You are on page 1of 15

ΤΙ ΕΊΝΑΙ ΣΤΑΘΕΡΌΤΗΤΑ

ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΏΝ
ΠΡΟΙΌΝΤΩΝ;
Η ΦΥΣΙΚΉ ΣΤΑΘΕΡΌΤΗΤΑ ΠΡΟΫΠΟΘΈΤΕΙ
ΌΤΙ
1. Η τελική φαρμακοτεχνολογική μορφή παραμένει αναλλοίωτη στο χρόνο ζωής του
φαρμακευτικού προϊόντος και δεν μεταβάλλονται τα φυσικά χαρακτηριστικά (χρώμα, μέγεθος
σωματιδίων, γεύση, οσμή, αποδέσμευση βιοδραστικού μορίου κλπ)

2. Η φυσική σταθερότητα είναι σημαντική και αφορά στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του
προϊόντος, στην διασπορά του βιοδραστικού μορίου στο έκδοχο- βιοϋλικό, στον ρυθμό
αποδέσμευσης του βιοδραστικού μορίου, στην φαρμακοκινητική του και τελικά στην
θεραπευτική του αποτελεσματικότητα.
• https://docplayer.gr/3890122-Statherotita-farmakeytikon-proionton-kai-idioskeyasmaton.html
ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ ΑΣΠΙΡΙΝΗΣ

• Η σταθερότητα φαρμακευτικών προϊόντων αφορά τη δυνατότητα τους να παραμένουν στα


πλαίσια των προδιαγραφών που αφορούν την ποιότητα, καθαρότητα και αποτελεσματικότητα.
Η μη σταθερότητα οδηγεί σε προβλήματα διαλυτότητας, βιοδιαθεσιμότητας και
αναποτελεσματικότητας.
ΜΕΛΈΤΕΣ ΣΤΑΘΕΡΌΤΗΤΑΣ
• Φυσική: προϋποθέτει ότι η τελική φαρμακοτεχνολογική μορφή παραμένει αναλλοίωτη στο
χρόνο ζωής του προϊόντος και δεν μεταβάλλονται φυσικά χαρακτηριστικά (χρώμα, μέγεθος
σωματιδίων, γεύση, οσμή).

Η φυσική σταθερότητα αφορά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του προϊόντος, στη διασπορά του
φαρμάκου στον φορέα, στον ρυθμό αποδέσμευσης του φαρμάκου.

• Η χημική σταθερότητα αφορά απουσία οποιασδήποτε μορφής μεταβολής της χημικής δομής
του δραστικού μορίου.

• Η μικροβιακή σταθερότητα προϋποθέτει την μη μόλυνση του φαρμάκου και την ύπαρξη
μικροβιακού φορτίου με βάση τις προδιαγραφές. Πηγές μικροβιακών μολύνσεων αποτελούν το
νερό, ο αέρας, τα υλικά και τα χρώματα.
Η διάσπαση ενός φαρμάκου μπορεί να επέλθει με υδρόλυση, οξείδωση και φωτόλυση. Η θερμοκρασία
επεμβαίνει σε όλες τις παραπάνω διαδικασίες και ο ρυθμός διάσπασης συνδέεται με τη θερμοκρασία μέσω
της εξίσωσης Arrhenius:

K=Ae –Ea/RT

K= σταθερά ταχύτητας αντίδρασης

Α= σταθερά, έχει σχέση με τη συχνότητα των συγκρούσεων των σωματιδίων σε μια χημική αντίδραση καθώς
και με τη γωνία σύγκρουσης.

Εa= ενέργεια ενεργοποίησης της αντίδρασης, η ενέργεια που πρέπει να διατεθεί για να γίνει μια αντίδραση.

R= παγκόσμια σταθερά των αερίων

Τ= απόλυτη θερμοκρασία
Η σταθερά ταχύτητας αυξάνεται με αύξηση της συχνότητας συγκρούσεων, με μείωση της
ενέργειας ενεργοποίησης και με αύξηση της απόλυτης θερμοκρασίας. Η ταχύτητα μιας αντίδρασης
αυξάνει με τη θερμοκρασία. Αυτό είναι αποτέλεσμα της αύξησης του αριθμού των σωματιδίων
που έχουν αρκετή κινητική ενέργεια ώστε να υποστούν αποτελεσματικές συγκρούσεις δηλαδή να
μπορούν να υπερπηδήσουν την ενέργεια ενεργοποίησης.

Η υδρόλυση είναι η πιο σημαντική αιτία αστάθειας των φαρμάκων. Περιλαμβάνει την προσβολή
ευαίσθητων χημικών δεσμών. Η βελτίωση της διαλυτότητας με ρύθμιση του pH σε ακραίες τιμές
δημιουργεί προβλήματα σταθερότητας.
Το φως καταλύει κυρίως οξειδωτικές διασπάσεις. Από το ηλιακό φως μόνο η
ακτινοβολία υψηλής ενέργειας (290-320 nm) προκαλεί τη διάσπαση των
φαρμάκων. Η φωτόλυση αποτρέπεται με κατάλληλη προστατευτική συσκευασία.
Την επικίνδυνη ακτινοβολία απορροφά κατά 80% το διαφανές γυαλί, κατά 95% το
σκοτεινόχρωμο γυαλί και κατά 50% οι πλαστικοί περιέκτες.

