μερική απόφραξη της αρτηρίας ή και σε
διάλυση του θρόμβου, αυτόματη ή ιατρογενή. Αν η νέκρωση του
μυοκαρδίου αφορά λιγότερο από το 20% της συνολικής μάζας του,
το υπόλοιπο μυοκάρδιο είναι επαρκές για τη συντήρηση της
καρδιακής λειτουργίας, άλλως επακολουθεί καρδιακή ανεπάρκεια
ή ακόμη χειρότερα καρδιογενές shock με μη ανεκτή μείωση της
κυκλοφορίας.
95
96
Κλινική εικόνα εμφράγματος του μυοκαρδίου
2/3
• Ο άρρωστος τον αισθάνεται συνήθως σαν ένα αφόρητο βάρος ή
σαν ένα σφίξιμο ιδιαίτερα οδυνηρό. Μερικές φορές, εξ άλλου, ο
πόνος του εμφράγματος εκδηλώνεται σαν αίσθημα φλογώσεως
(κάψιμο). Η μεγάλη ένταση ξεπερνά την ήδη φοβερή ένταση του
πόνου της στηθάγχης. Η διάρκεια του πόνου μπορεί να είναι
μερικές ώρες στις ελαφρές περιπτώσεις και 12 - 24 ώρες, ίσως και
παραπάνω, σε περιπτώσεις βαριές. Η μακρά διάρκεια του πόνου
προκαλεί συχνά αντανακλαστικά φαινόμενα, όπως είναι κυρίως ο
εμετός, οι εφιδρώσεις και ο μετεωρισμός. Υπάρχουν επίσης
περιπτώσεις κατά τις όποιες ο πόνος είναι ήπιος και άλλες πού ο
πόνος λείπει εντελώς.
97
98
Ηλεκτροκαρδιογράφημα
• Το χαρακτηριστικό εύρημα του οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου
είναι η ανάσπαση του ST διαστήματος, τις πρώτες ώρες, η οποία με
την πάροδο του χρόνου υποχωρεί και σταδιακά εμφανίζονται
τα κύματα Q της νεκρώσεως, που μπορεί να παραμείνουν έφορου
ζωής.
• Σε έμφραγμα του κατώτερου τοιχώματος τα ηλεκτροκαρδιογραφικά
ευρήματα παρατηρούνται στις απαγωγές ΙΙ, ΙΙΙ και AVF και σε
πρόσθιο έμφραγμα στις απαγωγές V1-V6, σε πλάγιο έμφραγμα στις
απαγωγές I, AVL,V5,V6, ενώ στο οπίσθιο έμφραγμα στις απαγωγές
V1-V3.
• Η ανάσπαση του τμήματος του ST διακρίνει το οξύ έμφραγμα του
μυοκαρδίου με ανάσπαση του ST και το οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου
χωρίς ανύψωση του ST. Το τελευταίο διαγιγνώσκεται όταν
ανυψώνονται τα καρδιακά ένζυμα. 99
100
Ένζυμα του ορού 1/2
• Από το μυοκάρδιο που υφίσταται νέκρωση απελευθερώνονται
ένζυμα. Έτσι στο περιφερικό αίμα μπορεί να βρεθεί αύξηση των
ένζυμων του μυοκαρδίου. Τα ένζυμα που συνήθως
χρησιμοποιούνται είναι η καρδιακή τροπονίνη (CTNI), η
κρεατινοφωσφοκινάση (CK) και ιδιαίτερα το μυοκαρδιακό κλάσμα
της MB (CK-MB), η οξαλοξεική (SGOT) και γλουταμινική (SGPT)
τρανσαμινάση και η γαλακτική δεϋδρογενάση (LDH).
• Η καρδιακή τροπονίνη Τ και Ι και η καρδιακή CK-MB είναι τα πιο
ευαίσθητα και ειδικά ένζυμα για τη διάγνωση του εμφράγματος.
Τα υπόλοιπα ένζυμα δεν χρησιμοποιούνται.
101
103
104
Θεραπεία του οξέος εμφράγματος του
μυοκαρδίου 2/2
Αντιθρομβωτική θεραπεία
• Αντιαιμοπεταλιακή θεραπεία: Χορηγείται συνδυασμός
ασπιρίνης και κλοπιδογρέλης σε δόση 100 και
75 mg αντίστοιχα.
• Ηπαρίνη: Βάσει των τελευταίων μελετών χορηγούνται μικρού
μοριακού βάρους ηπαρίνες υποδόρια που φαίνεται
τουλάχιστον να μειώνουν τις επιπλοκές της ενδοφλέβιας
ηπαρίνης.
105
106
Τα θρομβολυτικά φάρμακα 2/5
• Έχει δειχθεί ότι τα θρομβολυτικά φάρμακα ελαττώνουν τη
θνητότητα στο οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου όταν δίνονται
ενδοφλεβίως τις πρώτες 6-12 ώρες.
• Τα θρομβολυτικά φάρμακα ενδείκνυνται σε όλους τους ασθενείς
με οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Η μεγάλη ηλικία από μόνη της
δεν αποτελεί αντένδειξη χορήγησης των θρομβολυτικών
φαρμάκων.
107
108
Τα θρομβολυτικά φάρμακα 4/5
• Στρεπτοκινάση: Εάν έχει γίνει προηγούμενη θρομβόλυση τούς
τελευταίους 12 μήνες με στρεπτοκινάση τότε πιθανά να μη δράσει
εξαιτίας παραμονής αντισωμάτων.
• Αλτεπλάση: Ενδέχεται μετά τη θρομβόλυση να παρουσιαστούν
αρρυθμίες επαναιμάτωσης εξαιτίας απελευθέρωσης τοξικών ριζών
από την νεκρωτική περιοχή. Το συνολικό όφελος από τη
θρομβόλυση ωστόσο, στατιστικά υπερτερεί.
109
110
Πρωτογενής αγγειοπλαστική 1/2
• Η άλλη μέθοδος είναι της μηχανικής διάνοιξης του αγγείου με τη
μορφή επείγουσας πρωτογενούς αγγειοπλαστικής. Σ’ αυτή τη
μέθοδο, διενεργείται μια γρήγορη στεφανιογραφία με τη χρήση
τοπικού αναισθητικού, όπου πραγματοποιείται προώθηση κάποιων
λεπτών πλαστικών σωλήνων από το μηρό του ασθενούς, διαμέσου
της μηριαίας αρτηρίας εντός του στομίου των δύο στεφανιαίων
αρτηριών. Διαπιστώνεται πού βρίσκεται το πρόβλημα της οξείας
απόφραξης και την ίδια στιγμή πραγματοποιείται διάνοιξη με τη
χρήση ενός μπαλονιού και την τοποθέτηση κάποιων εσωτερικών
μεταλλικών πλεγμάτων, των λεγόμενων stent.
111
112
Άλλα φάρμακα επί εμφράγματος 1/2
Φάρμακα
Εκτός από την ασπιρίνη και κλοπιδογρέλη χορηγούνται επίσης:
• Nιτρώδη: Η νιτρογλυκερίνη ασκεί θεραπευτική δράση μέσω
μειώσεως του προφορτίου και του μεταφορτίου αλλά και μέσω
διαστολής των στεφανιαίων. Η ένδειξή της είναι ευμεγέθη
εμφράγματα με υποσυστολή αλλά χωρίς υπόταση. Χορηγείται αρχικά
ενδοφλεβίως δύο 24ωρα περίπου και κατόπιν από του στόματος ή
του δέρματος. Χρειάζεται παρακολούθηση της συστολικής πίεσης
διότι μετά τη χορήγηση των νιτρωδών είναι πιθανό να μειωθεί.
• Β-αδρενεργικοί αναστολείς: Τα φάρμακα αυτά εξοικονομούν
οξυγόνο χάρη στη μείωση της καρδιακής συχνότητας, της αρτηριακής
πίεσης και της συστολικής δύναμης που επιφέρουν. Χορηγούνται όσο
το δυνατόν ταχύτερα ενδοφλεβίως και κατόπιν από του στόματος αν
δεν υπάρξουν επιπλοκές ή αντενδείξεις.
113
114
Μετά το έμφραγμα-Αγωγή κατ’ οίκον 1/3
• Ακετυλοσαλυκυλικό οξύ (ασπιρίνη): Είναι το πιο συχνά
χορηγούμενο φάρμακο, αλλά μερικοί άνθρωποι δεν μπορούν να
την πάρουν, συνήθως διότι αντιμετωπίζουν προβλήματα με το
στομάχι τους. O κύριος στόχος της είναι να μειώσει τη συγκόλληση
των αιμοπεταλίων. Χορηγείται έφορου ζωής.
• Κλοπιδογρέλη: Χορηγείται κατά τη διάρκεια της νοσηλείας και για
διάστημα ενός έτους.
115
117
Αρρυθμίες 1/3
Οι καρδιακές αρρυθμίες προκαλούνται με τους παρακάτω μηχανισμούς:
1. Διαταραχές της αγωγιμότητας
• Οι διαταραχές αγωγής οδηγούν είτε σε απλή καθυστέρηση ή στον
αποκλεισμό του ερεθίσματος σε κάποιο επίπεδο του συστήματος
αγωγής από το φλεβόκομβο μέχρι τις ίνες Purkinje.
• 'Οταν η διέγερση δεν φθάσει στις κοιλίες λόγω αποκλεισμού σε κάποιο
επίπεδο, ένας τριτεύων βηματοδότης εκδηλώνει τον αυτοματισμό του
και έτσι το άτομο επιβιώνει.
• Αν όμως υπάρχει μειωμένος αυτοματισμός και τον τριτευόντων
κέντρων παύει η καρδιακή λειτουργία.
• Εκτός από τους αποκλεισμούς σε διάφορα επίπεδα οι διαταραχές στην
αγωγή του ερεθίσματος μπορεί να οδηγήσουν στην εμφάνιση
αρρυθμιών με μηχανισμό επανεισόδου. 118
Αρρυθμίες 2/3
2. Διαταραχές του αυτοματισμού
• Οι διαταραχές αυτοματισμού φυσιολογικού ή παθολογικού
οδηγούν σε μεταβολές της συχνότητας των εκπεμπομένων
ερεθισμάτων από τον φλεβόκομβο ή τα άλλα αυτοματικά κέντρα.
119
Αρρυθμίες 3/3
3. Μηχανισμός επανεισόδου
• Όταν δύο περιοχές της καρδιάς συνδέονται όχι με μία αλλά με δύο
οδούς αγωγής, ενδέχεται η διέγερση της μιας περιοχής να άγεται
στην άλλη διαμέσου της μιας οδού και να επιστρέφει διαμέσου της
άλλης οδού στην πρώτη περιοχή.
• Εκεί η ανερέθιστη περίοδος μπορεί να έχει λήξει στο μεταξύ και η
περιοχή να ξαναδιεγερθεί.
• Αν στο μεταξύ έχει λήξει η ανερέθιστη περίοδος της πρώτης οδού
και της δεύτερης περιοχής, η διέγερση εκτελεί μια συνεχή κυκλική
κίνηση.
• Οι δύο οδοί αγωγής μπορεί να είναι ανατομικά διάκριτες όπως
συμβαίνει στα σύνδρομα προδιέγερσης.
120
Διαίρεση αρρυθμιών 1/3
Καλοήθεις:
• Οι καλοήθεις αρρυθμίες είναι αραιοί (λιγότεροι από 10/ώρα)
μονοεστιακοί έκτοποι παλμοί, που συμβαίνουν σε άτομα χωρίς
καρδιακή νόσο. Σε αυτά τα άτομα αρκεί η εξωνοσοκομειακή
ηλεκτροκαρδιογραφική αξιολόγηση ή μια δοκιμασία Holter.
Δυνητικά Κακοήθεις:
• Εδώ υπάγονται συχνοί ή πολυεστιακοί κοιλιακοί έκτοποι παλμοί ή
κατά ζεύγη, ή η μη εμμένουσα κοιλιακή ταχυκαρδία (που σταματά
αυτόματα σε λιγότερο από 30 δευτερόλεπτα). Απαντούν σε
καρδιοπάθειες με μέση ή σοβαρή ανατομική βλάβη.
• Η πρόγνωση εξαρτάται από την επίδοση της αριστερής κοιλίας.
Χρειάζεται πλήρης μελέτη εξω- ή ενδο- νοσοκομειακή με σύστημα
Holter και ίσως ηλεκτροφυσιολογική μελέτη.
121
122
Διαίρεση αρρυθμιών 3/3
• Οι αρρυθμίες χωρίζονται σε δυο μεγάλες κατηγορίες
o Υπερκοιλιακές: όταν η έκτοπη εστία είναι πάνω από τον
κολποκοιλιακό κόμβο.
o Κοιλιακές: όταν η έκτοπη εστία είναι κάτω από τον
κολποκοιλιακό κόμβο.
123
Υπερκοιλιακές αρρυθμίες
Φλεβοκομβική ταχυκαρδία
Ο φλεβόκομβος βηματοδοτεί την καρδιά με συχνότητα από 50-100
παλμούς ανά λεπτό.
Εάν η συχνότητα υπερβεί τους 100 παλμούς ανά λεπτό τότε μιλάμε
για φλεβοκομβική ταχυκαρδία.
• Αίτια φλεβοκομβικής ταχυκαρδίας;
• Σωματική άσκηση. • Πυρετός.
• Άγχος, φόβος. • Υπερθυρεοειδισμός.
• Επώδυνες καταστάσεις. • Αναιμία.
• Φάρμακα. • Καρδιακή ανεπάρκεια.
124
Κολποκοιλιακός αποκλεισμός 1/2
• Φυσιολογικά οι παλμοί της καρδιάς προέρχονται από τον
φλεβοκόμβο ο οποίος βηματοδοτεί την καρδιά με 50-100 παλμούς
ανά λεπτό. Μετά τον φλεβοκόμβο το ερέθισμα μέσω του
ερεθισματαγωγού συστήματος κατευθύνεται προς τις κοιλίες
• Εάν παρουσιαστεί βλάβη σε κάποιο σημείο του
ερεθισματαγωγικού συστήματος με αποτέλεσμα μείωση ή διακοπή
της αγωγής η κατάσταση αυτή λέγεται κολποκοιλιακός
αποκλεισμός. Συνέπεια αυτού είναι να εμφανισθεί βραδυκαρδία η
ασύστολα από την οποία και κινδυνεύει ο άρρωστος.
125
126
Κλινική εικόνα κολποκοιλιακού αποκλεισμού
• Σε πλήρη κολποκοιλιακό αποκλεισμό με σταθερή καρδιακή
συχνότητα, 35-40/λ ή μεγαλύτερη, συχνά οι ασθενείς δεν έχουν
συμπτώματα. Όμως μπορεί ορισμένοι εξ' αυτών να εμφανίσουν
εκδηλώσεις καρδιακής ανεπάρκειας, εγκεφαλικής ισχαιμίας ή και
στεφανιαίας ανεπάρκειας. Στους περισσότερους ασθενείς
εμφανίζονται κρίσεις Adams-Stokes. Οι κρίσεις αυτές είναι
συγκοπτικές και χαρακτηρίζονται από απώλεια συνειδήσεως,
ωχρότητα του προσώπου και, εάν διαρκούν άνω των 15 sec,
κυάνωση, βαθειά ρεγχώδη αναπνοή και σπασμούς. Συγκοπτικές
κρίσεις που διαρκούν πάνω από 60 sec είναι συνήθως
θανατηφόρες, εκτός εάν γίνει καρδιακή ανάνηψη. Η τελική
διάγνωση γίνεται με το ηλεκτροκαρδιογράφημα εάν η βλάβη είναι
μόνιμη, και με το Holter εάν εμφανίζεται παροδικά και
διαλειπόντως.
127
128
Παροξυσμική υπερκοιλιακή ταχυκαρδία
• Εάν από κάποια αιτία αναλάβουν την βηματοδότηση της καρδιάς
κέντρα εκτός του φλεβόκομβου, τα οποία βρίσκονται στο επίπεδο
των κόλπων εμφανίζεται αρρυθμία που ονομάζεται παροξυσμική
υπερκοιλιακή ταχυκαρδία.
129
130
Μηχανισμοί της παροξυσμικής
υπερκοιλιακής ταχυκαρδίας 2/2
• Επανείσοδος από παραπληρωματικό δεμάτιο: Το φυσιολογικό
ερέθισμα λόγω ύπαρξης παραπληρωματικού δεματίου κάνει ταχύ
κύκλο μεταξύ κολποκοιλιακού κόμβου και παραπληρωματικού
δεματίου και συντηρεί μια ταχυκαρδία που ονομάζεται
κολποκοιλιακή ταχυκαρδία. Φυσιολογικά οι κόλποι και οι κοιλίες
επικοινωνούν ηλεκτρικά μόνο μέσω του κολποκοιλιακού κόμβου. Το
παραπληρωματικό δεμάτιο είναι νησίδα μυοκαρδιακού αγώγιμου
ιστού, που βραχυκυκλώνει κόλπους και κοιλίες. Τα άτομα που έχουν
αυτό το επιπλέον δεμάτιο έχουν σύνδρομο Wolff-Parkinson-White.
131
133
134
Κοιλιακές αρρυθμίες 2/2
• Το επεισόδιο της κοιλιακής ταχυκαρδίας μπορεί να αντιμετωπιστεί
με αντιαρρυθμικά φάρμακα ή με τη χρήση ηλεκτρικού ρεύματος
μέσω μιας συσκευής που λέγεται απινιδωτής. Πρόληψη νέων
επεισοδίων γίνεται με θεραπεία της υποκείμενης καρδιακής
νόσου, με την χρήση αντιαρρυθμικών φαρμάκων και σπανιότατα
με την τοποθέτηση ενός απινιδωτή που ανατάσσει αυτόματα μέσω
ηλεκτρικού ρεύματος, την αρρυθμία.
• Υπάρχουν πολλές μορφές κοιλιακής αρρυθμίας.
135
136
Μορφές κοιλιακών αρρυθμιών 2/2
• Πολύμορφη κοιλιακή ταχυκαρδία (torsades des pointes) ή σύνδρομο
με μακρό Q-T
o Συγγενής, με σταθερά παρατεταμένο διάστημα QT και διέγερση
του συμπαθητικού συστήματος.
o Επίκτητη, με σταθερή παράταση του QT αλλά χωρίς διέγερση
του συμπαθητικού συστήματος. Συνηθέστερες αιτίες είναι το οξύ
έμφραγμα του μυοκαρδίου, η υποκαλιαιμία, η λήψη
αντιαρρυθμικών φαρμάκων.
• Κοιλιακή ταχυκαρδία δεξιάς κοιλίας.
• Κοιλιακή μαρμαρυγή.
137
138
Αίτια της ΚΤ
• Εμφανίζεται πάντα σαν επιπλοκή οργανικών παθήσεων της
καρδιάς. Τα πιο συχνά αίτια είναι:
o Στεφανιαία νόσος.
o Μυοκαρδιοπάθειες.
o Υπερτασική καρδιοπάθεια.
o Βαλβιδοπάθειες.
o Μεταβολικές διαταραχές.
• Κλινική εικόνα
Αιφνίδια έναρξη προκάρδιων παλμών. Εάν η υποκείμενη
καρδιοπάθεια είναι σοβαρή μπορεί να συνοδεύεται από λιποθυμία
ή υπόταση.
139
Θεραπεία ΚΤ
Θεραπεία πρωταρχικά της υποκείμενης καρδιοπάθειας.
• Φαρμακευτική:
• Χορηγείται ξυλοκαΐνη, προκαιναμίδη, αμιοδαρόνη.
• Ηλεκτρική ανάταξη:
• Όταν αποτύχουν τα φάρμακα ή ο άρρωστος έχει υπόταση ή
δύσπνοια.
• Πρόληψη:
• Εάν εμφανίζεται κατά το πρώτο 24ωρο του οξέος εμφράγματος
του μυοκαρδίου δεν χρειάζεται μακροχρόνια θεραπεία.
