You are on page 1of 11

Οι Ευρωπαίοι εθελοντές των SS

Η παρουσία εθελοντών από την δυτική και νότια Ευρώπη στα πολεμικά μέτωπα στο
πλευρό των Ναζί δεν δημιουργούσε, ασφαλώς, ίδιας έντασης αντίφαση προς τις
ναζιστικές θεωρίες περί φυλετικής καθαρότητας σε σχέση με την παρουσία άλλων
λαών, όπως αυτών των βαλτικών χωρών. Άλλωστε, κάποιους από τους ευρωπαϊκούς
αυτούς πληθυσμούς οι Ναζί μπορούσαν να τους εντάσσουν ακόμα και στα γερμανικά
φύλα. Σε κάθε περίπτωση, η επέκταση της στρατολόγησης σε άλλα έθνη δημιούργησε
μια ρήξη με την βασική αρχή του Χίτλερ «Ποτέ δεν θα επιτραπεί σε άλλους από τους
Γερμανούς να φέρουν όπλα».

Μια ερμηνεία για τα κίνητρα των στρατολογούμενων ήταν πως η ένταξή τους στα
ναζιστικά σώματα γινόταν στη βάση υλικών ανταλλαγμάτων. Μάλιστα, το 1948 ένας
Ολλανδός ψυχολόγος δημοσίευσε μία μελέτη στη βάση συνεντεύξεων 450 ομοεθνών
του που είχαν συλληφθεί ως μέλη των ναζιστικών ένοπλων δυνάμεων. Μιλώντας με
τους ίδιους και το άμεσο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον τους, κατέληξε πως
τα βασικά κίνητρα για την συμμετοχή τους στα Waffen SS ήταν η απόλαυσή της
αίσθησης της περιπέτειας, το κύρος της στολής, τα υλικά ανταλλάγματα ή και η
απόδραση από ποινικές υποθέσεις στις οποίες ήταν μπλεγμένοι. Σήμερα πια
υπάρχουν νέες έρευνες που υποστηρίζουν πως κατά κύριο λόγο οι εθελοντές αυτοί
είχαν πραγματικά ιδεολογικούς λόγους να ενταχθούν στις ναζιστικές δυνάμεις, αφού
ήταν εθνικιστές και αντικομμουνιστές που πίστευαν πως μαζί με τους Ναζί θα
μπορούσαν να νικήσουν την Σοβιετική Ένωση. Αυτό αποτυπώνεται και σε πολλές
μαρτυρίες συμμετεχόντων, αν και η προφορική ιστορία πρέπει πάντα να
χρησιμοποιείται επικουρικά, στο πλαίσιο της ιστορικής έρευνας. Δεδομένο είναι πως
μεγάλος αριθμός των φιλοναζί αυτών εθελοντών, βρέθηκε να πολεμάει ως το τέλος
στη Μάχη του Βερολίνου, προφανώς γιατί, πέρα από την ιδεολογική διάσταση, για
τους περισσότερους η κατάρρευση των Ναζί δεν άφηνε περιθώριο για να
επιστρέψουν στις χώρες τους όπου ήξεραν πως πιθανότατα θα εκτελούνταν ως
συνεργάτες των κατακτητών. Η αλήθεια είναι πως συχνά η εκδοχή των υλικών
ανταλλαγμάτων χρησιμοποιείται για να αποκόψει την προδοσία από τα ιδεολογικά
της χαρακτηριστικά και να την παρουσιάσει ως μεμωνομένη συμπεριφορά λίγων
άθλιων και φιλάργυρων τύπων. Έτσι και στην περίπτωση της Ελλάδας, η συνεργασία
με τους Ναζί αποδόθηκε τόσο μέσα από τον επίσημο κρατικό λόγο όσο και από μέσα
από τον κινηματογράφο ως αποτέλεσμα ατομικής καοήθειας, διάθεσης πλουτισμού ή
δουλοπρέπειας, όταν βεβαίως δεν αποδιδόταν στην «κόκκινη βία» και δεν
εμφανιζόταν ως μία απλή και αναπόφευκτη «άμυνα» απέναντι στη βία που, δήθεν,
ασκούσε ανεξέλγκτα το ΕΑΜ. Όμως, πάντα στην ιστορία πρέπει να βλέπουμε την
κυρίαρχη κάθε φορά σύγκρουση, την κυρίαρχη διχοτόμηση. Στον Δεύτερο
Παγκόσμιο Πόλεμο η κυρίαρχη τομή ήταν ανάμεσα στους Ναζί και όλους τους
άλλους. Ανάμεσα στους κατακτητές και τους κατεκτημένους. Δεν μπορείς να
στέκεσαι δίπλα στους πρώτους, χωρίς να τίθεσαι εναντίον των δεύτερων. Και επειδή
στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο δεν συγκρούστηκαν μόνο πολεμικές μηχανές, αλλά
και πολιτικά και ιδεολογικά συστήματα, για πρώτη φορά τόσο καθαρά στην ιστορία,
δεν μπορούμε να αγνοούμε αυτήν την τόσο κρίσιμη διάσταση όταν αναλύουμε τα
γεγονότα και τις στάσεις των ανθρώπων.

