You are on page 1of 752

1

Οδυσσέας Γκιλής

Επιμέλεια συλλογής, ταξινόμησης και αξιοποίησης υλικου

ΠΟΙΗΣΙΣ
ΠΟΙΗΤΙΚΗ

Αποσπάσματα από αρχαία, Βυζαντινά και θεολογικά


κείμενα

Θεσσαλονίκη 2020
2
3

Περιεχόμενα

138. – Περὶ ποιητικῆς 9, 1451a36-1451b32......................................................................3


ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ...................................................................................................................7
Ποιητική (1451a-1452a)...................................................................................................7
Ποίηση ορισμός........................................................................................................................9
Oxford Englich Dictionary. poem............................................................................................10
Περί ποιητικής........................................................................................................................12
Ποίησις εστι............................................................................................................................55
Ποίησις Ποητική, χρονολογική ταξινόμηση αποσπασμάτων.................................................70
Περί ποιήσεως......................................................................................................................188
Ποίησις.................................................................................................................................199
Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα.....................................................................................199
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ.........................................................................................................................728

Άλλες σχετικές εργασίες μου. Ποίησις, Ποιητική, Ποίημα.

Ανθολογίες. Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας. Των Θ.Κ.


Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ.
Κριτσέλη.ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

138. – Περὶ ποιητικῆς 9, 1451a36-1451b32

φιλοσοφώτερον ποίησις ἱστορίας

Το Περὶ ποιητικῆς του Αριστοτέλη, έργο γραμμένο κατά τη «δεύτερη


αθηναϊκή περίοδο» του φιλοσόφου (335-323 π.Χ.), αποτελεί
αναμφισβήτητα το σημαντικότερο έργο θεωρίας της λογοτεχνίας της
αρχαιότητας. Όπως όλα τα σωζόμενα συγγράμματα του Αριστοτέλη, δεν
προοριζόταν από τον ίδιο για δημοσίευση, αλλά είχε χαρακτήρα
σημειώσεων που θα υποστήριζαν την προφορική του διδασκαλία (για τα
έργα αυτής της κατηγορίας χρησιμοποιείται συνήθως ο όρος
ἀκροαματικά).Από τα δύο βιβλία που πιθανότατα αποτελούσαν αρχικά το
4

έργο, έχει σωθεί το πρώτο βιβλίο που πραγματεύεται την τραγωδία και το
έπος, όχι όμως το δεύτερο που ήταν αφιερωμένο στην κωμωδία. Στα
πρώτα πέντε κεφάλαια του έργου εξετάζεται αδρομερώς η έννοια της
ποίησης και η σημασία της μίμησης σ᾽ αυτήν (με τον όρο εννοείται όχι η
πιστή αντιγραφή της πραγματικότητας αλλά η δημιουργική
αναπαράσταση με καλλιτεχνικά μέσα πραγματικών ή δυνατών
γεγονότων, καταστάσεων ή αντικειμένων). Ύστερα από το γενικό μέρος
ακολουθεί η πραγμάτευση της τραγωδίας. Από τον ορισμό της τραγωδίας
και των συστατικών της αναδεικνύεται ως σημαντικότερο στοιχείο ο
μύθος, δηλαδή η πλοκή των γεγονότων. Ο μύθος πρέπει, σύμφωνα με τον
Αριστοτέλη, να αποτελεί όλον με το απαραίτητο μέγεθος και με οργανική
ενότητα. Με αφορμή την έννοια της εσωτερικής ενότητας, ο Αριστοτέλης
εξετάζει συγκριτικά στο περίφημο κεφ. 9 την ποίηση και την ιστορία.
Σύμφωνα με την άποψη που διατυπώνει στο ανθολογούμενο απόσπασμα,
η ποίηση είναι «φιλοσοφικότερη» από την ιστορία, γιατί ασχολείται με
πράγματα που έχουν γενική ισχύ, με τα καθόλου, όχι με τα συγκεκριμένα
γεγονότα. Για τους αρχαίους όμως -συνεπώς και για τον Αριστοτέλη- ο
μύθος αποτελεί ένα πρωιμότερο στάδιο της ιστορίας, που περιλαμβάνει
εξίσου πραγματικά γεγονότα με τα μεταγενέστερα στάδια. Ο
Αριστοτέλης προσπαθεί στη συνέχεια να άρει τη (φαινομενική) αντίφαση
που δημιουργείται μεταξύ της δήλωσης ότι η ποίηση έχει ως θέμα της τα
καθόλου και του γεγονότος ότι πραγματεύεται κατά κανόνα μυθικά (=
ιστορικά) θέματα. Παραθέτει τρία επιχειρήματα για να στηρίξει την
καθολικότητα της ποίησης: (α) Οι παραδεδομένοι μύθοι
χρησιμοποιούνται γιατί είναι πιστευτοί. (β) Σε μερικές τραγωδίες είναι τα
πιο πολλά ονόματα επινοημένα, ενώ υπάρχουν και άλλες, στις οποίες
είναι όλα επινοημένα. (γ) Από το σύνολο του μυθικού υλικού ο ποιητής
επιλέγει -αυτό άλλωστε τον καθιστά κατ᾽ ουσίαν ποιητή- εκείνο που
ανταποκρίνεται στους κανόνες της πιθανοφάνειας και έχει καθολικότερο
χαρακτήρα
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: 138. – Περὶ ποιητικῆς 9, 1451a36-1451b32

[1451a36-38] φανερὸν δὲ ἐκ τῶν εἰρημένων καὶ ὅτι οὐ τὸ τὰ γενόμενα


λέγειν, τοῦτο ποιητοῦ ἔργον ἐστίν, ἀλλ᾽ οἷα ἂν γένοιτο καὶ τὰ δυνατὰ
κατὰ τὸ εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον. [1451b1-4] ὁ γὰρ ἱστορικὸς καὶ ὁ ποιητὴς
οὐ τῷ ἢ ἔμμετρα λέγειν ἢ ἄμετρα διαφέρουσιν (εἴη γὰρ ἂν τὰ Ἡροδότου
εἰς μέτρα τεθῆναι καὶ οὐδὲν ἧττον ἂν εἴη ἱστορία τις μετὰ μέτρου ἢ ἄνευ
μέτρων)· ἀλλὰ τούτῳ διαφέρει, τῷ τὸν μὲν τὰ γενόμενα λέγειν, τὸν δὲ οἷα
ἂν γένοιτο. Διὸ καὶ φιλοσοφώτερον καὶ [1451b5-9] σπουδαιότερον
ποίησις ἱστορίας ἐστίν· ἡ μὲν γὰρ ποίησις μᾶλλον τὰ καθόλου, ἡ δ᾽
5

ἱστορία τὰ καθ᾽ ἕκαστον λέγει. ἔστιν δὲ καθόλου μέν, τῷ ποίῳ τὰ ποῖα


ἄττα συμβαίνει λέγειν ἢ πράττειν κατὰ τὸ εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον, οὗ
στοχάζεται ἡ ποίησις ὀνόματα ἐπιτιθεμένη· τὸ δὲ καθ᾽ ἕκαστον,
[1451b10-14] τί Ἀλκιβιάδης ἔπραξεν ἢ τί ἔπαθεν. ἐπὶ μὲν οὖν τῆς
κωμῳδίας ἤδη τοῦτο δῆλον γέγονεν· συστήσαντες γὰρ τὸν μῦθον διὰ τῶν
εἰκότων οὕτω τὰ τυχόντα ὀνόματα ὑποτιθέασιν, καὶ οὐχ ὥσπερ οἱ
ἰαμβοποιοὶ περὶ τὸν καθ᾽ ἕκαστον ποιοῦσιν. [1451b15-19] ἐπὶ δὲ τῆς
τραγῳδίας τῶν γενομένων ὀνομάτων ἀντέχονται. Αἴτιον δ᾽ ὅτι πιθανόν
ἐστι τὸ δυνατόν· τὰ μὲν οὖν μὴ γενόμενα οὔπω πιστεύομεν εἶναι δυνατά,
τὰ δὲ γενόμενα φανερὸν ὅτι δυνατά· οὐ γὰρ ἂν ἐγένετο, εἰ ἦν ἀδύνατα.
Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐν ταῖς τραγῳδίαις ἐν ἐνίαις μὲν ἓν ἢ δύο τῶν γνωρίμων
ἐστὶν ὀνομάτων, τὰ δὲ ἄλλα πεποιημένα, [1451b20-24] ἐν ἐνίαις δὲ
οὐθέν, οἷον ἐν τῷ Ἀγάθωνος Ἀνθεῖ· ὁμοίως γὰρ ἐν τούτῳ τά τε πράγματα
καὶ τὰ ὀνόματα πεποίηται, καὶ οὐδὲν ἧττον εὐφραίνει. ὥστ᾽ οὐ πάντως
εἶναι ζητητέον τῶν παραδεδομένων μύθων, περὶ οὓς αἱ τραγῳδίαι εἰσίν,
ἀντέχεσθαι. [1451b25-29] καὶ γὰρ γελοῖον τοῦτο ζητεῖν, ἐπεὶ καὶ τὰ
γνώριμα ὀλίγοις γνώριμά ἐστιν, ἀλλ᾽ ὅμως εὐφραίνει πάντας. Δῆλον οὖν
ἐκ τούτων ὅτι τὸν ποιητὴν μᾶλλον τῶν μύθων εἶναι δεῖ ποιητὴν ἢ τῶν
μέτρων, ὅσῳ ποιητὴς κατὰ τὴν μίμησίν ἐστιν, μιμεῖται δὲ τὰς πράξεις.
Κἂν ἄρα συμβῇ γενόμενα ποιεῖν, [1451b30-32] οὐθὲν ἧττον ποιητής
ἐστι· τῶν γὰρ γενομένων ἔνια οὐδὲν κωλύει τοιαῦτα εἶναι οἷα ἂν εἰκὸς
γενέσθαι {καὶ δυνατὰ γενέσθαι}, καθ᾽ ὃ ἐκεῖνος αὐτῶν ποιητής ἐστιν.

Σταύρος Τσιτσιρίδης
[1451a36] Από όσα έχουν λεχθεί προκύπτει επίσης σαφώς ότι έργο του
ποιητή δεν είναι να παρουσιάζει τα πραγματικά γεγονότα, αλλά αυτά που
θα μπορούσαν να συμβούν, δηλαδή τα δυνατά σύμφωνα με τους κανόνες
της πιθανοφάνειας ή της αναγκαιότητας. [1451b] Ο ιστορικός και ο
ποιητής δεν διαφοροποιούνται κατά το ότι γράφουν έμμετρα ή χωρίς
μέτρο (το έργο του Ηροδότου θα μπορούσε να στιχουργηθεί, αλλά και με
μέτρο δεν θα ήταν λιγότερο ιστορία από ό,τι χωρίς το μέτρο)· η διαφορά
τους είναι η εξής: ο ένας παρουσιάζει αυτά που έγιναν, ο άλλος αυτά που
θα μπορούσαν να γίνουν. [5] Συνεπώς η ποίηση είναι και
φιλοσοφικότερη και σπουδαιότερη από την ιστοριογραφία. Γιατί η
ποίηση έχει ως θέμα της πιο πολύ τα καθόλου, ενώ η ιστοριογραφία τα
καθ᾽ έκαστον. Το καθόλου έγκειται στο ότι σ᾽ έναν τύπο ανθρώπου
προσιδιάζει να λέει ή να πράττει σύμφωνα με την πιθανοφάνεια και την
αναγκαιότητα κάποιου είδους πράγματα. Σε αυτό ακριβώς αποβλέπει η
ποίηση, έστω και αν δίνει κύρια ονόματα στα πρόσωπα. [10] Το καθ᾽
έκαστον έγκειται, για παράδειγμα, στο τι έκανε ή τι έπαθε ο Αλκιβιάδης.

Στην κωμωδία αυτό έχει γίνει στις μέρες μας ήδη σαφές: οι ποιητές
6

συνθέτουν πρώτα την πλοκή στηριζόμενοι στους κανόνες της


πιθανοφάνειας και κατόπιν δίνουν στα πρόσωπα τυχαία ονόματα -όχι
όπως οι ιαμβογράφοι, που συνθέτουν ποιήματα για συγκεκριμένα
πρόσωπα. [15] Στην τραγωδία ωστόσο οι ποιητές διατηρούν τα
παραδεδομένα ονόματα των προσώπων. Η αιτία έγκειται στο ότι
πιστευτό είναι αυτό που είναι δυνατό· αυτά όμως που δεν έχουν
πραγματικά συμβεί δεν πιστεύουμε εύκολα ότι είναι δυνατά, ενώ
αντιθέτως όσα έχουν συμβεί είναι προφανές ότι είναι δυνατά (γιατί δεν
θα είχαν συμβεί, εάν ήταν αδύνατα). Εντούτοις και μεταξύ των
τραγωδιών υπάρχουν μερικές που διατηρούν ένα ή δύο γνωστά ονόματα,
ενώ τα υπόλοιπα είναι επινοημένα· [20] σε μερικές μάλιστα ούτε ένα
όνομα δεν είναι γνωστό, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, στον Ανθέα
του Αγάθωνα.1 Στο έργο αυτό είναι επινοημένη τόσο η υπόθεση όσο και
τα ονόματα, και παρ᾽ όλα αυτά δεν προσφέρει μικρότερη ευχαρίστηση.
Κατά συνέπεια δεν πρέπει να επιδιώκει κανείς πάση θυσία να μένει
προσκολλημένος στους παραδεδομένους μύθους, από τους οποίους
αντλούν το υλικό τους οι τραγωδίες. [25] Μια τέτοια επιδίωξη θα ήταν
μάλιστα αστεία, αφού και οι γνωστοί μύθοι είναι μόνο σε λίγους
γνωστοί, και παρ᾽ όλα αυτά προσφέρουν ευχαρίστηση σε όλους.

Από τα παραπάνω καθίσταται λοιπόν σαφές ότι ο ποιητής πρέπει να


είναι περισσότερο ποιητής μύθων παρά στίχων, στο βαθμό που είναι
ποιητής επειδή μιμείται και αντικείμενο της μίμησής του αποτελούν οι
πράξεις. Ακόμη λοιπόν και αν ασχολείται στην ποίησή του με
πραγματικά γεγονότα, δεν είναι λιγότερο ποιητής. [30] Διότι τίποτα δεν
εμποδίζει κάποια από αυτά τα γεγονότα να συνάδουν προς το πιθανόν.
Και βάσει αυτού του χαρακτηριστικού ο ποιητής τα επιλέγει για να τα
πραγματευθεί.

(μετάφραση Σταύρος Τσιτσιρίδης)

 
1
Ο Αγάθων ήταν σημαντικός τραγικός ποιητής, λίγο νεότερος του
Ευριπίδη. Για την τραγωδία του Ἀνθεύς δεν γνωρίζουμε τίποτα πέρα από
τη συγκεκριμένη αναφορά του Αριστοτέλη.

2012 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας,

Μνημοσύνη Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας.


Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο, ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι
7

χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς.


Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Ποιητική (1451a-1452a)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ποιητική

[IX] Φανερὸν δὲ ἐκ τῶν εἰρημένων καὶ ὅτι οὐ τὸ τὰ γενόμενα λέγειν,


τοῦτο ποιητοῦ ἔργον ἐστίν, ἀλλ᾽ οἷα ἂν γένοιτο καὶ τὰ δυνατὰ κατὰ τὸ
εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον. ὁ γὰρ [1451b] ἱστορικὸς καὶ ὁ ποιητὴς οὐ τῷ ἢ
ἔμμετρα λέγειν ἢ ἄμετρα διαφέρουσιν (εἴη γὰρ ἂν τὰ Ἡροδότου εἰς
μέτρα τεθῆναι καὶ οὐδὲν ἧττον ἂν εἴη ἱστορία τις μετὰ μέτρου ἢ ἄνευ
μέτρων)· ἀλλὰ τούτῳ διαφέρει, τῷ τὸν μὲν τὰ γενόμενα λέγειν, τὸν δὲ οἷα
ἂν γένοιτο. Διὸ καὶ φιλοσοφώτερον καὶ σπουδαιότερον ποίησις ἱστορίας
ἐστίν· ἡ μὲν γὰρ ποίησις μᾶλλον τὰ καθόλου, ἡ δ᾽ ἱστορία τὰ καθ᾽
ἕκαστον λέγει. ἔστιν δὲ καθόλου μέν, τῷ ποίῳ τὰ ποῖα ἄττα συμβαίνει
λέγειν ἢ πράττειν κατὰ τὸ εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον, οὗ στοχάζεται ἡ ποίησις
ὀνόματα ἐπιτιθεμένη· τὸ δὲ καθ᾽ ἕκαστον, τί Ἀλκιβιάδης ἔπραξεν ἢ τί
ἔπαθεν. ἐπὶ μὲν οὖν τῆς κωμῳδίας ἤδη τοῦτο δῆλον γέγονεν·
συστήσαντες γὰρ τὸν μῦθον διὰ τῶν εἰκότων οὕτω τὰ τυχόντα ὀνόματα
ὑποτιθέασιν, καὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἰαμβοποιοὶ περὶ τὸν καθ᾽ ἕκαστον
ποιοῦσιν. ἐπὶ δὲ τῆς τραγῳδίας τῶν γενομένων ὀνομάτων ἀντέχονται.
Αἴτιον δ᾽ ὅτι πιθανόν ἐστι τὸ δυνατόν· τὰ μὲν οὖν μὴ γενόμενα οὔπω
πιστεύομεν εἶναι δυνατά, τὰ δὲ γενόμενα φανερὸν ὅτι δυνατά· οὐ γὰρ ἂν
ἐγένετο, εἰ ἦν ἀδύνατα. Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐν ταῖς τραγῳδίαις ἐν ἐνίαις μὲν
ἓν ἢ δύο τῶν γνωρίμων ἐστὶν ὀνομάτων, τὰ δὲ ἄλλα πεποιημένα, ἐν
ἐνίαις δὲ οὐθέν, οἷον ἐν τῷ Ἀγάθωνος Ἀνθεῖ· ὁμοίως γὰρ ἐν τούτῳ τά τε
πράγματα καὶ τὰ ὀνόματα πεποίηται, καὶ οὐδὲν ἧττον εὐφραίνει. ὥστ᾽ οὐ
πάντως εἶναι ζητητέον τῶν παραδεδομένων μύθων, περὶ οὓς αἱ τραγῳδίαι
εἰσίν, ἀντέχεσθαι. Καὶ γὰρ γελοῖον τοῦτο ζητεῖν, ἐπεὶ καὶ τὰ γνώριμα
ὀλίγοις γνώριμά ἐστιν, ἀλλ᾽ ὅμως εὐφραίνει πάντας. Δῆλον οὖν ἐκ
τούτων ὅτι τὸν ποιητὴν μᾶλλον τῶν μύθων εἶναι δεῖ ποιητὴν ἢ τῶν
μέτρων, ὅσῳ ποιητὴς κατὰ τὴν μίμησίν ἐστιν, μιμεῖται δὲ τὰς πράξεις.
Κἂν ἄρα συμβῇ γενόμενα ποιεῖν, οὐθὲν ἧττον ποιητής ἐστι· τῶν γὰρ
γενομένων ἔνια οὐδὲν κωλύει τοιαῦτα εἶναι οἷα ἂν εἰκὸς γενέσθαι [καὶ
δυνατὰ γενέσθαι], καθ᾽ ὃ ἐκεῖνος αὐτῶν ποιητής ἐστιν.
Τῶν δὲ ἁπλῶν μύθων καὶ πράξεων αἱ ἐπεισοδιώδεις εἰσὶν χείρισται· λέγω
δ᾽ ἐπεισοδιώδη μῦθον ἐν ᾧ τὰ ἐπεισόδια μετ᾽ ἄλληλα οὔτ᾽ εἰκὸς οὔτ᾽
ἀνάγκη εἶναι. Τοιαῦται δὲ ποιοῦνται ὑπὸ μὲν τῶν φαύλων ποιητῶν δι᾽
αὐτούς, ὑπὸ δὲ τῶν ἀγαθῶν διὰ τοὺς ὑποκριτάς· ἀγωνίσματα γὰρ
8

ποιοῦντες καὶ παρὰ τὴν δύναμιν παρατείνοντες τὸν μῦθον [1452a]


πολλάκις διαστρέφειν ἀναγκάζονται τὸ ἐφεξῆς. ἐπεὶ δὲ οὐ μόνον τελείας
ἐστὶ πράξεως ἡ μίμησις ἀλλὰ καὶ φοβερῶν καὶ ἐλεεινῶν, ταῦτα δὲ
γίνεται καὶ μάλιστα [καὶ μᾶλλον] ὅταν γένηται παρὰ τὴν δόξαν δι᾽
ἄλληλα· τὸ γὰρ θαυμαστὸν οὕτως ἕξει μᾶλλον ἢ εἰ ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου
καὶ τῆς τύχης, ἐπεὶ καὶ τῶν ἀπὸ τύχης ταῦτα θαυμασιώτατα δοκεῖ ὅσα
ὥσπερ ἐπίτηδες φαίνεται γεγονέναι, οἷον ὡς ὁ ἀνδριὰς ὁ τοῦ Μίτυος ἐν
Ἄργει ἀπέκτεινεν τὸν αἴτιον τοῦ θανάτου τῷ Μίτυι, θεωροῦντι ἐμπεσών·
ἔοικε γὰρ τὰ τοιαῦτα οὐκ εἰκῇ γίνεσθαι· ὥστε ἀνάγκη τοὺς τοιούτους
εἶναι καλλίους μύθους.

Δ. Λυπουρλής

[9] Από όσα έχουμε πει έγινε επίσης φανερό ότι έργο του ποιητή δεν
είναι να μιλάει για όσα συνέβησαν στο παρελθόν, αλλά γι᾽ αυτά που θα
ήταν αναμενόμενο να συμβούν, γι᾽ αυτά δηλαδή που θα ήταν δυνατό να
συμβούν σύμφωνα με ό,τι είναι λογικά πιθανό και σύμφωνα με ό,τι
επιβάλλεται στον άνθρωπο κατανάγκην. Γιατί [1451b] ο ιστορικός και ο
ποιητής δεν διαφέρουν μεταξύ τους κατά το ότι ο ένας μιλάει έμμετρα
και ο άλλος δίχως μέτρο (το έργο, πράγματι, του Ηρόδοτου θα
μπορούσαμε να το βάλουμε σε έμμετρο λόγο, πάλι όμως θα ήταν ένα
είδος ιστορίας, το ίδιο με ή χωρίς μέτρο)· η διαφορά τους βρίσκεται στο
ότι ο ένας μιλάει για όσα συνέβησαν στο παρελθόν, ενώ ο άλλος για όσα
θα ήταν αναμενόμενο να συμβούν. Αυτός είναι και ο λόγος που η ποίηση
έχει μέσα της σε μεγαλύτερο βαθμό φιλοσοφικά χαρακτηριστικά, και
είναι πιο σημαντική από την ιστορία· πώς αλλιώς, αφού η ποίηση μιλάει
πιο πολύ για τα «καθόλου», ενώ η ιστορία για τα ατομικά και τα
επιμέρους; Μιλώντας για «καθόλου» εννοούμε: ο τέτοιας ή τέτοιας λογής
άνθρωπος τι λογής πράγματα είναι πιθανό να λέει ή να κάνει ή τι λογής
πράγματα δεν μπορεί παρά να λέει ή να κάνει· αυτό επιδιώκει η ποίηση,
δίνοντας στη συνέχεια ονόματα στους χαρακτήρες. Λέγοντας «ατομικά
και επιμέρους» εννοούμε τι έπραξε ο Αλκιβιάδης ή τι του συνέβη.
Στην περίπτωση της κωμωδίας το πράγμα αυτό έγινε ήδη φανερό· αφού
δηλαδή συνθέσουν τον μύθο σύμφωνα με τα κατά τη λογική πιθανά, τότε
πια «υποβάλλουν» τυχαία ονόματα, και δεν συνθέτουν ποιήματα σαν τα
ποιήματα των ιαμβογράφων, που αναφέρονται σε συγκεκριμένα άτομα.
Αντίθετα, στην τραγωδία κρατούν τα παραδεδομένα ονόματα. Η αιτία
είναι ότι πιστευτό γίνεται αυτό που είναι δυνατό. Αυτά λοιπόν που δεν
συνέβησαν δεν τα πιστεύουμε ακόμη ως δυνατά, ενώ αυτά που
συνέβησαν είναι φανερό ότι μπορούσαν να συμβούν· αλλιώς δεν θα
συνέβαιναν. Παρ᾽ όλα αυτά σε μερικές τραγωδίες ένα ή δύο είναι γνωστά
ονόματα· τα υπόλοιπα είναι πλαστά· υπάρχουν και μερικές δίχως κανένα
γνωστό όνομα, όπως, για παράδειγμα, ο Ανθεύς του Αγάθωνα: εκεί είναι
9

το ίδιο πλαστά και τα γεγονότα και τα ονόματα — και όμως το έργο


προκαλεί όχι λιγότερη ευφροσύνη. Δεν χρειάζεται λοιπόν να ζητούμε να
μένουμε εξάπαντος προσκολλημένοι στους παραδεδομένους μύθους —
είναι, πράγματι, γελοίο να το ζητούμε, γιατί και τα «γνωστά» είναι
γνωστά σε λίγους, και όμως ευφραίνουν τους πάντες.
Από όσα είπαμε πιο πάνω συνάγεται ότι ο ποιητής είναι ποιητής επειδή
πλάθει μύθους, και όχι τόσο επειδή κατασκευάζει στίχους: είναι ποιητής
επειδή στο έργο του υπάρχει το στοιχείο της μίμησης, και με τη μίμησή
του αναπαριστάνει συγκεκριμένες πράξεις. Ακόμη λοιπόν και αν τύχει να
έχει ως θέμα του κάποια ιστορικά συμβάντα, δεν είναι γι᾽ αυτό λιγότερο
ποιητής. Ο λόγος είναι ότι τίποτε δεν εμποδίζει, κάποια από τα πράγματα
που έχουν πράγματι συμβεί στο παρελθόν να ανήκουν στην κατηγορία
των πραγμάτων που θα ήταν πιθανό [και δυνατό] να συμβούν — και από
αυτή την άποψη αυτός είναι ο ποιητής τους.
Από τους απλούς μύθους και τις απλές πράξεις οι χειρότερες είναι οι
επεισοδιώδεις. Ονομάζω «επεισοδιώδεις» αυτές στις οποίες η διαδοχή
των επεισοδίων δεν γίνεται σύμφωνα με το λογικά πιθανό και σύμφωνα
με αυτό που μας επιβάλλεται κατανάγκην. Τέτοιου είδους ποιήματα
κάνουν οι κατώτερης αξίας ποιητές λόγω της δικής τους μειωμένης
ικανότητας, ενώ οι καλοί ποιητές λόγω των ηθοποιών· συνθέτοντας,
πράγματι, κομμάτια ενόψει διαγωνισμού και «τεντώνοντας» τον μύθο
πέρα από όσο αντέχει, [1452a] αναγκάζονται πολλές φορές να
διαστρέφουν την αλληλουχία των πραγμάτων.
Επειδή όμως η μίμηση δεν είναι μόνο μίμηση μιας πλήρους και
ολοκληρωμένης πράξεως αλλά και πράξεων που προκαλούν τον φόβο
και τη συμπόνια, πράξεων του είδους αυτού που γίνονται κατά κύριο
λόγο η μια ως συνέπεια της άλλης, και που γίνονται, ιδίως, πέρα από
κάθε προσδοκία (γιατί τότε υπάρχει σε μεγαλύτερο βαθμό το θαυμαστό
στοιχείο παρά όταν τα γεγονότα γίνονται από μόνα τους και στην τύχη·
γιατί και από αυτά που συμβαίνουν στην τύχη θεωρούνται θαυμασιότατα
όσα φαίνονται σαν να συνέβησαν για να υπηρετηθεί κάποιος σκοπός,
όπως, επιπαραδείγματι, τότε που το άγαλμα του Μίτυ στο Άργος έπεσε
και σκότωσε τον φονιά του Μίτυ, τότε δηλαδή που έπεσε πάνω του ενώ
εκείνος το κοιτούσε: περιστατικά σαν αυτό δεν φαίνεται να έγιναν στην
τύχη), αυτού του είδους οι μύθοι δεν μπορεί παρά να είναι ωραιότεροι.

Ποίηση ορισμός
ποίηση, μία από τις δύο βασικές κατηγορίες του λόγου, του έμμετρου λόγου, έναντι
του πεζού λόγου και του διαλόγου και κατ'επέκταση της Λογοτεχνίας, ήταν ανέκαθεν
δύσκολο να οριστεί και γι΄αυτό έχουν δοθεί διάφοροι ορισμοί ανά τους αιώνες.
Σύμφωνα με τον σημαντικό Αργεντινό συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες, «Ποίηση
είναι η έκφραση του ωραίου, διαμέσου λέξεων περίτεχνα υφασμένων μεταξύ τους».
10

Για τη μελέτη της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ιστορίας ενός λαού ή ενός
τόπου είναι δυνατόν ν'αναζητηθούν διάφορα σχετικά συγγράμματα που όμως θα
οδηγήσουν μακριά από το σκοπό τους αν δεν αναζητηθεί και η τέχνη μ'όλα τα
παρακλάδια της που ανέπτυξε ο συγκεκριμένος λαός συγκεκριμένου τόπου. Ανάμεσα
στις διάφορες τέχνες την πρώτη θέση κατέχει πάντα η Τέχνη του Λόγου, που
αποτελεί την Τέχνη των Τεχνών, αφού κύριο όργανό της είναι η γλώσσα, το
κατεξοχήν εκφραστικό μέσο του ανθρώπου. Πιο παλιά μορφή της Τέχνης του Λόγου
είναι η Ποίηση που είναι και η πλέον συναισθηματική, πιο μουσική, συνεπώς και πιο
ψυχική από τον πεζό λόγο και τον σκηνικό διάλογο.
Μετά τα παραπάνω η μελέτη της Ποίησης αποτελεί την ασφαλέστερη οδό της
ψυχικής αποκάλυψης και του βίου ανθρώπων, αλλά και τόπων που έζησαν αυτοί. Η
ποίηση διαφέρει σε πολλά σημεία από την πεζογραφία. Οι διαφορές είναι και
εξωτερικές και εσωτερικές. Πρώτα-πρώτα τα ποιήματα είναι γραμμένα σε στίχους, σε
σειρές λέξεων, που έχουν ρυθμό και μέτρο, δηλαδή οι συλλαβές τους κυλούν με έναν
ορισμένο τρόπο, ώστε να παρουσιάζουν στο αυτί ευχάριστο αποτέλεσμα. Αντίθετα
στο πεζογράφημα τα νοήματα είναι διατυπωμένα σε προτάσεις, που η μια ακολουθεί
την άλλη με βάση μόνο τους κανόνες της γραμματικής. Οι εσωτερικές διαφορές είναι
και αυτές μεγάλες. Ο ποιητής χρησιμοποιεί τη φαντασία για να δημιουργήσει
συγκίνηση στον αναγνώστη ή ακροατή. Απευθύνεται στο συναίσθημα και όχι τη
νόηση, όπως ο πεζογράφος. Η ποίηση είναι το αρχαιότερο λογοτεχνικό είδος. Πριν
την ανακάληψη της γραφής, ο άνθρωπος ήταν αδύνατο να αναπτύξει την τέχνη του
πεζού λόγου και να απομνημονεύσει ένα πεζογράφημα. Ποιήματα όμως (όπως
επιφωνηματικές επικλήσεις και ύμνους στους θεούς, θρήνους και ξεσπάσματα χαράς)
έπλασε πολύ νωρίς ο πρωτόγονος άνθρωπος, συνδυασμένα με μουσική και χορό. Η
Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης εορτάζεται κάθε χρόνο στις 21 Μαρτίου.

Oxford Englich Dictionary. poem

poem
Also 6–7 poeme.

[a. F. poème (in Oresme 14th c.), ad. L. poēma (in Plautus), a. Gr. πόηµα
(4th c. b.c.), early variant of ποίηµα, thing made or created, work, fiction,
poetical work, f. ποιεῖν (early variant ποεῖν) to make. (If ποίηµα had been
the form introduced, the L. would have been pœēma.)
   The word poem was app. not in use till about the middle of the 16th c.;
the sense was previously, from 14th c., expressed by poesy, sense 2.]

1. a.1.a ‘The work of a poet, a metrical composition’ (Johnson); ‘a work


in verse’ (Littré); a composition of words expressing facts, thoughts, or
feelings in poetical form; a piece of poetry.
   In addition to the metrical or verse form, critics have generally held that
in order to deserve the name of ‘poem’, the theme and its treatment must
11

possess qualities which raise it above the level of ordinary prose. Cf.
quots. 1575, 1689, 1841, and see poetry.

   1548 Elyot Dict., Poema‥a poetes inuencion, a poeme [ed. 1538


Poema‥a poetes warke].    1568 T. Howell (title) The Arbor of Amitie;
wherin is comprised pleasant Poems and pretie Poesies.    1575
Gascoigne Notes Eng. Verse §1 in Steele Glas, etc. (Arb.) 31 The first
and most necessarie poynt‥meete to be considered in making of a
delectable poeme is this, to ground it upon some fine inuention.    1581
Sidney Apol. Poetrie (Arb.) 23 And may not I‥say that the holy Dauids
Psalmes are a diuine Poem?    1636 B. Jonson Discov. Wks. 1641 II. 126
Even one alone verse sometimes makes a perfect Poeme.    Ibid., These
three voices differ, as the thing done, the doing, and the doer; the thing
fain'd, the faining and the fainer; so the Poeme, the Poesy, and the Poet.
1689–90 Temple Ess. Poetry Wks. 1731 I. 236 The Frame and Fabrick of
a true Poem, must have something both sublime and just, amazing and
agreeable.    ― Ess. Learning Ibid. I. 298 The Language is but the
Colouring; 'tis the Conception, the Invention, the Judgment, that give the
Life and Spirit, as well as Beauty and Force, to a Poem.    1706 Phillips,
Poem, a Piece of Poetry, a Composition in Verse, a Copy of Verses.
1736 Sheridan in Swift's Lett. (1768) IV. 181, I have written a little pretty
birth-day poem against St. Andrew's day, which‥I intend for Faulkner to
publish.    1828 Whately in Encycl. Metrop. I. 290/1 Any composition in
verse, (and none that is not,) is always called, whether good or bad, a
Poem, by all who have no favourite hypothesis to maintain.    1841–4
Emerson Ess., Poet Wks. (Bohn) I. 157 It is not metres, but a metre-
making argument, that makes a poem.    1871 B. Taylor Faust (1875) I.
Notes 319 Everything in this poem is perfect, thought and expression,
Rhythm; but one thing it lacks: 'tis not a poem at all.

Poet

Forms: 4–5 poyete, 4–6 poete, 5 poiet, poyte, 5–6 poite, poiett, poyet, 4–
poet.

[ME. poete, poyete, a. OF. poete (12th c. in Hatz.-Darm.), mod.F. poète,


ad. L. poēta (Plaut.), ad. Gr. ποητής, early variant of ποιητής maker,
author, poet (cf. maker 5), f. ποεῖν, ποιεῖν to make, create, produce. (An
early Gr. word in L.; if introduced at a later period, the form would have
been pœēta.)]
12

1. a.1.a One who composes poetry; a writer of poems; an author who


writes in verse. (The ordinary current use; but now usually implying more
or less of the sense of c.)

   a 1300 Cursor M. 8531 (Cott.) Homer þe poet [v.r. poete], þat was sa
rijf, Liued in þis king dauid lijf.    1388 Wyclif Acts xvii. 28 As also
summe of ȝoure poetis seiden, And we ben also the kynde of hym.    14‥
Nom. in Wr.-Wülcker 680/23 Hic poeta, a poyte.    c 1460 Towneley
Myst. xvi. 204 Sekys poece [= poets'] tayllys.    1526 Tindale Tit. i. 12
Won‥which was a poyet of their owne.    1567 Satir. Poems Reform. viii.
2 Skorner of poitis and sklanderus knaif!    1600 J. Pory tr. Leo's Africa
iii. 146 In Fez there are diuers most excellent poets, which make verses in
thair owne mother toong.    1604 R. Cawdrey Table Alph., Poet, a verse
maker.    1623 Cockeram, Poet, one that writeth well in verse.    1665
Dryden Ess. Dram. Poesy (1889) 67 Shakespeare‥was the man who of all
modern, and perhaps ancient poets, had the largest and most
comprehensive soul.    1755 Johnson, Poet‥a writer of poems, one who
writes in measure.    1765 Gray Shaks. 6 Fumbling baronets and poets
small.    1844 Beck & Felton tr. Munk's Metres 30 The poets have not all
avoided the hiatus with equal care.    1876 Stedman Victorian Poets 281
She [Miss Rossetti] is a poet of a profound and serious cast.

†b.1.b Formerly (after Gr. and L. use), in more general sense: One who
makes or composes works of literature; an author, writer. Obs.

   1362 Langl. P. Pl. A. xi. 129 Plato þe Poyete I [Studie] put him furste
to Boke.    1377 Ibid. B. xii. 260 þus þe poete [Aristotle] preues þat þe
pecok for his fetheres is reuerenced.    c 1400 Destr. Troy 306 All þat
poites haue pricket of his prise dedis, I haue no tome for to telle.    Ibid.
9075 Ne noght put in our proses by poiettes of old.    1611 Coryat
Crudities 319 Cornelius Nepos an eloquent Poet in the time of Cicero.
1678 Cudworth Intell. Syst. i. iii. 163 The soul,‥in sleep or dreams,‥
seems to be surprized with unexpected answers and reparties, though it
self were all the while the poet and inventor of the whole fable.    1755
Johnson, Poet, an inventor, an author of fiction; [etc.].

c.1.c In select or emphatic sense: A writer in verse (or sometimes, in


extended use, in elevated prose) distinguished by special imaginative or
creative power, insight, sensibility, and faculty of expression. (Cf. poetry
3 c.) poet's poet, a poet whose poetry is generally considered to appeal
chiefly to other poets.
13

Περί ποιητικής

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 2, sec. 46, line 6

ἃ Σωκράτης ἀρνεῖται, περὶ τούτων αὐτὸς λέγει, καίπερ ἀνατιθεὶς


πάντα Σωκράτει.
 Φησὶ δ' Ἀριστοτέλης (Rose 32) μάγον τινὰ ἐλθόντα ἐκ Συρίας  
εἰς Ἀθήνας τά τε ἄλλα καταγνῶναι τοῦ Σωκράτους καὶ δὴ καὶ
βίαιον ἔσεσθαι τὴν τελευτὴν αὐτῷ.
 Ἔστι δὲ καὶ ἡμῶν εἰς αὐτὸν οὕτω (A. Pal. VII. 96)·
  πῖνέ νυν ἐν Διὸς ὤν, ὦ Σώκρατες· ἦ σε γὰρ ὄντως
   καὶ σοφὸν εἶπε θεός, καὶ θεὸς ἡ σοφίη.
  πρὸς γὰρ Ἀθηναίων κώνειον ἁπλῶς σὺ ἐδέξω·
   αὐτοὶ δ' ἐξέπιον τοῦτο τεῷ στόματι.
 Τούτῳ τις, καθά φησιν Ἀριστοτέλης ἐν τρίτῳ Περὶ ποιητικῆς
(Rose 75), ἐφιλονείκει Ἀντίλοχος Λήμνιος καὶ Ἀντιφῶν ὁ τερατο-
σκόπος, ὡς Πυθαγόρᾳ Κύλων Κροτωνιάτης· καὶ Σύαγρος
Ὁμήρῳ ζῶντι, ἀποθανόντι δὲ Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιος· καὶ
Κέρκωψ Ἡσιόδῳ ζῶντι, τελευτήσαντι δὲ ὁ προειρημένος Ξενο-
φάνης· καὶ Πινδάρῳ Ἀμφιμένης ὁ Κῷος· Θάλητι δὲ Φερεκύδης
καὶ Βίαντι Σάλαρος Πριηνεύς· Πιττακῷ Ἀντιμενίδας καὶ Ἀλ-
καῖος, Ἀναξαγόρᾳ Σωσίβιος, καὶ Σιμωνίδῃ Τιμοκρέων.
 Τῶν δὲ διαδεξαμένων αὐτὸν τῶν λεγομένων Σωκρατικῶν οἱ
κορυφαιότατοι μὲν Πλάτων, Ξενοφῶν, Ἀντισθένης· τῶν δὲ φερο-
μένων δέκα οἱ διασημότατοι τέσσαρες, Αἰσχίνης, Φαίδων,

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 2, sec. 121, line 20

  Περὶ τοῦ καλοῦ,


  Περὶ τοῦ κακουργεῖν,
  Περὶ εὐθημοσύνης,
  Περὶ νόμου,  
  Περὶ τοῦ θείου,
  Περὶ τεχνῶν,
  Περὶ συνουσίας,
  Περὶ σοφίας,
  Πρωταγόρας ἢ Πολιτικός,
  Περὶ γραμμάτων,
  Περὶ ποιητικῆς, [περὶ τοῦ καλοῦ,]
  Περὶ τοῦ μαθεῖν,
14

  Περὶ τοῦ γνῶναι ἢ Περὶ ἐπιστήμης,


  Τί τὸ ἐπίστασθαι.
      
          

ΣΙΜΩΝ

 Σίμων Ἀθηναῖος, σκυτοτόμος. οὗτος ἐρχομένου Σωκράτους


ἐπὶ τὸ ἐργαστήριον καὶ διαλεγομένου τινά, ὧν ἐμνημόνευεν
ὑποσημειώσεις ἐποιεῖτο· ὅθεν σκυτικοὺς αὐτοῦ τοὺς διαλόγους
καλοῦσιν. εἰσὶ δὲ τρεῖς καὶ τριάκοντα ἐν ἑνὶ φερόμενοι βιβλίῳ·
  Περὶ θεῶν,

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 5, sec. 35, line 6

εἴη καταριθμεῖσθαι. τοῖς γὰρ ὅλοις φιλοπονώτατος ἐγένετο καὶ


εὑρετικώτατος, ὡς δῆλον ἐκ τῶν προγεγραμμένων συγγραμμάτων,
ἃ τὸν ἀριθμὸν ἐγγὺς ἥκει τῶν τετρακοσίων, τὰ ὅσα γε ἀναμφί-
λεκτα· πολλὰ γὰρ καὶ ἄλλα εἰς αὐτὸν ἀναφέρεται συγγράμματ'
αὐτοῦ καὶ ἀποφθέγματα, ἀγράφου φωνῆς εὐστοχήματα.
 Γεγόνασι δὲ Ἀριστοτέλεις ὀκτώ· πρῶτος αὐτὸς οὗτος· δεύτερος
ὁ πολιτευσάμενος Ἀθήνησιν, οὗ καὶ δικανικοὶ φέρονται λόγοι
χαρίεντες· τρίτος περὶ Ἰλιάδος πεπραγματευμένος· τέταρτος
Σικελιώτης ῥήτωρ, πρὸς τὸν Ἰσοκράτους Πανηγυρικὸν ἀντιγεγρα-
φώς· πέμπτος ὁ ἐπικληθεὶς Μῦθος, Αἰσχίνου τοῦ Σωκρατικοῦ
γνώριμος· ἕκτος Κυρηναῖος, γεγραφὼς Περὶ ποιητικῆς· ἕβδομος
παιδοτρίβης, οὗ μέμνηται Ἀριστόξενος ἐν τῷ Πλάτωνος βίῳ
(Wehrli II, fg. 66)· ὄγδοος γραμματικὸς ἄσημος, οὗ φέρεται
τέχνη περὶ πλεονασμοῦ.
 Τοῦ δὴ Σταγειρίτου γεγόνασι μὲν πολλοὶ γνώριμοι, διαφέρων
δὲ μάλιστα Θεόφραστος, περὶ οὗ λεκτέον.
      
        

ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ

 Θεόφραστος Μελάντα Ἐρέσιος κναφέως υἱός, ὥς φησιν Ἀθηνό-


δωρος ἐν ὀγδόῃ Περιπάτων. οὗτος πρῶτον μὲν ἤκουσεν Ἀλκίππου
τοῦ πολίτου ἐν τῇ πατρίδι, εἶτ' ἀκούσας Πλάτωνος μετέστη πρὸς  
15

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 5, sec. 47, line 29

  
  Ὁμιλητικὸς αʹ,
  Περὶ ὅρκου αʹ,
  Παραγγέλματα ῥητορικῆς αʹ,
  Περὶ πλούτου αʹ,
  Περὶ ποιητικῆς αʹ,
  Προβλήματα πολιτικά, φυσικά, ἐρωτικά, ἠθικὰ αʹ,
  Προοιμίων αʹ,
  Προβλημάτων συναγωγῆς αʹ,
  Περὶ τῶν προβλημάτων φυσικῶν αʹ,
  Περὶ παραδείγματος αʹ,
  Περὶ προθέσεως καὶ διηγήματος αʹ,  
  Περὶ ποιητικῆς ἄλλο αʹ,
  Περὶ τῶν σοφῶν αʹ,
  Περὶ συμβουλῆς αʹ,
  Περὶ σολοικισμῶν αʹ,

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 5, sec. 48, line 6

  Περὶ ὅρκου αʹ,


  Παραγγέλματα ῥητορικῆς αʹ,
  Περὶ πλούτου αʹ,
  Περὶ ποιητικῆς αʹ,
  Προβλήματα πολιτικά, φυσικά, ἐρωτικά, ἠθικὰ αʹ,
  Προοιμίων αʹ,
  Προβλημάτων συναγωγῆς αʹ,
  Περὶ τῶν προβλημάτων φυσικῶν αʹ,
  Περὶ παραδείγματος αʹ,
  Περὶ προθέσεως καὶ διηγήματος αʹ,  
  Περὶ ποιητικῆς ἄλλο αʹ,
  Περὶ τῶν σοφῶν αʹ,
  Περὶ συμβουλῆς αʹ,
  Περὶ σολοικισμῶν αʹ,
  Περὶ τέχνης ῥητορικῆς αʹ,
  Περὶ τεχνῶν ῥητορικῶν εἴδη ιζʹ,
  Περὶ ὑποκρίσεως αʹ,
  
16

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 5, sec. 88, line 5

 Γραμματικὰ δὲ
  Περὶ τῆς Ὁμήρου καὶ Ἡσιόδου ἡλικίας αʹ βʹ,
  Περὶ Ἀρχιλόχου καὶ Ὁμήρου αʹ βʹ.
 Καὶ μουσικὰ δὲ
  Περὶ τῶν παρ' Εὐριπίδῃ καὶ Σοφοκλεῖ αʹ βʹ γʹ,
  Περὶ μουσικῆς αʹ βʹ,
  Λύσεων Ὁμηρικῶν αʹ βʹ,
  Θεωρηματικὸν αʹ,
  Περὶ τῶν τριῶν τραγῳδοποιῶν αʹ,
  Χαρακτῆρες αʹ,
  Περὶ ποιητικῆς καὶ τῶν ποιητῶν αʹ,
  Περὶ στοχασμοῦ αʹ,
  Προοπτικὸν αʹ,
  Ἡρακλείτου ἐξηγήσεις δʹ,  
  Πρὸς τὸν Δημόκριτον ἐξηγήσεις αʹ,
  Λύσεων ἐριστικῶν αʹ βʹ,
  Ἀξίωμα αʹ,
  Περὶ εἰδῶν αʹ,
  Λύσεις αʹ,
  Ὑποθῆκαι αʹ,
  Πρὸς Διονύσιον αʹ.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 7, sec. 4, line 17

  Περὶ τοῦ καθήκοντος,


  Περὶ νόμου,
  Περὶ τῆς Ἑλληνικῆς παιδείας,
  Περὶ ὄψεως,
  Περὶ τοῦ ὅλου,
  Περὶ σημείων,
  Πυθαγορικά,
  Καθολικά,
  Περὶ λέξεων,
  Προβλημάτων Ὁμηρικῶν πέντε,
  Περὶ ποιητικῆς ἀκροάσεως.  
 Ἔστι δ' αὐτοῦ καὶ
17

  Τέχνη καὶ

Αισχύλος. Fragmenta Tetralogy 28, play A, fragment 271a*, line 1

ἀλοιφάς. Σοφοκλῆς ἐν [Ποιμ]έσιν· (F 510 Pears.)


  ’ἔμις[γ'] ὅσον δεῖ[π]ηλὸν ὀργάσαι κ̣[αλό]ν’.
καὶ Αἰσχύ[λ]οςἐπὶ τῶν πρὸ τῆς Καδμείας νεκρῶν τ[ῶν] πρὸς τὴν ταφὴν
ἑτοίμως ἐχόντω[ν]·
         ‘ὤργα τὸ πρᾶγμα, διεμύδαιν' ἤδη νέκυς’ ...
 Hesych. Lex. Α 5652 L. (aus Diogenian.) = Συναγ. λέξ. χρησίμ.
Phot. p. 153, 7 Reitz. ≌ Etym. Magn. p. 116, 41 Gaisf.: 8‘ἀοζήσω’·
διακονήσω, ὑπουργήσω. Αἰσχύλος Ἐλευσινίοις.

ΝΙΟΒΗ

 Κατάλογ. 44: Νιόβη(vgl. Γένος Αἰσχύλου 19 p. 6, 12 Wil.).


 Aristot. Περὶ ποιητικῆς 18 p. 1456a 15: ... σημεῖον δέ· ὅσοι γὰρ
Πέρσιν Ἰλίου ὅλην ἐποίησαν καὶ μὴ κατὰ μέρος, ὥσπερ Εὐριπίδης, ἢ
Νιόβην(so die griech. Hss.: Θηβαΐδα arab. Vers.), καὶ μὴ ὥσπερ
Αἰσχύλος,ἢ ἐκπίπτουσιν ἢ κακῶς ἀγωνίζονται ...
 Cic. Tuscul. disputat. III 63: et Niobafingitur lapidea propter
aeternum credo in luctu silentium.  
 Pap. Soc. Ital. 1208;
Hesych.
Lex. II 180, 17 Schm. (v. 6f.); Plat. Πολιτ. II p. 380a 1 (v. 15f.);
Schol. A Hom. Il. Ω 602 (v. 21f.):
(oberer Rand fehlt)8

Αισχύλος. Fragmenta
Tetralogy 37, play B, fragment 415(??), line 1

 Harpokrat. Λέξ. ῥητορ. p. 138, 26 Bekker: ‘ὀργεῶνας’· ... οἱ


μέντοι ποιηταὶ ἔταττον τοὔνομα ἁπλῶς ἐπὶ τῶν ἱερέων, ὡς Ἀντίμαχός τέ
που (F 67 W.) καὶ Αἰσχύλος ἐν Μυσοῖς...
 Συναγ. λέξ. χρησίμ. Phot. p. 113, 14 Reitz.: ‘ἀνακαλπάζει’· τινὲς μὲν
ὡς οὐ δόκιμον ἐφυλάξαντο τὴν φωνήν, Αἰσχύλοςδὲ ἐχρήσατο Μυσοῖς
ὡς δόκιμον. λέγει γάρ·
18

         {ΧΟΡ.} ‘εἶδον
  καλπάζοντας ἐν αἰχμαῖς’.
ὁμοίως Σοφοκλῆς (F 1007 Pears.), Ἀριστοφάνης (F 48 Demian/czuk) καὶ

Πλάτων (F 25 Dem.) καὶ ἕτεροι.


 Aristot. Περὶ ποιητικῆς 24 p. 1460a 27: ... τούς τε λόγους μὴ συνί-
στασθαι (scil. δεῖ) ἐκ μερῶν ἀλόγων, ἀλλὰ μάλιστα μὲν μηδὲν ἔχειν
ἄλογον,
εἰ δὲ μή, ἔξω τοῦ μυθεύματος, ὥσπερ Οἰδίπους τὸ μὴ εἰδέναι πῶς ὁ
Λάϊος ἀπέθανεν, ἀλλὰ μὴ ἐν τῶι δράματι, ὥσπερ ἐν Ἠλέκτραι (680 –
760)
οἱ τὰ Πύθια ἀπαγγέλλοντες ἢ ἐν Μυσοῖςὁ 8‘ἄφωνος ἐκ Τεγέας εἰς τὴν
8Μυσίαν’ ἥκων.
 cf. Alexis Παράσιτ. F 178, 3 Kock: ‘δειπνεῖ δ' 8ἄφωνος Τήλεφος ...’.
 Stephan. v. Byzant. Ἐθνικ. p. 487, 5 Mein.: 8‘Οἶος’ πολίχνιον Τεγέας.
Αἰσχύλος Μυσοῖς.οἱ πολῖται ‘Οἰᾶται’, καὶ τὸ ἐθνικὸν ὁμοίως.  

Αισχύλος. Fragmenta Tetralogy 41, play A, fragment 460, line 1

quae accepta talaria et arpen a Mercurio, per aera vectus est. Aeschy-
lusharpen adamantinam a Volcano dicit eum accepisse. Gorgonum
custodes ferunt tres uno oculo inter se communicantes servare{nt}
vigilias.
Perseaautem in traductione{m} oculum intercepisse et in Tritona
Lacumdeiecisse. qui cum Gorgones dormientes invenisset, caput Miner-
vae abscidit ...
 Philodem. Π. εὐσεβ. p. 5 Gomp.: ... τους [  ] ἕνα{ι} δὲ ὀ[φθαλ-
μὸν] καὶ ὀδόν̣[τα μόνον ἐ]χούσας [..... Αἰς]χύλος ἐν̣ [Φορκίσι(so
K. Robert: oder Προμηθεῖ, sc. Δεσμώτηι, 794 – 796?)] λέγει καὶ [ὁ τὸν
Αἰγί]μιον ποι[ήσας (fehlt bei Kinkel)] ....
 Aristot. Περὶ ποιητικῆς 18 p. 1456a 2: ... τὸ δὲ τέταρτον (scil.
τραγωιδίας εἶδος) ὄψις, οἷον αἵ τε Φορκίδεςκαὶ Προμηθεὺς καὶ ὅσα ἐν
Ἅιδου.
 Athen. Δειπνοσοφ. IX 65 [Eustath. Homer. Odyss. τ 439]:
... οὐκ ἀγνοῶ δ' ὅτι οἱ περὶ τὴν Σικελίαν κατοικοῦντες ‘ἀσχέδωρον’
καλοῦσι τὸν σύαγρον. Αἰσχύλοςγοῦν ἐν Φορκίσι,παρεικάζων τὸν
Περσέα τῶι ἀγρίωι τούτωι συί, φησίν·
         ‘ἔδυ δ' ἐς ἄντρον ἀσχέδωρος ὥς ⏑ ב.
 Συναγ. λέξ. χρησίμ. An. Gr. Bekker. 457, 21: 8‘ἀσχέδωρος’ παρ'
Αἰσχύλωιὁ ἐκ τῆς ἰδίας ἀλκῆς ‘ἄσχετα δωρούμενος’, οἷον βίαιος. Ἰτα-
λιῶται τὸν σύαγρον ‘ἀσχέδωρον’ καλοῦσιν.  
19

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1447a, line t

ἐκεῖνό γε μόνον ἄξιον σπουδῆς, ὅσον ἐστὶν ἐν ἡμῖν νοῦ καὶ φρονήσεως·
τοῦτο γὰρ μόνον ἔοικεν εἶναι τῶν ἡμετέρων ἀθάνατον καὶ μόνον θεῖον.  
 Καὶ παρὰ τὸ τῆς τοιαύτης δυνάμεως δύνασθαι κοινωνεῖν, καί-
περ ὢν ὁ βίος ἄθλιος φύσει καὶ χαλεπός, ὅμως οὕτως ᾠκονόμηται
χαριέντως ὥστε δοκεῖν πρὸς τὰ ἄλλα θεὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον.
 ’Ὁ νοῦς γὰρ ἡμῶν ὁ θεός’, [εἴθ' Ἑρμότιμος εἴτ' Ἀναξαγόρας
εἶπε τοῦτο,] καὶ ὅτι ‘ὁ θνητὸς αἰὼν μέρος ἔχει θεοῦ τινος’. ἢ
φιλοσοφητέον
οὖν ἢ χαίρειν εἰποῦσι τῷ ζῆν ἀπιτέον ἐντεῦθεν, ὡς τὰ ἄλλα γε πάντα
φλυαρία τις ἔοικεν εἶναι πολλὴ καὶ λῆρος.  

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ

 Περὶ ποιητικῆς αὐτῆς τε καὶ τῶν εἰδῶν αὐτῆς, ἥν τινα


δύναμιν ἕκαστον ἔχει, καὶ πῶς δεῖ συνίστασθαι τοὺς μύθους
εἰ μέλλει καλῶς ἕξειν ἡ ποίησις, ἔτι δὲ ἐκ πόσων καὶ
ποίων ἐστὶ μορίων, ὁμοίως δὲ καὶ περὶ τῶν ἄλλων ὅσα τῆς
αὐτῆς ἐστι μεθόδου, λέγωμεν ἀρξάμενοι κατὰ φύσιν πρῶ-
τον ἀπὸ τῶν πρώτων. ἐποποιία δὴ καὶ ἡ τῆς τραγῳδίας
ποίησις ἔτι δὲ κωμῳδία καὶ ἡ διθυραμβοποιητικὴ καὶ τῆς
αὐλητικῆς ἡ πλείστη καὶ κιθαριστικῆς πᾶσαι τυγχάνουσιν
οὖσαι μιμήσεις τὸ σύνολον· διαφέρουσι δὲ ἀλλήλων τρισίν,
ἢ γὰρ τῷ ἐν ἑτέροις μιμεῖσθαι ἢ τῷ ἕτερα ἢ τῷ

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1447a, line 8

τοῦτο γὰρ μόνον ἔοικεν εἶναι τῶν ἡμετέρων ἀθάνατον καὶ μόνον θεῖον.  
 Καὶ παρὰ τὸ τῆς τοιαύτης δυνάμεως δύνασθαι κοινωνεῖν, καί-
περ ὢν ὁ βίος ἄθλιος φύσει καὶ χαλεπός, ὅμως οὕτως ᾠκονόμηται
χαριέντως ὥστε δοκεῖν πρὸς τὰ ἄλλα θεὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον.
 ’Ὁ νοῦς γὰρ ἡμῶν ὁ θεός’, [εἴθ' Ἑρμότιμος εἴτ' Ἀναξαγόρας
εἶπε τοῦτο,] καὶ ὅτι ‘ὁ θνητὸς αἰὼν μέρος ἔχει θεοῦ τινος’. ἢ
φιλοσοφητέον
οὖν ἢ χαίρειν εἰποῦσι τῷ ζῆν ἀπιτέον ἐντεῦθεν, ὡς τὰ ἄλλα γε πάντα
φλυαρία τις ἔοικεν εἶναι πολλὴ καὶ λῆρος.  

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ


20

 Περὶ ποιητικῆς αὐτῆς τε καὶ τῶν εἰδῶν αὐτῆς, ἥν τινα


δύναμιν ἕκαστον ἔχει, καὶ πῶς δεῖ συνίστασθαι τοὺς μύθους
εἰ μέλλει καλῶς ἕξειν ἡ ποίησις, ἔτι δὲ ἐκ πόσων καὶ
ποίων ἐστὶ μορίων, ὁμοίως δὲ καὶ περὶ τῶν ἄλλων ὅσα τῆς
αὐτῆς ἐστι μεθόδου, λέγωμεν ἀρξάμενοι κατὰ φύσιν πρῶ-
τον ἀπὸ τῶν πρώτων. ἐποποιία δὴ καὶ ἡ τῆς τραγῳδίας
ποίησις ἔτι δὲ κωμῳδία καὶ ἡ διθυραμβοποιητικὴ καὶ τῆς
αὐλητικῆς ἡ πλείστη καὶ κιθαριστικῆς πᾶσαι τυγχάνουσιν
οὖσαι μιμήσεις τὸ σύνολον· διαφέρουσι δὲ ἀλλήλων τρισίν,
ἢ γὰρ τῷ ἐν ἑτέροις μιμεῖσθαι ἢ τῷ ἕτερα ἢ τῷ ἑτέ-
ρως καὶ μὴ τὸν αὐτὸν τρόπον.

Αριστοτέλης. Πολιτεία. Bekker p. 1341b, line 40

μένοις παρ' ἐκείνων, νῦν δὲ νομικῶς διέλωμεν, τοὺς τύπους


μόνον εἰπόντες περὶ αὐτῶν.
              ἐπεὶ δὲ τὴν διαίρεσιν ἀπο-
δεχόμεθα τῶν μελῶν ὡς διαιροῦσί τινες τῶν ἐν φιλοσοφίᾳ,
τὰ μὲν ἠθικὰ τὰ δὲ πρακτικὰ τὰ δ' ἐνθουσιαστικὰ τιθέντες,
καὶ τῶν ἁρμονιῶν τὴν φύσιν τὴνπρὸς ἕκαστα τούτων οἰκείαν,
ἄλλην πρὸς ἄλλο μέλος, τιθέασι, φαμὲν δ' οὐ μιᾶς ἕνεκεν
ὠφελείας τῇ μουσικῇ χρῆσθαι δεῖν ἀλλὰ καὶ πλειόνων χά-
ριν (καὶ γὰρ παιδείας ἕνεκεν καὶ καθάρσεως – τί δὲ λέ-
γομεν τὴν κάθαρσιν, νῦν μὲν ἁπλῶς, πάλιν δ' ἐν τοῖς περὶ
ποιητικῆς ἐροῦμεν σαφέστερον – τρίτον δὲ πρὸς διαγωγὴν
πρὸς ἄνεσίν τε καὶ πρὸς τὴν τῆς συντονίας ἀνάπαυσιν),
φανερὸν ὅτι χρηστέον μὲν πάσαις ταῖς ἁρμονίαις, οὐ τὸν
αὐτὸν δὲ τρόπον πάσαις χρηστέον, ἀλλὰ πρὸς μὲν τὴν
παιδείαν ταῖς ἠθικωτάταις, πρὸς δὲ ἀκρόασιν ἑτέρων χει-
ρουργούντων καὶ ταῖς πρακτικαῖς καὶ ταῖς ἐνθουσιαστικαῖς. ὃ
γὰρ περὶ ἐνίας συμβαίνει πάθος ψυχὰς ἰσχυρῶς, τοῦτο ἐν
πάσαις ὑπάρχει, τῷ δὲ ἧττον διαφέρει καὶ τῷ μᾶλλον,
οἷον ἔλεος καὶ φόβος, ἔτι δ' ἐνθουσιασμός· καὶ γὰρ ὑπὸ
ταύτης τῆς κινήσεως κατοκώχιμοί τινές εἰσιν, ἐκ τῶν δ'
ἱερῶν μελῶν ὁρῶμεν τούτους,

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1372a, line 2

λας ἡδὺ εἶναι καὶ τὸ ἄρχειν, καὶ τὸ ἐν ᾧ δοκεῖ βέλτιστος


αὐτὸς αὑτοῦ εἶναι, ἐνταῦθα διατρίβειν, ὥσπερ καὶ ὁ ποιη-
τής φησι κἀπὶ τοῦτ' ἐπείγει,
21

      
     νέμων ἑκάστης ἡμέρας πλεῖστον μέρος,
     ἵν' αὐτὸς αὑτοῦ τυγχάνει βέλτιστος ὤν.
      
 ὁμοίως δὲ καὶ ἐπεὶ ἡ παιδιὰ τῶν ἡδέων καὶ πᾶσα ἄνεσις, καὶ  
ὁ γέλως τῶν ἡδέων, ἀνάγκη καὶ τὰ γελοῖα ἡδέα εἶναι, καὶ
ἀνθρώπους καὶ λόγους καὶ ἔργα· διώρισται δὲ περὶ γελοίων
χωρὶς ἐν τοῖς Περὶ ποιητικῆς. περὶ μὲν οὖν ἡδέων εἰρήσθω
ταῦτα, τὰ δὲ λυπηρὰ ἐκ τῶν ἐναντίων τούτοις φανερά.
 Ὧν μὲν οὖν ἕνεκα ἀδικοῦσιν, ταῦτ' ἐστίν· πῶς δὲ ἔχον-
τες καὶ τίνας, λέγωμεν νῦν. αὐτοὶ μὲν οὖν ὅταν οἴωνται
δυνατὸν εἶναι τὸ πρᾶγμα πραχθῆναι καὶ αὑτοῖς δυνατόν,
εἶτ' ἂν λαθεῖν πράξαντες, ἢ μὴ λαθόντες μὴ δοῦναι δίκην,
ἢ δοῦναι μὲν ἀλλ' ἐλάττω τὴν ζημίαν εἶναι τοῦ κέρδους
αὑτοῖς ἢ ὧν κήδονται. ποῖα μὲν οὖν δυνατὰ φαίνεται καὶ ποῖα
ἀδύνατα, ἐν τοῖς ὕστερον ῥηθήσεται (κοινὰ γὰρ ταῦτα
πάντων τῶν λόγων)· αὐτοὶ δ' οἴονται δυνατοὶ εἶναι μάλιστα
ἀζήμιοι ἀδικεῖν οἱ εἰπεῖν δυνάμενοι καὶ οἱ πρακτικοὶ καὶ

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1404a, line 39

καὶ ποιήσεως λέξις ἐστίν. δηλοῖ δὲ τὸ συμβαῖνον· οὐδὲ γὰρ


οἱ τὰς τραγῳδίας ποιοῦντες ἔτι χρῶνται τὸν αὐτὸν πρόπον,
ἀλλ' ὥσπερ καὶ ἐκ τῶν τετραμέτρων εἰς τὸ ἰαμβεῖον μετ-
έβησαν διὰ τὸ τῷ λόγῳ τοῦτο τῶν μέτρων ὁμοιότατον εἶναι
τῶν ἄλλων, οὕτω καὶ τῶν ὀνομάτων ἀφείκασιν ὅσα παρὰ
τὴν διάλεκτόν ἐστιν, οἷς [δ'] οἱ πρῶτοι ἐκόσμουν, καὶ ἔτι
νῦν οἱ τὰ ἑξάμετρα ποιοῦντες [ἀφείκασιν]. διὸ γελοῖον μι-
μεῖσθαι τούτους οἳ αὐτοὶ οὐκέτι χρῶνται ἐκείνῳ τῷ τρόπῳ,
ὥστε φανερὸν ὅτι οὐχ ἅπαντα ὅσα περὶ λέξεως ἔστιν εἰπεῖν
ἀκριβολογητέον ἡμῖν, ἀλλ' ὅσα περὶ τοιαύτης οἵας λέγομεν.
περὶ δ' ἐκείνης εἴρηται ἐν τοῖς Περὶ ποιητικῆς.
 Ἔστω οὖν ἐκεῖνα τεθεωρημένα καὶ ὡρίσθω λέξεως ἀρετὴ
σαφῆ εἶναι (σημεῖον γάρ τι ὁ λόγος ὤν, ἐὰν μὴ δηλοῖ
οὐ ποιήσει τὸ ἑαυτοῦ ἔργον), καὶ μήτε ταπεινὴν μήτε ὑπὲρ
τὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ πρέπουσαν· ἡ γὰρ ποιητικὴ ἴσως οὐ τα-  
πεινή, ἀλλ' οὐ πρέπουσα λόγῳ. τῶν δ' ὀνομάτων καὶ ῥη-
μάτων σαφῆ μὲν ποιεῖ τὰ κύρια, μὴ ταπεινὴν δὲ ἀλλὰ
κεκοσμημένην τἆλλα ὀνόματα ὅσα εἴρηται ἐν τοῖς περὶ ποιη-
τικῆς· τὸ γὰρ ἐξαλλάξαι ποιεῖ φαίνεσθαι σεμνοτέραν· ὥσπερ
γὰρ πρὸς τοὺς ξένους οἱ ἄνθρωποι καὶ πρὸς τοὺς πολίτας,
τὸ αὐτὸ πάσχουσιν καὶ πρὸς τὴν λέξιν· διὸ δεῖ ποιεῖν ξένην
22

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1404b, line 8

ὥστε φανερὸν ὅτι οὐχ ἅπαντα ὅσα περὶ λέξεως ἔστιν εἰπεῖν
ἀκριβολογητέον ἡμῖν, ἀλλ' ὅσα περὶ τοιαύτης οἵας λέγομεν.
περὶ δ' ἐκείνης εἴρηται ἐν τοῖς Περὶ ποιητικῆς.
 Ἔστω οὖν ἐκεῖνα τεθεωρημένα καὶ ὡρίσθω λέξεως ἀρετὴ
σαφῆ εἶναι (σημεῖον γάρ τι ὁ λόγος ὤν, ἐὰν μὴ δηλοῖ
οὐ ποιήσει τὸ ἑαυτοῦ ἔργον), καὶ μήτε ταπεινὴν μήτε ὑπὲρ
τὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ πρέπουσαν· ἡ γὰρ ποιητικὴ ἴσως οὐ τα-  
πεινή, ἀλλ' οὐ πρέπουσα λόγῳ. τῶν δ' ὀνομάτων καὶ ῥη-
μάτων σαφῆ μὲν ποιεῖ τὰ κύρια, μὴ ταπεινὴν δὲ ἀλλὰ
κεκοσμημένην τἆλλα ὀνόματα ὅσα εἴρηται ἐν τοῖς περὶ ποιη-
τικῆς· τὸ γὰρ ἐξαλλάξαι ποιεῖ φαίνεσθαι σεμνοτέραν· ὥσπερ
γὰρ πρὸς τοὺς ξένους οἱ ἄνθρωποι καὶ πρὸς τοὺς πολίτας,
τὸ αὐτὸ πάσχουσιν καὶ πρὸς τὴν λέξιν· διὸ δεῖ ποιεῖν ξένην
τὴν διάλεκτον· θαυμασταὶ γὰρ τῶν ἀπόντων εἰσίν, ἡδὺ δὲ
τὸ θαυμαστόν ἐστιν. ἐπὶ μὲν οὖν τῶν μέτρων πολλά τε ποιεῖται
οὕτω καὶ ἁρμόττει ἐκεῖ (πλέον γὰρ ἐξέστηκεν περὶ ἃ καὶ
περὶ οὓς ὁ λόγος), ἐν δὲ τοῖς ψιλοῖς λόγοις πολλῷ ἐλάττω·
ἡ γὰρ ὑπόθεσις ἐλάττων, ἐπεὶ καὶ ἐνταῦθα, εἰ δοῦλος
καλλιεποῖτο ἢ λίαν νέος, ἀπρεπέστερον, ἢ περὶ λίαν μικρῶν·
ἀλλ' ἔστι καὶ ἐν τούτοις ἐπισυστελλόμενον καὶ αὐξανόμενον
τὸ πρέπον· διὸ δεῖ λανθάνειν ποιοῦντας, καὶ μὴ δοκεῖν

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1405a, line 6

οις καὶ τοῖς κυρίοις, ὥστε δῆλον ὡς ἂν εὖ ποιῇ τις, ἔσται


τε ξενικὸν καὶ λανθάνειν ἐνδέξεται καὶ σαφηνιεῖ· αὕτη δ'
ἦν ἡ τοῦ ῥητορικοῦ λόγου ἀρετή. τῶν δ' ὀνομάτων τῷ
μὲν σοφιστῇ ὁμωνυμίαι χρήσιμοι (παρὰ ταύτας γὰρ κακουρ-
γεῖ), τῷ ποιητῇ δὲ συνωνυμίαι, λέγω δὲ κύριά τε καὶ συν-
ώνυμα οἷον τὸ πορεύεσθαι καὶ τὸ βαδίζειν· ταῦτα γὰρ ἀμφό-
τερα καὶ κύρια καὶ συνώνυμα ἀλλήλοις.
 τί μὲν οὖν τούτων ἕκαστόν ἐστι, καὶ πόσα εἴδη μετα-
φορᾶς, καὶ ὅτι τοῦτο πλεῖστον δύναται καὶ ἐν ποιήσει καὶ
ἐν λόγοις, [αἱ μεταφοραί,] εἴρηται, καθάπερ ἐλέγομεν, ἐν τοῖς
Περὶ ποιητικῆς· τοσούτῳ δ' ἐν λόγῳ δεῖ μᾶλλον φιλοπονεῖ-
σθαι περὶ αὐτῶν, ὅσῳ ἐξ ἐλαττόνων βοηθημάτων ὁ λόγος
ἐστὶ τῶν μέτρων· καὶ τὸ σαφὲς καὶ τὸ ἡδὺ καὶ τὸ ξενικὸν
ἔχει μάλιστα ἡ μεταφορά, καὶ λαβεῖν οὐκ ἔστιν αὐτὴν παρ'
23

ἄλλου. δεῖ δὲ καὶ τὰ ἐπίθετα καὶ τὰς μεταφορὰς ἁρμοτ-


τούσας λέγειν. τοῦτο δ' ἔσται ἐκ τοῦ ἀνάλογον· εἰ δὲ μή,
ἀπρεπὲς φανεῖται διὰ τὸ παρ' ἄλληλα τὰ ἐναντία μάλιστα
φαίνεσθαι. ἀλλὰ δεῖ σκοπεῖν, ὡς νέῳ φοινικίς, οὕτω γέ-
ροντι τί (οὐ γὰρ ἡ αὐτὴ πρέπει ἐσθής),
Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1419b, line 7

σὺ τούτοις ταὐτὰ ἔθου;” καὶ ὃς ἔφη. “οὐκοῦν δικαίως ἄν”,  


ἔφη, “καὶ σὺ ἀπόλοιο;” “οὐ δῆτα”, ἔφη, “οἱ μὲν γὰρ χρήματα
λαβόντες ταῦτα ἔπραξαν, ἐγὼ δὲ οὔ, ἀλλὰ γνώμῃ.” διὸ
οὔτε ἐπερωτᾶν δεῖ μετὰ τὸ συμπέρασμα, οὔτε τὸ συμπέρασμα
ἐπερωτᾶν, ἐὰν μὴ τὸ πολὺ περιῇ τοῦ ἀληθοῦς.
 περὶ δὲ τῶν γελοίων, ἐπειδή τινα δοκεῖ χρῆσιν ἔχειν ἐν
τοῖς ἀγῶσι, καὶ δεῖν ἔφη Γοργίας τὴν μὲν σπουδὴν δια-
φθείρειν τῶν ἐναντίων γέλωτι τὸν δὲ γέλωτα σπουδῇ, ὀρθῶς
λέγων, εἴρηται πόσα εἴδη γελοίων ἔστιν ἐν τοῖς περὶ ποιη-
τικῆς, ὧν τὸ μὲν ἁρμόττει ἐλευθέρῳ τὸ δ' οὔ, ὅπως τὸ
ἁρμόττον αὑτῷ λήψεται. ἔστι δ' ἡ εἰρωνεία τῆς βωμολοχίας
ἐλευθεριώτερον· ὁ μὲν γὰρ αὑτοῦ ἕνεκα ποιεῖ τὸ γελοῖον, ὁ δὲ
βωμολόχος ἑτέρου.
 Ὁ δ' ἐπίλογος σύγκειται ἐκ τεττάρων, ἔκ τε τοῦ πρὸς
ἑαυτὸν κατασκευάσαι εὖ τὸν ἀκροατὴν καὶ τὸν ἐναντίον
φαύλως, καὶ ἐκ τοῦ αὐξῆσαι καὶ ταπεινῶσαι, καὶ ἐκ τοῦ
εἰς τὰ πάθη τὸν ἀκροατὴν καταστῆσαι, καὶ ἐξ ἀναμνήσεως.
πέφυκε γάρ, μετὰ τὸ ἀποδεῖξαι αὐτὸν μὲν ἀληθῆ τὸν δὲ
ἐναντίον ψευδῆ, οὕτω τὸ ἐπαινεῖν καὶ ψέγειν καὶ ἐπιχαλκεύειν.
δυοῖν δὲ θατέρου δεῖ στοχάζεσθαι, ἢ ὅτι τούτοις ἀγαθὸς ἢ

Αριστοτέλης. Fragmenta varia


Category 1, treatise title 11, fragment n, line 5

sed idem et de arte Ρητορική. tres libros scripsit et in eorum


primo non artem solum eam fatetur, sed ei particulam civi-
litatis sicut dialectices assignavit. (15) multa Critolaus
contra, multa Rhodius Athenodorus.
     

ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΩΝ.
24

 Vita Aristotelis Marciana (cod. 257) f. 276a: ἕως μὲν οὖν


ἔτι νέος ἦν, τὴν τῶν ἐλευθέρων ἐπαιδεύετο παιδείαν, ὡς δηλοῖ
τὰ γεγραμμένα αὐτῷ Ὁμηρικὰ ζητήματα καὶ ἡ τῆς Ἰλιάδος ἔκδοσις
ἣν δέδωκε τῷ Ἀλεξάνδρῳ καὶ ὁ περὶ ποιητῶν διάλογος καὶ τὸ
Περὶ ποιητικῆς σύγγραμμα καὶ αἱ ῥητορικαὶ τέχναι ...
 Vita Ar. vulg. (ante Ps. – Ammon. comm. in cat.): ὁ μὲν οὖν
Ἀρ. ἔτι νέος ὢν τὴν τῶν ἐλευθέρων παιδείαν ἐπαιδεύετο, ὡς
δηλοῖ τὰ γεγραμμένα αὐτῷ περὶ ποιητικῶν καὶ πρὸς ποιητάς,
ἔτι μέντοι τὰ Ὁμήρου προβλήματα καὶ αἱ ῥητορικαὶ τέχναι.
 Diog. Laert. 8, 57: Ἀριστοτέληςδ' ἐν τῷ σοφιστῇ
(fr. 65) ... ἐν δὲ τῷ περὶ ποιητῶν φησὶν ὅτι καὶ Ὁμη-
ρικὸς ὁ Ἐμπεδοκλῆς καὶ δεινὸς περὶ τὴν φράσιν γέγονε,
μεταφορικός τ' ὢν καὶ τοῖς ἄλλοις τοῖς περὶ ποιητικὴν ἐπι-
τεύγμασι χρώμενος· καὶ δὴ ὅτι γράψαντος αὐτοῦ καὶ ἄλλα  
ποιήματα τήν τε τοῦ Ξέρξου διάβασιν καὶ προοίμιον εἰς

Αριστοτέλης. Fragmenta varia


Category 1, treatise title 11, fragment 75, line 2

bem, ipsa Aristotelisverba ponam ex libro quem de


poetis secundo subscripsit, in quo de Euripide loquens sic
ait: τοὺς δὲ Θεστίου κόρους τὸν μὲν ἀριστερὸν πόδα φησὶν
Εὐριπίδης ἐλθεῖν ἔχοντας ἀνυπόδετον [λέγει γοῦν ὅτι] “τὸ
λαιὸν ἴχνος ᾖσαν ἀνάρβυλοι ποδός, τὸ δ' ἐν πεδίλοις, ὡς
ἐλαφρίζον γόνυ ἔχοιεν”. οἷς δὴ πᾶν τοὐναντίον ἔθος τοῖς
Αἰτωλοῖς· τὸν μὲν γὰρ ἀριστερὸν ὑποδέδενται, τὸν δὲ δεξιὸν
ἀνυποδετοῦσιν. δεῖ γὰρ οἶμαι τὸν ἡγούμενον ἔχειν ἐλα-
φρόν, ἀλλ' οὐ τὸν ἐμμένοντα.
 Diog. Laert. 2, 46 (cf. 8, 49): τούτῳ (τῷ Σωκράτει)
τίς, καθά φησιν Ἀριστοτέληςἐν τρίτῳ Περὶ ποιητικῆς,
ἐφιλονείκει Ἀντίλοχος Λήμνιος καὶ Ἀντιφῶν ὁ τερατοσκόπος,
ὡς Πυθαγόρᾳ Κύλων Κροτωνιάτης· καὶ Σύαγρος Ὁμήρῳ
ζῶντι, ἀποθανόντι δὲ Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιος· καὶ Κέρκωψ
Ἡσιόδῳ ζῶντι, τελευτήσαντι δὲ ὁ προειρημένος Ξενοφάνης·
καὶ Πινδάρῳ Ἀντιμένης ὁ Κῶος, Θάλητι δὲ Φερεκύδης καὶ
Βίαντι Σάλαρος Πριηνεύς, Πιττακῷ Ἀντιμενίδας καὶ Ἀλκαῖος,
Ἀναξαγόρᾳ Σωσίβιος καὶ Σιμωνίδῃ Τιμοκρέων.
25

 Pseudo – Plutarch. de vita Hom. 1, 3 (p. 101 Dübner):


Ἀριστοτέληςδὲ ἐν τῷ τρίτῳ Περὶ ποιητικῆς ἐν Ἴῳ φησὶ
τῇ νήσῳ, καθ' ὃν καιρὸν Νηλεὺς ὁ Κόδρου τῆς Ἰωνικῆς

Αριστοτέλης. Fragmenta varia Category 1, treatise title 11, fragment 76,


line 2

 Diog. Laert. 2, 46 (cf. 8, 49): τούτῳ (τῷ Σωκράτει)


τίς, καθά φησιν Ἀριστοτέληςἐν τρίτῳ Περὶ ποιητικῆς,
ἐφιλονείκει Ἀντίλοχος Λήμνιος καὶ Ἀντιφῶν ὁ τερατοσκόπος,
ὡς Πυθαγόρᾳ Κύλων Κροτωνιάτης· καὶ Σύαγρος Ὁμήρῳ
ζῶντι, ἀποθανόντι δὲ Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιος· καὶ Κέρκωψ
Ἡσιόδῳ ζῶντι, τελευτήσαντι δὲ ὁ προειρημένος Ξενοφάνης·
καὶ Πινδάρῳ Ἀντιμένης ὁ Κῶος, Θάλητι δὲ Φερεκύδης καὶ
Βίαντι Σάλαρος Πριηνεύς, Πιττακῷ Ἀντιμενίδας καὶ Ἀλκαῖος,
Ἀναξαγόρᾳ Σωσίβιος καὶ Σιμωνίδῃ Τιμοκρέων.
 Pseudo – Plutarch. de vita Hom. 1, 3 (p. 101 Dübner):
Ἀριστοτέληςδὲ ἐν τῷ τρίτῳ Περὶ ποιητικῆς ἐν Ἴῳ φησὶ
τῇ νήσῳ, καθ' ὃν καιρὸν Νηλεὺς ὁ Κόδρου τῆς Ἰωνικῆς
ἀποικίας ἡγεῖτο, κόρην τινὰ τῶν ἐπιχωρίων γενομένην ὑπό
τινος δαίμονος τῶν συγχορευτῶν ταῖς μούσαις ἐγκύμονα,
αἰδεσθεῖσαν τὸ συμβὰν διὰ τὸν ὄγκον τῆς γαστρὸς ἐλθεῖν
εἴς τι χωρίον τὸ καλούμενον Αἴγιναν· εἰς ὃ καταδραμόντας  
λῃστὰς ἀνδραποδίσαι τὴν προειρημένην καὶ ἀγαγόντας εἰς
Σμύρναν οὖσαν ὑπὸ Λυδοῖς τότε, τῷ βασιλεῖ τῶν Λυδῶν
ὄντι φίλῳ τοὔνομα Μαίονι χαρίσασθαι· τὸν δὲ ἀγαπήσαντα
τὴν κόρην διὰ τὸ κάλλος γῆμαι. ἣν διατρίβουσαν παρὰ τῷ
Μέλητι, συσχεθεῖσαν ὑπὸ τῆς ὠδῖνος ἀποκυῆσαι τὸν Ὅμηρον

Αριστοτέλης. Fragmenta varia Category 1, treatise title 11, fragment 77,


line 2

  ἐνθάδε τὴν ἱερὴν κεφαλὴν κατὰ γαῖα καλύπτει,


  ἀνδρῶν ἡρώων κοσμήτορα θεῖον Ὅμηρον.
 Gellius 3, 11: Aristotelestradidit ex insula Io
natum.
 Vita Hom. p. 28, 29 (Westerm.): Ὅμηρος ὁ ποιητὴς
... κατὰ ... Ἀριστοτέληντὸν φιλόσοφον Ἰήτης (= vit.
al. Hom. ib. p. 31, 6. Cramer A. P. III, 98. Ps. – Plut. de
vita et poesi Hom. 2, 2. Tzetz. exeg. in Il. p. 8 Herm.).
 Antiatticista Bekk. Anecd. I p. 101, 32 s. κυντότατον:
26

ἈριστοτέληςΠερὶ ποιητικῆς· “τὸ δὲ πάντων κυντότατον”.


    

ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ.

 Cic. de fin. 5, 4: cumque uterque eorum (Aristoteles et


Theophrastus) docuisset qualem in republica principem esse con-
veniret ...  
 Cicero ep. ad Quintum fr. 3, 5: hi (de republica) libri
cum in Tusculano mihi legerentur audiente Sallustio, admo-
nitus sum ab illo multo maiore auctoritate illis de rebus
dici posse, si ipse loquerer de republica, praesertim cum
essem non Heraclides Ponticus sed consularis et is qui in
maximis versatus in republica rebus essem. quae tam

Στράβων Γεωγραφικά. Book 1, Ch. 1, sec. 10, line 34

ται. καὶ μὴν καὶ τὰ τῆς Ἰταλίας ἄκρα οἶδε, Τεμέσην κα-
λῶν καὶ Σικελούς, καὶ τὰ τῆς Ἰβηρίας ἄκρα καὶ τὴν
εὐδαιμονίαν αὐτῶν, ἣν ἀρτίως ἔφαμεν. εἰ δέ τινα ἐν
τοῖς μεταξὺ διαλείμματα φαίνεται, συγγνοίη τις ἄν·
καὶ γὰρ ὁ γεωγραφῶν ὄντως πολλὰ παρίησι τῶν ἐν
μέρει. συγγνοίη δ' ἂν καὶ εἰ μυθώδη τινὰ προσπέ-
πλεκται τοῖς λεγομένοις ἱστορικῶς καὶ διδασκαλικῶς,
καὶ οὐ δεῖ μέμφεσθαι. οὐδὲ γὰρ ἀληθές ἐστιν, ὅ φησιν
Ἐρατοσθένης, ὅτι ποιητὴς πᾶς στοχάζεται ψυχαγω-
γίας, οὐ διδασκαλίας· τἀναντία γὰρ οἱ φρονιμώτατοι
τῶν Περὶ ποιητικῆς τι φθεγξαμένων πρώτην τινὰ λέ-  
γουσι φιλοσοφίαν τὴν ποιητικήν. ἀλλὰ πρὸς Ἐρατο-
σθένη μὲν αὖθις ἐροῦμεν διὰ πλειόνων, ἐν οἷς καὶ
περὶ τοῦ ποιητοῦ πάλιν ἔσται λόγος.
 Νυνὶ δὲ ὅτι μὲν Ὅμηρος τῆς γεωγραφίας ἦρξεν,
ἀρκείτω τὰ λεχθέντα. φανεροὶ δὲ καὶ οἱ ἐπακολου-
θήσαντες αὐτῷ ἄνδρες ἀξιόλογοι καὶ οἰκεῖοι φιλοσο-
φίας, ὧν τοὺς πρώτους μεθ' Ὅμηρον δύο φησὶν Ἐρα-
τοσθένης, Ἀναξίμανδρόν τε Θαλοῦ γεγονότα γνώ-
ριμον καὶ πολίτην καὶ Ἑκαταῖον τὸν Μιλήσιον· τὸν
μὲν οὖν ἐκδοῦναι πρῶτον γεωγραφικὸν πίνακα,

PythagorasPhil., Testimonia Fragment 15, line 2


27

κατὰ τὸ σῶμα φύσει λέγεται πρὸς τὴν μάχην ἀπαντῆσαι


κατεστεφανωμένος μὲν
τοῖς Ὀλυμπικοῖς στεφάνοις, διεσκευασμένος δὲ εἰς Ἡρακλέους σκευὴν
λεοντῆι καὶ
ῥοπάλωι· αἴτιον δὲ γενόμενον τῆς νίκης θαυμασθῆναι παρὰ τοῖς πολίταις.
(10, 1)
τῶν δὲ Κροτωνιατῶν διὰ τὴν ὀργὴν ζωγρεῖν μὲν μηδένα βουληθέντων,
πάντας
δὲ κατὰ τὴν φυγὴν τοὺς ὑποπεσόντας ἀποκτεινόντων οἱ πλείους
κατεκόπησαν· τὴν
δὲ πόλιν διήρπασαν καὶ παντελῶς ἔρημον ἐποίησαν [510]. Vgl. Iambl. V.
P. 260
τοὺς τριάκοντα μυριάδων περὶ τὸν Τετράεντα
περιγενομένους.
 DIOG. II 46 τούτωι τις, καθά φησιν Ἀριστοτέλης ἐν τρίτωι
Περὶ ποιητικῆς [fr. 75], ἐφιλονίκει Ἀντίλοχος Λήμνιος καὶ Ἀντιφῶν ὁ
τερατο-
σκόπος [87 A 1. 5], ὡς Πυθαγόραι Κύλων [s. Z. 17] καὶ Ὀνάτας [58 A].
 IAMBL. V. P. 248ff. ὅτι μὲν οὖν ἀπόντος Πυθαγόρου ἐγένετο ἡ
ἐπιβουλή,
πάντες συνομολογοῦσι, διαφέρονται δὲ περὶ τῆς τότε ἀποδημίας, οἱ μὲν
πρὸς
Φερεκύδην τὸν Σύριον, οἱ δὲ εἰς Μεταπόντιον λέγοντες ἀποδεδημηκέναι
τὸν Πυ-
θαγόραν. αἱ δὲ αἰτίαι τῆς ἐπιβουλῆς πλείονες λέγονται, μία μὲν ὑπὸ τῶν
Κυλω-
νείων λεγομένων ἀνδρῶν τοιάδε γενομένη. Κύλων ἀνὴρ Κροτωνιάτης
γένει μὲν
καὶ δόξηι καὶ πλούτωι πρωτεύων τῶν πολιτῶν, ἄλλως δὲ χαλεπός τις καὶ
βίαιος
καὶ θορυβώδης καὶ τυραννικὸς τὸ ἦθος πᾶσαν προθυμίαν παρασχόμενος
πρὸς τὸ
κοινωνῆσαι τοῦ Πυθαγορείου βίου καὶ προσελθὼν πρὸς αὐτὸν τὸν
Πυθαγόραν
ἤδη πρεσβύτην ὄντα ἀπεδοκιμάσθη διὰ τὰς προειρημένας αἰτίας. (249)
γενομένου

Zeno Phil., Testimonia et fragmenta Fragment 41, line 16

 περὶ τοῦ καθήκοντος (230)


 περὶ νόμου
 περὶ τῆς Ἑλληνικῆς παιδείας
28

 περὶ ὄψεως
 περὶ τοῦ ὅλου 97. 102. 117. 119
 περὶ σημείων
 Πυθαγορικά
 Καθολικά  
 περὶ λέξεων (77)
 προβλημάτων Ὁμηρικῶν πέντε (274. 275)
 Περὶ ποιητικῆς ἀκροάσεως
ἔστι δ' αὐτοῦ καὶ Τέχνη
 καὶ Λύσεις
 καὶ Ἔλεγχοι δύο
 ἀπομνημονεύματα Κράτητος ἠθικά 273.
 Ind. Stoic. Herc. col. IV. οὐ ταύτην μόνη(ν, ἀλλ' ἀν)|αισχυν-
τη(ς)άντω(ν νοθεῦ)|σαι καὶ προσυποπτε(ῦσαι | τὴν ὑπὸ Ζήνων(ος
νεως)|τὶ συνεῤῥαμμέν(ην) καθ' ὃν | τρόπον ἐν (ἄ)λλοις δ(ακ)τύ|λῳ
δείκνυται.
 Clemens Alex. Strom. V 9 p. 680 Pott. ἀλλὰ καὶ οἱ Στωϊ-
κοὶλέγουσι Ζήνωνιτῷ πρώτῳ γεγράφθαι τινά, ἃ μὴ ῥᾳδίως ἐπι

AmmoniusGramm., De adfinium vocabulorum differentia (= Περὶ


ὁμοίων καὶ διαφόρων λέξεων) (fort. epitome operis sub aucto
Lexical entry 178, line 4

(fr. 8 Vels.) ἐν δευτέρῳ Περὶ Ἀττικῆς προσῳδίας· ‘ἐξα-


νέψιοι ὡς ἀμέριμνοι, ἀναστελλομένης τῆς ὀξείας ἐκ τοῦ ἀν-
εψιοὶ ὀνόματος ὀξυνομένου. ‘εἰσὶ δὲ οἱ μὲν ἀνεψιοὶτῶν ἀδελ-
φῶν παῖδες, καθὰ καὶ ἡμεῖς ἐκδεχόμεθα· ἐξανεψιοὶδὲ οἱ
τῶν ἀνεψιῶν παῖδες.
 ἐοικότα εἰκότωνδιαφέρει. τὰ μὲν γὰρ πίστεως
ἐχόμενα ⌊εἰκότα⌋, τὰ δ' ἐμφερῆ ἐοικότα.
 ἐπικήδιονκαὶ θρῆνοςδιαφέρουσιν. ἐπικήδιον μὲν
γάρ ἐστι τὸ ἐπὶ τῷ κήδει, θρῆνος δὲ τὸ ἐν ⌊οἱ⌋ῳδή⌊ποτε
χρόνῳ⌋· οὕτω φησὶ Τρύφων (fr. 114 Vels.). Ἀριστοκλῆς δὲ ὁ
Ῥόδιος ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς τοὔμπαλιν· φησὶ γὰρ ‘θρῆνος
δ' ἐστὶν ᾠδὴ τῆς συμφορᾶς οἰκεῖον ὄνομα ἔχουσα· ὀδυρμὸν
γὰρ ἔχει σὺν ἐγκωμίῳ τοῦ τελευτήσαντος. τινὲς μὲν οὖν κοι-
νῶς πάντα εἶπον θρήνους, οἱ δὲ διαφέρειν θρῆνόν τε καὶ ἐπι-
κήδιον τὸ τὸν θρῆνον ᾄδεσθαι παρ' αὐτῇ τῇ συμφορᾷ πρὸ
τῆς ταφῆς καὶ μετὰ τὴν ταφὴν καὶ κατὰ τὸν ἐνιαύσιον χρόνον
τῆς κηδείας, ᾀδόμενος ὑπὸ τῶν θεραπαινίδων καὶ τῶν σὺν
αὐταῖς, τὸ δ' ἐπικήδιον ἔπαινόν τινα τοῦ τελευτήσαντος μετά
τινος μετρίου σχετλιασμοῦ’.  
29

Anaxagoras Phil., Testimonia Fragment 25, line 2

χει τὴν τοῦ Καλλίου πρὸς τὸν πατέρα διαφορὰν καὶ τὴν Προδίκου καὶ
Ἀναξαγό-
ρου [?] τῶν σοφιστῶν διαμώκησιν. λέγει γὰρ ὡς ὁ μὲν Πρόδικος
Θηραμένην μαθη-
τὴν ἀπετέλεσεν, ὁ δ' ἕτερος Φιλόξενον τὸν Ἐρύξιδος καὶ Ἀριφράδην
τὸν ἀδελφὸν Ἀριγνώτου τοῦ κιθαρωιδοῦ, θέλων ἀπὸ τῆς τῶν δηλωθέντων
μο-
χθηρίας καὶ περὶ τὰ φαῦλα λιχνείας ἐμφανίσαι τὴν τῶν παιδευσάντων
διδασκαλίαν.
 ALCIDAMAS bei Arist. Rhet. B 23. 1398b 15 καὶ Λαμψακηνοὶ Ἀναξα-
γόραν ξένον ὄντα ἔθαψαν καὶ τιμῶσιν ἔτι καὶ νῦν.
 AEL. V. H. VIII 19 ὅτι καὶ βωμὸς
αὐτῶι ἵσταται καὶ ἐπιγέγραπται οἱ μὲν Νοῦ οἱ δὲ Ἀληθείας.
 DIOG. II 46 [vgl. I 103, 10. 115, 34] καθά φησιν Ἀριστοτέλης ἐν τρί-
τωι Περὶ ποιητικῆς [fr. 75] ἐφιλονίκει ... Ἀναξαγόραι Σωσίβιος.
  – X 12 μάλιστα δὲ ἀπεδέχετο [Epikur Epicurea p. 365, 16 Us. vgl.
dessen Ind. S. 400], φησὶ Διοκλῆς, τῶν ἀρχαίων Ἀναξαγόραν, καίτοι ἔν
τισιν
ἀντειρηκὼς αὐτῶι, καὶ Ἀρχέλαον τὸν Σωκράτους διδάσκαλον.  
 ARISTOT. Metaph. Γ 5. 1009 b 25 [nach 28 B 16] Ἀναξαγόρου δὲ καὶ
ἀπόφθεγμα μνημονεύεται πρὸς τῶν ἑταίρων τινάς, ὅτι τοιαῦτ' αὐτοῖς ἔσται
τὰ
ὄντα οἷα ἂν ὑπολάβωσιν.
 CLEM. Str. II 130 [II 184, 6 St.] Ἀναξαγόραν μὲν γὰρ τὸν Κλαζομένιον
τὴν θεωρίαν φάναι τοῦ βίου τέλος εἶναι καὶ τὴν ἀπὸ ταύτης ἐλευθερίαν
λέγουσιν.
 ARISTOT. Eth. Nic. Ζ 7. 1141b 3 διὸ Ἀναξαγόραν καὶ Θαλῆν καὶ τοὺς
τοιούτους σοφοὺς μέν, φρονίμους δ' οὔ φασιν εἶναι, ὅταν ἴδωσιν
ἀγνοοῦντας ‘τὰ

Antiphon Soph., Testimonia Fragment 5, line 2

εἰ ἐπιμελοίμην τοῦ ὡς πλείστους ἱκανοὺς εἶναι πράττειν αὐτά;


 ATHEN. XV 673 E F ἐκδόντος γὰρ τούτου [der Peripatetiker Adrastos]
πέντε μὲν βιβλία Περὶ τῶν παρὰ Θεοφράστωι ἐν τοῖς Περὶ ἠθῶν καθ'
ἱστορίαν καὶ
λέξιν ζητουμένων, ἕκτον δὲ περὶ τῶν ἐν τοῖς Ἠθικοῖς Νικομαχείοις
Ἀριστοτέλους,
30

ἐννοίας ἀμφιλαφεῖς παραθεμένου περὶ τοῦ παρὰ Ἀντιφῶντι τῶι


τραγωιδιοποιῶι
[Nauck FGT p. 792] Πληξίππου καὶ πλεῖστα ὅσα καὶ περὶ αὐτοῦ τοῦ
Ἀντιφῶν-
τος εἰπόντος, σφετερισάμενος [Hephaistion] καὶ ταῦτα ἐπέγραψέν τι
βιβλίον Περὶ
τοῦ παρὰ Ξενοφῶντι ἐν τοῖς Ἀπομνημονεύμασιν Ἀντιφῶντος, οὐδὲν ἴδιον
προσεξ-
ευρών.
 DIOG. II 46 τούτωι [Sokrates] τις, καθά φησιν Ἀριστοτέλης ἐν τρίτωι
Περὶ ποιητικῆς [fr. 75 Rose], ἐφιλονίκει Ἀντίλοχος Λήμνιος καὶ Ἀ. ὁ
τερατο-
σκόπος.
 [PLUT.] Vit. X orat. 1 p. 833 c [Antiphon der Rhamnusier] λέγεται
δὲ τραγωιδίας συνθεῖναι ἰδίαι καὶ σὺν Διονυσίωι τῶι τυράννωι· ἔτι δ' ὢν
πρὸς τῆι
ποιήσει τέχνην ἀλυπίαςσυνεστήσατο, ὥσπερ τοῖς νοσοῦσιν ἡ παρὰ τῶν
ἰατρῶν  
θεραπεία ὑπάρχει· ἐν Κορίνθωι τε κατεσκευασμένος οἴκημά τι παρὰ τὴν
ἀγορὰν
προέγραψεν, ὅτι δύναται τοὺς λυπουμένους διὰ λόγων θεραπεύειν, καὶ
πυνθανό-
μενος τὰς αἰτίας παρεμυθεῖτο τοὺς κάμνοντας. νομίζων δὲ τὴν τέχνην
ἐλάττω ἢ
καθ' αὑτὸν εἶναι ἐπὶ ῥητορικὴν ἀπετράπη. εἰσὶ δ' οἳ καὶ τὸ Γλαύκου τοῦ
Ῥηγίνου
Περὶ ποιητῶνβιβλίον [FHG II 23] εἰς Ἀντιφῶντα ἀναφέρουσι.
PHILOSTR.

Heraclides Ponticus Phil., Fragmenta Fragment 22, line 18

  φυσικὰ δὲ
 περὶ νοῦ· περὶ ψυχῆς· καὶ κατ' ἰδίαν περὶ ψυχῆς· καὶ περὶ φύσεως· καὶ
περὶ
εἰδώλων· πρὸς Δημόκριτον· περὶ τῶν ἐν οὐρανῷ αʹ· περὶ τῶν ἐν Ἅιδου·
περὶ
βίων αʹ βʹ· αἰτίαι περὶ νόσων αʹ· περὶ τἀγαθοῦ αʹ· πρὸς τὰ Ζήνωνος αʹ·
πρὸς
τὰ Μήτρωνος αʹ·
  γραμματικὰ δὲ
 περὶ τῆς Ὁμήρου καὶ Ἡσιόδου ἡλικίας αʹ βʹ· περὶ Ἀρχιλόχου καὶ
Ὁμήρου αʹ βʹ·
31

  καὶ μουσικὰ δὲ
 περὶ τῶν παρ' Εὐριπίδῃ καὶ Σοφοκλεῖ αʹ βʹ γʹ· περὶ μουσικῆς αʹ βʹ·
λύσεων
Ὁμηρικῶν αʹ βʹ· θεωρηματικὸν αʹ· περὶ τῶν τριῶν τραγῳδοποιῶν αʹ·
χαρακ-  
τῆρες αʹ· Περὶ ποιητικῆς καὶ τῶν ποιητῶν αʹ· περὶ στοχασμοῦ αʹ·
προοπτικῶν αʹ·
Ἡρακλείτου ἐξηγήσεις δʹ· πρὸς τὸν Δημόκριτον ἐξηγήσεις αʹ· λύσεων
ἐριστι-
κῶν αʹ βʹ· ἀξίωμα αʹ· περὶ εἰδῶν αʹ· λύσεις αʹ· ὑποθῆκαι αʹ· πρὸς
Διονύσιον αʹ·
  ῥητορικὰ δὲ
 περὶ τοῦ ῥητορεύειν ἢ Πρωταγόρας.
  ἱστορικὰ
 περὶ τῶν Πυθαγορείων καὶ περὶ εὑρημάτων.
 τούτων τὰ μὲν κωμικῶς πέπλακεν ὡς τὸ περὶ ἡδονῆς καὶ περὶ
σωφροσύνης,
τὰ δὲ τραγικῶς ὡς τὸ περὶ τῶν καθ' Ἅιδην καὶ τὸ περὶ εὐσεβείας καὶ τὸ
περὶ
ἐξουσίας.
 ἔστι δ' αὐτῷ καὶ μεσότης ... διαλεγομένων (fr. 25). ἀλλὰ καὶ γεωμετρικά

(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., De diversis verborum


significationibus (= Περὶ διαφόρους σημασίας) (epitome operis Herennii
Philonis) (e c Alphabetic letter epsilon, entry 68, line 4

τηρῶν καὶ δυσδιαλλάκτως ἔχων.


ἐξελεύθεροςκαὶ ἀπελεύθερος διαφέρει. ἐξελευθέρους
μὲν γὰρ λέγουσι τοὺς διὰ χρέος προσθέτους τοῖς δανεισταῖς
γενομένους, ἔπειτα ἀπολυθέντας, εἴτα ἐλευθερωθέντας· ἀπελευ-
θέρους δὲ συνήθως τοὺς ἐκ δούλ[ου] ἐλευθερωμένους, ὥς φησι
Τρύφων (fr. om. Vels.) ἐν πέμπτῳ Περὶ Ἑλληνισμοῦ.  
ἐπικήδειονκαὶ θρῆνος διαφέρει. ἐπικήδειον μὲν γάρ
ἐστι τὸἐπὶ τῷ κήδει, θρῆνος δὲ τὸ ἐν οἱῳδήποτε χρόνῳ, ὣς
Τρύφων (fr. 114 Vels.). Ἀριστοκλῆς δὲ ὁ Ῥόδιος ἐν τῷ Περὶ
ποιητικῆς ἔμπαλίν φησιν· ‘θρῆνος δέ ἐστιν ᾠδὴ τῆς συμφορᾶς
οἰκεῖον ὄνομαἔχουσα· ὀδυρμὸν γὰρ ἔχει σὺν ἐγκωμίῳ τοῦ
τελευτήσαντος. τινὲς μὲν οὖν κοινῶς εἶπον θρήνους, οἱ δὲ δια-
φέρειν θρῆνόν τε καὶ ἐπικήδειον· τὸν γὰρ θρῆνον ᾄδεσθαι παρ'
αὐτῇ τῇ συμφορᾷ πρὸ τῆς ταφῆς καὶ μετὰ τὴν ταφὴν καὶ κατὰ
τὸν ἐνιαύσιον χρόνον τῆς κηδείας, ᾀδόμενον ὑπὸ τῶν θεραπαι-
νίδων καὶ τῶν σὺν αὐταῖς, τὸ δὲ ἐπικήδειον ἔπαινον εἶναι τοῦ
32

τελευτήσαντος μετά τινος μετρίου σχετλιασμοῦ’.  


ἐμεῖοκαὶ ἐμοῖο σύναρθρον τοῦ ἐμοῦ, οἷον «παῖ-
δα ἐμεῖο», «τοῦ ἐμοῦ παιδός». καὶ (Hom. Il. xxiv 486)
  ’μνῆσαι πατρὸς σοῖο’

Σπεύσιππος. Fragmenta Fragment 68c, line 2

Σπεύσιππον τοίνυν ἱστορεῖ Βόηθος τοιαύτην διαίρεσιν παραλαμβάνειν


τὰ ὀνόματα πάντα περιλαμβάνουσαν. τῶν γὰρ ὀνομάτων, φησί, τὰ μὲν
ταὐτώνυμά ἐστιν, τὰ δὲ ἑτερώνυμα· καὶ τῶν ταὐτωνύμων τὰ μὲν
ὁμώνυμά
ἐστιν, τὰ δὲ συνώνυμα (κατὰ τὴν τῶν παλαιῶν συνήθειαν ἀκουόντων
ἡμῶν τὰ συνώνυμα)· τῶν δὲ ἑτερωνύμων τὰ μὲν εἶναι ἰδίως ἑτερώνυμα,
τὰ δὲ πολυώνυμα, τὰ δὲ παρώνυμα.  
Simplicius, In Categ., p. 29, 5
Σπεύσιππος δέ, ὥς φασιν, ἠρκεῖτο λέγειν ‘ὁ δὲ λόγος ἕτερος.’
Porphyry, Πρὸς Γεδάλειον, in Simplicius, In Categ., p. 36, 25 – 31
’Ἔνθα δὲ περὶ τὰς πλείους φωνὰς ἡ σπουδὴ καὶ τὴν πολυειδῆ ἑκάστου
ὀνομασίαν, ὥσπερ ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς καὶ τῷ τρίτῳ Περὶ ῥητορικῆς,
τοῦ ἑτέρου συνωνύμου δεόμεθα, ὅπερ πολυώνυμον ὁ Σπεύσιππος ἐκάλει.

καὶ οὐ καλῶς ὁ Βόηθος παραλελεῖφθαι τῷ Ἀριστοτέλει φησὶ τὰ παρὰ


τοῖς νεωτέροις καλούμενα συνώνυμα, ἅπερ Σπεύσιππος ἐκάλει πολυώ-
νυμα· οὐ γὰρ παραλέλειπται, ἀλλ' ἐν ἄλλαις πραγματείαις, ἐν αἷς ἦν
οἰκεῖος ὁ λόγος, παρείληπται.’
Aristotle, Sophistici Elenchi 170 B 12 – 171 B 2
Οὐκ ἔστι δὲ διαφορὰ τῶν λόγων ἣν λέγουσί τινες, τὸ εἶναι τοὺς μὲν
πρὸς τοὔνομα λόγους, ἑτέρους δὲ πρὸς τὴν διάνοιαν· ἄτοπον γὰρ τὸ
ὑπολαμβάνειν ἄλλους μὲν εἶναι πρὸς τοὔνομα λόγους,

Βίος Ομήρου. Plutarchivita Part 1, line 25

αὐτῇ τὸν ἀδελφὸν Μαίονα· ὃς διακορεύσας τὴν προειρημένην


καὶ τὴν ἀπὸ τῶν πολιτῶν ἐπὶ τῷ γεγονότι δείσας κατάγνωσιν,
ἔδωκεν αὐτὴν πρὸς γάμον Φημίῳ τῷ Σμυρναίῳ, διδασκάλῳ
γραμμάτων. φοιτῶσα δὲ αὐτὴ ἐπὶ τοὺς πλύνους οἳ ἦσαν
παρὰ τῷ Μέλητι ἀπεκύησε τὸν Ὅμηρον ἐπὶ τῷ ποταμῷ,
καὶ διὰ τοῦτο Μελησιγένης ἐκλήθη· μετωνομάσθη δ'
Ὅμηρος ἐπειδὴ τὰς ὄψεις ἐπηρώθη· οὕτω δὲ ἐκάλουν οἵ τε
Κυμαῖοι καὶ οἱ Ἴωνες τοὺς τὰς ὄψεις πεπηρωμένους παρὰ
33

τὸ δεῖσθαι τῶν ὁμηρευόντων, ὅ ἐστι τῶν ἡγουμένων. καὶ


ταῦτα μὲν Ἔφορος.
 Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῷ τρίτῳ Περὶ ποιητικῆς fr. 66 Ros.
ἐν Ἴῳ φησὶ τῇ νήσῳ, καθ' ὃν καιρὸν Νηλεὺς ὁ Κόδρου τῆς
Ἰωνικῆς ἀποικίας ἡγεῖτο, κόρην τινα τῶν ἐπιχωρίων γενο-
μένην ὑπό τινος δαίμονος τῶν συγχορευτῶν ταῖς Μούσαις
ἐγκύμονα, αἰδεσθεῖσαν τὸ συμβὰν διὰ τὸν ὄγκον τῆς γαστρός,  
ἐλθεῖν εἴς τι χωρίον τὸ καλούμενον Αἴγιναν· εἰς ὃ καταδρα-
μόντας λῃστὰς ἀνδραποδίσαι τὴν προειρημένην καὶ ἀγαγόντας
εἰς Σμύρναν οὖσαν ὑπὸ Λυδοῖς τότε, τῷ βασιλεῖ τῶν
Λυδῶν ὄντι φίλῳ τοὔνομα Μαίονι χαρίσασθαι· τὸν δὲ
ἀγαπήσαντα τὴν κόρην διὰ τὸ κάλλος γῆμαι· ἣν διατρί-
βουσαν παρὰ τῷ Μέλητι καὶ συσχεθεῖσαν ὑπὸ τῆς ὠδῖνος

Βίος Ομήρου. PlutarchiDe Homero 1 Line 21

ἐγέννησεν Ἡσίοδον. Ἀπελλῆς δὲ τελευτήσας ἐν τῇ πατρίδι Κύμῃ κατ-


έλιπε θυγατέρα Κριθηίδα τοὔνομα, προστησάμενος αὐτῇ τὸν ἀδελφὸν
Μαίονα. ὃς διακορεύσας τὴν προειρημένην καὶ τὴν ἀπὸ τῶν πολιτῶν
ἐπὶ τῷ γεγονότι δείσας κατάγνωσιν, ἔδωκεν αὐτὴν πρὸς γάμον Φημίῳ
Σμυρναίῳ, διδασκάλῳ γραμμάτων. φοιτῶσα δὲ αὐτὴ ἐπὶ τοὺς πλυνούς,
οἳ ἦσαν παρὰ τῷ Μέλητι, ἀπεκύησε τὸν Ὅμηρον ἐπὶ τῷ ποταμῷ, καὶ
διὰ τοῦτο Μελησιγένης ἐκλήθη. μετωνομάσθη δὲ Ὅμηρος, ἐπειδὴ τὰς  
ὄψεις ἐπηρώθη· οὕτω δὲ ἐκάλουν οἵ τε Κυμαῖοι καὶ οἱ Ἴωνες τοὺς
τὰς ὄψεις πεπηρωμένους παρὰ τὸ δεῖσθαι τῶν ὁμηρευόντων, ὅ ἐστι
τῶν ἡγουμένων. καὶ ταῦτα μὲν Ἔφορος.
 Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῷ τρίτῳ Περὶ ποιητικῆς ἐν Ἴῳ φησὶ τῇ νήσῳ,
καθ' ὃν καιρὸν Νηλεὺς ὁ Κόδρου τῆς Ἰωνικῆς ἀποικίας ἡγεῖτο, κόρην
τινὰ τῶν ἐπιχωρίων γενομένην ὑπό τινος δαίμονος τῶν συγχορευτῶν
ταῖς Μούσαις ἐγκύμονα, αἰδεσθεῖσαν τὸ συμβὰν διὰ τὸν ὄγκον τῆς γα-
στρός, ἐλθεῖν εἴς τι χωρίον καλούμενον Αἴγιναν. εἰς ὃ καταδραμόντας
λῃστὰς ἀνδραποδίσαι τὴν προειρημένην καὶ ἀγαγόντας εἰς Σμύρναν,
οὖσαν ὑπὸ Λυδοῖς τότε, τῷ βασιλεῖ τῶν Λυδῶν ὄντι φίλῳ τοὔνομα
Μαίονι χαρίσασθαι· τὸν δὲ ἀγαπήσαντα τὴν κόρην διὰ τὸ κάλλος γῆ-
μαι. ἣν διατρίβουσαν παρὰ τῷ Μέλητι καὶ συσχεθεῖσαν ὑπὸ τῆς
ὠδῖνος ἔτυχεν ἀποκυῆσαι τὸν Ὅμηρον ἐπὶ τῷ ποταμῷ. ὃν ἀναλαβὼν ὁ
Μαίων ὡς ἴδιον ἔτρεφε, τῆς Κριθηίδος μετὰ τὴν κύησιν εὐθέως

Ιωάννης Στοβαίος. Ανθολόγιον. Book 2, Ch. 5, sec. t, line 1

περὶ ὧν ἂν ᾖ τὰ γεγραμμένα. { – }Ὀρθότατα.  


34

 Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Φαίδρου(p. 275DE).


 Δεινὸν γάρ που, ὦ Φαῖδρε, τοῦτ' ἔχει γραφὴ καὶ
ὡς ἀληθῶς ὅμοιον ζωγραφίᾳ. Καὶ γὰρ τὰ ἐκείνης ἔκγονα
ἕστηκεν μὲν ὡς ζῶντα· ἐὰν δὲ ἔρῃ τι, σεμνῶς πάνυ σιγᾷ.
Ταὐτὸν δὲ καὶ οἱ λόγοι· δόξαις μὲν ἂν ὥς τι φρονοῦντας
αὐτοὺς λέγειν· ἐὰν δέ τι ἔρῃ τῶν λεγομένων βουλόμενος
μαθεῖν, ἕν τι σημαίνει μόνον ταὐτὸν ἀεί. Ὅταν δὲ ἅπαξ
γραφῇ, κυλινδεῖται μὲν πανταχοῦ πᾶς λόγος ὁμοίως παρὰ
τοῖς ἐπαΐουσιν.

Περὶ ποιητικῆς.

 Πλάτωνος Νόμωνδʹ (p. 719C).


 Παλαιὸς μῦθος, ὦ νομοθέτα, ὑπό τε αὐτῶν ἡμῶν
ἀεὶ λεγόμενός ἐστι καὶ τοῖς ἄλλοις πᾶσιν ξυνδεδογμένος,
ὅτι ποιητὴς ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται,
τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν, οἷον δὲ κρήνη τις τὸ ἐπιὸν ῥεῖν
ἑτοίμως ἐᾷ· καὶ τῆς τέχνης οὔσης μιμήσεως ἀναγκάζεται,
ἐναντίως ἀλλήλοις ἀνθρώπους ποιῶν διατιθεμένους, ἐναν-
τία λέγειν αὑτῷ πολλάκις· οἶδε δὲ οὔτ' εἰ ταῦτα οὔτ' εἰ
θάτερα ἀληθῆ τῶν λεγομένων.

Αριστείδης, Κοϊντιλιανός De musica Book 2, sec. 10, line 34

ἡ ὑπόκρισις ταῦτα δηλῶσαι. καὶ γὰρ τούτων ἕκαστον ἢ


συστέλλει πως, ὡς αἱ παραιτήσεις, ἢ ἀνίησιν, ὡς αἱ συγ-  
χωρήσεις, τὴν διάνοιαν, καὶ ἤτοι μικροπρεπεῖς, ὡς αἱ
προδιορθώσεις, ἢ μεγαλείους, ὡς αἱ γνωμολογίαι καὶ
ἀφηγήσεις, ἀπεργάζονται. ὧν ἑκάστου τὴν ἐνέργειαν ἐκ
τῶν τύπων ἄριστ' ἂν διαγνοίημεν ὧν ἕκαστον κατὰ τὸν
τῆς ὑποκρίσεως καιρὸν τοῖς σώμασιν ἐντίθησι· παρ' ἃ
καὶ σχήμασιν αὐτοῖς συνέβη κληθῆναι.
 Περί γε μὴν τῶν ὑποθέσεων καὶ τῶν κεφαλαίων οἷς τὰς
μιμήσεις καὶ ἀφηγήσεις τεταγμένως ποιησόμεθα ἐν τῷ
Περὶ ποιητικῆς ἡμῖν ἀκριβῶς εἴρηται· ἧς μέρη μὲν μίμησις
καὶ διήγησις, τούτων δὲ ἑκατέρας μόρια ἠθοποιίαι τε καὶ
διηγήματα, ἃ πολλαχοῦ καθ' ἑαυτὰ μόνα γινόμενα εἴδη
τε καὶ ποιήματα προσαγορεύεται. ὅτι γὰρ καὶ ἡ διὰ τούτων
ἐν μουσικῇ χρησιμεύει παίδευσις, Ὅμηρος ἡμῖν ἱκανὸς
μάρτυς. ὁ μὲν γὰρ Ἀχιλλεὺς ἐν Ἰλιάδι πόρρω καθίστα-
σθαι τοῦ διὰ τὴν Βρισηίδα πάθους βουλόμενος, οὐδ' ὁτι-
35

οῦν ἐρωτικὸν ᾄδων εἰσάγεται ἀλλ' ἐς τὸ ἀνδρίζεσθαι τὴν


ψυχὴν ἐκκαλεῖται τὰς τῶν παλαιοτέρων εὐοπλίας πρὸς κι-
θάραν ἀναπεμπαζόμενος· τῶν δὲ ἐν Ὀδυσσείᾳ διὰ μου-
σικῆς παιδευόντων ὁ μὲν ἀνακρούων τοὺς μνηστῆρας τῆς

Ερμίας. In Plato nis Phaedrum scholia P. 98, line 19

ἐνθουσιασμοί· εἴποις δ' ἂν καὶ τοῦτο ὅτι ἐξηρτῆσθαι ἀλλήλων βούλεται


τοὺς ἐνθουσιασμοὺς, τὸν μὲν τελεστικὸν τοῦ μαντικοῦ, τὸν δὲ μουσικὸν
τοῦ
τελεστικοῦ· διὸ καὶ τοῖς οἰκείοις τῶν ἐπαναβεβηκότων ὀνόμασι χρῆται
ἐπὶ
τῶν ἐφεξῆς· διὸ ἐπὶ τῆς τελεστικῆς εἶπεν.  –  Ἡ μανία ἐγγενομένη καὶ
προφητεύσασα· τὸ γὰρ προφητεύσασαὄνομα οἰκεῖον τῆς μαντικῆς·
πάλιν δ' αὖ ἐπὶ τῆς μουσικῆς εἶπε τὸ ἐκβακχεύουσα, ὅ ἐστιν ἴδιον τῆς
τελεστικῆς, οὕτως ἔχεσθαι ἀλλήλων βούλεται τοὺς ἐνθουσιασμούς.
 Ἐρεῖ δὲ ἐν τοῖς ἑξῆς φανερῶς ὅτι ἡ τελεστικὴ παρὰ Διονύσου δέδοται.
–  Ὠιδὰςδὲ λέγει τὰ τῶν λυρικῶν συγγράμματα· τὴνδὲ ἄλλην ποίησιν
ἐποποιίαν καὶ ἰαμβοποιίαν καὶ τἄλλα εἴδη τῆς ποιήσεως, ᾗ καὶ [ὡς]
Ἀριστοτέλης διαιρεῖ ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς.
 εʹ Μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα 245a
 Ἡ μὲν ἔνδον ἐν τῇ ψυχῇ ἐνέργεια τῆς ποιητικῆς μανίας ἐπιβάλλουσα
τοῖς ὑπερτέροις καὶ νοητοῖς μεταδίδωσι τοῖς καταδεεστέροις ἁρμονίας
καὶ
τάξεως· ἡ δὲ ἔξω ἔνθους ποιητικὴ τάτε τῶν παλαιῶν ἔργαὑμνεῖ τούς
τε ἐφ' ἑαυτῆς καὶ μεταγενεστέρους παιδεύει, πανταχῇ ἑαυτῆς ἐκτείνουσα
τὰς ἐνεργείας. Καὶ ταῦτα μὲν οἱ ἔνθοι ποιηταί· ὃς δ' ἂν ἄνευ, φησὶν,
ἐνθέου μανίαςτῶν Μουσῶνἐκ τέχνηςἐλπίσῃ γενέσθαι ἔνθους ποιη-
τὴς, ἀτελὴς αὐτός τεἔσται τοῦτο οἰόμενος καὶ ἡ ποίησιςαὐτοῦ
κατακρατεῖται καὶ καλύπτεται ὑπὸ τῆς τῶν μαινομένωνποιήσεως. Τί
γὰρ ὅμοιον ἡ Χοιρίλου καὶ Καλλιμάχου ποίησις πρὸς τὴν Ὁμήρου

Ερμίας. In Plato nis Phaedrum scholia P. 211, line 25

δήμου τοῦδε τὸ καὶ τὸ ποιῆσαι,» καὶ ἑαυτοὺς ἐγγράφονται καὶ πρὸς οὓς
ποιοῦνται τοὺς λόγους.
 ρηʹ Τὸν ἑαυτὸν δή 258a
 Τὸ τὸνπροσέθηκε διὰ τὸ μέγα φρονεῖν αὐτούς.  – Τὸ δὲ ἐμμένῃτουτ-
έστι δεχθῇ καὶ μὴ ἐκβληθῇ ὁ λόγος.
 ρθʹ Τί δ' ὅταν ἱκανός 258b
 Ἐπειδὴ ἐκεῖνος εἶπεν ἐν τῇ πόλει μέγα δυνηθέντας τινὰς εἶναιοἵ-
36

τινες ἔφευγον τὸ λογογραφεῖν, διὰ τοῦτο καὶ οὗτος ἀντιπαρατίθησι


δυνατούς
τινας βασιλεῖς νομοθέτας συγγράμματα ἑαυτῶνκαταλιπόντας.  – Τὸ
δὲ τῶν τοιούτων· τὸ λοιδορούντων τὸ λογογραφεῖν.  –  Τίς οὖν ὁ τρό-
πος... τὸ περὶ τῆς ῥητορικῆς διαλέγεσθαι ἀλλὰ καὶ Περὶ ποιητικῆς καὶ
ἁπλῶς περὶ τοῦ λέγειν· καὶ ἀνάγει τὸν λόγον ἐπὶ τὰς ἀρχὰς, φιλόσοφον
ποιούμενος τὸ σκέμμα καὶ ἐπιστημονικόν· ἡ γὰρ ἐπιστήμη τῶν καθόλου
οὖσα καὶ τὰ κατὰ μέρος περιλαμβάνει. Εἰς ἀρχὴν οὖν καὶ αἰτίαν ἀνάγει
πάντα τὸν λόγον πότε ἐστι καλῶς λογογραφεῖν καὶ λέγειν. Ὃ λέγει οὖν
τοῦτο ἔστιν, ὅτι ἐπιστήμην ὀφείλει ἔχειν τῶν πραγμάτων ὁ μέλλων
γράφειν·
τὰ γὰρ γράμματα εἰκόνες εἰσὶ τῶν λεγομένων, οὐ δυνατὸν δὲ εἰδέναι τὰς  

εἰκόνας μὴ εἰδότας τὰ ἀρχέτυπα. Ἐντεῦθεν οὖν ἀφορμὴν λαμβάνει τοῦ


ἐξε-τάσαι τὸν Λυσίου λόγον ὅτι ἀμεθόδως καὶ ἀνηρτημένως ἔγραψεν·
ἐὰν γὰρ μάθωμεν τὸν καθόλου τρόπον τοῦ καλῶς γράφειν, χρώμενοι
τούτῳ κανόνι καὶ τὰ κατὰ μέρος δυνάμεθα διακρίνειν.

Vitae Aristotelis, Vita Marciana (post epitomen Ptolemaeeae vitae) (cod.


Marc. Gr. 257) Sec. 4, line 4

Νικομάχεια Ἠθικὰ ἔγραψε. πατρόθεν ἄρα τῷ Ἀριστοτέλει καὶ ἐκ τῆς


ἀνέκαθεν γενεᾶς ἡ περὶ φυσιολογίαν καὶ ἰατρικὴν ἕξις.
         ὀρφανὸς  
δὲ γενόμενος ἀνάγεται παρὰ Προξένῳ τῷ Ἀταρνεῖ, οὗ τῆς μνήμης καὶ
τροφῆς μνημονεύων τὸν αὐτοῦ υἱὸν Νικάνορα ἔτρεψε καὶ ἐπαίδευσε καὶ
υἱὸν ἐποιήσατο καὶ τελευτῶν ἐκέλευσεν ἐν διαθήκαις τὴν ἑαυτοῦ
θυγατέρα
Πυθιάδα γενομένην αὐτῷ ἀπὸ Πυθιάδος δοῦναι αὐτῷ πρὸς γάμον.
 Ἕως μὲν οὖν ἔτι νέος ἦν, τὴν τῶν ἐλευθέρων ἐπαιδεύετο παιδείαν,
ὡς δηλοῖ τὰ γεγραμμένα αὐτῷ Ὁμηρικὰ ζητήματα καὶ ἡ τῆς Ἰλιάδος
ἔκδοσις ἣν δέδωκε τῷ Ἀλεξάνδρῳ, καὶ ὁ Περὶ ποιητῶν διάλογος καὶ
τὸ Περὶ ποιητικῆς σύγγραμμα καὶ αἱ Ῥητορικαὶ τέχναι καὶ τὰ Ἰατρικὰ
προβλήματα καὶ τὰ Φυσικὰ προβλήματα ἐν ἑβδομήκοντα βιβλίοις ὄντα
καὶ τὰ Ὀπτικὰ προβλήματα καὶ τὰ Μηχανικὰ προβλήματα καὶ τὰ
γεγραμμένα αὐτῷ Δικαιώματα Ἑλληνίδων πόλεων ἐξ ὧν Φίλιππος τὰς
φιλονεικίας τῶν Ἑλλήνων διέλυσεν, ὡς μεγαλορημονῆσαί ποτε καὶ
εἰπεῖν, Ὥρισα γῆν Πέλοπος. γέγραπται δ' αὐτῷ καὶ ἡ τῶν πολιτειῶν
ἱστορία ὕστερον.  
 Ἐτῶν δὲ γενόμενος ἑπτακαίδεκα τοῦ Πυθοῖ θεοῦ χρήσαντος
αὐτῷ φιλοσοφεῖν Ἀθήνησι φοιτᾷ Σωκράτει καὶ συνῆν αὐτῷ τὸν μέχρι
τελευτῆς αὐτοῦ χρόνον πλὴν ὀλίγον ὄντα· μετὰ δὲ τοῦτον φοιτᾷ Πλάτωνι
37

καὶ συνῆν τούτῳ τὸν μέχρι τελευτῆς αὐτοῦ χρόνον εἰκοσαετῆ τυγχά

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 36,


line 14

τε κυρίῳ καὶ τῷ κατὰ τὴν χρόαν. τὸ δὲ ὑπόδειγμα τὸ ἀποδοθέν, τὸ οἷον


τὸ ζῷον, οὐ πρὸς τὰ συνώνυμα πράγματα ἀπεδόθη, ἀλλὰ πρὸς τὸ ὄνομα
τοῦ συνωνύμου· ὁ γὰρ ἄνθρωπος, φησίν, καὶ ὁ βοῦς κοινῷ ὀνόματι
προσαγορεύεται ζῷον.
 Οἰκειότερον δὲ Ἀριστοτέλης συνώνυμα κέκληκεν τὰ σὺν τῷ ὀνόματι
καὶ τὸν ὁρισμὸν ἔχοντα τὸν αὐτὸν ἤπερ οἱ Στωικοὶ τὰ πολλὰ ἅμα ἔχοντα
ὀνόματα, ὡς Πάρις καὶ Ἀλέξανδρος ὁ αὐτός, καὶ ἁπλῶς τὰ πολυώνυμα
λεγόμενα· τούτοις γὰρ ἡ συνπρόθεσις οὐχ ἁρμόττει, τοῦ αὐτοῦ κοινωνίαν

σημαίνουσα, ὡς τὸ συμπεριπατεῖν καὶ συστρατεύεσθαι. ἀπεῖδον δὲ ἴσως


εἰς
τὸ τοῦ αὐτοῦ ὀνόματα εἶναι· καὶ γὰρ καὶ ὁ Ἀριστοτέλης ἐν τῷ Περὶ
ποιητικῆς συνώνυμα εἶπεν εἶναι ὧν πλείω μὲν τὰ ὀνόματα, λόγος δὲ ὁ
αὐτός, οἷα δή ἐστιν τὰ πολυώνυμα, τό τε λώπιον καὶ ἱμάτιον καὶ φάρος.
“ἀλλ' οὐδὲν ἄτοπον, φησὶν ὁ Πορφύριος, τῆς χρήσεως τὸ διττὸν ἐχούσης
χρήσασθαι μὲν ἑκατέρῳ τὸν Ἀριστοτέλη, ἐπειδὴ καὶ ἔχει τινὰ λόγον
ἑκάτερον.
καὶ γὰρ τὰ πλείω ὀνόματα τὰ πρὸς ἓν φερόμενα, ὡς ὁ κίων καὶ ὁ στῦλος,
τὸν αὐτὸν ἔχοντα λόγον, συνώνυμα ἂν κληθείη· καὶ μέντοι ὅπου ὁ λόγος
ὁ αὐτὸς καὶ τοὔνομα συνονομάζεται, ἔτι κυριώτερον ἂν κληθείη
συνώνυμα,
ὥστε τὸ μέν ἐστιν συνώνυμον, ἐπεὶ πολλὰ ὀνόματα ἕν τι πρᾶγμα συνονο-
μάζει, τὸ δέ, ἐπεὶ τὸν λόγον συνονομάζει καὶ τοὔνομα. καὶ διὰ τοῦτο,
ὅπου
μὲν περὶ γενῶν ἤτοι τῶν τὰ γένη σημαινουσῶν φωνῶν ἡ σπουδή, χρεία
τοῦ δευτέρου σημαινομένου, διότι τὰ γένη κατὰ τοῦτο τὸ σημαινόμενον

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 36,


line 26

“ἀλλ' οὐδὲν ἄτοπον, φησὶν ὁ Πορφύριος, τῆς χρήσεως τὸ διττὸν ἐχούσης


χρήσασθαι μὲν ἑκατέρῳ τὸν Ἀριστοτέλη, ἐπειδὴ καὶ ἔχει τινὰ λόγον
ἑκάτερον.
καὶ γὰρ τὰ πλείω ὀνόματα τὰ πρὸς ἓν φερόμενα, ὡς ὁ κίων καὶ ὁ στῦλος,
38

τὸν αὐτὸν ἔχοντα λόγον, συνώνυμα ἂν κληθείη· καὶ μέντοι ὅπου ὁ λόγος
ὁ αὐτὸς καὶ τοὔνομα συνονομάζεται, ἔτι κυριώτερον ἂν κληθείη
συνώνυμα,
ὥστε τὸ μέν ἐστιν συνώνυμον, ἐπεὶ πολλὰ ὀνόματα ἕν τι πρᾶγμα συνονο-
μάζει, τὸ δέ, ἐπεὶ τὸν λόγον συνονομάζει καὶ τοὔνομα. καὶ διὰ τοῦτο,
ὅπου
μὲν περὶ γενῶν ἤτοι τῶν τὰ γένη σημαινουσῶν φωνῶν ἡ σπουδή, χρεία
τοῦ δευτέρου σημαινομένου, διότι τὰ γένη κατὰ τοῦτο τὸ σημαινόμενον
συνωνύμως τῶν εἰδῶν κατηγορεῖται· ἔνθα δὲ περὶ τὰς πλείους φωνὰς ἡ
σπουδὴ καὶ τὴν πολυειδῆ ἑκάστου ὀνομασίαν, ὥσπερ ἐν τῷ Περὶ
ποιητικῆς
καὶ τῷ τρίτῳ Περὶ ῥητορικῆς, τοῦ ἑτέρου συνωνύμου δεόμεθα, ὅπερ
πολυώνυμον
ὁ Σπεύσιππος ἐκάλει. καὶ οὐ καλῶς ὁ Βόηθος παραλελεῖφθαι τῷ
Ἀριστοτέλει
φησὶ τὰ παρὰ τοῖς νεωτέροις καλούμενα συνώνυμα, ἅπερ Σπεύσιππος
ἐκάλει
πολυώνυμα· οὐ γὰρ παραλέλειπται, ἀλλ' ἐν ἄλλαις πραγματείαις, ἐν αἷς
ἦν οἰκεῖος ὁ λόγος, παρείληπται”.  

p. 1a12 Παρώνυμα δὲ λέγεταιἕως τοῦ καὶ ἀπὸ τῆς ἀνδρείας


ἀνδρεῖος.

 Τὰ παρώνυμα μέσα πώς ἐστιν τῶν τε ὁμωνύμων καὶ τῶν συνωνύμων,
καὶ ἀμφοτέρων μετέχοντα καὶ ἀμφοτέρων λειπόμενα. ἡ γὰρ γραμματικὴ
καὶ ὁ γραμματικὸς καὶ τὰ ὀνόματα καὶ τὸν λόγον ἔχουσιν οὔτε πάντῃ τὰ

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη.


Vol. 13,1, p. 5, line 12

τεταγμένα, ἅπερ οὕτω Μετὰ τὰ φυσικὰ προσηγόρευσε (τὰ γὰρ ὑπὲρ τὴν
φύσιν πάντα διδάσκειν θεολογίας ἴδιον), φυσικὰ δὲ ὡς αὐταὶ αἱ Φυσικαὶ
καλούμεναι, τὰ Περὶ γενέσεως καὶ φθορᾶς καὶ τὰ παραπλήσια, μαθη-
ματικὰ δὲ τὰ μέσα τούτων ὄντα καὶ κατά τι μὲν χωριστὰ τῆς ὕλης κατά
τι δὲ ἀχώριστα· ἔγραψε γὰρ καὶ γραμμάς τινας. τὰ δὲ πρακτικὰ εἴς τε
τὰ ἠθικὰ (ἔχει γὰρ Ἠθικὴν πραγματείαν) καὶ εἰς τὰ οἰκονομικὰ καὶ
πολιτικά.
τῶν δὲ ὀργανικῶν τὰ μέν εἰσι περὶ τῶν ἀρχῶν τῆς μεθόδου, ὡς αἱ Κατη-
γορίαι καὶ τὸ Περὶ ἑρμηνείας καὶ οἱ δύο λόγοι τῶν Πρώτων ἀναλυτικῶν,
τὰ δὲ περὶ αὐτῆς τῆς μεθόδου, ὡς τὰ Ὕστερα ἀναλυτικά, ἐν οἷς περὶ ἀπο-
δείξεως διδάσκει. οἱ δὲ Τόποι καὶ οἱ Σοφιστικοὶ ἔλεγχοι καὶ αἱ Ῥητορι-
39

καὶ τέχναι, καὶ ὥς τινές φασιτὰ Περὶ ποιητικῆς, αὐτόθεν μὲν εἰς τὴν
μέθοδον οὐ συμβάλλονται, ἄλλως δὲ καὶ αὐτὰ συνεργοῦσι πρὸς τὴν
ἀπόδειξιν
τὰς μεθόδους ἡμᾶς, καθ' ἃς οἱ παραλογισμοὶ γίνονται, διδάσκοντα.
 Τρίτον ἦν ἐφεξῆς κεφάλαιον τὸ πόθεν δεῖ ἄρχεσθαι τῶν Ἀριστοτελι-
κῶν συγγραμμάτων. Βόηθος μὲν οὖν φησιν ὁ Σιδώνιος δεῖν ἀπὸ τῆς
φυσικῆς ἄρχεσθαι πραγματείας ἅτε ἡμῖν συνηθεστέρας καὶ γνωρίμου,
δεῖν
δὲ ἀεὶ ἀπὸ τῶν σαφεστέρων ἄρχεσθαι καὶ γνωρίμων. ὁ δὲ τούτου δι-
δάσκαλος Ἀνδρόνικος ὁ Ῥόδιος ἀκριβέστερον ἐξετάζων ἔλεγε χρῆναι
πρό-
τερον ἀπὸ τῆς λογικῆς ἄρχεσθαι, ἥτις περὶ τὴν ἀπόδειξιν καταγίνεται.
ἐπειδὴ οὖν ἐν πάσαις αὐτοῦ ταῖς πραγματείαις ὁ φιλόσοφος κέχρηται τῇ
ἀποδεικτικῆ μεθόδῳ, δέον ἡμᾶς πρότερον ταύτην κατορθῶσαι, ἵνα

Αμμώνιος. In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 13, line 1

ἐν μηδετέρᾳ τούτων χώρᾳ παραλαμβανόμενα, κἂν ἄλλως προσκέωνται


ταῖς προτάσεσι, τὸ ὑπάρχειν ἢ μὴ ὑπάρχειν ἢ πότε ἢ πῶς ἢ ποσάκις
ὑπάρχει τὸ κατηγορούμενον τῷ ὑποκειμένῳ σημαίνοντα ἤ τινα ἄλλην αὐ-
τῶν πρὸς ἄλληλα σχέσιν, οὐδὲ κυρίως ἀξιοῖ μέρη τοῦ λόγου καλεῖν·
ὥσπερ γὰρ τῆς νεὼς αἱ μὲν σανίδες εἰσὶ τὰ κυρίως μέρη, γόμφοι δὲ καὶ
λίνον καὶ πίττα συνδέσεως αὐτῶν καὶ τῆς τοῦ ὅλου ἑνώσεως ἕνεκα παρα-
λαμβάνονται, τὸν αὐτὸν τρόπον κἀν τῷ λόγῳ σύνδεσμοι καὶ ἄρθρα καὶ
προθέσεις καὶ αὐτὰ τὰ ἐπιρρήματα γόμφων τινῶν χρείαν ἀποπληροῦσι,
μέρη δὲ οὐκ ἂν λέγοιντο δικαίως, ἅ γε μὴ δύνανται συντεθέντα καθ'
ἑαυτὰ τέλειον ἐργάσασθαι λόγον. λόγου μὲν οὖν ταῦτα οὐ μέρη, λέξεως  
δὲ μέρη, ἧς καὶ ὁ λόγος αὐτὸς μέρος, καθάπερ ἐν τοῖς Περὶ ποιητικῆς
εἴρηται, καὶ εἰσὶ χρήσιμα πρὸς τὴν παρ' ἄλληλα ποιὰν σύνθεσίν τε καὶ
σύνταξιν τῶν τοῦ λόγου μερῶν, ὥσπερ καὶ ὁ δεσμὸς πρὸς τὴν ἐπίκτητον
ἕνωσιν τῶν δεδεμένων καὶ ἡ κόλλα τῶν δι' αὐτῆς συνεχομένων, ἀλλ' οὔτε

ἐκεῖνα μέρη τῶν δεδεμένων ἢ κεκολλημένων οὔτε σύνδεσμοι ἢ ἄρθρα ἢ


προθέσεις ἢ ἐπιρρήματα τοῦ λόγου μόρια.
 Διαφέρει δὲ ὁ λόγος τῆς λέξεως, ὅτι ὁ μέν ἐστι πλήρωμα προηγου-
μένως τῶν σημαινουσῶν τὰ πράγματα φωνῶν, ἡ δὲ πασῶν ἁπλῶς τῶν
παραλαμβανομένων πρὸς τὴν διάλεκτον. ἔχεις δὲ τοῦ λόγου τὴν πρὸς
τὴν λέξιν διαφορὰν καὶ ὑπὸ Πλάτωνος ἐν τῷ τρίτῳ τῆς Πολιτείας

Αμμώνιος. In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 11, line 34
40

ἐν τοῖς Σοφιστικοῖς ἐλέγχοις, τὰς Ῥητορικὰς τέχνας καὶ τὰ Περὶ τῆς


ποιητι-
κῆς ποῦ χοροῦ τάξομεν; βούλεται γὰρ αὐτὰ τῆς λογικῆς εἶναι
πραγματείας.
ἢ λεκτέον τοῦτο, ὅπερ καὶ ἀληθέστατόν ἐστιν, ὅτι ἄλλο ἐστὶν ἡ συλλο-
γιστικὴ πραγματεία καὶ ἄλλο λογική. εἰ μὲν οὖν τῆς συλλογιστικῆς
τὴν διαίρεσιν ποιοῖμεν, διαιροῦμεν, ὡς εἴρηται, εἰς τρία εἴδη τοῦ συλλο-
γισμοῦ· ὁ γὰρ πειραστικὸς ὁ αὐτός πώς ἐστιν τῷ σοφιστικῷ· ἀμφότεροι
γὰρ ψευδῆ συλλογίζονται, ἀλλ' ὁ μὲν μοχθηρᾷ συμποδίζων προαιρέσει, ὁ
δὲ βελτίστῃ ὠφελῶν, ὡς ὁ Εὐκλείδης διὰ τῶν ψευδαρίων πειρᾶται καὶ
γυμνάζει· καὶ οὐ παραληψόμεθα τὰς Ῥητορικὰς τέχνας οὐδὲ τὸ Περὶ ποι-
ητικῆς· ἀσυλλόγιστα γὰρ ἐκεῖνα. εἰ δὲ τῆς λογικῆς τὴν διαίρεσιν ποιοῦ-
μεν, διαιροῦμεν οὕτως· τῆς λογικῆς τὸ μέν ἐστιν συλλογιστικόν, τὸ δὲ
ἀσυλλόγιστον· τοῦ συλλογιστικοῦ τὸ μὲν ἀποδεικτικόν, τὸ δὲ
διαλεκτικόν,
τὸ δὲ σοφιστικόν· τοῦ ἀσυλλογίστου τὸ μὲν ἔμμετρον, τὸ δὲ ἄμετρον,
ἔμμε-
τρον μὲν τὸ Περὶ ποιητικῆς, ἄμετρον δὲ τὸ Περὶ τῶν ῥητορικῶν τεχνῶν.

Αμμώνιος. In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 11, line 38

τὴν διαίρεσιν ποιοῖμεν, διαιροῦμεν, ὡς εἴρηται, εἰς τρία εἴδη τοῦ συλλο-
γισμοῦ· ὁ γὰρ πειραστικὸς ὁ αὐτός πώς ἐστιν τῷ σοφιστικῷ· ἀμφότεροι
γὰρ ψευδῆ συλλογίζονται, ἀλλ' ὁ μὲν μοχθηρᾷ συμποδίζων προαιρέσει, ὁ
δὲ βελτίστῃ ὠφελῶν, ὡς ὁ Εὐκλείδης διὰ τῶν ψευδαρίων πειρᾶται καὶ
γυμνάζει· καὶ οὐ παραληψόμεθα τὰς Ῥητορικὰς τέχνας οὐδὲ τὸ Περὶ ποι-
ητικῆς· ἀσυλλόγιστα γὰρ ἐκεῖνα. εἰ δὲ τῆς λογικῆς τὴν διαίρεσιν ποιοῦ-
μεν, διαιροῦμεν οὕτως· τῆς λογικῆς τὸ μέν ἐστιν συλλογιστικόν, τὸ δὲ
ἀσυλλόγιστον· τοῦ συλλογιστικοῦ τὸ μὲν ἀποδεικτικόν, τὸ δὲ
διαλεκτικόν,
τὸ δὲ σοφιστικόν· τοῦ ἀσυλλογίστου τὸ μὲν ἔμμετρον, τὸ δὲ ἄμετρον,
ἔμμε-
τρον μὲν τὸ Περὶ ποιητικῆς, ἄμετρον δὲ τὸ Περὶ τῶν ῥητορικῶν τεχνῶν.

Πρῶτον εἰπεῖν περὶ τί καὶ τίνος ἐστὶν ἡ σκέψιςἕως


τοῦ ἢ μηθενὸς κατηγορεῖσθαι.

 Τὸν σκοπὸν ἐνταῦθα προαναφωνεῖ. εἴωθεν δὲ πολλάκις τοῦτο ποιεῖν.


τοῦτο ἐποίησεν καὶ ἐν τοῖς Τόποις· ἀρχόμενος εὐθὺς τὸν σκοπὸν
41

ἀνεφώνησεν
σαφῶς, ὅτι ἡ πρόθεσις τῆς πραγματείας τοιάδε ἐστίν. τοῦτο δὲ καὶ ἐν-
ταῦθα ποιεῖ. λείπει δὲ τὸ ‘χρή’· Ἀττικὸν δὲ τὸ ἔθος· πρῶτον εἰπεῖν
χρὴ περὶ τί ἐστιν ἡ σκέψις(κατὰ κοινοῦ γάρ ἐστιν ἡ σκέψις) καὶ
τίνοςἡ σκέψις ἀντὶ τοῦ ‘περὶ τίνος’. εἶτα πρὸς μὲν τὸ περὶ τί ἀποδέδω-
κεν τὴν αἰτιατικήν, ὅτι περὶ ἀπόδειξιν·πρὸς δὲ τὸ περὶ τίνος ἀποδέδω-
κεν τὴν γενικήν, καὶ περὶ ἐπιστήμης ἀποδεικτικῆς.

Ολυμπιόδωρος. Prolegomena P. 8, line 10

καὶ τὰ Νικομάχεια τὰ καλούμενα, οἰκονομικὰ δὲ ὥσπερ ὁ Οἰκονομικὸς


αὐτοῦ  
(γέγραπται γὰρ αὐτῷ Οἰκονομικός), πολιτικὰ δὲ ὥσπερ ὁ Πολιτικὸς
αὐτοῦ
ἕτερος ὢν παρὰ τὰς σνʹ πολιτείας τὰς εἰρημένας· ἐκεῖναι γὰρ οὔκ εἰσιν
καθόλου. καὶ ἡ μὲν τῶν θεωρητικῶν καὶ πρακτικῶν διαίρεσις τοῦτον
ἔχει τὸν τρόπον. τῶν δὲ λογικῶν συγγραμμάτων τὰ μὲν αὐτὴν τὴν
μέθοδον
διδάσκει τὰ δὲ τὰ συμβαλλόμενα πρὸς τὴν μέθοδον τὰ δὲ τὰκαθαίροντα
τὴν μέθοδον. καὶ ἔστιν αὐτὴ μὲν ἡ μέθοδος ἡ καλουμένη Ἀποδεικτική, τὰ

Ὕστερα καλούμενα ἀναλυτικά, συμβαλλόμενα δὲ πρὸς τὴν μέθοδον αἱ


Κατηγορίαι, τὸ Περὶ ἑρμηνείας καὶ τὰ Πρότερα ἀναλυτικά. ἐκκαθαίρουσι

δὲ τὴν μέθοδον οἱ Σοφιστικοὶ ἔλεγχοι καὶ οἱ Τόποι καὶ αἱ Ῥητορικαὶ


τέχναι
καὶ τὸ Περὶ ποιητικῆς τὸ καλούμενον.
 Ἀλλ' εἰ βούλεσθε, καὶ τὴν τάξιν μάθωμεν τῶν συμβαλλομένων εἰς
τὴν ἀρχὴν τῆς μεθόδου. ἰστέον τοίνυν ὅτι σκοπὸν ἔχομεν ἐν τῇ λογικῇ
τὰς ἀποδείξεις μαθεῖν. διὰ συλλογισμῶν δὲ ταύτας μανθάνομεν. ὁ δὲ
συλλογισμὸς αὐτός, ὡς καὶ τὸ ὄνομα δηλοῖ, συλλογή τίς ἐστι λόγων. [ἃ]
δεῖ οὖν πρὸ τῆς συλλογῆς μαθεῖν τὰ ἁπλᾶ, τοῦτ' ἔστι τὰς προτάσεις, πρὸ
δὲ τῶν προτάσεων τὰ ὀνόματα καὶ τὰ ῥήματα, ἐξ ὧν αἱ προτάσεις
ἵστανται.
μανθάνομεν οὖν ἐκ μὲν τῶν Κατηγοριῶν τὰ ὀνόματα καὶ τὰ ῥήματα, ἐκ
δὲ τοῦ Περὶ ἑρμηνείας τὰς προτάσεις, ἐν δὲ τοῖς Ἀναλυτικοῖς τέλειον
εἰσό-
μεθα τὸν συλλογισμόν. ἐζήτησαν δέ τινες πρὸς τί συμβάλλονται οἱ Σοφι-
στικοὶ ἔλεγχοι καὶ οἱ Τόποι καὶ αἱ Ῥητορικαὶ τέχναι καὶ τὸ

Ολυμπιόδωρος. Prolegomena P. 8, line 21


42

 Ἀλλ' εἰ βούλεσθε, καὶ τὴν τάξιν μάθωμεν τῶν συμβαλλομένων εἰς


τὴν ἀρχὴν τῆς μεθόδου. ἰστέον τοίνυν ὅτι σκοπὸν ἔχομεν ἐν τῇ λογικῇ
τὰς ἀποδείξεις μαθεῖν. διὰ συλλογισμῶν δὲ ταύτας μανθάνομεν. ὁ δὲ
συλλογισμὸς αὐτός, ὡς καὶ τὸ ὄνομα δηλοῖ, συλλογή τίς ἐστι λόγων. [ἃ]
δεῖ οὖν πρὸ τῆς συλλογῆς μαθεῖν τὰ ἁπλᾶ, τοῦτ' ἔστι τὰς προτάσεις, πρὸ
δὲ τῶν προτάσεων τὰ ὀνόματα καὶ τὰ ῥήματα, ἐξ ὧν αἱ προτάσεις
ἵστανται.
μανθάνομεν οὖν ἐκ μὲν τῶν Κατηγοριῶν τὰ ὀνόματα καὶ τὰ ῥήματα, ἐκ
δὲ τοῦ Περὶ ἑρμηνείας τὰς προτάσεις, ἐν δὲ τοῖς Ἀναλυτικοῖς τέλειον
εἰσό-
μεθα τὸν συλλογισμόν. ἐζήτησαν δέ τινες πρὸς τί συμβάλλονται οἱ Σοφι-
στικοὶ ἔλεγχοι καὶ οἱ Τόποι καὶ αἱ Ῥητορικαὶ τέχναι καὶ τὸ Περὶ ποιη-
τικῆς, καὶ διὰ τί ταῦτα ἐξέθετο ὁ φιλόσοφος. πρὸς οὕς φαμεν ὅτι
καθάπερ
οἱ τῶν Ἀσκληπιαδῶν παῖδες οὐ μόνον τὴν τῶν ὑγιεινῶν ἀλλὰ καὶ τὴν τῶν

νοσερῶν παιδεύονται γνῶσιν ὑπὲρ τοῦ τὰ μὲν ἑλεῖν τὰ δὲ φυγεῖν, οὕτω


καὶ ὁ φιλόσοφος γιγνώσκων ὅτι πεφύκασί τινες σοφιστικοὶ συλλογισμοὶ
πειρώμενοι τὴν ἀλήθειαν περιτρέπειν καὶ ταύτην ἀφανίσαι, δεῖν ᾠήθη
τού-
τους περιθέσθαι, οὐχ ἵνα χρησώμεθα τούτοις, ἀλλ' ἵνα γιγνώσκοντες μὴ
περιπέσωμεν τοῖς αὐτοῖς. καὶ ἐν τούτοις καὶ τὸ δεύτερον κεφάλαιόν
ἐστιν,
ἐν ᾧ τὴν τῶν Ἀριστοτελικῶν συγγραμμάτων διαίρεσιν μεμαθήκαμεν.
 Τρίτον ἦν τῶν ζητουμένων, πόθεν ἀρκτέον τῶν Ἀριστοτελικῶν
συγγραμ-
μάτων. καὶ περὶ τούτου τέσσαρες δόξαι γεγόνασιν· καὶ οἱ μὲν τῆς πρώτης
δόξης φασὶν ὅτι τῆς ἠθικῆς δεῖ ἄρξασθαι, οἱ δὲ τῆς δευτέρας τῆς

Ολυμπιόδωρος. Prolegomena P. 18, line 8

πᾶν ἀγαθὸν καλόν, πᾶν ἄρα δίκαιον καλόν’. καὶ ἄξιον θαυμάσαι τόν τε
Πλάτωνα καὶ Ἀριστοτέλη, καὶ τοῦ μὲν Ἀριστοτέλους ὡς χωρίσαντος καὶ
ἐφευρόντος ἄνευ πράγματος τοὺς κακόνας, Πλάτωνος δὲ χωρὶς κανόνων

κεχρημένου τῇ ἀποδείξει· οἱ γὰρ παλαιοὶ ἀποδεῖξαι μὲν ᾔδεισαν,


ἀπόδειξιν
δὲ ποιῆσαι [ἀντὶ τοῦ μέθοδον ἀποδεικτικήν] οὐκ ᾔδεισαν, ταὐτὸ
πάσχοντες
τοῖς κεχρημένοις μὲν ὑποδήμασι, σκυτοτομεῖν δὲ ἀγνοοῦσι. καὶ οὐ διὰ
τοῦτο
χείρονα τὸν Πλάτωνα τοῦ Ἀριστοτέλους οἰητέον, ἀλλὰ τὸ ἐναντίον καὶ
43

κρείττονα· οὐδὲ γὰρ ἀποδεικνὺς ἐκεῖνος τῆς Ἀριστοτέλους ἀποδεικτικῆς


μεθόδου ἐδεήθη, ἀλλὰ τοὐναντίον Ἀριστοτέλης τῆς Πλάτωνος
ἀποδείξεως.
οὕτω γοῦν καὶ Ὅμηρος καὶ Δημοσθένης οὐκ ἐδεήθησαν οὔτε τοῦ Περὶ
ποιητικῆς Ἀριστοτέλους οὔτε τῆς Ἑρμογένους τέχνης, ἀλλὰ τοὐναντίον
αὐτοὶ τούτων ἐδεήθησαν, ἵνα τὰς μεθόδους συστήσονται ἐκ τῶν
συγγραμ-
μάτων αὐτῶν. τοῦτο πέρας τῆς προκειμένης θεωρίας, ἐπειδὴ καὶ περὶ
τῆς ζητήσεως τῆς λογικῆς, πότερον μέρος ἢ ὄργανον τῆς φιλοσοφίας, καθ
έστηκεν.

Ἀρχὴ τῆς εʹ θεωρίας.

 Ἐπειδὴ διὰ τὰς Κατηγορίας ἀνήλθαμεν ἐπὶ τὴν λογικήν, διὰ δὲ τὴν
λογικὴν ἐφ' ὅλην τὴν Ἀριστοτέλους φιλοσοφίαν, διανύσαντες τὴν περὶ
τού-
των θεωρίαν, εὖ φέρε λοιπὸν τὴν περὶ αὐτοῦ τοῦ προκειμένου, τοῦτ' ἔστι
τῶν Κατηγοριῶν, ζήτησιν ποιησώμεθα, μνησθέντες τῶν ἐν τῷ δεκάτῳ
κεφαλαίῳ ἡμῖν εἰρημένων· ἐν ἐκείνῳ γὰρ μεμαθήκαμεν ὡς δεῖ ἑκάστου

Elias Phil., Eliae (olim Davidis) Σχόλια στις Κατηγορίες του


Αριστοτέλη. P. 116, line 35

λέγει ἐκ τεσσάρων σχέσεων συγκεκροτῆσθαι τὸν εὖ ἔχοντα οἶκον,


πατρὸς
πρὸς τέκνα, ἀνδρὸς πρὸς γυναῖκα, δεσπότου πρὸς δούλους, εἰσιόντων
πρὸς
ἐξιόντα καὶ ὡς εἴρηται ἡμῖν ἐν τοῖς τῆς Πορφυρίου Εἰσαγωγῆς προλεγο-
μένοις. αὕτη καὶ ἡ τοῦ πρακτικοῦ διαίρεσις.
 Τὸ δὲ λογικὸν καὶ αὐτὸ εἰς τρία διαιρεῖται, εἰς τὰ πρὸ τῆς ἀποδεί-
ξεως ἤγουν μεθόδου καὶ εἰς αὐτὴν τὴν ἀπόδειξιν καὶ εἰς τὰ ὑποδυόμενα
τὴν
ἀπόδειξιν. καὶ τὰ μὲν πρὸ τῆς μεθόδου καὶ τῆς ἀποδείξεώς εἰσιν αἵ τε
Κατηγορίαι καὶ τὸ Περὶ ἑρμηνείας καὶ τὰ Πρότερα ἀναλυτικά, τὰ δὲ
αὐτὴν
τὴν μέθοδον τῆς ἀποδείξεως διδάσκοντά εἰσι τὰ Δεύτερα ἀναλυτικά, τὰ
δὲ
ὑποδυόμενα αὐτὴν τὴν ἀπόδειξίν εἰσι τὰ Τοπικά, αἱ Ῥητορικαὶ τέχναι, οἱ
Σοφιστικοὶ ἔλεγχοι καὶ τὸ Περὶ ποιητικῆς· πέντε γάρ εἰσιν εἴδη τῶν συλ-

λογισμῶν, ἀποδεικτικὸς διαλεκτικὸς ῥητορικὸς σοφιστικὸς ποιητικός.


44

καὶ
εἰκότως, ἐπειδὴ καὶ αἱ προτάσεις ὅθεν λαμβάνονται πέντε εἰσίν· ἢ γὰρ
πάντῃ ἀληθεῖς εἰσιν αἱ προτάσεις καὶ ποιοῦσι τὸν ἀποδεικτικόν, ἢ πάντῃ
ψευδεῖς καὶ ποιοῦσι τὸν ποιητικὸν τὸν μυθώδη, ἢ πῇ μὲν ἀληθεῖς πῇ δὲ
ψευδεῖς, καὶ τοῦτο τριχῶς· ἢ γὰρ μᾶλλον ἀληθεύει ἧττον δὲ ψεύδεται καὶ
ποιεῖ τὸν διαλεκτικὸν συλλογισμόν, ἢ πλέον ἔχει τὸ ψεῦδος τοῦ ἀληθοῦς
καὶ ποιεῖ τὸν σοφιστικόν, ἢ ἐπίσης ἔχει τὸ ἀληθὲς τῷ ψεύδει καὶ ποιεῖ
τὸν ῥητορικόν. ὅθεν καὶ στάσεις παρὰ μόνοις τοῖς ῥήτορσι διὰ τὸ
ἐξισάζειν
τὸ ἀληθὲς καὶ τὸ ψεῦδος· ἣν γὰρ ἐκτελεῖ χρείαν ἡ στάθμη τῷ τέκτονι
διακρίνουσα τὰ εὐθέα ἀπὸ τῶν καμπύλων καὶ παρὰ τοῖς οἰκοδόμοις τὸ βα

Elias Phil., Commentarius in Aristotelis analytica priora P. 136, line 29

καὶ πολλοῖς ἄλλοις, τὴν δὲ ἐν κανόσι παρὰ μόνῳ Ἀριστοτέλει· μόνος γὰρ
οὗτος ἀνθρώπων οὐκ ἐνάρκησε συλήσας τὰς μεθόδους ἀπὸ τῶν
πραγμάτων
καὶ τέχνην συστησάμενος λογικήν, ὡς καὶ Πλάτωνα πρὸς αὐτὸν εἰπεῖν
ὡς
’τεχνύδριον ἡμῶν τὴν φιλοσοφίαν ἐποίησας’. οἱ δὲ πρὶν ἄνθρωποι οὐκ
ἠγνόουν τί ἐστιν ἀπόδειξις οὐδὲ παρελογίζοντο ἑαυτοὺς ἐν ταῖς
ἀποδείξεσιν·
αἱ γὰρ μεγάλαι φύσεις ὑπὲρ κανόνας ἐνεργοῦσαι αὐταὶ κανόνες γίνονται
τοῖς μεταγενεστέροις. οὐ γὰρ ἐδεήθη, φησὶν ὁ Θεμίστιος. Πλάτων
ἀποδεικ-
νὺς τῆς συλλογιστικῆς Ἀριστοτέλους, ἵνα μὴ παρίδῃ τὰ ἴδια τῶν σχημά-
των, ἀλλ' Ἀριστοτέλης τῶν Πλάτωνος διαλόγων, ἵνα ἐξ αὐτῶν ἀθροίσῃ
τὰ ἴδια τῶν σχημάτων. οὕτως οὐχ Ὅμηρος τοῦ Περὶ ποιητικῆς
Ἀριστοτέ-
λους, οὐ Δημοσθένης τῆς Ῥητορικῆς τέχνης Ἑρμογένους, τοὐναντίον δὲ
Ἀριστοτέλης Ὁμήρου ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς καὶ Ἑρμογένης
Δημοσθένους
ἐν τῇ Ῥητορικῇ τέχνῃ. καὶ ποῦ ὁ Ἀριστοτέλης τὴν λογικὴν ὄργανον
εἶπεν φιλοσοφίας; ἢ ἐν τοῖς Τόποις, φήσομεν, ὅπου διαιρεῖ τὰ
προβλήματα
εἰς τὰπρὸς αἵρεσιν καὶ φυγὴν καὶ εἰς τὰ πρὸς ἀλήθειαν καὶ ψεῦδος καὶ  
εἰς τὰ συνεργὰ τούτοις. δύναται δὲ καὶ ὁ Πλάτων καὶ ὅτε λέγει θριγκὸν
τὴν διαλεκτικὴν τῶν ὄντων πάντων ὄργανον λέγειν τὴν λογικὴν
φιλοσοφίας·
καὶ γὰρ οἱ κανόνες ἔξω ὄντες δίκην θριγκοῦ φρουροῦσι τὰ πράγματα.
45

Elias Phil., Commentarius in Aristotelis analytica priora P. 136, line 31

καὶ τέχνην συστησάμενος λογικήν, ὡς καὶ Πλάτωνα πρὸς αὐτὸν εἰπεῖν


ὡς
’τεχνύδριον ἡμῶν τὴν φιλοσοφίαν ἐποίησας’. οἱ δὲ πρὶν ἄνθρωποι οὐκ
ἠγνόουν τί ἐστιν ἀπόδειξις οὐδὲ παρελογίζοντο ἑαυτοὺς ἐν ταῖς
ἀποδείξεσιν·
αἱ γὰρ μεγάλαι φύσεις ὑπὲρ κανόνας ἐνεργοῦσαι αὐταὶ κανόνες γίνονται
τοῖς μεταγενεστέροις. οὐ γὰρ ἐδεήθη, φησὶν ὁ Θεμίστιος. Πλάτων
ἀποδεικ-
νὺς τῆς συλλογιστικῆς Ἀριστοτέλους, ἵνα μὴ παρίδῃ τὰ ἴδια τῶν σχημά-
των, ἀλλ' Ἀριστοτέλης τῶν Πλάτωνος διαλόγων, ἵνα ἐξ αὐτῶν ἀθροίσῃ
τὰ ἴδια τῶν σχημάτων. οὕτως οὐχ Ὅμηρος τοῦ Περὶ ποιητικῆς
Ἀριστοτέ-
λους, οὐ Δημοσθένης τῆς Ῥητορικῆς τέχνης Ἑρμογένους, τοὐναντίον δὲ
Ἀριστοτέλης Ὁμήρου ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς καὶ Ἑρμογένης
Δημοσθένους
ἐν τῇ Ῥητορικῇ τέχνῃ. καὶ ποῦ ὁ Ἀριστοτέλης τὴν λογικὴν ὄργανον
εἶπεν φιλοσοφίας; ἢ ἐν τοῖς Τόποις, φήσομεν, ὅπου διαιρεῖ τὰ
προβλήματα
εἰς τὰπρὸς αἵρεσιν καὶ φυγὴν καὶ εἰς τὰ πρὸς ἀλήθειαν καὶ ψεῦδος καὶ  
εἰς τὰ συνεργὰ τούτοις. δύναται δὲ καὶ ὁ Πλάτων καὶ ὅτε λέγει θριγκὸν
τὴν διαλεκτικὴν τῶν ὄντων πάντων ὄργανον λέγειν τὴν λογικὴν
φιλοσοφίας·

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 163, line 23

κὸν τετράμετρον γίνεται. ἀφήκασι δὲ οἱ νῦν τραγῳδοὶ τά, οἷς πρότερον


τραγῳδοὶ ἐκόσμουν τὴν οἰκείαν ποίησιν καὶ ἔτι καὶ νῦν κοσμοῦσιν οἱ τὰ
ἑξάμετραἤτοι τὰ ἡρωικὰ ποιοῦντες.[a35] διὸ γελοῖόνἐστι
μιμεῖσθαι τούτουςἤτοι ἢ τοὺς ῥήτορας τοὺς παλαιοὺς τοὺς χρωμένους
λέξεσι ποιητικαῖς διὰ τὸ πάλαι τοῦτο καταργηθῆναι ἢ τούτους τοὺς
τραγῳ-
δούς. διὸ οὐκ ἀκριβολογητέονπερὶ λέξεως εἰπεῖν ἢ ἁπλῶς περὶ πάσης
λέξεως, ἀλλ' ἀκριβολογητέον περὶτῆς τοιαύτηςλέξεως, οἵας λέγομεν,
ἤτοι ἀνηκούσης τῷ ῥήτορι. [a38] περὶ δὲ ἐκείνηςτῆς ποιητικῆς
εἴπομεν ἐν τῇ Περὶτῆς ποιητικῆςπραγματείᾳ.
 Καὶ ἔστω ἐκεῖνατὰ περὶ τῆς ποιητικῆς λέξεως τεθεωρημένα
46

καὶ ἐγνωσμένα ἀπὸ τῆς Περὶ ποιητικῆς πραγματείας. [b1] ἀρετὴδὲ


λέξεώςἐστι τὸ εἶναιταύτην σαφῆ·καὶ γὰρ ὁ λόγος σημεῖόντί ἐστιν
ἤτοι σημαντικόν ἐστι πράγματος· ὥστε ἂν ὁ λόγος ἀσαφὴς ὢν οὐ δηλοῖ
καὶ οὐ σημαίνει τι, λοιπὸν οὐ ποιεῖ τὸ ἔργον αὑτοῦ ἤτοι τὸ σημαίνειν.
[b3] καὶ οὔτε ταπεινὴ ὀφείλει εἶναι ἡ λέξις ἀλλὰ πρέπουσα καὶ κατάλ-
ληλος τῷ ὑποκειμένῳ πράγματι. ταπεινή ἐστι λέξις ἡ κοινὴ καὶ ᾗ
χρῶνται οἱ τυχόντες· ὑπὲρδὲ τὸ ἀξίωμάἐστιν ἡ ἀκατάλληλος τῷ
πράγματι· οἷον εἰ περὶ Θερσίτου ἐστὶν ὁ λόγος, οὐκ ὀφείλω εἰπεῖν ‘ὁ
πολύ-
μητις Θερσίτης’· τὸ γὰρ πολύμητις ἀκατάλληλόν ἐστι τῷ Θερσίτῃ. ἀλλὰ
πρέπουσα ὀφείλει εἶναι τῷ πεζῷ λόγῳ. [b4] ἡ γὰρ ποιητικὴ ἴσως
οὐ ταπεινή.εἶπε δὲ τὸ ἴσωςδιὰ τὸ εἶναι καί τινας λέξεις ποιητικὰς

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 167, line 4

καλῶς ληφθεῖσα τὸ ξενικὸνἔχουσα, τουτέστι τὸ παράδοξον καὶ τὸ θαυ-


μαστόν. [b36] ἀλλὰ καὶ ἐνδέχεταιτὸν ῥήτορα λανθάνειντοὺς ἀκροα-
τάς, ὡς τὸν Νέστορα καὶ δεῖνα καὶ δεῖνα, ὡς λέξεσι ποιητικαῖς καὶ μετα-
φορικαῖς ἐχρήσατο. καὶ σαφηνιεῖἤτοι ἐνδέχεται εἶναι καὶ τὸν λόγον
σαφῆ· τοῦ γὰρ ῥητορικοῦ λόγουἡ σαφήνεια ἀρετή.[b39] συνωνυ-
μίας ἐνταῦθα λέγει τὰς πολυωνυμίας, ὡς τὸ ἄορ, τὸ ξίφος, τὸ φάσγανον,  

τὸ πορεύεσθαι καὶ τὸ βαδίζειν κύριάεἰσιν ἤτοι κυριολεξίαι εἰσὶ καὶ


πολυώνυμα. [1405a4] καὶ ὅτιαἱ μεταφοραὶ μεγάλα δύνανται καὶ ἐν
τῇ ποιήσει καὶ ἐντοῖς λόγοιςτοῖς ῥητορικοῖς, εἴρηταιἐν τῇ Περὶ
ποιητικῆς πραγματείᾳ, καθάπερ ἐλέγομεν.[a6] τοσοῦτον δὲ δεῖ
φιλοπονεῖσθαι περὶ αὐτῶνἤτοι τῶν μεταφορικῶν λέξεων ἐν τῷ λόγῳ
τῷ πεζῷ, ὅσον ὁ λόγοςὁ πεζός ἐστιν ἐκ βοηθημάτωνκαὶ θεραπείας
ἐλάττονος καὶ μικρᾶς παρὰ τὰ μέτρα ἤτοι τὰ ἔμμετρα καὶ ἡρωικά· ἐν μὲν
γὰρ τῷ πεζῷ λόγῳ, κἂν μεταφορικαῖς χρησώμεθα, ἀλλ' οὖν μικρᾶς σαφη-
νείας τούτου δεόμεθα, ἐν δὲ τοῖς ἐμμέτροις στίχοις, εἰ μεταφορικαῖς
χρησόμεθα, πλείονος καὶ τῆς σαφηνείας χρῄζομεν τούτου· οἷον εἰ σπέρμα

πυρὸς εἴπομεν, ἀρκεῖ εἰπεῖν εἰς σαφήνειαν τούτου, ὅτι σπέρμα λόγον

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 260, line 2

καὶ ὁ Γοργίαςἔφη τὴν μὲν σπουδὴνἤτοι τὰ σπουδαῖα καὶ γενναῖα


ἐπιχειρήματα τῶν ἐναντίωνἤτοι τῶν ἀντιδίκων διαφθείρεινἐν τῷ
47

κινεῖν τοὺς ἀκροατὰς εἰς γέλωτα· ὅταν γὰρ ἴδῃς, ὅτι τὰ ἐπιχειρήματα τοῦ
ἀντιδίκου εἰσὶ γενναῖα, κίνει γέλωτα τοῖς ἀκροαταῖς, ἵνα οἱ ἀκροαταὶ
ἀσχο-
λούμενοι ἐν τῷ γελᾶν μὴ προσέχωσι τοῖς λεγομένοις ἐπιχειρήμασι. [b4]
τὸν δὲ γέλωταδιαφθείρειν· εἰ δὲ ἴδῃς τοὺς ἀκροατὰς γελῶντας καὶ μὴ
προσέχοντας, δεῖ διαλύειν τὸν γέλωτα ἐν τῇ σπουδῇἤτοι διὰ τῶν σπου-
δαίων ἐπιχειρημάτων καὶ γενναίων, ἵνα τούτοις προσέχοντες μὴ ἐνασχο-
λῶνται τῷ γελᾶν. ὀρθῶς λέγωνὁ Γοργίας. εἴρηται, πόσαεἰσὶν εἴδη, 
καθ' ἃ κινήσει τις τοὺς ἀκροατὰς εἰς γέλωτα, ἐν τῷ Περὶ ποιη-
τικῆς.σχόλιον· [b3] ἐν τοῖς ἀγῶσικαὶ ἐν ταῖς ἀποδείξεσι τῶν
ἐναντίων γέλωτι,ὥσπερ ὁ Δημοσθένης τὰ σπουδαῖα τοῦ Αἰσχίνου
διὰ τοῦ μισθωτοῦ διέφθειρε· τὸν δὲ γέλωταἤτοι τὰ γελοῖα τοῦ
Αἰσχίνου ἐν σπουδῇδιὰ τοῦ ‘τότε τοίνυν ὁ Παιανιεὺς ἐγὼ βάταλος Οἰνο-
μάου τοῦ Κωθωκίδου πλείστων ἄξιος ἐφάνην τῇ πόλει’. βάταλος λέγεται
ὁ βδελυρός, ὁ αἰσχρός, ὁ λάγνος. ὁ γοῦν Δημοσθένης, ἔστ' ἂν ἦν νέος,
ἐλέγετο βάταλος ὡς λάγνος, ὕστερον δὲ γηράσας καὶ ἀκίνητος ὢν περὶ
τὰς
συνουσίας ἐλέγετο ἀργός. ὡ* τῶν εἰδῶν τοῦ γέλωτος ἄλλο μὲν ἁρμόττει
τῷ ἐλευθέρῳἄλλο δὲ τῷ βωμολόχῳ. [b7] εἰρωνείαἐστίν, ὅταν
τις κατειρωνευόμενος λέγῃ πρός τινα πονηρὸν ‘ὁ χρηστός, ὁ ἀγαθός’.
καὶ ὁ μὲνἐλευθέριος κινεῖ τὸν γέλωτα ἕνεκα ἑαυτοῦ,ἤτοι ἢ ἵνα αὐτὸς

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., Fragmentum


commentarii in Aristotelis Ρητορική.
P. 327, line 1

καὶ ὑπὸ τῶν ἀκροατῶν προσεκτικῶς ἀκουόμενον, τότε κίνησον γέλωτας,


ἵνα συγχεθεῖεν καὶ ὁ λέγων ἅμα καὶ οἱ ἀκούοντες, ὡς ὁ Δημοσθένης
ἐποίησε κατ' Αἰσχίνου· εἶπε γὰρ ‘ὁ Αἰσχίνης μισθωτός ἐστι καὶ
προδότης’,
οἷον βαρβαρίσας τάχα ἀπὸ περιπετείας τῆς γλώττης, καὶ ὁ δῆμος ἅπας
διωρθώσατο ὥσπερ τὸν λόγον ἀνακαγχάσας καὶ ἀναβοήσας ‘ὁ Αἰσχίνης
μισθωτός ἐστι καὶ προδότης’, τότε ἀνθυποστρέψας ὁ Δημοσθένης τὸν
λόγον
πρὸς Αἰσχίνην εἶπεν ‘ἀκούεις, Αἰσχίνη, πῶς ὁ δῆμος ἅπας βοᾷ, ὡς ὁ
Αἰσχίνης προδότης ἐστὶ καὶ μισθωτός;’ εἶτα δὲ πάλιν, εἰ ὁ ἀντίδικός σου
κατὰ σοῦ ἐκίνησε γέλωτα, ἔνδειξαι σὺ σπουδὴν εἰπὼν ‘οὐκ ἔστι νῦν
καιρὸς
γέλωτος· περὶ σπουδαίων γάρ μοι ὁ λόγος καὶ ἀναγκαίων τῇ πόλει’.  
 [1419b5] Εἴρηται δὲ καὶ ἐν τοῖς Περὶ ποιητικῆς,πόσα εἴδη
γελοῖα, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς Νικομαχείοις Ἠθικοῖς περὶ τὸ τέλος που τοῦ
Δ, ἔνθα λέγει περὶ τῆς ἀληθευτικῆς ἕξεως καὶ τῶν ἄκρων αὐτῆς, ἀλαζο-
48

νείας καὶ εἰρωνείας· ἀληθὴς μὲν γάρ ἐστιν ὁ τὰ ἀληθῆ καὶ οἰκεῖα αὐτῷ
ἐπιμαρτυρῶν, ὡς εἰ ὁ πολλοῦ ἄξιος πολλῶν ἑαυτὸν ἀξιοῖ καὶ μεγάλων,
ἀλαζὼν δὲ ὁ, εἰ μικρῶν ἄξιος εἴη, μεγάλων ἑαυτὸν ἀξιῶν, εἴρων δὲ ὁ ἀνά-
παλιν ὁ, εἰ μεγάλων ἄξιος εἴη, μικρῶν ἢ οὐδενὸς ἑαυτὸν ἀξιῶν. λέγει δὲ
ἐκεῖ ὁ Ἀριστοτέλης, ὅτι ἔστι καὶ δι' ἀνάπαυσιν ἡμῶν εὑρημένη οἷον
μεσότης, ἡ οὕτως ὀνομαζομένη εὐτραπελία καὶ ἐπιδεξιότης, ἄκρα δὲ
αὐτῆς
τὸ ἄγριον, ἀλλὰ καὶ τὸ βωμολόχον, οἷοι οἱ θυμελικοὶ καὶ ἑαυτοὺς κατὰ
παρειῶν βάλλοντες ἢ κατὰ τῆς ἑαυτῶν πυγῆς λακτίζοντες καὶ ἄσεμνα

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria


P. 320, line 39

λων καὶ αἰσθητῶν καὶ καθ' ἕκαστα, κἂν ἐξ ἀρχῆς ἀγνοοῦσα τούτους διὰ
τὸν δεσμὸν τῆς γενέσεως χρῆται τῇ αἰσθήσει καὶ τοῖς ἀφαιρουμένοις ἐκ
τῆς ὕλης εἴδεσι καὶ λόγοις, ὅπως ἀναφθῇ ἐξ αὐτῶν ἐν αὐτῇ τὸ τῆς γνώ-
σεως ζώπυρον, ὃ ἐκ τῆς οἰκείας φύσεως καὶ τοῦ δημιουργήσαντος ὑπάρ-
χον αὐτῇ συγκέχυται τοῖς ἐκ τῆς γενέσεως πάθεσι, καὶ δεῖται ἀνακα-
θάρσεως εἰς φανέρωσιν, ὡς ἐν αἰθάλῃ κεκρυμμένον ἐμπύρευμα, ὃ δὴ
σκε-
δαννυμένης τῆς αἰθάλης ἐκφαίνεται καὶ δραττόμενον ὕλης εἰς πυρσὸν
πολ-
λάκις ἀνάπτεται. παράγει δ' εἰς μαρτυρίαν τοῦ εἶναι τὸν ὅλως σοφὸν
ἕτερον παρὰ τόν τινα σοφὸν καί τινα ποίησιν Μαργίτην ὀνομαζομένην
Ὁμήρου. μνημονεύει δ' αὐτῆς οὐ μόνον αὐτὸς Ἀριστοτέλης ἐν τῷ πρώ-
τῳ Περὶ ποιητικῆς ἀλλὰ καὶ Ἀρχίλοχος καὶ Κρατῖνος καὶ Καλλίμαχος  
ἐν τῷ ἐπιγράμματι καὶ μαρτυροῦσιν εἶναι Ὁμήρου τὸ ποίημα. εἰπὼν οὖν
ὁ Ἀριστοτέλης ὅτι τῶν κατὰ τέχνας σοφῶν λεγομένων ἕκαστος λέγεται
σοφός, ὡς ἀρετὴν ἔχων ἐν τῇ τέχνῃ αὐτοῦ κατορθωτικὴν τοῦ κατ' αὐτὴν
εὖκαὶ λέγεται οὗτος κατά τι σοφός, ἵνα δείξῃ, ὅτι οὐ τοιαύτη ἐστὶν ἡ
σοφία ἡ νῦν παρ' αὐτοῦ λεγομένη, ἐπάγει, ὅτι οἰόμεθά τινας σοφοὺς
ὅλως,
οὐ κατὰ μέρος, οὐδὲ ἄλλο τι σοφούς,ἤτοι κυρίως, καὶ οὐ πῇ καὶ κατά
τι σοφούς. τί δὲ δηλοῖ αὐτῷ ἐνταῦθα τὸ ὅλως καὶ κατὰ μέρος, εἰρήκαμεν
ἤδη ἱκανῶς ὡς ἐνῆν. ὁ δὲ Ὅμηρος λέγων ἐν τῷ Μαργίτῃ “τὸν δ' οὔτ'
ἂρ σκαπτῆρα θεοὶ θέσαν οὔτ' ἀροτῆρα οὔτ' ἄλλως τι σοφόν”
περὶ σοφοῦ λέγει ὅλως ὄντος καὶ κυρίως σοφοῦ, καὶ οὐ κατά τι σοφοῦ,
49

Michael Phil., In Aristotelis sophisticos elenchos commentarius (=


Pseudo-Alexander 1) (olim sub auctore Alexandro Aphrodisiens
P. 33, line 26

  λᾶε δὲ τοῦ ἑκάτερθεν ἐρηρέδαται δύο λευκὼ


  ἐν ξυνοχῇσιν ὁδοῦ, λεῖος δ' ἱππόδρομος ἀμφίς.
 Τινὲς οὖν ἐκάκιζον τὸν Ὅμηρον περισπωμένως τὸ ουἀναγινώσκοντες
καὶ λέγοντες ἄτοπόν τι αὐτὸν εἰρηκέναι διὰ τούτου, ὡς λέγοντα δῆθεν ὅτι

τοῦ ξύλου ἐκείνου τοῦ ἐξανέχοντος, ὃ δρύινον ἢ πεύκινον ὀνομάζει, τὶ


μὲν
κατασήπεται, τὶ δὲ οὐ κατασήπεται· εἰ γὰρ μὴ καὶ τοῦτο ἐδήλωσεν
ἐναργῶς, τὸ ‘τὶ δὲ οὐ κατασήπεται’ λέγουσιν ἄντικρυς δηλοῦσθαι διὰ
τοῦ εἰρημένου τοῦ “οὗ τὸ μὲν καταπύθεται”, ὡς τινὸς μὲν ἐκ τῆς
πεύκης τοῦ δένδρου σηπομένου τοῖς ὀμβρίοις ὕδασι τινὸς δὲ μὴ
σηπομένου.
τινὲς μὲν οὖν ἐκάκιζον τὸν Ὅμηρον, ὡς εἶπον, ἀτόπως τόδε εἰρηκότα.
ἐπιδιορθοῦται δὲ τούτους [ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς], ὡς αὐτὸς
Ἀριστοτέλης
ἐν τῇ Ῥητορικῇ φησιν, Ἱππίας ὁ Θάσιος μὴ περισπωμένως ἀναγινώσκων
τὸ ουἀλλ' ἀποφατικῶς, ὅπερ αὐτὸς ὀξύτερονεἴρηκεν, ἵνα ᾖ τὸ λεγό-
μενον ὡς ἡ πεύκη τὸ δένδρον οὐ καταπύθεται ὄμβρῳ. λέγει δὲ Θεόφρα-  
στος τὸ φυτὸν τῆς πεύκης ὀμβρίοις ὕδασι καὶ πηγαίοις μὴ σήπεσθαι,
θαλαττίοις δὲ μάλιστα. ἀλλὰ τοιοῦτον μὲν τὸ ἓν παράδειγμα. τὸ δὲ
ἕτερον τὸ ἐπαγόμενον τὸ περὶ τὸ ἐνύπνιον τοῦ Ἀγαμέμνονος, ὅ φησι τὸν
Δία εἰπεῖν, τὸ δίδομεν δέ οἱ εὖχος ἀρέσθαι,οὐδαμοῦ κεῖται ἐν τῇ
Ἰλιάδι· τὰ μὲν γὰρ περὶ τοῦ ὀνείρου ἐν τῇ ἀρχῇ τοῦ βῆτά ἐστιν, οὐδ'
ὅλως δ' εὑρήσει τις τοῦτο πρὸς ἔπος ἐκεῖ κείμενον. καὶ ἔοικε τὸν μὲν

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 1, line


14

Τὰ τῆς βίβλου κεφάλαια.

 Περὶ τοῦ τίνα χρὴ καὶ πόσα πρὸ τῆς συναναγνώσεως


τῆς Πολιτείας Πλάτωνος κεφάλαια διαρθρῶσαι τοὺς ὀρθῶς
ἐξηγουμένους αὐτήν.
 Περὶ τῶν πρὸς τὸν ὅρον τῆς δικαιοσύνης τὸν τοῦ Πολε-
μάρχου ῥηθέντων ὑπὸ τοῦ Σωκράτους συλλογισμῶν.
 Περὶ τῶν ὑπὲρ δικαιοσύνης τεττάρων λόγων ἐν Πολι-
50

τείᾳ πρὸς τὰ Θρασυμάχου τέτταρα δόγματα περὶ αὐτῆς.


 Περὶ τῶν ἐν τῷ δευτέρῳ τῆς Πολιτείας εἰρημένων θεο-
λογικῶν τύπων.
 Περὶ ποιητικῆς καὶ τῶν ὑπ' αὐτὴν εἰδῶν καὶ τῆς ἀρί-
στης ἁρμονίας καὶ ῥυθμοῦ τὰ Πλάτωνι δοκοῦντα.
 Αʹ. Περὶ τῶν ἐν Πολιτείᾳ πρὸς Ὅμηρον καὶ ποιη-
τικὴν Πλάτωνι ῥηθέντων.
 Βʹ. Περὶ τοῦ τρόπου τῆς τῶν θείων μύθων διασκευῆς
παρὰ τοῖς θεολόγοις αἰτίων ἀποδόσεις καὶ λύσεις τῶν πρὸς
αὐτοὺς ἐπιστάσεων.
 Γʹ. Τίνες οἱ παρὰ τοῖς θεολόγοις θεομαχίας διάφοροι
τρόποι, τὴν ἐν αὐτῇ ἀπόρρητον ἀλήθειαν εἰς φῶς ἄγοντες.
 Δʹ. Πῶς ἄν τις ὑπὲρ τῶν θείων ἀπολογήσαιτο μύθων
τῶν δοκούντων τοὺς θεοὺς αἰτιᾶσθαι τῶν κακῶν.  

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 42, line 1t

πᾶν τὸ δαιμόνιον καὶ θεῖον, ἀλλ' ὅτι ἀψευδὲς πᾶν· ἄδεκτον


γὰρ πᾶν ψεύδους· ἀλλὰ τὸ μὲν ὡς πεφυκὸς ἀληθεύειν μόνως,
τὸ δὲ ὡς μήτ' ἀληθεῦον μήτε ψευδόμενον. ὅσον οὖν ἀπα-
τητικὸν γένος, ὃ ἱστορεῖται ἢ τὰς χρησμῳδίας ὑποδυόμενον
ἢ ταῖς κλήσεσιν ὑπακοῦον ἢ καὶ ἐκ ταὐτομάτου τισὶν συγ-
γινόμενον, τῶν κατὰ σχέσιν ἐστὶ δαιμόνων· εἰ δέ τινες ὑπὸ
δαιμόνων ἀπατῶνται τῶν ὄντως δαιμόνων, δι' ἑαυτοὺς ἀπα-
τῶνται καὶ οὐ δι' ἐκείνους, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν θεῶν ἐλέγο-
μεν. κοινὸς γὰρ εἴρηται λόγος ἐπί τε θεῶν τῷ Πλάτωνι
καὶ δαιμόνων τῆς ἀψευδείας.  

Περὶ ποιητικῆς καὶ τῶν ὑπ' αὐτὴν εἰδῶν καὶ τῆς


ἀρίστης ἁρμονίας καὶ ῥυθμοῦ τὰ Πλάτωνι δοκοῦντα.

 Πρῶτον εἰπεῖν χρὴ καὶ διαπορῆσαι περὶ τῆς αἰτίας, δι'


ἣν οὐκ ἀποδέχεται τὴν ποιητικὴν ὁ Πλάτων, ἀλλὰ ἐξοικίζει
τῆς ὀρθῆς πολιτείας, εἰ καὶ μύρον αὐτῆς καταχέας, ὡς τῶν
ἐν τοῖς ἁγιωτάτοις ἱεροῖς ἀγαλμάτων θέμις, καὶ ὡς ἱερὰν
στέψας αὐτήν, ὥσπερ καὶ ἐκεῖνα στέφειν ἦν νόμος [p. 398a].
καὶ γὰρ αὐτὸ τοῦτο ζητήσεως ἄξιον, εἰ μέν τι θεῖον ἔχει
κατ' αὐτόν, πῶς ἐκβάλλεται τῆς θείας πολιτείας, εἰ δὲ μη-
δέν, πῶς τιμᾶται ταῖς τῶν θεῶν τιμαῖς. δεύτερον, τί δή-
ποτε μάλιστα τὴν τραγῳδίαν καὶ τὴν κωμικὴν
51

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 1, p. 65, line 16

ἐν ἔργοις, ἔτι δὲ χαλεπώτερον λόγοις εὖ μιμεῖσθαι·


δοκεῖ γὰρ εἶναι ῥᾷον μιμεῖσθαι τοὺς λόγους, ἢ τὰ ἔργα.
σοφιστεύουσι γοῦν οὐκ ὀλίγοι μέχρι λόγων ἐπιδεικνύμενοι
τὴν ἀρετήν, ἔργῳ δ' αὐτῆς παντάπασιν ἀπῳκισμένοι. μήποτε
οὖν ἄμεινον οὑτωσί πως ἐξηγεῖσθαι ταύτας τὰς λέξεις, τὸ
μὲν ἐκτὸς τῆς τροφῆς τὸ ἄριστον ἀκούσαντας, τὸ δὲ ἔρ-
γοιςκαὶ λόγοιςἐν ἴσῳ λαβόντας τῷ κατά τε ἔργα καὶ
κατὰ λόγους, τὸ δὲ εὖ μιμεῖσθαιτῷ εὖ μιμηθῆναι, καὶ
ἐκ πάντων συναγαγόντας, ὅτι τὸ ἄριστον εὖ μιμηθῆναι χα-
λεπὸν μὲν κατὰ τὰ ἔργα, χαλεπώτερον δὲ κατὰ τοὺς λόγους,
μιμηθῆναι δὲ λόγῳ· τοῦτο γὰρ προὔκειτο Περὶ ποιητικῆς. καὶ
ὁρᾷς, ὅπως τοῦτο τοῖς πράγμασι σύμφωνόν ἐστιν· ὁ μὲν γὰρ
τῷ λόγῳ τὰ ἔργα τῶν ἀρίστων ἀφηγούμενος ἱστορίαν συντί-
θησιν, ὁ δὲ τοὺς λόγους αὐτῶν διατιθεὶς εἰ μέλλοι δια-
σώσεσθαι τὸ τοῦ λέγοντος ἦθος, διάθεσιν ἀναλήψεται τὴν
ὁμοίαν τῷ λέγοντι· κατὰ γὰρ τὰς ἔνδον διαθέσεις οἱ λόγοι
φαίνονται διαφέροντες. οὕτω γὰρ καὶ τῶν ἀπολογίας Σω-
κράτους γεγραφότων ὡς οὐ διασωσαμένων τὸ ἦθος τὸ Σω-
κρατικὸν ἐν τοῖς λόγοις καταγελῶμεν ἔξω Πλάτωνος τῶν
πλείστων. καίτοι αὐτό γε τοῦτο ἱστοροῦντες, ὅτι κατηγόρηται

Φώτιος. Bibliotheca Codex 167, Bekker p. 113a, line 11

περὶ δύο κεφαλαίων διαλαμβάνει, ὧν τὸ μὲν ἔπαι-


νός ἐστι φιλοσοφίας, καὶ οὗτος ἐκ διαφόρων αὐτῷ συνηρα-
νισμένος, τὸ δὲ περὶ τῶν κατ' αὐτὴν συνεστηκυιῶν αἱρέ-  
σεων. Ἐν ᾧ καὶ περὶ γεωμετρίας καὶ μουσικῆς καὶ ἀρι-
θμητικῆς δόξας παλαιὰς συναναγράφει.
 Τὸ δὲ βʹ βιβλίον συμπληροῦται μὲν κεφαλαίοις ϛʹ
καὶ μʹ, διαλαμβάνει δὲ πρῶτον μὲν περὶ τῶν τὰ θεῖα
ἑρμηνευόντων, καὶ ὡς εἴη ἀνθρώποις ἀκατάληπτος ἡ
τῶν νοητῶν κατὰ τὴν οὐσίαν ἀλήθεια· εἶτα περὶ δια-
λεκτικῆς, καὶ περὶ ῥητορικῆς, καὶ περὶ λόγου καὶ γραμ-
μάτων, Περὶ ποιητικῆς, περὶ χαρακτῆρος τῶν παλαιῶν,
περὶ τοῦ ἠθικοῦ εἴδους τῆς φιλοσοφίας, περὶ τῶν ἐφ'
ἡμῖν, ὅτι οὐδεὶς ἑκὼν πονηρός, ὁποῖον χρὴ εἶναι τὸν
φιλόσοφον, ὅτι χρὴ σέβειν τὸ θεῖον, ὅτι τοῖς εὐσεβέσι
52

καὶ δικαίοις βοηθεῖ τὸ κρεῖττον· περὶ μαντικῆς· ὅτι


χρὴ περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι τὰς τῶν σοφῶν συνουσίας, ἐκ-
κλίνειν δὲ τοὺς φαύλους καὶ ἀπαιδεύτους· περὶ τοῦ δοκεῖν
καὶ τοῦ εἶναι, καὶ ὅτι οὐ τῷ λόγῳ χρὴ κρίνειν τὸν ἄν-
θρωπον ἀλλὰ τῷ τρόπῳ· ὅτι οἱ ἄλλοις ἐπιβουλεύ-
οντες ἑαυτοὺς λανθάνουσι καταβλάπτοντες· περὶ εὐ-
δοξίας, περὶ φήμης· ὅτι μέτρον ἄριστον·

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 314, line 19

Ἡλιοδώρουεἰς τὸ αὐτό.  – Ποίαν ἄρα στιγμὴν τῆς ὑποστιγμῆς


φησι διαφέρειν ὁ τεχνικός; Δῆλον ὅτι τὴν μέσην· ἡ γὰρ τελεία ἤδη
τελεία εἴρηται. Ζητητέον δὲ κατὰ τί διαφέρει ἡ μέση στιγμὴ τῆς ὑπο-
στιγμῆς, ἐπειδὴ ταὐτὸν νομίζεται εἶναι. Χρόνῳ, φησί. Χρόνῳ δὲ ἐν-
ταῦθα τῷ διαστήματι τῆς φωνῆς φησιν, ἤγουν καιρῷ, ὥρᾳ· ἡ γὰρ τελεία
τέσσαρας ἔχει χρόνους σιωπῆς, ἡ δὲ μέση ἕνα, ἡ δὲ ὑποστιγμὴ ἥμισυν.

§ 5 (6b). περὶ ῥαψῳδίας.


Erotemata amplissima eademque admodum confusa.
Heliodori. – Οὐ προσηκόντως ἐνταῦθα κεῖται ὁ περὶ ῥαψῳδίας
λόγος· εἰ δ' ἄρα ἔδει περὶ αὐτῆς διαλαμβάνειν, ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς
ἐχρῆν λόγῳ διαλήψεσθαι. Εἰ γὰρ ἡ ῥαψῳδία μέρος ἐστὶ ποιήματος,
ἤγουν ποιήσεως, ὁ δὲ περὶ ποιήματος λόγος προσήκει τῷ περὶ ποιητι-
κῆς λέγοντι, ἐν ἐκείνῳ ἔδει περὶ ῥαψῳδίας λέγειν· ἐνταῦθα δὲ οὐκ
εὔκαιρον· ἡ γὰρ προκειμένη τέχνη τῶν μερῶν τοῦ λόγου ἐστί, τὰ δὲ
μέρη τοῦ λόγου οὐκ ἔστιν ὅπερ ἡ ῥαψῳδία· εἰκότως οὖν ἄκαιροί μοι
δοκοῦσιν εἶναι οἱ ἐνταῦθα περὶ ῥαψῳδίας διαλαμβάνοντες. Τὸ μὲν γὰρ
διαλαμβάνειν περὶ στιγμῆς ἢ προσῳδίας ἢ ἀναγνώσεως οὐκ ἄτοπον·
ταῦτα γὰρ μέρη καὶ μόρια τῆς γραμματικῆς εἴποι τις ἄν. Ἀλλ' ἐπειδὴ
τὴν ἀνάγνωσιν ἔφασκεν εἶναι ποιημάτων ἢ συγγραμμάτων ἀδιάπτωτον

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 314, line 22

στιγμῆς, ἐπειδὴ ταὐτὸν νομίζεται εἶναι. Χρόνῳ, φησί. Χρόνῳ δὲ ἐν-


ταῦθα τῷ διαστήματι τῆς φωνῆς φησιν, ἤγουν καιρῷ, ὥρᾳ· ἡ γὰρ τελεία
τέσσαρας ἔχει χρόνους σιωπῆς, ἡ δὲ μέση ἕνα, ἡ δὲ ὑποστιγμὴ ἥμισυν.
53

§ 5 (6b). Περὶ ῥαψῳδίας.

Erotemata amplissima eademque admodum confusa.


Heliodori. – Οὐ προσηκόντως ἐνταῦθα κεῖται ὁ περὶ ῥαψῳδίας
λόγος· εἰ δ' ἄρα ἔδει περὶ αὐτῆς διαλαμβάνειν, ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς
ἐχρῆν λόγῳ διαλήψεσθαι. Εἰ γὰρ ἡ ῥαψῳδία μέρος ἐστὶ ποιήματος,
ἤγουν ποιήσεως, ὁ δὲ περὶ ποιήματος λόγος προσήκει τῷ περὶ ποιητι-
κῆς λέγοντι, ἐν ἐκείνῳ ἔδει περὶ ῥαψῳδίας λέγειν· ἐνταῦθα δὲ οὐκ
εὔκαιρον· ἡ γὰρ προκειμένη τέχνη τῶν μερῶν τοῦ λόγου ἐστί, τὰ δὲ
μέρη τοῦ λόγου οὐκ ἔστιν ὅπερ ἡ ῥαψῳδία· εἰκότως οὖν ἄκαιροί μοι
δοκοῦσιν εἶναι οἱ ἐνταῦθα περὶ ῥαψῳδίας διαλαμβάνοντες. Τὸ μὲν γὰρ
διαλαμβάνειν περὶ στιγμῆς ἢ προσῳδίας ἢ ἀναγνώσεως οὐκ ἄτοπον·
ταῦτα γὰρ μέρη καὶ μόρια τῆς γραμματικῆς εἴποι τις ἄν. Ἀλλ' ἐπειδὴ
τὴν ἀνάγνωσιν ἔφασκεν εἶναι ποιημάτων ἢ συγγραμμάτων ἀδιάπτωτον
προφοράν, μέρος δὲ ποιήματός ἐστιν ἡ ῥαψῳδία καὶ μάλιστα νέοις ἐγνω-
σμένον, τούτου χάριν περὶ ῥαψῳδίας διέλαβε. Ῥαψῳδίας δὲ ἐκάλουν οἱ
παλαιοὶ τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη, παρόσον ἅμα ῥάβδῳ περιιόντες ἐμελῴδουν
αὐτά.  

Anonymi In Aristotelis Sophisticos Elenchos Phil., Scholia in


sophisticos elenchos (= commentarium 2) Bekker pagëline 174b27, line
of scholion 3

σῶμα ὄν.’ καὶ πάλιν· ‘οὐχὶ ὁ λίθος σῶμα;’ ‘ναί.’


’τὸ δὲ ζῷον οὐ σῶμα;’ ‘ναί.’ ‘σὺ δὲ ζῷον;’ ‘ναί.’ ‘σὺ
ἄρα λίθος εἶ σῶμα ὤν.’ ἀσυλλόγιστα γὰρ ταῦτα
πάντα. καὶ πάλιν· ‘τὸ παρὰ τὸ ὂν οὐκ ὄν, τὸ οὐκ
ὂν οὐδέν· ἒν ἄρα τὸ ὂν καὶ οὐ πολλά· οὐκ ἄρα
πολλὰ τὰ ὄντα.’  
οἷον ὁ Κλεοφῶν ποιεῖ ἐν
τῷ Μανδροβούλῳ
Οἷον Κλεοφῶν ποιεῖ ἐν τῷ Μανδροβούλῳ· ὁ Κλεοφῶν
οὗτος τραγικὸς ἦν, ὡς Ἀριστοτέλης ἐν τοῖς Περὶ
Ποιητικῆς ἱστορεῖ· δρᾶμα δὲ τοῦ Κλεοφῶντος ὁ
Μανδρόβουλος, ὡς τοῦ Εὐριπίδου ἡ Ἑκάβη. ηὔξατο
δὲ οὗτος ὁ Μανδρόβουλος ὡς εἰ πλουτήσειεν ἐφ'
ἑκάστῳ χρόνῳ χρυσοῦν ἀνατιθέναι κριὸν τῷ Ἀπόλλωνι.
καὶ πλουτήσας πρῶτον μὲν χρυσοῦν ἀνέθηκε κριόν, εἶτα
χαλκοῦν, καὶ τέλος ἔθυσε ζῷον, ἀφ' οὗ καὶ παροιμία
γέγονε κατὰ τῶν ἐπὶ τὰ χείρω ἀπὸ τῶν κρειττόνων μετα-
βαινόντων, ἡ ‘ἐπὶ τὰ Μανδροβούλου χωρεῖς’ λέγουσα.
54

οὗτος οὖν ὁ Μανδρόβουλος πάλιν πτωχεύσας πεποίηται τῷ


Κλεοφῶντι λέγων πρὸς τὸν Ἀπόλλωνα ὡς ‘τὸ ζῷον ὡς
χρυσοῦν προσήνεγκα’, ὁ δὲ Ἀπόλλων ‘ἀλλ' ἐγώ’, φησίν,

Lexica Segueriana, Anonymus antatticista (e cod. Coislin. 345)


Alphabetic entry kappa, p. 101, line 32

Κρούειν: κατὰ τοῦ ῥαπίσαι ἠρέμα μόνον οἴονται τί-


 θεσθαι αὐτό, ὡς ὅταν εἴπῃ Ὑπερείδης Καὶ τῷ σκέ-
 λει με ἠρέμα ἔκρουσεν. ἐπὶ δὲ τῆς συνηθείας
 κατὰ τοῦ κόψαι τὴν θύραν τάσσεται. καὶ κατὰ τοῦ
 κακεμφάτου ἐν τῇ συνηθείᾳ τὸ κροῦσαι κεῖται, ἀντὶ
 τοῦ συγγενέσθαι.
Κεντρίζειν: Ξενοφῶν Συμποσίῳ.
Κλεῖνἀξιοῦσι λέγειν, οὐ κλεῖδα. Δίφιλος Εὐνούχῳ.
Κυντερώτερονκαὶ κυντατώτατον: Εὔβουλος
 Παρμενίσκῳ.
Κυντότατον: Ἀριστοτέλης Περὶ ποιητικῆς Τὸ δὲ
 πάντων κυντότατον. 
Κόφινοςοὐ ῥητέον φασίν, ἀλλὰ ἄῤῥιχος. Πλάτων
 Ἑορταῖς.
Καυχᾶσθαι: ἀντὶ τοῦ αὐχεῖν. Πίνδαρος Ὀλυμπιο-
 νίκαις.
Κοροκόσμιακυρίως μέν ἐστι τὰ ἐπὶ τῶν τριοδίων
 πρόσωπα ξύλινα, ἃ δὴ οἱ Ἀττικοὶ κόρας καλοῦσι· τέ-
 τραπται δὲ ἐκεῖθεν κἀπὶ τοὺς κόσμους τῶν παρθέ-
 νων. ὅλως δ' ἡγοῦνται τὴν λέξιν βάρβαρον.
Κεράμινον: ἀντὶ τοῦ κεραμεοῦν. Ἡρόδοτος πρώτῳ.

Σούδα. Alphabetic letter delta, entry 1146, line 2

λογισμοῖς. ἢν δ' ἐφ' ἡσυχίην ἔλθῃς, λήθην τάχος ἕξει φίλτρον καὶ
νήψας αἰσχρᾶς καταπαύσεται ὁρμῆς. ἀκούσας τοίνυν ὁ Διογένης ταῦτα
τὸν μὲν θυμὸν κατεστόρεσεν, ἐλπίδος δὲ ὑπεπλήσθη χρηστῆς, ἔχων
τῆς τοῦ παιδὸς σωφροσύνης ἐγγυητὰς ἀξιόχρεως· καὶ ἐν ταὐτῷ βελτίων
ἐγένετο ὁ πατὴρ ἡμερωθείς τε καὶ πραϋνθεὶς τὸν τρόπον. τοῦτό τοι
καὶ ὁ τραγικὸς Αἵμων, ὁ τοῦ Σοφοκλέους, ἀπεδείξατο, τῆς Ἀντιγόνης
ἐρῶν καὶ πικρῷ ζυγομαχῶν πατρὶ τῷ Κρέοντι· καὶ γάρ τοι καὶ
ἐκεῖνος ὁμοίως ἐλαυνόμενος ξίφει πρὸς τὸν ἔρωτα καὶ τὸν πατέρα
55

τὴν νόσον διελύσατο.


Διογένης ἢ Διογενειανός,Κυζικηνός, γραμματικός. ἔγραψε
Πάτρια Κυζίκου, Περὶ τῶν ἐν τοῖς βιβλίοις σημείων, Περὶ ποιητικῆς,
Περὶ στοιχείων.
Διόγνητος:ὄνομα κύριον.
Διοδεία:ἡ διέλευσις.  
Διόδωρος,μονάζων, ἐν τοῖς χρόνοις Ἰουλιανοῦ καὶ Οὐάλεντος
ἐπισκοπήσας Ταρσῶν τῆς Κιλικίας. οὗτος ἔγραψεν, ὥς φησι Θεόδωρος
Ἀναγνώστης ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ ἱστορίᾳ, διάφορα. εἰσὶ δὲ τάδε·
Ἑρμηνεῖαι εἰς τὴν παλαιὰν πᾶσαν· Γένεσιν, Ἔξοδον καὶ ἐφεξῆς· καὶ
Εἰς Ψαλμούς· Εἰς τὰς δʹ Βασιλείας· Εἰς τὰ ζητούμενα τῶν Παραλειπο-
μένων, Εἰς τὰς Παροιμίας, Τίς διαφορὰ θεωρίας καὶ ἀλληγορίας, Εἰς
τὸν Ἐκκλησιαστήν, Εἰς τὸ ᾆσμα τῶν ᾀσμάτων, Εἰς τοὺς προφήτας,

Ποίησις εστι

Πλάτων. Συμπόσιον. Stephanus p. 205, sec. b, line 8

βούλεσθαι αὑτοῖς εἶναι ἀεί, ἢ πῶς λέγεις;


 Οὕτως, ἦν δ' ἐγώ· κοινὸν εἶναι πάντων.
 Τί δὴ οὖν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, οὐ πάντας ἐρᾶν φαμεν,
εἴπερ γε πάντες τῶν αὐτῶν ἐρῶσι καὶ ἀεί, ἀλλά τινάς φαμεν
ἐρᾶν, τοὺς δ' οὔ;
 Θαυμάζω, ἦν δ' ἐγώ, καὶ αὐτός.
 Ἀλλὰ μὴ θαύμαζ', ἔφη· ἀφελόντες γὰρ ἄρα τοῦ ἔρωτός  
τι εἶδος ὀνομάζομεν, τὸ τοῦ ὅλου ἐπιτιθέντες ὄνομα, ἔρωτα,
τὰ δὲ ἄλλα ἄλλοις καταχρώμεθα ὀνόμασιν.
 Ὥσπερ τί; ἦν δ' ἐγώ.
 Ὥσπερ τόδε. οἶσθ' ὅτι ποίησίς ἐστί τι πολύ· ἡ γάρ
τοι ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ ὂν ἰόντι ὁτῳοῦν αἰτία πᾶσά ἐστι
ποίησις, ὥστε καὶ αἱ ὑπὸ πάσαις ταῖς τέχναις ἐργασίαι
ποιήσεις εἰσὶ καὶ οἱ τούτων δημιουργοὶ πάντες ποιηταί.
 Ἀληθῆ λέγεις.
 Ἀλλ' ὅμως, ἦ δ' ἥ, οἶσθ' ὅτι οὐ καλοῦνται ποιηταὶ ἀλλὰ
ἄλλα ἔχουσιν ὀνόματα, ἀπὸ δὲ πάσης τῆς ποιήσεως ἓν
μόριον ἀφορισθὲν τὸ περὶ τὴν μουσικὴν καὶ τὰ μέτρα τῷ
τοῦ ὅλου ὀνόματι προσαγορεύεται. ποίησις γὰρ τοῦτο
μόνον καλεῖται, καὶ οἱ ἔχοντες τοῦτο τὸ μόριον τῆς ποιήσεως
56

Αριστοτέλης. Πολιτεία. Bekker p. 1254a, line 7

τελεῖν τὸ αὑτοῦ ἔργον, καὶὥσπερ τὰ Δαιδάλου φασὶν ἢ τοὺς


τοῦ Ἡφαίστου τρίποδας, οὕς φησιν ὁ ποιητὴς αὐτομάτους θεῖον
δύεσθαι ἀγῶνα, οὕτως αἱ κερκίδες ἐκέρκιζον αὐταὶ καὶ τὰ
πλῆκτρα ἐκιθάριζεν, οὐδὲν ἂν ἔδει οὔτε τοῖς ἀρχιτέκτοσιν
ὑπηρετῶν οὔτε τοῖς δεσπόταις δούλων. τὰ μὲν οὖν λεγόμενα
ὄργανα ποιητικὰ ὄργανά ἐστι, τὸ δὲ κτῆμα πρακτικόν· ἀπὸ
μὲν γὰρ τῆς κερκίδος ἕτερόν τι γίνεται παρὰ τὴν χρῆσιν
αὐτῆς, ἀπὸ δὲ τῆς ἐσθῆτος καὶ τῆς κλίνης ἡ χρῆσις μό-
νον. ἔτι δ' ἐπεὶ διαφέρει ἡ ποίησις εἴδει καὶ ἡ πρᾶξις,
καὶ δέονται ἀμφότεραι ὀργάνων, ἀνάγκη καὶ ταῦτα τὴν
αὐτὴν ἔχειν διαφοράν. ὁ δὲ βίος πρᾶξις, οὐ ποίησις, ἐστιν·
διὸ καὶ ὁ δοῦλος ὑπηρέτης τῶν πρὸς τὴν πρᾶξιν. τὸ δὲ
κτῆμα λέγεται ὥσπερ καὶ τὸ μόριον. τό τε γὰρ μόριον οὐ
μόνον ἄλλου ἐστὶ μόριον, ἀλλὰ καὶ ὅλως ἄλλου· ὁμοίως δὲ
καὶ τὸ κτῆμα. διὸ ὁ μὲν δεσπότης τοῦ δούλου δεσπότης μό-
νον, ἐκείνου δ' οὐκ ἔστιν· ὁ δὲ δοῦλος οὐ μόνον δεσπότου δοῦ-
λός ἐστιν, ἀλλὰ καὶ ὅλως ἐκείνου.

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1406a, line 14

“τελεσφόρον” τὴν πειθὼ τῶν λόγων κατέστησεν, καὶ “κυανό-


χρων” τὸ τῆς θαλάττης ἔδαφος· πάντα ταῦτα γὰρ ποιητικὰ
διὰ τὴν δίπλωσιν φαίνεται. μία μὲν οὖν αὕτη αἰτία, μία
δὲ τὸ χρῆσθαι γλώτταις, οἷον Λυκόφρων Ξέρξην “πέλωρον
ἄνδρα”, καὶ Σκίρων “σίνις ἀνήρ”, καὶ Ἀλκιδάμας “ἄθυρμα τῇ
ποιήσει”, καὶ “τὴν τῆς φύσεως ἀτασθαλίαν”, καὶ “ἀκράτῳ
τῆς διανοίας ὀργῇ τεθηγμένον”. τρίτον δ' ἐν τοῖς ἐπιθέτοις
τὸ ἢ μακροῖς ἢ ἀκαίροις ἢ πυκνοῖς χρῆσθαι· ἐν μὲν γὰρ
ποιήσει πρέπει “γάλα λευκὸν” εἰπεῖν, ἐν δὲ λόγῳ τὰ μὲν
ἀπρεπέστερα· τὰ δέ, ἂν ᾖ κατακορῆ, ἐξελέγχει καὶ ποιεῖ
φανερὸν ὅτι ποίησις ἐστίν, ἐπεὶ δεῖ γε χρῆσθαι αὐτοῖς (ἐξ-
αλλάττει γὰρ τὸ εἰωθὸς καὶ ξενικὴν ποιεῖ τὴν λέξιν), ἀλλὰ
δεῖ στοχάζεσθαι τοῦ μετρίου, ἐπεὶ μεῖζον ποιεῖ κακὸν τοῦ  
εἰκῇ λέγειν· ἡ μὲν γὰρ οὐκ ἔχει τὸ εὖ, ἡ δὲ τὸ κακῶς.
διὸ τὰ Ἀλκιδάμαντος ψυχρὰ φαίνεται· οὐ γὰρ ὡς ἡδύσματι
χρῆται ἀλλ' ὡς ἐδέσματι τοῖς ἐπιθέτοις τοῖςοὕτω πυκνοῖς
καὶ μείζοσι καὶ ἐπιδήλοις, οἷον οὐχ ἱδρῶτα ἀλλὰ τὸν ὑγρὸν
57

ἱδρῶτα, καὶ οὐκ εἰς Ἴσθμια ἀλλ' εἰς τὴν τῶν Ἰσθμίων
πανήγυριν, καὶ οὐχὶ νόμους ἀλλὰ τοὺς τῶν πόλεων βασι-
λεῖς νόμους, καὶ οὐ δρόμῳ ἀλλὰ δρομαίᾳ τῇ τῆς ψυχῆς
ὁρμῇ, καὶ οὐχὶ μουσεῖον ἀλλὰ τὸ τῆς φύσεως παραλαβὼν

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae Book 70, Ch. 1, sec. 3, line 2

 Ἰστέον ὅτι τὰ περὶ τοῦ Ἀντωνίνου τοῦ Εὐσεβοῦς ἐν τοῖς ἀντιγράφοις


τοῦ Δίωνος οὐχ εὑρίσκεται, παθόντων τι ὡς εἰκὸς τῶν βιβλίων, ὥστε
ἀγνοεῖ-
σθαι τὴν κατ' αὐτὸν ἱστορίαν σχεδὸν σύμπασαν, πλὴν ὅτι τοῦ Λουκίου
Κο-
μόδου, ὃν ὁ Ἀδριανὸς ἐποιήσατο, πρὸ τοῦ Ἀδριανοῦ τελευτήσαντος
οὗτος παρ'
ἐκείνου καὶ ἐποιήθη καὶ αὐτοκράτωρ ἐγένετο (cf. 69, 20), καὶ ὅτι μὴ
βουλο-
μένης τῆς γερουσίας τὰς ἡρωικὰς τιμὰς δοῦναι τῷ Ἁδριανῷ τελευ-
τήσαντι διά τινας φόνους ἐπιφανῶν ἀνδρῶν, ὁ Ἀντωνῖνος ἄλλα
τε πολλὰ δακρύων καὶ ὀδυρόμενος αὐτοῖς διελέχθη, καὶ τέλος εἶπεν
“οὐδὲ ἐγὼ ἄρα ὑμῶν ἄρξω, εἴγε ἐκεῖνος καὶ κακὸς καὶ ἐχθρὸς ὑμῖν
καὶ πολέμιος ἐγένετο· πάντα γὰρ δῆλον ὅτι τὰ πραχθέντα ὑπ'
αὐτοῦ, ὧν ἓν καὶ ἡ ἐμὴ ποίησίς ἐστι, καταλύσετε”. ἀκούσασα δὲ
τοῦτο ἡ γερουσία καὶ αἰδεσθεῖσα τὸν ἄνδρα, τὸ δέ τι καὶ τοὺς
στρατιώτας φοβηθεῖσα, ἀπέδωκε τᾷ Ἁδριανῷ τὰς τιμάς.
 ταῦτα μόνα περὶ τοῦ Ἀντωνίνου ἐν τῷ Δίωνι σώζεται, καὶ ὅτι Αὔ-
γουστον αὐτὸν καὶ Εὐσεβῆ διὰ τοιαύτην αἰτίαν ἐπωνόμασεν ἡ βουλή,
ἐπειδὴ ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς αὐτοκρατορίας αὐτοῦ πολλῶν αἰτιαθέντων  
καί τινων καὶ ὀνομαστὶ ἐξαιτηθέντων ὅμως οὐδένα ἐκόλασεν, εἰπὼν
ὅτι “οὐ δεῖ με ἀπὸ τοιούτων ἔργων τῆς προστασίας ὑμῶν ἄρξα-
σθαι”. Xiph. 256, 6 – 28 R. St.
 ὅτι Φαρασμάνῃ τῷ Ἴβηρι ἐς τὴν Ῥώμην μετὰ τῆς γυναικὸς
ἐλθόντι τήν τε ἀρχὴν ἐπηύξησε καὶ θῦσαι ἐν τῷ Καπιτωλίῳ

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae (Xiphilini epitome) Dindorf-


Stephanus p. S256, line 21

 Ἰστέον ὅτι τὰ περὶ τοῦ Ἀντωνίνου τοῦ εὐσεβοῦς ἐν τοῖς ἀντι-


γράφοις τοῦ Δίωνος οὐχ εὑρίσκεται, παθόντων τι ὡς εἰκὸς τῶν βι-
βλίων, ὥστε ἀγνοεῖσθαι τὴν κατ' αὐτὸν ἱστορίαν σχεδὸν σύμπασαν,
πλὴν ὅτι τοῦ Λουκίου Κομόδου, ὃν ὁ Ἀδριανὸς ἐποιήσατο, πρὸ τοῦ
58

Ἀδριανοῦ τελευτήσαντος οὗτος παρ' ἐκείνου καὶ ἐποιήθη καὶ αὐτο-


κράτωρ ἐγένετο, καὶ ὅτι μὴ βουλομένης τῆς γερουσίας τὰς ἡρωικὰς
τιμὰς δοῦναι τῷ Ἀδριανῷ τελευτήσαντι διά τινας φόνους ἐπιφανῶν
ἀνδρῶν, ὁ Ἀντωνῖνος ἄλλα τε πολλὰ δακρύων καὶ ὀδυρόμενος αὐτοῖς
διελέχθη, καὶ τέλος εἶπεν “οὐδὲ ἐγὼ ἄρα ὑμῶν ἄρξω, εἴγε ἐκεῖνος καὶ
κακὸς καὶ ἐχθρὸς ὑμῖν καὶ πολέμιος ἐγένετο· πάντα γὰρ δῆλον ὅτι
τὰ πραχθέντα ὑπ' αὐτοῦ, ὧν ἓν καὶ ἡ ἐμὴ ποίησίς ἐστι, καταλύσετε.”
ἀκούσασα δὲ τοῦτο ἡ γερουσία καὶ αἰδεσθεῖσα τὸν ἄνδρα, τὸ δέ τι
καὶ τοὺς στρατιώτας φοβηθεῖσα, ἀπέδωκε τῷ Ἀδριανῷ τὰς τιμάς.
ταῦτα μόνα περὶ τοῦ Ἀντωνίνου ἐν τῷ Δίωνι σώζεται, καὶ ὅτι
Αὔγουστον αὐτὸν καὶ εὐσεβῆ διὰ τοιαύτην αἰτίαν ἐπωνόμασεν ἡ
βουλή, ἐπειδὴ ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς αὐτοκρατορίας αὐτοῦ πολλῶν αἰτια-
θέντων καί τινων καὶ ὀνομαστὶ ἐξαιτηθέντων ὅμως οὐδένα ἐκόλασεν,
εἰπὼν ὅτι “οὐ δεῖ με ἀπὸ τοιούτων ἔργων τῆς προστασίας ὑμῶν
ἄρξασθαι.” οὐ σώζεται δὲ οὐδὲ τοῦ μετὰ Ἀντωνῖνον ἄρξαντος Μάρ-
κου Βήρου τὰ πρῶτα τῶν ἱστορουμένων, ὅσα περὶ τὸν Λούκιον τὸν  
τοῦ Κομόδου υἱόν, ὃν ὁ Μάρκος γαμβρὸν ἐποιήσατο, ἔπραξεν οὗτος

Κλήμης Αλεξανδρινός. , Stromata Book 2, Ch. 18, sec. 80, subsec. 1,


line 2

γὰρ «τοὺς σοφοὺς καὶ φρονίμους φαύλους καλοῦσιν.» μακρὸν δ' ἂν


εἴη περὶ τῶν ἀρετῶν τούτων μαρτυρίας παρατίθεσθαι, ἁπάσης ταύτας
ἐξυμνούσης τῆς γραφῆς. ἐπεὶ δ' οὖν τὴν μὲν ἀνδρείαν ὁρίζονται
ἐπιστήμην δεινῶν καὶ οὐ δεινῶν καὶ τῶν μεταξύ, τὴν δὲ σωφροσύνην
ἕξιν ἐν αἱρέσει καὶ φυγῇ σῴζουσαν τὰ τῆς φρονήσεως κρίματα,
παράκειται [τε] τῇ μὲν ἀνδρείᾳ ἥ τε ὑπομονή, ἣν καρτερίαν καλοῦσιν,
ἐπιστήμην ἐμμενετέων καὶ οὐκ ἐμμενετέων, ἥ τε μεγαλοψυχία, ἐπι-
στήμη τῶν συμβαινόντων ὑπεραίρουσα, ἀλλὰ καὶ τῇ σωφροσύνῃ ἡ
εὐλάβεια, ἔκκλισις οὖσα σὺν λόγῳ.
 Φυλακὴ δὲ τῶν ἐντολῶν, τήρησις οὖσα αὐτῶν ἀβλαβής, περι-
ποίησίς ἐστιν ἀσφαλείας βίου. καὶ οὐκ ἔστιν ἄνευ ἀνδρείας καρτερι-
κὸν εἶναι οὐδὲ μὴν ἄνευ σωφροσύνης ἐγκρατῆ. ἀντακολουθοῦσι δὲ
ἀλλήλαις αἱ ἀρεταί, καὶ παρ' ᾧ αἱ τῶν ἀρετῶν ἀκολουθίαι, παρὰ  
τούτῳ καὶ ἡ σωτηρία, τήρησις οὖσα τοῦ εὖ ἔχοντος. εἰκότως ἔτι
περὶ τούτων διαλαβόντες τῶν ἀρετῶν περὶ πασῶν ἂν εἴημεν ἐσκεμ-
μένοι, ὅτι ὁ μίαν ἔχων ἀρετὴν γνωστικῶς πάσας ἔχει διὰ τὴν ἀντα-
κολουθίαν. αὐτίκα ἡ ἐγκράτεια διάθεσίς ἐστιν ἀνυπέρβατος τῶν
κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον φανέντων. ἐγκρατεύεται δὲ ὁ κατέχων τὰς
παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον ὁρμὰς ἢ ὁ κατέχων αὑτὸν ὥστε μὴ ὁρμᾶν
παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον. σωφροσύνη δὲ αὕτη οὐκ ἄνευ ἀνδρείας,
ἐπειδὴ ἐξ ἐντολῶν γίνεται ἑπομένη τῷ διατεταγμένῳ ** θεῷ φρόνησίς
59

AmmoniusGramm., De adfinium vocabulorum differentia (= Περὶ


ὁμοίων καὶ διαφόρων λέξεων) (fort. epitome operis sub aucto
Lexical entry 139, line 2

 ἑαυτὸν οὕτω παραδέδωκεν.’


 διπλοῦνκαὶ διπλάσιονδιαφέρει. διπλοῦν μὲν γάρ
ἐστι κατὰ μέγεθος, διπλάσιον δὲ κατὰ ἀριθμόν, ὡς τριπλά-
σιον καὶ τετραπλάσιον· οἷον ‘διπλάσια χρήματα ἔχει’. ἐπὶ δὲ
τῶν διπλουμένων τὸ διπλοῦν, ὥσπερ ἐπὶ τῶν πτυσσομένων
ἱματίων ‘διπλοῦν τὸ ἱμάτιον’, οὐκέτι ‘διπλάσιον’.
 διχότομοςκαὶ διχοτόμοςδιαφέρει. προπαροξυ-
τόνως μὲν γὰρ ὁ εἰς δύο διῃρημένος, παροξυτόνως δὲ ὁ εἰς δύο
διαιρῶν. καὶ ἔστι τὸ μὲν παθητικόν, τὸ δὲ ἐνεργητικόν.  
 διήγησιςκαὶ διήγημαδιαφέρει. διήγησις μὲν γάρ,
καὶ ποίησις, ἐστὶν ἡ ἐν μήκει τὸ τέλειον ἔχουσα· διήγημα δέ,
καὶ ποίημα, τὸ βραχύτερον.
 διδάξωκαὶ διδάξομαιδιαφέρει. ‘διδάξω’ μὲν γὰρ
δι' ἑαυτοῦ, ‘διδάξομαι’ δὲ δι' ἑτέρου· ὡς ‘οἰκοδομήσω’
μὲν δι' ἑαυτοῦ, οἰκοδομήσασθαι δὲ δι' ἑτέρου.
 διφθέρακαὶ μηλωτὴδιαφέρει. διφθέρα μὲν γὰρ
αἰγῶν, μηλωτὴ δὲ προβάτων.
 διορθοῦνκαὶ ἐπανορθοῦνδιαφέρει. διορθοῦν μὲν
γὰρ καὶ ἐπὶ δοράτων καὶ ἐπὶ ὀβελίσκων καὶ ἐπὶ λόγων, ἐπ-
ανορθοῦν δὲ ἐπὶ μόνων λόγων.

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis Vol. 5,2, p. 76, line 22

ὑπ' ἄλλου (τοῦ γὰρ κινητικοῦ) καί ἐστι μία· οὐ γὰρ ἄλλη μὲν ὑπὸ τοῦ
κινοῦντος γίνεται, ἄλλη δέ ἐστιν ἐν τῷ κινητῷ, ἀλλὰ ἡ ἐνέργεια τοῦ κινη-
τικοῦ αὐτή ἐστιν ἐν τῷ κινητῷ καὶ μία οὖσα ἅμα τε τὸ κινητικὸν κινοῦν
ποιεῖ καὶ τὸ κινητὸν κινούμενον. μία μὲν ἀμφοῖν ἡ ἐνέργεια τοῦ κινοῦν-
τος καὶ τοῦ κινουμένου, ὅταν τὸ μὲν κινῇ τὸ δὲ κινῆται, μία δὲ τῷ ὑπο-
κειμένῳ. τῷ γὰρ λόγῳ δύο καὶ τὸ τί ἦν εἶναι, ὥσπερ τὸ ἄναντες καὶ τὸ
κάταντες. ὡς γὰρ ἐπὶ τούτων τὸ μὲν αὐτὸ διάστημα, ἀλλ' ἔνθεν μὲν
ἀρχομένῳ ἄναντες, ἔνθεν δὲ κάταντες, καὶ διὰ τοῦτο τῷ λόγῳ δύο· οὕτως
καὶ ἐπὶ τῆς κινήσεως κατὰ μὲν τὸ ὑποκείμενόν ἐστι μία ἡ ἐνέργεια τοῦ
κινοῦντος καὶ τοῦ κινουμένου, ἀλλ' ἀπὸ μὲν τοῦ κινοῦντος ἀρχομένοις
ποίησίς ἐστιν, ἀπὸ δὲ τοῦ κινουμένου πάθησις· καὶ οὕτως ἂν εἶεν τῷ
λόγῳ
δύο, ἐπεὶ μὴ οὕτως τιθεμένοις ἔχει τινὰ λογικὴν ἀπορίαν. δεῖ μὲν γὰρ
60

εἶναι ἐνέργειαν τοῦ κινητικοῦ, δεῖ δὲ εἶναι καὶ τοῦ παθητικοῦ, ὧν τὸ μὲν
ποίησις τὸ δὲ πάθησίς ἐστιν. αὗται δὲ ὅτι διαφέρουσιν, δῆλον· καὶ γὰρ
τὰ ἔργα αὐτῶν καὶ τὰ ἀποτελέσματα διαφέρει· τῆς μὲν γὰρ ποίημα ἀπο-
τέλεσμα, τῆς δὲ πάθος. κείσθω τοίνυν ἑτέρας εἶναι τὰς ἐνεργείας. πῶς
δὴ καὶ ἐν τίνι ἔσονται, σκεψώμεθα. ἢ τοίνυν ἄμφω ἐν τῷ ποιοῦντι ἢ  
ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις
ἐν τῷ πάσχοντι· ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται, οἷον τὴν ποίησιν ἐν τῷ
πάσχοντι εἶναι, εἰ μή τις τὴν τοῦ πάσχοντος ἐνέργειαν ὁμωνύμως ποίησιν

ὀνομάζειν ἐθέλοι. ἔστω δὴ πρῶτον ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη.


Vol. 8, p. 315, line 16

τῶν συμμεμιγμένων προσάγειν τῷ λόγῳ τὴν ἔνστασιν. ἄλλοι δὲ ἀπὸ τοῦ


ὀρέγεσθαι καὶ ὁρμᾶν τὴν αὐτὴν ἀπορίαν προσάγουσιν, ὡς ἄρα ταῦτα ἐν
αὑτοῖς μὲν ἔχει τὴν αἰτίαν τῆς κινήσεως, οὐ πάντῃ δὲ καθαρεύει τῆς
παρ' ἄλλου καὶ ἔξωθεν προκαταρχούσης αἰτίας. ταύτην δὲ λύων τὴν
ἀπορίαν
ὁ Ἰάμβλιχός φησιν ὅτι “οὐκ ἔστιν ἁπλᾶ τὰ ὁρμῶντα καὶ ὀρεγόμενα·
σύνθετα δὲ ὄντα οὔτε τὴν αἰτίαν τοῦ ἐνεργεῖν καθ' ὅλα ἔχει οὐδὲ κυρίως
ἀφ' ἑαυτῶν, ἐκ μέρους δέ τινος τῶν ἐν αὑτοῖς καὶ δυνάμεως ὥρμηται εἰς
τὰς ποιήσεις. ὅθεν καὶ συνεργείας ἀπὸ τῶν ἔξωθεν δεῖται, ἢ προκαταρ-
χούσης ἢ συμβαλλομένης, κινήσεώς τε παθητικῆς μεταλαμβάνει, περὶ
ἄλλο
μὲν γενομένης (λέγω δὲ τὸ σύνθετον ζῷον), ἀπ' ἄλλου δὲ ἐνδιδομένης
(λέγω δὲ τῆς αἰτίας τῶν ἐνεργειῶν δυνάμεως). διὸ οὐδὲ ποίησίς ἐστιν
αὕτη καθαρὰ οὐδὲ πάθος μόνον, οὐδὲ ἀπὸ ταύτης ἐνίστασθαι δεῖ πρὸς
τὸν
ἀποδοθέντα λόγον περὶ τοῦ ποιεῖν τὸν λέγοντα τὴν αἰτίαν αὐτῷ παρεῖναι
τοῦ ἐνεργεῖν ἀφ' ἑαυτοῦ· μόνον δὲ δεῖ, φησὶν ὁ Ἰάμβλιχος, προστιθέναι
τὸ κυρίως καὶ πρώτως ἀφ' ἑαυτοῦ καὶ ἀφ' ὅλου ἑαυτοῦ τὴν αἰτίαν
παρεχό-
μενον καὶ μόνως ἐν ἑαυτῷ ταύτην ἔχον καὶ αὐτοτελῶς εἰς τὰ ὅλα αὐτὴν
προϊέμενον”. δῆλον δὲ ὅτι σαφέστερος μὲν ὁ λόγος οὕτως ἔσται διὰ τῆς
προσθήκης, καὶ Ἀρχύτας δὲ ἐν βραχεῖ λόγῳ πάντα ταῦτα ἐνεδείξατο·
τὸ γὰρ “ἐν ἑαυτῷ” ὡς ἐν ὅλῳ εἴληπται καὶ κυρίως καὶ πρώτως. πάλιν δὲ
τοῦ πάσχειν ἴδιόν φησι τὸ ἐν ἑτέρῳ τὴν αἰτίαν ἔχειν τῆς κινήσεως· ἢ γὰρ
ἀναίτιόν ἐστι τὸ πάθος, ὅπερ ἄτοπον, εἶναί τι τῶν γινομένων ὑπὸ
μηδεμιᾶς
61

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 9, p. 400, line 35

τὸ ὂν διαιρεῖ εἰς τὸ ἐντελεχείᾳ καὶ εἰς τὸ δυνάμει καὶ ἐντελεχείᾳ, ἀλλ' ὡς


ὁμώνυμον φωνήν, καὶ ὅτι ἄλλο μέν ἐστι τὸ δυνάμει, ἄλλο δὲ ἡ δύναμις.
καὶ τῷ μὲν δυνάμει ἀντίκειται τὸ ἐνεργείᾳ, τῇ δὲ δυνάμει ἡ ἐνέργεια. καὶ
δύναμις μέν ἐστι παρασκευὴ τελεία τῆς οὐσίας καὶ ἑτοιμότης ἀκώλυτος
πρὸς τὸ ἐνεργεῖν οἰστικὴ τῆς ἐνεργείας, τὸ δυνάμει δὲ ἐπιτηδειότης
ἀτελὴς
πρὸς ὃ λέγεται δυνάμει τὸ ἐνεργείᾳ παρ' ἄλλου δεχομένη καὶ οὐκ ἀφ'
ἑαυτῆς προβάλλουσα· τὸ δὲ ἐνεργείᾳ τοῦτό ἐστιν, ὃ ἐνεργεῖν ἤδη δύναται

κατ' ἐκεῖνο καθ' ὃ λέγεται. ἐνεργείᾳ γὰρ ἄνθρωπος ὁ ἤδη κατὰ τὸ ἀν-
θρώπινον εἶδος ἐνεργῶν. ἐνέργεια δέ ἐστιν ἡ τῇ δυνάμει ἀντικειμένη καὶ
ἡ ἀπὸ τῆς δυνάμεως προβαλλομένη ἐνεργὸς κίνησις· ἐνεργὸς δὲ καὶ ἡ ἐν
τῷ ἔργῳ· ἔργον δὲ ἥ τε ποίησίς ἐστι καὶ ἡ πρᾶξις. καὶ ἀπὸ μὲν τῆς
δυνάμεως τῆς ἔνδον μενούσης καὶ μὴ ἐκφανοῦς τὸ τοῦ δυνάμει ὄνομα
πα-
ρήχθη ἐν ἐπιτηδειότητι μόνῃ τῆς οὐσίας θεωρούμενον, αὐτῆς ὂν τῆς
οὐσίας
οἷον διάθεσις· ἀπὸ δὲ τῆς ἐνεργείας τὸ ἐνεργείᾳ κατὰ τῆς οὐσίας πάλιν  
ὡς ἐνεργοῦ θεωρουμένης. χρησιμεύει δὲ αὐτῷ, ὡς εἶπον, τὸ λῆμμα τοῦτο
τὸ διαιροῦν τὰ ὄντα εἴς τε τὰ ἐντελεχείᾳ καὶ εἰς τὰ δυνάμει καὶ ἐντελε-
χείᾳ πρὸς τὴν ἀπόδοσιν τοῦ τῆς κινήσεως ὁρισμοῦ, ὡς προϊόντες εἰσό-
μεθα.
      

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 10, p. 1337, line 33

ὧν ἐγὼ δημιουργὸς πατήρ τε ἔργων, ἄλυτα ἐμοῦ γε ἐθέλοντος. τὸ μὲν οὖν

δὴ δεθὲν πᾶν λυτόν, τό γε μὴν καλῶς ἁρμοσθὲν καὶ ἔχον εὖ λύειν ἐθέλειν

κακοῦ. δι' ἃ καὶ ἐπείπερ γεγένησθε, ἀθάνατοι μὲν οὐκ ἐστὲ τὸ πάμπαν,
οὔ τι μὲν δὴ λυθήσεσθέ γε οὐδὲ τεύξεσθε θανάτου μοίρας, τῆς ἐμῆς βου-
λήσεως μείζονος ἔτι δεσμοῦ καὶ κυριωτέρου λαχόντες ἐκείνων, οἷς ὅτε
ἐγί-
νεσθε ξυνεδεῖσθε.” λέγει δὲ ταῦτα, μᾶλλον δὲ πληροῖ δημιουργικῶν νοή-
σεων τὰς δυναμένας οὐσίας ἐν τῷ κόσμῳ νοεῖν τὴν ἐν τῷ πατρὶ τῶν
ὅλων προϋπάρχουσαν διακόσμησιν· αὗται δέ εἰσι προσεχῶς μὲν ἑνιαῖαι
καὶ νοεραί, ἤδη δὲ καὶ αἱ τούτων τῶν νόων ἐξηρτημέναι ψυχαὶ κατὰ τὴν
μίαν παντὸς τοῦ ἀσωμάτου συνάρτησιν καθ' ἕκαστον θεόν. πρὸς τούτους
62

οὖν λέγει “θεοὶ θεῶν”. καὶ ὁ μὲν λόγος ποίησίς ἐστι δημιουργική, θεοὺς
δὲ ποιεῖ θεῶν τοὺς ἀσωμάτους τῶν σωματικῶν, ὅτι προφανέστερον μὲν
θεοὶ καλοῦνται τὰ τῶν οὐρανίων θεῶν περιπολοῦντα ἀγάλματα διὰ τὴν
ὀξεῖαν κίνησιν θεοὶ κληθέντες. θεῶν δὲ τούτων θεοὶ οἱ τὰς ἀρχικὰς αὐ-  
τῶν αἰτίας ἀσωμάτως καὶ νοερῶς προβαλόμενοι. πᾶς γὰρ θεὸς ἀρχή
τινός ἐστι θεότητος· θεῶν δὲ τῶν αἰσθητῶν δημιουργὸς εἶναί φησι καὶ
πατὴρ τῶν ἐν αὐτοῖς ἔργων· δημιουργεῖται γὰρ καὶ δι' ἐργασίας ἀποτελεῖ-
ται τὸ σωματικὸν πᾶν. λέγει δὲ τὸ “δεθὲν πᾶν” τὸ σωματικὸν ὡς ὁρα-
τὸν καὶ ἁπτὸν ὑπάρχον καὶ διὰ τοῦτο ἐκ πυρὸς καὶ γῆς καὶ τῶν μεταξὺ
στοιχείων συγκείμενον καὶ δεδεμένον τῷ τῆς ἀναλογίας δεσμῷ· τοῦτον
γὰρ
αὐτὸς ἄριστον δεσμὸν εἶπεν τῆς τῶν σωμάτων συνθέσεως. λυτὸν δέ πως

Ιωάννης Φιλόπονος. De aeternitate mundi P. 62, line 5

 γʹ. ‘Τὸ ἐκ τοῦ πρότερον μὴ ποιεῖν’, φησίν, ‘εἰς τὸ


ποιεῖν μεταβαῖνον μεταβολὴν ἕξει καὶ κίνησιν’. ἐκεῖνο
πρῶτον ἐν τούτοις ἐπισημήνασθαι ἀναγκαῖον· παντὶ
δῆλον ὑπάρχει, ὡς ὅτι τὸ μὴ ποιοῦν πρότερον εἶτα
ποιοῦν ἐκ τοῦ δευτέρου δυνάμει τοῦ κατὰ τὴν ἕξιν,
ὅπερ καὶ πρῶτόν ἐστιν ἐνεργείᾳ, εἰς τὴν δευτέραν  
ἐνέργειαν πρόεισιν, οἷον ὁ οἰκοδόμος· εἰ γὰρ μὴ οἰ-
κοδομῶν πρότερον αὖθις οἰκοδομήσει, ἐκ τῆς τοῦ οἰ-
κοδομεῖν ἕξεως τὴν τῆς οἰκοδομίας ἐνέργειαν προχειρί-
ζεται· ἡ γὰρ ἐκ τῆς προτέρας δυνάμεως εἰς τὴν ἕξιν
μετάβασις οὐ ποίησίς ἐστιν, πῆσις δὲ μᾶλλον, καὶ τὸ
ἐκ τῆς προτέρας δυνάμεως εἰς τὴν ἕξιν μεταβάλλον
πάσχει μᾶλλον, οὐ ποιεῖ, οἷον τὸ παιδίον τὸ δυνάμει
γραμματικὸν ἐπειδὰν τὴν ἕξιν τῆς γραμματικῆς τέχνης
πορίζηται, πάσχει μᾶλλον ὑπὸ τοῦ διδασκάλου,
οὐκ αὐτὸ ποιεῖ εἰς ἕτερον· καὶ ἐπὶ πάντων ὁ αὐτὸς
λόγος. ὥστε, εἰ τὸ πρότερον μὲν μὴ ποιοῦν ὕστερον
δὲ ποιοῦν ἐκ τοῦ δευτέρου δυνάμει εἰς τὴν δευτέραν
ἐνέργειαν πρόεισιν, τὴν δὲ τοιαύτην ἐκ τῆς ἕξεως πρό-
οδον κίνησίν φησιν ὁ Πρόκλος, σαφῶς ἄρα τὴν ἐκ

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 1, p. 422, line 1

ὥσπερ εἴρηται, τῶν εἰωθότων ἐστίν· ὡς γὰρ ἐνδεὲς κάλ-


λουςἐν Συμποσίῳ[201 B] προσεῖπε τὸ μὴ πρώτως καλόν,
ἀλλὰ μετέχον κάλλους, οὕτω καὶ ἀτελὲς ζῷον ὃ μὴ πρώτως
63

ἐστὶ ζῷον μηδὲ ὅ ἐστι ζῷον, ἀλλὰ κατὰ μετουσίαν καὶ κατὰ
πρόοδον τὴν ἐκεῖθεν ὑποστὰν τοιοῦτον. εἰ τοίνυν πᾶν μὲν
τὸ μερικὸν ζῷον ἀτελές, τὸ δὲ παράδειγμα τοῦ κόσμου παν-
τελές ἐστιν, οὐκ ἂν εἴη τὸ παράδειγμα τοῦ κόσμου μερικὸν
ζῷον. πότερον γὰρ ὁ δημιουργὸς νοεῖ τὸ παντελὲς τοῦτο
ζῷον καὶ πρῶτον ἢ οὔ; τὸ μὲν δὴ μὴ νοεῖν ἀδύνατον, ἃ
καὶ τὴν ψυχὴν νοοῦσαν ὁρῶμεν· εἰ δὲ νοοίη, πᾶσα δὲ νόησις  
τοῦ δημιουργοῦ ποίησίς ἐστι, δεῖ καὶ ποιεῖν αὐτῷ τῷ νοεῖν.
τί οὖν ἐστι τοῦ παντὸς θειότερον; οὐ γὰρ δὴ τῶν χειρόνων
τι ποιήσει πρὸς τὸ κρεῖττον ὁρῶν. εἰκότως οὖν τοῦδε τοῦ
κόσμου τὴν παραδειγματικὴν ἐπιζητῶν ἀρχὴν εἰς τὸ παντελὲς
ζῷον ἀνέδραμεν. τί οὖν; φαίη τις ἄν· ἥλιος καὶ σελήνη
καὶ τῶν ἀστέρων ἕκαστον οὐχὶ καλόν; καὶ πῶς; τούτων γὰρ
ἕκαστον πρὸς μερικὸν ἀπείκασται ζῷον. ἦ καὶ τούτων ἕκα-
στον καλὸν μετὰ τοῦ ὅλου θεωρούμενον καὶ τῷ ὅλῳ συντε-
ταγμένον, ὥσπερ καὶ ὀφθαλμὸς καλὸς καὶ γένειον καλὸνμετὰ
τοῦ ὅλου προσώπου καὶ ἐν τῷ ὅλῳ ὄν, αὐτὸ δὲ καθ' ἑαυτὸ
τὸ προσῆκον αὐτῷ κάλλος οὐκ ἐπιδείκνυσιν· ἐν γὰρ τῷ μέρος

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα.


Vol. 2, p. 255, line 21

ροῦτο[35 C] καὶ ἐν τῷ συνεκεράσατο[35 A], δῆλον.


καὶ τὸ ἐπεφήμισεδὲ οἰκειότατα τοῖς προκειμένοις ἐπή-
νεγκεν· ἐπεὶ γὰρ κατὰ τὸ ἐπικρατοῦν τὰ ὀνόματα κεῖται
τοῖς κύκλοις, τὸ ἐπεφήμισεδηλοῖ τὸ μὴ ἀφ' ὅλης τῆς
ὑπάρξεως, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ ἐπικρατοῦντος αὐτοῖς θέσθαι τὴν
ἐπωνυμίαν. καὶ τὸ μετὰ τὴν ποίησιν καὶ τὰ ὀνόματα θέ-
σθαι δηλοῖ τὸ τὰ κυρίως ὀνόματα τῆς τῶν πραγμάτων στοχά-
ζεσθαι φύσεως· οὐ γὰρ τὸν μὴ ὄντα ταὐτοῦ κύκλον οὕτως
ἐπεφήμισεν ὁ δημιουργός, ἀλλὰ τὸν ὑπ' αὐτοῦ τοιοῦτον ὑπο-
στάντα. μᾶλλον δὲ ἥ τε ποίησις αὐτοῦ τὴν κυριωτάτην ἔχει
τοῦ ὀνόματος αἰτίαν καὶ ἡ τοῦ ὀνόματος θέσις ποίησίς ἐστιν,
εἴπερ καὶ ἡ νόησις ἐκεῖ οὐκ ἀποτέτμηται τῆς δημιουργίας,
ἀλλ' αὐτῷ τῷ νοεῖν οἱ θεοὶ ποιοῦσιν· οὕτω γὰρ καὶ αὐτῷ
τῷ ὀνοματίζειν ὑφιστᾶσι τὰ πράγματα. καὶ εἴ με δεῖ τοὐ-
μὸνεἰπεῖν, ἔξεστι διὰ τούτων συνορᾶν τὰ ἀπόρρητα τῆς
Πλάτωνος θεωρίας, ὅτι τὸν δημιουργὸν οὐ μόνον ὀνοματο-
θέτην παραδέδωκε πρῶτον, τιθέντα τὰ ὀνόματα ταῖς τῆς
ψυχῆς αὐτὸν δύο περιφοραῖς, ἀλλὰ καὶ πρὸ τούτων τὸν
οὐσιώδη χαρακτῆρα ταύτης ἐκφαίνοντα, τὰς δύο εὐθείας χω-
64

ρὶς καὶ τὸ ἐκ τούτων γεγονὸς χῖ καὶ τοὺς ἐκ τούτου δύο


κύκλους· ἃ δὴ καὶ ἡ θεουργίαμετ' αὐτὸν ἐξέφηνε διὰ

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα.


Vol. 3, p. 244, line 12

ἄρα πάντες ἢ πρὸς ψυχάς εἰσιν ἢ περὶ ψυχῶν· ὁ μὲν ἐν


Πολιτείᾳ[VIII 545D ss X 617 D] τῶν Μουσῶν καὶ ὁ τοῦ
προφήτου πρὸς ψυχάς, ὁ δὲ ἐν Συμποσίῳ[190 C] παρὰ
τῷ Ἀριστοφάνει καὶ ὁ ἐν Ἀτλαντικῷ[121 C] μελλήσας
ῥηθῆναι περὶ ψυχῶν, ὃ μὲν περὶ τῶν κατιέναι μελλουσῶν,
ὃ δὲ περὶ τῶν ἐν γενέσει στρεφομένων. καὶ εἴρηται τὸ αἴ-
τιον, ὡς ἄρα ψυχαῖς ἐστι μάλιστα προσήκων ὁ λόγος.
 Καὶ πάλιν ἐπὶ τὸν πρότερον κρατῆρα, ἐν ᾧ τὴν
τοῦ παντὸς ψυχὴν κεραννὺς ἔμισγε, τὰ τῶν πρό-
σθεν ὑπόλοιπα κατεχεῖτο μίσγων[41 D].
 Ὅτι μὲν οὖν ἡ δημιουργικὴ νόησις ποίησίς ἐστι καὶ ὅτι
ταῦτα οὐ διέστηκεν ἀπ' ἀλλήλων ἐν τοῖς θεοῖς, ἀλλὰ τὸ
αὐτὸ νοεῖν τε καὶ ποιεῖν ὑπάρχει παρ' ἐκείνοις, οὐδὲ δεῖ
κινήσεως ἄλλης πρὸς τὴν γέννησιν, ἀλλ' αὐτῷ τῷ εἶναι
πάντα ὑφιστᾶσιν, ἐδήλωσε καὶ διὰ τούτων ὁ λόγος· εἰπόντα
γὰρ τὸν δημιουργὸν εὐθὺς ἐπὶ τὸν κρατῆρα τρέπει καὶ
τὴν τάξιν τῶν γενῶν, καὶ οὐδὲν μεταξὺ τούτων, ἀλλὰ καὶ
τὸ χωρὶς παραδοῦναι τά τε ἔργα καὶ τοὺς λόγους παρὰ τὴν
ἡμετέραν ἀσθένειαν γέγονεν, οὐ δυναμένην ἐν ἑνὶ τήν τε
νόησιν ἰδεῖν τὴν ἐξῃρημένην τοῦ πατρὸς καὶ τὴν ποίησιν
τὴν ὑποστατικὴν τῶν μερικῶν ψυχῶν. ὅτι δὲ καὶ τὸ τῶν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 322, line 44

οὖν περιπέτειαν ὡς ἐν Ἰλιάδι τύπτων καὶ πείθων τοὺς μηδὲν αὐτῷ


προσήκοντας ἀπρακτεῖ νῦν εἰς τοὺς
ἰδίους. καὶ περιφρονεῖται ὡς μήτε λόγῳ δεινὸς εἶναι. ἔπεισε γὰρ ἂν, μήτε
τῇ δόξῃ μέγας, ἐδεδίεσαν γὰρ ἂν
αὐτὸν, μήτε χρηστὸς, ᾑροῦντο γὰρ ἂν τὰ αὐτοῦ. Ἰστέον δὲ ὅτι διερὸν
πόδα καὶ τὴν κώπην τινὲς ἐνόη-
σαν ὡς καὶ περὶ αὐτοῦ ἐῤῥέθη, ἕτεροι δὲ τὸν ὀξὺν καὶ ταχὺν, διὰ τὸ ὑγιὲς
ὃ ἐκ τοῦ ὑγροῦ δοκεῖ παρῆκται ὡς
καὶ ἀλλαχοῦ ἐδηλώθη, ἄλλοι δὲ τὸν ζῶντα, κατὰ τὸ, διερὸς βροτός. ὅπερ
ἐν τῇ ζῥαψῳδία προγέγραπται.
65

προσεκτέον δὲ καὶ Θεοκρίτῳ εἰπόντι γόνυ χλωρὸν, τὸ νεάζον καὶ


θαλερόν. ἵνα καὶ διερὸς ποὺς κατὰ
τοιοῦτόν τινα λέγοιτο νοῦν. (Vers. 47.) Τοῦ δὲ γεγώνευν ῥήματος
περισπωμένου φίλου ποιηταῖς τοιάδε
ἡ διάθεσις. γνώω. γνώσω. γέγνωκα. μέσος γέγνωα. καὶ καθ' ὑπέρθεσιν,
γέγωνα. ὅθεν κατὰ ἀναδρο-
μὴν τὴν εἰς ἐνεστῶτα συνήθη τοῖς παλαιοῖς, γεγωνέω γεγωνῶ. ἐξ οὗ τὸ
ἐγεγώνεον. (Vers. 48.) Γεί-
τονος δέ, φασιν, ἐν Ἰλιάδι μὲν οὐκ ἔστιν, ἐνταῦθα δὲ κεῖται. καὶ ἐν τῷ γἐν
τῷ, γείτονες ἠδὲ ἔται
Μενελάου. (Vers. 49.) Τὸ ἀφ' ἵππων μάρνασθαι καὶ ὅθι χρὴ πεζὸν ἐόντα,
παραποίησίς ἐστι παρα-
φραστικὴ τοῦ, ἱππόται καὶ πεζοί. Δῆλον δὲ ὡς ὁ ἀφ' ἵππων μαρνάμενος
ἱππιοχάρμης λέγεται, ὡς ἐφ'
ἵππων μαχόμενος, ἢ καὶ ὡς ἵπποις χαίρων. καὶ ὅτι τὸ, καὶ (Vers. 50.) ὅθι
χρὴ πεζὸν ἐόντα τινὰ  
δηλαδὴ, σχήματός ἐστιν ἐξαλλαγὴ περιφραστική. τὸ γὰρ κοινὸν οὕτως.
ἐπιστάμενοι ἀφ' ἵππων μάχεσθαι
καὶ πεζοί. (Vers. 52.) Ἠέριοι δὲ Ἰλιάδι καὶ τὸ νῦν μὲν, οἱ περὶ ὄρθρον. ἐν
δὲ ἐξ ἀέρος ἡ λέξις δηλοῖ.
ἔνθα Γέρανοι Πυγμαίοις ἐπιτίθεσθαι ἠέριαι λέγονται. (Vers. 54.) Τὸ δὲ
μάχοντο μάχην, ἄλλως τε
Ἀττικόν ἐστι, καὶ ἐτυμολογικῶς δὲ προάγεται. (Vers. 58.) Τὸ δὲ
μετενείσετο ἀντὶ τοῦ ἐπορεύθη, μετῆλθε,
διὰ διφθόγγου γράφουσιν οἱ παλαιοί. ὡς ἀπὸ τοῦ νέω νείω νείσω. ὥσπερ
κείω κείσω καὶ χείω χείσω τὸ
χωρῶ. ἐξ οὗ καὶ χειά. ὡς τὸ, οὐδὸς δ' ἀμφοτέρους ὅδε χείσεται ὅ ἐστι
χωρήσει. οἱ δὲ ὕστερον ἐν τῷ ι
γράφουσιν ὡς ἀπὸ τοῦ νῶ νίσσω μετὰ τῶν δύο σσ. ὡς γὰρ ἤθεον αὐτοὶ,
οὐχ' ἑπόμενοι τοῖς παλαιοῖς. Τὸ
δὲ μετενείσσετο βουλυτόνδε, οὐχ' ὡς ἐπὶ τόπου νοητέον τοῦ βουλυτοῦ,
ἀλλ' ὅτι μετεπορεύετο μετὰ τὴν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια.


Vol. 2, p. 211, line 30

Δῆλον δὲ ὅτι καὶ ὄνομα ἰχθύων ὕες, οἷον, ἐν δ' αἴνῳ καὶ τῷ πόντῳ, τὴν ὗν
ἀγόραζε, ἣν καλέουσί τινες
θνητῶν ψαμμίτην ὀρυκτήν. Ἔτι ἰστέον καὶ ὅτι σύαγρος οὐ παρὰ πᾶσιν ὁ
ἀπὸ συὸς ἀγρίου σύνθετος,
ἀλλὰ καὶ κύων ὁ σύας ἀγρεύων. Σοφοκλῆς σὺ δ', ὦ σύαγρε, Πηλιωτικὸν
βρέφος. παρὰ δὲ Ἡροδότῳ
66

ἔστι καὶ κύριον ὄνομα Σύαγρος. καὶ ὅτι σῦς ἀσχέδωρος εἰρῆσθαι δοκεῖ
οὐχ' ὁ ἁπλῶς, οἷον ὁ σίαλος
ἢ ἡ ἀγελαῖος, ἀλλ' ὁ μονιὸς, ἤδη δὲ καὶ ὁ χλούνης, ὁ καὶ χαλεπὸς καὶ
ἄλκιμος, ὃν δὴ χλούνην οἱ ἐκτο-
μίαν, φασὶ, λέγοντες τελείως ἀπήρτηνται τοῦ ὑποκειμένου, ἤγουν
αἰωροῦνται, ἠερέθονται, οὐδὲν ἔμ-
πεδον καὶ βέβαιον λέγουσιν, ἀλλὰ δηλαδὴ ἀνεμώλια λαλοῦσι καὶ οὐδέν
τι τοῦ ὑποκειμένου ἅπτονται.
Ὅρα δ' ἐν τούτοις καὶ τὸν μονιὸν σῦν, οὗ διενήνοχεν ὁ μονίας, καθὰ καὶ ὁ
μονώτης, λεγόμενα ἐπὶ
ἀνθρώπου ἐρημάζοντος. ἐπὶ τούτοις ἰστέον καὶ ὅτι, καθὰ καὶ ὗς
θαλάσσιος, οὕτω καὶ κάπρος, ὡς
δηλοῖ καὶ Ἀθήναιος ἐν τῷ, κάπρον ἂν ἐσίδῃς θαλάττιον, ὠνοῦ καὶ μὴ
καταλίπῃς κἂν ἰσόχρυσος ἔνι,
μή σοι νέμεσις καταπνεύσῃ δεινὴ ἀπ' ἀθανάτων· τὸ γάρ ἐστι νέκταρος
ἄνθος· ὃ παραποίησίς ἐστι τοῦ,
νέκταρος ἀποῤῥὼξ, ὡς καὶ προεγράφη. (Vers. 444.) Ἐν δὲ τῷ, κτύπος
ποδοῖϊν, ὅρα ὡς ἀπὸ μέρους
τοῦ κατ' ἄνδρας ἔφρασε τὸ ποδοῖϊν, οὐ προσλογισάμενος καὶ τοὺς
τετράποδας κύνας. (Vers. 446.) Τὸ
δὲ φρίσσειν ὅτι κυρίως τριχῶν δηλοῖ ὄρθωσιν, πολλαχοῦ δεδήλωται. διὸ
πάνυ κυριολεκτεῖται ἐνταῦθα
τὸ, φρίξας λοφιάν. Λοφιὰ δὲ ἐπὶ συὸς κυριολεκτεῖται, καθά περ ἡ χαίτη
ἐπὶ ἵππου καὶ λέοντος.
ἴσως δὲ ἡ λοφιὰ καὶ ἐπὶ τοιούτων λέγεται, ὡς δηλοῖ ὁ γράφων, ζῷα
λόφουρα τὰ, ὥς φασί τινες,
ἔχοντα λόφους καὶ οὐράς. πρὸς ὃ ἔστιν εἰπεῖν, ὡς διαφέρει λόφος καὶ
λοφιά. λέγεται δὲ λοφιὰ ὡς ἐν
τῷ λόφῳ οὖσα ἤγουν τῷ περὶ τὸν αὐχένα τόπῳ, περὶ οὗ εἰς τὸ
καταλοφάδια προγέγραπται. Τὸ δὲ,
πῦρ ὀφθαλμοῖσι δεδορκὼς, ἀντὶ τοῦ, ὡς πῦρ βλέπων. καὶ ἔστιν ὅμοιον
τῷ, ὄσσε δέ οἱ πυρὶ ἐΐκτην.
(Vers. 448.) Τὸ δὲ, πρώτιστος ἔσσυτο ἀνασχόμενος, τουτέστιν ἀνατείνας
δόρυ, πιθανὸν ποιεῖ καὶ
τὸν παρὰ Φαίαξι λόγον αὐτοῦ τὸ, πρῶτος ἂν ἄνδρα βάλοιμι, εἰ καὶ μάλα
πολλοὶ ἑταῖροι παρασταῖεν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια.


Vol. 2, p. 315, line 13

τῇ προβλῆτι ἀκτῇ, περὶ ἧς εἴρηται ἀλλαχοῦ. (Vers. 89.) Τὸ δὲ ζώνυνται


ὡς ἀπὸ μέρους τοῦ πλείονος
εἴληπται· ἡνιόχοι μὲν γὰρ καὶ τοξόται καὶ ἀκοντισταὶ καὶ δισκοβόλοι
67

ζώνυνται, δρομεῖς δὲ καὶ παλαισταὶ


γυμνοὶ ἀθλοῦσι. (Vers. 90.) Τὸ δὲ, ἐτεθήπεα ἤγουν ἐθαύμασα θυμῷ,
δηλοῖ μὲν τὸ κατὰ ψυχὴν
θάμβος, οὐ μὴν τὸ κατὰ λόγον προφορικόν. γράφεται δὲ καὶ ἐτεθήπεας ἐν
δευτέρῳ προσώπῳ, ὥς περ
καὶ ἀνωτέρω αὐτοῦ τὸ ἀντεβόλησας, ἵνα λέγῃ ὁ βασιλεὺς τῷ Ἀχιλλεῖ, ὅτι
πολλοῖς μὲν τάφοις περιέτυχες
καὶ ἀγῶσιν, ἰδὼν δ' ἂν ἐκεῖνα τὰ κατὰ σὲ μάλιστα ἐθαύμασας ἄν. ἔτι
γράφεται τὸ αὐτὸ καὶ ἐτεθήπεο
καὶ σημαίνει τὸ αὐτὸ ἤγουν τὸ ἐθαύμασας. καὶ ἔστιν ἡ τοιαύτη γραφὴ
Δωρικὴ Συρακουσία, ἔνθα
σύνηθες τὸν παρακείμενον μετάγειν εἰς ἐνεστῶτα· ἐκ τοῦ πέπληγα γοῦν
καὶ πέφυκα, πεπλήγω καὶ
πεφύκω φασὶν οἱ ἐκεῖ, ὥστε οὕτω καὶ ἐκ τοῦ τέθηπα τεθήπω γίνεται
Δωρικῶς, οὗ παθητικὸς ἐτεθη-
πόμην ἐτεθήπου καὶ Ἰωνικῇ διαλύσει ἐτεθήπεο. τὸ μέντοι ἐτεθήπεα καὶ
ἐτεθήπεας κοινοῦ ὑπερσυντε-
λίκου μεταποίησίς ἐστιν Ἰωνική· ὡς γὰρ τὸ ἐτετύφειν ἐτετύφεις,
ἐτετύφεα καὶ ἐτετύφεας οἱ Ἴωνες
λέγουσιν, οὕτω καὶ τὸ ἐτεθήπειν ἐτεθήπεις, ἐτεθήπεα ἐτεθήπεας. (Vers.
93.) Τὸ δὲ, ὣς σὺ μὲν οὐδὲ
θανὼν ὄνομα ὤλεσας καὶ ἑξῆς, φράσις ἐστὶν εὐκλείας τῆς μετὰ θάνατον.
(Vers. 102 – 119.) Ὅτι
παρεισοδιάζων εὐμεθόδως ὁ ποιητὴς τῇ ἐνταῦθα μικρᾷ δευτέρᾳ νεκυίᾳ
ἱστορίαν παλαιοτέραν τῶν Τρωϊ-
κῶν, πῶς δηλαδὴ Ὀδυσσεὺς εἰς Τροίαν ἔπλευσε, καὶ ἅμα καὶ μνήμην
ἐπιτηδείως καὶ ἀνακεφαλαίωσιν
τῶν κατὰ τοὺς μνηστῆρας ποιούμενος, ἤγουν ὧν ἐποίησαν καὶ ὧν
ἔπαθον, πλάττει ὡς Ἀμφιμέδων Ἰθα-
κήσιος μνηστὴρ ξένος ἦν Ἀγαμέμνονι, γνωρισθεὶς ὅτε εἰς Ἰθάκην
κατῆλθε καὶ ἐπεξενώθη τοῖς τοῦ
Ἀμφιμέδοντος ὀτρυνέων Ὀδυσῆα σὺν Μενελάῳ εἰς Ἴλιον ἕπεσθαι, ὅτε
φησὶ μηνὶ οὔλῳ τουτέστιν ὅλῳ
καὶ ἀκεραίῳ σπουδῇ παραπείσαντες Ὀδυσσέα, τουτέστι μόλις ὡς καὶ
ἀλλαχοῦ ἐδηλώθη. ὤκνει γὰρ τὸν
πόλεμον διὰ τὸ μέγεθός φασι τοῦ κινδύνου καὶ τὸ τῆς μάχης
δυσκατόρθωτον· καθὰ καὶ ὁ λαμπρὸς

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 172, line 18

μόνῳ τῷ σχήματι, τοῦ Μενελάου τὰς χεῖρας ἀνατείναντος καὶ τρό-


68

πον τινὰ μετασχηματιζομένου ὡς οὐδὲν εἰληφότος. «Καθ' ὑπόκρισιν»


οὖν, τουτέστι κατὰ μίμησιν τῶν προσώπων. «Κατὰ προσῳδίαν» δέ, του-
τέστι κατὰ τόνον· προσῳδία γάρ ἐστι σημεῖον λέξεων τοῖς φωνήεσιν
ἑπόμενον· κατὰ προσῳδίαν οὖν, τουτέστι κατὰ τὸν ὀρθὸν τόνον. «Κατὰ
διαστολὴν» δέ, τουτέστι κατὰ χωρισμὸν τῶν διανοιῶν· διαστολὴ γάρ ἐστι

σημεῖον λέξεων ὁμοῦ μὲν γεγραμμένων, μὴ ὁμοῦ δὲ νοουμένων· δια-


στολὴν δὲ ἐκάλεσε τὴν στιγμὴν ἐκ τοῦ διαστέλλειν λέξεις ἀπὸ λέξεων
καὶ σημαινόμενον ἀπὸ σημαινομένου.
Ἵνα τὴν μὲν τραγῳδίαν ἡρωϊκῶς ἀναγνῶμεν.] Τραγῳδία
ποίησίς ἐστιν. Εἴρηται δὲ τραγῳδία παρὰ τὸ τραχύς καὶ τὸ ᾠδή, ἐκ
μεταφορᾶς τῆς τῶν τράγων φωνῆς· ἐκεῖνοι γὰρ τραχεῖαν ᾠδὴν ᾄδουσιν·
ἢ τραγῳδία ἐστὶ ποίημα ἐπιτάφιον, ὅπερ οἱ τότε ποιοῦντες ἀντὶ μισθοῦ
τράγον ἐλάμβανον, καὶ ἐκαλεῖτο τραγῳδία. «Ἡρωϊκῶς», δέ, τουτέστιν
ἀξιοπίστως, μετὰ πολλῆς σεμνότητος καὶ ὄγκου· δεῖ γὰρ ἡμᾶς τραγικὰ
προφερομένους κατὰ πάντα τρόπον μιμεῖσθαι τοὺς ἥρωας, καὶ μεγέθει
σώματος καὶ λόγου ὑπερβολῇ.
Τὴν δὲ κωμῳδίαν βιωτικῶς.] Κωμῳδία ἐστὶν ἡ ἐν μέσῳ λαοῦ
κατηγορία ἤγουν δημοσίευσις· εἴρηται δὲ παρὰ τὸ κώμη καὶ τὸ ᾠδή,
ἔστι δὲ εἶδος ποιήματος ἐν κώμαις κατὰ τὸν βίον ᾀδόμενον. Διὰ τοῦτο
καὶ «βιωτικῶς» λέγεται, τουτέστιν ἱλαρῶς, ὡς ἂν εὔξαιτό τις βιῶναι,

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 173, line 28

Τὸ δὲ ἔπος εὐτόνως.] Ἔπος κυρίως ὁ ἔμμετρος λόγος λέγεται,


καταχρηστικῶς δὲ καὶ πᾶς λόγος· νῦν δὲ οὐπάντα λόγον λέγει· ἢ
ἔπος τὸ ἑξάμετρον· ἐκείνη δὲ ἡ ποίησις ἔπος λέγεται, ὅτε τὸ σωμά-
τιον ὅλον ἐκ τοῦ ἡρωϊκοῦ στίχου σύγκειται. Τὸ δὲ εἰπεῖν «εὐτόνως»
οὐ λέγει κατὰ τόνον, ἀλλ' εὐτόνως τουτέστι μετὰ δυνάμεως· τόνος γάρ
ἐστιν ἡ δύναμις· ἐπείπερ τινὲς ἀναγινώσκοντες μαλθακύνουσιν ἑαυτῶν
τὰς φωνάς, οὐ δεῖ δὲ μαλθακῇ τῇ φωνῇ ἡρώων πράξεις προάγεσθαι.
– Ἔπος δὲ παρὰ τὸ ἕπεσθαι τῷ μέτρῳ, ὅλου τοῦ σωματίου ἐξ ἡρωϊ-
κοῦ συγκειμένου.
Τὴν δὲΛυρικὴν ποίησιν ἐμμελῶς.] Ποίησίς ἐστι λυρική·
εἴρηται δὲ Λυρικὴ ἀπὸ τοῦ ἀξιοπίστου ὀργάνου· οὐ μόνον γὰρ πρὸς
λύραν ἐλέγετο, ἀλλὰ καὶ πρὸς αὐλὸν καὶ βάρβιτον. καὶ κιθάραν καὶ
ἁπλῶς εἰπεῖν πρὸς πᾶν ὄργανον μουσικόν· ἀλλ' ἐπειδὴ τῶν ἁπάντων
τὸ ἀξιοπιστότατον ὄργανον ἡ λύρα ἐστίν, ἀπὸ ταύτης ὠνόμασται. Εἴ-
ρηται δὲ λύρα, λύτρα τις οὖσα· φασὶ γὰρ ὅτι ποτὲ Ἑρμῆς ἐν Ἀρκαδίᾳ  
69

ἀναστρεφόμενος εὗρε χελώνην, καὶ διακόψας ἐποίησε κοιλίαν λύρας·


ἡνίκα δὲ τὰς τοῦ Ἡλίου βοῦς κλέψαι ἠβουλήθη, καὶ διὰ τὸ μαντικὸν τοῦ
θεοῦ οὐκ ἠδύνατο, συνελήφθη· εἰδὼς δὲ καὶ τοῦ θεοῦ τὸ μουσικόν, δέ-
δωκεν ὑπὲρ ἑαυτοῦ τὴν λύραν λύτρον, καὶ ἠλευθερώθη τοῦ ἐγκλήματος.
Τοὺς δὲ οἴκτους ὑφειμένως.] Εἶδος μὲν ποιήσεως ὁ οἶκτος

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 306, line 30

νομένους τὰ βιωτικὰ καὶ τὰ παρεισαγόμενα πρόσωπα. Δεῖ δὲ γινώ-


σκειν, ὅτι πολλὴ διαφορὰ τῆς τραγῳδίας καὶ τῆς κωμῳδίας, ὅτι ἡ μὲν
τραγῳδία περὶ ἡρωϊκῶν πραγμάτων καὶ προσώπων λέγει, ἡ δὲ κωμῳδία
ἀπήλλακται τούτων· καὶ ὅτι ἡ μὲν τραγῳδία τὰ τέλη περὶ σφαγῶν καὶ
φόνων ἔχει, ἡ δὲ κωμῳδία περὶ ἀναγνωρισμοῦ· καὶ ὅτι ἡ μὲν τραγῳδία
ἱστορίαν καὶ ἀπαγγελίαν ἔχει πράξεων γενομένων, ἡ δὲ κωμῳδία διά-
πλασμα βιωτικῶν πραγμάτων· καὶ ὅτι πάλιν ἡ μὲν τραγῳδία διαλύει
τὸν βίον, ἡ δὲ κωμῳδία συνίστησι. Καὶ εἴρηται μὲν τραγῳδία, ὅτι
περὶ τράγων ἠγωνίζοντο· ἢ καὶ τραγῳδία λέγεται ἀπὸ τοῦ τὰς ὄψεις
περιχρίειν τρυγίᾳ, τροπῇ τοῦ υεἰς α· κωμῳδία δέ, ὅτι ἐν κώμαις ᾔδετο.
Ἵνα τὴν μὲν τραγῳδίαν.] Τραγῳδία ποίησίς ἐστιν ἐπιτάφιος
τῶν τραγικῶν, [τοῦ τε Μενάνδρου,] τοῦ Σοφοκλέους, τοῦ Αἰσχύλου, τοῦ
Εὐριπίδου καὶ ἑτέρων τοιούτων. Γεγόνασι etc. = eadem fere quae Σd
17, 16 – 20, 12.
»Βιωτικός» οὖν ὁ μετὰ ἀστειότητος καὶ ἱλαρότητος καὶ ἡδονῆς καὶ
γέλωτος· ἢ «βιωτικός» ὁ κατὰ μίμησιν τοῦ βίου, τουτέστιν ὁ μιμούμενος
τὸ παρεισαγόμενον πρόσωπον καὶ τὴν ἐκείνου ἀποματτόμενος σχέσιν,
ἵνα ἂν μὲν ὑπόκειται γέρων, μιμησώμεθα τὴν φωνὴν τοῦ γέροντος, εἰ  
δὲ γυνή, τὴν γυναικός.  – Διαφέρει κωμῳδία τραγῳδίας, ὅτι ἡ μὲν
τραγῳδία ἱστορίαν καὶ ἀπαγγελίαν ἔχει πράξεων γεγονυιῶν, ἡ δὲ κω-
μῳδία διαπλάσματα ἔχει βιωτικῶν πραγμάτων· καὶ ὅτι ἡ μὲν τραγῳδία

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. (scholia vetera) Treatise Tett, Jebb


pagëline-Hypothesis-Epigram 165,4, line 13

Ὅμηρον δ' ἐπαινοῦσιν, ὡς αὐτὸν ἀρξάμενόν τε καὶ  


ἀπεργασάμενον ὡς κάλλιστα ποίησιν] ἀρχαιότατος δέ ἐστιν
ὁ Ὅμηρος, ὡς ἴσμεν. εἰ δέ τις εἴποι· καὶ μὴν πρὸ αὐτοῦ
γέγονεν Ὀρφεύς· λέγομεν ὅτι ὁ Ὀρφεὺς πρὸ αὐτοῦ γέ-
γονε, τὰ δὲ δόγματα Ὀρφέως Ὀνομάκριτος μετέβαλε δι'
ἐπῶν, χρόνῳ ὕστερον Ὁμήρου γενόμενος. καὶ Αἰσχίνης
δὲ ἐν τῷ κατὰ Τιμάρχου φησὶ “Λέξω περὶ Ὁμήρου, ὃν
70

ἐν τοῖς πρεσβυτάτοις καὶ σοφωτάτοις τῶν ποιητῶν εἶναι


τάττομεν.” τὸν Μιλτιάδην δὲ τῷ Ὁμήρῳ παραβάλλει, ἔν-
δοξον αὐτὸν ἀποδεικνὺς, καὶ ἔνδοξον παρατιθεὶς πρόσω-
πον, ἢ ὅτι κυρίως ποίησίς ἐστιν ἡ μετὰ μιμήσεώς τινος
καὶ οἰκονομίας καὶ διασκευῆς καὶ μύθων ἐν ἔπεσι τάξις,
ἅπερ ἐξαιρέτως Ὅμηρος ἐπετήδευσε, καὶ κατέδειξε πρῶτος.
ὅσοι δὲ πραγματείας ἑτέρας ἔγραψαν, ἐποποιοὶ καλοῦνται·
ἢ γὰρ περὶ ἀστρονομίας, ἢ φυσικάς τινας, ἢ ἱερὰς ἔγρα-
ψαν βίβλους. ὅτι δὲ καὶ ἀρχαιότερος μαρτυρεῖ καὶ Ἀν-
δροτίων καὶ Αἰσχίνης καὶ Ἡρόδοτος. BD.
οὔκουν ὅσους γε ἀπὸ τῶν ἄλλων πόλεων ἔχο-
μεν λέγειν] θαυμασίως προσέθηκεν ἀπὸ τῶν ἄλλων πό-
λεων, ἵνα μὴ δείξῃ αὐτὸν καὶ Θεμιστοκλέους. ἀλλὰ πά-
λιν εἰς Λακεδαίμονα αἰνίττεται, εἰπὼν ἀπὸ τῶν ἄλλων

TLG Texts doing_search π οιησις εστι tlg Go

UTF-8 search TLG Texts

Ποίησις Ποητική, χρονολογική ταξινόμηση αποσπασμάτων.

 1. ISOCRATES Orat. In sophistas (orat. 13) {0010.008} (5-4


B.C.) Sec. 12 line 2

 μένους τοὺς περὶ τὴν αὐτὴν διατριβὴν ὄντας.


(12)   Θαυμάζω δ’ ὅταν ἴδω τούτους μαθητῶν ἀξιουμέ-
νους, οἳ ποιητικοῦ πράγματος τεταγμένην τέχνην παρά-
δειγμα φέροντες λελήθασιν σφᾶς αὐτούς. Τίς γὰρ οὐκ
οἶδεν πλὴν τούτων ὅτι τὸ μὲν τῶν γραμμάτων ἀκινήτως
 

 2. ISOCRATES Orat. Antidosis (orat. 15) {0010.019} (5-4 B.C.)


Sec. 47 line 1

 ἅπαντες ἂν φήσειαν ὁμοιοτέρους εἶναι τοῖς μετὰ μουσικῆς


καὶ ῥυθμῶν πεποιημένοις ἢ τοῖς ἐν δικαστηρίῳ λεγομένοις.
(47) Καὶ γὰρ τῇ λέξει ποιητικωτέρᾳ καὶ ποικιλωτέρᾳ τὰς
πράξεις δηλοῦσιν, καὶ τοῖς ἐνθυμήμασιν ὀγκωδεστέροις καὶ
καινοτέροις χρῆσθαι ζητοῦσιν, ἔτι δὲ ταῖς ἄλλαις ἰδέαις
 
71

 3. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 219 sec.


b line 11

 τοῦτο τὴν αὑτῶν δύναμιν.


  ΘΕΑΙ. Εἶχε γὰρ οὖν.   (10)
  ΞΕ. Ποιητικὴν τοίνυν αὐτὰ συγκεφαλαιωσάμενοι προσ-
είπωμεν.
(c)   ΘΕΑΙ. Ἔστω.
 

 4. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 219 sec.


d line 1

 άπαντα τὰ μέρη τέχνη τις κτητικὴ λεχθεῖσα ἂν διαπρέψειεν.


  ΘΕΑΙ. Ναί· πρέποι γὰρ ἄν.
(d)   ΞΕ. Κτητικῆς δὴ καὶ ποιητικῆς συμπασῶν οὐσῶν τῶν
τεχνῶν ἐν ποτέρᾳ τὴν ἀσπαλιευτικήν, ὦ Θεαίτητε, τιθῶμεν;
  ΘΕΑΙ. Ἐν κτητικῇ που δῆλον.
 

 5. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 265 sec.


a line 4

 τοῖς ἐγγυτάτω γένει τῆς τοιαύτης μεθόδου πεφυκόσιν.


  ΘΕΑΙ. Ὀρθῶς.
  ΞΕ. Οὐκοῦν τότε μὲν ἠρχόμεθα ποιητικὴν καὶ κτητικὴν
τέχνην διαιρούμενοι;   (5)
  ΘΕΑΙ. Ναί.
 

 6. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 265 sec.


a line 11

   ΘΕΑΙ. Πάνυ μὲν οὖν.


  ΞΕ. Νῦν δέ γ’ ἐπειδὴ μιμητικὴ περιείληφεν αὐτὸν τέχνη,    (10)
δῆλον ὡς αὐτὴν τὴν ποιητικὴν δίχα διαιρετέον πρώτην.
(b) ἡ γάρ που μίμησις ποίησίς τίς ἐστιν, εἰδώλων μέντοι,
φαμέν, ἀλλ’ οὐκ αὐτῶν ἑκάστων· ἦ γάρ;
 

 7. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 265 sec.


b line 4
72

 φαμέν, ἀλλ’ οὐκ αὐτῶν ἑκάστων· ἦ γάρ;


  ΘΕΑΙ. Παντάπασι μὲν οὖν.
  ΞΕ. Ποιητικῆς δὴ πρῶτον δύ’ ἔστω μέρη.
  ΘΕΑΙ. Ποίω;   (5)
  ΞΕ. Τὸ μὲν θεῖον, τὸ δ’ ἀνθρώπινον.
 

 8. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 265 sec.


b line 8

   ΞΕ. Τὸ μὲν θεῖον, τὸ δ’ ἀνθρώπινον.


  ΘΕΑΙ. Οὔπω μεμάθηκα.
  ΞΕ. Ποιητικήν, εἴπερ μεμνήμεθα τὰ κατ’ ἀρχὰς λεχθέντα,
πᾶσαν ἔφαμεν εἶναι δύναμιν ἥτις ἂν αἰτία γίγνηται τοῖς μὴ
πρότερον οὖσιν ὕστερον γίγνεσθαι.    (10)
 

 9. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 265 sec.


e line 5

 ἀλλὰ θήσω τὰ μὲν φύσει λεγόμενα ποιεῖσθαι θείᾳ τέχνῃ,


τὰ δ’ ἐκ τούτων ὑπ’ ἀνθρώπων συνιστάμενα ἀνθρωπίνῃ,
καὶ κατὰ τοῦτον δὴ τὸν λόγον δύο ποιητικῆς γένη, τὸ μὲν   (5)
ἀνθρώπινον εἶναι, τὸ δὲ θεῖον.
  ΘΕΑΙ. Ὀρθῶς.
 

 10. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 266


sec. a line 1

   ΞΕ. Τέμνε δὴ δυοῖν οὔσαιν δίχα ἑκατέραν αὖθις.


  ΘΕΑΙ. Πῶς;

266.

(a)   ΞΕ. Οἷον τότε μὲν κατὰ πλάτος τέμνων τὴν ποιητικὴν


πᾶσαν, νῦν δὲ αὖ κατὰ μῆκος.
  ΘΕΑΙ. Τετμήσθω.
 

 11. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 266


sec. a line 11
73

 ἀφ’ ἑκατέρας τῆς μερίδος αὐτοποιητικόν, τὼ δ’ ὑπολοίπω


σχεδὸν μάλιστ’ ἂν λεγοίσθην εἰδωλοποιικώ· καὶ κατὰ ταῦτα   (10)
δὴ πάλιν ἡ ποιητικὴ διχῇ διαιρεῖται.
(b)   ΘΕΑΙ. Λέγε ὅπῃ ἑκατέρα αὖθις.
  ΞΕ. Ἡμεῖς μέν που καὶ τἆλλα ζῷα καὶ ἐξ ὧν τὰ
 

 12. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 266


sec. d line 3

 (d)   ΘΕΑΙ. Πάνυ μὲν οὖν.


  ΞΕ. Οὐκοῦν καὶ τἆλλα οὕτω κατὰ δύο διττὰ ἔργα
τῆς ἡμετέρας αὖ ποιητικῆς πράξεως, τὸ μὲν αὐτό, φαμέν,
[αὐτουργική], τὸ δὲ εἴδωλον [εἰδωλοποιική].
  ΘΕΑΙ. Νῦν μᾶλλον ἔμαθον, καὶ τίθημι δύο διχῇ ποιητικῆς   (5)
 

 13. Πλάτων. Sophista {0059.007} (5-4 B.C.) Stephanus p. 266


sec. d line 5

 τῆς ἡμετέρας αὖ ποιητικῆς πράξεως, τὸ μὲν αὐτό, φαμέν,


[αὐτουργική], τὸ δὲ εἴδωλον [εἰδωλοποιική].
  ΘΕΑΙ. Νῦν μᾶλλον ἔμαθον, καὶ τίθημι δύο διχῇ ποιητικῆς   (5)
εἴδει· θείαν μὲν καὶ ἀνθρωπίνην κατὰ θάτερον τμῆμα, κατὰ δὲ
θάτερον τὸ μὲν αὐτῶν ὄν, τὸ δὲ ὁμοιωμάτων τινῶν γέννημα.
 

 14. Πλάτων. Philebus {0059.010} (5-4 B.C.) Stephanus p. 62 sec.


d line 5

 πρώτας.
  ΣΩ. Μεθιῶ δὴ τὰς συμπάσας ῥεῖν εἰς τὴν τῆς Ὁμήρου
καὶ μάλα ποιητικῆς μισγαγκείας ὑποδοχήν;    (5)
  ΠΡΩ. Πάνυ μὲν οὖν.
  ΣΩ. Μεθεῖνται· καὶ πάλιν ἐπὶ τὴν τῶν ἡδονῶν πηγὴν
 

 15. Πλάτων. Phaedrus {0059.012} (5-4 B.C.) Stephanus p. 245


sec. a line 6

 ἄλλην ποίησιν, μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα τοὺς


ἐπιγιγνομένους παιδεύει· ὃς δ’ ἂν ἄνευ μανίας Μουσῶν ἐπὶ   (5)
ποιητικὰς θύρας ἀφίκηται, πεισθεὶς ὡς ἄρα ἐκ τέχνης ἱκανὸς
74

ποιητὴς ἐσόμενος, ἀτελὴς αὐτός τε καὶ ἡ ποίησις ὑπὸ τῆς


τῶν μαινομένων ἡ τοῦ σωφρονοῦντος ἠφανίσθη.
 

 16. Πλάτων. Phaedrus {0059.012} (5-4 B.C.) Stephanus p. 248


sec. e line 1

 χρηματιστικοῦ, τετάρτην εἰς φιλοπόνου ἢ γυμναστικοῦ ἢ


περὶ σώματος ἴασίν τινος ἐσομένου, πέμπτην μαντικὸν βίον
(e) ἤ τινα τελεστικὸν ἕξουσαν· ἕκτῃ ποιητικὸς ἢ τῶν περὶ
μίμησίν τις ἄλλος ἁρμόσει, ἑβδόμῃ δημιουργικὸς ἢ γεωργικός,
ὀγδόῃ σοφιστικὸς ἢ δημοκοπικός, ἐνάτῃ τυραννικός. ἐν δὴ
 

 17. Πλάτων. Phaedrus {0059.012} (5-4 B.C.) Stephanus p. 257


sec. a line 5

   Αὕτη σοι, ὦ φίλε Ἔρως, εἰς ἡμετέραν δύναμιν ὅτι καλ-


λίστη καὶ ἀρίστη δέδοταί τε καὶ ἐκτέτεισται παλινῳδία, τά
τε ἄλλα καὶ τοῖς ὀνόμασιν ἠναγκασμένη ποιητικοῖς τισιν διὰ   (5)
Φαῖδρον εἰρῆσθαι. ἀλλὰ τῶν προτέρων τε συγγνώμην καὶ
τῶνδε χάριν ἔχων, εὐμενὴς καὶ ἵλεως τὴν ἐρωτικήν μοι
 

 18. Πλάτων. Phaedrus {0059.012} (5-4 B.C.) Stephanus p. 265


sec. b line 4

   ΣΩ. Τῆς δὲ θείας τεττάρων θεῶν τέτταρα μέρη διελόμενοι,


μαντικὴν μὲν ἐπίπνοιαν Ἀπόλλωνος θέντες, Διονύσου δὲ
τελεστικήν, Μουσῶν δ’ αὖ ποιητικήν, τετάρτην δὲ Ἀφροδίτης
καὶ Ἔρωτος, ἐρωτικὴν μανίαν ἐφήσαμέν τε ἀρίστην εἶναι,   (5)
καὶ οὐκ οἶδ’ ὅπῃ τὸ ἐρωτικὸν πάθος ἀπεικάζοντες, ἴσως
 

 19. Πλάτων. Γοργίας. {0059.023} (5-4 B.C.) Stephanus p. 502


sec. c line 12

 οἱ λόγοι;    (10)
  ΚΑΛ. Φημί.
  ΣΩ. Δημηγορία ἄρα τίς ἐστιν ἡ ποιητική.
(d)   ΚΑΛ. Φαίνεται.
  ΣΩ. Οὐκοῦν ῥητορικὴ δημηγορία ἂν εἴη· ἢ οὐ ῥητορεύειν
 
75

 20. Πλάτων. Meno {0059.024} (5-4 B.C.) Stephanus p. 99 sec. d


line 1

   ΜΕΝ. Πάνυ γε.    (10)


  ΣΩ. Ὀρθῶς ἄρ’ ἂν καλοῖμεν θείους τε οὓς νυνδὴ ἐλέγομεν
(d) χρησμῳδοὺς καὶ μάντεις καὶ τοὺς ποιητικοὺς ἅπαντας· καὶ
τοὺς πολιτικοὺς οὐχ ἥκιστα τούτων φαῖμεν ἂν θείους τε εἶναι
καὶ ἐνθουσιάζειν, ἐπίπνους ὄντας καὶ κατεχομένους ἐκ τοῦ
 

 21. Πλάτων. Ion {0059.027} (5-4 B.C.) Stephanus p. 532 sec. c


line 8

 δῆλον ὅτι τέχνῃ καὶ ἐπιστήμῃ περὶ Ὁμήρου λέγειν ἀδύνατος


εἶ· εἰ γὰρ τέχνῃ οἷός τε ἦσθα, καὶ περὶ τῶν ἄλλων ποιητῶν
ἁπάντων λέγειν οἷός τ’ ἂν ἦσθα· ποιητικὴ γάρ πού ἐστιν
τὸ ὅλον. ἢ οὔ;
  ΙΩΝ. Ναί.    (10)
 

 22. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 332 sec. b line 9

 λεται δέ γε οἶμαι παρά γε τοῦ ἐχθροῦ τῷ ἐχθρῷ ὅπερ καὶ


προσήκει, κακόν τι.
  Ἠινίξατο ἄρα, ἦν δ’ ἐγώ, ὡς ἔοικεν, ὁ Σιμωνίδης ποιη-
(c) τικῶς τὸ δίκαιον ὃ εἴη. διενοεῖτο μὲν γάρ, ὡς φαίνεται,
ὅτι τοῦτ’ εἴη δίκαιον, τὸ προσῆκον ἑκάστῳ ἀποδιδόναι, τοῦτο
δὲ ὠνόμασεν ὀφειλόμενον.
 

 23. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 387 sec. b line 3

 (b) ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα παραιτησόμεθα Ὅμηρόν τε καὶ


τοὺς ἄλλους ποιητὰς μὴ χαλεπαίνειν ἂν διαγράφωμεν, οὐχ
ὡς οὐ ποιητικὰ καὶ ἡδέα τοῖς πολλοῖς ἀκούειν, ἀλλ’ ὅσῳ
ποιητικώτερα, τοσούτῳ ἧττον ἀκουστέον παισὶ καὶ ἀνδράσιν
οὓς δεῖ ἐλευθέρους εἶναι, δουλείαν θανάτου μᾶλλον πεφο-    (5)
 

 24. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 387 sec. b line 4

 τοὺς ἄλλους ποιητὰς μὴ χαλεπαίνειν ἂν διαγράφωμεν, οὐχ


ὡς οὐ ποιητικὰ καὶ ἡδέα τοῖς πολλοῖς ἀκούειν, ἀλλ’ ὅσῳ
76

ποιητικώτερα, τοσούτῳ ἧττον ἀκουστέον παισὶ καὶ ἀνδράσιν


οὓς δεῖ ἐλευθέρους εἶναι, δουλείαν θανάτου μᾶλλον πεφο-    (5)
βημένους.
 

 25. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 393 sec. d line 8

 Χρύσης γενόμενος ἔλεγεν ἀλλ’ ἔτι ὡς Ὅμηρος, οἶσθ’ ὅτι


οὐκ ἂν μίμησις ἦν ἀλλὰ ἁπλῆ διήγησις. εἶχε δ’ ἂν ὧδε
πως—φράσω δὲ ἄνευ μέτρου· οὐ γάρ εἰμι ποιητικός—Ἐλθὼν
(e) ὁ ἱερεὺς ηὔχετο ἐκείνοις μὲν τοὺς θεοὺς δοῦναι ἑλόντας τὴν
Τροίαν αὐτοὺς σωθῆναι, τὴν δὲ θυγατέρα οἱ λῦσαι δεξα-
 

 26. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 600 sec. e line 5

   Παντάπασιν, ἔφη, δοκεῖς μοι, ὦ Σώκρατες, ἀληθῆ λέγειν.


  Οὐκοῦν τιθῶμεν ἀπὸ Ὁμήρου ἀρξαμένους πάντας τοὺς
ποιητικοὺς μιμητὰς εἰδώλων ἀρετῆς εἶναι καὶ τῶν ἄλλων    (5)
περὶ ὧν ποιοῦσιν, τῆς δὲ ἀληθείας οὐχ ἅπτεσθαι, ἀλλ’ ὥσπερ
νυνδὴ ἐλέγομεν, ὁ ζωγράφος σκυτοτόμον ποιήσει δοκοῦντα
 

 27. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 601 sec. a line 4

 ἐπαΐουσιν, ἐκ τῶν χρωμάτων δὲ καὶ σχημάτων θεωροῦσιν;


  Πάνυ μὲν οὖν.
  Οὕτω δὴ οἶμαι καὶ τὸν ποιητικὸν φήσομεν χρώματα ἄττα
ἑκάστων τῶν τεχνῶν τοῖς ὀνόμασι καὶ ῥήμασιν ἐπιχρωματί-    (5)
ζειν αὐτὸν οὐκ ἐπαΐοντα ἀλλ’ ἢ μιμεῖσθαι, ὥστε ἑτέροις
 

 28. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 606 sec. d line 4

 ἐπιθυμητικῶν τε καὶ λυπηρῶν καὶ ἡδέων ἐν τῇ ψυχῇ, ἃ δή


φαμεν πάσῃ πράξει ἡμῖν ἕπεσθαι, ὅτι τοιαῦτα ἡμᾶς ἡ
ποιητικὴ μίμησις ἐργάζεται· τρέφει γὰρ ταῦτα ἄρδουσα, δέον
αὐχμεῖν, καὶ ἄρχοντα ἡμῖν καθίστησιν, δέον ἄρχεσθαι αὐτὰ    (5)
ἵνα βελτίους τε καὶ εὐδαιμονέστεροι ἀντὶ χειρόνων καὶ
 

 29. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 607 sec. a line 2

 τὸν ποιητὴν πάντα τὸν αὑτοῦ βίον κατασκευασάμενον ζῆν,    (5)


77

607.

(a) φιλεῖν μὲν χρὴ καὶ ἀσπάζεσθαι ὡς ὄντας βελτίστους εἰς


ὅσον δύνανται, καὶ συγχωρεῖν Ὅμηρον ποιητικώτατον εἶναι
καὶ πρῶτον τῶν τραγῳδοποιῶν, εἰδέναι δὲ ὅτι ὅσον μόνον
ὕμνους θεοῖς καὶ ἐγκώμια τοῖς ἀγαθοῖς ποιήσεως παραδεκτέον
 

 30. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 607 sec. b line 6

 πωμεν δὲ αὐτῇ, μὴ καί τινα σκληρότητα ἡμῶν καὶ ἀγροικίαν


καταγνῷ, ὅτι παλαιὰ μέν τις διαφορὰ φιλοσοφίᾳ τε καὶ   (5)
ποιητικῇ· καὶ γὰρ ἡ “λακέρυζα πρὸς δεσπόταν κύων”
ἐκείνη “κραυγάζουσα” καὶ “μέγας ἐν ἀφρόνων κενε-
(c) αγορίαισι” καὶ ὁ “τῶν διασόφων ὄχλος κρατῶν”
 

 31. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 607 sec. c line 5

 καὶ ἄλλα μυρία σημεῖα παλαιᾶς ἐναντιώσεως τούτων. ὅμως


δὲ εἰρήσθω ὅτι ἡμεῖς γε, εἴ τινα ἔχοι λόγον εἰπεῖν ἡ πρὸς
ἡδονὴν ποιητικὴ καὶ ἡ μίμησις, ὡς χρὴ αὐτὴν εἶναι ἐν πόλει   (5)
εὐνομουμένῃ, ἅσμενοι ἂν καταδεχοίμεθα, ὡς σύνισμέν γε ἡμῖν
αὐτοῖς κηλουμένοις ὑπ’ αὐτῆς· ἀλλὰ γὰρ τὸ δοκοῦν ἀληθὲς
 

 32. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 607 sec. d line 7

   Πάνυ μὲν οὖν.    (5)


  Δοῖμεν δέ γέ που ἂν καὶ τοῖς προστάταις αὐτῆς, ὅσοι μὴ
ποιητικοί, φιλοποιηταὶ δέ, ἄνευ μέτρου λόγον ὑπὲρ αὐτῆς
εἰπεῖν, ὡς οὐ μόνον ἡδεῖα ἀλλὰ καὶ ὠφελίμη πρὸς τὰς πολι-
τείας καὶ τὸν βίον τὸν ἀνθρώπινόν ἐστιν· καὶ εὐμενῶς ἀκου-
 

 33. Πλάτων. Πολιτεία. (5-4 B.C.) Stephanus p. 608 sec. b line 7

 οὐχ ὅσος δοκεῖ, τὸ χρηστὸν ἢ κακὸν γενέσθαι, ὥστε οὔτε   (5)


τιμῇ ἐπαρθέντα οὔτε χρήμασιν οὔτε ἀρχῇ οὐδεμιᾷ οὐδέ γε
ποιητικῇ ἄξιον ἀμελῆσαι δικαιοσύνης τε καὶ τῆς ἄλλης
ἀρετῆς.
  Σύμφημί σοι, ἔφη, ἐξ ὧν διεληλύθαμεν· οἶμαι δὲ καὶ
 
78

 34. Πλάτων. Timaeus {0059.031} (5-4 B.C.) Stephanus p. 19 sec.


d line 5

 τὸ μὲν ἐμὸν οὐδὲν θαυμαστόν· ἀλλὰ τὴν αὐτὴν δόξαν εἴληφα


καὶ περὶ τῶν πάλαι γεγονότων καὶ περὶ τῶν νῦν ὄντων
ποιητῶν, οὔτι τὸ ποιητικὸν ἀτιμάζων γένος, ἀλλὰ παντὶ   (5)
δῆλον ὡς τὸ μιμητικὸν ἔθνος, οἷς ἂν ἐντραφῇ, ταῦτα μιμή-
σεται ῥᾷστα καὶ ἄριστα, τὸ δ’ ἐκτὸς τῆς τροφῆς ἑκάστοις
 

 35. Πλάτων. Νόμοι. (5-4 B.C.) Stephanus p. 656 sec. c line 3

 (c)   ΑΘ. Ὅπου δὴ νόμοι καλῶς εἰσι κείμενοι ἢ καὶ εἰς τὸν


ἔπειτα χρόνον ἔσονται τὴν περὶ τὰς Μούσας παιδείαν τε
καὶ παιδιάν, οἰόμεθα ἐξέσεσθαι τοῖς ποιητικοῖς, ὅτιπερ ἂν
αὐτὸν τὸν ποιητὴν ἐν τῇ ποιήσει τέρπῃ ῥυθμοῦ ἢ μέλους
ἢ ῥήματος ἐχόμενον, τοῦτο διδάσκοντα καὶ τοὺς τῶν εὐνόμων
(5)
 

 36. Πλάτων. Νόμοι. (5-4 B.C.) Stephanus p. 660 sec. a line 4

 τούτων, τὴν δὲ τῶν πονηρῶν ἐν ἀηδέσιν, ἵνα τὴν μὲν ἀσπά-


ζωνται, τὴν δὲ μισεῖν ὀρθῶς ἐθίζωνται. ταὐτὸν δὴ καὶ τὸν
ποιητικὸν ὁ ὀρθὸς νομοθέτης ἐν τοῖς καλοῖς ῥήμασι καὶ
ἐπαινετοῖς πείσει τε, καὶ ἀναγκάσει μὴ πείθων, τὰ τῶν    (5)
σωφρόνων τε καὶ ἀνδρείων καὶ πάντως ἀγαθῶν ἀνδρῶν ἔν
 

 37. Πλάτων. Νόμοι. (5-4 B.C.) Stephanus p. 682 sec. a line 3

 (a) λέγει γὰρ δὴ ταῦτα τὰ ἔπη καὶ ἐκεῖνα, ἃ περὶ τῶν Κυκλώ-


πων εἴρηκεν, κατὰ θεόν πως εἰρημένα καὶ κατὰ φύσιν·
θεῖον γὰρ οὖν δὴ καὶ τὸ ποιητικὸν ἐνθεαστικὸν ὂν γένος
ὑμνῳδοῦν, πολλῶν τῶν κατ’ ἀλήθειαν γιγνομένων σύν τισιν
Χάρισιν καὶ Μούσαις ἐφάπτεται ἑκάστοτε.   (5)
 

 38. Πλάτων. Νόμοι. (5-4 B.C.) Stephanus p. 700 sec. d line 4

 πλῆθος, καὶ μὴ τολμᾶν κρίνειν διὰ θορύβου· μετὰ δὲ ταῦτα,


προϊόντος τοῦ χρόνου, ἄρχοντες μὲν τῆς ἀμούσου παρανομίας
ποιηταὶ ἐγίγνοντο φύσει μὲν ποιητικοί, ἀγνώμονες δὲ περὶ
79

τὸ δίκαιον τῆς Μούσης καὶ τὸ νόμιμον, βακχεύοντες καὶ    (5)


μᾶλλον τοῦ δέοντος κατεχόμενοι ὑφ’ ἡδονῆς, κεραννύντες δὲ
 

 39. Πλάτων. Νόμοι. (5-4 B.C.) Stephanus p. 778 sec. d line 6

 τειχῶν, ὦ Μέγιλλε, ἔγωγ’ ἂν τῇ Σπάρτῃ συμφεροίμην τὸ


καθεύδειν ἐᾶν ἐν τῇ γῇ κατακείμενα τὰ τείχη καὶ μὴ ἐπανι-    (5)
στάναι, τῶνδε εἵνεκα. καλῶς μὲν καὶ ὁ ποιητικὸς ὑπὲρ αὐτῶν
λόγος ὑμνεῖται, τὸ χαλκᾶ καὶ σιδηρᾶ δεῖν εἶναι τὰ τείχη
(e) μᾶλλον ἢ γήινα· τὸ δ’ ἡμέτερον ἔτι πρὸς τούτοις γέλωτ’ ἂν
 

 40. Πλάτων. Νόμοι. (5-4 B.C.) Stephanus p. 802 sec. b line 6

 μάτων, ἐγκρίνειν, ὅτι δ’ ἂν ἐνδεὲς ἢ τὸ παράπαν ἀνεπιτή-


δειον, τὸ μὲν ἀποβάλλεσθαι παντάπασιν, τὸ δ’ ἐπανερόμενον    (5)
ἐπιρρυθμίζειν, ποιητικοὺς ἅμα καὶ μουσικοὺς ἄνδρας παρα-
λαβόντας, χρωμένους αὐτῶν ταῖς δυνάμεσιν τῆς ποιήσεως,
(c) ταῖς δὲ ἡδοναῖς καὶ ἐπιθυμίαις μὴ ἐπιτρέποντας ἀλλ’ ἤ τισιν
 

 41. Αριστοτέλης. De anima {0086.002} (4 B.C.) Bekker p. 414a


line 11

 τε καὶ ὑγίεια μορφὴ καὶ εἶδός τι καὶ λόγος καὶ οἷον ἐνέρ-
γεια τοῦ δεκτικοῦ, ἡ μὲν τοῦ ἐπιστημονικοῦ, ἡ δὲ τοῦ ὑγιαστοῦ
(10)
(δοκεῖ γὰρ ἐν τῷ πάσχοντι καὶ διατιθεμένῳ ἡ τῶν ποιητι-
κῶν ὑπάρχειν ἐνέργεια), ἡ ψυχὴ δὲ τοῦτο ᾧ ζῶμεν καὶ
αἰσθανόμεθα καὶ διανοούμεθα πρώτως—ὥστε λόγος τις ἂν εἴη
καὶ εἶδος, ἀλλ’ οὐχ ὕλη καὶ τὸ ὑποκείμενον. τριχῶς γὰρ
 

 42. Αριστοτέλης. De anima {0086.002} (4 B.C.) Bekker p. 416b


line 15

 τὸ ἔμψυχον, αὐξητικόν, ᾗ δὲ τόδε τι καὶ οὐσία, τροφή


(σώζει γὰρ τὴν οὐσίαν, καὶ μέχρι τούτου ἔστιν ἕως ἂν
τρέφηται), καὶ γενέσεως ποιητικόν, οὐ τοῦ τρεφομένου, ἀλλ’
(15)
οἷον τὸ τρεφόμενον· ἤδη γὰρ ἔστιν αὐτοῦ ἡ οὐσία, γεννᾷ δ’
80

οὐθὲν αὐτὸ ἑαυτό, ἀλλὰ σώζει. ὥσθ’ ἡ μὲν τοιαύτη τῆς


 

 43. Αριστοτέλης. De anima {0086.002} (4 B.C.) Bekker p. 417a


line 18

 λέγωμεν· καὶ γὰρ ἔστιν ἡ κίνησις ἐνέργειά τις, ἀτελὴς μέν-


τοι, καθάπερ ἐν ἑτέροις εἴρηται. πάντα δὲ πάσχει καὶ κινεῖται
ὑπὸ τοῦ ποιητικοῦ καὶ ἐνεργείᾳ ὄντος. διὸ ἔστι μὲν ὡς ὑπὸ τοῦ
ὁμοίου πάσχει, ἔστι δὲ ὡς ὑπὸ τοῦ ἀνομοίου, καθάπερ εἴπο-
μεν· πάσχει μὲν γὰρ τὸ ἀνόμοιον, πεπονθὸς δ’ ὅμοιόν ἐστιν.    (20)
 

 44. Αριστοτέλης. De anima {0086.002} (4 B.C.) Bekker p. 417b


line 20

 νηθῇ, ἔχει ἤδη, ὥσπερ ἐπιστήμην, καὶ τὸ αἰσθάνεσθαι. τὸ


κατ’ ἐνέργειαν δὲ ὁμοίως λέγεται τῷ θεωρεῖν· διαφέρει δέ, ὅτι
τοῦ μὲν τὰ ποιητικὰ τῆς ἐνεργείας ἔξωθεν, τὸ ὁρατὸν καὶ τὸ   (20)
ἀκουστόν, ὁμοίως δὲ καὶ τὰ λοιπὰ τῶν αἰσθητῶν. αἴτιον δ’
ὅτι τῶν καθ’ ἕκαστον ἡ κατ’ ἐνέργειαν αἴσθησις, ἡ δ’ ἐπιστήμη
 

 45. Αριστοτέλης. De anima {0086.002} (4 B.C.) Bekker p. 422b


line 16

 καὶ ὀξύ· σχεδὸν γὰρ αὗται δοκοῦσιν εἶναι διαφοραὶ χυμῶν.


ὥστε τὸ γευστικόν ἐστι τὸ δυνάμει τοιοῦτον, γευστὸν δὲ τὸ   (15)
ποιητικὸν ἐντελεχείᾳ αὐτοῦ.
  Περὶ δὲ τοῦ ἁπτοῦ καὶ περὶ ἁφῆς ὁ αὐτὸς λόγος· εἰ γὰρ ἡ
ἁφὴ μὴ μία ἐστὶν αἴσθησις ἀλλὰ πλείους, ἀναγκαῖον καὶ τὰ
 

 46. Αριστοτέλης. De anima {0086.002} (4 B.C.) Bekker p. 426a


line 4

 εἰ δή ἐστιν ἡ κίνησις (καὶ ἡ ποίησις καὶ τὸ πάθος) ἐν τῷ κινου-


μένῳ, ἀνάγκη καὶ τὸν ψόφον καὶ τὴν ἀκοὴν τὴν κατ’ ἐνέργειαν
ἐν τῷ κατὰ δύναμιν εἶναι· ἡ γὰρ τοῦ ποιητικοῦ καὶ κινητι-
κοῦ ἐνέργεια ἐν τῷ πάσχοντι ἐγγίνεται· διὸ οὐκ ἀνάγκη τὸ   (5)
κινοῦν κινεῖσθαι. ἡ μὲν οὖν τοῦ ψοφητικοῦ ἐνέργειά ἐστι
 
81

 47. Αριστοτέλης. De anima {0086.002} (4 B.C.) Bekker p. 430a


line 12

   Ἐπεὶ δ’ [ὥσπερ] ἐν ἁπάσῃ τῇ φύσει ἐστὶ [τι] τὸ μὲν ὕλη    (10)


ἑκάστῳ γένει (τοῦτο δὲ ὃ πάντα δυνάμει ἐκεῖνα), ἕτερον δὲ
τὸ αἴτιον καὶ ποιητικόν, τῷ ποιεῖν πάντα, οἷον ἡ τέχνη
πρὸς τὴν ὕλην πέπονθεν, ἀνάγκη καὶ ἐν τῇ ψυχῇ ὑπάρχειν
ταύτας τὰς διαφοράς· καὶ ἔστιν ὁ μὲν τοιοῦτος νοῦς τῷ πάντα
 

 48. Αριστοτέλης. De caelo {0086.005} (4 B.C.) Bekker p. 275b


line 5

 ρασμένῳ ἄπειρον ὑπ’ ἀπείρου κινηθῆναι· ἐν ἀπείρῳ ἄρα. Ἀλλ’


ὁ μὲν ἄπειρος χρόνος οὐκ ἔχει τέλος, τὸ δὲ κεκινημένον ἔχει.
  Εἰ τοίνυν πᾶν σῶμα αἰσθητὸν ἔχει δύναμιν ποιητικὴν ἢ πα-   (5)
θητικὴν ἢ ἄμφω, ἀδύνατον σῶμα ἄπειρον αἰσθητὸν εἶναι. Ἀλ-
λὰ μὴν καὶ ὅσα γε σώματα ἐν τόπῳ, πάντα αἰσθητά. Οὐκ ἔσ-
 

 49. Αριστοτέλης. De caelo {0086.005} (4 B.C.) Bekker p. 306a


line 16

 βαῖνον ὡς ἀληθεῖς ἔχοντες ἀρχάς, ὥσπερ οὐκ ἐνίας δέον


κρίνειν ἐκ τῶν ἀποβαινόντων, καὶ μάλιστα ἐκ τοῦ τέλους.    (15)
Τέλος δὲ τῆς μὲν ποιητικῆς ἐπιστήμης τὸ ἔργον, τῆς δὲ φυ-
σικῆς τὸ φαινόμενον ἀεὶ κυρίως κατὰ τὴν αἴσθησιν. Συμ-
βαίνει δ’ αὐτοῖς μάλιστα τὴν γῆν εἶναι στοιχεῖον, καὶ μόνην
 

 50. Αριστοτέλης. Categoriae {0086.006} (4 B.C.) Bekker p. 9b


line 6

 ποιότητες λέγονται οὐ τῷ αὐτὰ τὰ δεδεγμένα πεπον-


θέναι τι, τῷ δὲ κατὰ τὰς αἰσθήσεις ἑκάστην τῶν εἰρη-   (5)
μένων ποιοτήτων πάθους εἶναι ποιητικὴν παθητικαὶ ποιότη-
τες λέγονται· ἥ τε γὰρ γλυκύτης πάθος τι κατὰ τὴν γεῦσιν
ἐμποιεῖ καὶ ἡ θερμότης κατὰ τὴν ἁφήν, ὁμοίως δὲ καὶ
 

 51. Αριστοτέλης. Ηθικά Ευδήμια (4 B.C.) Bekker p. 1216b line 17


82

 μαις· οὐ μὴν ἀλλὰ κατὰ συμβεβηκὸς οὐθὲν κωλύει πρὸς    (15)


πολλὰ τῶν ἀναγκαίων εἶναι χρησίμους αὐτὰς ἡμῖν)· τῶν
δὲ ποιητικῶν ἐπιστημῶν ἕτερον τὸ τέλος τῆς ἐπιστήμης καὶ
γνώσεως, οἷον ὑγίεια μὲν ἰατρικῆς, εὐνομία δὲ ἤ τι τοιοῦθ’
ἕτερον τῆς πολιτικῆς. καλὸν μὲν οὖν καὶ τὸ γνωρίζειν ἕκα-
 

 52. Αριστοτέλης. Ηθικά Ευδήμια (4 B.C.) Bekker p. 1221b line 5

 γοι πρὸς τροφήν, ὃ δὲ δυσχερὴς κατὰ τὸν φθόνον ἐστίν. —


τὸ δὲ πρὸς ἕκαστον μὴ κατὰ συμβεβηκὸς οὕτως ἔχειν περίερ-
γον διορίζειν· οὐδεμία γὰρ ἐπιστήμη, οὔτε θεωρητικὴ οὔτε ποιη-
(5)
τική, οὔτε λέγει οὔτε πράττει τοῦτο προσδιορίζουσα, ἀλλὰ τοῦτ’
ἐστι πρὸς τὰς συκοφαντίας τῶν τεχνῶν τὰς λογικάς. ἁπλῶς
μὲν οὖν διωρίσθω τὸν τρόπον τοῦτον, ἀκριβέστερον δ’, ὅταν
 

 53. Αριστοτέλης. Ηθικά Ευδήμια (4 B.C.) Bekker p. 1227b line 29

 ὁ γυμναστικὸς εἰ δεῖ εὖ ἔχειν ἢ μή, ἀλλ’ εἰ παλαῖσαι ἢ


μή. ὁμοίως δ’ οὐδ’ ἄλλη οὐδεμία περὶ τοῦ τέλους· ὥσπερ γὰρ
ταῖς θεωρητικαῖς αἱ ὑποθέσεις ἀρχαί, οὕτω καὶ ταῖς ποιητι-
καῖς τὸ τέλος ἀρχὴ καὶ ὑπόθεσις. ἐπειδὴ δεῖ τόδε ὑγιαίνειν,    (30)
ἀνάγκη τοδὶ ὑπάρξαι, εἰ ἔσται ἐκεῖνο, ὥσπερ ἐκεῖ, εἰ ἔστι
τὸ τρίγωνον δύο ὀρθαί, ἀνάγκη τοδὶ εἶναι. τῆς μὲν οὖν νοή-
 

 54. Αριστοτέλης. Ηθικά Ευδήμια (4 B.C.) Bekker p. 1228b line 12

 πρῶτον πότερον τὰ ἑαυτῷ φοβερὰ ἢ τὰ ἑτέρῳ; εἰ μὲν δὴ    (10)


τὰ ἑτέρῳ φοβερά, οὐθὲν σεμνὸν φαίη ἄν τις εἶναι· εἰ δὲ τὰ
αὑτῷ, εἴη ἂν αὐτῷ μεγάλα καὶ πολλὰ φοβερά. ** φόβου ποιητικὰ
ἑκάστῳ ᾧ φοβερά, οἷον εἰ μὲν σφόδρα φοβερά, εἴη ἂν ἰσχυ-
ρὸς ὁ φόβος, εἰ δ’ ἠρέμα, ἀσθενής. ὥστε συμβαίνει τὸν ἀν-
 

 55. Αριστοτέλης. Ηθικά Ευδήμια (4 B.C.) Bekker p. 1229a line 33

 παρακελεύσεις τὰς ἐν τοῖς κινδύνοις χρήσιμα ταῦτα πάντα.


  περὶ δὲ τῶν φοβερῶν νῦν μὲν ἁπλῶς εἰρήκαμεν, βέλτιον
δὲ διορίσασθαι μᾶλλον. ὅλως μὲν οὖν φοβερὰ λέγεται τὰ ποιη-
τικὰ φόβου. τοιαῦτα δ’ ἐστὶν ὅσα φαίνεται ποιητικὰ λύπης
83

φθαρτικῆς· τοῖς γὰρ ἄλλην τινὰ προσδεχομένοις λύπην    (35)


ἑτέρα μὲν ἄν τις ἴσως λύπη γένοιτο καὶ πάθος ἕτερον, φό-
 

 56. Αριστοτέλης. Ηθικά Ευδήμια (4 B.C.) Bekker p. 1229a line 34

   περὶ δὲ τῶν φοβερῶν νῦν μὲν ἁπλῶς εἰρήκαμεν, βέλτιον


δὲ διορίσασθαι μᾶλλον. ὅλως μὲν οὖν φοβερὰ λέγεται τὰ ποιη-
τικὰ φόβου. τοιαῦτα δ’ ἐστὶν ὅσα φαίνεται ποιητικὰ λύπης
φθαρτικῆς· τοῖς γὰρ ἄλλην τινὰ προσδεχομένοις λύπην    (35)
ἑτέρα μὲν ἄν τις ἴσως λύπη γένοιτο καὶ πάθος ἕτερον, φό-
 

 57. Αριστοτέλης. Ηθικά Ευδήμια (4 B.C.) Bekker p. 1229b line 12

 λός, οὗτος δ’ ἀνδρεῖος. καὶ γὰρ κίνδυνος ἐπὶ τοῖς τοιούτοις


λέγε-   (10)
ται μόνοις τῶν φοβερῶν, ὅταν πλησίον ᾖ τὸ τῆς τοιαύτης φθο-
ρᾶς ποιητικόν. φαίνεται δὲ κίνδυνος, ὅταν πλησίον φαίνηται.
  τὰ μὲν οὖν φοβερά, περὶ ὅσα φαμὲν εἶναι τὸν ἀνδρεῖον,
εἴρηται δὴ ὅτι τὰ φαινόμενα ποιητικὰ λύπης τῆς φθαρ-
 

 58. Αριστοτέλης. Ηθικά Ευδήμια (4 B.C.) Bekker p. 1229b line 14

 ρᾶς ποιητικόν. φαίνεται δὲ κίνδυνος, ὅταν πλησίον φαίνηται.


  τὰ μὲν οὖν φοβερά, περὶ ὅσα φαμὲν εἶναι τὸν ἀνδρεῖον,
εἴρηται δὴ ὅτι τὰ φαινόμενα ποιητικὰ λύπης τῆς φθαρ-
τικῆς· ταῦτα μέντοι πλησίον τε φαινόμενα καὶ μὴ πόρ-   (15)
ρω, καὶ τοσαῦτα τῷ μεγέθει ὄντα ἢ φαινόμενα ὥστ’
 

 59. Αριστοτέλης. Ηθικά Ευδήμια (4 B.C.) Bekker p. 1229b line 37

 ἦν ἡδὺ τὸ ἀποθνήσκειν, πολλάκις ἂν δι’ ἀκρασίαν


ἀπέθνησκον   (35)
οἱ ἀκόλαστοι, ὥσπερ καὶ νῦν αὐτοῦ μὲν τοῦ ἀποθνήσκειν οὐκ
ὄντος
ἡδέος, τῶν ποιητικῶν δ’ αὐτοῦ, πολλοὶ δι’ ἀκρασίαν
περιπίπτουσιν
εἰδότες, ὧν οὐθεὶς ἂν ἀνδρεῖος εἶναι δόξειεν, εἰ καὶ πάνυ ἑτοίμως
ἀποθνήσκειν. οὔτ’ εἰ φεύγοντες τὸ πονεῖν, ὅπερ πολλοὶ ποιοῦσιν,
 
84

 60. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1096b


line 11

 τις ὑποφαίνεται διὰ τὸ μὴ περὶ παντὸς ἀγαθοῦ τοὺς λόγους


εἰρῆσθαι, λέγεσθαι δὲ καθ’ ἓν εἶδος τὰ καθ’ αὑτὰ διωκό-    (10)
μενα καὶ ἀγαπώμενα, τὰ δὲ ποιητικὰ τούτων ἢ φυλακτικά
πως ἢ τῶν ἐναντίων κωλυτικὰ διὰ ταῦτα λέγεσθαι καὶ
τρόπον ἄλλον. δῆλον οὖν ὅτι διττῶς λέγοιτ’ ἂν τἀγαθά,
 

 61. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1129a line


23

 καὶ ἐκ ταύτης τὰ εὐεκτικά. εἰ γάρ ἐστιν ἡ εὐεξία πυκνότης


σαρκός, ἀνάγκη καὶ τὴν καχεξίαν εἶναι μανότητα σαρκὸς
καὶ τὸ εὐεκτικὸν τὸ ποιητικὸν πυκνότητος ἐν σαρκί. ἀκολου-
θεῖ δ’ ὡς ἐπὶ τὸ πολύ, ἐὰν θάτερον πλεοναχῶς λέγηται,
καὶ θάτερον πλεοναχῶς λέγεσθαι, οἷον εἰ τὸ δίκαιον, καὶ τὸ    (25)
 

 62. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1129b


line 17

 των, στοχαζόμενοι ἢ τοῦ κοινῇ συμφέροντος πᾶσιν ἢ τοῖς    (15)


ἀρίστοις ἢ τοῖς κυρίοις [κατ’ ἀρετὴν] ἢ κατ’ ἄλλον τινὰ τρό-
πον τοιοῦτον· ὥστε ἕνα μὲν τρόπον δίκαια λέγομεν τὰ ποιη-
τικὰ καὶ φυλακτικὰ εὐδαιμονίας καὶ τῶν μορίων αὐτῆς τῇ
πολιτικῇ κοινωνίᾳ. προστάττει δ’ ὁ νόμος καὶ τὰ τοῦ ἀν-
δρείου ἔργα ποιεῖν, οἷον μὴ λείπειν τὴν τάξιν μηδὲ φεύγειν   (20)
 

 63. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1130b


line 25

 ὅλης ἀρετῆς προσταττόμενά ἐστιν· καθ’ ἑκάστην γὰρ ἀρετὴν


προστάττει ζῆν καὶ καθ’ ἑκάστην μοχθηρίαν κωλύει ὁ νόμος.
τὰ δὲ ποιητικὰ τῆς ὅλης ἀρετῆς ἐστὶ τῶν νομίμων ὅσα νενο-    (25)
μοθέτηται περὶ παιδείαν τὴν πρὸς τὸ κοινόν. περὶ δὲ τῆς
καθ’ ἕκαστον παιδείας, καθ’ ἣν ἁπλῶς ἀνὴρ ἀγαθός ἐστι,
 

 64. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1139a line


28
85

 τὴν δὲ διώκειν. αὕτη μὲν οὖν ἡ διάνοια καὶ ἡ ἀλήθεια


πρακτική· τῆς δὲ θεωρητικῆς διανοίας καὶ μὴ πρακτικῆς
μηδὲ ποιητικῆς τὸ εὖ καὶ κακῶς τἀληθές ἐστι καὶ ψεῦδος
(τοῦτο γάρ ἐστι παντὸς διανοητικοῦ ἔργον)· τοῦ δὲ πρακτικοῦ
καὶ διανοητικοῦ ἀλήθεια ὁμολόγως ἔχουσα τῇ ὀρέξει τῇ   (30)
 

 65. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1139b


line 1

 ἐναντίον ἐν πράξει ἄνευ διανοίας καὶ ἤθους οὐκ ἔστιν. διά-   (35)


νοια δ’ αὐτὴ οὐθὲν κινεῖ, ἀλλ’ ἡ ἕνεκά του καὶ πρακτική·
(1139b) αὕτη γὰρ καὶ τῆς ποιητικῆς ἄρχει· ἕνεκα γάρ του ποιεῖ
πᾶς ὁ ποιῶν, καὶ οὐ τέλος ἁπλῶς (ἀλλὰ πρός τι καὶ
τινός) τὸ ποιητόν, ἀλλὰ τὸ πρακτόν· ἡ γὰρ εὐπραξία τέ-
 

 66. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line


4

 καὶ πρακτόν· ἕτερον δ’ ἐστὶ ποίησις καὶ πρᾶξις (πιστεύομεν


δὲ περὶ αὐτῶν καὶ τοῖς ἐξωτερικοῖς λόγοις)· ὥστε καὶ ἡ
μετὰ λόγου ἕξις πρακτικὴ ἕτερόν ἐστι τῆς μετὰ λόγου ποιη-
τικῆς ἕξεως. διὸ οὐδὲ περιέχεται ὑπ’ ἀλλήλων· οὔτε γὰρ    (5)
ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν. ἐπεὶ δ’ ἡ
οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις τις μετὰ λόγου
 

 67. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line


8

 ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν. ἐπεὶ δ’ ἡ


οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις τις μετὰ λόγου
ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἥτις οὐ μετὰ λό-
γου ποιητικὴ ἕξις ἐστίν, οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐτὸν
ἂν εἴη τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική. ἔστι   (10)
 

 68. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line


9

 οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις τις μετὰ λόγου
ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἥτις οὐ μετὰ λό-
86

γου ποιητικὴ ἕξις ἐστίν, οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐτὸν


ἂν εἴη τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική. ἔστι   (10)
δὲ τέχνη πᾶσα περὶ γένεσιν καὶ τὸ τεχνάζειν καὶ θεω-
 

 69. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line


10

 ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἥτις οὐ μετὰ λό-


γου ποιητικὴ ἕξις ἐστίν, οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐτὸν
ἂν εἴη τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική. ἔστι   (10)
δὲ τέχνη πᾶσα περὶ γένεσιν καὶ τὸ τεχνάζειν καὶ θεω-
ρεῖν ὅπως ἂν γένηταί τι τῶν ἐνδεχομένων καὶ εἶναι καὶ
 

 70. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line


21

 θάπερ καὶ Ἀγάθων φησὶ “τέχνη τύχην ἔστερξε καὶ τύχη


τέχνην.” ἡ μὲν οὖν τέχνη, ὥσπερ εἴρηται, ἕξις τις μετὰ    (20)
λόγου ἀληθοῦς ποιητική ἐστιν, ἡ δ’ ἀτεχνία τοὐναντίον
μετὰ λόγου ψευδοῦς ποιητικὴ ἕξις, περὶ τὸ ἐνδεχόμενον
ἄλλως ἔχειν.
 

 71. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1140a line


22

 τέχνην.” ἡ μὲν οὖν τέχνη, ὥσπερ εἴρηται, ἕξις τις μετὰ    (20)
λόγου ἀληθοῦς ποιητική ἐστιν, ἡ δ’ ἀτεχνία τοὐναντίον
μετὰ λόγου ψευδοῦς ποιητικὴ ἕξις, περὶ τὸ ἐνδεχόμενον
ἄλλως ἔχειν.
  Περὶ δὲ φρονήσεως οὕτως ἂν λάβοιμεν, θεωρήσαντες
 

 72. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1147a line


28

 καθ’ ἕκαστά ἐστιν, ὧν αἴσθησις ἤδη κυρία· ὅταν δὲ μία


γένηται ἐξ αὐτῶν, ἀνάγκη τὸ συμπερανθὲν ἔνθα μὲν φά-
ναι τὴν ψυχήν, ἐν δὲ ταῖς ποιητικαῖς πράττειν εὐθύς·
οἷον, εἰ παντὸς γλυκέος γεύεσθαι δεῖ, τουτὶ δὲ γλυκὺ ὡς
87

ἕν τι τῶν καθ’ ἕκαστον, ἀνάγκη τὸν δυνάμενον καὶ μὴ   (30)


 

 73. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1158a line


4

 στρυφνοῖς καὶ πρεσβυτικοῖς ἧττον γίνεται ἡ φιλία, ὅσῳ


δυσκολώτεροί εἰσι καὶ ἧττον ταῖς ὁμιλίαις χαίρουσιν· ταῦτα
γὰρ δοκεῖ μάλιστ’ εἶναι φιλικὰ καὶ ποιητικὰ φιλίας. διὸ
νέοι μὲν γίνονται φίλοι ταχύ, πρεσβῦται δ’ οὔ· οὐ γὰρ γί-   (5)
νονται φίλοι οἷς ἂν μὴ χαίρωσιν· ὁμοίως δ’ οὐδ’ οἱ στρυ-
 

 74. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1175a line


3

 (1175a) θεωροῦν, ἔσται ἐν τῇ ἐνεργείᾳ ἡ ἡδονή· ὁμοίων γὰρ ὄντων


καὶ
πρὸς ἄλληλα τὸν αὐτὸν τρόπον ἐχόντων τοῦ τε παθητικοῦ
καὶ τοῦ ποιητικοῦ ταὐτὸ πέφυκε γίνεσθαι. πῶς οὖν οὐδεὶς
συνεχῶς ἥδεται; ἢ κάμνει; πάντα γὰρ τὰ ἀνθρώπεια ἀδυ-
νατεῖ συνεχῶς ἐνεργεῖν. οὐ γίνεται οὖν οὐδ’ ἡδονή· ἕπεται γὰρ
(5)
 

 75. Αριστοτέλης. De generatione animalium {0086.012} (4 B.C.)


Bekker p. 729b line 13

 χοντος ἐν τῷ γιγνομένῳ τοῦ ποιοῦντος, οὐδ’ ὅλως δὴ ἐκ τοῦ κι-


νουμένου καὶ κινοῦντος. ἀλλὰ μὴν τό γε θῆλυ ᾗ θῆλυ πα-
θητικόν, τὸ δ’ ἄρρεν ᾗ ἄρρεν ποιητικὸν καὶ ὅθεν ἡ ἀρχὴ
τῆς κινήσεως. ὥστε ἂν ληφθῇ τὰ ἄκρα ἑκατέρων, ᾗ τὸ μὲν
ποιητικὸν καὶ κινοῦν τὸ δὲ παθητικὸν καὶ κινούμενον, οὐκ ἔστιν
(15)
 

 76. Αριστοτέλης. De generatione animalium {0086.012} (4 B.C.)


Bekker p. 729b line 15

 θητικόν, τὸ δ’ ἄρρεν ᾗ ἄρρεν ποιητικὸν καὶ ὅθεν ἡ ἀρχὴ


τῆς κινήσεως. ὥστε ἂν ληφθῇ τὰ ἄκρα ἑκατέρων, ᾗ τὸ μὲν
ποιητικὸν καὶ κινοῦν τὸ δὲ παθητικὸν καὶ κινούμενον, οὐκ ἔστιν
(15)
88

ἐκ τούτων τὸ γιγνόμενον ἕν, ἀλλ’ ἢ οὕτως ὡς ἐκ τοῦ τέκτονος


καὶ ξύλου ἡ κλίνη ἢ ὡς ἐκ τοῦ κηροῦ καὶ τοῦ εἴδους ἡ σφαῖ-
 

 77. Αριστοτέλης. De generatione animalium {0086.012} (4 B.C.)


Bekker p. 740b line 21

 περίττωμα τὸ τοῦ θήλεος δυνάμει τοιοῦτόν ἐστιν οἷον φύσει τὸ


ζῷον καὶ ἔνεστι δυνάμει τὰ μόρια ἐνεργείᾳ δ’ οὐθέν, διὰ    (20)
ταύτην τὴν αἰτίαν γίγνεται ἕκαστον αὐτῶν, καὶ ὅτι τὸ ποιητι-
κὸν καὶ τὸ παθητικὸν ὅταν θίγωσιν, ὃν τρόπον ἐστὶ τὸ μὲν
ποιητικὸν τὸ δὲ παθητικόν (τὸν δὲ τρόπον λέγω τὸ ὣς καὶ
οὗ καὶ ὅτε), εὐθὺς τὸ μὲν ποιεῖ τὸ δὲ πάσχει. ὕλην μὲν οὖν
 

 78. Αριστοτέλης. De generatione animalium {0086.012} (4 B.C.)


