You are on page 1of 31

Business Law

Lecture 12

Δρ Οδυσσέας Κοψιδάς
Νομικός - Οικονομολόγος
Αστικό Δίκαιο

• Έννοια του δικαίου


• Διαίρεση του δικαίου-γενικές αρχές
• Πηγές του δικαίου
• Νόμος, Έθιμο, Χρονική έκταση και ερμηνεία των κανόνων δικαίου
• Υποκείμενα δικαίου
• Περί φυσικών και νομικών προσώπων
• Περί του δικαιώματος
• Περί δικαιοπραξιών
• Περί αντιπροσωπεύσεως
• Περί παραγραφής και αποσβεστικής προθεσμίας
• Περί της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών
Δικαίωμα

• Ο όρος δικαίωμα αναφέρεται γενικά είτε σε ηθικό


δικαίωμα, το οποίο θεμελιώνεται σε ηθικές αρχές,
είτε σε νομικό δικαίωμα, το οποίο κατοχυρώνεται
από το νόμο.
• Τα νομικά δικαιώματα είναι εξουσίες (και
ελευθερίες) οι οποίες παρέχονται από το δίκαιο εις
τα πρόσωπα προς επιδίωξη και πραγματοποίηση
διαφόρων βιοτικών τους συμφερόντων και
επιβάλλονται (προστατεύονται) από το νόμο δια
κυρώσεων.
Αρνητικά και θετικά δικαιώματα

• Σύμφωνα με τη διάκριση σε αρνητικά και θετικά δικαιώματα, θετικά


είναι αυτά που επιτρέπουν ή κάνουν υποχρεωτική κάποια πράξη,
ενώ αρνητικά είναι αυτά που επιτρέπουν ή κάνουν υποχρεωτική την
αποχή από κάποια πράξη. Σημειώνεται ότι να επιτρέπεται κάποια
πράξη ή να επιτρέπεται αποχή από κάποια πράξη ισοδυναμεί με
δικαίωμα ελεύθερης επιλογής (πράξης ή αποχής από πράξη
αντίστοιχα). Ενώ η υποχρεωτική αποχή από κάποια πράξη
ισοδυναμεί φυσικά με απαγόρευση της.
• Για παράδειγμα, το αρνητικό δικαίωμα στη ζωή αναφέρεται σε
απαγόρευση αφαίρεσης της ζωής οποιουδήποτε προσώπου (πχ ως
προς το κράτος απαγορεύει την θανατική ποινή). Ενώ το θετικό
δικαίωμα στη ζωή αναφέρεται σε ενέργειες παροχής προστασίας της
ζωής κάποιου προσώπου.
Αστικό δικαίωμα

• Δικαίωμα (right) λέγεται η υπό του Δικαίου παρεχόμενη σε πρόσωπο εξουσία προς
προστασία του έννομου συμφέροντός του. Την εξουσία αυτή του προσώπου που
αναγνωρίζει ο νόμος, απορρέει, επιβάλλεται, προστατεύεται και επανορθώνεται (σε
περίπτωση προσβολής του) από τον ίδιο τον νόμο.
Αντίστοιχη έννοια του δικαιώματος, από τρίτους, είναι η "υποχρέωση" είτε πάντων προς
αποχή ενέργειας που μπορεί να προσβάλει το "δικαίωμα" όπως σε εμπράγματα δικαιώματα,
είτε ορισμένων προσώπων σε πράξεις ή παραλήψεις επί ενοχικών δικαιωμάτων.
• Συνεπώς τα παρεχόμενα υπό του Νόμου δικαιώματα επιβάλουν ταυτόχρονα και τις
υποχρεώσεις.
• Δικαιώματα όμως και υποχρεώσεις δημιουργούνται επίσης και στις ιδιωτικές συμφωνίες
(συμβάσεις) μεταξύ προσώπων. Το ότι αυτά έχουν ως πηγή, ιδιωτική συμφωνία και όχι Νόμο
δεν σημαίνει πως ο σεβασμός, αφενός, προς το δικαίωμα και αφετέρου η εκτέλεση της
υποχρέωσης εξαρτώνται μόνο από τη "καλή θέληση" των μερών της σύμβασης. Γι΄ αυτό και
το Δίκαιο θεωρεί την ιδιωτική αυτή συμφωνία Νόμο.
• Συνεπώς πηγή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων δεν είναι μόνο ο Νόμος αλλά και η ιδιωτική
συμφωνία (σύμβαση) που αποτελεί εσαεί ιδιωτικό νόμο. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις
συνθέτουν τις έννομες σχέσεις μεταξύ προσώπων.
Δικαιοπραξία