Ο ίδιος ο Χίμλερ, επικεφαλής των Waffen SS, υποστήριξε πως η επέκταση τους σε
μη Γερμανούς είχε ως στόχο την σταυροφορία κατά του κομμουνισμού. Έτσι, στην
επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, την εισβολή των Ναζί στην Σοβιετική Ένωση,
συμμετείχαν πολλοί συνεργάτες των Waffen SS από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης
(κυρίως την Ολλανδία, το Βέλγιο, τη Γαλλία, την Ισπανία) και την Σκανδιναβία. Ο
κύριος όγκος αυτών των δυνάμεων είχαν οργανωθεί στην 5η Μεραρχία Πάντσερ των
SS με το προσωνύμιο «Βίκινγκ». Η Μεραρχία Βίκινγκ είχε ιδρυθεί για αυτόν μόνο
τον σκοπό, την οργάνωση των ξένων εθελοντών. Σε αυτήν συμμετείχαν φιλοναζί από
τη Δανία, την Νορβηγία, την Σουηδία, την Φινλανδία, την Ολλανδία, το Βέλγιο, αλλά
και την Εσθονία. Στο τέλος του πολέμου παραδόθηκε στις αμερικανικές δυνάμεις,
στην Αυστρία.

Η έναρξη του εγχειρήματος σηματοδοτήθηκε το 1940 με την ίδρυση δύο νέων


Συνταγμάτων των Waffen SS. Του Συντάγματος Nordland για την στρατολόγηση
Δανών, Νορβηγών και Σουηδών, δηλαδή για τις σκανδιναβικές δυνάμεις, και του
Συντάγματος Westland για τους Ολλανδούς. Τελικώς, αυτά τα δύο συντάγματα, μαζί
με το Σύνταγμα Germania στο οποίο συμμετείχαν γερμανικής εθνικής καταταγωγής
πολεμιστές, ενώθηκε και δημιούργησαν το σώμα τεθωρακισμένων που, με απόφαση
του Χίτλερ, ονομάστηκε Πέμπτη Μεραρχία Πάντσερ Βίκινγκ, το 1941. Υπεύθυνος
για την Μεραρχία ορίστηκε ο ταξίαρχος Φέλιξ Στάινερ. Η βασική εκπαίδευση της
Μεραρχίας έγινε στη Γερμανία, όπου συγκεντρώθηκαν τα μέλη της. Το επόμενο
Μάιο στάλθηκαν στον Ανατολικό Μέτωπο για να συμμετάσχουν στην επιχείρηση
Μπαρμπαρόσα κατά την προέλαση προς την Ουκρανία. Λίγο μετά, στην Μεραρχία
Βίκινγκ προστέθηκαν και νέα μέλη, αυτή τη φορά από ένα τάγμα με πάνω από 400
Φινλανδούς.

Η Μεραρχία πολέμησε στην περιοχή του ποταμού Ντνιεπρ και στην περιοχή του
Ροστόφ. Συμμετείχε στη μάχη του Στάλινγκραντ και στην προσπάθεια κατάληψης
των πετρελαιοπηγών του Καυκάσου, αλλά και στην επιχείρηση κυρίευσης του
Γκρόζνι. Αυτή ήταν η γνωστό ως Μπλε Υπόθεση (Fall Blau) των Ναζί, που όμως δεν
επετεύχθη, αφού οι δυνάμεις της ΕΣΣΔ με την περίφημη Επιχείρηση Ουρανός
κατάφεραν να περικυκλώσουν την 6η Γερμανική Στρατιά και τις άλλες μονάδες που
πολεμούσαν στη μάχη του Στάλιγνγκραντ και να σταματήσει έτσι κάθε κίνηση προς
τον Καύκασο. Συνολικά περί τις 250.000 στρατιώτες της Γερμανίας περικυκλώθηκαν
και εγκλωβίστηκαν. Οι Ναζί προσπάθησαν να απεγκλωβίσουν τις δυνάμεις τους με
την Επιχείρηση Χειμερινή Καταιγίδα, η οποία όμως απέτυχε. Στις αρχές του
επόμενου έτους, του 1943, η Μεραρχία Βίκινγκ κάλυψε την υποχώρηση της Πρώτης
Στρατιάς από τον Καύκασο προς το Ροστόφ, ενώ τελικώς και η ίδια απέδρασε από
την περιοχή τον Φεβρουάριο, υποχωρώντας προς την Ουκρανία. Εκεί συμμετείχε
στην Τρίτη Μάχη του Χάρκοβο, προκαλώντας σημαντικές απώλειες στους
Σοβιετικούς και αναστέλλοντας την προέλασή τους. Λίγο μετά, οι Σκανδιναβοί της
Μεραρχίας αποσπάστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν για να φτιαχτεί η νέα Μεραρχία
Nordland, στην οποία αργότερα προστέθηκαν και Εσθονοί πολεμιστές, ενώ οι
Φινλανδοί αποσύρθηκαν. Οι ίδιες αυτές δυνάμεις συμμετείχαν ως εφεδρεία στην
Επιχείρηση Τσιταντέλ, μια γερμανική επίθεση που οδήγησε στην περίφημη Μάχη του
Κουρσκ, την μεγαλύτερη σύγκρουση τεθωρακισμένων στην ιστορία, η οποία
κράτησε σχεδόν δύο μήνες και όπου συμμετείχαν πάνω από 6.000 τανκς.
Ακολούθησαν αντεπιθέσεις των Σοβιετικών, με τις οποίες κατέλαβαν το Χάρκοβο και
απελευθέρωσαν την περιοχή του Δνείπερου ποταμού. Τελικά, τον Ιανουάριο του
1944, αφού ο Κόκκινος Στρατός μπήκε στο Κίεβο, περικύκλωσε κατά μήκος του
Δνείπερου την Μεραρχία, όπως και γερμανικές δυνάμεις, συνολικά πάνω από 60.000
στρατιώτες. Στις μάχες που ακολούθησαν για να σπάσουν οι Ναζί τον σοβιετικό
κλοιό, η Μεραρχία είχε μεγάλες απώλειες και άφησαν πίσω σχεδόν όλον τον βαρύ
οπλισμό της. Τον Φεβρουάριο στάλθηκε στη λίμνη Μπαλατόν, όπου ετοιμαζόταν μία
νέα επίθεση. Παρά την αρχική επιτυχία των Ναζί, όταν η μάχη έφτασε στην λασπώδη
περιοχή του Δούναβη η προέλαση δυσκόλεψε, οι Σοβιετικοί αμύνθηκαν
αποτελεσματικά και μετά από λίγο εξαπέλυσαν μία αντεπίθεση, με την οποία
ανάγκασαν τα SS να οπισθοχωρήσουν. Η Μεραρχία βρέθηκε στην Τσεχοσλοβακία
και λίγο αργότερα παραδόθηκε στους Αμερικανούς κοντά στην περιοχή του
Φούρστενφελντ, στην Αυστρία. Εκεί, στις 9 Μαΐου 1944 γράφτηκε το τέλος της
δράσης της Μεραρχίας Βίκινγκ.

