Professional Documents
Culture Documents
ΔΕΟ 31
Χρηματοοικονομική Διοίκηση
2η ΟΣΣ
Διαχείριση Χαρτοφυλακίου
1
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
2
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Διαδικασία επένδυσης
• Δύο βήματα
1. Ανάλυση αξιογράφων (Security analysis)
Συνίσταται σε:
Αποτίμηση αξιογράφων (δλδ εύρεση της οικονομικής τους αξίας) με
σκοπό τον εντοπισμό εκείνων που είναι υποτιμημένα (δλδ η οικονομική
τους αξία είναι μεγαλύτερη από την τιμή τους στην αγορά).
Εκτίμηση του κινδύνου αυτών των αξιογράφων.
Σκοπός η αγορά τους
2. Διαχείριση χαρτοφυλακίου (Portfolio management)
Χαρτοφυλάκιο (portfolio) είναι το σύνολο των αξιογράφων που κατέχει
ένας επενδυτής.
Διαχείριση χαρτοφυλακίου είναι η διαδικασία συνδυασμού διάφορων
αξιογράφων (δλδ ποια αξιόγραφα και τι ποσότητα από το καθένα θα
αγοραστούν), ανάλογα με τις προτιμήσεις του επενδυτή.
Έτσι, προσδιορίζεται η απόδοση και ο κίνδυνος του χαρτοφυλακίου.
3
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Διαχείριση Χαρτοφυλακίου
• Ένας διαχειριστής χαρτοφυλακίου προσπαθεί να βρει την καλύτερη σχέση
μεταξύ κινδύνου και απόδοσης.
• Μία από πάνω προς τα κάτω ανάλυση (top-down analysis) των
στρατηγικών που ακολουθούν οι διαχειριστές χαρτοφυλακίων, ξεκινά από
τις πιο γενικές λεπτομέρειες της κατασκευής του χαρτοφυλακίου και
καταλήγει στις πιο ειδικές.
Απόφαση κατανομής κεφαλαίου (capital allocation decision)
Είναι η επιλογή του μέρους του συνολικού χαρτοφυλακίου που θα
τοποθετηθεί σε ασφαλείς, αλλά με χαμηλή απόδοση τίτλους και του
μέρους που θα τοποθετηθεί σε τίτλους με υψηλότερη απόδοση, αλλά με
κίνδυνο.
Απόφαση κατανομής περιουσιακών στοιχείων (asset allocation decision)
Είναι η επιλογή του μέρους των χρημάτων, που έχει αποφασισθεί από το
πρώτο βήμα ότι θα διατεθούν σε επενδύσεις με κίνδυνο, το οποίο θα
κατανεμηθεί σε κάθε μία από ευρείες κατηγορίες περιουσιακών
στοιχείων με κίνδυνο. Αυτές οι κατηγορίες είναι μετοχές, ομόλογα,
ακίνητα, περιουσιακά στοιχεία ξένων αγορών κλπ.
Απόφαση επιλογής τίτλων (security selection decision).
Είναι η επιλογή συγκεκριμένων τίτλων μέσα σε κάθε κατηγορία
περιουσιακών στοιχείων.
4
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Χρηματοπιστωτικό σύστημα
Σκοπός ύπαρξης:
• Μεταφορά κεφαλαίων από αποταμιευτές – χρηματοδότες που έχουν
περίσσευμα σε χρηματοδοτούμενους που έχουν έλλειμμα.
5
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Κεφάλαια
Κεφάλαια
Χρηματοπιστωτικοί Διαμεσολαβητές
Κεφάλαια • Τράπεζες
Κεφάλαια
• Άλλοι διαμεσολαβητές
Έμμεση Χρηματοδότηση 6
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
9
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
10
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
11
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Κίνδυνος
• Κίνδυνος είναι η μεταβλητότητα (variability) των δυνητικών
αποτελεσμάτων γύρω από την αναμενόμενη τιμή τους ή τον αριθμητικό
τους μέσο.
Εναλλακτικά:
12
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
13
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
14
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Υπολογισμός πραγματοποιηθείσας
απόδοσης
• Περίοδος διακράτησης ονομάζεται το χρονικό διάστημα που διάρκεσε η
επένδυση (π.χ. αγορά μιας μετοχής τη χρονική στιγμή t και πώλησή της τη
στιγμή t+n. n είναι η περίοδος διακράτησης.
• Η συνολική απόδοση που πέτυχε ο επενδυτής από την επένδυση για το
χρονικό διάστημα διακράτησης n ονομάζεται απόδοση περιόδου
διακράτησης (Holding period return – HPR). Υπολογίζεται ως:
15
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Υπολογισμός πραγματοποιηθείσας
απόδοσης
• Όμως το HPR δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να συγκρίνει τις
αποδόσεις δύο επενδύσεων, γιατί δεν λαμβάνει υπόψη του την περίοδο
διακράτησης.
• Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούμε την ετήσια HPR, εκφρασμένη σε
ποσοστό επί του αρχικού επενδυμένου κεφαλαίου, ονομάζεται ετήσια
HPY (holding period yield):
16
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
1 n
s i
n - 1 i 1
(x x ) 2
r t
r t 1
N
όπου Ν είναι το πλήθος των αποδόσεων που χρησιμοποιούμε στον
υπολογισμό.
• Κατόπιν, υπολογίζουμε την τυπική απόκλιση των αποδόσεων σύμφωνα με τη
σχέση (τύπος 2.6 του τόμου Δ):
• Στο παράδειγμα που ακολουθεί, υπολογίζουμε τον κίνδυνο μιας μετοχής από
τις μηνιαίες της τιμές στο διάστημα από Ιαν. 2006 – Δεκ. 2006.
18
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
r 0,0216 (r r )
i 1
2
0,2053 19
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Εκτίμηση αναμενόμενης
απόδοσης και κινδύνου
• Η πραγματοποιηθείσα απόδοση (realized return) είναι γνωστή μετά τη λήξη της
επένδυσης.
• Τι γίνεται όταν θέλουμε να εκτιμήσουμε την απόδοση που αναμένουμε να
έχουμε από μια επένδυση; Οι τύποι κινδύνων που έχουμε αναφέρει,
μεταφράζονται σε πιθανότητες ενδεχομένων όπου η τελική αξία της επένδυσης
να διαφέρει από την αναμενόμενη.
• Η αναμενόμενη απόδοση ορίζεται έτσι ως (τύπος 2.5 του τόμου Δ):
n
E (r ) Pi ri
i 1
όπου:
Ε(r) είναι η αναμενόμενη (ετησιοποιημένη) απόδοση της επένδυσης
P είναι η πιθανότητα του ενδεχομένου i να συμβεί η απόδοση r
ri η ενδεχόμενη απόδοση της επένδυσης που έχει πιθανότητα
πραγματοποίησης Pi
και Ν είναι ο αριθμός των ενδεχομένων.