Bekker p. 740b line 23

 ταύτην τὴν αἰτίαν γίγνεται ἕκαστον αὐτῶν, καὶ ὅτι τὸ ποιητι-


κὸν καὶ τὸ παθητικὸν ὅταν θίγωσιν, ὃν τρόπον ἐστὶ τὸ μὲν
ποιητικὸν τὸ δὲ παθητικόν (τὸν δὲ τρόπον λέγω τὸ ὣς καὶ
οὗ καὶ ὅτε), εὐθὺς τὸ μὲν ποιεῖ τὸ δὲ πάσχει. ὕλην μὲν οὖν
παρέχει τὸ θῆλυ, τὴν δ’ ἀρχὴν τῆς κινήσεως τὸ ἄρρεν. ὥσπερ
(25)
 

 79. Αριστοτέλης. De generatione animalium {0086.012} (4 B.C.)


Bekker p. 741a line 13

 ἄλλο τι μόριον μὴ ἐνούσης αἰσθητικῆς ψυχῆς ἢ ἐνεργείᾳ ἢ


δυνάμει καὶ ἤ πῃ ἢ ἁπλῶς· ἔσται γὰρ οἷον νεκρὸς ἢ νεκροῦ
μόριον. εἰ οὖν τὸ ἄρρεν ἐστὶ τὸ τῆς τοιαύτης ποιητικὸν ψυ-
χῆς, ὅπου κεχώρισται τὸ θῆλυ καὶ τὸ ἄρρεν ἀδύνατον τὸ
θῆλυ αὐτὸ ἐξ αὑτοῦ γεννᾶν ζῷον· τὸ γὰρ εἰρημένον ἦν τὸ   (15)
 

 80. Αριστοτέλης. De generatione animalium {0086.012} (4 B.C.)


Bekker p. 742a line 25

 μὲν γάρ ἐστιν ὅθεν ἡ κίνησις, τὸ δὲ ᾧ χρῆται τὸ οὗ ἕνεκα.


λέγω δ’ οἷον τό τε γεννητικὸν καὶ τὸ ὀργανικὸν τῷ γεννωμέ-
νῳ· τούτων γὰρ τὸ μὲν ὑπάρχειν δεῖ πρότερον, τὸ ποιητικόν,
(25)
89

οἷον τὸ διδάξαν τοῦ μανθάνοντος, τοὺς δ’ αὐλοὺς ὕστερον τοῦ


μανθάνοντος αὐλεῖν· περίεργον γὰρ μὴ ἐπισταμένοις αὐλεῖν
 

 81. Αριστοτέλης. De generatione animalium {0086.012} (4 B.C.)


Bekker p. 742a line 30

 ὑπάρχειν αὐλούς· τριῶν δ’ ὄντων—ἑνὸς μὲν τοῦ τέλους ὃ λέ-


γομεν εἶναι οὗ ἕνεκα, δευτέρου δὲ τῶν τούτου ἕνεκα τῆς ἀρχῆς
τῆς κινητικῆς καὶ γεννητικῆς (τὸ γὰρ ποιητικὸν καὶ γεννητι-   (30)
κόν, ᾗ τοιαῦτα, πρὸς τὸ ποιούμενόν ἐστι καὶ γεννώμενον),
τρίτου δὲ τοῦ χρησίμου καὶ ᾧ χρῆται τὸ τέλος—πρῶτον μὲν
 

 82. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 323a line 10

 ἀντικειμένων, ἅπαντα τὰ ἀλλήλων ἁπτόμενα βάρος ἂν ἔχοι


ἢ κουφότητα, ἢ ἄμφω ἢ θάτερον. Τὰ δὲ τοιαῦτα παθητικὰ
καὶ ποιητικά· ὥστε φανερὸν ὅτι ταῦτα ἅπτεσθαι πέφυκεν   (10)
ἀλλήλων, ὧν διῃρημένων μεγεθῶν ἅμα τὰ ἔσχατά ἐστιν,
ὄντων κινητικῶν καὶ κινητῶν ὑπ’ ἀλλήλων.
 

 83. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 323b line 5

 γους. Οἱ μὲν γὰρ πλεῖστοι τοῦτό γε ὁμονοητικῶς λέγουσιν, ὡς


τὸ μὲν ὅμοιον ὑπὸ τοῦ ὁμοίου πᾶν ἀπαθές ἐστι διὰ τὸ μηδὲν
μᾶλλον ποιητικὸν ἢ παθητικὸν εἶναι θάτερον θατέρου (πάντα   (5)
γὰρ ὁμοίως ὑπάρχειν ταὐτὰ τοῖς ὁμοίοις), τὰ δ’ ἀνόμοια
καὶ τὰ διάφορα ποιεῖν καὶ πάσχειν εἰς ἄλληλα πέφυκεν.
 

 84. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 323b line 21

 ὅμοιον καὶ τὸ πάντῃ πάντως ἀδιάφορον εὔλογον μὴ πά-


σχειν ὑπὸ τοῦ ὁμοίου μηθέν· τί γὰρ μᾶλλον θάτερον ἔσται    (20)
ποιητικὸν ἢ θάτερον; εἴ τε ὑπὸ τοῦ ὁμοίου τι πάσχειν δυνατόν,
καὶ αὐτὸ ὑφ’ αὑτοῦ· καίτοι τούτων οὕτως ἐχόντων οὐδὲν ἂν εἴη
οὔτε ἄφθαρτον οὔτε ἀκίνητον, εἴπερ τὸ ὅμοιον ᾗ ὅμοιον ποιη-
 
90

 85. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 323b line 23

 ποιητικὸν ἢ θάτερον; εἴ τε ὑπὸ τοῦ ὁμοίου τι πάσχειν δυνατόν,


καὶ αὐτὸ ὑφ’ αὑτοῦ· καίτοι τούτων οὕτως ἐχόντων οὐδὲν ἂν εἴη
οὔτε ἄφθαρτον οὔτε ἀκίνητον, εἴπερ τὸ ὅμοιον ᾗ ὅμοιον ποιη-
τικόν· αὐτὸ γὰρ αὑτὸ κινήσει πᾶν, τό τε παντελῶς ἕτερον
καὶ τὸ μηθαμῇ ταὐτὸν ὡσαύτως· οὐδὲν γὰρ ἂν πάθοι λευ-    (25)
κότης ὑπὸ γραμμῆς ἢ γραμμὴ ὑπὸ λευκότητος, πλὴν εἰ
 

 86. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 324a line 7

 μοια ἀλλήλοις. Ἐπεὶ δὲ καὶ τὸ πάσχον καὶ τὸ ποιοῦν τῷ    (5)


μὲν γένει ταὐτὰ καὶ ὅμοια τῷ δ’ εἴδει ἀνόμοια, τοιαῦτα
δὲ τἀναντία, φανερὸν ὅτι παθητικὰ καὶ ποιητικὰ ἀλλήλων
ἐστὶ τά τ’ ἐναντία καὶ τὰ μεταξύ· καὶ γὰρ ὅλως φθορὰ
καὶ γένεσις ἐν τούτοις. Διὸ καὶ εὔλογον ἤδη τό τε πῦρ θερ-
 

 87. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 324a line 10

 ἐστὶ τά τ’ ἐναντία καὶ τὰ μεταξύ· καὶ γὰρ ὅλως φθορὰ


καὶ γένεσις ἐν τούτοις. Διὸ καὶ εὔλογον ἤδη τό τε πῦρ θερ-
μαίνειν καὶ τὸ ψυχρὸν ψύχειν, καὶ ὅλως τὸ ποιητικὸν ὁμοι-   (10)
οῦν ἑαυτῷ τὸ πάσχον· τό τε γὰρ ποιοῦν καὶ τὸ πάσχον ἐναν-
τία ἐστί, καὶ ἡ γένεσις εἰς τοὐναντίον. Ὥστ’ ἀνάγκη τὸ πάσχον
 

 88. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 324b line 5

 ἅμα ποιοῦν. Ἔστι δὲ ἡ μὲν ἰατρικὴ ὡς ἀρχή, τὸ δὲ σιτίον τὸ


ἔσχατον καὶ ἁπτόμενον. Ὅσα μὲν οὖν μὴ ἐν ὕλῃ ἔχει τὴν
μορφήν, ταῦτα μὲν ἀπαθῆ τῶν ποιητικῶν, ὅσα δ’ ἐν ὕλῃ,   (5)
παθητικά. Τὴν μὲν γὰρ ὕλην λέγομεν ὁμοίως ὡς εἰπεῖν τὴν
αὐτὴν εἶναι τῶν ἀντικειμένων ὁποτερουοῦν, ὥσπερ γένος ὄν, τὸ
 

 89. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 324b line 10
91

 δὲ δυνάμενον θερμὸν εἶναι παρόντος τοῦ θερμαντικοῦ καὶ πλη-


σιάζοντος ἀνάγκη θερμαίνεσθαι· διό, καθάπερ εἴρηται, τὰ
μὲν τῶν ποιητικῶν ἀπαθῆ τὰ δὲ παθητικά. Καὶ ὥσπερ ἐπὶ    (10)
κινήσεως τὸν αὐτὸν ἔχει τρόπον καὶ ἐπὶ τῶν ποιητικῶν·
ἐκεῖ τε γὰρ τὸ πρῶτον κινοῦν ἀκίνητον, καὶ ἐπὶ τῶν ποιητικῶν
 

 90. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 324b line 11

 σιάζοντος ἀνάγκη θερμαίνεσθαι· διό, καθάπερ εἴρηται, τὰ


μὲν τῶν ποιητικῶν ἀπαθῆ τὰ δὲ παθητικά. Καὶ ὥσπερ ἐπὶ    (10)
κινήσεως τὸν αὐτὸν ἔχει τρόπον καὶ ἐπὶ τῶν ποιητικῶν·
ἐκεῖ τε γὰρ τὸ πρῶτον κινοῦν ἀκίνητον, καὶ ἐπὶ τῶν ποιητικῶν
τὸ πρῶτον ποιοῦν ἀπαθές.
 

 91. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 324b line 12

 μὲν τῶν ποιητικῶν ἀπαθῆ τὰ δὲ παθητικά. Καὶ ὥσπερ ἐπὶ    (10)


κινήσεως τὸν αὐτὸν ἔχει τρόπον καὶ ἐπὶ τῶν ποιητικῶν·
ἐκεῖ τε γὰρ τὸ πρῶτον κινοῦν ἀκίνητον, καὶ ἐπὶ τῶν ποιητικῶν
τὸ πρῶτον ποιοῦν ἀπαθές.
                        Ἔστι δὲ τὸ ποιητικὸν αἴτιον ὡς    (13)
 

 92. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 324b line 13

 ἐκεῖ τε γὰρ τὸ πρῶτον κινοῦν ἀκίνητον, καὶ ἐπὶ τῶν ποιητικῶν


τὸ πρῶτον ποιοῦν ἀπαθές.
                        Ἔστι δὲ τὸ ποιητικὸν αἴτιον ὡς    (13)
ὅθεν ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως. Τὸ δ’ οὗ ἕνεκα οὐ ποιητικόν. Διὸ
ἡ ὑγίεια οὐ ποιητικόν, εἰ μὴ κατὰ μεταφοράν· καὶ γὰρ τοῦ   (15)
 

 93. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 324b line 14

 τὸ πρῶτον ποιοῦν ἀπαθές.


                        Ἔστι δὲ τὸ ποιητικὸν αἴτιον ὡς    (13)
ὅθεν ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως. Τὸ δ’ οὗ ἕνεκα οὐ ποιητικόν. Διὸ
92

ἡ ὑγίεια οὐ ποιητικόν, εἰ μὴ κατὰ μεταφοράν· καὶ γὰρ τοῦ   (15)


μὲν ποιοῦντος ὅταν ὑπάρχῃ, γίνεταί τι τὸ πάσχον, τῶν δ’
 

 94. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 324b line 15

                         Ἔστι δὲ τὸ ποιητικὸν αἴτιον ὡς    (13)


ὅθεν ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως. Τὸ δ’ οὗ ἕνεκα οὐ ποιητικόν. Διὸ
ἡ ὑγίεια οὐ ποιητικόν, εἰ μὴ κατὰ μεταφοράν· καὶ γὰρ τοῦ   (15)
μὲν ποιοῦντος ὅταν ὑπάρχῃ, γίνεταί τι τὸ πάσχον, τῶν δ’
ἕξεων παρουσῶν οὐκέτι γίνεται, ἀλλ’ ἔστιν ἤδη· τὰ δ’ εἴδη
 

 95. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 326a line 2

 βαῖνον ἀφείσθω τὸ νῦν, ὡς δὲ μικρὸν παρεκβᾶσιν εἰπεῖν,


(326a) ἀναγκαῖον ἀπαθές τε ἕκαστον λέγειν τῶν ἀδιαιρέτων (οὐ
γὰρ οἷόν τε πάσχειν ἀλλ’ ἢ διὰ τοῦ κενοῦ) καὶ μηθενὸς ποιητικὸν
πάθους· οὔτε γὰρ ψυχρὸν οὔτε σκληρὸν οἷόν τ’ εἶναι. Καίτοι
τοῦτό γε ἄτοπον, τὸ μόνον ἀποδοῦναι τῷ περιφερεῖ σχήματι τὸ
 

 96. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 328a line 19

 γίνεσθαι πάλιν.
              Ἔστι δή, ὡς ἔφαμεν, τῶν ὄντων τὰ μὲν    (18)
ποιητικὰ τὰ δ’ ὑπὸ τούτων παθητικά. Τὰ μὲν οὖν ἀντιστρέφει,
ὅσων ἡ αὐτὴ ὕλη ἐστί, καὶ ποιητικὰ ἀλλήλων καὶ παθητικὰ   (20)
ὑπ’ ἀλλήλων· τὰ δὲ ποιεῖ ἀπαθῆ ὄντα, ὅσων μὴ ἡ αὐτὴ
 

 97. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 328a line 20

               Ἔστι δή, ὡς ἔφαμεν, τῶν ὄντων τὰ μὲν    (18)


ποιητικὰ τὰ δ’ ὑπὸ τούτων παθητικά. Τὰ μὲν οὖν ἀντιστρέφει,
ὅσων ἡ αὐτὴ ὕλη ἐστί, καὶ ποιητικὰ ἀλλήλων καὶ παθητικὰ   (20)
ὑπ’ ἀλλήλων· τὰ δὲ ποιεῖ ἀπαθῆ ὄντα, ὅσων μὴ ἡ αὐτὴ
ὕλη. Τούτων μὲν οὖν οὐκ ἔστι μίξις· διὸ οὐδ’ ἡ ἰατρικὴ ποιεῖ
 
93

 98. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 328a line 23

 ὑπ’ ἀλλήλων· τὰ δὲ ποιεῖ ἀπαθῆ ὄντα, ὅσων μὴ ἡ αὐτὴ


ὕλη. Τούτων μὲν οὖν οὐκ ἔστι μίξις· διὸ οὐδ’ ἡ ἰατρικὴ ποιεῖ
ὑγίειαν οὐδ’ ἡ ὑγίεια μιγνυμένη τοῖς σώμασιν. Τῶν δὲ ποιητι-
κῶν καὶ παθητικῶν ὅσα εὐδιαίρετα, πολλὰ μὲν ὀλίγοις καὶ
μεγάλα μικροῖς συντιθέμενα οὐ ποιεῖ μίξιν, ἀλλ’ αὔξησιν τοῦ
(25)
κρατοῦντος· μεταβάλλει γὰρ θάτερον εἰς τὸ κρατοῦν, οἷον
 

 99. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 328b line 21

 εἶναι, οὔτε σύνθεσιν εἶναι τὴν μίξιν αὐτῶν, οὔτε πρὸς τὴν
αἴσθησιν· ἀλλ’ ἔστι μικτὸν μὲν ὃ ἂν εὐόριστον ὂν παθητικὸν   (20)
ᾖ καὶ ποιητικὸν καὶ τοιούτῳ μικτόν (πρὸς ὁμώνυμον γὰρ τὸ
μικτόν), ἡ δὲ μίξις τῶν μικτῶν ἀλλοιωθέντων ἕνωσις.

Β   

 100. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 329b line 20

 θερμὸν ψυχρόν, ξηρὸν ὑγρόν, βαρὺ κοῦφον, σκληρὸν μαλακόν,


γλίσχρον κραῦρον, τραχὺ λεῖον, παχὺ λεπτόν. Τούτων δὲ
βαρὺ μὲν καὶ κοῦφον οὐ ποιητικὰ οὐδὲ παθητικά· οὐ    (20)
γὰρ τῷ ποιεῖν τε ἕτερον ἢ πάσχειν ὑφ’ ἑτέρου λέγονται. Δεῖ
δὲ ποιητικὰ καὶ παθητικὰ εἶναι ἀλλήλων τὰ στοιχεῖα· μίγνυται

 101. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 329b line 22

 βαρὺ μὲν καὶ κοῦφον οὐ ποιητικὰ οὐδὲ παθητικά· οὐ    (20)


γὰρ τῷ ποιεῖν τε ἕτερον ἢ πάσχειν ὑφ’ ἑτέρου λέγονται. Δεῖ
δὲ ποιητικὰ καὶ παθητικὰ εἶναι ἀλλήλων τὰ στοιχεῖα· μίγνυται
γὰρ καὶ μεταβάλλει εἰς ἄλληλα. Θερμὸν δὲ καὶ ψυχρὸν καὶ
ὑγρὸν καὶ ξηρὸν τὰ μὲν τῷ ποιητικὰ εἶναι τὰ δὲ τῷ
 
94

 102. Αριστοτέλης. De generatione et corruptione {0086.013} (4


B.C.) Bekker p. 329b line 24

 δὲ ποιητικὰ καὶ παθητικὰ εἶναι ἀλλήλων τὰ στοιχεῖα· μίγνυται


γὰρ καὶ μεταβάλλει εἰς ἄλληλα. Θερμὸν δὲ καὶ ψυχρὸν καὶ
ὑγρὸν καὶ ξηρὸν τὰ μὲν τῷ ποιητικὰ εἶναι τὰ δὲ τῷ
παθητικὰ λέγεται· θερμὸν γάρ ἐστι τὸ συγκρῖνον τὰ ὁμο-    (25)
γενῆ (τὸ γὰρ διακρίνειν, ὅπερ φασὶ ποιεῖν τὸ πῦρ, συγ-
 

 103. Αριστοτέλης. Historia animalium {0086.014} (4 B.C.)


Bekker p. 489a line 26

 ἁφὴ ἐν ὁμοιομερεῖ ἐγγίνεται μέρει, οἷον ἐν σαρκὶ ἢ τοιούτῳ


τινί, καὶ ὅλως ἐν τοῖς αἱματικοῖς, ὅσα ἔχει αἷμα· τοῖς δ’ ἐν   (25)
τῷ ἀνάλογον, πᾶσι δ’ ἐν τοῖς ὁμοιομερέσιν. Αἱ δὲ ποιητικαὶ
δυνάμεις ἐν τοῖς ἀνομοιομερέσιν, οἷον ἡ τῆς τροφῆς ἐργασία
ἐν στόματι καὶ ἡ τῆς κινήσεως τῆς κατὰ τόπον ἐν ποσὶν ἢ
 

 104. Αριστοτέλης. De interpretatione {0086.017} (4 B.C.) Bekker


p. 17a line 5

 ἢ ψεύδεσθαι ὑπάρχει· οὐκ ἐν ἅπασι δὲ ὑπάρχει, οἷον


ἡ εὐχὴ λόγος μέν, ἀλλ’ οὔτ’ ἀληθὴς οὔτε ψευδής. οἱ
μὲν οὖν ἄλλοι ἀφείσθωσαν, —ῥητορικῆς γὰρ ἢ ποιητι-   (5)
κῆς οἰκειοτέρα ἡ σκέψις,— ὁ δὲ ἀποφαντικὸς τῆς νῦν
θεωρίας.
  Ἔστι δὲ εἷς πρῶτος λόγος ἀποφαντικὸς κατάφασις,
 

 105. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 982a line 1

 ὁ μὲν ἔμπειρος τῶν ὁποιανοῦν ἐχόντων αἴσθησιν εἶναι δοκεῖ    (30)


σοφώτερος, ὁ δὲ τεχνίτης τῶν ἐμπείρων, χειροτέχνου δὲ ἀρ-
(982a) χιτέκτων, αἱ δὲ θεωρητικαὶ τῶν ποιητικῶν μᾶλλον. ὅτι μὲν
οὖν ἡ σοφία περί τινας ἀρχὰς καὶ αἰτίας ἐστὶν ἐπιστήμη,
δῆλον.
 

 106. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 982b line


11
95

 δεῖ γὰρ ταύτην τῶν πρώτων ἀρχῶν καὶ αἰτιῶν εἶναι θεωρητι-
κήν· καὶ γὰρ τἀγαθὸν καὶ τὸ οὗ ἕνεκα ἓν τῶν αἰτίων ἐστίν.    (10)
  Ὅτι δ’ οὐ ποιητική, δῆλον καὶ ἐκ τῶν πρώτων φιλοσοφη-
σάντων· διὰ γὰρ τὸ θαυμάζειν οἱ ἄνθρωποι καὶ νῦν καὶ
τὸ πρῶτον ἤρξαντο φιλοσοφεῖν, ἐξ ἀρχῆς μὲν τὰ πρόχειρα
 

 107. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 991a line


22

 κατ’ οὐθένα τρόπον τῶν εἰωθότων λέγεσθαι. τὸ δὲ λέγειν   (20)


παραδείγματα αὐτὰ εἶναι καὶ μετέχειν αὐτῶν τἆλλα κενο-
λογεῖν ἐστὶ καὶ μεταφορὰς λέγειν ποιητικάς. τί γάρ ἐστι
τὸ ἐργαζόμενον πρὸς τὰς ἰδέας ἀποβλέπον; ἐνδέχεταί τε
καὶ εἶναι καὶ γίγνεσθαι ὅμοιον ὁτιοῦν καὶ μὴ εἰκαζόμενον
 

 108. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1003b line


8

 πρὸς μίαν ἀρχήν· τὰ μὲν γὰρ ὅτι οὐσίαι, ὄντα λέγεται,


τὰ δ’ ὅτι πάθη οὐσίας, τὰ δ’ ὅτι ὁδὸς εἰς οὐσίαν ἢ
φθοραὶ ἢ στερήσεις ἢ ποιότητες ἢ ποιητικὰ ἢ γεννητικὰ
οὐσίας ἢ τῶν πρὸς τὴν οὐσίαν λεγομένων, ἢ τούτων τινὸς
ἀποφάσεις ἢ οὐσίας· διὸ καὶ τὸ μὴ ὂν εἶναι μὴ ὄν φαμεν.   (10)
 

 109. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1018a line


33

 γένος ἢ κατ’ εἶδος. τὰ δ’ ἄλλα ἐναντία λέγεται τὰ μὲν


τῷ τὰ τοιαῦτα ἔχειν, τὰ δὲ τῷ δεκτικὰ εἶναι τῶν τοιούτων,
τὰ δὲ τῷ ποιητικὰ ἢ παθητικὰ εἶναι τῶν τοιούτων, ἢ ποιοῦν-
τα ἢ πάσχοντα, ἢ ἀποβολαὶ ἢ λήψεις, ἢ ἕξεις ἢ στερή-
σεις εἶναι τῶν τοιούτων. ἐπεὶ δὲ τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν πολλαχῶς   (35)
 

 110. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1020b line


30

 πολλοστημόριον καὶ ὑπερέχον πρὸς ὑπερεχόμενον· τὰ δ’ ὡς


τὸ θερμαντικὸν πρὸς τὸ θερμαντὸν καὶ τὸ τμητικὸν πρὸς τὸ
τμητόν, καὶ ὅλως τὸ ποιητικὸν πρὸς τὸ παθητικόν· τὰ δ’   (30)
96

ὡς τὸ μετρητὸν πρὸς τὸ μέτρον καὶ ἐπιστητὸν πρὸς ἐπιστήμην


καὶ αἰσθητὸν πρὸς αἴσθησιν. λέγεται δὲ τὰ μὲν πρῶτα κατ’
 

 111. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1021a line


15

 ἀριθμοῦ ἀρχὴ καὶ μέτρον, ὥστε ταῦτα πάντα πρός τι


λέγεται κατ’ ἀριθμὸν μέν, οὐ τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον)· τὰ δὲ
ποιητικὰ καὶ παθητικὰ κατὰ δύναμιν ποιητικὴν καὶ παθη-    (15)
τικὴν καὶ ἐνεργείας τὰς τῶν δυνάμεων, οἷον τὸ θερμαντικὸν
πρὸς τὸ θερμαντὸν ὅτι δύναται, καὶ πάλιν τὸ θερμαῖνον
 

 112. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1021a line


15

 ἀριθμοῦ ἀρχὴ καὶ μέτρον, ὥστε ταῦτα πάντα πρός τι


λέγεται κατ’ ἀριθμὸν μέν, οὐ τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον)· τὰ δὲ
ποιητικὰ καὶ παθητικὰ κατὰ δύναμιν ποιητικὴν καὶ παθη-    (15)
τικὴν καὶ ἐνεργείας τὰς τῶν δυνάμεων, οἷον τὸ θερμαντικὸν
πρὸς τὸ θερμαντὸν ὅτι δύναται, καὶ πάλιν τὸ θερμαῖνον
 

 113. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1025b line


21

 φυσικὴ ἐπιστήμη τυγχάνει οὖσα περὶ γένος τι τοῦ ὄντος (περὶ


γὰρ τὴν τοιαύτην ἐστὶν οὐσίαν ἐν ᾗ ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως καὶ    (20)
στάσεως ἐν αὐτῇ), δῆλον ὅτι οὔτε πρακτική ἐστιν οὔτε ποιητική
(τῶν μὲν γὰρ ποιητῶν ἐν τῷ ποιοῦντι ἡ ἀρχή, ἢ νοῦς ἢ τέ-
χνη ἢ δύναμίς τις, τῶν δὲ πρακτῶν ἐν τῷ πράττοντι, ἡ
 

 114. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1025b line


25

 χνη ἢ δύναμίς τις, τῶν δὲ πρακτῶν ἐν τῷ πράττοντι, ἡ


προαίρεσις· τὸ αὐτὸ γὰρ τὸ πρακτὸν καὶ προαιρετόν),
ὥστε εἰ πᾶσα διάνοια ἢ πρακτικὴ ἢ ποιητικὴ ἢ θεωρητική,    (25)
ἡ φυσικὴ θεωρητική τις ἂν εἴη, ἀλλὰ θεωρητικὴ περὶ τοιοῦ-
τον ὂν ὅ ἐστι δυνατὸν κινεῖσθαι, καὶ περὶ οὐσίαν τὴν κατὰ
 
97

 115. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1026b line


5

 πρῶτον περὶ τοῦ κατὰ συμβεβηκὸς λεκτέον, ὅτι οὐδεμία ἐστὶ


περὶ αὐτὸ θεωρία. σημεῖον δέ· οὐδεμιᾷ γὰρ ἐπιστήμῃ ἐπι-
μελὲς περὶ αὐτοῦ οὔτε πρακτικῇ οὔτε ποιητικῇ οὔτε
θεωρητικῇ.   (5)
οὔτε γὰρ ὁ ποιῶν οἰκίαν ποιεῖ ὅσα συμβαίνει ἅμα τῇ οἰκίᾳ
γιγνομένῃ (ἄπειρα γάρ ἐστιν· τοῖς μὲν γὰρ ἡδεῖαν τοῖς δὲ
 

 116. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1026b line


10

 βλαβερὰν τοῖς δ’ ὠφέλιμον οὐθὲν εἶναι κωλύει τὴν ποιηθεῖ-


σαν, καὶ ἑτέραν ὡς εἰπεῖν πάντων τῶν ὄντων· ὧν οὐθενός
ἐστιν ἡ οἰκοδομικὴ ποιητική), τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον οὐδ’ ὁ
γεω-   (10)
μέτρης θεωρεῖ τὰ οὕτω συμβεβηκότα τοῖς σχήμασιν, οὐδ’ εἰ
ἕτερόν ἐστι τρίγωνον καὶ τρίγωνον δύο ὀρθὰς ἔχον. καὶ τοῦτ’
 

 117. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1027a line


6

 ἀλλ’ οὐ κατὰ τὴν ὀψοποιητικήν· διὸ συνέβη, φαμέν, καὶ


ἔστιν ὡς ποιεῖ, ἁπλῶς δ’ οὔ. τῶν μὲν γὰρ ἄλλων [ἐνίοτε] δυ-   (5)
νάμεις εἰσὶν αἱ ποιητικαί, τῶν δ’ οὐδεμία τέχνη οὐδὲ δύναμις
ὡρισμένη· τῶν γὰρ κατὰ συμβεβηκὸς ὄντων ἢ γιγνομένων
καὶ τὸ αἴτιόν ἐστι κατὰ συμβεβηκός. ὥστ’ ἐπεὶ οὐ πάντα
 

 118. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1046b line


3

 (1046b) ψυχῆς ἐν τῷ λόγον ἔχοντι, δῆλον ὅτι καὶ τῶν δυνάμεων


αἱ μὲν ἔσονται ἄλογοι αἱ δὲ μετὰ λόγου· διὸ πᾶσαι αἱ
τέχναι καὶ αἱ ποιητικαὶ ἐπιστῆμαι δυνάμεις εἰσίν· ἀρχαὶ
γὰρ μεταβλητικαί εἰσιν ἐν ἄλλῳ ἢ ᾗ ἄλλο. καὶ αἱ μὲν
μετὰ λόγου πᾶσαι τῶν ἐναντίων αἱ αὐταί, αἱ δὲ ἄλο-    (5)
 
98

 119. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1048a line


6

 καὶ αἱ δυνάμεις ἄλογοι, κἀκείνας μὲν ἀνάγκη ἐν ἐμψύχῳ


εἶναι ταύτας δὲ ἐν ἀμφοῖν, τὰς μὲν τοιαύτας δυνάμεις    (5)
ἀνάγκη, ὅταν ὡς δύνανται τὸ ποιητικὸν καὶ τὸ παθητικὸν
πλησιάζωσι, τὸ μὲν ποιεῖν τὸ δὲ πάσχειν, ἐκείνας δ’ οὐκ
ἀνάγκη· αὗται μὲν γὰρ πᾶσαι μία ἑνὸς ποιητική, ἐκεῖναι
 

 120. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1048a line


8

 ἀνάγκη, ὅταν ὡς δύνανται τὸ ποιητικὸν καὶ τὸ παθητικὸν


πλησιάζωσι, τὸ μὲν ποιεῖν τὸ δὲ πάσχειν, ἐκείνας δ’ οὐκ
ἀνάγκη· αὗται μὲν γὰρ πᾶσαι μία ἑνὸς ποιητική, ἐκεῖναι
δὲ τῶν ἐναντίων, ὥστε ἅμα ποιήσει τὰ ἐναντία· τοῦτο δὲ
ἀδύνατον. ἀνάγκη ἄρα ἕτερόν τι εἶναι τὸ κύριον· λέγω   (10)
 

 121. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1055a line


36

 οὐ πᾶσα δὲ στέρησις (πολλαχῶς γὰρ λέγεται ἡ στέρησις)


ἀλλ’ ἥτις ἂν τελεία ᾖ. τὰ δ’ ἄλλα ἐναντία κατὰ ταῦτα   (35)
λεχθήσεται, τὰ μὲν τῷ ἔχειν τὰ δὲ τῷ ποιεῖν ἢ ποιητικὰ
εἶναι τὰ δὲ τῷ λήψεις εἶναι καὶ ἀποβολαὶ τούτων ἢ ἄλλων
ἐναντίων. εἰ δὴ ἀντίκειται μὲν ἀντίφασις καὶ στέρησις καὶ
 

 122. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1061a line


6

 λόγος καὶ μαχαίριον λέγεται τῷ τὸ μὲν ἀπὸ τῆς ἰατρικῆς


ἐπιστήμης εἶναι τὸ δὲ ταύτῃ χρήσιμον. ὁμοίως δὲ καὶ   (5)
ὑγιεινόν· τὸ μὲν γὰρ ὅτι σημαντικὸν ὑγιείας τὸ δ’ ὅτι ποιη-
τικόν. ὁ δ’ αὐτὸς τρόπος καὶ ἐπὶ τῶν λοιπῶν. τὸν αὐτὸν
δὴ τρόπον καὶ τὸ ὂν ἅπαν λέγεται· τῷ γὰρ τοῦ ὄντος ᾗ ὂν
πάθος ἢ ἕξις ἢ διάθεσις ἢ κίνησις ἢ τῶν ἄλλων τι τῶν τοιού-
 

 123. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1064a line


1
99

   Πᾶσα δ’ ἐπιστήμη ζητεῖ τινὰς ἀρχὰς καὶ αἰτίας περὶ


ἕκαστον τῶν ὑφ’ αὑτὴν ἐπιστητῶν, οἷον ἰατρικὴ καὶ γυμναστικὴ
(1064a) καὶ τῶν λοιπῶν ἑκάστη τῶν ποιητικῶν καὶ μαθηματικῶν.
ἑκάστη γὰρ τούτων περιγραψαμένη τι γένος αὑτῇ περὶ τοῦτο
πραγματεύεται ὡς ὑπάρχον καὶ ὄν, οὐχ ᾗ δὲ ὄν, ἀλλ’ ἑτέρα
 

 124. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1064a line


11

 της ἐπαγωγῆς ὅτι τῆς οὐσίας καὶ τοῦ τί ἐστιν οὐκ ἔστιν ἀπό-
δειξις. ἐπεὶ δ’ ἔστι τις ἡ περὶ φύσεως ἐπιστήμη, δῆλον ὅτι   (10)
καὶ πρακτικῆς ἑτέρα καὶ ποιητικῆς ἔσται. ποιητικῆς μὲν γὰρ
ἐν τῷ ποιοῦντι καὶ οὐ τῷ ποιουμένῳ τῆς κινήσεως ἡ ἀρχή,
καὶ τοῦτ’ ἔστιν εἴτε τέχνη τις εἴτ’ ἄλλη τις δύναμις· ὁμοίως
 

 125. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1064a line


11

 της ἐπαγωγῆς ὅτι τῆς οὐσίας καὶ τοῦ τί ἐστιν οὐκ ἔστιν ἀπό-
δειξις. ἐπεὶ δ’ ἔστι τις ἡ περὶ φύσεως ἐπιστήμη, δῆλον ὅτι   (10)
καὶ πρακτικῆς ἑτέρα καὶ ποιητικῆς ἔσται. ποιητικῆς μὲν γὰρ
ἐν τῷ ποιοῦντι καὶ οὐ τῷ ποιουμένῳ τῆς κινήσεως ἡ ἀρχή,
καὶ τοῦτ’ ἔστιν εἴτε τέχνη τις εἴτ’ ἄλλη τις δύναμις· ὁμοίως
 

 126. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1064a line


17

 πράττουσιν ἡ κίνησις. ἡ δὲ τοῦ φυσικοῦ περὶ τὰ ἔχοντ’ ἐν   (15)


ἑαυτοῖς κινήσεως ἀρχήν ἐστιν. ὅτι μὲν τοίνυν οὔτε πρακτικὴν
οὔτε ποιητικὴν ἀλλὰ θεωρητικὴν ἀναγκαῖον εἶναι τὴν φυσι-
κὴν ἐπιστήμην, δῆλον ἐκ τούτων (εἰς ἓν γάρ τι τούτων τῶν
γενῶν ἀνάγκη πίπτειν)· ἐπεὶ δὲ τὸ τί ἐστιν ἀναγκαῖον
 

 127. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1071b line


12

 νος· ἢ γὰρ τὸ αὐτὸ ἢ κινήσεώς τι πάθος. κίνησις δ’ οὐκ    (10)


ἔστι συνεχὴς ἀλλ’ ἢ ἡ κατὰ τόπον, καὶ ταύτης ἡ κύκλῳ.
  Ἀλλὰ μὴν εἰ ἔστι κινητικὸν ἢ ποιητικόν, μὴ ἐνεργοῦν δέ
100

τι, οὐκ ἔσται κίνησις· ἐνδέχεται γὰρ τὸ δύναμιν ἔχον μὴ


ἐνεργεῖν. οὐθὲν ἄρα ὄφελος οὐδ’ ἐὰν οὐσίας ποιήσωμεν ἀϊ-
 

 128. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1075a line


1

 τὸ νοεῖν καὶ τὸ νοεῖσθαι, κατὰ πότερον αὐτῷ τὸ εὖ ὑπάρ-


χει; οὐδὲ γὰρ ταὐτὸ τὸ εἶναι νοήσει καὶ νοουμένῳ. ἢ ἐπ’
(1075a) ἐνίων ἡ ἐπιστήμη τὸ πρᾶγμα, ἐπὶ μὲν τῶν ποιητικῶν ἄνευ

ὕλης ἡ οὐσία καὶ τὸ τί ἦν εἶναι, ἐπὶ δὲ τῶν θεωρητικῶν ὁ


λόγος τὸ πρᾶγμα καὶ ἡ νόησις; οὐχ ἑτέρου οὖν ὄντος τοῦ νοου-
 

 129. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1075b line


31

 ἀμεγεθῶν μέγεθος καὶ συνεχές; ὁ γὰρ ἀριθμὸς οὐ ποιήσει


συνεχές, οὔτε ὡς κινοῦν οὔτε ὡς εἶδος. ἀλλὰ μὴν οὐδέν γ’    (30)
ἔσται τῶν ἐναντίων ὅπερ καὶ ποιητικὸν καὶ κινητικόν; ἐνδέ-
χοιτο γὰρ ἂν μὴ εἶναι. ἀλλὰ μὴν ὕστερόν γε τὸ ποιεῖν δυνά-
μεως. οὐκ ἄρα ἀΐδια τὰ ὄντα. ἀλλ’ ἔστιν· ἀναιρετέον ἄρα
 

 130. Αριστοτέλης. Μετά τα Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 1079b line


26

 τἆλλα κατ’ οὐθένα τρόπον τῶν εἰωθότων λέγεσθαι. τὸ


δὲ λέγειν παραδείγματα εἶναι καὶ μετέχειν αὐτῶν τὰ ἄλλα    (25)
κενολογεῖν ἐστὶ καὶ μεταφορὰς λέγειν ποιητικάς. τί γάρ
ἐστι τὸ ἐργαζόμενον πρὸς τὰς ἰδέας ἀποβλέπον; ἐνδέχεταί
τε καὶ εἶναι καὶ γίγνεσθαι ὁτιοῦν καὶ μὴ εἰκαζόμενον, ὥστε
 

 131. Αριστοτέλης. Μετεωρολογικά. (4 B.C.) Bekker p. 357a line


27

 ἱδρῶτα τῆς γῆς εἶναι τὴν θάλατταν οἴεταί τι σαφὲς εἰρηκέ-    (25)
ναι, καθάπερ Ἐμπεδοκλῆς· πρὸς ποίησιν μὲν γὰρ οὕτως
εἰπὼν ἴσως εἴρηκεν ἱκανῶς (ἡ γὰρ μεταφορὰ ποιητικόν),
πρὸς δὲ τὸ γνῶναι τὴν φύσιν οὐχ ἱκανῶς· οὐδὲ γὰρ ἐνταῦθα
101

δῆλον πῶς ἐκ γλυκέος τοῦ πόματος ἁλμυρὸς γίγνεται ὁ ἱδρώς,


 

 132. Αριστοτέλης. Μετεωρολογικά. (4 B.C.) Bekker p. 378b line


12

   Ἐπεὶ δὲ τέτταρα αἴτια διώρισται τῶν στοιχείων, τούτων    (10)


δὲ κατὰ συζυγίας καὶ τὰ στοιχεῖα τέτταρα συμβέ-
βηκεν εἶναι, ὧν τὰ μὲν δύο ποιητικά, τὸ θερμὸν καὶ τὸ
ψυχρόν, τὰ δὲ δύο παθητικά, τὸ ξηρὸν καὶ τὸ ὑγρόν· ἡ
δὲ πίστις τούτων ἐκ τῆς ἐπαγωγῆς· φαίνεται γὰρ ἐν πᾶσιν
 

 133. Αριστοτέλης. Μετεωρολογικά. (4 B.C.) Bekker p. 378b line


22

 κοινὰ ἐξ ἀμφοῖν σώματα συνέστηκεν· ἔτι δ’ ἐκ τῶν λόγων    (20)


δῆλον, οἷς ὁριζόμεθα τὰς φύσεις αὐτῶν· τὸ μὲν γὰρ θερ-
μὸν καὶ ψυχρὸν ὡς ποιητικὰ λέγομεν (τὸ γὰρ συγκριτικὸν
ὥσπερ ποιητικόν τί ἐστι), τὸ δὲ ὑγρὸν καὶ ξηρὸν παθητικόν
(τὸ γὰρ εὐόριστον καὶ δυσόριστον τῷ πάσχειν τι λέγεται τὴν
 

 134. Αριστοτέλης. Μετεωρολογικά. (4 B.C.) Bekker p. 378b line


23

 δῆλον, οἷς ὁριζόμεθα τὰς φύσεις αὐτῶν· τὸ μὲν γὰρ θερ-


μὸν καὶ ψυχρὸν ὡς ποιητικὰ λέγομεν (τὸ γὰρ συγκριτικὸν
ὥσπερ ποιητικόν τί ἐστι), τὸ δὲ ὑγρὸν καὶ ξηρὸν παθητικόν
(τὸ γὰρ εὐόριστον καὶ δυσόριστον τῷ πάσχειν τι λέγεται τὴν
φύσιν αὐτῶν)· ὅτι μὲν οὖν τὰ μὲν ποιητικὰ τὰ δὲ παθη-    (25)
 

 135. Αριστοτέλης. Μετεωρολογικά. (4 B.C.) Bekker p. 378b line


25

 ὥσπερ ποιητικόν τί ἐστι), τὸ δὲ ὑγρὸν καὶ ξηρὸν παθητικόν


(τὸ γὰρ εὐόριστον καὶ δυσόριστον τῷ πάσχειν τι λέγεται τὴν
φύσιν αὐτῶν)· ὅτι μὲν οὖν τὰ μὲν ποιητικὰ τὰ δὲ παθη-    (25)
τικά, φανερόν· διωρισμένων δὲ τούτων ληπτέον ἂν εἴη τὰς
ἐργασίας αὐτῶν, αἷς ἐργάζονται τὰ ποιητικά, καὶ τῶν
 
102

 136. Αριστοτέλης. Μετεωρολογικά. (4 B.C.) Bekker p. 378b line


27

 φύσιν αὐτῶν)· ὅτι μὲν οὖν τὰ μὲν ποιητικὰ τὰ δὲ παθη-    (25)


τικά, φανερόν· διωρισμένων δὲ τούτων ληπτέον ἂν εἴη τὰς
ἐργασίας αὐτῶν, αἷς ἐργάζονται τὰ ποιητικά, καὶ τῶν
παθητικῶν τὰ εἴδη. πρῶτον μὲν οὖν καθόλου ἡ ἁπλῆ γένεσις
καὶ ἡ φυσικὴ μεταβολὴ τούτων τῶν δυνάμεών ἐστιν ἔργον,
 

 137. Αριστοτέλης. Μετεωρολογικά. (4 B.C.) Bekker p. 379a line


11

 τον, εἶτα ξηρὰ τέλος γίγνεται τὰ σηπόμενα· ἐκ τούτων


γὰρ ἐγένετο, καὶ ὡρίσθη τῷ ὑγρῷ τὸ ξηρὸν ἐργαζομένων    (10)
τῶν ποιητικῶν. γίγνεται δ’ ἡ φθορὰ ὅταν κρατῇ τοῦ ὁρί-
ζοντος τὸ ὁριζόμενον διὰ τὸ περιέχον. (οὐ μὴν ἀλλ’ ἰδίως γε
λέγεται σῆψις ἐπὶ τῶν κατὰ μέρος φθειρομένων, ὅταν
 

 138. Αριστοτέλης. Μετεωρολογικά. (4 B.C.) Bekker p. 382b line 6

 γὰρ τῶν ὑγρῶν καὶ τῶν ξηρῶν παθητικά. διὸ καὶ τὸ ψυ-
χρὸν τῶν παθητικῶν μᾶλλον· ἐν τούτοις γάρ ἐστιν· καὶ γὰρ   (5)
ἡ γῆ καὶ τὸ ὕδωρ ψυχρὰ ὑπόκειται. ποιητικὸν δὲ τὸ ψυ-
χρὸν ὡς φθαρτικὸν ἢ ὡς κατὰ συμβεβηκός, καθάπερ εἴ-
ρηται πρότερον· ἐνίοτε γὰρ καὶ κάειν λέγεται καὶ θερμαί-
 

 139. Αριστοτέλης. Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 194b line 2

 γὰρ τὸ οὗ ἕνεκα· εἴρηται δ’ ἐν τοῖς περὶ φιλοσοφίας). δύο


(194b) δὲ αἱ ἄρχουσαι τῆς ὕλης καὶ γνωρίζουσαι τέχναι, ἥ τε
χρωμένη καὶ τῆς ποιητικῆς ἡ ἀρχιτεκτονική. διὸ καὶ ἡ
χρωμένη ἀρχιτεκτονική πως, διαφέρει δὲ ᾗ ἡ μὲν τοῦ εἴ-
δους γνωριστική, ἡ ἀρχιτεκτονική, ἡ δὲ ὡς ποιητική, τῆς
 

 140. Αριστοτέλης. Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 194b line 4

 χρωμένη καὶ τῆς ποιητικῆς ἡ ἀρχιτεκτονική. διὸ καὶ ἡ


χρωμένη ἀρχιτεκτονική πως, διαφέρει δὲ ᾗ ἡ μὲν τοῦ εἴ-
δους γνωριστική, ἡ ἀρχιτεκτονική, ἡ δὲ ὡς ποιητική, τῆς
103

ὕλης· ὁ μὲν γὰρ κυβερνήτης ποῖόν τι τὸ εἶδος τοῦ πηδαλίου    (5)


γνωρίζει καὶ ἐπιτάττει, ὁ δ’ ἐκ ποίου ξύλου καὶ ποίων κινή-
 

 141. Αριστοτέλης. Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 200b line 30

 τῶν ἄλλων τῶν τοῦ ὄντος κατηγοριῶν ὁμοίως. τοῦ δὲ πρός


τι τὸ μὲν καθ’ ὑπεροχὴν λέγεται καὶ κατ’ ἔλλειψιν, τὸ δὲ
κατὰ τὸ ποιητικὸν καὶ παθητικόν, καὶ ὅλως κινητικόν τε    (30)
καὶ κινητόν· τὸ γὰρ κινητικὸν κινητικὸν τοῦ κινητοῦ καὶ τὸ κι-
νητὸν κινητὸν ὑπὸ τοῦ κινητικοῦ. οὐκ ἔστι δὲ κίνησις παρὰ τὰ
 

 142. Αριστοτέλης. Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 201a line 23

 κατὰ τὸ αὐτό, ἀλλ’ οἷον θερμὸν μὲν ἐντελεχείᾳ ψυχρὸν δὲ


δυνάμει, πολλὰ ἤδη ποιήσει καὶ πείσεται ὑπ’ ἀλλήλων·
ἅπαν γὰρ ἔσται ἅμα ποιητικὸν καὶ παθητικόν. ὥστε καὶ
τὸ κινοῦν φυσικῶς κινητόν· πᾶν γὰρ τὸ τοιοῦτον κινεῖ κινού-
μενον καὶ αὐτό. δοκεῖ μὲν οὖν τισιν ἅπαν κινεῖσθαι τὸ κι-   (25)
 

 143. Αριστοτέλης. Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 202a line 23

                                         ἔχει δ’ ἀπορίαν    (21)


λογικήν· ἀναγκαῖον γὰρ ἴσως εἶναί τινα ἐνέργειαν τοῦ
ποιητικοῦ καὶ τοῦ παθητικοῦ· τὸ μὲν δὴ ποίησις, τὸ δὲ πά-
θησις, ἔργον δὲ καὶ τέλος τοῦ μὲν ποίημα, τοῦ δὲ πάθος.
ἐπεὶ οὖν ἄμφω κινήσεις, εἰ μὲν ἕτεραι, ἐν τίνι; ἢ γὰρ ἄμ-    (25)
 

 144. Αριστοτέλης. Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 202b line 26

 μέρος· οὐ γὰρ ἄδηλον πῶς ὁρισθήσεται τῶν εἰδῶν ἕκαστον αὐ-


τῆς· ἀλλοίωσις μὲν γὰρ ἡ τοῦ ἀλλοιωτοῦ, ᾗ ἀλλοιωτόν, ἐν-    (25)
τελέχεια. ἔτι δὲ γνωριμώτερον, ἡ τοῦ δυνάμει ποιητικοῦ καὶ
παθητικοῦ, ᾗ τοιοῦτον, ἁπλῶς τε καὶ πάλιν καθ’ ἕκαστον, ἢ
οἰκοδόμησις ἢ ἰάτρευσις. τὸν αὐτὸν δὲ λεχθήσεται τρόπον
 

 145. Αριστοτέλης. Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 212b line 32

 ρεται δὴ εἰς τὸν αὑτοῦ τόπον ἕκαστον εὐλόγως (ὃ γὰρ ἐφε-    (30)
ξῆς καὶ ἁπτόμενον μὴ βίᾳ, συγγενές· καὶ συμπεφυκότα
104

μὲν ἀπαθῆ, ἁπτόμενα δὲ παθητικὰ καὶ ποιητικὰ ἀλλή-


λων)· καὶ μένει δὴ φύσει πᾶν ἐν τῷ οἰκείῳ τόπῳ
οὐκ ἀλόγως· καὶ γὰρ τὸ μέρος, τὸ δὲ ἐν [τῷ] τόπῳ ὡς
 

 146. Αριστοτέλης. Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 217b line 25

 οὕτω δ’ ἡ τοῦ βαρέος καὶ κούφου ὕλη, ᾗ τοιαύτη, εἴη ἂν τὸ


κενόν· τὸ γὰρ πυκνὸν καὶ τὸ μανὸν κατὰ ταύτην τὴν ἐναν-
τίωσιν φορᾶς ποιητικά, κατὰ δὲ τὸ σκληρὸν καὶ μαλακὸν   (25)
πάθους καὶ ἀπαθείας, καὶ οὐ φορᾶς ἀλλ’ ἑτεροιώσεως μᾶλ-
λον. καὶ περὶ μὲν κενοῦ, πῶς ἔστι καὶ πῶς οὐκ ἔστι, διω-
 

 147. Αριστοτέλης. Φυσικά. (4 B.C.) Bekker p. 255a line 34

 ναι ὑπὸ τίνος τὰ τοιαῦτα κινεῖται, οἷον τὸ πῦρ ἄνω καὶ


ἡ γῆ κάτω. ἔστι δὲ δυνάμει ἄλλως ὁ μανθάνων ἐπιστήμων
καὶ ὁ ἔχων ἤδη καὶ μὴ ἐνεργῶν. ἀεὶ δ’, ὅταν ἅμα τὸ ποι-
ητικὸν καὶ τὸ παθητικὸν ὦσιν, γίγνεται ἐνεργείᾳ τὸ δυ-    (35)
(255b) νατόν, οἷον τὸ μανθάνον ἐκ δυνάμει ὄντος ἕτερον γίγνεται
δυ-
νάμει (ὁ γὰρ ἔχων ἐπιστήμην μὴ θεωρῶν δὲ δυνάμει ἐστὶν
 

 148. Αριστοτέλης. Προτρεπτικός. (4 B.C.) Fragment 51 line 2

 τοῦ βίου τὰς ἀρχὰς ὁρμεῖ καὶ ζῇ καθ’ ἑαυτόν.


(51)   Ἔστι μὲν οὖν θεωρητικὴ ἥδε ἡ ἐπιστήμη, παρέχει δ’ ἡμῖν τὸ
δημιουργεῖν κατ’ αὐτὴν ἅπαντα. ὥσπερ γὰρ ἡ ὄψις ποιητικὴ μὲν
καὶ
δημιουργὸς οὐδενός ἐστι (μόνον γὰρ αὐτῆς ἔργον ἐστὶ τὸ κρίνειν
καὶ
δηλοῦν ἕκαστον τῶν ὁρατῶν), ἡμῖν δὲ παρέχει τὸ πράττειν τι δι’
αὐτὴν
 

 149. Αριστοτέλης. Προτρεπτικός. (4 B.C.) Fragment 52 line 4

 πάντα τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ πρὸς τὸν βίον ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις ἐν


τῷ
χρῆσθαι καὶ πράττειν ἐστίν, ἀλλ’ οὐκ ἐν τῷ γιγνώσκειν μόνον·
οὔτε γὰρ
105

ὑγιαίνομεν τῷ γνωρίζειν τὰ ποιητικὰ τῆς ὑγιείας, ἀλλὰ τῷ


προσφέρε-
σθαι τοῖς σώμασιν· οὔτε πλουτοῦμεν τῷ γιγνώσκειν πλοῦτον, ἀλλὰ
τῷ   (5)
κεκτῆσθαι πολλὴν οὐσίαν· οὐδέ, τὸ πάντων μέγιστον, εὖ ζῶμεν τῷ
 

 150. Αριστοτέλης. Προτρεπτικός. (4 B.C.) Fragment 66 line 5

 ὄντοιν θάτερον διὰ θάτερον αἱρετὸν ᾖ, βέλτιόν ἐστι τοῦτο καὶ


μᾶλλον
αἱρετὸν δι’ ὅπερ αἱρετόν ἐστι καὶ θάτερον, οἷον ἡδονὴ μὲν τῶν
ἡδέων,
ὑγίεια δὲ τῶν ὑγιεινῶν· ταῦτα γὰρ ποιητικὰ λέγεται τούτων.    (5)
(67)   Οὐκοῦν τῆς φρονήσεως, ἥν φαμεν δύναμιν εἶναι τοῦ
κυριωτάτου
τῶν ἐν ἡμῖν, οὐκ ἔστιν αἱρετώτερον οὐδέν, ὡς ἕξις πρὸς ἕξιν
κρίνεσθαι·
 

 151. Αριστοτέλης. Προτρεπτικός. (4 B.C.) Fragment 68 line 4

 ἀρετῶν· πασῶν γάρ ἐστι βελτίων, τὸ δὲ ποιούμενον τέλος ἀεὶ


κρεῖττόν
ἐστι τῆς ποιούσης ἐπιστήμης· οὐδὲ μὴν ἅπασα τῆς ψυχῆς ἀρετὴ
οὕτως
ἔργον οὐδ’ ἡ εὐδαιμονία. εἰ γὰρ ἔσται ποιητική, ἑτέρα ἑτέρων
ἔσται,
ὥσπερ οἰκοδομικὴ οἰκίας, ἥτις οὐκ ἔστι μέρος τῆς οἰκίας. ἡ
μέντοι   (5)
φρόνησις μόριον τῆς ἀρετῆς ἐστι καὶ τῆς εὐδαιμονίας· ἢ γὰρ ἐκ
ταύτης
 

 152. Αριστοτέλης. Προτρεπτικός. (4 B.C.) Fragment 69 line 2

 ἢ ταύτην φαμὲν εἶναι τὴν εὐδαιμονίαν.


(69)   Οὐκοῦν καὶ κατὰ τὸν λόγον τοῦτον ἀδύνατον εἶναι [τὴν] ἐπι-

στήμην ποιητικήν· βέλτιον γὰρ δεῖ τὸ τέλος εἶναι τοῦ γιγνομένου·


οὐδὲν
δὲ βέλτιον εἶναι φρονήσεως, πλὴν εἴ τι τῶν εἰρημένων, τούτων δ’
οὐδὲν
106

ἕτερον αὐτῆς ἐστιν ἔργον. θεωρητικήν τιν’ ἄρα φατέον εἶναι


ταύτην τὴν
 

 153. Αριστοτέλης. Προτρεπτικός. (4 B.C.) Fragment 82 line 4

 λόγος, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸ πρότερον εἶναι τὸ δ’ ὕστερον, οἷον τὴν


ὑγίειαν
τῶν ὑγιεινῶν μᾶλλον ἀγαθὸν εἶναί φαμεν, καὶ τὸ καθ’ αὑτὸ τὴν
φύσιν
αἱρετὸν τοῦ ποιητικοῦ· καίτοι τόν γε λόγον ὁρῶμεν ὡς οὐχ ᾗ ἐστι
κατη-
γορούμενος ἀμφοῖν, ὅτι ἀγαθὸν ἑκάτερον ἐπί τε τῶν ὠφελίμων καὶ
τῆς   (5)
ἀρετῆς.
 

 154. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1447a line t

 (1447a) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ   

  Περὶ ποιητικῆς αὐτῆς τε καὶ τῶν εἰδῶν αὐτῆς, ἥν τινα   (8)


δύναμιν ἕκαστον ἔχει, καὶ πῶς δεῖ συνίστασθαι τοὺς μύθους
εἰ μέλλει καλῶς ἕξειν ἡ ποίησις, ἔτι δὲ ἐκ πόσων καὶ    (10)
 

 155. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1447a line 8

 (1447a) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ   

  Περὶ ποιητικῆς αὐτῆς τε καὶ τῶν εἰδῶν αὐτῆς, ἥν τινα   (8)


δύναμιν ἕκαστον ἔχει, καὶ πῶς δεῖ συνίστασθαι τοὺς μύθους
εἰ μέλλει καλῶς ἕξειν ἡ ποίησις, ἔτι δὲ ἐκ πόσων καὶ    (10)
 

 156. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1448b line 4

 αγορεύειν. περὶ μὲν οὖν τῶν διαφορῶν καὶ πόσαι καὶ


τίνες τῆς μιμήσεως εἰρήσθω ταῦτα.
  Ἐοίκασι δὲ γεννῆσαι μὲν ὅλως τὴν ποιητικὴν αἰτίαι
δύο τινὲς καὶ αὗται φυσικαί. τό τε γὰρ μιμεῖσθαι σύμφυτον    (5)
107

τοῖς ἀνθρώποις ἐκ παίδων ἐστὶ καὶ τούτῳ διαφέρουσι


 

 157. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1450b line 17

 ἐπὶ τῶν λόγων ἔχει τὴν αὐτὴν δύναμιν. τῶν δὲ λοιπῶν   (15)


ἡ μελοποιία μέγιστον τῶν ἡδυσμάτων, ἡ δὲ ὄψις ψυχαγω-
γικὸν μέν, ἀτεχνότατον δὲ καὶ ἥκιστα οἰκεῖον τῆς ποιη-
τικῆς· ἡ γὰρ τῆς τραγῳδίας δύναμις καὶ ἄνευ ἀγῶνος καὶ
ὑποκριτῶν ἔστιν, ἔτι δὲ κυριωτέρα περὶ τὴν ἀπεργασίαν
τῶν ὄψεων ἡ τοῦ σκευοποιοῦ τέχνη τῆς τῶν ποιητῶν ἐστιν.   (20)
 

 158. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1454b line 16

 παράδειγμα σκληρότητος οἷον τὸν Ἀχιλλέα ἀγαθὸν καὶ


Ὅμηρος. ταῦτα δὴ διατηρεῖν, καὶ πρὸς τούτοις τὰ παρὰ   (15)
τὰς ἐξ ἀνάγκης ἀκολουθούσας αἰσθήσεις τῇ ποιητικῇ·
καὶ γὰρ κατ’ αὐτὰς ἔστιν ἁμαρτάνειν πολλάκις· εἴρηται
δὲ περὶ αὐτῶν ἐν τοῖς ἐκδεδομένοις λόγοις ἱκανῶς.
 

 159. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1455a line 33

 οἱ ἐν τοῖς πάθεσίν εἰσιν, καὶ χειμαίνει ὁ χειμαζόμενος


καὶ χαλεπαίνει ὁ ὀργιζόμενος ἀληθινώτατα. διὸ εὐφυοῦς ἡ
ποιητική ἐστιν ἢ μανικοῦ· τούτων γὰρ οἱ μὲν εὔπλαστοι οἱ δὲ
ἐκστατικοί εἰσιν. τούς τε λόγους καὶ τοὺς πεποιημένους
(1455b) δεῖ καὶ αὐτὸν ποιοῦντα ἐκτίθεσθαι καθόλου, εἶθ’ οὕτως
ἐπεισ-
 

 160. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1456b line 14

 ήγησις καὶ ἀπειλὴ καὶ ἐρώτησις καὶ ἀπόκρισις καὶ εἴ τι


ἄλλο τοιοῦτον. παρὰ γὰρ τὴν τούτων γνῶσιν ἢ ἄγνοιαν οὐδὲν
εἰς τὴν ποιητικὴν ἐπιτίμημα φέρεται ὅ τι καὶ ἄξιον σπου-
δῆς. τί γὰρ ἄν τις ὑπολάβοι ἡμαρτῆσθαι ἃ Πρωταγόρας   (15)
ἐπιτιμᾷ, ὅτι εὔχεσθαι οἰόμενος ἐπιτάττει εἰπὼν “μῆνιν ἄει-
 

 161. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1456b line 18


108

 ἐπιτιμᾷ, ὅτι εὔχεσθαι οἰόμενος ἐπιτάττει εἰπὼν “μῆνιν ἄει-


δε θεά”; τὸ γὰρ κελεῦσαι, φησίν, ποιεῖν τι ἢ μὴ ἐπίταξίς
ἐστιν. διὸ παρείσθω ὡς ἄλλης καὶ οὐ τῆς ποιητικῆς ὂν
θεώρημα.
  Τῆς δὲ λέξεως ἁπάσης τάδ’ ἐστὶ τὰ μέρη, στοιχεῖον   (20)
 

 162. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1460b line 14

 γλῶτται καὶ μεταφοραὶ καὶ πολλὰ πάθη τῆς λέξεώς ἐστι·


δίδομεν γὰρ ταῦτα τοῖς ποιηταῖς. πρὸς δὲ τούτοις οὐχ ἡ αὐτὴ
ὀρθότης ἐστὶν τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς ποιητικῆς οὐδὲ ἄλλης
τέχνης καὶ ποιητικῆς. αὐτῆς δὲ τῆς ποιητικῆς διττὴ
ἁμαρτία,   (15)
ἡ μὲν γὰρ καθ’ αὑτήν, ἡ δὲ κατὰ συμβεβηκός. εἰ μὲν γὰρ
 

 163. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1460b line 15

 δίδομεν γὰρ ταῦτα τοῖς ποιηταῖς. πρὸς δὲ τούτοις οὐχ ἡ αὐτὴ


ὀρθότης ἐστὶν τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς ποιητικῆς οὐδὲ ἄλλης
τέχνης καὶ ποιητικῆς. αὐτῆς δὲ τῆς ποιητικῆς διττὴ
ἁμαρτία,   (15)
ἡ μὲν γὰρ καθ’ αὑτήν, ἡ δὲ κατὰ συμβεβηκός. εἰ μὲν γὰρ
προείλετο μιμήσασθαι * * ἀδυναμίαν, αὐτῆς ἡ ἁμαρτία· εἰ
 

 164. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1460b line 15

 δίδομεν γὰρ ταῦτα τοῖς ποιηταῖς. πρὸς δὲ τούτοις οὐχ ἡ αὐτὴ


ὀρθότης ἐστὶν τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς ποιητικῆς οὐδὲ ἄλλης
τέχνης καὶ ποιητικῆς. αὐτῆς δὲ τῆς ποιητικῆς διττὴ
ἁμαρτία,   (15)
ἡ μὲν γὰρ καθ’ αὑτήν, ἡ δὲ κατὰ συμβεβηκός. εἰ μὲν γὰρ
προείλετο μιμήσασθαι * * ἀδυναμίαν, αὐτῆς ἡ ἁμαρτία· εἰ
 

 165. Αριστοτέλης. Ποιητική. (4 B.C.) Bekker p. 1462a line 5

 φασιν εἶναι οἳ οὐδὲν δέονται τῶν σχημάτων, τὴν δὲ τραγι-


κὴν πρὸς φαύλους· εἰ οὖν φορτική, χείρων δῆλον ὅτι ἂν εἴη.
πρῶτον μὲν οὐ τῆς ποιητικῆς ἡ κατηγορία ἀλλὰ τῆς ὑποκριτι-
(5)
109

κῆς, ἐπεὶ ἔστι περιεργάζεσθαι τοῖς σημείοις καὶ ῥαψῳδοῦντα,


ὅπερ [ἐστὶ] Σωσίστρατος, καὶ διᾴδοντα, ὅπερ ἐποίει Μνασί-
 

 166. Αριστοτέλης. Πολιτεία. (4 B.C.) Bekker p. 1254a line 2

 πλῆκτρα ἐκιθάριζεν, οὐδὲν ἂν ἔδει οὔτε τοῖς ἀρχιτέκτοσιν


(1254a) ὑπηρετῶν οὔτε τοῖς δεσπόταις δούλων. τὰ μὲν οὖν
λεγόμενα
ὄργανα ποιητικὰ ὄργανά ἐστι, τὸ δὲ κτῆμα πρακτικόν· ἀπὸ
μὲν γὰρ τῆς κερκίδος ἕτερόν τι γίνεται παρὰ τὴν χρῆσιν
αὐτῆς, ἀπὸ δὲ τῆς ἐσθῆτος καὶ τῆς κλίνης ἡ χρῆσις μό-
 

 167. Αριστοτέλης. Πολιτεία. (4 B.C.) Bekker p. 1257b line 7

 ποιήσει κέρδος. διὸ δοκεῖ ἡ χρηματιστικὴ μάλιστα περὶ τὸ    (5)


νόμισμα εἶναι, καὶ ἔργον αὐτῆς τὸ δύνασθαι θεωρῆσαι πό-
θεν ἔσται πλῆθος χρημάτων· ποιητικὴ γάρ ἐστι πλούτου
καὶ χρημάτων. καὶ γὰρ τὸν πλοῦτον πολλάκις τιθέασι νο-
μίσματος πλῆθος, διὰ τὸ περὶ τοῦτ’ εἶναι τὴν χρηματιστικὴν
 

 168. Αριστοτέλης. Πολιτεία. (4 B.C.) Bekker p. 1257b line 21

 ζητοῦντες. ἔστι γὰρ ἑτέρα ἡ χρηματιστικὴ καὶ ὁ πλοῦτος ὁ


κατὰ φύσιν, καὶ αὕτη μὲν οἰκονομική, ἡ δὲ καπηλικὴ    (20)
ποιητικὴ χρημάτων οὐ πάντως, ἀλλὰ διὰ χρημάτων μετα-
βολῆς. καὶ δοκεῖ περὶ τὸ νόμισμα αὕτη εἶναι· τὸ γὰρ
νόμισμα στοιχεῖον καὶ πέρας τῆς ἀλλαγῆς ἐστιν. καὶ ἄπει-
 

 169. Αριστοτέλης. Πολιτεία. (4 B.C.) Bekker p. 1258a line 2

 δὲ ταύτης τῆς διαθέσεως τὸ σπουδάζειν περὶ τὸ ζῆν, ἀλλὰ


(1258a) μὴ τὸ εὖ ζῆν· εἰς ἄπειρον οὖν ἐκείνης τῆς ἐπιθυμίας οὔσης,

καὶ τῶν ποιητικῶν ἀπείρων ἐπιθυμοῦσιν. ὅσοι δὲ καὶ τοῦ εὖ


ζῆν ἐπιβάλλονται τὸ πρὸς τὰς ἀπολαύσεις τὰς σωματι-
κὰς ζητοῦσιν, ὥστ’ ἐπεὶ καὶ τοῦτ’ ἐν τῇ κτήσει φαίνεται ὑπάρ-
 

 170. Αριστοτέλης. Πολιτεία. (4 B.C.) Bekker p. 1258a line 8


110

 ἕτερον εἶδος τῆς χρηματιστικῆς διὰ τοῦτ’ ἐλήλυθεν. ἐν ὑπερ-


βολῇ γὰρ οὔσης τῆς ἀπολαύσεως, τὴν τῆς ἀπολαυστικῆς
ὑπερβολῆς ποιητικὴν ζητοῦσιν· κἂν μὴ διὰ τῆς χρηματιστι-
κῆς δύνωνται πορίζειν, δι’ ἄλλης αἰτίας τοῦτο πειρῶνται,
ἑκάστῃ χρώμενοι τῶν δυνάμεων οὐ κατὰ φύσιν. ἀνδρείας    (10)
 

 171. Αριστοτέλης. Πολιτεία. (4 B.C.) Bekker p. 1307b line 29

 τείας ἐχόμενόν ἐστιν εἰπεῖν. πρῶτον μὲν οὖν δῆλον ὅτι, εἴπερ
ἔχομεν δι’ ὧν φθείρονται αἱ πολιτεῖαι, ἔχομεν καὶ δι’ ὧν
σῴζονται· τῶν γὰρ ἐναντίων τἀναντία ποιητικά, φθορὰ δὲ
σωτηρίᾳ ἐναντίον. ἐν μὲν οὖν ταῖς εὖ κεκραμέναις πολι-   (30)
τείαις ὥσπερ ἄλλο τι δεῖ τηρεῖν ὅπως μηθὲν παρανομῶσι,
 

 172. Αριστοτέλης. Πολιτεία. (4 B.C.) Bekker p. 1331b line 36

 ὁτὲ δὲ ἑκατέρου διαμαρτάνουσιν, οἷον περὶ ἰατρικήν· οὔτε γὰρ


ποῖόν τι δεῖ τὸ ὑγιαῖνον εἶναι σῶμα κρίνουσιν ἐνίοτε καλῶς,   (35)
οὔτε πρὸς τὸν ὑποκείμενον αὐτοῖς ὅρον τυγχάνουσι τῶν ποιη-
τικῶν· δεῖ δ’ ἐν ταῖς τέχναις καὶ ἐπιστήμαις ταῦτα ἀμφό-
τερα κρατεῖσθαι, τὸ τέλος καὶ τὰς εἰς τὸ τέλος πράξεις),
ὅτι μὲν οὖν τοῦ τε εὖ ζῆν καὶ τῆς εὐδαιμονίας ἐφίενται
 

 173. Αριστοτέλης. Πολιτεία. (4 B.C.) Bekker p. 1341b line 40

 ριν (καὶ γὰρ παιδείας ἕνεκεν καὶ καθάρσεως—τί δὲ λέ-


γομεν τὴν κάθαρσιν, νῦν μὲν ἁπλῶς, πάλιν δ’ ἐν τοῖς περὶ
ποιητικῆς ἐροῦμεν σαφέστερον—τρίτον δὲ πρὸς διαγωγὴν   (40)
πρὸς ἄνεσίν τε καὶ πρὸς τὴν τῆς συντονίας ἀνάπαυσιν),
(1342a) φανερὸν ὅτι χρηστέον μὲν πάσαις ταῖς ἁρμονίαις, οὐ τὸν
 

 174. Αριστοτέλης. Προβλήματα. (4 B.C.) Bekker p. 861a line 16

 τηδείως ὑπάρχοντι τόπῳ; ὁ δὲ ἐγκέφαλος ὑγρός· διὸ καὶ


ἡ κεφαλὴ ἀεὶ μάλιστα. δηλοῖ δέ, ὅτι αἱ τρίχες ἔνεισι μά-   (15)
λιστα ἐν αὐτῇ. ἡ δὲ τοῦ τόπου τούτου ὑγρότης φθειρῶν ποιη-
τική. δηλοῖ δὲ ἐπὶ τῶν παίδων· ὑγροκέφαλοί τε γάρ εἰσι,
καὶ πολλάκις ἢ κορυζῶσιν ἢ αἷμα ποιεῖ ῥεῖν, καὶ φθεῖρας
111

πλείους οἱ ἐν ταύτῃ τῇ ἡλικίᾳ ἔχουσιν.


 

 175. Αριστοτέλης. Προβλήματα. (4 B.C.) Bekker p. 929a line 2

 συνεχῶς γὰρ γινόμενα ἢ προσφερόμενα ἀμφότερα λυπεῖ.


(929a) αἴτιον δὲ τὸ μὴ ἀπείρους ἡμᾶς ἐν αὐτοῖς δυνάμεις ἔχειν
τὰς δεκτικὰς καὶ ποιητικάς, ἀλλὰ πεπερασμένας, αἳ τυγ-
χάνουσαι τοῦ συμμέτρου αὐταῖς (τοῦτο γὰρ συνεχῶς ἐστὶν
αἰσθητὸν εἰς ἐπίδοσιν) αἱ μὲν πληροῦνται, αἱ δὲ ἀδυνατοῦσιν
 

 176. Αριστοτέλης. Προβλήματα. (4 B.C.) Bekker p. 958b line 21

 αἰσθάνεσθαι; τὰ δὲ δεξιὰ τῷ ἔθει δοκεῖ διαφέρειν, ἐπεὶ ἐθι-


σθεῖσιν ἀμφιδέξιοι γίνονται. ἢ ὅτι τὸ μὲν αἰσθάνεσθαι πά-   (20)
σχειν τί ἐστι, τὰ δὲ δεξιὰ διαφέρει τῷ ποιητικώτερα εἶναι
καὶ ἀπαθέστερα τῶν ἀριστερῶν.
  Διὰ τί ἐν μὲν τοῖς ἄλλοις κρείττω τὰ δεξιά, ἐν δὲ
 

 177. Αριστοτέλης. Προβλήματα. (4 B.C.) Bekker p. 959a line 22

   Διὰ τί τοῦ μὲν ἄλλου σώματος τὰ ἀριστερὰ ἀσθενέστερα,    (20)


τῶν δὲ ὀφθαλμῶν οὔ, ἀλλ’ ὁμοίως ὀξύ; ἢ ὅτι τὰ μὲν δεξιὰ
τῷ ποιητικὰ εἶναι διαφέρουσι, τῷ δὲ παθητικὰ οὐ διαφέρουσιν;
αἱ δὲ ὄψεις παθητικαί.
  Διὰ τί τῇ ὄψει πρὸς μὲν τὰ ἄλλα ἀτενίζοντες χεῖρον
 

 178. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1362a line 27

 ἀποδοίη, καὶ ὅσα ὁ περὶ ἕκαστον νοῦς ἀποδίδωσιν ἑκάστῳ·   (25)


τοῦτό γάρ ἐστιν ἑκάστῳ ἀγαθόν, καὶ οὗ παρόντος εὖ διάκει-
ται καὶ αὐτάρκως ἔχει, καὶ τὸ αὔταρκες, καὶ τὸ ποιητικὸν ἢ
φυλακτικὸν τῶν τοιούτων, καὶ ᾧ ἀκολουθεῖ τὰ τοιαῦτα, καὶ
τὰ κωλυτικὰ τῶν ἐναντίων καὶ τὰ φθαρτικά. ἀκολουθεῖ δὲ
 

 179. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1362a line 32

 διχῶς (ἢ γὰρ ἅμα ἢ ὕστερον, οἷον τῷ μὲν μανθάνειν τὸ   (30)


ἐπίστασθαι ὕστερον, τῷ δὲ ὑγιαίνειν τὸ ζῆν ἅμα), καὶ τὰ
ποιητικὰ τριχῶς, τὰ μὲν ὡς τὸ ὑγιαίνειν ὑγιείας, τὰ δὲ
112

ὡς σιτία ὑγιείας, τὰ δὲ ὡς τὸ γυμνάζεσθαι, ὅτι ὡς ἐπὶ


τὸ πολὺ ποιεῖ ὑγίειαν. τούτων δὲ κειμένων ἀνάγκη τάς τε
 

 180. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1362b line 4

 ται τοῦ μὲν λῆψις τοῦ δ’ ἀποβολή. καὶ τὰς ἀρετὰς δὲ


ἀνάγκη ἀγαθὸν εἶναι (κατὰ γὰρ ταύτας εὖ τε διάκεινται
οἱ ἔχοντες, καὶ ποιητικαὶ τῶν ἀγαθῶν εἰσι καὶ πρακτικαί·
περὶ ἑκάστης δὲ καὶ τίς καὶ ποία χωρὶς ῥητέον), καὶ τὴν    (5)
ἡδονὴν ἀγαθὸν εἶναι· πάντα γὰρ ἐφίεται τὰ ζῷα αὐτῆς τῇ
 

 181. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1362b line 8

 ἡδονὴν ἀγαθὸν εἶναι· πάντα γὰρ ἐφίεται τὰ ζῷα αὐτῆς τῇ


φύσει· ὥστε καὶ τὰ ἡδέα καὶ τὰ καλὰ ἀνάγκη ἀγαθὰ
εἶναι· τὰ μὲν γὰρ ἡδονῆς ποιητικά, τῶν δὲ καλῶν τὰ μὲν
ἡδέα τὰ δὲ αὐτὰ καθ’ ἑαυτὰ αἱρετά ἐστιν.
  ὡς δὲ καθ’ ἓν εἰπεῖν, ἀνάγκη ἀγαθὰ εἶναι τάδε. εὐδαιμονία·   (10)
 

 182. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1362b line 15

 ψυχία, μεγαλοπρέπεια, καὶ αἱ ἄλλαι αἱ τοιαῦται ἕξεις· ἀρεταὶ


γὰρ ψυχῆς. καὶ ὑγίεια καὶ κάλλος καὶ τὰ τοιαῦτα·
ἀρεταὶ γὰρ σώματος καὶ ποιητικὰ πολλῶν, οἷον ὑγίεια   (15)
καὶ ἡδονῆς καὶ τοῦ ζῆν, διὸ καὶ ἄριστον δοκεῖ εἶναι, ὅτι
δύο τῶν τοῖς πολλοῖς τιμιωτάτων αἴτιόν ἐστιν, ἡδονῆς καὶ
 

 183. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1362b line 18

 καὶ ἡδονῆς καὶ τοῦ ζῆν, διὸ καὶ ἄριστον δοκεῖ εἶναι, ὅτι
δύο τῶν τοῖς πολλοῖς τιμιωτάτων αἴτιόν ἐστιν, ἡδονῆς καὶ
τοῦ ζῆν. πλοῦτος· ἀρετὴ γὰρ κτήσεως καὶ ποιητικὸν πολ-
λῶν. φίλος καὶ φιλία· καὶ γὰρ καθ’ αὑτὸν αἱρετὸς ὁ
φίλος καὶ ποιητικὸς πολλῶν. τιμή, δόξα· καὶ γὰρ ἡδέα   (20)
 

 184. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1362b line 20

 τοῦ ζῆν. πλοῦτος· ἀρετὴ γὰρ κτήσεως καὶ ποιητικὸν πολ-


λῶν. φίλος καὶ φιλία· καὶ γὰρ καθ’ αὑτὸν αἱρετὸς ὁ
113

φίλος καὶ ποιητικὸς πολλῶν. τιμή, δόξα· καὶ γὰρ ἡδέα   (20)


καὶ ποιητικὰ πολλῶν, καὶ ἀκολουθεῖ αὐταῖς ὡς ἐπὶ τὸ
πολὺ τὸ ὑπάρχειν ἐφ’ οἷς τιμῶνται. δύναμις τοῦ λέγειν,
 

 185. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1362b line 21

 λῶν. φίλος καὶ φιλία· καὶ γὰρ καθ’ αὑτὸν αἱρετὸς ὁ


φίλος καὶ ποιητικὸς πολλῶν. τιμή, δόξα· καὶ γὰρ ἡδέα   (20)
καὶ ποιητικὰ πολλῶν, καὶ ἀκολουθεῖ αὐταῖς ὡς ἐπὶ τὸ
πολὺ τὸ ὑπάρχειν ἐφ’ οἷς τιμῶνται. δύναμις τοῦ λέγειν,
τοῦ πράττειν· ποιητικὰ γὰρ πάντα τὰ τοιαῦτα ἀγαθῶν. ἔτι
 

 186. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1362b line 23

 καὶ ποιητικὰ πολλῶν, καὶ ἀκολουθεῖ αὐταῖς ὡς ἐπὶ τὸ


πολὺ τὸ ὑπάρχειν ἐφ’ οἷς τιμῶνται. δύναμις τοῦ λέγειν,
τοῦ πράττειν· ποιητικὰ γὰρ πάντα τὰ τοιαῦτα ἀγαθῶν. ἔτι
εὐφυΐα, μνήμη, εὐμάθεια, ἀγχίνοια, πάντα τὰ τοιαῦτα·
ποιητικαὶ γὰρ αὗται ἀγαθῶν αἱ δυνάμεις εἰσίν. ὁμοίως δὲ   (25)
 

 187. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1362b line 25

 τοῦ πράττειν· ποιητικὰ γὰρ πάντα τὰ τοιαῦτα ἀγαθῶν. ἔτι


εὐφυΐα, μνήμη, εὐμάθεια, ἀγχίνοια, πάντα τὰ τοιαῦτα·
ποιητικαὶ γὰρ αὗται ἀγαθῶν αἱ δυνάμεις εἰσίν. ὁμοίως δὲ   (25)
καὶ αἱ ἐπιστῆμαι πᾶσαι καὶ αἱ τέχναι. καὶ τὸ ζῆν· εἰ γὰρ
μηδὲν ἄλλο ἕποιτο ἀγαθόν, καθ’ αὑτὸ αἱρετόν ἐστιν. καὶ
 

 188. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1363b line 15

 ἀγαθὸν λέγομεν τό τε αὐτὸ αὑτοῦ ἕνεκα καὶ μὴ ἄλλου


αἱρετόν, καὶ οὗ πάντ’ ἐφίεται, καὶ ὃ νοῦν ἂν καὶ φρόνησιν
λαβόντα ἕλοιτο, καὶ τὸ ποιητικὸν καὶ τὸ φυλακτικόν, ἢ   (15)
ᾧ ἕπεται τὰ τοιαῦτα, [τὸ δ’ οὗ ἕνεκα τὸ τέλος ἐστίν,] τέλος
δέ ἐστιν οὗ ἕνεκα τὰ ἄλλα, αὐτῷ δὲ ἀγαθὸν τὸ πρὸς αὐτὸν
 

 189. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1363b line 35


114

 ὁ γὰρ ἱεροσυλήσας κἂν ἀποστερήσειεν. καὶ τὰ ὑπερέχοντα


τοῦ αὐτοῦ μείζονι μείζω· ἀνάγκη γὰρ ὑπερέχειν καὶ τοῦ
μείονι. καὶ τὰ μείζονος ἀγαθοῦ ποιητικὰ μείζω· τοῦτο    (35)
γὰρ ἦν τὸ μείζονος ποιητικῷ εἶναι. καὶ οὗ τὸ ποιητικὸν
μεῖζον, ὡσαύτως· εἰ γὰρ τὸ ὑγιεινὸν αἱρετώτερον τοῦ ἡδέος
 

 190. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1363b line 36

 τοῦ αὐτοῦ μείζονι μείζω· ἀνάγκη γὰρ ὑπερέχειν καὶ τοῦ


μείονι. καὶ τὰ μείζονος ἀγαθοῦ ποιητικὰ μείζω· τοῦτο    (35)
γὰρ ἦν τὸ μείζονος ποιητικῷ εἶναι. καὶ οὗ τὸ ποιητικὸν
μεῖζον, ὡσαύτως· εἰ γὰρ τὸ ὑγιεινὸν αἱρετώτερον τοῦ ἡδέος
καὶ μεῖζον ἀγαθόν, καὶ ἡ ὑγίεια τῆς ἡδονῆς μείζων. καὶ
 

 191. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1363b line 36

 τοῦ αὐτοῦ μείζονι μείζω· ἀνάγκη γὰρ ὑπερέχειν καὶ τοῦ


μείονι. καὶ τὰ μείζονος ἀγαθοῦ ποιητικὰ μείζω· τοῦτο    (35)
γὰρ ἦν τὸ μείζονος ποιητικῷ εἶναι. καὶ οὗ τὸ ποιητικὸν
μεῖζον, ὡσαύτως· εἰ γὰρ τὸ ὑγιεινὸν αἱρετώτερον τοῦ ἡδέος
καὶ μεῖζον ἀγαθόν, καὶ ἡ ὑγίεια τῆς ἡδονῆς μείζων. καὶ
 

 192. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1366b line 17

 ὡς ὁ νόμος κελεύει· ἀκολασία δὲ τοὐναντίον. ἐλευθεριότης    (15)


δὲ περὶ χρήματα εὐποιητική, ἀνελευθερία δὲ τοὐναντίον.
μεγαλοψυχία δὲ ἀρετὴ μεγάλων ποιητικὴ εὐεργετημάτων
[μικροψυχία δὲ τοὐναντίον], μεγαλοπρέπεια δὲ ἀρετὴ ἐν δαπα-
νήμασι μεγέθους ποιητική, μικροψυχία δὲ καὶ μικρο-
 

 193. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1366b line 19

 μεγαλοψυχία δὲ ἀρετὴ μεγάλων ποιητικὴ εὐεργετημάτων


[μικροψυχία δὲ τοὐναντίον], μεγαλοπρέπεια δὲ ἀρετὴ ἐν δαπα-
νήμασι μεγέθους ποιητική, μικροψυχία δὲ καὶ μικρο-
πρέπεια τἀναντία. φρόνησις δ’ ἐστὶν ἀρετὴ διανοίας καθ’   (20)
ἣν εὖ βουλεύεσθαι δύνανται περὶ ἀγαθῶν καὶ κακῶν τῶν
 
115

 194. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1366b line 25

   περὶ μὲν οὖν ἀρετῆς καὶ κακίας καθόλου καὶ περὶ τῶν μο-
ρίων εἴρηται κατὰ τὸν ἐνεστῶτα καιρὸν ἱκανῶς, περὶ δὲ τῶν
ἄλλων οὐ χαλεπὸν ἰδεῖν· φανερὸν γὰρ ὅτι ἀνάγκη τά τε ποιη-
(25)
τικὰ τῆς ἀρετῆς εἶναι καλά (πρὸς ἀρετὴν γάρ) καὶ τὰ ἀπ’ ἀρε-
τῆς γινόμενα, τοιαῦτα δὲ τά τε σημεῖα τῆς ἀρετῆς καὶ τὰ
ἔργα· ἐπεὶ δὲ τὰ σημεῖα καὶ τὰ τοιαῦτα ἅ ἐστιν ἀγαθοῦ ἔργα
 

 195. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1370a line 1

 ψυχῆς καὶ κατάστασιν ἀθρόαν καὶ αἰσθητὴν εἰς τὴν ὑπάρ-


χουσαν φύσιν, λύπην δὲ τοὐναντίον. εἰ δ’ ἐστὶν ἡδονὴ τὸ   (35)
(1370a) τοιοῦτον, δῆλον ὅτι καὶ ἡδύ ἐστι τὸ ποιητικὸν τῆς
εἰρημένης
διαθέσεως, τὸ δὲ φθαρτικὸν ἢ τῆς ἐναντίας καταστάσεως
ποιητικὸν λυπηρόν. ἀνάγκη οὖν ἡδὺ εἶναι τό τε εἰς τὸ κατὰ
 

 196. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1370a line 3

 (1370a) τοιοῦτον, δῆλον ὅτι καὶ ἡδύ ἐστι τὸ ποιητικὸν τῆς


εἰρημένης
διαθέσεως, τὸ δὲ φθαρτικὸν ἢ τῆς ἐναντίας καταστάσεως
ποιητικὸν λυπηρόν. ἀνάγκη οὖν ἡδὺ εἶναι τό τε εἰς τὸ κατὰ
φύσιν ἰέναι ὡς ἐπὶ τὸ πολύ, καὶ μάλιστα ὅταν ἀπειλη-
φότα ᾖ τὴν ἑαυτῶν φύσιν τὰ κατ’ αὐτὴν γιγνόμενα, καὶ τὰ    (5)
 

 197. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1371b line 7

 νειν τε ἡδὺ καὶ τὸ θαυμάζειν, καὶ τὰ τοιάδε ἀνάγκη   (5)


ἡδέα εἶναι, οἷον τό τε μιμούμενον, ὥσπερ γραφικὴ καὶ
ἀνδριαντοποιία καὶ ποιητική, καὶ πᾶν ὃ ἂν εὖ μεμιμημέ-
νον ᾖ, κἂν ᾖ μὴ ἡδὺ αὐτὸ τὸ μεμιμημένον· οὐ γὰρ ἐπὶ
τούτῳ χαίρει, ἀλλὰ συλλογισμὸς ἔστιν ὅτι τοῦτο ἐκεῖνο, ὥστε
 

 198. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1372a line 2


116

 ὁ γέλως τῶν ἡδέων, ἀνάγκη καὶ τὰ γελοῖα ἡδέα εἶναι, καὶ


(1372a) ἀνθρώπους καὶ λόγους καὶ ἔργα· διώρισται δὲ περὶ
γελοίων
χωρὶς ἐν τοῖς Περὶ ποιητικῆς. περὶ μὲν οὖν ἡδέων εἰρήσθω
ταῦτα, τὰ δὲ λυπηρὰ ἐκ τῶν ἐναντίων τούτοις φανερά.
  Ὧν μὲν οὖν ἕνεκα ἀδικοῦσιν, ταῦτ’ ἐστίν· πῶς δὲ ἔχον-
 

 199. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1379b line 33

 καταφρονητικὸν γὰρ ἡ εἰρωνεία. καὶ τοῖς τῶν ἄλλων εὐποιη-


τικοῖς, ἐὰν μὴ καὶ αὐτῶν· καὶ γὰρ τοῦτο καταφρονητικόν,
τὸ μὴ ἀξιοῦν, ὧν πάντας, καὶ αὐτόν. ποιητικὸν δ’ ὀργῆς καὶ
ἡ λήθη, οἷον καὶ ἡ τῶν ὀνομάτων, οὕτως οὖσα περὶ μικρόν·
ὀλιγωρίας γὰρ δοκεῖ καὶ ἡ λήθη σημεῖον εἶναι· δι’ ἀμέλειαν   (35)
 

 200. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1381b line 35

 καὶ οὓς θαρροῦμεν· οὐδεὶς γὰρ ὃν φοβεῖται φιλεῖ.


  εἴδη δὲ φιλίας ἑταιρεία οἰκειότης συγγένεια καὶ ὅσα τοιαῦτα.
ποιητικὰ δὲ φιλίας χάρις καὶ τὸ μὴ δεηθέντος ποιῆσαι καὶ   (35)
τὸ ποιήσαντα μὴ δηλῶσαι· αὐτοῦ γὰρ οὕτως ἕνεκα φαίνεται
καὶ οὐ διά τι ἕτερον.

 201. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1382a line 2

 καὶ οὐ διά τι ἕτερον.


(1382a)   περὶ δ’ ἔχθρας καὶ τοῦ μισεῖν φανερὸν ὡς ἐκ τῶν ἐναν-
τίων ἔστι θεωρεῖν. ποιητικὰ δὲ ἔχθρας ὀργή, ἐπηρεασμός, δια-
βολή. ὀργὴ μὲν οὖν ἐστιν ἐκ τῶν πρὸς αὑτόν, ἔχθρα δὲ καὶ
ἄνευ τοῦ πρὸς αὑτόν· ἂν γὰρ ὑπολαμβάνωμεν εἶναι τοιόνδε,
 

 202. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1383b line 7

 τοὺς θεοὺς αὐτοῖς καλῶς ἔχῃ, τά τε ἄλλα καὶ τὰ ἀπὸ σημείων   (5)


καὶ λογίων· θαρραλέον γὰρ ἡ ὀργή, τὸ δὲ μὴ ἀδικεῖν ἀλλ’ ἀδι-
κεῖσθαι ὀργῆς ποιητικόν, τὸ δὲ θεῖον ὑπολαμβάνεται βοηθεῖν
τοῖς ἀδικουμένοις. καὶ ὅταν ἐπιχειροῦντες ἢ μηδὲν ἂν παθεῖν
[μηδὲ πείσεσθαι] ἢ κατορθώσειν οἴωνται. καὶ περὶ μὲν τῶν
 
117

 203. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1403b line 25

 ὀψὲ παρῆλθεν· ὑπεκρίνοντο γὰρ αὐτοὶ τὰς τραγῳδίας οἱ


ποιηταὶ τὸ πρῶτον. δῆλον οὖν ὅτι καὶ περὶ τὴν ῥητορικήν
ἐστι τὸ τοιοῦτον ὥσπερ καὶ περὶ τὴν ποιητικήν, ὅπερ   (25)
ἕτεροί τέ τινες ἐπραγματεύθησαν καὶ Γλαύκων ὁ Τήιος. ἔστιν
δὲ αὕτη μὲν ἐν τῇ φωνῇ, πῶς αὐτῇ δεῖ χρῆσθαι πρὸς
 

 204. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1404a line 26

 καὶ ἄλλαι γε. ἐπεὶ δ’ οἱ ποιηταί, λέγοντες εὐήθη, διὰ τὴν


λέξιν ἐδόκουν πορίσασθαι τὴν δόξαν, διὰ τοῦτο    (25)
ποιητικὴ πρώτη ἐγένετο λέξις, οἷον ἡ Γοργίου, καὶ νῦν
ἔτι οἱ πολλοὶ τῶν ἀπαιδεύτων τοὺς τοιούτους οἴονται δια-
λέγεσθαι κάλλιστα. τοῦτο δ’ οὐκ ἔστιν, ἀλλ’ ἑτέρα λόγου
 

 205. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1404a line 39

 ὥστε φανερὸν ὅτι οὐχ ἅπαντα ὅσα περὶ λέξεως ἔστιν εἰπεῖν
ἀκριβολογητέον ἡμῖν, ἀλλ’ ὅσα περὶ τοιαύτης οἵας λέγομεν.
περὶ δ’ ἐκείνης εἴρηται ἐν τοῖς Περὶ ποιητικῆς.
(1404b)   Ἔστω οὖν ἐκεῖνα τεθεωρημένα καὶ ὡρίσθω λέξεως
ἀρετὴ
σαφῆ εἶναι (σημεῖον γάρ τι ὁ λόγος ὤν, ἐὰν μὴ δηλοῖ
 

 206. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1404b line 4

 σαφῆ εἶναι (σημεῖον γάρ τι ὁ λόγος ὤν, ἐὰν μὴ δηλοῖ


οὐ ποιήσει τὸ ἑαυτοῦ ἔργον), καὶ μήτε ταπεινὴν μήτε ὑπὲρ
τὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ πρέπουσαν· ἡ γὰρ ποιητικὴ ἴσως οὐ τα-
πεινή, ἀλλ’ οὐ πρέπουσα λόγῳ. τῶν δ’ ὀνομάτων καὶ ῥη-   (5)
μάτων σαφῆ μὲν ποιεῖ τὰ κύρια, μὴ ταπεινὴν δὲ ἀλλὰ
 

 207. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1404b line 7

 πεινή, ἀλλ’ οὐ πρέπουσα λόγῳ. τῶν δ’ ὀνομάτων καὶ ῥη-   (5)


μάτων σαφῆ μὲν ποιεῖ τὰ κύρια, μὴ ταπεινὴν δὲ ἀλλὰ
κεκοσμημένην τἆλλα ὀνόματα ὅσα εἴρηται ἐν τοῖς περὶ ποιη-
τικῆς· τὸ γὰρ ἐξαλλάξαι ποιεῖ φαίνεσθαι σεμνοτέραν· ὥσπερ
118

γὰρ πρὸς τοὺς ξένους οἱ ἄνθρωποι καὶ πρὸς τοὺς πολίτας,


τὸ αὐτὸ πάσχουσιν καὶ πρὸς τὴν λέξιν· διὸ δεῖ ποιεῖν ξένην   (10)
 

 208. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1405a line 6

 φορᾶς, καὶ ὅτι τοῦτο πλεῖστον δύναται καὶ ἐν ποιήσει καὶ


ἐν λόγοις, [αἱ μεταφοραί,] εἴρηται, καθάπερ ἐλέγομεν, ἐν τοῖς   (5)
Περὶ ποιητικῆς· τοσούτῳ δ’ ἐν λόγῳ δεῖ μᾶλλον φιλοπονεῖ-
σθαι περὶ αὐτῶν, ὅσῳ ἐξ ἐλαττόνων βοηθημάτων ὁ λόγος
ἐστὶ τῶν μέτρων· καὶ τὸ σαφὲς καὶ τὸ ἡδὺ καὶ τὸ ξενικὸν
 

 209. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1406a line 5

 “τελεσφόρον” ᾠήθη τὴν προθυμίαν αὐτῶν γενήσεσθαι, καὶ


“τελεσφόρον” τὴν πειθὼ τῶν λόγων κατέστησεν, καὶ “κυανό-
χρων” τὸ τῆς θαλάττης ἔδαφος· πάντα ταῦτα γὰρ ποιητικὰ    (5)
διὰ τὴν δίπλωσιν φαίνεται. μία μὲν οὖν αὕτη αἰτία, μία
δὲ τὸ χρῆσθαι γλώτταις, οἷον Λυκόφρων Ξέρξην “πέλωρον
 

 210. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1406a line 32

 ψυχῆς ἐπιθυμίαν (τοῦτο δ’ ἅμα καὶ διπλοῦν καὶ ἐπίθετον,    (30)


ὥστε ποίημα γίνεται), καὶ οὕτως ἔξεδρον τὴν τῆς μοχθηρίας
ὑπερβολήν. διὸ ποιητικῶς λέγοντες τῇ ἀπρεπείᾳ τὸ γελοῖον
καὶ τὸ ψυχρὸν ἐμποιοῦσι, καὶ τὸ ἀσαφὲς διὰ τὴν ἀδολε-
σχίαν· ὅταν γὰρ γιγνώσκοντι ἐπεμβάλλῃ, διαλύει τὸ σαφὲς
 

 211. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1406b line 1

 τῷ ἐπισκοτεῖν. οἱ δ’ ἄνθρωποι τοῖς διπλοῖς χρῶνται ὅταν    (35)


ἀνώνυμον ᾖ καὶ ὁ λόγος εὐσύνθετος, οἷον τὸ χρονοτριβεῖν·
(1406b) ἀλλ’ ἂν πολύ, πάντως ποιητικόν· διὸ χρησιμωτάτη ἡ
διπλῆ
λέξις τοῖς διθυραμβοποιοῖς (οὗτοι γὰρ ψοφώδεις), αἱ δὲ
γλῶτται τοῖς ἐποποιοῖς (σεμνὸν γὰρ καὶ αὔθαδες), ἡ δὲ μετα-
 

 212. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1406b line 10


119

 δὲ διὰ τὸ σεμνὸν ἄγαν καὶ τραγικόν· ἀσαφεῖς δέ, ἂν πόρ-


ρωθεν, οἷον Γοργίας “χλωρὰ καὶ ἄναιμα τὰ πράγματα”, “σὺ
δὲ ταῦτα αἰσχρῶς μὲν ἔσπειρας κακῶς δὲ ἐθέρισας”· ποιη-   (10)
τικῶς γὰρ ἄγαν. καὶ ὡς Ἀλκιδάμας τὴν φιλοσοφίαν “ἐπι-
τείχισμα τῷ νόμῳ”, καὶ τὴν Ὀδύσσειαν “καλὸν ἀνθρω-
πίνου βίου κάτοπτρον”, καὶ “οὐδὲν τοιοῦτον ἄθυρμα τῇ
 

 213. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1406b line 25

 ἄμφω ἀνδρείους εἶναι, προσηγόρευσεν μετενέγκας λέοντα


τὸν Ἀχιλλέα. χρήσιμον δὲ ἡ εἰκὼν καὶ ἐν λόγῳ, ὀλιγάκις
δέ· ποιητικὸν γάρ. οἰστέαι δὲ ὥσπερ αἱ μεταφοραί· μετα-    (25)
φοραὶ γάρ εἰσι, διαφέρουσαι τῷ εἰρημένῳ.
  εἰσὶν δ’ εἰκόνες οἷον ἣν Ἀνδροτίων εἰς Ἰδριέα, ὅτι ὅμοιος
 

 214. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1407b line 32

 λόγῳ ᾖ τὸ αἰσχρόν, τοὔνομα λέγειν, ἐὰν δ’ ἐν τῷ ὀνόματι,   (30)


τὸν λόγον. καὶ μεταφορᾷ δηλοῦν καὶ τοῖς ἐπιθέτοις, εὐ-
λαβούμενον τὸ ποιητικόν. καὶ τὸ ἓν πολλὰ ποιεῖν, ὅπερ οἱ
ποιηταὶ ποιοῦσιν· ἑνὸς ὄντος λιμένος ὅμως λέγουσι     λιμένας εἰς
Ἀχαϊκούς    (33)
 
 215. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1419b line 6

 τοῖς ἀγῶσι, καὶ δεῖν ἔφη Γοργίας τὴν μὲν σπουδὴν δια-
φθείρειν τῶν ἐναντίων γέλωτι τὸν δὲ γέλωτα σπουδῇ, ὀρθῶς   (5)
λέγων, εἴρηται πόσα εἴδη γελοίων ἔστιν ἐν τοῖς περὶ ποιη-
τικῆς, ὧν τὸ μὲν ἁρμόττει ἐλευθέρῳ τὸ δ’ οὔ, ὅπως τὸ
ἁρμόττον αὑτῷ λήψεται. ἔστι δ’ ἡ εἰρωνεία τῆς βωμολοχίας
ἐλευθεριώτερον· ὁ μὲν γὰρ αὑτοῦ ἕνεκα ποιεῖ τὸ γελοῖον, ὁ δὲ
 

 216. Αριστοτέλης. De sensu et sensibilibus {0086.041} (4 B.C.)


Bekker p. 445b line 7

 καὶ χυμὸς καὶ ὀσμὴ καὶ ψόφος, καὶ βαρῦ καὶ κοῦφον,    (5)
καὶ θερμὸν καὶ ψυχρόν, καὶ σκληρὸν καὶ μαλακόν, ἢ ἀδύ-
νατον. ποιητικὸν γάρ ἐστιν ἕκαστον αὐτῶν τῆς αἰσθήσεως
(τῷ δύνασθαι γὰρ κινεῖν αὐτὴν λέγεται πάντα), ὥστ’ ἀνάγκη,
120

                                              εἰ ἡ δύναμις,    (8)


 

 217. Θεόφραστος Ιστορία φυτών. (4-3 B.C.) Book 5 Ch. 9 sec. 7


line 5

 ἐκ ταὐτοῦ τὸ ποιοῦν καὶ πάσχον, ἀλλ’ ἕτερον


εὐθὺ δεῖ κατὰ φύσιν, καὶ τὸ μὲν δεῖ παθητικὸν
εἶναι τὸ δὲ ποιητικόν. οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐκ τοῦ    (5)
αὐτοῦ γίνεται καί, ὥς γέ τινες ὑπολαμβάνουσιν,
οὐδὲν διαφέρει. γίνεται γὰρ ἐκ ῥάμνου καὶ
 

 218.Θεόφραστος Ιστορία φυτών. (4-3 B.C.) Book 5 Ch. 9 sec. 7


line 5

 αὐτοῦ τὸ ποιοῦν καὶ τὸ πάσχον, ἀλλ’ ἕτερον εὐθὺς δεῖ


κατὰ φύσιν καὶ τὸ μὲν δεῖ παθητικὸν εἶναι, τὸ δὲ
ποιητικόν. Οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐκ τοῦ αὐτοῦ γίνεται καί, ὥς   (5)
γέ τινες ὑπολαμβάνουσιν, οὐδὲν διαφέρει. Γίνεται γὰρ ἐκ
ῥάμνου καὶ πρίνου καὶ φιλύρας καὶ σχεδὸν ἐκ τῶν
 

 219. Επίκουρος. Ratae sententiae {0537.001} (4-3 B.C.) Fragment


8 line 2

 τῆς φύσεως οἰκεῖον ὠρέχθησαν.    (5)


(8)   Οὐδεμία ἡδονὴ καθ’ ἑαυτὴν κακόν· ἀλλὰ τὰ
τινῶν ἡδονῶν ποιητικὰ πολλαπλασίους ἐπιφέρει τὰς ὀχλήσεις τῶν
ἡδονῶν.
(9)   Εἰ κατεπυκνοῦτο πᾶσα ἡδονὴ τόπῳ καὶ χρόνῳ καὶ περὶ
 

 220. Επίκουρος. Ratae sententiae {0537.001} (4-3 B.C.) Fragment


10 line 1

 ὅλον τὸ ἄθροισμα ὑπῆρχεν ἢ τὰ κυριώτατα μέρη τῆς φύσεως, οὐκ


ἄν ποτε διέφερον ἀλλήλων αἱ ἡδοναί.
(10)   Εἰ τὰ ποιητικὰ τῶν περὶ τοὺς ἀσώτους ἡδονῶν ἔλυε τοὺς
φόβους τῆς διανοίας τούς τε περὶ μετεώρων καὶ θανάτου καὶ ἀλ-
γηδόνων, ἔτι τε τὸ πέρας τῶν ἐπιθυμιῶν καὶ τῶν ἀλγηδόνων
 
121

 221. Επίκουρος. Deperditorum librorum reliquiae {0537.003} (4-


3 B.C.) Treatise 9 fragment 1 line 5

 τοῖς φιλομούσοις τῶν βασιλέων παραινῶν στρατιωτικὰ διηγήματα


καὶ φορτικὰς βωμολοχίας ὑπομένειν μᾶλλον ἐν τοῖς συμποσίοις
ἢ λόγους περὶ μουσικῶν καὶ ποιητικῶν προβλημάτων περαινο-
(5)
μένους. ταυτὶ γὰρ ἐτόλμησε γράφειν ἐν τῷ Περὶ βασιλείας.

 222.Πλούταρχος. . Lysander (A.D. 1-2) Ch. 18 sec. 4 line 4

 καλεῖν ἐψηφίσαντο. τῶν δὲ ποιητῶν Χοιρίλον


μὲν ἀεὶ περὶ αὑτὸν εἶχεν ὡς κοσμήσοντα τὰς
πράξεις διὰ ποιητικῆς, Ἀντιλόχῳ δὲ ποιήσαντι
μετρίους τινὰς εἰς αὐτὸν στίχους ἡσθεὶς ἔδωκε    (5)
πλήσας ἀργυρίου τὸν πῖλον. Ἀντιμάχου δὲ τοῦ
 

 223.Πλούταρχος. . Lysander (A.D. 1-2) Ch. 18 sec. 5 line 3

 (5) ἀχθεσθεὶς ἠφάνισε τὸ ποίημα. Πλάτων δὲ νέος


ὢν τότε, καὶ θαυμάζων τὸν Ἀντίμαχον ἐπὶ τῇ
ποιητικῇ, βαρέως φέροντα τὴν ἧτταν ἀνελάμβανε
καὶ παρεμυθεῖτο, τοῖς ἀγνοοῦσι κακὸν εἶναι φά-
μενος τὴν ἄγνοιαν, ὥσπερ τὴν τυφλότητα τοῖς μὴ    (5)
 

 224. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 221 line 1

 δὲ ἄλλοι ἐπὶ πλεῖον παραλαμβάνονται κατὰ τὰς συνδέσεις, ἤτοι


(30)
Ἀπολλώνιος παρέσται ἢ Διονύσιος ἢ Τρύφων. ὁ δὲ ἠέ τοῦ ἤ
(221) διαφέρει, ᾗ ὁ μὲν συνηθέστερος .. ὁ δὲ ποιητικός.—Τὴν
τῶν  
προκατειλεγμένων τάξιν ἔστιν οἰκείως ἐκδέξασθαι. οἱ συναπτικοὶ
καὶ ὅσοι ἀκολουθίαν ἐπαγγέλλονται ἐν ἀρχῇ τῶν λόγων
παραλαμβα-
 
122

 225. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 236 line 14

 ἔνθεν πάλιν θηλυκὸν ἥ τις, καὶ δῆλον ὡς οὐδέτερον τὸ ὅ τι, ἐν δυσὶ


μέρεσι λόγου καθεστηκός, καθότι καὶ τὸ ὅς τις καὶ τὸ ἥ τις.
  Οὕνεκα. Διαφέρει τοῦ προκειμένου συνδέσμου, καθὸ ποιητικώ-
τερος, καὶ καθότι τὰς αὐτὰς ἀμφιβολίας οὐκ ἔχει, ἐπεὶ ἕνεκά γε
τοῦ   (15)
δηλουμένου οὐ διαφέρει· μεταλαμβάνεται γοῦν εἰς τὸν ὅτι, πάλιν
ὁμοίως ἐπὶ τὰ ὁριστικὰ ῥήματα φερόμενος, ὡς εἰ καὶ ἄλλοι
ποιητικοὶ
 

 226. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 236 line 17

 τερος, καὶ καθότι τὰς αὐτὰς ἀμφιβολίας οὐκ ἔχει, ἐπεὶ ἕνεκά γε
τοῦ   (15)
δηλουμένου οὐ διαφέρει· μεταλαμβάνεται γοῦν εἰς τὸν ὅτι, πάλιν
ὁμοίως ἐπὶ τὰ ὁριστικὰ ῥήματα φερόμενος, ὡς εἰ καὶ ἄλλοι
ποιητικοὶ
εἰς τοὺς συνήθεις, ὁ αὐτάρ εἰς τὸν δέ, ὁ ἠμέν, ὁ ἠδέ εἰς τὸν καί.—
Ἔχει δὲ καὶ ὁ προκείμενος σύνδεσμος πάλιν ἀμφιβολίαν, πότερον
εἷς
 

 227. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 238 line 22

 ματος ἡ αὐτὴ ἀπολογία. οὐ γὰρ οἷόν τε τὸ ...ξασθαι τοὔ-     (20)


νεκεν, ἐπεὶ οὐδέποτε τὰ ἄρθρα τ.. τῆς ἐκθλίψεως παραδέχεται.
  Ἕνεκεν. Ποιητικώτερον μετὰ τοῦ ι λέγεται, καθότι καὶ τὸ κ .
. οὗτος ὁ σύνδεσμος πάντοτε ἐπὶ γενικὴν πτωτικοῦ φέρεται,
ἕνεκα ἐμοῦ, ἕνεκα αὐτοῦ, ἕνεκα Ἀπολλωνίου. ἐπαινετέα γοῦν τὰ
 

 228. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 243 line 19

   ἔνθ’ ἵνα ἐς κακόν ἐστιν.


καὶ τοῦτό γε διοίσει, ὡς συνήθως μέν ἐστι σύνδεσμος καθεστηκώς,

ποιητικῶς δὲ ἐπίρρημα. Ἔχει δὲ καὶ τὰς συνδεσμικὰς διαφορὰς


123

δύο
οὔσας, μίαν μὲν αἰτιολογικήν, ἑτέραν δὲ ἀποτελεστικήν. ἐν γὰρ
αἰτία   (20)
τοῦ ἀναγνῶναί φαμεν οὕτως, ἵνα ἀναγνῶ ἐτιμήθην, ἵνα λοιδο-
 

 229. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 249 line 25

 τινα λόγον παρέλκεται, τοῦτο οὐχὶ πάντως λέξις, ἐπεὶ οἷόν τ’ ἐστὶν
εἰς τὸ τοιοῦτον παραθέσθαι πάντα τὰ μέρη τοῦ λόγου ἔν τισι
συντάξεσι,
μάλιστα ὑπὸ ποιητικῆς ἀδείας, πλεονάζοντα. ποίαν γὰρ ἔχει
χώραν τὸ    (25)
  πῇ ἔβη Ἀνδρομάχη λευκώλενος (Ζ 377),
λέγω τὸ κατὰ τὸ λευκώλενος;—ἀλλ’ ἴσως πρὸς τὸ τοιοῦτον ἐκεῖνο
 

 230. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 252 line 31

 δηλούμενον τὸ ἐξ αὐτῶν. ἦν δὲ καὶ ὁ πλεονασμὸς αὐτῶν χρειώδης


ἄγαν. ἥ τε γὰρ ἀνὰ χεῖρα ὁμιλία καὶ αἱ συντάξεις αἱ ἀρχαῖαι καὶ
πᾶσα   (30)
ποιητικὴ γραφὴ τρέπεται ἐπὶ τὴν εὐφωνίαν, καὶ διὰ τοῦτο
εὔχρηστα τὰ
προκείμενα μόρια, καθότι περ, ὡς πρόκειται, ἀπείκαζον αὐτά τινες
τῇ
προσκειμένῃ στοιβῇ τοῖς ἀμφορεῦσι. καὶ ὡς ἐπὶ στοιχείων οἷόν τέ
ἐστιν
 

 231. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 254 line 2

 περὶ ἐννοίας τῆς τῶν παραπληρωματικῶν.


(254)   Ἰτέον ἑξῆς ἐπὶ τὰς φωνάς.
  Ποιητικὸν ὄντα τὸν αὖ καὶ ἔτι τὸν τάρ θεματικοὺς ἂν παραδεξαί-

μεθα. τινὲς γάρ φασι τὸν αὐτάρ σύνδεσμον ἀποκοπέντα μὲν εἶναι
αὖ,
ἀφαιρεθέντα δὲ τάρ. ἦν δὲ τὸ τοιοῦτον οὐκ ἀληθές. τί γὰρ οὐχὶ ὁ
 
124

 232. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 255 line 24

 πάντως τὴν αὐτὴν παραλαμβάνει, ὡς ἔχει τὸ ποῦ ἀπῆλθεν;


ἀπῆλθέ που, καὶ τὰ ἄνω προκείμενα. κἀκεῖνο δὲ προσθήσομεν, ὡς
καὶ ὁ ἰσοδυναμῶν αὐτῷ δή, κἂν ὑπὸ ποιητικῆς ἀδείας ἐν ἀρχῇ
παρα-
λαμβάνηται, οὐ μετατίθεται τοῦ τόνου,   (25)
  δὴ τότε μητιόωντο (Μ 17)
 

 233. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 257 line 8

 νεται ἐν τῷ δῆτα.
  Θήν, ῥά, νύ, πού. Εἴρηται ὡς ἰσοδυναμοῦσι τῷ δή, καὶ ὡς
μᾶλλον ποιητικοί. τῆς μέντοι συντάξεως διαφορὰν ἔχουσιν. ὁ μὲν
γὰρ
δή καὶ ἤ καὶ αὖ ἀνέγκλιτοι, ὁ δὲ θήν καὶ νύ καὶ ῥά ἐγκλιτικοί.
εἴρηται δὲ καὶ περὶ τοῦ πού ὡς οὐκ εἴη σύνδεσμος, ἐπίρρημα
δὲ   (10)
 

 234. Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus {0082.003} (A.D.


2) Part 2 Vol.+fascicle 1,1 p. 257 line 14

   Πέρ. Εἴρηται καὶ ὑπὲρ τούτου, ὡς ἐναντιωματικός ἐστι. διὸ καὶ


τοῦτο προστιθέασι καὶ τὸ ἔμπης καὶ τὸ ὅμως. κατ’ ἴσην γὰρ
δύναμιν
τὰ μόρια λαμβάνεται, ποιητικὸν μέντοι τὸ ἔμπης καὶ σύνηθες τὸ
ὅμως.
λαμβάνεται μέντοι τὸ ἔμπης καὶ ἐπὶ τοῦ ὁμοίως, ὡς ἐπὶ τοῦ   (15)
  ἔμπης μοι τοῖχοι μεγάρων καλαί τε μεσόδμαι (τ 37),
 

 235. Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (A.D. 2) Part 2


Vol. 2 p. 52 line 8

 τε ἐδείξαμεν ὡς οὐ πᾶσα γενικὴ τὸ ἄρθρον ἀπαιτεῖ, ἡ δὲ ἐν τῇ


προκει-
μένῃ συντάξει.
  62. Εἴ ποτε ποιητικὴ ἄδεια ἐξαιτουμένη τὸ καὶ πλεονάζειν καὶ
ἐλλείπειν παραλείποι τι τῶν τοιούτων, τὸ ἀντιπαραπεπηγμένον τοῦ
125

λόγου παραστήσει καὶ τὸ λεῖπον καὶ τὸ πλεονάζον. φέρε γὰρ


πάντα   (10)
 

 236. Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (A.D. 2) Part 2


Vol. 2 p. 98 line 3

 (98)         οἶσε θέειον, γρηΰ {χ 481},


ἅπερ ἀπολύεται ἐντελέστερον ἐν τῷ περὶ προστακτικῶν·
ἀπαιτοῦντος
δὲ καὶ νῦν τοῦ λόγου ὀλίγα παραθησόμεθα, ὅτι ποιητικώτερον μὲν
τὸ
οἶσε κατ’ ἐναλλαγὴν εἴρηται φωνῆς τῆς φέρε, τῆς δὲ γραψάτω τὸ
γραψέτω καὶ τὰ ὅμοια, οὐ κατὰ διάφορον μὲν χρόνον, κατὰ δὲ
ἐκλο-    (5)
 

 237. Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (A.D. 2) Part 2


Vol. 2 p. 153 line 11

 μέρος λόγου αἰτοῦν, ἀλλὰ καὶ ταὐτὸ γένος καὶ τὴν αὐτὴν πτῶσιν
καὶ
τὸν αὐτὸν ἀριθμόν. δεόντως οὖν φαμεν ὡς ἐκ τῆς ἀντωνυμικῆς
συν-   (10)
τάξεως τοῦ ἄρθρου ἡ παραγωγὴ ἐγίνετο, καὶ ὡς ποιητικὸν μὲν τὸ
φάναι τηλίκος τοῖος, σύνηθες δὲ τὸ τηλικοῦτος τοιοῦτος, τὸν
αὐτὸν τρόπον ποιητικὸν τὸ ὅς,
 

 238. Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (A.D. 2) Part 2


Vol. 2 p. 153 line 13

 τάξεως τοῦ ἄρθρου ἡ παραγωγὴ ἐγίνετο, καὶ ὡς ποιητικὸν μὲν τὸ


φάναι τηλίκος τοῖος, σύνηθες δὲ τὸ τηλικοῦτος τοιοῦτος, τὸν
αὐτὸν τρόπον ποιητικὸν τὸ ὅς,
            ὃς γάρ ῥα μάλιστα
        ἥνδανε κηρύκων {ρ 172},    (15)
 

 239. Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (A.D. 2) Part 2


Vol. 2 p. 162 line 6
126

 δ’ οὔ· «ἀκατάστατα γὰρ τὰ τοῦ λόγου γενήσεται.» ἐγὼ μέντοι οὐχ


ὑπολαμβάνω ἐν τῷ καθόλου τὸ τοιοῦτον ἀληθὲς εἶναι, πιστούμενος
(5)
οὐκ ἐκ ποιητικῶν παραθέσεων, εἴγε τῇ ποιητικῇ συντάξει ἐφεῖται
καὶ
λείπειν καὶ πλεονάζειν, ἐκ μέντοι τῆς κοινῆς φράσεως ἁπάσης καὶ
τῆς
τῶν συγγραφέων ἀκριβοῦς συνθέσεως καὶ τὸ μεῖζον ἐκ δυνάμεως
τῆς
 

 240. Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (A.D. 2) Part 2


Vol. 2 p. 162 line 6

 δ’ οὔ· «ἀκατάστατα γὰρ τὰ τοῦ λόγου γενήσεται.» ἐγὼ μέντοι οὐχ


ὑπολαμβάνω ἐν τῷ καθόλου τὸ τοιοῦτον ἀληθὲς εἶναι, πιστούμενος
(5)
οὐκ ἐκ ποιητικῶν παραθέσεων, εἴγε τῇ ποιητικῇ συντάξει ἐφεῖται
καὶ
λείπειν καὶ πλεονάζειν, ἐκ μέντοι τῆς κοινῆς φράσεως ἁπάσης καὶ
τῆς
τῶν συγγραφέων ἀκριβοῦς συνθέσεως καὶ τὸ μεῖζον ἐκ δυνάμεως
τῆς
 

 241. Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (A.D. 2) Part 2


Vol. 2 p. 171 line 4

 τὸν ὑποκείμενον. ἐκκείσθω δὲ ὑποδείγματα, ἐκ μὲν τοῦ συνήθους


λόγου
καὶ Διονύσιος περιπατεῖ καὶ Ἀπολλώνιος, κοινοῦ παραλαμβα-
νομένου τοῦ περιπατεῖ· ἐκ δὲ τοῦ ποιητικοῦ
    Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήϊτος ἦρχον   (5)
    Ἀρκεσίλαός τε Προθοήνωρ τε Κλονίος τε {Β 494 seq.},
 

 242. Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (A.D. 2) Part 2


Vol. 2 p. 205 line 11

 κειμένων ἀντωνυμιῶν ταὐτὸν ἀποτελεῖν, καὶ μὴ παρὰ τὰς τῶν


τόνων
ἐναλλαγὰς ἐπιταράσσειν καὶ τὰς διανοίας ἢ καὶ καταμέμφεσθαι τὰς
(10)
127

ποιητικὰς συντάξεις, ὅ τι μὴ τῇ προκειμένῃ τηρήσει ὑπαντήσεται


τὰ
τοῦ λόγου.
  103. Ἀκολούθως ἰτέον καὶ ἐπὶ τὴν κτητικὴν σύνταξιν τῶν ἀντω-
 

 243. Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (A.D. 2) Part 2


Vol. 2 p. 413 line 13

 ὑβρίζω σε, δέρω σε τὸ φρίσσω σε καὶ τὸ τρέμω σε, καὶ πάντως


εἶχεν ἀντιπαρακείμενα τὸ τρέμομαι, φεύγομαι, φρίσσομαι, ὁμοίως
τῷ
ὑβρίζομαι, δέρομαι. χρὴ οὖν νοεῖν ὡς οὐ μόνον ποιητικὴ ἄδεια ἐν
ἐλ-
λείψει λέξεων καταγίνεται, ἀλλὰ καὶ συνήθεις λόγοι. λείπειν φαμὲν
τὸ
        ὁρμήσει πεδίοιο {Ν 64}    (15)
 

 244. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 1 Ch. 7 sec. g line 1

 οὗτος αὐτῷ δρόμος λόγου πρόχειρος καὶ πολυαρκὴς


καὶ εὔπορος, καὶ ὑψηλός, καὶ ἐκπληκτικός, καὶ ἄρρατος,
(g) καὶ ἰσχυρός, καὶ ἄκμητος· εἴτέ τις ποιητικῆς ἐρᾷ, ἡκέτω
πορισάμενος ἄλλοθεν τὰ μέτρα μόνον, τὴν δὲ ἄλλην
χορηγίαν λαμβανέτω ἐντεῦθεν ἔκπλεων ποιητικῆς, τὸ
 

 245. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 1 Ch. 7 sec. g line 3

 (g) καὶ ἰσχυρός, καὶ ἄκμητος· εἴτέ τις ποιητικῆς ἐρᾷ, ἡκέτω


πορισάμενος ἄλλοθεν τὰ μέτρα μόνον, τὴν δὲ ἄλλην
χορηγίαν λαμβανέτω ἐντεῦθεν ἔκπλεων ποιητικῆς, τὸ
σοβαρόν, τὸ ἐπιφανές, τὸ λαμπρόν, τὸ γόνιμον, τὸ ἔν-
θεον, τὴν οἰκονομίαν, τὴν δραματουργίαν, τὸ κατὰ    (5)
 

 246. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 4 Ch. 1 sec. a line 4

 λιτείας μόνον, οὐδὲ ἀρχῆς, οὐδὲ τῶν ἐν μέσῳ κακῶν,


ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τὰ εἰρηνικώτατα τῶν ὄντων προεληλύ-
θασιν, ποιητικὴν καὶ φιλοσοφίαν· χρῆμα διττὸν μὲν
κατὰ τὸ ὄνομα, ἁπλοῦν δὲ κατὰ τὴν οὐσίαν, καὶ δια-   (5)
128

φέρον τὸ αὐτοῦ, οἷον εἴ τις ἢ τὴν ἡμέραν ἄλλό τι


 

 247. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 4 Ch. 1 sec. b line 1

 ἡγήσαιτο πλὴν ἡλίου φῶς πίπτον εἰς γῆν, ἢ τὸν ἥλιον


ὑπὲρ γῆς θέοντα ἄλλό τι ἢ ἡμέραν· οὕτω τοι καὶ τὰ
(b) ποιητικῆς πρὸς φιλοσοφίαν ἔχει. Καὶ γὰρ ποιητικὴ τί
ἄλλο ἢ φιλοσοφία, τῷ μὲν χρόνῳ παλαιά, τῇ δὲ ἁρ-
μονίᾳ ἔμμετρος, τῇ δὲ γνώμῃ μυθολογική; καὶ φιλο-
 

 248. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 4 Ch. 1 sec. b line 1

 ἡγήσαιτο πλὴν ἡλίου φῶς πίπτον εἰς γῆν, ἢ τὸν ἥλιον


ὑπὲρ γῆς θέοντα ἄλλό τι ἢ ἡμέραν· οὕτω τοι καὶ τὰ
(b) ποιητικῆς πρὸς φιλοσοφίαν ἔχει. Καὶ γὰρ ποιητικὴ τί
ἄλλο ἢ φιλοσοφία, τῷ μὲν χρόνῳ παλαιά, τῇ δὲ ἁρ-
μονίᾳ ἔμμετρος, τῇ δὲ γνώμῃ μυθολογική; καὶ φιλο-
 

 249. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 4 Ch. 1 sec. b line 4

 ἄλλο ἢ φιλοσοφία, τῷ μὲν χρόνῳ παλαιά, τῇ δὲ ἁρ-


μονίᾳ ἔμμετρος, τῇ δὲ γνώμῃ μυθολογική; καὶ φιλο-
σοφία τί ἄλλο ἢ ποιητική, τῷ μὲν χρόνῳ νεωτέρα, τῇ
(c) δὲ ἁρμονίᾳ εὐζωνοτέρα, τῇ δὲ γνώμῃ σαφεστέρα; Δύο
τοίνυν πραγμάτων χρόνῳ μόνον καὶ σχήματι ἀλλήλοις
 

 250. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 4 Ch. 3 sec. a line 1

 κίλθη τὲ αὐτὴ καὶ μετέβαλλεν ἐκ τῆς πρόσθεν ἁπλό-


τητος εἰς παντοδαπὸν σχῆμα.

4.3.

(a)   Φέρε καὶ ὁ ποιητικὸς ὁμοῦ καὶ ὁ φιλόσοφος ἀπο-


κρινάσθω κατὰ τὸν Ἀσκληπιὸν ὑπὲρ τῶν ἐπιτηδευ-
(b) μάτων· οὗτος μὲν καὶ ἄγαν δεινοπαθῶν, εἴ τις ἡγή-
 

 251. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 4 Ch. 4 sec. a line 1


129

 πλὴν τῷ σχήματι τῆς ἁρμονίας, ἀλλ’ αἱ περὶ θεῶν


δόξαι ἀρξάμεναι ἄνωθεν διὰ πάσης φιλοσοφίας ἦλθον.

4.4.

(a)   Ἐπίκουρον δὲ ἐξελῶ λόγου καὶ ποιητικοῦ καὶ φιλο-


σόφου, τοῖς δὲ ἄλλοις ἡ πραγματεία ἴση καὶ ἡ αὐτή·
(b) πλὴν εἰ μὴ νομίζεις Ὅμηρον ἐντετυχηκέναι τοῖς θεοῖς
 

 252. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 4 Ch. 7 sec. b line 3

 (b) λέγεις, καὶ ἂν φιλόσοφον καλῇς, ποιητὴν λέγεις. Καὶ


γὰρ ἀριστεῖς καλεῖς, ὁμοίως μὲν τὸν Ἀχιλλέα μετὰ
χρυσῆς καὶ ποιητικῆς ἀσπίδος στρατευόμενον, ὁμοίως
δὲ καὶ τὸν Αἴαντα, κἂν ἐκ βύρσης φέρῃ σάκος· ἀμφό-
τερα δὲ ἀριστευτικὰ καὶ ἐκπληκτικὰ ὁμοίως ἡ ἀρετὴ   (5)
 

 253. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 4 Ch. 9 sec. f line 2

 καὶ πῶς Ἀσσύριοι εὐδαιμονῶσιν· σοὶ δὲ ἡ Διὸς ἡδονὴ   (5)


(f) καὶ τῆς Σαρδαναπάλλου ἐκείνου ἀργοτέρα; Ὢ μύθων
ἀπίστων, καὶ μηδεμιᾷ ποιητικῇ ἁρμονίᾳ πρεπόντων. 5.1.(a) Εἰ δεῖ
εὔχεσθαι.    
  Ἀνὴρ Φρύξ, ἀργὸς τὸν βίον, ἐραστὴς χρημάτων,    (1)
 

 254. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 8 Ch. 2 sec. c line 3

 (c) Τοῦτό μοι δοκεῖ τὸ μαντεῖον καὶ Ὅμηρος γνούς, προ-


σθεὶς τῷ Ὀδυσσεῖ τὴν ἐπ’ αὐτῷ ὁδόν, ἐκτοπίσαι τὸ
χωρίον ποιητικῶς μάλα τῆς καθ’ ἡμᾶς θαλάττης.

8.3.

(a)   Ὅτι δὲ ταῦτα ἀληθῆ, ὥσπέρ ἐστιν (καὶ σώζεται καὶ


νῦν τὰ μὲν αὐτὰ ἐκεῖνα οἷα ἦν, τῶν δὲ ἴχνη σαφῆ
 

 255. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 17 Ch. 3 sec. b line 6

 οἰκίζων πόλιν, μὴ ὅτι Ὁμήρου ἂν ἐδεήθη μόνου, ἀλλὰ


καὶ πρὸ Ὁμήρου Ἡσιόδου καὶ Ὀρφέως, καὶ εἴ τις   (5)
130

ἄλλη παλαιὰ μοῦσα ποιητικὴ κατεπᾴδειν ἱκανὴ τὰς


τῶν νέων ψυχὰς καὶ δημαγωγεῖν, καὶ ἡδονῇ συνήθει
(c) ἀνακιρνάναι πράως ἀληθεῖς λόγους· ἀλλ’ ἔστιν αὐτῷ
 

 256. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 17 Ch. 4 sec. a line 2

 αὐτῆς, μήτε καθ’ ἡδονὴν ἀσπαζομένῳ; 17.4.(a)   Δύο γὰρ ὄντων


τούτων, ὑφ’ ὧν Ὅμηρος καὶ Ἡσίοδος
καὶ ὅστις ἄλλος ἐν ἁρμονίᾳ ποιητικῇ εὐδόκιμοι ἦσαν,
χρείας καὶ ἡδονῆς, κατ’ οὐδέτερον αὐτοῖν ἐπιτήδεια
τὰ ἔπη τῇ Πλάτωνος πολιτείᾳ, οὔτε κατὰ τὴν χρείαν,
 

 257. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 17 Ch. 4 sec. c line 5

 κακῶς, περιβομβεῖν αὐτάς, καὶ μὴ παρέχειν σχολὴν


διαπιστεύειν τοῖς εἰκῇ θρυλουμένοις λόγοις, ἀλλ’ εἰ-
δέναι μὲν ὅτι ποιητικὴ πᾶσα αἰνίττεται, καταμαντεύε-    (5)
σθαι δὲ τῶν αἰνιγμάτων μεγαλοπρεπῶς, κατὰ τὴν
(d) θεῶν δίκην. Ὁπόθεν δὲ ἐξελήλαται τὸ ταπεινὸν πᾶν
 

 258. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 17 Ch. 4 sec. f line 3

 (f) ἀποφράξαι τὴν ἡδονῶν γένεσιν. Ἡ δὴ τοιαύτη πόλις,


ἣν συνεστήσατο ὁ Πλάτων, ἄβατος ἡδονῇ, καὶ ἀδεὴς
θεαμάτων καὶ ἀκουσμάτων· ὥστε οὔτε εἰ ποιητικὴ
παρασκευαστικὸν ἡδονῆς, εἰσδέξαιτο ἂν αὐτήν, καὶ
πολὺ μᾶλλον κατὰ τὴν χρείαν.    (5)
 

 259. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 20 Ch. 1 sec. d line 2

 παρὰ δὲ Ἀνακρέοντος ᾠδὰς καὶ ἐπαίνους καὶ ὅσα εἰκὸς


(d) ἦν παρὰ ποιητοῦ ἐραστοῦ. Εἰ δή τις παραβάλλοι ἔρωτα
ἔρωτι, τυραννικὸν ποιητικῷ, ποτέρῳ ἂν αὐτοῖν φανείη
ἐνθεώτερος, καὶ οὐράνιος, καὶ ἄξιος Ἀφροδίτης ἐπονο-
(e) μάζεσθαι, καὶ ἔργον εἶναι ὅσου; Ἐγὼ μὲν οἶμαι κρα-
 

 260. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 23 Ch. 1 sec. g line 3


131

 (g) ἀγαθός. Ἐπεὶ καὶ ὁ Μενέλαος βασιλεὺς μὲν ἦν, οὐχ


ἧττον ἢ ὁ Ἀγαμέμνων, μαλθακὸς δὲ αἰχμήν, καὶ διὰ
τοῦτο ὀλίγον αὐτῷ μετέδωκε ποιητικῆς εὐφημίας Ὅμη-
(h) ρος. Ὅ γε μὴν Ἀγαμέμνων οὗτος, τί ἦν ἂν ἐπικλε-
έστερος τῶν ἄλλων, εἰ κατὰ τὸ Ἄργος μένων, γῆν
 

 261. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 26 Ch. 4 sec. a line 4

 καὶ φρονήσει δεινοτάτῃ καὶ ἐμπειρίᾳ πολυτροπωτάτῃ,


φιλοσοφίᾳ ἐπιθέμενος, δημοσιεῦσαι ταύτην τοῖς Ἕλλη-
σιν ἐν ἁρμονίᾳ τῇ ποτὲ εὐδοκίμῳ· αὕτη δ’ ἦν ἡ ποιη-
τική· οὔτε δὲ Ἰωνικὴν ταύτην ἐθελῆσαι εἶναι αὐτῷ,   (5)
οὔτε ἀκριβῶς Δώριον, οὔτε Ἀττικήν, ἀλλὰ κοινὴν τῆς
(b) Ἑλλάδος. Ἅτε οὖν ξύμπασι διαλεγόμενος, ἀθροίσας
 

 262. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 26 Ch. 5 sec. b line 3

 (b) τὴν εὐσχημοσύνην τῶν γραμμάτων διατιθέντι. Ταύτῃ


μοι καὶ τὰ Ὁμήρου σκόπει, ὡς ἔστι χρῆμα διπλοῦν,
κατὰ μὲν τὴν ποιητικὴν ἐντεταμένον εἰς μύθου σχῆμα,
κατὰ δὲ φιλοσοφίαν εἰς ζῆλον ἀρετῆς καὶ ἀληθείας
(c) γνῶσιν συντεταγμένον. Αὐτίκα πεποίηται αὐτῷ ἐν
 

 263. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 27 Ch. 4 sec. b line 8

 περὶ αὐτὸν τὴν πραγματείαν ἔχοντα, ὁποῖαι τέχναι


γεωμετρικαὶ καὶ ἀριθμητικαί, καὶ ὅσαις τὸ τέλος δια-
νοητικόν, αὐτὸ τοῦτο, οὔτε δὴ πρακτικόν, οὐδὲ ποιη-
(c) τικόν. Εἶεν. Τριῶν τούτων τέχνης γενῶν, κατὰ
(d) ποῖον αὐτῶν τὴν ἀρετὴν τάξομεν, εἴπερ τέχνη; Κατὰ
τὸ ποιητικόν; οὐδὲ αὐτὸς φήσεις· ἀλλὰ ἀμφισβητή-
 

 264. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 27 Ch. 4 sec. d line 2

 (c) τικόν. Εἶεν. Τριῶν τούτων τέχνης γενῶν, κατὰ


(d) ποῖον αὐτῶν τὴν ἀρετὴν τάξομεν, εἴπερ τέχνη; Κατὰ
τὸ ποιητικόν; οὐδὲ αὐτὸς φήσεις· ἀλλὰ ἀμφισβητή-
σιμον ἔσται σοι τὸ τῆς πράξεως πρὸς τὴν θεωρίαν;
132

ἐγὼ δὲ οὐδέτερον μὲν ἀφαιρῶ τῆς ἀρετῆς· ἀλλ’ ἑκά-


 

 265. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 35 Ch. 1 sec. d line 4

 ἐγώ σοι ὑπὲρ τοῦ Ὁμήρου διηγήσομαι, ὡς δεῖ· οὑ-


τωσὶ ἠρέμα πω λέγων·
      οὐ γάρ εἰμι ποιητικός.
(e) Πατέρα γάρ που θεῶν καὶ ἀνθρώπων εἶναι λέγει τὸν
Δία, οὔτι που διότι ὑπεκδὺς τοῦ οὐρανοῦ, νῦν μὲν
 

 266. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 37 Ch. 3 sec. e line 1

 (d) τὴν δὲ
    ἀγαθὴν τιθήνην καὶ τροφὸν γνώμης νέας,
(e) ποιητικὴν ταύτην ὀνομάζουσα· τὴν δὲ ἡγεμόνα τῆς
ἀριθμῶν φύσεως, ἀριθμητικὴν ταύτην ὀνομάζουσα·
(f) τὴν δὲ καὶ λογισμῶν διδάσκαλον, λογιστικὴν ταύτην
 

 267. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 38 Ch. 4 sec. d line 4

 καὶ οὐδὲ αὕτη σοι ἀρκεῖ διδάσκαλος, ἀλλ’ ἐρανίζῃ


παρὰ μὲν Διοτίμας τὰ ἐρωτικά, παρὰ δὲ Κόννου τὰ
μουσικά, παρὰ δὲ Εὐήνου τὰ ποιητικά, παρὰ δὲ Ἰσκο-
μάχου τὰ γεωργικά, παρά τε Θεοδώρου τὰ γεωμετρικά.   (5)
(e) Καὶ ταῦτα μέν σου τὰ εἴτε αὖ εἰρωνεύματα, εἴτε καὶ
 

 268. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 38 Ch. 5* sec. a line 2

 τῶν ἀνθρωπίνων ἀγαθῶν παρὰ μὲν ἀνθρώπου τέχνης   (5)

38.5*.

(a) τάχιστα ἥξειν, ἐκ δὲ θείας ἀρετῆς ἀπορώτατα; Καίτοι


μαντικήν, καὶ τελεστικήν, καὶ ποιητικήν, καὶ καθάρ-
σεις, καὶ χρησμῳδίας, ξυλλήβδην ἅπαντα, οὐκ ἂν εἴποις
(b) ἀντάξια εἶναι τῆς ἀρετῆς· εἶτα ἐκεῖνα μὲν ἡγῇ θείᾳ
 

 269. Μάξιμος. Διαλέξεις. (A.D. 2) Lecture 39 Ch. 1 sec. b line 6


133

     φόρτου τε μνήμων, ....


    κερδέων τε ἁρπαλέων,    (5)
μή τι γε ἀνὴρ ποιητικὸς καὶ ἀξιῶν μαθητὴς εἶναι τῆς
Καλλιόπης, ᾗ μηδὲν θέμις μήτε ἐπαινεῖν τῶν αἰσχρῶν,
(c) μήτε ψέγειν τῶν καλῶν. Εἰκὸς δέ που τὸν Γλαῦκον,
 

 270. JUSTINUS MARTYR Apol. Apologia secunda {0645.002}


(A.D. 2) Ch. 15 sec. 3 line 4

 φρονα αἰσχρά, ἀλλὰ πάσης μὲν φιλοσοφίας ἀνθρωπείου ὑπέρ-


τερα· εἰ δὲ μὴ, κἂν Σωταδείοις καὶ Φιλαινιδείοις καὶ Ἀρχεστρα-
τείοις καὶ Ἐπικουρείοις καὶ τοῖς ἄλλοις τοῖς τοιούτοις ποιητι-
κοῖς διδάγμασιν οὐχ ὅμοια, οἷς ἐντυγχάνειν πᾶσι, καὶ λεγομέ-   (5)
νοις καὶ γεγραμμένοις, συγκεχώρηται. (4) καὶ παυσόμεθα λοι-
πόν, ὅσον ἐφ’ ἡμῖν ἦν πράξαντες, καὶ προσεπευξάμενοι τῆς
 

 271. Βέττιος Βάλενς. Anthologiarum libri ix (A.D. 2) P. 7 line 28

 ἀνωφερεῖς, ἀερώδεις, θηλυνόμενοι, δουλελεύθεροι, στειρώδεις,


δη-
μόσιοι· οἱ οὖν γεννώμενοι γίνονται φιλόλογοι, γράμματα καὶ παι-
δείαν ἀσκοῦντες, ποιητικοί, φιλόμουσοι, φώνασκοι, οἰκονομικοί,
πίστεις ἀναδεχόμενοι· γίνονται δὲ καὶ ἑρμηνεῖς, ἐμπορικοί, κριτι-
κοὶ κακῶν καὶ ἀγαθῶν, φρόνιμοι, περίεργοι, ἀποκρύφων
μύσται.   (30)
 

 272. Βέττιος Βάλενς. Anthologiarum libri ix (A.D. 2) P. 15 line 5

 μοι. αἱ δ’ ἑξῆς ϛʹ Διὸς ἀγωνιστικοὶ εὔκρατοι εὔδιοι πολύσπερμοι


εὐτραφεῖς εὐεργετικαί. αἱ δὲ τρίται εʹ Ἀφροδίτης ἀνθηραὶ μουσι-
καὶ ἀκροαματικαὶ ποιητικαὶ στεφανηφόροι ὀχλικαὶ εὐφρόσυναι
(5)
πολύσπερμοι. αἱ δὲ τέταρται ζʹ Ἄρεως πολύμοχθοι ἀνάδελφοι
σπανότεκνοι ἐπιδημητικαὶ εὔποροι φθαρτικαὶ ὠμαὶ πολυπράγμο-
 

 273. Βέττιος Βάλενς. Anthologiarum libri ix (A.D. 2) P. 19 line 1

 ἀρχικαὶ ἐντίμων πολύφιλοι χαριστικαὶ φιλότροφοι ἐλεήμονες φιλό-


134

θεοι εὔκρατοι. αἱ δὲ θʹ Ἄρεως εἰσὶ πρακτικαὶ θαλασσομάχοι    (35)


(19) ἀφηγηταὶ καὶ εὐψυχεῖς, περὶ τὰ ἄρρητα ποιητικαί, ἁρπακτικαὶ
καὶ πάλιν μεταδοτικαί, ποικίλαι οὐκ ἰδιοθάνατοι. αἱ δ’ ἐπὶ πᾶσι
βʹ Κρόνου σινωτικαὶ κάθυγροι σπασματώδεις, περὶ πάντα ἀτυχεῖς.
 

 274. Βέττιος Βάλενς. Anthologiarum libri ix (A.D. 2) P. 37 line


19

 κονομικούς, φιλολόγους.
  Κρόνος μὲν οὖν καὶ Ἄρης ἐχθροί, ἐναντιωμάτων καὶ καθαιρέ-
σεων ποιητικοί. στάσεις γὰρ οἰκείων καὶ ἀνευνοησίας καὶ ἔχθρας
ἐπάγουσι, δόλους καὶ ἐπιβουλὰς καὶ κακοποιΐας καὶ κρίσεις, ἐκτὸς
(20)
εἰ μὴ οἰκείοις ἢ χρηματιστικοῖς ζῳδίοις πεσόντες καὶ ὑπὸ ἀγαθο-
 

 275. Βέττιος Βάλενς. Anthologiarum libri ix (A.D. 2) P. 260 line


26

 ἐπέχει ἐπὶ τὸν αὐτὸν σκοπόν· ὥσπερ γὰρ τροχὸς κυλιόμενος ἐνέ-
κοψεν ἐπὶ τὴν ἰδίαν ἐλθοῦσα ἐποχήν.   (25)
  Ταῦτα μὲν οὖν συνέταξα οὐ ποιητικῶς, ὥς τινες ἢ ἐπακτικὴν
ἀκρόασιν πράσσουσι τῇ τῶν λόγων συνθήκῃ ἢ καὶ μέτρου ἁρμονίᾳ
θέλγοντες τοὺς ἀκούοντας μυθώδεις καὶ ἐπιπλάστους ἐπιφερόμε-
 

 276. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium


{0545.001} (A.D. 2-3) Book 4 sec. 52 line 29

 ἐλάφων· καὶ ὑπάρχονται μὲν ἡσυχῆ τοῦ δρόμου, κατὰ


μικρὰ δὲ ἐπιρρώννυνται, καὶ διώκειν ἐκείνους τοῦτο
δὴ τὸ ποιητικὸν μεταθεῖν τὰ ἀκίχητά ἐστιν. ὅταν γε
μὴν ὁ θῆλυς τέκῃ, καὶ περιάγηται τὰ ἀρτιγενῆ, σύν-    (30)
νομοι αὐτοῖς οἱ πατέρες αὐτῶν φυλάττουσι τὰ βρέφη.
 

 277. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium


{0545.001} (A.D. 2-3) Book 7 sec. 29 line 22

 χρόνον καὶ τὴν φρουρὰν καὶ τὴν ψυχὴν ἀφῆκεν.    (20)


οὔκουν οὐδὲ Ἄργος ὁ κύων μυθοποίημα ἦν, ὦ θεῖε
Ὅμηρε, σόν, οὐδὲ κόμπος ποιητικός, εἴπερ οὖν καὶ
135

τῷ Τηίῳ ταῦτα ἀπήντησεν ὅσα προεῖπον.


(30)   Γένος καρκίνων ἔστι, καὶ πηλαῖοι ὄνομα αὐτοῖς.
 

 278. Claudius AELIANUS Soph. De natura animalium


{0545.001} (A.D. 2-3) Book 12 sec. 36 line 1

 ἀπέσβησαν. λέγετον δὲ ἄρα ταῦτα Ἀριστοτέλης καὶ   (10)


Φιλόχορος.
(36)   Τὸ ὕδωρ ὁ Κρᾶθις λευκῆς χρόας ποιητικὸν μεθ-
ίησι. τὰ γοῦν πρόβατα πιόντα αὐτοῦ καὶ οἱ βόες
καὶ πᾶσα ἡ τετράπους ἀγέλη, καθά φησι Θεόφρα-
 

 279. Κλήμης Αλεξανδρινός. Προτρεπτικός. (A.D. 2-3) Ch. 2


sec. 26 subsec. 4 line 2

 τε καὶ Προστροπαίους, ἔτι δὲ Ἀλάστορας ἀναπεπλάκασιν


(4) οἱ ἀμφὶ τὴν σκηνὴν ποιηταί. Φιλοσόφων δὲ ἤδη τινὲς καὶ
αὐτοὶ μετὰ τοὺς ποιητικοὺς τῶν ἐν ὑμῖν παθῶν ἀνειδωλο-
ποιοῦσι τύπους τὸν Φόβον καὶ τὸν Ἔρωτα καὶ τὴν Χαρὰν
καὶ τὴν Ἐλπίδα, ὥσπερ ἀμέλει καὶ Ἐπιμενίδης ὁ παλαιὸς
 

 280. Κλήμης Αλεξανδρινός. Προτρεπτικός. (A.D. 2-3) Ch. 2


sec. 27 subsec. 5 line 1

     καὶ σκολόπων. Τί πλανᾶσθε, βροτοί; παύσασθε, μάταιοι,


    καλλίπετε σκοτίην νυκτός, φωτὸς δὲ λάβεσθε.
(5) Ταῦτα ἡμῖν ἡ προφητικὴ παρεγγυᾷ καὶ ποιητικὴ Σίβυλλα·
παρεγγυᾷ δὲ καὶ ἡ ἀλήθεια, γυμνοῦσα τῶν καταπληκτικῶν
τουτωνὶ καὶ ἐκπληκτικῶν προσωπείων τὸν ὄχλον τῶν θεῶν,
 

 281. Κλήμης Αλεξανδρινός. Προτρεπτικός. (A.D. 2-3) Ch. 2


sec. 30 subsec. 6 line 1

   Κάστωρ μὲν θνητός, θανάτου δέ οἱ αἶσα πέπρωται·


  αὐτὰρ ὅ γ’ ἀθάνατος Πολυδεύκης, ὄζος Ἄρηος.
(6) Τοῦτο μὲν ποιητικῶς ἐψεύσατο· Ὅμηρος δὲ ἀξιοπιστότερος
αὐτοῦ εἰπὼν περὶ ἀμφοῖν τοῖν Διοσκούροιν, πρὸς δὲ καὶ
τὸν Ἡρακλέα «εἴδωλον» ἐλέγξας· «φῶτα» γὰρ «Ἡρα-
 
136

 282. Κλήμης Αλεξανδρινός. Προτρεπτικός. (A.D. 2-3) Ch. 2


sec. 36 subsec. 3 line 2

 Ἡρακλέα πρὸς τῶν Ἱπποκοωντιδῶν κατὰ τῆς χειρὸς


(3) οὐτασθῆναι λέγει. Εἰ δὴ τραύματα, καὶ αἵματα· οἱ γὰρ
ἰχῶρες οἱ ποιητικοὶ εἰδεχθέστεροι καὶ τῶν αἱμάτων, σῆψις
γὰρ αἵματος ἰχὼρ νοεῖται. Ἀνάγκη τοίνυν θεραπείας καὶ
(4) τροφὰς παρεισάγειν αὐτοῖς, ὧν εἰσιν ἐνδεεῖς. Διὸ τράπεζαι
 

 283. Κλήμης Αλεξανδρινός. Προτρεπτικός. (A.D. 2-3) Ch. 2


sec. 41 subsec. 4 line 3

 (4) λέγοντες. Τίνα δ’ ἂν φωνὴν ἄλλην, εἰ φωνὴν λάβοιεν Αἰγυπ-


τίων θεοί, οἷα αἴλουροι καὶ γαλαῖ, προήσονται ἢ τὴν Ὁμηρι-
κήν τε καὶ ποιητικήν, τῆς κνίσης τε καὶ ὀψαρτυτικῆς
φίλην; τοιοίδε μέντοι παρ’ ὑμῖν οἵ τε δαίμονες καὶ οἱ θεοὶ
καὶ εἴ τινες ἡμίθεοι ὥσπερ ἡμίονοι κέκληνται· οὐδὲ γὰρ    (5)
 

 284. Κλήμης Αλεξανδρινός. Προτρεπτικός. (A.D. 2-3) Ch. 6


sec. 72 subsec. 1 line 2

     ἄνθρωποι στῆναι δυνατοί, θνητοὶ γεγαῶτες.    (5)

6.72.

(1)   Κλεάνθης δὲ ὁ Πηδασεύς, ὁ ἀπὸ τῆς Στοᾶς φιλόσοφος,


οὐ θεογονίαν ποιητικήν, θεολογίαν δὲ ἀληθινὴν ἐνδείκνυται.
Οὐκ ἀπεκρύψατο τοῦ θεοῦ πέρι ὅ τί περ εἶχεν φρονῶν·
(2)         τἀγαθὸν ἐρωτᾷς μ’ οἷόν ἐστ’; Ἄκουε δή·
 

 285. Κλήμης Αλεξανδρινός. Προτρεπτικός. (A.D. 2-3) Ch. 7


sec. 73 subsec. 1 line 2

 δυναμένῳ.

7.73.

(1)   Ἴτω δὲ ἡμῖν (οὐ γὰρ αὐταρκεῖ μόνον ἡ φιλοσοφία)


ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ποιητικὴ ἡ περὶ τὸ ψεῦδος τὰ πάντα ἠσχο-
λημένη, μόλις ποτὲ ἤδη ἀλήθειαν μαρτυρήσουσα, μᾶλλον δὲ
137

ἐξομολογουμένη τῷ θεῷ τὴν μυθώδη παρέκβασιν· παρίτω


 

 286. Κλήμης Αλεξανδρινός. Προτρεπτικός. (A.D. 2-3) Ch. 10


sec. 101 subsec. 2 line 5

 ἢ τὸ φῶς,» ἐξὸν ἀπομάξασθαι τὰ ἐμποδὼν τῇ σωτηρίᾳ καὶ


τὸν τῦφον καὶ τὸν πλοῦτον καὶ τὸν φόβον, ἐπιφθεγγομένους
τὸ ποιητικὸν δὴ τοῦτο·   (5)
    πῇ δὴ χρήματα πολλὰ φέρω τάδε; Πῇ δὲ καὶ αὐτὸς
    πλάζομαι;
 

 287. Κλήμης Αλεξανδρινός. Προτρεπτικός. (A.D. 2-3) Ch. 11


sec. 112 subsec. 2 line 1

 νομοθεσίᾳ προφητείᾳ διδασκαλίᾳ, πάντα νῦν ὁ διδάσκαλος


κατηχεῖ, καὶ τὸ πᾶν ἤδη Ἀθῆναι καὶ Ἑλλὰς γέγονεν τῷ
(2) λόγῳ. Οὐ γὰρ δὴ μύθῳ μὲν ἐπιστεύετε ποιητικῷ τὸν Μίνω
τὸν Κρῆτα τοῦ Διὸς ὀαριστὴν ἀναγράφοντι, ἡμᾶς δὲ ἀπιστή-
σετε μαθητὰς θεοῦ γεγονότας, τὴν ὄντως ἀληθῆ σοφίαν
 

 288. Φλάβιος Φιλόστρατος. Heroicus (A.D. 2-3) Olearius p. 667


line 6

 λεως καὶ διορᾷ αὐτά; καίτοι, ξένε, πρὸ Πριάμου καὶ


Τροίας οὐδὲ ῥαψωδία τις ἦν, οὐδὲ ᾔδετο τὰ μήπω    (5)
πραχθέντα, ποιητικὴ μὲν γὰρ ἦν περί τε τὰ μαντεῖα
περί τε τὸν Ἀλκμήνης Ἡρακλέα, καθισταμένη τε
ἄρτι καὶ οὔπω ἡβάσκουσα, Ὅμηρος δὲ οὔπω ᾖδεν,
 

 289. Φλάβιος Φιλόστρατος. Heroicus (A.D. 2-3) Olearius p. 691


line 27

   Φ. Τί οὖν, ἀμπελουργέ, φῶμεν ἑκόντα τὸν    (25)


Ὅμηρον ἢ ἄκοντα παραλιπεῖν ταῦτα οὕτως ἡδέα καὶ
ποιητικὰ ὄντα;
  Ἀ. Ἑκόντα ἴσως, ξένε· βουληθεὶς γὰρ τὴν
Ἑλένην ὡς ἀρίστην γυναικῶν ὑμνῆσαι ἐπὶ τῷ κάλ-
 
138

 290. Φλάβιος Φιλόστρατος. Heroicus (A.D. 2-3) Olearius p. 692


line 12

 του ποιήματα.   (10)
  Ἀ. Τὸν Ὅμηρον φησί, ξένε, καθάπερ ἐν ἁρ-
μονίᾳ μουσικῇ πάντας ψῆλαι τοὺς ποιητικοὺς τῶν
τρόπων καὶ τοὺς ποιητάς, ἐφ’ οἷς ἐγένετο, ὑπερ-
βεβλῆσθαι πάντας, ἐν ὅτῳ ἕκαστος αὐτῶν ἦν κρά-
 

 291. Φλάβιος Φιλόστρατος. Heroicus (A.D. 2-3) Olearius p. 692


line 36

 νὴ Δί’ ἐν τοῖς ἐκτυπώμασι τῶν ἀσπίδων· ἑρμηνεύων


γὰρ οὗτός ποτε τὴν τοῦ Κύκνου ἀσπίδα τὸ τῆς    (35)
Γοργοῦς εἶδος ὑπτίως τε καὶ οὐ ποιητικῶς ᾖσεν,
ὅθεν ἐπιστρέφων αὐτὸν ὁ Ὅμηρος
(693)   τῇ δ’ ἐπὶ μὲν Γοργὼ βλοσυρῶπις ἐστεφάνωτο
 

 292. Φλάβιος Φιλόστρατος. Heroicus (A.D. 2-3) Olearius p. 730


line 27

 λιόπῃ μουσικὴν αἰτοῦντα καὶ τὸ ἐν ποιήσει κράτος,    (25)


τὴν θεὸν δὲ ἐπιστῆναι καθεύδοντι καὶ „ὦ παῖ“,
φάναι „μουσικῆς μὲν καὶ ποιητικῆς δίδωμί σοι τὸ
ἀποχρῶν, ὡς ἡδίους μὲν τὰς δαῖτας ἐργάζοιο, κοιμί-
ζοις δὲ τὰς λύπας, ἐπειδὴ δὲ ἐμοί τε καὶ Ἀθηνᾷ
 

 293. Φλάβιος Φιλόστρατος. Heroicus (A.D. 2-3) Olearius p. 735


line 4

 τοῦ ποταμοῦ κίνησιν, ὅτ’ ἐπανίστη τῷ Ἀχιλλεῖ τὸ


ἑαυτοῦ κῦμα, ἐπαινεῖ μὲν καὶ ὁ Πρωτεσίλεως ὡς
ποιητικά, διαγράφει δὲ ὡς κεχαρισμένα, μήτε γὰρ
τῷ Ἀχιλλεῖ τηλικούτῳ ὄντι ἄπορον ἂν γενέσθαι τὸν    (5)
Σκάμανδρον καὶ ταῦτα ἥττω ἢ οἱ μεγάλοι τῶν πο-
 

 294. Φλάβιος Φιλόστρατος. Heroicus (A.D. 2-3) Olearius p. 747


line 8
139

 λεύς τε καὶ ἡ Ἑλένη καὶ ἐν ᾠδαῖς εἶναι τὸν ἔρωτά


τε τὸν ἀλλήλων ᾄδειν καὶ Ὁμήρου τὰ ἔπη τὰ ἐπὶ
τῇ Τροίᾳ καὶ τὸν Ὅμηρον αὐτόν. τὸ γὰρ τῆς ποιη-
τικῆς δῶρον, ὃ παρὰ τῆς Καλλιόπης τῷ Ἀχιλλεῖ
ἐφοίτησεν, ἐπαινεῖ ὁ Ἀχιλλεὺς ἔτι καὶ σπουδάζει    (10)
μᾶλλον, ἐπειδὴ πέπαυται τῶν πολεμικῶν. τὸ γοῦν
 

 295. Φλάβιος Φιλόστρατος. Heroicus (A.D. 2-3) Olearius p. 747


line 12

 ἐφοίτησεν, ἐπαινεῖ ὁ Ἀχιλλεὺς ἔτι καὶ σπουδάζει    (10)


μᾶλλον, ἐπειδὴ πέπαυται τῶν πολεμικῶν. τὸ γοῦν
ᾆσμα τὸ ἐπὶ τῷ Ὁμήρῳ θείως αὐτῷ, ξένε, καὶ ποιη-
τικῶς ξύγκειται, καὶ γὰρ ἐκεῖνο γιγνώσκει τε καὶ
ᾄδει ὁ Πρωτεσίλεως.
  Φ. Ἐμοὶ δ’ ἂν γένοιτο, ἀμπελουργέ, ἀκοῦσαι   (15)
 

 296. CASSIUS Iatrosophista Med. Quaestiones medicae et


problemata physica {0733.001} (A.D. 2-3) Sec. 8 line 36

 ὕδωρ ἀνίησι μὲν τὰ ἡμέτερα σώματα, εἰ δὲ ἐπιχυθείη πυρί,


σβέννυσι τοῦτο, οὕτω καὶ ἡ αἰώρα τῶν ἐναντίων ἐστὶ    (35)
ποιητική. καὶ πολλὰ ἄν τις εὕροι τὰ ἐναντία ἀποτελεῖν δυ-
νάμενα.
(9)   Διὰ τί ἐπὶ τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ τραυμάτων, διαιρέ-
 

 297. CASSIUS Iatrosophista Med. Quaestiones medicae et


problemata physica {0733.001} (A.D. 2-3) Sec. 12 line 2

 δρεύοντος, εὐΐατα γίνεται.


(12)   Διὰ τί ἡ ἐκ τῆς ἀνθρακιᾶς θέρμη ὡς ἐπίπαν κε-
φαλαλγίας ἐστὶ ποιητική, ἡ δὲ τῶν ξύλων οὐ τοιαύτη; Ὅτι
ἡ μὲν ἀπὸ τῶν ἀνθράκων ὑπερβάλλουσα θέρμη πυκνοῖ
κατά τινα ξηρότητα· ἡ δὲ ἐκ τῶν ξύλων ἔχει καὶ ἰκμάδα
 

 298. Ωριγένης. Fragmenta in evangelium Joannis (in catenis)


{2042.006} (A.D. 2-3) Fragment 1 line 5
140

 λόγου, οὐκ ἄλλως ἔδει αὐτὸν τῶν πάντων δηλῶσαι ὄντα ποιητὴν
ἢ οὕτως. οἱ μὲν γὰρ παρ’ ἡμῖν δημιουργοί, ἄνθρωποι ὄντες, τέχνην
ἔχουσιν (αὕτη δέ ἐστιν ἕξις μετὰ ἀδόλου λόγου ποιητική), ὁ δὲ
τοῦ    (5)
θεοῦ υἱός, οὐκ ἄλλος ὢν ἢ σοφίας καὶ τέχνης δημιουργός, εἰκότως
‹λόγος› ὀνομάζεται. οὐ γὰρ ἄλλη τις ὢν οὐσία παρὰ τὸν λόγον δι’
 

 299. Ωριγένης. Fragmenta in evangelium Joannis (in catenis)


{2042.006} (A.D. 2-3) Fragment 34 line 14

 προσελήλυθεν, ἐπείπερ ἄγνοιαν ἔχων τὴν περὶ θεοῦ ᾧ προσήρχετο


οὔπω πεφώτιστο. οὐ γὰρ ἀνατετάλκει αὐτῷ ὁ τῆς δικαιοσύνης
ἥλιος, ὁ ποιητικὸς τῆς νοητῆς ἡμέρας, ἧς καὶ ὁ Ἀβραὰμ ἔρωτα
λαβὼν παρεσκεύαστο πρὸς τὸ ἰδεῖν αὐτήν, καὶ θεασάμενος ἐχάρη.
(15)
Φαρισαῖοι δὲ ἄνθρωποί εἰσι τὴν προύχουσαν ἐν Ἰουδαϊσμῷ τάξιν
 

 300. Ωριγένης. Expositio in Proverbia (fragmenta e catenis)


{2042.075} (A.D. 2-3) Vol. 17 p. 185 line 4

 ται, καὶ πρὸ κτίσεως ἀΐδιος ἦν· ὅτε δὲ σχέσιν πρὸς


τὰ γεννητὰ ἐδέξατο, τότε ἀρχὴ τῶν ὁδῶν τοῦ Θεοῦ
γέγονε τῶν ποιητικῶν καὶ προνοητικῶν· σύζυγος
οὖν ἡ ἀρχὴ τοῖς κτίσμασιν ὧν γέγονεν ἀρχὴ, τουτ-   (5)
έστιν ἡ πρὸς τὰ γεννητὰ σχέσις· ἡ δὲ σοφία ἀΐδιος,

 301. Νεμέσιος. De natura hominis {0743.001} (A.D. 4) Sec. 29


line 3

 (29) περὶ ἀκουσίου    

  Τοῦ ἀκουσίου τὸ μὲν κατὰ βίαν τὸ δὲ δι’ ἄγνοιάν ἐστι,   (2)


τῶν τοίνυν κατὰ βίαν ἀκουσίων ἡ ποιητικὴ ἀρχὴ ἔξωθέν
ἐστιν, ἄλλο γάρ τι τῆς βίας αἴτιόν ἐστι καὶ οὐχ ἡμεῖς.
ὅρος τοίνυν τοῦ κατὰ βίαν ἀκουσίου ἐστὶν οὗ ἡ ἀρχὴ ἔξω-   (5)
 

 302. Νεμέσιος. De natura hominis {0743.001} (A.D. 4) Sec. 29


line 7
141

 ὅρος τοίνυν τοῦ κατὰ βίαν ἀκουσίου ἐστὶν οὗ ἡ ἀρχὴ ἔξω-   (5)


θεν, μηδὲν συμβαλλομένου κατ’ οἰκείαν ὁρμὴν τοῦ βιασθέν-
τος. ἀρχὴ δὲ εἴρηται ἐνταῦθα ἡ ποιητικὴ αἰτία.
                                  ζητεῖται
δὲ εἰ καὶ ταῦτα ἀκούσιά ἐστιν, οἷον αἱ ἀποβολαὶ τῶν φορ-
 

 303. Νεμέσιος. De natura hominis {0743.001} (A.D. 4) Sec. 29


line 50

 σίας τὴν ἐπιθυμίαν ἢ τὸν θυμὸν τῶν ἀκουσίων εἶναι πλημ-


μελημάτων, ἐπειδὴ καὶ ταῦτα τὴν ἀρχὴν ἔξωθεν ἔχει τὴν
ποιητικήν· τό τε γὰρ κάλλος τῆς πόρνης ἐξοίστρησεν ἐπὶ   (50)
τὴν ἀκολασίαν τὸν ἑωρακότα, καὶ ὁ παροξύνας ἐκίνησε τὸν
θυμόν. εἰ γὰρ καὶ τὴν ἀρχὴν ἔξωθεν ἔχουσιν, ἀλλ’ αὐτοὶ
 

 304. Νεμέσιος. De natura hominis {0743.001} (A.D. 4) Sec. 39


line 30

 ἀνάγκης γινομένων κατὰ τέχνην γίνεσθαι λέγεται· ἀλλ’


οὔτε τῶν γινομένων ἐν τοῖς ἐνδεχομένοις καὶ ἄλλως ἔχειν,
ἐν αὐτοῖς δὲ ἐχόντων τὸ ποιητικὸν αἴτιον, ὡς ἐπὶ τῶν ζῴων    (30)
καὶ φυτῶν κατὰ τέχνην τι λέγεται γίνεσθαι. φύσει γὰρ
καὶ οὐ τέχνῃ. εἰ δὲ τῶν κατὰ τέχνην γινομένων ἔξωθέν
 

 305. Γρηγόριος Νύσσης. Oratio catechetica magna (A.D. 4) Sec.


1 line 83

 συνενεχθῆναι· ἀλλ’ ἐπ’ ἴσης ἑκατέρων τὴν ἀτοπίαν ἐκ-


φεύξεται, τόν τε ζῶντα τοῦ θεοῦ λόγον καὶ ἐνεργὸν καὶ
ποιητικὸν ὁμολογῶν, ὅπερ ὁ Ἰουδαῖος οὐ δέχεται, καὶ τὸ
μὴ διαφέρειν κατὰ τὴν φύσιν αὐτόν τε τὸν λόγον καὶ τὸν
ὅθεν ἐστίν. ὥσπερ γὰρ ἐφ’ ἡμῶν ἐκ τοῦ νοῦ φαμὲν εἶναι    (85)
 

 306. Γρηγόριος Νύσσης. Oratio catechetica magna (A.D. 4) Sec.


4 line 5

 ἐκ γὰρ τῶν συντρόφων αὐτῷ διδαγμάτων ἡ τῆς ἀληθείας


ἔσται φανέρωσις. τὸ γὰρ εἶναι λόγον θεοῦ καὶ πνεῦμα
θεοῦ, οὐσιωδῶς ὑφεστώσας δυνάμεις, ποιητικάς τε τῶν    (5)
142

γεγενημένων καὶ περιεκτικὰς τῶν ὄντων, ἐκ τῶν θεο-


πνεύστων γραφῶν ἐναργέστερον δείκνυται. ἀρκεῖ δὲ μιᾶς
 

 307. Γρηγόριος Νύσσης. Oratio catechetica magna (A.D. 4) Sec.


5 line 20

 προαιρετική τε παντὸς ἀγαθοῦ καὶ ἐν ἰσχύι πᾶν τὸ κατὰ


προαίρεσιν ἔχουσα· ἀγαθοῦ δὲ ὄντος τοῦ κόσμου τὴν τῶν
ἀγαθῶν προεκτικήν τε καὶ ποιητικὴν δύναμιν αἰτίαν εἶναι.   (20)
εἰ δὲ τοῦ κόσμου παντὸς ἡ ὑπόστασις τῆς τοῦ λόγου
δυνάμεως ἐξῆπται, καθὼς ἡ ἀκολουθία παρέδειξεν, ἀνάγκη
 

 308. Γρηγόριος Νύσσης. Oratio catechetica magna (A.D. 4) Sec.


5 line 30

 διοισόμεθα. ὅ τι γὰρ ἂν εὑρεθῇ δεικτικὸν τοῦ ὑπο-


κειμένου ῥῆμα ἢ ὄνομα, ἕν ἐστι τὸ διὰ τῶν φωνῶν
σημαινόμενον, ἡ ἀίδιος τοῦ θεοῦ δύναμις, ἡ ποιητικὴ   (30)
τῶν ὄντων, ἡ εὑρετικὴ τῶν μὴ ὄντων, ἡ συνεκτικὴ τῶν
γεγονότων, ἡ προορατικὴ τῶν μελλόντων. οὗτος τοίνυν
 

 309. Γρηγόριος Νύσσης. Oratio catechetica magna (A.D. 4) Sec.


8 line 155

 Ἕλληνας ἡμῖν διευκρινηθέντων, ἐν οἷς ἀπεδείκνυτο ὁ τοῦ


θεοῦ λόγος οὐσιώδης τις καὶ ἐνυπόστατος ὢν αὐτὸς εἶναι
καὶ θεὸς καὶ λόγος, πᾶσαν δύναμιν ποιητικὴν ἐμπεριει-    (155)
ληφώς, μᾶλλον δὲ αὐτοδύναμις ὢν καὶ πρὸς πᾶν ἀγαθὸν
τὴν ὁρμὴν ἔχων καὶ πᾶν ὅ τι περ ἂν θελήσῃ κατεργαζό-
 

 310. Γρηγόριος Νύσσης. Oratio catechetica magna (A.D. 4) Sec.


12 line 7

 εἰς τὸ πᾶν ἀφορῶντες, καὶ τὰς κατὰ τὸν κόσμον οἰκονομίας   (5)


ἐπισκοποῦντες καὶ τὰς εὐεργεσίας τὰς θεόθεν κατὰ τὴν
ζωὴν ἡμῶν ἐνεργουμένας, ὑπερκεῖσθαί τινα δύναμιν ποιη-
τικὴν τῶν γιγνομένων καὶ συντηρητικὴν τῶν ὄντων
καταλαμβάνομεν, οὕτως καὶ ἐπὶ τοῦ διὰ σαρκὸς ἡμῖν
143

φανερωθέντος θεοῦ ἱκανὴν ἀπόδειξιν τῆς ἐπιφανείας τῆς    (10)


 

 311. Γρηγόριος Νύσσης. Dialogus de anima et resurrectione


{2017.056} (A.D. 4) Vol. 46 p. 121 line 37

 πόθεν. Καὶ μὴν οὐδὲν ἔξωθεν τῆς θείας φύσεως    (35)


ὁ λόγος βλέπει. Ἦ γὰρ ἂν διασχισθείη πρὸς δια-
φόρους ἀρχὰς ἡ ὑπόληψις, εἴ τι τῆς ποιητικῆς αἰτίας
ἔξω νομισθείη, παρ’ οὗ ἡ τεχνικὴ σοφία, τὰς πρὸς
τὴν κτίσιν παρασκευὰς ἐρανίζεται. Ἐπεὶ οὖν ἓν μὲν
 

 312. Γρηγόριος Νύσσης. De vita Gregorii Thaumaturgi


{2017.069} (A.D. 4) Vol. 46 p. 912 line 53

 χαρακτὴρ καὶ εἰκὼν τῆς θεότητος, Λόγος ἐνεργὸς,


σοφία τῆς τῶν ὅλων συστάσεως περιεκτικὴ, καὶ
δύναμις τῆς ὅλης κτίσεως ποιητικὴ, Υἱὸς ἀληθι-
νὸς ἀληθινοῦ Πατρὸς, ἀόρατος ἀοράτου, καὶ
ἄφθαρτος ἀφθάρτου, καὶ ἀθάνατος ἀθανάτου, καὶ    (55)
 

 313. Γρηγόριος Νύσσης. Liber de cognitione dei (= Θεογνωσία)


(fragmenta ap. Euthymium Zigabenum, Panoplia dogmatica) [Sp.]
{2017.077} (A.D. 4) Vol. 130 p. 312 line 56

 (312)   Καὶ σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου, φησὶ Μωϋ-   (54)


σῆς. Ὅθεν οὗτοι κακούργως ὁρμώμενοί φασιν ὅτι    (55)
ἦν τὸ σκότος, οὗ ποιητικὸν αἴτιον ἡ πονηρὰ ἀρχή.
Εἶτα καὶ διεχώρισεν ὁ Θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς
καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους. Εἰ οὖν τὸ φῶς ὃν, καὶ
 

 314. Γρηγόριος Νύσσης. Liber de cognitione dei (= Θεογνωσία)


(fragmenta ap. Euthymium Zigabenum, Panoplia dogmatica) [Sp.]
{2017.077} (A.D. 4) Vol. 130 p. 316 line 17

 κόσμος τοῦ πονηροῦ Θεοῦ δημιούργημα. Ἀλλὰ μὲν    (15)


οὐκ ἔστιν. Οὐδὲ Θεός ἐστιν ἄρα πονηρός. Ὁ μὲν γὰρ
Θεὸς ἀρχὴ καὶ ποιητικὸν αἴτιον· ἀρχομένων δὲ καὶ
πεποιημένων οὐκ ὄντων, οὐδὲ ἀρχὴ πάντως ἔσται.
144

Οὐκ ἄρα οὖν πονηρός ἐστι Θεός.


 

 315. Γρηγόριος Νύσσης. De opificio hominis {2017.079} (A.D.


4) P. 148 line 1

 κωτέραν κατάστασιν καρδίαν εἰπὼν, ψυχὴν δὲ τὴν


μέσην, διάνοιαν δὲ τὴν ὑψηλοτέραν φύσιν, τὴν
(148) νοεράν τε καὶ ποιητικὴν δύναμιν, Ὅθεν καὶ τρεῖς
διαφορὰς προαιρέσεως ὁ Ἀπόστολος οἶδε, τὴν μὲν
σαρκικὴν κατονομάζων, ἣ περὶ γαστέρα καὶ τὰς περὶ
 

 316.Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 452 line


13

 ἢ κατὰ τὸν Σύμμαχον, Ὅτι ἀγαθὸν τὸ ὄνομά σου


ἄντικρυς τῶν ὁσίων σου. Εἰδὼς οὖν, ὅτι ἀγαθόν
ἐστι, καὶ ἀγαθῶν ποιητικὸν, οὐ τοῖς δυνατοῖς ἐν κα-
κίᾳ, οὐδὲ τοῖς ἀποβλήτοις τῶν ζώντων, ἀλλὰ τοῖς
ὁσίοις, εἰκότως ὑπομενῶ τὸ ὄνομά σου, εὔελπις ὢν    (15)
 

 317.Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 456 line


47

 ἦν καὶ παντελῶς ἄφρων, οὔτε πρόνοιαν τὰ πάντα   (45)


ἐφορῶσαν, οὔτε νοῦν τὸν καθόλου, οὔτε τὴν ἐπέκεινα
τῶν ὅλων οὐσίαν τὴν ἁπάντων ποιητικὴν, ὑφεστάναι
ὁριζόμενος· οἱ δὲ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, πολυθέῳ
πλάνῃ τῇ κατὰ τὴν εἰδωλολατρείαν ἑαυτοὺς ἐκδόντες,
 

 318.Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 509 line


6

 στατα· οὐ γὰρ οἷόν τε ἦν πρᾶγμα ἀνυπόστατον ἀπο-


στέλλεσθαι. Ὥσπερ δὲ Λόγος νοεῖται ἰάσεως καὶ σω-   (5)
τηρίας ποιητικὸς, οὕτως ἐπὶ τοῦ παρόντος ὁ αὐτὸς
ἔλεος ὠνόμασται, ὡς ἂν ὑπηρετικὸς ὢν τῆς τοῦ Πα-
τρὸς φιλανθρωπίας· ὁμοίως δὲ καὶ ἀλήθεια, ὡς ἂν
 
145

 319.Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 1208


line 5

 διοικεῖς· διὸ πλάσσεις κόπον ἐπὶ πρόσταγμα, του-


τέστι, τὸ πρόσταγμά σου κόπων καὶ καμάτων ἐστὶ
ποιητικὸν διὰ τὰς μετὰ τοὺς πόνους διαδεξομένας   (5)
ἀμοιβὰς τοὺς καλῶς ἀγωνισαμένους καὶ τὸν κόπον προ-
θύμως καὶ εὐτόνως ὑπομείναντας. Θηρεύσουσιν ἐπὶ
 

 320.Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 1253


line 19

 ᾧ αὐτὸς παρακολουθεῖ. Ἵν’ οὖν, φησὶ, καὶ αἱ ἡμέραι


μὴ ἐκλείπωσιν. Οὐ γάρ μοι πρὸς καλοῦ ἔσται τὸ σβεσθῆ-
ναι τὸ φῶς ἀπ’ ἐμοῦ τὸ ποιητικὸν τῶν ἡμερῶν μου·
παράγαγε τὰ θλιβερά. Εἰ γὰρ ἐπιμένοιεν, αἴτια γενή-   (20)
σονται τῆς ἐκλείψεως τῶν ἡμερῶν μου, ἀλλὰ καὶ τὰ
 

 321.Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 1281


line 9

 γενέσεως· ἀλλ’ ὥστε κατάρχειν τῶν ἡμερῶν· εἰς


ἐνιαυτοὺς δὲ, ὅτι σελήνη μὲν, ἐπειδὰν δωδεκάκις τὸν
ἑαυτῆς ἐκτελέσῃ δρόμον, ἐνιαυτοῦ ἐστι ποιητική·
ἡλιακὸς δέ ἐστιν ἐνιαυτὸς ἡ ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ σημείου   (10)
ἐπὶ τὸ αὐτὸ σημεῖον τοῦ ἡλίου ἀποκατάστασις.
 

 322.Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 1340


line 25

 ὀνειδίζουσι καὶ χλευάζουσι, καὶ σὺ, Κύριε, ἐποίησας


αὐτὴν, τῷ εὐδοκῆσαι σῶμα αὐτὴν ἀναλαβεῖν. Χεὶρ
γὰρ τοῦ Θεοῦ ἡ ποιητικὴ ἁπάντων δύναμις αὐτοῦ, οὐχ   (25)
ἑτέρα οὖσα τοῦ δι’ οὗ γέγονε τὰ πάντα τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Καταράσονται αὐτοὶ, καὶ σὺ εὐλογήσεις. Οἱ ἐπ-
 

 323.Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 24 p. 53 line


37
146

 διδάσκαλος συγκαταβαίνει.    (35)

Ἐξαπόστειλον τὴν χεῖρά σου ἐξ ὕψους.

  Ἐξαπόστειλον, φησὶν ὁ ψαλμὸς, τὴν ποιητικὴν καὶ


φυλακτικὴν τῶν ὅλων χεῖρα ἐπὶ τῷ ἐξελέσθαι καὶ
ῥύσασθαί με ἐκ τῶν πολλῶν ὑδάτων καὶ τῶν χειρῶν
 

 324. Γρηγόριος Ναζιανζηνός. Funebris oratio in patrem (orat. 18)


{2022.031} (A.D. 4) Vol. 35 p. 1016 line 42

 νον, καὶ πατρική τις ἐπίπληξις. Πολλοῖς γέ τοι τῶν   (40)


λελυπηκότων οὐδὲ ὑπερήμερος ἀπήντησεν ἡ ἀντίδο-
σις, οὐδὲ ὀπισθόπους ἡ δίκη, τοῦτο δὴ τὸ ποιητι-
κόν· ἀλλὰ παρ’ αὐτὰ τῆς κινήσεως ἐπλήγησαν, ἐπε-
στράφησαν, προσῆλθον, ἐγονυπέτησαν, συγγνώμης
ἔτυχον, ἀπῆλθον, ἡττημένοι καλῶς, ἀμείνους ἐγένον-    (45)
 

 325. Γρηγόριος Ναζιανζηνός. In Aegyptiorum adventum (orat. 34)


{2022.042} (A.D. 4) Vol. 36 p. 248 line 50

 ἢ τύραννις ἔτεμεν, ἢ πενία διέστησεν, ἀλλ’ ἃς φύσις


διώρισεν, εἴ τῳ φίλον οὕτω καλεῖν. Τὸ γὰρ πρῶτον,
καὶ ὑπὲρ τὴν φύσιν. Τούτων δὲ, ἡ μὲν ποιητική τέ   (50)
ἐστι, καὶ ἀρχικὴ, καὶ ἀκίνητος· ἡ δὲ πεποιημένη,
καὶ ὑπὸ χεῖρα, καὶ μεταπίπτουσα. Καὶ ἔτι συντομώ-
 

 326. Γρηγόριος Ναζιανζηνός. Carmina dogmatica {2022.059}


(A.D. 4) Column 430 line 5

 Καὶ μηδὲ τὴν ἄφραστον εὐαρμοστίαν


Τοῦ παντὸς εἴς τιν’ ἀναφέροντες αἰτίαν
Ποιητικήν τε καὶ συνεκτικὴν ὅλων.    (5)
Ἔῤῥοιεν οἱ θεῶν τιν’ ἐσμὸν εἰδότες,
Ἢ δαιμόνων καλῶν τε καὶ κακῶν κράτος.
 

 327. Γρηγόριος Ναζιανζηνός. Carmina moralia {2022.060} (A.D.


4) Column 632 line 12
147

 Ἐν τούτῳ τῷ λόγῳ τὸν Συρακούσιον μιμεῖται    (10)


  οὗτος γὰρ μόνος ποιητῶν ῥυθμοῖς τε καὶ κώ-
  λοις ἐχρήσατο, ποιητικῆς ἀναλογίας καταφρο-
  νήσας.
  Παρθένε νύμφη Χριστοῦ, δόξαζέ σου τὸν νυμφίον
 

 328. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 152 line 8

 ἔχει καὶ τὸν δημιουργικὸν Λόγον οὐκ ἔξωθεν, ἀλλ’


ἴδιον ἑαυτοῦ· πάλιν γὰρ τὸ αὐτὸ ῥητέον. Εἰ τὸ βού-
λεσθαι ἔχει, καὶ τὸ βούλημα αὐτοῦ ποιητικόν ἐστι,
καὶ ἀρκεῖ τὸ βούλημα αὐτοῦ πρὸς σύστασιν τῶν γι-
νομένων· ὁ δὲ Λόγος ἐστὶν αὐτοῦ ποιητικὸς,   (10)
 

 329. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 152 line 10

 λεσθαι ἔχει, καὶ τὸ βούλημα αὐτοῦ ποιητικόν ἐστι,


καὶ ἀρκεῖ τὸ βούλημα αὐτοῦ πρὸς σύστασιν τῶν γι-
νομένων· ὁ δὲ Λόγος ἐστὶν αὐτοῦ ποιητικὸς,   (10)
καὶ δημιουργός· οὐκ ἀμφίβολον, ὅτι αὐτός ἐστιν
ἡ τοῦ Πατρὸς ζῶσα βουλὴ, καὶ ἐνούσιος ἐνέργεια,
 

 330. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 189 line 12

 τε ἄλλα ἕκαστα πρὸς ἄλληλα κατὰ σύγκρισιν ἔχει    (10)


τὴν διαφοράν· καὶ οὐ διὰ τοῦτο τὰ μὲν κύρια, τὰ δὲ
τοῖς βελτίοσι δουλεύει· οὐδὲ τὰ μὲν ποιητικὰ αἴτιά
ἐστι, τὰ δὲ παρ’ αὐτῶν γίνεται· ἀλλὰ πάντα τοῦ γί-
νεσθαι καὶ κτίζεσθαι τὴν φύσιν ἔχει, ὁμολογοῦντα δι’
 

 331. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 189 line 41

 νατον· ἢ τὰ τοῦ Πατρὸς κτίζων καὶ ἐργαζόμενος, αὐ-


τὸς οὐκ ἂν εἴη ἔργον οὐδὲ κτίσμα, ἵνα μὴ, ὁ αὐτὸς   (40)
ποιητικὸν αἴτιον ὢν, ἐν τοῖς ποιουμένοις εὑρίσκηται
148

ποιῶν, ὅπερ γέγονεν αὐτός· μᾶλλον δὲ μηδὲ


ποιεῖν δυνάμενος. Πῶς γὰρ, εἰ καθ’ ὑμᾶς ἐξ οὐκ ὄν-
 

 332. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 192 line 10

 νοῦ, καὶ, Ποιήθητι· καὶ οὕτως ἂν ἕκαστον ἐδημιουρ-


γεῖτο. Ἀλλ’ οὐδὲ γέγραπται τοῦτο, οὔτε δυνατὸν
ἦν. Τῶν γὰρ γινομένων οὐδέν ἐστι ποιητικὸν   (10)
αἴτιον· πάντα γὰρ διὰ τοῦ Λόγου γέγονεν· οὐκ ἂν
ἐργασαμένου καὶ αὐτοῦ τὰ πάντα, εἰ καὶ αὐτὸς ὁ Λόγος
 

 333. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 213 line 2

 Τοῦτο γὰρ τῶν μὲν κτισμάτων ἴδιον, ἐπὶ δὲ τοῦ Λόγου


(213) τοῦτο νοεῖν ἢ λέγειν ἀπρεπές. Ἔστι γὰρ ὁ Λό-
γος τοῦ Θεοῦ δημιουργὸς, καὶ ποιητικὸς, καὶ αὐτός
ἐστιν ἡ τοῦ Πατρὸς βουλή. Διὰ τοῦτο γοῦν οὐκ εἶπεν
ἡ θεία Γραφὴ, ὅτι ἤκουσε καὶ ἀπεκρίνατο ὁ ἀκούων,
 

 334. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 320 line 32

 ἀσεβεῖς λέγουσι, γέγονεν, οὐδὲ ὅλως ἐξ οὐκ ὄντων   (30)


ἐστίν· οὐδὲ γὰρ ἔξωθεν ἑαυτῷ ὁ Θεὸς περιεποιήσατο
χαρᾶς ποιητικόν· ἀλλ’ ἰδίου καὶ ὁμοίου γνώρισμά
ἐστι τὸ λεγόμενον. Πότε οὖν ἦν ὅτε οὐκ ἔχαιρεν ὁ
Πατήρ; Εἰ δὲ ἀεὶ ἔχαιρεν, ἀεὶ ἦν ἐν ᾧ ἔχαιρεν.
 

 335. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 349 line 29

 οὐκ ἄν τις εἴποι. Οὔτε γὰρ, ἐργαζομένου τοῦ Πατρὸς,


ἐργάζεταί τις αὐτὰ τῶν ἀγγέλων, ἢ ἄλλος τις τῶν
κτισμάτων· οὐδὲν γὰρ τούτων ποιητικὸν αἴτιόν ἐστιν,
ἀλλὰ τῶν γινομένων εἰσίν· ἄλλως τε καὶ κεχωρισμέ-    (30)
νοι, καὶ διεστηκότες τοῦ μόνου, καὶ ἄλλο τὴν φύ-
 
149

 336. Αθανάσιος θεολόγος. Vita Antonii {2035.047} (A.D. 4) Vol.


26 p. 893 line 4

 ρῶν τὰ ἐρχόμενα; ἢ ποία σπουδὴ τὰ τοιαῦτα γινώ-


σκειν, κἂν ἀληθῶς γινώσκῃ; οὐ γὰρ ἀρετῆς ἐστι τοῦτο
ποιητικὸν, οὐδὲ ἤθους ἀγαθοῦ πάντως ἐστὶ τοῦτο γνώ-
ρισμα. Οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν κρίνεται διὰ τί οὐκ οἶδε, καὶ    (5)
οὐδεὶς μακαρίζεται, ὅτι μεμάθηκε καὶ ἔγνω· ἀλλ’ ἐν
 

 337. Αθανάσιος θεολόγος. Expositiones in Psalmos {2035.061}


(A.D. 4) Vol. 27 p. 533 line 16

   Ὡς τὸ σκότος αὐτῆς, οὕτω καὶ τὸ φῶς αὐτῆς.


Καθάπερ γὰρ ἐμοὶ ζοφώδης ἡ νὺξ, οὕτως ἐστί σοι   (15)
φωτεινή. Νεφροὺς δέ φησιν εἶναι τοὺς φόβου ποιητι-
κούς. Λέγει δὲ, ὅτι Σὲ διαπαντὸς ἐφοβούμην, ἐπεὶ
πρὸ ὀφθαλμῶν εἶχον ἀεὶ τὴν σὴν κρίσιν. Ἀντελάβου
μου ἐκ γαστρὸς μητρός μου. Εἰκότως, φησὶ, τὸν
 

 338. Αθανάσιος θεολόγος. Refutatio hypocriseos Meletii et


Eusebii [Sp.] {2035.066} (A.D. 4) Vol. 28 p. 88 line 42

 τος. Ἦν δὲ ἀδύνατον ἐν τῇ τῆς Τριάδος δόξῃ τὸ   (40)


Πνεῦμα δοξάζεσθαι, μὴ προοδικῶς ὂν ἐκ Θεοῦ δι’
Υἱοῦ, ἀλλὰ ποιητικῶς ἐκ Θεοῦ γεγονὸς, ὡς λέγουσιν.
Οὐ γὰρ συνδοξάζεται ποίημα ποιητῇ, οὐδὲ δοῦλος
δεσπότῃ· οὐδὲ ἡ τῆς ἀλλοτρίας Θεοῦ οὐσίας μέθεξις
 

 339. Αθανάσιος θεολόγος. Quaestiones ad Antiochum ducem


[Sp.] {2035.077} (A.D. 4) Vol. 28 p. 676 line 45

 εἰρήκαμεν, οὕτω πάλιν τὰ ἐναντία ἐροῦμεν ἐπὶ τῆς


δύσεως. Ψυχρὰ γὰρ αὕτη ὑπάρχει, καὶ τοῦ ψυχροῦ
στοιχείου καὶ τῆς νυκτὸς γεννητικὴ καὶ ποιητική·    (45)
διὸ καὶ λευκότερα πάσης τῆς γῆς τὰ τῆς δύσεως
ὑπάρχουσι σώματα, καὶ οἶνον πολὺν πίνειν ὑπομένοντα.
 

 340. Αθανάσιος θεολόγος. Quaestiones ad Antiochum ducem


[Sp.] {2035.077} (A.D. 4) Vol. 28 p. 676 line 54
150

 βοῤῥᾶς, εὔδηλον ὅτι ψυχροτέρας ἐστὶ κράσεως. Αἱ


γὰρ θάλασσαι καὶ οἱ ποταμοὶ καὶ τὰ πλήθη τῶν ὑδά-
των τοῦ ὑγροῦ ἐκείνου στοιχείου εἰσὶ ποιητικά. Ταῦτα
δὲ εἴπαμεν, οὐκ ἀφορίζοντες τὰ στοιχεῖα ἀπ’ ἀλλή-   (55)
λων· συνδέδενται γὰρ ἐν πάσῃ τῇ κτίσει· ἀλλ’
 

 341. BASILIUS Caesariensis Theol. Homiliae super Psalmos


{2040.018} (A.D. 4) Vol. 29 p. 369 line 47

 στεύων ἰσχυρὸν αὐτῷ παρεῖναι τὸν βοηθὸν φοβεῖται   (45)


ἀπό τινος τῶν ἐπιχειρούντων αὐτὸν ἐκταράσσειν. Φό-
βος δὲ ὁ σωτήριος, καὶ φόβος ἁγιασμοῦ ποιητικὸς,
φόβος ὁ κατ’ ἐπιτήδευσιν, καὶ οὐχὶ κατὰ πάθος ἐγγι-
νόμενος τῇ ψυχῇ, ποῖός ἐστι βούλει διηγήσωμαι;
 

 342. BASILIUS Caesariensis Theol. Adversus Eunomium (libri 5)


{2040.019} (A.D. 4) Vol. 29 p. 757 line 41

 τι κρεῖττον, αὐτὸ τὸ γεννητικὸν τοῦ Θεοῦ ἐμφα-


νῶς σοι ἐξ αὐτοῦ ἀποκαλυπτόμενον. Οὕτω πάλιν,    (40)
χεῖρας ἀκούων Θεοῦ, τὸ ποιητικὸν αὐτοῦ γνώριζε
σαφῶς· οὖς δὲ, τὸ ἀκουστικὸν αὐτοῦ· ὀφθαλμοὺς δὲ,
τὸ διορατικόν· πτέρυγας, τὸ σκεπαστικόν. Καὶ
 

 343. BASILIUS Caesariensis Theol. Homilia de gratiarum actione


{2040.022} (A.D. 4) Vol. 31 p. 220 line 6

 χειρεῖ, ὡς ἀδύνατα διορίζοντι. Καί φησι· Πῶς δυνα-


τόν μοι πάντοτε χαίρειν, τῶν αἰτιῶν τῆς χαρᾶς οὐκ   (5)
ἐπ’ ἐμοὶ κειμένων; Ἔξωθεν γάρ ἐστι τὰ ποιη-
τικὰ τοῦ χαίρειν, καὶ οὐκ ἐν ἡμῖν ἀποκείμενα· φίλου
παρουσία, γονέων χρονία συντυχία, χρημάτων εὑρέ-
σεις, τιμαὶ παρὰ τῶν ἀνθρώπων, πρὸς ὑγείαν ἐκ
 

 344. Δίδυμος Καίκος. Contra Manichaeos {2102.012} (A.D. 4)


Vol. 39 p. 1109 line 1

 νατον τοῦτο· οὐκ ἄρα ὁ πονηρὸς αὐτὴν ἐπιφέρει, ἀλλὰ    (55)


Θεός. Πᾶν δὲ τὸ ὑπὸ Θεοῦ ἐπιφερόμενον, χρησίμως
151

(1109) ἐπιφέρεται, τυγχάνον ἢ ἀγαθοῦ ποιητικὸν, ἢ κω-


λυτικὸν κακοῦ. Ὁ ἄρα Θεὸς κωλύειν τὸ κακὸν βου-
λόμενος, ἐπιφέρει τοῦτο· οὐκ ἂν δ’ ἐπεχείρει κωλύειν
 

 345. Δίδυμος Καίκος. Fragmenta in Proverbia {2102.022} (A.D.


4) Vol. 39 p. 1629 line 49

 βάθεσιν εἶπον.
  Στ. κβʹ. Πολλὰ σημαίνουσα, καθάπερ εἴπομεν, ἡ   (48)
ἀρχὴ, νῦν τὸ ἀΐδιον δηλοῖ, καὶ τὸ αἴτιον, καὶ τὸ ποιη-
τικόν. Ἡ δὲ ἀρχὴ τινῶν ἐστιν ἀρχὴ, καὶ σημαίνει    (50)
σχέσιν, ἀλλ’ οὐκ οὐσίωσιν. Τὰ γὰρ πρός τι, τοιαῦτα·
ὡς τὸ δεξιὸν καὶ ἀριστερόν. Οὐσία τοίνυν οὖσα ἡ τοῦ
 

 346. Δίδυμος Καίκος. Fragmenta in Proverbia {2102.022} (A.D.


4) Vol. 39 p. 1629 line 56

 γὰρ ἔχει τὸ εἶναι σοφία. Ἡνίκα δὲ σχέσιν τὴν


πρὸς τὰ γενητὰ δέξεται, τότε ἀρχὴ γίνεται τῶν ὁδῶν    (55)
τοῦ Θεοῦ ποιητικῶν καὶ προνοητικῶν, εἰς τὰ ἔργα ἃ
(1632) τὴν ὕπαρξιν ἐκ τοῦ Δημιουργοῦ ἔχει μηδὲν αὐτῇ
συνενεγκόντα πρὸς τὸ εἶναι σοφίαν· ἀλλ’ ἡ σχέσις
 

 347. Δίδυμος Καίκος. Fragmenta in Proverbia {2102.022} (A.D.


4) Vol. 39 p. 1632 line 12

 ριος ἔκτισέ με,» μὴ οὐσίωσιν τὴν νόησιν ἔχῃ, ἀλλ’   (10)


εἰς σχέσιν τὴν πρὸς τὰ κτίσματα. Εἰς ἔργα γὰρ
ἐκτίσθαι φησὶν, ἐπὶ τῷ ἀρχὴ εἶναι τῶν ποιητικῶν καὶ
προνοητικῶν ὁδῶν τοῦ Θεοῦ, τουτέστιν αἰτία, εἰσ-
αγωγικῶς γε μὴν ἔτι εἰπεῖν. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἄν-
 

 348. Δίδυμος Καίκος. Fragmenta in Proverbia {2102.022} (A.D.


4) Vol. 39 p. 1644 line 11

 ἀσθενὲς τῆς πίστεως ἀπιστήσῃς τῇ τῶν οὐρανῶν βα-


σιλείᾳ, ἀλλὰ πιστεύων τῇ περὶ αὐτῆς ὑποσχέσει, τὰ   (10)
ταύτης ποιητικὰ μετέρχου προστάγματα. Λέων Χρι-
στός· πάντα γὰρ τὰ λογικὰ πρὸς αὐτὸν κτήνη εἰσί·
152

Μωϋσῆς γάρ φησιν· «Ἐγὼ δὲ ἄλογός (7) εἰμι.» Τὸ τὴν


 

 349. Ευστάθιος. Commentarius in hexaemeron [Sp.] {4117.022}


(A.D. 4) P. 721 line 35

 ρέχει διασκεδάσας τὸ σκότος.


  Ἡ δὲ σελήνη, ἐπειδὰν δωδεκάκις τὸν ἑαυτῆς ἐκτε-
λέσῃ δρόμον, ἐνιαυτοῦ τυγχάνει ποιητικὴ, πλὴν ὅτι    (35)
μηνὸς ἐμβολίμου δεῖται πρὸς τὴν ἀκριβῆ τῶν ὡρῶν
συνδρομήν. Ὁ γὰρ ἡλιακὸς ἐνιαυτὸς ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ
 

 350. Ευστάθιος. Commentarius in hexaemeron [Sp.] {4117.022}


(A.D. 4) P. 740 line 2

 σας αὐτὸν εἰς τὸ πρόσωπον, βλέποντα αὐτὸν ἐξαν-    (55)


(740) ίστησιν. Ἡνίκα δὲ ἀνθρώπῳ ἤ τινι τῶν ζώων ἐπέρχε-
ται, μαστίζει τῇ σοβῇ ἑαυτὸν πρότερον κατὰ τὸ ποιη-
τικόν·
Οὐρῇ μὴν πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν
Μαστίεται, ἕε δ’ αὐτὸν ἐποτρύνει μαχέσασθαι.   (5)
 

 351. EPHRAEM SYRUS Theol. Sermo de virtutibus et vitiis


{4138.001} (A.D. 4) Sec. 5 line 11

 πάσχει τῷ πταίοντι· οὐ χεῖρα ὀρέγει τῷ κειμένῳ· οὐ παραινεῖ τῷ


ἐσφαλμένῳ· οὐ
στηρίζει τὸν σαλευόμενον. Ὁ μὴ ἔχων ἀγάπην, πηρός ἐστι τῇ
διανοίᾳ· φίλος ἐστὶ    (10)
τοῦ Διαβόλου· εὑρετής ἐστι πάσης πονηρίας· ποιητικός ἐστι
μαχῶν· λοιδόρων
ἐστὶ φίλος· τῶν καταλαλούντων ἐστὶ συνόμιλος· τῶν ὑβριζόντων
σύμβουλος· τῶν
φθονούντων διορθωτής· τῆς ὑπερηφανίας ἐργάτης· τῆς ἀλαζονείας
σκεῦος. Καὶ
 

 352. ARCADIUS Gramm. De accentibus [Sp.] {2116.001} (A.D.


4?) P. 105 line 20
153

   Τὰ εἰς ΥΣ θηλυκὰ ἐκτείνοντα τὸ Υ ὀξύνεται·


πληθύς ἐδητύς ὀϊζύς ἐριν[ν]ύς ἰξύς [ἡ ῥάχις].
τὸ δὲ νηδύς ποιητικῇ ἀδείᾳ συστέλλεται. σεσημείω-    (20)
ται ἐν τοῖς θηλυκοῖς τὸ ὀφρῦς καὶ ἡ ὀσφῦς (ἡ ῥά-
χις) περισπώμενα.
 

 353. ARCADIUS Gramm. De accentibus [Sp.] {2116.001} (A.D.


4?) P. 172 line 8

   Τὰ εἰς ΠΤΩ βαρύνεται, εἰ μὴ προκατάρχοι ὄνομα


ἢ διαστολὴ γένοιτο σημαινομένου· σκάπτω ῥίπτω
(τὸ γὰρ ῥιπτῶ ἀττικὸν (ἢ) ποιητικόν) ἴπτω (τὸ
βλάπτω) θάπτω σκώπτω ἐνίπτω (τὸ ἐπιπλήττω)
τύπτω (καὶ τυπτῶ ἀττικῶς) ὄπτω (καὶ ὀπτῶ).   (10)
 

 354. ARCADIUS Gramm. De accentibus [Sp.] {2116.001} (A.D.


4?) P. 172 line 22

 στρατηγῶ, κυνηγός κυνηγῶ. τὸ δὲ ἀρήγω οὐκ    (20)


ἀπὸ τοῦ ἀρηγός, ἀλλ’ αὐτὸ ἀπ’ ἐκείνου. τὸ δὲ κεκλήγω
καὶ πεπλήγω ποιητικῶς βαρύνονται ἀπὸ τῶν παρακει-
μένων γεγονότα.
  Τὰ εἰς ΓΩ ὑπερδισύλλαβα τῷ Α παραληγόμενα
 

 355. ARCADIUS Gramm. De accentibus [Sp.] {2116.001} (A.D.


4?) P. 180 line 20

 σῶ, κρείσσων κρεισσῶ, κισσός κισσῶ, λύσσα λυσσῶ.


  Τὰ εἰς ΣΩ ἐπὶ ἐνεστῶτος, ὁπότε μὴ ἀπὸ μέλλον-
τος εἰς ἐνεστῶτα μετήχθη ποιητικῶς, περισπᾶται· ἰσῶ   (20)
νοσῶ μασῶ.
  Τὰ εἰς ΛΛΩ βαρύνονται, εἰ μὴ ἀπὸ ὀνόματος
 

 356. ARCADIUS Gramm. De accentibus [Sp.] {2116.001} (A.D.


4?) P. 221 line 9

 Λάβδακος βλάβη ἅμιλλα ἀμύμων ἅμα.


  Τὸ Ι κατ’ ἀρχὴν πρὸ τοῦ Τ συστέλλεται· ἴτυς
ἰτέα, [ἴτριον]. Ἴτωνά τε καὶ ἴτεαι ποιητικά.
154

  Τὰ διὰ τοῦ ΑΝΩ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς συστέλλει    (10)


τὸ Α· λιμπάνω ἁνδάνω λαμβάνω, πλὴν τοῦ
 

 357. Τίμαιος. . Lexicon Plato nicum (e cod. Coislin. 345)


{2602.001} (A.D. 4?) Epistle-alphabetic letter zeta p. 988b line 10

 ἐπὶ τῶν μὴ κατὰ προαίρεσιν ζώντων. κέχρηται Πλά-


των ἐν Ἱππίᾳ.
Ζώπυρα. τοῦ ζῇν ποιητικά.   (10)
Ζωπυρῶ, οὐ πυρός τι ὑποκρύπτω· ἀφ’ οὗ καὶ Ζώπυρον.
Λουκιανὸς ἐν Τίμωνι· „ζώπυρον τοῦ ἀνθρωπείου γέ-
 

 358. Τίμαιος. . Lexicon Plato nicum (e cod. Coislin. 345)


{2602.001} (A.D. 4?) Epistle-alphabetic letter phi p. 1006b line 38

 περὶ τί τῶν ὄντων τυγχάνει οὖσα;“


Φερεφάττα Πλάτων μόνος· Φερσεφόνη καὶ Περσεφόνη
οἱ λοιποί. Περσέφασσα δὲ ποιητικώτερον.
Φηγοί. σπέρματος εἶδος.
(1007a) Φθόη. φθίσις ἐξ αἵματος ἀναγωγῆς.
 

 359. Συνέσιος Επιστολαί. (A.D. 4-5) Epistle 1 line 3

   Παῖδας ἐγὼ λόγους ἐγεννησάμην, τοὺς μὲν


ἀπὸ τῆς σεμνοτάτης φιλοσοφίας καὶ τῆς συννάου ταύτῃ
ποιητικῆς, τοὺς δὲ ἀπὸ τῆς πανδήμου ῥητορικῆς.
ἀλλ’ ἐπιγνοίη τις ἂν ὅτι πατρός εἰσιν ἑνὸς ἅπαντες,
νῦν μὲν εἰς σπουδὴν νῦν δὲ εἰς ἡδονὴν ἀποκλίναντος.   (5)
 

 360. Συνέσιος Επιστολαί. (A.D. 4-5) Epistle 49 line 15

 Ἀνθέμιος ἐν ταῖς τῶν λόγων διατριβαῖς. ἀλλὰ τὰ μὲν


Ῥωμαίων ἐκεῖνος αὔξοι, σὺ δὲ ἐκείνου τὸ ὄνομα·
ποιητικῇ γὰρ ἔδωκεν ὁ θεὸς ταμιεύειν τὴν εὔκλειαν,    (15)
ἧς τὸ καλὸν εἰς σὲ περιήκει.

(50) Τῷ ἀδελφῷ.   

 
155

 361. Συνέσιος Επιστολαί. (A.D. 4-5) Epistle 99 line 9

 ὑμῖν εἶναι δοκιμάζω καὶ λέγω. ἀλλὰ τοῦτο, εἴ γε


ποιητὴς ἁνὴρ τῶν νῦν ἐνθεώτατος, δυνάμεως δὲ δεῖ-
ταί τις ποιητικῆς, ἵνα καὶ τοῖς μετέπειτα δόξῃ καὶ
μηδὲ τοὺς ἀπόντας λάθῃ. τὰ γὰρ μεγάλα τῶν ἔρ-    (10)
γων ἂν μὴ τύχῃ λόγων κηρύκων, ἀπορρεῖ τῆς
 

 362. Συνέσιος Επιστολαί. (A.D. 4-5) Epistle 134 line 27

 ἀγαθὸς καὶ φίλος ἐμός. ἐπιδοὺς αὐτῷ τὴν ἐπιστολήν,   (25)


ἐν ᾧ πάρεστι χρόνῳ χρῆσαι τἀνδρί· καλὸν γὰρ καὶ
συσχολάσαι στρατιώτῃ ποιητικῷ. στρουθοὺς μεγάλας
ἀπὸ τῶν ἐν εἰρήνῃ κυνηγεσίων εἴχομεν, ἀλλ’ οὐκ ἦν
αὐτὰς στέλλειν ἐπὶ θάλατταν διὰ τῶν ὅπλων τῶν πο-
 

 363. Συνέσιος Επιστολαί. (A.D. 4-5) Epistle 143 line 56

 ἐπίγραμμα. ἐπεὶ οὖν σε εἰκὸς ἔχειν αὐτούς, ἴσθι ὡς


οὔτε ἕν εἰσιν οὔτε ἑνός, ἀλλ’ οἱ μὲν ὀκτὼ πρῶτοι μετ’   (55)
ἐπιστήμης γραφέντες ποιητικῆς, μιγείσης ἕξεως ἀστρο-
νομικῆς, εἰσὶ τοῦ σοῦ φίλου, οἱ δὲ τελευταῖοι τέτταρες
ποιητικῆς εἰσὶ τρυφώσης μόνον. καὶ ἔστιν ἀρχαῖον·
 

 364. Συνέσιος Επιστολαί. (A.D. 4-5) Epistle 143 line 58

 ἐπιστήμης γραφέντες ποιητικῆς, μιγείσης ἕξεως ἀστρο-


νομικῆς, εἰσὶ τοῦ σοῦ φίλου, οἱ δὲ τελευταῖοι τέτταρες
ποιητικῆς εἰσὶ τρυφώσης μόνον. καὶ ἔστιν ἀρχαῖον·
ἡγοῦμαι δὲ ἀσεβέστερον ἀποθανόντων λόγους κλέ-
πτειν ἢ θοιμάτια, ὃ καλεῖται τυμβωρυχεῖν. ἐρρω-    (60)
 

 365. Συνέσιος Επιστολαί. (A.D. 4-5) Epistle 154 line 16

 σας σπουδασθῆναι διαφερόντως ὑπὸ νεανίσκων ἐνίων,


οἷς Ἑλληνισμοῦ τε καὶ χάριτος ἔμελε, καί τινα τῶν ἐκ   (15)
ποιητικῆς ἐπιμελῶς ἔχοντα καὶ παραδεικνύντα τι τῆς
ἀρχαίας χειρός, ὅπερ ἐπὶ τῶν ἀνδριάντων λέγειν εἰώ-
156

θαμεν. ἀλλ’ ἐκείνων οἱ μὲν ἀμαθίας ἡγουμένης τοῦ


 

 366. SOCRATES Scholasticus Hist. Historia ecclesiastica


{2057.001} (A.D. 4-5) Book 6 Ch. 22 line 52

 καὶ ἐτίμων αὐτόν· οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ πάντες οἱ τῆς συγκλήτου    (50)
περιφανεῖς ἔστεργόν τε αὐτὸν καὶ ἐθαύμαζον. Καὶ πολλὰ μὲν
αὐτῷ βιβλία συγγέγραπται· λεξιθηρεῖ δὲ ἐν αὐτοῖς, καὶ ποιητικὰς
παραμίγνυσι λέξεις· λέγων δὲ μᾶλλον, ἢ ἀναγινωσκόμενος ἐθαυ-
μάζετο· προσῆν γὰρ αὐτῷ χάρις τῷ τε προσώπῳ καὶ τῇ φωνῇ, καὶ
 

 367. Ιωάννης Χρυσόστομος. Ad populum Antiochenum (homiliae


1-21) {2062.024} (A.D. 4-5) Vol. 49 p. 182 line 37

 Ἄλλοι πάλιν τὸ δόξης ἀπολαύειν, καὶ δυναστείας   (35)


ἐπειλῆφθαι, καὶ διέπειν ἀρχὰς καὶ παρὰ πολλῶν κολα-
κεύεσθαι, διηνεκοῦς χαρᾶς ποιητικὸν εἶναί φασιν· οὐκ
ἔστι δὲ οὐδὲ τοῦτο. Καὶ τί λέγω τὰς ἄλλας ἀρχάς; Κἂν
γὰρ ἐπ’ αὐτὴν ἀναβῶμεν τῷ λόγῳ τὴν βασιλείαν, καὶ τὸν
 

 368. Ιωάννης Χρυσόστομος. Adversus ebriosos et de


resurrectione domini nostri Jesu Christi {2062.035} (A.D. 4-5)
Vol. 50 p. 436 line 23

 σου μεθύσκον ὡσεὶ κράτιστον. Ἵνα γὰρ μὴ ἀκού-


σας μέθης ὄνομα φοβηθῇς εὐθέως, καὶ νομίσῃς ἀσθε-
νείας εἶναι ποιητικὸν, ἐπήγαγεν ὅτι κράτιστόν ἐστι
καὶ ἰσχυρόν. Καινὸς τρόπος μέθης, ἰσχὺν ἐντίθησιν,
ἐγκρατῆ ποιεῖ καὶ δυνατόν· ἀπὸ γὰρ τῆς πέτρας    (25)
 

 369. Ιωάννης Χρυσόστομος. De fato et providentia (orationes 1-


6) {2062.060} (A.D. 4-5) Vol. 50 p. 756 line 36

 γμάτων ταύτῃ κεχρῆσθαι τῇ γνώμῃ, κἂν μὲν ἰα-


τρὸς δώσῃ τινὶ σιτίον, μὴ περιεργάζεσθαι, ἀλλ’ ὡς   (35)
ὑγιείας ποιητικὸν δέχεσθαι, ἂν δὲ φαρμακὸς καὶ
γόης, μὴ πολυπραγμονεῖν, ἀλλ’ ὡς δηλητήριον καὶ
βλαβερὸν ἀποστρέφεσθαι· ἐπὶ δὲ τοῦ Θεοῦ μηδὲ τού-
 
157

 370. Ιωάννης Χρυσόστομος. De decem millium talentorum


debitore {2062.061} (A.D. 4-5) Vol. 51 p. 21 line 29

 τῶν ἄλλων ἠρώτα καὶ ἐπυνθάνετο περὶ τῆς ἐντολῆς.


Καὶ γὰρ ὅτε προσελθὼν ὁ πλούσιος περὶ τῆς αἰωνίου
ζωῆς τὸν Χριστὸν ἠρώτα, καὶ μαθὼν τὰ ποιητικὰ
τῆς τελειότητος, ἀπῄει λυπούμενος ὑπὸ τῶν χρημά-   (30)
των, εἰπόντος τοῦ Χριστοῦ, ὅτι εὐκοπώτερόν ἐστι
 

 371. Ιωάννης Χρυσόστομος. In illud: Habentes eundem spiritum


(homiliae 1-3) {2062.076} (A.D. 4-5) Vol. 51 p. 275 line 59

 σης ὁ Πέτρος, αὐτὸ τοῦτο πάλιν ἐνεκάλεσεν ὁ Χρι-


στὸς, εἰπών· Εἰς τί ἐδίστασας, ὀλιγόπιστε; Λέγεται
τοίνυν πίστις ἡ τῶν σημείων καὶ τῶν θαυμάτων ποιη-
τική· λέγεται δὲ πίστις καὶ ἡ τῆς εἰς τὸν Θεὸν γνώ-    (60)
σεως παρασκευαστικὴ, καθ’ ἣν ἕκαστος ἡμῶν ἐστι
πιστός· ὡς ὅταν λέγῃ γράφων Ῥωμαίοις· Εὐχα-
 

 372. Ιωάννης Χρυσόστομος. In illud: Habentes eundem spiritum


(homiliae 1-3) {2062.076} (A.D. 4-5) Vol. 51 p. 281 line 44

 νον· Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα· καὶ ἡμεῖς πιστεύο-


μεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν. Περὶ ποίας μὲν οὖν πίστεως
εἴρηται, πότερον τῆς τῶν σημείων ποιητικῆς, περὶ
ἦς ὁ Χριστός φησιν· Ἐὰν ἔχετε πίστιν, ὡς κόκ-   (45)
κον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, Μετάβηθι,
 

 373. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67)


{2062.112} (A.D. 4-5) Vol. 53 p. 264 line 53

 Νῶε ἄνθρωπος γεωργὸς γῆς, καὶ ἐφύτευσεν ἀμπε-


λῶνα, καὶ ἔπιεν ἐκ τοῦ οἴνου, καὶ ἐμεθύσθη. Σκόπει
πῶς τὸ τῆς ἀθυμίας φάρμακον, τὸ τῆς ὑγιείας ποιητι-
κὸν, ἐπειδὴ εἰς ἀμετρίαν ὑπερέβη διὰ τὴν ἄγνοιαν, οὐ
μόνον οὐδὲν ὠφέλησεν αὐτὸν, ἀλλὰ καὶ ἐλυμήνατο αὐτοῦ   (55)
τῇ καταστάσει.
 
158

 374. Ιωάννης Χρυσόστομος. De sancta trinitate [Sp.]


{2062.123} (A.D. 4-5) Vol. 48 p. 1093 line 20

 ἀνθρώπων λαμβανόμενος, ὑπὲρ ἀνθρώπων καθ-


ίσταται, εἰς τὸ προσφέρειν δῶρά τε καὶ θυσίας.
Ἔλαβε γὰρ ἐξ ἡμῶν τὴν ποιητικὴν σάρκα ἀναμαρ-   (20)
τήτως, ἣν ὑπὲρ ἡμῶν τῷ Πατρὶ προσήνεγκε θυσίαν.
Κατὰ σάρκα οὖν, τῷ ποιήσαντι αὐτὸν, νόει, καὶ μὴ
 

 375. Ιωάννης Χρυσόστομος. Expositiones in Psalmos


{2062.143} (A.D. 4-5) Vol. 55 p. 382 line 33

 Τῆς ἰσχύος σου. Ἄλλος, Τοῦ κράτους σου· ἀμφό-


τερα δὲ ἀληθῆ. Καὶ γὰρ ἡ ἁγιωσύνη ἐκεῖθεν ἐδίδοτο,
καὶ ἁγιωσύνης ἦν ποιητικὰ τὰ γράμματα τὰ ἐπι-
κείμενα, καὶ ἰσχύος.
  γʹ. Καλῶς οὖν οὕτως εἶπε· πολλὴν γὰρ ὁ Θεὸς ἐνε-    (35)
 

 376. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Matthaeum (homiliae 1-90)


{2062.152} (A.D. 4-5) Vol. 57 column 351 line 26

 νέσθαι τοῦ συμβάντος τὴν μνήμην. Ὅταν γὰρ παράδοξόν


τι γενέσθαι μέλλῃ, πολλὰ προκατασκευάζεται πρότε-    (25)
ρον μνήμης ποιητικὰ, ἵνα μὴ μετὰ τὸ παρελθεῖν τὸ
θαῦμα εἰς λήθην ἐμπέσωσιν. Οὕτω καὶ Μωϋσῆς πρότερον
φοβεῖται τὸν ὄφιν, καὶ φοβεῖται οὐχ ἁπλῶς, ἀλλὰ καὶ
 

 377. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Matthaeum (homiliae 1-90)


{2062.152} (A.D. 4-5) Vol. 57 column 432 line 29

 γόνα, καὶ τυπτόμενον μὴ ἀντιτύπτειν; τοῦ ἀποθανεῖν


βιαίῳ θανάτῳ; Ἀλλ’ ὅμως ἐὰν φιλοσοφῶμεν, ταῦτα
πάντα κοῦφα καὶ ῥᾴδια καὶ ἡδονῆς ποιητικά. Ἀλλὰ μὴ
θορυβηθῆτε, ἀλλ’ ἕκαστον αὐτῶν μετὰ ἀκριβείας ἐξετά-    (30)
σωμεν μεταχειρίσαντες· καὶ, εἰ βούλεσθε, τὸ πρῶτον
 

 378. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Matthaeum (homiliae 1-90)


{2062.152} (A.D. 4-5) Vol. 58 column 587 line 49
159

 ῥίζαν ἰσχυρὰν κατεβάλετο τοῦ φίλτρου. Ἀλλ’ οὐχὶ τὰ


νῦν· ἀλλὰ πάντα ἐξετάζοντες εὑρήσομεν παρὰ τοῖς πολ-
λοῖς φιλίας ποιητικὰ μᾶλλον ἢ τοῦτο. Καὶ εἴ τίς μοι πα-
(588) ρέσχεν ἐξουσίαν ἐν τοσούτῳ πλήθει τὴν ἐξέτασιν ποιή-
σασθαι ταύτην, ἔδειξα ἂν τοὺς πλείονας ἀπὸ τῶν βιωτι-
 

 379. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1-88)


{2062.153} (A.D. 4-5) Vol. 59 p. 119 line 12

 διψῇν, ἀλλὰ δυσαρέστως πρὸς ἀμφότερα ἔχειν. Εἰ δὲ   (10)


ἐπὶ σωμάτων τοῦτο συμβαῖνον, νοσήματος χαλεποῖ
τεκμήριον καὶ ἀῤῥωστίας ποιητικόν· πολλῷ μᾶλλον
ἐπὶ τῆς ψυχῆς. Πῶς οὖν αὐτὴν ἀναπεπτωκυῖαν καὶ
ἐκλελυμένην ἀναῤῥῶσαι δυνησόμεθα; τί ποιοῦντες,
 

 380. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1-88)


{2062.153} (A.D. 4-5) Vol. 59 p. 148 line 24

 τὴν κατάκαρπον ἐλαίαν, τὸ ἡμερώτατον φυτὸν, τὸ


ἀειθαλὲς, τὸ φωτιστικὸν, τὸ θρεπτικὸν, τὸ ὑγιείας
ποιητικόν. Ταῦτα πάντα ἡ ἐλεημοσύνη ἔχει, ὡς
σφραγὶς οὖσα μετὰ τῶν κεκτημένων αὐτήν. Τοῦτο    (25)
οὐδὲ θάνατος ἐπελθὼν ξηραίνει τὸ φυτὸν, ἀλλ’ ἕστηκεν
 

 381. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1-88)


{2062.153} (A.D. 4-5) Vol. 59 p. 330 line 22

 ἐκεῖνο κατασκευάσαι βούλεται, ὅτι τε οὐκ ἄκων ἐπὶ   (20)


τὸ πρᾶγμα ἔρχεται (εἰ γὰρ ἄκων, πῶς ἀγάπης ἦν
ποιητικὸν τὸ γινόμενον;), καὶ ὅτι καὶ τῷ Πατρὶ μεθ’
ὑπερβολῆς τοῦτο δοκεῖ. Εἰ δὲ ὡς ἄνθρωπος τοῦτο
διαλέγεται, μὴ θαυμάσῃς· πολλάκις γὰρ τὴν ὑπὲρ
 

 382. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-


55) {2062.154} (A.D. 4-5) Vol. 60 p. 97 line 39

 ᾐτιάσατο, πόσῳ μᾶλλον ἐν τοσούτῳ πλήθει; τίς δὲ


οὐκ ἂν καὶ τῶν ἔξωθεν ἐπέδωκεν; Ἵνα δὲ δείξω, ὅτι
τὸ διεσπάσθαι, τοῦτο δαπανηρὸν καὶ πενίας ποιητι-
160

κὸν, ἔστω οἰκία, ἔνθα παιδία δέκα καὶ γυνὴ καὶ ἀνὴρ    (40)
καὶ ἡ μὲν ἐριουργείτω, ὁ δὲ ἔξωθεν φερέτω προσ-
όδους· εἰπὲ δή μοι, οὗτοι κοινῇ σιτούμενοι, καὶ μίαν
 

 383. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-


55) {2062.154} (A.D. 4-5) Vol. 60 p. 285 line 45

 μεν, καὶ τότε στήσομεν ταύτην. Μηδεὶς ἔστω μνησίκα-


κος, μηδεὶς ἔστω βάσκανος, μηδεὶς χαιρέκακος· ταῦτά
ἐστι τὰ κωλυτικά· τὰ δὲ ποιητικὰ ἕτερα. Οὐκ ἀρκεῖ    (45)
τὰ κωλύοντα ἀνελεῖν, ἀλλὰ καὶ τὰ ἱστῶντα χρὴ ὑπο-
δεικνύναι. Ὁ μὲν οὖν Σιρὰχ λέγει τὰ ἀναιρετικὰ,
 

 384. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Romanos (homiliae


1-32) {2062.155} (A.D. 4-5) Vol. 60 p. 411 line 8

 προτρέψας, ἐπὶ τὰ φοβερώτερα τρέπει τὸν λόγον. Εἰπὼν


γὰρ, ὅτι σωτηρίας αἴτιον τὸ Εὐαγγέλιον, ὅτι ζωῆς, ὅτι Θεοῦ
δύναμις, ὅτι σωτηρίας καὶ δικαιοσύνης ποιητικὸν, λέγει
καὶ τὰ φοβῆσαι δυνάμενα τοὺς οὐ προσέχοντας. Ἐπειδὴ
γὰρ ὡς τὰ πολλὰ τῶν ἀνθρώπων οἱ πλείους οὐχ οὕτω   (10)
 

 385. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Romanos (homiliae


1-32) {2062.155} (A.D. 4-5) Vol. 60 p. 614 line 3

 (614) τεταγμένα· ὥστε μὴ τῇ νίκῃ μόνον, ἀλλὰ καὶ τῷ


τρόπῳ νίκης τὸ θαῦμα γίνεσθαι μεῖζον· ὅταν γὰρ
τὰ ἑτέρωθι ὄντα ἥττης, ταῦτα νίκης ποιητικὰ ἀπο-
φανῇ· τοῦτο Θεοῦ δύναμις, τοῦτο οὐρανοῦ τὸ στάδιον.
τοῦτο ἀγγέλων τὸ θέατρον.   (5)
 

 386. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Romanos (homiliae


1-32) {2062.155} (A.D. 4-5) Vol. 60 p. 618 line 43

 εἰ μὴ τὸ ἀλλήλους ἀγαπᾷν. Πάλιν ἐπὶ τὴν μητέρα


τῶν ἀγαθῶν καταφεύγει, καὶ τὴν διδάσκαλον τῶν εἰ-
ρημένων καὶ ποιητικὴν ἀρετῆς ἁπάσης, καί φησι καὶ
αὐτὴν ὀφείλημα εἶναι, οὐ μὴν τοιοῦτον, οἷον τὸ φόρον,
161

οἷον τὸ τέλος, ἀλλὰ διηνεκές. Οὐδέποτε γὰρ αὐτὴν    (45)


 

 387. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam i ad Corinthios


(homiliae 1-44) {2062.156} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 161 line 41

 ἔχων, οὐ μόνον οὐδὲν προσλήψεται, ἀλλὰ καὶ αὐτῆς


ἐκπεσεῖται ἧς ἔχει, πολλάκις εἰς ἀπόνοιαν ἐμπεσών.   (40)
Ὥστε ἡ μὲν γνῶσις ἀγάπης οὐκ ἔστι ποιητικὴ, ἀλλὰ
καὶ τοὐναντίον ἀποσχίζει τὸν μὴ προσέχοντα, φυσῶσα
καὶ ἐπαίρουσα. Καὶ γὰρ διαιρεῖν εἴωθεν ἡ ἀλαζονεία·
 

 388. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Corinthios


(homiliae 1-30) {2062.157} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 400 line 53

 τοῦ βαπτίσματος, δεικνὺς ὅτι οὐχ ἁμαρτημάτων


ἀφέσεώς ἐστι μόνον τὸ εὐαγγέλιον, ἀλλὰ καὶ δι-
καιοσύνης ποιητικόν. Ἵνα αὐτοῖς δοίη νοῦν
ἔνθεον, σώφρονα λογισμὸν, καὶ ἐνάρετον πολι-
τείαν. Ἀκουέτωσαν οἱ πιστοὶ, ὅσοι τοῖς βιωτικοῖς    (55)
 

 389. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Corinthios


(homiliae 1-30) {2062.157} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 442 line 27

 κρίσει πολλὴν ποιεῖται τὴν ἀσφάλειαν, ὥστε μη-   (25)


δεμίαν δοῦναι τοῖς αἱρετικοῖς λαβήν. Οὐ γὰρ εἶπεν,
Ὁ ποιητικὸς τοῦ θανάτου, ἀλλ’, Ἡ διακονία τοῦ
θανάτου· διακονεῖ γὰρ εἰς θάνατον, οὐκ ἔτικτε
θάνατον. Ἡ γὰρ τοῦ θανάτου ποιητικὴ, ἡ ἁμαρτία
 

 390. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Corinthios


(homiliae 1-30) {2062.157} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 442 line 29

 Ὁ ποιητικὸς τοῦ θανάτου, ἀλλ’, Ἡ διακονία τοῦ


θανάτου· διακονεῖ γὰρ εἰς θάνατον, οὐκ ἔτικτε
θάνατον. Ἡ γὰρ τοῦ θανάτου ποιητικὴ, ἡ ἁμαρτία
ἦν· οὗτος δὲ τὴν κόλασιν ἐπῆγε, καὶ τῆς ἁμαρτίας    (30)
δεικτικὸς ἦν, οὐ ποιητικός· ἀπεκάλυπτε γὰρ σαφέ-
 
162

 391. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Corinthios


(homiliae 1-30) {2062.157} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 442 line 31

 θάνατον. Ἡ γὰρ τοῦ θανάτου ποιητικὴ, ἡ ἁμαρτία


ἦν· οὗτος δὲ τὴν κόλασιν ἐπῆγε, καὶ τῆς ἁμαρτίας    (30)
δεικτικὸς ἦν, οὐ ποιητικός· ἀπεκάλυπτε γὰρ σαφέ-
στερον τὸ κακὸν καὶ ἐκόλαζεν, οὐκ ὤθει εἰς τὸ κακόν·
καὶ διηκόνει, οὐ πρὸς τὸ γενέσθαι ἁμαρτίαν ἢ θάνα-
 

 392. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Corinthios


(homiliae 1-30) {2062.157} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 443 line 43

   βʹ. Καὶ ἑρμηνεύει σαφέστερον τί ἐστι, Τὸ γρᾶμμα


ἀποκτείνει, τοῦτο λέγων ὅπερ ἔμπροσθεν εἰρήκαμεν,
ὅτι δεικτικὸς ἁμαρτίας ἦν ὁ νόμος, οὐ ποιητικός.
Πολλῷ μᾶλλον ἡ διακονία τῆς δικαιοσύνης
περισσεύει ἐν δόξῃ. Ἐκεῖναι μὲν γὰρ αἱ πλάκες    (45)
 

 393. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Corinthios


(homiliae 1-30) {2062.157} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 518 line 16

 ὑμετέρων. Ἐκεῖνος δόξαν ἐκένωσεν, οὐχ ἵνα ὑμεῖς


τῷ πλούτῳ αὐτοῦ, ἀλλὰ τῇ πτωχείᾳ πλουτήσητε. Εἰ   (15)
μὴ πιστεύεις, ὅτι ἡ πτωχεία πλούτου ἐστὶ ποιητικὴ,
ἐννόησόν σου τὸν Δεσπότην, καὶ οὐκέτι ἀμφι-
βάλῃς. Εἰ μὴ γὰρ ἐκεῖνος ἐγένετο πτωχὸς, οὐκ ἂν
 

 394. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Colossenses


(homiliae 1-12) {2062.161} (A.D. 4-5) Vol. 62 p. 335 line 31

 Ῥῆμα ψιλὸν μόνον· ἡ γὰρ ἔννοια οὐδὲν ἐδέξατο,


οὐδὲ ἐνετύπωσεν ἑαυτῇ· κἂν γὰρ ἀνατυπώσῃ, εἰς    (30)
φύσιν ἔρχεται, καὶ τὰ τοῦ σώματος ποιητικά. Ὥστε
λέγει μὲν τὸ στόμα, οὐκ οἶδε δὲ ἡ διάνοια τί λέγει,
ἢ ἓν μόνον, ὅτι οὐκ ἔστι σῶμα· τοῦτο μόνον οἶδε.
 

 395. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Hebraeos (homiliae


1-34) {2062.168} (A.D. 4-5) Vol. 63 p. 130 line 42
163

 Ὥστε αἱ πολλαὶ καὶ τὸ ἀεὶ προσφέρεσθαι, τὸ μηδέ-   (40)


ποτε αὐτοὺς καθαίρεσθαι δεικνύουσιν. Ὥσπερ γὰρ
φάρμακον, ὅταν ᾖ ἰσχυρὸν, καὶ ὑγείας ποιητικὸν,
καὶ δυνατὸν πᾶσαν ἀπαλλάξαι τὴν νόσον, ἅπαξ ἐπι-
τεθὲν τὸ πᾶν ποιεῖ· ὅπερ ἐὰν ἅπαξ ἐπιτεθὲν τὸ πᾶν
 

 396. Ιωάννης Χρυσόστομος. Fragmenta in Proverbia (in catenis)


{2062.185} (A.D. 4-5) Vol. 64 p. 732 line 22

 τον. Καὶ τὸν καιρὸν τῆς τῶν ἀναγκαίων ἐργασίας, ὃν   (20)


πάντες ποιοῦνται προοίμιον σπουδῆς, τοῦτον οὗτος ἔχει
τῶν ἐπιθυμιῶν· οὐκ ἄρα μέθη καὶ τριβὴ πενίας ποιη-
τικὸν μόνον, ἀλλὰ καὶ τοῦ νοσήματι περιβάλλειν χα-
λεπῷ καὶ ἀνιάτῳ, καὶ οὐκ ἔχοντι διόρθωσιν. Καὶ τὸ πρὸς
πληγὰς καὶ πρὸς γέλωτα ἀνέκδοτον εἶναι ὅσον κακόν.    (25)
 

 397.Θεοδώρετος. Explanatio in Canticum canticorum {4089.025}


(A.D. 4-5) Vol. 81 p. 212 line 42

 μει, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐνεργείᾳ ταύτης λόγον ἐν ἑαυτῷ    (40)


φέρων, ὅτι ἐκ μονάδος ἄρχεται, καὶ διὰ μονάδος δη-
λοῦται, καὶ μονάδος ἐστὶ ποιητικός· ἡ γὰρ χιλιὰς
καὶ ἡ μυριὰς τῷ τῆς μονάδος στοιχείῳ γνωρίζονται·
ὁ δὲ διακόσιος πάλιν ἀριθμὸς τὴν τῆς φύσεως ἡμῶν
 

 398.Θεοδώρετος. Interpretatio in Ezechielem {4089.027} (A.D. 4-


5) Vol. 81 p. 957 line 13

 σίας, τούτοις κεχρῆσθαι προσευχομένους τοῖς λόγοις,


καὶ τῇ αἰσχύνῃ τῶν προειργασμένων ἁμαρτημάτων
φεύγειν τὴν τῆς αἰσχύνης ποιητικὴν ἐργασίαν, καὶ
τῇ θείᾳ μνήμῃ τὴν ψυχὴν καταυγάζειν. Οὕτω γὰρ
δυνησόμεθα πόῤῥω μὲν τῶν τῆς ἁμαρτίας γενέσθαι   (15)
 

 399.Θεοδώρετος. Interpretatio in Ezechielem {4089.027} (A.D. 4-


5) Vol. 81 p. 996 line 38

 νόμων· διὰ τοῦτο οὐκ ἔφη δεδωκέναι αὐτοῖς προστά-


γματα κακὰ, ἀλλ’ οὐ καλά. Οὔτε γὰρ κακίαν ἐδίδα-
164

σκεν, οὔτε ἀρετῆς αὐτὰ καθ’ ἑαυτὰ ποιητικὰ ὄντα


ἐτύγχανεν, ἀλλὰ συχνῶς φοιτᾷν εἰς τὸν θεῖον νεὼν,
καὶ τῷ Θεῷ προσεδρεύειν ἠνάγκαζεν. Ὁ γὰρ με-   (40)
 

 400.Θεοδώρετος. Interpretatio in Danielem {4089.028} (A.D. 4-


5) Vol. 81 p. 1337 line 17

 καὶ πάχνας, καὶ χιόνας, καὶ ἀστραπὰς, καὶ νεφέ-   (15)


λας, τὰ συγγενῆ καὶ ὁμόφυλα. Εἶτα νύκτας καὶ
ἡμέρας, καὶ τὰ τούτων ποιητικὰ, φῶς καὶ σκότος·
τὰ μὲν γὰρ ὀνόματα, τὰ δὲ πράγματα· «Ἐκάλεσε
γὰρ, φησὶν, ὁ Θεὸς τὸ φῶς ἡμέραν, καὶ τὸ σκότος

Prev | Next

 401.Θεοδώρετος. Interpretatio in Danielem {4089.028} (A.D. 4-


5) Vol. 81 p. 1337 line 22

 ἐκάλεσε νύκτα.» Εἰ γὰρ καὶ σκιὰ τὸ σκότος ἐστὶ, καὶ    (20)


οὐκ οὐσία, ἀλλὰ πρᾶγμά ἐστι συμβεβηκὸς, καὶ τῆς
νυκτὸς ποιητικόν. Καὶ ἐπειδὴ δρόσου καὶ νιφετοῦ
ἐμνημόνευσαν, ἀναγκαίως δεικνύουσι καὶ τὰς τούτων
πηγάς· «Εὐλογεῖτε γὰρ, ἔλεγον, ἀστραπαὶ καὶ νε-
 

 402.Θεοδώρετος. Interpretatio in xiv epistulas sancti Pauli


{4089.030} (A.D. 4-5) Vol. 82 p. 861 line 23

 μὲν ποιητὴς διὰ τὸν τοῦ Διὸς τάφον τοὺς Κρῆτας


ὠνόμασε ψεύστας. Ὁ δὲ θεῖος Ἀπόστολος ἀληθῆ τὴν
μαρτυρίαν ἐκάλεσεν, οὐ τὴν ποιητικὴν βεβαιῶν μυ-
θολογίαν, ἀλλὰ τῶν Κρητῶν διελέγχων τὸ τῆς γνώ-
μης ἀβέβαιον· ἀντὶ τοῦ, Καλῶς ὑμᾶς προσηγόρευσε    (25)
 

 403.Θεοδώρετος. De providentia orationes decem {4089.032}


(A.D. 4-5) Vol. 83 p. 557 line 48

 αἱρουμένων τὰ στίφη, καὶ διάφορα τῆς βλασφημίας


τὰ βέλη· πολυσχιδὲς γὰρ καὶ ποικίλον τὸ ψεῦδος,
ἁπλῆ δὲ τῆς ἀληθείας ἡ χάρις. Ἡ μὲν γὰρ ποιητικὴ
φάλαγξ, εἰς πολλὰ τὸ Θεῖον τῷ λόγῳ καταμερί-
165

σασα, καὶ τὸ ψεῦδος τῷ τερπνῷ τοῦ μυθώδους κε-    (50)


 

 404.Θεοδώρετος. De providentia orationes decem {4089.032}


(A.D. 4-5) Vol. 83 p. 557 line 55

 προσήνεγκεν. Ἡ δὲ ἐν τρίβωνι λευκῷ, καὶ πώγωνι


μακρῷ, καὶ κόμῃ κεφαλῆς τὴν φιλοσοφίαν ὁριζομένη,
τῆς ποιητικῆς θεολογίας τὸ καταγέλαστον ὁρῶσα, ἑτέ-   (55)
ρας πλάνης ἐπενόησεν ἀτραποὺς, εἰς αὐτὸ τὸ ποιητικὸν
(560) ἐκεῖνο βάραθρον ἀπαγούσας. Οἱ μὲν γὰρ, τῇ κομψείᾳ
 

 405.Θεοδώρετος. De providentia orationes decem {4089.032}


(A.D. 4-5) Vol. 83 p. 557 line 56

 μακρῷ, καὶ κόμῃ κεφαλῆς τὴν φιλοσοφίαν ὁριζομένη,


τῆς ποιητικῆς θεολογίας τὸ καταγέλαστον ὁρῶσα, ἑτέ-   (55)
ρας πλάνης ἐπενόησεν ἀτραποὺς, εἰς αὐτὸ τὸ ποιητικὸν
(560) ἐκεῖνο βάραθρον ἀπαγούσας. Οἱ μὲν γὰρ, τῇ κομψείᾳ
τοῦ λόγου, καὶ τῇ τῶν ἐνθυμημάτων δεινότητι,
 

 406.Θεοδώρετος. De providentia orationes decem {4089.032}


(A.D. 4-5) Vol. 83 p. 560 line 3

 (560) ἐκεῖνο βάραθρον ἀπαγούσας. Οἱ μὲν γὰρ, τῇ κομψείᾳ


τοῦ λόγου, καὶ τῇ τῶν ἐνθυμημάτων δεινότητι,
τὴν ποιητικὴν περὶ τῶν θεῶν αἰσχρολογίαν ἐκά-
λυψαν. Οἱ δὲ, τοῖς πάθεσι τὴν θείαν προσηγορίαν ἀν-
έθεσαν, καὶ τὴν μὲν ἡδονὴν, Ἀφροδίτην ὠνόμασαν·   (5)
 

 407.Θεοδώρετος. Ad eos qui in Euphratesia et Osrhoena regione,


Syria, Phoenicia et Cilicia vitam monasticam degunt (ex epistula
151) {4089.034} (A.D. 4-5) Vol. 83 p. 1425 line 49

 θείας δυνάμεως. Ἐκαθεύδησεν ἐν τῷ πλοίῳ, ἀλλὰ


καὶ τῆς θαλάττης τὴν ζάλην ἐκοίμησε· τοῦτο τῆς
παθητῆς φύσεως, ἐκεῖνο τῆς ποιητικῆς καὶ δημι-
ουργικῆς καὶ τῆς τοῖς πᾶσι τὸ εἶναι δωρησαμένης.    (50)
Ἐκοπίασε βαδίσας, ἀλλὰ καὶ χωλοὺς ἀρτίποδας εἰρ-
 
166

 408. Κύριλλος. Expositio in Psalmos {4090.100} (A.D. 4-5) Vol.


69 p. 736 line 34

 ἀγωνιῶν, μὴ οὐκ ἰσχύσῃ διὰ παντὸς ἐπικειμένων


τῶν πειρασμῶν, πλατύνεσθαι αἰτεῖται, καὶ αὐτὰ
ταῦτα τὰ ποιητικὰ τῶν ἀλγηδόνων παρελθεῖν. Διὸ
καὶ, Οἰκτείρησόν με, φησὶ, τουτέστι Λῦσον τὸν ἀγῶνα,   (35)
δὸς παντελῶς ἀπαλλαγῆναι.
 

 409. Κύριλλος. Fragmentum in Proverbia {4090.101} (A.D. 4-5)


Vol. 69 p. 1277 line 11

 δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ.» Οὐ γὰρ οὐσιωδῶς, ἵνα κτίσῃ


τοὺς ἤδη γεγενημένους, ἀλλ’ ἵνα καταστήσῃ. Κατ-
έστησεν οὖν με ἀρχὴν τῶν προνοητικῶν αὐτοῦ καὶ   (10)
ποιητικῶν ἔργων. Καὶ τῷ Δαβὶδ γὰρ λέγει· «Ἐγὼ
κατεστάθην βασιλεὺς ὑπ’ αὐτοῦ.»
 

 410. Κύριλλος. Commentarius in Isaiam prophetam {4090.103}


(A.D. 4-5) Vol. 70 p. 1169 line 52

 γνόφος, καὶ θύελλα, καὶ πῦρ ὑψοῦ διᾷττον, καὶ   (50)


καπνὸς, πλεῖστά τε πρὸς τούτοις ἦν ἕτερα, δειμάτων
καὶ πτοίας τῆς εἰς ἄκρον ποιητικὰ, ὡς ἀφόρητον
γενέσθαι τοῖς θεωμένοις τὴν ὄψιν. Καὶ γοῦν μεσι-
τεύεσθαι παρεκάλουν οἱ ἐξ Ἰσραὴλ λέγοντες τῷ
 

 411. Κύριλλος. Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate


{4090.109} (A.D. 4-5) Vol. 75 p. 248 line 21

 (248)   Εἰ ποίημά ἐστι, καθ’ ὑμᾶς, ὁ Υἱὸς, καὶ τοῦτο ὢν    (19)


ἔχει τὸ δύνασθαι κτίζειν, διὰ τὸ μὴ ὡς ἓν ὑπάρχειν    (20)
τῶν ἄλλων ποιημάτων, ἔστω ποιητικὰ καὶ τὰ ἕτερα
κτίσματα, διὰ τὸ ποικίλην ἐν αὐτοῖς εἶναι τὴν φύσιν·
καὶ ἕκαστον αὐτῶν εἶναι ποίημα μὲν, οὐχ ὡς ἓν δὲ
 

 412. Κύριλλος. Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate


{4090.109} (A.D. 4-5) Vol. 75 p. 300 line 24
167

 στὸς, καὶ ἕτεραι πολλαὶ σὺν αὐτῷ δυνάμεις τε καὶ


σοφίαι καλούμεναι. Καὶ ἡ μὲν ἔμφυτος ὄντως καὶ
ἀληθὴς τοῦ Θεοῦ δύναμις, ποιητικὴ τῶν ὅλων ἐστίν·
αἱ δὲ γεγόνασι παρ’ αὐτῆς, εἰ καί τις ἐξαίρετος τοῦ    (25)
Θεοῦ δύναμις παρὰ τὰς ἄλλας ὑπάρχει Χριστὸς, εἰς
 

 413. Κύριλλος. Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate


{4090.109} (A.D. 4-5) Vol. 75 p. 360 line 15

 τίς ἡ ἐξ αὐτοῦ προελθοῦσα βούλησις ἐνεργὴς, ἣ καὶ


τὸν Υἱὸν κατ’ ἐκείνους ὑπέστησε, δημιουργική τις
οὖσα καὶ τῶν οὐκ ὄντων ποιητική; Φεύγοντες γὰρ    (15)
τὸ ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Πατρὸς γεγεννῆσθαι λέγειν τὸν
δημιουργὸν αὐτοῦ Λόγον, ἐκ τῆς ἀληθείας εἰς αὐτὸ
 

 414. Κύριλλος. Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate


{4090.109} (A.D. 4-5) Vol. 75 p. 569 line 17

 ταύτῃ διαφορὰ φαίνεται, πῶς οὐχὶ καὶ πάντα τὴν   (15)


φύσιν αὐτῆς ὑπάρχειν ἐξηλλαγμένην ὁμολογεῖν
ἀναγκαῖον, ὡς τὰ μὲν εἶναι ποιήματα, τὸ δὲ ποιη-
τικὸν, φυσικῶς μὲν ἐνυπάρχον τῷ Ποιητῇ, φοροῦν
δὲ πάλιν ἐν ἑαυτῷ τὸν ποιητὴν διὰ τῆς φύσεως
ταυτότητα, καὶ τὸ τῆς οὐσιώδους ποιότητος ἀπαρ-    (20)
 

 415. Κύριλλος. Contra Julianum imperatorem (libri iii-x)


{4090.111} (A.D. 4-5) Book 3 column 616 line 40

 λεγέσθω ψελλίσματα· καὶ εἰ γένοιτό τις αὐτοῖς περὶ


Θεῶν λόγος, οἰχέσθω καὶ οὗτος, καὶ κομψολογία
ποιητική. Ἀλλ’ οὐχ ὧδε ταῦτ’ ἔχειν δόξειεν ἂν αὐ-   (40)
τοῖς, πολλοῦ γε καὶ δεῖ· διατέθεινται γὰρ ἑτέρως,
οὐ κομψοεπείας καὶ μύθους τὰ περὶ θεῶν εἶναι λέ-
 

 416. Κύριλλος. Contra Julianum imperatorem (libri iii-x)


{4090.111} (A.D. 4-5) Book 3 column 633 line 1

 Αὐδήεντα δ’ ἔθηκε θεὰ λευκώλενος Ἥρη.    (60)


168

Προβαλεῖται δὲ ἴσως τὰ συνήθη πάλιν, καὶ μυθολο-


(633) γίαν ποιητικὴν εἶναι τὸ χρῆμα ἐρεῖ. Οὐκοῦν, εἰ δο-   (1)
κεῖ, κατειρήσθω μὲν τῶν Ὁμήρου ποιημάτων τὸ
ψεῦδος, καὶ κατὰ τῶν αὐτοῦ διδασκάλων ἡκέτω τὸ
 

 417. Κύριλλος. De sancta trinitate [Sp.] {4090.123} (A.D. 4-5)


Vol. 77 p. 1132 line 9

 μένην, μόνῳ δὲ τῷ οἰκείῳ βουλήματι μετρουμένην


(πάντα γὰρ, ὅσα θέλει, δύναται), πάντων κτισμάτων
ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων ποιητικὴν, πάντων συνεκτι-
κὴν καὶ συντηρητικὴν, πάντων προνοητικὴν, πάντων   (10)
κρατοῦσαν, καὶ ἄρχουσαν, καὶ βασιλεύουσαν ἀτε-
 

 418. Κύριλλος. De sancta trinitate [Sp.] {4090.123} (A.D. 4-5)


Vol. 77 p. 1145 line 27

 τὸ εἶναι, οἷόν τι πέλαγος οὐσίας ἄπειρον καὶ ἀόρι-   (25)


στον. Δεύτερον δὲ, τὸ Θεὸς ὄνομα, ὃ σημαίνει μὲν καὶ
τὸ ποιητικὸν (θεῖναι γὰρ τὸ ποιῆσαι· καὶ θεὶς, ὁ
ποιήσας), ἀριδηλότερον δὲ τῆς θεατικῆς ἐνεργείας
ἐστὶ παραστατικόν. Καὶ αὐτῶν γὰρ τῶν μήπω γενο-
 

 419. Κύριλλος. Collectio dictorum veteris testamenti [Sp.]


{4090.124} (A.D. 4-5) Vol. 77 p. 1265 line 50

 σῶν χιλιάδων ἀριθμός. Ἐπεὶ γὰρ ἡ περὶ φύσιν


τῶν προειρημένων τριῶν δυνάμεων, πᾶσαν κακίαν
ποιεῖ· τὸν ἓξ μὲν ἀριθμὸν λαμβάνομεν διὰ τὸ ποιη-    (50)
τικὸν τῆς κακίας· ἐν ἓξ γὰρ ἡμέραις ἐποίησεν ὁ
Θεὸς τὸν κόσμον. Δεκάκις δὲ διὰ τὴν ἐν κακίᾳ τελείαν
κίνησιν ἑκάστης δυνάμεως. Τέλειος γὰρ ὁ δέκα, τε-
 

 420. Κύριλλος. Collectio dictorum veteris testamenti [Sp.]


{4090.124} (A.D. 4-5) Vol. 77 p. 1285 line 51

 σης, τετράκις τὸν νʹ συνθεὶς, ποιήσεις ςʹ ὃν τῷ ρʹ


πάλιν συνάψας διὰ τῆς ἀρετῆς τὸ εὖ εἶναι. Οἱ δὲ    (50)
ἑξήκοντα τὴν ποιητικὴν τῶν θείων ἐντολῶν ὑποφαί-
169

νουσι δύναμιν· ἐν ἓξ μὲν γὰρ ἡμέραις ἐποίησεν ὁ


Θεὸς τὸν κόσμον τοῦτον. Δέκα δὲ αἱ θεοδώρητοι ἐν-
 

 421. Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1-2) {4090.176} (A.D. 4-5)


Book 1 sec. 43 line 26

 σώματος ἐπὶ τὴν θέαν τοῦ καλοῦ, καὶ ἀναπτήτω, καὶ αἰωρη-
θήτω, μὴ σχῆμα, μὴ σῶμα, μὴ ἰδέας ζητῶν θεάσασθαι, ἀλλ’   (25)
ἐκεῖνο μᾶλλον τὸ τούτων ποιητικόν, τὸ ἥσυχον, τὸ γαληνόν, τὸ
ἑδραῖον, τὸ ἄτρεπτον, τὸ αὐτὸ πάντα καὶ μόνον, τὸ ἕν, τὸ αὐτὸ
ἐξ ἑαυτοῦ, τὸ αὐτὸ ἐν ἑαυτῷ, τὸ ἑαυτῷ ὅμοιον, ὃ μήτε ἄλλῳ
 

 422. Ερμίας. (A.D. 5) P. 4 line 28

 λόγῳ τοῦ Λυσίου, τὸ ὅτι ὃ μὲν μαίνεται ὃ δὲ σωφρονεῖ, δείκνυσιν


ὅτι ἡ μανία οὐχ ἁπλοῦν ἐστιν, ἀλλ’ ἔστι τις καὶ θεία μανία, καὶ
διελὼν
αὐτὴν τὴν μανίαν εἰς τέσσαρα μέρη, μαντικὴν, τελεστικὴν,
ποιητικὴν,
ἐρωτικὴν, ἐφόρους ἑκάστῃ δίδωσι θεοὺς Ἀπόλλωνα, Διόνυσον,
Μούσας,
Ἔρωτα, καταλέγων ὁπόσα ἀγαθὰ ἐκ τούτων δίδοται, τῆς μαντικῆς
τε καὶ   (30)
 

 423. Ερμίας. (A.D. 5) P. 4 line 31

 ἐρωτικὴν, ἐφόρους ἑκάστῃ δίδωσι θεοὺς Ἀπόλλωνα, Διόνυσον,


Μούσας,
Ἔρωτα, καταλέγων ὁπόσα ἀγαθὰ ἐκ τούτων δίδοται, τῆς μαντικῆς
τε καὶ   (30)
τελεστικῆς καὶ ποιητικῆς ... διὸ καὶ τὸ τ παρεμβεβλῆσθαι· μανικὴν
γὰρ
λεγομένην τὸ πρῶτον, μαντικὴν ὕστερον προσηγόρευσαν. Καὶ
ταῦτα
(5) μὲν πρὸς τὸ μὴ φαῦλον εἶναι τὸ τῆς μανίας ὄνομα. Εἶτα μέλλων
λέγειν
 

 424. Ερμίας. (A.D. 5) P. 9 line 18


170

 ἁμιλλᾶσθαι βασκάνου τινὸς καὶ φιλονείκου νέου ἔοικεν εἶναι,


κωμῳδοῦντος
τὸν ῥήτορα καὶ εἰς ἀτεχνίαν αὐτὸν διαβάλλοντος· ἔπειτα δὲ καὶ τῇ
λέξει
κεχρῆσθαι ἀπειροκάλῳ καὶ ἐξωγκωμένῃ καὶ στομφώδει καὶ
ποιητικῇ
μᾶλλον, ὡς καὶ αὐτὸς ἐπεσημήνατο. Πρὸς μὲν τὸ πρῶτον λεκτέον
ὅτι
εἴωθε Πλάτων τῶν ἀντικειμένων λόγων ἐξέτασιν ποιεῖσθαι πρὸς
εὕρεσιν   (20)
 

 425. Ερμίας. (A.D. 5) P. 15 line 29

 ἐστιν ἀνάξαι κατά τινα ἀναποδισμὸν πρὸς τὴν ὄντως ψυχῇ


πρέπουσαν
κατάστασιν.» Ἔχει τις καὶ φυσικῶς εἰπεῖν ὅτι ἐπειδὴ τὸ μετὰ τὸν
δημιουργὸν δεύτερον ποιητικὸν αἴτιον ἡ φύσις, προϋποκειμένου
ὅτι καὶ
(16) αὐτῆς τῆς φύσεως τὸ θεῖόν ἐστιν δημιουργὸν, ἐξ ὕλης ἅπαν
εἰδοποιοῦσα,
οὐ ζητεῖ προηγουμένως ποίας ἔσχε τὰς ἀφορμὰς ἡ ὕλη καὶ ἐξ οἵων
 

 426. Ερμίας. (A.D. 5) P. 16 line 7

 σιουργεῖται τὸ ἀποτέλεσμα· τί γὰρ εἰ τὸ σπέρμα ἐξ ἀφορμῶν


ἀγαθῶν καὶ   (5)
γενέσεων, αὐτὸ δὲ οὐκ ἔστιν πρὸς τὸ τέλος εὔοδον, κατά τινα
τρόπον
πλημμεληθέν; Ἐπεὶ οὖν ὁ μὲν Σωκράτης ποιητικοῦ λόγον ἔχει, ὁ
δὲ
Φαῖδρος ὑλικοῦ, εἰκότως προηγουμένως ἐζήτησε τὴν εἰς τέλος
ἐπιτη-
δειότητα, ὡς ἂν μὴ ματαιομοχθῇ εἴ που παρά του ἐμποδίζοιτο.
Πλὴν καὶ
 

 427. Ερμίας. (A.D. 5) P. 57 line 11

 καὶ οἶκος καὶ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὅτι δὲ καὶ ἡ νόσος αἶσχός ἐστι,
καὶ αὐ-
τόθεν δῆλον· ἀσυμμετρία γάρ τίς ἐστιν ἐν αὐτῷ (διὸ καὶ νοσεῖ),
171

πᾶσα δὲ   (10)
ἀσυμμετρία αἴσχους ποιητική. Ἐν Σοφιστῇ μὲν οὖν ἀντιδιεῖλε
νόσον καὶ
αἶσχος· νόσον μὲν τὴν στάσιν λέγων τῆς ἀλογίας πρὸς τὸν λόγον,
αἶσχος
δὲ τὴν αὐτῆς τῆς λογικῆς ψυχῆς ἄγνοιαν τῶν καλῶν καὶ ἀγαθῶν·
νῦν δὲ
 

 428. Ερμίας. (A.D. 5) P. 86 line 16

 καὶ τῇ τῶν κατ’ οὐρανὸν περιιόντων ποιήσει, τὰ συναίτια μᾶλλον


καὶ
ὑλικὰ τοῦ πράγματος ἤπερ τὰ αἴτια τὰ κυρίως λέγουσιν. Ἔχεις
οὖν   (15)
ποιητικὴν μὲν αἰτίαν τοῦ ἐνθουσιασμοῦ τοὺς θεοὺς, ὑλικὴν δὲ
αὐτὴν τὴν
ἐνθουσιῶσαν ψυχὴν ἢ καὶ τὰ ἔξωθεν σύμβολα, εἰδικὴν δὲ τὴν ἐκ
θεῶν
ἐπίπνοιαν περὶ τὸ ἓν τὸ τῆς ψυχῆς, τελικὴν δὲ τὸ ἀγαθόν. Ἀλλ’ εἰ
ἀεὶ
 

 429. Ερμίας. (A.D. 5) P. 88 line 15

 πολλὰ γὰρ τῶν κατὰ τὴν τελεστικὴν μαντικὴν ὑπαγορεύει· καὶ


πάλιν αὖ ἡ
μαντικὴ τῆς τελεστικῆς προσδεῖται, ἡ γὰρ τελεστικὴ τελεῖ καὶ
καθιδρύει
τὰ μαντεῖα· ἥ τε αὖ μαντικὴ τῇ ποιητικῇ καὶ μουσικῇ προσχρῆται,
ἔμμετρα   (15)
γὰρ ὡς ἔπος εἰπεῖν ἀεὶ φθέγγονται οἱ μάντεις· ἥ τε μουσικὴ πάλιν
προσ-
χρῆται τῇ μαντικῇ αὐτοφυῶς ὡς αὐτός φησι. Θεῖον γὰρ οὖν καὶ τὸ
ποιητικὸν
 

 430. Ερμίας. (A.D. 5) P. 88 line 17

 τὰ μαντεῖα· ἥ τε αὖ μαντικὴ τῇ ποιητικῇ καὶ μουσικῇ προσχρῆται,


ἔμμετρα   (15)
γὰρ ὡς ἔπος εἰπεῖν ἀεὶ φθέγγονται οἱ μάντεις· ἥ τε μουσικὴ πάλιν
προσ-
172

χρῆται τῇ μαντικῇ αὐτοφυῶς ὡς αὐτός φησι. Θεῖον γὰρ οὖν καὶ τὸ


ποιητικὸν
ἐνθεαστικὸν ὂν γένος χρησμῳδοῦν πολλῶν τῶν κατ’ ἀλήθειαν σύν
τισι
Μούσαις καὶ Χάρισιν ἐφάπτεται ἑκάστοτε. Περὶ δὲ τῆς ἐρωτικῆς
καὶ μου-
 

 431. Ερμίας. (A.D. 5) P. 88 line 27

 γίνεσθαι. Ὁρᾷς πῶς Ὀρφεὺς πάσας ἐπιτηδεύσας φαίνεται ὡς


δεομένας καὶ   (25)
ἐχομένας ἀλλήλων· τελεστικώτατον μὲν γὰρ αὐτὸν καὶ
μαντικώτατον
παρειλήφαμεν καὶ ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος κινούμενον, ἔτι
ποιητικώτατον ὅν γε
δι’ αὐτὸ τοῦτο καὶ Καλλιόπης υἱὸν γενέσθαι φασίν· ἐρωτικώτατός
τέ ἐστιν
ὡς αὐτὸς λέγων φαίνεται πρὸς τὸν Μουσαῖον καὶ προτείνων αὐτῷ
τὰ θεῖα
 

 432. Ερμίας. (A.D. 5) P. 97 line 31

   Τρίτην ταύτην τὴν μουσικὴν μανίαν παραδίδωσιν, ἥτις τὰ τῶν


παλαιῶν
ἔργα ὑμνοῦσα καὶ ἀρετὰς καὶ ἐπιτηδεύματα διὰ μέτρων ἐντείνασα,
παιδεύει   (30)
τὸν βίον. Μὴ θαυμάσῃς δὲ, εἰ ἐνταῦθα παιδευτικὴν εἶναί φησι τὴν
ποιη-
(98) τικὴν, ἀλλαχοῦ αὐτὴν ἐκβάλλων· τὴν μὲν γὰρ ἔνθουν
ποιητικὴν προσίεται,
τὴν δὲ ἐξ ἀνθρώπων τεχνικὴν παραιτεῖται. Κάτοχοι μὲν οὖν εἰσιν,
οὓς
εἰώθαμεν καὶ δοχέας καλεῖν, καὶ κατοκωχὴ ἡ τῷ θεῷ
κατασχεθεῖσα.
 

 433. Ερμίας. (A.D. 5) P. 98 line 1

 ἔργα ὑμνοῦσα καὶ ἀρετὰς καὶ ἐπιτηδεύματα διὰ μέτρων ἐντείνασα,


παιδεύει   (30)
τὸν βίον. Μὴ θαυμάσῃς δὲ, εἰ ἐνταῦθα παιδευτικὴν εἶναί φησι τὴν
173

ποιη-
(98) τικὴν, ἀλλαχοῦ αὐτὴν ἐκβάλλων· τὴν μὲν γὰρ ἔνθουν
ποιητικὴν προσίεται,
τὴν δὲ ἐξ ἀνθρώπων τεχνικὴν παραιτεῖται. Κάτοχοι μὲν οὖν εἰσιν,
οὓς
εἰώθαμεν καὶ δοχέας καλεῖν, καὶ κατοκωχὴ ἡ τῷ θεῷ
κατασχεθεῖσα.
 

 434. Ερμίας. (A.D. 5) P. 98 line 19

 — Ὠιδὰς δὲ λέγει τὰ τῶν λυρικῶν συγγράμματα· τὴν δὲ ἄλλην


ποίησιν
ἐποποιίαν καὶ ἰαμβοποιίαν καὶ τἄλλα εἴδη τῆς ποιήσεως, ᾗ καὶ [ὡς]
Ἀριστοτέλης διαιρεῖ ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς.
  εʹ Μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα 245a   (20)
  Ἡ μὲν ἔνδον ἐν τῇ ψυχῇ ἐνέργεια τῆς ποιητικῆς μανίας
ἐπιβάλλουσα
 

 435. Ερμίας. (A.D. 5) P. 98 line 21

 Ἀριστοτέλης διαιρεῖ ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς.


  εʹ Μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα 245a   (20)
  Ἡ μὲν ἔνδον ἐν τῇ ψυχῇ ἐνέργεια τῆς ποιητικῆς μανίας
ἐπιβάλλουσα
τοῖς ὑπερτέροις καὶ νοητοῖς μεταδίδωσι τοῖς καταδεεστέροις
ἁρμονίας καὶ
τάξεως· ἡ δὲ ἔξω ἔνθους ποιητικὴ τά τε τῶν παλαιῶν ἔργα ὑμνεῖ
τούς
 

 436. Ερμίας. (A.D. 5) P. 98 line 23

   Ἡ μὲν ἔνδον ἐν τῇ ψυχῇ ἐνέργεια τῆς ποιητικῆς μανίας


ἐπιβάλλουσα
τοῖς ὑπερτέροις καὶ νοητοῖς μεταδίδωσι τοῖς καταδεεστέροις
ἁρμονίας καὶ
τάξεως· ἡ δὲ ἔξω ἔνθους ποιητικὴ τά τε τῶν παλαιῶν ἔργα ὑμνεῖ
τούς
τε ἐφ’ ἑαυτῆς καὶ μεταγενεστέρους παιδεύει, πανταχῇ ἑαυτῆς
ἐκτείνουσα
τὰς ἐνεργείας. Καὶ ταῦτα μὲν οἱ ἔνθοι ποιηταί· ὃς δ’ ἂν ἄνευ,
174

φησὶν,   (25)
 

 437. Ερμίας. (A.D. 5) P. 98 line 30

 κατακρατεῖται καὶ καλύπτεται ὑπὸ τῆς τῶν μαινομένων ποιήσεως.


Τί
γὰρ ὅμοιον ἡ Χοιρίλου καὶ Καλλιμάχου ποίησις πρὸς τὴν
Ὁμήρου ἢ Πιν-
δάρου; —Καλῶς δὲ εἶπεν ἐπὶ ποιητικὰς θύρας καὶ οὐχὶ
Μουσῶν   (30)
θύρας ἀφικνεῖσθαι τὸν ἐκ τῆς τέχνης ἀνθρωπίνης ποιητήν· τὴν
ἀρχὴν γὰρ
(99) οὐδὲ πελάζουσι ταῖς τῶν Μουσῶν θύραις· οἱ μέντοι ἔνθοι
ποιηταὶ μονονουχὶ
 

 438. Ερμίας. (A.D. 5) P. 99 line 11

 Μουσῶν πληρωθέντες διατιθέασιν. —Ἐπισημαντέον δὲ τοῦτο καὶ


ζητη-
τέον πῶς εἰπὼν ἔνθουν μαντείαν καὶ ἀντεξετάσας αὐτῇ τὴν
ἀνθρωπικὴν   (10)
μαντείαν ἣν ἐκάλεσεν οἰωνιστικὴν, καὶ πάλιν εἰπὼν ἔνθουν
ποιητικὴν
καὶ ἀντιπαραβαλὼν αὐτῇ πάλιν τὴν ἀνθρωπικὴν καὶ τεχνικὴν
ποιητικὴν,
ἐπὶ τῆς τελεστικῆς τοῦτο οὐκ ἐποίησεν, ἀλλὰ μόνον τὴν ἔνθουν
ἐξέθετο
 

 439. Ερμίας. (A.D. 5) P. 99 line 12

 τέον πῶς εἰπὼν ἔνθουν μαντείαν καὶ ἀντεξετάσας αὐτῇ τὴν


ἀνθρωπικὴν   (10)
μαντείαν ἣν ἐκάλεσεν οἰωνιστικὴν, καὶ πάλιν εἰπὼν ἔνθουν
ποιητικὴν
καὶ ἀντιπαραβαλὼν αὐτῇ πάλιν τὴν ἀνθρωπικὴν καὶ τεχνικὴν
ποιητικὴν,
ἐπὶ τῆς τελεστικῆς τοῦτο οὐκ ἐποίησεν, ἀλλὰ μόνον τὴν ἔνθουν
ἐξέθετο
τελεστικήν. Καίτοι καὶ ἐκεῖ ἔστιν ἡ ὑποδυομένη ταύτην ἀνθρωπικὴ
175

καὶ
 

 440. Ερμίας. (A.D. 5) P. 106 line 19

   Αὕτη γοῦν ἡ αὐτοκίνητος κίνησις καὶ ἐν τοῖς Νόμοις ὑπὸ τοῦ


φιλο-
σόφου πρώτη πασῶν καὶ ἀρχὴ τῶν ἄλλων κινήσεων ἀποδέδεικται,
καὶ αἰτία
κατὰ πάντα τὰ σημαινόμενα τῆς αἰτίας. Καὶ γὰρ ποιητικὴ καὶ
παραδειγμα-
τικὴ καὶ τελικὴ αὐτῶν αἰτία (αἳ καὶ μόναι κυρίως εἰσὶν αἰτίαι· τὸ
γὰρ   (20)
εἰδικὸν ἐν αὐτῷ ἐστι τῷ ἀποτελέσματι καὶ αὐτό ἐστι τὸ
ἀποτέλεσμα, τὸ δὲ
 

 441. Ερμίας. (A.D. 5) P. 106 line 23

 εἰδικὸν ἐν αὐτῷ ἐστι τῷ ἀποτελέσματι καὶ αὐτό ἐστι τὸ


ἀποτέλεσμα, τὸ δὲ
ὑλικὸν ἔτι πλέον πόρρω ἐστὶ τοῦ κυρίως αἰτία εἶναι· τῶν γὰρ ὧν
οὐκ ἄνευ
λόγον ἐπέχει). Ὅτι μὲν οὖν ποιητικὴ αἰτία ἐστὶ τῶν ἄλλων
κινήσεων τὸ
αὐτοκίνητον δῆλον, ὡς αὐτὸς ἐν Νόμοις ἀποδείκνυσιν· εἰ γὰρ
σταίη,
φησὶ, τὰ πάντα, ποῖον πρῶτον κινηθήσεται; ἦ δῆλον ὅτι τὸ
αὐτοκίνητον·   (25)
 

 442. Ερμίας. (A.D. 5) P. 107 line 9

 παραδειγματικὰς δὲ εὕροις ἂν τὰς τῆς ψυχῆς κινήσεις τῶν


σωματικῶν
κινήσεων· λάβωμεν δὲ τὰς σωματικάς· εἰσὶ δὲ αὗται ὀκτὼ τὸν
ἀριθμὸν,
παθητικαὶ οὖσαι μᾶλλον ἢ ποιητικαί· γένεσις φθορὰ, αὔξησις
μείωσις,
φορὰ περιφορὰ, σύγκρισις διάκρισις. Ἐν οὖν τῇ ψυχῇ αὔξησίς
ἐστιν ὅταν   (10)
ἑαυτὴν ἐπιδοῦσα τοῖς κρείττοσι πολλαπλασιάζῃ ἑαυτῆς τὰς
176

νοήσεις· φθίσις
 

 443. Ερμίας. (A.D. 5) P. 165 line 31

 ὁ δὲ ἕβδομος δι’ ἔργων (τοιοῦτος γὰρ ὁ δημιουργικός)· ὁ δὲ ὄγδοος


καὶ
ὁ ἔνατος ἀνομοίως μιμοῦνται, ὃ μὲν διὰ λόγων πάλιν, ὃ δὲ δι’
ἔργων.   (30)
Ποιητικὸν δὲ λαβὲ πάντα τὸν μιμητικὸν, ἐν οἷς καὶ τὸν ζωγράφον·
οὓς
καί φησιν ἐν Πολιτείᾳ τρίτους εἶναι ἀπὸ τῆς ἀληθείας· δημιουρ-
γικὸν δὲ τὸν εἰς οὐσίαν τι ἄγοντα ἀπὸ τοῦ μὴ ὄντος, οἷον τέκτονας,

 444. Ερμίας. (A.D. 5) P. 167 line 19

 ταύτην τελοῦντες τὴν τριάδα, οἷον καὶ Ἀθηνᾶ διὰ τὸ φιλόσοφον


καὶ πολε-
μικὸν καὶ Ἄρης καὶ Ἥρα διὰ τὸ βασιλικόν. Τὴν δὲ δευτέραν
τριάδα ἀπολ-
λωνιακὴν ἂν εἴποιμεν καὶ μαντικῆς καὶ ποιητικῆς· μουσηγέτης
γοῦν
λέγεται, πάλιν καὶ Ἑρμοῦ δυναμένου ἐνταῦθα ὑπάγεσθαι διὰ τὸ
ἀγω-   (20)
νιστικόν. Τὴν δὲ τρίτην τριάδα Ἡφαιστιακὴν ἂν εἴποιμεν· ὁ γὰρ
περὶ
 

 445. Ερμίας. (A.D. 5) P. 173 line 14

 πόσα ἀγαθὰ ἑκάστη τῶν τριῶν μανιῶν τοῖς ἀνθρώποις παρέχει, ὅτι
οἷον ἡ
μαντικὴ προμήνυσιν τοῦ μέλλοντος χρόνου παρέχει πῶς ἂν
εὐοδήσωμεν
κατὰ τὸν βίον, ἡ ποιητικὴ ᾄδει κλέα ἀνδρῶν καὶ διὰ τούτου
παιδεύει
τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος, ἡ τελεστικὴ παλαιῶν μηνιμάτων
καθαίρει,   (15)
μέλλων περὶ τῆς τετάρτης μανίας εἰπεῖν περὶ ἧς καὶ ὁ πᾶς αὐτῷ
λόγος,
 
177

 446. Ερμίας. (A.D. 5) P. 174 line 17

 τὰ εἰρημένα ἀνωτέρω ἐν τούτοις τοῖς ῥητοῖς. Ἰστέον δὲ καὶ τοῦτο,


ὅτι οὐ   (15)
δεῖ ἀπομερίζειν τὰς μανίας· ἐπιπλέκονται γὰρ ἀλλήλαις· οὔτε γὰρ
ἡ τε-
λεστικὴ οὔτε ἡ ποιητικὴ οὔτε ἡ μαντικὴ ἄνευ ἐρωτικῆς δύνανται
εἶναι·
ἴσως οὖν καὶ διὰ τοῦτο θειοτέρα ἡ ἐρωτική. —Τὸ δ’ ὑπερβατὸν
τοῦτο
ἔστιν· «ἔστι δὴ οὖν δεῦρο ὁ πᾶς ἥκων λόγος περὶ τῆς τετάρτης
 

 447. Ερμίας. (A.D. 5) P. 204 line 17

 θνητὸν βίον ἀρεταὶ οὐ περιποιοῦσι τοιοῦτον ἀγαθὸν τῇ ψυχῇ οἷον


αἱ νοεραὶ   (15)
καὶ θεῖαι ἀρεταί. — Θεία δὲ μανία ὡς πρὸς τὰς ἄλλας μανίας εἶπε,
μαντικὴν, τελεστικὴν, ποιητικήν.
  πγʹ Ἐὰν δὲ δὴ διαίτῃ 256b
  Ὡς ἂν εἴποις, αὕτη μὲν οὖν ἡ φιλόσοφος δίαιτα, ἡ δὲ ἀφιλόσοφος
ἀκρατῆ
 

 448. Ερμίας. (A.D. 5) P. 206 line 18

 ἄνοδος.
  ϟβʹ Καὶ τοῖς ὀνόμασιν ἠναγκασμένη 257a
  Ἀπολογεῖται ἐνταῦθα διὰ τί ποιητικοῖς ὀνόμασιν ἐχρήσατο· εἶπε
γὰρ ὑπόπτερον, ἄρδεσθαι, δαῖτα, θοίνην καὶ ἄλλα πολλὰ τοιαῦτα.
Διὰ τί δὲ ἐχρήσατο τοῖς τοιούτοις ὀνόμασιν; αὐτός φησι διὰ
Φαῖδρον.   (20)
 

 449. Ερμίας. (A.D. 5) P. 207 line 15

 πάλαι ἐνθουσιαστικὴν εἶπεν; Ἢ δῆλον ὅτι τοῦτο λέγει ὅτι δεῖ μὲν
τὰ παρ’
ἡμῶν τεχνικὰ θεωρήματα κινεῖν, εἶθ’ οὕτως ὕστερον τὴν παρὰ τῶν
θεῶν
ἔλλαμψιν δέχεσθαι, ὡς καὶ ἐπὶ τῆς ποιητικῆς δεῖ τὸ ἐν ἡμῖν
εὑρετικὸν καὶ   (15)
ποιητικὸν κινεῖν, εἶθ’ οὕτως ἐκδέχεσθαι τὴν παρὰ τῶν θεῶν
178

ἔλλαμψιν· ὁ
γὰρ κάτοχος γινόμενος ταῖς Μούσαις θεῖος ποιητὴς γίνεται. Ποία
δέ
 

 450. Ερμίας. (A.D. 5) P. 207 line 16

 ἡμῶν τεχνικὰ θεωρήματα κινεῖν, εἶθ’ οὕτως ὕστερον τὴν παρὰ τῶν
θεῶν
ἔλλαμψιν δέχεσθαι, ὡς καὶ ἐπὶ τῆς ποιητικῆς δεῖ τὸ ἐν ἡμῖν
εὑρετικὸν καὶ   (15)
ποιητικὸν κινεῖν, εἶθ’ οὕτως ἐκδέχεσθαι τὴν παρὰ τῶν θεῶν
ἔλλαμψιν· ὁ
γὰρ κάτοχος γινόμενος ταῖς Μούσαις θεῖος ποιητὴς γίνεται. Ποία
δέ
ἐστιν ἡ ἐρωτικὴ τέχνη; ἣν αὐτὸς ἐν Ἀλκιβιάδῃ ἐδήλωσε καὶ
ἐδίδαξεν
 

 451. Ερμίας. (A.D. 5) P. 211 line 25

 τινας βασιλεῖς νομοθέτας συγγράμματα ἑαυτῶν καταλιπόντας. —


Τὸ
δὲ τῶν τοιούτων· τὸ λοιδορούντων τὸ λογογραφεῖν. — Τίς οὖν ὁ
τρό-
πος ... τὸ περὶ τῆς ῥητορικῆς διαλέγεσθαι ἀλλὰ καὶ Περὶ
ποιητικῆς καὶ   (25)
ἁπλῶς περὶ τοῦ λέγειν· καὶ ἀνάγει τὸν λόγον ἐπὶ τὰς ἀρχὰς,
φιλόσοφον
ποιούμενος τὸ σκέμμα καὶ ἐπιστημονικόν· ἡ γὰρ ἐπιστήμη τῶν
καθόλου
 

 452. Ερμίας. (A.D. 5) P. 241 line 1

 τὸ ἠτρίον ὥσπερ ἐμοὶ, τουτέστι πότερον τἀληθῆ τῶν πραγμάτων


εἰρή-
κασιν ἢ φαινομένην ἔχουσιν ἀκολουθίαν.» Εἶτα διὰ τριῶν
παραδειγμάτων,
(241) ἰατρικῆς, ποιητικῆς, ἁρμονικῆς, βούλεται ἀναιρεῖν τὰ
λεγόμενα καὶ δεῖξαι
ὅτι τὰ προοίμια καὶ αἱ διηγήσεις καὶ πάντα ἃ κατηριθμήσατο τὰ
πρὸ τῆς
179

τέχνης ἐστὶν ἀναγκαῖα μαθήματα, αὐτὴ δὲ ἡ ῥητορικὴ τέχνη οὐκ


ἔστιν.
 

 453. Ερμίας. (A.D. 5) P. 242 line 9

 ἡρμοσμένου φύσεως προσθήκῃ κόσμου.


  σζʹ Τί δὲ τὸν μελίγηρυν Ἄδραστον 269a
  Ὥσπερ ἀνωτέρω ἐπέστησεν εἰς τὰ πρὸ τῆς ἰατρικῆς καὶ
ποιητικῆς καὶ
ἁρμονικῆς τέχνης τοὺς ἀκριβεῖς τεχνίτας, οὕτως καὶ ἐνταῦθα τοῖς
ἁπλοῖς   (10)
λεγομένοις ῥήτορσιν ἐπιστᾷ τὸν Ἄδραστον καὶ τὸν Περικλέα·
οὗτοι γὰρ
 

 454. Ερμίας. (A.D. 5) P. 243 line 7

 καὶ πρῶτον τὸ τοῦ ἰατροῦ, ἔνθα ἔφη ὅτι οὐκ ἔστιν ἰατροῦ τὸ ἁπλῶς
χρώ-   (5)
μενον τοῖς φαρμάκοις καθαίρειν εἰ μὴ ἂν ὅτε δεῖ καὶ ὅσον δεῖ καὶ
οἷς δεῖ
καὶ τὰ ὅμοια, ἔπειτα δὲ χρησάμενος τῷ παραδείγματι καὶ τῆς
ποιητικῆς
καὶ ἁρμονικῆς, νῦν ὑφηγεῖται ὁποῖόν ποτ’ ἐστὶ τὸ εἶδος τῆς
ῥητορικῆς· διό
φησιν ὁ Φαῖδρος· «κινδυνεύει τὸ τῆς ῥητορικῆς εἶδος τοιοῦτον
εἶναι παρὰ
 

 455. Ερμίας. (A.D. 5) P. 264 line 6

 Ὁρᾷς οὖν ὅτι ὁ λόγος διὰ πάντων φοιτῶν φοιτᾷ καὶ διὰ τῶν μεταξὺ
πάντων
γενῶν. Λυσίου δὲ καὶ Ὁμήρου καὶ Σόλωνος ἐμνημόνευσεν, ὡς ἂν
εἴποις   (5)
πολιτικοῦ καὶ ποιητικοῦ καὶ νομοθετικοῦ λόγου. — Συγγράμματα
ἔγραψε· πῶς δεῖ γράφειν καὶ κατὰ τί καλόν ἐστι τὸ γράφειν
διαρρήδην ἐκ-
τίθεται, καὶ ὅτι ὁ οὕτως γράφων οὐκ ὀφείλει καλεῖσθαι πολιτικὸς  

 456. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 657 line 28
180

 τὸ ἀδολεσχικὸν τάττοντα τὴν διαλεκτικὴν ἐν


ἐκείνοις· λέγει γοῦν τῶν ἐπιστημῶν πασῶν τὴν
μὲν εἶναι ποιητικὴν, τὴν δὲ κτητικὴν, ταύτης
δὲ τὸ μὲν ἀγωνιστικὸν, τὸ δὲ ἄλλο τι· καὶ
τῆς ἀγωνιστικῆς τὸ μὲν ἁμιλλητικὸν, τὸ δὲ   (30)
 

 457. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 657 line 34

 κὸν διὰ σωμάτων ποιούμενον τὴν μάχην, τὸ δὲ


διὰ λόγων ἀμφισβητικὸν, ὑφ’ ὃ δηλαδὴ θήσο-
μεν τὸ διαλεκτικόν· οὔτε γὰρ ποιητικόν ἐστιν,
ἀλλὰ κτητικὸν, ὡς καὶ τὸ μαθηματικὸν, οὔτε    (35)
ὑπ’ ἄλλο τι τοῦ κτητικοῦ ἢ τὸ ἀγωνιστικόν.
 

 458. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 665 line 19

 τοῦτο ἐπιτετήδευκε μόνος, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ὁ


Παρμενίδης ἐν τῇ ποιήσει· καίτοι δι’ αὐτὸ
δήπου τὸ ποιητικὸν εἶδος χρῆσθαι μεταφοραῖς
ὀνομάτων καὶ σχήμασι καὶ τροπαῖς ὀφείλων,    (20)
ὅμως τὸ ἀκαλλώπιστον καὶ ἰσχνὸν καὶ καθα-
 

 459. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 665 line 31

   Οὔτε τι βαιότερον πελέναι χρεόν ἐστι [τῇ ἢ τῇ].


Καὶ πᾶν ὅ τι ἄλλο τοιοῦτον· ὥστε μᾶλλον   (30)
πεζὸν εἶναι δοκεῖν, ἦ ποιητικὸν λόγον. Ὅρα δὴ
οὖν καὶ ἐν τῷ προοιμίῳ τούτῳ τοῦ Πλάτωνος,
πρῶτον μὲν ὅτι τὴν γοργότητα τῶν ἰδεῶν ἐξ-
 

 460. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 731 line 39

 ἀφορίσασθαι διὰ τῶν γνωριμωτάτων, ἀπὸ μὲν


τῶν φυσικῶν λόγων λάβωμεν τὸ αὐτῷ τῷ
εἶναι ποιητικὸν ὧν δὴ καὶ ποιοῦσιν· ἀπὸ δὲ
181

τῶν τεχνικῶν, γνωστικὸν ὧν ποιοῦσιν, εἰ καὶ    (40)


(732) μὴ αὐτῷ τῷ εἶναι ποιοῦσι· καὶ ταῦτα ἑνώσαν-
 

 461. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 732 line 39

 τοίνυν, ὥς φησιν ὁ Τίμαιος, ἑαυτῷ πάντα καὶ


βούλεται καὶ δύναται παραπλήσια ποιεῖν, ἔχει
δήπου τὴν τούτου ποιητικὴν δύναμιν ἐν ἑαυτῷ·
ὃ γὰρ βούλεται, τοῦτο καὶ δύναται πάντως· ὃ    (40)
(733) δέ γε δύναται, τὴν τούτου προείληφε δύναμιν·
 

 462. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 788 line 13

 τὸν εἰρημένον λόγον ἐν τῇ μιᾷ τοῦ κόσμου παν-


τὸς αἰτίᾳ προϋπάρχοντα. Εἰ δέ τις λέγοι τὸν
κόσμον ἔχειν μὲν αἰτίαν, οὐ μέντοι ποιητικὴν,
ἀλλὰ τελικὴν, καὶ οὕτω τετάχθαι πάντα πρὸς
ἐκείνην, εὖ μὲν, ὅτι δίδωσι τὸ ἀγαθὸν ὡς αἴ-   (15)
 

 463. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 788 line 28

 σίαν αὐτῷ διδῷ τὸ ἀγαθὸν, καὶ ἥξομεν εἰς τὸν


αὐτὸν λόγον, καὶ οὐ μόνον ἔσται τελικὸν ἐκεῖνο
τοῦ παντὸς αἴτιον, ἀλλὰ καὶ ποιητικόν.
  Δευτέρον τοίνυν ἐκεῖνον παραλάβωμεν τὸν
λόγον, ὅς φησιν αὐτὰ μὲν τὰ φαινόμενα καὶ ἴσα   (30)
 

 464. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 793 line 15

 λοτε ἄλλα γένη φύεται χωρὶς ἀνθρωπινῆς ἐπι-


μελείας; Ἢ δῆλον ὡς τῆς ὅλης φύσεως λόγους
ἐχούσης καὶ ποιητικὰς τούτων ἁπάντων ἐν ἑαυτῇ   (15)
δυνάμεις. Καὶ τί δεῖ λέγειν; οὕτω γὰρ ἀνα-
τρέχοντες τὴν ἐν ἑκάστῳ συστοίχῳ φύσιν περι-
 
182

 465. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 793 line 28

 ὁμολογεῖν τὸν ἀποκρινόμενον, ὡς καὶ ἐν ταύτῃ


τῶν φαινομένων εἰσὶ πάντων οἱ λόγοι καὶ αἱ
ποιητικαὶ καὶ αἱ κινητικαὶ δυνάμεις· πάντα
γὰρ ὅσα διὰ τῶν καταδεεστέρων ἐπιτελεῖται,
κρεῖττον καὶ τελειότερον ἀπὸ τῶν ὁλικωτέρων    (30)
 

 466. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 794 line 30

 καῖον τοίνυν ἐν ἄλλῳ τινὶ θέσθαι τοὺς λόγους


εἰδήσοντι τὰ ἐν αὑτῷ καὶ γνωστικῶς ἅμα καὶ
ποιητικῶς ἐνεργήσοντι· καὶ γὰρ ἄτοπον ἡμᾶς    (30)
μὲν γινώσκειν τὸ πᾶν καὶ τὰς αἰτίας τῶν γιγνο-
μένων, αὐτὸ δὲ τὸ ποιοῦν ἀγνοεῖν καὶ ἑαυτὸ
 

 467. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 828 line 29

 καὶ γεωμετρίας καὶ ἀστρονομίας εἴδη θήσομεν,


εἰ μὴ τὰς δεδημευμένας λέγοι τις τούτων ἑκά-
στην, ἀλλὰ τὰς νοερὰς καὶ ποιητικὰς τῶν θείων
εἰδῶν. Αὗται γὰρ δὴ καὶ ἡμᾶς συνάπτουσι πρὸς   (30)
νοῦν, ὅτε οὐρανοῦ τε ὑπεραστρονομοῦμεν, καὶ
 

 468. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 841 line 25

 σαν τό τε παράδειγμα καὶ τὸ ποιοῦν· οὔτε γὰρ


τὸ παραδειγματικὸν γεννᾷ τὸ ἑαυτῷ ὅμοιον,
οὔτε τὸ ποιητικὸν ἑαυτῷ ἀπεικάζει τὸ γιγνό-   (25)
μενον, τὰ δὲ θεῖα εἴδη παραδείγματά ἐστιν
ὁμοῦ καὶ δημιουργικὰ τῶν ὁμοιωμάτων· οὐ γὰρ
 

 469. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 842 line 20
183

 τὴν τῶν μορφουμένων κατ’ ἐκεῖνα καὶ μετε-


χόντων ἐκεῖθεν εἰδοποιΐας ὄρεξιν· οὔτε γὰρ τὸ
ποιητικὸν καὶ δραστήριον τῶν εἰδῶν ἱκανὸν μό-   (20)
νον ἀπεργάσασθαι τὴν μέθεξιν· πανταχοῦ γοῦν
αὐτῶν ὄντων ὁμοίως οὐ πάντα μετείληφεν
 

 470. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 844 line 13

 δειότητα τῆς ὑποδοχῆς. Πόθεν δὴ οὖν αὕτη καὶ


πῶς ἐγγενομένη; τοῦτο γὰρ ἑξῆς ἐπισκεπτέον.
Ἢ ἀπὸ τῆς πατρικῆς αἰτίας καὶ ποιητικῆς
φήσομεν· πᾶσαν γὰρ τὴν ὑποκειμένην τῷ δη-
μιουργῷ φύσιν, ἵνα τοῖς τὰ θεῖα σοφοῖς ἐπ-   (15)
 

 471. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 859 line 30

 αὐτόκαλον εἶδος νοερὸν, ζωτικὸν συμμετρίας


αἴτιον. Οὐκοῦν τὸ μὲν εἶδος καὶ τὸ συμμετρίας
ποιητικὸν ὑπάρχει παντὶ καλῷ· τοῦτο γὰρ ἦν   (30)
ἴδιον τοῦ αὐτοκάλλους, ὥστε τῆς ἰδιότητος αὐ-
τοῦ μετείληχεν ὅλης ἕκαστον· τὸ δὲ νοερὸν
 

 472. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 888 line 23

 οἷον ὀργανικοῖς, ἢ ὑλικοῖς, ἢ εἰδικοῖς, διόπερ


αἰτίαν εἶναι πάντως· οὔτε τῶν αἰτίων ἐν τοῖς
τελικοῖς ἁπλῶς ἢ ποιητικοῖς· κἂν γὰρ αὐτῷ
τῷ εἶναι λέγωμεν αὐτὴν δρᾷν, καὶ τέλος εἶ-
ναι τῶν γιγνομένων τὴν πρὸς αὐτὴν ὁμοίωσιν,    (25)
 

 473. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 888 line 28

 ἀλλὰ τό τε κυρίως τελικὸν πάντων αἴτιον καὶ


οὗ ἕνεκα πάντα πρὸ τῶν ἰδεῶν ἐστι, καὶ τὸ
κυρίως ποιητικὸν μετὰ τὰς ἰδέας, ὡς πρὸς
184

κριτήριον βλέπων καὶ κανόνα τὸ παράδειγμα


μέση γὰρ οὖσα ἀμφοῖν, τοῦ μὲν ἐφίεται, τοῦ δέ    (30)
 

 474. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 893 line 11

 καὶ ἀνατρέχουσιν ἀπὸ τῶν αἰσθητῶν ἐπὶ τὸ


δοξαστὸν, ἢ κατ’ οὐσίαν ἔχουσαι τοὺς τῶν    (10)
πραγμάτων λόγους; Ὥσπερ γὰρ τὸ ποιητικὸν
ἔχει τῶν αἰσθητῶν ἡ φύσις τῷ τοὺς λόγους
ἔχειν, καὶ πλάττει καὶ συνέχει τὰ αἰσθητὰ,
 

 475. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 908 line 37

 παράγει καὶ ἀπογεννᾷ τὰς ἑαυτῶν εἰκόνας·   (35)


καὶ γὰρ ἄτοπον, εἰ οἱ μὲν ἐν τῇ φύσει λόγοι
ποιητικὴν ἔχοιέν τινα δύναμιν, τὰ δὲ νοητὰ εἴδη
τῆς τοῦ ποιεῖν αἰτίας παρῃρημένα τυγχάνοι.
(909) Οὐ μόνον ἄρα παραδειγματικόν ἐστι πᾶν τὸ
 

 476. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 910 line 33

 πρώτως ἐστὶν, εἰς τὴν τοῦ παραδείγματος καθ-


ίσταται καὶ αὐτὸ τάξιν, καὶ τὸ μὲν ἔστι παρα-
δειγματικῶς ποιοῦν, τὸ δὲ ποιητικῶς παρά-
δειγμα ὄν· ἴδιον γὰρ παραδείγματος μὲν οἷόν
ἐστι ποιεῖν, ποιοῦντος δὲ γένεσιν ἀντ’ οὐσίας    (35)
 

 477. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 911 line 6

 ἔστι δὲ ὅμως ἐν ἑκατέρῳ τὸ λοιπὸν, παραδει-


γματικῶς μὲν ἐν τῷ παραδείγματι τὸ ποιοῦν,   (5)
ποιητικῶς δὲ τὸ παράδειγμα ἐν τῷ ποιοῦντι
συνειλημμένον. Ἕνωσις ἄρα μία τό τε παρα-
δειγματικὸν αἴτιον ἐν ἐκείνοις συνάγει καὶ τὸ
 
185

 478. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 911 line 9

 συνειλημμένον. Ἕνωσις ἄρα μία τό τε παρα-


δειγματικὸν αἴτιον ἐν ἐκείνοις συνάγει καὶ τὸ
ποιητικὸν, πλὴν ὅτι πολλῶν ποιητικὰ μὲν
ἔστιν αἴτια ὡς γεννητῶν, παραδειγματικὸν δὲ    (10)
οὐκ ἔστι· τοιαῦτα γὰρ τὰ καθ’ ἕκαστα, γιγνό-
 

 479. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 911 line 9

 συνειλημμένον. Ἕνωσις ἄρα μία τό τε παρα-


δειγματικὸν αἴτιον ἐν ἐκείνοις συνάγει καὶ τὸ
ποιητικὸν, πλὴν ὅτι πολλῶν ποιητικὰ μὲν
ἔστιν αἴτια ὡς γεννητῶν, παραδειγματικὸν δὲ    (10)
οὐκ ἔστι· τοιαῦτα γὰρ τὰ καθ’ ἕκαστα, γιγνό-
 

 480. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 911 line 15

 γματα ἔχοντα ᾗ τοιαῦτά ἐστι. Μήτ’ οὖν δι-


ϊστάνωμεν ἁπλῶς τὸ παραδειγματικὸν καὶ τὸ
ποιητικὸν, ἀλλὰ τὸν εἰρημένον τρόπον, μήτε   (15)
αὖ τὴν εἰς τὰ τῇδε τῶν παραδειγμάτων ἐνέρ-
γειαν προσδεῖσθαι λέγωμεν ἄλλων εἰδῶν, τῶν
 

 481. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 921 line 17

 ύλου φυλάττοντες, οἳ καὶ τὸ θεῖον διήκειν φασὶ    (15)


διὰ τῆς ὕλης· οἱ δὲ τὸ ἄσχετον ἄνευ προνοίας
ποιοῦντες, οἱ καὶ τὴν ποιητικὴν καὶ τὴν προνο-
ητικὴν δύναμιν ἀναιροῦντες, ἀπὸ τῶν θείων χω-
ριστὰ ἄττα τὰ νοητὰ λέγοντες, οὔτε δημιουρ-
 

 482. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 922 line 2
186

 ἐκείνοις τῶν ἡμετέρων ἡ κατ’ αἰτίαν ἐξῃρημένη    (40)


(922) νόησις. Ταῦτα δὲ πρὸς τοὺς τὰ νοητὰ μὴ ποιοῦν-
τας αἴτια τῶν δευτέρων ποιητικὰ λέγειν εἰώ-
θαμεν πῶς γὰρ ὁ οὐρανὸς ὀρέγεται τοῦ θείου,
μὴ γενόμενος ἐκεῖθεν; ἔσται οὖν οὕτω κατὰ
 

 483. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 922 line 11

 φύσιν ἐστὶ τὸ ἐπιστρέφεσθαι πρὸς τὴν ὑποστα-


τικὴν ἑαυτοῦ καὶ νοητικὴν δύναμιν τὸ δεύτερον·   (10)
ὅταν δὲ μὴ τὸ μὲν αἴτιον ᾖ ποιητικὸν, τὸ δὲ
αἰτιατὸν, τί τὸ ποιῆσαν ὀρεκτὸν τῷ ἑτέρῳ τὸ
ἕτερον; Πῶς δὲ καὶ ὀρέγεται, μηδὲν ἐκεῖθεν δε-
 

 484. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 961 line 36

 δὴ οὖν καὶ γιγνώσκουσι πάντα καὶ ποιοῦσι, καὶ


πρὸ τούτων κατὰ τὴν βούλησιν τὴν ἑαυτῶν καὶ   (35)
τὴν γνῶσιν προειλήφασι τῶν ὅλων καὶ τὴν ποιη-
τικὴν δύναμιν· ὥστε καὶ βουλητῶς καὶ γνω-
στικῶς καὶ δυνατῶς προεστᾶσι πάντων, καὶ
διὰ τὴν τριάδα ταύτην πάντα τῆς αὐτῶν ἀπο-
 

 485. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 962 line 3

 (962) ἐπὶ τὴν θείαν ἀναπέμπειν αἰτίαν, ἴσως ἂν ἀκρι-


βεστέρας περὶ αὐτῆς ἀληθείας ἀντιλάβοιο. Δο-
κεῖ γοῦν ἡ μὲν φύσις λόγους ἔχειν ποιητικοὺς,
οὐ γνωστικούς· ἡ δὲ διάνοια, γνῶσιν ἐν ἑαυτῇ
τὸ τέλος ἔχουσαν· ἡ δὲ προαίρεσις, τὸ ἀγαθὸν   (5)
 

 486. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 973 line 25

 ρικωτέρων ἴδιαι προεστᾶσί τινες αἰτίαι παρα-


δειγματικαὶ, καὶ τέλος προϊούσης τῆς εἰδη-
187

τικῆς διακοσμήσεως, τὰ ἔσχατα τῶν ποιητικῶν   (25)


εἰδῶν καὶ τῶν μορίων καὶ τῶν συμβεβηκότων
ἔσχε διακεκριμένας αἰτίας· οἱ γὰρ ἐν τῇ φύσει
 

 487. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 983 line 3

 (983) ἀρχὰς ἀνάγουσα τὴν θεωρίαν; τὰ γὰρ ὡς ἀλη-


θῶς αἴτια τῶν ὄντων ἐστὶ παραδειγματικὰ καὶ
ποιητικὰ καὶ τέλεια, καὶ μὴ ὄντων δὲ τῶν
εἰδῶν οὔτε παραδείγματα εἶναι δυνατόν· ταῦτα
γὰρ ἦν τὰ εἴδη τῶν παραδειγμάτων τὰ κυριώ-   (5)
 

 488. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 983 line 10

 καὶ τὰς αἰτίας· οὔτε τελικὸν αἴτιον· τὸ γὰρ


τοῦ εἶναι τελικὸν αἴτιον μεταξὺ τοῦ τε ὄντος
δι’ αὑτοῦ καὶ ἑαυτοῦ ποιητικὴν ἀρχὴν ἀποφαί-   (10)
νει, καθ’ ἣν τὰ πρὸς αὐτὰ ὄντα τυγχάνει τοῦ
οἰκείου τέλους. Οὐκ ἄρα δυνατὸν αἰτίας τῶν
 

 489. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 1011 line 6

 νει. Εἰ δὲ μὴ ἔστι κίνησις, αὐτὴ μὲν ἀδρανὴς


ἔσται καὶ ἀργὸς καὶ ἀδύναμος, αἰτίαν δὲ οὐχ    (5)
ἕξει τῶν τῇδε, οὔτε ποιητικὰς ἕξει δυνάμεις,
οὔτ’ οὐσίαν πρὸς τὸ ποιεῖν ... καὶ πρὸς ἐκείνην
ἀσύντακτα καὶ ἀόριστα καὶ ἀτελῆ, τῆς πρώ-
 

 490. Πρόκλος. Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


{4036.008} (A.D. 5) P. 1132 line 3

 (1132) ἐνδεὲς τοῦ ἐφετοῦ, δῆλον ὡς οὔτε εὐθέος μετ-


έχει σχήματος, οὔτε στρογγύλου· καὶ πῶς
γὰρ προΐοι μηδὲ μίαν ἔχον ποιητικὴν ἀρχὴν
ἑαυτοῦ μήτε ἐν ἑαυτῷ μήτε πρὸ αὐτοῦ, ἵνα μὴ
188

τοῦ ἑνὸς στερῆται δεύτερον ὂν ἢ δυοειδές; πῶς   (5)


 

 491. Προκόπιος. Catena in Canticum canticorum {2598.002}


(A.D. 5-6) P. 1616 line 29

 γάρ ἐστιν αἰσθητὸν καὶ ὑλῶδες, τὸ δὲ νοητὸν καὶ


ἄϋλον. Πάλιν δὲ τῆς νοητῆς φύσεως διχῆ διῃρημέ-
νης, ἡ μὲν ἄκτιστός ἐστι καὶ ποιητικὴ, πάντοτε
ὡσαύτως ἔχουσα· ἡ δὲ κτιστὴ, καὶ τῇ μετουσίᾳ τοῦ    (30)
ὑπερέχοντος ἐν τῷ ἀγαθῷ διὰ παντὸς συντηρεῖται·
 

 492. Προκόπιος. Catena in Canticum canticorum {2598.002}


(A.D. 5-6) P. 1681 line 47

 οὐ χωρεῖ, πῶς τὴν ὑπερκειμένην τούτων καταλήψε-    (45)


ται φύσιν; Τάχα δὲ καὶ τοῦτο δηλοῖ, ὅτι ἡ τῶν πάν-
των ποιητικὴ χεὶρ διὰ σαρκὸς ἡμῖν ἐπιφανεῖσα,
θρόησιν ἐποίησε καὶ ξενισμὸν ταῖς ψυχαῖς· πῶς Θεὸς
ἐν σαρκί; πῶς λόγος σάρξ; πῶς ἐν παρθενίᾳ τόκος;
 

 493. Προκόπιος. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D. 5-6) P.


1964 line 14

 στατικὸν, ὅτι μὴ περιμένει πρόσφορον ἡλικίαν πρὸς


διάκρισιν ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ. Παρ’ αὐτὴν γὰρ τὴν
γέννησιν κριτὴς ὢν, ἐκ φύσεως, ἀγαθῶν ἔσται ποιη-
τικὸς καὶ κακῶν ἀφοριστικός· ὅπερ αὐτοῦ καὶ τὴν   (15)
καθόλου κρίσιν παρίστησιν. Πονηρίας μὲν ἀποῤῥι-
πτομένης, ἀρετῆς δὲ τῶν προσηκόντων τυγχανούσης
 

 494. Προκόπιος. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D. 5-6) P.


2041 line 1

 φασιν τοῦτο τῆς πρὸς ὀλίγον τοῦ Σωτῆρος ἐν τῷ θα-


νάτῳ κοιμήσεως. Ἀϋπνίας γὰρ εἶναι τὸ δένδρον    (55)
(2041) ποιητικὸν, δι’ ἧς ῥάβδου θείας ὄντως καὶ νοητῆς,
Μωϋσῆς θαυματουργῶν εἰς ἐλευθερίαν ἐξῆγε τὸν
Ἰσραήλ· διὸ καὶ Θεοῦ ῥάβδον ταύτην ὠνόμαζε. Γέ-
 
189

 495. Προκόπιος. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D. 5-6) P.


2420 line 27

 ἔλεος καὶ δικαιοσύνην. Ταῦτα δὲ ἔσται τοῦ σοῦ   (25)


κτίστου προστάξαντος. Τῷ γὰρ ἐξ οὐκ ὄντων παρ-
αγαγόντι σε δυνάμει ποιητικῇ ῥᾷστον ἀνανεῶσαι
τὸ δημιούργημα. Τινὲς δέ φασιν ὡς δὴ συνήθως ἡ
Γραφὴ ἐκ τῶν κατὰ μέρος εἰς τὸ καθόλου τὸν λόγον
 

 496. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 24 line 14

 τῆς Αἰγύπτου τιμωρησάμενος· καὶ γέγονε σωφροσύνη μεγάλη ἐν


τῇ γῇ τῆς Αἰγύπτου· κἀκεῖνον δὲ τὸν μοιχὸν ἀνεῖλε, καὶ εὐχαρι-
στήθη. περὶ οὗ ἱστορεῖ ποιητικῶς Ὅμηρος ὁ ποιητὴς ὡς ὁ Ἥλιος,
φησίν, ἤλεγξε τὴν Ἀφροδίτην συμμιγνυμένην νυκτὸς Ἄρεϊ· Ἀφρο-
(15)
δίτην δὲ ἐκάλεσε τὴν ἐπιθυμίαν τῆς πορνείας ἀπὸ τοῦ Ἡλίου βα-
 

 497. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 31 line 7

 οὖσαν καὶ εὐπρεπῆ· καὶ ἐκάλεσε τὰ μέρη ἐκεῖνα εἰς ὄνομα


αὐτῆς   (5)
Εὐρώπεια. ἐξ ἧς ἔσχεν υἱὸν τὸν Μίνω, καθὼς καὶ Εὐριπίδης ὁ
σοφώτατος ποιητικῶς συνεγράψατο, ὅς φησι, Ζεὺς μεταβληθεὶς
εἰς Ταῦρον τὴν Εὐρώπην ἥρπασεν. ἔκτισε δὲ ἐν τῇ αὐτῇ Κρήτῃ
νήσῳ ὁ αὐτὸς Ταῦρος βασιλεὺς πόλιν μεγάλην, ἣν ἐκάλεσε Γόρ-
 

 498. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 40 line 13

 φλέβας καὶ νεῦρα καὶ αἷμα, καὶ ζωογονεῖται βρέφος καὶ τίκτεται·
ἅτινα ὁ σοφώτατος Κεφαλίων συνεγράψατο. ὁ γὰρ σοφώτατος
Σοφοκλῆς δρᾶμα ἐξέθετο καὶ ποιητικῶς εἶπεν ὅτι τὴν Παλλάδα
εἶδε λουομένην καὶ γυνὴ ἐγένετο· ὁ Τειρεσίας, φησί, τὴν σοφίαν
τοῦ δημιουργοῦ ἐζήτησε γνῶναι καὶ οὐκ ἠδυνήθη· ὅθεν
ἐξέθετο   (15)
 

 499. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 49 line 12


190

 Δίρκης ἀνήρ, ὁ θεῖος αὐτῶν, ἐτελεύτα ἐν τῷ πολέμῳ. ἅτινα    (10)


συνεγράψατο Κεφαλίων μετὰ ἀληθείας· ὁ γὰρ σοφώτατος Εὐρι-
πίδης ποιητικῶς ἐξέθετο δρᾶμα ὡς ὅτι ὁ Ζεὺς εἰς Σάτυρον [με-
ταβληθεὶς] ἔφθειρε τὴν Ἀντιόπην, κἀκεῖθεν ἐγεννήθη ὁ Ζῆθος
καὶ ὁ Ἀμφίων οἱ μουσικοί. κατὰ δὲ μετάστασιν μετεμψυχώσεως
 

 500. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 53 line 12

 ἤτοι Βοιωτῶν, κατασχοῦσα ἔτη τξθʹ. τὰ δὲ προγεγραμμένα   (10)


ταῦτα πάντα ὁ σοφώτατος Παλαίφατος ἀληθῆ ἐξέθετο. ὁ γὰρ
σοφώτατος Εὐριπίδης ποιητικῶς ἐξέθετο δρᾶμα περὶ τοῦ Οἰδί-
ποδος καὶ τῆς Ἰοκάστης καὶ τῆς Σφιγγός. τὰ γὰρ τῶν Θηβῶν
βασίλεια Ἀφρικανὸς ὁ χρονογράφος ἐξέθετο.

 501. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 73 line 3

 (73) αἰτησαμένου διὰ ἰδίας αὐτοῦ εὐχῆς μαθεῖν παρὰ τοῦ Φοίβου


Τι-
τᾶνος ἡλίου τὴν θεογονίαν καὶ τὴν τοῦ κόσμου κτίσιν καὶ τίς
ἐποίησεν αὐτήν. ἐμφέρεται γὰρ ἐν τῇ αὐτοῦ ἐκθέσει διὰ ποιητι-
κῶν στίχων οὕτως.
    Ὦ ἄναξ, Λητοῦς υἱέ, ἑκατηβόλε, Φοῖβε κραταιέ,    (5)
ὦ δέσποτα, ἡμέρας υἱέ, ὁ τὰ πάντα πόῤῥωθεν ταῖς ἀκτῖσί σου
 

 502. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 73 line 17

 σοῦ εἰρηκότος μοι, σὲ δ’ αὐτὸν τὸν ἀπὸ μακρόθεν λάμπον-   (15)


τα τίθημι. καὶ ἄλλους δὲ πολλοὺς περὶ τούτου εἶπε στίχους ὁ
αὐτὸς Ὀρφεύς· ἔφρασε δὲ ὡς ἐκ τῶν προειρημένων στίχων ποιη-
τικῶν ἐξέθετο· καὶ οὐκ ἐνεδέχετο ἐντάξαι τὸ πλῆθος τῶν στίχων
(74) ἐν τῇ συγγραφῇ ταύτῃ. ἔστι δὲ ἅπερ ἐξέθετο Ὀρφεὺς ταῦτα.
ὅτι ἐξ ἀρχῆς ἀνεδείχθη τῷ χρόνῳ ὁ αἰθὴρ ἀπὸ τοῦ θεοῦ δημιουρ-
 

 503. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 75 line 7

 νετο, καὶ αὐτός ἐστι τὰ πάντα.   (5)


  Περὶ δὲ τοῦ ταλαιπώρου γένους τῶν ἀνθρώπων ὁ αὐτὸς Ὀρ-
φεὺς ἐξέθετο ποιητικῶς στίχους πολλούς, ὧν μέρος εἰσὶν οὗτοι.
    θῆρές τε οἰωνοί τε βροτῶν τ’ ἀλιτήρια φῦλα,
191

ἑρμηνεία. θηρία, ὄρνεά τε, τῶν ἀνθρώπων τὰ καταναλισκό-


 

 504. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 83 line 5

 νελάῳ, τῷ βασιλεῖ τῶν Ἀργείων, συντρόφῳ τοῦ Ἀγαμέμνονος,


καθὼς Παλαίφατος ὁ σοφώτατος συνεγράψατο, ὅτι μάτην οἱ
ποιηταὶ ἱστοροῦσι ποιητικῶς λέγοντες ὅτι ὁ Ζεὺς γέγονε κύκνος
(5)
καὶ Λήδαν ᾔσχυνε.
  Τῆς δὲ τῶν Φρυγῶν χώρας ἐπὶ τῶν χρόνων τοῦ Σαμψὼν
 

 505. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 88 line 14

 στης πόθος τῆς Φαίδρας ὁ πρὸς Ἱππόλυτον, τὸν πρόγονον αὐτῆς,


υἱὸν δὲ Θησέως ἐκ παλλακῆς· περὶ ἧς ὁ σοφώτατος Εὐριπίδης
μετὰ ταῦτα συνεγράψατο δρᾶμα ποιητικῶς. μετὰ οὖν νβʹ ἔτη
τοῦ τελευτῆσαι τὴν Πασιφάην ἐστὶ τὰ κατὰ τὴν Φαίδραν, κα-
(15)
θὼς ὁ σοφώτατος Δομνῖνος ὁ χρονογράφος ὑπεμνημάτισε. τῇ
 

 506. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 90 line 3

 (90) Κεφαλίων ὁ σοφώτατος συνεγράψατο ταῦτα, λέγων ὅτι μάτην


πε-
ρὶ τῆς σώφρονος Φαίδρας τὸν κατὰ Ἱππόλυτον πόθον ἐμυθολό-
γησαν, ποιητικῶς περὶ τῆς αὐτῆς πλασάμενοι.
  Ἐν αὐτοῖς δὲ τοῖς χρόνοις ἐβασίλευσε τῶν Λακεδαιμονίων
πρῶτος Εὐρυσθεὺς ἔτη μβʹ, καὶ ἄλλοι βασιλεῖς μετ’ αὐτὸν ηʹ,
ὁμοῦ   (5)
 

 507. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 117 line 15

 αὐτοῦ θυγατέρα ἀφελόμενος. ἥντινα ἑρμηνείαν ὁ σοφώτατος


Φειδίας ὁ Κορίνθιος ἐξέθετο, εἰρηκὼς ὅτι ὁ σοφὸς Εὐριπίδης
ποιητικῶς πάντα μετέφρασε, μὴ συμφωνήσας τῷ σοφωτάτῳ    (15)
Ὁμήρῳ ἐκθεμένῳ τὴν Ὀδυσσέως πλάνην.
  Ὁ δὲ Ὀδυσσεὺς ἀπὸ τῆς Σικελίας ἦλθεν εἰς τὰς Αἰολίας νή-
 
192

 508. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 119 line 23

 αὐτῆς ὀλίγον καιρόν, συμμιγεὶς αὐτῇ πρὸς γάμον, ἐκείνης βου-


ληθείσης· περὶ ἧς Κίρκης ἐξέθεντο ταῦτα οἱ σοφώτατοι Σίσυφος
Κῷος καὶ Δίκτυς ἐκ τῆς Κρήτης. ὁ δὲ σοφώτατος Ὅμηρος ποιη-
(120) τικῶς ἔφρασεν ὅτι διὰ πόματος μαγικοῦ τοὺς
συλλαμβανομένους
πρὸς αὐτὴν ἄνδρας μετεμόρφου, ποιοῦσα τοὺς μὲν λεοντομόρ-
φους, τοὺς δὲ κυνοκεφάλους, ἄλλους δὲ συομόρφους, ἑτέρους
 

 509. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 120 line 5

 φους, τοὺς δὲ κυνοκεφάλους, ἄλλους δὲ συομόρφους, ἑτέρους


δὲ ἀρκομόρφους καὶ χοιροκεφάλους. ὁ δὲ προγεγραμμένος σοφὸς
Φειδαλίος ὁ Κορίνθιος ἐξέθετο τὴν ποιητικὴν ταύτην
σύνταξιν   (5)
ἑρμηνεύσας οὕτως. ὅτι τῇ Κίρκῃ οὐδὲν ἥρμοζε πρὸς ἣν ἠβού-
λετο ἐπιθυμίαν πολυοχλίαν ποιεῖν τοὺς ἀνθρώπους θηριομόρ-
 

 510. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 137 line 13

 νίψαι ἐν ἁλίᾳ δρόσῳ. καὶ πέμψασα Σκύθας συνέσχεν αὐτούς·


καὶ ἤχθησαν εἰς θυσίαν δέσμιοι· καθὼς ὁ σοφώτατος Εὐριπίδης
ἐξέθετο δρᾶμα ποιητικῶς, ὧν μέρος ὀλίγον ἐστὶ ταῦτα.
  Καὶ δεσμευθέντων αὐτῶν, ἐκέλευσεν ἀφορισθῆναι τὸν ἕνα,
καὶ ἀχθῆναι τὸν ἄλλον εἰς θυσίαν. καὶ ἀφώρισαν παρὰ μίαν οἱ
(15)
 

 511. Ιωάννης Μαλαλάς. Χρονογραφία. (A.D. 5-6) P. 204 line 8

 μα ζῶντος καὶ ἑστῶτος καλεῖ. ἥντινα πόλιν εἰς ὄνομα Ἀντιόχου


τοῦ ἰδίου αὐτοῦ υἱοῦ, ὡς προείρηται, ἐκάλεσε. πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα
ὁ αὐτὸς σοφώτατος Παυσανίας ποιητικῶς συνεγράψατο.
  Ὁ δὲ αὐτὸς Σέλευκος καὶ εἰς τὴν Ἡρακλεῖδα τήν ποτε πόλιν,
νυνὶ δὲ λεγομένην Δάφνην, ἐφύτευσε τὰς κυπαρίσσους πλησίον
τοῦ    (10)
 

 512. Ολυμπιόδωρος Διάκονος. Commentarii in Ecclesiasten


{2865.002} (A.D. 6) Vol. 93 p. 497 line 29
193

 χθησα τοῦ ποιεῖν· καὶ ἰδοὺ τὰ πάντα ματαιότης καὶ


προαίρεσις πνεύματος.» Ταῦτα, φησὶ, πάντα κατα-
πραξάμενος διὰ τῶν δραστικῶν μου καὶ ποιητικῶν
δυνάμεων, εὗρον ὅτι πάντα ἀνθρώπινα ἐπιτηδεύματα   (30)
ματαιότης εἰσὶ, καὶ οὐδὲν περισσόν ἐστι τοῖς περὶ
 

 513. Ολυμπιόδωρος Διάκονος. Commentarii in Jeremiam (in


catenis) {2865.003} (A.D. 6) Vol. 93 p. 629 line 14

 ἔπληττον τὸν ἀκροατήν. Ἡ γὰρ ῥάβδος πληγῆς ἐστι


σύμβολον.
  Λόγος, τὸ κάρυον ἀγρυπνίας εἶναι ποιητικόν· εἶναι
δὲ καὶ εὔθραστον τὸ ξύλον, καὶ σημαίνει τὴν με-   (15)
τριωτέραν ὀργήν· ὡς ἀγρυπνοῦντος μὲν τοῦ Θεοῦ
 

 514. SIMPLICIUS Phil. Commentarius in Epicteti enchiridion


{4013.006} (A.D. 6) P. 80 line 19

 καίως. Καὶ γὰρ τὸν ἰατρὸν σήποντα τὰ ἀποστήματα,


καὶ τέμνοντα τὸ σῶμα, καὶ καίοντα καὶ ἀποκόπτοντα τὰ
μόρια, οὐδεὶς νόσου λέγει ποιητικὸν, ἀλλ’ ὑγιείας· ἐπειδὴ
ἀδύνατον ἦν χωρὶς τούτων ἐκείνους ὑγιασθῆναι τοὺς   (20)
ἀνθρώπους. Ἀλλὰ καὶ ἡ θεία δίκη τὸ τιμωρὸν εἶδος
 

 515. SIMPLICIUS Phil. Commentarius in Epicteti enchiridion


{4013.006} (A.D. 6) P. 120 line 19

   [IN CAP. XXXIII, § 11.] Μετὰ τὰς θέας περὶ τῶν


ἀκροάσεων λέγει, ἃς οἱ περὶ λόγους ἔχοντες ῥητορικούς
τε καὶ ποιητικοὺς εἰς ἐπίδειξιν τῆς ἑαυτῶν εὐγλωττίας
ποιοῦνται· ποτὲ μὲν ἐγκωμιάζοντες τινὰς τῶν ἐν δυνά-    (20)
μει, ποτὲ δὲ πάτρια πόλεων λέγοντες, ἢ τόπους ἐκφρά-
 

 516. SIMPLICIUS Phil. Commentarius in Epicteti enchiridion


{4013.006} (A.D. 6) P. 137 line 24

 μὴν τοῦ ἀνδρὸς ἀνατεθέντα. Εὔχεται δὲ οὗτος ἐν τοῖς


ἰαμβείοις τούτοις, ἄγεσθαι ὑπὸ θεοῦ, καὶ τῆς ἀπ’ αὐ-
τοῦ διὰ πάντων ἐν τάξει φοιτώσης αἰτίας ποιητικῆς τε
194

καὶ κινητικῆς· ἣν Πεπρωμένην καὶ Εἱμαρμένην ἐκάλει·    (25)


ἐπαγγελλόμενος, ἄοκνος καὶ ἑκὼν ἕψεσθαι. Ἂν γὰρ
 

 517. MAXIMUS CONFESSOR Theol. Mystagogia {2892.049}


(A.D. 6-7) Ch. 5 line 156

 καὶ ὡς τοῖς αἰτίοις τὰ αἰτιατά, καὶ ταῖς δυνάμεσι τὰς ἐνερ-


γείας σωφρόνως συνημμένας Θεῷ προσκομίσασα, καὶ
ἀντιλα-   (155)
βοῦσα τούτων τὴν ποιητικὴν τῆς ἁπλότητος θέωσιν.
  Ἐνέργεια γάρ ἐστι καὶ φανέρωσις τοῦ μὲν νοῦ ὁ λόγος
ὡς αἰτίας αἰτιατόν· καὶ τῆς σοφίας ἡ φρόνησις, καὶ τῆς θεω-
 

 518. JOANNES Med. Commentarii in Hippocratis librum de


natura pueri {0727.001} (A.D. 7) Vol. 2 p. 220 line 9

 τὸ χορίον, βούλεται ἀποδεῖξαι πῶς οἱ ἄλλοι δύο ὑμένες


γίνονται, ὅ τε ἀμνειὸς καὶ ὁ ἀλλαντοειδής. καὶ αὐτὸς
μὲν αἰτιᾶται τὴν θερμότητα ποιητικὴν εἶναι τούτων τῶν
ὑμένων αἰτίαν, ἡμεῖς δὲ τὴν διαπλαστικὴν δύναμίν φα-    (10)
μεν εἶναι ποιητικὸν αἴτιον, ὀργανικὸν δὲ τὴν θερμότητα,
 

 519. JOANNES Med. Commentarii in Hippocratis librum de


natura pueri {0727.001} (A.D. 7) Vol. 2 p. 220 line 11

 μὲν αἰτιᾶται τὴν θερμότητα ποιητικὴν εἶναι τούτων τῶν


ὑμένων αἰτίαν, ἡμεῖς δὲ τὴν διαπλαστικὴν δύναμίν φα-    (10)
μεν εἶναι ποιητικὸν αἴτιον, ὀργανικὸν δὲ τὴν θερμότητα,
ἐπεί τινι λόγῳ, τῆς θερμότητος ὁμοιομεροῦς οὔσης ἐν
ὅλῳ τῷ ἐμβρύῳ, τὸν μὲν ἀμνειὸν ὅλον τὸ βρέφος σκέ-
 

 520. JOANNES Med. Commentarii in Hippocratis librum de


natura pueri {0727.001} (A.D. 7) Vol. 2 p. 227 line 1

   Εἰ γὰρ τρέφεται ἀπὸ τοῦ στόματος, δηλονότι καὶ ἡ   (30)


κόπρος δι’ ἕδρας ἔρχεται. κύσσαρον γὰρ νῦν λέγει τὴν
(227) ἕδραν ποιητικῶς ἀντὶ τοῦ κύντερον, παρὰ τὸ ἔσχατον
εἶναι τοῦτο τὸ μόριον, φημὶ δὲ τὴν ἀρχήν. Πρᾶξις ἑβδόμη.   
195

 521. JOANNES Med. Commentarii in Hippocratis librum de


natura pueri {0727.001} (A.D. 7) Vol. 2 p. 235 line 1

 ποιεῖν σφαῖραν, καὶ τὸ πνεῦμα ποιεῖν ὀστᾶ, πότερον


πνευματικὸς ὑπῆρχε; φαμὲν ὅτι οὐκ ἦν πνευματικὸς, ἀλλ’
(235) εἰώθαμεν τὸ ποιητικὸν ἐξ ἑνὸς ὀργάνου ἀεὶ ὀνομάζειν.
ἀεὶ γάρ φαμεν, καλλίχειρ εἰργάσατο τὸν οἶκον, καίτοι
χωρὶς λίθων οὐκ εἰργάσατο, καλὸς σίδηρος ἔτεμε τὰ
 

 522.Ιωάννης Δαμασκηνός. Sacra parallela (recensiones


secundum alphabeti litteras dispositae, quae tres libros conflant)
(fragmenta e cod. Vat. Gr. 1236) {2934.018} (A.D. 7-8) Vol. 95 p.
1101 line 27

 κάλλος, καὶ ῥώμην, ἐξ ἀσθενοῦς καὶ βραχέος μετα-    (25)


βάλλων, εἰ μὴ αὐτὸς οὗτος ὁ ἀριστοτέχνης, ὡς ἔφην,
Θεὸς, τῇ ποιητικῇ δυνάμει μετασχηματίζων, καὶ
μεταζωγραφῶν τὰς ἰδέας; Ὁ Θεὸς ἀθανασία ἐστὶ,
καὶ ζωὴ, καὶ ἀφθαρσία· ἔργον δὲ ἄνθρωπος Θεοῦ·
 

 523.Ιωάννης Δαμασκηνός. Sacra parallela (recensiones


secundum alphabeti litteras dispositae, quae tres libros conflant)
(fragmenta e cod. Vat. Gr. 1236) {2934.018} (A.D. 7-8) Vol. 96 p.
341 line 19

 τος· καρπὸς δὲ δικαιοσύνης ἐν εἰρήνῃ σπείρεται τοῖς


ποιοῦσιν εἰρήνην.»
  Ῥητορικὴ καὶ ποιητικὴ, καὶ ἡ τῶν σοφισμάτων
εὕρεσις, πολλοὺς ἀπεσχόλησεν, ὧν ὕλη τὸ ψεῦδός   (20)
ἐστιν. Οὔτε γὰρ ποιητικὴ συστῆναι δύναται ἄνευ
 

 524.Ιωάννης Δαμασκηνός. Sacra parallela (recensiones


secundum alphabeti litteras dispositae, quae tres libros conflant)
(fragmenta e cod. Vat. Gr. 1236) {2934.018} (A.D. 7-8) Vol. 96 p.
341 line 21

   Ῥητορικὴ καὶ ποιητικὴ, καὶ ἡ τῶν σοφισμάτων


εὕρεσις, πολλοὺς ἀπεσχόλησεν, ὧν ὕλη τὸ ψεῦδός   (20)
ἐστιν. Οὔτε γὰρ ποιητικὴ συστῆναι δύναται ἄνευ
196

τοῦ μύθου, οὔτε ῥητορικὴ ἄνευ τῆς ἐν τῷ λέγειν


τέχνης, οὔτε σοφιστικὴ ἄνευ τῶν παραλογισμῶν.
 

 525.Ιωάννης Δαμασκηνός. De sancta trinitate (fragmentum)


[Dub.] {2934.035} (A.D. 7-8) Vol. 95 p. 12 line 27

 τῆς θεότητος, Λόγος ἐνεργὸς, σοφία τῆς τῶν ὅλων   (25)


στάσεως περιεκτικὴ, καὶ δύναμις τῆς ὅλης κτίσεως
ποιητικὴ, Υἱὸς ἀληθινὸς ἀληθινοῦ Πατρὸς, ἀόρατος
ἀοράτου, καὶ ἄφθαρτος ἀφθάρτου, καὶ ἀθάνατος
ἀθανάτου, καὶ ἀΐδιος ἀϊδίου· καὶ ἓν Πνεῦμα ἅγιον,
 

 526.Ιωάννης Δαμασκηνός. Commentarii in epistulas Pauli [Dub.]


{2934.053} (A.D. 7-8) Vol. 95 column 548 line 24

 πᾷν.»
  Πάλιν ἐπὶ τὴν μητέρα τῶν ἀγαθῶν καταφεύγει,
καὶ τὴν διδάσκαλον καὶ ποιητικὴν ἀρετῆς ἁπάσης,
τὴν ἀγάπην φημί.   (25)
  «Ὁ γὰρ ἀγαπῶν τὸν ἕτεραν, νόμον πεπλήρωκεν.
 

 527. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio


recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 136 line 10

 τὴν μέθην τοῖς ἀνθρώποις προσήνεγκεν· ἡ δὲ σο-


φιστικὴ ἐν τρίβωνι λευκῷ καὶ πώγωνι μακρῷ καὶ
κόμῃ κεφαλῆς τὴν φιλοσοφίαν ὁριζομένη, τῆς ποιη-   (10)
τικῆς θεολογίας τὸ καταγέλαστον ὁρῶσα, ἑτέρας
πλάνης ἐνενόησεν ἀτραποὺς, εἰς αὐτὸ τὸ ποιητικὸν
ἐκεῖνο βάραθρον ἀπαγούσας. Οἱ μὲν γὰρ τῇ κομ-
 

 528. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio


recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 136 line 12

 κόμῃ κεφαλῆς τὴν φιλοσοφίαν ὁριζομένη, τῆς ποιη-   (10)


τικῆς θεολογίας τὸ καταγέλαστον ὁρῶσα, ἑτέρας
πλάνης ἐνενόησεν ἀτραποὺς, εἰς αὐτὸ τὸ ποιητικὸν
ἐκεῖνο βάραθρον ἀπαγούσας. Οἱ μὲν γὰρ τῇ κομ-
197

ψείᾳ τοῦ λόγου καὶ τῇ τῶν ἐνθυμημάτων δεινότητι


 

 529. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio


recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 136 line 15

 ἐκεῖνο βάραθρον ἀπαγούσας. Οἱ μὲν γὰρ τῇ κομ-


ψείᾳ τοῦ λόγου καὶ τῇ τῶν ἐνθυμημάτων δεινότητι
τῇ ποιητικῇ τὴν περὶ τῶν θεῶν αἰσχρουργίαν καὶ    (15)
αἰσχρολογίαν ἐκάλυψαν· οἱ δὲ τοῖς πάθεσι τὴν
θείαν προσηγορίαν ἔθεσαν, καὶ τὴν μὲν ἡδονὴν, ὡς
 

 530. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio


recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 648 line 14

 φάναι καὶ ἐν γράμμασι 431 καταλεῖψαι. Δύο μὲν


γὰρ (εἶπεν) εἶναι τὰς τοῦ ὄντως ὄντος δυνάμεις,
ὧν ἡ μὲν ποιητικὴ καὶ τιμωρητικὴ Κύριος, οὐ
Θεὸς, ἡ δὲ βασιλικὴ καὶ τιμωρητικὴ Κύριος, οὐ    (15)
πόῤῥω βαίνων τοῦ φήσαντος· «Χριστὸς Θεοῦ δύναμις
 

 531. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio


recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 668 line 9

 οὕτως ὁ ἀνόσιος ἔσπευδε καταμιαίνειν πάντας).


(5) Ἐξέθετο δὲ κανόνας ὥστε Χριστιανοὺς μὴ
στρατεύεσθαι μήτε ποιητικῶν, ἢ ῥητορικῶν, ἢ φι-
λοσοφικῶν ἅπτεσθαι μαθημάτων· 446 «Ἐκ    (10)
γὰρ τῶν ἡμετέρων, φησὶν, ὁπλιζόμενοι γραμμάτων,
 

 532. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio


recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 1028 line 7

 προσθεὶς ὅτι «Κἂν μὴ ὦσι καλοὶ, μή σοι μελέτω.»    (5)


Τοῦτο δὲ εἶπεν εἰδὼς αὐτοὺς ὡς σοφωτάτους καὶ
ἄριστα ἠσκημένους τῶν ποιητικῶν σχημάτων τὴν
ἀκρίβειαν, ἐπειπόντος τινός· «Οὐδὲ ἄξιοί εἰσιν,
ἵνα καλοὶ ὦσιν οἱ ἴαμβοι.» Οἱ δὲ εἶπον· «Γράφε,
 
198

 533. Φώτιος. Lexicon (Ε—Ω) {4040.030} (A.D. 9) Alphabetic


letter epsilon P. 49 line 5

 Ἑώς: ἡ πρὸ τῆς τοῦ ἡλίου ἀνατολῆς ὥρα.


Ἑώς: οὐχὶ ἠὼς τὸ Ἀττικόν ἐστι· Ξενοφῶν δὲ ἠὼς
  λέγει ποιητικῶς κατακόρως ἐν Κύρου παιδεία· ἤν   (5)
  τε πρὸς ἠῶ, ἤν τε πρὸς ἑσπέραν.
Ἑώνυχον: ἡμερονύκτιον.
 

 534. Φώτιος. Lexicon (Ε—Ω) {4040.030} (A.D. 9) Alphabetic


letter zeta P. 55 line 24

 Ζῶον: καὶ τὸ ἀληθινὸν καὶ τὸ γεγραμμένον λέγουσι.


Ζωοδότειρα: ζωὴν παρέχουσα.
Ζώπυρα: τοῦ ζῆν ποιητικά.
Ζώπυρα: φυσητῆρες ὅθεν οἱ χαλκεῖς τὸ πῦρ φυσῶσι.   (25)
Ζώπυρα: λείψανα.
 

