Professional Documents
Culture Documents
ΑΘΗΝΑΣ
12 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1944
Προσωπικό ημερολόγιο του
Ιωάννη Μεταξά.
Στην εγγραφή της 28ης
Οκτωβρίου αναφέρει:
«Νύκτα στις τρεις με
ξυπνούν… Έρχεται ο
Grazzi. – Πόλεμος! …
Αναφέρω Βασιλέα – Καλώ
Πάλαιρετ και ζητώ
βοήθειαν Αγγλίας –
Κατεβαίνω Υπουργικόν
Συμβούλιον … Φανατισμός
του λαού αφάνταστος …
Βομβαρδισμοί. Σειρήνες. …
Ο Θεός βοηθός!!»
Γενικά Αρχεία του Κράτους
– Κεντρική Υπηρεσία
Αναχώρηση για το
Μέτωπο.
Στρατιώτες στην
Πλατεία
Συντάγματος.
Η ζωή στα μετόπισθεν
Στις 29 Ιανουαρίου 1941 πεθαίνει ο Μεταξάς.
Ο βασιλιάς Γεώργιος Β διορίζει στη θέση του τον πρώην
διοικητή της Εθνικής Τράπεζας Αλέξανδρο Κορυζή ο οποίος
αυτοκτονεί στις 18 Απριλίου επιτείνοντας την κρίση στην
κορυφή του κράτους. Πρωθυπουργός θα οριστεί ο
τραπεζίτης Εμμανουήλ Τσουδερός, κρητικής καταγωγής, εν
όψει και της μεταφοράς της κυβέρνησης στην Κρήτη,
τελευταίο ελεύθερο ελληνικό έδαφος.
Στις 6 Απριλίου 1941 τέθηκε σε εφαρμογή η επιχείρηση
«Μαρίτα» η οποία οδήγησε στην κατάκτηση και υποδούλωση
της Ελλάδας στον Άξονα. Στη γερμανική επίθεση αντιστάθηκε
το Τμήμα Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας με πέντε ελληνικές
μεραρχίες, οχυρωμένες στη «γραμμή Μεταξά». Το έτερο
τμήμα του αμυνόμενου στρατού επικουρούμενο από τρεις
βρετανικές μεραρχίες παρατάχθηκε στα περάσματα της
Δυτικής Μακεδονίας.
.
Παρά την ηρωική αντίσταση και την αυτοθυσία των
υπερασπιστών των 21 οχυρών και τις σημαντικές
απώλειες των Γερμανών, η 12η Γερμανική Στρατιά
με επικεφαλής τον στρατάρχη Βίλχελμ φον Λίστ
εισέβαλε με επιτυχία στην Ελλάδα από τα αφύλακτα
ουσιαστικά ελληνο-γιουγκοσλαβικά σύνορα
υπερφαλλαγγίζοντας τη «γραμμή Μεταξά». Με
καθηλωμένο τον ελληνικό στρατό στην Αλβανία, οι
γερμανικές μονάδες ξεχύθηκαν στη θεσσαλική
πεδιάδα, ενώ οι άνδρες του βρετανικού
εκστρατευτικού σώματος υποχωρούσαν διαρκώς.
Στις 23 Απριλίου, δύο εβδομάδες μετά την εκδήλωση
της Γερμανικής Επίθεσης ο διοικητής του Γ΄ Σώματος
Στρατού – Τμήματος Στρατιάς Ηπείρου, αντιστράτηγος
Γεώργιος Τσολάκογλου, χωρίς την εξουσιοδότηση της
ελληνικής κυβέρνησης, υπέγραψε στη Θεσσαλονίκη το
οριστικό πρωτόκολλο της συνθηκολόγησης.
Την ίδια ημέρα η κυβέρνηση και ο βασιλιάς αναχώρησαν
για την Κρήτη.
ΤΑ ΚΡΥΜΜΕΝΑ ΑΓΑΛΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
Στις 27 Απριλίου τα γερμανικά στρατεύματα έφθασαν στην
Αθήνα. Τα πρώτα τμήματα υποδέχθηκαν ο στρατιωτικός
διοικητής Αττικοβοιωτίας υποστράτηγος Καβράκος, ο
νομάρχης και οι δήμαρχοι Αθήνας και Πειραιά για να
παραδώσουν την ανοχύρωτη πόλη, στην είσοδο του
καφενείου Παρθενών στους Αμπελόκηπους στη συμβολή
των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Κηφισίας.