• Αντίστοιχα, ο αναμενόμενος κίνδυνος της επένδυσης θα είναι (τύπος 2.6 του
τόμου Δ) (απόλυτο μέτρο κινδύνου):
20
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Εκτίμηση αναμενόμενης
απόδοσης και κινδύνου
• Με βάση τα παραπάνω, ας δούμε το ακόλουθο παράδειγμα.
Έστω η μετοχή Α που σήμερα έχει τιμή 10€ και ας υποθέσουμε για ευκολία ότι η
μετοχή αυτή δεν πληρώνει μέρισμα. Ας υποθέσουμε ακόμα ότι ο επενδυτής
εκτιμά πως η τιμή της μετοχής σε ένα χρόνο από σήμερα θα είναι 9€ με
πιθανότητα 40% ή 12€ με πιθανότητα 60%. Στο πρώτο ενδεχόμενο η απόδοση
του επενδυτή θα είναι (9€ - 10€)/10€ = -10% με πιθανότητα 40%, ενώ στο
δεύτερο ενδεχόμενο θα είναι (12€ - 10€)/10€ = 20% με πιθανότητα 60%.
• Με άλλα λόγια, ο επενδυτής είναι αβέβαιος για την απόδοση της μετοχής. Είναι
όμως σε θέση να εκτιμήσει τις πιθανότητες των δύο ενδεχομένων. Έτσι, η
αναμενόμενη απόδοση της μετοχής Α θα είναι:
21
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Εκτίμηση αναμενόμενης
απόδοσης και κινδύνου
• Έτσι, στην περίπτωση του παραδείγματός μας η τυπική απόκλιση των
αποδόσεων της μετοχής Α στα δύο ενδεχόμενα με πιθανότητες 40% και 60%
είναι:
επομένως: σΑ = 0,147
22
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Εκτίμηση αναμενόμενης
απόδοσης και κινδύνου
• Σύγκριση του κινδύνου δύο μετοχών
Έστω τώρα μια άλλη μετοχή Β με τιμή σήμερα 5€ που επίσης δεν πληρώνει μέρισμα,
ενώ ο επενδυτής εκτιμά ότι η τιμή της σε ένα χρόνο θα είναι 3€ με πιθανότητα 40% ή 7€
με πιθανότητα 60%. Κάνοντας τους ίδιους με πριν υπολογισμούς βρίσκουμε ότι η
αναμενόμενη απόδοση της μετοχής Β είναι 8%, όση και της μετοχής Α.
• Όμως, αγοράζοντας τη μετοχή Β υπάρχει 40% πιθανότητα η απόδοση του επενδυτή να
είναι -40% (στην περίπτωση που η τιμή της μετοχής είναι 3€) και 60% πιθανότητα η
απόδοσή του να είναι 40% (στην περίπτωση που η τιμή της μετοχής είναι 7€).
• Οι μετοχές Α και Β έχουν την ίδια αναμενόμενη απόδοση 8%, όμως στην περίπτωση της
Α η πιθανή απώλεια του επενδυτή περιορίζεται στο -10% ενώ το πιθανό κέρδος του
ανέρχεται στο 20%.
• Αντίθετα, αγοράζοντας τη μετοχή Β η πιθανή απώλειά του αυξάνει στο -40% ενώ το
πιθανό κέρδος του εκτοξεύεται στο 40%. Παρατηρούμε λοιπόν ότι, παρόλο που οι δύο
μετοχές έχουν την ίδια αναμενόμενη απόδοση, στην περίπτωση της Α τα δύο
ενδεχόμενα (-10% και 20%) είναι «πιο κοντά» στην αναμενόμενη απόδοση του 8% ενώ
στην περίπτωση της Β (-40% και 40%) είναι «πιο απομακρυσμένα». Ο κίνδυνος της
μετοχής Β είναι μεγαλύτερος.
23
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Εκτίμηση αναμενόμενης
απόδοσης και κινδύνου
• Έτσι, ο κίνδυνος, δλδ η τυπική απόκλιση των αποδόσεων της μετοχής Β είναι:
οπότε: σΒ = 0,392
Παρατηρούμε ότι η τυπική απόκλιση των αποδόσεων της Β είναι 2,7 φορές
(=0,392/0,147) μεγαλύτερη από την τυπική απόκλιση των αποδόσεων της Α που είδαμε
προηγουμένως και επομένως ο κίνδυνός της είναι 2,7 φορές μεγαλύτερος.
24
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Δηλαδή η μετοχή Β έχει 2,7 (= 4,9/1,83) φορές μεγαλύτερο κίνδυνο ανά μονάδα
απόδοσης από την Α.
25
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• Ποια είναι η νέα σημερινή τιμή της μετοχής Β; Τόση ώστε ο βαθμός κινδύνου ανά
μονάδα απόδοσης της μετοχής Β να γίνει ίσος με εκείνον της Α. Δηλαδή:
B B 0,392
Επομένως: 1,83 E ( RB ) 0,214 ή 21,4%
E ( RB ) 1,83 1,83
(5,4 Β' )
και άρα: E ( RB ) 0, 214 '
4,44€
Β'
• Συνοψίζοντας, βλέπουμε ότι ο αυξημένος κίνδυνος μιας μετοχής οδηγεί, μέσω των
δυνάμεων της προσφοράς και της ζήτησης, σε μείωση της τιμής της και επομένως
αύξηση της αναμενόμενης απόδοσής της, προκειμένου οι επενδυτές να ανταμειφθούν
για τον κίνδυνο που αναλαμβάνουν αγοράζοντάς την.
27
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αγορά χρήματος
• Είναι η αγορά στην οποία εκδίδονται και διαπραγματεύονται
χρηματοοικονομικά προϊόντα (χρεόγραφα – δλδ αξιόγραφα χρέους) με
βραχυπρόθεσμη διάρκεια (μικρότερη του ενός έτους).
• Οι συμμετέχοντες στη αγορά χρήματος είναι μεγάλες χρηματοπιστωτικές
ή μη επιχειρήσεις με πολύ υψηλό βαθμό πιστοληπτικής αξιολόγησης.
• Ο επενδυτικός ορίζοντας είναι βραχυχρόνιος.
• Επομένως, ο πιστωτικός κίνδυνος, παρότι υπάρχει, είναι σημαντικά
μικρότερος έναντι του πιστωτικού κινδύνου που υπάρχει στις αγορές
κεφαλαίου. Αυτό συμβαίνει διότι, όσο μικρότερη είναι η χρονική διάρκεια
χορήγησης κεφαλαίων στο χρηματοδοτούμενο, τόσο μικρότερη είναι η
πιθανότητα να συμβεί γεγονός που θα τον εμποδίσει να εκπληρώσει τις
υποχρεώσεις του.