 535. Φώτιος. Lexicon (Ε—Ω) {4040.030} (A.D. 9) Alphabetic


letter mu P. 277 line 21

   ὅμοια.
Μουσικήν: καὶ τὴν μαντείαν οἱ παλαιοὶ καὶ τὴν   (20)
  ποιητικήν· λέγεται δὲ καὶ τὸ εὐπαίδευτον καὶ ἐπι-
  δέξιον μουσικόν· καὶ τὸ ἐμμελές.
Μοχθεῖ: κακοπαθεῖ.
 

 536. LEXICA SEGUERIANA LexicoGr. Anonymus antatticista (e


cod. Coislin. 345) {4289.001} (Varia) Alphabetic entry kappa p.
101 line 32

 Κυντερώτερον καὶ κυντατώτατον: Εὔβουλος     (30)


  Παρμενίσκῳ.
Κυντότατον: Ἀριστοτέλης Περὶ ποιητικῆς Τὸ δὲ
  πάντων κυντότατον.
(102) Κόφινος οὐ ῥητέον φασίν, ἀλλὰ ἄῤῥιχος. Πλάτων
 

 537.Μιχαήλ Ψελλός. De omnifaria doctrina {2702.028} (A.D. 11)


Sec. 87 line 3
199

 (87) Περὶ αἰτιῶν.   

  Αἰτίας ὁ μὲν Ἀριστοτέλης τέσσαρας δογματίζει, ὁ δὲ Πλάτων


ἕξ.   (2)
ἔστι δὲ αἰτία πρώτη μὲν ἡ ποιητική· ὥσπερ τῆς κλίνης πρῶτον
αἴτιον
ὁ κλινοποιός, ὡς ποιητὴς ταύτης. ὑλικὸν δὲ αἴτιον τῆς κλίνης τὸ
ξύλον·
ἄνευ γὰρ ὕλης οὐκ ἂν γένοιτο κλίνη. εἰδικὸν δὲ τὸ σχῆμα ταύτης
καὶ   (5)
 

 538.Μιχαήλ Ψελλός. De omnifaria doctrina {2702.028} (A.D. 11)


Sec. 93 line 4

   Ἐλάχιστα φασὶν οἱ φιλόσοφοι σωμάτια τινὰ ὦν οὐκ ἔστιν


ἕτερα   (2)
σμικρομερέστερα. καὶ ὑποτίθενται ἀμερῆ τινα, ἤτοι σμικρομερῆ,
καὶ
ἄογκα, ἤτοι σμικρομεγέθη, ἀρχὰς τῶν ὄντων· ἀρχὰς δὲ οὐ
ποιητικάς,
ἀλλ’ ὑλικάς. λέγεται πάλιν ἐλάχιστον ἑτέρῳ λόγῳ· οἶον οἱ
ἀριθμητικοὶ   (5)
λέγουσιν ἀριθμοὺς διπλασίους καὶ τριπλασίους καὶ ἑτέρους
τοιούτους,
 

 539.Μιχαήλ Ψελλός. Epitaphius in patriarchem Joannem


Xiphilinum {2702.044} (A.D. 11) P. 433 line 4

 ἐσχήκει οὕτως. Ἦν μὲν πάλαι ἀνὰ τὴν ἡμετέραν πόλιν τεχνῶν


καὶ ἐπιστημῶν διδασκαλεῖα καὶ παιδευτήρια, καὶ σεμνοὶ θρόνοι
καθίστασαν οὐ τῆς πανδήμου μόνης ποιητικῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς τῶν
λόγων τέχνης καὶ τῆς θαυμασιωτάτης φιλοσοφίας, νομικῆς δὲ
τοῖς   (5)
πολλοῖς ἐλάττων φροντίς· οἱ δὲ καιροὶ τὰ πράγματα περιτρέψαν-
 

 540. VITA ET MIRACULA NICONIS HagioGr. Vita et miracula


(e cod. Kutlumus. 210) {5081.002} (A.D. 11-17) P. 202 line 21
200

 ζης αὐτῷ καὶ ἁλῶν κοινωνήσας καὶ συνεστιαθεὶς δι’ ἀγάπης


περιουσίαν
καὶ τὸ ταύτης ἐξόχως καλόν, πολλαπλῆς τε εὐφροσύνης κρατῆρα
αὐτῷ   (20)
κερασάμενος, ἤ, μᾶλλον εἰπεῖν, τὸν ποιητικὸν ἐκεῖνον κυκεῶνα,
κακῶν
ἐπίληθον ἁπάντων, προσέθηκε καὶ ταῦτα, ὅτι, φησί, «καὶ βασιλικῆς
μᾶλ-
λον ἐπιτεύξῃ εὐνοίας καὶ εὐτυχέστερον ἢ πρότερον βιώσεις καὶ
πρὸς μεί-
 

 541. Eustathius MACREMBOLITES Scr. Erot. Hysmine et


Hysminias {3072.001} (A.D. 12) Book 3 sec. 4 line 32

 τἆλλ’ ὁπόσα νὴ τὸν Ἔρωτα πέπονθα. Ἂν τὰ πρόσφορα   (30)


τῇ νυκτὶ ζητήσῃ, συγκοιμηθήσομαι τῇ παρθένῳ, καὶ
νήδυμον τὸν ὕπνον ἀνακηρύξω ποιητικῶς. Ἤδη δέ μοι
τοῖς ὀφθαλμοῖς σπένδεται, καὶ ἤδη κοιμῶμαι.”
(5)     Ἅμα γοῦν ἐγὼ περὶ τὸν ὕπνον καὶ ἡ κόρη περὶ ἐμέ,
 

 542. Ευστάθιος Θεσσαλονίκης. . Exegesis in canonem iambicum


{4083.012} (A.D. 12) Sec. proem line 31

 εἰς ἓν ἄγει σεμνῶς. ὁ μέντοι φυτοσπόρος κοινότερος.


    Τὸ δὲ ἐκ κόλπων Πατρὸς πεμφθῆναι τὸ ἅγιον Πνεῦμα ὁ κανὼν
διδάξει ἐμφανέστερον,   (30)ἐν ᾧ εὑρεθήσεται πάλιν κείμενον καὶ
τὸ γλώσσῃσι, ποιητικῶς Ἰώνων διαλέκτῳ· οἷα γὰρ ἐποποιός, οὐκ
ὀχλεῖται καὶ λέξεσι χρῆσθαι, ὁποίας οἶδε φιλεῖν ἡ ποίησις.
    Σημεῖον δὲ φέρει τῆς τοῦ Υἱοῦ φύτλης τὸ ἅγιον Πνεῦμα οὐχ’ ἕν,
κατὰ τὴν ἑνικὴν προφορὰν
 

 543. Νικηφόρος Γρηγοράς. Epistulae {4145.002} (A.D. 13-14)


Epistle 24a line 15

 εἰς ἰδικώτερα τὰ πάσης σοφίας μετενηνοχότες γένη, ἔπειτα καθ’


ἕκα-
στον ἐκλεγόμενοι παρονομάζοιμέν σε διὰ πάντων ἰόντες ἑξῆς τῶν
σοφί-
ας εἰδῶν. ῥητορικὸν μὲν γὰρ καὶ ποιητικὸν καὶ ἀστρονομικὸν καὶ
πρός   (15)
201

γε δὴ πολιτικὸν καὶ πρακτικὸν καὶ γνωμοδότην λέγοντες, πάνυ τοι


σφόδρα ἀληθεύοιμεν ἂν πάντως· ὅτι δὲ τὰ πλείω γε καὶ οὕτω
παρα-
 

 544. Νικηφόρος Γρηγοράς. Epistulae {4145.002} (A.D. 13-14)


Epistle 24a line 39

 καὶ τὰς ἐκείνων ψυχὰς ἐν ἄλλοις μετεμβιβαζομένας σώμασιν


ὁμιλεῖν
τοῖς ἔτι ζῶσιν ἀνδράσιν· ὥστε δὴ καὶ παρ’ ἡμῖν αὐτοῖς ἀρτίως εἰ
μανίας τρόφιμοι ποιητικῆς ἐγίγνοντό τινες, ἐν ἐξουσίᾳ τοῦ λέγειν
καὶ
πλάττειν τὰ τοιαῦτα καθιστάμενοι, ἀποφαίνεσθαι ἂν
ἐκινδύνευσαν   (40)
Ὅμηρον καὶ Πλάτωνα καὶ Πτολεμαῖον καὶ Πλούταρχον καὶ ὁμοῦ
 

 545. Νικηφόρος Γρηγοράς. Epistulae {4145.002} (A.D. 13-14)


Epistle 24b line 15

 εἰς εἰδικώτερα τὰ πάσης σοφίας μετενηνοχότες γένη, ἔπειτα καθ’


ἕκαστον ἐκλεγόμενοι παρονομάζοιμέν σε διὰ πάντων ἰόντες ἑξῆς
τῶν
σοφίας εἰδῶν. ῥητορικὸν μὲν γὰρ καὶ ποιητικὸν καὶ ἀστρονομικὸν
καὶ    (15)
πρός γε δὴ πολιτικὸν καὶ πραγματικὸν καὶ τὰ τοιαῦτα καλοῦντες,
πάνυ τοι μὲν σφόδρα ἀληθεύοιμεν ἂν πάντως· ὅτι δὲ τὰ πλείω γε
καὶ
 

 546. Νικηφόρος Γρηγοράς. Epistulae {4145.002} (A.D. 13-14)


Epistle 24b line 40

 ἐκείνων ψυχὰς ἐν ἄλλοις μεταβαλλομένας σώμασιν ὁμιλεῖν τοῖς ἔτι


ζῶσιν ἀνδράσιν· ὥστε δὴ καὶ παρ’ ἡμῖν αὐτοῖς ἀρτίως εἰ μανίας
τρόφιμοι ποιητικῆς ἐγίνοντό τινες, ἐν ἐξουσίᾳ τοῦ λέγειν καὶ
πλάττειν   (40)
τοιαῦτα καθιστάμενοι, ἀποφαίνεσθαι ἂν ἐκινδύνευσαν Ὅμηρον
καὶ
Πλάτωνα καὶ Πτολεμαῖον καὶ Πλούταρχον καὶ ὁμοῦ τοὺς ὅσοι
μεγάλοι
 
202

 547. Νικηφόρος Γρηγοράς. Epistulae {4145.002} (A.D. 13-14)


Epistle 69 line 50

 συνίσταται τελεσφόρημα.
  Γῆ μὲν γὰρ καθάπερ ὑλικόν τι γενέσεως αἴτιον ὑποκεῖσθαι τέτα-
κται, ποιητικὸν δ’ ὅσα οὐράνια. καὶ ἵνα ἀπὸ τῶν ἐμφανεστέρων
ἀρξώ-   (50)
μεθα τοῖς πολλοῖς, ὅπερ ἥλιος πρὸς ὅλον ἐνιαύσιον κύκλον, τοῦτο
σελήνη πρὸς δωδεκατημόριον φάναι αὐτοῦ, ἄλλα ἄλλως κινοῦσα
τῶν
 

 548. SCHOLIA IN AESCHYLUM Schol. Scholia in Persas


(scholia vetera) (e cod. Mediceo 32.9) {5010.011} (Varia)
Scholion 315 line 3

 (315) ταῦτα οὐκ ἔχει τὸν


Αἰγύπτιον χαρακτῆρα,
ἀλλὰ ποιητικῶς διαπέπλαται.
(319) τινὲς ἀντὶ γενικῆς

Περί ποιήσεως

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum (0004: 001)Diogenis Laertii


vitae philosophorum, 2 vols.”, Ed. Long, H.S.Oxford: Clarendon Press,
1964, Repr. 1966.Book 2, sec. 122, line 15

  
  Περὶ τιμῆς,
  Περὶ ποιήσεως,
  Περὶ εὐπαθείας,
  Περὶ ἔρωτος,  
  Περὶ φιλοσοφίας,
  Περὶ ἐπιστήμης,
  Περὶ μουσικῆς,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. “Athenaei Naucratitae deipnosophistarum


libri xv, 3 vols.”, Ed. Kaibel, G.Leipzig: Teubner, 1–2:1887; 3:1890,
203

Repr. 1–2:1965; 3:1966.Book 3, Kaibel paragraph 51, line 16

...ἤδη 'στὶ καὶ λέγειν ἡμᾶς. τοῖς δὲ κυνικοῖς τοῦτο


παρακελεύομαι σιωπᾶν κεχορτασμένοις ἀφειδῶς, πλὴν
εἰ μὴ καὶ τῶν σιαγόνων καὶ τῶν κεφαλῶν κατατρῶξαι
βούλονται καὶ τὰ ὀστᾶ, ὧν οὐδεὶς φθόνος αὐτοῖς
ἀπολαύειν ὡς κυσί· τοῦτο γάρ εἰσι καὶ εὔχονται κα-
λεῖσθαι.
 νόμος δὲ λείψαν' ἐκβάλλειν κυσίν,
ἐν Κρήσσαις ὁ Εὐριπίδης ἔφη (fr. 472 N). πάντα γὰρ
ἐσθίειν καὶ πίνειν θέλουσιν, ἐπὶ νοῦν οὐ λαμβάνοντες
ὅπερ ὁ θεῖος Πλάτων ἔφη ἐν Πρωταγόρᾳ (p. 347 c)·
’τὸ περὶ ποιήσεως διαλέγεσθαι ὁμοιότατον εἶναι τοῖς
συμποσίοις τοῖς τῶν φαύλων καὶ ἀγοραίων ἀνθρώ-
πων. καὶ γὰρ οὗτοι διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ἀλλήλοις δι'
αὑτῶν συνεῖναι ἐν τῷ πότῳ μηδὲ διὰ τῆς ἑαυτῶν
φωνῆς καὶ λόγων τῶν ἑαυτῶν ὑπὸ ἀπαιδευσίας τιμίας
ποιοῦσι τὰς αὐλητρίδας, πολλοῦ μισθούμενοι ἀλλο-
τρίαν φωνὴν τὴν τῶν αὐλῶν, καὶ διὰ τῆς ἐκείνων
φωνῆς ἀλλήλοις ξύνεισιν. ὅπου δὲ καλοὶ καὶ ἀγαθοὶ
ξυμπόται καὶ πεπαιδευμένοι εἰσίν, οὐκ ἂν ἴδοις οὔτε
αὐλητρίδας οὔτε ὀρχηστρίδας οὔτε ψαλτρίας, ἀλλ'
αὐτοὺς ἑαυτοῖς ἱκανοὺς ὄντας συνεῖναι ἄνευ τῶν

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (epitome) (0008: 003)


“Athenaei dipnosophistarum epitome, vols. 2.1–2.2”, Ed. Peppink, S.P.
Leiden: Brill, 2.1:1937; 2.2:1939.Vol. 2,1, p. 16, line 30

οὐ πολὺ τὸ τρόφιμον καὶ λιπαρὸν ἐν ἑαυτοῖς ἔχουσιν. ὅτι Θυμοίτου βασι-


λεύοντος Μέλανθος ὁ Μεσσήνιος ἐκπεσὼν τῆς πατρίδος ἐπήρετο τὴν
Πυθίαν
ὅποι κατοικῇ. ἣ δὲ ἔφη, ἔνθα ἂν ξενίοις πρῶτον τιμηθῇ τοὺς πόδας αὐτῷ
καὶ τὴν κεφαλὴν ἐπὶ τῷ δείπνῳ παραθέντων. καὶ τοῦτ' ἐγένετο αὐτῷ ἐν
Ἐλευσῖνι· τῶν ἱερειῶν γὰρ πάτριόν τινα ἑορτὴν ἐπιτελουσῶν καὶ πάντα
τὰ
κρέα κατηναλωκυιῶν, τῶν δὲ πόδων καὶ τῆς κεφαλῆς ὑπολοίπων ὄντων
ταῦτα τῷ Μελάνθῳ ἀπέστειλαν.       
 μήτρα, φησί, ἑξῆς ἐπεισηνέχθη ἱκανῶς γεγαστρισμένοις ἡμῖν,
μητρόπολις
τις ὡς ἀληθῶς οὖσα καὶ μήτηρ τῶν Ἱπποκράτους υἱῶν, οὓς εἰς ὑωδίαν
κωμῳδουμένους οἶδα. Πλάτων ἐν Πρωταγόρᾳ φησί· τὸ περὶ ποιήσεως
διαλέγεσθαι ὁμοιότατον εἶναι τοῖς συμποσίοις τοῖς τῶν φαύλων καὶ
204

ἀγοραίων
ἀνθρώπων. καὶ γὰρ οὗτοι διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ἀλλήλοις δι' αὐτῶν
συνεῖναι
ἐν τῷ πότῳ μηδὲ διὰ τῆς ἑαυτῶν φωνῆς καὶ λόγων τῶν ἑαυτῶν ὑπὸ
ἀπαιδευσίας
τιμίας ποιοῦσι τὰς αὐλητρίδας, πολλοῦ μισθούμενοι ἀλλοτρίαν φωνὴν
τὴν
τῶν αὐλῶν, καὶ διὰ τῆς ἐκείνων φωνῆς ἀλλήλοις ξύνεισιν. ὅπου δὲ καλοὶ
καὶ ἀγαθοὶ ξυμπόται καὶ πεπαιδευμένοι εἰσίν, οὐκ ἂν ἴδοις οὔτε αὐλη-
τρίδας οὔτε ὀρχηστρίδας οὔτε ψαλτρίας, ἀλλ' αὐτοὺς ἑαυτοῖς ἱκανοὺς  
ὄντας ξυνεῖναι ἄνευ τῶν λήρων τε καὶ παιδιῶν τούτων διὰ τῆς ἑαυτῶν
φωνῆς, λέγοντάς τε καὶ ἀκούοντας ἐν μέρει ἑαυτῶν κοσμίως, κἂν πάνυ

Πλάτων. Protagoras (0059: 022)“Plato nis opera, vol. 3”, Ed. Burnet, J.
Oxford: Clarendon Press, 1903, Repr. 1968.Stephanus p. 347, sec. c, li3

 Καὶ ὁ Ἀλκιβιάδης, Ναί, ἔφη, ὦ Ἱππία, εἰς αὖθίς γε· νῦν


δὲ δίκαιόν ἐστιν ἃ ὡμολογησάτην πρὸς ἀλλήλω Πρωταγόρας
καὶ Σωκράτης, Πρωταγόρας μὲν εἰ ἔτι βούλεται ἐρωτᾶν,  
ἀποκρίνεσθαι Σωκράτη, εἰ δὲ δὴ βούλεται Σωκράτει ἀποκρί-
νεσθαι, ἐρωτᾶν τὸν ἕτερον.
 Καὶ ἐγὼ εἶπον· Ἐπιτρέπω μὲν ἔγωγε Πρωταγόρᾳ ὁπότερον
αὐτῷ ἥδιον· εἰ δὲ βούλεται, περὶ μὲν ᾀσμάτων τε καὶ ἐπῶν
ἐάσωμεν, περὶ δὲ ὧν τὸ πρῶτον ἐγώ σε ἠρώτησα, ὦ Πρω-
ταγόρα, ἡδέως ἂν ἐπὶ τέλος ἔλθοιμι μετὰ σοῦ σκοπούμενος.
καὶ γὰρ δοκεῖ μοι τὸ περὶ ποιήσεως διαλέγεσθαι ὁμοιότατον
εἶναι τοῖς συμποσίοις τοῖς τῶν φαύλων καὶ ἀγοραίων ἀν-
θρώπων. καὶ γὰρ οὗτοι, διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ἀλλήλοις δι'
ἑαυτῶν συνεῖναι ἐν τῷ πότῳ μηδὲ διὰ τῆς ἑαυτῶν φωνῆς
καὶ τῶν λόγων τῶν ἑαυτῶν ὑπὸ ἀπαιδευσίας, τιμίας ποιοῦσι
τὰς αὐλητρίδας, πολλοῦ μισθούμενοι ἀλλοτρίαν φωνὴν τὴν
τῶν αὐλῶν, καὶ διὰ τῆς ἐκείνων φωνῆς ἀλλήλοις σύνεισιν·
ὅπου δὲ καλοὶ κἀγαθοὶ συμπόται καὶ πεπαιδευμένοι εἰσίν,
οὐκ ἂν ἴδοις οὔτ' αὐλητρίδας οὔτε ὀρχηστρίδας οὔτε ψαλ-
τρίας, ἀλλὰ αὐτοὺς αὑτοῖς ἱκανοὺς ὄντας συνεῖναι ἄνευ τῶν
λήρων τε καὶ παιδιῶν τούτων διὰ τῆς αὑτῶν φωνῆς,

Πλάτων. Πολιτεία (0059: 030)“Plato nis opera, vol. 4”, Ed. Burnet, J.
Oxford: Clarendon Press, 1902, Repr. 1968.Stephanus p. 595, sec. a, line
3

 Μανθάνω, ἔφη· ἐν ᾗ νῦν διήλθομεν οἰκίζοντες πόλει


205

λέγεις, τῇ ἐν λόγοις κειμένῃ, ἐπεὶ γῆς γε οὐδαμοῦ οἶμαι


αὐτὴν εἶναι.
 Ἀλλ', ἦν δ' ἐγώ, ἐν οὐρανῷ ἴσως παράδειγμα ἀνάκειται
τῷ βουλομένῳ ὁρᾶν καὶ ὁρῶντι ἑαυτὸν κατοικίζειν. διαφέρει
δὲ οὐδὲν εἴτε που ἔστιν εἴτε ἔσται· τὰ γὰρ ταύτης μόνης ἂν
πράξειεν, ἄλλης δὲ οὐδεμιᾶς.
 Εἰκός γ', ἔφη.  
 Καὶ μήν, ἦν δ' ἐγώ, πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα περὶ αὐτῆς
ἐννοῶ, ὡς παντὸς ἄρα μᾶλλον ὀρθῶς ᾠκίζομεν τὴν πόλιν,
οὐχ ἥκιστα δὲ ἐνθυμηθεὶς περὶ ποιήσεως λέγω.
 Τὸ ποῖον; ἔφη.
 Τὸ μηδαμῇ παραδέχεσθαι αὐτῆς ὅση μιμητική· παντὸς
γὰρ μᾶλλον οὐ παραδεκτέα νῦν καὶ ἐναργέστερον, ὡς ἐμοὶ
δοκεῖ, φαίνεται, ἐπειδὴ χωρὶς ἕκαστα διῄρηται τὰ τῆς ψυχῆς
εἴδη.  Πῶς λέγεις;
 Ὡς μὲν πρὸς ὑμᾶς εἰρῆσθαι – οὐ γάρ μου κατερεῖτε πρὸς
τοὺς τῆς τραγῳδίας ποιητὰς καὶ τοὺς ἄλλους ἅπαντας τοὺς
μιμητικούς – λώβη ἔοικεν εἶναι πάντα τὰ τοιαῦτα τῆς τῶν
ἀκουόντων διανοίας, ὅσοι μὴ ἔχουσι φάρμακον τὸ εἰδέναι

Πλάτων. Πολιτεία Stephanus p. 607, sec. b, line 2

φιλεῖν μὲν χρὴ καὶ ἀσπάζεσθαι ὡς ὄντας βελτίστους εἰς


ὅσον δύνανται, καὶ συγχωρεῖν Ὅμηρον ποιητικώτατον εἶναι
καὶ πρῶτον τῶν τραγῳδοποιῶν, εἰδέναι δὲ ὅτι ὅσον μόνον
ὕμνους θεοῖς καὶ ἐγκώμια τοῖς ἀγαθοῖς ποιήσεως παραδεκτέον
εἰς πόλιν· εἰ δὲ τὴν ἡδυσμένην Μοῦσαν παραδέξῃ ἐν μέλεσιν
ἢ ἔπεσιν, ἡδονή σοι καὶ λύπη ἐν τῇ πόλει βασιλεύσετον
ἀντὶ νόμου τε καὶ τοῦ κοινῇ ἀεὶ δόξαντος εἶναι βελτίστου
λόγου.  Ἀληθέστατα, ἔφη.
 Ταῦτα δή, ἔφην, ἀπολελογήσθω ἡμῖν ἀναμνησθεῖσιν περὶ  
ποιήσεως, ὅτι εἰκότως ἄρα τότε αὐτὴν ἐκ τῆς πόλεως ἀπε-
στέλλομεν τοιαύτην οὖσαν· ὁ γὰρ λόγος ἡμᾶς ᾕρει. προσεί-
πωμεν δὲ αὐτῇ, μὴ καί τινα σκληρότητα ἡμῶν καὶ ἀγροικίαν
καταγνῷ, ὅτι παλαιὰ μέν τις διαφορὰ φιλοσοφίᾳ τε καὶ
ποιητικῇ· καὶ γὰρ ἡ “λακέρυζα πρὸς δεσπόταν κύων“
ἐκείνη “κραυγάζουσα“ καὶ “μέγας ἐν ἀφρόνων κενε-
αγορίαισι“ καὶ ὁ “τῶν διασόφων ὄχλος κρατῶν“
καὶ οἱ “λεπτῶς μεριμνῶντες,” ὅτι ἄρα “πένονται,”
καὶ ἄλλα μυρία σημεῖα παλαιᾶς ἐναντιώσεως τούτων. ὅμως
206

δὲ εἰρήσθω ὅτι ἡμεῖς γε, εἴ τινα ἔχοι λόγον εἰπεῖν ἡ πρὸς


ἡδονὴν ποιητικὴ καὶ ἡ μίμησις, ὡς χρὴ αὐτὴν εἶναι ἐν πόλει

Πλάτων. Πολιτεία Stephanus p. 608, sec. b, line 2

μέν, ὅμως δὲ ἀπέχονται, καὶ ἡμεῖς οὕτως, διὰ τὸν ἐγγεγονότα


μὲν ἔρωτα τῆς τοιαύτης ποιήσεως ὑπὸ τῆς τῶν καλῶν πολι-
τειῶν τροφῆς, εὖνοι μὲν ἐσόμεθα φανῆναι αὐτὴν ὡς βελτί-
στην καὶ ἀληθεστάτην, ἕως δ' ἂν μὴ οἵα τ' ᾖ ἀπολογήσασθαι,
ἀκροσαόμεθ' αὐτῆς ἐπᾴδοντες ἡμῖν αὐτοῖς τοῦτον τὸν λόγον,
ὃν λέγομεν, καὶ ταύτην τὴν ἐπῳδήν, εὐλαβούμενοι πάλιν
ἐμπεσεῖν εἰς τὸν παιδικόν τε καὶ τὸν τῶν πολλῶν ἔρωτα.
ᾀσόμεθα δ' οὖν ὡς οὐ σπουδαστέον ἐπὶ τῇ τοιαύτῃ ποιήσει
ὡς ἀληθείας τε ἁπτομένῃ καὶ σπουδαίᾳ, ἀλλ' εὐλαβητέον
αὐτὴν ὂν τῷ ἀκροωμένῳ, περὶ τῆς ἐν αὑτῷ πολιτείας δεδιότι,
καὶ νομιστέα ἅπερ εἰρήκαμεν περὶ ποιήσεως.
 Παντάπασιν, ἦ δ' ὅς, σύμφημι.
 Μέγας γάρ, ἔφην, ὁ ἀγών, ὦ φίλε Γλαύκων, μέγας,
οὐχ ὅσος δοκεῖ, τὸ χρηστὸν ἢ κακὸν γενέσθαι, ὥστε οὔτε
τιμῇ ἐπαρθέντα οὔτε χρήμασιν οὔτε ἀρχῇ οὐδεμιᾷ οὐδέ γε
ποιητικῇ ἄξιον ἀμελῆσαι δικαιοσύνης τε καὶ τῆς ἄλλης
ἀρετῆς.
 Σύμφημί σοι, ἔφη, ἐξ ὧν διεληλύθαμεν· οἶμαι δὲ καὶ
ἄλλον ὁντινοῦν.
 Καὶ μήν, ἦν δ' ἐγώ, τά γε μέγιστα ἐπίχειρα ἀρετῆς καὶ
προκείμενα ἆθλα οὐ διεληλύθαμεν.

Αριστοτέλης. Ρητορική. (0086: 038)“Aristotelis ars Ρητορική. ”, Ed.


Ross, W.D.Oxford: Clarendon Press, 1959, Repr. 1964.Bekker p. 1404b,
line 28

τὸ πρέπον· διὸ δεῖ λανθάνειν ποιοῦντας, καὶ μὴ δοκεῖν


λέγειν πεπλασμένως ἀλλὰ πεφυκότως (τοῦτο γὰρ πιθανόν,
ἐκεῖνο δὲ τοὐναντίον· ὡς γὰρ πρὸς ἐπιβουλεύοντα διαβάλ-
λονται, καθάπερ πρὸς τοὺς οἴνους τοὺς μεμιγμένους), καὶ
οἷον ἡ Θεοδώρου φωνὴ πέπονθε πρὸς τὴν τῶν ἄλλων ὑπο-
κριτῶν· ἡ μὲν γὰρ τοῦ λέγοντος ἔοικεν εἶναι, αἱ δ' ἀλλό-
τριαι. κλέπτεται δ' εὖ, ἐάν τις ἐκ τῆς εἰωθυίας διαλέκτου
ἐκλέγων συντιθῇ· ὅπερ Εὐριπίδης ποιεῖ καὶ ὑπέδειξε πρῶτος.
 ὄντων δ' ὀνομάτων καὶ ῥημάτων ἐξ ὧν ὁ λόγος συν-
207

έστηκεν, τῶν δὲ ὀνομάτων τοσαῦτ' ἐχόντων εἴδη ὅσα τε-


θεώρηται ἐν τοῖς περὶ ποιήσεως, τούτων γλώτταις μὲν καὶ
διπλοῖς ὀνόμασι καὶ πεποιημένοις ὀλιγάκις καὶ ὀλιγαχοῦ
χρηστέον (ὅπου δέ, ὕστερον ἐροῦμεν, τό τε διὰ τί εἴρηται·  
ἐπὶ τὸ μεῖζον γὰρ ἐξαλλάττει τοῦ πρέποντος), τὸ δὲ κύριον
καὶ τὸ οἰκεῖον καὶ μεταφορὰ μόνα χρήσιμα πρὸς τὴν τῶν
ψιλῶν λόγων λέξιν. σημεῖον δ' ὅτι τούτοις μόνοις πάντες
χρῶνται· πάντες γὰρ μεταφοραῖς διαλέγονται καὶ τοῖς οἰκεί-
οις καὶ τοῖς κυρίοις, ὥστε δῆλον ὡς ἂν εὖ ποιῇ τις, ἔσται
τε ξενικὸν καὶ λανθάνειν ἐνδέξεται καὶ σαφηνιεῖ· αὕτη δ'
ἦν ἡ τοῦ ῥητορικοῦ λόγου ἀρετή. τῶν δ' ὀνομάτων τῷ

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio (0525: 001)“Pausaniae


Graeciae descriptio, 3 vols.”, Ed. Spiro, F.Leipzig: Teubner, 1903, Repr.
1:1967.Book 9, Ch. 30, sec. 12, line 1

ὀστῶν τοῦ Ὀρφέως λοιπόν. αὐτίκα δὲ ἐν τῇ ἐπερ-


χομένῃ νυκτὶ ὅ τε θεὸς κατέχει πολὺ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ
τὸ ὕδωρ καὶ ὁ ποταμὸς ὁ Σῦς – τῶν δὲ περὶ τὸν
Ὄλυμπον χειμάρρων καὶ ὁ Σῦς ἐστι – , τότε οὖν οὗτος
ὁ ποταμὸς κατέβαλε μὲν τὰ τείχη Λιβηθρίοις, θεῶν
δὲἱερὰ καὶ οἴκους ἀνέτρεψεν ἀνθρώπων, ἀπέπνιξε
δὲ τούς τε ἀνθρώπους καὶ τὰ ἐν τῇ πόλει ζῷα ὁμοίως
τὰ πάντα. ἀπολλυμένων δὲ ἤδη Λιβηθρίων, οὕτως
οἱ ἐν Δίῳ Μακεδόνες κατά γε τὸν λόγον τοῦ Λαρι-
σαίου ξένου ἐς τὴν ἑαυτῶν τὰ ὀστᾶ κομίζουσι τοῦ
Ὀρφέως. ὅστις δὲ περὶ ποιήσεως ἐπολυπραγμόνησεν
ἤδη, τοὺς Ὀρφέως ὕμνους οἶδεν ὄντας ἕκαστόν τε αὐ-
τῶν ἐπὶ βραχύτατον καὶ τὸ σύμπαν οὐκ ἐς ἀριθμὸν
πολὺν πεποιημένους· Λυκομίδαι δὲ ἴσασί τε καὶ ἐπᾴ-
δουσι τοῖς δρωμένοις. κόσμῳ μὲν δὴ τῶν ἐπῶν δευ-
τερεῖα φέροιντο ἂν μετά γε Ὁμήρου τοὺς ὕμνους,
τιμῆς δὲ ἐκ τοῦ θείου καὶ ἐς πλέον ἐκείνων ἥκουσι.
 καὶ Ἀρσινόης ἐστὶν ἐν Ἑλικῶνι εἰκών, ἣν Πτολε-
μαῖος ἔγημεν ἀδελφὸς ὤν. τὴν δὲ Ἀρσινόην στρουθὸς
φέρει χαλκῆ τῶν ἀπτήνων· πτερὰ μέν γε καὶ αὗται
κατὰ ταὐτὰ ταῖς ἄλλαις φύουσιν, ὑπὸ δὲ βάρους καὶ

Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός. Contra Galilaeos (2003: 017)


208

“Juliani imperatoris librorum contra Christianos quae supersunt”, Ed.


Neumann, C.J.Leipzig: Teubner, 1880.P. 170, line 9

ὅλως, ὅς γε οὐδὲ ὑπὲρ τῆς τῶν ἀγγέλων ἐτόλμησέ τι φύσεως·


ἀλλ' ὅτι μὲν λειτουργοῦσι τῷ θεῷ πολλαχῶς καὶ πολλάκις εἶπεν,  
εἴτε δὲ γεγονότες, εἴτε ἀγένητοι, εἴτε ὑπ' ἄλλου μὲν γεγονότες,
ἄλλῳ δὲ λειτουργεῖν τεταγμένοι, εἴτε ἄλλως πως, οὐδαμόθεν
διώρισται. περὶ δὲ οὐρανοῦ καὶ γῆς καὶ τῶν ἐν αὐτῇ [καὶ]
τίνα τρόπον διεκοσμήθη διέξεισι. καὶ τὰ μέν φησι κελεῦσαι
τὸν θεὸν γενέσθαι, ὥσπερ [ἡμέραν καὶ] φῶς καὶ στερέωμα, τὰ
δὲ ποιῆσαι, ὥσπερ οὐρανὸν καὶ γῆν, ἥλιόν τε καὶ σελήνην, τὰ
δὲ ὄντα, κρυπτόμενα δὲ, τέως διακρῖναι, καθάπερ ὕδωρ, οἶ-
μαι, καὶ τὴν ξηράν. πρὸς τούτοις δὲ οὐδὲ περὶ γενέσεως ἢ περὶ
ποιήσεως τοῦ πνεύματος εἰπεῖν ἐτόλμησεν, ἀλλὰ μόνον «καὶ
πνεῦμα θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος»· πότερον δὲ ἀγένη-
τόν ἐστιν ἢ γέγονεν, οὐδὲν διασαφεῖ.
 Ἐνταῦθα παραβάλωμεν, εἰ βούλεσθε, τὴν Πλάτωνος φωνήν.
τί τοίνυν οὗτος ὑπὲρ τοῦ δημιουργοῦ λέγει καὶ τίνας περιτίθη-
σιν αὐτῷ φωνὰς ἐν τῇ κοσμογενείᾳ σκόπησον, ἵνα τὴν Πλάτω-
νος καὶ Μωυσέως κοσμογένειαν ἀντιπαραβάλωμεν ἀλλήλαις.
οὕτω γὰρ ἂν φανείη, τίς ὁ κρείττων καὶ τίς ἄξιος τοῦ θεοῦ
μᾶλλον, ἆρ' ὁ τοῖς εἰδώλοις λελατρευκὼς Πλάτων ἢ περὶ οὗ
φησιν ἡ γραφὴ, ὅτι στόμα κατὰ στόμα ὁ θεὸς ἐλάλησεν αὐτῷ.
 »Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν. ἡ

Επιφάνιος. Panarion (= Adversus haereses) (2021: 002)


“Epiphanius, Bände 1–3: Ancoratus und Panarion”, Ed. Holl, K.
Leipzig: Hinrichs, 1:1915; 2:1922; 3:1933; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 25, 31, 37.Vol. 3, p. 186, line 31

καὶ σὺν τῷ ἁγίῳ πνεύματι ἠλαττωμένος λέγοιτο, καὶ φανείη σαφῶς ὅτι
οὐ περὶ θεότητος ἐνταῦθα φάσκει, ἀλλὰ περὶ τῆς αὐτοῦ σαρκός. πάθημα
γὰρ θανάτου οὐ πρὸ σαρκὸς εἰς τὸν λόγον ἀναλογεῖται, ἀλλὰ μετὰ τὴν
ἔνσαρκον παρουσίαν, τοῦ αὐτοῦ ἀπαθοῦς ὄντος καὶ παθητοῦ, ἀπαθοῦς
μὲν ὄντος ἐν τῇ θεότητι, πάσχοντος δὲ ἐν τῇ ἐνανθρωπήσει, ὡς καὶ
τὰ ἀμφότερα ἐνἑνὶ πληροῦται, τὸ υἱὸς ἀνθρώπου ἐν ταὐτῷ καὶ υἱὸς
θεοῦ ἐν ταὐτῷ. ὁμοῦ γὰρ Χριστὸς ἐν τοῖς ἀμφοτέροις ὁ υἱὸς καλεῖται.
 39. Τί οὖν ἐποίησεν αὐτόν; οἱ φιλονεικοῦντες μάθωσιν ἀπὸ τῶν
προειρημένων πάντων ὅτι οὐδὲν εἰς τὴν θεότητα ἐν τῷ ῥητῷ τούτῳ ἀνα-
λογεῖται, ἀλλὰ εἰς τὴν ἔνσαρκον παρουσίαν καὶ οὐδὲ ὡς περὶ ποιήσεως
ἢ κτίσματος, ἀλλ' ὡς περὶ ἀξιώματος μετὰ τὴν παρουσίαν τὸ «ἐποίησεν
αὐτόν». ἐρωτήσας γάρ τις τινὰ βασιλέα περὶ τοῦ ἰδίου υἱοῦ, ὅτι «τί σοι
πέφυκεν οὗτος», καὶ ἀκούσει παρ' αὐτοῦ ὅτι «υἱός μου ἐστί». «γνήσιος
209

οὖν  
σοι ὑπάρχει ἢ νόθος;» ὁ δέ φησι· «γνήσιος ἐξ ἐμοῦ ὑπάρχει.» «τί οὖν
αὐτὸν
ἐποίησας»; «βασιλέα αὐτὸν ἐποίησα.» δῆλον μηδὲν παρηλλαγμένον τῆς
τοῦ πατρὸς αὐτοῦ ἀξίας. καὶ οὐχὶ πάντως διὰ τὸ εἰρηκέναι, ἐποίησα
αὐτὸν
βασιλέα, παρὰ τοῦτο ἔκτισα αὐτόν, λέγει ὁ βασιλεύς. οὐ γὰρ τὴν
γέννησιν
ἠρνήσατο, ἣν ὡμολόγησεν φάσκωνγεγεννηκέναι, ἐν τῷ εἰπεῖν ἐποίησα,
ἀλλ' ἐκείνην μὲν σαφῶς ἀπεφήνατο, τὸ δὲ ἐποίησα περὶ ἀξίας ἐδήλω-
σεν. οὕτω καὶ ὁ υἱὸς υἱὸς τοῦ πατρὸς ἀναμφιβόλως τοῖς ζωὴν ἐθέλουσι

Επιφάνιος. Panarion (= Adversus haereses) Vol. 3, p. 188, line 30

ὑποδείξῃ ἀπὸ Μαρίας γεγεννημένον καὶ ἐκ νεκρῶν ἀναστάντα τέλειον,


μὴ ἀποβαλλόμενον τὸ ἅγιον σκεῦος ὃ εἴληφε καὶ τὴν τελείαν αὐτοῦ ἐναν-
θρώπησιν, ἀλλὰ διὰ τοῦ ἐψηλαφηκέναι τὴν πλευρὰν τόν τε τύπον τῶν
ἥλων τὰ τρία ὁμολογήσῃ ἀπαρασαλεύτως. οὕτω μοι καὶ ἐνταῦθα νόει
τὸ ὅτι «οὗτός ἐστιν ὃν εἶπον ὑμῖν, ὅτι ὀπίσω μου ἔρχεται ἀνήρ», ἵνα τὴν
ἔνσαρκον σημάνῃ παρουσίαν, καὶ τὸὅτι «πρῶτός μου ἦν,» ἵνα τὴν
θεότητα ὑποδείξῃ, «ὅτι πρὸ ἐμοῦ ἐγένετο». «ἐν τῷ κόσμῳ γὰρ ἦν», φησι
τὸ ἅγιον εὐαγγέλιον, «καὶ ὁ κόσμος δι' αὐτοῦ ἐγένετο καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν

οὐκ ἔγνω.»
 41. Εἰ δὲ ἐν κόσμῳ ἦν πρὸ τοῦ Ἰωάννην γεννηθῆναι καὶ συλληφθῆναι,
πρὸ αὐτοῦ γέγονεν ἐν κόσμῳ, οὐ περὶ κτίσεως, οὐ περὶ ποιήσεως
σημαίνων,
ἀλλὰ κατὰ τὴν χρῆσιν, καθ'ἣν ὁμωνύμως εἰώθασιν οἱ ἄνθρωποι λέγειν·
ἐγενόμην ἐν Ἱεροσολύμοις, ἐγενόμην ἐν Βαβυλῶνι, ἐγενόμην ἐν
Αἰθιοπίᾳ,
ἐγενόμην ἐν Ἀλεξανδρείᾳ, οὐ κτίσιν σημαίνων ἐνταῦθα, ἀλλὰ ἐπίβασίν  
τε καὶ παρουσίαν. τί γὰρ ἐγενόμην ἐν Βαβυλῶνι ἢ ἐν ἑτέρῳ τόπῳ σημαί-
νει, ὅτι ἦλθον. «πρὸ ἐμοῦ οὖν ἐγένετο», ἵνα δείξῃ ἐπὶ τῆς γῆς τὴν τοῦ
λόγου ἀεὶ ἐπίβασιν, καὶ τὸ «πρῶτός μου ἦν,» ἵνα δείξῃ τὴν θεότητα ἀεὶ
οὖσαν. τὸ δὲ «ὀπίσω μου ἐρχόμενον», ἵνα δείξῃ τὴν σύλληψιν μετὰ τὸν
Ἰωάννην. καὶ διὰ τοῦτο «ἐγὼ φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ», ἑτοιμαστικὴ
φωνὴ τῆς τῶν ἀνθρώπων ἀκοῆς. πρῶτον γὰρ ἀδιάρθρωτον εἰώθασιν οἱ
φωνοῦντες ἀποδιδόναι φωνὴν ἐχήεσσαν, ἀπὸ μήκοθεν καλοῦντες τούς τι
ἔχον
210

Μιχαήλ Ψελλός. Encomium in matrem (2702: 016)


“Michele Psello. Autobiografia: encomio per la madre.”, Ed. Criscuolo,
U.Naples: d'Auria, 1989.Line 587

δόξω τι λέγειν περὶ ἐκείνης κομψότερον, ἐμοὶ δὲ ὁ λόγος οὐδὲ


κατὰ βραχὺ τοῖς ἐκείνης καλοῖς πρόσεισιν, εἴτε τῷ ὑπὲρ
μέτρον ἐκείνης εἴτε τῷ ἐλάττονι τοῦ τοῖς λόγοις ἐπιβάλλοντος
μέτρου. καίτοι σύ με, ὦ μῆτερ, πρὸς τούτους ἐπαιδοτρίβεις
ἀεί, οὐ σύμβουλος μόνον καθισταμένη μοι δεξιός, ἀλλὰ καὶ
συμπράττουσα τὴν παίδευσιν καὶ συμπνέουσα, ὁπότε με ἀνέ-
κρινες τοῦ διδασκαλείου ἐπαναστρέψαντα τίνα μὲν παρὰ τῶν
παιδευτῶν εἴληφα, τίνα δὲ ἢ συνήνεγκα τοῖς συνομιληταῖς ἢ
παρ' ἐκείνων ἐμπεπόρευμαι· εἶτα δὴ καὶ συμβιβάζουσά με
πρὸς τὴν μνήμην ὦν ἐμεμαθήκειν, προσεποιοῦ ἡδέως ἀκούειν
εἴ τι περὶ ὀρθογραφίας λέγοιμι, εἴ τι περὶ ποιήσεως καὶ πόθεν
ἕκαστον παρῆκται καὶ πῶς ἥρμοσται, τίς τε ἡ ἐν αὐτοῖς
κοινωνία καὶ τί παρὰ ταῦτα τὸ διαλλάττον.
 Οἶδά σου κἀκεῖνο, καὶ μάλα τεθαύμακα, ὁπηνίκα μοι
μέσων νυκτῶν συνηγρύπνεις ἀναγινώσκοντι ἐπὶ τῆς αὐτῆς
κλίνης καθεύδουσα καὶ ‘μένος’ μοι ‘καὶ θάρσος’ ἐμπνέουσα
μᾶλλον ἢ τῷ Διομήδει ἡ Ἀθηνᾶ, καὶ οὐδὲ τοῦτο ἠγνόησα,
ὁπηνίκα ἐγὼ μὲν τὸν αὐτὸν πολλάκις ἀνελάμβανον
λόγον ἢ ἔμμονονποιῶν τῇ ψυχῇἢ θηρώμενος εἴ τι τούτου
δυσθήρατον. σὺ δὲ ὡς ἀγωνιῶντι περὶ τὸ πάλαισμα,
ἐτεκμαίρου δὲ τῇ ἀναδιπλώσει τοῦ ἔπους, συμπαρίστασο

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. (4015:


001)“Philoponi (olim Ammonii) in Aristotelis categorias commentarium”,
Ed. Busse, A.Berlin: Reimer, 1898; Commentaria in Aristotelem Graeca
13.1.Vol. 13,1, p. 166, line 27

τος καὶ ἐπὶ τοῦ πάσχοντος· ὅταν μὲν γὰρ τὴν κίνησιν θεωρήσωμεν
ἀρχομένην ἀπὸ τοῦ ποιοῦντος καὶ λήγουσαν ἐπὶ τὸ πάσχον, ποίησιν αὐ-
τὴν λέγομεν. ὅταν δὲ θεωρήσωμεν αὐτὴν ἀπὸ τοῦ πάσχοντος ἀρχομένην
τελευτῶσαν δὲ ἐπὶ τὸ ποιοῦν, πάθησιν λέγομεν, ὥσπερ καὶ δίδαξιν καὶ
μάθησιν ὁμοίως. ὥστε τῷ μὲν ὑποκειμένῳ μία ἐστὶν ἡ κίνησις, διαφέρει
δὲ τῷ λόγῳ. τὰ δὲ πρός τι οὐ μόνον τῷ λόγῳ διαφέρουσιν, ἀλλὰ καὶ
τῷ ὑποκειμένῳ διάφορά ἐστιν. ὥστε τὸ ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν περὶ ἓν
καταγινόμενα ὑποκείμενον, τὴν κίνησιν, οὐκ ἂν εἴη πρός τι, εἴ γε τὰ πρός
τι οὐ μόνον τὴν σχέσιν διάφορον θέλουσιν ἔχειν, ἀλλὰ καὶ τὰ ὑπο-
κείμενα.
 Διὰ τί οὖν μὴ ἐπέγραψε ‘περὶ ποιήσεως καὶ παθήσεως’; λέγομεν
211

ὅτι ἡ ποίησις διττή ἐστι· καὶ γὰρ αὐτὴ ἡ ὁδὸς ποίησις λέγεται, οἷον ἡ
τοῦ οἰκοδόμου ἐνέργεια, καὶ τὸ τέλος δὲ αὐτὸ τῆς ἐνεργείας, οἷον ἡ οἰκία.

ἵνα οὖν μὴ διὰ τὴν ὁμωνυμίαν πλάνη τις γένηται καὶ νομίσωμεν αὐτὸν
περὶ τοῦ τέλους διαλέγεσθαι, διὰ τοῦτο οὕτως ἐπέγραψε Περὶ τοῦ
ποιεῖν καὶ τοῦ πάσχειν, τοῦτ' ἔστι περὶ αὐτῆς τῆς ἐνεργείας καὶ τῆς
ὁδοῦ. ἐπιδέχεται δὲ καὶ τὸ ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν ἐναντιότητα καὶ τὸ
μᾶλλον
καὶ τὸ ἧττον. εἰκότως· ἐν γὰρ ταῖς ποιότησι μόνον ἡ ἐναντιότης
θεωρεῖται·  

Elias Phil., Eliae (olim Davidis) Σχόλια στις Κατηγορίες του


Αριστοτέλη. (4020: 002)“Eliae in Porphyrii isagogen et Aristotelis
categorias commentaria”, Ed. Busse, A.Berlin: Reimer, 1900;
Commentaria in Aristotelem Graeca 18.1.P. 240, line 20

πάσχειν, ἵνα μὴ τὸ ἐφέλκεσθαι πρόσωπον συνθέτους αὐτὰς ποιήσῃ, ἢ


ἐπιρ-
ρήμασιν ὀνομάζει τινὰς ἐξ αὐτῶν ἰσοδυναμοῦσι ῥήμασιν ἀπαρεμφάτοις·
τὸ
γὰρ ποῦ ταὐτὸν τῷ ἐν τόπῳ εἶναι καὶ τὸ ποτέ τῷ ἐν χρόνῳ εἶναι, τὸ δὲ
εἶναι ἀπαρέμφατον ῥῆμα.
 Μηκύνας οὖν ὁ Ἀριστοτέλης τὸν περὶ τῶν ἁπλῶν κατηγοριῶν λόγον
ἔχει δι' αὐτῶν καὶ τὰς συμπεπλεγμένας. προέταξε δὲ τῶν
συμπεπλεγμένων
τὸ ποιεῖν καὶ πάσχειν διὰ δύο αἰτίας· ἢ ὅτι περὶ ποιότητα τὸ ποιεῖν καὶ
πάσχειν ἢ ὅτι ἐμνήσθη ἐν τῷ περὶ ποιότητος λόγῳ τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν,

ὅτε τὴν διὰ φόβον ὠχρίασιν καὶ τὸ δι' αἰδῶ ἔρευθος ὑπὸ τὸ πάσχειν
ἀνήγαγεν. ἐπέγραψε δὲ Περὶ τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν, οὐ Περὶ ποιοῦντος
καὶ πάσχοντος, διότι τὸ ποιοῦν καὶ πάσχον τῶν πρός τι, οὐ Περὶ
ποιήσεως
καὶ παθήσεως· ἡ γὰρ ποίησις διττή· λέγεται γὰρ ποίησις καὶ αὐτὴ ἡ
ἐνέργεια καὶ τὸ ἀποτέλεσμα, οἷον ἀβάκιον, ἅπερ προδήλως ὑπὸ ἄλλην
κατη-
γορίαν ἀνάγονται. οὕτω δὲ συγγενὲς τὸ ποιεῖν καὶ πάσχειν τῇ ποιότητι,
ὅτι καὶ τὰ ἴδια τῆς ποιότητος ὑπάρχει τῷ ποιεῖν καὶ πάσχειν· ἐναντία
γὰρ τὸ ποιεῖν καὶ ποιεῖν, οἷον τὸ θερμαίνειν τῷ ψύχειν ἐστὶν ἐναντίον.
ἀλλὰ καὶ τὸ πάσχειν τῷ πάσχειν ἐναντίον· τὸ γὰρ θερμαίνεσθαι τῷ
ψύχεσθαι
ἐναντίον. ὑπάρχει δὲ τῷ ποιεῖν καὶ πάσχειν ὥσπερ τὰ ἐναντία οὕτω καὶ
212

τὸ μᾶλλον καὶ ἧττον· ἔστι γὰρ μᾶλλον θερμαίνειν καὶ μᾶλλον ψύχειν καὶ
ἧττον θερμαίνειν καὶ ἧττον ψύχειν, καὶ μᾶλλον θερμαίνεσθαι καὶ
ψύχεσθαι καὶ ἧττον.

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis


artem Ρητορική. m commentarium (4026: 001)
“Anonymi et Stephani in artem Ρητορική. m commentaria”, Ed. Rabe, H.
Berlin: Reimer, 1896; Commentaria in Aristotelem Graeca 21.2.
P. 166, line 7

τὰ πράγματα, ἀλλότριαιἦσαν ὁρώμεναι καὶ οὐκ οἰκεῖαι αὐτῶν τῶν, οὓς


ἐμιμοῦντο. [b24] κλέπτεται δὲ εὖἡ ἀλλοτρία λέξις, ὡς μηδὲ νομί-
ζεσθαι ἀλλοτρία ἀλλὰ φυσική, ἐάν τις ἐκλέγωνκαὶ λαβὼν λέξεις ἀπὸ
διαλέκτου εἰωθυίαςἤτοι συνήθους ἐγγιζούσης τῇ οἰκείᾳ αὐτοῦ διαλέκτῳ  
ἤτοι εἰ λαβὼν ἀπὸ τῆς Ἀττικῆς διαλέκτου ὁ Ἀθηναῖος καὶ μὴ ἀπὸ τῆς
Δωρίδος ἢ Ἰωνικῆς συντιθῇαὐτὰς καὶ ποιεῖ λόγον. δεῖ γοῦν, ὡς πέφυκεν
ἕκαστος λέγειν καὶ ὡς εἴωθεν ἀπαγγέλλειν τὰ πράγματα, οὕτω
σπουδάζειν
ἀπαγγέλλειν τὰ πράγματα· εἰ γὰρ οὐχ οὕτως ποιεῖ ἀλλὰ ποιητικαῖς χρᾶται

λέξεσιν, οὐ δοκεῖ ἡ φράσις αὐτοῦ οἰκεία ἀλλ' ἀλλοτρία καὶ ἀπωθεῖται ὡς


πρὸς ἀπάτην ἀφορῶν. [b27] εἴδηδέ εἰσι τῶν ὀνομάτων τοσαῦτα,
ὅσα ἐν τῷ Περὶ ποιήσεως λόγῳ παραδεδώκαμεν· αἱ μὲν γάρ εἰσι γλῶτται

Δωρικαί, αἱ δὲ Ἰωνικαί, αἱ δὲ Ἀττικαί. ταύταις ταῖς γλώτταιςἤγουν


ταῖς διαλέκτοις καὶ τοῖς διπλοῖς ὀνόμασινἤτοι τοῖς συνθέτοις (σύνθετα
δὲ ὀνόματα, ὡς τὸ Καλλίστρατος, Καλλίνικος) καὶ τοῖς πεποιημένοις
(πεποιημένα δὲ ὀνόματά εἰσι τὰ ἐκ τῶν ἤχων καὶ ψόφων τῶν ἀψύχων
καὶ ἀφώνων παρωνομασμένα, ὡς τὸ δοῦπος, φλοῖσβος, ῥοῖζος)· τὸ δὲ διὰ
τίὀλιγάκις χρηστέον τοῖς τοιούτοις ὀνόμασιν ὕστερον ἐροῦμεν·[b31]
τὰ γὰρ τοιαῦτα ὀνόματα ἐξαλλάττειἤτοι ἐξαλλαγὴν ποιοῦσι τοῦ πρέ-
ποντοςἐπὶ τὸ μεῖζον. πρέπον δέ ἐστι τὸ τὰ μικρὰ πράγματα ἐξαγγέλλειν
δι' εὐτελῶν καὶ συνήθων λέξεων· εἰ δέ τις ἐπὶ τῇ τῶν μικρῶν πραγμάτων
ἐπαγγελίᾳ χρήσεται Ἀττικῆς ὀνόμασι καὶ Δωρικῆς διαλέκτου

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii (4036: 001)


“Procli Diadochi in Plato nis rem publicam commentarii, 2 vols.”, Ed.
Kroll, W.Leipzig: Teubner, 1:1899; 2:1901, Repr. 1965.Vol. 1, p. 196,
line 28
213

 Περὶ μὲν δὴ ποιητικῆς αὐτῆς καὶ τῆς Ὁμήρου τελεω-


τάτης ποιήσεως ἱκανὰ τὰ εἰρημένα. τούτοις δὲ τοὺς τοῦ
Σωκράτους ἀντιπαρατείνωμεν λόγους καὶ θεασώμεθα, τίνα
μὲν ἐλέγχει ποιητικὴν ἰδέαν, ὅπως δὲ αὐτὸν Ὅμηρον ἐξαι-
ρήσωμεν τῶν πολλῶν ἐκείνων καὶ παντοδαπῶν ἐλέγχων·
καὶ πρῶτον ὅτι μὴ πᾶσαν εὐθύνει τὴν ποιητικὴν ἐκ τῶν
γεγραμμένων ἐπιδείξωμεν. ἐν ἀρχῇ μὲν οὖν εὐθὺς τοῦ δε-
κάτου βιβλίου· καὶ μήν, ἦν δὲ ἐγώ,φησίν, πολλὰ μὲν
καὶ ἄλλα περὶ αὐτῆς ἐννοῶ(τῆς εἰρημένης πολιτείας
λέγων), ὡς παντὸς ἄρα μᾶλλον ὀρθῶς ᾠκίζομεν τὴν
πόλιν, οὐχ ἥκιστα δὲ ἐνθυμηθεὶς περὶ ποιήσεως,  
τὸ μηδαμῇ παραδέχεσθαι αὐτῆς ὅση μιμητική. παν-
τὸς γὰρ μᾶλλον οὐ παραδεκτέον νῦν καὶ ἐναργέ-
στερον, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, φαίνεται[p. 595a]. καὶ πάλιν
ἑξῆς· ὡς μὲν πρὸς ὑμᾶς εἰρῆσθαι (οὐ γάρ μου κατε-
ρεῖτε πρὸς τοὺς τραγῳδίας ποιητὰς καὶ τοὺς ἄλλους
πάντας τοὺς μιμητικούς), λώβη ἔοικεν εἶναι πάντα
τὰ τοιαῦτα τῆς τῶν ἀκουόντων διανοίας[p. 595b].
τὸ μὲν οὖν προκείμενον αὐτῷ τοῦτό ἐστιν, τὴν μιμητικὴν
μόνον ποίησιν καὶ ταύτης ὡς δειχθήσεται διαφερόντως τὴν
φανταστικὴν ἐκβάλλειν. ἡμεῖς δέ, εἰ μὲν πᾶσαν ποιητικὴν

TLG Texts doing_search π ερι ποιησεως tlg Go

UTF-8 search TLG Texts

Ποίησις

Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα.

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum (0004: 001)“Diogenis Laertii


vitae philosophorum, 2 vols.”, Ed. Long, H.S.Oxford: Clarendon Press,
1964, Repr. 1966.Book 7, sec. 60, line 5

γνωρίμως παριστᾶσα τὸ νοούμενον· συντομία δέ ἐστι λέξις αὐτὰ


τὰ ἀναγκαῖα περιέχουσα πρὸς δήλωσιν τοῦ πράγματος· πρέπον
δέ ἐστι λέξις οἰκεία τῷ πράγματι· κατασκευὴ δὲ λέξις ἐκπεφευγυῖα
214

τὸν ἰδιωτισμόν. ὁ δὲ βαρβαρισμὸς ἐκ τῶν κακιῶν λέξις ἐστὶ παρὰ


τὸ ἔθος τῶν εὐδοκιμούντων Ἑλλήνων, σολοικισμὸς δέ ἐστι λόγος
ἀκαταλλήλως συντεταγμένος.
ποίημα δέ ἐστιν, ὡς ὁ Ποσειδώνιός φησιν ἐν τῇ Περὶ λέξεως
εἰσαγωγῇ, λέξις ἔμμετρος ἢ ἔνρυθμος μετὰ σκευῆς τὸ λογοειδὲς
ἐκβεβηκυῖα· τὸ ἔνρυθμον δ' εἶναι τό (N29, E. 839)
      γαῖα μεγίστη καὶ Διὸς αἰθήρ.
ποίησις δέ ἐστι σημαντικὸν ποίημα, μίμησιν περιέχον θείων καὶ
ἀνθρωπείων.
 Ὅρος δέ ἐστιν, ὥς φησιν Ἀντίπατρος ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ ὅρων,
λόγος κατ' ἀνάλυσιν ἀπαρτιζόντως ἐκφερόμενος, ἤ, ὡς Χρύσιππος
ἐν τῷ Περὶ ὅρων, ἰδίου ἀπόδοσις. ὑπογραφὴ δέ ἐστι λόγος
τυπωδῶς εἰσάγων εἰς τὰ πράγματα, ἢ ὅρος ἁπλούστερον τὴν τοῦ
ὅρου δύναμιν προσενηνεγμένος. γένος δέ ἐστι πλειόνων καὶ  
ἀναφαιρέτων ἐννοημάτων σύλληψις, οἷον Ζῷον· τοῦτο γὰρ περι-
είληφε τὰ κατὰ μέρος ζῷα.
 Ἐννόημα δέ ἐστι φάντασμα διανοίας, οὔτε τὶ ὂν οὔτε ποιόν,

Διογένης Λαέρτιος. Vitae philosophorum Book 9, sec. 112, line 3

μυριάδας δύο, ὧν καὶ Ἀντίγονος ὁ Καρύστιος (Wil., p. 42)


μέμνηται, ἀναγεγραφὼς αὐτοῦ καὶ αὐτὸς τὸν βίον. τῶν δὲ Σίλλων
τρία ἐστίν, ἐν οἷς ὡς ἂν σκεπτικὸς ὢν πάντας λοιδορεῖ καὶ σιλ-
λαίνει τοὺς δογματικοὺς ἐν παρῳδίας εἴδει. ὧν τὸ μὲν πρῶτον
αὐτοδιήγητον ἔχει τὴν ἑρμηνείαν, τὸ δὲ δεύτερον καὶ τρίτον ἐν
διαλόγου σχήματι. φαίνεται γοῦν ἀνακρίνων Ξενοφάνην τὸν
Κολοφώνιον περὶ ἑκάστων, ὁ δ' αὐτῷ διηγούμενός ἐστι· καὶ ἐν
μὲν τῷ δευτέρῳ περὶ τῶν ἀρχαιοτέρων, ἐν δὲ τῷ τρίτῳ περὶ τῶν
ὑστέρων· ὅθεν δὴ αὐτῷ τινες καὶ Ἐπίλογον ἐπέγραψαν. τὸ δὲ
πρῶτον ταὐτὰ περιέχει πράγματα, πλὴν ὅτι μονοπρόσωπός ἐστιν
ἡ ποίησις· ἀρχὴ δ' αὐτῷ ἥδε (PPF 9 B 1),
  ἔσπετε νῦν μοι ὅσοι πολυπράγμονές ἐστε σοφισταί.
 Ἐτελεύτησε δ' ἐγγὺς ἐτῶν ἐνενήκοντα, ὥς φησιν ὁ Ἀντίγονος
(Wil., p. 43) καὶ Σωτίων ἐν τῷ ἑνδεκάτῳ. τοῦτον ἐγὼ καὶ
ἑτερόφθαλμον ἤκουσα, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς αὑτὸν Κύκλωπα ἐκάλει.
γέγονε καὶ ἕτερος Τίμων ὁ μισάνθρωπος.
 Ὁ δ' οὖν φιλόσοφος καὶ φιλόκηπος ἦν σφόδρα καὶ ἰδιοπράγμων,
ὡς καὶ Ἀντίγονός φησι (Wil., p. 43). λόγος γοῦν εἰπεῖν Ἱερώνυ-
μον τὸν περιπατητικὸν ἐπ' αὐτοῦ, “Ὡς παρὰ τοῖς Σκύθαις καὶ
οἱ φεύγοντες τοξεύουσι καὶ οἱ διώκοντες, οὕτω τῶν φιλοσόφων
οἱ μὲν διώκοντες θηρῶσι τοὺς μαθητάς, οἱ δὲ φεύγοντες, καθάπερ
215

Πλούταρχος. Phil., Solon (0007: 007)“Plutarchi vitae parallelae, vol.


1.1, 4th edn.”, Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1969.Ch. 32, sec. 1, line
6

      
(fr. 22, 7 D.), καὶ (fr. 20 D.)·   ἔργα δὲ Κυπρογενοῦς νῦν μοι φίλα καὶ
Διονύσου   καὶ Μουσέων, ἃ τίθησ' ἀνδράσιν εὐφροσύνας.       
 Ὡς δὲ χώρας καλῆς ἔδαφος ὁ Πλάτων ἔρημον,
αὐτῷ δέ πως κατὰ συγγένειαν προσῆκον, ἐξεργάσασθαι
καὶ διακοσμῆσαι φιλοτιμούμενος τὴν Ἀτλαντικὴν ὑπό-
θεσιν, πρόθυρα μὲν μεγάλα καὶ περιβόλους καὶ αὐλὰς
τῇ ἀρχῇ περιέθηκεν, οἷα λόγος οὐδεὶς ἄλλος ἔσχεν οὐδὲ
μῦθος οὐδὲ ποίησις, ὀψὲ δ' ἀρξάμενος προκατέλυσε τοῦ
ἔργου τὸν βίον, ὅσῳ μᾶλλον εὐφραίνει τὰ γεγραμμένα,
τοσούτῳ μᾶλλον τοῖς ἀπολειφθεῖσιν ἀνιάσας. ὡς γὰρ ἡ
πόλις τῶν Ἀθηναίων τὸ Ὀλυμπίειον, οὕτως ἡ Πλάτωνος
σοφία τὸ Ἀτλαντικὸν ἐν πολλοῖς καὶκαλοῖς μόνον
ἔργον ἀτελὲς ἔσχηκεν.
 Ἐπεβίωσε δ' οὖν ὁ Σόλων ἀρξαμένου τοῦ Πεισιστράτου
τυραννεῖν, ὡς μὲν Ἡρακλείδης ὁ Ποντικὸς (fr. 148 Wehrli)
ἱστορεῖ, συχνὸν χρόνον, ὡς δὲ Φανίας ὁ Ἐρέσιος
(FHG II 294) ἐλάττονα δυεῖν ἐτῶν. ἐπὶ Κωμίου μὲν
γὰρ ἤρξατο τυραννεῖν Πεισίστρατος, ἐφ' Ἡγεστράτου δὲ

Πλούταρχος. Phil., Timoleon (0007: 018)“Plutarchi vitae parallelae,


vol. 2.1, 2nd edn.”, Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch. 36, sec. 3,
line 1

ὁ μάλιστα ζηλωθεὶς ὑπὸ Τιμολέοντος Ἐπαμεινώνδας, αἱ μὲν ἐκείνων


πρά-
ξεις βίᾳ τινὶ καὶ πόνῳ τὸ λαμπρὸν ἐξενηνόχασι μεμειγμένον, ὥστε καὶ
μέμψιν ἐνίαις ἐπιγίνεσθαι καὶ μετάνοιαν· τῶν δὲ Τιμολέοντος ἔργων, ἔξω
λόγου θεμένοις τὴν περὶ τὸν ἀδελφὸν ἀνάγκην, οὐδέν ἐστιν ᾧ μὴ τὰ τοῦ
Σοφοκλέους, ὥς φησι Τίμαιος (FGrH 566 F 119b), ἐπιφωνεῖν ἔπρεπεν
(fg. 790 N.29)
      
          ὦ θεοί, τις ἆρα Κύπρις ἢ τίς Ἵμερος
          τοῦδε ξυνήψατο;
      
καθάπερ γὰρ ἡ μὲν Ἀντιμάχου ποίησις καὶ τὰ Διονυσίου ζῳγραφήματα
τῶν Κολοφωνίων, ἰσχὺν ἔχοντα καὶ τόνον, ἐκβεβιασμένοις καὶ
καταπόνοις
216

ἔοικε, ταῖς δὲ Νικομάχου γραφαῖς καὶ τοῖς Ὁμήρου στίχοις μετὰ τῆς
ἄλλης
δυνάμεως καὶ χάριτος πρόσεστι τὸ δοκεῖν εὐχερῶς καὶ ῥᾳδίως ἀπειργά-
σθαι, οὕτως παρὰ τὴν Ἐπαμεινώνδου στρατηγίαν καὶ τὴν Ἀγησιλάου,
πολυπόνους γενομένας καὶ δυσάγωνας, ἡ Τιμολέοντος ἀντεξεταζομένη  
καὶ μετὰ τοῦ καλοῦ πολὺ τὸ ῥᾴδιον ἔχουσα, φαίνεται τοῖς εὖ καὶ δικαίως
λογιζομένοις οὐ τύχης ἔργον, ἀλλ' ἀρετῆς εὐτυχούσης. καίτοι πάντα γ'
ἐκεῖνος εἰς τὴν τύχην ἀνῆπτε τὰ καταρθούμενα· καὶ γὰρ γράφων τοῖς

Πλούταρχος. Phil., Dion (0007: 060)“Plutarchi vitae parallelae, vol. 2.1,


2nd edn.”, Ed. Ziegler, K.Leipzig: Teubner, 1964.Ch. 30, sec. 5, li1

φιλάνθρωποι, φόρων ὑπισχνουμένου μετριότητα καὶ ῥᾳστώνην


στρατειῶν,
ὧν ἂν μὴαὐτοὶ σύμψηφοι γένωνται. ταῦτ' ἐχλεύαζον οἱ Συρακόσιοι.
Δίων δ' ἀπεκρίνατο τοῖς πρέσβεσι μὴ διαλέγεσθαι πρὸς αὐτοὺς
Διονύσιον,
εἰ μὴ τὴν ἀρχὴν ἀφίησιν· ἀφέντι δὲ συμπράξειν ἄδειαναὐτός, κἂν ἄλλο
τι τῶν μετρίων δύνηται, μεμνημένος τῆς οἰκειότητος. ταῦτα Διονύσιος
ἐπῄνει καὶ πάλιν ἔπεμπε πρέσβεις, κελεύων ἥκειν τινὰς εἰς τὴν ἀκρόπολιν

τῶν Συρακοσίων, οἷς τὰ μὲν πείθων, τὰ δὲ πειθόμενος, διαλέξεται περὶ


τῶν κοινῇ συμφερόντων. ἐπέμφθησαν οὖν ἄνδρες πρὸς αὐτὸν οὓς Δίων
ἐδοκίμασε, καὶ λόγος πολὺς ἐκ τῆς ἄκρας εἰς τοὺς Συρακοσίους κατῄει,
Διονύσιον ἀφήσειν τὴν τυραννίδα καὶ μᾶλλον ἑαυτοῦ ποιήσεσθαι χάριν ἢ

Δίωνος. ἦν δὲ δόλος ἡ προςποίησις αὕτη τοῦ τυράννου καὶ σκευωρία


κατὰ
τῶν Συρακοσίων. τοὺς μὲν γὰρ ἐλθόντας πρὸς αὐτὸν ἐκ τῆς πόλεως συγ-
κλείσας εἶχε, τοὺς δὲ μισθοφόρους πρὸς ὄρθρον ἐμπλήσας ἀκράτου,
δρόμῳ πρὸς τὸ περιτείχισμα τῶν Συρακοσίων ἀφῆκε. γενομένης δὲ τῆς
προσβολῆς ἀνελπίστου, καὶ τῶν βαρβάρων θράσει πολλῷ καὶ θορύβῳ
καθαιρούντων τὸ διατείχισμα καὶ τοῖς Συρακοσίοις ἐπιφερομένων, οὐδεὶς

ἐτόλμα μένων ἀμύνεσθαι πλὴν τῶν ξένων τοῦ Δίωνος, οἳ πρῶτον αἰσθό-
μενοι τὸν θόρυβον ἐξεβοήθησαν. οὐδ' οὗτοι δὲ τῆς βοηθείας τὸν τρόπον
συνεφρόνουν οὐδ' εἰσήκουον ὑπὸ κραυγῆς καὶ πλάνης τῶν φευγόντων
Συρακοσίων, ἀναπεφυρμένων αὐτοῖς καὶ διεκθεόντων, πρίν γε δὴ Δίων,
ἐπεὶ λέγοντος οὐδεὶς κατήκουεν, ἔργῳ τὸ πρακτέον ὑφηγήσασθαι

Πλούταρχος. Phil., Quomodo adolescens poetas audire debeat (14d–


217

37b) (0007: 068)“Plutarch's moralia, vol. 1”, Ed. Babbitt, F.C.


Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1927, Repr. 1969.
Stephanus p. 15, sec. F, line 12

μεν, ἀλλ' ὅπου μὲν ὑφ' ἡδονῆς ἀκράτου πρὸς δόξαν


αὐθάδως θρασυνόμενον ἐξυβρίζει καὶ ὑλομανεῖ τὸ
μυθῶδες αὐτῆς καὶ θεατρικόν, ἐπιλαμβανόμενοι
κολούωμεν καὶ πιέζωμεν· ὅπου δ' ἅπτεταί τινος
μούσης τῇ χάριτι καὶ τὸ γλυκὺ τοῦ λόγου καὶ
ἀγωγὸν οὐκ ἄκαρπόν ἐστιν οὐδὲ κενόν, ἐνταῦθα
φιλοσοφίαν εἰσάγωμεν καὶ καταμιγνύωμεν. ὥσπερ
γὰρ ὁ μανδραγόρας ταῖς ἀμπέλοις παραφυόμενος
καὶ διαδιδοὺς τὴν δύναμιν εἰς τὸν οἶνον μαλακωτέραν
ποιεῖ τὴν καταφορὰν τοῖς πίνουσιν, οὕτω τοὺς
λόγους ἡ ποίησις ἐκ φιλοσοφίας ἀναλαμβάνουσα
μιγνυμένους πρὸς τὸ μυθῶδες ἐλαφρὰν καὶ προς-
φιλῆ παρέχει τοῖς νέοις τὴν μάθησιν. ὅθεν οὐ
φευκτέον ἐστὶ τὰ ποιήματα τοῖς φιλοσοφεῖν μέλ-
λουσιν, ἀλλὰ προφιλοσοφητέον τοῖς ποιήμασιν ἐθι-
ζομένους ἐν τῷ τέρποντι τὸ χρήσιμον ζητεῖν καὶ
ἀγαπᾶν· εἰ δὲ μή, διαμάχεσθαι καὶ δυσχεραίνειν.
ἀρχὴ γὰρ αὕτη παιδεύσεως,
      
  ἔργου δὲ παντὸς ἤν τις ἄρχηται καλῶς,
  καὶ τὰς τελευτὰς εἰκός ἐσθ' οὕτως ἔχειν

Πλούταρχος. Phil., Quomodo adolescens poetas audire debeat (14d-37b)


Stephanus p. 25, sec. B, line 10
      
καὶ     τί τὴν τυραννίδ', ἀδικίαν εὐδαίμονα,
  τιμᾷς;    
ἂν μή τις, ὥσπερ εἴρηται, ταῖς μεταφοραῖς καὶ
καταχρήσεσι τῶν ὀνομάτων ἕπηται. ταῦτα μὲν
οὖν ἱκανὰ περὶ τούτων.
 Ἐκεῖνο δ' οὐχ ἅπαξ ἀλλὰ πολλάκις ὑπομνη-
στέον ἐστὶ τοὺς νέους, ἐνδεικνυμένους αὐτοῖς ὅτι
μιμητικὴν ἡ ποίησις ὑπόθεσιν ἔχουσα κόσμῳ μὲν
καὶ λαμπρότητι χρῆται περὶ τὰς ὑποκειμένας
πράξεις καὶ τὰ ἤθη, τὴν δ' ὁμοιότητα τοῦ ἀληθοῦς
οὐ προλείπει, τῆς μιμήσεως ἐν τῷ πιθανῷ τὸ
ἀγωγὸν ἐχούσης. διὸ καὶ κακίας καὶ ἀρετῆς
σημεῖα μεμιγμένα ταῖς πράξεσιν ἡ μὴ παντάπασι
218

τῆς ἀληθείας ὀλιγωροῦσα συνεκφέρει μίμησις,


ὥσπερ ἡ Ὁμήρου πολλὰ πάνυ τοῖς Στωϊκοῖς
χαίρειν φράζουσα, μήτε τι φαῦλον ἀρετῇ προσεῖναι
μήτε κακίᾳ χρηστὸν ἀξιοῦσιν, ἀλλὰ πάντως μὲν
ἐν πᾶσιν ἁμαρτωλὸν εἶναι τὸν ἀμαθῆ, περὶ πάντα

Πλούταρχος. Phil., De Alexandri magni fortuna aut virtute (326d–


345b) (0007: 087)“Plutarchi moralia, vol. 2.2”, Ed. Nachstädt, W.
Leipzig: Teubner, 1935, Repr. 1971.Stephanus p. 338, sec. F, line 7

καὶ τὴν ἡλικίαν (εἷς γὰρ ἦν καὶ αὐτὸς ἔτι τῶν νομιζόντων
διὰ Τύχην κρατεῖν Ἀλέξανδρον)· ἐπεὶ δὲ τἀληθὲς ἔγνω
βασανίσας πανταχόθεν, ‘οὐ πάντως’ εἶπεν ‘ἄρα φαύλως
ἔχει τὰ Περσῶν, οὐδέ τις ἐρεῖ παντάπασι κακοὺς ἡμᾶς
οὐδ' ἀνάνδρους ὑπὸ τοιούτου κρατηθέντας. ἐγὼ δ' εὐτυ-
χίαν μὲν εὔχομαι καὶ κράτος πολέμου παρὰ θεῶν, ἵν'
εὖ ποιῶν Ἀλέξανδρον ὑπερβάλωμαι· καί μέ τις ἔχει
φιλοτιμία καὶ ζῆλος ἡμερώτερον αὐτοῦ φανῆναι· εἰ
δ' οἴχεται τὰ ἐμά, Ζεῦ πατρῷε Περσῶν καὶ βασίλειοι
θεοί, μηδεὶς εἰς τὸν Κύρου θρόνον ἄλλος ἢ Ἀλέξανδρος
καθίσειε.’ τοῦτ' εἰς ποίησις ἦν Ἀλεξάνδρου διὰ θεῶν
μαρτύρων. | οὕτω νικῶσιν ἀρετῇ.
 Πρόσγραψον, εἰ βούλει, τῇ Τύχῃ τὰ Ἄρβηλα καὶ
τὴν Κιλικίαν, καὶ τἄλλα, ἃ γέγονε βίας ἔργα καὶ πολέμου·
Τύχη τὴν Τύρον ἔσεισεν αὐτῷ, καὶ Τύχη τὴν Αἴγυπτον
ἀνέῳξε· διὰ Τύχην Ἁλικαρνασσὸς ἔπεσε καὶ Μίλητος
ἑάλω καὶ Μαζαῖος Εὐφράτην ἔρημον ἀπέλιπε καὶ νεκρῶν
τὸ Βαβυλώνιον ἐπλήσθη πεδίον· ἀλλ' οὔτι γε σώφρων
ἀπὸ Τύχης οὔτ' ἐγκρατὴς διὰ Τύχην, οὔτ' ἀνάλωτον
ὑφ' ἡδονῆς ἡ Τύχη καὶ ἄτρωτον ἐπιθυμίαις κατακλείσασα
τὴν ψυχὴν ἐφρούρει. καὶ μὴν ταῦτ' ἦν, οἷς αὐτὸν ἐτρέψατο

Πλούταρχος. Phil., Amatorius (748e–771e) (0007: 113)


“Plutarchi moralia, vol. 4”, Ed. Hubert, C.Leipzig: Teubner, 1938, Repr.
1971.Stephanus p. 769, sec. C, line 7

μανίατὸ πάθος, οὐδέτερον δ' Ἔρως ἐστίν. Ἄτο-


πον οὖν τὸ γυναιξὶν ἀρετῆς φάναι μηδαμῇ μετεῖναι· τί
δὲ δεῖ λέγειν περὶ σωφροσύνης καὶ συνέσεως αὐτῶν, ἔτι  
δὲ πίστεως καὶ δικαιοσύνης, ὅπου καὶ τὸ ἀνδρεῖον καὶ τὸ
θαρραλέον καὶ τὸ μεγαλόψυχον ἐν πολλαῖς ἐπιφανὲς γέ-
219

γονεδὲ πρὸς τὰ ἄλλα κατὰ τὴν φύσιν αὐτῶν, ἀλλ' ἢ


ψέγοντας εἰς μόνην φιλίαν ἀνάρμοστον ἀποφαίνειν, παν-
τάπασι δεινόν. καὶ γὰρ φιλότεκνοι καὶ φίλανδροι, καὶ τὸ
στερκτικὸν ὅλως ἐν αὐταῖς, ὥσπερ εὐφυὴς χώρα καὶ δεκ-
τικὴ φιλίας, οὔτε πειθοῦς οὔτε χαρίτων ἄμοιρον ὑπόκει-
ται. καθάπερ δὲ λόγῳ ποίησις ἡδύσματα μέλη καὶ μέτρα
καὶ ῥυθμοὺς ἐφαρμόσασα καὶ τὸ παιδεῦον αὐτοῦ κινητι-
κώτερον ἐποίησε καὶ τὸ βλάπτον ἀφυλακτότερον, οὕτως
ἡ φύσις γυναικὶ περιθεῖσα χάριν ὄψεως καὶ φωνῆς πιθα-
νότητα καὶ μορφῆς ἐπαγωγὸν εἶδος, τῇ μὲν ἀκολάστῳ
πρὸς ἡδονὴν καὶ ἀπάτην τῇ δὲ σώφρονι πρὸς εὔνοιαν
ἀνδρὸς καὶ φιλίαν μεγάλα συνήργησεν. ὁ μὲν οὖν Πλάτων
τὸν Ξενοκράτη, τἄλλα γενναῖον ὄντα καὶ μέγαν αὐστηρό-
τατον δὲ τῷ ἤθει, παρεκάλει θύειν ταῖς Χάρισι· χρηστῇ
δ' ἄν τις γυναικὶ καὶ σώφρονι παραινέσειε τῷ Ἔρωτι
θύειν, ὅπως εὐμενὴς συνοικουρῇ τῷ γάμῳ καὶ ἡδὺς ...

Πλούταρχος. Phil., Plato nicae quaestiones (999c–1011e) (0007: 133)


“Plutarchi moralia, vol. 6.1”, Ed. Hubert, C.Leipzig: Teubner, 1954,
Repr. 1959.Stephanus p. 1001, sec. A, line 5

ὡς Ὅμηρος ἐπονομάζει, ποιητὴς δὲ τῶν ἀλόγων καὶ ἀψύ-


χων; οὐδὲ γὰρ χορίου φησὶ Χρύσιππος (fr. 1158) πατέρα
καλεῖσθαι τὸν παρασχόντα τὸ σπέρμα, καίπερ ἐκ τοῦ
σπέρματος γεγονότος. ἢ τῇ μεταφορᾷ χρώμενος,
ὥσπερ εἴωθε, τὸν αἴτιον πατέρα τοῦ κόσμου κέκληκεν;  
ὡς τῶν ἐρωτικῶν λόγων ‘πατέρα’ Φαῖδρον ἐν Συμποσίῳ
(177d) προσεῖπεν, εἰσηγητὴν αὐτῶν γενόμενον· | ἐν δὲ
τῷ ὁμωνύμῳ διαλόγῳ (Phaedr. 261a) ‘καλλίπαιδα’·
πολλοὺς γὰρ καὶ καλοὺς λόγους ἐν φιλοσοφίᾳ γενέσθαι
τὴν ἀρχὴν ἐκείνου παρασχόντος. ἢ διαφέρει πατήρ τε
ποιητοῦ καὶ γεννήσεως ποίησις; ὡς γὰρ τὸ γεγεννημένον
καὶ πεποίηται, οὐ μὴν ἀνάπαλιν, οὕτως ὁ γεννήσας καὶ
πεποίηκεν· ἐμψύχου γὰρ ποίησις ἡ γέννησίς ἐστι. καὶ
ποιητοῦ μέν, οἷος οἰκοδόμος ἢ ὑφάντης ἢ λύρας δημιουρ-
γὸς ἢ ἀνδριάντος, ἀπήλλακται γενόμενον τὸ ἔργον· ἡ δ'
ἀπὸ τοῦ γεννήσαντος ἀρχὴ καὶ δύναμις ἐγκέκραται τῷ
τεκνωθέντι καὶ συνέχει τὴν φύσιν, ἀπόσπασμα καὶ μό-
ριον οὖσαν τοῦ τεκνώσαντος. ἐπεὶ τοίνυν οὐ πεπλασμένοις
ὁ κόσμος οὐδὲ συνηρμοσμένοις ποιήμασιν ἔοικεν, ἀλλ'
ἔνεστιν αὐτῷ μοῖρα πολλὴ ζωότητος καὶ θειότητος, ἣν ὁ
θεὸς ἐγκατέσπειρεν ἀφ' ἑαυτοῦ τῇ ὕλῃ καὶ κατέμιξεν,
220

Πλούταρχος. Phil., Plato nicae quaestiones (999c-1011e)


Stephanus p. 1001, sec. A, line 7

καλεῖσθαι τὸν παρασχόντα τὸ σπέρμα, καίπερ ἐκ τοῦ


σπέρματος γεγονότος. ἢ τῇ μεταφορᾷ χρώμενος,
ὥσπερ εἴωθε, τὸν αἴτιον πατέρα τοῦ κόσμου κέκληκεν;  
ὡς τῶν ἐρωτικῶν λόγων ‘πατέρα’ Φαῖδρον ἐν Συμποσίῳ
(177d) προσεῖπεν, εἰσηγητὴν αὐτῶν γενόμενον· | ἐν δὲ
τῷ ὁμωνύμῳ διαλόγῳ (Phaedr. 261a) ‘καλλίπαιδα’·
πολλοὺς γὰρ καὶ καλοὺς λόγους ἐν φιλοσοφίᾳ γενέσθαι
τὴν ἀρχὴν ἐκείνου παρασχόντος. ἢ διαφέρει πατήρ τε
ποιητοῦ καὶ γεννήσεως ποίησις; ὡς γὰρ τὸ γεγεννημένον
καὶ πεποίηται, οὐ μὴν ἀνάπαλιν, οὕτως ὁ γεννήσας καὶ
πεποίηκεν· ἐμψύχου γὰρ ποίησις ἡ γέννησίς ἐστι. καὶ
ποιητοῦ μέν, οἷος οἰκοδόμος ἢ ὑφάντης ἢ λύρας δημιουρ-
γὸς ἢ ἀνδριάντος, ἀπήλλακται γενόμενον τὸ ἔργον· ἡ δ'
ἀπὸ τοῦ γεννήσαντος ἀρχὴ καὶ δύναμις ἐγκέκραται τῷ
τεκνωθέντι καὶ συνέχει τὴν φύσιν, ἀπόσπασμα καὶ μό-
ριον οὖσαν τοῦ τεκνώσαντος. ἐπεὶ τοίνυν οὐ πεπλασμένοις
ὁ κόσμος οὐδὲ συνηρμοσμένοις ποιήμασιν ἔοικεν, ἀλλ'
ἔνεστιν αὐτῷ μοῖρα πολλὴ ζωότητος καὶ θειότητος, ἣν ὁ
θεὸς ἐγκατέσπειρεν ἀφ' ἑαυτοῦ τῇ ὕλῃ καὶ κατέμιξεν,
εἰκότως ἅμα πατήρ τε τοῦ κόσμου, ζῴου γεγονότος, καὶ
ποιητὴς ἐπονομάζεται.

Πλούταρχος. Phil., Fragmenta (0007: 145)“Plutarchi moralia, vol. 7”,


Ed. Sandbach, F.H.Leipzig: Teubner, 1967.Fragment 31, line 14

σάσης καὶ φθόνου τῶν ἀνθρώπων, πάντῃ τὸ γένος ἡμῶν


ἀπολιπεῖν αἰδῶ καὶ νέμεσιν· τούτων γὰρ ἀπόπτωσίς ἐστιν
ἡ ἀναίδεια καὶ ὁ φθόνος, ἀλλ' οὗτος μὲν εἴδωλον ὢν νεμέ-
σεως (δοκεῖ γὰρ καὶ αὐτὸς ἐπὶ τοῖς παρ' ἀξίαν εὐτυχοῦσιν
ἀγανακτεῖν), ἡ δ' ἀναίδεια οὐχὶ εἴδωλον τῆς αἰδοῦς ἀλλὰ
τὸ ἐναντιώτατον πρὸς αὐτὴν ὑποκρινόμενον τὴν παρρη-
σίαν. ... καλῶς οὖν καὶ Πλάτων (CAF I. 660) ἐρωτηθεὶς
τί ποτε προσγέγονε τοῖς κατ' αὐτὸν ἀνθρώποις, ἀπεκρίνατο
μὴ αἰσχύνεσθαι κακοὺς ὄντας. ὅτι δὲ θεῖον πρᾶγμα καὶ ἡ
νέμεσις, δηλοῖ τὸ καὶ θεοῖς αὐτὴν ὑπάρχειν· ‘νεμέσησε δὲ
πότνια Ἥρη’ φησὶν ἡ ποίησις (Θ 198). φθόνος δ' ἔξωθεν
θείου χοροῦ παντός.
 Ibid. in OD 214 – 215:       
221

 ὕβρις γάρ τε κακὴ δειλῷ βροτῷ· οὐδέ μιν ἐσθλὸς


 ῥηιδίως φερέμεν δύναται βαρύθει δέ θ' ὑπ' αὐτῆς.       
 Λέγει δὲ ἐσθλοὺς οὐ τοὺς τῇ τύχῃ καὶ τῇ δυνάμει προ-
έχοντας, ὥς φησι Πλούταρχος, ἀλλὰ τοὺς κατ' ἀρετὴν
προέχοντας, ἐκ τούτου μᾶλλον δεικνὺς τὴν ὕβριν ἀφόρητον.
* οἱ μὲν γὰρ ἐν δυνάμει καὶ σφόδρα δυσχεραίνουσιν ἐπὶ ταῖς

Πλούταρχος. Phil., Fragmenta Fragment 158, line 2

ἡ πλήμμυρα ἐλώφησεν, ὁ μὲν ἐξ εὐδίας κόσμος τοῦ περι-


έχοντος ὁμόνοια καὶ διαλλαγὴ τῶν θεῶν ἐλέχθη. πρῶτον
δ' ἀνέσχεν ἐκ τῆς γῆς τῶν φυτῶν ἡ δρῦς, καὶ ταύτην
ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι, τροφὴν βίου καὶ σωτηρίας δια-
μονὴν παρασχοῦσαν. οὐ γὰρ μόνον τοῖς εὐσεβέσιν, ὡς
Ἡσίοδός φησιν, ἀλλὰ καὶ τοῖς ὑπολειφθεῖσι τῆς φθορᾶς       
 ’ἄκρη μέν τε φέρει βαλάνους, μέσση δὲ μελίσσας’ (OD
 233).  Ibid. 3.8.1. λέγει δ' οὖν Πλούταρχος ὧδέ πῃ κατὰ λέξιν.
 Ἡ δὲ τῶν ξοάνων ποίησις ἀρχαῖον ἔοικεν εἶναί τι καὶ
παλαιόν, εἴγε ξύλινον μὲν ἦν τὸ πρῶτον εἰς Δῆλον ὑπὸ
Ἐρυσίχθονος Ἀπόλλωνι πεμφθὲνἐπὶ τῶν θεωριῶν ἄγαλ-
μα, ξύλινον δὲ τὸ τῆς Πολιάδος ὑπὸ τῶν αὐτοχθόνων
ἱδρυθέν, ὃ μέχρι νῦν Ἀθηναῖοι διαφυλάττουσιν. Ἥρας δὲ
καὶ Σάμιοι ξύλινον εἶχον ἕδος, ὥς φησιν Καλλίμαχος
(fr. 100 Pfeiffer)·

Πλούταρχος. Phil., Fragmenta Fragment 200, line 48

καὶ ὀλύμπια καὶ γηγενῆ, θελγόμεναι καὶ μαλασσόμεναι


ταῖς ἀγούσαις αὖθις ἐπὶ τὴν γένεσιν ἡδοναῖς, ἐν ᾧ δὴ
μάλιστα πολλῆς μὲν εὐτυχίας αἱ ψυχαὶ δέονται πολλῆς
δὲ σωφροσύνης, ὅπως μὴ τοῖς κακίστοις ἐπισπόμεναι καὶ
συνενδοῦσαι μέρεσιν ἢ πάθεσιν αὑτῶν κακοδαίμονα καὶ
θηριώδη βίον ἀμείψωσιν. ἡ γὰρ λεγομένη καὶ νομιζομένη  
τῶν ἐν Ἅιδου τρίοδος ἐνταῦθά που τέτακται περὶ τὰ τῆς
ψυχῆς σχιζομένη μέρη, τὸ λογιστικὸν καὶ θυμοειδὲς καὶ
ἐπιθυμητικόν, ὧν ἕκαστον ἀρχὴν ἐξ αὑτοῦ καὶ ῥοπὴν ἐπὶ
τὸν οἰκεῖον βίον ἐνδίδωσι. καὶ οὐκέτι ταῦτα μῦθος οὐδὲ
ποίησις ἀλλ' ἀλήθεια καὶ φυσικὸς λόγος. ὧν μὲν γὰρ ἐν
τῇ μεταβολῇ καὶ γενέσει τὸ ἐπιθυμητικὸν ἐξανθοῦν ἐπι-
κρατεῖ καὶ δυναστεύει, τούτοις εἰς ὀνώδη καὶ ὑώδησώ-
ματα καὶ βίους θολεροὺς καὶ ἀκαθάρτους ὑπὸ φιληδονίας
καὶ γαστριμαργίας φησὶ γίνεσθαι τὴν μεταβολήν. ὅταν δὲ
222

φιλονεικίαις σκληραῖς καὶ φονικαῖς ὠμότησιν ἔκ τινος δια-


φορᾶς ἢ δυσμενείας ἐξηγριωμένον ἔχουσα παντάπασιν ἡ
ψυχὴ τὸ θυμοειδὲς εἰς δευτέραν γένεσιν ἀφίκηται, πλήρης
οὖσα προσφάτου πικρίας καὶ βαρυφροσύνης ἔρριψεν ἑαυ-
τὴν εἰς λύκου φύσιν ἢ λέοντος, ὥσπερ ὄργανον ἀμυντικὸν
τὸ σῶμα τῷ κρατοῦντι προσιεμένη πάθει

Πλούταρχος. Phil., Fragmenta (0007: 148)“FGrH #388”.


Vol.-Jacobyʹ-F 3b,388,F, fragment 2, line 2

ὑμέναιον, λουτρὰ δὲ κομίζειν τὰς Τριτωνίδας νύμφας, αὐλοὺς δὲ καὶ


κώμους
τὴν Βοιωτίαν παρασχεῖν. περαινομένων δὲ τούτων οὐκέτι τὴν Ἥραν
καρτερεῖν,
ἀλλὰ καταβᾶσαν ἐκ τοῦ Κιθαιρῶνος, τῶν Πλαταιίδων αὐτῆι γυναικῶν
ἑπομέ-
νων, ὑπ' ὀργῆς καὶ ζηλοτυπίας θέουσαν ἐλθεῖν πρὸς τὸν Δία· καὶ τοῦ
πλάσματος
φανεροῦ γενομένου, διαλλαγεῖσαν μετὰ χαρᾶς καὶ γέλωτος αὐτὴν
νυμφαγωγεῖν·
τιμὴν δὲ τῶι ξοάνωι προσθεῖναι, καὶ Δαίδαλα τὴν ἑορτὴν προσαγορεῦσαι·

κατακαῦσαι δὲ ὅμως αὐτό, καίπερ ἄψυχον ὄν, ὑπὸ ζηλοτυπίας .... ταῦτα
μὲν
ὁ Πλούταρχος.
 EUSEB. P. E. 3, 8, 1: λέγει δ' οὖν Πλούταρχος ὧδέ πη κατὰ λέξιν·
»ἡ δὲ τῶν ξοάνων ποίησις ἀρχαῖον ἔοικεν εἶναί τι καὶ παλαιόν, εἴ γε
ξύλινον
μὲν ἦν τὸ πρῶτον εἰς Δῆλον ὑπὸ Ἐρυσίχθονος Ἀπόλλωνι ἐπὶ τῶν
θεωριῶν
ἄγαλμα, ξύλινον δὲ τὸ τῆς Πολιάδος ὑπὸ τῶν αὐτοχθόνων ἱδρυθέν, ὃ
μέχρι νῦν
Ἀθηναῖοι διαφυλάττουσιν. Ἥρας δὲ καὶ Σάμιοι ξύλινον εἶχον ἕδος, ὥς
φησι
Καλλίμαχος (F 105 Schn; 100 Pf) ‘οὔπω Σκέλμιον ἔργον ἐύξοον, ἀλλ' ἐπὶ

τεθμὸν / δηναιὸν γλυφάνων ἄξοος ἦσθα σανίς· / ὧδε γὰρ ἱδρύοντο θεοὺς
τότε·
καὶ γὰρ Ἀθήνης / ἐν Λίνδωι Δαναὸςλίθον ἔθηκεν ἕδος’. λέγεται δὲ
Πείρας ὁ
πρῶτος Ἀργολίδος Ἥρας ἱερὸν εἱσάμενος καὶτὴν ἑαυτοῦ θυγατέρα
Καλλί-
223

θυιαν ἱέρειαν καταστήσας, ἐκ τῶν περὶ Τίρυνθα δένδρων ὄγχνην τεμὼν


εὐκτέανον
Ἥρας ἄγαλμα μορφῶσαι· πέτραν μὲν γὰρ εἰς θεοῦ κόπτειν εἰκόνα
σκληρὰν
καὶ δύσεργον καὶ ἄψυχον οὐκ ἐβούλοντο, χρυσὸν δὲ καὶ ἄργυρον
ἡγοῦντο γῆς

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (0008: 001)“Athenaei Naucratitae


deipnosophistarum libri xv, 3 vols.”, Ed. Kaibel, G.
Leipzig: Teubner, 1–2:1887; 3:1890, Repr. 1–2:1965; 3:1966.
Book 14, Kaibel paragraph 13, line 34

βασιλέων ἐν ἄλλαις τῶν πόλεων· διόπερ τῆς δεούσης


ἔτυχε τιμωρίας. ἐκπλεύσαντα γὰρ αὐτὸν τῆς Ἀλεξαν-
δρείας, ὥς φησιν Ἡγήσανδρος ἐν τοῖς Ὑπομνήμασιν
(FHG IV 415), καὶ δοκοῦντα διαπεφευγέναι τὸν κίνδυνον
– εἰρήκει γὰρ εἰς τὸν βασιλέα Πτολεμαῖον πολλὰ δεινά,
ἀτὰρ καὶ τόδε, ὅτε τὴν ἀδελφὴν Ἀρσινόην ἐγεγαμήκει·
  εἰς οὐχ ὁσίην τρυμαλιὴν τὸ κέντρον ὤθει –  
Πάτροκλος οὖν ὁ τοῦ Πτολεμαίου στρατηγὸς ἐν Καύνῳ
τῇ νήσῳ λαβὼν αὐτὸν καὶ εἰς μολυβῆν κεραμίδα ἐμβα-
λὼν καὶ ἀναγαγὼν εἰς τὸ πέλαγος κατεπόντωσε. τοι-
αύτη δ' ἐστὶν αὐτοῦ ἡ ποίησις· Θεοδώρου τοῦ αὐλητοῦ
Φιλῖνος ἦν πατήρ, εἰς ὃν ταῦτ' ἔγραψεν·
  ὃ δ' ἀποστεγάσας τὸ τρῆμα τῆς ὄπισθε λαύρης,
  διὰ δενδροφόρου φάραγγος ἐξέωσε βροντὴν
  ἠλέματον, ὁκοίην ἀροτὴρ γέρων χαλᾷ βοῦς.
 σεμνότερος δὲ τῶν τοιούτων ἐστὶ ποιητῶν ὁ ἱλα-
ρῳδὸς καλούμενος. οὐδὲ γὰρ σχινίζεται· χρῆται δ'
ἐσθῆτι λευκῇ ἀνδρείᾳ καὶ στεφανοῦται χρυσοῦν στέ-
φανον, καὶ τὸ μὲν παλαιὸν ὑποδήμασιν ἐχρῆτο, ὥς
φησιν ὁ Ἀριστοκλῆς (FHG IV 331), νῦν δὲ κρηπῖσιν.
ψάλλει δ' αὐτῷ ἄρρην ἢ θήλεια, ὡς καὶ τῷ αὐλῳδῷ.  

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 14, Kaibel paragraph 28, line 17

σθαι ἀπὸ τοῦ σείεσθαι, καὶ πρῶτον ὀρχήσασθαι τὴν


σίκιννιν Θέρσιππον. προτέρα δ' εὕρηται ἡ περὶ τοὺς
πόδας κίνησις τῆς διὰ τῶν χειρῶν. οἱ γὰρ παλαιοὶ τοὺς
πόδας μᾶλλον ἐγυμνάζοντο ἐν τοῖς ἀγῶσι καὶ τοῖς κυνη-
γεσίοις. οἱ δὲ Κρῆτες κυνηγετικοί, διὸ καὶ ποδώκεις.  
εἰσὶ δέ τινες οἵ φασι τὴν σίκιννιν ποιητικῶς ὠνομά-
σθαι ἀπὸ τῆς κινήσεως, ἣν καὶ οἱ σάτυροι ὀρχοῦνται
224

ταχυτάτην οὖσαν. οὐ γὰρ ἔχει ἦθος αὕτη ἡ ὄρχησις,


διὸ οὐδὲ βραδύνει. συνέστηκεν δὲ καὶ σατυρικὴ πᾶσα
ποίησις τὸ παλαιὸν ἐκ χορῶν, ὡς καὶ ἡ τότε τραγῳδία·
διόπερ οὐδὲ ὑποκριτὰς εἶχον. τρεῖς δ' εἰσὶ τῆς σκη-
νικῆς ποιήσεως ὀρχήσεις, τραγική, κωμική, σατυρική.
ὁμοίως δὲ καὶ τῆς λυρικῆς ποιήσεως τρεῖς, πυρρίχη,
γυμνοπαιδική, ὑπορχηματική. καὶ ἐστὶν ὁμοία ἡ μὲν
πυρρίχη τῇ σατυρικῇ· ἀμφότεραι γὰρ διὰ τάχους. πο-
λεμικὴ δὲ δοκεῖ εἶναι ἡ πυρρίχη· ἔνοπλοι γὰρ αὐτὴν
παῖδες ὀρχοῦνται. τάχους δὲ δεῖ τῷ πολέμῳ εἰς τὸ
διώκειν καὶ εἰς τὸ ἡττωμένους ‘φεύγειν μηδὲ μένειν μηδ'
αἰδεῖσθαι κακοὺς εἶναι’ (orac. Herod. I 55). ἡ δὲ γυμνοπαι-
δικὴ παρεμφερής ἐστι τῇ τραγικῇ ὀρχήσει, ἥτις ἐμμέλεια

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (epitome) (0008: 003)“Athenaei


dipnosophistarum epitome, vols. 2.1–2.2”, Ed. Peppink, S.P.
Leiden: Brill, 2.1:1937; 2.2:1939.Vol. 2,2, p. 128, line 16

δολόγῳ καλουμένῳ ἤκμασε Σωτάδης ὁ Μαρωνείτης καὶ ὁ υἱὸς αὐτοῦ


Ἀπολλώνιος, ὃς Σωτάδης ἀκαίρως παῤῥησιασάμενος καὶ κακῶς εἰπὼν
Λυσίμαχον μὲν τὸν βασιλέα ἐν Ἀλεξανδρείᾳ, Πτολεμαῖον δὲ τὸν Φιλά-
δελφον παρὰ Λυσιμάχῳ, καὶ ἄλλους τῶν βασιλέων ἐν ἄλλαις τῶν πόλεων

τῆς δεούσης ἔτυχε τιμωρίας. ἐκπλεύσαντα γὰρ τῆς Ἀλεξανδρείας καὶ


διαπεφευγέναι δοκοῦντα τὸν κίνδυνον – εἰρήκει γὰρ εἰς τὸν βασιλέα Πτο-
λεμαῖον πολλὰ δεινά, ἀτὰρ καὶ τόδε, ὅτε τὴν ἀδελφὴν Ἀρσινόην
γεγαμήκει·
εἰς οὐχ ὁσίην τρυμαλιὴν τὸ κέντρον ὤθει – Πάτροκλος ὁ τοῦ βασιλέως
στρατηγὸς ἐν Καύνῳ τῇ νήσῳ λαβὼν αὐτὸν καὶ εἰς μολιβῆν κεραμίδα
ἐμβαλὼν καὶ ἀπαγαγὼν εἰς τὸ πέλαγος κατεπόντωσε. τοιαύτη δ' ἦν αὐτοῦ

ἡ ποίησις· ὁ δ' ἀποστεγάσας τὸ τρῆμα τῆς ὄπισθε λαύρας διὰ


δενδροφόρου
φάραγγος ἐξέωσε βροντὴν ἠλέματον, ὁκοίην ἀροτὴρ γέρων χαλᾷ βοῦς.
ἔγραψε
δὲ ταῦτα εἰς Φιλῖνον, τὸν τοῦ αὐλητοῦ Θεοδώρου πατέρα. σεμνότερος δὲ
τῶν τοιούτων ποιητῶν ὁ ἱλαρῳδός· οὐδὲν γὰρ σχινίζεται. χρῆται δ'
ἐσθῆτι
λευκῇ ἀνδρείᾳ καὶ στεφανοῦται χρυσοῦν στέφανον, καὶ πάλαι μὲν ὑπο-
δήμασιν ἐχρῆτο, νῦν δὲ κρηπῖσιν, ψάλλει δ' αὐτῷ ἢ ἄρρην ἢ θήλεια, ὡς
καὶ τῷ αὐλῳδῷ. ὁ δὲ μαγῳδὸς τύμπανα ἔχει καὶ κύμβαλα καὶ πάντα
τὰ περὶ αὐτὸν ἐνδύματα γυναικεῖα· σχινίζεταί τε καὶ πάντα ποιεῖ τὰ
225

ἔξω κόσμου, ὑποκρινόμενός ποτε μὲν γυναῖκας καὶ μοιχοὺς καὶ


μαστροπούς,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (epitome) Vol. 2,2, p. 134, line 12

μετώπου κεκυρτωκότων. διποδισμός, ἐπαγκωνισμός. καλεῖται δ' ἡ


σατυρικὴ
ὄρχησις σίκιννις καὶ οἱ σάτυροι σικιννισταί. οἳ δέ φασι Σίκιννον εὑρετὴν
αὐτῆς γενέσθαι βάρβαρον, κατὰ δέ τινας Κρῆτα. ὀρχησταὶ δ' οἱ Κρῆτες.
Σκάμων δὲ ἀπὸ τοῦ σείεσθαι λέγει εἰρῆσθαι σίκιννιν καὶ πρῶτον
Θέρσιππον
ταύτην ὀρχήσασθαι.
 πρώτη δ' εὕρηται ἡ περὶ τοὺς πόδας κίνησις τῆς διὰ τῶν χειρῶν. οἱ γὰρ
παλαιοὶ τοὺς πόδας μᾶλλον ἐγυμνάζοντο ἐν τοῖς ἀγῶσι καὶ τοῖς κυνη-
γεσίοις. οἱ δὲ Κρῆτες κυνηγετικοί, διὸ καὶ ποδώκεις. οἳ δὲ τὴν σίκιννιν
ἀπὸ τῆς κινήσεως φασὶ λέγεσθαι· ἦν δὲ ταχυτάτη. οὐ γὰρ ἔχει πάθος,
διὸ οὐδὲ βραδύνει. συνέστηκε δὲ καὶ ἡ σατυρικὴ ποίησις ἐκ χορῶν, ὡς
καὶ
ἡ τότε τραγῳδία· διόπερ οὐδὲ ὑποκριτὰς εἶχον. τρεῖς δ' εἰσὶ τῆς σκηνικῆς
ποιήσεως ὀρχήσεις, τραγική, κωμική, σατυρική. τρεῖς δὲ καὶ τῆς λυρικῆς

ποιήσεως, πυῤῥίχη, γυμνοπαιδική, ὑπορχηματική. καί ἔστιν ὁμοία ἡ μὲν


πυῤῥίχη τῇ σατυρικῇ· ἀμφότεραι γὰρ διὰ τάχους. πολεμικὴ δὲ δοκεῖ
εἶναι ἡ πυῤῥίχη· ἔνοπλοι γὰρ αὐτὴν παῖδες ὀρχοῦνται. τάχους δὲ δεῖ τῷ
πολέμῳ εἰς τὸ διώκειν ἤ· φεύγειν μηδὲ μένειν μηδ' αἰδεῖσθαι κακὸς εἶναι.
ἡ δὲ γυμνοπαιδικὴ παρεμφερὴς τῇ τραγικῇ, ἣ ἐμμέλεια καλεῖται· ἐν
ἑκατέρᾳ δὲ ὁρᾶται τὸ βραχὺ καὶ σεμνόν. ἡ δ' ὑπορχηματικὴ τῇ κωμικῇ
οἰκειοῦται, ἣ καλεῖται κόρδαξ. παιγνιώδεις δ' εἰσὶν ἀμφότεραι. πυῤῥίχη

Ισαίος. De Menecle (0017: 002)“Isée. Discours, 2nd edn.”, Ed. Roussel,


P.Paris: Les Belles Lettres, 1960.Sec. 2, line 3

ὑπό τινος κατὰ τοὺς νόμους, καὶ ἐγὼ ποιηθῆναι, καὶ οὐκ
ἄν ποτε εἰπεῖν οὐδένα τολμῆσαι ὡς ἐποιήσατό με Μενεκλῆς
παρανοῶν ἢ γυναικὶ πιθόμενος· ἐπειδὴ δὲ ὁ θεῖος οὐκ
ὀρθῶς βουλευόμενος, ὡς ἐγώ φημι, πειρᾶται ἐξ ἅπαντος
τρόπου τὸν ἀδελφὸν τὸν αὑτοῦ ἄπαιδα τεθνεῶτα κατα-
στῆσαι, οὔτε τοὺς θεοὺς τοὺς πατρῴους οὔθ' ὑμῶν
αἰσχυνόμενος οὐδένα, ἐμοὶ ἀνάγκη ἐστὶ πολλὴ βοηθεῖν τῷ
τε πατρὶ τῷ ποιησαμένῳ με καὶ ἐμαυτῷ.
         Διδάξω  
οὖν ὑμᾶς ἐξ ἀρχῆς ὡς προσηκόντως τε καὶ κατὰ τοὺς
226

νόμους ἐγένετο ἡ ποίησις καὶ οὐκ ἔστιν ἐπίδικος ὁ κλῆρος


ὁ Μενεκλέους, ὄντος ἐμοῦ ὑοῦ ἐκείνου, ἀλλ' ὁ μάρτυς διε-
μαρτύρησε τἀληθῆ. Δέομαι δ' ὑμῶν ἁπάντων καὶ ἀντιβολῶ
καὶ ἱκετεύω μετ' εὐνοίας ἀποδέχεσθαί μου τοὺς λόγους.
 Ἐπώνυμος γὰρ ὁ Ἀχαρνεύς, ὁ πατὴρ ὁ ἡμέτερος,
ὦ ἄνδρες, φίλος ἦν καὶ ἐπιτήδειος Μενεκλεῖ καὶ ἐχρῆτο
οἰκείως· ἦμεν δὲ αὐτῷ παῖδες τέτταρες ἡμεῖς, δύο μὲν
ὑεῖς, δύο δὲ θυγατέρες. Τελευτήσαντος δὲ τοῦ πατρός,
ἐκδίδομεν ἡμεῖς τὴν πρεσβυτέραν ἀδελφήν, ἐπειδὴ εἶχεν
ὥραν, Λευκολόφῳ, προῖκα ἐπιδόντες εἴκοσι μνᾶς.

Ισαίος. De Menecle Sec. 13, line 1

ὁποτέρῳ ὑμῶν καλῶς ἔχει.»          Καὶ ὁ ἀδελφὸς ὁ ἐμὸς


ἀκούσας ταῦτα, ἐπῄνεσέ τε τοὺς λόγους αὐτοῦ καὶ εἶπεν
ὅτι δέοιτο ἥ τε ἡλικία καὶ ἡ παροῦσα ἐρημία ἐκείνου τοῦ
θεραπεύσοντος αὐτὸν καὶ ἐπιδημήσοντος· «Ἐμοὶ μὲν
οὖν», ἔφη, «συμβαίνει ἀποδημία, ὡς σὺ οἶσθα· ὁ δὲ
ἀδελφὸς οὑτοσί», ἐμὲ λέγων, «τῶν τε σῶν ἐπιμελήσεται
καὶ τῶν ἐμῶν, ἐὰν βούλῃ τοῦτον ποιήσασθαι.» Καὶ ὁ
Μενεκλῆς καλῶς ἔφη αὐτὸν λέγειν καὶ ἐκ τοῦ τρόπου
τούτου ποιεῖταί με.
 Ὡς οὖν κατὰ τοὺς νόμους ἐγένετο ἡ ποίησις, τοῦτο
ὑμᾶς βούλομαι διδάξαι. Καί μοι τὸν νόμον αὐτὸν ἀνάγνωθι,
ὃς κελεύει τὰ ἑαυτοῦ ἐξεῖναι διαθέσθαι ὅπως ἂν ἐθέλῃ,
ἐὰν μὴ παῖδες ἄρρενες ὦσι γνήσιοι. Ὁ γὰρ νομοθέτης, ὦ
ἄνδρες, διὰ τοῦτο τὸν νόμον ἔθηκεν οὕτως, ὁρῶν μόνην
ταύτην καταφυγὴν οὖσαν τῆς ἐρημίας καὶ παραψυχὴν
τοῦ βίου τοῖς ἄπαισι τῶν ἀνθρώπων, τὸ ἐξεῖναι ποιήσασθαι
ὅντινα ἂν βούλωνται.

Ισαίος. De Menecle Sec. 16, line 4

ἦν ζῶντα πείθειν ἐκεῖνον, εἴ τι βούλοιντο, μᾶλλον ἢ τελευ-


τήσαντα ὑβρίζειν καὶ ἐξερημοῦν αὐτοῦ τὸν οἶκον. Ἐπ-
εβίω γὰρ ἐκεῖνος μετὰ τὴν ποίησιν οὐκ ἐνιαυτὸν ἕνα ἢ
δύο, ἀλλὰ τρία καὶ εἴκοσιν ἔτη· καὶ ἐν τούτῳ τῷ χρόνῳ,
τοσούτῳ ὄντι, οὐδὲν ἐκεῖνος μετέγνω τῶν πεπραγμένων
ἑαυτῷ, διὰ τὸ παρὰ πάντων ὁμολογεῖσθαι ὅτι ἦν ὀρθῶς
βεβουλευμένος.
         Καὶ ὡς ἀληθῆ λέγω ταῦτα, τῆς μὲν
227

ποιήσεως ὑμῖν τοὺς φράτερας καὶ τοὺς ὀργεῶνας καὶ τοὺς


δημότας παρέξομαι μάρτυρας, ὡς δ' ἐξῆν ποιήσασθαι,
τὸν νόμον αὐτὸν ὑμῖν ἀναγνώσεται, καθ' ὃν ἡ ποίησις
ἐγένετο. Καί μοι τὰς μαρτυρίας ἀνάγνωθι ταύτας καὶ
τὸν νόμον.
        

Μαρτυρίαι. Νόμος

 Ὡς μὲν τοίνυν ἐξῆν τῷ Μενεκλεῖ ποιήσασθαι ὑὸν


αὑτῷ ὅντινα ἐβούλετο, ὁ νόμος αὐτὸς ὑμῖν δηλοῖ· ὡς δὲ
ἐποιήσατο, οἵ τε φράτερες καὶ οἱ δημόται καὶ οἱ ὀργεῶνες
ὑμῖν μεμαρτυρήκασιν· ὥστε περιφανῶς ἀποδέδεικται ἡμῖν,
ὦ ἄνδρες, ὁ μάρτυς τἀληθῆ διαμεμαρτυρηκώς, καὶ οὗτοι
πρός γε τὴν ποίησιν αὐτὴν λόγον οὐδ' ὁντινοῦν δύναιντ'
ἂν ἀντειπεῖν.

Ισαίος. De Menecle Sec. 25, line 6

νόμος κεῖσθαι, ὁ περὶ τῆς ποιήσεως, καὶ διὰ τοῦτο χρῶνται


πάντες αὐτῷ· ὁ δὲ θεῖος οὑτοσὶ οὐκ αἰσχύνεται τὸν αὑ-
τοῦ ἀδελφὸν ταύτης τῆς ἐξουσίας ἀποστερῶν νῦν, τοῦ
ποιήσασθαι, ἧς οὐδὲ τοῖς οὐδὲν γένει προσήκουσιν οὐδεὶς
πώποτε ἐφθόνησεν.
         Οἶμαι δὲ κἂν τοῦτον, εἴ τις
ἐρωτήσειεν αὐτὸν τί δή ποτ' ἂν ἐποίησεν εἰς τὴν αὐτὴν
τύχην ἐκείνῳ καταστάς, οὐκ ἄλλ' οὐδὲν εἰπεῖν ἢ ὅτι
ἐποιήσατ' ἂν ὅστις αὐτὸν ἔμελλε ζῶντά τεθεραπεύσειν
καὶ τελευτήσαντα θάψειν· καὶ δῆλον ὅτι κατὰ τὸν αὐτὸν
τοῦτον νόμον ἡ ποίησις ἐγένετ' ἄν, καθ' ὅν περ ἡ ἐμή.
Εἶτα αὐτὸς μὲν εἰ ἦν ἄπαις, ἐποιήσατ' ἄν· τὸν δὲ Με-
νεκλέα ποιήσαντα ταὐτὰ τούτῳ παραφρονεῖν φησι καὶ
γυναικὶ πιθόμενον ποιήσασθαι.
         Πῶς οὖν οὐ σχέτλια
λέγων φαίνεται; Ἐγὼ γὰρ οἶμαι πολλῷ μᾶλλον τοῦτον
παραφρονεῖν τῷ τε λόγῳ τούτῳ ᾧ νυνὶ λέγει καὶ οἷς  
ποιεῖ. Τοῖς τε γὰρ νόμοις καὶ τοῖς δικαίοις καὶ οἷς αὐτὸς
ἐποίησεν ἂν τἀναντία λέγων φαίνεται καὶ οὐκ αἰσχύνεται
αὑτῷ μὲν τὸν νόμον τὸν περὶ τῆς ποιήσεως ποιῶν κύριον,
228

Ισαίος. De Menecle Sec. 39, line 2

         

Μαρτυρίαι

 Ὅτι τοίνυν ὁ Μενεκλῆς, ὦ ἄνδρες, ἐποιήσατό


με οὐ παρανοῶν οὐδὲ γυναικὶ πιθόμενος, βούλομαι ὑμῖν
καὶ αὐτοὺς τούτους μάρτυρας παρασχέσθαι, [καὶ] ἐμοὶ
μαρτυροῦντας ἔργῳ καὶ οὐ λόγῳ, ἐξ ὧν ἔπραξαν αὐτοί,
ὅτι ἐγὼ τἀληθῆ λέγω. Τὰς γὰρ διαλύσεις φαίνονται πρὸς
ἐμὲ ποιησάμενοι ἀμφότεροι οὗτοι καὶ οὐ πρὸς τὸν Με-
νεκλέα, καὶ ὀμόσαντες ὅρκους ἐμοὶκαὶ ἐγὼ τούτοις.
Καίτοι εἴ γε μὴ κατὰ τοὺς νόμους ἐγεγένητο ἡ
ποίησις, μηδὲ κληρονόμος ἦν ἐγὼ τῶν Μενεκλέους ὑπ'
αὐτῶν τούτων δεδοκιμασμένος, τί ἔδει αὐτοὺς ὀμνύναι
ἐμοὶ ἢ παρ' ἐμοῦ λαμβάνειν ὅρκους; Οὐδὲν δήπου. Οὐκοῦν
ὁπότε ἐποίησαν ταῦτα, φαίνονται αὐτοὶ οὗτοι ἐμοὶ
μαρτυροῦντες ὅτι κατὰ τοὺς νόμους ἐποιήθην [ἡ ποίησις]
καὶ δικαίως εἰμὶ κληρονόμος τῶν Μενεκλέους.
         Ἐγὼ
δ' οἶμαι καταφανὲς ὑμῖν ἅπασι τοῦτ' εἶναι, ὡς καὶ παρὰ
τούτων αὐτῶν ὁμολογούμενόν ἐστιν ὅτι Μενεκλῆς οὐ
παρεφρόνει, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον οὗτος νυνί, ὅς γε ποιησά-
μενος τῆς ἔχθρας διάλυσιν πρὸς ἡμᾶς καὶ ὀμόσας ὅρκους

Ισαίος. De Menecle Sec. 39, line 6

καὶ αὐτοὺς τούτους μάρτυρας παρασχέσθαι, [καὶ] ἐμοὶ


μαρτυροῦντας ἔργῳ καὶ οὐ λόγῳ, ἐξ ὧν ἔπραξαν αὐτοί,
ὅτι ἐγὼ τἀληθῆ λέγω. Τὰς γὰρ διαλύσεις φαίνονται πρὸς
ἐμὲ ποιησάμενοι ἀμφότεροι οὗτοι καὶ οὐ πρὸς τὸν Με-
νεκλέα, καὶ ὀμόσαντες ὅρκους ἐμοὶκαὶ ἐγὼ τούτοις.
Καίτοι εἴ γε μὴ κατὰ τοὺς νόμους ἐγεγένητο ἡ
ποίησις, μηδὲ κληρονόμος ἦν ἐγὼ τῶν Μενεκλέους ὑπ'
αὐτῶν τούτων δεδοκιμασμένος, τί ἔδει αὐτοὺς ὀμνύναι
ἐμοὶ ἢ παρ' ἐμοῦ λαμβάνειν ὅρκους; Οὐδὲν δήπου. Οὐκοῦν
ὁπότε ἐποίησαν ταῦτα, φαίνονται αὐτοὶ οὗτοι ἐμοὶ
μαρτυροῦντες ὅτι κατὰ τοὺς νόμους ἐποιήθην [ἡ ποίησις]
καὶ δικαίως εἰμὶ κληρονόμος τῶν Μενεκλέους.
         Ἐγὼ
δ' οἶμαι καταφανὲς ὑμῖν ἅπασι τοῦτ' εἶναι, ὡς καὶ παρὰ
229

τούτων αὐτῶν ὁμολογούμενόν ἐστιν ὅτι Μενεκλῆς οὐ


παρεφρόνει, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον οὗτος νυνί, ὅς γε ποιησά-
μενος τῆς ἔχθρας διάλυσιν πρὸς ἡμᾶς καὶ ὀμόσας ὅρκους
πάλιν νῦν ἥκει τὰ ὁμολογηθέντα καὶ ὀμοθέντα παραβάς,
καὶ ἀφελέσθαι με ἀξιοῖ ταυτὶ τὰ λοιπά, οὕτως ὄντα
μικρά.

Ισαίος. De Pyrrho (0017: 003)“Isée. Discours, 2nd edn.”, Ed. Roussel,


P.Paris: Les Belles Lettres, 1960.Sec. 69, line 3

πυνθάνεσθε. Ὡς δ' ἦν ἐπίδικος ἡ γυνή, εἴ περ γνησία


καταλειφθείη, ἐκ τῶν νόμων σαφέστατα μαθεῖν ἔστι τοῦτο.
Ὁ γὰρ νόμος διαρρήδην λέγει ἐξεῖναι διαθέσθαι ὅπως
ἂν ἐθέλῃ τις τὰ αὑτοῦ, ἐὰν μὴ παῖδας γνησίους καταλίπῃ
ἄρρενας· ἐὰν δὲ θηλείας καταλίπῃ, σὺν ταύταις. Οὐκοῦν
μετὰ τῶν θυγατέρων ἔστι δοῦναι καὶ διαθέσθαι τὰ αὐτοῦ·
ἄνευ δὲ τῶν γνησίων θυγατέρων οὐχ οἷόν τε οὔτε ποιή-
σασθαι οὔτε δοῦναι οὐδενὶ οὐδὲν τῶν ἑαυτοῦ.
         Οὐκοῦν
εἰ μὲν ἄνευ τῆς γνησίας θυγατρὸς τὸν Ἔνδιον Πύρρος
ἐποιεῖτο ὑὸν αὑτῷ, ἄκυρος ἂν ἦν αὐτοῦ ἡ ποίησις κατὰ τὸν
νόμον· εἰ δὲ τὴν θυγατέρα ἐδίδου καὶ ἐπὶ τούτῳ ποιησά-
μενος κατέλιπε, πῶς ἂν ὑμεῖς ‖ ἐπετρέψατε ἐπιδικάζεσθαι,
οἱ τοῦ Πύρρου θεῖοι, τὸν Ἔνδιον τοῦ Πύρρου κλήρου ἄνευ
τῆς γνησίας θυγατρός, εἰ ἦν ἐκείνῳ, ἄλλως τε καὶ εἰ, ὡς
ἐμαρτυρήσατε, ἐπέσκηψεν ὑμῖν ὁ ἀδελφιδοῦς ἐπιμελεῖσθαι
τούτου τοῦ παιδίου;
         Ἀλλ', ὦ ἀγαθέ, τοῦτο μὲν καὶ
λαθεῖν φήσαιτ' ἂν ὑμᾶς· ὅτε δ' ἠγγύα καὶ ἐξεδίδου ὁ Ἔν-
διος τὴν γυναῖκα, ἐπετρέπετε ὑμεῖς οἱ θεῖοι τὴν τοῦ ἀδελ-
φιδοῦ τοῦ ὑμετέρου αὐτῶν ὡς ἐξ ἑταίρας οὖσαν ἐκείνῳ

Ισαίος. De Apollodoro (0017: 007)“Isée. Discours, 2nd edn.”, Ed.


Roussel, P.Paris: Les Belles Lettres, 1960.Sec. 29, line 2

           

Μάρτυρες

 Ἐπὶ μὲν τοσούτων μαρτύρων, ὦ ἄνδρες, γέγονεν ἡ


230

ποίησις, ἔχθρας μὲν παλαιᾶς αὐτῷ πρὸς τούτους οὔσης,


φιλίας δὲ πρὸς ἡμᾶς καὶ συγγενείας οὐ μικρᾶς ὑπαρχούσης.
Ὡς δ' οὐδ' εἰ μηθέτερον τούτων ὑπῆρχε, μήτε ἔχθρα
πρὸς τούτους μήτε φιλία πρὸς ἡμᾶς, οὐκ ἄν ποτε Ἀπολ-
λόδωρος ἐπὶ τούτοις τὸν κλῆρον τοῦτον κατέλιπεν, οἶμαι
καὶ ταῦθ' ὑμῖν ῥᾳδίως ἐπιδείξειν.
         Πάντες γὰρ οἱ
τελευτήσειν μέλλοντες πρόνοιαν ποιοῦνται σφῶν αὐτῶν,
ὅπως μὴ ἐξερημώσουσι τοὺς σφετέρους αὐτῶν οἴκους,
ἀλλ' ἔσται τις [καὶ] ὁ ἐναγιῶν καὶ πάντα τὰ νομιζόμενα
αὐτοῖς ποιήσων· δι' ὃ κἂν ἄπαιδες τελευτήσωσιν

Ισαίος. De Aristarcho (0017: 010)“Isée. Discours, 2nd edn.”, Ed.


Roussel, P.Paris: Les Belles Lettres, 1960.Sec. 14, line 6

γὰρ ὁ νόμος σὺν ταύταις κύριον εἶναι δοῦναι, ἐάν τῳ βού-


ληται, τὰ ἑαυτοῦ· τῷ δὲ μήτε λαβεῖν αὐτὴν ἀξιώσαντι μήτε
πατρὶ ὄντι, ἀλλ' ἀνεψιῷ, παρὰ πάντας τοὺς νόμους εἰς-
αγαγόντι ἔσται κυρίως ταῦτα πεπραγμένα; Καὶ τίς ὑμῶν
ταῦτα πεισθήσεται;
         Ἐγὼ μέν, ὦ ἄνδρες, σαφῶς
ἐπίσταμαι ὅτι οὔτε Ξεναίνετος οὔτε ἄλλος οὐδεὶς ἀνθρώ-
πων ἕξει ἀποδεῖξαι ὡς οὐ τῆς ἐμῆς μητρὸς οὗτος ὁ
κλῆρός ἐστι, τοῦ ἀδελφοῦ αὐτῇ τοῦ Δημοχάρους καταλι-
πόντος· ἐὰν δ' ἄρα τολμῶσι περὶ αὐτῶν λέγειν, νόμον κε-
λεύετε δεῖξαι καθ' ὃν γεγένηται ἡ εἰςποίησις Ἀριστάρχῳ,
καὶ τίς ὁ εἰσποιήσας· τοῦτο γὰρ δίκαιόν ἐστιν. Ἀλλ' οἶδ'
ὅτι οὐχ ἕξουσιν ἐπιδεῖξαι.
 Περὶ μὲν οὖν τοῦ τὸν κλῆρον εἶναι τῆς μητρὸς ἐξ
ἀρχῆς καὶ ἀδίκως αὐτὴν ὑπὸ τούτων ἀπεστερῆσθαι, ἔκ τε
τῶν εἰρημένων καὶ μεμαρτυρημένων καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν
νόμων ἱκανῶς ἡγοῦμαι ἀποδεδεῖχθαι. Οὕτω δὲ καὶ τούτοις
φανερόν ἐστιν ὅτι οὐ προσηκόντως ἔχουσι ταῦτα τὰ χρή-
ματα, ὥστε οὐκ ἐπὶ τῷ δικαίως Ἀρίσταρχον εἰσαχθῆναι
εἰς τοὺς φράτερας τὸν λόγον ποιοῦνται μόνον, ἀλλὰ καὶ
δίκην φασὶν ὑπὲρ τούτων τῶν χρημάτων τὸν πατέρα τὸν

Philo Judaeus Phil., Quaestiones in Genesim (fragmenta) (0018: 034)


“Quaestiones in Genesim et in Exodum. Fragmenta Graeca”, Ed. Petit, F.
231

Paris: Cerf, 1978; Les oeuvres de Philon d'Alexandrie 33.


Book 4, fragment 161, line 1

τῷ κουριδίῳ, ὡς διὰ τοῦτο καὶ ἕνα οἶκον ἐσχηκέναι δοκεῖν. ‖


 Διαφορὰν [δέ] φασιν ὑπαρχόντων καὶ δομάτων ‖.
Τὸ μὲν γὰρ σημαίνει τὰ κτήματα καὶ ὅσα βέβαια τῶν κειμη-
λίων· δόματα δὲ τὰ χειρόδοτα [καὶ] ὧν ἡ χρῆσις ἐφήμε-
ρος. ‖  
 [Ἄλλος δὲ] προστίθεσθαι[, φησί,] λέγεται λαῷ μήπω
γεγονότι. Ἀρχὴ γὰρ αὐτὸς καὶ προπάτωρ τοῦ γένους ἐστί·
τὸν οὖν μέλλοντα δι' αὐτὸν γενέσθαι ὡς γεγονότα χαριζό-
μενος αὐτοῦ τῷ θεοπρεπεῖ τῶν ἀρετῶν ἱδρύεται, ᾧ καὶ
λέγεσθαι προστίθεσθαι.  
 Ἠσαῦ ἑρμηνεύεται ποίησις ἢ δρύϊνος [κατὰ Φίλωνα] ...
(Ἰακώβ) [πτερνίζων ἢ] πτερνιστής.
[Ἠσαῦ ἑρμηνεύεται ... κατὰ Φίλωνα], Ἰακὼβ δὲ πτερ-
νιστής.  
 Τίς [δὲ] οὐκ ἂν ἀγάσαιτο τὸ «ἠγάπησε τὸν Ἠσαῦ· ἡ
δὲ Ῥεβέκκα ἠγάπα τὸν Ἰακώβ»; Τὸ μὲν γὰρ ‖
παρελήλυθε, τὸ δὲ ‖ πάρεστι ἀεὶ ‖. Ἡ μὲν γὰρ ἀποδοχὴ
τοῦ φαύλου, κἂν συμβῇ ποτε, ὀλιγοχρόνιός ἐστι καὶ ἐφή-
μερος· ἡ δὲ τοῦ σπουδαίου ‖ ἀθανατίζεται ‖.  
 ‖ [Καὶ] τὸ μὲν σπουδαῖον οὐ δι' ἕτερόν τι ἀγαπᾶται·
‖ τὸ δὲ μὴ τοιοῦτον ἐκ τῶν χρειῶν· «ἠγάπησε» γάρ,

Αριστοφάνης κωμικός. Fragmenta (0019: 012)“The fragments of Attic


comedy, vol. 1”, Ed. Edmonds, J.M.Leiden: Brill, 1957.Fragment 254,
line 1

τουτί· προσόζειν γὰρ κακοῦ τού μοι δοκεῖ.


 τραπόμενον εἰς τοὔψον λαβεῖν
ὀσμύλια καὶ μαινίδια καὶ σηπίδια.  
κακῶν τοσούτων ξυνελέγη μοι σώρακος.
ἤδη παροινεῖς εἴςμε πρὶν δεδειπνάναι;
δακτύλιον χαλκοῦν φέρων ἀπείρονα
οὐδεὶς βεβαλάνωκε τὴν θύραν.
Λύκας ἴσως ἂν τὸν λαγὼν ξυναρπάσειεν ὑμῖν.
{ΧΟΡΟΣ} ὁ χορὸς δ' ὠρχεῖτ' ἂν ἐναψάμενος δάπιδας καὶ
στρωματόδεσμα,
διαμασχαλίσας αὑτὸν σχελίσιν καὶ φύσκαις καὶ ῥαφανῖσιν.
{ΧΟ.} οὕτως αὐτοῖς ἀταλαιπώρως ἡ ποίησις διέκειτο.  
232

πρὸς τὸν στροφέα τῆς αὐλείας σχίνου κεφαλὴν κατορύττειν.


μή τἄρ' εἶναι μ'ἐγκριδοπώλην.
καὶ τὸν κυλλάστιν φθέγγου καὶ τὸν Πετόσιριν.
αἷσι τὰτῶν χειρῶν ἔργα μνοῦς ἐστίν.  
{ΚΟΡΗ} τί, ὦ πονηρέ, μ' ἐκκορίζεις ὡσπερεὶ
κλιντήριον;
ἐγὼ γάρ, εἴ τί σ' ἠδίκηκ', ἐθέλω δίκην
δοῦναι πρόδικον ἐν τῶν φίλων τῶν σῶν ἑνί.
{ΤΑΜΙΑΣ} ἀνοιγέτω τις δώματ'· αὐτὸς ἔρχεται.
ἀλλ' εἰς κάδον λαβών τιν' οὔρει πίττινον.  

Αριστοφάνης κωμικός. Fragmenta (0019: 013)


“Comicorum Atticorum fragmenta, vol. 1”, Ed. Kock, T.
Leipzig: Teubner, 1880.Fragment 254, line 1

τουτί· προσόζειν γὰρ κακοῦ τού μοι δοκεῖ.


 τραπόμενον εἰς τοὔψον λαβεῖν
ὀσμύλια καὶ μαινίδια καὶ σηπίδια.  
κακῶν τοσούτων ξυνελέγη μοι σώρακος.
ἤδη παροινεῖς εἰς ἐμὲ πρὶν δεδειπνάναι.
δακτύλιον χαλκοῦν φέρων ἀπείρονα
οὐδεὶς βεβαλάνωκε τὴν θύραν  
λύσας ἴσως ἂν τὸν λαγὼν ξυναρπάσειεν ἡμῶν.
ὁ χορὸς δ' ὠρχεῖτ' ἂν ἐναψάμενος δάπιδας καὶ στρωματόδεσμα,
διαμασχαλίσας αὑτὸν σχελίσιν καὶ φύσκαις καὶ ῥαφανῖσιν.
οὕτως αὐτοῖς ἀταλαιπώρως ἡ ποίησις διέκειτο.
πρὸς τὸν στροφέα τῆς αὐλείας σχίνου κεφαλὴν κατορύττειν.  
μὴ τἄρ' εἶναί μ' ἐγκριδοπώλην
καὶ τὸν κυλλάστιν φθέγγου καὶ τὸν Πετόσιριν.
τῶν χοίρων μνοῦς ἔρι' ἐστίν.  
Δαναώτατος

Αριστοφάνης κωμικός. Fragmenta Fragment t451, line 1

ΠΟΙΗΣΙΣ

γυναῖκα δὴ ζητοῦντες ἐνθάδ' ἥκομεν,


ἥν φασιν εἶναι πραὰ σέ.  
233

ΠΟΛΥΙΔΟΣ

τὸ γὰρ φοβεῖσθαι τὸν θάνατον λῆρος πολύς·


πᾶσιν γὰρ ἡμῖν τοῦτ' ὀφείλεται παθεῖν.
ἰδοὺ δίδωμι τήνδ' ἐγὼ γυναῖκά σοι
Φαίδραν· ἐπὶ πῦρ δὲ πῦρ ἔοιχ' ἥκειν ἄγων.
διὰ τῆς ἀγορᾶς τρέχων, ἀναρίστητος ὤν.  
ἐλλιμενίζεις ἢ δεκατεύεις.
ἔρημον ἐμβλέπειν

Αριστοφάνης κωμικός. Fragmenta (0019: 014)


“Fragmenta comicorum Graecorum, vol. 2.2”, Ed. Meineke, A.
Berlin: Reimer, 1840, Repr. 1970.
Play Dan, fragment 13, line 1

Κακῶν τοσούτων ξυνελέγη μοι σώρακος.


(Καὶ) δακτύλιον χαλκοῦν φέρων ἀπείρονα.  
Πρὸς τὸν στροφέα τῆς αὐλείας σχίνου κεφαλὴν κατορύττειν.
 Τραπόμενον εἰς τοὔψον λαβεῖν
ὀσμύλια καὶ μαινίδια καὶ σηπίδια.  
Ἤδη παροινεῖς ἢ 'μὲ πρὶν δεδειπνάναι.
Λύσας ἴσως ἂν τὸν λάγων ξυναρπάσειεν ἡμῶν.  
Ὁ χορὸς δ' ὠρχεῖτ' ἂν ἐναψάμενος δάπιδας καὶ στρω-
      ματόδεσμα,
Διαμασχαλίσας αὑτὸν σχελίσιν καὶ φύσκαις καὶ ῥαφανῖσιν.  
Οὕτως αὐτοῖς ἀταλαιπώρως ἡ ποίησις διέκειτο.
Μὴ τἆρ' εἶναί μ' ἐγκριδοπώλην.  
Τῶν χοίρων μνοῦς ἔρι' ἐστίν.  

Αριστοφάνης κωμικός. Fragmenta Play Poi, fragment t, line 1

ΠΛΟΥΤΟΣ ΠΡΟΤΕΡΟΣ.

Τῶν λαμπαδηφόρων τε πλείστων αἰτίαν πλατειῶν


τοῖς ὑστάτοις.  

ΠΟΙΗΣΙΣ.
234

 
Γυναῖκα δὲ ζητοῦντες ἐνθάδ' ἥκομεν,
ἥν φασιν εἶναι παρὰ σέ.
Αριστοφάνης κωμικός. Fragmenta (0019: 016)
“Comicorum Graecorum fragmenta in papyris reperta”, Ed. Austin, C.
Berlin: De Gruyter, 1973.
Fragment 18, line 18

Ἥρωες]
Θεσμο]φορ[ιά]ζουσαι[
Ἱππ]εῖς
Κώ]καλος
Λυς]ιστράτη
Νε]φέλαι βʹ
Ὁλκ]άδες
Ὄρν]ιθες
Προ]άγων
Πλ]οῦτ[ο]ς αʹ
Ποίησι]ς
Πολύ]ειδος
Σκηνὰ]ς Καταλαμβ(άνουσαι)
Σφῆκ]ες
Τελμη]σσεῖς
Τριφά]λης

Galenus Med., Thrasybulus sive utrum medicinae sit an gymnasticae


hygieine (0057: 033)“Claudii Galeni Pergameni scripta minora, vol. 3”,
Ed. Marquardt, J., Müller, I., Helmreich, G.Leipzig: Teubner, 1893, Repr.
1967.Kühn Vol. 5, p. 819, line 7

ἔχει μηδὲν κοινωνούντων τῷ προβλήματι πλὴν ὀνόματι.


καὶ γὰρ εἰ τῆς τῶν ὑγιαινόντων φυλακῆς ὁ ἰατρὸς
ἐπιστάτης ἐστὶν ἢ γυμναστοῦ τὸ τοιοῦτον ἴδιον, ἐξ
ἀρχῆς ἡμῖν προὔκειτο ζητεῖν, ὅπερ, ὡς ὀλίγον ἔμπρο-
σθεν ἐδείχθη, ‖ τὴν κρίσιν ἐν τῇ τοῦ τέλους ἔχει ζη-
τήσει. πότερον γὰρ ἁπλῶς ὑγίεια τὸ τέλος ἐστὶ τῆς
ἰατρικῆς οὐδὲν διαφέρον εἴτε ποιοῦντός τινος αὐτὴν
οὐκ οὖσαν εἴτε φυλάττοντος οὖσαν ἢ τὸ ποιῆσαι μὲν
μόνον ἰατρικῆς ἐστι, τὸ φυλάξαι δὲ τῆς γυμναστικῆς
[αὐτῆς]; οὕτω δὲ καὶ περὶ τῆς γυμναστικῆς, ἆρά γ'
εὐεξία τὸ τέλος ἐστὶν ἢ ὑγίεια ἢ ποίησις ὁποτέρας
235

τούτων ἢ φυλακή.
 Κινδυνεύσομεν γάρ, ὡς ὁ λόγος ἔδειξεν,
ἐὰν ὑπερβῶμεν τὴν μίαν, ἑπτὰ ποιῆσαι περὶ τὸ σῶμα
τὰς τέχνας, τὴν μὲν πρώτην καὶ σαφεστάτην καὶ σχε-
δὸν μόνην ἀναμφισβήτητον ἰωμένην τὰ νοσήματα, δύο
δ' ἄλλας, τὴν μὲν ἐκ τῆς κατὰ σχέσιν ὑγιείας εἰς τὴν
καθ' ἕξιν ἄγουσαν, τὴν δ' ἐν ταύτῃ φυλάττουσαν καὶ
δύο ἄλλας ὁμοίως περὶ τὴν εὐεξίαν, δημιουργικὴν μὲν
τὴν ἑτέραν, φυλακτικὴν δὲ τὴν ἑτέραν, ἔτι τε πρὸς
ταύταις ἄλλας δύο περὶ τὴν ἀθλητικὴν εὐεξίαν. ἁπλῶς  

Galenus Med., Thrasybulus sive utrum medicinae sit an gymnasticae


hygieine Kühn Vol. 5, p. 855, line 10

ἐνεργείας τῶν τεχνιτῶν ἔτι διαμένει. καὶ ταύτῃ γε


διήνεγκαν αἱ ποιητικαὶ τέχναι ‖ τῶν μόνον πρακτικῶν,
ὅτι τῶν μὲν πρακτικῶν, ὅταν ἐνεργοῦσαι παύσωνται,
πέπαυται καὶ τὸ τέλος. οὐδὲν γοῦν ἔστι δεῖξαι τῆς
ὀρχηστικῆς παρ' αὐτὴν τὴν ἐνέργειαν, οἷον τῆς τεκτο-
νικῆς τὸν σκίμποδα καὶ τῆς οἰκοδομικῆς τὴν οἰκίαν
καὶ τῆς ἰατρικῆς τὴν ὑγίειαν. οὐκ οἰκοδόμησις οὖν,
ὥσπερ ὄρχησις, ἐστὶ τὸ τέλος τῆς οἰκοδομικῆς, ἀλλ'
οἰκία, τῆς ἐνεργείας ἕτερόν τι· κατὰ ταὐτὰ δὲ καὶ τῆς
ὑφαντικῆς οὔθ' ὕφανσις οὔθ' ὑφαίνειν οὔτ' ἐσθῆτος
ποίησις ἢ γένεσις, ἀλλ' ἐσθής. ὡσαύτως δ' οὐδὲ ποί-
ησις ἢ γένεσις ἢ ἐπανόρθωσις ὑγιείας ἐστὶ τὸ τέλος
τῆς ἰατρικῆς ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐνέργειά τις ἥ γε καθό-
λου τοῦ τεχνίτου, καθάπερ αἱ κατὰ μέρος ἦσαν ἐν
τῷ τέμνειν καὶ καίειν καὶ κατατείνειν ἄρθρα καὶ κῶλα
καὶ διαπλάττειν καὶ ἐπιδεῖν καὶ τούτων ἔτ' ἀνωτέρω
καὶ γενικώτεραι χειρουργεῖν καὶ φαρμακεύειν καὶ δι-
αιτᾶν, ἀλλ' ὑγίεια τὸ τέλος ἐστίν, ὃ καὶ παυσαμένου
τῆς ἐνεργείας τοῦ τεχνίτου δεικνύειν ἔχομεν. οὐδ' οὖν
οὐδὲ τὸ φυλάττειν ὑγίειαν ἢ ἐπανορθοῦσθαι τέλος
οὐδ' ὅλως τὸ ὑγιάζειν, ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐνέργεια, τέλος

Galenus Med., De antidotis libri ii (0057: 078)


“Claudii Galeni opera omnia, vol. 14”, Ed. Kühn, C.G.
236

Leipzig: Knobloch, 1827, Repr. 1965.


Vol. 14, p. 68, line 14

δὲ ἔστω καὶ, ὡς πρόσθεν εἴρηται, μηδὲν ὀποκαλπαθίζον


ἐχέτω. κρόκον δὲ τὸν κωρύκιον ἐπαινοῦσι μὲν ἅπαντες οἱ
παλαιοὶ, μέχρι καὶ τῶν ποιητῶν· ἐγὼ δὲ ἀκριβῶς τό τε
κωρύκιον ἄντρον ἐν ᾧ γεννᾶται, καὶ τὸν κρόκον
αὐτὸν ἐθεασάμην, εὐτραφῆ μὲν, οὐ μὴν ὑπὲρ ἅπαν-
τας τοὺς ἄλλους, οὔτ' ἰσχύϊ τῆς ἐν τῷ παραυτίκα ὀδμῆς
οὔτ' ἐν τῷ μονίμῳ διαφέροντα. τούτοις δ' ἀξιῶ κρίνειν
ὑμᾶς τὸν ἄριστον, οὐ τῷ κατὰ τὴν εὐτροφίαν ὑπερβάλλειν.
πρόδηλον δ' ὅτι καὶ ξανθότατός ἐστιν, ὥσπερ εὐοδμότατος
ὁ ἄριστος, καὶ χρόνῳ πλείονι παραμένων ἀκμαῖος. ἐπεὶ δὲ
καὶ τούτου τίς ἐστι παραποίησις, οὐκ εὔγνωστος τοῖς μὴ
πάνυ πολλάκις ἑορακόσι τὸν ἄριστον, ἄμεινον ἡμῖν ἐστιν
ἐκ πολλοῦ προεωνημένοις αὐτὸν ἔχειν ἀποκείμενον ἐν ἐπι-
τηδείῳ τινὶ τῶν κατὰ τὴν οἰκείαν οἰκήματι, ὡς πρόσθεν
εἴρηται. μέγιστον γάρ ἐστι δοκίμιον, ἐὰν παραμένῃ τοιοῦ-  
τος ὢν ὁποῖος ἐλήφθη. τοῦ γὰρ νενοθευμένου

Πλάτων. Sophista (0059: 007)“Plato nis opera, vol. 1”, Ed. Burnet, J.
Oxford: Clarendon Press, 1900, Repr. 1967.Stephanus p. 265, sec. b, li 1

τοῖς ἐγγυτάτω γένει τῆς τοιαύτης μεθόδου πεφυκόσιν.


 {ΘΕΑΙ.} Ὀρθῶς.
 {ΞΕ.} Οὐκοῦν τότε μὲν ἠρχόμεθα ποιητικὴν καὶ κτητικὴν
τέχνην διαιρούμενοι;
 {ΘΕΑΙ.} Ναί.
 {ΞΕ.} Καὶ τῆς κτητικῆς ἐν θηρευτικῇ καὶ ἀγωνίᾳ καὶ
ἐμπορικῇ καί τισιν ἐν τοιούτοις εἴδεσιν ἐφαντάζεθ' ἡμῖν;
 {ΘΕΑΙ.} Πάνυ μὲν οὖν.
 {ΞΕ.} Νῦν δέ γ' ἐπειδὴ μιμητικὴ περιείληφεν αὐτὸν τέχνη,
δῆλον ὡς αὐτὴν τὴν ποιητικὴν δίχα διαιρετέον πρώτην.
ἡ γάρ που μίμησις ποίησίς τίς ἐστιν, εἰδώλων μέντοι,
φαμέν, ἀλλ' οὐκ αὐτῶν ἑκάστων· ἦ γάρ;
 {ΘΕΑΙ.} Παντάπασι μὲν οὖν.
 {ΞΕ.} Ποιητικῆς δὴ πρῶτον δύ' ἔστω μέρη.
 {ΘΕΑΙ.} Ποίω;
 {ΞΕ.} Τὸ μὲν θεῖον, τὸ δ' ἀνθρώπινον.  
 {ΘΕΑΙ.} Οὔπω μεμάθηκα.
 {ΞΕ.} Ποιητικήν, εἴπερ μεμνήμεθα τὰ κατ' ἀρχὰς λεχθέντα,
237

πᾶσαν ἔφαμεν εἶναι δύναμιν ἥτις ἂν αἰτία γίγνηται τοῖς μὴ


πρότερον οὖσιν ὕστερον γίγνεσθαι.
 {ΘΕΑΙ.} Μεμνήμεθα.

Πλάτων. Συμπόσιον. (0059: 011)“Plato nis opera, vol. 2”, Ed. Burnet,
J.
Oxford: Clarendon Press, 1901, Repr. 1967.Stephanus p. 205, sec. b, line
8

βούλεσθαι αὑτοῖς εἶναι ἀεί, ἢ πῶς λέγεις;


 Οὕτως, ἦν δ' ἐγώ· κοινὸν εἶναι πάντων.
 Τί δὴ οὖν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, οὐ πάντας ἐρᾶν φαμεν,
εἴπερ γε πάντες τῶν αὐτῶν ἐρῶσι καὶ ἀεί, ἀλλά τινάς φαμεν
ἐρᾶν, τοὺς δ' οὔ;
 Θαυμάζω, ἦν δ' ἐγώ, καὶ αὐτός.
 Ἀλλὰ μὴ θαύμαζ', ἔφη· ἀφελόντες γὰρ ἄρα τοῦ ἔρωτός  
τι εἶδος ὀνομάζομεν, τὸ τοῦ ὅλου ἐπιτιθέντες ὄνομα, ἔρωτα,
τὰ δὲ ἄλλα ἄλλοις καταχρώμεθα ὀνόμασιν.
 Ὥσπερ τί; ἦν δ' ἐγώ.
 Ὥσπερ τόδε. οἶσθ' ὅτι ποίησίς ἐστί τι πολύ· ἡ γάρ
τοι ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ ὂν ἰόντι ὁτῳοῦν αἰτία πᾶσά ἐστι
ποίησις, ὥστε καὶ αἱ ὑπὸ πάσαις ταῖς τέχναις ἐργασίαι
ποιήσεις εἰσὶ καὶ οἱ τούτων δημιουργοὶ πάντες ποιηταί.
 Ἀληθῆ λέγεις.
 Ἀλλ' ὅμως, ἦ δ' ἥ, οἶσθ' ὅτι οὐ καλοῦνται ποιηταὶ ἀλλὰ
ἄλλα ἔχουσιν ὀνόματα, ἀπὸ δὲ πάσης τῆς ποιήσεως ἓν
μόριον ἀφορισθὲν τὸ περὶ τὴν μουσικὴν καὶ τὰ μέτρα τῷ
τοῦ ὅλου ὀνόματι προσαγορεύεται. ποίησις γὰρ τοῦτο
μόνον καλεῖται, καὶ οἱ ἔχοντες τοῦτο τὸ μόριον τῆς ποιήσεως

Πλάτων. Συμπόσιον. Stephanus p. 205, sec. c, line 1

 Τί δὴ οὖν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, οὐ πάντας ἐρᾶν φαμεν,


εἴπερ γε πάντες τῶν αὐτῶν ἐρῶσι καὶ ἀεί, ἀλλά τινάς φαμεν
ἐρᾶν, τοὺς δ' οὔ;
 Θαυμάζω, ἦν δ' ἐγώ, καὶ αὐτός.
 Ἀλλὰ μὴ θαύμαζ', ἔφη· ἀφελόντες γὰρ ἄρα τοῦ ἔρωτός  
τι εἶδος ὀνομάζομεν, τὸ τοῦ ὅλου ἐπιτιθέντες ὄνομα, ἔρωτα,
τὰ δὲ ἄλλα ἄλλοις καταχρώμεθα ὀνόμασιν.
 Ὥσπερ τί; ἦν δ' ἐγώ.
238

 Ὥσπερ τόδε. οἶσθ' ὅτι ποίησίς ἐστί τι πολύ· ἡ γάρ


τοι ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ ὂν ἰόντι ὁτῳοῦν αἰτία πᾶσά ἐστι
ποίησις, ὥστε καὶ αἱ ὑπὸ πάσαις ταῖς τέχναις ἐργασίαι
ποιήσεις εἰσὶ καὶ οἱ τούτων δημιουργοὶ πάντες ποιηταί.
 Ἀληθῆ λέγεις.
 Ἀλλ' ὅμως, ἦ δ' ἥ, οἶσθ' ὅτι οὐ καλοῦνται ποιηταὶ ἀλλὰ ἄλλα ἔχουσιν
ὀνόματα, ἀπὸ δὲ πάσης τῆς ποιήσεως ἓν μόριον ἀφορισθὲν τὸ περὶ τὴν
μουσικὴν καὶ τὰ μέτρα τῷ
τοῦ ὅλου ὀνόματι προσαγορεύεται. ποίησις γὰρ τοῦτο μόνον καλεῖται,
καὶ οἱ ἔχοντες τοῦτο τὸ μόριον τῆς ποιήσεως
ποιηταί.

Πλάτων. Συμπόσιον. Stephanus p. 205, sec. c, line 7

τὰ δὲ ἄλλα ἄλλοις καταχρώμεθα ὀνόμασιν.


 Ὥσπερ τί; ἦν δ' ἐγώ.
 Ὥσπερ τόδε. οἶσθ' ὅτι ποίησίς ἐστί τι πολύ· ἡ γάρ
τοι ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ ὂν ἰόντι ὁτῳοῦν αἰτία πᾶσά ἐστι
ποίησις, ὥστε καὶ αἱ ὑπὸ πάσαις ταῖς τέχναις ἐργασίαι
ποιήσεις εἰσὶ καὶ οἱ τούτων δημιουργοὶ πάντες ποιηταί.
 Ἀληθῆ λέγεις.
 Ἀλλ' ὅμως, ἦ δ' ἥ, οἶσθ' ὅτι οὐ καλοῦνται ποιηταὶ ἀλλὰ
ἄλλα ἔχουσιν ὀνόματα, ἀπὸ δὲ πάσης τῆς ποιήσεως ἓν
μόριον ἀφορισθὲν τὸ περὶ τὴν μουσικὴν καὶ τὰ μέτρα τῷ
τοῦ ὅλου ὀνόματι προσαγορεύεται. ποίησις γὰρ τοῦτο
μόνον καλεῖται, καὶ οἱ ἔχοντες τοῦτο τὸ μόριον τῆς ποιήσεως
ποιηταί.
 Ἀληθῆ λέγεις, ἔφην.
 Οὕτω τοίνυν καὶ περὶ τὸν ἔρωτα. τὸ μὲν κεφάλαιόν ἐστι
πᾶσα ἡ τῶν ἀγαθῶν ἐπιθυμία καὶ τοῦ εὐδαιμονεῖν ὁ μέ-
γιστός τε καὶ δολερὸς ἔρωςπαντί· ἀλλ' οἱ μὲν ἄλλῃ
τρεπόμενοι πολλαχῇ ἐπ' αὐτόν, ἢ κατὰ χρηματισμὸν ἢ κατὰ
φιλογυμναστίαν ἢ κατὰ φιλοσοφίαν, οὔτε ἐρᾶν καλοῦνται

Πλάτων. Phaedrus (0059: 012)“Plato nis opera, vol. 2”, Ed. Burnet, J.
Oxford: Clarendon Press, 1901, Repr. 1967.Stephanus p. 245, sec. a, lin7

ἀπαλλαγὴν ηὕρετο, καταφυγοῦσα πρὸς θεῶν εὐχάς τε καὶ


λατρείας, ὅθεν δὴ καθαρμῶν τε καὶ τελετῶν τυχοῦσα ἐξάντη
ἐποίησε τὸν [ἑαυτῆς] ἔχοντα πρός τε τὸν παρόντα καὶ τὸν
ἔπειτα χρόνον, λύσιν τῷ ὀρθῶς μανέντι τε καὶ κατασχομένῳ
239

τῶν παρόντων κακῶν εὑρομένη. τρίτη δὲ ἀπὸ Μουσῶν


κατοκωχή τε καὶ μανία, λαβοῦσα ἁπαλὴν καὶ ἄβατον ψυχήν,
ἐγείρουσα καὶ ἐκβακχεύουσα κατά τε ᾠδὰς καὶ κατὰ τὴν
ἄλλην ποίησιν, μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα τοὺς
ἐπιγιγνομένους παιδεύει· ὃς δ' ἂν ἄνευ μανίας Μουσῶν ἐπὶ
ποιητικὰς θύρας ἀφίκηται, πεισθεὶς ὡς ἄρα ἐκ τέχνης ἱκανὸς  
ποιητὴς ἐσόμενος, ἀτελὴς αὐτός τε καὶ ἡ ποίησις ὑπὸ τῆς
τῶν μαινομένων ἡ τοῦ σωφρονοῦντος ἠφανίσθη.
 Τοσαῦτα μέν σοι καὶ ἔτι πλείω ἔχω μανίας γιγνομένης
ἀπὸ θεῶν λέγειν καλὰ ἔργα. ὥστε τοῦτό γε αὐτὸ μὴ φοβώ-
μεθα, μηδέ τις ἡμᾶς λόγος θορυβείτω δεδιττόμενος ὡς πρὸ
τοῦ κεκινημένου τὸν σώφρονα δεῖ προαιρεῖσθαι φίλον· ἀλλὰ
τόδε πρὸς ἐκείνῳ δείξας φερέσθω τὰ νικητήρια, ὡς οὐκ ἐπ'
ὠφελίᾳ ὁ ἔρως τῷ ἐρῶντι καὶ τῷ ἐρωμένῳ ἐκ θεῶν ἐπιπέμπεται.
ἡμῖν δὲ ἀποδεικτέον αὖ τοὐναντίον, ὡς ἐπ' εὐτυχίᾳ τῇ μεγίστῃ
παρὰ θεῶν ἡ τοιαύτη μανία δίδοται· ἡ δὲ δὴ ἀπόδειξις ἔσται
δεινοῖς μὲν ἄπιστος, σοφοῖς δὲ πιστή. δεῖ οὖν πρῶτον ψυχῆς

Πλάτων. Γοργίας. (0059: 023)“Plato nis opera, vol. 3”, Ed. Burnet, J.
Oxford: Clarendon Press, 1903, Repr. 1968.Stephanus p. 501, sec. e, li 9

μὲν ἄν σοι δοκῇ τούτων εἶναι, φάθι, ἣ δ' ἂν μή, μὴ φάθι.


πρῶτον δὲ σκεψώμεθα τὴν αὐλητικήν. οὐ δοκεῖ σοι τοιαύτη
τις εἶναι, ὦ Καλλίκλεις, τὴν ἡδονὴν ἡμῶν μόνον διώκειν,
ἄλλο δ' οὐδὲν φροντίζειν;
 {ΚΑΛ.} Ἔμοιγε δοκεῖ.
 {ΣΩ.} Οὐκοῦν καὶ αἱ τοιαίδε ἅπασαι, οἷον ἡ κιθαριστικὴ ἡ
ἐν τοῖς ἀγῶσιν;
 {ΚΑΛ.} Ναί.
 {ΣΩ.} Τί δὲ ἡ τῶν χορῶν διδασκαλία καὶ ἡ τῶν δι-
θυράμβων ποίησις; οὐ τοιαύτη τίς σοι καταφαίνεται; ἢ ἡγῇ
τι φροντίζειν Κινησίαν τὸν Μέλητος, ὅπως ἐρεῖ τι τοιοῦτον
ὅθεν ἂν οἱ ἀκούοντες βελτίους γίγνοιντο, ἢ ὅτι μέλλει
χαριεῖσθαι τῷ ὄχλῳ τῶν θεατῶν;
 {ΚΑΛ.} Δῆλον δὴ τοῦτό γε, ὦ Σώκρατες, Κινησίου γε
πέρι.
 {ΣΩ.} Τί δὲ ὁ πατὴρ αὐτοῦ Μέλης; ἦ πρὸς τὸ βέλτιστον
βλέπων ἐδόκει σοι κιθαρῳδεῖν; ἢ ἐκεῖνος μὲν οὐδὲ πρὸς τὸ
ἥδιστον; ἠνία γὰρ ᾄδων τοὺς θεατάς. ἀλλὰ δὴ σκόπει·
240

οὐχὶ ἥ τε κιθαρῳδικὴ δοκεῖ σοι πᾶσα καὶ ἡ τῶν διθυράμβων


ποίησις ἡδονῆς χάριν ηὑρῆσθαι;

Πλάτων. Γοργίας. Stephanus p. 502, sec. a, line 8

θυράμβων ποίησις; οὐ τοιαύτη τίς σοι καταφαίνεται; ἢ ἡγῇ


τι φροντίζειν Κινησίαν τὸν Μέλητος, ὅπως ἐρεῖ τι τοιοῦτον
ὅθεν ἂν οἱ ἀκούοντες βελτίους γίγνοιντο, ἢ ὅτι μέλλει
χαριεῖσθαι τῷ ὄχλῳ τῶν θεατῶν;
 {ΚΑΛ.} Δῆλον δὴ τοῦτό γε, ὦ Σώκρατες, Κινησίου γε
πέρι.
 {ΣΩ.} Τί δὲ ὁ πατὴρ αὐτοῦ Μέλης; ἦ πρὸς τὸ βέλτιστον
βλέπων ἐδόκει σοι κιθαρῳδεῖν; ἢ ἐκεῖνος μὲν οὐδὲ πρὸς τὸ
ἥδιστον; ἠνία γὰρ ᾄδων τοὺς θεατάς. ἀλλὰ δὴ σκόπει· οὐχὶ ἥ τε
κιθαρῳδικὴ δοκεῖ σοι πᾶσα καὶ ἡ τῶν διθυράμβων ποίησις ἡδονῆς χάριν
ηὑρῆσθαι;
 {ΚΑΛ.} Ἔμοιγε.
 {ΣΩ.} Τί δὲ δὴ ἡ σεμνὴ αὕτη καὶ θαυμαστή, ἡ τῆς
τραγῳδίας ποίησις, ἐφ' ᾧ ἐσπούδακεν; πότερόν ἐστιν αὐτῆς
τὸ ἐπιχείρημα καὶ ἡ σπουδή, ὡς σοὶ δοκεῖ, χαρίζεσθαι τοῖς
θεαταῖς μόνον, ἢ καὶ διαμάχεσθαι, ἐάν τι αὐτοῖς ἡδὺ μὲν ᾖ
καὶ κεχαρισμένον, πονηρὸν δέ, ὅπως τοῦτο μὲν μὴ ἐρεῖ, εἰ
δέ τι τυγχάνει ἀηδὲς καὶ ὠφέλιμον, τοῦτο δὲ καὶ λέξει
καὶ ᾄσεται, ἐάντε χαίρωσιν ἐάντε μή; ποτέρως σοι δοκεῖ
παρεσκευάσθαι ἡ τῶν τραγῳδιῶν ποίησις;  

Πλάτων. Γοργίας. Stephanus p. 502, sec. b, line 2

χαριεῖσθαι τῷ ὄχλῳ τῶν θεατῶν;


 {ΚΑΛ.} Δῆλον δὴ τοῦτό γε, ὦ Σώκρατες, Κινησίου γε
πέρι.
 {ΣΩ.} Τί δὲ ὁ πατὴρ αὐτοῦ Μέλης; ἦ πρὸς τὸ βέλτιστον
βλέπων ἐδόκει σοι κιθαρῳδεῖν; ἢ ἐκεῖνος μὲν οὐδὲ πρὸς τὸ
ἥδιστον; ἠνία γὰρ ᾄδων τοὺς θεατάς. ἀλλὰ δὴ σκόπει·
οὐχὶ ἥ τε κιθαρῳδικὴ δοκεῖ σοι πᾶσα καὶ ἡ τῶν διθυράμβων
ποίησις ἡδονῆς χάριν ηὑρῆσθαι;
 {ΚΑΛ.} Ἔμοιγε.
 {ΣΩ.} Τί δὲ δὴ ἡ σεμνὴ αὕτη καὶ θαυμαστή, ἡ τῆς
241

τραγῳδίας ποίησις, ἐφ' ᾧ ἐσπούδακεν; πότερόν ἐστιν αὐτῆς


τὸ ἐπιχείρημα καὶ ἡ σπουδή, ὡς σοὶ δοκεῖ, χαρίζεσθαι τοῖς
θεαταῖς μόνον, ἢ καὶ διαμάχεσθαι, ἐάν τι αὐτοῖς ἡδὺ μὲν ᾖ
καὶ κεχαρισμένον, πονηρὸν δέ, ὅπως τοῦτο μὲν μὴ ἐρεῖ, εἰ
δέ τι τυγχάνει ἀηδὲς καὶ ὠφέλιμον, τοῦτο δὲ καὶ λέξει
καὶ ᾄσεται, ἐάντε χαίρωσιν ἐάντε μή; ποτέρως σοι δοκεῖ
παρεσκευάσθαι ἡ τῶν τραγῳδιῶν ποίησις;  

Πλάτων. Πολιτεία (0059: 030)“Plato nis opera, vol. 4”, Ed. Burnet, J.
Oxford: Clarendon Press, 1902, Repr. 1968.Stephanus p. 393, sec. d, line
1

τότε ὁμοιοῦν αὐτὸν φήσομεν ὅτι μάλιστα τὴν αὑτοῦ λέξιν


ἑκάστῳ ὃν ἂν προείπῃ ὡς ἐροῦντα;
 Φήσομεν· τί γάρ;
 Οὐκοῦν τό γε ὁμοιοῦν ἑαυτὸν ἄλλῳ ἢ κατὰ φωνὴν ἢ κατὰ
σχῆμα μιμεῖσθαί ἐστιν ἐκεῖνον ᾧ ἄν τις ὁμοιοῖ;
 Τί μήν;
 Ἐν δὴ τῷ τοιούτῳ, ὡς ἔοικεν, οὗτός τε καὶ οἱ ἄλλοι
ποιηταὶ διὰ μιμήσεως τὴν διήγησιν ποιοῦνται.
 Πάνυ μὲν οὖν.
 Εἰ δέ γε μηδαμοῦ ἑαυτὸν ἀποκρύπτοιτο ὁ ποιητής, πᾶσα
ἂν αὐτῷ ἄνευ μιμήσεως ἡ ποίησίς τε καὶ διήγησις γεγονυῖα
εἴη. ἵνα δὲ μὴ εἴπῃς ὅτι οὐκ αὖ μανθάνεις, ὅπως ἂν τοῦτο
γένοιτο ἐγὼ φράσω. εἰ γὰρ Ὅμηρος εἰπὼν ὅτι ἦλθεν
ὁ Χρύσης τῆς τε θυγατρὸς λύτρα φέρων καὶ ἱκέτης τῶν
Ἀχαιῶν, μάλιστα δὲ τῶν βασιλέων, μετὰ τοῦτο μὴ ὡς
Χρύσης γενόμενος ἔλεγεν ἀλλ' ἔτι ὡς Ὅμηρος, οἶσθ' ὅτι
οὐκ ἂν μίμησις ἦν ἀλλὰ ἁπλῆ διήγησις. εἶχε δ' ἂν ὧδε
πως – φράσω δὲ ἄνευ μέτρου· οὐ γάρ εἰμι ποιητικός – Ἐλθὼν
ὁ ἱερεὺς ηὔχετο ἐκείνοις μὲν τοὺς θεοὺς δοῦναι ἑλόντας τὴν
Τροίαν αὐτοὺς σωθῆναι, τὴν δὲ θυγατέρα οἱ λῦσαι δεξα-
μένους ἄποινα καὶ τὸν θεὸν αἰδεσθέντας. ταῦτα δὲ εἰπόντος

Πλάτων. Epinomis [Dub.] (fort. auctore Philippo Opuntio) (0059: 035)


“Plato nis opera, vol. 5”, Ed. Burnet, J.Oxford: Clarendon Press, 1907,
Repr. 1967.Stephanus p. 975, sec. b, line 2

εἶναί ποτε σοφός, οὔκουν νῦν γε οὔτε σοφὸς εἶναι δοξάζεται


242

ὀνείδη τε ἴσχει μᾶλλον ἀπὸ τῆς τοιαύτης ἐπιστήμης. ἐροῦ-


μεν δὴ αἵ τ' εἰσὶν καὶ ὅτι πᾶς ἀνὴρ αὐτάς, σχεδὸν ὅσοις
ἀγὼν πρόκειται τοῦ δοκεῖν ὡς ἄριστον ἄνδρα συμβῆναι
γενόμενον ἄν, φεύγει διὰ τὰς κτήσεις τῆς φρονήσεώς τε καὶ
ἐπιτηδεύσεως. ἔστω δὴ πρῶτον μὲν ἡ τῆς ἀλληλοφαγίας
τῶν ζῴων ἡμᾶς τῶν μέν, ὡς ὁ μῦθός ἐστιν, τὸ παράπαν
ἀποστήσασα, τῶν δὲ εἰς τὴν νόμιμον ἐδωδὴν καταστήσασα.
ἵλεῳ δ' ἡμῖν οἱ πρόσθεν εἴησάν τε καὶ εἰσίν – οἵτινες μὲν
γὰρ οὖν ἐλέγομεν, πρῶτοι χαιρέτωσαν – ἡ δ' οὖν ἀλφίτων
τε καὶ ἀλεύρων ποίησις ἅμα καὶ τροφὴ καλὴ μὲν καὶ ἀγαθή,
σοφὸν δὲ ἄνδρα τελέως οὐκ ἐθελήσει ποτὲ ἀπεργάσασθαι·
τοῦτο γὰρ αὐτό, ἡ τῆς ποιήσεως ἐπίκλησις, τῶν ποιουμένων
αὐτῶν δυσχέρειαν ἀπεργάζοιτ' ἄν. σχεδὸν δ' οὐδὲ χώρας
συμπάσης γεωργία· οὐ γὰρ τέχνῃ ἀλλὰ φύσει κατὰ θεὸν
πάντες φαινόμεθα γῆν μετακεχειρίσθαι. καὶ μὴν οὐδ' ἡ
τῶν οἰκήσεών γε συνυφὴ καὶ σύμπασα οἰκοδομία καὶ σκευῶν
πάντων ἀπεργαστική, χαλκεία τε καὶ ἡ τῶν τεκτονικῶν καὶ
πλαστικῶν καὶ πλεκτικῶν καὶ ἔτι συμπάντων ὀργάνων
παρασκευή, δήμῳ τὸ πρόσφορον ἔχουσα, ἀλλ' οὐκ ἐπ' ἀρετῇ
λεγομένη. καὶ μὴν οὐδ' ἡ σύμπασα θηρευτική, πολλή

Dionysius Thrax Gramm., Ars grammatica (0063: 001)


“Grammatici Graeci, vol. 1.1”, Ed. Uhlig, G.Leipzig: Teubner, 1883,
Repr. 1965.Part 1, Vol. 1, p. 62, line 2

     

ΠΕΡΙ ἌΡΘΡΟΥ

 Ἄρθρον ἐστὶ μέρος λόγου πτωτικόν, προτασσόμενονκαὶ ὑποτας-


σόμενον τῆς κλίσεως τῶν ὀνομάτων. καὶ ἔστι προτακτικὸν μὲν ὁ, ὑπο-
τακτικὸν δὲ ὅς.  
 Παρέπεται δὲ αὐτῷ τρία· γένη, ἀριθμοί, πτώσεις.
 Γένη μὲν οὖν εἰσι τρία· ὁ ποιητής, ἡ ποίησις, τὸ ποίημα.
 Ἀριθμοὶ τρεῖς·ἑνικός, δυϊκός, πληθυντικός· ἑνικὸς μὲν ὁ ἡ τό,
δυϊκὸς δὲ τώ τά, πληθυντικὸς δὲ οἱ αἱ τά.
 Πτώσεις δὲ ὁ τοῦ τῷ τόν ὦ,ἡ τῆς τῇ τήν ὦ.  
   
243

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De compositione verborum (0081:


012)“Dionysii Halicarnasei quae exstant, vol. 6”, Ed. Usener, H.,
Radermacher, L.Leipzig: Teubner, 1929, Repr. 1965.Sec. 25, line 36

ἐπὶ τὰς τελετὰς τοῦ λόγου, ‘θύρας δ' ἐπιθέσθαι’ λέ-


γοιμι ταῖς ἀκοαῖς τοὺς ‘βεβήλους’. εἰς γέλωτα γὰρ
ἔνιοι λαμβάνουσι τὰ σπουδαιότατα δι' ἀπειρίαν, καὶ
ἴσως οὐδὲν ἄτοπον πάσχουσιν. ἃ δ' οὖν βούλομαι λέ-
γειν, τοιάδε ἐστί.
 Πᾶσα λέξις ἡ δίχα μέτρου συγκειμένη ποιητικὴν
μοῦσαν ἢ μελικὴν χάριν οὐ δύναται προσλαβεῖν κατὰ γοῦν τὴν σύνθεσιν
αὐτήν· ἐπεὶ καὶ ἡ ἐκλογὴ τῶν ὀνομάτων μέγα τι δύναται, καὶ ἔστι τις
ὀνομασία ποιητικὴ γλωττηματικῶν τε καὶ ξένων καὶ τροπικῶν καὶ
πεποιημένων, οἷς ἡδύνεται ποίησις, εἰς κόρον
ἐγκαταμιγέντων τῇ ἀμέτρῳ λέξει, ὃ ποιοῦσιν ἄλλοι τε
πολλοὶ καὶ οὐχ ἥκιστα Πλάτων· οὐ δὴ λέγω περὶ τῆς
ἐκλογῆς, ἀλλ' ἀφείσθω κατὰ τὸ παρὸν ἡ περὶ ταῦτα
σκέψις. περὶ τῆς συνθέσεως αὐτῆς ἔστω ἡ θεωρία
τῆς ἐν τοῖς κοινοῖς ὀνόμασι καὶ τετριμμένοις καὶ ἥκιστα
ποιητικοῖς τὰς ποιητικὰς χάριτας ἐπιδεικνυμένης. ὅπερ
οὖν ἔφην, οὐ δύναται ψιλὴ λέξις ὁμοία γενέσθαι τῇ  
ἐμμέτρῳ καὶ ἐμμελεῖ, ἐὰν μὴ περιέχῃ μέτρα καὶ ῥυθμούς
τινας ἐγκατατεταγμένους ἀδήλως. οὐ μέντοι προσήκει

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De compositione verborum


Sec. 25, line 237

μικρολογίας κατατρίβειν τῆς τέχνης τὴν ἀκρίβειαν.


τούτοις τε δὴ τοῖς λόγοις χρώμενος δοκεῖ μοί τις ἂν
οὐδὲν ἔξω τοῦ εἰκότος ἀξιοῦν καὶ ἔτι ἐκεῖνα εἰπών,
ὅτι μειράκιον μὲν ὄντα καὶ νεωστὶ τοῦ μαθήματος
ἁπτόμενον αὐτὸν οὐκ ἄλογον ἦνπάντα περισκοπεῖν,
ὅσα δυνατὰ ἦν εἰς ἐπιτήδευσιν ἀνθρωπίνην πεσεῖν·
ἐπειδὴ δὲ ἡ χρόνιος ἄσκησις ἰσχὺν πολλὴν λαβοῦσα
τύπους τινὰς ἐν τῇ διανοίᾳ παντὸς τοῦ μελετωμένου
καὶ σφραγῖδας ἐνεποίησεν, ἐκ τοῦ ῥᾴστου τε καὶ ἀπὸ
τῆς ἕξεως αὐτὰ ἤδη ποιεῖν. οἷόν τι γίνεται κἀν ταῖς
ἄλλαις τέχναις, ὧν ἐνέργειά τις ἢ ποίησις τὸ τέλος·
αὐτίκα οἱ κιθαρίζειν τε καὶ ψάλλειν καὶ αὐλεῖν ἄκρως
εἰδότες ὅταν κρούσεως ἀκούσωσιν ἀσυνήθους, οὐ πολλὰ
πραγματευθέντες ἀπαριθμοῦσιν αὐτὴν εὐθὺς ἐπὶ τῶν
ὀργάνων ἅμα νοήσει· μανθάνοντες δέ γε χρόνῳ τε
244

πολλῷ καὶ πόνῳ τὰς δυνάμεις τῶν φθόγγων ἀνα-


λαμβάνουσιν, καὶ οὐκ εὐθὺς αἱ χεῖρες αὐτῶν ἐν ἕξει
τοῦ δρᾶν τὰ παραγγελλόμενα ἦσαν, ὀψὲ δέ ποτε καὶ
ὅτε ἡ πολλὴ ἄσκησις αὐταῖς εἰς φύσεως ἰσχὺν κατέ-
στησε τὸ ἔθος, τότε τῶν ἔργων ἐγένοντο ἐπιτυχεῖς.
καὶ τί δεῖ περὶ τῶν ἄλλων λέγειν; ὃ γὰρ ἅπαντες

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De compositione verborum (epitome)


(0081: 013)“Dionysii Halicarnasei quae exstant, vol. 6”, Ed. Usener, H.,
Radermacher, L.Leipzig: Teubner, 1929, Repr. 1965.Sec. 25, line 90

ζωγράφοις καὶ τορευταῖς περὶ τὰ φλεβία καὶ τὰ πτίλα


καὶ τὸν χνοῦν καὶ τὰς τοιαύτας μικρολογίας κατατρί-
βειν τὴν τῆς τέχνης ἀκρίβειαν. μειράκιον μὲν οὖν
ὄντα αὐτὸν καὶ νεωστὶ τοῦ μαθήματος ἁπτόμενον οὐκ
ἄλογον πάντα περισκοπεῖν, ὅσα δυνατὰ ἦν εἰς ἐπιτή-
δευσιν ἀνθρωπίνην πεσεῖν· ἐπειδὴ δὲ ἡ χρόνιος ἄσκη-
σις ἰσχὺν πολλὴν λαβοῦσα τύπους τινὰς ἐν τῇ διανοίᾳ  
παντὸς τοῦ μελετωμένου καὶ σφραγῖδας ἐνεποίησεν,
ἐκ τοῦ ῥᾴστου καὶ ἀπὸ τῆς ἕξεως αὐτὰ ᾔδει ποιεῖν.
οἷόν τι γίνεται κἀν ταῖς ἄλλαις τέχναις, ὧν ἐνέργειά
τις ἡ ποίησις τὸ τέλος· καὶ ἡμεῖς δὲ τὰ γράμματα
παιδευόμενοι πρῶτα μὲν τὰ ὀνόματα αὐτῶν ἐκμανθά-
νομεν, ἔπειτα τοὺς τύπους καὶ τὰς δυνάμεις, εἶθ'
οὕτω τὰς συλλαβὰς καὶ τὰ ἐν ταύταις πάθη, καὶ μετὰ
τοῦτο ἤδη τὰς λέξεις καὶ τὰ συμβεβηκότα αὐταῖς,
ἐκτάσεις τε καὶ συστολὰς καὶ προσῳδίας καὶ τὰ παρα-
πλήσια· ὅταν δὲ τούτων τὴν ἐπιστήμην λάβωμεν, τότε
ἀρχόμεθα γράφειν τε καὶ ἀναγινώσκειν κατὰ συλλαβάς·
καὶ βραδέως τὸ πρῶτον, ἐπειδὰν δὲ ὁ χρόνος ἀξιόλο-
γος προσελθὼν τύπους ἰσχυροὺς αὐτῶν ἐν ταῖς ψυ-
χαῖς ἡμῶν ποιήσῃ, τότε ἀπὸ τοῦ ῥᾴστου δρῶμεν αὐτά,

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Ars Ρητορική. [Sp.] (0081: 016)


“Dionysii Halicarnasei quae exstant, vol. 6”, Ed. Usener, H.,
Radermacher, L.Leipzig: Teubner, 1929, Repr. 1965.
Ch. 9, sec. 14, line 8

  τῶ σ' ἄμοτον κλαίω τεθνηότα μείλιχον αἰεί,


ὡς ἂν ἀκούων ταῦτα Ἀχιλλεὺς δικαιολογουμένης εἴπῃ·
245

’ἀλλὰ μὴ κλαῖε, γύναι, ἐκεῖνα βέβαια γενήσεται’.


 Κατὰ ταύτας τὰς ὑφηγήσεις ἔστιν ἐπιόντα πολλὰ
καὶ τῶν ποιημάτων καὶ τῶν συγγραμμάτων καὶ τῶν
δικανικῶν καὶ τῶν συμβουλευτικῶν λόγων καὶ τῶν
ἐν ταῖς ἱστορίαις εὑρεῖν πλείους τὰς πλάσεις τῶν
σχημάτων ἢ τὰς ἁπλότητας τῶν κοινῶν λόγων. λέγω  
δὲ καὶ προστίθημι, ὅτι καὶ ὅταν τις ἁπλῶς λέγῃ, καὶ
τοῦτο τέχνῃ σχήματος γίνεται, ἵνα ἡ τῆς ἁπλότητος
προςποίησις τὸ πιθανὸν ἔχῃ τῷ ἀκούοντι. καὶ τεκμή-
ριον τούτου ἐστὶν ὁ λόγος ὁ τοῦ Αἴαντος πρὸς
Ἀχιλλέα ἐν ταῖς Λιταῖς. ὁ μὲν γὰρ Φοῖνιξ τέχνῃ
χρῆται πρὸς αὐτόν, καὶ προτείνας αὐτῷ ἡδίστην ὑπό-
θεσιν ἐναντιωτάτην ἀγωνίζεται·
  εἰ μὲν δὴ νόστον γε μετὰ φρεσί, φαίδιμ' Ἀχιλλεῦ,
  βάλλεαι, οὐδ' ἔτι πάμπαν ἀμύνειν νηυσὶ θοῇσιν
  πῦρ ἐθέλεις ἀίδηλον, ἐπεὶ χόλος ἔμπεσε θυμῷ,
  πῶς ἂν ἔπειτ' ἀπὸ σεῖο, φίλον τέκος, αὖθι λιποίμην;
ἡδίστη γὰρ ὑπόθεσις Ἀχιλλεῖ τὸ λέγειν τὸν Φοίνικα,
ὅτι οὐκ ἀπολειφθήσεται. εἶτα ἡ αἰτία τοῦ μὴ

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Ars Ρητορική. [Sp.] Ch. 9, sec. 15, line 19

καὶ φαίνεταί γέ τοι οὕτως ἁπλοῦς δὴ καὶ ἀφελὴς καὶ


παρρησίᾳ χρώμενος. εἶτα τῇ τέχνῃ προσχρώμενος φαί-
νεται μᾶλλον πεπεικώς. πῶς δή;  
  Αἶαν διογενὲς Τελαμώνιε, κοίρανε λαῶν,
  πάντα τί μοι κατὰ θυμὸν ἐείσω μυθήσασθαι.
  ἀλλά μοι οἰδάνεται κραδίη χόλῳ, ὁππότε κείνων
  μνήσομαι, ὥς μ' ἀσύφηλον ἐν Ἀργείοισιν ἔρεξεν.
οὗτος οὖν ὁ λόγος δείκνυσιν, ὅτι καὶ τῆς ἁπλότητος
προςποίησις σχήματος ἔργον ἐπιτελεῖ· ἐπεὶ καὶ αἱ τῶν
χαρίτων ἀπαιτήσεις οὐκ ἄνευ τοῦ ἐσχηματίσθαι γί-
νονται. οἱ γὰρ αἰτοῦντες τὰς χάριτας παρὰ τῶν εὖ
πεπονθότων ἐν καιρῷ φυλαττόμενοι τὸ ὀνειδίζειν εὐ-
πρεπῶς ἀπαιτοῦσι. καὶ δείκνυσιν ἡμῖν ὁ ποιητής, τίς
μὲν ἂν ἦν ἀτέχνου ἀπαιτήσεως τρόπος, τίς δὲ ἐντέχνου.
ὁ Ἀχιλλεὺς τῇ μητρὶ λέγει·
  πολλάκι γάρ σεο πατρὸς ἐνὶ μεγάροισιν ἄκουσα
  εὐχομένης, ὅτ' ἔφῃσθα κελαινεφέι Κρονίωνι
  οἴη ἐν ἀθανάτοισιν ἀεικέα λοιγὸν ἀμῦναι,
  ὁππότε μιν ξυνδῆσαι Ὀλύμπιοι ἤθελον ἄλλοι.
246

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Ars Ρητορική. [Sp.] Ch. 10, sec. 17, line 11

ῥητορεύειν. Ταῦτα μὲν πρὸς τοῖς εἰρημένοις καὶ περὶ


τῶν κεφαλαίων.
 Ἐνίοις κἀκεῖνο ἁμάρτημα, αἱ καλούμεναι ἐκφρά-
σεις, πολλαχοῦ τὸ χειμῶνα γράφειν καὶ λοιμοὺς καὶ
λιμοὺς καὶ παρατάξεις καὶ ἀριστείας. οὐ γὰρ ἐν τούτῳ
ἐστὶν ἡ κρίσις τῆς δίκης, ἐν τῷ διαγράψαι τὸν χει-
μῶνα. ἀλλὰ καὶ ταῦτα ματαία ἐπίδειξις καὶ λόγου
ἀνάλωμα· εἰσερρύη δὲ τοῦτο τὸ ἁμάρτημα ἐν ταῖς
μελέταις κατὰ ζῆλον τῆς ἱστορίας καὶ τῶν ποιημάτων.
ἀγνοοῦμεν γὰρ ὡς ἔοικεν, ὅτι ἱστορία μὲν πεζὴ καὶ
ποίησις γραφικὰς τὰς ὄψεις τῶν ἀναγκαίων τοῖς
ἀκούουσιν παράγουσιν, ἀγὼν δὲ δικανικὸς μεμέτρηται
πρὸς τὴν χρείαν. καὶ οἱ μὲν ποιηταὶ καὶ ἱστορικοὶ
τὰ συμβεβηκότα τόποις τισὶ καὶ προσώποις ἐκτυποῦσιν,
ὡς ἐγένετο· οἱ δὲ μελετῶντες ῥήτορες οὐκ ἔχοντες
ὁμολογουμένην οὐδὲ ἰδίαν τὴν τῶν πεπραγμένων ἰδέαν
αὑτοῖς ἀναπλάττουσιν λοιμῶν καὶ λιμῶν καὶ χειμώνων
καὶ πολέμων ὄψεις, οὐ πάντων οὕτω συμβεβηκότων,
ὡς αὐτοὶ λέγουσιν. ἔξεστι γοῦν καὶ τῷ ἀντιδίκῳ
ἑτέρως αὐτὰ φράσαι ἢ ὡς ἂν ὁ ἀντίδικος εἴπῃ. ὥσπερ
οὖν ἔφην, καὶ ταῦτα μάταιον μῆκος λόγων. τοῦτο

Απολλώνιος Δύσκολος. De pronominibus (0082: 001)


“Grammatici Graeci, vol. 2.1”, Ed. Schneider, R.Leipzig: Teubner, 1878,
Repr. 1965.Part 2, volumëfascicle 1,1, p. 72, line 17

κανών. ὅθεν εἰ δεκάδυο σχήματα ἐσιγήθη, πάσης πτώσεως δυϊκά, καὶ


πληθυντικὰ πρώτου καὶ δευτέρου προσώπου, δηλονότι γενικῆς καὶ δο-
τικῆς καὶ αἰτιατικῆς, πρὸς τρία πληθυντικὰ τρίτου προσώπου, γενικῆς,
δοτικῆς, αἰτιατικῆς, πῶς οὐχὶ παράλογα τὰ τρία πρὸς τὰ δώδεκα; –  
»Ἀλλὰ τρίτα οὐκ ἔστι, πρώτου καὶ δευτέρου ὄντος.» Εἰ μὲν οὖν τὰ
ἄλλα πάντα τρίτα ἐσεσίγηντο, κἂν ἦν τις πιθανότης τοῦ καὶ τὰ τρίτα
ὄντα πρῶτον καὶ τρίτον μὴ εἶναι. εἰ δὲ ἕν που ἐσιγήθη διὰ τὸ ὑφ'
ἑτέρων συζυγιῶν ἀναπεπληρῶσθαι, πῶς οὐχὶ γέλοιον τοσαύτας φωνὰς
συζύγως κατὰ τύχην σεσιγῆσθαι; τούτου οὖν ἐν μηδενὶ μέρει λόγου
παρακολουθήσαντος, παντί τῳ δῆλον ὑπὲρ ἀκριβείας ἐξετάσαντι τῆς ἐν
247

τοῖς μέρεσι τοῦ λόγου, ὡς ἡ Ὁμηρικὴ ποίησις μᾶλλον τῶν ἄλλων


ἠνύσθη. ὅθεν οὐ μᾶλλον ἡ Πλάτωνος χρῆσις ἀξιοπιστοτέρα τῆς οὐκ
οὔσης παρὰ τῷ ποιητῇ.
 Παρὸν δὲ ἐξετάσαι καὶ διὰ λόγου τὸ ἀληθές. – »Ἀπὸ ἑνικῶν συν-
θέσεων πληθυντικαὶ ἐκφοραὶ γίνονται κατὰ τὸ τέλος, ἀνδροφόνος
ἀνδροφόνοι, ἑνδέκατος ἑνδέκατοι. ὅθεν καὶ ἀπὸ τοῦ ἑαυτόν
τὸ ἑαυτούς πεσεῖται.» – Οὐδὲν γὰρ κωλῦον τὰ προκείμενα εἰς πλῆθος
μετάγειν· ἐν δυσὶ γὰρ προσώποις ἕκαστον αὐτῶν ἀκούεται. ὁ γὰρ
ἄνδρα φονεύσας ἢ ὁ μετὰ δέκα εἷς ἢ οἱ μετὰ δέκα πλείονες ἀνεμπο-
δίστως εἶχον τὸ ἕτερον τῶν προσώπων πληθυντικόν· τὸ μέντοι τῆς
ἀντωνυμίας σχῆμα ἠδυνάτει, ἅτε δὴ καθ' ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ προσώπου

Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione (0082: 004)


“Grammatici Graeci, vol. 2.2”, Ed. Uhlig, G.Leipzig: Teubner, 1910,
Repr. 1965.Part 2, Vol. 2, p. 193, line 20

συμφέρονται τοῖς ῥήμασιν κατὰ τὸ αὐτὸ πρόσωπον· τῶν γε μὴν καὶ ἐν


μεταβάσει γινομένων ἐφικτὰ καὶ τὰ τῆς ἐγκλίσεως ἐγίνετο. (οὐ τοῦτο
δέ φημι, ὡς πάντως ἐγκλιθήσονται ἀποστᾶσαι τῶν ῥημάτων, ἀλλ' ὡς
καὶ ἔνεστί ποτε αὐτὰς ἐγκλίνεσθαι.) ὑγιῶς ἄρα πάλιν προσελθοῦσαι καὶ
αἱ πλάγιαι τοῖς ῥήμασι κατὰ τὸ αὐτὸ πρόσωπον τὴν ὀρθὴν ἀναδέξονται,
  οὐδὲ γὰρ οὐδ' ἐμέ φημι λελασμένον {Ν 269},
  ζωγρεῖτ', αὐτὰρ ἐγὼν ἐμὲ λύσομαι {Κ 378}.
 90. Τὰ τῆς τοιαύτης χρήσεως ἀρχαϊκώτερα ὄντα παρεφθάρη μετα-
γενέστερον ἐπινοηθείσης τῆς ἀντ' αὐτῶν συνθέτου μεταλήψεως, εἰς ἣν
καὶ μεταλαμβάνομεν τὰς προκειμένας συντάξεις. ἐντεῦθεν γοῦν ἡ Ὁμη-
ρικὴποίησις ἀπροσδεής ἐστι τῆς συνθέτου χρήσεως, καθὸ γινώσκει ἡ
ποίησις τὸ ἐμέ φημι. σαφὲς γὰρ ὅτι, εἰ ἀντὶ τοῦ τοιούτου ἐπενοήθησαν  
αἱ σύνθετοι, περισσόν ἐστιν συγχρῆσθαι τῇ ἁπλῇ συντάξει· κακία γὰρ τὸ
τοιοῦτον, ὥς γε εὐκαιρότερον ὑπὲρ τῶν τοιούτων κατὰ τὰ ἑξῆς εἰρήσεται.

 91. Ἔνθεν δύο μέρη λόγου ἐστὶν τὸ


  πυκάσασα ἓ αὐτήν {Ρ 551},
καὶ κατὰ τὸν προκείμενον λόγον, πάνυ ἀκριβέστατον ὄντα, καὶ καθὸ ἐν
ταῖς ἄλλαις πλαγίαις τὰ τοῦ μερισμοῦ ἀναμφίλεκτά ἐστιν (ἕογὰρ αὐτοῦ
ἐστιν καὶ ἑοῖ αὐτῷ), ὁπότε καὶ κατὰ δεύτερον πρόσωπον ὡς παρα-
θέσεως οὔσης ἐνέθηκεν τὸν γάρ σύνδεσμον,
  σὲ γὰρ αὐτὴν παντὶ ἐΐσκεις {ν 313}.

Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione Part 2, Vol. 2, p. 193, line 21


248

μεταβάσει γινομένων ἐφικτὰ καὶ τὰ τῆς ἐγκλίσεως ἐγίνετο. (οὐ τοῦτο


δέ φημι, ὡς πάντως ἐγκλιθήσονται ἀποστᾶσαι τῶν ῥημάτων, ἀλλ' ὡς
καὶ ἔνεστί ποτε αὐτὰς ἐγκλίνεσθαι.) ὑγιῶς ἄρα πάλιν προσελθοῦσαι καὶ
αἱ πλάγιαι τοῖς ῥήμασι κατὰ τὸ αὐτὸ πρόσωπον τὴν ὀρθὴν ἀναδέξονται,
  οὐδὲ γὰρ οὐδ' ἐμέ φημι λελασμένον {Ν 269},
  ζωγρεῖτ', αὐτὰρ ἐγὼν ἐμὲ λύσομαι {Κ 378}.
 90. Τὰ τῆς τοιαύτης χρήσεως ἀρχαϊκώτερα ὄντα παρεφθάρη μετα-
γενέστερον ἐπινοηθείσης τῆς ἀντ' αὐτῶν συνθέτου μεταλήψεως, εἰς ἣν
καὶ μεταλαμβάνομεν τὰς προκειμένας συντάξεις. ἐντεῦθεν γοῦν ἡ Ὁμη-
ρικὴποίησις ἀπροσδεής ἐστι τῆς συνθέτου χρήσεως, καθὸ γινώσκει ἡ
ποίησις τὸ ἐμέ φημι. σαφὲς γὰρ ὅτι, εἰ ἀντὶ τοῦ τοιούτου ἐπενοήθησαν  
αἱ σύνθετοι, περισσόν ἐστιν συγχρῆσθαι τῇ ἁπλῇ συντάξει· κακία γὰρ τὸ
τοιοῦτον, ὥς γε εὐκαιρότερον ὑπὲρ τῶν τοιούτων κατὰ τὰ ἑξῆς εἰρήσεται.

 91. Ἔνθεν δύο μέρη λόγου ἐστὶν τὸ


  πυκάσασα ἓ αὐτήν {Ρ 551},
καὶ κατὰ τὸν προκείμενον λόγον, πάνυ ἀκριβέστατον ὄντα, καὶ καθὸ ἐν
ταῖς ἄλλαις πλαγίαις τὰ τοῦ μερισμοῦ ἀναμφίλεκτά ἐστιν (ἕογὰρ αὐτοῦ
ἐστιν καὶ ἑοῖ αὐτῷ), ὁπότε καὶ κατὰ δεύτερον πρόσωπον ὡς παρα-
θέσεως οὔσης ἐνέθηκεν τὸν γάρ σύνδεσμον,
  σὲ γὰρ αὐτὴν παντὶ ἐΐσκεις {ν 313}.

Αριστοτέλης. De anima (0086: 002)“Aristotle. De anima”, Ed. Ross,


W.D.Oxford: Clarendon Press, 1961, Repr. 1967.Bekker p. 426a, line 2

κεχρωμάτισται· τὸ γὰρ αἰσθητήριον δεκτικὸν τοῦ αἰσθητοῦ ἄνευ


τῆς ὕλης ἕκαστον· διὸ καὶ ἀπελθόντων τῶν αἰσθητῶν ἔνεισιν
αἰσθήσεις καὶ φαντασίαι ἐν τοῖς αἰσθητηρίοις.
 ἡ δὲ τοῦ αἰσθητοῦ ἐνέργεια καὶ τῆς αἰσθήσεως ἡ αὐτὴ μέν ἐστι
καὶ μία, τὸ δ' εἶναι οὐ τὸ αὐτὸ αὐταῖς· λέγω δ' οἷον ὁ ψόφος ὁ κατ'  
ἐνέργειαν καὶ ἡ ἀκοὴ ἡ κατ' ἐνέργειαν· ἔστι γὰρ ἀκοὴν ἔχοντα
μὴ ἀκούειν, καὶ τὸ ἔχον ψόφον οὐκ ἀεὶ ψοφεῖ, ὅταν δ' ἐνεργῇ
τὸ δυνάμενον ἀκούειν καὶ ψοφῇ τὸ δυνάμενον ψοφεῖν, τότε
ἡ κατ' ἐνέργειαν ἀκοὴ ἅμα γίνεται καὶ ὁ κατ' ἐνέργειαν ψό-
φος, ὧν εἴπειεν ἄν τις τὸ μὲν εἶναι ἄκουσιν τὸ δὲ ψόφησιν.
εἰ δή ἐστιν ἡ κίνησις (καὶ ἡ ποίησις καὶ τὸ πάθος) ἐν τῷ κινου-
μένῳ, ἀνάγκη καὶ τὸν ψόφον καὶ τὴν ἀκοὴν τὴν κατ' ἐνέργειαν
ἐν τῷ κατὰ δύναμιν εἶναι· ἡ γὰρ τοῦ ποιητικοῦ καὶ κινητι-
κοῦ ἐνέργεια ἐν τῷ πάσχοντι ἐγγίνεται· διὸ οὐκ ἀνάγκη τὸ
κινοῦν κινεῖσθαι. ἡ μὲν οὖν τοῦ ψοφητικοῦ ἐνέργειά ἐστι
ψόφος ἢ ψόφησις, ἡ δὲ τοῦ ἀκουστικοῦ ἀκοὴ ἢ ἄκουσις· διττὸν
249

γὰρ ἡ ἀκοή, καὶ διττὸν ὁ ψόφος. ὁ δ' αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν
ἄλλων αἰσθήσεων καὶ αἰσθητῶν. ὥσπερ γὰρ καὶ ἡ ποίησις καὶ ἡ
πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι ἀλλ' οὐκ ἐν τῷ ποιοῦντι, οὕτω καὶ ἡ τοῦ
αἰσθητοῦ ἐνέργεια καὶ ἡ τοῦ αἰσθητικοῦ ἐν τῷ αἰσθητικῷ. ἀλλ'
ἐπ' ἐνίων μὲν ὠνόμασται, οἷον ἡ ψόφησις καὶ ἡ ἄκουσις, ἐπ'

Αριστοτέλης. De anima Bekker p. 426a, line 9

τὸ δυνάμενον ἀκούειν καὶ ψοφῇ τὸ δυνάμενον ψοφεῖν, τότε


ἡ κατ' ἐνέργειαν ἀκοὴ ἅμα γίνεται καὶ ὁ κατ' ἐνέργειαν ψό-
φος, ὧν εἴπειεν ἄν τις τὸ μὲν εἶναι ἄκουσιν τὸ δὲ ψόφησιν.
εἰ δή ἐστιν ἡ κίνησις (καὶ ἡ ποίησις καὶ τὸ πάθος) ἐν τῷ κινου-
μένῳ, ἀνάγκη καὶ τὸν ψόφον καὶ τὴν ἀκοὴν τὴν κατ' ἐνέργειαν
ἐν τῷ κατὰ δύναμιν εἶναι· ἡ γὰρ τοῦ ποιητικοῦ καὶ κινητι-
κοῦ ἐνέργεια ἐν τῷ πάσχοντι ἐγγίνεται· διὸ οὐκ ἀνάγκη τὸ
κινοῦν κινεῖσθαι. ἡ μὲν οὖν τοῦ ψοφητικοῦ ἐνέργειά ἐστι
ψόφος ἢ ψόφησις, ἡ δὲ τοῦ ἀκουστικοῦ ἀκοὴ ἢ ἄκουσις· διττὸν
γὰρ ἡ ἀκοή, καὶ διττὸν ὁ ψόφος. ὁ δ' αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων
αἰσθήσεων καὶ αἰσθητῶν. ὥσπερ γὰρ καὶ ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις ἐν τῷ
πάσχοντι ἀλλ' οὐκ ἐν τῷ ποιοῦντι, οὕτω καὶ ἡ τοῦ αἰσθητοῦ ἐνέργεια καὶ
ἡ τοῦ αἰσθητικοῦ ἐν τῷ αἰσθητικῷ. ἀλλ'
ἐπ' ἐνίων μὲν ὠνόμασται, οἷον ἡ ψόφησις καὶ ἡ ἄκουσις, ἐπ'
ἐνίων δ' ἀνώνυμον θάτερον· ὅρασις γὰρ λέγεται ἡ τῆς ὄψεως
ἐνέργεια, ἡ δὲ τοῦ χρώματος ἀνώνυμος, καὶ γεῦσις ἡ τοῦ
γευστικοῦ, ἡ δὲ τοῦ χυμοῦ ἀνώνυμος. ἐπεὶ δὲ μία μέν ἐστιν
ἐνέργεια ἡ τοῦ αἰσθητοῦ καὶ τοῦ αἰσθητικοῦ, τὸ δ' εἶναι
ἕτερον, ἀνάγκη ἅμα φθείρεσθαι καὶ σώζεσθαι τὴν οὕτω λεγο-
μένην ἀκοὴν καὶ ψόφον, καὶ χυμὸν δὴ καὶ γεῦσιν, καὶ τὰ
ἄλλα ὁμοίως· τὰ δὲ κατὰ δύναμιν λεγόμενα οὐκ ἀνάγκη·

Αριστοτέλης. De caelo (0086: 005)“Aristote. Du ciel”, Ed. Moraux, P.


Paris: Les Belles Lettres, 1965.Bekker p. 275a, line 24

   Ἀλλὰ μὴν οὐδὲ τὸ ἄπειρον ἐν οὐθενὶ χρόνῳ κινήσει τὸ


πεπερασμένον. Ἔστω γὰρ ἐφ' ᾧ τὸ Α ἄπειρον, τὸ δὲ Β πε-
περασμένον, χρόνος ἐν ᾧ τὸ Γ. Οὐκοῦν τὸ Δ ἐν τῷ Γ ἔλαττον
τοῦ Β κινήσει· ἔστω τὸ Ζ. Ὃ δή ἐστι τὸ ΒΖ ὅλον πρὸς τὸ Ζ,
τὸ Ε ἔχον τὸν λόγον τοῦτον ἔστω πρὸς τὸ Δ. Κινήσει ἄρα τὸ
Ε τὸ ΒΖ ἐν τῷ Γ. Τὸ πεπερασμένον τοίνυν καὶ τὸ ἄπειρον
250

ἐν τῷ ἴσῳ χρόνῳ ἀλλοιώσει. Ἀλλ' ἀδύνατον· ἐν ἐλάττονι γὰρ


τὸ μεῖζον ὑπέκειτο. Ἀλλ' ἀεὶ ὁ ληφθεὶς χρόνος ταὐτὸ ποιή-
σει, ὥστ' οὐκ ἔσται χρόνος οὐθεὶς ἐν ᾧ κινήσει. Ἀλλὰ μὴν ἐν
ἀπείρῳ γε οὐκ ἔστι κινῆσαι οὐδὲ κινηθῆναι· πέρας γὰρ οὐκ
ἔχει, ἡ δὲ ποίησις καὶ τὸ πάθος ἔχει.
               Οὐδ' ἄπειρον δὴ ὑπ' ἀπείρου
ἐνδέχεται οὐθὲν παθεῖν. Ἔστω γὰρ τὸ Α ἄπειρον καὶ τὸ
Β, χρόνος δ' ἐν ᾧ ἔπαθε τὸ Β ὑπὸ τοῦ Α, ἐφ' ᾧ ΓΔ. Τὸ δὴ
ἐφ' ᾧ τὸ Ε τοῦ ἀπείρου μέρος, ἐπεὶ ὅλον πέπονθε τὸ Β, οὐκ
ἐν ἴσῳ χρόνῳ τὸ αὐτό· ὑποκείσθω γὰρ ἐν ἐλάττονι κινεῖσθαι
τὸ ἔλαττον χρόνῳ. Ἔστω τὸ Ε κεκινημένον ὑπὸ τοῦ Α ἐν τῷ Δ.
Ὃ δὴ τὸ Δ πρὸς τὸ ΓΔ, τὸ Ε ἐστὶ πρός τι τοῦ Β πεπερασμέ-
νον. Τοῦτο τοίνυν ἀνάγκη ὑπὸ τοῦ Α κινηθῆναι ἐν τῷ ΓΔ χρό-
νῳ· ὑπὸ γὰρ τοῦ αὐτοῦ ὑποκείσθω ἐν τῷ πλείονι καὶ ἐλάττονι  
χρόνῳ τὸ μεῖζον καὶ τὸ ἔλαττον πάσχειν,

Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. Bekker p. 1140a, line 2

γωγῆς, ἣ δὲ συλλογισμῷ. ἡ μὲν δὴ ἐπαγωγὴ ἀρχή ἐστι


καὶ τοῦ καθόλου, ὁ δὲ συλλογισμὸς ἐκ τῶν καθόλου. εἰσὶν
ἄρα ἀρχαὶ ἐξ ὧν ὁ συλλογισμός, ὧν οὐκ ἔστι συλλογι-
σμός· ἐπαγωγὴ ἄρα. ἡ μὲν ἄρα ἐπιστήμη ἐστὶν ἕξις ἀπο-
δεικτική, καὶ ὅσα ἄλλα προσδιοριζόμεθα ἐν τοῖς ἀναλυ-
τικοῖς· ὅταν γάρ πως πιστεύῃ καὶ γνώριμοι αὐτῷ ὦσιν αἱ
ἀρχαί, ἐπίσταται· εἰ γὰρ μὴ μᾶλλον τοῦ συμπεράσματος,
κατὰ συμβεβηκὸς ἕξει τὴν ἐπιστήμην. περὶ μὲν οὖν ἐπι-
στήμης διωρίσθω τὸν τρόπον τοῦτον.
 Τοῦ δ' ἐνδεχομένου ἄλλως ἔχειν ἔστι τι καὶ ποιητὸν
καὶ πρακτόν· ἕτερον δ' ἐστὶ ποίησις καὶ πρᾶξις (πιστεύομεν
δὲ περὶ αὐτῶν καὶ τοῖς ἐξωτερικοῖς λόγοις)· ὥστε καὶ ἡ  
μετὰ λόγου ἕξις πρακτικὴ ἕτερόν ἐστι τῆς μετὰ λόγου ποιη-
τικῆς ἕξεως. διὸ οὐδὲ περιέχεται ὑπ' ἀλλήλων· οὔτε γὰρ
ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν. ἐπεὶ δ' ἡ
οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις τις μετὰ λόγου
ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἥτις οὐ μετὰ λό-
γου ποιητικὴ ἕξις ἐστίν, οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐτὸν
ἂν εἴη τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική. ἔστι
δὲ τέχνη πᾶσα περὶ γένεσιν καὶ τὸ τεχνάζειν καὶ θεω-
ρεῖν ὅπως ἂν γένηταί τι τῶν ἐνδεχομένων καὶ εἶναι καὶ

Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. Bekker p. 1140a, line 6

δεικτική, καὶ ὅσα ἄλλα προσδιοριζόμεθα ἐν τοῖς ἀναλυ-


251

τικοῖς· ὅταν γάρ πως πιστεύῃ καὶ γνώριμοι αὐτῷ ὦσιν αἱ


ἀρχαί, ἐπίσταται· εἰ γὰρ μὴ μᾶλλον τοῦ συμπεράσματος,
κατὰ συμβεβηκὸς ἕξει τὴν ἐπιστήμην. περὶ μὲν οὖν ἐπι-
στήμης διωρίσθω τὸν τρόπον τοῦτον.
 Τοῦ δ' ἐνδεχομένου ἄλλως ἔχειν ἔστι τι καὶ ποιητὸν
καὶ πρακτόν· ἕτερον δ' ἐστὶ ποίησις καὶ πρᾶξις (πιστεύομεν
δὲ περὶ αὐτῶν καὶ τοῖς ἐξωτερικοῖς λόγοις)· ὥστε καὶ ἡ  
μετὰ λόγου ἕξις πρακτικὴ ἕτερόν ἐστι τῆς μετὰ λόγου ποιη-
τικῆς ἕξεως. διὸ οὐδὲ περιέχεται ὑπ' ἀλλήλων· οὔτε γὰρ
ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν. ἐπεὶ δ' ἡ
οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις τις μετὰ λόγου
ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἥτις οὐ μετὰ λό-
γου ποιητικὴ ἕξις ἐστίν, οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐτὸν ἂν εἴη τέχνη
καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική. ἔστι δὲ τέχνη πᾶσα περὶ γένεσιν
καὶ τὸ τεχνάζειν καὶ θεω-
ρεῖν ὅπως ἂν γένηταί τι τῶν ἐνδεχομένων καὶ εἶναι καὶ
μὴ εἶναι, καὶ ὧν ἡ ἀρχὴ ἐν τῷ ποιοῦντι ἀλλὰ μὴ ἐν τῷ
ποιουμένῳ· οὔτε γὰρ τῶν ἐξ ἀνάγκης ὄντων ἢ γινομένων ἡ
τέχνη ἐστίν, οὔτε τῶν κατὰ φύσιν· ἐν αὑτοῖς γὰρ ἔχουσι
ταῦτα τὴν ἀρχήν. ἐπεὶ δὲ ποίησις καὶ πρᾶξις ἕτερον,
ἀνάγκη τὴν τέχνην ποιήσεως ἀλλ' οὐ πράξεως εἶναι. καὶ
τρόπον τινὰ περὶ τὰ αὐτά ἐστιν ἡ τύχη καὶ ἡ τέχνη, κα-
θάπερ καὶ Ἀγάθων φησὶ “τέχνη τύχην ἔστερξε καὶ τύχη
τέχνην.” ἡ μὲν οὖν τέχνη, ὥσπερ εἴρηται, ἕξις τις μετὰ
λόγου ἀληθοῦς ποιητική ἐστιν, ἡ δ' ἀτεχνία τοὐναντίον
μετὰ λόγου ψευδοῦς ποιητικὴ ἕξις, περὶ τὸ ἐνδεχόμενον
ἄλλως ἔχειν.
 Περὶ δὲ φρονήσεως οὕτως ἂν λάβοιμεν, θεωρήσαντες
τίνας λέγομεν τοὺς φρονίμους. δοκεῖ δὴ φρονίμου εἶναι τὸ
δύνασθαι καλῶς βουλεύσασθαι περὶ τὰ αὑτῷ ἀγαθὰ καὶ

Αριστοτέλης. De generatione et corruptione (0086: 013)


“Aristote. De la génération et de la corruption”, Ed. Mugler, C.
Paris: Les Belles Lettres, 1966.Bekker p. 322b, line 26

τοῦτο θερμαίνεσθαι πάλιν· οὐ γὰρ ἡ θερμότης μεταβάλλει


καὶ ἡ ψυχρότης εἰς ἄλληλα, ἀλλὰ δῆλον ὅτι τὸ ὑποκεί-
μενον, ὥστε ἐν οἷς τὸ ποιεῖν ἐστι καὶ τὸ πάσχειν, ἀνάγκη
τούτων μίαν εἶναι τὴν ὑποκειμένην φύσιν. Τὸ μὲν οὖν πάντα
εἶναι τοιαῦτα φάσκειν οὐκ ἀληθές, ἀλλ' ἐν ὅσοις τὸ ὑπ' ἀλ-
λήλων ἐστίν. Ἀλλὰ μὴν εἰ περὶ τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν καὶ
252

περὶ μίξεως θεωρητέον, ἀνάγκη καὶ περὶ ἁφῆς· οὔτε γὰρ


ποιεῖν ταῦτα καὶ πάσχειν δύναται κυρίως ἃ μὴ οἷόν τε
ἅψασθαι ἀλλήλων, οὔτε μὴ ἁψάμενά πως ἐνδέχεται μιχ-
θῆναι πρῶτον. Ὥστε περὶ τριῶν τούτων διοριστέον, τί ἁφὴ
καὶ τί μίξις καὶ τί ποίησις. Ἀρχὴν δὲ λάβωμεν τήνδε. Ἀνάγκη
γὰρ τῶν ὄντων ὅσοις ἐστὶ μίξις, εἶναι ταῦτ' ἀλλήλων ἁπτι-
κά· κἂν εἴ τι ποιεῖ, τὸ δὲ πάσχει κυρίως, καὶ τούτοις
ὡσαύτως. Διὸ πρῶτον λεκτέον περὶ ἁφῆς.
                    Σχεδὸν μὲν οὖν,
ὥσπερ καὶ τῶν ἄλλων ὀνομάτων ἕκαστον λέγεται πολλα-
χῶς, καὶ τὰ μὲν ὁμωνύμως τὰ δὲ θάτερα ἀπὸ τῶν ἑτέρων
καὶ τῶν προτέρων, οὕτως ἔχει καὶ περὶ ἁφῆς. Ὅμως δὲ τὸ
κυρίως λεγόμενον ὑπάρχει τοῖς ἔχουσι θέσιν, θέσις δ' οἷσπερ  
καὶ τόπος· καὶ γὰρ τοῖς μαθηματικοῖς ὁμοίως ἀποδο-
τέον ἁφὴν καὶ τόπον, εἴτ' ἐστὶ κεχωρισμένον ἕκαστον αὐτῶν

Αριστοτέλης. Metaphysica (0086: 025)“Aristotle's metaphysics, 2


vols.”, Ed. Ross, W.D.Oxford: Clarendon Press, 1924, Repr. 1970 [of
1953 corr. edn.].Bekker p. 1022b, line 6

ἡ γὰρ ψυχὴ μέρος τι τοῦ ἀνθρώπου, ἐν ᾗ πρώτῃ τὸ ζῆν. ἔτι


οὗ μὴ ἔστιν ἄλλο αἴτιον· τοῦ γὰρ ἀνθρώπου πολλὰ αἴτια, τὸ
ζῷον, τὸ δίπουν, ἀλλ' ὅμως καθ' αὑτὸν ἄνθρωπος ὁ ἄνθρω-
πός ἐστιν. ἔτι ὅσα μόνῳ ὑπάρχει καὶ ᾗ μόνον δι' αὐτὸ κε-
χωρισμένον καθ' αὑτό.
 Διάθεσις λέγεται τοῦ ἔχοντος μέρη τάξις ἢ κατὰ τόπον
ἢ κατὰ δύναμιν ἢ κατ' εἶδος· θέσιν γὰρ δεῖ τινὰ εἶναι,
ὥσπερ καὶ τοὔνομα δηλοῖ ἡ διάθεσις.
 Ἕξις δὲ λέγεται ἕνα μὲν τρόπον οἷον ἐνέργειά τις τοῦ
ἔχοντος καὶ ἐχομένου, ὥσπερ πρᾶξίς τις ἢ κίνησις (ὅταν γὰρ
τὸ μὲν ποιῇ τὸ δὲ ποιῆται, ἔστι ποίησις μεταξύ· οὕτω καὶ
τοῦ ἔχοντος ἐσθῆτα καὶ τῆς ἐχομένης ἐσθῆτος ἔστι μεταξὺ
ἕξις)·  – ταύτην μὲν οὖν φανερὸν ὅτι οὐκ ἐνδέχεται ἔχειν ἕξιν
(εἰς ἄπειρον γὰρ βαδιεῖται, εἰ τοῦ ἐχομένου ἔσται ἔχειν τὴν
ἕξιν), ἄλλον δὲ τρόπον ἕξις λέγεται διάθεσις καθ' ἣν ἢ εὖ
ἢ κακῶς διάκειται τὸ διακείμενον, καὶ ἢ καθ' αὑτὸ ἢ πρὸς
ἄλλο, οἷον ἡ ὑγίεια ἕξις τις· διάθεσις γάρ ἐστι τοιαύτη.
ἔτι ἕξις λέγεται ἂν ᾖ μόριον διαθέσεως τοιαύτης· διὸ καὶ
ἡ τῶν μερῶν ἀρετὴ ἕξις τίς ἐστιν.

Αριστοτέλης. Metaphysica Bekker p. 1032b, line 10


253

ματος. περὶ μὲν οὖν τούτων ὕστερον ἐπισκεπτέον, ἀπὸ τέχνης


δὲ γίγνεται ὅσων τὸ εἶδος ἐν τῇ ψυχῇ (εἶδος δὲ λέγω τὸ
τί ἦν εἶναι ἑκάστου καὶ τὴν πρώτην οὐσίαν)· καὶ γὰρ τῶν ἐναν-
τίων τρόπον τινὰ τὸ αὐτὸ εἶδος· τῆς γὰρ στερήσεως οὐσία ἡ
οὐσία ἡ ἀντικειμένη, οἷον ὑγίεια νόσου, ἐκείνης γὰρ ἀπουσία
ἡ νόσος, ἡ δὲ ὑγίεια ὁ ἐν τῇ ψυχῇ λόγος καὶ ἡ ἐπι-
στήμη. γίγνεται δὲ τὸ ὑγιὲς νοήσαντος οὕτως· ἐπειδὴ τοδὶ
ὑγίεια, ἀνάγκη εἰ ὑγιὲς ἔσται τοδὶ ὑπάρξαι, οἷον ὁμα-
λότητα, εἰ δὲ τοῦτο, θερμότητα· καὶ οὕτως ἀεὶ νοεῖ, ἕως ἂν
ἀγάγῃ εἰς τοῦτο ὃ αὐτὸς δύναται ἔσχατον ποιεῖν. εἶτα ἤδη
ἡ ἀπὸ τούτου κίνησις ποίησις καλεῖται, ἡ ἐπὶ τὸ ὑγιαίνειν.
ὥστε συμβαίνει τρόπον τινὰ τὴν ὑγίειαν ἐξ ὑγιείας γίγνεσθαι
καὶ τὴν οἰκίαν ἐξ οἰκίας, τῆς ἄνευ ὕλης τὴν ἔχουσαν ὕλην·
ἡ γὰρ ἰατρική ἐστι καὶ ἡ οἰκοδομικὴ τὸ εἶδος τῆς ὑγιείας
καὶ τῆς οἰκίας, λέγω δὲ οὐσίαν ἄνευ ὕλης τὸ τί ἦν εἶναι.
 Τῶν δὴ γενέσεων καὶ κινήσεων ἡ μὲν νόησις καλεῖται ἡ δὲ
ποίησις, ἡ μὲν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς καὶ τοῦ εἴδους νόησις ἡ δ'
ἀπὸ τοῦ τελευταίου τῆς νοήσεως ποίησις. ὁμοίως δὲ καὶ τῶν
ἄλλων τῶν μεταξὺ ἕκαστον γίγνεται. λέγω δ' οἷον εἰ ὑγια-
νεῖ, δέοι ἂν ὁμαλυνθῆναι. τί οὖν ἐστὶ τὸ ὁμαλυνθῆναι; τοδί,  
τοῦτο δ' ἔσται εἰ θερμανθήσεται. τοῦτο δὲ τί ἐστι; τοδί.

Αριστοτέλης. Metaphysica Bekker p. 1032b, line 16

στήμη. γίγνεται δὲ τὸ ὑγιὲς νοήσαντος οὕτως· ἐπειδὴ τοδὶ


ὑγίεια, ἀνάγκη εἰ ὑγιὲς ἔσται τοδὶ ὑπάρξαι, οἷον ὁμα-
λότητα, εἰ δὲ τοῦτο, θερμότητα· καὶ οὕτως ἀεὶ νοεῖ, ἕως ἂν
ἀγάγῃ εἰς τοῦτο ὃ αὐτὸς δύναται ἔσχατον ποιεῖν. εἶτα ἤδη
ἡ ἀπὸ τούτου κίνησις ποίησις καλεῖται, ἡ ἐπὶ τὸ ὑγιαίνειν.
ὥστε συμβαίνει τρόπον τινὰ τὴν ὑγίειαν ἐξ ὑγιείας γίγνεσθαι
καὶ τὴν οἰκίαν ἐξ οἰκίας, τῆς ἄνευ ὕλης τὴν ἔχουσαν ὕλην·
ἡ γὰρ ἰατρική ἐστι καὶ ἡ οἰκοδομικὴ τὸ εἶδος τῆς ὑγιείας
καὶ τῆς οἰκίας, λέγω δὲ οὐσίαν ἄνευ ὕλης τὸ τί ἦν εἶναι.
 Τῶν δὴ γενέσεων καὶ κινήσεων ἡ μὲν νόησις καλεῖται ἡ δὲ
ποίησις, ἡ μὲν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς καὶ τοῦ εἴδους νόησις ἡ δ'
ἀπὸ τοῦ τελευταίου τῆς νοήσεως ποίησις. ὁμοίως δὲ καὶ τῶν
ἄλλων τῶν μεταξὺ ἕκαστον γίγνεται. λέγω δ' οἷον εἰ ὑγια-
νεῖ, δέοι ἂν ὁμαλυνθῆναι. τί οὖν ἐστὶ τὸ ὁμαλυνθῆναι; τοδί,  
τοῦτο δ' ἔσται εἰ θερμανθήσεται. τοῦτο δὲ τί ἐστι; τοδί. ὑπάρ-
χει δὲ τοδὶ δυνάμει· τοῦτο δὲ ἤδη ἐπ' αὐτῷ. τὸ δὴ ποιοῦν
καὶ ὅθεν ἄρχεται ἡ κίνησις τοῦ ὑγιαίνειν, ἂν μὲν ἀπὸ
254

τέχνης, τὸ εἶδός ἐστι τὸ ἐν τῇ ψυχῇ, ἐὰν δ' ἀπὸ ταὐτο-


μάτου, ἀπὸ τούτου ὅ ποτε τοῦ ποιεῖν ἄρχει τῷ ποιοῦντι ἀπὸ
τέχνης, ὥσπερ καὶ ἐν τῷ ἰατρεύειν ἴσως ἀπὸ τοῦ θερμαίνειν
ἡ ἀρχή (τοῦτο δὲ ποιεῖ τῇ τρίψει

Αριστοτέλης. Metaphysica Bekker p. 1032b, line 17

ὑγίεια, ἀνάγκη εἰ ὑγιὲς ἔσται τοδὶ ὑπάρξαι, οἷον ὁμα-


λότητα, εἰ δὲ τοῦτο, θερμότητα· καὶ οὕτως ἀεὶ νοεῖ, ἕως ἂν
ἀγάγῃ εἰς τοῦτο ὃ αὐτὸς δύναται ἔσχατον ποιεῖν. εἶτα ἤδη
ἡ ἀπὸ τούτου κίνησις ποίησις καλεῖται, ἡ ἐπὶ τὸ ὑγιαίνειν.
ὥστε συμβαίνει τρόπον τινὰ τὴν ὑγίειαν ἐξ ὑγιείας γίγνεσθαι
καὶ τὴν οἰκίαν ἐξ οἰκίας, τῆς ἄνευ ὕλης τὴν ἔχουσαν ὕλην·
ἡ γὰρ ἰατρική ἐστι καὶ ἡ οἰκοδομικὴ τὸ εἶδος τῆς ὑγιείας
καὶ τῆς οἰκίας, λέγω δὲ οὐσίαν ἄνευ ὕλης τὸ τί ἦν εἶναι.
 Τῶν δὴ γενέσεων καὶ κινήσεων ἡ μὲν νόησις καλεῖται ἡ δὲ
ποίησις, ἡ μὲν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς καὶ τοῦ εἴδους νόησις ἡ δ'
ἀπὸ τοῦ τελευταίου τῆς νοήσεως ποίησις. ὁμοίως δὲ καὶ τῶν
ἄλλων τῶν μεταξὺ ἕκαστον γίγνεται. λέγω δ' οἷον εἰ ὑγια-
νεῖ, δέοι ἂν ὁμαλυνθῆναι. τί οὖν ἐστὶ τὸ ὁμαλυνθῆναι; τοδί,  
τοῦτο δ' ἔσται εἰ θερμανθήσεται. τοῦτο δὲ τί ἐστι; τοδί. ὑπάρ-
χει δὲ τοδὶ δυνάμει· τοῦτο δὲ ἤδη ἐπ' αὐτῷ. τὸ δὴ ποιοῦν
καὶ ὅθεν ἄρχεται ἡ κίνησις τοῦ ὑγιαίνειν, ἂν μὲν ἀπὸ
τέχνης, τὸ εἶδός ἐστι τὸ ἐν τῇ ψυχῇ, ἐὰν δ' ἀπὸ ταὐτο-
μάτου, ἀπὸ τούτου ὅ ποτε τοῦ ποιεῖν ἄρχει τῷ ποιοῦντι ἀπὸ
τέχνης, ὥσπερ καὶ ἐν τῷ ἰατρεύειν ἴσως ἀπὸ τοῦ θερμαίνειν
ἡ ἀρχή (τοῦτο δὲ ποιεῖ τῇ τρίψει)· ἡ θερμότης τοίνυν ἡ ἐν
τῷ σώματι ἢ μέρος τῆς ὑγιείας ἢ ἕπεταί τι αὐτῇ τοιοῦτον

Αριστοτέλης. Physica (0086: 031)“Aristotelis physica”, Ed. Ross, W.D.


Oxford: Clarendon Press, 1950, Repr. 1966 (1st edn. corr.).Bekker p.
202a, line 23

τῷ κινητῷ· ἐντελέχεια γάρ ἐστι τούτου [καὶ] ὑπὸ τοῦ κινητικοῦ.


καὶ ἡ τοῦ κινητικοῦ δὲ ἐνέργεια οὐκ ἄλλη ἐστίν· δεῖ μὲν γὰρ
εἶναι ἐντελέχειαν ἀμφοῖν· κινητικὸν μὲν γάρ ἐστιν τῷ δύνα-
σθαι, κινοῦν δὲ τῷ ἐνεργεῖν, ἀλλ' ἔστιν ἐνεργητικὸν τοῦ κινητοῦ,  
ὥστε ὁμοίως μία ἡ ἀμφοῖν ἐνέργεια ὥσπερ τὸ αὐτὸ διά-
στημα ἓν πρὸς δύο καὶ δύο πρὸς ἕν, καὶ τὸ ἄναντες καὶ τὸ
κάταντες· ταῦτα γὰρ ἓν μέν ἐστιν, ὁ μέντοι λόγος οὐχ εἷς·
ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ κινοῦντος καὶ κινουμένου.
255

                    ἔχει δ' ἀπορίαν


λογικήν· ἀναγκαῖον γὰρ ἴσως εἶναί τινα ἐνέργειαν τοῦ
ποιητικοῦ καὶ τοῦ παθητικοῦ· τὸ μὲν δὴ ποίησις, τὸ δὲ πά-
θησις, ἔργον δὲ καὶ τέλος τοῦ μὲν ποίημα, τοῦ δὲ πάθος.
ἐπεὶ οὖν ἄμφω κινήσεις, εἰ μὲν ἕτεραι, ἐν τίνι; ἢ γὰρ ἄμ-
φω ἐν τῷ πάσχοντι καὶ κινουμένῳ, ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ
ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι (εἰ δὲ δεῖ καὶ ταύ-
την ποίησιν καλεῖν, ὁμώνυμος ἂν εἴη). ἀλλὰ μὴν εἰ τοῦτο, ἡ
κίνησις ἐν τῷ κινοῦντι ἔσται (ὁ γὰρ αὐτὸς λόγος ἐπὶ κινοῦντος
καὶ κινουμένου), ὥστ' ἢ πᾶν τὸ κινοῦν κινήσεται, ἢ ἔχον κίνησιν
οὐ κινήσεται. εἰ δ' ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ καὶ πάσχοντι,
καὶ ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, καὶ ἡ δίδαξις καὶ ἡ μάθη-
σις δύο οὖσαι ἐν τῷ μανθάνοντι, πρῶτον μὲν ἡ ἐνέργεια ἡ

Αριστοτέλης. Physica Bekker p. 202a, line 26

σθαι, κινοῦν δὲ τῷ ἐνεργεῖν, ἀλλ' ἔστιν ἐνεργητικὸν τοῦ κινητοῦ,  


ὥστε ὁμοίως μία ἡ ἀμφοῖν ἐνέργεια ὥσπερ τὸ αὐτὸ διά-
στημα ἓν πρὸς δύο καὶ δύο πρὸς ἕν, καὶ τὸ ἄναντες καὶ τὸ
κάταντες· ταῦτα γὰρ ἓν μέν ἐστιν, ὁ μέντοι λόγος οὐχ εἷς·
ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ κινοῦντος καὶ κινουμένου.
                    ἔχει δ' ἀπορίαν
λογικήν· ἀναγκαῖον γὰρ ἴσως εἶναί τινα ἐνέργειαν τοῦ
ποιητικοῦ καὶ τοῦ παθητικοῦ· τὸ μὲν δὴ ποίησις, τὸ δὲ πά-
θησις, ἔργον δὲ καὶ τέλος τοῦ μὲν ποίημα, τοῦ δὲ πάθος.
ἐπεὶ οὖν ἄμφω κινήσεις, εἰ μὲν ἕτεραι, ἐν τίνι; ἢ γὰρ ἄμ-
φω ἐν τῷ πάσχοντι καὶ κινουμένῳ, ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ
ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι (εἰ δὲ δεῖ καὶ ταύ-
την ποίησιν καλεῖν, ὁμώνυμος ἂν εἴη). ἀλλὰ μὴν εἰ τοῦτο, ἡ
κίνησις ἐν τῷ κινοῦντι ἔσται (ὁ γὰρ αὐτὸς λόγος ἐπὶ κινοῦντος
καὶ κινουμένου), ὥστ' ἢ πᾶν τὸ κινοῦν κινήσεται, ἢ ἔχον κίνησιν
οὐ κινήσεται. εἰ δ' ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ καὶ πάσχοντι,
καὶ ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, καὶ ἡ δίδαξις καὶ ἡ μάθη-
σις δύο οὖσαι ἐν τῷ μανθάνοντι, πρῶτον μὲν ἡ ἐνέργεια ἡ
ἑκάστου οὐκ ἐν ἑκάστῳ ὑπάρξει, εἶτα ἄτοπον δύο κινήσεις ἅμα
κινεῖσθαι· τίνες γὰρ ἔσονται ἀλλοιώσεις δύο τοῦ ἑνὸς καὶ εἰς
ἓν εἶδος; ἀλλ' ἀδύνατον. ἀλλὰ μία ἔσται ἡ ἐνέργεια

Αριστοτέλης. Physica Bekker p. 202a, line 32


256

λογικήν· ἀναγκαῖον γὰρ ἴσως εἶναί τινα ἐνέργειαν τοῦ


ποιητικοῦ καὶ τοῦ παθητικοῦ· τὸ μὲν δὴ ποίησις, τὸ δὲ πά-
θησις, ἔργον δὲ καὶ τέλος τοῦ μὲν ποίημα, τοῦ δὲ πάθος.
ἐπεὶ οὖν ἄμφω κινήσεις, εἰ μὲν ἕτεραι, ἐν τίνι; ἢ γὰρ ἄμ-
φω ἐν τῷ πάσχοντι καὶ κινουμένῳ, ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ
ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι (εἰ δὲ δεῖ καὶ ταύ-
την ποίησιν καλεῖν, ὁμώνυμος ἂν εἴη). ἀλλὰ μὴν εἰ τοῦτο, ἡ
κίνησις ἐν τῷ κινοῦντι ἔσται (ὁ γὰρ αὐτὸς λόγος ἐπὶ κινοῦντος
καὶ κινουμένου), ὥστ' ἢ πᾶν τὸ κινοῦν κινήσεται, ἢ ἔχον κίνησιν
οὐ κινήσεται. εἰ δ' ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ καὶ πάσχοντι,
καὶ ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, καὶ ἡ δίδαξις καὶ ἡ μάθη-
σις δύο οὖσαι ἐν τῷ μανθάνοντι, πρῶτον μὲν ἡ ἐνέργεια ἡ
ἑκάστου οὐκ ἐν ἑκάστῳ ὑπάρξει, εἶτα ἄτοπον δύο κινήσεις ἅμα
κινεῖσθαι· τίνες γὰρ ἔσονται ἀλλοιώσεις δύο τοῦ ἑνὸς καὶ εἰς
ἓν εἶδος; ἀλλ' ἀδύνατον. ἀλλὰ μία ἔσται ἡ ἐνέργεια. ἀλλ'
ἄλογον δύο ἑτέρων τῷ εἴδει τὴν αὐτὴν καὶ μίαν εἶναι ἐνέρ-
γειαν· καὶ ἔσται, εἴπερ ἡ δίδαξις καὶ ἡ μάθησις τὸ αὐτὸ καὶ
ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, καὶ τὸ διδάσκειν τῷ μανθάνειν
τὸ αὐτὸ καὶ τὸ ποιεῖν τῷ πάσχειν, ὥστε τὸν διδάσκοντα ἀν-
άγκη ἔσται πάντα μανθάνειν καὶ τὸν ποιοῦντα πάσχειν.

Αριστοτέλης. Physica Bekker p. 202b, line 3

κίνησις ἐν τῷ κινοῦντι ἔσται (ὁ γὰρ αὐτὸς λόγος ἐπὶ κινοῦντος


καὶ κινουμένου), ὥστ' ἢ πᾶν τὸ κινοῦν κινήσεται, ἢ ἔχον κίνησιν
οὐ κινήσεται. εἰ δ' ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ καὶ πάσχοντι,
καὶ ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, καὶ ἡ δίδαξις καὶ ἡ μάθη-
σις δύο οὖσαι ἐν τῷ μανθάνοντι, πρῶτον μὲν ἡ ἐνέργεια ἡ
ἑκάστου οὐκ ἐν ἑκάστῳ ὑπάρξει, εἶτα ἄτοπον δύο κινήσεις ἅμα
κινεῖσθαι· τίνες γὰρ ἔσονται ἀλλοιώσεις δύο τοῦ ἑνὸς καὶ εἰς
ἓν εἶδος; ἀλλ' ἀδύνατον. ἀλλὰ μία ἔσται ἡ ἐνέργεια. ἀλλ'
ἄλογον δύο ἑτέρων τῷ εἴδει τὴν αὐτὴν καὶ μίαν εἶναι ἐνέρ-
γειαν· καὶ ἔσται, εἴπερ ἡ δίδαξις καὶ ἡ μάθησις τὸ αὐτὸ καὶ
ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, καὶ τὸ διδάσκειν τῷ μανθάνειν
τὸ αὐτὸ καὶ τὸ ποιεῖν τῷ πάσχειν, ὥστε τὸν διδάσκοντα ἀν-
άγκη ἔσται πάντα μανθάνειν καὶ τὸν ποιοῦντα πάσχειν.                          ἢ
οὔτε τὸ τὴν ἄλλου ἐνέργειαν ἐν ἑτέρῳ εἶναι ἄτοπον (ἔστι γὰρ
ἡ δίδαξις ἐνέργεια τοῦ διδασκαλικοῦ, ἔν τινι μέντοι, καὶ οὐκ
ἀποτετμημένη, ἀλλὰ τοῦδε ἐν τῷδε), οὔτε μίαν δυοῖν κωλύει οὐθὲν  
τὴν αὐτὴν εἶναι (μὴ ὡς τῷ εἶναι τὸ αὐτό, ἀλλ' ὡς ὑπάρ-
χει τὸ δυνάμει ὂν πρὸς τὸ ἐνεργοῦν), οὔτ' ἀνάγκη τὸν διδά-
257

σκοντα μανθάνειν, οὐδ' εἰ τὸ ποιεῖν καὶ πάσχειν τὸ αὐτό ἐστιν,


μὴ μέντοι ὥστε τὸν λόγον εἶναι ἕνα τὸν τὸτί ἦν εἶναι λέγοντα,

Αριστοτέλης. Physica Bekker p. 202b, line 20

χει τὸ δυνάμει ὂν πρὸς τὸ ἐνεργοῦν), οὔτ' ἀνάγκη τὸν διδά-


σκοντα μανθάνειν, οὐδ' εἰ τὸ ποιεῖν καὶ πάσχειν τὸ αὐτό ἐστιν,
μὴ μέντοι ὥστε τὸν λόγον εἶναι ἕνα τὸν τὸτί ἦν εἶναι λέγοντα,
οἷον ὡς λώπιον καὶ ἱμάτιον, ἀλλ' ὡς ἡ ὁδὸς ἡ Θήβηθεν Ἀθήναζε
καὶ ἡ Ἀθήνηθεν εἰς Θήβας, ὥσπερ εἴρηται καὶ πρότερον; οὐ γὰρ
ταὐτὰ πάντα ὑπάρχει τοῖς ὁπωσοῦν τοῖς αὐτοῖς, ἀλλὰ μόνον
οἷς τὸ εἶναι τὸ αὐτό. οὐ μὴν ἀλλ' οὐδ' εἰ ἡ δίδαξις τῇ μαθήσει
τὸ αὐτό, καὶ τὸ μανθάνειν τῷ διδάσκειν, ὥσπερ οὐδ' εἰ ἡ διά-
στασις μία τῶν διεστηκότων, καὶ τὸ διίστασθαι ἐνθένθε ἐκεῖσε
κἀκεῖθεν δεῦρο ἓν καὶ τὸ αὐτό. ὅλως δ' εἰπεῖν οὐδ' ἡ δίδαξις
τῇ μαθήσει οὐδ' ἡ ποίησις τῇ παθήσει τὸ αὐτὸ κυρίως, ἀλλ'
ᾧ ὑπάρχει ταῦτα, ἡ κίνησις· τὸ γὰρ τοῦδε ἐν τῷδε καὶ τὸ
τοῦδε ὑπὸ τοῦδε ἐνέργειαν εἶναι ἕτερον τῷ λόγῳ.
 τί μὲν οὖν ἐστιν κίνησις εἴρηται καὶ καθόλου καὶ κατὰ
μέρος· οὐ γὰρ ἄδηλον πῶς ὁρισθήσεται τῶν εἰδῶν ἕκαστον αὐ-
τῆς· ἀλλοίωσις μὲν γὰρ ἡ τοῦ ἀλλοιωτοῦ, ᾗ ἀλλοιωτόν, ἐν-
τελέχεια. ἔτι δὲ γνωριμώτερον, ἡ τοῦ δυνάμει ποιητικοῦ καὶ
παθητικοῦ, ᾗ τοιοῦτον, ἁπλῶς τε καὶ πάλιν καθ' ἕκαστον, ἢ
οἰκοδόμησις ἢ ἰάτρευσις. τὸν αὐτὸν δὲ λεχθήσεται τρόπον
καὶ περὶ τῶν ἄλλων κινήσεων ἑκάστης.

Αριστοτέλης. Ποιητική. (0086: 034)“Aristotelis de arte Ποιητική.


liber”, Ed. Kassel, R.
Oxford: Clarendon Press, 1965, Repr. 1968 [of 1966 corr. edn.].
Bekker p. 1447a, line 10

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ

 Περὶ ποιητικῆς αὐτῆς τε καὶ τῶν εἰδῶν αὐτῆς, ἥν τινα


δύναμιν ἕκαστον ἔχει, καὶ πῶς δεῖ συνίστασθαι τοὺς μύθους
εἰ μέλλει καλῶς ἕξειν ἡ ποίησις, ἔτι δὲ ἐκ πόσων καὶ
ποίων ἐστὶ μορίων, ὁμοίως δὲ καὶ περὶ τῶν ἄλλων ὅσα τῆς
αὐτῆς ἐστι μεθόδου, λέγωμεν ἀρξάμενοι κατὰ φύσιν πρῶ-
258

τον ἀπὸ τῶν πρώτων. ἐποποιία δὴ καὶ ἡ τῆς τραγῳδίας


ποίησις ἔτι δὲ κωμῳδία καὶ ἡ διθυραμβοποιητικὴ καὶ τῆς
αὐλητικῆς ἡ πλείστη καὶ κιθαριστικῆς πᾶσαι τυγχάνουσιν
οὖσαι μιμήσεις τὸ σύνολον· διαφέρουσι δὲ ἀλλήλων τρισίν,
ἢ γὰρ τῷ ἐν ἑτέροις μιμεῖσθαι ἢ τῷ ἕτερα ἢ τῷ ἑτέ-
ρως καὶ μὴ τὸν αὐτὸν τρόπον. ὥσπερ γὰρ καὶ χρώμασι
καὶ σχήμασι πολλὰ μιμοῦνταί τινες ἀπεικάζοντες (οἱ μὲν
διὰ τέχνης οἱ δὲ διὰ συνηθείας), ἕτεροι δὲ διὰ τῆς φωνῆς,
Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1447a, line 14

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ

 Περὶ ποιητικῆς αὐτῆς τε καὶ τῶν εἰδῶν αὐτῆς, ἥν τινα


δύναμιν ἕκαστον ἔχει, καὶ πῶς δεῖ συνίστασθαι τοὺς μύθους
εἰ μέλλει καλῶς ἕξειν ἡ ποίησις, ἔτι δὲ ἐκ πόσων καὶ
ποίων ἐστὶ μορίων, ὁμοίως δὲ καὶ περὶ τῶν ἄλλων ὅσα τῆς
αὐτῆς ἐστι μεθόδου, λέγωμεν ἀρξάμενοι κατὰ φύσιν πρῶ-
τον ἀπὸ τῶν πρώτων. ἐποποιία δὴ καὶ ἡ τῆς τραγῳδίας ποίησις ἔτι δὲ
κωμῳδία καὶ ἡ διθυραμβοποιητικὴ καὶ τῆς
αὐλητικῆς ἡ πλείστη καὶ κιθαριστικῆς πᾶσαι τυγχάνουσιν
οὖσαι μιμήσεις τὸ σύνολον· διαφέρουσι δὲ ἀλλήλων τρισίν,
ἢ γὰρ τῷ ἐν ἑτέροις μιμεῖσθαι ἢ τῷ ἕτερα ἢ τῷ ἑτέ-
ρως καὶ μὴ τὸν αὐτὸν τρόπον. ὥσπερ γὰρ καὶ χρώμασι
καὶ σχήμασι πολλὰ μιμοῦνταί τινες ἀπεικάζοντες (οἱ μὲν
διὰ τέχνης οἱ δὲ διὰ συνηθείας), ἕτεροι δὲ διὰ τῆς φωνῆς,
οὕτω κἀν ταῖς εἰρημέναις τέχναις ἅπασαι μὲν ποιοῦνται
τὴν μίμησιν ἐν ῥυθμῷ καὶ λόγῳ καὶ ἁρμονίᾳ, τούτοις δ'
ἢ χωρὶς ἢ μεμιγμένοις· οἷον ἁρμονίᾳ μὲν καὶ ῥυθμῷ χρώ-
μεναι μόνον ἥ τε αὐλητικὴ καὶ ἡ κιθαριστικὴ κἂν εἴ τινες

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1447b, line 26

αγορεύοντες· καὶ γὰρ ἂν ἰατρικὸν ἢ φυσικόν τι διὰ τῶν


μέτρων ἐκφέρωσιν, οὕτω καλεῖν εἰώθασιν· οὐδὲν δὲ κοινόν
ἐστιν Ὁμήρῳ καὶ Ἐμπεδοκλεῖ πλὴν τὸ μέτρον, διὸ τὸν μὲν
ποιητὴν δίκαιον καλεῖν, τὸν δὲ φυσιολόγον μᾶλλον ἢ ποιη-
τήν· ὁμοίως δὲ κἂν εἴ τις ἅπαντα τὰ μέτρα μιγνύων
ποιοῖτο τὴν μίμησιν καθάπερ Χαιρήμων ἐποίησε Κένταυ-
ρον μικτὴν ῥαψῳδίαν ἐξ ἁπάντων τῶν μέτρων, καὶ ποιη-
τὴν προσαγορευτέον. περὶ μὲν οὖν τούτων διωρίσθω
259

τοῦτον τὸν τρόπον. εἰσὶ δέ τινες αἳ πᾶσι χρῶνται τοῖς εἰρη-


μένοις, λέγω δὲ οἷον ῥυθμῷ καὶ μέλει καὶ μέτρῳ, ὥσπερ
ἥ τε τῶν διθυραμβικῶν ποίησις καὶ ἡ τῶν νόμων καὶ ἥ
τε τραγῳδία καὶ ἡ κωμῳδία· διαφέρουσι δὲ ὅτι αἱ μὲν
ἅμα πᾶσιν αἱ δὲ κατὰ μέρος. ταύτας μὲν οὖν λέγω τὰς
διαφορὰς τῶν τεχνῶν ἐν οἷς ποιοῦνται τὴν μίμησιν.
 Ἐπεὶ δὲ μιμοῦνται οἱ μιμούμενοι πράττοντας, ἀνάγκη
δὲ τούτους ἢ σπουδαίους ἢ φαύλους εἶναι (τὰ γὰρ ἤθη σχεδὸν
ἀεὶ τούτοις ἀκολουθεῖ μόνοις, κακίᾳ γὰρ καὶ ἀρετῇ τὰ ἤθη
διαφέρουσι πάντες), ἤτοι βελτίονας ἢ καθ' ἡμᾶς ἢ χείρονας  
ἢ καὶ τοιούτους, ὥσπερ οἱ γραφεῖς· Πολύγνωτος μὲν γὰρ
κρείττους, Παύσων δὲ χείρους, Διονύσιος δὲ ὁμοίους εἴκαζεν.
δῆλον δὲ ὅτι καὶ τῶν λεχθεισῶν ἑκάστη μιμήσεων ἕξει

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1448b, line 24

ἀλλὰ καὶ τοῖς ἄλλοις ὁμοίως, ἀλλ' ἐπὶ βραχὺ κοινωνοῦ-


σιν αὐτοῦ. διὰ γὰρ τοῦτο χαίρουσι τὰς εἰκόνας ὁρῶντες, ὅτι
συμβαίνει θεωροῦντας μανθάνειν καὶ συλλογίζεσθαι τί ἕκα-
στον, οἷον ὅτι οὗτος ἐκεῖνος· ἐπεὶ ἐὰν μὴ τύχῃ προεωρακώς,  
οὐχ ᾗ μίμημα ποιήσει τὴν ἡδονὴν ἀλλὰ διὰ τὴν ἀπ-
εργασίαν ἢ τὴν χροιὰν ἢ διὰ τοιαύτην τινὰ ἄλλην αἰτίαν.
κατὰ φύσιν δὲ ὄντος ἡμῖν τοῦ μιμεῖσθαι καὶ τῆς ἁρμονίας
καὶ τοῦ ῥυθμοῦ (τὰ γὰρ μέτρα ὅτι μόρια τῶν ῥυθμῶν ἐστι
φανερὸν) ἐξ ἀρχῆς οἱ πεφυκότες πρὸς αὐτὰ μάλιστα κατὰ
μικρὸν προάγοντες ἐγέννησαν τὴν ποίησιν ἐκ τῶν αὐτο-
σχεδιασμάτων. διεσπάσθη δὲ κατὰ τὰ οἰκεῖα ἤθη ἡ ποίησις·
οἱ μὲν γὰρ σεμνότεροι τὰς καλὰς ἐμιμοῦντο πράξεις καὶ
τὰς τῶν τοιούτων, οἱ δὲ εὐτελέστεροι τὰς τῶν φαύλων,
πρῶτον ψόγους ποιοῦντες, ὥσπερ ἕτεροι ὕμνους καὶ ἐγκώμια.
τῶν μὲν οὖν πρὸ Ὁμήρου οὐδενὸς ἔχομεν εἰπεῖν τοιοῦτον
ποίημα, εἰκὸς δὲ εἶναι πολλούς, ἀπὸ δὲ Ὁμήρου ἀρξαμένοις
ἔστιν, οἷον ἐκείνου ὁ Μαργίτης καὶ τὰ τοιαῦτα. ἐν οἷς κατὰ
τὸ ἁρμόττον καὶ τὸ ἰαμβεῖον ἦλθε μέτρον – διὸ καὶ ἰαμβεῖον κα-
λεῖται νῦν, ὅτι ἐν τῷ μέτρῳ τούτῳ ἰάμβιζον ἀλλήλους. καὶ
ἐγένοντο τῶν παλαιῶν οἱ μὲν ἡρωικῶν οἱ δὲ ἰάμβων ποιη

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1451b, line 6

ἀφαιρουμένου διαφέρεσθαι καὶ κινεῖσθαι τὸ ὅλον· ὃ γὰρ προσὸν


ἢ μὴ προσὸν μηδὲν ποιεῖ ἐπίδηλον, οὐδὲν μόριον τοῦ ὅλου ἐστίν.
 Φανερὸν δὲ ἐκ τῶν εἰρημένων καὶ ὅτι οὐ τὸ τὰ γενό-
260

μενα λέγειν, τοῦτο ποιητοῦ ἔργον ἐστίν, ἀλλ' οἷα ἂν γένοιτο


καὶ τὰ δυνατὰ κατὰ τὸ εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον. ὁ γὰρ
ἱστορικὸς καὶ ὁ ποιητὴς οὐ τῷ ἢ ἔμμετρα λέγειν ἢ ἄμετρα
διαφέρουσιν (εἴη γὰρ ἂν τὰ Ἡροδότου εἰς μέτρα τεθῆναι
καὶ οὐδὲν ἧττον ἂν εἴη ἱστορία τις μετὰ μέτρου ἢ ἄνευ μέ-
τρων)· ἀλλὰ τούτῳ διαφέρει, τῷ τὸν μὲν τὰ γενόμενα λέ-
γειν, τὸν δὲ οἷα ἂν γένοιτο. διὸ καὶ φιλοσοφώτερον καὶ
σπουδαιότερον ποίησις ἱστορίας ἐστίν· ἡ μὲν γὰρ ποίησις
μᾶλλον τὰ καθόλου, ἡ δ' ἱστορία τὰ καθ' ἕκαστον λέγει.
ἔστιν δὲ καθόλου μέν, τῷ ποίῳ τὰ ποῖα ἄττα συμβαίνει
λέγειν ἢ πράττειν κατὰ τὸ εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον, οὗ στο-
χάζεται ἡ ποίησις ὀνόματα ἐπιτιθεμένη· τὸ δὲ καθ' ἕκα-
στον, τί Ἀλκιβιάδης ἔπραξεν ἢ τί ἔπαθεν. ἐπὶ μὲν οὖν τῆς
κωμῳδίας ἤδη τοῦτο δῆλον γέγονεν· συστήσαντες γὰρ τὸν
μῦθον διὰ τῶν εἰκότων οὕτω τὰ τυχόντα ὀνόματα ὑπο-
τιθέασιν, καὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἰαμβοποιοὶ περὶ τὸν καθ' ἕκαστον
ποιοῦσιν. ἐπὶ δὲ τῆς τραγῳδίας τῶν γενομένων ὀνομάτων
ἀντέχονται. αἴτιον δ' ὅτι πιθανόν ἐστι τὸ δυνατόν·

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1451b, line 10

καὶ τὰ δυνατὰ κατὰ τὸ εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον. ὁ γὰρ


ἱστορικὸς καὶ ὁ ποιητὴς οὐ τῷ ἢ ἔμμετρα λέγειν ἢ ἄμετρα
διαφέρουσιν (εἴη γὰρ ἂν τὰ Ἡροδότου εἰς μέτρα τεθῆναι
καὶ οὐδὲν ἧττον ἂν εἴη ἱστορία τις μετὰ μέτρου ἢ ἄνευ μέ-
τρων)· ἀλλὰ τούτῳ διαφέρει, τῷ τὸν μὲν τὰ γενόμενα λέ-
γειν, τὸν δὲ οἷα ἂν γένοιτο. διὸ καὶ φιλοσοφώτερον καὶ
σπουδαιότερον ποίησις ἱστορίας ἐστίν· ἡ μὲν γὰρ ποίησις
μᾶλλον τὰ καθόλου, ἡ δ' ἱστορία τὰ καθ' ἕκαστον λέγει.
ἔστιν δὲ καθόλου μέν, τῷ ποίῳ τὰ ποῖα ἄττα συμβαίνει
λέγειν ἢ πράττειν κατὰ τὸ εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον, οὗ στο-
χάζεται ἡ ποίησις ὀνόματα ἐπιτιθεμένη· τὸ δὲ καθ' ἕκα-
στον, τί Ἀλκιβιάδης ἔπραξεν ἢ τί ἔπαθεν. ἐπὶ μὲν οὖν τῆς
κωμῳδίας ἤδη τοῦτο δῆλον γέγονεν· συστήσαντες γὰρ τὸν
μῦθον διὰ τῶν εἰκότων οὕτω τὰ τυχόντα ὀνόματα ὑπο-
τιθέασιν, καὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἰαμβοποιοὶ περὶ τὸν καθ' ἕκαστον
ποιοῦσιν. ἐπὶ δὲ τῆς τραγῳδίας τῶν γενομένων ὀνομάτων
ἀντέχονται. αἴτιον δ' ὅτι πιθανόν ἐστι τὸ δυνατόν· τὰ μὲν  
οὖν μὴ γενόμενα οὔπω πιστεύομεν εἶναι δυνατά, τὰ δὲ γε-
νόμενα φανερὸν ὅτι δυνατά· οὐ γὰρ ἂν ἐγένετο, εἰ ἦν ἀδύ-
νατα. οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐν ταῖς τραγῳδίαις ἐν ἐνίαις μὲν ἓν
ἢ δύο τῶν γνωρίμων ἐστὶν ὀνομάτων,
261

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1458a, line 20

ὅσα ἐκ τούτου σύγκειται (ταῦτα δ' ἐστὶν δύο, Ψ καὶ Ξ), θήλεα
δὲ ὅσα ἐκ τῶν φωνηέντων εἴς τε τὰ ἀεὶ μακρά, οἷον εἰς Η
καὶ Ω, καὶ τῶν ἐπεκτεινομένων εἰς Α· ὥστε ἴσα συμβαίνει
πλήθει εἰς ὅσα τὰ ἄρρενα καὶ τὰ θήλεα· τὸ γὰρ Ψ καὶ τὸ Ξ  
σύνθετά ἐστιν. εἰς δὲ ἄφωνον οὐδὲν ὄνομα τελευτᾷ,
οὐδὲ εἰς φωνῆεν βραχύ. εἰς δὲ τὸ Ι τρία μόνον, μέλι κόμμι
πέπερι. εἰς δὲ τὸ Υ πέντε * *. τὰ δὲ μεταξὺ εἰς ταῦτα καὶ
Ν καὶ Σ.
 Λέξεως δὲ ἀρετὴ σαφῆ καὶ μὴ ταπεινὴν εἶναι. σα-
φεστάτη μὲν οὖν ἐστιν ἡ ἐκ τῶν κυρίων ὀνομάτων, ἀλλὰ
ταπεινή· παράδειγμα δὲ ἡ Κλεοφῶντος ποίησις καὶ ἡ
Σθενέλου. σεμνὴ δὲ καὶ ἐξαλλάττουσα τὸ ἰδιωτικὸν ἡ τοῖς
ξενικοῖς κεχρημένη· ξενικὸν δὲ λέγω γλῶτταν καὶ μετα-
φορὰν καὶ ἐπέκτασιν καὶ πᾶν τὸ παρὰ τὸ κύριον. ἀλλ' ἄν
τις ἅπαντα τοιαῦτα ποιήσῃ, ἢ αἴνιγμα ἔσται ἢ βαρβα-
ρισμός· ἂν μὲν οὖν ἐκ μεταφορῶν, αἴνιγμα, ἐὰν δὲ ἐκ
γλωττῶν, βαρβαρισμός. αἰνίγματός τε γὰρ ἰδέα αὕτη ἐστί,
τὸ λέγοντα ὑπάρχοντα ἀδύνατα συνάψαι· κατὰ μὲν οὖν τὴν τῶν
ἄλλωνὀνομάτων σύνθεσιν οὐχ οἷόν τε τοῦτο ποιῆσαι, κατὰ
δὲ τὴν μεταφορῶν ἐνδέχεται, οἷον “ἄνδρ' εἶδον πυρὶ χαλκὸν
ἐπ' ἀνέρι κολλήσαντα”, καὶ τὰ τοιαῦτα. τὰ δὲ ἐκ τῶν γλωττῶν

Αριστοτέλης. Πολιτεία. (0086: 035)“Aristotelis Πολιτεία. ”, Ed. Ross,


W.D.
Oxford: Clarendon Press, 1957, Repr. 1964.Bekker p. 1254a, line 5

ὄργανον πρὸ ὀργάνων πᾶς ὑπηρέτης. εἰ γὰρ ἠδύνατο


ἕκαστον τῶν ὀργάνων κελευσθὲν ἢ προαισθανόμενον ἀπο-
τελεῖν τὸ αὑτοῦ ἔργον, καὶὥσπερ τὰ Δαιδάλου φασὶν ἢ τοὺς
τοῦ Ἡφαίστου τρίποδας, οὕς φησιν ὁ ποιητὴς αὐτομάτους θεῖον
δύεσθαι ἀγῶνα, οὕτως αἱ κερκίδες ἐκέρκιζον αὐταὶ καὶ τὰ
πλῆκτρα ἐκιθάριζεν, οὐδὲν ἂν ἔδει οὔτε τοῖς ἀρχιτέκτοσιν
ὑπηρετῶν οὔτε τοῖς δεσπόταις δούλων. τὰ μὲν οὖν λεγόμενα
ὄργανα ποιητικὰ ὄργανά ἐστι, τὸ δὲ κτῆμα πρακτικόν· ἀπὸ
μὲν γὰρ τῆς κερκίδος ἕτερόν τι γίνεται παρὰ τὴν χρῆσιν
αὐτῆς, ἀπὸ δὲ τῆς ἐσθῆτος καὶ τῆς κλίνης ἡ χρῆσις μό-
νον. ἔτι δ' ἐπεὶ διαφέρει ἡ ποίησις εἴδει καὶ ἡ πρᾶξις,
καὶ δέονται ἀμφότεραι ὀργάνων, ἀνάγκη καὶ ταῦτα τὴν
262

αὐτὴν ἔχειν διαφοράν. ὁ δὲ βίος πρᾶξις, οὐ ποίησις, ἐστιν·


διὸ καὶ ὁ δοῦλος ὑπηρέτης τῶν πρὸς τὴν πρᾶξιν. τὸ δὲ
κτῆμα λέγεται ὥσπερ καὶ τὸ μόριον. τό τε γὰρ μόριον οὐ
μόνον ἄλλου ἐστὶ μόριον, ἀλλὰ καὶ ὅλως ἄλλου· ὁμοίως δὲ
καὶ τὸ κτῆμα. διὸ ὁ μὲν δεσπότης τοῦ δούλου δεσπότης μό-
νον, ἐκείνου δ' οὐκ ἔστιν· ὁ δὲ δοῦλος οὐ μόνον δεσπότου δοῦ-
λός ἐστιν, ἀλλὰ καὶ ὅλως ἐκείνου.

Αριστοτέλης. Πολιτεία. Bekker p. 1254a, line 7

τελεῖν τὸ αὑτοῦ ἔργον, καὶὥσπερ τὰ Δαιδάλου φασὶν ἢ τοὺς


τοῦ Ἡφαίστου τρίποδας, οὕς φησιν ὁ ποιητὴς αὐτομάτους θεῖον
δύεσθαι ἀγῶνα, οὕτως αἱ κερκίδες ἐκέρκιζον αὐταὶ καὶ τὰ
πλῆκτρα ἐκιθάριζεν, οὐδὲν ἂν ἔδει οὔτε τοῖς ἀρχιτέκτοσιν
ὑπηρετῶν οὔτε τοῖς δεσπόταις δούλων. τὰ μὲν οὖν λεγόμενα
ὄργανα ποιητικὰ ὄργανά ἐστι, τὸ δὲ κτῆμα πρακτικόν· ἀπὸ
μὲν γὰρ τῆς κερκίδος ἕτερόν τι γίνεται παρὰ τὴν χρῆσιν
αὐτῆς, ἀπὸ δὲ τῆς ἐσθῆτος καὶ τῆς κλίνης ἡ χρῆσις μό-
νον. ἔτι δ' ἐπεὶ διαφέρει ἡ ποίησις εἴδει καὶ ἡ πρᾶξις,
καὶ δέονται ἀμφότεραι ὀργάνων, ἀνάγκη καὶ ταῦτα τὴν
αὐτὴν ἔχειν διαφοράν. ὁ δὲ βίος πρᾶξις, οὐ ποίησις, ἐστιν·
διὸ καὶ ὁ δοῦλος ὑπηρέτης τῶν πρὸς τὴν πρᾶξιν. τὸ δὲ
κτῆμα λέγεται ὥσπερ καὶ τὸ μόριον. τό τε γὰρ μόριον οὐ
μόνον ἄλλου ἐστὶ μόριον, ἀλλὰ καὶ ὅλως ἄλλου· ὁμοίως δὲ
καὶ τὸ κτῆμα. διὸ ὁ μὲν δεσπότης τοῦ δούλου δεσπότης μό-
νον, ἐκείνου δ' οὐκ ἔστιν· ὁ δὲ δοῦλος οὐ μόνον δεσπότου δοῦ-

Αριστοτέλης. Πολιτεία. Bekker p. 1342b, line 4

μουσικῆς. πρὸς δὲ παιδείαν, ὥσπερ εἴρηται, τοῖς ἠθικοῖς τῶν


μελῶν χρηστέον καὶ ταῖς ἁρμονίαις ταῖς τοιαύταις. τοιαύτη
δ' ἡ δωριστί, καθάπερ εἴπομεν πρότερον· δέχεσθαι δὲ δεῖ
κἄν τινα ἄλλην ἡμῖν δοκιμάζωσιν οἱ κοινωνοὶ τῆς ἐν φιλο-
σοφίᾳ διατριβῆς καὶ τῆς περὶ τὴν μουσικὴν παιδείας. ὁ
δ' ἐν τῇ Πολιτείᾳ Σωκράτης οὐ καλῶς τὴν φρυγιστὶ μόνην
καταλείπει μετὰ τῆς δωριστί, καὶ ταῦτα ἀποδοκιμάσας
τῶν ὀργάνων τὸν αὐλόν. ἔχει γὰρ τὴν αὐτὴν δύναμιν ἡ
φρυγιστὶ τῶν ἁρμονιῶν ἥνπερ αὐλὸς ἐν τοῖς ὀργάνοις·
ἄμφω γὰρ ὀργιαστικὰ καὶ παθητικά· [δηλοῖ δ' ἡ ποίη-
σις]. πᾶσα γὰρ βακχεία καὶ πᾶσα ἡ τοιαύτη κίνησις
μάλιστα τῶν ὀργάνων ἐστὶν ἐν τοῖς αὐλοῖς, τῶν δ' ἁρμο-  
263

νιῶν ἐν τοῖς φρυγιστὶ μέλεσι λαμβάνει ταῦτα τὸ πρέπον.


δηλοῖ δ' ἡ ποίησις,
οἷον ὁ διθύραμβος ὁμολογουμένως εἶναι δοκεῖ Φρύγιον.
καὶ τούτου πολλὰ παραδείγματα λέγουσιν οἱ περὶ τὴν σύν-
εσιν ταύτην, ἄλλα τε καὶ ὅτι Φιλόξενος ἐγχειρήσας ἐν
τῇ δωριστὶ ποιῆσαι [διθύραμβον] τοὺς Μυσοὺς οὐχ οἷός τ' ἦν,
ἀλλ' ὑπὸ τῆς φύσεως αὐτῆς ἐξέπεσεν εἰς τὴν φρυγιστὶ τὴν
προσήκουσαν ἁρμονίαν πάλιν. περὶ δὲ τῆς δωριστὶ πάντες

Αριστοτέλης. Πολιτεία. Bekker p. 1342b, line 6a

κἄν τινα ἄλλην ἡμῖν δοκιμάζωσιν οἱ κοινωνοὶ τῆς ἐν φιλο-


σοφίᾳ διατριβῆς καὶ τῆς περὶ τὴν μουσικὴν παιδείας. ὁ
δ' ἐν τῇ Πολιτείᾳ Σωκράτης οὐ καλῶς τὴν φρυγιστὶ μόνην
καταλείπει μετὰ τῆς δωριστί, καὶ ταῦτα ἀποδοκιμάσας
τῶν ὀργάνων τὸν αὐλόν. ἔχει γὰρ τὴν αὐτὴν δύναμιν ἡ
φρυγιστὶ τῶν ἁρμονιῶν ἥνπερ αὐλὸς ἐν τοῖς ὀργάνοις·
ἄμφω γὰρ ὀργιαστικὰ καὶ παθητικά· [δηλοῖ δ' ἡ ποίη-
σις]. πᾶσα γὰρ βακχεία καὶ πᾶσα ἡ τοιαύτη κίνησις
μάλιστα τῶν ὀργάνων ἐστὶν ἐν τοῖς αὐλοῖς, τῶν δ' ἁρμο-  
νιῶν ἐν τοῖς φρυγιστὶ μέλεσι λαμβάνει ταῦτα τὸ πρέπον.
δηλοῖ δ' ἡ ποίησις,
οἷον ὁ διθύραμβος ὁμολογουμένως εἶναι δοκεῖ Φρύγιον.
καὶ τούτου πολλὰ παραδείγματα λέγουσιν οἱ περὶ τὴν σύν-
εσιν ταύτην, ἄλλα τε καὶ ὅτι Φιλόξενος ἐγχειρήσας ἐν
τῇ δωριστὶ ποιῆσαι [διθύραμβον] τοὺς Μυσοὺς οὐχ οἷός τ' ἦν,
ἀλλ' ὑπὸ τῆς φύσεως αὐτῆς ἐξέπεσεν εἰς τὴν φρυγιστὶ τὴν
προσήκουσαν ἁρμονίαν πάλιν. περὶ δὲ τῆς δωριστὶ πάντες
ὁμολογοῦσιν ὡς στασιμωτάτης οὔσης καὶ μάλιστα ἦθος ἐχούσης
ἀνδρεῖον. ἔτι δὲ ἐπεὶ τὸ μέσον μὲν τῶν ὑπερβολῶν ἐπ-
αινοῦμεν καὶ χρῆναι διώκειν φαμέν, ἡ δὲ δωριστὶ ταύτην ἔχει

Αριστοτέλης. Ρητορική. (0086: 038)“Aristotelis ars Ρητορική. ”, Ed.


Ross, W.D.Oxford: Clarendon Press, 1959, Repr. 1964.
Bekker p. 1406a, line 14

“τελεσφόρον” τὴν πειθὼ τῶν λόγων κατέστησεν, καὶ “κυανό-


χρων” τὸ τῆς θαλάττης ἔδαφος· πάντα ταῦτα γὰρ ποιητικὰ
διὰ τὴν δίπλωσιν φαίνεται. μία μὲν οὖν αὕτη αἰτία, μία
δὲ τὸ χρῆσθαι γλώτταις, οἷον Λυκόφρων Ξέρξην “πέλωρον
ἄνδρα”, καὶ Σκίρων “σίνις ἀνήρ”, καὶ Ἀλκιδάμας “ἄθυρμα τῇ
ποιήσει”, καὶ “τὴν τῆς φύσεως ἀτασθαλίαν”, καὶ “ἀκράτῳ
264

τῆς διανοίας ὀργῇ τεθηγμένον”. τρίτον δ' ἐν τοῖς ἐπιθέτοις


τὸ ἢ μακροῖς ἢ ἀκαίροις ἢ πυκνοῖς χρῆσθαι· ἐν μὲν γὰρ
ποιήσει πρέπει “γάλα λευκὸν” εἰπεῖν, ἐν δὲ λόγῳ τὰ μὲν
ἀπρεπέστερα· τὰ δέ, ἂν ᾖ κατακορῆ, ἐξελέγχει καὶ ποιεῖ
φανερὸν ὅτι ποίησις ἐστίν, ἐπεὶ δεῖ γε χρῆσθαι αὐτοῖς (ἐξ-
αλλάττει γὰρ τὸ εἰωθὸς καὶ ξενικὴν ποιεῖ τὴν λέξιν), ἀλλὰ
δεῖ στοχάζεσθαι τοῦ μετρίου, ἐπεὶ μεῖζον ποιεῖ κακὸν τοῦ  
εἰκῇ λέγειν· ἡ μὲν γὰρ οὐκ ἔχει τὸ εὖ, ἡ δὲ τὸ κακῶς.
διὸ τὰ Ἀλκιδάμαντος ψυχρὰ φαίνεται· οὐ γὰρ ὡς ἡδύσματι
χρῆται ἀλλ' ὡς ἐδέσματι τοῖς ἐπιθέτοις τοῖςοὕτω πυκνοῖς
καὶ μείζοσι καὶ ἐπιδήλοις, οἷον οὐχ ἱδρῶτα ἀλλὰ τὸν ὑγρὸν
ἱδρῶτα, καὶ οὐκ εἰς Ἴσθμια ἀλλ' εἰς τὴν τῶν Ἰσθμίων
πανήγυριν, καὶ οὐχὶ νόμους ἀλλὰ τοὺς τῶν πόλεων βασι-
λεῖς νόμους, καὶ οὐ δρόμῳ ἀλλὰ δρομαίᾳ τῇ τῆς ψυχῆς
ὁρμῇ, καὶ οὐχὶ μουσεῖον ἀλλὰ τὸ τῆς φύσεως παραλαβὼν

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1408b, line 19

τὸ δὲ μή, λανθάνει ποιῶν τὸ αὐτό. ἐὰν οὖν τὰ μαλακὰ


σκληρῶς καὶ τὰ σκληρὰ μαλακῶς λέγηται, πιθανὸν γίγνεται.
τὰ δὲ ὀνόματα τὰ διπλᾶ καὶ [τὰ] ἐπίθετα πλείω καὶ τὰ ξένα
μάλιστα ἁρμόττει λέγοντι παθητικῶς· συγγνώμη γὰρ ὀργιζο-
μένῳ κακὸν φάναι οὐρανόμηκες, ἢ πελώριον εἰπεῖν, καὶ ὅταν
ἔχῃ ἤδη τοὺς ἀκροατὰς καὶ ποιήσῃ ἐνθουσιάσαι ἢ ἐπ-
αίνοις ἢ ψόγοις ἢ ὀργῇ ἢ φιλίᾳ, οἷον καὶ Ἰσοκράτης ποιεῖ
ἐν τῷ Πανηγυρικῷ ἐπὶ τέλει “φήμην δὲ καὶ μνήμην” καὶ “οἵ-
τινες ἔτλησαν”· φθέγγονται γὰρ τὰ τοιαῦτα ἐνθουσιάζοντες,
ὥστε καὶ ἀποδέχονται δηλονότι ὁμοίως ἔχοντες. διὸ καὶ τῇ
ποιήσει ἥρμοσεν· ἔνθεον γὰρ ἡ ποίησις. ἢ δὴ οὕτως δεῖ, ἢ
μετ' εἰρωνείας, ὥσπερ Γοργίας ἐποίει καὶ τὰ ἐν τῷ Φαίδρῳ.
 Τὸ δὲ σχῆμα τῆς λέξεως δεῖ μήτε ἔμμετρον εἶναι μήτε
ἄρρυθμον· τὸ μὲν γὰρ ἀπίθανον (πεπλάσθαι γὰρ δοκεῖ), καὶ
ἅμα καὶ ἐξίστησι· προσέχειν γὰρ ποιεῖ τῷ ὁμοίῳ, πότε πά-
λιν ἥξει· ὥσπερ οὖν τῶν κηρύκων προλαμβάνουσι τὰ
παιδία τὸ “τίνα αἱρεῖται ἐπίτροπον ὁ ἀπελευθερούμενος;”
“Κλέωνα”· τὸ δὲ ἄρρυθμον ἀπέραντον, δεῖ δὲ πεπεράν-
θαι μέν, μὴ μέτρῳ δέ· ἀηδὲς γὰρ καὶ ἄγνωστον τὸ ἄπει-
ρον. περαίνεται δὲ ἀριθμῷ πάντα· ὁ δὲ τοῦ σχήματος τῆς
λέξεως ἀριθμὸς ῥυθμός ἐστιν, οὗ καὶ τὰ μέτρα τμήματα·

Αριστοτέλης. Sophistici elenchi (0086: 040)“Aristotelis topica et


265

sophistici elenchi”, Ed. Ross, W.D.Oxford: Clarendon Press, 1958, Repr.


1970 (1st edn. corr.).Bekker p. 171a, line 10

ἐρώτημα τὸν λόγον αὐτὸν ἔχειν ὃ πλείω σημαίνει.


 Ὅλως τε ἄτοπον τὸ περὶ ἐλέγχου διαλέγεσθαι ἀλλὰ
μὴ πρότερον περὶ συλλογισμοῦ· ὁ γὰρ ἔλεγχος συλλογι-
σμός ἐστιν, ὥστε χρὴ καὶ περὶ συλλογισμοῦ πρότερον ἢ περὶ
ψευδοῦς ἐλέγχου· ἔστι γὰρ ὁ τοιοῦτος ἔλεγχος φαινόμενος
συλλογισμὸς ἀντιφάσεως. διὸ ἢ ἐν τῷ συλλογισμῷ ἔσται
τὸ αἴτιον ἢ ἐν τῇ ἀντιφάσει (προσκεῖσθαι γὰρ δεῖ τὴν ἀντί-
φασιν), ὁτὲ δ' ἐν ἀμφοῖν, ἂν ᾖ φαινόμενος ἔλεγχος. ἔστι
δὲ ὁ μὲν τοῦ “σιγῶντα λέγειν” ἐν τῇ ἀντιφάσει, οὐκ ἐν τῷ συλ-
λογισμῷ, ὁ δὲ “ἃ μὴ ἔχοι τις, δοίη ἄν” ἐν ἀμφοῖν, ὁ δὲ
ὅτι ἡ Ὁμήρου ποίησις σχῆμα διὰ τοῦ “κύκλος” ἐν τῷ συλ-
λογισμῷ. ὁ δ' ἐν μηδετέρῳ ἀληθὴς συλλογισμός.
 Ἀλλὰ δή, ὅθεν ὁ λόγος ἦλθε, πότερον οἱ ἐν τοῖς μα-
θήμασι λόγοι πρὸς τὴν διάνοιάν εἰσιν ἢ οὔ; καὶ εἴ τινι δοκεῖ
πολλὰ σημαίνειν τὸ τρίγωνον, καὶ ἔδωκε μὴ ὡς τοῦτο τὸ
σχῆμα ἐφ' οὗ συνεπεράνατο ὅτι δύο ὀρθαί, πότερον πρὸς τὴν
διάνοιαν οὗτος διείλεκται τὴν ἐκείνου ἢ οὔ;
 Ἔτι εἰ πολλὰ μὲν σημαίνει τοὔνομα, ὁ δὲ μὴ νοεῖ μηδ'
οἴεται, πῶς οὗτος οὐ πρὸς τὴν διάνοιαν διείλεκται; ἢ πῶς δεῖ
ἐρωτᾶν πλὴν διδόντα διαίρεσιν, εἴ τ' ἐρωτήσειέ τις εἰ ἔστι σι-
γῶντα λέγειν ἢ οὔ, ἢ ἔστι μὲν ὡς οὔ, ἔστι δ' ὡς ναί,

Αριστοτέλης. Topica (0086: 044)“Aristotelis topica et sophistici


elenchi”, Ed. Ross, W.D.Oxford: Clarendon Press, 1958, Repr. 1970 (1st
edn. corr.).Bekker p. 124a, line 30

θόν. ὡσαύτως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν γενέσεων καὶ φθορῶν· οἷον εἰ


τὸ οἰκοδομεῖν ἐνεργεῖν, τὸ ᾠκοδομηκέναι ἐνηργηκέναι, καὶ εἰ
τὸ μανθάνειν ἀναμιμνήσκεσθαι, καὶ τὸ μεμαθηκέναι ἀνα-
μεμνῆσθαι, καὶ εἰ τὸ διαλύεσθαι φθείρεσθαι, καὶ τὸ διαλελύ-
σθαι ἐφθάρθαι καὶ ἡ διάλυσις φθορά τις. καὶ ἐπὶ τῶν γεννη-
τικῶν δὲ καὶ φθαρτικῶν ὡσαύτως, καὶ ἐπὶ τῶν δυνάμεων
καὶ χρήσεων, καὶ ὅλως καθ' ὁποιανοῦν ὁμοιότητα καὶ ἀν-
αιροῦντι καὶ κατασκευάζοντι σκεπτέον καθάπερ ἐπὶ τῆς γενέ-
σεως καὶ φθορᾶς ἐλέγομεν. εἰ γὰρ τὸ φθαρτικὸν διαλυτι-
κόν, καὶ τὸ φθείρεσθαι διαλύεσθαι· καὶ εἰ τὸ γεννητικὸν
ποιητικόν, καὶ τὸ γίγνεσθαι ποιεῖσθαι καὶ ἡ γένεσις ποίησις.
ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν δυνάμεων καὶ χρήσεων· εἰ γὰρ ἡ
δύναμις διάθεσις, καὶ τὸ δύνασθαι διακεῖσθαι, καὶ εἴ τινος
266

ἡ χρῆσις ἐνέργεια, τὸ χρῆσθαι ἐνεργεῖν καὶ τὸ κεχρῆσθαι


ἐνηργηκέναι.
 Ἂν δὲ στέρησις ᾖ τὸ ἀντικείμενον τῷ εἴδει, διχῶς ἔστιν  
ἀνελεῖν. πρῶτον μέν, εἰ ἐν τῷ ἀποδοθέντι γένει τὸ ἀντικείμενον·
ἢ γὰρ ἁπλῶς ἐν οὐδενὶ γένει τῷ αὐτῷ ἡ στέρησις ἢ οὐκ ἐν
τῷ ἐσχάτῳ· οἷον εἰ ἡ ὄψις ἐν ἐσχάτῳ γένει τῇ αἰσθήσει, ἡ
τυφλότης οὐκ ἔσται αἴσθησις. δεύτερον δ', εἰ καὶ τῷ γένει
καὶ τῷ εἴδει ἀντίκειται στέρησις, μὴ ἔστι δὲ τὸ ἀντικείμενον
Αίλιος Ηρωδιανός καθολική προσωδία. “Grammatici Graeci, vol. 3.1”,
Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1867, Repr. 1965.Part+Vol. 3,1, p. 86,
line 14

 Τὰ εἰς ιςπατρωνυμικὰ ἢ τύπον ἔχοντα πατρωνυμικῶν ὀξύνονται


Πριαμίς, Τανταλίς, Τυνδαρίςἡ τοῦ Τυνδάρεω, Ἑλικωνίς, Αὐ-
σονίς, Βιστονίς, Ἀβαντίς, Εὐξαντίςκαθ' ὕφεσιν τοῦ αἐκ τοῦ
Εὐξαντιάς.
 Τὰ εἰς ιςὑποκοριστικὰ ἔχοντα ἐν ἴσαις συλλαβαῖς τὴν παραγωγὴν
ὀξύνεται, θεραπαινίς, ἑταιρίς, λυρίς. τὸ δὲ Ἶφιςἀπὸ τοῦ ἶφι
γενόμενον βαρύνεται.
 Τὰ εἰς ιςἐσχηματισμένα ἀπὸ βαρυτόνων μελλόντων ἢ δευτέρου
προσώπου τοῦ παθητικοῦ παρακειμένου βαρύνονται καὶ συστέλλουσι τὸ
ι, ποιήσω ποίησις, γνώσω γνῶσις, πράξω πρᾶξις, ἕξω ἕξις,
μέμψω μέμψις, λέξω λέξις· οὕτω καὶ ἅψω ἅψιςὤφειλεν εἶναι·
ὅθεν Ἡσίοδος ἀναλογώτερον εἶπεν ἅψις βαρυτόνως «τρισπίθαμον δ'
ἅψιν τάμνειν δεκαδώρῳ ἁμάξῃ» (op. 424). ἔστιν οὖν εἰπεῖν ὅτι, ἐπειδὴ
τὸ ἁψίςἐκτείνει τὸ ι, ὡς δηλοῖ τὸ «μή πως ὡς ἁψῖσι λίνου ἁλόντε»
(Il. Ε 487), τούτου χάριν καὶ ὀξύνεται.
 * Τὰ εἰς βιςδισύλλαβα ὀξύνεται ἢ βαρύνεται· καὶ ὀξύνεται μὲν τὰ
παρώνυμα οἷον λαβίςπαρὰ τὸ λαβή καὶ ἐπιθετικὰ οἷον Λεσβίςκαὶ
ἐκτείνοντα τὸ ιοἷον βαλβίς· τὰ δὲ μὴ οὕτως ἔχοντα βαρύνεται, ἶβις,
Ἄρβιςποταμὸς Ἰνδικῆς καὶ ἔθνος· λέγεται δὲ καὶ Ἄραβις. Νίβις
πόλις Αἰγύπτου, Φλέγων ρμʹ Ὀλυμπιάδι, Τάβιςπόλις Ἀραβίας.

Αίλιος Ηρωδιανός καθολική προσωδία. Part+Vol. 3,1, p. 102, line 4

(Herodot. II 59). ὡς δ' ἄλλοι, ἐκεῖ λέγεται θάψαι τὸν Ὄσιριν Ἶσις
ἐμβαλοῦσα εἰς ξυλίνην βοῦν, ὥστε Βουσόσιριν εἶναι τὴν πόλιν. οἱ δ'
ὅτι τοπάρχης ἦν Βούσιρις ὑπὸ Ὀσίριδος κατασταθείς. ὌσιριςΑἰγυ-
πτιστὶ ὁ Διόνυσος. Ταφόσιριςπόλις Αἰγύπτου, ἐν ᾗ λέγεται Ὄσι-
ρις τεθάφθαι. καλάσιριςλινοῦς χιτὼν ἱερατικὸς καὶ μοῖρα τῶν μα-
χίμων ἐν Αἰγύπτῳ οἱ καὶ Ἑρμοτυμβιεῖς. Ἡρόδοτος δευτέρῳ (c. 164)
Ψένυριςκώμη. Τέντυριςπόλις Αἰγύπτου καθαρτικὴ τῶν κροκοδεί-  
267

λων. λέγεται καὶ Τέντυρα ἡ πόλις, ὡς Ἀλέξανδρος ἐν τρίτῳ Αἰγυπτια-


κῶν. Ξενέφυριςκώμη Λιβύης πλησίον Ἀλεξανδρείας.
 Τὰ εἰς σιςἀπὸ μέλλοντος γινόμενα ἢ ἀπὸ δευτέρου προσώπου τοῦ
παθητικοῦ παρακειμένου βαρύνονται, ποιήσω ποίησις, λύσω λύσις,
κέκρισαι κρίσις, στάσις. ἔστι καὶ Στάσιςπόλις Περσικὴ ἐπὶ πέτρης
μεγάλης. τρῆσιςκαὶ Εὔτρησιςκώμη Βοιωτίας. Ὅμηρος «Κώπας Εὔ-
τρησίν τε» (Il. Β 502). ἐκλήθη δὲ οὕτως διὰ τὸ πολλαῖς αὐτὴν πρότερον
χρήσασθαι ῥύμαις, ὡς Ἐπαφρόδιτος. ἄνυσις. ἐστὶ καὶ πόλις Αἰγύπτου
Ἄνυσις. Τὰ μέντοι παρώνυμα χαίρουσι τῇ ὀξείᾳ, Χρύσης Χρυσίς,
νῆσος νησίς. Κροῦσις ὁ Μυγδόνος υἱός, Κρουσίςμοῖρα τῆς Μυγδο-
νίας. Στράβων ἑβδόμῃ. Βροῦσος Ἠμαθίου παῖς Βρουσίςμοῖρα Μακε-
δονίας. τινὲς γράφουσι διὰ τοῦ υ. Κρής καὶ ἀπὸ τῆς Κρητός γενικῆς
Κρῆτις καὶ τροπῇ τοῦ τεἰς σΚρησίς. Κόρση δούλη βουκόλος Κορ-
σίςνῆσος ἐν τῷ Τυρρηνικῷ πελάγει. Πισίδης Πισίςπόλις καὶ ὄρος

Αίλιος Ηρωδιανός καθολική προσωδία. Περὶ παρωνύμων (0087: 026)


“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.
Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+Vol. 3,2, p. 887, line 36

 Δούμαθα πόλις Ἀραβίας. ὁ πολίτης Δουμαθηνός, ὡς Γλαῦκος


ἐν βʹ Ἀραβικῆς ἀρχαιολογίας.
 Ἔδεσσα πόλις Συρίας. τὸ ἐθνικὸν κατὰ μὲν τοὺς ἐγχωρίους Ἐδες-
σηνός, παρὰ δὲ πλείοσιν Ἐδεσσαῖος.
 Ζεβέκη πόλις τῆς Γαλιλαίας. τὸ ἐθνικὸν Ζεβεκηνός, ὡς Ἰώση-
πος (A. I. V 2).
 Ζόαρα φρούριον ἐν Παλαιστίνῃ. οἱ πολῖται τοῦ χωρίου Ζοαρη-
νοίδιὰ τὸν ἐγχώριον τύπον καὶ Ζοαρᾶται. οἱ γὰρ δύο τύποι Ἀράβιοι.
 Κορομάνη πόλις Περσική. τὸ ἐθνικὸν Κορομανηνόςδιὰ τὸν τύ-
πον τῶν Περσῶν. Παραιτακηνοί γὰρ τῆς Παραιτάκης.
 Κύζικος. τὸ ἐθνικὸν Κυζικηνός. ἡ ποίησις δὲ τοὺς κατοικοῦν-
τας Κύζικον Δολίονάς φησιν ὡς τοὺς τὴν Ἴσμαρον Κίκονας. κέχρηνται
δὲ καὶ τῷ Κυζικηνός ἁπλῷ ἀντὶ κτητικοῦ, ὡς τὸ Τυρσηνοὶ δεσμοὶ ἀντὶ
τοῦ Τυρρηνικοί, οἱ χαλεποί, διὰ τὸ λῃστρικοὺς εἶναι τοὺς Τυρρηνούς.
 Νίσιβις πόλις ἐν τῇ Περαίᾳ τῇ πρὸς τῷ Τίγρητι ποταμῷ. τὸ ἐθνι-
κὸν Νισιβηνός. ἔδει Νισιβίτης, ἀλλ' ὁ τύπος Αἰγύπτιος καὶ Λίβυς,  
ὁ δὲ διὰ τοῦ ηνοςπαρὰ τὸν Εὐφράτην καὶ τὴν ἕω, ὡς Σωφηνός Τα-
βηνός Καμβυσηνός.
 Χαράκμωβα πόλις Παλαιστίνης. Χαρακμωβηνός, Γλαῦκος ἐν Ἀρα-
βικῆς ἀρχαιολογίας τετάρτῳ «ἡσύχαζον δ' ἐν τούτοις Χαρακμωβηνοί».
 Χαττηνία χώρα τρίτη Γερραίων. οἱ πολῖται Χαττηνοίὡς Πολύ
268

Αίλιος Ηρωδιανός καθολική προσωδία. Περὶ ῥηματικῶν ὀνομάτων


(0087: 027)“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.
Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+Vol. 3,2, p. 898, line 24

Περὶ τῶν εἰς ις.

 Arc. 29, 7: τὰ εἰς ιςἐσχηματισμένα ἀπὸ βαρυτόνων μελλόντων ἢ


δευτέρου προσώπου τοῦ παθητικοῦ παρακειμένου βαρύνεται καὶ συστέλ-
λει τὸ ι, ποιήσω ποίησις, γνώσω γνῶσις, πράξω πρᾶξις, πέφανσαι
φάνσις, μεμίανσαι μίανσις. τὸ δὲ ἁψίς σεσημείωται μακρὸν ἔχον τὸ ι.
 Eustath. 1339, 19 et 620, 14: τὸ τροφαλίς εἴρηται παρὰ τὸ τρέ-
φεσθαι ὅ ἐστι πήγνυσθαι, ἐξ οὗ καὶ τὸ τρόφι κῦμα εἴρηται.
 Arc. 31, 25: τὰ εἰς ξιςκαὶ ψιςἀπὸ μελλόντων ἐσχηματισμένα βα-
ρύνεται, ἕξω ἕξις, λέξω λέξις, ψύξω ψύξις. σεσημείωται ἁψίς ὀξυ-
νόμενον.
 E. M. 475, 45, Choer. Orth. 221, 7: τὰ εἰς ριςθηλυκὰ ῥηματικὰ
δισύλλαβα βαρύτονα ἑνὶ φωνήεντι θέλει παραλήγεσθαι οἷον χαίρω χά-
ρις, εἴρω Ἶρις, δαίω δῆρις, τὸ δὲ κουρίς τὸ ἐργαλεῖον τοῦ κουρέως
ὀξύνεται. τὸ δὲ Χαῖρις Χαίριδος ὄνομα κύριον ἀρσενικόν ἐστι.

Αίλιος Ηρωδιανός καθολική προσωδία. Περὶ ῥηματικῶν ὀνομάτων


Part+Vol. 3,2, p. 898, line 36

 Eustath. 1339, 19 et 620, 14: τὸ τροφαλίς εἴρηται παρὰ τὸ τρέ-


φεσθαι ὅ ἐστι πήγνυσθαι, ἐξ οὗ καὶ τὸ τρόφι κῦμα εἴρηται.
 Arc. 31, 25: τὰ εἰς ξιςκαὶ ψιςἀπὸ μελλόντων ἐσχηματισμένα βα-
ρύνεται, ἕξω ἕξις, λέξω λέξις, ψύξω ψύξις. σεσημείωται ἁψίς ὀξυ-
νόμενον.
 E. M. 475, 45, Choer. Orth. 221, 7: τὰ εἰς ριςθηλυκὰ ῥηματικὰ
δισύλλαβα βαρύτονα ἑνὶ φωνήεντι θέλει παραλήγεσθαι οἷον χαίρω χά-
ρις, εἴρω Ἶρις, δαίω δῆρις, τὸ δὲ κουρίς τὸ ἐργαλεῖον τοῦ κουρέως
ὀξύνεται. τὸ δὲ Χαῖρις Χαίριδος ὄνομα κύριον ἀρσενικόν ἐστι.
 Arc. 34, 19: τὰ εἰς σιςἀπὸ μέλλοντος γινόμενα ἢ ἀπὸ δευτέρου
προσώπου τοῦ παθητικοῦ παρακειμένου βαρύνεται ποιήσω ποίησις,
λύσω λύσις, κέκρισαι κρίσις.

Περὶ τῶν εἰς ος.


269

 Ep. Cr. I 77: παρὰ τὸ ἀλῶ τὸ πλανῶμαι ἀλαός ὁ περιπλανώμενος.


 Il. Pr. Ψ 160: τὰ εἰς οςλήγοντα ὀνόματα παρὰ ῥῆμα γινόμενα
καθαρεύοντα καὶ τῷ επαραληγόμενα ὀξύνεσθαι θέλει, φωλεύω φωλεός,
ὀχεύω ὀχεός καὶ πλεονασμῷ τοῦ σὀσχεός. καὶ παρὰ τὸ σωρεύω δὲ ὁ  
σωρεός, τὸ δὲ σωρός κατὰ συγκοπὴν ἀπετελεῖτο. καὶ παρὰ τὸ λοχεύω
δὲ ὁ λοχεός ἔσται κατ' ὀξεῖαν τάσιν. ἀλλ' οὖν γε βαρυτόνως οἱ πλείους
ἀνέγνωσαν πλεονασμὸν ἐκδεξάμενοι τοῦ εὥστε παρὰ τὴν λόχου γενι-
κὴν λόχοιο γενέσθαι καὶ λοχέοιο. παρὰ κηδεύω δὲ κηδεός. κελεύω

Αίλιος Ηρωδιανός καθολική προσωδία. Partitiones (= Ἐπιμερισμοί)


[Sp.?] (e codd. Paris. 2543 + 2570) (0087: 036)“Herodiani partitiones”,
Ed. Boissonade, J.F.London, 1819, Repr. 1963.P. 115, line 13

κύριον· Πύθιος, ὁ Ἀπόλλων· πυθμὴν, τὸ βάθος, καὶ κλίνε-


ται πυθμένος· πυκινὸν, τὸ πυκνόν· πύματον, τὸ ἔσχατον·
πύον, τὸ ἕλκος, καὶ κλίνεται πύου· Πύλος, νῆσος, ὅθεν
καὶ Πύλιος Νέστωρ· Πυλάδης, κύριον· καὶ πυξὶς, ἡ βί-
βλος, ἡ γενικὴ πυξίδος· πυξίον, τὸ αὐτό· πὺξ, ὁ γρόνθος,
ὅθεν καὶ πυγμή· καὶ πυγμάχος, ὁ μετὰ τοῦ γρόνθου μαχό-
μενος· πυῤῥίχη, εἶδος ὀρχήσεως· Πύῤῥος, κύριον· πυρὸς, ὁ
σίτος· πυῤῥάκης, ὁ πυῤῥός· πυῤῥωπὸς, ὁ πυῤῥοὺς ἔχων
ὀφθαλμούς· πυῤῥαμὶς, τὸ ἐκ πλατέος εἰς ὀξὺ λῆγον· Πυ-
ρήνη, ὄρος· πυγὴ, ἡ ἕδρα τοῦ σώματος· καὶ τὰ λοιπά.
 Πλὴν τοῦ ποιῶ· ποίησις· ποίημα· ποιητής· ποιητικός·
ποιὸν, οὐδέτερον· ποιότης, ἡ γεῦσις· ποῖος, ὁ ποταμός·  
ποικίλος· ποικιλία· ποικίλλω, ῥῆμα· ποιμὴν, ποιμένος·
ποιμαίνω, ῥῆμα, τὸ βόσκω· ποίμνη, τὸ πλῆθος τῶν προ-
βάτων· ποιμνίον, τὸ αὐτό· ποινὴ, ἡ τιμωρία· ποινηλατῶ,
τὸ τιμωροῦμαι· ποία, ἡ βοτάνη, ὅθεν καὶ ποιῆεν γήδιον, τὸ
βοτανῶδες· Ποίας, κύριον, καὶ κλίνεται Ποίαντος· καὶ ποῖ,
ἀντὶ τοῦ ποῦ.

Theophrastus Phil., Fragmenta (0093: 010)“Theophrasti Eresii opera,


quae supersunt, omnia”, Ed. Wimmer, F.Paris: Didot, 1866, Repr. 1964.
Fragment 4, sec. 35, line 9

 Δοκεῖ δὲ τὸ μεγαλεῖον ἀφλέγμαντον εἶναι


παντὸς τραύματος· τὸ δὲ ῥόδινον ἄριστον πρὸς τὰ ὦτα.
270

Ταῦτα δ' οὐκ ἀλόγως. Τοῦ μὲν γὰρ ἡ σύνθεσις ἐκ ῥητίνης


κεκαυμένης ὥσπερ ἐλέχθη καὶ κασίας καὶ κιναμώμου
καὶ σμύρνης, ἅπαντα δὲ ταῦτα στυπτικὰ καὶ ξηραν-
τικά. Τὸ δὲ ῥόδινον τοῖς ὠσὶν ἀγαθὸν ὅτι ἐν ἁλσὶν ἡ
ποίησις· ἀναξηραίνει γὰρ καὶ ἐκθερμαίνει διὰ τοὺς
ἅλας· διὸ καὶ ἡ ἁλοσάχνη ἀγαθόν. Ἀλλὰ τὸ τῆς
στραγγουρίας λόγου δεῖται· καὶ γὰρ ταύτῃ λέγουσι μά-
λιστα βοηθεῖν. Αἴτιον δ' ἂν εἴη διότι πᾶν τὸ ὑπεξά-
γειν μέλλον ἀναλῦσαι δεῖ πρότερον τὸ ὑπεξαχθησόμε-
νον· τοῦτο δὲ οἱ ἅλες ποιοῦσιν, ἡ δ' εὐωδία τὴν ὁρμὴν
ἀπέδωκε.
         Διὰ τί δὲ τὸ ἴρινον εὔοσμον μὲν οὐ
ποιεῖ δὲ τὴν ὁρμήν; ἢ διότι στυπτικὸν καὶ συνάγει
τοὺς πόρους ὥστε συγκλείσει κωλύειν τὴν δίοδον; ἀλλὰ
καὶ κοιλίας λυτικὴ διά τε τὴν θερμότητα καὶ διὰ τὸ

Στράβων Γεωγραφικά. (0099: 001)“Strabonis geographica, 3 vols.”,


Ed. Meineke, A.Leipzig: Teubner, 1877, Repr. 1969.Book 14, Ch. 1, sec.
16, line 15

ῥίψαντος εἰς τὴν θάλατταν ἐπίτηδες τὸν δακτύλιον λί-


θου καὶ γλύμματος πολυτελοῦς, ἀνήνεγκε μικρὸν ὕστε-
ρον τῶν ἁλιέων τις τὸν καταπιόντα ἰχθὺν αὐτόν·
ἀνατμηθέντος δ' εὑρέθη ὁ δακτύλιος· πυθόμενον δὲ
τοῦτο τὸν Αἰγυπτίων βασιλέα φασὶ μαντικῶς πως
ἀποφθέγξασθαι ὡς ἐν βραχεῖ καταστρέψει τὸν βίον εἰς
οὐκ εὐτυχὲς τέλος ὁ τοσοῦτον ἐξηρμένος ταῖς εὐπρα-
γίαις· καὶ δὴ καὶ συμβῆναι τοῦτο· ληφθέντα γὰρ ἐξ
ἀπάτης ὑπὸ τοῦ σατράπου τῶν Περσῶν κρεμασθῆναι.
τούτῳ συνεβίωσεν Ἀνακρέων ὁ μελοποιός· καὶ δὴ καὶ
πᾶσα ἡ ποίησις πλήρης ἐστὶ τῆς περὶ αὐτοῦ μνήμης.
ἐπὶ τούτου δὲ καὶ Πυθαγόραν ἱστοροῦσιν ἰδόντα φυο-
μένην τὴν τυραννίδα ἐκλιπεῖν τὴν πόλιν καὶ ἀπελθεῖν
εἰς Αἴγυπτον καὶ Βαβυλῶνα φιλομαθείας χάριν· ἐπ-
ανιόντα δ' ἐκεῖθεν, ὁρῶντα ἔτι συμμένουσαν τὴν τυ-  
ραννίδα, πλεύσαντα εἰς Ἰταλίαν ἐκεῖ διατελέσαι τὸν
βίον. περὶ Πολυκράτους μὲν ταῦτα.
 Συλοσῶν δ' ἀπελείφθη μὲν ἰδιώτης ὑπὸ τοῦ ἀδελ-
φοῦ, Δαρείῳ δὲ τῷ Ὑστάσπεω χαρισάμενος ἐσθῆτα, ἧς
ἐπεθύμησεν ἐκεῖνος φοροῦντα ἰδών, οὔπω δ' ἐβασί-
λευε τότε, βασιλεύσαντος ἀντέλαβε δῶρον τὴν τυραν
271

Αίλιος Αριστείδης. Ἐπὶ Ἀλεξάνδρῳ ἐπιτάφιος (0284: 012)


“Aristides, vol. 1”, Ed. Dindorf, W.Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.
Jebb p. 87, line 28

τῆς ὁμιλίας, ὅτι γενναίαν μὲν, εὐτυχῆ δὲ οὐκ ἔξεστι


προσειπεῖν, αὐτῷ δὲ ὑπῆρξεν ἀμφότερα, καὶ βούλεσθαι
τὰ βέλτιστα ἀεὶ καὶ τυγχάνειν. καὶ γὰρ οὖν οὐ ῥᾴδιον
εὑρεῖν ὁποτέρῳ τῷ γένει μᾶλλον ἀνὴρ τίμιος, πότερα τῷ  
Ῥωμαίων, ἢ τῷ Ἑλληνικῷ, οὕτω πολλοῦ τοῖς ἄρχουσιν
ἄξιον παρέσχεν ἑαυτόν. ἐν τίσι δὲ ἀνθρώπων οὐκ εἰκὸς
ἐκείνου λόγον εἶναι καὶ πάλαι καὶ νῦν; τίνες οὕτως ἐπ'
ἐσχάτοις οἰκοῦσι; τίνες οὕτω τῶν καλῶν ἀναίσθητοι; τίς
οὐ δακρύσει τῆς φήμης ἐπελθούσης; καὶ γὰρ εἰ καθ'
ὥραν ὁ θάνατος, ἀλλ' οὐ τοῖς γε Ἕλλησιν ὡραῖον ἀνδρὸς
τοιούτου στερηθῆναι. ἦ που νῦν ἅπασα μὲν ποίησις
ἀπήνθηκε, πᾶσα δὲ συγγραφὴ συνέσταλται, πάντα δ'
ὑπολέλοιπε τὸν ἐξηγητὴν καὶ προστάτην οὐκ ἔχοντα, χήρα
δ' ἡ τέχνη. συνέσταλται δ' ἀναγκαίως μικρὰ μικρῶς τοῖς
πολλοῖς. ὃ δέ φησιν Ἀριστοφάνης περὶ Αἰσχύλου σκότον
εἶναι τεθνηκότος, τοῦτ' ἄξιον καὶ περὶ τούτου νῦν εἰπεῖν
εἰς παιδείας λόγον. ὦ σχῆμα κάλλιστον. ὦ τῶν Ἑλλήνων
πρεσβύτατε. ὦ διὰ βίου θαυμασθείς. ὦ ποθεινὸς μὲν τοῖς
ἐντυχοῦσι, ποθεινὸς δὲ τοῖς ἄλλοις ἐντυχεῖν,

Αίλιος Αριστείδης. Παναθηναϊκός (0284: 013)“Aristides, vol. 1”, Ed.


Dindorf, W.Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.Jebb p. 181, line 27

παραβαλεῖν. μέχρι μὲν γὰρ δυοῖν καὶ τριῶν ῥημάτων κἂν


ἀκούοι τις κἂν τέρποιτο ὥσπερ ἐν παιδιᾷ, τὸ δὲ λοιπὸν
κόρος ἤδη καὶ πάντα ἐλέγχεται· μόνη δὲ ἥδε πάσαις μὲν
πανηγύρεσι, πᾶσι δὲ συλλόγοις καὶ βουλευτηρίοις σύμμε-
τρος, ἔτι δὲ ἅπασι καὶ καιροῖς καὶ τόποις ἀρκεῖ καὶ δι'
ἴσου πρέπει· δύο γὰρ τὰ πρῶτα σχεδὸν ὡς εἰπεῖν κέκτη-
ται μόνη, σεμνότητα λέγω καὶ χάριν. ἀλλὰ μὴν τοῦ γε
διὰ πάντων ἀγῶνος καὶ τόνου καὶ δρόμου καὶ κράτους τίς ἂν  
οἷός τ' εἴη πλησίον ἐλθεῖν, ἑτέραν κομίζων γλῶτταν, καὶ
οὐχ ὡς ἀληθῶς παῖς ἀνδρὸς ἡττηθεὶς ἄπεισιν, ἵν' εὐ-
πρεπῶς εἴπω; καὶ γάρ τοι πᾶσα μὲν ποίησις ἡ παρ' ὑμῶν
ἀρίστη καὶ τελεωτάτη, καὶ ὅση σεμνότητος καὶ ὅση χαρί-
των προέστηκεν. εἰ δὲ δεῖ καὶ τῆς Ὁμήρου μνησθῆναι,
μετέχει καὶ ταύτης τῆς φιλοτιμίας ἡ πόλις, οὐ μόνον διὰ
τῆς ἀποίκου πόλεως, ἀλλ' ὅτι καὶ ἡ φωνὴ σαφῶς ἐνθένδε.
ἅπαντες δὲ οἱ λόγοι διὰ πάντων τῶν εἰδῶν οἱ παρ' ὑμῖν
272

ἄριστοι καὶ οὓς οἱ παρ' ὑμῶν ἐποίησαν, καὶ σχεδὸν οἱ


διὰ πάντων ἐν Ἕλλησι νικήσαντες ἅπαντες τῇ τῶν Ἀθη-
ναίων δυνάμει νενικήκασιν. εἰ δὲ δή τι καὶ τὸ καθ'
ἡμᾶς – τοῦτο νῦν ἐστι θεῶν ἵλεων ὄντων –

Αίλιος Αριστείδης. Πρὸς Πλάτωνα περὶ ῥητορικῆς (0284: 045)


“Aristides, vol. 2”, Ed. Dindorf, W.Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.
Jebb p. 15, line 7

πρὸς θεῶν εὐχάς τε καὶ λατρείας. ὅθεν καὶ καθαρμῶν


τε καὶ τελετῶν τυχοῦσα ἐξάντη ἐποίησε τὸν αὐτὴν ἔχοντα
πρός τε τὸν παρόντα καὶ τὸν ἔπειτα χρόνον λύσιν τῷ
ὀρθῶς μανέντι τε καὶ κατασχομένῳ τῶν παρόντων κακῶν
εὑρομένη. τρίτη δὲ ἀπὸ Μουσῶν κατοχή τε καὶ μανία
λαβοῦσα ἁπαλὴν καὶ ἄβατον ψυχὴν ἐγείρουσα κἀναβακ-
χεύουσα κατά τε ᾠδὰς καὶ κατὰ τὴν ἄλλην ποίησιν μυρία
τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα, τοὺς ἐπιγιγνομένους παιδεύει.
ὃς δ' ἂν ἄνευ μανίας Μουσῶν ἐπὶ ποιητικὰς θύρας ἀφί-
κηται, πεισθεὶς ὡς ἄρα ἐκ τέχνης ἱκανὸς ποιητὴς ἐσόμε-
νος, ἀτελὴς αὐτός τε καὶ ἡ ποίησις ὑπὸ τῆς τῶν μαινο-
μένων ἡ τοῦ σωφρονοῦντος ἠφανίσθη. τοσαῦτα μέν σοι  
καὶ ἔτι πλείω ἔχω μανίας γιγνομένης ἀπὸ θεῶν λέγειν
καλὰ ἔργα.”
 Εἰ τοίνυν, ὦ Ζεῦ καὶ θεοὶ, μανία τίς ἐστιν ἀμεί-
νων σωφροσύνης καὶ παρὰ θεῶν ἀνθρώποις γιγνομένη,
πῶς ἄξιον πᾶν γε τὸ μὴ τέχνῃ γιγνόμενον ψέγειν, ἢ πῶς
ῥητορικὴν ἁπλῶς αἰσχρὸν ἡγεῖσθαι καὶ μὴ συγχωρεῖν δύνα-
μίν γέ τιν' εἶναι τέχνης κρείττονα; εἰ δὲ δὴ τὴν μὲν καλ-
λίστην τῶν τεχνῶν προσείρηκε τῷ μανικὴν εἶναι, τὴν δ'
ἁπλῶς οὐδ' εἶναι τέχνην, τὴν ποιητικὴν, ἀλλ' ἐπίπνοιαν

Αίλιος Αριστείδης. Πρὸς Πλάτωνα περὶ ῥητορικῆς Jebb p. 15, line 20

 Εἰ τοίνυν, ὦ Ζεῦ καὶ θεοὶ, μανία τίς ἐστιν ἀμεί-


νων σωφροσύνης καὶ παρὰ θεῶν ἀνθρώποις γιγνομένη,
πῶς ἄξιον πᾶν γε τὸ μὴ τέχνῃ γιγνόμενον ψέγειν, ἢ πῶς
ῥητορικὴν ἁπλῶς αἰσχρὸν ἡγεῖσθαι καὶ μὴ συγχωρεῖν δύνα-
μίν γέ τιν' εἶναι τέχνης κρείττονα; εἰ δὲ δὴ τὴν μὲν καλ-
λίστην τῶν τεχνῶν προσείρηκε τῷ μανικὴν εἶναι, τὴν δ'
ἁπλῶς οὐδ' εἶναι τέχνην, τὴν ποιητικὴν, ἀλλ' ἐπίπνοιαν
ἐκ Μουσῶν, ὃς δ' ἂν ἄνευ μανίας Μουσῶν ἐπὶ ποιητικὰς
θύρας ἀφίκηται, πεισθεὶς ὡς ἄρα ἐκ τέχνης ἱκανὸς ποιη-
273

τὴς ἐσόμενος, ἀτελὴς αὐτός τε καὶ ἡ ποίησις ὑπὸ τῆς τῶν


μαινομένων ἡ τοῦ σωφρονοῦντος ἠφανίσθη, πῶς οὐκ ἐξ
ἀμφοῖν δείκνυται τὸ μὴ τὴν τέχνην νικᾶν, ἀλλ' ἔστιν οὗ
καὶ λαμπρότερον καὶ θεοφιλέστερον εἶναι τὸ μὴ δουλεῦον
τέχνῃ; σαφῶς γὰρ οὑτωσὶ Πλάτων ἤδη διορίζεται τὸ μὴ
δεῖν ἐπὶ τῶν μεγίστων τέχνην ζητεῖν. ὥστ' εἰ μὲν βούλει,
τὸ τοῦ Εὐριπίδου καὶ τῶν αὐτοῦ νὴ Δία συμβαίνει, σοῦ
τάδ', οὐκ ἐμοῦ κλύεις, ὦ τοσοῦτον ἐνθυμηθείς· εἰ δ' αὖ
βούλει, τὸ τοῦ Αἰσχύλου, τάδ' οὐχ ὑπ' ἄλλων, ἀλλὰ
τοῖς αὑτοῦ πτεροῖς, ἃ θρυλεῖς ἐν ἐκείνοις τοῖς λόγοις,  
ἀλίσκει. καὶ μὴν εἰ μαντικὴν μὲν ἐξ Ἀπόλλωνος ἢ καὶ Διὸς,

Nicomachus Math., Theologoumena arithmeticae (0358: 003)


“[Iamblichi] theologoumena arithmeticae”, Ed. de Falco, V.
Leipzig: Teubner, 1922.P. 28, line 14

αὐτὰ τῷ τοιούτῳ ἀναπλασσομένῳ Ἑρμῇ. ἐπεὶ δὲ μονάδος ἀνὰ


μέσον καὶ ἑβδομάδος κυβικῶν χωρίων κυβικὸς ὁ δʹ, εἰκότως,
κρισίμου μάλιστα τῆς ἑβδομάδος ἐν τοῖς ἀρρωστήμασιν οὔσης,
ἐπιδηλότερον οἱ ἰατροί, καθάπερ Ἱπποκράτης, τὴν τετράδα λέ-
γουσι κοινωνοῦσαν ὁλοσχερέστερόν πως τῇ ἑβδομάδι ἐν τῇ διὰ
πάντων ἐνεργείᾳ, εἴτε καὶ ἄλλως συναπτομένη τῇ ἑβδομάδι
δεκάδα ἀποτελεῖ τετάρτην κυβικῆς τετάρτης χώρας παρεκτικήν.
ὅτι Αἰόλου φύσινἐπωνόμαζον τὴν τετράδα τὸ ποικίλον ἐμ-
φαίνοντες τῆς οἰκειότητος. καὶ ὅτι οὐκ ἄνευ ταύτης ἡ καθο-
λικὴ διακόσμησις, διὸ καὶ κλειδοῦχόντινα τῆς φύσεως
αὐτὴν πανταχοῦ ἐπωνόμαζον. τὸν Αἴολον δέ φησιν ἡ ποίησις
φορικοὺς ἐκπορίζειν ἀνέμους, ὃς καὶ Ἱπποτάδης προσηγο-
ρεύθη ἀπὸ τῆς ταχυτῆτος τῶν ἐπιτελούντων αὐτὸν ἄστρων
καὶ διὰ τοῦ ἀδιαλείπτου δρόμου· ἔστι γὰρ Αἴολος ὁ ἐνιαυτὸς
διὰ τὴν τῶν κατ' αὐτὸν φυομένων ποικιλίαν. πάλιν δὲ
Ἡρακλέαπαρὰ τὴν αὐτὴν τοῦ ἔτους ἔννοιαν τὴν τετράδα
καλοῦσι, χρονιότητος οὖσαν παρεκτικήν, εἴπερ δʹαἰὼν χρό-
νος καιρὸς ὥρα, ἔτι ἔτοςμὴν [ὥρα] νὺξ ἡμέρα, καὶὄρ-  
θρος μεσημβρία ἑσπέρα νύξ. ὅτι τετράδα κατ' ἐναλλαγὴν τοῦ
λπρὸς τὸ ρτετλάδανομίζουσιν εἰρῆσθαι τὴν ὑπομείνασαν,

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae Book 69, Ch. 1, sec. 3, line 4

πολίτης αὐτοῦ καὶ ἐπετροπεύθη ὑπ' αὐτοῦ, γένους θ' οἱ ἐκοινώνει


καὶ ἀδελφιδῆν αὐτοῦ ἐγεγαμήκει, τό τε σύμπαν συνῆν αὐτῷ καὶ
274

συνδιῃτᾶτο, τῇ τε Συρίᾳ ἐπὶ τῷ Παρθικῷ πολέμῳ προσετάχθη, οὐ


μέντοι οὔτ' ἄλλο τι ἐξαίρετον παρ' αὐτοῦ ἔλαβεν οὔθ' ὕπατος ἐν
πρώτοις ἐγένετο, ἀλλὰ καὶ Καίσαρα αὐτὸν καὶ αὐτοκράτορα τοῦ
Τραϊανοῦ ἄπαιδος μεταλλάξαντος ὅ τε Ἀττιανὸς πολίτης αὐτοῦ ὢν
καὶ ἐπίτροπος γεγονώς, καὶ ἡ Πλωτῖνα ἐξ ἐρωτικῆς φιλίας, πλησίον
τε ὄντα καὶ δύναμιν πολλὴν ἔχοντα ἀπέδειξαν. ὁ γὰρ πατήρ μου
Ἀπρωνιανός, τῆς Κιλικίας ἄρξας, πάντα τὰ κατ' αὐτὸν ἐμεμαθήκει
σαφῶς, ἔλεγε δὲ τά τε ἄλλα ὡς ἕκαστα, καὶ ὅτι ὁ θάνατος τοῦ
Τραϊανοῦ ἡμέρας τινὰς διὰ τοῦτο συνεκρύφθη ἵν' ἡ ποίησις προ-
εκφοιτήσοι. ἐδηλώθη δὲ τοῦτο καὶ ἐκ τῶν πρὸς τὴν βουλὴν γραμ-
μάτων αὐτοῦ· ταῖς γὰρ ἐπιστολαῖς οὐκ αὐτὸς ἀλλ' ἡ Πλωτῖνα ὑπέ-
γραψεν, ὅπερ ἐπ' οὐδενὸς ἄλλου ἐπεποιήκει.
 ἦν δέ, ὅτε ἀνηγορεύθη αὐτοκράτωρ, Ἁδριανὸς ἐν τῇ μητροπό-
λει Συρίας Ἀντιοχείᾳ, ἧς ἦρχεν· ἐδόκει δὲ ὄναρ πρὸ τῆς ἡμέρας
ἐκείνης πῦρ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, ἔν τε αἰθρίᾳ καὶ ἐν εὐδίᾳ πολλῇ, ἐς
τὴν ἀριστερὰν αὐτοῦ σφαγὴν ἐμπεσεῖν, ἔπειτα καὶ ἐπὶ τὴν δεξιὰν
παρελθεῖν, μήτε ἐκφοβῆσαν αὐτὸν μήτε βλάψαν. ἔγραψε δὲ πρὸς
τὴν βουλὴν ὁ Ἁδριανὸς ἀξιῶν βεβαιωθῆναι αὑτῷ τὴν ἡγεμονίαν
καὶ παρ' ἐκείνης, καὶ ἀπαγορεύων μηδὲν αὐτῷ μήτε τότε μήτε

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae Book 70, Ch. 1, sec. 3, line 2

 Ἰστέον ὅτι τὰ περὶ τοῦ Ἀντωνίνου τοῦ Εὐσεβοῦς ἐν τοῖς ἀντιγράφοις


τοῦ Δίωνος οὐχ εὑρίσκεται, παθόντων τι ὡς εἰκὸς τῶν βιβλίων, ὥστε
ἀγνοεῖ-
σθαι τὴν κατ' αὐτὸν ἱστορίαν σχεδὸν σύμπασαν, πλὴν ὅτι τοῦ Λουκίου
Κο-
μόδου, ὃν ὁ Ἀδριανὸς ἐποιήσατο, πρὸ τοῦ Ἀδριανοῦ τελευτήσαντος
οὗτος παρ'
ἐκείνου καὶ ἐποιήθη καὶ αὐτοκράτωρ ἐγένετο (cf. 69, 20), καὶ ὅτι μὴ
βουλο-
μένης τῆς γερουσίας τὰς ἡρωικὰς τιμὰς δοῦναι τῷ Ἁδριανῷ τελευ-
τήσαντι διά τινας φόνους ἐπιφανῶν ἀνδρῶν, ὁ Ἀντωνῖνος ἄλλα
τε πολλὰ δακρύων καὶ ὀδυρόμενος αὐτοῖς διελέχθη, καὶ τέλος εἶπεν
“οὐδὲ ἐγὼ ἄρα ὑμῶν ἄρξω, εἴγε ἐκεῖνος καὶ κακὸς καὶ ἐχθρὸς ὑμῖν
καὶ πολέμιος ἐγένετο· πάντα γὰρ δῆλον ὅτι τὰ πραχθέντα ὑπ'
αὐτοῦ, ὧν ἓν καὶ ἡ ἐμὴ ποίησίς ἐστι, καταλύσετε”. ἀκούσασα δὲ
τοῦτο ἡ γερουσία καὶ αἰδεσθεῖσα τὸν ἄνδρα, τὸ δέ τι καὶ τοὺς
στρατιώτας φοβηθεῖσα, ἀπέδωκε τᾷ Ἁδριανῷ τὰς τιμάς.
 ταῦτα μόνα περὶ τοῦ Ἀντωνίνου ἐν τῷ Δίωνι σώζεται, καὶ ὅτι Αὔ-
γουστον αὐτὸν καὶ Εὐσεβῆ διὰ τοιαύτην αἰτίαν ἐπωνόμασεν ἡ βουλή,
ἐπειδὴ ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς αὐτοκρατορίας αὐτοῦ πολλῶν αἰτιαθέντων  
275

καί τινων καὶ ὀνομαστὶ ἐξαιτηθέντων ὅμως οὐδένα ἐκόλασεν, εἰπὼν


ὅτι “οὐ δεῖ με ἀπὸ τοιούτων ἔργων τῆς προστασίας ὑμῶν ἄρξα-
σθαι”. Xiph. 256, 6 – 28 R. St.

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae (Xiphilini epitome) (0385: 010)


“Cassii Dionis Cocceiani historiarum Romanarum quae supersunt, vol.
3”, Ed. Boissevain, U.P.Berlin: Weidmann, 1901, Repr. 1955.Dindorf-
Stephanus p. S242, line 24

λίτης αὐτοῦ καὶ ἐπετροπεύθη ὑπ' αὐτοῦ, γένους θ' οἱ ἐκοινώνει καὶ
ἀδελφιδῆν αὐτοῦ ἐγεγαμήκει, τό τε σύμπαν συνῆν αὐτῷ καὶ συνδιῃ-
τᾶτο, τῇ τε Συρίᾳ ἐπὶ τῷ Παρθικῷ πολέμῳ προσετάχθη, οὐ μέντοι
οὔτ' ἄλλο τι ἐξαίρετον παρ' αὐτοῦ ἔλαβεν οὔθ' ὕπατος ἐν πρώτοις
ἐγένετο, ἀλλὰ καὶ Καίσαρα αὐτὸν καὶ αὐτοκράτορα τοῦ Τραϊανοῦ
ἄπαιδος μεταλλάξαντος ὅ τε Ἀττιανὸς πολίτης αὐτοῦ ὢν καὶ ἐπίτρο-
πος γεγονώς, καὶ ἡ Πλωτῖνα ἐξ ἐρωτικῆς φιλίας, πλησίον τε ὄντα
καὶ δύναμιν πολλὴν ἔχοντα ἀπέδειξαν. ὁ γὰρ πατήρ μου Ἀπρωνια-
νός, τῆς Κιλικίας ἄρξας, πάντα τὰ κατ' αὐτὸν ἐμεμαθήκει σαφῶς,
ἔλεγε δὲ τά τε ἄλλα ὡς ἕκαστα, καὶ ὅτι ὁ θάνατος τοῦ Τραϊανοῦ
ἡμέρας τινὰς διὰ τοῦτο συνεκρύφθη ἵν' ἡ ποίησις προεκφοιτήσοι.
ἐδηλώθη δὲ τοῦτο καὶ ἐκ τῶν πρὸς τὴν βουλὴν γραμμάτων αὐτοῦ·
ταῖς γὰρ ἐπιστολαῖς οὐκ αὐτὸς ἀλλ' ἡ Πλωτῖνα ὑπέγραψεν, ὅπερ
ἐπ' οὐδενὸς ἄλλου ἐπεποιήκει. ἦν δέ, ὅτε ἀνηγορεύθη αὐτοκράτωρ,
Ἀδριανὸς ἐν τῇ μητροπόλει Συρίας Ἀντιοχείᾳ, ἧς ἦρχεν· ἐδόκει δὲ
ὄναρ πρὸ τῆς ἡμέρας ἐκείνης πῦρ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, ἔν τε αἰθρίᾳ καὶ
ἐν εὐδίᾳ πολλῇ, ἐς τὴν ἀριστερὰν αὐτοῦ σφαγὴν ἐμπεσεῖν, ἔπειτα
καὶ ἐπὶ τὴν δεξιὰν παρελθεῖν, μήτε ἐκφοβῆσαν αὐτὸν μήτε βλάψαν.
ἔγραψε δὲ πρὸς τὴν βουλὴν ὁ Ἀδριανὸς ἀξιῶν βεβαιωθῆναι αὑτῷ
τὴν ἡγεμονίαν καὶ παρ' ἐκείνης, καὶ ἀπαγορεύων μηδὲν αὐτῷ μήτε

Δίων Κάσσιος. Historiae Romanae (Xiphilini epitome) Dindorf-


Stephanus p. S256, line 21

 Ἰστέον ὅτι τὰ περὶ τοῦ Ἀντωνίνου τοῦ εὐσεβοῦς ἐν τοῖς ἀντι-


γράφοις τοῦ Δίωνος οὐχ εὑρίσκεται, παθόντων τι ὡς εἰκὸς τῶν βι-
βλίων, ὥστε ἀγνοεῖσθαι τὴν κατ' αὐτὸν ἱστορίαν σχεδὸν σύμπασαν,
πλὴν ὅτι τοῦ Λουκίου Κομόδου, ὃν ὁ Ἀδριανὸς ἐποιήσατο, πρὸ τοῦ
Ἀδριανοῦ τελευτήσαντος οὗτος παρ' ἐκείνου καὶ ἐποιήθη καὶ αὐτο-
κράτωρ ἐγένετο, καὶ ὅτι μὴ βουλομένης τῆς γερουσίας τὰς ἡρωικὰς
τιμὰς δοῦναι τῷ Ἀδριανῷ τελευτήσαντι διά τινας φόνους ἐπιφανῶν
ἀνδρῶν, ὁ Ἀντωνῖνος ἄλλα τε πολλὰ δακρύων καὶ ὀδυρόμενος αὐτοῖς
διελέχθη, καὶ τέλος εἶπεν “οὐδὲ ἐγὼ ἄρα ὑμῶν ἄρξω, εἴγε ἐκεῖνος καὶ
276

κακὸς καὶ ἐχθρὸς ὑμῖν καὶ πολέμιος ἐγένετο· πάντα γὰρ δῆλον ὅτι
τὰ πραχθέντα ὑπ' αὐτοῦ, ὧν ἓν καὶ ἡ ἐμὴ ποίησίς ἐστι, καταλύσετε.”
ἀκούσασα δὲ τοῦτο ἡ γερουσία καὶ αἰδεσθεῖσα τὸν ἄνδρα, τὸ δέ τι
καὶ τοὺς στρατιώτας φοβηθεῖσα, ἀπέδωκε τῷ Ἀδριανῷ τὰς τιμάς.
ταῦτα μόνα περὶ τοῦ Ἀντωνίνου ἐν τῷ Δίωνι σώζεται, καὶ ὅτι
Αὔγουστον αὐτὸν καὶ εὐσεβῆ διὰ τοιαύτην αἰτίαν ἐπωνόμασεν ἡ
βουλή, ἐπειδὴ ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς αὐτοκρατορίας αὐτοῦ πολλῶν αἰτια-
θέντων καί τινων καὶ ὀνομαστὶ ἐξαιτηθέντων ὅμως οὐδένα ἐκόλασεν,
εἰπὼν ὅτι “οὐ δεῖ με ἀπὸ τοιούτων ἔργων τῆς προστασίας ὑμῶν
ἄρξασθαι.” οὐ σώζεται δὲ οὐδὲ τοῦ μετὰ Ἀντωνῖνον ἄρξαντος Μάρ-
κου Βήρου τὰ πρῶτα τῶν ἱστορουμένων, ὅσα περὶ τὸν Λούκιον τὸν  
τοῦ Κομόδου υἱόν, ὃν ὁ Μάρκος γαμβρὸν ἐποιήσατο,

Antiphanes Comic., Fragmenta (0410: 001)“Comicorum Atticorum


fragmenta, vol. 2”, Ed. Kock, T.Leipzig: Teubner, 1884.Fragment tit 191,
line 1

ὑμῶν ἀναλίσκειν τε πολλὰ χρήματα,


ὄψου δὲ μηδὲν . . εἰσπλεῖν μηδὲ γρῦ.
τί οὖν ὄφελος τῶν νησιαρχῶν ἐστι; δεῖ
νόμῳ κατακλῇσαι τοῦτο, παραπομπὴν ποιεῖν
τῶν ἰχθύων. νυνδὶ Μάτων συνήρπακεν
τοὺς ἁλιέας, καὶ Διογείτων νὴ Δία
ἅπαντας ἀναπέπεικεν ὡς αὑτὸν φέρειν,
κοὐ δημοτικόν γε τοῦτο δρᾷ τοσαῦτα φλῶν.
γάμοι δ' ἐκείνοις καὶ πότοι νεανικοὶ
ἦσαν.  

ΠΟΙΗΣΙΣ

   μακάριόν ἐστιν ἡ τραγῳδία


ποίημα κατὰ πάντ', εἴ γε πρῶτον οἱ λόγοι
ὑπὸ τῶν θεατῶν εἰσιν ἐγνωρισμένοι,
πρὶν καί τιν' εἰπεῖν· ὥσθ' ὑπομνῆσαι μόνον
δεῖ τὸν ποιητήν· Οἰδίπουν γὰρ ἂν μόνον
φῶ, τἄλλα πάντ' ἴσασιν· ὁ πατὴρ Λάιος,
μήτηρ Ἰοκάστη, θυγατέρες, παῖδες τίνες,
τί πείσεθ' οὗτος, τί πεποίηκεν. ἂν πάλιν
εἴπῃ τις Ἀλκμέωνα, καὶ τὰ παιδία
πάντ' εὐθὺς εἴρηχ', ὅτι μανεὶς ἀπέκτονεν
277

Antiphanes Comic., Fragmenta (0410: 002)“Fragmenta comicorum


Graecorum, vol. 3”, Ed. Meineke, A.Berlin: Reimer, 1840, Repr. 1970.
Play Poi, fragment tit, line 1

ΠΟΙΗΣΙΣ.

  Μακάριόν ἐστιν ἡ τραγῳδία


ποίημα κατὰ πάντ', εἴ γε πρῶτον οἱ λόγοι
ὑπὸ τῶν θεατῶν εἰσιν ἐγνωρισμένοι,
πρὶν καί τιν' εἰπεῖν· ὡς ὑπομνῆσαι μόνον
δεῖ τὸν ποιητήν· Οἰδίπουν γὰρ ἂν μόνον  
φῶ, τἄλλα πάντ' ἴσασιν· ὁ πατὴρ Λάϊος,
μήτηρ Ἰοκάστη, θυγατέρες, παῖδες τίνες,
τί πείσεθ' οὗτος, τί πεποίηκεν. ἂν πάλιν
εἴπῃ τις Ἀλκμαίωνα, καὶ τὰ παιδία
πάντ' εὐθὺς εἴρηχ', ὅτι μανεὶς ἀπέκτονεν

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio (0525: 001)


“Pausaniae Graeciae descriptio, 3 vols.”, Ed. Spiro, F.
Leipzig: Teubner, 1903, Repr. 1:1967.
Book 2, Ch. 37, sec. 4, line 10

ριέων ἐμοὶ δοκεῖν ἐς ἅπαντας ἠκούετο Ἕλληνας.