Η οξείδωση επηρεάζεται από την παρουσία φωτός , οξυγόνου, ίχνη μετάλλων και
οξειδωτικών ουσιών. Προστασία από οξείδωση: αντιοξειδωτικές ουσίες:
υδατοδιαλυτές : ασκορβικό οξύ, όξινο θειώδες νάτριο, θειώδες νάτριο, και
μεταθειώδες νάτριο. Ελαιοδιαλυτές: τοκοφερόλη, βούτυλο-υδρόξυανισόλη,
βούτυλο-υδρόξυτολουόλιο, εστέρες του γαλλικού οξέος. Χηλικοί παράγοντες:
EDTA.
Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ υδρολύεται εύκολα σε αλκαλικό περιβάλλον προς σαλικυλικό οξύ και
οξικό οξύ. Υδρολύεται αργά υπό την επίδραση της υγρασίας και είναι χαρακτηριστική η οσμή
ξιδιού δισκίων ασπιρίνης που έχουν εκτεθεί σε υγρασία για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η
διάσπαση αυτή είναι ανεπιθύμητη λόγω του σχηματιζόμενου σαλικυλικού οξέος το οποίο μπορεί
να προκαλέσει γαστρικές διαταραχές.

Σε υδατικά διαλύματα το ακετυλοσαλικυλικό οξύ εμφανίζει μεγαλύτερη σταθερότητα στην περιοχή


pH 2 έως 3 και υδρολύεται ταχύτατα σε pH μικρότερα του 2 ή μεγαλύτερα από 8.

Το ακετυλοσαλικυλικό οξύ κατά τη λήψη υπόκειται σε υδρόλυση κυρίως στο ελαφρά αλκαλικό
περιβάλλον των εντέρων απ’ όπου και απορροφάται.
ΕΚΧΎΛΙΣΗ

Η εκχύλιση είναι μέθοδος διαχωρισμού που βασίζεται στην διαφορετική κατανομή μιας ουσίας
μεταξύ δύο υγρών που δεν αναμειγνύονται. Με την εκχύλιση μπορεί μια ουσία να μεταφερθεί από
ένα διαλύτη σε ένα άλλο αλλά το κυριότερο μπορεί να διαχωριστεί από ένα μείγμα της με άλλες
ουσίες.

Για να επιτευχθεί η μεταφορά μιας ουσίας από ένα διαλύτη σε ένα άλλο πρέπει οι δύο φάσεις να
αναμειχθούν έντονα ώστε να αυξηθεί η επιφάνεια επαφής των δύο συστημάτων. Η διαχωριστική
χοάνη επιτρέπει την εύκολα ανάμειξη αλλά και τον τελικό διαχωρισμό των δύο φάσεων.
Η επιλογή μεγέθους της διαχωριστικής χοάνης επιλέγεται ώστε μετά τη μεταφορά του δείγματος
και τη προσθήκη του διαλύτη να περισσεύει αρκετός χώρος για μια ικανοποιητική ανάδευση (το
λιγότερο 1/4 του ολικού). Κατά τη διάρκεια της ανάδευσης γίνονται συχνές εκτονώσεις για να
απομακρυνθούν οι ατμοί του διαλύτη και παραγόμενα αέρια. Η χοάνη κρατείται ανάποδα και
ανοίγομε τη στρόφιγγα μέχρι να ισορροπήσουν οι πιέσεις. Το σύστημα αφήνεται σε ηρεμία μέχρι
τον πλήρη διαχωρισμό των 2 στοιβάδων. Συνήθως η επάνω στοιβάδα είναι η οργανική χωρίς αυτό
να αποτελεί κανόνα (πχ. Οι χλωριωμένοι υδρογονάνθρακες είναι βαρύτεροι από το νερό).

Η χρησιμοποίηση διαδοχικών εκχυλίσεων με μικρούς όγκους διαλύτη είναι πάντοτε περισσότερο


αποδοτική από μία και μόνη εκχύλιση με το σύνολο του όγκου του διαλύτη.
Το τελικό στάδιο για την παραλαβή της ουσίας είναι η απομάκρυνση του διαλύτη. Η
χρησιμοποίηση υδατόλουτρου μπορεί να είναι αποτελεσματική για ορισμένους διαλύτες (π.χ. τον
αιθέρα) είναι όμως ακατάλληλη όταν ο διαλύτης είναι τοξικός ή όταν έχει υψηλό σημείο ζέσης. Σε
αυτή τη περίπτωση χρησιμοποιούμε συσκευή απόσταξης υπό ελαττωμένη πίεση. Τα
πλεονεκτήματα αυτής της συσκευής είναι οι χαμηλές θερμοκρασίες, η μεγάλη ταχύτητα και η
τελική ανάκτηση του διαλύτη.

Ο διαλύτης που θα χρησιμοποιήσουμε σε μια εκχύλιση πρέπει να έχει χαμηλό σημείο ζέσης ώστε
να απομακρύνεται εύκολα, να μη αντιδρά με τον δεύτερο διαλύτη ή τις διαλυμένες σε αυτόν
διαλύτη, να μην είναι εύφλεκτος ή τοξικός και να έχει χαμηλό κόστος.
Όταν θέλουμε να απομονώσουμε φυσικά προϊόντα από ζωικούς ή φυτικούς ιστούς
με μεγάλη περιεκτικότητα σε νερό ο διαιθυλεθέρας είναι ο ιδανικός διαλύτης. Η
διαλυτική του ικανότητα είναι μεγάλη για υδρογονάνθρακες και οξυγονούχες
ενώσεις ενώ ‘έχει και χαμηλό σ.ζ. (34,6 0
C) θερμοκρασία στην οποία και οι πιο
ευαίσθητες ενώσεις δεν αποσυντίθενται.

Σε περιπτώσεις που δεν επιθυμείται η χρήση του αιθέρα χρησιμοποιούνται το


βενζόλιο, ο τετραχλωράνθρακας, το χλωροφόρμιο, το διχλωρομεθάνιο κ.α.

• https://www.youtube.com/watch?v=VStCdtXu0dA

• https://youtu.be/Yw4WK1me8yE

You might also like