• Στις άλλες η θεραπεία είναι φαρμακευτική ή κατάλυση της έκτοπης
εστίας με ρεύμα ή εμφύτευση μόνιμου απινιδωτή.
140
Κοιλιακή μαρμαρυγή
• Στις κοιλίες επικρατεί ένας χαώδης ρυθμός με συχνότητα
ερεθισμάτων 300-4000 ανά λεπτό έτσι διάφορα τμήματα του
κοιλιακού μυοκαρδίου συσπώνται και χαλαρώνονται χωρίς κανένα
συντονισμό.
• Πρόκειται για μία αρρυθμία κατά την οποία οι κοιλίες παύουν να
εκτελούν μια οργανωμένη συστολή.
• Αποτέλεσμα είναι η ανυπαρξία αποτελεσματικής κοιλιακής
σύσπασης και διακοπή της κυκλοφορίας. Ουσιαστικά είναι μία
θανατηφόρα αρρυθμία αν δεν αντιμετωπισθεί με ηλεκτρική
ανάταξη σε 3 λεπτά.
• Αποτελεί τον συχνότερο μηχανισμό αιφνίδιου καρδιακού θανάτου.
141
142
Αίτια της κοιλιακής μαρμαρυγής 1/2
Εμφανίζεται πάντα σαν επιπλοκή οργανικών παθήσεων της καρδιάς. Τα
πιο συχνά αίτια είναι:
• Στεφανιαία νόσος ιδιαίτερα το έμφραγμα του μυοκαρδίου.
• Ιδιοπαθής βλάβη της ηλεκτρικής δραστηριότητας της καρδιάς.
• Μυοκαρδιοπάθειες.
• Υπερτασική καρδιοπάθεια.
• Βαλβιδοπάθειες.
143
144
Κλινική εικόνα κοιλιακής μαρμαρυγής
• Από την κοιλιακή μαρμαρυγή μπορεί να προηγηθούν κοιλιακές
έκτακτες συστολές, κοιλιακή ταχυκαρδία ή να εμφανιστεί αιφνίδια
χωρίς καμία προειδοποίηση. Ο άρρωστος ξαφνικά χάνει τις
αισθήσεις του, γίνεται ωχρός και εμφανίζει αραιά και ρεγχώδη
αναπνοή.
• Ο σφυγμός είναι αψηλάφητος και η λήψη της ΑΠ αδύνατη.
• Η κυκλοφορία σταματάει τελείως, ακολουθεί κυάνωση, διαστολή
(μυδρίαση) της κόρης των οφθαλμών και σπασμοί λόγω ανοξίας
του εγκεφάλου. Αν δεν αποκατασταθεί η καρδιακή λειτουργία
μέσα σε 3-4’ επέρχεται ο θάνατος.
145
146
Αντιαρρυθμικά Φάρμακα 1/2
Τα αντιαρρυθμικά φάρμακα διαχωρίζονται σε τάξεις (classes) και
συγγράφονται ανάλογα των αναγκών, της κλινικής εικόνας των
ασθενών και το προηγούμενο ιστορικό τους.
• Class I
o Εμποδίζουν τα κανάλια Να, δρουν σε φάση Ο και σχετίζονται
με γρήγορη εκπόλωση.
o Ια – κινιδίνη (παλαιά, ιστορικής αξίας), προκαιναμίδη,
δισοπυραμίδη.
o Ιβ – λιδοκαίνη, (IV, κοιλιακές αρρυθμίες), φαινυντοίνη (με
προσοχή-αντιεπιληπτικό φάρμακο).
o Ιγ φλικαινίδη, ενκανιδίνη (έκτοπες κοιλιακές).
147
Υπερλιποπρωτεϊναιμίες 2/7
Υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου ΙΙ
Διακρίνεται στους υποτύπους ΙΙα και ΙΙβ.
• Ο τύπος ΙΙα χαρακτηρίζεται από μεγάλη αύξηση της LDL
χοληστερίνης. Οι τιμές της χοληστερίνης του πλάσματος είναι
υψηλές, αλλά τα τριγλυκερίδια φυσιολογικά. Η γενετική βλάβη είναι
η οικογενής υπερχοληστερολαιμία, που κληρονομείται κατά τον
αυτόσωμο επικρατούντα χαρακτήρα.
150
Υπερλιποπρωτεϊναιμίες 3/7
• Ο τύπος ΙΙβ είναι σχετικά συχνός και χαρακτηρίζεται από αυξήσεις
των LDL αλλά και των VLDL. Αυξάνουν τόσο η χοληστερίνη όσο και τα
τριγλυκερίδια. Οι ομοζυγώτες παρουσιάζουν βαρύτερη και
πρωιμότερη κλινική εικόνα σε σύγκριση προς τους ετεροζυγώτες. Οι
περισσότεροι από τους ομοζυγώτες δεν επιζούν μετά το 40ο έτος της
ηλικίας. Οι ετεροζυγώτες εμφανίζουν συνήθως στηθάγχη ή
έμφραγμα μεταξύ της ηλικίας 30 και 60 ετών. Σε αρκετές περιπτώσεις
(προπαντός στους ομοζυγώτες), παρατηρούνται ξανθώματα
(διογκώσεις από εναπόθεση λίπους στους τένοντες ιδίως τους
αχίλλειους αλλά και στις εκτατικές επιφάνειες των χεριών των
γονάτων και των αγκώνων). Συχνά παρατηρείται γεροντότοξο ενώ σε
άλλες περιπτώσεις εναποτίθεται λίπος στα βλέφαρα (ξανθελάσματα).
151
Υπερλιποπρωτεϊναιμίες 4/7
Υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου ΙΙΙ
• Η χοληστερίνη και τα τριγλυκερίδια αυξάνουν περίπου ισόποσα.
Σχετικώς σπάνια.
Υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου IV
• Συμπεριλαμβάνεται η οικογενής συνδυασμένη υπερλιποπρωτεϊναιμία,
και οι ελαφρότερες μορφές της οικογενούς υπερτριγλυκεριδαιμίας.
Παρατηρείται συχνά στο διαβήτη, στη νεφρική ανεπάρκεια, στο
νεφρωσικό σύνδρομο, σε λήψη οιστρογόνων, αντισυλληπτικών
δισκίων, στον υποθυρεοειδισμό ως δευτερογενής.
• Είναι αρκετά συχνή κατάσταση και αφορά συνήθως μεσήλικες ή
υπερήλικες με διαβήτη ή υπερουριχαιμία. Η διατροφή με πολλούς
υδατάνθρακες καθώς και η λήψη οινοπνεύματος επιδεινώνουν την
υπερτριγλυκεριδαιμία. 152
Υπερλιποπρωτεϊναιμίες 5/7
Υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου V
• Είναι σπάνια κατάσταση. Χαρακτηρίζεται από μεγάλη αύξηση
χυλομικρών και VLDL. Αυξάνουν τόσο η χοληστερίνη όσο και τα
τριγλυκερίδια. Χειροτερεύει με διατροφή πλούσια σε λίπος αλλά
και σε υδατάνθρακες. Τα συμπτώματα ποικίλλουν (κοιλιακοί πόνοι,
παγκρεατίτιδα ηπατοσπληνομεγαλία, παχυσαρκία, διαβήτης).
153
Υπερλιποπρωτεϊναιμίες 6/7
Οικογενής συνδυασμένη υπερλιπιδαιμία
• Οι συγκεντρώσεις των λιπιδίων του ορού ποικίλλουν μεταξύ των
ατόμων που έχουν προσβληθεί μέσα στην ίδια οικογένεια, αλλά
ακόμη και στο ίδιο άτομο σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.
Υπάρχει επιρρέπεια για πρώιμη αθηροσκλήρωση και στεφανιαία
νόσο. Σε ορισμένους ασθενείς προέχει το στοιχείο της
υπερτριγλυκεριδαιμίας, σε άλλους της υπερχοληστεριναιμίας και
σε άλλους αμφότερα συνυπάρχουν.
154
Υπερλιποπρωτεϊναιμίες 7/7
Οικογενής υπερχοληστερολαιμία
• Κληρονομείται κατά τον αυτόσωμο επικρατούντα χαρακτήρα. Η
ετερόζυγη μορφή είναι συχνή γενετική νόσος, με συχνότητα
εμφάνισης 1:500. Η ομόζυγη μορφή αντίθετα εμφανίζεται με
μικρότερη συχνότητα της τάξης του 1:1.000.000. Για να εμφανισθεί
η ομόζυγη μορφή πρέπει και οι δύο γονείς να πάσχουν από
ετερόζυγη οικογενή υπερχοληστεριναιμία. Η κλινική εκδήλωση της
οικογενούς υπερχοληστεριναιμίας είναι η στεφανιαία νόσος.
155
156
Φάρμακα κατά της υψηλής χοληστερίνης
και τριγλυκεριδίων 2/3
Στατίνες
• Οι στατίνες (σιμβαστατίνη, πραβαστατίνη, ατορβαστατίνη,
φλουβαστατίνη, λοβαστατίνη και ροσουβαστατίνη) δρουν μέσω
αναστολής ενός ενζύμου πού συμμετέχει στη σύνθεση της
χοληστερίνης στο ήπαρ (αναγωγάση HMG-CoA).
• Μειώνουν την LDL, αλλά και τα τριγλυκερίδια, ενώ προκαλούν και
μικρή αύξηση της HDL. Έχει αποδειχθεί ότι χορήγηση στατινών σε
ασθενείς με στεφανιαία νόσο αλλά και σε υγιή άτομα υψηλού
κινδύνου μειώνει τα εμφράγματα μυοκαρδίου.
157
158
Φιμπράτες
• Οι φιμπράτες (φαινοφιμπράτη, γεμφιμπροζίλη, βεζαφιμπράτη,
σιπροφιμπράτη) ενεργοποιούν τη λιποπρωτεινική λιπάση, ένα
ένζυμο πού διευκολύνει τον καταβολισμό των πλούσιων σε
τριγλυκερίδια λιποπρωτεϊνών. Μειώνουν τα τριγλυκερίδια και
αυξάνουν την HDL, ενώ είναι δυνατόν να μειώσουν η να αυξήσουν
την LDL. Θεωρούνται αντιλιπιδαιμικοί παράγοντες ευρέως
φάσματος γιατί αν και η κύρια δράση τους είναι η μείωση των
τριγλυκεριδίων, ελαττώνουν επίσης τα επίπεδα της LDL και
αυξάνουν την HDL. Η δράση τους αποδίδεται κυρίως στην
ενεργοποίηση της λιποπρωτεϊνικής λιπάσης, την αναστολή της
αναγωγάσης τον HMG-CoA και την αύξηση τον καταβολισμού των
λιποπρωτεϊνών πολύ χαμηλής πυκνότητας (VLDL).
• Υπάρχουν στο εμπόριο αρκετές φιμπράτες.
159
Υπέρταση
• Η καρδιά προωθεί το αίμα μέσω των αρτηριών, με αποτέλεσμα οι
αρτηρίες να βρίσκονται υπό πίεση. Υπέρταση έχουμε όταν η πίεση
παραμένει υψηλή για μεγάλο χρονικό διάστημα ακόμα και όταν
είμαστε ήρεμοι, ακόμη και όταν κοιμόμαστε.
• Η φυσιολογική αρτηριακή πίεση μετριέται σε χιλιοστά στήλης
υδραργύρου (mmHg). Διακρίνεται δε σε:
• Συστολική: Είναι η πίεση του αίματος όταν η καρδιά συστέλλεται
και στέλνει το αίμα σε όλο το σώμα. Το φυσιολογικό όριό της είναι
τα 140 mmHg.
• Διαστολική: Είναι η πίεση του αίματος όταν η καρδιά
διαστέλλεται, έτσι ώστε να γεμίσει με αίμα, το οποίο στο επόμενο
στάδιο (συστολή) θα το εξωθήσει στα αγγεία. Το φυσιολογικό όριό
της είναι τα 90 mmHg.
160
Φάρμακα της αρτηριακής υπέρτασης 1/2
• Διάφορες διεθνείς μελέτες έχουν επιβεβαιώσει ότι η μείωση της
συστολικής αρτηριακής υπέρτασης σε ασθενείς έως 80 ετών είναι
ιδιαίτερα αποτελεσματική ως προς τη μείωση της συχνότητας
εκδήλωσης εγκεφαλικού επεισοδίου.
• Οι Αμερικανικές κατευθυντήριες οδηγίες (JNC-7) συνιστούν
αντιυπερτασική αγωγή σε περίπτωση συστολικής αρτηριακής
πίεσης (ΣΑΠ) >140 mm Hg και διαστολικής αρτηριακής πίεσης
(ΔΑΠ) >90mm Hg, ανεξαρτήτως άλλων κλινικών παραγόντων
κινδύνου.
• Στις Βρετανικές κατευθυντήριες οδηγίες (BSH-IV), η συστολική
αρτηριακή υπέρταση (ΣΑΠ) χωρίζεται σε σταδίου 1 (ΣΑΠ 140-
159 mm Hg και ΔΑΠ<90 mm Hg} και σταδίου 2 (ΣΑΠ >160 mm
Hg και ΔΑΠ<90 mm Hg).
161
163
164
Νεφραγγειακή υπέρταση και στένωση
νεφρικής αρτηρίας 2/3
Αίτια
• Νεφραγγειακή υπέρταση μπορεί να προκληθεί από διάφορες
καταστάσεις αλλά οι συνηθέστερες είναι
• η ινομυώδης δυσπλασία της νεφρικής αρτηρίας.
• η στένωση των νεφρικών αρτηριών λόγω αθηρωμάτωσης.
• Η νεφραγγειακή υπέρταση είναι από τις συνηθέστερες αιτίες
δευτεροπαθούς υπέρτασης.
• Σημαντική στένωση νεφρικής αρτηρίας (>50%) υπολογίζεται ότι
υπάρχει σε ένα ποσοστό 6-7% των ατόμων με ηλικία πάνω από 65
έτη.
165
166
Φαιοχρωμοκύττωμα και αρτηριακή υπέρταση
• Πρόκειται για σπάνιο όγκο της μυελώδους μοίρας των
επινεφριδίων.
• Όταν εντοπίζεται εκτός των επινεφριδίων ονομάζεται
παραγαγγλίωμα.
• Λόγω της αυξημένης έκκρισης κατεχολαμινών (αδρεναλίνης και
νοραδρεναλίνης, σπάνια και ντοπαμίνης) προκαλεί υπέρταση και
καρδιακές αρρυθμίες.
167
Βαλβιδοπάθειες 1/2
• Το μεγαλύτερο βάρος πιέσεων δέχονται οι βαλβίδες που βρίσκονται
στο αριστερό μέρος της καρδιάς (μιτροειδής και αορτή) και για το
λόγο αυτό οι βαλβίδες αυτές προσβάλλονται από στένωση ή
ανεπάρκεια. Όταν αναφέρουμε στένωση μιας βαλβίδας, σημαίνει
ότι η βαλβίδα αυτή δεν μπορεί να ανοίξει πλήρως. Αντιθέτως, όταν
αναφερόμαστε σε ανεπάρκεια σημαίνει ότι η βαλβίδα δεν μπορεί
να κλείσει υδατοστεγώς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα προσβολής
βαλβίδων αποτελεί ο ρευματικός πυρετός, του οποίου η συχνότητα
ποικίλλει από χώρα σε χώρα.
168
Βαλβιδοπάθειες 2/2
• Σήμερα ο ρευματικός πυρετός είναι άγνωστος στις οικονομικά
αναπτυγμένες χώρες, ενώ, αντιθέτως, εξακολουθεί να υπάρχει σε
υψηλά ποσοστά στις υπό ανάπτυξη. Ο τρόπος ζωής των κατοίκων
τους ευνοεί την αύξηση της στεφανιαίας νόσου και της υπέρτασης,
με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι ανεπάρκειες των βαλβίδων, λόγω
του αυξημένου ποσοστού εμφραγμάτων του μυοκαρδίου
(ανεπάρκεια της μιτροειδούς) ή του αριθμού των υπερτασικών
ασθενών (ανεπάρκεια της αορτής).
169
Ρευματικός πυρετός
• Ο ρευματικός πυρετός προκαλείται από φλεγμονή που οφείλεται
στο β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α. Ο στρεπτόκοκκος
προσβάλλει συνήθως τον φάρυγγα και τις αμυγδαλές. 1-3 βδομάδες
μετά από τη στρεπτοκοκκική λοίμωξη, εκδηλώνεται ο πνευματικός
πυρετός. Οι καρδιακές βλάβες οφείλονται σε ανοσολογική
αντίδραση του οργανισμού έναντι αντιγόνων του στρεπτόκοκκου.
• Προσβάλλονται συνήθως παιδιά ηλικίας 5-15 ετών, ενώ η προσβολή
των ενήλικων είναι σπάνια. Η νόσος προσβάλλει κατά κύριο λόγο
την καρδιά αλλά και αλλά όργανα όπως οι αρθρώσεις, οι τένοντες,
οι περιτονίες, οι μύες, ο υποδόριος ιστός, οι αρτηρίες, οι ορογόνοι
υμένες, οι πνεύμονες και ο εγκέφαλος. Στην καρδιά εμφανίζεται
πανκαρδιτίδα λόγω προσβολής του ενδοκαρδίου, μυοκαρδίου,
περικαρδίου. Στο μυοκάρδιο αναπτύσσονται τα οζίδια του Aschoff
που είναι η κύρια παθολογοανατομική βλάβη του ρευματικού
πυρετού.
170
Πρόπτωση μιτροειδούς βαλβίδας 1/2
• Η μιτροειδής είναι μία "δίφυλλη" βαλβίδα της καρδιάς. Τα δύο
φύλλα της μιτροειδούς λέγονται "γλωχίνες" και σε κάθε καρδιακό
κύκλο (συστολή-διαστολή) κλείνουν και ανοίγουν.
• Όταν ανοίγουν, επιτρέπουν να περάσει το αίμα από τον αριστερό
κόλπο στην αριστερή κοιλία, ενώ, όταν κλείνουν, σταματά η ροή
αίματος από τη μία κοιλότητα στην άλλη.
• Αυτές οι γλωχίνες της μιτροειδούς έχουν χαρακτηριστική
μορφολογία και κλείνουν σε μία συγκεκριμένη θέση.
• Σε ένα μεγάλο αριθμό υγιών ανθρώπων, συχνότερα σε γυναίκες, η
βαλβίδα παρουσιάζει κάποιες ιδιομορφίες, που συνήθως έχουν
δημιουργηθεί κατά την κατασκευή της καρδιάς στην εμβρυϊκή
περίοδο.
171
172
Στένωση μιτροειδούς
• Η μιτροειδής βαλβίδα βρίσκεται μεταξύ αριστερού κόλπου και
αριστεράς κοιλιάς. Στην συστολή της καρδιάς κλείνει και στην
διαστολή ανοίγει. Φυσιολογικά το άνοιγμα της βαλβίδας είναι 4-6
τετραγωνικά εκατοστά. Εάν από κάποια αιτία το στόμιο της
βαλβίδας γίνει μικρότερο η κατάσταση αυτή ονομάζεται στένωση
μιτροειδούς βαλβίδας. Φυσιολογικά η διαφορά πίεσης μεταξύ
αριστερού κόλπου και αριστερής κοιλίας είναι 1mmHg. Σε στένωση
μιτροειδούς αυξάνεται η πίεση του αριστερού κόλπου. Σε επιφάνεια
μιτροειδικού στομίου 1 εκατοστό η πίεση του αριστερού κόλπου
κατά την ανάπαυση είναι 15-25 mmHg. Σε επιφάνεια στομίου 0,5
cm2 η πίεση του αριστερού κόλπου σε ηρεμία είναι σταθερά 25
mmHg και αυξάνεται περισσότερο κατά την κόπωση. Επί αυξήσεως
της πίεσης των πνευμονικών τριχοειδών μεγαλύτερη των 25mmHg
εμφανίζεται εικόνα πνευμονικού οιδήματος.