• Τα προϊόντα αυτά έχουν μεγάλη ρευστότητα (liquidity).
28
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αγορά χρήματος
• Χρεόγραφα που διαπραγματεύονται στην αγορά αυτή είναι:
Έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου (T-bills)
Χρεόγραφα του Δημοσίου με διάρκεια 3, 6 ή 12 μήνες.
Βραχυπρόθεσμα εμπορικά χρεόγραφα (Commercial paper)
Μη εξασφαλισμένα (χωρίς εμπράγματη εγγύηση) χρεόγραφα που
εκδίδονται από μεγάλες επιχειρήσεις.
Εγγυητικές επιστολές τραπεζών (Banker’s Acceptances)
Εντολή πληρωμής ενός συγκεκριμένου ποσού σε μια συγκεκριμένη
ημερομηνία την πραγματοποίηση της οποίας έχει εγγυηθεί μία τράπεζα.
Συμφωνίες επαναγοράς (Repurchase Agreements – Repos)
Συμφωνίες πώλησης και επαναγοράς χρεογράφων σε συγκεκριμένη
μελλοντική ημερομηνία και σε καθορισμένη τιμή.
Ομοσπονδιακά κεφάλαια (federal funds).
Βραχυπρόθεσμα κεφάλαια που δανείζονται μεταξύ τους οι τράπεζες.
κ.α.
29
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αγορά κεφαλαίου
Μετοχές – Περιγραφή
• Η μετοχή (stock) είναι ένα αξιόγραφο που αντιπροσωπεύει ένα μερίδιο
ιδιοκτησίας σε μια επιχείρηση. Ένας επενδυτής που κατέχει μετοχές μιας
επιχείρησης, κατέχει μερίδιο του ενεργητικού και των κερδών της επιχείρησης
αυτής τόσο όσο το ποσοστό των μετοχών του επί του συνόλου των μετοχών
της επιχείρησης. Τα κεφάλαια που έχουν εισφέρει οι μέτοχοι μιας επιχείρησης
αποτελούν τα ίδια κεφάλαιά της.
• Οι μετοχές μπορούν να είναι είτε ονομαστικές είτε ανώνυμες. Στην περίπτωση
των ονομαστικών μετοχών, η επιχείρηση γνωρίζει ονομαστικά τους μετόχους
της. Ο πιο συνηθισμένος τύπος μετοχών είναι οι κοινές μετοχές.
• Ένας άλλος τύπος μετοχών είναι οι προνομιούχες. Οι διαφορές τους από τις
κοινές συνοπτικά είναι:
1. Δεν έχουν, συνήθως, δικαίωμα ψήφου στη γενική συνέλευση των
μετόχων.
2. Εισπράττουν μέρισμα κάθε χρόνο, ανεξάρτητα από αν οι κάτοχοι κοινών
μετοχών εισπράττουν ή όχι μέρισμα, και δικαιούνται μερίδιο από την
τυχόν εκκαθάριση της επιχείρησης κατά προτεραιότητα των κοινών
μετοχών.
Συνεπώς, η προνομιούχος μετοχή μιας επιχείρησης, αφού λαμβάνει
μέρισμα κάθε χρόνο, μπορεί να θεωρηθεί ως το ισοδύναμο μιας ετήσιας
προσόδου που δεν τελειώνει ποτέ (perpetuity) – με τη διαφορά ότι το
ετήσιο ποσό της προσόδου (το μέρισμα της προνομιούχου μετοχής)
30
μπορεί να μην είναι σταθερό.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αγορά κεφαλαίου
Ομόλογα
Το ομόλογο είναι χρεόγραφο που εκδίδεται από μια κυβέρνηση ή μια
επιχείρηση η οποία επιθυμεί να δανειστεί κεφάλαια για διάρκεια μεγαλύτερη
του ενός έτους.
Τα χαρακτηριστικά του ομολόγου καθορίζονται κατά την έκδοσή του και είναι:
1. Ονομαστική αξία (nominal or face value - F)
Το ποσό το οποίο δανείζεται ο εκδότης από τον αγοραστή του ομολόγου και
επί του οποίου υπολογίζονται οι τόκοι (στην πραγματικότητα ο εκδότης
δανείζεται ποσό μειωμένο κατά τα έξοδα έκδοσης του ομολόγου).
2. Τιμή αγοράς (market price)
Είναι η τιμή στην οποία διαπραγματεύεται το ομόλογο στην αγορά
3. Ημερομηνία λήξης (maturity date)
Η ημερομηνία στην οποία ο εκδότης πρέπει να αποπληρώσει στον κάτοχο
του ομολόγου το ποσό που δανείστηκε (την ονομαστική αξία). Με άλλα
λόγια προσδιορίζει τη χρονική διάρκεια του ομολόγου.
Βραχυχρόνια (έντοκα γραμμάτια – T-bills): Διάρκεια μικρότερη του
έτους (3, 6 και 12 μήνες).
Μεσοχρόνια (notes): Διάρκεια 1 – 10 έτη.
Μακροχρόνια (bonds): Διάρκεια μεγαλύτερη των 10 ετών. 31
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Ομόλογα
4. Τοκομερίδιο ή κουπόνι (coupon - C)
Το ποσό που πληρώνει ο εκδότης στον κάτοχο του ομολόγου σε τακτά
χρονικά διαστήματα σαν τόκο και υπολογίζεται με ένα επιτόκιο ic επί της
ονομαστικής αξίας του ομολόγου. Δηλαδή ισχύει:
C = ic x F
Το επιτόκιο αυτό ονομάζεται ονομαστικό επιτόκιο του ομολόγου (ή επιτόκιο
τοκομεριδίου). Υπάρχουν ομόλογα με ετήσιο ή εξαμηνιαίο κουπόνι,
δηλαδή πληρώνουν στον κάτοχό τους τόκο μια φορά το χρόνο ή μια φορά
το εξάμηνο. Tο κουπόνι μπορεί να είναι σταθερό (fixed coupon bonds) ή
κυμαινόμενο (floating rate notes).
Ειδική περίπτωση αποτελούν τα ομόλογα με μηδενικό κουπόνι (zero-
coupon bonds).
5. Ημερομηνίες πληρωμής του κουπονιού
Αυτές καθορίζονται από την ημερομηνία έκδοσης του ομολόγου και από το
αν το κουπόνι είναι ετήσιο ή εξαμηνιαίο.