• Δικαιοπραξία, λοιπόν, είναι η σύμφωνη με το νόμο δήλωση


βουλήσεως ενός προσώπου με στόχο την παραγωγή
συγκεκριμένου εννόμου αποτελέσματος (π.χ. γάμος,
πώληση, αγορά, κλπ.).
• Οι δικαιοπραξίες, σε αντίθεση με τις αδικοπραξίες,
θεωρούνται θεμιτές από το Δίκαιο, ενώ υπάρχουν πολλοί
διαφορετικοί τύποι δικαιοπραξιών.
• Κύρια στοιχεία είναι πάντοτε η ύπαρξη ικανότητας
δικαιοπραξίας, η ελεύθερη βούληση και η δήλωσή της, η
συμφωνία δήλωσης-βούλησης, το νόμιμο περιεχόμενο και
η ύπαρξη του κατάλληλου τύπου που ορίζει ο νόμος.
Αντιπροσώπευση

• Η αντιπροσώπευση είναι βασική αρχή στις σύγχρονες δημοκρατίες. Στις


σημερινές πολιτικές κοινωνίες κάθε ανάληψη συλλογικής δράσης συνδέεται
με μορφές αντιπροσώπευσης. Είτε πρόκειται για συνδικάτα, ομάδες πίεσης
και πολιτικά κόμματα, είτε ακόμα για θεωρούμενες ριζοσπαστικές μορφές
δράσης, όπως τα κοινωνικά κινήματα, η αντιπροσώπευση εμφανίζεται ως
απαραίτητη.
• Το ίδιο ισχύει και με τις μαθητικές κοινότητες. Οι μαθητές εκλέγουν
αντιπροσώπους για τα μαθητικά συμβούλια, όπως ισχύει σε κάθε
δημοκρατική εκλογή.
• Η εμβάθυνση του προβληματισμού γύρω από τον θεσμό των μαθητικών
κοινοτήτων συμπλέει με τον προβληματισμό για την αρχή της
αντιπροσώπευσης. Στην κατεύθυνση αυτή, καταγράφουμε εδώ μια κλασική
τυπολογία για τα είδη της αντιπροσώπευσης και για τα συνακόλουθα
κριτήρια επιλογής των αντιπροσώπων και του ελέγχου της δράσης τους.
Γενικά

• Ενοχικό Δίκαιο είναι ο κλάδος του αστικού


δικαίου που ρυθμίζει τις ενοχικές σχέσεις.
• Το ενοχικό δίκαιο αποτελεί το δεύτερο βιβλίο
του αστικού κώδικα, το οποίο διαιρείται σε
δύο μέρη, το Γενικό Ενοχικό Δίκαιο και το
Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο και περιλαμβάνει 660
άρθρα, από το 287 άρθρο έως και το 946
άρθρο του αστικού κώδικα.
Ενοχικό Δίκαιο

• Το ενοχικό δίκαιο, που είναι κατά κύριο λόγο το δίκαιο των


συμβάσεων, έχει μεγάλη σημασία στις συναλλαγές, αφού στον
οικονομικό τομέα καταρτίζονται καθημερινά χιλιάδες συμβάσεων,
από τις απλές καθημερινές συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ
ιδιωτών μέχρι τις πολύπλοκες και λεπτομερείς συμβάσεις που
συνάπτονται μεταξύ επιχειρηματικών μονάδων.
• Για αυτό λέγεται συνήθως ότι το ενοχικό δίκαιο αναπτύσσεται και
εξελίσσεται κυρίως σε κοινωνίες όπου επικρατεί το σύστημα της
ελεύθερης οικονομίας της αγοράς.
• Το πρόσωπο πρέπει δηλαδή καταρχάς να εξουσιάζει τουλάχιστον
ένα minimum υλικών και άυλων αγαθών για να μπορεί κατόπιν να
τα διαθέτει ελεύθερα.
Ενοχικό Δίκαιο

