Professional Documents
Culture Documents
Βασικές Πηγές
Περιλαμβάνει μόνο βασικά κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και της
γραμματείας των νεωτέρων χρόνων μέχρι και τον 20° αιώνα που αποτελούν σταθμούς
στην εξέλιξη της ιστορίας της φιλοσοφίας για την τέχνη. [Δεν έχουν συμπεριληφθεί
κείμενα της ελληνιστικής, της ρωμαϊκής και της βυζαντινής/μεσαιωνικής εποχής]
Σημειώνονται οι πηγές που χρησιμοποιήθηκαν ως βάση στις διαλέξεις του ανοικτού
μαθήματος.
ΠΛΩΤΙΝΟΣ, Εννεάδες, Ενν. І, βιβλίο 6 [περί του καλού], Ενν. V [περί του νοητού
κάλλους]
HUME, David, «Of the Standard of Taste», ¹1757, δημοσιεύεται π.χ. στο: τ.ι.,
Essay, Moral, Political, and Literary, ed. by Eugene Miller, revised
edition,Indianapolis 1987, ελληνική μετφρ. «Το κριτήριο του γούστου»,
στο Θ. Παρισάκη, Φιλοσοφία και Τέχνη, Θεσσαλονίκη (Ζήτρος) 2004
ΚΑΝΤ, Ιμμάνουελ, Κριτική της κριτικής δύναμης, ¹1790, μετφρ. στα ελλήνικά,
ΚΑΝΤ, Ιμμάνουελ, Η πρώτη εισαγωγή στην κριτική της κριτικής δύναμης, μετφρ.
ΣΙΛΛΕΡ, Φρήντριχ, Για την Αισθητική παιδεία του ανθρώπου, μετφρ., εισαγ.,
σχολ. Κλεοπάτρα Λεονταρίτου, Αθήνα (Οδυσσέας) 1990 (γερμ. 11795)
ΝΗΤΣΕ, Φρήντριχ, Η γέννηση της τραγωδίας από το πνεύμα της μουσικής, ¹1872,
ΧΙΜΕΝΕΣ ΜΑΡΚ, Τι είναι η αισθητική, Αθήνα 2014 [ιδιαίτερα για την νεώτερη
φιλοσοφία]
ΒΙΝΚΕΛΜΑΝΝ, I. I., Σκέψεις για την μίμηση των ελληνικών έργων στην
ζωγραφική και την γλυπτική, μετφρ. Σκουτερόπουλος, Αθήνα (ινδικτος)
1996
ΠΟΥΛΟΣ, Παύλος (επιμ.), Εννοιες τέχνης τον 20ο αιώνα, Αθήνα 2006
1. Σκοποί ενότητας
2. Περιεχόμενα ενότητας
Σελίδα 2
Το τελικό επιχείρημα του Σωκράτη (298d κ.ε.)
Ευχάριστο στις αισθήσεις μας, π.χ. στην όραση και στην ακοή, είναι κάτι διαφορετικό, ανάλογα με
την αίσθηση (π.χ. χρώματα στην μία περίπτωση, ήχοι στην άλλη).
Ετσι, για διαφορετικούς λόγους ευχαριστείται από κάτι η όραση και για διαφορετικούς λόγους
ευχαριστείται από κάτι το αυτί μας.
Για τους ίδιους λόγους όμως μας φαίνεται κάτι είτε στο μάτι είτε στο αυτί ωραίο.
Αρα το ωραίο δεν είναι το ίδιο με το ευχάριστο.
Επίλογος: 299e-304e
Η αναζήτηση στον διάλογο αυτόν δεν καταλήγει: «χαλεπά τα καλά»
(δύσκολα τα ωραία, 304c)
Ενότητα 2: Ποίηση και τέχνη: Πλάτωνος Ίων (α)
1. Σκοποί ενότητας
Παρουσίαση των πρώτων συστηματικών δοκιμών - που συναντάμε στον πλατωνικό διάλογο Ιων -
προκειμένου να προσδιορισθεί ανάμεσα στα διάφορα ανθρώπινα επιτηδεύματα, η ιδιαιτερότητα
εκείνων των ασχολιών που σήμερα θα χαρακτηρίζαμε ως «καλλιτεχνικές».
Το βασικό ερώτημα του διαλόγου είναι, αν η ικανότητα του ραψωδού να ερμηνεύει το έργο ενός
ποιητή αποτελεί «τέχνη», με τον ίδιο τρόπο που οποιοσδήποτε τεχνίτης κατέχει μια τέχνη.
Ποιά είναι η τέχνη των ραψωδών;
Με αφορμή αυτό το ερώτημα ο Πλάτων διερευνά όλον τον χώρο της ποίησης. Εξ αρχής και για
ιστορικά προσδιορίσιμους λόγους το ερώτημα αυτό τίθεται στο πλαίσιο ενός ερωτήματος για την
γνώση. Ποία η σχέση αυτού του είδους των δραστηριοτήτων με την γνώση και την αλήθεια:
Κάθε μία από τις πτυχές, υπό τις οποίες τίθεται και συζητείται το ερώτημα αυτό στον Πλάτωνα αλλά
ήδη και στον πρώιμο αυτόν διάλογο, αποβαίνει καθοριστική για την πορεία της ιστορίας του
στοχασμού για την τέχνη συνολικά.
2. Περιεχόμενα ενότητας
1. Εισαγωγικά
Προσοχή! Με τον όρο «τέχνη» εδώ εννοείται μια ικανότητα που απορρέει και συνδέεται με κάποιου
είδους γνώση, όπως τον χρησιμοποιούμε έως σήμερα όταν μιλάμε για την τέχνη του ξυλουργού, του
υδραυλικού, του μάγειρα. Στην αρχαία ελληνική χρήση η έννοια αυτή περιλαμβάνει όλα τα
επιτηδεύματα που ασκούνται συστηματικά για συγκεκριμένους πρακτικούς σκοπούς. Ο όρος της
συστηματικότητας σημαίνει, ότι η άσκησή τους προϋποθέτει κάποιου είδους γνώση μέ κάποια
γενικευτική ισχύ, που να επιτρέπει την εφαρμογή κάποιων τεχνικών κανόνων και να είναι διδακτή
τουλάχιστον με πρακτική μαθητεία. Ετσι, εκ πρώτης όψεως και στην κοινή χρήση της γλώσσας,
τέχνες είναι δραστηριότητες όπως του οικοδόμου, του κυνηγού αλλά και του στρατηγού, του
πολιτικού του ιατρού, κατ’ αναλογίαν και του ραψωδού, του ποιητή κλπ.).
Ο Πλάτων στους διαλόγους του, όπως ιδίως στον Σοφιστή και στην Πολιτεία, επιχειρεί διαιρέσεις των
τεχνών βάσει διαφόρων κριτηρίων, που αφορούν είτε στην σχέση των τεχνών με την φύση
(παραγωγικές, αποθησαυριστικές κλπ.), είτε στην σχέση τους με την αλήθεια (δημιουργικές, μιμητικές
κλπ.). Δεν υπάρχει μια ενιαία συστηματική της κατάταξης. Στον διάλογο Ίων η αντιδιαστολή γίνεται
Σελίδα 2
μεταξύ εκείνων των τεχνών που σχετίζονται με τους ποιητές και όλες τις άλλες συστηματικές και
εξειδικευμένες δραστηριότητες του ανθρώπου που απαιτούν κάποια γνώση Επίσης δεν γίνεται
ουσιώδης διάκριση μεταξύ εμπειροτεχνικής γνώσης και επιστήμης, διότι από κοινού
αντιδιαστέλλονται όλες οι δραστηριότητες που σχετίζονται και απαιτούν γνώσεις με την τέχνη των
ποιητών και των ραψωδών.