 ταῦτα μὲν δὴ ἀπέφαινεν οὕτως ἔχοντα, τῆς δὲ Ἀμυ-
μώνης πέφυκεν ἐπὶ τῇ πηγῇ πλάτανος· ὑπὸ ταύτῃ τὴν
ὕδραν τραφῆναι τῇ πλατάνῳ φασίν. ἐγὼ δὲ τὸ θη-
ρίον πείθομαι τοῦτο καὶ μεγέθει διενεγκεῖν ὑδρῶν
ἄλλων καὶ τὸν ἰὸν οὕτω δή τι ἔχειν ἀνίατον ὡς τὸν
Ἡρακλέα ἀπὸ τῆς χολῆς αὐτοῦ τὰς ἀκίδας φαρμακεῦ-
σαι τῶν ὀιστῶν· κεφαλὴν δὲ εἶχεν ἐμοὶ δοκεῖν μίαν
καὶ οὐ πλείονας, Πείσανδρος δὲ ὁ Καμιρεύς, ἵνα τὸ
θηρίον τε δοκοίη φοβερώτερον καὶ αὐτῷ γίνηται ἡ
ποίησις ἀξιόχρεως μᾶλλον, ἀντὶ τούτων τὰς κεφαλὰς
ἐποίησε τῇ ὕδρᾳ τὰς πολλάς. εἶδον δὲ καὶ πηγὴν
Ἀμφιαράου καλουμένην καὶ τὴν Ἀλκυονίαν λίμνην,
δι' ἧς φασιν Ἀργεῖοι Διόνυσον ἐς τὸν Ἅιδην ἐλθεῖν
Σεμέλην ἀνάξοντα, τὴν δὲ ταύτῃ κάθοδον δεῖξαί οἱ
Πόλυμνον. τῇ δὲ Ἀλκυονίᾳ πέρας τοῦ βάθους οὐκ
ἔστιν οὐδέ τινα οἶδα ἄνθρωπον ἐς τὸ τέρμα αὐτῆς  
οὐδεμιᾷ μηχανῇ καθικέσθαι δυνηθέντα, ὅπου καὶ Νέ-
278

ρων σταδίων πολλῶν κάλους ποιησάμενος καὶ συνάψας


ἀλλήλοις, ἀπαρτήσας δὲ καὶ μόλυβδον ἀπ' αὐτῶν καὶ
εἰ δή τι χρήσιμον ἄλλο ἐς τὴν πεῖραν, οὐδὲ οὗτος

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio Book 10, Ch. 5, sec. 6, li2

μασίστρατον δὲ ἄνδρα ἐν Πλαταιαῖς βασιλεύοντα ἐπι-


τυχεῖν τε κειμένοις τοῖς νεκροῖς καὶ θάψαι φασὶν
αὐτούς.  
 ἡ δὲ λεωφόρος αὐτόθεν ἡ ἐς Δελφοὺς καὶ προς-
άντης γίνεται μᾶλλον καὶ ἀνδρὶ εὐζώνῳ χαλεπωτέρα.
λέγεται δὲ πολλὰ μὲν καὶ διάφορα ἐς αὐτοὺς τοὺς
Δελφούς, πλείω δὲ ἔτι ἐς τοῦ Ἀπόλλωνος τὸ μαντεῖον.
φασὶ γὰρ δὴ τὰ ἀρχαιότατα Γῆς εἶναι τὸ χρηστήριον,
καὶ Δαφνίδα ἐπ' αὐτῷ τετάχθαι πρόμαντιν ὑπὸ τῆς
Γῆς· εἶναι δὲ αὐτὴν τῶν περὶ τὸ ὄρος νυμφῶν. ἔστι
δὲ ἐν Ἕλλησι ποίησις, ὄνομα μὲν τοῖς ἔπεσίν ἐστιν
Εὐμολπία, Μουσαίῳ δὲ τῷ Ἀντιοφήμου προσποιοῦσι
τὰ ἔπη· πεποιημένον οὖν ἐστιν ἐν τούτοις Ποσειδῶνος
ἐν κοινῷ καὶ Γῆς εἶναι τὸ μαντεῖον, καὶ τὴν μὲν χρᾶν
αὐτήν, Ποσειδῶνι δὲ ὑπηρέτην ἐς τὰ μαντεύματα εἶναι
Πύρκωνα. καὶ οὕτως ἔχει τὰ ἔπη·

Παυσανίας περιηγητής. Graeciae descriptio


Book 10, Ch. 28, sec. 7, line 5

ἐάσαντες· ἐδήλωσε δὲ καὶ ὁ Μῆδος Δᾶτις λόγοις τε οὓς


εἶπε πρὸς Δηλίους καὶ τῷ ἔργῳ, ἡνίκα ἐν Φοινίσσῃ
νηὶ ἄγαλμα εὑρὼν Ἀπόλλωνος ἀπέδωκεν αὖθις Τανα-
γραίοις ἐς Δήλιον. οὕτω μὲν τὸ θεῖον καὶ οἱ πάντες
τότε ἦγον ἐν τιμῇ, καὶ ἐπὶ λόγῳ τοιούτῳ τὰ ἐς τὸν
συλήσαντα ἱερὰ ἔγραψε Πολύγνωτος.
 ἔστι δὲ ἀνωτέρω τῶν κατειλεγμένων Εὐρύνομος·
δαίμονα εἶναι τῶν ἐν Ἅιδου φασὶν οἱ Δελφῶν ἐξηγη-
ταὶ τὸν Εὐρύνομον, καὶ ὡς τὰς σάρκας περιεσθίει
τῶν νεκρῶν, μόνα σφίσιν ἀπολείπων τὰ ὀστᾶ. ἡ δὲ
Ὁμήρου ποίησις ἐς Ὀδυσσέα καὶ ἡ Μινυάς τε καλου-  
μένη καὶ οἱ Νόστοι – μνήμη γὰρ δὴ ἐν ταύταις καὶ
Ἅιδου καὶ τῶν ἐκεῖ δειμάτων ἐστὶν – ἴσασιν οὐδένα
Εὐρύνομον δαίμονα. τοσοῦτο μέντοι δηλώσω, ὁποῖός
279

τε ὁ Εὐρύνομος καὶ ἐπὶ ποίου γέγραπται τοῦ σχή-


ματος· κυανοῦ τὴν χρόαν μεταξύ ἐστι καὶ μέλανος,
ὁποῖαι καὶ τῶν μυιῶν αἱ πρὸς τὰ κρέα εἰσὶ προς-
ιζάνουσαι, τοὺς δὲ ὀδόντας φαίνει, καθεζομένῳ δὲ ὑπέ-
στρωταί οἱ δέρμα γυπός. ἐφεξῆς δὲ μετὰ τὸν Εὐρύ-
νομον ἥ τε ἐξ Ἀρκαδίας Αὔγη καὶ Ἰφιμέδειά ἐστι·
καὶ ἡ μὲν παρὰ Τεύθραντα ἡ Αὔγη ἀφίκετο

Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae Book 4, Ch. 154, line 2

ὑπερέχων, Ἐλεαζάρου γὰρ τοῦ ἀρχιερέως ἦν, περιαλγήσας τοῖς


πεπραγμένοις ὑπὸ τοῦ Ζαμβρίου, καὶ πρὶν ἰσχυροτέραν γενέσθαι
τὴν ὕβριν ὑπὸ τῆς ἀδείας ἔργῳ τὴν δίκην αὐτὸν εἰσπράξασθαι δια-
γνοὺς καὶ κωλῦσαι διαβῆναι τὴν παρανομίαν εἰς πλείονας τῶν ἀρξα-
μένων οὐ κολαζομένων, τόλμῃ δὲ καὶ ψυχῆς καὶ σώματος ἀνδρείᾳ
τοσοῦτον προύχων, ὡς μὴ πρότερον εἴ τινι συσταίη τῶν δεινῶν
ἀπαλλάττεσθαι, πρὶν ἢ καταγωνίσασθαι καὶ νίκην τὴν ἐπ' αὐτῷ
λαβεῖν, ἐπὶ τὴν τοῦ Ζαμβρίου σκηνὴν παραγενόμενος αὐτόν τε
παίων τῇ ῥομφαίᾳ καὶ τὴν Χοσβίαν ἀπέκτεινεν. οἱ δὲ νέοι πάν-
τες, οἷς ἀρετῆς ἀντιποίησις ἦν καὶ τοῦ φιλοκαλεῖν, μιμηταὶ γενό-
μενοι τῆς Φινεέσσου τόλμης ἀνῄρουν τοὺς ἐπὶ τοῖς ὁμοίοις Ζαμ-
βρίᾳ τὴν αἰτίαν εἰληφότας. ἀπόλλυνται μὲν οὖν καὶ ὑπὸ τῆς τού-
των ἀνδραγαθίας πολλοὶ τῶν παρανομησάντων, ἐφθάρησαν δὲ
[πάντες] καὶ λοιμῷ ταύτην ἐνσκήψαντος αὐτοῖς τοῦ θεοῦ τὴν νόσον  
ὅσοι [τε] συγγενεῖς ὄντες κωλύειν δέον ἐξώτρυνον αὐτοὺς ἐπὶ ταῦτα
ἀδικεῖν τῷ θεῷ δοκοῦντες ἀπέθνησκον. ἀπόλλυνται μὲν οὖν ἐκ
τῶν τάξεων ἄνδρες οὐκ ἐλάττους τετρακισχιλίων καὶ μυρίων.
 Ὑπὸ δὲ ταύτης παροξυνθεὶς τῆς αἰτίας Μωυσῆς ἐπὶ τὸν
Μαδιανιτῶν ὄλεθρον τὴν στρατιὰν ἐξέπεμπε,

Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae Book 17, Ch. 149, line 4

νων, Σαλώμην δὲ ἐπὶ μέγα ἐπλούτιζεν τὴν ἀδελφὴν εὔνουν τε


αὐτῷ ἐπὶ πᾶσιν διαμεμενηκυῖαν καὶ μηδαμόθι θρασυνομένην κα-
κουργεῖν. ἀπεγνωκὼς δὲ περιοίσειν, καὶ γὰρ περὶ ἔτος ἑβδομηκοστὸν
ἦν, ἐξηγρίωσεν ἀκράτῳ τῇ ὀργῇ καὶ πικρίᾳ εἰς πάντα χρώμενος·
αἴτιον δὲ ἦν δόξα τοῦ καταφρονεῖσθαι καὶ ἡδονῇ τὰς τύχας αὐτοῦ
τὸ ἔθνος φέρειν· ἄλλως τ' ἐπειδή τινες τῶν δημοτικωτέρων ἀνθρώ-
πων καὶ ἐπανέστησαν αὐτῷ διὰ τοιαύτην αἰτίαν.
 Ἦν Ἰούδας ὁ Σαριφαίου καὶ Ματθίας ὁ Μεργαλώθου Ἰου-
280

δαίων λογιώτατοι καὶ παρ' οὕστινας ἐξηγηταὶ τῶν πατρίων νόμων,  


ἄνδρες καὶ δήμῳ προσφιλεῖς διὰ παιδείαν τοῦ νεωτέρου· ὁσημέραι
γὰρ διημέρευον αὐτοῖς πάντες οἷς προςποίησις ἀρετῆς ἐπετετή-
δευτο. οἵ τε πυνθανόμενοι τοῦ βασιλέως τὴν νόσον θεραπεύειν
ἄπορον οὖσαν ἐξῆραν τὸ νεώτερον, ὥστε ὁπόσα παρὰ νόμον τοῦ
πατρίου κατεσκεύαστο ἔργα ὑπὸ τοῦ βασιλέως ταῦτα καθελόντες
εὐσεβείας ἀγωνίσματα παρὰ τῶν νόμων φέρεσθαι· καὶ γὰρ δὴ διὰ
τὴν τόλμαν αὐτῶν παρ' ὃ διηγόρευεν ὁ νόμος τῆς ποιήσεως τά τε
ἄλλα αὐτῷ συντυχεῖν, οἷς παρὰ τὸ εἰωθὸς τοῦ ἀνθρώπου διετρίβη,
καὶ δὴ καὶ τὴν νόσον. ἦν γὰρ τῷ Ἡρώδῃ τινὰ πραγματευθέντα
παρὰ τὸν νόμον, ἃ δὴ ἐπεκάλουν οἱ περὶ τὸν Ἰούδαν καὶ Ματθίαν.
κατεσκευάκει δὲ ὁ βασιλεὺς ὑπὲρ τοῦ μεγάλου πυλῶνος τοῦ ναοῦ
ἀνάθημα καὶ λίαν πολυτελές, ἀετὸν χρύσεον μέγαν·

Septuaginta, Ecclesiasticus sive Siracides (Sapientia Jesu filii Sirach)


(0527: 034)“Septuaginta, vol. 2, 9th edn.”, Ed. Rahlfs, A.Stuttgart:
Württembergische Bibelanstalt, 1935, Repr. 1971.Ch. 19, sec. 20, line 2

καὶ εἴ τι ἐποίησεν, μήποτε προσθῇ.  


ἔλεγξον τὸν πλησίον, μήποτε οὐκ εἶπεν,
καὶ εἰ εἴρηκεν, ἵνα μὴ δευτερώσῃ.
ἔλεγξον φίλον, πολλάκις γὰρ γίνεται διαβολή,
καὶ μὴ παντὶ λόγῳ πίστευε.
ἔστιν ὀλισθάνων καὶ οὐκ ἀπὸ ψυχῆς,
καὶ τίς οὐχ ἥμαρτεν ἐν τῇ γλώσσῃ αὐτοῦ;
ἔλεγξον τὸν πλησίον σου πρὶν ἢ ἀπειλῆσαι
καὶ δὸς τόπον νόμῳ ὑψίστου.
 Πᾶσα σοφία φόβος κυρίου,
καὶ ἐν πάσῃ σοφίᾳ ποίησις νόμου·
καὶ οὐκ ἔστιν σοφία πονηρίας ἐπιστήμη,
καὶ οὐκ ἔστιν ὅπου βουλὴ ἁμαρτωλῶν φρόνησις.
ἔστιν πανουργία καὶ αὕτη βδέλυγμα,
καὶ ἔστιν ἄφρων ἐλαττούμενος σοφίᾳ·
κρείττων ἡττώμενος ἐν συνέσει ἔμφοβος
ἢ περισσεύων ἐν φρονήσει καὶ παραβαίνων νόμον.
ἔστιν πανουργία ἀκριβὴς καὶ αὕτη ἄδικος,
καὶ ἔστιν διαστρέφων χάριν τοῦ ἐκφᾶναι κρίμα.
ἔστιν πονηρευόμενος συγκεκυφὼς μελανίᾳ,
καὶ τὰ ἐντὸς αὐτοῦ πλήρη δόλου·
281

Γαληνός. De partibus philosophiae (0530: 020)


“Γαλήνου τοῦ ἰατροῦ περὶ εἴδων φιλοσοφίας (typescript)”, Ed. Kotrc, R.;
Corpus medicorum Graecorum (in press).Sec. 7, line 2

γὰρ εἴρηται, τὸ μαθηματικὸν τῇ μὲν ὑποστάσει ἔνυλόν ἐστι


τῇ δὲ ἐννοίᾳ ἄυλον.
         τὸ δὲ θεολογικὸν καὶ ἐξ ἀνάγκης
ὕστερόν ἐστιν. οὐδὲ γὰρ δύναται μετὰ τὸ φυσιολογικὸν εἶναι,
ἐπειδὴ οὐ δεῖ ἀπὸ τῶν πάντῃ ἐνύλων εὐθέως ἐπὶ τὰ πάντῃ ἄυλα  
φέρεσθαι· ἐπειδὴ πάσχομεν ὅπερ οἱ πολὺν χρόνον μένοντες
ἐν τῇ σκοτίᾳ καὶ εὐθέως πρὸς τὸν ἥλιον θεωροῦντες· οὗτοι
γὰρ ἀποτυφλώττονται· οὕτως οὖν οὐ δεῖ ἀπὸ τῶν πάντῃ ἐνύ-
λων εὐθέως ἐπὶ τὰ πάντῃ ἄυλα φέρεσθαι.
         τοῦτο γὰρ
αἰνισσομένη ἡ ποίησις λέγει περὶ Ὤτου καὶ Ἐφιάλτου, οἳ
τὴν ‘Ὄσσαν ἐν Ὀλύμπῳ μέμασαν θέμεν, ἵν' οὐρανὸς ἄμβατος
εἴη’. καὶ κατὰ μὲν τὸ φαινόμενον τοῦτο λέγει ὅτι ὁ Ὦτος
καὶ ὁ Ἐφιάλτης ἠθέλησαν θεῖναι τὴν Ὄσσαν ἐπάνω τοῦ Ὀλύμ-
που βουλόμενοι μηχανήσασθαι τὴν οὐράνιον ἄνοδον, ἀλληγορι-
κῶς δὲ νοοῦμεν ταῦτα οὕτως ὅτι ἐκεῖνοι εὐθέως ἀπὸ τῶν φυσι-
κῶν καὶ πάντῃ ἐνύλων πραγμάτων ἐπὶ τὴν γνῶσιν τῶν θείων
ἠβουλήθησαν ἐπιπηδῆσαι. ἀπὸ οὖν τοῦ μαθηματικοῦ δεῖ ἐπὶ
τὸ θεολογικὸν ἔρχεσθαι.

Hecataeus Hist., Testimonia (0538: 001)“FGrH #1”.Vol.-Jacobyʹ-T


1a,1,T, fragment 19, line 4

μόνον ἡ ἔννοια ἱκανὴ λόγων εἶδος ὁτιοῦν ἐξεργάσασθαι, πολὺ δὲ ἔχει καὶ

ἡ λέξις καὶ τὰ περὶ τὴν λέξιν, οἷον σχήματα, κῶλα, συνθῆκαι, ῥυθμοί,
ἀναπαύσεις, πρὸς τὸ καὶ ἡδονὰς ποιῆσαι καὶ γλυκύτητας, οἷαί εἰσιν αἱ
παρὰ Ἡροδότωι, καὶ νὴ Δία γε ἄλλο τι λόγων εἶδος, ὡς ἕκασται πεφύ-
κασιν ἐργάζεσθαι λόγων ἰδέαι. εἰκότως οὖν τοῦτο ὁ Ἑκαταῖος πέπονθε,
τῆς ἐπιμελείας καὶ τοῦ περὶ τὴν λέξιν κόσμου μὴ ὁμοίως φροντίσας.
τοσαῦτα καὶ περὶ Ἑκαταίου.
 DEMETR. De eloc. 12: τῆς ἑρμηνείας ἡ μὲν ὀνομάζεται κατ-
εστραμμένη, οἷον ἡ κατὰ περιόδους, ἔχουσα ὡς ἡ τῶν Ἰσοκρατείων
ῥητορειῶν καὶ Γοργίου καὶ Ἀλκιδάμαντος· ὅλαι γὰρ διὰ περιόδων εἰσὶν
συνεχῶν οὐδέν τι ἔλαττον, ἤπερ ἡ Ὁμήρου ποίησις δι' ἑξαμέτρων. ἡ δέ
τις διηιρημένη ἑρμηνεία καλεῖται, ἡ εἰς κῶλα λελυμένη οὐ μάλα
ἀλλήλοις συνηρτημένα, ὡς ἡ Ἑκαταίου καὶ τὰ πλεῖστα τῶν Ἡροδότου
καὶ ὅλως
282

ἡ ἀρχαία πᾶσα. παράδειγμα αὐτῆς· (F 1a) ... ὥσπερ γὰρ σεσωρευμένοις


ἐπ' ἀλλήλοις τὰ κῶλα ἔοικεν ... οὐδὲ βοηθοῦντα ἀλλήλοις ὥσπερ ἐν ταῖς
περιόδοις. ... (14) διὸ καὶ περιεξεσμένον ἔχει τι ἡ ἑρμηνεία ἡ πρὶν καὶ
εὐσταλές, ὥσπερ καὶ τὰ ἀρχαῖα ἀγάλματα, ὧν τέχνη ἐδόκει ἡ συστολὴ
καὶ ἰσχνότης, ἡ δὲ τῶν μετὰ ταῦτα ἑρμηνεία τοῖς Φειδίου ἔργοις ἤδη
ἔοικεν ἔχουσά τι καὶ μεγαλεῖον καὶ ἀκριβὲς ἅμα.

Ιούλιος Πολυδεύκης. Onomasticon (0542: 001)“Pollucis onomasticon,


2 vols.”, Ed. Bethe, E.Leipzig: Teubner, 9.1:1900; 9.2:1931, Repr. 1967;
Lexicographi Graeci 9.1–9.2.Book 1, sec. 12, line 1

ἄσυλόν τι εἴη, τοῦτο καὶ κρησφύγετον λέγε καὶ φύξιμον· καὶ ἱεροὺς
ὅρους, ἐντὸς ὧν τοῖς ἱκέταις ἀσφάλεια. ἡ δ' ἄνετος θεοῖς γῆ ἱερὰ
καὶ ὀργάς.
 τὸ δὲ οἰκοδομῆσαι νεὼν λέγοις ἂν καὶ περιβαλέσθαι νεὼν καὶ
ἐγεῖραι νεὼν καὶ ἀναστῆσαι νεὼν καὶ ποιῆσαι νεὼν καὶ νεὼν ἐρ-
γάσασθαι, καὶ συνθεὶς νεωποιῆσαι. φιλοτιμότερον δὲ καὶ τὸ νεὼν
περιεργάσασθαι τῷ ἀγάλματι. τὸ δὲ ἄγαλμα ἱδρύσασθαι ἐρεῖς
καὶ στήσασθαι, ἐνστήσασθαι, ἀναστῆσαι, καθιδρῦσαι, ἐγκαθιδρύ-
σασθαι, ἐγκαθίσαι τῷ νεῴ, καθοσιῶσαι, καθιερῶσαι, ἐντεμενίσαι.
τὸ δὲ ἔργον ἵδρυσις, καθιέρωσις, στάσις, ἀνάστασις, καθίδρυσις,
κατάστασις, καθοσίωσις, ἐργασία, ποίησις. τὰ δὲ ἐναντία ἀνα-
τρέψαι, καθελεῖν, καταβαλεῖν, κατενεγκεῖν, καθελκύσαι, συγχέαι
τὸν κόσμον τοῦ νεώ, καταπρῆσαι, ἐμπρῆσαι, καταφλέξαι, πυρὶ νεῖμαι,
ἐκ βάθρων ἀνασπάσαι, ἀκρωτηριάσαι. τὸ δὲ ἔργον ἀνατροπή, καθαί-
ρεσις, ἀκρωτηριασμός. οἱ δὲ κατασκευάζοντες τοὺς νεὼς καὶ τὰ
ἀγάλματα τεχνῖται, τοὺς μὲν περὶ τὸν νεὼν λιθοξόους τε καὶ οἰκο-
δόμους καὶ τέκτονας εἴποις ἄν, φιλοτιμούμενος δὲ καὶ νεωποιοὺς
καὶ ἱεροποιούς, τοὺς δὲ ἐπὶ τοῖς ἀγάλμασι χειροτέχνας οὐκ ἀγαλματο-
ποιοὺς μόνον οὐδ' ἀγαλματουργούς, ἀλλὰ καὶ θεοποιοὺς καὶ θεοπλάς-
τας, ὡς Ἀριστοφάνης (I frg 786, 787 Ko),

Ιούλιος Πολυδεύκης. Onomasticon Book 5, sec. 156, line 3

νήν, ἐκμηνύων, διαγγέλλων, ἑρμηνεύων ἀφερμηνεύων, μεταβάλλων


μεταφέρων μεταπλάττων, ἀφελληνίζων, διαφέρων. τὰ δὲ πρά-
γματα ἑρμηνεία, μήνυσις, μεταβολή, ἑρμήνευσις, ἐξήγησις, μετα-
φορά διαφορά, ὑπόκρισις.
 Εἶμι, ἥξω, ἀφίξομαι, παρέσομαι παραγενήσομαι. ἀπαντή-
σομαι, ἐπάνειμι ἐπανήξω· τὸ γὰρ ἐλεύσομαι Ὅμηρος (Ζ 365 saep)
μὲν εἴρηκεν, τῶν δὲ καταλογάδην οὐχ οἱ κεκριμένοι. πρᾶγμα δ'
283

ἄφιξις καὶ παρουσία. οὐ μὴν ἐπίρρημα οὐδ' ὄνομα, ἀλλὰ μετοχαί.


 Ποιῶ, πράττω, διοικῶ εὖ διοικῶ διοικοῦμαι, διαπράττομαι,
ἐργάζομαι ἐξεργάζομαι, διατίθεμαι, διοικονομῶ, διαχειρίζω. δια-
χειρίζομαι μεταχειρίζομαι. καὶ τὰ πράγματα ποίησις, πρᾶξις,
διοίκησις, ἐργασία, διάθεσις, διαχείρισις μεταχείρισις. τὰ δ' ὀνό-
ματα καὶ τὰ ἐπιρρήματα κοινὰ καὶ πρὸς ἕτερα.
 Ἴσον, ἰσάριθμον, ἰσοπληθές, ἰσοτελές, ἰσόμηκες, ἰσομέγεθες, ἰσο-
μέτρητον, ἰσοστάσιον, ἰσόσταθμον, ἰσόνομον, ἰσότιμον. καὶ κατ'
ἄλλο χρείας εἶδος ὅμοιον, ἐοικός, ἀντίπαλον ἰσόπαλον ἰσοπαλές,
ἰσοκρατές, ἐνάμιλλον ἐφάμιλλον· τὸ γὰρ ἀγχώμαλον, εἰ καὶ Θου-
κυδίδης (III 49 saep) εἶπε, τραχύ.

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos (0544: 002)


“Sexti Empirici opera, vols. 2 & 3 (2nd edn.)”, Ed. Mutschmann, H.,
Mau, J.Leipzig: Teubner, 2:1914; 3:1961.Book 1, sec. 203, line 3

τὴν ἀναλογίαν· ἡ δὲ ἀναλογία οὐκ ἰσχυροποιεῖται, εἰ μὴ


συνήθειαν ἔχοι τὴν βεβαιοῦσαν· τῇ ἄρα συνηθείᾳ ἐκβάλ-
λοντες τὴν συνήθειαν τὸ αὐτὸ πιστὸν ἅμα καὶ ἄπιστον
ποιήσουσιν. ἐκτὸς εἰ μή τι φήσουσι μὴ τὴν αὐτὴν συν-
ήθειαν ἐκβάλλειν ἅμα καὶ προσίεσθαι, ἀλλ' ἄλλην μὲν ἐκ-
βάλλειν ἄλλην δὲ προσίεσθαι. ὅπερ καὶ λέγουσιν οἱ ἀπὸ
Πινδαρίωνος. ἀναλογία, φασίν, ὁμολογουμένως ἐκ τῆς
συνηθείας ὁρμᾶται· ἔστι γὰρ ὁμοίου τε καὶ ἀνομοίου θεω-
ρία, τὸ δὲ ὅμοιον καὶ ἀνόμοιον ἐκ τῆς δεδοκιμασμένης
λαμβάνεται συνηθείας, δεδοκιμασμένη δὲ καὶ ἀρχαιοτάτη  
ἐστὶν ἡ Ὁμήρου ποίησις· ποίημα γὰρ οὐδὲν πρεσβύτερον
ἧκεν εἰς ἡμᾶς τῆς ἐκείνου ποιήσεως· διαλεξόμεθα ἄρα
τῇ Ὁμήρου κατακολουθοῦντες συνηθείᾳ. ἀλλὰ πρῶτον
μὲν οὐχ ὑπὸ πάντων ὁμολογεῖται ποιητὴς ἀρχαιότατος
εἶναι Ὅμηρος· ἔνιοι γὰρ Ἡσίοδον προήκειν τοῖς χρόνοις
λέγουσιν, Λίνον τε καὶ Ὀρφέα καὶ Μουσαῖον καὶ ἄλλους
παμπληθεῖς. οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ πιθανόν ἐστι γεγονέναι
μέν τινας πρὸ αὐτοῦ καὶ κατ' αὐτὸν ποιητάς

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 1, sec. 300, line 1

  γέρων γέροντι γλῶσσαν ἡδίστην ἔχει, οὕτως οἱ μὲν ἐρωτομανεῖς καὶ


μέθυσοι τὰς Ἀλκαίου καὶ Ἀνακρέοντος ποιήσεις ἀναγνόντες
προσεκκαίονται, οἱ δὲ ὀργίλοι Ἱππώνακτα καὶ Ἀρχίλοχον ἀλείπτας ἔχουσι
τῆς περὶ αὐτοὺς κακίας.
284

 Τὰ μὲν οὖν ὑπὸ τῶν ἄλλων λεγόμενα κατὰ τὸν τόπον,
καὶ μάλιστα τῶν Ἐπικουρείων, ἐστὶ τοιαῦτα· ἡμεῖς δὲ  
μηδὲν κατειπόντες τῆς ποιητικῆς ἄλλως ποιώμεθα τὰς
ἀντιρρήσεις πρὸς τοὺς ἀξιοῦντας γραμματικὴν ἔχειν τέ-
χνην τῶν παρὰ ποιηταῖς καὶ συγγραφεῦσι λεγομένων δια-
γνωστικήν. ἐπεὶ τοίνυν πᾶν σύγγραμμα καὶ πᾶσα ποίησις
ἐκ λέξεων τῶν δηλουσῶν καὶ πραγμάτων τῶν δηλουμέ-
νων συνέστηκε, δεήσει τὸν γραμματικόν, εἴπερ ἔχει τέ-
χνην διαρθρωτικὴν τῶν παρὰ συγγραφεῦσι καὶ ποιηταῖς
λεγομένων, ἤτοι τὰς λέξεις μόνον ἢ τὰ ὑποκείμενα πράγ-
ματα γινώσκειν ἢ τὸ συναμφότερον. ἀλλὰ τὰ μὲν πράγ-
ματα, κἂν ἡμεῖς μὴ λέγωμεν, φαίνεται μὴ γινώσκειν.
τούτων γὰρ τὰ μέν ἐστι φυσικὰ τὰ δὲ μαθηματικὰ τὰ δὲ
ἰατρικὰ τὰ δὲ μουσικά, καὶ δεῖ τὸν μὲν φυσικοῖς ἐπιβάλ-
λοντα πράγμασιν εὐθὺς φυσικὸν εἶναι καὶ τὸν μουσικοῖς
μουσικὸν εἶναι καὶ τὸν μαθηματικοῖς εὐθὺς εἶναι

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos


Book 1, sec. 318, line 2

  ἄρθρῳ ἐν ἀσπιδόεντι βεβηκότα γυῖα καθ' ὁλμοῦ


   βᾶσα τροχαντήρων ἄχρι περιστρέφεται
  σμερδαλέα δ' ὑπένερθεν ἀλώπεκος ἄχρι δοχαίης
   αἰῶνος χαλαρὰν σύνδρομον ἁρμονίης.
τοὺς γὰρ ἐραστὰς οἵτινές εἰσι καὶ τὰ ὄρη καὶ τὸ ἀσπιδόεν
ἄρθρον καὶ τοὺς τροχαντῆρας, ἔτι δὲ καὶ τὸν ὅλμον καὶ
τὰς ἀλώπεκας δοχαίην τε καὶ αἰῶνα καὶ ἁρμονίαν, μήτε
τροπικῶς μήτε κατὰ ἱστορίαν ἀλλὰ κυρίως ἐξενεχθέντα
ὀνόματα, κἂν μυριάκις ἐπιστήσωσιν, οὐ συνήσουσιν.
 Εἰ οὖν μήτε τὰ πράγματα μήτε τὰς λέξεις ἴσασιν,
παρὰ δὲ ταῦτα οὐδέν ἐστιν ἡ ποίησις ἢ τὸ σύγγραμμα,
οὐκ ἂν ἔχοιεν τέχνην ἐξηγητικὴν τῶν παρὰ ποιηταῖς καὶ
συγγραφεῦσι λεγομένων. ἄλλως τε καὶ εἰ χρῄζομεν γραμ-
ματικῆς, ἐπὶ τῶν ἀρίστων ποιημάτων χρῄζομεν ἀλλ' οὐ
τῶν μοχθηρῶν. ἄριστον δὲ ποίημά ἐστι κατ' αὐτοὺς τὸ
σαφές· ἀρετὴ γὰρ ποιήματος ἡ σαφήνεια, καὶ μοχθηρὸν
τὸ ἀσαφὲς παρὰ γραμματικῇ. οὔτε οὖν ἐπὶ ἀρίστου ἐστὶ
ποιήματος χρειώδης διὰ τὸ μὴ δεῖσθαι ἐξηγήσεως σαφὲς
ὄν, οὔτε ἐπὶ τοῦ μοχθηροῦ διὰ τὸ αὐτόθεν εἶναι μοχθη-
ρόν. τό τε ἀνεπικρίτως διαφωνούμενον ἀκατάληπτόν ἐστιν,
ἀνεπικρίτως δ' ἔτι διαφωνοῦσιν ἐν ταῖς ἐξηγήσεσιν οἱ
285

Κλήμης Αλεξανδρινός. , Stromata (0555: 004)“Clemens Alexandrinus,


vols. 2, 3rd edn. and 3, 2nd edn.”, Ed. Stählin, O., Früchtel, L., Treu, U.
Berlin: Akademie–Verlag, 2:1960; 3:1970; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 52(15), 17.Book 2, Ch. 18, sec. 80, subsec. 1, line 2

γὰρ «τοὺς σοφοὺς καὶ φρονίμους φαύλους καλοῦσιν.» μακρὸν δ' ἂν


εἴη περὶ τῶν ἀρετῶν τούτων μαρτυρίας παρατίθεσθαι, ἁπάσης ταύτας
ἐξυμνούσης τῆς γραφῆς. ἐπεὶ δ' οὖν τὴν μὲν ἀνδρείαν ὁρίζονται
ἐπιστήμην δεινῶν καὶ οὐ δεινῶν καὶ τῶν μεταξύ, τὴν δὲ σωφροσύνην
ἕξιν ἐν αἱρέσει καὶ φυγῇ σῴζουσαν τὰ τῆς φρονήσεως κρίματα,
παράκειται [τε] τῇ μὲν ἀνδρείᾳ ἥ τε ὑπομονή, ἣν καρτερίαν καλοῦσιν,
ἐπιστήμην ἐμμενετέων καὶ οὐκ ἐμμενετέων, ἥ τε μεγαλοψυχία, ἐπι-
στήμη τῶν συμβαινόντων ὑπεραίρουσα, ἀλλὰ καὶ τῇ σωφροσύνῃ ἡ
εὐλάβεια, ἔκκλισις οὖσα σὺν λόγῳ.
 Φυλακὴ δὲ τῶν ἐντολῶν, τήρησις οὖσα αὐτῶν ἀβλαβής, περι-
ποίησίς ἐστιν ἀσφαλείας βίου. καὶ οὐκ ἔστιν ἄνευ ἀνδρείας καρτερι-
κὸν εἶναι οὐδὲ μὴν ἄνευ σωφροσύνης ἐγκρατῆ. ἀντακολουθοῦσι δὲ
ἀλλήλαις αἱ ἀρεταί, καὶ παρ' ᾧ αἱ τῶν ἀρετῶν ἀκολουθίαι, παρὰ  
τούτῳ καὶ ἡ σωτηρία, τήρησις οὖσα τοῦ εὖ ἔχοντος. εἰκότως ἔτι
περὶ τούτων διαλαβόντες τῶν ἀρετῶν περὶ πασῶν ἂν εἴημεν ἐσκεμ-
μένοι, ὅτι ὁ μίαν ἔχων ἀρετὴν γνωστικῶς πάσας ἔχει διὰ τὴν ἀντα-
κολουθίαν. αὐτίκα ἡ ἐγκράτεια διάθεσίς ἐστιν ἀνυπέρβατος τῶν
κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον φανέντων. ἐγκρατεύεται δὲ ὁ κατέχων τὰς
παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον ὁρμὰς ἢ ὁ κατέχων αὑτὸν ὥστε μὴ ὁρμᾶν
παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον. σωφροσύνη δὲ αὕτη οὐκ ἄνευ ἀνδρείας,
ἐπειδὴ ἐξ ἐντολῶν γίνεται ἑπομένη τῷ διατεταγμένῳ ** θεῷ φρόνησίς

Maximus Soph., Dialexeis (0563: 001)“Maximi Tyrii philosophumena”,


Ed. Hobein, H.Leipzig: Teubner, 1910.Lecture 26, Ch. 5, sec. a, line 1

τείας ἦθος, καὶ ἀρεταὶ ἀνθρώπων, καὶ μοχθηρίαι, καὶ


παθήματα, καὶ συμφοραί, καὶ εὐτυχίαι· καὶ τούτων
ἕκαστον ὑποθέσεις οἰκείας ἔχει· οἷον εἰ ξυνίῃς παναρ-
μόνιόν τι ὄργανον, παντοδαπὰς μὲν φωνάς, πάσαις δὲ
ἄλλαις ὡμολογημένας· μᾶλλον δὲ οὕτως, εἰ ἤδη που
ἐθεάσω ἄθροισμα ὀργάνων, αὐλὸν ἠχοῦντα, καὶ λύραν
ψαλλομένην, καὶ ᾠδὴν χοροῦ, καὶ σάλπιγγα ἀναμίξ,
καὶ σύριγγα, καὶ ἄλλ' ἄττα ὀργάνων εἴδη καὶ ὀνό-
ματα· ὧν ἕκαστον πεποίηται μὲν κατὰ οἰκείαν τέχνην,
συντέτακται δὲ πρὸς τὸ πλησίον κατὰ κοινὴν μοῦσαν.
286

 Συνελόντι δ' εἰπεῖν, ἡ Ὁμήρου ποίησις τοιάδε τίς


ἐστιν, οἷον εἰ καὶ ζωγράφον ἐννοήσαις φιλόσοφον Πο-
λύγνωτον ἢ Ζεῦξιν, μὴ γράφοντα εἰκῇ· καὶ γὰρ τού-
των ἔσται τὸ χρῆμα διπλοῦν, τὸ μὲν ἐκ τῆς τέχνης,
τὸ δὲ ἐκ τῆς ἀρετῆς· κατὰ μὲν τὴν τέχνην, τὰ σχή-
ματα καὶ τὰ σώματα εἰς ὁμοιότητα τοῦ ἀληθοῦς δια-
σώζοντι· κατὰ δὲ τὴν ἀρετήν, εἰς μίμησιν τοῦ κάλλους  
τὴν εὐσχημοσύνην τῶν γραμμάτων διατιθέντι. Ταύτῃ
μοι καὶ τὰ Ὁμήρου σκόπει, ὡς ἔστι χρῆμα διπλοῦν,
κατὰ μὲν τὴν ποιητικὴν ἐντεταμένον εἰς μύθου σχῆμα,
κατὰ δὲ φιλοσοφίαν εἰς ζῆλον ἀρετῆς καὶ ἀληθείας

Ερμογένης. Progymnasmata [Dub.] (0592: 001)“Hermogenis opera”,


Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1913, Repr. 1969.Sec. 2, line 6

     
Περὶ διηγήματος.

 Τὸ διήγημα βούλονται εἶναι ἔκθεσιν πράγματος γε-


γονότος ἢ ὡς γεγονότος. ἔνιοι μέντοι τὴν χρείαν ἔταξαν
πρὸ τούτου.
 Διαφέρει δὲ διήγημα διηγήσεως, ὡς ποίημα ποιή-
σεως· ποίημα μὲν γὰρ καὶ διήγημα περὶ πρᾶγμα ἕν, ποίησις δὲ καὶ
διήγησις περὶ πλείονα, οἷον ποίησις ἡ Ἰλιὰς καὶ ποίησις ἡ Ὀδύσσεια,
ποιήματα δὲ ἀσπιδοποιία, νεκυομαντεία, μνηστηροφονία. καὶ πάλιν δι-
ήγησις μὲν ἡ ἱστορία Ἡροδότου, ἡ συγγραφὴ Θουκυ-
δίδου, διήγημα δὲ τὸ κατὰ Ἀρίονα, τὸ κατὰ Ἀλκμαίωνα.
 Εἴδη δὲ διηγήματος βούλονται εἶναι τέτταρα· τὸ μὲν
γὰρ εἶναι μυθικόν, τὸ δὲ πλασματικόν, ὃ καὶ δραμα-
τικὸν καλοῦσιν, οἷα τὰ τῶν τραγικῶν, τὸ δὲ ἱστορικόν,
τὸ δὲ πολιτικὸν ἢ ἰδιωτικόν. ἀλλὰ νῦν ἡμῖν περὶ τοῦ
τελευταίου ὁ λόγος.

Ερμογένης. Progymnasmata [Dub.] Sec. 2, line 7

       

Περὶ διηγήματος.

 Τὸ διήγημα βούλονται εἶναι ἔκθεσιν πράγματος γε-


287

γονότος ἢ ὡς γεγονότος. ἔνιοι μέντοι τὴν χρείαν ἔταξαν


πρὸ τούτου.
 Διαφέρει δὲ διήγημα διηγήσεως, ὡς ποίημα ποιή-
σεως· ποίημα μὲν γὰρ καὶ διήγημα περὶ πρᾶγμα ἕν,
ποίησις δὲ καὶ διήγησις περὶ πλείονα, οἷον ποίησις ἡ
Ἰλιὰς καὶ ποίησις ἡ Ὀδύσσεια, ποιήματα δὲ ἀσπιδο-
ποιία, νεκυομαντεία, μνηστηροφονία. καὶ πάλιν δι-
ήγησις μὲν ἡ ἱστορία Ἡροδότου, ἡ συγγραφὴ Θουκυ-
δίδου, διήγημα δὲ τὸ κατὰ Ἀρίονα, τὸ κατὰ Ἀλκμαίωνα.
 Εἴδη δὲ διηγήματος βούλονται εἶναι τέτταρα· τὸ μὲν
γὰρ εἶναι μυθικόν, τὸ δὲ πλασματικόν, ὃ καὶ δραμα-
τικὸν καλοῦσιν, οἷα τὰ τῶν τραγικῶν, τὸ δὲ ἱστορικόν,
τὸ δὲ πολιτικὸν ἢ ἰδιωτικόν. ἀλλὰ νῦν ἡμῖν περὶ τοῦ
τελευταίου ὁ λόγος.

Ερμογένης. Περὶ ἰδεῶν λόγου (0592: 004)“Hermogenis opera”, Ed.


Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1913, Repr. 1969.Ch. 1, sec. 6, line 8

    
       

Περὶ σεμνότητος.

 Ἔννοιαι τοίνυν εἰσὶ σεμναὶ μάλιστα μὲν αἱ περὶ θεῶν


ὡς περὶ θεῶν λεγόμεναι· ἐπεὶ τὸ
 »ἦ ῥα καὶ ἀγκὰς ἔμαρπτε Κρόνου παῖς ἣν παράκοιτιν»  
καὶ ὅσα τοιαῦτα οὐχ ὡς περὶ θεῶν εἴρηται, διὸ πόρρω
μοι δοκεῖ σεμνότητος εἶναι καὶ κατὰ τὴν ἔννοιαν, πλέον
δὲ μετέχειν ἡδονῆς καὶ γλυκύτητος· ἀνθρωποπαθῶς
γὰρ καὶ τὸ ὅλον εἰπεῖν ποιητικῶς λέλεκται, τὸ πλεῖστον
δὲ ἡδονῆς ἡ ποίησις οἶμαι στοχάζεται. περὶ θεῶν δὲ ὡς
περὶ θεῶν τὰ τοιαῦτα λέγεσθαί φημι, οἷον «ἀγαθὸς ἦν,
ἀγαθῷ δὲ οὐδεὶς περὶ οὐδενὸς ἐγγίνεται φθόνος» καὶ
πάλιν «βουληθεὶς γὰρ ὁ θεὸς ἀγαθὰ μὲν πάντα,
φλαῦρον δὲ μηδὲν εἶναι κατὰ δύναμιν» καὶ πάλιν
»παραλαβὼν γὰρ ὁ θεὸς πᾶν, ὅσον ἦν ὁρατόν, οὐχ
ἡσυχίαν ἄγον, ἀλλὰ κινούμενον πλημμελῶς καὶ ἀτάκτως».
καὶ ὅλως πολλὰς ἂν εὕροις τοιαύτας ἐννοίας παρὰ τῷ
Πλάτωνι, καὶ γὰρ αὗταί εἰσιν ἐκ τοῦ Τιμαίου· παρὰ
μέντοι τοῖς ῥήτορσιν ἥκιστα, ἐπεὶ καὶ τὰ ἐν Δηλιακῷ
Ὑπερίδου ποιητικῶς μᾶλλον καὶ μυθικῶς εἴρηται· τὸ
288

Ερμογένης. Περὶ ἰδεῶν λόγου Ch. 2, sec. 10, line 232

οὐκέθ' ὁμοίως ὁ πανηγυρικὸς ἀλλὰ πολιτικώτερος γί-


νεται καὶ σχεδὸν δι' ὧνπερ καὶ ὁ συμβουλευτικός, μᾶλ-
λόν γε μὴν ἐνταῦθα ἢ ἐκεῖ ἥ τε λαμπρότης καὶ ἡ σεμ-  
νότης πλεονάζειν ὀφείλουσιν. Ἐπανιτέον δὲ πάλιν,
ὅθεν ἐπὶ τοῦτο ἐξέβημεν. ὁ μὲν γὰρ πολιτικὸς πανη-
γυρικὸς τοιοῦτος, τῶν δὲ κατὰ λογογραφίαν πανηγυ-
ρικῶν οὗτος κάλλιστος ὁ Πλατωνικός, καὶ τοῦτον παρά-
δειγμα φαίημεν ἂν ἡμεῖς εἶναι τὸ ἄριστον τοῖς βουλο-
μένοις τε καὶ δυναμένοις πανηγυρικὸν λόγον ἐργάζεσθαι.
 Ὡς δ' ἐν ποιήσει – πανηγυρικὸν γὰρ πρᾶγμα δή-
πουθέν ἐστι ποίησις ἅπασα καὶ πάντων γε λόγων παν-
ηγυρικώτατον – ὡς οὖν ἐν ταύτῃ καὶ τῷ τί τὸ κρά-
τιστον κατὰ ταύτην εἶδος (τοῦτο γὰρ δὴ χαρακτηριστέον
ἡμῖν κἀνταῦθα πρῶτον, ὥσπερ καὶ τὰ ἄλλα πάντα τῶν
γενικῶν εἰδῶν ἐχαρακτηρίζομεν ἀπὸ τῶν καλλίστων
χαρακτηρίζοντες) οὐχ ὁμοία ἡ διοίκησις, ἀλλὰ προς-
εῖναι δεῖ πολλὰ καὶ ἄλλα τοῖς περὶ λόγου πανηγυρι-
κοῦ προειρημένοις ἅπασιν, ἃ δὴ καὶ ἴδιά τις ἂν εἶναι
φαίη ποιήσεως, περὶ ὧν λεκτέον. ἀνάγκη δὲ πάλιν ταὐ-
τὸν προειπεῖν καὶ τὴν αὐτὴν ἀναλογίαν σῶσαι κἀν-
ταῦθα τοῖς ἔμπροσθεν κατὰ τοὺς γεωμέτρας·

Ερμογένης. Περὶ ἰδεῶν λόγου Ch. 2, sec. 10, line 252

... τοῖς ἔμπροσθεν κατὰ τοὺς γεωμέτρας· ὅπερ γὰρ


ἦν ὁ Δημοσθένης ἡμῖν κατὰ τὸν πολιτικὸν λόγον ἔν
τε τῷ συμβουλευτικῷ καὶ δικανικῷ καὶ ὁ Πλάτων ἐν
τῷ πεζῷ πανηγυρικῷ, τοῦτ' ἂν Ὅμηρος εἴη κατὰ τὴν
ποίησιν, ἣν δὴ πανηγυρικὸν λόγον ἐν μέτρῳ λέγων
εἶναί τις οὐκ οἶμαι εἰ διαμαρτήσεται, ἐπεὶ κἀνταῦθα
ὁμοίως ἀναστρέφει τὸ πρᾶγμα, καθάπερ ἀνέστρεφεν ἐπ'
ἀμφοῖν κἀκεῖ· ἀρίστη τε γὰρ ποιήσεων ἡ Ὁμήρου, καὶ
Ὅμηρος ποιητῶν ἄριστος, φαίην δ' ἂν ὅτι καὶ ῥητόρων
καὶ λογογράφων, λέγω δ' ἴσως ταὐτόν· ἐπεὶ γάρ ἐστιν  
ἡ ποίησις μίμησις ἁπάντων, ὁ δὲ μετὰ τῆς περὶ τὴν
λέξιν κατασκευῆς ἄριστα μιμούμενος καὶ ῥήτορας δη-
μηγοροῦντας καὶ κιθαρῳδοὺς πανηγυρίζοντας ὥσπερ
τὸν Φήμιον καὶ τὸν Δημόδοκον καὶ τὰ ἄλλα πρόσωπά
τε καὶ πράγματα ἅπαντα, οὗτος ἄριστός ἐστι ποιητής,
289

ἐπειδὴ οὖν ταῦθ' οὕτως ἔχει, τάχ' ἂν ταὐτὸν εἰρηκὼς


εἴην, εἰπὼν εἶναι ποιητῶν ἄριστον, ὡς εἰ καὶ ῥητόρων
ἄριστον καὶ λογογράφων ἔλεγον. στρατηγῶν μὲν γὰρ
ἢ τεκτόνων ἢ τῶν τοιούτων ἴσως οὐκ ἄριστος, καίτοι
καὶ τὰ τοιαῦτα ἄριστα μιμούμενος, ἀλλ' οὐ λόγος ἐκεί-
νοις ἡ τέχνη οὐδὲ ἐν λόγοις· οἷς δ' ἔστιν ἐν λόγῳ τὸ

Ερμογένης. Περὶ ἰδεῶν λόγου Ch. 2, sec. 10, line 350

 Λέξις γε μὴν φανερὰ πᾶσιν ἥτις ἐστὶν ἡ ποιητική,


καὶ ὡς τῶν κατὰ ποίησιν καλλίστη λέξεων ἡ Ὁμήρου·
καθαρὸς γὰρ ὡς ἐν ποιήσει κινδυνεύει μόνος ἢ σύν γε
Ἡσιόδῳ κατ' αὐτὴν εἶναι.
 Σχήματα δὲ ἴδια ποιήσεως οὐκ ἔστιν, ὥσπερ ἦν
νοήματα καὶ μέθοδός τις καὶ λέξις, ἀλλὰ τὰ αὐτὰ ἔχει
ταῦτα τῷ πανηγυρικῷ, κατὰ δὲ τὸ μιμητικόν, ὡς ἂν τὰ
εἴδη τῶν λόγων ἀπαιτῇ.
 Κῶλά γε μὴν ἴδια ποιήσεως καὶ συνθῆκαι ῥυθμοί
τε καὶ ἀναπαύσεις ῥᾴδιον μὲν εἰπεῖν ὅτι τὰ μέτρα,
καὶ ἀληθές γε τοῦτο κατιδεῖν, ἕως ἐφ' ἑαυτῆς ἡ ποίησις
μένει ψιλή· ὅταν δὲ περὶ Ὁμήρου λέγωμεν, ἀνάγκη  
προστιθέναι, ὅτι τόδε τὸ μέτρον, καὶ τοῦτο δὲ οὐχ ἁπλῶς
ὅτι ‘ἑξάμετρον δακτυλικὸν καταληκτικόν’, οὐδὲ ὅτι ἥδε
ἡ Ὁμηρικὴ ἀνάπαυσις ἢ ὅδε ὁ ῥυθμὸς ἢ ἥδε ἡ συν-
θήκη, ἀλλ' ὥσπερ καὶ περὶ τῶν σχημάτων ἐν τοῖς κατὰ
μίμησιν ἐλέγομεν, οὕτω συμβαίνει τοῦτο κἀνταῦθα γί-
νεσθαι· ὅταν γὰρ ἢ διάθεσιν ἐμπαθῆ τοῦ λέγοντος
προσλάβῃ ὁ ποιητὴς ἤ τι ἄλλου προσώπου ἦθος μιμῆ-
ται ἢ καὶ αὐτὸς ἀφ' ἑαυτοῦ τοιόνδε τι ἢ τοιόνδε πρᾶγμα
ἐξαγγέλλῃ, ἀνάγκη τὰς προσηκούσας ἐνταῦθα καθ'

Ερμογένης. Περὶ ἰδεῶν λόγου Ch. 2, sec. 12, line 15

ἕκαστα πλεονάσαντα ποιῆσαί τινα τύπον πανηγυρικόν,  


οἷον σεμνότης μόνη, ἀφέλεια, πάλιν γλυκύτης, καθα-
ρότης, ἐπιμέλεια, ἅπανθ' ἁπλῶς τὰ προειρημένα· καὶ
φαίνονταί γε οὕτως καὶ οἱ εὐδοκιμοῦντες τῶν ἀρχαίων
κατὰ τὸ πανηγυρικὸν χρησάμενοι τῷ λόγῳ, περὶ ὧν
ῥητέον.  – Ἀνάγκη δὲ πρῶτον τοσοῦτον προειπεῖν, ὅτι
τοῦ καλλίστου τῶν πανηγυρικῶν ὀφείλοντος ἔχειν μέ-
γεθος μεθ' ἡδονῆς καὶ ἔτι κόσμον καὶ σαφήνειαν, ἤδη
δὲ καὶ προσώπων μιμήσεις καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα ἐν
290

τῷ περὶ πανηγυρικοῦ ἡμῖν εἴδους λέλεκται, ἃ δὴ καὶ


οὐχ ἡ ποίησις μόνη οὐδὲ μὴν ἡ λογογραφία, ἀλλὰ καὶ
ἡ ἱστορία ἔχει πλεονάζοντα πάντα, πάντως δεῖ καὶ
τοὺς ἱστοριογράφους ἐν τοῖς πανηγυρικοῖς τετάχθαι,
ὥσπερ οἶμαι καὶ εἰσίν, ἐπεὶ καὶ μεγέθους καὶ ἡδονῶν
στοχάζονται καὶ τῶν ἄλλων οἶμαι σχεδὸν ἁπάντων, εἰ
καὶ μὴ παραπλησίως ἐκείνῳ τυγχάνουσι, λέγω τῷ Πλά-
τωνι· ὥστε ἀνάγκη καὶ περὶ τούτων ἐνταῦθα εἰπεῖν.
ἀλλ' ἐπ' ἐκείνους γε ἰτέον πρῶτον τοὺς μετὰ τὸν Πλά-
τωνα κατὰ τὸ πανηγυρικὸν εὐδοκιμοῦντας, ἄλλως τε
ἐπειδὴ τινὲς αὐτῶν καὶ ἀμφοῖν μετέχουσιν, ἱστορίας
τε καὶ τῆς ἄλλης λογογραφίας, ὥσπερ οὖν ὁ Ξενοφῶν,

Γοργίας. Rhet., Soph., Fragmenta (0593: 003)“Die Fragmente der


Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin:
Weidmann, 1952, Repr. 1966.Fragment 11, line 115

μένου καὶ τοῦ ἀγαθοῦ τοῦ διὰ τὴν νίκην γινομένου. (17) ἤδη
δέ τινες ἰδόντες φοβερὰ καὶ τοῦ παρόντος ἐν τῶι παρόντι χρόνωι
φρονήματος ἐξέστησαν· οὕτως ἀπέσβεσε καὶ ἐξήλασεν ὁ φόβος τὸ
νόημα. πολλοὶ δὲ ματαίοις πόνοις καὶ δειναῖς νόσοις καὶ δυσιάτοις
μανίαις περιέπεσον· οὕτως εἰκόνας τῶν ὁρωμένων πραγμάτων ἡ
ὄψις ἐνέγραψεν ἐν τῶι φρονήματι. καὶ τὰ μὲν δειματοῦντα πολλὰ
μὲν παραλείπεται, ὅμοια δ' ἐστὶ τὰ παραλειπόμενα οἷάπερ τὰλεγό-  
μενα. (18) ἀλλὰ μὴν οἱ γραφεῖς ὅταν ἐκ πολλῶν χρωμάτων καὶ
σωμάτων ἓν σῶμα καὶ σχῆμα τελείως ἀπεργάσωνται, τέρπουσι τὴν
ὄψιν· ἡ δὲ τῶν ἀνδριάντων ποίησις καὶ ἡ τῶν ἀγαλμάτων ἐργασία
θέαν ἡδεῖαν παρέσχετο τοῖς ὄμμασιν. οὕτω τὰ μὲν λυπεῖν τὰ δὲ
ποθεῖν πέφυκε τὴν ὄψιν. πολλὰ δὲ πολλοῖς πολλῶν ἔρωτα καὶ
πόθον ἐνεργάζεται πραγμάτων καὶ σωμάτων. (19) εἰ οὖν τῶι τοῦ
Ἀλεξάνδρου σώματι τὸ τῆς Ἑλένης ὄμμα ἡσθὲν προθυμίαν καὶ ἅμιλλαν
ἔρωτος τῆι ψυχῆι παρέδωκε, τί θαυμαστόν; ὃς εἰ μὲν θεὸς ὢν ἔχει
θεῶν θείαν δύναμιν, πῶς ἂν ὁ ἥσσων εἴη τοῦτον ἀπώσασθαι καὶ
ἀμύνασθαι δυνατός; εἰ δ' ἐστὶν ἀνθρώπινον νόσημα καὶ ψυχῆς
ἀγνόημα, οὐχ ὡς ἁμάρτημα μεμπτέον ἀλλ' ὡς ἀτύχημα νομιστέον·
ἦλθε γάρ, ὡς ἦλθε, τύχης ἀγρεύμασιν, οὐ γνώμης βουλεύμασιν, καὶ
ἔρωτος ἀνάγκαις, οὐ τέχνης παρασκευαῖς.

Ρητορική. Anonyma, Epitome artis Ρητορική. e (0598:


016)“Rhetores Graeci, vol. 3”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Repr.
291

1968.Vol. 3, p. 617, line 9

ΑΝΩΝΥΜΟΥ ΕΠΙΤΟΜΗ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ.

 Πολιτικὰ ζητήματα λέγονται γὰρ αἱ στάσεις,


ἐξόχως δὲ πολιτικὰ καλοῦνται τὰ ῥητόρων,
ὡς πολιτείαις χρειώδη ζητούμενα συχνάκις,
οὐ μὴν σπανίως καί ποτε κατὰ τῶν φιλοσόφων.
 Σημείωσαι τὸν κάλλιστον ἐν πανηγύρει λόγον.
ὡς ἡδονὴν καὶ μέγεθος καὶ τὸ σαφὲς καὶ κάλλος
ἔχειν χρεὼν καὶ μίμησιν σὺν τούτῳ τῶν προσώπων.
καὶ ὅσα ἥ τε ποίησις καὶ ἡ λογογραφία
ἔχουσι πλεονάζοντα σὺν ἱστοριογράφοις.
τὸ ζήτημα καὶ πρόβλημα καὶ ὅρος δὲ καλεῖται
μελέτη καὶ ὑπόθεσις καὶ γύμνασμα καὶ πλάσμα.
ἐπείπερ ἡ διάγνωσις τῶν στάσεων ἐγράφη,
καὶ κοινωνίαν στάσεων ἤδη σοι παραδώσω.
ἐν πᾶσι τοῖς ζητήμασι τρία ὁρᾶται ταῦτα·
οὐσία, ἰδιότης τε καὶ σὺν αὐταῖς ποιότης.
οὐσία μὲν ὁ πράξας τε ὑπάρχει καὶ τὸ πρᾶγμα·
ἡ ἰδιότης δέ ἐστι τοῦ πράγματος ἡ κλῆσις.
ἡ δὲ ποιότης τὸ ποιὸν τοῦ πράγματος ὑπάρχει,

Δίων Χρυσύστομος. Orationes (0612: 001)“Dionis Prusaensis quem


vocant Chrysostomum quae exstant omnia, vols. 1–2, 2nd edn.”, Ed. von
Arnim, J.
Berlin: Weidmann, 1:1893; 2:1896, Repr. 1962.Oration 2, sec. 3, line 5

καὶ τὴν ἐπιθυμίαν φθεγγόμενοι πρὸ τοῦ καιροῦ καὶ τὸ θηρίον


ἀνιστάντες· ἐνίοτέ γεμὴν εἷλον αὐτοὶ προπηδήσαντες. τοιαῦτα
ἐκεῖνος ἔπασχε τὸ πρῶτον, ὥστε καὶ τῆς ἐν Χαιρωνείᾳ μάχης τε
καὶ νίκης φασὶν αὐτὸν αἴτιον γενέσθαι, τοῦ πατρὸς ὀκνοῦντος τὸν
κίνδυνον. τότε δ' οὖν ἀπὸ στρατείας ἥκοντες ἐν Δίῳ τῆς Πιερίας
ἔθυον ταῖς Μούσαις, καὶ τὸν ἀγῶνα τῶν Ὀλυμπίων ἐτίθεσαν, ὅν
φασιν ἀρχαῖον εἶναι παρ' αὐτοῖς. ἤρετο οὖν αὐτὸν ὁ Φίλιππος  
ἐν τῇ συνουσίᾳ, Διὰ τί ποτε, ὦ παῖ, σφόδρα οὕτως ἐκπέπληξαι
τὸν Ὅμηρον ὥστε διατρίβεις περὶ μόνον τῶν ποιητῶν. ἐχρῆν μέν-
τοι μηδὲ τῶν ἄλλων ἀμελῶς ἔχειν. σοφοὶ γὰρ οἱ ἄνδρες. καὶ ὁ
Ἀλέξανδρος ἔφη, Ὅτι δοκεῖ μοι, ὦ πάτερ, οὐ πᾶσα ποίησις βασι-
λεῖ πρέπειν, ὥσπερ οὐδὲ στολή. τὰ μὲν οὖν ἄλλα ποιήματα ἔγωγε
ἡγοῦμαι τὰ μὲν συμποτικὰ αὐτῶν, τὰ δὲ ἐρωτικά, τὰ δὲ ἐγκώμια
292

ἀθλητῶν τε καὶ ἵππων νικώντων, τὰ δ' ἐπὶ τοῖς τεθνεῶσι θρή-


νους, τὰ δὲ γέλωτος ἕνεκεν ἢ λοιδορίας πεποιημένα, ὥσπερ τὰ
τῶν κωμῳδοδιδασκάλων καὶ τὰ τοῦ Παρίου ποιητοῦ· ἴσως δέ τινα
αὐτῶν καὶ δημοτικὰ λέγοιτ' ἄν, συμβουλεύοντα καὶ παραινοῦντα
τοῖς πολλοῖς καὶ ἰδιώταις, καθάπερ οἶμαι τὰ Φωκυλίδου καὶ Θεό-
γνιδος· ἀφ' ὧν τί ἂν ὠφεληθῆναι δύναιτο ἀνὴρ ἡμῖν ὅμοιος,
  πάντων μὲν κρατέειν ἐθέλων, πάντεσσι δ' ἀνάσσειν;
τὴν δέ γε Ὁμήρου ποίησιν μόνην ὁρῶ τῷ ὄντι γενναίαν καὶ

Δίων Χρυσύστομος. Orationes Oration 11, sec. 43, line 1

τὴν ἀπάτην. τούτου δὲ αἴτιον ἔφη εἶναι ὅτι φιλήκοοί εἰσιν οἱ


Ἕλληνες· ἃ δ' ἂν ἀκούσωσιν ἡδέως τινὸς λέγοντος, ταῦτα καὶ
ἀληθῆ νομίζουσι, καὶ τοῖς μὲν ποιηταῖς ἐπιτρέπουσιν ὅ,τι ἂν
θέλωσι ψεύδεσθαι καί φασιν ἐξεῖναι αὐτοῖς, ὅμως δὲ πιστεύουσιν
οἷς ἂν ἐκεῖνοι λέγωσι, καὶ μάρτυρας αὐτοὺς ἐπάγονται ἐνίοτε περὶ
ὧν ἀμφισβητοῦσι· παρὰ δὲ Αἰγυπτίοις μὴ ἐξεῖναι μηδὲν ἐμμέτρως
λέγεσθαι μηδὲ εἶναι ποίησιν τὸ παράπαν· ἐπίστασθαι γὰρ ὅτι
φάρμακον τοῦτο ἡδονῆς ἐστι πρὸς τὴν ἀκοήν. ὥσπερ οὖν οἱ δι-
ψῶντες οὐδὲν δέονται οἴνου, ἀλλ' ἀπόχρη αὐτοῖς ὕδατος πιεῖν,
οὕτως οἱ τἀληθῆ εἰδέναι θέλοντες οὐδὲν δέονται μέτρων, ἀλλ'
ἐξαρκεῖ αὐτοῖς ἁπλῶς ἀκοῦσαι. ἡ δὲ ποίησις ἀναπείθει τὰ ψευδῆ
ἀκούειν ὥσπερ ὁοἶνος πίνειν μάτην.
 ὡς οὖν ἤκουσα παρ' ἐκείνου, πειράσομαι εἰπεῖν, προστιθεὶς
ἐξ ὧν ἐδόκει μοι ἀληθῆ τὰ λεγόμενα. ἔφη γὰρ ἐν Σπάρτῃ γενέσθαι
Τυνδάρεων σοφὸν ἄνδρα καὶ βασιλέα μέγιστον, τούτου δὲ καὶ
Λήδας δύο θυγατέρας κατὰ ταὐτὸ ὥσπερ ἡμεῖς ὀνομάζομεν, Κλυ-
ταιμνήστραν καὶ Ἑλένην, καὶ δύο ἄρρενας παῖδας διδύμους καλοὺς
καὶ μεγάλους καὶ πολὺ τῶν Ἑλλήνων ἀρίστους. εἶναι δὲ τὴν Ἑλένην
ἐπὶ κάλλει περιβόητον καὶ πολλοὺς μνηστῆρας αὐτῆς ἔτι σμικρᾶς
παιδὸς οὔσης γενέσθαι καὶ ἁρπαγὴν ὑπὸ Θησέως βασιλέως ὄντος
Ἀθηνῶν. τοὺς οὖν ἀδελφοὺς τῆς Ἑλένης εὐθέως ἐλθεῖν εἰς τὴν

Δίων Χρυσύστομος. Orationes ration 12, sec. 64, line 1

ἀφίξεις πρὸς οὐρανὸν καὶ Ὄλυμπον, ὕπνους τε καὶ συμπόσια καὶ  


μίξεις, μάλα μὲν ὑψηλῶς σύμπαντα κοσμῶν τοῖς ἔπεσιν, ὅμως δὲ
ἐχόμενα θνητῆς ὁμοιότητος. καὶ δή γε καὶ ὁπότε ἐτόλμησεν Ἀγα-
μέμνονα προσεικάσαι τοῦ θεοῦ τοῖς κυριωτάτοις μέρεσιν εἰπών,
  ὄμματα καὶ κεφαλὴν ἴκελος Διὶ τερπικεραύνῳ.
τὸ δέ γε τῆς ἐμῆς ἐργασίας οὐκ ἄν τις οὐδὲ μανείς τινι ἀφομοιώσειεν
[οὐδὲ] θνητῷ, πρὸς κάλλος ἢ μέγεθος [θεοῦ] συνεξεταζόμενον. [ἀφ'
293

οὗ γε εἰ] μὴ Ὁμήρου πολὺ φανῶ κρείττων καὶ σωφρονέστερος ποιη-


τής, τοῦ δόξαντος ὑμῖν ἰσοθέου τὴν σοφίαν, ἣν βούλεσθε ζημίαν
ἕτοιμος ὑπέχειν ἐγώ. λέγω δὲ πρὸς τὸ δυνατὸν τῆς ἐμαυτοῦ
τέχνης· δαψιλὲς γὰρ χρῆμα ποίησις καὶ πάντα τρόπον εὔπορον
καὶ αὐτόνομον, καὶ χορηγίᾳ γλώττης καὶ πλήθει ῥημάτων ἱκανὸν
ἐξ αὑτοῦ πάντα δηλῶσαι τὰ τῆς ψυχῆς βουλήματα, κἂν ὁποιονοῦν
διανοηθῇ σχῆμα ἢ ἔργον ἢ πάθος ἢ μέγεθος, οὐκ ἂν ἀπορήσειεν
ἀγγέλου φωνῆς πάνυ ἐναργῶς σημαινούσης ἕκαστα.
  στρεπτὴ γὰρ γλῶσσ' ἐστὶ βροτῶν, πολέες δ' ἔνι μῦθοι,
φησὶν Ὅμηρος αὐτός,
  παντοῖοι, ἐπέων δὲ πολὺς νομὸς ἔνθα καὶ ἔνθα.
κινδυνεύει γὰρ οὖν τὸ ἀνθρώπινον γένος ἁπάντων ἐνδεὲς γενέσθαι
μᾶλλον ἢ φωνῆς καὶ λέξεως· τούτου δὲ μόνου κέκτηται θαυμα-
στόν τινα πλοῦτον. οὐδὲν γοῦν παραλέλοιπεν ἄφθεγκτον οὐδὲ ἄση

Δίων Χρυσύστομος. Orationes Oration 36, sec. 12, line 3

λαύκασιν [οἱ ποιηταὶ αὐτῶν] ἀπὸ Ὁμήρου ὥσπερ ἀπὸ ὀφθαλμίας.


τὸν δὲ Φωκυλίδην ὑμεῖς μὲν οὐκ ἐπίστασθε, ὡς λέγεις· πάνυ δὲ
τῶν ἐνδόξων γέγονε ποιητῶν. ὥσπερ οὖν ἐπειδάν τις τῶν ἐμπόρων
καταπλεύσῃ πρὸς ὑμᾶς οὐ πρότερον παραγεγονώς, οὐκ εὐθὺς ἠτι-
μάσατε αὐτόν, ἀλλὰ πρότερον γευσάμενοι τοῦ οἴνου, κἂν ἄλλο τι
φορτίον ἄγῃ, δεῖγμα λαβόντες, ἐὰν μὲν ἀρέσῃ ὑμᾶς, ὠνεῖσθε, εἰ
δὲ μή, ἐᾶτε· οὕτως, ἔφην, καὶ τῆς τοῦ Φωκυλίδου ποιήσεως ἔξεστί
σοι λαβεῖν δεῖγμα ἐν βραχεῖ. καὶ γάρ ἐστιν οὐ τῶν μακράν τινα
καὶ συνεχῆ ποίησιν εἰρόντων, ὥσπερ ὁ ὑμέτερος μίαν ἑξῆς διέξεισι
μάχην ἐν πλείοσιν ἢ πεντακισχιλίοις ἔπεσιν, ἀλλὰ κατὰ δύο καὶ
τρία ἔπη αὐτῷ καὶ ἀρχὴν ἡ ποίησις καὶ πέρας λαμβάνει. ὥστε
καὶ προστίθησι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καθ' ἕκαστον διανόημα, ἅτε σπου-
δαῖον καὶ πολλοῦ ἄξιον ἡγούμενος, οὐχ ὥσπερ Ὅμηρος οὐδαμοῦ
τῆς ποιήσεως ὠνόμασεν αὑτόν. ἢ οὐ δοκεῖ σοι εἰκότως προσθεῖναι
Φωκυλίδης τῇ τοιαύτῃ γνώμῃ καὶ ἀποφάσει,
  καὶ τόδε Φωκυλίδου· πόλις ἐν σκοπέλῳ κατὰ κόσμον
  οἰκεῦσα σμικρὴ κρέσσων Νίνου ἀφραινούσης.
ἀλλ' οὐ πρὸς ὅλην Ἰλιάδα καὶ Ὀδύσσειαν ταῦτα τὰ ἔπη ἐστὶ τοῖς
μὴ παρέργως ἀκροωμένοις; ἢ μᾶλλον ὑμῖν ἀκούειν συνέφερε περὶ
τῶν τοῦ Ἀχιλλέως πηδήσεών τε καὶ ὀρούσεων καὶ τῆς φωνῆς, ὅτι
μόνον φθεγξάμενος ἔτρεπε τοὺς Τρῶας, ταῦτα μᾶλλον ὠφελεῖ

DemetriusRhet., De elocutione (0613: 001)“Demetrii Phalerei qui


dicitur de elocutione libellus”, Ed. Radermacher, L.Leipzig: Teubner,
294

1901, Repr. 1967.Sec. 1, line 1

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ [ΦΑΛΗΡΕΩΣ] ΠΕΡΙ ΕΡΜΑΝΕΙΑΣ

 Ὥσπερ ἡ ποίησις διαιρεῖται τοῖς μέτροις, οἷον ἡμιμέτροις ἢ


ἑξαμέτροις ἢ τοῖς ἄλλοις, οὕτω καὶ τὴν ἑρμηνείαν τὴν λογικὴν
διαιρεῖ καὶ διακρίνει τὰ καλούμενα κῶλα, καθάπερ ἀναπαύοντα τὸν
λέγοντά τε καὶ τὰ λεγόμενα αὐτὰ καὶ ἐν πολλοῖς ὅροις ὁρίζοντα
τὸν λόγον, ἐπεί τοι μακρὸς ἂν εἴη καὶ ἄπειρος καὶ ἀτεχνῶς πνίγων
τὸν λέγοντα. Βούλεται μέντοι διάνοιαν ἀπαρτίζειν τὰ κῶλα ταῦτα,
ποτὲ μὲν ὅλην διάνοιαν, οἷον ὡς Ἑκαταῖός φησιν ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς
ἱστορίας· Ἑκαταῖος Μιλήσιος ὧδε μυθεῖται· συνείληπται γὰρ
διάνοια τῷ κώλῳ ὅλῳ ὅλη, καὶ ἄμφω συγκαταλήγουσιν. ἐνίοτε μέντοι
τὸ κῶλον ὅλην μὲν οὐ συμπεραιοῖ διάνοιαν, μέρος δὲ ὅλης ὅλον,
ὡς γὰρ τῆς χειρὸς οὔσης ὅλου τινὸς μέρη αὐτῆς ὅλα ὅλης ἐστίν.

DemetriusRhet., De elocutione Sec. 12, line 5

περίοδός ἐστι πλὴν ποιὰ σύνθεσις. εἰ γοῦν λυθείη αὐτῆς τὸ περιω-


δευμένον καὶ μετασυντεθείη, τὰ μὲν πράγματα μένει τὰ αὐτά, περί-
οδος δὲ οὐκ ἔσται, οἷον εἰ τὴν προειρημένην τις τοῦ Δημοσθένους
περίοδον ἀναστρέψας εἴποι ὧδέ πως· συνερῶ τούτοις, ὧ ἄνδρες
Ἀθηναῖοι· φίλος γάρ μοί ἐστιν ὁ υἱὸς Χαβρίου, πολὺ δὲ μᾶλλον
τούτου ἡ πόλις, ᾗ συνειπεῖν με δίκαιόν ἐστιν. οὐ γὰρ ἔτι οὐδαμοῦ
ἡ περίοδος εὑρίσκεται. γένεσις δ' αὐτῆς ἥδε. τῆς ἑρμηνείας ἡ μὲν
ὀνομάζεται κατεστραμμένη, οἷον ἡ κατὰ περιόδους, ἔχουσα ὡς ἡ
τῶν Ἰσοκρατείων ῥητορειῶν καὶ Γοργίου καὶ Ἀλκιδάμαντος· ὅλαι
γὰρ διὰ περιόδων εἰσὶν συνεχῶν οὐδέν τι ἔλαττον, ἤπερ ἡ Ὁμήρου
ποίησις δι' ἑξαμέτρων· ἡ δέ τις διῃρημένη ἑρμηνεία καλεῖται, ἡ εἰς
κῶλα λελυμένη οὐ μάλα ἀλλήλοις συνηρτημένα, ὡς ἡ Ἑκαταίου καὶ  
τὰ πλεῖστα τῶν Ἡροδότου, καὶ ὅλως ἡ ἀρχαία πᾶσα. παράδειγμα
αὐτῆς· Ἑκαταῖος Μιλήσιος ὧδε μυθεῖται· τάδε γράφω, ὥς
μοι δοκεῖ ἀληθέα εἶναι· οἱ γὰρ Ἑλλήνων λόγοι πολλοί τε
καὶ γελοῖοι καὶ ἐμοὶ φαίνονται καὶεἰσίν. ὥσπερ γὰρ σεσω-
ρευμένοις ἐπ' ἀλλήλοις τὰ κῶλα ἔοικεν καὶ ἐπερριμμένοις καὶ οὐκ
ἔχουσι σύνδεσιν οὐδ' ἀντέρεισιν, οὐδὲ βοηθοῦντα ἀλλήλοις ὥσπερ ἐν
ταῖς περιόδοις. ἔοικε γοῦν τὰ μὲν περιοδικὰ κῶλα τοῖς λίθοις τοῖς
ἀντερείδουσι τὰς περιφερεῖς στέγας καὶ συνέχουσι, τὰ δὲ τῆς δια
295

Demetrius Rhet., De elocutione Sec. 107, line 1

πληξις τῆς ἑπταβοείου ἀσπίδος.


  Τὸ δὲ ἐπιφώνημα καλούμενον ὁρίζοιτο μὲν ἄν τις λέξιν ἐπι-
κοσμοῦσαν, ἔστι δὲ τὸ μεγαλοπρεπέστατον ἐν τοῖς λόγοις. τῆς γὰρ
λέξεως ἡ μὲν ὑπηρετεῖ, ἡ δὲ ἐπικοσμεῖ. ὑπηρετεῖ μὲν ἡ τοιάδε·
 οἵαν τὰν ὑάκινθον ἐν οὔρεσι ποιμένες ἄνδρες
 ποσσὶ καταστείβουσιν,
ἐπικοσμεῖ δὲ τὸ ἐπιφερόμενον τὸ
   χαμαὶ δέ τε πορφύρον ἄνθος·
ἐπενήνεκται γὰρ τοῦτο τοῖς προενηνεγμένοις κόσμος σαφῶς καὶ
κάλλος.
  Μεστὴ δὲ τούτων καὶ ἡ Ὁμήρου ποίησις, οἷον·
 ἐκ καπνοῦ κατέθηκ', ἐπεὶ οὐκ ἔτι τοῖσιν ἐῴκει,
 οἷς τὸ πάρος Τροίηνδε κιὼν κατέλειπεν Ὀδυσσεύς.
 πρὸς δ' ἔτι καὶ τόδε μεῖζον ἐπὶ φρεσὶν ἔμβαλε δαίμων,
 μήπως οἰνωθέντες, ἔριν στήσαντες ἐν ὑμῖν,
 ἀλλήλους τρώσητε.
εἶτα ἐπιφωνεῖ·
 αὐτὸς γὰρ ἐφέλκεται ἄνδρα σίδηρος.
Καὶ καθόλου τὸ ἐπιφώνημα τοῖς τῶν πλουσίων ἔοικεν ἐπιδείγ-
μασιν, γείσοις λέγω καὶ τριγλύφοις καὶ πορφύραις πλατείαις· οἷον
γάρ τι καὶ αὐτὸ τοῦ ἐν λόγοις πλούτου σημεῖόν ἐστιν.  

DemetriusRhet., De elocutione Sec. 132, line 2

  Χρῆται δὲ τῷ τοιούτῳ εἴδει καὶ Ξενοφῶν, καὶ αὐτὸς δεινό-


τητας εἰσάγει ἐκ χαρίτων, οἷον ἐπὶ τῆς ἐνόπλου ὀρχηστρίδος· ἐρω-
τηθεὶς ὑπὸ τοῦ Παφλαγόνος, εἰ καὶ αἱ γυναῖκες αὐτοῖς
συνεπολέμουν, ἔφη· αὗται γὰρ καὶ ἔτρεψαν τὸν βασιλέα.
διττὴ γὰρ ἐμφαίνεται ἡ δεινότης ἐκ τῆς χάριτος, ἡ μὲν ὅτι οὐ γυ-
ναῖκες αὐτοῖς εἵποντο, ἀλλ' Ἀμαζόνες, ἡ δὲ κατὰ βασιλέως, εἰ
οὕτως ἦν ἀσθενής, ὡς ὑπὸ γυναικῶν φυγεῖν.
  Τὰ μὲν οὖν εἴδη τῶν χαρίτων τοσάδε καὶ τοιάδε. εἰσὶν δὲ αἱ
μὲν ἐν τοῖς πράγμασι χάριτες, οἷον νυμφαῖοι κῆποι, ὑμέναιοι, ἔρω-
τες, ὅλη ἡ Σαπφοῦς ποίησις. τὰ γὰρ τοιαῦτα, κἂν ὑπὸ Ἱππώ-
νακτος λέγηται, χαρίεντά ἐστι, καὶ αὐτὸ ἱλαρὸν τὸ πρᾶγμα ἐξ ἑαυ-
τοῦ· οὐδεὶς γὰρ ἂν ὑμέναιον ᾄδοι ὀργιζόμενος οὐδὲ τὸν Ἔρωτα
Ἐριννὺν ποιήσειεν τῇ ἑρμηνείᾳ ἢ γίγαντα, οὐδὲ τὸ γελᾶν κλαίειν.
  Ὥστε ἡ μέν τις ἐν πράγματι χάρις ἐστί, τὰ δὲ καὶ ἡ λέξις
ποιεῖ ἐπιχαριτώτερα, οἷον
 ὡς δ' ὅτε Πανδαρέη κούρη, χλωρηῒς ἀηδών,
296

 καλὸν ἀείδῃσιν, ἔαρος νέον ἱσταμένοιο·


ἐνταῦθα γὰρ καὶ ἡ ἀηδὼν χάριεν ὀρνίθιον, καὶ τὸ ἔαρ φύσει
χάριεν, πολὺ δὲ ἐπικεκόσμηται τῇ ἑρμηνείᾳ, καὶ ἔστι χαριέστερα τῷ
τε χλωρηῒς καὶ τῷ Πανδαρέη κούρη εἰπεῖν ἐπὶ ὄρνιθος, ἅπερ

Φλάβιος Φιλόστρατος. , Heroicus (0638: 004)“Flavii Philostrati opera,


vol. 2”, Ed. Kayser, C.L.Leipzig: Teubner, 1871, Repr. 1964.Olearius p.
747, line 36

   δι' ὃν οὐ θάνον, δι' ὃν ἐστί μοι


  Πάτροκλος, δι' ὃν ἀθανάτοις ἴσος
   Αἴας ἐμός,   δι' ὃν ἁ δορίληπτος ἀειδομένα σοφοῖς
   κλέος ἤρατο κοὐ πέσε Τροία.
 {Φ.} Δαιμονίως γε ὁ Ἀχιλλεύς, ἀμπελουργέ,  
καὶ ἐπαξίως ἑαυτοῦ τε καὶ τοῦ Ὁμήρου. καὶ ἄλλως
σοφὸν ἐν τοῖς λυρικοῖς ᾄσμασι τὸ μὴ ἀποτείνειν
αὐτά, μηδὲ σχοινοτενῆ ἐργάζεσθαι. καὶ ἐκ παλαιοῦ
ἄρα εὐδόκιμόν τε καὶ σοφὸν ἦν ἡ ποίησις.
 {Ἀ.} Ἐκ παλαιοῦ, ξένε. καὶ γὰρ τὸν Ἡρακλέα
φασὶν ἀνασταυρώσαντα τὸ Ἀσβόλου τοῦ κενταύρου
σῶμα ἐπιγράψαι αὐτῷ τόδε τὸ ἐπίγραμμα·
 Ἄσβολος οὔτε θεῶν τρομέων ὄπιν οὔτ' ἀνθρώπων
 ὀξυκόμοιο κρεμαστὸς ἀπ' εὐλιπέος κατὰ πεύκης
 ἄγκειμαι μέγα δεῖπνον ἀμετροβίοις κοράκεσσιν.
 {Φ.} Ἀθλητής γε καὶ τούτων ὁ Ἡρακλῆς ἐγένετο
μεγαληγορίαν ἐπαινῶν, ἀμπελουργέ, παρ' ἧς δεῖ
δήπου τὸν ποιητὴν φθέγγεσθαι. ἀλλ' ἐπανίωμεν
ἐπὶ τὴν νῆσον· ῥεῦμα γὰρ δὴ ὑπολαβὸν ἡμᾶς,

Ιουστίνος Μάρτυρ. Quaestiones et responsiones ad orthodoxos (0646:


009)“Corpus apologetarum Christianorum saeculi secundi, vol. 5, 3rd
edn.”, Ed. Otto, J.C.T.Jena: Mauke, 1881, Repr. 1969.Morel p. 427, sec.
C, line 4

Ἐρώτησις ξβʹ.

 Εἰ τῇ τετάρτῃ ἡμέρᾳ τῶν φωστήρων ἡ ποίησις γέγονεν,


ἐξ αὐτῶν δὲ τῶν ἡμερῶν ὁ ἀριθμὸς συνίσταται, πῶς αἱ πρὸ
297

τῆς παραγωγῆς τῶν φωστήρων τρεῖς ἡμέραι ἀμφίβολον τὸν


μετὰ τὴν παραγωγὴν τῶν φωστήρων ἀριθμὸν τῶν ἡμερῶν οὐ
δεικνύουσιν;  

Ἀπόκρισις.

Ιουστίνος Μάρτυρ. Quaestiones Christianorum ad gentiles (0646:


010)“Corpus apologetarum Christianorum saeculi secundi, vol. 5, 3rd
edn.”, Ed. Otto, J.C.T.Jena: Mauke, 1881, Repr. 1969.Morel p. 173, sec.
A, line 4

τοῦ κόσμου, ὥσπερ ποιεῖ ὅλον τὸν κόσμον, καὶ δεῖ πρῶτον
εἶναι τὸ κινητὸν καὶ ὕστερον τὴν κίνησιν, ἢ ἄρα ἀποίητός ἐστιν
ὁ ἥλιος τῇ οὐσίᾳ, ἢ κατὰ ἄλλην ποίησιν ἐποίησεν αὐτοῦ τὴν
οὐσίαν καὶ κατὰ ἄλλην ποίησιν τὴν κίνησιν, καὶ ποιήσας μὲν
πρῶτον αὐτοῦ τὴν οὐσίαν, ὕστερον δὲ παρασχὼν αὐτῷ τὴν κί-
νησιν. Ἀλλ' εἰ τὸ κινεῖσθαι αὐτὸν ἀεὶ ποιεῖ, τὴν δὲ οὐσίαν
αὐτοῦ οὐκ ἀεὶ ποιεῖ, δῆλον ὅτι μετὰ τὴν ποίησιν τῆς οὐσίας
αὐτοῦ παρέχει αὐτῷ τὴν ἄπαυστον κίνησιν, καὶ ἔστι τὸ τέλος
τῆς οὐσίας τῆς ποιήσεως αὐτοῦ ἀρχὴ τῆς κινήσεως αὐτοῦ. Εἰ
δὲ ταῦτα οὕτως ἔχει, δῆλον ὅτι οὐδὲν ἄχρονον παρὰ τῷ θεῷ·
ἡ γὰρ ποίησις ποίησιν διαδεχομένη ἄχρονος οὐκ ἔστιν.  
 Ὥστε πεποίηκε μὲν οὐδὲν οὔτε ποιήσει. Ποιεῖ δὲ ἀεὶ
ὁ αὐτὸς τὸ αὐτό, μὴ ἔχων ἀρχὴν τῆς ποιήσεως, ἵνα μὴ καὶ
τέλος. Δειχθέντος τοῦ ἄλλην εἶναι τοῦ ἡλίου τὴν ποίησιν τῆς
οὐσίας, καὶ ἄλλην τὴν διὰ κινήσεως, ἣν ἄπαυστον ὠνόμασεν ὁ
ἀποκρινάμενος, καὶ ὅτι προηγεῖται ἡ ποίησις τῆς οὐσίας αὐτοῦ
τῆς διὰ κινήσεως ποιήσεως, πῶς οὐκ ἔστιν ἄτοπον τὸ ἄναρ-
χον λέγειν τοῦ ἡλίου τὴν ποίησιν τὴν διὰ τῆς κινήσεως, τοῦ
ἡλίου πρὸ τῆς ἀπαύστου διὰ κινήσεως ποιήσεως τὴν τῆς οὐ-
σίας παυσαμένην ποίησιν ἐσχηκότος; Ἢ τοίνυν οὐκ ἔστι ποιη-
τὴς τῆς τοῦ ἡλίου οὐσίας ὁ θεός, ἢ οὐκ ἔστιν ἄναρχος ἡ διὰ

Ιουστίνος Μάρτυρ. Quaestiones Christianorum ad gentiles


Morel p. 173, sec. B, line 2

νησιν. Ἀλλ' εἰ τὸ κινεῖσθαι αὐτὸν ἀεὶ ποιεῖ, τὴν δὲ οὐσίαν


αὐτοῦ οὐκ ἀεὶ ποιεῖ, δῆλον ὅτι μετὰ τὴν ποίησιν τῆς οὐσίας
αὐτοῦ παρέχει αὐτῷ τὴν ἄπαυστον κίνησιν, καὶ ἔστι τὸ τέλος
τῆς οὐσίας τῆς ποιήσεως αὐτοῦ ἀρχὴ τῆς κινήσεως αὐτοῦ. Εἰ
δὲ ταῦτα οὕτως ἔχει, δῆλον ὅτι οὐδὲν ἄχρονον παρὰ τῷ θεῷ·
298

ἡ γὰρ ποίησις ποίησιν διαδεχομένη ἄχρονος οὐκ ἔστιν.  


 Ὥστε πεποίηκε μὲν οὐδὲν οὔτε ποιήσει. Ποιεῖ δὲ ἀεὶ
ὁ αὐτὸς τὸ αὐτό, μὴ ἔχων ἀρχὴν τῆς ποιήσεως, ἵνα μὴ καὶ
τέλος. Δειχθέντος τοῦ ἄλλην εἶναι τοῦ ἡλίου τὴν ποίησιν τῆς
οὐσίας, καὶ ἄλλην τὴν διὰ κινήσεως, ἣν ἄπαυστον ὠνόμασεν ὁ
ἀποκρινάμενος, καὶ ὅτι προηγεῖται ἡ ποίησις τῆς οὐσίας αὐτοῦ
τῆς διὰ κινήσεως ποιήσεως, πῶς οὐκ ἔστιν ἄτοπον τὸ ἄναρ-
χον λέγειν τοῦ ἡλίου τὴν ποίησιν τὴν διὰ τῆς κινήσεως, τοῦ
ἡλίου πρὸ τῆς ἀπαύστου διὰ κινήσεως ποιήσεως τὴν τῆς οὐ-
σίας παυσαμένην ποίησιν ἐσχηκότος; Ἢ τοίνυν οὐκ ἔστι ποιη-
τὴς τῆς τοῦ ἡλίου οὐσίας ὁ θεός, ἢ οὐκ ἔστιν ἄναρχος ἡ διὰ
τῆς κινήσεως ποίησις τοῦ ἡλίου. Ἀλλ' εἰ μὲν τὸ πρῶτον, εἰ
οὐκ ἔστι ποιητὴς τῆς τοῦ ἡλίου οὐσίας ὁ θεός, οὐδ' ἄρα διὰ
τῆς κινήσεώς ἐστιν αὐτοῦ ποιητής· παρ' οὗ γὰρ ἔχει τὴν οὐ-
σίαν, παρὰ τούτου ἀνάγκη ἔχειν καὶ τὴν κίνησιν. Εἰ δὲ τὸ
δεύτερον, φθαρτὸς ἔσται ὁ θεὸς τὴν ἐνέργειαν

Ιουστίνος Μάρτυρ. Quaestiones Christianorum ad gentiles


Morel p. 173, sec. B, line 8

 Ὥστε πεποίηκε μὲν οὐδὲν οὔτε ποιήσει. Ποιεῖ δὲ ἀεὶ


ὁ αὐτὸς τὸ αὐτό, μὴ ἔχων ἀρχὴν τῆς ποιήσεως, ἵνα μὴ καὶ
τέλος. Δειχθέντος τοῦ ἄλλην εἶναι τοῦ ἡλίου τὴν ποίησιν τῆς
οὐσίας, καὶ ἄλλην τὴν διὰ κινήσεως, ἣν ἄπαυστον ὠνόμασεν ὁ
ἀποκρινάμενος, καὶ ὅτι προηγεῖται ἡ ποίησις τῆς οὐσίας αὐτοῦ
τῆς διὰ κινήσεως ποιήσεως, πῶς οὐκ ἔστιν ἄτοπον τὸ ἄναρ-
χον λέγειν τοῦ ἡλίου τὴν ποίησιν τὴν διὰ τῆς κινήσεως, τοῦ
ἡλίου πρὸ τῆς ἀπαύστου διὰ κινήσεως ποιήσεως τὴν τῆς οὐ-
σίας παυσαμένην ποίησιν ἐσχηκότος; Ἢ τοίνυν οὐκ ἔστι ποιη-
τὴς τῆς τοῦ ἡλίου οὐσίας ὁ θεός, ἢ οὐκ ἔστιν ἄναρχος ἡ διὰ
τῆς κινήσεως ποίησις τοῦ ἡλίου. Ἀλλ' εἰ μὲν τὸ πρῶτον, εἰ
οὐκ ἔστι ποιητὴς τῆς τοῦ ἡλίου οὐσίας ὁ θεός, οὐδ' ἄρα διὰ
τῆς κινήσεώς ἐστιν αὐτοῦ ποιητής· παρ' οὗ γὰρ ἔχει τὴν οὐ-
σίαν, παρὰ τούτου ἀνάγκη ἔχειν καὶ τὴν κίνησιν. Εἰ δὲ τὸ
δεύτερον, φθαρτὸς ἔσται ὁ θεὸς τὴν ἐνέργειαν, εἴγε κατὰ τὸν
ἀποκρινάμενον παυσαμένης τῆς ἐνεργείας τοῦ θεοῦ φθείρεται
ὁ θεὸς τῇ ἐνεργείᾳ. Εἰ δὲ ποιητὴς τῆς τοῦ ἡλίου οὐσίας
ἐστὶν ὁ θεὸς καὶ ταύτην ἀεὶ οὐ ποιεῖ, δῆλον ὅτι πεποίηκε
ταύτην πρὸ τοῦ κινεῖσθαι αὐτὸν καὶ οὐδὲν ποίημα

Ιουστίνος Μάρτυρ. Quaestiones Christianorum ad gentiles


Morel p. 180, sec. A, line 2
299

ταὐτὸν ἄρα παρ' αὐτῷ τὸ εἶναι τῷ βούλεσθαι. Ὁ θεὸς εἰ ἓν


μέν ἐστι καὶ ἁπλοῦν καὶ μονοειδές, πολλὰ δὲ βούλεται καὶ
πολλὰ οὐ βούλεται, οἷον βούλεται μὲν τῇ ποικιλίᾳ πολλὰ εἶναι
τὰ ὄντα, ἄπειρα δὲ αὐτὰ εἶναι τῷ πλήθει οὐ βούλεται, οὐκ
ἄρα ταὐτὸν παρ' αὐτῷ τὸ εἶναι τῷ βούλεσθαι. Ὁ θεὸς εἰ ὃ
ὑπάρχει οὐ ποιεῖ, ποιεῖ δὲ ὃ βούλεται, βούλεται δὲ ποιεῖν τὸν
κόσμον, οὐκ ἄρα ταὐτὸν παρ' αὐτῷ τῷ εἶναι τὸ βούλεσθαι.
Εἰ ἀγενήτως ἀγένητα οὐ γίνεται, οὐδ' ἄρα ἀγενήτως ἀγένητα
ποιεῖ ὁ θεός· ἀδύνατον γὰρ εἶναι ποιητὸν ἀγένητον. Ὥσπερ
ἡ διδασκαλία ἐνέργειά ἐστι τοῦ διδάσκοντος ἐν τῷ μανθά-
νοντι, οὕτως ἡ ποίησις ἐνέργειά ἐστι τοῦ ποιοῦντος ἐν τῷ
ποιουμένῳ· ὁ ἄρα ἀναιρῶν τὴν γένεσιν ἀπὸ τοῦ ποιουμένου
ἀναιρεῖ καὶ τὴν ἐνέργειαν ἀπὸ τῆς ποιήσεως τοῦ ποιοῦντος.
Μάτην ἐνεργεῖ θεὸς τὴν ποίησιν, οὐκ ὄντος τοῦ γινομένου.
Εἰ ἀποιήτως οὐ ποιεῖ ὁ θεός, οὐδ' ἄρα ἀγενήτως ποιεῖ.
Τὸ ποιεῖ ὁ θεὸς φάσις ἐστὶ ποιήσεως, τὸ δὲ ἀποιήτως ποιεῖ
δυνάμει ἀπόφασίς ἐστι τῆς φάσεως. Μαχόμενα ὀνόματα  
τὸ ἀγένητον καὶ τὸ ποιητόν. Εἰ τὸ διὰ ποιήσεως ἀγένητον,
οὐκ ἄρα ἀγένητον τὸ μὴ διὰ ποιήσεως. Οὐδὲν διαφέρει τὸ
λέγειν·

Ιουστίνος Μάρτυρ. Quaestiones Christianorum ad gentiles


Morel p. 182, sec. A, line 2

λεσθαι. Εἰ, ὥσπερ τῇ συνθέσει τῶν γραμμῶν συνυφίστανται


αἱ γωνίαι, οὕτως καὶ ὁ κόσμος τῷ θεῷ, ἀναγκαστικῶς ἄρα
καὶ ἀβουλήτως ποιεῖ τὸν κόσμον ὁ θεός, κατὰ συμβεβηκὸς καὶ
οὐ καθ' αὑτό· ἀναγκαστικῶς γὰρ καὶ κατὰ συμβεβηκὸς συνυ-
φίστανται αἱ γωνίαι τῇ θέσει τῶν γραμμῶν. Ὁ ποιῶν τὸ μὴ
ὂν ποιεῖ· τὸ γὰρ ὂν οὐ χρῄζει ποιητοῦ. Ἀλλ' εἰ τοῦτο, οὐκ  
ἄρα ποιητής ἐστιν ὁ θεὸς τῶν συνυφισταμένων αὐτῷ, καθά
φησιν ὁ ἀποκρινάμενος. Ὁ θεὸς οἰκίαν οὐκ ἐποίησεν, ἀλλ'
ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον, καὶ δέδωκεν αὐτῷ δύναμιν ποιητικὴν
τῆς οἰκίας. Οὐδὲν οὖν τούτων ἀγενήτως παρὰ τῷ θεῷ, οὔτε
ἡ ποίησις τοῦ ἀνθρώπου οὔτε ἡ δόσις τῆς δυνάμεως. Δύο κα-
νόνας ἔθηκεν ὁ ἀποκρινάμενος· ἕνα μὲν ἐπὶ τῆς ποιήσεως τῶν
ἀγεννήτων ὄντων καὶ ἀγεννήτως ποιούντων, ἕνα δὲ ἐπὶ τῆς
ποιήσεως τῶν γεννητῶν ὄντων καὶ γεννητῶς ποιούντων. Καὶ
τὰ μέν, φησίν, ἔργα τῶν ἀγεννήτων συνυφίσταται τοῖς ἑαυ-
τῶν ποιηταῖς ἀγεννήτως, τὰ δὲ ἔργα τῶν γεννητῶν ἔγχρονα.
Μηδενὸς τοίνυν τῶν ἀγεννήτων ἐγχρόνως ποιούντων, δῆλον ὅτι
300

τὰ γεννητὰ οὔτε γέγονεν ὑπὸ τοῦ ἀγεννήτου οὔτε γενέσθαι


δύναται.

Ιουστίνος Μάρτυρ. Quaestiones gentilium ad Christianos (0646: 011)


“Corpus apologetarum Christianorum saeculi secundi, vol. 5, 3rd edn.”,
Ed. Otto, J.C.T.Jena: Mauke, 1881, Repr. 1969.
Morel p. 215, sec. B, line 2

τὴν ἀνάστασιν, οὐδὲν ἄρα κατὰ τοῦτο διαφέρει θεὸς ἀνθρώ-


που. Εἰ δὲ ἀπειράκις διαφέρει, ὥσπερ οὖν καὶ διαφέρει, πῶς
οὐκ ἔστιν ἄτοπον τὸ ἀπιστεῖν θεῷ τὴν ποίησιν ὧν ἔχει τοῦ
ποιεῖν τὴν δύναμιν;
 λϛʹ. Ὧν ἰσχύει θεὸς τὴν ὑπὲρ φύσιν ποίησιν, τούτων πῶς  
οὐκ ἔστιν ἄτοπον τὸ ἀπιστεῖν αὐτῷ τὴν ὑπὲρ φύσιν μετα-
ποίησιν;
 λζʹ. Εἰ τὸ μὴ κατὰ φύσιν γινόμενον, τούτου ἄπιστον καὶ
ἀδύνατον τὴν ποίησιν χρὴ ὑπολαμβάνειν, πῶς οὐκ ἔσται καὶ
τοῦ πρώτου γεγονότος ἀνθρώπου ἄπιστος καὶ ἀδύνατος ἡ
ποίησις, μὴ κατὰ φύσιν γεγενημένου; Ἀδύνατον γὰρ γενέσθαι
ἐξ ἀνθρώπου ἄνθρωπον κατὰ φύσιν, μὴ πρῶτον τοῦ ἀνθρώ-
που γινομένου ὑπὲρ φύσιν.
 ληʹ. Εἰ μὴ γίνομαι πάλιν ὅπερ ἤμην, πῶς ἀπολαμβάνω
τῆς ἀρετῆς ἢ τῆς κακίας τὰς ἀμοιβάς, ὧν ἐπὶ τοῦ παρόντος
οὐκ ἔτυχον; Εἰ γὰρ οὐ γίνεται τῶν νεκρῶν ἡ ἀνάστασις, πῶς
οὐκ ἔσονται ἴσοι ἀλλήλοις οἵ τε δρῶντες τοὺς μαρτυρικοὺς
ἀγῶνας καὶ οἱ ὑπομένοντες; Εἰ δὲ ἄδικον τοῦτο, πῶς οὐκ ἄδι-
κον τὸ μὴ γίνεσθαι τῶν νεκρῶν τὴν ἀνάστασιν, ἐν ᾗ μόνῃ ἐν-
δέχεται γίνεσθαι τῶν πεποιηκότων τὰ ἄδικα καὶ τῶν ὑπομε-
μενηκότων τὴν διάκρισιν, κατὰ τὴν διαφορὰν τιμῆς τε

Heliodorus Scr. Erot., Aethiopica (0658: 001)“Héliodore. Les


Éthiopiques (Théagène et Chariclée), 3 vols., 2nd edn.”, Ed. Rattenbury,
R.M., Lumb, T.W., Maillon, J.Paris: Les Belles Lettres, 1960.
Book 2, Ch. 34, sec. 5, line 4

         Ἡ δὲ νυνὶ θεωρία καὶ πλεονεκτεῖ τὰς


ἄλλας, Ἀχιλλείδης γὰρ εἶναι σεμνύνεται ὁ τῆς θεωρίας
ἐξάρχων· συνέτυχον γὰρ τῇ προτεραίᾳ τῷ νεανίσκῳ καί
μοι ἀληθῶς ἔδοξε τοῖς Ἀχιλλείδαις ἐμπρέπειν, τοιοῦτός
ἐστι τὴν μορφὴν καὶ τοσοῦτος ἰδεῖν τὸ μέγεθος ὡς βε-
βαιοῦν τῇ θέᾳ τὸ γένος.»
         Ἐμοῦ δὲ θαυμάσαντος
301

καὶ πῶς Αἰνιάνων γένος τυγχάνων Ἀχιλλείδην ἑαυτὸν


ἀναγορεύει φήσαντος, ἡ γὰρ Ὁμήρου τοῦ Αἰγυπτίου ποίη-
σις τὸν Ἀχιλλέα Φθιώτην ἐνδείκνυται, «ὁ μὲν νεανίς-
κος» ἔφη ὁ Χαρικλῆς «καὶ ὁλοσχερῶς Αἰνιᾶνα εἶναι
τὸν ἥρωα διαγωνίζεται, τὴν Θέτιν ἐκ τοῦ Μαλιακοῦ
κόλπου γήμασθαι τῷ Πηλεῖ καὶ Φθίαν τὸ περὶ τὸν κόλ-
πον τοῦτον ὀνομάζεσθαι πάλαι διατεινόμενος, τοὺς δὲ
ἄλλους δι' εὐδοξίαν τοῦ ἀνδρὸς ἐφελκομένους ἑαυτοῖς
ἐπιψεύδεσθαι.

AmmoniusGramm., De adfinium vocabulorum differentia (= Περὶ


ὁμοίων καὶ διαφόρων λέξεων) (fort. epitome operis sub auctore
Herennio Philone) (0708: 001)“Ammonii qui dicitur liber de adfinium
vocabulorum differentia”, Ed. Nickau, K.Leipzig: Teubner, 1966.
Lexical entry 139, line 2

 διπλοῦνκαὶ διπλάσιονδιαφέρει. διπλοῦν μὲν γάρ


ἐστι κατὰ μέγεθος, διπλάσιον δὲ κατὰ ἀριθμόν, ὡς τριπλά-
σιον καὶ τετραπλάσιον· οἷον ‘διπλάσια χρήματα ἔχει’. ἐπὶ δὲ
τῶν διπλουμένων τὸ διπλοῦν, ὥσπερ ἐπὶ τῶν πτυσσομένων
ἱματίων ‘διπλοῦν τὸ ἱμάτιον’, οὐκέτι ‘διπλάσιον’.
 διχότομοςκαὶ διχοτόμοςδιαφέρει. προπαροξυ-
τόνως μὲν γὰρ ὁ εἰς δύο διῃρημένος, παροξυτόνως δὲ ὁ εἰς δύο
διαιρῶν. καὶ ἔστι τὸ μὲν παθητικόν, τὸ δὲ ἐνεργητικόν.  
 διήγησιςκαὶ διήγημαδιαφέρει. διήγησις μὲν γάρ,
καὶ ποίησις, ἐστὶν ἡ ἐν μήκει τὸ τέλειον ἔχουσα· διήγημα δέ,
καὶ ποίημα, τὸ βραχύτερον.
 διδάξωκαὶ διδάξομαιδιαφέρει. ‘διδάξω’ μὲν γὰρ
δι' ἑαυτοῦ, ‘διδάξομαι’ δὲ δι' ἑτέρου· ὡς ‘οἰκοδομήσω’
μὲν δι' ἑαυτοῦ, οἰκοδομήσασθαι δὲ δι' ἑτέρου.
 διφθέρακαὶ μηλωτὴδιαφέρει. διφθέρα μὲν γὰρ
αἰγῶν, μηλωτὴ δὲ προβάτων.

AmmoniusGramm., De adfinium vocabulorum differentia (= Περὶ


ὁμοίων καὶ διαφόρων λέξεων) (fort. epitome operis sub aucto
Lexical entry 303, line 2

 ’λήϊτον ἀμφεπένοντο’ (fr. ad.).


τὸ δὲ λιτουργεῖν κακὰ λέγειν.
 λίβανοςκαὶ λιβανωτὸςδιαφέρει. λίβανος μὲν γὰρ
302

κοινῶς καὶ τὸ δένδρον καὶ τὸ θυμιώμενον, λιβανωτὸς δὲ


μόνον τὸ θυμιώμενον.
 λογογράφοςκαὶ λογοποιὸςδιαφέρει. λογογράφος
μὲν γάρ ἐστιν ὁ τοὺς δικανικοὺς λόγους γράφων, λογοποιὸς
δὲ ὁ λόγους τινὰς καὶ μύθους συντιθείς.
 λόγος ποιήσεωςδιαφέρει. λόγος μὲν γάρ ἐστιν
ἡ δίχα μέτρου σύνταξις, ποίησις δὲ ἡ σύνθεσις ἡ μέτρῳ
κοσμουμένη.
 λυχνοῦχονκαὶ λαμπτῆράφασι τὸν ⌊νῦν φανόν⌋,
φανὸνδὲ τὴν λαμπάδα, καὶ οἱ μὲν κωμικοὶ διὰ τοῦ φ, οἱ δὲ
τραγικοὶ διὰ τοῦ π, πανός. λυχνεῖονδὲ ἐκάλουν τὴν λυχ-
νείαν.  
 λυχνίον λυχνούχουδιαφέρει. λυχνίον μὲν γάρ
ἐστιν ἡ λυχνία ὡς Ἀντιφάνης φησὶν (III p. 29 M. = fr. 55, 2 K.)
ἐν Ἀφροδίτης γοναῖς, λυχν⌊οῦχ⌋ος δὲ ὁ φανός. Μένανδρος
(fr. 291 Koerte2) ἐν Νομοθέταις
 ’ἑτέρου λυχνοῦχος, ἑτέρου λήκυθος’.

AmmoniusGramm., De adfinium vocabulorum differentia (= Περὶ


ὁμοίων καὶ διαφόρων λέξεων) (fort. epitome operis sub aucto
Lexical entry 316, line 11

 μεταβάλλεσθαικαὶ μεταμορφοῦσθαικαὶ ἀλ-


λοιοῦσθαικαὶ ἑτεροιοῦσθαιδιαφέρει. μεταβάλλεσθαι
μὲν γάρ ἐστι πάθος κοινόν· καὶ γὰρ καιρῶν γίνονται ⌊μετα-
βολαὶ⌋ καὶ πράξεων καὶ ἀφροδισίων. ὁ γοῦν Εὐριπίδης ἐν
Ὀρέστῃ (234) παριστῶν τὴν δύναμιν τῆς λέξεώς φησι
      ’μεταβολὴ πάντων γλυκύ’.  
μεταμορφοῦσθαι δὲ μεταχαρακτηρισμὸς καὶ μετατύπωσις
σώματος εἰς ἕτερον χαρακτῆρα. ἀλλοίωσις δὲ οὐ μόνον μετα-
σχηματισμὸς χαρακτήρων, ὡς τὸ
 ’ἀλλοῖός μοι, ξεῖν', ἐφάνης νέονἠὲ πάροιθεν’ (π 181),
ἀλλὰ καὶ τῆς προτέρας ὑπολήψεως ποίησις ἑτέρα. ἑτεροίω-
σις δ' ὅταν ἀφ' ἑτέρου σώματος εἰς ἕτερον μεταβάλῃ οἷον
Νιόβη εἰς λίθον.
 μεῖραξκαὶ μειράκιονκαὶ μειρακίσκοςδιαφέρει.
μειράκιον γὰρ καὶ μειρακίσκος ὁ ἄρσην, μεῖραξ δὲ ἡ θήλεια.
 μετρεῖσθαικαὶ ἵστασθαιδιαφέρει. μετρεῖσθαι μὲν
γὰρ ἔλεγον οἱ παλαιοὶ μέτρῳ λαμβάνειν πυρὸν ἤ τι τοιοῦτον
ἐν δάνει, ἵνα ἀποδῷ. Ἡσίοδος (opp. 349)
 ’εὖ μὲν μετρεῖσθαι’, ‘εὖ δ' ἀποδοῦναι’,
303

Paulus Med., Epitomae medicae libri septem (0715: 001)


“Paulus Aegineta, 2 vols.”, Ed. Heiberg, J.L.Leipzig: Teubner, 9.1:1921;
9.2:1924; Corpus medicorum Graecorum, vols. 9.1 & 9.2.
Book 7, Ch. 12, sec. 19, line 4

νης, κρόκου, κηκῖδος, ἀλόης, ῥέου Ποντικοῦ, σιδίων, μύρτων ἀνὰ 𐅻 δ·


ἀναλάμβανε οἴνῳ αὐστηρῷ καὶ ποίει τροχίσκους τριωβολιαίους, δίδου
δὲ ἀπυρέτοις μετ' οἴνου, πυρέσσουσι δὲ μεθ' ὑδρομέλιτος.
      
      

Ὁ Μούσα.

 Στυπτηρίας, ἀλόης, σμύρνης, χαλκάνθου ἀνὰ 𐆄 α𐅵ʹ, σιδίων, κρό-


κου, κροκομάγματος ἀνὰ 𐅻 ϛ· οἴνῳ.  
    

Κροκομάγματος σκευή.

 Κρόκου 𐆄 β, ῥόδων, ἀμύλου, σμύρνης, ἀλόης, λιβάνου, κόμμεως ἀνὰ


𐆄 α, κόστου, ναρδοστάχυος ἀνὰ 𐅻 α· οἴνῳ. ἐν τῷ περὶ κροκίνου ἐλαίου
καὶ ἑτέρα κροκομάγματος λέγεται ποίησις.
      
   

Aretaeus Med., De causis et signis acutorum morborum (lib. 2) (0719:


002)“Aretaeus, 2nd edn.”, Ed. Hude, K.Berlin: Akademie–Verlag, 1958;
Corpus medicorum Graecorum, vol. 2.Book 1, Ch. 6, sec. 5, line 5

θαρσίης τοῦ σκήνεος, εὖτε αὐτέῃσι ἀπηνδρώθησαν αἱ μῆτραι. ἀλλ' αἵδε


οὐ μάλα [δὲ] ῥηϊδίως ἐκμαίνονται, μάλα δὲ χαλεπῶς ἐκμαίνονται. αἵδε
αἱ προφάσιες· καὶ γὰρ ἄνδρα ἐξάπτουσι, ἢν ξυνήθη αἵματος ἔκκρισιν
ἢ χολῆς ἢ ἱδρῶτος ἐπίσχῃ τις αἰτίη. καὶ οἷσι μὲν ἡδονὴ ᾖ ἡ μανίη,
γελῶσι, παίζουσι, ὀρχῶνται νυκτὸς καὶ ἡμέρης, καὶ ἐς ἀγορὴν ἀμφα-
δόν, καὶ ἐστεμμένοι κοτὲ ὅκως ἐξ ἀγωνίης νικηφόροι ἔασιν· ἄλυπος
τοῖσι πέλας ἡ ἰδέη. μετεξέτεροι δὲ ὑπὸ ὀργῆς ἐκμαίνονται. ἔσθ' ὅτε
καὶ ἐσθῆτάς τε ἐρρήξαντο, καὶ θεράποντας ἀπέκτειναν, καὶ ἑωυτέοισι
χεῖρας ἐπήνεγκαν· ἥδε καὶ τοῖς πέλας οὐκ ἀκίνδυνος ἡ ξυμφορή. ἰδέαι
δὲ μυρίαι. τοῖσι μέν γε εὐφυέσι τε καὶ εὐμαθέσι ἀστρονομίη ἀδίδακτος,
304

φιλοσοφίη αὐτομάτη, ποίησις δῆθεν ἀπὸ μουσέων. ἴσχει γάρ τι καὶ


ἐν νούσοισι εὔχρηστον ἡ εὐπαιδευσίη. τοῖσι δὲ ἀπαιδεύτοισι ἀχθοφορίη,
πηλοεργίη· τέκτονες, ἢ λιθοξόοι. γίγνονται δὲ καὶ ἀλλόκοτοι φαντα-
σίαι. ἐδεδίει γάρ τις ληκύθων ἔκπτωσιν, καὶ ἄλλος οὐκ ἔπινε, δοκέων
ἑωυτὸν πλίνθον ἔμμεναι, ὡς μὴ τῷ ὑγρῷ λυθείη. μυθολογέεται δὲ
καὶ τόδε· τέκτων ἤδη ἐπὶ οἴκου μὲν σαόφρων ἐργάτης ἦν, μετρῆσαι
ξύλον, κόψαι, ξῦσαι, ξυγγομφῶσαι, ἁρμόσαι, ξυντελέσαι δόμον νηφα-
λέως, τοῖσι ἐργοδοτέῃσι ὁμιλῆσαι, ξυμβῆναι, ἀμεῖψαι τὰ ἔργα μισθοῦ
δικαίου. ὅδε ἐπὶ μὲν τοῦ χωρίου τοῦ ἔργου ὧδε εἶχε γνώμης· ἢν δὲ
ἐξίῃ κοτὲ ἐς ἀγορὴν ἢἐπὶ λουτρόν, ἤ τινα ἑτέρην ἀνάγκην, τιθεὶς
τὰ ὅπλα πρῶτον ἔστενε, εἶτα ἐπῆγε ὤμῳ ἐξιών· ἐπὴν δὲ ἀπῆλθε τῆς

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria (0732: 004)


“Alexandri Aphrodisiensis in Aristotelis metaphysica commentaria”,
Ed. Hayduck, M.Berlin: Reimer, 1891; Commentaria in Aristotelem
Graeca 1.P. 15, line 31

 Ὅτι μή ἐστι ποιητική τε καὶ πρακτικὴ ἡ φιλοσοφία τε καὶ ἡ σοφία


ἀλλὰ θεωρητική, δείκνυσι καὶ ἐκ τοῦ τὴν ἀρχὴν ἐπὶ ζήτησιν τὴν τούτων
καὶ τὴν εὕρεσιν ἐλθεῖν τοὺς πρώτως φιλοσοφήσαντας διὰ τὸ θαυμάσαι
ἕκαστον αὐτῶν πῶς ἔχει· τὸ δὲ θαυμάζειν ἀγνοούντων ἐστίν. οὐκοῦν εἰ
διὰ μὲν τὸ ἀγνοεῖν ἐθαύμαζον, διὰ δὲ τὸ θαυμάζειν ἐπὶ τὸ φιλοσοφεῖν
ἦλθον, διὰ τὸ ἀγνοεῖν ἄρα ἐπὶ τὸ φιλοσοφεῖν ἦλθον. ὃ δὴ ἔμελλε τῆς
ἀγνοίας παύσειν αὐτούς, τούτου χάριν ἦλθον ἐπὶ τὸ φιλοσοφεῖν· γνῶσις
δὲ ἔμελλεν ἀλλ' οὐ πρᾶξις τῆς ἀγνοίας παύσειν αὐτούς· γνώσεως ἄρα
ἀλλ' οὐ πράξεως χάριν ἦλθον ἐπὶ τὸ φιλοσοφεῖν. εἰ γὰρ δι' ἄγνοιαν ἦλθον
ἐπὶ τὴν ζήτησιν αὐτῶν, δῆλον ὡς γνώσεως ἐφέσει· τῆς γὰρ ἀγνοίας οὐχ ἡ
ποίησις ἀλλ' ἡ γνῶσις ἴασις. τὴν αὐτὴν δὲ ἔθος αὐτῷ καλεῖν σοφίαν τε
καὶ πρώτην φιλοσοφίαν. ἡ γὰρ τελειοτάτη φιλοσοφία ἡ ἀρξαμένη ἀπὸ
τοῦ θαυμάζειν  
ἐπὶ τὸ ζητεῖν προελήλυθεν· ἔπειτα εὑροῦσα τὰ ζητούμενα οὕτως ἔχει περὶ

αὐτά, ὡς θαυμάζειν εἰ ἐνδέχεται αὐτὰ ἄλλως ἔχειν, ὡς προελθὼν ἐρεῖ.


λέγει δὲ ὅτι τὴν μὲν ἀρχὴν ἦλθον ἐπὶ τὸ ζητεῖν τε καὶ φιλοσοφεῖν τὰ
πρόχειρά τε καὶ ἐν ποσὶ διὰ τὴν φαινομένην ἀτοπίαν θαυμάσαντες, οἷον,
εἰ οὕτως τύχοι, διὰ τί τὸ ἤλεκτρον ἕλκει τὰ ἀχυρώδη, ἡ Ἡρακλεία λίθος
τὸν σίδηρον, ἢ τί ἐστιν ἡ ἶρις, ἢ ὅλως τὴν τῶν νεφῶν σύστασιν, τὰς
305

βροντάς, πόθεν, ἢ περὶ τῶν ἀστραπῶν, πῶς γίνονται. εἶτα κατ' ὀλίγον
προϊόντες ἦλθον καὶ ἐπὶ τὸ περὶ τῶν μειζόνων διαπορεῖν τε καὶ θαυμάζειν

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria


P. 182, line 3

στητοῖς. ὅτι δὲ μὴ πάντα τὰ αἴτια ἐν πᾶσι τοῖς ἐπιστητοῖς δείκνυσιν ἐπὶ


τῶν ἀκινήτων· τὰ γὰρ ἀκίνητα ἂν εἴη λέγων τὰ ἀγένητά τε καὶ ἄφθαρτα,
κινήσεως δὲ ἀρχὴν λέγει τὸ ποιητικὸν αἴτιον. ἐν δὲ τοῖς ἀκινήτοις τίθησι
καὶ τὰ μαθηματικά· ἐν γὰρ τούτοις οὔτε τὸ ὅθεν ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως
ἔστιν αἴτιον, τοῦτο δέ ἐστι τὸ ποιητικόν· πῶς γὰρ ἂν εἴη ἐν τοῖς ἀγενή-
τοις καὶ ἀκινήτοις αἴτιον ποιητικὸν καὶ κινητικόν; ἀλλ' οὐδὲ ἡ τοῦ
ἀγαθοῦ
φύσις (αὕτη δέ ἐστι τὸ τέλος καὶ τὸ οὗ ἕνεκα) ἐν τούτοις ἐστίν· τὸ γὰρ
ὡς ἀγαθὸν αἴτιόν ἐστι τὸ οὗ χάριν τὰ ἄλλα, αὐτὸ δὲ οὐδενός, τὸ δὲ τοι-  
οῦτον τέλος. ἀλλὰ μὴν τὸ τέλος καὶ τὸ τινὸς χάριν τὰ πρὸ τοῦ τέλους
ποιεῖν ἐν πράξεσίν ἐστι καὶ ἐν ταῖς ποιητικαῖς καὶ πρακτικαῖς τῶν ἐπιστη-
μῶν· ἐν οἷς δὲ ποίησις καὶ πρᾶξις, καὶ κίνησις ἐν τούτοις, ὥστε ἐν τοῖς
ἀκινήτοις οὐκ ἂν εἴη οὐδὲ αὐτὴ ἡ αἰτία ἡ τελική, ἥτις ἐστὶ τὸ ἀγαθὸν
τὸ τῇ αὑτοῦ φύσει καὶ ἁπλῶς· τοῦτο γὰρ λέγοι ἂν διὰ τοῦ καθ' αὑτὸ
καὶ διὰ τὴν αὑτοῦ φύσιν,ὃ καὶ αὐτοαγαθὸν εἶπε. βουλόμενος δὲ δεῖξαι
ὅτι οὐδὲ ἡ κατὰ τὸ τέλος αἰτία ἐν πᾶσίν ἐστιν, ὥσπερ οὖν οὐδὲ ἡ ποιη-
τική (ἐν γὰρ τοῖς ἀκινήτοις οὐδετέρα), οὐκ αὐτόθεν εἶπε τὴν κατὰ τὸ
τέλος
αἰτίαν μὴ εἶναι ἐν αὐτοῖς, ἀλλὰ τὴν τοῦ ἀγαθοῦ φύσιν ᾗ συμβέβηκε τέλει
εἶναι· διὸ καὶ προβιβάζει ἀπὸ τοῦ ἀγαθοῦ ἀρξάμενος, ὅτι μηδὲ ἡ ὡς τέλος

αἰτία ἐστὶν ἐν τοῖς ἀκινήτοις, δεικνὺς τὸ ἀγαθὸν τέλος ἐν πᾶσιν ὄν. ἐπεὶ
δέ ἐστί τινα ἀγαθὰ καὶ ποιητικά, ποῖα ἀγαθὰ τελικά ἐστιν ἐδήλωσεν εἰ

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria


P. 417, line 29

κατὰ συμβεβηκὸς καὶ ἡ κατ' εἶδος διάθεσις ἐν θέσει ἦν. θέσις δέ ἐστιν,
ὡς εἰρήκαμεν ἐν Κατηγορίαις, ἐν τοῖς ὑπομένουσιν ἄλληλα μορίοις.
οὕτω δὲ ἔχει καὶ ἐπὶ τῆς διαθέσεως τῆς κατὰ τὰς δυνάμεις τε καὶ
τὰ εἴδη.
 Καὶ τῆς ἕξεως δὲ τὴν μέν τινα εἶναί φησιν ἐνέργειαν τοῦ ἔχοντός τε
καὶ ἐχομένου· ἡ γὰρ ἀμφοῖν ἐνέργεια τοῦ τε ἔχοντος καὶ τοῦ ἐχομένου,
ὅταν τό τε ἔχον ἐνεργείᾳ ἔχῃ ὃ ἔχει καὶ μὴ δυνάμει, καὶ τὸ ἐχόμενον
ὁμοίως ἐνεργείᾳ ἔχηται, ἕξις ἐστίν, ἔχοντος καὶ ἐχομένου οὖσα ἐνέργεια.
306

οὕτως ἕξις ἱματίου καὶ ἕξις χιτῶνος ἀπὸ τοῦ ἔχειν ὠνομασμένη, οἷον
ἔχησίς
τις οὖσα· ὡς γὰρ τοῦ ποιοῦντος καὶ τοῦ ποιουμένου μεταξὺ ἡ ἐνέργεια
ποίησις, οὕτω καὶ ἡ τοῦ ἔχοντός τε καὶ ἐχομένου ἕξις μεταξὺ οὖσα καὶ
ἐν τῇ ἀμφοτέρων ἐνεργείᾳ τὸ εἶναι ἔχουσα. εἰπὼν δὲ τῆς τε ἐχομένης
ἐσθῆτος καὶ τοῦ ἔχοντος αὐτὴν μεταξὺ τὴν ἕξιν εἶναι, οὐχ ὥσπερ τῆς
ἐσθῆτος ἕξις ἐστίν, οὕτως ἐστί, φησί, καὶ τῆς ἐσθῆτος ἕξεως ἕξις. προσέ-
θηκε δὲ τὸ ταύτην,ὅτι τῆς τοιαύτης καὶ οὕτω λεγομένης ἕξεως ἕξις οὐκ
ἔστιν, οὐδὲ ἔστι πάλιν ταύτην τὴν ἕξιν ἔχειν ὡς τὸ ἱμάτιον· εἰς ἄπειρον
γὰρ ἂν προΐοι, εἰ εἴη καὶ τῆς ἕξεως τῆς τοιαύτης ἕξις πάλιν, ὡς ἦν ἡ τοῦ
ἱματίου· τῆς γὰρ κατ' ἄλλο σημαινόμενον ἕξεως ἔστιν ἕξις, ὡς τῆς ἀρετῆς

καὶ τῆς ἐπιστήμης τε καὶ τέχνης. τὸ δὲ εἰ τοῦ ἐχομένου ἔσται ἔχειν  


τὴν ἕξινδηλωτικόν ἐστι τοῦ εἰ ἐπὶ τῆς ἕξεως τῆς τοῦ ἐχομένου λεγο-
μένης ἕξις πάλιν εἴη, ὡς εἶναι πάλιν ἐκείνην τὴν ἕξιν ἔχειν· ὡς γὰρ τῆς

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria


P. 471, line 31

σμὸς ἤτοι ἀνάπτυξις καὶ ἀπαρίθμησίς ἐστι τῶν καθ' αὑτὸ καὶ οὐσιωδῶς
ὑπαρχόντων αὐταῖς. εἰπὼν δὲ ὥστε τὸ τί ἦν εἶναί ἐστιν ὅσων ὁ λό-
γος ὁρισμός ἐστιν,ἐπειδὴ οἱ ὁρισμοὶ ταὐτὸν σημαίνουσι τῷ ὀνόματι
τοῦ τί ἦν εἶναι, ἐπήγαγεν ὁρισμὸς δ' ἐστὶν οὐκ ἂν ὄνομα λόγῳ
ταὐτὸν σημαίνῃ.δέον εἰπεῖν ‘ὁρισμὸς δέ ἐστιν οὐκ ἐὰν λόγος ᾖ ὀνό-
ματι ταὐτὸν σημαίνων’, εἶπεν ‘οὐκ ἂν ὄνομα ᾖ λόγῳ ταὐτὸν σημαῖνον’.
ἐστὶ δὲ ὃ λέγει τοιοῦτον. οὐ πᾶς λόγος ὀνόματι ταὐτὸν σημαίνων ὁρισμός

ἐστιν. εἰ γὰρ πᾶς λόγος ὀνόματι ταὐτὸν σημαίνων ὁρισμὸς ἦν, ἐπειδὴ
δυνάμεθα παντὶ λόγῳ ὄνομα θεῖναι, πᾶς ἂν λόγος ὁρισμὸς ἦν· ὥστε
ἐπειδὴ
πάσῃ τῇ τοῦ Ὁμήρου ποιήσει κεῖται ὄνομα τὸ Ἰλιάς, ὁρισμὸς ἂν ἦν ἡ
ποίησις· ταὐτὸν γὰρ δηλοῖ πάντα τὰ ἔπη, αὐτά φημι τὰ εἰκοσιτέτταρα
βιβλία, ὅπερ τὸ Ἰλιὰς ὄνομα. οὐ πᾶς οὖν λόγος ὀνόματι ταὐτὸν σημαίνων
ὁρισμός ἐστιν, ἀλλ' ὅστις λόγος [σὺν] τῷ ὀνόματι ταὐτὸν δηλῶν καὶ
ἀνάπτυξιν
καὶ ἀπαρίθμησιν ἔχει τινῶν συνιστώντων εἶδος, ἢ μᾶλλον συνιστώντων
πλῆθος
ἐξ ὧν ἡ διάνοια τὸ καθόλου χωρίζει καὶ ἀποσυλᾶται, ἐκεῖνος ἂν εἴη
ὁρισμός.
εἰπὼν δὲ ὅτι ἐκεῖνος ὁ λόγος ἐστὶν ὁρισμός, ἐὰν ᾖ πρώτου τινός, τίνα  
βούλεται λέγειν πρῶτα σαφηνίζων ἐπήγαγε τοιαῦτα δ' ἐστὶν ὅσα λέγεται
μὴ τῷ ἄλλο λέγεσθαι,ὡς ἂν εἰ ἔλεγε, ταῦτα δὲ λέγω πρῶτα ὅσα λέ-
307

γεται μὴ τῷ ἄλλο λέγεσθαι. ὅταν γὰρ λέγωμεν ὅτι λευκόν, οὐχὶ τὴν λευ-
κότητα αὐτὴν καθ' αὑτήν φαμεν, ἀλλὰ τὴν λελευκασμένην οὐσίαν, οἷον
χιόνα, Σωκράτην ἢ ἄλλο τι τοιοῦτον. ὅταν δὲ λέγωμεν ὅτι ἄνθρωπος,

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria


P. 490, line 10

τερον ὑπερέχειν, ἀλλὰ συμμέτρως ἔχειν. ὁμαλότητος δὲ μελλούσης γενέ-

σθαι δεῖ θερμότητα εἶναι· ὑποκείσθω γὰρ ἐπικρατεῖν τὸ ψυχρὸν τοῦ θερ-
μοῦ. ἀλλ' εἰ δεῖ θερμότητα γενέσθαι, δεῖ τρίψεως. ἄρχεται οὖν ἀπὸ τῆς
τρίψεως, ἣν καὶ δύναται ποιῆσαι, ἥτις τρῖψις ἔσχατόν ἐστι καὶ τῆς ὑγιείας

καὶ τῆς ὁμαλότητος καὶ τῆς θερμότητος. πρῶτον γὰρ τὴν ὑγίειαν ἐνόησεν

ὁ ἰατρός, εἶτα τὴν ὁμαλότητα, εἶτα τὴν θερμότητα καὶ τελευταῖον τὴν
τρῖψιν, ἥτις τρῖψις ποιεῖ τὴν θερμότητα καὶ αὕτη τὴν ὁμαλότητα καὶ αὕτη

τὴν ὑγίειαν. ἡ τρῖψις οὖν ἡ παρὰ τοῦ ἰατροῦ γεγονυῖα ἐν τῇ τοῦ νοσοῦν-
τος κοιλίᾳ ἢ ἁπλῶς ἐν τῷ νοσοῦντι μέρει συμβαίη ἄν ποτε καὶ ἐκ ταὐτο-
μάτου γενέσθαι· ὅπως δὲ τοῦτο συμβήσεται ἐροῦμεν, ὅτε καὶ αὐτὸς λέγει.

καλεῖται δὲ ἡ ἀπὸ τῆς τρίψεως ἐπὶ τὴν ὑγίειαν κίνησις ποίησις. ὥστε
συμβαίνει τρόπον τινὰ τὴν ὑγίειαν γίνεσθαι ἐκ τῆς ὑγιείας καὶ τοῦ εἴδους
αὐτῆς τοῦ ἐν τῇ ψυχῇ τοῦ ἰατροῦ ὄντος. ἡ ἐν τῷ νοσοῦντι γὰρ ὑγίεια
γινομένη ἐκ τοῦ εἴδους καὶ τοῦ λόγου τῆς ὑγιείας τοῦ ἐν τῇ ἰατροῦ ψυχῇ
ὄντος γίνεται· ὁμοίως δὲ καὶ ἥδε ἡ μετὰ τῆς ὕλης οἰκία ἐκ τῆς ἄνευ ὕλης
οἰκίας τῆς ἐν τῷ οἰκοδόμῳ γίνεται. ὥσπερ γὰρ ἡ ὄψις ἐν ἑαυτῇ ἔχει τὰ
τῶν χρωμάτων εἴδη ἄνευ τῆς ὑποκειμένης αὐτοῖς ὕλης, οὕτως καὶ ἡ
ψυχὴ τὰ τῶν ἐπιστητῶν εἴδη· τόπος γὰρ εἰδῶν ἡ ψυχή, ὡς ἐν τῇ Περὶ
ψυχῆς εἴρηται. πῶς δὲ ἐκ τῆς οἰκίας καὶ ὑγιείας ἡ οἰκία καὶ ἡ ὑγίεια γί-
νεται σαφηνίζων ἐπάγει ἡ γὰρ ἰατρικὴ καὶ ἡ οἰκοδομικὴ τὸ εἶδος
τῆς οἰκίας καὶ τῆς ὑγιείας εἰσίν.εἰ δὲ ἐκ τῆς ἰατρικῆς καὶ τῆς

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria


P. 490, line 31

(οὐδὲν γὰρ ἄλλο ἐστὶν ἡ ἰατρικὴ καὶ ἡ οἰκοδομικὴ ἢ οἱ λόγοι τῆς ὑγιείας
καὶ τῆς οἰκίας), φανερὸν ὡς γίνεται ἡ οἰκία ἐξ οἰκίας καὶ ἡ ὑγίεια ἐξ
ὑγιείας. εἰπὼν δὲ ὅτι συμβαίνει οἰκίαν ἐξ οἰκίας γενέσθαι καὶ ὑγίειαν ἐξ
308

ὑγιείας τῆς ἄνευ ὕλης τὴν ἔχουσαν ὕλην,τοῦ μὲν οἰκίαν καὶ ὑγίειαν
ἐξ οἰκίας καὶ ὑγιείας γίνεσθαι ἐπήγαγε κατασκευαστικὸν τὸ ἡ γὰρ ἰατρικὴ

καὶ ἡ οἰκοδομικὴ τὸ εἶδος τῆς οἰκίας καὶ τῆς ὑγιείας·τοῦ δὲ τῆς


ἄνευ ὕληςἐπήγαγε τὸ λέγω δ' οὐσίαν ἄνευ ὕλης τὸ τί ἦν εἶναι,
τουτέστιν αὐτὸ τὸ τῆς οἰκίας καὶ τὸ τῆς ὑγείας εἶδος.

p. 1032b15 Τῶν δὲ γενέσεων καὶ κινήσεων ἡ μὲν νόησις καλεῖ-


ται, ἡ δὲ ποίησις.

 Βουλόμενος δεῖξαι πῶς τινα τῶν αἰτίων οὐ μόνον ὑπὸ τῶν κινούντων
γίνεται ἀλλὰ καὶ ἐκ ταὐτομάτου, πρότερον διαιρεῖ τὴν γένεσιν εἴς τε τὴν
νόησιν καὶ εἰς τὴν ποίησιν, καί φησιν ὅτι τῶν γενέσεων ἡ μὲν νόησις κα-
λεῖται ἡ δὲ ποίησις, ἡ μὲν οὖν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς καὶ τοῦ εἴδους νόησις, ἡ δὲ
ἀπὸ τοῦ τέλους τῆς νοήσεως ποίησις· οἷον νοεῖ ὁ οἰκοδόμος τὸ τῆς
οἰκίας εἶδος
ὅτι ἐστὶ σκέπασμα τοιονδί, καὶ εἰ μέλλοι τοδὶ εἶναι δεῖ τοίχους γενέσθαι,
ἀλλ' εἰ δεῖ γενέσθαι τοίχους, δεῖ γενέσθαι θεμέλιον, καὶ εἰ ἔσται θεμέλιος,

δεῖ ὀρύξαι· καὶ ἄρχεται ἐντεῦθεν ὀρύσσειν καὶ ὀρύξας ποιεῖ θεμέλιον,
εἶτα
τοίχους, εἶτα σκέπασμα. ἡ μὲν οὖν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τοῦ εἴδους ἄχρι τοῦ
ὀρύσσειν γένεσις ἢ κίνησις νόησις καλεῖται, ἡ δὲ ἀπὸ τοῦ ὀρύσσειν, ὃ τέ

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria P. 491, line 13

ὀρύσσειν γένεσις ἢ κίνησις νόησις καλεῖται, ἡ δὲ ἀπὸ τοῦ ὀρύσσειν, ὃ τέ-


λος μὲν ἦν τῆς νοήσεως ἀρχὴ δὲ τῆς γενέσεως τῆς οἰκίας, ἡ δὴ ἀπὸ τοῦ
ὀρύσσειν γένεσις ἢ κίνησις ἄχρι τοῦ σκεπάσματος λέγεται ποίησις. καὶ ὁ
ἰατρὸς ἐννοεῖ τὸ εἶδος τῆς ὑγιείας ὅτι ἐστὶ τοδί, καὶ εἰ μέλλει ἔσεσθαι
ὑγίεια δεῖ ὁμαλυνθῆναι, τὸ ὁμαλυνθῆναι δέ ἐστι τὸ συμμετρίαν γενέσθαι
τῶν τοῦ ζῴου ξηρῶν καὶ ὑγρῶν, θερμῶν καὶ ψυχρῶν, τοῦτο δὲ ἔσται εἰ
θερμανθήσεται, θερμανθήσεται δὲ εἰ τρῖψις γενήσεται, αὕτη δὲ ἡ τρῖψις
ὑπάρχει ἐν τῷ ἰατρῷ δυνάμει· δύναται γὰρ τρῖψαι τὸν νοσοῦντα, καὶ
τρίβει· τῇ δὲ τρίψει ἕπεται ἡ θερμότης, καὶ ταύτῃ τὸ ὁμαλυνθῆναι, τῇ
δὲ ὁμαλότητι ἡ ὑγίεια. ἡ μὲν οὖν ἀπὸ τῆς ὑγιείας μέχρι τῆς τρίψεως
κίνησις νόησις λέγεται, ἡ δὲ ἀπὸ τῆς τρίψεως ἄχρι τῆς ὑγιείας ποίησις.
τὸ δὲ ὁμοίως δὲ καὶ τῶν ἄλλων τῶν μεταξὺ ἕκαστον γίγνεται
οἶμαι ὡς τῷ ὥστε συμβαίνειν τρόπον τινὰ τὴν ὑγίειαν ἐξ ὑγιείας
γίνεσθαι τῆς ἄνευ ὕλης τὴν ἔχουσαν ὕληνσυντάττεσθαι· καὶ εἴη
309

ἂν λέγων ὅτι ὥσπερ ὑγίεια ἐξ ὑγιείας γίνεται, οὕτω καὶ ἡ ὁμαλότης ἐκ


τῆς ὁμαλότητος τῆς ἐν τῇ ψυχῇ τοῦ ἰατροῦ οὔσης καὶ ἡ θερμότης ἐκ
τῆς θερμότητος. ὑπάρχει οὖν, ὥσπερ εἴρηται, ἡ τρῖψις δυνάμει. ἢ οὐ
τοῦτο λέγει ὅτι ὑπάρχει ἡ τρῖψις δυνάμει τῷ ἰατρῷ, ἀλλ' ὅτι ἡ τρῖψις δυ-
νάμει ὑγίειά ἐστιν. εἰ γὰρ ἡ τρῖψις ἀρχὴ τῆς ὑγιείας ἐστὶ καὶ πρῶτον
αἴτιον, δῆλον ὅτι ἡ τρῖψις δυνάμει ἐστὶν ὑγίεια. καὶ οἶμαι ὅτι τὸ
ὑπάρχει δὲ τοδὶ δυνάμειπερὶ τρίψεως εἴρηται, ὅτι ἡ τρῖψις δυνάμει

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria


P. 821, line 18

ποιηταί. αἰνίττεται δὲ τὸν Ὀρφέα· καὶ οὗτος γάρ φησιν ὅτι τὸ ἀγαθὸν
καὶ ἄριστον ὕστερόν ἐστι τῶν ἄλλων. ἐπεὶ γὰρ τὸ βασιλεῦον καὶ κρατοῦν
τῆς τῶν ἁπάντων φύσεώς ἐστι τὸ ἀγαθὸν καὶ ἄριστον, ὁ δὲ Ζεὺς βασι-
λεύει καὶ κρατεῖ, ὁ Ζεὺς ἄρ' ἐστὶ τὸ ἀγαθὸν καὶ ἄριστον. καὶ ἐπεὶ πρῶ-
τον μὲν κατ' Ὀρφέα τὸ Χάος γέγονεν, εἶθ' ὁ Ὠκεανός, τρίτον Νύξ, τέταρ-
τον ὁ Οὐρανός, εἶτ' ἀθανάτων βασιλεὺς θεῶν ὁ Ζεύς, δῆλον ὅτι καὶ οὗ-
τος τὸν Δία, ταὐτὸν δ' εἰπεῖν τὸ ἀγαθὸν καὶ ἄριστον, ὕστερον νομίζει
καὶ τοῦ Χάους καὶ τοῦ Ὠκεανοῦ καὶ τῆς Νυκτὸς καὶ τοῦ Οὐρανοῦ, ἤτοι
τοῦ κόσμου. ἀλλ' οὗτοι μέν, φησίν, οἱ ποιηταὶ διὰ τὸ μεταβάλλειν
καὶ ἄλλοτε ἄλλους ποιεῖν τοὺς ἄρχοντας τῶν ὄντων(πρῶτον μὲν γὰρ
“βασίλευσε περίκλυτος Ἠρικαπαῖος,” φησὶν ἡ ποίησις, μεθ' ὃν Νὺξ
“σκῆπ-
τρον ἔχουσ' ἐν χερσὶν ἀριπρεπὲς Ἠρικαπαίου,” μεθ' ἣν Οὐρανός, “ὃς
πρῶτος βασίλευσε θεῶν μετὰ μητέρα Νύκτα”), οὗτοι δὴ διὰ τὸ τοὺς
ἄρχοντας μεταβάλλειν τὸ ἀγαθὸν καὶ ἄριστον ὕστερον ποιοῦσιν. οἱ δὲ
μεμιγμένοι αὐτῶν(λέγει δὲ τοὺς μὴ πάντα μυθικῶς καὶ ἀναποδείκτως,
ὥσπερ οἱ ποιηταί, λέγοντας, ἀλλ' ἔστιν ὅτε καὶ ἐφ' ἃ ἀποδείξεσι χρωμέ-
νους), οὗτοι δὴ οὖν οἱ μεμιγμένοι, ὥσπερ Φερεκύδης ὁ Πυθαγόρου καθη-
γεμών, τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ ἄριστον λέγουσιν εἶναι τὴν τῶν πάντων αἰτίαν
καὶ ἀρχήν, ὁμοίως καὶ οἱ Μάγοι, καὶ οὐχ ὕστερον αὐτὸ ποιοῦσιν ὡς οἱ
προειρημένοι. οὕτω καὶ Ἐμπεδοκλῆς ὁ Πυθαγόρειος καὶ Ἀναξαγόρας τὸ
ἀγαθὸν καὶ ἄριστον πρεσβύτατον τῶν ἄλλων ἁπάντων ἀποφαίνονται, ὁ
μὲν

Alexander Phil., In Aristotelis topicorum libros octo commentaria


(0732: 006)“Alexandri Aphrodisiensis in Aristoteis topicorum libros octo
commentaria”, Ed. Wallies, M.Berlin: Reimer, 1891; Commentaria in
Aristotelem Graeca 2.2.P. 152, line 25
310

οἰκίας ἐστὶν ἐπιστήμη ὡς τέλους καὶ δι' ὧν οἰκία γίνεται, ἅπερ ἐστὶ πρὸς
τὸ τέλος· πλειόνων οὖν ἡ αὐτή. ὁμοίως ἰατρικὴ ὑγείας καὶ τῶν ὑγείας
ποιητικῶν, οἷον διαίτης, τομῆς, καύσεως. λέγεται πάλιν μία πλειόνων
ἐπι-
στήμη καὶ ὡς τελῶν, ὡς λέγομεν τῶν ἐναντίων εἶναι τὴν αὐτὴν ἐπιστή-
μην, ὑγείας μὲν καὶ νόσου τὴν ἰατρικήν, ἡρμοσμένου δὲ καὶ ἀναρμόστου
τὴν μουσικήν, εὐεξίας δὲ καὶ καχεξίας τὴν γυμναστικήν· ὁ γὰρ εἰδὼς
εὐεξίαν τε καὶ καχεξίαν οὐχ οὕτως οἶδεν ἄμφω ταῦτα ὡς τὸ μὲν ποιητι-
κὸν τὸ δὲ τέλος, ἀλλ' ὡς ἀμφότερα τέλη· ὡς γὰρ ἡ εὐεξία τέλος ἐστὶ
τῶν εὐεκτικῶν, οὕτως καὶ ἡ καχεξία τῶν καχεκτικῶν· εἰ οὖν ἡ γυμνα-
στικὴ ἀμφοτέρων τούτων ἐστὶν ἐπιστήμη, εἴη ἂν ἐπιστήμη δύο τελῶν· καὶ

γὰρ εἰ μὴ τέλος τῆς ἀλειπτικῆς ἡ γνῶσίς τε καὶ ποίησις τῆς καχεξίας,


ἀλλ' αὐτή γε ἡ καχεξία τέλος ἐστίν· ὥστε καὶ ὁ ἐπιστήμην ἔχων
ταύτης ὡς τέλους ἂν ἐπιστήμην ἔχοι· οὐδὲν γὰρ μᾶλλον ἡ εὐεξία τέλος
ἐστὶ τῶν εὐεκτικῶν ἢ ἡ καχεξία τῶν καχεξίας ποιητικῶν. πάλιν κατ'

Alexander Phil., In Aristotelis topicorum libros octo commentaria


P. 334, line 8

ἔχει, ὡς καὶ ἡ διάθεσις πρὸς τὸ διακεῖσθαι· ὥστε, εἰ ἡ δύναμις διάθεσις


τῷ γένει, ἔσται καὶ τὸ δύνασθαι διακεῖσθαι. πάλιν ὡς ἡ χρῆσις πρὸς
τὸ κεχρῆσθαι, καὶ ἡ ἐνέργεια πρὸς τὸ ἐνηργηκέναι· ***** πάντα  
δὲ ταῦτα τῷ ἐφ' ἕν τι τὴν ἀναφορὰν ἔχειν ὅμοια· καὶ γὰρ τὸ γεννητικὸν
ἐπὶ
τὸ γιγνόμενον καὶ ἡ γένεσις ἐπὶ τὸ γεγονὸς καὶ ἡ φθορὰ ἐπὶ τὸ ἐφθαρ-
μένον καὶ ἡ δύναμις ἐπὶ τὸ δυνάμενον· καὶ ἡ χρῆσις δὲ καὶ ἕκαστον τῶν
τοιούτων πρὸς ἕν τι τὴν σχέσιν ἔχει. διὸ καὶ ἐπὶ πάντων ὁμοία τε ἡ
δεῖξις καὶ δι' ἀλλήλων· κατὰ γὰρ τὴν αὐτὴν πτῶσιν πάντα ἀλλήλοις ἐξε-
νεχθήσεται. εἰ γὰρ τὸ φθαρτικὸν διαλυτικόν, καὶ τὸ φθείρεσθαι
διαλύεσθαικαὶ ἡ φθορὰ διάλυσις· ὁμοίως, εἰ τὸ γεννητικὸν ποιητι-
κόν, καὶ τὸ γίνεσθαι ποιεῖσθαι, καὶ ἡ γένεσις ποίησις·καὶ εἰ μη-
δέν τι τούτων, οὐδὲ τὰ ἄλλα. ἐοίκασι δὲ πάντες οὗτοι οἱ τόποι τοῖς ἀπὸ
τῶν συστοίχων, ὡς προεῖπον.
p. 124a32

Alexander Phil., Ἀπορίαι καὶ λύσεις [Sp.] (0732: 012)


“Alexandri Aphrodisiensis praeter commentaria scripta minora”, Ed.
Bruns, I.
Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem Graeca, suppl. 2.2.
311

P. 93, line 6

αὐτῶν αἰσθήσεις τε καὶ φαντασίας. ταῦτ' εἰπὼν εἰς λύσιν τῶν


ἠπορημένων
διὰ τῶν ἑξῆς [ἐχρήσατο εἰς λύσιν τῆς ἀπορίας], ὅτι γίνεται καὶ πῶς
γίνεται,
δείκνυσιν. λέγει τὴν τοῦ αἰσθητοῦ ἐνέργειαν καὶ τὴν τῆς αἰσθήσεως μίαν
εἶναι κατὰ τὸν λόγον μόνον διαφερούσας, ὅτι τῇ μὲν κατ' ἐνέργειαν αἰ-
σθήσει τὸ εἶναί ἐστιν ἐν τῷ ἔχειν τὸ εἶδος τοῦ αἰσθητοῦ χωρὶς τῆς ὕλης,  
τῷ δὲ κατ' ἐνέργειαν αἰσθητῷ ἐντῷ ἔχεσθαι τὸ εἶδος αὐτοῦ χωρὶς τῆς
ὕλης. εἰ γάρ ἐστιν ἡ κίνησις ἡὑπὸ τοῦ κινοῦντος γινομένη [ἡ] ἐν τῷ
κινου-
μένῳ καὶ τὸ πάθος τὸ ὑπὸ τοῦ ποιοῦντος γινόμενον ἐν τῷ ποιουμένῳ καὶ
πάσχοντι, ἀνάγκη καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ αἰσθητοῦ κίνησιν καὶ τὸ γινόμενον
ὑπ' αὐτοῦ πάθος ἐν τῇ κατὰ δύναμιν αἰσθήσει γενόμενον ποιεῖν τὴν κατ'
ἐνέργειαν αἴσθησιν· ὡς γὰρ ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι,
ἀλλ' οὐκ ἐν τῷ ποιοῦντι (ἦν γὰρ τὸ ποιοῦν πάσχον, καὶ ταὐτὸ τὸ ποιεῖν
τε καὶ πάσχειν, ὡς ἔδειξεν ἐν Φυσικῇ ἀκροάσει), οὕτως καὶ ἡ τοῦ αἰσθη-
τοῦ καὶ ἡ τοῦ αἰσθητικοῦ. τούτων δὲ τοῦτον ἐχόντων τὸν τρόπον καὶ τῆς
κατ' ἐνέργειαν αἰσθήσεως γινομένης τῇ τῶν εἰδῶν τῶν αἰσθητῶν λήψει
χωρὶς τῆς ὕλης, γένοιτο ἂν ἡμῖν εὐλόγως ἅμα τῇ αἰσθήσει τῶν αἰσθητῶν
καὶ συναίσθησις τοῦ αἰσθάνεσθαι κατὰ τὴν αὐτὴν αἴσθησιν. τῷ μὲν γὰρ
ἀπὸ τῶν αἰσθητῶν ἔξωθεν ὄντων λαμβάνειν τὸ εἶδος ἡ ἐκείνων
ἀντίληψις,

Ποσειδώνιος. Fragmenta (1052: 001)“Posidonios. Die Fragmente, vol.


1”, Ed. Theiler, W.Berlin: De Gruyter, 1982.Fragment 458, line 4

δὲ τῶν κατὰ μέρος λόγων [ὁ αὐτὸς ἔσται] καὶ ὁ πενταπλάσιος· ἔστιν ἄρα
καὶ οὗτος ὁ λόγος τοῦ γπρὸς τὸδ. τοὺς δὴ τοιούτους ἅπαντας συλλογι-
σμοὺς τῷ γένει ἐκ τῶν πρός τι ῥητέον, ἐν εἴδει δὲ κατ' ἀξιώματος δύνα-
μιν συνισταμένους, ὥσπερ καὶ ὁ Ποσειδώνιός φησιν ὀνομάζειν αὐτοὺς
συνακτικοὺς κατὰ δύναμιν ἀξιώματος.
Diog. Laert. 7,60
Ποίημα δέ ἐστιν, ὡς ὁ Ποσειδώνιός φησιν ἐν τῇ Περὶ λέξεως εἰσαγωγῇ,
λέξις ἔμμετρος ἢ ἔνρυθμος μετὰ κατασκευῆς τὸ λογοειδὲς ἐκβεβηκυῖα·
[τὸν] ἔνρυθμον δὲ εἶναι τὸ ‘γαῖα μεγίστη καὶ Διὸς αἰθήρ’ (Euripides,
fr. 839 N.2). ποίησις δέ ἐστι σημαντικὸν ποίημα, μίμησιν περιέχον θείων
καὶ ἀνθρωπείων.
Tzetzes Exeg. in Iliad. p. 19,1 Hermann (1812)
Καὶ τοῦ Ποσειδωνίου οἶμαι μὴ ἀκηκοὼς λέγοντος αὐτὸν τὸν Ἡσίοδον
ὕστερον γενόμενον πολλὰ παραφθεῖραι τῶν Ὁμήρου ἐπῶν.  
312

Diog. Laert. 7,54


Κριτήριον δὲ τῆς ἀληθείας φασὶ (sc. οἱ Στωϊκοὶ) τυγχάνειν τὴν κατα-
ληπτικὴν φαντασίαν, τουτέστι τὴν ἀπὸ ὑπάρχοντος, καθά φησι Χρύσιπ-
πος ἐν τῇ βτῶν Φυσικῶν καὶ Ἀντίπατρος καὶ Ἀπολλόδωρος. ὁ μὲν γὰρ
Βόηθος κριτήρια πλείονα ἀπολείπει, νοῦν καὶ αἴσθησιν καὶ ὄρεξιν καὶ
ἐπιστήμην· ὁ δὲ Χρύσιππος διαφερόμενος πρὸς αὑτὸν ἐν τῷ πρώτῳ

Andronicus Rhodius Phil., De passionibus (lib. 2) [Sp.] (1124: 002)


“Andronici Rhodii qui fertur libelli περὶ παθῶν, pt. 2 (De virtutibus et
vitiis)”, Ed. Schuchhardt, K.Darmstadt: Winter, 1883.Ch. 9, sec. 6, line
13

ὕβρις. ἀσέβεια μὲν ἡ περὶ θεοὺς πλημμέλεια καὶ περὶ δαίμονας


καὶ περὶ κατοιχομένους καὶ περὶ γονεῖς καὶ πατρίδα. πλεονεξία
δὲ ἡ περὶ τὰ συμβόλαια παρὰ τὴν ἀξίαν αἱρουμένη τὸ διάφορον.
ὕβριςδὲ καθ' ἣν τὰς ἡδονὰς αὑτοῖς παρασκευάζουσιν εἰς ὄνειδος
ἄγοντες ἑτέρους· ὅθεν Εὔηνος περὶ αὐτῆς λέγει·
   Ἥ τις κερδαίνουσ' οὐδὲν ὁμῶς ἀδικεῖ.
 ἔργα δὲ τῆς ἀδικίας· τὸ παραβαίνειν τὰ πάτρια ἔθη καὶ τὰ
νόμιμα· τὸ ἀπειθεῖν τοῖς νόμοις καὶ τοῖς ἄρχουσι· τὸ ψεύδεσθαι·
τὸ ἐπιορκεῖν· τὸ παραβαίνειν τὰς ὁμολογίας καὶ τὰς πίστεις· ἀκο-
λουθεῖδὲ τῇ ἀδικίᾳ συκοφαντία· ἀλαζονεία· ἀφιλανθρωπία· [προςποί-
ησις·] κακοήθεια· πανουργία.

[Περὶ ἀνελευθερίας]

 Ἀνελευθερίαδέ ἐστι κακία ψυχῆς περὶ χρήματα καὶ


δαπάνην. εἴδη δὲ αὐτῆς τρία· αἰσχροκέρδεια· φειδωλία· κιμβικία.  
αἰσχροκέρδειαμὲν [οὖν ἐστι] καθ' ἣν κερδαίνειν ζητοῦσι πανταχόθεν
καὶ τὸ κέρδος τῆς αἰσχύνης περὶ πλείονος ποιοῦνται. φειδωλίαδὲ
καθ' ἣν ἀδάπανοι γίνονται τῶν χρημάτων εἰς τὸ δέον. κιμβικίαδὲ
καθ' ἣν δαπανῶσι μέν, κατὰ μικρὸν δὲ καὶ κακῶς καὶ πλείω βλάπ-
τονται τῷ μὴ κατὰ καιρὸν προέσθαι τὸ διάφορον. ἔργαδὲ τῆς
ἀνελευθερίας· τὸ περὶ πλείστου ποιεῖσθαι χρήματα καὶ τὸ μηδὲν
ὄνειδος ἡγεῖσθαι τῶν ποιούντων κέρδος· καὶ βίος θητικὸς καὶ δουλο

Chrysippus Phil., Fragmenta logica et physica (1264: 001)


“Stoicorum veterum fragmenta, vol. 2”, Ed. von Arnim, J.
Leipzig: Teubner, 1903, Repr. 1968.Fragment 499, line 4
313

τὸ κοινὸν τοῦ ποιεῖν καὶ τοῦ πάσχειν εἶναι τὰς κινήσεις.


 Simplicius in Aristot. categ. f. 78B. ed. Bas. καὶ τῆς κινήσεως,
φησὶν Ἰάμβλιχος, οὐ καλῶς οἱ Στωϊκοὶἐπιλαμβάνονται λέγοντες τὸ
ἀτελὲς
ἐπὶ τῆς κινήσεως εἰρῆσθαι, οὐχ ὅτι οὐκ ἔστιν ἐνέργεια (ἔστι γὰρ πάντως,
φασίν, ἐνέργεια) ἀλλ' ἔχει τὸ πάλιν καὶ πάλιν, οὐχ ἵνα ἀφίκηται εἰς
ἐνέργειαν
(ἔστι γὰρ ἤδη) ἀλλ' ἵνα ἐργάσηταί που ἕτερον, ὅ ἐστι μετ' αὐτήν. ταῦτα
μὲν οὖν οἱ Στωϊκοὶλέγουσι.
 Simplicius in Aristot. categ. f. 78B. ed. Καὶ γὰρ ὅταν οἱ
Στωϊκοὶδιαφορὰς γενῶν λέγωσι τὸ ἐξ αὑτῶν κινεῖσθαιὡς ἡ μάχαιρα
τὸ τέμνειν ἐκ τῆς οἰκείας ἔχει κατασκευῆς (κατὰ γὰρ τὸ σχῆμα καὶ τὸ
εἶδος
ἡ ποίησις ἐπιτελεῖται) τὸ δὲ δι' ἑαυτοῦἐνεργεῖν τὴν κίνησιν, ὡς αἱ φύσεις
καὶ αἱ ἰατρικαὶ δυνάμεις τὴν ποίησιν ἀπεργάζονται (καταβληθὲν γὰρ τὸ
σπέρμα ἀναπληροῖ τοὺς οἰκείους λόγους καὶ ἐπισπᾶται τὴν παρακειμένην

ὕλην καὶ διαμορφοῖ τοὺς ἐν αὐτῷ λόγους) ἀλλὰ μὴν καὶ τὸ ἀφ' ἑαυτοῦ
ποιεῖν, ὅ ἐστι κοινῶς μὲν ἀπὸ ἰδίας ὁρμῆς ποιεῖν, ἕτερον δὲ ἀπὸ λογικῆς
ὁρμῆς, ὃ καὶ πλάττειν καλεῖται· τούτου δὲ ἔτι εἰδικώτερον τὸ κατ' ἀρετὴν
ἐνεργεῖν.
 Simplicius in Aristot. categ. f. 210B. ed. Bas. οἱ μέντοι Στωϊ-
κοὶδιαφέρειν ἀλλήλων ἡγοῦνται τὸ μένειν, τὸ ἠρεμεῖν, τὸ ἡσυχάζειν, τὸ
ἀκινητεῖν, τὸ ἀκινητίζειν· μένειν γὰρ ἂν ῥηθῆναι οὐπρὸς ἕνα χρόνον,
ἀλλὰ πρὸς τὸν ἐνεστῶτα καὶ μέλλοντα· μένειν γὰρ λέγομεν τὸ κατέχον
τὸν

Corpus Hermeticum, Ἀσκληπιῷ εὖ φρονεῖν (1286: 014)


“Corpus Hermeticum, vol. 2”, Ed. Nock, A.D., Festugière, A.–J.
Paris: Les Belles Lettres, 1946, Repr. 1973.Sec. 7, line 4

ἑτέρου ἀνάγκη γίνεσθαι· τοῦ δὲ ποιοῦντος ἄνευ τὸ γεννητὸν


οὔτε γίνεται οὔτε ἔστι. τὸ γὰρ ἕτερον τοῦ ἑτέρου ἄνευ
ἀπώλεσε τὴν ἰδίαν φύσιν, στερήσει τοῦ ἑτέρου. εἰ τοίνυν
δύο ὡμολόγηται τὰ ὄντα, τό τε γινόμενον καὶ τὸ ποιοῦν,
ἕν ἐστι τῇ ἑνώσει, τὸ μὲν προηγούμενον τὸ δὲ ἑπόμενον·
προηγούμενον μέν, ὁ ποιῶν θεός, ἑπόμενον δὲ τὸ γινόμενον,
ὁποῖον ἐὰν ᾖ.
 καὶ μὴ διὰ τὴν ποικιλίαν τῶν γινομένων φυλάξῃ,
φοβούμενος ταπεινότητα καὶ ἀδοξίαν τῷ θεῷ περιάψαι·
μία γάρ ἐστιν αὐτῷ δόξα, τὸ ποιεῖν τὰ πάντα, καὶ τοῦτό
ἐστι τοῦ θεοῦ ὥσπερ σῶμα, ἡ ποίησις· αὐτῷ δὲ τῷ ποιοῦντι
οὐδὲν κακὸν οὐδ' αἰσχρὸν νομιζόμενον. ταῦτα γάρ ἐστι τὰ
314

πάθη τὰ τῇ γενέσει παρεπόμενα, ὥσπερ ὁ ἰὸς τῷ χαλκῷ καὶ


ὁ ῥύπος τῷ σώματι. ἀλλ' οὔτε ἰὸν ὁ χαλκουργὸς ἐποίησεν,  
οὔτε τὸν ῥύπον οἱ γεννήσαντες, οὔτε τὴν κακίαν ὁ θεός.
ἡ δὲ τῆς γενέσεως ἐπιδιαμονὴ καθάπερ ἐξανθεῖν ποιεῖ καὶ
διὰ τοῦτο ἐποίησε τὴν μεταβολὴν ὁ θεός,

Corpus Hermeticum, Ὅροι Ἀσκληπιοῦ πρὸς Ἄμμωνα βασιλέα (1286:


016)“Corpus Hermeticum, vol. 2”, Ed. Nock, A.D., Festugière, A.–J.
Paris: Les Belles Lettres, 1946, Repr. 1973.Sec. 19, line 5

 διὸ πατὴρ μὲν πάντων ὁ θεός, δημιουργὸς δὲ ὁ


ἥλιος, ὁ δὲ κόσμος ὄργανον τῆς δημιουργίας· καὶ οὐρανὸν
μὲν ἡ νοητὴ οὐσία διοικεῖ, οὐρανὸς δὲ θεούς, δαίμονες δὲ
θεοῖς ὑποτεταγμένοι ἀνθρώπους διοικοῦσιν· αὕτη ἡ θεῶν  
καὶ δαιμόνων στρατιά.
         πάντα δὲ ὁ θεὸς ποιεῖ διὰ
τούτων ἑαυτῷ, καὶ μόρια τοῦ θεοῦ πάντα ἐστίν· εἰ δὲ
πάντα μόρια, πάντα ἄρα ὁ θεός· πάντα οὖν ποιῶν, ἑαυτὸν
ποιεῖ καὶ οὐκ ἄν ποτε παύσαιτο, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς ἄπαυστος·
καὶ ὥσπερ ὁ θεὸς οὐ τέλος ἔχει, οὕτως οὐδὲ ἡ ποίησις
αὐτοῦ ἀρχὴν ἢ τέλος ἔχει.  
 ... εἰ δὲ νοεῖς, ἔστιν, ὦ βασιλεῦ, καὶ σωμάτων ἀσώματα.
–  Ποῖα; ἔφη ὁ βασιλεύς.  –  Τὰ ἐν τοῖς ἐσόπτροις φαι-
νόμενα σώματα οὐ δοκεῖ σοι ἀσώματα εἶναι;  –  Οὕτως
ἔχει, ὦ Τάτ· θείως νοεῖς, ὁ βασιλεὺς εἶπεν.  –  Ἔστι
δὲ καὶ ἀσώματα ἄλλα, οἷον αἱ ἰδέαι οὐ δοκοῦσιν εἶναί σοι,
ἀσώματοι οὖσαι, ἐν σώματι φαινόμεναι, οὐ μόνον τῶν
ἐμψύχων ἀλλὰ καὶ τῶν ἀψύχων;  –  Εὖ λέγεις, ὦ Τάτ.
–  Οὕτως ἀντανακλάσεις εἰσὶ τῶν ἀσωμάτων πρὸς τὰ
σώματα, καὶ τῶν σωμάτων πρὸς τὰ ἀσώματα, τουτέστι τοῦ

Eudoxus Astron., Fragmenta (1358: 001)“Die Fragmente des Eudoxos


von Knidos”, Ed. Lasserre, F.Berlin: De Gruyter, 1966.Fragment 5, line 4

λούθηκεν ὁ Ἄρατος, μάθοι μὲν ἄν τις διὰ πλειόνων παρατιθεὶς τοῖς ποιή-

μασιν αὐτοῦ περὶ ἑκάστου τῶν λεγομένων τὰς παρὰ τῷ Εὐδόξῳ λέξεις.
Οὐκ ἄχρηστον δὲ καὶ νῦν δι' ὀλίγων ὑπομνῆσαι διὰ τὸ διστάζεσθαι τοῦτο
παρὰ τοῖς πολλοῖς. 2 Ἀναφέρεται δὲ εἰς τὸν Εὔδοξον δύο βιβλία περὶ
315

τῶν φαινομένων, σύμφωνα κατὰ πάντα σχεδὸν ἀλλήλοις πλὴν ὀλίγων


σφόδρα. Τὸ μὲν οὖν ἓν αὐτῶν ἐπιγράφεται Ἔνοπτρον, τὸ δὲ ἕτερον
Φαινόμενα. Πρὸς τὰ Φαινόμενα δὲ τὴν ποίησιν συντέταχεν.
  –   – I 1 8 Ἐμπειρότερον δὲ Εὔδοξος τὴν αὐτὴν τῷ Ἀράτῳ
περὶ τῶν φαινομένων σύνταξιν ἀναγέγραφεν. Εὐλόγως οὖν καὶ ἐκ τῆς
τῶν τοσούτων καὶ τηλικούτων μαθηματικῶν συμφωνίας ἀξιόπιστος ἡ
ποίησις αὐτοῦ διαλαμβάνεται. Καίτοι γε τοῦ Ἀράτου μὲν ἴσως οὐκ
ἄξιον ἐφάπτεσθαι, κἂν ἔν τισι διαπίπτων τυγχάνῃ· τῇ γὰρ Εὐδόξου
συντάξει κατακολουθήσας τὰ Φαινόμεναγέγραφεν, ἀλλ' οὐ κατ' ἰδίαν
παρατηρήσας ἢ μαθηματικὴν κρίσιν ἐπαγγελλόμενος ἐν τοῖς οὐρανίοις
προφέρεσθαι καὶ διαμαρτάνων ἐν αὐτοῖς.
 ACHILL. In Arati Phaenomena comm. fragm. p. 77 Maass Ὃς
(sc. Aratus) παρὰ τῷ βασιλεῖ (sc. Antigono Gonata) γενόμενος καὶ
εὐδοκιμήσας ἔν τε τῇ ἄλλῃ πολυμαθείᾳ καὶ τῇποιητικῇ προετράπη
ὑπ' αὐτοῦ τὰ Φαινόμεναγράψαι, τοῦ βασιλέως Εὐδόξου ἐπιγραφό-
μενον βιβλίον Κάτοπτρονδόντος αὐτῷ καὶ ἀξιώσαντος τὰ ἐν αὐτῷ
καταλογάδην λεχθέντα περὶ τῶν φαινομένων μέτρῳ ἐντεῖναι καὶ ἅμα

(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., De diversis verborum


significationibus (= Περὶ διαφόρους σημασίας) (epitome operis Herennii
Philonis) (e cod. Paris.suppl. Gr. 1238) (1416: 001)“Herennius Philo. De
diversis verborum significationibus”, Ed. Palmieri, V.Naples: d'Auria,
1988.Alphabetic letter mu, entry 116, line 12

καὶ ἑτεροιοῦσθαι διαφέρει. μεταβολὴ μέν ἐστι πάθος κοινόν·


καὶ γὰρ καιρῶν γίνονται μεταβολαὶ καὶ πράξεων καὶ ἀφροδι-
σίων. ὁ γοῦν Εὐριπίδης ἐν Ὀρέστῃ (234) παριστῶν τὴν δύναμιν
τῆς λέξεώς φησιν·
  ’μεταβολὴ πάντων γλυκύ’.
μεταμόρφωσις δὲ μορφῆςμεταχαρακτηρισμὸς καὶ μετα-  
τύπωσις σώματος εἰς ἕτερον χαρακτῆρα. ἀλλοίωσις δὲ οὐ μό-
νον μετασχηματισμὸς χαρακτῆρος, ὥς φησιν Ὅμηρος (Od.
xvi 181)
  ’ἀλλοῖός μοι, ξεῖνε, φάνης νέον ἢ τὸ πάροιθεν’,
ἀλλὰ καὶ τῆς προτέρας ὑπολήψεως ποίησις ἑτέρα. ἑτεροίωσις
δὲ ὡς ἀφ' ἑτέρου σώματος εἰς ἕτερον μεταβολή, ὡς Νιόβη εἰς
λίθον.
μισητὴὀξυτόνως καὶ μισήτη βαρυτόνως διαφέρει
παρὰ Ἀττικοῖς, ὥς φησι Τρύφων (fr. 10 Vels.) ἐν δευτέρῳ
Περὶ Ἀττικῆς προσῳδίας. ἐὰν μὲν γὰρ ὀξυτονήσωμεν, φησίν,
τὴν ἀξίαν μίσους δηλοῖ, ἐὰν δὲ βαρυτονήσωμεν, καταφερὴς
316

πρὸς συνουσίαν. τὴν δὲδιαφορὰν τ[ῶν σημαινο]μένων καὶ


παρὰ Δωριεῦσί φησι φυλάττεσθαι καὶ παρ' Ἴωσιν·
  ’μισήτη γυνή’
ὁ Ἀρχίλ[ο]χος (fr. 206 W.).

Hipparchus Astron., Geogr., In Arati et Eudoxi phaenomena


commentariorum libri iii (1431: 003)“Hipparchi in Arati et Eudoxi
phaenomena commentariorum libri iii”, Ed. Manitius, C.
Leipzig: Teubner, 1894.Book 1, Ch. 1, sec. 8, line 4

νεῖν ἀναδεχόμενοι τυγχάνουσιν·) ἀλλ' ἕνεκα τοῦ μήτε


σὲ μήτε τοὺς λοιποὺς τῶν φιλομαθούντων ἀποπλανᾶ-
σθαι τῆς περὶ τὰ φαινόμενα κατὰ τὸν κόσμον θεωρίας.
ὅπερ εὐλόγως πολλοὶ πεπόνθασιν· ἡ γὰρ τῶν ποιημάτων  
χάρις ἀξιοπιστίαν τινὰ τοῖς λεγομένοις περιτίθησι, καὶ
πάντες σχεδὸν οἱ τὸν ποιητὴν τοῦτον ἐξηγούμενοι προς-
τίθενται τοῖς ὑπ' αὐτοῦ λεγομένοις.
 Ἐμπειρότερον δὲ Εὔδοξος τὴν αὐτὴν τῷ Ἀράτῳ
περὶ τῶν φαινομένων σύνταξιν ἀναγέγραφεν. εὐλόγως
οὖν καὶ ἐκ τῆς τῶν τοσούτων καὶ τηλικούτων μαθη-
ματικῶν συμφωνίας ἀξιόπιστος ἡ ποίησις αὐτοῦ δια-
λαμβάνεται. καίτοι γε τοῦ Ἀράτου μὲν ἴσως οὐκ ἄξιον
ἐφάπτεσθαι, κἂν ἔν τισι διαπίπτων τυγχάνῃ· τῇ γὰρ
Εὐδόξου συντάξει κατακολουθήσας τὰ Φαινόμενα γέ-
γραφεν, ἀλλ' οὐ κατ' ἰδίαν παρατηρήσας ἢ μαθη-
ματικὴν κρίσιν ἐπαγγελλόμενος ἐν τοῖς οὐρανίοις
προφέρεσθαι καὶ διαμαρτάνων [τῶν] ἐν αὐτοῖς.
 Χωρὶς δὲ τῶν ἠγνοημένων ἐν τοῖς Φαινομένοις
ὑπό τε Εὐδόξου καὶ τοῦ Ἀράτου καὶ τῶν συνεπιγρα-
φομένων ταῖς φάσεσιν αὐτῶν, ἀναγέγραφά σοι καὶ τὰς
κατὰ ἀλήθειαν γινομένας ἑκάστου τῶν ἀπλανῶν ἄστρων

Pausanias Attic., Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγή (1569: 001)


“Untersuchungen zu den attizistischen Lexika”, Ed. Erbse, H.
Berlin: Akademie–Verlag, 1950; Abhandlungen der deutschen Akademie
der Wissenschaften zu Berlin, Philosoph.–hist. Kl..
Alphabetic letter tau, entry 45, line 2

  χρὴ τὸ παρὸν πρᾶγμα καλῶς εἰς δύναμιν τίθεσθαι’.


 τόρμη· ὁ δρόμος ὁ ἐν τῷ ἱπποδρόμῳ ἢ ἡ καμπὴ ἢ ἡ ὕσπληξ.
 τόρμος· ἡ πλήμνη τοῦ τροχοῦ, εἰς ἣν ὁ ἄξων ἐνήρμοσται.
 τὸ σκαμβὸν ξύλον οὐδέποτε ὀρθόν· αὕτη ἡ παροιμία δημώδης ἐστὶ καὶ
φανερά.
317

τάττεται δὲ κατὰ τῶν διάστροφα ξύλα ἢ πράγματα πειρωμένων


κατευθύνειν καὶ μηδὲν ὠφελούντων.
 τοῦ Διὸς τὸ σάνδαλον· ἐπὶ τῶν ὡς μεγα δη τι· Εὔπολις Χρυσῷ γένει
(II 545 M. = fr. 295 K.).
 τραπεζῆες· παράσιτοι οἰκοτραφεῖς.
 τρασιά· οὗ τὰ σῦκα ψύχεται. οὕτως Εὔπολις (II 576 M. = fr. 451 K.).
 τρία Στησιχόρου· στροφήν, ἀντίστροφον, ἐπῳδόν· ἐπῳδικὴ γὰρ πᾶσα ἡ
τοῦ
Στησιχόρου ποίησις. καὶ τὸν τελέως ἄμουσόν τε καὶ ἀπαίδευτον
λοιδοροῦντες ἔφασκον ἂν οὐδὲ
τὰ τρία Στησιχόρου εἰδέναι.
 τρὶς ἓξ ἢ τρεῖς κύβοι(Pher. II 315 = fr. 124 K.)· οἱ μὲν ‘τρὶς ἕξ’ νίκην, οἱ
δὲ
’τρεῖς κύβοι’ [κενοὶ] ἧτταν δηλοῦσιν. καὶ τὸ παρ' Εὐριπίδῃ (fr. 888 N.2)
τοιοῦτον·
  ’βέβληκ' Ἀχιλλεὺς δύο κύβω καὶ τέτταρα’.
τριῶν γὰρ ὄντων τῶν ἀναρριπτουμένων βόλων δύο μὲν κενοὺς αὐτόν
φησι βαλεῖν, ἕνα δὲ τὸν τρίτον
τεττάρων. διττὸς οὖν ὁ ‘κύβος’· ὅ τε ἀναρριπτούμενος, εἴτε κενὸς εἴτε
πλήρης εἴη, καὶ ἰδίως ὁ
κενός. ὅτι δὲ ὁ τρὶς ἓξ βαλὼν κατώρθου, καὶ Αἰσχύλος ἐν Ἀγαμέμνονι
(32s.) παρίστησι·
  ’τὰ δεσποτῶν γὰρ εὖ πεσόντα θήσομαι
  τρὶς ἓξ βαλούσης τῆς ἐμῆς φρυκτωρίας’.
 τρίτος κρατήρ· Διὸςτελείου σωτῆρος. πρῶτος γὰρ τέλειος ἀριθμὸς ὁ
τρία, ὅτι

Marcus Antonius Polemon Soph., Declamationes (1617: 001)


“Polemonis declamationes quae exstant duae”, Ed. Hinck, H.
Leipzig: Teubner, 1873.Declamation 2, sec. 33, line 9

ἀναγομένων ἐπεχείρησε νηί, ὁ δὲ πρὸς πάνθ' ὁμοῦ


τὰ βασιλέως ἔθνη παρετάξατο. ὁ μὲν ἀνόητον ὅλως
τὴν ἐπιβολὴν ἐποιήσατο· ἡ γὰρ ἐλπὶς αὐτῷ τῆς
τόλμης ἀδύνατος ἦν. πῶς γὰρ χειρὶ νῆα ἐλάβετο;
τίς δὲ ἂν ἐγένετο τοσοῦτος τῇ δεξιᾷ ὥστε, εἰ μὲν
ἠγνόησε κατασχεῖν οὐ δυνησόμενος, ἀλλὰ προσεδό-
κησε βιάσασθαι τριήρη δακτύλοις; ἠλίθιον τὸ τόλ-
μημα. εἰ δ' εἶδεν ὡς τὸ τῆς πείρας ἀδύνατον, ἀλλ' ὡς
ἐν τοῖς ἀμηχάνοις τόλμα κυρεῖ, ἀλαζὼν ἡ προς-
ποίησις ἦν. καὶ οὐκ ἀσφαλὴς οὐδὲ ἀναγκαία ἡ
ἐπίδειξις τοῦ ἀπόρου σχήματος καὶ ματαία ἡ σκέψις
318

διότι οὔτε ἀλαζὼν οὔτε ἀνόητος ἀρετή, οἷοι δὴ καὶ


τυφλοὶ πόνοι πάντες οἱ περὶ τὰς ἀδυνάτους ἐπιθυ-
μίας. χρὴ δὲ ὁρᾶν οὐδὲν πρότερον οὔτε τέχνην
ἔργοις ἐπιτιθεμένην οὐδὲ ἀρετὴν λόγοις ἀπειργασμέ-
νην ὡς τέλος τῆς ἐπιχειρήσεως εἰ δύνατον ἔτι καὶ  
ληπτὸν τῇ φύσει καὶ δυναμένῳ καὶ πειρωμένῳ ἀν-
δρί. ἡ δὲ ναῦς ὅλη, μεστὴ πληρώματος καὶ τοσαύτης
εἰρεσίας συγκεκροτημένης, πῶς ἦν ἐπιλήψιμος, πῶς
ἀγώγιμος τοσούτῳ ὄγκω τῆς ἐλπίδος καὶ τῇ προς

Σπεύσιππος. Fragmenta (1692: 005)“Speusippus of Athens”, Ed. Tarán,


L.Leiden: Brill, 1981; Philosophia Antiqua 39.Fragment 69a, line 33

τοὺς παρὰ τὴν λέξιν· ἀλλ' οὖν εἰσί τινες παραλογισμοὶ οὐ τῷ τὸν ἀπο-
κρινόμενον πρὸς τούτους ἔχειν πως, ἀλλὰ τῷ τοιονδὶ ἐρώτημα τὸν λόγον
αὐτὸν ἔχειν ὃ πλείω σημαίνει.
Ὅλως τε ἄτοπον τὸ περὶ ἐλέγχου διαλέγεσθαι ἀλλὰ μὴ πρότερον περὶ
συλλογισμοῦ· ὁ γὰρ ἔλεγχος συλλογισμός ἐστιν, ὥστε χρὴ καὶ περὶ
συλλογισμοῦ πρότερον ἢ περὶ ψευδοῦς ἐλέγχου· ἔστι γὰρ ὁ τοιοῦτος
ἔλεγχος φαινόμενος συλλογισμὸς ἀντιφάσεως. διὸ ἢ ἐν τῷ συλλογισμῷ
ἔσται τὸ αἴτιον ἢ ἐν τῇ ἀντιφάσει (προσκεῖσθαι γὰρ δεῖ τὴν ἀντίφασιν),
ὁτὲ δ' ἐν ἀμφοῖν, ἂν ᾖ φαινόμενος ἔλεγχος. ἔστι δὲ ὁ μὲν τοῦ ‘σιγῶντα
λέγειν’ ἐν τῇ ἀντιφάσει, οὐκ ἐν τῷ συλλογισμῷ, ὁ δὲ ‘ἃ μὴ ἔχοι τις,
δοίη ἄν’ ἐν ἀμφοῖν, ὁ δὲ ὅτι ἡ Ὁμήρου ποίησις σχῆμα διὰ τοῦ ‘κύκλος’
ἐν τῷ συλλογισμῷ. ὁ δ' ἐν μηδετέρῳ ἀληθὴς συλλογισμός.
Ἀλλὰ δή, ὅθεν ὁ λόγος ἦλθε, πότερον οἱ ἐν τοῖς μαθήμασι λόγοι πρὸς
τὴν διάνοιάν εἰσιν ἢ οὔ; καὶ εἴ τινι δοκεῖ πολλὰ σημαίνειν τὸ τρίγωνον,
καὶ ἔδωκε μὴ ὡς τοῦτο τὸ σχῆμα ἐφ' οὗ συνεπεράνατο ὅτι δύο ὀρθαί,
πότερον πρὸς τὴν διάνοιαν οὗτος διείλεκται τὴν ἐκείνου ἢ οὔ;
Ἔτι εἰ πολλὰ μὲν σημαίνει τοὔνομα, ὁ δὲ μὴ νοεῖ μηδ' οἴεται, πῶς
οὗτος οὐ πρὸς τὴν διάνοιαν διείλεκται; ἢ πῶς δεῖ ἐρωτᾶν πλὴν διδόντα
διαίρεσιν, εἴ τ' ἐρωτήσειέ τις εἰ ἔστι σιγῶντα λέγειν ἢ οὔ, ἢ ἔστι μὲν
ὡς οὔ, ἔστι δ' ὡς ναί, εἰ δή τις δοίη μηδαμῶς, ὁ δὲ διαλεχθείη, ἆρ' οὐ
πρὸς τὴν διάνοιαν διείλεκται; καίτοι ὁ λόγος δοκεῖ τῶν παρὰ τὸ ὄνομα

Tatianus Apol., Oratio ad Graecos (1766: 001)“Die ältesten


Apologeten”, Ed. Goodspeed, E.J.Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht,
1915.Ch. 42, sec. 1, line 5

πιάδας ὕστερον τῶν Ἰλιακῶν ἔτεσιν ἀπεδείξαμεν γεγονυίας τετρα-


κοσίοις ἑπτά. καὶ δὴ τούτων οὕτως ἀποδεδειγμένων, διὰ βρα-
χέων ἔτι καὶ περὶ τῆς τῶν ἑπτὰ σοφῶν ἡλικίας ἀναγράψομεν.
319

τοῦ γὰρ πρεσβυτάτου τῶν προειρημένων Θαλῆτος γενομένου


περὶ τὴν πεντηκοστὴν Ὀλυμπιάδα, καὶ τὰ περὶ τῶν μετ' αὐτὸν
σχεδὸν ἡμῖν συντόμως εἴρηται.
 Ταῦθ' ὑμῖν, ὦ ἄνδρες Ἕλληνες, ὁ κατὰ βαρβά-
ρους φιλοσοφῶν Τατιανὸς συνέταξα, γεννηθεὶς μὲν ἐν τῇ τῶν
Ἀσσυρίων γῇ, παιδευθεὶς δὲ πρῶτον μὲν τὰ ὑμέτερα, δεύτερον
δὲ ἅτινα νῦν κηρύττειν ἐπαγγέλλομαι. γινώσκων δὲ λοιπὸν τίς
ὁ θεὸς καὶ τίς ἡ κατ' αὐτὸν ποίησις, ἕτοιμον ἐμαυτὸν ὑμῖν
πρὸς τὴν ἀνάκρισιν τῶν δογμάτων παρίστημι μενούσης μοι τῆς
κατὰ θεὸν πολιτείας ἀνεξαρνήτου.  
[Ζεβεδ]αί̣ο̣υ καὶ Σαλώμη κ[α]ὶ α̣ἱ̣ γ̣υ̣ν̣αῖκες
[τῶν συ]ν̣ακολουθησάντων α̣[ὐτ]ῷ v ἀπὸ τῆς
[Γαλιλαί]α̣ς, ὁρῶσαι τὸν στ(αυρωθέντ)α. vvvv ἦν δὲ
[ἡ ἡμέρ]α Παρασκευή. v Σάββατον ἐπέφω̣-
[σκεν. ὀ]ψ̣ίας δὲ γενομένης ἐπὶ τ̣[ῇ Π]α̣ρ[̣ α]ς-
[κευῇ], v ὅ ἐστιν Προσάββατον, προς-
[ῆλθεν] ἄνθρωπος βουλευτὴ̣[ς ὑ]π̣ά̣ρ-
[χων ἀ]π̣ὸ̣ Ἐρινμαθαία[ς] π̣[ό]λ̣ε̣ω̣ς τῆς

Βίος Ομήρου. Vita Herodotea (1805: 001)“Homeri opera, vol. 5”, Ed.
Allen, T.W.Oxford: Clarendon Press, 1912, Repr. 1969.Line 513

φθειρῶν κατέλιπον· ὅσους δὲ μὴ ἐδύναντο ἐς οἴκους ἀπε-


φέροντο. ὁ δὲ Ὅμηρος ἀκούσας ταῦτα ἔλεξε τὰ ἔπεα τάδε·
  τοίων γὰρ πατέρων ἐξ αἵματος ἐκγεγάασθε,
  οὔτε βαθυκλήρων οὔτ' ἄσπετα μῆλα νεμόντων.
 λϛʹ. Ἐκ δὲ τῆς ἀσθενείας ταύτης συνέβη τὸν Ὅμηρον
τελευτῆσαι ἐν Ἴῳ, οὐ παρὰ τὸ μὴ γνῶναι τὸ παρὰ τῶν
παίδων ῥηθέν, ὡς οἴονταί τινες, ἀλλὰ τῇ μαλακίῃ. τελευ-
τήσας δὲ ἐν τῇ Ἴῳ αὐτοῦ ἐπ' ἀκτῆς ἐτάφη ὑπό τε τῶν
συμπλόων καὶ τῶν πολιήτεων ὅσοι ἐν διαλογῇ ἐγεγένηντο
αὐτῷ. καὶ τὸ ἐλεγεῖον τόδε ἐπέγραψαν Ἰῆται ὕστερον χρόνῳ
πολλῷ, ὡς ἤδη ἥ τε ποίησις ἐξεπεπτώκεε καὶ ἐθαυμάζετο
ὑπὸ πάντων· οὐδὲ Ὁμήρου ἐστίν·
  ἐνθάδε τὴν ἱερὴν κεφαλὴν κατὰ γαῖα καλύψεν
  ἀνδρῶν ἡρώων κοσμήτορα θεῖον Ὅμηρον.
 λζʹ. Ὅτι δὲ ἦν Αἰολεὺς Ὅμηρος καὶ οὔτε Ἴων οὔτε
Δωριεύς, τοῖς τε εἰρημένοις δεδήλωταί μοι καὶ δὴ καὶ τοῖσδε
τεκμαίρεσθαι παρέχει. ἄνδρα ποιητὴν τηλικοῦτον εἰκός ἐστι
τῶν νομίμων τῶν παρὰ τοῖς ἀνθρώποις ποιοῦντα ἐς τὴν
ποίησιν ἤτοι τὰ κάλλιστα ἐξευρόντα ποιέειν ἢ τὰ ἑωυτοῦ,
πάτρια ἐόντα. ἤδη τοίνυν τὸ ἐνθένδε αὐτοὶ τῶν ἐπέων
320

Βίος Ομήρου. Vita Proculea (e Chrestomathia) (1805: 003)


“Homeri opera, vol. 5”, Ed. Allen, T.W.Oxford: Clarendon Press, 1912,
Repr. 1969.P. 101, line 7

ἔλαβον τῶν φθειρῶν ἀποκτείναντες ἀπολείπουσιν, ὅσοι δὲ


αὐτοὺς διέφυγον, τούτους ἀποκομίζουσιν, οὕτω δ' ἐκεῖνον
ἀθυμήσαντα σύννουν ἀπιέναι τοῦ χρησμοῦ ἔννοιαν λαμβά-
νοντα, καὶ οὕτως ὀλισθέντα περιπταῖσαι λίθῳ καὶ τριταῖον  
τελευτῆσαι. ἀλλὰ δὴ ταῦτα μὲν πολλῆς ἔχεται ζητήσεως·
ἵνα δὲ μηδὲ τούτων ἄπειρος ὑπάρχῃς, διὰ τοῦτο εἰς ταῦτα
κατεχώρισα. τυφλὸν δὲ ὅσοι τοῦτον ἀπεφήναντο, αὐτοί
μοι δοκοῦσι τὴν διάνοιαν πεπηρῶσθαι· τοσαῦτα γὰρ κατεῖδεν
ἄνθρωπος ὅσα οὐδεὶς πώποτε. εἰσὶ δὲ οἵτινες ἀνεψιὸν αὐτὸν
Ἡσιόδου παρέδοσαν ἀτριβεῖς ὄντες ποιήσεως· τοσοῦτον
γὰρ ἀπέχουσι τοῦ γένει προσήκειν ὅσον ἡ ποίησις διέστηκεν
αὐτῶν. ἄλλως δὲ οὐδὲ τοῖς χρόνοις συνεπέβαλον ἀλλήλοις.
ἄθλιοι δὲ οἱ τὸ αἴνιγμα πλάσαντες τοῦτο
 Ἡσίοδος Μούσαις Ἑλικωνίσι τόνδ' ἀνέθηκεν,
 ὕμνῳ νικήσας ἐν Χαλκίδι δῖον Ὅμηρον.
ἀλλὰ γὰρ ἐπλανήθησαν ἐκ τῶν Ἡσιοδείων Ἡμερῶν·
ἕτερον γάρ τι σημαίνει. τοῖς δὲ χρόνοις αὐτὸν οἱ μὲν
περὶ τὸν Ἀρίσταρχόν φασι γενέσθαι κατὰ τὴν τῆς Ἰωνίας
ἀποικίαν, ἥτις ὑστερεῖ τῆς Ἡρακλειδῶν καθόδου ἔτεσιν
ἑξήκοντα, τὸ δὲ περὶ τοὺς Ἡρακλείδας λείπεται τῶν
Τρωϊκῶν ἔτεσιν ὀγδοήκοντα· οἱ δὲ περὶ Κράτητα fr. ed.

Βίος Ομήρου. Sudae vita (1805: 010)“Homeri opera, vol. 5”, Ed. Allen,
T.W.Oxford: Clarendon Press, 1912, Repr. 1969.Line 222

  τοίων γὰρ πατέρων ἐξ αἵματος ἐκγεγάασθε


  οὔτε βαθυκλήρων οὔτ' ἄσπετα μῆλα νεμόντων.
ἐκ δὲ τῆς ἀσθενείας ταύτης συνέβη τὸν Ὅμηρον τελευτῆσαι
ἐν τῇ Ἴῳ, οὐ παρὰ τὸ μὴ γνῶναι τὸ παρὰ τῶν παίδων
λεχθὲν κάθαπερ οἴονταί τινες, ἀλλὰ τῇ μαλακίᾳ. καὶ
ἐτάφη ἐν τῇ Ἴῳ ἐπ' ἀκτῆς καὶ ἐπέγραψαν οἱ Ἰῆται ἐπί-
γραμμα·
  ἐνθάδε τὴν ἱερὰν κεφαλὴν κατὰ γαῖα καλύπτει
  ἀνδρῶν ἡρώων κοσμήτορα θεῖον Ὅμηρον.
ἡ δὲ ποίησις ἐκπέπτωκε καὶ ἐθαυμάζετο ὑπὸ πολλῶν.  
321

ΠΕΡΙ ΟΜΗΡΟΥ Αʹ

 Περισσὸν μὲν ἴσως δόξειέ τισι πολυπραγμονεῖν περὶ Ὁμήρου, ποίων


τε ἦν γονέων καὶ πόθεν, ἐπεὶ μηδὲ αὐτὸς ἠξίωσεν εἰπεῖν τὰ περὶ
ἑαυτοῦ ἀλλ' οὕτως ἐγκρατῶς ἔσχεν, ὡς μηδὲ τὴν ἀρχὴν τοῦ ὀνόματος
ἐπιμνησθῆναι. ἐπεὶ δὲ ὡς πρὸς εἰσαγωγὴν τῶν ἀρχομένων παιδεύεσθαι
χρήσιμος ἡ πολυπειρία, πειρασώμεθα εἰπεῖν ὅσα ἱστόρηται τοῖς πάλαι
περὶ αὐτοῦ.

Βίος Ομήρου. PlutarchiDe Homero 2 (1805: 012)“[Plutarchi] De


Homero”, Ed. Kindstrand, J.F.Leipzig: Teubner, 1990.Line 56

ματα μετεωρίζει καὶ ἐκτρέπει τῆς συνηθείας ἀλλὰ καὶ τοὺς λόγους.
ὅτι δὲ ἀεὶ τὰ καινὰ καὶ ἔξω τοῦ προχείρου θαυμάζεται καὶ τὸν ἀκρο-
ατὴν ἐπάγεται, παντί που δῆλον. πλὴν καὶ ἐν τοῖς μυθώδεσι τούτοις
λόγοις, εἴ τις μὴ παρέργως ἀλλ' ἀκριβῶς ἕκαστα τῶν εἰρημένων ἐπιλέ-
γοιτο, φανεῖται πάσης λογικῆς ἐπιστήμης καὶ τέχνης ἐντὸς γενόμενος
καὶ πολλὰς ἀφορμὰς καὶ οἱονεὶ σπέρματα λόγων καὶ πράξεων παντο-
δαπῶν τοῖς μετ' αὐτὸν παρεσχημένος, καὶ οὐ τοῖς ποιηταῖς μόνον ἀλλὰ
καὶ τοῖς πεζῶν λόγων συνθέταις ἱστορικῶν τε καὶ θεωρηματικῶν. ἴδω-
μεν γὰρ πρότερον τὴν τῆς λέξεως αὐτοῦ πολυφωνίαν, ἔπειτα καὶ τὴν
ἐν τῇ πραγματείᾳ πολυμάθειαν.
 Πᾶσα μὲν οὖν ποίησις, τάξει τινὶ τῶν λέξεων συντιθεμένων, ῥυθμῷ
καὶ μέτρῳ περαίνεται, ἐπεὶ τὸ λεῖον καὶ εὐεπές, σεμνὸν ἅμα καὶ ἡδὺ
γενόμενον, διὰ [δὲ] τοῦ τέρπειν εἰς τὸ προσέχειν τὸν ἀκροατὴνἐπ-
άγεται. ὅθεν συμβαίνει κατὰ τὸ αὐτὸ μὴ μόνον τοῖς ἐκπλήττουσι καὶ
θέλγουσι τέρπεσθαι ἀλλὰ καὶ τοῖς πρὸς ἀρετὴν ὠφελοῦσι πείθεσθαι
ῥᾳδίως.
 Τὰ δὲ Ὁμήρου ἔπη τὸ τελειότατον ἔχει μέτρον, τουτέστι τὸ ἑξάμε-
τρον, ὃ καὶ ἡρῷον καλεῖται. ἑξάμετρον μέν, ὅτι εἷς ἕκαστος στίχος
ἔχει πόδας ἕξ· ὧν ὁ μέν ἐστιν ἐκ δύο συλλαβῶν μακρῶν, σπονδεῖος
καλούμενος, ὁ δὲ ἐκ τριῶν, μιᾶς μὲν μακρᾶς, δύο δὲ βραχειῶν, ὃς λέ-
γεται δάκτυλος. καί εἰσιν ἀλλήλοις ἰσόχρονοι· αἱ γὰρ δύο βραχεῖαι

Βίος Ομήρου. PlutarchiDe Homero 2 Line 758

  ἐκλίνθη ἰάχων, πατρὸς φίλου ὄψιν ἀτυχθείς,


  ταρβήσας χαλκόν τε ἰδὲ λόφον ἱππιοχαίτην.
μέσον δὲ τὸ ἑκατέρου τούτων μεταξύ, τοῦ μὲν ἰσχνότερον, τοῦ δὲ
ἁδρότερον, οἷον
322

  αὐτὰρ ὁ γυμνώθη ῥακέων πολύμητις Ὀδυσσεύς,


  ἆλτο δ' ἐπὶ μέγαν οὐδόν, ἔχων βιὸν ἠδὲ φαρέτρην
  ἰῶν ἐμπλείην, ταχέας δ' ἐκχεύατ' ὀιστοὺς
  αὐτοῦ πρόσθε ποδῶν, μετὰ δὲ μνηστῆρσιν ἔειπεν.
 Ὅτι δὲ καὶ τὸ ἀνθηρὸν εἶδος τῶν λόγων ἐστὶ πολὺ παρὰ τῷ
ποιητῇ, κάλλος ἔχον καὶ χάριν εἰς τὸ τέρπειν καὶ ἥδειν ὥσπερ ἄνθος,
τί ἄν τις καὶ λέγοι; μεστὴ γάρ ἐστιν ἡ ποίησις τῆς τοιαύτης κατα-
σκευῆς. ἡ μὲν δὴ τῆς φράσεως ἰδέα τοιαύτην ἔχει ποικιλίαν παρὰ τῷ
Ὁμήρῳ, οἵαν διήλθομεν ὀλίγα παραδείγματα παραθέμενοι, ἐξ ὧν
ἔστι καὶ τὰ ἄλλα κατανοεῖν.
 Ἐπεὶ δὲ παντὸς τοῦ ἀσκουμένου παρὰ ἀνθρώποις λόγου ὁ μέν τίς
ἐστιν ἱστορικός, ὁ δὲ πολιτικός, φέρε θεασώμεθα εἰ καὶ τούτων εἰσὶν
αἱ ἀρχαὶ παρ' αὐτῷ. ὁ μὲν δὴ ἱστορικός ἐστιν ὁ τῶν γεγονότων πραγ-
μάτων ἔχων διήγησιν. πάσης δὲ διηγήσεως ἀφορμαὶ γίνονται
πρόσωπον, [αἰτία], τόπος, χρόνος, αἰτία, ὄργανον, πρᾶξις, πάθος,
τρόπος· καὶ οὐδὲν ἔξω τούτων ἐν ἱστορίᾳ περιέχει οὐδεμία διήγησις.
οὕτως ἔστι καὶ παρὰ τῷ ποιητῇ πολλὰ πράγματα ὡς γεγονότα ἢ ὄντα

Βίος Ομήρου. PlutarchiDe Homero 2 Line 1218

  Ζεὺς δ' ἄμυδις βρόντησε καὶ ἔμβαλε νηὶ κεραυνόν.


 Θεοὺς δὲ εἶναι πάντες οἵ γε ὀρθῶς φρονοῦντες νομίζουσι, καὶ
πρῶτος Ὅμηρος. ἀεὶ γὰρ μέμνηται τῶν θεῶν, λέγων
   μάκαρες θεοὶ
καὶ
   θεοὶῥεῖα ζώοντες.
ἀθάνατοι γὰρ ὄντες ῥᾳδίαν καὶ ἄπαυστον ἔχουσι τὴν τοῦ ζῆν φύσιν
καὶ οὐ δέονται τροφῆς, ἧς δεῖται τῶν θνητῶν ζῴων τὰ σώματα·
  οὐ γὰρ σῖτον ἔδουσ', οὐ πίνουσ' αἴθοπα οἶνον,
  τοὔνεκ' ἀναίμονές εἰσι καὶ ἀθάνατοι καλέονται.  
 Ἐπεὶ δὲ ἐδεῖτο ἡ ποίησις θεῶν ἐνεργούντων, ἵνα τὴν γνώμην αὐτῶν
τῇαἰσθήσει τῶν ἐντυγχανόντων παραστήσῃ, περιέθηκεν αὐτοῖς σώ-
ματα. οὐδὲν δὲ ἄλλο σώματος εἶδος ἢ τοῦ ἀνθρώπου δεκτικόν ἐστιν
ἐπιστήμης καὶ λόγου. ᾧπροσεικάσας ἕκαστον τῶν θεῶν μετὰ τοῦ
κοσμῆσαι μεγέθει τε καὶ κάλλει ἅμα καὶ τοῦτο ὑπέδειξε τὸ εἰκόνας
καὶ ἀγάλματα θεῶν εἰς ἀνθρώπων εἶδος ἠκριβωμένα ἱδρῦσθαι ὑπὲρ
τοῦ παρέχειν ὑπόμνησιν καὶ τοῖς ἔλασσον φρονοῦσιν, ὅτι εἰσὶ θεοί.
 Τούτων δὲ πάντων ἀρχηγὸν καὶ ἡγεμόνα τὸν πρῶτον θεὸν νομιζόν-
των τῶν ἀρίστων φιλοσόφων, ἀσώματον ὄντα καὶ νοήσει μόνον κατα-
ληπτόν, καὶ Ὅμηρος ταῦτα ὑπολαμβάνων φαίνεται, παρ' ᾧ λέγεται ὁ
Ζεὺς
323

Βίος Ομήρου. PlutarchiDe Homero 2 Line 2368

θρώπους ἐπικαίειν τὸν Ἀχιλλέα τῇ τοῦ Πατρόκλου πυρᾷ, οὐκ ἐπαινῶν


λέγει· διὸ καὶ ἐπιφωνεῖ
   κακὰ δὲ φρεσὶ μήδετο ἔργα.
 Καὶ τὰ πολυάνδρια δὲ πρῶτος ἤγειρε
  τύμβον δ' ἐκ πεδίου ἕνα χεύομεν ἐξαγαγόντες
  ἄκριτον.  
καὶ τοὺς ἐπιταφίους ἀγῶνας ἔδειξε πρῶτος. ταῦτα μὲν κοινὰ τῶν τε ἐν
εἰρήνῃ καὶ τῶν ἐν πολέμῳ καθεστώτων.
 Τὴν δὲ περὶ τοὺς πολέμους ἐμπειρίαν, ἣν καὶ τακτικήν τινες καλοῦ-
σιν, δείκνυσινἡ ποίησις, πεποικιλμένη μὲν πεζομαχίαις, τειχομαχί-
αις, ἐπὶ ναυσὶ μάχαις, παρὰ ποταμῷ παρατάξεσι, μονομαχίαις, πολλὰ
δὲ καὶ στρατηγικὰ περιέχουσα, ὧν ὀλίγα παραθέσθαι ἐστὶν ἄξιον. ἐν
γὰρ ταῖς παρατάξεσιν ἀεὶ χρὴ προτετάχθαι τὸ ἱππικὸν καὶ ἕπεσθαι τὸ
πεζόν· καὶ τοῦτο δὲ δείκνυσιν οὕτως·
  ἱππῆας μὲν πρῶτα σὺν ἵπποισιν καὶ ὄχεσφι,
  πεζοὺς δ' ἐξόπιθεν στήσας πολέας τε καὶ ἐσθλούς.
 Καὶ τὸ εἶναι ἐν τοῖς στρατιώταις ἡγεμόνας κατὰ τάξεις
  ἕπτ' ἔσαν ἡγεμόνες φυλάκων, ἑκατὸν δὲ ἑκάστῳ
  κοῦροι ἅμ' ἔστειχον δολίχ' ἔγχεα χερσὶν ἔχοντες.
καὶ τῶν ἡγεμόνων τοὺς μὲν προαγωνίζεσθαι ἐν πρώτοις τεταγμένους,

Πλωτίνος. Εννεάδες. (2000: 001)“Plotini opera, 3 vols.”, Ed. Henry, P.,


Schwyzer, H.–R.Leiden: Brill, 1:1951; 2:1959; 3:1973.
Ennead 2, Ch. 9, sec. 11, line 27...

Ο Πλωτίνος (περ. 203 - 270) ήταν σημαντικός φιλόσοφος της ύστερης αρχαιότητας και
συνεχιστής της νεοπλατωνικής σχολής της φιλοσοφίας, που ίδρυσε ο Νουμήνιος... Ο
Πλωτίνος -σύμφωνα με τον Πορφύριο- ξεκίνησε να γράφει σε ηλικία 11 ετών και συνέχισε
μέχρι το τέλος της ζωής του.Την περίοδο που ο Πορφύριος συνάντησε για πρώτη φορά τον
Πλωτίνο, εκείνος είχε ολοκληρώσει συνολικά 210 πραγματείες στις οποίες προστέθηκαν
μελλοντικά – ύστερα από την επιμονή του Πορφύριου – επιπλέον 33 πραγματείες. Ο
Πορφύριος επιμελήθηκε το έργο του Πλωτίνου και διαίρεσε τις πραγματείες του σε έξι
βιβλία, καθεμία αποτελούμενη από 9 πραγματείες. Για το λόγο αυτό ονομάστηκαν και
Εννεάδες. Σε κάθε εννεάδα, συμπεριλαμβάνονται φιλοσοφικά κείμενα που
πραγματεύονται συναφή θέματα. Αν και η συγκεκριμένη ταξινόμηση δεν γνωρίζουμε κατά
πόσο συμφωνούσε με τον ίδιο τον Πλωτίνο, είναι σήμερα η πλέον καθιερωμένη. Οι
Εννεάδες ολοκληρώθηκαν από τον Πορφύριο στο διάστημα από το 253 μέχρι λίγους μήνες
πριν το θάνατο του Πλωτίνου. Ο ίδιος ο Πλωτίνος δεν μπορούσε να επιμεληθεί τα κείμενά
του λόγω της επιβαρυμένης όρασής του.ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ.
324

... ἂν τῷ ποιήσαντι καὶ συνηρτημένον ἔσται. Ἔπειτα


πότερον οὐσία τοῦτο ἤ, ὥς φασιν, ἐννόημα; Εἰ μὲν γὰρ
οὐσία, τίς ἡ διαφορὰ πρὸς τὸ ἀφ' οὗ; Εἰ δ' ἄλλο εἶδος
ψυχῆς, εἰ ἐκείνη λογική, τάχ' ἂν φυτικὴ καὶ γεννητικὴ
αὕτη· εἰ δὲ τοῦτο, πῶς ἂν ἔτι, ἵνα τιμῷτο, καὶ πῶς δι'
ἀλαζονείαν καὶ τόλμαν ποιεῖ; Καὶ ὅλως τὸ διὰ φαντασίας
καὶ ἔτι μᾶλλον τοῦ λογίζεσθαι ἀνῄρηται. Τί δ' ἔτι ἔδει
ἐμποιεῖν ἐξ ὕλης καὶ εἰδώλου τὸν ποιήσαντα; Εἰ δ'
ἐννόημα, πρῶτον τὸ ὄνομα ἐπισημαντέον ὅθεν· ἔπειτα πῶς
ἐστιν, εἰ μὴ τῷ ἐννοήματι δώσει τὸ ποιεῖν; Ἀλλὰ πρὸς τῷ  
πλάσματι πῶς ἡ ποίησις; Τουτὶ μὲν πρῶτον, ἄλλο δὲ μετ'
ἐκεῖνο, ἀλλ' ὡς ἐπ' ἐξουσίας λέγοντες. Διὰ τί δὲ πρῶτον
πῦρ;
 Καὶ ἄρτι γενόμενον πῶς ἐπιχειρεῖ; Μνήμῃ ὧν
εἶδεν. Ἀλλ' ὅλως οὐκ ἦν, ἵνα ἂν καὶ εἶδεν, οὔτε αὐτὸς
οὔτε ἡ μήτηρ, ἣν διδόασιν αὐτῷ. Εἶτα πῶς οὐ θαυμαστὸν
αὐτοὺς μὲν οὐκ εἴδωλα ψυχῶν ἐνθάδε ἐλθόντας εἰς τὸν
κόσμον τόνδε, ἀλλὰ ἀληθινὰς ψυχάς, μόλις καὶ ἀγαπητῶς
ἕνα ἢ δύο αὐτῶν ἐκ τοῦ κόσμου κινηθῆναι καὶἐλθόντας
εἰς ἀνάμνησιν μόλις ἀναπόλησιν λαβεῖν ὧν ποτε εἶδον, τὸ
δὲ εἴδωλον τοῦτο, εἰ καὶ ἀμυδρῶς, ὡς λέγουσιν,

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 3, Ch. 8, sec. 3, line 21

θεωρίας. Ἀλλ' εἰ καὶ αὐτὸς τεθεωρηκὼς αὑτόν; ἢ πῶς; ἔστι


μὲν γὰρ ἀποτέλεσμα θεωρίας καὶ θεωρήσαντός τινος. Πῶς
δὲ αὕτη ἔχει θεωρίαν; Τὴν μὲν δὴ ἐκ λόγου οὐκ ἔχει· λέγω
δ' ἐκ λόγου τὸ σκοπεῖσθαι περὶ τῶν ἐν αὐτῇ. Διὰ τί οὖν
ζωή τις οὖσα καὶ λόγος καὶ δύναμις ποιοῦσα; Ἆρ' ὅτι τὸ
σκοπεῖσθαί ἐστι τὸ μήπω ἔχειν; Ἡ δὲ ἔχει, καὶ διὰ τοῦτο
ὅτι ἔχει καὶ ποιεῖ. Τὸ οὖν εἶναι αὐτῇ ὅ ἐστι τοῦτό ἐστι τὸ
ποιεῖν αὐτῇ καὶ ὅσον ἐστὶ τοῦτό ἐστι τὸ ποιοῦν. Ἔστι δὲ
θεωρία καὶ θεώρημα, λόγος γάρ. Τῷ οὖν εἶναι θεωρία καὶ
θεώρημα καὶ λόγος τούτῳ καὶ ποιεῖ ᾗ ταῦτά ἐστιν. Ἡ ποίη-
σις ἄρα θεωρία ἡμῖν ἀναπέφανται· ἔστι γὰρ ἀποτέλεσμα θεω-
ρίας μενούσης θεωρίας οὐκ ἄλλο τι πραξάσης, ἀλλὰ τῷ
εἶναι θεωρία ποιησάσης.
 Καὶ εἴ τις δὲ αὐτὴν ἔροιτο τίνος ἕνεκα ποιεῖ, εἰ
τοῦ ἐρωτῶντος ἐθέλοι ἐπαίειν καὶ λέγειν, εἴποι ἄν·
»Ἐχρῆν μὲν μὴ ἐρωτᾶν, ἀλλὰ συνιέναι καὶ αὐτὸν σιωπῇ,
ὥσπερ ἐγὼ σιωπῶ καὶ οὐκ εἴθισμαι λέγειν. Τί οὖν συνιέναι;
325

Ὅτι τὸ γενόμενόν ἐστι θέαμα ἐμὸν σιωπώσης, καὶ φύσει


γενόμενον θεώρημα, καί μοι γενομένῃ ἐκ θεωρίας τῆς ὡδὶ
τὴν φύσιν ἔχειν φιλοθεάμονα ὑπάρχειν. Καὶ τὸ θεωροῦν μου
θεώρημα ποιεῖ, ὥσπερ οἱ γεωμέτραι θεωροῦντες γράφουσιν·

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 4, Ch. 7, sec. 8e, line 44

ἔρχεται ἐκ μείζονος φυτοῦ καὶ ἐξ ὀλίγου ἐπὶ πᾶν, τί


κωλύει καὶ ὅλως χωρίζεσθαι; Πῶς δ' ἂν καὶ ἀμερὴς οὖσα
μεριστοῦ τοῦ σώματος ἐντελέχεια γένοιτο; Ἥ τε αὐτὴ
ψυχὴ ἐξ ἄλλου ζῴου ἄλλου γίνεται· πῶς οὖν ἡ τοῦ προ-
τέρου τοῦ ἐφεξῆς ἂν γένοιτο, εἰ ἦν ἐντελέχεια ἑνός; Φαί-
νεται δὲ τοῦτο ἐκ τῶν μεταβαλλόντων ζῴων εἰς ἄλλα ζῷα.
Οὐκ ἄρα τῷ εἶδος εἶναί τινος τὸ εἶναι ἔχει, ἀλλ' ἔστιν οὐσία
οὐ παρὰ τὸ ἐν σώματι ἱδρῦσθαι τὸ εἶναι λαμβάνουσα, ἀλλ'
οὖσα πρὶν καὶ τοῦδε γενέσθαι, οἷον ζῴου οὐ τὸ σῶμα τὴν
ψυχὴν γεννήσει. Τίς οὖν οὐσία αὐτῆς; Εἰ δὲ μήτε σῶμα,
μήτε πάθος σώματος, πρᾶξις δὲ καὶ ποίησις, καὶ πολλὰ
καὶ ἐν αὐτῇ καὶ ἐξ αὐτῆς, οὐσία παρὰ τὰ σώματα οὖσα
ποία τίς ἐστιν; Ἢ δῆλον ὅτι ἥν φαμεν ὄντως οὐσίαν εἶναι.
Τὸ μὲν γὰρ γένεσις, ἀλλ' οὐκ οὐσία, πᾶν τὸ σωματικὸν
εἶναι λέγοιτ' ἄν, γινόμενον καὶ ἀπολλύμενον, ὄντως
δὲ οὐδέποτε ὄν, μεταλήψει δὲ τοῦ ὄντος σῳζόμενον,
καθόσον ἂν αὐτοῦ μεταλαμβάνῃ.  
 Ἡ δὲ ἑτέρα φύσις, ἡ παρ' αὐτῆς ἔχουσα τὸ εἶναι,
πᾶν τὸ ὄντως ὄν, ὃ οὔτε γίνεται οὔτε ἀπόλλυται· ἢ τὰ
ἄλλα πάντα οἰχήσεται, καὶ οὐκ ἂν ὕστερον γένοιτο τούτου
ἀπολωλότος, ὃ παρέχει αὐτοῖς σωτηρίαν, τοῖς τε ἄλλοις

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 5, Ch. 7, sec. 3, line 13

πολύτοκα μάλιστα; Ἤ, ἐφ' ὧν ἀπαράλλακτα, εἷς λόγος.


Ἀλλ' εἰ τοῦτο, οὐχ, ὅσα τὰ καθέκαστα, τοσοῦτοι καὶ
οἱ λόγοι. Ἢ ὅσα διάφορα τὰ καθέκαστα, καὶ διάφορα
οὐ τῷ ἐλλείπειν κατὰ τὸ εἶδος. Ἢ τί κωλύει καὶ ἐν οἷς
ἀδιάφορα; Εἴπερ τινὰ ὅλως ἐστὶ πάντη ἀδιάφορα. Ὡς γὰρ
ὁ τεχνίτης, κἂν ἀδιάφορα ποιῇ, δεῖ ὅμως τὸ ταὐτὸν δια-
φορᾷ λαμβάνειν λογικῇ, καθ' ἣν ἄλλο ποιήσει προσφέρων
διάφορόν τι τῷ αὐτῷ· ἐν δὲ τῇ φύσει μὴ λογισμῷ γινομένου
τοῦ ἑτέρου, ἀλλὰ λόγοις μόνον, συνεζεῦχθαι δεῖ τῷ εἴδει
τὸ διάφορον· ἡμεῖς δὲ λαμβάνειν τὴν διαφορὰν ἀδυνατοῦ-  
326

μεν. Καὶ εἰ μὲν ἡ ποίησις ἔχει τὸ εἰκῆ τοῦ ὁποσαοῦν, ἄλλος


λόγος· εἰ δὲ μεμέτρηται, ὁπόσα τινὰ εἴη, τὸ ποσὸν ὡρις-
μένον ἔσται τῇ τῶν λόγων ἁπάντων ἐξελίξει καὶ ἀναπλώσει·
ὥστε, ὅταν παύσηται πάντα, ἀρχὴ ἄλλη· ὁπόσον γὰρ δεῖ
τὸν κόσμον εἶναι, καὶ ὁπόσα ἐν τῷ ἑαυτοῦ βίῳ διεξελεύ-
σεται, κεῖται ἐξ ἀρχῆς ἐν τῷ ἔχοντι τοὺς λόγους. Ἆρ'
οὖν καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ζῴων, ἐφ' ὧν πλῆθος ἐκ μιᾶς
γενέσεως, τοσούτους τοὺς λόγους; Ἢ οὐ φοβητέον τὸ ἐν
τοῖς σπέρμασι καὶ τοῖς λόγοις ἄπειρον ψυχῆς τὰ πάντα
ἐχούσης. Ἢ καὶ ἐν νῷ, ᾗ ἐν ψυχῇ, τὸ ἄπειρον τούτων
ἀνάπαλιν τῶν ἐκεῖ προχείρων.  

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 6, Ch. 1, sec. 5, line 8

Ἡμῖν δὲ ζητητέον, πῶς οἱ καθ' αὑτοὺς ἀριθμοὶ οὐσίαι ἢ


καὶ αὐτοὶ ποσόν τι· ὁποτέρως δ' ἂν ἔχωσιν, οὐκ ἂν κοινόν  
τι ἔχοιεν πρὸς τούτους ἐκεῖνοι, ἀλλ' ἢ ὄνομα μόνον.
 Ὁ δὲ λόγος καὶ ὁ χρόνος καὶ ἡ κίνησις πῶς; Πρῶτον δὲ
περὶ τοῦ λόγου, εἰ βούλει [μετρεῖται μὲν γάρ]. Ἀλλὰ λόγος, ὢν
τοσόσδε ἐστί[ν] – μετρεῖταιμὲν γάρ– ᾗ δὲ λόγος, οὐ
ποσόν· σημαντικὸν γάρ, ὥσπερ τὸ ὄνομα καὶ τὸ ῥῆμα. Ὕλη δ'
αὐτοῦ ὁ ἀήρ, ὥσπερ καὶ τούτων· καὶ γὰρ σύγκειται ἐξ αὐτῶν·
ἡ δὲ πληγὴ μᾶλλον ὁ λόγος, καὶ οὐχ ἡ πληγὴ ἁπλῶς, ἀλλ' ἡ
τύπωσις ἡ γιγνομένη, ὥσπερ μορφοῦσα· μᾶλλον οὖν ποίη-
σις καὶ ποίησις σημαντική. Τὴν δὴ κίνησιν ταύτην κατὰ τὴν
πληγὴν ποίησιν μᾶλλον ἂν εὐλόγως τις θεῖτο, τὴν δὲ ἀντικει-
μένως πάθος, ἢ ἑκάστην ἄλλου μὲν ποίησιν, ἄλλου δὲ πάθος,
ἢ ποίησιν εἰς τὸ ὑποκείμενον, πάθημα δ' ἐν τῷ ὑποκειμένῳ.
Εἰ δὲ μὴ κατὰ τὴν πληγὴν ἡ φωνή, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸν ἀέρα,
δύο ἂν εἴη καὶ οὐ μία ἡ κατηγορία ἐκ τῆς σημαντικῆς, εἰ  
συσσημαντικὸν ἐκείνης τῆς κατηγορίας. Ὁ δὲ χρόνος, εἰ μὲν
κατὰ τὸ μετροῦν λαμβάνοιτο, τί ποτε τὸ μετροῦν ληπτέον· ἢ
γὰρ ψυχὴ ἢ τὸ νῦν. Εἰ δὲ κατὰ τὸ μετρούμενον, κατὰ μὲν τὸ
τοσόσδε εἶναι, οἷον ἐνιαύσιος, ἔστω ποσόν, κατὰ μέντοι τὸ
χρόνος εἶναι φύσις τις ἄλλη· τὸ γὰρ τοσόνδε ἄλλο ὂν τοσόνδε

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 6, Ch. 1, sec. 9, line 24

ότης καὶ ὅλως ταὐτὸν καὶ θάτερον· διὸ καὶ ὅμοιον καὶ
ἀνόμοιον τὸ αὐτὸ καὶ ταὐτὸν καὶ θάτερον. Τί οὖν, εἰ ὁ μὲν
αἰσχρός, ὁ δὲ αἰσχίων εἴδους τοῦ αὐτοῦ μετουσίᾳ; Ἤ, εἰ μὲν
327

παντάπασιν αἰσχροί, ἴσοι εἴδους ἀπουσίᾳ· εἰ δ' ἐν τῷ  


μὲν τὸ μᾶλλον, τῷ δὲ τὸ ἧττον, μεταλήψει εἴδους οὐ
κρατοῦντος ὁ ἧττον αἰσχρός, ὁ δὲ μᾶλλον ἔτι μᾶλλον οὐ
κρατοῦντος· ἢ τῇ στερήσει, εἴ τις βούλοιτο τὴν παραβολὴν
ἔχειν, οἷον εἴδους αὐτοῖς ὄντος. Αἴσθησις δὲ εἶδός τι ἐξ
ἀμφοῖν, καὶ γνῶσις ὡσαύτως ἐξ ἀμφοῖν τι εἶδος· ἡ δὲ ἕξις
πρὸς τὸ ἐχόμενον ἐνέργειά τις οἷον συνέχουσα, ὥσπερ
ποίησίς τις· ἡ δὲ μέτρησις τοῦ μετροῦντος ἐνέργεια πρὸς
τὸ μετρούμενον λόγος τις. Εἰ μὲν οὖν [ὡς εἶδος] γενικῶς
τὴν τοῦ πρός τι σχέσιν ὡς εἶδός τις θήσεται, γένος ἓν καὶ
ὑπόστασις ὡς λόγος τις πανταχοῦ· εἰ δὲ οἱ λόγοι καὶ
ἀντικείμενοι καὶ διαφορὰς ἔχοντες τὰς εἰρημένας, τάχα
οὐκ ἂν ἓν γένος εἴη, ἀλλ' εἰς ὁμοιότητά τινα πάντα ἀν-
άγεται καὶ κατηγορίαν μίαν. Ἀλλ' εἰ καὶ εἰς ἓν δύναιτο
ἀνάγεσθαι τὰ εἰρημένα, ἀλλ' εἰς γένος ἓν ἀδύνατον τὰ ὑπὸ
τὴν αὐτὴν κατηγορίαν αὐτοῖς τεθέντα. Καὶ γὰρ τὰς
ἀποφάσειςαὐτῶν εἰς ἓν ἀνάγουσι, καὶ τὰ παρονο-
μαζόμεναἀπ' αὐτῶν, οἷον καὶ τὸ διπλάσιον καὶ ὁ

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 6, Ch. 1, sec. 15, line 6

ἄλλο παρὰ χρόνον καὶ τόπον, διὰ τί οὐ καὶ τὸ ἐν ἀγγείῳ


ἄλλην κατηγορίαν ποιήσει, καὶ τὸ ἐν ὕλῃ ἄλλο, καὶ τὸ ἐν
ὑποκειμένῳ ἄλλο, καὶ τὸ ἐν ὅλῳ μέρος καὶ τὸ ὅλον ἐν
μέρεσι, καὶ γένος ἐν εἴδεσι καὶ εἶδος ἐν γένει; Καὶ οὕτως
ἡμῖν πλείους αἱ κατηγορίαι ἔσονται.
 Ἐν δὲ τῷ ποιεῖν λεγομένῳ τάδ' ἄν τις ἐπισκέψαιτο.  
Λέγεται γὰρ ὡς, ἐπεὶ μετὰ τὴν οὐσίαν τὰ περὶ τὴν οὐσίαν
ἦν ποσότης καὶ ἀριθμός, τὸ ποσὸν γένος ἕτερον ἦν καὶ
ποιότητος οὔσης περὶ αὐτὴν ἄλλο γένος τὸ ποιόν, οὕτω
καὶ ποιήσεως οὔσης ἄλλο γένος τὸ ποιεῖν. Ἆρ' οὖν τὸ ποιεῖν
ἢ ἡ ποίησις, ἀφ' ἧς τὸ ποιεῖν, ὥσπερ καὶ ποιότης, ἀφ' ἧς
τὸ ποιόν; Ἢ ἐνταῦθα ποίησις, ποιεῖν, ποιῶν, ἢ ποιεῖν καὶ
ποίησις εἰς ἓν ληπτέα; Ἐμφαίνει δὲ μᾶλλον τὸ ποιεῖν καὶ
τὸν ποιοῦντα, ἡ δὲ ποίησις οὔ· καὶ τὸ ποιεῖν ἐν ποιήσει
εἶναί τινι, τοῦτο δὲ ἐνεργείᾳ. Ὥστε ἐνέργειαν μᾶλλον εἶναι
τὴν κατηγορίαν, ἣ [περὶ τὴν οὐσίαν] λέγεται θεωρεῖσθαι, ὡς
ἐκεῖ ποιότης, καὶ αὐτὴ περὶ τὴν οὐσίαν ὥσπερ κίνησις· καὶ ἓν
γένος ἡ κίνησις τῶν ὄντων. Διὰ τί γὰρ ποιότης μὲν ἕν τι  
περὶ τὴν οὐσίαν, καὶ ποσότης ἕν τι, καὶ πρός τι διὰ τὴν
328

σχέσιν ἄλλου πρὸς ἄλλο, κινήσεως δὲ περὶ τὴν οὐσίαν


οὔσης οὐκ ἔσται τι καὶ κίνησις ἓν γένος;

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 6, Ch. 1, sec. 15, line 7

ἄλλην κατηγορίαν ποιήσει, καὶ τὸ ἐν ὕλῃ ἄλλο, καὶ τὸ ἐν


ὑποκειμένῳ ἄλλο, καὶ τὸ ἐν ὅλῳ μέρος καὶ τὸ ὅλον ἐν
μέρεσι, καὶ γένος ἐν εἴδεσι καὶ εἶδος ἐν γένει; Καὶ οὕτως
ἡμῖν πλείους αἱ κατηγορίαι ἔσονται.
 Ἐν δὲ τῷ ποιεῖν λεγομένῳ τάδ' ἄν τις ἐπισκέψαιτο.  
Λέγεται γὰρ ὡς, ἐπεὶ μετὰ τὴν οὐσίαν τὰ περὶ τὴν οὐσίαν
ἦν ποσότης καὶ ἀριθμός, τὸ ποσὸν γένος ἕτερον ἦν καὶ
ποιότητος οὔσης περὶ αὐτὴν ἄλλο γένος τὸ ποιόν, οὕτω
καὶ ποιήσεως οὔσης ἄλλο γένος τὸ ποιεῖν. Ἆρ' οὖν τὸ ποιεῖν
ἢ ἡ ποίησις, ἀφ' ἧς τὸ ποιεῖν, ὥσπερ καὶ ποιότης, ἀφ' ἧς
τὸ ποιόν; Ἢ ἐνταῦθα ποίησις, ποιεῖν, ποιῶν, ἢ ποιεῖν καὶ
ποίησις εἰς ἓν ληπτέα; Ἐμφαίνει δὲ μᾶλλον τὸ ποιεῖν καὶ
τὸν ποιοῦντα, ἡ δὲ ποίησις οὔ· καὶ τὸ ποιεῖν ἐν ποιήσει
εἶναί τινι, τοῦτο δὲ ἐνεργείᾳ. Ὥστε ἐνέργειαν μᾶλλον εἶναι
τὴν κατηγορίαν, ἣ [περὶ τὴν οὐσίαν] λέγεται θεωρεῖσθαι, ὡς
ἐκεῖ ποιότης, καὶ αὐτὴ περὶ τὴν οὐσίαν ὥσπερ κίνησις· καὶ ἓν
γένος ἡ κίνησις τῶν ὄντων. Διὰ τί γὰρ ποιότης μὲν ἕν τι  
περὶ τὴν οὐσίαν, καὶ ποσότης ἕν τι, καὶ πρός τι διὰ τὴν
σχέσιν ἄλλου πρὸς ἄλλο, κινήσεως δὲ περὶ τὴν οὐσίαν
οὔσης οὐκ ἔσται τι καὶ κίνησις ἓν γένος;
 Εἰ δέ τις λέγοι τὴν κίνησιν ἀτελῆ ἐνέργειαν
Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 6, Ch. 1, sec. 17, line 12

τῷ τὴν μὲν ἐνέργειαν τοῦ δυνάμει εἶναι ἐνεργητικοῦ,


τὴν δὲ τοῦ δυνάμει κινητικοῦ ἢ κινητοῦ, λεκτέον ὡς
τὰ μὲν πρός τι αὐτὴ ἡ σχέσις ἐγέννα, ἀλλ' οὐ τῷ πρὸς
ἕτερον μόνον λέγεσθαι. Ὅταν δὲ ᾖ τις ὑπόστασις, κἂν ἑτέ-
ρου ᾖ κἂν πρὸς ἕτερον, τήν γε πρὸ τοῦ πρός τι εἴληχε
φύσιν. Αὕτη τοίνυν ἡ ἐνέργεια καὶ ἡ κίνησις καὶ ἡ ἕξις
δὲ ἑτέρου οὖσα οὐκ ἀφῄρηται τὸ πρὸ τοῦ πρός τι εἶναί
τε καὶ νοεῖσθαι καθ' αὑτά· ἢ οὕτω πάντα ἔσται πρός τι·
πάντως γὰρ ἔχει ὁτιοῦν σχέσιν πρὸς ὁτιοῦν, ὡς καὶ ἐπὶ τῆς
ψυχῆς. Αὐτή τε ἡ ποίησις καὶ τὸ ποιεῖν διὰ τί εἰς τὸ πρός
τι οὐκ ἀναχθήσεται; Ἢ γὰρ κίνησις ἢ ἐνέργεια πάντως  
ἔσται. Εἰ δὲ τὴν μὲν ποίησιν εἰς τὸ πρός τι ἀνάξουσι,
329

τὸ δὲ ποιεῖν ἓν γένος θήσονται, διὰ τί οὐ καὶ τὴν


μὲν κίνησιν εἰς τὸ πρός τι, τὸ δὲ κινεῖσθαι ἕν τι γένος
θήσονται, καὶ διαιρήσονται τὸ κινεῖσθαι ὡς ἓν διχῇ ἐν
εἴδεσι τοῦ ποιεῖν καὶ τοῦ πάσχειν, ἀλλ' οὐχ ὡς νῦν τὸ μὲν
ποιεῖν λέγουσι, τὸ δὲ πάσχειν;
 Ἐπισκεπτέον δέ, εἰ ἐν τῷ ποιεῖν τὰς μὲν ἐνεργείας
φήσουσι, τὰς δὲ κινήσεις, τὰς μὲν ἐνεργείας λέγοντες
εἶναι τὰς ἀθρόας, τὰς δὲ κινήσεις, οἷον τὸ τέμνειν –

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 6, Ch. 1, sec. 20, line 5

σομένῳ γενόμενον ἓν ὂν καὶ ταὐτὸν πεποίηκεν ἄλλο, τὸ  


λυπεῖσθαι. Τί οὖν αὐτὸ τὸ ἓν γενόμενον, πρὶν καὶ λύπην ποι-
ῆσαι, ἢ ὅλως λύπην οὐκ ἐμποιοῦν, οὐ πάθος ἐστὶ τοῦ εἰς ὅν,
οἷον τὸ ἀκοῦσαι; Ἢ οὐ πάθος τὸ ἀκοῦσαι οὐδ' ὅλως τὸ
αἰσθάνεσθαι, ἀλλὰ τὸ λυπηθῆναί ἐστι γενέσθαι ἐν πάθει,
ὃ μὴ ἀντίθετον τῷ ποιῆσαι.
 Ἀλλ' ἔστω μὴ ἀντίθετον· ὅμως δὲ ἕτερον ὂν τοῦ ποιεῖν
οὐκ ἐν τῷ αὐτῷ γένει τῇ ποιήσει. Ἤ, εἰ κινήσεις ἄμφω,
ἐν τῷ αὐτῷ, οἷον ἀλλοίωσις κίνησις κατὰ τὸ ποιόν.
Ἆρ' οὖν, ὅταν μὲν ἀπὸ τοῦ ποιοῦντοςἴῃ ἡ ἀλλοίωσις,
ποίησις καὶ τὸ ποιεῖν ἀπαθοῦς αὐτοῦ ὄντος; Ἢ ἐὰν μὲν
ἀπαθὴς ᾖ, ἐν τῷ ποιεῖν ἔσται, ἐὰν δὲ ἐνεργῶν εἰς ἄλλον,
οἷον τύπτων, καὶ πάσχῃ, οὐκέτι ποιεῖ. Ἢ οὐδὲν κωλύει
ποιοῦντα καὶ πάσχειν. Εἰ οὖν κατ' αὐτὸ τὸ πάσχειν, οἷον
τὸ τρίβειν, διὰ τί ποιεῖν μᾶλλον ἢ πάσχειν; Ἤ, ὅτι ἀντιτρί-
βεται, καὶ πάσχει. Ἆρ' οὖν, ὅτι ἀντικινεῖται, καὶ δύο
κινήσεις φήσομεν περὶ αὐτόν; Καὶ πῶς δύο; Ἀλλὰ μία.
Καὶ πῶς ἡ αὐτὴ καὶ ποίησις καὶ πεῖσις; Καὶ οὕτω μὲν
ποίησις τῷ ἀπ' ἄλλου, εἰς ἄλλον δὲ πεῖσις ἡ αὐτὴ οὖσα.
Ἀλλὰ ἄλλην φήσομεν; Καὶ πῶς ἄλλο τι διατίθησι τὸν  
πάσχοντα ἀλλοιοῦσα καὶ ὁ ποιῶν ἀπαθὴς ἐκείνου; Πῶς γὰρ

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 6, Ch. 1, sec. 22, line 27

τος καὶ πάσχοντος· οὗτος κινεῖ καὶ οὗτος κινεῖται, καὶ


δύο κατηγορίαι ἑκάτερον· καὶ οὗτος δίδωσι τῷδε κίνησιν,
οὗτος δὲ λαμβάνει, ὥστε λῆψις καὶ δόσις καὶ πρός τι.
Ἢ εἰ ἔχει ὁ λαβών, ὥσπερ λέγεται ἔχειν χρῶμα, διὰ τί οὐ
καὶ ἔχει κίνησιν; Καὶ ἡ ἀπόλυτος κίνησις, οἷον ἡ τοῦ
330

βαδίζειν, ἔχει βάδισιν, καὶ ἔχει δὲ νόησιν. Ἐπισκεπτέον δέ,


εἰ τὸ προνοεῖν ποιεῖν, εἰ καὶ τὸ προνοίας τυγχάνειν πάσχειν·
εἰς ἄλλο γὰρ καὶ περὶ ἄλλου ἡ πρόνοια. Ἢ οὐδὲ τὸ προ-
νοεῖν ποιεῖν, καὶ εἰ περὶ ἄλλου τὸ νοεῖν, ἢ ἐκεῖνο πάσχειν.
Ἢ οὐδὲ τὸ νοεῖν ποιεῖν – οὐ γὰρ εἰς αὐτὸ τὸ νοούμενον,
ἀλλὰ περὶ αὐτοῦ – οὐδὲ ποίησις ὅλως. Οὐδὲ δεῖ πάσας ἐνερ-  
γείας ποιήσεις λέγειν οὐδὲ ποιεῖν τι· κατὰ συμβεβηκὸς δὲ
ἡ ποίησις. Τί οὖν; εἰ βαδίζων ἴχνη εἰργάσατο, οὐ λέγομεν
πεποιηκέναι; Ἀλλ' ἐκ τοῦ εἶναι αὐτὸν ἄλλο τι. Ἢ ποιεῖν
κατὰ συμβεβηκὸς καὶ τὴν ἐνέργειαν κατὰ συμβεβηκός, ὅτι
μὴ πρὸς τοῦτο ἑώρα· ἐπεὶ καὶ ἐπὶ τῶν ἀψύχων ποιεῖν
λέγομεν, οἷον τὸ πῦρ θερμαίνειν καὶ «ἐνήργησε τὸ φάρμα-
κον». Ἀλλὰ περὶ μὲν τούτων ἅλις.
 Περὶ δὲ τοῦ ἔχειν, εἰ τὸ ἔχειν πολλαχῶς, διὰ τί οὐ
πάντες οἱ τρόποι τοῦ ἔχειν εἰς ταύτην τὴν κατηγορίαν
ἀναχθήσονται; Ὥστε καὶ τὸ ποσόν, ὅτι ἔχει μέγεθος,

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 6, Ch. 1, sec. 22, line 29

οὗτος δὲ λαμβάνει, ὥστε λῆψις καὶ δόσις καὶ πρός τι.


Ἢ εἰ ἔχει ὁ λαβών, ὥσπερ λέγεται ἔχειν χρῶμα, διὰ τί οὐ
καὶ ἔχει κίνησιν; Καὶ ἡ ἀπόλυτος κίνησις, οἷον ἡ τοῦ
βαδίζειν, ἔχει βάδισιν, καὶ ἔχει δὲ νόησιν. Ἐπισκεπτέον δέ,
εἰ τὸ προνοεῖν ποιεῖν, εἰ καὶ τὸ προνοίας τυγχάνειν πάσχειν·
εἰς ἄλλο γὰρ καὶ περὶ ἄλλου ἡ πρόνοια. Ἢ οὐδὲ τὸ προ-
νοεῖν ποιεῖν, καὶ εἰ περὶ ἄλλου τὸ νοεῖν, ἢ ἐκεῖνο πάσχειν.
Ἢ οὐδὲ τὸ νοεῖν ποιεῖν – οὐ γὰρ εἰς αὐτὸ τὸ νοούμενον,
ἀλλὰ περὶ αὐτοῦ – οὐδὲ ποίησις ὅλως. Οὐδὲ δεῖ πάσας ἐνερ-  
γείας ποιήσεις λέγειν οὐδὲ ποιεῖν τι· κατὰ συμβεβηκὸς δὲ
ἡ ποίησις. Τί οὖν; εἰ βαδίζων ἴχνη εἰργάσατο, οὐ λέγομεν
πεποιηκέναι; Ἀλλ' ἐκ τοῦ εἶναι αὐτὸν ἄλλο τι. Ἢ ποιεῖν
κατὰ συμβεβηκὸς καὶ τὴν ἐνέργειαν κατὰ συμβεβηκός, ὅτι
μὴ πρὸς τοῦτο ἑώρα· ἐπεὶ καὶ ἐπὶ τῶν ἀψύχων ποιεῖν
λέγομεν, οἷον τὸ πῦρ θερμαίνειν καὶ «ἐνήργησε τὸ φάρμα-
κον». Ἀλλὰ περὶ μὲν τούτων ἅλις.
 Περὶ δὲ τοῦ ἔχειν, εἰ τὸ ἔχειν πολλαχῶς, διὰ τί οὐ
πάντες οἱ τρόποι τοῦ ἔχειν εἰς ταύτην τὴν κατηγορίαν
ἀναχθήσονται; Ὥστε καὶ τὸ ποσόν, ὅτι ἔχει μέγεθος, καὶ
τὸ ποιόν, ὅτι ἔχει χρῶμα, καὶ ὁ πατὴρ καὶ τὰ τοιαῦτα, ὅτι
ἔχει υἱόν, καὶ ὁ υἱὸς, ὅτι ἔχει πατέρα, καὶ ὅλως κτήματα.
331

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 6, Ch. 4, sec. 10, line 12

συνηρτῆσθαι τῷ ἀρχετύπῳ – ἔστι γὰρ καὶ εἰκόνα εἶναι


ἀπόντος τοῦ ἀρχετύπου, ἀφ' οὗ ἡ εἰκών, καὶ τοῦ πυρὸς
ἀπελθόντος τὴν θερμότητα εἶναι ἐν τῷ θερμανθέντι –  
πρῶτον μὲν ἐπὶ τοῦ ἀρχετύπου καὶ τῆς εἰκόνος, εἰ τὴν
παρὰ τοῦ ζωγράφου εἰκόνα λέγοι τις, οὐ τὸ ἀρχέτυπον
φήσομεν τὴν εἰκόνα πεποιηκέναι, ἀλλὰ τὸν ζωγράφον, οὐκ
οὖσαν αὐτοῦ εἰκόνα οὐδ' εἰ αὐτόν τις γράφει· τὸ γὰρ γράφον
ἦν οὐ τὸ σῶμα τοῦ ζωγράφου οὐδὲ τὸ εἶδος τὸ μεμιμημένον·
καὶ οὐ τὸν ζωγράφον, ἀλλὰ τὴν θέσιν τὴν οὑτωσὶ τῶν
χρωμάτων λεκτέον ποιεῖν τὴν τοιαύτην εἰκόνα. Οὐδὲ κυρίως  
ἡ τῆς εἰκόνος καὶ τοῦ ἰνδάλματος ποίησις οἷον ἐν ὕδασι
καὶ κατόπτροις ἢ ἐν σκιαῖς – ἐνταῦθα ὑφίσταταί τε
παρὰ τοῦ προτέρου κυρίως καὶ γίνεται ἀπ' αὐτοῦ καὶ οὐκ
ἔστιν ἀφ' ἑαυτοῦ ἀποτετμημένα τὰ γενόμενα εἶναι. Τοῦτον
δὲ τὸν τρόπον καὶ τὰς ἀσθενεστέρας δυνάμεις παρὰ τῶν
προτέρων ἀξιώσουσι γίνεσθαι. Τὸ δ' ἐπὶ τοῦ πυρὸς λεγό-
μενον οὐκ εἰκόνα τὴν θερμότητα τοῦ πυρὸς λεκτέον εἶναι,
εἰ μή τις λέγοι καὶ πῦρ ἐν τῇ θερμότητι εἶναι· εἰ γὰρ τοῦτο,
χωρὶς πυρὸς ποιήσει τὴν θερμότητα. Εἶτα κἂν εἰ μὴ αὐτίκα,
ἀλλ' οὖν παύεται καὶ ψύχεται τὸ σῶμα τὸ θερμανθὲν
ἀποστάντος τοῦ πυρός.

Πλωτίνος. Εννεάδες. Ennead 6, Ch. 5, sec. 10, line 36

τεσθαι νομίζοι, ἢ τὴν αὐτὴν χορδὴν μὴ ὁρῶν κρούοι.


Καίτοι καὶ ταῖς ψυχαῖς ὡς ἐφαπτόμεθα τοῦ ἀγαθοῦ ἐχρῆν
ἐνθυμεῖσθαι. Οὐ γὰρ ἄλλου μὲν ἐγώ, ἄλλου δὲ σὺ ἐφάπτῃ,
ἀλλὰ τοῦ αὐτοῦ, οὐδὲ τοῦ αὐτοῦ μέν, προσελθόντος δέ μοι
ῥεύματος ἐκεῖθεν ἄλλου, σοὶ δὲ ἄλλου, ὥστε τὸ μὲν εἶναί
που ἄνω, τὰ δὲ παρ' αὐτοῦ ἐνταῦθα. Καὶ δίδωσιτὸ διδὸν
τοῖς λαμβάνουσιν, ἵνα ὄντως λαμβάνωσι, [καὶ δίδωσι
τὸ διδὸν] οὐ τοῖς ἀλλοτρίοις, ἀλλὰ τοῖς ἑαυτοῦ. Ἐπεὶ οὐ
πόμπιος ἡ νοερὰ δόσις. Ἐπεὶ καὶ ἐν τοῖς διεστηκόσιν ἀπ'
ἀλλήλων τοῖς τόποις σώμασιν ἡ δόσις ἄλλου ἄλλου
συγγενής, καὶ εἰς αὐτὸ ἡ δόσις καὶ ἡ ποίησις, καὶ τό
γε σωματικὸν τοῦ παντὸς δρᾷ καὶ πάσχει ἐν αὐτῷ, καὶ
οὐδὲν ἔξωθεν εἰς αὐτό. Εἰ δὴ ἐπὶ σώματος οὐδὲν ἔξωθεν  
τοῦ ἐκ φύσεως οἷον φεύγοντος ἑαυτό, ἐπὶ πράγματος
ἀδιαστάτου πῶς τὸ ἔξωθεν; Ἐν τῷ αὐτῷ ἄρα ὄντες καὶ
ὁρῶμεν τἀγαθὸν καὶ ἐφαπτόμεθα αὐτοῦ ὁμοῦ ὄντες τοῖς
332

ἡμετέροις νοητοῖς. Καὶ κόσμος εἷς πολὺ μᾶλλον ἐκεῖ· ἢ


δύο κόσμοι αἰσθητοὶ ἔσονται ὅμοια μεμερισμένοι, καὶ ἡ
σφαῖρα ἡ νοητή, εἰ οὕτως ἕν, ὡς αὕτη· ὥστε διοίσει ἢ γε-
λοιοτέρα ἔσται, εἴπερ τῇ μὲν ἐξ ἀνάγκης ὄγκος καὶ εὔλογος,
ἡ δὲ μηδὲν δεομένη ἐκτενεῖ ἑαυτὴν καὶ ἑαυτῆς ἐκστήσεται.

Θεμίστιος. Φιλάδελφοι ἢ περὶ φιλανθρωπίας “Themistii orationes


quae supersunt, vol. 1”, Ed. Schenkl, H., Downey, G.Leipzig: Teubner,
1965Harduin p. 79, sec. c, line 9... Ο Θεμίστιος (Παφλαγονία, 317 – 388),
επονομαζόμενος και εὐφραδής, ήταν πολιτικός, ρήτορας και φιλόσοφος.

 Ἀλλ' Ὅμηρος, ὡς ἔοικε, τοῦτο οὐκ ὀρθῶς ὑπελάμ-


βανε, δύο κατακεῖσθαι πίθους ἐν τῷ Διὸς οἴκῳ κηρῶν
ἐμπλέους, τὸν μὲν ἐσθλῶν, τὸν δὲ ἕτερον τῶν ἐναντίων.
κακῶν γὰρ οὐκ ἔστιν ἐν τῷ οὐρανῷ ταμιεῖον, ἀλλ' ὁ πίθος  
οὗτος πεφύραται ἐνθένδε ἀπὸ τοῦ πηλοῦ τοῦ παρ' ἡμῖν
καὶ τῆς γῆς, καὶ ἡμεῖς αὐτὸν ἐμπίπλαμεν καὶ ἐκκενοῦ-
μεν. οὐδ' ἐῶμεν ἀκράτους ἐπιρρεῖν πηγὰς τῶν ἄνωθεν
ἀγαθῶν, ἃ χορηγεῖ συνεχῶς ἀκάμαντι νόῳ, καθάπερ λέ-
γει ἡ φιλοσοφοῦσα ποίησις, ὁ τῶν ἐάων δοτήρ, ὁ τῆς
εὐνομίας ταμίας, οὗ πάρεδρος Δίκη τε καὶ Εὐνομία· ᾧ
παραστατοῦσιν αἱ Χάριτες, Εὐφροσύνη καὶ Ἀγλαΐα Θαλίη
τ' ἐρατεινή· οὗ πᾶσαι ἐκ φιλανθρωπίας ἐπωνυμίαι, ὁ μει-
λίχιος, ὁ φίλιος, ὁ ξένιος, ὁ ἱκέσιος, ὁ πολιεύς, ὁ σωτήρ.
 Τοῦτον ἂν βουλοίμην ἐγὼ τὸν κατάλογον τῶν ὀνομάτων
προγράφεσθαι ὑμῶν, ὦ βασιλεῖς, ὡς πολὺ θειότερον καὶ
πρέποντα μᾶλλον ἢ τὸν ἀπὸ τῶν ἐθνῶν τῶν ἡττωμένων.
ἐκείνων μὲν γὰρ οὐδέν ἐστιν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, οὐχ ὁ Περ-
σικός, οὐχ ὁ Γερμανικός, οὐχ ὅσα ἂν εἴποις· καὶ ἅμα εἰ
μὴ παρακινοῖεν οἱ βάρβαροι, ψεύδεσθαι γράφοντας ἀναγ

Θεμίστιος. Πρὸς τοὺς οὐκ ὀρθῶς ἐξηγουμένους τὸν σοφιστήν (2001:


029)“Themistii orationes quae supersunt, vol. 2”, Ed. Schenkl, H.,
Downey, G., Norman, A.F.Leipzig: Teubner, 1971.Harduin p. 347, sec. a,
line 7

καὶ μαντεύῃ, οὐ προσήκει αὐτῷ ὁ λόγος. καὶ τί ἂν ἄχθοιτο


καὶ δυσχεραίνοι; ἢ εἰ τὰ μάλιστα δῆλός σοί ἐστιν ἀνιώμε-
νος, οὐ πρὸς τὸν λόγον χρὴ ἀνιᾶσθαι, ἀλλὰ πρὸς τὸ ἔργον,
δι' ὃ προσήκων αὐτῷ ἐφάνη ὁ λόγος. οὐ γὰρ οἱ λόγοι τὰ
πράγματα ἡμῖν προστιθέασιν· ὡς οὐδέν γε ἂν ἦν εὐπετέ-
στερον ἀνθρωπίνης εὐδαιμονίας· ἀλλ' ὅταν τὸ πρᾶγμα
333

ὑπάρχῃ, τηνικαῦτα συνομαρτεῖ καὶ ὁ τοῦ πράγματος λόγος.


χρὴ οὖν ἐκεῖνο ἀποσκευάσασθαι, καὶ ἡ σκιὰ συναπελήλα-
ται τῷ στερεμνίῳ. ἀλλ', ὅπερ ἐγὼ καὶ ἔμπροσθεν ἔφην,
οὐδένα σοφὸν οὕτως ἐξευρίσκω ἐν τῇ πόλει τῇ ἡμετέρᾳ,
ὅτῳ ἂν αὕτη ἡ προςποίησις ἐφαρμόσειε τοῦ καταλόγου
τῶν διδαγμάτων, ἀλλὰ καὶ κολοβοὶ ἅπαντες καὶ ἡμιτελεῖς
πρὸς τὸν Ἱππίαν. καὶ εἰ μέν τις οἷός τέ ἐστι ξυντιθέναι  
τραγῳδίαν καὶ ἔπη καὶ διθυράμβους, ὥσπερ ὁ ἔναγχος
ἐπιδημήσας Αἰγύπτιος νεανίσκος, ἀλλὰ ἀμαθής γε εἶναι
ὁμολογεῖ τὴν ὑψηλοτέραν σοφίαν. εἰ δέ τις ἐκείνην ποιεῖται
ἄκρος τε εἶναι καὶ κορυφαῖος, τά τε σμικρὰ ταῦτα οὐκ
ἀξιοῖ καὶ χαμαίζηλα δημιουργεῖν, οὐκοῦν οὐδ' ἄχρι κόμ-
ματος οὐδ' ἐλεγείου. ὥστε οὐδεὶς ἂν ἐν δίκῃ ἡμῖν χαλε-
παίνοι ἐπὶ τῷ λόγῳ οὗ εἴσω κάμπτει καὶ ὁλοκλήρου οὐκ
ἐξικνεῖται.

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis (2001: 039)


“Themistii in Aristotelis physica paraphrasis”, Ed. Schenkl, H.
Berlin: Reimer, 1900; Commentaria in Aristotelem Graeca 5.2.
Vol. 5,2, p. 65, line 20

τάξις ἀντέστραπται· ἐνταῦθα μὲν γὰρ εἰ αἱ προτάσεις, καὶ τὸ


συμπέρασμα, τουτέστιν εἰ τὰ πρῶτα, καὶ τὰ ὕστερον· ἐπὶ δὲ τῶν φύσει
τοὔμπαλιν· εἰ γὰρ τὰ ὕστερον, καὶ τὰ πρῶτα· εἰ γὰρ ἡ μορφή, καὶ ἡ ὕλη,
ἐπεὶ τά γε
ἄλλα ὁμοίως ἔχει· ὡς ἐπὶ τῶν φυσικῶν ἐξ ἀνάγκης μὲν ἐδεῖτο τὸ εἶδος
τῆς ὕλης, οὐχ εἵπετο δὲ ἐξ ἀνάγκης τῇ ὕλῃ, οὕτως ἐπὶ τῶν συλλογισμῶν
ποιοῦσι μὲν ἐξ ἀνάγκης τὸ συμπέρασμα αἱ προτάσεις, ὄντος δὲ οὐκ ἐξ
ἀνάγκης ὑπάρχουσιν. ἡ τάξις οὖν ἀνάπαλιν ἔχει, τάχα δὲ οὐδὲ αὕτη.
σκόπει γάρ· ἐν ταῖς ποιητικαῖς τέχναις ἄλλη μέν ἐστιν τῆς θεωρίας ἀρχὴ
κατὰ τὸν λόγον καὶ τὸ οὗ ἕνεκα, ἄλλη δὲ ἡ τῆς πράξεως. ἐπὶ γὰρ τῆς
οἰκοδομικῆς τὸ μὲν εἶδος τῆς οἰκίας καὶ ὁ λόγος ἀρχὴ τῆς θεωρίας ἐστὶν
καὶ οἱ θεμέλιοι δὲ τῆς πράξεως. ὅπου δὲ οὐκ ἔστι ποίησις οὐδὲ τάξις,
ἐνταῦθα ἀκόλουθον μίαν ὑπολείπεσθαι τὴν ἀρχὴν τὴν κατὰ τὴν θεωρίαν
τε καὶ τὸν λόγον· ἄλλη γὰρ οὐκ ἔνι. αὗται δέ εἰσιν αἱ προτάσεις, ὥστε
εἰ ἐνταῦθα μὲν αἱ προτάσεις αἱ κατὰ τὸν λόγον ἀρχαὶ ἐκεῖ δὲ τὸ εἶδος,
ἐν ἀμφοτέροις ἂν ὁμοίως ἡ ἀκολούθησις γένοιτο· ταῖς γὰρ κατὰ τὸν
λόγον
ἀρχαῖς ἕποιτο ἂν τὸ ἀναγκαῖον, ὅπερ ἐπὶ τῶν ποιητικῶν μὲν ὕλη, ἐπὶ δὲ
τῶν θεωρητικῶν τὸ συμπέρασμα. ἀπέφηνεν ἄρα διὰ πάντων πῶς ἔχει τὸ  
ἀναγκαῖον, ἡ ὕλη καὶ αἱ ταύτης κινήσεις τε καὶ ἀλλοιώσεις· ταύτης γὰρ
334

χωρὶς ἀδύνατον γενέσθαι τὴν μορφὴν καὶ τὸ εἶδος. καὶ ἄμφω μὲν τῷ
φυσικῷ τὰς αἰτίας ἐπισκεπτέον, μᾶλλον δὲ τὴν τοῦ οὗ ἕνεκεν (αἴτιον

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis


Vol. 5,2, p. 76, line 22

ὑπ' ἄλλου (τοῦ γὰρ κινητικοῦ) καί ἐστι μία· οὐ γὰρ ἄλλη μὲν ὑπὸ τοῦ
κινοῦντος γίνεται, ἄλλη δέ ἐστιν ἐν τῷ κινητῷ, ἀλλὰ ἡ ἐνέργεια τοῦ κινη-
τικοῦ αὐτή ἐστιν ἐν τῷ κινητῷ καὶ μία οὖσα ἅμα τε τὸ κινητικὸν κινοῦν
ποιεῖ καὶ τὸ κινητὸν κινούμενον. μία μὲν ἀμφοῖν ἡ ἐνέργεια τοῦ κινοῦν-
τος καὶ τοῦ κινουμένου, ὅταν τὸ μὲν κινῇ τὸ δὲ κινῆται, μία δὲ τῷ ὑπο-
κειμένῳ. τῷ γὰρ λόγῳ δύο καὶ τὸ τί ἦν εἶναι, ὥσπερ τὸ ἄναντες καὶ τὸ
κάταντες. ὡς γὰρ ἐπὶ τούτων τὸ μὲν αὐτὸ διάστημα, ἀλλ' ἔνθεν μὲν
ἀρχομένῳ ἄναντες, ἔνθεν δὲ κάταντες, καὶ διὰ τοῦτο τῷ λόγῳ δύο· οὕτως
καὶ ἐπὶ τῆς κινήσεως κατὰ μὲν τὸ ὑποκείμενόν ἐστι μία ἡ ἐνέργεια τοῦ
κινοῦντος καὶ τοῦ κινουμένου, ἀλλ' ἀπὸ μὲν τοῦ κινοῦντος ἀρχομένοις
ποίησίς ἐστιν, ἀπὸ δὲ τοῦ κινουμένου πάθησις· καὶ οὕτως ἂν εἶεν τῷ
λόγῳ
δύο, ἐπεὶ μὴ οὕτως τιθεμένοις ἔχει τινὰ λογικὴν ἀπορίαν. δεῖ μὲν γὰρ
εἶναι ἐνέργειαν τοῦ κινητικοῦ, δεῖ δὲ εἶναι καὶ τοῦ παθητικοῦ, ὧν τὸ μὲν
ποίησις τὸ δὲ πάθησίς ἐστιν. αὗται δὲ ὅτι διαφέρουσιν, δῆλον· καὶ γὰρ
τὰ ἔργα αὐτῶν καὶ τὰ ἀποτελέσματα διαφέρει· τῆς μὲν γὰρ ποίημα ἀπο-
τέλεσμα, τῆς δὲ πάθος. κείσθω τοίνυν ἑτέρας εἶναι τὰς ἐνεργείας. πῶς
δὴ καὶ ἐν τίνι ἔσονται, σκεψώμεθα. ἢ τοίνυν ἄμφω ἐν τῷ ποιοῦντι ἢ  
ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις
ἐν τῷ πάσχοντι· ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται, οἷον τὴν ποίησιν ἐν τῷ
πάσχοντι εἶναι, εἰ μή τις τὴν τοῦ πάσχοντος ἐνέργειαν ὁμωνύμως ποίησιν

ὀνομάζειν ἐθέλοι. ἔστω δὴ πρῶτον ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis Vol. 5,2, p. 76, line 25

ποιεῖ καὶ τὸ κινητὸν κινούμενον. μία μὲν ἀμφοῖν ἡ ἐνέργεια τοῦ κινοῦν-
τος καὶ τοῦ κινουμένου, ὅταν τὸ μὲν κινῇ τὸ δὲ κινῆται, μία δὲ τῷ ὑπο-
κειμένῳ. τῷ γὰρ λόγῳ δύο καὶ τὸ τί ἦν εἶναι, ὥσπερ τὸ ἄναντες καὶ τὸ
κάταντες. ὡς γὰρ ἐπὶ τούτων τὸ μὲν αὐτὸ διάστημα, ἀλλ' ἔνθεν μὲν
ἀρχομένῳ ἄναντες, ἔνθεν δὲ κάταντες, καὶ διὰ τοῦτο τῷ λόγῳ δύο· οὕτως
καὶ ἐπὶ τῆς κινήσεως κατὰ μὲν τὸ ὑποκείμενόν ἐστι μία ἡ ἐνέργεια τοῦ
κινοῦντος καὶ τοῦ κινουμένου, ἀλλ' ἀπὸ μὲν τοῦ κινοῦντος ἀρχομένοις
ποίησίς ἐστιν, ἀπὸ δὲ τοῦ κινουμένου πάθησις· καὶ οὕτως ἂν εἶεν τῷ
λόγῳ
335

δύο, ἐπεὶ μὴ οὕτως τιθεμένοις ἔχει τινὰ λογικὴν ἀπορίαν. δεῖ μὲν γὰρ
εἶναι ἐνέργειαν τοῦ κινητικοῦ, δεῖ δὲ εἶναι καὶ τοῦ παθητικοῦ, ὧν τὸ μὲν
ποίησις τὸ δὲ πάθησίς ἐστιν. αὗται δὲ ὅτι διαφέρουσιν, δῆλον· καὶ γὰρ
τὰ ἔργα αὐτῶν καὶ τὰ ἀποτελέσματα διαφέρει· τῆς μὲν γὰρ ποίημα ἀπο-
τέλεσμα, τῆς δὲ πάθος. κείσθω τοίνυν ἑτέρας εἶναι τὰς ἐνεργείας. πῶς
δὴ καὶ ἐν τίνι ἔσονται, σκεψώμεθα. ἢ τοίνυν ἄμφω ἐν τῷ ποιοῦντι ἢ  
ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις
ἐν τῷ πάσχοντι· ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται, οἷον τὴν ποίησιν ἐν τῷ
πάσχοντι εἶναι, εἰ μή τις τὴν τοῦ πάσχοντος ἐνέργειαν ὁμωνύμως ποίησιν

ὀνομάζειν ἐθέλοι. ἔστω δὴ πρῶτον ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ


πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. οὐκοῦν ὥσπερ τὸ κινούμενον ἔχει κίνησιν ἐν
ἑαυτῷ τὴν ἰδίαν ἐνέργειαν, οὕτω καὶ τὸ κινοῦν ἕξει κίνησιν ἐν ἑαυτῷ τὴν
ἰδίαν ἐνέργειαν. ὁ γὰρ αὐτὸς λόγος ἐπ' ἀμφοῖν, ἀλλ' εἰ τοῦτο, δυοῖν

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis Vol. 5,2, p. 77, line 1

ἀρχομένῳ ἄναντες, ἔνθεν δὲ κάταντες, καὶ διὰ τοῦτο τῷ λόγῳ δύο· οὕτως
καὶ ἐπὶ τῆς κινήσεως κατὰ μὲν τὸ ὑποκείμενόν ἐστι μία ἡ ἐνέργεια τοῦ
κινοῦντος καὶ τοῦ κινουμένου, ἀλλ' ἀπὸ μὲν τοῦ κινοῦντος ἀρχομένοις
ποίησίς ἐστιν, ἀπὸ δὲ τοῦ κινουμένου πάθησις· καὶ οὕτως ἂν εἶεν τῷ
λόγῳ
δύο, ἐπεὶ μὴ οὕτως τιθεμένοις ἔχει τινὰ λογικὴν ἀπορίαν. δεῖ μὲν γὰρ
εἶναι ἐνέργειαν τοῦ κινητικοῦ, δεῖ δὲ εἶναι καὶ τοῦ παθητικοῦ, ὧν τὸ μὲν
ποίησις τὸ δὲ πάθησίς ἐστιν. αὗται δὲ ὅτι διαφέρουσιν, δῆλον· καὶ γὰρ
τὰ ἔργα αὐτῶν καὶ τὰ ἀποτελέσματα διαφέρει· τῆς μὲν γὰρ ποίημα ἀπο-
τέλεσμα, τῆς δὲ πάθος. κείσθω τοίνυν ἑτέρας εἶναι τὰς ἐνεργείας. πῶς
δὴ καὶ ἐν τίνι ἔσονται, σκεψώμεθα. ἢ τοίνυν ἄμφω ἐν τῷ ποιοῦντι ἢ  
ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις
ἐν τῷ πάσχοντι· ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται, οἷον τὴν ποίησιν ἐν τῷ
πάσχοντι εἶναι, εἰ μή τις τὴν τοῦ πάσχοντος ἐνέργειαν ὁμωνύμως ποίησιν

ὀνομάζειν ἐθέλοι. ἔστω δὴ πρῶτον ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ


πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. οὐκοῦν ὥσπερ τὸ κινούμενον ἔχει κίνησιν ἐν
ἑαυτῷ τὴν ἰδίαν ἐνέργειαν, οὕτω καὶ τὸ κινοῦν ἕξει κίνησιν ἐν ἑαυτῷ τὴν
ἰδίαν ἐνέργειαν. ὁ γὰρ αὐτὸς λόγος ἐπ' ἀμφοῖν, ἀλλ' εἰ τοῦτο, δυοῖν
ἀτόποιν θάτερον ἀναδεξόμεθα· ἢ γὰρ ἅπαν τὸ κινοῦν καὶ κινήσεται ἤ τι
ἔχον κίνησιν οὐ κινήσεται. εἶεν. ἀλλ' ἔστω ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ καὶ
πάσχοντι ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, οἷον καὶ ἡ δίδαξις καὶ ἡ μάθησις ἐν
τῷ μανθάνοντι.
336

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis Vol. 5,2, p. 77, line 4

ποίησίς ἐστιν, ἀπὸ δὲ τοῦ κινουμένου πάθησις· καὶ οὕτως ἂν εἶεν τῷ


λόγῳ
δύο, ἐπεὶ μὴ οὕτως τιθεμένοις ἔχει τινὰ λογικὴν ἀπορίαν. δεῖ μὲν γὰρ
εἶναι ἐνέργειαν τοῦ κινητικοῦ, δεῖ δὲ εἶναι καὶ τοῦ παθητικοῦ, ὧν τὸ μὲν
ποίησις τὸ δὲ πάθησίς ἐστιν. αὗται δὲ ὅτι διαφέρουσιν, δῆλον· καὶ γὰρ
τὰ ἔργα αὐτῶν καὶ τὰ ἀποτελέσματα διαφέρει· τῆς μὲν γὰρ ποίημα ἀπο-
τέλεσμα, τῆς δὲ πάθος. κείσθω τοίνυν ἑτέρας εἶναι τὰς ἐνεργείας. πῶς
δὴ καὶ ἐν τίνι ἔσονται, σκεψώμεθα. ἢ τοίνυν ἄμφω ἐν τῷ ποιοῦντι ἢ  
ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις
ἐν τῷ πάσχοντι· ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται, οἷον τὴν ποίησιν ἐν τῷ
πάσχοντι εἶναι, εἰ μή τις τὴν τοῦ πάσχοντος ἐνέργειαν ὁμωνύμως ποίησιν

ὀνομάζειν ἐθέλοι. ἔστω δὴ πρῶτον ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ


πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. οὐκοῦν ὥσπερ τὸ κινούμενον ἔχει κίνησιν ἐν
ἑαυτῷ τὴν ἰδίαν ἐνέργειαν, οὕτω καὶ τὸ κινοῦν ἕξει κίνησιν ἐν ἑαυτῷ τὴν
ἰδίαν ἐνέργειαν. ὁ γὰρ αὐτὸς λόγος ἐπ' ἀμφοῖν, ἀλλ' εἰ τοῦτο, δυοῖν
ἀτόποιν θάτερον ἀναδεξόμεθα· ἢ γὰρ ἅπαν τὸ κινοῦν καὶ κινήσεται ἤ τι
ἔχον κίνησιν οὐ κινήσεται. εἶεν. ἀλλ' ἔστω ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ καὶ
πάσχοντι ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, οἷον καὶ ἡ δίδαξις καὶ ἡ μάθησις ἐν
τῷ μανθάνοντι. πρῶτον μὲν τοίνυν ἄλογον τὸ τὴν ἑκάστου ἐνέργειαν
μὴ ἐν ἑκάστῳ εἶναι τῷ ἐνεργοῦντι, ἔπειτα θαυμαστόν, ὅπως τὸ πάσχον
δύο κινήσεις διαφερούσας κινήσεται. τίνες γὰρ ἔσονται αὗται, χαλεπὸν
ἐξευρεῖν μάλιστα καθ' ἓν εἶδος κινήσεως τοῦ πάσχοντός που κινουμένου.

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis Vol. 5,2, p. 77, line 10

δὴ καὶ ἐν τίνι ἔσονται, σκεψώμεθα. ἢ τοίνυν ἄμφω ἐν τῷ ποιοῦντι ἢ  


ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις
ἐν τῷ πάσχοντι· ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται, οἷον τὴν ποίησιν ἐν τῷ
πάσχοντι εἶναι, εἰ μή τις τὴν τοῦ πάσχοντος ἐνέργειαν ὁμωνύμως ποίησιν

ὀνομάζειν ἐθέλοι. ἔστω δὴ πρῶτον ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ


πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. οὐκοῦν ὥσπερ τὸ κινούμενον ἔχει κίνησιν ἐν
ἑαυτῷ τὴν ἰδίαν ἐνέργειαν, οὕτω καὶ τὸ κινοῦν ἕξει κίνησιν ἐν ἑαυτῷ τὴν
ἰδίαν ἐνέργειαν. ὁ γὰρ αὐτὸς λόγος ἐπ' ἀμφοῖν, ἀλλ' εἰ τοῦτο, δυοῖν
ἀτόποιν θάτερον ἀναδεξόμεθα· ἢ γὰρ ἅπαν τὸ κινοῦν καὶ κινήσεται ἤ τι
ἔχον κίνησιν οὐ κινήσεται. εἶεν. ἀλλ' ἔστω ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ καὶ
πάσχοντι ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, οἷον καὶ ἡ δίδαξις καὶ ἡ μάθησις ἐν
337

τῷ μανθάνοντι. πρῶτον μὲν τοίνυν ἄλογον τὸ τὴν ἑκάστου ἐνέργειαν


μὴ ἐν ἑκάστῳ εἶναι τῷ ἐνεργοῦντι, ἔπειτα θαυμαστόν, ὅπως τὸ πάσχον
δύο κινήσεις διαφερούσας κινήσεται. τίνες γὰρ ἔσονται αὗται, χαλεπὸν
ἐξευρεῖν μάλιστα καθ' ἓν εἶδος κινήσεως τοῦ πάσχοντός που κινουμένου.
τὰ αὐτὰ δὲ καὶ ἔτι πλείω τὰ ἄτοπα ἀκολουθήσει, εἰ θείημεν ἐν τῷ
κινοῦντι τὰς δύο κινήσεις ὑπάρχειν· προσέσται γὰρ καὶ τὸ μὴ κινεῖσθαι

Θεμίστιος. In Aristotelis physica paraphrasis Vol. 5,2, p. 78, line 31

δὲ κάταντες, ἓν δὲ μεταξὺ τὸ διάστημα, οὕτως ἀπὸ τοῦ διδάσκοντος μὲν


ἀρχομένοις δίδαξις, ἀπὸ δὲ τοῦ μανθάνοντος μάθησις, ἓν δὲ ἐν ἀμφοῖν
τὸ θεώρημα. δεῖ γὰρ οὐχ ἁπλῶς τὰ αὐτὰ εἶναι, οἷς τὰ αὐτὰ μέλλει
πάντα ἀκριβῶς ἀκολουθήσειν, ἀλλὰ τῷ λόγῳ καὶ τῷ ὁρισμῷ, ἐπεὶ καὶ τὸ
Ἀθήναζε ἐκ Θηβῶν καὶ τὸ εἰς Θήβας Ἀθήνηθεν ἀπιέναι οὐ ταὐτὸν οὐδὲ
ἅμα ἄν τῳ ὑπάρξει, καίτοι μία γε ὁδὸς καὶ τὰ αὐτὰ ὄρη καὶ αἱ αὐταὶ
καταλύσεις. ἀλλ' ἐκ περιόντος ἔστω καὶ δίδαξις μαθήσει ταὐτόν. ἀλλ'
οὐδὲ οὕτως ἀκολουθήσει ταὐτὸν εἶναι καὶ τὸ διδάσκειν καὶ τὸ μανθάνειν,

ἐπεὶ καὶ ἡ διάστασις ἡ αὐτὴ ἐνθένδε ἐκεῖσε, κἀκεῖθεν δεῦρο, ἀλλ' οὐ


ταὐτὸν τό τε ἔνθεν ἐκεῖσε καὶ τὸ ἐκεῖθεν δεῦρο διίστασθαι. ἀλλ' οὔτε ἡ
δίδαξις τῇ μαθήσει ταὐτὸν οὔτε ἡ ποίησις τῇ παθήσει, ἀλλὰ ἐκεῖνα οἷς
ταῦτα ὑπάρχει, ἡ κίνησις καὶ ἡ ἐνέργεια, ἥτις κατὰ μὲν τὸ ὑποκείμενον  
μία, κατὰ δὲ τοὺς λόγους διάφορος. τί μὲν οὖν ἐστι κίνησις καὶ καθόλου
καὶ κατὰ μέρος, εἴρηται κατὰ δύο λόγους, καθ' ἕνα μὲν ἐντελέχεια τοῦ
δυνάμει ᾗ τοιοῦτον, καθ' ἕτερον δὲ ἐντελέχεια τοῦ κινητοῦ ᾗ κινητόν. καὶ

οὐ χαλεπὸν ἀποδοῦναι λοιπὸν καὶ τὰς κατ' εἶδος ἀλλήλων διαφερούσας·


ἀλλοίωσις μὲν γὰρ ἐντελέχεια τοῦ ἀλλοιωτοῦ ᾗ ἀλλοιωτόν, αὔξησις δὲ
ἐντελέχεια τοῦ αὐξητοῦ ᾗ αὐξητόν. εἰ δὲ δεῖ καὶ τρίτον λόγον προσθεῖ-
ναι, τοῖς νῦν εἰρημένοις προσχρώμενοι οὐκ ἀπορήσομεν· ἡ γὰρ τοῦ
δυνάμει
ποιητικοῦ καὶ τοῦ δυνάμει παθητικοῦ πρὸς ἄλληλα ἐντελέχεια κίνησίς
ἐστιν.

Θεμίστιος. Quae fertur in Aristotelis analyticorum priorum librum i


paraphrasis (2001: 042)“Themistii quae fertur in Aristotelis
analyticorum priorum librum i paraphrasis”, Ed. Wallies, M.
Berlin: Reimer, 1884; Commentaria in Aristotelem Graeca 23.3.
Vol. 23,3, p. 97, line 6
338

ἐν τῷ τί ἐστι μήτε ὡς ἴδια κατηγορεῖται αὐτοῦ· ταῦτα δ' ἂν εἴη, ἃ οἷά τε


καὶ ἄλλοις τισὶν ὑπάρχειν, ὡς τὸ λευκὸν ψιμμιθίῳ καὶ ἀνθρώπῳ τὸ
περιπατεῖν.
δεῖ δὲ καθόλου τῶν ἑπομένων τινὶ διακρίνειν, ποῖα κατὰ ἀλήθειαν καὶ
ποῖα
δοξαστικῶς ἕπεται. κατὰ ἀλήθειαν μὲν γὰρ τῇ ἡδονῇ ἡ κίνησις καὶ τὸ
ὀρεκτὸν ἕπεται, κατὰ δόξαν δὲ τὸ κατὰ φύσιν· οὐ γὰρ δὴ πᾶσα ἡδονὴ
κατὰ  
φύσιν· ἡ γοῦν τῶν ψωριώντων ἐκ τοῦ κνήθεσθαι ἡδονὴ οὐ κατὰ φύσιν.
πάλιν
ταῖς *** οὐ μέντοι κατὰ ἀλήθειαν. ὅσῳ μὲν γὰρ ἂν πλείονατοιούτων
οἷον ἑπομένων, οἷς ἕπεται, ἀλλοτρίων καὶ τῶν ἄλλων, ὧν εἴπομεν,
εὑροίημεν,
θᾶττον ἡ εὕρεσις ἡμῖν γενήσεται τῶν τε προτάσεων καὶ τοῦ
συμπεράσματος·
ὅσῳ δ' ἂν ἀληθέστερα, μᾶλλον ἡ τῶν ἀποδεικτικῶν συλλογισμῶν εὕρεσίς
τε
καὶ ποίησις. [καὶ ὅτι τὰ τῷ παντὶ ἑπόμενα καὶ οὐχὶ τινὶ δεῖ ἐκλέγεσθαι]
δεῖ
δὲ ἐκλέγειν μὴ τὰ τινὶ τῶν ὅρων ἑπόμενα, ἀλλ' ὅσα ὅλῳ τῷ ὅρῳ τε καὶ
πράγματι ἕπεται. εἰ γὰρ ὅρος εἴη ἄνθρωπος, οὐ τὸ τινὶ ἀνθρώπῳ ἑπόμενον

ἐκλεκτέον ἀλλὰ τὸ παντί, οὐδὲ τὸ τινὶ ἡδονῇ ἑπόμενον, ἂν ὅρος ᾖ τοῦ


προβλήματος ἡ ἡδονή, ἀλλὰ τὸ πάσῃ. οὕτω γὰρ εὐπορήσεις καθόλου
προ-
τάσεων, ὧν χωρὶς ἀδύνατον συλλογισμὸν γενέσθαι. οὐ μόνον δὲ οὐ δεῖ τὰ
τινὶ
ἀνθρώπῳ ἑπόμενα ἐκτίθεσθαι, ἂν ἄνθρωπος εἴη ὁ ἐν τῷ προβλήματι
ὅρος,
ἀλλ' οὐδὲ ἀπροσδιορίστως ἐκτίθεσθαι τὸν ὑποκείμενον ὅρον καὶ οὕτως
τὰ
ἑπόμενα αὐτῷ ζητεῖν, οἷον ἄνθρωπος, ἀλλὰ πᾶς ἄνθρωπος· αἱ γὰρ
ἀπροσδιό-
ριστοι, ὡς ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας εἴρηται, ἰσοδυναμοῦσι ταῖς μερικαῖς.
ἀλλὰ
καὶ τά, οἷς αὐτὰ ἕπεται ὅλοις, οὐ μέρεσιν αὐτῶν, ταῦτα ἐκλεκτέον·

Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός. Περὶ τῶν τοῦ αὐτοκράτορος πράξεων ἢ


περὶ βασιλείας (2003: 003)“L'empereur Julien. Oeuvres complètes, vol.
1.1”, Ed. Bidez, J.Paris: Les Belles Lettres, 1932.Sec. 1, line 1

ἑκατοντάρχαις τοῦ πλήθους ἀπαριθμήσασθαι. Ἀλλὰ ἔμοιγε


339

τῶν τοιούτων οὔτε ἔδοξέ ποτε ζηλωτὸν οὐδέν, οὔτε ἐπαινεῖν


ἐθέλω πρὸ τῆς ἀρετῆς τὸν πλοῦτον· καίτοι μεοὐ λέλη-
θεν ἡ τῶν χρημάτων ἐλευθέριος δαπάνη μετέχουσά τινος
ἀρετῆς. Ἀλλὰ οἶμαι κρεῖττον ἐπιείκειαν καὶ σωφροσύνην
καὶ φρόνησιν καὶ ὅσα δὴ ἄλλα περὶ αὐτῆς λέγων πολλοὺς
μὲν καὶ ἄλλους, ἀτὰρ δὴ καὶ ἐμαυτὸν ὑμῖν καὶ τὰ ἐπ' ἐμοὶ
πραχθέντα παρεῖχον μάρτυρα· εἰ δὴ οὖν καὶ ἄλλοι τὴν
ἐμὴν εὐγνωμοσύνην ζηλοῦν ἐπιχειρήσειαν, πολλοὺς ἔχει τε
ἤδη καὶ ἕξει τοὺς ἐπαινέτας.  
 Τὸν Ἀχιλλέα φησὶν ἡ ποίησις, ὁπότε ἐμήνισε καὶ
διηνέχθη πρὸς τὸν βασιλέα, μεθεῖναι μὲν ταῖν χεροῖν τὴν
αἰχμὴν καὶ τὴν ἀσπίδα, ψαλτήριον δὲ ἁρμοσάμενον καὶ
κιθάραν ᾄδειν καὶ ὑμνεῖν τῶν ἡμιθέων τὰς πράξεις, καὶ
ταύτην διαγωγὴν τῆς ἡσυχίας ποιεῖσθαι, εὖ μάλα ἐμφρόνως
τοῦτο διανοηθέντα· τὸ μὲν γὰρ ἀπεχθάνεσθαι καὶ παρο-
ξύνειν τὸν βασιλέα λίαν αὔθαδες καὶ ἄγριον· τυχὸν δὲ οὐδὲ
ἐκείνης ἀπολύεται τῆς μέμψεως ὁ τῆς Θέτιδος, ὅτι τῷ
καιρῷ τῶν ἔργων εἰς ᾠδὰς καταχρῆται καὶ κρούματα, ἐξὸν
τότε μὲν ἔχεσθαι τῶν ὅπλων καὶ μὴ μεθιέναι, αὖθις δὲ ἐφ'
ἡσυχίας ὑμνεῖν τὸν βασιλέα καὶ ᾄδειν τὰ κατορθώματα. Οὐ

Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός. Πρὸς Ἡράκλειον κυνικὸν περὶ τοῦ πῶς


κυνιστέον καὶ εἰ πρέπει τῷ κυνὶ μύθους πλάττειν (2003:
007)“L'empereur Julien. Oeuvres complètes, vol. 2.1”, Ed. Rochefort, G.
Paris: Les Belles Lettres, 1963.Sec. 3, line 13

ὃς τοῦ μύθου διαφέρει τῷ μὴ πρὸς παῖδας, ἀλλὰ πρὸς


ἄνδρας πεποιῆσθαι καὶ μὴ [πρὸς] ψυχαγωγίαν μόνον, ἀλλὰ
καὶ παραίνεσιν ἔχειν τινά· βούλεται γὰρ ἐπικρυπτόμενος
παραινεῖν τε καὶ διδάσκειν, ὅταν ὁ λέγων τὸ φανερῶς
εἰπεῖν εὐλαβῆται, τὴν παρὰ τῶν ἀκουόντων ὑφορώμενος
ἀπέχθειαν. Οὕτω τοι καὶ Ἡσίοδος αὐτὸ φαίνεται
πεποιηκώς· ὁ δὲ μετὰ τοῦτον Ἀρχίλοχος ὥσπερ ἥδυσμά τι
περιτιθεὶς τῇ ποιήσει, μύθοις οὐκὀλιγάκις ἐχρήσατο
ὁρῶν, ὡς εἰκός, τὴν μὲν ὑπόθεσιν, ἣν μετῄει, τῆς τοιαύ-
της ψυχαγωγίας ἐνδεῶς ἔχουσαν, σαφῶς δὲ ἐγνωκὼς ὅτι
στερομένη μύθου ποίησις ἐποποιΐα μόνον ἐστίν, ἐστέρηται
δέ, ὡς ἂν εἴποι τις, ἑαυτῆς· οὐ γὰρ ἔτι λείπεται ποίησις·
ἡδύσματα ταῦτα παρὰ τῆς ποιητικῆς Μούσης ἐδρέψατο,
340

καὶ παρέθηκέ γε αὐτὸς τούτου χάριν, ὅπως μὴ σιλλογράφος  


τις, ἀλλὰ ποιητὴς νομισθείη. Ὁ δὲ δὴ τῶν μύθων Ὅμηρος
ἢ Θουκυδίδης ἢ Πλάτων, ἢ ὅτι βούλει καλεῖν αὐτόν,
Αἴσωπος ἦν ὁ Σάμιος, δοῦλος οὐ τὴν τύχην μᾶλλον ἢ τὴν
προαίρεσιν, οὐκ ἄφρων μὴν οὐδὲ κατ' αὐτὸ τοῦτο ἀνήρ·
ᾧ γὰρ ὁ νόμος οὐ μετεδίδου παρρησίας, τούτῳ προσῆκον
ἦν ἐσκιαγραφημένας τὰς συμβουλὰς καὶ πεποικιλμένας
ἡδονῇ καὶ χάριτι παραφέρειν, ὥσπερ οἶμαι τῶν ἰατρῶν οἱ

Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός. Πρὸς Ἡράκλειον κυνικὸν περὶ τοῦ πῶς


κυνιστέον καὶ εἰ πρέπει τῷ κυνὶ μύθους πλάττειν Sec. 3, line 14

ἄνδρας πεποιῆσθαι καὶ μὴ [πρὸς] ψυχαγωγίαν μόνον, ἀλλὰ


καὶ παραίνεσιν ἔχειν τινά· βούλεται γὰρ ἐπικρυπτόμενος
παραινεῖν τε καὶ διδάσκειν, ὅταν ὁ λέγων τὸ φανερῶς
εἰπεῖν εὐλαβῆται, τὴν παρὰ τῶν ἀκουόντων ὑφορώμενος
ἀπέχθειαν. Οὕτω τοι καὶ Ἡσίοδος αὐτὸ φαίνεται
πεποιηκώς· ὁ δὲ μετὰ τοῦτον Ἀρχίλοχος ὥσπερ ἥδυσμά τι
περιτιθεὶς τῇ ποιήσει, μύθοις οὐκὀλιγάκις ἐχρήσατο
ὁρῶν, ὡς εἰκός, τὴν μὲν ὑπόθεσιν, ἣν μετῄει, τῆς τοιαύ-
της ψυχαγωγίας ἐνδεῶς ἔχουσαν, σαφῶς δὲ ἐγνωκὼς ὅτι
στερομένη μύθου ποίησις ἐποποιΐα μόνον ἐστίν, ἐστέρηται
δέ, ὡς ἂν εἴποι τις, ἑαυτῆς· οὐ γὰρ ἔτι λείπεται ποίησις·
ἡδύσματα ταῦτα παρὰ τῆς ποιητικῆς Μούσης ἐδρέψατο,
καὶ παρέθηκέ γε αὐτὸς τούτου χάριν, ὅπως μὴ σιλλογράφος  
τις, ἀλλὰ ποιητὴς νομισθείη. Ὁ δὲ δὴ τῶν μύθων Ὅμηρος
ἢ Θουκυδίδης ἢ Πλάτων, ἢ ὅτι βούλει καλεῖν αὐτόν,
Αἴσωπος ἦν ὁ Σάμιος, δοῦλος οὐ τὴν τύχην μᾶλλον ἢ τὴν
προαίρεσιν, οὐκ ἄφρων μὴν οὐδὲ κατ' αὐτὸ τοῦτο ἀνήρ·
ᾧ γὰρ ὁ νόμος οὐ μετεδίδου παρρησίας, τούτῳ προσῆκον
ἦν ἐσκιαγραφημένας τὰς συμβουλὰς καὶ πεποικιλμένας
ἡδονῇ καὶ χάριτι παραφέρειν, ὥσπερ οἶμαι τῶν ἰατρῶν οἱ
μὲν ἐλεύθεροι τὸ δέον ἐπιτάττουσιν, ἐὰν δὲ ἅμα τις οἰκέτης

Συνέσιος. Epistulae (2006: 001)“Epistolographi Graeci”, Ed. Hercher,


R.aris: Didot, 1873, Repr. 1965.
Epistle 116, line 7

τις καὶ σκώψειε, σοὶ δὲ οὐ θέμις Ἱπποκράτην αὐ-


χοῦντι, ὃς ἀφορίζων ἔφη τὴν ἔνδειαν ὑγιείας εἶναι μη-
τέρα.  
341

Αὐξεντίῳ.

  Εἰς ὄρος ἢ εἰς κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης


Ὅμηρος ἀποδιοπομπεῖται τὰ ἐκ φιλονεικίας κακά,
φιλοσοφία δὲ οὐδὲ τὴν ἀρχὴν αὐτοῖς πάροδον δίδωσιν
εἰς ψυχήν. ἀλλ' ἡμεῖς ἀσθενέστεροι μὲν ἢ ὥστε φι-
λοσοφεῖν τό γε ἐμὸν μέρος, οὐ μὴν ἀξιοῦμεν παντά-
πασι φαυλότερον ἔχειν ἀνθρώπων στρατιωτῶν, ἐφ'
οἷς ἡ ποίησις γέγονε. πάλιν οὖν Ὁμήρῳ χρηστέον,
ὅς πού φησιν ἄρχε, σὺ γὰρ γενεῇφι νεώτερος.
μάχη γὰρ μὴ γένοιτο μέν· εἰ δὲ γένοιτο, ὁ νεώτερος
αὐτῆς ἀρχέτω, τοιοῦτο γάρ τι νοεῖται τῷ Ποσειδῶνι
τὸ παραχωρεῖν τοῦ προκατάρξασθαι τῷ νεωτέρῳ θεῷ.
τὸν δὲ πρεσβύτερον ἡγεμόνα δεῖ τῶν καλλίστων εἶναι·
κάλλιστον δὲ ὁμόνοια. ἐγὼ δὲ ὡς οὐ σοῦ πρεσβύτερος
μόνον ἀλλὰ καὶ ἤδη πρεσβύτης χροῒ δῆλον, ὁ Φερε-
κύδης φησίν. οὐκοῦν τὰ τῆς ἀπολογίας εἰς ἐμὲ πε-
ριίσταται. εἰ δὲ καὶ τὸν πρότερον ἁμαρτάνοντα δεῖ
πρότερον ἐνδοῦναι, σὺ δέ με βούλει τοῦτον εἶναι,

Συνέσιος. Epistulae Epistle 137, line 5

Ἑρκουλιανῷ.

 Εἰ τῆς Ὀδυσσέως πλάνης κέρδος ἔφησεν Ὅμηρος


πολλῶν ἀνθρώπων ἰδεῖν τε ἄστεα καὶ νόον γνῶναι,
καὶ ταῦτα τῆς προσορμίσεως αὐτῷ γενομένης οὐ πρὸς
ἄνδρας χαρίεντας ἀλλὰ πρὸς Λαιστρυγόνας καὶ Κύ-
κλωπας, ἦπου θαυμαστῶς ἂν ᾖσεν ἡ ποίησις τὴν
ἐμήν τε καὶ σὴν ἀποδημίαν, παρασχοῦσαν ἡμῖν εἰς
πεῖραν ἐλθεῖν τῶν καὶ διὰ φήμης ἀπιστουμένων. αὐ-
τόπται γάρ τοι καὶ αὐτήκοοι γεγόναμεν τῆς γνησίας
καθηγεμόνος τῶν φιλοσοφίας ὀργίων. εἰ δὲ καὶ ἀνθρω-
πικαὶ χρεῖαι τοὺς κοινωνήσαντας διαθέσει συνδέουσιν,
ἡμᾶς κατὰ τὸν νοῦν τῶν ἐν ἡμῖν τὸ ἄριστον συγγενο-
μένους θεῖος ἀπαιτεῖ νόμος τἀλλήλων τιμᾶν. ἐγὼ
μὲν οὖν καὶ τῆς σωματικῆς συνηθείας ἀπολελαυκὼς
ὁρᾶν τε ἀπόντα δοκῶ, τὸ ἐναποτεθὲν ἀπὸ τῆς διαθέ-  
σεως εἶδος προχειριζομένης τῆς μνήμης, καὶ ἐμβομβεῖ
342

Συνέσιος. Epistulae Epistle 154, line 39

ἀποφανεῖν ἐντὸς ὀλίγου τὰ περὶ θεὸν παντολμότατον,  


ἡμέρας ἑξῆς καὶ νύκτας ἀγορεύειν δυνάμενον. ἕτεροι
δὲ οἱ κάλλιον ᾐσθημένοι, παρὰ πολὺ τούτων εἰσὶ κακο-
δαιμονέστεροι σοφισταί, καὶ βούλοιντο μὲν ἂν ἐπὶ τοῖς
αὐτοῖς εὐδοκιμεῖν, ἀλλ' εὐτυχοῦσι τὸ μηδὲ τοῦτο δύ-
νασθαι. καὶ οἶσθά τινας ἐν λογιστηρίοις ἀποδύντας ἢ
πάντως ἀπὸ μιᾶς γέ του συμφορᾶς ἀναπεισθέντας ἐν
μεσημβρίᾳ τοῦ βίου φιλοσοφεῖν, ἀπὸ μόνου τοῦ τὸν
θεὸν ἀπομόσαι ἢ κατομόσαι Πλατωνικῶς, οὓς φθά-
σειεν ἂν ἡ σκιὰ φθεγξαμένη τι τῶν δεόντων. δεινὴ δὲ
ὅμως ἡ προςποίησις. ἥ τε γὰρ ὀφρῦς βαβαὶ τῆς ἀνα-
τάσεως εἰς ὅσον ἦρται, καὶ ἡ χεὶρ ὑπερείδει τὸ γένειον
τά τε ἄλλα σεμνοπροσωποῦσιν ὑπὲρ τὰς Ξενοκράτους
εἰκόνας. οἵ γε καὶ νομοθετεῖν ἡμῖν ἀξιοῦσιν ἅττα
σφίσι λυσιτελέστατα, μηδένα μηδὲν ἀγαθὸν εἰδότα φα-
νερὸν εἶναι, ἡγούμενοι σφῶν αὐτῶν ἔλεγχον, εἴ τις
φιλόσοφος εἶναι δοκῶν ἐπιστήσεται φθέγγεσθαι· αὐτοὶ
γὰρ ἂν ὑπὸ τῇ προσποιήσει λαθεῖν καὶ δόξαι τἄνδο-
θεν εἶναι σοφίας ἀνάπλεῳ. ἄμφω με τούτω τὼ γένη
διαβεβλήκατον, ὡς ἐπὶ τοῖς οὐδενὸς ἀξίοις ἐσπουδα-
κότα· τὸ μὲν ὅτι μὴ ταὐτὰ φλυαρῶ, τὸ δὲ ὅτι μὴ τὸ

Συνέσιος. Calvitii encomium (2006: 006)“Synesii Cyrenensis opuscula”,


Ed. Terzaghi, N.Rome: Polygraphica, 1944.Sec. 1, line 15

εἶναι καλοί, πρὸς ὃ μέγα μέρος αἱ τρίχες συμβάλλονται,


αἷς ἡμᾶς ἐκ παίδων ἡ φύσις ᾠκείωσεν. ἐγὼ μὲν οὖν καὶ
ὁπηνίκα τὸ δεινὸν ἤρχετο καὶ θρὶξ ἀπερρύη, μέσην αὐτὴν
δέδηγμαι τὴν καρδίαν· καὶ ἐπειδὴ προσέκειτο μᾶλλον,
ἄλλης ἐπ' ἄλλῃ πιπτούσης, ἤδη δὲ καὶ σύνδυο καὶ κατὰ
πλείους, καὶ ὁ πόλεμος λαμπρὸς ἦν, ἀγομένης καὶ φερο-
μένης τῆς κεφαλῆς, τότε δή, τότε χαλεπώτερα πάσχειν
ᾤμην ἢ ὑπ' Ἀρχιδάμου τοὺς Ἀθηναίους ἐπὶ τῇ δενδρο-
τομίᾳ τῶν Ἀχαρνῶν, ταχύ τε ἀπεδείχθην ἀνεπιτήδευτος  
Εὐβοεύς, οὓς ὄπιθεν κομόωνταςἐστράτευσεν ἐπὶ Τροίαν
ἡ ποίησις. ἐν ᾧ τίνα μὲν θεῶν, τίνα δὲ δαιμόνων παρῆλθον
ἀκατηγόρητον; ἐπειθόμην δὲ καὶ Ἐπικούρου τι γράφειν
ἐγκώμιον, οὐ κατὰ ταὐτὰ περὶ τῶν θεῶν διακείμενος,
ἀλλ' ὡς ὅ τι κἀγὼ δυναίμην ἀντιδηξόμενος. ἔλεγον γὰρ
ὅτι ποῦ τὰ τῆς προνοίας ἐν τῷ παρ' ἀξίαν ἑκάστου; καὶ
343

τί γὰρ ἀδικῶν ἐγὼ φανοῦμαι ταῖς γυναιξὶν ἀηδέστερος;


οὐ δεινόν, εἰ ταῖς ἐκ γειτόνων· τὰ γὰρ ἐς Ἀφροδίτην
ἐγὼ δικαιότατος, κἂν τῷ Βελλεροφόντῃ σωφροσύνης ἀμφι-
σβητήσαιμι. ἀλλὰ καὶ μήτηρ, ἀλλὰ καὶ ἀδελφαί, φασί, τῷ
κάλλει τι νέμουσι τῶν ἀρρένων· ἐδήλωσε δὲ ἡ Παρύσατις,
Ἀρταξέρξην τὸν βασιλέα διὰ Κῦρον τὸν καλὸν ἀποστέρξασα.

Συνέσιος. Calvitii encomium Sec. 5, line 4

ρια, προοίμιά τινα καὶ προνόμια· ἀλλ' ὃ κράτιστον ἡγοῦμαι


καὶ ἀγροίκῳ πρὸς τρόπου, ψιλὰς αὐτὰς τῶν νοημάτων
τὰς φάσεις εἰς μέσον κατατιθέμενος, ἀγωνιοῦμαι τοῖς πράγ-
μασι, μόνον εἰ τῆς γλώττης τὸν τόνον ἀπὸ τῆς διαλέξεως
εἰς ἐπιστροφὴν μεθαρμόσαιμι, ἀπὸ Δωρίου, φασίν, ἐπὶ
Φρύγιον. δεῖ γέ τοι πνεύματος ἀρκοῦντος ἐπιχειρήμασιν,
ἅττα μοι πολλὰ τὴν καρδίαν ἀναδώσειν μαντεύομαι.
 Οὑμὸς οὖν λόγος ὁριεῖ πάντων ἥκιστα χρῆναι
φαλακρὸν ἄνδρα αἰσχύνεσθαι. τί γάρ, εἰ ψιλὴν μὲν ἔχει
τὴν κεφαλήν, λάσιον δὲ τὸ φρονοῦν, οἷον τὸν Αἰακίδην  
ἡ ποίησις ὕμνησεν; ἀλλ' οὗτός γε ἠμέλει τῶν τριχῶν, ἃς
καὶ δωρεῖται νεκρῷ. νεκρὸν γάρ τι καὶ αὗται, καὶ τοῖς
ζῶσιν οὐ ζῶντα μέρη παρήρτηνται. ταύτῃ τῶν ζῴων τὰ
ἀλογώτερα κατὰ παντὸς αὐτὰς ἠμφίεσται τοῦ σώματος·
ἄνθρωπος δέ, ἐπεὶ μετείληφεν ἐναργεστέρας ζωῆς, γυμνός
ἐστι τῷ πλείστῳ τοῦ συμφυοῦς φορτίου· ἵνα δὲ μὴ ἀνε-
πίμνηστον ὂν τῆς πρὸς τὰ θνητὰ κοινωνίας ἀλαζονεύηται,
μέρεσιν ὀλίγοις κομῷ. ὅστις οὖν οὐδὲ τοῖς ὀλίγοις κομᾷ,
τοῦτ' ἔστι πρὸς ἕτερον ἄνθρωπον, ὅπερ ἄνθρωπος πρὸς
θηρίον. ὥσπερ δὲ ἄνθρωπος τῶν ἐπὶ γῆς φρονιμώτατόν τε
ὁμοῦ καὶ ψιλότατον, οὕτως ὁμολογεῖται μὲν τῶν βοσκη

Γρηγόριος Νύσσης. , Contra Eunomium (2017: 030)


“Gregorii Nysseni opera, vols. 1.1 & 2.2”, Ed. Jaeger, W.
Leiden: Brill, 1960.Book 3, Ch. 6, sec. 38, line 2

φύσις, καὶ διὰ τοῦτο τῇ τοῦ υἱοῦ φωνῇ τὸ οἰκεῖον καὶ


γνήσιον τῆς ἐκ τοῦ πατρὸς ἀναδείξεως ἐπὶ τοῦ μονογενοῦς
344

ἑρμηνεύεται. καὶ ἐπειδὴ οὐχ ἱκανὸν ἦν τὸ τοιοῦτο τῆς


γεννήσεως εἶδος ἀρκοῦσαν ἡμῖν ἐμποιῆσαι περὶ τῆς ἀρρήτου
τοῦ μονογενοῦς ὑπάρξεως τὴν φαντασίαν, συμπαραλαμβάνει
καὶ ἕτερον τῆς γεννήσεως εἶδος πρὸς σημασίαν τῆς τοῦ
υἱοῦ θεολογίας τὸ ἐκ τῆς ὑλικῆς ἀπορροίας, καί φησιν
ἀπαύγασμα δόξης καὶ ὀσμὴν μύρου καὶ ἀτμίδα θεοῦ, ἅπερ
ἐν τῇ προεκτεθείσῃ παρ' ἡμῶν τεχνολογίᾳ ἡ καθ' ἡμᾶς
συνήθεια ὑλικὴν ἀπόρροιαν ὀνομάζει. ἀλλ' ὥσπερ ἐν τοῖς
προειρημένοις οὔτε ἡ τῆς κτίσεως ποίησις οὔτε ἡ τοῦ υἱοῦ
σημασία χρόνον ἢ ὕλην ἢ τόπον ἢ πάθος συμπαρεδέξατο,
οὕτως καὶ ἐνταῦθα πάσης τῆς ὑλικῆς ἐννοίας ἐκκαθάρας
τὴν τοῦ ἀπαυγάσματος καὶ τῶν λοιπῶν τῶν μνημονευθέντων
σημασίαν, μόνον τὸ θεοπρεπὲς τοῦ τοιούτου τῆς γεννήσεως
εἴδους ὁ λόγος παραλαβὼν ἐνδείκνυται τὸ ἐξ αὐτοῦ τε καὶ
μετ' αὐτοῦ νοεῖσθαι διὰ τῆς κατὰ τὴν λέξιν ταύτην ἐμ-
φάσεως. οὔτε γὰρ ἡ ἀτμὶς τὴν εἰς ἀέρα διάχυσιν ἐκ τῆς
ὑποκειμένης ὕλης παρίστησιν οὔτε ἡ ὀσμὴ τὴν ἐκ τῆς
ποιότητος τοῦ μύρου γινομένην πρὸς τὸν ἀέρα μετάστασιν
οὔτε τὸ ἀπαύγασμα τὴν ἐκ τοῦ ἡλιακοῦ σώματος διὰ τῶν

Γρηγόριος Νύσσης. , Contra Eunomium Book 3, Ch. 7, sec. 32, line 2

 Τούτων οὖν ἡμῖν οὕτω διῃρημένων πάλιν τὸν λόγον


τῶν ἐναντίων κατανοήσωμεν. πάσης, φησί, γεννήσεως
οὐκ ἐπ' ἄπειρον ἐκτεινομένης, ἀλλ' εἴς τι τέλος
καταληγούσης. ἐπειδὴ τοίνυν νενόηται τὸ τῆς γεννή-
σεως σημαινόμενον καθ' ἑκατέραν ἔννοιαν, εἴτε τὴν ἀπο-
κύησιν τῶν σωματικῶν εἴτε τὴν κατασκευὴν ἐθέλοι τῶν
κτισμάτων τῷ τοιούτῳ σημαίνειν ὀνόματι, ὧν οὐδέτερον ἐπὶ
τῆς ἀκηράτου φύσεως τὴν κοινωνίαν ἔχει, ἀλλοτρία δέ-
δεικται τοῦ προκειμένου ἡ πρότασις. οὐ γάρ, ἐπειδὴ πᾶσα
ποίησίς τε καὶ γέννησις εἴς τι καταλήγει πέρας, ἀνάγκη
πᾶσα, καθὼς ἐκεῖνος κατασκευάζει, καὶ τοὺς παραδεξα-
μένους τοῦ υἱοῦ τὴν γέννησιν διπλοῖς αὐτὴν πέρασι περι-
γράφειν, ἀρχὴν καὶ τέλος ἐπ' αὐτῆς ἐννοοῦντας. μόνα γὰρ
τὰ πηλικότητι περιγεγραμμένα τινὶ καὶ ἄρχεται γινόμενα
καὶ εἰς πέρας λήγει, καὶ τὸ ἐκ τοῦ χρόνου μέτρον τῷ ποσῷ
τοῦ γεννωμένου παρατεινόμενον τὴν ἀρχὴν τοῦ τέλους
διΐστησι τῷ μεταξὺ διαστήματι. τὸ δὲ ἄποσον καὶ ἀδιά-
στατον πῶς ἄν τις ἢ μετρήσειεν ἢ διαστήσειεν; ποῖον ἐπὶ
345

τοῦ ἀπόσου μέτρον εὑρὼν ἢ ποῖον ἐπὶ τοῦ ἀδιαστάτου διά-


στημα; πῶς δέ τις τὸ ἀόριστον τέλει καὶ ἀρχῇ διαλήψεται;

Γρηγόριος Νύσσης. , De creatione hominis sermo alter [Sp.] (2017:


035)“Gregorii Nysseni opera, suppl.”, Ed. Hörner, H.Leiden: Brill, 1972.
P. 44, line 8

ἱστορία λέγει· Καὶ ἔλαβεν ὁ θεὸς χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ
ἔπλασεν ὁ θεὸς τὸν ἄνθρωπον. ἤδη τινὲς ἔφασαν τὸ μὲν
Ἔπλασεν ἐπὶ τοῦ σώματος εἰρῆσθαι, τὸ δὲ Ἐποίησεν ἐπὶ τῆς  
ψυχῆς. ἴσως οὐκ ἔξω τῆς ἀληθείας ὁ λόγος· ὅπου μὲν γὰρ
εἴρηται· Καὶ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ' εἰκόνα
θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, τὸ Ἐποίησεν εἴρηται· ὅπου δὲ λοιπὸν
περὶ τῆς σωματικῆς ὑποστάσεως ἡμῖν διηγεῖται, τὸ Ἔπλασε
λέγει. διαφορὰν δὲ ποιήσεως καὶ πλάσεως ὁ ψαλμῳδὸς
ἐδίδαξεν εἰπών· Αἱ χεῖρές σου ἐποίησάν με καὶ ἔπλασάν με.
ἐποίησε τὸν ἔσω ἄνθρωπον, ἔπλασε τὸν ἔξω. καὶ γὰρ πρέπει
ἡ μὲν πλάσις πηλῷ, ἡ δὲ ποίησις τῷ Κατ' εἰκόνα· ὥστε
ἐπλάσθη μὲν ἡ σάρξ, ἐποιήθη δὲ ἡ ψυχή. ἄνω τοίνυν εἰπὼν
περὶ ψυχῆς ὑποστάσεως νῦν περὶ τῆς τοῦ σώματος διαπλά-
σεως ἡμῖν διαλέγεται. ἔχε δὲ καὶ τοῦτον τὸν λόγον. τίς δὲ
ἕτερος; ὅτι τὰ μὲν ἐν κεφαλαίῳ λέγεται, τὰ δὲ κατὰ τὸν
τρόπον ὃν γέγονεν ἡμῖν παραδίδοται. ἄνωθεν οὖν ὅτι [καὶ]  
ἐποίησεν, ὧδε καὶ πῶς ἐποίησεν. εἰ γὰρ ἁπλῶς εἶπεν ὅτι
ἐποίησεν, ἐνόμισας ἂν ὅτι ἐποίησεν ὡς τὰ κτήνη, ὡς τὰ θηρία,
ὡς τὰ φυτά, ὡς τὸν χόρτον. ἵνα οὖν φύγῃς τὴν πρὸς τὰ
ἀγριώτερα κοινωνίαν, τὴν ἰδιάζουσαν περὶ σὲ τοῦ θεοῦ
φιλοτέχνησιν ὁ λόγος παρέδωκεν.

Γρηγόριος Νύσσης. , De creatione hominis sermo primus (recensio C)


[Sp.] (2017: 037)“Gregorii Nysseni opera, suppl.”, Ed. Hörner, H.
Leiden: Brill, 1972.P. 7a, line 9

 Ἔμαθες μὲν οὖν ὅτι δύο τέως πρόσωπα ἐπὶ θεοῦ, ὁ λέγων καὶ πρὸς ὃν
ὁ λόγος. διὰ τί δὲ οὐκ εἶπε· ποιήσω ἄνθρωπον, ἀλλά· Ποιήσωμεν; ἵνα  
νοήσῃς τὴν ἴσην δεσποτείαν, ἵνα μὴ τὸν πατέρα ἐπιγινώσκων τὸν υἱὸν
ἀγνοῇς, ἵνα εἰδῇς ὅτι πατὴρ ἐποίησε διὰ υἱοῦ καὶ υἱὸς ἔκτισε πατρῴῳ
θελήματι, καὶ δοξάσῃς πατέρα ἐν υἱῷ καὶ υἱὸν ἐν πνεύματι ἁγίῳ.
346

οὕτω κοινὸν γέγονας ἔργον, ἵνα καὶ κοινὸς προσκυνητὴς ἀμφοτέρων


ᾖς μὴ σχίζων τὴν προσκύνησιν, ἀλλ' ἑνῶν τὴν θεότητα. ὁρᾷς ἱστορίαν
μὲν ἁπλῆν τῷ σχήματι, θεολογίαν δὲ ἀκραιφνῆ τῷ νοήματι. μετὰ
γὰρ τὸ Ποιήσωμεν ἐπήγαγε· Καὶ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν ἄνθρωπον.
οὐκ εἶπεν· ἐποίησαν τὸν ἄνθρωπον, ἵνα μὴ πολυθεΐας λάβῃς ἀφορμάς.
εἰ γὰρ πληθυντικῶς παρεισήχθη καὶ ἡ ποίησις, ἀφειδεῖς ἂν ἐγένοντο
οἱ ἄνθρωποι πρὸς τὸ πολλὰ πλήθη θεῶν ἑαυτοῖς ἐπιγράψαι. πρῶτον
μὲν γάρ· Ποιήσωμεν ἄνθρωπον, ἵνα γνωρίσῃς πατέρα καὶ υἱὸν καὶ
ἅγιον πνεῦμα· ἔπειτα δέ· Καὶ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν ἄνθρωπον, ἵνα
θεὸν ἕνα τὰ τρία πρόσωπα νοήσῃς οὐ τὰς ὑποστάσεις ἑνοποιῶν, ἀλλὰ  
τὴν μίαν οὐσίαν καὶ δύναμιν λογιζόμενος καὶ μίαν δόξαν ἔχῃς
μὴ μεριζόμενος περὶ τὴν προσκύνησιν μηδὲ εἰς πολυθεΐαν ἐμπίπτων.
οὐ γὰρ εἶπε· καὶ ἐποίησαν οἱ θεοὶ τὸν ἄνθρωπον, ἀλλά· Ἐποίησεν
ὁ θεός. εἰ γὰρ καὶ ἰδία μὲν ὑπόστασις πατρὸς ἰδία δὲ υἱοῦ καὶ
ἰδία πνεύματος ἁγίου, ἀλλ' οὐχὶ καὶ τρεῖς θεοί, ὅτι μία καὶ ἡ
αὐτὴ ἡ ἐν τοῖς τρισὶ νοουμένη οὐσιώδης θεότης.

Γρηγόριος Νύσσης. , De creatione hominis sermo alter (recensio C)


[Sp.] (2017: 038)“Gregorii Nysseni opera, suppl.”, Ed. Hörner, H.
Leiden: Brill, 1972.P. 44a, line 2

ἧς κατεσκεύασται, ὡς οὐδέν τι κατὰ τὴν ἰδίαν φύσιν λογιζόμενος,


τὸ δὲ διὰ τὴν τιμήν, ἣν τετίμηται, ὡς μέγα ἐν ἀληθείᾳ διὰ τὸ Κατ'
εἰκόνα καὶ τὸ Καθ' ὁμοίωσιν κρινόμενος.
 Καὶ ἔλαβεν ὁ θεός. ἀλλὰ πῶς ἐκεῖ μὲν ἐν τοῖς κατόπιν· Καὶ
ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν ἄνθρωπον, ἐνταῦθα δὲ ἄνωθεν πάλιν
ἀνθρώπου γένεσις ἱστορεῖται, ὡς μήπω μηδὲν περὶ ἀνθρώπου
δεδιδαγμένων τάχα ἡμῶν; λέγει γάρ· Καὶ ἔλαβεν ὁ θεὸς χοῦν
ἀπὸ τῆς γῆς καὶ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπον. ἤδη τινὲς ἔφασαν τὸ μὲν
Ἔπλασεν ἐπὶ τοῦ σώματος εἰρῆσθαι, τὸ δὲ Ἐποίησεν ἐπὶ τῆς  
ψυχῆς, καὶ ἴσως οὐκ ἔξω τῆς ἀληθείας ὁ λόγος. ὅπου μὲν γὰρ ἡ
τοῦ τελείου ἀνθρώπου ποίησις εἴρηται καὶ ὅτι Κατ' εἰκόνα θεοῦ
ἐποίησεν αὐτόν, τὸ Ἐποίησε γέγραπται· ὅπου δὲ λοιπὸν περὶ τῆς
σωματικῆς ἡμῶν ὑποστάσεως καὶ τῆς πλάσεως διηγεῖται, τὸ
Ἔπλασεν εἴρηται. διαφορὰν δὲ ποιήσεως καὶ πλάσεως καὶ ὁ
ψαλμῳδὸς ἐδίδαξεν εἰπών· Αἱ χεῖρές σου ἐποίησάν με καὶ ἔπλασάν
με. ἐποίησαν τὸν ἔσω ἄνθρωπον, ἔπλασαν τὸν ἔξω. καὶ γὰρ πρέπει ἡ
μὲν πλάσις πηλῷ, ἡ δὲ ποίησις τῷ Κατ' εἰκόνα· ὥστε ἐπλάσθη
μὲν ἡ σάρξ, ἐποιήθη δὲ ἡ ψυχή. πρῶτον μὲν εἰπὼν περὶ ψυχῆς ὑποστά-
σεως νῦν περὶ τῆς τοῦ σώματος διαπλάσεως ἡμῖν διαλέγεται. ἔχε καὶ
τοῦτον τὸν λόγον. τίς δὲ ἕτερος; ὅτι τὰ μὲν ἐν κεφαλαίῳ λέγεται, τὰ
δὲ κατὰ τὸν τρόπον ὃν γέγονεν ἡμῖν παραδίδοται. ἄνωθεν μὲν οὖν ὅτι  
347

Γρηγόριος Νύσσης. , In sanctum Ephraim (2017: 068); MPG 46.


Vol. 46, p. 828, line 3

γων τοῦ Ἐφραῒμ πάλῃ τὸ τοῦ ἐναντίου πτῶμα βλε-


πέτω, ἐν ᾗ τοσοῦτον εὑρήσει τὸ περιὸν τῆς δυνά-
μεως τοῦ ἡμετέρου Διδασκάλου ἐν τῇ τοῦ λόγου
παραστάσει, ὅσην ἀνδρὸς παγκρατιαστοῦ καὶ παιδὸς
οὐκ εὐσθενοῦς δι' ἁπαλότητα. Οὐ μόνον δὲ τὰς κατ'
ἐκεῖνο καιροῦ ἢ καὶ πρόσθεν ἀναφυείσας ὑπὸ τοῦ τῆς
κακίας σπορέως ζιζανιώδεις αἱρέσεις, τῷ ὀρθῷ τῆς
πίστεως ἐξήλεγξε λόγῳ· ἀλλὰ καὶ τὰς εἰς ὕστερον  
κακῶς ἀναθαλῆσαι μελλούσας προφητικῷ βλέμματι
κατιδὼν, προεξεθέρισεν. Καὶ τούτων πλήρης τῶν
ἀποδείξεων πᾶσα τούτου συγγραφή τε καὶ ποίησις.
Οὕτως οὐ πώποτε τῆς ἀληθείας ὁ τῆς ἀληθείας υἱὸς
ἐξεφρόνησεν· ἐλπὶς δὲ τούτῳ ἡ εἰς Θεὸν μόνη, ἐξ ὅτου
ἂν ἀποκειμένων ἐλπίδων τοῖς ἀξίοις αἱ χάριτες. Τὸ
γὰρ ψαλμικὸν διὰ βίου λόγῳ τε καὶ πράξει μελετῶν
ἔφασκεν Ἐπ' αὐτῷ ἤλπισεν ἡ καρδία μου, καὶ
ἐβοηθήθην. Διὰ τοιοῦτον ἐλπίσαντος αὐτοῦ ἐπὶ
Κύριον, ἔλεος αὐτὸν κυκλώσει. Καὶ ἡ εἰς αὐτὸν
πεποίθησις, ὄρει τοῦτον Σιὼν ἀπεικάζει· ἀλλὰ καὶ
ὑψηλοτάτου μακαρισμοῦ ἐντὸς τὸν κεκτημένον καθ-
ίστησι, ὡς ἔστιν ἐξ αὐτῶν τῶν προφητῶν

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica (2018: 001)


“Eusebius Werke, Band 8: Die Praeparatio evangelica”, Ed. Mras, K.
Berlin: Akademie–Verlag, 43.1:1954; 43.2:1956; Die griechischen
christlichen Schriftsteller 43.1 & 43.2.
Book 3, Ch. 8, sec. 1, line 1

γενέσει φάλητα, καὶ τὸ τρίγωνον σχῆμα διὰ τὸ μόριον τῆς θηλείας.”


 Ταῦτα ὁ θαυμαστὸς φιλόσοφος· ὧν τί ἂν γένοιτο ἀσχημονέστερον
τὰ αἰσχρὰ σεμνολογοῦσιν; τί δὲ βιαιότερον, τὰς ἀψύχους ὕλας, χρυσὸν
καὶ
λίθον καὶ τὰ τοιαῦτα, εἰκόνας φέρειν τοῦ φωτὸς τῶν θεῶν καὶ τῆς
οὐρανίου
καὶ αἰθερίου φύσεως δηλώματα φάσκειν; ὅτι δὲ τῶν νέων ἐστὶ ταῦτα σο-
φίσματα μηδ' ὄναρ τῶν παλαιῶν εἰς ἐνθύμησιν ἐλθόντα, γνοίης ἂν μαθὼν

ὅτι καὶ ἀπόβλητα ἦν παρὰ τοῖς προτέροις τὰ διὰ χρυσοῦ καὶ τῆς νομιζο-
μένης πολυτελεστέρας ὕλης ξόανα. λέγει δ' οὖν Πλούταρχος ὧδέ πη κατὰ
348

λέξιν·

ηʹ. ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΤΩΝ ΞΟΑΝΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ

        “Ἡ δὲ τῶν ξοάνων ποίησις ἀρχαῖον ἔοικεν εἶναί τι καὶ παλαιόν, εἴ


γε
ξύλινον μὲν ἦν τὸ πρῶτον εἰς Δῆλον ὑπὸ Ἐρυσίχθονος Ἀπόλλωνι ἐπὶ τῶν

θεωριῶν ἄγαλμα, ξύλινον δὲ τὸ τῆς Πολιάδος ὑπὸ τῶν αὐτοχθόνων


ἱδρυθέν,
ὃ μέχρι νῦν Ἀθηναῖοι διαφυλάττουσιν. Ἥρας δὲ καὶ Σάμιοι ξύλινον εἶχον

ἕδος, ὥς φησιν Καλλίμαχος·


  Οὔπω Σκέλμιον ἔργον ἐΰξοον, ἀλλ' ἐπὶ τεθμὸν
   δηναιὸν γλυφάνων ἄξοος ἦσθα σανίς.  
  ὧδε καθιδρύοντο θεοὺς τότε· καὶ γὰρ Ἀθήνης
  ἐν Λίνδῳ Δαναὸς λιτὸν ἔθηκεν ἕδος.
8λέγεται δὲ Πείρας ὁ πρῶτος Ἀργολίδος Ἥρας ἱερὸν εἱσάμενος, τὴν
ἑαυτοῦ
θυγατέρα Καλλίθυιαν ἱέρειαν καταστήσας, ἐκ τῶν περὶ Τίρυνθα δένδρων

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica


Book 10, Ch. 11, sec. 35, line 4

 Δράκων δὲ περὶ Ὀλυμπιάδα τριακοστὴν καὶ ἐνάτην εὑρίσκεται γεγονώς·


Σόλων περὶ τεσσαρακοστὴν καὶ ἕκτην· Πυθαγόρας κατὰ τὴν ἑξηκοστὴν
δευ-
τέραν· τὰς δὲ Ὀλυμπιάδας ὕστερον τῶν Ἰλιακῶν ἔτεσιν ἀπεδείξαμεν
γεγονυίας
τετρακοσίοις ἑπτά. καὶ δὴ τούτων οὕτως ἀποδεδειγμένων διὰ βραχέων
ἔτι καὶ περὶ τῆς τῶν ἑπτὰ σοφῶν ἡλικίας ἀναγράψομεν. τοῦ γὰρ
πρεσβυτάτου
τῶν προειρημένων Θάλητος γενομένου περὶ τὴν πεντηκοστὴν Ὀλυμπιάδα
καὶ
τὰ περὶ τῶν μετ' αὐτὸν σχεδὸν ἡμῖν συντόμως εἴρηται.
 Ταῦθ' ὑμῖν, ἄνδρες Ἕλληνες, ὁ κατὰ βαρβάρους φιλοσοφῶν Τατιανὸς
συνέταξα, γεννηθεὶς μὲν ἐν τῇ τῶν Ἀσσυρίων γῇ, παιδευθεὶς δὲ πρῶτον
μὲν
τὰ ὑμέτερα, δεύτερον δὲ ἅτινα νῦν κηρύττειν ἐπαγγέλλομαι. γινώσκων δὲ
λοιπὸν
349

τίς ὁ θεὸς καὶ τίς ἡ κατ' αὐτὸν ποίησις, ἕτοιμον ἐμαυτὸν ὑμῖν πρὸς τὴν
ἀνάκρισιν
τῶν δογμάτων παρίστημι, μενούσης μοι τῆς κατὰ θεὸν πολιτείας
ἀνεξαρνή-
του.”
 Τοσαῦτα καὶ ὁ Τατιανός. μετίωμεν δὲ καὶ ἐπὶ Κλήμεντα·  

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 15, Ch. 10, sec. 9, line 2

ποῦσα τὰ ἄλλα μέρη εἰς ἕν τι συνεστάλη· οὐκ ἄρα ἦν ἐν τῷ ὅλῳ ὡς


ἀχώριστος
ἐντελέχεια. καὶ γὰρ αὖ ἔστι, πρὶν αὐξηθῆναι τὸ φυτόν, ἐν τῷ ὀλίγῳ ὄγκῳ.
 εἰ οὖν καὶ εἰς ὀλίγον ἔρχεται ἐκ μείζονος φυτοῦ καὶ ἐξ ὀλίγου ἐπὶ πᾶν, τί
κωλύει καὶ ὅλως χωρίζεσθαι; πῶς δ' ἂν καὶ ἀμερὴς οὖσα μεριστοῦ τοῦ
σώ-
ματος ἐντελέχεια γένοιτο; ἥ τε αὐτὴ ψυχὴ ἐξ ἄλλου ζῴου ἄλλο γίνεται·
πῶς οὖν
ἡ τοῦ προτέρου τοῦ ἐφεξῆς ἂν γένοιτο, εἰ ἦν ἐντελέχεια ἑνός; φαίνεται
δὲ τοῦτο ἐκ τῶν μεταβαλλόντων ζῴων εἰς ἄλλα ζῷα. οὐκ ἄρα τῷ εἶδος
εἶναί τινος
τὸ εἶναι ἔχει, ἀλλ' ἔστιν οὐσία, οὐ παρὰ τὸ ἐν σώματι ἱδρῦσθαι τὸ εἶναι
λαμ-
βάνουσα, ἀλλ' οὖσα, πρὶν καὶ τοῦδε γενέσθαι, οἷον ζῴου (οὐ τὸ σῶμα τὴν

ψυχὴν γεννήσει). τίς οὖν οὐσία αὐτῆς; εἰ δὲ μήτε σῶμα μήτε πά-
θος σώματος, πρᾶξις δὲ καὶ ποίησις, καὶ πολλὰ καὶ ἐν αὐτῇ καὶ ἐξ αὐτῆς,
οὐσία παρὰ τὰ σώματα οὖσα, ποία τίς ἐστιν; ἢ δῆλον ὅτι ἥν φαμεν ὄντως
οὐσίαν εἶναι; τὸ μὲν γὰρ γένεσις, ἀλλ' οὐκ οὐσία πᾶν τὸ σωματικὸν εἶναι
λέ-
γοιτ' ἄν, γινόμενον καὶ ἀπολλύμενον, ὄντως δὲ οὐδέποτε ὄν, μεταλήψει
δὲ
τοῦ ὄντος σῳζόμενον, καθ' ὅσον ἂν αὐτοῦ μεταλαμβάνῃ.”
 Ἐπειδὴ δὲ καὶ τὰ Πλωτίνου διήλθομεν, συνιδεῖν οὐκ ἄτοπον καὶ τὰ
Πορφυρίῳ ἐν τοῖς 8Πρὸς Βόηθον περὶ ψυχῆς εἰρημένα·  

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo) (2020: 003)“Theodosii Alexandrini grammatica”,
Ed. Göttling, K.Leipzig: Libraria Dykiana, 1822.P. 59, line 24

λοῦντος τοῦ τοιούτου σχήματος τὸ πλῆθος τῶν κακῶν.


Αἱ γὰρ λῦπαι στενούμεναι ὑπὸ τῶν παθῶν ὀξεῖαν
φωνὴν ἀφιεῖσι διὰ τὸν πόνον. Ἔπος λέγεται πᾶς
350

στίχος ἰαμβικὸς καὶ τροχαϊκὸς καὶ ἀναπαιστικὸς καὶ


δακτυλικὸς καὶ οἱῳδήποτε ποδὶ μετρούμενος· κατ' ἐξο-
χὴν δὲ καὶ ὑπεροχὴν τὸ ἡρωϊκὸν μέτρον ἔπος καλεῖ-
ται. Εἴρηται δὲ ἔπος παρὰ τὸ ἕπεσθαι καὶ ἀκολου-
θεῖν. Τὰ δὲ ἔπη τὰ ἡρωϊκὰ εὐτόνως ἀναγιγνώσκομεν·
ἤγουν συμφώνῳ φωνῇ, καὶ μὴ ἐκλελυμένῃ, μετὰ δυ-
νάμεως διὰ τὸ περιέχειν αὐτὰ ἡρώων πρόσωπα,
 Τί ἔστι ποίησις λυρική; ἥτις οὐ μόνον ἐμμέτρως
γέγραπται ἀλλὰ καὶ μετὰ μέλους· διὸ οὐδ' ὁ στίχος
κεῖται ἐν τῇ στοιχήσει τέλειος ἀλλὰ μέχρι τοῦ ἀπηχή-
ματος τῆς λύρας στίζει τὴν ὁρμήν, ὡς ὁρᾷς τὰ τοῦ
Πινδάρου συγκεκομμένως ἐκφερόμενα. Φασὶ γάρ τινες,
ὅτι λύρα εἴρηται οἱονεὶ λύτρα· ὅτι ὁ Ἑρμῆς ὑπὲρ τῆς
κλοπῆς τῶν βοῶν τοῦ Ἀπόλλωνος χελώνην ἐκδήρας
καὶ κατασκευάσας λύραν ἔδωκε τῷ Ἀπόλλωνι ὑπὲρ τῆς
εἰρημένης κλοπῆς. Τὰ λυρικὰ μὲν ἀναγιγνώσκομεν  
ἐμμελῶς, τουτέστι μετὰ τοῦ προσήκοντος μέλους· τοὺς
δὲ οἴκτους γοερῶς καὶ ὑφειμένως. Ἔστι δὲ οἶκτος
Επιφάνιος. Panarion (= Adversus haereses) Vol. 2, p. 505, line 21

τροπον λογισμὸν τῆς περὶ τῆς ἀναστάσεως ἀπιστίας, φημὶ δὲ τῶν


Ἑλλήνων σε εἰς τοῦτο ἀγαγόντον καὶ διδαξάντων. «ὁ γὰρ ψυχικὸς
ἄνθρωπος» φησίν «οὐ δέχεται τὰ τοῦ πνεύματος· μωρία γὰρ αὐτῷ
ἐστιν, ὅτι πνευματικῶς ἀνακρίνεται». εἰ μὲν γὰρ πρὸ τῆς παρα-
κοῆς οἱ χιτῶνες τοῖς περὶ τὸν Ἀδὰμ ἐγένοντο, πιθανὸν ἂν ἦν σου
τὸ ψεῦσμα καὶ δυνάμενον ἐξαπατῆσαι· ὅτε δὲ φαίνεται κατὰ τὸ τὴν
Εὔαν πλασθῆναι *. πόθεν δὴ ἄρα ἐπλάσσετο; ἀλλὰ ἀπὸ σώματος δῆλον·
»ἐπέβαλε» γάρ φησιν «ἔκστασιν ἐπὶ τὸν Ἀδάμ, καὶ ὕπνωσε, καὶ
ἔλαβε μίαν ἐκ τῶν πλευρῶν αὐτοῦ». πλευρὰ δὲ οὐδὲν ἕτερον τυγ-
χάνει ἀλλὰ ὀστέον. ᾠκοδόμησε γὰρ «σάρκα ἀντ' αὐτῆς». σαρκὸς δὲ
ὀνομαζομένης πῶς ἔτι προσδοκᾶται ἡ ταύτης ποίησις; καὶ ἀνωτέρω
φησί «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ' εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ' ὁμοίωσιν».
»καὶ ἔλαβε» φησί «χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπον».
ὁ δὲ χοῦς καὶ σὰρξ οὐδὲν ἕτερόν ἐστιν ἀλλὰ σῶμα. εἶτα μετέπειτα
»καὶ ἀναστὰς Ἀδὰμ ἀπὸ τοῦ ὕπνου εἶπε, τοῦτο ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀς-
τῶν μου καὶ σὰρξ ἐκ τῆς σαρκός μου». οὔπω δὲ χιτῶνες δερμάτινοι,  
οὔπω τὸ παρὰ σοῦ ψεῦσμα ἀλληγορούμενον ὑπῆρχεν. ὀστοῦν τοίνυν
ἐκ τῶν ὀστῶν μου καὶ σὰρξ ἐκ τῶν σαρκῶν μου, δῆλον ὅτι σώματα
ἦσαν καὶ οὐκ ἦν ἀσώματος ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα. «καὶ ἔλαβεν ἀπὸ
τοῦ ξύλου καὶ ἔφαγεν», ὡς ὑπενοθεύθη ὑπὸ τοῦ ὄφεως καὶ γέγονεν
ἐν παρακοῇ, «καὶ ἤκουσε τὴν φωνὴν τοῦ θεοῦ περιπατοῦντος ἐν τῷ
351

Γρηγόριος Ναζιανζηνός. , Epistulae (2022: 001)


“Saint Grégoire de Nazianze. Lettres, 2 vols.”, Ed. Gallay, P.
Paris: Les Belles Lettres, 1:1964; 2:1967.
Epistle 178, sec. 4, line 2

τούτοις τοὺς νέους· ὅτῳ δὲ τύχοι χαίρων ἕκαστος καὶ προς-


τρέχων, τούτου καὶ τὴν τέχνην διδάσκεσθαι· ὡς τοῦ μὲν
κατὰ φύσιν ἐπιτυγχάνοντος ὡς τὰ πολλά, τοῦ δὲ παρὰ
φύσιν διαμαρτάνοντος.
         Τί μοι βούλεται τὸ διήγημα;
Καὶ σέ φημι χρῆναι, πρὸς φιλοσοφίαν γὰρ ἔχεις ἐπιτηδείως,
ταύτης μὴ ἀμελεῖν, μηδὲ πρὸς ἄλλο τι μᾶλλον ὠθίζεσθαι
τῶν οὐκ οἰκείων ἢ ταύτης περιέχεσθαι πρὸς ἣν νένευκας,
οὐχ ὅτι ἀρίστη μόνον ἐστίν, ἀλλ' ὅτι καὶ προσφυεστέρα.
Τὸ δὲ μὴ βιάζεσθαι ῥοῦν ποταμοῦ, καὶ ἡ παροιμία
κελεύει, καὶ ἱπποσύνην δεδαῶτα μὴ ᾄδειν ἐθέλει ἡ ποίησις·
μὴ τί γένηται; μὴ καὶ τῆς ἱπποσύνης διαμάρτῃς καὶ τῆς
ᾠδῆς.
 Ἀλλὰ τίς ἡ ἐπιτηδειότης; Ὡς γοῦν ἐμοὶ θεωρήσαντι
κατεφάνη, πρῶτον μὲν ὁ τρόπος καὶ τὸ τοῦ ἤθους γαληνόν
τε καὶ ἄτεχνον καὶ πρὸς τὰς τοῦ βίου στροφὰς ταύτας
ἀνεπιτήδειον· ἔπειτα τὸ τῆς ψυχῆς εὐφυὲς καὶ ὑψίνουν
καὶ πρὸς θεωρίαν εὐκίνητον· τρίτον ἡ νοσοκομία καὶ τὸ
τοῦ σώματος ἀσθενές, ἐπειδὴ καὶ τοῦτο οὐ μικρὸν εἰς
φιλοσοφίαν εἶναι δοκεῖ τῷ Πλάτωνι.