173
174
Κλινική εικόνα της στένωσης μιτροειδούς
• Στη στένωση μιτροειδούς τα συμπτώματα αρχίζουν πρώιμα και η
έντασή τους είναι ανάλογη με το βαθμό της στένωσης, γιατί
μεταξύ της πάσχουσας βαλβίδας και των πνευμόνων, που είναι η
κύρια πηγή των συμπτωμάτων, δεν παρεμβάλλεται ένα ισχυρό
μυοκάρδιο για να αντιρροπήσει τη στένωση. Από τη στιγμή που θα
αρχίσουν τα συμπτώματα, η πορεία της νόσου είναι συνήθως
μακρά, γιατί η κύρια πηγή ισχύος της καρδιάς, η αριστερή κοιλία,
μένει αλώβητη. Ο ασθενής παραπονείται κυρίως για καταβολή και
δύσπνοια που αρχίζει στην κόπωση και εξελίσσεται σε
παροξυσμική με καρδιακό άσθμα και πνευμονικό οίδημα.
175
176
Φαρμακευτική και χειρουργική θεραπεία
στένωσης μιτροειδούς
• Σε δύσπνοια διουρητικά και σε κολπική μαρμαρυγή δακτυλίτιδα.
Χειρουργική θεραπεία:
• Όταν η στένωση της μιτροειδούς είναι σοβαρή γίνεται
αντικατάσταση της βαλβίδας με βιολογική ή μεταλλική βαλβίδα. Σε
ειδικές περιπτώσεις που η βαλβίδα δεν είναι έντονα ασβεστωμένη
μπορεί να γίνει διάνοιξη της βαλβίδας με μπαλόνι (διαδερμική
βαλβιδοπλαστική της μιτροειδούς). Η διαδερμική βαλβιδοπλαστική
της μιτροειδούς αποτελεί, υπό προϋποθέσεις, ενδεδειγμένη μέθοδο
αντιμετώπισης της στένωσης της μιτροειδούς. Έχει επίσης
αναπτυχθεί μία εναλλακτική μέθοδος, η λεγόμενη «ανάδρομη»
βαλβιδοπλαστική της μιτροειδούς, που εκτελείται με ειδικά
καθοδηγούμενο καθετήρα. Το πλεονέκτημα είναι ότι με την
συγκεκριμένη τεχνική διατηρείται ανέπαφο το μεσοκολπικό
διάφραγμα. 177
178
Χρόνια ανεπάρκεια μιτροειδούς 1/2
• Στη χρόνια ανεπάρκεια μιτροειδούς λόγω αυξημένης
διατασιμότητας της αριστερής κοιλίας η μεγάλη αύξηση του όγκου
της αριστερής κοιλίας συνδυάζεται με χαμηλή τελοδιαστολική
πίεση. Αποτέλεσμα των μηχανισμών αντιρρόπισης είναι ότι σε
χρόνια ανεπάρκεια μιτροειδούς με μεγάλο και διατατό κόλπο, για
πολλά χρόνια διατηρείται φυσιολογική η καρδιακή παροχή και η
αρτηριακή πίεση με πνευμονικές πιέσεις επίσης φυσιολογικές ή λίγο
αυξημένες. Βαριά πνευμονική υπέρταση απαντά πολύ σπάνια σε
αυτή τη μορφή της ανεπάρκειας μιτροειδούς. Στο τελικό στάδιο
εμφανίζονται εκδηλώσεις χαμηλής καρδιακής παροχής και λιγότερο
πνευμονικής συμφόρησης.
179
180
Αίτια ανεπάρκειας μιτροειδούς
• Οξεία
Οφείλεται σε έμφραγμα του μυοκαρδίου, λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα
η τραυματισμό.
• Χρόνια
Συνήθως οφείλεται σε ρευματικό πυρετό, όπου συνυπάρχει
ταυτόχρονα και στένωση της βαλβίδας. Άλλες αιτίες είναι η
πρόπτωση της βαλβίδας, η λειτουργική ανεπάρκεια λόγω
διεύρυνσης του δακτυλίου που στηρίζεται η βαλβίδα από διάταση
της αριστεράς κοιλιάς σε καταστάσεις όπως η καρδιακή
ανεπάρκεια.
181
182
Θεραπεία ανεπάρκειας μιτροειδούς 2/2
Χειρουργική θεραπεία:
• Όταν η ανεπάρκεια της μιτροειδούς είναι σοβαρή γίνεται
διόρθωση ή αντικατάσταση της βαλβίδας. Η ανεπάρκεια της
μιτροειδούς πρέπει να διορθωθεί, πριν επέλθει αριστερή καρδιακή
ανεπάρκεια.
• Η διόρθωση μπορεί να γίνει με βαλβιδοπλαστική, (διόρθωση και
αποκατάσταση με ειδική τεχνική ή με αντικατάσταση της βαλβίδας
με βιολογικό μόσχευμα ή μεταλλική βαλβίδα).
183
184
Αίτια της στένωσης της αορτικής βαλβίδας 1/2
• Συγγενή αίτια: Πρόκειται για ασβέστωση συγγενούς δίπτυχης
αορτικής βαλβίδας. Η στένωση παρουσιάζεται σε ηλικία 30-60
ετών περίπου. Σπάνια η βαλβίδα αποτελείται από μια πτυχή
(μονόπτυχη αορτική βαλβίδα) και η στένωση εμφανίζεται σε μικρή
ηλικία. Εμφανίζεται σε άτομα μικρότερα των 30 ετών και οφείλεται
σε παρουσία μονόπτυχης ή δίπτυχης αορτικής βαλβίδας.
Γενικότερα η συγγενής στένωση μπορεί να εμφανίζεται σε ηλικίες
από 30-70 ετών.
185
186
Συμπτώματα στένωσης αορτικής βαλβίδας 1/2
• Η στένωση αορτής εμφανίζεται με την χαρακτηριστική τριάδα
συμπτωμάτων:
o Δύσπνοια και εύκολη κόπωση.
o Συγκοπτικά επεισόδια.
o Στηθάγχη.
• Δύσπνοια: Οφείλεται σε αριστερή καρδιακή ανεπάρκεια. Στην
αρχή παρουσιάζεται στην κόπωση, και μετά στην ηρεμία. Όταν
είναι σοβαρή η δύσπνοια μπορεί να εκδηλωθεί σαν οξύ
πνευμονικό οίδημα.
187
188
Θεραπεία στένωσης της αορτικής βαλβίδας
1/2
• Φαρμακευτική θεραπεία:
Σε όλες τις περιπτώσεις προληπτική προφύλαξη για ενδοκαρδίτιδα
με την χορήγηση αντιβιοτικών, όταν υπάρχει τραυματισμός,
οδοντιατρική ή χειρουργική επέμβαση. Σε δύσπνοια χορηγούνται
διουρητικά.
189
190
Ανεπάρκεια αορτικής βαλβίδας
• Η αορτική βαλβίδα βρίσκεται μεταξύ αριστεράς κοιλιάς και
αορτής. Στην συστολή της καρδιάς ανοίγει και στην διαστολή
κλείνει. Φυσιολογικά στην διάρκεια της διαστολής το στόμιο της
βαλβίδας κλείνει ερμητικά, και δεν επιτρέπει την επικοινωνία της
αορτής με την αριστερά κοιλία.
• Εάν από κάποια αιτία το στόμιο της βαλβίδας δεν στεγανοποιείται
στην διαστολή, το αίμα παλινδρομεί από την αορτή στην αριστερά
κοιλία και η κατάσταση αυτή ονομάζεται ανεπάρκεια της αορτικής
βαλβίδας.
• Εάν εκδηλωθεί αιφνίδια ονομάζεται οξεία, άλλως χρόνια αορτική
ανεπάρκεια. Μπορεί να συνυπάρχει με ταυτόχρονη στένωση της
βαλβίδας.
191
193
194
Συμπτώματα της στένωσης της
αορτικής βαλβίδας
• Συμπτώματα εμφανίζονται σε σοβαρού βαθμού ανεπάρκεια
αορτής ενώ σε μικρού ή μετρίου βαθμού οι ασθενείς είναι
ασυμπτωματικοί. Σε σοβαρού βαθμού ανεπάρκεια αορτής
(συνήθως περί την 4η με 5η δεκαετία της ζωής), εμφανίζονται:
o Αίσθημα παλμών λόγω αυξημένου όγκου παλμού.
o Στηθάγχη που μπορεί να οφείλεται σε υπερτροφία αριστερής
κοιλίας ή και σε συνύπαρξη στεφανιαίας νόσου.
o Σημεία καρδιακής ανεπάρκειας που είναι η κατάληξη των
ασθενών με σοβαρή ανεπάρκεια αορτής, που αφήνονται χωρίς
θεραπεία.
195
Θεραπεία 1/2
• Σε όλες τις περιπτώσεις χρειάζεται προληπτική προφύλαξη για
ενδοκαρδίτιδα με την χορήγηση αντιβιοτικών, όταν υπάρχει
τραυματισμός, οδοντιατρική η χειρουργική επέμβαση. Όπως στη
στένωση, έτσι και στην ανεπάρκεια της αορτής η πορεία της νόσου
είναι μακρά ασυμπτωματική. Μόλις εμφανισθούν τα πρώτα
συμπτώματα όμως η κατάσταση επιδεινώνεται ταχέως.
196
Θεραπεία 2/2
Φαρμακευτική θεραπεία:
• Σε δύσπνοια η κλασική θεραπεία της καρδιακής ανεπάρκειας.
• Τα αγγειοδιασταλτικά βοηθούν σε ανεπάρκεια της αορτής, καθώς
αυξάνουν το ποσοστό του διαστολικού όγκου της αορτής που
προωθείται προς τα τριχοειδή συγκριτικά με εκείνο που
παλινδρομεί στην αριστερή κοιλία.
Χειρουργική θεραπεία:
• Όταν η ανεπάρκεια της αορτικής βαλβίδας είναι σοβαρή γίνεται
αντικατάσταση της βαλβίδας με βιολογική ή μεταλλική βαλβίδα.
197
198
Ανεπάρκεια τριγλώχινας βαλβίδας 1/2
• Η πάθηση μπορεί να συνοδεύει ρευματική στένωση της
μιτροειδούς ή να είναι "λειτουργική", απότοκος μεγάλης διάτασης
της δεξιάς κοιλίας. Σπάνια μπορεί να οφείλεται στη συγγενή
ανωμαλία Ebstein.
• Χαρακτηρίζεται από πελώρια κύματα V στο σφαγιτιδικό σφυγμό με
έντονο παλμό και μεγάλο σφύζον ήπαρ καθώς και όλα τα σημεία
της στάσης πίσω από τη δεξιά καρδία. Υπάρχει πανσυστολικό
φύσημα στην εστία της τριγλώχινας που επιτείνεται στην εισπνοή.
199
200
Στένωση πνευμονικής βαλβίδας
• Η ανωμαλία είναι κατά κανόνα συγγενής. Η στενωμένη βαλβίδα
παράγει ένα ισχυρό φύσημα εξώθησης, συνήθως με ροίζο στο 2ο -
3ο αριστερό μεσοπλεύριο διάστημα παραστερνικά. Συνήθως
ακούγεται και ήχος εξώθησης.
• Η υπερτροφία της δεξιάς κοιλίας γίνεται εύκολα αντιληπτή με την
ψηλάφηση και στο ηλεκτροκαρδιογράφημα.
• Χαρακτηριστικά είναι τα μεγάλα κύματα α στο σφαγιτιδικό
σφυγμό, που η παρουσία τους ξεχωρίζει την πάθηση από άλλες
που παράγουν ένα ηχηρό συστολικό φύσημα.
• Η πάθηση αντιμετωπίζεται σήμερα με διαδερματική
βαλβιδοπλαστική (με καθετήρα).
• Μπορεί να γίνει βέβαια και χειρουργική διόρθωση.
201
202
Προσθετικές βαλβίδες 1/3
• Οι βαλβίδες της καρδιάς μπορεί να υποστούν βλάβες από διάφορες
αιτίες μεταξύ των οποίων οι συχνότερες είναι η εκφύλιση, ο
ρευματικός πυρετός, η μόλυνση και η στεφανιαία νόσος. Το
αποτέλεσμα των βλαβών αυτών είναι να προκαλείται δυσλειτουργία
της βαλβίδας που εκδηλώνεται σαν στένωση , σαν ανεπάρκεια ή σαν
μικτή βαλβιδοπάθεια ( στένωση και ανεπάρκεια μαζί). Όταν μια
καρδιακή βαλβίδα στενεύει τότε παρεμποδίζεται η διέλευση του
αίματος προς την προβλεπόμενη κατεύθυνση. Όταν η βαλβίδα
ανεπαρκεί τότε κατά την διάρκεια της καρδιακής λειτουργίας το αίμα
διοχετεύεται σε κατεύθυνση αντίθεση από την προβλεπόμενη.
• Οι βαλβιδοπάθειες προκαλούν δυσλειτουργία της καρδιακής αντλίας
με αποτέλεσμα να προκαλούνται διάφορα συμπτώματα όπως είναι η
εύκολη κούραση, η δύσπνοια, οι αρρυθμίες , το πρήξιμο στα πόδια κ.α.
Τα συμπτώματα αυτά οφείλονται σε καρδιακή ανεπάρκεια.
203
2
Στοματική κοιλότητα 3/8
• Οι γευστικοί κάλυκες (ειδικά κύτταρα για τη γεύση) υπάρχουν στις:
o Μυκητοειδείς θηλές,
o Φυλλοειδείς θηλές,
o Περιχαρακωμένες θηλές.
• Οι διάφορες γεύσεις γίνονται αντιληπτές ως εξής:
1. Το πικρό στο πίσω μέρος της γλώσσας,
2. Το ξινό και
3. Το αλμυρό στα πλάγια,
4. Το γλυκό στη κορυφή της γλώσσας.
4
Στοματική κοιλότητα 5/8
• Τα δόντια είναι σκληρά όργανα που χρησιμεύουν για τη μάσηση της
τροφής. Βρίσκονται στα οδοντικά φατνία των γνάθων.
Συναρθρώνονται με ειδική σύνδεση που καλείται γόμφωση. Τα
νεογιλά δόντια ανατέλλουν στο στόμα από την ηλικία των 6 μηνών
μέχρι 2 ετών. Είναι 20 και αντικαθίστανται από τα μόνιμα. Τα μόνιμα
δόντια είναι 32 και χωρίζονται ανάλογα με το σχήμα τους σε:
o Κεντρικοί τομείς(4),
o Πλάγιοι τομείς (4),
o Κυνόδοντες (4),
o Προγόμφιοι (8),
o Γομφίοι (12).
5
6
Στοματική κοιλότητα 7/8
• Οι σιαλογόνοι αδένες παράγουν το σάλιο, το οποίο περιέχει:
Βλέννα, ένζυμο πτυαλίνη (βοηθά στη πέψη), κάλιο και άλλα ιόντα.
Χρησιμεύουν για την κατάποση, τον αυτοκαθαρισμό της
στοματικής κοιλότητας, την πέψη των τροφών και την γεύση.
Χωρίζονται σε μικρούς και μεγάλους.
• Οι μικροί σιαλογόνοι αδένες βρίσκονται διάσπαρτοι στο
βλεννογόνο της στοματικής κοιλότητας και ανάλογα με την
εντόπιση τους περιγράφονται ως: Χειλικοί, παρειακοί, υπερώιοι,
γλωσσικοί.
8
Φάρυγγας
• Ο φάρυγγας είναι ινομυώδης σωλήνας 15εκ. Βρίσκεται μπροστά
από τη σπονδυλική στήλη και πίσω από τις κοιλότητες μύτης
(ρινική μοίρα), στόματος (στοματική μοίρα) και λάρυγγα
(λαρυγγική μοίρα) με τις οποίες επικοινωνεί. Εξυπηρετεί το
πεπτικό σύστημα, το αναπνευστικό σύστημα και την άμυνα του
οργανισμού με το λεμφικό ιστό που έχει στα τοιχώματά του
(αμυγδαλές).
Οισοφάγος
• Ο οισοφάγος είναι ινομυώδης σωλήνας 25εκ. Αποτελεί τη
συνέχεια προς τα κάτω του φάρυγγα και φτάνει μέχρι το στομάχι.
Πορεύεται μπροστά από τη σπονδυλική στήλη (Α6 – Θ5) και
χωρίζεται σε 4 μοίρες: Τραχηλική, Θωρακική, Διαφραγματική
Κοιλιακή. Εξυπηρετεί μαζί με το φάρυγγα τη μεταφορά της τροφής
από τη στοματική κοιλότητα στο στομάχι (κατάποση).
• Στενώματα του οισοφάγου. Βρίσκονται στο όριο με το φάρυγγα,
στο ύψος του αορτικού τόξου, στο ύψος του αριστερού βρόγχου
κατά το πέρασμα του από το διάφραγμα. Είναι η προς τα κάτω
συνέχεια του οισοφάγου και η πιο πλατιά μοίρα του
γαστρεντερικού σωλήνα.
10
Στόμαχος 1/2
• Χρησιμεύει για τη πέψη των τροφών οι οποίες διασπώνται σε
απλούστερες ουσίες με τη βοήθεια του γαστρικού υγρού που
εκκρίνεται από τους αδένες του. Κατόπιν το περιεχόμενο
προωθείται στο λεπτό έντερο με τις περισταλτικές κινήσεις του
μυϊκού χιτώνα του τοιχώματός του.
• Ο στόμαχος βρίσκεται: Στη κοιλιά αριστερά κάτω από τον
αριστερό θόλο του διαφράγματος. Δεξιά του βρίσκεται το συκώτι.
Αριστερά του ο σπλήνας και ο αριστερός νεφρός. Κάτω, το λεπτό
και παχύ έντερο.
11
Στόμαχος 2/2
• Εμφανίζει δε δύο στόμια: Το οισοφαγικό ή καρδιακό που
επικοινωνεί με τον οισοφάγο. Το πυλωρικό που επικοινωνεί με το
δωδεκαδάκτυλο. Αποτελείται από:
o Το θόλο που βρίσκεται πάνω από το επίπεδο του καρδιακού
στομίου.
o Το σώμα του στομάχου και
o Την πυλωρική μοίρα.
o Διαιρείται σε: Πυλωρικό άντρο, πυλωρικό σωλήνα που
καταλήγει στο πυλωρικό στόμιο.
12
Χιτώνες του στομάχου
• Οι χιτώνες του στομάχου. Το τοίχωμα του στομάχου αποτελείται
από 4 χιτώνες οι οποίοι είναι από έξω προς τα μέσα:
o Ο ορογόνος.
o Ο μυϊκός.
o Ο υποβλεννογόνιος.
o Ο βλεννογόνος.
• Γαστρικοί αδένες. Βρίσκονται διάσπαρτοι στο βλεννογόνο του
στομάχου και αποτελούνται από τα εξής κύτταρα.
13
Κύτταρα στομάχου
• Κύρια κύτταρα. Εκκρίνουν το προένζυμο πεψινογόνο που στο
εσωτερικό του στομάχου μετατρέπεται σε πεψίνη η οποία διασπά
τις πρωτεΐνες.
• Καλυπτήρια ή τοιχωματικά. Παράγουν γαστρικά οξέα ( HCl) και
τον ενδογενή παράγοντα που είναι απαραίτητος διότι βοηθά στην
απορρόφηση της βιταμίνης Β12.
• Βλεννώδη. Παράγουν βλέννα για να προστατεύεται ο βλεννογόνος
από την πεψίνη.
• G- κύτταρα . Βρίσκονται κυρίως στη πυλωρική μοίρα και παράγουν
την ορμόνη γαστρίνη.
14
Λεπτό έντερο
• Λεπτό έντερο: Αποτελεί τη συνέχεια του στομάχου. Αρχίζει από
τον πυλωρό και φτάνει μέχρι το παχύ έντερο με την ειλεοτυφλική
βαλβίδα. Βρίσκεται στη κάτω κοιλία και περιβάλλεται από το παχύ
έντερο το οποί σχηματίζει μια ατελή στεφάνη. Έχει συνολικό μήκος
6-7 μέτρα.