Ο Πλάτων θέτει λοιπόν στον διάλογο Ιων το ερώτημα: δραστηριότητες, όπως του ραψωδού ή
των ποιητών, είναι όντως κάτι παρόμοιο με τα άλλα επιτηδεύματα των εξειδικευμένων
τεχνιτών και ειδημόνων ή κάτι εντελώς διαφορετικό;
«παλαιά μεν τις διαφορά φιλοσοφίαι τε και ποιητικήι» - Πλάτωνος Πολιτεία, Ι, 607b
Το ιστορικό πλαίσιο για το ερώτημα της σχέσης της ποίησης με την αλήθεια:
Η ανάδυση της φιλοσοφίας, της χρήσης του διαλεκτικού ελέγχου και του λόγου για την
αναζήτηση σταθερών και κοινά αποδεκτών αληθειών για τα πράγματα και εξ αυτού
Η αμφισβήτηση του ποιητικού λόγου της επικής και μυθολογικής παράδοσης ως οχήματος
για την αναζήτηση και την μετάδοση της γνώσης.
Ο Σωκράτης καλεί τον συνομιλητή του να του εξηγήσει την «τέχνη» του (Ιων 530d 5):
Βάσει της εξήγησης που δώσαμε πιο πάνω, το ερώτημα, κατά πόσον οι ικανότητες του ραψωδού
αποτελούν τέχνη, ισοδυναμεί με το ερώτημα:αν η ερμηνεία του έργου των ποιητών με τον
τρόπο των ραψωδών απαιτεί κάποιου είδους γνώση του αντικειμένου της και αν ακολουθεί
κάποιους τεχνικούς κανόνες, δηλαδή κάποια μέθοδο.
Στην πορεία του διαλόγου το ερώτημα αυτό αναλύεται σε δύο διαφορετικά ερωτήματα που
εξετάζονται ξεχωριστά:
1) Αν η ίδια η ερμηνεία, δηλαδή η ικανότητα της απόδοσης του έργου ενός ποιητή, απαιτεί
γνώση και μεθοδική εφαρμογή κάποιων τεχνικών κανόνων, κάποιας μεθόδου.
2) Αν υπάρχει γνώση των πραγμάτων που παρουσιάζονται στο έργο ενός ποιητή, των
πραγμάτων για τα οποία μιλάει η ποίηση (στην συγκεκριμένη περίπτωση: τα ομηρικά έπη).
….> «έστι γαρ τούτο τέχνη μεν ουκ ον παρά σοι περί Ομήρω ευ λέγειν, ...» (533d 1):
«δεν είναι κάποια τέχνη (=τεχνική γνώση) που σε καθιστά ικανό να μιλάς ωραία για τον Ομηρο ...»
Σελίδα 3
Το βασικό επιχείρημα είναι, ότι η σχέση ραψωδού και ποιητή δεν διέπεται από τον λόγο που είναι η
αναγκαία συνθήκη για να έχουμε κάποιου είδους γνώση. Η τεκμηρίωση:
εξατομικευμένη σχέση ραψωδού-ποιητή (ο Ιων μπορεί να μιλά μόνο για τον Ομηρο) VS
γνώση, όταν κατέχει κανείς μια «τέχνη», γνωρίζει κάτι που ισχύει καθολικά για ολα τα
ομοειδή πράγματα (εάν διέθετε κάποια γνώση για την ερμηνεία, αν δηλαδή διέθετε κανόνες
και αφάρμοζε κάποιες τεχνικές (μεθόδους), τότε θα ήταν σε θέση να ερμηνεύσει και άλλους
ποιητές και όχι μόνο έναν).
….> «[…] παντί δήλον ότι τέχνηι και επιστήμηι περί Ομήρου λέγειν αδύνατος εί. Ει γαρ
τέχνηι οίός τα’ ήσθα, και περί των άλλων ποιητών απάντων λέγειν οίός τ’ αν ήσθα.
Ποιητική γαρ πού έστιν το όλον. Η ού;» (532 c 6-9):
«[…] στον καθένα είναι φανερό ότι αδυνατείς να μιλάς για τον Ομηρο βάσει ειδικής τεχνικής
και βέβαιης γνώσης. Διότι αν είξερες [να μιλάς] βάσει τεχνικής γνώσης, θα είξερες να μιλάς και
για όλους τους άλλους ποιητές. Διότι το όλον θα ήταν κάπου η ποιητική τέχνη. Η όχι;»
έκσταση: «ουκ έμφρονες» 534α 1, «έκφρων και ο νους μηκέτι εν αυτώ ενή» 534b 6,
«πότερον έμφρων ει ή εξω σ αυτού γίγνη και παρά τοις πράγμασιν οιεταί σου είναι η
ψυχή οις λέγεις ενθουσιάζουσα» 535b 8 – c3: και εδώ η ιδέα είναι ότι ο ραψωδός χάνει τον
λογικό έλεγχο και με αυτό την ενσυσνείδητη στάση της έλλογης αναφοράς στα πράγματα και
τον εαυτό του (αυτοσυνειδησία) και τείνει τρόπον τινά να γίνει ο ίδιος αυτά, για τα οποία ομιλεί
(ομοιώνοντας τον εαυτό του με την φωνή ή με την μορφή με τα πρόσωπα του έργου και
ταυτιζόμενος κατά αυτόν τον τρόπο με αυτά). Βγαίνει από τον εαυτό του και γίνεται κάτι άλλο.
Σο τέλος αυτής της ανάλυσης έχει γίνει σαφές ότι ο ραψωδός χωρίς να εφαρμόζει τεχνικές και
μεθόδους κατορθώνει να μπει σε μια συμπαθητική σχέση προς τον λόγο του ποιητή και είναι σε θέση
να ομοιώνεται ο ίδιος με αυτά, τα οποία παρουσιάζει (535d-535e). Χωρίς να αναφέρει στον διάλογο
αυτόν ο Πλάτων τον όρο «μίμηση» έχει περιγράψει αυτήν την διαδικασία ακριβώς όπως θα την ορίσει
αργότερα στην Πολιτεία:
….> «Ουκούν το γε ομοιουν εαυτόν άλλω ή κατά φωνήν ή κατά σχήμα μιμείσθαι εστίν εκείνον
ω αν τις ομοιοι;» Γ΄393c 5-6:
Σελίδα 4
«Λοιπόν, το να ομοιώνει κάποιος τον εαυτό του με κάποιον άλλον είτε κατά την φωνή είτε κατά την
μορφή, δεν σημαίνει να μιμείται εκείνον, προς τον οποίον ομοιώνει [τον εαυτο του];»
αληθοφάνεια των πραγμάτων που παριστώνται στην ποίηση VS τα ίδια τα πράγματα, πρόσωπα
και τα γεγονότα που υπάρχουν και συμβαίνουν στην πραγματικότητα, το πλασματικό επίπεδο της
παράστασης έναντι της ίδιας της πραγματικότητας. Αυτό το δείχνει μέσα από μια σειρά
παραδειγμάτων: απαγγέλοντας στίχους από τα Ομηρικά έπη ο ραψωδός μπορεί να μιλά σαν τον
μάντη, αλλά ο ίδιος δεν είναι μάντης, μπορεί να περιγράφει τις ενέργειες ενός γιατρού, αλλά δεν είναι
γιατρός, μπορεί να μιλά σαν στρατηγός αλλά δεν είναι στρατηγός (δεν κατέχει την τέχνη του γιατρού,
του στρατηγού κλπ.).