Στην επιτροπή προβλεπόταν ως πρόεδρος
ο αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος
(πρώην μητροπολίτης Τραπεζούντας [1913-1938]),
ο οποίος αρνήθηκε όμως να παραστεί μη αντέχοντας να
συναντήσει τους εισβολείς, κάτι βέβαια που δεν πέρασε
απαρατήρητο.
Κωνσταντίνος Κουκίδης
Έλληνας Εύζωνας που είχε καθήκοντα
σκοπιάς στην Ακρόπολη των Αθηνών
την 27η Απριλίου 1941
την ημέρα που τα γερμανικά
στρατεύματα μπήκαν στην Αθήνα.
Κατά μια άλλη εκδοχή ήταν μέλος
της Ε.Ο.Ν. που εκτελούσε χρέη
φρουρού στην Ακρόπολη.
Τα στρατεύματα των Ναζί τον
διέταξαν να παραδώσει την ελληνική
σημαία και να αναρτήσει τη ναζιστική
σημαία με τη σβάστικα.
Ο Κουκίδης δεν υπάκουσε και,
μένοντας πιστός στο πόστο του,
υπέστειλε την ελληνική σημαία,
τυλίχτηκε με αυτή και πήδηξε από την
Ακρόπολη προς το θάνατό του.
Σε χώρο κάτω από την Ακρόπολη
υπάρχει σήμερα μια αφιερωματική
πλάκα σε ανάμνηση της πράξης αυτής.
τις 29 Απριλίου, στην υπό κατοχή πλέον πρωτεύουσα η πολιτική ρήξη στην κορυφή που είχε εκδηλωθεί τις τραγικές
τις 29 Απριλίου, στην υπό κατοχή πλέον πρωτεύουσα
ημέρες του Απριλίου ολοκληρώθηκε με τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας με τον κατακτητή από τον στρατηγό
η πολιτική ρήξη στην κορυφή που είχε εκδηλωθεί Ττις τραγικές ημέρες του Απριλίου
Ο Παναγιώτης
Καννελόπουλος
υποδέχεται
αντιπροσώπους για το
συνέδριο του Λιβάνου,
εκδ. Δημήτρης
Παπαδήμος.
Ταξιδιώτης
φωτογράφος. 1943-
1980, ΜΙΕΤ
Με την ίδρυση της ΠΕΕΑ αποφασίστηκε να «εκδηλωθούν» οι οργανωμένες
δυνάμεις μέσα στο στρατό υπέρ της ΠΕΕΑ με στόχο τη μεταφορά τους στην
Ελλάδα κατά την απελευθέρωση. Συγκροτήθηκε στα τέλη Μαρτίου η Επιτροπή
Εθνικής Ενότητας των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων Μέσης Ανατολής
αξιώνοντας από την κυβέρνηση να συμπράξει με την ΠΕΕΑ.
Στις 5 Απριλίου το υπουργικό συμβούλιο παραιτήθηκε περιμένοντας τις
αποφάσεις του βασιλιά αλλά και τις κινήσεις των Βρετανών. Η ελληνική
κυβέρνηση ήταν πρακτικά ανύπαρκτη ενώ οι Βρετανοί ανέλαβαν δράση. Πάνω
από 12.000 οπλίτες και αξιωματικοί κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης
στην Αίγυπτο, στη Λιβύη και στην ανατολική Αφρική ενώ δόθηκε αφορμή στους
Βρετανούς να εκκαθαρίσουν τις ένοπλες δυνάμεις από τα δημοκρατικά στοιχεία
(περίπου 9.000 στρατιώτες, ναύτες και αξιωματικοί). Εκείνη όμως ακριβώς
την περίοδο –Απρίλιος του 1944– κλονιζόταν σημαντικά ο ρόλος της Βρετανίας
στο σύνολο της πολεμικής προσπάθειας. Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση, ο
Τσόρτσιλ θα έριχνε όλο το βάρος του για να πετύχει πλέον καθαρά πολιτικά
και όχι στρατιωτικά αποτελέσματα.