• Διακρίνεται σε 3 μέρη:
o Δωδεκαδάκτυλο.
o Νήστιδα.
o Ειλεό.
15
Δωδεκαδάκτυλο
• Δωδεκαδάκτυλο: Αποτελεί τη πρώτη μοίρα του λεπτού εντέρου με
μήκος 25-30 εκ. Αρχίζει από τη πυλωρική βαλβίδα και φτάνει στη
νηστιδοδωδεκαδακτυλική καμπή. Έχει σχήμα αγκύλης που
περιβάλει τη κεφαλή του παγκρέατος. Στον αυλό του εκβάλλουν οι
εκφορητικοί πόροι ήπατος και παγκρέατος. Το έκκριμά τους μαζί με
αυτό των δωδεκαδακτυλικών αδένων συμβάλλει στη πέψη των
τροφών.
16
Νήστιδα – Ειλεός
• Νήστιδα: Αρχίζει από τη νηστιδοδωδεκαδακτυλική καμπή. Στο
εσωτερικό της παρουσιάζει:
o Κυκλικές πτυχές τις λάχνες (προσεκβολές του βλεννογόνου).
o Λεμφοζίδια (αθροίσματα λεμφοκυττάρων).
o Πλάκες Peyer (μικρά επάρματα του βλεννογόνου με λεμφοζίδια
που βρίσκονται κυρίως στον ειλεό).
o Γίνεται απορρόφηση και πέψη τροφών.
• Ειλεός: Είναι η συνέχεια της νήστιδας και το εσωτερικό της είναι
σχεδόν ίδιο με αυτή.
Μαζί αποτελούν το ελικώδες έντερο το οποίο είναι ευκίνητο και
κρέμεται από το πίσω κοιλιακό τοίχωμα από μια πτυχή του
περιτόναιο, το μεσεντέριο.
17
18
Παχύ έντερο 2/2
• Διαφορές του παχέος εντέρου από το λεπτό έντερο
Μεγαλύτερο πλάτος. Έχει κολικές ταινίες, εκκολπώματα,
επιπλοϊκές αποφύσεις. Δεν έχει λάχνες και πλάκες Peyer (έχει όμως
λεμφοζίδια και βλεννώδεις αδένες).
• Λειτουργίες του παχέος εντέρου
Προκαλεί διάσπαση και απορρόφηση θρεπτικών ουσιών,
βιταμινών, ηλεκτρολυτών, νερού. Επίσης έκκριση βλέννας και
συμπύκνωση υπολειμμάτων τροφής (κόπρανα). Η φυσιολογική του
χλωρίδα (κολοβακτηρίδια) βοηθά στη πέψη και αν καταστραφεί
από αντιβιοτικά έχουμε διάρροιες.
19
Ηπαρ
• Είναι ο μεγαλύτερος αδένας του πεπτικού (1500γρ). Βρίσκεται στη
άνω κοιλία, κάτω από το δεξιό θόλο του διαφράγματος.
• Το σχήμα του είναι τρίγωνο και εμφανίζει 3 επιφάνειες (άνω, κάτω,
οπίσθια).
• Εμφανίζει 3 χείλη (πρόσθιο, δεξιό, αριστερό. Η κάτω επιφάνεια
είναι επίπεδη και χωρίζεται με 2 αύλακες σε 3 λοβούς (δεξιός,
τετράπλευρος, αριστερός). Η δεξιά αύλακα κοντά στο πρόσθιο
χείλος καταλήγει στον κυστικό βόθρο όπου βρίσκεται η χοληδόχος
κύστη. Οι δύο αύλακες ενώνονται πίσω από τον τετράπλευρο λοβό
και σχηματίζουν τη πύλη του ήπατος (σχισμή από την οποία
μπαίνουν και βγαίνουν αιμοφόρα και λεμφικά αγγεία καθώς και
χοληφόροι πόροι και νεύρα).
20
Λειτουργίες του ήπατος
• Αιμοποίηση. Κατά την εμβρυϊκή ζωή χρησιμεύει στην παραγωγή
ερυθρών αιμοσφαιρίων.
• Παραγωγή χολής. Για την πέψη των λιπών στο έντερο.
• Μεταβολισμός πρωτεϊνών. Σύνθεση πρωτεϊνών από αμινοξέα και
διάσπαση πρωτεϊνών με σχηματισμό ουρίας.
• Μεταβολισμός λιπών. Σύνθεση και διάσπαση λιπαρών οξέων.
• Μεταβολισμός υδατανθράκων. Σύνθεση και αποθήκευση
γλυκογόνου.
• Αδρανοποίηση χημικών ουσιών (π.χ. φάρμακα , τοξικές ουσίες κ.λ.π.).
• Φαγοκυττάρωση και ανοσία (κύτταρα Kuppfer).
• Πήξη του αίματος. Συνθέτει παράγοντες της πήξης (π.χ. προθρομβίνη ,
ινωδογόνο ).
21
Οδοί ήπατος
• Εκφορητική οδός του ήπατος: Είναι η οδός που μεταφέρει τη χολή
στο δωδεκαδάκτυλο. Χωρίζεται σε 2 μοίρες:
o Ενδοηπατική. Ξεκινά από τα χοληφόρα τριχοειδή που
ενώνονται και σχηματίζουν τους χοληφόρους πόρους .
o Εξωηπατική. Ο δεξιός και ο αριστερός ηπατικός πόρος
ενώνονται και δίνουν το κοινό ηπατικό πόρο. Αυτός ενώνεται με
το κυστικό πόρο της χοληδόχου κύστης και δίνει το χοληδόχο
πόρο που καταλήγει στο φύμα του Vater στο δωδεκαδάκτυλο.
22
Χοληδόχος
• Χοληδόχος κύστη: Έχει σχήμα αχλαδιού και μήκος 8-10 εκ.
Χωρητικότητα 50 κυβ.εκ. Βρίσκεται στο κυστικό βόθρο της κάτω
επιφάνειας του ήπατος. Χωρίζεται σε 3 μέρη: Το πυθμένα, το
σώμα, τον αυχένα του οποίου η συνέχεια είναι ο κυστικός πόρος.
• Αποθηκεύει και συμπυκνώνει τη χολή που παράγεται στο ήπαρ .
• Χολή: Υδατικό διάλυμα που αποτελείται από βλέννα, χολικά οξέα,
χολοχρωστικές (χολερυθρίνη), χοληστερόλη, φωσφολιπίδια,
ηλεκτρολύτες (ιόντα Na , K , Cl κ.α.).
23
Πάγκρεας
• Το πάγκρεας είναι αδένας με:
1. Εξωκρινή μοίρα. Παράγει το παγκρεατικό υγρό που έχει
ένζυμα για τη πέψη πρωτεϊνών, λιπών, υδατανθράκων.
Εκκρίνεται στο δωδεκαδάκτυλο με το μικρό και μεγάλο
εκφορητικό πόρο του παγκρέατος(φύμα Vater και Santorini
αντίστοιχα).
2. Ενδοκρινή μοίρα (νησίδια Langerhans κυρίως στην ουρά).
Παράγει την ινσουλίνη η οποία ρυθμίζει την ανταλλαγή
υδατανθράκων στον οργανισμό.
24
Σπλήνας
• Σπλήνας: Ανήκει στο λεμφικό σύστημα. Έχει βάρος 150-200γρ και
σχήμα που μοιάζει με το ¼ πορτοκαλιού. Βρίσκεται στην άνω
κοιλία στο βάθος του αριστερού υποχόνδριου στο ύψος 9-10-11ης
πλευράς. Έχει 2 επιφάνειες: την έξω ή διαφραγματική που είναι
κυρτή και έρχεται σε άμεση σχέση με το διάφραγμα, και την έσω ή
σπλαχνική στη οποία βρίσκονται οι πύλες του σπλήνα από τις
οποίες διέρχονται σπληνικά αγγεία, λεμφογάγγλια και νεύρα.
Περιβάλλεται από ινώδη συνδετικό ιστό. Στο εσωτερικό του
βρίσκεται ο σπληνικός πολφός (λευκός και ερυθρός).
25
Λειτουργίες σπλήνα
• Παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων κατά την εμβρυϊκή ζωή.
• Παραγωγή λεμφοκυττάρων (λευκός πολφός).
• Καταστροφή γερασμένων ερυθροκυττάρων και αιμοπεταλίων.
• Άμυνα οργανισμού (καταστροφή μικροβίων, παραγωγή
αντισωμάτων).
• Δεξαμενή αίματος.
26
Διαχείριση της τροφής
• Η τροφή στο στόμα αφού τεμαχιστεί με τη μάσηση διαποτίζεται
από το σάλιο και με την κατάποση μεταφέρεται δια μέσω του
φάρυγγα και του οισοφάγου στο στομάχι. Στο στομάχι και το
έντερο, όπου στη συνέχεια προωθείται η τροφή, με τη βοήθεια
των πεπτικών υγρών γίνεται η διάσπαση των θρεπτικών
συστατικών σε απλούστερες ενώσεις, εύκολα απορροφήσιμες από
το βλεννογόνο του εντέρου. Τα υπολείμματα της τροφής
προωθούνται και αποβάλλονται από τον οργανισμό μέσω των
τελικών τμημάτων του εντέρου.
27
28
Διαχείριση της τροφής 2/5
• Κατάποση: Είναι η λειτουργία κατά την οποία ο βλωμός
μεταφέρεται από το στόμα στο στομάχι μέσω του φάρυγγα και του
οισοφάγου. Η λειτουργία τη κατάποσης γίνεται σε τρεις φάσεις:
1. Τη στοματική,
2. Τη φαρυγγική και
3. Την οισοφαγική.
Απ’ αυτές μόνο η πρώτη ελέγχεται από τη θέλησή μας.
29
30
Διαχείριση της τροφής 4/5
• Γαστρική κινητικότητα Στο στομάχι παρουσιάζονται δύο είδη
κυμάτων. Τα κύματα μείξης και τα περισταλτικά κύματα.
• Τα κύματα μείξης παρουσιάζονται μόλις γεμίσει το στομάχι.
Σκοπός τους είναι η ανάμειξη της τροφής με τα γαστρικά υγρά.
• Τα περισταλτικά κύματα προκαλούν την μετακίνηση του γαστρικού
περιεχομένου και την κένωση (άδειασμα) του στομάχου.
• Η γαστρική κένωση εξαρτάται από τη λειτουργία του πυλωρικού
σφιγκτήρα. Οι υγρές τροφές εγκαταλείπουν το στομάχι γρήγορα,
ενώ οι στερεές με πιο αργό τρόπο.
• Γαστρική έκκριση Φυσιολογικά το στομάχι παράγει καθημερινά
περίπου 2-3 λίτρα γαστρικού υγρού, ενώ σε παθολογικές
καταστάσεις μπορεί να φτάσει μέχρι και 8 λίτρα.
31
33
34
Πέψη υδατανθράκων
Οι σπουδαιότεροι υδατάνθρακες της τροφής του ανθρώπου είναι το
άμυλο, η σακχαρόζη και η λακτόζη. Η πέψη των υδατανθράκων αρχίζει
από το στόμα, συνεχίζεται στο στομάχι και ολοκληρώνεται στο παχύ
έντερο.
• Στη στοματική κοιλότητα: Το ένζυμο αμυλάση και πτυαλίνη του σάλιου
διασπά μέσα στο στόμα το άμυλο ( 3-5% του αμύλου της τροφής).
• Στο στομάχι: Η αμυλάση στο στομάχι εξακολουθεί να δρα παρά το
όξινο περιβάλλον το οποίο μειώνει τη δράση της. Εκεί διασπά το 30-
40% του αμύλου της τροφής.
• Στο λεπτό έντερο: Το αδιάσπαστο άμυλο έρχεται στο δωδεκαδάκτυλο
και στο ελικώδες έντερο , διασπάται με την παγκρεατική αμυλάση σε
δισακχαρίτες (φρουκτόζη, γλυκόζη, γαλακτόζη) και μονοσακχαρίτες οι
οποίοι απορροφώνται από το βλεννογόνο του λεπτού εντέρου.
35
Πέψη πρωτεϊνών
• Οι πρωτεΐνες είναι μεγαλομοριακές ενώσεις, οι οποίες δεν μπορούν να
περάσουν την κυτταρική μεμβράνη.
• Για το λόγο αυτό διασπώνται μέσα στον γαστρεντερολογικό σωλήνα σε
αμινοξέα και μεταφέρονται στα κύτταρα, όπου χρησιμοποιούνται για τη
σύνθεση πρωτεϊνών και ως πηγή ενέργειας.
• Η πέψη των πρωτεϊνών ξεκινά από το στομάχι, όπου το γαστρικό οξύ
ενεργοποιεί τα πεψιγόνα σε πεψίνες, οι οποίες διασπούν τις πρωτεΐνες
της τροφής. Χαρακτηριστική είναι η δράση της γαστρίνης, που διασπά το
κολλαγόνο του συνδετικού ιστού των τροφών. Η πέψη των τροφών
συνεχίζεται στο δωδεκαδάκτυλο με τη δράση του παγκρεατικού υγρού,
με αποτέλεσμα τη διάσπαση των πρωτεϊνών σε ολιγοπεπτίδια και
αμινοξέα.
• Αυτά θα απορροφηθούν από το βλεννογόνο του εντέρου και θα
περάσουν μέσω της πυλαίας κυκλοφορίας στον οργανισμό.
36
Πέψη λιπών
• Η πέψη γίνεται στο στομάχι και στο λεπτό έντερο με τη δράση ειδικών
ενζύμων.
• Τα λίπη των τροφών (τριγλυκερίδια) είναι αδιάλυτα στο νερό.
• Για να γίνει η πέψη τους πρέπει πρώτα να διασπαστούν σε μικρά
λιποσταγονίδια και αυτό γίνεται με τις κινήσεις του στομάχου. Η πέψη
των λιπών γίνεται με την επίδραση ενός ενζύμου, της γαστρικής
λιπάσης και είναι πολύ μικρό το ποσοστό της πέψης τους στο στομάχι.
Στο λεπτό έντερο γίνεται η γαλακτοποίηση του λίπους δηλαδή τα
λιποσταγονίδια με τις κινήσεις του λεπτού εντέρου και την επίδραση
της χολής μετατρέπονται σε πολύ μικρά σταγονίδια. Με τη δράση της
παγκρεατικής λιπάσης δημιουργούνται μονογλυκερίδια και λιπαρά
οξέα, τα οποία απορροφούνται από το βλεννογόνο του εντέρου. Μια
μικρή ποσότητα των λιπαρών οξέων μεταφέρονται απ’ ευθείας στην
πυλαία κυκλοφορία, ενώ τα υπόλοιπα μεταφέρονται στη φλεβική
κυκλοφορία μέσω των λεμφαγγείων και του θωρακικού πόρου.
37
Θρεπτικές ουσίες
• Οι θρεπτικές ουσίες δηλαδή οι υδατάνθρακες, τα λίπη και οι
πρωτεΐνες είναι πολύ σημαντικές για τη ζωή του ανθρώπου γιατί
διασπώνται και δίνουν ενέργεια.
• Το ποσό της ενέργειας που παίρνουμε από τις θρεπτικές ουσίες
εξαρτάται από τις ενεργειακές ανάγκες του οργανισμού για
παραγωγή θερμότητας, κινητική ενέργεια και άλλες μορφές
ενέργειας απαραίτητες για τη ζωή.
38
Ανατομικές σχέσεις του πεπτικού
συστήματος
39
“Digestive system diagram en”, από Fvasconcellos διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
40
Αχαλασία Οισοφάγου 2/2
• Για την διάγνωση της αχαλασίας κάνουμε ακτινογραφία ή/και
ενδοσκόπηση του οισοφάγου.
• Η τεκμηρίωση της γίνεται με μανομετρία.
• Η τεχνική με την οποία αντιμετωπίζουμε χειρουργικά την αχαλασία
ονομάζεται μυοτομή Heller κατά την οποία γίνεται διατομή του
κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα ώστε να επιτρέπει την δίοδο
των τροφών στο στομάχι.
• Σήμερα, η μυοτομή Heller γίνεται λαπαροσκοπικά ως πρώτη
επιλογή τόσο στις χειρουργικές και μη χειρουργικές μεθόδους
αντιμετώπισης της αχαλασίας του οισοφάγου.
41
Διαφραγματοκήλη 1/2
• Είναι μια συχνή και καλοήθης πάθηση του οισοφάγου, όπου τμήμα
του στομάχου διολισθαίνει από την κοιλιά προς τον θώρακα.
• Η κατάσταση μπορεί να παραμένει μικρή και ασυμπτωματική.
Μπορεί σπανιότερα να εμφανίζει συμπτώματα.
• Συχνότερα προκαλεί γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση λόγω της
μετακίνησης και συνεπώς της ανεπάρκειας της γαστροοισοφαγικής
συμβολής. Σπανιότερα μπορεί να προκληθεί αιμορραγία, έλκος ή
συστροφή στο τμήμα του στομάχου που έχει εγκλωβιστεί στον
θώρακα.
42
Διαφραγματοκήλη 2/2
• Η διάγνωση της διαφραγματοκήλης γίνεται με οισοφαγοσκόπηση
και οισοφαγογραφία.
• Η αντιμετώπιση της είναι αποκλειστικά χειρουργική
(λαπαροσκοπική). Έγκειται σε επανατοποθέτηση του στομάχου
στην θέση του, σύγκλειση των σκελών του διαφράγματος και
θολοπλαστική Nissen.
43
44
Νεοπλάσματα Οισοφάγου 2/3
• Η νόσος αυτή είναι ύπουλη και δίνει συμπτώματα όταν φτάσει σε
προχωρημένο στάδιο.
• Το πιο συχνό σύμπτωμα είναι η δυσκαταποσία, η οποία
προοδευτικά χειροτερεύει και από δυσκαταποσία στα στερεά
καταλήγει σε πλήρη δυσφαγία.
• Στα πρώιμα στάδια ο καρκίνος μπορεί να μην δώσει καθόλου
συμπτώματα. Άτυπες ενοχλήσεις, οπισθοστερνικά ή στο
επιγάστριο, αίσθημα πληρότητας ή συμπτώματα παλινδρόμησης
(αίσθημα καύσου, αναγωγές, πόνος) πρέπει να μας
ευαισθητοποιήσουν για άμεση ιατρική διερεύνηση με
γαστροσκόπηση, ακτινογραφίες και βιοψίες.
45
46
Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (ΓΟΠ) 1/2
• Ως γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (ΓΟΠ) ορίζεται η ακούσια
επιστροφή γαστρικού περιεχομένου στον οισοφάγο.
• Παρατηρείται σε φυσιολογικά άτομα, κυρίως μετά τα γεύματα, ενώ
είναι συχνή και στα βρέφη και εκδηλώνεται με τη μορφή αναγωγών.
• Η επιστροφή όξινου περιεχομένου στον οισοφάγο μπορεί να
ερεθίσει το βλεννογόνο του και να προκαλέσει συμπτώματα
οισοφαγίτιδας, ενώ η εισρόφηση του όξινου περιεχομένου στους
πνεύμονες μπορεί να προκαλέσει σημεία άσθματος ή λοίμωξης του
αναπνευστικού.
• Κλινικά, η ΓΟΠ εκδηλώνεται με αναγωγές, επίμονους εμέτους,
σιελόρροια και άρνηση λήψης τροφής. Το όξινο περιεχόμενο που
παλινδρομεί μπορεί να προκαλέσει άλγος στην κοιλιά, το θώρακα ή
οπισθοστερνικό καύσο.
47
48
Η φαρμακευτική αγωγή στην ΓΟΠ έχει στόχο
• Την αύξηση του τόνου του γαστροοισοφαγικού σφιγκτήρα και την
βελτίωση της γαστρεντερικής κινητικότητας.