η ομοίωση είναι παραστατική και αναλογική: ο ραψωδός δεν γνωρίζει πραγματικά αυτά για τα
οποία μιλάει αλλά μπορεί να παρουσιάσει την όψη τους.
ανασκευή της παλαιάς πεποίθησης, που θεωρούσε την παραστατική ομοίωση μέσον γνώσης.
προετοιμασία για την φιλοσοφική θέση του Πλάτωνα, ο οποίος εισηγείται ένα νέο τρόπο
γνώσης των πραγμάτων, μέσω του λόγου. Πραγματική γνώση είναι η γνώση της ουσίας των
πραγμάτων και έναντι αυτής η ποίηση δίδει μιμητικές εικόνες της όψης των πραγμάτων, αν
και εδώ ακόμη αποδίδεται στους ποιητές δύναμη θεϊκή (αντίθεση προς την Πολιτεία, Ι)
1. Σκοποί ενότητας
Θα εξηγηθεί η έννοια της μίμησης ως ειδική περίπτωση δήλωσης, όπως αυτή εισάγεται στον
διάλογο Κρατύλο που περιλαμβάνει την θεωρία του Πλάτωνα για την γλώσσα και την
σημασία. Στην συνέχεια θα εξηγηθεί η οντολογική διάκριση των μιμημάτων ως παραστατικών
δηλώσεων από τα πραγματικά αντικείμενα στην κλίμακα της οντολογικής ιεραρχίας σύμφωνα
με τον Πλάτωνα με κριτήριο την μετοχή στην αλήθεια, όπως θεματοποιείται στο Ι΄ βιβλίο της
Πολιτείας.
2. Περιεχόμενα ενότητας
δήλωση
Πλάτωνος Πολιτεία:
Βιβλ. Β, Γ
ποίηση και πάθος και το πρόβλημα της επίδρασης στον θεατή/ακροατή
Βιβλ. Ι
‘τέχνη’ των μιμητών και η γνώση της αλήθειας
η μεταφορά του «καθρέπτη»
η απόσταση από την αλήθεια
μιμηση ως παιδιά (=παιγνίδι)
Κρατύλος 422
δήλωσις <δηλόω/-ώ = φανερώνω (πβλ. «δήλον ό,τι …», «άδηλον», «Δήλος»)
η δήλωσις πραγμάτων που μας ενδιαφέρουν προς τον άλλον, με σκοπό την
επικοινωνία, συνίσταται σε ένα σημαίνειν των πραγμάτων αυτών με διάφορα μέσα.
Δύο ειδών δηλώσεις:
Οι ορισμοί αυτοί είναι απολύτως αντίστοιχοι με την εξήγηση (υπό μορφήν ρητορικής
ερώτησης) της έννοιας της μίμησης που βρίσκουμε και στην Πολιτεία:
….> «Ουκούν το γε ομοιουν εαυτόν άλλω ή κατά φωνήν ή κατά σχήμα μιμείσθαι εστίν
εκείνον ω αν τις ομοιοι;» Γ΄393c 5-6:
«Λοιπόν, το να ομοιώνει κάποιος τον εαυτό του με κάποιον άλλον είτε κατά την φωνή είτε
κατά την μορφή, δεν είναι το ίδιο με το να μιμείται εκείνον, προς τον οποίον ομοιώνει [τον
εαυτο του];»
….> «Ονομ΄ άρ’ έστιν […] μίμημα φωνήι εκείνου, ό μιμείται, και ονομάζει μιμούμενος
τηι φωνήι;» 423β 9-10:
«Είναι άρα το όνομα […] μίμημα μέσω φωνής εκείνου, το οποίο μιμείται κάποιος, και ονομάζει
με το να μιμείται με την φωνή, ό,τι μιμηθεί;»
Σε αυτές τις περιπτώσεις πρόκειται για μίμηση με την στενή έννοια του όρου, που
διαμορφώνεται σε ετούτον τον διάλογο.
Στην «ονομασία» οι ήχοι δεν ομοιώνουν τα χαρακτηριστικά της φύσης του πράγματος.
Τι σημαίνει αυτό; οι ήχοι/φθόγγοι της λέξης «Δ-Ε-Ν-Δ-Ρ-Ο» δεν μοιάζουν καθόλου με
δένδρο.
Ερώτημα:
….> «τις μίμησις είη το όνομα;» 423c 10: «τι [είδους] μίμηση είναι το όνομα;»
Απάντηση: είναι «μίμησις» της ουσίας των πραγμάτων, που έχουν όλα τα πράγματα «[…]
όσα ηξίωται της προσρήσεως ταύτης του είναι» 423e 1-5:
“[…] όσα αξιώνουν την προσαγόρευση αυτήν του να είναι»
….> «Ει τις αυτό τούτο μιμείσθαι δύναιτο εκάστου, την ουσίαν, γράμμασί τε και
συλλαβαίς, άρ’ ουκ αν δηλοί εκάστου, ό έστιν; Ή ού;» 423e 7-10:
«Εάν κάποιος μπορούσε να μιμηθεί για κάθε πράγμα αυτήν την ίδιαν την ουσία του μέσω
γραμμάτων και συλλαβών, δεν θα δήλωνε (=φανέρωνε!) για το καθ΄ ένα, αυτό που είναι;»
Εδώ, στην ονομαστική δήλωση των πραγμάτων, η έννοια της μίμησης χρησιμοποιείται
πλέον καταχρηστικά, διότι δεν υφίσταται ομοίωση των μέσων και του όλου δηλώματος
(γράμματα και συλλαβές, λέξις) με αυτό που δηλώνεται.
Στενή ή κατ΄εξοχήν έννοια της μίμησης στο εξής: Μίμησις και μιμητές είναι εκείνοι
που δηλώνουν κάτι, το οποίο φανερώνεται μέσω της ομοίωσης του δηλώματος με το
δηλούμενο.
-------------------------
Συζήτηση των ποιητικών και λοιπών μιμητιικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της
εκπαίδευσης και αγωγής των φυλάκων στην ιδανική πολιτεία. Σε αυτό το πλαίσιο το βασικό
πρόβλημα προκύπτει από την συμπαθητική επίδραση της ποίησης στους ακροατές κλπ.
Το πρόβλημα του πάθους: ο θεατής, ακροατής και γενικά ο προσλήπτης δεν έχει τον
έλεγχο, για το πώς θα επιδράσει μια παράσταση στην ψυχή του, αλλά εκτίθεται σε αυτήν την
επίδραση. Αναγκαίος έλεγχος αυτών των δραστηριοτήτων ως προς την ποιότητα της
επίδρασής τους. Επιτρέπονται μόνο παραστάσεις πραγμάτων που επιδρούν σύμφωνα με
τους σκοπούς της πολιτείας και ωφελούν την ψυχή στην αναζήτηση της δικαιοσύνης, της
αρμονίας και του μέτρου και δεν την εκθέτουν σε ακραία, υπερβολικά και ανεξελγκτα
συναισθήματα.
Πολιτεία, βιβλ. Ι
Σελίδα 4
Πλήρης απόρριψη της ποιητικής και λοιπής μιμητικής αγωγής
Αφετηρία στο βιβλίο Ι είναι η αναφορά σε όσα έχουν λεχθεί στα προηγούμενα (δηλ. βιβλ. Β
και Γ) σχετικά με τον παθολογικό χαρακτήρα της μίμησης, δηλαδή:
….> «Το μηδαμήι παραδέχεσθαι αυτής [sc. της ποίησης], όση μιμητική. Παντός γαρ
μάλλον ου παραδεκτέα νυν και εναργέστερον, […]φαίνεται, επειδή χωρίς έκαστα
διήρηται τα της ψυχής είδη.» 595a 4-5:
«Το ό,τι δεν παραδεχόμαστε αυτήν [sc. την ποίηση], στον βαθμό που είναι μιμητική. Ότι είναι
μάλιστα εντελώς απορριπτέα […]τώρα φαίνεται και εναργέστερα, από την στιγμή που
διαιρέθηκαν διακριτά καθ’ ένα από τα είδη της ψυχής..»