Γρηγόριος Ναζιανζηνός. , Funebris oratio in laudem Basilii Magni


Caesareae in Cappadocia episcopi (orat. 43) (2022: 006)
“Grégoire de Nazianze. Discours funèbres en l'honneur de son frère
Césaire et de Basile de Césarée”, Ed. Boulenger, F.Paris: Picard, 1908.
Ch. 3, sec. 2, line 4

φιλοτιμούμενον, ἤ τινι τῶν μικρῶν ὅλως καὶ οἷς οἱ χαμαὶ


βλέποντες, ἄλλος ἂν ἡρώων ὤφθη κατάλογος. Ὅσα τῶν ὑπὲρ
ἐκεῖνον τοῖς χρόνοις ἐκείνῳ συνεισενεγκεῖν ἂνεἴχομεν
καὶ οὐδ' ἂν ταῖς ἱστορίαις παρήκαμεν ἔχειν τι πλέον ἡμῶν
ἐκεῖνό γε πλέον ἔχοντες πάντως, τὸ μὴ πλάσματι μηδὲ
μύθοις, αὐτοῖς δὲ τοῖς πράγμασι καλλωπίζεσθαι, καὶ ὧν
πολλοὶ μάρτυρες.
         Πολλὰ μὲν γὰρ ὁ Πόντος ἡμῖν ἐκ
τοῦ πατρὸς προβάλλει τὰ διηγήματα καὶ οὐδενὸς ἐλάττω
352

τῶν πάλαι περὶ αὐτὸν θαυμάτων, ὧν πλήρης πᾶσα συγ-


γραφή τε καὶ ποίησις· πολλὰ δὲ τὸ ἐμὸν ἔδαφος τοῦτο, οἱ
σεμνοὶ Καππαδόκαι, τὸ μηδὲν ἧττον κουροτρόφον ἢ εὔϊππον.
Ὅθεν τῷ πατρῴῳ γένει τὸ μητρῷον ἡμεῖς ἀντανίσχο-
μεν. Στρατηγίαι τε καὶ δημαγωγίαι καὶ κράτος ἐν βασι-
λείοις αὐλαῖς· ἔτι δὲ περιουσίαι καὶ θρόνων ὕψη καὶ
τιμαὶ δημόσιαι καὶ λόγων λαμπρότητες, τίνων ἢ πλείους ἢ
μείζους;

Γρηγόριος Ναζιανζηνός. , Contra Julianum imperatorem 1 (orat. 4)


(2022: 018); MPG 35.Vol. 35, p. 660, line 23

ται, καὶ πλείστου ποιεῖν ἀξίους ταῖς παραινέσεσιν;


Ἄριστον ὁμόνοια, καὶ τὸ συμφρονεῖν ἀλλήλοις πόλεις,
καὶ δήμους, καὶ οἰκίας, καὶ τοὺς καθ' ἕκαστον, νόμῳ
καὶ τάξει φύσεως ἑπομένους, ἣ πάντα διεῖλέ τε καὶ
συνέδησε, καὶ τὸ πᾶν τοῦτο κόσμον ἕνα ἐκ πλειόνων
πεποίηκε. Τίσι τοῦτο διδάξουσιν ὑποδείγμασιν; Ἆρα
τοὺς πολέμους λέγοντες τῶν θεῶν, καὶ τὰς στάσεις,
καὶ τὰς ἐπαναστάσεις, καὶ τῶν κακῶν τὸ πλῆθος, ὧν
αὐτοί τε ἔχουσι, καὶ ἀλλήλοις παρέχουσιν, ἰδίᾳ
τε καὶ δημοσίᾳ, ὧν μικροῦ πᾶσα πεπλήρωται συγ-
γραφή τε καὶ ποίησις; Θᾶττον μέν τ' ἂν ἐξ εἰρηνικῶν
μαχίμους, καὶ παραπλῆγας ἀντὶ σοφῶν, ἢ τοὐναντίον
μετρίους καὶ σώφρονας ἀντὶ θρασέων καὶ ἀπαιδεύ-
των τοῖς τοιούτοις ἂν ἐργάσαιντο παραδείγμασιν.
Οὓς γὰρ καὶ δίχα τῶν εἰς τὸ χεῖρον ἑλκόντων χαλεπὸν
μεταθεῖναι κακίας, καὶ πρὸς τὴν κρείσσω μεταστῆ-
σαι μοῖραν ἀπὸ τῆς χείρονος, τούτους τίς ἂν πείσειεν
ἡμέρους εἶναι καὶ καθεκτοὺς, θεοῖς χρωμένους
ὁδηγοῖς τῶν παθῶν καὶ προστάταις· ἔνθα τὸ κακὸν
εἶναι καὶ τίμιον, ὡς θεῶν τινα προϊστάμενον, οὗ τὸ
πάθος ἐστὶ βωμοῖς τε καὶ θυσίαις τιμώμενον,

Ιάμβλιχος. Theologoumena arithmeticae (2023: 005)


“[Iamblichi] theologoumena arithmeticae”, Ed. de Falco, V.Leipzig:
Teubner, 1922.
P. 28, line 14
353

αὐτὰ τῷ τοιούτῳ ἀναπλασσομένῳ Ἑρμῇ. ἐπεὶ δὲ μονάδος ἀνὰ


μέσον καὶ ἑβδομάδος κυβικῶν χωρίων κυβικὸς ὁ δʹ, εἰκότως,
κρισίμου μάλιστα τῆς ἑβδομάδος ἐν τοῖς ἀρρωστήμασιν οὔσης,
ἐπιδηλότερον οἱ ἰατροί, καθάπερ Ἱπποκράτης, τὴν τετράδα λέ-
γουσι κοινωνοῦσαν ὁλοσχερέστερόν πως τῇ ἑβδομάδι ἐν τῇ διὰ
πάντων ἐνεργείᾳ, εἴτε καὶ ἄλλως συναπτομένη τῇ ἑβδομάδι
δεκάδα ἀποτελεῖ τετάρτην κυβικῆς τετάρτης χώρας παρεκτικήν.
ὅτι Αἰόλου φύσινἐπωνόμαζον τὴν τετράδα τὸ ποικίλον ἐμ-
φαίνοντες τῆς οἰκειότητος. καὶ ὅτι οὐκ ἄνευ ταύτης ἡ καθο-
λικὴ διακόσμησις, διὸ καὶ κλειδοῦχόντινα τῆς φύσεως
αὐτὴν πανταχοῦ ἐπωνόμαζον. τὸν Αἴολον δέ φησιν ἡ ποίησις
φορικοὺς ἐκπορίζειν ἀνέμους, ὃς καὶ Ἱπποτάδης προσηγο-
ρεύθη ἀπὸ τῆς ταχυτῆτος τῶν ἐπιτελούντων αὐτὸν ἄστρων
καὶ διὰ τοῦ ἀδιαλείπτου δρόμου· ἔστι γὰρ Αἴολος ὁ ἐνιαυτὸς
διὰ τὴν τῶν κατ' αὐτὸν φυομένων ποικιλίαν. πάλιν δὲ
Ἡρακλέαπαρὰ τὴν αὐτὴν τοῦ ἔτους ἔννοιαν τὴν τετράδα
καλοῦσι, χρονιότητος οὖσαν παρεκτικήν, εἴπερ δʹαἰὼν χρό-
νος καιρὸς ὥρα, ἔτι ἔτοςμὴν [ὥρα] νὺξ ἡμέρα, καὶὄρ-  
θρος μεσημβρία ἑσπέρα νύξ. ὅτι τετράδα κατ' ἐναλλαγὴν τοῦ
λπρὸς τὸ ρτετλάδανομίζουσιν εἰρῆσθαι τὴν ὑπομείνασαν,
καθάπερ ἡ αὐτῆς πλευρὰ τὴν πρώτην ἀπὸ μονάδος

Ιάμβλιχος. De mysteriis (2023: 006)“Jamblique. Les mystères d'Égypte”,


Ed. des Places, É.Paris: Les Belles Lettres, 1966.Ch. 4, sec. 8, line 11... Ο
Ιάμβλιχος (Iamblichus Chalcidensis, 250 - 325) ήταν Σύρος νεοπλατωνικός
φιλόσοφος, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κατεύθυνση που ακολούθησε η
νεώτερη νεοπλατωνική φιλοσοφία. Ήταν επίσης ο βιογράφος του Πυθαγόρα και
μυστικιστής, φιλόσοφος και μαθηματικός. Ο Ιάμβλιχος έζησε σε μια ταραγμένη
εποχή, μια περίοδο μεγάλων ζυμώσεων, κατά την οποία ένας πολιτισμικός κύκλος
πλησιάζει στο τέλος του κι ένας καινούργιος ανοίγει. Τη μεταβατική αυτή περίοδο
εμφανίζεται το φιλοσοφικό ρεύμα των νεοπλατωνικών. Με επίκεντρο αρχικά την
Αλεξάνδρεια, οι νεοπλατωνιστές εργάστηκαν με στόχο να συνθέσουν τις διδασκαλίες
του Πυθαγόρα, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και των Μυστηρίων σε ένα ενιαίο
σύστημα, αναζωογονώντας την ψυχή του ελληνορωμαϊκού κόσμου που έβλεπαν να
βυθίζεται γοργά στην πνευματική και την ηθική παρακμή. Η ανταπόκριση ήταν
εντυπωσιακή. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η διδασκαλία τους διαδόθηκε στη
Ρώμη και άλλες ρωμαϊκές μητροπόλεις, διαμορφώνοντας τρεις ιδιαίτερες σχολές: την
Αλεξανδρινή, όπου διακρίνονται κυρίως ο Πλωτίνος και ο Πορφύριος, την Αθηναϊκή,
με κύριο εκπρόσωπο τον Πρόκλο και τη Συριακή, με κορυφαίο τον Ιάμβλιχο.
Βικιπαίδεια.
354

 Ἀπ' ἄλλης τοίνυν αὖθις ὁρμώμενοι ὑποθέσεως τὰ


σωματικὰ μέρη τοῦ παντὸς οὔτε ἀργὰ οὔτε δυνάμεως
ἄμοιρα εἶναι τιθέμεθα, ἀλλ' ὅσῳ τελειότητι καὶ κάλλει
καὶ μεγέθει προέχει τῶν ἡμετέρων, τοσούτῳ καὶ δύνα-
μιν αὐτοῖς παρεῖναι μείζονα ἀποφαινόμεθα. Αὐτὰ μὲν
οὖν καθ' ἑαυτὰ ἕτερα δύναται καὶ ποιεῖ διαφερούσας
τινὰς ἐνεργείας· δύναται δὲ καὶ πρὸς ἄλληλα πολὺ
δήπου πλείονα ἀπεργάζεσθαι. Καὶ δῆτα καὶ εἰς τὰ
μέρη καθήκει τις ἀπὸ τῶν ὅλων ἡ μὲν συμπαθὴς καθ'
ὁμοιότητα τῶν δυνάμεων ἡ δὲ κατ' ἐπιτηδειότητα τοῦ
ποιοῦντος πρὸς τὸ πάσχον πολυειδὴς ποίησις. Οὐκοῦν
σωματικαῖς ἀνάγκαις συμβαίνει τινὰ περὶ τὰ μέρη κακὰ
καὶ ὀλέθρια, ὡς μὲν πρὸς τὰ ὅλα καὶ τὴν ἁρμονίαν τοῦ
παντὸς ὄντα σωτήρια καὶ ἀγαθά, τοῖς δὲ μέρεσιν ἀναγ-
καίαν τινὰ φθορὰν ἐπάγοντα, ἢ τῷ μὴ δύνασθαι φέρειν
τὰς τῶν ὅλων ἐνεργείας, ἢ ἄλλῃ τινὶ συμμίξει καὶ κρά-
σει τῆς ἀφ' ἑαυτῶν ἀσθενείας, ἢ τὸ τρίτον ἀσυμμετρίᾳ
τῶν μερῶν πρὸς ἄλληλα.
 Μετὰ δὲ τὸ σῶμα τοῦ παντὸς ἀπὸ τῆς φύσεως
αὐτοῦ πολλὰ γίγνεται· καὶ γὰρ ἡ συμφωνία τῶν
ὁμοίων καὶ ἡ ἐναντίωσις τῶν ἀνομοίων ἀπεργάζεται οὐκ

Sopater Rhet., Scholia ad Hermogenis status seu artem Ρητορική. m


(2031: 002“Rhetores Graeci, vol. 5”, Ed. Walz, C.
Stuttgart: Cotta, 1833, Repr. 1968.Vol. 5, p. 22, line 24

τοῖς Μακεδονικοῖς, ἀλλ' ἐν τῇ φύσει τῇ ἀνθρωπίνῃ· καὶ


εἰ παρὰ τοῖς Ἕλλησιν ἐνέλιπεν, οὔπω καὶ πανταχόσε· ὥς-
περ δὲ τὰ πολλὰ προειπὼν προσέθηκε καὶ μεγάλων, καὶ
ὥσπερ τῷ καταληφθέντα προσέθηκε τὸ ἐξ ἀρχῆς ἑκά-
στῳ, καὶ ἐνταῦθα εἰπὼν τὸ συγγυμνασθέντα προσέθηκε
τῷ χρόνῳ, ἵνα δείξῃ μηδένα χρόνον ἐκτὸς ὄντα ῥητορι-
κῆς. Σαφῆ τε τὴν ὠφέλειαν παρεχόμενα·πά-
λιν τρεῖς ἰδέαι εἰσὶ τεχνῶν, καλλιτεχνία, κακοτεχνία,
ψευδοτεχνία. Καλλιτεχνία μὲν γὰρ, οἷον γραμματικὴ,
355

ἰατρικὴ, αὐτὴ ἡ ῥητορική· εἰς καλὸν γὰρ ἐπινενόηται·


κακοτεχνία δὲ ἡ τῶν δηλητηρίων τούτων ποίησις, ψευδο-
τεχνία δὲ, οἷον ὀρχηστικὴ, σκαλοβατική· αὗται δέ εἰσι
ψευδοτεχνίαι, ὅτι τέλος οὐδὲν ἐπάγουσιν, ἀλλ' ἀτελεῖς τι-
νές εἰσι τέχναι, καὶ ἐν ἑαυταῖς σβέννυνται· τί δέ ἐστιν, ὃ
λέγω καὶ σαφέστερον εἴπωμεν· ἰατρικὴ ἔχει τέλος τὸ ὑγι-
άζειν τὰ σώματα, ἡ γραμματικὴ τὸ ὀρθὸν ποιεῖν τὸν
λόγον καὶ ἄπτωτον, ἡ ῥητορικὴ τὸ τοῖς δεομένοις συνα-
γωνίζεσθαι, ἐν δικαστηρίοις δὲ πείθειν τὰ χρήσιμα τὴν
πόλιν, καὶ πρεσβευτική· ἡ δὲ σφαιροπαικτικὴ καὶ σκαλο-  
βατικὴ καὶ ὀρχηστικὴ οὐδὲν ἔχουσιν, ἀλλ' ἐπιδειχθεῖσαι
τέλος οὐδὲν ἑαυτῶν οὐδὲ πέρας προσέθηκαν.

Πορφύριος. Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. (fragmenta) (2034:


009)“Porphyrii in Plato nis Timaeum commentariorum fragmenta”, Ed.
Sodano, A.R.Naples: n.p., 1964.Book 2, fragment 47, line 6

ῥᾴδιον, ὅτι καὶ ὁ δημιουργὸς αἰωνίως ποιεῖ, καὶ ὁ κόσμος ἀίδιός ἐστι
κατὰ τὴν εἰς ἅπαντα τὸν χρόνον ἐκτεινομένην ἀιδιότητα, καὶ ὡς ἀεὶ
γίγνε-  
ται τεταγμένος καὶ ὡς ἄφθαρτος οὐκ ἔστιν ἀεί, γίνεται δὲ ἀεὶ ἀγαθυνόμε-
νος, ἀλλ' οὐκ αὐτόθεν ἀγαθὸς ὤν, ὡς ὁ γεννήσας αὐτὸν πατήρ· πάντα
γὰρ ἐν αὐτῷ γινομένως ἐστίν, ἀλλ' οὐκ ὄντως ὡς ἐν τοῖς αἰωνίοις.
 Οὕτω δὴ πᾶν ὅσον ἦν ὁρατὸν παραλα-
βὼν οὐχ ἡσυχίαν ἄγον ἀλλὰ κινούμενον πλημ-
μελῶς καὶ ἀτάκτως, εἰς τάξιν αὐτὸ ἤγαγεν
ἐκ τῆς ἀταξίας, ἡγησάμενος ἐκεῖνο τούτου
πάντως ἄμεινον[30 A 2 – 6].
 »Οὐκ ἔστιν ταὐτὸν κόσμου ποίησις καὶ σώματος ὑπόστασις οὐδὲ»
»αἱ αὐταὶ ἀρχαὶ σώματός τε καὶ κόσμου, ἀλλ' ἵνα μὲν κόσμος γένη-»  
»ται, δεῖ σώματα εἶναι καὶ θεὸν εἶναι, ἵνα δὲ σώματα, δεῖ ὕλην»
»εἶναι καὶ θεὸν καὶ τὸ ἐπιγινόμενον ἄλλο μέν, ἵνα σωματωθῇ ὕλη,»  
»ἄλλο δέ, ἵνα τὰ σωματωθέντα ταχθῇ. ταῦτα δὲ ἀεὶ ἅμα γίνεται»
»πάντα καὶ οὐ χρόνῳ διηρτημένα, ἀλλ' ἥ γε διδασκαλία ἀναγκαίως»
»διαιρεῖ, ἵνα διδάσχῃ ἀκριβῶς τὸ γιγνόμενον· σώματος μὲν γὰρ ἀρ-»
»χαὶ θεὸς μὲν γεννῶν, ὕλη δὲ καὶ τὰ σχήματα, ἃ προϊὼν ἡμᾶς»
»διδάξει, ὡς ἐξ ὧν συνέστηκεν τὰ σώματα γεννηθέντων ἀπὸ θεοῦ,»
»κόσμου δὲ τὰ ἤδη ὑποστάντα σώματα ὑπὸ θεοῦ καὶ θεὸς ὁ ταῦτα»
»τάσσων».

Πορφύριος. Zetemata codicis Vaticani (2034: 015)


356

“Porphyrii quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium


reliquiae, fasc. 2”, Ed. Schrader, H.Leipzig: Teubner, 1882.P. 317col1,
line 31

καὶ τὸ Ἑρμείαν ἐρέεινε Καλυψὼ


δῖα θεάων(ε 85)· ἐπάγει γὰρ
αὔδα ὅτι φρονέεις(ε 89) **
ἐνισπεῖν *****
καὶ τὸ νημερτέως τὸν μῦθον
ἐνισπήσω(ε 98) ἤτοι ἀναμαρτήτως
τἀληθὲς ἐρῶ· κεῖται γὰρ ὡς εἰ ἔλεγεν
ἐπαληθεύσομαί σοι ἀψευδῆ τὸν λό-
γον. καὶ τὸ ἔννεπεοὖν ἀληθῆ λέγε,
καὶ τὸ ἄειδεπάλιν ἀληθῆ ἐν ποιή-
μασι λέγε· ἀοιδὴ γὰρ ἡ ποίησις. εἰπὼν
οὖν ἀλλ' ἄγε δὴ μετάβηθι καὶ
ἵππου κόσμον ἄεισον(θ 491),   
ἐπάγει· αἴ κεν δή μοι κατὰ μοῖ-
ραν καταλέξῃς(θ 496), ὅπερ ἐν
ἄλλοις· πάντα κατ' αἶσαν ἔει-
πες, ἀγακλεές(Ρ 716). τί οὖν
τὸ κατ' αἶσανεἰπεῖν; οὐδ' ἂν
ἔγωγε ἄλλα πάρεξ εἴποιμι
παρακλιδὸν οὐδ' ἀπατήσω(δ
347) [καὶ ὅταν δὲ προείπῃ εἶθαρ

Πορφύριος. Zetemata codicis Vaticani P. 317col2, line 31

ἐθέλῃσθα κείνου λυγρὸν ὄλε-


θρον ἐνισπεῖν(γ 92. δ 322), καὶ
τὸ νημερτέως τὸν μῦθον ἐνι-
σπήσω, ἀναμαρτήτως τἀληθὲς ἐρῶ·
κεῖται γὰρ ὡς εἰ ἔλεγεν ἐπαληθεύ-
σομαί σοι ἀψευδῆ τὸν λόγον. καὶ
τὸ ἔννεπεοὖν ἀληθῆ λέγε· τίς
γὰρ τῶν ὄχ' ἄριστος ἔην, σύ
μοι ἔννεπε Μοῦσα(Β 761), καὶ
τὸ ἄειδεπάλιν ἀληθῆ ἐν ποιήμασι
λέγε· ἀοιδὴ γὰρ ἡ ποίησις. εἰπὼν
γοῦν ἀλλ' ἄγε δὴ μετάβηθι καὶ
ἵππου κόσμον ἄεισον, ἐπάγει·  
αἴ κεν δή μοι τάδε κατὰ μοῖ-
357

ραν καταλέξῃς, ὅπερ ἐν ἄλλοις·


πάντα κατ' αἶσαν ἔειπες, ἀγα-
κλεές. τί οὖν τὸ κατ' αἶσαν εἰ-
πεῖν; φησὶν οὐδ' ἂν ἔγωγε ἄλλα
πάρεξ εἴποιμι παρακλιδὸν
οὐδ' ἀπατήσω[καὶ ὅταν δὲ προεί-
πῃ εἶθαρ δὲ προσηύδα,

Πορφύριος. Quaestionum Homericarum ad Odysseam pertinentium


reliquiae (2034: 016)“Porphyrii quaestionum Homericarum ad
Odysseam pertinentium reliquiae”, Ed. Schrader, H.Leipzig: Teubner,
1890.Odyssey book 8, sec. 100, line 4

 ἔχαιρε τῶν ἀριστέων φιλονεικούντων, τοῦ μὲν τὰ ψυχικὰ ἐπαι-


νοῦντος, τοῦ δὲ τὰ σωματικά. ἔχαιρε δὲ ὁ Ἀγαμέμνων ἐπὶ τῇ τούτων
φιλονεικίᾳ οὐχ ὡς χαιρέκακος, ἀλλὰ διὰ τὸ ἔχειν ἀπὸ χρησμοῦ, τότε
ἐγγίζειν τὴν τῆς Τροίας ἅλωσιν, ὅτε ἴδῃ τοὺς τῶν Ἀχαιῶν ἀρίστους
φιλονεικοῦντας. καὶ ὁ μὲν Ἀχιλλεὺς ἔλεγε δι' ἀνδρίας δεῖν ἁλῶναι
τὸ Ἴλιον, ὁ δὲ Ὀδυσσεὺς διὰ μηχανῆς καὶ φρονήσεως.
 ad p 72, 21 sqq.
 διὰ τί οἱ Φαίακες εὐωχηθέντες ἠγωνίζοντο γυμνικὸν ἀγῶνα,
δρόμον καὶ δίαυλον καὶ τὴν ἄλλην ἄθλησιν; παντελῶς γὰρ ἀπόνων
ἀνθρώπων ταῦτα. ἴσως δὲ, ὡς ἁρμόττον τοῖς ἤθεσι δέον ποιεῖν, ἐπειδὴ
μίμησις ἡ ποίησις, οὕτως πεποίηκεν. ὅτι δὲ τοιοῦτοι, δῆλον· ἔφασαν
γάρ· αἰεὶ δ' ἡμῖν δαίς τε φίλη κίθαρίς τε χοροί τε(v. 248).  
 καὶ πῶς φησιν οὐ γὰρ πυγμάχοι εἰμὲν ἀμύμονες
οὐδὲ παλαισταί(v. 246); ἐν ὅσῳ τοίνυν ἄπειροί εἰσιν Ὀδυσσέως
οἴονται νικᾶν ἅπαντας ἐν τούτοις, ὅτε δὲ τῇ πείρᾳ δείξας ἑαυτὸν Ὀδυς-
σεὺς ἐκαυχήσατο περὶ τῶν ἄλλων ἄθλων, μόνον παραιτησάμενος τὸν
δρόμον, ἀντιμεταβαλὼν τὰ ἐγκώμια Ἀλκίνους φησίν· ἀλλὰ ποσὶ
κραιπνῶς θέομεν καὶ νηυσὶν ἄριστοι, ἀεὶ δ' ἡμῖν δαῖς τε
φίλη εἵματά τ' ἐξημοιβά(v. 247 sqq.).

Πορφύριος. Quaestionum Homericarum liber i (recensio V) (2034:


017)“Porphyrii quaestionum Homericarum liber i”, Ed. Sodano, A.R.
Naples: Giannini, 1970.Sec. 93, line 21

ἀκοῦσαι βουλόμενος ἐξετάζεις. καὶ


τὸ «Ἑρμείαν ἐρέεινε Καλυψώ, δῖα
θεάων»· ἐπάγει γὰρ «αὔδα ὅ τι
φρονέεις». ἐνισπεῖν ... ἐνισπεῖν, καὶ
358

τὸ «νημερτέως τὸν μῦθον ἐνισπήσω»,


ἤτοι ἀναμαρτήτως τἀληθὲς ἐρῶ·
κεῖται γὰρ ὡς εἰ ἔλεγεν ἐπαληθεύ-
σομαί σοι ἀψευδῆ τὸν λόγον. καὶ
τὸ «ἔννεπε» οὖν ἀληθῆ λέγε καὶ
τὸ «ἄειδε» πάλιν ἀληθῆ ἐν ποιή-
μασι λέγε· ἀοιδὴ γὰρ ἡ ⌈πο⌉ίησις.
εἰπὼν οὖν «ἀλλά γε δὴ μετάβηθι  
καὶ ἵππου κόσμον ἄεισον», ἐπάγει·
»αἴ κεν δή μοι κατὰ μοῖραν κατα-
λέξῃς», ὅπερ ἐν ἄλλοις· «πάντα
κατ' αἶσαν ἔειπες, ἀγακλεές». τί
οὖν τὸ «κατ' αἶσαν» εἰπεῖν; «οὐδ'
ἂν ἔγωγε / ἄλλα πάρεξ εἴποιμι πα-
ρακλιδόν, οὐδ' ἀπατήσω» [καὶ ὅταν
δὲ προείπῃ «εἶθαρ δὲ προσηύδα», τὸ
εὐθὲς καὶ ἀληθὲς καὶ φανερὸν

Πορφύριος. Quaestionum Homericarum liber i (recensio Χ) (2034:


018)“Porphyrii quaestionum Homericarum liber i”, Ed. Sodano, A.R.
Naples: Giannini, 1970.Sec. 93, line 22

ἀλλ' ἀληθῶς εἰπεῖν· «αἴ κ' ἐθέλῃ-


σθα / κείνου λυγρὸν ὄλεθρον ἐνι-
σπεῖν», καὶ τὸ «νημερτέως τὸν μῦθον
ἐνισπήσω», ἀναμαρτήτως τἀληθὲς
ἐρῶ· κεῖται γὰρ ὡς εἰ ἔλεγεν ἐπαλη-
θεύσομαί σοι ἀψευδῆ τὸν λόγον. καὶ
τὸ «ἔννεπε» οὖν ἀληθῆ λέγε· «τίς
γὰρ τῶν ὄχ' ἄριστος ἔην σύ μοι ἔν-
νεπε Μοῦσα», καὶ τὸ «ἄειδε» πά-
λιν ἀληθῆ ἐν ποιήμασι λέγε· ἀοιδὴ
γὰρ ἡ ποίησις. εἰπὼν γοῦν «ἀλλά γε  
δὴ μετάβηθι καὶ ἵππου κόσμον ἄει-
σον», ἐπάγει· «αἴ κεν δή μοι τάδε
κατὰ μοῖραν καταλέξῃς», ὅπερ ἐν
ἄλλοις· «πάντα κατ' αἶσαν ἔειπες,
ἀγακλεές». τί οὖν τὸ «κατ' αἶσαν»
εἰπεῖν; φησὶν «οὐδ' ἂν ἔγωγε / ἄλλα
πάρεξ εἴποιμι παρακλιδόν, οὐδ' ἀπα-
τήσω» [⌈καὶ⌉ ὅταν δὲ προείπῃ «εἶ-
359

θαρ δὲ προσηύδα», τὸ εὐθὺ καὶ ἀλη-


⌈θὲς⌉ καὶ φ⌈α⌉νερὸν ἀκουσόμεθα.

Αθανάσιος θεολόγος. , Orationes tres contra Arianos Vol. 26, p. 208,


line 36

νοιτο! αὐτὸς γὰρ εἶπε· Πλήρης εἰμί. Οὐδὲ ἐκ διδα-


σκαλίας γέγονε δημιουργὸς ὁ Λόγος· ἀλλ' εἰκὼν καὶ
σοφία ὢν τοῦ Πατρὸς, τὰ τοῦ Πατρὸς ἐργάζεται.
Οὐδὲ τῆς τῶν γενητῶν ἕνεκεν ἐργασίας τὸν Υἱὸν πε-
ποίηκεν· ἰδοὺ γὰρ καὶ τοῦ Υἱοῦ ὄντος, φαίνεται
πάλιν ἐργαζόμενος ὁ Πατὴρ, ὡς αὐτὸς ὁ Κύριός φη-
σιν· Ὁ Πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται, κἀγὼ ἐρ-
γάζομαι. Εἰ δὲ καθ' ὑμᾶς διὰ τοῦτο γέγονεν ὁ Υἱὸς,
ἵνα τὰ μετ' αὐτὸν ἐργάσηται· φαίνεται δὲ ὁ Πατὴρ
καὶ μετὰ τὸν Υἱὸν ἐργαζόμενος· περιττὴ καθ' ὑμᾶς
καὶ κατὰ τοῦτο ἡ τοῦ τοιούτου Υἱοῦ ποίησις.
Ἄλλως τε διὰ τί ὅλως, θέλων ἡμᾶς κτίσαι, ζητεῖ τὸν
μεσίτην, ὡς οὐκ ἀρκουμένου τοῦ βουλήματος αὐτοῦ
συστῆσαι περὶ ὧν ἂν αὐτῷ δοκῇ; Καὶ μὴν αἱ
Γραφαὶ λέγουσι· Πάντα ὅσα ἠθέλησεν ἐποίησε·
καί· Τῷ γὰρ βουλήματι αὐτοῦ τίς ἀνθέστηκεν;
Εἰ δὲ καὶ τὸ βούλημα μόνον ἱκανόν ἐστιν αὐτοῦ πρὸς
τὴν τῶν πάντων δημιουργίαν· περιττὴ πάλιν καθ'
ὑμᾶς ἡ τοῦ μεσίτου χρεία. Καὶ γὰρ καὶ τὸ παρά-
δειγμα τὸ περὶ τοῦ Μωϋσέως καὶ τοῦ ἡλίου καὶ  
σελήνης ὑμῶν δέδεικται σαθρόν. Κἀκεῖνο δὲ πάλιν

Dexippus Phil., Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. (2036: 001)


“Dexippi in Aristotelis categorias commentarium”, Ed. Busse, A.
Berlin: Reimer, 1888; Commentaria in Aristotelem Graeca 4.2.
P. 70, line 5

τὴν ἰδίαν θεωρεῖσθαι μηδενὶ τῶν ἄλλων γενῶν ἐπικοινωνοῦσαν, ὥστε καὶ

ὁ ἀριθμός, εἴτε καθ' ἑαυτὸν εἴη εἴτε ἐν τοῖς μετέχουσιν, εἴτε συνυπάρχων
εἴτε καὶ ἰδίαν φύσιν ἔχων ἐν τῷ συνυφεστηκέναι, εἴτε κατὰ τὸ ἀριθμεῖν
εἴτε κατὰ τὸ ἀριθμεῖσθαι ὑπάρχων, πανταχοῦ ἂν οὗτος τοῦ ποσοῦ εἴη.
360

 ζ. Οὕτω μὲν τὰς ἀπορίας Πλωτίνου περὶ τοῦ ἀριθμοῦ διελύσαμεν.
ἀλλὰ δὴ μεταβῶμεν ἐπὶ τὸν λόγον ἑξῆς καὶ ὅσα διαπορεῖ σκεψώμεθα.  
λέγει τοίνυν, ὡς ὁ λόγος ἰδίαν ἔχων ὑπόστασιν τοσόσδε ἐστὶ καὶ ταύτῃ
ποσὸς
ὡς συμβεβηκὸς ἔχων τὸ ποσόν, καθ' ὃ μέντοι λόγος σημαντικός ἐστιν
ὕλην
ἔχων τὸν ἀέρα, κατὰ δὲ τὴν τούτου πληγὴν ὑφεστηκώς, εἴτε οὖν πληγὴ
ὁ λόγος ὁ ἐν τῇ φωνῇ, εἴτε οὐ ψιλὴ πληγὴ ἀλλὰ τύπωσις τοῦ ἀέρος
ὥσπερ μορφοῦσα αὐτόν, κατ' ἀμφότερα ποίησις ἂν εἴη σημαντική, καὶ
ἔσται ἢ ἐν τῷ ποιεῖν ἢ ἐν τῷ πάσχειν ἢ καὶ ἐν ἀμφοτέροις τῷ τε ποιεῖν
καὶ τῷ πάσχειν ὁ λόγος ὁ ἐν τῇ φωνῇ, ἀλλ' οὐχὶ ποσόν. τί δὴ πρὸς
ταῦτα ἀντείποιμεν;

Ιωάννης Στοβαίος. Ανθολόγιον. Book 1, Ch. 49, sec. 60, line 48. Ο
Ιωάννης Στοβαίος ήταν συγγραφέας ο οποίος έζησε τον 5ο αιώνα μ.Χ. Καταγόταν από τους
Στόβους της Μακεδονίας (στην Παιονία). Το γνωστότερό του έργο είναι το "Ανθολόγιο", το
οποίο αποτελείται από περισσότερα από 500 αποσπάσματα έργων ποιητών, φιλοσόφων
και ρητόρων. Η αξία του είναι αδιαμφισβήτητη καθώς χάρη σε αυτόν σώθηκαν
αποσπάσματα χαμένων έργων. Ο συγγραφέας θέλοντας να αφήσει στον γιο του Σεπτίμιο
μιά παρακαταθήκη σοφίας, ώστε να διορθώσει τα ελαττώματα του χαρακτήρα του,
συγκέντρωσε στο έργο του αυτό το απόσταγμα της σοφίας 204 φιλοσόφων και ιστορικών [2]
Το έργο εκτεινόταν σε τέσσερα βιβλία, αλλά δεν σώζεται ολόκληρο και μάλιστα σε αυτό
έχουν γίνει μεταγενεστέρως επεμβάσεις. Η πρώτη έκδοση έγινε το 1536 στη
Βενετία.Βικιπαίδεια

ὀλύμπια καὶ γηγενῆ, θελγόμεναι καὶ μαλασσόμεναι ταῖς  


ἀγούσαις αὖθις ἐπὶ τὴν γένεσιν ἡδοναῖς, ἐν ᾧ δὴ μάλιστα
πολλῆς μὲν εὐτυχίας αἱ ψυχαὶ δέονται πολλῆς δὲ σωφρο-
σύνης, ὅπως μὴ τοῖς κακίστοις ἐπισπόμεναι καὶ συνεν-
δοῦσαι μέρεσιν ἢ πάθεσιν αὑτῶν κακοδαίμονα καὶ θηρι-
ώδη βίον ἀμείψωσιν. Ἡ γὰρ λεγομένη καὶ νομιζομένη
τῶν ἐν Ἅιδου τρίοδος ἐνταῦθά που τέτακται περὶ τὰ τῆς
ψυχῆς σχιζόμενα μέρη, τὸ λογιστικὸν καὶ θυμοειδὲς καὶ
ἐπιθυμητικόν, ὧν ἕκαστον ἀρχὴν ἐξ ἑαυτοῦ καὶ ῥοπὴν
ἐπὶ τὸν οἰκεῖον βίον ἐνδίδωσι. Καὶ οὐκέτι ταῦτα μῦθος
οὐδὲ ποίησις, ἀλλὰ ἀλήθεια καὶ φυσικὸς λόγος. Ὧν μὲν
γὰρ ἐν τῇ μεταβολῇ καὶ γενέσει τὸ ἐπιθυμητικὸν ἐξανθοῦν
ἐπικρατεῖ καὶ δυναστεύει, τούτοις εἰς νωθῆ [καὶ] σώματα
καὶ βίους θολεροὺς καὶ ἀκαθάρτους ὑπὸ φιληδονίας καὶ
γαστριμαργίας φησὶ γενέσθαι τὴν μεταβολήν. Ὅταν δὲ φι-
λονεικίαις σκληραῖς καὶ φονικαῖς ὠμότησιν ἔκ τινος δια-
φορᾶς ἢ δυσμενείας ἐξηγριωμένον ἔχουσα παντάπασιν ἡ
ψυχὴ τὸ θυμοειδὲς εἰς δευτέραν γένεσιν ἀφίκηται, πλήρης
οὖσα προσφάτου πικρίας καὶ βαρυφρόνης, ἔρριψεν ἑαυτὴν
361

εἰς λύκου φύσιν ἢ λέοντος, ὥσπερ ὄργανον ἀμυντικὸν τὸ


σῶμα τῷ κρατοῦντι προἱεμένη πάθει καὶ περιαρμόσασα.

Ιωάννης Στοβαίος. Ανθολόγιον. Book 2, Ch. 5, sec. 2, line 4

ἀεὶ λεγόμενός ἐστι καὶ τοῖς ἄλλοις πᾶσιν ξυνδεδογμένος,


ὅτι ποιητὴς ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται,
τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν, οἷον δὲ κρήνη τις τὸ ἐπιὸν ῥεῖν
ἑτοίμως ἐᾷ· καὶ τῆς τέχνης οὔσης μιμήσεως ἀναγκάζεται,
ἐναντίως ἀλλήλοις ἀνθρώπους ποιῶν διατιθεμένους, ἐναν-
τία λέγειν αὑτῷ πολλάκις· οἶδε δὲ οὔτ' εἰ ταῦτα οὔτ' εἰ
θάτερα ἀληθῆ τῶν λεγομένων.
 Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ Φαίδρου(p. 245A).
 Ὃς δ' ἂν ἄνευ μανίας Μουσῶν ἐπὶ ποιητικὰς θύρας
ἀφίκηται, πεισθεὶς ἄρα ὡς ἐκ τέχνης ἱκανὸς ποιητὴς ἐσό-
μενος, ἀτελὴς αὐτός τε καὶ ἡ ποίησις.
 Πλάτωνος ἐκ τοῦ Ἴωνος(p. 533D – 534D).
 Ἔστι γὰρ τοῦτο τέχνη μὲν οὐκ ἂν παρά σοι περὶ  
Ὁμήρου εὖ λέγειν, ὃ νῦν δὴ ἔλεγον, θεία δὲ δύναμις ἥ σε
κινεῖ, ὥσπερ ἐν τῇ λίθῳ, ἣν Εὐριπίδης μὲν Μαγνῆτιν
ὠνόμασεν, οἱ δὲ πολλοὶ Ἡρακλείαν· καὶ γὰρ αὕτη ἡ λίθος
οὐ μόνον αὐτοὺς τοὺς δακτυλίους ἄγει τοὺς σιδηροῦς, ἀλλὰ
καὶ δύναμιν ἐντίθησι τοῖς δακτυλίοις, ὥστε δύνασθαι ταὐ-
τὸν τοῦτο ποιεῖν, ὅπερ ἡ λίθος, ἄλλους ἄγειν δακτυλίους·
ὥστ' ἐνίοτε ὁρμαθὸς πάνυ μακρὸς σιδηρίων καὶ δακτυλίων

Ιωάννης Στοβαίος. Ανθολόγιον. Book 4, Ch. 29c, sec. 53, line 4

ἀρχηγοὶ τῶν προγόνων ὄντες. ὅταν μὲν οὖν αὐτὸς ἀγα-


θὸς ᾖ, μὴ ἔχῃ δὲ τοιαύτην δύναμιν τῆς φύσεως ὡς
τίκτειν πολλοὺς ὁμοίους, οὐκ ἔχει ἀρχὴν ... τοιαύτην δύ-
ναμιν, ἐν τούτοις ἀρχὴ τοῦ γένους, καὶ εὐγενεῖς οἱ ἀπὸ
τούτου τοῦ γένους ὄντες, οὐκ ἐὰν ὁ πατὴρ εὐγενὴς ᾖ, ἀλλ'
ἐὰν ὁ ἀρχηγὸς τοῦ γένους. οὐ γὰρ δι' αὑτὸν ὁ πατὴρ
ἐγέννησεν ἀγαθόν, ἀλλ' ὅτι ἐκ τοιούτου γένους ἦν.
 Ξενοφῶντος ἐκ τοῦ Περὶ Θεόγνιδος.
 Θεόγνιδός ἐστιν ἔπη τοῦ Μεγαρέως. οὗτος δὲ ὁ
ποιητὴς περὶ οὐδενὸς ἄλλου λόγον πεποίηται ἢ περὶ
ἀρετῆς καὶ κακίας ἀνθρώπων, καὶ ἔστιν ἡ ποίησις σύγγραμ-
μα περὶ ἀνθρώπων, ὥσπερ εἴ τις ἱππικὸς ὢν συγγρά-
ψειεν περὶ ἱππικῆς. ἡ οὖν ἀρχή μοι δοκεῖ τῆς ποιήσεως
ὀρθῶς ἔχειν. ἄρχεται γὰρ πρῶτον ἀπὸ τοῦ εὖ γενέσθαι.
362

ᾤετο γὰρ οὔτ' ἄνθρωπον οὔτε τῶν ἄλλων οὐδὲν ἂν ἀγα-


θὸν εἶναι, εἰ μὴ τὰ γεννήσοντα ἀγαθὰ εἴη. ἔδοξεν οὖν
αὐτῷ παραδείγμασι τοῖς ἄλλοις ζῴοις χρήσασθαι, ὅσα
μὴ εἰκῆ τρέφεται, ἀλλὰ μετὰ τέχνης ἕκαστα θεραπεύεται,
ὅπως γενναιότατα ἔσονται. δηλοῖ δ' ἐν τοῖσδε τοῖς ἔπεσι·  
  Κριοὺς μὲν καὶ ὄνους διζήμεθα, Κύρνε, καὶ ἵππους
   εὐγενέας, καί τις βούλεται ἐξ ἀγαθοῦ

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron (2040: 001)


“Basile de Césarée. Homélies sur l'hexaéméron, 2nd edn.”, Ed. Giet, S.
Paris: Cerf, 1968; Sources chrétiennes 26 bis.Homily 1, sec. 1, line 3
Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν.

 Πρέπουσα ἀρχὴ τῷ περὶ τῆς τοῦ κόσμου συστάσεως


μέλλοντι διηγεῖσθαι, ἀρχὴν τῆς τῶν ὁρωμένων διακοσμήσεως
προθεῖναι τοῦ λόγου. Οὐρανοῦ γὰρ καὶ γῆς ποίησις παραδί-
δοσθαι μέλλει, οὐκ αὐτομάτως συνενεχθεῖσα, ὥς τινες
ἐφαντάσθησαν, παρὰ δὲ τοῦ Θεοῦ τὴν αἰτίαν λαβοῦσα.
Ποία ἀκοὴ τοῦ μεγέθους τῶν λεγομένων ἀξία; πῶς παρες-
κευασμένην ψυχὴν πρὸς τὴν τῶν τηλικούτων ἀκρόασιν
προσῆκεν ἀπαντᾶν; Καθαρεύουσαν τῶν παθῶν τῆς σαρκὸς,
ἀνεπισκότητον μερίμναις βιωτικαῖς, φιλόπονον, ἐξεταστικὴν,  
πάντοθεν περισκοποῦσαν εἴ ποθεν λάβοι ἀξίαν ἔννοιαν τοῦ
Θεοῦ. Ἀλλὰ πρὶν ἐξετάσαι τὴν ἐν τοῖς ῥήμασιν ἀκρίβειαν,
καὶ διερευνήσασθαι ἡλίκα τῶν μικρῶν φωνῶν τούτων ἐστὶ
τὰ σημαινόμενα, ἐνθυμηθῶμεν τίς ὁ διαλεγόμενος ἡμῖν.

Βασίλειος θεολόγος. De legendis gentilium libris (2040: 002)


“Saint Basile. Aux jeunes gens sur la manière de tirer profit des lettres
Helléniques”, Ed. Boulenger, F.Paris: Les Belles Lettres, 1935, Repr.
1965.Sec. 5, line 26

λεία τε καὶ καλή, ὡς δὲ ῥᾳδία τε καὶ εὔπορος, καὶ τῆς


ἑτέρας ἡδίων τῆς ἐπὶ τὴν κακίαν ἀγούσης, ἣν ἀθρόον εἶναι
λαβεῖν ἐκ τοῦ σύνεγγυς ὁ αὐτὸς οὗτος ποιητὴς ἔφησεν.
Ἐμοὶ μὲν γὰρ δοκεῖ οὐδὲν ἕτερον ἢ προτρέπων ἡμᾶς ἐπ'
ἀρετήν, καὶ προκαλούμενος ἅπαντας ἀγαθοὺς εἶναι, ταῦτα
διελθεῖν καὶ ὥστε μὴ καταμαλακισθέντας πρὸς τοὺς
πόνους προαποστῆναι τοῦ τέλους. Καὶ μέντοι, καὶ εἴ τις
ἕτερος ἐοικότα τούτοις τὴν ἀρετὴν ὕμνησεν, ὡς εἰς
363

ταὐτὸν ἡμῖν φέροντας τοὺς λόγους ἀποδεχώμεθα.


 Ὡς δ' ἐγώ τινος ἤκουσα δεινοῦ καταμαθεῖν ἀνδρὸς
ποιητοῦ διάνοιαν, πᾶσα μὲν ἡ ποίησις τῷ Ὁμήρῳ ἀρετῆς
ἐστιν ἔπαινος, καὶ πάντα αὐτῷ πρὸς τοῦτο φέρει, ὅ τι μὴ
πάρεργον· οὐχ ἥκιστα δὲ ἐν οἷς τὸν στρατηγὸν τῶν
Κεφαλλήνων πεποίηκε, γυμνὸν ἐκ τοῦ ναυαγίου περισω-
θέντα, πρῶτον μὲν αἰδέσαι τὴν βασιλίδα φανέντα μόνον,
τοσούτου δεῖν αἰσχύνην ὀφλῆσαι γυμνὸν ὀφθέντα, ἐπει-
δήπερ αὐτὸν ἀρετῇ ἀντὶ ἱματίων κεκοσμημένον ἐποίησε·
ἔπειτα μέντοι καὶ τοῖς λοιποῖς Φαίαξι τοσούτου ἄξιον
νομισθῆναι ὥστε ἀφέντας τὴν τρυφὴν ᾗ συνέζων, ἐκεῖνον
ἀποβλέπειν καὶ ζηλοῦν ἅπαντας, καὶ μηδένα Φαιάκων ἐν
τῷ τότε εἶναι ἄλλο τι ἂν εὔξασθαι μᾶλλον ἢ Ὀδυσσέα

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae super Psalmos (2040: 018); MPG 29.


Vol. 29, p. 292, line 28

Ὅτι γὰρ βροντὴ τὸ Εὐαγγέλιον, δηλοῦσιν οἱ παρὰ


τοῦ Κυρίου μετονομασθέντες μαθηταὶ καὶ υἱοὶ βρον-
τῆς χρηματίζοντες. Διὰ τοῦτο οὐκ ἐν τῷ τυχόντι τῆς
τοιαύτης βροντῆς ἡ φωνὴ, ἀλλ' ἐάν τις ἄξιος ᾖ ὀνο-
μάζεσθαι τροχός. Φωνὴ γὰρ τῆς βροντῆς σου,
φησὶν, ἐν τῷ τροχῷ. Ἐάν τις ᾖ τοῖς ἔμπροσθεν
ἐπεκτεινόμενος, ὥσπερ ὁ τροχὸς, ὀλίγῳ μέρει τῆς
γῆς ἐφαπτόμενος, καὶ ὅλως τοιοῦτος, ὁποῖος ἦν
περὶ οὗ ἔλεγεν Ἰεζεκιήλ· Καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ τροχὸς εἷς ἐπὶ γῆς ἐχόμενος
τῶν ζώων τοῖς τές-
σαρσι, καὶ τὸ εἶδος αὐτῶν καὶ ἡ ποίησις αὐτῶν ὡς εἶδος Θαρσεῖς.
 Ὁ Θεὸς οὖν τῆς δόξης ἐβρόντησε, Κύριος
ἐπὶ ὑδάτων πολλῶν. Ὕδατά εἰσι καὶ οἱ ἅγιοι, διότι
ποταμοὶ ῥέουσιν ἐκ τῆς κοιλίας αὐτῶν, τουτέστι,
πνευματικὴ διδασκαλία ἄρδουσα τὰς ψυχὰς τῶν
ἀκουόντων. Καὶ πάλιν, λαμβάνουσιν ὕδωρ ἁλλόμενον
εἰς ζωὴν αἰώνιον, ὅπερ γίνεται ἐν τοῖς καλῶς λαβοῦσι
πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον. Ἐπὶ τῶν
τοιούτων οὖν ὑδάτων ὁ Κύριος. Μνήσθητι δὲ καὶ τῆς
ἱστορίας Ἠλίου, ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς ἔτη τρία καὶ
μῆνας ἕξ· ὅτε, αἰθρίας οὔσης ἐπὶ τὴν κορυφὴν τοῦ

Βασίλειος θεολόγος. Homilia exhortatoria ad sanctum baptisma


364

(2040: 029); MPG 31.Vol. 31, p. 436, line 29

τῇ ἀπολαύσει τῇ ἑαυτοῦ, τὰ δεύτερα τῷ κτίσαντι


καὶ δωρησαμένῳ Θεῷ. Ὅτε δυνατὸς εἶ ἐν ἔργοις, τὴν
νεότητά σου ταῖς ἁμαρτίαις προσαναλίσκεις. Ὅτε
ἀποκάμῃ τὰ ὄργανα, τότε προσάγεις αὐτὰ τῷ Θεῷ,
ὅτε εἰς οὐδὲν αὐτοῖς ἔστι χρήσασθαι, ἀλλ' ἀνάγκη
κεῖσθαι διὰ τὸν ἐκ τοῦ χρόνου μαρασμὸν παραλυ-
θέντος τοῦ τόνου. Ἡ ἐν γήρᾳ σωφροσύνη οὐ σω-
φροσύνη, ἀλλ' ἀκολασίας ἀδυναμία. Νεκρὸς οὐ στε-
φανοῦται· οὐδεὶς δίκαιος δι' ἀδυναμίαν κακοῦ. Ἕως
ἔστι σοι δύναμις, λόγῳ κράτει τῆς ἁμαρτίας. Τοῦτο
γάρ ἐστιν ἀρετή· ἔκκλισις ἀπὸ κακοῦ, καὶ ποίησις
ἀγαθοῦ. Ἡ δὲ ἀργία τῆς πονηρίας οὔτε ἐπαίνων αὐτὴ
καθ' ἑαυτὴν, οὔτε κολάσεων ἀξιοῦται. Ἐὰν δι' ἡλι-
κίαν παύσῃ τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀσθενείας ἡ χάρις.
Ἐπαινοῦμεν δὲ τοὺς κατὰ προαίρεσιν ἀγαθοὺς, οὐ
τοὺς ἀπό τινος ἀνάγκης ἐξειργομένους. Τίς δέ σοι
καὶ τὸν ὅρον τῆς ζωῆς ἔπηξε; τίς σοι τὴν προθεσμίαν
τοῦ γήρως ὥρισε; τίς οὕτως ἀξιόπιστος παρὰ σοὶ
τῶν μελλόντων ἐγγυητής;

Βασίλειος θεολόγος. Sermones de moribus a Symeone Metaphrasta


collecti (2040: 075); MPG 32.Vol. 32, p. 1225, line 43

ται τὰς ἀναδόσεις. Τί ποιεῖς, ἄνθρωπε; Ὅτε δυνατὸς


εἶ ἐν ἔργοις, τὴν νεότητά σου ταῖς ἁμαρτίαις προς-
αναλίσκεις. Ὅταν ἀποκάμῃ τὰ ὄργανα, τότε προς-
άγεις αὐτὰ τῷ Θεῷ, ὅτε εἰς οὐδὲν αὐτοῖς ἔστι χρή-
σασθαι, ἀλλ' ἀνάγκη κεῖσθαι, διὰ τὸν ἐκ τοῦ χρόνου
μαρασμὸν, παραλυθέντος τοῦ τόνου. Ἡ ἐν γήρᾳ
σωφροσύνη, οὐ σωφροσύνη, ἀλλ' ἀκολασίας ἀδυνα-
μία. Νεκρὸς οὐ στεφανοῦται· οὐδεὶς δίκαιος, δι'
ἀδυναμίαν κακοῦ. Ἕως ἔστι σοι δύναμις, λόγῳ κρά-
τει τῆς ἁμαρτίας· τοῦτο γάρ ἐστιν ἀρετὴ, ἔκκλισις
ἀπὸ κακοῦ, καὶ ποίησις ἀγαθοῦ. Ἡ δὲ ἀργία τῆς πονη-
ρίας οὔτε ἐπαίνων αὐτὴ καθ' ἑαυτὴν, οὔτε κολάσεων
ἀξιοῦται. Ἐὰν δι' ἡλικίαν παύσῃ τῆς ἁμαρτίας, τῆς
ἀσθενείας ἡ χάρις. Ἐπαινοῦμεν δὲ τοὺς κατὰ προαίρε-
σιν ἀγαθοὺς, οὐ τοὺς ὑπό τινος ἀνάγκης ἐξειργομένους.
Τίς δέ σοι τὸν ὅρον τῆς ζωῆς ἔπηξε; τίς σοι τὴν
προθεσμίαν τοῦ γήρως ὥρισε; τίς οὕτως ἀξιόπιστος
365

παρὰ σοὶ τῶν μελλόντων ἐγγυητής; Οὐχ ὁρᾷς νήπια


ἀναρπαζόμενα, τοὺς ἐν ἡλικίᾳ ἀπαγομένους; Οὐκ
ἔχει μίαν προθεσμίαν ὁ βίος.

Ωριγένης. θεολόγος. Commentarii in Romanos (III.5–V.7) (P. Cair.


88748 + cod. Vat. Gr. 762) (2042: 038)“Le commentaire d'Origène sur
Rom. III.5–V.7”, Ed. Scherer, J.Cairo: L'Institut Français d'Archéologie
Orientale, 1957.P. 148, line 12

ἁμαρτία ἐν αὐτοῖς ἀναζῇ καὶ οὗτοι κόσμος τις ὄντες ὑπόδικοι γίνονται τῷ

Θεῷ. Πλὴν οἱ ἅγιοι οὓς προέγνωκαὶ προώρισενκαὶ ἐκάλεσενκαὶ


ἐδικαίωσεν
καὶ ἐδόξασεν νόμος εἰσὶκαὶ οὐκ ἐν νόμῳ· διόπερ οὐ φραγήσεται αὐτῶν τὸ
στόμα,
οὐδὲ ὑπόδικοι γενήσονται τῷ Θεῷ (οὐ γάρ εἰσι σάρξ)· ‖ καὶ εἰ δικαιοῦνται
δέ, οὐκ ἐξ
ἔργων νόμου δικαιωθήσονται· νόμος γὰρ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου
δικαιωθήσεται,
αὐτόθεν δίκαιος ὢν καί, εἰ χρὴ οὕτως ὀνομάσαι, ἕξις δικαιοσύνης
 π[ῶ]σ̣ διὰ νόμου ἐπίγνωσις ἁμαρτίαςἀλλ' οὐκ ἐκ νόμου. Ἐφιστὰς
γάρ τις τῷ νόμῳ καὶ τοῦτον κατανοῶν τά τε προσταττόμενα ὑπ' αὐτοῦ
ἐξε-
τάζων | καὶ τὰ ἀπαγορευόμενα θεωρῶν γινώσκει τὴν ἁμαρτίαν
ὑφισταμένην
ἐν τῷ παραλείποντι τὰ ποιητέα καὶ ἐν τῷ μὴ ἐκκλίνοντι τὰ
ἀπαγορευόμενα.
Ἐπίγνωσις μὲν οὖν ἁμαρτίας διὰ νόμου, οὐ ποίησις δὲ ἁμαρτίας. Τὸ μὲν
γὰρ
ποιοῦν ἁμαρτίαν πονηρὸν οὖσαν καρπὸν δένδρον ἐστὶν πονηρόν· οὐ
δένδρον
δὲ πονηρὸν [ὁ] νόμος· οὐ γὰρ πονηρὸν ὁ νόμος, ἀγαθὸν τυγχάνων. Οὕ|τω

δὲ διὰ νόμου ἐπίγνωσις ἁμαρτίας ὡς διὰ ἰατρικῆς ἐπίγνωσις νόσου καὶ


μάλις-
τα[..]..τῆς ἐσθότε λανθανούσης καὶ αὐτὸν τὸν νοσοῦντα [καὶ το]ὺς
ἀκροθι-
γῶς ἐν τῇ ἰατρικῇ γενομένους θεωρίᾳ· ὥσπερ οὖν [ἐστιν] ἀγαθὸν ἡ
ἰατρικὴ
ἐπιστήμη φωρῶσα τὴν νόσον ὅτε διὰ τῆς ἰατρικῆς γίνεται ἐπίγνωσις
αὐτῆς,
οὕτως ἀγαθὸν | νόμος φωρῶν καὶ ἐλέγχων τὴν ἁμαρτίαν ὅτε δι' αὐτοῦ
366

ἐπί-
γνωσις αὐτῆς γίνεται ***
 [Rom. 3, 21 – 24] ὃ λέγει τοιοῦτόν ἐστιν· οὐχ ὥσπερ διὰ νόμου ἐπίγνω-
σις ἁμαρτίας,οὕτως καὶ φανέρωσις δικαιοσύνης Θεοῦ διὰ νόμου γίνεται·
χωρὶςγὰρ  

Ιμέριος. Declamationes et orationes (2051: 001)“Himerii


declamationes et orationes cum deperditarum fragmentis”, Ed. Colonna,
A.Rome: Polygraphica, 1951.Oration 9, line 191

κερκίς, τῷ δὲ λόγος μέλει· ἡ μὲν ἔχει λύραν, ὁ δὲ βιβλίον


ἀσπάζεται· τὴν μὲν Ἀφροδίτη φιλεῖ, τὸν δὲ Ἀπόλλων
ἠγάπηκεν· ὁ μὲν ἠιθέων πρῶτος, ἡ δὲ ἐν κόραις προκέ-
κριται· ὁ μὲν ὑπηνήτης ἔτι πρωΐτερον τῆς ἡλικίας βλα-
στήσας ἴουλον, ἡ δὲ ἀκμάζει πρὸς γάμον. Σαπφοῦς ἦν ἄρα
μήλῳ μὲν εἰκάσαι τὴν κόρην, τοσοῦτον χαρισαμένην τοῖς
πρὸ ὥρας δρέψασθαι σπεύδουσιν, ὅσον οὐδ'ἄκρῳ τοῦ
δακτύλου γεύσασθαι, τῷ δὲκαθ' ὥραν τρυγᾶν τὸ μῆλον
μέλλοντι τηρῆσαι τὴν χάριν ἀκμάζουσαν· τὸν νυμφίον τε
Ἀχιλλεῖ παρομοιῶσαι καὶ εἰς ταὐτὸν ἀγαγεῖν τῷ ἥρωι τὸν
νεανίσκον ταῖς πράξεσι. ὥσπερ γὰρ ἐκεῖνον ἡ ποίησις τοῦ
παντὸς Ἑλληνικοῦ κατὰ τοὺς πολέμους προΐστησιν, οὕτω
καὶ οὗτος τῆς καθ' αὑτὸν ἀγέλης ἡγούμενος πολλοὺς καὶ
μεγάλους ἄθλους ἀνείλετο· εἰ μὲν γνώμης δέοι, φρονήσει  
νικῶν· εἰ δὲ ἀνδρείας, τοὺς κατ' αὐτὸν χειρούμενος· εἰ δὲ
ἐλευθέρου τρόπου, πάντας ἐλέγχων φιλοσοφίᾳ τοὺς ἥλικας.
τοῦτο αὐτῷ τὸ κλέος καὶ τὴν εὐδαίμονα νύμφην ἐμνήστευ-
σεν· ἴσασι γὰρ Ἔρωτες καὶ ὑπὲρ πελάγη τοξεύοντες πῦρ
ἐγεῖραι γαμήλιον. Δηιάνειραν μὲν δὴ τὴν Οἰνέως Ἡρακλεῖ
συνάπτων ὁ λόγος περιμάχητον τοῖς τε ἄλλοις καὶ Ἀχε-
λῴῳ ποιεῖ· ὥσπερ δὲ θέλων αἰνίξασθαι, ὅτι τὴν ἀξίαν

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 16, line 11


Ὁ Ἱμέριος (315-386) ἦταν ρήτορας, ἀρχαιόθρησκος καὶ φίλος τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Ἀποστάτη,
ὁ ὁποῖος ἔγραφε ὅτι εὐτυχῶς οἱ θεοὶ ...

Σχέδιος ἐπὶ τῇ κατὰ τὴν διατριβὴν στάσει.

 Ἆρά τι καὶ ἐν τοῖς ἡμετέροις λόγοις ἐστίν, ὦ φίλοι,


φάρμακον ἔριν κοιμίσαι δυνάμενον, καί τι βούλεται τοιοῦτον
καὶ ἡ παρ' ἡμῖν τέχνη νεανιεύεσθαι, ὁποῖον Ὅμηρος διὰ
367

τοῦ κρατῆρος τοῦ τῆς Ἑλένης αἰνίττεται, ὃν ἡ τοῦ Διὸς  


παῖς τοῖς ξένοις ἵστησιν ἐν Μενελάου δακρύουσιν; ἢ καὶ
τὸ τῆς Ἑλένης φάρμακον οὐ πόα τις ἦν, οὐδέ τις Αἰγυπτία
τέχνη νηπενθὲς πόμα σκευάζουσα, ἀλλά τις λόγος ἡδὺς καὶ
πάνσοφος, φαρμάκου δίκην σβέσαι δυνάμενος θυμὸν ἐκ
μέσης καρδίας ζέοντα; ἀπάγει δὲ εἰς Αἴγυπτον τὸν μῦθον
ἡ ποίησις, ἵνα τὴν μητέρα τῶν σοφῶν λόγων αἰνίξηται ...
 Ἐφρόνει ποτὲ βασιλεὺς μικρότερον· οὐκ εἴα τοῦτο
Τιμόθεος, ἀλλὰ καὶ εἰς οὐρανὸν αὐτὸν ἀνῆγε τὴν γνώμην
τοῦ βασιλέως τοῖς μέλεσι. θυμὸς ἐπέζει τοῦ μετρίου πλέον·
ἀφῄρει παρὼν ἐκεῖνος τὸ πλεονάζον τοῖς κρούσμασιν.
ἄθυμος ἦν· μειδιῶντα εὐθὺς ἐδείκνυ. ἡδοναῖς ἐνεδίδου· εἶδες
ἂν εὐθὺς σεμνὸν μετὰ τὴν μουσικὴν Ἀλέξανδρον. καὶ τὸ
σύμπαν εἰπεῖν, τοιοῦτον ἐξῆν ὁρᾶν ἐκεῖνον, ὁποῖον αὐτὸν
ἐποίει διὰ τῶν αὐλημάτων Τιμόθεος ...
 Πραΰνει Ζέφυρος ταῖς αὔραις τὰ κύματα· Ἀττικὸς δὲ ῥή-
τωρ καὶ λόγος Ἕλλην οὐ λύσει στάσιν, εἰ μόνον φθέγξαιτο; ...

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 25, line 6

Εἰς Σκυλάκιον τὸν ἀνθύπατον Ἑλλάδος.

 Φέρε δὴ μετὰ τὴν μυρρίνην καὶ τὸν στέφανον τῶν


Ἀθηναίων τὰ Μουσῶν [... 32 ... | Μούσαις συγχόρευσον,
εἰ καὶ ὀψὲ καὶ μόλις τὴν ἀγωνίαν ἐθάρρησας. [καίτοι καὶ
Ἀχιλλέα τὸν Θέτιδος ἀγωνοθετοῦντα τοῖς ἡμιθέοις | τὸν
πόλεμον ὕστατον ὥπλισεν ἐπὶ τὰς μάχας ἡ ποίησις· οὐ
γὰρ ἠνείχετο [φανῆναι κατὰ τὸ πεδίον μαχόμενος, πρὶν
ἂν ὅπλα | παρὰ Ἡφαίστου δέξηται. ἐπεὶ δὲ ἧκεν ἐξ οὐρα-
νοῦ χρυσῷ μὲν ἀσπὶς [ἀστράπτουσα, καὶ τὴν Ἡφαίστου
μηνύουσα χεῖρα τοῖς θαύμασιν, ὅτι μόνη | διὰ σοφίαν ἠπί-
στατο τῇ τέχνῃ φύσιν μιμήσασθαι, οὐκέτι μένειν εἴ[σω τῆς
σκηνῆς οὐδὲ τὰς μάχας κλύειν ἠνείχετο, ἀλλ' ἁρ|πάσας
τὴν πανοπλίαν, ἣν ὁ θεὸς ἐχαλκεύσατο, τὸν Ἐνυάλιον  
κατὰ τὸ πεδίον ἐ[χόρευσεν ... 24 ... | ἀρίστων συνθήματα.
καὶ σπεύδει μὲν ἐπὶ πᾶσαν ἀθλητὴς ἀγωνίαν, ὅταν [σπου-
δαῖον τὸν Ἑλλανοδίκην αἰσθάνηται·

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 30, line 2

ρώσειν εὐχὴν τῷ πατρὶ Πολυκράτει, πάντα | κρείσσων ἐσό-


368

μενος. θαυμάζει δὲ γὰρ καὶ Ὅμηρος τὸν διδάσκα]λον τὸν


Ἀχιλλέως, τὸν Φοίνικα, ὅτι διδάσκαλος ἔργων καὶ | λό-
γων ἐγένετο, εἰ μὲν ἐπὶ Θετταλίας ἦν Ἀχιλλεύς – ἐκεῖ
συνὼν γὰρ τὴν ἀρετὴν ἐπαίδευεν – · εἰ δὲ ἐπὶ Τροίας, πά-
λιν κανταῦθα συμπαρῆν, ἀντὶ Πηλέως Ἀχιλλεῖ πάντα
γινόμενος. ὅθεν τοσοῦτος καὶ ἔργα καὶ λόγους [ὁ ἥρως
οὗτος ἐγένετο, ὡς μικροῦ μόνος ὅλην | ἐργάσασθαι τὴν
Ὁμήρου μεγάλην ποίησιν.  

Εἰς τὴν ἀπὸ Κορίνθου ἐπάνοδον.

 Πολλὰ θαυμάζουσα τῆς Ὀδυσσέως γνώμης ἡ ποίησις,


καὶ νῦν μὲν αὐτὸν διογενῆ, νῦν δὲ π[ολύτροπον ὀνομάζουσα
... 10 ... θαυ|μάσαι δοκεῖ, ὡς τὸν τῆς Ἰθάκης ἔρωτα καὶ
τὸ μήποτε ἐθέλειν τῇ μνήμῃ τῶν ἀρχομ[ένων ... 23 ... |
φροντίζοντι ἄκαρπα μὲν τὰ τῶν Λωτοφάγων δοκεῖ λήια,
αὐχμηρὰ δὲ καὶ ἀηδὴς [... 25 ... | ἄρα καὶ τὴν Σειρήνων ᾠδὴν
οὐ κηρῷ τὴν ἀκοήν, πόθῳ δὲ ἐπαλείψας τῆς πόλεως. χρη-
στὸς βασιλεὺς [... 16 ... δεῖ γάρ, οἶμαι, τὸν | ἀγαθὸν ἄρ-
χοντα μάλιστα μὲν συνεῖναι ἀεὶ τοῖς ἀρχομένοις· εἰ δὲ ἄρα
διασχίζοι τις [τύχη τὰ σώματα, τῇ γοῦν ψυχῇ | προς

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 30, line 13

... 10 ... θαυ|μάσαι δοκεῖ, ὡς τὸν τῆς Ἰθάκης ἔρωτα καὶ


τὸ μήποτε ἐθέλειν τῇ μνήμῃ τῶν ἀρχομ[ένων ... 23 ... |
φροντίζοντι ἄκαρπα μὲν τὰ τῶν Λωτοφάγων δοκεῖ λήια,
αὐχμηρὰ δὲ καὶ ἀηδὴς [... 25 ... | ἄρα καὶ τὴν Σειρήνων ᾠδὴν
οὐ κηρῷ τὴν ἀκοήν, πόθῳ δὲ ἐπαλείψας τῆς πόλεως. χρη-
στὸς βασιλεὺς [... 16 ... δεῖ γάρ, οἶμαι, τὸν | ἀγαθὸν ἄρ-
χοντα μάλιστα μὲν συνεῖναι ἀεὶ τοῖς ἀρχομένοις· εἰ δὲ ἄρα
διασχίζοι τις [τύχη τὰ σώματα, τῇ γοῦν ψυχῇ | προς-
βλέπειν, καὶ μὴ τῷ πόθῳ τῶν παιδικῶν ἀποσχίζεσθαι.
γνωρίζω τὸ πάθος, ἐμὴν ἑρμη[νεύει γνώμην ἡ ποίησις· |
ἐπειδὴ χωρισθεὶς ὑμῶν παισὶν Ἐφυραίων ὡμίλησα, κατη-
φὴς μὲν ἐδόκει καὶ ἀχλυό[εσσα ......... ἡ χώρα, ἁλ|μυρὰ δὲ  
Πειρήνης τὰ ῥεύματα, Κρισαῖος δὲ κυμαίνειν, κἂν ἡ γαλήνη
πορφύροιτο· ἠλεγ[χόμην δὲ παντάπασι, | τῶν περὶ ὑμῶν
πόθων ἡττώμενος. ἀλλὰ τί ταῦτα; πάλιν οἱ λόγοι, πάλιν
369

Ἀθῆναι καὶ θ[... 15 ... | ἥδιστοι· τοῦτο Ἀττικῶν κηρίων κάλ-


λιστον. ἀλλὰ μὴ πάνυ τὰ τῆς ἀποδημίας μεμφώμεθα, ἀρχ[ό-
μενοι ... 13 ... | ἡδίων μὲν ἱεροφάντης διὰ πολλοῦ μύσταις
φαινόμενος, ἡδίων δὲ καὶ κυβερνήτης νηί· καὶ τοῖς χορεύειν
ἐθ[... 13 ... κρύ|πτει δέ ποτε καὶ ἑαυτὸν ὁ μέγας ἀνθρώποις

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 31, line 76

οὗτος ἐπὶ τὸν τόπον, ὑπὸ τῆς φήμης δημαγωγούμενος·


ἰδὼν δέ, τὴν μὲν φύσιν ἠγάσθη τοῦ τόπου, τῇ κατασκευῇ
δὲ ᾐσχύνθη πλέον ὑπὲρ τῆς πόλεως· οὐ μὴν ἀφῆκε πλέον
ἐρυθριᾶσαι τὴν πόλιν ἐπὶ τῷ πράγματι ...
 Βασιλεῦσι τίμιος, τυράννοις εὐλαβής, δήμοις προσηνής,
σοφοῖς αἰδέσιμος, γέρουσιν ἥδιστος, πάσαις τύχαις ὁμοῦ καὶ
ἡλικίαις ἐράσμιος ...
 Πρωτέα μὲν τὸν σοφιστὴν τὸν Αἰγύπτιον εἰς πολλὰς
ἰδέας ἀμείβων ὁ λόγος, εἶθ' οὕτω ποιεῖ πρὸς τῶν λοχώντων
ἡττώμενον ...
 Καθάπερ φησὶ καὶ Ἀχιλλέα ἡ ποίησις, οὐκ ὄντων
ὅπλων, ἐκ μόνης βοῆς νίκην ἐργάσασθαι ...
 Τὸ μὲν γὰρ ἐν μέσῳ λανθάνει πολλάκις, τὸ δὲ αὖ
σπάνιον ἀεὶ τὸν θεατὴν ἐρανίζεται, ἁβρύνουσι δὲ καὶ τέχναι
ποικίλαι τὸ δαίδαλμα, αἱ μὲν παριόντα τὸν θεατήν, αἱ δὲ
ἀγοράζοντα δεξιούμεναι ...
 Ἡ μὲν στοὰν φέρει, ἡ δὲ κολυμβήθραις ἐντρυφᾷ· τὴν
μὲν ἁβρύνει λουτρόν, τὴν δὲ βασιλέως οἶκος ἐπώνυμος, ἄλ-
λη δὲ ἄλλο τι φέρει, πᾶσαι δὲ πάντως τοῖς σοῖς καλοῖς
ἐναβρύνονται ...  

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 47, line 73

δε ἔχοντες φθέγγεσθαι, ἢ κατ' Ἀγαμέμνονος Ὅμηρος εἴρηκεν;


ὦ θεοῖς μὲν φίλε, θεοῖς δὲ καὶ πρέπον εἰκάζεσθαι· Διὶ μὲν οἶμαι
τάχα μὲν καὶ αὐτῷ τῷ προσώπῳ καθ' Ὅμηρον – ὄμματα
γὰρ ἴκελος Διὶ τερπικεραύνῳκατὰ σοῦ μᾶλλον
ἂν Ὁμηρίδης φθέγξαιτο – , πολλῷ δὲ πλέον οἶμαι καὶ ὅτι
τοῖς τῆς ψυχῆς κάλλεσι Διὶ σὲ πρέπον εἰκάζεθαι. «οὐ γάρ
τι τῶν σῶν ἀτελεύτητον ὅ τι κεν κεφαλῇ
κατανεύσοις», τοῦτο δὴ τὸ τοῦ Διὸς ἐγκώμιον·
οὐδέ τις ἀνθρώπων τοσοῦτον αὐχήσει ποτέ, ὡς ἀπάτῃ
κατὰ σοῦ χρησάμενος, οὐδ' εἰ τὸν κεστὸν ἔχων τὸν Ὁμήρου  
370

φθέγξαιτο, ᾧ καὶ αὐτὸν εἶξαι τὸν Δία φησὶν ἡ ποίησις.


σοὶ μὲν καὶ Ἀπόλλων φίλος καὶ διὰ τοῦτο οἶμαι καὶ
ὅμοιος· Μουσηγέτης ἐστὶν ἐκεῖνος καὶ χοροὺς Μουσῶν
καθ' Ἑλικῶνα τὸν Βοιώτιον ἵστησιν· ἔνθα δὴ καὶ τοὺς
ποιμένας αἱ Μοῦσαι ποιητὰς ἐργάζονται. οὐκοῦν τοῦτο
αὐτὸ καὶ σὲ τῷ θεῷ συνάπτει· μουσικῆς μὲν γὰρ καὶ
αὐτὸς τὴν Ἀττικὴν πεποίησαι ἐργαστήριον, ὥσπερ τὸν
Ἑλικῶνα ὁ Ἀπόλλων· μουσικὴν δὲ καὶ ἡμᾶς κελεύεις ἐργά-
ζεσθαι, αὐτὸς ἐνδιδοὺς τὸ σύνθημα, ὥσπερ ὁ θεὸς ταῖς
Διὸς παρθένοις ταῖς Μούσαις. ἵππειον Ποσειδῶνα τιμῶσιν
Ἕλληνες καὶ θύουσιν ἐπὶ Ἰσθμῷ τῷ θεῷ, δεικνύοντες

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 48, line 79

ποθῆσαι τὸν τὴν ὥραν ἡμῖν ἐμφανεστέραν ποιήσαντα; ὦ


τολμηροί τινες ἄρα ἐκεῖνοι οἱ πρὸ τῆς ἐπιδημίας τῆς σῆς  
κατὰ τὴν χειμέριον ὥραν τὰ λόγων χορεῦσαι τολμήσαντες·
τίνα ποτ' ἄρα τῆς μουσικῆς προστησάμενοι τὴν ἑαυτῶν
τέχνην εἰργάσαντο; σιγᾷ καὶ κύκνος παρὰ Καΰστρῳ ἑτέρου
τινὸς ἀνέμου πνεύσαντος, ἀλλὰ κἂν ἄλλοι πολλάκις ᾄδωσιν
ὄρνιθες, αὐτὸς περιμένει τὸν Ζέφυρον, ὑπ' ἐκείνῳ μόνῳ βου-
λόμενος τὴν ἑαυτοῦ μουσικὴν ἐργάζεσθαι. ἀλλὰ γὰρ ὥρα
μοι καταλύειν τὸ ἔγκλημα. ἔμαθον τοῦ Μουσηγέτου τὸν
νοῦν καὶ δι' ὃ ταύτην τὴν ὥραν εἰς τὴν ἐπιδημίαν προὐτί-
μησεν· ἐδίδαξέ με τοῦτο πρώηνἐφ' ἡμῖνἡ ποίησις,
ὥστε δὴ καὶ παλινῳδίαν ᾆσαι βούλομαι καὶ ὑπὲρ τοῦ Μου-
σηγέτου πρὸς ὑμᾶς ἀπολογήσασθαι, τὸν μῦθον ἐκεῖνον ἀνα-
λαβών. τὸν Νεῖλον τὸν ποταμὸν τὸν Αἰγύπτιον ἀεὶ μὲν
ποθοῦσιν Αἰγύπτιοι, καὶ παρεῖναι διὰ τῶν προφητῶν ἐξ
Αἰθιοπίας εὔχονται· ὁ δὲ ποθεῖ μὲν καὶ ταῖς ἄλλαις ὥραις
τοῦ ἔτους τὴν Αἴγυπτον, ἅτε σοφὴν οὖσαν καὶ ἔνθεον, καὶ
τὰς εὐχὰς αὐτῶν ἡδέως προσίεται· ἐπειδὰν δὲ Αἰγύπτιοι
Δημήτρια θύσαντες περὶ τὰς ἅλως πονήσωσι, τότε ἐκχυθεὶς
ἐξ Αἰθιοπίας πολύς, πέλαγος ἐξαίφνης ἅπασαν ποιεῖ τὴν
Αἴγυπτον. ἴδοις ἄν, ἴδοις καὶ τὰ μεγάλα τότε κατὰ τὴν

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 48, line 177

Λυσίππῳ ὄνομά τ' ἐδίδου καὶ δόξαν Ἀλέξανδρος ὑπ' ἐκείνου


πλαττόμενος, ὡς καὶ αὐτὴν τὴν ποίησιν σφόδρα θαυμάσαι  
τὸ φιλοτέχνημα. ἢ οὐκ ἀκούετε τὸ ἐπίγραμμα τὸ ἐπὶ εἰκόνος
371

τῆς Ἀλεξάνδρου λεγόμενον, τὸ


  Λύσιππε πλάστα Σικυώνιε, δαιδαλέη χείρ,
καὶ ὅσα ἄλλα τῷ ποιητῇ πρὸς τούτοις εἰς τὸν τεχνίτην
πεποίηται; σὲ δέ τις τοῖς Ἕλλησιν ἐκτυπωσάμενος πῶς οὐκ
ἂν εἰκότως μέγα κατὰ τῶν ἄλλων δημιουργῶν ἐφρόνησεν,
ἅτε φιλόσοφόν τε ὁμοῦ καὶ στρατηγὸν μιμησάμενος; εἶτα
ποιήσεως ἠπόρησέ τις κοσμῆσαι δυναμένης τὸ δημιούργημα,
ἀλλ' οὐ πᾶσα μὲν ἂν λύρα, πᾶσα δὲ ἄλλη ποίησις ἔργον
ἐποιήσατο τὴν εἰκόνα τὴν σήν; ἔδωκα δ' ἂν ἔγωγε καὶ
ἀνάστασιν τῷ ἀγάλματι ἐν Ἀττικοῖς τεμένεσι παρὰ τὴν
θεὸν τὴν παρθένον – σὺ γὰρ τὴν σοφίαν καὶ τὴν σωφρο-
σύνην τετίμηκας – , εἴπερ δὴ συνεχώρουν τοῦτο οἱ σύμπαντες
Ἕλληνες. εἰ δ' ἄρα ἠμφισβήτουν τοῦ ἀναθήματος, ἀγαγών
σε ἂν εἰς Δελφούς, παρὰ τὸν τρίποδα τῶν ἑπτὰ σοφῶν
ἀνέθηκα, ἅτε κοινωνόν τε ἐκείνοις τῆς γνώμης τυγχάνοντα,
καὶ ἅμα πρέπον ἐν Πυθίου κατὰ τὴν δημοσίαν πανήγυριν
τοῖς εἰσαφικνουμένοις τὸἀνάθημα φαίνεσθαι. νυνὶ δὲ ἐπεὶ
μηδὲ Λύσιππος μηδὲ ἄλλος τις τῶν ὄντων οἷός τέ ἐστιν

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 48, line 308

ζοντας – δημοσίαν τε ἄγειν Διονύσῳ τὴν πανήγυριν καὶ


τὸ ἐκ τούτου λοιπὸν ὡς θεῷ πομπεύειν τῷ Διονύσῳ ψη-
φίσασθαι. τοιοῦτος μὲν τῆς ἀποδημίας ὁ νοῦς, καὶ αὐτοῦ
διηγουμένου ἔθνη τε ὁμοῦ καὶ πόλεις ἀκούων τοῦτο μὲν τῆς
μνήμης αὐτόν, τοῦτο δὲ τῆς ἡδονῆς θαυμάσαις. ἀτεχνῶς
γὰρ οἷον μέλιτος σταγόνες τῶν τούτου λόγων ἀποστά-
ζουσαι, γλυκείας πληροῦσιν ἡδονῆς τοὺς ἀκροωμένους ἅπαν-
τας· ὥστε ἔγωγε πρότερον ἐπὶ τοῖς Ἡροδότου λόγοις
ἡδέως διατιθέμενος, παῖδα ἤδη τὸν Ἡρόδοτον πρὸς τὴν
τούτου χάριν ὑπείληφα· μικροὶ δέ μοι λοιπὸν Ἑλλάνικοί
τε καὶ Δούριδες, ἔτι δὲ ἡ τοῦ Ἁλικαρνασέως ποίησις καὶ
ὅσοις λόγῳ γράψαι τὴν οἰκουμένην σπουδὴ ἐγένετο, πρὸς
ἐκείνας τὰς ἴυγγας, αἷς οὕτω κατακηλεῖ τοὺς ἀκούοντας.
εἰκασθῆναι δὲ ἅπαξ θεῷ βουλόμενος, καὶ γνοὺς τὸ θεῖον ἐπι-
μελὲς τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, τὴν πολιτικὴν ἀρετὴν ἐκρά-
τυνε, τὼ λόγω Ἕλληνά τε καὶ Ἰταλιώτην ὥσπερ τινὰς
οἶμαι δορυφόρους πρὸς τὴν τοιαύτην ἕξιν ὑπηρέτας κτησά-
μενος. ἔστι δέ τις πόλις ἐπὶ τῷ στόματι τοῦ Εὐξείνου
πόντου κειμένη ἐν ἀριστερᾷ τοῖς εἰς τὸν Πόντον εἰσπλέουσι
κατ' αὐτὸ μάλιστα τῆς Εὐρώπης τὸ ἔσχατον, μεγάλη τε καὶ
εὐδαίμων, καθ' ἣν πορθμὸς ὀλίγος θαλάσσης θλιβόμενος  
372

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 60, line 16

ἡ τρυφῶσα τράπεζα τῆς Ἰωνίας μόνον τὸ γνώρισμα, ἀλλὰ


καὶ σπουδὴ καὶ λόγοι καὶ ὅπλα καὶ μάχαι· καὶ σχεδὸν
εἰπεῖν, ἐφ' οἷς οἱ πατέρες, καὶ τὸ τῶν Ἰώνων γένος σεμνύ-
νεται. ἐπέζευσαν μὲν Αἰγαῖον, τὴν Περσῶν ὕβριν καθαι-
ροῦντες, ἔπλευσαν δὲ Ἰόνιον, τὴν Σικελίαν οἰκίζοντες, καὶ  
τοὺς Ἰταλῶν δήμους Ἑλλάδα κληθῆναι τῇ Πυθαγόρου
γλώττῃ κατέδειξαν. τὴν δὲ ἡμετέραν τέχνην λεπτὴν τέως
οὖσαν καὶ ἄσκευον, ὅρον τε ἔχουσαν τὸν λόγον ἐπὶ τὰ
δικαστήρια, ὑψηλὴν ἄρα μετεωρίσαντες μεῖζον ἠχῆσαι τῆς
τραγῳδίας ἐποίησαν· Ἰωνικὴ δὲ καὶ ἡ πολλὴ λύρα καὶ
ἰατρικὴ καὶ ποίησις. καὶ μὴν τῆς Ἡρακλείτου σοφίας, ὑφ' ἧς
πτερωθεῖσα ἡ Πλάτωνος φύσις τὴν ὑπεράνω τῶν λόγων
γνῶσιν ἐπώπτευσεν, οὗτοι πολῖται καὶ συγγενεῖς. ἐκεῖ καὶ
ποταμοὶ ποιητὰς γεννῆσαι λέγονται καὶ τὴν Ὁμήρου φύ-
σιν Μέλητι πάντες χαρίζονται. ταῦτά τοι καὶ ὁ Μουσηγέ-
της τὴν ὑφ' ἥλιον πᾶσαν πρὸς τὴν ἀδελφὴν νειμάμενος,
αὐτὸς μὲν οἰκεῖ παρ' Ἕλλησιν, Ἀρτέμιδος δὲ ἀπέδειξε κλῆ-
ρον ὑπάρχειν τὴν Ἔφεσον· μᾶλλον δὲ περιπτύσσων τῇδε
κἀκεῖσε τὴν πόλιν, ἔνθεν μὲν ἐκ Βραγχιδῶν, ἑτέρωθεν δὲ
ἐκ Κολοφῶνος πλήττει τοὺς τρίποδας. ταῦτα δι' ὑμῶν, ὦ
φίλοι ξένοι, τὴν Ἰωνίαν προσφθέγγομαι·

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 65, line 31

χοροῦ μὲν δεξιὸς ὁ καὶ τὰ ἀτερπῆ τῶν χορευτῶν ὑπομέ-


νων, οὐδὲ ναυτικῆς ὁ τῶν ναυτῶν τὴν ἀτεχνίαν φέρων·
οὐδὲ λύρα φθέγγεται μέλος, ἐπειδὰν εἷς φθόγγος λείπει τῷ
παντὶ τῆς ἁρμονίας συστήματι. καὶ τεττίγων δὲ ἀκούομεν
ἡδέως, ἀλλ' ὅταν πάντες ὁμοῦ τὸ θερινὸν μέλος ἐργάζωνται.
 ἀλλ' οὐ γὰρ ἔτι τάχα σκυθρωπάζειν καιρός· παλινῳ-
δίαν ἡ τύχη πρὸς ἡμᾶς ἐπαγγέλλεται. φέρε οὖν τοὺς
στυγνοτέρους ἀφέντες τῶν λόγων, τὴν θεῶν νίκην ὑμνήσωμεν,
καὶ παρεῖναι τῷδε καθικετεύσωμεν· Νίκη χρυσοπτέρυγε,
Νίκη Διὸς τοῦ μεγάλου παῖ, εὐπατέρεια καὶ φιλόγελως
– τούτοις γὰρ σὲ τοῖς ὀνόμασιν ἀγάλλει ἡ ποίησις – ,
ἵλεως εἴης καὶ δοίης θῦσαι πάλιν κατὰ βαρβάρων ὥσπερ
καὶ πρόσθεν τὰ νικητήρια.  
373

Ιμέριος. Declamationes et orationes Oration 69, line 27

τῶν ἄλλων ἁπάντων οὐδεὶς ἀνθρώπων ἐφθόνησε, καίτοι μυ-


ρίων μὲν ἡγεῖτο ἀνθρώπων, μικρὸν δὲ ἀπεῖχεν ὑπὸ τοῦ περὶ
τὸ σῶμα κόσμου τὸ μὴ καὶ χρυσοῦν νομίζεσθαι. Παλαμήδην
δὲ καὶ Ὀρφέα οὐ πρότερον ἀνῆκεν ὁ φθόνος ἐπηρεάζων,
πρὶν τὸν μὲν ἔργον μανίας, τὸν δὲ συκοφάντου εἰργάσατο.
εἶδον δὲ ἐγὼ καὶ ἐν Ὁμήρου πεδίοις τῶν ἡμιθέων πολλοὺς
ἄθυρμα τοῦ φθόνου γεγενημένους καὶ παίγνιον·
  οὔτασται μὲν ὁ Τυδεΐδης κρατερὸς Διομήδης,
  οὔτασται δ' Ὀδυσεὺς ὁ δορικλυτός, ἠδ' Ἀγαμέμνων·
ὅλην ἡρώων διώκει φάλαγγα ὁ φθόνος ἐκ μάχης τοῖς τραύ-
μασιν. ἔπληξε δὲ ἄρα καὶ θεοὺς αὐτοὺς ἡ ποίησις, ὥσπερ
παραμυθεῖσθαι τοὺς ἀρίστους βουλομένη τῶν ἀνδρῶν, ὅτι
καὶ ἄχρι οὐρανοῦ βάλλει τὸ βέλος ὁ φθόνος. Θερσίτης δὲ
ἄρα μόνος Ὁμήρῳ οὐ τέτρωται· οὐ γὰρ εἶχεν οὐδὲν δι' οὗ
λυπήσῃ τὸν φθόνον. Ἀλλὰ «τέτλαθι δὴ κραδίη»,
σοφὸς ἀνὴρ μετὰ Κύκλωπας καὶ Λαιστρυγόνας καὶ θάλας-
σαν. ἀλλὰ τί δεῖ Ὀδυσσέως ἐμοί; τί δὲ Ὁμήρου καὶ Κύ-
κλωπος; φέρε οὖν ἐκ Μουσῶν, φέρε ἐκ λύρας τοῦ μώμου  
τὴν μάχην παραμυθώμεθα. ἥρμοσε μὲν καὶ Ἀνακρέων μετὰ
τὴν νόσον τὴν λύραν, καὶ τοὺς φίλους ἔρωτας αὖθις διὰ
μέλους ἠσπάζετο· ἥρμοσε δὲ καὶ Στησίχορος μετὰ τὸ πάθος ... Ο Στησίχορος
ήταν αρχαίος λυρικός ποιητής από την Ιμέρα της Σικελίας. Γεννήθηκε κατά την Σούδα, το
632/631 π.Χ. στην 37η Ολυμπιάδα. Πέθανε περίπου το 555 π.Χ. Το αρχικό του όνομα ήταν
Τεισίας. Πήρε το όνομα «Στησίχορος» επειδή είχε μοναδική ικανότητα να διοργανώνει
χορούς με τη συνοδεία λύρας ή κιθάρας. Συμπεριλαμβάνεται στους εννιά λυρικούς ποιητές
που θαυμάζονταν από τους λόγιους της Αλεξάνδρειας της Ελληνιστικής περιόδου. Το
μεγαλύτερο μέρος από τα έργα του έχει χαθεί και σήμερα δε μας σώζονται παρά μόνο
μερικά αποσπάσματα ή περιγραφές και αναφορές από μεταγενέστερες πηγές.

Αριστείδης, Κοϊντιλιανός De musica (2054: 001)


“Aristidis Quintiliani de musica libri tres”, Ed. Winnington–Ingram, R.P.
Leipzig: Teubner, 1963.Book 1, sec. 5, line 14

μέρη διαγινῶσκον, καὶ ἔτι τὰς ἄνωθεν ἀρχὰς καὶ φυσι-


κὰς αἰτίας καὶ πρὸς τὰ ὄντα συμφωνίας ἐπισκεπτόμενον,
πρακτικὸν δὲ τὸ κατὰ τοὺς τεχνικοὺς ἐνεργοῦν λόγους καὶ
τὸν σκοπὸν μεταδιῶκον, ὃ δὴ καὶ παιδευτικὸν καλεῖται.
τὸ μὲν οὖν θεωρητικὸν εἴς τε τὸ φυσικὸν καὶ τεχνικὸν
διαιρεῖται· ὧν τοῦ μὲν φυσικοῦ τὸ μέν ἐστιν ἀριθμητικόν,
τὸ δὲ ὁμώνυμον τῷ γένει, ὃ καὶ περὶ τῶν ὄντων διαλέγεται,
τοῦ δὲ τεχνικοῦ μέρη τρία, ἁρμονικόν ῥυθμικόν μετρικόν.
374

τὸ δὲ πρακτικὸν εἴς τε τὸ χρηστικὸν τῶν προειρημένων


τέμνεται καὶ τὸ τούτων ἐξαγγελτικόν· καὶ τοῦ μὲν χρηστι-
κοῦ μέρη μελοποιία ῥυθμοποιία ποίησις, τοῦ δὲ ἐξαγγελ-
τικοῦ ὀργανικόν ᾠδικόν ὑποκριτικόν, ἐν ᾧ λοιπὸν καὶ
σωματικαὶ κινήσεις ὁμόλογοι τοῖς ὑποκειμένοις μέλεσι
παραλαμβάνονται. κίνησις μὲν οὖν ἐστι μεταβολὴ ποιο-
τήτων εἰς τὰ ὁμογενῆ· τῆς δὲ κατὰ τὴν φωνὴν κινήσεως
εἴδη δύο, πολυμερές τε καὶ ἀμερές. περὶ μὲν οὖν τοῦ
πολυμεροῦς εἴρηται· τὸ δὲ ἀμερὲς αὐτῆς καὶ ἁπλοῦν τάσις
προσαγορεύεται· τάσις δέ ἐστι μονὴ καὶ στάσις τῆς φωνῆς·
ταύτης δὲ εἴδη δύο, ἄνεσίς τε καὶ ἐπίτασις. ἄνεσις μὲν  
οὖν ἐστιν ἡνίκα ἂν ἀπὸ ὀξυτέρου τόπου ἐπὶ βαρύτερον ἡ
φωνὴ χωρῇ, ἐπίτασις δ' ὅταν ἐκ βαρυτέρου μεταβαίνῃ

Αριστείδης, Κοϊντιλιανός De musica Book 2, sec. 4, line 19

ἂνἐνεργήσειε παρὰ τὴν τῶν πραγμάτων ἤτοι μετριο-


πάθειαν ἢ χαλεπότητα ἀλλὰ τὰ μὲν θᾶττον, τὰ δὲ βρά-
διον ἰάσατο, οὑτωσὶ δὲ καὶ μέλος τὸν μὲν ἐπιτηδειότερον
κινεῖ παραχρῆμα, τὸν δὲ ἧττον διὰ πλείονος αἱρεῖ χρόνου.
 Φανερὰ δὲ καὶ τὰ αἴτια τῆς ἐνεργείας· τῆς γὰρ δὴ πρώ-
της ἡμῖν μαθήσεως δι' ὁμοιοτήτων γινομένης, ἃς ταῖς
αἰσθήσεσιν ἐπιβάλλοντες τεκμαιρόμεθα, γραφικὴ μὲν καὶ
πλαστικὴ δι' ὄψεως παιδεύει μόνον καὶὁμοίωςδιεγείρει
τε τὴν ψυχὴν καὶ ἐκπλήττει, μουσικὴ δὲ πῶς οὐκ ἂν εἷλεν,
οὐ διὰ μιᾶς αἰσθήσεως, διὰ πλειόνων δὲ ποιουμένη τὴν
μίμησιν; καὶ ποίησις μὲν ἀκοῇ μόνῃ διὰ ψιλῶν χρῆται
λέξεων ἀλλ' οὔτε πάθος ἀεὶ κινεῖ δίχα μελῳδίας οὔτε δίχα
ῥυθμῶν οἰκειοῖ τοῖς ὑποκειμένοις. σημεῖον δέ· καὶ γὰρ
εἴ ποτε δέοι κινεῖν κατὰ τὴν ἑρμηνείαν πάθος, οὐκ ἄνευ
τοῦ παρεγκλῖναί πως τὴν φωνὴν ἐπὶ τὴν μελῳδίαν τὸ
τοιοῦτο περιγίνεται. μόνη δὲ μουσικὴ καὶ λόγῳ καὶ πρά-
ξεων εἰκόσι παιδεύει, οὐ δι' ἀκινήτων οὐδὲ ἐφ' ἑνὸς
σχήματος πεπηγότων ἀλλὰ δι' ἐμψύχων, ἃ καθ' ἕκαστον
τῶνἀπαγγελλομένων ἐς τὸ οἰκεῖον τήν τε μορφὴν καὶ
τὴν κίνησιν μεθίστησιν. δῆλα δὲ ταῦτα κἀκ τῆς τῶν πα-
λαιῶν χορῶν ὀρχήσεως, ἧς διδάσκαλος ἡ ῥυθμική,

Αριστείδης, Κοϊντιλιανός De musica Book 3, sec. 26, line 18...


Αριστείδης, Κοϊντιλιανός ή Κουιντιλιανός (1ος/3ος αι. μ.Χ.)· θεωρητικός και συγγραφέας
μουσικής. Η εποχή που έζησε δεν είναι γνωστή, πιστεύεται όμως ότι έζησε ανάμεσα στον
1ο και 3ο αι. μ.Χ. Έχει γράψει ένα σημαντικό σύγγραμμα για τη μουσική με τον τίτλο Περί
375

μουσικής, διαιρεμένο σε τρία βιβλία. Το πρώτο ασχολείται λεπτομερειακά με ορισμούς


θεωρίας, ρυθμού
και μέτρου, ακολουθώντας τις αριστοξενικές θεωρητικές αρχές. Το δεύτερο ασχολείται με
την παιδευτική αξία της μουσικής, για την οποία κυρίως ενδιαφέρεται ο Αριστείδης. Το
τρίτο ασχολείται με τη σχέση της μουσικής με φυσικά φαινόμενα, όπως εκφράζονται με
αριθμούς· στο βιβλίο αυτό ακολουθεί τις πυθαγορικές αρχές. Ο Α. Jahn, που έχει εκδώσει
το έργο του αυτό, τον αποκαλεί "Πυθαγορικό Πλατωνικό".
Το σύγγραμμα του εκδόθηκε (ελληνικό κείμενο με λατινική μετάφραση) από τον Μάρκο
Meibom στη σειρά Antiquae musicae auctores septem... (τόμ. ΙΙ, σσ. 1-164). Ο Meibom
βρήκε σημαντικά μέρη του συγγράμματος του Αριστείδη στον Martianus Capella, De Nuptiis
Philologiae et Mercurii.
Εκδόθηκε επίσης από τον Albert Jahn (Albertus Jahnius, Aristidis Quintiliani: De Musica, libri
tres, Βερολίνο 1882) και πρόσφατα από τον R. Ρ. Winnington-Ingram (Aristidis Quintiliani:
De Musica, libri tres· Λιψία 1963). Μια γερμανική μετάφραση, χωρίς το ελληνικό κείμενο,
δημοσιεύτηκε από τον Rudolf Schafke (Aristides Quintilianus von der Musik, Βερολίνο 1937,
σσ. 366, 8) με εισαγωγή και σχόλια (η μετάφραση στις σσ. 157-366).

Αριστείδου Κοϊντιλιανού: Περί μουσικής | Ψαλτολόγιον ...Αριστείδης, Κοϊντιλιανός ή


Κουιντιλιανός (1ος/3ος αι. μ. ... Ο Meibom βρήκε σημαντικά μέρη του συγγράμματος του
Αριστείδη στον Martianus ...

γενέσεως αἰτίαις ἤρτηταί τε καὶ συνέπεται, τὰ δ' ἐκ τεχ-


νικῆς ἢ τυχηρᾶς ἐναλλαγῆς μετέστη τε καὶ μετεσχημα-
τίσθη. οὕτω δὴ καὶ βίων ἀρχαὶ καὶ πράξεων ὁρμαὶ καὶ
ἐπιτηδευμάτων μελέται καὶ τόπων μεταστάσεις μὴ κατὰ
τὰς πρώτας αἰτίας γινόμεναι τὴν σύμπασαν τῆς γενέσεως
μετέβαλον ἰδιοτροπίαν. ὅτι γὰρ ταῦθ' οὕτως ἔχει, μάρτυς
μὲν ἀξιόχρεως καὶ Ὅμηρος· ὅπου μὲν γάρ φησι [Ζ 488]
  μοῖραν δ' οὔτινά φημι πεφυγμένον ἔμμεναι ἀνδρῶν,
ὅπου δέ [Υ 336]
   μὴ καὶ ὑπὲρ μοῖραν δόμον Ἄϊδος εἰσαφίκηαι,
ἥ τε ποίησις αὐτῷ πᾶσα θρυλεῖ τὰ τοιάδε. ἐν μὲν γὰρ
Ἰλιάδος ἀρχῇ φησι [Α 3]
  πολλὰς δ' ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν,
ὡς τῆς μοιριδίου τῶν Ἀχαιῶν φθορᾶς διὰ τὴν ὀργὴν τοῦ
Ἀχιλλέως καινοτομηθείσης, ἐν δὲ Ὀδυσσείᾳ [α 8sq.]
  νήπιοι, οἳ κατὰ βοῦς Ὑπερίονος Ἠελίοιο
  ἤσθιον· αὐτὰρ ὁ τοῖσιν ἀφείλετο νόστιμον ἦμαρ,
ὡς εἰ μὴ τοῦτο ἔδρασαν οὐκ ἂν τῆς οἴκαδε αὐτῶν ἀνα-
κομιδῆς ἐστερημένων. ἀλλὰ καὶ οἱ σοφοὶ διττὴν τοῦ μέλ-
λοντος εἶναί φασι τὴν ποιότητα, τὴν μέν γε ἀναγκαίαν
καὶ ἄτρεπτον, ἣν καλεῖσθαι γενησόμενον, τὴν δ' ἀλλοιωτὴν
376

Apollinaris Theol., Fragmenta in Matthaeum (in catenis) (2074: 037)


“Matthäus–Kommentare aus der griechischen Kirche”, Ed. Reuss, J.
Berlin: Akademie–Verlag, 1957; Texte und Untersuchungen 61.
Fragment 98, line 6

ἀλλ' εἰ θέλεις,φησίν, εἰς τὴν ζωὴν εἰσελθεῖν, τήρει τὰς ἐντολὰς


ἀρχὴν τῆς ὁδοῦ ταύτης ἐπιδεικνύων, οὐ συμπλήρωσιν· καὶ τὸ μὴ ἀλλό-
τριον εἶναι ἑαυτοῦ τὸν νόμον διὰ τούτου μαρτυρῶν· ἡ τελειότης δὲ παρ'
αὐτοῦ. Mt 19, 23 – 26
 Καλὸν τὸ ἀποστολικὸν ἐνταῦθα ἁρμόζει τὸν «ὄγκον ἀποθέμενοι
πάντα»· τὸν γὰρ ὄγκον ἐδήλωσεν ἡ πρὸς κάμηλον ὁμοίωσις· «στενὴ γὰρ
καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν». ἆρ' οὖν καὶ τὰ κακά;
ὅπου γὰρ ὁ θεός, εἴρηται, τὸ καλὸν ἕπεται καὶ οὐδ' ἂν ἐννοήσαι τις
ὑγιαίνων, ὅτι τὰ κακὰ θεῷ δυνατὰ οὐδὲ ἀδυναμίᾳ εἴποι ἂν τὰ καλὰ μὴ
ποιεῖν· ἀσθένεια γὰρ τοὐναντίον ἡ τῶν κακῶν ποίησις καὶ ἀσθενείας τὰς
ἁμαρτίας ὁ Παῦλος καλεῖ λέγων· «ἔτι γὰρ ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ
καιρὸν Χριστὸς ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανεν» καὶ ὁ ψαλμῳδός· ἐπλήσθησάν
φησιν «αἱ ἀσθένειαι αὐτῶν»· τὰς ἁμαρτίας ἀσθενείας καλεῖ λέγων. ἀλλ'
οὐδ' ἐκεῖνό τις ἂν ἐγκαλέσειεν τῷ λόγῳ τῷ λέγοντι πάντα θεῷ δυνατὰ
οἷον λέγειν εἰώθασιν. ἆρ' οὖν καὶ τὸ γένος ποιῆσαι μὴ γεγονέναι θεῷ
δυνατόν ἐστιν; ἀχρεῖον γὰρ αὐτῷ πάλιν τὸ τοιοῦτον· οὐδὲν δὲ ἀχρεῖον
ἐπὶ θεοῦ δυνάμεως παραλαμβάνεται. ὥστε περισσαὶ πᾶσαι αἱ κατὰ τοῦ  
λόγου συκοφαντίαι. εἰπὼν δὲ ὁ Μᾶρκος, ὅτι «Ἰησοῦς ἐμβλέψας αὐτῷ
ἠγάπησεν ἀυτὸν» ζήτησιν κινεῖ, πῶς ἠγαπήθη ὁ μὴ μέλλων ἀκολουθεῖν
ἐπὶ «τὴν ζωήν». ἔστι δὲ ἐπὶ μὲν τοῖς προτέροις ἀγάπης ἄξιος ὁ τὰ τοῦ

Apollinaris Theol., Fragmenta in Psalmos (in catenis) (2074: 041)


“Psalmenkommentare aus der Katenenüberlieferung, vol. 1”, Ed.
Mühlenberg, E.Berlin: De Gruyter, 1975; Patristische Texte und Studien
15.Fragment 3, line 4

Ps 8,5 – 9

 Ἀλλ' ὁ τῶν τηλικούτων, φησί, ποιητὴς ἔργων μικροῦ παντελῶς ὄντος


ἀνθρώπου φροντίζεις, καὶ μνήμην ἐποιήσω μεταπεσόντος ἀπὸ σοῦ καὶ
ἐπεσκέψω κατενεχθέντα εἰς ἀρρωστίαν· ἧν δέ σοι καὶ ἀπ' ἀρχῆς τιμία ἡ
ποίησις αὐτοῦ, καὶ τῆς ἀγγελικῆς δόξης ὀλίγον ἠλάττωτο κατὰ τὸ σῶμα
377

τὸ
γήϊνον. δόξα γὰρ αὐτῷ περιῆν οἱονεὶ βασιλεύοντι κατὰ γῆν ἔργων τῶν
ὑπὸ
σοῦ πεποιημένων καὶ τὴν ἄλογον ἅπασαν φύσιν ὑφ' ἑαυτῷ κατέχοντι, οὐ
μόνον
τὴν χερσαίαν καὶ ῥαδίως ληπτὴν ἀλλὰ καὶ τὴν ἀέριον καὶ τὴν ἔνυδρον,
ὅπερ
ἑκάτερον μὲν ἐκφεύγει τὰς ἀνθρώπου χεῖρας, τὸ μὲν διὰ τὴν ἐν ὕψει
φοράν,
τὸ δὲ διὰ τὴν ἐν βάθει κατάκρυψιν καὶ δι' ὑδάτων πορείαν, ἁλίσκεται δὲ
σοφίᾳ καὶ νῷ καὶ ὁ γήϊνος αἱρεῖ τὰ ἐν οὐρανῷ καὶ ὕδασιν· ἐξ ὧν
ἀναφαίνεται  
κατὰ τὸ νοερὸν ὑπερβάλλων μὲν τὴν ζῴων ἄλογον καὶ ἀνόητον φύσιν,
ἐφάμιλλος δὲ τῇ νοερᾷ καὶ ἀγγελικῇ κοινωνὸς ὢν τοῖς ἀλόγοις κατὰ τὸ
σωματικόν.

Apollinaris Theol., Fragmenta in Psalmos (in catenis) Fragment 284, li5

Ps 138,5

 Ἐνταῦθα δὲ φαίνεται καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα εἰς ἓν τιθεὶς καὶ ὑπὸ μίαν
πλάσιν ἑκάτερα τάττων, ὅτι δὴ τῶν ψυχικῶν ἰδιωμάτων τὴν γνῶσιν ἀπὸ
τῆς διαπλάσεως ἔχειν φησὶ τὸν θεόν, καθὰ καὶ ἕτερος εἴρηκεν Ὁ πλάσας
πνεῦμα ἀνθρώπου ἐν αὐτῷ. οὐ γὰρ ἐν διαστάσει τὸ ποίημα, ἀλλ' εἰ καὶ
καλλίων ἡ τῆς ψυχῆς ποίησις παρὰ τὴν τοῦ σώματος, οὐχ οἱονεὶ
χειροποιητὸς
οὖσα κατὰ τὴν τῆς ὕλης μόρφωσιν ἀλλ' ἐμπνευστὴ κατὰ τὴν ἐκ θείας
δυνάμεως ὑπόστασιν. ὅλως γοῦν εἰς ἓν ἑκάτερα συντελεῖ, καθὰ καὶ
ὀνόματος
ἑνὸς κοινωνεῖ ποτε μὲν ψυχὴ τὸ συναμφότερον, ποτὲ δὲ σὰρξ
ὀνομαζόμενον·
καθὰ καὶ εἰκόνα θεοῦ τὸν ἄνδρα λέγων ὁ ἀπόστολος τῆς ἐμπνεύσεως
ἕνεκα
τῆς εἰς αὐτὸν γεγονυίας παρὰ θεοῦ ἣ μὴ γέγονεν ἐπὶ γυναικός, δῆλός ἐστι
συμπεριλαμβάνων τῇ ψυχῇ καὶ τὸ σῶμα καθὸ διακρίνεται τὸ ἄρσεν τοῦ
θήλεος.  

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Job (7.20c–11) (2102: 003)“Didymos


der Blinde. Kommentar zu Hiob, pt. 3”, Ed. Hagedorn, U., Hagedorn, D.,
Koenen, L.Bonn: Habelt, 1968; Papyrologische Texte und Abhandlungen
3.Codex p. 273, line 34
378

... οὐ γὰρ τὸ σῶμα κατ'


εἰκόνα, ἀλλ' ἡ ψυχή· οὐ γὰρ ἀν-
θρωπόμορφος ὁ θ(εό)ς. καὶ μεθ' ἕτερα
εἴρηται·
“ἔπλασεν ὁ θ(εὸ)ς τὸν ἄν(θρωπ)ον, χοῦν
ἀπὸ τῆς γῆς” τὸ σῶμα λαμβά-
νων, ἵν' ὡς εἴπομεν τὴν μὲ(ν)
ποίησιν ἐπὶ τῆς ψυχῆς δεχώ-
μεθα, τὴν δὲ πλάσιν ἐπὶ τῆ’ς’ σαρ-
κός. εἰ δὲ καὶ ἐπὶ τῆς σαρκὸς κεῖ-
ται ἡ ποίησις, οὐ ξενιστέον· καὶ γὰρ
τὸ πλάσαι τῷ γένει π[ο]ιῆσαί [ἐστι(ν).]
ἀντιθήσει μὲν οὖν τις λέγων ⟦λε-
γων⟧ καὶ τὸ πεπλάσθαι ἐπὶ τῆς ψυ-
χῆς κεῖσθαι καὶ τοῦτ[ο ς]ημαίνε-
σθαι ἐκ τοῦ· “ὁ πλάσας [κ]ατὰ μόνας
τὰς καρδίας αὐτῶν.” πρὸς ὃ
σο̣φῶς δὲ καὶ τὰ περὶ χ[ε]ιρῶν θ(εο)ῦ νο-
ητέον· καὶ ὁ μὲν ἁπλουστέρως εἰ-
ρῆσθαί φησι τ[ὰ]ς χεῖρας πληθυ(ν)-
[τικῶς ἢ] δυϊκῶ[ς τ]ὴν δραστήριο(ν)

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Psalmos 22–26.10 (2102: 017)


“Didymos der Blinde. Psalmenkommentar, pt. 2”, Ed. Gronewald, M.
Bonn: Habelt, 1968; Papyrologische Texte und Abhandlungen 4.
Codex p. 90, line 17

 οὐ μόνον ἐγὼ ἐμαυτὸν ἐκέρδησα ὑπομείνας ὑπομονὴν τὴν


σῴζουσαν | – ἡ ὑπομονὴ δὲ φέρει σωτηρίαν· “ὁ ὑπομείνας”
γὰρ “εἰς τέλος σωθήσεται” – · πολλοὺς ἐκέρδησα ὅτι ὑπέ|μει-
νά σε, πολλοὺς φίλους ἔσχον.
 ἀκάκους δὲ ἐνταῦθα τοὺς στερομένους κακίας λέγει, οὐ
τοὺς | εὐήθεις. συνεζεύχθησαν γοῦν αὐτοῖς οἱ εὐθεῖς. κατὰ
τὴν ἀπο{δο}χὴν τῆς κακίας ἄκακοί εἰσιν, | κατὰ δὲ τὴν λῆμ-
ψιν τῆς ἀρετῆς εὐθεῖς. οἷον ὁ ἐκκλίνας ἀπὸ τοῦ κακοῦ ὥστε
μηκέτι ἐνεργεῖν | αὐτὸ ἄκακος γέγονεν. ἐπειδὴ δὲ μετὰ τὴν
ἔκκλισιν τὴν ἀπὸ τοῦ κακοῦ ποίησις ἀγαθοῦ δια|δέχεται, εὐ-
θὴς γίνεται ὁ ἐκκλίνας ἀπὸ τοῦ κακοῦ. δυνατὸν οὖν τοὺς αὐ-
379

τοὺς ἀκάκους καὶ εὐθεῖς | λέγειν κατὰ ἄλλην καὶ ἄλλην ἐπί-
νοιαν.
 δυνατὸν δὲ καὶ οὕτω· οἱ κατὰ πρᾶξιν ἔξω κακίας ὄντες |
ἄκακοί εἰσιν, εὐθεῖς δὲ οἱ τὰ τῆς εὐσεβείας φρονοῦν-
τες.
 22 λύτρωσαι, ὁ θεός, τὸν Ἰσραὴλ ἐκ πα|σῶν τῶν θλίψεων
αὐτοῦ.

Δίδυμος Καίκος. Commentarii in Psalmos 29–34 (2102: 018)


“Didymos der Blinde. Psalmenkommentar, pt. 3”, Ed. Gronewald, M.
Bonn: Habelt, 1969; Papyrologische Texte und Abhandlungen 8.
Codex p. 178, line 31

οὕτω ὡς ἐν ἀ̣[ρ]χῇ γέγονεν, φυλαχθῇ. ὁ “κατ' εἰκόνα  


[καὶ ὁμοίωσιν” θ(εο)ῦ γενόμενος ἄν(θρωπ)ος] οὐκ εἴρηται
πεπλάσθαι, ἀλλὰ πεπ̣ο̣ιῆσθαι. ὁ δὲ ἐκ τοῦ πηλοῦ καὶ τῆς ὕλης
[γενόμενος ἄν(θρωπ)ος λέγεται πλάς]μα θεοῦ εἶναι· “μνήσθη-
τι ὅτι πηλόν με ἔπλασας”. καὶ ἐπὶ ἀμφοτέρων τῶν
[δραστηρίων δυνάμεων τοῦ θ(εο)ῦ ε]ἴρηται· “αἱ χεῖρές σου
ἔπλασάν με καὶ ἐποίησάν με”. τὸ διατυπῶσαι τὴν καρ-
[δίαν ..... ..... ..... .....]ς πλάσις καρδίας ἐστίν̣, οὐ
τὸ ὑποστῆσαι αὐτήν. ἵνα δὲ γνῷς· ἡ πρώτη
[ποίησις τῶν καρδιῶν ἡμῶν οὐ]κ̣ εἶχεν διαφορ[ά]ν· ὅθεν οὐκ
ἐλέγετο τότε ὅτι κατὰ μόνας ἑκάστη καρ-
[δία ἐπλάσθη. οὐδεμία ἦν διαφο]ρὰ τῶν ἄλλων. ὧδε τοῦτο λέγε-
ται μετὰ τὴν ὑπόβασιν.
 ἐπερ( )· τὸ “καρδία μία καὶ ψυχὴ | μία” τῶν μαθητῶν; -
κατὰ τοῦτο “τῶν πιστευόντων” κατὰ τὸ ὁμοφρονεῖν· [μὴ γὰρ
λαμβάνο]μεν τὸ [ὅ]λαι ἐξ ὅλων. |
 ἐπερ( )· ὥστε ἐκλείψει ποτὲ τὸ τῆς πλάσεως;  – τῆς κατὰ μόνας,
ἐπεὶ καὶ ἀρχὴν ἔ̣[λαβεν αὕτη ἐξ ἡ]μ̣ῶν. καὶ τὴν ἀρχὴν | ἔλα-
βεν ἐξ ἡμῶν καὶ πέρατος τεύξεται, ὅταν γένηται, ὥσπερ ὁ πα-
τὴρ καὶ ὁ [υ(ἱὸ)ς ἕν εἰσιν, οὕτω π]άντα τὰ λογικά. ἐν |

Δίδυμος Καίκος. Fragmenta in Psalmos (e commentario altero)


Fragment 1045, line 3

πᾶς καὶ μόνος ὁ ἐξ ὅλης καρδίας καὶ ψυχῆς καὶ διανοίας τὸν θεὸν
ἀγαπήσας·
καὶ πᾶσαν μὲν τὴν ἀγαπητικὴν αὐτοῦ δύναμιν εἰς θεὸν ἀποτείνας ἐξ ὅλης
380

καρδίας τὸν θεὸν ἀγαπᾷ, πᾶσαν δὲ τὴν ὑμνητικὴν καὶ εὐχαριστικὴν


αὐτοῦ
δύναμιν εἰς θεὸν ἀναλώσας ἐξομολογεῖται αὐτῷ ἐξ ὅλης καρδίας ἐν τῇ
τῶν
σπουδαίων συναγωγῇ, οὐκ ἐν τῷ τυχόντι τόπῳ ἢ μετὰ τῶν τυχόντων.
 Δυνατὸν στίξαντα εἰς τὸ Ἐν ὅλῃ καρδίᾳ ἀναγνῶναι ἑξῆς Ἐν βουλῇ
εὐθείων καὶ συναγωγῇ μεγάλα τὰ ἔργα κυρίου.
Ps 110,2
 Καθόλου καὶ γενικῶς ὀνομαζομένου τοῦ θελήματος τοῦ κυρίου, τὰ περὶ
τῶν
κατὰ μέρος ἔργων αὐτοῦ ἰδικὰ θελήματα αὐτοῦ εἶεν. εἰ οὖν πάντα ὅσα
ἠθέλησεν
ἐποίησε, καθόλου ἡ ποίησις ἐξῆπται τῆς θελήσεως αὐτοῦ, τῶν καθ'
ἕκαστα
ποιημάτων ἡρμοσμένων τοῖς κατ' εἶδος θελήμασι. διὸ καὶ μεγάλου ὄντος
τοῦ
δημιουργοῦ, μεγάλα ἐστὶ καὶ τὰ ἔργα αὐτοῦ σφόδρα ἠκριβωμένα πρὸς
τὴν
ἅρμοσιν τῶν θελημάτων αὐτοῦ· οὐ γὰρ ὡς ἔτυχεν, ἀλλ' ἐξεζητημένα εἰς
πάντα
τὰ θελήματα τυγχάνει ταῦτα. διὸ τῶν ἔργων ἐξεζητημένων, μὴ λεγέτω τις

εἰς τί ἐκεῖνο. πάντα γὰρ εἰς χρείαν αὐτῶν ἐκτίσθη· διὸ πάντα καλὰ λίαν
ἐστὶ
τὰ τοῦ θεοῦ ἔργα.
 Εἰ δ' ἔργα θεοῦ λάβοι τις τὰ παραδόξως καὶ τεραστίως ἐπιτελούμενα
(τοῦτο μὲν διὰ Μωυσέως καὶ τῶν προφητῶν, τοῦτο δὲ διὰ Ἰησοῦ τοῦ
σωτῆρος
ἡμῶν), ῥηθείη καὶ περὶ τούτων τὰ προκείμενα ῥητά. τὰς γὰρ ἀναστάσεις
τῶν
νεκρῶν καὶ τὰς τῶν λεπρῶν καθάρσεις καὶ ἀναβλέψεις τῶν τυφλῶν καὶ
τὰ

Δίδυμος Καίκος. In Genesim Codex p. 73, line 25

ἐ[ποίης]εν. Καὶ εὐλόγησεν ὁ Θεὸς τὴν ἡμέ[ρα]ν τὴν


ἑβδόμην καὶ ἡγίασεν αὐτήν, ὅτι ἐν αὐτῇ κατέπαυσεν [ἀ]π̣ὸ
πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὧν ἤρξατο ὁ Θεὸς ποιῆσαι.
 Τὸ «συνετελέσθη« ὁτὲ μὲ[ν] τὴν φθορὰν σημαίνει,
ὁτὲ δὲ τὴν ὕπαρξιν. Ὅταν γοῦν τὸν [Σ]ωτῆρα ἐρωτῶσιν
381

οἱ μαθηταί· «Πότε ταῦτα ἔσται, καὶ τί τὸ σημε[ῖο]ν


τῆς σῆς παρουσίας καὶ συντελείας τοῦ αἰῶνος;«, περὶ
τοῦ τέλο[υ]ς ἐστὶ τὸ τῆς συντελείας σημαινόμενον, ὅπερ
ἀντὶ φθορᾶς [τ]οῦ κόσμου εἴωθε λαμβάνεσθαι· ἐνταῦθα
δὲ τὸ συνετελέσθ[η] ἀν[τὶ] τοῦ̣ ἐπληρώσθη κεῖται. Οὐ γὰρ
ἡ ὕπαρξις αὐτῶν συντετέλε̣[ς]τα[ι], ἀλλ' ἡ ποίησις, καθὸ
λέγομεν καὶ ἐπὶ τῶν ποιητικῶν τεχνῶν με[τ]ὰ τὰς ἐνεργείας
τὸ τέλος ἐπιφερουσῶν ὅτι φέρε συνετ[ε]λέσ̣θ̣η ἡ ναῦς
ἢ οἶκος. Συντετέλεσται οὖν ὁ μὲν οὐρανὸς τὴ[ν] ο̣ἰκεί[α]ν
ἁρμονίαν δεξάμενος, ἥτις ἔκ τε τοῦ στερεώματος καὶ
τ̣ῶ̣ν φωστήρων καὶ προσέτι τῶν ἀστέρων ἐδέξατο τὴν
διαπ̣λήρωσιν, ἡ δὲ γῆ ἔκ τε τῶν ζῴων καὶ τῶν διαφόρων
φυ̣τ̣ῶν. Καὶ ὅτε μὲν ἕκαστον αὐτῶν ἐγίνετο, τὸ ‘συντετέ-
λ[ες]ται’ οὐχ ἥρμοζεν, νῦν δέ, ἁ̣πάντων τὴν σύμπνοιαν
κ[αὶ τ]ὴ[ν] ἁρμονίαν δεξαμένω̣ν, ἀκολούθως ἐπενήνεκται
[τὸ «Συνε]τελέσθη ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ̣ γ̣ῆ̣ καὶ πᾶς ὁ κόσμος

Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (2116: 001)


“Ἐπιτομὴ τῆς καθολικῆς προσῳδίας Ἡρωδιανοῦ”, Ed. Schmidt, M.
Jena: Mauke, 1860.P. 31, line 6

νυχίς παννυχίς. τὰ δὲ κοινωνοῦντα ἀρσενικῷ γένει


μετατιθέασιν· ἐλπίς εὔελπις, ἀσπίς λεύκασπις.
 Τὰ εἰς ΙΣ πατρωνυμικὰ ἢ τύπον ἔχοντα πατρω-
νυμικῶν ὀξύνονται· Πριαμίς Τανταλίς Τυνδα-
ρίς(ἡ τοῦ Τυνδάρεω).  
 Τὰ εἰς ΙΣ ὑποκοριστικὰ ἔχοντα ἐν ἴσαις συλλαβαῖς
τὴν παραγωγὴν ὀξύνεται· θεραπαινίς ἑταιρίς λυ-
ρίς. τὸ δὲ Ἶφιςἀπὸ τοῦ ἶφι γενόμενον βαρύνεται.
 Τὰ εἰς ΙΣ ἐσχηματισμένα ἀπὸ βαρυτόνων μελλόν-
των ἢ δευτέρου προσώπου τοῦ παθητικοῦ παρακειμένου
βαρύνονται· ποιήσω ποίησις, γνώσω γνῶσις, πράξω
πρᾶξις, πέφανσαι φάνσις, μεμίανσαι μίανσις. τὸ
δὲ ἁψίςσεσημείωται μακρὸν ἔχον τὸ Ι.
 Τὰ εἰς ΒΙΣ ὑπερδισύλλαβα ὀξύνεται ἢ (προ)παρο-
ξύνεται. ὀξύνεται τὰ παρώνυμα καὶ ἐπιθετικὰ· Νιοβίς
Λυκαμβίς Πεῤῥαιβίς. σεσημείωται τὸ κάνναβις.
τὰ δὲ κύρια ἢ προσηγορικὰ βαρύνεται· Ἀθάρραβις
κάνναβις. σημείωσαι τὸ καλλαβίς.
 Τὰ εἰς ΓΙΣ δισσύλλαβα ὀξύνεται, εἰ μὴ ἄρχοιντο
382

ἀπὸ τοῦ Γ· αἰγίς μαγίς σφαγίς. τὸ μέντοι Γέρ-


γιςβαρύνεται· ἀπὸ τοῦ Γ γὰρ, ὥσπερ καὶ τὸ γέλγις

Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] P. 37, line 9

Ἀστερίς νυκτερίς. τὸ δὲ Πάστεριςκαὶ Κελέν-


δεριςβαρύνεται.  
 Τὰ εἰς ΥΡΙΣ μὴ κατὰ τροπὴν γενόμενα ὀξύνεται·
ἁλμυρίς πορφυρίς ἀργυρίς Ἰλλυρίς. τὸ δὲ
Θάμυριςπροπαροξύνεται. τὸ δὲ ἄγυριςκατὰ τρο-
πὴν ἐγέντο.
 Τὰ εἰς ΡΙΣ Αἰγύπτια προπαροξύνεται· Βούσι-
ρις Ὄσιρις Ψένυρις.
 Τὰ εἰς ΣΙΣ ἀπὸ μέλλοντος γινόμενα ἢ ἀπὸ δευ-
τέρου προσώπου τοῦ παθητικοῦ παρακειμένου βαρύνον-
ται· ποιήσω ποίησις, λύσω λύσις, κέκρισαι κρίσις.
τὰ μέντοι παρώνυμα χαίρουσι τῇ ὀξείᾳ· Χρύσης Χρυ-
σίς, νῆσος νησίς. σεσημείωται τὸ ἄσιςὁ ῥύπος
ἀπὸ τοῦ ἄσης γεγονός.
 Τὰ εἰς ΤΙΣ δισύλλαβα ἔχοντα τὸ Ο μικρὸν .... ἢ
Ω μέγα πρὸ τοῦ ΤΙΣ .... ἐπιθετικὰ, εἰ μὴ παράκειται
ἀρσενικῷ τῷ εἰς ΤΗΣ, ὀξύνεται· φορτίς φροντίς
νοτίς οὐτίς Δωτίς ὠτίς. τὸ δὲ πόρτιςἀπὸ τοῦ
πόρις. .......
 Τὰ εἰς ΤΙΣ πρὸ αὐτοῦ ψιλὸν ἔχοντα .... βαρύνε-
ται· κλέπτις ἴκτις (ζῶον) λάκτις(ἡ τορύνη). τὰ

Cassius Longinus Phil., Rhet., Ars Ρητορική. (2178: 001)


“Rhetores Graeci, vol. 1”, Ed. Spengel, L.eipzig: Teubner, 1853, Repr.
1966.Walz p. 559, line 6

μάτων. πολλὰ γὰρ τὰ κηλοῦντα τὸν ἀκροατὴν ἄνευ τῆς


διανοίας καὶ τῆς πραγματικῆς κατασκευῆς καὶ τῆς ἠθι-
κῆς πιθανότητος· τὸ γὰρ μουσικὸν καὶ εὔτακτον τῆς ἑρ-
μηνεύσεως ἔμφυτον ἅπασι καὶ τοῖς ἀγελαίοις ζῴοις, οὔτι
γε πολιτικῷ τε καὶ λογικῷ καὶ τάξεως αἴσθησιν εἰληφότι.
εἰ τοίνυν τὸ μουσικόν τε καὶ ἐναρμόνιον καὶ ῥυθμικὸν
ξύμμετρόν τε καὶ ξυμμελὲς ἐξεργάσαιο καὶ διαπονήσαις
εἰς τὸ ἀκριβέστατον, τῶν μὲν ἀφαιρῶν μέρη, τοῖς δὲ
προσάπτων, ἐν καιρῷ καὶ χρείᾳ καὶ καλλονῇ διαμετρῶν
τὸ δέον, ἔσται σοι πιθανώτατος ὁ λόγος καὶ ῥητορικώτα-
383

τος, οἵα τε ἡ παρ' Ὁμήρῳ ποίησις μὴ παρὰ φαῦλον ἡγη-


σαμένῳ μηδὲ ἐν εὐτελεῖ, [ἀναγνωστέον ἐν εὐτελεῖ· ἑκά-
τερον γὰρ αὐτῶν ἔχει λόγον εὐπρεπῆ·] τὸ τοιοῦτον, καὶ
παρ' Ἀρχιλόχῳ τῷ Παρίῳ. καὶ γὰρ οὗτος ἤσκηται· ἔτι
δὲ καὶ τὸ τῶν τραγῳδοποιῶν φῦλον καὶ τὸ τῶν κωμῳ-
δῶν, μελοποιῶν τε καὶ τῶν τοιούτων, τό τε τῶν σοφι-
στῶν, ὅπου μηδὲ τοῖς φιλοσοφοῦσιν ὑπερεώραται καὶ
παρημέληται· τῷ μὲν γὰρ Πλάτωνι καὶ τῷ Ξενοφῶντι
Αἰσχίνῃ τε καὶ Ἀντισθένει περιττῶς διαπεπόνηται καὶ
ἱκανῶς ἠκρίβωται. τῶν δὲ ῥητόρων τῷ κορυφαίῳ ταύτην
εἶναι συμβέβηκε τὴν ἀρετήν, καὶ παρὰ τοῦτο κρατεῖν ἂν

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1–64 (2200: 004)“Libanii opera, vols.


1–4”, Ed. Foerster, R.Leipzig: Teubner, 1.1–1.2:1903; 2:1904; 3:1906;
4:1908, Repr. 1997.Oration 59, sec. 30, line 6

πίνην φύσιν ἐπὶ νοῦν ἤρχετο ἢ τὸ βουλευθὲν εἰς ἔργον


ἤγετο. ταῦτα τίνος ἀμπέλου θαλλούσης ἐν ὀνείρασιν
οὐκ ἀμείνω, τίνος ὀρνίθων πτήσεως οὐκ ἰσχυρότερα
σημεῖα; τίνος δρακόντων φάσματος οὐκ ἀληθέστερα
πρὸς πίστιν;
 Ἐπεὶ δ' οὖν ἐγένοντο καὶ προῆλθον εἰς φῶς
ἄξιοι μὲν τῆς τοῦ σπείραντος φύσεως, ἄξιοι δὲ τῆς
κοινῆς ἐλπίδος, μήτοι νομίσῃ τις ἀκούσεσθαι Πηλίου
κορυφὰς καὶ Κενταύρου σῶμα διφυὲς καὶ τροφέα μιξ-
άνθρωπον καὶ τροφὴν ἐξηγριωμένην, ὃ δὴ πλάσασα
δωρεῖται τῷ παιδὶ τῆς Θέτιδος ἡ ποίησις οὐκ ἔχουσα  
τὴν παρὰ τῷ Πηλεῖ τροφὴν ἀποδεῖξαι ζηλωτήν, ἀλλ'
ἐτρέφοντο μὲν οὗπερ ἐτέχθησαν, ἐν βασιλείοις ὧν
οὐδὲ τοῖς προπυλαίοις ὁ παραβάλλων τὸ Χείρωνος ἄν-
τρον σωφρονεῖ, εἷλκον δὲ μαστὸν οὐ λυκαίνης, οἷα
καθ' ἑτέρων ἤδη τινὲς ᾄδειν ἐτόλμησαν, ἀλλὰ πρέποντα
βασιλικοῖς προσενεχθῆναι χείλεσιν, ὡς ἂν ἥμερον γέ-
νεσιν ἥμερος τροφὴ διαδέξαιτο.

Libanius Rhet., Soph., Orationes 1-64 Oration 64, sec. 19, line 5

ἀνδρῶν ἁπάντων τῇ ψήφῳ τοῦ θεοῦ καὶ οὗτος μέρος


ἡγεῖτο τῶν προσηκόντων αὑτῷ τὴν ὄρχησιν καὶ νῦν
μὲν διελέγετο, νῦν δὲ ἐκεῖνο ποιῶν ἐφαίνετο. [εἶτα]
384

ἆρ' οὖν πρᾶγμα ἀρχαῖον καὶ παρὰ τοῖς οὕτω γενναίοις  


οὕτω γενναῖον καὶ καλὸν εἶναι δοκοῦν εἰκῆ καὶ ῥᾳδίως
ἡμεῖς τῶν φαύλων εἶναι πιστεύσομεν;
 Ἑτέρα γάρ,φησίν, ἥδε παρ' ἐκείνην ἡ
ὄρχησις καὶ οὐκ ἔμεινεν ἐφ' ὧνπερ πρότερον.
τί δέ; τἄλλα, πρὸς θεῶν, ἔμεινεν ἐφ' ὧνπερ πρό-
τερον, αἱ οἰκίαι, τὰ ὅπλα, αἱ νῆες, χαλκευτική, ζωγρα-
φία, ῥητορική, μουσική, ποίησις ἀγαλμάτων, τὰ περὶ
ναυτιλίαν; οὐχ αἱ μὲν πρῶται τῶν οἰκιῶν οὐ διέφερον
καλύβης οὐδ' ὅπερ ἐλέγοντο ἦσαν; τῆς δὲ ἀσπίδος οὐκ
ἦν λαβέσθαι τῇ χειρὶ καὶ μετενεγκεῖν πρὸς τὴν χρείαν;
θάλαττα δὲ τὰ πρῶτα μὲν οὐκ ἐπλεῖτο, πλεομένη δὲ
οὐκ εὐθὺς τριήρεις ἐδέξατο, δεξαμένη δὲ μακρῶν ναυ-
τιλιῶν εἶχεν ἀπείρους τοὺς πλέοντας, ὥσθ' ὑπερενεχθῆ-
ναι Δήλου φοβερὸν εἶναι τοῖς Ἕλλησι;
         τί δὲ   ἡ Γλαύκου τοῦ Χίου τέχνη κατ' ἀρχὰς ἦν; τί δὲ
ἡ Ζεύξιδος οὐ χρόνοις ὕστερον; πότε δὲ ἔδεισαν ἄν

Libanius Rhet., Soph., Argumenta orationum Demosthenicarum


(2200: 007)“Libanii opera, vol. 8”, Ed. Foerster, R.
Leipzig: Teubner, 1915, Repr. 1997.Oration 35, sec. 1, line 3

         αὐτόθεν μὲν οὖν δόξειεν


ἄν τις φιλοπράγμων καὶ φιλόνεικος ὑπὲρ προσηγοριῶν
διαφερόμενος, ὁ μέντοι λόγος ἱκανὰς ἀποδείξεις παρέ-
χεται τοῦ καὶ δημοσίᾳ καὶ ἰδίᾳ βλαβερὰν εἶναι τὴν
ὁμωνυμίαν.
      

ὑπόθεσις τοῦ πρὸς Βοιωτὸν ὑπὲρ προικὸς μητρῴας λόγου.


 Καὶ οὗτος παρὰ τοῦ αὐτοῦ καὶ πρὸς τὸν αὐτὸν
ὁ λόγος εἴρηται. καὶ τὰ μὲν ἄλλα πάντα ταὐτά, ἡ
Πλαγγών, ὁ ὅρκος, ἡ τῶν παίδων ἀναγκαία ποίησις.
ἀποθανόντος δὲ τοῦ Μαντίου οἱ παῖδες ὄντες τρεῖς,
Μαντίθεος ὁ ἐκ τῆς νόμῳ γαμηθείσης καὶ Βοιωτὸς
καὶ Πάμφιλος οἱ ἐκ τῆς Πλαγγόνος, ἐνέμοντο τὴν οὐ-
σίαν. φάσκοντος δὲ τοῦ Μαντιθέου προῖκα ἑαυτῷ μη-
τρῴαν ὀφείλεσθαι Βοιωτὸς καὶ Πάμφιλος καὶ αὐτοὶ
προικὸς ἠμφισβήτουν ὡς καὶ τῆς Πλαγγόνος εἰσενεγκα-
μένης εἰς τὸν οἶκον τοῦ Μαντίου μνᾶς ἑκατόν.
385

Ερμίας. In Plato nis Phaedrum scholia (2317: 001)


“Hermeias von Alexandrien. In Plato nis Phaedrum scholia”, Ed.
Couvreur, P.Paris: Bouillon, 1901, Repr. 1971.P. 98, line 27

–  Ὠιδὰςδὲ λέγει τὰ τῶν λυρικῶν συγγράμματα· τὴνδὲ ἄλλην ποίησιν


ἐποποιίαν καὶ ἰαμβοποιίαν καὶ τἄλλα εἴδη τῆς ποιήσεως, ᾗ καὶ [ὡς]
Ἀριστοτέλης διαιρεῖ ἐν τῷ Περὶ ποιητικῆς.
 εʹ Μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμοῦσα 245a
 Ἡ μὲν ἔνδον ἐν τῇ ψυχῇ ἐνέργεια τῆς ποιητικῆς μανίας ἐπιβάλλουσα
τοῖς ὑπερτέροις καὶ νοητοῖς μεταδίδωσι τοῖς καταδεεστέροις ἁρμονίας
καὶ
τάξεως· ἡ δὲ ἔξω ἔνθους ποιητικὴ τάτε τῶν παλαιῶν ἔργα ὑμνεῖ τούς
τε ἐφ' ἑαυτῆς καὶ μεταγενεστέρους παιδεύει, πανταχῇ ἑαυτῆς ἐκτείνουσα
τὰς ἐνεργείας. Καὶ ταῦτα μὲν οἱ ἔνθοι ποιηταί· ὃς δ' ἂν ἄνευ, φησὶν,
ἐνθέου μανίαςτῶν Μουσῶνἐκ τέχνης ἐλπίσῃ γενέσθαι ἔνθους ποιη-
τὴς, ἀτελὴς αὐτός τεἔσται τοῦτο οἰόμενος καὶ ἡ ποίησιςαὐτοῦ
κατακρατεῖται καὶ καλύπτεται ὑπὸ τῆς τῶν μαινομένωνποιήσεως. Τί
γὰρ ὅμοιον ἡ Χοιρίλου καὶ Καλλιμάχου ποίησις πρὸς τὴν Ὁμήρου ἢ
Πινδάρου;  – ΠΙΝΔΑΡΟΣ. 13.1. Ο κορυφαίος των λυρικών. Ο Πίνδαρος γεννήθηκε στη
Θήβα το 522 (κατ' άλλους το 518) και πέθανε το 438 π.Χ. -Καλῶς δὲ εἶπεν ἐπὶ
ποιητικὰς θύραςκαὶ οὐχὶ Μουσῶν θύρας ἀφικνεῖσθαι τὸν ἐκ τῆς τέχνης
ἀνθρωπίνης ποιητήν· τὴν ἀρχὴν γὰρ   οὐδὲ πελάζουσι ταῖς τῶν Μουσῶν
θύραις· οἱ μέντοι ἔνθοι ποιηταὶ μονονουχὶ τὰς θύρας τῶν Μουσῶν
ἀράττουσι καὶ οὕτως ἐκεῖθεν πληροῦνται,   ἕσπετε νῦν μοι Μοῦσαι
βοῶντες, καὶ   μῆνιν ἄειδε θεὰ καὶ

Phoebammon Soph., De figuris (fort. auctore Phoebammone alio) Ch. 2,


sec. 3, line 5

ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΘΕΣΕΩΣ.

 Κατὰ μετάθεσιν πάλιν ἕξ ἐστι τὰ τῆς διανοίας


σχήματα, ἐν οἷς μεθίστησιν ἀφ' ἑαυτοῦ ὃ βούλεται
ποιεῖν ἐφ' ἕτερον πρόσωπον· καὶ ἔστι ταῦτα προ-
σωποποιΐα, ἠθοποιΐα, μικτόν, ἐρώτησις, πεῦσις, ἀπο-
ποίησις· τούτων δὲ ἕκαστον, τυχὸν προσωποποιΐα καὶ
ἠθοποιΐα καὶ μικτὸν εἰσὶ λόγων, οὓς θέλοντες εἰπεῖν
δι' ἑαυτῶν ὀκνοῦμεν καὶ μετατίθεμεν ἐπ' ἄλλο πρόσω-
πον ἢ ὑφεστηκὸς ἢ μὴ ὑφεστηκὸς ἢ γεγονὸς μέν,
386

οὐκέτι δὲ ὄν· καὶ εἰ μὲν μὴ ὑφεστηκός, προσωποποιΐα


ἐστίν, ὡς ἐπὶ τούτου ἵνα ἐγκαλῶν τινι μοιχείαν τυχὸν
εἴπω· αὐτὸς ὁ καιρός, καθ' ὃν εὑρέθης ἐν τῷ τόπῳ,
μαρτυρεῖ κατά σου. [προσωποποιήσας γὰρ τὸν και-
ρὸν τούτῳ τοὺς λόγους περιτίθημι οὓς ἤθελον εἰπεῖν
κατ' ἐκείνου.] ἡνίκα δὲ ὑφεστηκὸς ὑποτίθεται

Προκόπιος. Declamationes (2598: 008)“Procopii Gazaei epistolae et


declamationes”, Ed. Garzya, A., Loenertz, R.–J.Ettal: Buch–Kunstverlag,
1963; Studia patristica et Byzantina 9.Declamation 3, line 1

VENUS

 Γραφὴ καὶ ποίησις ἡ μὲν τοῖς χρώμασιν ἡ δὲ τοῖς λόγοις – λόγοι


γὰρ τῇ ποιήσει τὰ χρώματα – μιμοῦνται δ' οὖν ἄμφω θεῶν τε καὶ
ἀνθρώπων σχήματα, πάθη καὶ ἔρωτας. καὶ ἡ μὲν ἐξ Οὐρανοῦ στα-
γόνας δίδωσι τῇ θαλάσσῃ καὶ Ἀφροδίτην δημιουργεῖ ἀφρογενῆ τε
καλεῖ, εἰ μὴ τοῦ ἔπους εἰς λήθην ἀφῖγμαι, ὅτι φησὶ γέντο “πολυ-
κλύστῳ ἐνὶ πόντῳ”· ἡ δὲ τὸν ἐκείνης λόγον ὑποφαίνει τῇ θέᾳ. ποιεῖ
γὰρ σχήματα θαλάσσης, καὶ εἴποις ἂν τῇ γραφῇ κινεῖσθαι καὶ τὰ
κύματα. ἐκ μέσου δὲ ταύτης ἀνάγει τὴν Ἀφροδίτην ἀμήχανόν τε
κάλλος καὶ οἷον ἔπρεπεν Ἀφροδίτῃ κεκτῆσθαι. ἄγεται δὲ Τριτώνων
ὀχήματι. ἄνθρωποι δὲ οὗτοι ἄνωθεν εἰς λαγόνας, ἰχθύων φύσιν τὸ ἐν-
τεῦθεν πληρούμενοι. Νηρεΐδων τε περὶ ταύτην χορός· τοὺς δὲ

Προκόπιος. Descriptio imaginis (2598: 009)


“Spätantiker Gemäldezyklus in Gaza”, Ed. Friedländer, P.
Vatican City: Biblioteca Apostolica Vaticana, 1939; Studi e Testi 89.
Sec. 9, line 2

πολλῇ κομῶντα τῇ πτερώσει ἀπεστράφθαι πρὸς ταύτην ἡδόμενον καί


τι παρημελημένον διορθοῦσθαι τῷ στόματι· τάχα δέ τι καὶ δάκνον
ἀμύνεται τῇ δέρρει πρὸς αὐτὸ διικνούμενος. τῷ δὲ ταῲ τὰ πτερὰ
πολλὰ καὶ πυκνὰ καὶ ἄλλα ἐπ' ἄλλοις, καὶ κύκλοι τινὲς ἐν τούτοις
διαφόρῳ φωτὶ καταστράπτουσι χρωμάτων. ταῦτα γὰρ δίδωσιν αὐτοῖς
πρὸς
εὐμορφίαν ἡ φύσις, αὐτομάτῳ κάλλει τὸν ταὼνστεφανώσασα.
ὅθεν ἔσθ' ὅτε τῇ πτερώσει γαννύμενος. ἀνορθοῖ ταῦτα μετέωρα καὶ
387

πρὸς βαθύν τινα κόλπον κοιλαίνει τὸ μέσον καὶ παστάδα μιμεῖται τῷ


σχήματι.
 Πρὸς Διός, ὦ φιλότης, μηδὲ τὰς πρὸς θάτερον ἄκρον παραδρά-
μωμεν ὄρνιθας, ἃς πελειάδας μὲν εἶπεν ἡ ποίησις, Ἀφροδίτης δὲ τὸ
χρῆμα κατὰ δυάδα νεμόμενον. θῆλυ γὰρ ταῦτα καὶ ἄρρεν ἐπ' ἀλλή-
λοις ἡδόμενα ἔρωτι. τούτων ἡ μέν τι περισκοπεῖ καὶ πρὸς αὐτὸ τῇ
κεφαλῇ μεταφέρεται· τὸ δὲ πρὸς ταύτην ἀφορᾷ πλείονι φίλτρῳ κρα-
τούμενον, ὡς ἔοικε.
 Τοιαῦτα μὲν ὁ ζωγράφος φιλοτιμεῖται τοῖς βασιλείοις ἐκ τῆς
τέχνης τὰ θαύματα. μέσος δὲ ἐν μέσοις Θησεύς, οὐ Μινωταύρῳ
μαχόμενος, οὐ Κερκυόνα βαλών, οὐ Σίνιν παύων τῆς ὕβρεως. ἀλλὰ
ταῦτα μὲν ἂν ἴδοις ἐν ἑτέρᾳ γραφῇ· τὸ δὲ παρὸν πρὸς τὸ τῆς ἡμέρας
μῆκος ἀποκαμὼν ἐπὶ κλίνην ἐτράπη καὶ διαναπαύει τὸ σῶμα,  
τῆς μεσημβρίας τὸ πνῖγος ἀποπεμπόμενος ὕπνῳ. καὶ τῇ παρούσῃ

Προκόπιος. Descriptio imaginis Sec. 38, line 5

καὶ θυμῷ σφριγῶντος αὐτοῖς τοῦ στρατεύματος, καὶ κατ' ἀλλήλων ἐπει-
γομένων, τῆς κοινῆς μάχης ἐδόκει πέρας ἔσεσθαι τὴν περὶ τῆς Ἑλένης
κρίσιν εἰς δύο που περιστήσαντας, εἰς τε Πάριν εἴς τε δὴ καὶ Μενέ-
λαον, τὸν μὲν ἣν εἶχε δικαίως ζητοῦντα, τὸν δὲ ἣν ἔλαβεν ἀδίκως
οὐ μεθιέναι βουλόμενον. ἀλλὰ κρινέσθων οὗτοι τοῖς ὅπλοις, δικαζού-
σης, φημί, ἀνδρείας τῷ νικῶντι τὸ γύναιον.
 Ἔδει σπονδὰς ἐπὶ τούτοις γενέσθαι καὶ γίγνονται. καὶ πάρε-
στιν ἐπὶ συνθήκαις ὁ Πρίαμος, μᾶλλον τῶν παίδων ἐκ τῆς πολιᾶς
πιστευό-
μενος. ὅρα τὸ ζεῦγος, ὅσον ἐπείγεται δρόμῳ ὑφ' ἡνιόχου γέρον-
τος ἰθυνόμενον. κοινωνὸς δὲ τῆς πορείας αὐτῷ καὶ τοῦ ἅρματος,
Ἀντήνορα τοῦτον ἡ μὲν ποίησις εἶπεν, ὁ δὲ γραφεὺς οὐκ ἠγνόη-
σεν. τὸ δ' οὖν φορτίον τῷ ζεύγει γέροντε δύο συμφοραῖς καὶ γήρᾳ
καμπτόμενοι· ὁ μὲν τὴν πρόσθεν ἔχει χώραν καὶ τῶν ἡνίων ἀντέχεται·
ὁ δὲ Ἀντήνωρ ἐπανέβη τοῦ προλαβόντος ἐχόμενος. παρεστᾶσι δὴ καὶ
πρόδρομοί τινες ὁπλῖται τὸν βασιλέα δορυφορήσοντες.  
 Συναποβῶμεν τῷ Πριάμῳ τοῦ ζεύγους καὶ σὺν Ἀντήνορι τῆς
δεξιᾶς ἑλόντες προσάγωμεν Ἀγαμέμνονι κεκυφότα τῷ γήρᾳ καὶ
βακτηρίας ἐχόμενον. ὁ δὲ πρᾷος Ἀγαμένων καὶ χεῖρα προτείνει
καὶ δεξιὰν πολέμιον ὑποδέχεται, κἀν Ὀδυσσεὺς [...] ο̣ὐ̣ περαιτέ-
ρω βαίνειν ἀγορεύει Πριάμῳ. καὶ στῆναι τῇ χειρὶ τῷ γέροντι διατείνεται
ἀξιῶν [...] ἱκανὸν πόρρωθεν ἑστῶτα λέγειν τι καὶ ἀκούειν
388

Μουσαίος. Fragmenta (2691: 002)“Die Fragmente der Vorsokratiker,


vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin: Weidmann, 1951, Repr.
1966.Fragment 11, line 1

capellae corio usum esse pro scuto Iovem contra Titanas dimicantem M.
auctor est, unde a poetis αἰγίοχος nominatur.
 HARPOCR. Μελίτη δῆμός ἐστι τῆς Κεκροπίδος. κεκλῆσθαι
δέ φησι τὸν δῆμον Φιλόχορος ἐν γ[fr. 74 FHG I 396] ἀπὸ Μελίτης
θυγατρὸςκατὰ μὲν Ἡσίοδον [fr. 106 Rz.2] Μύρμηκος, κατὰ δὲ Μου-
σαῖον Δίου τοῦ Ἀπόλλωνος.
 PAUS. I 14, 3 ἔπηδὲ ἄιδεται Μουσαίου μέν, εἰ δὴ Μου-
σαίου καὶ ταῦτα, Τριπτόλεμονπαῖδα Ὠκεανοῦ καὶ Γῆςεἶναι.
Vgl. Pherekydes b. Apoll. bibl. I 32 FGrHist. 3 F 53 I 76.
  – X 5, 6 ἔστι δὲ ἐν Ἕλλησι ποίησις, ὄνομα μὲν τοῖς
ἔπεσίν ἐστιν Εὐμολπία, Μουσαίωι δὲ τῶι Ἀντιοφήμου προσποιοῦσι
τὰ ἔπη. πεποιημένον οὖν ἐστιν ἐν τούτοις Ποσειδῶνος ἐν κοινῶι καὶ
Γῆς εἶναι τὸ μαντεῖον [Delphi] καὶ τὴν μὲν χρᾶν αὐτήν, Ποσει-
δῶνι δὲ ὑπηρέτην ἐς τὰ μαντεύματα εἶναι Πύρκωνα. καὶ οὕτως
ἔχει τὰ ἔπη·
 αὐτίκα δὲ Χθονίης φωνὴ πινυτὸν φάτο μῦθον·
 σὺν δέ τε Πύρκων ἀμφίπολος κλυτοῦ Ἐννοσιγαίου.
 PHILOD. de piet, 1 p. 31 G. ἀλλ' ὁ Ζεύς, ὥς φασιν,
τὴν κεφαλὴν ὑπὸ Ἡφαίστου διαιρεῖται, κατὰ δὲ τὸν Εὔμολπον ἢ τὸν
συνθέντα ταῦτα ποιητὴν ὑπὸ Παλαμάονος. SCHOL. PIND.

Μιχαήλ Ψελλός. Oratoria minora (2702: 009)“Michaelis Pselli


oratoria minora”, Ed. Littlewood, A.R.Leipzig: Teubner, 1985.Oration
30, line 51

οὐδ' ἂν Παῦλος ὁ μέγας τὸν μαθητὴν τούτῳ χρῆσθαι προέτρεπε πονήρως


ἔχοντα τοῦ στομάχου καὶ ἀσθενοῦντα πυκνῶς· οἴκοθεν γὰρ ἐκεῖνος
ἐπιβουλευόμενος ἦν τῶν ἔνδον αὐτῷ στασιαζόντων τῷ μὴ παρεῖναι τὸν
ἁρμοστὴν καὶ τῆς ὑγείας ὑπασπιστὴν καὶ τῶν νόσων ἀντίπαλον.
 Ἐν εἰρήνῃ συντελεῖ, ἐν πολέμοις συμμαχεῖ· οὐδὲν γὰρ τούτου χωρίς, οὐ
γάμος οὐκ εἰλαπίνη οὐκ ἔρανος οὐχ ἑορτή τις οὐδὲ πανήγυρις· ὃ γὰρ οἱ
ἅλες ἐν βρώμασι τοῦτο οἶνος καὶ αὐτοῖς ἁλσὶ καὶ τοῖς ἄλλοις ἐδέσμασιν.
οὗτος εὐφραίνει καρδίαν, οὗτος διεγείρει πρὸς εὐχαριστίαν καὶ πρὸς
ὕμνους ἐρεθίζει καὶ κατάνυξιν ἐμποιεῖ καὶ δάκρυον ἐκκαλεῖται τὸ θεῖον
ἐξιλεούμενον, συμβάλλεται δὲ κἀν τοῖς πολέμοις τὰ καίρια. ὃς γὰρ ἀνὴρ
οἴνοιο κορεσσάμενος καὶ ἐδωδῆς, ἡ ποίησίς φησι, πανημέριος πολεμίζει,
389

καταγωνίζεται δηλαδὴ τοὺς ἐχθροὺς καὶ τρόπαιον ἵστησι. τοῦ γὰρ


Ἕκτορος καταγελαστέον παραιτουμένου τὸν ἀπαραίτητον καὶ μητρικὴν
συμβουλὴν ἀθετοῦντος καὶ ἀγνοοῦντος τὴν ἐμπειρίαν ἔχουσαν ὄντως
εἰπεῖν τι τῶν νέων σοφώτερον. διὸ καὶ τῆς ἀπειθείας παρὰ πόδας
ἐδρέψατο
τὸν καρπὸν καὶ τῆς ἀκαίρου ἐγκρατείας ἀπώνατο· μονομαχίας γὰρ  
κηρυχθείσης Αἴας μὲν ἐπῄει βλοσυροῖσι προσώποισι μειδιῶν, αὐτῷ δὲ
θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι πάτασσε, καὶ συμβολῆς γενομένης ἡ μὲν ἀσπὶς κατ-
άγνυται, ὁ αὐχὴν δὲ τιτρώσκεται καὶ τὰ γόνατα τελευταῖον βληθεὶς ὕπτιος

ἐκτανύεται, ὅπερ οὐκ ἂν καὶ μεθύων ἕτερος ἴσως ἔπαθεν. ἄλλο


σαφέστερον
δεῖγμα τῆς τοῦ ἀνδρὸς ἀβουλίας· διωκόμενος ὑπ' Ἀχιλλέως παρὰ τὸ
τεῖχος

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia (2702:


010)“Michaelis Pselli philosophica minora”, Ed. Duffy, J.M.Leipzig:
Teubner, 1992.Opusculum 12, line 34

ροῦντι καὶ κατασκευάζοντι· ἅμα γὰρ ἑνὶ καὶ πᾶσιν ὑπάρχει ἢ οὐχ  
ὑπάρχει· οἷον εἰ ἡ δικαιοσύνη ἐπιστήμη τις, καὶ τὸ δικαίως
ἐπιστημόνως καὶ ὁ δίκαιος ἐπιστήμων· ἐὰν δὲ τούτων τι μὴ ᾖ, οὐδὲ
τῶν λοιπῶν οὐδέν. ὡσαύτως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν γενέσεων καὶ φθορῶν·
οἷον εἰ τὸ οἰκοδομεῖν ἐνεργεῖν, καὶ τὸ ᾠκοδομηκέναι ἐνηργηκέναι· καὶ
εἰ τὸ μανθάνειν ἀναμιμνήσκεσθαι, καὶ τὸ μεμαθηκέναι ἀναμεμνῆσθαι·
καὶ εἰ τὸ διαλύεσθαι φθείρεσθαι, καὶ τὸ διαλελύσθαι ἐφθάρθαι καὶ ἡ
διάλυσις φθορά τις. καὶ ἐπὶ τῶν γεννητικῶν δὲ καὶ φθαρτικῶν
ὡσαύτως, καὶ ἐπὶ τῶν δυνάμεων καὶ χρήσεων· εἰ γὰρ τὸ φθαρτικὸν
διαλυτικόν, καὶ τὸ φθείρεσθαι διαλύεσθαι· καὶ εἰ τὸ γεννητικὸν ποιη-
τικόν, καὶ τὸ γίνεσθαι ποιεῖσθαι καὶ ἡ γένεσις ποίησις. ὁρᾶν δὲ καὶ εἰ
τοῦ ἀντικειμένου τὸ ἀντικείμενον γένος, οἷον εἰ τοῦ διπλασίου τὸ πολ-
λαπλάσιον καὶ τοῦ ἡμίσεως τὸ πολλοστημόριον· δεῖ γὰρ τὸ ἀντικείμε-
νον τοῦ ἀντικειμένου γένους εἶναι. εἰ οὖν τις θείη τὴν ἐπιστήμην ὅπερ
αἴσθησιν, δεήσει καὶ τὸ ἐπιστητὸν ὅπερ αἰσθητὸν εἶναι· οὐκ ἔστι δέ,
οὐ γὰρ πᾶν τὸ ἐπιστητὸν αἰσθητόν, καὶ γὰρ τῶν νοητῶν ἔνια
ἐπιστητά· ὥστε οὐ γένος τὸ αἰσθητὸν τοῦ ἐπιστητοῦ· εἰ δὲ τοῦτο,
οὐδὲ ἡ αἴσθησις τῆς ἐπιστήμης. πάλιν εἰ τὴν ἕξιν εἰς τὴν ἐνέργειαν
ἔθηκεν ἢ τὴν ἐνέργειαν εἰς τὴν ἕξιν, οἷον τὴν αἴσθησιν κίνησιν διὰ
σώματος· ἡ μὲν γὰρ αἴσθησις ἕξις, ἡ δὲ κίνησις ἐνέργεια.

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula psychologica, theologica, daemonologica


(2702: 011)“Michaelis Pselli philosophica minora, vol. 2”, Ed. O'Meara,
390

D.J.Leipzig: Teubner, 1989.P. 21, line 16

ἐλλάμπουσι ψυχήν, οἱ δὲ τὴν ἐγκόσμιον. καὶ ὁ μὲν πρῶτος ἑαυτὸν μόνον


νοεῖ, ἕκαστος δὲ τῶν ἐφεξῆς ἑαυτὸν ἅμα καὶ τὰ πρὸ αὐτοῦ. κατ' ἐνέργειαν

δὲ ὡς νοῦς ἑαυτὸν νοεῖ οὐκ ἄλλον ὄντα παρὰ τὰ νοούμενα. καὶ ὁ μὲν
ἀμέθεκτος ἁπλῶς πάντα νοεῖ, τῶν δὲ μετ' ἐκεῖνον ἕκαστος καθ' ἓν πάντα.
καὶ πᾶς νοῦς ἐν αἰῶνι τὴν οὐσίαν ἔχει καὶ τὴν δύναμιν καὶ τὴν ἐνέργειαν.
καὶ ἀμέριστός ἐστιν οὐσία καὶ ἀμεγέθης καὶ ἀσώματος καὶ ἀκίνητος. καὶ
τὰ μέν ἐστι κατ' αἰτίαν, ὅσα μετ' αὐτόν, τὰ δὲ κατὰ μέθεξιν, ὅσα πρὸ
αὐτοῦ, νοερὰν δὲ ἔλαχεν οὐσίαν κατὰ τὴν ἑαυτοῦ ὕπαρξιν. καὶ ἀφορίζει
πάντα καὶ ἃ κατ' αἰτίαν ἐστὶ καὶ ἃ κατὰ μέθεξιν. ἀιδίων τέ ἐστι προσεχῶς
καὶ ἀμεταβλήτων ὑποστάτης. καὶ τῷ νοεῖν ὑφίστησι τὰ μετ' αὐτόν, καὶ
ἡ ποίησις ἐν τῷ νοεῖν καὶ ἡ νόησις ἐν τῷ ποιεῖν. καὶ ὑπὸ τῶν κατ' οὐσίαν
ἅμα καὶ ἐνέργειαν νοερῶν μετέχεται πρώτως. καὶ πάντα τὰ νοερὰ εἴδη
καὶ ἐν ἀλλήλοις εἰσὶ καὶ καθ' αὑτὸ ἕκαστον. καὶ πᾶς νοῦς πλήρωμα ὢν
εἰδῶν, ὁ μὲν ὁλικωτέρων, ὁ δὲ μερικωτέρων ἐστὶ περιεκτικός. καὶ πᾶν
νοερὸν εἶδος ἀιδίων ἐστὶν ὑποστατικόν. καὶ πᾶς νοῦς ὅλος ἐστὶν ὡς ἐκ
μερῶν ὑποστάς. καὶ πᾶς ὁ μετεχόμενος νοῦς ἢ θεῖός ἐστιν ὡς θεῶν ἐξ-
ημμένος ἢ νοερὸς μόνον. καὶ ὁ θεῖος νοῦς ὑπὸ ψυχῶν μετέχεται θείων.
καὶ ὁ μετεχόμενος νοῦς μετέχεται ὑπὸ ψυχῶν οὔτε θείων οὔτε νοῦ καὶ
ἀνοίας ἐν μεταβολῇ γινομένων, ἀλλ' ὑπὸ τῶν κατ' οὐσίαν ἀεὶ καὶ
κατ' ἐνέργειαν νοερῶν. καὶ πᾶς ὁ νοερὸς ἀριθμὸς πεπέρασται. καὶ πᾶς
νοῦς ὅλος ἐστὶν ὡς ἐκ μερῶν ὑποστάς·

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula psychologica, theologica, daemonologica


P. 63, line 24

ἡ δὲ σχέσις τοῦ κατ' ἐνέργειαν αἰσθητοῦ ψόφησις. ἐπὶ τῆς ὁράσεως ἡ


ἐπὶ τῇ ἐνεργείᾳ σχέσις ὅρασις λέγεται, ἡ δὲ τοῦ ὁρατοῦ ὤφειλε λέγεσθαι
χρῶσις καὶ οὐ λέγεται, ὥστε αἱ δύο σχέσεις τοῦ τε αἰσθητηρίου καὶ
αἰσθητοῦ μόνον τῇ ἀκοῇ φαίνεται. ἡ ἐνεργείᾳ αἴσθησις ἡ αὐτὴ τῷ ἐνερ-
γείᾳ αἰσθητῷ, ἡ δὲ δυνάμει οὐκέτι τῷ δυνάμει αἰσθητῷ.
 Αἱ ἀκρότητες τῶν αἰσθητῶν φθείρουσι τὴν κατ' ἐνέργειαν αἴσθησιν,
ἀλλ' ἡ μὲν ὑπερβολὴ ἀθρόως φθείρει (ἅμα γὰρ ἀντιλάβοιτο, πάσχει ἢ
συγκρινομένη ἢ διακρινομένη καὶ φθείρεται), ἡ δὲ ἔνδεια χρόνῳ βλάπτει·

οἱ γὰρ ἐν σπηλαίῳ ὄντες ἂν μὴ ἐπὶ πολὺν χρόνον ἴδωσιν τυφλοῦνται, ὡς


καὶ οἱ μὴ ἀκούοντες ὁμοίως.
 Ὅπου κίνησις, καὶ ποίησις, οὐ μὴν καὶ ἀνάπαλιν· ὁ γὰρ θεὸς ποιεῖ
ἀκίνητος ὤν. ἡ αὐτὴ κίνησις πρὸς τὸ ποιοῦν ποίησις, πρὸς δὲ τὸ πάσχον
391

πάθησις.
 Ἀκοή ἐστιν ἡ ἐνέργεια, ἄκουσις ἡ ἀντίληψις, καὶ ψόφος αὐτὸς ὁ κτύπος,
τὸ δὲ ἐκ τούτου πάθος ψόφησις. ὡς λέγομεν ψόφησιν, πῶς οὐχὶ καὶ χρῶ-
σιν; διότι ἡ χρῶσις οὐδὲν ἄλλο δηλοῖ εἰ μὴ τὸ χρωσθὲν σῶμα ἐκ τοῦ
ἔχοντος ἄλλο χρῶμα, ὥστε οὐκ ἐξ αὐτοῦ τοῦ ὑποκειμένου ἐστίν· ἡ δὲ
ψόφησις ἐξ αὐτοῦ. πῶς οὐ λέγομεν χύμωσιν ἐκ τοῦ ὑποκειμένου τῇ
γεύσει,
ὡς λέγομεν γεῦσιν; ἡ χύμωσις μαγειρικόν ἐστιν, διὸ ἐπὶ φυσικῶν οὐκ
εἴρηται.  
 Ἐπεὶ αἱ ὑπερβολαὶ φθείρουσι τὰς αἰσθήσεις, ἥλιος, βροντή,

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula psychologica, theologica, daemonologica


P. 63, line 25

ἐπὶ τῇ ἐνεργείᾳ σχέσις ὅρασις λέγεται, ἡ δὲ τοῦ ὁρατοῦ ὤφειλε λέγεσθαι


χρῶσις καὶ οὐ λέγεται, ὥστε αἱ δύο σχέσεις τοῦ τε αἰσθητηρίου καὶ
αἰσθητοῦ μόνον τῇ ἀκοῇ φαίνεται. ἡ ἐνεργείᾳ αἴσθησις ἡ αὐτὴ τῷ ἐνερ-
γείᾳ αἰσθητῷ, ἡ δὲ δυνάμει οὐκέτι τῷ δυνάμει αἰσθητῷ.
 Αἱ ἀκρότητες τῶν αἰσθητῶν φθείρουσι τὴν κατ' ἐνέργειαν αἴσθησιν,
ἀλλ' ἡ μὲν ὑπερβολὴ ἀθρόως φθείρει (ἅμα γὰρ ἀντιλάβοιτο, πάσχει ἢ
συγκρινομένη ἢ διακρινομένη καὶ φθείρεται), ἡ δὲ ἔνδεια χρόνῳ βλάπτει·

οἱ γὰρ ἐν σπηλαίῳ ὄντες ἂν μὴ ἐπὶ πολὺν χρόνον ἴδωσιν τυφλοῦνται, ὡς


καὶ οἱ μὴ ἀκούοντες ὁμοίως.
 Ὅπου κίνησις, καὶ ποίησις, οὐ μὴν καὶ ἀνάπαλιν· ὁ γὰρ θεὸς ποιεῖ
ἀκίνητος ὤν. ἡ αὐτὴ κίνησις πρὸς τὸ ποιοῦν ποίησις, πρὸς δὲ τὸ πάσχον
πάθησις.
 Ἀκοή ἐστιν ἡ ἐνέργεια, ἄκουσις ἡ ἀντίληψις, καὶ ψόφος αὐτὸς ὁ κτύπος,
τὸ δὲ ἐκ τούτου πάθος ψόφησις. ὡς λέγομεν ψόφησιν, πῶς οὐχὶ καὶ χρῶ-
σιν; διότι ἡ χρῶσις οὐδὲν ἄλλο δηλοῖ εἰ μὴ τὸ χρωσθὲν σῶμα ἐκ τοῦ
ἔχοντος ἄλλο χρῶμα, ὥστε οὐκ ἐξ αὐτοῦ τοῦ ὑποκειμένου ἐστίν· ἡ δὲ
ψόφησις ἐξ αὐτοῦ. πῶς οὐ λέγομεν χύμωσιν ἐκ τοῦ ὑποκειμένου τῇ
γεύσει,
ὡς λέγομεν γεῦσιν; ἡ χύμωσις μαγειρικόν ἐστιν, διὸ ἐπὶ φυσικῶν οὐκ
εἴρηται.  

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula psychologica, theologica, daemonologica


P. 65, line 24

 Ὁ ἐνεργείᾳ νοῦς ἀεὶ ἀληθεύει, ὁ δὲ δυνάμει νοῦς, ἤγουν ἡ φαντασία,


392

ποτὲ μέν, ποτὲ δ' οὔ. ἡ αἴσθησις ὡς ἐπίπαν ἀληθεύει τῶν αὐτῆς σῳζομέ-
νων διορισμῶν. οὐ κρεῖττον αἴσθησις διανοίας, ὅτι ἡ διάνοια διὰ τὰς
αἰσθήσεις ψεύδεται.
 Εἰ ταὐτὸν ἡ φαντασία ἦν καὶ ἡ αἴσθησις, ὅταν ὀνειρώττωμεν, τότ' ἂν
αἰσθανοίμεθα. τὰ παιδία κατ' αἴσθησιν καὶ οὐ φαντασίαν ἐνεργοῦσιν.
οἱ σκώληκες καὶ μύρμηκες αἴσθησιν ἔχουσιν, ἀλλ' οὐ φαντασίαν, ἢ ἀμυ-
δράν. ἡ φαντασία διττή· ἡ μὲν ἀναμνηστική, ἡ δὲ διδακτή. τὰ τοιαῦτα
γοῦν
ζῷα τὴν διδακτὴν ἔχουσι. ἔτι ἡ αἴσθησις περὶ τὰ ὄντα, ἡ φαντασία περὶ
τὰ μὴ ὄντα.
 Τὰ ἄλογα οὐκ ἔχει πίστιν καὶ οὐδὲ δόξαν. τῆς δὲ πίστεως ποίησις ἡ
πειθώ. ὄφις πείθεται ἀνάγκαις μαγικαῖς, λέων ἔθει. ἡ δὲ πειθὼ γνώσει
γίνεται, τὸ δὲ ἔθος καὶ τοῖς ἀλόγοις.
 Ἔνθα αἴσθησις ἐνεργεῖ, ἐκεῖ καὶ ὁ νοῦς κρειττόνως· οὐ μὴν καὶ ἀνάπα-
λιν. ὁ νοῦς οἶδε καὶ τὴν οἰκείαν ἐνέργειαν καὶ τὴν τῶν ἄλλων, οὐ μὴν δὲ
καὶ αἴσθησις. ὁ νοῦς τῶν καθόλου, ἡ αἴσθησις τῶν μερικῶν.
 Τῆς φαντασίας ἡ δόξα ποιητικὸν αἴτιον, ἡ δὲ αἴσθησις ὀργανικόν.
Ἀριστοτέλης· ἡ αἴσθησις μάχεται τῇ δόξῃ· τὴν γὰρ κώπην κεκλασμένην
βλέπει αἴσθησις ἐν ὕδατι, ἡ δὲ δόξα ὀρθήν. πῶς οὖν ἐκ δύο μαχομένων  
ἓν ἡ φαντασία; εἰ ἡ φαντασία ἐκ δόξης καὶ αἰσθήσεως, ἆρα καὶ τὰ ἄλογα
ἔχουσι δόξαν; ἔτι δόξα καὶ αἴσθησις ἀληθεύουσι, φαντασία ψεύδεται.

Μιχαήλ Ψελλός. Poemata Poem 6, line 287

 ἁλίζειν τὸ ἀλείφεσθαι. ἢ ἅλας ἐπιπάσσειν.


 ἡ λαμπηδὼν δ' ἀμάρυγμα, ἄμβη ὀφρῦς τῆς πέτρας.
 ἄμοτόν τε τὸ ἄπληστον. ἀμόργη ἡ τρυγία.
 ἀμφιρεφὲς ὃ πέφυκεν ἐγκατεστεγασμένον.
 ἀνασοβεῖ ἀνακινεῖ. ἀνασειράζω ἄγχω.
 ἀναζυγὴ ἀνάλυσις τῶν στρατοπεδευμάτων.  
 ἀναρριχᾶσθαι δέ ἐστι τὸ τῆς σκαλοβασίας.
 ἄρσις ἐστὶ τὸ βάσταγμα. ἀπρὶξ ὅλῃ δυνάμει.
 αὐθέκαστος ὁ αὐστηρός. αἱ φάραγγες αὐλῶνες.
 αὐτόπρεμνον αὐτόρριζον. αὐτόχθων ὁ πολίτης.
 ἡ δέ γε ἀφοσίωσις ποίησις τῆς ὁσίας·
 ὁσίαν δ' ὀνομάζουσι, δέσποτα, τὴν κηδείαν.
 ἄορτο τὸ ἐκρέματο. καὶ ἄωτον τὸ ἄνθος.
 ἁλίπεδα τὰ νεύοντα πρὸς θάλασσαν πεδία.
 ἀνάγωγος ὁ ὑβριστής. ἀστεμφῶς ἀκινήτως.
 ἀποσκυθίσαι δέ ἐστι τὸ τεμεῖν δέρμα κάρας.
 ὁ δέ γε ἀνεψιαδὸς υἱὸς ὁ ἀνεψίου.
 ἄγγονες τὰ δοράτια. ἀκρήβης ὁ ἀκμάζων.
 ἀμαλλεῖον δεσμὸς μαλλῶν. αἰγίλωψ κόρης πάθος.
393

 ἀληθερὲς τὸ χλιαρόν. αἴητον τὸ πυρρῶδες.


 ἀναισιμῶσαι δέ ἐστιν, ἄναξ, τὸ ἀναλῶσαι.

Μιχαήλ Ψελλός. Poemata Poem 8, line 1012

 ἰουρισγέντιόν ἐστι κομβέντιον ἐν γένει.


 τῶν δὲ τοιούτων, δέσποτα, πάλιν κομβεντιόνων  
 αἱ μὲν γεννῶσιν ἀγωγήν, αἱ δὲ παραγραφήν πως·
 ἀλλ' ὅσαι μὲν ὁμώνυμον ἐναγωγὴν γεννῶσιν,
 φημὶ τοῖς συναλλάγμασιν ἀφ' ὧν ἀπογεννῶνται,
 εἰσὶ μὲν κομβεντίονες γενικῶς κεκλημέναι,
 εἰς ἰδικὴν δὲ πίπτουσι συναλλάγματος κλῆσιν,
 εἰς πρᾶσιν, εἰς τὴν μίσθωσιν, ἢ καὶ τὴν κοινωνίαν.
 εἰ δ' ἴσως ἀμετάπτωτος εἰς ἰδικόν τι μείνοι,
 καὶ μᾶλλον εἰ προβέβηκεν ἢ δόσις ἐπὶ δόσει
 ἢ ἐπὶ δόσει ποίησις ἢ ἐν ποιήσει δόσις
 ἢ δόσις διὰ ποίησιν (τετράτροπον γὰρ τοῦτο),
 τίκτεται πάλιν ἀγωγὴ ἡ πραεσκρίπτις βέρβις·
 μὴ γὰρ εὑροῦσα εὔλογον ἡ κομβεντίων αὕτη
 ἐναγωγὴν ὁμώνυμον τῷ συναλλάγματί πως,
 τῷ γενικῷ ὀνόματι συνάλλαγμα καλεῖται
 καὶ δίδωσιν ἐναγωγὴν τὴν πραεσκρίπτις βέρβις.
 ἡ ἐν δημοστρατίωνι τὸ πρᾶγμα διηγεῖται.
 ἡ δ' ἀπὸ ἰντετίωνος ἰνκέρτα καλουμένη
 εἰς τὴν κονδεμνατίονα τὸ τέλος καταλήγει.
 τῶν δέ γε πάκτων πέφυκε τὰ μὲν ἐξ ἰντερβάλλο,

Μιχαήλ Ψελλός. De Euripide et Georgio Piside judicium (2702: 021)


“Michael Psellus: The essays on Euripides and George of Pisidia and on
Heliodorus and Achilles Tatius”, Ed. Dyck, A.R.Vienna: Österreichische
Akademie der Wissenschaften, 1986; Byzantina Vindobonensia 16.Line
22

 Τοῦτο δὲ παντὸς ἕνεκα προκ[εί]σ̣θ̣ω τοῦ λόγου ὅ̣τι τὰ μέτρα καὶ οἱ


ῥυθμοὶ ἑτερότητας μυρίας παρὰ τοὺς χρόνους ἐδ̣έ[ξαν]το· [οὐ] γ̣[ὰρ] τὸ
ἡρωϊκὸν μέτρον τὴν ἀρχαίαν νῦν σῴζει μεγαλοπρέπειαν, ο̣ὔ̣τ̣ε̣ ἐν το̣ῖ̣σ̣
ἀ̣κ̣ριβεστάτοις μέτροις ἵσταται, ἀλλὰ τῷ δακτυλικῷ καὶ σπονδειακῷ καὶ
ἰθυφαλλικὰ μ[έτρα καὶ τ]ῶν [ἰάμβων] συζυγίαι ἀναμεμίχαται, οὔτε τὸ
ἰαμβικὸν μέτρον τὰς αὐτὰς ἀναπαύσεις καὶ τοὺς αὐτοὺς ῥυθμοὺς καὶ τὴν
394

αὐτὴν συνθήκην τοῖς προτέροις ἔχον προφαίνεται, ἀλλὰ θεατρ̣[ικ]ώ̣τερον


[ν]ῦ̣ν̣ ἐστι καὶ ὥσπερ ἐπὶ ὀρχήστρας ἀπηναισχύντηκε, καὶ πάσης μὲν
ὑπεράλλεται β̣[άσεως, π]αντὸς δὲ ῥυθμοῦ ὑπερίπταται, καὶ μόνον
νῦν ζηλωτὸν τὸ ἀ[ΐ]ττον τοῦ μ[έ]τ̣ρο̣υ̣ [καὶ ἰαμβόκροτον]. ἡ μέντοι
τραγικὴ ποίησις διαφόροις τε ῥυθμοῖς κοσμουμένη καὶ μέτρα ποικίλα
λ̣αμβάν̣ο̣υ̣σ̣α [οὐ διὰπαντὸς] ἐξορχεῖται τὰς ὑποθέσεις οὐδ' ὑπερ-
άλλεται, ἀλλ' ἔστι μὲν οὗ καὶ τοὺς εὐκρότους ἤχους ζηλοῖ κα̣ὶ̣ τὴν  
ποδικὴν εὐρυθμίαν προκρίνει καὶ τοῦ λόγου τὰς ἐμμέτρους συζυγίας
ἀσπάζεται, ὅπῃ δὲ δόξει τῷ ποιητῇ, μεταβάλλε̣τ̣α̣ι̣ τοῦ τόνου καὶ τὸν
ῥυθμὸν ἐξαλλάττει, καὶ ποτὲ ἔστιν οὗ̣ ἁρπάζε[τ]α̣ι ὁ ῥυθμός, ποτὲ δὲ
βαίνε̣ι̣ ἐ̣πὶ τρισυλλάβου ἢ τετρασυλλάβου τῆς βάσεως [τῆς] με[τρικῆς],
καὶ ὁ ῥητορικὸς λόγος ἐν μὲν [τ]ῷ κάλλει, φ̣η̣μὶ δὴ τῇ ἰδέᾳ, ῥυθ[μί]ζ̣ει
πως τὸν ...π... μουσικωτέρους ῥυθμούς, ἐν δέ γε ταῖς λοιπαῖς ἰδέ[αι]ς
μάλιστα ἐντραχ[ύν]ε̣ι̣, φ[ημὶ δὴ τραχέα] γε τὰ μ̣έτρα τίθησι̣, καὶ τραχύνει
τὴν ἀ̣κ̣ο̣ή̣ν̣.

Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (2703: 001)“Anna Comnène. Alexiade, 3 vols.”,


Ed. Leib, B.Paris: Les Belles Lettres, 1:1937; 2:1943; 3:1945, Repr. 1–
2:1967.ook 15, Ch. 6, sec. 8, line 4

ρον, ὅ φασι, πλοῦν καὶ καταφράκτους στρατιώτας ἱκανοὺς


Ῥωμαίων ἐξ ἡμῶν ἀναλαβέσθαι τοὺς ἀβλαβῆ σε διασώσον-
τας μέχρις αὐτοῦ Ἰκονίου». Ἀλλ' οὐδὲ πρὸς τοῦτο κατα-
πειθὴς ὁ βάρβαρος ἦν, ὁποῖα τὰ τῶν βαρβάρων ἤθη ἀγέ-
ρωχα, μονονοὺ καὶ αὐτῶν νεφῶν ὑπερβάλλεσθαι οἰομένων.
Συνταξάμενος τοίνυν τῷ αὐτοκράτορι καὶ χρήματα ἱκανὰ
λαβὼν τῆς πρὸς τὰ οἴκοι φερούσης εἴχετο.
         Ὄνειρος
δέ τις ἐφίσταται αὐτῷ νυκτὸς οὐκ ἀπατηλὸς οὔτε ἐκ Διὸς
πεμφθεὶς οὔτε μὴν ἐποτρύνων πρὸς μάχας τὸν βάρβαρον,
καθάπερ ἡ γλυκεῖά φησι ποίησις, Νηληΐῳ υἷι ἐοικώς, ἀλλὰ
τἀληθῆ τῷ βαρβάρῳ προμαντευόμενος. Ἐδόκει γὰρ τάχα
μύας ἐν τῷ ἀριστᾶν ὁμαδὸν περιχυθέντας αὐτῷ καὶ ὃν  
κατήσθιεν ἄρτον ἐκ τῶν χειρῶν ἀφαρπάσαι σπεύδοντας·
τοῦ δὲ καταφρονητικῶς διατιθεμένου καὶ ἀποδιοπομπεῖν
ἐπιχειροῦντος, αἴφνης εἰς λέοντας ἀλλαξαμένους τὴν
φύσιν καὶ ὑπερισχυκότας αὐτοῦ. Διυπνισθεὶς δὲ τῷ συνο-
δοιποροῦντι τούτῳ στρατιώτῃ τοῦ αὐτοκράτορος διηγεῖτο
τὸν ὄνειρον, πυνθανόμενος τί ἂν βούλοιτο. Τοῦ δὲ εἰς
ἐχθροὺς τοὺς μύας τε καὶ τοὺς λέοντας διαλύοντος τοῦ
ὀνείρου, αὐτὸς δὲ πιστεύειν οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ σπουδαίως
395

Maximus Confessor Theol., Quaestiones ad Thalassium (2892: 001)


“Maximi confessoris quaestiones ad Thalassium, 2 vols.”, Ed. Laga, C.,
Steel, C.Turnhout: Brepols, 1:1980; 2:1990; Corpus Christianorum.
Series Graeca 7 & 22.Sec. epist, line 213

χάριν καὶ δύναμιν. Πλὴν ὡς ἂν μὴ παντελῶς ἀπαραμύθητος


κατὰ τὴν παροῦσαν ὑπόθεσιν ὁ περὶ τούτων λόγος κατα-
λειφθῇ, μικρὰ περὶ τῆς γενέσεως τῶν παθῶν εἰπὼν καὶ
ὅσον παραδεῖξαι τοῖς καθ' ὑμᾶς γνωστικοῖς τὸ τέλος ἐκ
τῆς ἀρχῆς, τῶν ἐφεξῆς ἀκολούθως ποιοῦμαι κεφαλαίων τὴν
ἐξήγησιν.
 Τὸ κακὸν οὔτε ἦν οὔτε ἔστιν οὔτε ἔσται κατ' οἰκείαν
φύσιν ὑφεστώς – οὔτε γὰρ ἔχει καθοτιοῦν οὐσίαν ἢ φύσιν
ἢ ὑπόστασιν ἢ δύναμιν ἢ ἐνέργειαν ἐν τοῖς οὖσιν – , οὔτε
ποιότης ἐστὶν οὔτε ποσότης οὔτε σχέσις οὔτε τόπος οὔτε
χρόνος οὔτε θέσις οὔτε ποίησις οὔτε κίνησις οὔτε ἕξις οὔ-
τε πάθος, φυσικῶς τῶν ὄντων τινὶ ἐνθεωρούμενον – οὔτε
μὴν ἐν τούτοις πᾶσιν τὸ παράπαν κατ' οἰκείωσιν φυσικὴν
ὑφέστηκεν – , οὔτε ἀρχὴ οὔτε μεσότης οὔτε τέλος ἐστίν,
ἀλλ' ἵνα ὡς ἐν ὅρῳ περιλαβὼν εἴπω, τὸ κακὸν τῆς πρὸς
τὸ τέλος τῶν ἐγκειμένων τῇ φύσει δυνάμεων ἐνεργείας
ἐστὶν ἔλλειψις, καὶ ἄλλο καθάπαξ οὐδέν.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior) (2934: 002)“Die Schriften des Johannes von Damaskos, vol. 1”,
Ed. Kotter, B.Berlin: De Gruyter, 1969; Patristische Texte und Studien
7.Sec. 53, line 2

Περὶ τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν.

 Χρὴ γινώσκειν, ὅτι ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις ἤγουν ἡ ποιητικὴ δύναμις


καὶ ἡ παθητικὴ ὑπὸ τὴν ποιότητά εἰσι, τὸ δὲ ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν
οὐσία τίς ἐστι τοιῶσδε ἐνεργοῦσα ἢ πάσχουσα. Ποιεῖν οὖν ἐστι τὸ ἐν
ἑαυτῷ ἔχειν τὴν αἰτίαν τῆς ἐνεργείας, πάσχειν δὲ τὸ ἐν ἑαυτῷ καὶ ἐν
ἄλλῳ ἔχειν τὴν αἰτίαν τοῦ πάσχειν ὡς ὁ δημιουργὸς καὶ τὸ δημιουργού-
396

μενον· ὁ μὲν γὰρ δημιουργὸς ἐν ἑαυτῷ ἔχει τὴν αἰτίαν τῆς δημιουργίας,
τὸ δὲ δημιουργούμενον ἐν μὲν τῷ δημιουργῷ τὴν ἀρχὴν τῆς δημιουργίας,

ἐν ἑαυτῷ δὲ τὴν ἐπιτηδειότητα τῆς παθήσεως. Δημιουργὸν δὲ ἐνταῦθα


τὸν τεχνίτην λέγομεν οἷον τέκτονα, δημιουργούμενον δὲ τὴν ὕλην τὴν
ὑποκειμένην τῷ τεχνίτῃ οἷον τὴν ξυλήν· αὕτη γὰρ ὑπόκειται τῷ τέκτονι.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Fragmenta philosophica (e cod. Oxon. Bodl.


Auct. T.1.6) (2934: 003)
“Die Schriften des Johannes von Damaskos, vol. 1”, Ed. Kotter, B.
Berlin: De Gruyter, 1969; Patristische Texte und Studien 7.
Sec. 16, line 56

οὐσίαν ὡς δακτύλιος περὶ τὸν δάκτυλον καὶ ἱμάτιον περὶ τὸ σῶμα.  –  


Ποιεῖν ἐστι τὸ ἐν ἑαυτῷ ἔχειν τὴν αἰτίαν τῆς ἐνεργείας.  – Πάσχειν
ἐστὶ τὸ ἐν ἑαυτῷ καὶ ἑτέρῳ ἔχειν τὴν αἰτίαν τοῦ πάσχειν. Ποιεῖν λέγεται
ἐπὶ τῶν ποιητικῶν τεχνῶν, τεκτονικῆς φημι καὶ τῶν τοιούτων· πράτ-
τειν δέ, ἐφ' ὧν οὐ διαμένει τὸ τέλος ἤγουν τὸ ἀποτέλεσμα ὡς ἐπὶ τῆς
αὐλητικῆς καὶ ὀρχηστικῆς· θεωρεῖν δὲ ἐπὶ τοῦ ἀστρονομεῖν, γεω-
μετρεῖν, νοεῖν καὶ τῶν τοιούτων λέγεται. Ἀπαθές ἐστι τὸ πάσης ὕλης
χωρὶς καὶ ὑπὸ ταύτης οὐδαμῶς, ὅ ἐστι, νοηθῆναι δυνάμενον. Ἀπαθές
ἐστι τὸ πάθους χωρὶς καὶ πάσης ἁφῆς ἀνώτερον. Ἀπαθές ἐστι τὸ
ἑτέρου ἀνενδεὲς καὶ ἀεὶ ὡσαύτως ἐφ' ἑαυτοῦ μένον. Πάθος ἐστὶ μετα-
ποίησις τοῦδέ τινος, οὗ ἦν, εἴτ' ἐπ' ἀγαθῷ εἴτε καὶ ὡς ἄλλως. Παθητόν
ἐστι τὸ μεταποιηθῆναι δυνάμενον εἰς τοῦτο, ὃ οὐκ ἦν πρότερον.  

Περὶ προτέρου ἅμα τε καὶ κινήσεως

 Πρότερον ἕτερον ἑτέρου λέγεται πενταχῶς. Πρότερον κυρίως ἐστὶ


τὸ χρόνῳ πρότερον, ὡς λέγομεν παλαιότερον ἢ πρεσβύτερον. Πρότερον
φύσει ἐστίν, ὅπερ συναναιρεῖ καὶ οὐ συναναιρεῖται, καὶ συνεισφέρεται
μὲν οὐ συνεισφέρει δέ, δι' ὅπερ τὰ ἁπλᾶ προτεύουσι τῶν συνθέτων καὶ
τὰ καθόλου τῶν μερικῶν. Πρότερον δέ ἐστι καὶ τὸ κατὰ τάξιν. Πρότερόν
ἐστι καὶ τὸ κατὰ δύναμιν ἤτοι κατ' ἀξίαν. Πρότερον ὁμοίως ἐστὶ καὶ τὸ
αἴτιον καὶ τὸ αἰτιατόν· αἴτιον δὲ δεῖ νοεῖν τὸ ἀποτελοῦν, αἰτιατὸν δὲ
τὸ ἀποτελούμενον.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Expositio fidei (2934: 004)


“Die Schriften des Johannes von Damaskos, vol. 2”, Ed. Kotter, B.
Berlin: De Gruyter, 1973; Patristische Texte und Studien 12.
397

Sec. 8, line 60

ὅμοιον κατὰ φύσιν γεννᾶν.


 Ἐπὶ μὲν οὖν τῆς τοῦ υἱοῦ γεννήσεως ἀσεβὲς λέγειν χρόνον μεσιτεῦσαι
ἢ μετὰ τὸν πατέρα τὴν τοῦ υἱοῦ γενέσθαι ὕπαρξιν· ἐξ αὐτοῦ γὰρ ἤγουν
τῆς τοῦ πατρὸς φύσεώς φαμεν τὴν τοῦ υἱοῦ γέννησιν. Καὶ εἰ μὴ ἐξ ἀρχῆς
δῶμεν τὸν υἱὸν συνυπάρχειν τῷ πατρὶ ἐξ αὐτοῦ γεγεννημένον, τροπὴν
τῆς τοῦ πατρὸς ὑποστάσεως παρεισάγομεν, ὅτι μὴ ὢν πατὴρ ὕστερον
ἐγένετο πατήρ· ἡ γὰρ κτίσις, εἰ καὶ μετὰ ταῦτα γέγονεν, ἀλλ' οὐκ ἐκ τῆς
τοῦ θεοῦ οὐσίας, ἐκ δὲ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι βουλήσει καὶ δυνάμει  
αὐτοῦ παρήχθη, καὶ οὐχ ἅπτεται τροπὴ τῆς τοῦ θεοῦ φύσεως. Γέννησις
μὲν γάρ ἐστι τὸ ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ γεννῶντος προάγεσθαι τὸ γεννώμενον
ὅμοιον κατ' οὐσίαν, κτίσις δὲ καὶ ποίησις τὸ ἔξωθεν καὶ οὐκ ἐκ τῆς
οὐσίας
τοῦ κτίζοντος καὶ ποιοῦντος γίνεσθαι τὸ κτιζόμενον καὶ ποιούμενον
ἀνόμοιον παντελῶς.
 Ἐπὶ μὲν οὖν τοῦ μόνου ἀπαθοῦς καὶ ἀναλλοιώτου καὶ ἀτρέπτου καὶ
ἀεὶ ὡσαύτως ἔχοντος θεοῦ καὶ τὸ γεννᾶν καὶ τὸ κτίζειν ἀπαθές· φύσει γὰρ

ὢν ἀπαθὴς καὶ ἄρρευστος ὡς ἁπλοῦς καὶ ἀσύνθετος οὐ πέφυκεν


ὑπομένειν
πάθος ἢ ῥεῦσιν οὔτε ἐν τῷ γεννᾶν οὔτε ἐν τῷ κτίζειν οὐδέ τινος
συνεργίας
δεῖται, ἀλλ' ἡ μὲν γέννησις ἄναρχος καὶ ἀίδιος φύσεως ἔργον οὖσα καὶ ἐκ

τῆς οὐσίας αὐτοῦ προάγουσα, ἵνα τροπὴν ὁ γεννῶν μὴ ὑπομείνῃ καὶ ἵνα
μὴ θεὸς πρῶτος καὶ θεὸς ὕστερος εἴη καὶ προσθήκην δέξηται. Ἡ δὲ κτίσις

ἐπὶ θεοῦ θελήσεως ἔργον οὖσα οὐ συναΐδιός ἐστι τῷ θεῷ, ἐπειδὴ οὐ


πέφυκε

Ιωάννης Δαμασκηνός. Passio sancti Artemii [Dub.] (2934: 062); MPG


96.Vol. 96, p. 1293, line 38

μασιν ἀστροτύπως ῥωμαϊκοῖς διασημήνας αὐτοῦ τὴν


τοῦ πολέμου νίκην· ἡμεῖς τε γὰρ αὐτοὶ τὸ σημεῖον
ἐθεασάμεθα τῷ πολέμῳ παρόντες, καὶ τὰ γράμματα
ὑπανέγνωμεν· ἀλλὰ καὶ τὸ στρατόπεδον ἅπαν τεθέατο, καὶ πολλοὶ τούτου
μάρτυρες ἐν τῷ σῷ
στρατοπέδῳ τυγχάνουσιν, εἴ γε ἄρα ἐρωτῆσαι θελήσειας.
 μϛʹ. Καὶ τί δὴ ταῦτα λέγω; τὸν Χριστὸν ἄνωθεν οἱ
προφῆται προκατήγγειλαν, ὡς καὶ αὐτὸς κρεῖττον
398

ἐπίστασαι· καὶ πολλαὶ τῆς αὐτοῦ παρουσίας αἱ μαρ-


τυρίαι κἀκ τῶν παρ' ὑμῖν σεβομένων θεῶν, καὶ τῶν
χρησμῶν αἱ προαγορεύσεις· τά τε Σιβύλλεια γράμ-
ματα, καὶ ἡ τοῦ Βιργιλίου τοῦ Ῥωμαίου ποίησις, ἣν
ὑμεῖς Βουκολικὴν ὀνομάζετε, καὶ αὐτὸς ὁ παρ' ὑμῖν
θαυμαζόμενος Ἀπόλλων ὁ μαντικὸς τοιόνδε τινὰ περὶ
Χριστοῦ ἐξεφώνησε λόγον. Ἐρωτηθεὶς γὰρ παρὰ
τῶν ἑαυτοῦ προπόλων, ἀποκρίνεται ὧδε·
Μὴ ὄφελες πύματόν με καὶ ὕστατον ἐξερέεσθαι,
Δύσμορ' ἐμῶν προπόλων, περὶ θεσπεσίοιο θεοῖο,
Καὶ πνοιῆς τῆς πάντα πέριξ βοτρυηδὸν ἐχούσης,
Τείρεα, φῶς, ποταμοὺς καὶ Τάρταρον, ἠέρα καὶ πῦρ,
Ἥ με καὶ οὐκ ἐθέλοντα δόμων ἀπὸ τῶνδε διώκει·
Ἡ δὲ ἐμοὶ τριπόδων ἔτι λείπετο ἠριγένεια,

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


brevior) (2934: 067)“Die Schriften des Johannes von Damaskos, vol. 1”,
Ed. Kotter, B.Berlin: De Gruyter, 1969; Patristische Texte und Studien 7.
Sec. 36, line 2

της. Καὶ πάλιν οὐ πᾶν εἶδος καταφατικῶς ὀνομάζεται ἀλλὰ καὶ ἀπο-
φατικῶς, ὥσπερ ἡ ἀκολασία εἶδος οὖσα οὐ καταφατικῶς ἀλλ' ἀπο-
φατικῶς ὠνομάσθη· ἡ γὰρ κατάθεσις κατάφασις λέγεται οἷον ‘καλός
ἐστιν’, ἡ δὲ ἄρνησις ἀπόφασις οἷον ‘οὐκ ἔστι καλός’· ὅτε δὲ λέγομεν
’ἄνομος εἶ’, τὸ αἄρνησιν σημαίνει ὡς τὸ οὔ.
 Εἰ δὲ λέγεται τόδε τὸ λευκὸν ἴσον εἶναι τῷδε τῷ λευκῷ, οὐ καθὸ
ποιότης λέγεται ἴσον εἶναι ἀλλὰ καθὸ ποσότης καὶ τὸ εἶναι τὴν ἐπι-
φάνειαν ταύτην ἴσην ἐκείνῃ τῇ ἐπιφανείᾳ, ὡς καὶ ἐν τῷ ποσῷ τὸ ὅμοιον
καὶ ἀνόμοιον θεωρεῖται οὐ καθὸ ποσόν, ἀλλὰ καθὸ μετέχει ποιότητος.  

Περὶ τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν.

 Χρὴ γινώσκειν, ὅτι ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις ἤγουν ἡ ποιητικὴ δύναμις


καὶ ἡ παθητικὴ ὑπὸ τὴν ποιότητά εἰσι, τὸ δὲ ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν
οὐσία τίς ἐστι τοιῶσδε ἐνεργοῦσα ἢ πάσχουσα. Ποιεῖν οὖν ἐστι τὸ ἐν
ἑαυτῷ ἔχειν τὴν αἰτίαν τῆς ἐνεργείας, πάσχειν δὲ τὸ ἐν ἑαυτῷ καὶ ἐν
ἄλλῳ ἔχειν τὴν αἰτίαν τοῦ πάσχειν ὡς ὁ δημιουργὸς καὶ τὸ δημιουργού-
μενον· ὁ μὲν γὰρ δημιουργὸς ἐν ἑαυτῷ ἔχει τὴν αἰτίαν τῆς δημιουργίας,
τὸ δὲ δημιουργούμενον ἐν μὲν τῷ δημιουργῷ τὴν ἀρχὴν τῆς δημιουργίας,
399

ἐν ἑαυτῷ δὲ τὴν ἐπιτηδειότητα τῆς παθήσεως. Δημιουργὸν δὲ ἐνταῦθα


τὸν τεχνίτην λέγομεν οἷον τέκτονα, δημιουργούμενον δὲ τὴν ὕλην τὴν
ὑποκειμένην τῷ τεχνίτῃ οἷον τὴν ξυλήν· αὕτη γὰρ ὑπόκειται τῷ τέκτονι.

Sextus Julius Africanus Hist., Cesti (fragmenta) (2956: 002)


“Les “Cestes” de Julius Africanus”, Ed. Vieillefond, J.–R.
Florence: Sansoni, 1970.Book 8, Ch. 1, line t

κινναμώμου· τοὺς δὲ ἐγχωρίους οὐ δύνα⟦σθαι ἐ⟧πὶ τὰς ἄκρας ἀνελθεῖν·


θύ⟦σαντας δὲ⟧ μεγάλα ⟦βο⟧σκήματα καὶ διαμελίσαντας ἐὰν πιστεύωσι
τούσδ' ὄρνιθας εἶναι γαμψωνύχους ἐκ⟦λιπεῖν⟧ εἰς ὄψιν τοὺς παρ' ἡμῖν·
οὓς ἀναφέρειν τὰ ⟦κρέα⟧ ἐπὶ τὰς αὑτῶν καλιὰς καὶ πληροῦν ἔστ' ἂν
ὑ⟦πὸ⟧ τοῦ βάρους ⟦κα⟧τενεχθῶσιν· τοὺς δὲ ἀναιρουμένους τὸ κιννάμω-
μον ἀπεμπολᾶν· εἰδέναι τοῦτο ψεῦδος Ἡρόδοτος ὑψ⟦οῦτ⟧αι· ἐγὼ δὲ
πείρᾳ λέγω πόαν τὸ κιννάμωμον ὑπάρχειν θάμνῳ παραπλήσιον καὶ ...·
καὶ τὸ δένδρον ἐοικέναι παρα... ἄγνῳ· ὕψος δὲ ὅσον εἰς τρί... μὲν ὅλον·
διαιρεῖται δὲ εἰς ... πρῶτον αὐτοῦ τὸ ... αὐτοῦ τὸ ἄκρον· ... ἑξῆς τὰ
λοιπά.  

Ἀφρικανοῦ βίβλου· πορφύρας ὀξείας ποίησις

 Λαβὼν τὸ ἔριον ἐστυμμένον χάλα εἰς κριμνοῦ χοαʹ, φύκους χοδʹ,


ζέσας χάλα τὸ ἔριον καὶ ἄφες ἕως ὀψὲ καὶ ἄρας ἀπόκλυσον θαλάσσῃ,
εἶτα ὕδατι.

Κωνστανίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis (3023:


004)“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta,
vol. 4: excerpta de sententiis”, Ed. Boissevain, U.P.Berlin: Weidmann,
1906.P. 10, line 12

μὲν γὰρ οἷά τις ἀστεμφὴς δέσποινα καὶ ἀθώπευτος κελεύει καὶ
διατάττει ὁποίων τε ἔχεσθαι καὶ ὁποῖα διαφεύγειν προσήκει, ὥς-
περ τῷ πείθοντι καταμιγνῦσα τὸ ἀναγκάζον· ἡ δὲ τῷ θέλγοντι
πλείστῳ χρωμένη καὶ οἷον καρυκεύουσα τὰς ἀπαγγελίας τῇ ποικι-
λίᾳ τῶν παραδειγμάτων καὶ παριστῶσα τῷ λόγῳ ἐν οἷς τε εὐδο-
κίμησαν ἄνθρωποι εὐβουλίᾳ χρησάμενοι καὶ δικαιοσύνῃ καὶ ἔνθα
διήμαρτον τοῦ προσήκοντος ἢ γνώμης τινὸς ἐναντίας ἢ τύχης ἡγη-
σαμένης, λανθάνει ταῖς ψυχαῖς ἠρέμα τὰς ἀρετὰς εἰσοικίζουσα· τὸ
400

γὰρ προσηνὲς αὐταῖς καὶ αὐθαίρετον μᾶλλόν τι ἐμφύεται καὶ


προσιζάνει.
2. Ὅτι ἡ ποίησις ἱερόν τι χρῆμα καὶ θεσπέσιον· ἐνθουσιῶσι
γοῦν ἐν αὐτῇ αἱ ψυχαί, εἴποι ἂν ὁ σοφὸς ὁἈρίστωνος, καὶ λίαν
ὠδίνουσιν ἐπαφρόδιτα, ὅσαι δὴ ὡς ἀληθῶς μουσόληπτοι γίνονται
καὶ τῇδε κάτοχοι τῇ βακχείᾳ.
3. Ὅτι φησὶν Ἀγαθίας· οἶμαι οὐκ ἐπιλείψειν ποτὲ τὸν αἰῶνα
ἡμῶν τοὺς πολέμους, μένειν δὲ ἐς ἀεὶ καὶ ἀκμάζειν, ἔστ' ἂν ἡ αὐτὴ
φύσις ἀνθρώπων ᾖ, ἐπεὶ καὶ ἄνωθεν ἡμῖν, ὡς ἔπος εἰπεῖν, συνει-
σῆλθε τῷ βίῳ. καὶ οὖν μεστὴ μὲν ἡ ποίησις, πλήρης δὲ ξύμπασα
ἱστορία πολέμων τε καὶ παρατάξεων, καὶ οὐκ ἂν ἄλλο τι εὕροις
ἐν τοῖσδε κατὰ τὸ μᾶλλον ἀναγεγραμμένον. αἴτιον δὲ οἶμαι τού-
των οὐχ, ὅπερ οἱ πολλοί φασιν, ἀστέρων τε πορείας

Κωνστανίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis


P. 10, line 19

σαμένης, λανθάνει ταῖς ψυχαῖς ἠρέμα τὰς ἀρετὰς εἰσοικίζουσα· τὸ


γὰρ προσηνὲς αὐταῖς καὶ αὐθαίρετον μᾶλλόν τι ἐμφύεται καὶ
προσιζάνει.
2. Ὅτι ἡ ποίησις ἱερόν τι χρῆμα καὶ θεσπέσιον· ἐνθουσιῶσι
γοῦν ἐν αὐτῇ αἱ ψυχαί, εἴποι ἂν ὁ σοφὸς ὁἈρίστωνος, καὶ λίαν
ὠδίνουσιν ἐπαφρόδιτα, ὅσαι δὴ ὡς ἀληθῶς μουσόληπτοι γίνονται
καὶ τῇδε κάτοχοι τῇ βακχείᾳ.
3. Ὅτι φησὶν Ἀγαθίας· οἶμαι οὐκ ἐπιλείψειν ποτὲ τὸν αἰῶνα
ἡμῶν τοὺς πολέμους, μένειν δὲ ἐς ἀεὶ καὶ ἀκμάζειν, ἔστ' ἂν ἡ αὐτὴ
φύσις ἀνθρώπων ᾖ, ἐπεὶ καὶ ἄνωθεν ἡμῖν, ὡς ἔπος εἰπεῖν, συνει-
σῆλθε τῷ βίῳ. καὶ οὖν μεστὴ μὲν ἡ ποίησις, πλήρης δὲ ξύμπασα
ἱστορία πολέμων τε καὶ παρατάξεων, καὶ οὐκ ἂν ἄλλο τι εὕροις
ἐν τοῖσδε κατὰ τὸ μᾶλλον ἀναγεγραμμένον. αἴτιον δὲ οἶμαι τού-
των οὐχ, ὅπερ οἱ πολλοί φασιν, ἀστέρων τε πορείας καὶ τὸ με-
μορμένον καί τινας παραλόγους ἀνάγκας· εἰ γὰρ τὰ τῆς πεπρω-  
μένης ἐν πᾶσι νικῴη, ἀφαιρεθείη δὲ τῶν ἀνθρώπων τὸ προαιρε-
τὸν καὶ ἑκούσιον, παραινέσεις μὲν ἁπάσας καὶ τέχνας καὶ διδα-
σκαλίας κενὰ καὶ ἄχρηστα νομιοῦμεν, οἰχήσονται δὲ φροῦδοι καὶ
ἄκαρποι αἱ τῶν ἄριστα βιούντων ἐλπίδες. οὐ μέντοι ἀλλ' οὐδὲ
τὸ θεῖον αἴτιον, ὥς γε ἐμὲ γινώσκειν, φόνων τε καὶ συμπλοκῶν
ἡγεῖσθαι προσήκει. τὸ γὰρ ἀγαθὸν ἐκεῖνο καὶ ἀλεξίκακον φόνιόν

Κωνστανίνος 7ος Πορφυρογέννητος. De sententiis P. 257, line 8


401

δὲ ὡς τὰ μέγιστα ἀδικήσας. περὶ δὲ Ἀδριανοῦ τοῦτο μόνον εὔ-


χομαι, ἵνα ἐπιθυμήσας ἀποθανεῖν μὴ δυνηθῇ.” ὅπερ εἰς ἔργον
ἐξέβη· τὰς νόσους γὰρ καὶ τὰς ἀνάγκας μὴ φέρων Ἀδριανὸς ἑαυ-  
τὸν ἀποσφάξαι ἠθέλησεν, ὥστε ποτὲ ἀναβοήσαντα εἰπεῖν “ὦ Ζεῦ,
πόσον κακόν ἐστιν ἐπιθυμοῦντά τινα ἀποθανεῖν μὴ τυγχάνειν.”
114. Ὅτι τῆς βουλῆς ἐνισταμένης καταπαῦσαι τὴν μνήμην
Ἀδριανοῦ καὶ μὴ ἐγγράψαι αὐτὸν εἰς τοὺς ἥρωας ὁ Ἀντωνῖνος
δακρύων καὶ ὀλοφυρόμενος ὡς οὐκ ἔπειθεν αὐτούς, τελευταῖον
“οὐδὲ ἐγώ” ἔφη“ὑμῶν ἄρχω, εἴ γε ἐκεῖνος κακὸς ἀνὴρ καὶ αἰς-
χρὸς ὑμῖν καὶ πολέμιος ἐγένετο· πάντα γὰρ δῆλον ὅτι τὰ πραχ-
θέντα ὑπ' αὐτοῦ καταλύσετε· τούτων δὲ ἕν ἐστιν καὶ ἡ ποίησις
ἡ ἐμή.”
115. Ὅτι ὁ Ἀντωνῖνος οὐδένα τῶν συκοφαντῶν εἵλετο κολά-
ζειν, εἰπὼν ὅτι “οὐ δύναμαι ἀπὸ φόνων τῆς προστασίας ὑμῶν
ἄρξασθαι.”
116. Ὅτι χρήματά ποτε αἰτηθεὶς ὁ Μάρκος ὑπὸ τῶν στρα-
τιωτῶν οὐκ ἔδωκεν, εἰπὼν ὅτι “ὅσῳ πλέον τοῦ καθεστηκότος λαμ-
βάνουσιν οἱ στρατιῶται, τοσοῦτον ἐκ τοῦ αἵματος τῶν γονέων αὐ-
τῶν καὶ τῶν συγγενῶν ἐξέρχεται· τὸ δὲ κράτος τῆς αὐταρχίας οὐκ
ἐν τοῖς στρατιώταις, ἀλλ' ἐν τῷ θεῷ κεῖται.”

Γεώργιος Μοναχός. , Chronicon (lib. 1–4) (3043: 001)“Georgii


monachi chronicon, 2 vols.”, Ed. de Boor, C.Leipzig: Teubner, 1904,
Repr. 1978 (1st edn. corr. P. Wirth).P. 786, line 11

εὐλαβῶς καὶ τιμώμενον τὸ ἀχειρότευκτον ἐκεῖνο καὶ σεβά-


σμιον ἀπεικόνισμα πλαξὶ τετυπωμένον λαμπραῖς καὶ διαυγέσι
καὶ διὰ βάθους κεχωρηκὸς ὅλον, ὃ δή τινες τῶν δυσμενῶν
Ἑλλήνων τε καὶ Ἰουδαίων ἀπαχρειοῦν πειραθέντες διέξεσαν
μανικῶς. ἀλλὰ διήμαρτον μάλα τῆς ἀνοσίου ἐγχειρήσεως.
οὐδὲν γὰρ ἧττον ἐπὶ σχήματος ἕστηκεν ἡ μορφὴ εἶδός τε
καὶ στολὴν καὶ τἄλλα τῆς θέας ἀνεξάλειπτα καὶ ἀλώβητα
διασώζουσα. ἱστόρηται γὰρ ὑποσχέσει τῆς πανάγνου παρ-
θένου τῇ πρὸς τοὺς ἀποστόλους αὐτόματον ἀναδοθῆναι τὸ
σεβάσμιον τουτὶ χρῆμα.
 Ὅτι δὲ ἀρχαιοτάτη τούτων ἡ ποίησις καὶ παράδοσις
μάρτυς μὲν πρὸς τοῖς ἄλλοις ὁ θεῖος ἀνδριάς, ὃν ἔστησεν
ἡ αἱμόρρους γυνὴ τῷ θεραπευτῇ Χριστῷ παρὰ τῷ ἑαυτῆς
οἴκῳ στήλην ἐναργεστάτην καὶ ἀπαράγραπτον κήρυκα τοῦ
θαύματος ταῖς μετέπειτα γενεαῖς τὸ κατ' αὐτὴν θαυματουρ-
γηθὲν παράδοξον δημοσιεύουσα. περὶ οὗ καὶ ὁ μέγας παρὰ
402

τοῖς εἰκονομάχοις διδάσκαλος Εὐσέβιος ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ


ἱστορίᾳ μνημονεύσας τὰ τελούμενα θαύματα παρὰ τῆς ἐκεῖθεν
φυομένης ἱερᾶς καὶ θεοβλάστου πόας, καὶ ὡς ἦν ἅπασιν
ἀλεξίκακον ἐπικούρημα, ἐπήγαγε φάσκων ὅτι· καὶ τῶν ἀπο-
στόλων τὰς εἰκόνας Πέτρου καὶ Παύλου καὶ αὐτοῦ δὴ τοῦ

Γεώργιος Μοναχός. , Chronicon (lib. 1-4) P. 786, line 26

τοῖς εἰκονομάχοις διδάσκαλος Εὐσέβιος ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ


ἱστορίᾳ μνημονεύσας τὰ τελούμενα θαύματα παρὰ τῆς ἐκεῖθεν
φυομένης ἱερᾶς καὶ θεοβλάστου πόας, καὶ ὡς ἦν ἅπασιν
ἀλεξίκακον ἐπικούρημα, ἐπήγαγε φάσκων ὅτι· καὶ τῶν ἀπο-
στόλων τὰς εἰκόνας Πέτρου καὶ Παύλου καὶ αὐτοῦ δὴ τοῦ
Χριστοῦ διὰ χρωμάτων ἐν γραφαῖς σωζομένας ἱστορήσαμεν.
μάρτυς δὲ καὶ ἡ ὄψις, διδάσκαλος ἀψευδής, τό τε μήκιστον
τοῦ χρόνου σαφῶς δείκνυσι καὶ τῶν σεπτῶν ναῶν ἡ κτίσις,
ἔτι καὶ τῶν ἀνέκαθεν ἱερῶν σκευῶν παρὰ τῶν εὐσεβούντων
ἡ ποίησις καὶ ἀφιέρωσις ἄπειρος τῷ πλήθει τυγχάνουσα, οὐ
μὴν δὲ ἀλλὰ καὶ αὐταὶ αἱ πτύχαι τοὺς ἱεροὺς τύπους ἔξωθεν
φέρουσι παρὰ χριστιανοῖς τῷ εὐαγγελίῳ συμπροσκυνουμένους,  
οἵ τε θεῖοι κίονες καὶ αἱ σολίαι καλούμεναι, ἃ τὸ σεβάσμιον
τοῦ ἱεροῦ διατειχίζουσι θυσιαστήριον. καὶ γὰρ οὐδενὶ ἑτέρῳ
λόγῳ ἢ τοῦ προσκυνεῖσθαι πάντως εἵνεκα ἅμα τῷ συμπαρα-
κειμένῳ τοῦ σταυροῦ τύπῳ εὐσεβῶς ἀρχῆθεν ἐνταῦθα καθι-
στόρηνται.

Γεώργιος Μοναχός. , Chronicon breve (lib. 1–6) (redactio recentior)


(3043: 002); MPG 110.Vol. 110, p. 992, line 37

αὐτοὶ τὸ ἐκτύπωμα ἔξεον, πλειοτέρως ἐξέλαμπεν·


οὐδὲ γὰρ ἧττον ἐπὶ σχήματος ἕστηκεν ἡ μορφὴ,
εἶδός τε καὶ στολὴν, καὶ τἄλλα τῆς θείας ἀνεξάλειπτα
καὶ ἀλώβητα διασώζουσα. Ἱστορεῖται γὰρ ὅτι οἱ
ἅγιοι ἀπόστολοι ὑποσχέσει τῆς πανάγνου Θεοτό-
κου ναὸν ἐπ' ὀνόματι αὐτῆς ἀνήγειραν· καὶ
αὐτῆς εἰς θέαν τοῦ ναοῦ τῇ αἰτήσει αὐτῶν εἰσελθού-
σης καὶ εἰς ἕνα τῶν κιόνων σταθείσης, εὑρεθῆναι
ἐν τῷ κίονι τὸ ἐκτύπωμα αὐτῆς, ὃ καὶ πολλὰ βιασάμενοι, ὡς εἴρηται,
Ἕλληνες καὶ Ἰουδαῖοι οὐκ ἴσχυ-
σαν ἀποξέσαι.
689 (20) [Ὅτι δὲ ἀρχαιοτάτη τούτων ἡ ποίησις
403

καὶ παράδοσις], μάρτυς μὲν καὶ πρὸς τοῖς ἄλλοις ὁ


θεῖος ἀνδριὰς, ὃν ἔστησεν ἡ αἱμόῤῥους γυνὴ τῷ θερα-
πευτῇ Χριστῷ παρὰ τῷ αὐτῆς οἴκῳ, στήλην ἐναρ-
γεστάτην καὶ ἀπαράγραπτον κήρυκα τοῦ εἰς αὐτὴν
γεγονότος θαύματος ταῖς μετέπειτα γενεαῖς τὸ κατ'
αὐτὴν θαυματουργηθὲν παράδοξον δημοσιεύουσα·
περὶ οὗ καὶ ὁ μέγας παρὰ τοῖς εἰκονοτύποις δι-
δάσκαλος Εὐσέβιος ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ Ἱστορίᾳ
μνημονεύσας τὰ τελούμενα θαύματα παρὰ τῆς ἐκεῖ-
θεν φυομένης ἱερᾶς καὶ θεοβλάστου πόας καὶ ὡς ἦν

Γεώργιος Μοναχός. , Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio recentior)


Vol. 110, p. 993, line 7

δάσκαλος Εὐσέβιος ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ Ἱστορίᾳ


μνημονεύσας τὰ τελούμενα θαύματα παρὰ τῆς ἐκεῖ-
θεν φυομένης ἱερᾶς καὶ θεοβλάστου πόας καὶ ὡς ἦν
ἅπασιν ἀλεξίκακον ἐπικούρημα, ἐπάγει φάσκων·  
»ὅτι τῶν ἀποστόλων τὰς εἰκόνας Πέτρου καὶ
Παύλου καὶ αὐτοῦ δὴ τοῦ Χριστοῦ διὰ χρωμάτων
ἐν γραφαῖς σωζομένας ἱστορήσαμεν.»
(21) Μάρτυς δὲ καὶ ἡ ὄψις, διδάσκαλος ἀψευδὴς,
τό τε μῆκος τοῦ χρόνου σαφῶς δείκνυσι καὶ τῶν
σεπτῶν ναῶν ἡ κτίσις, ἔτι δὲ καὶ τῶν ἀνέκαθεν
ἱερῶν σκευῶν παρὰ τῶν εὐσεβούντων [ἡ] ποίησις
καὶ ἀφιέρωσις ἄπειρος τῷ πλήθει τυγχάνουσα. Οὐ
μὴν [δὲ] ἀλλὰ καὶ αὐταὶ αἱ πτυχαὶ τῶν ἁγίων
Εὐαγγελίων τοὺς ἱεροὺς τύπους ἔξωθεν φέρουσαι
ὑπὸ πάντων πιστῶν σεπτῶς προσκυνούμεναι, οἵ τε
θεῖοι κίονες καὶ αἱ σωλαῖαι καλούμεναι, αἳ τὸ σε-
βάσμιον τοῦ ἱεροῦ διατειχίζουσι θυσιαστηρίου· καὶ
γὰρ οὐδενὶ ἑτέρῳ λόγῳ ἢ τοῦ προσκυνεῖσθαι πάντως ἕνεκα, [ἅμα] τῷ
συμπαρακειμένῳ τοῦ σταυ-
ροῦ τύπῳ εὐσεβῶς ἀρχῆθεν ἐνταῦθα καθιστῶνται.
(22) Ἀλλ' ὅ γε θηριώνυμος καὶ λεοντότροπος
ταῦτα παραγραψάμενος πάντα ἔσπευδεν ὅτι μά
Μιχαήλ Γλύκας. Annales (3047: 001)“Michaelis Glycae annales”, Ed.
Bekker, I.Bonn: Weber, 1836; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.P.
164, line 19

λῆς, ἀφ' ἧς ἄρα καὶ χώραν ὁ θάνατος ἐλάμβανε καθ' ἡμῶν


(“ἐὰν γὰρ φάγητε” φησί, “θανάτῳ ἀποθανεῖσθε”), ἀμφιβάλ-
λειν ὅλως οὐκ ἔπρεπε τοὺς ἐπερχομένους τέως ἐρευνητικῶς
404

τὴν γραφήν. ἔκτισε μὲν οὖν ὁ θεὸς ἐπ' ἀφθαρσίᾳ τὸν ἄν-
θρωπον ἀπ' ἀρχῆς, τουτέστιν ἄφθαρτον αὐτίκα παρήγαγε
κατ' εἰκόνα τῆς ἀϊδιότητος αὐτοῦ.
 Ἀλλὰ μὴ δυσχέραινε τούτου ἕνεκεν. ἔχεις τὸν Σιναΐτην
θεῖον Ἀναστάσιον ἐν τῷ περὶ ἀναστάσεως λόγῳ αὐτοῦ περὶ
τούτων οὕτω λέγοντα. “καὶ ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον ὁ θεός·
κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν. πρώτη ποίησις αὕτη, ἁπλῆ,
ἄζυγος, ἄφθαρτος.” εἴπερ οὖν ἡ πρώτη ποίησις ἄφθαρτος
ἦν, ὡς ὁ διαληφθεὶς οὗτος ἔφη θεῖος ἀνήρ, περὶ τοῦ πρώ-
του ἐκείνου τί χρὴ καὶ λέγειν ἀνθρώπου; ἄφθαρτον μὲν γὰρ
αὐτὸν ὁ θεὸς αὐτίκα παρήγαγεν, ὡς ἤδη προείρηται, καὶ  
ἀθανασίᾳ τετίμηκε. καὶ οὐκ ἐμὰ τὰ ῥήματα. ὁ θειότατος
Ἀνδρέας ὁ Κρήτης ἐν τῷ εἰς κοιμηθέντας λόγῳ αὐτοῦ περὶ
τούτων οὕτως εὕρηται λέγων “πλάσας ὁ θεὸς τὸν ἄνθρωπον,
ἀξίωμα δέδωκεν αὐτῷ τὸ λογικόν τε καὶ νοερὸν καὶ ἀθάνατον
καὶ ἀνώλεθρον.” εἴπερ οὖν ἀξίωμα δέδωκε τῷ ἀνθρώπῳ τὸ
ἀθάνατον ὁ θεός, πῶς λοιπὸν αὐτὸν θνητὸν καὶ ἀθάνατον

Μιχαήλ Γλύκας. Annales P. 164, line 20

(“ἐὰν γὰρ φάγητε” φησί, “θανάτῳ ἀποθανεῖσθε”), ἀμφιβάλ-


λειν ὅλως οὐκ ἔπρεπε τοὺς ἐπερχομένους τέως ἐρευνητικῶς
τὴν γραφήν. ἔκτισε μὲν οὖν ὁ θεὸς ἐπ' ἀφθαρσίᾳ τὸν ἄν-
θρωπον ἀπ' ἀρχῆς, τουτέστιν ἄφθαρτον αὐτίκα παρήγαγε
κατ' εἰκόνα τῆς ἀϊδιότητος αὐτοῦ.
 Ἀλλὰ μὴ δυσχέραινε τούτου ἕνεκεν. ἔχεις τὸν Σιναΐτην
θεῖον Ἀναστάσιον ἐν τῷ περὶ ἀναστάσεως λόγῳ αὐτοῦ περὶ
τούτων οὕτω λέγοντα. “καὶ ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον ὁ θεός·
κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν. πρώτη ποίησις αὕτη, ἁπλῆ,
ἄζυγος, ἄφθαρτος.” εἴπερ οὖν ἡ πρώτη ποίησις ἄφθαρτος
ἦν, ὡς ὁ διαληφθεὶς οὗτος ἔφη θεῖος ἀνήρ, περὶ τοῦ πρώ-
του ἐκείνου τί χρὴ καὶ λέγειν ἀνθρώπου; ἄφθαρτον μὲν γὰρ
αὐτὸν ὁ θεὸς αὐτίκα παρήγαγεν, ὡς ἤδη προείρηται, καὶ  
ἀθανασίᾳ τετίμηκε. καὶ οὐκ ἐμὰ τὰ ῥήματα. ὁ θειότατος
Ἀνδρέας ὁ Κρήτης ἐν τῷ εἰς κοιμηθέντας λόγῳ αὐτοῦ περὶ
τούτων οὕτως εὕρηται λέγων “πλάσας ὁ θεὸς τὸν ἄνθρωπον,
ἀξίωμα δέδωκεν αὐτῷ τὸ λογικόν τε καὶ νοερὸν καὶ ἀθάνατον
καὶ ἀνώλεθρον.” εἴπερ οὖν ἀξίωμα δέδωκε τῷ ἀνθρώπῳ τὸ
ἀθάνατον ὁ θεός, πῶς λοιπὸν αὐτὸν θνητὸν καὶ ἀθάνατον
εἴπωμεν, ἢ φθαρτὸν ὁμοίως καὶ ἄφθαρτον; ἀνένδεκτον,

Μιχαήλ Γλύκας. Annales P. 171, line 20


405

τὸ γενησόμενον. καὶ τί τὸ πεποιημένον; αὐτὸ τὸ ποιηθησό-


μενον.” λέγει γὰρ ὅτι χειρὶ θεοῦ πεποιημένος ἄνθρωπος οὐχ
ὃ νῦν ἐστὶ διὰ τὴν ἁμαρτίαν, ἤγουν τρεπτὸς καὶ φθαρτός,
τοῦτο ἦν ἀπ' ἀρχῆς, ἀλλ' ὃ ποιηθήσεται ὕστερον, ἄτρεπτος
δηλονότι καὶ ἄφθαρτος. εἴπερ οὖν ὁ θεὸς ἐπ' ἀφθαρσίᾳ τὸν
ἄνθρωπον ἔκτισε, κατ' εἰκόνα τῆς ἀϊδιότητος αὐτοῦ, καθά
φησι Σολομών· εἴπερ οὖν ἔδειξε τὸ οἰκεῖον φιλότιμον μετα-
δοὺς αὐτῷ ψυχῆς νοερᾶς ὡς εἶναι καὶ ἀθάνατον ἐς τὸ διη-
νεκές, ὡς ὁ χρυσοῦς τὴν γλῶττάν φησιν· εἴπερ οὖν ζωῆς
αἰωνίου ἀπόλαυσιν ἐχαρίσατο τῷ ἀνθρώπῳ κατ' ἀρχὰς ὁ θε-
ός, ὡς ὁ μέγας φησὶ Βασίλειος· εἴπερ οὖν ἡ πρώτη ποίησις
τοῦ Ἀδὰμ ἄφθαρτος ἦν, ὡς ὁ Σιναΐτης φησὶ θεῖος Ἀναστά-
σιος· εἴπερ οὖν ἀξίωμα δέδωκε τῷ ἀνθρώπῳ κατ' ἀρχὰς ὁ  
θεὸς τὸ ἀθάνατον καὶ ἀνώλεθρον, ὡς ὁ θεῖος Ἀνδρέας εὕ-
ρηται λέγων· εἴπερ αὐτεξουσιότητι καὶ ἀθανασίᾳ τιμήσας
τὸν ἄνθρωπον ὁ θεὸς βασιλέα πάντων τῶν ἐπιγείων κατέστη-
σε, καθάπερ ὁ μακάριός φησι Βαρλαάμ, πῶς λοιπὸν θνητὸν
αὐτὸν ὁμοῦ καὶ ἀθάνατον ὑπὸ θεοῦ παραχθῆναι εἴπωμεν;
ἀνένδεκτον, ὡς οἶμαι, τοῦτο καὶ λίαν ἐστί. καὶ πῶς γὰρ
οὐκ ἀνένδεκτον, εἴγε καὶ ὁ πολὺς ἐν θεολογίᾳ Γρηγόριος οὐκ
ἐᾷ περὶ τοῦ πρώτου ἀνθρώπου τοιαῦτα φαντάζεσθαι.

Μιχαήλ Γλύκας. Annales P. 178, line 1

Ἰωάννης φησί, καὶ αὖθις ἀναλαμβανόμεθα, κἀντεῦθεν ἐπὶ


τὸ βέλτιον μεταστοιχειούμεθα, καὶ τοιοῦτοι γινόμεθα πάλιν
ὁποῖοι καὶ πρότερον ἦμεν, τουτέστιν ἄφθαρτοι καὶ ἀθά-
νατοι.
 Ἀμφιβάλλειν οὖν ἐπὶ τούτοις οὐ δίκαιον, εἴγε καὶ μᾶλ-
λον οἱ θεῖοι πατέρες οὐδὲν ἡμῖν ἕτερον ἐπαγγέλλεσθαι λέ-
γουσι τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν ἢ τὴν πρὸς τὸ ἀρχαῖον τῶν
πεπτωκότων ἀποκατάστασιν. καὶ πρόσχες, εἰ βούλει, πρὸ
τῶν ἄλλων τῷ θειοτάτῳ Ἀναστασίῳ περὶ τούτων οὕτως λέ-
γοντι “καὶ ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον ὁ θεός· κατ' εἰκόνα θεοῦ  
ἐποίησεν αὐτόν. πρώτη ποίησις αὕτη, ἁπλῆ, ἄζυγος, ἄφθαρ-
τος· πρὸς ἣν δὴ ποίησιν ἀφορᾷ καὶ ἡ τῶν σωμάτων ἀνά-
στασις.” καὶ τί χρὴ πολλὰ λέγειν; ἡ ἐν εὐαγγελίοις τοῦ
πλανωμένου προβάτου παραβολὴ καὶ ἡ τῆς ἀπολλυμένης
ὡσαύτως δραχμῆς αὐτὴν ὑπεμφαίνουσι πάντως τὴν τοῦ ἀν-
θρώπου καὶ πλάνην καὶ ἔκπτωσιν καὶ τὴν εἰς τὸ πάλιν ἐπι-
στροφὴν καὶ ἀνάκλησιν. ἐπὶ τούτῳ γὰρ καὶ κλίνας οὐρα-
406

νοὺς ὁ θεὸς καταβέβηκε καὶ ἄνθρωπος γέγονεν, ἵνα τοὺς ἐκ-


πεσόντας ἡμᾶς ἐπὶ τὴν ἀρχαίαν καὶ πρώτην ἐπαναγάγῃ τι-
μήν. καὶ γὰρ εἰ μὴ τοῦτο ἦν, οὐκ ἂν ἐπιστρέψας ὁ ἄσωτος
ἤκουσεν “ἐνδύσατε αὐτὸν τὴν πρώτην στολήν.”

Μιχαήλ Γλύκας. Annales P. 196, line 5

γει ὅτι ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον· ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν


αὐτούς, εἰ καὶ καθ' ἕτερον νοῦν ὁ θειότατος Ἀναστάσιος τὸ
τοιοῦτον ἐνόησε θεῖον ῥητόν. ἐν γὰρ τῷ περὶ ἀναστάσεως
λόγῳ αὐτοῦ καὶ τάδε περὶ τούτων λέγων εὕρηται. “διπλῆ
τίς ἐστιν ἡ τῆς φύσεως ἡμῶν κατασκευη, ἥ τε πρὸς τὸ θεῖον
ὡμοιωμένη καὶ ἡ πρὸς τὴν διαφορὰν ταύτην τῶν σχημάτων  
διῃρημένη τελευταῖον κατασκευασθεῖσα.” καὶ οὐ ταῦτα μό-
νον, ἀλλὰ καὶ τὴν ἁγίαν ἐπιφέρει γραφὴν ὁ θεῖος οὗτος
ἀνήρ, ὥστε τὸ δόγμα τοῦτο γενέσθαι σαφέστερον. λέγει γάρ
“καὶ ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον· κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐ-
τόν. πρώτη ποίησις αὕτη, ἁπλῆ, μονότροπος, ἄζυγος, μὴ
ἔχουσά τινα διαφοράν. καὶ κατ' εἰκόνα γὰρ θεοῦ ἐποίησεν
αὐτόν. δευτέρα δὲ ποίησις, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐ-
τούς.” ὅτι δὲ ταῦτα οὕτως ἔχει, δῆλον ἐκ τῶν ῥημάτων αὐ-
τῶν. ἐκεῖ μὲν εἶπεν αὐτόν, κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐ-
τόν· ἐνταῦθα δὲ εἶπεν αὐτούς, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν
αὐτούς. πρόσεχε δέ. ἐπειδὴ ἡ ἁγία γραφὴ προλαβοῦσα εἶ-
πε “κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν,” εἶτα, μετὰ τὴν αὐ-
τοῦ δηλαδὴ ποίησιν, ἐπήγαγεν “ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐ-
τούς,” ἔδειξε προφανῶς ὅτι ἄλλη ποίησις ἐκείνη καὶ ἑτέρα
ποίησις αὕτη, ἡ μὲν τὸ τοῦ δημιουργοῦ παριστῶσα φιλότιμον

Μιχαήλ Γλύκας. Annales P. 196, line 7

τοιοῦτον ἐνόησε θεῖον ῥητόν. ἐν γὰρ τῷ περὶ ἀναστάσεως


λόγῳ αὐτοῦ καὶ τάδε περὶ τούτων λέγων εὕρηται. “διπλῆ
τίς ἐστιν ἡ τῆς φύσεως ἡμῶν κατασκευη, ἥ τε πρὸς τὸ θεῖον
ὡμοιωμένη καὶ ἡ πρὸς τὴν διαφορὰν ταύτην τῶν σχημάτων  
διῃρημένη τελευταῖον κατασκευασθεῖσα.” καὶ οὐ ταῦτα μό-
νον, ἀλλὰ καὶ τὴν ἁγίαν ἐπιφέρει γραφὴν ὁ θεῖος οὗτος
ἀνήρ, ὥστε τὸ δόγμα τοῦτο γενέσθαι σαφέστερον. λέγει γάρ
“καὶ ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον· κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐ-
τόν. πρώτη ποίησις αὕτη, ἁπλῆ, μονότροπος, ἄζυγος, μὴ
ἔχουσά τινα διαφοράν. καὶ κατ' εἰκόνα γὰρ θεοῦ ἐποίησεν
407

αὐτόν. δευτέρα δὲ ποίησις, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐ-


τούς.” ὅτι δὲ ταῦτα οὕτως ἔχει, δῆλον ἐκ τῶν ῥημάτων αὐ-
τῶν. ἐκεῖ μὲν εἶπεν αὐτόν, κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐ-
τόν· ἐνταῦθα δὲ εἶπεν αὐτούς, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν
αὐτούς. πρόσεχε δέ. ἐπειδὴ ἡ ἁγία γραφὴ προλαβοῦσα εἶ-
πε “κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν,” εἶτα, μετὰ τὴν αὐ-
τοῦ δηλαδὴ ποίησιν, ἐπήγαγεν “ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐ-
τούς,” ἔδειξε προφανῶς ὅτι ἄλλη ποίησις ἐκείνη καὶ ἑτέρα
ποίησις αὕτη, ἡ μὲν τὸ τοῦ δημιουργοῦ παριστῶσα φιλότιμον
(κατ' εἰκόνα γὰρ θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν), ἡ δὲ τὴν τῶν σχη-
μάτων ὑπεμφαίνουσα διαφοράν (ἄρσεν γὰρ καὶ θῆλυ ἐποίησεν

Μιχαήλ Γλύκας. Annales P. 196, line 14

“καὶ ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον· κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐ-


τόν. πρώτη ποίησις αὕτη, ἁπλῆ, μονότροπος, ἄζυγος, μὴ
ἔχουσά τινα διαφοράν. καὶ κατ' εἰκόνα γὰρ θεοῦ ἐποίησεν
αὐτόν. δευτέρα δὲ ποίησις, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐ-
τούς.” ὅτι δὲ ταῦτα οὕτως ἔχει, δῆλον ἐκ τῶν ῥημάτων αὐ-
τῶν. ἐκεῖ μὲν εἶπεν αὐτόν, κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐ-
τόν· ἐνταῦθα δὲ εἶπεν αὐτούς, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν
αὐτούς. πρόσεχε δέ. ἐπειδὴ ἡ ἁγία γραφὴ προλαβοῦσα εἶ-
πε “κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν,” εἶτα, μετὰ τὴν αὐ-
τοῦ δηλαδὴ ποίησιν, ἐπήγαγεν “ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐ-
τούς,” ἔδειξε προφανῶς ὅτι ἄλλη ποίησις ἐκείνη καὶ ἑτέρα
ποίησις αὕτη, ἡ μὲν τὸ τοῦ δημιουργοῦ παριστῶσα φιλότιμον
(κατ' εἰκόνα γὰρ θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν), ἡ δὲ τὴν τῶν σχη-
μάτων ὑπεμφαίνουσα διαφοράν (ἄρσεν γὰρ καὶ θῆλυ ἐποίησεν
αὐτούς). δοκεῖ μὲν οὖν ὁ λόγος οὑτοσὶ φορτικός, ἀλλὰ τοῖς
ἑπομένοις τῷ ἰδίῳ λογισμῷ. τοῖς γὰρ ἐκζητοῦσι τὰς ἱερὰς
τῶν πατέρων γραφὰς καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος, ὅτι καὶ σα-
φὴς ὁ τοιοῦτός ἐστι. καὶ ἄκουε τί φησιν ὁ τὰ θεῖα σοφὸς
Ἀναστάσιος. τοῖς γὰρ προειρημένοις καὶ τάδε προσέθετο, σα-  
φηνίσαι θέλων ἐκ πολλῶν τὸ λεγόμενον. “δευτέρα

Γεώργιος Μοναχός Χρονικόν. (continuatio) (redactio A) (3051:


001)“Theophanes Continuatus, Ioannes Cameniata, Symeon Magister,
Georgius Monachus”, Ed. Bekker, I.Bonn: Weber, 1838; Corpus
scriptorum historiae Byzantinae.P. 775, line 11

σπουδάσαντες ἐματαιώθησαν ἀποτυχόντες τῆς ἀτόπου αὐτῶν ἐγ-


408

χειρήσεως. ὅσῳ γὰρ αὐτοὶ τὸ ἐκτύπωμα ἔξεον, πλειοτέρως ἐξέ-


λαμπον. οὐδὲν γὰρ ἧττον ἐπὶ σχήματος ἕστηκεν ἡ μορφή, εἶδός
τε καὶ στολὴν καὶ τἆλλα τῆς θέας ἀνεξάλειπτα καὶ ἀλώβητα δια-
σώζουσα. ἱστορεῖται γὰρ ὅτι οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι ὑποσχέσει τῆς
πανάγνου θεοτόκου ναὸν ἐπ' ὀνόματι αὐτῆς ἀνήγειραν· καὶ αὐτῆς
εἰς θέαν τοῦ ναοῦ τῇ αἰτήσει αὐτῶν εἰσελθούσης καὶ εἰς ἕνα τῶν
κιόνων σταθείσης εὑρεθῆναι ἐν τῷ κίονι τὸ ἐκτύπωμα αὐτῆς· ὃ
καὶ πολλὰ βιασάμενοι, ὡς εἴρηται, Ἕλληνες καὶ Ἰουδαῖοι οὐκ
ἴσχυσαν ἀποξέσαι.
 20. Ὅτι δὲ ἀρχαιοτάτη τούτων ἡ ποίησις καὶ παράδοσις,
μάρτυς μὲν καὶ πρὸς τοῖς ἄλλοις ὁ θεῖος ἀνδριὰς ὃν ἔστησεν ἡ
αἱμόρρους γυνὴ τῷ θεραπευτῇ Χριστῷ παρὰ τῷ ἑαυτῆς οἴκῳ,
στήλην ἐναργεστάτην καὶ ἀπαράγραπτον κήρυκα τοῦ εἰς αὐτὴν
γεγονότος θαύματος, ταῖς μετέπειτα γενεαῖς τὸ κατ' αὐτὴν θαυ-
ματουργηθὲν παράδοξον δημοσιεύουσα· περὶ οὗ καὶ ὁ μέγας παρὰ
τοῖς εἰκονοτύποις διδάσκαλος Εὐσέβιος ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ ἱστο-
ρίᾳ μνημονεύσας τὰ τελούμενα θαύματα παρὰ τῆς ἐκεῖθεν φυο-
μένης ἱερᾶς καὶ θεοβλάστου πόας, καὶ ὡς ἦν ἅπασιν ἀλεξίκακον
ἐπικούρημα, ἐπάγει φάσκων ὅτι καὶ τῶν ἀποστόλων τὰς εἰκόνας  
Πέτρου καὶ Παύλου καὶ αὐτοῦ δὲ Χριστοῦ διὰ χρωμάτων ἐν γρα

Γεώργιος Μοναχός Χρονικόν. (continuatio) (redactio A)


P. 776, line 5

γεγονότος θαύματος, ταῖς μετέπειτα γενεαῖς τὸ κατ' αὐτὴν θαυ-


ματουργηθὲν παράδοξον δημοσιεύουσα· περὶ οὗ καὶ ὁ μέγας παρὰ
τοῖς εἰκονοτύποις διδάσκαλος Εὐσέβιος ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ ἱστο-
ρίᾳ μνημονεύσας τὰ τελούμενα θαύματα παρὰ τῆς ἐκεῖθεν φυο-
μένης ἱερᾶς καὶ θεοβλάστου πόας, καὶ ὡς ἦν ἅπασιν ἀλεξίκακον
ἐπικούρημα, ἐπάγει φάσκων ὅτι καὶ τῶν ἀποστόλων τὰς εἰκόνας  
Πέτρου καὶ Παύλου καὶ αὐτοῦ δὲ Χριστοῦ διὰ χρωμάτων ἐν γρα-
φαῖς σωζομένας ἱστορήσαμεν. (21) μάρτυς δὲ καὶ ἡ ὄψις, δι-
δάσκαλος ἀψευδής. τό τε μῆκος τοῦ χρόνου σαφῶς δείκνυσι καὶ
τῶν σεπτῶν ναῶν ἡ κτίσις. ἔτι δὲ καὶ τῶν ἀνέκαθεν ἱερῶν σκευῶν
παρὰ τῶν εὐσεβούντων ἡ ποίησις καὶ ἀφιέρωσις ἄπειρος τῷ πλή-
θει τυγχάνουσα. οὐ μὴν δὲ ἀλλὰ καὶ αὐταὶ αἱ πτυχαὶ τῶν ἁγίων
εὐαγγελίων τοὺς ἱεροὺς τύπους ἔξωθεν φέρουσαι ὑπὸ πάντων πι-
στῶν σεπτῶς προσκυνουμένους, οἵ τε θεῖοι κίονες καὶ αἱ σωλαῖαι
καλούμεναι, αἳ τὸ σεβάσμιον τοῦ ἱεροῦ διατειχίζουσι θυσιαστη-
ρίου. καὶ γὰρ οὐδενὶ ἑτέρῳ λόγῳ ἢ τοῦ προσκυνεῖσθαι πάντως
εἵνεκα ἅμα τῷ συμπαρακειμένῳ τοῦ σταυροῦ τύπῳ εὐσεβῶς ἀρχῆ-
θεν ἐνταῦθα καθιστόρηνται.
409

Γεώργιος Μοναχός Χρονικόν. (continuatio) (redactio A)


P. 780, line 7

παράνομον καὶ τῆς Χριστιανῶν θεοσεβείας ἀλλότριον παραφυὲν


καταλαμβάνεται θεοστυγὲς δόγμα, οὐδὲ ὅσον εἰς μνήμην ἀφῖχθαι
τῶν πονηρῶν καὶ μυσαρῶν συνταγμάτων, ἀλλ' ἢ μόνον κατὰ τὴν
δούλην ταύτην καὶ ἠνδραποδισμένην καὶ τὰ θεῖα κατ' ἐξουσίαν  
παίζουσαν, ἐν ᾗ τὸ ἐμπαθὲς καὶ πρόσυλον τῶν περὶ γῆν στρεφο-
μένων καὶ ἰλυσπωμένων γήϊνον καὶ ἀλαζονικὸν καὶ ὑπερήφανον
πρυτανεύει φρόνημα. ἔνθα τὸ φίλαυτον, τὸ φίλαρχον, τὸ φιλή-
δονον, τὸ φιλόδοξον, ἡ πάντων καταθυμίων ἀπόλαυσις, τὸ πάν-
των ἐθέλειν ἄρχειν καὶ μηδὲ πρὸς αὐτοῦ θεοῦ ἄρχεσθαι, καὶ ἡ
τῆς ἀνθρωπίνης δόξης ἢ μᾶλλον εἰπεῖν αἰσχύνης κτῆσις καὶ περι-
ποίησις. ἔνθεν ἡ κατὰ τοῦ θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων ὕβρις καὶ τῆς ἐκ-
κλησίας ὁ διωγμός. ἐντεῦθεν κατακυριευόμενον ἢ τυραννούμενον
τὸ ὑπήκοον τοῖς ἐκείνων δόγμασι καὶ θελήμασιν ὑποκύπτειν ἐκβιά-
ζεται· ὧν ἕνεκεν τὸ ἔμψυχον κεχάλκευται καὶ ἐσχεδίασται ὅπλον,
σχήματι μὲν τοῦ σωματοφυλακεῖν ἠθροισμένον, ταῖς δὲ ἀληθείαις
τοῦ ἐκπορθεῖν τὴν ἐκκλησίαν Χριστοῦ καὶ ληΐζειν ἐπινενοημένον,
προφάσει τοῦ συμπεριγράφεσθαι τὴν Χριστοῦ θεότητα ἐν τῇ εἰ-
κόνι, παραληροῦντες· ὡς εἴ τις καὶ τὸ ἡλιακὸν δὴ τοῦτο καὶ
δισκοειδὲς σῶμα γεγραμμένον ἔν τινι τόπῳ, καθὼς ἔν τισιν ὁρᾶται
γιγνόμενον, ὑποδείξειεν, ἐδογμάτισαν ἂν καὶ τὴν τοῦ φωτὸς

Michael Attaliates Hist., Historia P. 229, line 5

πίστεως ἀκριβοῦς σύμβολον τοῦ εἶναι τοῦτον ἐκείνου ἀπόγο-


νον. εἰ δὲ μὴ διὰ τὴν εὐσέβειαν αὐτοῦ καὶ εὐλάβειαν συνῆν
αὐτῷ ἡ θεία ἀντίληψις, πάντως ἄπορος ἂν ἐγεγόνει καὶ ἡ
πρὸς τὴν Κρήτην ὁδὸς καὶ ἡ τῶν βεβουλευμένων τοῖς ἐναν-
τίοις φανέρωσις, καὶ ἢ ἄπρακτος ὑπεχώρησεν, ἢ κατάβρωμα
τοῖς πολεμίοις ἐγεγόνει καὶ καταπάτημα· ἔχων δὲ δι' ἀρε-  
τῆς τὸ θεῖον συναντιλαμβανόμενον, τά τε τῶν ἐναντίων ἐμυ-
ήθη ἀπόρρητα καὶ κατορθωμάτων καὶ αὐχημάτων ἀπήλαυσε.
 Τῶν δὲ λοιπῶν αὐτοῦ προτερημάτων ποιεῖσθαι κατά-
λογον περιττὸν πάντως τῇ παρούσῃ γραφῇ. πλήρης γὰρ τού-
των πᾶσα γραφή τε καὶ ποίησις, ὅπως ἑκατοντάχειρας μυ-
ριάδας Ἀράβων δύο ἀκαταμαχήτων, ὥσπερ τις ἀσώματος,
καταστράψας πόλεις ἀμυθήτους ὑποσπόνδους πεποίηκε, τήν τε
μεγάλην Ἀντιόχειαν καὶ Μελιτηνὴν Ταρσόν τε καὶ Γερμα-
410

νίκειαν καὶ τὴν ἐν ταῖς Μόψου κρήναις καὶ αὐτὴν Ἄδαναν


καὶ τὰς περιοίκους πάσας, αἳ λόγῳ συντετμημένῳ ῥηθῆναι
οὐ δύνανται. ἐκεῖνα δέ μοι ἐρρήθη ὡς τοῖς πολλοῖς συγγρα-
φεῦσιν ἀδιεξόδευτα.

Νικηφόρος Ι΄. Refutatio et eversio definitionis synodalis anni 815


(3086: 012)“Nicephori Patriarchae Constantinopolitani Refutatio et
Eversio Definitionis Synodalis Anni 815”, Ed. Featherstone,
J.M.Turnhout: Brepols, 1997; Corpus Christianorum, Series Graeca
33.Ch. 7, line 46

νοι ψεῦδος, εἰκότως κεφαλῆς καὶ νοῦ τοῦ καθήκοντος ἀπεστέ-


ρηνται, τὴν κεφαλὴν τῆς ἐκκλησίας καὶ πάντων Χριστὸν
ἠθετηκότες καὶ οὐκέτι σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους
κατὰ τὸ ἀποστολικῶς εἰρημένον χρηματίζοντες· εἰκῇ δὲ
φυσιούμενοι ὑπὸ τοῦ νοὸς τῆς σαρκὸς αὐτῶν, οὐ κρατοῦσι τὴν
κεφαλήν, ἐξ οὗ πᾶν τὸ σῶμα διὰ τῶν ἁφῶν καὶ συνδέσμων
ἐπιχορηγούμενον καὶ συμβιβαζόμενον αὔξει τὴν αὔξησιν τοῦ
θεοῦ· οὐδὲ ἀπέθανον σὺν τῷ Χριστῷ ἀπὸ τῶν στοιχείων τοῦ
κόσμου, ἀλλ' ὡς ζῶντες ἐν κόσμῳ δογματίζουσιν· ἦ γὰρ ἂν
Χριστιανοῖς συμφθεγγόμενοι διωμολόγουν εὐθὺς ὡς κεφαλὴν
καὶ ἀρχέτυπον ἡ τῶν ἱερῶν τουτωνὶ ποίησις, εἰ χρὴ τοῖς τἀ-
ληθῆ ἐξιστοροῦσι πείθεσθαι, τὸν Ἐμμανουὴλ αὐτὸν κέκτη-
ται. καὶ μαρτυρεῖ τὰ θαυμαστὰ ἐκεῖνα καὶ ἀχειρότευκτα, ἃ τὸ
φρικτὸν εἶδος τῆς γραφῆς τῆς ἀγράφου φέρει· ὧν τινὰ εἰς
δεῦρο καὶ νῦν περισῴζεται, εἰς θρίαμβον μὲν τῶν ἀσεβούντων
τῆς ἀπιστίας, κλέος δὲ τῶν ὀρθοδοξούντων καὶ καύχημα· καὶ
πλεῖστα καὶ μέγιστα παρ' αὐτῶν τελούμενα ᾄδεται θαύματα.
περὶ μὲν δὴ τούτων τοῦ ἑνὸς λέγεται ὡς αὐτὸς ὁ σωτὴρ
λαβὼν ὀθόνην λαμπράν, τὸ ὑπέρλαμπρον καὶ ὑπέρκαλον ἐνα-
πομαξάμενος εἶδος, ἐκπέμπει τῷ πίστει αἰτήσαντι τῶν Ἐδε-
σηνῶν ἡγεμόνι.  

Νικηφόρος Ι΄. Refutatio et eversio definitionis synodalis anni 815 Ch. 8,


line 22

καὶ ἀξιαγάστου εὐεργεσίας ἀμνημονήσαντες, καὶ πρὸς ὕβριν


τοῦ εὐεργέτου τραπόμενοι, κατὰ τῆς οὕτω λαμπρᾶς καὶ δεδη-
411

μοσιευμένης ἀληθείας ἄντικρυς ἀπαναισχυντοῦσιν. τί γὰρ


τηλαυγέστερον ἢ ἐμφανέστερον τῶν κατ' ὀφθαλμοὺς πάντων
προκειμένων καὶ κοινὴν ἀπόδειξιν κεκτημένων τὴν αἴσθησιν,
τὸ ἀσφαλὲς ἐγγυωμένην καὶ παριστάνουσαν, ἧς οὐδὲν πιστό-
τερον ἢ ἀσφαλέστερον; ἅμα γὰρ τῇ προσβολῇ καὶ τὴν γνῶσιν
ἡμῖν τοῦ ὑποκειμένου παρέσχετο· μόνον γὰρ οὐχὶ καὶ φωνὴν
ἀφιᾶσι προσμαρτυροῦσαν τῇ ἀρχαιότητι, ἐξ ἧς τὸ αἰδέσιμον
καὶ τίμιον φέρονται. πῶς οὖν αὐτῶν ἀπαράδοτος ἡ
ποίησις;τὸ γὰρ μὴ παραδοθὲν οὐδὲ ὑπάρξειεν ἄν ποτε· ὃ δὲ
οὐχ' ὑπῆρξεν, πῶς κατακέκριται; πῶς δὲ κατακέκριται μὴ κρα-
τούμενον; πῶς δὲ οὐ παραδέδοται ἅπερ κατὰ πᾶσαν πόλιν καὶ
χώραν καὶ νῆσον καὶ ἐσχατιὰν διαπρέπει καὶ πανταχοῦ ἔνθα τὸ
εὐαγγέλιον Χριστοῦ κηρύσσεται καὶ τὸ ὄνομα; τοὺς χριστομά-
χους δὲ οὐδὲ ἡ διδάσκαλος ὄψις οὐδὲ τοῦ χρόνου τὸ μήκιστον,
ᾧ πάντα κρατύνεται βεβαιούμενα, οὐδὲ τῶν ἀναστηλούντων
πιστῶν ὁ θερμὸς περὶ τὴν εὐσέβειαν πέπεικε ζῆλος. πρὸς δέ,  
τὸ ταῦτα πάντα ἀπαυθαδιάζεσθαι, πῶς οὐχὶ μανία σαφὴς καὶ
παραπληξίας τῆς ἀνωτάτω γνώρισμα; οἵδε γὰρ τοὺς ὀφθαλ-
μοὺς ἐκάμμυσαν καὶ τοῖς ὠσὶν βαρέως ἤκουσαν, οὐκ ἀκούειν

Νικηφόρος Ι΄. Refutatio et eversio definitionis synodalis anni 815 Ch. 9,


line 42

καὶ οὐ μὴ διδάξωσιν ἕκαστος τὸν πολίτην αὐτοῦ καὶ ἕκαστος


τὸν πλησίον αὐτοῦ λέγων· «Γνῶθι τὸν κύριον», ὅτι πάντες
εἰδήσουσίν με ἀπὸ μικροῦ αὐτῶν καὶ ἕως μεγάλου αὐτῶν, ὅτι
ἵλεως ἔσομαι ταῖς ἀδικίαις αὐτῶν, καὶ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν οὐ
μὴ μνησθῶ ἔτι, τοῦ δὲ ὅτι ἐξολοθρεύσω τὰ ὀνόματα τῶν
εἰδώλων ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ οὐκέτι ἔσται αὐτῶν μνεία, καὶ
ἄλλα μυρία διαρρήδην ὡσαύτως προαποφαινομένων ἔχοντα·
ὧν ἁπάντων τὴν ἐναντίαν οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστεως τῆς καθ' ἡμᾶς  
ἐρχόμενοι, κατήγοροι τῶν τοῦ πνεύματος λογίων καθίστανται
καὶ τοῦ ψεύδους συνήγοροι. εἰ δὲ παρὰ Χριστιανῶν καὶ ἐπ' ὀνό-
ματι Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων ἡ ποίησις καὶ προσκύνησις, ἐφ' οἷς
ὡς ἀρχετύποις ἀναφέρεται, καὶ διατοῦτο εἰδώλων μύσους
καὶ τῆς ὁπωσοῦν τοῦ τοιούτου ὀνόματος μνήμης πάμπαν καθα-
ρεύουσιν, πῶς ἄχρηστος;πῶς δὲ μᾶλλον οὐκ εὔχρηστος
αὐτῶν ἡ κτῆσις καὶ ἡ προσκύνησις περισπούδαστος; εἰ δὲ
ἔστιν κεκαλυμμένον τὸ εὐαγγέλιον ἡμῶν, ἐν τοῖς ἀπολλυμέ-
νοις ἐστὶν κεκαλυμμένον, ἐν οἷς ὁ θεὸς τοῦ αἰῶνος τούτου
ἐτύφλωσεν τὰ νοήματα τῶν ἀπίστων εἰς τὸ μὴ αὐγάσαι αὐ-
412

τοῖς τὸν φωτισμὸν τοῦ εὐαγγελίου τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ,


ὅς ἐστιν εἰκὼν τοῦ θεοῦ. διὸ μετὰ τῶν ἀπολλυμένων καὶ τῶν

Νικηφόρος Ι΄. Refutatio et eversio definitionis synodalis anni 815


Ch. 11, line 10

λάκις παρ' αὐτοῦ ἐπὶ τῇ κακοδοξίᾳ ἐληλεγμένος.


 λείπεται δὴ εἰπεῖν τίς καὶ ὁποία ἡ κατάκρισις· οὐ γὰρ
ἁπλῶς τοῦτο ὁρίζεται, ἀλλὰ καὶ λόγῳ καὶ πράξει περαίνεται·
λόγῳ μέν, εἰδώλων προσηγορίᾳ περιυβρίσθαι τὰ ἅγια, Χρι-
στιανοὺς δὲ εἰδωλολατρίαν καταδεδικάσθαι, ἔργῳ δέ, τῷ
χερσὶν ἀνόμοις διορωρύχθαι τὰ ἀνάκτορα καὶ πάντας τοὺς
ἱεροὺς δόμους σθένει παντί, τοὺς εὐσεβείᾳ δὲ καὶ εὐλαβείᾳ
ἐμπρέποντας Χριστιανῶν ἐλαυνομένους πάσχειν τὰ ἀνήκεστα
καὶ ἀνύποιστα. ταῦτα μὲν ὧδε· ὅτου δὲ δὴ χάριν, δικαίως ἂν
μάλα ἔροιτό τις, ἐκ πάντων τῶν κατὰ τὴν ἐκκλησίαν ἱερῶν,
τούτων δὴ μόνων ἡ ποίησις καὶ προσκύνησις κατακέκριται
καὶ ἐκβάλλεται; εἰ μὲν οὖν ἕτερόν τι παρὰ τὸ καθ' ἡμᾶς κή-
ρυγμα ὑπετίθεντο, ἔδει καὶ οὕτω κοινῇ ψήφῳ καὶ σκέψει
τῶν ἐν τοῖς προὔχουσιν ἀρχιερατικοῖς θρόνοις ἐνιδρυμένων τὰ
περὶ αὐτῶν πραγματεύεσθαι· εἰ δὲ τὴν αὐτὴν ἡμῖν τῷ εὐαγγε-
λίῳ ἐμφανίζει ὑφήγησιν καὶ τρανέστερόν πως καὶ ἐμφανέστε-
ρον τῷ κατ' ὀφθαλμοὺς ἦχθαι, πρόδηλον ὡς διὰ μιᾶς ταύτης
ὑποθέσεως τὸ πᾶν τῆς σωτηρίου τοῦ θεοῦ λόγου σαρκώσεως
ὡς δυσμενεῖς καθαιρήσειν ἐπειράθησαν· βαρὺς γὰρ ἦν αὐτοῖς ὁ
Χριστός, καὶ ἐν εἰκόνι βλεπόμενος. ἀλλὰ μὴν τούτων γε χάριν  
καὶ οὕτω διαληπτέον, καὶ ἔτι τὰ τῆς ἀτοπίας τῶν παρανόμων

Νικηφόρος Ι΄. Refutatio et eversio definitionis synodalis anni 815


Ch. 11, line 58

οὐχ' ἕξει κολάσεως ἢ πῶς Χριστιανὸς νομισθήσεται, καθαιρῶν


οἷς λόγος ἡ τοῦ θεοῦ λόγου ὁρᾶται ἐνανθρώπησις;
 ῥητέον δὲ καὶ αὖθις· πᾶν γινόμενον ἢ αἱρετὸν ἢ φευκτόν
ἐστιν ἢ τούτων ἐν μέσῳ ἐξ ἀποφάσεως τῶν ἄκρων συνιστάμε-
νον. ἀλλὰ μὴν ἡ Χριστοῦ εἰκὼν παρὰ Χριστιανοῖς οὐ φευκτή
– πῶς γάρ, ἣ τὴν μνήμην ἡμῖν εἰσάγει Χριστοῦ καὶ ἀμέσως
τὸ εἶδος τοῦ κυριακοῦ ἐμφανίζει σώματος;  – , οὔτε μὴν μέσον·
οὐδὲ γὰρ ἄλλό τι τῶν ἐν ἐκκλησίᾳ ἱερῶν· πάντα γὰρ τίμια καὶ
σεβάσμια· τὸ αἱρετὸν ἄρα καὶ σεπτὸν ἡ ταύτης ἀπενέγκοιτο
ποίησις καὶ προσκύνησις.
 ἀλλὰ καὶ τῶν πρός τι ἡ εἰκών ἐστιν, καὶ τοῦτο πᾶσιν ἂν οἶ-
413

μαι διωμολογῆσθαι, οἷς τὸ ἐν διανοίαις ἀκέραιον διασῴζεται,


ἐπεὶ καὶ σχέσις αὐτῇ πρὸς ὃ λέγεται πρόσεστιν, καὶ δι' ἑαυτῆς
ἐμφανίζει τὸ ἀρχέτυπον καὶ τὴν γνῶσιν αὐτοῦ παρέχεται.
δηλώσει καὶ ὁ κατ' αὐτὴν ὁρισμός· καὶ γὰρ ἀφομοίωσις
πρὸς τὸ πρωτότυπον εἶδος εἶναι πέφυκεν, καὶ ταυτὸν ἐκεί-
νῳ, παρὰ τὸ τῆς οὐσίας διάφορον· ἐξ οὗ καὶ τοῦ ὀνόματος
μεταλήψεται. πρὸς δέ γε καὶ ἀντιστρέφει ταῦτα πρὸς ἄλλη-
λα κατὰ τὸν λόγον τῶν πρός τι καὶ τὴν ἑαυτοῖς σχέσιν·
σχοίη δ' ἄν τινα καὶ μέθεξιν ὡς παρ' αἰτίου αἰτιατόν.

Νικηφόρος Ι΄. Refutatio et eversio definitionis synodalis anni 815


Ch. 12, line 2

δηλώσει καὶ ὁ κατ' αὐτὴν ὁρισμός· καὶ γὰρ ἀφομοίωσις


πρὸς τὸ πρωτότυπον εἶδος εἶναι πέφυκεν, καὶ ταυτὸν ἐκεί-
νῳ, παρὰ τὸ τῆς οὐσίας διάφορον· ἐξ οὗ καὶ τοῦ ὀνόματος
μεταλήψεται. πρὸς δέ γε καὶ ἀντιστρέφει ταῦτα πρὸς ἄλλη-
λα κατὰ τὸν λόγον τῶν πρός τι καὶ τὴν ἑαυτοῖς σχέσιν·
σχοίη δ' ἄν τινα καὶ μέθεξιν ὡς παρ' αἰτίου αἰτιατόν. εἰ δὲ καὶ
ἐπὶ τῆς τοῦ σωτῆρος ἡμῶν εἰκόνος ταῦτα ἡμῖν γνωρίζεται,
πῶς ὁ ταύτην προπηλακίζων αἰσχρῶς, Χριστιανὸς ὑπολη-
φθήσεται ἢ ὀνομασθήσεται;
 οὕτως οὖν συνήχθω καὶ ὁμολογείσθω πάντοθεν ὡς οὐκ
ἄχρηστοςτῶν ἱερῶν τούτων μορφωμάτων ἡ ποίησις
καὶ προσκύνησις,δικαία δὲ μᾶλλον καὶ εὔχρηστος ἄγαν  
καὶ τοῦ κατακεκρῖσθαι μακράν. εἰ γοῦν ἄχρηστοςἦν (λε-
λέχθω γὰρ καὶ τοῦτο), τίς ἡ τοσαύτη περὶ τὸ ἄχρηστον
μανία καὶ ὁ κατὰ Χριστιανῶν διωγμός; καὶ τίνος χάριν ὁ
τοσοῦτος τῶν ἀνοσίων καὶ ἀνιέρων σκυλμὸς καὶ ἡ συνέλευσις;
τίς ὁ τηλικοῦτος ὃν κατεβάλοντο οἱ διώκοντες κάματος, ἄλλα
τε ὅσα κατὰ τὴν Ῥωμαίων ἀρχὴν πάνδεινα καὶ ἀνήκεστα τηνι-
καῦτα ἐπράττετο; ἀλλὰ καὶ πρόδηλον ὡς τοῦ χρησίμου καὶ
προσήκοντος ἕνεκεν· ὅπερ Χριστιανοῖς μὲν οἰκεῖον καὶ ἔννο-
μον, τοῖς δὲ τῆς Χριστιανῶν θεοσεβείας ξένοις πολέμιον καὶ

Νικηφόρος Ι΄. Refutatio et eversio definitionis synodalis anni 815


Ch. 75, line 117

χημένων καὶ τὸ ἀντίθετον καθελοῦσα καὶ πονηρὸν δόγμα, τὴν


ἐξ ἀρχῆς καὶ ἀνέκαθεν τῇ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ κεκρατηκυῖ-
414

αν παράδοσιν ἐπεκύρωσεν· τόν τε κόσμον καὶ τὴν εὐπρέπειαν


αὐτῆς εὐσεβῶς ἔνειμεν, καλῶς καὶ θεαρέστως προσκυνεῖσθαι
τὰ ἱερὰ τῆς τοῦ σωτῆρος ἡμῶν οἰκονομίας σύμβολα, καθὰ
Χριστιανοῖς ἔθος καὶ νόμος εὐσεβοῦσιν, ὁρισαμένη. ἐπεὶ οὖν ὁ
κατὰ τοὺς ἀνοσίους θεομάχος ὅρος ἐλήλεγκταί τε καὶ διέρρι-
πται, τί τὸ κωλύσον ἢ τί τὸ ἐνστησόμενον καὶ ἡμᾶς ἀνθορι-
ζομένους εἰπεῖν, ἐξ ὧν διὰ πλειόνων λόγων καὶ ἀποδείξεων
παρίσταται, ὅτι τοι ἡ τῶν ἱερῶν τοῦ Χριστοῦ εἰκόνων καὶ ἡ
ποίησις εὔχρηστος καὶ ἡ προσκύνησις ἀναγκαία καὶ ὀνησιφό-
ρος καὶ δικαία μάλα καὶ τιμητέα καὶ τῇ ἐν λατρείᾳ καὶ ἀληθινῇ
εἰς θεὸν προσκυνήσει, προτετιμημένῃ γε ὑπαρχούσῃ, καὶ αὐτὴ
ἑπομένη καὶ ἀκολούθως τιμωμένη καὶ προσκυνουμένη κατὰ
τὸν ἴδιον ὅρον καὶ λόγον; οὕτω δὲ καὶ περὶ τῶν σεμνῶν τῶν
ἁγίων ὁμοιωμάτων κατὰ τὸν οἰκεῖον λόγον ἀναλόγως θεω-
ρήσωμεν.

Νικηφόρος Ι΄. Refutatio et eversio definitionis synodalis anni 815


Ch. 77, line 41

σου πεποίηκας (καὶ γὰρ ἐκεῖσε τοῦ ἀλλοτρίου τὴν ἀναίρεσιν


δόξας ἐργάσασθαι, τὸ οἰκεῖον οὐκ ἀντεισήγαγες) οὕτω κἀν-
ταῦθα οὐκ εἴδωλαφής, ὅτι πᾶν εἴδωλον ὁμοίως κακὸν καὶ
φευκτὸν καὶ πᾶν ὅ,τι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ Χριστοῦ ὁμοίως καλὸν
καὶ αἱρετόν, σεαυτὸν δὲ παραλογίζῃ, δεδοικὼς μήποτέ σε ἄρα
ὁ λόγος καὶ ἄκοντα πρὸς τὴν εὐσέβειαν μεταγάγοι. ὡς οὖν περὶ
τὴν πίστιν σκάζεις, οὕτω δὴ καὶ περὶ τὴν κλῆσιν τῶν προκει-
μένων ἀμηχανεῖς· Ἀνὴρ γὰρ δίψυχος, ἀκατάστατος ἐν πάσαις
ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ, ὁ ἱερὸς φησὶν λόγος· ἤ που καὶ τὰ Σαμα-
ρειτῶν σε πάσχειν ὥρα, οἳ καὶ τὸν κύριον ἐφοβοῦντο καὶ τοῖς
θεοῖς αὐτῶν ἐλάτρευον. εἰ ἄχρηστοςτούτων ἡ ποίησις
καὶ ἡ προσκύνησις,εἰ ψευδωνύμουςἀπεφήνω καὶ
οὗτινος ἡ εἰκὼν οὐδαμοῦ προστέθεικας καὶ εἴ τι ἄλλο ἐκαινο-
λόγησας, ὅτου δὴ χάριν ἐν τούτῳ μόνον φειδοῦς ἀξιοῖς; εἰ οὐκ
οἶδας εἰκονιζόμενον τὸν Χριστόν, τί δέδοικας ὀνομάζειν εἴδω-
λον,ὃ κατ' οὐδένα τρόπον ἐπικοινωνεῖν Χριστῷ δύναται; τίς
γὰρ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; ἢ τίς συγκατάθεσις ναῷ θεοῦ
μετὰ εἰδώλων; ἢ οὐχὶ σὺ εἶ ὁ ἄνω καὶ κάτω τὸ ἀκατάλη-
πτον καὶ ἀπερίγραπτον,ὅπερ ἐκ τῶν καινῶν διδα-
σκάλων παρείληφας, διαθρυλῶν ἐπὶ Χριστοῦ; ἵνα τί σοι διανυ-
σθήσεται; ἢ πάντως τὸ μὴ εἰκονίζεσθαι Χριστόν σοι συμπορι
415

Νικηφόρος Ι΄. Refutatio et eversio definitionis synodalis anni 815


Ch. 207, line 44

θεοσεβείας ἀλλότριον παραφυὲν καταλαμβάνεται δόγμα, οὐδὲ


ὅσον εἰς μνήμην ἀφῖχθαι τῶν πονηρῶν καὶ μυσαρῶν συνταγ-
μάτων, μὴ ὅτι μόνον κατὰ τὴν δούλην ταύτην καὶ ἠνδρα-
ποδισμένην, ἐν ᾗ τὸ ἐμπαθὲς καὶ πρόσυλον τῶν περὶ γῆν
στρεφομένων καὶ ἰλυσπωμένων γήϊνον καὶ ἀλαζονικὸν καὶ
ὑπερήφανον πρυτανεύει φρόνημα, ἔνθα τὸ φίλαρχον, τὸ
φίλαυτον, τὸ φιλήδονον, τὸ φιλόδοξον ἢ κενόδοξον, ἡ
πάντων τῶν καταθυμίων ἀπόλαυσις, τὸ πάντων ἐθέλειν ἄρ-
χειν καὶ μὴ δὲ πρὸς αὐτοῦ θεοῦ ἄρχεσθαι, καὶ ἡ τῆς ἀνθρω-
πίνης δόξης, ἢ αἰσχύνης εἰπεῖν δικαιότερον, κτῆσις καὶ περι-
ποίησις καὶ τῆς θείας δόξης καταφρόνησις καὶ παρόρασις.
ἐντεῦθεν ἡ κατὰ θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων ὕβρις καὶ τῆς ἐκκλησίας
ὁ διωγμός· ἐντεῦθεν πᾶν κατασινόμενον τὸ ὑπήκοον, τοῖς ἐ-
κεῖθεν δόγμασιν καὶ θελήμασιν ὑποκύπτειν ἐκβιαζόμενον· ὧν
ἕνεκεν τὸ ἔμψυχον κεχάλκευται ὅπλον, σχήματι μὲν τοῦ
σωματοφυλακεῖν ἠθροισμένον, ταῖς ἀληθείαις δὲ τοῦ ἐκπορ-
θεῖν τὴν ἐκκλησίαν Χριστοῦ ἐπινενοημένον.
 οὐκ ἀπᾷδον δὲ οἶμαι καὶ τοῦτο ἐν τῷ παρόντι φάναι,
ὅτι ἔθος τοῖς αἱρετίζουσιν τῶν εὖ κειμένων καὶ ὀρθῶν λόγων
κατατολμᾶν καὶ περιέλκειν πρὸς τὸ δοκοῦν καὶ στρεβλοῦν κατὰ
τὸ ἴδιον βούλημα, δολοῦσι καὶ παραφθείρουσι τὰ θεοπρεπῶς

Patria Constantinopoleos, Παραστάσεις σύντομοι χρονικαί (3120:


001)“Scriptores originum Constantinopolitanarum, pt. 1”, Ed. Preger, T.
Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1975.Sec. 24, line 12

ὁ μέγας ἠρέσκετο· ὅθεν καὶ νουμία Ἑλληνικὰ εἰς χάος


πλῆθος παρέδωκεν. Ὡς δὲ ἐγγράφως μὲν τοῦτο οὐχ εὕρο-
μεν, παρὰ δὲ ἀνδρῶν τῶν ἐν πείρᾳ τῆς γραφῆς τυγχανόν-
των ἠκούσαμεν, ὅτι ἐν αὐτῷ τῷ Στρατηγίῳ καὶ χρυσὸς εἰς
πλῆθος κατεχώσθη εἰς χάος πολύ. Καὶ οὐκ ἠπίστησα ἀκού-
σας, ὅτι [ἃ] καὶ ἡμεῖς καὶ οἱ πατέρες ἡμῶν ἐξέδωκαν ἡμῖν
τὰ πλείω ἀγράφως καὶ οὐκ ἐγγράφως, ὡς ἴσασιν οἱ φιλο-
μαθεῖς. Ἐν δὲ τῷ μικρῷ Στρατηγίῳ μόλιβδος πολὺς χρη-
ματίζει, ἢ αὐτὸς ὁ μόλιβδος ἢ μολίβδου διάθεσις ἔγγραφος·
ἀλλὰ καὶ χρυσίου καὶ ἀργυρίου διὰ μαρμαρίνων γραφῶν
ποίησις· τοῦτο δὲ ἐκ στίχων πινακιδίων μαρμαρίνων ἢ ἀνα-
γνῶτες ἢ παρὰ τῶν ἀναγνωσάντων ἐρευνήσαντες ταῦτα γε-
416

γραφήκαμεν.
 Ἐν δὲ τῷ ναῷ τοῦ ἁγίου Μηνᾶ ὄρυγμα εὑρέθη
μέγα, ὅτε ἐκαθαίρετο, καὶ ὀστᾶ ἀνθρώπων γιγάντων εἰς
πλῆθος, ἅτινα θεασάμενος ὁ βασιλεὺς ὁ Ἀναστάσιος καὶ
ἐκπλαγεὶς ἐν τῇ Φόσσᾳ κατέθετο εἰς θαῦμα ἐξαίσιον.

Ζωναράς. Lexicon (3136: 001)“Iohannis Zonarae lexicon ex tribus


codicibus manuscriptis, 2 vols.”, Ed. Tittmann, J.A.H.
Leipzig: Crusius, 1808, Repr. 1967.Alphabetic letter alpha, p. 354, line
13

Ἀφύαι. οἱ ἔγγραυλοι.
Ἀφυΐα. ἡ πρὸς τὰ προκείμενα μαθήματα σκλη-
 ρότης.
Ἀφοσίωσις. τοῦ Ψελλοῦ· ἡ δέ γε ἀφοσίωσις ποίησις τῆς οὐσίας.

Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter epsilon, p. 807, line 5

Ἐπιφυλλίς. ἡ ἐν τῷ τρυγήτῳ λανθάνουσα στα-


 φυλὴ μικρὰ ἐν τοῖς φύλλοις.
Ἐπιχειροτονία. ἡ τῶν χειροτονητῶν ἀπόστασις.
Ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε. ἀντὶ τοῦ χειραγωγή-
 σουσιν. ποδηγήσουσιν. ὑπερείσουσιν ἀσθενοῦν-
 τα. παντοδαπὴν ἐπικουρίαν προσοίσουσιν.  
Ἐπιχώρησις. συμπάθεια, παραχώρησις.
Ἐπὶ χώρας. ἐπὶ τόπου.
Ἐποπτεία. ἡ ἐπίσκεψις.
Ἐποποιΐα. ἡ διὰ ἡρωϊκοῦ μέτρου ἱστορία. καὶ γὰρ
 στερουμένη μύθου ποίησις ἐποποιΐα ἐστίν.
Ἐποχή. κατοχὴ, ἢ δίκτυα ἀγρεύοντα τοὺς
 ἰχθύας. ἐποχὴ ἐστὶ καὶ ἡ μοῖρα, ἐν ᾗ κατα-
 λαμβάνεται ὅ, τε ἥλιος καὶ ἡ σελήνη καὶ ἕκα-
 στος τῶν πλανητῶν.
Ἐπωβελίαν. ζημίαν. ὅ ἐστι τὸ ἕκτον μέρος τοῦ
 τιμήματος. [ἢ τὸ ἕκτον τίμημα τῆς δίκης. ἢ
 ἐπωβελία ἐστὶ τὸ κατὰ τῶν ἐγκαλούντων
 ἐκτείνειν ὀβολόν. ταύτην δὲ ζημίαν ἔταξαν
 Ἀθηναῖοι.]
Ἐπωμίς. εἶδος περιβολαίου.
417

Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter pi, p. 1564, line 14

 τῇ δεικνύουσα. ἢ ποιότης ἐστὶν ἐκείνη, καθ' ἣν


 παρωνύμως τὰ μετέχοντα αὐτῆς λέγει. ποιότης
 ἐστὶ καὶ ἡ ἐνούσιος δύναμις, ὡς τοῦ ὕδατος ἡ
 ψυχρότης, καὶ τοῦ πυρὸς ἡ θερμότης, καὶ τοῦ
 λίθου ἡ σκληρότης, καὶ τῆς γῆς ἡ ξηρότης.
Ποιότηςκαὶ ἰδιώτης καὶ διαφορὰ καὶ ἰδίωμα ἓν
 καὶ τὸ αὐτὸ σημαίνει. ἔστι καὶ ἕτερόν τι ποιό-
 της, φωνὴ δηλοῦσα τὴν ποιότητα τῆς φωνῆς ἢ
 τῆς σημασίας. ἐὰν γὰρ εἴπω· πὺξ, λὰξ, τὴν
 ποιότητα τῆς φωνῆς ἐδήλωσα.
Ποίησις. τὸ ὅλον βιβλίον. οἷον Ἰλιὰς καὶ ἡ
 Ὀδύσσεια. Ἰλιὰς δέ ἐστιν ἡ τῆς Τροίας ὑπό-
 θεσις· Ἴλιον γὰρ ἡ Τροία. Ὀδύσσεια δὲ ἡ
 πλάνη τοῦ Ὀδυσσέως. εἰσὶ δὲ καὶ δύο αὗται
 ποιήσεις τοῦ Ὁμήρου. διαιρεῖται δὲ τριχῶς ἡ
 ποίησις· εἰς διηγηματικόν· εἰς μιμητικὸν, καὶ
 μικτόν. καὶ διηγηματικόν ἐστιν, ἡνίκα ὅλος ὁ
 λόγος ἐκ ποιητικοῦ μόνου προσώπου λέγεται. μι-
 μητικὸν δὲ αἱ τραγῳδίαι καὶ κωμῳδίαι. ποίημα
 καὶ ποίησις διαφέρει. ποίησις μὲν γάρ ἐστιν, ὡς
 εἴρηται, τὸ ὅλον βιβλίον· ποίημα δὲ ἡ ῥαψῳδία. εἴρηται δὲ ῥαψῳδία
ἀπὸ τοῦ δαφνίνῃ ῥάβδῳ
 περιερχομένους ᾄδειν τὰ Ὁμήρου ποιήματα. καὶ
 διατί δαφνίνην ῥάβδον κρατοῦντες ᾖδον τὰ Ὁμή-
 ρου ποιήματα; διὰ τὸ ἀειθαλὲς τοῦ φυτοῦ, ἢ
 ὅτι μαντικὴ ἡ δάφνη, μαντικὴ δὲ ἡ ποιητική·

Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter sigma, p. 1685, line 30

 κοντα ἄνδρας ἔχειν λέγει τὴν συμμορίαν· Ὑπε-


 ρίδης δὲ πεντεκαίδεκα.
Συμφυΐα. ἕνωσις τῶν συμπεπλεγμένων εἰς ἓν
 σύνθημα ὁμοφυῶν.
Συναλοιφή. συνέλευσις καὶ συμφωνία δύο συλ-
 λαβῶν, εἰς μίαν συλλαβὴν ἕνωσις καὶ μεταβο-
 λή. συναλοιφὴ ἐστὶ καὶ ἡ σύγχυσις ἢ συνίζη-
 σις· εἴτουν εἰπεῖν πραγμάτων διαφόρων σύμ-
 μιξις.
418

Συνίζησις. ἡ συνέλευσις.
Σύνθεσις. ἡ ἐξ ἄλλου καὶ ἄλλου εἰς ἓν ποίησις.  
 καὶ ἡ διαιρετῶς ἢ ἀδιαιρέτως ἢ συγκεχυμένως ἢ
 οὕτως.
Σύνθετοςγνῶσις ἐστὶν ἡ κατ' αἴσθησιν πεῖρα
 τῶν αἰσθητῶν, ὡς κατὰ φύσιν ἔχουσα ἡδονὴν
 διὰ τὴν γέννησιν καὶ πόνον διὰ τὴν φθοράν.
Συνημοσύνας. συνθήκας. ἵν' ᾖ συνέδρους παρὰ
 τὴν ἕσιν.
Σύννοια. σύννευσις ἐννοιῶν, ἢ τοῦ νοῦ πρὸς τὰ
 νοηθέντα σύννευσις. ἢ νοημάτων σύνοδος. συν-
 νεύσεως δὲ ἔργον ἐστὶ πάντα τὰ συντελοῦντα

Georgius Acropolites Hist., Annales (3141: 002)“Georgii Acropolitae


opera, vol. 1”, Ed. Heisenberg, A.Leipzig: Teubner, 1903, Repr. 1978
(1st edn. corr. P. Wirth).Sec. 63, line 174

τοὺς γάμους ποιῆσαι βεβούληται. καὶ δήπερ ἀπάρας ἐξ οὗ-


περ ἔκειτο τόπου τῆς εἰς τὴν Θεσσαλονίκην φερούσης ἥπτετο·
καθ' ὁδὸν δὲ μετὰ τῆς τοῦ δεσπότου συζύγου τὰς συμβιβά-
σεις ἐποίει. ἡ μὲν οὖν τοῦ δεσπότου σύζυγος Θεοδώρα καὶ
ἄκουσα τοῖς τοῦ βασιλέως λόγοις συνήρχετο· ἐντὸς γὰρ τῶν
ἐκείνου χειρῶν οὖσα καὶ μικροῦ δεῖν ὡς ἐν εἱρκτῇ τυγχά-
νουσα οὐκ εἶχέ τι ἄλλο δρᾶσαι. συμπεφώνηκε γοῦν δοῦναι
πρὸς τὸν βασιλέα τὸ κάστρον τὰ Σέρβια καὶ σὺν αὐτῷ
καὶ τὸ Δυρράχιον. ἐπὶ τούτοις καὶ ὅρκοι ἐγγράφως προέ-
βησαν καὶ ἀπεστάλησαν πρὸς τὸν δεσπότην Μιχαήλ. ὁ δέ,
ὅ φησιν ὁ ποίησις, ἑκὼν ἀέκοντί γε θυμῷ τοῖς ὀμωμοσμέ-
νοις συνῆλθεν· ηὔχετο γὰρ ἐλευθερωθῆναι καὶ παρ' αὐ-
τὸν γενέσθαι καὶ τὸν υἱὸν καὶ τὴν σύζυγον.
Ἐν τοῖς τοιούτοις τῶν λόγων ὁ βασιλεὺς κἀμὲ τῆς ἧς
εἶχον ἐκμοχλεύσας στερρότητος ἐχειρώσατο. ἐξαποστείλας γὰρ
τὸν πρὸς πάππου αὐτοῦ θεῖον τὸν Λάσκαριν Μανουὴλ καὶ
τὸν πρωτοβεστιάριον αὐτοῦ τὸν Μουζάλωνα Γεώργιον ἱλα-
ροῖς καὶ ἁπλοῖς τισιν ἐχρήσατο λόγοις, καί με εἷλε, καὶ πρὸς
αὐτὸν οἱ ἀποσταλέντες ἀπήγαγον. καὶ γοῦν προσιὼν τῷ
βασιλεῖ καὶ ὡς ἔθος κλίνας τὴν κεφαλὴν μακρότερον ἔστην.
καὶ ὁ βασιλεύς· ‘οὐκ οἶδας ὅπῃ εἰώθεις ἵστασθαι; τὸν τόπον

Συμπλίκιος. In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria


(4013: 001)“Simplicii in Aristotelis de caelo commentaria”, Ed. Heiberg,
J.L.Berlin: Reimer, 1894; Commentaria in Aristotelem Graeca 7.Vol. 7,
419

p. 98, line 22

καὶ ἀνηβήσαντα τότε πάλιν ἔρχεται πρὸς σύνθεσιν· δηλοῖ δὲ μάλιστα τὸ


ὕδωρ ταῦτα τότε μάλιστα πρὸς γένεσιν καὶ τροφὴν ἐπιτήδειον ὑπάρχον,
ὅταν καθαρὸν γένηται καὶ ἐκ τῆς ἑαυτοῦ ὁλότητος ἀπομερίζηται, ὡς ἀπὸ
πηγῶν ὁρᾶται. καὶ δῆλον, ὅτι καὶ ἡ γένεσις ἐνταῦθα καὶ ἡ φθορὰ μετα-
βολή τίς ἐστιν ὑπό τε τοῦ ἐναντίου γινομένη καὶ ἐκ τῆς ἐναντίας ἕξεως
εἰς τὴν ἐναντίαν μεθισταμένη, ἐπὶ μὲν τῶν στοιχείων τοῦ ὕδατος, εἰ τύχοι,

ὑπὸ τοῦ πυρὸς εἰς τὴν ἐναντίαν ἑαυτῷ σύστασιν τὴν πύριον μεταβαλλο-
μένου, καὶ οὕτως γίνεται τὸ πῦρ ἐξ ἐναντίου μὲν ἑαυτῷ τοῦ ὕδατος κατὰ
τὰς ἐναντίας ποιότητας, ὑπὸ ἐναντίου δὲ τῷ ὕδατι τοῦ πυρός· δεῖ γὰρ τὸ
μὲν φθειρόμενον ἐναντίον εἶναι τῷ φθείροντι, τὸ δὲ γινόμενον ταὐτὸν τῷ
ποιοῦντι. ἡ γὰρ τῶν στοιχείων ποίησις εἰς ἑαυτὰ μεταβολὴ τῶν
ποιούντων
ἐκ τῶν πασχόντων ἐστὶν ἐπιτηδείως ἐχόντων δηλονότι τῶν ὑποκειμένων
πρὸς ἑκάτερον, καὶ ἡ φθορὰ πάλιν ὑπὸ τοῦ ἐναντίου γίνεται τοῦ ἐναντίου·

φθείρεται γὰρ τὸ ὕδωρ ὑπὸ τοῦ πυρὸς εἰς τὸ πῦρ· ὥστε καὶ ἡ ἄλλου
φθορὰ ἄλλου γένεσίς ἐστι καὶ ἡ ἄλλου γένεσις ἄλλου φθορά, τῶν μὲν
ποιοτήτων ἀπολλυμένων εἰς τὸ μὴ ὄν· ὅταν γὰρ ἐξ ὕδατος γίνηται τὸ πῦρ,

ἡ ψυχρὰ καὶ ὑγρὰ ποιότης οἴχεται τῆς σωματικῆς οὐσίας τὰς τοῦ πυρὸς
μεταλαμβανούσης ποιότητας. καὶ τοῦτο μέν, ὅταν ἐξ οὐσίας τινὸς τοῦ
ὕδα-
τος εἰς οὐσίαν ἄλλην τοῦ πυρὸς ἡ μεταβολὴ γίνηται· ὅταν δὲ ἀμυδροτέρα
τις δρᾶσις καὶ πεῖσις εἰς ἄλληλα τῶν στοιχείων κατὰ ποιότητας γίνηται,  
ὥστε διάθεσιν ἀλλήλοις ἀφ' ἑαυτῶν ἐμποιεῖν καὶ θερμαίνεσθαι μὲν τὸ

Συμπλίκιος. In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria


Vol. 7, p. 233, line 12

  p. 275a14 Ἀλλὰ μὴν οὐδὲ τὸ ἄπειρον ἐν οὐδενὶ χρόνῳἕως τοῦ


    ἡ δὲ ποίησις καὶ τὸ πάθος ἔχει.

 Δείξας, ὅτι τὸ ἄπειρον οὐδὲν πάσχει ὑπὸ πεπερασμένου, νῦν δείκνυσιν,


ὅτι οὐδὲ τὸ πεπερασμένον ὑπὸ τοῦ ἀπείρου πάσχειν δυνατόν, καὶ τοῦτο
διὰ τῆς εἰς ἀδύνατον ἀπαγωγῆς συνάγων· τὸ γὰρ ἄπειρον καὶ τὸ πεπερας-
μένον κἀνταῦθα ἐν τῷ ἴσῳ χρόνῳ τὸ αὐτὸ ἀλλοιώσει, ὅπερ ἐστὶν ἀδύ-
νατον· ἐν ἐλάττονι γὰρ χρόνῳ τὸ μεῖζον ἀλλοιοῦν ὑπέκειτο. ἔστω ὑπὸ
ἀπείρου δυνάμεως τῆς Α πεπερασμένον τι μέγεθος τὸ ΒΖ κινεῖσθαι ἐν
420

τῷ Γ χρόνῳ, καὶ εἰλήφθω τις πεπερασμένη δύναμις ἡ Δ· αὕτη δὴ ἐν τῷ   


Γ χρόνῳ ἔλαττον τοῦ ΒΖ κινήσει· ἐλάττων γάρ ἐστι τῆς Α ἀπείρου οὔ-
σης οὖσα πεπερασμένη. ἔστω δὴ κινούμενον ὑπὸ τοῦ Δ ἐν τῷ Γ χρόνῳ
ἔλαττον τοῦ ΒΖ τὸ Ζ· καὶ εἰ πεπερασμένον ἐστὶ μέγεθος τὸ ΒΖ, πεπερας

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. (4013: 003)


“Simplicii in Aristotelis categorias commentarium”, Ed. Kalbfleisch, K.
Berlin: Reimer, 1907; Commentaria in Aristotelem Graeca 8.
Vol. 8, p. 131, line 4

διαφορὰ γάρ τις ἡ τοῦ ὡρισμένου μετὰ τοῦ γένους τῆς ποσότητος ποσὸν
ποιεῖ τὸ ὅλον. εἴη δὲ ἂν καὶ ποσότης τις ὁ ἀριθμός, ὅτι τὰ γένη τῶν
εἰδῶν συνωνύμως κατηγορεῖται. εἴτε δὲ κατὰ τὸ ἀριθμεῖν εἴτε κατὰ τὸ
ἀριθμεῖσθαί ἐστιν ὁ ἀριθμός, πανταχῇ ἂν οὕτως τοῦ ποσοῦ εἴη. περὶ μὲν
οὖν ἀριθμοῦ τοσαῦτα.
 Περὶ δὲ λόγουἀποροῦσιν, πῶς ὁ λόγος ἐν ποσῷ, πρῶτον μέν, ὅτι
τὰ ἄνευ συμπλοκῆς εἰς τὰς κατηγορίας ἀνάγεται, λόγος δὲ πᾶς κατὰ συμ-

πλοκήν· ἔπειτα, εἰ τοσόσδε ὁ λόγος, κατὰ μὲν τὸ τοσόνδε ποσὸν ἔσται ὡς

κατὰ συμβεβηκός, καθὸ μέντοι λόγος σημαντικός ἐστιν κατὰ πληγὴν τοῦ
ἀέρος ὑφεστηκώς, εἴτε οὖν πληγὴ ὁ λόγος εἴτε τύπωσις τῆς πληγῆς μορ-
φοῦσα αὐτήν, ἢ πάθος ἐστὶν ἢ ποίησις, ποίησις μὲν τῆς κατὰ φαντα-
σίαν ὁρμῆς τοῦ ἡγεμονικοῦ, πάθος δὲ τοῦ ἀέρος· ἔσται οὖν ἢ τοῦ ποιεῖν ἢ
τοῦ
πάσχειν ὁ λόγος ὁ ἐν τῇ φωνῇ ἢ καὶ τοῦ ποιεῖν καὶ τοῦ πάσχειν, ἀλλ' οὐχὶ
ποσόν. εἰ δέ τις κατὰ τὴν πληγὴν μόνην ἀφορίζοιτο τὴν φωνὴν καὶ τὸν
λόγον,
εἰς κίνησιν αὐτὸν ἀνάξει· εἰ δὲ κατὰ τὸν πληγέντα ἀέρα, οὐ μία
κατηγορία,
εἴγε οὐχ ἓν τὸ σημαντικὸν καὶ συσσημαντικὸν καὶ τὸ ἐνεργοῦν καὶ τὸ ἐν
ᾧ ἐγγινόμενον ἐνεργεῖ. πρὸς δὴ ταῦτα ἀπαντῶν ὁ Ἰάμβλιχος “οὐχ ἁπλῶς,
φησίν, ἐν πληγῇ ἀέρος τὴν φωνὴν τιθέμεθα· πλήττει γὰρ καὶ δάκτυλος
τὸν
ἀέρα καὶ οὔπω ποιεῖ φωνήν· ἀλλ' ἡ ποσὴ πληγὴ καὶ σφοδρὰ καὶ τοσήδε
καὶ τοιῶσδε, ὥστε ἀκουστὴ γενέσθαι,

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 157,


line 8

υπάρχοντα αὐτῇ, ποιόν τε καὶ ποσόν· γενομένων δὲ πλειόνων ἀνάγκη


421

προς-
εισελθεῖν σχέσιν, δι' ἣν οἰκείως ἢ ἀλλοτρίως ἔχει τὰ πλείονα, καὶ οὕτως ἡ

τῶν πρός τι σχέσις συναπετελέσθη. μετὰ δὲ ταύτην αἱ ἄλλαι πᾶσαί εἰσιν  


κατηγορίαι, οὐ κατὰ τὴν σύμφυτον σχέσιν, ἀλλὰ κατὰ τὴν ἐπίκτητον καὶ
ποικίλως συνισταμένην θεωρούμεναι. μαρτυρεῖ δὲ τῇ τάξει καὶ αὐτὸς
Ἀριστοτέλης· ὅτε γὰρ ἐν ἀρχῇ διηριθμεῖτο τὰς κατηγορίας, προέταξεν
τοῦ
πρός τι τὸ ποιόν. εἰ δέ τις αἰτίαν τῆς τοιαύτης τάξεως ἀποδιδοίη τὸ μὴ
μεταξὺ παρεμπῖπτον τὸ πρός τι διακόπτειν τὴν ποιότητα ἀπὸ τοῦ ποιεῖν
καὶ πάσχειν, συμφυῆ ὄντα αὐτῇ (καὶ γὰρ τῇ ποιότητι καὶ τὸ ποιοῦν ποιεῖ
καὶ τὸ πάσχον πάσχει), μαθέτω καὶ οὗτος, ὡς οὔτε δύναμις οὔτε ἐνέργεια
οὔτε ποίησις οὔτε κίνησις ποιήσειεν ἄν τι εἰς ἕτερον οὔτε πάθοι τι ὑφ'
ἑτέρου, εἰ μὴ προκατάρχοι ἡ τοῦ πρός τί πως ἔχοντος σχέσις συνάπτουσα
δι' οἰκειότητος τὸ ποιοῦν τῷ πάσχοντι, ὥστε τὸ μὲν δύνασθαι ποιεῖν, τὸ
δὲ δύνασθαι πάσχειν. ἔδει οὖν καὶ ἄλλως προτετάχθαι τὴν τοῦ πρός τι
σχέσιν ὡς κοινὴν καὶ συμφυῆ καὶ μετὰ τοῦ εἶναι θεωρουμένην· τὸ γὰρ
εἶναι ἔχει ἐν τῷ πρός τί πως ἔχειν καὶ διὰ τοῦτο προτέρα τῶν ἐπικτήτων
σχέσεών ἐστιν. καὶ παρὰ τὰ δοκοῦντα δὲ τῷ Ἀριστοτέλει ὁ τοιοῦτός ἐστιν

ἀπολογισμός· οὐ γὰρ ἐννοεῖ τὴν ἐν τῷ κινεῖν καὶ κινεῖσθαι τῆς ἐνεργείας


σχέσιν πρὸς τὴν δύναμιν, καθ' ἣν ἐξ ἀνάγκης προτέτακται προσεχῶς τῶν
ποιούντων καὶ πασχόντων τὰ πρός τι, ὥστε οὐκ ἔδει διὰ τοῦτο
μετατιθέναι
ὑστέραν τὴν τῆς ποιότητος κατηγορίαν. ἀλλ' οὐδὲ Ἀνδρόνικον
ἀποδεκτέον

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 240,


line 35

λον προσέχων ἐπὶ τοῦ ἑνὸς εἴδους μεμένηκεν, Ἀριστοτέλης δὲ οὐκ


ἐξίστα-
ται μὲν οὐδὲ αὐτὸς τῆς τοιαύτης ὑποθέσεως, πλὴν ἐξεργασμόν τινα
προστί-
θησιν καὶ παραδείκνυσιν τὸ ἐν τῷ ἑνὶ αὐτῶν πλῆθος. αὐτίκα τὴν διάθεσιν
λέγεσθαι μέν φησιν τοῦ ἔχοντος μέρη τάξιν τὴν κατὰ τόπον ἢ δύναμιν ἢ
κατ' εἶδος· θέσιν γάρ τινα εἶναι ὥσπερ τοὔνομα δηλοῖ τὴν διάθεσιν. οὐκ-
οῦν ἐν τούτοις ἐν ἑνὶ περιέχει πάσας τὰς διαφόρους θέσεις, τὰς μὲν σω-
ματοειδεῖς ὡς κατὰ τόπον τὸ οὑτωσὶ διατίθεσθαι λαμβανούσας, τὰς δὲ ἐν
παρασκευῇ καὶ ἐπιτηδειότητι ὡς κατὰ δύναμιν τὴν θέσιν παραδεχομένας,
τὰς δὲ τελείας ἕξεις ὡς κατὰ εἶδος τὴν θέσιν ἀφοριζούσας. ἡ δὲ ἕξις κατ'
αὐτὸν λέγεται ἕνα μὲν τρόπον τοῦ ἔχοντος καὶ ἐχομένου ἐνέργεια· ὥσπερ
422

γὰρ ἡ ποίησις τοῦ ποιοῦντος καὶ ποιουμένου μεταξύ ἐστιν, οὕτως καὶ τοῦ

ἔχοντος ἐσθῆτα καὶ τῆς ἐχομένης ἐσθῆτος μεταξὺ ἡ ἕξις ἐστίν, ἄνευ δια-
φορᾶς οὕτω νοουμένη, διὸ οὐδὲ ποιότης αὕτη, ἀλλ' ἐν ἄλλῃ κατηγορίᾳ τῇ

τοῦ ἔχειν κατατέτακται. ἄλλον δὲ τρόπον ἕξις λέγεται διάθεσις μόνιμος,


καθ' ἣν εὖ ἢ κακῶς διάκειται τὸ διακείμενον, καὶ ἢ καθ' αὑτὸ ἢ πρὸς
ἄλλο, οἷον ἡ ὑγεία ἕξις· διάθεσις γάρ ἐστιν τοιαύτη διαφορὰν
ἐμφαίνουσα,
διὸ καὶ ποιότης. ἔτι ἕξις λέγεται, ὃ ἂν ᾖ μόριον τοιαύτης διαθέσεως· διὸ
καὶ ἡ τῶν μερῶν ἀρετὴ ἕξις τίς ἐστιν. πάλιν οὖν καὶ ἐνταῦθα ἐν τῷ ἑνὶ
πολλαὶ θεωροῦνται ἑτερότητες· αἵ τε γὰρ ἔμπροσθεν εἰρημέναι ἐπὶ τῆς
δια-
θέσεως τηροῦνται καὶ ἐπὶ τῶν ἕξεων διαστάσεις, καὶ ἔτι πρόσκειται ἡ
κατ'
ἐνέργειαν τελειότης καὶ ἡ κατὰ τὸ εὖ θεωρουμένη ἥ τε καθ' αὑτὸ καὶ ἡ

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 301,


line 29

ἔστω κοινῶς τε καὶ σποράδην ἠπορημένα τε καὶ λελυμένα.


 Τὸ δὲ ἐντεῦθεν περὶ ἑκάστου διευκρινημένως τὰ προσήκοντα ζητή-
ματα ἐπισκεπτέον. καὶ πρῶτον, ὅτι ἀκόλουθόν ἐστιν εἶναι γένη τὸ ποιεῖν
καὶ πάσχειν, ἐντεῦθεν δῆλον. ὡς γὰρ μετὰ τὴν οὐσίαν ἦν ποσότης καὶ
διὰ τοῦτο ἓν γένος ἐτέθη ἡ ποσότης, καὶ πάλιν μετὰ τὴν οὐσίαν περὶ τὴν
οὐσίαν ποιότης καὶ γέγονεν ἕτερον γένος ἡ ποιότης, οὕτως καὶ ἡ ἐνέργεια

καὶ τὸ ποιεῖν μετὰ τὴν οὐσίαν, καὶ χρὴ καὶ κατὰ ταῦτα γένος τίθεσθαι
μετὰ τὴν ὕπαρξιν τὴν ἐνέργειαν καὶ τὸ ταύτης συγγενὲς πάθος ἢ τὸ
πάσχειν.
ἀλλ' ἆρα τὸ ποιεῖν ἦν τίθεσθαι γένος ἢ τὸ ποιοῦν ἢ τὴν ποίησιν, ὥσπερ
καὶ ἡ ποιότης ἦν γένος καὶ τὸ ἀπ' αὐτῆς ποιόν; ἢ σύζυγα μὲν ὑπάρχει
καὶ ἐνταῦθα ποίησις ποιεῖν ποιοῦν, ἀλλὰ τὸ μὲν ποιοῦν συμπεριλαμβάνει

καὶ τὸ ὑποκείμενον καὶ σύνθετον ὑπόνοιαν ἔκ τε τοῦ ἐνεργοῦντος καὶ τῆς

ἐνεργείας ἐμποιεῖ, ἡ δὲ ποίησις καὶ τὸ ποιεῖν ἁπλούστερα καὶ οὐδὲν συν-


θέσεως ἐφαπτόμενα, ὥστε οἰκειότερα ταῦτα τοῦ ποιοῦντος εἰς γένους
ἀφο-
ρισμόν. τούτων δὲ πάλιν τὸ ποιεῖν καὶ τῆς ποιήσεως προετίμησεν, διότι
διχῶς λέγεται ἡ ποίησις· καὶ γὰρ καὶ ἡ ἐνέργεια ποίησις λέγεται καὶ τὸ
ἀποτέλεσμα τῆς ἐνεργείας, ὡς λέγομεν τὴν Ὁμήρου ποίησιν· χρεία δὲ οὐ
423

τοῦ ἀποτελέσματος, ἀλλὰ τῆς ἐνεργείας, ἣν τὸ ἐνεργεῖν σημαίνει


μονοειδῶς. διὸ τὸ ποιεῖν ὡς γένος τίθεται· τὸ γὰρ ποιεῖν τὴν ἔτι γινομένην
ἐνέργειαν σημαίνει, ὥσπερ ἡ ποίησις τὸ πεπαυμένον μᾶλλον καὶ τὸ
ἀποτέλεσμα τοῦ ποιοῦντος.

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη.


Vol. 8, p. 302, line 24

τέτακται γένος, ὥστε οὔτε εἰς ἓν ἄμφω ταῦτα ἀνάγειν χρή, ἀλλὰ δύο ἀφο-
ρίζεσθαι, ὥσπερ καὶ Ἀριστοτέλης αὐτὰ χωρὶς διέστησεν. οὕτως μὲν οὖν
καὶ Βόηθος καὶ Ἰάμβλιχος πρὸς τὴν ἀπορίαν ἐνέστησαν τὴν ἓν γένος
ἀξιοῦσαν τὴν κίνησιν τοῦ τε ποιεῖν καὶ τοῦ πάσχειν προϋποτίθεσθαι.
Πορφύριος δέ φησιν· “ἔν τισι δοκεῖ τὴν κίνησιν ἐπί τε τοῦ ποιεῖν καὶ τοῦ
πάσχειν μίαν καὶ συνεχῆ εἶναι, ὡς ἐπὶ τῶν κατὰ πληγὴν κινήσεων, οἷον
ῥίψεως καὶ ὤσεως· οἵα γὰρ ἡ τοῦ ῥιπτοῦντος τὸ ξύλον κίνησις, τοιαύτη
καὶ ἡ τοῦ ῥιπτουμένου, καὶ οἵα ἡ ὦσις τοῦ ὠθοῦντος, τοιαύτη καὶ ἡ τοῦ
ὠθουμένου, διὸ καὶ μία καὶ συνεχὴς ἑκατέρα· τὸ δὲ εἶναι οὐ τὸ αὐτὸ ἔχει
πρὸς τὸ πλῆττον καὶ τὸ πληττόμενον, ἀλλὰ τοῦ μὲν πληττομένου πάθος
γίνεται, τοῦ δὲ πλήττοντος ποίησις. καὶ οὕτως τὸ ποιεῖν καὶ πάσχειν οὐκ
ἔστιν ἁπλῶς ἑνὸς γένους τῆς κινήσεως, ἀλλ' ἔχει διαφοράν”. ταύτην δὲ
τὴν τῆς ἀπορίας λύσιν αἰτιᾶται ὁ Ἰάμβλιχος ὡς πόρρωθεν ἀναγομένην καὶ

μὴ ἀπὸ πάνυ γνωρίμων προϊοῦσαν μήτε ἀπὸ τῶν δοκούντων Ἀριστοτέλει·

“οὐ γὰρ εἰ ἡ τὶς ποίησις οὕτως ἔχει, ἤδη καὶ πᾶσα, οὐδὲ ἔδει ἀπὸ τῶν
ἐσχάτων ἄρχεσθαι ποιήσεων (λέγω δὲ τῶν κατὰ πληγὴν καὶ ὦσιν) οὐδὲ
τοῖς Στωϊκοῖς συγχωρεῖν περὶ οὗ διατελοῦμεν αὐτοῖς διαφερόμενοι, ὡς τὸ

ποιοῦν πελάσει τινὶ ποιεῖ καὶ ἅψει. βέλτιον γὰρ λέγειν ὡς οὐ πάντα
πελάσει καὶ ἅψει ποιεῖ, ἀλλὰ κατὰ τὴν ἐπιτηδειότητα τοῦ ποιοῦντος πρὸς
τὸ πάσχον γίνεται ἡ ποίησις, καὶ ὡς πολλὰ ἀναφῶς δρᾷ, ἅπερ ἅπαντες

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 303,


line 7

ἐπιστάμεθα, καὶ ὅτι καὶ ἐφ' ὧν δεόμενα ὁρῶμεν παραθέσεως τὰ ποιοῦντα,

κατὰ συμβεβηκὸς γίνεται ἡ ἐπαφή, διότι ἐν τόπῳ ἐστὶν τὰ μετέχοντα τῆς


τοῦ πάσχειν ἢ ποιεῖν δυνάμεως· τοιαῦτα γάρ ἐστιν τὰ σώματα καὶ τὰ
μετέχοντα τῶν ποιητικῶν ἢ παθητικῶν δυνάμεων· ἐφ' ὧν δὲ οὐδὲν ἐμπο-
424

δίζει διάστασις σωμάτων ὥστε τὸ μὲν ποιῆσαι, τὸ δὲ πάσχειν καὶ


δέξασθαι
τὴν τοῦ ποιοῦντος ἐνέργειαν, ἐπὶ τούτων ἀδιάστατος γίνεται καὶ
ἀκώλυτος
ἡ ἐνέργεια, ὡς αἱ τῆς λύρας χορδαὶ συνέχουσιν πόρρω ἀλλήλων
διαστᾶσαι
καὶ ὁ ἅφθας δέχεται πόρρωθεν τὸ τοῦ πυρὸς εἶδος. πολλὰ δὲ καὶ ἐφαπτό-
μενα οὐ ποιεῖ, ὡς ἡ ἔμπλαστρος ἢ ἄλλο τι τῶν ἰατρικῶν φαρμάκων ἐπι-
τιθέμενα λίθῳ. εἰ οὖν καὶ ἁπτόμενα οὐ ποιεῖ πολλάκις καὶ μὴ ἁπτόμενα
ποιεῖ, οὐκ ἔστιν πληγὴ καὶ ὦσις ἡ κυριωτάτη ποίησις, οὐδὲ ἐφ' ὧν
ὁρῶμέν
τινα πλήττοντα, οὐδὲ ἐπὶ τούτων ἐστὶν ἡ ἁφὴ αἰτία, ἀλλ' ἡ τῆς δυνάμεως
συγγένεια καὶ τότε τὸ κῦρος παρέχεται τοῦ ποιεῖν. εἰ δὲ τὴν αὐτὴν οὐσίαν

τις τοῦ ποιοῦντος λέγοι καὶ τοῦ πάσχοντος, καὶ τὸ κινοῦν κινηθήσεται καὶ

τὸ κινούμενον κινήσει καὶ ὅλον δι' ὅλου κινοῦν τε ἔσται καὶ κινούμενον,
καὶ τὰ ἀξιώματα τὰ περὶ κινήσεως ἀναιρεθήσεται πάντα, ὡς ἀπό τινος ἡ
κίνησις πρόεισιν καὶ περί τι, καὶ ὡς ἄλλη τίς ἐστιν ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως
καὶ ἄλλη αὐτὴ ἡ κίνησις ὡς ἀπὸ τῆς ἀρχῆς ἀποτελουμένη· ἐφ' ὧν δὲ
χωριστά ἐστιν τὰ αἴτια τῆς κινήσεως, πολὺ μᾶλλον ἀναιρεθήσεται. δεῖ
οὖν μὴ ἐκείνων ἀποσφάλλεσθαι τὰς τὴν ἀρχὴν τῶν γενῶν διαιρουμένας
ἀληθεῖς δόξας καὶ διακρινούσας ἑκάστην ᾗ πέφυκεν. ε

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 306,


line 11

ταῦτα ἀναιρεῖ τὴν τῶν ὄντων φύσιν καὶ τῆς ἐνεργείας τὴν οὐσίαν οὐ δια-
φυλάττει. δῆλον δὲ ὅτι καὶ τὸ ποιεῖν κοινὸν γένος τῶν ποιήσεων καὶ τῶν
πείσεων τὴν κίνησιν ὑπεναντίον ἐστὶν τῇ Ἀριστοτέλους δόξῃ τῇ τε ἄλλῃ
καὶ τῇ νῦν ἐν τῇ τῶν κατηγοριῶν διαιρέσει διατεταγμένῃ· οὐκέτι γὰρ δύο
ἔσονται γένη τὸ ποιεῖν καὶ πάσχειν, ἀλλ' ἓν πρὸ αὐτῶν ἡ κίνησις. πρὸς
δὲ τὸ κινεῖσθαι κοινῶς διατείνουσιν τά τε ἐν τῷ πάσχειν καὶ τὰ ἐν τῷ
ποιεῖν θεωρούμενα κατὰ κίνησιν, οἷον τὸ περιπατεῖν, καὶ κατὰ σχέσιν,
οἷον
τὸ περιβεβλῆσθαι, καθῆσθαι· μικτὰ γὰρ ταῦτά ἐστιν ἐκ πάθους καὶ
ἐνεργείας,
οὐ τῆς κυρίως, ἀλλὰ τῆς τῷ πάθει συμμεμιγμένης. ἀλλὰ καὶ τὸ τὴν
ἐνέργειαν ἐπὶ μόνων λέγειν τῶν ποιήσεων ἀνεξετάστως λέγεται· οὔτε
γὰρ
πᾶσα ἐνέργεια ποίησις, οὐ γὰρ δὴ καὶ ἡ νόησις, οὔτε πᾶσα ποίησις
425

ἐνέργεια·
εἰσὶν γάρ τινες καὶ παθητικαὶ ποιήσεις”.
 Ἐκ δὲ τούτων συνακτέον ὅτι Πλωτῖνος καὶ οἱ ἄλλοι οἱ ἀπὸ τῆς τῶν
Στωικῶν συνηθείας εἰς τὴν Ἀριστοτέλους αἵρεσιν μεταφέροντες τὸ
κοινὸν
τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν εἶναι τὴν κίνησιν, οὗτοι συγχέουσιν εἰς ταὐτὸ
κίνησίν τε καὶ ἐνέργειαν, καὶ τὴν ποίησιν οὐ τηροῦσιν καθαρὰν ἀπηλλα-
γμένην τοῦ πάθους, εἴπερ μετὰ κινήσεως αὐτὴν ὁρῶσιν, καὶ ἔτι μέντοι
τὴν
ἀρχὴν τῆς κινήσεως οὐ τηροῦσιν ἀκίνητον, ὡς Ἀριστοτέλει δοκεῖ. καὶ
γὰρ καὶ ὅταν οἱ Στωικοὶ διαφορὰς γενῶν λέγωσιν τὸ ἐξ ἑαυτοῦ κινεῖσθαι,
ὡς ἡ μάχαιρα τὸ τέμνειν ἐκ τῆς οἰκείας ἔχει κατασκευῆς (κατὰ γὰρ τὸ
σχῆμα καὶ τὸ εἶδος ἡ ποίησις ἐπιτελεῖται), τὸ δὲ δι' ἑαυτοῦ ἐνεργεῖν τὴν

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη.


Vol. 8, p. 310, line 17

ἑνὶ λόγῳ πάντα ἔσται πρός τι.


 * * * καὶ μάλιστα οὕτω συνεζευγμένον ὑπ' αὐτοῦ τὸ ποιεῖν τῷ πάσχειν
διὰ τὴν πρὸς αὐτὸ σχέσιν, ὡς περὶ ἀμφοτέρων ἕνα ποιήσασθαι λόγον τὸν
Ἀριστοτέλη, καὶ εἰ μὴ ὁ τῆς δεκάδος τῶν γενῶν ἀριθμὸς ἀπῄτει
διῃρῆσθαι,
ᾠήθησαν ἄν τινες, ὅτι εἰς μίαν τὰ δύο ἀνάγει κατηγορίαν. ἢ ὅτι τὸ ὡς
γένος λαμβανόμενον ποιεῖν κατὰ τὴν καθαρῶς ποίησιν ἱστάμενον
κεχώρισται
τελέως τοῦ πάσχειν· καὶ γὰρ τὸ θερμαίνειν καὶ ψύχεινπαρέλαβεν ὁ Ἀρι-
στοτέλης οὐχ ὡς τὰ ὀρθὰ παρὰ τοῖς Στωικοῖς λεγόμενα, ἅπερ ὡς εἰς
ἕτερον
ῥέπουσαν ἔχει τὴν κίνησιν, ἀλλὰ κατ' αὐτὴν τὴν πρωτουργὸν αἰτίαν τῆς
κινήσεως, ἥτις ἐν αὐτῷ τῷ εἴδει τῆς θερμότητος καὶ ψυχρότητος
προϋπάρχει·
οὕτω γὰρ καὶ καθαρῶς ποίησις ἔσται κεχωρισμένη πάντῃ τοῦ πάσχειν.
ἀλλ'
οὐδὲ τὸ θερμαίνεσθαικαὶ ψύχεσθαιταῦτά ἐστιν ἅπερ ὕπτια καλοῦσιν
κατὰ τὴν πρὸς τὸ θερμαῖνον σχέσιν θεωρούμενα· ἀλλὰ σημαίνεσθαι μὲν
καὶ τοιαῦτά τινα ἀπὸ τῶν φωνῶν τούτων οὐκ ἂν ἀντείποιμεν, οὐ μὴν
ταῦτά γε εἶναι τὰ ἐν τῷ πάσχειν ὑπ' Ἀριστοτέλους τιθέμενα. ὡς γὰρ
ἔστιν καθαρὰ ποίησις ἄλλη παρὰ τὴν ῥέπουσαν εἰς τὸ πάσχον καὶ
ἄμικτος
πάντῃ πρὸς αὐτήν, οὕτως ἔστιν καὶ καθαρὰ πεῖσις τὴν ἐν τῷ πάσχοντι
μόνην πεῖσιν περιειληφυῖα, μήτε ἀναφορᾶς μήτε σχέσεως μήτε
426

συζεύξεως
πρὸς τὴν ποίησιν ἐφαπτομένη, ὥστε οὐδὲ ὀρθὰ οὐδὲ ὕπτια ταῦτά ἐστιν,
ὡς τοῖς Στωικοῖς καλεῖν ἔθος. ἐφ' ὧν γὰρ οὐκ ἔστιν τὸ πάθος ἀπολελυ-
μένον τῆς πρὸς τὸ ποιοῦν σχέσεως, ἐπὶ τούτων καὶ τὰ ὀρθὰ καὶ τὰ ὕπτια

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 310,


line 22

γένος λαμβανόμενον ποιεῖν κατὰ τὴν καθαρῶς ποίησιν ἱστάμενον


κεχώρισται
τελέως τοῦ πάσχειν· καὶ γὰρ τὸ θερμαίνειν καὶ ψύχεινπαρέλαβεν ὁ Ἀρι-
στοτέλης οὐχ ὡς τὰ ὀρθὰ παρὰ τοῖς Στωικοῖς λεγόμενα, ἅπερ ὡς εἰς
ἕτερον
ῥέπουσαν ἔχει τὴν κίνησιν, ἀλλὰ κατ' αὐτὴν τὴν πρωτουργὸν αἰτίαν τῆς
κινήσεως, ἥτις ἐν αὐτῷ τῷ εἴδει τῆς θερμότητος καὶ ψυχρότητος
προϋπάρχει·
οὕτω γὰρ καὶ καθαρῶς ποίησις ἔσται κεχωρισμένη πάντῃ τοῦ πάσχειν.
ἀλλ'
οὐδὲ τὸ θερμαίνεσθαικαὶ ψύχεσθαιταῦτά ἐστιν ἅπερ ὕπτια καλοῦσιν
κατὰ τὴν πρὸς τὸ θερμαῖνον σχέσιν θεωρούμενα· ἀλλὰ σημαίνεσθαι μὲν
καὶ τοιαῦτά τινα ἀπὸ τῶν φωνῶν τούτων οὐκ ἂν ἀντείποιμεν, οὐ μὴν
ταῦτά γε εἶναι τὰ ἐν τῷ πάσχειν ὑπ' Ἀριστοτέλους τιθέμενα. ὡς γὰρ
ἔστιν καθαρὰ ποίησις ἄλλη παρὰ τὴν ῥέπουσαν εἰς τὸ πάσχον καὶ
ἄμικτος
πάντῃ πρὸς αὐτήν, οὕτως ἔστιν καὶ καθαρὰ πεῖσις τὴν ἐν τῷ πάσχοντι
μόνην πεῖσιν περιειληφυῖα, μήτε ἀναφορᾶς μήτε σχέσεως μήτε
συζεύξεως
πρὸς τὴν ποίησιν ἐφαπτομένη, ὥστε οὐδὲ ὀρθὰ οὐδὲ ὕπτια ταῦτά ἐστιν,
ὡς τοῖς Στωικοῖς καλεῖν ἔθος. ἐφ' ὧν γὰρ οὐκ ἔστιν τὸ πάθος ἀπολελυ-
μένον τῆς πρὸς τὸ ποιοῦν σχέσεως, ἐπὶ τούτων καὶ τὰ ὀρθὰ καὶ τὰ ὕπτια
εἰκότως ἐνομίζετο, τὰ μὲν τὴν ἐνέργειαν εἰς ἕτερον συντάττοντα, τὰ δὲ
ὑφ'
ἑτέρου τὴν κίνησιν ἐν τῷ πάσχοντι συναρμόζοντα καὶ ἀναφέροντα αὐτὴν
πρὸς ἕτερον· ἅπερ εἰ καὶ τῷ ὄντι ἔστιν, ἀλλ' οὐκ ἔστι γε ἁπλᾶ καὶ ἄμικτα
καὶ πρῶτα γένη καὶ καθ' ἑαυτὰ ὑφεστηκότα καὶ μὴ ἐν ἀλλήλοις ἔχοντα τὸ

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 311,


line 2

μένον τῆς πρὸς τὸ ποιοῦν σχέσεως, ἐπὶ τούτων καὶ τὰ ὀρθὰ καὶ τὰ ὕπτια
εἰκότως ἐνομίζετο, τὰ μὲν τὴν ἐνέργειαν εἰς ἕτερον συντάττοντα, τὰ δὲ
427

ὑφ'
ἑτέρου τὴν κίνησιν ἐν τῷ πάσχοντι συναρμόζοντα καὶ ἀναφέροντα αὐτὴν
πρὸς ἕτερον· ἅπερ εἰ καὶ τῷ ὄντι ἔστιν, ἀλλ' οὐκ ἔστι γε ἁπλᾶ καὶ ἄμικτα
καὶ πρῶτα γένη καὶ καθ' ἑαυτὰ ὑφεστηκότα καὶ μὴ ἐν ἀλλήλοις ἔχοντα τὸ

εἶναι. καὶ τοῦτο γὰρ ὀρθῶς λέγεται, ὡς οὐ τοῖς κατηγορήμασιν πρώτοις


δεῖ προσεῖναι τὸ πρός τι εἶναι, ἀλλὰ τοῖς συνυφισταμένοις πῶς ἔχουσιν,
οἷον τῷ κάοντι καὶ τύπτοντι· οὗτος γάρ ἐστιν ὁ τόνδε τύπτων καὶ τόνδε  
κάων· ἐπεὶ γὰρ ἐν συνθέσει πώς ἐστιν ὁ τύπτων μετὰ τοῦ ὑποκειμένου
νοού-
μενος, καὶ ἡ ποίησις αὐτοῦ τὸ σύμμικτόν πως ἐμφαίνει καὶ τὸ ἔχον πως
πρὸς
ἕτερον. τὸ μέντοι ποιεῖν, ἐπειδὴ καθαρῶς μόνῃ τῇ ἐνεργείᾳ συνέζευκται,
διὰ τοῦτο κατ' αὐτὴν ἵσταται μόνην καθαρῶς, καὶ τὸ μὲν οὔτε σχέσεως
οὔτε μίξεως τῆς πρὸς τὸ πάσχον ἀναπίμπλαται· καὶ γὰρ μάλιστα μὲν οὐδὲ

ἔστιν ἐν τοῖς κατηγορήμασιν τὰ πρός τι, εἰ δὲ ἄρα τις αὐτὸ μέχρις ἐπι-
νοίας λαμβάνει, ὡς δεύτερον νοεῖται· αὐτοὶ μὲν γὰρ οἱ πῶς ἔχοντες κατὰ
πρῶτον εἶεν ἂν πρός τι, ἕτερον δὲ τρόπον κατὰ δευτέραν αἰτίαν καὶ τὰ
κατηγορήματα τοιαῦτα ἐπινοεῖται. κἀκεῖνο δὲ καλῶς εἴρηται, ὡς τὰ μὲν
πρός τι μόνη ἡ σχέσις ὑφίστησιν, τὸ δὲ ποιεῖν καὶ πάσχειν ἔχει τινὰς
ἰδίας φύσεις, παρ' ἅς, εἴπερ ἄρα, τὰ πρός τί πως δεύτερον ἐπινοεῖται·
διόπερ οὐκ ἐξίσταται ἧς ἔχει ἑκάτερον καθ' ἑαυτὸ ἰδίας

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 311,


line 21

ἰδίας φύσεις, παρ' ἅς, εἴπερ ἄρα, τὰ πρός τί πως δεύτερον ἐπινοεῖται·
διόπερ οὐκ ἐξίσταται ἧς ἔχει ἑκάτερον καθ' ἑαυτὸ ἰδίας κατηγορίας.
 Ἀλλὰ διὰ τί, φασίν, οὐχ ἓν μὲν γένος τὸ κινεῖσθαι, εἴδη δὲ τούτου
δύο, τὸ κινεῖν, ὅπερ ταὐτόν ἐστιν τῷ ποιεῖν, καὶ τὸ ὁμωνύμως τῷ γένει
κινεῖσθαι λεγόμενον, ἐν ᾧ τὸ πάσχειν, ὥστε μίαν κατηγορίαν εἶναι τοῦ
κινεῖσθαι, ἀλλὰ μὴ δύο, τὸ ποιεῖν καὶ πάσχειν; λύσις δὲ τούτου καὶ
πρόσθεν
μὲν ἐπεδείχθη διὰ πλειόνων καὶ νῦν δὲ λεγέσθω ὅτι ἐν τῷ κινεῖσθαι οὐ
περιέχεται τὸ ποιεῖν εἴ τις τὰς καθαρὰς λαμβάνει ποιήσεις, μόνον δὲ τὸ
πάσχειν περιείληπται· οὐ δύναται οὖν γένος εἶναι τὸ κινεῖσθαι τῶν ποιή-
σεων, ὧν οὐδὲ ὅλως ἐν τῷ εἶναι κατηγορεῖται. ἡ μὲν γὰρ κίνησις
ἑτεροιώσει
τινὶ καὶ μεταβολῇ σύνεστιν, ἡ δὲ ποίησις ἡ καθαρά, ἥτις καὶ
ἀντιδιαιρεῖται
πρὸς τὸ πάσχειν ὡς μηδὲν ἔχουσα κοινὸν πρὸς αὐτήν, ἀπαθής ἐστιν καὶ
428

ἄτρεπτος καὶ ἀμετάβλητος· ποιεῖ οὖν μόνως οὐδὲν αὐτὴ εἰσδεχομένη


πάθος, ἀκινήτως ἄρα ποιήσει· οὐκ ἄρα ἐν τῷ κινεῖσθαί ἐστιν τὸ πρώτως
ποιεῖν ὡς ἐν γένει, ἀλλὰ μᾶλλον ἐν τῷ μὴ κινεῖσθαι. αὕτη μὲν οὖν
ἀκριβὴς
λύσις τῆς ἐνστάσεως· εἰ δέ τις τὸ ποιεῖν διατείνοι καὶ ἐπὶ τὰς κινήσεις,
λεγέτω ὡς κατὰ τοὺς παλαιοὺς ἀπὸ τῆς κινήσεως ὑφίσταται τὸ κινεῖσθαι,
τοιοῦτον δὲ ὂν οὐκ ἐπὶ πασῶν τῶν ἐνεργειῶν τάττεσθαι, ἀλλ' ἐπὶ μόνων
ὅσαι κινήσεσιν ἦσαν αἱ αὐταί. τὸ μέντοι ποιεῖν οὐ κινήσεως μόνον, ἀλλὰ
καὶ ἐνεργειῶν ἦν περιληπτικόν· οἰκείως οὖν ἔθετο αὐτὸ εἰς γένους ἰδίου
θέσιν, οἰκεῖον ὑπάρχον τῶν τε ἐνεργειῶν, ἃς οὐ περιεῖχεν τὸ κινεῖσθαι,

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 313,


line 3

παλιν, ὡς τὸ ὁρᾶν καὶ νοεῖν (τυποῦσθαι γάρ ἐστιν, τὸ δὲ τυποῦσθαι


πάσχειν). ἐπιστάσεως δὲ ἄξιον, μήποτε τὸ νοεῖν καὶ τὸ ὁρᾶν οὐκ ἔστιν
πάσχειν μόνον καὶ τυποῦσθαι, ἀλλ' ἔχει τινὰ καὶ ἔνδοθεν ἀνεγειρομένην
ἐνέργειαν, καθ' ἣν ἡ ἀντίληψις γίνεται. καὶ οὐδὲν οἶμαι θαυμαστόν, εἰ
συμμιγές τι ἐπὶ τούτων συμβαίνει· καὶ γὰρ ἀκόλουθον τὰ μὲν ποιεῖν
μόνως, τὰ δὲ πάσχειν μόνως, τὰ δὲ ποιεῖν ἅμα καὶ πάσχειν, ὥσπερ τὸ
νοεῖν καὶ τὸ ὁρᾶν.
 Πάλιν δὲ ὁ Πλωτῖνος “ἐπισκεπτέον, φησίν, εἰ ἐν τῷ ποιεῖν τὰς μὲν  
ἐνεργείας φήσουσιν, τὰς δὲ κινήσεις, τὰς μὲν ἐνεργείας λέγοντες εἶναι τὰς

ἀθρόας, τὰς δὲ κινήσεις, οἷον τὸ τέμνειν· ἐν χρόνῳ γὰρ τὸ τέμνειν· ἢ


πᾶσα ποίησις κίνησίς ἐστιν ἢ μετὰ κινήσεως, καὶ εἰ πάσας τὰς ποιήσεις
πρὸς τὸ πάσχειν ἤ τινας καὶ ἀπολύτους, οἷον τὸ βαδίζειν καὶ τὸ λέγειν,
καὶ εἰ τὰς μὲν πρὸς τὸ πάσχειν πάσας κινήσεις, τὰς δὲ ἀπολύτους
ἐνεργείας,
ἢ ἐν ἑκατέροις ἑκάτερον· τὸ γοῦν βαδίζειν ἀπολελυμένον κίνησιν ἂν
πάντες
εἴποιεν, τὸ δὲ νοεῖν, καίτοι ἔχον πάσχον τὸ νοούμενον, ἐνέργειαν οἶμαι
ῥητέον”. τούτων δὲ πρὸς τὸ πρῶτον ῥητέον ὅτι τὸ πᾶσαν ποίησιν κίνησιν

εἶναι ἢ μετὰ κινήσεως οὐκ ἐγκριτέον, ἀλλὰ τοὐναντίον τὸ ποιοῦν ᾗ ποιεῖ


καὶ τὴν καθαρὰν ἐνέργειαν ἔχει οὐδ' ὅλως κινεῖσθαι, ὥστε ἐν τῷ ποιεῖν
οὐ δεῖ τὰς μὲν ἐνεργείας λέγειν, τὰς δὲ κινήσεις· ὅλως γὰρ οὔκ εἰσιν ἐν
τῷ
ποιεῖν αἱ κινήσεις διὰ τὰς εἰρημένας αἰτίας. ἀλλ' οὐδὲ τὰς ἀθρόας ἁπλῶς
φήσομεν ἐνεργείας εἶναι, καθ' ὅσον εἰσὶν ἀθρόαι, διότι τὸ ἀθρόον καὶ τῶν
429

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 315,


line 16

τῶν συμμεμιγμένων προσάγειν τῷ λόγῳ τὴν ἔνστασιν. ἄλλοι δὲ ἀπὸ τοῦ


ὀρέγεσθαι καὶ ὁρμᾶν τὴν αὐτὴν ἀπορίαν προσάγουσιν, ὡς ἄρα ταῦτα ἐν
αὑτοῖς μὲν ἔχει τὴν αἰτίαν τῆς κινήσεως, οὐ πάντῃ δὲ καθαρεύει τῆς
παρ' ἄλλου καὶ ἔξωθεν προκαταρχούσης αἰτίας. ταύτην δὲ λύων τὴν
ἀπορίαν
ὁ Ἰάμβλιχός φησιν ὅτι “οὐκ ἔστιν ἁπλᾶ τὰ ὁρμῶντα καὶ ὀρεγόμενα·
σύνθετα δὲ ὄντα οὔτε τὴν αἰτίαν τοῦ ἐνεργεῖν καθ' ὅλα ἔχει οὐδὲ κυρίως
ἀφ' ἑαυτῶν, ἐκ μέρους δέ τινος τῶν ἐν αὑτοῖς καὶ δυνάμεως ὥρμηται εἰς
τὰς ποιήσεις. ὅθεν καὶ συνεργείας ἀπὸ τῶν ἔξωθεν δεῖται, ἢ προκαταρ-
χούσης ἢ συμβαλλομένης, κινήσεώς τε παθητικῆς μεταλαμβάνει, περὶ
ἄλλο
μὲν γενομένης (λέγω δὲ τὸ σύνθετον ζῷον), ἀπ' ἄλλου δὲ ἐνδιδομένης
(λέγω δὲ τῆς αἰτίας τῶν ἐνεργειῶν δυνάμεως). διὸ οὐδὲ ποίησίς ἐστιν
αὕτη καθαρὰ οὐδὲ πάθος μόνον, οὐδὲ ἀπὸ ταύτης ἐνίστασθαι δεῖ πρὸς
τὸν
ἀποδοθέντα λόγον περὶ τοῦ ποιεῖν τὸν λέγοντα τὴν αἰτίαν αὐτῷ παρεῖναι
τοῦ ἐνεργεῖν ἀφ' ἑαυτοῦ· μόνον δὲ δεῖ, φησὶν ὁ Ἰάμβλιχος, προστιθέναι
τὸ κυρίως καὶ πρώτως ἀφ' ἑαυτοῦ καὶ ἀφ' ὅλου ἑαυτοῦ τὴν αἰτίαν
παρεχό-
μενον καὶ μόνως ἐν ἑαυτῷ ταύτην ἔχον καὶ αὐτοτελῶς εἰς τὰ ὅλα αὐτὴν
προϊέμενον”. δῆλον δὲ ὅτι σαφέστερος μὲν ὁ λόγος οὕτως ἔσται διὰ τῆς
προσθήκης, καὶ Ἀρχύτας δὲ ἐν βραχεῖ λόγῳ πάντα ταῦτα ἐνεδείξατο·
τὸ γὰρ “ἐν ἑαυτῷ” ὡς ἐν ὅλῳ εἴληπται καὶ κυρίως καὶ πρώτως. πάλιν δὲ
τοῦ πάσχειν ἴδιόν φησι τὸ ἐν ἑτέρῳ τὴν αἰτίαν ἔχειν τῆς κινήσεως· ἢ γὰρ
ἀναίτιόν ἐστι τὸ πάθος, ὅπερ ἄτοπον, εἶναί τι τῶν γινομένων ὑπὸ
μηδεμιᾶς

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη.