• Την προστασία του οισοφαγικού βλεννογόνου.
• Την μείωση του υδροχλωρικού οξέος στο στομάχι.
• Την αναστολή της γαστρικής έκκρισης οξέος.
• Την ανακούφιση του πόνου και της δυσφαγίας.
49
51
52
Πεπτικό έλκος 2/3
• Ο πόνος στο επιγάστριο είναι το κυρίαρχο σύμπτωμα της νόσου,
με διάφορες παραλλαγές ως προς της περίοδο που εμφανίζεται,
την ένταση και την σχέση του με τα γεύματα. Δυσπεπτικά
ενοχλήματα είναι επίσης συνήθη στους ασθενείς αυτούς οι οποίοι
πρέπει άμεσα να υποβάλλονται σε γαστροσκόπηση, εξέταση που
έφερε την επανάσταση στην διάγνωση των παθήσεων του
ανώτερου πεπτικού συστήματος.
• Η θεραπεία του γαστροδωδεκαδακτυλικού έλκους είναι
φαρμακευτική, αφού τα σύγχρονα σκευάσματα είναι
αποτελεσματικά και ασφαλή.
53
54
Η φαρμακευτική αγωγή στο έλκος στοχεύει
55
57
59
60
Νεοπλάσματα στομάχου 2/2
• Η γαστροσκόπηση και οι βιοψίες, οι ακτινολογικές εξετάσεις και η
αξονική τομογραφία είναι χρήσιμες εξετάσεις για την διάγνωση και
προεγχειρητική σταδιοποίηση της νόσου.
• Η αντιμετώπιση του καρκίνου του στομάχου είναι κατ’ εξοχήν
χειρουργική, με διάφορες τεχνικές γαστρεκτομής ανάλογα με την
εντόπιση και το στάδιο της νόσου. Μετεγχειρητικά, οι ασθενείς
αυτοί συνήθως υποβάλλονται και σε χημειοθεραπεία ή άλλου
είδους θεραπείες. Παρ’ όλα αυτά η χειρουργική εξακολουθεί να
είναι η μόνη δυνητικά ικανή μέθοδος θεραπείας του γαστρικού
καρκίνου.
61
62
Νόσος του Crohn 1/12
• Η νόσος του Crohn προσβάλλει οποιοδήποτε τμήμα του πεπτικού
σωλήνα από το στόμα μέχρι τον πρωκτό.
• Οι φλεγμονώδεις αλλοιώσεις που παρατηρούνται είναι
διατοιχωματικές (σε όλο το πάχος του εντερικού τοιχώματος), και
τμηματικές, καθώς υπάρχουν φυσιολογικά τμήματα εντέρου
μεταξύ των προσβεβλημένων. Χαρακτηρίζεται από δημιουργία
κοκκιωμάτων, πάχυνση του τοιχώματος του εντέρου και στένωση
του αυλού, με κίνδυνο εντερικής απόφραξης. Η συνήθης εντόπιση
της νόσου είναι στον τελικό ειλεό.
• Η αιτιολογία είναι άγνωστη. Θεωρείται ότι πιθανόν να υπάρχει
γενετική προδιάθεση, η οποία οδηγεί σε μια μη ελεγχόμενη
ανοσολογική αντίδραση του εντέρου, έναντι κάποιων
περιβαλλοντικών διαιτητικών ή μικροβιακών παραγόντων.
63
64
Νόσος του Crohn 3/12
• Η συχνότητα με την οποία προσβάλλονται τα διάφορα τμήματα
του εντέρου είναι:
o Στο 35% προσβάλλεται ο ειλεός (ειλεΐτιδα),
o Στις 45% ο ειλεός και το κόλο (παχύ έντερο) και πιο συχνά το
δεξιό κόλο, οπότε έχουμε ειλεοκολίτιδα και
o Στο 20% προσβάλλεται μόνο το κόλο (κολίτιδα).
65
66
Νόσος του Crohn 5/12
• Κλινική εικόνα, παρατηρούνται:
o Εντερικές εκδηλώσεις (κοιλιακό άλγος, χρόνια διάρροια,
ναυτία-έμετος, δερματικές πτυχές, συρίγγια και αποστήματα
περινέου, άφθες).
o Συστηματικές εκδηλώσεις (πυρετός, κακουχία, εύκολη κόπωση,
στασιμότητα ή και απώλεια βάρους, καθυστέρηση σωματικής
αύξησης/ οστικής ηλικίας/ εφηβείας, αναιμία) και γ)
εξωεντερικές εκδηλώσεις (αρθρίτιδα, ιριδοκυκλίτιδα,
δερματίτιδα, ηπατίτιδα και χολαγγειίτιδα).
• Η νόσος εξελίσσεται χρονίως με υφέσεις και εξάρσεις.
67
68
Νόσος του Crohn 7/12
2. Εντερική απόφραξη λόγω στένωσης του αυλού του εντέρου, σαν
αποτέλεσμα της φλεγμονής, που εκδηλώνεται με κοιλιακό πόνο
και αίσθημα κοιλιακής διάτασης.
3. Δημιουργία συριγγίων. Λόγω της φλεγμονής, δημιουργούνται
συρίγγια του εντέρου με τα γύρω όργανα (ουροδόχος κύστη,
μεσεντέριο, οπισθοπεριτοναϊκός χώρος, δέρμα). Κατόπιν,
τα όργανα με τα οποία δημιουργούνται τα συρίγγια φλεγμαίνουν
και δημιουργούνται αποστήματα.
4. Περιπρωκτικές εκδηλώσεις. Το 1/3 των ασθενών παραπονείται
για ενοχλήσεις και πόνο στην περιοχή του πρωκτού, λόγω
δημιουργίας ραγάδων, περιπρωκτικών συριγγίων και
αποστημάτων.
69
71
72
Νόσος του Crohn 11/12
Αντιμετώπιση
• Χρειάζεται δίαιτα ισορροπημένη, εξατομικευμένη σε ορισμένες
περιπτώσεις, με αποφυγή γαλακτοκομικών.
• Αν υπάρχει προσβολή του παχέος εντέρου, μπορεί να βοηθήσει
δίαιτα πλούσια σε φυτικές ίνες. Αν υπάρχουν αποφρακτικά
φαινόμενα αντιθέτως, δίαιτα φτωχή σε υπόλειμμα.
73
75
76
Οξεία σκωληκοειδίτιδα 1/2
• Η σκωληκοειδής απόφυση είναι μια λεπτή απόφυση του παχέος
εντέρου η οποία κρέμεται από το ‘τυφλό’, το αρχικό τμήμα του
παχέος εντέρου στο οποίο αυτό ενώνεται με το λεπτό.
• Οξεία σκωληκοειδίτιδα ονομάζουμε την οξεία φλεγμονή της
σκωληκοειδούς απόφυσης. Είναι η συχνότερη αιτία οξέος κοιλιακού
πόνου στα παιδιά και απαιτεί χειρουργική αντιμετώπιση.
• Η οξεία σκωληκοειδίτιδα οφείλεται σε απόφραξη του αυλού της
σκωληκοειδούς, συνήθως από διογκωμένους λεμφαδένες,
κοπρόλιθους ή υπολείμματα τροφής. Η απόφραξη του αυλού οδηγεί
σε διάταση, πολλαπλασιασμό μικροβίων και ανάπτυξη φλεγμονής. Η
φλεγμονή μπορεί να οδηγήσει σε νέκρωση της σκωληκοειδούς
απόφυσης, ρήξη αυτής, έξοδο κοπρανώδους υλικού και μικροβίων
στην περιτοναϊκή κοιλότητα και δημιουργία αποστήματος ή
πρόκληση περιτονίτιδας.
77
78
Δυσκοιλιότητα 1/3
• Αποτελεί τη συχνότερη διαταραχή του πεπτικού συστήματος και
χαρακτηρίζεται από δυσκολία αποβολής κοπράνων, τα οποία
συνήθως είναι σκληρά, και από κενώσεις που χρονικά απέχουν
μεταξύ τους. Η συχνότητα των κενώσεων από μόνη της δεν
αποτελεί κριτήριο δυσκοιλιότητας, διότι καθορίζεται από την
ηλικία και τις διατροφικές συνήθειες.
79
Δυσκοιλιότητα 2/3
• Αιτιολογία: Η δυσκοιλιότητα μπορεί να οφείλεται σε οργανικά ή
λειτουργικά αίτια. Μετά τη νεογνική και πρώτη βρεφική ηλικία η
πλειοψηφία των περιπτώσεων (90-95%) οφείλεται σε λειτουργικά
ή ψυχολογικά αίτια και χαρακτηρίζεται ως λειτουργική ή
ιδιοπαθής. Προδιαθεσικοί παράγοντες λειτουργικής
δυσκοιλιότητας είναι η ανεπαρκής πρόσληψη υγρών, η δίαιτα
φτωχή σε φυτικές ίνες, η λήψη μεγάλων ποσοτήτων γάλακτος ή
λιπαρών τροφών, η χρήση φαρμάκων (αντιεπιληπτικά, οπιούχα)
καθώς και η αναβολή της αφόδευσης που οδηγεί σε στάση
κοπράνων στο ορθό, επαναρρόφηση υγρών και αύξηση της
σκληρότητας κοπράνων.
80
Δυσκοιλιότητα 3/3
• Καταστάσεις που οδηγούν σε αναβολή της αφόδευσης είναι:
o Η συσχέτιση της κένωσης με οδυνηρή εμπειρία (ραγάδες
δακτυλίου).
o Η πρόωρη αγωγή για έλεγχο των σφιγκτήρων.
o Η αλλαγή στις καθημερινές συνήθειες.
o Η τάση αποφυγής της τουαλέτας του σχολείου.
o Η υπεραπασχόληση με το παιχνίδι και
o Το ψυχολογικό stress.
• Κλινική εικόνα δυσκοιλιότητας Περιλαμβάνει την ύπαρξη σκληρών
κοπράνων, δυσκολία στην αφόδευση και διάταση της κοιλιάς.
81
82
Δυσκοιλιότητα – Θεραπεία 2/4
4. Φαρμακευτική αγωγή: περιλαμβάνει 4 κατηγορίες φαρμάκων:
i. Τα αυξάνοντα τον όγκο των κοπράνων (φύλλα ψυλλίου,
πίτυρο σιτηρών).
ii. Τα μαλακτικά των κοπράνων (παραφινέλαιο).
iii. Τα αλατούχα και ωσμωτικώς δρώντα (γλυκερίνη, λακτουλόζη).
iv. Τα διεγείροντα την εντερική κινητικότητα (σέννα,
καστορέλαιο, εκχύλισμα γλυκάνισου).
83
84
Δυσκοιλιότητα – Θεραπεία 4/4
• Καθαρτικά ωσμωτικά: Περιέχουν άλατα μαγνησίου ή νατρίου και
δεσμεύουν νερό όταν φτάσουν στο έντερο. Αυτά που περιέχουν
μαγνήσιο μπορεί να οδηγήσουν σε υπερμαγνησιαιμία σε ασθενείς
με νεφρική ανεπάρκεια και εκείνα που περιέχουν νάτριο μπορεί να
επιδεινώσουν καρδιακή ανεπάρκεια όταν υπάρχει.
• Καθαρτικά που ρευστοποιούν το εντερικό περιεχόμενο: Η υγρή
παραφίνη είναι ορυκτό έλαιο που απορροφάται σε μικρό βαθμό
από το έντερο, όμως λιπαίνει και μαλακώνει το εντερικό
περιεχόμενο.
• Καθαρτικά που διεγείρουν το έντερο: Διεγερτικά καθαρτικά όπως
η σέννα, αυξάνουν την έκκριση και διεγείρουν τις περισταλτικές
κινήσεις του εντέρου.
85
Οξεία Παγκρεατίτιδα
• Είναι η σηπτική ή άσηπτη φλεγμονή του παγκρέατος και διακρίνεται σε
οξεία και χρόνια.
Οξεία Παγκρεατίτιδα
• Πρόκειται για μια οξεία φλεγμονώδη παθολογική κατάσταση, μέρους ή
όλου του παγκρέατος που οδηγεί στη νέκρωσή του. Συνήθως είναι
άσηπτη, δηλαδή απουσιάζει ο μικροβιακός παράγοντας, εκτός από την
οξεία σηπτική παγκρεατίτιδα. Προκαλείται ενεργοποίηση του ανενεργού
παγκρεατικού θρυψιγόνου και μετατροπή του σε δραστική θρυψίνη που
πέπτει στην αρχή το ίδιο του το παρέγχυμα και στη συνέχεια τους γύρω
ιστούς. Η πρόγνωση είναι βαριά.
• Η παχυσαρκία, η λιθίαση των χοληφόρων, ο χρόνιος αλκοολισμός και η
υπερλιπιδαιμία είναι από τους αιτιολογικούς ή προδιαθεσικούς
παράγοντες της νόσου. Σημαντικό ποσοστό των περιπτώσεων οξείας
παγκρεατίτιδας θα εξελιχθεί σε αιμορραγική μορφή.
86
Συμπτώματα της οξείας παγκρεατίτιδας 1/2
• Συνήθως μετά από ένα πλούσιο γεύμα αρχίζει η δραματική
συμπτωματολογία της οξείας παγκρεατίτιδας.
• Πόνος: οξύτατος στο επιγάστριο και στο αριστερό υποχόνδριο με
αντανάκλαση στον αριστερό ώμο. Στη συνέχεια εντοπίζεται και
στην περιοχή της οσφύος (μέσης).
• Εμετοί, τροφώδεις και στη συνέχεια χολώδεις.
• Μετεωρισμός.
• Ειλεός παραλυτικός.
87
88
Επιπλοκές οξείας παγκρεατίτιδας
89
90
Χρόνια παγκρεατίτιδα
• Είναι φλεγμονή της κεφαλής κυρίως του παγκρέατος με χρόνια
διαδρομή.
• Συνήθης αιτία είναι η λιθίαση των χοληφόρων, διατιτραίνοντα
έλκη του δωδεκαδακτύλου προς το πάγκρεας, αλκοολισμός κ.ά.
• Η συμπτωματολογία είναι παρόμοια με αυτή του
γαστροδωδεκαδακτυλικού έλκους ή της χολολιθίασης.
Επικρατούντα συμπτώματα είναι ο πόνος και ο ίκτερος ενώ ακόμα
εμφανίζονται δυσπεπτικές διαταραχές, ανορεξία, απίσχνανση,
μέτριος πυρετός. Επίσης παρατηρείται αύξηση της διάστασης στο
αίμα και ελάττωση του ασβεστίου στο αίμα καθώς και
ακτινολογική παραμόρφωση του δωδεκαδακτύλου.
91
92
Νεοπλάσματα του παγκρέατος
• Τα νεοπλάσματα του παγκρέατος κατατάσσονται στα νεοπλάσματα
της ενδοκρινούς μοίρας και της εξωκρινούς μοίρας.
• Εξωκρινής μοίρα: Αδένωμα και αδενοκαρκίνωμα, στον πόρο όπου
διακρίνουμε καλοήθη και κακοήθη με συγγενές αδένωμα και
κυσταδένωμα τα πρώτα και με συμπαγές καρκίνωμα,
αδενοκαρκίνωμα, αναπλαστικό καρκίνωμα και squamous cell,
κυσταδενοκαρκίνωμα, σάρκωμα και μεταστατικά τα δεύτερα.
• Ενδοκρινής μοίρα: Ορθοενδοκρινικά απουδώματα: ινσουλίνωμα,
γλυκαγόνωμα, σωματοστατίνωμα και παραενδοκρινικά
απουδώματα πχ γαστρίνωμα.
93
95
96
Ινσουλινοεξαρτώμενος Σακχαρώδης Διαβήτης
• Ο ινσουλινοεξαρτώμενος σακχαρώδης διαβήτης IDDM (τύπου Ι)
προκαλείται συνήθως από αυτοάνοση καταστροφή των κυττάρων
β των νησιδίων του παγκρέατος.
• Αυτή η αυτοάνοση αντίδραση πυροδοτείται από έναν άγνωστο
μηχανισμό.
• Η καταστροφή των κυττάρων β των νησιδίων προκαλεί ανεπάρκεια
της ινσουλίνης και κατ' επέκταση απορρύθμιση του αναβολισμού
και του καταβολισμού, με αποτέλεσμα την εμφάνιση μεταβολικών
διαταραχών (βλ επίσης σακχαρώδης διαβήτης).
97
98
Νοσήματα του ήπατος 2/3
• Πολλές ασθένειες του ήπατος συνοδεύονται από ίκτερο, που
προκαλείται από αυξημένα επίπεδα χολερυθρίνης. Η χολερυθρίνη
σχηματίζεται κατά την αποδόμηση της αιμοσφαιρίνης γερασμένων
ερυθρών αιμοσφαιρίων. Φυσιολογικά, το ήπαρ απομακρύνει τη
χολερυθρίνη από την κυκλοφορία και την αποβάλλει μέσω
έκκρισης με τη χολή. Υπάρχουν επίσης πολλές παιδιατρικές νόσοι
του ήπατος, όπως η ατρησία των χοληφόρων, η ανεπάρκεια α1-
αντιθρυψίνης, η προϊούσα οικογενής ενδοηπατική χολόσταση και
η ιστιοκύττωση από κύτταρα Langerhans.
99
100
Συμπτώματα ηπατικής βλάβης 1/2
• Αποχρωματισμός των κοπράνων, όταν απουσιάζει η
κοπροχολίνη από τα κόπρανα. Η κοπροχολίνη προέρχεται από
το μεταβολισμό της χολερυθρίνης στο ήπαρ.
• Σκούρα ούρα, όταν αποβάλλεται χολερυθρίνη με τα ούρα.
• Ίκτερος που συμβαίνει όταν η χολερυθρίνη εναποτίθεται στο
δέρμα, προκαλώντας επίμονο κνησμό. Ο κνησμός είναι το πιο
συχνό ενόχλημα στους ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια.
101
102
Οξεία ηπατίτιδα 1/2
• Τα αρχικά χαρακτηριστικά μπορεί να μοιάζουν με της γρίπης, αλλά
χωρίς το βήχα, δηλαδή ο ασθενής να αισθάνεται κακουχία, γενική
αδιαθεσία, μυοσκελετικούς πόνους, πυρετό, ναυτία ή
εμετό, διάρροια και πονοκέφαλο. Επίσης, ανορεξία, ξαφνική
αποστροφή για το κάπνισμα, γαστρικές ενοχλήσεις κ.α. Επίσης
μπορεί να έχει σκούρα ούρα, να κιτρινίζουν τα μάτια και το δέρμα
του -να παρουσιάζει δηλαδή ίκτερο. Σε μερικούς διαπιστώνεται
ηπατομεγαλία (διόγκωση του ήπατος) ή σπληνομεγαλία ή και
λεμφαδενοπάθεια.
103
104
Χρόνια ηπατίτιδα 1/2
• Οι περισσότεροι ασθενείς σε αυτή την περίπτωση είναι
ασυμπτωματικοί ή έχουν ήπια συμπτώματα.
• Η ασθένεια αποκαλύπτεται συχνά με μια τυχαία εξέταση αίματος.
Συχνά πάντως αισθάνονται μια γενική κόπωση και αδιαθεσία που
την αποδίδουν σε άλλα αίτια.
• Αν ο ασθενής παρουσιάσει ίκτερο, συνήθως η βλάβη στο ήπαρ
είναι εκτεταμένη. Μπορεί να εκδηλωθεί με απώλεια βάρους,
εύκολους μωλωπισμούς, αιμορραγική τάση, οιδήματα στα πόδια
κ.λπ. Τελικά λόγω βλαβών στον εγκέφαλο (ηπατική
εγκεφαλοπάθεια), ο ασθενής πέφτει σε κώμα.
105
106
Ηπατίτιδα από αλκοόλ
• Η ηπατίτιδα αυτή συνήθως εκδηλώνεται ύστερα από μεγάλη
περίοδο κατάχρησης οινοπνευματωδών ποτών.