Στο Κάιρο είχε έρθει η ώρα του Γεωργίου Παπανδρέου, που ανέλαβε στις 25
Απριλίου να σχηματίσει νέα κυβέρνηση. Στις 17 Μαΐου άρχιζε στο ξενοδοχείο
Grand Hotel du Bois de Boulogne, έξω από τη Βηρυτό, το Συνέδριο του
Λιβάνου. Στις εργασίες του συμμετείχαν ο Γ. Παπανδρέου, πρωθυπουργός της
εξόριστης κυβέρνησης, οι Σ. Βενιζέλος, Γ. Εξηντάρης, Κ. Ρέντης και Γ.
Βασιλειάδης εκ μέρους του Κόμματος των Φιλελευθέρων, ο Δ. Λόντος εκ
μέρους του Λαϊκού Κόμματος, ο Σ. Θεοτόκης εκ μέρους του Εθνικού Λαϊκού
Κόμματος, ο Γ. Σακκαλής εκ μέρους του Προοδευτικού Κόμματος, ο Α.
Μυλωνάς εκ μέρους του Αγροτικού Δημοκρατικού Κόμματος, ο Ι.
Σοφιανόπουλος εκ μέρους της Ενώσεως Αριστερών (του «αριστερού»
Αγροτικού Κόμματος), ο Π. Κανελλόπουλος εκ μέρους του Εθνικού Ενωτικού
Κόμματος, ο Φ. Δραγούμης, ανεξάρτητος, οι Κ. Πυρομάγλου, Σ. Μεταξάς και
Α. Μεταξάς, εκπρόσωποι του ΕΔΕΣ, ο Γ. Καρτάλης της ΕΚΚΑ και οι Κ.
Βεντήρης και Α. Σταθάτος εκπροσωπώντας τις «Εθνικές Δυναμικές
Οργανώσεις Αθηνών». Την ΠΕΕΑ εκπροσωπούσε ο πρόεδρός της Α. Σβώλος
και οι Α. Αγγελόπουλος και Ν. Ασκούτσης, το ΕΑΜ ο Μ. Πορφυρογένης και
Δ. Στρατής και το ΚΚΕ ο Π. Ρούσσος.
Η κυβέρνηση
Παπανδρέου που
σχηματίστηκε μετά το
συνέδριο του Λιβάνου
χωρίς τη συμμετοχή των
ΕΑΜ-ΚΚΕ-ΠΕΕΑ, εκδ.
Δημήτρης Παπαδήμος.
Ταξιδιώτης
φωτογράφος. 1943-
1980, ΜΙΕΤ
Οι σχέσεις των δύο πλευρών οδηγούνταν σε όξυνση καθώς η κάθε μια από τη
μεριά της θα κατηγορούσε την άλλη για αθέτηση των συμφωνηθέντων στο
Λίβανο. Μετά από διελκυστίνδα ενός μήνα για το αν θα παρέμενε
πρωθυπουργός ο Γεώργιος Παπανδρέου και τη δυναμική παρέμβαση του
Τσόρτσιλ προς διάσωσή του, το ΕΑΜ, το ΚΚΕ και η ΠΕΕΑ θα υποχωρούσαν
και σε αυτό το σημείο και στις 2 Σεπτεμβρίου οι αντιπρόσωποί τους θα
ορκίζονταν στο Κάιρο υπουργοί της κυβέρνησης Εθνικής Ενώσεως. Αυτοί ήταν
οι Αλέξανδρος Σβώλος (υπουργός Οικονομικών), Ηλίας Τσιριμώκος (υπουργός
Εθνικής Οικονομίας), Άγγελος Αγγελόπουλος (υφυπουργός Οικονομικών),
Νίκος Ασκούτσης (υπουργός Συγκοινωνίας), Γιάννης Ζέβγος (υπουργός
Γεωργίας) και Μιλτιάδης Πορφυρογένης (υπουργός Εργασίας).
Με τη συμμετοχή των υπουργών της Αριστεράς, η κυβέρνηση ανήγγειλε την
«πλήρη Εθνική Ένωση». Με διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό
επιβεβαιωνόταν ότι το πολιτικό πρόγραμμα της κυβέρνησης ήταν το
«Εθνικόν Συμβόλαιον του Λιβάνου» με σκοπούς την εθνική απελευθέρωση
και την αποκατάσταση και λαϊκή κυριαρχία. Καταγγέλθηκε η ύπαρξη των
Ταγμάτων Ασφαλείας ως έγκλημα κατά της πατρίδας και επαγγέλθηκαν
σκληρές κυρώσεις κατά των προδοτών. Η κυβέρνηση που αντιπροσώπευε το
«σύνολον του Ελληνικού Λαού» προσδοκούσε συμμόρφωση προς τις εντολές
της για τήρηση της τάξης κατά την απελευθέρωση.