Τώρα ο Πλάτων πέραν του σημείου, στο οποίο είχε φθάσει η ανάλυσή του έως τότε
(βιβλ. Β και Γ), έχει επί πλέον λόγους να την απορρίπτει εντελώς. Τούτο οφείλεται στην
σχέση που κατέχει η μίμηση ως προς την αλήθειαν, πράγμα που – όπως γράφει ο
Πλάτων - μπορεί να τεκμηριώσει αφ΄ ότου διαχώρισε καθαρά τα μέρη της ψυχής.
Οι κατασκευαστές των χρησίμων πραγμάτων αποσκοπούν στην ιδέα του πράγματος, ώστε
να το κατσκευάσουν σωστά, δηλαδή να είναι κατάλληλο για την χρήση, για την οποία
προορίζεται. Ο κάθε κατασκευαστής ειδικεύεται!
Σημείωση: ο κατασκευαστής δεν είναι και δημιουργός της ιδέας – αυτή είναι προϋπόθεση για
κάθε κατασκευή, είναι μία και γνωρίζεται μόνο διανοητικά κατ΄ εξοχήν από τον φιλόσοφο. Ο
κατασκευαστής κατασκευάζει «βλέπων προς…» την δέα, δηλαδή κατασκευάζει έτσι ώστε
αυτό που παράγει να ανταποκρίνεται στην πράξη προς τον σκοπό του. Εναντι της ιδέας που
είναι μία, πράγματα ενός είδους υπάρχουν ή κατσκευάζονται πολλά.
Η απάντηση είναι αρνητική και οδηγεί στην ιεραρχημένη οντολογική κλίμακα του
Πλάτωνα.
….> «[…] φαινόμενα, […] ού μέντοι όντα γέ που τηι αληθείαι» 596e :
«[…] φαινόμενα, […] και όχι βέβαια όντα στ΄αλήθεια.»
….> «Αλλά φήσεις, ουκ αληθή […] αυτόν ποιείν ά ποιεί, καίτοι τρόπωι γε τινί και ο
ζωγράφος κλίνην ποιεί» 597a:
«Αλλά θα πείς, ότι δεν τα φτιάχνει αληθινά, αυτά που φτιάχνει, παρ΄όλο βέβαια που και ο
ζωγράφος με κάποιον τρόπο μια κλίνη φτιάχνει».
Ερώτημα: για την διάκριση μεταξύ του τεχνίτη και του μιμητή, αφού και οι δύο δεν
ποιούν την ιδέα. (διευκρινιστικό ερώτημα που οδηγεί σε περαιτέρω διακρίσεις)
….> « Τι δε κλινοποιός; ουκ άρτι μέντοι έλεγες ότι ού το είδος, ποιεί, ο δη φαμεν είναι,
ό έστιν κλίνη, αλλά κλίνην τινά;» 597a:
«Τι δηλαδή ο κλινοποιός; Δεν έλεγες μόλις, ότι δεν κατασκευάζει το είδος, αυτό που λέμε πως
είναι, ό,τι είναι μια κλίνη, αλλά [κατασκευάζει] κάποιαν κλίνη;»
Αφού και ο τεχνίτης δεν κατασκευάζει αυτό που είναι στ΄αλήθεια το πράγμα, πώς διαφέρει
από τους μιμητές, για τους οποίους, επίσης είπαμε μόνο ότι δεν κατασκευάζουν αυτό που
είναι ένα πράγμα στ΄αλήθεια.
….> «Βούλοι ούν […] επ΄ αυτών τούτων ζητήσωμεν τον μιμητήν τούτον τις πότ’ εστίν;»
597b:
«Θέλεις λοιπόν […], πάνω σε αυτά εδώ, να διερευνήσουμε για αυτόν τον μιμητή, ποίος είναι
τέλος πάντων;»
….> «Ουκούν τριτταί τινες κλίναι αύται γίγνονται. Μία μεν εν τη φύσηι ούσα, ην φαίμεν
αν […], θεόν εργάσασθαι. […] Μία δε ο τέκτων. […] Μία δε ο ζωγράφος. […] Ζωγράφος
Σελίδα 6
δή, κλινοποιός, θεός, τρεις ούτοι επιστάται τρισίν είδεσι κλινών»» 597b:
«Λοιπόν γίνονται τριπλές οι κλίνες αυτές. Μία μεν αυτή που είναι στην φύση, την οποίαν θα
λέγαμε […], ότι την έφτιαξε ο θεός. […] Μία δε ο ξυλουργός. […] Μία δε ο ζωγράφος. […]
Ζωγράφος λοιπόν, κλινοποιός, θεός, είναι τρεις γνώστες τριών ειδών κλινών »
Σύμφωνα με αυτά, ο θεός είναι εκείνος που δημιουργεί την φύσιν των πραγμάτων και έτσι
μπορεί να προσαγορευθεί ως «φυτουργός» (597d), ο ταχνίτης ως εξειδικευμένος
κατασκευαστής είναι «δημιουργός» των πραγματικών σκευών που μπορούμε να
χρησιμοποιούμε. Εναντι αυτών ο ποιητής:
….> «τον του τρίτου άρα γεννήματος από της φύσεως μιμητήν καλείς;» 597e:
«Αρα, τον κατασκευαστή αυτού που γεννιέται τρίτο κατά σειράν από την αρχική φύση
αποκαλείς μιμητή;»
Το τρίτο αυτό γέννημα είναι μίμηση του φαινομένου και όχι της αλήθειας: «[…} φαντάσματος
ή αληθείας ούσα μίμησις; - Φαντάσματος, έφη.» 598b και:
….> «Πόρρω άρα που του αληθούς η μιμητική έστιν και, ως έοικεν, δια τούτο πάντα
απεργάζεται, ότι σμικρόν τι εκάστου αφάπτεται και τούτο είδωλον.»:
«Αρα κάπου πολύ μακρυά από το αληθές βρίσκεται η μιμητική και, όπως φαίνεται, για αυτόν
τον λόγο φτιάχνει τα πάντα, επειδή κάτι ελάχιστο αγγίζει από το κάθε ένα και αυτό είναι
είδωλο.»
…> «[…] επιεικώς ημίν διωμολογειται, τον τε μιμητικόν μηδέν ειδέναι άξιον λόγου περί
ών μιμείται, αλλ’ είναι παιδιάν τινα και ου σπουδήν την μίμησιν […]» 598b:
«[…] με επαρκή τρόπο παραδεχθήκαμε από κοινού, ότι ο μιμητικός δεν γνωρίζει τίποτε άξιο
λόγου, για αυτά τα οποία μιμείται, αλλά ότι κάποιου είδους παιγνίδι είναι η μίμηση και όχι μια
σοβαρή επιδίωξη.»
---------------------------------
Σελίδα 7
Ενότητα 4:Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη Ι
1. Σκοποί ενότητας
Πλοήγηση βάσει του κειμένου από το Περί Ποιητικής
Παρακολουθείτε το μάθημα ακολουθώντας στο κείμενο τα κομβικά σημεία που ακολουθούν.
2. Περιεχόμενα ενότητας
1447a
I, 1
«και πώς δεί συνίστασθαι τους μύθους, εί μέλλει καλώς έξειν η ποίησις»
Ι, 2
Ι, 3
«τω εν ετέροις μιμείσθαι
τω έτερα [μιμείσθαι]
Σελίδα 2
Ι, 4
«ώσπερ και χρώμασι και σχήμασι...