• Ο ασθενής νιώθει κόπωση και παρουσιάζει κατακράτηση υγρών
(ασκίτης) ή και σε σοβαρή επιδείνωση να παρουσιάσει ξαφνικά
ίκτερο και βαρεία ηπατική ανεπάρκεια.
107
Ηπατίτιδα C
• Η ηπατίτιδα C είναι μία λοίμωξη που προσβάλλει κυρίως το ήπαρ.
Αυτή η ασθένεια οφείλεται στον το ιό της ηπατίτιδας C (HCV).
Συχνά δεν παρουσιάζει κάποια συμπτώματα, ωστόσο η χρόνια
λοίμωξη μπορεί να οδηγήσει, μετά από χρόνια, σε κίρρωση.
• Οι άνθρωποι κολλούν ηπατίτιδα C κυρίως, μέσω της έκθεσης
σε αίμα και σε παράγωγα αίματος, εξαιτίας ενδοφλέβιας
χρήσης ναρκωτικών, μη αποστειρωμένου ιατρικού εξοπλισμού
και μεταγγίσεων αίματος. Υπολογίζεται ότι 130-170 εκατομμύρια
άνθρωποι στον κόσμο έχουν ηπατίτιδα C.
• Οι επιστήμονες άρχισαν να εξετάζουν τον ιό HCV τη δεκαετία του
1970, ενώ επιβεβαίωσαν την ύπαρξή του μόλις το 1989.
108
Ηπατική κίρρωση 1/2
• Η κίρρωση είναι η ιστοπαθολογική συνέπεια της χρόνιας ηπατικής
νόσου. Χαρακτηρίζεται από αντικατάσταση του
ηπατικού παρεγχύματος από ουλώδη ιστό και αναγεννητικά οζίδια και
οδηγεί σε ηπατική ανεπάρκεια. Η κίρρωση πιο συχνά προκαλείται από
χρόνιο αλκοολισμό, ηπατίτιδα Β, ηπατίτιδα C, ή και λιπώδη διήθηση.
• Ο ασκίτης (συλλογή ελεύθερου υγρού στην περιτοναϊκή κοιλότητα)
είναι η πιο κοινή επιπλοκή της κίρρωσης, και σχετίζεται με αυξημένο
κίνδυνο λοίμωξης.
• Άλλες δυνητικά απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές είναι: η ηπατική
εγκεφαλοπάθεια και οι κιρσοί οισοφάγου (προκαλείται συχνά
αιμορραγία του ανώτερου πεπτικού συστήματος). Η κίρρωση είναι
γενικά μη αναστρέψιμη. Σε προχωρημένα στάδια της κίρρωσης η
μόνη λύση είναι η μεταμόσχευση ήπατος.
109
110
Ηπατική κίρρωση – Κλινική εικόνα 1/6
• Αραχνοειδή αγγειώματα: Αγγειακές βλάβες, λόγω αύξησης της
οιστραδιόλης, που αποτελούνται από ένα κεντρικό αρτηρίδιο που
περιβάλλεται από πολλά μικρότερα αγγεία (1/3 των
περιπτώσεων).
• Ηπατικές παλάμες: Το θέναρ και οπισθέναρ εμφανίζεται εξέρυθρο
μαζί με μικρές ωχρότερες κηλίδες.
111
112
Ηπατική κίρρωση – Κλινική εικόνα 3/6
• Χείρα Dupuytren: Ρίκνωση της παλαμιαία απονεύρωσης, που
οδηγεί σε αδυναμία πλήρους έκτασης των δακτύλων. Πιστεύεται
ότι προκαλείται από υπερλειτουργία των ινοβλαστών και άτακτη
εναπόθεση κολλαγόνου. Είναι σχετικά κοινό (33% των ασθενών).
• Γυναικομαστία: Καλοήθης πολλαπλασιασμός του αδενικού ιστού
των μαστών σε άνδρες, εκτείνεται ομόκεντρα από τις θηλές.
Προκαλείται από την αυξημένη οιστραδιόλη και συμβαίνει μέχρι
και στο 66% των ασθενών.
• Υπογοναδισμός: Εκδηλώνεται ως ανικανότητα, στειρότητα,
μειωμένη λίμπιντο, και ατροφία των όρχεων, λόγω πρωτοπαθούς
τραυματισμού των γονάδων ή καταστολή του άξονα υποθαλάμου-
υπόφυσης.
113
114
Ηπατική κίρρωση – Κλινική εικόνα 5/6
• Επίφλεβο δίκην κεφαλής μέδουσας: Το επιπολής περιομφάλιο
φλεβικό δίκτυο διαστέλλεται λόγω της αυξημένης παράπλευρης
κυκλοφορίας που προκαλεί η πυλαία υπέρταση.
• Ηπατική δυσοσμία: Οσμή μούχλας στην αναπνοή ως αποτέλεσμα
του αυξημένου διμεθυλοσουλφιδίου.
• Ίκτερος Κιτρινόχροος αποχρωματισμός του δέρματος, των
οφθαλμών και των βλεννογόνων λόγω της αυξημένης
χολερυθρίνης (τουλάχιστον 2-3 mg/dL ή 30 mmol/L). Τα ούρα
μπορεί επίσης να εμφανίζουν σκούρο χρώμα.
115
116
Άλλα συμπτώματα κίρρωσης 1/2
Επίσης παρατηρούνται:
1. Ίκτερος
2. Κνησμός, λόγω εναπόθεσης χολικών αλάτων στο δέρμα.
3. Ηπατική εγκεφαλοπάθεια: Η έκπτωση της ηπατικής λειτουργίας
μειώνει τον μεταβολισμό της αμμωνίας και τον αζωτούχων
ενώσεων στο αίμα, τα οποία μεταφέρονται στον εγκέφαλο και
επηρεάζουν την εγκεφαλική λειτουργία.
117
118
Επιπλοκές 1/2
• Ασκίτης: συλλογή υγρού στην περιτοναϊκή κοιλότητα λόγω της
αυξημένης αγγειακής πίεσης που προκαλεί εξαγγείωση υγρού.
• Κιρσοί οισοφάγου: λόγω της πυλαίας υπέρτασης σχηματίζεται ένα
δίκτυο παράπλευρης κυκλοφορίας από το ήπαρ προς τον στόμαχο
και τον οισοφάγο.
• Η κίρρωση μπορεί να προκαλέσει ανοσοανεπάρκεια, θέτοντας τον
ασθενή επιρρεπή σε λοιμώξεις. Στην ασκητική συλλογή μπορεί να
προκληθεί επιμόλυνση με βακτήρια του εντερικού σωλήνα
(αυθόρμητη βακτηριακή περιτονίτιδα).
119
Επιπλοκές 2/2
• Ηπατονεφρικό σύνδρομο: Η ανεπαρκή παροχή αίματος προς τους
νεφρούς, προκαλώντας οξεία νεφρική ανεπάρκεια. Αυτή η επιπλοκή
έχει ένα πολύ υψηλό ποσοστό θνησιμότητας (πάνω από 50%).
• Ηπατοπνευμονικό σύνδρομο: Παράκαμψη της φυσιολογικής
πνευμονικής κυκλοφορίας, που οδηγεί σε κυάνωση και δύσπνοια
(δυσκολία στην αναπνοή), με επιδείνωση σε καθιστή θέση.
• Πυλαιοπνευμονική υπέρταση: Αύξηση της πίεσης στην πνευμονική
κυκλοφορία ως αποτέλεσμα της πυλαίας υπέρτασης.
• Πυλαία υπερτασική γαστροπάθεια: αναφέρεται σε διαταραχές στο
βλεννογόνο του στομάχου σε ασθενείς με πυλαία υπέρταση, και
σχετίζεται με τη σοβαρή κίρρωση.
120
Αιτιοπαθογένεια στην κίρρωση του ήπατος 1/8
• Η κίρρωση έχει πολλές πιθανές αιτίες. Στο δυτικό κόσμο, ο χρόνιος
αλκοολισμός και ηπατίτιδα C είναι οι πιο κοινές αιτίες.
• Αλκοολική κίρρωση. Η αλκοολική κίρρωση αναπτύσσεται μεταξύ
10-20% των ατόμων που κάνουν κατάχρηση αλκοόλ για πάνω από
μία δεκαετία. Το αλκοόλ φαίνεται να τραυματίζει το ήπαρ,
αναστέλλοντας τον κανονικό μεταβολισμό πρωτεϊνών, λιπών, και
υδατανθράκων. Οι ασθενείς μπορεί επίσης να εκδηλώσουν
πυρετό, ηπατομεγαλία, ίκτερο, και ανορεξία. Οι AST και ALT είναι
υψηλές, αλλά <300IU/L με λόγο AST: ALT >2,0, τιμή σπάνια σε
άλλες ασθένειες του ήπατος. Βιοψία ήπατος μπορεί να δείξει
ηπατοκυτταρική νέκρωση, σωμάτια Mallory, ουδετεροφιλική
διήθηση με περιαγγειακή φλεγμονή.
121
122
Αιτιοπαθογένεια στην κίρρωση του ήπατος 3/8
• Χρόνια ηπατίτιδα C. Η μόλυνση με τον ιό της ηπατίτιδας C
προκαλεί φλεγμονή του ήπατος και βλάβη στο όργανο που μετά
από δεκαετίες οδηγεί σε κίρρωση. Η κίρρωση που προκαλείται από
ηπατίτιδα C είναι η πιο κοινή αιτία για μεταμόσχευση ήπατος.
• Χρόνια ηπατίτιδα Β. Ο ιός της ηπατίτιδας Β προκαλεί φλεγμονή
του ήπατος και τραυματισμό του, που μετά από δεκαετίες οδηγεί
σε κίρρωση. Ο ιός της ηπατίτιδας D εξαρτάται από την παρουσία
της ηπατίτιδας Β και επιταχύνει την κίρρωση σε συνλοίμωξη. Η
χρόνια ηπατίτιδα Β μπορεί να διαγνωσθεί με ανίχνευση της HBsAG
περισσότερο από 6 μήνες μετά την αρχική μόλυνση.
123
124
Αιτιοπαθογένεια στην κίρρωση του ήπατος 5/8
• Πρωτοπαθής σκληρυντική χολαγγειίτιδα (PSC). Είναι μια
προοδευτική χολοστατική διαταραχή. Παρουσιάζει κνησμό,
στεατόρροια, ανεπάρκεια λιποδιαλυτών βιταμινών, και μεταβολική
νόσος των οστών. Υπάρχει μία συσχέτιση με τη φλεγμονώδη νόσο
του εντέρου, ιδιαίτερα την ελκώδη κολίτιδα. Η διάγνωση γίνεται με
χολαγγειογραφία (κοντράστ) που δείχνει διάχυτες, πολυεστιακές
στενώσεις και διαστολή των χοληφόρων πόρων (εικόνα
κομπολογιού).
125
126
Αιτιοπαθογένεια στην κίρρωση του ήπατος 7/8
• Κληρονομική αιμοχρωμάτωση Συνήθως παρουσιάζεται με
οικογενειακό ιστορικό κίρρωσης, υπέρχρωσης του δέρματος,
σακχαρώδη διαβήτη, αρθροπάθεια, και/ή μυοκαρδιοπάθεια, όλα
οφείλονται στην υπερφόρτωση σιδήρου. Αιματολογικές εξετάσεις
θα δείξουν κορεσμένη τρανσφερρίνη νηστείας > 60% και
φερριτίνη> 300 ng/mL. Γενετικές δοκιμές μπορούν να
χρησιμοποιηθούν.
• Νόσος του Wilson. Αυτοσωματική υπολειπόμενη διαταραχή που
χαρακτηρίζεται από χαμηλή σερουλοπλασμίνη ορού και αυξημένη
ηπατική περιεκτικότητα σε χαλκό σε βιοψία ήπατος. Μπορεί
επίσης να έχει δαχτύλιους Kayser-Fleischer στον κερατοειδή χιτώνα
και διαταραχή της νοητικής κατάστασης.
127
128
Παθολογοανατομική βλάβη 1/2
• Το παθολογικό χαρακτηριστικό της κίρρωσης είναι η ανάπτυξη
ουλώδους ιστού που αντικαθιστά το φυσιολογικό παρέγχυμα,
εμποδίζοντας την πυλαία κυκλοφορία και προκαλώντας διαταραχή
της λειτουργίας. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν τον κεντρικό ρόλο
στην ανάπτυξη της κίρρωσης που παίζει το αστεροειδές κύτταρο,
ένα είδος κυττάρου που κανονικά αποθηκεύει βιταμίνη Α. Βλάβη
στο ηπατικό παρέγχυμα οδηγεί στην ενεργοποίηση του
αστεροειδούς κυττάρου σε μυοϊνοβλάστη και αποφράσσετε η
κυκλοφορία του αίματος.
129
130
Διάγνωση της κίρρωσης
• Η επιβεβαίωση της διάγνωσης της κίρρωσης γίνεται με βιοψία
ήπατος. Η προσέγγιση γίνεται διαδερμικά, διασφαγιτιδικά,
λαπαροσκοπικά, ή μέσω λεπτής βελόνης. Η βιοψία δεν είναι
απαραίτητη, εάν τα κλινικά, εργαστηριακά, και ακτινολογικά
δεδομένα δείχνουν κίρρωση. Επιπλέον, υπάρχει ένας μικρός αλλά
σημαντικός κίνδυνος στην βιοψία ήπατος, και η ίδια η κίρρωση
προδιαθέτει επιπλοκές στην βιοψία ήπατος. Ο ασκίτης, ο χαμηλός
αριθμός αιμοπεταλίων , και τα αραχνοειδή αιμαγειώματα είναι
χρήσιμα ευρήματα
131
134
Θεραπεία κίρρωσης 1/2
• Σε γενικές γραμμές, η ηπατική βλάβη που προκαλεί η κίρρωση
είναι μη αντιστρέψιμη, αλλά η θεραπεία μπορεί να σταματήσει ή
να καθυστερήσει την περαιτέρω εξέλιξη και να μειώσει τις
επιπλοκές.
• Η υγιεινή διατροφή ενθαρρύνεται, αφού η κίρρωση μπορεί να
είναι μια διαδικασία. Τακτική παρακολούθηση είναι συχνά
απαραίτητη.
• Θα πρέπει να συνταγογραφούνται αντιβιοτικά για τις λοιμώξεις
καθώς και διάφορα φάρμακα βοηθητικά για τον κνησμό.
• Καθαρτικά, όπως λακτουλόζη, μειώνουν τον κίνδυνο της
δυσκοιλιότητας, αλλά ο ρόλος τους στην πρόληψη της
εγκεφαλοπάθειας είναι περιορισμένος.
135
136
Η πρόληψη περαιτέρω ηπατικής βλάβης
• Ανεξάρτητα από την υποκείμενη αιτία της κίρρωσης,
αποθαρρύνεται η χρήση αλκοόλ, παρακεταμόλης (Depon,
Panadol), καθώς και άλλων βλαπτικών ουσιών.
• Εμβολιασμός των ευπαθών ασθενών για την ηπατίτιδα Α και
ηπατίτιδα Β.
137
Μεταμόσχευση
• Η μεταμόσχευση ήπατος είναι απαραίτητη, όταν οι επιπλοκές είναι
μη ελεγχόμενες ή όταν υπάρχει σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια.
• Η επιβίωση μετά από μεταμόσχευση ήπατος έχει βελτιωθεί κατά
τη δεκαετία του 1990, και το ποσοστό πενταετούς επιβίωσης είναι
τώρα γύρω στο 80% (το ποσοστό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από
τη βαρύτητα της νόσου και άλλα ιατρικά προβλήματα του λήπτη).
• Η μεταμόσχευση απαιτεί τη χρήση των ανοσοκατασταλτικών
(κυκλοσπορίνη).
138
Υποτροπή της κίρρωσης
• Σε ασθενείς με σταθεροποιημένη κίρρωση, μπορεί να προκύψει
ανεπάρκεια εξαιτίας διαφόρων αιτιών, όπως η δυσκοιλιότητα,
λοίμωξη (από οποιαδήποτε πηγή), κατάχρηση αλκοόλ, φάρμακα,
αιμορραγία από κιρσούς οισοφάγου ή αφυδάτωση.
• Η υποτροπή λαμβάνει την μορφή των επιπλοκών της κίρρωσης που
απαριθμούνται ανωτέρω.
• Οι ασθενείς με υποτροπιάζουσα κίρρωση γενικά απαιτούν την
εισαγωγή στο νοσοκομείο, στενή παρακολούθηση της
ενυδάτωσης, της ψυχικής κατάστασης και με έμφαση στην επαρκή
διατροφή και ιατρική περίθαλψη (συχνά με αντιβιοτικά,
διουρητικά, καθαρτικά και/ή κλύσματα, θειαμίνη και περιστασιακά
στεροειδή, ακετυλοκυστεΐνη και πεντοξυφυλλίνη).
139
Ασκίτης 1/2
• Περιορισμός του νατρίου είναι συχνά αναγκαίος, καθώς η κίρρωση
οδηγεί στην κατακράτηση νατρίου.
• Συχνά είναι απαραίτητη η χορήγηση διουρητικών για να
καταστείλουν τον ασκίτη.
• Για ενδονοσοκομειακή νοσηλεία χορηγούνται ανταγωνιστές της
αλδοστερόνης (συνήθως σπειρονολακτόνη) και διουρητικά της
αγκύλης. Οι ανταγωνιστές της αλδοστερόνης προτιμούνται για
ασθενείς που μπορούν να λαμβάνουν από του στόματος φάρμακα
και δεν έχουν ανάγκη από επείγουσα μείωση του όγκου, και με τα
διουρητικά της αγκύλης ως επιπρόσθετη θεραπεία.
140
Ασκίτης 2/2
• Αν απαιτείται ταχεία μείωση του όγκου, η παρακέντηση είναι
μέθοδος εκλογής. Η παρακέντηση γίνεται με την εισαγωγή
παροχετευτικού σωλήνα εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας.
Διάλυμα ανθρώπινης λευκωματίνης συνήθως δίνεται για την
πρόληψη των επιπλοκών από την ταχεία μείωση του όγκου. Εκτός
του ότι είναι ταχύτερη από τα διουρητικά, είναι
αποτελεσματικότερη στην απομάκρυνση μεγάλου όγκου (4-5
λίτρα).
141
142
Ηπατική εγκεφαλοπάθεια
• Τροφές υψηλής πρωτεϊνικής αξίας αυξάνουν το ισοζυγίου αζώτου,
και αυξάνεται, θεωρητικά, η πιθανότητα εγκεφαλοπάθειας. Κατά
το παρελθόν, συνεπώς, συνιστούσαν προσαρμογή της διατροφής
και μείωση της πρόσληψης πρωτεϊνών.
• Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι η υπόθεση αυτή ήταν εσφαλμένη,
και ενθαρρύνεται η κατανάλωση τροφών υψηλής πρωτεϊνικής
αξίας.
143
1
“Vertebrate-brain-regions small”, από Looie496 διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
ruf.rice.edu 2
Οι Κυριότερες Διαιρέσεις του ΚΝΣ-
ημισφαίρια
4
Φαιά και λευκή ουσία 2/2
• Τα ημισφαίρια (2 ημισφαίρια) αποτελούνται από:
1. Φαιά ουσία (έξω) = φλοιός = κύτταρα.
2. Λευκή ουσία (μέσα) = άξονες (μυελίνη).
3. Βασικούς πυρήνες χωμένους στην λευκή ουσία.
• Ειδικά η λευκή ουσία των ημισφαιρίων έχει ίνες που
μπορούν να διαιρεθούν σε 3 είδη:
o Συνειρμικές ίνες.
o Συνδεσμικές ίνες.
o Ίνες προβολής (projection fibres).
6
“Gray744”, από Quibik διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Είδη ινών ημισφαιρίων 1/2
1. Συνειρμικές ίνες: που ενώνουν άλλους νευρώνες στο ίδιο
ημισφαίριο, συνήθως κοντές (Association fibres).
