You are on page 1of 9

ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ ΑΣΚΟΥΜΕΝΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ

ΔΙΑΛΕΞΗ 7

ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1 Στις προηγούμενες διαλέξεις είδαμε πως οι σύμβουλοι εταιρείας λαμβάνουν αποφάσεις μέσω
του διοικητικού συμβουλίου και πως, ενεργώντας ως αντιπρόσωποι της εταιρείας την δεσμεύουν
με τις πράξεις τους.

1.2 Στη σημερινή διάλεξη θα εξετάσουμε ποιες υποχρεώσεις οφείλουν οι σύμβουλοι προς την
εταιρεία κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους και σε ποιο βαθμό οφείλουν να
συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις αυτές.

1.3 Συχνά οι Σύμβουλοι εταιρείας παρομοιάζονται με καταπιστευματοδόχους της και η φύση των
υποχρεώσεων τους μπορεί να εξηγηθεί υπό αυτή τη βάση. Στην πραγματικότητα όμως οι
σύμβουλοι είναι αντιπρόσωποι της εταιρείας και ως αντιπρόσωποι βρίσκονται σε θέση
εμπιστευτικότητας (fiduciary position) σε σχέση με τον αντιπροσωπευόμενο, δηλαδή την
εταιρεία.

1.4 Η διαφοροποίηση αυτή δεν κάνει ιδιαίτερη διαφορά όταν κάποιος εξετάζει τις υποχρεώσεις ενός
συμβούλου σε σχέση με την καλή πίστη και αφοσίωση που οφείλει στην εταιρεία. Οι
υποχρεώσεις αυτές, που πηγάζουν από την θέση εμπιστευτικότητας στην οποία βρίσκεται
ταυτίζονται με τις υποχρεώσεις καταπιστευματοδόχου.

1.5 Όταν όμως εξετάζονται οι υποχρεώσεις ενός συμβούλου σε σχέση με το καθήκον επιμέλειας και
επιδεξιότητας που οφείλει να εξασκήσει, η θέση διαφοροποιείται από αυτή του
καταπιστευματοδόχο.

1.6 Είναι ως εκ τούτου βολικό να εξετασθούν οι υποχρεώσεις συμβούλων κάτω από δύο
επικεφαλίδες:

1
(α) Υποχρεώσεις επιμέλειας και επιδεξιότητας
(β) Υποχρεώσεις καλής πίστης.

1.7 Πρέπει να λεχθεί ότι δεν υπάρχει νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου στα
θέματα που καλύπτονται από τη σημερινή διάλεξη. Έτσι θα εξετάσουμε τη νομική θέση όπως
αυτή προκύπτει από το Κοινοδίκαιο και κυρίως από αποφάσεις των Αγγλικών Δικαστηρίων και
οποιεσδήποτε σχετικές πρόνοιες της νομολογίας.

1.8 Είναι επίσης σημαντικό να σημειώσουμε ότι τα καθήκοντα που οφείλουν οι σύμβουλοι στην
εταιρεία οφείλονται τόσο συλλογικά, δηλαδή από το διοικητικό συμβούλιο, όσο και ατομικά από
κάθε σύμβουλο ξεχωριστά.

2. ΚΑΘΗΚΟΝ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΔΕΞΙΟΤΗΤΑΣ

2.1 Ο περί Εταιρειών Νόμος δεν προσδιορίζει πιο είναι το καθήκον επιμέλειας και επιδεξιότητας
που οφείλουν οι σύμβουλοι στην εταιρεία κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους1.

2.2 Η κλασική διατύπωση του καθήκοντος αυτού προέρχεται από την απόφαση στην υπόθεση Re
City Equitable Fire Insurance Co.2, όπου ο Δικαστής Romer συνόψισε την μέχρι τότε
νομολογία

(α) Βαθμός επιμέλειας: “Εύλογη επιμέλεια” στο βαθμό που αναμένεται να λάβει ένα
συνηθισμένο πρόσωπο για δικό του λογαριασμό.

(β) Βαθμός επιδεξιότητας: Σύμβουλος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν
αναμένεται να επιδείξει μεγαλύτερο βαθμό επιδεξιότητας από εκείνον που εύλογα
αναμένεται από πρόσωπο με τη δική του (του συμβούλου) γνώση και εμπειρία.