• Η έννοια της ενοχικής σχέσης είναι ευρύτερη από την έννοια της
ενοχής.
• Και τούτο διότι από την ενοχική σχέση, η οποία δημιουργείται είτε με
σύμβαση, δηλαδή με συμφωνία μεταξύ οφειλέτη και δανειστή, είτε
απευθείας από το νόμο, όταν πρόκειται δηλαδή για αδικοπραξίες ή
αδικαιολόγητο πλουτισμό, απορρέουν περισσότερες ενοχές,
περισσότερες δηλαδή υποχρεώσεις σε βάρος του οφειλέτη.
• Αυτό συμβαίνει κυρίως στις συμβάσεις. Έτσι π.χ. στην πώληση ο
πωλητής εκτός από την κύρια υποχρέωσή του να παραδώσει το
πράγμα στον αγοραστή έχει και άλλες δευτερεύουσες υποχρεώσεις,
όπως να δώσει πληροφορίες για το πράγμα, να φροντίσει για τη
φύλαξη, τη συσκευασία, και την αποστολή του πράγματος.
Οι Θεμελιώδεις Αρχές που διέπουν το Ενοχικό Δίκαιο

• Η αρχή της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης


• Η αρχή της καλής πίστης
• Η αρχή της ευθύνης
• Η αρχή της εύνοιας προς τον οφειλέτη
Εμπράγματο Δίκαιο

• Το Εμπράγματο Δίκαιο ορίζεται στο τρίτο


βιβλίο του Αστικού Κώδικα και χωρίζεται σε 11
κεφάλαια από το άρθρο 947 μέχρι και το
άρθρο 1345.
• Αντικείμενο του είναι τα δικαιώματα επί
πραγμάτων δηλαδή η κυριότητα, οι δουλείες,
το ενέχυρο και η υποθήκη, το περιεχόμενό
τους, ο τρόπος σύστασής και μεταβίβασή τους
καθώς και ο τρόπος προστασίας τους.
Εμπράγματο Δίκαιο

• Όταν στο Δίκαιο αναφερόμαστε σε ένα πράγμα,


εννοούμε κάθε απρόσωπο αντικείμενο που μπορεί ένας
άνθρωπος να εξουσιάσει. Αυτό μπορεί να είναι είτε
ενσώματο (κινητό ή ακίνητο) είτε φυσικές δυνάμεις και
ενέργειες (π.χ. ηλεκτρικό ρεύμα, θερμότητα) αρκεί να
περιορίζονται από την εξουσίαση του ανθρώπου.
• Ακίνητα πράγματα είναι τα αυτοτελή κομμάτια εδάφους
(π.χ. οικόπεδα) και τα συστατικά τους μέρη (π.χ. σπίτια).
Κινητά πράγματα είναι όσα δεν είναι ακίνητα.
Εμπράγματα δικαιώματα είναι εκείνα τα δικαιώματα που προσφέρουν σε ένα
πρόσωπο άμεση εξουσία εναντίον όλων (erga omnes) πάνω σε ένα πράγμα. Αυτά
είναι:

• Κυριότητα
• Δουλεία
• Ενέχυρο
• Υποθήκη
Κυριότητα

• Στην νομική επιστήμη ως κυριότητα ορίζεται η άμεση και


απόλυτη εξουσία ενός προσώπου πάνω σε ένα πράγμα, η
οποία όμως πρέπει να στηρίζεται σε πραγματικό δικαίωμα και
να αναγνωρίζεται από το νόμο. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι
βασικές για να μη μπερδεύει κανείς την κυριότητα με τη νομή
και την κατοχή.
• Η νομή είναι η φυσική εξουσία ενός προσώπου πάνω σε ένα
πράγμα, με τη θέληση να το έχει δικό του (διάνοια κυρίου,
κατά τη νομική ορολογία). Η θέληση αυτή δε στηρίζεται πάντα
σε πραγματικό δικαίωμα. Η κατοχή από την άλλη είναι απλά η
φυσική εξουσία πάνω σε ένα πράγμα και δε συνδέεται με
κάποιο δικαίωμα.
Δουλείες