2. Συνδεσμικές ίνες: Αυτές συνδέουν νευρώνες από το ένα
ημισφαίριο στο άλλο, συνήθως πορεύονται στις ίδιες περιοχές
των 2 ημισφαιρίων π.χ. Το μεσολόβιο είναι η μεγαλύτερη
συλλογή συνδεσμικών ινών. Άλλες είναι οπίσθιες συνδεσμικές και
άλλες πρόσθιες συνδεσμικές (Commissural fibres).
3. Ίνες προβολής (projection fibres). Aυτές είναι ίνες που συνδέουν
τα ημισφαίρια με άλλες περιοχές του ΚΝΣ π.χ. το εγκεφαλικό
στέλεχος και την σπονδυλική στήλη. Ένα παράδειγμα είναι η έσω
κάψα.
8
Ίνες συνειρμικές, συνδεσμικές και
προβολής
11
“Sobo 1909 624”, από CFCF διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Λοβοί ημισφαιρίων
Μακροσκοπικά
• Λοβοί
1. Μετωπιαίος,
2. Βρεγματικός,
3. Ινιακός,
4. Κροταφικός,
5. Νησίς.
• Έλικες.
• Αύλακες.
12
Πλαγία όψη-Λοβοί
13
Φλοιός 1/4
• Για να αυξήσουν την επιφάνειά τους, οι επιφάνειες των ημισφαιρίων
εμφανίζουν περιεξιλίξεις, δηλ. έλικες και αύλακες.
• Ο χάρτης του Brodmann. O χάρτης του Brodmann έχει διαιρέσει τον
εγκεφαλικό φλοιό με βάσει την κυτταροαρχιτεκτονική και έτσι το κάθε
ημισφαίριο έχει 47 αριθμημένες περιοχές. Πολλές αντιστοιχούν σε
λειτουργικές περιοχές.
• Ο φλοιός μπορεί να είναι:
1. Αλλοφλοιός (παλιός φλοιός) κυρίως στα μέσα των ημισφαιρίων.
2. Νεοφλοιός (νέος φυλογενετικά). Ο νεοφλοιός έχει έξι στοιβάδες
κυττάρων (μοριώδης, έξω κοκκιώδης, έξω πυραμιδική, έσω
κοκκιώδης, έσω πυραμιδική και πολύμορφος στοιβάδα). Βρίσκεται
κυρίως έξω (ορατός) και διακρίνεται σε : 1) πρωτογενή και 2)
συνειρμικό.
14
Φλοιός 2/4
• Ο πρωτογενής δίνει:
1. Πρωτογενή κινητικό φλοιό (προσθία κεντρική έλικα),
2. Πρωτογενή αισθητικό φλοιό (οπίσθια κεντρική έλικα ),
3. Οπτικό φλοιό (πληκτραία σχισμή ινιακού λοβού),
4. Ακουστικό φλοιό (σχισμή Sylvius, κροταφικός λοβός),
5. Οσφρητικός φλοιός στο άγκιστρο και στην παραϊπποκάμπεια έλικα
(μπορεί να είναι αλλοφλοιός).
• Η διαίρεση με βάση την χαρτογράφηση του φλοιού και την
λειτουργικότητα του φλοιού έρχεται από κλινικές μελέτες, πειράματα
στα ζώα, νευροψυχολογικές δοκιμασίες και πειραματική διέγερση
στους εγκεφάλους ασθενών.
15
Φλοιός 3/4
• Για πολλές σωματο-αισθητικές λειτουργίες το αριστερό
κυριαρχεί στο δεξιό μέρος του σώματος και αντιστρόφως.
Μερικές λειτουργίες όπως ο λόγος είναι φυσιολογικά
επικεντρωμένες στο αριστερό ημισφαίριο. Όσον αφορά τον
λόγο, αυτό είναι και το κυρίαρχο ημισφαίριο.
16
Φλοιός 4/4
• Μερικοί χωρίζουν το φλοιό του ημισφαιρίου σε 2 λειτουργικές
μονάδες:
1. Οπίσθιο νεοφλοιό (δηλ. βρεγματικό-ινιακό-κροταφικό λοβό) που
είναι αισθητικός,
2. Πρόσθιο νεοφλοιό (μετωπιαίο λοβό) που είναι κινητικός.
Ανάμεσα σε αυτές τις 2 μονάδες υπάρχουν:
1. Πρωτογενείς ζώνες λειτουργίας και
2. Συνειρμικές ζώνες λειτουργίας.
17
22
Κινητικός και αισθητικός φλοιός,
ανθρωπάριο κινητικό και αισθητικό
Κινητικό ανθρωπάριο
25
“Motor and Sensory Homunculus”, από obcat διαθέσιμο με άδεια CC BY-NC-SA 3.0
26
neurophilosophy.wordpress.com
Αισθητικός και κινητικός φλοιός
28
Περιοχές Broca, Wernicke, γωνιώδους έλικας
και ακουστικού φλοιού (πρωτογενούς)
Supramarginal gyrus
Broca’s area
Angular gyrus
Wernicke’s area
Primary auditory area
29
“Brain Surface Gyri”, από Was a bee διαθέσιμο με άδεια CC BY-NC-SA 3.0
30
Αισθητικός φλοιός και λόγος
• Ακοή: Η πρωτογενής ακουστική περιοχή του φλοιού είναι στην μέση
κροταφική έλικα, λέγεται και έλικα του Herschl (41). O θάλαμος
στέλνει από το μέσο γωνατώδη πυρήνα ίνες εδώ. Στέλνονται ίνες και
προς τα 2 αυτιά, αλλά κυρίως από το αντίθετο μέρος του σώματος.
Η συνειρμική περιοχή είναι η 42/22 (άνω κροταφική έλικα). Εδώ
γίνεται η συνένωση και η ανάλυση των ακουστικών ερεθισμάτων
αλλά εναποτίθεται επίσης και η προηγούμενη ακουστική εμπειρία.
• Περιοχή του λόγου και της Γλώσσης: Δύο περιοχές του φλοιού
έχουν σημασία για τις γλωσσικές λειτουργίες η μία είναι αισθητική
και η άλλη είναι κινητική. Υπάρχουν συνενώσεις μεταξύ τους. Στους
περισσότερους ανθρώπους αυτές οι λειτουργίες είναι πλαγιωμένες,
δηλ. κυρίως γίνονται στο ένα ημισφαίριο και στους περισσότερους
στο αριστερό.
31
imgarcade.com 33
psyplexus.com
34
Λειτουργίες ημισφαιρίων
ΔΕΞΙΟ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΟ
• Μη Λεκτικό • Λεκτικό
• Οπτικό - Χωρικό • Αλληλουχιακό
• Αναλογικό • Χρονικό
• Μουσικό • Ψηφιακό
• Συνθετικό • Λογικό
• Ενστικτώδες • Αναλυτικό
• «Gestalt» Το όλον • Ορθολογικό
• Ανατολική Σκέψη • Δυτική σκέψη
35
36
Το αριστερό και δεξιό ημισφαίριο ως
λειτουργία-Πλαγίωση
sciencearchives.wordpress.com 37
38
Ανώτερες πνευματικές λειτουργίες 2/4
• Λόγος: Η σκέψη καθρεφτίζεται στον λόγο. Αναλύουμε την
φόρμα, την ταχύτητα και το περιεχόμενο του λόγου. Μας
ενδιαφέρει το ποσό, η ακρίβεια, η σαφήνεια, ο ρυθμός, οι
παύσεις αν γίνονται, η ακολουθία (αλλαγές ή όχι θεμάτων), η
γραμματική, η σύνταξη και οι παράξενες, οι παραποιημένες ή
οι τελείως καινούργιες λέξεις (νεολογισμοί).
• Σκέψη: Όλες οι ιδέες εκφράζονται ή στον λόγο ή στις
κινήσεις. Στις διαταραχές της σκέψης ανήκουν οι έμμονες και
οι παραληρηματικές ιδέες.
39
40
Ανώτερες πνευματικές λειτουργίες 4/4
• Προσοχή: Είναι η εστίαση σε ένα αντικείμενο των
πνευματικών μας λειτουργιών.
• Συγκέντρωση: Είναι η διατήρηση επί μακρόν της εστίασης
των πνευματικών μας λειτουργιών σε ένα αντικείμενο.
• Προσανατολισμός: Είναι η γνώση μας για τον: 1) χρόνο, 2)
τόπο, 3) εαυτό μας. Ελέγχει επίπεδο συνείδησης/αντίληψης.
• Μνήμη:
o Άμεση
o Πρόσφατη
o Μακροπρόθεσμη
41
Μνήμη 1/4
elafosdorkas.blogspot.gr
42
Μνήμη 2/4
• Μελετήθηκε από τον:
o Ribot (νόμος του Ribot = ότι μαθαίνεται πρόσφατα χάνεται
ευκολότερα) και από τον
o Korsakoff (σύνδρομο Korsakoff).
• Tα 5R της μνήμης:
o Registration = καταγραφή,
o Retention = κατακράτηση,
o Retrieval = ανάκληση,
o Recall = ανάμνηση,
o Recognition = αναγνώριση.
43
Μνήμη 3/4
• Κέντρα:
o Διεγκέφαλος,
o Ιππόκαμπος
• Βοηθιέται από τον
προσανατολισμό, την
προσοχή, την συγκέντρωση
και από το συναίσθημα που
χρωματίζει, παρανοεί και
επιλέγει. “Hippocampus”, από Was a bee
διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.1 JP
44
Κέντρα μνήμης
46
Μνήμη 4/4
Βλάβες της μνήμης: Ψυχογενείς (όχι οργανικό υπόστρωμα)
Οργανικές (οργανικό υπόστρωμα)
Ψυχογενείς Διαταραχές της μνήμης
• Το ξέχασμα του μη ευχάριστου = εκλεκτικό - selective forgetting.
• Φυγές (fugues).
• Σπάνια σύνδρομο Ganser / πολλαπλές προσωπικότητες (;).
Οργανικές
• Οι διάφορες άνοιες όπου φθίνει πρώτα η πρόσφατη μνήμη και σιγά-
σιγά επηρεάζεται και η μακροπρόθεσμη (βλ. Alzheimer -ιππόκαμπος -
χολινεργικών νευρώνων).
• Σύνδρομο Korsakoff ή αμνησιακό σύνδρομο.
• βλάβη διεγκεφάλου (αλκοόλ κ.α.).
• Μετά από κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις.
47
50
“Elecmontage32”, από Abigailswain διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 3/9
• Τα ηλεκτρόδια τοποθετούνται στο κρανίο. Είναι ασημένιοι
δίσκοι επαλειφόμενοι με χλωριούχο άργυρο. Κολλούν στο
κρανίο με κολλόδιο. Στις ΗΠΑ χρησιμοποιούν
επιχρυσωμένους αργυρούς δίσκους. Τα ηλεκτρόδια
τοποθετούνται σε ορισμένες θέσεις. Σαν σημείο λαμβάνεται
είτε η μύτη είτε το ινίο. Αυτό το σύστημα λέγεται Διεθνές 10-
20 σύστημα καθώς οι αποστάσεις μεταξύ σημείων
χωρίζονται με διαστήματα 10 & 20, σαν μέγιστα.
• Ο πρώτος ρυθμός που καταγράφηκε ποτέ ήταν το 1921, από
τον Berger, που χρησιμοποίησε ένα γαλβανόμετρο, και είχε
συχνότητα 10 Hz. Ονομάστηκε Ρυθμός Berger αλλά σήμερα
λέγεται ρυθμός α.
51
52
Ρυθμοί 1/3
53
Ρυθμοί 2/3
54
Ρυθμοί 3/3
55
56
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 6/9
• Ο β ρυθμός μπορεί να φανεί πιο κεντρικά μετωπιαία. Η
παρουσία του είναι αντιστρόφως ανάλογη του άλφα.
• Ρυθμός θ μπορεί να φανεί οπίσθια σε μειονότητα ενηλίκων
(15%). Σπάνια γρήγορος δ (3-4 Hz) μπορεί να ανιχνευθεί,
αλλά ο βραδύς δ (< 3 Hz) είναι πάντα σχεδόν παθολογικός.
Ρυθμός δ μπορεί να φανεί φυσιολογικά στα παιδιά και στην
διάρκεια του ύπνου.
57
59
60
Συνδυασμός εγκεφαλογραφήματος και
λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας
greeksrulez.wordpress.com 61
62
Νωτιαίος μυελός 1/10
• Ο Νωτιαίος Μυελός
o Βρίσκεται στο κανάλι (σωλήνα) της ΣΣ.
o Περιβάλλεται από μήνιγγες.
o Περιβρέχεται από ΕΝΥ.
o Κρατιέται από συνδέσμους (οδοντωτοί).
o Τελειώνει στον 5 οσφυϊκό σπόνδυλο. Το τελευταίο τμήμα
συνιστά την ιππουρίδα.
63
65
“Medulla spinalis - Substantia grisea - German” από Polarlys διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
66
Νωτιαίος μυελός και νεύρα
68
Οι πρόσθιες και οπίσθιες δέσμες και τα
νεύρα
69
70
Νωτιαίος μυελός 7/10
• Προσθία :
1. Πρόσθιον πυραμιδικόν Δεμάτιο (Δ) (έσω της προσθίας).
2. Έσω επιμήκης δεσμίδα Δ (πυθμήν προσθίας αύλακας).
3. Αιθουσονωτιαίον Δ.
4. Τετράδυμονωτιαίον Δ.
5. Ίδιον προσθίας Δέσμης Δ.
71
73
74
Πυραμιδικό σύστημα 1/9
I. Το πυραμιδικό σύστημα
• Είναι το κινητικό μονοπάτι που ξεκινάει από τον εγκεφαλικό φλοιό
(κινητική περιοχή / προσθία κεντρική έλιξ / περιοχή 4 κατά
Broadman) και κατέρχεται στους κινητικούς πυρήνες των κρανιακών
νεύρων και στα πρόσθια κέρατα του νωτιαίου μυελού ενώ
κατέρχεται διερχόμενο από τις πυραμίδες του προμήκους. Είναι
γρήγορο σύστημα κι ένας νευρώνας «non-stop» φέρνει τα
ερεθίσματα από τον φλοιό στο νωτιαίο μυελό.
• Όλες οι ίνες διχάζονται 85-90% στις πυραμίδες
5-10% στο σημείο του Ν.Μ. που νευρώνουν.
75
76
Πυραμιδικό σύστημα 3/9
Το μονοπάτι του πυραμιδικού είναι
• Από φλοιό (περιοχή 4, ή κινητική περιοχή, ή προσθία κεντρική έλικα)
• ακτινωτός στέφανος = στην λευκή ουσία ημισφαιρίου
• έσω κάψα
• Μεσεγκέφαλος
• γέφυρα ελαφρός διαχωρισμός των ινών
• προμήκης οι ίνες συνέρχονται + διχάζονται
o 90% διχάζονται γίνεται το πλάγιο πυραμιδικό δεμάτιο
o 5-10% όχι διχασμός γίνεται το πρόσθιο πυραμιδικό δεμάτιο
77
79
80
Πυραμιδικό σύστημα 6/9
Κλινικά σημεία βλάβης για το Πυραμιδικό
• Το πυραμιδικό δεμάτιο συχνά βλάπτεται από αιμορραγία ή
θρόμβωση των αρτηριών που αρδεύουν τα διάφορα μέρη
του.
• Ορολογία:
o Ημιπληγία = παράλυση του ½ του σώματος.
o Μονοπληγία = παράλυση ενός μέλους μόνον.
o Παραπληγία = παράλυση των 2 κάτω μελών.
o Τετραπληγία = παράλυση και των 2 κάτω και των 2 άνω
άκρων.
81
zahstraces.blogspot.gr
82
Χαρακτηριστικές βλάβες πυραμιδικού 2/2
84
Πυραμιδικό σύστημα 8/9
• Όταν παραβλάπτεται το πυραμιδικό σύστημα στην περιοχή του
εγκεφαλικού στελέχους (μεσεγκέφαλος, γέφυρα, προμήκης) εκεί
συνήθως γίνεται βλάβη δεματίου και νεύρου δηλ.
1. Μεσεγκέφαλος (εδώ κοντά στο πυραμιδικό αρχίζει το 3ο νεύρο ή κοινό
κινητικό και παραβλάπτεται κι αυτό με το δεμάτιο)
α) ημιπληγία του άλλου μισού σώματος,
β) παράλυση του 3ου v. στο ίδιο μέρος σώματος,
2. Γέφυρα (εδώ κοντά στο πυραμιδικό αρχίζει το 6ο ή απαγωγό και
παραβλάπτεται και αυτό με το δεμάτιο)
α) ημιπληγία του άλλου μισού σώματος,
β) παράλυση του 6ου v. στο ίδιο μέρος σώματος.
3. Προμήκης (εδώ συνήθως βλάπτεται το υπογλώσσιο νεύρο)
α) ημιπληγία του άλλου μισού σώματος,
β) παράλυση του υπογλωσσίου το ίδιο μέρος σώματος.
85
86
Εξωπυραμιδικό σύστημα
• Περιλαμβάνει όλες εκείνες τις κινητικές διασυνδέσεις από ίνες που
δεν περνούν από τις πυραμίδες του προμήκη.
• Περιλαμβάνει ίνες που ξεκινούν από:
1. Την προκινητική περιοχή,
2. Τα βασικά γάγγλια,
3. Εγκεφαλικό στέλεχος δηλ. μεσεγκέφαλο, γέφυρα, προμήκη.
• Οι ίνες του εξωπυραμιδικού τελειώνουν στα πρόσθια κέρατα του
Ν.Μ.
• Έχει 3 μονά και 3 διπλά δεμάτια.
• Τα δεμάτια που διχάζονται στο εξωπυραμιδικό σύστημα, διχάζονται
άμα τη εκκινήσει τους!
87
Δεμάτια εξωπυραμιδικού
“Spinal cord tracts - English” από Mikael Häggström διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
88
Λειτουργία εξωπυραμιδικού συστήματος
1. Στον τόνο: Μερικά δεμάτια είναι διεγερτικά. Μερικά είναι
κατασταλτικά. Όταν διεγερθεί ένα ανασταλτικό δεμάτιο
ελαττώνει τον τόνο και τα αντανακλαστικά ενώ όταν καταστραφεί
αυξάνεται ο τόνος και τα αντανακλαστικά.
2. Στην κίνηση: Είναι υπεύθυνα για τις αδρές, συνεργικές κινήσεις
που χρειάζονται την δραστηριότητα μεγάλων ομάδων μυών π.χ.
κινήσεις απαραίτητες για την ισορροπία της στάσης. Επίσης για
τις ημιαυτοματοποιημένες κινήσεις που δεν χρειάζονται πολύ
επιδεξιότητα π.χ. οι κινήσεις των χεριών καθώς περπατάμε. Το
εξωπυραμιδικό «τοποθετεί το υπόβαθρο» για την μετέπειτα
δραστηριότητα του πυραμιδικού.
89
“Paralysis agitans (1907, after St. Leger)”, από Anetode διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 90
Κλινικά σημεία Parkinson’s 2/2
Παρεγκεφαλίδα 1/11
• Χρειάζεται για την στάση, την ισορροπία (κίνηση, τρέξιμο), για τις
διαδοχικές κινήσεις (τρως, ντύνεσαι, γράφεις), για τις κινήσεις που
είναι επαναληπτικές και εναλλάσσονται γρήγορα καθώς και για τη
λεία ακολουθία της κίνησης. Όταν βλάπτεται η παρεγκεφαλίδα
δεν βλάπτονται οι ηθελημένες κινήσεις αλλά γίνονται άτσαλα κι
αποδιοργανωμένα. Βρίσκεται στον οπίσθιο κρανιακό βόθρο.