Vol. 8, p. 320, line 15

οἷς ἐγγίνονται, ἐστὶν ἡ τοιαύτη διαφορὰ κατὰ συμβεβηκὸς ἑπομένη, ἀλλ'


οὐ κατὰ τὴν τοῦ γένους οἰκείαν διαφορὰν γενομένη. εἰσὶν δὲ σωματικαὶ
μὲν κινήσεις ἐν τῷ ποιεῖν αἵ τε ὀργάνῳ τῷ σώματι χρώμεναι, ὡς ἐν τῷ
τύπτειν, καὶ ὅσαι τοῦ σώματός εἰσιν ἴδιαι, ὥσπερ τὸ βαρεῖν· ἐπὶ ψυχῆς
δὲ ἐν τῷ ποιεῖν κίνησις διὰ ψυχῆς μὲν τὸ γεωμετρεῖν, ψυχῆς δὲ οἰκεία
ἐνέργεια ἡ ζωή. δύναται δέ τις καὶ τὰ μὲν ἐν ψυχῇ, τὰ δὲ ἐν σώματι
τιθέναι, κατὰ τοὺς τιθεμένους καὶ περὶ ψυχὴν γίνεσθαι πάθη. πάλιν δὲ
430

τὰς μὲν παρ' ἑαυτῶν εἰς ἄλλα φησὶ κινήσεις, τὰς δὲ ὑπ' ἄλλων εἰς αὐτά.
καὶ δῆλον ὅτι τὴν ποιητικὴν καὶ παθητικὴν κίνησιν διορίζει ταῦτα ἀπ'
ἀλλήλων, καθ' ὅσον ἡ μὲν παρ' ἑαυτῶν ἔχει τὸ ἐνεργεῖν ἐπ' ἄλλα (τοῦτο
γάρ ἐστι ποίησις), ἡ δὲ ὑπ' ἄλλων ἢ ἐξ ἄλλων εἰς ἑαυτὴν (αὕτη δέ ἐστιν
ἡ παθητική). ἀλλὰ τὸ μὲν εἱλικρινὲς καὶ καθαρὸν ἰδίωμα τοῦ ποιεῖν ἐστιν
ἐν τῷ ἐξ ἑαυτοῦ, τοῦ δὲ πάσχειν τὸ ἐν ἄλλῳ ἔχειν τὴν αἰτίαν· ὁ δὲ οὐ
τηρεῖ τὸ καθαρὸν αὐτῶν, προστιθεὶς τῷ μὲν ἐξ ἑαυτοῦ τὸ εἰς ἄλλα
ἐνεργεῖν

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. Vol. 8, p. 324,


line 17

οὐκ ἐν ἄλλῳ.
 Ἀπὸ δὲ τῆς αὐτῆς ἐννοίας καὶ ταῦτα ὁ Πλωτῖνος ἐπάγει· ‘ἆρα ὅπου
μὴ ἐνέργεια, πεῖσις δὲ μόνον, ταῦτα ἔσται ἐν τῷ πάσχειν; τί οὖν εἰ
κάλλιον γίνοιτο τὸ πάσχον, ἡ δὲ ἐνέργεια τὸ χεῖρον ἔχοι; ἢεἰ κατὰ
κακίαν ἐνεργοίη τις καὶ ἄρχοι εἰς ἄλλον ἀκολάστως; μόνως δὴ ταῦτα ἐν
τῷ πάσχειν θήσομεν;’ καὶ εἴρηται μὲν ταῦτα ἀπὸ τῆς ἐννοίας τοῦ πάσχειν
καὶ ποιεῖν σωστικὸν μὲν τὸ ποιεῖν, φθαρτικὸν δὲ τὸ πάσχειν λεγούσης
καὶ τὸ μὲν κάλλιον, τὸ δὲ χεῖρον, μάχεται δὲ τῇ συνηθείᾳ ἐνεργείας καὶ
ποιήσεις καὶ φαύλας καὶ παρὰ φύσιν λεγούσῃ καὶ αὖ πάλιν πάθη
τελειωτικὰ
καὶ κατὰ φύσιν λογιζομένῃ. ἡ γὰρ ἁπλῶς ποίησις οὐχ ἕν τι γένος ἐστὶν
ἐνεργειῶν, ἀλλ' ὅσαι ποτὲ εἰσὶν διαφοραὶ τῶν ποιήσεων κατ' εἴδη διωρι-
σμέναι, πᾶσαι περιέχονται ὑφ' ἓν τὸ ποιεῖν. ὡσαύτως δὲ καὶ ὑπὸ τὸ
πάσχειν ἔστι μὲν τελεσιουργὰ πάθη, ἔστιν δὲ καὶ τὰ ἀτελῆ, καὶ τὰ μὲν
καλά, τὰ δὲ αἰσχρά, καὶ τὰ μὲν κατὰ φύσιν ἐν ἑκατέρῳ, τὰ δὲ παρὰ φύσιν.

εἰ δέ τις τὰ ἕτερα μόνον τῶν ἀντικειμένων ἐπ' αὐτῶν λαμβάνει, οὗτος


ἐπὶ βραχὺ συστέλλει τὰ γένη ταῦτα, ὥσπερ ἂν εἴ τις ὅλην τὴν ποιότητα
τὴν κατὰ φύσιν ἕξιν λέγοι μόνην ἢ μόνην τὴν παρὰ φύσιν. ‘ἀλλ' οὐδὲ
πᾶν, φησί, τὸ ποιεῖν παρ' ἑαυτοῦ, ἀλλὰ καὶ παρ' ἑτέρου, παρ' ἑαυτοῦ μὲν
τὸ ἀπόλυτον, ὡς τὸ βαδίζειν, καὶ τὸ ὀρθόν, ὡς τὸ τύπτειν, παρ' ἑτέρου
δὲ ὡς τὸ ὀρέγεσθαι· ὅταν γὰρ τὸ ὀρεκτόν, φησί, βιάζηται τὴν ἐπιθυμίαν,

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη.


Vol. 8, p. 333, line 25

κλίνειν ἀνακλίνεσθαι· κατὰ δὲ τὸ ἔχειν θωρακίζειν θωρακίζεσθαι.


 Πέρας δὲ τοῦ μὲν ποιεῖν ἔργον ἢ εἶδος· ἔργον μὲν τὸ ἐν τῷ γίνεσθαι
τὸ εἶναι ἔχον, ὡς ἡ ὄρχησις τοῦ ὀρχουμένου, εἶδος δὲ τὸ ἐπιδιαμένον
431

ἀπο-
τέλεσμα, ὡς τοῦ ζωγραφοῦντος ἡ μορφή. τοῦ δὲ πάσχειν πέρας, ὅπερ καὶ
τοῦ ποιεῖν. ζητεῖται δὲ πότε περιγράφεται τὸ ποιεῖν καὶ μεταβάλλει εἰς τὸ
πεποιηκέναι, καὶ οἱ μὲν ἐν τῷ ἐσχάτῳ χρόνῳ ἔθεσαν τὸ πέραςτοῦ ποιεῖν,
οἱ δὲ ἐν τῷ μετὰ τὸν ἔσχατον πρώτῳ· τὸν γὰρ ἔσχατον ἔτι ἐν τῷ ποιεῖν
εἶναι.
κοινὴ δὲ ζήτησις περὶ τοῦ ἐσταδιευκότος καὶ ἰατρευκότος καὶ
τεθνηκότος.
μήποτε δὲ τὸ πέρας τοῦ ποιεῖν ἐστι τὸ πρώτως πεποιηκέναι οὐκ ἐν χρόνῳ,

ὥσπερ οὐδὲ τὸ τῆς κινήσεως πέρας, ὃ κίνημα καλοῦμεν. παράκειται δὲ


παρὰ μὲν τὸ ποιεῖν ποίησις, ποιοῦν, παρὰ δὲ τὸ πάσχειν πεῖσις, πάσχον.
καὶ ἐπὶ μὲν τῶν πάντων ἡ ποίησις καὶ ἡ πεῖσις ἤδη τῷ πρός τι κατηρί-
θμηται, ὡς καὶ ἐπὶ τοῦ κεῖσθαι ἡ θέσις· παρατηρεῖν δὲ δεῖ καὶ πότε
ὀρθόν ἐστιν καὶ πότε ὕπτιον τὸ ἐνέργημα ἢ πάθος. αὐτίκα τὸ μὲν λυπεῖν
ὀρθὸν τοῖς πολλοῖς δοκεῖ, τὸ δὲ λυπεῖσθαι ὕπτιον, οὐ μὴν ἀεὶ τοῦτο συμ-
βαίνει, ὥσπερ ἐπὶ τοῦ τύπτοντος καὶ τυπτομένου· ἐνδέχεται γὰρ μὴ ἀεὶ
συνεῖναι τὸν λυποῦντα, οἷον τὸν ἀποθανόντα υἱόν, εἰ ἐπ' αὐτῷ τις
λυποῖτο,
ἐνδέχεται δὲ καὶ μὴ λυπεῖσθαι, εἰ μὴ ἄρα ἡ φαντασία ποιητικὸν οὖσα καὶ

αὐτὴ αἴτιον ἐπιμένει. ἔστιν δὲ ὅταν καὶ παυσαμένου τοῦ ποιοῦντος πάσχει

τὸ πάσχον ἐπιμενούσης τῆς διαθέσεως, ὡς ἐπὶ τοῦ ὑπὸ πυρὸς θερμαινο-


μένου καὶ μετὰ τὴν ἀναχώρησιν τοῦ πυρὸς ἔτι πάσχοντος τὸ
θερμαίνεσθαι·

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη.


Vol. 8, p. 333, line 26

 Πέρας δὲ τοῦ μὲν ποιεῖν ἔργον ἢ εἶδος· ἔργον μὲν τὸ ἐν τῷ γίνεσθαι


τὸ εἶναι ἔχον, ὡς ἡ ὄρχησις τοῦ ὀρχουμένου, εἶδος δὲ τὸ ἐπιδιαμένον
ἀπο-
τέλεσμα, ὡς τοῦ ζωγραφοῦντος ἡ μορφή. τοῦ δὲ πάσχειν πέρας, ὅπερ καὶ
τοῦ ποιεῖν. ζητεῖται δὲ πότε περιγράφεται τὸ ποιεῖν καὶ μεταβάλλει εἰς τὸ
πεποιηκέναι, καὶ οἱ μὲν ἐν τῷ ἐσχάτῳ χρόνῳ ἔθεσαν τὸ πέραςτοῦ ποιεῖν,
οἱ δὲ ἐν τῷ μετὰ τὸν ἔσχατον πρώτῳ· τὸν γὰρ ἔσχατον ἔτι ἐν τῷ ποιεῖν
εἶναι.
κοινὴ δὲ ζήτησις περὶ τοῦ ἐσταδιευκότος καὶ ἰατρευκότος καὶ
τεθνηκότος.
432

μήποτε δὲ τὸ πέρας τοῦ ποιεῖν ἐστι τὸ πρώτως πεποιηκέναι οὐκ ἐν χρόνῳ,

ὥσπερ οὐδὲ τὸ τῆς κινήσεως πέρας, ὃ κίνημα καλοῦμεν. παράκειται δὲ


παρὰ μὲν τὸ ποιεῖν ποίησις, ποιοῦν, παρὰ δὲ τὸ πάσχειν πεῖσις, πάσχον.
καὶ ἐπὶ μὲν τῶν πάντων ἡ ποίησις καὶ ἡ πεῖσις ἤδη τῷ πρός τι κατηρί-
θμηται, ὡς καὶ ἐπὶ τοῦ κεῖσθαι ἡ θέσις· παρατηρεῖν δὲ δεῖ καὶ πότε
ὀρθόν ἐστιν καὶ πότε ὕπτιον τὸ ἐνέργημα ἢ πάθος. αὐτίκα τὸ μὲν λυπεῖν
ὀρθὸν τοῖς πολλοῖς δοκεῖ, τὸ δὲ λυπεῖσθαι ὕπτιον, οὐ μὴν ἀεὶ τοῦτο συμ-
βαίνει, ὥσπερ ἐπὶ τοῦ τύπτοντος καὶ τυπτομένου· ἐνδέχεται γὰρ μὴ ἀεὶ
συνεῖναι τὸν λυποῦντα, οἷον τὸν ἀποθανόντα υἱόν, εἰ ἐπ' αὐτῷ τις
λυποῖτο,
ἐνδέχεται δὲ καὶ μὴ λυπεῖσθαι, εἰ μὴ ἄρα ἡ φαντασία ποιητικὸν οὖσα καὶ

αὐτὴ αἴτιον ἐπιμένει. ἔστιν δὲ ὅταν καὶ παυσαμένου τοῦ ποιοῦντος πάσχει

τὸ πάσχον ἐπιμενούσης τῆς διαθέσεως, ὡς ἐπὶ τοῦ ὑπὸ πυρὸς θερμαινο-


μένου καὶ μετὰ τὴν ἀναχώρησιν τοῦ πυρὸς ἔτι πάσχοντος τὸ
θερμαίνεσθαι·
διττὸν γὰρ τὸ πάσχειν, τὸ μὲν τῷ ποιεῖν συνηρτημένον, τὸ δὲ κατὰ τὴν

Συμπλίκιος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη.


Vol. 8, p. 336, line 10

φορὰν ἔχῃ θέσεων, οἷον κατὰ γωνίαν ἢ κατὰ πλευράν, ἀλλ' οὐκ ἤδη καὶ  
ἐναντίωσιν, ὡς τὰ πρηνῆ καὶ ὕπτια ἐπὶ τῶν ζῴων μάλιστα θεωρούμενα
τῶν φυσικῶς ἐχόντων τὸ ἔμπροσθεν καὶ ὄπισθεν ἢ τὸ ἄνω καὶ τὸ κάτω
καὶ δεξιὸν καὶ ἀριστερόν. τὸ δὲ μᾶλλον καὶ ἧττον ἐπὶ τοῦ κεῖσθαι ποτὲ
μὲν λέγεται συνήθως, ὅταν πλάτος ἐπιδέχηται τὰ κείμενα ὡς ἐπὶ τοῦ
ἀνακεῖσθαι, ποτὲ δὲ τῷ μὲν σχήματι τῆς λέξεως τὸ μᾶλλον καὶ ἧττον
ἐμφαίνει, σημαίνει δὲ ὑπερβολὴν κατὰ τὴν δοκοῦσαν σύγκρισιν, ὡς ὅταν
ὑπτιώτερος σκάφης λέγεται. οὐκ ἐπὶ πάντων δὲ τῶν ἐν τῷ κεῖσθαι τὸ
μᾶλλον καὶ τὸ ἧττον ἔστιν· ἡ γοῦν ἐπιφάνεια καὶ ἡ γραμμὴ καὶ τὸ
σημεῖον
καὶ εἴ τι ἄλλο τῶν ἐν τῷ κεῖσθαι ἀσώματόν ἐστιν οὐκ ἔχει τὸ μᾶλλον
καὶ ἧττον. ὥσπερ δὲ ἡ μὲν ποίησις καὶ ἡ πεῖσις ἐν τοῖς πρός τι ἦν, τὸ
δὲ ποιεῖν καὶ πάσχειν ἰδίας ἔτυχεν κατηγορίας, οὕτως ἡ μὲν θέσις τῶν
πρός τί ἐστιν, τὸ δὲ κεῖσθαι ἴδιόν τι γένος ἐχαρακτήρισεν πολὺ διαφέρον
τοῦ πρός τι.
 Δεῖ δὲ λοιπὸν καὶ τὴν διαίρεσιν τοῦ κεῖσθαι τήν τε κατὰ τὰς εἰδοποιοὺς
διαφορὰς ἐπισκέψασθαι καὶ τὴν κατ' ἄλλους τρόπους κἂν μὴ εἰδοποιούς,
ἀλλὰ χωρίζοντάς γε τὰ ὑπ' αὐτὸ τεταγμένα. τῶν τοίνυν ἐν τῷ κεῖσθαι
433

θεωρουμένων τὰ μέν ἐστιν φύσει, ὡς τὰ τέσσαρα στοιχεῖα ἐν τοῖς οἰκείοις

ἱδρυμένα τόποις καὶ ὁ οὐρανὸς τὴν ἀνωτάτω χώραν ἐπέχων, τὰ δὲ θέσει,


ὡς ἀνδριάντες καὶ εἰκόνες καὶ σκεύη καὶ ὅλως τὰ κατὰ τέχνην τινὰ ἢ
χρείαν τιθέμενα. ἔτι δὲ τὰ μὲν ἐν στάσει ἔχει τὴν θέσιν,

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη. (4013: 004)


“Simplicii in Aristotelis physicorum libros octo commentaria, 2 vols.”,
Ed. Diels, H.Berlin: Reimer, 9:1882; 10:1895; Commentaria in
Aristotelem Graeca 9 & 10.Vol. 9, p. 301, line 10

περιχώρησις πολλῷ μᾶλλον ἐποίει διακρίνεσθαι.” ἀλλὰ διὰ τοῦτο τοῦ


Ἀναξαγόρου οὐκ ἐμνήσθη, ὅτι τὸν νοῦν ὁ Ἀναξαγόρας οὐκ ἔλεγεν εἶδος
ἔνυλον, οἷον ἦν τὸ νῦν ζητούμενον, ἀλλὰ διακριτικὸν καὶ κοσμητικὸν
αἴτιον
χωριστὸν ἀπὸ τῶν κοσμουμένων καὶ ἄλλης ὂν ὑποστάσεως παρὰ τὰ
κοσμού-
μενα. “νοῦς, γάρ φησιν, ἐστὶν ἄπειρον καὶ αὐτοκρατὲς καὶ μέμικται
οὐδενὶ
χρήματι, ἀλλὰ μόνος αὐτὸς ἐφ' ἑαυτοῦ ἐστι.” καὶ τὴν αἰτίαν τούτου
προστίθησι. μήποτε δὲ καὶ διὰ τοῦτο οὐκ ἐμνημόνευσεν Ἀναξαγόρου, ὅτι

ὁ παρ' αὐτῷ νοῦς οὐ ποιεῖν ἀλλὰ διακρίνειν ὄντα τὰ εἴδη δοκεῖ. δῆλον δὲ
ὅτι ἡ ἀπὸ τῆς ἡνωμένης ὑποστάσεως, καθ' ἣν ὁμοῦ πάντα χρήματα ἦν,
διάκρισις ἡ νοερὰ ποίησις ἦν.
 Ταῦτα δ' οὖν εἰπὼν ἐπάγει λοιπὸν ἀποδεικτικοὺς λόγους τοῦ δεῖν τὸν
φυσικὸν ἀμφοτέρας γνωρίζειν τὰς φύσειςτήν τε κατὰ τὴν ὕλην καὶ
τὴν κατὰ τὸ εἶδος, καὶ οὐ μόνον τὴν κατὰ τὴν ὕλην, ὡς οἱ πολλοὶ τῶν
φυσικῶν ἐνόμιζον. καὶ ἔστιν ὁ πρῶτος λόγος ἀπὸ τῆς τῶν τεχνῶν ἐπα-
γωγῆς. εἰγὰρ ἡ τέχνη μιμεῖται τὴν φύσιν, καὶ ἔστι τῆς αὐτῆς
τέχνης τότε εἶδοςγινώσκειν καὶ τὴν ὕλην, καὶ τῆς φυσικῆς ἂν
εἴη τὸ γνωρίζειν ἀμφοτέρας τὰς φύσεις. καὶ ὅτι μὲν ἡ τέχνη μι-
μεῖται τὴν φύσιν ὡς ἐναργὲς παρέλαβεν, ὅτι δὲ τῆς αὐτῆς ἐστι τέχνης
τήν τε ὕλην γινώσκειν καὶ τὸ εἶδος, ἔκ τε τῆς ἰατρικῆς καὶ τῆς οἰ-
κοδομικῆς ἐπιστώσατο. δευτέρῳ δὲ χρῆται ἐπιχειρήματι τοιούτῳ·

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 9, p. 315, line 27

τούτου δὲ χρὴ μεμνῆσθαι, ὅτι συγχωρεῖ ὁ Ἀλέξανδρος καὶ τὸ ὄργανον


αἴτιόν πως εἶναι· εἰ καὶ μὴ κυρίως ποιητικόν, ἀλλ' αὐτὸ τοῦτο ὀργανικόν.
434

ἐπειδὴ δὲ τῶν γινομένων τὰ μὲν κινούμενα γίνεται τὰ δὲ ἱστάμενα καὶ τὸ


κινοῦν τὰ κινούμενα καὶ τὸ ἱστῶν τὰ ἱστάμενα, ποιητικὸν ἂν εἴη αἴτιον
τὸ
μὲν κινήσεως, τὸ δὲ στάσεως. διὸ εἰπὼν ὅθεν ἡ ἀρχὴ τῆς μετα-
βολῆςπροσέθηκεν ἢ τῆς ἠρεμήσεως ἡ πρώτη. ὥστε ὁ βουλεύσας
τι ἢ ἀγαθὸν ἢ κακὸν τοῦ πράξαντος κυριώτερον ἂν εἴη ποιητικὸν αἴτιον.
ἡ γὰρ πρώτη ἀρχὴ ἀπὸ τοῦ βουλεύσαντος. κἀνταῦθα δὲ τὰ γενικὰ προστί-
θησιν ὡς ἐπὶ τοῦ ὑλικοῦ καὶ τοῦ εἰδικοῦ αἰτίου. ὁ γὰρ πατὴρ καὶ τὸ
τέκνον ὑπὸ τὸ ποιοῦν καὶ ποιούμενον καὶ ταῦτα ὑπὸ τὸ μεταβάλλον καὶ
μεταβαλλόμενον· καὶ γὰρ ἡ μὲν ποίησις οὐσιώδης δοκεῖ, ἡ δὲ μεταβολὴ
καὶ
ἐπὶ τῆς τῶν ἄλλων λέγεται κινήσεως.
      

p. 194b32 Ἔτι ὡς τὸ τέλοςἕως τοῦ τὰ μὲν ἔργα, τὰ δὲ ὄργανα.

 Τέταρτον αἴτιον προστίθησι τὸ τελικόν, τοῦτο δέ ἐστιν ὃ ἀποκρινό-


μεθα ἐρωτηθέντες, τίνος ἕνεκα γίνεται τὸ γινόμενον. ἐρωτηθέντες γὰρ διὰ

τί περιπατεῖ, φαμὲν ἵνα ὑγιαίνῃ. καὶ τοῦτο εἰπόντες, αὐτάρκως


οἰόμεθα τὸ αἴτιον ἀποδεδωκέναι(αἴτιον γὰρ τοῦ περιπατεῖν ἡ
ὑγίεια ἢ τοῦ φάρμακον πιεῖν) κατ' οὐδένα τρόπον τῶν πρότερον
εἰρημένων
αἰτίων, ἀλλ' ὅτι ἕνεκα τῆς ὑγιείας περιπατεῖ ἢ φαρμακεύεται. ἐπειδὴ  
δὲ ἑνός τινος ἐμνημόνευσε τοῦ περιπατεῖν, οὗ αἴτιόν ἐστι τὸ ὑγιαίνειν ὡς

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη. Vol. 9, p. 400, line


35

τὸ ὂν διαιρεῖ εἰς τὸ ἐντελεχείᾳ καὶ εἰς τὸ δυνάμει καὶ ἐντελεχείᾳ, ἀλλ' ὡς


ὁμώνυμον φωνήν, καὶ ὅτι ἄλλο μέν ἐστι τὸ δυνάμει, ἄλλο δὲ ἡ δύναμις.
καὶ τῷ μὲν δυνάμει ἀντίκειται τὸ ἐνεργείᾳ, τῇ δὲ δυνάμει ἡ ἐνέργεια. καὶ
δύναμις μέν ἐστι παρασκευὴ τελεία τῆς οὐσίας καὶ ἑτοιμότης ἀκώλυτος
πρὸς τὸ ἐνεργεῖν οἰστικὴ τῆς ἐνεργείας, τὸ δυνάμει δὲ ἐπιτηδειότης
ἀτελὴς
πρὸς ὃ λέγεται δυνάμει τὸ ἐνεργείᾳ παρ' ἄλλου δεχομένη καὶ οὐκ ἀφ'
ἑαυτῆς προβάλλουσα· τὸ δὲ ἐνεργείᾳ τοῦτό ἐστιν, ὃ ἐνεργεῖν ἤδη δύναται

κατ' ἐκεῖνο καθ' ὃ λέγεται. ἐνεργείᾳ γὰρ ἄνθρωπος ὁ ἤδη κατὰ τὸ ἀν-
θρώπινον εἶδος ἐνεργῶν. ἐνέργεια δέ ἐστιν ἡ τῇ δυνάμει ἀντικειμένη καὶ
ἡ ἀπὸ τῆς δυνάμεως προβαλλομένη ἐνεργὸς κίνησις· ἐνεργὸς δὲ καὶ ἡ ἐν
435

τῷ ἔργῳ· ἔργον δὲ ἥ τε ποίησίς ἐστι καὶ ἡ πρᾶξις. καὶ ἀπὸ μὲν τῆς
δυνάμεως τῆς ἔνδον μενούσης καὶ μὴ ἐκφανοῦς τὸ τοῦ δυνάμει ὄνομα
πα-
ρήχθη ἐν ἐπιτηδειότητι μόνῃ τῆς οὐσίας θεωρούμενον, αὐτῆς ὂν τῆς
οὐσίας
οἷον διάθεσις· ἀπὸ δὲ τῆς ἐνεργείας τὸ ἐνεργείᾳ κατὰ τῆς οὐσίας πάλιν  
ὡς ἐνεργοῦ θεωρουμένης. χρησιμεύει δὲ αὐτῷ, ὡς εἶπον, τὸ λῆμμα τοῦτο
τὸ διαιροῦν τὰ ὄντα εἴς τε τὰ ἐντελεχείᾳ καὶ εἰς τὰ δυνάμει καὶ ἐντελε-
χείᾳ πρὸς τὴν ἀπόδοσιν τοῦ τῆς κινήσεως ὁρισμοῦ, ὡς προϊόντες εἰσό-
μεθα.
      

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη. Vol. 9, p. 401, line


18

δεῖξαι ἐν τίσιν ἐστὶν ἡ κίνησις, ὅτι ἐν τοῖς κινητοῖς. διαίρεσιν δὲ ἐν αὐτῷ


τοῦ πρός τι ποιεῖται, οὐ πάντα τὰ εἴδη τοῦ πρός τι διαιρούμενος, ἀλλὰ
τούτων μόνων μνημονεύων τοῦ τε κατὰ ὑπεροχὴν καὶ ἔλλειψινκαὶ
τοῦ κατὰ τὸ ποιητικὸν καὶ παθητικόν, διότι αὐτὸς μὲν ἐν τῷ ποιη-
τικῷ καὶ παθητικῷ τὴν κίνησιν οἴεται εἶναι, ἄλλοι δέ τινες ἐν ὑπεροχῇ
καὶ ἐλλείψει, οὓς προϊὼν διελέγχειν πειράσεται. καὶ γὰρ ἔστι μὲν ἡ κίνη-
σις ἐν τῷ πρός τι, ἀλλ' ὁ μὲν Πλάτων ἐν ὑπεροχῇ καὶ ἐλλείψει αὐτὴν
ἐτίθετο ἀνισότητα λέγων καὶ ἀνομοιότητα καὶ ἑτερότητα τοῦ κινοῦντος
πρὸς
τὸ κινούμενον τὰ τῆς κινήσεως αἴτια. ὁ δὲ Ἀριστοτέλης οὐκ ἐν τούτῳ τῷ

εἴδει, ἀλλ' ἐν τῷ ποιητικῷ καὶ παθητικῷ καὶ ὅλως τῷ κινητικῷ καὶ κι-
νητῷ. ἐν πολλοῖς γὰρ ἡ τοῦ κινοῦντος ἐνέργεια ποίησις οὖσα πάθησις
ἔσται, εἰς ὃ ἡ ἐνέργεια δρᾶται, οἷον ἡ τοῦ τύπτοντος ἐνέργεια ἡ κατὰ τὸ
τύπτειν ἐν τῷ τυπτομένῳ ἐστὶ πάθος τὸ τύπτεσθαι. πρός τι δὲ καὶ ταῦτα·
καὶ ἔστι τὸ τύπτειν πρὸς τὸ τύπτεσθαι καὶ τὸ ποιητικὸν πρὸς τὸ παθητι-
κὸν καὶ τὸ κινητικὸν πρὸς τὸ κινητόν. τὰ δὲ δυνάμει ἔλαβεν ἐν οἷς ἡ
κίνησις, ὅτι ἡ τούτων ἐντελέχεια καθὸ κινητὰ ἡ κίνησίς ἐστιν, ὡς δειχθή-
σεται. ἀντιθεὶς δὲ τῷ ποιητικῷ τὸ παθητικὸν κατὰ τὴν συνήθειαν τῶν
ὀνομάτων, ἐπειδὴ κατὰ τὸ σχῆμα τῆς λέξεως τῷ μὲν ποιητικῷ τὸ ποιητὸν
ἀντίκειται, τῷ δὲ παθητικῷ τὸ παθητόν, οὐκ ὠνόμασται δὲ τὸ παθητικὸν
ἐπὶ τοῦ πάθος ἐμποιοῦντος, ἀλλ' ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ τῷ παθητῷ, ἐπὶ τὰ σαφέ-
στερα καὶ τοῖς προκειμένοις οἰκειότερα μετῆλθεν

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


436

Vol. 9, p. 439, line 13

 Μετὰ τὸ ἀποδοῦναι τὸν τῆς κινήσεως ὁρισμὸν καὶ τὴν προσήκουσαν


αὐτοῦ διάρθρωσιν ποιήσασθαι μεταβαίνει λοιπὸν ἐπὶ τὸ δεύτερον τῶν
περὶ
κινήσεως προβλημάτων ζητῶν καὶ διακαθαίρων, ἐν τίνι ἐστὶν ἡ κίνησις,
πότερον ἐν τῷ κινοῦντι ἢ ἐν τῷ κινουμένῳ, ἢ ἀπὸ τοῦ κινοῦντος ἐν τῷ
κινουμένῳ, ὡς ἔχει ἡ τῶν πρός τι σχέσις. διὰ τοῦτο καὶ τὴν τοῦ πρός
τι σχέσιν διέλαβεν. ἐπειδὴ γὰρ συμβεβηκός τί ἐστιν ἡ κίνησις, ἀνάγκη
πάντως ἔν τινι αὐτὴν εἶναι οὐσίᾳ. ἐπεὶ οὖν καὶ ἐν τῷ τοῦ κινοῦντος ὀνό-
ματι καὶ ἐν τῷ τοῦ κινουμένου ἐμφαίνεται ἡ κίνησις, ἀπορίας ἄξιον
ἐδόκει,
πότερον ἐν τῷ κινοῦντί ἐστιν ἢ ἐν τῷ κινουμένῳ ἢ ἐν ἀμφοτέροις. ἢ
ἐπειδὴ τὸ μὲν κινοῦν ποιοῦν τί ἐστι, τὸ δὲ κινούμενον πάσχον,
διαιρουμένης
τῆς κινήσεως εἴς τε ποίησιν καὶ εἰς πάθησιν ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦν-
τί ἐστιν, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. λέγει οὖν ὅτι καὶ τὸ ἀπορούμενον
ἐν τούτοις λέλυται ἐκ τοῦ τῆς κινήσεως ὁρισμοῦ. φανερὸνγὰρ ὅτι ἐν τῷ
κινητῷ ἐστιν ἡ κίνησις, εἴπερ ἐντελέχειά ἐστι τοῦ κινητοῦ ὑπὸ
τοῦ κινητικοῦ. “ὑπεναντιοῦσθαι δέ, φησὶν Εὔδημος, τοῖς λέγουσιν ἐν
τῷ πάσχοντι καὶ κινουμένῳ εἶναι τὴν κίνησιν τὸ περὶ τὰς αἰσθήσεις· λέ-
γομεν γὰρ ὁρᾷ ὁρᾶται ὅρασις, ἀκούει ἀκούεται ἄκουσις· δοκεῖ οὖν ἡ
ὅρασις
ἐν τῷ ὁρῶντι εἶναι, καὶ ἡ ἄκουσις ἐν τῷ ἀκούοντι· ὁμοίως καὶ αἱ γεύσεις
καὶ αἱ λοιπαί. ταῦτα δὲ ἐν τῇ τοῦ ποιοῦντος καὶ κινοῦντος εἶναι δοκεῖ
συστοιχίᾳ. ἀπατώμεθα δέ, φησί, τῇ λέξει ἐπακολουθοῦντες καὶ μὴ
ἐννοοῦντες ὅτι τὸ αἰσθανόμενον πάσχει.” ἀλλὰ διὰ τί οὐκ ἔστιν ἐνέργεια
καὶ τοῦ

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη. Vol. 9, p. 441, line


7

κοινήν, ὅταν τὰ ἰδίως ὑπάρχοντα δεικνύωμεν, ὥστε καὶ τοῖς


ἀνομογενέσιν
ἁρμόττειν. τὰ μὲν οὖν παραδείγματα καλῶς ἐφήρμοσεν ὁ Ἀλέξανδρος.
ἐκεῖνο δὲ ἐπισημαίνομαι διὰ τοὺς ἀληθείας ἐρῶντας, ὅτι ὁ ἀπὸ τῶν ἐναν-
τίων ἐν Φαίδωνι λόγος οὐ τὴν ἀθανασίαν αὐτόθεν ἐπαγγέλλεται
καταδεῖξαι  
τῆς ψυχῆς, ἀλλὰ τὸ προϋπάρχειν μόνον τοῦ τῇδε βίου τὴν ψυχὴν καὶ τὸ
ἐπιδιαμένειν.
 Τὴν δὲ ἀπορίαν ἐκτίθεται πρῶτον διορίζων, ὅτι ἔστι τις ἐνέργεια καὶ
τοῦ κινοῦντος καὶ τοῦ κινουμένου, ἤτοι τοῦ ποιητικοῦ καὶ τοῦ παθη-
τικοῦ, ὡς εἶναι δύο ἐνεργείας. ὃ πρώην μὲν ὡς ἐναργὲς ἔλαβεν εἰπὼν
437

δεῖν εἶναι ἐντελέχειαν ἀμφοῖν, νῦν δὲ ἐκ τῆς ἑτερότητος τῶν ὀνομάτων,


ὧν ἔχουσιν αἱ ἐνέργειαι. εἰ γὰρ ἡ μὲν ποίησιςλέγεται, ἡ δὲ πάθησις,
δύο ἂν εἶεν ἐνέργειαι. καὶ εἰ τὰ ἔργα αὐτῶν, καὶ τὰ τέλη τοῦ μὲν ποίημα
τοῦ δὲ πάθος, ταῦτα δὲ διαφέροντα ἀλλήλων. ὧν δὲ τὰ ἔργα καὶ τὰ τέλη
ἕτερα, τούτων καὶ αἱ ἐνέργειαι ἕτεραι ἐφ' αἷς τὰ τέλη. διορίσας οὖν
ταῦτα, ἄρχεται λοιπὸν τῆς διαιρέσεως τῆς τὴν ἀπορίαν ἀναπλούσης
οὕτως·
εἰ ἄμφω κινήσεις εἰσὶν ἥ τε τοῦ κινοῦντος καὶ ἡ τοῦ κινουμένου, ἢ ἕτεραι

τελέως αὗται ἢ οὐχ ἕτεραι· καὶ εἰ ἕτεραι, ἐπειδὴ συμβεβηκότα εἰσὶν αἱ


κινήσεις, πάντως ἔν τινί εἰσιν οὐσίᾳ. ἐν τίνι οὖν δύο οὖσαι; ἢ γὰρ ἄμφω
ἐν τῷ πάσχοντι καὶ ποιουμένῳ ἤτοι κινουμένῳ, ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ
ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. εἰ δέ τις καὶ τὴν πάθησιν ποίη-
σιν βούλοιτο καλεῖν, διότι ἐνέργεια λέγεται καὶ αὐτή (ἐντελέχεια γὰρ τοῦ

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη. Vol. 9, p. 441, line


15

τικοῦ, ὡς εἶναι δύο ἐνεργείας. ὃ πρώην μὲν ὡς ἐναργὲς ἔλαβεν εἰπὼν


δεῖν εἶναι ἐντελέχειαν ἀμφοῖν, νῦν δὲ ἐκ τῆς ἑτερότητος τῶν ὀνομάτων,
ὧν ἔχουσιν αἱ ἐνέργειαι. εἰ γὰρ ἡ μὲν ποίησιςλέγεται, ἡ δὲ πάθησις,
δύο ἂν εἶεν ἐνέργειαι. καὶ εἰ τὰ ἔργα αὐτῶν, καὶ τὰ τέλη τοῦ μὲν ποίημα
τοῦ δὲ πάθος, ταῦτα δὲ διαφέροντα ἀλλήλων. ὧν δὲ τὰ ἔργα καὶ τὰ τέλη
ἕτερα, τούτων καὶ αἱ ἐνέργειαι ἕτεραι ἐφ' αἷς τὰ τέλη. διορίσας οὖν
ταῦτα, ἄρχεται λοιπὸν τῆς διαιρέσεως τῆς τὴν ἀπορίαν ἀναπλούσης
οὕτως·
εἰ ἄμφω κινήσεις εἰσὶν ἥ τε τοῦ κινοῦντος καὶ ἡ τοῦ κινουμένου, ἢ ἕτεραι

τελέως αὗται ἢ οὐχ ἕτεραι· καὶ εἰ ἕτεραι, ἐπειδὴ συμβεβηκότα εἰσὶν αἱ


κινήσεις, πάντως ἔν τινί εἰσιν οὐσίᾳ. ἐν τίνι οὖν δύο οὖσαι; ἢ γὰρ ἄμφω
ἐν τῷ πάσχοντι καὶ ποιουμένῳ ἤτοι κινουμένῳ, ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ
ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. εἰ δέ τις καὶ τὴν πάθησιν ποίη-
σιν βούλοιτο καλεῖν, διότι ἐνέργεια λέγεται καὶ αὐτή (ἐντελέχεια γὰρ τοῦ
κινητοῦ), καλείτω μέν, ἀλλ' ἴστω ὅτι ὁμωνύμως αὕτη λέγεται ποίησις
τῇ τοῦ ποιοῦντος ποιήσει, μενούσης τῆς ἑτερότητος κἂν τὰ ὀνόματα τὰ
αὐτὰ εἴη.
 Τὸ δὲ τρίτον τμῆμα τῆς διαιρέσεως τὸ λέγον ‘ἢ ἄμφω ἐν τῷ κινοῦντι’
παραλέλοιπε καὶ ὡς ἐναργῶς ἄτοπον, διότι συνέβαινε τὸ κινούμενον μὴ
κινεῖσθαι, εἰ μηδεμίαν ἔχει κίνησιν ἐν ἑαυτῷ, τὸ δὲ κινοῦν δύο ἔχον κινή-
σεις διπλῆν κινεῖσθαι κίνησιν, καὶ μέντοι διότι τὰ αὐτὰ συμβαίνει ἄτοπα
καὶ τούτῳ τῷ τμήματι τῆς διαιρέσεως (καὶ ἔτι μᾶλλον) ἅπερ τῷ
438

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 9, p. 441, line 18

δύο ἂν εἶεν ἐνέργειαι. καὶ εἰ τὰ ἔργα αὐτῶν, καὶ τὰ τέλη τοῦ μὲν ποίημα
τοῦ δὲ πάθος, ταῦτα δὲ διαφέροντα ἀλλήλων. ὧν δὲ τὰ ἔργα καὶ τὰ τέλη
ἕτερα, τούτων καὶ αἱ ἐνέργειαι ἕτεραι ἐφ' αἷς τὰ τέλη. διορίσας οὖν
ταῦτα, ἄρχεται λοιπὸν τῆς διαιρέσεως τῆς τὴν ἀπορίαν ἀναπλούσης
οὕτως·
εἰ ἄμφω κινήσεις εἰσὶν ἥ τε τοῦ κινοῦντος καὶ ἡ τοῦ κινουμένου, ἢ ἕτεραι

τελέως αὗται ἢ οὐχ ἕτεραι· καὶ εἰ ἕτεραι, ἐπειδὴ συμβεβηκότα εἰσὶν αἱ


κινήσεις, πάντως ἔν τινί εἰσιν οὐσίᾳ. ἐν τίνι οὖν δύο οὖσαι; ἢ γὰρ ἄμφω
ἐν τῷ πάσχοντι καὶ ποιουμένῳ ἤτοι κινουμένῳ, ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ
ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. εἰ δέ τις καὶ τὴν πάθησιν ποίη-
σιν βούλοιτο καλεῖν, διότι ἐνέργεια λέγεται καὶ αὐτή (ἐντελέχεια γὰρ τοῦ
κινητοῦ), καλείτω μέν, ἀλλ' ἴστω ὅτι ὁμωνύμως αὕτη λέγεται ποίησις
τῇ τοῦ ποιοῦντος ποιήσει, μενούσης τῆς ἑτερότητος κἂν τὰ ὀνόματα τὰ
αὐτὰ εἴη.
 Τὸ δὲ τρίτον τμῆμα τῆς διαιρέσεως τὸ λέγον ‘ἢ ἄμφω ἐν τῷ κινοῦντι’
παραλέλοιπε καὶ ὡς ἐναργῶς ἄτοπον, διότι συνέβαινε τὸ κινούμενον μὴ
κινεῖσθαι, εἰ μηδεμίαν ἔχει κίνησιν ἐν ἑαυτῷ, τὸ δὲ κινοῦν δύο ἔχον κινή-
σεις διπλῆν κινεῖσθαι κίνησιν, καὶ μέντοι διότι τὰ αὐτὰ συμβαίνει ἄτοπα
καὶ τούτῳ τῷ τμήματι τῆς διαιρέσεως (καὶ ἔτι μᾶλλον) ἅπερ τῷ ἀμφοτέ-
ρας τὰς κινήσεις ἐν τῷ κινουμένῳ τιθέντι. καὶ ἄλλως δὲ δείξει προϊών,
ὅτι καὶ τὴν ἑτέραν τῶν κινήσεων ἐν τῷ κινοῦντι λέγειν τὴν οἰκείαν αὐτῷ
δοκοῦσαν ἄτοπον, εἰ δὲ τοῦτο ἄτοπον, πολὺ ἀτοπώτερον τὸ

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 9, p. 441, line 33

κινεῖσθαι, εἰ μηδεμίαν ἔχει κίνησιν ἐν ἑαυτῷ, τὸ δὲ κινοῦν δύο ἔχον κινή-


σεις διπλῆν κινεῖσθαι κίνησιν, καὶ μέντοι διότι τὰ αὐτὰ συμβαίνει ἄτοπα
καὶ τούτῳ τῷ τμήματι τῆς διαιρέσεως (καὶ ἔτι μᾶλλον) ἅπερ τῷ ἀμφοτέ-
ρας τὰς κινήσεις ἐν τῷ κινουμένῳ τιθέντι. καὶ ἄλλως δὲ δείξει προϊών,
ὅτι καὶ τὴν ἑτέραν τῶν κινήσεων ἐν τῷ κινοῦντι λέγειν τὴν οἰκείαν αὐτῷ
δοκοῦσαν ἄτοπον, εἰ δὲ τοῦτο ἄτοπον, πολὺ ἀτοπώτερον τὸ ἀμφοτέρας ἐν

αὐτῷ τιθέναι. διὰ ταῦτα μὲν οὖν παρῆκεν ἐκεῖνο τὸ τμῆμα τῆς διαιρέ-
σεως, ὡς ἐν τοῖς πλείοσι γέγραπται τῶν ἀντιγράφων. ἔν τισι δὲ καὶ
τοῦτο πρόσκειται τῆς γραφῆς ἐχούσης οὕτως· ἢ γὰρ ἄμφω ἐν τῷ πά-
439

σχοντι καὶ ποιουμένῳ ἢ ἐν τῷ ποιοῦντι καὶ διατιθέντι, ἢ ἡ μὲν


ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. περιττὴ
δὲ ἡ προσθήκη, εἴπερ μηδὲ ἀντιλέγει πρὸς ἐκείνην τὴν θέσιν ὁ Ἀρι-
στοτέλης.
 Ἀλλὰ καὶ τέταρτόν ἐστι τμῆμα τῆς διαιρέσεως τὸ τῷ δευτέρῳ ῥη-
θέντι ἀντικείμενον τὸ λέγον ‘ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ πάσχοντι, ἡ δὲ
πάθησις
ἐν τῷ ποιοῦντι’, ὅπερ ὡς ἐναργῶς ἄτοπον παραλέλοιπεν. ὁ μέντοι
πιθανὸς  
Θεμίστιος τὸ εἰ δὲ δεῖ καὶ ταύτην ποίησιν καλεῖν, ὁμώνυμος ἂν
εἴη, πρὸς ἔνδειξιν τούτου τοῦ τμήματος εἰρῆσθαι νομίζει, ὡς εἰ μετὰ τὸ
εἰπεῖν ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πά-
σχοντιἐπῆγεν· “ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται οἷον τὴν ποίησιν ἐν τῷ
πάσχοντι εἶναι, εἰ μή τις τὴν τοῦ πάσχοντος ἐνέργειαν

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 9, p. 441, line 37

ὅτι καὶ τὴν ἑτέραν τῶν κινήσεων ἐν τῷ κινοῦντι λέγειν τὴν οἰκείαν αὐτῷ
δοκοῦσαν ἄτοπον, εἰ δὲ τοῦτο ἄτοπον, πολὺ ἀτοπώτερον τὸ ἀμφοτέρας ἐν

αὐτῷ τιθέναι. διὰ ταῦτα μὲν οὖν παρῆκεν ἐκεῖνο τὸ τμῆμα τῆς διαιρέ-
σεως, ὡς ἐν τοῖς πλείοσι γέγραπται τῶν ἀντιγράφων. ἔν τισι δὲ καὶ
τοῦτο πρόσκειται τῆς γραφῆς ἐχούσης οὕτως· ἢ γὰρ ἄμφω ἐν τῷ πά-
σχοντι καὶ ποιουμένῳ ἢ ἐν τῷ ποιοῦντι καὶ διατιθέντι, ἢ ἡ μὲν
ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. περιττὴ
δὲ ἡ προσθήκη, εἴπερ μηδὲ ἀντιλέγει πρὸς ἐκείνην τὴν θέσιν ὁ Ἀρι-
στοτέλης.
 Ἀλλὰ καὶ τέταρτόν ἐστι τμῆμα τῆς διαιρέσεως τὸ τῷ δευτέρῳ ῥη-
θέντι ἀντικείμενον τὸ λέγον ‘ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ πάσχοντι, ἡ δὲ
πάθησις
ἐν τῷ ποιοῦντι’, ὅπερ ὡς ἐναργῶς ἄτοπον παραλέλοιπεν. ὁ μέντοι
πιθανὸς  
Θεμίστιος τὸ εἰ δὲ δεῖ καὶ ταύτην ποίησιν καλεῖν, ὁμώνυμος ἂν
εἴη, πρὸς ἔνδειξιν τούτου τοῦ τμήματος εἰρῆσθαι νομίζει, ὡς εἰ μετὰ τὸ
εἰπεῖν ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πά-
σχοντιἐπῆγεν· “ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται οἷον τὴν ποίησιν ἐν τῷ
πάσχοντι εἶναι, εἰ μή τις τὴν τοῦ πάσχοντος ἐνέργειαν ὁμωνύμως ποίησιν

ὀνομάζειν ἐθέλοι”. καίτοι εἰ τούτου ἕνεκεν εἴρητο, ἀνάγκη ἦν καὶ τὴν


πάθησιν ἐν τῷ ποιοῦντι ὁμωνύμως λέγεσθαι. ὅπερ οὐκ εἴρηται ἐπιπό-
440

λαιον ὄν.
      

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη. Vol. 9, p. 442, line


3

τοῦτο πρόσκειται τῆς γραφῆς ἐχούσης οὕτως· ἢ γὰρ ἄμφω ἐν τῷ πά-


σχοντι καὶ ποιουμένῳ ἢ ἐν τῷ ποιοῦντι καὶ διατιθέντι, ἢ ἡ μὲν
ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. περιττὴ
δὲ ἡ προσθήκη, εἴπερ μηδὲ ἀντιλέγει πρὸς ἐκείνην τὴν θέσιν ὁ Ἀρι-
στοτέλης.
 Ἀλλὰ καὶ τέταρτόν ἐστι τμῆμα τῆς διαιρέσεως τὸ τῷ δευτέρῳ ῥη-
θέντι ἀντικείμενον τὸ λέγον ‘ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ πάσχοντι, ἡ δὲ
πάθησις
ἐν τῷ ποιοῦντι’, ὅπερ ὡς ἐναργῶς ἄτοπον παραλέλοιπεν. ὁ μέντοι
πιθανὸς  
Θεμίστιος τὸ εἰ δὲ δεῖ καὶ ταύτην ποίησιν καλεῖν, ὁμώνυμος ἂν
εἴη, πρὸς ἔνδειξιν τούτου τοῦ τμήματος εἰρῆσθαι νομίζει, ὡς εἰ μετὰ τὸ
εἰπεῖν ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πά-
σχοντιἐπῆγεν· “ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται οἷον τὴν ποίησιν ἐν τῷ
πάσχοντι εἶναι, εἰ μή τις τὴν τοῦ πάσχοντος ἐνέργειαν ὁμωνύμως ποίησιν

ὀνομάζειν ἐθέλοι”. καίτοι εἰ τούτου ἕνεκεν εἴρητο, ἀνάγκη ἦν καὶ τὴν


πάθησιν ἐν τῷ ποιοῦντι ὁμωνύμως λέγεσθαι. ὅπερ οὐκ εἴρηται ἐπιπό-
λαιον ὄν.
      

p. 202a28 Ἀλλὰ μὴν εἰ τοῦτοἕως τοῦ καὶ εἰς ἓν εἶδος; ἀλλὰ


      ἀδύνατον.

 Πρὸς τὸ προσεχῶς ἐπαχθὲν τμῆμα τὸ λέγον “ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ


ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι” πρῶτον ὑπαντᾷ, καὶ λαβὼν ὅτι

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 9, p. 442, line 11

εἴη, πρὸς ἔνδειξιν τούτου τοῦ τμήματος εἰρῆσθαι νομίζει, ὡς εἰ μετὰ τὸ


εἰπεῖν ἢ ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πά-
σχοντιἐπῆγεν· “ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται οἷον τὴν ποίησιν ἐν τῷ
πάσχοντι εἶναι, εἰ μή τις τὴν τοῦ πάσχοντος ἐνέργειαν ὁμωνύμως ποίησιν
441

ὀνομάζειν ἐθέλοι”. καίτοι εἰ τούτου ἕνεκεν εἴρητο, ἀνάγκη ἦν καὶ τὴν


πάθησιν ἐν τῷ ποιοῦντι ὁμωνύμως λέγεσθαι. ὅπερ οὐκ εἴρηται ἐπιπό-
λαιον ὄν.
      

p. 202a28 Ἀλλὰ μὴν εἰ τοῦτοἕως τοῦ καὶ εἰς ἓν εἶδος; ἀλλὰ


      ἀδύνατον.

 Πρὸς τὸ προσεχῶς ἐπαχθὲν τμῆμα τὸ λέγον “ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ


ποιοῦντι, ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι” πρῶτον ὑπαντᾷ, καὶ λαβὼν ὅτι
κατὰ ταύτην τὴν ὑπόθεσιν, ὥσπερἐν τῷ κινουμένῳ ἐστὶν ἡ κίνησις ἡ
οἰκεία, οὕτως καὶ ἐν τῷ κινοῦντι ἡ αὐτοῦ οἰκεία (ὁ γὰρ αὐτὸς λόγος ἐπ'
ἀμφοῖν) ἐπάγει, ὅτι δυεῖν ἀτόποιν θάτερον ἀνάγκη κατὰ ταύτην τὴν ὑπό-
θεσιν ὁμολογεῖν. ἢ γὰρ πᾶν τὸ κινοῦνκαὶ κινήσεται, εἴπερ τὸ κινοῦν
ἔχει κίνησιν, τὸ δὲ ἔχον κίνησιν κινεῖται· ἄτοπον δὲ τὸ πᾶν τὸ κινοῦν
κινεῖσθαι καὶ οὔτε δοκοῦν αὐτῷ, εἴπερ τὸ πρώτως κινοῦν ἀκίνητον οἴεται
οὔτε τοῖς πράγμασι συνᾷδον (πολλὰ γὰρ τῶν κινούντων ἀκίνητα μένει
οἷον
χρῶμα κάλλος εὐρυθμία)· ἢ ἔχοντι κίνησινἐν ἑαυτῷ οὐκινεῖται,
ὅπερ πάντων ἐστὶν ἀλογώτατον, ὡς τὸ ἔχον τι λευκὸν μὴ λελευκάνθαι. ᾧ

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 9, p. 444, line 29

αὐτὴν καὶ μίαν ἐνέργειανεἶναι. καὶ ὅτι μὲν ἕτερα τῷ εἴδει τὸ κινοῦν
καὶ κινούμενον, δῆλον, εἴπερ τὸ μὲν ποιοῦν ἐνεργείᾳ ἐστὶν ὅπερ ἐστί, τὸ
δὲ πάσχον δυνάμει τοιοῦτον ὄν, ἐνεργείᾳ τὸ ἀντικείμενόν ἐστι τούτῳ, ὃ
δύναται, ἐπείπερ αἱ μεταβολαὶ ἐξ ἐναντίων. ὥστε οὐ μόνον ἕτερα ἀλλὰ
καὶ ἐναντία. ὡς οὖν ἄτοπον λευκοῦ καὶ μέλανος διαφερόντων τῷ εἴδει,
καὶ τοῦ μὲν διακρίνοντος τὴν ὄψιν, τοῦ δὲ συγκρίνοντος, μίαν λέγειν τὴν
ἐνέργειαν οὕτω ποιοῦντος καὶ πάσχοντος ἑτέρων ὄντων τῷ εἴδει, ἀτόπῳ
δὲ ὄντι τῷ δυεῖν ἑτέρων τῷ εἴδει μίαν εἶναι ἐνέργειαν, ἐπειδὴ χρὴ
ἑκάστου εἴδους οἰκείαν εἶναι ἐνέργειαν, ἀτόπῳ δ' οὖν ὄντι τούτῳ ἄλλο τι
ἐναργέ-
στερον ἄτοπον ἀκολουθεῖ. εἰ γὰρ ἡ δίδαξις καὶ ἡ μάθησις καὶ ἡ
ποίησις καὶ ἡ πάθησιςτὸ αὐτὸ καὶ ἕν ἐστιν, ἔσται καὶ τὸ διδάσκειν
τῷ μανθάνειν τὸ αὐτό. τὸ δὲ ἐναργέστερον τῆς ἀτοπίας ὄψει, ἐὰν τὸν
διδάσκοντα αὐτὸν μεταλάβῃς, ὥστε τὸν διδάσκοντα πάντα μανθάνειν
ὅσα διδάσκει καὶ τὸν ποιοῦνταπάντα πάσχεινὅσα ποιεῖ. τριῶν γὰρ
τούτων ὄντων διδάξεως τοῦ διδάσκειν τοῦ διδάσκοντος, ἡ μὲν δίδαξις
442

αὐτή
ἐστιν ἡ ἐνέργεια, τὸ δὲ διδάσκειν τὴν διδάσκουσαν οὐσίαν κατὰ τὴν ἐνέρ-
γειαν ἐνδείκνυται, τὸ δὲδιδάσκον τὴν οὐσίαν μετὰ τῆς ἐνεργείας. διὸ  
φαίνεται μὲν καὶ ἐπὶ τῆς διδάξεως τὸ ἄτοπον, ἔτι δὲ μᾶλλον ἐπὶ τοῦ δι-
δάσκειν διὰ τὴν τῆς οὐσίας παρέμφασιν τῆς τὴν ἐναντίωσιν ἐχούσης, ἔτι
δὲ τούτων ἐναργέστερον ἐπ' αὐτῆς τῆς οὐσίας. ἀναιρεθέντος δὲ διὰ τῶν
εἰρημένων λόγων καὶ τοῦ δύο ἁπλῶς εἶναι τὰς ἐνεργείας,

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 9, p. 449, line 3

ἀναγκαίως ἔχει. οὐ γὰρ εἰ ἡ κίνησις μία, ἤδη καὶ τὰ ὑπάρχοντα τῇ κινή-


σει τὴν δίδαξιν καὶ τὴν μάθησιν ἤτοι τὴν ποίησιν καὶ τὴν πάθησιν
ἀνάγκη
τὰ αὐτὰ εἶναι κυρίως, διότι ἑτέρα τῷ λόγῳ ἐστὶν ἥ τε ἀπὸ τοῦ ποιοῦντος
πρὸς τὸ γινόμενον σχέσις καὶ ἡ ἀπὸ τοῦ γινομένου πρὸς τὸ ποιοῦν. ἀλλὰ
πῶς ἡ κίνησις μία καὶ κυρίως μία, εἴπερ εἴρηται πολλάκις ὅτι τῷ ὑποκει-
μένῳ μία ἐστίν, ἀλλ' οὐ τῷ λόγῳ; ἢ μία ἡ κίνησις οὐ τῷ ὑποκειμένῳ
μόνον, ἀλλὰ καὶ τῷ λόγῳ, ἐν τῷ κινουμένῳ οὖσα ὑπὸ τοῦ κινοῦντος. διὸ  

καὶ εἷς ὁ λόγος ἐντελέχεια τοῦ κινητοῦ ᾗ κινητόν, καὶ οὐδὲ μεμέρισται
ἐπ' αὐτῆς τὸ ὑπὸ τοῦδε καὶ τὸ ἐν τῷδε, ἀλλ' ἄμφω συμπληροῖ τὴν κίνη-
σιν. ἡ μέντοι ποίησις καὶ ἡ πάθησις μερίζονται, ἡ μὲν περὶ τὴν ἀπὸ τοῦ
ποιοῦντος σχέσιν, ἡ δὲ περὶ τὴν ἀπὸ τοῦ γινομένου. ὁ μέντοι Ἀλέξανδρος
κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον τοῖς πρότερον ἐξηγεῖται καὶ τοῦτο. “οὐ γὰρ εἰ
μία, φησίν, ἡ ἀμφοῖν ἐνέργεια κατὰ τὸ ὑποκείμενον, ἕπεται ἤδη τὴν
δίδαξιν
τῇ μαθήσει ταὐτὸν εἶναι, ἀλλὰ τὸ μὲν ὑποκείμενον ἀμφοτέροις τῇ τε δι-
δάξει καὶ τῇ μαθήσει ταὐτόν ἐστιν (ἓν γάρ τι ὑπ' ἀμφοῖν γίνεται τὸ μαν-
θάνειν), οὐ μὴν ἡ δίδαξις ταὐτὸν τῇ μαθήσει”· καὶ ἔοικε τὸ γὰρ τοῦδε
ἐν τῷδε καὶ τόδε ὑπὸ τοῦδεἐπὶ τῆς κινήσεως ἀκούειν· ἐγὼ μέντοι
ἐπὶ τῆς ποιήσεως καὶ τῆς παθήσεως εἰρῆσθαι νομίζω καὶ τοῦτο καὶ τὸ
ἕτερον τῷ λόγῳ. πῶς δὲ καὶ μίαν τῷ ὑποκειμένῳ λέγει εἶναι τὴν δί-
δαξιν καὶ τὴν μάθησιν; διότι ἓν ὑπ' ἀμφοῖν γίνεται τὸ μανθάνειν
Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.
Vol. 10, p. 839, line 3

μένου κινηθείη ἄν. ποιοῦντοςοὖν καὶ πάσχοντοςοὐχὶ τῶν οὐσιῶν


εἶπεν (αὗται γὰρ κινοῦνται), ἀλλ' ἀντὶ τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν, αἵπερ ἦσαν
αἱ κατηγορίαι, τουτέστιν ἀντὶ ποιήσεως καὶ πείσεως τὸ ποιοῦν καὶ
πάσχον
ἔλαβεν, διότι καὶ τὸ ποιοῦν κατὰ τὴν ποίησίν ἐστι ποιοῦν καὶ τὸ πάσχον
κατὰ τὴν πεῖσιν πάσχον. ὅτι δὲ οὐκ ἐπὶ κινήσεως μόνης τοῦτο ἀληθές,
443

ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῆς ἀντικειμένης τῇ κινήσει γενέσεως καὶ ἐπὶ τῆς ἄμφω
περιεχούσης μεταβολῆς, ἐδήλωσεν εἰπὼν οὐδὲ γενέσεως γένεσις οὐδὲ
ὅλως μεταβολῆς μεταβολή.  
 Δείξας οὖν ὅτι ὁ λέγων κίνησιν εἶναι ἐν τῷ ποιεῖν καὶ πάσχειν κινή-
σεως λέγει κίνησιν εἶναι, εἴπερ τὸ ποιοῦν κατὰ τὴν ποίησιν κινεῖ καὶ τὸ
πάσχον κατὰ τὴν πεῖσιν, ἡ δὲ ποίησις καὶ ἡ πεῖσις κινήσεις τινές εἰσι,
δείκνυσι λοιπὸν διὰ δύο ἐπιχειρημάτων ὅτι οὐκ ἔστι κινήσεως κίνησις.
ὥστε οὐδὲ ἐν τῷ ποιεῖν καὶ πάσχειν ἔσται κίνησις. τῶν δὲ δύο ἐπιχειρη-
μάτων τὸ μὲν πρῶτον ἐκ διαιρέσεως ἀναγκαίας εἰλημμένον τοιοῦτόν
ἐστιν·
εἰ ἔστι κινήσεως κίνησις, ἢ ὑποκείμενόν τί ἐστιν ἡ κίνησις ὡς αὐτὴ κινου-
μένη κατά τι εἶδος κινήσεως, ὡς λέγομεν ἀνθρώπου κίνησιν εἶναι μετα-
βάλλοντος ἢ κατὰ ποιὸν ἢ κατὰ ποσὸν ἢ κατὰ τόπον· εἰ δὲ τοῦτο, ἔσται
ἡ κίνησις θερμαινόμενον ἢ αὐξόμενον ἤ τινα ἄλλην μεταβολὴν
μεταβάλλον,
ἵνα ᾖ κινήσεως κίνησις. ἀλλὰ μὴν ὑποκείμενον οὐκ ἔστιν ἡ κίνησις· οὔτε
γὰρ θερμαίνεσθαι ἢ ψύχεσθαι λέγεται· οὐσίας γὰρ ταῦτα ἴδια·

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 10, p. 858, line 26

εἰς ἐναντίον ἦν μεταβολή. εἰ οὖν ἔστιν ἐναντίωσις καὶ ἐν τῇ τῶν πρός τι


κατηγορίᾳ, ὡς αὐτὸς ἐν Κατηγορίαις ἐδήλωσεν εἰπών “ὑπάρχει δὲ καὶ
ἐναντιότης ἐν τοῖς πρός τι”, οὐδὲν κωλύει καὶ κατὰ ταύτην εἶναι κίνησιν.
τὸ μὲν γὰρ κινούμενον καὶ ἐνταῦθα ἡ οὐσία ἐστίν, κινεῖται δὲ κατὰ τὴν
σχέσιν ὥσπερ κατὰ ποιότητα καὶ ποσότητα καὶ τὴν τοῦ ποῦ κατηγορίαν.
καὶ γὰρ ἐκεῖ ἡ οὐσία ἐστὶν ἡ κατ' ἐκείνας κινουμένη ὑπομένουσα. αἱ δὲ
ποιότητες αὗται καὶ ποσότητες καὶ αἱ κατὰ τόπον φοραὶ γίνονται καὶ
φθεί-
ρονται μᾶλλον ἤπερ κινοῦνται· οὐ γὰρ ὑπομένουσιν, ὅπερ προσεῖναι χρὴ
τοῖς κινουμένοις, ἀλλ' ἡ ὑποκειμένη οὐσία ἐν τῇ κατ' ἐκείνην μεταβολῇ
ὑπομένουσα κινεῖσθαι λέγεται. καὶ κατὰ τὸ ποιεῖν δὲ καὶ τὸ πάσχειν κι-
νοῖτο ἂν τὸ ὑποκείμενον, κἂν αὐτὴ ἡ ποίησις καὶ ἡ πεῖσις οὐ κινῶνται,
ἀλλὰ γίνονται καὶ φθείρονται καὶ ταύτῃ μεταβάλλουσιν. ἀντίκεινται δὲ τὸ

ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν ὡς τὰ πρός τι· διὸ καὶ συνυπάρχει ἀλλήλοις καὶ
μεταβάλλει εἰς ἄλληλα πολλάκις. ὑγρανθεὶς γὰρ ὁ ἀὴρ ὑπὸ τοῦ ὕδατος
ὑγραίνει τὴν γῆν καὶ θερμανθεὶς ὑπὸ τοῦ πυρὸς θερμαίνει, καὶ κατὰ τὰς
λοιπὰς δὲ κατηγορίας ἡ ὑποκειμένη οἶμαι οὐσία λέγοιτο ἂν κινεῖσθαι.
κατὰ χρόνον μὲν ἐκ τοῦ παρεληλυθότος εἰς τὸ μέλλον, κἂν μὴ κυρίως ᾖ
ἐναντία ταῦτα, εἴπερ τὸ μὲν παρεληλυθὸς εἰς τὸ μέλλον μεταβάλλει, τὸ δὲ
444

μέλλον οὐκέτι εἰς τὸ παρεληλυθός. κατὰ δὲ τὸ κεῖσθαι καὶ ἐναντιότης


φαίνεται τῆς στάσεως πρὸς τὴν καθέδραν καὶ τοῦ πρηνοῦς πρὸς τὸ
ὕπτιον.

Συμπλίκιος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 10, p. 1337, line 33

ὧν ἐγὼ δημιουργὸς πατήρ τε ἔργων, ἄλυτα ἐμοῦ γε ἐθέλοντος. τὸ μὲν οὖν

δὴ δεθὲν πᾶν λυτόν, τό γε μὴν καλῶς ἁρμοσθὲν καὶ ἔχον εὖ λύειν ἐθέλειν

κακοῦ. δι' ἃ καὶ ἐπείπερ γεγένησθε, ἀθάνατοι μὲν οὐκ ἐστὲ τὸ πάμπαν,
οὔ τι μὲν δὴ λυθήσεσθέ γε οὐδὲ τεύξεσθε θανάτου μοίρας, τῆς ἐμῆς βου-
λήσεως μείζονος ἔτι δεσμοῦ καὶ κυριωτέρου λαχόντες ἐκείνων, οἷς ὅτε
ἐγί-
νεσθε ξυνεδεῖσθε.” λέγει δὲ ταῦτα, μᾶλλον δὲ πληροῖ δημιουργικῶν νοή-
σεων τὰς δυναμένας οὐσίας ἐν τῷ κόσμῳ νοεῖν τὴν ἐν τῷ πατρὶ τῶν
ὅλων προϋπάρχουσαν διακόσμησιν· αὗται δέ εἰσι προσεχῶς μὲν ἑνιαῖαι
καὶ νοεραί, ἤδη δὲ καὶ αἱ τούτων τῶν νόων ἐξηρτημέναι ψυχαὶ κατὰ τὴν
μίαν παντὸς τοῦ ἀσωμάτου συνάρτησιν καθ' ἕκαστον θεόν. πρὸς τούτους
οὖν λέγει “θεοὶ θεῶν”. καὶ ὁ μὲν λόγος ποίησίς ἐστι δημιουργική, θεοὺς
δὲ ποιεῖ θεῶν τοὺς ἀσωμάτους τῶν σωματικῶν, ὅτι προφανέστερον μὲν
θεοὶ καλοῦνται τὰ τῶν οὐρανίων θεῶν περιπολοῦντα ἀγάλματα διὰ τὴν
ὀξεῖαν κίνησιν θεοὶ κληθέντες. θεῶν δὲ τούτων θεοὶ οἱ τὰς ἀρχικὰς αὐ-  
τῶν αἰτίας ἀσωμάτως καὶ νοερῶς προβαλόμενοι. πᾶς γὰρ θεὸς ἀρχή
τινός ἐστι θεότητος· θεῶν δὲ τῶν αἰσθητῶν δημιουργὸς εἶναί φησι καὶ
πατὴρ τῶν ἐν αὐτοῖς ἔργων· δημιουργεῖται γὰρ καὶ δι' ἐργασίας ἀποτελεῖ-
ται τὸ σωματικὸν πᾶν. λέγει δὲ τὸ “δεθὲν πᾶν” τὸ σωματικὸν ὡς ὁρα-
τὸν καὶ ἁπτὸν ὑπάρχον καὶ διὰ τοῦτο ἐκ πυρὸς καὶ γῆς καὶ τῶν μεταξὺ
στοιχείων συγκείμενον καὶ δεδεμένον τῷ τῆς ἀναλογίας δεσμῷ·

Συμπλίκιος. In Aristotelis libros de anima commentaria [Sp.?] (fort.


auctore Prisciano Lydo) (4013: 005)“Simplicii in libros Aristotelis de
anima commentaria”, Ed. Hayduck, M.Berlin: Reimer, 1882;
Commentaria in Aristotelem Graeca 11.Vol. 11, p. 163, line 37

     τικῶν, καὶ διὰ τῶν ἑξῆς.

 Ἐπειδὴ οὖν ἐπὶ τῆς ἁφῆς καὶ τῆς γεύσεως οὐδὲν τῶν ἔξωθεν τὸν δι'
οὗ ἐπέχει λόγον, χρὴ δὲ εἶναι καὶ ἐπὶ τούτων τὸ δι' οὗ, ἵνα μὴ ἀμέσως
445

τὸ πρῶτον αἰσθητήριον, ὡς καὶ ἤδη εἴρηται, ὑπὸ τοῦ οἰκείου πάσχον


αἰσθητοῦ ἀπαμβλύνηται πρὸς τὴν κριτικὴν ἐνέργειαν, κἀπὶ τούτων τὸ δι'
οὗ, εἰ καὶ μὴ ἀλλότριον, ἀλλὰ προσφυὲς ἀπαιτητέον, ἔμψυχον ὂν ὡς
εἴρηται
καὶ κατὰ τὴν αἰσθητικὴν ψυχήν· οὕτω γὰρ ἂν καὶ προσφυὲς εἴη τῷ πρώτῳ

αἰσθητικῷ. παθεῖν μὲν γάρ τι δεῖ καὶ τὸ πρῶτον ὑπὸ τοῦ αἰσθητοῦ, ὡς
δηλοῦσιν αἱ ὑπερβολαὶ αἰσθητὸν ποιοῦσαι τὸ πάθος, ἀλλ' ὅσον ἐγερθῆναι

εἰς ἐνέργειαν· τὸ δὲ ὑπερβάλλον πάθος κωλύει. ὑπερβάλλει δέ, ὅταν


ἄμεσος
γένηται ἡ τοῦ αἰσθητοῦ εἰς τὸ πρῶτον αἰσθητήριον ποίησις. τί οὖν ἐπὶ  
τῆς γεύσεως καὶ τῆς ἁφῆς τὸ δι' οὗ; ἡ μὲν γλῶσσά φησιν ἐπὶ τῆς γεύ-
σεως, ἡ δὲ ὅλη σὰρξ ἐπὶ τῆς ἁφῆς. καὶ ταῦτα ἐφεξῆς διακρίνει γράφων·
      

Συμπλίκιος. In Aristotelis libros de anima commentaria [Sp.?] (fort.


auctore Prisciano Lydo) Vol. 11, p. 169, line 31

ὀσφραντοῦ τὰ δίοσμα· εἰ δὲ καὶ ἡ γλῶττα καὶ ἡ σὰρξ μεταξύ, ἔχοιμεν


ἂν καὶ ἐπὶ τῶν χυμῶν καὶ ἐπὶ τῶν ἁπτῶν τὰ τὴν ἐνέργειαν ὡς τὰ δια-
βιβαστικὰ δεχόμενα, ἀλλ' ἐνταῦθα ὡς ἅμα καὶ αἰσθητικὰ δευτέρως. αἱ δέ
τινες ποιήσεις αἰσθητῶν οὖσαι ὡς αἰσθητῶν, ὅταν τὸ δεκτικὸν
αἰσθητικὸν
ᾖ, εἴ γε πρὸς ἄλληλα ταῦτα λέγεταί τε καὶ ἐνεργεῖ, τὸ μὲν αἰσθητικὸν
αἰσθητοῦ ὂν αἰσθητικόν, τὸ δὲ αἰσθητὸν αἰσθητικῷ ὂν αἰσθητόν. ἐνεργεῖ
οὖν ὡς αἰσθητὸν εἰς τὸ αἰσθανόμενον, ὡς δὲ χρῶμα καὶ ὡς ψόφος τὸ
μὲν εἰς τὸ διαφανὲς τὸ δὲ εἰς τὸ διηχές, κἂν μὴ τὸ ὁρῶν ἢ τὸ ἀκοῦον ᾖ,
οὐκ ἐν τῷ ἐνεργεῖν τι, ἀλλ' ἐν τῷ δέχεσθαι τὴν ἄλλων ἐνέργειαν ἐντε-
λεχείᾳ γινομένου διαφανοῦς ἢ διηχοῦς, τοῦ δὲ αἰσθητικοῦ καὶ ἐν τῷ ἐνερ-
γεῖν· ἡ γὰρ κριτικὴ ἐνέργεια αὐτοῦ. τριττὴ γοῦν ἥ τε ποίησις καὶ ἡ πάθη,
ἡ μὲν κατ' ἀλλοίωσιν καὶ τροπὴν τοῦ δεχομένου, ἡ δὲ κατὰ εἰδητικῆς
ἐνεργείας μετάδοσιν μὲν τοῦ ποιοῦντος, μετάληψιν δὲ τοῦ δεχομένου,
πάθην
καὶ αὐτὴν διὰ τὴν ἔξωθεν τελείωσιν λεγομένην, ἡ δὲ πρὸς τῇ ἔξωθεν
εἰσδοχῇ καὶ κατὰ τὴν οἰκείαν ὁριζομένη ἐνέργειαν, πάθη καὶ αὐτὴ διὰ τὴν

ἑτέρωθεν οὖσα εἰσδοχήν· καὶ ἐνταῦθα ἡ αἴσθησις μόνον. διὸ οὐ πᾶσι


πάθη αἰσθητική. διακρίνων οὖν ταῦτα ὁ φιλόσοφος ἀπορεῖ, εἰ τὸ
ὀσφραντὸν
ἢ τὸ χρῶμα δρᾷ τι εἰς τὸ μὴ αἰσθητικόν. καὶ τέως ὅτι μὴ δρᾷ συνηγορεῖ,
εἴπερ, φησίν, ὀσφραντὸν μὲν ἡ ὀσμή, ἡ δὲ ὀσμὴ εἰς τὴν ὄσφρησιν  
446

ποιεῖ, αἴσθησις δέ τις ἡ ὄσφρησις, καὶ συνάγει τὰ μὴ ὀσφραινόμενα μὴ


πάσχειν ὑπὸ ὀσμῆς. ὁ δὲ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων, φησίν, ὡς μὴ

Συμπλίκιος. In Aristotelis libros de anima commentaria [Sp.?] (fort.


auctore Prisciano Lydo) Vol. 11, p. 192, line 21

δύναμιν αἰσθητὸν τοῦ κατ' ἐνέργειαν. ἀλλὰ δῆλον ὡς καὶ τὸ αἰσθητὸν


τελειοῦται καὶ εἰς ἐνέργειαν καθίσταται ὑπὸ τῆς αἰσθητικῆς ψυχῆς, αὐτῆς

καὶ τὸ τοῦ αἰσθητοῦ προβαλλούσης εἶδος ἀφ' ἑαυτῆς μέν, ἀλλὰ πρὸς τὴν
προβολὴν ἐγειρομένης ἐκ τῆς ἐγγενομένης τῷ αἰσθητηρίῳ κινήσεως ὑπὸ
τοῦ αἰσθητοῦ, διὰ τὸ μήτε παντελῶς εἶναι χωριστὴν σωμάτων τὴν αἰσθη-
τικὴν ζωήν, μήτε πρὸς τὸ αἰσθητὸν ἀμέσως, ἀλλὰ πρὸς τὸ ἐν τῷ αἰσθη-
τηρίῳ ζωτικὸν πάθος ἢ παθητικὸν ἐνέργημα τὸν οἰκεῖον προβάλλειν
λόγον,
συμμέτρως πρὸς αὐτὸ συναρμοζομένην καὶ συμμέτρως ἐξ αὐτοῦ εἰς τὴν
τῶν λόγων προβολὴν ἐγειρομένην· πόρρω γὰρ τὸ ἔξω κείμενον.
      

p. 426a2 Εἰ δή ἐστιν ἡ κίνησις καὶ ἡ ποίησις καὶ τὸ πάθος ἐν


    τῷ ποιουμένῳκαὶ τὰ ἑξῆς.

 Ποιητικὸν μὲν λέγει τὸ δυνάμει αἰσθητόν, κινούμενον δὲ καὶ πάσχον


καὶ ποιούμενον τὸ δυνάμει αἰσθητικόν· ἐν ᾧ καὶ τὸ κατ' ἐνέργειαν αἰσθη-
τὸν καὶ τὴν κατ' ἐνέργειαν ὑπάρχειν αἴσθησιν. μὴ γὰρ ἐν τῷ ποιοῦντι
ἢ ἐν τῷ κινοῦντι εἶναι τὴν ποίησιν ἢ τὴν κίνησιν, ἀλλ' ἐν τῷ πάσχοντι
καὶ κινουμένῳ, ὡς ἐν τῷ τρίτῳ τῆς Φυσικῆς ἀκροάσεως παραδέδοται· διὸ

τὸ κινοῦν μὴ πάντως κινεῖσθαι, ὡς οὐκ ἐν αὐτῷ τῆς ἀπ' αὐτοῦ οὔσης κι-
νήσεως. οὕτως οὖν καὶ ὁ ψόφος, ὡς αἰσθητὸς δηλαδή, καὶ ἡ κατ'
ἐνέργειαν
ἀκοὴ ἐν τῇ κατὰ δύναμιν ἔσται αἰσθήσει, ἐν τῇ τέως δηλαδὴ κατὰ
δύναμιν
οὔσῃ, ἐπειδὰν δὲ δέξηται, ἐνεργείᾳ γινομένῃ. τίς οὖν ἡ ποίησις καὶ ἡ

Συμπλίκιος. In Aristotelis libros de anima commentaria [Sp.?] (fort.


auctore Prisciano Lydo) Vol. 11, p. 192, line 31

p. 426a2 Εἰ δή ἐστιν ἡ κίνησις καὶ ἡ ποίησις καὶ τὸ πάθος ἐν


    τῷ ποιουμένῳκαὶ τὰ ἑξῆς.
447

 Ποιητικὸν μὲν λέγει τὸ δυνάμει αἰσθητόν, κινούμενον δὲ καὶ πάσχον


καὶ ποιούμενον τὸ δυνάμει αἰσθητικόν· ἐν ᾧ καὶ τὸ κατ' ἐνέργειαν αἰσθη-
τὸν καὶ τὴν κατ' ἐνέργειαν ὑπάρχειν αἴσθησιν. μὴ γὰρ ἐν τῷ ποιοῦντι
ἢ ἐν τῷ κινοῦντι εἶναι τὴν ποίησιν ἢ τὴν κίνησιν, ἀλλ' ἐν τῷ πάσχοντι
καὶ κινουμένῳ, ὡς ἐν τῷ τρίτῳ τῆς Φυσικῆς ἀκροάσεως παραδέδοται· διὸ

τὸ κινοῦν μὴ πάντως κινεῖσθαι, ὡς οὐκ ἐν αὐτῷ τῆς ἀπ' αὐτοῦ οὔσης κι-
νήσεως. οὕτως οὖν καὶ ὁ ψόφος, ὡς αἰσθητὸς δηλαδή, καὶ ἡ κατ'
ἐνέργειαν
ἀκοὴ ἐν τῇ κατὰ δύναμιν ἔσται αἰσθήσει, ἐν τῇ τέως δηλαδὴ κατὰ
δύναμιν
οὔσῃ, ἐπειδὰν δὲ δέξηται, ἐνεργείᾳ γινομένῃ. τίς οὖν ἡ ποίησις καὶ ἡ κί-
νησις, ἧς τὸ αἰσθητὸν ποιητικόν; οὐ δήπου ἡ κατ' ἐνέργειαν γνῶσις, οὐδὲ

ἡ κατ' ἐνέργειαν αἴσθησις. ἡ γὰρ ποίησις ἡ αὐτὴ τῇ πάθῃ· οὔτε δὲ


πάθη οὔτε κίνησις, ἀλλ' εἴδη καὶ ἐνέργειαι καὶ τελειότητες, οὔτε τὸ ἄζων
τῶν ζωτικῶν ὑποστατικόν. ἀλλ' ἐπειδὴ παθεῖν τι δεῖ τὸ αἰσθητήριον σω-  
ματικὸν πάθος καὶ κινηθῆναι ὑπὸ τοῦ αἰσθητοῦ, ἐφ' ᾧ ἡ αἰσθητικὴ
ἐγείρεται ψυχὴ εἰς προβολὴν τῶν οἰκείων τῷ ἐγγινομένῳ πάθει λόγων,
καθ' οὓς καὶ ἡ κατ' ἐνέργειαν αἴσθησις καὶ τὸ κατ' ἐνέργειαν αἰσθητόν
ἐστιν, ποιητικὸν μὲν τὸ δυνάμει αἰσθητὸν τῆς ἐν τῷ ὀργάνῳ σωματικῆς
πείσεως, παθητικὴ δὲ ἡ κατὰ δύναμιν αἴσθησις κατὰ τὸ ὄργανον καὶ τὴν
τούτου ἔξωθεν σωματικὴν κίνησιν, ἐπεὶ ἡ ἐπὶ τῇ κινήσει καὶ τῇ πείσει

Συμπλίκιος. In Aristotelis libros de anima commentaria [Sp.?] (fort.


auctore Prisciano Lydo) Vol. 11, p. 192, line 33

 Ποιητικὸν μὲν λέγει τὸ δυνάμει αἰσθητόν, κινούμενον δὲ καὶ πάσχον


καὶ ποιούμενον τὸ δυνάμει αἰσθητικόν· ἐν ᾧ καὶ τὸ κατ' ἐνέργειαν αἰσθη-
τὸν καὶ τὴν κατ' ἐνέργειαν ὑπάρχειν αἴσθησιν. μὴ γὰρ ἐν τῷ ποιοῦντι
ἢ ἐν τῷ κινοῦντι εἶναι τὴν ποίησιν ἢ τὴν κίνησιν, ἀλλ' ἐν τῷ πάσχοντι
καὶ κινουμένῳ, ὡς ἐν τῷ τρίτῳ τῆς Φυσικῆς ἀκροάσεως παραδέδοται· διὸ

τὸ κινοῦν μὴ πάντως κινεῖσθαι, ὡς οὐκ ἐν αὐτῷ τῆς ἀπ' αὐτοῦ οὔσης κι-
νήσεως. οὕτως οὖν καὶ ὁ ψόφος, ὡς αἰσθητὸς δηλαδή, καὶ ἡ κατ'
ἐνέργειαν
ἀκοὴ ἐν τῇ κατὰ δύναμιν ἔσται αἰσθήσει, ἐν τῇ τέως δηλαδὴ κατὰ
δύναμιν
οὔσῃ, ἐπειδὰν δὲ δέξηται, ἐνεργείᾳ γινομένῃ. τίς οὖν ἡ ποίησις καὶ ἡ κί-
νησις, ἧς τὸ αἰσθητὸν ποιητικόν; οὐ δήπου ἡ κατ' ἐνέργειαν γνῶσις, οὐδὲ
448

ἡ κατ' ἐνέργειαν αἴσθησις. ἡ γὰρ ποίησις ἡ αὐτὴ τῇ πάθῃ· οὔτε δὲ


πάθη οὔτε κίνησις, ἀλλ' εἴδη καὶ ἐνέργειαι καὶ τελειότητες, οὔτε τὸ ἄζων
τῶν ζωτικῶν ὑποστατικόν. ἀλλ' ἐπειδὴ παθεῖν τι δεῖ τὸ αἰσθητήριον σω-  
ματικὸν πάθος καὶ κινηθῆναι ὑπὸ τοῦ αἰσθητοῦ, ἐφ' ᾧ ἡ αἰσθητικὴ
ἐγείρεται ψυχὴ εἰς προβολὴν τῶν οἰκείων τῷ ἐγγινομένῳ πάθει λόγων,
καθ' οὓς καὶ ἡ κατ' ἐνέργειαν αἴσθησις καὶ τὸ κατ' ἐνέργειαν αἰσθητόν
ἐστιν, ποιητικὸν μὲν τὸ δυνάμει αἰσθητὸν τῆς ἐν τῷ ὀργάνῳ σωματικῆς
πείσεως, παθητικὴ δὲ ἡ κατὰ δύναμιν αἴσθησις κατὰ τὸ ὄργανον καὶ τὴν
τούτου ἔξωθεν σωματικὴν κίνησιν, ἐπεὶ ἡ ἐπὶ τῇ κινήσει καὶ τῇ πείσει
ἐνέργειά τε κριτικὴ καὶ ἡ τοῦ γνωστοῦ τελειότης καὶ τὸ ἄνευ ὕλης τοῦ
γνωστοῦ ἐν τῇ ζωῇ εἶδος ἔνδοθεν, καὶ ἀφ' ἑαυτῆς ἡ ψυχὴ ἐνεργεῖ δεομένη

Priscianus Phil., Metaphrasis in Theophrastum (4014: 001)


“Prisciani Lydi quae extant”, Ed. Bywater, I.
Berlin: Reimer, 1886; Commentaria in Aristotelem Graeca, suppl. 1.2.
P. 17, line 19

αἰσθητοῦ;ἐπεὶ καὶ ἐπὶ τῆς ὀσφρήσεως τῇ ἀναπνοῇ τὴν ὀσμὴν ἕλκομεν


ἕως ἂν προσπέσῃ δηλονότι τῷ κυρίῳ. ἢ τὸ αἰσθητὸν ὅπου καὶ ἡ πληγὴ
καὶ ὅπου τὸ εὐῶδες ἄρωμα ὡς καὶ ὅπου τὸ χρῶμα· ἃ δὴ οὐχ οἷόν τε
αὐτὰ προσπελάζειν τοῖς αἰσθητηρίοις εἰ μέλλοι γίνεσθαι αἴσθησις. τὸ δὲ
ἀπ' αὐτῶν τῷ μεταξὺ ἐγγινόμενον εἶδος τῆς ἐνεργείας παρεῖναι δεῖ καὶ τῷ

αἰσθητηρίῳ. οὐ γὰρ δή,ὅπερ καὶ αὐτὸς ἐπιφέρει, μηδενὸς ἀπὸ τοῦ


αἰσθητοῦ διικνουμένου κινοῖτο ἄν τις αἴσθησις.καὶ γὰρ τὸ χρῶμα
διὰ τοῦ διαφανοῦς κινεῖ τὴν ὄψιν ποιοῦντός τι καὶ τοῦ μεταξὺ καὶ συνερ-
γοῦντος καὶ αὐτοῦ κινηθέντος πως ὑπὸ τοῦ ὁρατοῦ – καὶ ὅπως, ἤδη κατὰ
δύναμιν διήρθρωται – καὶ οὐ τοῦ μεταξὺ ἀλλὰ τοῦ ποιοῦντος ἡ αἴσθησις.
οὐ γὰρ ταὐτὸν ποίησις καὶ ποιοῦν, οὐδὲ ἐνέργεια καὶ ἐνεργοῦν. ποιεῖ δὲ
τὸ ποιοῦν κατὰ τὴν ποίησιν, καὶ τὸ πάσχον ὑπὸ τοῦ ποιοῦντος μὲν
πάσχει,
ἀλλὰ κατὰ τὴν ἀπ' αὐτοῦ ποίησιν, ἀλλ' οὐχ ὑπὸ τῆς ποιήσεως. καὶ αἰσθα-
νόμεθα οὖν οὐ τῆς ἀπὸ τοῦ αἰσθητοῦ ἐνεργείας, ἀλλὰ τοῦ αἰσθητοῦ μὲν
κατὰ δὲ τὴν ἀπ' αὐτοῦ ἐνέργειαν. διὸ οὐ τοῦ μεταξὺ ἀλλὰ κατὰ τὸ ἐν
τῷ μεταξὺ ἐκπεμπόμενον ἐνεργείας εἶδος τοῦ ἐκπέμποντος. Εἰπόντι δὲ τῷ

Ἀριστοτέλει ὡς αἱ διαφοραὶ τῶν ψόφων,οἷον ὀξὺς καὶ βαρύς, ἐν τῷ


κατ' ἐνέργειαν ψόφῳ δηλοῦνται,καὶ ἐπαγαγόντι, ὥσπερ γὰρ ἄνευ
φωτὸς οὐχ ὁρᾶται τὰ χρώματα, οὕτως οὐδὲ ἄνευ ψόφου τὸ ὀξὺ
449

καὶ βαρύ,ἐπισημαίνεται ὡς ὁμοίως ἔχειν λέγοντι φῶς πρὸς χρώματα


καὶ ψόφον πρὸς ὀξὺ καὶ βαρύ [ἀντιλέγειν ἔστιν]. οὐ γὰρ τὸ φῶς ἀλλὰ τὸ

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. (4015:


001)“Philoponi (olim Ammonii) in Aristotelis categorias commentarium”,
Ed. Busse, A.Berlin: Reimer, 1898; Commentaria in Aristotelem Graeca
13.1.Vol. 13,1, p. 166, line 28

ἀρχομένην ἀπὸ τοῦ ποιοῦντος καὶ λήγουσαν ἐπὶ τὸ πάσχον, ποίησιν αὐ-
τὴν λέγομεν. ὅταν δὲ θεωρήσωμεν αὐτὴν ἀπὸ τοῦ πάσχοντος ἀρχομένην
τελευτῶσαν δὲ ἐπὶ τὸ ποιοῦν, πάθησιν λέγομεν, ὥσπερ καὶ δίδαξιν καὶ
μάθησιν ὁμοίως. ὥστε τῷ μὲν ὑποκειμένῳ μία ἐστὶν ἡ κίνησις, διαφέρει
δὲ τῷ λόγῳ. τὰ δὲ πρός τι οὐ μόνον τῷ λόγῳ διαφέρουσιν, ἀλλὰ καὶ
τῷ ὑποκειμένῳ διάφορά ἐστιν. ὥστε τὸ ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν περὶ ἓν
καταγινόμενα ὑποκείμενον, τὴν κίνησιν, οὐκ ἂν εἴη πρός τι, εἴ γε τὰ πρός
τι οὐ μόνον τὴν σχέσιν διάφορον θέλουσιν ἔχειν, ἀλλὰ καὶ τὰ ὑπο-
κείμενα.
 Διὰ τί οὖν μὴ ἐπέγραψε ‘περὶ ποιήσεως καὶ παθήσεως’; λέγομεν
ὅτι ἡ ποίησις διττή ἐστι· καὶ γὰρ αὐτὴ ἡ ὁδὸς ποίησις λέγεται, οἷον ἡ
τοῦ οἰκοδόμου ἐνέργεια, καὶ τὸ τέλος δὲ αὐτὸ τῆς ἐνεργείας, οἷον ἡ οἰκία.

ἵνα οὖν μὴ διὰ τὴν ὁμωνυμίαν πλάνη τις γένηται καὶ νομίσωμεν αὐτὸν
περὶ τοῦ τέλους διαλέγεσθαι, διὰ τοῦτο οὕτως ἐπέγραψε Περὶ τοῦ
ποιεῖν καὶ τοῦ πάσχειν, τοῦτ' ἔστι περὶ αὐτῆς τῆς ἐνεργείας καὶ τῆς
ὁδοῦ. ἐπιδέχεται δὲ καὶ τὸ ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν ἐναντιότητα καὶ τὸ
μᾶλλον
καὶ τὸ ἧττον. εἰκότως· ἐν γὰρ ταῖς ποιότησι μόνον ἡ ἐναντιότης
θεωρεῖται·  
τὸ δὲ ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν ἐκ τῆς συμπλοκῆς τῆς οὐσίας πρὸς τὴν
ποιότητα συνέστηκε. καὶ τὸ μᾶλλον δὲ καὶ τὸ ἧττον ἐπιδέχεσθαι ἐκεῖνα
πολλάκις εἰρήκαμεν τὰ καὶ τὴν ἐναντιότητα ἐπιδεχόμενα. ἐπειδὴ δὲ οὐ
πᾶσα ποιότης ἐπιδέχεται τὴν ἐναντιότητα οὐδὲ τὸ μᾶλλον καὶ τὸ ἧττον,

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de generatione et


corruptione commentaria (4015: 006)“Ioannis Philoponi in Aristotelis
libros de generatione et corruptione commentaria”, Ed. Vitelli, H.
Berlin: Reimer, 1897; Commentaria in Aristotelem Graeca 14.2.
Vol. 14,2, p. 197, line 16

p. 328a18 Ἔστι δή, ὡς ἔφαμεν, τῶν ὄντων τὰ μὲν ποιητικὰ τὰ


δὲ ὑπὸ τούτων παθητικά.
450

 Ἀνελὼν τὰς ψευδεῖς περὶ μίξεως ὑπονοίας, καὶ βουλόμενος λοιπὸν


εἰπεῖν τί τέ ἐστιν ἡ μίξις καὶ πῶς γίνεται, ἀναμιμνῄσκει ἡμᾶς τῶν περὶ τοῦ

ποιεῖν καὶ πάσχειν εἰρημένων, ὅτι ταῦτα τῶν ποιούντων καὶ ἀντιπάσχει
ὅσα τῆς αὐτῆς ὕλης κοινωνεῖ ἀλλήλοις, ταῦτα δὲ τῶν ποιούντων οὐκ
ἀντι-
πάσχει ὅσα μὴ κοινὴν ἔχει ὕλην. ἐπεὶ οὖν τὰ μιγνύμενά ἐστι τὰ ποιοῦντα
καὶ πάσχοντα εἰς ἄλληλα, ποιεῖ δὲ καὶ πάσχει εἰς ἄλληλα τὰ ὁμόυλα,
ταῦτα ἂν μιγνύοιτο ἀλλήλοις τὰ τῆς αὐτῆς ὕλης μετέχοντα. ὥστε τοῦτό
ἐστι μίξις, ἡ τῶν ὁμοΰλων εἰς ἄλληλα ποίησις.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


(4015: 008)“Ioannis Philoponi in Aristotelis de anima libros
commentaria”, Ed. Hayduck, M.Berlin: Reimer, 1897; Commentaria in
Aristotelem Graeca 15.Vol. 15, p. 473, line 29

p. 425b28 Ἔστι γὰρ ἀκοὴν ἔχοντα μὴ ἀκούειν.

 Εἰπὼν ὅτι ἡ κατ' ἐνέργειαν αἴσθησις καὶ τὸ κατ' ἐνέργειαν αἰσθητὸν


τῷ ὑποκειμένῳ ταὐτόν εἰσιν, ἐπεὶ κατὰ τὸ εἶναι, τουτέστι κατὰ τὸν λόγον,

διαφέρουσιν, ὥσπερ ἀνάβασις καὶ κατάβασις ταὐτὸν τῷ ὑποκειμένῳ (ἐν


κλίμακι γὰρ ἄμφω) τῷ δὲ λόγῳ διάφορα (ἄλλο γάρ ἐστιν ἀνάβασις καὶ
ἄλλο κατάβασις), φησὶν ὅτι τοῦτο μόνον ἁρμόζει ἐπὶ τῶν κατ' ἐνέργειαν,
ἐπεί τοί γε ἐπὶ τῶν δυνάμει οὔ. ἔστι γὰρ καὶ δυνάμει αἴσθησις καὶ δυνά-
μει αἰσθητόν. δυνατὸν * * ἔχοντά τινα μὴ ἀκούειν· ἐὰν γὰρ ἡ ἀκοὴ
δυνάμει
ὑπάρχῃ, οὐκ ἀκούει, καὶ πάλιν ἐὰν ᾖ τὸ ἀκουστὸν δυνάμει, οὐκ ἀκούει
αὐτοῦ.
      

p. 426a2 Εἰ δή ἐστιν ἡ κίνησις καὶ ἡ ποίησις καὶ τὸ πάθος ἐν


     τῷ ποιουμένῳ.

 Ἐντεῦθεν δείκνυσι τὸ ἐκ τῆς Φυσικῆς ἀκροάσεως θεώρημα, ὅτι ἡ


κατ' ἐνέργειαν αἴσθησις τῷ μὲν ὑποκειμένῳ ἡ αὐτή ἐστι τῷ κατ' ἐνέρ-
γειαν αἰσθητῷ, τῇ δὲ σχέσει διάφορος. διαφέρει δὲ κίνησις ποιήσεως, ὅτι

ὅπου μὲν κίνησις, ἐκεῖ καὶ ποίησις, οὐχ ὅπου δὲ ποίησις, ἐκεῖ καὶ
451

κίνησις.
ὁ γὰρ δημιουργὸς ποιεῖ μέν, ἀκίνητος δὲ ὢν ποιεῖ. καὶ τὸ πάθος δὲ καὶ
ἡ ποίησις κινήσεις εἰσίν, ἀλλ' αὕτη ἡ κίνησις, εἰ μὲν πρὸς τὸ ποιοῦν
παραβάλλεται, ποίησις λέγεται, εἰ δὲ πρὸς τὸ πάσχον, πάθησις. ἐν τῷ
ποιουμένῳδὲ εἶπεν ἀντὶ τοῦ ἐν τῷ πάσχοντι. βούλεται οὖν συνάξαι
ὅτι εἰ ταὐτόν ἐστι πάθησις καὶ ποίησις τῷ ὑποκειμένῳ (ἀμφότερα γὰρ

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol. 15, p. 474, line 1

     

p. 426a2 Εἰ δή ἐστιν ἡ κίνησις καὶ ἡ ποίησις καὶ τὸ πάθος ἐν


     τῷ ποιουμένῳ.

 Ἐντεῦθεν δείκνυσι τὸ ἐκ τῆς Φυσικῆς ἀκροάσεως θεώρημα, ὅτι ἡ


κατ' ἐνέργειαν αἴσθησις τῷ μὲν ὑποκειμένῳ ἡ αὐτή ἐστι τῷ κατ' ἐνέρ-
γειαν αἰσθητῷ, τῇ δὲ σχέσει διάφορος. διαφέρει δὲ κίνησις ποιήσεως, ὅτι

ὅπου μὲν κίνησις, ἐκεῖ καὶ ποίησις, οὐχ ὅπου δὲ ποίησις, ἐκεῖ καὶ
κίνησις.
ὁ γὰρ δημιουργὸς ποιεῖ μέν, ἀκίνητος δὲ ὢν ποιεῖ. καὶ τὸ πάθος δὲ καὶ
ἡ ποίησις κινήσεις εἰσίν, ἀλλ' αὕτη ἡ κίνησις, εἰ μὲν πρὸς τὸ ποιοῦν
παραβάλλεται, ποίησις λέγεται, εἰ δὲ πρὸς τὸ πάσχον, πάθησις. ἐν τῷ
ποιουμένῳδὲ εἶπεν ἀντὶ τοῦ ἐν τῷ πάσχοντι. βούλεται οὖν συνάξαι
ὅτι εἰ ταὐτόν ἐστι πάθησις καὶ ποίησις τῷ ὑποκειμένῳ (ἀμφότερα γὰρ
κινήσεις) ἡ δὲ κίνησις ἐν τῷ ποιουμένῳ, τουτέστιν ἐν τῷ πάσχοντι,
ἀνάγκη, φησί, καὶ τὴν κατ' ἐνέργειαν αἴσθησιν καὶ τὸ κατ' ἐνέργειαν
αἰσθητὸν ταὐτὸν εἶναι· τὶ μὲν γὰρ πάσχον ἐστὶν ἡ αἴσθησις, τὶ δὲ ποιοῦν
τὸ αἰσθητόν. ὅτι δὲ ἡ κίνησις ἐν τῷ πάσχοντί ἐστι, δῆλον· εἰ γὰρ ἐν
τῷ ποιοῦντι, ἔσται πᾶν κινοῦν κινούμενον, καὶ τὸ πρῶτον αἴτιον, ὅπερ

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη. (4015: 009)


“Ioannis Philoponi in Aristotelis physicorum libros octo commentaria, 2
vols.”, Ed. Vitelli, H.Berlin: Reimer, 16:1887; 17:1888; Commentaria in
Aristotelem Graeca 16 & 17.Vol. 16, p. 370, line 9

κινοῦντος ἐνέργειά τις, φησίν, ἀλλ' οὐχ ἑτέρα ἐστὶν αὕτη παρὰ τὴν τοῦ  
κινουμένου ἐνέργειαν οὐδ' ἀποτετμημένη αὐτοῦ, ἀλλ' ἐν αὐτῷ τὸ εἶναι
ἔχουσα, γινομένη μὲν ὑπὸ τοῦ κινοῦντος ὑπάρχουσα δὲ ἐν τῷ κινου-
452

μένῳ· οὐ γὰρ ἄλλη μὲν γίνεται ὑπὸ τοῦ κινοῦντος ἄλλη δὲ ἔστιν ἐν τῷ
κινουμένῳ, ἀλλὰ μία οὖσα ἅμα τε τὸ κινητικὸν κινοῦν ποιεῖ καὶ τὸ κινη-
τὸν κινούμενον. μία μὲν οὖν ἡ ἀμφοῖν ἐνέργεια, μία δὲ τῷ ὑποκειμένῳ οὐ

τῷ λόγῳ, ἀλλ' ὥσπερ τὸ ἄναντες καὶ τὸ κάταντες ἓν μέν ἐστι καὶ τὸ αὐτὸ
διάστημα, ἀλλ' ἔνθεν μὲν ἀρχομένοις ἄναντες ἔνθεν δὲ κάταντες, οὕτω
καὶ ἐπὶ κινήσεως μία μὲν τῷ ὑποκειμένῳ ἀλλὰ τῇ σχέσει οὐ μία, ἀλλ'
ἀπὸ μὲν τοῦ κινοῦντος ἀρχομένη ποίησις καλεῖται, ἀπὸ δὲ τοῦ πάσχοντος

πάθησις. ἀλλ' εἴτε ποίησις λέγοιτο, ἐν τῷ πάσχοντι δηλονότι θεωρεῖται


(τὸ γὰρ ποιοῦν εἰς πάσχον ποιεῖ), εἴτε πάθησις, ἔτι μᾶλλον.
 Ταῦτα εἰπὼν ἐπαπορεῖ τῷ λόγῳ, καί φησιν ὅτι μήποτε οὐδὲ μία ἐστὶν ἡ
ἀμφοῖν ἐνέργεια, ἀλλὰ δύο· ἄλλη γὰρ ἡ τοῦ ποιητικοῦ ἐνέργεια καὶ ἄλλη

τοῦ παθητικοῦ. καὶ τοῦτο δῆλον καὶ ἐκ τῶν ὀνομάτων καὶ ἐκ τῶν τελῶν·
ἡ μὲν γὰρ τοῦ ποιητικοῦ ἐνέργεια λέγεται ποίησις, ἡ δὲ τοῦ παθητικοῦ
πάθησις, ἔργον δὲ καὶ τέλος τῆς μὲν ποιήσεως τὸ ποίημα, τῆς δὲ παθή-
σεως τὸ πάθος· ὧν δὲ τὰ τέλη διάφορα, καὶ αἱ ἀρχαὶ διάφοροι· ὥστε
δύο αἱ ἐνέργειαι καὶ δύο αἱ κινήσεις. εἰ οὖν δύο, ἢ ἡ μὲν ἐν τῷ κινοῦντι
ἔσται ἡ δὲ ἐν τῷ κινουμένῳ, ἢ ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ. τὸ δὲ ἕτερον

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 370, line 10

κινουμένου ἐνέργειαν οὐδ' ἀποτετμημένη αὐτοῦ, ἀλλ' ἐν αὐτῷ τὸ εἶναι


ἔχουσα, γινομένη μὲν ὑπὸ τοῦ κινοῦντος ὑπάρχουσα δὲ ἐν τῷ κινου-
μένῳ· οὐ γὰρ ἄλλη μὲν γίνεται ὑπὸ τοῦ κινοῦντος ἄλλη δὲ ἔστιν ἐν τῷ
κινουμένῳ, ἀλλὰ μία οὖσα ἅμα τε τὸ κινητικὸν κινοῦν ποιεῖ καὶ τὸ κινη-
τὸν κινούμενον. μία μὲν οὖν ἡ ἀμφοῖν ἐνέργεια, μία δὲ τῷ ὑποκειμένῳ οὐ

τῷ λόγῳ, ἀλλ' ὥσπερ τὸ ἄναντες καὶ τὸ κάταντες ἓν μέν ἐστι καὶ τὸ αὐτὸ
διάστημα, ἀλλ' ἔνθεν μὲν ἀρχομένοις ἄναντες ἔνθεν δὲ κάταντες, οὕτω
καὶ ἐπὶ κινήσεως μία μὲν τῷ ὑποκειμένῳ ἀλλὰ τῇ σχέσει οὐ μία, ἀλλ'
ἀπὸ μὲν τοῦ κινοῦντος ἀρχομένη ποίησις καλεῖται, ἀπὸ δὲ τοῦ πάσχοντος

πάθησις. ἀλλ' εἴτε ποίησις λέγοιτο, ἐν τῷ πάσχοντι δηλονότι θεωρεῖται


(τὸ γὰρ ποιοῦν εἰς πάσχον ποιεῖ), εἴτε πάθησις, ἔτι μᾶλλον.
 Ταῦτα εἰπὼν ἐπαπορεῖ τῷ λόγῳ, καί φησιν ὅτι μήποτε οὐδὲ μία ἐστὶν ἡ
ἀμφοῖν ἐνέργεια, ἀλλὰ δύο· ἄλλη γὰρ ἡ τοῦ ποιητικοῦ ἐνέργεια καὶ ἄλλη

τοῦ παθητικοῦ. καὶ τοῦτο δῆλον καὶ ἐκ τῶν ὀνομάτων καὶ ἐκ τῶν τελῶν·
ἡ μὲν γὰρ τοῦ ποιητικοῦ ἐνέργεια λέγεται ποίησις, ἡ δὲ τοῦ παθητικοῦ
453

πάθησις, ἔργον δὲ καὶ τέλος τῆς μὲν ποιήσεως τὸ ποίημα, τῆς δὲ παθή-
σεως τὸ πάθος· ὧν δὲ τὰ τέλη διάφορα, καὶ αἱ ἀρχαὶ διάφοροι· ὥστε
δύο αἱ ἐνέργειαι καὶ δύο αἱ κινήσεις. εἰ οὖν δύο, ἢ ἡ μὲν ἐν τῷ κινοῦντι
ἔσται ἡ δὲ ἐν τῷ κινουμένῳ, ἢ ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ. τὸ δὲ ἕτερον
τμῆμα τῆς διαιρέσεως οὐχ ὑποτίθεται, λέγω δὴ τὸ ἄμφω εἶναι ἐν

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 370, line 15

τὸν κινούμενον. μία μὲν οὖν ἡ ἀμφοῖν ἐνέργεια, μία δὲ τῷ ὑποκειμένῳ οὐ

τῷ λόγῳ, ἀλλ' ὥσπερ τὸ ἄναντες καὶ τὸ κάταντες ἓν μέν ἐστι καὶ τὸ αὐτὸ
διάστημα, ἀλλ' ἔνθεν μὲν ἀρχομένοις ἄναντες ἔνθεν δὲ κάταντες, οὕτω
καὶ ἐπὶ κινήσεως μία μὲν τῷ ὑποκειμένῳ ἀλλὰ τῇ σχέσει οὐ μία, ἀλλ'
ἀπὸ μὲν τοῦ κινοῦντος ἀρχομένη ποίησις καλεῖται, ἀπὸ δὲ τοῦ πάσχοντος

πάθησις. ἀλλ' εἴτε ποίησις λέγοιτο, ἐν τῷ πάσχοντι δηλονότι θεωρεῖται


(τὸ γὰρ ποιοῦν εἰς πάσχον ποιεῖ), εἴτε πάθησις, ἔτι μᾶλλον.
 Ταῦτα εἰπὼν ἐπαπορεῖ τῷ λόγῳ, καί φησιν ὅτι μήποτε οὐδὲ μία ἐστὶν ἡ
ἀμφοῖν ἐνέργεια, ἀλλὰ δύο· ἄλλη γὰρ ἡ τοῦ ποιητικοῦ ἐνέργεια καὶ ἄλλη

τοῦ παθητικοῦ. καὶ τοῦτο δῆλον καὶ ἐκ τῶν ὀνομάτων καὶ ἐκ τῶν τελῶν·
ἡ μὲν γὰρ τοῦ ποιητικοῦ ἐνέργεια λέγεται ποίησις, ἡ δὲ τοῦ παθητικοῦ
πάθησις, ἔργον δὲ καὶ τέλος τῆς μὲν ποιήσεως τὸ ποίημα, τῆς δὲ παθή-
σεως τὸ πάθος· ὧν δὲ τὰ τέλη διάφορα, καὶ αἱ ἀρχαὶ διάφοροι· ὥστε
δύο αἱ ἐνέργειαι καὶ δύο αἱ κινήσεις. εἰ οὖν δύο, ἢ ἡ μὲν ἐν τῷ κινοῦντι
ἔσται ἡ δὲ ἐν τῷ κινουμένῳ, ἢ ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ. τὸ δὲ ἕτερον
τμῆμα τῆς διαιρέσεως οὐχ ὑποτίθεται, λέγω δὴ τὸ ἄμφω εἶναι ἐν τῷ κι-
νοῦντι, διὰ τὸ προφανὲς εἶναι τὸ ἄτοπον ταύτης τῆς ὑποθέσεως· εἰ γὰρ
ἄμφω ἐν τῷ κινοῦντι εἶεν, συμβήσεται τὸ μὲν κινοῦν δύο ἔχειν κινήσεις,
τὸ
δὲ κινούμενον μὴ ἔχειν κίνησιν, ὅπερ ἄλογον. εἰ μὲν οὖν θατέρα ἐν
θατέρῳ
ἔσται, οἷον ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι
(ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται, λέγω δὲ τὴν μὲν πάθησιν ἐν τῷ ποιοῦντι
τὴν

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 370, line 24

τοῦ παθητικοῦ. καὶ τοῦτο δῆλον καὶ ἐκ τῶν ὀνομάτων καὶ ἐκ τῶν τελῶν·
454

ἡ μὲν γὰρ τοῦ ποιητικοῦ ἐνέργεια λέγεται ποίησις, ἡ δὲ τοῦ παθητικοῦ


πάθησις, ἔργον δὲ καὶ τέλος τῆς μὲν ποιήσεως τὸ ποίημα, τῆς δὲ παθή-
σεως τὸ πάθος· ὧν δὲ τὰ τέλη διάφορα, καὶ αἱ ἀρχαὶ διάφοροι· ὥστε
δύο αἱ ἐνέργειαι καὶ δύο αἱ κινήσεις. εἰ οὖν δύο, ἢ ἡ μὲν ἐν τῷ κινοῦντι
ἔσται ἡ δὲ ἐν τῷ κινουμένῳ, ἢ ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ. τὸ δὲ ἕτερον
τμῆμα τῆς διαιρέσεως οὐχ ὑποτίθεται, λέγω δὴ τὸ ἄμφω εἶναι ἐν τῷ κι-
νοῦντι, διὰ τὸ προφανὲς εἶναι τὸ ἄτοπον ταύτης τῆς ὑποθέσεως· εἰ γὰρ
ἄμφω ἐν τῷ κινοῦντι εἶεν, συμβήσεται τὸ μὲν κινοῦν δύο ἔχειν κινήσεις,
τὸ
δὲ κινούμενον μὴ ἔχειν κίνησιν, ὅπερ ἄλογον. εἰ μὲν οὖν θατέρα ἐν
θατέρῳ
ἔσται, οἷον ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι
(ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται, λέγω δὲ τὴν μὲν πάθησιν ἐν τῷ ποιοῦντι
τὴν
δὲ ποίησιν ἐν τῷ πάσχοντι· ἔσται γὰρ οὕτω τὸ μὲν πάσχον οὐ πάσχον
ἀλλὰ
ποιοῦν, τὸ δὲ ποιοῦν οὐ ποιοῦν ἀλλὰ πάσχον), εἰ τοίνυν ἡ μὲν ποίησις ἐν
τῷ
ποιοῦντι ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι, ἀνάγκη πᾶσα, ὥσπερ τὸ πάσχον
ἔχοντὴν ἰδίαν ἐνέργειαν ἔχει κίνησιν ἐν ἑαυτῷ, οὕτω καὶ τὸ ποιοῦν
ἔχον τὴν ἰδίαν ἐνέργειαν ἔχειν κίνησιν ἐν ἑαυτῷ. εἰ τοίνυν τὸ κινοῦν ἔχει
κίνησιν ἐν ἑαυτῷ, ἢ κινηθήσεται ἢ οὐ κινηθήσεται· εἰ μὲν οὖν κινηθή-  
σεται, συμβήσεται πᾶν τὸ κινοῦν καὶ κινεῖσθαι· πᾶν γὰρ ἕξει τὴν ἑαυτοῦ
ἐνέργειαν ἐν ἑαυτῷ (τοῦτο δὲ ἐναργῶς ψεῦδος· κινεῖ γὰρ καὶ ἡ εἰκὼν τὸν
ἐραστὴν καὶ ὁ ἄρτος τὸν πεινῶντα καὶ ὁ χόρτος τὸν ὄνον,

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 370, line 27

σεως τὸ πάθος· ὧν δὲ τὰ τέλη διάφορα, καὶ αἱ ἀρχαὶ διάφοροι· ὥστε


δύο αἱ ἐνέργειαι καὶ δύο αἱ κινήσεις. εἰ οὖν δύο, ἢ ἡ μὲν ἐν τῷ κινοῦντι
ἔσται ἡ δὲ ἐν τῷ κινουμένῳ, ἢ ἄμφω ἐν τῷ κινουμένῳ. τὸ δὲ ἕτερον
τμῆμα τῆς διαιρέσεως οὐχ ὑποτίθεται, λέγω δὴ τὸ ἄμφω εἶναι ἐν τῷ κι-
νοῦντι, διὰ τὸ προφανὲς εἶναι τὸ ἄτοπον ταύτης τῆς ὑποθέσεως· εἰ γὰρ
ἄμφω ἐν τῷ κινοῦντι εἶεν, συμβήσεται τὸ μὲν κινοῦν δύο ἔχειν κινήσεις,
τὸ
δὲ κινούμενον μὴ ἔχειν κίνησιν, ὅπερ ἄλογον. εἰ μὲν οὖν θατέρα ἐν
θατέρῳ
ἔσται, οἷον ἡ μὲν ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι
(ἀνάπαλιν γὰρ οὐκ ἐνδέχεται, λέγω δὲ τὴν μὲν πάθησιν ἐν τῷ ποιοῦντι
τὴν
δὲ ποίησιν ἐν τῷ πάσχοντι· ἔσται γὰρ οὕτω τὸ μὲν πάσχον οὐ πάσχον
455

ἀλλὰ
ποιοῦν, τὸ δὲ ποιοῦν οὐ ποιοῦν ἀλλὰ πάσχον), εἰ τοίνυν ἡ μὲν ποίησις ἐν
τῷ
ποιοῦντι ἡ δὲ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι, ἀνάγκη πᾶσα, ὥσπερ τὸ πάσχον
ἔχοντὴν ἰδίαν ἐνέργειαν ἔχει κίνησιν ἐν ἑαυτῷ, οὕτω καὶ τὸ ποιοῦν
ἔχον τὴν ἰδίαν ἐνέργειαν ἔχειν κίνησιν ἐν ἑαυτῷ. εἰ τοίνυν τὸ κινοῦν ἔχει
κίνησιν ἐν ἑαυτῷ, ἢ κινηθήσεται ἢ οὐ κινηθήσεται· εἰ μὲν οὖν κινηθή-  
σεται, συμβήσεται πᾶν τὸ κινοῦν καὶ κινεῖσθαι· πᾶν γὰρ ἕξει τὴν ἑαυτοῦ
ἐνέργειαν ἐν ἑαυτῷ (τοῦτο δὲ ἐναργῶς ψεῦδος· κινεῖ γὰρ καὶ ἡ εἰκὼν τὸν
ἐραστὴν καὶ ὁ ἄρτος τὸν πεινῶντα καὶ ὁ χόρτος τὸν ὄνον, αὐτὰ ἀκίνητα
ὄντα), εἰ δὲ μὴ κινηθήσεται, ἔσται τι κίνησιν ἔχον μὴ κινούμενον, ὅπερ
ἄλογον. εἰ δὲ ἄμφω αἱ ἐνέργειαι ἐν τῷ κινουμένῳ εἶεν καὶ πάσχοντι,
πρῶτον μὲν ἄτοπον τὸ τὴν ἄλλου ἐνέργειαν ἐν ἄλλῳ εἶναι, ἔπειτα, φησί,

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 371, line 29

ἐπὶ πάντων ὡσαύτως), ὥστε ἀδύνατον δύο κινήσεις διαφόρους ἐκ τοῦ


αὐτοῦ
εἰς τὸ αὐτὸ ἀγαγεῖν. ἀδύνατον ἄρα δύο ὑποτίθεσθαι τὰς ἐνεργείας, οὔτε
θατέραν ἐν θατέρῳ τὴν δὲ ἑτέραν ἐν τῷ λοιπῷ, οὔτε ἀμφοτέρας ἐν ἑνί.
 Μήποτε οὖν, φησί, μία τις ἐξ ἀμφοτέρων ἐνέργεια γίνεται, ἐκ τοῦ κι-
νοῦντός φημι καὶ κινουμένου. ἀλλὰ καὶ ταύτῃ τῇ ὑποθέσει ἕψεταί τινα
ἄτοπα·
πρῶτον μὲν γάρ, φησίν, αὐτὸ τοῦτο ἄτοπον τὸ δύο πράγματα διαφέροντα
κατ' εἶδος μίαν καὶ τὴν αὐτὴν ἔχειν ἐνέργειαν (ὥσπερ γὰρ τοῦ λευκαινο-
μένου καὶ θερμαινομένου οὐκ ἔσται μία τις καὶ ἡ αὐτὴ ἐνέργεια, οὕτως
εὔλογον μηδὲ τοῦ ποιοῦντος καὶ πάσχοντος τὴν αὐτὴν εἶναι ἐνέργειαν),
ἔπειτα, φησίν, εἰ ἀμφοτέρων μία ἔσται ἡ ἐνέργεια, ἔσται καὶ ἡ δίδαξις τῇ
μαθήσει τὸ αὐτὸ καὶ ἔτι καθολικώτερον ἡ ποίησις τῇ παθήσει· ἐνέργειαι
γὰρ καὶ αὗται· εἰ δὲ τοῦτο, καὶ τὸ ποιεῖν τῷ πάσχειν, ὅπερ ἐστὶν αὐτὸ
τὸ ἐνεργεῖν κατὰ τὴν ἐνέργειαν (ὅταν μὲν γὰρ εἴπω λεύκανσιν ἢ δίδαξιν,
αὐτὴν εἶπον τὴν ἐνέργειαν, ὅταν δὲ λευκαίνειν ἢ διδάσκειν, αὐτὸ τὸ κινεῖ-

σθαι καὶ ἐνεργεῖν κατὰ τὴν ἐνέργειαν ἢ κίνησιν), τῆς οὖν ἐνεργείας μιᾶς
καὶ τῆς αὐτῆς οὔσης, καὶ τὸ κατ' αὐτὴν ἐνεργεῖν ἓν ἔσται καὶ τὸ αὐτό·
εἰ δὲ τοῦτο, καὶ ὁ ἐνεργῶν εἷς ἔσται καὶ ὁ αὐτός· οὐκοῦν καὶ ὁ διδάσκων
τῷ μανθάνοντι καὶ ὁ ποιῶν τῷ πάσχοντι ὁ αὐτὸς ἔσται· συμβήσεται οὖν
τὸν διδάσκοντα καθὸ διδάσκει μανθάνειν, καὶ τὸν ποιοῦντα πάσχειν,
456

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 373, line 6

υἱῷ· οὐ γὰρ ἀποτέτμηται τοῦ υἱοῦ ἡ τοῦ πατρὸς ἐνέργεια, ἀλλ' ἐν τῷ


υἱῷ τὸ εἶναι ἔχει, ἀρχομένη μὲν ἐκ τοῦ πατρός, συνισταμένη δὲ ἐν τῷ
υἱῷ. οὕτω καὶ τοῦ λευκαίνοντος ἡ ἐνέργεια οὐκ ἐν ἄλλῳ τινὶ ἔσται ἢ ἐν
τῷ λευκαινομένῳ, καὶ τοῦ διδάσκοντος ἐν τῷ μανθάνοντι, καὶ καθόλου
τοῦ  
ποιοῦντος ἐν τῷ πάσχοντι· οὐδὲν γὰρ ἄλλο πάσχει τὸ πάσχον ἢ ὅπερ ποιεῖ

τὸ ποιοῦν· ἐνεργοῦντος γὰρ τοῦ ποιοῦντος ἅμα πάσχει τὸ πάσχον. εἰ


τοίνυν ὃ ποιεῖ τὸ ποιοῦν τοῦτο πάσχει τὸ πάσχον, ὃ δὲ πάσχει τὸ πάσχον
τοῦτο ἐν τῷ πάσχοντί ἐστιν (ἐν τῷ πάσχοντι γὰρ τὸ πάθος), ὃ ποιεῖ ἄρα
τὸ ποιοῦν, τοῦτο ἐν τῷ πάσχοντί ἐστιν. ἐν πρώτῳ σχήματι ὁ συλλογισμός.

ὥστε εἰ ἡ ποίησις ἐνέργεια τοῦ ποιοῦντος, αὐτὴ δὲ ἐν τῷ πάσχοντί ἐστιν,


ἀνάγκη ἄρα ἐπὶ τῶν πρός τι τὴν ἑκατέρου ἐνέργειαν ἐν θατέρῳ εἶναι.
 Πρὸς δὲ τὸ δεύτερον ἄτοπον, τὸ λέγον ὅτι συμβήσεται δύο ἑτέρων
τῷ εἴδει μίαν εἶναι ἐνέργειαν, φησὶν ὅτι ἐπί τινων οὐδὲ τοῦτο ἄτοπον,
λέγω δὴ ἐπὶ τῶν πρός τι, ὅταν τὸ μὲν δυνάμει ᾖ τὸ δὲ ἐνεργείᾳ κατὰ
τὴν δύναμιν ταύτην, ἀλλὰ μία ἡ τούτων ἐνέργεια τῷ ὑποκειμένῳ οὐ
τῷ λόγῳ· μία γὰρ ἡ λεύκανσις ἣν λευκαίνει τὸ λευκαῖνον καὶ λευκαί-
νεται τὸ λευκαινόμενον, καὶ τὸ θεώρημα ἓν ὃ διδάσκει ὁ διδάσκων καὶ
μανθάνει ὁ μανθάνων. καὶ ἡ δίδαξις οὖν τοῦ θεωρήματος μία ἣν διδάσκει

τὸ διδάσκον καὶ διδάσκεται τὸ διδασκόμενον· οὐ γὰρ ἄλλο τί ἐστιν ἡ


δίδαξις, ἢ τὸ ἐκ τοῦ διδασκάλου μανθάνειν. ὁμοίως δὲ καὶ ἡ μάθησις.

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 373, line 22

τῷ λόγῳ· μία γὰρ ἡ λεύκανσις ἣν λευκαίνει τὸ λευκαῖνον καὶ λευκαί-


νεται τὸ λευκαινόμενον, καὶ τὸ θεώρημα ἓν ὃ διδάσκει ὁ διδάσκων καὶ
μανθάνει ὁ μανθάνων. καὶ ἡ δίδαξις οὖν τοῦ θεωρήματος μία ἣν διδάσκει

τὸ διδάσκον καὶ διδάσκεται τὸ διδασκόμενον· οὐ γὰρ ἄλλο τί ἐστιν ἡ


δίδαξις, ἢ τὸ ἐκ τοῦ διδασκάλου μανθάνειν. ὁμοίως δὲ καὶ ἡ μάθησις.
ἀλλὰ τῷ μὲν ὑποκειμένῳ τὰ αὐτά, τῷ δὲ λόγῳ οὐ τὰ αὐτά, ὥσπερ ἡ ἀνά-
βασις καὶ ἡ κατάβασις, καὶ ἡ ὁδὸς ἡ Θήβηθεν Ἀθήναζε καὶ ἡ Ἀθή-
νηθεν Θήβαζε. μία γὰρ καὶ ἐπὶ τούτων ἡ διάστασις, ἡ κάτωθεν ἄνω καὶ
ἡ ἄνωθεν κάτω, ἀλλ' ὁ λόγος ἕτερος· ἔνθεν μὲν γὰρ ἀρχομένῳ ἀνά-
βασις, ἔνθεν δὲ κατάβασις. οὕτως οὖν καὶ ἐπὶ τοῦ ποιοῦντος καὶ πάσχον-
457

τος μία μὲν ἡ ἐνέργεια ἀμφοῖν, ἀλλ' ἐκ μὲν τοῦδε ἀρχομένων ποίησις
λέγεται, ἐκ δὲ τοῦδε πάθησις, καὶ ἐκ τοῦδε μὲν μάθησις, ἐκ τοῦδε δὲ
δίδαξις. καὶ τοῦτο εἰκότως συνέβη, ἐπειδὴ οὐδὲν ἕτερον ποιεῖ τὸ ποιοῦν,
ἢ ὅπερ ἐστὶ δυνάμει τὸ πάσχον. ἡ ἄρα ἐνέργεια τοῦ ποιοῦντος, αὕτη ἐστὶν

ἐνέργεια τῆς τοῦ πάσχοντος δυνάμεως· μία ἄρα ἡ ἀμφοῖν ἐνέργεια κατὰ
τὸ ὑποκείμενον τῇ σχέσει μόνῃ τὸ διάφορον ἔχουσα.
 Πρὸς δὲ τὸ τελευταῖον ἄπορον, τὸ λέγον ὅτι εἰ μία ἀμφοῖν ἐνέργεια
ἔσται, καὶ ἡ δίδαξις τῇ μαθήσει ταὐτόν, καὶ εἰ τοῦτο, καὶ ὁ διδάσκων τῷ
μανθάνοντι ὁ αὐτός, πρὸς τοῦτο οὖν ἀπαντῶν φησιν ὅτι οὐκ ἀνάγκη, εἰ ἡ
μάθησις τῇ διδάξει ταὐτὸν εἴη, ἤδη καὶ τὸ διδάσκειν τῷ μανθάνειν

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 376, line 12

ἓν διπλασίονα λόγον ἔχει, τὸ δὲ ἓν πρὸς τὰ δύο τὸν ἥμισυν. ὁμοίως


δὲ καὶ τὸ ἄναντες καὶ τὸ κάταντες σχέσεις μὲν διάφοροι, διάστασις
δὲ μία.
      

p. 202a21 Ἔχει δὲ ἀπορίαν λογικήν.

 Λογικὴνἀντὶ τοῦ ἀξίαν τινὰ λόγου, οἱονεὶ πιθανὴν καὶ ἀξίαν οὖσαν
λόγου τυχεῖν καὶ ἐπιλύσεως. τίς οὖν ἡ ἀπορία; ὅτι μήποτε οὐ καλῶς
εἴρηται τὸ μίαν εἶναι ἀμφοῖν τὴν ἐνέργειαν, ἀλλὰ δεῖ ἑκατέρου ἰδίαν τινὰ
ἐνέργειαν εἶναι, ἑτέραν οὖσαν παρὰ τὴν θατέρου ἐνέργειαν, ὡς δηλοῖ τά
τε ὀνόματα διάφορα ὄντα ἐπὶ τῆς ἑκάστου ἐνεργείας τεταγμένα (ἡ μὲν
γὰρ ποίησις, ἡ δὲ πάθησις), διάφορα δὲ καὶ τὰ ἀποτελέσματα· τῆς μὲν
γὰρ ποιήσεως τὸ τέλος ποίημα, τῆς δὲ παθήσεως πάθος. εἰ τοίνυν καὶ τὰ
ὀνόματα τῶν ἐνεργειῶν καὶ τὰ τέλη διάφορα, καὶ αὗται δήπου ἕτεραι ἂν
εἶεν ἀλλήλων.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 380, line 5

      

p. 202a36 Ἀλλὰ μία ἔσται ἡ ἐνέργεια, ἀλλ' ἄλογον δύο ἑτέρων


   τῷ εἴδει τὴν αὐτὴν ἐνέργειαν εἶναι.
458

 Ἐπὶ τὴν ἑτέραν ὑπόθεσιν μεταβαίνει, τὴν λέγουσαν μίαν εἶναι καὶ
τὴν αὐτὴν ἐνέργειαν τοῦ κινοῦντος καὶ τοῦ κινουμένου. ἆρα οὖν, φησί,
μὴ  
δεῖ ὑποθέσθαι ἀμφοτέρων μίαν εἶναι τὴν ἐνέργειαν τοῦ τε ποιοῦντος καὶ
τοῦ πάσχοντος; ἀλλὰ τοῦτο, φησίν, ἄλογόν ἐστι, δύο πραγμάτων διαφε-
ρόντων κατ' εἶδος μίαν καὶ τὴν αὐτὴν ὑποτίθεσθαι ἐνέργειαν.
      

p. 202b2 Καὶ ἔσται, εἴπερ ἡ μάθησις καὶ ἡ δίδαξις τὸ αὐτὸ καὶ


ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, καὶ τὸ διδάσκειν καὶ τὸ μανθάνειν.

 Τέσσαρα ταῦτα ἐφεξῆς ἐστιν, ὁ διδάσκων ἡ δίδαξις τὸ διδάσκειν τὸ


δίδαγμα, καὶ ἔστι τὸ μὲν δίδαγμα τὸ τέλος εἰς ὃ ἄγει ἡ διδασκαλία (οἷον
τὸ οἰκοδόμημα, τοῦτο δέ ἐστιν ἡ οἰκία, οὕτως καὶ τὸ δίδαγμα αὐτὸ τὸ
θεώρημα τὸ ἐγγινόμενον ἐν τῇ ψυχῇ), τὸ δὲ διδάσκειν καὶ ἡ δίδαξις δοκεῖ

μὲν τὰ αὐτὰ εἶναι, οὐκ ἔστι δὲ κυρίως τὰ αὐτά, ἀλλὰ διενηνόχασιν ἀλλή-
λων· ἡ μὲν γὰρ δίδαξις αὐτὴν τὴν κίνησιν ἐμφαίνει καὶ τὴν ἐνέργειαν
καθ' αὑτήν, τὸ δὲ διδάσκειν τὴν σχέσιν τῆς ἐνέργειας τοῦ διδασκάλου
πρὸς τὸν μαθητήν. ὥσπερ οὖν ἡ κίνησις καὶ τὸ κινεῖν, οὕτω καὶ τὸ διδά-
σκειν καὶ ἡ δίδαξις καὶ ἁπλῶς ἡ ποίησις καὶ τὸ ποιεῖν. φησὶν οὖν ὅτι
εἰ τῶν δύο, φημὶ δὴ τοῦ διδάσκοντος καὶ τοῦ διδασκομένου καὶ ἁπλῶς

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 380, line 14

p. 202b2 Καὶ ἔσται, εἴπερ ἡ μάθησις καὶ ἡ δίδαξις τὸ αὐτὸ καὶ


ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις, καὶ τὸ διδάσκειν καὶ τὸ μανθάνειν.

 Τέσσαρα ταῦτα ἐφεξῆς ἐστιν, ὁ διδάσκων ἡ δίδαξις τὸ διδάσκειν τὸ


δίδαγμα, καὶ ἔστι τὸ μὲν δίδαγμα τὸ τέλος εἰς ὃ ἄγει ἡ διδασκαλία (οἷον
τὸ οἰκοδόμημα, τοῦτο δέ ἐστιν ἡ οἰκία, οὕτως καὶ τὸ δίδαγμα αὐτὸ τὸ
θεώρημα τὸ ἐγγινόμενον ἐν τῇ ψυχῇ), τὸ δὲ διδάσκειν καὶ ἡ δίδαξις δοκεῖ

μὲν τὰ αὐτὰ εἶναι, οὐκ ἔστι δὲ κυρίως τὰ αὐτά, ἀλλὰ διενηνόχασιν ἀλλή-
λων· ἡ μὲν γὰρ δίδαξις αὐτὴν τὴν κίνησιν ἐμφαίνει καὶ τὴν ἐνέργειαν
καθ' αὑτήν, τὸ δὲ διδάσκειν τὴν σχέσιν τῆς ἐνέργειας τοῦ διδασκάλου
πρὸς τὸν μαθητήν. ὥσπερ οὖν ἡ κίνησις καὶ τὸ κινεῖν, οὕτω καὶ τὸ διδά-
σκειν καὶ ἡ δίδαξις καὶ ἁπλῶς ἡ ποίησις καὶ τὸ ποιεῖν. φησὶν οὖν ὅτι
459

εἰ τῶν δύο, φημὶ δὴ τοῦ διδάσκοντος καὶ τοῦ διδασκομένου καὶ ἁπλῶς
τοῦ ποιοῦντος καὶ τοῦ πάσχοντος, μία εἴη ἡ ἐνέργεια, ταὐτὸν ἂν εἴη δη-
λονότι ἡ δίδαξις τῇ μαθήσει καὶ κοινότερον ἡ ποίησις τῇ παθήσει· ἀλλ'
εἰ ταὐτὰ ταῦτά εἰσιν ἀλλήλοις, καὶ τὰ τούτων ἐφεξῆς δηλονότι, λέγω δὴ
τὸ διδάσκειν τῷ μανθάνειν, καὶ συμβήσεται τὸν διδάσκοντα καθὸ
διδάσκει
κατὰ τοῦτο μανθάνειν, καὶ τὸν ποιοῦντα καθὸ ποιεῖ κατὰ τοῦτο πάσχειν,
ὅπερ ἄτοπον. ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ μία ἐνέργεια εἰ μὲν ἐν τῷ κινοῦντι εἴη,
συμβήσεται τὸ κινούμενον μὴ ἔχειν κίνησιν, εἰ δὲ ἐν τῷ κινουμένῳ,
ἄλλου ἐνέργεια ἐν ἄλλῳ ἔσται.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 380, line 17

δίδαγμα, καὶ ἔστι τὸ μὲν δίδαγμα τὸ τέλος εἰς ὃ ἄγει ἡ διδασκαλία (οἷον
τὸ οἰκοδόμημα, τοῦτο δέ ἐστιν ἡ οἰκία, οὕτως καὶ τὸ δίδαγμα αὐτὸ τὸ
θεώρημα τὸ ἐγγινόμενον ἐν τῇ ψυχῇ), τὸ δὲ διδάσκειν καὶ ἡ δίδαξις δοκεῖ

μὲν τὰ αὐτὰ εἶναι, οὐκ ἔστι δὲ κυρίως τὰ αὐτά, ἀλλὰ διενηνόχασιν ἀλλή-
λων· ἡ μὲν γὰρ δίδαξις αὐτὴν τὴν κίνησιν ἐμφαίνει καὶ τὴν ἐνέργειαν
καθ' αὑτήν, τὸ δὲ διδάσκειν τὴν σχέσιν τῆς ἐνέργειας τοῦ διδασκάλου
πρὸς τὸν μαθητήν. ὥσπερ οὖν ἡ κίνησις καὶ τὸ κινεῖν, οὕτω καὶ τὸ διδά-
σκειν καὶ ἡ δίδαξις καὶ ἁπλῶς ἡ ποίησις καὶ τὸ ποιεῖν. φησὶν οὖν ὅτι
εἰ τῶν δύο, φημὶ δὴ τοῦ διδάσκοντος καὶ τοῦ διδασκομένου καὶ ἁπλῶς
τοῦ ποιοῦντος καὶ τοῦ πάσχοντος, μία εἴη ἡ ἐνέργεια, ταὐτὸν ἂν εἴη δη-
λονότι ἡ δίδαξις τῇ μαθήσει καὶ κοινότερον ἡ ποίησις τῇ παθήσει· ἀλλ'
εἰ ταὐτὰ ταῦτά εἰσιν ἀλλήλοις, καὶ τὰ τούτων ἐφεξῆς δηλονότι, λέγω δὴ
τὸ διδάσκειν τῷ μανθάνειν, καὶ συμβήσεται τὸν διδάσκοντα καθὸ
διδάσκει
κατὰ τοῦτο μανθάνειν, καὶ τὸν ποιοῦντα καθὸ ποιεῖ κατὰ τοῦτο πάσχειν,
ὅπερ ἄτοπον. ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ μία ἐνέργεια εἰ μὲν ἐν τῷ κινοῦντι εἴη,
συμβήσεται τὸ κινούμενον μὴ ἔχειν κίνησιν, εἰ δὲ ἐν τῷ κινουμένῳ,
ἄλλου ἐνέργεια ἐν ἄλλῳ ἔσται.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 381, line 21

ἐξ αὐτοῦ μὲν πρόεισιν γίνεται δὲ ἐν τῷ μαθητῇ. δεῖ δὲ τὴν ἐνέργειαν


τοῦ διδασκάλου μὴ ἁπλῶς τὴν προσβολὴν τῶν θεωρημάτων νομίζειν (καὶ
460

μὴ διδάσκων γὰρ ἀλλὰ καθ' αὑτὸν ὢν προχειρίζεται τὰ θεωρήματα),


ἀλλὰ τὴν κίνησιν τὴν γινομένην ἐν τῇ ψυχῇ τοῦ μαθητοῦ ἐκ τῶν θεωρη-
μάτων· ὡς εἴ γε καὶ παρόντος τοῦ μαθητοῦ εἴπῃ μὲν ὁ διδάσκαλος μὴ
δράσῃ δὲ εἰς τὸν μαθητήν, οὐ λέγεται διδάξαι, οὕτως ἄρα ἡ δίδαξίς ἐστιν
οὐχ ἁπλῶς ἡ προσβολὴ τῶν θεωρημάτων, ἀλλ' ἡ πειθὼ ἡ ἐγγινομένη
ὑπὸ τῶν λόγων τοῦ διδασκάλου τῷ μαθητῇ, ἥτις ἡ αὐτὴ κατ' ἄλλην
σχέσιν
μάθησις λέγεται, ὅταν ἀρξάμενοι ἀπὸ τοῦ μαθητοῦ ἐπὶ τὸν διδάσκαλον
χωρήσωμεν, καὶ ἁπλῶς ὅταν μὲν ἀπὸ τοῦ αἰτιατοῦ εἰς τὸ αἴτιον ἀνέλ-
θωμεν, πάθησις, ὅταν δὲ ἔμπαλιν, ποίησις.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. Σχόλια στα Φυσικά του Αριστοτέλη.


Vol. 16, p. 383, line 15

οὐκ ἀνάγκη, εἰ τὸ διδάσκειν τῷ μανθάνειν ταὐτόν, τὸν διδάσκοντα εὐθὺς


καὶ μανθάνειν, ἐπειδὴ δὲ συνήγαγεν ἡ ἀπορία τὸ διδάσκειν τῷ μανθάνειν
ταὐτὸν εἶναι ἐκ τοῦ λαμβάνειν ὅτι ἡ δίδαξις τῇ μαθήσει ταὐτόν ἐστι, νῦν
φησιν ὅτι οὐδὲ τοῦτο ἐξ ἀνάγκης ἕπεται· ἰδοὺ γὰρ καὶ ἡ διάστασις μὲν
ἐκ Θηβῶν εἰς Ἀθήνας καὶ ἐξ Ἀθηνῶν εἰς Θήβας μία ἐστὶ καὶ ἡ αὐτή,
τὸ μέντοι διίστασθαι ἐντεῦθεν ἐκεῖ ἢ ἐκεῖθεν δεῦρο οὐ τὸ αὐτό. οὕτως
οὖν οὐδὲ ἐπεὶ ἡ δίδαξις τῇ μαθήσει ἡ αὐτὴ εἴη, ἀνάγκη ἤδη καὶ τὸ μαν-
θάνειν τῷ διδάσκειν ταὐτὸν εἶναι.
      

p. 202b19 Ὅλως δὲ εἰπεῖν οὐδὲ ἡ δίδαξις τῇ μαθήσει καὶ ἡ


ποίησις τῇ παθήσει ταὐτὸν κυρίως, ἀλλ' ᾧ ὑπάρχει ταῦτα, ἡ
      κίνησις.

 Ἐπειδὴ ἐκ τοῦ ὑποτίθεσθαι τὴν δίδαξιν τῇ μαθήσει ταὐτὸν εἶναι τὰ


ἑξῆς συνήγετο, πρότερον μὲν συνεχώρησε τὴν δίδαξιν τῇ μαθήσει ταὐτὸν

εἶναι, καὶ ἔδειξεν ὅτι οὐκ ἀνάγκη τὸ διδάσκειν τῷ μανθάνειν ταὐτὸν


εἶναι,
ἀλλ' οὐδὲ εἰ ταῦτα ταὐτά, καὶ τὸν διδάσκοντα ἀνάγκη κατὰ τοῦτο εὐθὺς
καὶ μανθάνειν· νῦν δέ φησιν ὅτι οὐδὲ ὅλως ταὐτὸν ἡ δίδαξις τῇ μαθήσει,
ἀλλ' ἐκεῖνό ἐστι τὸ ταὐτόν, ᾧτινι ὡς ὑποκειμένῳ ὑπάρχει ἡ δίδαξις καὶ
ἡ μάθησις. ὥσπερ οὐδὲ ἡ ἀνάβασις καὶ ἡ κατάβασις ταὐτόν, ἀλλ' ἡ
κλῖμαξ
ᾗ ταῦτα ὑπῆρξεν, ἤγουν αὐτὴ ἡ κίνησις, λέγω δὴ αὐτὴ ἡ βάδισις καὶ ἡ
μεταφορὰ τῶν ποδῶν (αὐτὴ γὰρ κυρίως ἡ αὐτή ἐστιν· ἕνα γὰρ καὶ τὸν
461

Ιωάννης Φιλόπονος. De aeternitate mundi (4015: 010)


“Ioannes Philoponus. De aeternitate mundi contra Proclum”, Ed. Rabe,
H.Leipzig: Teubner, 1899, Repr. 1963.P. 62, line 5

 γʹ. ‘Τὸ ἐκ τοῦ πρότερον μὴ ποιεῖν’, φησίν, ‘εἰς τὸ


ποιεῖν μεταβαῖνον μεταβολὴν ἕξει καὶ κίνησιν’. ἐκεῖνο
πρῶτον ἐν τούτοις ἐπισημήνασθαι ἀναγκαῖον· παντὶ
δῆλον ὑπάρχει, ὡς ὅτι τὸ μὴ ποιοῦν πρότερον εἶτα
ποιοῦν ἐκ τοῦ δευτέρου δυνάμει τοῦ κατὰ τὴν ἕξιν,
ὅπερ καὶ πρῶτόν ἐστιν ἐνεργείᾳ, εἰς τὴν δευτέραν  
ἐνέργειαν πρόεισιν, οἷον ὁ οἰκοδόμος· εἰ γὰρ μὴ οἰ-
κοδομῶν πρότερον αὖθις οἰκοδομήσει, ἐκ τῆς τοῦ οἰ-
κοδομεῖν ἕξεως τὴν τῆς οἰκοδομίας ἐνέργειαν προχειρί-
ζεται· ἡ γὰρ ἐκ τῆς προτέρας δυνάμεως εἰς τὴν ἕξιν
μετάβασις οὐ ποίησίς ἐστιν, πῆσις δὲ μᾶλλον, καὶ τὸ
ἐκ τῆς προτέρας δυνάμεως εἰς τὴν ἕξιν μεταβάλλον
πάσχει μᾶλλον, οὐ ποιεῖ, οἷον τὸ παιδίον τὸ δυνάμει
γραμματικὸν ἐπειδὰν τὴν ἕξιν τῆς γραμματικῆς τέχνης
πορίζηται, πάσχει μᾶλλον ὑπὸ τοῦ διδασκάλου,
οὐκ αὐτὸ ποιεῖ εἰς ἕτερον· καὶ ἐπὶ πάντων ὁ αὐτὸς
λόγος. ὥστε, εἰ τὸ πρότερον μὲν μὴ ποιοῦν ὕστερον
δὲ ποιοῦν ἐκ τοῦ δευτέρου δυνάμει εἰς τὴν δευτέραν
ἐνέργειαν πρόεισιν, τὴν δὲ τοιαύτην ἐκ τῆς ἕξεως πρό-
οδον κίνησίν φησιν ὁ Πρόκλος, σαφῶς ἄρα τὴν ἐκ
Ιωάννης Φιλόπονος. De aeternitate mundi P. 64, line 4... Ιωάννης ο
Φιλόπονος (περ. 490 - περ. 570) ήταν Έλληνας Χριστιανός φιλόσοφος, θεολόγος και
φυσικός επιστήμονας

ὅλως μεταβολή· πᾶσα γὰρ μεταβολὴ ἐν χρόνῳ, οὐδεὶς


δὲ χρόνος μεταξὺ δέδεικται, ὥστε οὐδὲ μεταβολή. οὔτε
ἄρα πρὸ τοῦ ποιεῖν οὐδὲ μεταξὺ τοῦ ποιεῖν τε καὶ μὴ
ποιεῖν ἐνδέχεται κινεῖσθαι τὸ πρότερον μὲν μὴ ποιοῦν
ὕστερον δὲ ποιοῦν καὶ ὅλως τὸ ἐκ τῆς ἕξεως τὴν ἐνέρ-
γειαν προχειριζόμενον. λείπεται τοίνυν αὐτὴν τὴν
ποίησιν εἶναι κίνησιν. εἰ δὲ τοῦτο, ἀεὶ δὲ ποιεῖ κατ'  
αὐτοὺς ὁ θεός, ἀεὶ ἄρα καὶ κινεῖται· ‘εἴ τι γὰρ ἀκί-
νητόν ἐστιν’, φησίν, ‘ἢ οὐδέποτε ποιήσει ἢ ἀεὶ ποιή-
σει, ἵνα μὴ διὰ τὸ ποτὲ ποιεῖν κινῆται’. εἰ οὖν ἀεὶ
ποιεῖ, ἡ δὲ ποίησις κίνησις (τοῦτο γὰρ τῆς διαιρέσεως
τὸ μόριον λείπεται), ἀεὶ ἄρα ὁ θεὸς κινεῖται. ἡ δὲ
κίνησις ἀτελὴς ἐνέργεια καὶ ἐν χρόνῳ· ἀεὶ ἄρα κατ'
462

αὐτοὺς ἐν κινήσει τὸ θεῖον καὶ διὰ τοῦτο ἀτελές τε


καὶ χρόνου δεῖται. εἰς αὐτοὺς ἄρα τὸ σοφὸν αὐτῶν
περιῆλθεν· τοιοῦτο γὰρ τὸ ψεῦδος ὑφ' ἑαυτοῦ φωρᾶ-
ται καὶ περὶ αὑτὸ καταρρεῖ. εἰ τοίνυν μήτε πρὸ τοῦ
ποιεῖν μήτε μεταξὺ τοῦ μὴ ποιεῖν τε καὶ ποιεῖν κίνη-
σίς τις θεωρεῖται μήτε αὐτὴ ἡ ποίησις τοῦ θεοῦ κί-
νησίς ἐστιν, οὐδαμῇ ἄρα οὐδαμῶς ἐνδέχεται κινεῖσθαι
τὸν θεὸν ἐκ τῆς τοῦ ποιεῖν ἕξεως τὴν κατ' αὐτὴν ἐνέρ

Ιωάννης Φιλόπονος. De aeternitate mundi


P. 64, line 12

νητόν ἐστιν’, φησίν, ‘ἢ οὐδέποτε ποιήσει ἢ ἀεὶ ποιή-


σει, ἵνα μὴ διὰ τὸ ποτὲ ποιεῖν κινῆται’. εἰ οὖν ἀεὶ
ποιεῖ, ἡ δὲ ποίησις κίνησις (τοῦτο γὰρ τῆς διαιρέσεως
τὸ μόριον λείπεται), ἀεὶ ἄρα ὁ θεὸς κινεῖται. ἡ δὲ
κίνησις ἀτελὴς ἐνέργεια καὶ ἐν χρόνῳ· ἀεὶ ἄρα κατ'
αὐτοὺς ἐν κινήσει τὸ θεῖον καὶ διὰ τοῦτο ἀτελές τε
καὶ χρόνου δεῖται. εἰς αὐτοὺς ἄρα τὸ σοφὸν αὐτῶν
περιῆλθεν· τοιοῦτο γὰρ τὸ ψεῦδος ὑφ' ἑαυτοῦ φωρᾶ-
ται καὶ περὶ αὑτὸ καταρρεῖ. εἰ τοίνυν μήτε πρὸ τοῦ
ποιεῖν μήτε μεταξὺ τοῦ μὴ ποιεῖν τε καὶ ποιεῖν κίνη-
σίς τις θεωρεῖται μήτε αὐτὴ ἡ ποίησις τοῦ θεοῦ κί-
νησίς ἐστιν, οὐδαμῇ ἄρα οὐδαμῶς ἐνδέχεται κινεῖσθαι
τὸν θεὸν ἐκ τῆς τοῦ ποιεῖν ἕξεως τὴν κατ' αὐτὴν ἐνέρ-
γειαν προχειριζόμενον. καὶ τί λέγω τὸν θεόν; ἀλλ'
οὐδὲ ἄλλο οὐδὲν τῶν ἕξιν τινὰ ἐχόντων εἶτα κατ'
αὐτὴν ἐνεργούντων ἀλλοίωσίν τινα καὶ κίνησιν ὑπο-
μένειν ἐνδέχεται διὰ τοῦτο μόνον τὸ ἐκ τῆς ἕξεως τὴν
κατ' αὐτὴν ἐνέργειαν προχειρίζεσθαι· οἱ αὐτοὶ γὰρ
οὗτοι λόγοι καὶ ἐπὶ πάντων ἁρμόσουσιν, ἔτι δὲ καὶ
προϊόντες ἐναργέστερον δείξομεν.
 δʹ. Ὅτι δὲ οὐ θέμις τὴν ποίησιν τοῦ θεοῦ καὶ

Ιωάννης Φιλόπονος. De aeternitate mundi P. 68, line 16

δεῖ μὲν γὰρ εἶναι ἐντελέχειαν ἀμφοῖν· κινητικὸν μὲν


γάρ ἐστιν τῷ δύνασθαι, κινοῦν δὲ τῷ ἐνεργεῖν· ἀλλ'
ἔστιν ἐνεργητικὸν τοῦ κινητοῦ’. ὃ δέ φησιν διὰ τού-
των, τοιοῦτόν ἐστιν, ὅτι, εἰ καὶ μία οὖσα τυχὸν ἡ οἰ-
κοδόμησις ἐντελέχειά ἐστιν καὶ τοῦ οἰκοδομοῦντος
463

καὶ τοῦ οἰκοδομουμένου, ἀλλ' οὖν ἡ κίνησις οὐκ ἐν


τῷ οἰκοδομοῦντί ἐστιν ἀλλ' ἐν τῷ οἰκοδομουμένῳ·
τελείωσις γάρ ἐστιν τοῦ οἰκοδομητοῦ ὑπὸ τοῦ οἰκοδο-
μοῦντος γινομένη. τὸ αὐτὸ καὶ ἐπὶ πάσης κινήσεως.
δέδεικται ἄρα καὶ ἐκ τῶν Ἀριστοτέλει δοκούντων, ὅτι
ἡ ποίησις οὐ τοῦ ποιοῦντός ἐστιν ἀλλὰ τοῦ γινομένου
κίνησις. ὅτι μὲν οὖν οὐκ ἔστιν ἡ τοῦ θεοῦ ἐνέργεια
κίνησις, καὶ αὐτοὶ ἂν συνομολογήσαιεν ταῖς τε Ἀρι-
στοτέλους ἀποφάνσεσιν καὶ τοῖς ὑφ' ἡμῶν δεδειγμέ-
νοις συνελαυνόμενοι· εἰ γὰρ τὸ δημιουργεῖν κινεῖσθαί
ἐστιν, ἀεὶ ἐν κινήσει τὸ θεῖον εἶναι ἀνάγκη αὐτοὺς
ὑποτίθεσθαι· ἀεὶ γὰρ κατ' αὐτοὺς δημιουργεῖ.
 ζʹ. Ὅτι δὲ οὔτε τὸ πρότερον μὴ ποιοῦν ὕστερον
δὲ ποιοῦν καὶ ὅλως τὸ ἐκ τῆς ἕξεως τὴν ἐνέργειαν
προχειριζόμενον ἀλλοιοῦται ἢ ὅλως κίνησίν τινα ὑπο-
μένει, ἱκανῶς μὲν ὁ λόγος ἀπέδειξεν (εἰ γὰρ δέδεικται,

Ιωάννης Φιλόπονος. De aeternitate mundi P. 164, line 18

ποιεῖται; οὐ γὰρ ἴδιον τοῦτο τοῦ παντὸς πρόβλημα,


καθὸ πᾶν ἐστιν, λέγω δὴ τοῦ κόσμου, εἰ ἐξ ὕλης καὶ
εἴδους ἔχει τὴν σύστασιν, ἀλλὰ καὶ τοῦ τυχόντος καὶ
μερικοῦ σώματος γενητοῦ τε καὶ φθαρτοῦ, οἷον τοῦδε
τοῦ ὕδατος καὶ τῆσδε τῆς γῆς. ὅτι δὲ τοῦτό ἐστιν
ἀληθές, μάρτυς καὶ αὐτὸς ὁ Πορφύριος· καίτοι γὰρ
εἰπὼν γενητὸν λέγεσθαι τὸν κόσμον ὡς σύνθετον
ἐξ ὕλης καὶ εἴδους προελθὼν καὶ ἐξηγούμενος τὸ
’παραλαβὼν ὁ θεὸς ὅσον ἦν ὁρατὸν οὐχ ἡσυχίαν ἄγον
ἀλλὰ πλημμελῶς καὶ ἀτάκτως κινούμενον’ φησὶν ἐπὶ
λέξεως ταῦτα ‘οὐκ ἔστιν ταὐτὸν κόσμου ποίησις καὶ
σώματος ὑπόστασις οὐδὲ αἱ αὐταὶ ἀρχαὶ σώματός τε
καὶ κόσμου, ἀλλ' ἵνα μὲν κόσμος γένηται, δεῖ σώματα
εἶναι καὶ θεὸν εἶναι, ἵνα δὲ σώματα, δεῖ ὕλην εἶναι
καὶ θεὸν καὶ τὸ ἐπιγινόμενον ἄλλο μέν, ἵνα σωμα-
τωθῇ ὕλη, ἄλλο δέ, ἵνα τὰ σωματωθέντα ταχθῇ.
ταῦτα δὲ ἀεὶ ἅμα γίνεται πάντα καὶ οὐ χρόνῳ διηρ-  
τημένα, ἀλλ' ἥ γε διδασκαλία ἀναγκαίως διαιρεῖ, ἵνα
διδάσκῃ ἀκριβῶς τὸ γιγνόμενον· σώματος μὲν γὰρ
ἀρχαὶ θεὸς μὲν γεννῶν, ὕλη δὲ καὶ τὰ σχήματα, ἃ
προϊὼν ἡμᾶς διδάξει, ὡς ἐξ ὧν συνέστηκεν τὰ σώματα
464

Ιωάννης Φιλόπονος. De opificio mundi (4015: 011)


“Joannis Philoponi de opificio mundi libri vii”, Ed. Reichardt, W.
Leipzig: Teubner, 1897.P. 24, line 8

πνεύστων λογίων· μετὰ τὴν τοῦ παντὸς κόσμου γένεσιν


ὕστερον τὸν ἄνθρωπον δημιουργῶν ὁ θεὸς ἐκ γῆς
μὲν τὸ σῶμα τούτου διέπλασεν, ὕδατος δὲ χωρὶς  
οὐκ ἂν ἡ γῆ διαπλασθείη – ’μνήσθητι γὰρ κύριε’,
φησὶν ὁ Ἰώβ, ‘ὅτι πηλόν με ἔπλασας, εἰς δὲ γῆν με
πάλιν ἀποστρέφεις’ – συμπαρειλημμένων δηλονότι
καὶ τῶν λοιπῶν ἀέρος τε καὶ πυρός· ὅτι γὰρ καὶ τού-
των μετέχομεν, προφανές, εἰ καὶ μὴ τῇ γραφῇ πρὸς
λέξιν εἴρηται, ἀλλ' ἐκ τῆς πλεοναζούσης τῷ σώματι
γῆς ὠνομάσθη τὸ σῶμα. ‘γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ’.
τοῦτο καὶ ἡ Ὁμήρου δηλοῖ ποίησις εἰς τὰ ἐν τῷ ἡμε-
τέρῳ πλεονάζοντα σώματι τὴν ἀνάλυσιν αὐτοῦ ποι-
ουμένη·
  ’ἀλλ' ὑμεῖς μὲν πάντες ὕδωρ καὶ γαῖα γένοισθε’.
τῷ δὲ σώματι λοιπὸν ἤδη διαπεπλασμένῳ ‘ἐνεφύσησεν
ὁ θεὸς πνοὴν ζωῆς καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν
ζῶσαν’. οὐκ ἐκ τῆς αὐτῆς ἄρα οὐσίας οὐδ' ἅμα τῷ
σώματι γέγονεν ἡ ψυχὴ ἀλλ' ἐκ κρείττονος καὶ θειο-
τέρας, ὡς τὸ λόγιον ἔδειξεν. ἐπὶ μὲν γὰρ τῶν ἀλό-
γων φησίν· ‘ἐξαγαγέτω ἡ γῆ ψυχὴν ζῶσαν’ ἐπὶ δὲ
τῶν ἀνθρώπων· ‘καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον

Ιωάννης Φιλόπονος. De opificio mundi P. 191, line 19

παρεσπάσατο, τῶν δὲ ἄστρων τὸ παράπαν οὐδεὶς οὐδ'


ἅμα πάντες τοῦτο δύνανται ποιεῖν. ἐξ οὗ δῆλον, ὡς
οὐδὲ τὸ ὕψος ἐστὶν αἴτιον τοῦ μὴ φωτίζειν τῶν ἀστέ-
ρων ἕκαστον τὴν γῆν, ὡς ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη· ἅμα
γοῦν ὅλον περιλαβόντες τὸν οὐρανὸν οὐχ ἱκανοὶ τὴν
γῆν φωτίζειν γεγόνασι· καίτοι γε ὅπερ εἷς λαμπτὴρ
οὐ ποιεῖ, τοῦτο συνερχόμενοι ποιοῦσι πολλοί· οὐδὲ
γὰρ οὕτως εἰσὶ πόρρω τῆς γῆς ἢ ἀμυδροὶ τὸ φῶς, ὡς
μηδὲ ὁρᾶσθαι ὑφ' ἡμῶν·
  ’συμφερτὴ δ' ἀρετὴ πέλει ἀνδρῶν καὶ μάλα λυγρῶν’
φησὶν ἡ ποίησις. πόσῳ οὖν μᾶλλον τοσούτων καὶ
τηλικούτων ἀστέρων τὸ φῶς οὐκ ἤμελλε ποιεῖν, ὅπερ
ἡ σελήνη μόνη ποιεῖ, ἵνα μὴ τὸν ἥλιον εἴπω, νῦν;
ὧν ἁπάντων συναιρουμένων τὸ πλῆθος πολλοὺς ἂν
κατὰ μέγεθος ποιήσειεν ἡλίους, σελήνας δὲ πολλα-
465

πλασίους· νῦν δ' ἅμα πάντες οὐδὲ τὸ τῆς σελήνης


πεποιήκασι φῶς εἰς ἡμᾶς, οὐ μόνον πανσελήνου οὔσης,
ἀλλ' οὐδὲ διχοτόμου οὐδὲ ἐλάττονος· ἐκείνη μὲν γὰρ  
μονοειδὴς οὖσα σκιὰν ποιεῖ τοῖς ἡμετέροις σώμασι καὶ
πᾶσιν ἁπλῶς, τῶν δὲ ἐν οὐρανῷ πάντων ἀστέρων
οὐδεὶς πλὴν τοῦ ἑωσφόρου, ὅτε περιγειότερος γένηται.

Αμμώνιος. In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


(4016: 003)“Ammonius in Aristotelis de interpretatione commentarius”,
Ed. Busse, A.Berlin: Reimer, 1897; Commentaria in Aristotelem Graeca
4.5.P. 19, line 15

φησί, τὰ αὐτὰ ὄντα ταῦτά ἐστι φύσει, τὰ δὲ μὴ παρὰ πᾶσι τὰ αὐτὰ ὄντα
ταῦτα οὐ φύσει εἰσὶν ἀλλὰ θέσει. καὶ τοῦτο εἰκότως· μία γὰρ οὖσα ἡ
τοῦ παντὸς φύσις ὅμοια δηλονότι πανταχοῦ ποιεῖ τὰ κατὰ τὸ αὐτὸ εἶδος
εἶναι λεγόμενα· εἰ δέ τινα παρ' ἄλλοις καὶ ἄλλοις διάφορα εἴη, ταῦτα
οὐκ ἂν εἴη φύσεως δημιουργήματα. ἐπεὶ οὖν τὰ μὲν πράγματα καὶ τὰ
νοήματα παρὰ πᾶσίν ἐστι τὰ αὐτά (πανταχοῦ γὰρ τὸ αὐτὸ ἀνθρώπου
εἶδος
καὶ ἵππου καὶ λέοντος, καὶ νόημα ὡσαύτως τὸ αὐτὸ παρὰ πᾶσι περί τε
ἀνθρώπου καὶ λίθου καὶ τῶν ἄλλων πραγμάτων ἑκάστου), φωναὶ δὲ καὶ
γράμματα οὐ παρὰ πᾶσι τὰ αὐτά (φωναῖς τε γὰρ ἄλλαις μὲν Ἕλληνες,
ἄλλαις δὲ Φοίνικες, Αἰγύπτιοι δὲ ἄλλαις χρῶνται· “ἄλλη γὰρ ἄλλων
γλῶσσα” φησὶν ἡ ποίησις· καὶ γράφουσι πάλιν δι' ἄλλων καὶ ἄλλων
γραμμάτων ἕκαστοι τὰς ἑαυτῶν φωνάς), διὰ τοῦτο τὰ μὲν πράγματα καὶ
τὰ νοήματα φύσει εἶναι διισχυρίζεται, τὰς δέ γε φωνὰς καὶ τὰ γράμματα
θέσει, καὶ οὐ φύσει. καὶ δῆλον ὅτι μᾶλλον τῶν φωνῶν περὶ τὰ γράμ-
ματα τὸ θέσει θεωρηθήσεται. διὸ καὶ ὅλως ἠξίωται μνήμης ὡς ἔχοντά
τινα πρὸς τὰς φωνὰς οἰκειότητα, οὐ μόνον τῷ πρὸς τὴν μνήμην αὐτῶν
συμβάλλεσθαι, ἀλλὰ καὶ ὡς ἐναργὲς ἔχοντα τὸ θέσει καὶ δυνάμενα δι'
ἑαυτῶν σαφέστερον ἡμᾶς ἐπιστῆσαι τῷ θέσει εἶναι τὰς φωνάς, ὅπερ οὐκ
ἔστιν ὁμοίως γνώριμον τῷ θέσει τὰ γράμματα εἶναι (περὶ γοῦν τῶν

Αμμώνιος. In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 211, line 29

ἅμα κατηγορηθέντα ὀρθῶς εἰρῆσθαι ἀποφαινόμενος, δι' ὧν φησιν ἢ ὅταν


μὲν ἐνυπάρχῃ, ἀεὶ οὐκ ἀληθές,ὑποστίζειν μὲν ἡμῶν ὀφειλόντων εἰς
τὸ ἐνυπάρχῃ(ἡ ἀντίθεσις δηλονότι ἡ ἐν τῷ προσκειμένῳ πρὸς τὸ ἐξ
ἀρχῆς κατηγορηθέν· τοῦτο γὰρ ἤδη εἰρημένον καὶ ἐνταῦθα
ὑπακούσομεν),
466

ὡς δὲ ἀκόλουθον τούτῳ ἐπιφέρειν τὸ ἀεί,τοῦτ' ἔστιν ἐξ ἀνάγκης, οὐκ


ἀληθὲςἀλλὰ ψεῦδος τὸ διακριθῆναι τὴν σύνθετον κατηγορίαν, τὸν δὲ
ἕτερον, τὸν λέγοντα μὴ οὔσης ἀντιθέσεως ἐν τοῖς ἅμα κατηγορηθεῖσι τὴν
διάκρισιν αὐτῶν χώραν ἔχειν, οὐκ ἀεὶ ἀληθεύειν διαβεβαιούμενος ἀλλ'
ἑτέ-
ρου τινὸς δεῖσθαι διορισμοῦ καὶ τὸν ἔλεγχον εὐθὺς ἐπιφέρων· τὸν γὰρ
Ὅμηρον τὸ μὲν ὅλον τοῦτο ποιητὴν εἶναι λέγομεν, διότι ἔστιν αὐτοῦ ἡ
ποίησις, ἁπλῶς δὲ εἶναι οὐ λέγομεν, ἐπεὶ τὸ ἔστιν ἀμέσως τοῦ Ὁμήρου
κατηγορούμενον οὐκ ἐξακούεται πρὸς τὸν ἐν τῇ ποιήσει Ὅμηρον, ἀλλὰ
πρὸς αὐτὸν τὸν ἄνδρα, οὗτος δὲ οὐκ ἔστιν. ὅταν μέντοι συμπεπλεγμένον
τῷ ποιητὴς κατηγορῆται τοῦ Ὁμήρου τὸ ἔστι, τὸ μὲν ποιητὴς προηγου-
μένως αὐτοῦ καὶ καθ' αὑτὸ κατηγορηθήσεται, λέγω δὲ τὸ καθ' αὑτὸ  
οὐχ ὅτι κατ' οὐσίαν ἀλλ' ὅτι κατὰ φύσιν, τὸ δέ γε ἔστι τοῦ μὲν ποιητὴς
καθ' αὑτὸ τοῦ δὲ Ὁμήρου κατὰ συμβεβηκός. ἐξαιρεθέντος οὖν τοῦ καθ'
αὑτὸ κατηγορηθέντος οὐδὲν ἔτι φθέγγεται ὑγιὲς τὸ κατὰ συμβεβηκὸς
κατη-
γορούμενον, καίτοι οὐδεμίαν ἔστιν εὑρεῖν ἀντίθεσιν τοῦ ποιητοῦ πρὸς τὸ
ἔστιν, οὔτε αὐτόθεν ἐν τοῖς ὀνόμασιν, ὡς ἐπὶ τοῦ ἀνὴρ καὶ οὐκ ἀνήρ,
οὔτε ἐν τοῖς ὁρισμοῖς αὐτῶν,

Syrianus Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria (4017: 001)


“Syriani in metaphysica commentaria”, Ed. Kroll, W.Berlin: Reimer,
1902; Commentaria in Aristotelem Graeca 6.1.P. 83, line 2

γὰρ τῇ οὐρανίᾳ φέρε ψυχῇ τὸ πάντας τοὺς ἐν σφαίρᾳ μεγίστους κύκλους


διχοτομεῖν ἀλλήλους προϋπάρχει δραστηρίως καὶ δημιουργικῶς, ὥσπερ
ἐν
ἡμῖν γνωστικῶς μόνον, ἐν αὐτῷ δὲ τῷ οὐρανῷ ὁ ζῳδιακὸς καὶ ὁ
ἰσημερινὸς καὶ ὁ μεσημβρινὸς εἰ τύχοι καὶ οἱ ὁρίζοντες διχοτομοῦσιν
ἀλλή-
λους, τῆς μὲν ψυχῆς ἑνιαίως τὰ πάντα καὶ περιλαβούσης ταῖς ἑαυτῆς δια-
νοήσεσι καὶ δημιουργούσης, τοῦ δὲ οὐρανίου σώματος μεμερισμένως ὧν
δεῖται
μόνον ὑποδεξαμένου. διὸ καὶ αἱἀποδείξεις τοῖς ἀστρονόμοις ἐκ καθόλου
καὶ μερικῶν προτάσεων γίγνονται, τῆς μὲν καθόλου τὴν αἰτίαν ἐχούσης
διὰ
τὸ ἐν ψυχῇ τῇ τὸ πᾶν ὑφιστανούσῃ προϋπάρχειν, τῆς δὲ μερικῆς ἐκ τῶν  
αἰσθητῶν εἰλημμένης· ἀπέθετο γὰρ δὴ καὶ ἐν τοῖς αἰσθητοῖς τὰ πάντα,
ὡς ἐνῆν, ὁ μέγας Ἥφαιστος κατασκευάσας, ὥς φησιν ἡ θεία ποίησις,
  “πόρπας τε γναπτάς θ' ἕλικας κάλυκάς τε καὶ ὅρμους
  ἐν σπῆι γλαφυρῷ.”
καὶ ταῦτά ἐστι τὰ τριττὰ εἴδη, ἃ οἱ Πυθαγόρειοι τῶν αἰσθητῶν ἀχώριστα
467

αἴτια ᾤοντο εἶναι, τελευταίας εἰκόνας ὄντα τῶν χωριστῶν εἰδῶν, καὶ διὰ
τοῦτο τοῖς αὐτοῖς ὀνόμασιν οὐκ ἀπαξιοῦντες αὐτὰ προσαγορεύειν. ὑπὸ
δὴ
τούτων ἡ πεσοῦσα εἰς γένεσιν ψυχὴ διεγειρομένη καὶ ἀνακινουμένη εἰς
ἀνά-
μνησιν μὲν ἔρχεται τῶν [ἐκ τῶν] μέσων εἰδῶν, ἀνάγει δὲ τοὺς οἰκείους
λόγους ἐπὶ τὰ νοητὰ καὶ πρῶτα παραδείγματα· καὶ οὕτως ὄψις καὶ ἀκοὴ
συντελοῦσιν εἰς φιλοσοφίαν καὶ τὴν περιαγωγὴν τῆς ψυχῆς.
 Τούτων οὕτω προειλημμένων οὐ διαφωνοῦσι Πλάτων καὶ Πυθαγόρας

Syrianus Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria P. 120, line 31

λεῖσθαί φησι πρὸς οὐδὲν ὡρισμένον αἴτιον ἀναφερομένης τῆς φυσικῆς


ποιή-
σεως; καίτοι γε ἐνιαχοῦ λέγει καὶ αὐτὸς τὴν φύσιν τοῦ εἴδους ἐφίεσθαι,
ἀλλὰ τὸν λόγον οὐ διαρθροῖ· ποίου γὰρ εἴδους; πότερον τοῦ ἐν κινήσει
φερομένου καὶ ἐνύλου; ἀλλὰ τοῦτο οὔ πω πεποίηκε καὶ δεύτερόν ἐστι τῆς

φύσεως καὶ τῷ ἀνειδέῳ καὶ ἀμόρφῳ συμπλέκεται· καὶ ἄτοπον τὴν φύσιν
τοῦ τε μηδέπω ὄντος ἐρᾶν καὶ τοῦ μεθ' ἑαυτὴν καὶ τοῦ στερήσει συνανα-
φερομένου καὶ διὰ τοῦτο ἀκαλλοῦς γιγνομένου καὶ ἀνεράστου. εἰ δὲ τοῦ
χωριστοῦ, ἵνα καὶ τοῦ ἀληθινοῦ καὶ τοῦ πρὸ αὐτῆς καὶ θείου κατὰ τὸ
ἀληθὲς εἴδους ἔχῃ τὸν ἔρωτα, πᾶσα ἀνάγκη τοῦτο νοερὸν εἶναι καὶ ἄυλον

καὶ ἀεὶ κατὰ ταὐτὰ καὶ ὡσαύτως ἔχειν, ἵνα καὶ τῆς φύσεως ὅ τε ἔρως
ἄσβεστος ᾖ καὶ ἀνέκλειπτος ἡ ποίησις.

Ασκληπιός. In Aristotelis metaphysicorum libros A–Z commentaria


(4018: 001)“Asclepii in Aristotelis metaphysicorum libros A–Z
commentaria”, Ed. Hayduck, M.Berlin: Reimer, 1888; Commentaria in
Aristotelem Graeca 6.2.P. 13, line 12

 Ἐντεῦθεν βούλεται ἡμῖν εἰπεῖν ἐκ τίνων ἡ γνῶσις τῆς ψυχῆς κατορ-


θοῦται καὶ ἀναζωπυρεῖται, καὶ φησὶν ὅτι πέντε ταῦτα τὸν ἀριθμὸν ὑπάρ-
χουσι, τέχνη, φρόνησις, ἐπιστήμη, σοφία, νοῦς. τῷ τῆς τέχνης οὖν ὀνό-
ματι χρησάμενος καὶ κατὰ τῆς ἐπιστήμης περὶ τῆς διαφορᾶς αὐτῶν ἀνέ-
πεμψεν ἡμᾶς εἰς τὰ Ἠθικά. ἐν γὰρ τῷ Ζ τῶν Νικομαχείων ἡ τούτων
διαίρεσις αὐτῷ παραδέδοται. ἐν οἷς πέντε εἶναι λέγει οἷς ἀληθεύει ἡ
ψυχὴ τὴνἐν λόγῳ καὶ συνέσει ἀλήθειαν, ἐπεὶ καὶ τὸ αἰσθάνεσθαι ἀλη-
θεύειν λέγεται. πέντε οὖν εἰσιν, ὡς εἰρήκαμεν, τέχνη, φρόνησις,
ἐπιστήμη,
σοφία, νοῦς. καὶ τέχνην μέν φησιν ἕξιν μετ' ἀληθοῦς λόγου ποιητικήν,
468

φρόνησιν δὲ ἕξιν μετ' ἀληθοῦς λόγου πρακτικήν. καὶ διαφέρει ἡ ποίησις


τῆς πράξεως· ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς ποιήσεως σώζεται τὸ ἀποτέλεσμα, ἐπὶ δὲ
τῆς πράξεως οὐ σώζεται. οἷον τὴν οἰκοδομικήν, τὴν ναυπηγικὴν τέχνην
φησίν· σώζεται γὰρ τούτων τὸ ἀποτέλεσμα· τὴν δὲ στρατηγικὴν
φρόνησιν
πρακτικήν· οὐ σώζεται γὰρ τὸ ἀποτέλεσμα. λέγεται οὖν ὁ στρατηγὸς
φρόνιμος εἶναι, διότι πράττει τὰ δέοντα πρὸς τὴν μάχην. ἐπιστήμην δὲ
ἕξιν ἀποδεικτικήν, ἀποδεικτικὴν δὲ τὴν ἐκ προτέρων καὶ ἀμέσων καὶ

Ασκληπιός. In Aristotelis metaphysicorum libros A-Z commentaria


P. 19, line 18

ἑαυτὸ αἱρετόν ἐστι τὸ ἐπίστασθαι καὶ οὐ δι' ἄλλο, διότι ἡ φιλοσοφία


γνωστική
ἐστιν, οὐ ποιητική. ἦλθον γὰρ οἱ πρῶτοι φιλοσοφήσαντες εἰς ζήτησιν καὶ

οἱ νῦν διὰ τὸ θαυμάσαι ἕκαστον αὐτῶν, πῶς ἔχει. τὸ δὲ θαυμάζειν ἀγνο-


ούντων. οὐκοῦν διὰ μὲν τὸ ἀγνοεῖν ἐθαύμαζον, διὰ δὲ τὸ θαυμάζειν ἐπὶ
τὸ φιλοσοφεῖν ἦλθον· διὰ τὸ ἀγνοεῖν ἄρα ἦλθον ἐπὶ τὸ φιλοσοφεῖν. ὃ δὴ
ἔμελλε τῆς ἀγνοίας παύσειν αὐτούς, τούτου χάριν ἦλθον ἐπὶ τὸ φιλοσο-
φεῖν. γνῶσις δὲ ἔμελλεν ἀλλ' οὐ πρᾶξις τῆς ἀγνωσίας παύσειν αὐτούς·
γνώσεως ἄρα ἀλλ' οὐ πράξεως χάριν ἦλθον ἐπὶ τὸ φιλοσοφεῖν. εἰ γὰρ
δι' ἄγνοιαν ἦλθον ἐπὶ ζήτησιν αὐτῶν, φανερὸν ὡς γνώσεως ἐφέσει· τῆς
γὰρ ἀγνοίας οὐχ ἡ ποίησις, ἀλλ' ἡ γνῶσις ἴασις. λέγει δὲ ὅτι τὴν μὲν
ἀρχὴν ἦλθον ἐπὶ τὸ ζητεῖν τε καὶ φιλοσοφεῖν τὰ πρόχειρα καὶ ἐν ποσί,
διὰ τὴν ἀγνωσίαν τε καὶ ἀτοπίαν θαυμάσαντες αὐτά, οἷον, εἰ οὕτως τύχοι,

διὰ τί τὸ ἤλεκτρον ἕλκει τὰ ἀχυρώδη, ἢ ἡ Ἡρακλεία λίθος τὸν σίδηρον, ἢ


τί ἐστιν ἶρις, ἢ ὅλως τὴν τῶν νεφῶν σύστασιν, ἢ τὴν βροντήν, πόθεν, ἢ
περὶ τῶν ἀστραπῶν, πῶς γίνονται. εἶτα κατ' ὀλίγον προϊόντες ἦλθον καὶ
ἐπὶ τὸ περὶ τῶν μειζόνων διαπορεῖν τε καὶ θαυμάζειν καὶ διὰ τοῦτο φιλο-
σοφεῖν. σελήνης δὲ παθήματα εἶπε τάς τε ἐκλείψεις αὐτῆς καὶ τὰς αὐξή-
σεις καὶ μειώσεις, ὁμοίως δὲ καὶ ἡλίου τάς τε ἐκλείψεις καὶ τὰς ἀνατολὰς
καὶ τὰς δύσεις. τὸ δὲ ἀπορεῖν τε καὶ θαυμάζειν δι' ὑπόληψιν ἀγνοίας
γίνεται. προστίθησι δ' ὅτι καὶ ὁ φιλόσοφος φιλόμυθός πως

Ασκληπιός. In Aristotelis metaphysicorum libros A-Z commentaria


P. 152, line 28

αἴτιον ποιητικὸν καὶ κινητικόν; ὥστε ἐν τοῖς ἀκινήτοις οὐκ ἔστι τὸ ποι-
ητικὸν αἴτιον. ἀλλ' οὐδὲ τὸ τελικόν. καὶ τοῦτο ἐδήλωσεν εἰπὼν ἢ τὴν τοῦ
ἀγαθοῦ φύσινπῶς δυνατὸν εἶναι ἐν τοῖς ἀκινήτοις, εἴπερ πᾶν, ὃ ἂν
469

ὑπάρχῃ ἀγαθὸν καθ' αὑτὸ καὶ διὰ τὴν αὑτοῦ φύσιν, τέλος ἐστί.
διὰ γὰρ τὸ ἀγαθὸν πάντα τὰ ἄλλα γίνονται, οἷον φλεβοτομία διὰ τὴν
ὑγείαν
(ἀγαθὸν δὲ ἡ ὑγεία) ναυτικὴ διὰ τὸ τρέφεσθαι (ἀγαθὸν δὲ τὸ τρέφεσθαι),
ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων· ὥστε τὸ ὡς ἀγαθὸν αἴτιόν ἐστι
τὸ οὗ χάριν τἆλλα γίνονται, αὐτὸ δὲ οὐδενός· τὸ δὲ τοιοῦτο τέλος. ἀλλὰ
μὴν τὸ τέλος καὶ τὸτινὸς χάριν τὰ πρὸ τοῦ τέλους ποιεῖν ἐν πράξεσίν
ἐστι καὶ ἐν ταῖς ποιητικαῖς καὶ πρακτικαῖς τῶν ἐπιστημῶν· ἐν οἷς δὲ
ποίησις καὶ πρᾶξις, καὶ κίνησις ὑπάρχει, ὥστε ἐν τοῖς ἀκινήτοις οὐκ ἂν
εἴη οὐδὲ αὐτὴ ἡ αἰτία ἡ τελική, ἥτις ἐστὶ τὸ ἀγαθὸν τὸ τῇ αὑτοῦ φύσει
καὶ ἁπλῶς. τοῦτο γὰρ λέγοι ἂν διὰ τοῦ καθ' αὑτὸ καὶ διὰ τὴν αὑτοῦ
φύσιν, ὃ καὶ αὐτοαγαθὸν εἶπε. διὸ καὶ ἐν τοῖς μαθήμασιν οὐδὲν δείκνυται
διὰ ταύτης αἰτίας, τουτέστι τῆς τελικῆς, οὐδέ ἐστιν ἀπόδειξις οὐδὲ μία
διότι βέλτιον ἢ χεῖρον, ἀλλ' οὐδὲ τὸ παράπαν οὐδεὶς οὐδενὸς μέμνηται
τῶν τοιούτων. ποῖον γὰρ τέλος τὸ λέγειν ὅτι αἱ τρεῖς γωνίαι τοῦ τριγώνου
δυσὶν ὀρθαῖς ἴσαι ὑπάρχουσι; καὶ διὰ τοῦτο Ἀρίστιππος ὁ σοφιστὴς προε-
πηλάκιζεν, ὥς φησιν αὐτός, τὰ μαθήματα· ἐν μὲν γὰρ ταῖς ἄλλαις τέχναις

Ασκληπιός. In Aristotelis metaphysicorum libros A-Z commentaria


P. 343, line 22

Ἕξις δὲ λέγεται ἕνα μὲν τρόπον οἷον ἐνέργειά τις τοῦ


ἔχοντος καὶ ἐχομένου.

 Ἐντεῦθεν περὶ τῆς ἕξεως ἡμῖν λέγει, καί φησι πολλαχῶς λέγεσθαι
τὴν ἕξιν. καὶ λέγει ὅτι λέγεται ἕξις ἡ ἐνέργεια τοῦ ἔχοντος καὶ ἐχομένου,
τουτέστιν αὐτὴ ἡ σχέσις, ὥσπερ τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῆς ἐσθῆτος· ἔχει γὰρ
ὁ ἀνήρ, ἔχεται δὲ ἡ ἐσθής. λέγεται οὖν ἕξις αὕτη ἡ σχέσις τοῦ ἔχοντος
καὶ τοῦ ἐχομένου, ὥσπερ τὸ μεταξὺ τοῦ ποιοῦντος καὶ τοῦ ποιουμένου
λέγεται ποίησις καὶ πάλιν τὸ μεταξὺ τοῦ κινοῦντος καὶ τοῦ κινουμένου
λέγεται κίνησις. οὐκέτι μέντοι, λέγει, ἡμεῖς αὐτοὶ πρὸς τὴν σχέσιν λεγό-
μεθα ἔχειν σχέσιν· οὕτως γὰρ ἐπ' ἄπειρον προερχόμεθα. πάλιν, φησίν,
ἄλλον τρόπον λέγεται ἕξις ἡ διάθεσις, καθ' ἣν εὖ καὶ κακῶς διάκειται τὸ
διακείμενον ἢ πρὸς ἑαυτὸ ἢ πρὸς ἄλλο. πρὸς ἑαυτὸ μέν, ὥσπερ ἐπὶ τῆς
ὑγιείας· ἡνίκα γάρ τις ἔρρωται, λέγεται ἔχειν ἕξιν τὴν ὑγίειαν, καὶ ἡνίκα
ἀσφαλής ἐστιν ἡ φιλία, λέγεται ἔχειν ἕξιν τὴν φιλίαν. μεμαθήκαμεν δὲ
ἐν Κατηγορίαις ὅτι λέγεται ἡ διάθεσις κατὰ τῆς ἕξεως. λέγεται δὲ ἕξις
καὶ ἡ τῶν μερῶν ἀρετή· οὕτως γάρ φαμεν ἔχειν ἕξιν τὸν ὀφθαλμὸν τὸν
καλῶς ἐνεργοῦντα καὶ ποιοῦντα τὰς οἰκείας ἐνεργείας.
 Ταῦτα περὶ τῆς ἕξεως εἰρηκὼς λοιπὸν μετέρχεται καὶ λέγει ἡμῖν περὶ
470

Ασκληπιός. In Aristotelis metaphysicorum libros A-Z commentaria


P. 347, line 4

πλείονα, οἷον πολλὰ ὕδατα, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τοῦ ἀριθμοῦ, οἷον πᾶς ἀρι-
θμός, ἐπειδὴ ὁ ἀριθμὸς καθὸ ἀριθμὸς εἷς ἐστιν, αἱ μέντοι γε μονάδες
πᾶσαι, ἐπειδὴ διαφέρουσιν ἀλλήλων. ὥστε ἐνταῦθα φαίνεται ἑπόμενος
τοῖς Πυθαγορείοις καὶ τῷ Πλάτωνι· κἀκεῖνοι γάρ φασιν ὅτι ἕτερός
ἐστιν ὁ ἀριθμὸς παρὰ τὰς μονάδας· τῇ γὰρ σωρείᾳ τῶν μονάδων ἕτερός
τις ἐπιγίνεται ἔξωθεν ἀριθμός, ὥστε ἕτερός ἐστιν ἀριθμὸς παρὰ τὴν τῶν
μονάδων σωρείαν.  

Ἕξις λέγεται ἕνα μὲν τρόπον.

 Ἕξις λέγεται ἕνα μὲν τρόπον ἐνέργεια τοῦ ἔχοντος καὶ τοῦ ἐχομέ-
νου, τουτέστιν ἡ σχέσις αὐτή, ὥσπερ πρᾶξίς τις ἢ κίνησις. ὥσπερ γὰρ
ἡνίκα τὸ μὲν ποιεῖ τὸ δὲ πάσχει, καὶ ἐπὶ πυρὸς καὶ ξύλου ἐστὶ ποίησις
μεταξύ,
οὕτως καὶ τοῦ ἔχοντος ἐσθῆτα καὶ τῆς ἐχομένης ἐσθῆτος ἐστί
τις μεταξὺ ἕξις. ταύτην μὲν οὖν τὴν ἕξιν φανερὸν ὅτι οὐκ ἐνδέχεται ἔχειν,

ἵνα ὑποθώμεθα καὶ τὴν σχέσιν αὐτὴν πρὸς ἡμᾶς εἶναι σχέσιν, ἐπεὶ οὕτως
εἰς ἄπειρον βαδιούμεθα, εἰ τοῦ ἐχομένου ἔσται ἔχειν τὴν ἕξιν. πάλιν κατ'
ἄλλον τρόπον λέγεται ἕξις διάθεσίς τις, καθ' ἣν εὖ ἢ κακῶς τις διάκειται,
καὶ ἢ καθ' αὑτὸ ἢ πρὸς ἄλλο· οἷον ἡ ὑγεία καὶ ἡ φιλία ἕξεις τινὲς ὑπάρ-
χουσιν, ἀλλ' ἡ μὲν ὑγεία πρὸς ἑαυτήν, ἡ δὲ φιλία πρὸς ἕτερον. πάλιν
λέγεται ἕξις καὶ ἐπὶ μορίου εὖ ἔχοντος· διὸ καὶ ἡ τῶν μορίων ἀρετὴ
ἕξις τίς ἐστιν, ὥσπερ ἡ καλλίστη τοῦ ὀφθαλμοῦ ἐνέργεια.
Ασκληπιός. In Aristotelis metaphysicorum libros A-Z commentaria
P. 387, line 27

συνωνύμως, ἀλλὰ πρὸς ἕν, τουτέστιν ὡς τὰ ἀφ' ἑνὸς καὶ πρὸς ἕν. φησὶν
οὖν,
ὅμως ὡς ἂν βούλοιτό τις ταῦτα λεγέτω, ἢ ὁμωνύμως ἢ συνωνύμως·
μόνον
δεῖ τὴν ἔννοιαν αὐτὸν γινώσκειν τοῦ πράγματος· οὔτε γὰρ περὶ ὀνομάτων

ἐστὶν ἡμῖν ὁ λόγος. ἐκεῖνο δέ ἐστι φανερὸν ὅτι ὁ πρῶτος καὶ ἁπλῶς ὁρι-
σμὸς τῆς οὐσίας ἐστίν, ἐπειδὴ καὶ τὸ ἁπλῶς ὂν ἡ οὐσία· ἐν αὐτῇ γὰρ καὶ
τὰ συμβεβηκότα θεωροῦνται. ἔστιν οὖν καὶ τῶν συμβεβηκότων ὁρισμός,
ἀλλ' οὐχ ὁμοίως οὐδὲ πρῶτος· οὔτε γὰρ τῶν κατὰ συνέχειαν ἐχόντων τὸ
471

ἕν ἐστιν ὁρισμὸς οὔτε τῶν συνδέσμῳ. διὸ οὔ φαμεν ὁρισμὸν εἶναι τῆς
Ἰλιάδος, ἐπειδὴ μία ἐστὶ τῇ συνεχείᾳ ἡ Ἰλιάς, ἅτε δὴ ἓν ἔχουσα τέλος,
εἴ γε ἡ πᾶσα ποίησις, φησί, πρὸς τέλος ὁρᾷ τὴν ἁρπαγὴν τῆς Ἑλένης.
οὔτε δὲ τῶν συνδέσμῳ ἕν, ὥσπερ ὁ οἶκος· ἐκ γὰρ τῆς συνδέσεως τῶν λί-
θων καὶ τῶν ξύλων ἔχει τὸ ἓν ἐπίκτητον. φησὶν οὖν ὅτι οὐκ ἐξ ἀνάγκης,
ἐὰν τοῦτο τιθῶμενκαὶ ὑποθώμεθα ὁρισμὸν εἶναι τοῦδε τοῦ πράγματος, ὁ
δὲ ὁρισμὸς τὸ αὐτὸ δηλοῖ ὀνόματι, τουτέστιν ὃ ἂν ὄνομα λόγῳ τὸ αὐτὸ
σημαίνῃ, ἤδη ὁρισμὸν εἶναι τοῦτον, ὥσπερ ἐπὶ τῆς Ἰλιάδος εἰρήκαμεν καὶ

τοῦ οἴκου, ἀλλὰ τῷ λόγῳ, τουτέστι τῷ μὴ δηλοῦντι τὸ ἓν κατὰ συν-


έχειαν ἢ κατὰ σύνδεσμον. τοῦτο δὲ ἐὰνὁρισμὸς ἑνὸςπράγματος ὑπάρχῃ
μὴ ἔχοντος τὸ ἓν τῇ συνεχείᾳ, ὥσπερ ἡ Ἰλιὰς ἢ ὅσα συνδέσμῳ ἔχουσι
τὸ ἕν, ἀλλ' ὁσαχῶς λέγεται τὸ ἕν. τὸ δὲ ἓν λέγεται ὥσπερ καὶ
τὸ ὄν· τὸ δὲ ὂν τὸ μέν ἐστιν οὐσία, τὸ δὲ ποσὸν τὸ δὲ ποιόν

Ασκληπιός. In Aristotelis metaphysicorum libros A-Z commentaria


P. 398, line 32

νόσου, φησὶν ὅτι καὶ τῶν ἐναντίων τρόπον τινὰ τὸ αὐτό ἐστιν
εἶδος· τῆς γὰρ στερήσεώς ἐστιν οὐσία ἡ ἀντικειμένη οὐσία,
οἷον ὑγεία νόσου· κατὰ γὰρ τὴν ἀπουσίαν τῆς ὑγείας δηλοῦται
ἡ νόσος, ἡ δὲ ὑγεία ἐστὶν ὁ λόγοςαὐτὸς ὁ ἐν τῇ ψυχῇτοῦ ἰατροῦ.
γίνεται δὲ ὑγεία ἐκ νόσου τοῦτον τὸν τρόπον· ἐπειδὴ τόδε ἐστὶν ἡ ὑγεία,
ἡ ὁμαλότης τοῦ σώματος, εἰ τύχοι, ἀνάγκη ἐστίν, εἰ μέλλοι ὑγιάζεσθαι
τὸ ζῷον, τοδὶ ὑπάρξαι, οἷον ὁμαλότητα, ἵνα μὴ ᾖ ἀνωμαλία τῶν χυμῶν.
εἰ δὲ τοῦτο, δεῖ θερμότητος πρὸς τὸ ὁμαλῦναι· καὶ οὕτως ἀεὶ νοεῖ ὁ
ἰατρός, ἕως ἂν ἀγάγῃ εἰς τοῦτο, ὅπερ αὐτὸς δύναται ἔσχατον
ποιεῖν, τουτέστι τὸ φάρμακον, ὃ μέλλει διδόναι καὶ ὑγιάζειν. εἶταλοιπὸν
ἡ ἀπὸ τοῦ ἰατροῦ κίνησιςἐπὶ τὸν κάμνοντα ποίησις καλεῖται. ὥστε
συμβαίνει τρόπον τινὰ τὴν ὑγείαν ἐξ ὑγείας γίνεσθαι τοῦ ***
καὶ τοῦ λόγου τοῦ ἐνύλου τοῦ ἐν τῷ κάμνοντι· ὁμοίως δὲ καὶ τὴν οἰκίαν
ἐξ οἰκίας γίνεσθαι τῆςἄνευ ὕλης τὴν ἔχουσαν ὕλην· ὁ γὰρ
λόγος τῆς οἰκίας ἄυλος ὑπάρχει ὁ ἐν τῷ οἰκοδόμῳ. ἡ γὰρ ἰατρική
ἐστι καὶ ἡ οἰκοδομικὴ τὸ εἶδος τῆς ὑγείας καὶ τῆς οἰκίας. λέγω  
δή, φησίν, οὐσίαν ἄνευ ὕλης τὸ τί ἦν εἶναι, τουτέστι τὸν λόγον τῆς
ὑγείας καὶ τῆς οἰκίας.

Τῶν δὲ γενέσεων καὶ κινήσεων.

 Φησὶν ὅτι τῶν γενέσεων καὶ τῶν κινήσεων ἡ μὲν καλεῖται νόη-
σις, ἡ δὲ ποίησις, ἡ μὲν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς καὶ τοῦ εἴδους(τουτέστιν ὁ
472

Ασκληπιός. In Aristotelis metaphysicorum libros A-Z commentaria


P. 399, line 5

ἡ ἀπὸ τοῦ ἰατροῦ κίνησιςἐπὶ τὸν κάμνοντα ποίησις καλεῖται. ὥστε


συμβαίνει τρόπον τινὰ τὴν ὑγείαν ἐξ ὑγείας γίνεσθαι τοῦ ***
καὶ τοῦ λόγου τοῦ ἐνύλου τοῦ ἐν τῷ κάμνοντι· ὁμοίως δὲ καὶ τὴν οἰκίαν
ἐξ οἰκίας γίνεσθαι τῆςἄνευ ὕλης τὴν ἔχουσαν ὕλην· ὁ γὰρ
λόγος τῆς οἰκίας ἄυλος ὑπάρχει ὁ ἐν τῷ οἰκοδόμῳ. ἡ γὰρ ἰατρική
ἐστι καὶ ἡ οἰκοδομικὴ τὸ εἶδος τῆς ὑγείας καὶ τῆς οἰκίας. λέγω  
δή, φησίν, οὐσίαν ἄνευ ὕλης τὸ τί ἦν εἶναι, τουτέστι τὸν λόγον τῆς
ὑγείας καὶ τῆς οἰκίας.

Τῶν δὲ γενέσεων καὶ κινήσεων.

 Φησὶν ὅτι τῶν γενέσεων καὶ τῶν κινήσεων ἡ μὲν καλεῖται νόη-
σις, ἡ δὲ ποίησις, ἡ μὲν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς καὶ τοῦ εἴδους(τουτέστιν ὁ
λόγος ὁ ἐν τῷ ποιοῦντι) νόησις, ἡ δὲ ἀπὸ τοῦ τελευταίου τῆς νοήσεως
ἀρχομένη ἀπὸ τοῦ τεχνίτου περὶ τὸ ὑποκείμενον ποίησις. ὁμοίως δὲ καὶ
ἐπὶ
τῶν ἄλλων γίνεται, οἷον εἰ ὑγιανεῖ, δεῖ ὁμαλυνθῆναι. τί οὖν ἐστι τὸ
ὁμαλυνθῆναι; τὸ γενέσθαι τρῖψιν, εἰ τύχοι. τοῦτο δέ ἐστιν, εἰ θερμανθή-
σεται· τοῦτο δέ ἐστι τοδί. ὑπάρχει δὲ τῳδὶ δυνάμει, τουτέστι τῷ
φαρμάκῳ ὑπάρχει δυνάμει ἡ θερμότης· ἀρχόμενον γὰρ θερμαίνει. τοῦτ'
οὖν
ἐπ' αὐτῷ ἐστι τῷ βοηθήματι. τὸ οὖν ποιοῦν, ὅθεν ἄρχεται ἡ κί-
νησις τοῦ ὑγιαίνειν, ἂν μὲν ἀπὸ τέχνηςγένηται, τὸ εἶδός ἐστι τὸ
ἐν τῇ ψυχῇ(ἔχων γὰρ τὸν λόγον τῆς ὑγείας ὁ ἰατρὸς οὕτως ποιεῖ τὴν
ὑγείαν)· ἐὰν δὲ ἀπὸ ταὐτομάτουγένηται ἡ ὑγεία, ἀπὸ τοῦ λόγου γίνε

Ασκληπιός. In Aristotelis metaphysicorum libros A-Z commentaria


P. 399, line 7

Τῶν δὲ γενέσεων καὶ κινήσεων.

 Φησὶν ὅτι τῶν γενέσεων καὶ τῶν κινήσεων ἡ μὲν καλεῖται νόη-
473

σις, ἡ δὲ ποίησις, ἡ μὲν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς καὶ τοῦ εἴδους(τουτέστιν ὁ


λόγος ὁ ἐν τῷ ποιοῦντι) νόησις, ἡ δὲ ἀπὸ τοῦ τελευταίου τῆς νοήσεως
ἀρχομένη ἀπὸ τοῦ τεχνίτου περὶ τὸ ὑποκείμενον ποίησις. ὁμοίως δὲ καὶ
ἐπὶ
τῶν ἄλλων γίνεται, οἷον εἰ ὑγιανεῖ, δεῖ ὁμαλυνθῆναι. τί οὖν ἐστι τὸ
ὁμαλυνθῆναι; τὸ γενέσθαι τρῖψιν, εἰ τύχοι. τοῦτο δέ ἐστιν, εἰ θερμανθή-
σεται· τοῦτο δέ ἐστι τοδί. ὑπάρχει δὲ τῳδὶ δυνάμει, τουτέστι τῷ
φαρμάκῳ ὑπάρχει δυνάμει ἡ θερμότης· ἀρχόμενον γὰρ θερμαίνει. τοῦτ'
οὖν
ἐπ' αὐτῷ ἐστι τῷ βοηθήματι. τὸ οὖν ποιοῦν, ὅθεν ἄρχεται ἡ κί-
νησις τοῦ ὑγιαίνειν, ἂν μὲν ἀπὸ τέχνηςγένηται, τὸ εἶδός ἐστι τὸ
ἐν τῇ ψυχῇ(ἔχων γὰρ τὸν λόγον τῆς ὑγείας ὁ ἰατρὸς οὕτως ποιεῖ τὴν
ὑγείαν)· ἐὰν δὲ ἀπὸ ταὐτομάτουγένηται ἡ ὑγεία, ἀπὸ τοῦ λόγου γίνε-
ται, ἀφ' οὗ καὶ ὁ τεχνίτης ἄρχεται ποιεῖν, τουτέστιν ἀπὸ θερμότητος· γίνε-
ται γὰρ τρῖψις, καὶ ἐντεῦθεν θερμότης ἐπανίσταται αὐτῇ καὶ κολάζει τὸ

Ασκληπιός. Commentaria in Nicomachi Geraseni Pythagorei


introductionem arithmeticam (4018: 002)“Asclepius of Tralles.
Commentary to Nicomachus' introduction to arithmetic”, Ed. Tarán, L.
Philadelphia: American Philosophical Society, 1969; Transactions of the
American Philosophical Society, n.s. 59.4.Book 1, sec. 33, line 16

φησιν ὅτι ἡ ἀριθμητικὴ πολιτεύεται παρὰ τῷ δη-


μιουργῷ, εἴ γε ἐκεῖ εἰσιν οἱ λόγοι τῶν εἰδῶν πάντων.
ἀμέλει ὁ Πλάτων τὰ εἴδη ἀριθμοὺς προσαγορεύει,
ἐπειδὴ ὥσπερ ὁ ἀριθμὸς μετρητικός ἐστι καὶ περιο-
ριστικὸς ἐκείνου οὗ ἂν ᾖ ἀριθμὸς οὕτω καὶ τὰ εἴδη
πάντων ὁριστικά εἰσι καὶ μετρητικά· ἐπεὶ οὖν λόγοι
τῶν εἰδῶν ἐκεῖ τοὺς ἀριθμοὺς μιμουμένων, διὰ τοῦτο
ἀριθμητική ἐστι πρώτη ἐκεῖ. οἱ οὖν λόγοι πάντων
ἐκεῖ εἰσιν, οὐ γὰρ αὐτὰ τὰ εἴδη, καὶ διὰ τοῦτο καὶ ἡ
ποίησις λέγει, Ἀθηνᾶν μὲν τεκταίνεσθαι, Ἥφαιστον
δὲ χαλκεύειν· οὐχ ὅτι τῷ ὄντι ἐργάζονται, μυθῶδες
γὰρ τοῦτο, ἀλλ' ὅτι ἔχουσι τοὺς λόγους πάντων,
ὥσπερ ὁ ἰατρὸς πάντων τῶν νοσερῶν ἔχει τοὺς λό-
γους, μὴ ὢν αὐτὸς νοσερός. κατὰ τοῦτο τοίνυν πρώτη
ἡ ἀριθμητική. καὶ κατὰ τοὺς ἄλλους δὲ τοὺς πολυ-
θρυλλήτους κανόνας προτέρα ἐστίν· ἰστέον γὰρ ὅτι τῇ
φύσει πρῶτον λέγομεν τὸ συναναιροῦν μέν, μὴ συν-
αναιρούμενον δέ, καὶ τὸ συνεισφερόμενον μέν, μὴ συν-
εισφέρον δέ· οὕτω γοῦν φαμεν ζῷον φύσει πρῶτον
ἀνθρώπου, ἐπειδὴ ἀναιρεθέντος μὲν ζῴου καὶ ὁ
474

Ολυμπιόδωρος. Σχόλια στις Κατηγορίες του Αριστοτέλη. (4019: 002)


“Olympiodori prolegomena et in categorias commentarium”, Ed. Busse,
A.Berlin: Reimer, 1902; Commentaria in Aristotelem Graeca 12.1.
P. 54, line 17

τὸ δὲ ἐν ὑποκειμένῳ ὂν ἢ ἐν σχέσει ἐστὶν ἢ καθ' αὑτό. εἰ μὲν οὖν ἐν


σχέσει ἐστίν, ποιεῖ τὴν πρός τι κατηγορίαν, εἰ δὲ καθ' αὑτό ἐστιν, ἢ
μεριστόν ἐστιν ἢ ἀμέριστον. εἰ μὲν οὖν μεριστόν, ποιεῖ τὸποσόν, εἰ δὲ
ἀμέριστον, ποιεῖ τὸ ποιόν. τέσσαρες οὖν ἡμῖν ἀνεφάνησαν κατηγορίαι,
οὐσία,
ποιόν, ποσόν, πρός τι. γίγνονται τοίνυν ἄλλαι ἓξ τῆς οὐσίας
συμμεριζομένης ταῖς
ἄλλαις· οἷον ἡ οὐσία συμπλακεῖσα τῷ ποσῷ ποιεῖ τὸ ποῦ καὶ τὸ ποτέ,
εἴ γε οὐδὲν ἕτερόν ἐστι τὸ ποῦ εἰ μὴ τὸτὴν οὐσίαν ἐν τόπῳ εἶναι, οἷον
Σωκράτης ἐν Λυκείῳ, τὸ δὲ ποτέ τὸ τὴν οὐσίαν ἐν χρόνῳ εἶναι, οἷον
Σωκράτης ἐν Πελοποννησιακῷ πολέμῳ· χρόνος δὲ καὶ τόπος ὑπὸ τὸ
ποσὸν
ἀναφέρεται. πάλιν εἰ συμπλακείη ποιῷ, ποιεῖ τὸ ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν·
ποίησις γὰρ καὶ πάθησις κατὰ ποιότητα γίγνεται, οἷον τὸ θερμὸν ὕδωρ
ποιοῦν εἰς ἡμᾶς, τοῦτ' ἔστι θερμαῖνον, πάσχει τι καὶ αὐτὸ ὑφ' ἡμῶν,
τοῦτ' ἔστι ψύχεται, καὶ ἔστι τὸ θερμαίνειν ποιεῖν, τὸ δὲ ψύχεσθαι πάσχειν.

ὅτι δὲ ταῦτα ὑπὸ τὴν ποιὸν κατηγορίαν ἀνάγονται, πάντῃ που δῆλον.
πάλιν
εἰ συντεθείη ἡ οὐσία τοῖς πρός τι, ποιεῖ τὸ κεῖσθαι καὶ τὸ ἔχειν· ἢ γὰρ
πρὸς τὰ οἰκεῖα μόρια ἔχει τὴν σχέσιν καὶ ποιεῖ τὸ κεῖσθαι, εἴ γε οὐδὲν
ἕτερόν ἐστι τὸ κεῖσθαι ἢ τοιάδε θέσις τῶν μορίων, ἢ πρὸς ἑτέραν ἔχει
σχέσιν καὶ ποιεῖ τὸ ἔχειν, εἴ γε οὐδὲν ἕτερόν ἐστι τὸ ἔχειν ἢ οὐσίας
παρ' οὐσίαν παράθεσις. δῆλον οὖν ὡς ἐκ τῆς μιᾶς διαιρέσεως δέκα
καὶ μόνον ἡμῖν ἀνεφάνησαν κατηγορίαι. τινὲς δὲ ταύτης οὐκ ἀνέχονται

Elias Phil., Eliae (olim Davidis) Σχόλια στις Κατηγορίες του


Αριστοτέλη. (4020: 002)“Eliae in Porphyrii isagogen et Aristotelis
categorias commentaria”, Ed. Busse, A.Berlin: Reimer, 1900;
Commentaria in Aristotelem Graeca 18.1.P. 240, line 21

ρήμασιν ὀνομάζει τινὰς ἐξ αὐτῶν ἰσοδυναμοῦσι ῥήμασιν ἀπαρεμφάτοις·


τὸ γὰρ ποῦ ταὐτὸν τῷ ἐν τόπῳ εἶναι καὶ τὸ ποτέ τῷ ἐν χρόνῳ εἶναι, τὸ δὲ
475

εἶναι ἀπαρέμφατον ῥῆμα.  Μηκύνας οὖν ὁ Ἀριστοτέλης τὸν περὶ τῶν


ἁπλῶν κατηγοριῶν λόγον ἔχει δι' αὐτῶν καὶ τὰς συμπεπλεγμένας.
προέταξε δὲ τῶν συμπεπλεγμένων τὸ ποιεῖν καὶ πάσχειν διὰ δύο αἰτίας· ἢ
ὅτι περὶ ποιότητα τὸ ποιεῖν καὶ
πάσχειν ἢ ὅτι ἐμνήσθη ἐν τῷ περὶ ποιότητος λόγῳ τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν,

ὅτε τὴν διὰ φόβον ὠχρίασιν καὶ τὸ δι' αἰδῶ ἔρευθος ὑπὸ τὸ πάσχειν
ἀνήγαγεν. ἐπέγραψε δὲ Περὶ τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν, οὐ Περὶ ποιοῦντος
καὶ πάσχοντος, διότι τὸ ποιοῦν καὶ πάσχον τῶν πρός τι, οὐ Περὶ ποιήσεως

καὶ παθήσεως· ἡ γὰρ ποίησις διττή· λέγεται γὰρ ποίησις καὶ αὐτὴ ἡ
ἐνέργεια καὶ τὸ ἀποτέλεσμα, οἷον ἀβάκιον, ἅπερ προδήλως ὑπὸ ἄλλην
κατη-
γορίαν ἀνάγονται. οὕτω δὲ συγγενὲς τὸ ποιεῖν καὶ πάσχειν τῇ ποιότητι,
ὅτι καὶ τὰ ἴδια τῆς ποιότητος ὑπάρχει τῷ ποιεῖν καὶ πάσχειν· ἐναντία
γὰρ τὸ ποιεῖν καὶ ποιεῖν, οἷον τὸ θερμαίνειν τῷ ψύχειν ἐστὶν ἐναντίον.
ἀλλὰ καὶ τὸ πάσχειν τῷ πάσχειν ἐναντίον· τὸ γὰρ θερμαίνεσθαι τῷ
ψύχεσθαι
ἐναντίον. ὑπάρχει δὲ τῷ ποιεῖν καὶ πάσχειν ὥσπερ τὰ ἐναντία οὕτω καὶ
τὸ μᾶλλον καὶ ἧττον· ἔστι γὰρ μᾶλλον θερμαίνειν καὶ μᾶλλον ψύχειν καὶ
ἧττον θερμαίνειν καὶ ἧττον ψύχειν, καὶ μᾶλλον θερμαίνεσθαι καὶ
ψύχεσθαι καὶ ἧττον.

David Phil., Prolegomena philosophiae (4021: 001)


“Davidis prolegomena et in Porphyrii isagogen commentarium”, Ed.
Busse, A.Berlin: Reimer, 1904; Commentaria in Aristotelem Graeca
18.2.P. 17, line 3

τε ὄντος καὶ φιλοσόφου (οἱ γὰρ πάλαι φιλόσοφοι καὶ νομοθέται ἦσαν)·
  ἤλυθες, ὦ Λυκόεργε, ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν·
  δίζω ἤ σε θεὸν μαντεύσομαι ἠὲ καὶ ἄνδρα.
  ἀλλ' ἔμπης σε θεὸν μαντεύσομαι, ὦ Λυκόεργε.
διστάζει δὲ οὐχ ὡς ἀγνοοῦσα τί αὐτὸν καλέσῃ καὶ δεομένη εἰς τοῦτο
ἄλλης
Πυθίας, ἀλλ' ἵνα δείξῃ ἀμφήριστον τὴν τοῦ θεοῦ φύσιν καὶ τὴν τοῦ
ἀνδρός,
ὅθεν ἐπιφέρει
  ἀλλ' ἔμπης σε θεὸν μαντεύσομαι.  
 Ὅτι δὲ τέλειος φιλόσοφος ὅμοιός ἐστι τῷ θεῷ, δῆλον, ἐπειδὴ τοῖς αὐτοῖς
χαρακτηρίζεται, οἷσπερ καὶ ὁ θεός· ὥσπερ γὰρ ὁ θεὸς χαρακτηρίζεται τῷ
ἀγαθῷ καὶ τῷ γνωστικῷ καὶ τῷ δυνατῷ, ὡς καὶ ἡ ποίησις δηλοῖ λέγουσα
476

ἐπὶ μὲν τοῦ ἀγαθοῦ   θεοὶ δωτῆρες ἐάων,

David Phil., Prolegomena philosophiae P. 59, line 4

πλησιάζον ἡμῖν, ἅτε δὴ πάντῃ ἔνυλον ὄν. τὸ δὲ μαθηματικὸν μέσον ἐστὶ


τοῦ τε φυσιολογικοῦ καὶ θεολογικοῦ ὡς καὶ τῶν δύο μετέχον· καὶ γὰρ
ἔνυλόν ἐστιν ὁμοίως τῷ φυσιολογικῷ καὶ ἄυλον ὁμοίως τῷ θεολογικῷ·
ὡς
εἴρηται γάρ, τὸ μαθηματικὸν τῇ μὲν ὑποστάσει ἔνυλόν ἐστι τῇ δὲ ἐπινοίᾳ
ἄυλον. τὸ δὲ θεολογικὸν ἐξ ἀνάγκης ὕστερόν ἐστιν· οὐδὲ γὰρ δύναται
εἶναι μετὰ τὸ φυσιολογικόν, ἐπειδὴ οὐ δεῖ ἀπὸ τῶν πάντῃ ἐνύλων εὐθέως
ἐπὶ τὰ πάντῃ ἄυλα ἔρχεσθαι, ἐπεὶ πάσχομεν ὃ πάσχουσιν οἱ πολὺν χρόνον

ἐν σκότει διάγοντες καὶ εὐθὺς πρὸς τὸν ἥλιον θεωροῦντες· οἱ γὰρ πολὺν
χρόνον ἐν σκότει διατρίβοντες καὶ εὐθέως εἰς τὸν ἥλιον θεωροῦντες ἀπο-
τυφλοῦνται. οὕτως οὖν οὐ δεῖ ἀπὸ τῶν πάντῃ ἐνύλων εὐθέως ἐπὶ τὰ
πάντῃ ἄυλα ἔρχεσθαι· οὕτω γὰρ αἰνιττομένη ἡ ποίησις λέγει περὶ Ὤτου
καὶ Ἐφιάλτου ταῦτα·
 Ὄσσαν ἐπ' Οὐλύμπῳ μέμασαν θέμεν, αὐτὰρ ἐπ' Ὄσσῃ
 Πήλιον εἰνοσίφυλλον, ἵν' οὐρανὸς ἀμβατὸς εἴη.
καὶ κατὰ μὲν τὸ φαινόμενον τοῦτο λέγει ὅτι ὁ Ὦτος καὶ ὁ Ἐφιάλτης
ἠθέλησαν θεῖναι ὄρη ἐπάνω ἀλλήλων, βουλόμενοι μηχανήσασθαι τὴν εἰς
οὐρανὸν ἄνοδον, ἀλληγορικῶς δὲ νοούμενα ταῦτα δηλοῦσιν ὅτι ἐκεῖνοι
εὐθέως ἀπὸ τῶν φυσικῶν καὶ πάντῃ ἐνύλων πραγμάτων ἐπὶ τὴν γνῶσιν
τῶν θείων ἠβουλήθησαν ἐπιπηδῆσαι. ἀπὸ οὖν τοῦ μαθηματικοῦ δεῖ ἐπὶ
τὰ θεολογικὰ ἔρχεσθαι. ὅτι δὲ τοῦτο ἀληθές ἐστιν, δηλοῖ ὁ Πλάτων περὶ
τοῦ μαθηματικοῦ διαλεγόμενος καὶ λέγων ὅτι ‘αὕτη ὁδός, ταῦτα
μαθήματα,

David Phil., In Porphyrii isagogen commentarium (4021: 002)


“Davidis prolegomena et in Porphyrii isagogen commentarium”, Ed.
Busse, A.Berlin: Reimer, 1904; Commentaria in Aristotelem Graeca
18.2.P. 106, line 16

μύθων τὴν ἰδίαν φιλοσοφίαν ἐδίδαξε· τούτου δὲ πρὸς τὴν φράσιν


προσέχων
τις οὐ δύναται τὰ βάθη τῆς διανοίας καταλαβεῖν· ἄλλα γὰρ τὰ φρασθέντα
καὶ ἄλλα τὰ μεθερμηνευόμενα κατὰ ἀλληγορίαν. περὶ τούτου δὲ
Ἀπολλώνιος
ὁ Τυανεὺς ἔφη ‘ὁ πάντα εἰπὼν καὶ πάντα σιγήσας’. διὰ τοῦτο γινώσκων
ὁ Πλάτων τὸ βάθος τῶν θεωρημάτων ποικίλον παρεκελεύετο μὴ
477

ἀναγινώ-
σκειν τοὺς νέους τὸν Ὅμηρον, ἵνα μὴ τῇ φράσει προσέχοντες οἰηθῶσι
εἶναι τὸν νοῦν κατὰ τὴν φράσιν καὶ οὕτως ἐπιμείνωσιν ἔχοντες· ἀγαπᾷ
γὰρ τῶν νέων ἡ ἀκοὴ σώζειν τῶν οἰκείων διδασκάλων τὴν φωνήν·
νομίζει γὰρ ἀληθῆ λέγειν αὐτὸν ἄνδρα θεὸν τρῶσαι, καὶ πολλάκις τοῦτο
οὕτως ἔχειν οἰόμενος ταῦτα διαπράξασθαι βουληθείη. τελείοις οὖν περὶ
τὴν
ἀκρίβειαν τῶν θεωρημάτων καταγινομένοις ἡ Ὁμηρικὴ ποίησις
πεποίηται.
πεποίηται τοίνυν ἡ ἀσάφεια τῶν θεωρημάτων καὶ τῆς λέξεως, ἵνα τοὺς
νόθους διακρίνῃ ἐκ τῶν γνησίων· ἄτοπον γάρ, εἰ τὰ ἄλογα ζῷα τὰ γνήσια
γεννήματα διακρίνειν σπεύδει ἐκ τῶν νόθων, ὁ δὲ ἄνθρωπος οὐ ταὐτόν
τι χαίρων ποιήσει ἔχων τὸν λόγον, ᾧ ῥυθμίζεται ἀνθρώπου φύσις· ὁ γοῦν
ἀετὸς τὰ ἴδια τέκνα μαθεῖν σπεύδων εἰ γνήσιά εἰσιν ἀνταυγάζειν πρὸς τὴν

ἀκτῖνα τοῦ ἡλίου ποιεῖ, καὶ εἰ μὲν γνήσια ᾖ, ἀκινήτοις ὀφθαλμοῖς δέχεται
τὰς βολὰς τῶν ἀκτίνων, εἰ δὲ νόθα, οὐκ ἐνατενίζειν πρὸς τὴν ἔκλαμψιν
τῶν
ἀκτίνων οἷά τέ ἐστι, τὸ νόθον ἐκ τούτου ἐμφαίνοντα. τούτου οὖν χάριν
οἱ παλαιοὶ τοὺς γνησίους βουλόμενοι ἐκ τῶν νόθων διακρίνειν ἀσάφειάν
τινα ἐποίουν, ἵνα εἰ μέν τις γνήσιος ᾖ, τὴν ἀσάφειαν τῶν θεωρημάτων

Agathias Scholasticus Epigr., Hist., Historiae (4024: 001)


“Agathiae Myrinaei historiarum libri quinque”, Ed. Keydell, R.
Berlin: De Gruyter, 1967; Corpus fontium historiae Byzantinae 2. Series
Berolinensis.P. 4, line 30

τέα. 7 ἐτύγχανον γὰρ μᾶλλον δή τι ἐκ παίδων τῷ ἡρώῳ ῥυθμῷ


ἀνειμένος, καί με ἤρεσκε τὰ ἡδύσματα τῶν τῆς ποιητικῆς κομψευμάτων.

καὶ τοίνυν πεποίηταί μοι ἐν ἑξαμέτροις βραχέα ἄττα ποιήματα, ἃ δὴ


Δαφνιακὰ ἐπωνόμασται, μύθοις τισὶ πεποικιλμένα ἐρωτικοῖς καὶ τῶν
τοιούτων ἀνάπλεα γοητευμάτων. 8 ἔδοξε δέ μοι πρότερον κἀκεῖνο
ἀξιέπαινόν τι εἶναι καὶ οὐκ ἄχαρι, εἴ γε τῶν ἐπιγραμμάτων τὰ ἀρτιγενῆ
καὶ νεώτερα, διαλανθάνοντα ἔτι καὶ χύδην οὑτωσὶ παρ' ἐνίοις ὑποψιθυ-
ριζόμενα, ἀγείραιμί τε ὡς οἷόν τε εἰς ταὐτὸ καὶ ἀναγράψαιμι ἕκαστα ἐν
κόσμῳ ἀποκεκριμένα. καὶ οὖν δὴ καὶ τόδε μοι ἐκτετέλεσται ἕτερά τε πολ-
λὰ ἀγωνίσματα, τοῦ μὲν ἀναγκαίου χάριν οὐ μάλα πεποιημένα, ἄλλως
δὲ ἴσως προσαγωγὰ καὶ θελκτήρια. 9 καὶ γὰρ δῆτα ἡ ποίησις ἱερόν τι
χρῆμα καὶ θεσπέσιον. ἐνθουσιῶσι γοῦν ἐν αὐτῇ αἱ ψυχαί, εἴποι ἂν ὁ  
σοφὸς ὁ Ἀρίστωνος, καὶ λίαν ὠδίνουσιν ἐπαφρόδιτα, ὅσαι δὴ ὡς ἀληθῶς
μουσόληπτοι γίνονται καὶ τῇδε κάτοχοι τῇ βακχείᾳ. 10 ἐμοὶ μὲν οὖν
478

τοῖσδε θαμίζειν ἐδόκει καὶ οὐ μήποτε ἑκόντι εἶναι τὰ νεανικὰ ταῦτα καὶ
ἐπιτερπῆ σπουδάσματα μεθιέναι, ἀλλ' ἕπεσθαι τῷ Δελφικῷ ἐκείνῳ προ-
γράμματι καὶ τὰ οἰκεῖα γιγνώσκειν. ἐπειδὴ δὲ ἐν τῷ κατ' ἐμὲ χρόνῳ
ξυνέβη μεγάλους μὲν πολέμους πολλαχοῦ τῆς οἰκουμένης ἀπροσδόκητα
ξυρραγῆναι ἐθνῶν τε πολλῶν βαρβαρικῶν μεταναστάσεις γενέσθαι καὶ
πράξεων ἀδήλων τε καὶ ἀπίστων παραλόγους ἀποβάσεις καὶ τύχης ἀτά-
κτους ἀντιρροπίας γενῶν τε καταλύσεις καὶ πόλεων ἀνδραποδισμοὺς

Agathias Scholasticus Epigr., Hist., Historiae P. 10, line 5

μῶν διεφθάρη οἵ τε περισωθέντες τῶν Γότθων, ἐγκειμένων σφίσι Ῥω-


μαίων καὶ οὐκ ἀνιέντων, πιεζόμενοι ταῖς τε ἐπιδρομαῖς καὶ ὅτι ἐν χώρῳ
ἀνύδρῳ ἐτύγχανον ξυνειλεγμένοι, σπονδὰς τίθενται πρὸς Ναρσῆν, ἐφ'
ᾧ τὴν μὲν οἰκείαν ἀδεῶς νέμοιντο χώραν, βασιλεῖ δὲ τῷ Ῥωμαίων
κατήκοοι τὸ λοιπὸν ὄντες διατελοῖεν· ἐπειδὴ ταῦτα τῇδε ἐχώρει, ἐδόκει  
μὲν ἅπασι πέρας ἔχειν τὰ τῶν ἐν Ἰταλίᾳ πολέμων· τὰ δὲ ἦν ἄρα προοί-
μια. 2 οἶμαι γὰρ οὐδὲ ἐπιλείψειν ποτὲ τὸν αἰῶνα ἡμῶν τὰ τοιάδε,
μένειν δὲ ἐς ἀεὶ καὶ ἀκμάζειν, ἔστ' ἂν ἡ αὐτὴ φύσις ἀνθρώπων ᾖ, ἐπεὶ καὶ
ἄνωθεν ἡμῖν, ὡς ἔπος εἰπεῖν, συνεισῆλθε τῷ βίῳ. καὶ οὖν μεστὴ μὲν ἡ
ποίησις, πλήρης δὲ ξύμπασα ἱστορία πολέμων τε καὶ παρατάξεων, καὶ
οὐκ ἂν ἄλλο τι εὕροις ἐν τοῖσδε κατὰ τὸ μᾶλλον ἀναγεγραμμένον. 3 αἴτι-
ον δὲ οἶμαι τούτων οὐχ, ὅπερ οἱ πολλοί φασιν, ἀστέρων τε πορείας καὶ
τὸ μεμορμένον καί τινας παραλόγους ἀνάγκας· εἰ γὰρ τὰ τῆς πεπρω-
μένης ἐν πᾶσι νικῴη, ἀφαιρεθείη δὲ τῶν ἀνθρώπων τὸ προαιρετὸν καὶ
ἑκούσιον, παραινέσεις μὲν ἁπάσας καὶ τέχνας καὶ διδασκαλίας κενὰ καὶ
ἄχρηστα νομιοῦμεν, οἰχήσονται δὲ φροῦδοι καὶ ἄκαρποι αἱ τῶν ἄριστα
βιούντων ἐλπίδες. 4 οὐ μέντοι ἀλλ' οὐδὲ τὸ θεῖον αἴτιον, ὥς γε ἐμὲ γι-
γνώσκειν, φόνων τε καὶ συμπλοκῶν ἡγεῖσθαι προσήκει. τὸ γὰρ ἀγαθὸν
ἐκεῖνο καὶ ἀλεξίκακον φόνιόν τε καὶ φιλοπόλεμον οὔτ' ἂν ἔγωγε φήσαιμι
οὔτε εἰπόντι πιστεύσαιμι.

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis


artem Ρητορική. m commentarium (4026: 001)“Anonymi et Stephani
in artem Ρητορική. m commentaria”, Ed. Rabe, H.Berlin: Reimer, 1896;
Commentaria in Aristotelem Graeca 21.2.P. 164, line 24

ποιητικαῖς λέξεσιν· οἱ γὰρ ἄνθρωποι ἀεὶ εἰώθασι θαυμάζειν τὰ ἀπόντα,


ἤτοι ἃ οὐκ εἰώθασιν ἀεὶ ἢ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ βλέπειν, καὶ οἱ ἀκροαταὶ θαυ-
μάζουσιν ἐκείνας τῶν λέξεων, ἃς οὐκ εἰώθασιν ἀεὶ ἢ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ
ἀκούειν· καὶ διὰ τοῦτο, ἡνίκα παρεμπέσῃ τις λέξις ποιητική, εὐθὺς θαυ-
479

μάζεται παρ' αὐτῶν ὡς ἀσυνήθης. διὸ καὶ ὁ Ἑρμογένης παρακελεύεται


χρᾶσθαι καὶ ἐν τῷ μεταξὺ τοῦ λόγου στίχῳ ἡρωικῷ, πλὴν καὶ παραφθεί-
ρειν αὐτόν, ἵνα μὴ ᾖ πάντῃ ἔμμετρος, ἀλλὰ καὶ τελευτᾶν εἰς πεζόν.
[b12] ἐπὶ μὲν τῶν μέτρωνἤτοι τῶν ἐμμέτρων λόγων ἤτοι τῶν ἡρωι-
κῶν στίχων πολλὰδύναται τοῦτοἤτοι τὸ ποιητικαῖς χρᾶσθαι λέξεσι καὶ
ἁρμόττειτοῦτο ἤτοι ἡ τῶν ποιητικῶν λέξεων χρῆσις ἐκεῖἤτοι περὶ
τοὺς ἡρωικοὺς στίχους· τὰ γὰρ πράγματα, περὶἃ ἡ ποίησις καταγίνεται,
καὶ τὰ πρόσωπα, περὶ οὓςἤτοι περὶ ἃ ὁ ποιητικὸς λόγος καταγίνεται,
κατὰ πολὺ διαφέρουσι τῶν προσώπων καὶ τῶν πραγμάτων, περὶ ἃ ἡ
ῥητο-
ρικὴ καὶ ὁ ῥήτωρ καταγίνεται· ἐκεῖ μὲν γὰρ ἐπὶ τῆς ποιήσεως οἱ ἀκροαταὶ
τῶν
ποιητικῶν λόγων σοφοί, ἐνταῦθα δὲ ἐπὶ τῶν ῥητορικῶν λόγων οἱ
ἀκροαταὶ
πολλοὶ ἤτοι χυδαῖοι καὶ διὰ τοῦτο δεῖ τοὺς ῥήτορας χρᾶσθαι λέξεσι
συνήθεσι· καὶ ἐπὶ μὲν τῆς ῥητορικῆς τὰ πράγματα πολιτικά, ἐπὶ δὲ τῶν
ποιητικῶν λόγων τὰ πράγματά εἰσιν ἱστορικὰ καὶ πεπλασμένα· ὥστε
κατὰ πολὺ ἐξέστηκενἤτοι διαφέρει. [b14] ἐν δὲ τοῖς ψιλοῖς λόγοιςἤτοι
τοῖς ῥητορικοῖς χρώμεθα κατὰ πολὺ ἐλάττοσιπράγμασιν· τὰ γὰρ πολιτικὰ
ἐλάττω εἰσὶ τῶν ἱστορικῶν· αἱ γὰρ ἱστορίαι πράγματα μεγάλα
ἀφηγοῦνται. [b15] ἡ γὰρ

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 169, line 28

ἔστιν ἀξίωμα μεῖζον ἢ κατὰ ἀξίανἤτοι τοῦ ἀξιώματος τοῦ δεκάρχου


καὶ ναυάρχου ἤτοι τοῦ ἁρμόττοντος τῷ ἐπιστατοῦντι τῶν κωπηλατῶν.
[a31] οὐ κέκλεπταιἤτοι οὐκ ἔλαθεν ἡ μεταφορὰ αὕτη ἡ μετακομίσασα
τὸ ἀνάσσειν ἀπὸ τοῦ βασιλέως ἐπὶ τὸν ναύαρχον, ὡς ἔστι ψυχρά. ἔστι
δὲ καὶ ἐν ταῖς συλλαβαῖςἤτοι ταῖς λέξεσιν ἁμαρτάνειν,εἰ οὔκ εἰσιν
αἱ συλλαβαὶ σημεῖα φωνῆς ἡδείας, εἴ γε συγκρούσεις συμφώνων ἔχουσι·
τραχύνουσι γὰρ τὴν γλῶτταν ὡς μὴ δυναμένην ῥᾳδίως ἐκφωνεῖν αὐτάς.
[a32] χαλκοῦν Διονύσιον λέγει τὴν Διονυσίου στήλην· οὗτος οὖν τοῖς
ἐλεγείοιςτοῖς ἀναγεγραμμένοις ἐν τῇ στήλῃ αὐτοῦ τὴν ποίησινπροσα-
γορεύει καὶ καλεῖ κραυγὴν Καλλιόπης· ἄμφωγὰρ ἤτοι καὶ ἡ κραυγὴ
καὶ ἡ ποίησις φωναίεἰσι· τὸ γοῦν κραυ ἐν τῇ ἐκφωνήσει τῇ κραυγῆς
τραχύνει τὴν φωνὴν καὶ λυπεῖ τὸν ἐκφωνοῦντα διὰ τὴν τῶν συμφώνων
παρεμπλοκήν. ἀσήμους φωνὰς λέγει τὰς τραχείας τὰς συγκρούσεις συμ-  
φώνων ἐχούσας. [a35] ἔτι δὲ οὐ δεῖποιεῖν τὰς μεταφορὰς πόρρωθεν,
ἀλλ' ἐκ τῶν συγγενῶν καὶ ὁμοειδῶν τὰ ἀνώνυμα ὠνομασμένως,
ἤτοι ὅταν, ἐφ' οἷς οὐ κεῖται ὄνομα, εὑρεθῇ κατάλληλον ὄνομα ἀπὸ ἑτέρου
480

πράγματος, ὅπερ (τοῦτο τὸ εὑρεθὲν ὄνομα κατάλληλον) ῥηθὲν εὐθὺς


δηλώσει, ὅτι συγγενέςἐστιν, ἤτοι ὅτι ἀπὸ συγγενοῦς καὶ ὁμοειδοῦς
ἐλήφθη. [b1] εὐδοκιμοῦν αἴνιγμα λέγει τὸ ἄριστον. πυρίχαλκονλέγει
τὸ ὑέλιον ὡς ἐν πυρὶ χαλκευθέν·

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 176, line 31

λόγῳ καὶ καταχρώμενοι ταῖς ποιητικαῖς λέξεσιν ἅμα τῇ ἀπρεπείᾳἐμποι-


οῦσι καὶ τὸ γελοῖον. ὅταν γὰρ ἐπεμβάλῃἤτοι χρήσηται τῇ περι-
φράσει ἐν τῷ γινώσκοντιἀνθρώπῳ τὴν φύσιν τοῦ λευκοῦ καὶ εἴπῃ
’γάλα λευκόν’, διαλύει τὸ σαφὲςκαὶ ἀδολεσχίαν ποιεῖ ἐν τῷ ἐπισκο-
τεῖν· ὅτανδὲ τὸ πρᾶγμα ᾖ ἀνώνυμονἤτοι οἰκεῖον ὄνομα οὐκ ἔχῃ,
τότε χρώμεθα τοῖς διπλοῖςἤτοι τοῖς ἐπιθέτοις, καὶὅταν ὁ λόγος ᾖ
εὐσύνθετος(ἀπὸ κοινοῦ γὰρ τὸ ὅταν ληπτέον)· [a37] οἷον τὸ χρο-
νοτριβεῖνκαὶ ἐπίθετός ἐστι λέξις καὶ εὐσύνθετος καὶ κεῖται ἐπὶ πράγ-
ματι μὴ ἔχοντι ὄνομα· τῇ γὰρ ἐπί τινι πράγματι χρονίσει οὐκ ἔθεντο οἱ
παλαιοὶ ὄνομα. ἀλλ' ἂν πολὺἤτοι κατακόρως χρώμεθα τοῖς ἐπιθέτοις,
δόξει ποιητικὸν ἤτοι ποίησις ὁ πεζὸς λόγος. [b1] διθύραμβοι λέγονται
οἱ λυρικοὶ ὡς ὁ Πίνδαρος καὶ ἁπλῶς οἱ πρὸς τὸν Διόνυσον ὕμνοι· ὁ γὰρ
Διόνυσος διθύραμβος ἐλέγετο, καθ' ὃ εἶχε καὶ αἰδοῖον ἀνδρὸς καὶ αἰδοῖον

γυναικὸς καὶ ἐτέλει καὶ τὰ τῶν ἀνδρῶν καὶ τῶν γυναικῶν· οἱ δὲ εἶπον
διθύραμβα τὰ ἔχοντα ἐρωτήσεις καὶ ἀποκρίσεις. [b2] οὗτοι γὰροἱ
διθυραμβοποιοὶ ψοφώδεσιν ἤτοι κομπηραῖς λέξεσι χρῶνται. αἱ δὲ
γλῶτται
ἤτοι αἱ διάλεκτοι χρήσιμοι τοῖς ἐποποιοῖς·τὸ σεμνὸν γὰρἤτοι τὸ
ὀγκηρὸν τῆς λέξεως καὶτὸ αὔθαδεςἤτοι ἡ ψόφον ἀποτελοῦσα λέξις, ὃ
ἔχουσιν αἱ διάλεκτοι, ἁρμόζει τοῖς ἔπεσιν. ὁ μὲν Πλάτων ἐτυμολογεῖ τὸ
αὔθαδες ἐκ τοῦ ἁδεῖν καὶ ἀρέσκειν ἑαυτῷ· κατεβιβάσθη γὰρ τὸ πνεῦμα
τοῦ ε εἰς τὸ ἄλφα· οἱ δὲ λέγουσι παρὰ τὸ ἅδης εἶναι ἑαυτοῦ. [b3] ἡ

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 184, line 22

 Ὄγκονδὲ ἤτοι τὸ μέγεθος δὲ λέξει ἤτοι τῇ φράσει καὶ μῆκος


χαρίζεται τὸ λέγειν τὸν ὁρισμὸν ἀντὶτοῦ ὀνόματος, οἷον μὴεἰπεῖν
κύκλον, ἀλλὰσχῆμα ἐπίπεδον,οὗ αἱ ἐκ τοῦ μέσου ἐκβληθεῖσαι περι-
φέρειαι ἴσαι ἀλλήλαις εἰσίν. [b28] εἰ δὲ σύντομον καὶ γοργὸν τὸν λόγον
μέλλομεν ποιῆσαι, ἀντὶ τοῦ λόγουἤτοι τοῦ ὁρισμοῦ δεῖ εἰπεῖν τὸ ὄνομα
ἤτοι κύκλον. ἂν δὲ ἐν τῷ ὀνόματιᾖ τὸ αἰσχρόν,ἤτοι [τὸ] ἐπεὶ
481

αἰσχρόν ἐστι τὸ λέγειν ‘ὁ δεῖνα τὴν δεῖνα διέφθειρε’, δεῖ τὸν λέγοντα
λέγειν ὅτι “λῦσε δὲ παρθενικὴν ζώνην”. [b31] δεῖ δὲ δηλοῦν τὸ πρᾶγμα,
εἰ αἰσχρόν ἐστι, διὰ μεταφορῶν καὶ ἐπιθέτων, εὐλαβεῖσθαι δέ, ἵνα μὴ
πυκνοτέρως χρᾷ ταῖς μεταφοραῖς καὶ τοῖς ἐπιθέτοις, ἵνα μὴ ὁ λόγος δόξῃ
ποίησις. συμβάλλεται δὲ εἰς τὸν ὄγκον καὶ τὸ μέγεθος καὶ μῆκος τοῦ
λόγου τὸ ποιεῖν τὸ ἓν πολλά,οἷον μὴ λέγειν λιμένα ἀλλὰ λιμένας.
[b35] μία ἐστὶν ἡ διαπτυχὴ τῆς δέλτου ἤτοι βίβλου καὶ εἴρηκε διαπτυ-
χαί.διαπτυχή ἐστιν ἡ τῶν δύο σανίδων συνοχὴ ἡ συνέχουσα ἐντὸς τὰ
τετράδια. διαπτυχή ἐστι καὶ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐπὶ θύρας συμβαλτῆς.
ἀπὸ τῆς δέλτου οὖν τῆς ἀνοιγομένης καὶ συγκλειομένης εἶπε καὶ περὶ τοῦ

οὐρανοῦ ἀνοίγεσθαι αὐτοῦ τὰς διαπτυχάς. [b35] καὶ μὴ ἐπιζευγνύναι


τὰ δύο ὑπὸ τοῦ ἑνὸς ἄρθρου, οἷον τῆς ἡμετέρας γυναικός,ὅπερ ποιεῖ
συντομίαν, ἀλλ' ἑκάτερα, ἤτοι καὶ τῆς γυναικὸς καὶ τῆς ἡμετέρας, ἔχειν
ἑκάτερονἤτοι τὰ οἰκεῖα ἄρθρα ἤτοι τῆς γυναικὸς τῆς ἡμετέρας. 
[b37] μετὰ συνδέσμουλέγω τοῦ καί, ἐὰν εἴπω πορευθεὶς

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 189, line 35

μασι, καὶ εἴ τι ἂν βούλοιο. [b15] ὁ δὲ Ἰσοκράτηςἐγκώμιον ποιεῖται


στρατιωτῶν πολεμησάντων καὶ τινῶν μὲν σφαγέντων τινῶν δὲ καὶ
σωθέντων,
καί φησιν ἐν τῷ τέλει τοῦ ἐγκωμίου ‘φήμη δὲπάντων καὶ ἡ γνώμη
πάντων οὕτως ἔχειν ταῦτα, ἃ λέγω ἐπαινῶν, μαρτυροῦσι καὶ
διαβεβαιοῦσι
καὶ μὴ ἄλλως· ἀλλὰ λέγουσι ταῦτα καὶ οἱ στρατιῶται οἱ τὸν τότε ὑπο-
στάντες πόλεμον, οἳ καὶ ἔτλησαν τὰ δεινὰ καὶ διεσώθησαν.’ [b17]
φθέγγονται γὰρ τὰ τοιαῦταἤτοι τὰ παράλληλα, οἷον φήμη, γνώμη,
ἐνθουσιάζοντες· ὥστε καὶοἱ ἀκροαταὶ ὁμοίως ἔχοντεςἤτοι ἐνθου-
σιάζοντες καὶ ὅλοι γενόμενοι τοῦ λέγοντος ἀποδέχονταιτοὺς ῥήτορας
λέγοντας τοιαῦτα ἤτοι παράλληλα. [b18] διὸ καὶτὸ τὰ τοιαῦτα λέγειν
ἤτοι παράλληλα, ἐπεὶ καὶ τῶν ἐνθουσιαζόντων ἐστὶν ἡ ποίησις, λοιπὸν
τῇ
ποιήσειἁρμόττει. ἢ δεῖ οὕτωςλέγειν τὰ παράλληλα μεταποιῆσαι τοὺς  
ἀκροατὰς ἐνθουσιάζειν καὶ ἀποδέχεσθαι τοὺς λέγοντας ἢ μετ' εἰρωνείας
ἤτοι ἢ δεῖ χρᾶσθαι τῇ εἰρωνείᾳ μετὰ τὸ ἀποδεῖξαι τὸν δεῖνα προδότην
τῆς πατρίδος καὶ λέγειν μετ' εἰρωνείας πάντα μετὰ τὰς ἀποδείξεις ‘ὁ
καλὸς οὑτοσί, ὁ γενναῖος’. [b20] οἱ λόγοι τοῦ Γοργίου, ὃν παρεισάγει
ὁ Πλάτων διαλεγόμενον, εἰρωνευτικοί εἰσιν ἅπαντες.
 Τὸ μὲν γὰρεἶναι τὴν λέξιν ἔμμετρον καὶ μετρικῷ ἀνήκουσαν
ἀνδρὶ ἐστὶν ἀπίθανον,ἤτοι ὁ ταῦτα λέγων τὰ ἔμμετρα ἀπίθανός ἐστι
482

καὶ ψευδής· [b22] δοκεῖ γὰρ πεπλάσθαιἤτοι ἐπιτηδεύειν τὰς τοιαύτας


ἐμμέτρους λέξεις διὰ τὸ ἀπατῆσαι, καὶ ἅμαἡ τοιαύτη λέξις ἡ ἔμμετρος

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 191, line 11

ποτὲ κʹ· καὶ γὰρ τὸ ἄπειρονἤτοι τὸ μηδ' ὅλως ὑποπῖπτον μέτρῳ τινὶ
διὰ τὴν ἀπειρίαν ἀηδέςἐστι καὶ ἄγνωστον.[b28] πάντα δὲ τὰ κῶλα
περαίνονται καὶ μετροῦνται ἀριθμῷ,οὐ μὴν ὡρισμένῳ ἀλλ' ἀορίστῳ·
ἢ γὰρ ιεʹ συλλαβαῖς ἢ ιηʹ. διὸ καὶ ὁ ἀριθμὸςτῆς λέξεως τοῦ σχήματος
ἤτοι τῶν κώλων ῥυθμός ἐστικαὶ ῥυθμὸν ἔχουσιν, οὗτινος (τοῦ σχήματος
τῆς λέξεως) τὰ μέτραεἰσὶ τμητὰἤτοι ἀόριστα· ποτὲ μὲν γὰρ ιεʹ συλλα-
βαῖς περαίνεται τὸ κῶλον, ποτὲ δώδεκα. τὸ δὲ μέτρον τῶν ἡρωικῶν
στίχων ἐστὶν ἄτμητον· ἑξαποδίᾳ γὰρ μετρεῖται καὶ οὐκ ἔστι δυνατὸν
μετρη-
θῆναι τετραποδίᾳ ἢ ἄλλῳ τινὶ μέτρῳ. [b30] διὸ δεῖ τὸν λόγον τὸν
πεζὸν ἔχειν ῥυθμόν,οὐ μέντοι γε δὲ μέτρονἢ ἡρωικὸν ἢ ἀναπαιστικὸν
ἢ ἰαμβεῖον· εἰ γὰρ ἔχει καὶ μέτρον, ἐστὶ ποίημαἤτοι ποίησις· ἔχειν δὲ
ῥυθμὸν μὴ ἀκριβῆἀλλὰ παρεφθαρμένον· ἔστι δὲ τοῦτο ἤτοι τὸ μὴ
τηρεῖσθαι τὸν ῥυθμὸν ἀκριβῆ ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ, ἐὰν μέχρι τινὸςἤτοι
μέχρι τινῶν συλλαβῶν ἐστι τοῦ κώλου ὁ ῥυθμὸς τηρούμενος, εἶτα αἱ
ἄλλαι
συλλαβαὶ τοῦ κώλου εἰσὶν ἀνειμέναι καὶ διεφθαρμέναι, οἷον εἰ τινὲς μὲν
λέξεις τοῦ κώλου εἰσὶ σπονδειακαὶ ἢ ἀναπαιστικαὶ ἢ δακτυλικαί, ἐν αἷς
καὶ θεωρεῖται ὁ ῥυθμός, αἱ δὲ ἄλλαι λέξεις οὔκ εἰσι μετρικαὶ ἤτοι σπον-
δειακαὶ ἢ δακτυλικαί, ἀλλὰ κοιναὶ καὶ ῥυθμὸν οὐκ ἔχουσι. τοιοῦτον δὲ
καὶ ὁ Ἑρμογένης παραδίδωσιν. [b32] ὁ μὲν ἡρῷοςῥυθμός ἐστι
σεμνὸςἤτοι ἀπόκροτος, στομφώδης καὶ λεκτικὸςἤτοι μεγαλόφωνος καὶ
ἁρμονίαςἤτοι ῥυθμοῦ δεόμενος, ὁ δὲ ἴαμβόςἐστιν ἡ κοινὴ λέξις καὶ

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 231, line 27

πολλὰ πρῶτον προοιμιάζεται. [a22] τὸ γοῦν ἴδιοντοῦ προοιμίου τοῦτό


ἐστι τὸ δηλῶσαιεὐθύς, τί ἐστι τὸ τέλοςκαὶ ἡ ὑπόθεσις, ἧς ἕνεκα ὁ
λόγοςἐκτέθειται. διό, ἂν δῆλονᾖ ἤτοι δήλη ἐστὶν ἡ ὑπόθεσις καὶ τὸ
πρᾶγμάἐστι μικρὸνἤτοι σαφὴς καὶ εὐτελής ἐστιν ἡ ὑπόθεσις, οὐ
χρηστέονἐπὶ ταύτῃ προοιμίῳ.τὸ μὲν ἀναγκαῖον ἐν τῷ λόγῳ ἐστὶ τὸ
προοίμιον, ἵνα δηλοῖ τὴν ὑπόθεσιν, τὰ δ' ἄλλα εἴδητῶν προοιμίων ἤτοι
τὸ κινεῖν τοὺς δικαστὰς καὶ τοὺς ἀκροατὰς εἰς ὀργήν, εἰς φόβον, εἰς
483

ἔλεον,
οἷςοἱ νῦν ῥήτορες χρῶνται, ἰατρεύματάεἰσιν ἤτοι ἐπείσακτα καὶ
κοινὰκαὶ τοῦ πράγματος καὶ τοῦ ἐναντίου ἤτοι τοῦ ἀντιδίκου. [a27]
περὶ αὐτοῦ μὲν καὶ τοῦ ἀντιδίκουγίνονται τὰ προοίμια, ἵνα λυθῇ ἡ
διαβολὴ ἢ ποίησις· οἷον εἰ μὲν ὑβρίσθης παρὰ τοῦ ἀντιδίκου καὶ κατη-
γορήθης, δεῖ σε ἐν τῷ προοιμίῳ εὐθὺς λῦσαι τὴν κατηγορίαν τὴν κατὰ
σοῦ καὶ δεῖξαι, ὅτι ψευδῶς κατηγόρει σου ἅτε ἐχθρὸς ὤν· εἰ δὲ
κατήγορος
εἶ, δεῖ σε ἐν τῷ προοιμίῳ εὐθὺς ποιεῖν ἤτοι ὑβρίζειν καὶ διαβάλλειν τὸν
ἀντιδικοῦντά σοι καὶ δεικνύειν ὅτι ‘συνέστησα τὸ δικαστήριον τοῦτο κατ'

αὐτοῦ οὐ διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν ἐχθρόν μοι ἀλλὰ διὰ τὸ εἶναι φύσει φαῦλον
καὶ αἰσχρόν’· [a28] πλὴν οὐχ ὁμοίωςὀφείλεις ταῦτα ποιεῖν, ἀλλ' εἰ
μὲν ἀπολογούμενος εἶ, ὀφείλεις ἐξ ἀρχῆς τοῦ προοιμίου λύειν τὴν ὕβριν,
ἣν κατὰ σοῦ ὁ κατήγορος ἐνεδείξατο, εἰ δὲ κατήγορος εἶ, ἐν τῷ ἐπιλόγῳ
καὶ οὐχὶ ἐν τῷ προοιμίῳ δεῖ τὴν ὕβριν ποιεῖν κατὰ τοῦ ἀντιδικοῦντός σοι
καὶ τὴν κατηγορίαν.

Anonymi In Aristotelis Categorias Phil., Paraphrasis categoriarum


(4027: 001)“Anonymi in Aristotelis categorias paraphrasis”, Ed.
Hayduck, M.Berlin: Reimer, 1883; Commentaria in Aristotelem Graeca
23.2.P. 60, line 6

ἢ ἔξωθεν καὶ ἐν ἑτέρῳ. ὡς ἂν δὲ ποιῇ τὸ ποιοῦν καὶ ἅπερ, ταῦτα πάσχει


τὸ πάσχον. γράφει δὲ καὶ Ἀρχύτας περὶ αὐτῶν οὕτω “τῶ δὲ ποιέοντος
ἴδιόν
ἐστι τὸ ἐν ἑαυτῷ ἔχον τὴν αἰτίαν τῆς κινήσεως, τῶ δὲ ποιουμένω καὶ τῶ
πάσχοντος τὸ ἐν ἑτέρῳ. ὁ μὲν γὰρ ἀνδριαντοποιὸς ἐν ἑαυτῷ τὴν αἰτίαν
ἔχει
τῶ ποιεῖν τὸν ἀνδριάντα, ὁ δὲ χαλκὸς τῶ ποιεῖσθαι ἐν ἑαυτῷ τε καὶ τῷ ἀν-

δριαντοποιῷ. καὶ ἐπὶ τῶν παθέων δὲ τῆς ψυχῆς ὁ αὐτὸς λόγος· ὁ γὰρ
θυμὸς
ἐφ' ἑτέρῳ τινὶ πέφυκεν ἀνεγείρεσθαι καὶ ὑφ' ἑτέρου τινὸς ἔξωθεν
ἐρεθίζεσθαι
οἷον ὀλιγωρίας, ἀτιμίας, ὕβριος· ὁ δὲ ταῦτα δρῶν ἐν ἑαυτῷ τὴν αἰτίαν
ἔχει
τῶ ταῦτα δρᾶν”. ἀλλ' ἆρα τὸ ποιεῖν ἦν τίθεσθαι εἰς γένος ἢ τὸ ποιοῦν ἢ
τὴν ποίησιν, ὥσπερ καὶ ἡ ποιότης ἦν γένος καὶ τὸ ἀπ' αὐτῆς ποιόν; ἢ
σύζυγα
μὲν ὑπάρχει καὶ ἐνταῦθα ποίησις, ποιεῖν καὶ ποιοῦν· καὶ τὸ μὲν ποιοῦν
ὡς
484

συλλαμβάνον καὶ τὸ ὑποκείμενον καὶ σύνθετον ὑπόνοιαν ἔκ τε τοῦ


ἐνεργοῦντος
καὶ τῆς ἐνεργείας ἐμποιοῦν ἐξ ἀρχῆς οὐκ ἐδέχθη τόπον, ἡ δὲ ποίησις καὶ
τὸ
ποιεῖν ὡς ἁπλούστερα καὶ μὴ συνθέσεως ἐφαπτόμενα οἰκειότερα μᾶλλον
τοῦ ποιοῦντος εἰς γένους ἀφορισμὸν προεκρίθη. τούτων δ' αὖ τὸ ποιεῖν
καὶ τῆς ποιήσεως προτετιμήκαμεν, ὡς διπλῆς οὔσης ἐκείνης· ἥ τε γὰρ
ἐνέργεια καὶ τὸ τέλος τῆς ἐνεργείας ποίησις ὀνομάζεται· χρεία δὲ ἦν οὐ
τοῦ ἀποτελέσματος, ἀλλὰ τῆς ἐνεργείας, ἣν τὸ ἐνεργεῖν εἴτ' οὖν τὸ ποιεῖν
σημαίνει μονοειδῶς. ἀλλ' εἰ τὸ ποιεῖν τὸ ἐνεργεῖν παρίστησι, διὰ τί τὸ
γένος οὐκ ἐνέργειαν μᾶλλον τίθεμεν ἀλλὰ τὸ ποιεῖν;

Anonymi In Aristotelis Categorias Phil., Paraphrasis categoriarum


P. 60, line 8

ἐστι τὸ ἐν ἑαυτῷ ἔχον τὴν αἰτίαν τῆς κινήσεως, τῶ δὲ ποιουμένω καὶ τῶ


πάσχοντος τὸ ἐν ἑτέρῳ. ὁ μὲν γὰρ ἀνδριαντοποιὸς ἐν ἑαυτῷ τὴν αἰτίαν
ἔχει
τῶ ποιεῖν τὸν ἀνδριάντα, ὁ δὲ χαλκὸς τῶ ποιεῖσθαι ἐν ἑαυτῷ τε καὶ τῷ ἀν-

δριαντοποιῷ. καὶ ἐπὶ τῶν παθέων δὲ τῆς ψυχῆς ὁ αὐτὸς λόγος· ὁ γὰρ
θυμὸς
ἐφ' ἑτέρῳ τινὶ πέφυκεν ἀνεγείρεσθαι καὶ ὑφ' ἑτέρου τινὸς ἔξωθεν
ἐρεθίζεσθαι
οἷον ὀλιγωρίας, ἀτιμίας, ὕβριος· ὁ δὲ ταῦτα δρῶν ἐν ἑαυτῷ τὴν αἰτίαν
ἔχει
τῶ ταῦτα δρᾶν”. ἀλλ' ἆρα τὸ ποιεῖν ἦν τίθεσθαι εἰς γένος ἢ τὸ ποιοῦν ἢ
τὴν ποίησιν, ὥσπερ καὶ ἡ ποιότης ἦν γένος καὶ τὸ ἀπ' αὐτῆς ποιόν; ἢ
σύζυγα
μὲν ὑπάρχει καὶ ἐνταῦθα ποίησις, ποιεῖν καὶ ποιοῦν· καὶ τὸ μὲν ποιοῦν
ὡς
συλλαμβάνον καὶ τὸ ὑποκείμενον καὶ σύνθετον ὑπόνοιαν ἔκ τε τοῦ
ἐνεργοῦντος
καὶ τῆς ἐνεργείας ἐμποιοῦν ἐξ ἀρχῆς οὐκ ἐδέχθη τόπον, ἡ δὲ ποίησις καὶ
τὸ
ποιεῖν ὡς ἁπλούστερα καὶ μὴ συνθέσεως ἐφαπτόμενα οἰκειότερα μᾶλλον
τοῦ
ποιοῦντος εἰς γένους ἀφορισμὸν προεκρίθη. τούτων δ' αὖ τὸ ποιεῖν καὶ
τῆς
ποιήσεως προτετιμήκαμεν, ὡς διπλῆς οὔσης ἐκείνης· ἥ τε γὰρ ἐνέργεια
καὶ τὸ
τέλος τῆς ἐνεργείας ποίησις ὀνομάζεται· χρεία δὲ ἦν οὐ τοῦ
485

ἀποτελέσματος,
ἀλλὰ τῆς ἐνεργείας, ἣν τὸ ἐνεργεῖν εἴτ' οὖν τὸ ποιεῖν σημαίνει μονοειδῶς.

ἀλλ' εἰ τὸ ποιεῖν τὸ ἐνεργεῖν παρίστησι, διὰ τί τὸ γένος οὐκ ἐνέργειαν


μᾶλλον
τίθεμεν ἀλλὰ τὸ ποιεῖν; εἰ δὲ ἡ ἐνέργεια διὰ τοῦτο οἰκειοτέρα τῆς
ποιήσεως,
διότι τὸ κατὰ κίνησιν ἐμφαίνει, πῶς οὐκ αὐτόθεν γένος ἐν κατηγορίαις
τὴν
κίνησιν ἠριθμήσαμεν; ὥσπερ γὰρ τὰ ἄλλα πάντα περὶ τὴν οὐσίαν, οὕτω
καὶ
ἡ κίνησις, ἐν ᾗ τὸ ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν· ἄμφω γὰρ ἐν κινήσει. ἀλλ' ἦν

Anonymi In Aristotelis Categorias Phil., Paraphrasis categoriarum


P. 60, line 12

ἐφ' ἑτέρῳ τινὶ πέφυκεν ἀνεγείρεσθαι καὶ ὑφ' ἑτέρου τινὸς ἔξωθεν
ἐρεθίζεσθαι
οἷον ὀλιγωρίας, ἀτιμίας, ὕβριος· ὁ δὲ ταῦτα δρῶν ἐν ἑαυτῷ τὴν αἰτίαν
ἔχει
τῶ ταῦτα δρᾶν”. ἀλλ' ἆρα τὸ ποιεῖν ἦν τίθεσθαι εἰς γένος ἢ τὸ ποιοῦν ἢ
τὴν ποίησιν, ὥσπερ καὶ ἡ ποιότης ἦν γένος καὶ τὸ ἀπ' αὐτῆς ποιόν; ἢ
σύζυγα
μὲν ὑπάρχει καὶ ἐνταῦθα ποίησις, ποιεῖν καὶ ποιοῦν· καὶ τὸ μὲν ποιοῦν
ὡς
συλλαμβάνον καὶ τὸ ὑποκείμενον καὶ σύνθετον ὑπόνοιαν ἔκ τε τοῦ
ἐνεργοῦντος
καὶ τῆς ἐνεργείας ἐμποιοῦν ἐξ ἀρχῆς οὐκ ἐδέχθη τόπον, ἡ δὲ ποίησις καὶ
τὸ
ποιεῖν ὡς ἁπλούστερα καὶ μὴ συνθέσεως ἐφαπτόμενα οἰκειότερα μᾶλλον
τοῦ
ποιοῦντος εἰς γένους ἀφορισμὸν προεκρίθη. τούτων δ' αὖ τὸ ποιεῖν καὶ
τῆς
ποιήσεως προτετιμήκαμεν, ὡς διπλῆς οὔσης ἐκείνης· ἥ τε γὰρ ἐνέργεια
καὶ τὸ
τέλος τῆς ἐνεργείας ποίησις ὀνομάζεται· χρεία δὲ ἦν οὐ τοῦ
ἀποτελέσματος,
ἀλλὰ τῆς ἐνεργείας, ἣν τὸ ἐνεργεῖν εἴτ' οὖν τὸ ποιεῖν σημαίνει μονοειδῶς.

ἀλλ' εἰ τὸ ποιεῖν τὸ ἐνεργεῖν παρίστησι, διὰ τί τὸ γένος οὐκ ἐνέργειαν


μᾶλλον
486

τίθεμεν ἀλλὰ τὸ ποιεῖν; εἰ δὲ ἡ ἐνέργεια διὰ τοῦτο οἰκειοτέρα τῆς


ποιήσεως,
διότι τὸ κατὰ κίνησιν ἐμφαίνει, πῶς οὐκ αὐτόθεν γένος ἐν κατηγορίαις
τὴν
κίνησιν ἠριθμήσαμεν; ὥσπερ γὰρ τὰ ἄλλα πάντα περὶ τὴν οὐσίαν, οὕτω
καὶ
ἡ κίνησις, ἐν ᾗ τὸ ποιεῖν καὶ τὸ πάσχειν· ἄμφω γὰρ ἐν κινήσει. ἀλλ' ἦν
ἂν τοῦτο, εἴπερ πᾶν ποιοῦν ἐκινεῖτο ἢ πᾶσα ἐνέργεια κίνησις· νυνὶ δὲ τὸ
πρώτως
ποιοῦν καὶ κυρίως ποιοῦν ἀκίνητον, αἵ τε νοεραὶ πᾶσαι ἐνέργειαι καὶ
αἰσθητικαὶ
καὶ ἁπλῶς αἱ τέλειαι ἵστανται κατὰ τὴν τελειότητα, οὐ κινοῦνται· ὥστε
οὔθ'
ἅπαν τὸ ποιοῦν ἢ ἐνεργοῦν ἡ κίνησις περιλήψεται, καὶ τοῦ ποιεῖν τὸ
πάσχειν

Anonymi In Aristotelis Categorias Phil., Paraphrasis categoriarum


P. 65, line 29

νειν ἢ μεγεθύνεσθαι, ἐν ποιότητι δὲ τὸ ἀλλοιοῦν ἢ ἀλλοιοῦσθαι, καὶ ἐν


τοῖς
ἄλλοις οὕτως, ἐν ὅσοις μὲν οὖν ἐστιν ἐναντιότης καὶ τὸ μᾶλλον καὶ τὸ
ἧττον,
καὶ τὰ ἐν ἐκείνοις ποιοῦντα καὶ πάσχοντα τὰ εἰρημένα ἕξουσιν, ἐν ὅσοις
δὲ
μή, οὐδὲ ταῦτα. τὸ γὰρ γεννᾶν ἢ γεννᾶσθαι ἢ ἀριθμεῖν ἢ ἀριθμεῖσθαι
πρὸς
οὐδὲν ἕξει τὴν ἐναντίωσιν, οὐδὲ μᾶλλον ἢ ἧττον ῥηθήσεται. τῶν μὲν οὖν
εἰρημένων οὐδὲν δεῖ προσάπτειν ὡς ἴδιον· εἰ δέ τις τοῦ μὲν ποιεῖν τὸ εἰς
ἕτερον δρᾶν, τοῦ δὲ πάσχειν τὸ ὑφ' ἑτέρου ἀλλοιοῦσθαι ἴδιον εἴποι,
συμφώνως
ἀποδεδωκὼς ἔσται τοῖς πεπραγματευμένοις περὶ αὐτῶν. τὸ πέρας δὲ
ἀμφο-
τέροις κοινόν, τοῦτο δὲ ἔργον ἢ εἶδος· καὶ ἔργον μέν ἐστι τὸ ἐν τῷ
γίνεσθαι
τὸ εἶναι ἔχον, εἶδος δὲ τὸ ἐπιδιαμένον ἀποτέλεσμα. παράκειται δὲ καὶ τῷ
μὲν
ποιεῖν ποίησις καὶ ποιοῦν, τῷ δὲ πάσχειν πεῖσις καὶ πάσχον. καὶ περὶ μὲν
τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν τοσαῦτα.
 Περὶ δὲ τοῦ κεῖσθαι μετὰ ταῦτα λέγομεν διὰ τὴν πρὸς ἄλληλα τῶν γενῶν

οἰκειότητα· τὸ γὰρ ποιοῦν ἢ πάσχον ἐν τοῖς οἰκείοις τόποις ἢ ἀλλοτρίοις


487

κεί-
μενα πρότερον ποιοῦσιν ἢ πάσχουσιν. ἔστι δὲ τὸ κεῖσθαι τὸ τοιάνδε θέσιν

ἔχειν, οἷον ἀνακεκλίσθαι, καθῆσθαι, ἑστάναι. ὅταν γὰρ ἅπαντα τὰ τοῦ


ὅλου
μόρια ἐπὶ τῆς θέσεως ὤρθωται, ἑστάναι λέγεται, ἀνακεκλίσθαι δὲ ὅταν
ἅπαντα
πλάγια, καθῆσθαι δὲ ὅταν τὰ μὲν ὤρθωται τὰ δὲ ἐπλαγίασται. ἀλλὰ τὸ
μὲν
διὰ παραδειγμάτων ὑπογράφειν ἔχει μέν τινα ὑπόμνησιν, οὐ μὴν
αὔταρκες εἰς  
ἀκριβῆ διάγνωσιν. βέλτιον οὖν διακαθαίρειν τὴν περὶ αὐτοῦ ἔννοιαν,
ἀφαιροῦντα
τὴν ἐπεισιοῦσαν τοῦ πρός τι σχέσιν, ἔτι δὲ καὶ κίνησιν καὶ στάσιν καὶ
πρὸς

Stephanus Gramm., Ethnica (epitome) (4028: 001)“Stephan von


Byzanz. Ethnika”, Ed. Meineke, A.Berlin: Reimer, 1849, Repr. 1958.P.
391, line 6

 Κυδρήνη,πόλις Ἀρμενίας, οὐχ ὥς τινες Κύδρος.τὸ


ἐθνικὸν Κυδρηναῖος.
 Κυδωνία,πόλις Κρήτης, ἡ πρότερον Ἀπολλωνία,
ἀπὸ Κύδωνος τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ Ἀκακαλλίδος τῆς Μίνω  
θυγατρός. δευτέρα πόλις Σικελίας. τρίτη Λιβύης. ὁ πολίτης
Κυδωνιάτης καὶ Κύδων καὶ Κυδώνιος καὶ Κυδωναῖος, καὶ
Κυδωνία θηλυκῶς καὶ Κυδωνίς, καὶ Κυδωνικὸς ἀνήρ.
 Κύζικος,πόλις τῆς Προποντίδος κειμένη ἐπὶ χερρο-
νήσῳ. ἐκαλεῖτο δὲ καὶ Ἄρκτων νῆσος.τὸ ἐθνικὸν Κυζικη-
νός καὶ Κυζικηνίς ἡ ποίησις. Ὅμηρος δὲ τοὺς κατοικοῦντας
Κύζικον Δολίονάς φησιν, ὡς τοὺς τὴν Ἴσμαρον Κίκονας.
λέγεται καὶ κτητικὸν Κυζικηνικός. κέχρηνται δὲ καὶ τῷ Κυ-
ζικηνός ἁπλῷ ἀντὶ κτητικοῦ, ὡς τὸ Τυρσηνοὶ [δεσμοὶ] ἀντὶ
τοῦ Τυρρηνικοί, οἱ χαλεποί, διὰ τὸ λῃστρικοὺς εἶναι τοὺς
Τυρρηνούς.
 Κύθηρα,νῆσος πόλιν ὁμώνυμον ἔχουσα πρὸς τῇ Κρήτῃ,
ἀπὸ Κυθήρου τοῦ Φοίνικος. ἐκαλεῖτο δὲ Πορφύρουσαδιὰ
τὸ κάλλος τῶν περὶ αὐτὴν πορφυρῶν, ὡς Ἀριστοτέλης. οἱ
οἰκήτορες Κυθήριοι, καὶ Κυθηρία καὶ ἡ γυνὴ καὶ ἡ νῆσος.
488

Sophonias Phil., In Aristotelis libros de anima paraphrasis


P. 111, line 28

οὐκ ἀεὶ ψοφεῖ, ἃ καὶ δυνάμει λέγεται. ὅταν οὖν ἐνεργῇ τὸ δυνάμενον
ἀκούειν
καὶ ψοφῇ τὸ δυνάμενον ψοφεῖν, τότε ἡ ἀκοὴ καὶ ὁ ψόφος ὡς ἐνεργείᾳ
ἅμα
γίνεται τῷ ὑποκειμένῳ, τῇ σχέσει δὲ καὶ τῷ λόγῳ διαφέρει, ὥσπερ
ἀνάβασις
καὶ κατάβασις, δίδαξις καὶ μάθησις. ὧν εἴποι ἄν τις τὸ μὲν εἶναι ἄκουσιν,
τὸ δὲ ψόφησιν. τὸ γὰρ ἐνεργείᾳ αἰσθήσει εἶναί ἐστι τὸ ἔχειν τὰ εἴδη τῶν
αἰσθητῶν χωρὶς ὕλης· πάλιν τὸ κατ' ἐνέργειαν αἰσθητῷ εἶναί ἐστι τὸ
ἔχεσθαι
τὸ εἶδος αὐτοῦ χωρὶς ὕλης ὑπὸ τῆς αἰσθήσεως. ἓν ἄρα τῷ ὑποκειμένῳ ἡ
ἑκατέρα ἐνέργεια, τῷ δὲ λόγῳ διάφορος, ἥτις ἀπὸ μὲν τοῦ αἰσθητοῦ θεω-
ρουμένη ἐπὶ τὴν αἴσθησιν καλεῖται ἀκουστὸν ἢ ὁρατὸν ἤ τι τοιοῦτον, ἀπὸ
δὲ
τῆς αἰσθήσεως ἐπὶ τὸ αἰσθητὸν ὅρασις καὶ ἄκουσις καὶ τὰ τοιαῦτα. εἰ δὲ
ἔστιν ἡ κίνησις καὶ ἡ ποίησις καὶ τὸ πάθος ἐν τῷ ποιουμένῳ, ἀνάγκη καὶ
τὸν ψόφον καὶ τὴν ἀκοὴν τὴν κατ' ἐνέργειαν ἐν τῇ κατὰ δύναμιν εἶναι· ἡ
γὰρ τοῦ ποιητικοῦ καὶ κινητικοῦ ἐνέργεια ἐν τῷ πάσχοντι ἐγγίνεται· διὸ
καὶ
οὐκ ἀνάγκη τὸ κινοῦν κινεῖσθαι. ἡ μὲν οὖν τοῦ ψοφητικοῦ ἐνέργεια
ψόφος
ἢ ψόφησις, ἡ δὲ τοῦ ἀκουστικοῦ ἀκοὴ ἢ ἄκουσις· διττὸν γὰρ ἡ ἀκοὴ καὶ
διττὸν ὁ ψόφος. ὁ δ' αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων καὶ
αἰσθη-
τῶν. ὡς γὰρ ἐν τοῖς Φυσικοῖς κίνησιν ἐλέγομεν τὴν ἐκ τοῦ ἀτελοῦς ἐπὶ τὸ
τέλειον πρόοδον καὶ ἀπὸ τοῦ δυνάμει ἐπὶ τὸ ἐνεργείᾳ (κινεῖται γὰρ ἐπὶ
τὴν
τελειότητα οὐχ ὁ διδάσκων ἀλλ' ὁ μανθάνων· τὸ γὰρ ποιοῦν ἤδη τοῦτό
ἐστιν
ἐνεργείᾳ, ὅπερ γίνεται τὸ πάσχον· τὴν γὰρ ἐφ' ὃ κινεῖ τελειότητα ἤδη
ἔχει),
καὶ πᾶσα ποίησις καὶ πάθος ἐν τῷ ποιουμένῳ καὶ πάσχοντι, ἀλλ' οὐκ ἐν
τῷ  

Sophonias Phil., In Aristotelis libros de anima paraphrasis


P. 111, line 38
489

ἔστιν ἡ κίνησις καὶ ἡ ποίησις καὶ τὸ πάθος ἐν τῷ ποιουμένῳ, ἀνάγκη καὶ


τὸν ψόφον καὶ τὴν ἀκοὴν τὴν κατ' ἐνέργειαν ἐν τῇ κατὰ δύναμιν εἶναι· ἡ
γὰρ τοῦ ποιητικοῦ καὶ κινητικοῦ ἐνέργεια ἐν τῷ πάσχοντι ἐγγίνεται· διὸ
καὶ
οὐκ ἀνάγκη τὸ κινοῦν κινεῖσθαι. ἡ μὲν οὖν τοῦ ψοφητικοῦ ἐνέργεια
ψόφος
ἢ ψόφησις, ἡ δὲ τοῦ ἀκουστικοῦ ἀκοὴ ἢ ἄκουσις· διττὸν γὰρ ἡ ἀκοὴ καὶ
διττὸν ὁ ψόφος. ὁ δ' αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων καὶ
αἰσθη-
τῶν. ὡς γὰρ ἐν τοῖς Φυσικοῖς κίνησιν ἐλέγομεν τὴν ἐκ τοῦ ἀτελοῦς ἐπὶ τὸ
τέλειον πρόοδον καὶ ἀπὸ τοῦ δυνάμει ἐπὶ τὸ ἐνεργείᾳ (κινεῖται γὰρ ἐπὶ
τὴν
τελειότητα οὐχ ὁ διδάσκων ἀλλ' ὁ μανθάνων· τὸ γὰρ ποιοῦν ἤδη τοῦτό
ἐστιν
ἐνεργείᾳ, ὅπερ γίνεται τὸ πάσχον· τὴν γὰρ ἐφ' ὃ κινεῖ τελειότητα ἤδη
ἔχει),
καὶ πᾶσα ποίησις καὶ πάθος ἐν τῷ ποιουμένῳ καὶ πάσχοντι, ἀλλ' οὐκ ἐν
τῷ  
ποιοῦντι, καὶ οὐκ ἀνάγκη πᾶν τὸ κινοῦν κινεῖσθαι, οὕτως ἐπειδὴ καὶ τὸ
αἰσθη-
τὸν τὸ κατ' ἐνέργειαν τῷ τὴν αἴσθησιν κινεῖν ἐστι τοιοῦτον, ἀνάγκη τὴν
τοιαύτην κίνησιν ἐν τῇ αἰσθήσει εἶναι. ἀλλ' ἐπ' ἐνίων μὲν ὠνόμασται τὰ
μέσα οἷον ψόφησις καὶ ἄκουσις, ἐπ' ἐνίων δὲ ἀνώνυμον θάτερον· ὅρασις
γὰρ
λέγεται ἡ τῆς ὄψεως ἐνέργεια, ἡ δὲ τοῦ χρώματος ἀνώνυμος, καὶ γεῦσις
ἡ τοῦ γευστικοῦ, ἡ δὲ τοῦ χυμοῦ ἀνώνυμος. ἐν τούτοις δὲ μεμνῆσθαι χρή,

πῶς ὑπὸ τῶν αἰσθητῶν κινεῖσθαι καὶ πάσχειν τὴν αἴσθησιν ἐτίθεμεν
πρότερον,
καὶ πῶς ἐλέγομεν δυνάμει. οὐ γὰρ κινεῖται κατὰ τὴν ἀτελῆ κίνησιν, ἀλλ'
ὡς
μὴ πρότερον ἐνεργοῦσα ὕστερον διὰ τὸ παρεῖναι τὸ αἰσθητὸν τὴν
ἐνέργειαν
προβαλλομένη ἀθρόαν καὶ αὐτὴν καὶ ἀμέριστον καὶ ἅμα πᾶσαν, ἀλλ' οὐχ
οἵα

Ευστράτιος. In Aristotelis analyticorum posteriorum librum


secundum commentarium (4031: 001)“Eustratii in analyticorum
posteriorum librum secundum commentarium”, Ed. Hayduck, M.
Berlin: Reimer, 1907; Commentaria in Aristotelem Graeca 21.1.
P. 92, line 3
490

ταὐτὸν ἔσται ὀνομάζειν τε καὶ ὁρίζεσθαι. ἔπειτα πάντες οἱ λόγοι ὁρισμοὶ


ἔσονται, οὐ μόνον ὅτι ἔσται ὄνομα θέσθαι ὁτῳοῦν λόγῳ, καὶ εἰ τὸ ὄνομα
ταὐτὸν σημαίνει τῷ ὁρισμῷ, εἴη ἂν τὸ ὄνομα τὸ τῷ λόγῳ τιθέμενον
ὁρισμός. καὶ ἐπεὶ ταὐτὸν τῷ ὁρισμῷ τὸ ὁριστόν, ὁ ὀνομαζόμενος λόγος
ὁ αὐτὸς ἂν εἴη τῷ ὀνόματι, ᾧ ὠνόμασται, ἤτοι τῷ ὁρισμῷ. εἰ μὲν οὖν
πρᾶγμα ἦν, ἦν ἂν καὶ ἕτερον ὡς ὁριστόν, ἐπεὶ δὲ λόγος, οὐδαμῶς ἕτερον·
ὁρισμὸς ἄρα. ὥστε ἔσται πᾶς λόγος ὁρισμός. οὐ μόνον δὲ οὕτως, ἀλλὰ
καὶ ἐπεὶ πᾶς λόγος ἐξ ὀνομάτων σύγκειται, τὸ δὲ ὄνομα καὶ ὁ ὁρισμὸς  
ταὐτὸν σημαίνει, εἶεν ἂν πάντες οἱ λόγοι ὁρισμοί. ὥστε καὶ εὐχόμενοι
καὶ προστάττοντες καὶ προοιμιαζόμενοι καὶ διηγούμενοι καὶ παντοίως
λέγοντες ὁρισμοὺς ἂν διαλεγοίμεθα, καὶ ἡ πᾶσα ποίησις τῆς Ἰλιάδος εἴη
ἂν ὁρισμός. ἀλλὰ δὴ δεδόσθω ὁρισμὸν εἶναι τὸν ἐπεξηγούμενον λόγον, τί

σημαίνει τὸ λεγόμενον ὄνομα, καὶ ταὐτὸν εἶναι τὸν ὁρισμὸν τῷ ἐπ' αὐτῷ
κειμένῳ ὀνόματι. καὶ οὐδ' ὣς ὁ ὁρισμὸς δῆλος ἔσται ὅτι τοῦδέ ἐστιν οὗ
ὁρισμὸς εἶναι λέγεται. οὐ γὰρ τοῦτο δῆλον ἐκ τῆς αὐτοῦ ἀποδόσεως
γίνεται· μᾶλλόν γε μὴν ὥσπερ οὐδεμία ἀπόδειξις ἀποδείξειεν ἂν ὅτι
τοῦτό
γε τοὔνομα τοῦδε τοῦ πράγματός ἐστι δηλωτικὸν ἐφ' ᾧ τέθειται, οὕτως
οὐδὲ οἱ ὁρισμοὶ τοῦτο προσδηλοῦσιν· ἢ δὴ ὥσπερ οὐδεμία ἀπόδειξις τῷ
ὀνόματι ἕπεται, ὅτι τοῦδέ ἐστιν δεικνύουσα ᾧ καὶ ἐπιτέθειται, οὕτως οὐδὲ
τῷ
ὁρισμῷ δήλωσίς τις προσεμφαίνεται, ὅτι τοῦδε ὁρισμός ἐστιν. οἷον
ὥσπερ

Ευστράτιος. In Aristotelis analyticorum posteriorum librum secundum


commentarium P. 101, line 10

πάντες οἱ λόγοι ὁρισμοί. πῶς δὲ τοῦτο συμβαίνει, δόξειεν ἂν ὥσπερ ἀνοί-

κειον· ἡ γὰρ ὑπόθεσις ἦν τοὺς ἐπὶ τοῖς πράγμασι κειμένους ὁρισμοὺς


ταὐτὸν
δηλοῦν τοῖς ὀνόμασι, νῦν δὲ τοῖς ἁπλῶς λόγοις οὐχ ὡς ὁρισμοῖς τιθεὶς
ὀνόματα λέγει διὰ τὸ κεῖσθαι αὐτοῖς ὀνόματα ὁρισμοὺς εἶναι αὐτούς. καὶ
δοκεῖ ἀνακόλουθον· οἱ γὰρ τοιοῦτοι λόγοι ὡς πράγματά τινα κεῖνται
αὐτοῖς
καὶ τίθενται τὰ ὀνόματα· καὶ οὐ μόνον ὀνόματα ἴδια, ἀλλὰ καὶ ἰδίους ὁρι-
σμοὺς ἕκαστον εἶδος αὐτῶν ἐπιδέχεται. τίνα οὖν πρόφασιν ἔχει ταῦτα
δηλοῦν αὐτοὺς τοῖς οἰκείοις ὀνόμασι, καὶ διὰ τοῦτο εἶναι πάντας
ὁρισμούς;
ἢ οὐχ ἁπλῶς ἔοικε περὶ τῶν ὀνομάτων λέγειν, ἵνα καὶ αὐτὰ εἴπωμεν ἃ
γενικῶς τοῖς λόγοις τίθεται, ἀλλὰ περὶ τῶν ἰδίως τιθεμένων, ὡς
491

διαφορίζειν
τὴν πᾶσαν ὑπόθεσιν· οἷον τί λέγομεν; ἔστιν ὄνομα λόγου ποίησις,
ἱστορία,
συγγραφή, συλλογισμός, ἐπαγωγή, προοίμιον, διήγησις, ἀπόφανσις, εὐχή,

πρόσταξις, κλῆσις, πεῦσις· τὰ τοιαῦτα πάντα γενικὰ καὶ οὐ τῷδε ἢ


τῷδε τῷ λόγῳ ἁρμόζοντα, ἀλλὰ πᾶσιν τοῖς οὕτω σχηματιζομένοις, καὶ
οὕτω σημαίνουσιν ὡς ὑπὸ τόδε ἢ τόδε τὸ γένος ἀνάγεσθαι, τὴν εὐχὴν
τυχὸν ἢ τὴν κλῆσιν ἢ τὴν συγγραφὴν ἢ τὴν ἱστορίαν ἢ τὴν ποίησιν. τὸ
δὲ Ἰλιὰς ὄνομα καὶ Ὀδύσσεια καὶ τὰ τοιαῦτα ἴδιά ἐστιν ὀνόματα τὴν πρό-
θεσιν τοῦ βιβλίου ἐν βραχεῖ ἀφορίζοντα. περὶ τῶν τοιούτων ὀνομάτων
ἔοικε λέγειν, ἅπερ ἰδίᾳ ἑκάστῳ λόγῳ τίθεται. διὰ τοῦτο γὰρ λέγει εἴη
γὰρ ἂν ὄνομα θέσθαι ὁποιῳοῦν λόγῳ,ὡς δυνατὸν ὂν καθ' ἑκάστην
διάνοιαν τὴν δηλουμένην ὑπὸ τοῦ λόγου παντὸς τοῦ λεγομένου προσφυὲς

Ευστράτιος. In Aristotelis analyticorum posteriorum librum secundum


commentarium P. 101, line 31

τίθεσθαι. ἐπεὶ οὖν, φησί, ταὐτὸν δηλοῦσιν οἱ ὁρισμοὶ τοῖς ὀνόμασι,


ταὐτὸν
δὲ καὶ τὰ ὀνόματα τοῖς λόγοις οἷς οἰκείως τίθενται τὴν αὐτὴν διάνοιαν
ἀφορίζοντα, εἶεν ἂν οἱ ὁρισμοὶ οἱ τοῖς τοιούτοις λόγοις ἀποδιδόμενοι
ταὐτὸν
δηλοῦντες τοῖς λόγοις ἐφ' οἷς ἀπεδόθησαν. ὥστε εἶεν ἂν καὶ οἱ λόγοι
πάντες ὁρισμοί· ὡς γὰρ ὀνόματα τίθεσθαι τοῖς λόγοις ἰδίᾳ δυνατόν, οὕτω
καὶ ὅρους ἐπ' αὐτοῖς ἀποδιδόναι δυνατόν. ὥστε ἐπεὶ τῇ ποιήσει τοῦ
Ὁμήρου, ἐν ᾗ περιέχεται τὰ ἐν τῇ Ἰλίῳ πεπραγμένα Τρωσί τε καὶ
Ἕλλησιν,
Ἰλιὰς ἐπιτέθειται ὄνομα, δυνατὸν καὶ λόγον ἀποδοῦναι τὸν κατὰ
τοὔνομα.
σημανεῖ οὖν ὁ λόγος ὡς ἡ ὑπόθεσις ταὐτὸ τῷ ὀνόματι, τὸ δὲ ὄνομα
ταὐτὸ τῷ λόγῳ παντὶ τῆς ποιήσεως. ὥστε καὶ ὁ λόγος ὁ κατὰ τοὔνομα
ταὐτὸ τῷ λόγῳ παντὶ τῆς ποιήσεως, καὶ εἰ ἐκεῖνος ὁρισμός, καὶ ἡ ποίησις

ἄρα ὁρισμός· δυοῖν γὰρ λόγων σημαινόντων ταὐτὸ εἰ ἅτερος ὁρισμός, καὶ

ὁ ἕτερος. ὥστε δὴ οὐ μόνον ἡ Ἰλιὰς ἅπασιν ὁρισμὸς ἂν εἴη, ἀλλὰ καὶ ἡ


Ὀδύσσεια, ἐπεὶ καὶ αὐτῇ ὄνομα ἴδιον τέθειται· καὶ λόγος ἂν ἀποδοθείη
αὐτῆς κατὰ τὸ ὄνομα. καὶ πάντες οἱ λόγοι ὡσαύτως, ἱστορίαι τε καὶ
συγγραφαί, δίκαι τε καὶ συμβουλαὶ καὶ ἐγκώμια· καὶ ὁρισμοὺς ἂν
διαλεγοί-
μεθα ἕκαστος, ἐπεὶ δυνατὸν τῷ ἑκάστου λόγῳ ἴδιον τεθῆναι ὄνομα, καὶ
λόγον δὲ ἀποδοθῆναι τὸν κατὰ τοὔνομα. εἰ γὰρ καὶ μὴ ὡσαύτως τοῖς
492

λόγοις δηλοῦσι τὰ κείμενα αὐτοῖς ὀνόματα, ἀλλ' οὖν γε ταὐτὰ δηλοῦσιν


ἑτέρως· τὰ μὲν γὰρ ὁλοσχερῶς, οἱ δὲ διευκρινισμένως.

Ευστράτιος. In Aristotelis analyticorum posteriorum librum secundum


commentarium P. 129, line 24

δηλούμενα, ὡς μὴ ἕν τι εἶναι ἐξ αὐτῶν, καὶ πρότασις μὲν μία, πράγματα


δὲ ἕτερα (πολλοῦ γὰρ δεῖν εἷς ὁ συνδέσμῳ εἷς, ὡς ὁ λέγων τὸ ὂν πᾶν ἢ
ποιεῖν ἢ πάσχειν), ἀναγκαίως παρήχθη ἡ περὶ τοῦ ποσαχῶς ὁ εἷς λόγος
λέγεται ζήτησις. οὐδεὶς οὖν ἕτερος οὕτως εἷς ὡς ὁ ὁρισμός. διὰ τοῦτο
οὐδὲ ὁρισμός τις αὐτῶν, ἐπεὶ μὴ ἕν τι γίνεται ἐκ τῶν συντιθέντων αὐτόν,
ὅπερ ἴδιον ὁρισμοῦ. ὥστ' οὐδὲ ἡ Ἰλιὰς ὁρισμός, εἰ καὶ ὁ λόγος εἷς ἐστιν,
ὅτι μὴ ἁπλῶς εἷς ἀλλὰ συνδέσμῳ. οὐδὲν δὲ ἧττον τὰ περὶ τοῦ ἑνὸς
λόγου λεγόμενα καὶ πρὸς τὸ δεῖξαι μὴ ὄντα ὁρισμὸν τὸν ὀνοματώδη
λόγον
συντελεῖ. εἰ γὰρ δώσομεν τὸν ὀνοματώδη λόγον διὰ τὸ σημαίνειν ταὐτὸν
τῷ ὀνόματι καὶ ἕνα εἶναι, διὰ ταῦτα εἶναι καὶ ὁρισμόν, ἐπεὶ καὶ ἡ Ἰλιάς,
ἤγουν ἡ ποίησις ἅπασα ἡ περὶ τῶν ἐν Ἰλίῳ γεγονότων Ὁμήρῳ συντε-
θεῖσα λόγος τε εἷς πώς ἐστι κατὰ τὸν σύνδεσμον (ἔχονται γὰρ ἀλλήλων
αἱ ῥαψῳδίαι πᾶσαι καὶ τοῖς συνδέσμοις συνήνωνται, καὶ προσέτι ταὐτὸν
δηλοῖ τῷ ὀνόματι ὁ λόγος ἅπας· ὃ γὰρ τὸ Ἰλιὰς ὄνομα σημαίνει, τοῦτο
εἰς πλάτος διηγεῖται ἡ ποίησις) ἔσται ὁρισμὸς καὶ ἡ Ἰλιάς. νῦν δὲ οὐκ
ἀρκεῖ ταῦτα πρὸς τὸ εἶναι ὁρισμὸν τὸν λόγον, ἀλλ' ὁ ἀληθὴς ὁρισμὸς εἷς
τε ἔσται ἁπλῶς καὶ ἓν καθ' ἑνὸς δηλῶν μὴ κατὰ συμβεβηκός. κἂν γὰρ
πολλὰ τυχὸν εἴη ὀνόματα, ἐξ ὧν ὁ ὁρισμὸς σύγκειται, ἀλλ' ἕν τι ἐκ
πάντων
ἐστὶν ὃ δηλοῦται κατὰ τοῦ ὁριστοῦ ἑνὸς ὄντος καὶ αὐτοῦ, καὶ οὐ κατὰ
συμβεβηκός· οὐ γὰρ συμβεβηκὸς τὸ τί ἐστι καθ' οὗ ἀποδίδοται. ὧν οὐδέ-
τερον οὔτε ὁ ὀνοματώδης ἔχει λόγος οὔτε ὁ συνδέσμῳ εἷς οὔτε ὁ ἄλλως

Ευστράτιος. In Aristotelis analyticorum posteriorum librum secundum


commentarium P. 129, line 28

οὐδὲ ὁρισμός τις αὐτῶν, ἐπεὶ μὴ ἕν τι γίνεται ἐκ τῶν συντιθέντων αὐτόν,


ὅπερ ἴδιον ὁρισμοῦ. ὥστ' οὐδὲ ἡ Ἰλιὰς ὁρισμός, εἰ καὶ ὁ λόγος εἷς ἐστιν,
ὅτι μὴ ἁπλῶς εἷς ἀλλὰ συνδέσμῳ. οὐδὲν δὲ ἧττον τὰ περὶ τοῦ ἑνὸς
λόγου λεγόμενα καὶ πρὸς τὸ δεῖξαι μὴ ὄντα ὁρισμὸν τὸν ὀνοματώδη
λόγον
συντελεῖ. εἰ γὰρ δώσομεν τὸν ὀνοματώδη λόγον διὰ τὸ σημαίνειν ταὐτὸν
τῷ ὀνόματι καὶ ἕνα εἶναι, διὰ ταῦτα εἶναι καὶ ὁρισμόν, ἐπεὶ καὶ ἡ Ἰλιάς,
ἤγουν ἡ ποίησις ἅπασα ἡ περὶ τῶν ἐν Ἰλίῳ γεγονότων Ὁμήρῳ συντε-
493

θεῖσα λόγος τε εἷς πώς ἐστι κατὰ τὸν σύνδεσμον (ἔχονται γὰρ ἀλλήλων
αἱ ῥαψῳδίαι πᾶσαι καὶ τοῖς συνδέσμοις συνήνωνται, καὶ προσέτι ταὐτὸν
δηλοῖ τῷ ὀνόματι ὁ λόγος ἅπας· ὃ γὰρ τὸ Ἰλιὰς ὄνομα σημαίνει, τοῦτο
εἰς πλάτος διηγεῖται ἡ ποίησις) ἔσται ὁρισμὸς καὶ ἡ Ἰλιάς. νῦν δὲ οὐκ
ἀρκεῖ ταῦτα πρὸς τὸ εἶναι ὁρισμὸν τὸν λόγον, ἀλλ' ὁ ἀληθὴς ὁρισμὸς εἷς
τε ἔσται ἁπλῶς καὶ ἓν καθ' ἑνὸς δηλῶν μὴ κατὰ συμβεβηκός. κἂν γὰρ
πολλὰ τυχὸν εἴη ὀνόματα, ἐξ ὧν ὁ ὁρισμὸς σύγκειται, ἀλλ' ἕν τι ἐκ
πάντων
ἐστὶν ὃ δηλοῦται κατὰ τοῦ ὁριστοῦ ἑνὸς ὄντος καὶ αὐτοῦ, καὶ οὐ κατὰ
συμβεβηκός· οὐ γὰρ συμβεβηκὸς τὸ τί ἐστι καθ' οὗ ἀποδίδοται. ὧν οὐδέ-
τερον οὔτε ὁ ὀνοματώδης ἔχει λόγος οὔτε ὁ συνδέσμῳ εἷς οὔτε ὁ ἄλλως
μὲν εἷς, μὴ ὢν δὲ ὁρισμός. οὔτε γάρ τινα ὕπαρξιν πράγματος καθ' ἑτέρας
δηλοῖ ὁ ὀνοματώδης, ἀλλὰ μόνον τὴν λέξιν διασαφεῖ, πόθεν εἴληπται,
οὔτε
μὴ κατὰ συμβεβηκός, ἀλλ' ἢ μᾶλλον κατὰ συμβεβηκός· κατὰ συνθήκην
γὰρ τὰ ὀνόματα. ὁ τοίνυν τοιοῦτος λόγος οὐκ ἂν εἴη ὁρισμός, καθὼς  

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria (4031:


003)
“Eustratii et Michaelis et anonyma in Ηθικά Νικομάχεια. commentaria”,
Ed. Heylbut, G.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem
Graeca 20.P. 298, line 25

κτόν. καὶ τὸ μὲν ποιητὸν τῇ τέχνῃ ἀποδίδωσι, τῇ πράξει δὲ τὸ πρακτόν,


κἀντεῦθεν τὴν πρᾶξιν καὶ τὴν τέχνην δεικνύων τί ἀλλήλων διενηνόχασι,
καὶ οὕτω τὰ ἴδια τῆς τέχνης ὡς πρὸς τὴν πρᾶξιν ἐκλεγόμενος καὶ αὐ-
τὴν ὁριζόμενος ἄρχεται μὲν οὕτως τοῦ λόγου τοῦ δ' ἐνδεχομένου
ἄλλως ἔχειν ἔστι τι καὶ ποιητὸν καὶ πρακτόν.τὸν ἁρμόζοντα λό-
γον ἀποδιδοὺς τῇ ἐπιστήμῃ καὶ καταστήσας αὐτήν, ἐντεῦθεν τὸν περὶ
τέχνης ποιεῖται λόγον. καὶ ἐπεὶ περὶ τὰ ἐνδεχόμενα ἡ τέχνη καταγίνεται,
τὰ δὲ ἐνδεχόμενα διττὰ τῷ εἴδει, ὡς τὰ μὲν τῇ τέχνῃ ὑποκεῖσθαι, τὰ δὲ
τῇ πράξει, παραδίδωσι πρότερον τὴν τῶν ἐνδεχομένων διαφοράν, ὡς ἂν
δῆλον γένοιτο, ποῖα τούτων τῇ πράξει καὶ ποῖα τῇ τέχνῃ ὑπόκειται, καὶ
οὕτως ὁρίζεται τὴν τέχνην. ἕτερον δ' ἐστὶ ποίησις καὶ πρᾶξις·
πιστεύομεν δὲ περὶ αὐτῶν καὶ τοῖς ἐξωτερικοῖς λόγοις.λαβὼν
ὡς ὁμολογούμενον τὸ ἕτερα εἶναι ἀλλήλων τὴν ποίησιν καὶ πρᾶξιν,
βεβαι-
οῦται τοῦτο ἐκ τῆς κοινῆς ὑπολήψεως καὶ λέγει πιστὴν εἶναι τὴν τούτων
διαφοράν, ἐξ ὧν ἅπαντες περὶ αὐτῶν κοινῶς ὑπολαμβάνουσιν ἄνθρωποι.
ἐξωτερικοὺς δ' ὀνομάζει λόγους, οὓς ἔξω τῆς λογικῆς παραδόσεως
κοινῶς
494

τὰ πλήθη φασί, διὸ καὶ προστίθησι τοῖς κοινοῖς λόγοις ἀρκούμενος ὥσπερ

συμπεραίνων ὥστε καὶ ἡ μετὰ λόγου πρακτικὴ ἕτερόν ἐστι τῆς


μετὰ λόγου ποιητικῆς ἕξεως.ἄλλο πρακτικὴ καὶ ἄλλο πρᾶξις καὶ
ἄλλο ποιητικὴ καὶ ἄλλο ποίησις. πρακτικὴ γὰρ καὶ ποιητικὴ ἕξεων ὀνό

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria


P. 298, line 34

οὕτως ὁρίζεται τὴν τέχνην. ἕτερον δ' ἐστὶ ποίησις καὶ πρᾶξις·
πιστεύομεν δὲ περὶ αὐτῶν καὶ τοῖς ἐξωτερικοῖς λόγοις.λαβὼν
ὡς ὁμολογούμενον τὸ ἕτερα εἶναι ἀλλήλων τὴν ποίησιν καὶ πρᾶξιν,
βεβαι-
οῦται τοῦτο ἐκ τῆς κοινῆς ὑπολήψεως καὶ λέγει πιστὴν εἶναι τὴν τούτων
διαφοράν, ἐξ ὧν ἅπαντες περὶ αὐτῶν κοινῶς ὑπολαμβάνουσιν ἄνθρωποι.
ἐξωτερικοὺς δ' ὀνομάζει λόγους, οὓς ἔξω τῆς λογικῆς παραδόσεως
κοινῶς
τὰ πλήθη φασί, διὸ καὶ προστίθησι τοῖς κοινοῖς λόγοις ἀρκούμενος ὥσπερ

συμπεραίνων ὥστε καὶ ἡ μετὰ λόγου πρακτικὴ ἕτερόν ἐστι τῆς


μετὰ λόγου ποιητικῆς ἕξεως.ἄλλο πρακτικὴ καὶ ἄλλο πρᾶξις καὶ
ἄλλο ποιητικὴ καὶ ἄλλο ποίησις. πρακτικὴ γὰρ καὶ ποιητικὴ ἕξεων ὀνό-
ματα, πρᾶξις δὲ καὶ ποίησις προχειρίσεων. ἐπεὶ οὖν αἱ προχειρίσεις τῶν
ἕξεων προχειρότεραί τε καὶ προδηλότεραι, διὰ τοῦτο ἐκ τῆς τῶν
προχειρί-
σεων ἑτερότητος ἑτέρας εἶναι καὶ τὰς ἕξεις γνωρίζομεν. τὰς μὲν γὰρ προ-
χειρίσεις ἐναργεῖς οὔσας καὶ τὰ πλήθη καταλαμβάνουσι, καὶ ἄλλο
λέγουσιν  
εἶναι πρᾶξιν καὶ ἄλλο ποίησιν, καὶ οὔτε τὸ ποιηθὲν πραχθὲν ὀνομάζουσιν

οὔτε τὸ πραχθὲν ποιηθέν. ἀλλὰ ποίημα καὶ ποιηθὲν τὸ πεποιημένον καὶ


πρᾶξινκαὶ πραχθὲν τὸ πεπραγμένον. ἐκ δὲ τούτων καὶ τὰς ἕξεις, ὅθεν
αἱ προχειρίσεις προβαίνουσιν, ἑτέρας εἶναι ἀλλήλων εὑρίσκομεν. διὰ
τοῦ-
το καὶ ὡς συμπεραίνων ἐπήγαγεν, ὡς ἐπεὶ ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις ἕτερα,
δηλονότι καὶ ἡ μετὰ λόγου πρακτικὴ ἕτερον τῆς μετὰ λόγου ποιητικῆς

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria


P. 298, line 35
495

πιστεύομεν δὲ περὶ αὐτῶν καὶ τοῖς ἐξωτερικοῖς λόγοις.λαβὼν


ὡς ὁμολογούμενον τὸ ἕτερα εἶναι ἀλλήλων τὴν ποίησιν καὶ πρᾶξιν,
βεβαι-
οῦται τοῦτο ἐκ τῆς κοινῆς ὑπολήψεως καὶ λέγει πιστὴν εἶναι τὴν τούτων
διαφοράν, ἐξ ὧν ἅπαντες περὶ αὐτῶν κοινῶς ὑπολαμβάνουσιν ἄνθρωποι.
ἐξωτερικοὺς δ' ὀνομάζει λόγους, οὓς ἔξω τῆς λογικῆς παραδόσεως
κοινῶς
τὰ πλήθη φασί, διὸ καὶ προστίθησι τοῖς κοινοῖς λόγοις ἀρκούμενος ὥσπερ

συμπεραίνων ὥστε καὶ ἡ μετὰ λόγου πρακτικὴ ἕτερόν ἐστι τῆς


μετὰ λόγου ποιητικῆς ἕξεως.ἄλλο πρακτικὴ καὶ ἄλλο πρᾶξις καὶ
ἄλλο ποιητικὴ καὶ ἄλλο ποίησις. πρακτικὴ γὰρ καὶ ποιητικὴ ἕξεων ὀνό-
ματα, πρᾶξις δὲ καὶ ποίησις προχειρίσεων. ἐπεὶ οὖν αἱ προχειρίσεις τῶν
ἕξεων προχειρότεραί τε καὶ προδηλότεραι, διὰ τοῦτο ἐκ τῆς τῶν
προχειρί-
σεων ἑτερότητος ἑτέρας εἶναι καὶ τὰς ἕξεις γνωρίζομεν. τὰς μὲν γὰρ προ-
χειρίσεις ἐναργεῖς οὔσας καὶ τὰ πλήθη καταλαμβάνουσι, καὶ ἄλλο
λέγουσιν  
εἶναι πρᾶξιν καὶ ἄλλο ποίησιν, καὶ οὔτε τὸ ποιηθὲν πραχθὲν ὀνομάζουσιν

οὔτε τὸ πραχθὲν ποιηθέν. ἀλλὰ ποίημα καὶ ποιηθὲν τὸ πεποιημένον καὶ


πρᾶξινκαὶ πραχθὲν τὸ πεπραγμένον. ἐκ δὲ τούτων καὶ τὰς ἕξεις, ὅθεν
αἱ προχειρίσεις προβαίνουσιν, ἑτέρας εἶναι ἀλλήλων εὑρίσκομεν. διὰ
τοῦ-
το καὶ ὡς συμπεραίνων ἐπήγαγεν, ὡς ἐπεὶ ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις ἕτερα,
δηλονότι καὶ ἡ μετὰ λόγου πρακτικὴ ἕτερον τῆς μετὰ λόγου ποιητικῆς
ἕξεως. δεῖ δὲ ἐξακούειν τὴν ἕξιν ἐπ' ἀμφοτέρων,

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria


P. 299, line 5

μετὰ λόγου ποιητικῆς ἕξεως.ἄλλο πρακτικὴ καὶ ἄλλο πρᾶξις καὶ


ἄλλο ποιητικὴ καὶ ἄλλο ποίησις. πρακτικὴ γὰρ καὶ ποιητικὴ ἕξεων ὀνό-
ματα, πρᾶξις δὲ καὶ ποίησις προχειρίσεων. ἐπεὶ οὖν αἱ προχειρίσεις τῶν
ἕξεων προχειρότεραί τε καὶ προδηλότεραι, διὰ τοῦτο ἐκ τῆς τῶν
προχειρί-
σεων ἑτερότητος ἑτέρας εἶναι καὶ τὰς ἕξεις γνωρίζομεν. τὰς μὲν γὰρ προ-
χειρίσεις ἐναργεῖς οὔσας καὶ τὰ πλήθη καταλαμβάνουσι, καὶ ἄλλο
λέγουσιν  
εἶναι πρᾶξιν καὶ ἄλλο ποίησιν, καὶ οὔτε τὸ ποιηθὲν πραχθὲν ὀνομάζουσιν

οὔτε τὸ πραχθὲν ποιηθέν. ἀλλὰ ποίημα καὶ ποιηθὲν τὸ πεποιημένον καὶ


496

πρᾶξινκαὶ πραχθὲν τὸ πεπραγμένον. ἐκ δὲ τούτων καὶ τὰς ἕξεις, ὅθεν


αἱ προχειρίσεις προβαίνουσιν, ἑτέρας εἶναι ἀλλήλων εὑρίσκομεν. διὰ
τοῦ-
το καὶ ὡς συμπεραίνων ἐπήγαγεν, ὡς ἐπεὶ ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις ἕτερα,
δηλονότι καὶ ἡ μετὰ λόγου πρακτικὴ ἕτερον τῆς μετὰ λόγου ποιητικῆς
ἕξεως. δεῖ δὲ ἐξακούειν τὴν ἕξιν ἐπ' ἀμφοτέρων, ἔλαβε δὲ τὸ μετὰ λό-
γουκαὶ ἐπ'ἀμφοῖν, ὡς τῆς ἀπαριθμήσεως τὰς μετὰ λόγου παραλαμβα-
νούσης ἕξεις ἢ καὶ δυνάμεις. οὐ γὰρ τὴν τυχοῦσαν πρακτικὴν καὶ ποιη-
τικὴν δεῖ νοεῖν ἐνταυθοῖ ἀλλὰ τὰς μετὰ λόγου. αὗται γὰρ καὶ ἀληθεύ-
ειν πεφύκασι. καὶ οὐ περιέχεται ὑπ' ἀλλήλων πρᾶξις καὶ ποίησις.
οὔτε γὰρ ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν.καὶ
μήτις οἰέσθω, φησίν, ὡς οὕτως ἀλλήλων εἰσὶν ἕτεραι, ὡς τὴν μὲν περι-
έχειν τὴν δὲ περιέχεσθαι, οἷον ὡς ἐπὶ τῶν γενῶν ἔχει καὶ τῶν εἰδῶν.
ἕτερα γὰρ πρὸς ἄλληλα καὶ τὰ εἴδη καὶ τὰ γένη. οὐ γὰρ ἂν ἐπερίς

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria


P. 299, line 11

εἶναι πρᾶξιν καὶ ἄλλο ποίησιν, καὶ οὔτε τὸ ποιηθὲν πραχθὲν ὀνομάζουσιν

οὔτε τὸ πραχθὲν ποιηθέν. ἀλλὰ ποίημα καὶ ποιηθὲν τὸ πεποιημένον καὶ


πρᾶξινκαὶ πραχθὲν τὸ πεπραγμένον. ἐκ δὲ τούτων καὶ τὰς ἕξεις, ὅθεν
αἱ προχειρίσεις προβαίνουσιν, ἑτέρας εἶναι ἀλλήλων εὑρίσκομεν. διὰ
τοῦ-
το καὶ ὡς συμπεραίνων ἐπήγαγεν, ὡς ἐπεὶ ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις ἕτερα,
δηλονότι καὶ ἡ μετὰ λόγου πρακτικὴ ἕτερον τῆς μετὰ λόγου ποιητικῆς
ἕξεως. δεῖ δὲ ἐξακούειν τὴν ἕξιν ἐπ' ἀμφοτέρων, ἔλαβε δὲ τὸ μετὰ λό-
γουκαὶ ἐπ'ἀμφοῖν, ὡς τῆς ἀπαριθμήσεως τὰς μετὰ λόγου παραλαμβα-
νούσης ἕξεις ἢ καὶ δυνάμεις. οὐ γὰρ τὴν τυχοῦσαν πρακτικὴν καὶ ποιη-
τικὴν δεῖ νοεῖν ἐνταυθοῖ ἀλλὰ τὰς μετὰ λόγου. αὗται γὰρ καὶ ἀληθεύ-
ειν πεφύκασι. καὶ οὐ περιέχεται ὑπ' ἀλλήλων πρᾶξις καὶ ποίησις.
οὔτε γὰρ ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν.καὶ
μήτις οἰέσθω, φησίν, ὡς οὕτως ἀλλήλων εἰσὶν ἕτεραι, ὡς τὴν μὲν περι-
έχειν τὴν δὲ περιέχεσθαι, οἷον ὡς ἐπὶ τῶν γενῶν ἔχει καὶ τῶν εἰδῶν.
ἕτερα γὰρ πρὸς ἄλληλα καὶ τὰ εἴδη καὶ τὰ γένη. οὐ γὰρ ἂν ἐπερίς-
σευσε τῶν γενῶν τὰ εἴδη τῷ ἔχειν πλείους τῶν γενῶν τὰς οὐσιώδεις δια-
φοράς, ἀλλ' ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις οὐχ οὕτως ἀλλήλων ἕτερα. οὔτε γὰρ
ἡ πρᾶξις περιέχει τὴν ποίησιν οὔτε ἡ ποίησις τὴν πρᾶξιν.
497

Ἐπεὶ δ' ἡ οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις


τις μετὰ λόγου ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἣ οὐ
μετὰ λόγου ποιητικὴ ἕξις ἐστὶν οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη,

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria


P. 299, line 12

οὔτε τὸ πραχθὲν ποιηθέν. ἀλλὰ ποίημα καὶ ποιηθὲν τὸ πεποιημένον καὶ


πρᾶξινκαὶ πραχθὲν τὸ πεπραγμένον. ἐκ δὲ τούτων καὶ τὰς ἕξεις, ὅθεν
αἱ προχειρίσεις προβαίνουσιν, ἑτέρας εἶναι ἀλλήλων εὑρίσκομεν. διὰ
τοῦ-
το καὶ ὡς συμπεραίνων ἐπήγαγεν, ὡς ἐπεὶ ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις ἕτερα,
δηλονότι καὶ ἡ μετὰ λόγου πρακτικὴ ἕτερον τῆς μετὰ λόγου ποιητικῆς
ἕξεως. δεῖ δὲ ἐξακούειν τὴν ἕξιν ἐπ' ἀμφοτέρων, ἔλαβε δὲ τὸ μετὰ λό-
γουκαὶ ἐπ'ἀμφοῖν, ὡς τῆς ἀπαριθμήσεως τὰς μετὰ λόγου παραλαμβα-
νούσης ἕξεις ἢ καὶ δυνάμεις. οὐ γὰρ τὴν τυχοῦσαν πρακτικὴν καὶ ποιη-
τικὴν δεῖ νοεῖν ἐνταυθοῖ ἀλλὰ τὰς μετὰ λόγου. αὗται γὰρ καὶ ἀληθεύ-
ειν πεφύκασι. καὶ οὐ περιέχεται ὑπ' ἀλλήλων πρᾶξις καὶ ποίησις.
οὔτε γὰρ ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν.καὶ
μήτις οἰέσθω, φησίν, ὡς οὕτως ἀλλήλων εἰσὶν ἕτεραι, ὡς τὴν μὲν περι-
έχειν τὴν δὲ περιέχεσθαι, οἷον ὡς ἐπὶ τῶν γενῶν ἔχει καὶ τῶν εἰδῶν.
ἕτερα γὰρ πρὸς ἄλληλα καὶ τὰ εἴδη καὶ τὰ γένη. οὐ γὰρ ἂν ἐπερίς-
σευσε τῶν γενῶν τὰ εἴδη τῷ ἔχειν πλείους τῶν γενῶν τὰς οὐσιώδεις δια-
φοράς, ἀλλ' ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις οὐχ οὕτως ἀλλήλων ἕτερα. οὔτε γὰρ
ἡ πρᾶξις περιέχει τὴν ποίησιν οὔτε ἡ ποίησις τὴν πρᾶξιν.

Ἐπεὶ δ' ἡ οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις


τις μετὰ λόγου ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἣ οὐ
μετὰ λόγου ποιητικὴ ἕξις ἐστὶν οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐ-
τὸν ἂν εἴη τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική.

  
Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria
P. 299, line 17

ἕξεως. δεῖ δὲ ἐξακούειν τὴν ἕξιν ἐπ' ἀμφοτέρων, ἔλαβε δὲ τὸ μετὰ λό-
γουκαὶ ἐπ'ἀμφοῖν, ὡς τῆς ἀπαριθμήσεως τὰς μετὰ λόγου παραλαμβα-
νούσης ἕξεις ἢ καὶ δυνάμεις. οὐ γὰρ τὴν τυχοῦσαν πρακτικὴν καὶ ποιη-
τικὴν δεῖ νοεῖν ἐνταυθοῖ ἀλλὰ τὰς μετὰ λόγου. αὗται γὰρ καὶ ἀληθεύ-
ειν πεφύκασι. καὶ οὐ περιέχεται ὑπ' ἀλλήλων πρᾶξις καὶ ποίησις.
οὔτε γὰρ ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν.καὶ
μήτις οἰέσθω, φησίν, ὡς οὕτως ἀλλήλων εἰσὶν ἕτεραι, ὡς τὴν μὲν περι-
498

έχειν τὴν δὲ περιέχεσθαι, οἷον ὡς ἐπὶ τῶν γενῶν ἔχει καὶ τῶν εἰδῶν.
ἕτερα γὰρ πρὸς ἄλληλα καὶ τὰ εἴδη καὶ τὰ γένη. οὐ γὰρ ἂν ἐπερίς-
σευσε τῶν γενῶν τὰ εἴδη τῷ ἔχειν πλείους τῶν γενῶν τὰς οὐσιώδεις δια-
φοράς, ἀλλ' ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις οὐχ οὕτως ἀλλήλων ἕτερα. οὔτε γὰρ
ἡ πρᾶξις περιέχει τὴν ποίησιν οὔτε ἡ ποίησις τὴν πρᾶξιν.

Ἐπεὶ δ' ἡ οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις


τις μετὰ λόγου ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἣ οὐ
μετὰ λόγου ποιητικὴ ἕξις ἐστὶν οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐ-
τὸν ἂν εἴη τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική.

 Μετὰ τὸ παραθέσθαι πρὸς ἀλλήλας τὴν πρακτικὴν καὶ τὴν ποιητικὴν


καὶ δεῖξαι ταύτας ἑτέρας ἀλλήλων καὶ τοσοῦτον ὡς μὴ ὑποκεῖσθαι
θατέραν
τῇ ἑτέρᾳ, βούλεται νοῦν ὁρίσασθαι τὴν τέχνην. παραλαμβάνει δὲ διὰ τὴν
σαφήνειαν τὴν οἰκοδομικήν, μίαν καὶ αὐτὴν τῶν τεχνῶν, καὶ δείκνυσι δι'
αὐτῆς οἰκειότατον τῇ τέχνῃ τὸν ἀποδιδόμενον ὁρισμόν, ὡς καὶ ἀντιστρέ

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria


P. 299, line 18

γουκαὶ ἐπ'ἀμφοῖν, ὡς τῆς ἀπαριθμήσεως τὰς μετὰ λόγου παραλαμβα-


νούσης ἕξεις ἢ καὶ δυνάμεις. οὐ γὰρ τὴν τυχοῦσαν πρακτικὴν καὶ ποιη-
τικὴν δεῖ νοεῖν ἐνταυθοῖ ἀλλὰ τὰς μετὰ λόγου. αὗται γὰρ καὶ ἀληθεύ-
ειν πεφύκασι. καὶ οὐ περιέχεται ὑπ' ἀλλήλων πρᾶξις καὶ ποίησις.
οὔτε γὰρ ἡ πρᾶξις ποίησις οὔτε ἡ ποίησις πρᾶξίς ἐστιν.καὶ
μήτις οἰέσθω, φησίν, ὡς οὕτως ἀλλήλων εἰσὶν ἕτεραι, ὡς τὴν μὲν περι-
έχειν τὴν δὲ περιέχεσθαι, οἷον ὡς ἐπὶ τῶν γενῶν ἔχει καὶ τῶν εἰδῶν.
ἕτερα γὰρ πρὸς ἄλληλα καὶ τὰ εἴδη καὶ τὰ γένη. οὐ γὰρ ἂν ἐπερίς-
σευσε τῶν γενῶν τὰ εἴδη τῷ ἔχειν πλείους τῶν γενῶν τὰς οὐσιώδεις δια-
φοράς, ἀλλ' ἡ πρᾶξις καὶ ἡ ποίησις οὐχ οὕτως ἀλλήλων ἕτερα. οὔτε γὰρ
ἡ πρᾶξις περιέχει τὴν ποίησιν οὔτε ἡ ποίησις τὴν πρᾶξιν.

Ἐπεὶ δ' ἡ οἰκοδομικὴ τέχνη τίς ἐστι καὶ ὅπερ ἕξις


τις μετὰ λόγου ποιητική, καὶ οὐδεμία οὔτε τέχνη ἐστὶν ἣ οὐ
μετὰ λόγου ποιητικὴ ἕξις ἐστὶν οὔτε τοιαύτη ἣ οὐ τέχνη, ταὐ-
τὸν ἂν εἴη τέχνη καὶ ἕξις μετὰ λόγου ἀληθοῦς ποιητική.

 Μετὰ τὸ παραθέσθαι πρὸς ἀλλήλας τὴν πρακτικὴν καὶ τὴν ποιητικὴν


καὶ δεῖξαι ταύτας ἑτέρας ἀλλήλων καὶ τοσοῦτον ὡς μὴ ὑποκεῖσθαι
499

θατέραν
τῇ ἑτέρᾳ, βούλεται νοῦν ὁρίσασθαι τὴν τέχνην. παραλαμβάνει δὲ διὰ τὴν
σαφήνειαν τὴν οἰκοδομικήν, μίαν καὶ αὐτὴν τῶν τεχνῶν, καὶ δείκνυσι δι'
αὐτῆς οἰκειότατον τῇ τέχνῃ τὸν ἀποδιδόμενον ὁρισμόν, ὡς καὶ ἀντιστρέ-
φοντα πρὸς αὐτόν. φησὶ γὰρ ἐπεί δ' ἡ οἰκοδομικὴ τέχνηἐστίν,

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria


P. 301, line 26n

 Διὰ τοῦτο, φησί, περὶ γένεσιν λέγομεν καὶ περὶ τὰ ἐνδεχόμενα τέχνην
καταγίνεσθαι, διότι οὐκ ἔστι τέχνη τῶν ἐξ ἀνάγκης ὄντων ἢ γινομένων.
οὐ μόνον γὰρ ὄντα ἐξ ἀνάγκης εἰσίν, ἀλλ' εἰσὶ καὶ γινόμενα ἐξ ἀνάγκης·
ὄντα μὲν αἱ ἄυλοι οὐσίαι καὶ ἀσώματοι καὶ αἱ οὐράνιαι σφαῖραι καὶ αἱ
τῶν στοιχείων ὁλότητες (μένουσι γὰρ καὶ αὐτὰ ὑπὸ τοῦ δημιουργοῦ
συνε-
χόμενα), γινόμενα δὲ αἵ τε κινήσεις τῶν οὐρανίων σφαιρῶν καὶ αἱ ὧραι
τοῦ ἔτους, καὶ τὰ τοιαῦτα, κατὰ φύσιν δὲ τὰ ζῷα καὶ τὰ φυτά. τῶν
μὲν οὖν ἀναγκαίων τῷ μὴ ἀνάγκῃ εἶναι τὰ τῇ τέχνῃ ὑποκείμενα διαφέ-
ρουσι, τῶν δὲ κατὰ φύσιν, ὅτι ταῦτα ἐν αὑτοῖς ἔχουσι τὴν ἀρχὴν τῆς
κινήσεως.

Ἐπεὶ δὲ ποίησις καὶ πρᾶξις ἕτερον, ἀνάγκη τὴν


τέχνην ποιήσεως ἀλλ' οὐ πράξεως εἶναι. καὶ τρόπον τινὰ
περὶ τὰ αὐτά ἐστιν ἡ τύχη καὶ ἡ τέχνη, καθάπερ καὶ Ἀγάθων
φησὶ “τέχνη τύχην ἔστερξε καὶ τύχη τέχνην.”

 Δείξας ἕτερα ἀλλήλων τὴν πρᾶξιν καὶ ποίησιν, λαμβάνει τοῦτο νῦν
ὡς ὁμολογούμενον καὶ φησὶ τὴν τέχνην ποιήσεως εἶναι τέχνην ἀλλ' οὐ
πράξεως, διότι καὶ τὰ τέλη τῆς τέχνης ἔργα εἰσὶ μετὰ τὴν τεχνικὴν
ἐνέργειαν ὑπομένοντα, τῆς δὲ πράξεως ἀρκετὸν τέλος ἡ εὐπραξία, ἱκανὸν

ἐχούσης τὸ μέχρι τοῦ εὖ ὡς τέλος καταντᾶν αὐτῆς τὴν ἐνέργειαν. προς-  


τίθησι δὲ καὶ τὸ κατά τινα τρόπον περὶ τὰ αὐτὰ εἶναι τὴν τύχην καὶ
τὴν τέχνην, καὶ τούτου πάλιν παράγει μάρτυρα ποιητὴν τὸν Ἀγάθωνα

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria


P. 306, line 27

συμπεραίνειν ἀναγκαῖα, τὴν δὲ φρόνησιν ἐξ ἐνδεχομένων καὶ


500

ἐνδεχόμενα,
κἀντεῦθεν αὖθις ὅτι ἡ μὲν ἐπιστήμη οὐκ ἔστι βουλευτική· περὶ γὰρ τῶν
ἀναγκαίων εἶναι ἢ μὴ εἶναι οὐδεὶς βουλεύεται. περὶ ταῦτα δὲ ἡ ἐπιστήμη,
ἡ δὲ φρόνησις βουλευτικὴ καὶ οὐκ ἔστιν ἐπιστήμη. ἐπεὶ δὲ συμπεραινό-
μενος καὶ τὴν τέχνην σὺν τῇ ἐπιστήμῃ διΐστησι τῆς φρονήσεως, διὰ τοῦτο

ταῦτα προστίθησιν, ἀποδιδοὺς τὰς αἰτίας περὶ ἀμφοῖν, δι' ἃς καὶ τῆς
τέχνης καὶ τῆς ἐπιστήμης διΐσταται. καὶ οὔτε ἐπιστήμη ἡ φρόνησις οὔτε
τέχνη ἐστίν. ἐπιστήμη μὲν γὰρ οὐκ ἔστιν, ὅτι πρακτική ἐστι καὶ περὶ
τὰ πρακτὰ γίγνεται· πᾶν δὲ τὸ πρακτὸν ἐνδέχεται ἄλλως ἔχειν, τὸ δὲ
ἐπιστητὸν οὐχί· οὐκ ἄρα ἐπιστήμη ἡ φρόνησις. τέχνη δ' οὐκ ἔστιν, ὅτι
ἑτέρα τῷ εἴδει πρᾶξις καὶ ποίησις, ὃ καὶ ἤδη προλαβὼν εἴρηκε. ταῦτα
οὕτως εἰπὼν τὸν τῆς φρονήσεως ὅρον συνίστησιν οὕτως ἐπαγαγών· λεί-
πεται ἄρα αὐτὴν εἶναι ἕξιν ἀληθῆ μετὰ λόγου πρακτικὴν περὶ
τὰ ἀνθρώπῳ ἀγαθὰ καὶ κακά.τὸ μὲν ἕξιν ἀληθῶς μετὰ λόγου, κοι-
νὰ λαμβάνων τῆς ἐπιστήμης τε καὶ τέχνης καὶ τῆς φρονήσεως (πᾶσαι
γὰρ αἱ ἐνταῦθα ἀπαριθμούμεναι ἕξεις εἰσὶν ἀληθῶς μετὰ λόγου), τὸ δὲ
πρακτικὴν ὡς μὲν πρὸς τὰς εἰρημένας ἴδιον τῆς φρονήσεως, κοινὸν δὲ καὶ

ταῖς πρακτικαῖς τῶν τεχνῶν. τὸ δὲ περὶ τὰ ἀνθρώπῳ ἀγαθὰ καὶ κακά,


τοῦτο ὡς ἴδιον τίθησι τῆς φρονήσεωςκαὶ ἀπαρτίζει τὸν ὁρισμὸν πρὸς
αὐτὴν ἀντιστρέφοντα. περὶ γὰρ τὰ ἀνθρώπῳ ἀγαθὰ καὶ κακὰ ἡ φρόνησις
καταγίνεται, ὡς τὰ μὲν αὐτῶν εὑρίσκειν ἵνα αἱρήσηται καὶ πῶς αὐτῶν

Ευστράτιος. In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. vi commentaria


P. 307, line 31

τὸ τέλος, ἀλλ' ἔστι τι ἕτερον τῇ ἐνεργείᾳ ἑπόμενον παρ' αὐτὴν τὴν ἐνέρ-
γειαν, ὡς ἡ νίκη τῇ τῆς στρατηγικῆς καὶ τῇτῆς οἰκονομικῆς καὶ τῇ
τῆς χρηματιστικῆς ὁ πλοῦτος. διαφέρει οὖν καὶ τούτων καὶ τῶν πρακτι-
κῶν τεχνῶν ἡ φρόνησις, ὅτι καὶ αὕτη πρακτικὴ οὖσα ἕξις αὐτὸ ἔχει τέλος
τὸ πρᾶξαι καλῶς. εἰ δὲ καὶ κλέος πολλάκις καὶ ἔπαινοι ἕπονται τοῖς εὖ
πράττουσιν, ἀλλ' οὐ τέλη ταῦτα φρονήσεως. ἦν γὰρ ἂν ὁ φρόνιμος ἄρε-
σκος, οὐ τὸ ἀγαθὸν ἔχων τέλος τῆς αὑτοῦ ἕξεως, ὃ ἡ εὐπραξία ἐστίν,
ἀλλὰ
τὸ ἀρέσκειν τοῖς ἐπαινέταις· νῦν δ' οὐδενὸς τοιούτου ὁ τῷ ὄντι φρόνιμος
πεφρόντικεν ἐν ταῖς πράξεσιν, ἀλλ' ὅπως τὸ εὖ κατορθώσῃ ἐν αὐταῖς.
διὰ τοῦτο εἶπεν, ὅτι τῆς μὲν ποιήσεως ἕτερον τὸ τέλος, τῆς δὲ
πράξεως οὐκ ἀεί.πᾶσα πὰρ ποίησις ἔχει ποίημα ἐξ ἀνάγκης ἀποτε-
λούμενον ἕτερον ὂν παρὰ τὴν ποίησιν, ἥ ἐστι τοῦ ποιητικοῦ τεχνίτου
ἐνέργεια. οὐχὶ δὲ καὶ πᾶσα πρᾶξις ἔχει τέλος παρὰ τὴν πρᾶξιν ἕτερον,
ἀλλ' αἱ μὲν ὡς τέχναι πρακτικαὶ ἔχουσι καὶ αὐταὶ τέλος τῶν πράξεων, ἡ
δὲ ὡς φρόνησις πρακτικὴ αὐτὴν τὴν εὐπραξίαν ἔχει τὸ τέλος καὶ οὐδὲν
501

ἕτερον παρ' αὐτήν. εἰ δὲ καὶ ταῖς διανοητικαῖς ἀρεταῖς συνταττομένην  


τὴν φρόνησιν πρακτικὴν ὠνομάσαμεν ἐνταυθοῖ, οὐδὲν τῷ λόγῳ ἄτοπον
ἕπεται, ἐπεὶ καὶ πρακτικὸς νοῦς ὀνομάζεται ὅτι περὶ πρακτὰ καταγίνεται.
διανοητικὴ οὖν ἐστιν, ὅτι ἐν διανοίᾳ ἐστὶ καὶ ἐκ διανοίας προέρχεται,
πρα-κτικὴ δέ, ὅτι ἐν τοῖς πρακτικοῖς ἐνεργεῖ.