Η ελληνική κυβέρνηση αναχώρησε από το Κάιρο για την Ιταλία στις 8
Σεπτεμβρίου 1944. Η νέα της έδρα ήταν το μικρό χωριό Κάβα ντέι Τιρένι
κοντά στο Σαλέρνο. Ο μόνος αντιπρόσωπος ξένης κυβέρνησης ήταν ο
πρέσβης της Βρετανίας Λίπερ.
Ο Γεώργιος
Παπανδρέου με
τον Άγγελο
Αγγελόπουλο και
τον Αλέξανδρο
Σβώλο, μέλη της
κυβέρνησης
προερχόμενα από
την ΠΕΕΑ, στην
Καζέρτα, ΕΛΙΑ-
ΜΙΕΤ
Τα γερμανικά στρατεύματα άρχισαν την υποχώρησή τους από την Ελλάδα με
κατεύθυνση προς βορρά το Σεπτέμβριο 1944. Η προέλαση του Κόκκινου
Στρατού και η είσοδός του στα Βαλκάνια σε συνδυασμό με τη συμμαχική
απόβαση στη Νορμανδία και την επιτυχημένη πορεία των συμμαχικών
στρατευμάτων στην ιταλική χερσόνησο απειλούσαν να περισφίξουν σε κλοιό
τα γερμανικά στρατεύματα στα Βαλκάνια και έφερναν τον πόλεμο στις πύλες
της Γερμανίας.
Σκληρές μάχες δόθηκαν το Σεπτέμβριο του 1944 στην Πελοπόννησο με τα
Τάγματα Ασφαλείας που αρνήθηκαν να παραδοθούν σύμφωνα με τις διαταγές
της κυβέρνησης και των Συμμάχων.
Το τελευταίο τμήμα που εγκατέλειψε την Αθήνα, καταστράφηκε
ολοκληρωτικά την επόμενη ημέρα, 13 Οκτωβρίου, στο Κακοσάλεσι από τον
ΕΛΑΣ. Και τον Οκτώβριο οι Γερμανοί πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος
καταγράφοντας σχεδόν 700 νεκρούς πριν εγκαταλείψουν τη χώρα.
Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
12 Οκτωβρίου 1944, ημέρα
Πέμπτη.
Ύστερα από 1264 μέρες
Κατοχής η Αθήνα είναι και
πάλι ελεύθερη. Οι Γερμανοί
υποστέλλουν τη σημαία τους
από την Ακρόπολη στις
9:45 το πρωί της
12ης Οκτωβρίου ενώ την
ίδια στιγμή τμήμα του
γερμανικού στρατού
καταθέτει στεφάνι στο
μνημείο του Άγνωστου
Στρατιώτη.
▪ Τη 12η Οκτωβρίου κυριαρχούν οι
αυθόρμητες εκδηλώσεις του αθηναϊκού λαού
για την απελευθέρωση της πόλης. Σε όλη
τη διάρκεια των πανηγυρισμών επικρατεί
απόλυτη τάξη σε αντίθεση με ότι συνέβη σε
πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
▪ Διασκεδάζοντας τους φόβους των
πολιτικών του αντιπάλων για «λουτρό
αίματος» και παρά τη διάχυτη επιθυμία για
εκδίκηση απέναντι στους συνεργάτες των
κατακτητών η ηγεσία του ΕΑΜ τήρησε τις
υποχρεώσεις της απέναντι στην κυβέρνηση
Εθνικής Ενότητας τιθασεύοντας τη μεγάλη
δύναμή του κινήματος.
Η απελευθέρωση της Ελλάδας έθετε στο επίκεντρο το ζήτημα της
δομής της μεταπολεμικής εξουσίας. Η Αντίσταση κατά των αρχών
κατοχής είχε αναδείξει νέες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις οι
οποίες με προεξάρχον το ΕΑΜ ασκούσαν εξουσία σε εκτεταμένες
περιοχές της ορεινής Ελλάδας. Επιπρόσθετα, διέθεταν αξιόμαχο
στρατό, τον ΕΛΑΣ, το δεύτερο μεγαλύτερο αντάρτικο στρατό στην
Ευρώπη, ο οποίος είχε επιδείξει σημαντικές επιτυχίες εναντίον των
στρατευμάτων Κατοχής. Το ΕΑΜ, λαμβάνοντας υπόψη του τη διεθνή
συγκυρία, παράλληλα με τη δημιουργία της Κυβέρνησης του Βουνού
υπέγραψε το Εθνικό Συμβόλαιο του Λιβάνου (20 Μαΐου 1944),
προσχώρησε στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον Γ.