6. Ειδικά χαρακτηριστικά
Υπάρχουν ομόλογα στα οποία ο εκδότης ή ο κάτοχος επιλέγουν το νόμισμα
πληρωμής των κουπονιών και της ονομαστικής αξίας, τιμαριθμοποιημένα
ομόλογα στα οποία το ονομαστικό επιτόκιο ορίζεται σαν κάποια απόδοση
+ τον πληθωρισμό, μετατρέψιμα σε μετοχές ομόλογα (convertible bonds)
κ.α. 32
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αποτίμηση ομολόγων
33
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αποτίμηση ομολόγων
Σήμερα Τέλος 1ου χρόνου Τέλος 2ου χρόνου Τέλος 3ου χρόνου Τέλος 4ου χρόνου
(t=0) (t=1) (t=2) (t=3) (t=4)
Έκδοση ομολόγου: Είσπραξη κουπονιού 1ου Είσπραξη κουπονιού Είσπραξη κουπονιού 3ου Είσπραξη κουπονιού
Πληρωμή χρόνου 2ου χρόνου χρόνου 4ου χρόνου
ονομαστικής αξίας 40€ (=1.000x0,04) 40€ 40€ 40€ και ονομαστικής
1.000€ στον εκδότη αξίας ομολόγου
από τον αγοραστή του 1.000€
ομολόγου
34
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Τιμή ομολόγου
• Μπορούμε να υπολογίσουμε την παρούσα αξία των χρηματοροών του ομολόγου
χρησιμοποιώντας το ίδιο προεξοφλητικό επιτόκιο για όλες. Αυτό το (κοινό για όλες τις
χρηματοροές του ομολόγου) προεξοφλητικό επιτόκιο ονομάζεται απόδοση στη λήξη
(yield to maturity – YTM or gross redemption yield) (ή απαιτούμενη από τους επενδυτές
απόδοση στη λήξη του ομολόγου).
• Αν είναι γνωστή η απόδοση στη λήξη, τότε η τιμή ενός ομολόγου με ονομαστική αξία FV,
ετήσιο κουπόνι C και διάρκεια ν έτη θα είναι (τύπος 4.2 τόμου Δ):
C C C FV
P IV ...
(1 YTM ) (1 YTM ) 2 (1 YTM ) n (1 YTM ) n
Η απόδοση στη λήξη ΥΤΜ συνδέεται έτσι μονοσήμαντα με την τιμή του ομολόγου και
συχνά χρησιμοποιείται σαν υποκατάστατο της τιμής. Δηλαδή, αντί να χρησιμοποιείται η
τιμή του ομολόγου, λέμε ότι η τιμή του είναι τέτοια ώστε να αποφέρει τη συγκεκριμένη
απόδοση στη λήξη.
35
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Τιμή ομολόγου
• Στην περίπτωση του προηγούμενου παραδείγματος, ο τύπος της τιμής του ομολόγου
θα είναι:
40€ 40€ 40€ 40€ 1.000€
P
(1 YTM ) (1 YTM ) 2 (1 YTM )3 (1 YTM ) 4 (1 YTM ) 4
Έστω ότι η απαιτούμενη απόδοση στη λήξη του ομολόγου είναι 5%.
Η τιμή του θα είναι:
Χρόνος
(έτη) Χρηματοροή Προεξοφλητικός παράγοντας Παρούσα αξία χρηματοροής Τιμή ομολόγου
Χρηματοροή * Αθροισμα παρουσών
1/(1+ΥΤΜ)^n = 1/(1+0,05)^n Προεξοφλητικός παράγοντας αξιών χρηματοροών
0 -1,000 €
1 40 € 0.952 38.08
2 40 € 0.907 36.28
3 40 € 0.864 34.56
4 1,040 € 0.823 855.92 964.84
36
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• Όταν εκδοθεί ένα ομόλογο, τα χαρακτηριστικά του (C, FV, n) μένουν αμετάβλητα (εκτός
από την περίπτωση των ομολόγων κυμαινόμενου επιτοκίου όπου μεταβάλλεται το C).
• Εκείνο που μεταβάλλεται συνεχώς είναι το επίπεδο των επιτοκίων στην οικονομία με το
οποίο προεξοφλούνται οι χρηματοροές του ομολόγου – η απαιτούμενη από τους
επενδυτές απόδοση στη λήξη ΥΤΜ.
• Αύξηση (μείωση) της απόδοσης στη λήξη ΥΤΜ προκαλεί μείωση (αύξηση) της τιμής του
ομολόγου, προκαλώντας τον γνωστό μας κίνδυνο επιτοκίου.
38
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
41
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• ή
C C C C FV
2 3 ... n n
(1 YTM ) (1 YTM ) 2 (1 YTM )3 (1 YTM ) n (1 YTM ) n
D
P
Παράδειγμα
Έστω δύο ομόλογα με ονομαστική αξία 1.000€, διάρκεια μέχρι τη λήξη 10
έτη με απόδοση στη λήξη ίση με 8% που πληρώνουν ετήσιο κουπόνι το
πρώτο 5% και το δεύτερο 7%. Να υπολογιστεί η διάρκεια των ομολόγων
αυτών.
42
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Προεξοφλητικός
παράγοντας Παρούσα αξία χρηματοροής Χρόνος *
1/(1+ΥΤΜ)^n = Χρηματοροή * Παρούσα αξία
Χρόνος Χρηματοροές 1/(1+0,08)^n Προεξοφλητικός παράγοντας χρηματοροής
0 -1,000 €
1 70 € 0.926 64.82 64.82
2 70 € 0.857 59.99 119.98
3 70 € 0.794 55.58 166.74
4 70 € 0.735 51.45 205.80
5 70 € 0.681 47.67 238.35
6 70 € 0.630 44.10 264.60
7 70 € 0.583 40.81 285.67
8 70 € 0.540 37.80 302.40
9 70 € 0.500 35.00 315.00
10 1,070 € 0.463 495.41 4954.10
932.63 6917.46
• Συνεπώς για αυτό το ομόλογο η διάρκεια είναι 6.917,46/ 932,63 = 7,42 έτη, μικρότερη
από την αντίστοιχη διάρκεια του προηγούμενου ομολόγου.
44
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
P D
k 100
k
P0 (1 0 )
m
Όπου ΔP είναι η μεταβολή της τιμής του ομολόγου (τιμή ομολόγου με την
νέα ΥΤΜ μείον τιμή ομολόγου με την παλαιά ΥΤΜ), P0 είναι η αρχική τιμή
του ομολόγου (με την παλαιά ΥΤΜ), D είναι η διάρκεια του ομολόγου, m
είναι ο αριθμός των κουπονιών που πληρώνει το ομόλογο σε ένα έτος
(ισούται με 1 για το ομόλογα με ετήσιο κουπόνι, με 2 για τα ομόλογα με
εξαμηνιαίο κουπόνι) και Δk η μεταβολή της ΥΤΜ.
45
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
P D
k 100
k
P0 (1 0 )
m
Για να βρούμε την διάρκεια D, πρέπει να υπολογίσουμε πρώτα την τιμή του ομολόγου
(με την παλαιά ΥΤΜ):
• Συνεπώς, η ποσοστιαία μεταβολή της τιμής του ομολόγου λόγω μεταβολής της
ΥΤΜ από 4% σε 4,5% θα είναι:
P 3,68
(0,005) 100 1,769%
P0 (1 0,04
)
1
• Έτσι, αύξηση της ΥΤΜ από το 4% στο 4,5% θα επιφέρει μείωση στην τιμή του
ομολόγου κατά 1,769%.