Τα μέλη της πρόλαβαν, πάντως, να συμμετάσχουν και σε κάποιες από τις ναζιστικές
θηριωδίες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως στην πόλη Λιβ, όπου οι Εβραίοι της
περιοχής διατάχτηκαν να τρέξουν ανάμεσα σε ένοπλους ναζί που τους χτυπούσαν με
τους υποκόπανους των όπλων τους, ώσπου, στο τέλος της σαδιστικής αυτής
διαδρομής, δέχονταν τις σφαίρες των βασανιστών τους πέφτοντας μέσα σε έναν
μαζικό τάφο, σε έναν κρατήρα που είχε δημιουργηθεί στο έδαφος από την πτώση μιας
βόμβας. 60 άοπλοι Εβραίοι σκοτώθηκαν με αυτόν τον τρόπο. Αλλά και σε άλλες
εκτελέσεις Εβραίων έχει καταγραφεί από ιστορικούς η συμμετοχή των εθελοντών της
Μεραρχίας Βίκινγκ. Μάλιστα, προσφάτως, μόλις το 2013, το κρατικό ραδιόφωνο της
Νορβηγίας παρουσίασε την μαρτυρία του πρώτου Νορβηγού πολίτη που δημοσίως
ομολόγησε την συμμετοχή του σε εγκλήματα πολέμου ως μέλος της Μεραρχίας
Βίκινγκ, του Όλαφ Τουφ, ο οποίος ανέφερε πως σε μία περίπτωση στην Ουκρανία το
φθινόπωρο του 1941 «στριμώξαμε τους άμαχους σαν ζώα σε μία εκκλησία […] Μετά
στρατιώτες της μεραρχίας μου έριξαν βενζίνη στην εκκλησία και 200 ως 300 άτομα
κάηκαν ζωντανά. Μου είχαν αναθέσει ρόλο φρουρού, κανείς δεν μπόρεσε να βγει
έξω». Στην Μεραρχία Βίκινγκ είχε συμμετάσχει και ο ίδιος ο γιατρός-θάνατος, ο
Γιόζεφ Μένγκελε, διαβόητος για τα πειράματα που έκανε πάνω σε ανθρώπους. Η
φρικαλεότητα της δράσης του ήταν τέτοια που έκανε ακόμα και στελέχη της
Μεραρχίας Βίκινγκ να προσπαθήσουν να εξαφανίσουν τις αποδείξεις για την
παρουσία του στις τάξεις της, πιθανότατα για να μην επιβαρύνουν κι άλλο τη θέση
τους στον μεταπολεμικό κόσμο.