Παπανδρέου (2 Σεπτεμβρίου 1944) και στην Καζέρτα συμφώνησε στην
υπαγωγή των αντάρτικων δυνάμεων στη συμμαχική διοίκηση (26
Σεπτεμβρίου 1944).
Ο παλαιός πολιτικός κόσμος, συσπειρωμένος γύρω από την
εξόριστη ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου σχεδίαζε την επιστροφή
του στην πολιτική σκηνή. Μία επιστροφή η οποία θα στηρίζονταν
στη βρετανική διπλωματία και στα βρετανικά όπλα. Η
επιχείρηση ΜΑΝΝΑ προέβλεπε την απόβαση βρετανικών
στρατευμάτων στην Ελλάδα αμέσως μετά την υποχώρηση των
Γερμανών με επίκληση την «τήρηση του νόμου και της τάξης»
αλλά κατ’ ουσία για την εξασφάλιση του πολιτικού ελέγχου.
Στη χώρα παρέμεναν και τα Τάγματα Ασφαλείας, στρατιωτικά
σώματα τα οποία οργανώθηκαν από τις δοσιλογικές κυβερνήσεις
και εξοπλίστηκαν από τους Γερμανούς και τα οποία
επανειλημμένως είχαν καταδικάσει η εξόριστη ελληνική
κυβέρνηση και οι Βρετανοί.
Οι τελευταίες ημέρες της Κατοχής δεν
ήταν αναίμακτες. Με στοχευμένες
επιθέσεις δύο μέρες πριν την υποχώρησή
τους Γερμανοί και Τάγματα Ασφαλείας
εκτέλεσαν 47 άτομα και πυρπόλησαν 400
σπίτια στο Κορωπί, στο δρόμο προς την
πρωτεύουσα από τα ανατολικά παράλια της
Αττικής, από όπου οι Βρετανοί
προωθούσαν οπλισμό στον Στρατιωτικό
Διοικητή Αττικής Π. Σπηλιωτόπουλο για
την ενίσχυση της Αστυνομίας και της
Χωροφυλακής αλλά και των
αντικομμουνιστικών οργανώσεων, όπως η
Χ. Την παραμονή της Απελευθέρωσης
Γερμανοί επιτέθηκαν στην προσφυγική
Καισαριανή, προπύργιο του ΕΑΜ,
δολοφονώντας με απαγχονισμό τους
αγωνιστές που συνέλαβαν..
Σκοπευτήριο Καισαριανής.
Κατάθεση στεφάνου από τον
στρατιωτικό διοικητή του
ΕΛΑΣ, στρατηγό Στέφανο
Σαράφη, στη μνήμη των
εκτελεσμένων αντιστασιακών
από τις δυνάμεις Κατοχής.
Κατά τη διάρκεια της
Κατοχής εκτελέστηκαν στο
Σκοπευτήριο της Καισαριανής
645 αντιστασιακοί.
Γενικά Αρχεία του Κράτους –
Κεντρική Υπηρεσία – Βασίλης
Τσακιράκης.
Διαδηλώση ΕΔΕΣ
στην Αθήνα τις
μέρες της
Απελευθέρωσης
με πλακάτ υπέρ
Πλαστήρα και
Ζέρβα,
εκδ. Δημήτρης
Παπαδήμος.
Ταξιδιώτης
φωτογράφος.
1943-1980,
ΜΙΕΤ
Πλακάτ του ΕΑΜ
που προβάλει το
αίτημα για την
τιμωρία όσων
συνεργάστηκαν με
τους κατακτητές,
Γενικά Αρχεία
του Κράτους –
Κεντρική
Υπηρεσία –
Βασίλης
Τσακιράκης
Η επίσημη άφιξη της
Ελληνικής
Κυβέρνησης υπό τον
Γ. Παπανδρέου, στην
οποία το ΕΑΜ
συμμετείχε με έξι
υπουργούς, έγινε το
πρωί της Τετάρτης
18 Οκτωβρίου
1944.