47
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αποτίμηση μετοχών
Α Τρόπος
Προσέγγιση της παρούσας αξίας (τύπος του Gordon)
Έχει αναλυθεί στις διαφάνειες της 1ης ΟΣΣ και εξηγείται στους τόμους Β και Δ
48
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αποτίμηση μετοχών
Β Τρόπος: Αποτίμηση με χρήση του δείκτη τιμή προς κέρδη (price to earnings ratio –
P/E)
Η πιο συνηθισμένη και δημοφιλής μέθοδος σχετικής αποτίμησης μετοχών χρησιμοποιεί το
δείκτη Ρ/Ε για να συγκρίνει μεταξύ δύο μετοχών, ή διαχρονικά το λόγο Ρ/Ε για την ίδια
μετοχή, έτσι ώστε να εντοπίσει περιπτώσεις υποτιμημένων μετοχών. Χρησιμοποιείται
ευρύτατα στη χρηματοοικονομική βιομηχανία.
Ο δείκτης τιμή προς κέρδη ορίζεται ως:
Ο λόγος αυτός δείχνει την τιμή που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν οι επενδυτές για να
αγοράσουν τη μετοχή για κάθε 1€ αναμενόμενων κερδών της επιχείρησης.
• Οι δύο μέθοδοι αποτίμησης είναι ισοδύναμοι. Πράγματι, χρησιμοποιώντας τον τύπο του
Gordon προκύπτει:
D1
D1 P E1 P d P 1 b
P
kg E1 k g E1 k g E1 k g
όπου d είναι το ποσοστό πληρωμής μερίσματος από τα κέρδη (payout ratio) (του επόμενου
έτους) και b το ποσοστό παρακρατούμενων κερδών του επόμενου έτους
49
(τύπος 5.6 του τόμου Δ).
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αποτίμηση μετοχών
• Από την τελευταία σχέση βλέπουμε ότι ο λόγος Ρ/Ε είναι, στην περίπτωση σταθερού
ρυθμού ανάπτυξης, συνάρτηση των εξής παραγόντων:
της απαιτούμενης απόδοσης k
του αναμενόμενου ρυθμού ανάπτυξης των μερισμάτων g
της αναμενόμενης μερισματικής πολιτικής της επιχείρησης που προσδιορίζει το
ποσοστό των κερδών d που μοιράζεται ως μέρισμα
• Στην περίπτωση μηδενικής ανάπτυξης (no growth model) ο δείκτης P/E γίνεται:
Pt d P d P 1
t t
Et 1 k Et k Et k
Εt+1 = Et
Αποτίμηση μετοχών
• Παράδειγμα
Έστω η επιχείρηση Χ η οποία επανεπενδύει το 60% των κερδών της, ενώ η απόδοση
των ιδίων κεφαλαίων της είναι 15%. Εάν η απαιτούμενη απόδοση από τη μετοχή είναι
12,5% και ο αναμενόμενος μακροπρόθεσμος ρυθμός αύξησης των μερισμάτων είναι
9%, να υπολογιστούν: 1) ο λόγος Ρ/Ε με τον οποίο πρέπει να διαπραγματεύεται
σήμερα η μετοχή και 2) η θεωρητικά σωστή τιμή της εάν τα φετινά κέρδη της είναι 2€
ανά μετοχή. Εάν ο ανακοινωμένος στον τύπο σήμερα λόγος Ρ/Ε είναι 10, η μετοχή
θεωρείται αγοραστική ευκαιρία και με ποιές προϋποθέσεις;
Λύση
1) Είναι:
P d 0,4
11,4
E1 k g 0,125 0,09
2) Αφού τα φετινά κέρδη της μετοχής είναι 2€ ανά μετοχή και ο μακροπρόθεσμος
ρυθμός ανάπτυξής τους είναι 9% (όσος και ο ρυθμός αύξησης των μερισμάτων)
τότε θα ισχύει:
E1
1 g E1 E (1 g ) 2€ 1,09 2,18€
E
51
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αποτίμηση μετοχών
Επομένως θα είναι:
P
11,4 P 11,4 2,18€ 24,85€
E1
Αφού ο σημερινός λόγος Ρ/Ε είναι 10, αυτό σημαίνει ότι η τιμή της μετοχής είναι:
P
10 P 10 2€ 20€
E
52
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• Συνεπώς, η ροή πληροφοριών για τις προοπτικές και την κερδοφορία μιας
επιχείρησης, σε συνδυασμό με τον αριθμό των επενδυτών και των αναλυτών
που ερευνούν τις τιμές των μετοχών είναι θεμελιώδες για τη λειτουργία και
την ισορροπία της αγοράς και την εξίσωση των αγοραίων τιμών των μετοχών
με εκείνες που προκύπτουν από τα μοντέλα αποτίμησης (δλδ με τις
οικονομικές αξίες τους).
53
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
56
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
όπου w1, w2, ..., wκ είναι το ποσοστό των χρημάτων που έχουμε επενδύσει στις μετοχές
1,2,..,κ αντίστοιχα (η στάθμιση των μετοχών στο χαρτοφυλάκιο).
Ισχύει:
w1 w2 ... w 1
• Ο κίνδυνος του χαρτοφυλακίου (η τυπική απόκλιση της απόδοσής του) θα είναι (τύπος
6.4 του τόμου Δ):
N N N
p w
i 1
2
i i
2
i 1
w w
j 1
i j ij
i j
όπου σij είναι η συνδιακύμανση των αποδόσεων των μετοχών i και j. Όταν i=j σημαίνει
οτι υπάρχει μια μετοχή στο χαρτοφυλάκιο οπότε σij=σi2 που είναι η διακύμανση των
αποδόσεων της μετοχής i.
58
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• Από τους παραπάνω τύπους για την αναμενόμενη απόδοση και τον κίνδυνο ενός
χαρτοφυλακίου μετοχών παρατηρούμε ότι ο συνδυασμός μετοχών για το σχηματισμό
ενός χαρτοφυλακίου διαμορφώνει την αναμενόμενη απόδοση του χαρτοφυλακίου
ανάλογα με την αναμενόμενη απόδοση των μετοχών που συμμετέχουν σε αυτό –
σταθμισμένων με τα ποσοστά συμμετοχής τους στο χαρτοφυλάκιο.
• Τελικά, εάν οι αποδόσεις των μετοχών που συμμετέχουν στο χαρτοφυλάκιο δεν είναι
τέλεια συσχετισμένες, τότε ο κίνδυνος ανά μονάδα απόδοσης του χαρτοφυλακίου είναι
μικρότερος από ότι εκείνη των μεμονωμένων μετοχών που το απαρτίζουν. Έτσι
επιτυγχάνεται διαφοροποίηση (diversification) του κινδύνου.