πολλά μιμούνται τινες επεικάζοντες ...
...έτεροι δια φωνής, ούτω και εν ταις ειρημέναις ...»
1447b
Ι, 7
Ι, 8
Μας ενδιαφέρει κυρίως να ανασυγκροτήσουμε την αριστοτελική θεωρία της ποίησης ως μίμησης.
Αυτό σημαίνει ότι δεν μας ενδιαφέρουν ιδιαίτερα οι ειδικές γραμματολογικές θεωρίες του
Αριστοτέλη για τα γραμματειακά είδη (τραγωδία, κωμωδια, έπος κλπ.), παρά μόνο ως παραδείγματα
ποίησης ως μίμησης.
Σελίδα 3
Θα παρακολουθήσουμε την ανάπτυξη μιας θεωρίας για την μίμηση στα εξής βήματα:
Ποίηση ως «τέχνη»
Ποίηση ως μιμητική τέχνη
Μίμηση – Μίμημα – Μανθάνειν - Χαίρειν
Μανθάνειν τί έκαστον (1448b 16-17) Περίπτωσις της τραγωδίας: μίμησις πράξεως
Οροι για την συγκρότηση του μιμήματος και της πράξεως, την οποίαν δηλοί
Ενότητα του μύθου – Τελειότητα της δηλούμενης πράξης
Τραγική μίμηση και γνώσις των καθόλου
Στο πλαίσιο αυτό εστιάζουμε την ανάγνωσή μας γύρω από τα εξής ερωτήματα:
1. Κεφ. Ι-ΙΙΙ (1447a 1-1448b 3): μας ενδιαφέρει κυρίως το γεγονός ότι η ποίηση εν γένει ορίζεται
εδώ μέσω της έννοιας της μίμησης ως μια επί μέρους μιμητική τέχνη, της οποίας οι όροι μπορούν
να αναλυθούν.
καί όχι κατά οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό του π.χ. κατά το μέτρο
Ερωτήσεις:
Εναντι ποίων άλλων, δημοφιλών, «ορισμών» της ποίησης διαφοροποιείται εδώ ο Αριστοτέλης (=
με αφετηρία το κριτήριο της μίμησης ποιούς συνήθεις ορισμούς θεωρεί ο Αριστοτέλης άστοχους ή
ανεπαρκείς; Οτι δηλαδή δεν οριοθετούν σωστά το πεδίο της έννοιας της ποίησης;)
Τυπική ανάλυση συνιστωσών της μίμησης: μιμείσθαι «εν ετέροις», «έτερα», «ετέρως» (1447a 10-
11) ή οι μιμήσεις διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τρείς παράγοντες «εν οις τε και ά τε και ως» (1448a
24-25). Ποιοί είναι οι τρεις παράγοντες, μέσω των οποίων περιγράφεται η μιμητική λειτουργία στην
θεωρία του Αριστοτέλη;
2. Κεφ. ΙV (1448b 3-20): μας ενδιαφέρει κυρίως η σύνδεση της μιμητικής λειτουργίας με το
«μανθάνειν»
Σελίδα 4
Ανθρωπολογία της μίμησης – δύο ανθρωπολογικά αίτια της μίμησης:
α) η μιμητική φύση του ανθρώπου και μάθηση μέσω της μίμησης
(«σύμφυτον τοις ανθρώποις εκ παίδων»)
β) η φυσική ευχαρίστηση του ανθρώπου για τα μιμήματα, καθώς ενεργοποιούν την φυσική του τάση
για μάθηση – ευχαρίστηση από την αναγνώριση της ‘μιμητικής παράστασης’ του «μιμήματος» (βλ.
‘δήλωσις’= φανέρωση στον Πλάτωνα)
(«χαίρειν τοις μιμήμασιν πάντας», «μανθάνειν και συλλογίζεσθαι τι έκαστον»)
γ) ποιητές: σταδιακή προαγωγή σε τεχνική δεξιότητα από εκείνους που έχουν το φυσικό τάλαντο σε
μεγαλύτερο βαθμό (από τους αυθόρμητους αυτοσχεδιασμούς στην έντεχνη ποιητική)
Ερωτήσεις:
Τί εννοεί ότι «το μανθάνειν ου μόνον τοις φιλοσόφοις ήδιστον, αλλά και τοις άλλοις ομοίως». Ποιά
αντιδιαστολή γίνεται εδώ;
Ερμηνευτικός σχολιασμός του χωρίου «δια γαρ τουτο χαίρουσι .... ή δια τοιαύτην τινά άλλην
αιτίαν»: Τί σημαίνει εδώ το «προεωρακώς» ; Τί σημαίνει ειδικά η τελευταία πρόταση του χωρίου
αυτού «επεί εάν μη τύχει ...» έως το τέλος της παραγράφου;
-----------------------------------
Σελίδα 5
Ενότητα 5: Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη ΙΙ
1. Σκοποί ενότητας
2. Περιεχόμενα ενότητας
Παραγωγικές τέχνες
[κανόνες – γνώση - μέθοδος-συνειδητή διαδικασία – διδακτή,
πβλ. και με την έννοια στον πλατωνικό Ιωνα]
Σελίδα 2
<τω έτερα [μιμείσθαι]> το αντικείμενο της μίμησης, π.χ.:
<τω ετέρως και μη τον αυτόν τρόπον> τον τρόπο της μίμησης, π.χ.:
* Στο Περί Ποιητικής δεν γίνεται μια συστηματική κατάταξη των τεχνών, οι ονομασίες
(γκρίζο χρώμα) που επιλέγονται εδω είναι περιγραφικές. Χρησιμοποιείται κυρίως η
ζωγραφική (γραφική, γραφέας ως μέτρο σύγκρισης αλλά μόνο υποτυπωδώς και όχι
συστηματικά. Εδώ συμπληρώνω ενδεικτικά κάποιες διαφορές κλπ. χάριν
παραδείγματος.
**Ως ποιητικές τέχνες αναφέρονται στο Ι, 2-3 (1447α 6-12): η εποποιϊα, η τραγωδία, η
κωμωδία, η διθυραμβοποιητική και το μεγαλύτερο μέρος («η πλείστη») της αυλητικής και της
κιθαριστικής.
Σελίδα 3
(πβλ. στο πρωτότυπο, κεφ. VI, 1449b 20-30)
Επί πλέον τεχνικές εξειδικεύσεις των τριών συνιστωσών και συστατικά «μόρια» της
τραγωδίας:
στο Β:
η διαφοροποίηση αναλόγως των μερών της τραγωδίας («χωρίς …») εξηγείται ως το:
---> περαίνεσθαι ένια [είδη] μόνον διά μέτρων, πάλιν έτερα [είδη] διά μέλους (1449b 29-30)
Εξειδικεύεται στα εξής συστατικά μόρια: λέξις και μέλος (βλ. 1450a 6-10)
στο Γ:
στο Α:
η «πράξις» ως αυτό που φανερώνεται μέσω της μίμησης, έχει ως λογική της προϋπόθεση:
…..> «πράττοντας» και αυτό σημαίνει υποχρεωτικά ένα ανθρώπινο ποιόν («ανάγκη ποιούς τινας
είναι» 1449b 37), ένα συγκεκριμένο «ήθος» και «διάνοια», από τα οποία απορρέει, σύμφωνα με την
Σελίδα 4
ίδια του την φύση, το πράττειν των προσώπων («πέφυκεν αίτια δύο των πράξεων είναι, διάνοιαν και
ήθος» 1450a 2) και από τα οποία καθορίζεται και το ποιόν των ίδιων των πράξεων («διά γαρ τούτων
και τα πράξεις είναί φαμεν ποιάς τινας» 1450a 1)
τα μεν δύο πρώτα ως προϋποθέσεις καθοριστικές του ποίες είναι οι επί μέρους πράξεις, ό δε
μύθος ως το συνθετικό αντικείμενο της δραματικής μίμησης (ως «σύνθεσις» βλ. α. ή
«σύστασις» των πραγμάτων1450a 15), η «τελεία» πράξις του ορισμού.