Αποτελείται από τα παρεγκεφαλιδικά ημισφαίρια τα οποία
βρίσκονται στα πλάγια της 4ης κοιλίας, από το σκηνίδιο της
παρεγκεφαλίδας που είναι μια πτυχή σκληρής μήνιγγας και
διατείνεται στην άνω επιφάνειά της.
92
Παρεγκεφαλίδα 2/11
• Τα ημισφαίρια της παρεγκεφαλίδας έχουν πτυχές (folia). Έχουν μια
στοιβάδα φαιάς ουσίας που καλείται παρεγκεφαλιδικός φλοιός και
περικλείει την στοιβάδα της λευκής ουσίας. Έχει 3 στοιβάδες κυττάρων:
1. Μοριώδη στοιβάδα (αστερωτά κύτταρα και basket cells, δενδρίτες
Purkinje, Golgi II, και άξονες νευρώνων),
2. Μεσαία στοιβάδα [στοιβάδα Purkinje (σώματα νευρώνων Purkinje)],
3. Κοκκιώδη στοιβάδα (προς τα μέσα), με κοκκιώδεις νευρώνες, και Golgi II
νευρώνες.
• Μέσα από τον φλοιό, υπάρχει λευκή ουσία (ίνες) και εντός αυτής
περικλείονται 4 ζεύγη πυρήνων: 1) οροφιαίος, 2) σφαιροειδής, 3)
εμβολοειδής, 4) οδοντωτός
93
Παρεγκεφαλίδα 3/11
• Η παρεγκεφαλίδα στα ημισφαίρια της αποτελείται από 3
ανατομικά στοιχεία.
1. Το κροκυδοειδές λοβίο = αρχαιοπαρεγκεφαλίδα,
2. Τον πρόσθιο λοβό = παλαιοπαρεγκεφαλίδα,
3. Τον οπίσθιο λοβό = νεοπαρεγκεφαλίδα.
• Στην μέση των ημισφαιρίων υπάρχει ο σκώληξ της
παρεγκεφαλίδας.
94
Παρεγκεφαλίδα 4/11
• Οδοί: 3 φλοιοεγκεφαλικά προβλητικά μονοπάτια, το
μεγαλύτερο είναι το φλοιογεφυροπαρεγκεφαλιδικό και
μικρότερα το φλοιοπαρεγκεφαλιδικό και το
φλοιοδικτυοπαρεγκεφαλιδικό. Η παρεγκεφαλίς παίρνει
πληροφορίες από δέρμα, αρθρώσεις, μύες, κορμό με 3
νωτιοπαρεγκεφαλιδικά δεμάτια (το οπίσθιο, το πρόσθιο και
το πλάγιο).
• Έχει άμεση σύνδεση με υποθάλαμο
95
Παρεγκεφαλίδα 5/11
• Γενικά:
1. Αρχαιοπαρεγκεφαλίδα Αιθουσαίο Σύστημα
ισορροπία
2. Παλαιοπαρεγκεφαλίδα Νωτιαίος Μυελός
Τόνος/Συνέργεια
3. Νεοπαρεγκεφαλίδα φλοιός και εξωπυραμιδικό
σύστημα
96
Παρεγκεφαλίδα 6/11
• Λειτουργία της παρεγκεφαλίδας
Η σκέψη, η απόφαση, ο σκοπός της επιτέλεσης μιας κίνησης
ξεκινάει από τον κινητικό φλοιό και τις βοηθητικές περιοχές, τα
συνειρμικά πεδία. Αυτές οι φλοϊικές περιοχές δρουν σε συνεργασία
με τα παρεγκεφαλικά ημισφαίρια και τους οδοντωτούς πυρήνες
κατά τις αρχικές φάσεις του σχεδιασμού μιας κίνησης. Το
αποτέλεσμα είναι η διαταγή της κίνησης που περιλαμβάνει τον
οδοντωτό πυρήνα και ακολουθείται από τους νευρώνες της
κινητικής περιοχής. Τα ημισφαίρια της παραγκεφαλίδας, κρατούν
την πληροφορία για την κίνηση από παράπλευρους κλάδους των
πυραμιδικών δεματίων και από περιφερικούς υποδοχείς των μερών
του σώματος που κινείται.
97
Παρεγκεφαλίδα 7/11
Στις διαταραχές της παρεγκεφαλίδας αναφέρονται:
• Ελαιογεφυροπαρεγκεφαλιδική ατροφία.
• Friedreich’s αταξία.
• Αλκοολική παρεγκεφαλιδική εκφύλιση.
98
Παρεγκεφαλίδα 8/11
Διαταραχές της παρεγκεφαλίδας (εκδηλώσεις)
• Βλάβη της παρεγκεφαλίδας οδηγεί στην ανικανότητα να γίνουν οι
κινήσεις μαλακά και με ακρίβεια. Αυτό καλείται παρεγκεφαλιδική
αταξία ή ασυνέργεια.
• Η παρεγκεφαλιδική αταξία δίδει:
1. Διαταραχή θέσης και βάδισης.
2. Αποσύνδεση των κινήσεων.
3. Δυσμετρία.
4. Δυσδιαδοχοκινησία.
5. Διαταραχή λόγου.
99
Παρεγκεφαλίδα 9/11
1. Διαταραχή θέσης και βάδισης
o Δυσκολία διατήρησης της όρθιας στάσης, και βάδισμα
περεμφερές με εκείνο του μεθυσμένου (σκώληξ). Τάση για πτώση
προς την μεριά της βλάβης (ημισφαίρια).
o Η τάση για πτώση και η κάθε διαταραχή είναι προς την μεριά της
βλάβης και δεν διορθώνεται με την βοήθεια της όρασης.
2. Αποσύνδεση των κινήσεων
o Μία κίνηση είναι διασπασμένη στα στοιχεία της π.χ. ο ώμος, ο
αγκώνας και οι αρθρώσεις του καρπού κινούνται σαν χωριστά και
όχι μαζί σαν μια συγχρονισμένη κίνηση όπως συνήθως.
100
Παρεγκεφαλίδα 10/11
3. Δυσμετρία
o Αδυναμία να σταματήσει η κίνηση στο επιθυμητό σημείο.
o overshooting
o undershouting } στο ένα μέρος του σώματος
o pastpointing
4. Δυσδιαδοχοκινησία
Αδυναμία να σταματήσει μια κίνηση και αμέσως να συνεχίσει με
την ακριβώς αντίθετή της π.χ. πρηνή και ύπτια θέση χεριού
5. Ο λόγος γίνεται αργός, μονότονος και μερικές συλλαβές
ακούγονται αφύσικα χωρισμένες. (Οφείλεται σε έλλειψη
συνέργειας των μυών στην ομιλία).
101
Παρεγκεφαλίδα 11/11
• Άλλα σημεία παρεγκεφαλιδικής βλάβης:
• Υποτονία (π.χ. ελάττωση των τενοντίων αντανακλάσεων).
• Ασθένεια (οι μύες στο επηρεασμένο μέρος του σώματος
γίνονται ασθενέστεροι).
• Τρόμος (ο παρεγκεφαλιδικός τρόμος γίνεται στην διάρκεια
της κίνησης και σταματά στην ηρεμία (Δ.Δ. παρκινσονικός
τρόμος).
• Νυσταγμός
102
Αισθητικό σύστημα
• Η πληροφορία για εσωτερικά και εξωτερικά ερεθίσματα
φθάνει στο ΚΝΣ μέσω αισθητικών υποδοχέων. Αυτοί είναι
μετασχηματιστές που μετατρέπουν διάφορες μορφές
ενέργειας στο περιβάλλον σε δυναμικά νευρώνων. Η λέξη
υποδοχέας βέβαια στην φυσιολογία, χρησιμοποιείται και με
άλλη έννοια (πρωτεΐνες π.χ. που δεσμεύουν
νευρομεταβιβαστές, ορμόνες και άλλες ουσίες με μεγάλη
συγγένεια και εξειδίκευση). Ο αισθητικός υποδοχέας μπορεί
να είναι μέρος ενός νευρώνα ή εξειδικευμένο κύτταρο που
δημιουργεί δυναμικά σε νευρώνες.
103
104
Αισθητικοί υποδοχείς 2/12
• Μαθαίνουμε ότι 5 είναι οι αισθήσεις, αλλά μάλλον τούτο δεν
είναι επαρκές, ιδίως εάν συνειδητά πια κοιτάξουμε τις
πιθανές αισθήσεις, υποδοχείς και τα όργανα. Τότε βλέπουμε
ότι υπάρχουν και αισθήσεις που συνειδητά δεν γίνονται
αντιληπτές! (οι ασυνείδητες αισθήσεις!)
105
106
Αισθητικοί υποδοχείς 4/12
Αίσθηση Υποδοχεύς Όργανο
Πόνος Γυμνές νευρικές απολήξεις Διάφορα
Θέση αρθρώσεων Νευρικές απολήξεις Διάφορα
κίνησης
Μήκος μυός Νευρικές απολήξεις Μυϊκή άτρακτος
Μυϊκή τάση Νευρικές απολήξεις Golgi τενόντιο όργανο
Πίεση αορτής Νευρικές απολήξεις Τασεοϋποδοχείς του
καρωτιδικού κόλπου
και αορτικού τόξου
Κεντρική φλεβική Νευρικές απολήξεις Τασεοϋποδοχείς,
πίεση των μεγάλων
φλεβικών αγγείων
107
108
Αισθητικοί υποδοχείς 6/12
II. Όραση/ακοή/όσφρηση/περιστροφική και γραμμική επιτάχυνση
Γεύση/δερματική αίσθηση/σπλαχνική αίσθηση/πόνος.
III. Δερμικά Αισθητήρια
o αφή - πίεση
o ψυχρό
o θερμό
o πόνος
109
110
Αισθητικοί υποδοχείς 8/12
• Γρήγορη αφή
o Meisner,
o Pacini.
• Βραδεία αφή
o Merkel,
o Ruffini.
111
112
Αισθητικοί υποδοχείς 10/12
• Το δυναμικό παράγεται από την γυμνή νευρική απόληξη στο
σωμάτιο Paccini. Έτσι ο υποδοχέας μετατρέπει μηχανική Ε σε
δυναμικό = ηλεκτρική ενέργεια, της οποίας η ένταση είναι
ανάλογη του μεγέθους του ερεθίσματος.
• Μόλις η Ε, φτάσει σε επίπεδο πυροδότησης του νεύρου τότε
δημιουργείται εκπολωτικό δυναμικό (membrane
depolarization) και μετάδοση της αίσθησης στο νεύρο. Σε
μερικούς υποδοχείς η μηχανική πίεση ανοίγει κανάλια στην
επιφάνεια του υποδοχέα, το Να+ εισέρχεται, γίνεται ένα
δυναμικό (και φυσικά ο αριθμός των καναλιών Να+ θα είναι
ανάλογος της έντασης του ερεθίσματος).
113
114
Αισθητικοί υποδοχείς 12/12
• Τα δυναμικά ενέργειας στα αισθητικά νεύρα είναι
παρεμφερή (π.χ. παρόμοια είτε προέρχονται από υποδοχέα
αφής είτε από υποδοχέα θερμού). Η αίσθηση άρα που
δημιουργείται τελικά εξαρτάται από ποιο ειδικό σημείο του
εγκεφάλου ενεργοποιείται (Doctrine of specific nerve
energies - Muller) (θεωρία ειδικών νευρικών ενεργειών).
• Όταν διεγείρεται ο φλοιός, η συνειδητή αίσθηση αναφέρεται
στην συγκεκριμένη περιοχή (αρχή προβολής). Με αυτή την
αρχή καταλαβαίνει κανείς πώς οι ακρωτηριασμένοι
εξακολουθούν να αισθάνονται το μέλος φάντασμα.
115
116
Από cnx.org διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
Δεμάτια αισθητικού συστήματος 1/7
• Οι κεντρομόλοι νευρώνες που μεταφέρον
αφή/πίεση/θερμό/κρύο/ πόνο έχουν την αρχή τους στα
κύτταρα που βρίσκονται στις οπίσθιες ρίζες ή τα αισθητικά
γάγγλια κρανιακών νεύρων. Μπαίνουν ή στην ΣΣ ή στο
εγκεφαλικό στέλεχος και συνδέονται σε πολλά επίπεδα με
κινητικούς νευρώνες. Κάνουν ενδιάμεσους σταθμούς και
τελικά φτάνουν στον φλοιό.
• Τα οπίσθια κέρατα του μυελού διαχωρίζονται με βάση τα
ιστολογικά τους χαρακτηριστικά σε στοιβάδες Ι-VI.
o Ι = η πιο επιφανειακή
o VI = η πιο βαθειά
117
118
Δεμάτια αισθητικού συστήματος 3/7
• Το μονοπάτι της δερματικής αίσθησης στον εγκεφαλικό φλοιό.
1. Οι ίνες λεπτής αφής και θέσης (αίσθηση βάθους)
ανεβαίνουν με τα οπίσθια κέρατα του μυελού και
συνάπτονται στον σφηνοειδή και τον ισχνό πυρήνα. Οι
δεύτεροι νευρώνες ξεκινούν από κει, χιάζονται στην μέση
γραμμή ανεβαίνουν στον μέσο λημνίσκο, και φτάνουν στον
θάλαμο. Από εκεί καταλήγουν στο φλοιό. Αυτό το μονοπάτι
καλείται οπίσθια δέσμη ή δέσμη του λημνίσκου.
119
120
Δεμάτια αισθητικού συστήματος 5/7
• Αφή
Η αφή γίνεται αντιληπτή και σε περιοχές χωρίς
εξειδικευμένους υποδοχείς αλλά, όπου υπάρχουν, οι Meisner
& Paccini προσαρμόζονται γρήγορα. Ενώ οι Merkel & Ruffini
προσαρμόζονται αργά. Οι υποδοχείς αφής είναι
περισσότεροι στο δέρμα δακτύλων, χειλέων, θυλάκων τριχών
αλλά λιγότεροι στο δέρμα κορμού. Τα Paccini βρίσκονται και
στον υποδόριο ιστό και στους μυς και στις αρθρώσεις. Οι Ab
αισθητικές είναι (5-12 μm) έχουν ταχύτητα αγωγής 30-70
m/sec. Μερικές ίνες αφής είναι C. Η αφή μεταδίδεται με το
δεμάτιο του λημνίσκου και το πρόσθιο πλάγιο δεμάτιο.
121
122
Δεμάτια αισθητικού συστήματος 7/7
• Θερμοκρασία
2 τύποι θερμοκρασίας, η θερμότερη και η ψυχρότερη του
σώματος. Στο δέρμα υπάρχουν σίγουρα περιοχές
συγκεκριμένες που αντιλαμβάνονται το ψυχρό και το θερμό
(4-10 φορές περισσότερες εκείνες του ψυχρού). Οι υποδοχείς
αυτοί έρχονται σε επαφή με γυμνές αισθητικές απολήξεις. Οι
ψυχροί απαντούν σε 10-38ο C και οι θερμοί 30-45ο C. Για το
ψυχρό Αδ και C ίνες. Για το θερμό υπάρχουν C ίνες. Μεταξύ
20-40ο C υπάρχει εύκολη προσαρμογή.
123
Πόνος 1/3
• Πόνος
Τα αισθητήρια του πόνου είναι γυμνές νευρικές απολήξεις.
Ο πόνος μεταδίδεται στο ΚΝΣ με 2 συστήματα ινών. Το ένα
είναι μικρές αμύελες Αδ (2-5 μm) U = 12-30 m/sec. Το άλλο
είναι C ίνες (0.4-1.2 μm) χαμηλότερη ταχύτητα 0.5-2 m/sec.
o Αδ - στοιβάδες Ι/V οπισθίων κεράτων
o C - στοιβάδες Ι/ΙΙ οπισθίων κεράτων
Υπάρχει ένδειξη ότι ο μεταβιβαστής στις κεντρομόλες ίνες
του πόνου είναι η ουσία Ρ. Μερικές ίνες πηγαίνουν με το
οπίσθιο δεμάτιο και μερικές παίρνουν το προσθιοπλάγιο
νωτιαιοθαλαμικό.
124
Πόνος 2/3
• Μερικές ίνες σταματούν στον θάλαμο και από κει φτάνουν στον
φλοιό. Ο πόνος προβάλλεται εκτός από την οπίσθια κεντρική
έλικα, και στην περιοχή σωματικής αίσθησης της «Sylvian» σχισμής
(S II) καθώς και στην αγκιστρωτή έλικα (πάντα στο αντίθετο μέρος
του σώματος) (η αγκιστρωτή έλικα πιθανώς εμπλέκεται και αυτή
στο συναίσθημα όπως το μεταιχμιακό σύστημα). Πολλές ίνες
πόνου προβάλλονται στον δικτυωτό σχηματισμό και άλλες
προβάλλονται στον υποθάλαμο.
• Η ύπαρξη των 2 συστημάτων ινών εξηγεί 2 μονοπάτια πόνου ένα
«γρήγορο» (έντονος, γρήγορος, εντοπισμένος πόνος) κι ένα
«αργό» (πιο βαθύς, λιγότερο έντονος και πιο διάχυτος).
125
Πόνος 3/3
• Γρήγορος πόνος = Αδίνες
• Αργός πόνος = C
o Πιστεύεται ότι τα ερεθίσματα που προκαλούν πόνο, δρουν
και μέσω χημικών ερεθισμάτων και εκεί εμπλέκεται μάλλον
ισταμίνη.
o Πιστεύεται ότι ο πόνος δεν προβάλλεται αποκλειστικά στον
φλοιό, αλλά και σε υποφλοιικές περιοχές.
o Ο βαθύς και σπλαχνικός πόνος δεν εντοπίζεται εύκολα.
o Ειδικά ο σπλαχνικός μπορεί να αναφέρεται και σε άλλα
σημεία σώματος (π.χ. στηθάγχη - χέρι κ.λπ.).
126
Το αυτόνομο νευρικό σύστημα - (ΑΝΣ)
128
Αυτόνομο σύστημα – Ανατομικές διαιρέσεις
129
Συμπαθητικό και
παρασυμπαθητικό
σύστημα
131
133
134
Παρασυμπαθητικό σύστημα 1/4
• Η παρασυμπαθητική διαίρεση του ΑΝΣ προέρχεται από τα
προγαγγλιακά κυτταρικά σώματα στην φαιά ουσία του εγκεφαλικού
στελέχους και στα 2, 3, 4 τμήματα της ιεράς μοίρας της Σ.Σ.
1. ΚΡΑΝΙΟ
• Στον εγκέφαλο οι προγαγγλιακές ίνες φεύγουν με τα κρανιακά νεύρα.
• 3 - κοινό κινητικό.
• 7 - προσωπικό.
• 9 - γλωσσοφαρυγγικό.
• 10- πνευμονογαστρικό.
• Το μεγαλύτερο μέρος του κρανιακού μέρους του παρασυμπαθητικού
γίνεται από το πνευμονογαστρικό.
135
137
138
Λειτουργίες συμπαθητικού
• ΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
o Διάταση κόρης (Μυδρίαση).
o Διάταση βρογχιολίων.
o Αύξηση καρδιακής συχνότητας (θετική +ve χρονότροπος).
o Αύξηση ισχύος συστολής (θετική ve ινότροπος).
o Αγγειοσυστολή (δέρμα, σπλάχνα).
o Αγγειοδιαστολή σκελετικών μυών.
o Γλυκογονόλυση.
o Γλυκονεογένεση.
o Τριγλυκερίδια υδρολύονται σε λιπαρά οξέα.
o Γαστρεντερικό επέρχεται χαλάρωση .
o Εκσπερμάτιση. 139
Λειτουργίες παρασυμπαθητικού
• ΠΑΡΑΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
o Συστολή (μύση) κόρης/Προσαρμογή (κοντά).
o Έκκριση σιέλου.
o Σύσπαση βρογχιολίων.
o Βρογχική έκκριση.
o Βραδυκαρδία .
o Αύξηση κινητικότητας γαστρεντερικού.
o Αύξηση εκκρίσεων γαστρεντερικού.
o Στύση.
140