59
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
B B
p w * w
i A j A
i j * ij w Α * w Β * 2 * w * w *
2 2 2 2
w Α * w Β * 2 * w * w * * *
2 2 2 2
• Για ρ=1
p 0,452 * 0,122 0,552 * 0,182 2 * 0,45 * 0,55 *1* 0,12 * 0,18 0,153
οπότε η αναμενόμενη απόδοση ανά μονάδα κινδύνου είναι 0,257/0,153=1,679. δεν υπάρχει
όφελος από τη διαφοροποίηση.
• Για ρ=0
p 0,452 * 0,122 0,552 * 0,182 2 * 0,45 * 0,55 * 0 * 0,12 * 0,18 0,112
οπότε η αναμενόμενη απόδοση ανά μονάδα κινδύνου είναι 0,257/0,112=2,29.
• Για ρ=-1
p 0,452 * 0,122 0,552 * 0,182 2 * 0,45 * 0,55 * (1) * 0,12 * 0,18 0,045
οπότε η αναμενόμενη απόδοση ανά μονάδα κινδύνου είναι 0,257/0,045=5,71 η μεγαλύτερη
από τις τρείς.
61
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Θεωρία χαρτοφυλακίου
• Ο Markowitz (1952) θεμελίωσε τη θεωρία χαρτοφυλακίου, σύμφωνα με την οποία οι
επενδυτές εν γένει αποστρέφονται τον κίνδυνο (ή αλλιώς, ζητούν επιπλέον απόδοση για
τον κίνδυνο που αναλαμβάνουν).
• Τα κριτήρια επιλογής ενός χαρτοφυλακίου είναι η αναμενόμενη απόδοσή του και η
τυπική απόκλιση (ή η διακύμανση) των αποδόσεών του, ως μέτρο του κινδύνου
(κριτήριο μέσου – διακύμανσης (mean – variance criterion).
• Η υπόθεση πίσω από το κριτήριο αυτό είναι ότι οι αποδόσεις ακολουθούν κανονική
κατανομή και επομένως οι δύο πρώτες ροπές (μέσος και διακύμανση) περιέχουν όλη την
πληροφορία για την κατανομή των αποδόσεων.
• Κριτήριο μέσου – διακύμανσης
Το κριτήριο αυτό διατυπώνεται αναλυτικά ως εξής:
Μεταξύ δύο χαρτοφυλακίων Α και Β με αναμενόμενες αποδόσεις E(RA) και E(RB) και
διακύμανση των αποδόσεων σ2Α και σ2Β, ένας επενδυτής θα προτιμά το Α έναντι του Β
όταν:
62
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• Χαρτοφυλάκια εκτός της σκιασμένης περιοχής δεν είναι εφικτά (δηλαδή δεν υπάρχουν
μετοχές των οποίων ο συνδυασμός να δίνει χαρτοφυλάκια με αναμενόμενη απόδοση
για κάθε επίπεδο κινδύνου υψηλότερη από εκείνη που ορίζεται πάνω από την καμπύλη
γραμμή του γραφήματος). Η καμπύλη είναι κυρτή στο κάτω μέρος της και κοίλη στο
επάνω διότι οι αποδόσεις του συνόλου των αξιογράφων που μπορούν να σχηματίσουν
63
χαρτοφυλάκια δεν είναι τέλεια συσχετισμένες.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αποτελεσματικά χαρτοφυλάκια
• Όπως φαίνεται στο παρακάτω σχήμα, το χαρτοφυλάκιο Γ έχει τον ίδιο κίνδυνο με
τα Α και Β αλλά μεγαλύτερη απόδοση από αυτά και φυσικά είναι προτιμητέο.
Λέμε ότι το χαρτοφυλάκιο Γ είναι αποτελεσματικό (efficient) διότι επιτυγχάνει τη
μεγαλύτερη δυνατή αναμενόμενη απόδοση για το συγκεκριμένο επίπεδο
κινδύνου.
64
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αποτελεσματικά χαρτοφυλάκια
Αναμενόμενη
απόδοση Ε(R)
E(RΓ)
Ε(RB)
E(RA)
E(Rρ
) I6 I5 I4 I3 I2
I1
E(RΣ)
Σ Αποτελεσματικό
A
Σύνορο
MVP
E(RMVP)
T
E(RΤ)
0 σMVP σΣ=σΤ σρ
66
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Άριστο Χαρτοφυλάκιο
• Το καλύτερο χαρτοφυλάκιο, πέραν ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 5
του οποίου δεν μπορούμε να Άριστο Χαρτοφυλάκιο με Ένα Χρεόγραφο Μηδενικού Κινδύνου
προχωρήσουμε (πιο αριστερά) είναι
το χαρτοφυλάκιο που ορίζεται από
E(Rρ
το σημείο επαφής του ) Γραμμή Κεφαλαιαγοράς ΙΙΙ
67
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
68
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• Επομένως, η εξίσωση αυτής της ευθείας είναι ίση με τον ακόλουθο τύπο
(τύπος 7.1):
69
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• Το μοντέλο του απλού δείκτη αναπτύχθηκε από τον Sharpe (1963, 1964).
• Η κίνηση ολόκληρης της αγοράς, που είναι η αιτία που επηρεάζει την κίνηση
των τιμών των διαφόρων χρεογράφων ενός χαρτοφυλακίου, μπορεί κατά
προσέγγιση να θεωρηθεί ότι είναι η κίνηση των τιμών ενός δείκτη
κεφαλαιαγοράς (π.χ. του γενικού δείκτη του χρηματιστηρίου για την
περίπτωση όπου τα αξιόγραφα είναι μετοχές).
70
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
71
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Ri = αi + βiRm + εi
όπου:
Ri είναι το ποσοστό απόδοσης του αξιογράφου i για μια συγκεκριμένη χρονική
περίοδο.
αi είναι το ποσοστό απόδοσης το οποίο είναι ανεξάρτητο από την κίνηση της
κεφαλαιαγοράς, δεν επηρεάζεται δηλαδή από τις κινήσεις της κεφαλαιαγοράς.
βi είναι ο συντελεστής που μετρά την ευαισθησία των αποδόσεων του
αξιογράφου i σε σχέση με την απόδοση της αγοράς Rm.
Rm είναι το ποσοστό απόδοσης του δείκτη κεφαλαιαγοράς και κατ’ επέκταση
κι ολόκληρης της κεφαλαιαγοράς
εi είναι η απόκλιση του πραγματικού (Ri) από την απόδοση που προβλέφθηκε
με βάση το μοντέλο. Η μεταβλητή (εi) ονομάζεται σφάλμα, ή όρος σφάλματος,
ή διαταρακτικός όρος.