Anonymi In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. Phil., In Ηθικά Νικομάχεια.


paraphrasis (pseudepigraphum olim a Constantino Palaeocappa
confectum et olim sub auctore He P. 118, line 11

Περὶ τέχνης. κεφ. εʹ


.
 Ῥητέον δὲ περὶ τῆς τέχνης. τῶν ἐνδεχομένων γὰρ καὶ ἄλλοτε ἄλλως
ἐχόντων τὰ μέν εἰσι ποιητά, τὰ δὲ πρακτά· καὶ ποιητὰ μέν, περὶ ἃ ἡ
ποίησις, πρακτὰ δέ, περὶ ἃ ἡ πρᾶξίς ἐστι· καὶ ποίησις μέν ἐστιν, ἧς τὸ
*** ἐπεὶ δὲ ἕτερόν ἐστι ποίησις τῆς πράξεως, ἕτερον ἂν εἴη ἡ μετὰ
λόγου ἕξις πρακτικὴ τῆς μετὰ λόγου ποιητικῆς ἕξεως. ἕτερα δέ εἰσιν οὐχ

οὕτως, ὥστε περιέχεσθαι ὑπ' ἀλλήλων, ὡς τὸ μερικὸν καὶ τὸ καθόλου,


ἀλλ' ὥσπερ ἵππος καὶ βοῦς· οὔτε γὰρ ἡ πρᾶξις ὑπὸ τὴν ποίησιν ἀνάγεται
(οὐ γάρ ἐστι ποίησις), οὔτε ἡ ποίησις ὑπὸ τὴν πρᾶξιν (οὐ γάρ ἐστι
πρᾶξις).
δῆλον δὲ ἀπὸ τῶν ὁρισμῶν ἑκατέρας· ἄλλος γὰρ πράξεως ὁρισμὸς καὶ
ἄλλος ποιήσεως. ἔστι δὲ τέχνη μὲν ἕξις μετὰ λόγου ποιητική, ὥσπερ ἡ
οἰκοδομική· φρόνησις δὲ ἕξις μετὰ λόγου πρακτική, ὡς μετὰ ταῦτα ῥηθή-
σεται· ἡ ἄρα τέχνη καὶ τῆς ἐπιστήμης διαφέρει (καὶ γὰρ περὶ ἐνδεχόμενα
καταγίνεται), καὶ τῆς φρονήσεως, ὅτι ποιητική ἐστιν οὐ πρακτική· ἡ γὰρ

Anonymi In Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια. Phil., In Ηθικά Νικομάχεια.


paraphrasis (pseudepigraphum olim a Constantino Palaeocappa
confectum et olim sub auctore He P. 119, line 33

τυχεῖν, ἐκεῖνα πράττοντας, ὧν οὐκ ἔστι τέχνη· ὥστε καὶ ὅλως ἂν εἴη
φρόνιμος ὁ βουλευτικός· εἰ δὲ βουλευτικός, περὶ τὰ ἐνδεχόμενά ἐστιν.
οὐ-
δεὶς γὰρ βουλεύεται περὶ τῶν ἀναγκαίων καὶ μὴ δυναμένων ἄλλως ἔχειν,
ἔτι δὲ οὐδὲ περὶ τῶν ἐνδεχομένων μὲν γενέσθαι ὅλως, ὑπ' αὐτοῦ δὲ γε-
νέσθαι οὐκ ἐνδεχομένων· ὁμοίως γὰρ οὐδὲ περὶ αὐτῶν βουλεύεταί τις,
ἀλλὰ μόνον περὶ τῶν δυνατῶν ὑπ' αὐτοῦ πραχθῆναι. φανερὸν δὴ ἐκ τῶν
εἰρημένων, ὅτι ἡ φρόνησις ἄλλο ἐστὶν οὐ μόνον παρὰ τὴν τέχνην, ὡς
δέδεικται, ἀλλὰ καὶπαρὰ τὴν ἐπιστήμην, ὅτι ἡ μὲν περὶ τὰ ἀναγκαῖά
ἐστιν, ἡ δὲ φρόνησις περὶ τὰ ἐνδεχόμενα ἄλλως ἔχειν. ἔστι γὰρ φρόνησις
502

ἕξις ἀληθὴς μετὰ λόγου πρακτικὴ περὶ τὰ ἀνθρώπου ἀγαθὰ καὶ κακά.
τῆς τέχνης δὲ διαφέρει, καθὼς εἴρηται, ὅτι ἄλλο πρᾶξις καὶ ἄλλο ποίησις·

τῆς μὲν γὰρ ποιήσεως τὸ τέλος ἄλλο ἐστὶ παρὰ τὴν ποίησιν· ἄλλο γάρ
ἐστι ναυπηγικὴ καὶ ἕτερον τὸ πλοῖον· τῆς δὲ πράξεως τὸ τέλος οὐκ ἔστιν
ἄλλο παρὰ τὴν πρᾶξιν ἀεί· καὶ γὰρ ἐνίοτε αὐτὴ ἡ πρᾶξις τέλος ἐστὶν ἑαυ-
τῆς, ὅταν εὖ καὶ καλῶς πράττηται· τῆς γὰρ ἱππικῆς τέλος τὸ εὖ καὶ καλῶς

ἱππεύειν. ἔστι τοίνυν φρόνησις ἕξις περὶ τὰ ἀνθρώπου ἀγαθὰ ἢ κακά.

Michael Phil., In Ηθικά Νικομάχεια. ix–x commentaria (4034: 001)


“Eustratii et Michaelis et anonyma in Ηθικά Νικομάχεια. commentaria”,
Ed. Heylbut, G.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem
Graeca 20.P. 498, line 4

έχων· ὥστε καὶ ὁ εὐεργέτης ὡς ὑπερέχων. πάλιν τὸ εὐεργετεῖν ὑπερέ-


χειν ἐστί, τὸ ὑπερέχειν φιλητόν, τὸ εὐεργετεῖν φιλητόν. ὁρᾶται δὲ τοῦ
εὐεργέτου ὑπεροχὴ καὶ τὸ εἶναι αὐτοῦ, ᾗ ὑπερέχων καὶ ᾗ εὐεργέτης ἐν
τῷ ὑπερεχομένῳ καὶ εὐεργετηθέντι. φιλητὸς ἄρα ὁ εὐεργετηθεὶς καὶ φυ-
σικόν ἐστι τὸ μᾶλλον φιλεῖν τὸν εὖ δράσαντα ἢ τὸν εὖ παθόντα. ὅτι δὲ
ὁ εὐεργέτης ἐν τῷ εὐεργετηθέντι ἐστὶ καὶ ἡ ἐνέργεια αὐτοῦ πρόδηλον.
ὡς γὰρ τοῦ ζωγράφου ᾗ ζωγράφος καὶ ἡ ἐνέργεια αὐτοῦ ἐν τῇ εἰκόνι  
ὁρᾶται, ὁμοίως καὶ τοῦ ὑγιάσαντος ἐν τῷ ὑγιασθέντι, οὕτως καὶ τὸ τοῦ
εὐεργέτης εἶναι ᾗ εὐεργέτης καὶ ἡ ἐνέργεια αὐτοῦ ἐν τῷ εὖ παθόντι ἐστίν.

ἡ μὲν οὖν τῶν λεγομένων διάνοια αὕτη· δεῖ δὲ καὶ τὴν λέξιν ἐπιδραμεῖν.
ἡ μὲν οὖν φίλησις, φησί, καὶ τὸ φιλεῖν ἔοικε ποιήσει, ἡ δὲ ποιήσις ἐν τῷ
ποιοῦντι, ὥσπερ καὶ ἡ πάθησις ἐν τῷ πάσχοντι. εἰ οὖν ἡ φίλησις ἔοικε
ποιήσει, ἡ δὲ ποιήσις ἐν τῷ ποιοῦντι, ὁ δὲ ποιῶν ὁ εὐεργετῶν ἐστιν ἀλλ'
οὐχ ὁ εὐεργετούμενος, ἡ φίλησις ἄρα καὶ τὸ φιλεῖν ἐν τῷ εὐεργετοῦντί
ἐστι καὶ οὐ τῷ εὐεργετουμένῳ. ἰστέον δὲ ὅτι ἡ ποίησις καὶ ἡ πάθησις τῷ
μὲν ὑποκειμένῳ, ὡς καὶ ἡ ἀνάβασις καὶ ἡ κατάβασις, ἕν εἰσι, τῷ λόγῳ
δὲ διαφέρει· καὶ εἴρηται περὶ τούτων ἐν τῇ Φυσικῇ ἀκροάσει ἐπὶ πλέον.
ἐπεὶ οὖν ἡ φίλησις ὡς ποίησις ἐν τῷ ποιοῦντι καὶ εὐεργετοῦντί ἐστι, φυ-
σικῶς ἕπεται τοῖς ὑπερέχουσιν ἐν τῇ πράξει καθ' ἣν ὑπερέχει τὸ φιλεῖν
καὶ τὰ φιλικὰτῷ μᾶλλον φιλεῖν τοὺς ὑπερέχοντας, ἤτοι τοὺς εὐεργέτας·
πρᾶξινδὲ εἶπε τὴν εὐεργεσίαν καὶ εὐποιΐαν. καὶ εἴη ἂν τὸ τοῖς ὑπερέ

Michael Phil., In Ηθικά Νικομάχεια. ix-x commentaria P. 528, line 29

ἔχει δι' ἃ συζῶσιν οὕτως καὶ αὐτοὶ καὶ αἱ φιλίαι αὐτῶν ἀγαθαί εἰσιν, εἰ
δὲ φαῦλαι καὶ αὐτοὶ φαῦλοι καὶ αἱ φιλίαι αὐτῶν φαῦλαι καὶ ἀβέβαιοι, ὅτι
503

καὶ δι' ἃ φιλοῦσι φαῦλα καὶ ὅσον ἂν συζῶσι καὶ ἐξομοιῶνται ἀλλήλοις
τοσοῦτον μοχθηροὶ γίνονται. ἡ δὲ τῶν ἐπιεικῶν φιλία ἐπιεικὴς καὶ
βέβαιος,
συναυξανομένη ταῖς ὁμιλίαις·ταῖς γὰρ καλλίσταις ὁμιλίαις καὶ ἐνερ-
γείαις συναυξανομένης τῆς ἀρετῆς, συναυξάνεται καὶ ἡ φιλία·
συναυξάνεται
δὲ ταῖς ὁμιλίαις, διότι πάντων αἱ ἐπιδόσεις ταῖς ἐνεργείαις γίνεσθαι πεφύ-
κασι· τούτου τε οὖν ἕνεκα συναυξάνονται καὶ τοῦ διορθοῦσθαι
ἀλλήλους.
ἀπομάττονται γὰρ ἀπ' ἀλλήλωνκαὶ ἐπισπῶνται πρὸς ἑαυτοὺς τὰ ἀλλή-
λων ἔργα καὶ τοὺς λόγους οἷς ἀρέσκονταικαὶ ὧν ἕνεκα φίλοι εἰσίν.
“ἐσθλὰ μὲν γάρ, φησίν ἡ ποίησις, ἀπ' ἐσθλῶν.” ὥστε καὶ ἀπὸ τῶν
φαύλων
φαῦλα ἀπομαξόμεθα καὶ ἀποθησαυρίσομεν. ὧδε μὲν οὖν πεπλήρωται τὸ
Ἰῶτα τῶν Ἠθικῶν Νικομαχείων καὶ αἱ εἰς αὐτὸ σχολαί.  

Michael Phil., In Ηθικά Νικομάχεια. ix-x commentaria


P. 535, line 5

αὐτὴν καὶ οὐ δι' ἄλλο τι. εἰ δὴ τὴν ἡδονὴν δι' ἑαυτὴν αἱρούμεθα, τὸ
δὲ δι' αὑτὸ αἱρετὸν καὶ μὴ δι' ἄλλο τι μάλιστα ἀγαθόν, ἡ ἡδονὴ ἄρα
μάλιστα ἀγαθόν· τὸ δὲ μάλιστα ἀγαθὸν καὶ τὸ τἀγαθὸν ταὐτόν· ἡ ἡδονὴ
ἄρα τἀγαθόν. ἔστι δὲ ὁ λόγος τοιοῦτος· ἡ ἡδονὴ δι' ἑαυτὴν αἱρετή, τὸ
δι' ἑαυτὸ αἱρετὸν μάλιστα αἱρετόν, τὸ μάλιστα αἱρετὸν μάλιστα ἀγαθόν,
τὸ
μάλιστα ἀγαθὸν καὶ τἀγαθὸν ταὐτόν· ἡ ἡδονὴ ἄρα τἀγαθόν. ὅτι δὲ μά-  
λιστα αἱρετόν, ἤτοι αἱρετώτατόν ἐστιν ἡ ἡδονή, συνιστᾶν ἐπεχείρει διὰ
τοῦ
προτιθεμένηναἱρετῷ τινι αἱρετώτερον ἐκεῖνο ποιεῖ. ἡ γὰρ μεθ' ἡδο-
νῆς δικαιοπραγία αἱρετωτέρα τῆς ἄνευ ἡδονῆς, ἀλλὰ καὶ ἡ μεθ' ἡδονῆς
θεωρία αἱρετωτέρα τῆς χωρὶς ἡδονῆς, καὶ ὅλως πᾶσα πρᾶξις καὶ πᾶσα
ποίησις μεθ' ἡδονῆς βελτίων τῆς ἀνηδόνου πράξεως καὶ ποιήσεως. καὶ
ἔτι, φησί, δῆλον, ὡς αἱρετωτάτη ἐστὶν ἀπὸ τοῦ ἐπίδοσιν τὰ μετ' αὐτῆς
καὶ σὺν αὐτῇ γινόμενα λαμβάνειν. αἵ τε γὰρ μαθήσεις αἱ μεθ' ἡδονῆς
τάχιον ἐπιδιδόασι τῶν χωρὶς ἡδονῆς ἢ καὶ μετὰ λύπης, αἵ τε κατ' ἀρετὴν
ἐνέργειαι καὶ ἁπλῶς πάντα. ἡ μὲν οὖν σύμπασα τῶν προκειμένων διάνοια

αὕτη. δεῖ δὲ ἐν τῷ αὔξεσθαι δὴ τὸ ἀγαθὸν αὐτὸ αὐτῷτὴν μὲν


πρώτην ἀντωνυμίαν τὸ αὐτὸδιὰ τοῦ βραχέος ογράφειν καὶ ὑποστίζειν ἐν
αὐτῷ, εἶτα ἐπάγειν τὴν δευτέραν διὰ τοῦ μακροῦ ω[μεγάλου]. ἦν δ' ἂν
σαφέστερον, εἰ ἦν γεγραμμένον ἀντὶ τοῦ αὐτῷ θηλυκῶς αὐτῇ, οὑτωσὶ
504

αὔξεσθαι δὴ τὸ ἀγαθὸν αὐτῇ, ἤτοι τῇ ἡδονῇ. ἔστι δὲ ὃ λέγει καὶ αὔξεται


δὴ αὐτὸ τὸ ἀγαθόν, τουτέστι πᾶν ἀγαθὸν αὐτῇ τῇ ἡδονῇ.

Michael Phil., In Ηθικά Νικομάχεια. ix-x commentaria P. 605, line 7

εἰπεῖν, ποῖοι ποίᾳ ἁρμόζουσι καὶ ποῖοι σώζειν αὐτὴν δύνανται καὶ ποῖοι
φθείρειν, ὥστε δεῖ τὸν βουλόμενον τέλειον ἔσεσθαι τὴν ἀνθρωπίνην
φιλο-
σοφίαν, ἤτοι πολιτικὸν εὐδαίμονα, μετὰ τὰ βιβλία ταῦτα τὰς πολιτείας
αὐ-
τοῦ ἐφεξῆς τούτοις οὔσας ἀναγινώσκειν. καὶ περὶ μὲν οὖν τούτων ταῦτα.

τὰ δὲ τῶν λέξεων οὕτως ἂν ἔχοι. ἆρα,φησίν, ἐπειδὴ περὶ τῶν ἀρετῶν


ἱκανῶς εἴρηται τοῖς τύποις,τουτέστι καθόλου καὶ ὡς ἀρχόμενος τοῦ
βιβλίου εἶπε, παχυλῶς (ἐκ γὰρ τῶν ἐνδεχομένων καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ τοὺς
λόγους συνεπεραίνετο), ὑποληπτέον τέλος ἔχειν καὶ οὐδενὸς ἄλλου
χρῄζομεν
πρὸς τὸ εὐδαιμονῆσαι πλὴν τοῦ ἀναγνῶναι τὰ βιβλία, ἢ καθάπερ λέγε-
ται,ὧν λόγων τὸ τέλος οὐκ ἔστι γνῶσις ψιλή, ὥσπερ τοῦ δεικνύντος
ὅτι ὁ ἥλιος μείζων τῆς γῆς, ἀλλὰ πρᾶξις καὶ ποίησις, οὐκ ἀρκεῖ συνιέναι
τῶν λεγομένων, ἀλλὰ καὶ τῶν πράξεων ἀντέχεσθαι καὶ τῶν ἔργων
ἀνάγκη.
εἰ οὖν καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων, ὧν τὸ τέλος οὐκ ἔστι ψιλὴ γνῶσις, ἀλλὰ πρᾶξις
τοὺς λόγους αἱρούμεθα διὰ τὴν πρᾶξιν, τῶν δὲ περὶ ἀρετῆς λόγων τὸ
τέλος
πρᾶξίς ἐστι, πειρατέον πράττειν ὅσα ἡμῖν ὑφηγεῖται. τί γὰρ σεμνὸν τὸ
γνῶναι, τί ἐστιν ἀνδρεία ἢ δικαιοσύνη, τῷ μὴ μέλλοντι τὰ ἀνδρεῖα καὶ
δίκαια πράττειν; τὸ μὲν λεγόμενον τοιοῦτον, τὸ δὲ τῆς λέξεως, τὸ ἢ εἴ-
περ ἄλλως ἀγαθοὶ γινόμεθα,οὕτως ἐπῆκται, ὡς εἰ ἔλεγεν ‘εἰ μὲν
ἀπὸ τῆς τῶν ἀρετῶν χρήσεως γινόμεθα ἀγαθοί, χρηστέον αὐταῖς, εἰ δέ
τινα ἄλλον τρόπον, ἐκεῖνον ζητητέον· πάντως δὲ χρηστέον ἐκείνοις, δι'
ὧν

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii (4036: 001)


“Procli Diadochi in Plato nis rem publicam commentarii, 2 vols.”, Ed.
Kroll, W.Leipzig: Teubner, 1:1899; 2:1901, Repr. 1965.Vol. 1, p. 2, li1

στης ἁρμονίας καὶ ῥυθμοῦ τὰ Πλάτωνι δοκοῦντα.


 Αʹ. Περὶ τῶν ἐν Πολιτείᾳ πρὸς Ὅμηρον καὶ ποιη-
τικὴν Πλάτωνι ῥηθέντων.
 Βʹ. Περὶ τοῦ τρόπου τῆς τῶν θείων μύθων διασκευῆς
505

παρὰ τοῖς θεολόγοις αἰτίων ἀποδόσεις καὶ λύσεις τῶν πρὸς


αὐτοὺς ἐπιστάσεων.
 Γʹ. Τίνες οἱ παρὰ τοῖς θεολόγοις θεομαχίας διάφοροι
τρόποι, τὴν ἐν αὐτῇ ἀπόρρητον ἀλήθειαν εἰς φῶς ἄγοντες.
 Δʹ. Πῶς ἄν τις ὑπὲρ τῶν θείων ἀπολογήσαιτο μύθων
τῶν δοκούντων τοὺς θεοὺς αἰτιᾶσθαι τῶν κακῶν.  
 Εʹ. Πῶς τὴν τῶν ὅρκων σύγχυσιν δοκεῖ ἡ ποίησις εἰς
θεοὺς ἀναπέμπειν, ἡ ἀληθὴς περὶ αὐτῶν ὑφήγησις.
 ϛʹ. Τίς ἐστιν ἡ ἐν τῇ ποιήσει τοῦ Διὸς τῶν θεῶν εἰς
ἔριν κατάστασις διὰ Θέμιδος, ἀνάπτυξις τῆς ὅλης τοῦ μύθου
θεωρίας.
 Ζʹ. Τίς ἡ τῶν θεῶν κρίσις ἡ ἐν τοῖς μύθοις τοῖς τοῦ
ποιητοῦ καὶ τίνας αἰνίσσεται βίων διαφοράς.
 Ηʹ. Τίνες εἰσὶν αἱ ἐν ταῖς θεομυθίαις μεταβολαὶ τῶν
θεῶν εἰσαγόμεναι καὶ κατὰ πόσους τρόπους αὐτὰς διατιθέασι
καὶ διὰ ποίας αἰτίας.

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 2, line 19

θεῶν εἰσαγόμεναι καὶ κατὰ πόσους τρόπους αὐτὰς διατιθέασι


καὶ διὰ ποίας αἰτίας.
 Θʹ. Περὶ τῆς τοῦ ἐνυπνίου πομπῆς δοκούσης ψεῦδος
ἐπὶ θεοὺς ἀναπέμπειν πῶς ἀπολογητέον, ἀψευδὲς τὸ θεῖον
δεικνύουσιν.
 Ιʹ. Κοινὴ ἀπολογία ὑπὲρ τῶν Ὁμηρικῶν μύθων καὶ
τῶν Πλατωνικῶν, ἐν οἷς περὶ τῶν ἐν Ἅιδου λέγουσι δικαιω-
τηρίων καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς λήξεων τῶν διαφόρων, ἃς ἔχου-
σιν αἱ ἐξελθοῦσαι τῶν σωμάτων ψυχαὶ κατὰ τὰ ἰδιώματα
τῆς ἐν σώματι ζωῆς.
 ΙΑʹ. Τίνες αἰτίαι, δι' ἃς ἡ ποίησις ἀναπέμπει θρήνους
κἀπὶ τοὺς ἥρωας καὶ ἐπὶ τοὺς θεοὺς καὶ ἐπὶ τὸν ἄριστον
αὐτὸν τῶν ἡρώων καὶ ἐπὶ τὸν μέγιστον τῶν θεῶν.
 ΙΒʹ. Τίς αἰτία τοῦ ἐν τοῖς θεοῖς λεγομένου γέλωτος
ἐν τοῖς μύθοις, καὶ διὰ τί ἡ ποίησις ἐπὶ τῷ Ἡφαίστῳ τοὺς
θεοὺς ἐποίησε γελῶντας ἀσχέτως.
 ΙΓʹ. Ἀπολογία ὑπὲρ τῶν ἐν τῇ Ὁμήρου ποιήσει δοκούν-
των εἰς καταφρόνησιν σωφροσύνης τοὺς ἀκούοντας κινεῖν
παντοδαπῶν τρόπων.
 ΙΔʹ. Τί αἰνίττεται ἡ τοῦ Διὸς πρὸς τὴν Ἥραν συνουσία, καὶ τίς ὁ τῆς
Ἥρας κόσμος, καὶ τίς ὁ τόπος,
506

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 3, line 27

ζηλωτής ἐστιν ὁ Πλάτων ταῖς τε λεκτικαῖς ἀρεταῖς καὶ ταῖς


πραγματικαῖς.
 Δʹ. Πῶς ἄν τις ἀπολογήσαιτο πρὸς τὰ ἐν Φαίδρῳ ῥη-
θέντα περὶ Ὁμήρου, ἐν οἷς δοκεῖ τὸν Στησίχορον ὡς μου-
σικώτερον προκρίνειν.
 Εʹ. Τίνες εἰσὶν αἱ τρεῖς ἕξεις τῶν ψυχῶν, καὶ πῶς τὴν
ποιητικὴν τριττὴν ἀποδείξομεν κατὰ ταύτας συνδιαιρουμένην
τὰς τρεῖς ἕξεις ἐν ἡμῖν.
 ϛʹ. Ὅτι κατὰ Πλάτωνα τὰς τρεῖς ἰδέας τῆς ποιητικῆς
ἀποδείξομεν τοιαύτας οὔσας καὶ τοσαύτας.
 Ζʹ. Ὅτι καὶ ἡ Ὁμήρου ποίησις ἐπιδείκνυσιν τὰς τρεῖς
ἰδέας ἐν ἑαυτῇ τῆς ποιητικῆς.
 Ηʹ. Τί ἐστιν ὅπερ ὁ Σωκράτης ἐν τῷ δεκάτῳ τῆς Πολι-
τείας ἐκβάλλει τῆς Ὁμήρου ποιητικῆς, καὶ διὰ τίνας αἰτίας,
καὶ ὅτι οὐχ ὅλην αὐτήν, ἀλλ' ὅτι τὸ ἔσχατον αὐτῆς ἀπο-
δοκιμάζει μόνον.  
 Θʹ. Τίνα ἄν τις ἀπολογήσαιτο πρὸς τοὺς ἐλέγχοντας
λόγους, ὡς οὐκ ὄντα τὸν Ὅμηρον ἀνθρώπων παιδευτικὸν
οὐδὲ ὅλως πολιτικόν.

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 57, line 27

τῷ φιλοσόφῳ πρώτως ἂν εἶναι φαίη (καὶ γὰρ ὁ φιλόσοφος


ἐνθουσιάζων λέληθε τοὺς πολλούς) καὶ τὰ τῆς παιδευτικῆς
ἀγαθὰ μουσικῆς μειζόνως καὶ πάντα ἁπλῶς, εἰς ἃ βλέπον-
τες ἡγούμεθα τὴν μουσικὴν εἶναι σπουδῆς ἅπασιν ἀξίαν.
καὶ ὅ γε τῶν μουσικῶν ἀκρότατος οὗτός ἐστιν, ὁ αὐτὸς ὢν
ὡς εἴρηται τῷ ὡς ἀληθῶς φιλοσόφῳ, μηδενὶ τῶν κατὰ μουσι-
κὴν ἀγαθῶν ἐλλείπων. λέγει δὲ καὶ τὴν ἐκ Μουσῶν κατο-
κωχὴν μουσικὴν τρόπον ἄλλον ὡς ἐξορμῶσαν καὶ κινοῦσαν
εἰς τὴν ἔνθεον ποιητικὴν τὰς ψυχάς· ὃςγὰρ ἄν, φησίν,
ἄνευ Μουσῶν μανίας ἐπὶ ποιητικῆς θύρας ἀφίκη-
ται, καὶ αὐτὸς ἀτελής ἐστι ποιητὴς καὶ ἡ ποίησις
αὐτοῦ ὑπὸ τῆς τῶν μαινομένων ἡ τοῦ σωφρονοῦν-
τος ἠφανίσθη[Phaedr. p. 245a]· κἀνταῦθα τὸ μουσικὸν  
εἰς ταὐτὸν ἥκει καὶ τὸ ποιητικόν, τῆς ἐνθέου μουσικῆς τὸν
ἔνθεον ἀποτελούσης ποιητήν· οὐ γὰρ εἰς ἄλλο τί φησιν τὸν
ἐκ Μουσῶν κάτοχον ἐνθεάζειν ἢ εἰς τὸ ποιητὴν γενέσθαι,
τῶν μὲν ἔμπροσθεν γεγονότων ἔργων ἀγαθῶν ὑμνῳδόν, εἰς
ζῆλον δὲ ἀνεγείροντα παιδείας διὰ τούτων τοὺς ἐπιγινο-
507

μένους. ὅπου δὴ καὶ τὸ ἔργον μάλιστα τῆς ποιητικῆς ὅσον


ἐστὶν εἰς παιδείαν ἀνῆκον ἐξέφηνεν καὶ οἷον, καὶ ὡς οὐ
νομοθετικόν ἐστιν, ἀλλ' ὄντως τρίτον ἀπὸ τῆς ἀληθείας,

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 90, line 10

ἐν τοῖς θεοῖς ὑποτίθεσθαι πολέμους τε καὶ μάχας, ὃν καὶ  


τὰ θεῖα γένη διῄρητο κατὰ τὰς πρωτίστας τῶν ὅλων ἀρχάς.
τὰ γὰρ ἀναγωγὰ τοῖς γενεσιουργοῖς, καὶ τὰ συνεκτικὰ τοῖς
διακριτικοῖς, καὶ τὰ ἑνοποιὰ τοῖς πληθύουσιν τὴν τῶν ὄν-
των πρόοδον, καὶ τὰ ὁλικὰ τοῖς μεριστῶς δημιουργοῦσι, καὶ
τὰ ἀναπλωτικὰ τοῖς τῶν μερικῶν προστάταις ἀντικεί-
μενά πως μάχεσθαι καὶ πολεμεῖν ἀλλήλοις οἱ μῦθοι τὴν
ἀλήθειαν ἐπικρυπτόμενοι λέγουσιν. ὅθεν οἶμαι καὶ τοὺς
Τιτᾶνας τῷ Διονύσῳ καὶ Διῒ τοὺς Γίγαντας ἀνταγωνίζεσθαί
φασιν· τοῖς μὲν γὰρ ὡς πρὸ τοῦ κόσμου δημιουργοῖς ἥ τε
ἕνωσις προσήκει καὶ ἡ ἀμέριστος ποίησις καὶ ἡ πρὸ τῶν
μερῶν ὁλότης, οἳ δὲ εἰς πλῆθος προάγουσιν τὰς δημιουργι-
κὰς δυνάμεις καὶ μεμερισμένως διοικοῦσιν τὰ ἐν τῷ παντὶ
καὶ προσεχεῖς εἰσιν πατέρες τῶν ἐνύλων πραγμάτων. Τὴν
δὲ Ὁμηρικὴν θεομυθίαν κατὰ τὸν ἕτερον τρόπον νοήσωμεν
τοὺς ἐν τοῖς θεοῖς πολέμους διαπλάττουσαν. πρῶτον μὲν
γὰρ τὴν δημιουργικὴν μονάδα παντὸς ἐξαιρεῖ τοῦ πλήθους
τῶν θεῶν καὶ οὔτε προϊοῦσαν ἐπὶ τὴν γενεσιουργὸν ἐναν-
τίωσιν οὔτε ἀνθιστάμενόν τι πρὸς αὐτὴν παραδίδωσιν, ἀλλ'
ἐκείνης ἐν ἑαυτῇ σταθερῶς ἱδρυμένης ὁ τῶν θεῶν τῶν ἀπ'
αὐτῆς προεληλυθότων ἀριθμὸς μένων ἅμα καὶ προϊὼν εἰς

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 90, line 25

τοὺς ἐν τοῖς θεοῖς πολέμους διαπλάττουσαν. πρῶτον μὲν


γὰρ τὴν δημιουργικὴν μονάδα παντὸς ἐξαιρεῖ τοῦ πλήθους
τῶν θεῶν καὶ οὔτε προϊοῦσαν ἐπὶ τὴν γενεσιουργὸν ἐναν-
τίωσιν οὔτε ἀνθιστάμενόν τι πρὸς αὐτὴν παραδίδωσιν, ἀλλ'
ἐκείνης ἐν ἑαυτῇ σταθερῶς ἱδρυμένης ὁ τῶν θεῶν τῶν ἀπ'
αὐτῆς προεληλυθότων ἀριθμὸς μένων ἅμα καὶ προϊὼν εἰς
τὸ πᾶν μερίζεσθαι λέγεται περὶ τὴν πρόνοιαν τῶν ἐγκοσμίων.
ἔπειτα καὶ τούτων τῶν ἀπὸ τοῦ πατρὸς διῃρημένων θεῶν
τοὺς μὲν ἐν τῷ πατρὶ μείναντας καὶ τῆς οἰκείας μονάδος
ἀνεκφοιτήτους ὑπάρχοντας, οὓς δὴ καὶ Διὸς ἔνδονἡ
ποίησίς [Il. Υ 13] φησιν ἡδράσθαι καὶ μετὰ τοῦ πατρὸς
508

τῶν ὅλων προνοεῖν ἐξῃρημένως, οὔτε πολεμεῖν ἀλλήλοις


οὔτε ἀνθίστασθαι πρὸς ἀλλήλους ὁ μῦθος οὐδὲ κατὰ τὸ
φαινόμενον συγχωρεῖ· τοὺς δὲ ἐκεῖθεν εἰς πολλοστὰς τάξεις
ὑφιζάνοντας καὶ μερικωτέρους γενομένους καὶ τοῖς διοι-  
κουμένοις προσεχεστέρους καὶ ἀγγελικὰς ἢ δαιμονίας στρα-
τιὰς συμπληροῦντας διὰ τὴν πολλὴν πρὸς τὰ καταδεέστερα
συμπάθειαν καὶ τὴν τῆς προνοίας μεριστὴν διακλήρωσιν
μαχομένους ἀλλήλοις παραδίδωσιν. τούτοις γὰρ οἶμαι καὶ
τὰ τῶν προνοουμένων πάθη συγγενέστερά πώς ἐστιν, πλη-
γαί τε καὶ βολαὶ καὶ ἀντιτυπίαι καὶ ἡ γενεσιουργὸς ἐναν

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 96, line 6

θεομαχίας τοσαῦτα εἰρήσθω. καὶ γὰρ ἔξεστιν τοῖς περὶ αὐ-


τῆς ἀκριβέστερόν τι πιέσαι βουλομένοις καὶ ταῖς τοῦ καθη-
γεμόνοςἡμῶν θεωρίαις συγγενέσθαι πολλὰ καὶ θαυμαστὰ
δόγματα ἐκκαλυπτούσαις, ἃς ἐν ταῖς λύσεσινἐκεῖνος τῶν
Ὁμηρικῶν προβλημάτωνἐπραγματεύσατο.  

Πῶς ἄν τις ὑπὲρ τῶν θείων ἀπολογήσαιτο μύθων


τῶν δοκούντων τοὺς θεοὺς αἰτιᾶσθαι τῶν κακῶν.

 Ἡμεῖς δὲ ἐντεῦθεν ἐπὶ τὰ ἑξῆς τῶν Σωκρατικῶν πρὸς


Ὅμηρον ἀπορημάτων μετίωμεν. ἕπεται δὲ οἶμαι διασκέψασθαι,
πῶς τῶν θεῶν κατὰ τὴν ἀγαθότητα διαφερόντως τὴν ὕπαρ-
ξιν λαχόντων ἡ ποίησις κακῶν τε καὶ ἀγαθῶν αἰτιᾶται τοὺς
θεούς, δέοντος τῶν ἀγαθῶν μόνων ἐπ' αὐτοὺς ἀναπέμπειν
τὴν ἀρχηγὸν αἰτίαν. ταῦτα γὰρ ὁ Σωκράτης ἀποδείξας, τὸν
θεὸν τῶν ἀγαθῶν ὑποστάτην μόνων, κακοῦ δὲ οὐδενός,
ἐπιστάσεως ἠξίωσεν ἐν τοῖς Ὁμήρου ποιήμασιν· καὶ ἔοικεν
τὴν μὲν θεομαχίαν ὡς ἀναιρετικὴν τῆς θείας ἑνώσεως
εὐθύνειν, ταῦτα δὲ ἃ νῦν πρόκειται ζητεῖν ὡς τῆς ἀγαθό-
τητος τῶν θεῶν ἐλαττωτικὰ διελέγχειν.
 δοιοὶ γάρ τε πίθοι κατακείαται ἐν Διὸς οὔδει,
 κηρῶν ἔμπλειοι ὁ μὲν ἐσθλῶν, αὐτὰρ ὁ δειλῶν
  [Il. Ω 527 sq.].

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 98, line 10


509

τὴν μίαν τῶν καλῶν πάντων καὶ ἀγαθῶν αἰτίαν κακὸν


προσηγόρευεν. ταύτας τοίνυν τὰς διττὰς συστοιχίας τῶν τε
ἀγαθῶν καὶ τῶν κακῶν τῶν ἐν τῷ κόσμῳ γεγονότων τῆς
δημιουργικῆς ἐξάπτειν προσήκει μονάδος. καὶ γὰρ αἱ τῶν
θεῶν διαιρέσεις καὶ αἱ τῶν μετὰ θεοὺς γενῶν εἰς ἐκείνην
ἀνήρτηνται τὴν πρωτίστην ἀρχήν· καὶ τῶν καθ' εἱμαρμένην
συμπιπτόντων καὶ κατὰ δίκην ταῖς ψυχαῖς περὶ τὴν γένεσιν
ἀποκληρουμένων ἀγαθῶν τε καὶ κακῶν ἐν τῷ διακοσμήσαντι
τὸ πᾶν καὶ τὰς ψυχὰς εἰς τὸν θνητὸν τόπον καταπέμποντι
τὴν αἰτίαν ὑποθετέον. καὶ γὰρ ἡ τῆς εἱμαρμένης ποίησις
τῆς δημιουργικῆς ἐξέχεται προνοίας, καὶ ἡ τῆς δίκης σειρὰ
περὶ ἐκείνην ὑφέστηκεν καὶ ἕπεται τοῖς ἐκείνου ὅροις, τοῦ
θείου νόμου τιμωρὸς οὖσα, φησὶν ὁ Ἀθηναῖος ξένος[leg.
IV 716a], καὶ ἡ τῆς τύχης ἀποπληρωτικὴ τῶν κατὰ δίκην
διανεμομένων προμηθία κατὰ τὴν τοῦ πατρὸς ἀφορίζεται
βούλησιν. πάντων ἄρα τῶν ἀγαθῶν τε καὶ κακῶν, τῶν τε
βελτιόνων ἐν ταῖς δόσεσιν καὶ τῶν χειρόνων, τῶν τε εὐμοι-
ροτέρων ὁμοῦ καὶ τῶν ἐμποδιστικῶν τῆς τῶν ψυχῶν εἰς
τὰ ἐκτὸς ἐνεργείας τὴν αἰτίαν ὁ δημιουργὸς καὶ πατὴρ ἐν
ἑαυτῷ προεστήσατο καὶ πάντα κατὰ νοῦν ποδηγεῖ

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 99, line 18

οἷς ὁ δημιουργὸς κατὰ δίκην ἄγει τὰς ψυχάς, νοείσθωσαν·


ἃς ὁ ποιητὴς μυθολογῶν πίθους προσείρηκεν, εἴθ' ὅτι διὰ
πειθοὺς νοερᾶς πᾶσιν ἐπιβάλλει τὸν οἰκεῖον ὅρον (ἀρχὴ
γάρ, φησὶν ὁ Τίμαιος[p. 48a], τῆς ἀνάγκης ὁ νοῦς τῷ
πείθειν αὐτὴν πάντα πρὸς τὸ βέλτιστον ἄγειν), εἴτε καὶ τὸ
χωρητικὸν αὐτῶν καὶ περιληπτικὸν τῶν παντοδαπῶν καὶ
ποικίλων ἀποτελεσμάτων ἐνδεικνύμενος· τὸ γὰρ διεσπαρμένον
πλῆθος πάντων ὧν διανέμει ταῖς ψυχαῖς ὁ πατὴρ ἐν
ἐκείναις ἡνωμένως προείληπται. ὥστε καὶ κατὰ τοῦτον τὸν
λόγον συνᾴδουσιν ἀλλήλοις ὅ τε Πλάτων καὶ ἡ Ὁμηρικὴ
ποίησις. ὃ μὲν γὰρ οὐδενὸς κακοῦ φησιν χρῆναι τὸν θεὸν
αἰτιᾶσθαι, ἣ δὲ πάντα μὲν ἐκεῖθεν παράγει τὰ ἀγαθά, διττὰ
δὲ ὄντα καὶ ὠφελητικὰ τῶν δεχομένων ἑκάτερα ταῖς διτταῖς
συστοιχίαις διελοῦσα καὶ τὴν πρὸς ἄλληλα διαφορὰν αὐτῶν
ἐνδεικνυμένη τὰ μὲν ὡς ἀγαθά, τὰ δὲ ὡς ἐναντία τοῖς
ἀγαθοῖς ἀπ' ἐκείνων διέστησεν. καὶ ὅτι τὸ λεγόμενον κακὸν
οὐ τοιοῦτόν ἐστιν, ὁποῖον ὁ τοῦ Πλάτωνος λόγος τῆς δό-
σεως τῶν θεῶν ἀπέφησεν, δηλοῖ που καὶ αὐτὸς ἐπιφέρων
510

ἑξῆς [Il. Ω 534 sqq.]·

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 1, p. 100, line 19t

περὶ τὸν τῇδε βίον καὶ δυσθυμίαν ἐναπεργαζόμενα ταῖς


ψυχαῖς. ταῦτα γὰρ εἰ καὶ τοῖς γνησίως φιλοσοφοῦσιν κακὰ
προσαγορεύειν οὐ θέμις, ἀλλὰ τοῖς τὸν πρακτικὸν βίον ἑλο-
μένοις ἐμπόδια φαίνεται τῆς κατ' ἀρετὴν εἶναι ζωῆς. διὸ
καὶ ὁ Ἀθηναῖος ξένος[leg. II 661bd] τὰ τοιαῦτα πάντα
τοῖς μὲν ἀγαθοῖς εἶναί που κακὰ διατείνεται, τοῖς δὲ πονη-
ροῖς ἀγαθά· καίτοι καὶ τούτων αἰτιᾶται τὸν θεὸν καὶ τῶν
ἐκ τοῦ παντὸς ἐνδιδομένων ἁπάντων, ὥστε οὐχ Ὅμηρος
μόνος καὶ ὁ παρ' Ὁμήρῳ ταῦτά φασιν Ἀχιλλεύς, ἀλλὰ καὶ
ὁ Πλάτων αὐτὸς καὶ ὁ κατ' αὐτὸν νομοθέτης.

Πῶς τὴν τῶν ὅρκων σύγχυσιν δοκεῖ ἡ ποίησις εἰς θεοὺς ἀναπέμπειν,
ἡ ἀληθὴς περὶ αὐτῶν ὑφήγησις.

 Τοσαῦτα καὶ πρὸς ταύτην εἰρήσθω τὴν ζήτησιν· ἐφεξῆς


δέ ἐστιν τοῖς εἰρημένοις θεωρῆσαι, πῶς τὴν τῶν ὅρκων σύγ-
χυσιν καὶ τῶν σπονδῶν ἡ ποίησις κατὰ βούλησιν τοῦ με-
γάλου Διὸς καὶ τῆς Ἀθηνᾶς ὑπουργούσης τῇ βουλῇ τοῦ
πατρὸς γενέσθαι φησίν· καὶ γὰρ ταύτην ὁ Σωκράτης ᾐτιά-
σατο τὴν τῶν κακῶν ἀρχὴν ἐπὶ τοὺς πρωτίστους τῶν θεῶν
ἀναφέρουσαν. κἀνταῦθα μάλιστα διαπορεῖν ἄξιον, πῶς ὁ τῶν
τοιούτων τὸν θεὸν αἰτιώμενος οὐχὶ τῶν μεγίστων αὐτὸν  
αἰτιᾶται καὶ ἀληθινῶν κακῶν· οὐ γὰρ ἔτι πενίας

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 103, line 14

ἔχοντες πονηρὰν καὶ ὠδίνουσαν μείζω καὶ χαλεπώτερα κακὰ


τιμωρίαν ὑπέχουσιν πρῶτον, ἣ δοκεῖ μὲν ἐπιτρίβειν τοὺς
πάσχοντας ἐπὶ τὰς τῶν ὅρκων ἄγουσα συγχύσεις, ἄγει δὲ
αὐτοὺς εἰς τὸ δίκην ὑποσχεῖν τῶν πλημμελημάτων, παρα-
πλήσιόν τι ποιοῦσα ταῖς ἀναστομώσεσιν τῶν ἑλκῶν, αἳ
παραχρῆμα μὲν ἐπιτείνουσι τὰ πάθη τῶν σωμάτων, ἐκβάλ-
λουσαι δὲ τὸν ὕπουλον καὶ ἐντὸς ἀποκρυπτόμενον χυμὸν
αἴτιαι γίνονται τῆς ἐν χρόνοις ὕστερον παραγινομένης ὑγείας.
511

τὴν δὲ δὴ τιμωρίαν ταύτην ἄνωθεν ἀπὸ τοῦ Διὸς ἀρχο-


μένην (ἐκείνῳ γὰρ ἕπεται δίκη τῶν ἀπολειπομένων τοῦ θείου
νόμου τιμωρός) διὰ μέσης τῆς Ἀθηνᾶς ἡ ποίησις τελειου-
μένην παραδίδωσιν, ἵνα δῶσί ποτε δίκην οἱ Τρῶες ἰδόντες
οἷ κακοῦ προήγαγον αὑτοὺς καὶ ὡς ταῖς ὀφειλομέναις ποι-
ναῖς ἐγκατέδησαν τὴν ἑαυτῶν ζωήν. ὃν γὰρ ὅρον ἔθεντο
τῆς ἐσχάτης τῶν ἁμαρτόντων κολάσεως, τοῦτον σαλευτὸν
ὑφ' ἑαυτῶν ταῖς τῶν ὅρκων καὶ τῶν σπονδῶν συγχύσεσιν
ἀπέφηναν. Πρῶτον μὲν οὖνοὐχ οἱ θεοὶ τῆς πλημμε-
λοῦς ταύτης καὶ ἀτάκτου πράξεώς εἰσιν αἴτιοι τοῖς Τρωσίν,
ἀλλ' ἐκεῖνοι διὰ τὴν ἑαυτῶν πονηρίαν ἀξίους ἑαυτοὺς κατέ-
στησαν τῆς τοιαύτης ἐνεργείας, καὶ τούτων διαφερόντως ὁ
Πάνδαρος, φιλότιμός τε ὢν καὶ φιλοχρήματος καὶ τὴν ἄθεον

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 1, p. 106, line 24

 Πρὸς μὲν οὖν τὴν προειρημένην ἀπορίαν ὧδέ πως ἀπαν-


τήσωμεν. ἐπεὶ δὲ καὶ τῆς κρίσεως διαμνημονεύει τῆς παρ'
Ὁμήρῳ τῶν θεῶν καὶ τῆς ἔριδος, ἐφ' ἣν ὁ Ζεὺς ἀνακινεῖ
τὰ πλήθη τῶν θεῶν διὰ τῆς Θέμιδος πάντα πρὸς ἑαυ-
τὸν ἀνάγων, λεκτέον τι καὶ περὶ τούτων. ὅτι μὲν οὖν ὁ
Ζεὺς μονάς ἐστι παντὸς τοῦ πλήθους τῶν ἐγκοσμίων θεῶν,
καὶ ὅτι πάντας καὶ παράγειν ἀφ' ἑαυτοῦ δύναται καὶ ἐπι-
στρέφειν εἰς ἑαυτόν, εἴρηται πολλάκις. διττῆς δὲ οὔσης τῆς
εἰς τὸ πλῆθος αὐτοῦ προϊούσης ἐνεργείας, τῆς μὲν ἐπι-
στρεπτικῆς, τῆς δὲ κινητικῆς εἰς τὴν τῶν καταδεεστέρων
προμήθειαν, διττὰς καὶ ἡ ποίησις τοῦ Διὸς πρὸς τοὺς
θεοὺς ἀναγράφει δημηγορίας. καὶ κατὰ μὲν τὴν προτέραν
τῆς ἀμίκτου καθαρότητος μεταδιδοὺς ὑπόκειται τῷ πλήθει
τῶν θεῶν ὁ εἷς καὶ ὅλος δημιουργός, χωριστάς τε δυνάμεις
αὐτοῖς ἐνδίδωσιν ἁπάσης τῆς περικοσμίου διαιρέσεως· διὸ  
καὶ παρακελεύεται πᾶσιν ἀφίστασθαι τοῖς θεοῖς τοῦ πολέ-
μου καὶ τῆς ἐναντιώσεως τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων. ἐν
δὲ τῇ δευτέρᾳ κινεῖ πως αὐτοὺς εἰς τὴν πρόνοιαν τῶν
καταδεεστέρων καὶ ἐφίησιν ταῖς διῃρημέναις αὐτῶν εἰς τὸ
πᾶν προόδοις, ἵνα μὴ μόνον καθ' ἕνα συνέχωνται τὸν

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 107, line 7


512

θεοὺς ἀναγράφει δημηγορίας. καὶ κατὰ μὲν τὴν προτέραν


τῆς ἀμίκτου καθαρότητος μεταδιδοὺς ὑπόκειται τῷ πλήθει
τῶν θεῶν ὁ εἷς καὶ ὅλος δημιουργός, χωριστάς τε δυνάμεις
αὐτοῖς ἐνδίδωσιν ἁπάσης τῆς περικοσμίου διαιρέσεως· διὸ  
καὶ παρακελεύεται πᾶσιν ἀφίστασθαι τοῖς θεοῖς τοῦ πολέ-
μου καὶ τῆς ἐναντιώσεως τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων. ἐν
δὲ τῇ δευτέρᾳ κινεῖ πως αὐτοὺς εἰς τὴν πρόνοιαν τῶν
καταδεεστέρων καὶ ἐφίησιν ταῖς διῃρημέναις αὐτῶν εἰς τὸ
πᾶν προόδοις, ἵνα μὴ μόνον καθ' ἕνα συνέχωνται τὸν δη-
μιουργικὸν νοῦν, ὃν οὔτε παρεξελθεῖν δυνατόν, ὥς φησιν
ἡ ποίησις, οὔτε ὑπερδραμεῖν, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὰς ἑαυτῶν
ἰδιότητας ἐνεργῶσιν εἰς τὰ προνοούμενα· διὸ καί φησιν ὁ Ζεύς·

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 112, line 13

συνῃσθημένος περὶ τῆς Ἀθηνᾶς πού φησιν·


 μέγα δ' ἔβραχε φήγινος ἄξων
 βριθοσύνῃ· δεινὴν γὰρ ἄγεν θεόν[Ε 838 sq.].
καίτοι κἀνταῦθα λέγειν ἔξεστιν· καὶ πῶς βαρύτητος αἴτιον
τὸ ἀβαρές; ἀλλ' ὁποῖον ἂν ᾖ τὸ μετέχον, τοιοῦτον ἀνάγκη
φαίνεσθαι τὸ μετεχόμενον. εἴτε οὖν ξένοις ἐοικότες φαί-
νοιντο τῶν θεῶν τινες, εἴτε ἄλλην τινὰ προϊσχόμενοι μορ-
φήν, οὐκ ἐν ἐκείνοις ὑποτίθεσθαι χρὴ τὴν φαινομένην
μεταβολήν, ἀλλ' ἐν ταῖς διαφόροις ὑποδοχαῖς ποικίλλεσθαι
τὴν φαντασίαν.
 Ἕνα μὲν οὖν τρόπον τὸν εἰρημένον ἡ ποίησις τῶν
ἀμεταβλήτων μεταβολὰς πολυειδεῖς παραδίδωσιν. ἕτερον δὲ
ὅταν καὶ αὐτὸ τὸ θεῖον πολυδύναμον ὑπάρχον καὶ πλῆρες
παντοίων εἰδῶν ποικίλα προτείνῃ θεάματα τοῖς εἰς αὐτὸ
βλέπουσι. τότε γὰρ αὖ τὴν ἐξαλλαγὴν τῶν δυνάμεων ἐν-
δεικνυμένη μεταβάλλειν αὐτό φησι τὸ πάσας ἔχον ἐν ἑαυ-
τῷ τὰς δυνάμεις ταύτας εἰς πολλὰς μορφάς, ἄλλοτε ἄλλην
προβαλλόμενον, ἀεὶ μὲν κατὰ πάσας ἐνεργοῦν, ταῖς δὲ μετα-
βατικαῖς νοήσεσι τῶν ψυχῶν ἀλλοῖον ἀεὶ διὰ τὸ πλῆθος
τῶν περιεχομένων φανταζόμενον.

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentariiVol. 1, p. 120, line 6

ἀποστᾶσαι τὸ προσῆκον ὄργανον ταῖς πρακτικαῖς ἐνεργείαις


513

ἀσπάζονται καὶ χωριζόμεναι τούτου δυσχεραίνουσιν, ὥσπερ ἡ


Πατρόκλου λιποῦσα ἀνδρότητά τε καὶ ἥβην[Il. Χ 363],
καὶ ἐν Ἅιδου γενόμεναι ποθοῦσιν αὐτοῦ τὴν συνουσίαν,  
ὥσπερ ἡ Ἀχιλλέως, διότι καὶ τὴν ἐνταῦθα ζωὴν προτίθησιν
τῆς χωριστῆς, ὡς κατ' ἐκείνην μὲν ἐνεργεῖν οὐ δυναμένη,
κατὰ δὲ τὸν ἐν πράξει βίον πρωτεύουσα. αἱ δὲ διὰ κακο-
ζωΐαν φιλοφρονοῦνται τὸ ὀστρέϊνον σῶμα καὶ τὴν μετ' αὐ-
τοῦ ζωήν, οὐδὲν διαφέρειν ἡγούμεναι τῆς ἐν αὐτῷ ζωῆς.
ἃς δὴ καὶ νυκτερίσιν ἀπείκασεν ἡ ἔνθεος ποίησις, ὡς εἰς
τὸ σκοτεινὸν φερομένας καὶ τὸ ἔσχατον τοῦ παντός, ὃ δὴ
θεσπέσιον ἄντρονἄν τις προσαγορεύσειεν, καὶ ὡς τὸ
πτερὸν τὸ ψυχικὸν σαρκῶδες καὶ παχὺ καὶ γήϊνον ἐχούσας.
τί οὖν ἔτι θαυμαστόν, εἰ καὶ Ἀχιλλεὺς πρακτικὴν σχὼν
ἀρετὴν ἐφίοιτο τῆς μετὰ σώματος ζωῆς ὑπηρετεῖν αὐτοῦ
δυναμένου ταῖς πράξεσιν; ὁ μὲν γὰρ Ἡρακλῆς διὰ τελεστι-
κῆς καθηράμενος καὶ τῶν ἀχράντων καρπῶν μετασχὼν τε-
λέας ἔτυχεν τῆς εἰς θεοὺς ἀποκαταστάσεως·

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 121, line 18

τούτων ἐπήγετο θέσιν, τὴν δὲ τῆς νοερᾶς ψυχῆς παραδοχὴν


οὐκ εἶχεν ἐκ τῶν ὀνειρωκτικῶν θεαμάτων πιστώσασθαι.
πῶς δὲ οὐχὶ καὶ τοῖς πράγμασιν αὐτοῖς ἁπάντων ἐστὶ συμ-
φωνότατον τὸ τὰς πολλὰς τῶν ψυχῶν θρηνούσας ἀφί-
στασθαι τῶν σωμάτων καὶ δυσαποσπάστως ἐχούσας διὰ τὰς
ἐν αὐτῷ ζωὰς καὶ τὰς πολυαράτους ἡδονάς (αὗται γοῦν,
φησὶν καὶ ὁ Σωκράτης [Phaed. 83d], ὥσπερ ἧλον ἔχουσαι
προσπερονῶσιν αὐτὰς καὶ προσηλοῦσιν τοῖς σώμασιν) καὶ
ὀχήμασιν ἐξελθούσας χρῆσθαι σκιοειδέσιν καὶ τεθολωμένοις
ἀπὸ τῶν σεληναίων ἀτμῶν καὶ ἐμβριθέσι καὶ γεώδεσιν, καὶ
φωνὴν ἄσημον ἀφιέναι καὶ ἦχον ὑλικόν, ὃν ἡ ποίησις
τρισμὸνἀπεκάλεσεν. ὡς γὰρ τῶν ἀναγομένων ψυχῶν τὰ
ὄργανα φωνὴν ἐναρμόνιον ἀφίησιν καὶ ἐμμελῆ, καὶ εὔρυ-
θμον ἔχοντα φαίνεται κίνησιν, οὕτω τῶν ὑπὸ γῆς φερομένων
καὶ ἀλογωτέρων ὁ ἦχος τρισμῷ παραπλήσιός ἐστιν, τῆς ὀρε-
κτικῆς μόνης καὶ φανταστικῆς ζωῆς ἴνδαλμα φέρων. καὶ
μὴν καὶ τοὺς τόπους τοὺς ἐν Ἅιδου καὶ τὰ ὑπὸ γῆς δικαι-
ωτήρια καὶ τοὺς ποταμούς, οὓς Ὅμηρός τε καὶ Πλάτων
ἡμᾶς ἐδιδαξάτην, οὐ κενὰς φαντασίας οἰητέον εἶναι καὶ
μυθικὰς τερατείας· ἀλλ' ὥσπερ ταῖς εἰς οὐρανὸν ἰούσαις  
ψυχαῖς πολλοὶ τόποι καὶ παντοδαποὶ τῆς ἐκεῖ λήξεως
514

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 122, line 7

μὴν καὶ τοὺς τόπους τοὺς ἐν Ἅιδου καὶ τὰ ὑπὸ γῆς δικαι-
ωτήρια καὶ τοὺς ποταμούς, οὓς Ὅμηρός τε καὶ Πλάτων
ἡμᾶς ἐδιδαξάτην, οὐ κενὰς φαντασίας οἰητέον εἶναι καὶ
μυθικὰς τερατείας· ἀλλ' ὥσπερ ταῖς εἰς οὐρανὸν ἰούσαις  
ψυχαῖς πολλοὶ τόποι καὶ παντοδαποὶ τῆς ἐκεῖ λήξεως
ἀφωρίσθησαν, οὕτω δεῖ νομίζειν καὶ ταῖς κολάσεως ἔτι καὶ
καθάρσεως δεομέναις τοὺς ὑπὸ γῆς τόπους ἀνεῖσθαι, ποι-
κίλας μὲν ἀπορροίας ἔχοντας τῶν ὑπὲρ γῆς στοιχείων,
ἃς δὴ ποταμοὺς καὶ ῥεύματα κεκλήκασιν, δαιμόνων δὲ τάξεις
διαφόρους ἐφεστώσας, τὰς μὲν τιμωρούς, τὰς δὲ κολαστικάς,
τὰς δὲ καθαρτικάς, τὰς δὲ κριτικάς. εἰ δὲ ἡ ποίησις σμερ-
δαλέ' εὐρώεντα τά τε στυγέουσι θεοί περἐκεῖνα προς-
είρηκεν [Il. Υ 65], οὐδὲ τοῦτο αἰτιᾶσθαι προσήκει. κατα-
πλήττει μὲν γὰρ τὰς ψυχὰς διὰ τῆς ποικιλίας καὶ τῆς τῶν
ἐφεστώτων φαντασίας, ἀνήπλωται δὲ κατὰ τὰς παντοίας
λήξεις τὰς πρεπούσας ταῖς διαφόροις ἕξεσι τῶν ἐκεῖ φερο-
μένων, πορρωτάτω ⟦τὰ⟧ δέ ἐστι τῶν θεῶν ὡς ἔσχατα τοῦ
παντός, καὶ πολὺ τῆς ὑλικῆς ἀταξίας ἔχοντα καὶ οὐδὲ τῶν
ἡλιακῶν ἀκτίνων ἀπολαύοντα. τοσαῦτα καὶ περὶ τούτων
εἰρήσθω τῶν στίχων, οὓς ὁ Σωκράτης διαγράφειν ἀξιοῖ, καὶ
ὧν τοὺς παρ' αὐτῷ παιδευομένους

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 122, line


21t

ἐφεστώτων φαντασίας, ἀνήπλωται δὲ κατὰ τὰς παντοίας


λήξεις τὰς πρεπούσας ταῖς διαφόροις ἕξεσι τῶν ἐκεῖ φερο-
μένων, πορρωτάτω ⟦τὰ⟧ δέ ἐστι τῶν θεῶν ὡς ἔσχατα τοῦ
παντός, καὶ πολὺ τῆς ὑλικῆς ἀταξίας ἔχοντα καὶ οὐδὲ τῶν
ἡλιακῶν ἀκτίνων ἀπολαύοντα. τοσαῦτα καὶ περὶ τούτων
εἰρήσθω τῶν στίχων, οὓς ὁ Σωκράτης διαγράφειν ἀξιοῖ, καὶ
ὧν τοὺς παρ' αὐτῷ παιδευομένους ἀνηκόους εἶναι παντε-
λῶς δοκιμάζει. διὰ γὰρ τούτων αὔξεσθαι τὸ φιλοσώματον
τῆς ψυχῆς καὶ τὸν ἐνθένδε χωρισμὸν παντὸς μᾶλλον ἔτι
φαντάζεσθαι φοβερώτερον.

Τίνες αἰτίαι δι' ἃς ἡ ποίησις ἀναπέμπει


θρήνους κἀπὶ τοὺς ἥρωας καὶ ἐπὶ τοὺς θεοὺς καὶ ἐπὶ
515

τὸν ἄριστον αὐτὸν τῶν ἡρώων καὶ ἐπὶ τὸν μέγιστον


τῶν θεῶν.

 Ἕπεται δέ που τοῖς εἰρημένοις θεωρῆσαι, πῶς οὐχὶ


φιλόδακρυν ἕκαστον ἡμῶν ἡ ποίησις ἀπεργάζεται καὶ φιλό-
θρηνον, ὅταν ποιῇ καὶ τοὺς ἥρωας, καὶ τί λέγω τοὺς
ἥρωας; τοὺς θεοὺς αὐτοὺς ἀποδακρύοντας ἐπὶ τοῖς τῶν
φιλτάτων θανάτοις. καίτοι παρὰ τῷ Πλάτωνι [Phaed. p. 59a]  
Σωκράτης μὲν ἄτεγκτος διαμείνας καῖ ἀπροσπαθὴς πρὸς
τὰ δάκρυα τῶν οἰκείων ἀνύμνηται,

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 122, line 26

εἰρήσθω τῶν στίχων, οὓς ὁ Σωκράτης διαγράφειν ἀξιοῖ, καὶ


ὧν τοὺς παρ' αὐτῷ παιδευομένους ἀνηκόους εἶναι παντε-
λῶς δοκιμάζει. διὰ γὰρ τούτων αὔξεσθαι τὸ φιλοσώματον
τῆς ψυχῆς καὶ τὸν ἐνθένδε χωρισμὸν παντὸς μᾶλλον ἔτι
φαντάζεσθαι φοβερώτερον.

Τίνες αἰτίαι δι' ἃς ἡ ποίησις ἀναπέμπει


θρήνους κἀπὶ τοὺς ἥρωας καὶ ἐπὶ τοὺς θεοὺς καὶ ἐπὶ
τὸν ἄριστον αὐτὸν τῶν ἡρώων καὶ ἐπὶ τὸν μέγιστον
τῶν θεῶν.

 Ἕπεται δέ που τοῖς εἰρημένοις θεωρῆσαι, πῶς οὐχὶ


φιλόδακρυν ἕκαστον ἡμῶν ἡ ποίησις ἀπεργάζεται καὶ φιλό-
θρηνον, ὅταν ποιῇ καὶ τοὺς ἥρωας, καὶ τί λέγω τοὺς
ἥρωας; τοὺς θεοὺς αὐτοὺς ἀποδακρύοντας ἐπὶ τοῖς τῶν
φιλτάτων θανάτοις. καίτοι παρὰ τῷ Πλάτωνι [Phaed. p. 59a]  
Σωκράτης μὲν ἄτεγκτος διαμείνας καῖ ἀπροσπαθὴς πρὸς
τὰ δάκρυα τῶν οἰκείων ἀνύμνηται, Ἀπολλόδωρος δὲ ἀστακτὶ
δακρύων καὶ εἰ δή τις ἄλλος τοιοῦτος ἐπιτιμήσεως ὑπὸ
τοῦ καθηγεμόνος ἠξίωται. ἀλλ' ὅ γε θεῖος ποιητὴς τοὺς
ἥρωας ἀσχέτως ὀδυρομένους τὰς τῶν οἰκείων ἀποβολὰς
παραδίδωσιν· καίτοι, φαίη τις ἄν, εἰ καὶ Πρίαμον ἔδει τοι-
αῦτα πάσχειν κυλινδόμενον κατὰ κόπρον,

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 1, p. 126, line 6t
516

ζωὴν χαίροι μὲν ἐπὶ τῇ σωτηρίᾳ τῶν προνοουμένων, ἀνίλ-


λοιτο δὲ καὶ δυσχεραίνοι φθειρομένων καὶ μεταβάλλοι κατὰ
τὰ πάθη·
 νύμφαι μὲν κλαίουσιν ὅτε δρυσὶν οὐκ ἔνι φύλλα,
 νύμφαι δ' αὖ χαίρουσιν, ὅτε δρύας ὄμβρος ἀέξει, 
φησίν τις ποιητής. πάντα γάρ ἐστι θείως μὲν ἐν τοῖς
θεοῖς, μερικῶς δὲ καὶ δαιμονίως ἐν τοῖς διῃρημένοις ἡμῶν
προστάταις. ἀρκεῖ καὶ ταῦτα πρὸς τὴν παροῦσαν πρόθεσιν
ὑπὲρ τῶν λεγομένων ἐν θεοῖς θρήνων εἰρῆσθαι.

Τίς αἰτία τοῦ ἐν τοῖς θεοῖς λεγομένου γέλωτος


ἐν τοῖς μύθοις, καὶ διὰ τί ἡ ποίησις ἐπὶ τῷ Ἡφαίστῳ
τοὺς θεοὺς ἐποίησε γελῶντας ἀσχέτως.

 Τὸ δὲ αὖ ἐναντιώτατον μὲν τούτοις πάθος τὸ περὶ τοὺς


ἀσχέτους γέλωτας, ἐπιστάσεως δὲ ὑπὸ τοῦ Σωκράτους ἠξιω-
μένον, εἰ δεόντως ἐπὶ τοὺς θεοὺς αὐτὸ μεταφέρουσιν οἱ
μῦθοι, μετὰ ταῦτα σκεπτέον. τί γὰρ δὴ καὶ βουλόμενοι
γελῶντάς τε καὶ ἀσχέτως γελῶντας αὐτοὺς εἰσάγουσιν, θεω-
ρίας ἄξιον.
 ἄσβεστος δ' ἄρ' ἐνῶρτο γέλως μακάρεσσι θεοῖσι,
φησὶν ἡ ποίησις  ὡς ἴδον Ἥφαιστον διὰ δώματα ποιπνύοντα[Il.

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 126, line 15

Τίς αἰτία τοῦ ἐν τοῖς θεοῖς λεγομένου γέλωτος


ἐν τοῖς μύθοις, καὶ διὰ τί ἡ ποίησις ἐπὶ τῷ Ἡφαίστῳ
τοὺς θεοὺς ἐποίησε γελῶντας ἀσχέτως.

 Τὸ δὲ αὖ ἐναντιώτατον μὲν τούτοις πάθος τὸ περὶ τοὺς


ἀσχέτους γέλωτας, ἐπιστάσεως δὲ ὑπὸ τοῦ Σωκράτους ἠξιω-
μένον, εἰ δεόντως ἐπὶ τοὺς θεοὺς αὐτὸ μεταφέρουσιν οἱ
μῦθοι, μετὰ ταῦτα σκεπτέον. τί γὰρ δὴ καὶ βουλόμενοι
γελῶντάς τε καὶ ἀσχέτως γελῶντας αὐτοὺς εἰσάγουσιν, θεω-
ρίας ἄξιον.
 ἄσβεστος δ' ἄρ' ἐνῶρτο γέλως μακάρεσσι θεοῖσι,
φησὶν ἡ ποίησις
 ὡς ἴδον Ἥφαιστον διὰ δώματα ποιπνύοντα[Il.
517

  Α 599 sq.].


Τίς οὖν ὁ τῶν θεῶν γέλως, καὶ τί δήποτε Ἡφαίστου κινου-
μένου καὶ ἐνεργοῦντος ἐκεῖνοι γελῶσιν; οὐκοῦν τὸν μὲν
Ἥφαιστον, ὥς που καὶ ἐν ἄλλοις εἴπομεν, δημιουργὸν καὶ
ποιητὴν τοῦ φαινομένου παντὸς εἶναί φασιν οἱ θεολόγοι. διὸ
καὶ τοὺς οἴκους αὐτὸς λέγεται κατασκευάσασθαι τοῖς θεοῖς
 (ἧχι ἑκάστῳ δῶμα περικλυτὸς ἀμφιγυήεις

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 1, p. 129, line 5

ἄλλοις. καὶ ὁ αὐτὸς τρόπος μήτε τῶν ἐν ἀπορρήτοις δρω-


μένων παρὰ τοῖς θεουργοῖς τοὺς ἀνοήτους ἐπαΐειν μήτε
τῶν τοιούτων πλασμάτων. ἡ γὰρ ἄνευ ἐπιστήμης τούτων
ἀμφοτέρων ἀκρόασις δεινὴν καὶ ἄτοπον ἐργάζεται σύγχυσιν
ἐν ταῖς τῶν πολλῶν ζωαῖς τῆς περὶ τὸ θεῖον εὐλαβείας.  

Ἀπολογία ὑπὲρ τῶν ἐν τῇ Ὁμήρου ποιήσει


δοκούντων εἰς καταφρόνησιν σωφροσύνης τοὺς ἀκού-
οντας κινεῖν παντοδαπῶν τρόπων.

 Τοσαῦτα καὶ περὶ τοῦ γέλωτος εἰρήσθω τῶν θεῶν, ὃν


ἡ ποίησις ἄσβεστον διὰ τὰς ἀναγεγραμμένας αἰτίας προσεί-
ρηκεν. ἐφεξῆς δέ ἐστιν τοῖς τοιούτοις προβλήμασιν δια-
σκέψασθαι τοὺς περὶ τῆς σωφροσύνης λόγους, μή πῃ ἆρα
πρὸς ταύτην ἡμᾶς διαλωβᾶται τὰ Ὁμήρου ποιήματα. σω-
φροσύνης δέ, φησὶν ὁ Σωκράτης[III 389d], μέγιστον
μὲν εἶδος ἡ πρὸς τοὺς ἄρχοντας αἰδώς, δεύτερον δὲ ἡ τῶν
ἐπιθυμιῶν τῶν ἐν τῇ ψυχῇ καὶ τῶν ἡδονῶν ἐπικράτεια,
καὶ τρίτον ἄλλο τούτοις ἑπόμενον, ὃ δὴ μικρὸν ὕστερον
θεωρήσομεν. ἀλλ' οὖν τοῖν δυοῖν τούτοιν ὁ μὲν Ἀχιλλεὺς
κατὰ θάτερον ἁμαρτάνων φαίνεται, τοιαῦτα πρὸς τὸν ἄρ-
χοντα παρρησιαζόμενος [Il. Α 225]·

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 1, p. 140, line 24

ἀλλ' ἡμῖν, φαῖεν ἂν οἱ ποιηταὶ τῶν τοιούτων, οὐ πρὸς


νέους ὁ λόγος οὐδὲ παιδευτικῶς τὰ τοιαῦτα γράφομεν, ἀλλὰ
518

μαινομένῳ στόματι· καὶ ταῦτα ἡμᾶς ἡ τῶν Μουσῶν ἐργά-


ζεται μανία, ἧς τὸν στερόμενον τῶν ἐπὶ ποιητικὰς θύρας
ἀφικομένων ἀτελῆ καὶ αὐτὸν καὶ τὴν ποίησιν αὐτοῦ προς-
ειρήκασιν. Ἀλλὰ περὶ μὲν τούτων ἱκανὰ τὰ εἰρημένα· περὶ
δὲ τῶν Ἄρεως καὶ Ἀφροδίτης συνουσιῶν καὶ τῶν Ἡφαίστου
δεσμῶν ἐφεξῆς διέλθωμεν. οὐδὲ γὰρ ταῦτα προσίεσθαί
φησιν ὁ Σωκράτης [III p. 390c] οὐδὲ τοὺς τοιούτους μύ-
θους παραδώσειν τοῖς νέοις. τί οὖν καὶ διὰ τούτων ἡ
ποίησις αἰνίσσεται, λέγωμεν συντόμως.  

Τί αἰνίττεται ἡ μυθολογία περὶ Ἀφροδίτης


καὶ Ἄρεως καὶ τῶν Ἡφαίστου δεσμῶν, οἷς λέγει συν-
δεῖν ἀμφοτέρους τὸν Ἥφαιστον.

Ἄμφω μὲν οὖν οἵδε οἱ θεοὶ περὶ πάντα τὸν κόσμον


ἐνεργοῦσιν, ὅ τε Ἥφαιστος λέγω καὶ ὁ Ἄρης, ὃ μὲν δια-
κρίνων τὰς ἐναντιώσεις τοῦ παντὸς καὶ ἀνεγείρων ἀεὶ καὶ
σώζων ἀτρέπτως, ἵνα τέλειος ὁ κόσμος ᾖ πᾶσιν τοῖς εἴδεσιν
συμπεπληρωμένος, ὃ δὲ τὴν ὅλην αἰσθητὴν διακόσμησιν
τεχνικὴν ἀπεργαζόμενος καὶ λόγων φυσικῶν καὶ δυνάμεων
ἀποπληρῶν, καὶ περὶ μὲν τὸν οὐρανὸν εἴκοσι τρίποδας

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 148, line 18

τοῦ τέλους τῶν παρόντων πόνων αὐτὸν ἀφαιρούμενον.


καὶ τὸ ὀλοώτατεδηλοῖ σαφῶς τὸν διαφερόντως αὐτῷ τῶν
ἄλλων θεῶν τε καὶ δαιμόνων ἐναντιούμενον· ὁ γὰρ τὸν
μάλιστα λυπήσαντα φυλάττων ἀπαθῆ παντὸς μᾶλλον ἐμ-
ποδὼν γίνεται τῷ λυπηθέντι πρὸς τὴν τῆς τιμωρίας ἀπαί-
τησιν. εἰ δὲ μηδὲ οὗτος ὁ τρόπος τῶν λόγων ἀζήμιος τῷ
Ἀχιλλεῖ γέγονεν, ἀλλὰ μικρὸν ὕστερον καὶ αὐτὸς ὑπὸ δή
τινος Ἀπολλωνιακῆς δυνάμεως ἀναιρεῖσθαι λέγεται·
 ὅτε κέν σε Πάρις καὶ Φοῖβος Ἀπόλλων
 ἐσθλὸν ἐόντ' ὀλέσωσιν[Il. Χ 359 sq.],
πῶς οὐχὶ καὶ διὰ τούτων ἡμᾶς ἡ ποίησις περὶ τὸ θεῖον
σωφρονεστέρους ποιεῖ καὶ τὸ δαιμόνιον; καίτοι με οὐ λέ-
ληθεν, ὅτι τοῖς περὶ τὰς τελετὰς δεινοῖς πολλὰ τοιαῦτα περὶ
τοὺς δαίμονας ἀποτετόλμηται· ἀλλ' ἴσως ἐκείνοις μὲν ὑπὸ
θειοτέρων δυνάμεων φρουρουμένοις οὐδεμίαν τὰ τοιαῦτα
ζημίαν ἐπάγειν ἐστὶν ἱκανά, τοῖς δὲ ἄλλοις ἀνθρώποις ἕπε-
ται δίκη σωφρονίζουσα τὴν ἐν τοῖς λόγοις πλημμέλειαν.
519

 Καὶ μὴν καὶ περὶ τῆς πρὸς τὸν Ξάνθον αὐτοῦ λεγο-
μένης μάχης οὐ χαλεπὸν ἀπαντᾶν. οὐ γὰρ πρὸς αὐτὸν
τὸν θεὸν ἀπειθὴς ἦν, ἀλλ' ἢ πρὸς τὸ φαινόμενον ὕδωρ
ἐμποδίζον αὐτῷ τὴν κατὰ τῶν πολεμίων ὁρμὴν ἢ πρός τινα

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 149, line 2

θειοτέρων δυνάμεων φρουρουμένοις οὐδεμίαν τὰ τοιαῦτα


ζημίαν ἐπάγειν ἐστὶν ἱκανά, τοῖς δὲ ἄλλοις ἀνθρώποις ἕπε-
ται δίκη σωφρονίζουσα τὴν ἐν τοῖς λόγοις πλημμέλειαν.
 Καὶ μὴν καὶ περὶ τῆς πρὸς τὸν Ξάνθον αὐτοῦ λεγο-
μένης μάχης οὐ χαλεπὸν ἀπαντᾶν. οὐ γὰρ πρὸς αὐτὸν
τὸν θεὸν ἀπειθὴς ἦν, ἀλλ' ἢ πρὸς τὸ φαινόμενον ὕδωρ
ἐμποδίζον αὐτῷ τὴν κατὰ τῶν πολεμίων ὁρμὴν ἢ πρός τινα
τῶν ἐγχωρίων δυνάμεων μετὰ θεῶν συμμάχων ἠγωνίζετο·
καὶ γὰρ Ἀθηνᾶς καὶ Ποσειδῶνος αὐτῷ παρόντων καὶ  
συμπνεόντων ἀνθίστατο. καί μοι δοκεῖ κατὰ πάσας τὰς δια-
φορὰς ἡ ποίησις τοὺς ἀγῶνας διαπλέκουσα, καὶ τότε μὲν
ἀνθρώπων πρὸς ἀλλήλους μάχας ἱστοροῦσα, τότε δὲ τῶν
κρειττόνων γενῶν, ὥσπερ ἐν τῇ καλουμένῃ θεομαχίᾳ, καὶ
ταύτην παραδοῦναι τὴν ἀντίστασιν τῶν ἡρώων πρός τι-
νας δαιμονίας φύσεις, ἐνδεικνυμένη τοῖς τῶν τοιούτων
ἐπαΐειν δυναμένοις, ὅτι καὶ τὰ πρώτιστα τῶν τελευταίων
ἐξισοῦταί πως τοῖς ἐσχάτοις τῶν πρώτων, καὶ διαφερόντως
ὅταν ὑπ' αὐτῶν κινῆται καὶ φρουρῆται τῶν θεῶν. καὶ οὐκ
Ἀχιλλεὺς πρὸς τὸν Ξάνθον μόνος, ἀλλὰ καὶ Ἡρακλῆς οὕτω
πρὸς τὸν Ἀχελῷον διαγωνίσασθαι λέγεται, πρὸς ὃν καὶ ὁ
Ἀχιλλεὺς τὴν ἑαυτοῦ ζωὴν ἐπανάγων οὐδὲ τοὺς τοιούτους

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 165, line 20

προσεχοῦς αἰτίας αὐτῷ τὴν περὶ τοῦ δημιουργοῦ θεωρίαν


ὡρμῆσθαι βουλόμενος ὡς ἐκεῖθεν μάλιστα καταφανῆ γενη-
σομένην.
 Πάλιν τοίνυν ὁ μὲν θεῖος ποιητὴς διττὰς δημηγορίας
τοῦ πατρὸς τῶν ὅλων ἡμῖν ἐξέφηνεν, ὥς που καὶ πρότερον
εἴπομεν [p. 106, 21], πρὸς τοὺς ἐγκοσμίους θεούς, καὶ τὴν
μὲν αὐτῶν ἐπιστρεπτικὴν καὶ συναγωγὸν τῶν ἀκουόντων εἰς
τὸν ἕνα δημιουργικὸν νοῦν, χωριστοὺς ἀπεργαζομένην τῶν
520

προνοουμένων ἁπάντων τοὺς θεοὺς καὶ συνελίσσουσαν τὸ


πλῆθος ἐπὶ τὴν ἐξῃρημένην μονάδα καὶ Διὸς ἔνδον,ὥς
φησιν ἡ ποίησις [II. Υ 13], συλλέγουσαν, τὴν δὲ προνοίας
χορηγὸν καὶ δυνάμεων γεννητικῶν καὶ προάγουσαν ἕκαστον
εἰς τὴν τῶν δευτέρων ἐπιμέλειαν καὶ κινητικὴν πρὸς τὴν
μετάδοσιν τῆς τάξεως, ἵνα δὴ καὶ τὰ ἔσχατα τοῦ παντὸς
καὶ ὁ ἐν τῇ φύσει πόλεμος μετάσχῃ τῆς τῶν θεῶν νοερᾶς
ἐπιστασίας. ὁ δὲ αὖ Πλάτων, ἢ εἰ βούλεσθε λέγειν ὁ παρὰ
τῷ Πλάτωνι Τίμαιος [p. 41a], δημηγοροῦντα μὲν καὶ
αὐτὸς ἀπὸ τῆς νοερᾶς περιωπῆς τὸν πατέρα τῶν ὅλων
παραδίδωσιν εἰς ἅπαντας τοὺς ἀπ' αὐτοῦ προεληλυθότας
θεούς, τούς τε ἀεὶ περιπολοῦντας καὶ τοὺς φαινομένους  
καθ' ὅσον ἂν ἐθέλωσιν, ἀλλ' ἐν τοῖς αὐτοῖς λόγοις καὶ

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 1, p. 182, line 10

τέταρτον δὴ οὖν τὸ μυρία τῶν παλαιῶν ἔργα κοσμεῖν καὶ  


διὰ τούτων τοὺς ἐπιγινομένους παιδεύειν πρόδηλον, ὅτι τά
τε ἀνθρώπινα διὰ τῶν θείων αὐτὴν τελειότερα δεικνύναι
καὶ λαμπρότερά φησιν, καὶ παιδείαν ἀπ' αὐτῆς ἀληθινὴν
παραγίνεσθαι τοῖς κατηκόοις αὐτῆς γινομένοις. πολλοῦ ἄρα
δεῖ τὴν ποιητικὴν ταύτην τὴν ἔνθεον τῆς παιδευτικῆς δυνά-
μεως ἀποστερεῖν· ἀλλ' οἶμαι τὸ τῆς παιδείας οὐ ταὐτὸν
εἶναι πρός τε τὰς τῶν νέων ἕξεις καὶ τὰς τῶν ἤδη τελεω-
θέντων ἐκ τῆς πολιτικῆς καὶ δεομένων τῆς μυστικωτέρας
ἤδη περὶ τῶν θείων ἀκροάσεως. ἔστιν ἄρα ἡ τοιαύτη ποίη-
σις παντὸς μᾶλλον παιδευτικὴ τῶν ἀκουόντων, ὅταν ἔνθεος
ᾖ καὶ ὅταν τὸ θεῖον αὐτῆς τοῦτο κατάδηλον γίνηται τοῖς
ἀκούουσιν· ἡ γὰρ ἐπιπολῆς αὐτῆς ἐπαφὴ τῆς ἔνδον ἀπο-
κρυπτομένης μυστικῆς ἀληθείας οὐκ ἀντιλαμβάνεται.
ταύτην δὴ τὴν ἐκ τῶν Μουσῶν ὑφισταμένην ἐν ταῖς ἁπαλαῖς
καὶ ἀβάτοις ψυχαῖς ποιητικὴν ἁπάσης ἄλλης τέχνης ἀνθρω-
πίνης εἰκότως προτίθησιν· τὸν γὰρ ἄνευ τῆς τοιαύτης μα-
νίας ποιητὴν ἀτελῆ καὶ αὐτὸν καὶ τὴν ποίησιν αὐτοῦ ⟦καὶ⟧
ὑπὸ τῆς τῶν μαινομένων ἀφανίζεσθαι τὴν τοῦ σωφρονοῦν-
τος διϊσχυρίζεται· τῆς γὰρ θείας δόσεως τῷ παντὶ τὴν ἀν-
θρωπίνην ἐπιβολὴν ἀπολείπεσθαι.

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 1, p. 192, line 4t
521

πρὸς τὴν ὀρθότητα βλέπει τοῦ μιμήματος, τοῦτο δὲ ἄρα πρὸς


τὴν ἐκ τῆς φαντασίας τοῖς πολλοῖς γινομένην ἡδονήν. Τὰ
μὲν οὖν γένη τῆς ποιητικῆς τοιᾶσδε καὶ παρὰ τῷ Πλάτωνι
διακρίσεως ἠξίωται, τὸ μὲν ὡς κρεῖττον ἐπιστήμης, τὸ δὲ
ὡςἐπιστημονικόν, τὸ δὲ ὡς ὀρθοδοξαστικόν, τὸ δὲ ὡς
καὶ τῆς ὀρθῆς δόξης ἀπολειπόμενον. λέγει γοῦν περὶ τοῦ
ἐσχάτου σαφῶς [p. 602a], ὡς οὔτε ἄρα εἴσεται οὔτε  
ὀρθοδοξάσειὁ τοιόσδε μιμητής,οἷον τὸν ποιητὴν τοῦ-
τον ἐλέγομεν, περὶ ὧν ἂν μιμῆται πρὸς κάλλος ἢ
πονηρίαν.

Ὅτι καὶ ἡ Ὁμήρου ποίησις


ἐπιδείκνυσι τὰς τρεῖς ἰδέας ἐν ἑαυτῇ τῆς ποιητικῆς.

 Τούτων δὲ αὖ διωρισμένων ἐπὶ τὴν Ὁμήρου ποίησιν


ἀναδράμωμεν καὶ θεωρήσωμεν πᾶσαν ἐν αὐτῇ ποιητικῆς
ἕξιν διαλάμπουσαν, διαφερόντως δὲ τὰς τοῦ ὀρθοῦ καὶ τοῦ
καλοῦ στοχαζομένας. ὅταν μὲν γὰρ ἐνθουσιάζων ἐνεργῇ καὶ
ταῖς Μούσαις κάτοχος ὢν καὶ τὰ μυστικὰ περὶ αὐτῶν τῶν
θεῶν ἀφηγῆται νοήματα, τηνικαῦτα κατὰ τὴν πρωτίστην
ἐνεργεῖ καὶ ἔνθεον ποιητικήν· ὅταν δὲ αὖ τὴν τῆς ψυχῆς
ζωὴν καὶ τὰς ἐν τῇ φύσει διαφορὰς καὶ τὰ πολιτικὰ καθή-
κοντα διεξίῃ, τότε δὴ μάλιστα κατὰ τὴν ἐπιστήμην διατί

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 2, p. 103, line 17

ἀνελισσομένῃ. διά τοι ταῦτα καὶ ἐν Γοργίᾳ[p. 525d] τῶν


αὐτῶν ἕνεκα, λέγω δὴ τῶν ὑπὲρ δικαιοσύνης καὶ συμπάσης
ἀρετῆς ἀγώνων τὸν κατήγορον αὐτῆς ἀμυνόμενος, εἰ καὶ
μὴ τὸν διηγούμενον ἐποίησεν τὸ μυθολόγημα πρόσωπον
μερικὸν ἢ τοὺς κολαζομένους τῶν καθ' ἕκαστά τινας, ἀλλ'
οὖν οὐ παντελῶς ἀπέσχετο τούτων, εἰς τὴν Ὁμήρουποίη-
σιν ἀναφέρων τῶν ἀτόμων τὴν μνήμην· ἐκεῖνον γὰρ ποιῆ-
σαί τινας τῶν τυράννων κολαζομένους ταῖς μεγίσταις κολά-
σεσιν. πρέπει γάρ, οἶμαι, τοῖς ὑπὲρ δικαιοσύνης λόγοις ἡ
μέχρι τῶν καθ' ἕκαστα προϊοῦσα ποίησις τῆς δίκης. ἐκεῖ
μὲν οὖν, εἰ καὶ πολὺς ἦν καὶ ὁ ὑπὲρ τῆς δικαιοσύνης
λόγος, ὡς ἔφην, ἀλλ' οὐ προηγουμένης ἐτύγχανε τῆς ζητή-
σεως· ἐν δὲ τῇ Πολιτείᾳ καὶ τῶν περὶ πολιτείας σκεμμάτων
εἰς τὴν δικαιοσύνην ἀναφερομένων ἀναγκαίως δήπου καὶ
τὰ μυθικὰ ταῦτα πλάσματα δι' αὐτῶν χωρεῖ τῶν καθ'
522

ἕκαστα, τοὺς τῆς δίκης ὅρους ἐκφαίνοντα καὶ ἀπὸ τούτων


ἀνελέγκτως πιεζοῦντα, καὶ ὁ ἀφηγούμενος εἷς τίς ἐστιν ἀνήρ,
μετὰ τὴν ἐν πολέμῳ τριβὴν καὶ τοὺς ἄθλους, οὓς ἀθλοῦσιν
αἱ ψυχαὶ τὸν ἐν τῇ γενέσει πόλεμον μεταχειριζόμεναι, πρὸς
τὴν χωριστὴν ἀνηγμένος καὶ τὴν ἔξω γενέσεως ζωήν,

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 2, p. 182, line 6

(ἦν γὰρ ἀπειλῆς σύμβολον ὁ μυκηθμός) καὶ εἰς ἔργον προ-


άγοντες τὴν ἀπειλήν· ὡς γὰρ ἐπὶ τῶν ἀγαθουργῶν δυνά-
μεων αἳ μὲν βουλήσει μόνῃ λέγονται δρᾶν, αἳ δὲ ἀποπλη-
ροῦσιν τὰς ἐκείνων ἀγαθοειδεῖς βουλήσεις, οὕτως ἐπὶ τῶν
τιμωρῶν αἱ μὲν ἀπειλῇ δρῶσι μόνον, αἳ δὲ ἐκπληροῦσι τὴν  
ἀπειλήν. καὶ τοῦτο δηλοῖ τὸ μυκᾶσθαι μὲν ἀπειλοῦν τὸ
στόμιον, παρεστῶτας δὲ τοὺς διαπύρους τούτους ἄνδρας
πρὸς τὸ φθέγμα τὴν κόλασιν ἐπάγειν, σύνθημα τὸν μυκηθ-
μὸν ποιουμένους τῶν κολάσεων ἀξίων. Ποιναῖος οὖν ὁ
μυκηθμός, ἀπειλή τις ὢν μόνον, ποιναία δὲ καὶ ἡ τούτων
ποίησις· δρῶσιν δ' οὖν ἑπόμενα τῷ φθέγματι· διαλαβόντες
γὰρ ἄγουσιν οἳ μὲν ἄλλους, οἳ δὲ ἄλλους· τοῦτο γὰρ τὸ
διαλαβεῖν, οἷον διανείμασθαι τὰς κολάσεις.
 Τούτων δὲ τῶν παρ' ἀξίαν ἀποδιδρασκόντων ἕνα καὶ
τὸν Ἀρδιαῖον ὄντα καὶ τοὺς τούτῳ παραπλησίους πρῶτον
μὲν συμποδίζουσιν, ὡς εἰκὸς ἦν φυγάδας, χεῖρας αὐτῶν καὶ
πόδας καὶ κεφαλὴν συνδέοντες, τόν τε λόγον καὶ τὸν θυμὸν
καὶ τὴν ἐπιθυμίαν ἄξια πάντα τῶν ἐκεῖ δικαιωτηρίων
ὑπειληφότες εἶναι· ψυχ[ῆς γὰρ κε]φαλὴ μὲν ὡς ἀκρότατον
ὁ λόγος, [θυμὸς δὲ] αἱ χεῖρες ὡς ἀμυντικαί, ἐπιθυμία [δὲ

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 2, p. 183, line 22

ὅτι ἄγοιντο παρ' αὐτῶν μετὰ τὰς ἀσπαλάθους ἐπὶ τὸν Τάρ-
ταρον, τὸ τῆς τίσεως δεσμωτήριον, ἐναργῶς ὥρισεν, οἵων
ἐστὶν ἄξιον τὸ τοιόνδε τῆς ζωῆς εἶδος, καὶ ὅτι ἄτακτον ὂν
καὶ φυγὸν ἅπαντας θεσμοὺς εἰς τὸ ἀκοσμότατον συνέωσται
τοῦ κόσμου, καὶ ἀποδρᾶν νοῦν εἰς τὸ ἀλαμπέστατον. τοι-
οῦτος γὰρ ὁ Τάρταρος, χῶρος ὢν πάσης ἀτάκτου καὶ σκο-
τεινῆς ὕλης, εἰς ὃν συρρεῖ τὰ ἔσχατα τῶν κοσμικῶν στοι-
χείων, πρὸς δὲ τὸν Ὄλυμπον ἀντίθετος. ὃ μὲν γὰρ ὁλο-
λαμπής, πάντα περιέχων, ὑψηλότατος· ὃ δὲ σκοτεινός,
523

κοιλότατος τόπος ὑπὸ πάντων περιεχόμενος· διὸ καὶ ἡ


ποίησιςβαθύτατον αὐτὸν εἶναί φησιν βέρεθρον ὑπὸ
χθονός[Il. Θ 13 sq.]. πολλῶν δὲ ἡμῖν περὶ αὐτοῦ ῥηθέντων
ἐν τοῖς εἰς τὴν νέκυιαν τοῦ Φαίδωνοςἀπ' ἐκείνων
μὲν τὰ δοκοῦντα τοῖς θεολόγοις περὶ αὐτοῦ ληπτέον· νυνὶ
δὲ τὰ ἑξῆς προσθετέον, ὅσα ὁ ταῦτα λέγει διηγούμενος.
παντοδαπῶν γὰρ αὐτοῖς γενομένων δειμάτων τοῦτον ὑπερ-
βάλλειν τὸν φόβον, μὴ μυκῆται τὸ στόμιον καὶ αὐτῶν
ἀνιόντων, καὶ σιγήσαντος ἀσμένως ἀναβῆναι. τὰ μὲν οὖν
παντοδαπὰ δείματα δαιμόνων ὄψεις ἦσαν φοβεραὶ καὶ ὄφε-  
σιν ἐοικότων καὶ κυσίν, καὶ τόπων καταπληκτικαὶ δυνάμεις
θολεροῦ πυρὸς γεμόντων ἢ ψύξεως ἀφορήτου

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 2, p. 221, line 6

σελήνην, σκόπει τὴν τάξιν, ὅπως ἐστὶ προσήκουσα τοῖς τῆς


γενέσεως ὅλης προστάταις. ὁ μὲν γὰρ ὡς καὶ τῶν ὁρατῶν
πάντων βασιλεὺς καὶ τὰς δημιουργικὰς δυνάμεις διὰ τῶν
τοῦ φωτὸς ἀκτίνων ἀπομιμούμενος ὑπὸ πάντων δορυφο-
ρεῖται τῶν κοσμοκρατόρων, γενν[ῶν τε καὶ] ζωῆς πληρῶν  
καὶἀνανεάζων τὰς γενέσεις· ἀνωτέρω δὲ αὖ τρεῖς ἀρρε-
νωποὶ δραστηρίους ποιήσεις ἐπιδεικνύμενοι κατὰ πάντα τὸν
τῆς γενέσεως κύκλον, ὁ μὲν συγκρίνων ὁ μέγιστος Κρόνος,
ὁ δὲ διακρίνων ὁ μέγιστος Ἄρης, ὁ δὲ συγκεραννὺς τὰς
ἀμφοτέρων δυνάμεις καὶ κινήσεις· διὸ καὶ σύμμετρος ἡ τοῦ
Διὸς ποίησις τοῖς θνητοῖς, αἱ δὲ τῶν ἄκρων ὑπερβολαὶ δι'
αὐτὴν τὴν μονοειδῆ ποίησιν ἀσύμμετροι τοῖς συνθέτοις
εἰσίν, ἁπάσης μὲν τῆς γενέσεως διὰ συγκρίσεών τινων καὶ
διακρίσεων ἐπιτελουμένης, τῶν δὲ συνθέτων ἀμφοτέρων τού-
των μεμετρημένως δεομένων. κατωτέρω δὲ ἄλλοι τρεῖς, ὧν
οἱ ἄκροι θήλεις, μέσος δὲ ὁ Ἑρμῆς κοινὸς ὢν αὐτῶν, διότι
δὴ τὸ γόνιμον μιμοῦνται τῶν αἰτίων τοῦ κόσμου καὶ παν-
τοίων αὐξητικὸν ⟦ἢ⟧ προόδων. ἀλλ' ἡ μὲν ἑνίζουσα διὰ τῆς
ἐναρμονίου τῶν ἐναντίων κράσεως· ἡ δὲ πληθύουσα διὰ τὰς
παντοίας κινήσεις καὶ τὴν ποικιλίαν τῶν σχηματισμῶν καὶ
τῶν ἀναβατικῶν δρόμων· ὁ δὲ δὴ μέσος ἀμφοῖν συνάγων

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii


Vol. 2, p. 343, line 2
524

φησιν ἣν εἱλόμεθα μοῖραν· οὐχὶ τὸ τῆς ζωῆς εἶδος μόνον,


ἀλλὰ καὶ τὰ ἀπονεμόμενα ἡμῖν ἀπὸ τοῦ παντός. ἐκ γὰρ τῆς
Λαχέσεως, παρ' ἧς καὶ βίος, τὰ συναμφότερα ἔχομεν· ἡ δὲ
Κλωθὼ κυροῖ ταῦτα τοῖς ἑαυτῆς νήμασι καὶ κλώσμασιν,
ἐπιρρέουσα ἡμῖν τὰς ἐκ τῆς ἀπλανοῦς δόσεις. αὕτη γὰρ ἡ
κύρωσις· ἐπειδὴ δὲ ἀπὸ τοῦ ὑψηλοτάτου κύκλου πρόεισιν
εἰς ἡμᾶς ὄντας ὑπὸ σελήνην, κλώσει τινὶ ἀπείκασται, καὶ
τὸ ὄνομα ἔσχεν ἐντεῦθεν ἡ Κλωθώ. δηλοῖ δὲ καὶ τὴν
συμπλοκὴν ἅμα τῶν ἐκεῖθεν διδομένων· καὶ γὰρ τὰ κλωθό-  
μενα περιστρέφεταί πως ἑαυτοῖς (ἠλάκατα στρωφῶσα,
φησὶν ἡ ποίησις[Od. ζ 53 ρ 97]). οὔκουν μόνον ἀπὸ
τῶν ζῳδίων, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τῶν παρανατελλόντων ἔρχεται εἰς
ἡμᾶς παμπόλλη τις δόσις· ἀφ' ὧν καὶ εἰώθασι Χαλδαῖοί τε
καὶ Αἰγύπτιοι πολλὰ περὶ τῶν βίων ἡμῶν προγιγνώσκειν,
ὡς μεγάλην μοῖραν καὶ τούτων ἐχόντων καὶ δραστήριον περὶ
τὰς γενέσεις. τὴν οὖν ἀπὸ πάντων τούτων εἰρομένην ποί-
ησιν καὶ συμπλεκομένην στρέψει καὶ περιστροφῇ μετὰ τῆς
ἄνωθεν εἰς τὸ κάτω τοῦ νήματος τάσεως ἀπείκασαν οἱ πα-
λαιοὶ καὶ ἀπεικάσαντες Κλωθὼ διὰ ταῦτα τὴν Μοῖραν
ἐκάλεσαν.

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 2, p. 347, line 23

ἡμῶν καὶ εἰς τὸ ὅλον ἀνηπλωμένας ζωὰς κατακλείομεν,


ἵνα γενώμεθα διὰ στενότητα τῆς ζωῆς τῷ ἐσχάτῳ τούτῳ
δεσμῷ σύζυγοι καὶ πρέποντες· οὐ γὰρ ἦν τὸ ὁλικῶς ζῶν
θέμις τῷ μερικωτάτῳ συζῆν.
 Σκηνᾶσθαι οὖν σφᾶς ἤδη ἑσπέρας γενομένης
παρὰ τὸν Ἀμέλητα ποταμὸνἕως τοῦ πάντων ἐπι-
λανθάνεσθαι[p. 621a].
 Τὴν μὲν ἑσπέραν συγγενῆ τῇ τελέᾳ πτώσει τῆς ψυχῆς
ὁ μῦθος παρείληφεν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ. σκότος γὰρ ὄντως
συμπίπτει περὶ αὐτὴν ἐκ τῆς πρὸς τὴν ὕλην ῥοπῆς καὶ
στέρησις τοῦ θείου φωτός. ὡς οὖν ἡ ποίησιςλέγει [Α 592]
ῥιφέντα τὸν Ἥφαιστον ἐκ τοῦ Ὀλύμπου πανημέριον φέρεσθαι
καὶ ἅμα ἠελίῳ καταδύντιπεσεῖν εἰς τὴν Λῆμνον, τὸν
ἔσχατον οὖσαν βυθὸν τῆς ὕλης καὶ ὄντως λημῶντα τοῖς
ὑλικοῖς πάθεσιν, οὕτω δὴ καὶ ὁ μῦθος οὗτος ἄνωθεν ἀπὸ
τῆς Λαχέσεως τὴν εἰς τὸν πυθμένα τοῦ κόσμου τῶν ψυχῶν
ῥύσιν ἐκφαίνων ὡς ἀπὸ τῶν φωτεινοτάτων εἰς τἀναντία
καταντῶσαν, ἑσπέρας ἤδη γενομένης αὐτὴν κατασκηνᾶσθαί  
φησιν, ὡς εἰς τὸ σκῆνος ὄντως τὸ σῶμα τοῦτο σπεύδουσαν ἐν
525

σκότῳ τῆς ζωῆς. Τίς οὖν ὁ Ἀμέλης ποταμός, οὗ τὸ ὕδωρ


οὐδὲν ἀγγεῖον στέγειν φησίν; λεγέσθω μὲν οὖν καὶ ὁ ἔνικμος

Πρόκλος. , In Plato nis rem publicam commentarii Vol. 2, p. 351, line 7

 Μετὰ τὴν ἑσπέραν καὶ τὴν τοῦ ληθαίου πόσιν ὕδατος


ὕπνος μὲν παραλαμβάνεται τῷ μύθῳ, σύνθημα τῆς τῶν
ἐνεργειῶν τῶν γνωστικῶν ἀργίας καὶ παρέσεως (καὶ γὰρ ὁ
ζωώδης ὕπνος ἐκλύει τὰς αἰσθήσεις, αἳ δὴ τῶν γνώσεών  
εἰσιν τῶν νοερῶν ἀποτελευτήσεις), μέσαι δὲ νύκτες αὐτὸ τὸ
τῆς ζωῆς ἀφεγγέστατον ἐνδεικνύμεναι· κατὰ γὰρ ταύτας
ἐστὶν ἡμῶν πορρωτάτω ὁ ἥλιος, ὃν τἀγαθῷ φαμεν ἀνά-
λογον ἐν τοῖς ὁρατοῖς ὑπάρχειν. πλεῖστον οὖν ἡμᾶς ἤδη
τοῦ ἀγαθοῦ διεστάναι φησὶν ἡ μυθολογία, καθάπερ καὶ τῷ
κοιμηθῆναι νοῦ καὶ τῆς ἀληθοῦς γνώσεως ἀποστῆναι πλεῖ-
στον. καὶ ἔοικεν καὶ ἡ ἔνθεος ποίησις[Od. ω 2 sq.] τὸν
Ἑρμῆν ἡγεμόνα καθόδων ψυχικῶν ὑπολαβοῦσα καὶ ἀνόδων
τινῶν οὕτω δὴ φάναι τῇ ῥάβδῳ, χρυσῆνεἰποῦσα τὴν
ῥάβδον καὶ τὸν θεὸν χρυσόρραπιν,τῶν μὲν τὰ ὄμματα
θέλγεινὡσανεὶ κοιμίζοντα, τοὺς δὲ τῶν ἀνδρῶν καὶ
ὑπνώοντας ἐγείρειν·ὕπνον μὲν καλοῦσα καὶ αὕτη τῶν
ψυχῶν τὴν εἰς γένεσιν ὁδόν, ἐξέγερσιν δὲ ἀπὸ τοῦ κάρου
τούτου πάρεσιν ἡμῖν ἐμποιήσαντος τῶν νοερῶν ζωῶν, ὡς
τῶν αἰσθητικῶν ὁ ζωώδης ὕπνος, τὴν ἀπὸ γενέσεως
αὖθις ἄνοδον ἐπὶ τὴν νόησιν κατὰ τὴν τῶν ὄντων
ἀνάμνησιν. καὶ ἔστι καὶ ταῦτα τῷ τῆς ἀγγελικῆς τάξεως

Πρόκλος. , Theologia Plato nica (lib. 1–5) (4036: 004)


“Proclus. Théologie Plato nicienne, vols. 1–5”, Ed. Saffrey, D.,
Westerink, L.G.Paris: Les Belles Lettres, 1:1968; 2:1974; 3:1978;
4:1981; 5:1987.Vol. 3, p. 10, line 11

τῆς ἀρχηγικῆς ἱδρῦσθαι μονάδος καὶ τὸ πλειόνων αὖ


γεννητικὸν τοῦ τὴν τῶν ἐλασσόνων αἰτίαν λαχόντος
ὁμοιότερον ὂν τῷ πάντων παρακτικῷ προσεχέστερον
αὐτῷ κατὰ τὴν ὕπαρξιν τετάχθαι. Πορρώτερον γὰρ ὂν
ἀνομοιότερον ἔσται πρὸς τὴν πρώτην ἀρχήν, ἀνομοιότερον
δὲ ὑπάρχον οὔτ' ἂν δύναμιν ἔχοι περιληπτικὴν τῆς τῶν
ὁμοιοτέρων δυνάμεως οὔτ' ἂν ἐνέργειαν πλειόνων οἰστικήν.
Τῷ γὰρ πάντων αἰτίῳ τὸ πλείστων αἴτιον συγγενές, καὶ
526

ἀεὶ τὸ τῶν πλειόνων γεννητικὸν τῇ ἀρχῇ συμφυέστερον


ἢ τὸ τῶν ἐλαττόνων· δυνάμεως γὰρ ἔλλειψίς ἐστιν ἡ τῶν
ἐλαττόνων ποίησις, οὐσίας δὲ ὕφεσις ἡ τῆς δυνάμεως
ἔλλειψις, ἡ δὲ τῆς οὐσίας ὕφεσις πλεονάζει διὰ τὴν πρὸς
τὸ αἴτιον ἀνομοιότητα καὶ τὴν ἀπόστασιν τῆς πρώτης
ἀρχῆς.
 Πάλιν τοίνυν διοριζώμεθα πρὸς τοῖς εἰρημένοις καὶ
τοῦτο, παντὸς μᾶλλον ἀληθὲς ὑπάρχον, ὡς ἄρα δεῖ πρὸ
τῶν μετεχομένων αἰτίων πανταχοῦ τὰ ἀμέθεκτα προϋ-
πάρχειν ἐν τοῖς ὅλοις. Εἰ γὰρ δεῖ τὴν αἰτίαν τοῦτο εἶναι
πρὸς τὰ ἑαυτῆς γεννήματα ὅπερ ἐστὶ πρὸς ἅπασαν τὴν
τῶν ὄντων φύσιν τὸ ἕν, καὶ ταύτην εἰληχέναι τὴν τάξιν
πρὸς τὰ δεύτερα κατὰ φύσιν, τὸ δὲ ἓν ἀμέθεκτόν ἐστιν,

Πρόκλος. , Theologia Plato nica (lib. 1-5) Vol. 3, p. 32, line 22

τῶν ὄντων ἐξῃρημένος θεός ἐστι, κατ' αὐτὸ τὸ ἄρρητον


καὶ ἑνιαῖον μόνον καὶ ὑπερούσιον ἀφωρισμένος. Τὸ δὲ
πέρας τῶν ὄντων καὶ τὸ ἄπειρον ἐκφαίνει τὴν ἄγνωστον
ἐκείνην καὶ ἀμέθεκτον αἰτίαν, τὸ μὲν πέρας τῆς μονίμου
καὶ ἑνοειδοῦς καὶ συνεκτικῆς θεότητος αἴτιον ὑπάρχον,
τὸ δὲ ἄπειρον τῆς ἐπὶ πάντα προϊέναι καὶ πληθύεσθαι
δυναμένης καὶ ὅλως τῆς γεννητικῆς προκατάρχον ἁπάσης
διακοσμήσεως. Πᾶσα μὲν γὰρ ἕνωσις καὶ ὁλότης καὶ
κοινωνία τῶν ὄντων καὶ πάντα τὰ θεῖα μέτρα τοῦ πρωτί-
στου πέρατος ἐξήρτηται, πᾶσα δὲ διαίρεσις καὶ γόνιμος
ποίησις καὶ ἡ εἰς πλῆθος πρόοδος ἀπὸ τῆς ἀρχηγικωτάτης
ταύτης ἀπειρίας ὑφέστηκεν. Ὥστε καὶ ὅταν μένειν τῶν
θείων ἕκαστον ἅμα καὶ προϊέναι λέγωμεν, μένειν μὲν αὐτὸ
σταθερῶς κατὰ τὸ πέρας ὁμολογήσομεν, προϊέναι δὲ κατὰ
τὴν ἀπειρίαν, καὶ ἅμα τό τε ἓν ἔχειν καὶ τὸ πλῆθος, τὸ
μὲν τῆς τοῦ πέρατος ἀρχῆς, τὸ δὲ τῆς ἀπειρίας ἐξα-
πτόμενον· καὶ ὡς συλλήβδην εἰπεῖν ἁπάσης τῆς ἐν τοῖς  
θείοις γένεσιν ἀντιθέσεως τὸ μὲν κρεῖττον ἐπὶ τὸ πέρας,
τὸ δὲ καταδεέστερον ἐπὶ τὴν ἀπειρίαν ἀνοίσομεν.
 Ἐκ γὰρ τούτων τῶν δύο ἀρχῶν ἅπαντα μέχρι καὶ τῶν
ἐσχάτων τὴν εἰς τὸ εἶναι πρόοδον ἔσχε.

Πρόκλος. , Theologia Plato nica (lib. 1-5) Vol. 3, p. 86, line 10

ἐπείπερ ἡ δύναμις ἐνταῦθα κρυφίως ἐστίν· οὐ γὰρ πρό-  


527

εισιν ἡ τριὰς ἀφ' ἑαυτῆς, ἀλλ' ἀδιακρίτως καὶ ἑνοειδῶς


ὑφέστηκε, πρώτως ἀφοριζομένη κατὰ τὴν ἕνωσιν τὴν
θείαν. Πρώτη τοίνυν αὕτη μέθεξις, τῆς οὐσίας μετεχούσης
τοῦ ἑνὸς διὰ μέσης τῆς δυνάμεως, ἣ καὶ συναγωγός ἐστιν
ἀμφοῖν καὶ διακριτική, καὶ ὑπερούσιος μέν, συμφερομένη
δὲ τῇ οὐσίᾳ. Μὴ τοίνυν ὑπολάβωμέν ποτε πᾶσαν δύναμιν
οὐσίας ἔκγονον ὑπάρχειν· αἱ γὰρ τῶν θεῶν δυνάμεις
ὑπερούσιοί εἰσιν αὐταῖς συνυπάρχουσαι ταῖς ἑνάσι τῶν
θεῶν, καὶ διὰ ταύτας οἱ θεοὶ γεννητικοὶ τῶν ὄντων εἰσίν.
Ὀρθῶς οὖν καὶ ἡ ποίησις πανταχοῦ τὰ πάντα δύνασθαί
φησι τοὺς θεούς. Αἱ μὲν γὰρ οὐσιώδεις δυνάμεις οὐ τὰ
πάντα δύνανται· τῶν γὰρ ὑπερουσίων οὐκ εἰσὶν ὑποστα-
τικαί· αἱ δὲ ὑπερούσιοι καὶ τὰς οὐσίας ἀφ' ἑαυτῶν παράγουσιν.

Πρόκλος. , Theologia Plato nica (lib. 1-5) Vol. 5, p. 56, line 11

ὑφίστησι καὶ ψυχὰς καὶ σώματα, τοῖς εἴδεσι πάντα δια-


κοσμῶν, τὰ μὲν τοῖς πρώτοις, τὰ δὲ τοῖς μέσοις, τὰ δὲ
τοῖς τελευταίοις.
Ὁρᾷς οὖν ὅπως τὸ μὲν τῶν νοητῶν πέρας πατρικὸν ἦν
ἅμα καὶ ποιητικόν, τὸ δὲ τῶν νοερῶν πέρας ποιητικὸν ἦν
ὁμοῦ καὶ πατρικόν; Ἀλλ' ἐκεῖ μὲν ἡ πατρικὴ μᾶλλον
ἰδιότης, ἐνταῦθα δὲ ἡ ποιητική· καὶ παρ' ἀμφοτέροις μὲν
ἄμφω τὰ αἴτια προϋπάρχει, μᾶλλον μὴν ἐν τῷ παραδείγ-
ματι τὸ πατρικόν, ἐν δὲ τῷ δημιουργῷ τὸ ποιητικόν. Τὸ
μὲν γὰρ αὐτῷ τῷ εἶναι ποιεῖ, τὸ δὲ τῷ ἐνεργεῖν· καὶ τῷ
μὲν ἡ ποίησις οὐσιώδης, τῷ δὲ ἡ οὐσία ποιητική· καὶ τὰ
εἴδη παρ' ἀμφοῖν, ἀλλ' οὗ μὲν νοητῶς, οὗ δὲ νοερῶς.
Ἐκ δὴ τούτων φανερὸν ὅτι καὶ ἀνάλογον ὑπέστη τῷ
παραδειγματικῷ τὸ δημιουργικὸν αἴτιον καὶ ταύτην ἔχει
πρὸς τὰ νοερὰ τὴν τάξιν ἣν ἐκεῖνο πρὸς τὰ νοητά. Καὶ
διὰ τοῦτο καὶ ὁ Τίμαιος εἰς ἐκεῖνο τὸ παράδειγμα τὸν
τῶν ὅλων ἀνατείνεσθαί φησι δημιουργόν· Ἧιπερ οὖν
νοῦς ἐνούσας ἰδέας ἐν τῷ ὃ ἔστι ζῷον, ὅσαι τε
ἔνεισι καὶ οἷαι καθορᾷ, τοσαύτας καὶ τοιαύτας
διενοήθη δεῖν καὶ τόδετὸ πᾶν σχεῖν.

Πρόκλος. , Theologia Plato nica (lib. 1-5) Vol. 5, p. 88, line 4

τοῖς περὶ τοῦ δημιουργοῦ λόγοις τὰ διὰ τοῦ Πρωταγορείου


μύθου περὶ τοῦ μεγάλου Διὸς ἡμῖν παραδεδομένα δοξά-
528

σματα.
Λέγει τοίνυν ἐκεῖνος ὁ μῦθος τὸν Προμηθέα κοσμοῦντα
τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος καὶ προνοοῦντα τῆς λογικῆς ἡμῶν
ζωῆς, ἵνα μὴ βαπτισθεῖσα χθονὸς οἴστροιςκαὶ
ταῖς τῆς φύσεως ἀνάγκαις, ὥς φησί τις θεῶν, ἀπό-  
ληται, τὴν φύσιν ἐνδῆσαι ταῖς τέχναις καὶ ταύτας οἷον
παιζούσαις ταῖς ψυχαῖς τοῦ νοῦ μιμήματα προτεῖναι καὶ
διὰ τούτων ἀνεγεῖραι τὸ γνωστικὸν ἡμῶν καὶ διανοητικὸν
εἰς τὴν τῶν εἰδῶν θεωρίαν. Πᾶσα γὰρ τεχνικὴ ποίησις
εἰδοποιός ἐστι καὶ κοσμητικὴ τῆς ὑποκειμένης ὕλης. Ἀλλὰ
τὰς μὲν τέχνας αὐτὸν προμηθούμενον καὶ δοῦναι ταῖς
ψυχαῖς καὶ λαβεῖν παρὰ Ἡφαίστου καὶ Ἀθηνᾶς (ἐν γὰρ
τοῖς θεοῖς τούτοις πρώτως ἡ τῶν τεχνῶν περιέχεται πασῶν
αἰτία, τοῦ μὲν τὸ δημιουργικὸν αὐτῶν πρώτως παρεχο-
μένου, τῆς δὲ τὸ γνωστικὸν καὶ νοερὸν αὐταῖς ἐπιλαμπού-
σης ἄνωθεν)· ἐπειδὴ δὲ οὐ μόνον ἔδει τῆς τῶν τεχνῶν
εὑρέσεως ταῖς ἐν γενέσει ψυχαῖς, ἀλλὰ καὶ τούτων τελεω-
τέρας ἄλλης τινὸς ἐπιστήμης, τῆς πολιτικῆς, ἣ τὰς τέχνας
ταύτας συντάττειν δύναται καὶ κοσμεῖν καὶ πρὸς τὴν κατὰ

Πρόκλος. , Institutio theologica (4036: 005)“Proclus. The elements of


theology, 2nd edn.”, Ed. Dodds, E.R.Oxford: Clarendon Press, 1963,
Repr. 1977.Sec. 174, line 1

μετείχετο· μετέχει δὲ ἄλλα ἄλλως· κατὰ τὴν ἰδιότητα ἄρα τῶν


μετεχόντων καὶ δύναμιν αἱ μεθέξεις. νοερῶς ἄρα ἐν τῷ νῷ τὰ
πρὸ αὐτοῦ.  
 ἀλλὰ μὴν καὶ τὰ μετ' αὐτὸν νοερῶς ἐστιν. οὐ γὰρ ἐκ τῶν
ἀποτελεσμάτων ἐστίν, οὐδὲ ἐκεῖνα ἔχει ἐν ἑαυτῷ, ἀλλὰ τὰς
αἰτίας τὰς ἐκείνων· ἔστι δὲ πάντων τῷ εἶναι αἴτιος· τὸ δὲ εἶναι
αὐτοῦ νοερόν· καὶ τὰ αἴτια ἄρα νοερῶς ἔχει τῶν πάντων.
 ὥστε πάντα νοερῶς ἐστι πᾶς νοῦς, καὶ τὰ πρὸ αὐτοῦ καὶ τὰ
μετ' αὐτόν. ὡς οὖν τὰ νοητὰ νοερῶς ἔχει πᾶς, οὕτω καὶ τὰ
αἰσθητὰ νοερῶς.
Πᾶς νοῦς τῷ νοεῖν ὑφίστησι τὰ μετ' αὐτόν, καὶ ἡ ποίησις
ἐν τῷ νοεῖν, καὶ ἡ νόησις ἐν τῷ ποιεῖν.
 εἰ γὰρ νοητόν ἐστι καὶ νοῦς ταὐτὸν καὶ τὸ εἶναι ἑκάστου τῇ
νοήσει τῇ ἐν ἑαυτῷ [ταὐτόν], ποιεῖ δὲ ἃ ποιεῖ τῷ εἶναι, καὶ παρ-
άγει κατὰ τὸ εἶναι ὅ ἐστι, καὶ τῷ νοεῖν ἂν παράγοι τὰ παραγό-
μενα. τὸ γὰρ εἶναι καὶ τὸ νοεῖν ἓν ἄμφω· καὶ γὰρ ὁ νοῦς καὶ
[πᾶν] τὸ ὂν τὸ ἐν αὐτῷ ταὐτόν. εἰ οὖν ποιεῖ τῷ εἶναι, τὸ δὲ
εἶναι νοεῖν ἐστι, ποιεῖ τῷ νοεῖν.
529

 καὶ ἡ νόησις ἡ κατ' ἐνέργειαν ἐν τῷ νοεῖν· τοῦτο δὲ τῷ εἶναι


ταὐτόν· τὸ δὲ εἶναι ἐν τῷ ποιεῖν (τὸ γὰρ ἀκινήτως ποιοῦν τὸ
εἶναι ἐν τῷ ποιεῖν ἀεὶ ἔχει)· καὶ ἡ νόησις ἄρα ἐν τῷ ποιεῖν.

Πρόκλος. , In Plato nis Alcibiadem i (4036: 007)


“Proclus Diadochus. Commentary on the first Alcibiades of Plato ”, Ed.
Westerink, L.G.Amsterdam: North–Holland, 1954.Sec. 49, line 17

οὐ δύναται, ἡ δὲ ἔνθεος ἐρωτικὴ θειοτέρα τῆς σωφροσύνης οὖσα δίδωσί


τι καὶ τῷ ἑαυτῆς εἰδώλῳ καὶ ἀμυδρὸν ἴχνος εἰς αὐτὸ καταπέμπει, διὸ
καὶ εἴδωλον λέγεται. κατὰ τοῦτο τοίνυν καὶ τῆς αὐτῆς ἐπωνυμίας
μεταλαγχάνει· πανταχοῦ γὰρ τὰ εἴδωλα κοινωνεῖν τῆς προσηγορίας
τοῖς ἑαυτῶν ἐφίεται παραδείγμασι. ταῦτα καὶ πρὸς ταύτην ἡμῖν ἀπο-
κεκρίσθω τὴν ζήτησιν.
 Εἴρηται δὲ καὶ πρότερον ὅτι ὁ τῷ ὄντι ἐραστής ἐστιν ὁ ἔνθεος, ὥσπερ
καὶ αὐτὸς ὁ Σωκράτης ἐρεῖ προελθών, μόνον ἐραστὴν ἑαυτὸν ἀπο-
φαίνων τοῦ Ἀλκιβιάδου διὰ τὴν περὶ τὸν ἀληθινὸν Ἀλκιβιάδην σπουδήν.
αὐτὸς μὲν γάρ ἐστι τῆς ψυχῆς ἐραστής, οἱ δ' ἄλλοι ταύτην μὲν οὐδὲ
προσεποιοῦντο, ‘ἀμφὶ δ' ἄρ' εἰδώλῳ‘ (φησὶν ἡ ποίησις) ‘δῄουν
ἀλλήλους‘· διὸ δὴ καὶ τὸ εἴδωλον τῆς ἀκμῆς λῆγον ἰδόντες φροῦδοι
γεγόνασιν. εἰ δὲ δεῖ τὰ τούτων ἀληθέστερα φάναι, εὐθὺς τῶν πρώτων
συλλαβῶν μόνον ἑαυτὸν ἐραστὴν Ἀλκιβιάδου δείκνυσιν ὁ Σωκράτης.
εἰ γὰρ ἤρξατο πρὸ τῶν ἄλλων, δῆλον ὅτι τηνικαῦτα μόνος ἦν ἐραστής·
καὶ εἰ πεπαυμένων ἐκείνων αὐτὸς ἔτι περιέπει τὸν ἐρώμενον, μόνος
ἂν εἴη καὶ νῦν ἐραστής· εἰ δὲ καὶ ἐκείνων παρόντων ὁ τρόπος τοῦ
ἔρωτος διάφορος ἦν, καὶ οἱ μὲν ἠνώχλουν τὸν νεανίσκον, ὁ δὲ οἷον
ἔφορός τις αὐτοῦ δαίμων ἢ θεὸς ἔξωθεν προὐνόει, καὶ τότε δηλαδὴ
μόνος ἦν ἐραστής. τὸ δὲ αἴτιόν ἐστι τούτων ὅτι πᾶν τὸ ἐξῃρημένον ἐν
ἑκάστῃ φύσει τῶν ὄντων μόνον ἐστί, κἂν ᾖ τι μετ' αὐτὸ πλῆθος·
Πρόκλος. , In Plato nis Alcibiadem i Sec. 84, line 21

γεννῶσα δὲ τὴν ἐνέργειαν. δεύτερον δὲ ὅτι καὶ ἄλλως ἡ δύναμις


οἰκειοτάτη τοῖς δαίμοσίν ἐστι. πανταχοῦ γὰρ ἡ δύναμις τὸ μέσον
κεκλήρωται· καὶ ἐν μὲν τοῖς νοητοῖς συνάπτει τὸν πατέρα καὶ τὸν νοῦν,
’ἡ μὲν γὰρ δύναμις σὺν ἐκείνῳ, νοῦς δ' ἀπ' ἐκείνου‘·
ἐν δὲ τοῖς νοεροῖς τὰς ἐνεργείας συνδεῖ πρὸς τὰς οὐσίας, ἡ μὲν γὰρ
ἐνέργεια γέννημα τῆς δυνάμεώς ἐστιν, ἡ δὲ οὐσία προάγει τὰς δυνάμεις
ἀφ' ἑαυτῆς. καὶ οὖν καὶ τὰ κρείττονα ἡμῶν γένη μέσα τῶν θεῶν ὄντα
καὶ ἡμῶν οἰκείως σημαίνεται διὰ τῆς δυνάμεως ὡς μέσην πανταχοῦ
τάξιν λαχούσης. ἔστι γὰρ ἡ μὲν ἀληθινὴ οὐσία καὶ τὸ ὄντως εἶναι παρὰ
τοῖς θεοῖς, ἡ δὲ δύναμις ἡ ὑπουργὸς τῶν θεῶν παρὰ τοῖς δαίμοσιν, ἡ
δὲ ἔξω προϊοῦσα διὰ τῆς δυνάμεως αὐτῶν ἐνέργεια καὶ ποίησις ἐν ἡμῖν.
530

τὸ τρίτον τοίνυν καὶ τῷ νεανίσκῳ πρεπόντως ἐξυμνεῖ τὴν δαιμονίαν


δύναμιν. ἦν γὰρ δὴ ὁ Ἀλκιβιάδης δυνάμεως ἐραστής· μόνον οὖν
οὐχὶ ἤδη λέγει σαφῶς ὁ Σωκράτης ὅτι ἡ ἀληθὴς δύναμις ἐν τοῖς
δαίμοσίν ἐστιν, ἀλλ' οὐκ ἐν τῷ πολλῶν ἀνθρωπίσκων ἄρχειν, καὶ ὡς  
ἐκείνης ἐραστὴν εἶναι δεῖ τὸν μεγαλόφρονα τῆς δυνάμεως, ἀλλ' οὐ τῆς
φαινομένης. αὕτη μὲν γὰρ ἀσθενείᾳ συμμιγής ἐστι (τί γὰρ ἐν τοῖς
ἐνύλοις δυνατόν, τῆς ὕλης αὐτῆς ἀδυναμίας οὔσης;) ἐκείνη δὲ
ἀκραιφνὴς προϋπάρχει καὶ δραστήριος πρὸ τῶν παρ' ἡμῖν θαυμαζο-
μένων δυνάμεων. τέταρτος αἰτίας ἀπολογισμός, ὅτι καὶ τῷ σκοπῷ τοῦ
διαλόγου σύμφωνός ἐστιν ἡ μνήμη τῆς δυνάμεως. μέση γάρ ἐστιν ἡ

Πρόκλος. , Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα. (4036: 008)


“Procli philosophi Plato nici opera inedita, pt. 3”, Ed. Cousin, V.
Paris: Durand, 1864, Repr. 1961.P. 701, line 26

τὴν ταυτότητα τῶν λόγων· καὶ ἴσως πρέποι ἂν


καὶ τοῦτο τοῖς νεωτέροις, καὶ εἰ συνηγορεῖν
βούλοιντο τοῖς πρεσβυτέροις, τρόπον ἕτερον
μετιέναι τὴν ὑπόθεσιν. Ὡς γὰρ ἐν τοῖς Νόμοις
φησὶν αὐτὸς δεῖν τοὺς ποιητὰς ἀεὶ μὲν τὰ μέ-
τρα τῆς ἀρετῆς τὰ τῶν ψυχῶν ἐνεργητικὰ σώ-
ζειν ἐν τοῖς ποιήμασιν, ἐναλλάττειν δὲ τὰς
ἁρμονίας καὶ τοὺς ῥυθμούς·
 Τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείουσ' ἄνθρωποι,
 Ἥτις ἀκουόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται,
φησὶν ἡ ποίησις· οὕτω δεῖ δὴ καὶ τούτους ἐπ'
ἄλλης διασκευῆς καὶ κατ' ἄλλης ποιεῖσθαι τοὺς
λόγους οἰκονομίας, ἵνα καὶ τὴν τῶν φιλονεικο-
τέρων ἐκκλίνωσι δυσεριστίαν καὶ μὴ παρεκ-
βαίνωσι τὴν τῶν δογμάτων ἀλήθειαν. Καὶ διὰ
ταῦτα ἄρα ὁ Ζήνων, Παρμενίδου τὸ ὂν ἓν λέ-
γοντος, αὐτὸς ἀπεδείκνυ ὅτι οὐ πολλὰ, καὶ
ἄλλας μὲν αἰτίας λέγων, πρωτίστην δὲ τὴν ἐκ
τῶν ἑπομένων ἀντικειμένων ὄντων ἀλλήλοις,
ὅτι ταὐτὸν ἔσται ὅμοιον καὶ ἀνόμοιον.

Πρόκλος. , Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα. P. 715, line 13

εἰθισμένης. Ποίαν γὰρ ἐν τούτοις παρῆκεν εὐ-


γνωμοσύνην, ἢ ποῖον ὀφειλόμενον τῷ Παρμε-
νίδῃ μέτρον εὐφημίας οὐκ ἀπεπλήρωσε; Πρῶ-
531

τον μὲν γὰρ τὴν ἐκείνου ποίησιν λόγονἐκάλεσε,


τὴν δὲ ἑαυτοῦ διδασκαλίαν γράμματα· ἔστι
δὲ ὁ μὲν λόγος ἑνικὸν, τὰ δὲ γράμματα ἐν
πλήθει, καὶ ὁ μὲν παραδείγματα, τὰ δὲ εἰκό-
νες. ᾟ οὖν τὸ ἓν τοῦ πλήθους καὶ τὸ παράδειγμα τῆς εἰκόνος κρεῖττον,
ταύτῃ δείκνυται κρείττων διὰ τούτων καὶ ἡ Παρμενίδειος ποίησις τῆς
τοῦ Ζήνωνος διδασκαλίας. Ἔπειτα τοὺς ἐπιτιθεμένους τῷ διδασκάλῳ οὐκ
ἐλέγχειν,
ἀλλὰ κωμῳδεῖνἔφη τὸν λόγον, ὃ δὴ κακῶν
ἐστιν ἔσχατον· καὶ τελευτῶντα κωμῳδοποιὸν
γενέσθαι φησὶν ὁ Σωκράτης ἐν Πολιτείᾳ· καὶ
γὰρ ὅλως οἱ κωμῳδοποιοὶ τοῖς σεμνοτέροις καὶ
κλεινοτέροις ἐπετίθεντο τῶν καθ' αὑτοὺς, στρα-
τηγοῖς, φιλοσόφοις, ῥήτορσι. Δείκνυται οὖν
πάλιν ἐκ τούτου τὸ σεμνὸν καὶ ὑπερέχον τῶν
Παρμενίδου λόγων· ἀλλὰ καὶ ἐν Φιλήβῳ πᾶν
τὸ γελοῖον αἰσχρὸν εἶναί φησι καὶ ἀσθενές·

Πρόκλος. , Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα. P. 771, line 29

Εἰ δὲ καὶ ἑδράζει τὸν ὅλον κόσμον κατά τε τὴν


ὁλότητα αὑτοῦ καὶ τὸ ὅλον εἶδος καὶ τοὺς πό-
λους τοὺς ἐν αὐτῷ καὶ τὰ κέντρα καὶ τοὺς ἄξο-
νας, καὶ δίδωσιν ἑκάστῳ τούτων μόνιμον δύ-
ναμιν, πόθεν ἂν εἴη ταύτην διδοὺς ἢ ἀπὸ τῆς
οἰκείας οὐσίας; αὐτῷ γὰρ τῷ εἶναι δίδωσιν·
ἔστι γὰρ ἐν αὐτῷ στάσις αἰτία τῶν ἑστώτων
ἁπάντων, ἀλλὰ μὴν καὶ κίνησις· εἰ γὰρ ἔστι
δημιουργὸς καὶ εἰ νοεῖ ἑαυτὸν, δῆλον ὡς ἐνερ-
γεῖ· καὶ γὰρ ἡ ἐνέργεια λέγεται κίνησις τε-
λεία, τοιαύτη δέ ἐστιν ἡ δημιουργικὴ ποίησίς
τε καὶ νόησις. Εἰ δὲ καὶ, ὥς φησιν ἐκεῖνος,
οἷον ζωὴ τῶν σωμάτων ἐστὶν ἡ κίνησις, δεῖ
πολλῷ πρότερον τὴν ζωοποιὸν αἰτίαν ἐν ἐκείνῳ
κίνησιν καλεῖν· αὐτὸ γὰρ τὸ ζῇν κίνησίν ἐστιν
ἔχειν· εἰ δὲ καὶ δίδωσι τῇ τε γενέσει καὶ τῷ
οὐρανῷ τὴν κίνησιν, δίδωσι δὲ ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ
οὐσίας, πῶς οὐ πολλῷ πρότερόν ἐστιν ἐν αὐτῷ
κίνησις; πᾶν γὰρ τὸ τῷ εἶναι ποιοῦν ἀπὸ τοῦ
ἐν ἑαυτῷ ὄντος τοῖς ἄλλοις μεταδίδωσι· καὶ  
γὰρ τὸ πῦρ οὐχὶ ψυχρότητος, ἀλλὰ θερμότητος
532

Πρόκλος. , Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


P. 786, line 22

πάλιν διττόν ἐστιν, ἢ τὸ κρεῖττον αἰτίας, ἢ τὸ


καταδεέστερον· καὶ τὸ μὲν κρεῖττον ἔχει τι
μεθ' ἑαυτὸ τοιοῦτον ὅ ἐστιν αὐθυπόστατον, τὸ
δὲ καταδεέστερον ἐξ ἑτέρας αἰτίας ἤρτηται
πάντως τῆς αὐθυποστάτου. Δεῖ τοίνυν καὶ τὸν
κόσμον ἐξ αἰτίας ἄλλης εἶναι κρείττονος· κεί-
σθω τοίνυν ἡμῖν δεδειγμένον ὡς ὁ κόσμος αἰ-
τίας τινὸς ἤρτηται πρεσβυτέρας. Αὕτη δὴ οὖν
ἡ αἰτία πότερον κατὰ προαίρεσιν ποιεῖ καὶ λο-
γισμὸν, ἢ αὐτῷ τῷ εἶναι παράγει τὸ πᾶν; Εἰ
μὲν δὴ κατὰ προαίρεσιν, ἄστατος ποίησις
ἔσται καὶ ἀμφίβολος καὶ ἄλλοτε ἄλλως ἔχουσα,
καὶ ὁ κόσμος οὖν ἔσται φθαρτός· τὸ γὰρ ἐκ κι-
νουμένης ἄλλοτε ἀλλοίως αἰτίας γιγνόμενον
μεταβλητόν ἐστι καὶ φθαρτόν· εἰ δέ ἐστιν
ἀΐδιος ὁ κόσμος (οὐ γὰρ δὴ τοῦτο νυνὶ πρόκει-
ται ζητεῖν), αὐτῷ τῷ εἶναι ποιεῖ τὸ ποιοῦν.
Καὶ γὰρ ὅλως πᾶν μὲν τὸ κατὰ προαίρεσιν  
ποιοῦν ἔχει τινὰ πάντως ποίησιν, ἣν αὐτῷ τῷ
εἶναι ποιεῖ· καὶ γὰρ ἡ ἡμετέρα ψυχὴ πολλὰ
κατὰ προαίρεσιν ἐνεργοῦσα δίδωσιν ὅμως τῷ

Πρόκλος. , Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα. P. 787, line 20

καιροῖς καταψηφιζομένης τῆς πρὸς τὸ σῶμα


κοινωνίας. Οὐ πᾶν δὲ τὸ αὐτῷ τῷ εἶναι ποιοῦν
ἔχει τινὰ καὶ προαιρετικὴν ἑτέραν ποίησιν·
οἷον τὸ πῦρ θερμαίνει τῷ παρεῖναι μόνον, ἀλλ'
οὐδὲν ποιεῖ προαιρετικῶς· οὐδὲ γὰρ ἡ χιὼν,
οὐδὲ ὅλως τῶν σωμάτων, καθ' ὃ σῶμα, οὐ-
δέν. Εἰ τοίνυν τὸ αὐτῷ τῷ εἶναι ποιεῖν ἐπὶ
πλέον ἐκτείνεται τοῦ προαιρετικῶς ποιεῖν,
δῆλον ὡς ἀπό τινος ἥκει σεμνοτέρας καὶ ὑψη-
λοτέρας αἰτίας. Καὶ τοῦτο εἰκότως· ἀπράγμων
γὰρ ἡ ποίησις τῶν αὐτῷ τῷ εἶναι ποιούντων ὃ
ποιοῦσι· δεῖ δὲ ἐπὶ τῶν θείων μάλιστα τὸ
ἄπραγμον συγχωρεῖν, ἐπεὶ καὶ ἡμεῖς ἀπραγμο-
533

νέστερον καὶ ῥᾷον ζῶμεν, ὅταν ὁ βίος ἡμῶν


θεῖος ᾖ καὶ κατ' ἀρετήν. Εἰ τοίνυν ἐστὶν αἰτία
τοῦ παντὸς αὐτῷ τῷ εἶναι ποιοῦσα, τὸ δὲ αὐτῷ
τῷ εἶναι ποιοῦν ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ ποιεῖ οὐσίας,
τοῦτό ἐστι πρώτως ὅπερ τὸ ποιούμενον δευτέ-
ρως, καὶ ὅ ἐστι πρώτως δίδωσι τῷ ποιουμένῳ
δευτέρως, οἷον τὸ πῦρ καὶ δίδωσι θερμότητα
ἄλλῳ καὶ ἔστι θερμὸν, ἡ ψυχὴ δίδωσι ζωὴν

Πρόκλος. , Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα. P. 875, line 10

τὴν γένεσιν, καθ' ἕκαστον στοιχεῖον ἐξαλλατ-  


τόμεναι, καὶ μέχρι γῆς ὑφιζάνουσαι. Τούτων
δὲ τῶν σειρῶν τὰ μὲν ὑψηλότερα μειζόνως μετ-
έχει τῶν παραδειγμάτων, τὰ δὲ χαμαιζηλό-
τερα ἐλαττόνως τῆς ἰδιότητος ἐπὶ πάντα τῆς
μιᾶς ἐκτεινομένης, ἣ καὶ ποιεῖ μίαν τὴν ὅλην
σειράν.
 Πάλιν δὲ καθ' ἕτερον τρόπον, εἰ βούλει, λέ-
γωμεν ὅτι καὶ ὅλων μετέχει τὰ τῇδε τῶν εἰ-
δῶν καὶ μερῶν· ὅλων μὲν, καθόσον ἀμέριστος
αὐτῶν ἐστιν ἡ ποίησις, διὸ καὶ ὅλη πανταχοῦ
πᾶσιν ἡ αὐτὴ πάρεστιν ἑαυτῆς οὖσα πρότερον,
ἔπειθ' οὕτω καὶ τὴν τῶν μετεχόντων οὐσίαν
ἀποπληροῦσα τῆς οἰκείας δυνάμεως· μερῶν
δὲ, καθόσον οὐκ αὐτῶν ἐκείνων, ἀλλ' εἰδώλων
μετέχει, τὰ δὲ εἴδωλα μέρη τῶν οἰκείων ἐστὶ
παραδειγμάτων· οὕτω γὰρ ἡ εἰκὼν ἔχει πρὸς
τὸ παράδειγμα ἑαυτῆς, ὡς μέρος πρὸς ὅλον. Καὶ
εἴ τις ἐπὶ ταύτης ἑστὼς τῆς ἐξηγήσεως γυμνά-
ζει τοὺς προειρημένους λόγους, οὐδὲν ἀδύνατον
φαίνεται τῶν πρότερον ἡμῖν ὡς ἀδυνάτων

Πρόκλος. , Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


P. 952, line 23

αὐτῶν ἐπέκεινά ἐστι πασῶν τῶν ἄλλων θείων


γνώσεων. Εἰς ἃ καὶ ὁ Πλάτων ἀποβλέπων
συνάγει διὰ τούτων, ὡς οὔτε εἰσὶν ἡμῶν δε-
σπόται οἱ θεοὶ οὔτε τὰ ἀνθρώπινα πράγματα
γιγνώσκουσιν· αἱ γὰρ εἰρημέναι τούτων αἰτίαι
534

ἐν τοῖς νοεροῖς εἰσι θεοῖς καὶ αἱ κρατητικαὶ


δυνάμεις αὐτῶν· αἱ δὲ τῶν νοητῶν ὑπερίδρυν-
ται πασῶν τοιούτων διαιρέσεων, κατὰ δὲ τὰς
ἡνωμένας καὶ ἁπλουστάτας αἰτίας τὰ πάντα
παράγουσι, καὶ μία καὶ ἀθρόα καὶ ἑνοειδὴς
ἥ τε ποίησις καὶ ἡ γνῶσις αὐτῶν. Ἡ γοῦν ἐκεῖ
νοητὴ τοῦ οὐρανίου γένους αἰτία πάντα παρά-
γει τὰ οὐράνια, θεοὺς, ἀγγέλους, δαίμονας,
ἥρωας, ψυχὰς, οὐ καθόσον δαίμονες ἢ ἄγγελοι
(τοῦτο γὰρ τῶν μεριστῶν αἰτιῶν ἴδιον καὶ τῶν
διῃρημένων ἰδεῶν, ὧν οἱ νοεροὶ πεποίηνται τὴν
εἰς τὸ πλῆθος διαίρεσιν), ἀλλὰ καθόσον πάντα
θεῖά πώς ἐστι τὰ γένη ταῦτα καὶ οὐράνια, καὶ
καθόσον ὕπαρξιν ἔλαχεν ἡνωμένην πρὸς θεούς·
καὶ ἑκάστη τῶν λοιπῶν ὡσαύτως, οἷον ἡ τοῦ
πεζοῦ καὶ χερσαίου παντὸς νοητὴ ἰδέα τῶν καθ'

Πρόκλος. , Σχόλια στον Παρμενίδη του Πλάτωνα.


P. 1025, line 35

κοσμον τὴν διάνοιαν ἡμῶν ἰδεῖν· ὅτι περ αὐτῆς


ἀποστῆναι δεῖ τῆς συνθέσεως καὶ νοερῶς ἤδη
προσβάλλειν τοῖς ὄντως οὖσι· νοῦς γάρ ἐστιν
ἐπιστήμης κρείττων, καὶ ἡ κατὰ νοῦν ζωὴ τῆς
κατ' ἐπιστήμην προτιμοτέρα. Πολλαὶ οὖν αἱ
πλάναι καὶ αἱ δινεύσεις τῆς ψυχῆς· ἄλλη γὰρ
ἡ ἐν ταῖς φαντασίαις, ἄλλη πρὸ τούτων ἡ ἐν
δόξαις, ἄλλη ἡ ἐν αὐτῇ τῇ διανοίᾳ· μόνη δὲ ἡ
κατὰ νοῦν ζωὴ τὸ ἀπλανὲς ἔχει, καὶ οὗτος ὁ μυστικὸς ὅρμος τῆς ψυχῆς,
εἰς ὃν καὶ ἡ ποίησις ἄγει τὸν Ὀδυσσέα μετὰ τὴν πολλὴν πλά-
νην τῆς ζωῆς, καὶ ἡμεῖς, ἐὰν ἄρα σώζεσθαι θέ-
λωμεν, μᾶλλον ἑαυτοὺς ἀνάξομεν.
 Ἀλλὰ ταῦτα μὲν περὶ τούτων. Ἤδη δὲ εἴρη-
ται κἀκεῖνα πρότερον, ὅτι προσεχὴς ὁ Ζήνων
τῷ Παρμενίδῃ, καὶ πάντων συνειλεγμένων
μονάς τίς ἐστι· καὶ ὅτι πρῶτος ἐπιστρέφει πρὸς  
αὐτὸν, καὶ ἑαυτῷ συνεπιστρέφων τοὺς ἄλλους,
διὰ τοῦ Σωκράτους ἔχοντος πρὸς τοὺς λοιποὺς
ὑπεροχήν· ἀλλ' αὐτὸς μὲν καὶ ἄλλοτέ φησιν
ἀκηκοέναι τῶν λεχθησομένων,
535

Πρόκλος. , In Plato nis Cratylum commentaria (4036: 009)


“Procli Diadochi in Plato nis Cratylum commentaria”, Ed. Pasquali, G.
Leipzig: Teubner, 1908.Sec. 99, line 39

θεῶν τε καὶ ἀνθρώπωνκαὶ ἡγεμόνακαὶ βασιλέακαὶ


ὕπατον κρειόντων, καὶ περὶ αὐτὸν συνάγεσθαί φησι πᾶν
τὸ πλῆθος τῶν ἐγκοσμίων θεῶν καὶ ἐν αὐτῷ μένειν καὶ ὑπ'
αὐτοῦ τελειοῦσθαι· καὶ γὰρ ἐπιστρέφειν πάντας πρὸς αὐτὸν
διὰ τῆς Θέμιδος·
 Ζεὺς δὲ Θέμιστα κέλευσε θεοὺς ἀγορήνδε καλέσσαι
 .................. ἡ δ' ἄρα πάντῃ
 φοιτήσασα κέλευσε Διὸς πρὸς δῶμα νέεσθαι
  (Υ 4sqq)·
καὶ ἀγείρονται πάντες κατὰ τὴν μίαν τοῦ Διὸς βούλησιν καὶ
γίνονται Διὸς ἔνδον, ὥς φησιν ἡ ποίησις(Υ 13), καὶ
διακρίνει πάλιν ἔνδον αὐτοὺς κατὰ τὰς δύο συστοιχίας καὶ εἰς
τὴν πρόνοιαν ἀνεγείρει τῶν δευτέρων, μένωναὐτὸς ἐν τῷ
ἑαυτοῦ κατὰ τρόπον ἤθεικατὰ τὸν Τίμαιον(p 42e)·
ὣς ἔφατο Κρονίδης, πόλεμον δ' ἀλίαστον ἔγειρεν(Υ 31)·  
χωριστὸς δ' ἐστὶν ἐκεῖνος καὶ ἀφ' ὅλων ἐξῃρημένος τῶν ἐγ-
κοσμίων· ὅθεν καὶ οἱ τῶν ἄλλων θεῶν ὁλικώτατοι καὶ ἡγε-
μονικώτατοι, καίτοι δοκοῦντες ἰσάξιοί πως εἶναι τῷ Διῒ διὰ
τὴν ἀπὸ τῶν αὐτῶν αἰτίων πρόοδον, πατέρα καλοῦσιν αὐτόν·
καὶ γὰρ ὁ Ποσειδῶν καὶ ἡ Ἥρα διὰ ταύτης αὐτὸν τῆς προς-
ρήσεως ἀνευφημοῦσιν· καίτοι καὶ ἡ Ἥρα

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. (4036: 010)


“Procli Diadochi in Plato nis Timaeum commentaria, 3 vols.”, Ed. Diehl,
E.Leipzig: Teubner, 1:1903; 2:1904; 3:1906, Repr. 1965.Vol. 1, p. 38,
line 19

θέαν οὐκ ἂν ἐνέγκοιεν αὐτῶν. ὅλως δὲ καὶ περὶ αὐτὰς τὰς


ψυχάς εἰσι καὶ ἀναγωγοὶ δυνάμεις καὶ καθαρτικαί, κρίσεώς
τε ἔφοροι καὶ δίκης, καὶ δῆλον, ὡς αἳ μὲν τοῖς φύλαξιν
ἀνάλογον, αἳ δὲ τοῖς ἐπικούροις· καὶ περὶ τὰ σώματα αἳ
μέν εἰσι συνεκτικαὶ δυνάμεις, αἳ δὲ διαλυτικαί, καὶ δῆλον,
ὡς αἳ μὲν τοῖς φύλαξιν, αἳ δὲ τοῖς προπολεμοῦσιν ἀνάλογον·
τὰ γὰρ μηκέτι μένειν ἐν οἰκείᾳ τάξει δυνάμενα πρὸς τὸ πᾶν
ἀναπλοῦσιν, ἵνα πάντα ᾖ τεταγμένα καὶ μηδὲν ἀόριστον ἢ
πλημμελές. εἰ δὲ ἀποβλέψειας καὶ εἰς αὐτὸν τὸν ὅλον
536

δημιουργὸν καὶ τὸ ἄτρεπτον τῶν θεῶν καὶ ἀμείλικτον, οὓς


καὶ ἡ ἔνθεος ποίησιςφύλακας ὠνόμασε τοῦ Διός, ἔχοις ἂν
καὶ τὴν ἐν τῷ πατρὶ τῶν διττῶν τούτων γενῶν προυπάρ-
χουσαν αἰτίαν· διὰ μὲν γὰρ τὸ ὂν τὸ δημιουργικὸν πάντα
κεκόσμηται, διὰ δὲ τὴν ἄτρεπτον ἐν αὐτῷ φρουρὰν μένει
πᾶσα ἡ διακόσμησις αἰώνιος, πάσης ἀταξίας ἄρδην ἀφανι-
ζομένης. ἴδοις δ' ἂν ἐκεῖ καὶ τὴν Δίκην τὴν μετὰ τοῦ
Διὸς τὰ πάντα κατευθύνουσαν – ἕπεται γὰρ αὐτῷ πρὸ τοῦ
θείου νόμου τιμωρός– καὶ τὴν ἐνόπλιον τάξιν, μεθ'
ἧς διατάττει τὸ πᾶν, ὥσπερ λέγουσιν οἱ τὰς τιτανομαχίας τε
καὶ γιγαντομαχίας ἀναγράψαντες. ἀλλὰ ταῦτα μὲν καὶ εἰσαῦ-
θις. τὸ δ' ἔξωθενκαὶ ἔνδοθενδύναιτο ἄν τις καὶ  

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα.


Vol. 1, p. 186, line 20

πάντων προστῆναιτὴν ὁλικὴν περίληψιν δηλοῖ τῶν πρώ-


των γενῶν τῆς θειοτέρας μερίδος, τὸ δὲ εὐψυχίᾳκαὶ ταῖς
πολεμικαῖς τέχναιςταὐτόν ἐστι τῷ Ἀθηναϊκῶς· διὰ
μὲν γὰρ τῆς εὐψυχίας μιμοῦνται τὸ φιλόσοφον αὐτῆς, διὰ
δὲ τῶν πολεμικῶν τεχνῶν τὸ φιλοπόλεμον. τὸ δὲ ποτὲ μὲν
ἡγεῖσθαι τῶν Ἑλλήνων, ποτὲ δὲ καὶ μόνους διακινδυ-
νεύειν τὸ τὰ πρῶτα καὶ τὰ ὅλα αἴτια τὰ μὲν μετὰ τῶν
δευτέρων καὶ μέσων ποιεῖν, τὰ δὲ καὶ καθ' αὑτὰ χωροῦντα
τῆς τούτων ἐπέκεινα ποιήσεως καὶ μονούμενα κατὰ τὴν
ἐνέργειαν· οὐ γὰρ ἐπίσης ποιεῖ τό τε τῶν θεῶν γένος καὶ
τὸ μετὰ θεούς, ἀλλ' ἐπὶ πλέον ἡ τῶν θεῶν διήκει ποίησις,
ὅτι πανταχοῦ τὰ θειότερα καὶ πρὸ τῶν αἰτιατῶν καὶ σὺν
τοῖς αἰτιατοῖς ἐνεργεῖ καὶ μετὰ ταῦτα. τοῦτο μὲν οὖν πολ-
λαχόθεν πιστοῦσθαι δυνατόν. οἱ δὲ ἔσχατοι κίνδυνοιτὴν
ἐσχάτην δηλοῦσι τῶν πρώτων ποίησιν. τὰ δὲ τρόπαια
σημαίνει τό τε τὴν δευτέραν συστοιχίαν ὑπὸ τῇ πρώτῃ τε-
λεῖν καὶ κοσμουμένην ὑπ' αὐτῆς καὶ τὸ τρέπεσθαί πως κατὰ
τὴν ἐκείνης δύναμιν, καὶ εἶναι τῆς τροπῆς τῶν χειρόνων
ἀεὶ ὡσαύτως ἑστῶτα σημεῖα καὶ ἐν τοῖς ἐσχάτοις ἐφήκοντα
ἀπὸ τῶν πρώτων· καὶ γὰρ ὅσον ἐστὶ καὶ ἐν τούτοις τεταγ-
μένον καὶ εἰδοπεποιημένον ὑπεσταλμένων τῶν ὑλικῶν αἰτίων,

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 1, p. 216, line 2

γεια τῆς ψυχῆς εἰς ἑαυτήν τε καὶ τὸ θεῖον ἐπεστραμμένης


καὶ τὴν ἐν θεοῖς τῶν πάντων αἰτίαν ὁρώσης κἀκεῖθεν τά
537

τε ὅλα καὶ τὰ μέρη προϊόντα θεωμένης καὶ τὰ ἐν ἡμῖν


συνθήματα τῶν θεῶν ἐπ' αὐτοὺς ἀναφερούσης, δι' ὧν ὥσπερ
ἀφορμῶν καὶ ἐπὶ τοὺς θεοὺς ἀνατρέχειν δυνάμεθα παρ'
αὐτῶν ἡμῖν ἐνδεδομένων, τά τε ἐν ἑκάστῳ σύμβολα τῶν
θεῶν καὶ τῶν σμικροτάτων εὑρισκούσης καὶ διὰ τούτων
ἕκαστα πρὸς τοὺς θεοὺς οἰκειούσης. ἐπειδὴ δὲ παρήγαγον
οἱ θεοὶ καὶ πᾶσαν ἡμῶν τὴν οὐσίαν καὶ τὸ αὐτοκίνητον  
ἐδωρήσαντο ἡμῖν πρὸς τὴν αἵρεσιν τῶν ἀγαθῶν, διαφερόντως
δὲ ἡ ποίησις αὐτῶν ἐν ταῖς ἐκτὸς ἡμῶν ἐνεργείαις ἐπιδεί-
κνυται, καίτοι καὶ βουλευόμενοι τῆς παρ' αὐτῶν δεόμεθα
προμηθείας – δηλοῦσι δὲ Ἀθηναῖοι καὶ Βουλαῖον Δία τιμή-
σαντες – καὶ αἱρούμενοι τῆς ἐξ αὐτῶν συλλήψεως, ἵνα
βουλευόμενοι μὲν τὸ λυσιτελοῦν εὕρωμεν, αἱρούμενοι δὲ μὴ
διὰ πάθος ἐπὶ τὸ χεῖρον ῥέψωμεν, ἀλλὰ μᾶλλον πράττοντες
καὶ ὁρμῶντες τὸ μὲν αὐτοκίνητον ἐλαχίστην ἔχον δύναμιν
ὁρῶμεν, τὸ δὲ ὅλον τῆς τῶν θεῶν ἠρτημένον προνοίας – διὰ
ταῦτα δὴ καὶ ὁ Τίμαιος ἐπὶ παντὸς ὁρμῇ φησι τοὺς σωφρο-
νοῦντας θεὸν ἀεί που καλεῖν. διακρῖναι γὰρ ἐπὶ μὲν τῶν
αἱρέσεων τὴν πρόνοιαν ἀπὸ τοῦ ἐφ' ἡμῖν ἀδυνατοῦμεν,

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 1, p. 307, line 10

δὴ τὸν Ἀμέλιον ὁ Πορφύριοςοἰόμενος τῷ Πλωτίνῳ  


συνᾴδειν, τὴν μὲν ψυχὴν τὴν ὑπερκόσμιον ἀποκαλεῖ δη-
μιουργόν, τὸν δὲ νοῦν αὐτῆς, πρὸς ὃν ἐπέστραπται, τὸ
αὐτοζῷον, ὡς εἶναι τὸ παράδειγμα τοῦ δημιουργοῦ κατὰ
τοῦτον τὸν νοῦν. ὃν ἐρωτᾶν ἄξιον, ἐν τίσι Πλωτῖνος τὴν
ψυχὴν ποιεῖ δημιουργόν. πῶς δὲ καὶ τῷ Πλάτωνι τοῦτο
σύμφωνον, ὃς θεὸν μὲν καὶ νοῦν συνεχῶς ἐπονομάζει τὸν
δημιουργόν, ψυχὴν δὲ οὐδαμῶς; πῶς δὲ θεὸν ἀποκαλεῖ τὸν
κόσμον; πῶς δὲ καὶ διὰ πάντων φοιτᾷ τῶν ἐγκοσμίων;
ψυχῆς μὲν γὰρ οὐ πάντα μετέχει, τῆς δὲ δημιουργικῆς
προνοίας πάντα μετείληχε, καὶ ἡ μὲν θεία ποίησις νοῦν τε
καὶ θεοὺς δύναται γεννᾶν, ἡ δὲ ψυχὴ τῶν ὑπὲρ τὴν ψυχι-
κὴν τάξιν οὐδὲν παράγειν πέφυκεν. ἐῶ λέγειν, ὅτι καὶ
αὐτὸ τοῦτο τῶν πολλῆς συστάσεώς ἐστι δεομένων, εἴ τινα
ψυχὴν ὁ Πλάτων οἶδεν ἀμέθεκτον. ἀλλὰ δὴ μετὰ τοῦτον ὁ
θεῖος Ἰάμβλιχοςπολλὰ μὲν ἀντιγράψας πρὸς τὴν Πορφυρίου
δόξαν καὶ ὡς μὴΠλωτίνειον αὐτὴν οὖσαν καταβαλών,
αὐτὸς δὲ τὴν ἑαυτοῦ παραδιδοὺς θεολογίαν πάντα τὸν νοη-
τὸν κόσμον ἀποκαλεῖ δημιουργόν, ὥς γε ἐκ τῶν εἰρημένων
538

δῆλον, αὐτὸς τῷ Πλωτίνῳ συμφθεγγόμενος.

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 1, p. 367, line 17

εἰ δὲ παρὰ τὴν ὑποκειμένην φύσιν, πότερον ἀνεπιτήδειον


οὖσαν ἢ ἐπιτήδειον; εἰ μὲν οὖν ἐπιτήδειον, οὐ παρ' αὐτήν·
ὃ γὰρ δὴ πᾶν τὸ ὑποκείμενον ἔχει, τοῦτο καὶ περὶ αὐτὴν
ἦν. εἰ δὲ ἀνεπιτήδειον, πῶς τὸν ἄπειρον χρόνον ἀνεπιτή-
δειος οὖσα νῦν μετέβαλε; πότερον ἑαυτὴν κεκίνηκεν; ἀλλ'
οὐκ ἔστιν αὐτοκίνητος, ἀλλ' ὑπὸ τοῦ δημιουργοῦ κεκίνηται.
καὶ διὰ τί μὴ πρότερον, ὅτε εἶδε καλὸν ὂν τοῖς γιγνομένοις
τὸ γίνεσθαι, εἴπερ καὶ τότε ἀγαθὸς ἦν καὶ ἠβούλετο πάντα
αὐτῷ γενέσθαι παραπλήσια; συνήρτηται ἄρα τῇ μὲν ἀγαθό-
τητι τοῦ πατρὸς ἡ τῆς προνοίας ἐκτένεια, ταύτῃ δὲ ἡ τοῦ
δημιουργοῦ διαιώνιος ποίησις, ταύτῃ δὲ ἡ τοῦ παντὸς κατὰ
τὸν ἄπειρον χρόνον ἀιδιότης, γιγνομένη οὖσα καὶ οὐχ ἑστῶσα
ἀιδιότης, καὶ ὁ αὐτὸς λόγος ταύτην τε ἀναιρεῖ καὶ τὴν
ἀγαθότητα τοῦ πεποιηκότος· εἰ γὰρ ἀγαθὸς ἀεὶ ὁ δημιουρ-
γός, ἀεὶ βούλεται τὰ ἀγαθὰ πᾶσιν· ὡς γὰρ ὁ ἥλιος ἐν ὅσῳ
ἐστί, πάντα καταλάμπει, καὶ τὸ πῦρ θερμαίνει – κατ' οὐσίαν
γάρ ἐστιν ὃ μὲν φωτιστικός, τὸ δὲ πῦρ θερμαντικόν – οὕτω
καὶ τὸ ἀεὶ ὂν ἀγαθὸν ἀεὶ βούλεται τὰ ἀγαθά· εἰ δὲ ἀεὶ τὰ
ἀγαθὰ βούλεται, ἀεὶ δύναται τὰ ἀγαθά, ἵνα μὴ βουλόμενος
μέν, ἀδυνατῶν δὲ τὸ τῶν φαυλοτάτων ὑπομένῃ πάθος· οὐδὲ
γὰρ ὁ σπουδαῖος ἄλλα βούλεται, ἢ ἃ δύναται.

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 1, p. 370, line 13

ὥστε καὶ ὅταν περὶ τῆς κυριωτάτης ἀρχῆς λέγωμεν, οὕτως


ἀποδεκτέον τοὺς λόγους, ὡς παρὰ φρονίμων ἀνδρῶν· μέση
γὰρ ἡ φρόνησις νοῦ καὶ δόξης, ὥστε καὶ ἡ ὀρθὴ κρίσις
σύμφωνος ἔσται πρὸς αὐτήν. διὸ καὶ τὸ μάλιστ' ἄν τις
προσέθηκε· μάλιστα γὰρ τοῦτον παρ' ἀνδρῶν ἐμφρόνων ἀπο-
δεκτέον τὸν λόγον· παρὰ δὲ τῶν ὑπὲρ ἄνθρωπον τὸν κρείττω
ζητητέον καὶ παρὰ τῶν πολλῶν τὸν εἰκαῖον.
 Βουληθεὶς γὰρ ὁ θεὸς ἀγαθὰ μὲν πάντα, φλαῦ-
ρον δὲ μηδὲν εἶναι κατὰ δύναμιν[30 A].
 Ἡ θεία δημιουργία καὶ ἡ νοερὰ ποίησις ἀπὸ τῶν ἀμε-
ρῶν ἐπὶ τὰ μεριστὰ πρόεισι καὶ ἀπὸ τῶν ἡνωμένων ἐπὶ τὰ
πληθυόμενα καὶ ἀπὸ τῶν ἀδιαστάτων ἐπὶ τοὺς πάντη δι-
εστῶτας ὄγκους. ταύτην δὴ καὶ ὁ περὶ αὐτῆς λόγος ἀπει-
κονιζόμενος πρῶτον μὲν ἀποφθεγματικῶς τὴν τελικὴν αἰτίαν
539

ἀνύμνησεν, ἔπειτα διεξοδικῶς καὶ τρίτον ἀνειλιγμένως τὴν


ὅλην ἀπ' αὐτῆς διακόσμησιν καὶ πρόοδον παραδιδούς· τὸ
μὲν γὰρ ἀγαθὸς ἦνἑνοειδῶς πᾶν περιέχει τὸ τελικὸν καὶ
τὸ θειότατον τῶν αἰτίων· τὸ δὲ ἀγαθῷ δὲ οὐδεὶς περὶ
οὐδενὸς οὐδέποτε ἐγγίνεται φθόνος· τούτου δὲ ἐκ-
τὸς ὢν πάνθ' ὅτι μάλιστα αὐτῷ παραπλήσια

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 1, p. 422, line 1

ὥσπερ εἴρηται, τῶν εἰωθότων ἐστίν· ὡς γὰρ ἐνδεὲς κάλ-


λουςἐν Συμποσίῳ[201 B] προσεῖπε τὸ μὴ πρώτως καλόν,
ἀλλὰ μετέχον κάλλους, οὕτω καὶ ἀτελὲς ζῷον ὃ μὴ πρώτως
ἐστὶ ζῷον μηδὲ ὅ ἐστι ζῷον, ἀλλὰ κατὰ μετουσίαν καὶ κατὰ
πρόοδον τὴν ἐκεῖθεν ὑποστὰν τοιοῦτον. εἰ τοίνυν πᾶν μὲν
τὸ μερικὸν ζῷον ἀτελές, τὸ δὲ παράδειγμα τοῦ κόσμου παν-
τελές ἐστιν, οὐκ ἂν εἴη τὸ παράδειγμα τοῦ κόσμου μερικὸν
ζῷον. πότερον γὰρ ὁ δημιουργὸς νοεῖ τὸ παντελὲς τοῦτο
ζῷον καὶ πρῶτον ἢ οὔ; τὸ μὲν δὴ μὴ νοεῖν ἀδύνατον, ἃ
καὶ τὴν ψυχὴν νοοῦσαν ὁρῶμεν· εἰ δὲ νοοίη, πᾶσα δὲ νόησις  
τοῦ δημιουργοῦ ποίησίς ἐστι, δεῖ καὶ ποιεῖν αὐτῷ τῷ νοεῖν.
τί οὖν ἐστι τοῦ παντὸς θειότερον; οὐ γὰρ δὴ τῶν χειρόνων
τι ποιήσει πρὸς τὸ κρεῖττον ὁρῶν. εἰκότως οὖν τοῦδε τοῦ
κόσμου τὴν παραδειγματικὴν ἐπιζητῶν ἀρχὴν εἰς τὸ παντελὲς
ζῷον ἀνέδραμεν. τί οὖν; φαίη τις ἄν· ἥλιος καὶ σελήνη
καὶ τῶν ἀστέρων ἕκαστον οὐχὶ καλόν; καὶ πῶς; τούτων γὰρ
ἕκαστον πρὸς μερικὸν ἀπείκασται ζῷον. ἦ καὶ τούτων ἕκα-
στον καλὸν μετὰ τοῦ ὅλου θεωρούμενον καὶ τῷ ὅλῳ συντε-
ταγμένον, ὥσπερ καὶ ὀφθαλμὸς καλὸς καὶ γένειον καλὸνμετὰ
τοῦ ὅλου προσώπου καὶ ἐν τῷ ὅλῳ ὄν, αὐτὸ δὲ καθ' ἑαυτὸ
τὸ προσῆκον αὐτῷ κάλλος οὐκ ἐπιδείκνυσιν· ἐν γὰρ τῷ μέρος

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 2, p. 30, line 2

δρᾶν γὰρ εἰς ἄλληλα οὐ δυνήσεται. οὐδὲν γὰρ πάσχει λευ-


κὸν ὑπὸ γραμμῆς, ἀλλ' ὑπὸ τοῦ μέλανος, οὐδὲ θερμὸν ὑπὸ
λευκότητος, ἀλλ' ὑπὸ ψυχρότητος. πάλιν οὖν ῥητέον, ὅτι
καθολικώτερον ἀπὸ τῶν γνωρίμων ἀναχθεῖσιν ἢ ἕν ἐστι τὸ
στοιχεῖον ἢ οὐχ ἕν. εἰ μὲν δὴ ἓν τὸ τοῦ κόσμου στοιχεῖον,
ἀνῄρηται ἡ ποικιλία τῶν φαινομένων, ἡ τῶν περιφορῶν ἀντί-
θεσις, ὁ τῆς γενέσεως πόλεμος, καὶ ἢ πάντα ἀίδια ἔσται ἢ
πάντα φθαρτά· εἰ δὲ οὐχ ἕν, ἤτοι δύο ἢ πλείω. ἀλλ' εἰ  
δύο, ἢ ἐναντία ἢ οὐκ ἐναντία. εἰ δὲ οὐκ ἐναντία, πάλιν
540

οὐκ ἔσται ποίησις οὐδὲ πάθος ἐν τοῖς σώμασιν οὐδὲ ἀντί-


θεσις οὐδὲ ἐν τοῖς ἔχουσι γένεσιν γένεσις. εἰ δὲ ἐναντία,
δεῖται ταῦτα μεσότητος. ἀλλ' εἰ τοῦτο, ἢ μία ἡ μεσότης ἢ
δύο· ἀλλὰ μίαν ἀδύνατον· οὐ γάρ ἐστιν ἐπίπεδα τὰ στοι-
χεῖα· δύο ἄρα αἱ μεσότητες. εἰ δὲ δυοῖν δύο τὰ μέσα, τὰ
πάντα τέτταρα. ὅτι μὲν οὖν τοσαῦτα στοιχεῖα τὸν ἀριθμὸν
ἀρκεῖ πρὸς τὸ πᾶν, διὰ τούτων δῆλον. Φέρε δέ, εἰ δο-
κεῖ, πρῶτον ὥσπερ καὶ ἐν τοῖς προειρημένοις τὸ μαθη-
ματικὸν αὐτὸ καθ' αὑτὸ συντόμως ἀναλάβωμεν, ἔπειθ' οὑ-
τωσὶ καὶ τὴν φυσικὴν θεωρίαν προσαγάγωμεν τῇ λέξει· πῶς
γὰρ δυοῖν ὁμοίοιν ἐπιπέδοιν μία μεσότης καὶ δύο στερεῶν

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 2, p. 70, line 30

πρὸ αὐτοῦ θεῶν, ὅθεν καὶ σχημάτων ἁπάντων ἐγκοσμίων


ἐστὶ δημιουργός. τί δέ; μετὰ τοῦτον ὁ πολυτίμητος Ἥφαι-
στος οὐχὶ πάντα τὰ ἐγκόσμια σχηματίζει, τόν τε ὅλον οὐ-
ρανὸν καὶ τὴν γένεσιν,
 πόρπας τε γναμπτάς θ' ἕλικας κάλυκάς τε καὶ
           ὅρμους
ἀπεργαζόμενος; καὶ πῶς γὰρ οὐκ ἔμελλε τὴν οὐσίαν τοῦ
κόσμου τοῦ σωματικοῦ παράγων οὐχὶ καὶ σχῆμα δώσειν ἑκά-
στῳ τὸ πρέπον; ἀλλ' οὗτος μὲν αὐτουργικῶςσχηματίζει
τὸ πᾶν, ὁ δὲ δημιουργὸς τῇ βουλήσει μόνον· καὶ γὰρ ἡ
αὐτουργία παρ' ἐκείνῳ βούλησίς ἐστιν, καὶ ἡ ποίησις νόησίς
ἐστιν. ταῦτα μὲν οὖν ἀπὸ τούτων ἐπιχειροῦντες λέξομεν.
διὰ τί δὲ συγγενὲς καὶ πρέπον τῷ παντὶ τὸ σφαιρικὸν  
ἐξηγούμενος ὁ Πλάτων ἐπήνεγκεν, ὅτι τὸ πάντων περιεκτικὸν
δεῖ τοιοῦτον ἔχειν σχῆμα· τάχα μὲν ὅτι καὶ τῶν ἰσοπερι-
μέτρων στερεῶν ἡ σφαῖρα πολυχωρητότερον, ὥς φασιν οἱ
τὰ μαθηματικὰ δεινοὶκαὶ ἡμεῖς μικρὸν ὕστερον
[p. 76, 7 s] ἀναλεγόμενοι τὰ ἐκείνων ἐροῦμεν. τάχα δὲ ὅτι
πᾶν μὲν πολύγωνον ἰσόπλευρον εἰς σφαῖραν ἐγγράφεσθαι
δυνατόν, οὐ πᾶν δὲ πολύγωνον ἰσόπλευρον εἰς ἄλλο σχῆμα
δυνατὸν ἐγγράφειν, διόπερ ἡ σφαῖρα τῷ πάντα μέλλοντι

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 2, p. 255, line 20

διασώσηται τὸ τῆς μεσότητος εἶδος, ὡς ἐν τῷ συνεπλη-


ροῦτο[35 C] καὶ ἐν τῷ συνεκεράσατο[35 A], δῆλον.
καὶ τὸ ἐπεφήμισεδὲ οἰκειότατα τοῖς προκειμένοις ἐπή-
541

νεγκεν· ἐπεὶ γὰρ κατὰ τὸ ἐπικρατοῦν τὰ ὀνόματα κεῖται


τοῖς κύκλοις, τὸ ἐπεφήμισεδηλοῖ τὸ μὴ ἀφ' ὅλης τῆς
ὑπάρξεως, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ ἐπικρατοῦντος αὐτοῖς θέσθαι τὴν
ἐπωνυμίαν. καὶ τὸ μετὰ τὴν ποίησιν καὶ τὰ ὀνόματα θέ-
σθαι δηλοῖ τὸ τὰ κυρίως ὀνόματα τῆς τῶν πραγμάτων στοχά-
ζεσθαι φύσεως· οὐ γὰρ τὸν μὴ ὄντα ταὐτοῦ κύκλον οὕτως
ἐπεφήμισεν ὁ δημιουργός, ἀλλὰ τὸν ὑπ' αὐτοῦ τοιοῦτον ὑπο-
στάντα. μᾶλλον δὲ ἥ τε ποίησις αὐτοῦ τὴν κυριωτάτην ἔχει
τοῦ ὀνόματος αἰτίαν καὶ ἡ τοῦ ὀνόματος θέσις ποίησίς ἐστιν,
εἴπερ καὶ ἡ νόησις ἐκεῖ οὐκ ἀποτέτμηται τῆς δημιουργίας,
ἀλλ' αὐτῷ τῷ νοεῖν οἱ θεοὶ ποιοῦσιν· οὕτω γὰρ καὶ αὐτῷ
τῷ ὀνοματίζειν ὑφιστᾶσι τὰ πράγματα. καὶ εἴ με δεῖ τοὐ-
μὸνεἰπεῖν, ἔξεστι διὰ τούτων συνορᾶν τὰ ἀπόρρητα τῆς
Πλάτωνος θεωρίας, ὅτι τὸν δημιουργὸν οὐ μόνον ὀνοματο-
θέτην παραδέδωκε πρῶτον, τιθέντα τὰ ὀνόματα ταῖς τῆς
ψυχῆς αὐτὸν δύο περιφοραῖς, ἀλλὰ καὶ πρὸ τούτων τὸν
οὐσιώδη χαρακτῆρα ταύτης ἐκφαίνοντα, τὰς δύο εὐθείας χω-
ρὶς καὶ τὸ ἐκ τούτων γεγονὸς χῖ καὶ τοὺς ἐκ τούτου δύο

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 2, p. 255, line 21

ροῦτο[35 C] καὶ ἐν τῷ συνεκεράσατο[35 A], δῆλον.


καὶ τὸ ἐπεφήμισεδὲ οἰκειότατα τοῖς προκειμένοις ἐπή-
νεγκεν· ἐπεὶ γὰρ κατὰ τὸ ἐπικρατοῦν τὰ ὀνόματα κεῖται
τοῖς κύκλοις, τὸ ἐπεφήμισεδηλοῖ τὸ μὴ ἀφ' ὅλης τῆς
ὑπάρξεως, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ ἐπικρατοῦντος αὐτοῖς θέσθαι τὴν
ἐπωνυμίαν. καὶ τὸ μετὰ τὴν ποίησιν καὶ τὰ ὀνόματα θέ-
σθαι δηλοῖ τὸ τὰ κυρίως ὀνόματα τῆς τῶν πραγμάτων στοχά-
ζεσθαι φύσεως· οὐ γὰρ τὸν μὴ ὄντα ταὐτοῦ κύκλον οὕτως
ἐπεφήμισεν ὁ δημιουργός, ἀλλὰ τὸν ὑπ' αὐτοῦ τοιοῦτον ὑπο-
στάντα. μᾶλλον δὲ ἥ τε ποίησις αὐτοῦ τὴν κυριωτάτην ἔχει
τοῦ ὀνόματος αἰτίαν καὶ ἡ τοῦ ὀνόματος θέσις ποίησίς ἐστιν,
εἴπερ καὶ ἡ νόησις ἐκεῖ οὐκ ἀποτέτμηται τῆς δημιουργίας,
ἀλλ' αὐτῷ τῷ νοεῖν οἱ θεοὶ ποιοῦσιν· οὕτω γὰρ καὶ αὐτῷ
τῷ ὀνοματίζειν ὑφιστᾶσι τὰ πράγματα. καὶ εἴ με δεῖ τοὐ-
μὸνεἰπεῖν, ἔξεστι διὰ τούτων συνορᾶν τὰ ἀπόρρητα τῆς
Πλάτωνος θεωρίας, ὅτι τὸν δημιουργὸν οὐ μόνον ὀνοματο-
θέτην παραδέδωκε πρῶτον, τιθέντα τὰ ὀνόματα ταῖς τῆς
ψυχῆς αὐτὸν δύο περιφοραῖς, ἀλλὰ καὶ πρὸ τούτων τὸν
οὐσιώδη χαρακτῆρα ταύτης ἐκφαίνοντα, τὰς δύο εὐθείας χω-
ρὶς καὶ τὸ ἐκ τούτων γεγονὸς χῖ καὶ τοὺς ἐκ τούτου δύο
κύκλους· ἃ δὴ καὶ ἡ θεουργίαμετ' αὐτὸν ἐξέφηνε διὰ
542

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα.


Vol. 3, p. 52, line 14

ἑτέρῳ μεγάλα συναίρεσθαι πρὸς τὴν τοῦ οἰκείου παρα-


δείγματος ἀφομοίωσιν· οὔτε γὰρ ὁ χρόνος ἐμιμήσατο ἂν τὸν
αἰῶνα μὴ ὄντος οὐρανοῦ (ποῖ γὰρ ἂν προῆλθεν ἢ τί ποτ'
ἂν ἐμέτρησε τῶν ὄντων ἢ συνέσχεν ἢ ἐτελεώσατο;), οὔτ' ἂν
ὁ οὐρανὸς μὴ ὄντος χρόνου τὸ παντελὲς καὶ τὸ ἀίδιον τοῦ
αὐτοζῴου κατὰ δύναμιν ἀπεμιμήσατο. γέγονε μὲν οὖν ἑκά-
τερος οὐχ ἑαυτοῦ μόνου οὐδ' αὖ τοῦ ἑτέρου χάριν, ἀλλὰ
τῆς συμπάσης δημιουργίας, ἵνα ὡς ὅτι τελειοτάτη καὶ ὁμοιο-
τάτη τοῖς παραδείγμασιν ἀποτελεσθῇ· μᾶλλον δὲ τῆς ἀγαθό-
τητος εἵνεκα τῆς τοῦ πατρὸς τῶν ὅλων, δι' ἣν καὶ ἡ ποί-
ησις ἔχει τὸ τέλειον. γενόμενος δὲ ὅ ἐστι θατέρῳ ὁ ἕτερος
καὶ πᾶσι τοῖς ἐγκοσμίοις ἑκάτερος πρὸς διαμονὴν καὶ τάξιν
καὶ εὐμοιρίαν μεγάλα συναίρεται. Καὶ τοσαῦτα μὲν περὶ
τοῦ ἑνὸς καὶ ὅλου καὶ μετρητικοῦ τῶν πάντων κἀκ μόνου
τοῦ δημιουργοῦ κἀκ τῆς οἰκείας μονάδος κινηθέντος καὶ
προϊόντος χρόνου τῷ Πλάτωνι πεφιλοσόφηται. λοιπὸν δὲ ἐν
τοῖς ἑπομένοις περὶ τοῦ κατ' οὐρανὸν ἐκφαινομένου καὶ
οἱονεὶ πληθυομένου καὶ οἱονεὶ συμμεριζομένου ταῖς ποικίλαις
τῶν ἄστρων φοραῖς διαλήψεται, ὃς οὐκ ἂν ὑπέστη μὴ τῆς
ταὐτοῦ καὶ τῆς θατέρου περιφορᾶς περὶ τὸν ἀφανῆ καὶ ἕνα

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα.


Vol. 3, p. 116, line 28

κοῖς γένεσι τῶν ζῴων κατὰ τὸ τρίτον τῆς ὁλότητος εἶδος,


ὥσπερ καὶ πρότερον εἴπομεν[p. 97 s], ἐπεὶ καὶ τὸ αὐτο-
ζῷον ὅλον ἐστὶ καὶ παντελὲς ὡς μονάς, περιέχει δὲ καὶ
πάντα τὰ νοητὰ ζῷα διὰ τῆς εἰρημένης τετράδος.
 Τίθησί τε εἰς τὴν τοῦ κρατίστου φρόνησιν ἐκεί-
νῳ ξυνεπόμενον, νείμας περὶ πάντα κύκλῳ τὸν οὐ-
ρανόν, κόσμον ἀληθινὸν ἐν αὐτῷ πεποικιλμένον
εἶναι καθ' ὅλον[40 A].
 Περὶ τῆς θέσεως ἐνταῦθα διαλέγεται τῶν ἄστρων, ὅτι
τῇ ταὐτοῦ περιφορᾷ κύκλῳ πανταχόθεν ἐντέθειται καὶ ὅτι
περιστέφειτὸν οὐρανόν, ὡς ἡ ποίησίς φησιν, ἄλλων
κατ' ἄλλην τάξιν τεταγμένων καὶ ποικιλίαν θαυμαστὴν παρ-
εχομένων. εἰ δὲ καὶ τοῦδεμειζόνως ἐθέλοις λέγειν, ἐντίθησι
τὰ ἄστρα τῇ θείᾳ ψυχῇ τῆς ἀπλανοῦς, ψυχώσας αὐτὰ δη-
543

λαδὴ καὶ δοὺς αὐτοῖς ζωὴν οἰκείαν καὶ νοῦν. οὕτω δὲ καὶ  
τὰ πλανώμενα ἐνετίθει ταῖς περιφοραῖς, ἃς ἡ θατέρου
περίοδος ἤϊεν, ὡς εἴρηται ἐν ἐκείνοις[38 C]· θεῖα γὰρ
ὄντα ζῷα δεῖ καὶ ψυχὴν ἔχειν νοερὰν καὶ νοῦν θεῖον· ὅτι
γὰρ οὐχ ὑπὸ τῆς τοῦ ὅλου ψυχῆς ψυχοῦται μόνης, ἀλλὰ
καὶ ἰδίαν ἔχει τὴν ἐφεστῶσαν ἕκαστον, μάθοιμεν ἂν συννοή-
σαντες, ὅτι καὶ τῶν ἐνταῦθα ζῴων κρείττονά ἐστιν ὅσα μετὰ

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα.


Vol. 3, p. 222, line 15

ποιήσεις)· ἐπιτρέπει δὲ τὴν προσεχῆ ποίησιν τοῖς πολλοῖς.


καὶ ὁρᾷς πάλιν, ὅπως ἡ τάξις ἀναφαίνεται τῶν ποιητικῶν
αἰτίων καὶ γεννητικῶν· τὰ γὰρ θνητὰ ζῷα ποιεῖ μὲν καὶ ὁ
τῶν ἐγκοσμίων χορὸς θεῶν, ἀλλὰ μετὰ κινήσεως καὶ μετα-
βολῆς, ποιεῖ δὲ καὶ ὁ δημιουργός, ἀλλὰ τῷ λέγειν (τοῦτο δὲ
ταὐτὸν τῷ νοεῖν· λέγει γὰρ δήπου νοῶν καὶ ἀκινήτως καὶ
νοερῶς), ποιεῖ δὲ καὶ τὸ αὐτοζῷον (ἔχει γὰρ μίαν αἰτίαν
πάντων πτηνῶν καὶ πάντων ἐνύδρων καὶ πάντων χθονίων),
ἀλλὰ μετὰ σιωπῆς καὶ αὐτῷ τῷ εἶναι καὶ νοητῶς· διαδέχε-
ται γὰρ τὴν μὲν πατρικὴν σιγὴνὁ δημιουργικὸς λόγος,
τὴν δὲ νοητὴν αἰτίαν ἡ νοερὰ ποίησις, τὴν δὲ κατὰ τὸ
εἶναι πρόνοιαν ἡ κατὰ τὸ ἐνεργεῖν ἀπογέννησις, καὶ τὸν μὲν
λόγον ἡ κίνησις, τὴν δὲ νοερὰν ἐνέργειαν ἡ τῷ αἰσθητῷ
συμμεμιγμένη διακόσμησις· τὰ γὰρ ἔσχατα δημιουργήματα
δεῖται τοιαύτης ποιητικῆς αἰτίας. πᾶν γοῦν τὸ μεταβλητὸν
καὶ ἀλλοιωτὸν καὶ γενητὸν καὶ φθαρτὸν ἐξ αἰτίας γέγονεν
ἀκινήτου μὲν κατ' οὐσίαν, ἄλλως δὲ κινουμένης κατ' ἐνέρ-
γειαν· ἡ γὰρ ἐκεῖ διῃρημένη κίνησις ἀπὸ τῆς οὐσίας ἐν-
ταῦθα κινουμένην ἀπετέλεσεν οὐσίαν, διότι δὴ τὸ ποιοῦν
καὶ κατ' οὐσίαν ἐποίει καὶ κατ' ἐνέργειαν, ὧν δὴ διαπλεκο-
μένων ἡ μεταβολὴ τῆς οὐσίας ἔσχε τὴν πάροδον.

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Vol. 3, p. 244, line 12

ἄρα πάντες ἢ πρὸς ψυχάς εἰσιν ἢ περὶ ψυχῶν· ὁ μὲν ἐν


Πολιτείᾳ[VIII 545D ss X 617 D] τῶν Μουσῶν καὶ ὁ τοῦ
προφήτου πρὸς ψυχάς, ὁ δὲ ἐν Συμποσίῳ[190 C] παρὰ
τῷ Ἀριστοφάνει καὶ ὁ ἐν Ἀτλαντικῷ[121 C] μελλήσας
ῥηθῆναι περὶ ψυχῶν, ὃ μὲν περὶ τῶν κατιέναι μελλουσῶν,
ὃ δὲ περὶ τῶν ἐν γενέσει στρεφομένων. καὶ εἴρηται τὸ αἴ-
τιον, ὡς ἄρα ψυχαῖς ἐστι μάλιστα προσήκων ὁ λόγος.
544

 Καὶ πάλιν ἐπὶ τὸν πρότερον κρατῆρα, ἐν ᾧ τὴν


τοῦ παντὸς ψυχὴν κεραννὺς ἔμισγε, τὰ τῶν πρό-
σθεν ὑπόλοιπα κατεχεῖτο μίσγων[41 D].
 Ὅτι μὲν οὖν ἡ δημιουργικὴ νόησις ποίησίς ἐστι καὶ ὅτι
ταῦτα οὐ διέστηκεν ἀπ' ἀλλήλων ἐν τοῖς θεοῖς, ἀλλὰ τὸ
αὐτὸ νοεῖν τε καὶ ποιεῖν ὑπάρχει παρ' ἐκείνοις, οὐδὲ δεῖ
κινήσεως ἄλλης πρὸς τὴν γέννησιν, ἀλλ' αὐτῷ τῷ εἶναι
πάντα ὑφιστᾶσιν, ἐδήλωσε καὶ διὰ τούτων ὁ λόγος· εἰπόντα
γὰρ τὸν δημιουργὸν εὐθὺς ἐπὶ τὸν κρατῆρα τρέπει καὶ
τὴν τάξιν τῶν γενῶν, καὶ οὐδὲν μεταξὺ τούτων, ἀλλὰ καὶ
τὸ χωρὶς παραδοῦναι τά τε ἔργα καὶ τοὺς λόγους παρὰ τὴν
ἡμετέραν ἀσθένειαν γέγονεν, οὐ δυναμένην ἐν ἑνὶ τήν τε
νόησιν ἰδεῖν τὴν ἐξῃρημένην τοῦ πατρὸς καὶ τὴν ποίησιν
τὴν ὑποστατικὴν τῶν μερικῶν ψυχῶν. ὅτι δὲ καὶ τὸ τῶν

Πρόκλος. , Σχόλια στον Τίμαιο του Πλάτωνα.


Vol. 3, p. 272, line 25

σχέσει ψυχήν, ὡς Θεόδωρος(οὐδὲ γὰρ ἔστι τὴν ἀρχὴν


τοιοῦτον ζωῆς εἶδος ἐν τοῖς ὅλοις), οὔτε τὴν φύσιν ἁπλῶς,
ὡς Πορφύριος(πολλὰ γὰρ καὶ ὑπερφυῆ καὶ ἔξω τῆς φύ-
σεως γίγνεται παρὰ τῆς εἱμαρμένης, οἷον εὐγένειαι δόξαι
πλοῦτοι· ποῖαι γὰρ φυσικαὶ κινήσεις φέροιντο ἂν τὴν τού-
των αἰτίαν;), οὔτε ὁ νοῦς τοῦ παντός, ὥς πού φησι πάλιν
Ἀριστοτέλης, εἴπερ ἐκείνου τὸ Περὶ κόσμουβιβλίον·
ὁ γὰρ νοῦς ἀθρόως πάντα ποιεῖ ἃ ποιεῖ καὶ οὐδὲν δεῖται
τῆς κατά τινα περίοδον καὶ συνεχῆ καὶ εὔτακτον εἱρμὸν
προϊούσης διοικήσεως, τοῦτο δὲ εἱμαρμένης ἴδιον, ὁ τῶν
πολλῶν αἰτίων εἱρμός, ἡ τάξις, ἡ περιοδικὴ ποίησις. ἀλλ'
εἰ δεῖ τὸ ὅλον αὐτῆς εἶδος συντόμως περιλαβεῖν, φύσιν μὲν
αὐτὴν κατὰ τὸ ὑποκείμενον ῥητέον, ἔνθεον δὲ καὶ πεπληρω-
μένην ἐλλάμψεων θείων, νοερῶν, ψυχικῶν· τελεῖ γὰρ εἰς
αὐτὴν καὶ θεῶν τάξις τῶν μοιρηγετῶνκαλουμένων καὶ  
τὰ κρείττονα γένη· δίδωσι γὰρ καὶ ταῦτα δυνάμεις ἀφ' ἑαυ-
τῶν εἰς τὴν μίαν ζωὴν αὐτῆς· καὶ πάσας ταύτας τὰς δόσεις
καὶ τὰ πληρώματα πάντα συνάγει καὶ ἑνοῖ καὶ μίαν ἀπο-
φαίνει δύναμιν ὁ τῶν ὅλων δημιουργός· εἰ γὰρ καὶ τὰ
σώματα τὰ ἐμφανῆ πεπλήρωται δυνάμεων, πολλῷ πρότερον
ἡ ὅλη φύσις ἔνθεός ἐστι, καὶ εἰ ὁ σύμπας κόσμος ὁ

Πρόκλος. , De malorum subsistentia (4036: 014)“Procli Diadochi tria


545

opuscula”, Ed. Boese, H.Berlin: De Gruyter, 1960.Sec. 3, line 15

κακὸν ἕν τι τῶν ὄντων, εἰἔσται τῆς τοιαύτης ὀρέξεως παρῃρημένον;


–  –  –   
–  –  –  
(τὸ κακόν) ... μᾶλλον καὶ αὐτοῦ τοῦ μὴ ὄντος ἀπέχον τοῦ ἀγαθοῦ·
–  –  – τὸ τούτου δὲ πορρώτερον τοῦ ἐγγὺς μᾶλλον ἀνουσιώτερον. τὸ
μηδαμῶς ἄρα ὂν μᾶλλον ἐστὶν ἤπερ τὸ λεγόμενον κακόν.  –  –  –  
εἰ δὲ καὶ, ὡς ὁ Πλάτωνος λόγος, οὐ μόνον ὑφίστησι τὴν τῶν ἀγαθῶν
φύσιν ὁ τοῦ κόσμου τούτου πατήρ, ἀλλὰ καὶ βούλεται μηδὲν εἶναι μηδα-
μοῦ κακόν, τίς ἔστι μηχανὴ ὑφεστάναι πρὸς ὑπόστασιν τὸ κακὸν ἀβούλη-
τον τῷ δημιουργῷ; οὐ γὰρ ἄλλα μὲν αὐτὸν βούλεσθαι, ἄλλα δὲ ποιεῖν
θεμιτόν, ἀλλ' ἡ βούλησις ἅμα καὶ ποίησις ἦνἐπὶ τῶν θείων οὐσιῶν·
ὥστε οὐ μόνον ἀβούλητον αὐτῷ τὸ κακόν, ἀλλὰ καὶ ἀνυπόστατον,
οὐχ ὡς ἐκείνου μὴ ποιοῦντος – τοῦτο γὰρ οὐδὲ νοεῖν θέμις – , ἀλλ'
ὡς μηδ' εἶναι ποιοῦντος· καὶ γὰρ ἦν ἡ βούλησις οὐ τοῦ μὴ ποιεῖσθαι
παρ' αὐτοῦ τὸ κακόν, ἀλλ' ὅλως μὴ εἶναι· τί οὖν ἔτι τὸ ποιῆσον εἶναι,
τοῦ προσάγοντος αὐτὸ πρὸς τὸ μὴ εἶναι ὑποστάτου πάντων ὄντος
καὶ πατρός; τί γὰρ ἐναντίον αὐτῷ καὶ πόθεν; οὔτε γὰρ ἐξ αὐτοῦ τὸ
κακοποιόν – οὐ γὰρ θέμις αὐτῷ· καὶ εἰ ἀλλαχόθεν, ἄτοπον· πάντα
γὰρ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ ἐκ τοῦ πατρός, τὰ μὲν αὐτόθεν, ὡς εἴρηται, τὰ δ'
οἷον ἐνεργούντων ἄλλων.

Πρόκλος. , De malorum subsistentia Sec. 54, line 11

 Ἔστιν ἄρα τὸ κακὸν ἀδρανὲς καὶ ἀδύναμον καθ' αὑτό. εἰ δὲ καὶ


ἀκούσιόνἐστιν, ὥς φησιν αὐτός, καὶ ἀβούλητον, εἴη ἂν καὶ κατ' αὐτὸ
στέρησις τῆς πρωτίστης τοῦ ἀγαθοῦ τριάδος, βουλήσεως, δυνάμεως,
ἐνεργείας. τὸ μὲν γὰρ ἀγαθὸν καὶ βουλητόν ἐστι καὶ εὐδύναμον καὶ
δραστήριον κατὰ τὴν ἑαυτοῦ φύσιν· τὸ δὲ κακὸν ἀβούλητον καὶ ἀσθενὲς
καὶ ἀδρανές· οὔτε γὰρ βουλητόν τινι τὸ ἑκάστου φθαρτικόν, οὔτε δυνά-
μεως φθείρειν τὸ ἔχον αὐτήν, οὔτε ἐνεργείας τὸ μὴ κατὰ δύναμιν ἔχειν
τὴν
ὑπόστασιν αὐτῆς. ἀλλ' ὥσπερ τῶν κακῶν ὀρέγονται φαινομένων αὐτοῖς
ἀγαθῶν, καὶ ἔστι τὸ κακὸν τούτοις φαινόμενον βουλητόν – διὰ τὴν
τοῦ ἀγαθοῦ μίξιν τοιοῦτον φαμέν – , οὕτω δὴ καὶ δύναμις ἐν τῷ κακῷ
καὶ ποίησις φαινομένως ἐστί, ὅτι τὸ μὴ καθ' αὑτὸ μηδὲ ᾗ κακόν –  –  –  
οὔτε γὰρ στέρησις τὸ ποιεῖν τι δυνάμενον ἢ ὅλως δυνάμενον, οὔτε
ἐναντίον
τὸ καθ' αὑτὸ μήτε δύναμιν μήτε ἐνέργειαν ἔχον· ἀλλ' οὑτωσί πως ὑπ-
εναντίον[Pl. Theaet. 176a] αὐτὸ ὀνομάζειν, ὃ καθ' ἑαυτὸ μέν ἐστι
στέρησις· ὅτι δὲ οὐ παντελής ἐστι στέρησις, ἀλλ' ὁμοῦ τῇ ἕξει μεταλαμ-
546

βάνον δυνάμεως ἐκεῖθεν καὶ τοῦ ἐνεργεῖν, εἰς τὴν τῆς ἐναντιώσεως
μοῖραν
καθίσταται, καὶ οὔτε στέρησις ἐστὶ παντελὴς οὔτε ἐναντίον, ἀλλ' ὑπεναν-
τίοντῷ ἀγαθῷ

Πρόκλος. , Chrestomathia [Dub.] (epitome) (4036: 023)


“Recherches sur la Chrestomathie de Proclus, vol. 4”, Ed. Severyns, A.
Paris: Les Belles Lettres, 1963.Line 52

νοντα καὶ οὕτως ὀλισθόντα περιπταῖσαι λίθῳ καὶ τριταῖον


τελευτῆσαι.
 ἀλλὰ δὴ ταῦτα μὲν πολλῆς ἔχεται ζητήσεως, ἵνα δὲ μηδὲ  
τούτων ἄπειρος ὑπάρχῃς, διὰ τοῦτο εἰς ταῦτα κεχώρηκα.
 τυφλὸν δὲ ὅσοι τοῦτον ἀπεφήναντο αὐτοί μοι δοκοῦσι
τὴν διάνοιαν πεπηρῶσθαι· τοσαῦτα γὰρ κατεῖδεν ὅσα οὐδεὶς
ἄνθρωπος πώποτε.
 εἰσὶ δὲ οἵτινες ἀνεψιὸν αὐτὸν Ἡσιόδου παρέδοσαν,
ἀτριβεῖς ὄντες ποιήσεως· τοσοῦτον γὰρ ἀπέχουσι τοῦ γένει
προσήκειν ὅσον ἡ ποίησις διέστηκεν αὐτῶν. ἄλλως δὲ οὐδὲ
τοῖς χρόνοις συνεπέβαλον ἀλλήλοις.
 ἄθλιοι δὲ οἱ τὸ ἀνάθημα πλάσαντες τοῦτο·
  Ἡσίοδος Μούσαις Ἑλικωνίσι τόνδ' ἀνέθηκεν
  ὕμνῳ νικήσας ἐν Χαλκίδι θεῖον Ὅμηρον.  
ἀλλὰ γὰρ ἐπλανήθησαν ἐκ τῶν Ἡσιοδείων Ἡμερῶν· ἕτερον
γάρ τι σημαίνει.
 τοῖς δὲ χρόνοις αὐτὸν οἱ μὲν περὶ τὸν Ἀρίσταρχόν
φασι γενέσθαι κατὰ τὴν τῆς Ἰωνίας ἀποικίαν, ἥτις ὑστερεῖ
τῆς Ἡρακλειδῶν καθόδου ἔτεσιν ἑξήκοντα, τὸ δὲ περὶ τοὺς
Ἡρακλείδας λείπεται τῶν Τρωϊκῶν ἔτεσιν ὀγδοήκοντα. οἱ δὲ

Φώτιος. Bibliotheca (4040: 001)“Photius. Bibliothèque, 8 vols.”, Ed.


Henry, R.Paris: Les Belles Lettres, 1:1959; 2:1960; 3:1962; 4:1965;
5:1967; 6:1971; 7:1974; 8:1977.Codex 49, Bekker p. 12a, line 26

καὶ κατὰ Πρόκλου δὲ σπουδαστοῦ Μοντανοῦ σπουδαίαν


διάλεξιν συντεταχέναι, ἐν ᾗ τρισκαίδεκα μόνας ἐπιστο-
λὰς ἀριθμεῖται Παύλου οὐκ ἐγκρίνων τὴν πρὸς Ἑβραίους.
 Ἀνεγνώσθη τοῦ ἐν ἁγίοις Κυρίλλου τοῦ Ἀλεξαν-
δρέωςκατὰ τῶν τοῦ Νεστορίου βλασφημιῶν, ἐν λό-
γοις πέντε. Φυλάττει δὲ κἀν τούτοις τῶν οἰκείων λό-
γων τὸν χαρακτῆρα καὶ τὸ ἰδίωμα, σαφέστερος δέ ἐστι
τοῦ πρὸς Ἑρμείαν καὶ τοῦ περὶ τῆς ἐν πνεύματι λα-
τρείας. Ὁ δὲ λόγος αὐτῷ πεποιημένος καὶ εἰς ἰδιά-
547

ζουσαν ἰδέαν ἐκβεβιασμένος καὶ οἷον λελυμένη καὶ τὸ


μέτρον ὑπερορῶσα ποίησις.  
 Ἀνεγνώσθη Νικίου Μοναχοῦκατὰ τῶν
Φιλοπόνου κεφαλαίων ἑπτά, ὧν διεμνημόνευσεν ἐν τῷ
καλουμένῳ αὐτοῦ λόγῳ Διαιτητής. Ἔστι δὲ τὴν φράσιν
ἁπλοῦς καὶ σύντομος καὶ ταῖς ἀντιρρήσεσιν ἱκανὸς καὶ
ἀπέριττος.
 Ἀνεγνώσθη δὲ τοῦ αὐτοῦ καὶ κατὰ τοῦ δυσσεβοῦς Σε-
βήρου, ἔτι δὲ καὶ κατὰ Ἑλλήνων λόγοι δύο.
 Ἀνεγνώσθη Ἡσυχίουπρεσβυτέρου Κωνσταν-
τινουπόλεως εἰς τὸν χαλκοῦν ὄφιν λόγοι δʹ. Ἔστι δὲ
ὁ λόγος εἰς ἐπίδειξιν διεσκευασμένος καὶ ἐν ἠθοποιΐας

Φώτιος. Bibliotheca Codex 243, Bekker p. 372a, line 31

 Ἆρά τι καὶ ἐν τοῖς ἡμετέροις λόγοις ἐστίν, ὦ φί-


λοι, φάρμακον ἔριν κομίσαι δυνάμενον; Καί τι βού-
λεται τοιοῦτον καὶ ἡ παρ' ἡμῖν τέχνη νεανιεύεσθαι, ὁποῖον
Ὅμηρος διὰ τοῦ κρατῆρος τοῦ τῆς Ἑλένης αἰνίττεται,
ὃν ἡ τοῦ Διὸς παῖς τοῖς ξένοις ἵστησιν ἐν Μενελάου
δακρύουσιν; Ἢ καὶ τὸ τῆς Ἑλένης φάρμακον οὐ πόα τις
ἦν, οὐδέ τις Αἰγυπτία τέχνη νηπενθὲς πόμα σκευάζου-
σα, ἀλλά τις λόγος ἡδὺς καὶ πάνσοφος, φαρμάκου
δίκην σβέσαι δυνάμενος θυμὸν ἐκ μέσης καρδίας ζέοντα; Ἀπάγει δὲ εἰς
Αἴγυπτον τὸν μῦθον ἡ ποίησις, ἵνα τὴν μητέρα τῶν σοφῶν λόγων
αἰνίξηται.
 Ἐφρόνει ποτὲ βασιλεὺς μικρότερον; Οὐκ εἴα τοῦτο
Τιμόθεος, ἀλλὰ καὶ εἰς οὐρανὸν αὐτὸν ἀνῆγε τὴν γνώ-
μην τοῦ βασιλέως τοῖς μέλεσι. Θυμὸς ἐπέζει τοῦ με-
τρίου πλέον; Ἀφῄρει παρὼν ἐκεῖνος τὸ πλεονάζον τοῖς
κρούσμασιν. Ἄθυμος ἦν; Μειδιῶντα εὐθὺς ἐδείκνυ. Ἡδο-
ναῖς ἐνεδίδου; Εἶδες ἂν εὐθὺς σεμνὸν μετὰ τὴν μου-
σικὴν Ἀλέξανδρον. Καὶ τὸ σύμπαν εἰπεῖν, τοιοῦτον ἐξῆν
ὁρᾶν ἐκεῖνον, ὁποῖον αὐτὸν ἐποίει διὰ τῶν αὐλημά-
των Τιμόθεος. Πραΰνει Ζέφυρος ταῖς αὔραις τὰ
κύματα. Ἀττικὸς δὲ ῥήτωρ καὶ λόγος Ἕλλην οὐ λύσει

Φώτιος. Bibliotheca Codex 243, Bekker p. 374b, line 41

         
548

Ἐκ τοῦ ὅτε ἀπὸ τῆς Κορίνθου ἐπανῆλθεν.

      
 Εἰ δὲ ἄρα τύχη τις διασχίζοι τὰ σώματα, τῇ γοῦν
ψυχῇ προβλέπειν καὶ μὴ τῷ πόθῳ τῶν παιδικῶν ἀπο-
σχίζεσθαι. Γνωρίζω τὸ πάθος· ἐμὴν ἑρμηνεύει γνώ-
μην ἡ ποίησις.
      
      

Φώτιος. ., Scr. Eccl., Theol., Lexicon (Α – Δ) (4040: 029)


“Photii patriarchae lexicon, vol. 1 (Α – Δ)”, Ed. Theodoridis, C.
Berlin: De Gruyter, 1982.Alphabetic letter alpha, entry 3049, line 2

Ἀσχολοῦμαικαὶ ἀσχολεῖ καὶ ἀσχολεῖσθαι λέγουσιν Ἀττικοί.


Ἀσώδης ἐστί· λέγουσιν οὕτως. Αἰσχύλος δὲ (Suppl.
31) ἐφυλώδης. ὁ δὲ ἰατρὸς (Hipp. Art. 19 = 4, 132, 14 L.) τὸν πρὸς
τὰ σιτία ἀτάκτως διακείμενον καὶ ἀηδῶς.
Ἀσωμένη· λυπουμένη.
Ἀσώτως· αἰσχρῶς.
Ἀσώδης· ἀμμώδης.
Ἀταλαίπωρον· ἄπονον. ἢ τὸ ἐξ ἑτοίμου λεγόμενον καὶ οὐ
μετὰ ἀποδείξεως. ἢ τὸ εὐχερὲς καὶ φανερόν.
Ἀταλαιπώρως· ῥᾳθύμως, ὀλιγώρως. Ἀριστοφάνης Δα-
ναΐσιν (fr. 254 K.)· “οὕτως αὐτοῖς ἀταλαιπώρως ἡ ποίησις διέκειτο”.
Ἀτάλαντον· ἴσον, παραπλήσιον.
Ἀταλῇσιν(Y 222)· ἁπαλαῖς, νεογναῖς.
Ἀτάλλει· τρέφει, τιθηνεῖ, φιλεῖ, σαίνει, σκιρτᾷ, χαίρει.  
Ἀταλόν· νήπιον, ἁπαλόν.
Ἀταμίευτον· ἀδιοίκητον. ἢ οὗπερ οὐκ ἔστι ταμιεῖον. λέγεται
δὲ οὕτως καὶ τὸ πρόχειρον καὶ ἐν ἑτοίμῳ.
Ἀτάρ· καὶ δὴ ἢ πλήν, ἅτε δή. ἢ ὅμως. ἢ ἀντὶ τοῦ δέ.

Φώτιος. Lexicon (Ε – Ω) (4040: 03“Φωτίου τοῦ πατριάρχου λέξεων


συναγωγή, pts. 1–2”, Ed. Porson, R.Cambridge: Cambridge University
Press, 1822.Alphabetic letter tau, P. 599, line 16

Τρήρωσι: δειλαῖς.
Τριακάς: τοῖς τετελευτηκόσιν ἤγετο ἡ τριακοστὴ
 ἡμέρα διὰ θανάτου καὶ ἐλέγετο τριακάς· Ὑπερίδης
549

 δηλοῖ, ἑνικῶς τε καὶ πληθυντικῶς τριακάδα καὶ


 τριακάδας τὴν ἡμέραν καλῶν.
Τριάκοντα: πρῶτοι μὲν οἱ κατὰ πόλιν δικασταί· δεύ-
 τεροι οἱ κατὰ δήμους τριάκοντα, τῆς ἐκκλησίας
 ἐπιμελούμενοι μετὰ τῶν ληξιάρχων· οὕτως Φρύνιχος.
Τρία Στησιχόρου: στροφήν· ἀντίστροφον· ἐπωδόν·
 ἐπωδικὴ γὰρ πᾶσα ἡ τοῦ Στησιχόρου ποίησις· καὶ
 τὸν τελέως ἄμουσόν τε καὶ ἀπαίδευτον λοιδοροῦντες
 ἔφασκον ἂν, οὐδὲ τὰ τρία Στησιχόρου εἰδέναι.
Τρία καὶ δύο: ἐπὶ τῆς κράσεως τοῦ οἴνου· Ἀριστο-
 φάνης Ἱππεῦσιν· Ἔχε (καὶ) πιεῖν κεκραμένον τρία
 καὶ δύο· Ἡσίοδος· Τρὶς ὕδατος προχέειν, τὸ δὲ τέ-
 τρατον ἱέμεν οἶνον· Εὔπολις Αἰξίν· Διόνυσε χαῖρε·
 μήτι πέντε καὶ δύο· τοιοῦτο καὶ τὸ παροιμιακόν·
 (Ἢ) πέντε πίνειν, ἢ τρί', ἢ μὴ τέτταρα· τὸ μὲν γὰρ
 εʹ ἐστὶ τρία καὶ δύο· τὸ δὲ γʹ ἥμισυ καὶ διπλάσιον·
 τὸ δὲ τέτταρα ἴσον ἴσωι.  

Δαμάσκιος. Vita Isidori (ap. Sudam, Hesychium, Photium et e cod. Vat.


1950) (4066: 002)“Damascii vitae Isidori reliquiae”, Ed. Zintzen, C.
Hildesheim: Olms, 1967.
Fragment 287, line 3

Suda I 125, 27; II 348, 2 s. vv. ἄλλως et ἐπήρκεσεν


τὰ δὲ ἄλλα τοῖς φιλοσόφοις ἐπήρκουν
καὶ τοῖς δεομένοις ἄλλως δι' ἐπιεί-
κειαν καὶ ἐλευθέραν προαίρεσιν.  
Suda III 54, 20; II 354, 27 s. vv. κατὰ πῆχυν ἐπεδίδου et ἐπίδοσιν
 ὁ δὲ φιλοσοφῶν ἀνεμποδίστως εἰς ἐπίδοσιν διετέλει καὶ ἐπεδίδου κατὰ
πῆχυν, ὡς φάναι ἀτεχνῶς, ἄχρι τοῦ πανικοῦ δυστυχήματος.
Suda IV 324, 26 s. v. Σαραπίων
 ὃς οὕτω μὲν κατεφρόνει χρημάτων, ὥστε κεκτῆσθαι μηδοτιοῦν ἢ μόνα
δύο ἢ τρία βιβλία, ὧν ἦν καὶ ἡ Ὀρφέως ποίησις· οὕτω δὲ ἡδονῶν τῶν
περὶ
τὸ σῶμα, ὥστε ἐξ ἀρχῆς εὐθὺς τὰ ἀναγκαῖα {καὶ} μόνα προσφέρειν τῷ
σώματι,
ἀφροδισίων δὲ ἄχραντον εἶναι διὰ βίου παντός. οὕτω δὲ ἠμέλει τιμῆς τῆς
παρὰ ἀνθρώπων, ὥστε οὐδὲ ὄνομα αὐτοῦ ἦν ἐν τῇ πόλει. οὐδ' ἂν
550

ἐγνώσθη
μετὰ ταῦτα, εἰ μὴ θεῶν τις ἠβουλήθη παράδειγμα τοῖς ἀνθρώποις χαρίσα-
σθαι τοῦ Κρονίου βίου, ἵνα μὴ δοκῇ μῦθος εἶναι ὁ λόγος, μὴ ἔχων
ἐπιμαρτυροῦ-
σαν τὴν ἱστορίαν. ὁ μὲν γὰρ Χείρων λεγόμενος ἐν μεθορίῳ μᾶλλον
εἱστήκει  
τῆς Κρόνου καὶ Διὸς ἀρχῆς, ὅθεν διφυής. Σαραπίων δὲ οὗτος ὑπὸ τοῦ
φιλοσόφου γνωσθεὶς ἀναγεγράφθω τοιοῦτος· ὃς κληρονόμῳ τῷ Ἰσιδώρῳ
ἐχρήσατο, μηδένα πρὸς γένους ἔχων, μηδὲ ἄξιον ἄλλον ὑπολαμβάνων
εἶναι τῆς ἑαυτοῦ οὐσίας, δυεῖν λέγω ἢ τριῶν βιβλίων.

Δαμάσκιος. De principiis (4066: 003)“Damascii successoris


dubitationes et solutiones, vols. 1 & 2”, Ed. Ruelle, C.É.Paris:
Klincksieck, 1:1889; 2:1899, Repr. 1964.Vol. 1, p. 76, line 12

ἄλλον δὲ αὖ τρόπον, ὡς μὲν πάντη ἁπλοῦν τὰ μὴ ἁπλᾶ πάντη


ἀνομοειδῶς, ὡς
δὲ ὑπεραπλοῦν ταῦτα μὴ ἁπλᾶ ὁμοειδῶς. Ἆρα οὖν παράγει; οὕτω γὰρ
ἐνεργεῖ·
πρὸ δὲ τῆς ἐνεργείας δύναμις καὶ πρὸ δυνάμεως ὕπαρξις. Ἴσως οὔτε
δύναμις
πολλῷ μειζόνως, οὔτε ἔτι μᾶλλον ἐνέργεια· καὶ γὰρ ἐν διορισμῷ τὰ
τοιαῦτα
καὶ διακρίνεταί πως ἀπ' ἀλλήλων. Οὐκ ἄρα ἁρμόζει τῷ πάντη ἀδιαφόρῳ
τὸ
ὑπάρχεινκαὶ δύνασθαικαὶ ἐνεργεῖν; Ἢ ταῦτα μὲν οὕτως ὡς λέγομεν οὐ
πρόσεστιν αὐτῷ· ὥσπερ δὲ τὸ ἓν οὐ προσὸν ὅμως ἀναπέμπομεν ἐπ' αὐτό,
καὶ
τὰ πάντα τῷ ἑνὶ συζεύγνυμεν, διὰ τὰς πολλάκις εἰρημένας αἰτίας, οὕτως
ἂν
εἴποιμεν ἐπ' αὐτοῦ τὸ ἐνεργεῖνκαὶ δύνασθαικαὶ εἶναι,ὡς ἓν τὰ τρία
ἀδιόριστα ἀπ' ἀλλήλων· οὐ γὰρ τῷ εἶναι ποιεῖ, ὡς ἂν φαίη τις· μία γὰρ
αὕτη
ποίησις ἀντιδιωρισμένη πρὸς ἄλλας· οὐδὲ ὅτι ἐκεῖνό ἐστι, διὰ τοῦτο τὰ
ἄλλα
ἐστίν· οὕτω γὰρ οὐδενὸς ἔσται αἴτιον, εἰ μὴ παράγει αὐτά· ἀλλὰ κατὰ τὴν

πάντων οἰστικὴν ἁπλότητα πρὸ ἐνεργείας, πρὸ δυνάμεως, πρὸ ὑπάρξεως


αἴτιον τῶν πάντων ἐστίν. Ὅλως δὲ αἴτιον καὶ διώρισται ἀπὸ τῶν
αἰτιατῶν; ἢ
καὶ τὸ αἴτιον καὶ αἰτιατὸν μετ' ἐκεῖνο διορίζεται ἀπὸ τῆς διοριστικῆς
αἰτίας
551

ἥτις ποτέ ἐστιν· ἐκεῖνο δὲ εἰς πάντα μόνον· εἰ δὲ καὶ αἴτιον, ὡς ἐν τοῖς
πᾶσιν τὸ αἴτιον, ὥστε καὶ τὰ πάντα ὅσα ἀπ' αὐτοῦ αἰτιατά, ὡς ἐν τοῖς
πᾶσι
καὶ τοῦτο περιεχόμενον. Ἐκεῖνο δὲ προέστηκεν οὔτε ὡς αἴτιον, οὔτε ὡς
αἰτιατῶν, ἀλλὰ ἁπλῶς καὶ ἀδιορίστως, ὡς ἓν πάντα τῶν πάντων. Οὐκοῦν
διώρισταί γε καὶ ταύτῃ ὡς τοιοῦτον τῶν μὴ τοιούτων·

Δαμάσκιος. In Philebum (4066: 006)“Damascius. Lectures on the


Philebus wrongly attributed to Olympiodorus”, Ed. Westerink, L.G.
Amsterdam: North–Holland, 1959, Repr. 1982.Sec. 121, line 11

 ριθʹ. Ὅτι πάθος ἡ ἡδονή· εἰ ἄλλο τὸ ἧδον, ἄλλο τὸ ἡδόμενον, ἡ δὲ


ἡδονὴ ἐν τῷ ἡδομένῳ, πάθος αὐτοῦ καὶ διάχυσις οὖσα, ὥσπερ ἡ κίνησις
ἐν τῷ κινουμένῳ.  – εἰ τὸ ἥδειν ποιεῖν τι, τὸ ἥδεσθαι πάσχειν ἂν εἴη.  –  
εἰ καὶ τὸ ἀνήδονον ἥδει, ὡς τὸ ἀκίνητον κινεῖ, δῆλον ὅτι καὶ τὸ ἡδόμενον
τρέπεται, ὡς τὸ κινούμενον.  – εἰ ἡ λύπη πάθος, καὶ ἡ ἡδονὴ ἂν εἴη
πάθος· πάθος γὰρ πάθει ἀντίκειται.  – εἰ τὸ ἥδεσθαι ποιεῖν τι ἀλλὰ
μὴ πάσχειν, ἐφ' οἷς δὲ ποιοῦμεν ἀνεμποδίστως ἡδόμεθα, ἔσται καὶ ἡδονὴ
ἡδονῆς ἐπ' ἄπειρον. καὶ οὐ τοῦτο ἄτοπον, τὸ ἡδονὴν εἶναι ἡδονῆς· ἔστι  
γὰρ ὅταν ἡδώμεθα ὅτι ἡδόμεθα ἐπὶ τοῖς καλοῖς· ἀλλὰ τὸ ἐπ' ἄπειρον
ἄτοπον. ἀεὶ γὰρ τῇ ἀνεμποδίστῳ ἐνεργείᾳ ἕπεται ἡδονή· ἡ δὲ ἡδονὴ
ποίησις· καὶ ταύτῃ ἄρα ἕψεται ἄλλη ἡδονή, καὶ τοῦτο ἐπ' ἄπειρον.  – εἰ
οἶον διάχυσις ἡ ἡδονή, πῶς οὐ πάθος;
 ρκʹ. Ὅτι οὐ φύσει ἀγαθὸν ἡ ἡδονή· εἰ καὶ ἡ λύπη ἀγαθόν, πῶς ἂν
εἴη ἀγαθὸν ἡ ἡδονή; ἑκατέρα ἄρα κατὰ μέθεξιν ἀγαθή, ὅταν μετάσχῃ.
– εἰ πάθος ἡ ἡδονή, τὸ δὲ ἀγαθὸν μάλιστα ποιοῦν, οὐκ ἂν εἴη φύσει
ἀγαθόν· ἦν γὰρ ἂν καὶ ποιοῦν.  – εἰ ὅλως κοινὸν τὸ ἀγαθὸν ἅπασι τοῖς
ἐναντίοις, οὐκ ἂν εἴη τὶ τῶν ἐναντίων, ὥστε οὔτε ἡδονὴ οὔτε λύπη.  –  
εἰ πάντα τοῦ ἀγαθοῦ μετέχει, οὐ πάντα δὲ ἥδεται, δῆλον ὅτι οὐκ ἂν
εἴη τὸ ἀγαθὸν ἡ ἡδονή.
 ρκαʹ. Ὅτι οὐκ εἶδός τι ἀγαθοῦ, ὡς χρῶμα τὸ λευκόν· εἰ πᾶν μὲν
λευκὸν χρῶμα, οὐ πᾶσα δὲ ἡδονὴ ἀγαθόν.  –

Δαμάσκιος. In Philebum Sec. 125, line 1

εἶδος ὡς μετέχουσα τοῦ ἀγαθοῦ, ὤφελεν εἶναι καὶ τοῦ κακοῦ ὡς μετέ-
χουσα τοῦ κακοῦ· καὶ πῶς; ἔσται γὰρ εἴδη τὰ αὐτὰ τῶν ἀντικειμένων
γενῶν.
 ρκβʹ. Ὅτι οὐ στοιχεῖον τοῦ ἀγαθοῦ· εἰ καὶ ἡστὸν τὸ ἀγαθόν, ἀλλ'
οὐχ ἡδονὴ τὸ ἡστόν, ἀλλὰ καὶ ἀνήδονον, ὥσπερ καὶ τὸ κινοῦν ἀκίνητον.
– εἰ συνεπληροῦτο ὑπὸ τοῦ ἡστοῦ, πᾶσιν ἂν προσέπεσεν, ὥσπερ ὠφέ-
552

λιμον, οὕτω καὶ ἡδύ· νῦν δὲ πολλὰ τῶν ἀγαθῶν οὐχ ἅμα τῇ ἡδονῇ
παραγίνεται.  – εἰ τοῦ ἀγαθοῦ τὸ σῴζειν, ἀρκεῖ τοῦτο, σῴζεται δὲ καὶ
τὸ μὴ ἡδόμενον.  – εἰ τὸ ἡδὺ συμπληροῖ τὸ ἀγαθόν, διὰ τί μὴ καὶ τὸ
λυπηρόν, ὥστε καὶ τὸ φευκτόν;
 ρκγʹ. Ὅτι τῶν πρὸς τέλος ἐστίν, ἀλλὰ οὐ τέλος· εἰ καὶ πᾶσα ποίησις
πρὸς τέλος, πολλῷ μᾶλλον ἡ πάθησις.  – εἰ καὶ αἱ τέχναι προσχρῶνται
τῇ ἡδονῇ πρὸς τὸ ὠφέλιμον, ὥσπερ ἡ ἰατρική, τέλος ἂν εἴη τὸ ὠφέλιμον
τῆς ἡδονῆς.  – εἰ παραθήγειν τὴν εἰς ἀγαθὸν σπεύδουσαν ἐνέργειαν τῇ
ἡδονῇ σκοπός, δῆλον ὅτι πρὸς τέλος καὶ αὕτη ἐστίν.  – εἰ καὶ ἡ λύπη
πρὸς τέλος, πάντως ὅτι καὶ ἡ ἡδονὴ ἐν τῷ αὐτῷ γένει.
 ρκδʹ. Ὅτι ὥσπερ ἡ γνῶσις ἀνατείνεται πρὸς τὸ γνωστόν, οὕτως ἡ
αἵρεσις πρὸς τὸ αἱρετόν, ἄλλη οὖσα παρὰ τὴν ἡδονήν· εἰ ἡ μὲν γνῶσις
ὁρᾷ, ἡ δὲ αἵρεσις ἀσπάζεται, καὶ οὐ πάντως ὅπερ γιγνώσκομεν τοῦτο
καὶ αἱρούμεθα· ἕπεται δὲ τούτοις ἡ ἡδονὴ τῆς τεύξεως ἢ παραγιγνο-
μένης ἢ ἐλπιζομένης.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (4083: 001)


“Eustathii archiepiscopi Thessalonicensis commentarii ad Homeri
Iliadem pertinentes, vols. 1–4”, Ed. van der Valk, M.Leiden: Brill,
1:1971; 2:1976; 3:1979; 4:1987.Vol. 1, p. 1, line 7

ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΠΑΡΕΚΒΟΛΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑ

 Τῶν Ὁμήρου Σειρήνων καλὸν μὲν ἴσως εἴ τις ἀπόσχοιτο τὴν ἀρχὴν ἢ
κηρῷ
τὰς ἀκοὰς ἀλειψάμενος ἢ ἀλλ' ἑτέραν τραπόμενος, ὡς ἂν ἀποφύγῃ τὸ
θέλγητρον.
μὴ ἀποσχόμενος δέ, ἀλλὰ διὰ τῆς ᾠδῆς ἐκείνης ἐλθών, οὐκ ἄν, οἶμαι,
οὔτε
παρέλθῃ ῥᾳδίως, εἰ καὶ πολλὰ δεσμὰ κατέχοι, οὔτε παρελθὼν εἴη ἂν
εὔχαρις.
εἰ γάρ που, ὥσπερ θεάματά τινα, ὁποῖα τὰ θρυλλούμενα ἑπτὰ ἐν λόγοις
κεῖνται,
ἀριθμήσει τις καὶ ἀκούσματά τινα ἐπιστροφῆς ἄξια, εἴη ἂν ἐν αὐτοῖς
μάλιστα
καὶ ἡ Ὁμηρικὴ ποίησις, ἧς οὐκ οἶμαι εἴ τις τῶν πάλαι σοφῶν οὐκ
ἐγεύσατο καὶ
μάλιστα τῶν ὅσοι τῆς ἔξω σοφίας ἠρύσαντο. ἐξ Ὠκεανοῦ μὲν γὰρ
ποταμοὶ
553

πάντες, πηγαὶ πᾶσαι, φρέατα πάντα κατὰ τὸν πάλαι λόγον· ἐξ Ὁμήρου
δέ, εἰ
καὶ μὴ πᾶσα, πολλὴ γοῦν παρεισέρρευσε τοῖς σοφοῖς λόγου ἐπιρροή.
οὐδεὶς
γοῦν οὔτε τῶν τὰ ἄνω περιεργαζομένων οὔτε τῶν περὶ φύσιν οὔτε τῶν
περὶ
ἦθος οὔθ' ἁπλῶς τῶν περὶ λόγους ἐξωτερικούς, ὁποίους ἂν εἰπῇ τις,
παρῆλθε
τὴν Ὁμηρικὴν σκηνὴν ἀξεναγώγητος, ἀλλὰ πάντες παρ' αὐτῷ
κατέλυσαν, οἱ
μὲν ὡς καὶ διάγειν παρ' αὐτῷ μέχρι τέλους καὶ τῶν αὐτοῦ συσσιτίων
ἀποτρέ-
φεσθαι, οἱ δὲ ὥστε χρείαν ἀποπλῆσαί τινα καὶ συνεισενεγκεῖν ἐξ αὐτοῦ
τῷ λόγῳ
τι χρήσιμον. ἐν οἷς καὶ ἡ Πυθία, πολλοὺς τῶν χρησμῶν πρὸς Ὁμηρικὴν
μέθοδον
ἀποξέουσα. φιλόσοφοι περὶ αὐτόν, εἰ καὶ Ἵππαρχος φθονεῖ, ὡς μετ' ὀλίγα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 2, line 3

ἀποξέουσα. φιλόσοφοι περὶ αὐτόν, εἰ καὶ Ἵππαρχος φθονεῖ, ὡς μετ' ὀλίγα

ἱστορηθήσεται. ῥήτορες περὶ αὐτόν. γραμματικοὶ δὲ οὐκ ἄλλως εἰς τέλος,


εἰ μὴ
δι' αὐτοῦ. ὅσοι δὲ μετ' αὐτὸν ποιηταί, οὐκ ἔστιν ὃς ἔξω τι τῶν αὐτοῦ
μεθόδων
τεχνάζεται, μιμούμενος, παραποιῶν, πάντα ποιῶν δι' ὧν ὁμηρίζειν
δυνήσεται.
ἄγουσιν αὐτὸν καὶ γεωγράφοι διὰ ζήλου πολλοῦ καὶ θαύματος. ὁ περὶ τὴν

Ἀσκληπιαδῶν δίαιταν καὶ τὰ τραύματα ἐρανίζεται καὶ αὐτὸς ἐκεῖθεν


ἀγαθά.
ἐφέλκεται τὸ πρᾶγμα καὶ βασιλεῖς· καὶ μαρτυρεῖ ὁ μέγας Ἀλέξανδρος,
κειμή-
λιον εἴτε καὶ ἐφόδιον καὶ ἐν αὐταῖς μάχαις τὴν Ὁμηρικὴν βίβλον
ἐπαγόμενος  
καὶ τὴν κεφαλήν, ὅτε ὑπνοῦν δέοι, ἐπαναπαύων αὐτῇ, ἵνα τάχα μηδὲ ἐν
ὕπνοις
αὐτοῦ ἀπέχοιτο, ἀλλὰ καὶ φανταζόμενος εἴη εὐόνειρος. καὶ ἔστιν ἀληθῶς
βασι-
λικὸν πρᾶγμα ἡ Ὁμήρου ποίησις καὶ μάλιστα ἡ Ἰλιάς. καὶ παροιμία μέν
554

τις
κακῶν Ἰλιάδα φησίν· αὐτὴ δὲ καλοῦ παντός ἐστιν Ἰλιάς· δραματικώτερον
μὲν
σχηματιζομένη διὰ τῆς μονοειδοῦς μέν, πολυπροσώπου δὲ ἀφηγήσεως,
γέμουσα
δὲ μυρίων ὧν ἄν τις εἴποι καλῶν, φιλοσοφίας, ῥητορείας, στρατηγικῆς
εὐτεχνίας,
διδασκαλίας τῆς περὶ ἠθικῶν ἀρετῶν, τεχνῶν ὅλως παντοίων καὶ
ἐπιστημῶν.
ἔχει τις καὶ δόλους ἐπαινετοὺς ἐκεῖθεν μαθεῖν καὶ ψευδῶν κερδαλέων
συνθέσεις
καὶ σκωμμάτων δριμύτητας καὶ ἐγκωμίων μεθόδους. φρόνησιν δὲ οὐκ
ἔστιν
εἰπεῖν ὅσην περιποιεῖται τῷ προσέχειν ἐθέλοντι. καὶ ὅσα δὲ τῇ ἱστορίᾳ
ἐπιθεω-
ροῦνται σεμνά, οὐκ ἂν οὐδὲ τὴν Ὁμήρου τέχνην τῶν τοιούτων
ἀποστερήσῃ τις,
τῆς πολυπειρίας, τοῦ τὰς ἀκοὰς ἡδύνειν, τοῦ τὰς ψυχὰς παιδεύειν, τοῦ εἰς
ἀρετὴν
ἐπαίρειν, τῶν ἄλλων οἷς ὁ ἱστορῶν ἐνευδοκιμεῖ. εἰ δ', ὅτι μύθων γέμει,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 3, line 18

δὲ καὶ μαθόντι μέν, δεομένῳ δὲ ἀναμνήσεως. καὶ δὴ γίνεται τοῦτο· καὶ τὰ

χρήσιμα κατὰ ἀκολουθίαν εὐσυνθέτως ἐκλέγονται, οὐχ' ὥστε μέντοι τὰ


πάντων
ἐνταῦθα εἶναι τῶν πονησαμένων εἰς τὸν ποιητήν, (τοῦτο γὰρ καὶ μόχθος
μάταιος
καὶ περιττὸς καὶ οὐδὲ ῥᾷον ἀνύσιμος,) ἀλλ' ὥστε τὸν γινώσκειν ἐθέλοντα
εὑρίσκειν
κατὰ τόπον εὐτάκτως τὰ μὴ παρέλκοντα, οἷον· ἐννοίας εὐχρήστους τῷ
καταλο-
γάδην γράφοντι καὶ βουλομένῳ ῥητορικὰς ποιεῖν εὐκαίρως παραπλοκάς·
μεθόδους, ἐξ ὧν καὶ ὠφελεῖταί τις μιμεῖσθαι θέλων καὶ τῆς εὐτεχνίας
θαυμάζει
τὸν ποιητήν· λέξεις, τὰς πλείους μὲν ὡς πεζῷ λόγῳ προσηκούσας,
πολλάκις δὲ
καὶ σκληρὰς καὶ τραχείας καὶ ποιητικάς, ἃς εἰ μὴ ἀναπτύξει τις
ἐτυμολογικώτε-
ρον, οὐκ εὔγνωστον ἔσται τὸ χωρίον, ὃ παρεκβέβληται· γνώμας, αἷς καὶ
αὐταῖς
555

πολλαχοῦ ἡ Ὁμηρικὴ σεμνύνεται ποίησις· ἱστορίας, οὐ μόνον αἷς ὁ


ποιητὴς
χρᾶται κατὰ κανόνα οἰκεῖον, ἀλλ' ἔστιν ὅπου καὶ πλατύτερον, ὡς ἐξ ὧν
ἱστόρησαν
ἕτεροι· ἔτι δὲ μύθους, τοὺς μὲν ἀκράτους καὶ ἀθεραπεύτους καὶ κατὰ
μόνον
θεωρουμένους τὸ προφερόμενον, τοὺς δὲ καὶ μετὰ θεραπείας
ἀλληγορικῆς εἴτε καὶ
ἀναγωγικῆς· καὶ ἕτερα μυρία καλὰ εἰς βίον χρήσιμα· καὶ ταῦτα οὐ μόνον
συντό-
μως, ἀλλὰ καὶ ποικίλως. ὥστε εἴ τις ἀφθονήτως τὸ πᾶν περιελθὼν τοῦτο
πόνημα
εἴποι ἐπιεικέστερον, ὡς οὐκ ἀνωφελὲς πάντῃ ἐστὶ τὸ ἐγχείρημα, οἶμαι, οὐ

ψεύσεται. νέων γὰρ ἀγωγὴ καὶ διατριβὴ ἀναγνώσεως συντελοῦσα εἰς τὴν
Ὁμηρικὴν Ἰλιάδα, καλὴ ἂν καὶ αὕτη γένοιτο, εἴτε κατὰ μόνας τις
ἀπολαβὼν τὸ
παρὸν ἔργον αὐτὸ καθ' αὑτὸ θεωροίη εἴτε καὶ τὴν Ἰλιάδα χειριζόμενος

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα.


Vol. 1, p. 5, line 24

ὡς] θεῖον καὶ ἔλλογον. ὅθεν καὶ συνθέμενοί τινες τὸ ἔμμετρον ἔπος καὶ
τὸ ῥαψῳ-
δικῶς ποιεῖν ὠνόμασαν συνθέτως ἐποποιοὺς τοὺς ἐν ἁπλότητι
λεγομένους καὶ
ποιητάς, μάλιστα δὲ τοὺς ἐν ἑξαμέτρῳ τόνῳ ἡρωΐζοντας. ὧν κατάρξαι
λέγεταί
τις Φημονόη, γυνὴ προφῆτις Ἀπόλλωνος, ἐφευροῦσα, φασίν, αὐτὴ πρώτη
τὸ
ἔπος, κληθὲν οὕτω κατὰ τοὺς παλαιοὺς οὐ μόνον καθ' ὑπεροχήν, δι' ἣν τὸ

ἑξάμετρον ἰδιώσατο τὴν κοινὴν προσηγορίαν τοῦ λόγου, ἀλλὰ καὶ διότι
ἕπονται,
φασί, τὰ πράγματα τοῖς χρησμοῖς. εἰ δὲ ἡ τοιαύτη ἐτυμολογία δασύνεσθαι
ἀπαι-
τεῖ τὸ ἔπος, ἀλλ' ἔστι συνηγορῆσαι καὶ τῇ ψιλώσει τούτου πιθανῶς, εἴ τις
βουληθείη. τίς δὲ ἡ ἐποποιΐα καὶ ὅτι ποιήσεως εἶδος καὶ αὐτὴ ὡς καὶ ἡ
τραγῳδία
καὶ ἡ κωμῳδία καὶ ἡ τῶν Κυκλίων ποιημάτων καὶ ἡ Λυρικὴ καὶ ἕτεραι,
ζητητέον
ἐν ἄλλοις. καὶ οὕτω μὲν κατέστη τὸ ποιεῖν, ἐξ οὗ καὶ ὁ ποιητὴς καὶ ἡ
556

ποίησις.
καὶ δῆλον ὅτι ποιεῖν παρὰ τοῖς παλαιοῖς, ὡς καὶ ὁ Κωμικὸς ἐμφαίνει, τὸ
ποιητι-
κῶς ἤγουν ἐμμέτρως ἀείδειν καὶ γράφειν, ὡς τὸ «ἐποίησάς ποτε ὦ
Εὐριπίδη»
ἀντὶ τοῦ «ἔγραψας ἐν τῇ ποιήσει σου». καὶ τοίνυν καὶ ποιητὴς ὁ οὕτω
γράφων,
ὁποῖος ἂν καὶ εἴη εἴτε κωμικὸς εἴτε ὁστισοῦν ἕτερος, ἐξόχως δὲ Ὅμηρος.

ὡς γάρ, εἴ τις εἴπῃ ὁ ῥήτωρ, ὁ Δημοσθένης εὐθὺς ὑπερεχόντως ἐνοήθη,


κἂν τὸν
λυρικὸν ἀκούσωμεν, εἰς τὸν Πίνδαρον ἀναγόμεθα, οὕτω καὶ τὸν ποιητὴν
ἀκούσας
τις μετὰ τοῦ ἄρθρου τὸν Ὅμηρον ἐνόησε. διὰ τί; ὅτι ἐν αὐτῷ ἀρετὴ πᾶσα

ποιήσεως καὶ διότι σπερματικῶς ἀρχὴ καὶ καθηγητὴς αὐτὸς πᾶσι γέγονε
ποιηταῖς τοῦ εἶναι, ὅπερ λέγονται. καὶ ταῦτα μὲν οὕτως, ἵνα μὴ ἐπὶ πλέον
πόρρω τοῦ σκοποῦ πλαζώμεθα.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 7, line 20

σκοπός. καὶ ὅμως ἐξήρκεσεν ὁ ποιητὴς βίβλον καὶ ἐκείνην τηλικήνδε καὶ
τοιαύ-
την διασκευάσασθαι παραδεικνύων, ὅτι παμπλούσιός ἐστι καὶ πάνυ
φιλότιμος
ἔν τε πολυαφόρμοις καὶ ἐν μὴ τοιαύταις γραφαῖς. ὅθεν ἐκεῖνο μὲν τὸ
βιβλίον ἀπὸ
ἑνὸς προσώπου τοῦ Ὀδυσσέως ὠνόμασεν ὑποδηλῶν τὸ ὀλίγον τῆς τοῦ
γράφειν
ὕλης, ὡς μόνα δῆθεν λέξων τὰ κατὰ τὸν Ὀδυσσέα, εἰ καὶ ἄλλως κατὰ
μέθοδον
οἰκείαν καὶ ἕτερα πολλὰ παρενέπλεξε. ταύτην δὲ τὴν βίβλον
συλληπτικώτερον
Ἰλιάδα ἐκάλεσε καὶ οὔτε ἀπὸ ἑνός τινος ὡς ἐὰν Ἀχίλλεια ἤ τι τοιοῦτον
ἐκαλεῖτο,
οὔτε διὰ τοὺς Ἰλιεῖς, ὡς δηλαδὴ τὰ τῶν Ἰλιέων μόνων περιέχουσαν κακά,
ἀλλ' ὅτι περιέχει τὰ κατὰ τὴν Ἴλιον συμπεσόντα ἤτοι τὰ Τρωϊκά, εἰ δέ
τινες
ἐπαγωνίζονται δεῖξαι, ὅτι ὡς οἷον ἀπὸ προσώπου παθόντος, τοῦ τῶν
Ἰλιέων
δηλαδὴ λαοῦ, ἡ ποίησις αὕτη ὠνόμασται Ἰλιάς, ὅθεν κερδήσαντες καὶ οἱ
μετὰ
557

τὸν Ὅμηρον τραγικοὶ καὶ ἕτεροι ἐκ προσώπων παθόντων οἰκεῖα


πολλάκις
ἐπιγράφουσι δράματα, οἱ τοιοῦτοι αὐτόθεν ἐλέγχονται ἄλλως τε καὶ ὅτι
οὐχ'
ἁπλῶς ἐνταῦθα ὁ ποιητὴς περὶ τῶν Ἰλιέων λέγει τί ἔπαθον, ἀλλὰ καὶ
τοῦτο
μέν, σκοπὸς δὲ αὐτῷ τοῦ βιβλίου, ὡς καὶ αὐτὸς ἐν προοιμίῳ ἐκτίθεται,
εἰπεῖν
ὅσα κακὰ ἐν τῷ καιρῷ τῆς τοῦ Ἀχιλλέως μήνιδος καὶ οἱ Τρῶες καὶ οἱ
Ἕλληνες
ἔπαθον καὶ μάλιστα οἱ Ἕλληνες. διὸ καὶ «οὐλομένην» εἰπὼν τὴν τοῦ
Ἀχιλλέως
μῆνιν ἐπάγει «ἣ μυρί' Ἀχαιοῖς ἄλγε' ἔθηκε» μονονουχὶ λέγων ὀλεθρίαν
γενέσθαι
τὴν τοιαύτην μῆνιν, διότι κακὰ ἐξ αὐτῆς οἱ Ἀχαιοὶ ἔπαθον κατά τινα
εἱμαρ-
μένην, ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς δηλωθήσεται. καὶ διὰ ταῦτα μὲν τὸ βιβλίον τοῦτο
καλεῖται
Ἰλιάς. Δοκεῖ δὲ ἡ τοιαύτη λέξις κτητικὴ εἶναι καὶ ἐλλειπτικῶς ἔχειν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 8, line 2

ἁπλῶς ἐνταῦθα ὁ ποιητὴς περὶ τῶν Ἰλιέων λέγει τί ἔπαθον, ἀλλὰ καὶ
τοῦτο
μέν, σκοπὸς δὲ αὐτῷ τοῦ βιβλίου, ὡς καὶ αὐτὸς ἐν προοιμίῳ ἐκτίθεται,
εἰπεῖν
ὅσα κακὰ ἐν τῷ καιρῷ τῆς τοῦ Ἀχιλλέως μήνιδος καὶ οἱ Τρῶες καὶ οἱ
Ἕλληνες
ἔπαθον καὶ μάλιστα οἱ Ἕλληνες. διὸ καὶ «οὐλομένην» εἰπὼν τὴν τοῦ
Ἀχιλλέως
μῆνιν ἐπάγει «ἣ μυρί' Ἀχαιοῖς ἄλγε' ἔθηκε» μονονουχὶ λέγων ὀλεθρίαν
γενέσθαι
τὴν τοιαύτην μῆνιν, διότι κακὰ ἐξ αὐτῆς οἱ Ἀχαιοὶ ἔπαθον κατά τινα
εἱμαρ-
μένην, ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς δηλωθήσεται. καὶ διὰ ταῦτα μὲν τὸ βιβλίον τοῦτο
καλεῖται
Ἰλιάς. Δοκεῖ δὲ ἡ τοιαύτη λέξις κτητικὴ εἶναι καὶ ἐλλειπτικῶς ἔχειν.
ὥσπερ
γὰρ λόγχη καὶ γῆ καὶ Τροία καὶ μάχη καὶ σκοπιὰ Ἰλιὰς παρὰ τοῖς
τραγικοῖς  
ἀντὶ τοῦ Ἰλιακή, ὅ ἐστι Τρωϊκή, οὕτω καὶ ἐνταῦθα Ἰλιάς, βίβλος δηλαδή,

558

Ἰλιὰς ποίησις ἢ ἱστορία Ἰλιάς. ὥσπερ καὶ τὸ Ἰάς. καὶ τοῦτο γὰρ
ἐλλέλειπται
δηλοῦν ὅτι Ἰωνικὴ διάλεκτος. Σημείωσαι δὲ ἐνταῦθα καὶ ὅτι τὸ μὲν εἰπεῖν

Ὁμήρου Ἰλιάς ταὐτόν ἐστι τῷ Ὁμήρου Τρωϊκά, τὸ δὲ Ἰλιὰς μάχη


τραγικῶς
ἴσον δύναται τῷ Τρωϊκὸς πόλεμος. ἀλλὰ γὰρ ἤδη τῷ σκοπῷ ἐγχειρητέον,
ἵνα μή ποθεν ἀκούσωμεν περιττὰ ἐν οὐ δέοντι σοφίζεσθαι.  

ΕΚ ΤΩΝ ΤΗΣ ΑΛΦΑ ΡΑΨΩΙΔΙΑΣ

 Ὅτι ἓν μέν τι σῶμα συνεχὲς διόλου καὶ εὐάρμοστον ἡ τῆς Ἰλιάδος


ποίησις,
οἱ δὲ συνθέμενοι ταύτην κατ' ἐπιταγήν, ὥς φασι, Πεισιστράτου τοῦ τῶν
Ἀθηναίων τυράννου γραμματικοὶ καὶ διορθωσάμενοι κατὰ τὸ ἐκείνοις
ἀρέσκον,
ὧν κορυφαῖος ὁ Ἀρίσταρχος καὶ μετ' ἐκεῖνον Ζηνόδοτος, διὰ τὸ ἐπίμηκες
καὶ
δυσεξίτητον καὶ διὰ τοῦτο προσκορὲς κατέτεμον αὐτὸ εἰς πολλά. καὶ τὰ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 9, line 1

μένην, ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς δηλωθήσεται. καὶ διὰ ταῦτα μὲν τὸ βιβλίον τοῦτο
καλεῖται
Ἰλιάς. Δοκεῖ δὲ ἡ τοιαύτη λέξις κτητικὴ εἶναι καὶ ἐλλειπτικῶς ἔχειν.
ὥσπερ
γὰρ λόγχη καὶ γῆ καὶ Τροία καὶ μάχη καὶ σκοπιὰ Ἰλιὰς παρὰ τοῖς
τραγικοῖς  
ἀντὶ τοῦ Ἰλιακή, ὅ ἐστι Τρωϊκή, οὕτω καὶ ἐνταῦθα Ἰλιάς, βίβλος δηλαδή,

Ἰλιὰς ποίησις ἢ ἱστορία Ἰλιάς. ὥσπερ καὶ τὸ Ἰάς. καὶ τοῦτο γὰρ
ἐλλέλειπται
δηλοῦν ὅτι Ἰωνικὴ διάλεκτος. Σημείωσαι δὲ ἐνταῦθα καὶ ὅτι τὸ μὲν εἰπεῖν

Ὁμήρου Ἰλιάς ταὐτόν ἐστι τῷ Ὁμήρου Τρωϊκά, τὸ δὲ Ἰλιὰς μάχη


τραγικῶς
ἴσον δύναται τῷ Τρωϊκὸς πόλεμος. ἀλλὰ γὰρ ἤδη τῷ σκοπῷ ἐγχειρητέον,
ἵνα μή ποθεν ἀκούσωμεν περιττὰ ἐν οὐ δέοντι σοφίζεσθαι.  

ΕΚ ΤΩΝ ΤΗΣ ΑΛΦΑ ΡΑΨΩΙΔΙΑΣ


559

 Ὅτι ἓν μέν τι σῶμα συνεχὲς διόλου καὶ εὐάρμοστον ἡ τῆς Ἰλιάδος


ποίησις,
οἱ δὲ συνθέμενοι ταύτην κατ' ἐπιταγήν, ὥς φασι, Πεισιστράτου τοῦ τῶν
Ἀθηναίων τυράννου γραμματικοὶ καὶ διορθωσάμενοι κατὰ τὸ ἐκείνοις
ἀρέσκον,
ὧν κορυφαῖος ὁ Ἀρίσταρχος καὶ μετ' ἐκεῖνον Ζηνόδοτος, διὰ τὸ ἐπίμηκες
καὶ
δυσεξίτητον καὶ διὰ τοῦτο προσκορὲς κατέτεμον αὐτὸ εἰς πολλά. καὶ τὰ
τοιαῦτα τμήματα οὐκ ἠθέλησαν ὀνομάσαι πρῶτον τυχὸν λόγον καὶ
δεύτερον καὶ
τρίτον καὶ τὰ ἑξῆς, καθάπερ ἐποίησε Κόϊντος ἐν τοῖς μετὰ τὸν Ὅμηρον,
ἀλλ' ἐπειδήπερ ἡ βίβλος ἐξήρκει πρὸς πλείω τμήματα, ἔκριναν σεμνὸν
ὀνομάσαι
τὰς τομὰς τοῖς ὀνόμασι τῶν εἰκοσιτεσσάρων στοιχείων τῆς ἀνθρωπίνης
ἐναρμονίου φωνῆς. ὅθεν καὶ τὸ μὲν προκατάρχον τμῆμα ἄλφα ὠνόμασαν,
τὸ δὲ
μετ' αὐτὸ βῆτα καὶ γάμμα τὸ ἐφεξῆς καὶ τὰ ἐχόμενα ὁμοίως κατὰ
εὔτακτον λόγον

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 10, line 10

κὴν ῥάπτεσθαι οἷον τὴν ᾠδήν. καὶ φέρεται εἰς τὴν τοιαύτην ἔννοιαν
Ἡσιόδου  
χρῆσις αὕτη ἐν μέτρῳ ἡρῴῳ·
  Ἐν Δήλῳ τότε πρῶτον ἐγὼ καὶ Ὅμηρος ἀοιδοὶ
  μέλπομεν, ἐν νεαροῖς ὕμνοις ῥάψαντες ἀοιδήν.
 Ὅτι δὲ καὶ παρὰ τὴν ῥάβδον ἡ ῥαψῳδία εἴρηται, οἱονεὶ ῥαβδῳδία τις
οὖσα,
φασὶ καὶ τοῦτο οἱ παλαιοί, ἀκολουθοῦντες Καλλιμάχῳ εἰπόντι «τὸν ἐπὶ
ῥάβδῳ
μῦθον ὑφαινόμενον». δαφνίνη δὲ ἦν ἡ ῥάβδος, ἣν κατέχοντες ἐποιοῦντο
τὰς
τοιαύτας ᾠδάς. καὶ τὴν αἰτίαν οἱ τῆς γραμματικῆς ἐξηγηταὶ λέγουσι. καὶ
οὕτω μὲν τὰ Ὁμηρικὰ εἰκοσιτέσσαρα γράμματα καὶ ῥαψῳδίαι
ἐλέγοντο,
μερικαί τινες οὖσαι περιπέτειαι, ὥς φασιν οἱ παλαιοί, καὶ μικραὶ
ὑποθέσεις.
αἱ δὲ αὐταὶ ῥαψῳδίαι καὶ ποιήματα ἐκαλοῦντο ὡς μέρη. ποίησις μὲν
γὰρ ἡ ὅλη
βίβλος· ποίημα δὲ τόδε τὸ γράμμα ἤγουν ἥδε ἡ ῥαψῳδία, τὸ ἄλφα, τὸ
βῆτα
560

καὶ τὰ λοιπά. οἱ δὲ πλείους τῶν παλαιῶν τήν τε ὅλην Ὁμηρικὴν ποίησιν


ῥαψῳδίαν λέγουσι καὶ ῥαψῳδοὺς τοὺς αὐτὴν ᾄδοντας· ἔτι δὲ καὶ
ῥαβδῳδοὺς
διὰ τὴν ἄνω ῥηθεῖσαν δαφνίνην ῥάβδον· διὰ δὲ τὴν αὐτὴν καὶ στιχῳδούς·
στίχοι
γάρ, φασίν, ὑπό τινων αἱ ῥάβδοι ἐλέγοντο. ἀλλὰ καὶ ἀρνῳδούς, ἐπειδὴ οἱ
ἀγωνιζόμενοι ἐν ᾠδῇ Ὁμηρικῇ καὶ νικῶντες ἄρνα ἐλάμβανον ἔπαθλον.
Πινδάρῳ
δὲ ἀρέσκει οὐκ ἀπὸ ῥάβδου ἀλλ' ἐκ τοῦ ῥάπτειν τοὺς ῥαψῳδοὺς
λέγεσθαι. περι-
φράζων γὰρ τοὺς ῥαψῳδούς «ῥαπτῶν ἐπέων ἀοιδούς» αὐτοὺς λέγει.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 15, line 24

καὶ Πίνδαρος εἰπών, ὡς κατωτέρω ῥηθήσεται, «μαντεύεο Μοῦσα».


[Ἰστέον δὲ
ὅτι τε παρὰ τῇ κοινῇ διαλέκτῳ ἀργεῖ τὸ ἀείδειν καὶ ἡ ἐκεῖθεν ἀοιδή,
ἐνεργεῖται
δὲ τὸ ᾄδειν καὶ ἡ ᾠδή, τὰ παθόντα κρᾶσιν καὶ συναίρεσιν, ὥσπερ καὶ ἀντὶ
τοῦ
πατέρος καὶ μητέρος, τῶν κοινῶς ἀπαθῶν, τὰ κατὰ πάθος φασὶ πατρὸς
καὶ
μητρός. καὶ ὅτι ἐπὶ τοῦ ἑτέρου ἀχρήστου ἀείδειν ἤγουν μὴ βλέπειν
ἑτεροία ἡ
κρᾶσις, ὡς ἐκφωνοῦσα τὸ ιἐν τῷ αἴδω καὶ αἰδῶς, ὁμοίως τῷ ἀεικίζω
αἰκίζω,
ἀείρω αἴρω, φαείνω φαίνω. καὶ ὅτι διὰ τὸ ἐνέπειν ἰσοδυναμεῖ τῷ ᾄδειν
καὶ τὸ
εἰπεῖν, οἷον «εἰπὲ θεὰ Κρονίδαο διάκτορον αἴθοπος εὐνῆς».] Ὅτι ἐν τῷ
«ἄειδε
θεά» θεὰν ὁ ποιητὴς τὴν ἐν τῇ ἑαυτοῦ ψυχῇ γνῶσιν λέγει,
τερατωδέστερον τὸν
λόγον ὑψώσας. θεῖον μὲν γάρ τι ἡ γνῶσις, ὥσπερ καὶ ἡ ψυχή, οὐ μὴν θεά.
ὅλως
δὲ ἡ ποίησις πᾶν τὸ παρηλλαγμένον καὶ ξενίζον καὶ ἐξαίρετον καὶ
τεράστιον ἢ
καὶ τερατῶδες εἴς τε θεῖον γένος καὶ εἰς θεὸν ἀποκαθιστᾷ. ταὐτὸν δέ
ἐστιν
ἐνταῦθα θεὰν εἰπεῖν καὶ Μοῦσαν· τὸ μὲν παρὰ τὸ θέειν καὶ τὸ τάχος τῆς
γνώ-
σεως, τὸ δὲ παρὰ τὸ μῶ, τὸ ζητῶ. καὶ γὰρ καὶ ζητεῖ ἡ γνῶσις καὶ ἐκ
ζητήσεως  
561

δὲ περιγίνεται, εἴπερ εὐπορίας γνωστικῆς μήτηρ ἡ ζητητικὴ ἀπορία κατὰ


τοὺς
σοφούς. ταύτῃ τῇ θεᾷ, τῇ Μούσῃ, τῇ οἰκείᾳ ἐπιστήμῃ, ἐγκελεύεται ὁ
ποιητὴς
τὴν Ἀχιλλέως μῆνιν ἀείδειν, ἀνεγείρων οἷον τὴν οἰκουροῦσαν τέχνην ἢ
τὸ φίλον
ἦτορ κατὰ Πίνδαρον καὶ ἀναρριπίζων τὸ ἐν αὐτῷ τῆς φιλοσοφίας
ζώπυρον.
οὗ ἀνάπαλιν Πίνδαρος ποιεῖ ἐν τῷ «Μοῦσα ἀνέηκέ με» ἤγουν ἀνέπεισεν·
οὐ
γὰρ αὐτὸς Μοῦσαν, ἐκείνη δὲ αὐτὸν ἀνέπεισεν. Ὁμηρικῶς δέ πως καὶ ἡ
Λυρικὴ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 18, line 21

ὅτι Μοῦσα προκληθεῖσα λαλεῖ, οὐκ ἂν ἀπορήσῃ, πόθεν τὰ τοιαῦτα οἶδεν


ὁ ποιη-
τής, εἰδὼς τὸν μὲν ποιητὴν καθάπαξ μουσόληπτον, τὴν δὲ Μοῦσαν
πάντα
εἰδυῖαν ὡς θεάν. Ταὐτὸν δὲ Μοῦσαν καὶ θεὰν εἰπεῖν καὶ Μούσας
πληθυντικῶς
καὶ θεάς, ὥσπερ καὶ Εἰλείθυια ἑνικῶς καὶ Εἰλείθυιαι πληθυντικῶς παρὰ
τῷ
ποιητῇ εὕρηνται. διὸ καὶ ἐν τῇ βῆτα ῥαψῳδίᾳ ἐρεῖ, ὅτι αἱ Μοῦσαι, θεαὶ
οὖσαι,
πάρεισί τε ἴσασί τε πάντα. ἔνθα καὶ δῆλον ἔσται ὅτι κάτοχός ἐστιν
ἁπάσαις ταῖς
Μούσαις· ὥστε καὶ νῦν θεὰν εἰπὼν καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ Μοῦσαν καὶ μὴ
ὀνομάσας
ταύτην ἢ ἐκείνην ὅμως ἐμφαίνει, ὅτι ἁπάσας καλεῖ, τουτέστι τὰς ἐννέα.
καὶ
ἀληθῶς οὕτω χρὴ νοεῖν, ὅτι καὶ πασῶν δέεται, εἴπερ ἐκείνων μὲν ἑκάστη
μερίζονται τὰς λογικὰς τέχνας καὶ ἐπιστήμας ἐπιστατοῦσαι ἄλλη ἄλλης
ἰδίᾳ, ἡ
δὲ Ὁμηρικὴ ποίησις ἁπάσης σοφίας θεωρεῖται ἔμπλεως. [ὡς δὲ καὶ
ταὐτόν
ποτέ ἐστι Μοῦσαν εἰπεῖν καὶ ᾠδήν, δηλοῖ καὶ ἡ μουσουργὸς γυνὴ καὶ
παρὰ
Σοφοκλεῖ τὸ «φιλαύλους Μούσας».] Ὅτι τὸ «Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος» οὐ
φυσικῶς
ἔχει τοῦ ἡρωϊκοῦ μέτρου τοῦ ἐκ δακτύλων καὶ σπονδείων συγκειμένου,
ἀλλὰ
562

πάθος ἴσχει, ὃ λέγεται συνίζησις. αἱ γὰρ τέσσαρες συλλαβαί, αἱ μετὰ τοὺς

τέσσαρας πόδας ἤγουν τὸ δεκαὶ τὸ ωκαὶ τὸ ακαὶ τὸ χιεἰς δάκτυλον κατα-


λογίζονται, τοῦ δεκαὶ τοῦ ωλαμβανομένων ἀντὶ μιᾶς μακρᾶς. κατὰ δέ
τινας ἡ
μετὰ τοὺς πρώτους τρεῖς πόδας τετρασυλλαβία, τὸ ληϊάδε, δακτυλικῶς
ποδί-
ζεται, ὡς τοῦ ικαὶ τοῦ ακαταλογιζομένων ἀντὶ βραχείας μιᾶς. λέγεται δὲ
τὸ
πάθος συνίζησις, [καθά που καὶ ἡ συναίρεσις παρὰ Ἡρωδιανῷ,] κατὰ
μίμησιν
τῶν συνιζανόντων καὶ συμπιπτόντων σωμάτων καὶ πυκνουμένων ἐξ
ἀραιότητος

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 29, line 19

συντήξας οἷον πρὸς γάμον ἔμιξεν. ἄλλοι δὲ ἀπὸ τῆς ἔρας τοὺς ἥρωας
εἶπον
καλεῖσθαι· γῆθεν γὰρ ἦσαν, εἰ καὶ δι' ἀρετὴν ὥσπερ οὐρανώθησαν. οἱ δὲ
ἀπὸ
τοῦ ἀέρος, ὡς δηλοῦται καὶ ἔν τινι τῶν παρὰ Πορφυρίῳ ἐπιγραμμάτων,
ἐν ᾧ
κεῖται τὸ «σῆμα μὲν ἐν πόντῳ κεῖται· πνεῦμα δ' ἀὴρ ὅδ' ἔχει». φησὶ δὲ καὶ

Ἡσίοδος «ἠέρα ἑσσάμενοι, πάντῃ φοιτῶντες ἐπ' αἶαν» ἤγουν ἐνδυθέντες


ἀέρα,
ὡς μετὰ τὸ ἀπολυθῆναι τοῦ σώματος μὴ κάτω ἀπιόντες ἀλλ' ἐν ἀέρι ὄντες
καὶ
γέρας ἔχοντες τὸ πανταχοῦ γῆς φοιτᾶν καὶ τὰ κατ' ἀνθρώπους
ἐπισκέπτεσθαι.
Σημείωσαι δὲ ὅτι καὶ ἐνταῦθα Ὅμηρος τήν τε ἑαυτοῦ ποίησιν σεμνύνει
καὶ
τὸν ἀκροατὴν δὲ πάλιν παραμυθεῖται, ὡς, εἰ καὶ ἀπὸ τοῦ ἐσχάτου ἤρξατο
ἔτους, ὅμως καὶ μεγάλα καὶ πολλά τινα ἐρεῖ καὶ οὐ μικροπρεπὴς αὐτῷ
ἔσται
ἡ ποίησις. καὶ ὑποβάλλει ἐλπίδας ὡς οὐδὲ περὶ τυχόντων ἐρεῖ προσώπων,
ἀλλὰ
ἡρώων, καὶ τούτων πολλῶν, μεμνήσεται, ὥστε καὶ πράξεων ἡρωϊκῶν τῶν

ἐν Τρωσί τε καὶ Ἕλλησι. διὰ τοῦτο γὰρ καὶ προανεφώνησεν, ὡς εἴρηται,


ὅτι
μυρία τοῖς Ἀχαιοῖς ἡ τοῦ Ἀχιλλέως μῆνις ἄλγεα ἔθηκεν, ἐκ τῶν Τρώων
δηλαδὴ ἡρωϊκῶν καὶ αὐτῶν ὄντων καὶ οἵων δαψιλῆ χορηγίαν ἱστορίας,
563

ναὶ δὴ
καὶ πλάσεως δραματικωτέρας, ὑποβαλεῖν τῷ ποιητῇ, ὡς εἶναι τὸ
Ὁμηρικὸν
ὅλον προοίμιον, καθὰ καὶ ἐρρέθη, προκατασκευήν τινα, ἣν οἱ μὲν
φιλόσοφοι
σκοπὸν λόγου καλοῦσιν, οἱ δὲ ῥήτορες καὶ προέκθεσιν καὶ ὑπόσχεσιν
ὑπισχνου-
μένου τοῦ ποιητοῦ ἐκ τῆς τοῦ Ἀχιλλέως ἄρξασθαι μήνιδος καὶ μυρία
ἱστορήσειν
ἄλγη καὶ πολλὰς πράξεις ἡρωϊκάς. ἐν τούτοις δὲ καὶ ψόγος μήνιδος
εὐφυῶς
ὑποφαίνεται· ὡς πάνυ γὰρ αὕτη χειρίστη, εἴπερ διὰ μὲν ὁμόνοιαν
σωτηρία

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 51, line 28

ἔχει κατὰ τοῦ γέροντος Χρύσου, εἰ καὶ εὐφήμως ἐσχημάτισται.


παραλαλεῖ γὰρ
ὡς ἀκρωτηριασθήσεται, εἰ μὴ ταχὺ μνήσεται νόστου, ὃς ἐκ τοῦ νέω
παράγεται,
οὗ ὑποτακτικὸν παθητικὸν Ἰωνικόν ἑνικόν, ἐξ ἐνδείας τοῦ τ, τὸ νέηαι,
ἤγουν
ἀπέλθῃς.] (v. 34) Ὅτι φλοῖσβος κατὰ ὀνοματοποιΐαν ἦχος ὕδατος
θαλασσίου
ἐν τῇ ἐκκυμάνσει γινόμενος πρὸς τοῖς αἰγιαλοῖς παλιννοστοῦντος τοῦ
κύματος.
διὸ καὶ πολύφλοισβος λέγεται θάλασσα. ἔστι δὲ ὅτε καὶ ἁπλῶς ἐπὶ
θορύβου κεῖται,
οἷον ἐπὶ πολεμικοῦ, ὡς ἐν τοῖς μετὰ ταῦτα φανήσεται. καὶ ἔστι μὲν καὶ
ῥῆμα
ὀνοματοπεποιημένον τὸ φλύω, οἷον «ἀνὰ δ' ἔφλυε καλὰ ῥέεθρα». Οὐκ ἐκ
τούτου
δὲ γίνεται ὁ φλοῖσβος, ἀλλ' ἴσως μάλιστα ἐκ τοῦ φλέω. διὸ καὶ ἔχει τὸ ο
ἀντιπαρακείμενον. ἡ δὲ ὀνοματοποιΐα τρόπος ἐστὶ ποιητικὸς καὶ αὐτὴ
μιμουμένη
τοὺς τῶν σωμάτων ἤχους, καὶ γέμει ταύτης ἡ ποίησις, ὡς πολλαχοῦ
δειχθήσε-  
ται. ἐπενοήθη δὲ παρὰ τῶν παλαιῶν ἐπὶ πραγμάτων, ἃ οὐκ
ὠνοματοθέτησαν οἱ
πρὸ αὐτῶν, ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς καὶ αὐτὸ ῥηθήσεται. (v. 35). Ὅτι τὰ εἰς θεν
ἐπιρρήματα παρὰ τοῖς παλαιοῖς φωνήεντος μὲν ἐπιφερομένου ἐφείλκοντο
564

χάριν εὐφωνίας τὸ νῦ οἷον «ἀπάνευθεν ἔρχεται». εἰ δὲ σύμφωνον


ἐπεφέρετο, δίχα
τοῦ νἐξεφωνοῦντο, οἷον «ἀπάνευθε κιών». [περιττὴ δὲ ἡ πρόθεσις ἐν τῷ
ἀπάνευθε.
μυρία δὲ τοιαῦτα φανεῖται καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς. ἐκ δὲ τοῦ κιών ἐξέδραμεν
ὄνομα ὁ
κίων, ἀναγκαίως αὐτὸς βαρυτονηθείς.] Ὅτι τὸ γεραιός ἢ φύσει ἔχει τὸ ε,
ὡς ἀπὸ
τοῦ γέρας· γεραροὶ γὰρ καὶ τίμιοι οἱ γέροντες· ἢ ἀπὸ τοῦ γηραιός
συνέσταλται,
ὥς που καὶ ὁ μὴν σύνδεσμος μὲν λέγεται κατὰ συστολὴν καὶ τὸ ξηρὸν
ξερὸν ἐν
Ὀδυσσείᾳ. τὸ μέντοι μήν καὶ διὰ τοῦ αλέγεται μάν, καθὰ καὶ ἀπὸ τοῦ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 58, line 15

μαντεύσασθαι καὶ τὴν Πυθίαν εἰπεῖν κύνας τρέφειν καὶ κυνηγούς· ἁλῶναί
τέ
φασιν ἐν ἐνιαυτῷ πλείους τῶν ἑξακισχιλίων. τούτοις δὲ ὅμοια παθεῖν καὶ
τοὺς
περὶ Κάρπαθον οἶδε παροιμία ἡ λέγουσα ὁ Καρπάθιος τὸν λαγῳόν, περὶ
ἧς καὶ ἐν τοῖς τοῦ Περιηγητοῦ κεῖται. εἰ δὲ καὶ ἀκρίδες ἢ ὄφεις ἢ λαγιδεῖς
τόπους
τινὰς ἠρήμωσαν, ἔστιν ἐξ ἱστοριῶν ἀναλέγεσθαι.] Ὅτι ἐν οἷς Ὅμηρος
ποιεῖ τὸν
Χρύσην ἀναμιμνῄσκοντα, ὡς τόν τε ναὸν ἤρεψέ ποτε τῷ Ἀπόλλωνι καὶ
πίονα
μηρία ταύρων καὶ αἰγῶν ἔκηε, καὶ αὐτὸν μὲν ἀντὶ τούτων ζητοῦντα
χάριν,
τὸν δὲ Ἀπόλλωνα ὑπακούοντα καὶ χαριζόμενον καὶ τιμωρίαν ἐκ τῶν
Ἑλλήνων
ὑπὲρ αὐτοῦ λαμβάνοντα, παιδεύει τοὺς ἀκροατὰς μεμνῆσθαι χαρίτων, εἴ
γε καὶ
ὁ Ἀπόλλων εὖ παθὼν ἀντευποιεῖ. οὕτω καὶ ἐν τοῖς μυθώδεσι παιδευτικὸς
Ὅμηρος καὶ διὰ τοῦτο φιλοσοφία τις πρώτη ἐδόκει τοῖς πάλαι ἡ ποίησις
εἰσάγουσα, φασίν, εἰς τὸν βίον ἐκ νέων καὶ διδάσκουσα ἤθη καὶ πάθη καὶ

πράξεις μεθ' ἡδονῆς. καὶ διὰ τοῦτο τοὺς παῖδας διὰ ποιητικῆς ἐπαίδευον
σωφρο-
νιστὰς τοὺς ἀοιδοὺς οἰόμενοι, ὡς καὶ τὸν τῆς Κλυταιμνήστρας φύλακα,
καὶ τὸν
Ἵππαρχον παρατρέχοντες, ὃς ᾐτιᾶτο τοὺς φιλοτιμουμένους Ὁμήρῳ
565

περιποιεῖν
πᾶν μάθημα καὶ πᾶσαν τέχνην ὡς ἐὰν καί τις κατηγοροίη, φησί, τῆς
Ἀττικῆς
εἰρεσιώνης καὶ ἃ μὴ δύναται φέρειν μῆλα καὶ ὄγχνας, ποιητὴν ἔλεγον
εἶναι τὸν
σοφόν. τοῦτο δὲ πάντως διὰ τὸ τῇ ποιήσει πᾶν μάθημα καὶ τέχνην
ἅπασαν
ἐμφαντάζεσθαι. Σημείωσαι δὲ ὅτι τὸ τοιοῦτον τοῦ Ὁμήρου πλάσμα
πιθανὰ καὶ
τὰ κατὰ τὸν Ἀχιλλέα ποιεῖ. εἰ γὰρ ἐνταῦθα ὁ Χρύσης διὰ τὴν θυγατέρα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 61, line 18

αὐτῷ τοῦ Ἄργους ἀνέκαθεν διὰ τὴν τοῦ Ἰνάχου θυγατέρα Ἰώ, ἧς «πέμπτη

γέννα πεντηκοντόπαις» κατὰ τὸν Αἰσχύλον ἦν ὁ Δαναός, καθὰ καὶ ὁ


Αἴγυπτος.
[Δάκρυα δὲ γίνεται παρὰ τὸ δάκνω. δακνομένης γὰρ οἷον ψυχῆς πρόεισι
δάκρυον· (v. 43) Ὅτι ὥσπερ χρηστὸν εἰς φράσιν καὶ τὸ ἀπεῖπε καὶ τὸ
ἀπείπατο,
οὕτω καὶ τὸ ἔφη καὶ τὸ ἔφατο, καθὰ καὶ τὸ φάς καὶ φάμενος. ὅθεν καὶ
τοῖς
Πυθαγορείοις ἐπεχωρίαζεν ἐπὶ τῶν διδασκαλικῶν ἀποφάσεων τὸ «αὐτὸς
ἔφατο». Ὅτι Φοῖβος Ἀπόλλων ἢ ὡς οἷον φαόβιος, ἐπεὶ καὶ ἀργυρότοξος,

καὶ παρωνύμως ἀπὸ τῆς μάμμης Φοίβης ἢ καὶ παρὰ τὴν φόβην, τὴν
τρίχα, ὡς
ἀκειρεκόμης. ἐξ αὐτοῦ δὲ ἐρρέθη τραγικῶς κατ' ἀλληγορίαν τὸ «ἡλίου
φοίβῃ
φλογί».] Ὅτι τοὺς ποιητικοὺς δαίμονας καὶ θεοὺς τὰ μὲν ἄλλα σεμνύνει
ἡ ποίη-
σις, αἰὲν ἐόντας ἀποκαλοῦσα καὶ αἰειγενέτας καὶ ἀφθίτους καὶ ἀθανάτους
καὶ
πάντα δυναμένους δίχα τοῦ τὴν εἱμαρμένην ἀναλύειν καὶ μηδὲ
ὁρωμένους, εἰ
μὴ ἄρα ἐν μεταμορφώσει διὰ ἐνάργειαν, τὰ δ' ἄλλα σωματώδεις αὐτοὺς
πλάττει
καὶ ἀνθρωποπαθεῖς, εἴγε καὶ τιτρώσκονται, ὡς Ἀφροδίτη καὶ Ἄρης καὶ
Ἅιδης,
καὶ κεραυνῷ βληθέντες οὐδὲ εἰς δεκάτους ἐνιαυτοὺς τὰ ἕλκη
θεραπεύονται,
βάλλονται δὲ καὶ ὑπὸ ἔρωτος Ἀθηνᾶς δίχα καὶ Ἀρτέμιδος· αὐταὶ γὰρ
566

παρθένοι πλάττονται· καὶ δέος πάσχουσιν, ὡς οἱ δείσαντες ὑπὸ τῷ


Βριάρεῳ, καὶ
τρόμον ἐπὶ τῷ δέει, ὡς ἡ Ἀφροδίτη, καὶ φθονοῦσιν, ὡς ἡ Καλυψὼ αὐτοὺς

αἰτιωμένη λέγει, καὶ ἐσθίουσι καὶ πίνουσι καὶ ὑπνοῦσι καὶ ὅλως πάντα
πάσχουσιν
ὅσαπερ ἄνθρωποι. οὕτω γοῦν καὶ ἐνταῦθα ὁ Ἀπόλλων ἥλιος ὑπακούει τῷ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 62, line 14

ἐκ μαγικωτέρας μεθόδου οἴονταί τινες ὑπὸ τοῦ Χρύσου τεχνασθῆναι· ἢ


καὶ
διότι τὸ κατὰ τύχην φυσικῶς γενόμενον εἰς ἠθικὴν αἰτίαν ἀνάγει
παιδευτικῶς
ὁ ποιητής. συνέβη μὲν γὰρ λοιμὸς κατὰ φύσιν. Ὅμηρος δὲ κατά τι θεῖον
αὐτὸν
γενέσθαι φησίν, ἵνα ὁ Ἀγαμέμνων δίκας δώσει, ἐφ' οἷς τὸν Ἀπόλλωνα
περι-
φρονήσας τὸν Χρύσην ἠτίμησε. καθόλου γὰρ ὁ ποιητὴς οὐδεμίαν
εὔλογον
εὐχὴν ἄπρακτον πίπτειν ἱστορεῖ, ἀλλ' ἐάν τις δίκαια εὔξηται παρ' αὐτῷ ἢ
ἐχθροὶ πίπτουσιν ἢ σύμβολα δίδονται ἢ φίλοι ἐπανήκουσιν ἢ ἔργα
εὐοδοῦνται
ἢ ἁπλῶς ἀγαθὰ ἕτερα γίνονται. οὕτω παιδευτικὸς καὶ βιωφελὴς ὁ ποιητὴς
καὶ ἐν
μύθοις καὶ πλάσμασιν. ἰστέον δὲ καὶ ὅτι οὐ πάντας οἱ παλαιοὶ τοὺς παρ'
αὐτοῖς
θεοὺς ἀνθρωποπαθεῖς ἐνόμιζον, ἀλλά φασιν ὡς τοῦ δαιμονίου φύλου τὸ
μὲν
ἐμπαθὲς οἶδεν ἡ ποίησις, ὡς προείρηται, τὸ δὲ οὐ τοιοῦτον, ὡς ὅτε λέγει
»θεοὶ ῥεῖα ζώοντες» τουτέστι μετὰ ῥᾳστώνης καὶ ἀπαθείας. (v. 44) Ὅτι
τὸ
εἰπεῖν Ὀλύμπια κάρηνα οἰκειότερον ἐπὶ ὄρους νοεῖν ἤπερ ἐπὶ τοῦ
οὐρανοῦ.
Ὄλυμπος μὲν γὰρ τὸ ὄρος ἔχει κάρηνα ἤτοι ἐξοχάς. ὁ μέντοι οὐρανὸς
σφαῖρα ὢν
οὐκ ἂν κυρίως λέγοιτο κάρηνα ἔχειν. ὅλως γὰρ ὁ Ὅμηρος περὶ Ὀλύμπου
ὡς
μὲν ὄρους λέγειν ἔργον ἔχει καθὰ ποιητής, ὡς δὲ περὶ οὐρανοῦ
ἀλληγορικῶς,
πάρεργον. Τὸ δὲ κάρηνα ἐκ μεταφορᾶς εἴληπται τῆς τῶν ζῴων κεφαλῆς.
οὕτω
δὲ καὶ ἀπὸ ἄλλων μερῶν τοῦ σώματος ἄλλα κατὰ μεταφορὰν μέρη τοῦ
567

ὄρους λέγεται, ὡς προϊοῦσι φανήσεται, οἷον ὀφρῦς ὄρους διὰ τὰς τῶν
ζῴων ὀφρῦς, καὶ πόδες διὰ τοὺς πόδας,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 72, line 21

Ἄϊδόσδε καὶ τοῖς τοιούτοις, δυνατὸν ἐπέκτασιν μὲν εἶναι τὴν


δεσυλλαβήν,
λαμβάνεσθαι δ' ἔξωθεν πρόθεσιν χάριν συντάξεως ἐντελοῦς, ὁποῖόν τι
γίνεται
καὶ ἐν τῷ «τόδ' ἱκάνεις», ἤγουν εἰς τόδε τὸ χωρίον, καὶ ἐν τῷ τῇδε, ὅ
ἐστιν ἐν
ταύτῃ τῇ ὁδῷ τυχὸν ἢ τῇ κώμῃ. ὅτι δὲ ἐπέκτασιν ποιεῖ οὐ μόνον τὸ ιἐν τῷ

οὑτοσί καὶ νυνί καὶ ἐνταυθί κατὰ τὸν τεχνικὸν Γεώργιον καὶ ὄψι, ὅθεν
καὶ
ὀψιμαθής, καὶ νυνμενί, φησί, καὶ νυνγαρί ἀντὶ τοῦ νῦν, ἀλλὰ καὶ τὸ ηἐν
τῷ ὁτιή
καὶ τίη ἀντὶ τοῦ τί βαρυτόνως ἢ κατά τινας τιή ὀξυτόνως καὶ ἐπειή ἀντὶ
τοῦ
ἐπειδή. ἔτι δὲ καὶ ἡ θασυλλαβὴ ἐν τῷ ἦσθα καὶ ἔφησθα καὶ τοῖς ὁμοίοις,
ὁμοίως δὲ καὶ τὸ δμετὰ τοῦ ι, οἷον ὁδὶ καὶ νυνδὶ ἀντὶ τοῦ νῦν καὶ ἐνθαδί,
τὰ
πλείω δὲ μᾶλλον ἡ δεσυλλαβή, δῆλόν ἐστι. ταύτῃ δὲ τῇ ἐπεκτάσει χαίρει
μάλιστα ἡ ποίησις, ὡς δηλοῖ καὶ τὸ ἄστυδε, ἅλαδε, πόλινδε, Τροίηνδε.
οὕτω δὲ
καὶ τὸ κλισίηνδε, περὶ ἧς κλισίης ἑτέρωθι ῥηθήσεται.] Ἀγορὰ δὲ ὁ τόπος
τε τῆς
συνάξεως καὶ τὸ πλῆθος δὲ τὸ συναγόμενον καὶ αὐτὴ ἡ δημηγορία. παρὰ
δὲ
Ἡροδότῳ κεῖται καὶ πόλις Θρᾳκία καλουμένη Ἀγορά. ὅτι δὲ ἡ
βουλευτικὴ
ἀγορὰ τίμιόν τι καὶ θεῖον πρᾶγμα, δηλοῖ καὶ τὸ Διὸς Ἀγοραίου βωμὸν
ἱδρῦσθαι
ἀλλαχοῦ τε καὶ κατὰ Ἡρόδοτον περὶ Σικελίαν. Ὅτι πιθανὸς ἀεὶ ἐν τοῖς
πλάσμασιν ὢν ὁ ποιητὴς τοιοῦτος καὶ ἐνταῦθά ἐστι περὶ τὰς ἡμέρας τοῦ
λοιμοῦ.
εἰ μὲν γὰρ περὶ πρώτην εὐθὺς ἡμέραν ἢ δευτέραν ἢ τρίτην τὸ τῆς νόσου  
ἐζητεῖτο αἴτιον, ἀπίθανος καὶ οὐκ εὔπλαστος ὁ λόγος ἦν. τί γὰρ ἰδὼν
βαρὺ ὁ
Ἀχιλλεὺς ζητήσει τὴν αἰτίαν; πόθεν δὲ καὶ στοχάσεται, ὅτι μηνίει
Ἀπόλλων
568

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 142, line 2

αὐτοῦ, ὥς τις ἐρεῖ ἐν τοῖς ἑξῆς, οἴνου πλεῖαί εἰσιν· ἀναιδὴς δὲ διὰ τὰ πρὸ
μικροῦ εἰς τὸν Ἀχιλλέα φορτικά· δειλὸς δὲ διὰ τὸ πολλαχοῦ λέγειν τὸ
«φεύγω-
μεν», καθάπερ δηλωθήσεται. ἔοικε δὲ καὶ πρὸ τούτου τοῦ χρόνου τοιαῦτά
τινα
ὁ Ἀγαμέμνων ποιεῖν, ἐξ ὧν ἄρτι ὁ Ἀχιλλεὺς οὕτω σφοδρῶς ὑβρίζει
αὐτόν. οὐ
γὰρ ἂν ἁπλῶς οὕτω καὶ ψευδῶς τοὺς λόγους παρέρριψε. Τὸ δέ «κυνὸς
ὄμματ'
ἔχων» φθάσας καὶ ἄλλως ἔφρασεν, ὅτε ἀναιδείην τε ἐπιειμένον ἔλεγε τὸν
Ἀγαμέμνονα καὶ κυνῶπα συνθέτῳ ὀνόματι ἐκάλει αὐτόν. ἀντίκειται δὲ τὸ

»κυνὸς ὄμματα ἔχων» πρὸς τὸ «κραδίην ἐλάφοιο» καὶ ἔστιν ἀντίθετον


σχῆμα  
ῥητορικόν, ἵνα λέγῃ αὐτὸν θρασὺν μὲν ὡς κύνα, δειλὸν δὲ ὡς ἔλαφον.
τοιαύτη
γὰρ ἡ ἔλαφος. διὸ καὶ φυζακινὴν αὐτὴν ἡ ποίησις καλεῖ. Ἐνταῦθα δέ
φασιν οἱ
παλαιοί, ὅτι τρία ταῦτα Ἰσοκράτης ἀγαθὰ μαρτυρεῖ Κόνωνι, τῷ τῶν Ἀθη-
ναίων στρατηγῷ ἐπιμέλειαν, πίστιν, ἐμπειρίαν πολέμων, συναγαγὼν τὸ
ἐγκώμιον ἀπὸ τῶν ἐναντίως ἐνταῦθα προσμαρτυρουμένων τῷ
Ἀγαμέμνονι.
ἐξ οἰνοποσίας μὲν γὰρ ἀμέλεια· ἐξ ἀναιδείας δὲ ἀπιστία ἡ πρὸς τὸ κοινόν·
ἡ δὲ
δειλία τὴν τῶν πολεμικῶν ἀπειρίαν ἐργάζεται. εἰ τοίνυν κακὸν ἀμέλεια
καὶ
ἀπιστία καὶ ἀπειρία πολέμων, ἃ δὴ πρόσεστι τῷ Ἀγαμέμνονι, ἀγαθὸν ἄρα
ἐξ
ἐναντίου ἐπιμέλεια καὶ πίστις καὶ πεῖρα πολεμικῶν. ἐντεῦθεν οὖν
Ἰσοκράτης τὸ τοῦ Κόνωνος ἐγκώμιον ἠρανίσατο.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 168, line 25

εἶναι λύης τοιαύτης ἐν τῷ ἀμέτρως πίνεσθαι. (v. 306) Ὅτι οὐ μόνον


«δαῖτα
ἐΐσην» λέγει ὁ ποιητής, ἀλλὰ καὶ «νῆας ἐΐσας» ἤγουν ἴσας, ὥστε μὴ ἀεὶ
τοιχίζειν,
καὶ πλεονασμῷ τοῦ εἐΐσας ἢ πορευτικὰς καὶ ταχέας παρὰ τὸ ἰέναι.] (v.
309)
Ὅτι κρίνειν οὐ μόνον ἐπὶ τοῦ δικάζειν, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ ἁπλῶς χωρίζειν
569

καὶ
ἐπιλέγεσθαι. ἐρέτας γοῦν ἐνταῦθα ὁ Ἀγαμέμνων ἔκρινεν ἤτοι ἐπελέγετο,
οἳ καὶ
ἔκκριτοι ἂν διὰ τοῦτο λεχθεῖεν. [ἔστι δὲ ταὐτὸν ἐρέτας κρίνειν καὶ ἐρέτας
ἐπίτηδες ἀγείρειν.] (v. 312) Ὅτι τὸ ἀναπλεῦσαι ἀναβῆναι λέγεται, οἷον
«οἳ
μὲν ἔπειτ' ἀναβάντες ἐπέπλεον ὑγρὰ κέλευθα». πρόσκειται δὲ τὸ ὑγρά,
ἐπεὶ
καὶ διὰ ξηρᾶς ἔστι κέλευθος. Τὸ δὲ κέλευθα μεταπλασμὸν γένους φασὶν
οἱ
παλαιοὶ μεταπλασθέντος τοῦ ἡ κέλευθος εἰς τὸ κέλευθον. γίνονται δὲ
τοιαῦτα
πολλά. οὕτω γὰρ καὶ τοὺς μηροὺς μηρὰ λέγει ἡ ποίησις καὶ τοὺς ῥύπους
ῥύπα, ὡς καὶ Θεόκριτος «ἅπαν ῥύπον». καὶ τὰ ζυγὰ δὲ τοῦ τοιούτου
εἴδους
εἰσίν. ὡσαύτως καὶ τὰ δεσμὰ καὶ τὸ «γυμνάζει τὰ τράχηλα» παρὰ
Καλλιμάχῳ.
οὕτω δὲ καὶ τοὺς λύχνους καὶ τοὺς δίφρους λύχνα καὶ δίφρα φασὶν οἱ
παλαιοί.
μεταβολὴ δὲ γένους καὶ ἡ ἰσθμὸς καὶ ἡ τάρταρος παρὰ Πινδάρῳ καὶ παρὰ
Ἡσιό-
δῳ οὐδετέρως «Τάρταρά τε ἠερόεντα». ὅμοιόν τι καὶ τὸ ἡμέρα καὶ ἦμαρ·
ἐναλ-  
λαγὴν γὰρ γένους ἔπαθε καὶ αὐτό. (v. 313) Ὅτι λύματα ἐλέγοντο τὰ
καθάρματα,
οἱονεὶ λούματά τινα ὄντα, ἅπερ ἐν τῷ λούεσθαι ἀπεβάλλοντο, καὶ τὸ
καθαί-
ρεσθαι ἀπολυμαίνεσθαι. καὶ ἦν παρὰ τοῖς παλαιοῖς αὕτη καιριωτάτη λέξις

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 179, line 21

ἠνύετο, οὕτω καὶ τὰ ἐς ὕστερον, καὶ οὔτε ἐκεῖνα ἐμοῦ δίχα, [δι' ὧν σόοι
ἐμάχοντο,]
οὔτε τὰ μετὰ ταῦτα. οὔκουν ἐκ τῶν γενομένων ἀριστευμάτων ἅμα
καταστοχά-
ζεται καὶ οἷα ἔσται τὰ τοῦ μέλλοντος χρόνου. καὶ νῦν μὲν οὕτω ψέγει τὸν
μὴ
ἅμα τουτέστιν ὁμοῦ ἐν ἀμερεῖ χρόνῳ τά τε πρόσω καὶ τὰ ὀπίσω
βλέποντα, ἀλλὰ
ἀναμένοντα τὸν ἐπιόντα χρόνον εἰς διδασκαλίαν τῶν ἀποβησομένων. ἐν
δὲ τοῖς
ἑξῆς ἐπαινέσει γέροντα, ὃς ἅμα πρόσω καὶ ὀπίσω λεύσσει. Ἰστέον δὲ ὅτι
570

ἀστεῖον τὸ νόημα καὶ ποιητικήν τινα ἔχον ὑπερβολήν. τὸν γὰρ πάνυ
προσεκτι-
κὸν καὶ ἀγχίνουν καὶ μὴ μόνα τὰ ἐν ποσὶν ὁρῶντα μηδὲ τοῖς πρὸ
ὀφθαλμῶν
μόνοις ἀρκούμενον, ἅπερ εἰκότως ἂν ἔμπροσθεν λέγοιντο, ἀλλά τι
ἐπιστρεπτικῶς
προβλέποντα καὶ τῶν ὀπίσω ἤτοι τῶν μὴ προόπτων μηδ' ἐν ὀφθαλμοῖς
κειμένων,
ἐκεῖνον βλέπειν τά τε ἔμπροσθεν ἡ ποίησις λέγει καὶ τὰ ὄπισθεν, ὡς
ἀγχίστροφον
καὶ ζῴοις ἐοικότα, ὅσα ὑγρότερα ὄντα καὶ συχνάκις ῥᾷον ὧδε καὶ ἐκεῖ
τὸν
τράχηλον στρέφοντα τά τε ἔμπροσθεν ὁρῶσι καὶ τὰ ὀπίσω· ὅπερ οὐ
δύναται
ποιῆσαι ἄνθρωπος διὰ τὸ τῶν ὀμμάτων ἔμπροσθεν κειμένων μὴ
εὐλύγιστον
καὶ εὔστροφον ἔχειν τὸν τράχηλον. [(v. 348) Ὅτι τῆς Βρισηΐδος
ἀπαγομένης
ἔχων ὁ ποιητὴς εἰπεῖν τι πλατύτερον περὶ ἐκείνης, ὡς ἐπαθήνατο, οἷα
εἰκός,
ὤκνησεν ἀκαίρως διασκευάσαι· ἠρκέσθη δ' ἐμφῆναι μόνον τὰ εἰκότα
λέξει μιᾷ
εἰπών· «ἡ δ' ἀέκουσα γυνὴ κίεν». ἔνθα ὅρα τὸ «γυνή» ἔμφασιν ἔχον
διαθέσεως,
ἣν πάσχοι ἂν ἄλοχος ἀποσπωμένη φίλου ἀνδρός.] (v. 349) Ὅτι συμπαθεῖς
οἱ
ἥρωες παρὰ τῷ ποιητῇ καὶ ἑτοιμοδάκρυες. καὶ ἔστιν ἀγαθοῦ ἤθους τὸ
τοιοῦτον
παραστατικόν. διὸ καὶ ἡ παροιμία φησίν· «ἀγαθοὶ δ' ἀριδάκρυες ἄνδρες».

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 192, line 4

ποιεῖ δὲ ὁ ποιητὴς τοῦτο λαβὼν ἀφορμὰς ἐκ τοῦ προρρηθέντος


παλαιτάτου
μύθου. σκοπητέον γάρ, ὡς εἰκός, οἵα κακοτροπία γυναικὸς
βουλευσαμένης
τυραννίδα τῷ ἀνδρί. ἔχει δὲ τὰς ἀρχὰς ὁ μῦθος ἐκ τῆς φυσικῆς ἀληθείας.
τῷ
ὄντι γὰρ τῇ Ἥρᾳ πρὸς τὸν Δία, ὅ ἐστι τῷ ἀέρι πρὸς τὸν αἰθέρα, οὐ μόνον
στοργή τις ὕπεστι κατὰ τὴν κοινὴν ἀμφοῖν ποιότητα τῆς θερμότητος,
ἀλλὰ καὶ
μάχη καὶ διάστασις ἀσύμβατος κατὰ τὴν ἀεὶ ξηρότητα καὶ ὑγρότητα·
571

ξηρὸς
μὲν γὰρ ὁ αἰθήρ, ὑγρὸς δὲ ὁ ἀήρ. (v. 403 s.) Ὅτι πολλά εἰσι διώνυμα
παρὰ  
τῷ ποιητῇ τουτέστι δυσὶν ὀνόμασι καλούμενα· καὶ τῶν τοιούτων
ὀνομάτων τὸ
μὲν ὁ ποιητὴς εἰς θεοὺς ἀναφέρει, τὸ δὲ ἀνθρώποις ἀπονέμει δηλῶν, ὅτι
μουσο-
τραφὴς ὢν οἶδε καὶ τὰ θεῖα καὶ τῆς τῶν θεῶν ἐπαΐει διαλέκτου.
παρασημειοῦνται
δὲ οἱ παλαιοί, ὅτι τὸ μὲν ὅλως κρεῖττον τῶν ὀνομάτων θεοῖς δίδωσιν ἡ
ποίησις
ὡς θειότερον, τὸ δὲ μὴ τοιοῦτον ἀνθρώποις· ὥσπερ ἐνταῦθα τὸ Βριάρεως

εὐγενέστερον τοῦ Αἰγαίων ἐστὶ καὶ σεμνότερον, ἔτι δὲ καὶ ὀγκηρότερον


εἰς
φωνήν. διὸ καὶ εἰς θεοὺς ὡς θεῖόν τι ἀνάγεται. οὕτω καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς
Ξάνθον
μέν τινα ποταμὸν καλοῦσι θεοί, ἄνδρες δὲ Σκάμανδρον· καὶ ὄρνιν τινὰ
θεοὶ μὲν
χαλκίδα κικλῄσκουσιν, ἄνδρες δὲ κύμινδιν· ἐν δὲ Ὀδυσσείᾳ τὸ μῶλυ θεοὶ

μόνοι οὕτω καλοῦσιν, ἀνθρώποις δὲ οὔτε ἔγνωσται οὔτε ὠνόμασται. Ὅτι


δὲ
τρόπον τινὰ καὶ τριώνυμος ὁ Βριάρεως, πρὸ βραχέων εἴρηται. ἐξ
ἀνθρώπων δὲ
τῷ μύθῳ καὶ ἡ ῥηθεῖσα πολυωνυμία παρείλκυσται, παρ' οἷς ἄλλο μὲν
ὄνομα
οἰκειακόν, ἄλλο δὲ ἐν τοῖς ἐκτός, ὡς καὶ ἡ Ἀλκυόνη δηλοῖ ἐν τοῖς ἑξῆς, ἡ
καὶ Μάρπησσα. Ἰστέον δὲ ὡς τὸν μυθικὸν Αἰγαίωνα ὁ Στωϊκὸς Ὅμηρος

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 211, line 5

παρατυχόντος, ἴσως δὲ καὶ ὅτι βιαιότερον ἡ δίψα τῆς πείνης. διὸ καὶ τὸ
τοῦ
ἀναγκαίου θεραπευτικὸν τὴν πόσιν τῆς ἐδητύος προέθετο. [Θέμα δὲ τῆς
ἐδητύος
οὐ τὸ ἐδῶ ἐδέσω, ἐξ οὗ τὸ ἐδεστόν, ἀλλὰ τὸ ἐδῶ ἐδήσω ἄχρηστον. ὅθεν
ἴσως
καὶ ἡ ἐδηδοκώς μετοχὴ ἐπενθέσει τῆς δοσυλλαβῆς, ὡς ὑπεμφαίνει καὶ τὸ
»λέων κατὰ ταῦρον ἐδηδώς». ἐκεῖνο δὲ μέσος Ἀττικός ἐστι παρακείμενος
τοῦ  
572

ἔδω. ὡς δὲ ἐΐση δαίς ἡ κατὰ ἰσότητα ἢ διὰ παντὸς ἰοῦσα τοῦ σώματος
πλεονασμῷ
τοῦ εκαὶ ὡς καὶ νηός ἐστιν ἡ τοιαύτη λέξις ἐπίθετον, οὐ κεῖται εἰς
ἀμάρτυρον.]
(v. 470) Ὅτι τὸ τοὺς κρατῆρας ἐπιστέψασθαι ποτοῖο τὸ ἐπιχειλεῖς
ποιῆσαι
αὐτοὺς καὶ μέχρι στεφάνης, ὅ ἐστι χείλους, πληρῶσαι δηλοῖ. ὃ καὶ παρὰ
τῷ
Χρυσολόγῳ εὕρηται εἰπόντι «κρατῆρας ἐστεμμένους οἴνου», ὅπερ ἡ
ποίησις
κρατῆρας ἐπιστεφέας οἴνου φησίν. ὥσπερ δὲ ἀνωτέρω οἱ νέοι ἔχον
πεμπώβολα,
οὕτω κἀνταῦθα κοῦροι κρητῆρας ἐπεστέψαντο ποτοῖο. νεωτέρων γὰρ αἱ
τοιαῦται ὑπηρεσίαι. διὸ καὶ μέχρι νῦν τοὺς ἐν τοιούτοις καθυπουργοῦντας

παῖδας καὶ παιδίσκας φαμέν. ὡς δὲ τὸ γένος, οὕτω καὶ ὁ τόνος διάφορος


τοῦ
ποτοῦ ἤτοι τοῦ πινομένου ὑγροῦ καὶ τοῦ πότου ἤγουν τοῦ συμποσίου. τὸ
μὲν
γὰρ ὀξύνεται, ὁ δὲ πότος βαρύνεται. (v. 471) Ὅτι ὥσπερ στρέφω καὶ ἐξ
αὐτοῦ στρόφος καὶ ἀπ' αὐτοῦ τὸ στρωφῶ κατὰ ἔκτασιν καὶ δηλοῖ τὸ
στρέφω,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 248, line 7

τὸ ἄκτητον, ὃ οὐδενὸς θνητοῦ γίνεται κτέαρ ἤτοι κτῆμα. ἡ δὲ ἀμβροσία ἢ


ἀπὸ
τοῦ αστερητικοῦ καὶ τοῦ βροτός, ἣν οὐδεὶς ἔχει βροτός, πλεονάσαντος
τοῦ ν
πρὸ τοῦ β διὰ ὄγκον φωνῆς, ὡς ἐν πολλοῖς γίνεται· ἢ μάλιστα ἐκ τοῦ
ὑπερανα-
βαίνειν ῥοὴν ἤγουν ὑπεράνω εἶναι φθορᾶς. ὅτι δὲ καὶ ἀνάπαλιν νέκταρ
μὲν παρά  
τισι λέγεται ἡ ξηρὰ ἐν θεοῖς τροφή, ἀμβροσία δὲ ἡ ὑγρά, φανήσεται
ἀλλαχοῦ.
περὶ δὲ τούτων ῥηθήσεται καὶ ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς δʹ ῥαψῳδίας· (v. 599)
[Ἰστέον
δὲ ὅτι τε σεμνότερος πάντων, ὡς εἰκός, ὁ τοῦ μύθου Ζεύς, ὡς μὴ
συνδιατεθεὶς
ὅλως, οἷς ὁ Ἥφαιστος καὶ λαλεῖ καὶ γελοίως πονεῖται· Ἥρα δὲ μετ' αὐτὸν
τηρεῖ
τὸ σεμνὸν μειδιάσασα· οἱ δ' ἄλλοι θεοὶ τοῦ τοιούτου ὕψους
573

ὑποκατέβησαν
ἄσβεστον γέλων παθόντες. (v. 600) Καὶ ὅτι τὸ πονεῖσθαι μετὰ συνέσεως
ποιπνύειν ἡ ποίησις λέγει· ὃ γίνεται ἀπὸ τοῦ πονῶ πονύω, ὡς ἀλῶ ἀλύω,
κινῶ
κινύω, καὶ ἐν συγκοπῇ πνύω καὶ ἀναδιπλασιασμῷ ποπνύω καὶ
πλεονασμῷ τοῦ
ιποιπνύω. ὁμοίου δὲ ἀναδιπλασιασμοῦ καὶ τὸ ποιφύσσω ἤγουν φυσῶ
παρὰ
Λυκόφρονι καὶ ἄλλα δέ τινα. ὡς δὲ ἐκ τοῦ ῥηθέντος πνύω καὶ τὸ
πεπνῦσθαι καὶ
ὁ πεπνυμένος λέγεται, δῆλόν ἐστιν ἐκ τῶν παλαιῶν. Σημείωσαι δὲ ὅτι
πάνυ
σεμνῶς ἡ καθ' Ὅμηρον ἀείδουσα θεὰ γελᾶν μὲν θεοὺς ἔφη· ὅτι δὲ διὰ
τὸν
κυλλοποδίονα ἐγέλων, σιγᾷ, ἵνα μὴ δοκοίη σιλλαίνειν ἀκαίρως.] τὸ δὲ
ἄσβε-
στος γέλως δηλοῖ ἔκ τινος θερμότητος τὸν γέλωτα γίνεσθαι καὶ
συμβάλλεταί
πως τοῖς γραμματικοῖς, οἳ τὸν γέλωτα παρὰ τὴν ἕλην, ὃ δηλοῖ τὴν
θερμότητα,
ἐτυμολογεῖσθαί φασιν. (v. 601 – 4) Ὅτι τὸ «ὣς τότε μὲν πρόπαν ἦμαρ ἐς
ἠέλιον καταδύντα δαίνυντο» λεχθείη ἂν ἐπὶ τῶν διὰ πάσης ἡμέρας
ἑστιωμένων.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 249, line 9

ἔτι δὲ καὶ θερμαίνει· καὶ τροπῇ τῆς ἀρχούσης γίνεται ἠέλιος. (v. 602)
Ἐΐσην δὲ
δαῖτα λέγει ἢ τὴν ἴσην κατὰ πλεονασμὸν Ἰωνικὸν τοῦ ε– ἰσομοίρως γὰρ  
ἐδαίνυντο διὰ τὸ ἀφιλόνεικον – ἢ παρὰ τὸ ἐΐω τὸ πορεύομαι ἡ διὰ παντὸς
ἱκνουμένη τοῦ σώματος ἤτοι πορευομένη καὶ ἅπαν αὐτὸ διοικοῦσα. (v.
604)
Ἀμείβεσθαι δὲ ὀπὶ καλῇ αἱ Μοῦσαι λέγονται ἢ ἑαυτὰς ἐν μέρει ἢ τὸν
Ἀπόλλωνα,
ὃς εἶχε τὴν φόρμιγγα. ὑπ' ἐκείνῳ γὰρ ὡς κορυφαίῳ τῆς ᾠδῆς ᾄδειν αὐταὶ
λέγονται [ἀμοιβαδὸν δηλαδή· ἐξ οὗ καὶ αἱ ῥητορικαὶ ἀλληλογραφίαι
ἀμοιβαῖοι
λόγοι λέγονται καὶ ἔπη ἀμοιβαῖα.] Ἐνταῦθα δὲ συλλογιστικῶς ὁ Ὅμηρος
οὐ
μόνον μουσόληπτον ἑαυτὸν ὑπεμφαίνει ἀλλὰ καὶ Ἀπόλλωνι κάτοχον.
αὐτὸς
574

μὲν γὰρ ὅσα λέγει, ἐκ Μουσῶν ἐμπνεόμενος ᾄδει, ὡς ἐν προοιμίοις


ἐφάνη·
Μοῦσαι δὲ ὑπ' Ἀπόλλωνι ἀρχηγέτῃ τῆς ᾠδῆς ᾄδουσιν. οὐκοῦν ἡ ποίησις
καὶ ὁ
ποιητὴς ὑπὸ Μούσαις τε καὶ Ἀπόλλωνι καταρτίζονται, ὡς καὶ Ἡσίοδος
παραδηλοῖ κατάγων γενεαλογικῶς τοὺς ἀοιδοὺς ἤτοι τοὺς ποιητὰς ἐκ
Μουσῶν
καὶ Ἀπόλλωνος; διόπερ οὐ μόνον λόγιον χρῆμα ὁ ποιητὴς διὰ τὰς
Μούσας,
ἀλλὰ καὶ μαντικὸν διὰ τὸν Ἀπόλλωνα καὶ τὴν ἐκ τοῦ ἡλίου φιλοσοφίαν.
καί τινα
προλέγων καὶ Ὅμηρος μαντικῶς ἐν τοῖς μετὰ ταῦτά που φανήσεται. ὅρα
δὲ καὶ
ὅτι τὸ «ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ» κοινὸν μέν ἐστιν ἐνέργημα τῶν Μουσῶν·
ὠνόμασται δέ, ὡς καὶ προείρηται, ἡ Καλλιόπη ἐξ αὐτοῦ κατ' ἐξαίρετον τὸ

κοινὸν τῆς ἐνεργείας ἐξιδιωσαμένη τῇ κλήσει· παρὰ τὸ καλόν γὰρ ἢ τὸ


κάλλος τῆς ὀπὸς ὠνόμασται ἡ Καλλιόπη, ὡς τὸ ἐν φωνῇ κάλλος ἔχουσα.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 249, line 24

ὅτι τὸ «ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ» κοινὸν μέν ἐστιν ἐνέργημα τῶν Μουσῶν·
ὠνόμασται δέ, ὡς καὶ προείρηται, ἡ Καλλιόπη ἐξ αὐτοῦ κατ' ἐξαίρετον τὸ

κοινὸν τῆς ἐνεργείας ἐξιδιωσαμένη τῇ κλήσει· παρὰ τὸ καλόν γὰρ ἢ τὸ


κάλλος τῆς ὀπὸς ὠνόμασται ἡ Καλλιόπη, ὡς τὸ ἐν φωνῇ κάλλος ἔχουσα.
ἔοικε
δὲ μηδεμίαν ἔχειν ὁ ποιητὴς λέξιν ἐπὶ τῶν ἐμμούσων ᾠδῶν καιριωτέραν
τοῦ
καλή. διὸ οὐ μόνον ὄπα καλὴν λέγει, ἀλλὰ καὶ τὴν τοῦ Ἀπόλλωνος
φόρμιγγα
περικαλλῆ ὀνομάζει, ὡς ἄν τις εἴποι καλὴν λίαν· ἐντεῦθεν γὰρ ὁ τοῦ λἐν
τῇ
τοιαύτῃ λέξει διπλασιασμός. κἀκεῖθεν ἐοίκασιν ἀφορμὴν λαβόντες οἱ
μεθ' Ὅμη-
ρον τέλος τοῦ πανηγυρικοῦ τῆς ῥητορικῆς εἴδους τὸ καλὸν εἰπεῖν· δῆλον
δὲ ὅτι
πανηγυρικὸν καὶ ἡ ποίησις. παρασημειοῦνται δὲ οἱ παλαιοί, ὅτι τὸ μὲν
καλόν
ἐκτείνει ἀεὶ παρὰ τῷ ποιητῇ τὸ δίχρονον, τὸ δὲ κακόν ἐν συστολῇ ἔχει
τὴν
575

ἄρχουσαν. ὅτι δὲ καὶ τὸ καλεῖν συστέλλεταί ποτε, ἀφ' οὗ καὶ τὸ καλὸν


παράγεται,
ἐδήλωσεν ὁ ποιητὴς ἔν τε ἄλλοις καὶ ἐν τῷ «καλέσαντο γὰρ αὐτοί».
[Ἰστέον δὲ
ὅτι κατὰ τὸ «ἐς ἠέλιον καταδύντα» εἴρηται παρ' Εὐριπίδῃ ἐν Ἱππολύτῳ τὸ

εἰς τόδε ἀντὶ τοῦ ἕως τότε. τοιοῦτον δὲ καὶ τὸ ἐς τόδε ὥρας καὶ ἐς τόδε
καιροῦ.
τὸ μέντοι ἔστε ἀντὶ τοῦ ἕως μόνον αὐτὸ καθ' αὑτὸ κείμενον, οἷον παρὰ
Θεοκρίτῳ·
»ἔστε κ' ἀπείπῃς» ἤγουν μέχρις ἂν ἀπαγορεύσῃς, συγκοπὴν ἔπαθεν ἐκ
τοῦ ἕως.
διὸ καὶ δασύνεται.] (v. 607) Ὅτι δέδονται τόποι τινὲς τοῖς πλανήταις, οὓς

οἴκους αὐτῶν καλοῦσιν οἱ νεώτεροι, ἐν οἷς αὐτοὺς ὄντας καὶ


οἰκοδεσποτεῖν
λέγουσιν. Ὁμήρου τοίνυν ἐνταῦθα εἰπόντος, ὅτι ὁ Ἥφαιστος ἑκάστῳ
τῶν θεῶν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 275, line 21

καὶ τὸ ἀλέες ἀντὶ τοῦ ἠθροισμένοι ὁμοῦ, ὅπερ Ὅμηρος ἀολλέες φησί. (v.
93)
Τοῦ δὲ ἰλαδόν χρῆσις καὶ παρὰ Ἡσιόδῳ. πρωτότυπον δὲ αὐτοῦ ἡ ἴλη, ὃ
σημαίνει
τὴν τάξιν. καὶ πάλαι μὲν καὶ ἡ ἴλη καὶ τὸ ἰλαδόν διὰ τῆς ειδιφθόγγου εἶχε
τὴν
ἄρχουσαν, ὡς ἀπὸ τοῦ εἰλῶ, τὸ συστρέφω, ἐξ οὗ τότε καὶ τὸ πέδειλον.
ὕστερον
δὲ οὐχ' οὕτως, ἀλλ' ἐν τῷ ιαὐτοῖς ἡ γραφή. Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι διχῇ
χρωμένου τοῦ ποιητοῦ ταῖς παραβολαῖς, ταῖς μὲν δι' ὀλίγου καὶ πάνυ
στενῶς,
ταῖς δὲ εἰς πλάτος, ὡς προείπομεν· πρώτη μὲν αὐτῷ βραχυτάτη παραβολὴ
καὶ
ἀναπόδοτος ἐν τῇ αʹ ῥαψῳδίᾳ ἐστὶ τὸ «ἠΰτ' ὀμίχλη», πλατεῖα δὲ πρώτη
αὕτη
ἐνταῦθα ἐκ τῶν μελισσῶν ληφθεῖσα, ζῴου συγγενοῦς τῇ ποιήσει, ὥς
φασιν οἱ
παλαιοί, διά τε τὸν μόχθον τὸν ἐπὶ τῇ ἐργασίᾳ καὶ διὰ τὴν τοῦ ἔργου
γλυκύτητα
καὶ τὸ τοῦ κηρίου εὐσύνθετον. ὧν πάντων μετέχει καὶ ἡ ποίησις πόνῳ τε
προϊοῦσα – οὐδὲν γὰρ τῶν καλῶν πόνου χωρίς – ἔχουσα δὲ καὶ
576

γλυκύτητα
οὐκ ὀλίγην, ἐναγλαϊζομένη δὲ καὶ τῇ τοῦ μέτρου εὐσυνθεσίᾳ. (v. 92) [Ἐν
τούτοις δὲ τὸ ἔστιχον ἐστιχόωντό φησιν Ὅμηρος ὡς ἀπὸ ἐνεστῶτος τοῦ
στιχῶ.
ὡς γὰρ στείβω, οὗ δεύτερος ἀόριστος ἔστιβον καὶ μέλλων δεύτερος
στιβῶ, ἀφ'
οὗ ἐξ ἀναδρομῆς τῆς εἰς θέμα ἐνεστὼς ὁ στιβῶ· οὕτω καὶ ἐκ τοῦ στείχω,
ἔστιχον, στιχῶ, θεματικὸς ἐνεστὼς συζυγίας δευτέρας τῶν περισπωμένων

στιχῶ, ἐξ οὗ τὸ ἐστιχῶντο. τὸ μέντοι στιβῶ στιβήσω οὐ φαίνεται οἵας


συζυγίας
ἐστίν. Ὅτι τὸ «ἠϊόνος προπάροιθε βαθείης ἐστιχόωντο» ἀγχιβαθῆ εἶναι
δηλοῖ  
τὸν τοῦ ναυστάθμου αἰγιαλόν. ὅτι δὲ ᾘών δισυλλάβως καὶ τόπος ἐστὶ
Στρυμό-
νιος καὶ Ἠϊών τρισυλλάβως πόλις ἐν Χερονήσῳ παρὰ Θουκυδίδῃ καὶ
ἄλλη

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 530, line 36

νονται. (v. 763) Ἀξιοῖ δὲ λόγου τοὺς ἀρίστους τῶν ἵππων, φιλῶν καὶ
αὐτούς,
καθὰ καὶ τοὺς ἀριστεῖς, καὶ καθάπερ τὰ ἐν ὅπλοις διαφέροντα πολλαχοῦ
ἐν λόγῳ
τίθεται, οἷον Ἀγαμέμνονος θώρακα, σάκος Αἴαντος, ἑτέρου τινὸς κυνέην

ἄλλο τι,  – τὴν γὰρ Ἀχιλλέως πανοπλίαν τί χρὴ καὶ λέγειν; τὸ τῆς Ἰλιάδος
δαιδάλεον ἔργον – οὕτω καὶ τοὺς κρείττους τῶν ἵππων οἷά τι καὶ αὐτοὺς
ὅπλον φυλοκρινεῖ. εἰ γὰρ λόγου ἄξιος πέλεκυς τομὸς ὀφέλλων ἀνδρὸς
ἐρωήν, πῶς
οὐκ ἂν λόγοις μέλοιτο ἵππος στρατιωτικός, οὐ μόνον ὀχῶν τὸν ἐπιβάτην,
ἀλλὰ
μονονουχὶ καὶ συνεργαζόμενος τὰς ἀριστείας αὐτῷ; Καλῶς οὖν Πέρσαι
κρίναντες οὐδεμίαν ὁδὸν ἤνυον πεζῇ, ἀλλ' ἐφ' ἵππων. οἱ δ' αὐτοὶ καὶ ἱερὸν
Ἡλίῳ
τὸν ἵππον νομίσαντες ἔθυον ἵππον ἐκείνῳ, τῷ ταχυτάτῳ, φασί, τὸ ἐν
ζῴοις τάχι-
στον. Ἡ δὲ ποίησις οὐκ ὤκνησε τὸν Ποσειδῶνα τῷ ἐκεῖθεν ἐπιθέτῳ
σεμνῦναι·  
ἵππιος γάρ· καὶ κυριωνυμίαι δὲ μυρίαι φιλοῦσιν ἐκεῖθεν ἐλλάμπεσθαι,
οἷον ἡ
περιᾳδομένη Ἱπποδάμεια, ὁ Ἱπποκόων, ὁ Μακεδὼν Φίλιππος, ὁ σοφὸς
577

Ἱππαρχός, ὁ Ἱππίας, οὗ ὁ Πεισίστρατος, καὶ λοιπαὶ στίχες ὀνομάτων


σεμνῶν
ἵπποις, ὡς ἂν εἴπῃ τις, ἔποχοι. καὶ τῶν πολεμικῶν δὲ ταγμάτων τὸ ἐξέχον
οἱ
ἱππόται ἦσαν. καὶ ταῦτα μὲν μέχρι τοσούτου, ἵνα μὴ ὁ πλείων περὶ τῶν
ἵππων
λόγος τῆς ἐν σκοπῷ τροχιᾶς τὴν γραφὴν ἀπαγάγῃ. Σημείωσαι δέ, ὅτι
Μούσας
ἐν τῇ καταρχῇ τῆς Βοιωτίας ἐρωτήσας, ἐνταῦθα δὲ Μοῦσαν, οὐκέτι καὶ
ἐν τῷ
Τρωϊκῷ Καταλόγῳ τοιοῦτόν τι ποιήσει, οὐδὲ ἀξιώσει κατὰ τοὺς παλαιοὺς

Μοῦσαν ἐπὶ Τρώων καλεῖν. αἴτιον δὲ ὅτι Ἕλληνες μέν, φασίν, ἐφάμιλλοι,

Ἕκτωρ δὲ ἄριστος. τουτέστιν οἱ μὲν Ἕλληνες πάντες μεγάλοι καὶ [ἴσοι ἢ]

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 601, line 20

φάτο.] (v. 45) Ἰστέον δὲ καί, ὅτι ἐπὶ εὐειδοῦς ἄφρονος καλὸν εἰπεῖν τὸ
«καλὸν
εἶδος, ἀλλ' οὐκ ἔστι βίη φρεσὶν οὐδέ τις ἀλκή». βίαν δὲ φρενῶν τὴν
φρόνησιν
λέγει. ὅτε μέντοι συνθέτως ἐκ φρενῶν καὶ ἀλκῆς ὁ ἀλκίφρων ῥηθείη, τότε
συντο-
μίας λόγῳ ἡ λέξις τὸν καὶ ἀνδρεῖον καὶ φρόνιμον ὑποδηλοῖ. ἐνταῦθα δὲ
σημειω-
τέον καί, ὅτι πᾶν σωματικὸν πλεονέκτημα δίχα ψυχικῆς ἀρετῆς ἀχρεῖόν
ἐστι.
τί οὖν ὄφελος Ἀλεξάνδρῳ, εἴπερ εἶδος ἄριστος ὢν καὶ καλὸν εἶδος ἔχων
καὶ
κόμην – Ἀφροδίτης δὴ ταῦτα δῶρα διὰ τὸ ἐν αὐτοῖς ἐπαφρόδιτον –
ἀχρεῖος
τἆλλά ἐστιν, οὔτε βίην ἔχων φρεσὶν οὔτε ἀλκήν; Βελλεροφόντῃ μέντοι,
κατ'
ἄμφω καλῷ ὄντι, οὐκ Ἀφροδίτη ἀλλὰ θεοὶ κάλλος καὶ ἠνορέην ἔδωκαν,
ὡς ἐρεῖ
ὁ ποιητὴς ἐν τοῖς ἑξῆς. (v. 54) Καὶ κίθαρις δέ, ἡ μὲν τοῦ Πάριδος
μωμητή, ἡ
δὲ τοῦ Ἀχιλλέως ἐπαινετὴ ἀείδουσα κλέα ἀνδρῶν, ὡς καὶ ἡ Ὁμήρου
ποίησις.
καὶ αὐτὴ γὰρ ἀνδρῶν ἀείδει κλέα. κίθαρις δὲ γίνεται μὲν παρὰ τὸ κινεῖν ἢ
578

κεύθειν ἔρωτας κατὰ τοὺς παλαιούς. Κυθερείας γὰρ ὑπόκειται εἶναι


δῶρον ὡς
ἀφροδίσιον, παρωνόμασται δὲ ἐκ τοῦ κιθάρα, καὶ ἔστιν ἴσως Αἰολικόν.
διὸ καὶ
προπαροξύνεται κατὰ τὸ ἑορτή ἔροτις. τοιοῦτόν τι καὶ τὸ αὐλή αὖλις, ἔτι
δὲ καὶ
τὸ χαρά χάρις. [Ὅτι δὲ τὸ σπουδαίως κιθαρίζειν ἐφιλεῖτο τοῖς παλαιοῖς,
δηλοῦσι
μυρίοι καὶ τῶν μεθ' Ὅμηρον, μαρτυρεῖ δὲ καὶ ἡ κωμικὴ ποίησις, ἔτι δὲ
καὶ ἡ
τραγική, ἐν ᾗ προλάμπων Σοφοκλῆς περιᾴδεται οὐ μόνον δεινὸς εἶναι
σφαιρίσαι,
ὡς ἡ κατ' αὐτὸν ἐδήλωσε δραματικὴ Ναυσικάα, καθὰ καὶ ἐν τοῖς εἰς τὴν
Ὀδύσσειαν δηλοῦται, ἀλλὰ καὶ κιθαρίζειν ἄκρος, οὕτω δὲ καὶ ὀρχεῖσθαι
καὶ   χορεύειν.] Ἰστέον δέ, ὅτι τινὲς μὴ εὑρόντες Ἀλέξανδρον παρὰ τῷ
ποιητῇ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 601, line 26

κόμην – Ἀφροδίτης δὴ ταῦτα δῶρα διὰ τὸ ἐν αὐτοῖς ἐπαφρόδιτον –


ἀχρεῖος
τἆλλά ἐστιν, οὔτε βίην ἔχων φρεσὶν οὔτε ἀλκήν; Βελλεροφόντῃ μέντοι,
κατ'
ἄμφω καλῷ ὄντι, οὐκ Ἀφροδίτη ἀλλὰ θεοὶ κάλλος καὶ ἠνορέην ἔδωκαν,
ὡς ἐρεῖ
ὁ ποιητὴς ἐν τοῖς ἑξῆς. (v. 54) Καὶ κίθαρις δέ, ἡ μὲν τοῦ Πάριδος
μωμητή, ἡ
δὲ τοῦ Ἀχιλλέως ἐπαινετὴ ἀείδουσα κλέα ἀνδρῶν, ὡς καὶ ἡ Ὁμήρου
ποίησις.
καὶ αὐτὴ γὰρ ἀνδρῶν ἀείδει κλέα. κίθαρις δὲ γίνεται μὲν παρὰ τὸ κινεῖν ἢ

κεύθειν ἔρωτας κατὰ τοὺς παλαιούς. Κυθερείας γὰρ ὑπόκειται εἶναι


δῶρον ὡς
ἀφροδίσιον, παρωνόμασται δὲ ἐκ τοῦ κιθάρα, καὶ ἔστιν ἴσως Αἰολικόν.
διὸ καὶ
προπαροξύνεται κατὰ τὸ ἑορτή ἔροτις. τοιοῦτόν τι καὶ τὸ αὐλή αὖλις, ἔτι
δὲ καὶ
τὸ χαρά χάρις. [Ὅτι δὲ τὸ σπουδαίως κιθαρίζειν ἐφιλεῖτο τοῖς παλαιοῖς,
δηλοῦσι
μυρίοι καὶ τῶν μεθ' Ὅμηρον, μαρτυρεῖ δὲ καὶ ἡ κωμικὴ ποίησις, ἔτι δὲ
καὶ ἡ
τραγική, ἐν ᾗ προλάμπων Σοφοκλῆς περιᾴδεται οὐ μόνον δεινὸς εἶναι
579

σφαιρίσαι,
ὡς ἡ κατ' αὐτὸν ἐδήλωσε δραματικὴ Ναυσικάα, καθὰ καὶ ἐν τοῖς εἰς τὴν
Ὀδύσσειαν δηλοῦται, ἀλλὰ καὶ κιθαρίζειν ἄκρος, οὕτω δὲ καὶ ὀρχεῖσθαι
καὶ  
χορεύειν.] Ἰστέον δέ, ὅτι τινὲς μὴ εὑρόντες Ἀλέξανδρον παρὰ τῷ ποιητῇ
κιθαρίζοντα μεταγράφουσι κίδαρις ἀντὶ τοῦ κίθαρις· ἔστι δὲ πίλου γένος

κίδαρις, ἅπαξ, φασί, ῥηθεῖσα ἐνταῦθα τῷ ποιητῇ, λέγοντες καὶ ἄλλα εἶναι
ἅπαξ
λεγόμενα παρ' Ὁμήρῳ τε καὶ ἄλλοις. Ὀππιανὸς οὖν λατύσσεσθαι
πτερυγίοις
ἰχθύας φησὶ καὶ ἔλαφον πτώσσειν ἠλέματον. Αἰσχύλος δὲ ὀβρίκαλά φησι
τοὺς
λεοντιδεῖς καὶ βαλῆνα τὸν βασιλέα ἐν τῷ «βαλὴν ἀρχαῖος βαλήν».
[γλώσσης δὲ τοῦτο, ἐξ οὗ καὶ ὄρος Βαλιναῖον, ὅ ἐστι βασιλικὸν παρὰ
Πλουτάρχῳ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 633, line 16

τοῦ μὲν χρῆσις παρὰ τῷ Δειπνοσοφιστῇ ἐν τῷ «Εὐρύβατε κνισσολοιχέ,


οὐκ
ἔσθ' ὅπως οὐκ ὀλβιογάστωρ εἶ σύ». τοῦ δὲ ἐν τῷ «γάστρων καὶ
κοιλιόδαιμον,
οὐδὲν ἄλλο σὺ οἶσθα, οὐ λόγους διεξοδικοὺς εἰπεῖν, οὐχ' ἱστορίας
μνησθῆναι».
Ἔτι ἰστέον καί, ὅτι τὸ ὀλβιόδαιμον] προπαροξύνεται κανόνι τοιούτῳ· τὰ
εἰς
ωνβαρύτονα μακρᾷ παραληγόμενα ἔχοντα κλητικὴν εἰς
ονπροπερισπῶνται
ἁπλᾶ ὄντα, οἷον· ὦ Μαχᾶον, ὦ Ἀρετᾶον, ὦ Ἱκετᾶον. σύνθετα δὲ ὄντα
ἀναδίδωσι
τὸν τόνον, κυλλοπόδιον, Ποσείδαον, ὀλβιόδαιμον. Ὄλβιος δέ ἐστιν ὁ τὸν
ὅλον
βίον, ἤτοι τὸν τῆς ζωῆς πάντα χρόνον, ἐν εὐδαιμονίᾳ διάγων. τινὲς δὲ
ὄλβιόν
φασι κυρίως τὸν ἀπὸ γεωργίας πλούσιον, οὗ ἐν ὀλαῖς ἤτοι κριθαῖς ὁ βίος,
ἃς καὶ οὐλὰς ἡ ποίησις λέγει, ἐξ ὧν ὡς ἀπὸ μέρους τὰ ἐκ γῆς δηλοῦται
ἀγαθά.
[αἱ δὲ ῥηθεῖσαι ὁλαὶ καὶ τὸν ὅλμον ἴσως παράγουσιν, ἐν ᾧ δηλαδὴ αἱ
τοιαῦται
ὁλαὶ μειοῦνται εἰς πτισσάνης σκευήν.] (v. 184) Ὅτι ἀμπελόεσσαν τὴν
Φρυ-
580

γίαν καλεῖ, τοιαύτην, ὡς εἰκός, οὖσαν κατὰ τὸ ἀμπέλων εὐφορεῖν. (v.


186) Καὶ
ὅτι Ὀτρεὺς ὁ Δύμαντος καὶ Μυγδὼν ὁ Ἄκμονος Φρυγίας βασιλεῖς
ἐπικουροῦν-
τός ποτε Πριάμου τὸν πρὸς Ἀμαζόνας ἐξήγαγον πόλεμον στρατευσάμενοι

παρὰ Σαγγαρίῳ. (v. 184 – 90) Φησὶ γοῦν ὁ ποιητικὸς Πρίαμος οὕτω·
«ἤδη καὶ
Φρυγίην εἰσήλυθον ἀμπελόεσσαν, ἔνθ' εἶδον πλείστους Φρύγας ἀνέρας
αἰολο-
πώλους, λαοὺς Ὀτρῆος καὶ Μυγδόνος ἀντιθέοιο, οἵ ῥα τότ' ἐστρατόωντο
παρ'
ὄχθας Σαγγαρίοιο· καὶ γὰρ ἐγὼν ἐπίκουρος ἐὼν μετὰ τοῖσιν ἐλέχθην»,
ἤγουν
ἐν αὐτοῖς ἠριθμήθην, «ἤματι τῷ, ὅτε τ' ἦλθον Ἀμαζόνες ἀντιάνειραι.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 643, line 8

μαχητής» παρὰ καὶ καλὸν κακῷ θέμενος καὶ οἱονεὶ λέγων, ὡς τοῦ
μεγέθους
μὲν εἶχε σμικροπρεπῶς, ὑψοῦτο δὲ οἷς ἠνδραγαθίζετο. (v. 227) Τὸ δὲ
ἔξοχος
κεφαλὴν καὶ ὤμους, καθὰ καὶ τὸ πελώριος, διασαφητικά εἰσι τοῦ μέγας.  