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΑΥΤΑ
ΩΣ ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΤΡΑΓΙΚΗΣ ΜΙΜΗΣΗΣ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ Ο ΜΥΘΟΣ
Η θέση αυτή προκύπτει ήδη από την ανάλυση και εξειδίκευση των όρων που περιλαμβάνονται στον ορισμό της
τραγωδίας. Διευκρινίζεται όμως και σχολιάζεται εκτενώς από τον Αριστοτέλη στην συνέχεια και έως το τέλος
του κεφ. VI (1450a 11 - 1450 b 19).
Η συστηματική προτεραιότητα του μύθου για την τραγική μίμηση επιβεβαιώνεται εμφατικά:
«η των πραγμάτων σύστασις» (= ο μύθος) χαρακτηρίζεται ως «μέγιστον» [των συστατικών] μορίων
της τραγωδίας (βλ.α.)
«τα πράγματα και ο μύθος τέλος της τραγωδίας, το δε τέλος μέγιστον απάντων» (1450a 10-11)
ο μύθος χαρακτηρίζεται ως αυτό «ο ήν της τραγωδίας έργον» (1450a 30-32)
και ως
Η ποιητική τέχνη της τραγωδίας είναι κατ΄εξοχήν τέχνη σύστασης πραγμάτων, διότι αυτό είναι
«και πρώτον και μέγιστον» (1450b 23) και ότι ο ποιητής «μάλλον των μύθων είναι δεί ποιητήν»
παρά των μέτρων , εφ΄ όσον ποιητήςείναι «κατά την μίμησιν» και «μιμείται τας πράξεις» (1451b
27-29)
--------------------------------
Ερωτήματα (Μας ενδιαφέρει κυρίως να εντοπίσουμε ποιό είναι το αντικείμενο της μίμησης στην
περίπτωση της τραγωδίας.)
Ανάλυση του ορισμού της τραγωδίας (1449b 23-30) ως προς τις τρεις συνιστώσες της μίμησης (εν
οις και α και ως)
Σελίδα 5
Εάν εξειδικεύσουμε την θεωρία του Αριστοτέλη για την ευχαρίστηση που προκαλούν οι μιμήσεις,
στην περίπτωση της τραγωδίας τί «μανθάνει» ο προσλήπτης/θεατής από το μίμημα; Σε τί
παραπέμπει/αναφέρεται, τι δηλοί (με την έννοια που βρήκαμε στον Πλάτωνα: Κρατύλλο) το μίμημα
στην περίπτωση της τραγωδίας;
Προσπαθείστε να απαντήσετε με βάση τα χωρία από τον ορισμό καθώς και τα 1449b 36, 1450a 4-
5 και 1450a 14 έως 1450 b 11 και χρησιμοποιείστε για την απάντησή σας αποκλειστικά και μόνον τις
έννοιες: μίμηση – πράξη – μύθος: πράγμα - πράττων – ήθος – διάνοια (ανασυγκροτείστε τις βασικές
γραμμές της θεωρίας της τραγωδίας ως μίμησης με βάση αποκλειστικά αυτές τις συνιστώσες).
<Ερώτηση παρενθετικά: Πόσο ειδική για την τραγωδία είναι η θεωρία που προκύπτει; >
-------------------------------------------------------
Ενότητα 6: Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη ΙΙΙ
1. Σκοποί ενότητας
2. Περιεχόμενα ενότητας
Παρ. 6 «εν»
Παρ.16 «τέλειον»
«Τέλειον λέγεται έν μεν ού μη έστιν έξω τι λαβείν μηδέ ένα μόριον [...]»:
«Τέλειον λέγεται ένα πράγμα, έξω από το οποίο δεν είναι δυνατόν να βρεί κανείς κανένα μέρος του.»
Σχόλιο: το ‘λεξικό’ στο Δ’ των Μετφ. περιλαμβάνει και άλλες αποχρώσεις της έννοιας. Η εκδοχή του
ορισμού της τελειότητας που δίδεται εδώ είναι εκείνη που ενδιαφέρει και σε σχέση με τον ορισμό της
τέλειας πράξης στον ορισμό της τραγωδίας. Σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή καθοριστική αρχή
τελειότητας είναι, ό,τι ακριβώς περιλάμβάνει να είναι μέρος του πράγματος.
Παρ. 26 «όλον»
«Ολον λέγεται ού τε μηδέν άπεστι μέρος εξ ών λέγεται όλον φύσει [...]» :
«Όλον λέγεται ένα πράγμα, από το οποίο δεν λείπει κανένα από τα μέρη, βάσει των οποίων καλείται
κατά την φύση του όλον.»
Εξήγηση/σχόλιο: όλον καλείται, ένα πράγμα που έχει όλα τα μέρη που απαιτούνται απο την φύση
του, δηλαδή για να είναι αυτό που οφείλει να είναι. Ο Αριστοτέλης διακρίνει στην συνέχεια το «όλον»
από το «παν». Το «παν» αντιστοιχεί με την σύγχρονη έννοια του συνόλου, δηλαδή ως ενός
Σελίδα 2
πράγματος που δεν παίζει ρόλο σε ποιά σειρά εμφανίζονται τα μέρη του (π.χ. η έννοια «άνθρωπος»
είναι παν και όχι όλο, διότι δεν αλλάζει κάτι από την σειρά με την οποία θα διατάξει κανείς τα ‘μέρη’
της δηλαδή τα ανθρώπινα άτομα, α, β, γ, ...). Ολον είναι όμως ένα πράγμα όταν η σειρά των μερών
του δεν είναι αδιάφορη.
Μας ενδιαφέρουν κυρίως οι όροι, υπό τους οποίους επιτυγχάνεται η μίμησις πράξεως τελείας
βάσει του ορισμού.
Βάσει όσων έχουν ειπωθεί στο προηγούενο μάθημα είναι σαφές ότι το ζητούμενο για την τέχνη της
τραγικής μιμήσεως είναι οι όροι ποίησης του μύθου, ώστε να επιτελεί το εργον της τραγωδίας.
….> «Διωρισμένων δε τούτων, λέγωμεν μετά ταύτα ποίαν τινά δει την σύστασιν είναι των
πραγμάτων, επειδή τούτο και πρώτον και μέγιστον της τραγωδίας εστίν.» 1450b 20-22
….> “κείται δη ημίν την τραγωδίαν είναι τελείας και όλης πράξεως είναι μίμησιν” 1450b 23-24
….> «χρή [...] η μία μίμησης ενός εστί, ούτω και τον μύθον, επεί πράξεως μίμησίς εστιν, μιάς τε είναι
και ταύτης όλης» 1451a 30-31
Η έννοια της τελειότητας συνδέεται εδώ και με την έννοια της ενότητας και του ενός
και με την έννοια του όλου.