Π.χ. Σύμβουλος ασφαλιστικής εταιρείας δεν αναμένεται να έχει τη γνώση ή την εμπειρία
ενός αναλογιστή ή γιατρού.

(γ) Βαθμός προσοχής: Σύμβουλος δεν είναι υποχρεωμένος να δίδει συνεχή προσοχή στα
εργασίες της εταιρείας του. Τα καθήκοντα του είναι περιοδικής φύσης και ασκούνται

1
Αλλά βλέπε άρθρο 169ΣΤ, Κεφ. 113.
2
[1925] Ch. 407

2
στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου και στις συνεδριάσεις υποεπιτροπών στις
οποίες τυγχάνει να είναι διορισμένος. Εντούτοις ο σύμβουλος δεν είναι υποχρεωμένος να
παρίσταται σε όλες τις συνεδριάσεις αυτές, αλλά θα πρέπει να παρίσταται όποτε εύλογα
οι περιστάσεις του το επιτρέπουν.

(δ) Ανάθεση καθηκόντων σε άλλα πρόσωπα: Αναφορικά με όλα τα καθήκοντα τα οποία,


λαμβάνοντας υπόψη την έκτακτη φύση των εργασιών της εταιρείας και το καταστατικό
της, δύνανται να ανατεθούν σε κάποιο άλλο λειτουργό, ο σύμβουλος, αν δεν υπάρχουν
λόγοι που να προκαλούν υποψίες, δικαιολογείται να εμπιστευτεί τέτοιο λειτουργό να
εκτελέσει τα εν λόγω καθήκοντα με εντιμότητα.

2.3 Παρά τα πιο πάνω πρέπει να σημειώσουμε ότι, ο Δικαστής Romer, κατά την ανάλυση του
θέματος ανέφερε ότι στην πραγματικότητα είναι αδύνατο να περιγράψει κάποιος τα καθήκοντα
των συμβούλων εταιρείας με γενικούς όρους. Για να μπορέσει κάποιος να εξακριβώσει τα
καθήκοντα συμβούλου μιας εταιρείας θα πρέπει να εξετάσει τη φύση των εργασιών της
συγκεκριμένης εταιρείας και τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η διαίρεση εργασιών στην εταιρεία
αυτή μεταξύ των συμβούλων και άλλων αξιωματούχων της εταιρείας.

2.4 Ίσως η πιο πάνω παρατήρηση είναι το πιο σημαντικό μέρος της απόφασης του Δικαστή Romer.
Γιατί πέρασαν ¾ του αιώνα από την απόφαση στην Equitable Fire Insurance και ο ρόλος των
μη εκτελεστικών συμβούλων εταιρείας έχει στην πραγματικότητα αλλάξει. Και αυτό
αντικατοπτρίζεται στην πιο πρόσφατη νομολογία. Έστω και αν δεν υπάρχει μια σταθερή
ανάλυση στην μεταγενέστερη νομολογία, αναγνωρίζεται ότι ίσως τα κριτήρια που έθεσε ο
Romer δεν είναι πλέον ικανοποιητικά. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες δικαιοδοσίες εκτός της
Αγγλίας.

2.5 Στην υπόθεση Re D’Jan of London Ltd3 το Δικαστήριο θεώρησε ότι το καθήκον επιμέλειας
που οφείλεται από ένα σύμβουλο στην εταιρεία είναι το ακόλουθο:

Η συμπεριφορά ενός λογικά επιμελούς προσώπου το οποίο έχει (α) τις γενικές γνώσεις,
ικανότητα και εμπειρία που λογικά αναμένεται από πρόσωπο που ασκεί τις ίδιες αρμοδιότητες
όπως ο συγκεκριμένος διευθυντής προς την εταιρεία, και (β) τις γενικές γνώσεις, ικανότητα και
εμπειρία που έχει ο συγκεκριμένος διευθυντής.

3
[1994] 1 BCLC 561 (Chancery Division)

3
2.6 Αναφορικά με το θέμα ανάθεσης καθηκόντων σε υφιστάμενους, στην υπόθεση in Re Barings
Plc (No 5)4 το Αγγλικό Εφετείο ανέφερε τα εξής:

(α) Οι σύμβουλοι έχουν, συλλογικά και ατομικά, συνεχιζόμενη ευθύνη να διατηρούν


ικανοποιητική γνώση και αντίληψη των εργασιών της εταιρείας ώστε να βρίσκονται σε θέση να
εκτελούν τα καθήκοντα τους ως σύμβουλοι.