Πέρα από την Μεραρχία Βίκινγκ, υπήρχαν και άλλοι ένοπλοι εθελοντές που
πολέμησαν στον Ανατολικό Μέτωπο, από χώρες της δυτικής και νότιας Ευρώπης.
Στη Γαλλία μετά την επικράτηση του δωσιλογικού καθεστώτος του Βισύ, ιδρύθηκε
μία πολιτοφυλακή από ντόπιους φιλοναζί. Ονομάστηκε Λεγεώνα των Γάλλων
Εθελοντών κατά του Μπολσεβικισμού και τα μέλη της προέρχονταν από διάφορα
δεξιά κόμματα και οργανώσεις. Η Λεγεώνα τέθηκε υπό τις διαταγές των Γερμανών
και η επίσημη ονομασία της ήταν πια 638 ο Σύνταγμα Πεζικού. Στην Λεγεώνα
αργότερα εντάχθηκαν και Ρώσοι αντιμπολσεβίκοι. Τα μέλη της πολέμησαν σε μάχες
στην περιοχή της Μόσχας και αργότερα στην Λευκορωσία. Στις μάχες αυτές, η
Λεγεώνα είχε μεγάλες απώλειες που έφτασαν στα μισά της μέλη, τόσο από τα
σοβιετικά πυρά όσο και από το κρύο. Το 1944 έγινε στη Γαλλία μία νέα
στρατολόγηση για να αντιμετωπιστεί η καλοκαιρινή επίθεση του Κόκκινου Στρατού.
3.000 άτομα συγκρότησαν την SS Sturmbrigade (Ταξιαρχία-Καταιγίδα των SS). Λίγο
αργότερα, τον Σεπτέμβριο, τόσο η Λεγεώνα όσο και η Sturmbrigade διαλύθηκαν
επισήμως. Με τα υπολείμματα τους συγκροτήθηκε η Ταξιαρχία Καρλομάγνος που
αργότερα έγινε Μεραρχία και είχε πάνω από 7.000 άντρες. Όταν οι Ναζί ηττήθηκαν
οριστικά, πολλοί συνεργάτες τους οδηγήθηκαν στη γαλλική δικαιοσύνη και
τιμωρήθηκαν με τη θανατική ποινή. Ωστόσο, σε κάποιους δόθηκε η δυνατότητα να
ανταλλάξουν την ποινή τους υπηρετώντας στην Λεγεώνα των Ξένων, στην Ινδοκίνα.

Στην Ισπανία, το ένοπλο δωσιλογικό σώμα ήταν η Κυανή Μεραρχία, γνωστή και ως
Ισπανική Εθελοντική Μεραρχία. Είχε ενταχθεί επισήμως στον γερμανικό στρατό ως
250η Μεραρχία Πεζικού. Την αποτελούσαν Ισπανοί και Πορτογάλοι φιλοναζί.
Ασφαλώς, πολλοί από αυτούς είχαν ήδη πολεμήσει στον Ισπανικό Εμφύλιο με τους
φασίστες του Φράνκο, ενάντια στους Δημοκρατικούς και με την συμμετοχή τους
στον πόλεμο ένιωθαν ότι συνεχίζουν την ίδια αποστολή. Υπήρχε και αεροπορικό
τμήμα, η Κυανή Μοίρα, που ενεπλάκη σε αερομαχίες με σοβιετικά αεροσκάφη. Ο
Φράνκο είχε επιλέξει να μην συμμετάσχει η Ισπανία στον Δεύτερο Παγκόσμιο
Πόλεμο, θέλοντας να διατηρήσεις τις ισορροπίες με τις δυτικές χώρες. Έδωσε, όμως,
στους φιλοναζί Ισπανούς την άδεια να τεθούν υπό τις οδηγίες του Άξονα, αλλά μόνο
για να πολεμήσουν τους κομμουνιστές στο Ανατολικό Μέτωπο και όχι τις άλλες
δυνάμεις των Συμμάχων ή τους κατεκτημένους πληθυσμούς των άλλων χωρών.
Αρχικά σχεδίαζε να στείλει λίγες χιλιάδες εθελοντών, όμως ο τελικός τους αριθμός
έφτασε τις 18.000, οι μισοί από τους οποίους ήταν επαγγελματίες οπλίτες και
αξιωματικοί. Πολλοί από αυτούς ήταν μέλη της Φάλαγγας, του ισπανικού φασιστικού
κόμματος. Άλλωστε, η Μεραρχία ονομάστηκε Κυανή από το χρώμα των πουκαμίσων
της στολής της που υιοθετήθηκε από τα αντίστοιχα πουκάμισα της στολής των
Φαλαγγιτών. Μετά την εκπαίδευσή της στη Γερμανία, η Κυανή Μεραρχία
ενσωματώθηκε επισήμως στον στρατό των Ναζί, ονομάστηκε 250 η Μεραρχία
Πεζικού και αναχώρησε για το Ανατολικό Μέτωπο. Εκεί έδωσε μεγάλες μάχες με τον
Κόκκινο Στρατό στην περιοχή του ποταμού Βολκόφ, κοντά στην πόλη Νόβγκοροντ.
Τον Αύγουστο του 1942 μεταφέρθηκε στην περιοχή του Λένινγκραντ,
αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τις επιθέσεις που έκαναν οι Σοβιετικοί για να σπάσουν
την πολιορκία της πόλης από τους Ναζί, έχοντας όμως μεγάλες απώλειες. Από τα
5.500 μέλη της Κυανής Μεραρχίας που συγκρούστηκαν με τους Σοβιετικούς, πάνω
από το 70% σκοτώθηκαν. Επίσης, προχώρησαν σε μία σημαντική επιχείρηση για τον
απεγκλωβισμό 500 Γερμανών στρατιωτών που είχαν καθηλωθεί στην περιοχή, την
οποία έφεραν σε πέρας μετά από μάχη 12 ημερών. Ο Χίτλερ ζήτησε να λάβουν ένα
ειδικό παράσημο που δημιουργήθηκε για τις ισπανικές δυνάμεις και τόνιζε πως
έκαναν οτιδήποτε τους ζητήθηκε. Συνολικά 45.000 Ισπανοί και Πορτογάλοι φασίστες
πολέμησαν μαζί με τους Ναζί στο Ανατολικό Μέτωπο, από τους οποίους 12.500
άνδρες σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν. Όμως, το 1943 ο Φράνκο αναγκάστηκε
μετά από πιέσεις των Συμμάχων να αποσύρει τις ισπανικές δυνάμεις από το Μέτωπο.
Όλοι επέστρεψαν, εκτός από λίγους που παρέμειναν στο πλευρό των Γερμανών, αφού
πρώτα κάποιοι που αρνήθηκαν την επιστροφή τους αποφάσισαν τελικώς να γυρίσουν
όταν ο Φράνκο τους απείλησε ότι θα τους στερήσει την ισπανική υπηκοότητα και δεν
θα μπορέσουν να γυρίσουν ποτέ ξανά στη χώρα τους. Οι εναπομείναντες, κυρίως
μέλη της Φάλαγγας, πολέμησαν στη Λετονία, αλλά και απέναντι στους
Γιουγκοσλάβους Παρτιζάνους του Τίτο. Στο τέλος, όταν οι Σοβιετικοί εισέβαλαν στη
Γερμανία οι Ισπανοί φασίστες πολέμησαν στο γερμανικό έδαφος και στη Μάχη του
Βερολίνου, με πολύ βαριές απώλειες. Οι τελευταίοι 248 Ισπανοί εθελοντές του
Ανατολικού Μετώπου επέστρεψαν στη χώρα τους το 1954, με το πλοίο Σεμίραμις,
όταν απελευθερώθηκαν πια από τους Σοβιετικούς. Αργότερα, το 1981, κάποια πρώην
μέλη της Κυανής Μεραρχίας βρέθηκαν μεταξύ των αξιωματικών που συμμετείχαν
στο αποτυχημένο πραξικόπημα για την ανατροπή της Ισπανικής Δημοκρατίας που
έγινε εκείνη τη χρονιά.