Η αγορά έχει συντελεστή βήτα ίσο με τη μονάδα: (βm=1), που σημαίνει ότι
όποιο αξιόγραφο έχει συντελεστή βήτα ίσο με 1, η τιμή του τείνει να κινείται
όμοια με την κίνηση του δείκτη της κεφαλαιαγοράς.
72
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
73
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Ε(Ri) = αi + βi E(Rm)
Παράδειγμα
Έστω ότι ο συντελεστής βήτα του αξιογράφου Α είναι 1,1, ο σταθερός όρος είναι
0,5% και η προσδοκώμενη απόδοση της αγοράς για τον επόμενο μήνα είναι 1,5%.
Ποιά είναι η αναμενόμενη απόδοση του αξιογράφου Α για τον επόμενο μήνα;
Λύση
Με βάση την παραπάνω εξίσωση έχουμε:
Άρα η αναμενόμενη απόδοση του αξιογράφου Α είναι 2,15% για τον επόμενο μήνα.
74
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
n
• Ενώ ο όρος καταλοίπων του χαρτοφυλακίου εp θα είναι: p wi i
i 1
• Οπότε θα ισχύει ( Rp ) a p p E ( Rm )
75
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Άρα:
76
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• Ισχύει: i wi 2 i 2
2
i 1
• Οπότε τελικά, ο κίνδυνος του χαρτοφυλακίου είναι (τύπος 6.18 του τόμου
n
Δ): w 2 2
2
p
2 2
p m
i 1
i i
77
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Διαφοροποίηση –
Συστηματικός και μη συστηματικός κίνδυνος
• Στην πράξη, πράγματι οι τιμές όλων των μετοχών ακολουθούν εν γένει την κίνηση της
αγοράς (του χρηματιστηρίου) σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Όταν το
χρηματιστήριο ανεβαίνει (κατεβαίνει), οι τιμές των μετοχών εν γένει αυξάνονται
(μειώνονται) – λιγότερο ή περισσότερο η κάθε μία.
• Αυτό οφείλεται στο ότι όλες επηρεάζονται από τις ειδήσεις για την πορεία της εγχώριας
οικονομίας και του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος, ειδήσεις που επηρεάζουν την
κίνηση της αγοράς. Οι ειδήσεις αυτές, επηρεάζουν τις προοπτικές κερδοφορίας της
κάθε εισηγμένης επιχείρησης, σε διαφορετικό βέβαια βαθμό την κάθε μία. Κάθε
μεμονωμένη μετοχή όμως, επηρεάζεται και από τις ειδήσεις και προοπτικές της
συγκεκριμένης επιχείρησης.
• Έτσι, ο κίνδυνος μιας μεμονωμένης μετοχής μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελείται από
δύο συνιστώσες: τον συστηματικό κίνδυνο ή κίνδυνο της αγοράς (systematic or market
risk) και τον ιδιοσυγκρατικό ή μη συστηματικό κίνδυνο που σχετίζεται με τη
συγκεκριμένη μετοχή (idiosyncratic or non-systematic risk):
78
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Διαφοροποίηση –
Συστηματικός και μη Συστηματικός Κίνδυνος
• Ο συστηματικός κίνδυνος περιλαμβάνει:
Τον κίνδυνο από τη μεταβολή των επιτοκίων
Τον κίνδυνο πληθωρισμού
Τον κίνδυνο οικονομικής ύφεσης κλπ
• Αντίστοιχα, ο μη συστηματικός κίνδυνος περιλαμβάνει:
Τον επιχειρηματικό κίνδυνο
Τον κίνδυνο πτώχευσης
Τον κίνδυνο ρευστότητας κλπ
• Σε ένα καλά διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο μετοχών, ο μη συστηματικός κίνδυνος
μπορεί να εξαλειφθεί πλήρως, παραμένει όμως ο συστηματικός κίνδυνος. Καθώς
προστίθενται κατάλληλα επιλεγμένες μετοχές στο χαρτοφυλάκιο, η μη τέλεια συσχέτιση
των αποδόσεων των μετοχών μειώνει τον κίνδυνο του χαρτοφυλακίου μέχρις ότου ο
κίνδυνος του χαρτοφυλακίου να γίνει ίσος με το συστηματικό κίνδυνο.
• Παραστατικά, η διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου μέσω της εξάλειψης του μη
συστηματικού κινδύνου καθώς αυξάνει ο αριθμός των μετοχών που συμμετέχουν στο
χαρτοφυλάκιο φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα.
79
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Διαφοροποίηση –
Συστηματικός και μη Συστηματικός Κίνδυνος
Μη συστηματικός
κίνδυνος
Συστηματικός
κίνδυνος
• Στον οριζόντιο άξονα είναι ο αριθμός των μετοχών που συμμετέχουν στο
χαρτοφυλάκιο
• Στον κατακόρυφο άξονα είναι ο κίνδυνος του χαρτοφυλακίου
80
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Υπόδειγμα CAPM
ή Υπόδειγμα Αποτίμησης Κεφαλαιουχικών Περιουσιακών Στοιχείων -ΥΑΚΠΣ
• Το υπόδειγμα CAPM συνδέει την αναμενόμενη απόδοση ενός αξιογράφου i με το
συστηματικό του κίνδυνο και το ασφάλιστρο κινδύνου της αγοράς και δίνεται από τη
σχέση (τύπος 7.2 του τόμου Δ):
E ( Ri ) R f i ( E ( Rm ) R f )
όπου:
E(Ri) είναι η αναμενόμενη απόδοση από το αξιόγραφο (μετοχή ή χαρτοφυλάκιο) i
Rf είναι η απόδοση μηδενικού κινδύνου (π.χ. το καταθετικό επιτόκιο ή η απόδοση του
3μηνου εντόκου γραμματίου)
Ε(Rm) είναι η αναμενόμενη απόδοση του χαρτοφυλακίου της αγοράς
βi είναι ο συστηματικός κίνδυνος της μετοχής (αξιογράφου) ή χαρτοφυλακίου i
Υπόδειγμα CAPM
Έτσι, σύμφωνα με το υπόδειγμα CAPM:
• Η υπερβάλλουσα απόδοση που αναμένουν οι επενδυτές από μια μετοχή ή ένα
χαρτοφυλάκιο (Ε(Ri) – Rf) καθορίζεται από το συστηματικό του κίνδυνο βi και την
υπερβάλλουσα απόδοση του χαρτοφυλακίου της αγοράς E(Rm) – Rf .
• Η υπερβάλλουσα απόδοση του χαρτοφυλακίου της αγοράς (ασφάλιστρο κινδύνου της
αγοράς) με τη σειρά της καθορίζεται από τον κίνδυνο που εμπεριέχει το χαρτοφυλάκιο
της αγοράς, ο οποίος μετριέται από την τυπική απόκλιση των αποδόσεών του σm.