(β) Ενώ οι σύμβουλοι έχουν δικαίωμα (τηρουμένων των προνοιών του Καταστατικού της
εταιρείας) να αναθέτουν συγκεκριμένες εργασίες σε υφιστάμενους τους, και να εμπιστεύονται
την ικανότητα και ακεραιότητα τους σε λογικό βαθμό, η ανάθεση σε υφιστάμενους δεν
απαλλάσσει τους συμβούλους από το καθήκον που έχουν να επιθεωρούν την εκτέλεση των
ανατιθέμενων εργασιών.

(γ) Δεν μπορεί να διατυπωθεί κανόνας γενικής εφαρμογής αναφορικά με το καθήκον που
αναφέρεται στο (β) πιο πάνω. Η έκταση του καθήκοντος, και το ερώτημα κατά πόσο έχει
εκπληρωθεί εξαρτάται από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης, περιλαμβανομένου του
ρόλου του σύμβουλου στην εκτελεστική διοίκηση της εταιρείας.

2.7 Σε μια πιο πρόσφατη απόφαση των Αγγλικών δικαστηρίων, Equitable Life Assurance Society
v Bowley & Ors5 ο Δικαστής Langley επιδοκίμασε τις πιο πάνω αποφάσεις και ανέφερε ότι η
ανάλυση του Romer Δ. στην Equitable αναφορικά με το θέμα ανάθεσης καθηκόντων σε
υφιστάμενους δεν αντιπροσωπεύει το σύγχρονο δίκαιο εφόσον επιτρέπει αδιαμφισβήτητη
εξάρτηση σε άλλους να κάνουν τη δουλειά τους. Ανέφερε επίσης ότι ο τομέας αυτός βρίσκεται
υπό συνεχή εξέλιξη.

3. ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΠΙΣΤΕΩΣ

Όπως έχουμε δει, οι σύμβουλοι βρίσκονται σε εμπιστευτική (fiduciary) θέση σε σχέση με την
εταιρεία. Λόγω της θέσης τους αυτής έχουν υποχρεώσεις καλής πίστης προς την εταιρεία που
ταυτίζονται με τις υποχρεώσεις καταπιστευματοδόχου (trustee) όπως προκύπτουν από το δίκαιο
της επιείκειας.

4
[2000] 1 BCLC 523, 535
5
[2003] EWHC 2263 (Comm) (17 October 2003) (QBD, Commercial Court)

4
Βασιζόμενος στην νομολογία μπορεί κάποιος να εξετάσει τις υποχρεώσεις αυτές των
συμβούλων κάτω από 3 επικεφαλίδες / κανόνες. Αναφέρομαι σε αυτές στη συνέχεια:

3.1 Καθήκον συμβούλου να ενεργεί με καλή πίστη

3.1.1 Ένα πρωταρχικό καθήκον συμβούλου είναι να ενεργεί με καλή πίστη (bona fides) για
τα συμφέροντα της εταιρείας.

3.1.2 Το καθήκον αυτό είναι υποκειμενικό δηλαδή ο σύμβουλος πρέπει να ενεργεί γι’ αυτό
που ο ίδιος νομίζει και όχι αυτό το οποίο το δικαστήριο μπορεί να κρίνει είναι προς
συμφέρον της εταιρείας. 6

3.1.3 Παράδειγμα του πιο πάνω μπορεί κάποιος να δει στην υπόθεση Re W. & M. Roith
Limited7 όπου ο κύριος μέτοχος και σύμβουλος της εταιρείας συμφώνησε με την
εταιρεία αναφορικά με την εργοδότηση του. Βάσει της συμφωνίας εργοδότησης, με το
θάνατο του συμβούλου, η χήρα του θα λάμβανε από την εταιρεία σύνταξη δια βίου.
Εφόσον το δικαστήριο κατέληξε ότι ο σύμβουλος δεν εξέτασε το κατά πόσο η
συμφωνία αυτή θα ήταν προς όφελος της εταιρείας, έκρινε ότι υποχρέωση καταβολής
σύνταξης δεν ήταν δεσμευτική προς την εταιρεία.