Και από την Ιταλία βρέθηκαν εθελοντές, μετά την συνθηκολόγηση της χώρας το
1943, για να πολεμήσουν στο πλευρό των Ναζί, αν και οι συγκεκριμένοι δεν
επιχείρησαν στο Ανατολικό Μέτωπο. 15.000 Ιταλοί πήγαν στην Γερμανία για να
εκπαιδευτούν, αλλά οι 9.000 από αυτούς κρίθηκαν ακατάλληλοι για να υπηρετήσουν
και κατευθύνθηκαν σε άλλες υπηρεσίες των Ναζί. Οι υπόλοιποι οργανώθηκαν στην
Ιταλική Εθελοντική Λεγεώνα των SS. Μετά από τις πρώτες μάζες που έδωσαν τον
Απρίλιο του 1944 ενάντια στους Συμμάχους, ο Χίμλερ δέχτηκε να ενταχθούν οι
ιταλικές δυνάμεις επισήμως στα SS και αργότερα να μετονομαστούν σε Ταξιαρχία
των Γρεναδιέρων των Waffen SS (ιταλική). Ως το τέλος του 1944, η Μεραρχία είχε
15.000 άνδρες. Πολέμησαν ενάντια στους Γάλλους στη Λομβαρδία και τους Ιταλούς
Παρτιζάνους στην περιοχή του Πεδεμόντιου. Τελικά, τον Απρίλιο του 1945 η
Μεραρχία παραδόθηκε σε αμερικάνικες δυνάμεις στην Λομβαρδία.