• Όλες οι δουλείες εκτός από την επικαρπία έχουν αντικείμενο


μόνο ακίνητα και διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:
• α. Πραγματική δουλεία έχουμε όταν αποκτάται εμπράγματο
δικαίωμα πάνω σε ένα ακίνητο (δουλεύον) υπέρ του εκάστοτε
κυρίου άλλου ακινήτου (δεσπόζον ακίνητο), προκειμένου να του
παρέχει κάποιο όφελος. Π.χ. δουλεία μη παρεμπόδισης της θέας
του δεσπόζοντος, όπου ο κύριος του δουλεύοντος ακινήτου
υποχρεούται να μην εμποδίζει τη θέα του δεσπόζοντος ακινήτου.
Άλλες πραγματικές δουλείες είναι η δουλεία μη ανέγερσης, η
δουλεία υπονόμου, η δουλεία οδού, κ.α.
• β. Προσωπικές δουλείες είναι η επικαρπία και η οίκηση.
Ενέχυρο

• Το ενέχυρο είναι το εμπράγματο δικαίωμα που συστήνεται πάνω


σε πράγμα, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι ο δανειστής θα
μπορεί να ικανοποιήσει προνομιακά τις απαιτήσεις του από
αυτό. Αντικείμενο ενεχύρου μπορεί να είναι μόνο κινητό πράγμα
που μπορεί να εκποιηθεί, ενώ το ενέχυρο μπορεί να συσταθεί
είτε από το νόμο (νόμιμο) είτε με σύμβαση (συμβατικό). 
• Σε αντίθεση με την υποθήκη που το πράγμα μένει στην κατοχή και
χρήση του οφειλέτη, για να συσταθεί νόμιμα το ενέχυρο
απαιτείται παράδοση του πράγματος στον δανειστή.
• Προβλήματα μπορεί να προκύψουν με την εγκυρότητα του
ενεχύρου και τα δικαιώματα ενεχυρούχου δανειστή και
ενεχυρικού οφειλέτη.
Υποθήκη

• Ο θεσμός της υποθήκης εμφανίζει μεγάλο ενδιαφέρον ιδιαίτερα στις


σχέσεις μεταξύ ιδιωτών και τραπεζών. Υποθήκη είναι το εμπράγματο
δικαίωμα που συστήνεται πάνω σε ακίνητο με συμβολαιογραφικό
έγγραφο το οποίο μεταγράφεται στο Υποθηκοφυλακείο ή το
Κτηματολογικό γραφείο της έδρας του ακινήτου, προκειμένου να
εξασφαλιστεί ότι ο δανειστής θα μπορεί να ικανοποιήσει
προνομιακά τις απαιτήσεις του από το πράγμα.
• Αντικείμενο υποθήκης μπορεί να είναι μόνο ακίνητο που μπορεί να
πουληθεί ή το δικαίωμα επικαρπίας του, ενώ για την απόκτηση
υποθήκης πρέπει να υπάρχει χρηματική (ή αποτιμητή σε χρήμα)
απαίτηση, τίτλος που να χορηγεί το δικαίωμα και εγγραφή στο βιβλίο
υποθηκών. Με μεγάλη συχνότητα συναντάται στην αγορά και ο
θεσμός της προσημείωσης υποθήκης.
Προστασία καταναλωτή

• Ως προστασία του καταναλωτή (Eng:Consumer protection) ορίζουμε το σύνολο


των νόμων και οργανισμών που σκοπό έχουν να διασφαλίσουν τα δικαιώματα των
καταναλωτών, καθώς και τις δίκαιες εμπορικές συναλλαγές, την
ανταγωνιστικότητα, και την αξιοπιστία των πληροφοριών στο χώρο της αγοράς.

• Οι νόμοι είναι σχεδιασμένοι ώστε να καταπολεμήσουν τις απάτες στις εμπορικές


συναλλαγές και τις άδικες πρακτικές για την απόκτηση πλεονεκτημάτων στην
ανταγωνιστικότητα. Η νομοθεσία της προστασίας του καταναλωτή συνήθως
προσφέρει επιπλέον προστασία για τις ευπαθείς ομάδες τις κοινωνίας.