3.1.4 Σε ποιους οφείλεται η καλή πίστη: Ενώ η παραδοσιακή θέση ήταν ότι το συμφέρον της
εταιρείας ήταν το συμφέρον των μετόχων της συλλογικά, πιο πρόσφατα έχει
αναγνωριστεί ότι σε πολλές περιπτώσεις το συμφέρον της εταιρείας περιλαμβάνει το
συμφέρον των πιστωτών και των υπαλλήλων της. Ο τομέας αυτός βρίσκεται υπό
εξέλιξη.

3.2 Καθήκον συμβούλου να ασκεί τις εξουσίες του για το σκοπό που του παραχωρήθηκαν

3.2.1 Λόγω της υποκειμενικότητας του καθήκοντος καλής πίστεως, συνήθως δίδεται
μεγαλύτερο βάρος στα άλλα καθήκοντα των συμβούλων τα οποία εξετάζονται με
αντικειμενικά κριτήρια.

6
Per Lord Greene M.R. in Re Smith & Fawcett Limited [1942] Ch. 304 C.A. στη σελ. 306
7
[1967] 1 W.L.R. 432

5
3.2.2 Το θέμα αυτό εξετάστηκε ιδιαίτερα σε υποθέσεις στις οποίες οι σύμβουλοι εξέδωσαν
νέες μετοχές τις εταιρείας. Η νομική θέση εξετάστηκε στην υπόθεση Howard Smith v.
Ampol Ltd8 όπου το Privy Council έλαβε υπόψη διάφορες αποφάσεις επί του θέματος
από πολλά δικαστήρια της Κοινοπολιτείας. Το Δικαστήριο στην υπόθεση αυτή έκρινε
ότι υπήρχαν πολλοί σωστοί λόγοι για τους οποίους εταιρεία θα μπορούσε να προβεί σε
έκδοση νέων μετοχών. Αν η έκδοση μετοχών γίνεται για ένα σωστό σκοπό (όπως π.χ.
για την χρηματοδότηση της εταιρείας) τότε αν το συμπτωματικό αποτέλεσμα είναι να
χάσει κάποιος μέτοχος πλειοψηφία στη γενική συνέλευση δεν θεωρείται παράνομο. Αν
όμως ο πρώτιστος σκοπός των συμβούλων να αυξήσουν το κεφάλαιο είναι για να
διαλύσουν την ψήφο πλειοψηφίας κάποιου μετόχου τότε η άσκηση της εξουσίας δεν
είναι σωστή.

3.2.3 Όταν υπάρχουν πολλοί λόγοι για την λήψη μιας απόφασης, πρέπει να εξετάζεται ποιος
ήταν ο κύριος λόγος9

3.3 Οι σύμβουλοι, χωρίς την πληροφορημένη σύμφωνη γνώμη της εταιρείας, δεν πρέπει να
βάζουν τους εαυτούς τους σε θέση όπου το προσωπικό τους συμφέρον συγκρούεται με το
συμφέρον της εταιρείας

3.3.1 Λόγω της σχέσης εμπιστευτικότητας των συμβούλων με την εταιρεία, οι σύμβουλοι δεν
πρέπει να βάζουν τον εαυτό τους σε θέση όπου υπάρχει σύγκρουση μεταξύ των
συμφερόντων της εταιρείας και των δικών τους συμφερόντων ή υποχρεώσεων τους
προς τρίτους.

3.3.2 Η καλή πίστη δεν πρέπει μόνο να υπάρχει αλλά να φαίνεται ότι υπάρχει και ο νόμος
δεν επιτρέπει σε πρόσωπο να θέτει τον εαυτό του σε θέση όπου η κρίση του μπορεί να
επηρεάζεται και μετά να αποφύγει ευθύνη λέγοντας ότι η κρίση του δεν επηρεάστηκε.

Συναλλαγές με την εταιρεία

3.3.3 Σύμβουλος ο οποίος έχει προσωπικό ενδιαφέρον σε συναλλαγή ή συμφωνία που


γίνεται με την εταιρεία πρέπει να αποκαλύψει το ενδιαφέρον του, αλλιώς η

8
[1974] A.C. 821, P.C.
9
Mills v. Mills (1938) 60 CLR 150 (High Court of Australia)

6
συγκεκριμένη συναλλαγή μπορεί να είναι ακυρώσιμη από την εταιρεία. Η κύρια
αυθεντία για αυτή την αρχή είναι η Aberdeen Rly Co. v. Blaikie Bros10.