Πολυάριθμοι υπήρξαν οι Ολλανδοί εθελοντές. Υποστηρίζονταν από το ισχυρό τοπικό


ναζιστικό κίνημα του Αντόν Μουσέρ. Το Ολλανδικό Ναζιστικό Κόμμα είχε ήδη
δικούς τους ενόπλους και πολλά από τα μέλη του συνεργάστηκαν πρόθυμα με τους
Ναζί για την καταδίωξη των Εβραίων της χώρας. 3.000 Ολλανδοί πολέμησαν αρχικά
μέσω της Εθελοντικής Λεγεώνας της Ολλανδίας, μεταξύ άλλων και στο Λένινγκραντ.
Επικεφαλής τους ήταν ο στρατηγός Σέιφαρντ. Ολλανδός ήταν και ο πρώτος
Ευρωπαίος που πήρε το ναζιστικό παράσημο του Σιδηρού Σταυρού, μάλιστα για τη
μάχη του Λένινγκραντ, ο Γκεράρντους Μόυμαν. Οι Ναζί απέσυραν τον Μόυμαν από
τη μάχη και τον έστειλαν σε περιοδεία ανά την Ολλανδία για να παρακινήσει κι
άλλους εθελοντές να μπουν στις τάξεις των SS. Η Λεγεώνα μεταφέρθηκε αργότερα
στην περιοχή της λίμνης Λαντόγκα στη Ρωσία, αλλά μετά από μία επίθεση των
Σοβιετικών που άρχισε στις αρχές του 1943, τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς η
Λεγεώνα αναγκάστηκε να υποχωρήσει στην περιοχή της Θουριγγίας, στη Γερμανία.
Στο μεταξύ, ο στρατηγός Σέιφαρντ βρισκόταν εκείνη την περίοδο πίσω στην
Ολλανδία, προσπαθώντας να στρατολογήσει νέους εθελοντές. Εκεί όμως τον
εκτέλεσε η ολλανδική Αντίσταση και την Οργάνωση CS-6. Όσα μέλη της Λεγεώνας
έφτασαν στην Γερμανία οργανώθηκαν σε δύο νέους σχηματισμούς, το Σύνταγμα
Στρατηγός Σέιφαρντ (στη μνήμη του εκτελεσμένου επικεφαλής τους) και το
Σύνταγμα Ντε Ρίτερ (όπως ονομαζόταν ένας επιφανής Ολλανδός στρατηγός του 17 ου
αιώνα). Αυτή η νέα δύναμη στάλθηκε στην Κροατία με επικεφαλής των στρατηγό
Βάγκνερ για να πολεμήσει τους Γιουγκοσλάβους Παρτιζάνους. Τότε είχε φτάσει να
αριθμεί πάνω από 9.000 στρατιώτες. Εκεί πραγματοποίησαν πολλά εγκλήματα
πολέμου, απαγχονίζοντας πολλούς από τους αντιπάλους τους. Λίγο αργότερα η
Λεγεώνα στάλθηκε ξανά στο Ανατολικό Μέτωπο, όπου μετά από μία μακρά
σοβιετική επίθεση που ξεκίνησε τον Γενάρη του 1944, την επίθεση Λένινγκραντ-
Νόβγκοροντ, καταδιώχθηκε και τελικά οργάνωσε την άμυνά της στην Εσθονία, στην
περιοχή του ποταμού Νάρβα. Η μάχη που έγινε εκεί, εξαιτίας της μεγάλης
συμμετοχής Ευρωπαίων εθελοντών, ονομάστηκε «Η Μάχη των ευρωπαϊκών SS».
Εκεί τα δύο τρίτα της Μεραρχίας διαλύθηκαν και οι σοβιετικές αεροπορικές
επιδρομές εξεδίωξαν τις εναπομείνασες δυνάμεις που κατέληξαν στην Γερμανία,
όπου οργανώθηκαν στην Εθελοντική Μεραρχία Nederland. Τελικά στην Μάχη του
Βερολίνου οι ολλανδικές δυνάμεις συνετρίβησαν από τους Σοβιετικούς. Το Σύνταγμα
Ντε Ρίτερ παραδόθηκε στους αμερικάνους και οι εναπομείναντες του Συντάγματος
Στρατηγός Σέιφαρντ, που διαλύθηκε στην μάχη του Χάλμπε, παραδόθηκαν στους
Συμμάχους, αλλά μερικοί συνελήφθησαν από τους Σοβιετικούς. Πολλοί από τους
Ολλανδούς συνεργάτες των Ναζί πέρασαν από δίκες και καταδικάστηκαν σε θάνατο,
ενώ ο στρατηγός Βάγκνερ στάλθηκε στην Γιουγκοσλαβία για να δικαστεί για
εγκλήματα πολέμου, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί και να εκτελεστεί.