• Οι νόμοι προστασίας καταναλωτή είναι ένα είδος κρατικών κανόνων που


στοχεύουν στην προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων του
καταναλωτή (παραδείγματος χάριν ένα κράτος μπορεί να απαιτήσει να
εμπεριέχονται λεπτομερείς πληροφορίες του προϊόντος- ιδιαίτερα σε τομείς στους
οποίους τίθεται θέμα δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας, όπως τρόφιμα).
Δίκαιο του καταναλωτή

• Το δίκαιο του καταναλωτή θεωρείται ένας τομέας δικαίου που ορίζει


τις σχέσεις ιδιωτικού δικαίου μεταξύ ενός ατόμου-καταναλωτή και των
επιχειρήσεων που εμπορεύονται τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους.
• Το δίκαιο του καταναλωτή καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, μερικά
από αυτά είναι η αξιοπιστία του προϊόντος, δικαιώματα της
ιδιωτικότητας, άδικες επαγγελματικές πρακτικές , απάτη,
παραπλάνηση και άλλες αλληλεπιδράσεις του καταναλωτή με μια
επιχείρηση.
• Είναι ένα μέσο παρεμπόδισης της εξαπάτησης σε συμβόλαια
υπηρεσιών και πωλήσεων , σε είσπραξη λογαριασμών , τιμολόγηση,
αποτυχία υποσχόμενης λειτουργικότητας του προϊόντος και
προσωπικά δάνεια με υψηλό ρίσκο χρεωκοπίας του λήπτη και
ηλεκτρονικές αγορές.
Δίκαιο του ανταγωνισμού

• Τα συμφέροντα του καταναλωτή προστατεύονται επίσης


προωθώντας την ανταγωνιστικότητα στις αγορές που
άμεσα ή έμμεσα εξυπηρετούν τους καταναλωτές , γι’ αυτό
το σκοπό υπάρχει και το Δίκαιο ανταγωνισμού .
• Σε ορισμένες χώρες (Ελλάδα, Γαλλία, Γερμανία)
διακρίνεται στο Δίκαιο αθέμιτου ανταγωνισμού και στο
Δίκαιο κατά των περιορισμών του Ανταγωνισμού ή Δίκαιο
ελεύθερου ανταγωνισμού.
• Επίσης το Δίκαιο ανταγωνισμού στην Ελλάδα περιέχει και
την προστασία ονομασίας προέλευσης που αποτρέπει την
εξαπάτηση του καταναλωτή.
Ο Νόμος 2251/1994

• Σκοπός του παρόντος νόμου είναι:

• α) η προάσπιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών,

• β) η προστασία της υγείας, της ασφάλειας και των οικονομικών συμφερόντων των
καταναλωτών,

• γ) η προαγωγή της πληροφόρησης και της επιμόρφωσης των καταναλωτών, ώστε να


επηρεάζουν σε όφελός τους τις εξελίξεις στην αγορά,

• δ) η υποστήριξη της οργάνωσης των καταναλωτών σε ενώσεις και της ακρόασης αυτών
σε θέματα που τους αφορούν,

• ε) η διαμόρφωση υγιούς καταναλωτικής συνείδησης και προτύπων ορθής


καταναλωτικής συμπεριφοράς.
Ο Νόμος 2251/1994

• Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται σε κάθε προμηθευτή, φυσικό ή νομικό πρόσωπο,


οποιασδήποτε μορφής, του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Ειδικότερα, εφαρμόζονται
στους εξής τομείς:

• α) σε συμβάσεις που περιέχουν γενικούς όρους συναλλαγών,

• β) σε συμβάσεις πώλησης καταναλωτικών αγαθών και εγγυήσεων,

• γ) στη διαφήμιση,

• δ) σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων,

• ε) σε συμβάσεις πώλησης καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών από απόσταση, καθώς και
εκτός και εντός εμπορικού καταστήματος,

• στ) σε συμβάσεις εμπορίας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών από απόσταση.