3.3.4 Εκτός από τη νομολογία η υποχρέωση αυτή πηγάζει από τη νομοθεσία. Το άρθρο 191
του Νόμου αναφέρει ρητά ότι αποτελεί καθήκον του συμβούλου να αποκαλύψει σε
συνεδρία των συμβούλων της εταιρείας οποιοδήποτε συμφέρον έχει σε σύμβαση ή
προτεινόμενη σύμβαση με την εταιρεία. Παράληψη συμμόρφωσης με αυτή την
πρόνοια αποτελεί ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με £500 πρόστιμο.

3.3.5 Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι ρητά το άρθρο 191 διατηρεί σε ισχύ τους
σχετικούς κανόνες που προκύπτουν από την νομολογία. Και αυτό γιατί, όπως έχει
κριθεί11, παράλειψη συμμόρφωσης με την νομοθετική υποχρέωση αποκάλυψης
συμφέροντος δεν ακυρώνει τη συμφωνία. Η συμφωνία όμως παραμένει ακυρώσιμη
σύμφωνα με τις αρχές της επιείκειας που προκύπτουν από τη νομολογία.

3.3.6 Είναι επίσης σημαντικό το ότι σύμβαση που είναι ακυρώσιμη λόγω ενδιαφέροντος
συμβούλου, μπορεί να επικυρωθεί από την εταιρεία σε γενική συνέλευση. Ο
συγκεκριμένος σύμβουλος επιτρέπεται να ψηφίσει ως μέτοχος σε τέτοια συνέλευση12.

3.3.7 Άλλες σχετικές νομοθετικές πρόνοιες:

(α) Άρθρο 182: Δεν επιτρέπεται σε εταιρεία να χορηγεί δάνειο ή να παρέχει ασφάλεια
αναφορικά με δάνειο σε σύμβουλο της εκτός υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
(β) Άρθρα 183 και 184: Πληρωμή σε σύμβουλο για απώλεια αξιώματος πρέπει να
εγκριθεί από γενική συνέλευση της εταιρείας.

ΜΥΣΤΙΚΑ ΚΕΡΔΗ

3.3.8 Ακόμη ένα σημαντικό αποτέλεσμα της αρχής ότι οι σύμβουλοι εταιρείας δεν πρέπει να
βάζουν τους εαυτούς τους σε θέση όπου τα προσωπικά τους συμφέροντα συγκρούονται
με τα καθήκοντα τους, είναι ότι απαγορεύονται από το να χρησιμοποιούν για δικό τους

10
(1854) 1 Macq 461 (House of Lords)
11
Hely-Hutchinson v. Brayhead Limited [1968] 1 QB 549, C.A. αναφορικά με το αντίστοιχο άρθρο 199 του Αγγλικού
Companies Act 1948
12
North-West Transportation Co. Ltd v. Beatty (1887) 12 App Cas 589 (P.C.)

7
κέρδος την ιδιοκτησία της εταιρείας καθώς και οποιεσδήποτε ευκαιρίες ή πληροφορίες
που έχουν λόγω της θέσης τους.

3.3.9 Σε περίπτωση που οι σύμβουλοι αποκομίζουν μυστικά κέρδη λόγω της θέσης τους
στην εταιρεία θεωρούνται από το δίκαιο της επιείκειας ότι κρατούν τα κέρδη αυτά ως
καταπιστευματοδόχοι για την εταιρεία13.

3.3.10 Σημαντική είναι η απόφαση του Αγγλικού House of Lords στην υπόθεση Regal
(Hastings) Ltd v. Gulliver14. Στην υπόθεση αυτή, η εταιρεία Regal αποφάσισε να
αγοράσει την επιχείρηση δύο σινεμά. Για το σκοπό αυτό δημιούργησε θυγατρική
εταιρεία για να ενοικιάσει τα ακίνητα. Επειδή όμως η Regal δεν μπορούσε να
καταβάλει ολόκληρο το ποσό που έπρεπε να καταβάλει ως εγγύηση πληρωμής ενοικίου
προς τους ιδιοκτήτες, οι σύμβουλοι της Regal αγόρασαν προσωπικά ένα μέρος των
μετοχών της θυγατρικής εταιρείας. Λίγες βδομάδες μετά οι μετοχές τόσο της Regal όσο
και της θυγατρικής πωλήθηκαν σε τρίτους. Η Regal (με νέους μέτοχους) κίνησε αγωγή
των διευθυντών για το κέρδος που αποκόμισαν από την πώληση των μετοχών τους. Το
Δικαστήριο έκρινε ότι οι διευθυντές ήταν υπόλογοι προς την εταιρεία για το κέρδος
αυτό.