82
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Υπόδειγμα CAPM
• Το υπόδειγμα CAPM στηρίζεται στις εξής (αυστηρές) υποθέσεις:
Όλοι οι επενδυτές έχουν χρονικό ορίζοντα μιας περιόδου.
Η απόδοση μηδενικού κινδύνου είναι ίδια για όλους τους επενδυτές και είναι ίση
για δάνεια και επενδύσεις.
Οι φόροι και τα κόστη συναλλαγών είναι μηδενικά.
Η πληροφόρηση είναι ελεύθερη και διαθέσιμη ταυτόχρονα σε όλους τους
επενδυτές.
Οι επενδυτές προτιμούν εκείνο το χαρτοφυλάκιο που έχει την μεγαλύτερη
αναμενόμενη απόδοση, Ε(Rp) και το μικρότερο κίνδυνο, δηλαδή την μικρότερη
τυπική απόκλιση, σp.
Όλοι οι επενδυτές έχουν ομογενείς προσδοκίες για την αναμενόμενη απόδοση,
Ε(Ri), τον κίνδυνο, σi, και την συνδιακύμανση, Cov(Ri, Rj), των αξιογράφων.
• Το υπόδειγμα CAPM ισχύει στην ισορροπία. Επομένως, ο συντελεστής βi θα ισούται με:
CovRi , Rm
i
m2
όπου Cov(Ri, Rm) είναι η συνδιακύμανση των αποδόσεων της μετοχής i και του
χαρτοφυλακίου της αγοράς και σ2m είναι η διακύμανση των αποδόσεων του
χαρτοφυλακίου της αγοράς. 83
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Υπόδειγμα CAPM
• Επομένως, σύμφωνα με το υπόδειγμα CAPM, η υπερβάλλουσα απόδοση ενός
αξιογράφου θα είναι:
Cov( Ri , Rm )
E ( Ri ) rf ( E ( Rm ) rf )
2
m
84
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αναμενόμενη
απόδοση Ε(R)
Aξιόγραφο Β Χαρτοφυλάκιο
(Υποτιμημένο) αγοράς Γραμμή αγοράς
αξιογράφων
Ε(RΒ)
Ε(RA)
Aξιόγραφο Α
Ε(Rm)
Aξιόγραφο Γ
Ε(RΓ) (Υπερτιμημένο)
rf
Συστηματικός
κίνδυνος β
βΒ βm=1 βΑ βΓ
85
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• Όλα τα αξιόγραφα που βρίσκονται πάνω από τη γραμμή αγοράς αξιογράφων είναι
υποτιμημένα, και συνεπώς πρέπει οι επενδυτές να τα επιλέξουν για αγορά. Η
αναμενόμενη απόδοσή τους είναι μεγαλύτερη από εκείνη που ορίζει το υπόδειγμα
CAPM για το επίπεδο συστηματικού κινδύνου τους β.
• Αντίθετα, όλα τα αξιόγραφα που βρίσκονται κάτω από τη γραμμή αγοράς αξιογράφων
είναι υπερτιμημένα (οι επενδυτές πρέπει να τα πωλήσουν) – η αναμενόμενη απόδοσή
τους είναι μικρότερη από εκείνη που ορίζει το CAPM για το επίπεδο συστηματικού
κινδύνου τους β.
86
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Υπόδειγμα CAPM
• Παράδειγμα
Έστω οι μετοχές Α και Β των οποίων ο συντελεστής συσχέτισης των αποδόσεών τους με
το χαρτοφυλάκιο της αγοράς είναι 0,6 και 0,85 αντίστοιχα, ενώ οι τυπικές αποκλίσεις
τους είναι 0,38 και 0,16. Εάν η αναμενόμενη απόδοση του χαρτοφυλακίου της αγοράς
είναι 17%, η τυπική απόκλισή του 0,12 και η απόδοση μηδενικού κινδύνου 4,5% να
υπολογιστούν: 1) Οι συντελεστές β των μετοχών Α, Β και του χαρτοφυλακίου που
σχηματίζεται από αυτές με σταθμίσεις 60% και 40% αντίστοιχα. 2) Χρησιμοποιώντας το
CAPM να υπολογιστούν οι αναμενόμενες αποδόσεις των Α και Β και του ανωτέρω
χαρτοφυλακίου.
Λύση
1) Ο συντελεστής β δίνεται από τη σχέση:
CovRi , Rm im i m im i
i i i
m2 m
2
m
Am A 0,6 * 0,38
Με αντικατάσταση προκύπτει για τη μετοχή Α: A 1,9
m 0,12
Bm B 0,85 * 0,16
και τη Β: B 1,13
m 0,12
87
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Υπόδειγμα CAPM
Ο συντελεστής β του χαρτοφυλακίου θα είναι:
88
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Rp Rf
p
Σύμφωνα με τον παραπάνω τύπο, η απόδοση χωρίς κίνδυνο Rf θεωρείται σταθερή.
Στη διάρκεια ενός χρονικού διαστήματος όμως, ξέρουμε ότι η απόδοση χωρίς
κίνδυνο μεταβάλλεται. Επομένως, πρέπει πιο σωστά στην παραπάνω σχέση να
χρησιμοποιείται η μέση τιμή των αποδόσεων χωρίς κίνδυνο στο χρονικό διάστημα
που αντιστοιχεί στον επενδυτικό ορίζοντα του χαρτοφυλακίου.
89
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Rp Rf
p
Επομένως, ο δείκτης Treynor, χρησιμοποιώντας το β του χαρτοφυλακίου, υποθέτει
ουσιαστικά ότι το χαρτοφυλάκιο έχει μόνο συστηματικό κίνδυνο και, συνεπώς, είναι
καλά διαφοροποιημένο. Εάν δύο χαρτοφυλάκια δεν είναι καλά διαφοροποιημένα και
έχουν διαφορετικά επίπεδα συνολικού κινδύνου αλλά τον ίδιο συστηματικό κίνδυνο,
τότε, ενώ θα έχουν διαφορετικούς δείκτες Sharpe, θα έχουν τον ίδιο δείκτη Treynor.
Όμως, στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα με το CAPM, η αναμενόμενη απόδοση του
χαρτοφυλακίου σχετίζεται μόνο με το συστηματικό του κίνδυνο, αφού ο μη
συστηματικός μπορεί να εξαλειφθεί μέσω της διαφοροποίησης και ο επενδυτής δεν
ανταμείβεται για αυτόν.
90
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Rp Rf 0,46 0,035
0,65
p 0,65
91
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Rm R f 0,34 0,035
0,72
m 0,42
Rp Rf 0,46 0,035
0,32
p 1,32
Rm R f 0,34 0,035
0,30
m 1
93
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
94