Ο Νόμος 2251/1994

• 1. καταναλωτής: κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για λόγους οι οποίοι δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή
ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα,

• 2. προμηθευτής: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από το αν διέπεται από το ιδιωτικό ή δημόσιο δίκαιο, το οποίο ενεργεί ακόμη και
μέσω κάθε άλλου προσώπου που ενεργεί στο ονόμά του ή για λογαριασμό του, για σκοπούς οι οποίοι σχετίζονται με τις εμπορικές,
επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές του δραστηριότητες,

• 3. πωλητής: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο πωλεί καταναλωτικά αγαθά με σύμβαση που συνάπτει κατά την άσκηση της εμπορικής,
επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας,

• 4. παραγωγός: ο κατασκευαστής ενός καταναλωτικού αγαθού, ο εισαγωγέας του καταναλωτικού αγαθού σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής
Ένωσης (Ε.Ε), και κάθε πρόσωπο που παρουσιάζεται ως παραγωγός θέτοντας επί αυτού το όνομά του, το σήμα του ή άλλο διακριτικό σημείο,

• 5. αγαθό: κάθε ενσώματο κινητό πράγμα, εκτός από τα πράγματα τα οποία μεταβιβάζονται στο πλαίσιο μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης ή
αντίστοιχης νόμιμης διαδικασίας. Το νερό, το φυσικό αέριο και η ηλεκτρική ενέργεια θεωρούνται «αγαθά» κατά την έννοια του παρόντος,
εφόσον διατίθενται προς πώληση σε περιορισμένο όγκο ή σε καθορισμένη ποσότητα,

• 6. αγαθό κατασκευασμένο σύμφωνα με τις προδιαγραφές του πελάτη: κάθε αγαθό το οποίο δεν είναι προκατασκευασμένο και κατασκευάζεται
σύμφωνα με την ατομική επιλογή ή απόφαση του πελάτη,

• 7. σύμβαση πώλησης: κάθε σύμβαση δυνάμει της οποίας ο προμηθευτής μεταβιβάζει ή αναλαμβάνει να μεταβιβάσει την κυριότητα αγαθών
στον καταναλωτή, ο δε καταναλωτής καταβάλλει ή αναλαμβάνει να καταβάλει το τίμημα, καθώς και κάθε σύμβαση που έχει ως αντικείμενο την
παροχή αγαθών και υπηρεσιών ταυτόχρονα,

• 8. σύμβαση παροχής υπηρεσιών: κάθε σύμβαση, εκτός από τη σύμβαση πώλησης, δυνάμει της οποίας ο προμηθευτής παρέχει ή αναλαμβάνει
να παράσχει υπηρεσία στον καταναλωτή, ο δε καταναλωτής καταβάλλει ή αναλαμβάνει να καταβάλει το τίμημα,
Ο Νόμος 2251/1994
• 9. χρηματοοικονομική υπηρεσία: κάθε υπηρεσία τραπεζικής, πιστωτικής, ασφαλιστικής ή επενδυτικής φύσης ή σχετική με ατομικές
συντάξεις, επενδύσεις ή πληρωμές,

• 10. σύμβαση χρηματοοικονομικών υπηρεσιών από απόσταση: κάθε σύμβαση που αφορά χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, η οποία
συνάπτεται μεταξύ ενός προμηθευτή και ενός καταναλωτή χωρίς την ταυτόχρονη φυσική τους παρουσία, στο πλαίσιο συστήματος
από απόσταση πώλησης ή παροχής υπηρεσιών που οργανώνεται από τον προμηθευτή, ο οποίος χρησιμοποιεί αποκλειστικά για τη
σύμβαση αυτή ένα ή περισσότερα μέσα επικοινωνίας από απόσταση, μέχρι και τη στιγμή σύναψης της σύμβασης,

• 11. σταθερό μέσο: κάθε μέσο που επιτρέπει στον καταναλωτή ή στον προμηθευτή να αποθηκεύει πληροφορίες που απευθύνονται
προσωπικά σε αυτόν κατά τρόπο προσπελάσιμο για μελλοντική πρόσβαση για επαρκές χρονικό διάστημα σε σχέση με τους σκοπούς
που εξυπηρετούν οι πληροφορίες και το οποίο επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών, όπως το
χαρτί, τα κλειδιά USB, τα CD-ROM, τα DVD, οι κάρτες μνήμης ή οι σκληροί δίσκοι υπολογιστών, και τα μηνύματα ηλεκτρονικού
ταχυδρομείου,