3.3.11 Η απόφαση στην Regal φαίνεται ιδιαίτερα αυστηρή. Είναι όμως παράδειγμα της
αυστηρής προσέγγισης των δικαστηρίων όταν υπάρχουν καθήκοντα πίστης. Το
δικαστήριο στην υπόθεση αυτή όμως πρόσθεσε ότι, αν οι σύμβουλοι είχαν εξασφαλίσει
έγκριση της γενικής συνέλευσης των μετόχων, θα προστατεύονταν.

3.3.12 Σχετική είναι επίσης η απόφαση στην καναδική υπόθεση Peso-Silver Mines Ltd v.
Cropper15 όπου λέχθηκε ότι σύμβουλος εταιρείας μπορεί να προβεί σε επένδυση για
δικό του λογαριασμό (και υπό την προσωπική του ιδιότητα) όταν το διοικητικό
συμβούλιο έχει ανεπηρέαστα και με καλή πίστη εξετάσει την ευκαιρία και την έχει
απορρίψει.

3.3.13 Το Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου στην υπόθεση Γιαννάκης Πελεκάνος κ.α. v.
Ανδρέα Πελεκάνου16 εξέτασε το θέμα της παραβίασης των καθηκόντων

13
Cook v. Deeks [1916] 1 AC 554 (Privy Council)
14
[1942] 1 All ER 378
15
(1966) 56 DLR (2d) 1 (Supreme Court of Canada)
16
Πολιτική Έφεση 10953/19.5.2006

8
εμπιστευτικότητας από διοικητικούς σύμβουλους της εταιρείας και έκρινε, μεταξύ
άλλων, ότι τρίτα πρόσωπα που εν γνώσει των συμμετέχουν στις παραβιάσεις
εμπιστευτικότητας από συμβούλους, είναι εξίσου υπεύθυνοι και θεωρούνται ως εξ’
αποτελέσματος εμπιστευματοδόχοι.

ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

3.3.14 Ένα από τα πιο εμφανή παραδείγματα ενέργειας στην οποία θα αναμενόταν να μην
επιτρέπονται σύμβουλοι εταιρείας να προβαίνουν, είναι να ανταγωνίζονται με την
εταιρεία π.χ. με το να είναι μέλη διοικητικών συμβουλίων ανταγωνιστικών εταιρειών.
Κατά περίεργο τρόπο και κατ’ αντίθεση με άλλες δικαιοδοσίες όπως την Ελλάδα δεν
είναι ξεκάθαρο από τη νομολογία ότι κάτι τέτοιο απαγορεύεται.

3.3.15 Το πρόβλημα αυτό υπάρχει λόγω της εξέλιξης των εταιρειών κυρίως στην Αγγλία όπου
σε πολλές περιπτώσεις οι σύμβουλοι εταιρειών δεν ήταν επί μόνιμης βάσης και πολλές
φορές η θέση τους ήταν τιμητική. Στη σημερινή εποχή, όπου η σύμβουλοι είναι στις
περισσότερες περιπτώσεις μόνιμα διορισμένοι και ασχολούνται ενεργά με τις εργασίες
των εταιρειών τους κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συνεχίζει να ισχύει. Φαίνεται όμως ότι
λόγω των υποχρεώσεων που έχουμε ήδη αναφέρει λίγοι σύμβουλοι θα έθεταν τον
εαυτό τους σε ανταγωνιστική θέση, αφού θα μπορούσαν εύκολα να κατηγορηθούν για
κατάχρηση της εμπιστευτικής τους θέσης προς την εταιρεία και πιθανό για κρυφά
κέρδη.

Κύπρος Ιωαννίδης
Δικηγόρος

You might also like