Σελίδα 3
Κεφ. VII, 1450b 20 – 1451a 15
(και ένα επί πλέον, ποιοτικό κριτήριο, που δεν αναιρεί τον όρον του «σύνδηλου»:
«εν όσω μεγέθει κατά το εικός ή το αναγκαίον εφεξής γινομένων συμβαίνει εις ευτυχίαν εκ δυστυχίας
ή εξ ευτυχίας εις δυστυχίαν ματαβάλλειν, ικανός όρος εστίν μεγέθους» 1451a 10-15)
ο μύθος ως όλον συνδέεατι με την τάξιν των πραγμάτων, ώστε να συντίθενται σε μίαν πράξιν
τέλειαν και όλην (πβλ. και ορισμό του «όλου» στο Δ’ Μετφς. Διάλεξη 6)
Η τάξις της σύνθεσης σε όλον εξειδικεύεται για την περίπτωση της τραγωδίας στην δομή ή την
σχέση μεταξύ των επί μέρους πράξεων ως:
αρχή – μέση - τέλος (1450b 23 – 33)
εξήγηση των όρων αυτόθι
Συμπληρωματική διευκρίνηση του αιτήματος για μίαν πράξιν υπό όρους αρχής – μέσης - τέλους:
Διαφορά: «εις μύθος» - «περί ένα»
Σελίδα 4
Η ενότητα του μύθου, ώστε να είναι ένας ο μύθος και έτσι η μίμησις να είναι μίας πράξεως και
όλης δεν εξασφαλίζεται από το γεγονός ότι η ποίηση ομιλεί για τις πράξεις ενός προσώπου!
….> «πολλά γαρ και άπειρα τωι ενί συμβαίνει, εξ ών ενίων ουδέν εστιν εν. Ούτως δε και πράξεις ενός
πολλαί εισιν, εξ ών μία ουδεμία γίνεται πράξις.» 1451a 17-19:
«Διότι στον ένα πολλά και άπειρα συμβαίνουν, από κάποια από τα οποία δεν ολοκληρώνεται καμμία
ενότητα. Ετσι και οι πράξεις ενός [προσώπου] είναι πολλές, από τις οποίες καθόλου δεν
ολοκληρώνεται ενότητα.» (μετφρ. Καλέρη)
Απαιτείται λοιπόν η σύνθεση των πολλών επί μέρους πράξεων σε ένα όλον.
Τι σημαίνει αυτό;
….> «Χρη ούν […] τα μέρη συνεστάναι των πραγμάτων ούτως, ώστε μετατιθεμένου τινός μέρους ή
αφαιρουμένου διαφθείρεσθαι και κινείσθαι το όλον. Ο γαρ προσόν ή μη προσόν μηδέν ποιεί
επίδηλον, ουδέ μόριον του όλου εστίν.» 1451a 29 και 32-35:
«Απαιτείται λοιπόν […] οι επί μέρους πράξεις να συντάσσονται έτσι, ώστε αν μετατεθεί κάποιο μέρος
ή αφαιρεθεί να καταλύεται και να μεταβάλλεται το όλον. Εκείνο δε, το οποίο είτε προστεθεί είτε δεν
προστεθεί, δεν επιφέρει μια φανερή διαφορά, δεν είναι και μέρος του όλου.» (μερφρ. Καλέρη)
Η ενότητα του μύθου εξηγείται ως ποσοτική ενότητα (μία πράξις), που προκύπτει από την
σύνθεση των πολλών επί μέρους πράξεων σε ένα όλον που υφίσταται ως συγκεκριμένη τάξη
ακριβώς όσων περιλαμβάνει: ούτε νοείται να λείπει κάτι, ούτε να περιέχει κάτι που δεν ανήκει
στην εσωτερική του οργάνωση.
Αρχή της σύνθεσης του δραματικού έργου η τελειότητα της δηλούμενης πράξης: η ενότητα σε
όλον ακριβώς όσων περιλαμβάνει ο μύθος.
….> «εν όσωι μεγέθει κατά το εικός ή το αναγκαίον εφεξής γιγνομένων συμβαίνει εις ευτυχίαν
εκ δυστυχίας ή εξ ευτυχίας εις δυστυχίαν μεταβαλλείν […]» 1451a 10-14 (κεφ. VII)
….> «[…] ων ουδέν θατέρου γενομένου αναγκαίον ήν ή εικός θάτερον γενέσθαι» 1451a 26-27
(κεφ. VIIΙ)
Σελίδα 5
Οι μη συστηματικές αναφορές στην σύνδεση των πράξεων κατά σχέσεις αναγκαιότητας στα
κεφάλαια VII και VIIΙ συστηματοποιείται και εμβαθύνεται στο:
Ερωτήματα:
Πώς προκύπτει από τους όρους για την ενότητα του μύθου ότι η τραγωδία είναι φιλοσοφώτερη της
ιστορίας και λέγει «μάλλον τα καθόλο»;
βλ. 1451a 36 – 1451b 10
Μίμηση και καθολικότητα: πώς η τραγωδία, ενώ λέγει τα καθόλου, παρουσιάζει συγκεκριμένους
ανθρώπους με ονόματα να ενεργούν;
βλ. 1451b 11 - 1451b 26
Πόσο εξειδικευτικοί είναι οι όροι που έχουμε αναδείξει έως τώρα ειδικά για τον τραγικό μύθο; Η
τραγική ποιότητα προκύπτει από το ποιόν των πράξεων: τα «ελεεϊνά» και «φοβερά» βλ. 1452a 1-10
Πότε τυχαία γεγονότα φαίνονται ως «τραγικά»; Βλ. την ιστορία με τον ανδριάντα του Μίτυος, 1452a
5-10
-----------------------------------
Ενότητα 8: Καντ ΙΙ: Προσδιορισμός των καλαισθητικών κρίσεων κατά το ποσόν, την αναφορά και
τον τρόπο
1. Σκοποί ενότητας
2. Περιεχόμενα ενότητας
παραδειγματική αναγκαιότητα
senus communis
3. Πλοήγηση στο μάθημα και βασικά ερωτήματα
Καθολικές: π.χ. Ολοι οι άνθρωποι είναι θνητοί. ισχύει για όλους τους ανθρώπους
Μερικές: π.χ. Κάποιοι άνθρωποι είναι τυφλοί. ισχύει για ένα μέρος του συνόλου
των ανθρώπων
Ατομικές: π.χ. Ο Σωκράτης είναι άνθρωπος. ισχύει μόνο για ένα ατομικό
αντικείμενο (σήμερα τις
ονομάζουμε και «ενικές»)
Τα παραδείγματα που δίδονται αφορούν αντικειμενικές κρίσεις, που μας δίδουν γνώση για
τα αντικείμενα των παραστάσεών μας (στα παραδείγματα οι προτάσεις αναφέρονται – ως
αντικείμενα για τα οποία μιλάνε - σε ανθρώπους, είτε σε όλους, είτε σε μερικούς είτε σε ένα
συγκεκριμένο άτομο).
Στην περίπτωση των καλαισθητικών κρίσεων ο Καντ κάνει μια διάκριση ως προς τις
ποσότητες: Η ποσότητα, για την οποία ισχύει μια κρίση, μπορεί να αφορά είτε στο αντικείμενο
(βλ. επάνω στις αντικειμενικές), είτε όμως και στο υποκείμενο της κρίσης. (παρ. 8). Ως
προς το υποκείμενο οι κρίσεις μπορεί να είναι καθολικές, με την έννοια, ότι ισχύουν για όλα
τα υποκείμενα (αποδέχονται όλοι την ισχύ τους, ή μόνο μερικοί, ή μόνο ένας αυσττηρά
ατομικά).