• 12. μέσο επικοινωνίας από απόσταση : κάθε μέσο το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, χωρίς την αυτοπρόσωπη και ταυτόχρονη
παρουσία του προμηθευτή και του καταναλωτή, για την από απόσταση εμπορία υπηρεσίας μεταξύ των μερών αυτών, όπως
αναφέρεται στο Μέρος Τρίτο,

• 13. φορέας ή προμηθευτής μέσου επικοινωνίας από απόσταση: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ιδιωτικού ή δημόσιου δικαίου, του
οποίου η εμπορική ή η επαγγελματική δραστηριότητα συνίσταται στη διάθεση ενός ή περισσότερων μέσων επικοινωνίας από
απόσταση στους προμηθευτές,

• 14. ψηφιακό περιεχόμενο: δεδομένα που παράγονται και παρέχονται σε ψηφιακή μορφή,

• 15. νόμιμη εγγύηση: η ευθύνη του πωλητή για πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων σύμφωνα με το
άρθρο 5 του παρόντος και τα άρθρα 534 επ. του Αστικού Κώδικα,
Ο Νόμος 2251/1994

• 16. εμπορική εγγύηση: κάθε ανάληψη υποχρέωσης


από τον πωλητή ή τον παραγωγό (εγγυητή) προς τον
καταναλωτή πλέον της νόμιμης εγγύησης, για
επιστροφή του καταβληθέντος τιμήματος ή για
αντικατάσταση, επισκευή ή συντήρηση με οποιοδήποτε
τρόπο των αγαθών αν αυτά δεν ικανοποιούν τις
προδιαγραφές ή οποιαδήποτε άλλη απαίτηση, οι
οποίες αναφέρονται στη δήλωση της εγγύησης ή στη
σχετική διαφήμιση και είναι διαθέσιμες κατά τη στιγμή
ή πριν από τη σύναψη της σύμβασης.
Γενικοί όροι συναλλαγών - Καταχρηστικοί γενικοί
όροι
• 1. Όροι που έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για μελλοντικές συμβάσεις (γενικοί όροι των συναλλαγών), δεν
δεσμεύουν τον καταναλωτή, εάν κατά την κατάρτιση της σύμβασης τους αγνοούσε ανυπαιτίως, όπως, ιδίως, όταν ο
προμηθευτής δεν του υπέδειξε την ύπαρξη τους ή του στέρησε τη δυνατότητα να λάβει πραγματική γνώση του
περιεχομένου τους.

• 2. Οι γενικοί όροι συμβάσεων και παρεπόμενων συμφωνιών που καταρτίζονται στην Ελλάδα διατυπώνονται γραπτώς
στην ελληνική γλώσσα, κατά τρόπο σαφή, συγκεκριμένο και εύληπτο, ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να αντιληφθεί
πλήρως το νόημα τους και εκτυπώνονται με ευανάγνωστους χαρακτήρες σε εμφανές μέρος του εγγράφου της
σύμβασης. Οι γενικοί όροι των διεθνών συναλλαγών που εφαρμόζονται στην ελληνική αγορά αποτυπώνονται
υποχρεωτικά και στην ελληνική γλώσσα.

• 3. Όροι που συμφωνήθηκαν μετά από ατομική διαπραγμάτευση μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών (ειδικοί όροι)
υπερισχύουν των αντίστοιχων γενικών όρων.

• 4. Κατά την ερμηνεία των γενικών όρων συναλλαγών λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη προστασίας των καταναλωτών.
Γενικοί όροι συναλλαγών που διατυπώθηκαν μονομερώς από τον προμηθευτή ή από τρίτον για λογαριασμό του, σε
περίπτωση αμφιβολίας ερμηνεύονται υπέρ του καταναλωτή.