Στην υποδοχή της
βρέθηκε το σύνολο
του αθηναϊκού λαού
και τα μέλη της
κυβέρνησης με
επικεφαλής τον
Γεώργιο Παπανδρέου
έγιναν δεκτά με
επευφημίες και
ενθουσιασμό.
«Ποτέ δεν είχα δει την πλατεία σε τέτοιο σημείο πλημυρισμένη από λαό. Το
δάσος οι σημαίες κι οι πινακίδες συνθέτανε μιαν εικόνα παρδαλή και ζωηρή,
πολύ αλλιώτικη από το θέαμα των παλαιών αθηναϊκών συλλαλητηρίων, όπου
έβλεπε κανείς μονάχα ένα γκρίζο πλήθος», γράφει στο ημερολόγιό του ο
Θεοτοκάς.
Την ατμόσφαιρα της συγκέντρωσης περιγράφει γλαφυρά ο Θεμιστοκλής
Τσάτσος αυτόπτης μάρτυς και Υπουργός Δικαιοσύνης τότε «…Η ερυθρά
σημαία και τα λάβαρα με το σφυροδρέπανον εκυριάρχουν από άκρου εις
άκρον. Ο Εθνικός ύμνος η εν οιονδήποτε Εθνικό άσμα δεν ηκούοντο. Μόνον
η «Λαοκρατία». Θέσις δια μιαν έστω εθνικήν οργάνωσιν εις την Πλατείαν
του Συντάγματος δεν υπήρχε. Μόνον Εαμικές οργανώσεις ηδυνήθησαν να
καταλάβουν θέσιν επί της πλατείας. Γύρω γύρω μόνον, όπου είχον μαζευτεί
όσοι δεν ενθουσιάζοντο ανά τετράδας ηκούετο η φωνή «Μεγάλη
Ελλάδα»!». (Θ. Τσάτσος Αι παραμοναί της Απελευθερώσεως (1944),
Αθήνα: Ίκαρος 1973).
Στο λόγο του ο πρωθυπουργός επισήμανε την αναγκαιότητα διατήρησης της
Εθνικής Ενότητας έως τη διεξαγωγή των εκλογών, την εθνική ολοκλήρωση
και την ανασύνταξη των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας.
Παράλληλα επιβεβαίωσε με έμφαση την απόφαση να τιμωρηθούν οι προδότες
της πατρίδας και οι εκμεταλλευτές της δυστυχίας του λαού διαβεβαιώνοντας
ότι «Η Εθνική Νέμεσις θα είναι αδυσώπητος». Απευθυνόμενος σε ένα κοινό
το οποίο συνεχώς τον διέκοπτε με τα συνθήματα «Λαοκρατία» και «Εθνική
Νέμεση», δε δίστασε να εκφωνήσει εκτός κειμένου την περίφημη φράση
«πιστεύομεν εις την Λαοκρατίαν».
«Ένας νέος κόσμος θα υψωθεί από τα ερείπια» υποσχέθηκε ο Παπανδρέου στο
Λόγο της Απελευθέρωσης. Αντί όμως να ξημερώσει ένας «νέος κόσμος» τον
οποίο οραματίστηκαν και για τον οποίο αγωνίστηκαν όλοι όσοι αντιστάθηκαν
στους κατακτητές και τους συνεργάτες τους, αυτό που περίμενε τον ελληνικό
λαό ήταν νέα ερείπια.
Η Απελευθέρωση εύρισκε την Ελλάδα οικονομικά κατεστραμμένη και πολιτικά
διχασμένη. Παρόλο που οι ανθρώπινες απώλειες και οι υλικές ζημιές που
υπέστη η Ελλάδα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν έχουν επιβεβαιωθεί με
ικανοποιητική ακρίβεια, εκθέσεις ελληνικών κρατικών φορέων και διεθνών
οργανισμών που συντάχθηκαν αμέσως μετά το τέλος του πολέμου καταγράφουν
βαριές καταστροφές. Η Ελλάδα απώλεσε περίπου το 10% του συνολικού
πληθυσμού της (που τότε ανέρχονταν σε 7,3 εκατομμύρια) εξαιτίας της πείνας,
των κακουχιών, των βομβαρδισμών, των πολεμικών συγκρούσεων και των
εκτελέσεων ενώ 880.000 έμειναν ανάπηροι χωρίς να μπορούν να εργαστούν
(έκθεση Αθ. Σμπαρούνη).