Διευκρίνιση: Οι αντικειμενικές κρίσεις, επειδή η ισχύς τους οφείλεται σε έννοιες και σε κανόνες που
επιβάλλει το ίδιο το αντικείμενο, ως προς το υποκείμενο πάντα ισχύουν καθολικά! Ολες οι πάρα
πάνω είναι αποδεκτές από όλους. Ετσι στις γνωστικές αντικειμενικές κρίσεις δεν ήταν σημαντικό να
γίνεται η διάκριση
Όταν κρίνουμε για την ομορφιά, μιλάμε υποχρεωτικά για ένα συγκεκριμένο όμορφο
πράγμα! Το συγκεκριμένο τοπίο, ένα συγκεηριμένο πρόσωπο, τα έργα τέχνης είναι
μάλιστα μοναδικά!
Ως προς το αντικείμενο, για το οποίο εκφέρονται, οι καλαισθητικές κρίσεις είναι
πάντοτε ατομικές.
Επίσης δεν είναι αντικειμενικές, καθώς δεν ενδιαφέρονται κατά κανένα τρόπο για το
ίδιο το αντικείμενο, αλλά για την σχέση της παράστασης από κάποιο αντικείμενο με το
υποκείμενο. , δηλ. της ψυχικής κατάστασης του υποκειμένου σε σχέση με αυτήν την
παράσταση.
Οι καλαισθητικές κρίσεις ως προς την καθοριστική αρχή τους είναι κρίσεις
Σελίδα 3
αισθητικές και άρα είναι κρίσεις υποκειμενικές (βλ. παρ. 1) .
Η αρέσκεια δεν προκύπτει από κάποιο ιδιωτικό λόγο: δεν υπάρχει κανένα ιδιωτικό
συμφέρον για το υποκείμενο άρα δεν υπάρχει λόγος να περιοριστεί ως προς τα
υποκείμενα η ισχύς.
Αρα:
α) Η καθολικότητα δεν μπορεί παρά να βασίζεται στις υποκειμενικές προϋποθέσεις της
γνωστικής λειτουργίας (και όχι στην εφαρμογή της για αντικειμενική γνώση).
β) Αυτές δεν είναι άλλες από την ψυχική κατάσταση που ισχύει, όταν οι παραστατικές μας
δυνάμεις (φαντασία και διάνοια) συσχετίζουν μιια παράσταση με την «γνώση εν γένει» με
την τυπική μορφή που έχει κάθε δυνατή γνώση. (παρ. (9)
γ) Ελεύθερο παιγνίδι των ψυχικών δυνάμεων που φθάνουν σε μια αναλογία σύμφωνη με
την τυπική μορφή της παράστασης/γνώσης ενός οποιουδήποτε πράγματος εν γένει.
οι δομή αυτή είναι a priori: δημιουργική αναστοχαστική δύναμη.
__________________________________
* Βλ. Ι. Καντ, Κριτική του Καθαρού Λόγου, εις.-μεταφρ.-σχόλια Αναστ. Γιανναρά, τόμος δεύτερος,
Αθήνα (παπαζήσης) 1979, σελ. 38
Σελίδα 4
Οι καλαισθητικές κρίσεις κατά την αναφορά
(ΚΚΔ, Αναλυτική του ωραίου, παρ. 10-17)
Η δομή αυτή της λειτουργίας των ψυχικών μας δυνάμεων για την συγκρότηση γνώσης δεν
είναι παρά η σύνθεση του πολλαπλού σε ενότητα και αυτό είναι δυνατόν μόνο, υπό την
προϋπόθεση ενός σκοπού, που καθορίζει την δομή αυτής της σύνθεσης.
Στις γνωστικές αναστοχαστικές λειτουργίες σύνθεσης εννοιών για τα πράγματα ο σκοπός και
η αρχή της ενότητας είναι το δηλούμενο από την παράσταση πράγμα.
Στις καλαισθητικές κρίσεις δεν ενδιαφέρει να αναγνωρίσουμε ένα αντικείμενο από τον
τρόπο που θα λειτουργήσουν οι παρστατικέςμας δυνάμεις, αλλά αρκεί να εναρμονίσουμε
συνθετικά το υλικό της εποπτείας μας με την ιδέα μιας σκόπιμης διάταξης. Λειτουργούν
παιγνιωδώς δημιουργώντας σκόπιμες ενότητες που δεν μας αποκαλύπτουν έναν εξωτερικό
σκοπό (ως το αντικείμενό τους), αλλά μόνο την ίδια την σκόπιμη δι΄ταξη της παράστασης. Η
σκοπιμότητα εμμένει στην ίδια την διάταξη της πράστσης.
Στο ωραίο ενδιαφέρει η ίδια η ενότητα μιας σκόπιμης μορφής χωρίς να ενδιαφέρει
και να καθορίζεται από τον κανόνα της μορφής ενός συγκεκριμένου αντικειμένου. Η ενότητα
της παράστασης δεν κρίνεται με βάση την τελειότητα ενός αντικειμένου και είναι εντελώς
ανεξάρτητη από αυτήν (παρ. 15)
Ελεύθερη και υποκειμενική ενέργεια επινόηση ενός κανόνα, που πληροί μόνο τους
τυπικούς όρους μιας νομοτέλειας, χωρίς να αποσκοπεί σε πραγματικό αντίκρυσμα.
Ακολουθούμε την ενέργεια της αναστοχαστικής κριτικής δύναμης ως δημιουργικό
παιγνίδι σύνθεσης μορφών εν γένει.
Η καθαρή καλαισθησία είναι ελεύθερη: ανεξάρτητη είτε από συγκινήσεις, είτε από
θέλγητρα που σχετίζονται με το αντικείμενο της παράστασης (παρ. 13-14) και δεν συναρτάται
ούτε περιορίζεται σε σχέση με την έννοια του αντικειμένου (παρ.16): Δεν είναι κάτι ωραίο,
επειδή είναι συγκινητικό ή ελκυστικό, και επίσης δεν είναι καθαρή η καλαισθησία, όταν
πρέπει να συναρτηθεί με το τι είναι το αντικείμενο ( όταν κρίνουμε το ωραίο σχετικά και με το
αντκείμενο: ωραίο για έναν ναό δεν είναι το ίδιο με ό,τι θα ήταν ωραίο για ένα ιδιωτικό σπίτι
κλπ.).
Η αξίωση της καθολικότητας στην κρίση μας για το ωραίο είναι αναγκαία.
Η ενεργοποίηση των ψυχικών μας δυνάμεων, ώστε να επινοήσουν μια υποκειμενική αρχή
ενότητας της παράστασης, συντελείται υπό όρους που ισχύουν a priori.
Η αξίωση για καθολική μεταδοσιμότητα της καλαισθητικής μας κρίσης για μια
Σελίδα 5
συγκεκριμένη παράσταση είναι δυνατή ως παραδειγματική αναγκαιότητα:
υποκειμενική σύνθεση, δημιουργική, εφαρμοσμένη σε μια συγκεκριμένη παράσταση όχι
αντικειμενική, δεν προερχεται από την καθολικότητα ενός κανόνα, αλλά από την
καθολικότητα του τρόπου, με τον οποίον ενεργοποιήθηκαν και εναρμονίσθηκαν οι
παραστατικές μας δυνάμεις. Η αναγκαιότητα ισχύει υποκειμενικά, μόνο για την εκάστοτε
συγκεκριμένη παράσταση και ως παράδειγμα αναγκαίας ενότητας.
Δεν είναι αυθαίρετη ωστόσο, διότι οφείλεται σε μια σύνθεση που ακολουθεί την ενέργεια
της κριτικής δύναμης εν γένει, άρα έχει μια δομή που ισχυει a priori για όλους τους
ανθρώπους.(και μπορούμε να θεωρήσουμε ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν αυτήν την
δυνατότητα: sensus communis).
------------------------------------------------
Σελίδα 6