• 5. Ειδικώς, όταν ελέγχεται το περιεχόμενο γενικού όρου συναλλαγών κατά την εφαρμογή των παραγράφων 16α και 2
και 3 των άρθρων 10 και 13α αντίστοιχα, επιλέγεται η δυσμενέστερη για τον καταναλωτή ερμηνευτική εκδοχή, εφόσον
οδηγεί σε απαγόρευση διατύπωσης και χρήσης του σχετικού όρου.
Γενικοί όροι συναλλαγών

• Γενικοί όροι συναλλαγών που έχουν ως αποτέλεσμα τη


σημαντική διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων
και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του
καταναλωτή απαγορεύονται και είναι άκυροι."
• Ο καταχρηστικός χαρακτήρας γενικού όρου
ενσωματωμένου σε σύμβαση κρίνεται αφού ληφθούν
υπόψη η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η
σύμβαση, ο σκοπός της, το σύνολο των ειδικών συνθηκών
κατά τη σύναψή της και όλες οι υπόλοιπες ρήτρες της
σύμβασης ή άλλης σύμβασης από την οποία αυτή
εξαρτάται".
Συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος
• 1. σύμβαση από απόσταση: κάθε σύμβαση η οποία συνάπτεται μεταξύ του προμηθευτή και του
καταναλωτή στο πλαίσιο ενός οργανωμένου συστήματος πωλήσεων από απόσταση ή παροχής
υπηρεσιών χωρίς την ταυτόχρονη φυσική παρουσία του προμηθευτή και του καταναλωτή, με
αποκλειστική χρήση ενός ή περισσότερων μέσων επικοινωνίας από απόσταση, όπως το ηλεκτρονικό
ταχυδρομείο, το τηλέφωνο, η τηλεομοιοτυπία ή το διαδίκτυο, μέχρι και τη στιγμή σύναψης της
σύμβασης,

• 2. σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος: κάθε σύμβαση μεταξύ του προμηθευτή και του καταναλωτή
η οποία πληροί διαζευκτικά τις εξής προϋποθέσεις:

• α) συνάπτεται με ταυτόχρονη φυσική παρουσία του προμηθευτή και του καταναλωτή σε χώρο που δεν
είναι το εμπορικό κατάστημα του προμηθευτή,
• β) συνάπτεται κατόπιν προσφοράς από τον καταναλωτή α΄,
• γ) συνάπτεται στο εμπορικό κατάστημα του προμηθευτή ή με χρήση οποιουδήποτε μέσου επικοινωνίας
από απόσταση αμέσως μετά από προσωπική και ατομική επαφή με τον καταναλωτή σε χώρο που δεν
είναι το εμπορικό κατάστημα του προμηθευτή, με την ταυτόχρονη φυσική παρουσία του προμηθευτή και
του καταναλωτή,
• δ) συνάπτεται στη διάρκεια εκδρομής που έχει οργανωθεί από τον προμηθευτή με σκοπό ή αποτέλεσμα
τη διαφήμιση και πώληση αγαθών ή υπηρεσιών στον καταναλωτή,
Συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος

• 3. εμπορικό κατάστημα:
• α) κάθε ακίνητος χώρος λιανικής πώλησης όπου ο προμηθευτής πραγματοποιεί τη δραστηριότητά
του σε μόνιμη βάση,

• β) κάθε κινητός χώρος λιανικής πώλησης όπου ο προμηθευτής πραγματοποιεί τη δραστηριότητά


του σε συνήθη βάση,

• 4. δευτερεύουσα σύμβαση: μια σύμβαση με την οποία ο καταναλωτής αποκτά αγαθά ή υπηρεσίες
που συνδέονται με σύμβαση από απόσταση ή με σύμβαση εκτός εμπορικού καταστήματος και
κατά την οποία τα εν λόγω αγαθά ή οι υπηρεσίες παρέχονται από τον προμηθευτή ή από ένα
τρίτο μέρος με βάση μια ρύθμιση μεταξύ του εν λόγω τρίτου μέρους και του προμηθευτή,

• 5. δημόσιος πλειστηριασμός: μέθοδος πώλησης κατά την οποία τα αγαθά ή οι υπηρεσίες


προσφέρονται από τον προμηθευτή σε καταναλωτές, οι οποίοι συμμετέχουν ή έχουν τη
δυνατότητα να συμμετέχουν στον πλειστηριασμό οι ίδιοι, μέσω διαφανούς ανταγωνιστικής
διαδικασίας προσφορών που διεξάγεται από έναν εκπλειστηριαστή και ο πλειοδότης δεσμεύεται
να αγοράσει τα αγαθά ή τις υπηρεσίες.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας

You might also like