Μέσα από τις τάξεις των Βέλγων συνεργατών προέκυψε μία από τις πιο
χαρακτηριστικές μορφές του ευρωπαϊκού δωσιλογισμού. Μιλάμε για τον
δημοσιογράφο Λέον Ντεγκρελ. Ο Ντεγκρέλ αρχικώς εργαζόταν σε συντηρητικά
έντυπα. Στην πορεία ανέπτυξε και πολιτική δράση και διαμόρφωσε ένα εθνικιστικό
κίνημα που ονομαζόταν «Ρεξισμός», έχοντας νωρίτερα ιδρύσει έναν εκδοτικό οίκο με
το όνομα Ρεξ. Απόληξη αυτής της δράσης του ήταν η ίδρυση ενός συντηρητικού
κόμματος, με το οποίο επιχείρησε να διαδραματίσει έναν ρόλο στα πολιτικά
πράγματα του Βελγίου. Το κόμμα είχε αντικομμουνιστική και φασιστική πολιτική
γραμμή και συνεργαζόταν με τα κόμματα-κοιτίδες αυτής της ιδεολογίας, σε Ιταλία
και Γερμανία. Χάρη στην στήριξή τους, πολιτική και οικονομική, στις εκλογές του
1936 εξέλεξε 21 βουλευτές. Όταν ξεκίνησε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος ο
Ντεγκρέλ εισηγήθηκε στον βασιλιά του Βελγίου την τήρηση στάσης ουδετερότητας.
Όταν όμως ο Χίτλερ εισέβαλε τελικά στο Βέλγιο, η στάση αυτή του Ντεγκρέλ είχε ως
αποτέλεσμα να διαταχθεί η σύλληψή του ως υπόπτου για συνεργασία με την
Γερμανία και η μεταφορά του στη Γαλλία. Όταν οι Ναζί κατέλαβαν τη Γαλλία,
απελευθέρωσαν τον Ντεγκρέλ που γύρισε στο Βέλγιο για να οργανώσει μια
εκστρατεία υποστήριξης των Ναζί. Συγκρότησε ένα ένοπλο σώμα φιλοναζί
εθελοντών που ονομάστηκε Λεγεώνα των Βαλλόνων, των γαλλόφωνων κατοίκων του
Βελγίου. Η Λεγεώνα αυτή μπήκε κάτω από τον στρατιωτικό έλεγχο των Ναζί,
μετονομάστηκε σε Ταξιαρχία των Βαλλόνων και στάλθηκε να πολεμήσει στο
Ανατολικό Μέτωπο. Ο ίδιος ο Ντεγκρέλ τραυματίστηκε στη μάχη και αργότερα
παρασημοφορήθηκε από τον Χίτλερ για την δράση του. Η σχέση τους ήταν τέτοια
που, κατά τον ίδιο τον Ντεγκρέλ, ο Χίτλερ του είχε πει πως αν είχε γιο, θα ήθελε να
είναι σαν αυτόν. Η Λεγεώνα των Βαλλόνων πολέμησε για πρώτη φορά κοντά στην
περιοχή του Ντόνετσκ, στην Ουκρανία το 1942. Παρά τις μεγάλες απώλειές τους, η
παρουσία τους στο μέτωπο τόνωσε το γόητρο του Ντεγκρέλ και στο τέλος της
χρονιάς ο Χίμλερ δήλωσε πως οι Βαλλόνοι ανήκουν στην γερμανική φυλή. Λίγους
μήνες μετά, η Λεγεώνα μπήκε επισήμως στα SS και έγινε Μεραρχία, με το όνομα
Βαλλονική Μεραρχία-Καταιγίδα των SS. Αργότερα οι Βαλλόνοι εθελοντές
πολέμησαν στη μάχη του Κορσούν Τσερκάσι Ποκέτ χάνοντας το 70% της δύναμής
τους. Αντίστοιχη ήταν η εξέλιξη και σε μάχες που έδωσαν στην Εσθονία. Παρόλα
αυτά, για να τονωθεί το κύρος των δυνάμεων της Λεγεώνας, οι Ναζί τους έδωσαν
μηχανές σαν αυτές που είχαν τα γερμανικά στρατεύματα. Οι Βαλλόνοι βαρύνονται
και με την συμμετοχή τους στην δολοφονία 6.000 Εβραίων γυναικών που κρατούνταν
στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Στούτχοφ, τον Ιανουάριο του 1945. Στο τέλος, οι
εναπομείναντες λεγεωνάριοι προτίμησαν να παραδοθούν στις αγγλικές δυνάμεις για
να γλιτώσουν την σύλληψη από τους Σοβιετικούς. Συνολικά στο πόλεμο, κατά μία
προσέγγιση είχαν συμμετάσχει 8.000 εθελοντές στην Λεγεώνα των Βαλλόνων. Στο
ένα πέμπτο των δυνάμεων υπολογίζονται οι απώλειές τους.

Ο ίδιος ο Ντεγκρέλ διέφυγε μέσα από τις Σκανδιναβικές χώρες και κατέφυγε στην
Ισπανία, όπου τότε κυβερνούσε ο ομοϊδεάτης του φασίστας δικτάτορας Φράνκο. Ο
Φράνκο αρνήθηκε να τον παραδώσει στους νικητές του πολέμου, επικαλούμενος
λόγους υγείας του καταζητούμενου. Όμως, οι διεθνείς πιέσεις ήταν μεγάλες και ο
Φράνκο δεν μπορούσε να κρατάει άλλο στην Ευρώπη τον Ντεγκρέλ. Έτσι, τον
βοήθησε να διαφύγει στην Αργεντινή. Πίσω στο Βέλγιο ο Ντεγκρέλ καταδικάστηκε
ερήμην του για έσχατη προδοσία. Αργότερα, όμως, ο Φράνκο του προσέφερε την
ισπανική υπηκοότητα και έτσι επέστρεψε. Αρκετά χρόνια αργότερα, και αφού ο
Ντεγκρέλ δεν είχε πάψει ποτέ να δηλώνει περήφανος για το παρελθόν του, η
ισπανική δικαιοσύνη τον καταδίκασε για προσβολή των θυμάτων του
Ολοκαυτώματος, μέσω δηλώσεών του. Ο Ντεγκρέλ πέθανε το 1994, απολύτως
αμετανόητος για τη ναζιστική θηριωδία. Αυτό προκύπτει, άλλωστε, και μέσα από τις
επιστολές που, όπως αποδείχτηκε από την έρευνα για τη δίκη της Χρυσής Αυγής,
αντάλλασε με το στέλεχος της οργάνωσης, Χρήστο Παππά, όπου αμφότεροι δήλωναν
την παντοτινή στράτευση τους στους αιματοβαμμένους στόχους του
εθνοσοσιαλισμού. Ο Ντεγκρέλ υποστήριζε πως ο σκιτσογράφος Ερζέ, με τον οποίο
ήταν φίλοι, είχε εμπνευστεί από αυτόν τον γνωστό ήρωά του, Τεν Τεν, τις περιπέτειες
του οποίου ξεκίνησε να σκιτσάρει το 1929. Είναι αλήθεια πως σε κάποιες από τις
ιστορίες του Τεν Τεν υπάρχουν στοιχεία εχθρότητας και περιφρονητικής
προπαγάνδας τόσο προς τους λαούς της Αφρικής όσο και προς την Σοβιετική Ένωση.
Μάλιστα, υποστηρίζεται, και από κάποιους σημερινούς οπαδούς του Ντεγκρέλ, πως η
αφορμή για την παρουσία του σκύλου Μιλού δίπλα στον Τεν Τεν είναι μια
φωτογραφία του Χίτλερ ως στρατιώτη στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, έχοντας
δίπλα του ένα σκυλί ράτσας φοξ τεριέ, όπως απεικονιζόταν και ο Μιλού.