Οι Ισραηλιτικές Κοινότητες της Ελλάδας αποδεκατίστηκαν, καθώς η
πλειοψηφία των μελών τους δολοφονήθηκε στα στρατόπεδα θανάτου. Οι
απώλειες έφτασαν το 87% του προπολεμικού εβραϊκού πληθυσμού της
Ελλάδος, από τα υψηλότερα ποσοστά της Ευρώπης.
Σε εφαρμογή της πολιτικής των τυφλών αντιποίνων και της «συλλογικής
ευθύνης» του άμαχου πληθυσμού οι κατακτητές έκαψαν 1.170 χωριά, τα
περισσότερα στην Ήπειρο. Η αγροτική και η βιομηχανική παραγωγή γνώρισαν
δραματική πτώση. Ολική ήταν η καταστροφή του σιδηροδρομικού και οδικού
δικτύου, του Ισθμού της Κορίνθου, των εγκαταστάσεων του πλήρως
εκσυγχρονισμένου λιμανιού του Πειραιά και των αεροδρομίων. Το 75% του
εμπορικού στόλου που προπολεμικά ήταν ο ένατος μεγαλύτερος σε
χωρητικότητα, και το ¼ των οικοδομών, περίπου 1.500.000 σπίτια,
καταστράφηκαν. Ατελείωτος ο κατάλογος με τις καταστροφές στο
τηλεπικοινωνιακό δίκτυο, στις βιομηχανίες, στις επιχειρήσεις, στις υποδομές
που εξαρθρώθηκαν (Έκθεση Κ. Α. Δοξιάδη για Υπουργείο Δημοσίων Έργων,
1946).
Οι βδομάδες που ακολούθησαν την Απελευθέρωση κύλισαν μέσα σε μια διαρκή
αναζήτηση πολιτικών ισορροπιών και ένα κλίμα πόλωσης που τροφοδοτούνταν
από το διχασμό στη βάση της ελληνικής κοινωνίας, φανερό ήδη από το
τελευταίο έτος της Κατοχής. Η αποστράτευση των αντάρτικων σωμάτων και η
συγκρότηση του νέου ελληνικού στρατού αποτέλεσε το βασικότερο σημείο
τριβής ανάμεσα στις πολιτικές παρατάξεις. Η διαφωνία του ΕΑΜ ως προς το
ζήτημα του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ οδήγησε στην παραίτηση των υπουργών του
από την κυβέρνηση. Το ΕΑΜικό συλλαλητήριο την επόμενη της παραίτησης στις
3 Δεκεμβρίου 1944, χτυπήθηκε από την αστυνομία και οι δυνάμεις του ΕΑΜ
προχώρησαν σε επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα και σε θύλακες κυβερνητικών
δυνάμεων στου Γουδή και στου Μακρυγιάννη. Με την εμπλοκή των Βρετανών
στο πλευρό των κυβερνητικών δυνάμεων η σύγκρουση γενικεύτηκε. Για 33
ημέρες στην Αθήνα διεξήχθησαν σφοδρές συγκρούσεις, τα Δεκεμβριανά, οι
οποίες κατέληξαν σε στρατιωτική ήττα του ΕΛΑΣ και υποχώρηση των
δυνάμεών του από την Αττική.
Πολιτικό επιστέγασμα της δεκεμβριανής σύγκρουσης αποτέλεσε η Συμφωνία
της Βάρκιζας η οποία παρά τις ελπίδες που γέννησε για ομαλοποίηση της
πολιτικής ζωής αποτέλεσε εν τέλει το προοίμιο ενός αιματηρού εμφυλίου
πολέμου που συγκλόνισε τη χώρα για τρεισήμισι χρόνια.
Ματαρόα", το θρυλικό ταξίδι...
22 Δεκεμβρίου 1945, ξημερώματα, διακόσιοι 'Ελληνες, νέοι επιστήμονες και καλλιτέχνες,
άφηναν πίσω τους την Ελλάδα -που σιγά σιγά έμπαινε στην περιπέτεια του εμφυλίου- κι
έφευγαν για το Παρίσι, υπότροφοι του Γαλλικού Ινστιτούτου.