Στο Βέλγιο, πέρα από την Λεγεώνα των Βαλλόνων ιδρύθηκε και μία Φλαμανδική
Λεγεώνα, από ολλανδόφωνους εθελοντές που, πέρα από την στήριξη των Ναζί,
υπολόγιζαν και στην δημιουργία ενός αυτόνομου φλαμανδικού στρατού. Όταν
μεταφέρθηκαν στην Πολωνία, τα μέλη της Φλαμανδικής Λεγεώνας αρνήθηκαν να
ενσωματωθούν σε άλλα ένοπλα συγκροτήματα και τελικά ενσωματώθηκαν στις
δυνάμεις των Ολλανδών εθελοντών. Τελικά το σώμα έφτασε σε επίπεδο 1.000
ατόμων, πολεμώντας στην πολιορκία του Λένινγκραντ. Το 1943 η Λεγεώνα πήρε το
όνομα Λάνγκεμαρκ, από την περιοχή του Βελγίου στην οποία τα γερμανικά
στρατεύματα έδωσαν μια αιματηρή μάχη στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό
δυσαρέστησε τους Φλαμανδούς οι οποίοι αντί να πάρουν το εθνικό, όπως ένιωθαν,
όνομά τους, φορτώθηκαν με τον τίτλο μιας μάχης που είχε δοθεί για την κατάκτηση
της ίδιας τους της χώρας, πόσο μάλλον που οι γαλλόφωνοι βαλλόνοι Βέλγοι είχαν
κρατήσει το δικό τους όνομα στη δική τους Λεγεώνα. Παρόλαυτα, η Λεγεώνα
μεταφέρθηκε στην Ουκρανία, όπου μετά από συγκρούσεις με τον Κόκκινο Στρατό
στην περιοχή του Ζίτομιρ έχασε τα τρία τέταρτα των δυνάμεών της. Αργότερα οι
Φλαμανδοί συμμετείχαν στη Μάχη της Νάρβα στην Εσθονία. Μετά από συνεχείς
υποχωρήσεις, τελικά περικυκλώθηκαν από τους Σοβιετικούς στην περιοχή του
Μέκλενμπουργκ, στην Γερμανία.

Υπάρχουν και κάποιες άλλες ουρές αυτής της ιστορίας που μένουν ακόμα ζωντανές.
Προσφάτως αποκαλύφθηκε ότι στο Βέλγιο, αλλά και στο Ηνωμένο Βασίλειο,
υπάρχουν εν ζωή πρώην συνεργάτες των Ναζί που ακόμα λαμβάνουν χρηματικά
ποσά από το γερμανικό κράτος, ως αποτέλεσμα της τότε συνεργασίας τους με τους
κατακτητές. Οι 27 Βέλγοι είναι πρώην μέλη των SS, πολλοί από τους οποίους είχαν
καταδικαστεί για προδοσία αλλά έλαβαν, τελικώς, αμνηστία. Τα ονόματά τους δεν
είναι γνωστά στις εθνικές αρχές, αλλά μόνο στις γερμανικές πρεσβείες. Μάλιστα, τα
ποσά που λαμβάνουν από το γερμανικό κράτος ούτε κοινοποιούνται, ούτε και
φορολογούνται. Οι συντάξεις αυτές είναι το μόνο χρηματικό επίδομα που είχε δώσει
ο Χίτλερ που δεν έχει ανακληθεί από τη Διάσκεψη του Πότσνταμ του 1945. Είχε
δοθεί για να εξασφαλιστεί η "πίστη, αφοσίωση και υπακοή" των συνεργατών του
Άξονα και το διάταγμα με το οποίο θεσπίστηκε είναι ακόμα σε ισχύ. Η κυβέρνηση
του Βελγίου έχει ήδη δεχτεί να απευθυνθεί στο Βερολίνο και να ζητήσει ενημέρωση
για αυτήν την υπόθεση. Οι βουλευτές που παρενέβησαν ζήτησαν από την ηγεσία της
χώρας να "αποκαταστήσει τη φορολογική και κοινωνική δικαιοσύνη σύμφωνα με τις
ιστορικές και ηθικές δεσμεύσεις που έλαβαν οι ιδρυτές της Ευρώπης,
συμπεριλαμβανομένων της χώρας μας και της Γερμανίας".

Ενδεικτική Βιβλιογραφία:

- Böhler and Gerwarth, The Waffen-SS: A European History, Oxford University


Press, 2017
- Kenneth W. Estes, A European anabasis: western European volunteers in the
German army and SS, 1940-1945, Columbia University Press, 2008

You might also like