Ἰστέον δὲ καί, ὅτι ἐν τοῖς ῥηθεῖσι κατὰ σχῆμα ἐπιμονῆς ἡ Ἑλένη


ἐπαναφορικῶς
τῇ αὐτῇ χρᾶται πτώσει ἐν τῷ οὗτός γ' Ἀτρείδης, οὗτος δ' αὖ Λαερτιάδης,
οὗτος δ' Αἴας ἐστὶ πελώριος. (v. 228) Καὶ ὅτι τανύπεπλον τὴν Ἑλένην
λέγει
οὐ μόνον ὡς τανύουσαν Ῥωμαϊκῶς καὶ ἐπισύρουσαν κάτω τὸν πέπλον, ὅς
ἐστιν
ἐνταῦθα γυναικεῖον ἱμάτιον, ἀλλὰ καὶ ὡς εὔσαρκον καὶ οὐκ ἰσχνήν, ἀλλὰ
τείνουσαν καὶ ἐξαπλοῦσαν καὶ ἐμπιπλῶσαν τὸν πέπλον τῷ εὖ
διεστηκέναι
αὐτῇ τὴν φυὴν τοῦ σώματος. ὅτι δὲ κατὰ τὴν ἀνωτέρω ἑρμηνείαν τῆς
τανυπέπλου
πεπύκνωται καὶ Ῥωμαϊκοῖς ἔθεσιν ἡ Ὁμηρικὴ ποίησις, ἐν Ὀδυσσείᾳ
δεδήλωται.
(v. 230) Ὅτι καὶ ἐνταῦθα συντομωτάτη παραβολὴ ἐν τῷ «Ἰδομενεὺς δ'
ἑτέρω-
θεν ἔστηκε θεὸς ὥς», οὐδὲ γὰρ ἐχρῆν αὐτὴν πλατῦναι σωματικῶς.
Σημείωσαι
581

δέ, ὅτι περὶ μὲν τῶν ἄλλων ἡ Ἑλένη ἐρωτηθεῖσα εἶπε, περὶ δὲ τοῦ
Ἰδομενέως
οὐχ' οὕτως, ἀλλὰ μόνη ἀφ' ἑαυτῆς. καὶ ὅρα τὴν Ὁμηρικὴν καὶ ἐν τούτοις
ποικιλίαν. περὶ γὰρ τοῦ βασιλέως Πρίαμος μὲν ἐρωτᾷ, Ἑλένη δὲ λαλεῖ,
εἶτ'
αὖθις αὐτὸς ὁ Πρίαμος ἔπαινον ἐκείνου λέγει, περὶ δὲ Ὀδυσσέως
πυνθάνεται
μὲν ὁμοίως ὁ Πρίαμος καὶ ἡ Ἑλένη ἀποκρίνεται, ὁ δὲ Ἀντήνωρ λαλεῖ
πρὸς
ἔπαινον, περὶ δὲ Μενελάου μηδενὸς ἐρωτήσαντος παραρριπτεῖ ὁ
Ἀντήνωρ ὡς
εὖ εἰδὼς τὰ περὶ μεγέθους καὶ φυῆς καὶ λογιότητος, περὶ δὲ τοῦ Αἴαντος
ἐρωτήσας καὶ μαθὼν ὁ Πρίαμος οὐδὲν οὐδ' ὅλως λέγει δι' αὐτόν, τὸν δ'

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 701, line 25

καὶ ἐν τῷ «Ἀσίῳ ἐν λειμῶνι». (v. 49) Τὴν δὲ κνίσσαν πολλὰ τῶν ἀκριβῶν

ἀντιγράφων δι' ἑνὸς σγράφουσιν ἐκτάσει τῆς παραληγούσης καὶ


ἀρέσκεται
οὕτω καὶ Ἡρωδιανός, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ δηλοῦται πλατύτερον. Τὸ δέ «τὸ
γὰρ
λάχομεν γέρας ἡμεῖς» σχῆμά ἐστιν Ὁμήρῳ σύνηθες, ὡς δηλοῖ σὺν ἄλλοις
καὶ
τὸ «τὸ γὰρ γέρας ἐστὶ γερόντων» καὶ «τὸ γὰρ γέρας ἐστὶ θανόντων».
δικαιοσύνης
δὲ καὶ τῆς κατ' αὐτὴν ἰσότητος δηλωτικὸν τὸ ἐλάχομεν, ὡς πολλαχοῦ
φαίνεται.
(v. 54) Τὸ δέ «πρόσθεν ἵσταμαι» ὅμοιόν ἐστι τῷ προΐσταμαι. δῆλον γάρ,
ὡς ὁ
πρόσθεν τινὸς ἱστάμενος προΐσταται ἐκείνου. (v. 55) Τὸ δὲ φθονεῖν
ταὐτὸν μὲν
κατὰ πολυωνυμίαν τῷ μεγαίρειν, σαφέστερον δὲ ἐκείνου. διὸ δὶς ἐνταῦθα
τῇ
τοιαύτῃ λέξει ὁ Ζεὺς ἐχρήσατο. ἔστι δὲ νῦν φθονεῖν τὸ μέμφεσθαι καὶ
ἐμποδίζειν,
ὡς καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ. Ὅτι δὲ καὶ ἄλλως ἡ ποίησις καὶ οἱ ποιητικώτεροι
τῶν
Ἱστορικῶν φθονερὸν τὸ θεῖόν φασι φῦλον, δηλοῖ καὶ Ἡρόδοτος, ὃ καὶ
ἀλλαχοῦ
παρασεσημείωται. Ὅρα δὲ καί, ὅτι τὸ μεγαίρειν ἑρμηνεύων ἐπήγαγεν· «εἴ
582

περ γὰρ φθονέω» καὶ ἑξῆς. Ἰστέον δὲ καί, ὅτι ὁ μὴ δυνάμενος μὲν
ἀντιστῆναί  
τινι δυνατῷ ἐμποδίζοντι, δυσωπῶν δὲ τυχεῖν οὗ θέλει, εὐκαίρως ἂν
παρῳδήσας
εἴποι τὸ «οὔ τοι ἐγὼ πρόσθεν ἵσταμαι οὐδὲ μεγαίρω· εἴπερ γὰρ φθονέω,
οὐκ
ἀνύω φθονέων, ἐπεὶ πολὺ φέρτερός ἐσσι· ἀλλὰ χρὴ καὶ ἐμὸν θεῖναι λόγον

πόνον οὐκ ἀτέλεστον· καὶ γὰρ ἐγὼ τοιόσδε εἰμί». (v. 58 – 61) Ὅτι ἀξιοῖ
Ἥρα τιμᾶσθαι [οὐ μόνον, ἐπειδὴ θεός ἐστιν, ἀλλὰ καὶ] διὰ τὸ τοῦ αὐτοῦ
εἶναι
γένους τῷ Διΐ, λέγουσα οὕτω· «γένος δέ μοι ἔνθεν ὅθεν σοί· καί με
πρεσβυ-
τάτην», ὅ ἐστι τιμιωτάτην, «τέκετο Κρόνος ἀγκυλομήτης, ἀμφότερον

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 716, line 12

κλητικὴν δηλαδὴ πτῶσιν, τὸν μὲν ἀκροατὴν ἀφείς, τρέψας δὲ τὸν λόγον
πρὸς τὸν
τῆς ἱστορίας Μενέλαον ἐν τῷ «οὐδὲ σέθεν, Μενέλαε, θεοὶ μάκαρες
λελάθοντο».
γίνονται δὲ παρ' Ὁμήρῳ αἱ ἀποστροφαὶ πρὸς ἀξιόλογα πρόσωπα, οἷον ἐν
Ὀδυσσείᾳ μὲν ἅπαξ πρὸς τὸν εὐνούστατον τῷ δεσπότῃ Εὔμαιον, ἐν
Ἰλιάδι δὲ
διαφόρως πρός τινας οἵους ἀξίους εἶναι καλεῖσθαι προσφωνητικῶς καὶ
τυγχάνειν
ἐπιστροφῆς. οὐ γὰρ δήπου καὶ πρὸς τὰ τυχόντα τῶν προσώπων
ἀποστρέφειν
τὸν λόγον δέον ἤγηται ὁ σεμνότατος ποιητής, ὡς πολλαχοῦ φανήσεται.
Τὸ δὲ
λελάθοντο Ἰωνικῶς ἀναδεδιπλασίασται. (v. 128) Ὅτι ἀγελείη Ἀθηνᾶ οὐκ
ἂν
ἀπὸ τοῦ τὰ ἄγη ἐλαύνειν εἴη ἄν, ἵνα μὴ δασυνθῇ οὕτως ἡ ἄρχουσα.
εἴρηται δὲ
μᾶλλον ἢ ἀπὸ τοῦ λείαν ἄγειν – ληῗτις γάρ ἐστιν – ἢ παρὰ τὸ λεὼν ἄγειν
ἤτοι λαόν, ὡς ἡγεμονική, ἀφ' ἧς ἐννοίας καὶ τὸν στρατηγὸν λαγέταν ἡ
ποίησις
ἔφη. ἐκεῖθεν δὲ καὶ τὰ κύρια, ὁ Ἀγησίλαος καὶ ὁ Ὁμηρικὸς Ἀγέλαος. (v.
129 – 31) Ὅτι ἡ Ἀθηνᾶ πρόσθε στᾶσα Μενελάου βέλος ἐχεπευκὲς ἄμυνε
καὶ
τόσον ἔεργεν ἀπὸ χροός, ὡς ὅτε μήτηρ παιδὸς ἐέργει μυῖαν, ὅθ' ἡδέϊ
λέξεται
583

ὕπνῳ, ἤγουν ὅτε εἰς ὕπνον ἡδὺν ἐκεῖνος κατενεχθῇ. καὶ ὅρα, ὅπως
περιῆλθε τοὺς Τρῶας ἡ Ἀθηνᾶ δεξιώτατα, τὸν μὲν Πάνδαρον κατὰ
Μενελάου
ἐρεθίσασα ἐπὶ βλάβῃ τῶν ὅρκων, φυλάξασα δὲ τὸν Μενέλαον. κατὰ γὰρ
τὴν
τραγῳδίαν τὸ κακὸν δοκεῖ ποτ' ἐσθλὸν εἶναι τῷδε, ὅτῳ θεὸς φρένας ἄγει
πρὸς
ἄτην. ὃ καὶ Πάνδαρος ἔπαθε. διὰ δὲ τῆς κατὰ τὴν μυῖαν παραβολῆς τὸ
παρά-
μονόν τε τῆς φυλακῆς τῆς Ἀθηνᾶς ἐδήλωσεν ὁ ποιητὴς δεικνύς, ὅτι καὶ
αὐτὴ
τῷ Μενελάῳ παρμέμβλωκε καὶ τὴν τοῦ Πανδάρου βολὴν ἐξηυτέλισε,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 738, line 16

ἥρωας δημηγορία τῷ βασιλεῖ πολυσχημάτιστος. οὐχ' ἧττον δὲ ταύτης


πολυσχή-
μων καὶ ἡ τῶν ἡρώων πρὸς αὐτὸν ἀμοιβή. καὶ αὐτὴ γὰρ πολυειδὴς καὶ ὡς

δυνατὸν ἀσυνέμπτωτος. Ἰδομενεὺς μὲν γὰρ ἀγαθὸς ἑταῖρος ἔσεσθαι


ὑπισχνεῖται,
ὡς τὸ πρῶτον ὑπέστη καὶ κατένευσε, κατηγορεῖ δὲ καὶ τῶν Τρώων, ὡς
συγχεάν-
των τὰ ὅρκια. οἱ δὲ Αἴαντες οὐδέν τι ὅλως λαλοῦσι. Νέστωρ δὲ εὔχεται
καὶ
αὐτός, ὅσα καὶ ὁ βασιλεύς, καί τινα ἱστορίαν λαλεῖ καὶ ὑπισχνεῖται
πονήσειν τὰ
δυνατά. Ὀδυσσεὺς δὲ ἀντιτραχύνεται αὐτὸς ἠρέμα πρὸς τὸν βασιλέα τοῦ
Ἀττικοῦ Μενεσθέως εἰς τὸ πᾶν σιωπῶντος. Διομήδους δὲ αἰδεσθέντος
τὸν
βασιλέα καὶ διὰ τοῦτο σιγήσαντος, ὁ μηδενὸς λόγου ἀξιωθεὶς Σθένελος
ἀμείβεται
μὲν αὐστηρότερον, ἐπιστομίζεται δὲ ὑπὸ τοῦ Διομήδους. οὕτω
πολυδαίδαλον
καλὸν ἡ Ὁμηρικὴ ποίησις καὶ ὑπὲρ τὸν ὑμνούμενον κεστόν. (v. 233)
Ἰστέον
δέ, ὅτι τὸ «θαρσύνεσκεν ἐπέεσσι» πρὸς διαστολὴν κεῖται τοῦ δώροις
θαρσύνειν.
Τὸ δέ «μήπω τι» ἀργὴν ἔχει τὴν παραπλήρωσιν. ἔστι γὰρ ἀντὶ τοῦ μή τι
περιττοῦ κειμένου τοῦ πω. παρὰ δέ γε τοῖς ὕστερον χρονικὴν σημασίαν
ἔχει
τὸ μήπω, καθὰ καὶ τὸ οὔπω. παρέλκει δὲ ὁμοίως καὶ τὸ τι, καθὰ καὶ ἐν τῷ
584

οὔτι. ὅλον γὰρ τὸ «μήπω τι μεθίετε» ταὐτόν ἐστι τῷ «μὴ ἀμελεῖτε». (v.
235)
Τὸ δέ «οὐκ ἐπὶ ψευδέσσι πατὴρ ἔσσεται ἀρωγός» οἱ μὲν παροξύνουσιν,
ἵνα
λέγῃ, ὅτι οὐκ ἔσται βοηθὸς ὁ πατὴρ τοῖς ψεύσταις Τρωσίν, οἱ δὲ
προπαροξύνουσι
κατὰ γένος οὐδέτερον νοοῦντες, ὅτι οὐ ψεύσεται τὴν βοήθειαν. πατὴρ δὲ
καὶ νῦν
κατ' ἐξοχὴν ὁ Ζεύς. τὸ δὲ πληρέστερον «πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε», ὡς
καὶ
τοῦτο προείρηται. (v. 237) Τέρενα δὲ χρόα τὴν ὅλην σάρκα λέγει ὡς ἐκ
μέρους

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 788, line 24

(v. 454) καὶ ὅτι κρουνοὶ αἱ τῶν χειμάρρων ἀρχαί, ὥσπερ πηγαὶ αἱ τῶν
ἀεννάων,
καὶ ὅτι χαράδρα κυρίως ἐπὶ χειμάρρου, ὃς ῥέων χαράττει δραστηρίως τὴν
γῆν,
ἐπὶ δὲ ἀεννάου ἴσως οὐ πάνυ κυριολεκτηθήσεται, καὶ ὅτι μυριαχοῦ ὁ
ποιητὴς
εἰωθὼς περιττά τινα πολυμαθίας χάριν ἐμβάλλειν ταῖς παραβολαῖς, τοῦτο
καὶ
ἐνταῦθα πεποίηκεν (v. 455) εἰπών, ὅτι τῶν χειμάρρων τηλόσε δοῦπον
ἔκλυε
ποιμήν. τοῦτο γὰρ περιττῶς οὕτω παρέρριπται εἰς οὐδὲν ἄλλο χρήσιμον
ὂν τῇ
παραβολῇ ἀλλ' ἢ μόνον εἰς τὸ διδάξαι, ὡς τὰ τοιαῦτα τοῖς ποιμέσι
μάλιστά εἰσι
γνώριμα, οὐ τοῖς ἀστικοῖς. τῷ δὲ τοῦ ποιμένος νῦν ὀνόματι ἔστι καὶ τὸν
αἰπόλον
συννοεῖν, εἰ μὴ ἄρα τις εἴποι, ὅτι ποιμένων μὲν τὰ κοῖλα, αἰπόλων δὲ τὰ
ὑψηλά. συνεισάγεται δὲ καὶ συφορβός, εἴγε χείμαρρος καὶ αὐτόν ποτε
παρασύ-
ρων φθείρει, ὡς ἀλλαχοῦ ἐρεῖ ἡ ποίησις. (v. 456) Ἐν δὲ τῷ «ἰαχή τε
φόβος τε»
δοκεῖ παρέλκειν ἡ προσθήκη τοῦ φόβου, ὅ ἐστι τῆς φυγῆς. ἡ γὰρ
παραβολὴ πρὸς
μόνην τὴν ἰαχήν, οὐ μὴν καὶ πρὸς τὴν φυγὴν τοῦ λαοῦ, εἰ μὴ ἄρα καὶ ὁ
φόβος
πρὸς ἔνδειξιν κεῖται τῆς κατ' αὐτὸν ἰαχῆς. (v. 457) Ὅτι Ἀντίλοχος, ὁ τοῦ
τακτικωτάτου Νέστορος υἱός, εἰ καὶ νεώτατός ἐστιν, ἀλλὰ βαλὼν πρῶτος
585

Τρώων ἕλεν ἄνδρα κορυστήν, ἀπ' ἐλάσσονος ἀρξαμένου τοῦ ποιητοῦ,


ὁποῖα τὰ τῆς τύχης, ὃς καὶ τῆς μεγάλης μάχης τῆς καθ' ὁμίλους τὸ
ἔλαττον,
ἤγουν τὴν μονομαχίαν, προέταξε. καὶ ἄλλως δὲ τοῦτο μάχης ἴδιον, τὸ
ὀλίγην τὰ
πρῶτα κορύσσεσθαι, ὡς πρὸ ὀλίγου ἐλέγετο. τάχα δὲ καὶ ζηλοῖ ὁ
Ἀντίλοχος
θεατὴν ἔχων πατέρα τὸν εἰπόντα, ὅτι πρῶτος ἐγὼν ἕλον ἄνδρα.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 8, line 13

ἐπιτέλλει ὁ κύων ἡλίῳ, ὅτε ὀλέθρια γίνεται καύματα, οὕτω καὶ Διομήδης,

μικρὸς οὗτος ἀστήρ, τῷ μεγάλῳ Ἀχιλλεῖ ἐπιτέλλει, ἤτοι προανατέλλει


αὐτοῦ.
ὃς μετὰ μικρὸν ἀναλάμψας καὶ τὸν θυμὸν ἐκκαύσας διώξει τοὺς Τρῶας,
ὡς
πῦρ ἀκρίδας, καθά φησιν ἀλλαχοῦ Ὅμηρος ἐν παραβολῇ. (v. 6) Ὠκεανὸς
δὲ
κατὰ μὲν ἀλληγορίαν ἐστὶ κύκλος, διχάζων ἐννοηματικῶς τὴν οὐρανίαν
σφαῖραν
κατὰ ἰσότητα τοῦ τῆς γῆς ἐπιπέδου καὶ τέμνων διχῇ κατ' ἐπίνοιαν αὐτὴν
εἴς
τε τὸ ὑπὲρ γῆν καὶ εἰς τὸ ὑπὸ γῆν ἡμισφαίριον καὶ διὰ τοῦτο ὁρίζων
λεγόμενος.
Ἐκ τοῦ τοιούτου Ὠκεανοῦ, κύκλῳ περιειληφότος τὴν γῆν, οἱ ἀστέρες
ἀνέρχονται
καὶ εἰς αὐτὸν αὖθις δύονται. διὸ καὶ οὕτω καλεῖται ὡς δι' αὐτοῦ τῶν
ἀστέρων
ὠκὺ ἄνω γινομένων ἢ καὶ ὠκέως ἀνυόντων τὰς ἑαυτῶν κινήσεις. Ἡ δὲ
ποίησις
Ὠκεανὸν βούλεται εἶναι ποταμὸν περιρρέοντα κύκλῳ τὴν γῆν. Ἡ δὲ
ἀληθὴς
ἱστορία τὴν ἔξω θάλασσαν Ὠκεανὸν λέγει. διὰ τούτου τοῦ Ὠκεανοῦ οἱ
πολλοὶ
ἀνατέλλειν τοὺς ἀστέρας δοκοῦσιν, ὡς οἷον ἐγγίζοντας ἢ καὶ ψαύοντας
μυθικῶς τοῦ ὕδατος. Διὸ καὶ Ὅμηρος ποιητικώτερον λελοῦσθαι ἐπὶ
Ὠκεανοῦ
ἀστέρα λέγει, ὡς εἴπερ εἶχε τὴν λαμπρότητα διὰ τὸ ἐκεῖ λούσασθαι, καθ'  

ὁμοιότητα τῶν λουτρῷ λαμπρυνομένων σωμάτων. Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι


586

ἐν οἷς
λέγει ὁ ποιητὴς πῦρ ἐκ τοῦ Διομήδους καίεσθαι ἀστέρι ἐναλίγκιον,
δοξάζειν φαίνεται πυρά τινα καὶ τοὺς ἀστέρας εἶναι. Ὅθεν καὶ ἀπὸ τοῦ
αἴθειν ὁ ἀστήρ, ὡς ἐρρέθη, παράγεται. [Διὸ καὶ ὁ ζηλωτὴς Ὁμήρου
Σοφοκλῆς πυρπνόα τὰ ἄστρα δοξάζει,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 120, line 14

Ὅμηρος μὲν ἐκτείνει τὴν ἄρχουσαν τοῦ ἶσος, οἱ δὲ τραγικοὶ


συστέλλουσιν.]
(v. 446) Ὅτι καὶ ἐνταῦθα θηλυκῶς ἡ Πέργαμος παρ' Ὁμήρῳ ἐπὶ τῆς
Τρωϊκῆς
ἀκροπόλεως, ἐν ᾗ καὶ ναὸς Ἀπόλλωνος. Φησὶ γοῦν «Περγάμῳ ἐν ἱερῇ,
ὅθι οἱ
νηός γε τέτυκτο», καὶ μετ' ὀλίγα «Περγάμῳ ἄκρῃ». Μέγας δὲ ἔοικεν εἶναι

ῥηθεὶς ναός. (v. 447 s.) Διό φησιν· ἐν μεγάλῳ ἀδύτῳ κύδαινον, τὸν
Ἀπόλλωνα
δηλαδή, Λητὼ ἡ μήτηρ καὶ Ἄρτεμις ἡ ἀδελφή. Τοῦτο δὲ ῥηθείη ἂν καὶ
ὅταν
ἐν ἀδύτοις ἱεροῖς που γεραίρηταί τις ἀνὴρ ἀρχικός. (v. 449) Ὅτι τὸ τοῦ
Αἰνείου εἴδωλον, ὅπερ ὁ Ἀπόλλων, ἤτοι ὁ ἥλιος, ἔτευξεν, ἐφ' ᾧ μάχονται
Τρῶες καὶ Ἕλληνες, ἡ φαντασία ἐστίν, ἥτις ἐκ τῆς ὑφ' ἡλίῳ ὄψεως καὶ
θέας
Αἰνείου ἐναπέμεινε τοῖς στρατεύμασι, καὶ ἡ τοῦ ἥρωος, ὡς εἰπεῖν,
ἀνειδωλο-
ποίησις, ἣν ἔτι ἐν ἑαυτοῖς φέροντες ὁ στρατὸς ἐκ τοῦ εἰσάπαξ ἐρεθισμοῦ
καὶ
ἀναπολοῦντες εἰς νοῦν ὡς ἐν εἰδωλοποιΐᾳ τὸν κείμενον, συνεκρότουν
βαρὺν ὡς
ἐπὶ παρόντι αὐτῷ δὴ ἀληθῶς τῷ Αἰνείᾳ τὸν πόλεμον, κἂν ἐκεῖνος
ἀνήρπαστο.
Οἱ δὲ παλαιοὶ ἄλλως τὸν μῦθον τοῦτον σεμνολογοῦντές φασι κατὰ
πρῶτον λόγον
εἴδωλον εἶναι τὸν πάντα τοῦτον κόσμον ὡς τύπον τινὰ τοῦ ὄντως ὄντος,
κοσμούμενον μὲν καὶ ὑπὸ ἄλλων θειοτέρων ἐγκοσμίων, μάλιστα δὲ ὑπὸ
τοῦ
ἡλίου. Εἶτα καὶ τὸ τοῦ Αἰνείου τούτου εἴδωλον τοιοῦτόν τι νοοῦσιν, υἱοῦ
μὲν
ὄντος τῆς περικαλλοῦς Ἀφροδίτης, ἀνδρὸς δὲ καλοῦ ἐγχωρίου, καὶ ἀλ-  
ληγοροῦσιν αὐτὸν εἴς τι κάλλος ἐγχώριον, ὅπερ καὶ αὐτὸ ὡς οἷά τι
εἴδωλον
587

τοῦ ἐγκοσμίου κάλλους οἰκείως ἂν ἔχοι πρὸς τὸν Ἀπόλλωνα, ἤτοι τὸν
ἥλιον,
καθὰ καὶ ὁ πᾶς κόσμος, τὸ μέγα τοῦ ὄντος εἴδωλον.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 177, line 22

δα λέγει κατά τινας ὁ ποιητής, ἀλλὰ τὴν Ὑλικὴν προσαγορευομένην, διὰ


τὸ
»ἐν Ὕλῃ ναίεσκε, λίμνῃ Κηφισσίδι κεκλιμένος». Λέγει δὲ καὶ ὅτι οὐ
γραπτέον
Ὕδῃ, ὥς τινες ἔγραψαν. Ὕδη μὲν γὰρ ἐν Λυδίᾳ, ὡς δηλοῖ τὸ «Τμώλῳ
ὑπὸ
νιφόεντι, Ὕδης ἐν πίονι δήμῳ». ἡ δὲ Ὕλη Βοιωτική, ὅπου ὁ Κηφισσός.
διό
φησιν ὁ ποιητής «λίμνῃ Κηφισσίδι· πὰρ δέ οἱ Βοιωτοὶ ἄλλοι». (v. 714 –
8)
Ὅτι συμμαχίας εὐϋπολήπτου φραστικὸν τὸ τῆς Ἥρας πρὸς Ἀθηνᾶν περὶ
Μενελάου, τοιοῦτον ὄν· «ὦ πόποι, ἦ ῥ' ἅλιον», ἤγουν ἆρα δὴ ἢ ὄντως δὴ
μάταιον,
»τὸν μῦθον ὑπέστημεν», ἤγουν ὑπεσχόμεθα, τῷ δεῖνι, «εἰ οὕτω μαίνεσθαι

ἐάσομεν οὖλον Ἄρηα. ἀλλ' ἄγε δὴ καὶ νῶϊ μεδώμεθα θούριδος ἀλκῆς», ὅ
ἐστι· ἀλλ' ἄγε δὴ καὶ ἡμεῖς βουλευσώμεθα περὶ βοηθείας. Ἐξευτελίζει δὲ

ποίησις ἐνταῦθα τὴν Ἕκτορος ἀριστείαν, εἰ δι' Ἄρεος γίνεται, καὶ ἅμα
προ-
κατασκευάζει εὐαφόρμως προεκθέσεως λόγῳ τὸ πληγῆναι μικρὸν ὅσον
τὸν  
Ἄρην, ὃν καὶ προσφυῶς, ὡς καὶ προείρηται, μαίνεσθαί φησιν. (v. 722 –
32)
Ὅτι τὸ τῆς Ἥρας ἅρμα συντιθεὶς Ὅμηρος ἐκ τῶν κάτω καὶ τῶν ὡσανεὶ
ποδῶν τοῦ ἅρματος ἄρχεται. Ἡ τοίνυν Ἥβη πρῶτα μὲν ἀμφὶ τῷ ἅρματι
»θοῶς βάλε καμπύλα κύκλα», ἤτοι τροχούς, «χάλκεα, ὀκτάκνημα» καὶ
ἑξῆς.
Εἶτα ἐπ' ἄκρῳ ῥυμῷ «δῆσε χρύσειον καλὸν ζυγόν, ἐν δὲ λέπαδνα καλὰ
ἔβαλε
χρύσεια, ὑπὸ δὲ ζυγὸν ἤγαγεν Ἥρη ἵππους ὠκύποδας, μεμαυῖα», ἤγουν
ἐπιθυμοῦσα, «ἔριδος καὶ ἀϋτῆς», ἡ καὶ προετοιμάσασα τοὺς τοιούτους ἵπ-
πους. (v. 720 s.) Ἔφη γὰρ «ἣ μὲν ἐποιχομένη χρυσάμπυκας ἔντυεν
ἵππους Ἥρη πρέσβα θυγάτηρ μεγάλοιο Κρόνοιο».
588

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 194, line 15

μονιώδη καὶ τὸ ἐκεῖθεν σύμπτωμα. ἐν δὲ τοῖς τοιούτοις λέγει ὁ αὐτὸς καὶ


ὅτι
τὸ συνεστραμμένον πνεῦμα καὶ καταράσσον ἄνεμον κατάρη λέγουσιν ὁ
Ἀλκαῖος καὶ ἡ Σαπφὼ διὰ τὸ κατωφερῆ ὁρμὴν ἔχειν.] (v. 745) Ὅτι ὄχεα
φλόγεα ὁ Ὁμηρικὸς μῦθος τῇ φωσφόρῳ δίδωσιν Ἀθηνᾷ, τουτέστι
λαμπρά.
Καὶ ὅρα σύντομα πάρισα, ἤτοι ὁμοιοτέλευτα, τὸ ὄχεα φλόγεα. Τοῦτο δὲ
καὶ
διὰ τὸ τοῦ χρυσοῦ εἶπε πυροειδές, ὃ τάχα καὶ τῷ Διομήδει πρὸ μικροῦ
ἐνή-
στραπτε. τοιοῦτον γὰρ τὸ χρύσεον χρῶμα. ὅθεν καὶ Πίνδαρος αἰθομένῳ
πυρὶ
τὸν χρυσὸν εἴκασεν. (v. 745 – 7) Εἰ δὲ καὶ ἔμπρακτος εἴη ἡ Ἀθηνᾶ, τότε
καὶ ἔγχος λαμβάνει «βριθύ, μέγα, στιβαρόν, ᾧ δάμνησι στίχας ἀνδρῶν
ἡρώων,
οἷς ἂν κοτέσσηται». Ταῦτα δὲ χρήσιμα καὶ εἰς ἄνδρα τινὰ βριαρὸν
πολεμιστήν,
κείμενα καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ. [Ὅτι δὲ τὸ λαμβάνειν λάζεσθαι οἶδε λέγειν ἡ
ποίησις,
ἀφ' οὗ παράγωγον τὸ λαζύω λάζυμι, ὡς ζεύγνυμι, καὶ ὅτι ἔγχος οὐ μόνον
δόρυ δηλοῖ, ἀλλά που καὶ ξίφος, ὡς καὶ παρὰ Σοφοκλεῖ, δῆλόν ἐστιν.] (v.
748)  
Ὅτι τὸ «Ἥρη δὲ μάστιγι θοῶς ἐπεμαίετο ἵππους», ποιητικῶς
περιπέφρασται
ἀντὶ τοῦ ἡνιόχει. Ἔστι δὲ ἐπιμαίεσθαι κοινῶς μὲν τὸ ζητεῖν, ὅθεν καὶ ἡ
Μαῖα
καὶ Μαίων τὸ κύριον, ἄλλως δὲ τὸ μεταχειρίζεσθαι καὶ ἅπτεσθαι, ἐπεὶ καὶ

μάσασθαι τὸ ἅψασθαι ἀπὸ τοῦ μῶ, ἐξ οὗ τὸ μαίω παράγεται. Μάστιγι οὖν

ἐπιμαίεσθαι ἵππους ἐστὶ τὸ ὡσεὶ καὶ χειρὶ ἅπτεσθαι, τὸ δέ ἐστι μαστίζειν.


(v. 768) Διὸ ἐπάγει «μάστιξε δ' ἵππους». οὓς καὶ κεντρηνεκέας μετ' ὀλίγα
φησίν, εἰς ταὐτὸν ἄγων τὴν μάστιγα καὶ τὸ κέντρον.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 350, line 8

ὅθεν καὶ ἔναρα τὰ σκῦλα, ὅ ἐστι τὰ λάφυρα. Ἔνθα ὅρα καὶ ὅπως ὁ
Ἀχιλλεὺς
τὴν τοῦ πολεμίου Ἠετίωνος ἀρετὴν ᾐδέσατο τιμήσας ἐκεῖνον μετὰ
θάνατον.
589

Τὸ γὰρ «σεβάσατο» ἀντὶ τοῦ ἐτίμησεν, ἀφ' οὗ καὶ ὁ παρὰ τοῖς ὕστερον
σεβαστός.  
[(v. 419) Τὸ δὲ «σῆμα ἐπιχεῦε» παραφράσας ὁ Σοφοκλῆς τάφον χῶσαι
εἶπεν, ὅ ἐστιν ἀναχωματίσαι. ὅθεν καὶ τὰ ἱστορούμενα πολλαχοῦ
χώματα.]
Αἱ δὲ πτελέαι προσήκουσι νεκρῶν καὶ αὐταὶ μνήμασι διὰ τὸ ἄκαρπον,
καθὰ
καὶ αἱ ἰτέαι καὶ ὅσα ἕτερα δηλοῖ καὶ ἡ Ὀδύσσεια. (v. 420) Νύμφαι δὲ ὀρε-
στιάδες φυσικαὶ καὶφυτικαὶ νοοῦνται δυνάμεις διοικοῦσαι τὰ φυόμενα ἐκ
γῆς καὶ εἰς αὔξην προκαλούμεναι καὶ ἁδρύνουσαι δι' ὑγρότητος καὶ
θερμότητος
τὰ ἐν ὄρεσι καὶ ἄγρια, ὧν εἶδος καὶ αἱ πτελέαι. Εἰ δὲ καὶ δρύες δι' αὐτῶν
γίνονται καὶ μηλέαι καὶ τὰ ἐν λειμῶσιν, οὐδὲ τοῦτο ἀφῆκεν ἡ ποίησις
ἀπερι-
λάλητον ἁμαδρυάδας νύμφας τινὰς πλασαμένη καὶ μηλίδας καὶ
λειμωνιάδας.
Αἱ δὲ τοιαῦται δυνάμεις νύμφαι μὲν λέγονται, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ
σαφέστερον
εἴρηται, διὰ τὸ κατὰ τὸ νέον, ὅ ἐστι κατὰ τὸ ἔαρ, μάλιστα ἐκφαίνεσθαι,
Διὸς
δὲ θυγατέρες, ὅ ἐστιν ἀέρος καὶ αἰθέρος, διὰ τὴν ἄνωθεν ἑπομένην αὐταῖς

ὑγρότητα καὶ θερμότητα. [Ἰστέον δὲ ὅτι καθάπερ ὁμώνυμος γυναικὶ


κόρῃ,
τουτέστι παρθένῳ, ἡ μυθευομένη τῆς Δήμητρος Κόρη, οὕτω καὶ αἱ
μυθικαὶ
Νύμφαι ὁμωνυμοῦσι ταῖς παρ' ἀνθρώποις. Ἔτι δέ, καθὰ αἱ παρθένοι
κόραι
καὶ μετὰ γάμον κόραι καὶ κοῦραι λέγονται διὰ τὸ νεάζειν, ὡς καὶ
Ὅμηρος
οἶδεν, οὕτω καὶ αἱ τοῦ μύθου Νύμφαι, ὧν πολὺ πλῆθος ἐν τῇ ποιήσει καὶ  

γάμῳ ὑποπεσοῦσαι καὶ τεκοῦσαι Νύμφαι καλοῦνται κατά τινα


κυριωνυμίαν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 378, line 22

θηλυκῶς ἡ Πέργαμος, εἰ καὶ ἐν ἄλλοις οὐδετέρως τὸ Πέργαμον. Τὸ δὲ


«τεύ-
χεσι παμφαίνων» νεόσμηκτά τε δηλοῖ τὰ ὅπλα τοῦ Πάριδος, ἐπεὶ πρὸ
ὀλίγου,
ὡς ἐρρέθη, ἐπεμελεῖτο αὐτῶν, καὶ ὁπλίτην δὲ νῦν ἀντὶ τοξότου αὐτὸν
παριστᾷ.
590

ἔοικε γὰρ καὶ αὐτὸς τοῦ τοξεύειν καταγνῶναι. διὸ ῥίψας τὰ τόξα
παμφαίνει
τεύχεσιν. Ἠλέκτωρ δὲ ἀντὶ τοῦ ἥλιος, ὡς δὲ Ἀπίων φησίν, ὁ λάμπων ὡς
ἤλεκτρον, ὅπερ οὐκ ἄν τις ῥᾷον ἀποδέξαιτο, τά τε ἄλλα, καὶ ὅτι οὐκ ἔδει
τὸ
μὲν τοῦ Ἕκτορος βρεφύλλιον ἀστέρι εἰκάσαι, ἠλέκτρῳ δὲ τὸν θεοειδῆ
Ἀλέξ-
ανδρον. Μάλιστα μὲν οὖν θαυμαστέον τὴν παραβολὴν ταύτην, ὅτι ἐκ
ταπεινοῦ
τοῦ κατὰ τὸν ἵππον λόγου μετέωρος ἦρται ὁ Πάρις τῇ κατὰ τὸν ἠλέκτορα
ἥλιον παραβολῇ, ὥς που καὶ τὸν Ἀγαμέμνονα ἀπὸ ζωϊκῆς παραβολῆς
θειοτέ-
ραις εἰκασίαις ἐσεμνολόγησεν ἡ ποίησις. Τεχνικῶς δὲ ὁ ποιητὴς τὴν μὲν
κατὰ  
τὸν ἀγλαὸν ἵππον παραβολὴν πλατὺ διεσκεύασεν, ἀπεστένωσε δὲ τὴν
κατὰ
τὸν ἥλιον. Ἡ μὲν γὰρ ταπεινὴ οὖσα ἤθελε τριβὴν λόγου ἐκφραστικήν, τὸ
δὲ κατὰ τὸν ἥλιον οὐχ' οὕτω ῥᾴδιον ἁπλῶς ἐνταῦθα ἦν. Καὶ ἄλλως δέ, ἐκ-
κλίνων τὸ κατὰ τὴν φράσιν ὁμοειδὲς τὴν μὲν τῶν παραβολῶν ἐπλάτυνε,
τὴν δὲ ἑτέραν κατεσμίκρυνε μυστηριωδῶς, ὡς οὐκ ἄν τις φράσῃ
γοργότερον.
Γίνεται δὲ ἠλέκτωρ ἥλιος ἢ παρὰ τὸν χρυσοφαῆ ἤλεκτρον ἢ καὶ ὅτι
ἀνατέλλων
ἀποστερεῖ λέκτρου ἤτοι λέχους καὶ κοίτης τοὺς ἐργατικούς, ὡς οἷά τις
ἀλέκ-
τωρ ὤν, εἶτα ἠλέκτωρ κατὰ τροπὴν [ἐκφεύγουσαν τὴν πρὸς τὸν ἀλέκτορα

συνέμπτωσιν.] Σημείωσαι δὲ καὶ ὅπως ὁ Ἀλέξανδρος λόγῳ ἐρεθισθεὶς οὐ


μόνον τοῦ οἰκουρεῖν ἀπήχθη, ἀλλὰ καὶ ἀνδραγαθήσει μετ' οὐ πολύ. (v.
514)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 421, line 5

ἕλοντο, δηλοῖ ἀφωπλίσθαι τὰς στίχας. εἰ γὰρ ὁ βασιλεὺς ἀφωπλίσθη, καὶ


οἱ
περὶ αὐτὸν ἄρα. Καὶ πρὸ τούτου δὲ εἰπὼν ὁ Μενέλαος ἃ εἶπεν, εἶτα
κατεδύσατο
τεύχεα καλά. Καὶ ὁ Αἴας δὲ μετ' ὀλίγα κορύσσεται νώροπι χαλκῷ, οἷα
δηλονότι
ἀποδὺς πρὸ τούτου τὰ ὅπλα. Ἔστιν οὖν κἀνταῦθά τις ἀμφιβολία, οἷα τοῦ
Ὁμήρου μὴ ἐπισημηναμένου τὸ πρᾶγμα σαφῶς. Σημείωσαι δὲ ὡς
ἠδύνατο  
591

μὲν ὁ ποιητὴς ἅμα τῷ λόγῳ τοῦ Ἕκτορος ἀναστῆσαι τοὺς πρὸς ἐκεῖνον
ἀντιπάλους, ὁ δὲ ἐπίτηδες ἄλλως ἐποίησεν, ἵνα καὶ τὸ πρᾶγμα καινότερον

εἴη, καὶ χώραν δὲ σχοίη ποικιλίας χάριν τό τε γνωσθὲν ἐπεισόδιον τοῦ


Μενε-
λάου καὶ ἑξῆς δὲ τὸ τοῦ Νέστορος, καὶ πλατυνθείη κατά τι χρῆμα
δαιδάλεον
δι' αὐτῶν ἡ ποίησις. περὶ μὲν οὖν Μενελάου ἔγνωσται τὰ προειρημένα.
Ὁ δὲ
Νέστωρ εὐθὺς ὀνειδίσει τε τοὺς Ἕλληνας καὶ μονομαχίαν ἑαυτοῦ
παλαιὰν
ἱστορήσει λαμπρὰν ἀποσεμνυνόμενος, ὡς καὶ ἐν ἄλλοις ποιεῖ, καὶ οὕτως
ἐρεθίσει ἐννέα πάντας ἀναστῆναι κατὰ τοῦ Ἕκτορος, ὡς ἐν τοῖς ἐφεξῆς
φανήσεται. (v. 124 – 6) Ὅτι δυσανασχετῶν ὁ γέρων, ἐφ' οἷς οἱ Ἀχαιοὶ
ὀκνοῦσι
τὴν ἐζητημένην μονομαχίαν, φησὶ τὸ καὶ ἀλλαχοῦ κείμενον «ὢ πόποι, ἦ
μέγα
πένθος Ἀχαιΐδα γαῖαν ἱκάνει». Εἶτα τὸν Πηλέα ἐπαινῶν ἐπάγει «ἦ κε μέγ'
οἰμώξειε γέρων ἱππηλάτα Πηλεύς, ἐσθλὸς Μυρμιδόνων βουληφόρος ἠδ'
ἀγορητής». τοῦ πολεμεῖν γὰρ ἤδη καὶ ὁ Πηλεὺς διὰ γῆρας πεπαυμένος,
καθὰ
καὶ ὁ Νέστωρ, λόγοις μόνοις ἐνέπρεπεν. εἰδὼς δὲ ταῦτα λέγει ὁ Νέστωρ.
Πειραθῆναι γὰρ τοῦ Πηλέως αὐτὸς ἐρεῖ, ὃν καὶ ἱππηλάτην ἔφη,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 449, line 14

οὐχ' ὅτι πάντως αὐτὸ τοιοῦτον, ἀλλ' ὅτι ταχὺ καὶ πρόθυμον εἰς μάχης
ὁρμὴν
ποιεῖ τὸν στερεούμενον ὑπ' αὐτοῦ, καθὰ καὶ ζυγός που θοὸς εἰρεσίας ὁ
ἐπι-
ταχύνων τὴν νῆα διὰ τῶν ἐρεσσόντων ἐπ' αὐτοῦ.] Ἑπταβόειον δὲ ὡς
ἑπτάβυρσον.
Βόες γὰρ νῦν τὰ ὠμοβόεια, ἤγουν αἱ βύρσαι, [ὅθεν καὶ βόας αὔας, ἤγουν
ξηράς,
τὰς ἐκ τοιούτων βυρσῶν λέγει που ὁ ποιητής], κληθέντος τοῦ μέρους τῷ
τοῦ
ὅλου ὀνόματι, ὥς που καὶ ἐλέφας τὸ τοῦ ἐλέφαντος εἴρηται ὀστοῦν. (v.
223)
Ἐπάγει οὖν πρὸς σαφήνειαν τοῦ σάκος χάλκεον ἑπταβόειον τὸ «σάκος
αἰόλον
ἑπταβόειον ταύρων ζατρεφέων, ἐπὶ δ' ὄγδοον ἤλασε χαλκόν», οὐκ αὐτὸς
ὁ Τυχίος ἐλάσας, εἴγε σκυτοτόμος ἦν, ἀλλὰ διά τινος χαλκέως τοῦτο
592

ποιήσας.
Οὐκ ἀργὸν δὲ κεῖται οὐδὲ τὸ «ζατρεφέων», ἀλλ' ὡς δέον ὂν τοιούτων
βοῶν
εἶναι καὶ τὰς ἐν τοιαύτῃ ἀσπίδι βύρσας, οὓς ἶφι κταμένους φησὶν ἡ
ποίησις.
Ὅτι δὲ ζατρεφεῖς οὐ μόνον ταῦροι, ἀλλὰ καὶ σύες καὶ αἶγες καὶ φῶκαι,
δηλοῖ
ἡ Ὀδύσσεια. Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι τὰς ἔξω τοῦ προκειμένου ἔργου
ἱστορίας  
οὐ μόνον διὰ πλατυσμὸν καί τινα πληθυσμὸν καὶ εὐπορίας ἐπίχυσιν ὁ
ποιητὴς
παρεντίθησιν, ἀλλὰ καὶ εἰς ἐργασίαν ἔστιν οὗ ἐπιχειρηματικὴν καὶ εἰς
πολυπει-
ρίας ἔνδειξιν καὶ ἀκροάσεως παίδευσιν, πολλὰς δὲ καὶ εἰς μνήμην τινῶν
συνήθων
αὐτῷ, καὶ ταύτην ἢ ἀγαθήν, ὡς ἐπί τε ἄλλων φαίνεται καὶ ἐνταῦθα ἐπὶ
Τυχίου,
ὃν ἐφίλει, ὡς εἴρηται, ἢ φαύλην, ὡς ἐπὶ Θερσίτου ἐρρέθη, τοῦ
μεμισημένου
αὐτῷ ἐπιτρόπου. (v. 220) Ὅτι δὲ τὸ Τυχίος παροξύνεται ὡς τρίβραχυ
κύριον,
δηλοῦται πολλαχοῦ. (v. 225 – 8) Ὅτι ὁ Αἴας μὲν ἀπειλησάμενος κατὰ τὸ
»ἀπειλήσας δὲ προσηΰδα» –

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 460, line 17

οἱ κήρυκες. (v. 273) Καὶ ὅρα τὸ «αὐτοσχεδὸν οὐτάζοντο», πρὸς


διαστολὴν
λεχθὲν τῶν πόρρωθεν βολῶν. (v. 277 – 282) Ὅτι μέσοι ἀμφοτέρων
κήρυκες
ἐλθόντες, Ἑλλήνων μὲν Ταλθύβιος, Ἰδαῖος δὲ Τρώων, [πεπνυμένω
ἄμφω,]
καὶ ἀνασχόντες τὰ σκῆπτρα, ὡς ἂν φαίνοιντο παντὶ τῷ στρατῷ, ἔπαυσαν
τὴν
μονομαχίαν. Τούτων δὲ τῶν δύω κηρύκων, [οἳ καὶ Διός εἰσιν ἄγγελοι,] ὁ
Ἰδαῖος παῖδάς τε φίλους τοὺς μονομάχους προσεῖπε, γέρων δηλαδὴ αὐτὸς

ὤν, καὶ ἄμφω αἰχμητὰς εἶπεν εἶναι, καὶ ὅτι «νὺξ ἤδη τελέθει, ἀγαθὸν καὶ
νυκτὶ
πιθέσθαι», ὅπερ προϊὼν καὶ ὁ Ἕκτωρ λέγει, οὐκ αἰδεσθέντος οὐδ'
ἐνταῦθα
τοῦ ποιητοῦ τὴν καίριον ταὐτολογίαν, ἥτις καὶ εἰς παροιμίαν ἦλθε παρὰ
τοῖς
593

μεθ' Ὅμηρον, γλυκέως λεχθεῖσα ὡς περὶ ἐμψύχου τῆς νυκτὸς καὶ


συμβουλευο-
μένης τὰ πρὸς ἀνάπαυσιν. Ὅτι δὲ ἡ ποίησις τίμιόν τι τὴν νύκτα οἶδε,
φανή-
σεται καὶ ὅπου ἐρεῖ ὁ ποιητὴς τὸ «αἴδετο γὰρ Ζεὺς μὴ νυκτὶ θοῇ
ἀποθύμια
ἔρδοι». Πείθεται δέ τις νυκτί, δηλαδὴ ἀλαλήτως ὑποτιθεμένῃ παύσασθαι
ἔργων.
οὗ τὸ ἀνάπαλιν ἡ ἠὼς ποιεῖ ἐν τῷ φῶς ἀγγέλλειν Διῒ καὶ ἑτέροις. Αὐτὴ
γὰρ
οὐκ ἀναπαύεσθαι βούλεται, ἀλλά «προφέρει μὲν ὁδοῦ, προφέρει δὲ καὶ
ἔργου»,
καθ' Ἡσίοδον, [ὀρθοῦσα εἰς τὸ ἐργάζεσθαι, ὅθεν καὶ ὁ ὄρθρος παρῆκται.
Ἡ μέντοι νὺξ οὐ τοιαύτη, ἀλλὰ γίνεται μὲν ἀπὸ τοῦ νύσσω νύξω ἀποβολῇ
τοῦ  
ω. Λαλεῖται δέ, φασί, τοῦτο ἀντιφραστικῶς. Οὐ γὰρ νύσσει πρὸς ἔργον,
ἀλλὰ
μᾶλλον κατατίθησιν, ὡς δηλοῖ, φασί, καὶ τὸ «θοὴ νύξ», ἡ καταθετική. εἰ
μὴ
ἄρα τοὺς φιλεργοὺς νύσσει κεντοῦσα οἷον καὶ πλήττουσα, ὅτι αταργοῦσι
τὸν καιρὸν αὐτῆς.] καὶ τοιαῦτα μὲν ὁ Ἰδαῖος. (v. 284 – 6) Αἴας δὲ οὐ
πείθεται,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 498, line 3

(v. 449) Τὸ δὲ «τεῖχος ἐτειχίσαντο» ἐτυμολογικὸς καὶ αὐτὸ τρόπος. Τὸ δὲ

»νεῶν ὕπερ» ἢ ἀντὶ τοῦ ἕνεκεν ἢ ἀντὶ τοῦ ὑπεράνω τῶν νεῶν. [Ἦν δὲ καὶ
ἐν
τῷ «ὑπὲρ σέθεν αἴσχε' ἀκούω», ἡ ὑπερπρόθεσις ἀντὶ τοῦ ἕνεκεν ἢ ἀντὶ
τῆς
διαπροθέσεως. Οὐ γὰρ δήπουθεν ὑπερηγορίαν ἐκεῖ δηλοῖ, ὁποία ἐστὶν ἐν
τῷ «ὑπὲρ σοῦ λαλῶ» καὶ «ὑπὲρ σοῦ ἐνίσταμαι».] (v. 450) Τὸ δὲ «κλειτὰς
ἑκατόμβας» παιδεύει ἔκκριτα εἶναι τὰ τῷ κρείττονι διδόμενα. (v. 451)
Ὅτι
τῶν παλαιῶν εἰπόντων δεῖν εἶναι καὶ μαντικῇ χρῆσθαι τοὺς ποιητάς,
τοιοῦτος
φαίνεται Ὅμηρος ἔν τε ἄλλοις καὶ ἐν οἷς ἐνταῦθα πεποιθὼς τῇ οἰκείᾳ
λογιότητι  
λέγει ὡς ἐκ τοῦ Ποσειδῶνος, ὅτι τοῦ παρ' αὐτῷ πλαττομένου τείχους τὸ
«κλέος
ἔσται, ὅσον τ' ἐπικίδναται ἠώς», ἤγουν ἐπὶ πᾶσαν τὴν ὑφ' ἥλιον, εἰς ὅσην
594

δηλαδὴ καὶ ἡ αὐτοῦ διαδέδοται ποίησις. Ὑπερβολικὸς δὲ ὁ λόγος. τὸ γὰρ

»ὅσον ἐπικίδναται ἠώς» οὐ τὴν οἰκουμένην μόνον ἀλλὰ καὶ τὴν ἀοίκητον
περι-
λαμβάνει. Ἡ γὰρ τῆς ἡμέρας λαμπηδὼν καὶ περὶ τὰς ἐρήμους σκίδναται.
Δύναται δὲ τοῦτο καὶ ἄλλως νοηθῆναι, ἵνα λέγῃ μὴ τοπικῶς τὸ ὅσον ἀλλὰ

χρονικῶς καί, καθὰ Εὐριπίδης μιμησάμενος φράζει «διὰ μακροῦ γὰρ ἡ


χάρις»,
οὕτω κἀνταῦθα νοοῖτο, ὡς ἀΐδιον καὶ ἀείμνηστον ἔσται τὸ κλέος τοῦ
τείχους,
εἰς ὅσον καιρὸν ἡμέρα λάμπει. Δῆλον δὲ τοῦτο ἐκ τοῦ τὸν Ποσειδῶνα
εἰπεῖν,
ὅτι τοῦ δὲ ἡμετέρου τείχους ἐπιλήσονται, καὶ οὕτως ἀντιδιαστεῖλαι τῇ
μακρᾷ
μνήμῃ τὴν λήθην. (v. 452) Καὶ ὅρα τὸ «ἐπιλήσονται». εἴρηται γὰρ
ἐλλειπτικῶς
διὰ τὸ ἐναγώνιον τοῦ λέγοντος. δῆλον δὲ ὅτι ἄνθρωποι ἐπιλήσονται.
Σημείωσαι
δὲ καὶ ὅτι ἐνταῦθα εἰς ἶσον ἄγει ὁ ποιητὴς τὸ ἑαυτοῦ πλαστὸν τεῖχος τῷ
ἱστορικῷ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 552, line 17

τε ἰδὲ πλείοις δεπάεσσι, νῦν δέ σ' ἀτιμήσουσι. γυναικὸς ἄρ' ἀντετέτυξο.


ἔρρε
κακὴ γλήνη, ἐπεὶ οὐκ εἴξαντος ἐμεῖο πύργων ἡμετέρων ἐπιβήσεαι οὐδὲ
γυναῖκας ἄξεις ἐν νήεσσι. πάρος τοι δαίμονα δώσω». (v. 162) Καὶ ὅρα
κἀν
τούτοις ὡς σμικροπρεπῆ τὰ τῶν ἡρώων γέρα, οἷον προεδρία καὶ κρέατα
καὶ
οἴνου πλήρη ποτήρια. Συντομώτατα δὲ νῦν ἔφρασε διὰ τὸ στενόν τε τοῦ
καιροῦ
καὶ διότι ἀλλαχοῦ σαφῶς ἡρμήνευκε. Τὸ δὲ «πλείοις δεπάεσσιν» εὐθεῖαν
ἔχει τὸ πλεῖον, ὅ ἐστι πλῆρες, οὗ ἀρσενικὸν μὲν ὁ πλεῖος, θηλυκὸν δὲ ἡ
πλείη,
ὡς τὸ «πλείη μὲν γαῖα κακῶν». Ἁπλᾶ δὲ τούτων ὁ πλέος, ἤτοι γέμων, καὶ
τὸ
ἐξ αὐτοῦ πλέον. κοινὰ δὲ ταῦτα καὶ παλαιά. ὕστερον γάρ, ἤγουν μεθ'
Ὅμηρον,
ὁ πλέως, Ἀττικῶς κατὰ ἔκτασιν, καὶ τὸ πλέων ὁμοίως, ὅθεν ὁ ἔμπλεως
καὶ
595

τὸ ἔμπλεων, ὃ καὶ αὐτὸ ἡ ποίησις ἐνίπλειον λέγει καινότερον, ὡς τὸ


«δῶμα
ἐνίπλειον βιότοιο». Τὸ δὲ «ἀτιμῆσαι» ὅτι ἀτιμῶσαι λέγουσιν οἱ μεθ'
Ὅμηρον,
πολλαχοῦ δηλοῦται. (v. 163) Τὸ δὲ «γυναικὸς ἀντετέτυξο» σκῶμμα μέν
ἐστι
δειλοῦ, κερτομεῖ δὲ ἀντὶ γυναικὸς γενέσθαι τὸν Διομήδην, ἤγουν ἶσον
γυναικί.
Καὶ ἔοικε τῷ «Ἀχαιΐδες οὐκέτ' Ἀχαιοί», περὶ οὗ προγέγραπται
γλαφυρώτερον.
Ἐξ αὐτοῦ δὲ παρὰ Σοφοκλεῖ τὸ «γυναῖκες ἀντ' ἀνδρῶν», ἀντιστρόφως τῷ

Ὁμηρικῷ. (v. 164) Τὸ δὲ «ἔρρε κακὴ γλήνη» ῥηθήσεται μὲν πρὸς τὸν
μηδὲ
βλέπεσθαι ἄξιον, δηλοῖ δὲ τὸ «κακὴ θέα». Περὶ δὲ τούτου καὶ αὐτοῦ
προγέγραπ-
ται τὸ ἀρκοῦν, ἔνθα ἐφάνη ὡς μεταληπτικῶς ἡ ἐνταῦθα γλήνη κόρην
δηλοῖ,
οὐ τὴν κατ' ὀφθαλμὸν ἁπλῶς, ἀλλὰ διὰ μέσης αὐτῆς γυναῖκα παρθενικήν,

εἰς ὃ συλλαμβάνεταί τι καὶ τὸ «ἀντὶ γυναικὸς ἐτέτυξο». (v. 163) Ἰστέον


δὲ  

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 603, line 4

πολλοὺς εἰδὼς λέγεται. Τὸ δ' ὅτι αὐτὴ τὸν πέπλον ἐποιήσατο, τὸ


ἀπροσδεὲς
καὶ αὔταρκες δηλοῖ τῆς φρονήσεως. Τὸ δὲ τὸν Διὸς ἐνδύεσθαι χιτῶνα τὸ
αὐτῆς ἀγχίστροφον αἰνίττεται, ποτὲ μὲν ὑπενδιδούσης μαλθακώτερον, ὡς
καὶ
δοκεῖν εἶναι θηλύφρονα, ὅτε καὶ δοκεῖ πέπλον ἔχειν, ὃς γυναικεῖόν ἐστι
παρά-
βλημα, ποτὲ δὲ ἀρρενωποῦ φαινομένης καὶ ἀνδρικῆς. ἀνδρώδης γὰρ ὁ
χιτὼν
τοῦ Διὸς καὶ βασιλικὸς καὶ πολεμικός. (v. 389) Τὸ δὲ πύρινον ἅρμα τὸ
κατ'
αὐτὴν θερμουργὸν δηλοῖ, καὶ ἄλλως δὲ φράσαι, τὸ αὐτῆς ὀξὺ καὶ
δραστικόν,  
ὥσπερ καὶ τὸ ἔγχος τὸ βριθὺ καὶ πελώριον. (v. 392) Ἐν τούτοις δὲ κεῖται
καὶ ῥῆμα ποιητικὸν μαίω, τὸ προθυμοποιῶ, οἷον «μάστιγι θοῶς
ἐπεμαίετο
596

ἵππους», ὅ ἐστι περιφραστικῶς ἐμάστιζεν. Εὐριπίδης δ' ἂν εἴποι «κέντρον

ἐπῆγεν ἵπποις». οὓς διὰ τοῦτο καὶ κεντρηνεκέας ἡ ποίησις καλεῖ ὡς διὰ
κέντρων ταχύνοντας τὸν δρόμον. οἱ δ' αὐτοὶ καὶ χρυσάμπυκες, περὶ ὧν
ἐρρέθη
ἀλλαχοῦ. (v. 383) Καλεῖ δὲ καὶ τὸν Κρόνον συνήθως ἐν τούτοις μέγαν ὁ
ποιητὴς εἰπὼν «Ἥρη πρέσβα θεά, θυγάτηρ μεγάλοιο Κρόνοιο». καὶ Ζεὺς
δὲ οὕτω μέγας κατὰ τὸ «Διὸς μεγάλοιο ἕκητι», καὶ «τί νυ μήσῃ μεγάλε
Ζεῦ».
εἰ καὶ ἡ Δημὼ τῷ Κρόνῳ τὸ μεγαλεῖον ἀποκληροῖ διὰ τὸ τοῦ ἀστέρος
μέγεθος.
(v. 398) Λέγει δὲ καὶ τὴν Ἶριν χρυσόπτερον, τὸν μὲν χρυσὸν παρενθεὶς
διὰ
τὴν λαμπρότητα τῶν χρωμάτων τῆς ἀερίας ἴριδος, τὸ δὲ πτερὸν διὰ τὸ
ταχὺ
τοῦ γίνεσθαί τε αὐτὴν καὶ ἀπογίνεσθαι. Ὅτι δὲ Ἶρις παρὰ τὸ εἴρειν, ὅ
ἐστιν
ἀγγέλλειν λέγεται, ὡς καὶ ὁ Ἶρος καὶ ὁ Ἑρμῆς, ὅθεν καὶ Ὅμηρος
ἐνταῦθα
Ἶρίν φησιν ἀγγελέουσαν, καὶ ὅτι Διὸς ἄγγελός ἐστιν, ἤγουν ἀέρος,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 621, line 25

μέλει, ἀλλ' οὐδὲ εἰ τὸν Τάρταρον αὐτὸν ὑποδύσῃ. (v. 482 s.) Ἐν δὲ τῷ
«οὐδ'
ἢν ἔνθ' ἀφίκηαι, οὔ σευ ἔγωγε ἀλέγω» περιττὴ συνήθως καὶ Ὁμήρῳ κατὰ
Ἀττικοὺς ἡ ουἄρνησις. (v. 484) Ὅτι μέγαν εἶναι τὸν θυμὸν τῶν
ὑπερεχόντων
δηλοῖ ὁ ποιητὴς καὶ ἐν οἷς ποιεῖ τὴν θρασυτάτην Ἥραν σιωπῶσαν, ἐφ' οἷς

ὁ Ζεὺς ὀργίζεται. Φησὶ γὰρ «τὸν δ' οὔ τι προσέφη λευκώλενος Ἥρη»,


[οὐ ταχὺ μὲν οὕτω θρασυνθεῖσα, θᾶττον δὲ ἢ λόγος δειλιάσασα κατὰ
τοὺς
θρασυδείλους καὶ ψοφοδεεῖς, οἷα καὶ αὐτὴ πτοηθεῖσα, μὴ ἅμ' ἔπος ἅμ'
ἔργον
ἔσται τῷ ἀπειλησαμένῳ Διΐ.] Σημείωσαι δὲ ὡς οἰκονομικῶς οὕτω
πεποίηται,
ἵνα παυθῇ πιθανῶς ἡ μυθοποιΐα. Εἰ μὴ γὰρ φόβος ἐπεστόμισε τὴν Ἥραν,
ἐξηνέχθη ἂν ἡ ποίησις καὶ εἴς τι κακόζηλον. (v. 485 s.) Ὅτι τὸ ἔδυ ὁ
ἥλιος
περιφράζων Ὅμηρός φησιν «ἒν δ' ἔπεσεν Ὠκεανῷ λαμπρὸν φάος ἠελίοιο,

ἕλκον νύκτα μέλαιναν ἐπὶ ζείδωρον ἄρουραν». Καὶ ὅρα τὸ ἐνέπεσεν


597

ἀστείως
λεχθὲν διὰ τὴν ἐξ ὕψους κατένεξιν. ὁμοίως καὶ τὸ ἕλκον. τὸ γὰρ ἕλκον
ἑλκό-
μενόν τι ἕλκει, ὡς καὶ ἡ τοῦ φωτὸς δύσις τὴν νύκτα ἐφέλκεται. ἅμα γὰρ
ἡλίου κατάδυσις, ἅμα σκότος. Ἀστείως δὲ τὸ ῥηθὲν ἔφη ὁ ποιητὴς ὡς ἐπί

τινος σώματος ἐν τῷ καθίεσθαι εἰς βάθος ἐφελκομένου ἄλλο τι σῶμα,


ὁποῖον
ἡ κλεψύδρα κατὰ βυθοῦ, ἔτι δὲ καὶ ἡ ἄγκυρα καὶ ὁ βολίζων μόλιβδος καὶ

καδδίσκος, οἷς συγκαθέλκεται καὶ συγκαθίεται ἡ ἱμονία. Οὕτω γάρ πώς
φησι καὶ τὸ φῶς τοῦ ἡλίου, ὅ ἐστιν αὐτὸν τὸν ἥλιον, τῷ ὠκεανῷ
ἐμπίπτοντα ἕλκειν νύκτα. ὑποκαταβὰς δὲ ἁπλοϊκῶς φράζει «ἔδυ φάος καὶ
ἐπήλυθε νύξ».

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 2, p. 641, line 12

τὴν ἐπιφάνειαν, καὶ πρὸς διαστολὴν δέ τινα σίτου, καὶ ὅτι τὸ ἐρέπτεσθαι
ἀλόγοις μόνοις οἰκεῖον, οἷς τῇ ἔρᾳ ἐπικύπτουσιν ἡ τροφή, καὶ ὅτι ὀρόβου
βραχύτερον σπέρμα ἡ ὀλύρα, καὶ ὅτι ἀκίνητον εἰς κλίσιν τὸ κρῖ.
Ἐστέρηται
γὰρ τοῦ οἷον ποδὸς τῆς ληγούσης, καθ' ἣν ἐκινεῖτο. Οὕτω δὲ καὶ τὸ δῶ
καὶ τὸ
κάρη καὶ ὅλως τὰ παθόντα ἀποκοπήν. (v. 565) Ὅτι τὴν Ἥραν
χρυσόθρονόν
που καλέσας ἐΰθρονον ἐνταῦθα τὴν ἡμέραν φησί, μυθικώτερον οὕτω
φράσας.
Ἄλλως γὰρ οὐ πρέπει τῇ ἡμέρᾳ θρόνος, ἐπεὶ ὀρθίους ἐν ἡμέρᾳ εἶναι χρὴ
τοὺς
σπουδαίους, ἀφ' οὗ καὶ ὁ ὄρθρος γίνεται, ὃς εἰς ἔργα ἡμᾶς ὀρθοῖ. Οὕτω
δὲ μύθου
καὶ τὸ τὸν ἀεικίνητον Δία ἐπὶ θρόνου καθίζειν. Εἴτε γὰρ αἰθὴρ ὁ Ζεὺς εἴτε

ἥλιος εἴτε οὐρανός, οὐκ ἂν ἀκινητίζοι καθήμενος. Ἐνταῦθα δὲ ὁ ποιητὴς


μεθοδεύων συνήθως, ὡς ἡ ποίησις οὐ τοῖς ἀναγκαίοις μόνον, ἀλλὰ καί
τισι
παρέργοις ἁβρῶς ἐμπλατύνεται, οὐκ ἠρκέσθη εἰπὼν ἵππους ἐρέπτεσθαι, ἃ

προσεχῶς ἔφη, ἀλλὰ προσέθετο ἁπλῶς οὕτω εἰς οὐδὲν δέον καὶ τὸ
«ἑσταότες
παρ' ὄχεσφιν ἐΰθρονον ἠῶ μίμνον», γλυκέως μὲν εἰπών, ὡς εἴπερ λογικοὶ
ἦσαν,
598

οὐκ ἂν δὲ ὀφειλέτης ὢν ἢ ἐλπιζόμενος καὶ οὕτω φράσαι, ἀλλὰ παρὰ


προσδοκίαν
λαλήσας, ὁποῖος αὐτὸς τὰ πολλά.  

ΕΚ ΤΩΝ ΤΗΣ ΙΩΤΑ ΡΑΨΩΙΔΙΑΣ

 Ὅτι Λιταί ἡ ῥαψῳδία ἐπιγράφεται αὕτη ὑπὸ μιᾶς ταύτης τιτλουμένη


λέξεως διὰ τὴν πρὸς Ἀχιλλέα πρεσβείαν τῶν Ἑλλήνων, οἳ ἐκεῖνον
συμμα-
χεῖν ἐλιτάζοντο. Ἡ δὲ ἡρωϊκὴ ἐπιγραφὴ ἔχει οὕτως· Ἐξεσίη δ' Ἀχιλῆος
ἀπειθέος ἐστὶν ἰῶτα. Ἔστι δὲ ἐξεσία ἡ πρεσβεία, ἧς χρῆσις καὶ ἐν
Ὀδυσσείᾳ.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 10, line 8

καὶ ἡ καταῖτυξ καὶ ἡ ἀμφίφαλος καὶ ἡ τετράφαλος, ὡς πολλαχοῦ


φαίνεται.
Οἱ δὲ παλαιοί φασι καὶ πρόβλημά τι ἔχειν τὴν ῥηθεῖσαν στεφάνην. ὡς δὲ
καὶ
πύργων στεφάναι λέγονται, δηλοῦται ἐν ἄλλοις. (v. 31) Τὸ δὲ «θήκατο»  
ἀνάλογον μέν, ἀσύνηθες δὲ λόγῳ πεζῷ. (v. 32) Τὸ δὲ ἀναστῆσαι νῦν μὲν
ἐπὶ
ὑπνοῦντος ἐρρέθη, ἐν δὲ τοῖς μετὰ ταῦτα καὶ ἐπὶ νεκροῦ ἐγέρσεως
ῥηθήσεται.
(v. 31) Ὅρα δὲ καὶ ὅτι ἐνταῦθα μὲν εἰπὼν «δόρυ δ' εἵλετο χειρὶ παχείῃ»,
καιρίως εἶπε τὸ παχείῃ ἐπὶ στρατιώτου ἥρωος, ἐμφαίνων διὰ τῆς τοιαύτης

καὶ πάχος δόρατος. ὅτε δὲ αὐτὸ ἐπὶ γυναικὸς εἴπῃ, κατὰ ἀκυρολεξίαν
ἐρεῖ, ὡς
ἑτέρωθι φανήσεται. Ἔστι δέ πως ταὐτὸν τὸ «χειρὶ παχείῃ», καὶ χειρὶ
μεγάλῃ
καὶ ἀνδρείᾳ. ὅθεν λαβόντες οἱ τῶν κατὰ φύσιν γνωματευταὶ μεγάλα τοῖς
ἀνδρείοις εἶπον ἀκρωτήρια εἶναι ὡς ἐπὶ πολύ. Καὶ τῇ μὲν χειρὶ οὕτως ἡ
ποίησις
ᾠκείωσε τὸ παχύ, ποσὶ δὲ ἡρώων τὸ λιπαρὸν ἀπένειμεν, ὡς πολλαχοῦ
δηλοῦται.
ᾧ πάντως ἐναντίον τὸ αὐχμηρόν, ᾧ ἶσον τὸ ἀλιπές, ἔτι δὲ καὶ τὸ ἀλιπαρές,

κατὰ τὸ «ἀλιπαρῆ τρίχα». ὁ δὲ τοιοῦτος ποὺς καὶ νήλιπος, οὗ ἐντελὲς ὁ


νηλίπους.
Ἔνθα ζητητέον διὰ τί μὴ ὥσπερ Οἰδίπους Οἰδίπος, καὶ ἀελλόπους
599

ἀελλόπος,
ἐν φυλακῇ ὁμοίᾳ τόνου, οὕτω καὶ νηλίπους νηλίπος, ἀλλὰ
προπαροξυτόνως
νήλιπος. [Καὶ λυτέον, ὅτι δοκεῖ μὴ ὁ ποὺς ἐγκεῖσθαι τῇ τοιαύτῃ λέξει,
ἀλλ'
αὐτόχρημα τὸ λίπος, ἵνα ᾖ ταὐτὸν ἀλιπής καὶ νήλιπος.] (v. 32 s.) Ὅτι ἐν
τῷ «ὃς μέγα πάντων Ἀργείων ἤνασσε, θεὸς δ' ὣς τίετο δήμῳ»
παραφράζει
τὸ εὐρυκρείων. Τὸ δὲ «θεὸς δ' ὣς τίετο δήμῳ» οὐ μόνον τὸ τῶν ὑπηκόων
εὐπειθὲς ἐμφαίνει, ἀλλὰ καὶ οἷον δεῖ εἶναι τὸν βασιλέα, καὶ ὅπως
διακεῖσθαι

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 64, line 8

παρὰ τῷ ποιητῇ, οἷον ἡ τρυφάλεια, ἡ ἀμφίφαλος, ἡ τετράφαλος, ἡ πρὸ


μικροῦ
ῥηθεῖσα στεφάνη, ἡ νῦν λεχθεῖσα καταῖτυξ, ἔτι δὲ καὶ ἡ, ὡς ἂν εἴποι τις,
ὀδον-
τωτή, ἥτις τὴν τοῦ Ὀδυσσέως ἐπύκασε κεφαλήν, ναὶ μὴν καὶ ἡ τὸν
Δόλωνα  
σκεπάσασα κτιδέη κυνέη, καὶ ἡ κυρίως λεγομένη κυνέη, καὶ ἡ ταυρείη,
καὶ
ἡ αἰγείη, καὶ ἡ ἁπλῶς ῥινοῦ τινος ποιητή. Τινὲς δὲ καὶ τὴν ῥηθεῖσαν
σκάνδειαν
περικεφαλαίας εἶδος ἐνόησαν. τὸ δ' ἐστὶν οὐ τοιοῦτον, ὡς ῥηθήσεται. (v.
259)
Τὸ δὲ «ῥύεται κάρη» ἔπαινος μέν ἐστι περικεφαλαίας, εἴληπται δὲ πρὸς
ἀκρίβειαν ἐννοίας, ἵνα μή τις οἴοιτο τὴν ταυρείην ἀλυσιτελῆ διὰ τὸ ἐκ
δέρμα-
τος πεποιῆσθαι. Τὸ δὲ «θαλερῶν αἰζηῶν» εἰς ἔνδειξιν πρόσκειται τοῦ
νέοις
πρέπειν τὸν πόλεμον, οἷς καὶ κλέος τὸ ἐν μάχῃ πεσεῖν, ὥς που ἐν τοῖς
ὕστερον
ὁ Ὁμηρικὸς ῥητορεύσει Πρίαμος. ὅθεν καὶ ὁπλότερον ἡ ποίησις τὸν νέον

λέγει, ὡς ὅπλοις προσήκοντα. Τὸ δὲ «θαλερῶν» ἔοικε πρὸς διαστολὴν


εἰρῆσθαι
τῶν μηκέτι τοιούτων, ἀλλ' ἤδη φθινόντων, οἷος ὁ παρὰ Ἡσιόδῳ
τεσσαρακον-
ταετὴς αἰζηός. (v. 262) Τὸ δὲ «ῥινοῦ ποιητήν» ἐπίτηδες διὰ λόγου
ποικιλίαν
ἀσαφῶς ἔχει. ἡ μὲν γὰρ ταυρείη ὥρισται οἵου δέρματος, αὕτη δὲ οὐ
600

δηλοῦται
ποίου ἐστίν, οἱ δὲ ἔντοσθεν αὐτῆς ἱμάντες οὐχ' οὕτω διὰ τὸ δυσδιάλυτον
ἦσαν
ἐκεῖ, ἀλλ' ἵνα μᾶλλον συνδέωσι τοὺς ἔκτοσθεν κατὰ τὴν ἐπιφάνειαν
ὀδόντας,
τῶν ἄκρων ἐνιεμένων ἐντός, εἰς ὃ καὶ χρεία ἦν τοῦ, ὡς εἴρηται, εὖ καὶ
ἐπιστα-
μένως ἔχειν, ἔξω μὲν ἐρειδομένων ἐγγὺς ἀλλήλων τῶν ὀδόντων, ἐντὸς δὲ
δεσμουμένων στερεῶς. (v. 263) Τὸ δὲ «λευκοὶ ὀδόντες ἀργιόδοντος ὑός»
ἔχει ἀδολεσχίαν τινὰ σχεδιαστικήν. ἤρκει γὰρ ἢ λευκοὺς ὀδόντας εἰπεῖν
ὑὸς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 126, line 27

φησὶν οἴεσθαι θεόν τινα δοῦναι ἀντιάσαντα διὰ τὸ καὶ ἀμφοτέρους


ἐκεῖθεν
φιλεῖσθαι· Ἀμφοτέρω γάρ, φησί, σφῶϊ φιλεῖ θεός. (v. 554 – 8) Ὅτι δὲ οὐ
κολακείαν ἁπλῶς ὁ γέρων εἶπεν ἐπὶ ἔργῳ ἀδυνάτῳ γενέσθαι, ὡς
ἀδύνατον
δῆθεν ὂν θεόθεν δοθῆναι ἵππους, δηλώσει Ὀδυσσεύς, ἐν οἷς ἐπαίνῳ
ἀνταμειψά-
μενος τὸν Νέστορα καὶ εἰπὼν «ὦ Νέστορ Νηληϊάδη, μέγα κῦδος
Ἀχαιῶν»,
ἐπιφέρει «ῥεῖα θεός γ' ἐθέλων καὶ ἀμείνονας ἠέ περ οἵδε ἵππους
δωρήσοιτο,
ἐπειὴ πολὺ φέρτεροί εἰσιν. ἵπποι δὲ οἵδε νεήλυδες», καὶ τὰ ἑξῆς. (v. 559 –
63)
Ἐν οἷς, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ ἐποίησε, ποιεῖται ἀνακεφαλαίωσιν τῶν
προρρηθέντων,
ἣν καὶ σημείωσαι. Τὰ γὰρ κατὰ τὸν διοπτῆρα τοῦ στρατοῦ Δόλωνα καὶ
τὸν
Ῥῆσον καὶ τοὺς αὐτοῦ ἵππους ἐν μόνοις στίχοις ἓξ ἐκεφαλαιώσατο. καὶ ἐν

τούτοις μὲν ταῦτα. Ὅτι δὲ ἡ ποίησις καὶ θεοσδότους οἶδεν ἵππους, ὡς ὁ  


μῦθος συγκροτεῖ, πολλαχοῦ δεδήλωται. τοιοῦτοι γὰρ οἱ Τρώϊοι ἵπποι καὶ
οἱ
τοῦ Ἀχιλλέως καὶ οἱ τοῦ Οἰνομάου καὶ ἄλλοι. (v. 547) Ἡ δὲ τῆς τῶν
ἵππων
λευκότητος παραβολὴ τῷ γέροντι σεμνοτέρα τῆς παρὰ τῷ Δόλωνι, [ᾧ
συνέπεσε
κατὰ νόημα, ὡς μυριαχοῦ εἴωθε γίνεσθαι], μάλιστα δὲ σαφεστέρα.
ἐβούλετο
μὲν γὰρ ἴσως καὶ ἐκεῖνος ἀκτῖσιν ἡλίου τὸ ἐκείνων λευκὸν εἰκάσαι, οὐ
601

διεσάφησε
δέ, ἀλλ' ἠρκέσθη λευκοτέρους χιόνος εἰπών. ἄλλως δὲ εἰπεῖν, Ὁμηρικῆς
δεινότη-
τος καὶ τὸ διαφόροις μὲν ὑπερβολαῖς γνωρίσαι τὸ πρᾶγμα, τὴν κρείττω δὲ

ἀναθεῖναι τῷ λογίῳ Νέστορι. Ἰστέον δὲ ὅτι ὁμώνυμον καὶ τὸ ἀκτίς.


Παυσα-
νίας γοῦν φησιν, ὅτι ἀκτὶς καὶ οἰκέτου ὄνομα καὶ ἀγγείου δέ, ἐφ' οὗ οἱ
ὀβολοὶ
ῥιπτοῦνται. Οὕτω δὲ καὶ αἴγλη οὐ μόνον ἡ λαμπηδών, ἀλλὰ καὶ ποπάνου
εἶδος

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 172, line 26

ὑπὸ δέ σφισιν ὦρτο κονίη ἐκ πεδίου, τήν», ἤγουν ἥντινα, «ὦρσαν


ἐρίγδουποι
πόδες ἵππων χαλκῷ δηϊόωντες», ἤτοι δαίοντες, μερίζοντες, κόπτοντες,
ἐπειδὴ
καὶ ἡ κονία καὶ ἡ κόνις ἐκ τοῦ καίνω καὶ κατὰ συγκοπὴν κνῶ, τὸ κόπτω,
γίνεσθαι λέγεται, ἀφ' οὗ καὶ κνῆστις ἡ διακοπτικὴ μάχαιρα. (v. 150) Τὸ
δὲ
»φεύγοντας ἀνάγκῃ» διὰ τοὺς μὴ οὕτω φεύγοντας εἴρηται. τοιοῦτοι δὲ
σὺν
ἄλλοις καὶ οἱ προσποίητοι τὴν φυγήν, καὶ οἱ μὴ προτροπάδην αὐτὴν
ποιού-
μενοι, καὶ οἱ κατὰ ἀπάτην δὲ φεύγοντες. (v. 151) Τὸ δὲ «ὦρτο κονίη»
συντίθησι
παρὰ τοῖς ὕστερον τὸν κονιορτόν. (v. 152) Τὸ δὲ «ὦσαν» κυριολεκτεῖται
νῦν,
ὡς καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ τὸ «λᾶαν ἄνω ὤθεσκεν». Ὅρα δὲ καὶ ὅτι τὸ
ἐρίγδουποι
καὶ ἐπὶ ποδῶν ἵππων λέγεται. [Εἰ δὲ τὸ σεμνὸν τοῦ ἐριγδούπου Διὸς εἰς
πόδας
ἵππων κατήνεκται, ὑπερλαλείτω ἑαυτῆς ἡ ποίησις.] (v. 153) Χαλκὸν δὲ
νῦν
λέγει τὰ σεληναῖα τὰ ὑπὸ τοῖς ποσὶ τῶν ἵππων, οἷς διακόπτονται εἰς πλέον

τὰ πατούμενα. (v. 153 s.) Ὅτι περὶ τοῦ βασιλέως εἰπὼν ἐπαινετικῶς, ὡς  
αἰὲν ἀποκτείνων ἕπετο Ἀργείοισι κελεύων, προϊών φησιν ἐντελέστερον,
ὅτι ἔφεπεν αἰὲν ἀποκτείνων τὸν ὀπίστατον, ὅπερ συγκέκοπται ἐκ τοῦ
ὀπισθότα-
τον. αὐτὸ δὲ τὸ «ἕπετο Ἀργείοισι κελεύων» μετ' ὀλίγα οὕτω φράζει
602

«ἕπετο
σφεδανὸν Δαναοῖσι κελεύων», ἤγουν σπευδανόν, σπευστικόν, καὶ «ὃ δὲ
κεκληγὼς
ἕπετο αἰεί». (v. 155 – 8) Εἶτα παραδεικνὺς καὶ διὰ παραβολῆς τὸ τοῦ
ἥρωος
ἐνεργόν φησιν «ὡς δ' ὅτε πῦρ ἀΐδηλον ἐν ἀξύλῳ ἐμπέσῃ ὕλῃ, πάντῃ τ'
εἰλυφόων
ἄνεμος φέρει, οἱ δέ τε θάμνοι πρόρριζοι πίπτουσιν ἐπειγόμενοι πυρὸς
ὁρμῇ,
ὣς ἂρ ὑπ' Ἀτρείδῃ Ἀγαμέμνονι πίπτε κάρηνα Τρώων φευγόντων». (v. 159
– 62)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 179, line 16

φαίνεται. (v. 184) Ὅτι ἀστραπὴν οἷά τι βέλος ἔχειν ὁ Ζεὺς ἐν χερσὶ
λέγεται,
ὡς καὶ εἰς ἀέρος φύσιν ἀλληγορούμενος. διὸ οὕτως ἡ μετάληψις καὶ τὸν
κεραυνὸν
αὐτῷ δίδωσι καὶ τὰς αἰγίδας, καὶ τερπικέραυνον αὐτὸν καλεῖ καὶ
αἰγίοχον.
Μυθικῶς μέντοι καθάπερ ἡ Ἶρις πολέμοιο τέρας μετὰ χερσὶν εἶχε πρὸ
τούτων,
οὕτω καὶ ὁ Ζεὺς νῦν ἔχει στεροπὴν μετὰ χερσὶ καθὰ καί τι βέλος. ᾧ λόγῳ

καὶ ἐγχεικέραυνον αὐτὸν ἡ Λυρικὴ Μοῦσα καλεῖ, [ὡς οἷα καὶ δόρατι
χρώμενον
αὐτῷ, καθὰ δηλοῖ καὶ ὁ φράσας ὅτι ἐναγκοινεῖται ὁ Ζεὺς κεραυνόν, ὡς ἐν

σχήματι αἰχμητοῦ πολεμησείοντος.] (v. 185) Ὅτι ἄγγελος κἀνταῦθα Διός,

ἤγουν ἀέρος, ἡ Ἶρις, καὶ χρυσόπτερος δέ, ὡς μὴ μόνον λαμπρά, ἀλλὰ καὶ
ὠκεῖα. ὧν λαμπρότητος μὲν ἐμφαντικὸν ὁ χρυσός, ὠκύτητος δὲ τὸ
πτερόν.
διὸ καὶ ταχεῖαν αὐτὴν ἡ ποίησις καλεῖ καὶ ποδήνεμον. (v. 185 s.) Ἔστι δὲ

ὁ περὶ αὐτῆς καὶ νῦν Ὁμηρικὸς λόγος οὗτος «Ἶριν δ' ὤτρυνε
χρυσόπτερον
ἀγγελέουσαν, βάσκ' ἴθι Ἶρι ταχεῖα» καὶ ἑξῆς. Ὅτι τῇ λεγομένῃ
προπαρασκευῇ
καὶ προεκθέσει καὶ ὑποσχέσει καὶ προαναφωνήσει χρῆται καὶ ἐνταῦθα
ἐκ-
φανέστατα ὁ ποιητής, προεκτιθέμενος ἐν ὀλιγίστῳ καὶ προαναφωνῶν εἰς
603

ψυχαγωγίαν φιλοπευθοῦς ἀκροατοῦ τὰ ἐν τοῖς ἑξῆς ῥηθησόμενα. (v. 187


– 94)
Πλάττει οὖν τὸν Διὰ λέγοντα τῷ Ἕκτορι διὰ τῆς Ἴριδος οὕτω «ὄφρ' ἂν
μὲν
θύνῃ ἐν προμάχοις», ἤγουν προμάχηται ὁ βασιλεύς, «ἐναίρων στίχας
ἀνδρῶν,
τόφρα» ὁ Ἕκτωρ ἀναχωρείτω, «τὸν δ' ἄλλον λαὸν ἀνώχθω μάρνασθαι».
Ἐπει-δὰν δὲ «ἢ δουρὶ τυπεὶς ἢ βλήμενος ἰῷ εἰς ἵππους ἅλεται» ὁ
βασιλεύς, τότε δοθήσεται κράτος τῷ Ἕκτορι «κτείνειν, εἰς ὅ κε νῆας
ἀφίκηται,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 194, line 12

μόνης ἐξηχήσεως, οὐ μὴν καὶ γραφῆς, ὁποῖαι καὶ ἄλλαι καινόφωνοι προ-
εγράφησαν. ἴσως δὲ καὶ ἐτυμολογικῶς παράκεινται ταῖς ὀδύναις αἱ
ὠδῖνες.
δοκεῖ γὰρ ἐκ τῆς ὀδύνης γίνεσθαι ἡ ὠδὶν κατὰ ἔκτασιν τῆς ἀρχούσης καὶ
τροπὴν τοῦ υεἰς ι. Ἔστι δὲ κυρίως ὠδίνειν τὸ ἐπὶ τόκῳ ἀλγεῖν. εἰ δέ ποτε
καὶ τὸ γεννᾶν οὕτω λέγεται, ἀπὸ τοῦ παρακολουθοῦντος λέγεται, ἤγουν
ἐκ τῶν
ὠδίνων, αἳ ταῖς τικτούσαις ἕπονται. ἡ δὲ τοῦ Σοφοκλέους Τέκμησσα ἐν
τῷ
»ὥστε μ' ὠδίνειν τί φής» τὸ ὑπερβολικῶς λυπεῖσθαι ὠδίνειν εἰποῦσα ἔχει
συγγνώμην ὡς γυναικικῶς ἐκ πείρας φράσασα. Τὸ δὲ «βέλος ἔχῃ»
κάτοχον
ὀδύναις βούλεται εἶναι τὴν ὠδίνουσαν, καὶ οὐκ ἔστι φράσαι κάλλιον.
ἐντεῦθεν
καὶ θυμῷ κάτοχος λέγεταί τις καὶ λύπῃ καὶ Ἄρεϊ καὶ τοῖς ὁμοίοις. Δῆλον
δ' ὅτι σωματικώτερον ἡ ποίησις ὄργανόν τι ταῖς Εἰλειθυίαις δίδωσι τηλε-
βόλον, ἐξ οὗ βέλος ὀξὺ ταῖς τικτούσαις προΐεται ὡς ἐκ τόξου ὀϊστός, ἵνα
ὥσπερ
ἡ Ἔρις εἶχέ τι τέρας πολέμου ἐν χερσὶ καὶ ὁ Ζεὺς δὲ ἀστραπήν, οὕτω καὶ
τὰς ὠδῖνας αἱ Εἰλείθυιαι, ἃς καὶ προϊεῖσι βέλους δίκην κατὰ τῶν
τικτουσῶν.
(v. 270) Ἔστι δὲ τὸ «προϊεῖσιν» ὅμοιον τῷ τιθέασι τιθεῖσιν. ὡς γὰρ
ἐκεῖνο
τῇ πληθυντικῇ δοτικῇ ὁμοφωνεῖ τῆς οἰκείας μετοχῆς, οὕτω καὶ τοῦτο. Τὸ
δὲ
»μογοστόκοι Εἰλείθυιαι» παροξύνεται ὁμοίως τῷ πρωτοτόκοι γυναῖκες
ὡς
ἐνέργειαν δηλοῦν τὴν κατὰ τῶν τικτουσῶν. τὰ γὰρ τοιαῦτα τῶν
συνθέτων, ὥς
φασιν οἱ παλαιοί, ἐνέργειαν ὑπισχνούμενα, παροξύνονται, εἰ μὴ κανὼν
604

ἄλλος
κωλύει, χωρὶς τοῦ ἱππόδαμοι. αὐτὸ γὰρ ἄντικρυς τῷ κανόνι μάχεται.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 199, line 29

ἔσχε. Τοῦτο δὲ λέγει καταβάλλων τὸ τοῦ Ἕκτορος τρόπαιον καὶ τρόπον


τινὰ
οὐ φύσει λέγων αὐτὸν ἀριστεύειν, ἀλλὰ νόθοις ἐκ τοῦ μοιριδίου
ἀγλαΐζεσθαι
ἀριστεύμασιν. (v. 301 – 3) Ὅρα δὲ καὶ ὅτι ἀκριβῶς φιλέλλην ὢν ὁ
ποιητὴς
τοὺς μὲν ὑφ' Ἕκτορος ἀναιρουμένους Ἀχαιοὺς ἐπιτρέχει ὡσεὶ καὶ
τυχόντας
ἀνθρώπους καὶ οὐ πολυλογεῖ ἐπ' αὐτοῖς, ἀλλὰ μόνον ἐξονομάζει αὐτούς,
ὡς
ἂν τῇ βραχυλογίᾳ τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνειδος ἐπικρύπτοιτο, ἐπὶ δέ γε τοῦ
Ἑλληνι-
κοῦ βασιλέως πολὺν λόγον κατέτεινεν, ἄλλα τέ τινα ποιῶν καὶ
γενεαλογῶν δὲ
τοὺς ὑπ' ἐκείνῳ πίπτοντας, οἷον τοὺς Πριαμίδας, τοὺς Ἀντηνορίδας, τοὺς
Ἀντιμαχίδας. (v. 303) Ἐν οἷς ὅρα καὶ ὅτι ἀναιρεῖ μὲν καὶ ὁ Ἕκτωρ
ἡγεμόνας
ἐνταῦθα πλὴν οὐ σύνδυο κατ' ἐκεῖνον, ἵνα κἀν τούτῳ ποικιλίαν τινὰ ἔχῃ ἡ

ποίησις. οὐ γὰρ καθ' ἕνα ὁ βασιλεύς, ἀλλὰ τοὺς πλείους κατὰ ξυνωρίδας
ἀνεῖλε, καὶ αὐτοὺς ἀδελφούς. εἰ δὲ καὶ ἡγεμόνων ἐννέα πεσόντων ὑπὸ τῷ

Ἕκτορι ἕνα μόνον ὁ ποιητὴς μετ' ἐπιθέτου προήγαγεν εἰπὼν


«μενεχάρμην
Ἱππόνοον», εἴη ἂν οὐδὲ τοῦτο δηλωτικὸν τοῦ περιφανεῖς τοὺς πεσόντας
εἶναι.
Ὧν ἐστι καὶ Δόλοψ, ὁμωνυμῶν τῷ παρ' Ἕλλησιν ἐθνικῷ, καὶ Ὀφέλτιος
τετρασυλλάβως πρὸς διαστολὴν ἴσως τοῦ Ὀφέλτης, ὃ τοπικόν ἐστιν, ὡς
καὶ
παρὰ Λυκόφρονι, καὶ Αἴσυμνος, ἐξ οὗ συγκρότησίς τίς ἐστι τῷ
αἰσυμνήτης.
ὁ δὲ Ἀγέλαος τῷ ἐν Ὀδυσσείᾳ μνηστῆρι ὁμωνυμεῖ, ὁ δὲ Ὦρος τῷ παρὰ
τοῖς μεθ' Ὅμηρον Ἀπόλλωνι, ὁ δὲ Ἀσαῖος οὐκ ἂν ἔχοι τὴν αὐτὴν
παραγωγὴν
Ἀσίῳ τῷ Τρωϊκῷ. ἡ ἆσις μὲν γὰρ ἴσως παράγει τὸν Ἄσιον ἢ ὁ Ἄσιος
λειμών,
605

ἡ ἄση δὲ τὸν Ἀσαῖον. (v. 299) Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι τὸ «τίνα πρῶτον,
τίνα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 433, line 1

μεταλλείαν ὅλην μύθου ἀνασκαλεύων ἐπ' αὐτῷ, καθά που πρὸ τούτων
καὶ ἐπὶ
τῷ Διΐ. Μόνους γὰρ τοὺς ἵππους αὐτῷ χαλκόποδας εἰπὼν καὶ τὸν ἄξονα
χάλκεον ἐκ χρυσοῦ τὰ ἄλλα ποιεῖ, τά τε δώματα, ὡς προεγράφη, καὶ
ἵππους ὠκυπέτας χρυσέαις ἐθείραις κομόωντας, ἃ δὴ ἔπαινος ἵππων ἐστί.
»χρυσὸν δέ, φησίν, αὐτὸς ἔδυνε περὶ χροΐ, γέντο δέ», τουτέστιν εἵλετο,
«ἱμάσθλην,
χρυσείην, εὔτυκτον», καὶ ἀμφὶ τοῖς τῶν ἵππων δὲ ποσὶ προϊὼν πέδας
ἔβαλε
χρυσείας, οὗπερ ἡ τοῦ Διὸς Ἥρα οὐκ ἔτυχεν. Ἵππους δὲ ὁ μῦθος αὐτῷ
δίδωσιν
Ἐριώλην καὶ Γλαῦκον ἢ Ἐγκέλαδον καὶ Σθένοντα, τοῦτο μὲν διὰ τὸ
σθεναρὸν
τοῦ Ἐννοσιγαίου, παρ' ὃ καὶ Δυναμένη μία τῶν Νηρηΐδων πέπλασται,
Ἐγκέλα-
δον δὲ διὰ τὸν κελάδοντα πόντον, Γλαῦκον δὲ διὰ τὴν γλαυκὴν
θάλασσαν, ἧς  
καὶ δαίμονα Γλαῦκον οἶδεν ἡ ποίησις τὸν Ἀνθηδόνιον καὶ Γλαύκην
Νηρηΐδα.
Ἐριώλην δὲ διὰ τοὺς ὑγρὸν ἀέντας ἀνέμους, ὧν καὶ ἡ σφοδρὰ καὶ
καταιγιδώδης
ἐριώλη, ἧς μέμνηται καὶ ὁ Κωμικός. (v. 23) Ἰστέον δὲ ὅτι χαλκόποδες
ἵπποι
οὐ μόνον οἱ στερεόποδες ἀλλὰ καὶ οἱ ἠχόποδες. λέγει δέ που καὶ
ἐριγδούπους
πόδας ἵππων καὶ ὑψηχέας ἵππους, ὧν ὑψοῦ ὁ ἦχος ἥκει τῶν ποδῶν. Ὅτι
δὲ
ἠχητικὸς ὁ χαλκός, ἐξ οὗ καὶ οἱ ἵπποι, ὡς ἐρρέθη, χαλκόποδες οἱ
ἠχόποδες,
δηλοῖ μὲν καὶ τὸ ἤνοπα λέγεσθαι χαλκόν, ὅ ἐστιν ἔμφωνον. Δηλοῖ δὲ καὶ
ἡ καθ'
Ἡρόδοτον ἱστορία ἐκείνη, λέγουσα ὅτι Βαρκαῖος χαλκεύς – Λιβυκὴ δὲ
πόλις
ἡ Βάρκη – ὑπόνομον ἐκ μηχανῆς πολεμίων ἐν τῇ κατ' αὐτὸν πόλει
ὀρυγέντα
δι' ἀσπίδος ἐπιχάλκου ἐφράσατο. περιφέρων γάρ, φησί, αὐτὴν ἐντὸς τοῦ
606

τείχους προσίσχε τῷ δαπέδῳ. καὶ τὰ μὲν ἄλλα ἦν κωφά, ἔνθα δὲ


ἐγεωρύχουν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 457, line 9

ὁμωνυμοῦν τῷ ἐθνικῷ, οὕτω κἀνταῦθα Ἴμβριος ἀνὴρ Πριάμου γαμβρὸς


οὐκ
ἀπὸ νήσου Ἴμβρου, ἀλλὰ κατὰ κυριωνυμίαν, ὡς εὐθὺς φανεῖται. Πήδαιον

γὰρ τόπος οὐκ ἐπίσημος περί που τὰ κατὰ Τροίαν, ἔνθα ἔναιε καθ'
Ὅμηρον
ὁ προσεχῶς ἱστορηθεὶς Ἴμβριος, πρὶν ἐλθεῖν υἷας Ἀχαιῶν, ὃς «κούρην
Πριάμοιο
νόθην ἔχε Μηδεσικάστην. αὐτὰρ ἐπεὶ Δαναῶν νέες ἤλυθον, ἂψ ἐς Ἴλιον
ἦλθε.
μετέπρεπε δὲ Τρώεσσιν», ὅ ἐστι διαπρεπὴς ἦν, ὃ παρεφράσθη ἐκ τοῦ
«ἔπρεπε
καὶ διὰ πάντων». «Ναῖε δέ», νῦν δηλαδὴ ἐν τῷ καιρῷ τοῦ πολέμου, «πὰρ
Πριάμῳ. ὃ δέ μιν τίεν ἶσα τέκεσσιν». (v. 178 – 80) Οὗτος ἔπεσε «μελίη
ὥς,
ἥ τ' ὄρεος κορυφῇς ἕκαθεν περιφαινομένοιο, χαλκῷ ταμνομένη, τέρενα
χθονὶ
φύλλα πελάσσῃ», [ὡς οἷα καί τινας κόμας ἀγαθάς, ὁποίας οἰκτίζεταί που
ἐν
τοῖς ἑξῆς ἡ ποίησις.] (v. 177 s.) Ἔρριψε δὲ αὐτὸν ὁ μέγας Αἴας νύξας ὑπ'

οὔατος, ἤγουν ὑπὸ τὸ οὖς, ἔγχεϊ μακρῷ. Περιπαθῶς δὲ ἡ παραβολὴ ἔχει


καὶ
οἷον συναχθόμενος φράζει ὁ ποιητὴς κατὰ τοὺς παλαιούς, οἵ φασι καὶ ὅτι
σπάνιόν ἐστι μελίαν ἐν πεδίῳ φυομένην εὑρεῖν. (v. 173) Ἡ δὲ ῥηθεῖσα
Μηδεσι-
κάστη πρὸς ὁμοιότητα τῆς Ἰοκάστης δόξοι ἂν λέγεσθαι. Ἰοκάστη τε γὰρ

κοσμουμένη ἰότητι, τουτέστι βουλῇ, καὶ Μηδεσικάστη ὁμοίως ἡ
καζομένη
μήδεσιν, ὅ ἐστι βουλεύμασι. τοιούτου δέ τινος τρόπου καὶ ἡ Ἀγαμήδη καὶ

Μήδεια καὶ ὅσαι τοιαῦται. παρατηρητέον δὲ αὐτὸ καὶ εἰς ὁμοιότητα τοῦ
κηρεσσιφορήτους. [(v. 179) Ἰστέον δὲ ὅτι ἐκ τοῦ περιφαίνεσθαι, ὅπερ
ἐστὶ πέριξ φαίνεσθαι λόγῳ περιωπῆς, οὗ μετοχὴ τὸ «περιφαινομένοιο»,
γίνεται κοινῶς μὲν τὸ περιφανές, ἄλλως δὲ ὁ παρὰ τῷ Σοφοκλεῖ
περίφαντος ἀνήρ.
607

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 458, line 1

τε χάριν καὶ ποικίλματος γραφικοῦ. τοιοῦτον γὰρ τὸ περὶ τόπου καὶ


γένους
καὶ τῶν τοιούτων ἱστορεῖν ἐν τοῖς περὶ τῶν πιπτόντων λόγοις. ἔστι δὲ καὶ
ἄλλως εὔκαιρον τὸ πρᾶγμα καὶ εὐμέθοδον. οὐ γὰρ ἔξω πίπτει καιροῦ τὸ
ἐν τοῖς
ἑκάστῳ συμπίπτουσι παραδιηγεῖσθαί τι περὶ αὐτῶν. [(v. 181) Ὅτι τοῦ
ἔβραχε
πολλαχοῦ τῆς ποιήσεως κειμένου χρῆσις κἀνταῦθα ἐν τῷ «ἀμφὶ δέ οἱ
βράχε
τεύχεα ποικίλα χαλκῷ». δῆλον δ' ὅτι διαφόρων ὄντων τοῦ βρέχειν καὶ
βράχειν,
ἐκείνου μὲν εὕρηται καὶ μέλλων καὶ λοιπὴ κλίσις, ἧς καὶ τὸ «ἐβρέχθη ἡ
γῆ»,
ὃ καὶ ἐβράχη λέγεται κοινότερον. τοῦ μέντοι βράχειν ζητητέον εἴπερ ἐστὶ
μετάβασις κλίσεως ἐξ ἐνεστῶτος εἰς λοιποὺς χρόνους.] (v. 182) Ὅτι τὸ
σκυλεῦσαι ἀπὸ τεύχεα δῦσαί φησι, περιφράζων τὸ συλᾶν, ᾧ μυριαχοῦ
χρᾶται  
ἡ ποίησις. (v. 185) Ὅτι Ἀμφίμαχον ἐνταῦθα Ἕκτωρ ἀναιρεῖ Κτεάτου
υἱὸν
Ἀκτορίωνος, Ποσειδῶνος υἱωνόν. καὶ χολοῦται μὲν δι' αὐτὸν ὁ
Ποσειδῶν, οὐ-
δὲν δέ τι ποιεῖ σφοδρὸν τῷ τέως αὐτίκα πρὸς ἄμυναν ἀξίαν σεμνότητος,
ἣν
αὐτῷ πλάττει ὁ ποιητής. εἰπεῖν δὲ μᾶλλον ἀκριβῶς, ἐχολώθη μὲν εὐθὺς ὁ

Ποσειδῶν υἱωνοῖο πεσόντος, οὐκ ἔσχε δὲ ὁ ποιητὴς αὐτίκα ἱστορῆσαι τί


ἐποίησε χολωθεὶς ὁ Ποσειδῶν. διηγησάμενος δὲ ἀναγκαίως ὅπως ἤρθη
καὶ
ἐσκυλεύθη ὁ Ἴμβριος, εὐθὺς λέγει ἅπερ ἐποίησε χολωθεὶς ὁ Ποσειδῶν,
καὶ
οὕτω μετὰ τὴν ὑπὲρ Ἀμφιμάχου ἐκδίκησιν ὑπὸ τῶν Αἰάντων ἔκκειται καὶ
ἡ τοῦ πάππου Ποσειδῶνος, ὀτρύναντος Δαναούς. τοῦ τῶν Μολιόνων δὲ
γένους
ἦν ὁ εἰρημένος Ἀμφίμαχος, περὶ ὧν καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς δηλωθήσεται. (v.
187)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 506, line 17


608

τὸν πολλαχοῦ ταμεσίχροα σίδηρον. (v. 502) Ὅτι τὸ «Αἰνείας ἀκόντισεν


Ἰδομενῆος» ἐνδεῶς ἔχει τῆς καταπροθέσεως, ὡς καὶ ἀνωτέρω τὸ
«τιτυσκο-
μένων ἀλλήλων». κατ' ἀλλήλων γὰρ καὶ ἐκεῖ τὸ ἐντελές. (v. 504 s.) Ὅτι
βολὴν ἄπρακτον φράζων φησὶν «αἰχμὴ δὲ κραδαινομένη κατὰ γαίης
ᾤχετο,
ἐπεί ῥ' ἅλιον», ἤγουν ματαίως, «στιβαρῆς ἀπὸ χειρὸς ὄρουσε». τὸ δὲ
κραδαίνειν
κραδάειν μετ' ὀλίγα φησὶν ἐν τῷ «ὀξὺ δόρυ κραδάων». Ὅτι δὲ κυρίως
αἰχμὴ
ἡ τοῦ σιδήρου ὀξύτης ἐν δόρατι, δηλοῖ καὶ ὁ Κίλιξ ποιητής, αἰχμὴν
ἀγκίστρου
εἰπὼν τροπικῶς τὴν τοῦ στόματος ὀξύτητα. (v. 505) Ὅρα δὲ καὶ ἐν τῷ
«ἐπεί
ῥ' ἅλιον», ὅτι ἔχων εἰπεῖν «ἐπεὶ ἅλιον», ὅμως ἐφίλησεν ὑπὲρ τὴν
λειοφωνίαν
τὸν τοῦ ῥασυνδέσμου ῥοῖζον διὰ τὸ τραχύτερον καὶ οὕτω ποιητικώτερον.

πάνυ γὰρ χαίρει τῷ τοιούτῳ συνδέσμῳ ἡ Ὁμηρικὴ ποίησις. (v. 507) Ὅτι
ἐν
τῷ «ῥῆξε δὲ θώρηκος γύαλον, διὰ δ' ἔντερα χαλκὸς ἤφυσε» γύαλον
θώρακος
τὸ κατ' αὐτὸν κύτος λέγει, καθὰ καὶ τὰ κεκοιλωμένα ἄντρα γύαλα
καλοῦνται,
ὡς παρὰ Σοφοκλεῖ «ὦ κοίλης πέτρας γύαλον». Καὶ φασί τινες τὴν πολλὴν
τοῦ
θώρακος καὶ πλατεῖαν κοιλότητα οὕτω καλεῖσθαι πρὸς διαστολὴν τῆς ἐν
ταῖς
χερσὶ καὶ τῷ τραχήλῳ στενότητος. (v. 508) Ἀφύσσειν δὲ καὶ νῦν τὸ
ἀπαντλεῖν
καὶ ἐκκενοῦν, ἐξ οὗ, φασί, καὶ τὸ λαφύσσειν. γίνεται δέ, φασίν, ἢ ἐκ τοῦ
ὕω,
τὸ βρέχω, οὗ στέρησις τὸ ἀφύσσειν, ἵνα ᾖ ἀφύσσειν κυρίως τὸ ἱστᾶν τὸ
ἐπιρρέον,
ἢ ἐκ τοῦ φυσᾶν, ἐξ οὗ, φασί, καὶ ἡ φύσις, ὡς οἷον φύσησις, ἵνα εἴη
ἀφύσσειν
ἀφύσσητον καὶ κενὸν ἐᾶν τὸ ὑποκείμενον, ἐκ μεταφορᾶς τῶν ἀσκῶν, ἢ
διὰ τὸ
στερεῖν τοῦ κατὰ φύσιν ἔχειν. Ἀστείως δὲ ὁ ποιητὴς τὴν ἐκ κοιλίας χύσιν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 530, line 6


609

μετὰ πνεύματος δασέος τὸ εἷναι, δηλοῖ δὲ ἐκεῖ τὸ ἀφεῖναι καὶ πέμψαι. Τὸ


δὲ
»ὧν τις καὶ μᾶλλον ἐέλδεται ἔρον ἐκπλῆσαι» τεχνικὴν ἔχει θεωρίαν, ὡς
τοῦ
ποιητοῦ ἑρμηνεύοντος, ὅτι ἐκ τοῦ μᾶλλόν ἐστι νῦν ἡ ἐπιχείρησις. εἰ γὰρ
τῶν
ἐφετῶν ἐστι κόρος, πολλῷ πλέον τοὺς Τρῶας ἐχρῆν πολέμου ταχὺ
κορέννυσθαι,
οὗπερ οὐδεὶς ἐφίεται. καὶ ἄλλως δέ, ὁ λόγος ἐνδείκνυται εἶναί τινα ἐφετά,
ὧν  
οὐκ ἂν εὔξαιτό τις κόρον σχεῖν, ὁποῖόν τι καὶ ἡ σπουδαία γνῶσις τοῖς
ἀγαθοῖς.
Τὸ δὲ «ἐέλδεται» καὶ ἡ τούτου ὅλη ῥηματικὴ κίνησις πάσχει ἔστιν οὗ
ἀφαίρεσιν
τοῦ ἀρκτικοῦ ε, ὡς πολλαχοῦ ἔστιν εὑρεῖν. (v. 640 s.) Ὅτι συλῆσαι ἔντεα
κἀνταῦθα τὸ σκυλεῦσαι. Φησὶ γὰρ «ἔντε' ἀπὸ χροὸς αἱματόεντα
συλήσας».
Πόθεν δὲ τὸ σκυλεῦσαι, δηλοῦται παρὰ τοῖς παλαιοῖς, ὅπου ἀδέψητον
βοέην
φησὶν ἡ ποίησις. ἔνθα, ὡς ἐν ὀλιγίστῳ εἰπεῖν, σκῦλον τὸ δέρμα λέγεται,
ἀφ'
οὗ ἴσως καὶ σκυλεύειν, κυρίως τὸ ἐν πολέμῳ βύρσας, ὅ ἐστι βοείας
ἀσπίδας,
λαμβάνειν, ἐξ οὗ ὡς ἀπὸ μέρους καὶ ἐπὶ πάσης πολεμικῆς σκευῆς τὸ
σκυλεύειν
ἐλέχθη. [Οὗπερ ἡ ἀναλογία κατὰ τὸ ξύλον ξυλεύω, ἀφ' οὗ καὶ ἡ ξυλεία,
ὡς
δηλοῖ ὁ γράψας τὸ «πεντήκοντα πλοίων πεντηρικῶν ξυλεία».] Δοκεῖ δὲ
Αἰολικὸν
εἶναι τὸ σκῦλον, ὡς φαίνεται ἀπὸ ῥητορικοῦ Λεξικοῦ, ἐν ᾧ κεῖται καὶ ὅτι
ἀποσκολύπτειν τὸ ἀφαιρεῖν τὸ δέρμα, ὅθεν καὶ τὸ σκυλεύειν
μεταφορικῶς.
Τὰ δὲ αἱματόεντα ἔντεα βροτόεντα λέγει ἀλλαχοῦ διὰ τὸν ἐκ τοῦ αἵματος
βρότον. (v. 643) Ὅτι εὐμενής μὲν τὸ παρὰ τοῖς ὕστερον κύριον,
περιᾴδεται
δὲ ἐκεῖνος, φυλάσσει τὸν τόνον τοῦ ἐπιθέτου καινότερον, ὡς δοκεῖ τοῖς
παλαιοῖς,
ὁ δὲ παρ' Ὁμήρῳ Πυλαιμένης, οὗ ἡ παραγωγὴ ὁμοία, [ὡς ἐρρέθη,] τῷ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 606, line 6


610

τῶν μειζόνων οἱ ἀσθενεῖς περιγίνονται. Τοῦ δὲ χωρίου τούτου πολλὰ εἰς


καλλωπισμὸν γυναικεῖον παρῳδηθήσεται καὶ παραπλακήσεται· Ὅρα δὲ
ὡς ἐν
οὕτω περιέργῳ καλλωπισμῷ οὐ κάτοπτρον ὁ ποιητὴς τῇ Ἥρᾳ δίδωσιν,
ὡς
Εὐριπίδης ταῖς Τρῳάσιν, οὐ κομμωτρίας, ὡς Ἡσίοδος τῇ Πανδώρᾳ, οὐδὲ
θεραπαίνας τινὰς εἰσάγει, καθά που τῇ Κίρκῃ, ἀλλ' αὐτουργοῦσαν
πλάττει  
αὐτήν, ἥτις καὶ τοὺς πλοκάμους αὐτὴ ἔπλεξεν. Ὅρα δὲ καὶ ὅτι ποιητῶν
ἄλλων
γυμνὰς πλαττόντων, φασί, τὰς ὑπ' αὐτῶν ὡραϊζομένας πρὸς ἀπάτην, ὁ
ποιητὴς
ἄλλως ἐμφαίνει τὸν κόσμον καὶ τὸ κάλλος, καὶ λόγοις πλέον χρωμάτων
αὐτὰ
διατυποῖ, ἵνα μὴ γυμνώσας αὐτὴν εἰς αἰσχράν, φασί, ἐνάργειαν τὴν τῶν
ἀκροατῶν διάνοιαν προκαλέσηται. καὶ οὕτω μὲν ὁ ποιητής. Ἄλλως δὲ
οὐκ ἐν
μόνοις πλάσμασι ποιητικοῖς ἐγυμνοῦντο γυναῖκες, ὡς ἂν ἡ ποίησις
οὕτως
ἐναγλαΐζηται τῇ συνήθει φραστικῇ, ἀλλὰ καὶ εἰς ἔθος παρὰ Δωριεῦσι τὸ
πρᾶγμα
παρείλκυστο. Αἴλιος γοῦν Διονύσιος δωριάζειν φησὶ τὸ παραφαίνειν καὶ
παρα-
γυμνοῦν πολύ τι τοῦ σώματος. αἱ γὰρ κατὰ Πελοπόννησον, φησί, κόραι
διημέ-
ρευον ἄζωστοι καὶ ἀχίτωνες, ἱμάτιον μόνον ἐπὶ θατέρᾳ ἐπιπεπορπημέναι.
Καὶ ὅρα ἐνταῦθα διαφορὰν χιτῶνος καὶ ἱματίου. Παυσανίας δὲ καὶ αὐτὸς
δωριάζειν φησὶ τὸ παραγυμνοῦσθαι. Δωρικὸν γάρ, φησί, τὸ παραφαίνειν
τὸ
σῶμα διὰ τὸ μηδὲ ζώνας ἔχειν, τὸ πολὺ δὲ χιτῶνας φορεῖν, ἐν δὲ Σπάρτῃ
καὶ
τὰς κόρας γυμνὰς φαίνεσθαι. Καὶ ὅρα ὡς ὁ Διονύσιος μὲν ἀπέφησε τῶν
Δωριά-
δων τὸ χιτωνοφορεῖν, Παυσανίας δὲ χιτῶνας φορεῖν αὐτὰς ἔφη, πλὴν οὐκ
ἀεί,
ἀλλ' ὡς ἐπὶ πολύ. Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι ὀρθῶς νῦν ὁ ποιητὴς ἐκτοπίζει τῆς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 614, line 12

λάβε, δέξαι, «νῦν τοῦτον ἱμάντα, τεῷ δὲ ἐγκάτθεο κόλπῳ, ποικίλον, ᾧ ἔνι

πάντα τετεύχαται, οὐδέ σέ φημι ἄπρηκτόν γε νέεσθαι, ὅ τι φρεσὶ σῇσι


611

μενοινᾷς».
(v. 222 s.) Ὃ καὶ ἀκούσασα Ἥρα ἐγήθησε. «μειδήσασα δ' ἔπειτα μέσῳ»,
ἢ ἑῷ, «ἐγκάτθετο κόλπῳ» τὸν κεστόν. Γίνεται δὲ αὐτῇ τὸ γηθῆσαι καὶ
μειδῆσαι
οἷα εἰς φήμην αἰσίαν καί τινα ὄρνιν ἀγαθὸν δεξαμένῃ προαναφωνητικῶς
τὸν
τῆς Ἀφροδίτης λόγον. οὐ γὰρ εἶπεν, ὅτι φημί σε καταλλάξαι τὸν Ὠκεανὸν

καὶ τὴν Τηθύν, ἀλλὰ πρᾶξαι πᾶν ὃ μενοινᾷς. δῆλον δὲ ὡς μενοινᾷ ἡ Ἥρα
τὸ
ἀπατῆσαι τὸν Δία ἐπ' ἀγαθῷ τῶν Ἀχαιῶν. (v. 199) Ὅρα δὲ [ὅτι τε τὸ
δαμνῶμαι δαμνᾷ, οἷον «ᾧ τε σὺ πάντας δαμνᾷ ἀθανάτους», ἤγουν
δαμάζεις,
πρωτότυπόν ἐστι τοῦ δάμνημι, ἀφ' οὗ τὸ δάμναται καὶ τὸ δάμνασθαι καὶ
τὰ
ὅμοια.] (v. 200) Καὶ ὡς, εἰ καὶ ἀπείρονα γῆν ἐν ἄλλοις ἡ ποίησις λέγει,
ἀλλ'
ἐνταῦθα κατὰ λόγον ἕτερον, ὃς ἐν ἄλλοις ἐρρέθη, πέρατα γῆς οἶδε. Τὸ δὲ
»εἶμι γὰρ ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης» καί τινα τῶν ἑξῆς ἐπὶ
μακρᾶς
τινος ἀποδημίας ῥηθήσεταί ποτε. Τὸ δὲ πολυφόρβου ἀκριβῶς ἐρρέθη.
φορβῆς
γὰρ ὡς ἐπὶ πολὺ ἐπὶ ἀλόγων κειμένης, ὀρθῶς πολύφορβος ἡ γῆ, οὐ μὴν
πάμφορ-
βος. εἰ μὴ ἄρα καταχρηστικῶς φορβὴ μὲν ἡ ἁπλῶς τροφή, πολύφορβος δὲ
γῆ
ὡς ἐκ μέρους ἡ πάντροφος, [εἴτ' οὖν παμβῶτις κατὰ τὸν Σοφοκλῆν. Ὅτι
δὲ
τὸ φέρβω, ἐξ οὗ ἡ φορβή καὶ ἡ πολύφορβος, ἐκ τοῦ φέρειν βίον γίνεται,
καὶ
ὅτι, ὥσπερ ἐκ τοῦ βόσκω βοσκάς βοσκάδος, ὄρνεον ἧττον, φασί, νήττης,
οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ φέρβω φορβάς φορβάδος ἐπί τε ζῴων καὶ ἐπ' αὐτῆς δὲ
γῆς,
ὡς τὸ «φορβάδος ἔκ τε γᾶς ἑλεῖν», δῆλον ἐκ τῶν παλαιῶν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 639, line 20

ἐν οἷς δηλοῦται ὁ πεπηρωμένος καὶ τὸ πυστόν, ἤτοι ἀκουστόν,


πλεονασμῷ
τοῦ νῦ διὰ καλλιφωνίαν. ἄπηρος μὲν γὰρ ὁ μὴ ἔχων πήρωσιν, ἀνάπηρος
δὲ
ὁ ἐστερημένος τῆς τοιαύτης στερήσεως. οὕτω δὲ καὶ ἄπυστος μὲν ὁ
612

στερηθεὶς
τοῦ ἀκουσθῆναι, ἀνάπυστος δὲ ὁ ἀκουσθεὶς διὰ τὸ ἐστερῆσθαι τῆς τοῦ
ἀπύστου
στερήσεως. [Τοιοῦτον δέ που εἶναι προεδηλώθη καὶ τὸ ἀνάγνωστος ὁ
ἐγνως-
μένος. γνωστὸς γὰρ καὶ ἐν στερήσει ἄγνωστος, καὶ ἐν δευτέρᾳ στερήσει
ἀναι-
ρετικῇ τῆς τοῦ ἄγνωστος καὶ πλεονασμῷ τοῦ νυἀνάγνωστος, ὁ μὴ
ἄγνωστος
ἀλλὰ δηλονότι γνωστός.] Τινὲς δὲ διὰ τὸ ἀάτην τὴν βλάβην λέγεσθαι
ἄατον
μέν φασι τὸ ἀτηρόν, ἀάατον δὲ τὸ πολυβλαβές. Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι τὸ
ἀάατος
δι' εὐρυφωνίαν οὐκ ἔσχε τὸ νυκατὰ τὸ ἀνάπηρος καὶ ἀνάπυστος.
προκρίνει
γὰρ ἐν πολλοῖς ἡ ποίησις τῆς λείας φωνῆς τὸ χασμῶδες διὰ τὸ σεμνὸν
καὶ
ὀγκηρόν, οὗ μάλιστα ποιητικὸν τὸ ακαὶ τὸ μέγα ω, καθά φασιν οἱ
Τεχνικοί.
ὅτι δὲ τὸ ἀνάπηρος καὶ ἀνάπυστος καὶ τὰ ὅμοια καὶ ἄλλως διαφόρως
ἐτυμολο-
γοῦνται, ζητητέον ἑτέρωθι. (v. 273) Μαρμαρέη δὲ θάλασσα κατὰ τοὺς
παλαιοὺς
ἢ ἡ διαφανής, τοιοῦτον γὰρ τὸ ὕδωρ, ἢ ἡ θρεπτικὴ τοῦ μαρμαίροντος,
ἤγουν
λαμπροῦ, ἡλίου. ἄναμμα γὰρ ἡλίῳ θάλασσα, φασὶν οἱ παλαιοί,
προστιθέντες
καὶ τὸ νοερόν, ἐν τῷ εἰπεῖν ἄναμμα νοερὸν τὸ ἐκ θαλάσσης
ἀναπεμπόμενον.
Κτητικὴ δὲ λέξις τὸ μαρμαρέη ἀπὸ τοῦ μάρμαρος λίθος. ὅθεν μαρμάρειος

κτητικόν, ἐξ οὗ μαρμάρεος ἀποβολῇ τοῦ ἰῶτα, οὗ θηλυκὸν μαρμαρέη.


Περὶ
δὲ Χαρίτων καὶ πῶς ὁπλότεραι, καὶ περὶ Πασιθέης καὶ ὡς αὐτῆς ἀεὶ ὁ
Ὕπνος
ἐπεθύμει, προσεχῶς εἴρηται. εἰ δὲ καὶ τὸν περὶ Πασιθέης ὅρκον τῷ Ὕπνῳ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 912, line 31

σκυλευμὸν τοῦ Σαρπηδόνος Ὅμηρος οὕτω «οἳ δ' ἂρ ἀπ' ὤμοιϊν


Σαρπηδόνος
ἔντε' ἕλοντο χάλκεα μαρμαίροντα». (v. 664 – 73) Ὅτι τὰ μὲν ὅπλα
613

Σαρπηδόνος
Πάτροκλος ἔδωκε φέρειν ἐπὶ νῆας, Ἀπόλλων δὲ τὰ εἰς τιμὴν τοῦ κειμένου

ποιεῖ, ὡς ὁ Ζεὺς ἐκέλευσεν εἰπὼν «εἰ δ' ἄγε νῦν, φίλε Φοῖβε, κελαινεφὲς
αἷμα
κάθηρον ἐλθὼν ἐκ βελέων Σαρπηδόνα καί μιν ἔπειτα πολλὸν ἄπο
προφέρων»,
ἢ ἀπόπρο φέρων, «λοῦσον ποταμοῖο ῥοῇσι χρῖσόν τ' ἀμβροσίῃ, περὶ δ'
ἄμβροτα
εἵματα ἕσσον, πέμπε δέ μιν πομποῖσιν ἅμα κραιπνοῖσι φέρεσθαι, Ὕπνῳ
καὶ
Θανάτῳ διδυμάοσιν, οἵ ῥά μιν ὦκα θήσουσ' ἐν Λυκίης εὐρείης πίονι
δήμῳ»,
καθὰ διὰ τῆς Ἥρας εἰσηνέχθη βουλή. Δῆλον δέ, ὡς καὶ προεσημάνθη, ὅτι

ἅπερ οἱ τοῦ Σαρπηδόνος ἑταῖροι παρακινδυνεύσαντες ὡσίωσαν, ὡς εἰκός,

περὶ αὐτόν, Ἀπόλλωνι ἀνατίθησιν ἡ ποίησις διὰ τὸ σεμνότερον,


ἰασαμένῳ  
μὲν πρὸ τούτων μυθικώτερον κακῶς ἔχοντα τὸν Ἕκτορα, ὡς ἀλλαχοῦ
πρὸς
Διὸς παρηγγέλθη, αὖθις δὲ εἰς τὸν Δία ἐλθόντι, ὃ συνήθως παρεσιώπησεν

Ὅμηρος, καὶ νῦν πάλιν σταλέντι νεκροκομῆσαι τὸν υἱόν. Ὅρα δὲ καὶ ἐν
τούτοις
φυσικὴν ἱλαρότητα φράσεως κιρναμένην σκυθρωπῷ πράγματι. τοιαύτη
δὲ
ἡ διὰ παρίσων τοῦ λοῦσον, χρῖσον, ἕσσον, καὶ τοῦ πομποῖσι, κραιπνοῖσι,
διδυμάοσιν. (v. 676 – 80) Ἅπερ εἰπόντος τοῦ Διὸς νῦν πρὸς Ἀπόλλωνα
μετ'
ὀλίγα εὐθὺς ὁ Ἀπόλλων, ἐνεργῶν ἃ ἐκελεύσθη, ἐκφαίνει διὰ τοῦ ποιητοῦ
ἕτερα τοσαῦτα ῥηματικὰ πάρισα πρὸς πλοῦτον κάλλους, εἰπόντος οὐ
προστακτι-
κῶς, ἀλλ' ὁριστικῶς ἐν τρίτοις προσώποις, ὡς Ἀπόλλων μὴ πατρὸς
ἀνηκου-
στήσας κατέβη ἄνωθεν καὶ ἔλουσε καὶ ἔχρισε καὶ ἄμβροτα εἵματα ἕσσεν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 924, line 24

ταῦτα τέχνῃ ἄλλῃ χρήσασθαι ἢ δύντα κατὰ βυθοῦ.] (v. 748)


Δυσπέμφελος
δὲ πόντος ὁ δυσχείμερος, δι' οὗ δυσχερῶς ναῦς πέμπεται. ὅθεν καὶ
614

Ἡσίοδος
δυσπέμφελον τὴν ναυτιλίαν φησί. Ζηνόδοτος δέ, φασί, πληθυντικῶς
γράφει,
εἰ καὶ δυσπέμφελοι εἶεν οἱ πολλοὶ δηλαδὴ ἐκεῖνοι, οἷς τὰ τήθεα
παρατίθενται,
ὅ ἐστι δυσάρεστοι, ὡς καὶ Ἡσίοδος «μηδὲ πολυξείνοιο δαιτὸς
δυσπέμφελος
εἶναι», ὅ ἐστι δύσκολος, δυσμετάπεμπτος. Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ δυσπέμφελος
ὀφεῖλον, ὥς που καὶ προεδηλώθη, διὰ τοῦ πγράφεσθαι, ὅμως δοκεῖ
τρέψαι
αὐτὸ εἰς φπρὸς διαστολὴν τοῦ πέμπελος, ὃ γεροντικὴν ἡλικίαν δηλοῖ. (v.
749)
Τὸ δὲ «ἐν πεδίῳ» ἀστεῖον καὶ αὐτό. καθ' ὕδατος μὲν γὰρ κυβιστᾶν οὐ
δεινόν,
ἐν πεδίῳ δὲ κλαυσεῖται ἂν ὁ κυβιστῶν προσαράξας τῇ γῇ τὴν κεφαλήν.
[Καὶ
ἄλλως δὲ εἰπεῖν, πεζεῦσαι μὲν καθ' ὕδατος ἅρμα καὶ ἀναβάτην ἡ ποίησις
παραδίδωσιν, ἄνθρωπον δὲ ἐν πεδίῳ ἐξ ἵππων κυβιστᾶν θαλάσσης νόμῳ
οὐκ
ἂν εἴη. Ὅτι δὲ κυβιστητὴρ καὶ ὁ ὀρχηστής, δηλοῦσι καὶ οἱ ἐφεξῆς που
δύο
κυβιστητῆρες, οἳ «μολπῆς ἐξάρχοντες ἐδίνευον κατὰ μέσσους». Τὸ δὲ
«ῥεῖα  
κυβιστᾷ» δὶς εἶπε διὰ τὸ καίριον τῆς φράσεως. καὶ δῆλον ὡς χρηστὸν
μάλιστα
τοῦτο. διὸ ἅπαξ εἰπὼν ἀρνευτῆρα, οὐκέτι οὔτ' αὐτὸ εἶπεν οὔτε τι τῶν
ἐκείνου.
Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι τε τὰ συχνὰ ἐν τοῖς ῥηθεῖσιν ἀσύνδετα πρέπουσιν
ἐπὶ
κερτομήσει, τὸ «ὢ πόποι», καὶ τὸ «ἦ μαλ' ἐλαφρός», καὶ τὸ «ὡς ῥεῖα
κυβιστᾷ»
καὶ τὸ «εἰ δή που καὶ πόντῳ» καὶ ἑξῆς, καὶ ὅτι ἡ τῆς παραβολῆς ἐργασία
ὡς
οἷον ἐκ τοῦ ἐλάττονός ἐστι, λέγοντος τρόπον τινὰ τοῦ Πατρόκλου, ὡς εἰ
ἐν
πεδίῳ ῥεῖα ἐξ ἵππων κυβιστᾷ, πολλῷ μᾶλλον ἐν θαλάσσῃ ἀπό τινος
προβλῆτος,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 4, line 7

λακωνίζων πρὸς Λάκωνα. (v. 16 – 7) Ὁ δ' αὐτὸς κατ' ἔννοιαν


ἐκφοβητικὴν στρα-
615

τιώτου ἀντιμάχου ἐπάγει τὸ «ἔα με κλέος ἐσθλὸν ἀρέσθαι, μή σε βάλω,


ἀπὸ δὲ
μελιηδέα θυμὸν ἕλωμαι». Κλέος δὲ ἐσθλὸν καὶ νῦν, ὡς καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ,

εὔκλεια. Δῆλον δὲ ὡς ἡ δύσκλεια κλέος ἂν εἴη οὐκ ἐσθλόν, καὶ ὅτι κλέος

ἀπολύτως ἡ φήμη, μέση λέξις οὖσα παρὰ τοῖς παλαιοῖς. (v. 19) Ἰστέον δὲ
ὅτι
Εὐφόρβου ἐν τούτοις καυχησαμένου καὶ ἀπειλησαμένου ἐν τῷ «οὔ τις
πρότερος
ἀνδρῶν Πάτροκλον βάλε», καὶ «ἔα με κλέος ἐσθλὸν ἀρέσθαι, μή σε
βάλω» καὶ
ἑξῆς, Μενέλαος ἐνδιαθέτως λαλῶν μετὰ βαρύτητος ἀποτείνει πρότερον
ἠθικῶς
τὸν λόγον πρὸς Δία, λέγων οὕτω «Ζεῦ πάτερ, οὐ μὲν καλὸν ὑπέρβιον
εὐχετάασθαι». τοῦτο δὲ γνωμικῶς εἴρηται, ὡς μὴ καλὸν ὂν αὐχεῖν τινα τὰ
ὑπὲρ
δύναμιν. Καὶ νῦν μὲν ἡ ποίησις γνωματεύουσα ἐν λόγῳ τὸ καλὸν
ὑποτίθησιν,
ἐν Ὀδυσσείᾳ δὲ τὸν Λοκρὸν πραγματικῶς κολάζει μεγάλα αὐδήσαντα.
καὶ
τοῦτο μὲν οὕτω. (v. 20 – 3) Τὸ δὲ ἐφεξῆς ἀποφατικῶς παραβάλλει κατὰ
σχῆμα
ὁποῖον ἐν τῇ ξʹ ῥαψῳδίᾳ ἐξέθετο. ἐκεῖ γὰρ εἰπὼν ἐν παραβολῇ ὡς οὔτε
θαλάσσης κῦμα τόσον βοᾷ οὔτε πυρὸς τόσσος βρόμος οὔτ' ἄνεμος τόσον
ἠπύει,
καὶ τὰ ἑξῆς, ἐνταῦθά φησιν «οὔτ' οὖν πορδάλιος τόσσον μένος οὔτε λέον-
τος οὔτε συὸς κάπρου ὀλοόφρονος, οὗ τε μέγιστος θυμὸς ἐνὶ στήθεσι
περὶ σθένεϊ
βλεμεαίνει, ὅσσον Πάνθου υἷες ἐϋμμελίαι φρονέουσιν», ἢ φορέουσιν,
ἤγουν
φέρουσιν, ἔχουσι. Πολλὴν δὲ καὶ ἐνταῦθα ἐνάργειαν ὁ λόγος ἔχει τοῦ
μέγα τὸ
πρᾶγμα εἶναι, εἰ καὶ ἄλλως μικροπρεπέστερον τὸ λεχθὲν διὰ τὴν ἀπὸ
ζῴων
παραβολὴν καὶ οὐκ ἀπὸ σωμάτων ὡς εἰπεῖν στοιχειακῶν ὡς ἐν τῇ ξʹ. διὸ
καὶ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 150, line 9

ἐφερμηνευτικόν ἐστι τοῦ «ταῦτα» τὸ ἐτήτυμον, ὅτι μηδὲ πολλά τινά εἰσιν
616

ἐνταῦθα τὰ τοῦ σκοποῦ, ἀλλὰ ἕν, τὸ ἐπικουρῆσαι Ἀχαιοῖς. (v. 128 s.) Διὸ

ἐπάγει «οὐ κακόν ἐστι τειρομένοις ἑτάροις ἀμύνειν», γνωμικῶς τοῦτο


εἰπών.
(v. 130 – 2) Τὸ δὲ «μετὰ Τρώεσσιν ἔχονται», παθητικῶς ῥηθὲν μεταποιεῖ
εὐθὺς
εἰς ἐνέργειαν, εἰπὼν «τὰ μὲν Ἕκτωρ αὐτὸς ἔχων ἀγάλλεται», ἵνα ἔχωνται
μὲν
τὰ τοῦ Ἀχιλλέως ὅπλα, ἔχῃ δὲ αὐτὰ ὁ Ἕκτωρ. Ὅρα δ' ἐνταῦθα καὶ ὡς
φιλόκαλος ὁ Ἕκτωρ καλὰ γὰρ καὶ ἀγλαὰ ἔχων ὅπλα ὤμοισιν ἀγάλλεται,
ὡς
καὶ προερρέθη. ὅτι δὲ ταὐτὸν ἀγάλλεσθαι καὶ ἀγλαΐζεσθαι, ὃ ἐκ τοῦ
ἀγάλλω
παράγεται κατὰ παραγωγὴν καὶ ὑπέρθεσιν τοῦ ἀμεταβόλου, δηλοῖ ὁ
ποιητὴς
ἀμφότερα νῦν παραθέμενος. (v. 134) Τὸ δὲ «καταδύσεο» ἡ μὲν κοινὴ
διάλεκτος
εὐκτικὸν οἶδεν, ἡ δὲ ποίησις τὸ ἐνδύσω εἰς ἐνεστῶτα προάγουσα ὡς
παθητικοῦ
ἐνεστῶτος προστακτικὸν ἐκεῖθεν προάγει αὐτό. Τὸ δὲ «μῶλον» ἤρκει καὶ
αὐτὸ
καθ' αὐτὸ κεῖσθαι δίχα τοῦ Ἄρηος, ὡς καὶ ἐν ἄλλοις ἐφάνη. γράφεται δὲ
ὅμως
οὕτως ἀκριβέστερόν τε καὶ ἐντελέστερον. (v. 129) Ὁμοίως δὲ καὶ ἐν τῷ
»ἑτάροις», ὡς ἐρρέθη, «ἀμυνέμεν αἰπὺν ὄλεθρον» οὐκ ἦν ἀνάγκη μετὰ τὸ

ἀμύνειν κεῖσθαί τι, ὡς καὶ αὐτὸ δῆλόν ἐστί, προσετέθη δὲ ὅμως καὶ τὸ
ἐφεξῆς
διὰ πλείω συνήθη σαφήνειαν, ὡς ἐντεῦθεν δοκεῖν τὸν μῶλον καὶ τὸ
ἀμύνειν
ἐλλιπῶς φράζεσθαι, ὅτε κατὰ μόνας λέγονται. (v. 136) Τοῦ δὲ «ἠῶθεν»
ἐφερμηνευτικὸν τὸ «ἅμα ἠελίῳ ἀνιόντι», ὅπερ ἅμα ἡμέρᾳ φασὶν οἱ μεθ'
Ὅμηρον. μετ' ὀλίγα δὲ συνήθως καθ' ὁμοιότητα τῆς ἀνατολικῆς φράσεως
καὶ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 278, line 14

ἀλλ' ἐνταῦθα οὐκ ἔστι τοῦτο. καί εἰσι τὰ τοιαῦτα κυρίως καὶ κατ' ἐξοχὴν
ἔργα ὡς
ἀμίμητα, ἐξ ὧν εἰλῆφθαι δοκεῖ καὶ τὸ λέγεσθαι ἔργον τὸ δύσκολον. (v. 23
617

– 7)
Ὅτι τοῦ Πατρόκλου ὑπερπαθὼν ὁ Ἀχιλλεὺς λέγει τῇ μητρί, ὡς «μάλ'
αἰνῶς
δείδω, μή ποτε μυῖαι καδδῦσαι», ἤγουν καταδῦσαι, «κατὰ χαλκοτύπους
ὠτειλὰς ἐγγείνωνται», ὅ ἐστιν ἐγγεννήσωσιν, «ἀεικίσωσι δὲ νεκρόν, ἐκ δ'
αἰὼν
πέφαται, κατὰ δὲ χρόα πάντα σαπείη». ἐντιθέασι γάρ τι ταῖς σαρξὶν αἱ
μυῖαι, ἀφ'
οὗ σκωλήκια τίκτονται καὶ οὕτως ἀεικίζεται ὁ νεκρὸς οἷα
κατασηπομένου τοῦ
χρωτός, ἐπεὶ ὁ αἰὼν πέφαται, ἤγουν ἡ ζωή, ὃ ἀσυνήθως πέφρασται.
ἄνθρωπος
μὲν γὰρ πέφαται κατὰ τὸ «φῶτας ἀρηϊφάτους κατέδουσι», μυῖαι δηλαδή.
αἰὼν
δὲ πῶς ἄν, εἰ μὴ ἄρα κατὰ τὸ παρακολουθοῦν. Ἰστέον δὲ ὡς μετ' ὀλίγα ἡ
ποίη-
σις ἀγριοποιεῖ τὰς μυίας, ἄγρια φῦλα εἰποῦσα ἐκείνας διὰ τὸ ἄγαν
ἀναιδὲς τοῦ
ζῴου, ὃ καὶ ἐν τῷ «κυνάμυια» φαίνεται, καὶ ἐν τῷ «μυίης θάρσος», ἃ
ἑτέρωθι
κεῖνται παρὰ τῷ ποιητῇ. [(v. 25) Ἰστέον δὲ ὅτι Ὅμηρος μὲν χαλκοτύπους

εἰπὼν ὠτειλὰς πρωτολεκτεῖ κατὰ κυρίαν φράσιν. λέγει γὰρ χαλκοτύπους


τὰς
ἀπὸ τυπῆς, ἤγουν τύψεως, χαλῶν, ἤτοι ξιφῶν. ὁ δὲ εἰπὼν «τύπωμα
χαλκόπλευρον» τὸ χαλκοῦν κιβώτιον οὐκ ἐκ τοῦ κυρίως τύπτειν αὐτὸ
παρήγα-
γεν, ἐξ οὗ καὶ «τόρμα» τροχῷ «τυπωτή» παρὰ Λυκόφρονι, ἀλλὰ τὸ
κατακροτεῖν
χαλκευτικῶς εἰς τὸ τύπτειν μετέλαβεν.]

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 314, line 4

τοῖς γράφουσι καί, ἃ πρὸ τούτων κεῖνται τῷ Ἀχιλλεῖ, εἰπόντι «Ἀτρείδη,


ἄλλοτέ περ καὶ μᾶλλον ὀφέλλετε ταῦτα πένεσθαι, ὁππότε τις
μεταπαυσωλὴ
πολέμοιο γένηται καὶ μένος οὐ τόσον ᾖσιν», ὅ ἐστιν ὑπάρχει, «ἐνὶ
στήθεσσιν
ἐμοῖσι. νῦν δ' οἳ μὲν κέαται δεδαϊγμένοι, οὓς ἐδάμασεν Ἕκτωρ, ὅτε οἱ
Ζεὺς
κῦδος ἔδωκεν», εὐτυχοῦντι δηλαδή, «ὑμεῖς δ' ἐς βρωτὺν ὀτρύνετον», καὶ
ἑξῆς,
618

τὰ προγραφέντα. Ἐν τούτοις δὲ πᾶσιν ἀποδέχεται μὲν ὁ ἥρως τὰ τοῦ


βασιλέως
καὶ τοῦ Ὀδυσσέως, παρακαίρια δὲ αὐτὰ εἶναι κρίνει. (v. 201 s.) Ἔστι δ'
ἐν  
τούτοις μεταπαυσωλή μὲν συνθέτως ἡ παῦσις, ἣν ἀλλαχοῦ ἔφη
ἀνάπνευσιν
Ὅμηρος, μένος δὲ θυμὸς ἀκμάζων ἄρτι μάλιστα ἐν τῷ ἥρωϊ. (v. 205) Ἡ
δὲ
βρωτύς Ἰώνων ἐστὶ σχηματισμός, ὡς καὶ ἡ ἐδητὺς καὶ ἡ ὀτρυντύς, ἤτοι ὁ
ἐρεθισμὸς ὁ ἐκ τοῦ παροτρύνειν, καὶ ἡ κτιστύς, ἤτοι ἡ τοῦ κτιζομένου
ποίησις,
κτιστὺν γοῦν Μιλήτου φησὶν Ἡρόδοτος. [Ἡ μέντοι βρῶσις κοινόν ἐστιν.
Ἀστείως δὲ ὁ Ἀχιλλεὺς τὸ πρὸ τῆς μάχης δεῖπνον εἰς βρωτὺν καὶ βρῶσιν
μετέλαβε, καὶ ἴσως καθάπτεται τοῦ Ὀδυσσέως, ἐφ' οἷς πρὸ τῆς μάχης
κορέσασθαι συνεβούλευσεν οἴνου καὶ ἐδωδῆς.] Τὸ δὲ «ὀτρύνετον» ἔχει τι
βάρος
τῷ ἥρωϊ, ἀχθομένῳ εἰ μόνοι οὗτοι δύο, ὁ βασιλεὺς καὶ Ὀδυσσεύς,
ἐπέχουσι τῆς
μάχης αὐτόν. Ὅρα δὲ ὅτι πρὸ μικροῦ μὲν ἰδίᾳ εἶπεν Ὀδυσσεὺς τὸ νήστιας
καὶ
ἰδίᾳ τὸ ἀκμήνους, ἐνταῦθα δὲ Ἀχιλλεὺς ὁμοῦ τὰ δύο ἀσυνδέτως
παρέθετο,
προϊὼν δὲ ἐρεῖ «ἄκμηνος καὶ ἄπαστος», ὡς εἶναι ταὐτὸν κατὰ
πολυωνυμίαν τὸ
νῆστις, ἄκμηνος, ἄπαστος, ὃν καὶ ἀπόπαστον λέγει ὁ Ὀππιανός. (

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 404, line 13

Τὴν δὲ ἀγυιὰν πολλοὶ τῶν παλαιῶν, ὡς καὶ προείρηται,


προπαροξύνουσιν, καὶ
οὐκ ἀναμφιλέκτως ὀξύνεται ἀεί. (v. 255) Ἐν δὲ τῷ «πολλὰ ἐτεά τε καὶ
οὐκί»
γράφουσιν οἱ παλαιοί, ὅτι τὰ τῶν ἀντιγράφων εἰκαιότερα ἔχουσι τὴν
τοιαύτην
γραφήν, τὰ δὲ ἀκριβέστερα οὐχ' οὕτως, ἀλλ' ὅτι «πολλά τε ὄντα καὶ
οὐκί», ὅ
ἐστὶ πολλὰ ἀληθῆ καὶ ψευδῆ. (v. 256 – 8) Ὅτι ἀνδρικὸς λόγος τὸ «ἀλκῆς
δ' οὔ
μ' ἐπέεσσιν ἀποστρέψεις μεμαῶτα πρὶν χαλκῷ μαχέσασθαι ἐναντίον· ἀλλ'
ἄγε
θᾶσσον γευσόμεθ' ἀλλήλων χαλκήρεσιν ἐγχείῃσιν». λέγει δ' ἐνταῦθα
γεύσασθαι
619

τὸ τῆς ἀνδρίας ἀλλήλων ἀποπειράσασθαι. καὶ ἔστιν ἀστεῖος ὁ λόγος.


οἱονεὶ γάρ
φησιν, ὅτι γευσώμεθα οὐ στόμασιν οὐδὲ λόγοις, ὡς νῦν ποιοῦμεν, ἀλλ'
ὅπλοις.
εἴη δὲ ἂν καὶ ἄλλως ἀστεῖον ἐνταῦθα τὸ γεύσασθαι τοῖς ἐνθυμηθεῖσιν, ὅτι
καὶ
στόμα προσπλάττει τῷ πολέμῳ ἡ ποίησις. (v. 259 s.) Ὅτι βαρεῖαν
πληγὴν
ἔγχους δηλοῖ τὸ «ἐν δεινῷ σάκει ἤλασεν ὄβριμον ἔγχος σμερδαλέῳ, μέγα
δ'
ἀμφὶ σάκος μύκε δουρὸς ἀκωκῇ». Αἰνείας δὲ οὕτω πλήττει κατ'
Ἀχιλλέως.
Ἰστέον δὲ ὅτι οὐδὲ παρὰ τοῖς παλαιοῖς ἀπῆσαν οἱ ψυχρογραφεῖν ἢ
ψυχρολογεῖν
θέλοντες. τὸ γοῦν «ἐν δεινῷ σάκεϊ» ἐνταῦθά τινες διὰ τοῦ ιγράφουσιν,
ἵνα λέγῃ
δινὸν σάκος τὸ δινωτόν, ὡς τὸ «δινωτὴν φορέεσκε κανόνεσσιν». [Ἐκ τοῦ
δίνου
δὲ, ἀρσενικοῦ ὀνόματος, ὃ τὸν τόρνον δηλοῖ, τὸ δινῶ δινώσω γίνεται.
δῖνος δὲ οὐ
μόνον τόρνος, ἀλλὰ καὶ ποδονιπτὴρ κατὰ Κυρηναίους. παρὰ δὲ τῇ
Τελεσίλλᾳ
καὶ ἡ ἅλως, ὥς φησιν Ἀθήναιος. τὸ ποτήριον μέντοι ὁ δῖνος, ὃ καὶ δεινιὰς

λέγεται ἀπὸ τοῦ σκευάσαντος Δεινίου, καθὰ καὶ Θηρίκλειον ἀπὸ


Θηρικλέους,  
διφορεῖται. γράφεται γὰρ τὰ πλείω διὰ διφθόγγου. τῆς δὲ τοιαύτης διπλῆς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 439, line 8

τῆς μήκοθεν βολῆς. καινὴ δέ τις πολέμου περιπέτεια κεφαλὴν


ἀποτμηθεῖσαν
ἰδεῖν συγκαταφερομένην ὡς οἷά τινι σκεύει τῇ πήληκι. (v. 483) Ὅρα δὲ
καὶ ὅτι
οὐ μόνον σπόνδυλοι διὰ τοῦ πκαὶ τρισυλλάβως, ἀλλὰ καὶ διὰ τοῦ φ 
τετρασυλλάβως, ὡς καὶ ἐν ἄλλοις ἐρρέθη. «σφονδυλίων» γάρ φησιν. (v.
481)
Τὸ δὲ «πρόσθ' ὁρόων θάνατον» περὶ παντὸς δύναται λέγεσθαι
καραδοκοῦντος
κίνδυνον. (v. 484 – 6) Ὅτι Πείρεώς τις ἐνταῦθα ἱστορεῖται Θρᾷξ ἀνήρ, οὗ
620

υἱὸς
Ῥίγμος, ἐκ Θρᾴκης ἐριβώλακος ἐλθὼν πίπτει ἄκοντι βληθεὶς ὑπ'
Ἀχιλλέως.
κλίσις δὲ τοῦ ῥηθέντος Θρᾳκὸς Πείρεω, ὡς Μενέλεω. ὁ δὲ Ῥίγμος, εἰ μὲν

ἐγράφετο διὰ τοῦ η, ἦν ἂν εἰδέναι ὡς ἐκ τοῦ ῥήσσω γίνεται. ὅτι δὲ τῷ ι


παραλήγεται παρὰ τοῖς ἀντιγράφοις, ῥιπτέον αὐτὸ μετὰ τῶν λοιπῶν
βαρβάρων
ὀνομάτων, ὧν ἡ Ὁμηρικὴ μεμέστωται ποίησις. (v. 487) Κεῖται δὲ ὧδε
καὶ
Ἀρηΐθοος Τρωϊκός, ὁμώνυμος τῷ προϊστορημένῳ Ἑλληνικῷ, καθὰ καὶ
Δευ-
καλίων ἀνωτέρω ὁ προγραφείς. (v. 490 – 3) Ὅτι παραβολῇ ἐνταῦθα
χρησάμενος
ὁ ποιητὴς ἐπὶ Ἀχιλλέως τῇ ἀπὸ πυρὸς τραχύνει τὴν φράσιν ἐπίτηδες, καὶ
ὥσπερ τινὰ βρόμον λεκτικὸν τῷ παραβολικῷ ἐπιτεχνᾶται πυρί. ἦ γὰρ οὐ
τοιοῦτον τὸ «ὡς δ' ἀναμαιμάει βαθέ' ἄγκεα θεσπιδαὲς πῦρ οὔρεος
ἀζαλέοιο,
βαθέα δὲ καίεται ὕλη, πάντῃ τε κλονέων ἄνεμος φλόγα εἰλυφάζει»; ὧν
ἀπόδοσις
τὸ «ὣς Ἀχιλλεὺς πάντῃ θῦνε σὺν ἔγχεϊ δαίμονι ἶσος». παραβέβληται δὲ
καὶ ἡ
παραβολὴ αὕτη ὅλη ὅλῳ τῷ πράγματι. ἡ μὲν γὰρ τοῦ Ἀχιλλέως ὁρμὴ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 491, line 4

ἐμπίπτοντα τῷ ἡρωϊκῷ σάκει καὶ πλάζειν τοὺς τοῦ Ἀχιλλέως ὤμους.


τοιοῦτον
δὲ καὶ μετ' ὀλίγα τὸ «ἵστη δὲ μέγα κῦμα», καὶ τὸ «ἐπῶρτο ὑψόσε θύων»,
καὶ τὸ
»κῦμα ἵστατο ἀειρόμενον». (v. 241) Τὸ δὲ ἐμπίπτειν ῥοῦν σάκεϊ ἀστείως
εἴρηται. ὁ γὰρ νοούμενος ποταμός, ὅσα καὶ ὅπλῳ τῷ σωματικῷ ποταμῷ
χρώμενος καὶ μετεωρίζων τὸν ῥόον, ῥιπτεῖ αὐτὸν κατὰ τοῦ σάκους, ὠθῶν
τὸν
Ἀχιλλέα οὕτω καὶ σφάλλων. διὸ οὐδὲ εἶχεν αὐτὸς ποσὶ στηρίξασθαι. (v.
249)
Ἀκροκελαινιόων δὲ ἀντὶ τοῦ ἄκρος πεφρικώς, μέλας, ἢ τὴν ἄκραν
ἐπιφάνειαν  
μελαινόμενος, ὡς εἰκὸς ὑπὸ πνοῆς ἀνέμου, ἢ μυθικῶς κατὰ χρῶμα
θυμουμένου
πρὸς ὁμοιότητα τοῦ «νυκτὶ ἐοικὼς ὑπώπια», ἵνα εἴη ἀκροκελαινιόων ὁ
οἷον
σκυθρωπάζων καὶ ἀγριούμενος μελαίνῃ φρικί. νοητέον γὰρ ἄνεμον
621

αὐτομάτως
ἐμπεσεῖν τῷ Ξάνθῳ, ὑφ' οὗ κυκώμενος βλάπτει τὸν ἥρωα, εἰ καὶ ἡ
ποίησις
ἄλλως μυθικώτερον προαιρετικὸν ἔργον τοῦτο πλάττει τῷ ποταμῷ.
Ἐτησίας
δέ, ὡς εἰκός, ἢ ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς ὁ ποιητὴς ἐρεῖ, ὀπωρινὸς βορέης, ἢ καὶ
σφοδρὸς
θερινὸς νότος ὁ τοιοῦτος ἄνεμος ἦν. διὸ καὶ κυκᾶν εἶχε καὶ ἐκθερμαίνειν
τὸν
ποταμόν, ὡς εἰ καὶ πυρὶ φλεγέθων Ἥφαιστος αὐτῷ ἐνέπεσεν. (v. 255)
Ὕπαιθα
δὲ λιασθείς οἱ μὲν ἀντὶ τοῦ ἐκ πλαγίου τοῦ ποταμοῦ καὶ ἔξω τοῦ εὐθέος.
κάλλιον
δὲ νοεῖν κατὰ τοὺς παλαιοὺς ἀντὶ τοῦ ἔμπροσθεν καὶ ὑπαί τὸ ἰθύ, ἤγουν
κατὰ
ὀρθόν. διὸ καὶ ὁ ποιητὴς προϊὼν ἑρμηνεύει λέγων τὸν Ἀχιλλέα πρὸς ῥόον
ἀΐς-
σειν ἀν' ἰθύν, ἤγουν κατὰ ῥοῦν ὁρμᾶν ἐπ' εὐθείας, ἔνθα εἶχε δηλαδὴ
εὐπόρως
φεύγειν. (v. 256) Τὸ δὲ ὄπισθε ῥέοντα τὸν ποταμὸν ἕπεσθαι λιασθέντι τῷ
Ἀχιλλεῖ ἄλλο εἶδος πολεμικῆς ἐπιθέσεως. Σημείωσαι γάρ, ὅτι πολυειδὲς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 545, line 20

προθέσεώς φησιν ὁ ποιητὴς πληκτίζεσθαι, εἰπὼν «ἀργαλέον δὲ


πληκτίζεσθαι
ἀλόχοισι Διός». δηλοῖ δὲ τὸ μάχεσθαι ἢ ἐρίζειν ἕως πληγῆς. Καὶ ὅρα
ὅπως ὁ
ποιητὴς παιδεύει διακεῖσθαι περὶ τὰ τῶν ἀρχόντων. Ἑρμοῦ δὲ ὁ ῥηθεὶς
λόγος.
Ἔνθα σημείωσαι, ὡς οὐκ αἰδεῖται ὁ τηλικοῦτος ἀδοξίαν εὔλογον, ἀλλὰ
ἄτυφός
ἐστιν. (v. 498 – 501) Εἴκει γοῦν τῇ Λητοῖ, ὡς καὶ προεγράφη ἐν τῇ υʹ
ῥαψῳδίᾳ,
εἰπὼν ὅτι τε «Λητοῖ, ἐγὼ δέ τοι οὔ τι μαχήσομαι», καὶ ὅτι οὐ δεῖ ταῖς Διὸς

ἀλόχοις μάχεσθαι, ὧν μία καὶ ἡ Λητώ, δι' ἣν ὁ Τιτυὸς ἐν Ἅιδῃ κολάζεται,


ὡς
ἐν Ὀδυσσείᾳ εἴρηται, καὶ ὅτι «ἀλλὰ μάλα πρόφρασσα», ἤτοι πρόθυμος ἢ
ὡς ἐν
πρωτολογίᾳ «εὔχεσθαι ἐμὲ νικῆσαι καρτερῇφι βίῃφι». τοῦτο δὲ καὶ ἄλλος
622

τις
παρῳδήσας εἴποι ἂν ἑκὼν εἴκων τινί. οὕτως ἐπιεικὴς ὁ Ἑρμῆς, καί, ὡς ἡ
ποίησις λέγει, ἀκάκητα. διὸ καὶ Ἀργεϊφόντης ὁ αὐτὸς ἤτοι ἀργὸς φόνου.
καὶ ἄλλως δέ, οὐκ ἔχει ὁ Ἑρμῆς, ὁ πλανήτης ἀστήρ, ἀντικαταστῆναι τῇ  
ἀλληγορουμένῃ Λητοῖ, ὅ ἐστι τῇ νυκτὶ ὡς οὐδὲ ἄλλος τις τῶν πλανήτων.
ἀπίθα-
νον γὰρ τὸ πλάσμα. ἢ πῶς ἂν μάχοιτο αὐτῇ πιθανολογικῶς, δι' ἧς
ἐκφαίνεται
λάμπων, ὅπουγε καὶ πάντες οἱ πλανῆται πρὸς αὐτῆς εἰσι. Ζεὺς μὲν γάρ
που,
πλάνης ὢν καὶ αὐτός, ἅζεται μὴ νυκτὶ ἀποθύμια ἔρδῃ. Ἄρης δὲ καὶ
Ἀφροδίτη,
τῶν ἑπτὰ καὶ αὐτοὶ ὄντες, σὺν αὐτῇ ἐπικουροῦσι τοῖς Τρωσί. Ἥλιος δὲ
καὶ
Σελήνη εἰς παῖδας αὐτῇ ἐγγράφονται. Κρόνος μέντοι ταρταρωθεὶς
οὐδετέροις
ἐπικουρεῖ. πῶς οὖν ἔχοι ἂν ὁ Ἑρμῆς αὐτῇ ἀντιβαίνειν; Οἱ δὲ παλαιοὶ καὶ
τοιαῦτά τινά φασιν. εἰρηνικὸς ὁ Ἑρμῆς, ὅθεν καὶ ἀνεῖται καὶ μίξεις φιλεῖ.
καὶ ἐν
Ὀδυσσείᾳ δὲ συνδεδέσθαι τῇ Ἀφροδίτῃ ἐθέλει [διὰ τὸ τῶν φιλοκάλων
ῥητόρων,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 555, line 18

ται δὲ πολλαχοῦ καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ ἐκ περισσοῦ κείμενος ὁ τοιοῦτος


σύνδεσμος,
ὥσπερ καὶ ὁ καικαὶ ὁ δεκαὶ ὁ ἀλλὰκαὶ ἕτεροι. (v. 571 – 80) Ὅτι θυμὸν
παρδάλεως ἱστορῆσαι βουλόμενος Ὅμηρος καὶ ὡς ἑαυτὴν ἐπιρρίπτει
θανάτῳ,
παραβάλλει αὐτῇ τὸν εἰρημένον Ἀγήνορα, λέγων ὅτι ἀλείς, ὅ ἐστι
συστραφείς, ἔμενε τὸν Ἀχιλλέα, «ἐν δέ οἱ ἦτορ ἄλκιμον ὡρμᾶτο
πολεμίζειν
ἠδὲ μάχεσθαι. ἠΰτε πόρδαλις εἶσι βαθείας ἐκ ξυλόχοιο ἀνδρὸς θηρητῆρος

ἐναντίον, οὐδέ τι θυμῷ ταρβεῖ οὐδὲ φοβεῖται, ἐπεί κεν ὑλαγμὸν ἀκούσῃ·
εἴ περ
γὰρ φθάμενός μιν ἢ οὐτάσῃ ἠὲ βάλῃσιν, ἀλλά τε καὶ περὶ δουρὶ
πεπαρμένη, οὐκ
ἀπολήγει ἀλκῆς πρίν γ' ἠὲ ξυμβλήμεναι ἠὲ δαμῆναι· ὣς Ἀγήνωρ οὐκ
ἔθελεν
φεύγειν, πρὶν πειρήσαιτ' Ἀχιλῆος». (v. 573) Ἰστέον δὲ ὅτι ὡς τὰ πολλὰ ἡ
ποίησις πόρδαλιν λέγει διὰ τοῦ οπαρὰ τὸ προάλλεσθαι, πλεονάσαντος
623

τοῦ
δέλτα. ἐν δὲ ῥητορικῷ παλαιῷ Λεξικῷ εὕρηται οὕτως. πόρδαλιν, οἱ
ἄλλοι,
Ἀττικοὶ δὲ πάρδαλιν. Ὅμηρος δὲ τὸ μὲν ζῷον διὰ τοῦ ο, τὴν δορὰν δὲ διὰ
τοῦ
α. Θηλυκῶς δὲ κἀνταῦθα ἡ ξύλοχος, δηλοῖ δὲ τὸν ὑλώδη καὶ δασὺν τόπον
ὡς
ξύλα ἔχοντα. (v. 575) Τὸ δὲ «οὐ ταρβεῖ οὐδὲ φοβεῖται» ἀντὶ τοῦ οὔτε
δειλιᾷ
οὔτε φεύγει. Τὸ δὲ «ἐπεί κεν ὑλαγμὸν ἀκούσῃ» τινὲς γράφουσιν «ἐπεὶ
κυνη-
λαγμὸν ἀκούσῃ», διὰ τὸ γράψαι που τὸν Στησίχορον «ἀπειρεσίου
κυνηλαγμοῦ».
παλαιὸς δέ τις, μεμφόμενος τὴν τοιαύτην γραφήν, φησὶν ὅτι οὐχ' ὁρῶ
πλέον τι
ἐκ τοῦ συνθέτου. καὶ χωρὶς γὰρ κυνὸς ὑλαγμὸς ἐπὶ κυνῶν ἀκούεται, ὡς
ἐπὶ  
ἵππων χρεμετισμός. ἄλλως τέ φησι τὰ εἰς μοςτῷ γπαραληγόμενα μετὰ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 607, line 23

τῷ Ἀχιλλεῖ πείθει, ὡς οὐκέτ' ἔστι τὸν Ἕκτορα φυγεῖν ἐκ τούτου, οὐδ' εἰ


πολλὰ πάθοι Ἀπόλλων προσπίπτων τῷ Διΐ. (v. 225) Ὅθεν καὶ Ἀχιλλεὺς
μὲν
ἵσταται ἀναπαύων ἑαυτὸν «ἐπὶ μελίης», τῆς, ὡς προγέγραπται,
»χαλκογλώχινος, ἐρεισθείς». Ἀθηνᾶ δὲ εἰκάζεται Δηϊφόβῳ τῷ Πριαμίδῃ
καὶ
ἀπατᾷ τὸν Ἕκτορα καὶ ἀνύει πεῖσαι τολμήσαι ἀντιστῆναι τῷ Ἀχιλλεῖ καὶ
ἀρτύει αὐτῷ οὕτω τὸν θάνατον, ἡγησαμένη ἐν κερδοσύνῃ, ὅ ἐστι
προηγησαμένη ἐν ἀπάτῃ, ὡς ῥηθήσεται, τῆς πρὸς τὸν Ἀχιλλέα ὁδοῦ τῷ
Ἕκτορι. Καὶ σημείωσαι ὡς, εἰ καὶ καταβάλλειν δοκεῖ ὁ ποιητὴς τὴν τοῦ
Ἀχιλλέως ἀρετὴν ἐν οἷς τὸ πᾶν τῆς κατὰ τοῦ Ἕκτορος νίκης ἀναθήσει τῇ
Ἀθηνᾷ, οὔ οἱ μέλον. τὸ μὲν γὰρ τῆς ἱστορίας φανερόν, ὅτι δηλαδὴ
ἀνδρεῖον τὸν
Ἕκτορα ἔρριψεν Ἀχιλλεύς, αὐτὸς ἀνδρειότατος ὤν. ἡ δὲ ποίησις τῷ
ἑαυτῆς
νόμῳ τερατωδέστερον λέγειν βούλεται τὰ πράγματα ἤπερ ἀληθῶς μέν,
ταπεινότερον δέ, καὶ μᾶλλον προκρίνει θεοφιλῆ τὸν Ἀχιλλέα ἤπερ ἁπλῶς
ἀνδρεῖον ἐνδείξασθαι. τοῦτο μὲν γὰρ καὶ ἄλλοις ἐστὶ πολλοῖς, θεοῖς δὲ
οὕτω
φιλεῖσθαι σπάνιον. (v. 216) Παρασημαινομένη γοῦν τοῦτο καὶ ἡ μυθικὴ
Ἀθηνᾶ φησι «Διῒ φίλε, φαίδιμ' Ἀχιλλεῦ». πιθανεύεται δὲ καὶ τὴν μυθικὴν
624

ταύτην πλάσιν ὁ ποιητὴς ἐκ τοῦ μυριαχοῦ φανῆναι τοιαύτας θεοφιλείας


ἐν τῇ
κατ' αὐτὸν ποιήσει. ἔχει δέ τι καὶ παιδεύσεως ὁ λόγος, εἴπερ ἀνθρώπων
οὕτω τὸ
θεῖον ἐπίστροφόν ἐστι. δοκεῖ δὲ κἀνταῦθα τὸ τῆς Ἀθηνᾶς ἐπεισόδιον
φρόνησίν
τινα ὑπεμφαίνειν ἐπικουρήσασαν τῷ Ἀχιλλεῖ.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 707, line 24

οὕτω συχνά, εἰ καὶ ὁ ποιητὴς οὐκ ἐπισημαίνεται, φειδόμενος ὀλιγάκις


λέγειν
κακά, ὃ δή φησιν Εὐριπίδης. διὸ καὶ τὸ τοῦ φίλου Ἀχιλλέως ὄνομα, δέον
ὂν
εἰπεῖν ἐνταῦθα πρὸς λόγου σαφήνειαν, ὁ δὲ σεσίγηκεν, ἀφεὶς ἀπὸ μακροῦ

ἑλκύσαι αὐτὸ κοινοῦ, ἤγουν ἀπὸ μακροῦ ἑλκύσαι αὐτὸ κατὰ κοινοῦ,
ἤγουν ἀπὸ
στίχων δέκα καὶ ὀκτὼ φθασάντων γραφῆναι. καὶ μὴν οὕτω φιλαχιλλεὺς
ἄλλως ὁ ἀνήρ, ὥστε κατὰ τὴν πομπὴν τοῦ νεκροῦ, ἀγαθὴν οὖσαν, ἐν
στίχοις ἓξ
τρισσάκις τὸ Ἀχιλλεύς ὄνομα ἔθετο. ἐνταῦθα δὲ ἀπέστερξεν ὀνομάσαι
αὐτόν. καὶ
οὕτω μὲν ἡ τοῦ Διὸς θυγάτηρ ποιεῖ ἐπὶ τῷ Ἕκτορι. (v. 188 s.) Ἀπόλλων
δὲ
»κυάνεον», φησί, «νέφος ἤγαγεν οὐρανόθεν πεδίονδε, κάλυψε δὲ χῶρον
ἅπαντα». ὃ δὴ πρέπει εἰπεῖν ἕως ὧδε εἰς παράδοξον ἐκ νέφους σκιάν. (v.
189-
91) Ἡ δὲ ποίησις λέγει τὸν χῶρον καλύπτεσθαι «ὅσσον ἐπεῖχε νέκυς», ὁ
τοῦ
Ἕκτορος δηλαδή, «μὴ πρὶν μένος ἠελίοιο σκήλῃ ἀμφὶ περὶ χρόα ἴνεσιν
ἠδὲ
μέλεσσι», τουτέστι μὴ ξηράνῃ ὁ ἥλιος καὶ σκληρύνῃ τὸν χρόα, μάλιστα
δὲ σκε-  
λετὸν ποιήσῃ ἀνιμηθέντος τοῦ ὑγροῦ τῇ θερμότητι τοῦ περιέχοντος. ὥστε
ὅρα
κἀνταῦθα, ὅτι τῶν ἐναντίων ποιητικὸς ὁ Ἀπόλλων, ἤγουν θερμότητός τε
καὶ
ψύχους δὲ κατὰ συμβεβηκὸς διὰ τὴν σκιάν, ἣν ποιεῖ τὰς ὑγρότητας
ἀνιμώμε-
νος, ἐξ ὧν τὰ σκιάζοντα νέφη συνίσταται. (v. 186) Ἰστέον δὲ [ὅτι τε θεῖόν
τι καὶ
625

οὐχ' ἁπλῶς ἐκ τῶν κατ' ἀνθρώπους τὸ ῥηθὲν ὑπόκειται ῥοδόεν ἀμβροσίον

ἔλαιον, καὶ ὅτι ἐκ τῶν κάτω καὶ τὰ θεῖα Ὅμηρος κοσμεῖ. σεμνὸν γὰρ
ἀνθρώποις τὸ ῥόδον. διὸ οὐ μόνον Ζεφύρῳ ἀνεῖσθαι λέγεται ἄγαλμα, καὶ
γῆς
καλεῖται ἄστρα καὶ ἀνθέων βασιλεύς, ἀλλὰ καὶ εἰς μύρου θειοτέρου
σκευὴν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 768, line 11

σαι δὲ ὅτι τὸ ἐκδέρκεσθαι φιλοσόφως φασὶν ἔχειν οἱ παλαιοὶ τὴν


ἐκπρόθεσιν,
διότι οὐ κατὰ εἰσδοχὴν ἀλλ' ἔκπεμψιν φωτοειδῶν δηλαδὴ ἀκτίνων τὸ
ὁρᾶν
γίνεται. (v. 478) Τὸ δὲ λαβρεύεσθαι καιρία λέξις ἐστί, δηλοῦσα τὸ
λάβρως καὶ
οὐ μετὰ σκέψεως λαλεῖν. ἢ καὶ ἄλλως εἰπεῖν, στωμύλλεσθαι καὶ τὸν
ἀκούοντα
λίαν βαρύνειν τῇ φράσει. ὅθεν καὶ λαβραγόρας ὁ ἐν τῷ ἀγορεύειν
λάβρος. διὸ καὶ
ἐπέμεινε τῇ λέξει συνήθως ὁ ποιητὴς διὰ τὸ καίριον. τῶν τις δὲ παλαιῶν
λαβρεύειν τὸ προγλωσσεύειν φησί. (v. 475) Ἀερσίποδες δὲ ἵπποι καὶ νῦν
ἐπὶ
τάχους, ἵνα ἦεν αἱ ὅσα καὶ πτεροῖς τοῖς ποσὶν ἀειρόμεναι, ὡς δηλοῖ μετ'
ὀλίγα
καὶ τὸ «ὑψόσ' ἀειρέσθην ῥίμφα», καὶ ἑξῆς, ἀφ' οὗ ἀείρεσθαι καὶ
«ἀράχνης
ἀερσιπότητος». Τοῦ δὲ δίενται», ὅ ἐστι διώκουσι, θέμα τὸ δίημι ἐκ τοῦ
δίω,
ἀφ' οὗ τὸ διώκω, ῥῆμα τοῦτο χρηστὸν πεζολόγοις. ἐκεῖνα γὰρ ποίησις
ἀνασκάλλειν φιλεῖ, [τουτέστι τὸ δίω καὶ τὸ δίημι, ἤγουν σπουδαίως
τρέχω. ἔστι δὲ καὶ
ἕτερον δίημι Ἀττικόν, γινόμενον οὕτω. Ζεύς Διός, ἐξ οὗ διερός, ὁ
δίυγρος. Διὸς
δὲ ῥῆμα δίω, ἀφ' οὗπερ οὐ μόνον τὸ διαίνω, καθὰ πολλαχοῦ δηλοῦται,
ἀλλὰ καὶ
δίημι, οὗ μετοχὴ παθητικὴ «διέμενος», ὡς τιθέμενος. Ἀριστοφάνης
«διέμενος
ὄξει Σφηττίῳ», ἤγουν ὑγράνας δι' ὄξους δριμέος, ὡς ἐκεῖνος οἶδεν
εἰπεῖν.]
(v. 476) Τὸ δὲ «οὐ νεώτατος τοσοῦτον» λεαίνει τὸ τραχὺ τοῦ σκώμματος
ἐπί τι
626

βραχύ. ἄλλως γὰρ ψεύδεται ὅλως οὐ μόνον τὸ «νεώτατος» ἐπὶ τοῦ


[μεσαιπολίου] Ἰδομενέως, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τὸ νέος. (v. 483) Νεῖκος δὲ
κεῖται
μὲν καὶ ἐπὶ μάχης, καὶ μᾶλλον ὅτε πόλεμος ἢ τοιοῦτόν τι αὐτῷ
παράκειται, οἷον »νεῖκος πολέμοιο».

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 772, line 18

ἁρματροχιή, τουτέστιν ἐλαφρῶς οὕτως ἔτρεχον, ὡς μὴ πολλὴν γίνεσθαι


τῶν
τροχῶν ἐγχάραξιν, καὶ ταῦτα ἐν λεπτῇ κονίῃ. Ἁρματροχιὰ γὰρ ἄλλο ἐστὶ
παρὰ
τὴν ἁματροχιάν. ἐκείνη μὲν γὰρ τί δηλοῖ, προείρηται. αὕτη δὲ ἴχνος δηλοῖ

τροχῶν ἅρματος. Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ μὴ βαθεῖαν γίνεσθαι νῦν ἁρματροχιὰν


οὐ λίαν
ὑπερβολικῶς εἴρηται διά τε τὸ πολὺ τάχος τῶν ἵππων καὶ τὸ κοῦφον τοῦ
ἅρμα-
τος, ἐξ ὧν δοκεῖ πιθανὸν εἶναι τὸ μὴ πάνυ τοῖς τροχοῖς τὴν κόνιν
χαράσσεσθαι.
ὑπερβολὴ δὲ τὸ μέτριον ἔχουσα πιστεύεται, ὥς φασιν οἱ παλαιοί. ἦν δὲ ἂν

ὑπερβολὴ ἄμετρος, εἰ μηδὲ ψαύειν εἶπε τῆς γῆς τοὺς τροχοὺς ἢ μὴ


ἐντυποῦν
ὅλως ἴχνος, ὅπερ οὐκ εἶχεν εἰπεῖν, οἷα θνητῶν ὄντων τῶν τρεχόντων
ἵππων. ὅτε
γὰρ ἀθάνατοι πλάττονται ἵπποι, ἄκρων ἐπὶ κυμάτων θέουσι, καὶ ὅσα ἄλλα
περὶ
τοιούτων ἵππων ἡ ποίησις ἔφρασεν. (v. 505) Ἐπίσσωτρα δὲ ὅτι τε οἱ
κανθοὶ τῶν
τροχῶν, καὶ πόθεν ἡ λέξις παράγεται, ἀλλαχοῦ προείρηται. [Δοκεῖ δὲ καὶ

λέξις αὕτη ἔλλειψιν ἔχειν τοῦ σἐν τῇ παραληγούσῃ κατὰ τὸ γνωστός
γνωτός καὶ
τὰ ὅμοια. ἐπίσσωστρα γὰρ ἤγουν σωστικὰ τῶν τροχῶν τὰ ἔξω αὐτῶν
σιδήρεα  
κύκλα, ἤγουν οἱ κανθοί.] (v. 507 s.) Ὅτι συντόμου δρόμου ἱππέως
δηλωτικὸν τὸ «στῆ δὲ μέσῳ ἐν ἀγῶνι, πολὺς δ' ἀνεκήκιεν ἱδρὼς ἵππων ἔκ
τε
λόφων καὶ ἀπὸ στέρνοιο χαμάζε». (v. 508) Λόφος δὲ ἐπί τε βοῶν καὶ
ἵππων καὶ
ἡμιόνων τόπος τοῦ τραχήλου, ᾧ ἐπιτίθεται ὁ ζυγός, ὡς καὶ ἐν ἄλλοις
627

δηλοῦται.
ὅθεν καὶ νῶτος εὔλοφος παρὰ Σοφοκλεῖ ὁ εὔεικτος, καὶ λοφιὰ ἡ περὶ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 914, line 16


ὁράᾳς». καὶ ἡ τετρὰς δέ, φησίν, ἱερὰ τοῦ θεοῦ. στροφαῖος δὲ Ἑρμῆς,
φησίν, οὐ
μόνον ὁ παρὰ τῷ στροφεῖ ἱδρυμένος, ἀλλὰ καὶ ὁ στρέφων καὶ ἐξαπατῶν
οἷον
στρόφις. (v. 335) Τὸ δὲ «ἔκλυες ᾧ ἐθέλῃσθα» ἀντὶ τοῦ ὑπήκουσας.
ἄλλως γὰρ
οὐκ ἔστι τὸ κλύειν δοτικῇ συντάσσεσθαι. (v. 337) Ὅρα δὲ καὶ ὡς
διέστειλε τὸ
ἰδεῖν πρὸς τὸ νοῆσαι οὐχ' ἁπλῶς, ἀλλ' ἐπειδὴ νοεῖ ποτέ τις καὶ δίχα
αἰσθήσεως.
(v. 340 – 6) Ὅτι κάλλιον ἐνταῦθα ἐπὶ Ἑρμοῦ ἤπερ ἐν Ὀδυσσείᾳ, ὥς
φασιν οἱ
παλαιοί, τὸ «αὐτίκ' ἔπειθ' ὑπὸ ποσσὶν ἐδήσατο καλὰ πέδιλα, ἀμβρόσια,
χρύσεια, τά μιν φέρον ἠμὲν ἐφ' ὑγρὴν ἠδ' ἐπ' ἀπείρονα γαῖαν ἅμα πνοιῇς
ἀνέμοιο· εἵλετο δὲ ῥάβδον, τῇ τ' ἀνδρῶν ὄμματα θέλγει ὧν ἐθέλει, τοὺς δ'
αὖτε
καὶ ὑπνώοντας ἐγείρει. τὴν μετὰ χερσὶν ἔχων πέτετο κρατὺς
Ἀργεϊφόντης. αἶψα
δὲ ἵκανε», καὶ ἑξῆς. αἰνίττεται δὲ διὰ τούτων ἡ ποίησις τὸ βέβαιον καὶ
λαμπρὸν καὶ ταχὺ τοῦ εἰς λόγον ἀλληγορουμένου Ἑρμοῦ· τὸ βέβαιον μὲν
καί,
ὡς εἰπεῖν, ἔμπεδον διὰ τῶν πεδίλων, τὸ δὲ λαμπρὸν διὰ τοῦ χρυσοῦ, τὸ δὲ

ταχὺ διὰ τῆς πτήσεως, ὅπερ ἐπ' αὐτῷ ἐν Ὀδυσσείᾳ καὶ διὰ τῆς τοῦ λάρου
ᾐνίξ-
ατο παραβολῆς. εἰ δέ πως ὁμοίως καὶ ἡ τοῦ Διὸς Ἀθηνᾶ σκευάζεται, οὐκ
ἂν
εἴη ἀνεύλογον, εἴ γε καὶ συγγενές τι λόγος καὶ φρόνησις, ὧν τὸ μὲν
Ἑρμοῦ, τὸ
δ' Ἀθηνᾶς. (v. 343) Ἡ δὲ τεραστία καὶ τὰ ἐναντία δυναμένη ῥάβδος
μυθικῶς
μὲν δῶρόν ἐστι τῷ Ἑρμῇ πρὸς Ἀπόλλωνος, ᾗ τὰς βοῦς Ἀδμήτου ἐκεῖνος  

ἐβουκόλει, ἀντιδοθεῖσα τῆς χέλυος ἤτοι λύρας, ἣν ὑφ' Ἑρμοῦ ἔλαβεν,


ἄλλως
δὲ ὡς οἷά τι σκῆπτρον τὸ τοῦ λόγου δηλοῖ βασιλικόν τε ἅμα καὶ
ὑπερειστικόν.
ὕπνου δὲ καὶ ἐγρηγόρσεως δεσπόζει, ἐπεὶ λόγος κηλεῖ καὶ αὖθις
ἀναπτεροῖ, ὃς
628

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 923, line 8

τῷ Πριάμῳ, ἵνα πολλὰ λύσῃ τῶν ἀπόρων, τὸ λαθεῖν ἐν τῇ εἰσόδῳ τοὺς


πυλωρούς, τὸ τὰς πύλας τοῦ τείχους καὶ τὰς τοῦ Ἀχιλλέως ἀνοῖξαι, τὸ εἰς
Ἀχιλλέα ἐλθεῖν καὶ αὖθις ἀκινδύνως ἐπανελθεῖν. καὶ οὕτω μὲν
ποιητικώτερον.  
ἑτέρως δὲ ἀναγωγικῶς Ἑρμοῦ ταῦτα ἔργα, τοῦ ἀστέρος, οὗ
συλλαβομένου
ἔλαθέ τε καὶ ἐφιλιώθη, ὡς αὐτοῦ καὶ τούτοις ἐπιστατοῦντος. ἱστορικῶς
μέντοι
καὶ κατά τινα ἠθικὴν ἀλληγορίαν ἔοικε τῶν τις Μυρμιδόνων ἐντυχεῖν που
πρὸ
τοῦ τείχους ἀγαθῇ τύχῃ τῷ Πριάμῳ, καὶ καταπράξασθαι αὐτῷ ἐλλόγως
καὶ
οὕτως Ἑρμαϊκῶς τὰ καιριώτατα, ὃν διὰ τὸ ἄγαν εὐτυχῶς ἐπιφανῆναι καὶ
κερδῷον γενέσθαι καὶ ὡς οἷά τι ἀγαθὸν ἕρμαιον εὑρεθῆναι τῷ τε δόλῳ
συμπράξαντα καὶ ἑταιρίσαντα. ταῦτα δὴ τὰ Ἑρμαϊκὰ εἰς Ἑρμῆν ὁ μῦθος
εἴκασεν, ὥσπερ καὶ τὸν διὰ φρονήσεως ἐνεργοῦντα ἡ ποίησις εἰκάζει
πολλαχοῦ
τῇ Ἀθηνᾷ καὶ τὸν ἀρεϊκὸν Ἄρεϊ. (v. 400) Ὅρα δὲ καὶ τὸ
«μεταπαλλόμενος
κλήρῳ λάχον». πάνυ γὰρ δεξιῶς τὰς συγγενεῖς λέξεις ὁμοῦ παρέθετο,
ἑτέραν
καιριωτέραν οὐκ ἀφείς. (v. 398) Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι ἐνταῦθα μὲν τὸ «ὡς σύ
περ
ὧδε» σαφῶς κεῖται ἀντὶ τοῦ οὕτως ὡς σύ, ἀλλαχοῦ δὲ τὸ «ὡς νύ περ
ὧδε» οὐ
πάνυ σαφῶς ἔχει, ὡς ἐκεῖ φαίνεται. (v. 401 – 4) Ὅτι προθυμίας ἄκρας εἰς
μάχην τὸ «ἠῶθεν θήσονται περὶ ἄστυ μάχην· ἀσχαλόωσι γὰρ οἵ γε
καθήμενοι
οὐδὲ δύνανται ἴσχειν ἐσσυμένους πολέμου βασιλῆες Ἀχαιῶν». Ἑρμῆς δὲ
τοῦτο
πλάττει, ὡς οἷα εἰδὼς οὕτω γενησόμενον, εἰ μὴ ὁ Πρίαμος ἐπρέσβευσεν.
(v. 409) Ὅτι στοχαζόμενος ὁ γέρων τῆς Ἀχιλλέως ὠμότητος ἐρωτᾷ,
μήποτε
τὸν Ἕκτορα κυσὶ μελεϊστὶ ταμὼν προὔθηκεν. (v. 410 s.) Ἀκούει δὲ ἐξ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 945, line 15


629

φαλάκρα. (v. 525 s.) Πρὸς δὲ τὸ τοῖς βροτοῖς τοὺς θεοὺς ἐπικλώθειν τὸ
ἄχνυσθαι, αὐτοὺς ἀκηδέας ὄντας, Ἐπίκουρος ἐναντιούμενός φησιν ὅτι τὸ
ἀθάνατον καὶ ἄφθαρτον οὔτ' αὐτὸ πράγματα ἔχει οὔτ' ἄλλοις παρέχει. διὸ
οὔτε
ὀργαῖς οὔτε λύπαις συνέχεται. καὶ Πλάτων δὲ ἐν Πολιτείαις φησίν, ὡς ὁ
θεὸς
ἀγαθός, οὐδὲν δὲ ἀγαθὸν βλαβερόν, ὃ δὲ μὴ βλαβερόν, οὐδὲ βλάπτει. καὶ
οἱ μὲν
φιλόσοφοι ταῦτα. ὁ δὲ ποιητὴς ἀνθρωποπαθεῖς τοὺς θεοὺς εἰσάγων
δίδωσιν, ὡς
μυριαχοῦ δηλοῦται, χώραν πάθεσι περὶ αὐτούς, ὁπόσα καὶ ἄνθρωποι
πάθοιεν ἄν.
ἐν οἷς καὶ τὸ μὴ ἐθέλειν τοὺς ὑπερέχοντας ἶσα τοῖς ταπεινοτέροις
φέρεσθαι, ἀλλὰ
κολούειν αὐτούς, [εἴτε ἀγαιομένους καί, ὡς ἂν Ἡρόδοτος εἴπῃ,
φθονοῦντας,
εἴτε καὶ ἑτέρως ὁπωσοῦν.] Οὐκοῦν ἐπεὶ θεῖον τὸ μετὰ ῥᾳστώνης
ἔμφρονος ζῆν, ὅ φησιν ἡ ποίησις «θεοὶ ῥεῖα ζώοντες», οὐκ ἂν οὕτω
βιῷεν καὶ οἱ θνητοί; ἀνθρώπῳ γὰρ ἀγαπητόν, εἰ μὴ ἀκράτου τοῦ τῶν
κακῶν ἀπαντλεῖται αὐτῷ πίθου. ἔχει δ' ἀναμεμιγμένα καὶ ἀγαθὰ τοῖς
κακοῖς, κατὰ τὸ «ἀλλὰ σοὶ μὲν παρὰ καὶ κακῷ
καλὸν ἔθηκε δαίμων». διὸ καὶ ὁ ἐν Ὀδυσσείᾳ Δημόδοκος, τῇ Μούσῃ
πεφιλημένος, οὕτω τὸν βίον κέκραται. φησὶ γὰρ «ὃν περὶ Μοῦσ'
ἐφίλησε». καὶ τί  
ἐστι τὸ ἐφίλησε περισσῶς; «ἐδίδου», φησίν, «ἀγαθόν τε κακόν τε». ποῖα
ταῦτα;
»ὀφθαλμῶν μὲν ἄμερσεν, ἐδίδου δὲ ἡδεῖαν ἀοιδήν». καὶ οὕτω μὲν οἱ
Ὁμηρικοὶ
πίθοι, ὁ τῶν ἐσθλῶν καὶ ὁ τῶν κακῶν, κιρνῶσι τὴν ἐν ἀνθρώποις
εὐδαιμονίαν,
μίγμα οὖσαν καὶ συγκύρημα ἄλλοτε μὲν κακῶν, ἄλλοτε δὲ ἐσθλῶν. ὡς τό
γε κα-
τὰ μόνας ἐξ ἑνὸς πίθου δῶρον ἐκ μὲν τοῦ τῶν ἐσθλῶν πίθου ἀνθρώπῳ
οὐκ ἄν,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 981, line 22

ἴκελος ὅν τ' ἀργυρότοξος Ἀπόλλων οἷς ἀγανοῖς βελέεσσιν ἐποιχόμενος


κατέπεφνε», τουτέστιν, ὅμοιος οὐ πεφονευμένῳ ἀλλά τινι ἐξαίφνης
θανόντι, ὡς
πολλαχοῦ δεδήλωται. τοῦτο δὲ ἡ γραῦς εἶπε διὰ τὸ μεμυκέναι, ὡς καὶ
προερρέθη, τὰ ἕλκη τοῦ νεκροῦ καὶ μηδὲν ἔχειν σημεῖον τρώσεως. (v.
630

752 s.)
Τριῶν δὲ νήσων μέμνηται, ἢ γυναικικῶς οἷα μὴ πολυΐστωρ, ἢ ὅτι, ὡς
εἰκός, ἐν
αὐταῖς ἐπέρναντο οἱ τῶν Τρώων αἰχμάλωτοι, ὅ ἐστιν ἐπωλοῦντο πέραν
ἁλὸς
ἀγόμενοι, ἀφ' οὗ παρῆκται τὸ πέρνασθαι, πολλαχοῦ κείμενον παρὰ τῷ
ποιητῇ,
ὡς εἶναι τὸ «πέρνασκε πέρην ἁλός» τρόπου καὶ αὐτὸ ἐτυμολογικοῦ. Ὅρα
δὲ
κἀνταῦθα ποιητικὰ πάρισα, τὸ «πέρνασκε» καὶ τὸ «ἕλεσκεν», ἁπλοϊκῶς
οὕτω
παραπεσόντα τῇ ἠθοποιΐᾳ τῆς γραός. (v. 750) Θανάτοιο δὲ αἶσα
περιφραστικῶς
ὁ θάνατος πρὸς διαστολὴν ἑτέρας αἴσης. ἐν τούτοις δὲ ἡ ποίησις τὸν
θεοφιλῆ
ἄνδρα καὶ ζῶντα καὶ τεθνεῶτα φιλεῖσθαι λέγει θεῷ. (v. 751) Τὸ δὲ
«παῖδας
ἐμοὺς πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς» ἔχει τι κάλλους κατὰ τὸ «παῖδας» καὶ
«πόδας».
(v. 753) Σάμον δὲ καὶ νῦν τὴν Θρᾳκίαν λέγει. αὕτη γὰρ τοῖς περὶ Λῆμνον
καὶ
Ἴμβρον τόποις παράκειται, οὐ μὴν ἡ ἀνατολικωτέρα Ἰωνική.
Ἀμιχθαλόεσσα
δὲ οἱονεὶ ἀμικτόεσσα, τροπῇ τῶν ψιλῶν εἰς δασέα καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ 

συλλαβῆς ἐκ τοῦ ἄμικτος. ἀπρόσμικτος γὰρ ἦν ἡ Λῆμνος τοῖς πλέουσιν,


ἐπεὶ
Σίντιες οἱ Λήμνιοι καὶ πειρατικοί. ἢ καὶ διὰ τὸ πετρῶδες ἐν πολλοῖς καὶ
δυσπρόσιτον, περὶ ὧν καὶ Σοφοκλῆς φησιν «οὐκ ἐνθάδ' οἱ πλοῖ τοῖσι
σώφροσι
βροτῶν». οἱ δὲ παλαιοί φασιν καί, ὅτι κατὰ Κυπρίους ἀμιχθαλόεσσα ἡ
εὐδαίμων, τοῦτο δὲ ὡς οἷα πολύμικτος. [(v. 754 s.) Τὸ δὲ «σεῦ δ' ἐπεὶ
ἐξέλετο

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (4083: 003)


“Eustathii archiepiscopi Thessalonicensis commentarii ad Homeri
Odysseam, 2 vols. in 1”, Ed. Stallbaum, G.Leipzig: Weigel, 1:1825;
2:1826, Repr. 1970.Vol. 1, p. 1, line 13

τες καὶ πρὸς τὴν ἱστορίαν αὐτήν. χρὴ δὲ οὐχ' οὕτω ποιεῖν, ἀλλὰ τὸ ἔργον
σκοπεῖν τῆς ποιήσεως,
ἐκεῖνο εἰδότας, ὡς ἄρα νόμος τοῖς ποιηταῖς μὴ γυμνὴν τὴν ἱστορίαν
ἐκτίθεσθαι, ἀλλὰ μύθοις καταπυ-
631

κάζειν. ὧν τοὺς μὲν, ὑπ' ἄλλων ἤδη πλασθέντας ἀναλέγονται, τοὺς δὲ καὶ
αὐτόθεν προσανα-
πλάττονται. δέδοται γὰρ κατὰ τοὺς τεχνογράφους τῇ ποιήσει καὶ
τερατεύεσθαι, ὡς ἂν ἐκ τούτων
ἡδονὴν τὲ ἅμα τοῖς ἀκροαταῖς καὶ ἔκπληξιν ἐμποιήσειεν. οὕτω τοίνυν καὶ
ὁ ποιητὴς πολλαχοῦ, ὥς
φασιν οἱ παλαιοὶ, τοῖς ἱστορουμένοις ὁμολογῶν, παραπλέκει καὶ μύθους.
καὶ τοῖς θρυλλουμένοις ἀλη-
θέσι, προστίθησί τι καὶ τῶν οὐκ ἀληθῶν. ἑκὼν ἑαυτῷ ἐνιστῶν τὴν τοῦ
ἀδυνάτου γραφήν. καὶ οὐ
πάντῃ πρὸς πλάσμα διασκευάζει καὶ μύθους, ἀλλὰ κατ' αὐτὸν φάναι,
πολλὰ ψεύδεα λέγει ἐτύμοις
ὁμοῖα, ὅθεν ἄν τις οὐδὲ ἴδοιτο. πολλὰ μέντοι καὶ οὐ πάντα ψεύδεται. οὐ
γὰρ ἂν ἔτι ἐτύμως ὁμοῖα ἡ
ποίησις φθέγγοιτο ἐὰν ψευδῆ πάντα εἴη συνείρουσα. αὐτίκα τῆς
Ὀδυσσέως πλάνης τὸ πολὺ, περὶ Σι-
κελίαν γενέσθαι καὶ Ἰταλίαν καὶ ἐπέκεινα τεθρύλληται συμφώνως τῷ
ποιητῇ. καὶ τοῦτο δηλοῖ δίχα
πολλῶν ἄλλων, καὶ ὁ τῆς ἱστορίας Λατῖνος, καὶ ὁ Αὔσων, οἱ ἐξ
Ὀδυσσέως καὶ Κίρκης κατά τινας.
οἳ καὶ τῆς ὁμωνύμου αὐτοῖς χώρας ἐκράτησαν, καὶ ἀφ' ἑαυτῶν τὰ ἔθνη
ἐκάλεσαν. ὁμολογεῖ δὲ τούτοις
καὶ ἡ ἐν Ἰβηρίᾳ πόλις Ὀδύσσεια. καὶ ὁ ἐν παροιμίαις Τεμέσιος ἥρως ὁ
βαρύμηνις, εἷς τῶν Ὀδυσσεῖ
συμπλευσάντων ἑταίρων, ἐν Τεμέσῃ τῇ Ἰταλικῇ τιμώμενος. καὶ οὕτω μὲν
οὐκ ἔστιν ἀμφιβαλεῖν ὅτι
ἐκεῖ τὰ πλείω πεπλάνηται Ὀδυσσεύς. ὁ δέ γε ποιητὴς, ἔστιν ἃ τῆς τοῦ
Ὀδυσσέως πλάνης καὶ ἐξωκεα-
νίζων φαίνεται, ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς φανερῶς δειχθήσεται. φυλάττων μὲν καὶ
τὰ τῆς ἱστορίας, προστιθεὶς
δὲ καὶ τερατολογίαν ποιητικήν. καὶ ποιήσεως νόμῳ, τὸ ψεῦδος τῇ
ἀληθείᾳ παραμιγνύς. καὶ τὰ μὲν
διδάσκων, τὰ δὲ ἐκπλήττων ἢ καὶ ψυχαγωγῶν. οὕτω δὲ καὶ τὸν Αἰόλον
καὶ τοὺς Κιμμερίους καὶ τὰ
κατὰ τὴν Καλυψὼ ἐξ ἱστοριῶν ἀληθῶν ἐρανισάμενος ὡς δειχθήσεται,
προσεπιτίθησί τι καὶ τερατολο

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 2, line 34

θηγητής. ἐξ οὗ οἷά τινος ὠκεανοῦ, πάντες, ποταμοὶ καὶ πᾶσαι λογικῶν


μεθόδων πηγαὶ, ὅμως οὐδ'
αὐτὸς ἐξέφυγε παρεγγράπτου γραφὴν συγγραφῆς. φασὶ γὰρ Ναυκράτην
632

τινὰ ἱστορῆσαι, ὡς ἄρα Φαν-


τασία γυνὴ Μεμφῆτις, σοφίας ὑποφῆτις, Νικάρχου θυγάτηρ, συντάξασα
τόν τε ἐν Ἰλιάδι πόλεμον καὶ
τὴν Ὀδυσσέως πλάνην, ἀπέδοτο τὰς βίβλους εἰς τὸ κατὰ Μέμφιν τοῦ
Ἡφαίστου ἄδυτον. ἔνθα τὸν ποιητὴν
ἐλθόντα, λαβεῖν παρά τινος τῶν ἱερογραμματέων ἀντίγραφα, κἀκεῖθεν
συντάξαι τὴν Ἰλιάδα καὶ τὴν
Ὀδύσσειαν. ὅτι δὲ ἢ Αἰγύπτιος ὁ ποιητὴς ἢ εἰς Αἴγυπτον φοιτήσας
ἐμαθήτευσε τοῖς ἐκεῖ, ἱστοροῦσι τινές.
καὶ ἐν τῷ περὶ τῶν πλαγκτῶν δὲ λόγῳ ἐν τοῖς ἑξῆς τοῦ βιβλίου τούτου
τεθήσεταί τις ἱστορία τούτου
δηλωτική. σωφροσύνη δὲ τῆς ποιήσεως ταύτης ὁ κεφαλαιωδέστατος
σκοπός. καὶ φιλανδρίαν δὲ παι-
δεύει ἔννομον τὸ βιβλίον τοῦτο, προθέμενον τὴν Πηνελόπην εἰς
ἀμφοτέρων ἀρχέτυπον. ἤδη δὲ καὶ
ἀδικίας ἀπέχεσθαι ὑποτίθησιν, οἷς τοὺς μνηστῆρας οὐ δίκαια
πλημμελοῦντας, ἀπαλλάττεσθαι οὐκ
εὖ ἱστορεῖ. ὅσα δὲ καὶ ἄλλα σποράδην ὁ ποιητὴς παιδεύει νόμῳ οἰκείῳ,
βιωφελὴς γὰρ πᾶσα ποίησις,
τὰ κατὰ μέρος τοῦ βιβλίου διδάξουσιν. ἀναπληροῖ δέ πως καὶ τὴν Ἰλιάδα
ἡ βίβλος αὕτη. ἃ γὰρ ὁ
ποιητὴς ἐκεῖ ἐνέλιπεν, ἐνταῦθα προσανεπλήρωσε. καὶ ἔστιν ἐνταῦθα δίχα
τῶν ἄλλων, Ἀχιλλέως τὲ
θάνατον εὑρεῖν τὸν ἐκεῖ σιγηθέντα. καὶ Αἴαντος τοῦ τε μεγάλου καὶ τοῦ
Λοκροῦ ἅπερ ἐκεῖ οὐκ ἔγνωμεν.
καὶ ἀριστείαν Νεοπτολέμου. καὶ δόλον Ὀδυσσέως ὅτε Τρώων πόλιν
κατέδυ. καὶ τὰ κατὰ τὸν δούρειον
ἵππον. καὶ ἄλλα ὧν οὐδὲν ἀριδήλως τῇ Ἰλιάδι ἐντέθειται. καὶ ὅλως,
καρύκευμά τι τῷ ποιητῇ ἐνταῦθα
τὰ τῆς Ἰλιάδος ἐστὶν ἐλλείμματα. ἔσται δὲ ἡμῖν κἀνταῦθα ὡς καὶ ἐν τῇ
Ἰλιάδι τῆς μεταχειρίσεως ἡ
ἐπιβολὴ, οὐ κατὰ ἐξήγησιν ἧς ἄλλοις ἐμέλησεν, ἀλλὰ κατ' ἐκλογὴν τῶν
χρησίμων τοῖς ἐπιτρέχουσι καὶ
μὴ ἐν εὐχερεῖ ἔχουσιν ἑαυτοὺς ἐπαφιέναι τῷ τῆς ποιήσεως πλάτει
σχολαίτερον. πολλὰ δὲ τῶν τῇ
Ὀδυσσείᾳ ἐγκειμένων ἐν ταῖς τοιαύταις παρεκβολαῖς σεσίγηνται, διὰ τὸ
ἐν τοῖς εἰς τὴν Ἰλιάδα ἱκανῶς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 111, line 12

τῷ νεανίᾳ, τὰ αὐτὰ ὑποθήσει καὶ Νέστωρ ὁ φρόνιμος. (Vers. 22.) Ὅτι


633

ἀπειρίαν ἐπὶ φιλικῇ συντυ-


χίᾳ δηλοῖ τὸ, πῶς τ' ἂρ ἴω. πῶς τ' ἂρ προσπτύξομαι αὐτόν. οὐδέ τι πω
μύθοισι πεπείρημαι πυκινοῖ-
σιν. περὶ δὲ τοῦ προσπτύξομαι καὶ τοῦ πεπείρημαι, προδεδήλωται. (Vers.
26.) Ὅτι πεποίθησις εἰς
τὸ θεῖον τὸ, ἄλλα μὲν αὐτὸς ἐνὶ φρεσὶ σῇσι νοήσεις. ἄλλα δὲ καὶ θεὸς
ὑποθήσεται. Καὶ ὅρα ὅτι νοεῖν
μὲν, τὸ αὐτόθεν καὶ οἴκοθεν. ὑποθέσθαι δὲ, τὸ ἐκ παραινέσεως νοῦν
ἐμποιεῖν. ὅθεν καὶ τὸ νουθετεῖν
σύνθετον. καὶ ὑποθήκη ἡ παραίνεσις. τὸ δὲ ὑποθήσεται, καὶ ὑποθήσει
λέγεται ἐνεργητικῶς.
(Vers. 28.) Ὅτι ἐν τῷ, οὐ γὰρ ὀΐω οὔ σε θεοῦ ἀέκητι γενέσθαί τε
τραφέμεν τε, φασί τινες λέγειν τὸν
ποιητὴν, ὡς οὐκ οἴομαι νόθον σε εἶναι τῇ Πηνελόπῃ. οἷα τῶν νόθων, μὴ
θείως γεννωμένων διὰ τὸ
τῆς μίξεως οὐκ ἔνθεσμον. ὅθεν φασὶ τεθεῖσθαι καὶ τὸ νόθος ὄνομα, παρὰ
τὴν νοστέρησιν καὶ τὸ
θεῖον. ἵνα ᾖ νόθος, ὁ τοῦ θειοτέρου ἐστερημένος. ὅ ἐστι τῆς ἐξ ἐννόμου
γάμου γεννήσεως. εἰ δέ γε
σκοτίους τινὰς καὶ παρθενίους παῖδας ἡ ποίησις περιφέρει σεμνόν τι
ἔχοντας, καὶ τῷ Πριάμῳ δὲ πλείους
τῶν γνησίων οἱ νόθοι, ἔχει τι καλὸν καὶ περὶ τῶν τοιούτων λέγειν ἀνὴρ
λόγιος. ἄλλως δὲ ἀέκητι θεοῦ
γενέσθαί τις καὶ τραφῆναι λέγεται, εἰ διὰ βίου ἄθλιος εἴη καὶ θεῷ
ἀνεπισκόπητος. Τὸ δὲ γενέσθαί τε
τραφέμεν τε, ὀρθῶς κεῖται. ἀνάπαλιν δὲ ἀλλαχοῦ ὡς πρωθύστερον τὸ,
τράφεν ἠδὲ γένοντο.
(Vers. 30.) Ὅτι ἐπί τινος θείου ἀνδρὸς ῥηθήσεται τὸ, ὅ δ' ἔπειτα μετ' ἴχνια
βαῖνε θεοῖο.
(Vers. 31.) Ὅτι ἀκολούθως τῷ, ἐννέα δ' ἕδραι ἔσαν, εἴρηται καὶ τὸ, Ἷξον
δ' ἐς Πυλίων ἀνδρῶν
ἄγυρίν τε καὶ ἕδρας. τί δὲ ἡ ἄγυρις, προδεδήλωται. ὅθεν καὶ ἡ ὁμήγυρις.
Ἐκ δὲ τῆς ἕδρας, καὶ
ἑδριάασθαι μετ' ὀλίγα ἐρεῖ. ὅθεν δὲ ἡ ἕδρα, ἐκεῖθεν καὶ τὸ, ἵδρυσε παρὰ
δαιτί. (Vers. 33.) Ὅτι
δαψίλειαν ἡρωϊκὴν εὐτελοῦς τροφῆς δηλοῖ τὸ, ἀμφί δ' ἑταῖροι δαῖτ'
ἐντυνόμενοι, κρέα ὤπτων, ἄλλα δ'
ἔπειρον. ἔστι δὲ ἐντύνεσθαι μὲν, ὃ συνήθως ὁ ποιητὴς ὁπλίζεσθαι λέγει.
ἐπεὶ καὶ ἔντεα, τὰ ὅπλα.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 175, line 7


634

φιλίαν. κἀπειδὰν ἐκεῖνον ἴδοι δραττόμενον αὐτοῦ ἐγκρατῶς, καὶ


ἐχόμενον ἀστεμφῶς τετληότι θυμῷ,
καὶ προσμένοντα, καὶ πιέζοντα, καὶ τὴν φιλίαν αὐτοῦ προκαλούμενον,
τότε δὴ καὶ αὐτὸς ἡδέως ἐκεῖ-
νον προσήσεται. καὶ μετὰ μακρὰν πεῖραν, ὁμιλήσει αὐτῷ ἱλαρῶς πρὸς
ὀρθότητα. τοιοῦτος ὢν οἷος
ἦν πρὸ τῆς πείρας κατά γε τὸ ἀποίκιλον. διὸ καὶ ὁ ποιητὴς φησί. πάντα δὲ
γινόμενος, πειρήσεται,  
καὶ τὰ ἑξῆς. ὡς δέον ὂν, πείρᾳ τὴν φιλίαν ποιεῖσθαι. καὶ οὕτω μὲν καὶ
οὗτοι. τινὲς δὲ, τῆς τῶν θαυ-
ματοποιῶν τέχνης καὶ τὸν εἰρημένον Πρωτέα ἔθεντο. καθ' ἣν ἐθαυμάζετο
καὶ Κρατισθένης ὁ Φλιά-
σιος. ὃς πῦρ τέ φασιν αὐτόματον ἀνέφαινε. καὶ ἄλλα ἐτεχνᾶτο φάσματα
δι' ὧν ἀνθρώπων ἐξίστα διά-
νοιαν. ἦν δὲ τοιοῦτος, καί τις Ξενοφῶν. καὶ Σκύμνος ὁ Ταραντῖνος. καὶ
Φιλιππίδης ὁ Συρακούσιος.
καὶ ὁ ἐκ Μιτυλήνης Ἡράκλειτος. καὶ Νυμφόδωρος ὁ πρῶτος Ῥηγίνους
εἰς δειλίαν σκώψας. ἄλλοι δὲ,
πρὸς τῇ λοιπῇ σοφίᾳ, καὶ ὀρχηστὴν τὸν Αἰγύπτιον τοῦτον Πρωτέα
παρέδοσαν, εὐλύγιστόν τινα. καὶ
πολυσχημάτιστον. καὶ ὑγρὸν τὴν κίνησιν. καὶ κοῦφον καὶ ἁλτικόν. διὸ
καὶ ἡ ποίησις, τὴν εἰς διάφορα
σώματα μεταβολὴν αὐτοῦ ἐπλάσατο. καὶ ὅμοιά τινα ἔφη ταῖς ποιαῖς
ἐκείνου κινήσεσιν. Ὅτι δὲ καὶ
εὐγενεῖς ὀρχηστικαὶ ἦσαν παρὰ τοῖς παλαιοῖς, δηλοῦσιν οἱ ἱστορικοί. καὶ
εἴρηταί τι καὶ ἐν Ἰλιάδι
περὶ τοιαύτης ὀρχήσεως. ῥητέον δ' ἐνταῦθα οὐ παρέργως, καὶ ὡς οἱ
φθάσαντες πολυτρόποις ἤδη δὲ καὶ
κακοήθεσι πολυειδῶς ἀνθρώποις προσαρμόσαι τὸ τοῦ Πρωτέως ὄνομα,
τοιούτῳ εἴκασαν καὶ τοὺς κόλα-
κας καὶ δηλοῖ γράψας Ἀθήναιος, ὅτι κατ' ἀλήθειαν ὁ κόλαξ ἔοικεν εἶναι
τῷ Πρωτεῖ ὁ αὐτός. γίνεται
οὖν παντοδαπὸς οὐ μόνον κατὰ τὴν μορφὴν, ἀλλὰ καὶ κατὰ τοὺς λόγους,
οὕτω ποικιλόφωνός ἐστι.
(Vers. 419.) Τὸ δὲ ἡμεῖς δ' ἀστεμφέως ἐχέμεν μᾶλλόν τε πιέζειν, καὶ ἐπὶ
ἁπλῶς ἀντοχῆς τινος οἰκεῖον
εἰπεῖν. (Vers. 422.) Τὸ δὲ λῦσαι γέροντα, ἐπὶ ἀφέσεως ἐῤῥέθη, οὐ γὰρ
προϋπόκειταί τις δεσμός.
(Vers. 428.) Ὅτι πορφύρειν, τὸ βαθέως διαλογίζεσθαι. ἢ κυμαίνεσθαι
διαλογισμοῖς, ὡς ἀπὸ θα-
λάσσης. ἐφ' ἧς καὶ τὸ πορφύρειν, καὶ τὸ ἰοδνεφὲς καὶ τὸ μέλαν καὶ τὰ
τοιαῦτα, λέγονται. τὸ δ' αὐτὸ,
635

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 197, line 2

καὶ ἐκ τοῦ ἀμφαδὸν ἀμφάδιος καὶ ἀμφαδία. Πολύδεσμος δὲ, ἡ πολλοῖς


ἐνδεδεμένη γόμφοις. ὅπερ οὐδ'
αὐτὸ ἡ κυρίως σχεδία ἔχει. Τὸ δὲ πήματα πάσχων, ἀντίκειται πρὸς τὸ,
ἀπήμων ἦλθε. (Vers. 34.)
Σχερία δὲ πάλαι ποτε, ἡ τῶν Φαιάκων νῆσος. τὸ δὲ ἀρχαιότατον,
Δρεπάνη φασὶν ἐκαλεῖτο. ὕστερον
δὲ, ἐκλήθη Κέρκυρα. περὶ ἧς ἐν τοῖς τοῦ περιηγητοῦ γέγραπται. κεῖται δὲ
ἡ Σχερία πρὸς τῷ Ἰονίῳ
κόλπῳ. φέρεται δὲ μῦθος περὶ αὐτῆς, τοιοῦτος. Δήμητρα φοβουμένη μή
ποτε οἱ ἐκ τῆς ἠπείρου ἀντι-
κρὺ τῆς νήσου ταύτης ῥέοντες ποταμοὶ, προχώσαντες αὐτὴν
χεῤῥονησιάσωσιν, ἐδεήθη Ποσειδῶνος ἀπο-
στρέψαι καὶ ἐπισχεῖν τὰ τῶν τοιούτων ποταμῶν ῥεύματα. ὧν καὶ
ἐπισχεθέντων, ἀντὶ Δρεπάνης Σχε-
ρία ἐκλήθη παρὰ τὴν τῶν ῥευμάτων ἐπίσχεσιν. Ὅτι δὲ ἐρίβωλος καὶ
ἄλλως δὲ εὐδαίμων ἡ τῶν Φαιάκων, αἱ ἱστορίαι λέγουσιν. Ἡ δὲ κλῆσις
τῶν Φαιάκων, ἀπό τινος ἐνδόξου Φαίακος. Κέρκυραν γάρ φασι τὴν  
Ἀσωπίδα Ποσειδῶν ἀγαγὼν εἰς Σχερίαν καὶ μιγεὶς, ἴσχει παῖδα Φαίακα,
ἐξ οὗ οἱ Φαίακες. οὓς ἀγχιθέους ἡ ποίησις λέγει, ἢ κατὰ γένος. ἐκ
Ποσειδῶνος γὰρ ὡς ἐῤῥέθη ὁ πρόγονος αὐτῶν Φαίαξ, διὸ καὶ
συνδιάγουσιν αὐτοῖς θεοὶ ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς μυθεύεται. ἢ διὰ τὴν
εὐδαιμονίαν τῆς κατ' αὐτοὺς γῆς.
ἢ διὰ τὸ φιλόξενον καὶ τὴν λοιπὴν ἀρετήν. ὃ καὶ κρεῖττον εἶναι δοκεῖ.
ἐρεῖ γὰρ ὁ Φαίαξ Ἀλκίνοος,
ὡς ἐγγὺς ἐσμὲν τῶν θεῶν καθάπερ Κύκλωπές τε καὶ ἄγρια φῦλα
Γιγάντων. ἤγουν οὕτως ἐσμὲν φίλοι
θεοῖς, ὡς ᾠκείωνται ἀλλήλοις οἱ Κύκλωπες καὶ οἱ Γίγαντες οἱ λῃστρικοί.
λαβὼν ἐκεῖνος τὴν ὁμοιό-
τητα, ἐκ τῶν ἐναντίων μὲν, ὁμοίων δὲ ὅμως κατὰ σχέσιν ποιότητος. ὡς
καὶ εἴ τις εἴποι, τόσον ἡδὺ τὸ
μέλι, ὅσον ἀηδὲς τὸ ἀψίνθιον. τοιοῦτον σχῆμα καὶ παρὰ Σοφοκλεῖ, ἐν τῷ,
ἐμοὶ πικρὸς τέθνηκεν ἢ
κείνοις γλυκύς. Ἰστέον δὲ ὡς οἱ ὕστερον Φαίακες εἰ καὶ ναυτικοὶ, ἀλλ' οὐ
κατὰ τοὺς Ὁμηρικοὺς ἀγα-
θοὶ καὶ ὀρθοὶ τὴν φιλίαν. οἳ ἐν τοῖς Περσικοῖς ἑξήκοντα νῆας
πληρώσαντες, μόγις τε ἀνήχθησαν ὡς
ἡ ἱστορία φησὶ, καὶ σκῆψιν δὲ ὕστερον ἐποιήσαντο ὑπὸ ἐτησίων ἀνέμων
κωλυθῆναι. καὶ οὕτω διεκρού-
σαντο τοὺς Ἕλληνας. μελετήσαντες, καὶ τὸν Πέρσην ἄλλως πως
παρακρούσασθαι.
636

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 205, line 14

σκορπίου πληγεὶς τέθνηκεν, ἄλλοι τε δηλοῦσι, καὶ οἱ τοῦ Ἀράτου


ὑπομνηματισταί. Ὅμηρος δὲ, θάνα-
τον αἰφνίδιον αὐτοῦ ἱστορεῖ. τοιοῦτον γάρ τοι δηλοῖ τὰ τῆς Ἀρτέμιδος
ἀγανὰ βέλη οἷς αὐτὸν κατέπεφ-
νεν ὡς πλημελοῦντά τι φασὶν εἰς αὐτήν. ἄλλως γὰρ οὐκ ἀναιρεῖ Ἄρτεμις
ἄῤῥενας ὡς καὶ προσεση-
μείωται. διὸ καὶ ἠθέτησάν τινες τὸν Ὁμηρικὸν τοῦτον τόπον διὰ τὸ τῆς
πράξεως ἄηθες. ἦν δὲ κάλ-
λιστος ἀνδρῶν κατὰ τὴν ἱστορίαν ὁ Ὠρίων καθὰ καὶ ὁ Τιθωνός. δοκεῖ δὲ
καὶ πρὸ ὥρας ἁρπαγῆναι
τοῦ βίου κατ' ἐκεῖνον. διὸ καὶ ἐπ' αὐτῷ ἐφημίσθη ὃ καὶ ἐπὶ τοῖς ἄλλοις
τοῖς κατ' αὐτόν. φασὶ γὰρ ὅτι
τοὺς τοιούτους νέους ἅμα ἡμέρᾳ ἐξωσίουν ταφῇ οἱ προσήκοντες ὡς μὴ
ἀνεκτὸν ὂν, ἡλίῳ θεαθῆναι τοιοῦ-
τον κακόν. διὸ καὶ ἐλέγετο ἁρπάζειν αὐτοὺς ἡ ἡμέρα. ἣν ῥοδοδάκτυλον
λέγει, σωματικώτερον, εἰ μὴ ἄρα
κἀνταῦθα Ἠὼς ἡ πρωΐα νοηθῇ κατὰ τὴν ῥηθεῖσαν ἱστορίαν. τότε γὰρ οὐ
πρὸς σῶμα ἀλλὰ πρὸς
ἀλληγορίαν προσαρμόσει αὐτῇ τὸ ῥοδοδάκτυλον ὡς καὶ προδεδήλωται.
εἰ γὰρ καὶ ἡ ἀλληγορία εἰς ταυ-
τὸν ἄγει τὴν ἡμέραν καὶ τὴν ἠῶ, ἀλλ' ἡ ποίησις, διαφόρους αὐτὰς λαλεῖ.
Ἡσίοδος γοῦν τὴν μὲν ἡμέ-
ραν, νυκτὸς μητρὸς γενεαλογεῖ ἐν τῷ, νυκτός δ' αὖτ' αἰθήρ τε καὶ ἡμέρη.
τὴν δὲ Ἠῶ, Θείας ὑποτίθε-
ται θυγατέρα. εἰπὼν. Θεία δ' Ἠέλιόν τε μέγαν λαμπράν τε Σελήνην Ἠῶ θ'
ἣ πάντεσσιν ἐπιχθονίοι-
σιν φαείνει, γείνατο. περὶ δὲ Ἠοῦς ὡς σωματοειδοῦς, λαλεῖ καὶ τὸ, ἀλλ'
ἤτοι Κλεῖτον χρυσόθρονος
ἥρπασεν Ἠὼς. Ἰστέον δὲ ὡς οὐ μόνον τὸ ἄνθος τὸ ῥόδον ᾠκείωται τῷ
Ἡλίῳ οὗ ἔργον ἡ ῥοδοδάκτυ-
λος Ἠὼς, ἀλλὰ καὶ ἡ Ῥόδος ἡ νῆσος, διὰ τὴν πρὸς τὸ ἄνθος ὁμωνυμίαν.
Ἡλίου γὰρ ἱερὰν τὴν Ῥόδον
ἄλλοι τέ φασι καὶ ὁ Πίνδαρος. εἰ δὲ ἐκ τοῦ ῥόδου καὶ ἡ ῥοδάνη γίνεται,
οὐκ ἔστιν εἰπεῖν σταθε-
ρῶς. ἧς ἡ χρῆσις ἐν λέξεσιν εὕρηται ῥητορικαῖς, οὕτω, κρόκην λεκτέον
οὐχὶ ῥοδάνην. ἐξ οὗ καὶ τὸ
ῥοδανίζειν κοινότερον. δοκεῖ δέ τι συμβάλλεσθαι εἰς τὸ γνῶναι τὴν
τοιαύτην λέξιν τὸ, ῥοδανονδονακῆα,
ὅπερ ἐν τῇ Ἰλιάδι κεῖται. περὶ δὲ Ὠρίωνος, καὶ ἐν τοῖς κατὰ τὴν νεκυίαν
637

δηλωθήσεται ὡς ἐγχωρεῖ.
Τιθωνοῦ δὲ εἰ καὶ μὴ ἐμνήσθη ὁ ποιητὴς ἐνταῦθα, ὅμως ἱστόρησεν ἐν τῇ
Ἰλιάδι ἐπιτροχάδην αὐτὸν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 252, line 13

στρέφις. ὡς ἀπὸ ἐρίων δηλαδὴ ἐχόντων συνεστραμμένους τοὺς μαλλούς.


οἱ δὲ παλαιοὶ, φασὶ καὶ ὅτι
οὐ μόνον οὖλαι ἀλλὰ καὶ ἐπιστροφίδες, αἱ συνεστραμμέναι τρίχες. (Vers.
232.) Τὸ δὲ καθῆκε κόμας,
ποιεῖ παρὰ τοῖς μεθ' Ὅμηρον ῥήτορσι. καὶ γένειον καθειμένον, τὸ βαθύ.
(Vers. 233.) Τὸ δὲ χρυσὸν
περιχεύεται, τὸν χρυσοχόον συντίθησι. Δέδαε δὲ, ἀντὶ τοῦ ἐδίδαξε. διὸ οἱ
μεθ' Ὅμηρον σοφισταὶ
λαβόντες οἶμαι ἐντεῦθεν, τὸ ἐκ τοῦ μανθάνειν γράμματα σόφισμα
ἔπλεξαν. ὥσπερ γὰρ δέδαεν οὐ μόνον
τὸ ἐδιδάχθη ἀλλὰ καὶ τὸ ἐδίδαξεν, οὕτω καὶ τὸ μανθάνειν, ἄμφω ταῦτα
δηλοῖ. Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι
σεμνὸν μὲν τὸ εἰπεῖν ἀνδρὸς ἔργα ὃν Ἥφαιστος καὶ Ἀθηνᾶ ἐδίδαξε
τέχνην παντοίην χαλκευτικὴν δηλαδὴ
καὶ χρυσοχοϊκήν. Ἥφαιστος μὲν, διὰ τὴν ἐν πυρὶ τῶν τοιούτων ἐργασίαν.
Ἀθηνᾶ δὲ, διὰ τὸ ἐπιστα-
τεῖν τοῖς χειρώναξι. τὸ δέ γε εἰπεῖν τι ἔργον Ἡφαίστοιο ἢ Ἀθηνᾶς, πρὸς
τῇ σεμνότητι, καὶ ὑπερβολὴν
ἔχει ὡς οἱ παλαιοί φασιν. οὕτω γοῦν καθ' ὑπερβολὴν πέπλασται καὶ ἡ τῶν
Ἀχιλλείων ὅπλων παρὰ
τοῦ Ἡφαίστου ἐν Ἰλιάδι ποίησις. (Vers. 236.) Τὸ δὲ ἕζετ' ἔπειτ' ἀπάνευθε
κιὼν, ἐκ τοῦ ἐν Ἰλιάδι
ἕζετ' ἔπειτ' ἀπάνευθε νεῶν, παρῴδηται. (Vers. 245.) Τὸ δὲ τοιόσδε πόσις
ἐνθάδε νεαιτάων, οὐ περὶ
Φαίακος τινὸς ἡ κόρη εὔξατο, ἀλλὰ περὶ τοῦ Ὀδυσσέως. ἵνα τοιόσδε
μένων καὶ μὴ μεταβληθεὶς καὶ
προσμείνας τῇ νήσῳ, εἴη αὐτῇ πόσις. διὸ καὶ ἑρμηνεύων Ὅμηρος τὸ
ἐνθάδε νεαιτάων ἵνα μὴ περί τινος
τῶν Φαιάκων νοοῖτο, ἐπήγαγε τὸ, καὶ οἱ ἄδοι αὐτόθι μίμνειν. οἱονεὶ
λέγων, ἐνθάδε νεαιτάων καὶ ἀρε-
σκόμενος αὐτόθι μένειν. (Vers. 240.) ἐν τούτοις δὲ καὶ πρὸς θεοῦ
πεμφθῆναι τὸν Ὀδυσσέα ἡ κόρη
λέγει, ἐν οἷς φησιν ὡς οὐ πάντων ἀέκητι θεῶν Φαίαξιν ἐπιμίσγεται. εἰ γὰρ
καὶ Ποσειδῶνι τυχὸν ἀπέ-
χθεται ἢ Νηρηΐσιν, ἀλλ' εἰσὶν ἕτεροι πρὸς αὐτοῦ. (Vers. 245.) Τὸ δὲ ἄδοι,
ἀντὶ τοῦ ἀρέσκοι, ἔοικεν
638

Ἰωνικὸς δεύτερος ἀόριστος εἶναι τοῦ ἥδω. διὸ συστέλλει μὲν ὡς δεύτερος
ἀόριστος τὴν παραλήγουσαν,
ψιλοῦται δὲ Ἰωνικῶς. κεῖται δ' ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ (Vers. 242.) καὶ τὸ
δέατο, ἀντὶ τοῦ ἐδόκει. λέξις
ἀχρηστοτάτη τοῖς πεζολόγοις καθὰ καὶ τὸ ῥηθὲν ἄδοι, ᾧ κοινὸν
σύστοιχον τὸ ἀδεῖν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 312, line 45

δοκος μὲν γὰρ πλατεῖαν ἐκθέσθαι δοκεῖ ἀοιδήν, Ὅμηρος δὲ, ὡς ἐν τύπῳ
παρεκβολῆς τὴν μακρὰν
ῥῆσιν εἰς βραχυτέραν συνελεῖν, ὡς δῆλον ἐκ τοῦ, (Vers. 514.) ἤειδεν ὡς
ἄστυ διέπραθον. ἤγουν τὸν
τρόπον τῆς Τρωϊκῆς ἁλώσεως ὅπερ ἐνταῦθα οὐκ ἐκπεφώνηται. καὶ ἐκ
τοῦ, (Vers. 516.) ἄλλον ἄλλῃ
ἄειδε κεραΐζειν τὴν πόλιν. ὅπερ οὐδ' αὐτὸ ἐνταῦθα κεῖται. οὐ γὰρ λέγει
τίνες που ἐκεράϊζον, ἐνέφῃνε
γοῦν ὁ ποιητὴς ἔχειν ἐκ τούτων ὕλην πολλὴν ποιήσεως. δι' ἧς καὶ ὅλον ἂν
ἀπαρτισθείη βιβλίον, ὁποῖα
ἐπραγματεύσαντο οἱ τὴν Τρωϊκὴν ἅλωσιν γράψαι πραγματευσάμενοι. ὧν
καὶ ὁ Τρυφιόδωρος.
(Vers. 521.) ἐπὶ δὲ τοῖς ῥηθεῖσιν ἐπάγει ὁ ποιητὴς ἕνα στίχον
συμπληρωτικῷ σχήματι, τοιοῦτον.
ταῦτ' ἂρ ἀοιδὸς ἄειδε περικλυτός. ἐτυμολογικὸν τρόπον ποιήσας ἐν τῷ,
ἀοιδὸς ἄειδεν. (Vers. 501.)
Ὅτι δὲ ἀπέπλευσαν Ἕλληνες δόλῳ ἐκ Τροίας καὶ ὡς πῦρ ἐν κλησίῃσιν
ἔβαλον, καὶ τὰ κατὰ τὸν δού-
ρειον ἵππον, καὶ ὡς ἐπορθήθη ἡ Τροία ἐλεεινῶς τά τε ἄλλα καὶ διὰ τὸν
τηνικαῦτα ἐμπρησμὸν, καὶ ὅσα
δὲ ἐπὶ τούτοις γέγονε, δηλοῖ ἐνδιασκεύως καὶ ἡ τοῦ Κοΐντου ποίησις.
Σημείωσαι δὲ καὶ (Vers. 500.)
ὅτι τὸ ἔνθεν ἑλὼν ἄλλο πλάτος γραφῆς εἶναι δηλοῖ πρὸ τῆς ἀοιδῆς τοῦ
Δημοδόκου. ὅπερ ὀφείλων αὐτὸς  
δηλῶσαι, ὅμως παραδραμὼν αὐτὸ, ᾄδει ὅπερ ἀπῄτησεν Ὀδυσσεὺς, ἔνθεν
ἑλών. τουτέστιν ἐάσας μὲν
τἆλλα. μνησθεὶς δὲ τῶν κατὰ τὸν δούρειον ἵππον, ἐξ ὅτου μετὰ πολλὰ τὰ
φθάσαντα εἰς Τροίαν ἀνειλ-
κύσθη. Καταστατικὴ δὲ ἔννοια τὸ ἔνθεν ἑλὼν, ᾗ χρῶνται καὶ οἱ μεθ'
Ὅμηρον ὁπηνίκα λόγου ἀφηγη-
ματικοῦ κατάρχονται. (Vers. 501.) Τὸ δὲ πῦρ βαλόντες, ἀντὶ τοῦ, πῦρ
θέντες ῥίψαντες. ταῦτα
δὲ, ἀντὶ τοῦ ἐμπρήσαντες. (Vers. 502.) Τὸ δὲ οἱ ἀμφ' Ὀδυσσῆα, λοχαγὸν
ὑποβάλλει νοεῖν τὸν Ὀδυς-
639

σέα τοῖς ἐντὸς τοῦ δουρείου. (Vers. 503.) Ἀγορὰν δὲ Τρώων λέγει τὴν
ἐντὸς τῆς Ἰλίου ἄθροισιν
τῶν πολιτῶν, (Vers. 504.) Τὸ δὲ ἐς ἀκρόπολιν ἐρύσαντο, ἀντὶ τοῦ διὰ
μηχανῆς εἵλκυσαν. ὅθεν καὶ
ῥυτοὶ λίθοι οἱ μὴ φορητοὶ ἀλλὰ ἑλκυστοί. τοιοῦτον δὲ καὶ τὸ, ἐρύσαντας
ἐπ' ἄκρας. Τὴν δὲ ἀκρό

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 322, line 44

οὖν περιπέτειαν ὡς ἐν Ἰλιάδι τύπτων καὶ πείθων τοὺς μηδὲν αὐτῷ


προσήκοντας ἀπρακτεῖ νῦν εἰς τοὺς
ἰδίους. καὶ περιφρονεῖται ὡς μήτε λόγῳ δεινὸς εἶναι. ἔπεισε γὰρ ἂν, μήτε
τῇ δόξῃ μέγας, ἐδεδίεσαν γὰρ ἂν
αὐτὸν, μήτε χρηστὸς, ᾑροῦντο γὰρ ἂν τὰ αὐτοῦ. Ἰστέον δὲ ὅτι διερὸν
πόδα καὶ τὴν κώπην τινὲς ἐνόη-
σαν ὡς καὶ περὶ αὐτοῦ ἐῤῥέθη, ἕτεροι δὲ τὸν ὀξὺν καὶ ταχὺν, διὰ τὸ ὑγιὲς
ὃ ἐκ τοῦ ὑγροῦ δοκεῖ παρῆκται ὡς
καὶ ἀλλαχοῦ ἐδηλώθη, ἄλλοι δὲ τὸν ζῶντα, κατὰ τὸ, διερὸς βροτός. ὅπερ
ἐν τῇ ζῥαψῳδία προγέγραπται.
προσεκτέον δὲ καὶ Θεοκρίτῳ εἰπόντι γόνυ χλωρὸν, τὸ νεάζον καὶ
θαλερόν. ἵνα καὶ διερὸς ποὺς κατὰ
τοιοῦτόν τινα λέγοιτο νοῦν. (Vers. 47.) Τοῦ δὲ γεγώνευν ῥήματος
περισπωμένου φίλου ποιηταῖς τοιάδε
ἡ διάθεσις. γνώω. γνώσω. γέγνωκα. μέσος γέγνωα. καὶ καθ' ὑπέρθεσιν,
γέγωνα. ὅθεν κατὰ ἀναδρο-
μὴν τὴν εἰς ἐνεστῶτα συνήθη τοῖς παλαιοῖς, γεγωνέω γεγωνῶ. ἐξ οὗ τὸ
ἐγεγώνεον. (Vers. 48.) Γεί-
τονος δέ, φασιν, ἐν Ἰλιάδι μὲν οὐκ ἔστιν, ἐνταῦθα δὲ κεῖται. καὶ ἐν τῷ γἐν
τῷ, γείτονες ἠδὲ ἔται
Μενελάου. (Vers. 49.) Τὸ ἀφ' ἵππων μάρνασθαι καὶ ὅθι χρὴ πεζὸν ἐόντα,
παραποίησίς ἐστι παρα-
φραστικὴ τοῦ, ἱππόται καὶ πεζοί. Δῆλον δὲ ὡς ὁ ἀφ' ἵππων μαρνάμενος
ἱππιοχάρμης λέγεται, ὡς ἐφ'
ἵππων μαχόμενος, ἢ καὶ ὡς ἵπποις χαίρων. καὶ ὅτι τὸ, καὶ (Vers. 50.) ὅθι
χρὴ πεζὸν ἐόντα τινὰ  
δηλαδὴ, σχήματός ἐστιν ἐξαλλαγὴ περιφραστική. τὸ γὰρ κοινὸν οὕτως.
ἐπιστάμενοι ἀφ' ἵππων μάχεσθαι
καὶ πεζοί. (Vers. 52.) Ἠέριοι δὲ Ἰλιάδι καὶ τὸ νῦν μὲν, οἱ περὶ ὄρθρον. ἐν
δὲ ἐξ ἀέρος ἡ λέξις δηλοῖ.
ἔνθα Γέρανοι Πυγμαίοις ἐπιτίθεσθαι ἠέριαι λέγονται. (Vers. 54.) Τὸ δὲ
μάχοντο μάχην, ἄλλως τε
Ἀττικόν ἐστι, καὶ ἐτυμολογικῶς δὲ προάγεται. (Vers. 58.) Τὸ δὲ
640

μετενείσετο ἀντὶ τοῦ ἐπορεύθη, μετῆλθε,


διὰ διφθόγγου γράφουσιν οἱ παλαιοί. ὡς ἀπὸ τοῦ νέω νείω νείσω. ὥσπερ
κείω κείσω καὶ χείω χείσω τὸ
χωρῶ. ἐξ οὗ καὶ χειά. ὡς τὸ, οὐδὸς δ' ἀμφοτέρους ὅδε χείσεται ὅ ἐστι
χωρήσει. οἱ δὲ ὕστερον ἐν τῷ ι
γράφουσιν ὡς ἀπὸ τοῦ νῶ νίσσω μετὰ τῶν δύο σσ. ὡς γὰρ ἤθεον αὐτοὶ,
οὐχ' ἑπόμενοι τοῖς παλαιοῖς.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 384, line 21

οὕτω καὶ ὀμῶ ὀμνῶ ὀμνύω ὄμνυμι. τοῦ δὲ ὀμῶ ὀμόσω πολλῶν ὄντων
συνθέτων, ἐνθυμητέον ἐνταῦθα
τὸν συνωμότην. περὶ οὗ φασὶν οἱ παλαιοὶ ὅτι συνωμότης μὲν ὁ κατὰ τοῦ
δήμου ἀνιστάμενος, ξυναγω-
γεὺς δὲ ὁ τοὺς τοιούτους ὑποδεχόμενος. ἔτι δὲ καὶ τὴν ἀντωμοσίαν καὶ
τὴν ὑπωμοσίαν καὶ τὴν ἐξω-
μοσίαν, ὧν κατὰ τοὺς αὐτοὺς ἀντωμοσία μὲν ἦν δίκη ἀντωμοσμένη.
προώμνευε μὲν γὰρ ὁ διώκων
δικαίως κατηγορεῖν, καὶ ἦν φασὶ τὸ αὐτὸ καὶ κατωμοσία, ἀντώμνυε δὲ ὁ
φεύγων ἀδίκως ἐγκαλεῖ-
σθαι καὶ ἐλέγετο οὐκ ἀντωμοσία μόνον ἀλλὰ καὶ διωμοσία ὁ ἀμφοῖν
ὅρκος, τὴν δὲ ὡς ἐῤῥέθη
διωμοσίαν κατωμοσίαν Ἡρόδοτος εἶπεν ἐν τῷ, μετὰ δὲ τὴν κατωμοσίην
ἐδίωκε. καὶ τοιοῦτον μὲν ἡ ἀντω-
μοσία. ὑπωμοσία δέ φασιν ἐστὶν ἀπόδοσις αἰτίας δι' ἣν οὐκ ἀπήντησέ τις
πρὸς τὴν δίκην. ἐξωμοσία δὲ,
ὅταν φασὶν ὀμνύῃ τις ἀδύνατος εἶναι ποιεῖν τὸ προσταττόμενον. (Vers.
348.) Ὅτι ἀμφίπολοι τέσσα-
ρες πλάττονται εἶναι τῇ Κίρκῃ τῇ μυθικῇ, πρέπουσαι αὐτῇ, νύμφαι
δηλαδή. ἃς πολλαχοῦ ἡ ποίησις
ἱστορεῖ ἐκ πηγῶν καὶ ἀλσέων καὶ ποταμῶν καὶ τοιούτων τινῶν γινομένας,
ἀνιττομένη δι' αὐτῶν φυσικάς
τινας δυνάμεις, τάς τε ἄλλας, καὶ ὅσαι ὑπουργοῦσι τοῖς τρυφῶσι κατὰ τὴν
Κίρκην, διά τε γενέσεως
ζῴων καὶ καρπῶν ὡραίων φορᾶς, καὶ ὅσων ἄλλων αἴτια τὰ στοιχεῖα. ὧν
καὶ αἱ τοιαῦται νύμφαι γεγε-
νῆσθαι λέγονται, ὡς ἐκεῖθεν προβεβλημέναι. τινὲς δέ γε τῶν παλαιῶν
ἀσυμβιβάστως μὲν πρὸς πλάτος
ἀλληγορίας, ὅμως δὲ ὑπενόησαν, ἐνιαυτὸν μὲν τὴν Κίρκην. τὰς δ'
ἐνταῦθα τέσσαρας αὐτῆς διακόνους
τὰς τέσσαρας ὥρας, οὐδέν τι γενναῖον ὑπειπόντες οὕτως. (Vers. 349.)
ἄλλως μέντοι ἔστιν εἰπεῖν ὡς
ἡ Κίρκη διακόνοις τέσσαρσι χρᾶται πρὸς ἀνάλογον ἔμφασιν τῆς τῶν
641

ὡρῶν τετρακτύος, αἳ τὰ εἰς τρυ-


φὴν πορίζουσι τοῖς ἐθέλουσιν. Ἔστι δὲ ὁ περὶ αὐτῶν Ὁμηρικὸς λόγος
τοιοῦτος. ἀμφίπολοι δ' ἄρα τέως
μὲν ἐνὶ μεγάροισι πένοντο τέσσαρες. αἵ οἱ δῶμα κάτα δρήστειραι ἔασι.
γίνονται δ' ἄραταί γε, ἔκ τε
κρηνέων, ἀπό τ' ἀλσέων, ἔκ θ' ἱερῶν ποταμῶν,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 386, line 9

ἅπτεαι οὐδὲ ποτῆτος; οἱονεὶ γάρ φησιν, ὡς τί δή ποτε κατεσθίεις ἑαυτὸν


καὶ οὐ τὰ εἰς βρῶσιν προκεί-
μενα. (Vers. 364.) Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι φιλοξενίας δηλωτικὰ τὸ, αὐτὰρ ἐπεὶ
λοῦσέν τε καὶ ἔχρισε λίπ'  
ἐλαίῳ, ἀμφὶ δέ με χλαῖναν καλὴν βάλεν ἠδὲ χιτῶνα, εἷσε δέ μ'
εἰσαγαγοῦσα ἐπὶ θρόνου τοιοῦδε, ἐσθέ-
μεναι δ' ἐκέλευσεν. (Vers. 373.) εἰ δὲ ὁ ξενοδοχηθεὶς λυπούμενος οὐκ
ἐσθίει, ἁρμόττει καὶ τῶν ἐφεξῆς
τὸ, ἐμῷ δ' οὐχ' ἥνδανε θυμῷ, καὶ ἑξῆς ὡς προγέγραπται. (Vers. 373.) εἰ δὲ
ὁ ξενοδοχήσας παραμυθη-
τικὸς εἴη τοῦ ξένου, εἴποι ἂν τάδε· τίφθ' οὕτως ἑταῖρε καθέζεαι ἶσος
ἀναύδῳ καὶ ἑξῆς. ὡς καὶ αὐτὸ
ἀνωτέρω κεῖται. (Vers. 380.) τυχὸν δὲ οἰκεῖον ἔσται ἐπαγαγεῖν καὶ τὸ, ἢ
τινά που δόλον οἴει; οὐδέ
τί σε χρὴ δειδίμεν. ὁ δὲ μὴ θέλων φαγεῖν πρινὴ γενέσθαι ὃ θέλει ἐρεῖ ἄν·
ὦ οὗτος, τίς γάρ κεν ἀνὴρ
ὃς ἐναίσιμος εἴη, πρὶν τλαίη πάσασθαι ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος, πρὶν τόδε τι
γενέσθαι. οἷον, λύσασθ'
ἑτάρους καὶ ἐν ὀφθαλμοῖσιν ἰδέσθαι. (Vers. 386.) Ὅτι πρόφρων μὲν ἐπὶ
ἀνδρός. ἐπὶ δὲ γυναικὸς
δύναται μὲν λέγεσθαι καὶ αὐτό. ἡ δὲ ποίησις ἐθέλει λέγειν πρόφρασσα
ἤτοι τὰ ὑπέρ τινος φραζομένη.
οἷον· ἀλλ' εἰ δὴ πρόφρασσα πιεῖν φαγέμεν τε κελεύεις, (Vers. 387.) λῦσον
ἵν' ὀφθαλμοῖσιν ἴδω ἐρίηρας
ἑταίρους. ὃ παρῳδηθήσεταί ποτε ἐπὶ φίλων λυτρώσει. (Vers. 386.) Καὶ
ὅρα τὸ πιεῖν, ἄρτι προκεί-
μενον τοῦ φαγεῖν. ἀνωτέρω μέντοι ἄλλως ἔχει ἐν τῷ, ἐδητύος ἠδὲ
ποτῆτος. καὶ μετ' ὀλίγα ἐν τῷ,
ἐσθίετε βρώμην καὶ πίνετε οἶνον. ὅλως δὲ εἰπεῖν, ἀδιάφορον οὕτως ἢ
οὕτως φράζειν. Τὸ δὲ λῦσον,
προσεχῶς παθητικῶς προεγράφη ἐν τῷ, πρὶν λύσασθ' ἑτάρους. (Vers.
387.) Τὸ δὲ ὀφθαλμοῖσιν ἴδω,
τῆς ἐν φαντασίᾳ ὁράσεως καὶ νῦν ἔχει διαστολήν. (Vers. 389.) Ὅτι Κίρκη
μετὰ τὴν Ὀδυσσέως παρά-
642

κλησιν ῥᾴβδον ἔχουσα ἐν χειρὶ θύρας ἀνέῳγε συφειοῦ, ἐκ δ' ἔλασε


σιάλοισιν (Vers. 390.) ἐοικότας
ἐννεώροισι, τοὺς ἑταίρους δηλαδὴ τοῦ Ὀδυσσέως. οἱ μὲν ἔπειτ' ἔστησαν
(Vers. 391.) ἐναντίοι τουτέ-
στιν ἀντικρὺ τοῦ Ὀδυσσέως. ἡ δὲ, δι' αὐτῶν ἐρχομένη, προσάλειφεν
ἑκάστῳ (Vers. 392.) φάρμακον
ἄλλο, οἷα δηλαδὴ πολυφάρμακος. τῶν δ' ἐκ μὲν μελέων τρίχες ἔῤῥεον ἃς
πρὶν ἔφυσσε (Vers. 394.)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 390, line 40

τι ἔχοντα, εἴπερ αὐτῷ μὲν φρένες ἔμπεδοι νοοῦντι (Vers. 495.) καὶ
πεπνυμένῳ θειότερον. οἱ δὲ σκιαὶ
ἀΐσσουσι. τουτέστιν οἱ περὶ τὸν Ἅιδην. ὃ καὶ σημείωσαι. μὴ προειπὼν
γάρ τινας ὅμως ἐπήγαγε τὸ, τοὶ
δὲ σκιαὶ ἀΐσσουσι. Σημείωσαι δὲ ὅτι περὶ Σειρήνων μὲν καὶ Σκύλλης καὶ
Χαρίβδεως καὶ Ἡλίου βοῶν
ἐρεῖ πρὸς Ὀδυσσέα ἡ Κίρκη ὡς γειτνιῶσα φασὶ, καθὸ Τυρσηνικὴ, τοῖς
κατὰ τὸν Σικελικὸν πορθμὸν
μέρεσι, περὶ ὧν οὐδὲν ὁ Τειρεσίας ἐρεῖ. περὶ δὲ τῶν λοιπῶν ἐπιτρέπει τῷ
μάντει ὡς ἂν μὴ ἀπιστηθῇ,
καθὰ καὶ προεγράφη, οἷα ὑπὲρ ἑαυτῆς τὰ τοιαῦτα εἰποῦσα. Σημείωσαι δὲ
καὶ ὅτι ἡ πρὸς Ἅιδην κάθο-
δος τοῦ σοφοῦ Ὀδυσσέως αἰνίττεται ὡς οὐδὲ τὰ κάτω γῆς τὸν τοιοῦτον
ἄνδρα διαπέφευγεν, ἀλλὰ τῇ
κατὰ σκέψιν βαθύτητι γενόμενος ὑπὸ γῆν ἐντυγχάνοι καὶ τοῖς ἐκεῖ, τί τέ
ἐστι ψυχὴ ἐμβαθύνων, καὶ τί
ποτε δρᾷ ἢ πάσχει λυθεῖσα τοῦ σώματος, καὶ οἷα τὰ ὑπὸ γῆν, καὶ ἄλλα
ὅσα τοιαῦτα διασκοπεῖσθαι
εἰκός. τινὲς δὲ νεκυομαντίαν τεχνήσασθαι τὸν Ὀδυσσέα φασὶ Κίρκης
ὑπαγορευσάσης πρὸς δυσμαῖς
Ἡλίου γενόμενον ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς φανεῖται, ἃς δὴ τόπον Ἅιδου ἡ ποίησις
ὑπονοεῖ, καὶ τὴν τοιαύτην
ψυχαγωγίαν καὶ πρὸς τοὺς κατοιχουμένους ὁμιλίαν, κάθοδον εἰς Ἅιδου
φασίν. ἄλλως μέντοι ὁ ποιητὴς
τὴν τοιαύτην εἰς Ἅιδου κάθοδον πλάττει πρὸς χορηγίαν γραφῆς πλείονα
ὡς καὶ προδεδήλωται. Ἡ δὲ
τοῦ πεπνύσθαι τὸν Τειρεσίαν πλάσις δοκεῖ γενέσθαι παρὰ τὸ, αὐτὸν
μάλιστα ὑπὲρ τὰς ἄλλας ψυχὰς
ἐν ταῖς νεκυομαντικαῖς ἀνακαλεῖσθαι ψυχαγωγίαις διὰ τὸ ἐν τοῖς ζῶσι
μαντικὸν αὐτοῦ. Ὅτι λύπης
πολλῆς παραστατικὸν τὸ, αὐτὰρ ἔμοιγε κατεκλάσθη φίλον ἦτορ. ὃ καὶ
643

ἀλλαχοῦ κεῖται. κλαῖον δ' ἐν


λεχέεσσι καθήμενος. οὐδέ τι θυμὸς ἤθελ' ἔτι ζώειν καὶ ὁρᾶν φάος
ἠελίοιο. (Vers. 499.) Παύσεως  
δὲ καὶ ἀνέσεως ἔνδειξις τὸ, αὐτὰρ ἐπεὶ κλαίων τε κυλινδόμενός τε
κορέσθην. (Vers. 501.) Ὅτι Ὀδυς-
σεὺς μὲν μαθὼν δεῖν αὐτὸν εἰς Ἅιδου πλεύσειν πυνθάνεται· ὦ Κίρκη, τίς
γὰρ ταύτην ὁδὸν ἡγεμονεύ-
σει; εἰς Ἄϊδος δ' οὔπω τις ἀφίκετο νηῒ μελαίνῃ. ἡ δὲ μή τί τοι φησὶν
ἡγεμόνος γε ποθὴ μελέσθω, ἱστὸν
δὲ στήσας ἀνά θ' ἱστία λευκὰ πετάσας (Vers. 507.) ἧσθαι, τουτέστι
κάθησο. τὴν δὲ πνοιὴ Βορέαο

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 396, line 17

ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Λ. ΟΜΗΡΟΥ ΡΑΨΩΙΔΙΑ.

 Ὅτι οὐ νεκυομαντεία μόνον ἀλλὰ καὶ νεκύα τρισυλλάβως τὸ παρὸν


ἐπιγράφεται γράμμα διὰ τὴν
ἐν αὐτῷ τοῦ Ὀδυσσέως ὁμιλίαν πρὸς τοὺς ἐν Ἅιδου νέκυας. (Vers. 2.)
εὐθὺς δ' ἐξ ἀρχῆς ἡ ῥαψῳδία
διασκευὴν λαλεῖ ἀνάπλου ἐν τῷ, νῆα μὲν ἂρ πάμπρωτον ἐρύσαμεν εἰς
ἅλα δῖαν. ἐν δ' ἱστὸν τεθέμεσθα
καὶ ἱστία νηὶ μελαίνῃ. ἐν δὲ καὶ αὐτοὶ βαίνομεν ἀχνύμενοι, (Vers. 5.)
θαλερὸν κατὰ δάκρυ χέοντες,
ὡς εἰκὸς διὰ τὸ εἰς Κωκυτοῦ πλέειν. ἡμῖν δ' αὖ κατόπισθε νεὼς
κυανοπρώροιο ἴκμενον οὖρον ἵει πλη-
σίστιον ἐσθλὸν ἑταῖρον θεός. ἡμεῖς δ' ὅπλα ἕκαστα πονησάμενοι κατὰ
νῆα ἥμεθα. τὴν δ' ἄνεμός τε
κυβερνήτης τ' ἴθυνε. τῆς δὲ πανημερίης τέταθ' ἱστία ποντοπορούσης.
(Vers. 11.) Καὶ ὅρα τὸ ποντο-
ρούσης, ἐν ᾧ δηλοῦται ὡς εἰ καὶ ποταμὸν ἡ ποίησις τὸν Ὠκεανὸν λαλεῖ,
ἀλλὰ πόντον αὐτὸν ἄλλως
οἶδε, τουτέστι τὴν ἔξω θάλασσαν. διὸ καὶ ποντοπορεῖ ναῦς ἡ δι' αὐτοῦ
πλέουσα. (Vers. 7.) Ἑταῖρον
δὲ καὶ νῦν οὖρον λέγει τὸν ἁπλῶς βοηθόν. (Vers. 12.) εἶτα μετρῶν τὸν
διὰ μέσου πλοῦν καὶ ἐμφαί-
νων ὡς οὐ μακρὰν ἦν τῶν πρὸς τῷ Ἅιδῃ τόπων ἡ τῆς Κίρκης νῆσος Αἰαίη
ἐπάγει· δύσετό τ' Ἠέλιος,
σκιόωντό τε πᾶσαι ἀγυιαί. (Vers. 13.) ἡ δ' ἐς πείραθ' ἵκανε βαθυῤῥόου
Ὠκεανοῖο, ὃν καὶ βαθυδίνην
πρὸ ὀλίγων ἔφη. πέρατα δὲ Ὠκεανοῦ νῦν οὐχὶ τοῦ πρὸς Γαδείροις, ἀλλὰ
644

τοῦ ἐπέκεινα πρὸς ἑσπέραν


ἄκρου, κατὰ τὸ πλάσμα τοῦ Ὀδυσσέως ἤτοι κατὰ τὸ μυθικὸν αἴτημα, ὅ
που γῆς μὲν πέρας τῆς ἑσπε-
ρίας, ἀρχὴ δὲ τῶν ὑπὸ γῆν, ὅ ἐστι, τοῦ Ἅιδου καταρχή. (Vers. 14.) ἔνθα
πλάττει καὶ τοὺς Κιμμε-
ρίους οἰκεῖν, ἀθλίους τινὰς τούτους ἀνθρώπους. φησὶ γάρ· ἔνθα δὲ
Κιμμερίων ἀνδρῶν δῆμός τε
πόλις τε, ἠέρι καὶ νεφέλῃ κεκαλυμμένοι. οὐδέ ποτ' αὐτοὺς Ἠέλιος
φαέθων καταδέρκεται ἢ ἐπιδέρκεται
ἀκτίνεσσιν. (Vers. 17.) οὔθ' ὁπόταν στείχῃσιν ἤγουν ἄνεισι πρὸς οὐρανὸν
ἀστερόεντα, οὔθ' ὅτ' ἂν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 399, line 15

περὶ δὲ τοῦ μήπω καιρὸν εἶναι προσιέναι τῷ βόθρῳ ψυχὰς φασὶν ὡς


προανακεφαλαίωσις ταῦτα τῶν
ῥηθησομένων εἰσί. ταυτὸν δ' εἰπεῖν, δηλοῦσα προέκθεσις ὡς οὐκ
ἔρχονται νῦν ἀλλ' ὅτι ἐλεύσονται.
(Vers. 46.) Ὅτι ἔστι καὶ ὧδε σχῆμα τὸ κατὰ τὸ σιωπώμενον ἐν τῷ,
ἐκέλευσε μῆλα δείραντας κατα-
κῇαι πυρὶ πάντως, ὅπερ ἐπεφέροντο οἱ περὶ τὸν Ὀδυσσέα, εἰ καὶ ὁ
ποιητὴς αὐτὸ σιωπᾷ. (Vers. 48.)
Ὅτι ξίφος ἐκφοβεῖ καὶ τοὺς νέκυας καὶ οὐκ ἐᾷ αἵματος ἆσσον ἐλθεῖν πρὸ
τοῦ Τειρεσίου. ἐφοβεῖτο δὲ
οὕτω καὶ πρὸ τούτων καὶ ἡ Κίρκη ὡς ἐν τοῖς περὶ ἐκείνης ἐφάνη. (Vers.
51.) Ὅτι δόξα ἦν τοῖς
Ἕλλησι τὰς τῶν ἀθάπτων ψυχὰς μὴ ἀναμίγνυσθαι ταῖς λοιπαῖς, ἀλλὰ καὶ
ἐν ταῖς νεκρικαῖς ἐπικλήσε-
σιν ἐπιφαίνεσθαί τε πρινὴ τῆς χοῆς γεύσασθαι, καὶ προλέγειν τι μαντικῶς
διὰ τὸ μή πω γενέσθαι
τῆς λήθης ἧς καὶ πόμα φασὶν ἐν Ἅιδου εἶναι οἱ μεθ' Ὅμηρον. Ἐλπήνωρ
γοῦν ἐνταῦθα ὁ πρὸ ὀλίγων
ῥηθεὶς οὗπερ ἡ ἀναλογία κατὰ τὸ ῥηξήνωρ ἀγήνωρ Ἐλεφήνωρ
Προθοήνωρ Ἀντήνωρ καὶ τὰ ὅμοια,
τοιοῦτος ἐν Ἅιδου τῷ Ὀδυσσεῖ φαίνεται. φησὶ γὰρ ἡ ποίησις οὕτω.
Πρώτη δὲ ψυχὴ Ἐλπήνορος ἦλθεν
ἑταίρου. οὐ γάρ πω ἐτέθαπτο. σῶμα γὰρ ἐν Κίρκης μεγάρῳ ἐλέλειπτο
ἄκλαυτον καὶ ἄθαπτον, ἐπεὶ πό-
νος ἄλλος ἔπειγε. (Vers. 66.) καὶ μετ' ὀλίγα γουνάζεται περὶ ἑαυτοῦ,
εἰπὼν πρὸς Ὀδυσσέα, νῦν δέ σε
τῶν ὄπισθεν γουνάζομαι οὐ παρεόντων, καὶ ἑξῆς. (Vers. 70.) εἶτα καὶ
μαντικῶς εἰπὼν ὅτι οἶδεν ὡς
645

ἐνθένδε κιὼν νῆσον ἐς Αἰαίην σχήσεις εὐεργέα νῆα, κέλεται μνήσασθαι


αὐτοῦ τὸν Ὀδυσσέα. μή με
γάρ φησιν ἄκλαυτον ἄθαπτον ἰὼν ὄπισθε καταλείπειν νοσφισθεὶς, μή τί
τοι θεῶν μήνιμα γένωμαι.
(Vers. 74.) ἀλλά με κακκῇαι ἤτοι κατάκαυσον σὺν τεύχεσιν ἅσσα μοι
ἐστί. σῆμά τέ μοι χεῦαι πολιῆς
ἐπὶ θινὶ θαλάσσης ἀνδρὸς δυστήνου καὶ ἐσσομένοισι πυθέσθαι, πῆξαί τ'
ἐπὶ τύμβῳ ἐρετμὸν, τῷ καὶ
ζῶον ἔρεσσον ἐὼν μετ' ἐμοῖς ἑτάροισι. (Vers. 75.) Καὶ ὅρα ὅτι κατὰ τὰ
προειρημένα οὐδὲ ἐν Ἅιδου
φρεσὶν ἄρηρεν ὁ Ἐλπήνωρ, οὐ μόνον ὅτι ἀφελῶς περὶ εὐτελῶν ἀξιοῖ,
ἀλλὰ καὶ ὅτι εἰς οὐδὲν χρήσιμον

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 419, line 11

(Vers. 314.) ἐπεὶ δὲ οὐκ ἦν πιθανῶς βουλευθῆναι τοῦτο ἐκ γῆς γενέσθαι,


διενοήσαντο ἵνα ἐξ ἴσου
φασὶ μεγέθους πολεμῶσιν, ἀλλοκότους ἀναβάσεις ὡς οἷά τινας κρόσσας
πολεμικάς. φησὶ γὰρ ὅτι Ὄσσαν
ἐπ' Οὐλύμπῳ μέμασαν θέμεν, αὐτὰρ ἐπ' Ὄσσῃ Πήλιον εἰνοσίφυλλον, ἵν'
οὐρανὸς ἀμβατὸς εἴη. Καὶ ὅρα
ὡς ἐν τούτοις Ὄλυμπον καὶ τὸ ὄρος ἔφη ἐφ' ᾧ ἤθελον οἱ ῥηθέντες θεῖναι
τὴν Ὄσσαν, καὶ τὸν οὐρανὸν
δὲ, ἐν τῷ, ἀθανάτοις ἠπείλουν ἐν Ὀλύμπῳ φυλόπιδα στήσειν. ἐνταῦθα
γὰρ Ὄλυμπος ὁ οὐρανὸς κατὰ
ἀλληγορίαν. διὸ καὶ ἐπήγαγεν· ἵν' οὐρανὸς ἀμβατὸς εἴη. ἄλλως γὰρ εἰ τοῖς
ἐν Ὀλύμπῳ τῷ ὄρει θεοῖς
πολεμεῖν ἔμελλον ἐκεῖνοι, ἀδιανόητόν ἐστιν Ὄσσαν ἐπὶ Ὀλύμπῳ θεῖναι,
αὐτὰρ ἔπ' Ὄσσῃ Πήλιον, καὶ μὴ
ἐν αὐτῷ τῷ Ὀλύμπῳ τῷ ὄρει συμμίξαι πρὸς μάχην, ἀλλὰ
καταμηχανᾶσθαι τῶν ὀρέων εἰκῇ. καὶ ἦν μὲν
ἀδύνατον τὸ τῶν παίδων βούλευμα, καὶ αὐτὸ τοῦτο παιδικόν. διὸ καὶ
ἀθετοῦνται πρός τινων τὰ
τοιαῦτα ἔπη τοῦ Ὁμήρου, εἰ καὶ οἱ λυτικοὶ φασὶν ὅτι μέμασαν οἱ παῖδες
ποιῆσαι τὸ ἀδύνατον, οὐ
μὴν ἔπραξαν. (Vers. 316.) ἡ δὲ ποίησις τερατευομένη ἐπὶ πλέον λέγει καὶ
ὅτι καὶ νύ κεν ἐξετέλεσσαν
εἰ ἥβης μέτρον ἵκοντο. ἀλλ' ὄλεσε Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων ἀμφοτέρους πρὶν
σφῶϊν ὑπὸ κροτάφοισιν ἰούλους
ἀνθῆσαι, πυκάσαι τε γένυν εὐανθέϊ λάχνῃ. ἔστι δὲ ὁ ἐνταῦθα ποιητικὸς
νοῦς κατὰ τὸν Πορφύριον
λόγος ὑποθετικὸς, ὃς ἀδύνατον ἀδυνάτῳ συμπλέκων τῇ τοῦ ἑνὸς
646

ἀναιρέσει συναναιρεῖ καὶ τὸ ἕτερον.


τοιοῦτος δὲ λόγος τὸ, εἰ ἐπετάσθη ὁ δεῖνα, πτέρυγας ἔσχεν. ἀλλὰ μὴν οὐκ
ἔσχε πτέρυγας, οὐδ' ἄρα ἐπε-
τάσθη. ὅμοιον γοῦν κἀνταῦθα τὸ, ἐξετέλεσαν ἂν, εἴπερ ἥβης μέτρον
ἵκοντο, ἀλλὰ μὴν οὐ δυνατὸν
τοὺς θεομαχοῦντας ἡβῆσαι, οὐδ' ἄρα δυνατὸν ἐκτελέσαι αὐτοὺς ὃ
ἤθελον. δοκοῦσι δὲ θανάτῳ αἰφνη-
δὸν ἁρπαγῆναι οἱ τοιοῦτοι, ὁποίοις ὁ Ἀπόλλων ἐπιστατῶν ῥίπτειν τοὺς
οὕτω πίπτοντας λέγεται. οἱ
μέντοι νεώτεροι φασὶ τὴν Ἄρτεμιν κυνηγετούντων αὐτῶν ἔλαφον μέσον
παρεισαγαγεῖν. τοὺς δὲ, ἀφέν-
τας ἐπ' αὐτὴν δόρατα, τοῦ ζῴου μὲν μὴ τυχεῖν, ἀλλήλων δὲ
κατευστοχῆσαι εἰς θάνατον. περὶ Νάξον
δὲ Πίνδαρος γενέσθαι φησὶ τὰ κατ' αὐτούς. ταχεῖα δὲ μυθολογεῖται ἡ τῶν
παίδων τῆς Ἰφιμεδείας εἰς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 430, line 1

τοῦ αὐδᾶν ἰσοδυνάμου ἐκείνοις ῥήματος τὸ παραυδᾶν. οὐ μὴν οὕτως καὶ


ἐκ τοῦ λέγειν καὶ τοῦ ἐκεῖθεν
λόγου παραμυθίαν δηλοῖ καὶ τὸ παραλογίζεσθαι ἀλλ' αὐτὸ ἐπὶ
κατασοφισμοῦ καὶ ἀπάτης τινὸς τίθε-
ται. (Vers. 488.) Τὸ δὲ βουλήμην κ' ἐπάρουρος διττὴν ἔχει γραφήν. ἢ γὰρ
ἐπάρουρος ὁ γῆν ἐργαζό-
μενος εἴτε καὶ ἁπλῶς ἐπίγειος, ἢ τρισυλλάβως πάρουρος ὁ εἰς φυλακήν
τινα τεταγμένος μισθωτικῶς.
οὖρος γὰρ καὶ ὁ φύλαξ, ὁ καὶ ἐπίουρος. Ἄκληρος δὲ ἀνὴρ ὁ ὀλιγόκληρος.
διὸ ἑρμηνεύων ἐπήγαγεν, ᾧ
μὴ βίοτος εἴτουν κλῆρος πολύς. (Vers. 495.) Ὅρα δὲ καὶ ὅτι πόλις καὶ
ἐνταῦθα ἡ Ἑλλὰς ὑπὸ τῷ Πη-
λεῖ οὖσα καθὰ καὶ ἡ Φθία. λαμπραὶ δὲ ἄμφω καὶ περιώνυμοι. διὸ καὶ
Ὀδυσσεὺς εὐρὺ κλέος ἔχειν ἐῤῥέθη
που καθ' Ἑλλάδα καὶ μέσον Ἄργος. καὶ Εὐριπίδης δὲ ἐν τῷ ἀπορεῖν περί
που τὰ τῆς Ἑκάβης εἰ Δωρίδα
γῆν ἀφίξεται ἢ Φθίαν ὁ ἐκεῖσε χορὸς, τὴν αὐτὴν δηλοῖ ἔννοιαν τὸ καθ'
Ἑλλάδα καὶ μέσον Ἄργος ἐν δια-
φόροις λέξεσι. Δωριεῖς τε γὰρ οἱ περὶ τὸ Ἄργος ἤτοι τὴν Πελοπόννησον,
καὶ ἡ Φθία δὲ Θετταλικὴ καθὰ   καὶ ἡ Ἑλλάς. ὡς γοῦν μεγάλων
τμημάτων ἐν Ἀχαιοῖς ἡ ποίησις μνημονεύει τῶν τε κατὰ Θετταλίαν, τῶν
τε κατὰ Πελοπόννησον. (Vers. 496.) Τὸ δὲ γῆρας κατέχει χεῖρας καὶ
πόδας, δίδωσιν ἀστείως τὸ γῆρας δεσμὸν φύσεως εἰπεῖν. (Vers. 499.) Τὸ
δὲ οἷος ποτὲ ἐν Τροίᾳ ἔπεφνον λαὸν ἄριστον τὸ τοῦ Ἀχιλ-
647

λέως δηλοῖ φιλότιμον μεμνημένου ὧν ἠρίστευσεν, ἔτι δὲ καὶ τὸ ἀνδρεῖον,


ὡς μὴ λαὸν ἁπλῶς φονεύοντος,
ἀλλὰ καὶ ἄριστον. (Vers. 505.) Ὅτι ὁ ἐφ' οἷς ἠρωτήθη ἀληθευτικῶς ἐρεῖ
τὸ, πᾶσαν ἀληθείην μυθή-
σομαι ὥς με κελεύεις. Ἰστέον δὲ ὅτι ἐνθυμούμενός τις Ἀχιλλέα καὶ
Αἴαντα καὶ Νεοπτόλεμον, ἤδη δὲ
καὶ Πάτροκλον, τοὺς ἀνέκαθεν Αἰγινήτας, εὔξαιτ' ἂν εἴπερ εὐροεῖ τὰ
κατὰ βίον καὶ ἄριστα τύχης ἔχει, μὴ
ἀκοῦσαι παροιμιωδῶς πρὸς τῷ τέλει τοῦ βίου τό· ταπρῶτ' ἀρίστους
παῖδας Αἴγιν' ἐκτρέφει. καὶ γάρ τοι
καὶ οἱ ῥηθέντες ἥρωες ἀκμαῖοι μὲν ἔθαλλον, ὕστερον δέ φασιν ἐπὶ τὸ
χεῖρον μετέβαλλον, ὡς αἱ κατ' αὐτοὺς
ἱστορίαι δηλοῦσιν. (Vers. 507.) Ὅτι τὸν Νεοπτόλεμον Ὀδυσσεὺς ἤγαγεν
εἰς Τροίαν ἀπὸ Σκύρου, ἢ τῆς
νήσου κατά τινας ὧν εἷς καὶ ὁ Σοφοκλῆς,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 16, line 38

σθαι. ὁ δ' αὐτὸς λέγει καὶ μεταξὺ Ἀπαμείας τῆς Συριακῆς καὶ Ἀντιοχείας
χάσμα τι Χάρυβδιν λέγε-
σθαι, εἰς ὃ καταδὺς Ὀρόντης πάλιν ἀνατέλλει ἑτέρωθι. περιᾴδεται δὲ καὶ
Λυκιακή τις ἔτι καὶ νῦν
Χάρυβδις. ὅτι δὲ τὸ κατὰ τὴν Χάρυβδιν πλάσμα τοῦ ποιητοῦ ἄμπωτιν καὶ
ταύτην ὑποβάλλει νοεῖν, οὐκ
ἔστιν ἀμφιβαλεῖν. Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι ὁ Κίλιξ ποιητὴς τοπογραφῶν τε ἅμα
ἐν παραβολῇ καὶ μυθικῶς
αἰτιολογῶν τὸ κατὰ τὴν Χάρυβδιν Ἰονίου τε καὶ Τυρσηνικοῦ πόντου
μέσην κεῖσθαι αὐτὴν ἱστορεῖ, ὡς
καὶ τῶν κατὰ τὸν Σικελικὸν πορθμὸν οὕτω κειμένων, ἃ δὴ ἀποῤῥῶγα
πορθμοῦ λέγει ἐκεῖνος. καὶ πνεύ-
ματι δὲ ὑπογαίῳ τυφωνικῷ αὐτήν φησιν ἀνακυκᾶσθαι, κατά τινα δῆθεν
ὁμοιότητα τοῦ ἐν Σικελίᾳ
Αἰτναίου πυρὸς, οἷα τοῦ μυθικοῦ Τυφῶνος ὥς περ τῇ Αἴτνῃ, οὕτω καὶ
τοῖς κατὰ Χάρυβδιν τόποις
ὑποκειμένου, ἵνα καθὰ ἐν Ἰλιάδι Ζεὺς ὑπὸ Τυφώεϊ γαῖαν τινὰ ἱμάσσει,
πνεύματι δηλαδὴ ἐλαυνομένην
σφοδρῷ, οὕτω καὶ ἡ Χάρυβδις ὁμοίῳ τινὶ πνεύματι λαύρῳ κάτωθεν κατὰ
πάθος ἀμπώτεως ἀναταρας-
σομένη πάσχῃ ἅ περ ἡ ποίησις τερατεύεται. ὅτι δὲ εἴς τινα πολυδάπανον
ἀσωτίαν καὶ ἡ Χάρυβδις ἀλλη-
γορικῶς ἐκλαμβάνεται, δῆλον ἐστὶν ἐκ τῶν παλαιῶν. ὁποίῳ δή τινι λόγῳ
καὶ ἡ κωμῳδίᾳ τὴν φάραγγα
648

ἐπὶ ὁμοίου νοήματος τίθησιν, ὡς εἴ τις εἴποι τὸν δάπανον κλέπτην ἢ


συκοφάντην φάραγγα συκοφαν-
τίας εἴ τε κλοπῆς. καὶ τοιάδε μὲν καὶ ταῦτα. περὶ δὲ πάθους ἀμπώσεως
καὶ ἐν τοῖς τοῦ περιηγητοῦ διεί-
ληπται. νῦν δὲ ἀρκεῖ φάναι ὅτι τε Ἀττικῶς ἐκτείνει τὴν παραλήγουσαν ἡ
ἄμπωτις, ὡς καὶ τὸ
αἱματοπότης καὶ ὑδροπότης κατὰ Αἴλιον Διονύσιον. καὶ ὡς εἴ περ
ὑπόθοιτό τις παύσασθαί ποτε ὕστε-
ρον τὸ κατὰ τὴν Χάρυβδιν ἀμπώτισμα, εἴη ἂν ἡ ἐκεῖσε γῆ ἁλίπεδον.
λέγεται γὰρ παρὰ τοῖς παλαιοῖς
δασέως ἁλίπεδον, πεδίον πρότερον θάλασσα γεγονός. ὁ δὲ γεωγράφος ἐν
οἷς ἱστορεῖ περὶ Αἴτνην καὶ
Λεοντίνην ἀξένους τινὰς ἄνδρας εἶναι, δι' οὓς ἀπροσπέλαστα ἦσαν τὰ
κατὰ τὸν πορθμὸν ὁποῖοι τινὲς  
καὶ Κύκλωπες καὶ Λαιστρυγόνες, λέγει ὡς καὶ ἡ Χάρυβδις καὶ τὸ
Σκύλλαιον ὑπὸ λῃστῶν κατείχετο.
ἔοικε δὲ ἡ Χάρυβδις ἢ κατὰ ὀνοματοποιΐαν τινὰ λεχθῆναι καὶ μίμησιν
ἤχου, ἢ παρωνυμεῖσθαι

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 31, line 19

καίδεκα, πλοίοις δὲ συχνοῖς ἱππαγωγοῖς τε καὶ στρατιωτικοῖς. Ἰστέον δὲ


ὅτι πολλαχοῦ μὲν ὁ μῦθος
πλάττει τοὺς παρ' αὐτῷ θεοὺς ποιοῦντας καὶ ἀφ' ἑαυτῶν πολλὰ
δυναστευτικῶς καὶ αὐτονόμως. ἔστι δὲ
οὗ κατὰ μίμησιν τῶν ἐν ἀνθρώποις ποιεῖ ἐκείνους καὶ ἐν κοινῷ
σκεπτομένους τὸ ποιητέον. καὶ τὰ μὲν
τῆς Ἰλιάδος ἐκδηλοῦται. ἡ δὲ Ὀδύσσεια οὐ προοιμίων εὐθὺς τὴν Ἀθηνᾶν
ἔχει μὴ δίχα τοῦ πατρὸς
Διὸς ποιοῦσαν τὰ ὑπὲρ Ὀδυσσέως. ἰδοὺ δὲ καὶ ὁ Ἥλιος ἐν κοινῷ
κατηγορεῖ τῶν λυπησάντων καὶ ἀκούει
τὸ γενησόμενον. καὶ μετ' ὀλίγα δὲ ὁ Ποσειδῶν κατάῤῥησιν τῶν Φαιάκων
ποιήσεται ὡς περισωσαμένων
τὸν ἐχθρὸν Ὀδυσσέα, καὶ ἐπιτρέπεται τὰ κατ' ἐκείνων. (Vers. 383.) πάνυ
δὲ ἀφελὲς ἐνταῦθα τὸ τοῦ
μυθικοῦ Ἡλίου ἦθος καὶ ἀκκιστικὸν, εἰ διὰ βόας ἑαυτὸν συστελεῖ τοῦ
λάμπειν καὶ, ὡς εἰπεῖν, ταρτα-
ρώσει γεγονὼς ὑπόγαιος. ὅ περ ὁ Κρόνος καὶ οἱ περὶ αὐτὸν οὐχ' ἑκόντες
ἐποίησαν ἀλλὰ πρὸς βίαν
ἔπαθον. καὶ ἔστιν εὐηθικὸν τὸ μικρᾶς λύπης ἀνθελέσθαι μέγα κακόν.
πιθανεύεται δὲ ὅμως ἡ ποίησις
τὴν μεγίστην ταύτην λύπην, ὡς ἂν ἀκολούθως μέγα κακὸν τοῖς
649

βουφάγοις γένηται καὶ ἀντιτίσωσι τῶν


φιλτάτων Ἡλίῳ βοῶν τὰς οἰκείας ψυχάς. (Vers. 380.) Ἀστερόεις δὲ
οὐρανὸς ὁ ἀστέρας ἔχων, τύπῳ
δηλαδή τινι περιεκτικῷ. ὅτε δέ που θώραξ ῥηθείη ἀστερόεις ἢ ἄλλο τι
τοιοῦτον, τὸν λαμπρὸν δηλοῖ
τροπικῶς. τοιούτου δὲ λόγου καὶ τὸ παραβολικῶς ἀστέρι ἐναλίγκιον
εἰπεῖν τινὰ ἢ στεροπῇ ἐοικέναι,
καὶ ὅσα τοιαῦτα. (Vers. 381.) τί δὲ τὸ προτραπέσθαι τὸν Ἥλιον ἐπὶ γαῖαν
ἐξ οὐρανοῦ, προδεδήλω-
ται. (Vers. 382.) Ἐπιεικέα δὲ ἀμοιβὴν τὴν ἐοικυῖαν φησὶ καὶ ἀναλόγως
πρέπουσαν. οὐδαμοῦ
γὰρ οἶδεν ἐπὶ πρᾳότητος τὸ ἐπιεικές. Ἀμοιβὴν δὲ νῦν τὴν ποινὴν λέγει, εἰ
καὶ ἄλλως οἱ περὶ Εὐρύλο-
χον ὑπέσχοντο ἑτεροίαν ἀμοιβὴν ὑπὲρ τῶν βοῶν, ἤγουν ναοῦ τε
κατασκευὴν καὶ ἀναθημάτων πολλῶν
καὶ ἐσθλῶν, εἰ περισωθῶσιν οἴκαδε. (Vers. 385.) Ἰστέον δὲ ὅτι ὁπηνίκα
λαμπρός τις ἀνὴρ καὶ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 120, line 31

Ἐτυμολογικὸν δὲ τὸ, γενειάδες ἀμφὶ γένειον, ἤγουν τρίχες ἀμφὶ τὴν


γνάθον. εἰ δὲ γράφεται ἐθειράδες,
δῆλον ὡς ἀπὸ τοῦ ἐθείρω ἡ ἔθειρα, ὡς ἀλλαχοῦ ἐφάνη. ἀπ' αὐτῆς δὲ
παράγωγον ἡ ἐθειρὰς, ὁμοίως
τῷ, μαῖα μαιὰς, ὡς τὸ, μαιάδος υἷϊ. (Vers. 179.) Τὸ δὲ ἑτέρωσε ἔβαλεν
ὄμματα, ὅ ἐστιν εἶδε, με-
ταλαβόντες οἱ μεθ' Ὅμηρον ἔῤῥιψέ ποι ὄψεις ἢ ὀφθαλμοὺς λέγουσιν, ὡς
τοῦ βάλλειν ταυτόν ποτε
δηλοῦντος τῷ ῥίπτειν. δύναται δέ τις καὶ ἰλλῷ ἀνδρὶ, ὅ πέρ ἐστι στραβῷ,
οὐκ ἀφυῶς ἐπισκῶψαι τὸ ἑτέ-
ρωσε βάλλειν ὄμματα. (Vers. 181.) Τὸ δὲ ἀλλοῖον φανῆναι τὸν Ὀδυσσέα
νῦν ἤ περ πάροιθεν ἔχει
μέν τι καὶ μεταβολῆς καὶ ἀλλοιώσεως καὶ ἑτεροιότητος ἐξάπαντος. ἔδοξε
δέ τισιν ὅμως μεταμορφωτικὸν
τοῦτο εἰπεῖν ἰδιαζόντως. μεταβολὴ μὲν γάρ, φασι, πάθος κοινὸν ἐπί τε
καιρῶν καὶ πράξεων παντοίων.
Εὐριπίδης οὖν παριστὰς τὴν τῆς λέξεως δύναμίν φησι· μεταβολὴ πάντων
γλυκύ. μεταμόρφωσις δὲ
μορφὴ χαρακτῆρος καὶ σώματος, τυπωθεῖσα εἰς ἕτερον χαρακτῆρα,
ὁποῖον, φασὶ, τὸ ἀλλοῖός μοι
ξεῖνε καὶ ἑξῆς. ἀλλοίωσις δὲ προτέρας ὑπολήψεως ποίησις ἑτέρα,
ἑτεροίωσις δὲ ἡ ἀφ' ἑτέρου σώματος
650

εἰς ἕτερον μεταβολὴ, ὡς τῆς Νιόβης εἰς λίθον. καὶ τοιαύτη μὲν ἡ
εἰρημένη παράδοσις, μὴ ἀκριβωσαμένη
ὡς οὐχ' ἑτεροιοῦσθαι, ἀλλὰ μεταμορφοῦσθαι οἱ μυθογράφοι φασὶ τοὺς
ἀπὸ σώματος ἄλλου εἰς ἄλλο
μεταπίπτοντας, ὡς δηλοῦσιν οἱ τὰ περὶ μεταμορφώσεων ληρήσαντες.
δοκεῖ γοῦν προσφυέστερον εἶναι
εἰπεῖν τὸν Ὀδυσσέα ἠλλοιῶσθαι νῦν, Ὁμήρου ἐνδιδόντος εἰς τοῦτο
ἀρχὴν διὰ τοῦ εἰπεῖν ὅτι ἀλλοῖός μοι
ἐφάνης. ἄλλως δέ γε προσαρμόζει ἐνταῦθα καὶ τὸ μεταμορφωθῆναι διὰ
μόνον τὸ πρόσωπον. ἀρέσκει
γὰρ τοῖς παλαιοῖς ἐπὶ προσώπου τιθέναι τὴν μορφήν. διὸ καὶ φασὶν ὅτι
εὐειδὴς μὲν ὁ τοῦ εἴδους εὖ ἔχων
ἤγουν ἅπαν τὸ σῶμα καλὸς, εὔμορφος δὲ ὁ μορφῆς εὖ ἔχων· οἷον
εὐπρόσωπος. καὶ οὕτω μὲν ταῦτα.
(Vers. 184.) Τὸ δὲ ἵληθι λέγεται μὲν καὶ ἵλαθι. σύστοιχον δὲ αὐτῷ καὶ τὸ
ἱλήκοις καὶ τὰ κατ' αὐτό.
(Vers. 190.) Ὅτι Ὀδυσσεὺς εἰπὼν τὰ ἀνωτέρω δηλωθέντα υἱὸν κύσεν, ὅ
ἐστιν ἐφίλησε, κὰδ δὲ πα-
ρειῶν δάκρυον ἧκε χαμᾶζε δαψιλῶς οὕτω ὑφ' ἡδονῆς, πάρος δ' ἔχε
νωλεμὲς αἰεὶ, τουτέστι, πρὶν μέντοι

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 174, line 43

πένθημι, ὡς κίχημι κιχῆναι· ἢ καὶ ἀπὸ τοῦ πενθῶ πενθαίνω, ὁποῖον καὶ τὸ
ὀνομαίνειν καὶ φοραί-
νειν, ἐξ ὧν ὀνομῆναι καὶ φορῆναι. (Vers. 175.) Τοῦ δὲ τηλίκος ἑρμηνεία
τὸ, γενειήσαντα ἰδέσθαι,
ὃ τελειότητος δεῖγμα, καθ' ἣν χρησιμεύοι ἂν παῖς μητρί. εἰ δὲ ἀρᾶται
γενειήσαντα ἰδέσθαι παῖδα
μητρὶ, πολυήρατον ἄρα καὶ τὴν τοιαύτην ἡλικίαν ἔστιν εἰπεῖν. (Vers.
179.) Τὸ δὲ, ἐπιχρίεσθαι ἀλοιφῇ,
ἐντελέστερον εἴρηται τοῦ, ἐπιχρίσασα παρειάς. δῆλον δ' ὅτι ὁμώνυμος
λέξις ἡ ἀλοιφὴ, ἐπί τε πιμελῆς
λεγομένη καὶ στέατος καὶ νῦν ἐπὶ καλλοποιοῦ χρίσματος. (Vers. 181.) Τὸ
δὲ, κεῖνος ἔβη, κατ' ἐξο-
χὴν εἶπεν ἡ γυνή. ὄνομα γὰρ Ὀδυσσέως οὐ πρόκειται. (Vers. 189.) Τὸ δὲ,
λύθεν δέ οἱ ἅψεα, λυσι-
μελῆ δηλοῖ τὸν ὕπνον ἐξεῖναι λέγεσθαι, μὴ μόνον καθότι λύει
μελεδήματα θυμοῦ, ὡς ἀλλαχόθι
λέγει ὁ ποιητὴς, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸ λύειν τὰ μέλη, ὅ πέρ ἐστιν ἅψεα. (Vers.
190.) Ὁ δὲ κλιντὴρ θρό-
νου εἶδος καὶ αὐτὸς, περὶ ὃν ἔστιν ἀνακλινθῆναι, ὡς δηλοῖ τὸ, εὗδε δ'
651

ἀνακλινθεῖσα. ὃ καὶ ἐτυμολο-


γικὸς τρόπος ἐστί. (Vers. 192.) Τὸ δὲ κάλλος θεῖόν τι ὑγρὸν ἡ ποίησις
πλάττει, ὥς που λέγει καὶ
ἡ Ἰλιάς. ἦν δὲ τῷ τοιούτῳ μυθικῶς καὶ νίπτεσθαι, ὡς δηλοῖ τὸ, πρόσωπα
καλὰ κάθῃρε τὰ τῷ κάλλει
παρωνυμούμενα. ἔτι δὲ καὶ χρίεσθαι. Ἀφροδίτη γὰρ αὐτῷ χρίεται. ἔστι δὲ
κάλλος τοιοῦτον ἀμβρόσιον
ἀλληγορικῶς ἡ ἐπιπολάζουσα κατὰ πρόσωπον φυσικὴ καλλονὴ καὶ
εὐπρέπεια, ὁποία τις καὶ νῦν ἡ τῆς  
Πηνελόπης, ᾗ κάλλους αἴτιος καὶ ὁ ὕπνος γίνεται, οἷα τοῦ φιλίου χυμοῦ
ἀναδοθέντος καὶ εἰς ἔρευθος
φυσικὸν τῷ προσώπῳ ἐπανθήσαντος· ὅ περ οὐ κατά τινα τεχνικὴν
Ἀθηνᾶν Ὅμηρος πλάττει γενέ-
σθαι, ἀλλ' ἑτέρως κατὰ τὸ σεμνὸν τοῦ μύθου, ᾧ μάλιστα χαίρειν οἶδε
ποίησις. Ἰστέον δὲ ὡς οὐ μόνον
μύθου πλάσμα τὸ κάλλος, ἀλλὰ καὶ ἄλλως μύρον τι πραγματικῶς,
χρήσιμον εἰς ἐπιποίησιν κάλλους,
καθὰ καὶ πρὸ ὀλίγων εἴρηται. οὕτω δὲ καὶ τὸ μεγαλεῖον μύρον, εἰ καὶ
δοκεῖ τισὶν ἐπαινετικῶς εἰρῆσθαι
προπερισπώμενον, ἀλλὰ πρὸς ἀκρίβειαν μεγάλλιον ἐν δυσὶ γράφεται
λλπροπαροξυτόνως διὰ τοῦ ι,
καθὰ καὶ ἐν τοῖς εἰς τὴν Ἰλιάδα ὑπεκρούσθη. ὁ μεγάλος μὲν γὰρ
παροξυτόνως ἐπίθετόν ἐστιν,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 175, line 3

χὴν εἶπεν ἡ γυνή. ὄνομα γὰρ Ὀδυσσέως οὐ πρόκειται. (Vers. 189.) Τὸ δὲ,
λύθεν δέ οἱ ἅψεα, λυσι-
μελῆ δηλοῖ τὸν ὕπνον ἐξεῖναι λέγεσθαι, μὴ μόνον καθότι λύει
μελεδήματα θυμοῦ, ὡς ἀλλαχόθι
λέγει ὁ ποιητὴς, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸ λύειν τὰ μέλη, ὅ πέρ ἐστιν ἅψεα. (Vers.
190.) Ὁ δὲ κλιντὴρ θρό-
νου εἶδος καὶ αὐτὸς, περὶ ὃν ἔστιν ἀνακλινθῆναι, ὡς δηλοῖ τὸ, εὗδε δ'
ἀνακλινθεῖσα. ὃ καὶ ἐτυμολο-
γικὸς τρόπος ἐστί. (Vers. 192.) Τὸ δὲ κάλλος θεῖόν τι ὑγρὸν ἡ ποίησις
πλάττει, ὥς που λέγει καὶ
ἡ Ἰλιάς. ἦν δὲ τῷ τοιούτῳ μυθικῶς καὶ νίπτεσθαι, ὡς δηλοῖ τὸ, πρόσωπα
καλὰ κάθῃρε τὰ τῷ κάλλει
παρωνυμούμενα. ἔτι δὲ καὶ χρίεσθαι. Ἀφροδίτη γὰρ αὐτῷ χρίεται. ἔστι δὲ
κάλλος τοιοῦτον ἀμβρόσιον
ἀλληγορικῶς ἡ ἐπιπολάζουσα κατὰ πρόσωπον φυσικὴ καλλονὴ καὶ
εὐπρέπεια, ὁποία τις καὶ νῦν ἡ τῆς  
652

Πηνελόπης, ᾗ κάλλους αἴτιος καὶ ὁ ὕπνος γίνεται, οἷα τοῦ φιλίου χυμοῦ
ἀναδοθέντος καὶ εἰς ἔρευθος
φυσικὸν τῷ προσώπῳ ἐπανθήσαντος· ὅ περ οὐ κατά τινα τεχνικὴν
Ἀθηνᾶν Ὅμηρος πλάττει γενέ-
σθαι, ἀλλ' ἑτέρως κατὰ τὸ σεμνὸν τοῦ μύθου, ᾧ μάλιστα χαίρειν οἶδε
ποίησις. Ἰστέον δὲ ὡς οὐ μόνον
μύθου πλάσμα τὸ κάλλος, ἀλλὰ καὶ ἄλλως μύρον τι πραγματικῶς,
χρήσιμον εἰς ἐπιποίησιν κάλλους,
καθὰ καὶ πρὸ ὀλίγων εἴρηται. οὕτω δὲ καὶ τὸ μεγαλεῖον μύρον, εἰ καὶ
δοκεῖ τισὶν ἐπαινετικῶς εἰρῆσθαι
προπερισπώμενον, ἀλλὰ πρὸς ἀκρίβειαν μεγάλλιον ἐν δυσὶ γράφεται
λλπροπαροξυτόνως διὰ τοῦ ι,
καθὰ καὶ ἐν τοῖς εἰς τὴν Ἰλιάδα ὑπεκρούσθη. ὁ μεγάλος μὲν γὰρ
παροξυτόνως ἐπίθετόν ἐστιν, οὗ κλη-
τικὴ ἑνικὴ παρ' Αἰσχύλῳ τὸ, ὦ μεγάλε Ζεῦ, καὶ πληθυντικὴ ἀναλόγως
εὐθεῖα, οἱ μεγάλοι. ὁ Μέγαλλος
δὲ προπαροξυτόνως ἐν διλαμβδίᾳ κύριον ὄνομα κατὰ τοὺς παλαιούς. ᾧ
παρώνυμον τὸ ὑπ' ἐκείνου εὑρε-
θὲν Μεγάλλιον μύρον. Σικελιώτης δὲ ἢ Ἀθηναῖος ἱστορεῖται εἶναι ὁ
εἰρημένος Μέγαλλος. Ὅτι δὲ κάλ-
λος καὶ ἐπὶ ἀλεκτρυόνος κεῖται, ἀλλαχοῦ δηλοῦται. (Vers. 193.) Τὸ δὲ
τῆς Κυθερείας χρίσμα ἐμφαίνει
κατὰ ἔρωτα ταῖς γυναιξὶ χρηστὰ εἶναι τὰ πρὸς κάλλος χρίσματα καὶ, ὡς
εἰπεῖν, διὰ τὸ ἐπαφρόδιτον, καὶ
μάλισθ' ὅτε πανηγυρίζουσι. τοῦτο γὰρ ὡς ἐκ μέρους ὁ τῶν Χαρίτων ἄρτι
δηλοῖ χορὸς, περὶ οἷα μάλιστα

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 192, line 41

ἔβαλλον. διὸ κύνα, φησὶ, τὸ τοιοῦτον Διοσκουρίδης προσαγορεύει. (Vers.


97.) Ὅτι δίφρος καὶ τῷ
Ὀδυσσεῖ φέρεται εὔξεστος καὶ κῶας ἐπ' αὐτοῦ βάλλεται ἤγουν τίθεται.
καὶ ὁ μὲν καθέζεται, ἡ δὲ γυνὴ
ἐρωτᾷ τὸ φύσει πρῶτον ἐν τοῖς τοιούτοις, ἤγουν πόθεν ἐστὶ καὶ ποίας
πόλεως καὶ τίνων τοκέων. ὁ δὲ
ταῦτα μὲν ἀναρτᾷ τῷ τέως, τὴν δὲ γυναῖκα ἐπαινῶν πρὸς ἀλήθειαν οὐκ
ἔξω πείρας φησίν· (Vers. 107.)
ὦ γύναι, οὐκ ἄν τίς σε βροτῶν ἐπ' ἀπείρονα γαῖαν νεικέοι, τουτέστι
φιλονείκως μέμφοιτο, ἀλλὰ δηλαδὴ
ἐν πολλῷ ἐπαίνῳ θείη· ἦ γάρ σευ κλέος οὐρανὸν εὐρὺν ἱκάνει. ὥς τέ τευ
ἢ βασιλῆος ἀμύμονος ὅς τε
653

θεουδὴς ἀνδράσιν ἐν πολλοῖσι καὶ ἰφθίμοισιν ἀνάσσων εὐδικίας ἀνέχῃσι,


φέρῃσι δὲ γαῖα μέλαινα πυροὺς
καὶ κριθὰς, βρίθῃσι δὲ δένδρα καρπῷ, τίκτει δ' ἔμπεδα μῆλα ἤτοι πάντα
τὰ θρέμματα. θάλασσα δὲ
παρέχει ἰχθῦς ἐξ εὐηγεσίης. ἀρετῶσι δὲ λαοὶ ὑπ' αὐτοῦ. (Vers. 113.) Καὶ
ὅρα τὴν ἐν τῷ ἐπαίνῳ
παρέκβασιν, ἐπαγαγοῦσαν ὡς ἐν χαρακτῆρι ἠθικῷ οἵα τῆς εὐδικίας τῷ
τοιούτῳ βασιλεῖ ἀμοιβὴ πρὸς
παίδευσιν τῶν ἀκροωμένων. φιλεῖ γὰρ ἡ ποίησις ὠφελεῖν καὶ οὕτω τοὺς
ἀκούοντας. διὸ καὶ ἐν Ἰλιάδι
ἐν τῇ κατὰ τοὺς ἵππους τοῦ Ἕκτορος παραβολῇ φράζει παρεκβατικῶς ἐξ
ἐναντίου πρὸς τὰ ἐνταῦθα,
οἷα τοῖς ἀδικοῦσι φαῦλα περιγίνεται, πρὸς ἦθος μεταχειρισάμενος
ἀσυνήθως τὴν παραβολήν.
(Vers. 116.) τέως γε μὴν οὕτως ἐπαινέσας τὴν φίλην γυναῖκα ὁ ξεῖνος,
εἶτα πρὸς τὴν ἐρώτησιν λαλῶν,
ἐπάγει, ὡς ἐμὲ νῦν τὰ μὲν ἄλλα μετάλλα σῷ ἐνὶ οἴκῳ, μὴ δ' ἐμὸν
ἐξερέεινε γένος καὶ πατρίδα γαῖαν,
μή μοι μᾶλλον θυμὸν ἐνηπλήσῃς ὀδυνάων μνησαμένῳ. μάλα δ' εἰμὶ
πολύστονος, οὐδέ με χρὴ οἴκῳ  
ἐν ἀλλοτρίῳ γοόωντά τε μυρόμενόν τε ἧσθαι. ἐπεὶ κάκιον, ὡς καὶ
προεγράφη, πενθήμεναι ἄκριτον αἰεί.
λόγοι δὲ ταῦτα οἷοι παρὰ πολυπαθοῦς ἀλήτου λέγεσθαι· ἴσως δέ ποτε καὶ
τὰ ἐφεξῆς, ἤγουν τὸ, μή τίς
μοι δμωῶν νεμεσήσεται, ἠὲ σύ γ' αὐτή. (Vers. 122.) φῇ δὲ δακρυπλώειν
βεβαρηότα με φρένας οἴνῳ,
τουτέστι δάκρυσι πλήθειν διὰ τὸ ἐξ οἴνου βάρος, ἢ καὶ ἄλλως εἰπεῖν
ἀστειότερον, μή τις εἴποι διὰ
δακρύων πλώειν, ἤγουν πλέειν με ἔμφορτον ὄντα οἴνου βάρει, ὡς εἰ καὶ
ναῦς οἰνοφόρος, εἴτουν οἰνο

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 211, line 9

ἐπάγοντες ἐπῇσαν. διττὴ δὲ τῆς λέξεως ἔννοια· ἢ γὰρ διότι ἐπάγονται


κύνας, ὅθεν καὶ συνθέτως  
κυνηγοὶ λέγονται, ἢ ὅτι ἐπὶ τοῖς κυσὶν, ἤγουν μετὰ τοὺς κύνας ἄγονται εἰς
θήραν, διὰ τὸ ἐκείνους
προϊέναι, ὡς δηλοῖ τὸ, ἵκανον ἐπακτῆρες, πρὸ δ' ἂρ αὐτῶν κύνες ἤϊσαν.
(Vers. 445.) ὧν παράφρασις
τὸ, ὡς ἐπάγοντες ἐπῇσαν, ἤγουν μετ' ἐκείνους καὶ ἤϊσαν. δῆλον δὲ, ὅτι ἐκ
τοῦ ἤϊσαν τὸ ἐπῇσαν συνῄ-
654

ρηται. Ἰστέον δὲ ὅτι καὶ ἐπακτρεῖς ἐλέγοντο οἱ κυνηγοὶ, ὡς δηλοῖ ὁ


γράψας ἐν ῥητορικῷ λεξικῷ, ὅτι ἐπα-
κτρίδες αἱ ἁλιάδες· ἐπακτρεῖς γὰρ οἱ κυνηγοί. ὅτι δὲ ἀπὸ τῆς ῥηθείσης
ἐπακτρίδος καὶ ἐπακτροκέλης
κατὰ Αἴλιον Διονύσιον πλοῖον λῃστρικὸν, προδεδήλωται. (Vers. 436.)
Τοῦ δὲ ἰχνευταὶ περίφρασις
ὂν τὸ, ἴχνι' ἐρευνῶντες, κάλλιον ἐκείνου πέφρασται. Ὅρα δ' ἐνταῦθα τὸ,
ἴχνι' ἐρευνῶντες, ὑποδύσκολον
ὂν τῇ φράσει καὶ λαβυρινθῶδες κατὰ τὰ νῦν σχεδικά. ἦν μὲν γὰρ καὶ ἴχνη
γράψαι διὰ τοῦ η, εἵλετο δὲ
ἡ ποίησις τὸ ἴχνια. καὶ ἐσημειώθη ἐν ἄλλοις καὶ ἕτερα τοιαῦτα. (Vers.
438.) Τοῦ δὲ κραδάων τὸ
θέμα πρωτότυπον τοῦ κραδαίνω ἐστί. Λόχμην δὲ καὶ ξύλοχον εἰπεῖν
ταυτὸν ἐν τοῖς ῥηθεῖσι φαίνεται.
(Vers. 439.) Ὁ δὲ σῦς, ὡς καὶ αὐτὸ ἐν ῥητορικῷ κεῖται λεξικῷ, καὶ
ἀσχέδωρος λέγεται. φησὶ γάρ·
ἀσχέδωρος, ὁ σύαγρος παρὰ Ἰταλιώταις. ἠγνόησαν δέ, φησιν, οἱ
ἀποδόντες τὸν ἄσχετα δωρούμενον,
ἤγουν οἱ ἑρμηνεύσαντες, ὅτι ἀσχέδωρός ἐστιν ὁ ἄσχετα δωρούμενος, ὡς
οἷά τις μεγαλόδωρος. χρῆσις δέ,
φασιν, ἀσχεδώρου, παρ' Αἰσχύλῳ, διατρίψαντι ἐν Σικελίᾳ καὶ εἰδότι. φησὶ
γάρ· ἔδυ δ' ἐς ἄντρον
ἀσχέδωρος ὥς. λέγει δὲ καὶ ἡ κωμῳδία· ἔνθ' οὔτε ποιμὴν ἀξιοῖ νέμειν
βοτὰ, οὔτ' ἀσχέδωρος νεμόμενος
καπρώζεται. ἔνθα καὶ ὅρα τὸ καπρώζεται, οὗ, ὥς που καὶ ἐν Ἰλιάδι
παρεσημάνθη, θέμα παρ' ἄλλοις
πρωτότυπον τὸ καπρῶ. ἐξ οὗ καὶ γυνὴ καπρῶσα ἡ μάχλος. ἐτυμώτερον
δὲ κατὰ τὸν Ἀθήναιον τὸ σῦς
ἐν τρισὶ γράμμασιν ὡς ἀπὸ τοῦ σεύεσθαι καὶ ὁρμητικῶς ἔχειν τὸ τοιοῦτον
ζῷον. τέτριπται δὲ καὶ τὸ
λέγειν ὗς δίχα τοῦ πρώτου σίγμα. οἱ δέ φασιν εἰρῆσθαι σῦν ὡς οἱονεὶ θῦν
τὸν εἰς θυσίαν εὐθετοῦντα.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 211, line 30

Δῆλον δὲ ὅτι καὶ ὄνομα ἰχθύων ὕες, οἷον, ἐν δ' αἴνῳ καὶ τῷ πόντῳ, τὴν ὗν
ἀγόραζε, ἣν καλέουσί τινες
θνητῶν ψαμμίτην ὀρυκτήν. Ἔτι ἰστέον καὶ ὅτι σύαγρος οὐ παρὰ πᾶσιν ὁ
ἀπὸ συὸς ἀγρίου σύνθετος,
ἀλλὰ καὶ κύων ὁ σύας ἀγρεύων. Σοφοκλῆς σὺ δ', ὦ σύαγρε, Πηλιωτικὸν
βρέφος. παρὰ δὲ Ἡροδότῳ
ἔστι καὶ κύριον ὄνομα Σύαγρος. καὶ ὅτι σῦς ἀσχέδωρος εἰρῆσθαι δοκεῖ
οὐχ' ὁ ἁπλῶς, οἷον ὁ σίαλος
655

ἢ ἡ ἀγελαῖος, ἀλλ' ὁ μονιὸς, ἤδη δὲ καὶ ὁ χλούνης, ὁ καὶ χαλεπὸς καὶ


ἄλκιμος, ὃν δὴ χλούνην οἱ ἐκτο-
μίαν, φασὶ, λέγοντες τελείως ἀπήρτηνται τοῦ ὑποκειμένου, ἤγουν
αἰωροῦνται, ἠερέθονται, οὐδὲν ἔμ-
πεδον καὶ βέβαιον λέγουσιν, ἀλλὰ δηλαδὴ ἀνεμώλια λαλοῦσι καὶ οὐδέν
τι τοῦ ὑποκειμένου ἅπτονται.
Ὅρα δ' ἐν τούτοις καὶ τὸν μονιὸν σῦν, οὗ διενήνοχεν ὁ μονίας, καθὰ καὶ ὁ
μονώτης, λεγόμενα ἐπὶ
ἀνθρώπου ἐρημάζοντος. ἐπὶ τούτοις ἰστέον καὶ ὅτι, καθὰ καὶ ὗς
θαλάσσιος, οὕτω καὶ κάπρος, ὡς
δηλοῖ καὶ Ἀθήναιος ἐν τῷ, κάπρον ἂν ἐσίδῃς θαλάττιον, ὠνοῦ καὶ μὴ
καταλίπῃς κἂν ἰσόχρυσος ἔνι,
μή σοι νέμεσις καταπνεύσῃ δεινὴ ἀπ' ἀθανάτων· τὸ γάρ ἐστι νέκταρος
ἄνθος· ὃ παραποίησίς ἐστι τοῦ,
νέκταρος ἀποῤῥὼξ, ὡς καὶ προεγράφη. (Vers. 444.) Ἐν δὲ τῷ, κτύπος
ποδοῖϊν, ὅρα ὡς ἀπὸ μέρους
τοῦ κατ' ἄνδρας ἔφρασε τὸ ποδοῖϊν, οὐ προσλογισάμενος καὶ τοὺς
τετράποδας κύνας. (Vers. 446.) Τὸ
δὲ φρίσσειν ὅτι κυρίως τριχῶν δηλοῖ ὄρθωσιν, πολλαχοῦ δεδήλωται. διὸ
πάνυ κυριολεκτεῖται ἐνταῦθα
τὸ, φρίξας λοφιάν. Λοφιὰ δὲ ἐπὶ συὸς κυριολεκτεῖται, καθά περ ἡ χαίτη
ἐπὶ ἵππου καὶ λέοντος.
ἴσως δὲ ἡ λοφιὰ καὶ ἐπὶ τοιούτων λέγεται, ὡς δηλοῖ ὁ γράφων, ζῷα
λόφουρα τὰ, ὥς φασί τινες,
ἔχοντα λόφους καὶ οὐράς. πρὸς ὃ ἔστιν εἰπεῖν, ὡς διαφέρει λόφος καὶ
λοφιά. λέγεται δὲ λοφιὰ ὡς ἐν
τῷ λόφῳ οὖσα ἤγουν τῷ περὶ τὸν αὐχένα τόπῳ, περὶ οὗ εἰς τὸ
καταλοφάδια προγέγραπται. Τὸ δὲ,
πῦρ ὀφθαλμοῖσι δεδορκὼς, ἀντὶ τοῦ, ὡς πῦρ βλέπων. καὶ ἔστιν ὅμοιον
τῷ, ὄσσε δέ οἱ πυρὶ ἐΐκτην.
(Vers. 448.) Τὸ δὲ, πρώτιστος ἔσσυτο ἀνασχόμενος, τουτέστιν ἀνατείνας
δόρυ, πιθανὸν ποιεῖ καὶ
τὸν παρὰ Φαίαξι λόγον αὐτοῦ τὸ, πρῶτος ἂν ἄνδρα βάλοιμι, εἰ καὶ μάλα
πολλοὶ ἑταῖροι παρασταῖεν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 311, line 20

θετον αὐτὸ εἶπον Ἑρμοῦ, τόδ' ἔστιν ἄλλως ἔχον κατὰ ἀλληγορίαν, ὅτι
δηλαδὴ ὁ λόγος ἀναψυχὴν
πέμπει τοῖς ἐν μετοχῇ αὐτοῦ. Ὅτι δὲ ὁ Ἑρμῆς ἀπὸ κράσεως ἔχει τὸ
περισπᾶσθαι, δηλοῖ καὶ Ἡρῳδια-
νὸς παραδοὺς, ὅτι ὡς Ἀπελλέας Ἀπελλῆς, Θαλέας Θαλῆς ὁ Μιλήσιος,
656

Ποδέας Ποδῆς ὁ παρ' Ὁμήρῳ,


οὕτω καὶ Ἑρμέας Ἑρμῆς. Κυλλήνιος δὲ Ἑρμῆς μυθικῶς μὲν ἀπὸ
Κυλλήνης, ἥ τις ὄρος ἐστὶν Ἀρκα-
δίας σταδίων ἐννέα Ὀλυμπιακῶν παρὰ πόδας ὀγδοήκοντα, καθά φασιν
ἱστορεῖν Ἀπολλόδωρον, ὀνομα-
σθὲν ἀπὸ Κυλλήνης ἡρωΐδος τινός. περιᾴδεται δὲ διαφερόντως ἐν τοῖς
περὶ τὸ τοιοῦτον ὄρος τιμᾶσθαι
τὸν Ἑρμῆν κἀκεῖθεν σχεῖν τὸ λεχθὲν ἐπίθετον. κατὰ μέντοι ἀλληγορίαν
Κυλλήνιος ὁ τοῦ ὕπνου δοτὴρ,
ὁ τὰς ἡνίας τῶν κύλων ἢ κυλάδων ἔχων, ὃ δηλοῖ τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμούς·
ὅθεν καὶ κυλοιδιᾶν παρ'
Ἀττικοῖς τὸ τὰ κύλα τῶν ὀφθαλμῶν οἰδεῖν ἐκ μακροϋπνίας τυχὸν ἢ
ἀϋπνίας. οἱ δὲ παλαιοί φασι καὶ
ὅτι κύλα κατὰ Εὐθύδημον τὰ ἐν τῷ κάτω βλεφάρῳ μικρὰ ἀνατρέχοντα ἐν
τῷ μύειν, τὰ δὲ ἐν τῷ ἄνω
ἐπικύλιον. (Vers. 2.) Δίδωσι δὲ κἀνταῦθα τῷ Ἑρμῇ ἡ ποίησις καὶ ῥᾴβδον
μετὰ χερσὶ χρυσείην, ᾗ τῶν
μὲν ὄμματα θέλγει, ὡς καὶ ἐν ἄλλοις ἐῤῥέθη, τοὺς δὲ καὶ ὑπνώοντας
ἐγείρει. καὶ λέγει ὡς ταύτῃ
κινήσας ἦγε τὰς ψυχὰς, ὡς εἶναι καὶ ταύτην ἐνέργειαν τῆς ἑρμαϊκῆς
ῥᾴβδου. Γίνεται δὲ ῥᾴβδος παρὰ
τὸ ῥᾳδίως ποιεῖν βαδίζειν, ὡς ἐν ἀρχαίοις ὑπομνήμασι φέρεται· ἔνθα
πρόσκειται καὶ ὅτι βέλτιον δὲ
ἀπὸ τοῦ ῥαπίζειν, ἵνα τῷ μὲν πρώτῳ λόγῳ προπερισπᾶται ἡ λέξις διὰ τὸ
ῥᾷον, τῷ δὲ δευτέρῳ
παροξύνηται. (Vers. 5.) Ὅτι φωνήν τινα ταῖς προπεμπομέναις εἰς Ἅιδην
ψυχαῖς τῶν μνηστήρων
πλάττων ὁ ποιητὴς τρίζειν αὐτάς φησι κατά τινα ὀνοματοποιΐαν τῷ μύθῳ
ἀρέσκουσαν, ὡς εἶναι
αὐταῖς τοῦτο οἷα τινὰ κλαυθμυρισμόν. καὶ μὴ αἰδισθεὶς τὸ πλάσμα τῆς
τοιαύτης ὀνοματοποιΐας στερεοῖ
αὐτὸ καὶ διὰ παραβολῆς φράζων οὕτως· αἱ δὲ τρίζουσαι ἕποντο. ὡς δ' ὅτε

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 312, line 27

τὸ νυκτῶδες τοῦ τόπου. Δοκεῖ δὲ ὁ μῦθος εὐτάκτως τοπογραφεῖν, τάττων


μετὰ τὸν Ὠκεανὸν τὴν Λευ-
κάδα, μεθ' ἣν τὰς Ἡλίου πύλας, εἶτα τοὺς Ὀνείρους καὶ μετ' αὐτοὺς τὸν
ἀσφοδελὸν λειμῶνα, περὶ
ὃν αἱ ψυχαὶ, ὁμοιότητά πως κατὰ τὸν μῦθον σώζουσαι τοῖς ὀνείροις κατὰ
τὸ, ψυχὴ δ' ἀποπταμένη ἠΰτ'
ὄνειρος πεπότηται. Ἰστέον δὲ καὶ ὅτι πιθανεύεται ὁ μῦθος Ὀνείροις τόπον
εἶναι περί που τὰ κατὰ
657

τὸν Ἅιδην οὗ οἱ τεθνεῶτες, ἐπεὶ καὶ ἀδελφοὶ θάνατος καὶ ὕπνος εἶναι
λέγονται. (Vers. 15. sqq.) Ὅτι
πρός τε πλατυσμὸν πρός τε παραδοξοποιΐαν πρός τε ποικιλίαν ποιήσεως
τεχνᾶταί τι κἀνταῦθα Ὅμηρος,
ὧν καὶ ἐν τῇ πρώτῃ νεκυίᾳ πεποίηκε, καὶ πλάττει ὡς ἐν ἠθοποιΐᾳ
εἰδωλοποιητικῇ Ἀχιλλέα τε τὸν αὐτῷ
φίλον, ἔτι δὲ καὶ τὸν εὐρυκρείοντα Ἀγαμέμνονα, διομιλουμένους
ἀλλήλοις τὰ εἰκότα βιωτικώτερον.
ἐν οἷς ἄλλα τε κατορθοῖ ὁ ποιητὴς καὶ Τρωϊκαῖς ἱστορίαις ἀρτύει
συνήθως τὴν ποίησιν καὶ μύθοις
χρᾶται, ὧν στερουμένη ποίησις οὐκ ἂν εἴη ἔτι ποίησις. καὶ τέως μὲν
λέγει ὡς αἱ ψυχαὶ τῶν μνηστήρων
κάτω ἐλθοῦσαι εὗρον τὴν τοῦ Ἀχιλλέως, τὴν τοῦ Πατρόκλου, τὴν τοῦ
ἀμύμονος Ἀντιλόχου, Αἴαντός
τε ὃς ἄριστος ἔην, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ ἐγράφη, εἶδός τε δέμας τε τῶν ἄλλων
Δαναῶν μετ' ἀμύμονα Πη-
λείωνα. καὶ αὐτοὶ μὲν περὶ τὸν Ἀχιλλέα ὡμίλουν· ἦλθε δ' ἐπὶ ψυχὴ
Ἀγαμέμνονος ἀχνυμένη· περὶ δὲ
αὐτὸν οἱ σὺν ἐκείνῳ θανόντες οἴκῳ ἐν Αἰγίσθου, καθὰ καὶ ἡ πρώτη
νεκυία δηλοῖ. (Vers. 24. sqq.)
καὶ τὸ ἐντεῦθεν ἄρχεται διαλογική τις ἠθοποιΐα ἔχουσα οὕτως ὡς ἀπὸ τοῦ
Ἀχιλλέως· Ἀτρείδη, περὶ
μέν σε φάμεν Διῒ ἀνδρῶν ἡρώων φίλον ἔμμεναι ἤματα πάντα, οὕνεκα
πολλοῖσί τε καὶ ἰφθίμοισιν ἄνας-
σες δήμῳ ἐνὶ Τρώων ὅθι πάσχομεν ἄλγε' Ἀχαιοί. ἦ τ' ἄρα καὶ σοὶ πρῶτα,
ἤγουν πρὸ καιροῦ κατὰ
τοὺς Ἀττικοὺς, παραστήσεσθαι ἔμελλε Μοῖρ' ὀλοὴ, ἣν οὔ τις ἀλεύεται ὅς
κε γένηται, τουτέστιν ἣν ὀλοὴν
μοῖραν οὐδεὶς ἐκφεύγει τῶν ἐν γενέσει κἂν εὐδαιμονοίη, ὡς καὶ ἡ Ἰλιὰς
λαλεῖ ἔν τε ἄλλοις καὶ ἐν τῷ
περὶ τῶν δύο πίθων, οἳ Διὸς ἐν οὔδει κατάκεινται. (Vers. 30.) εἶτα ἐπάγει,
ὡς ὄφελες τιμῆς ἀπονή
Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 314, line 22

τὴς ὅμως χαίρει καὶ οὕτω τῇ συνήθει ἑνικῇ προσηγορίᾳ ἐπαγὼν τὸ, τοῖον
γὰρ ἐπώρορε Μοῦσα, ὡς
ταυτὸν ὂν ἑνικῶς τε Μοῦσαν λόγῳ προσηγορικῷ καὶ Μούσας
πληθυντικῶς εἰπεῖν. ἔνθα καὶ τοὺς ἐπιτα-
φίους οἴκτους καὶ μονῳδικοὺς διὰ τῶν Μουσῶν αἰνίττεται ὁ ποιητὴς, αἳ
κοσμοῦσι τὴν τοῦ Ἀχιλλέως
ταφὴν ὡς καὶ ἐν Ἰλιάδι τὴν τοῦ Τρωϊκοῦ στρατηγοῦ ἀοιδοῦ θρήνων
ἔξαρχοι. οὕτω γάρ πως θρηνῳδοὶ
καὶ νῦν αἱ Μοῦσαι, ὡς δηλοῖ καὶ τὸ, (Vers. 60.) ὀπὶ καλῇ, εἴτουν ἀοιδῇ,
658

θρήνεον· δι' ἧς ἐρεθι-


ζόμενοι ἄνθρωποι οὐ δύνανται μένειν ἀδάκρυτοι. (Vers. 36.) Ἰστέον δὲ
ὅτι ἐν τῷ, ὄλβιε Πηλέος
υἱὲ, Ἰωνικῶς ἐκλίθη τὸ Πηλέος· διὸ συστέλλει τὴν λήγουσαν ἐν τοῖς
ἀκριβεστέροις τῶν ἀντιγράφων.
(Vers. 39.) Στροφάλιγγα δὲ κονίης καὶ ἀέλλης εἰπεῖν ταυτόν ἐστιν, ἐπεὶ
καὶ τὸ στρέφειν καὶ τὸ εἰλεῖν
ὅμοια, ὧν τὸ μὲν τὴν στροφάλιγγα παράγει, τὸ δὲ τὴν ἄελλαν. (Vers. 44.)
Χρόα δὲ καλὸν λέγει τὸν
τοῦ νέκυος Ἀχιλλέως ἢ ὡς ποτὲ τοιοῦτον ὅτε δηλαδὴ ἔζη ἢ καὶ ὡς μετὰ
θάνατον. τερατεύεται γὰρ καὶ
τοιαῦτα ἡ ποίησις ὡς δηλοῖ καὶ ἐπὶ τοῦ νεκροῦ Πατρόκλου τὸ, ἔμπεδος
αὐτῷ ἔσται χρὼς ἢ καὶ ἀρείων.
(Vers. 45.) Ἐν δὲ τῷ, ὕδατι λιαρῷ καὶ ἀλείφατι, ἄλειφαρ ἢ τὸ ἔλαιόν
φησιν ἢ καὶ εἶδός τι ἀλείμμα-
τος εὐώδους ἕτερον. (Vers. 52.) Ὁ δὲ τοῦ Νέστορος ἐνταῦθα ἔπαινος
παντὶ ἁρμόζει γέροντι συνετῷ.
(Vers. 54.) Τὸ δὲ, ἴσχεσθ' Ἀργεῖοι μὴ φεύγετε κοῦροι Ἀχαιῶν, ἐξ Ἰλιάδος
παρείλκυσται καὶ αὐτό.
(Vers. 47. 58.) Τὰς δὲ Νηρηΐδας παραφράζων ἀθανάτας τε ἁλίας λέγει
καὶ κούρας ἁλίοιο γέροντος
τοῦ Νηρέως δηλαδή. Ἐνταῦθα δὲ ἰστέον ὅτι κοινῶς μὲν Νηρηΐδες πᾶσαι
αἱ τοῦ Νηρέως θυγατέρες.
παραδέδοται δὲ ἄλλως ὅτι ἐν ὑπομνήματι Βακχυλίδου τοῦ λυρικοῦ
διαφορὰ Νηρεΐδων φέρεται καὶ
Νηρέως θυγατέρων οὕτως· εἰσὶν οἵ φασι διαφέρειν τὰς Νηρεΐδας τῶν τοῦ
Νηρέως θυγατέρων, καὶ τὰς
μὲν ἐκ Δωρίδος γνησίας αὐτοῦ θυγατέρας νομίζεσθαι, τὰς δὲ ἐξ ἄλλων
κοινότερον Νηρεΐδας καλεῖσθαι.

Ευστάθιος. Σχόλια στον Διονύσιο τον Περιηγητή. orbis


descriptionem (4083: 006)“Geographi Graeci minores, vol. 2”, Ed.
Müller, K.Paris: Didot, 1861, Repr. 1965.Sec. epist, line 533

ἐπιείκειαν καὶ πρὸς συγγνώμην τοῦ λέγοντος προκα-


λεῖται τοὺς ἀκροατάς. Καὶ Διονύσιος οὖν, φασὶ,
σκοπὸν τοῦ βιβλίου ἐν προοιμίῳ εἰπὼν τὸ μέλλειν
γαῖάν τε καὶ εὐρέα πόντον ἀείδειν, προσοχήν τε ἐποίησε,
κινήσας τὸν τοῦ ἀκροατοῦ νοῦν ὡς ἐπὶ μεγάλῃ τῇ
ὑποσχέσει, οὐ μὴν δὲ ἀλλὰ καὶ περιοχὴν κεφαλαιώδη
τοῦ ὅλου βιβλίου τούτῳ τῷ τρόπῳ ἐξέθετο. Ἐν δὲ τῷ
659

»ἀνδρῶν ἄκριτα φῦλα» συμπάθειαν ἐξεκαλέσατο καὶ


ἐφειλκύσατο, οἷα συγγνώμης τευξόμενος, εἴπου φανείη
ἀσθενὴς περὶ τὴν τῶν οὕτω πολλῶν καὶ ἀκρίτων ὑφή-
γησιν. Πολὺ δὲ τὸ σαφὲς ἡ παροῦσα ποίησις ἔχει,
καὶ μάλιστα τὸ εὐκρινὲς, ὡς προείρηται, οὐ μόνον διὰ
τῶν ἐπαναλήψεων, καθάπερ ἔφαμεν, καὶ τῶν συχνῶν
συμπληρώσεων, ἀλλὰ καὶ διὰ τῶν πυκνῶν προεκθέ-
σεων, ὅπου γε καὶ τρόπους διδασκαλίας ὁ Διονύσιος
ἐν πολλοῖς ἐκτίθεται δι' εὐκρίνειαν, προλέγων ὅτι
τοιῶσδε τὸ διδασκάλιον προχειρίσεται. Πολλαχοῦ
δὲ καὶ προσέχειν προκαλεῖται τὸν ἀκροατὴν, ὡς ἂν
μὴ ἐξυπτιάζων αὐτὸς νομίζοι περιηγεῖσθαι τοῦτον
ἀδιευκρίνητα. Πολὺ δὲ καὶ τὸ κάλλος ἔχει τὸ συγ-
γραμμάτιον τοῦτο, καὶ ὅλως οὐδενὸς ἀμοιρεῖ τῶν πολλῶν

Ευστάθιος. Σχόλια στον Διονύσιο τον Περιηγητή. orbis descriptionem


Sec. 340, line 13

... καὶ τελευτῶν εἰς τὴν Σικελικὴν πορθμίδα, ὃ ἔ-


στιν εἰς τὸν Σικελικὸν πορθμὸν, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ εἴρη-
ται, περὶ τὴν Λευκοπέτραν τὴν ἐν τῇ Ῥηγίνῃ χώρᾳ.
Ὄρθιον δὲ, φησὶν, ἐστὶ τὸ τοιοῦτον ὄρος, οἷά που ἐκ
στάθμης ἰθυμμένον, ἤγουν τεταμένον εἰς εὐθύτητα
ὥσπερ διὰ στάθμης, ἥτις ἐστὶ σχοῖνος τεκτονικὴ ἀπορ-
θοῦσα τὰ ξύλα. Εἶτα ἐπιτείνει ποιητικῶς εἰς ὑπερβολὴν
τὸ νόημα, καί φησιν οὕτως ἰθυτενὲς εἶναι τὸ ὄρος, ὡς
οὐκ ἂν οὐδὲ τέκτων μωμήσαιτο σοφῆς ὑποεργὸς Ἀθή-
νης. Δῆλον δὲ πάντως ὅτι Ἀθηνᾶς, ἤγουν φρονήσεως,
ὑπουργοὺς ἡ ποίησις οἶδε τοὺς τέκτονας. Ἡ δὲ ῥη-
θεῖσα Ῥηγίνη χώρα ἀπὸ τοῦ ἐκεῖ Ῥηγίου τῆς πόλεως
λέγεται, κτίσματος Χαλκιδικοῦ. Αὐτὸ δὲ τὸ Ῥήγιον
οὕτω καλεῖται ἢ παρὰ τὴν ῥῆξιν, ὡς ἀπορραγείσης
τῆς Σικελίας ἐκ τῆς ἐκεῖσε ἠπείρου ὑπὸ σεισμοῦ, ὡς
καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς ῥηθήσεται· καθὰ καὶ ἡ Προχύτη νῆ-
σος καὶ αἱ Πιθηκοῦσαι καὶ αἱ λεγόμεναι Σειρῆνες νῆ-
σοι τρεῖς ἠπείρων ἀποσπάσματα λέγονται· ἢ Ῥήγιον
εἴρηται ὡς ἂν εἴποι τις βασίλειον, ῥῆγες γὰρ καὶ ῥέ-
γες οἱ βασιλεῖς, τῶν Σαυνιτῶν οὕτω καλεσάντων αὐτὸ
δι' ἐπιφάνειαν τῆς πόλεως. Τούτου πρὸς ἕω ἄκρα τις
.
660

Ευστάθιος. Σχόλια στον Διονύσιο τον Περιηγητή. orbis descriptionem


Sec. 976, line 14

νας πρὸς ἀνατολὰς καὶ μέσην τὴν Βαβυλῶνα περάσας


εἰς τὴν Περσίδα θάλασσαν ἀπερεύγεται, παρὰ τὴν Τε-
ρηδόνα, πόλιν Περσικὴν, ῥέων διὰ τῆς μεγάλης Ἀρ-
μενίας ἕως τῆς μικρᾶς. Μετὰ δέ γε τὸν Εὐφράτην εἰς
αὐγὰς ὁ Τίγρις ῥόον ἴσον ἐλαύνων, ἤγουν ἐπ' εὐθείας,
κατὰ δὲ ἄλλους καὶ αὐτὸς ὁμοίως ἀγκωνιζόμενος, καὶ
οὕτω μετ' οὐ πολὺ διάστημα εἰς ἴσον τῷ Εὐφράτῃ
γινόμενος, κοινοῦται τὸ ῥεῦμα καὶ συγκαταβαίνει εἰς
τὴν θάλασσαν. Τὸ δὲ μέσον τούτων διάστημα Μέ-
σην, φησὶ, καλοῦσι ποταμῶν, ὃ ἔστι Μεσοποταμίαν·
ὡς καὶ τὴν ἀκρόπολιν διαλελυμένως ἡ ποίησις ἄκρην
πόλιν φησὶ, καὶ τὴν Λευκόπετραν Λευκὴν πέτραν,
καὶ τὴν Νεάπολιν Νέαν πόλιν. Διΐστανται δὲ ἀλλή-
λων οἱ ποταμοὶ οὗτοι ὅσον ἂν, φησὶν, εἰς ἕβδομον ἦμαρ
ἴφθιμος καὶ κραιπνὸς, ὃ ἔστι ταχὺς, ἀνὴρ ὁδίτης ἀνύ-
σειεν. Ἑπτὰ γὰρ, φησὶν, ἡμερῶν ἡ μέση τῶν ποταμῶν
ὁδός ἐστιν εὐζώνῳ ἀνδρὶ, τουτέστιν ἀπερίττῳ καὶ ἐλα-
φρῷ εἰς ὁδόν. Φασὶ δὲ οἱ παλαιοὶ τὴν συναγωγὴν τῆς
Μεσοποταμίας ἐπὶ συχνὸν προπίπτουσαν μῆκος πλοίῳ
πως ἐοικέναι. Τὰς δὲ τῶν δύο τούτων ποταμῶν πη-
γὰς διέχειν ἀλλήλων φασὶ περὶ ͵αφʹ στάδια. Ὤκιστος

Ησύχιος. Lexicon (Π – Ω) Alphabetic letter pi, entry 2703, line 1

ποθολκίς· ἡ ἡνία τῶν ὑποζυγίων


πόθος· ἔρως. ζήτησις. ἐπιπόθησις. καὶ φυτόν τι
ποῖ· εἰς τίνα τόπον. τὸ δὲ ποῦ ἐν τίνι τόπῳ
ποῖ γῆς· εἰς ποῖον γῆς τόπον
ποία· [ποίησις.] ἡ βοτανώδης ὕλη. ἄλλοι τοὺς πυροὺς καὶ τὰς κριθάς
Ποιάντιον· Ποίαντος παῖδα
ποιεῖσθαι· προσποιεῖσθαι
ποίη· πόα (πόαδέ ἐστιν ἡ τῆς γῆς αὐτομάτως βλαστάνουσα φυ-
 τεία). καὶ ἐρωτηματικῶς ἀντὶ τοῦ ποία

Ησύχιος. Lexicon (Π – Ω) Alphabetic letter pi, entry 3207, line 1


661

πρανιχθέντα· πεσόντα ἐπὶ στόμα


πρανόν· τὸ κατωφερές, πρανές
πρανώ· ἀκρίδος εἶδος
*πρᾷος· συνετός. ἥσυχος
Πραξιεργίδαι· οἱ τὸ ἕδος τὸ ἀρχαῖον τῆς Ἀθηνᾶς ἀμφιεννύντες
πράξεις· βίοι. ἢ διαθῆκαι
Πραξιδίκη· δαίμονά τινά φασι τὴν ὥσπερ τέλος ἐπιτιθεῖσαν τοῖς τε
 λεγομένοις καὶ πραττομένοις. διὸ καὶ τὰ ἀγάλματα κεφαλὰς γίνεσθαι
 καὶ τὰ θύματα ὁμοίως
πράξ[ε]ιν λάβοι........
πρᾶξις· ἀπαίτησις. ἄνυσις, ἢ ἔργου ποίησις. ἢ βίος
πραπίδες· φρένες. ἢ ὁ τόπος, ὅπου αἱ φρένες. διάνοιαι
πραπίδεσσι· φρεσί, διανοίαις
πραπίδων· φρενῶν, διανοιῶν
πραπίς· φρήν, διάνοια
πράσα· τὰ βρύα καὶ τὰ φυκία
πρασιαί· αἱ ἐν τοῖς κήποις τετράγωνοι λαχανιαί, οἷον περασιαί, διὰ
 τὸ ἐπὶ πέρασι τῶν κήπων

Ησύχιος. Lexicon (Π – Ω) Alphabetic letter tau, entry 698, line 1

τευκτοῖς· κατασκευασθεῖσιν
τευκτόν· χειροποιητόν, κατασκευαστόν
τευμᾶται· τεχνάζει. τιμᾶται
Τεύμης· ποταμὸς Θηβῶν
Τευμησία· περὶ τῆς Τευμησίας ἀλώπεκοςοἱ τὰ Θηβαϊκὰ γεγρα-
 φότες ἱκανὰ εἰρήκασιν
Τευμησσός· ὄρος Βοιωτίας
τεῦξαι· ποιῆσαι, κατασκευάσαι
τεῦξαν· κατεσκεύασαν
τεῦξε· κατεσκεύασε
τεῦξις· κατασκευή, ποίησις
τευξομένη· ποιήσουσα
τευξόμεθα· τύχωμεν
τευτάζει· σκευωρεῖ. ἡσυχάζει. διατρίβει. οἱ δὲ φροντίζει  
[τευτέξεται· τε[υ]χνάζει. τέμνεται]
τευτάζοντες· πλανώμενοι
τευτασμός· στραγγεία
τευτᾶτ(αι)· τεχνᾶται
τεύχεα· ὅπλα, οὐ μόνον τὰ πολεμικά, ἀλλὰ (καὶ) τῆς νεώς, καὶ τὰ
 σκεύη, καὶ τὰ χαλκευτικὰ ἐργαλεῖα·
662

Θεοδώρετος. Graecarum affectionum curatio (4089: 001)


“Théodoret de Cyr. Thérapeutique des maladies helléniques, 2 vols.”, Ed.
Canivet, P.
Paris: Cerf, 1958; Sources chrétiennes 57.Book 3, sec. 90, line 2

τιμιωτέρους μὲν ἀνθρώπων, ὁμοδούλους δὲ εἶναί φαμεν. Καὶ οὐ


διαιροῦμεν εἰς ἄρρεν καὶ θῆλυ τὴν ἀσώματον φύσιν· ταύτης γὰρ
δὴ τῆς διαιρέσεως ἐνδεὴς τῶν ὑπὸ τῷ θανάτῳ τελούντων ἡ φύσις,
ἐπειδὴ γὰρ ἐξανδραποδίζει ταύτην ὁ θάνατος, ὁ γάμος διὰ τῆς  
παιδοποιΐας ἀντεισάγει τὸ δαπανώμενον· οἷον γάρ τινα ἐπισκευα-
στὴν ἀθανασίαν ὁ ποιητὴς τῷ θνητῷ ζῴῳ τὴν παιδοποιΐαν ἐμηχα-
νήσατο. Ταύτῃ τοι ἀναγκαία τοῖς θνητὴν ἔχουσι φύσιν ἡ τοῦ
θήλεος χρεία, τοῖς δέ γε ἀθανάτοις γεγενημένοις τὸ θῆλυ γένος
παντάπασι περιττόν· οὔτε γὰρ αὔξης προσδέονται, μείωσιν οὐ
δεχόμενοι, οὔτε μίξεως, σωμάτων γε ὄντες ἐλεύθεροι. Μαρτυρεῖ
δὲ τῷ λόγῳ καὶ τούτων κἀκείνων ἡ ποίησις. Τοὺς μὲν γὰρ δὴ
ἀνθρώπους οὐ παμπόλλους εὐθὺς ἐδημιούργησεν ὁ Θεός, ἀλλ' ἕνα
ἄνδρα καὶ μίαν γυναῖκα διέπλασε καὶ διὰ τῆς τούτων κοινωνίας
πᾶσαν γῆν καὶ θάλατταν τοῦδε τοῦ γένους ἐνέπλησε· τῶν ἀσωμά-
των δὲ τὴν φύσιν οὐ κατὰ δύο πεποίηκεν, ἀλλ' ἀθρόαν ἐδημιούρ-
γησεν· ὅσας γάρ τοι εἶναι αὐτῶν ἐδοκίμασε μυριάδας, ἐξ ἀρχῆς
ταύτας παρήγαγεν. Διά τοι τοῦτο περιττὴ τοῦ θήλεος ἐκείνοις ἡ
χρῆσις, ὡς μὲν ἀθανάτοις αὔξης οὐ δεομένοις, ὡς ἀσωμάτοις δὲ
μίξιν οὐ δεχομένοις. Τῷ τοι καὶ ἁγίους αὐτοὺς ὀνομάζομεν ὡς
γήινον οὐδὲν ἔχοντας, ἀλλὰ τῶν περιγείων παθημάτων ἀπηλ-
λαγμένους, ἔργον δὲ ἔχοντας τὴν ἐν οὐρανῷ χορείαν καὶ τοῦ

Θεοδώρετος. Quaestiones et responsiones ad orthodoxos [Dub.]


(4089: 016)“Θεοδωρήτου ἐπισκόπου πόλεως Κύρρου πρὸς τὰς
ἐπενεχθείσας”, Ed. Papadopoulos–Kerameus, A.St. Petersburg:
Kirschbaum, 1895.P. 73, line 20

θρώπους.   ΟΕʹ.
Ἐρώτησις.Εἰ μόνος ἀθάνατός ἐστιν ὁ θεός, κατὰ τὸν
ἀπόστολον, πῶς ἀληθὲς κατ' αὐτὸν τὸ “πάντες μὲν οὐ κοιμηθη-
σόμεθα”;
Ἀπόκρισις.Μόνος ἔχων τὴν ἀθανασίαν λέγεται ὁ θεός, ὅτι
οὐκ ἐκ θελήματος ἄλλου ταύτην ἔχει, καθάπερ οἱ λοιποὶ πάντες
ἀθάνατοι, ἀλλ' ἐκ τῆς οἰκείας οὐσίας.
663

  Οϛʹ.
Ἐρώτησις.Εἰ τῇ τετάρτῃ ἡμέρᾳ τῶν φωστήρων ἡ ποί-
ησις γέγονεν, ἐξ αὐτῶν δὲ ὁ ἀριθμὸς τῶν ἡμερῶν συνίσταται, πῶς
αἱ πρὸ τῆς παραγωγῆς τῶν φωστήρων τρεῖς ἡμέραι ἀμφίβολον
τὸν μετὰ τὴν παραγωγὴν τῶν φωστήρων ἀριθμὸν οὐ δεικνύουσιν;
Ἀπόκρισις.Ἐκ τῆς παραγωγῆς τοῦ φωτὸς ὁ διαμερισμὸς
γέγονε φωτὸς καὶ σκότους, καὶ ἐκ τοῦ διαμερισμοῦ φωτὸς καὶ
σκότους ἡ ἡμέρα καὶ ἡ νὺξ ὑπέστη. ὅθεν δῆλον ὅτι πρὸ τῆς
τῶν φωστήρων ποιήσεως ἡ κατὰ τὸν ὅρον τοῦ θεοῦ ἐπικράτεια
φωτὸς ἐποίει τὴν ἡμέραν καὶ ἡ ἐπικράτεια τοῦ σκότους τὴν νύκτα.
γενομένων δὲ τῶν φωστήρων ἐτάχθησαν ἐξουσιάζειν ὃ μὲν τοῦ  
φωτὸς καὶ τῆς ἡμέρας, ὃ δὲ τοῦ σκότους καὶ τῆς νυκτός·

Θεοδώρετος. Interpretatio in Ezechielem (4089: 027); MPG 81.


Vol. 81, p. 828, line 29

ἐκπεμπομένη αἴγλη, τῶν ἐσομένων κακῶν ὑπάρχει


δηλωτικά· ἐν γὰρ τιμωρίαις τοῦτο καὶ ὁ μακάριος
τάττει Δαβὶδ, νῦν μὲν λέγων, «Χάλαζα καὶ ἄν-
θρακες πυρός·» νῦν δὲ, «Πεσοῦνται ἐπ' αὐτοὺς ἄν-
θρακες πυρός·» ἑτέρωθι δὲ, «Ἀστραπὰς ἐπλήθυνε,
καὶ συνετάραξεν αὐτούς·» καὶ ἀλλαχοῦ, «Ἄστραψον
ἀστραπήν σου, καὶ σκορπιεῖς αὐτούς· ἐξαπόστειλον
τὰ βέλη σου, καὶ συνταράξεις αὐτούς.»
 ιεʹ, ιϛʹ. Καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ τροχὸς εἷς ἐπὶ τῆς
γῆς ἐχόμενος τῶν ζώων τοῖς τέσσαρσι. Καὶ τὸ
εἶδος τῶν τροχῶν, καὶ ἡ ποίησις αὐτῶν, ὡς
εἶδος Θαρσεῖς. Κατὰ δὲ τὸν Σύμμαχον, «ὡς
ὅρασις ὑακίνθου.»  – »Καὶ ὁμοίωμα ἐν τοῖς τές-
σαρσι, καὶ ἡ ὅρασις αὐτῶν, καὶ τὸ ἔργον αὐτῶν
ἕν.» Ἐν ἑκάστῳ τῶν ζώων ἕνα τροχὸν ἑπόμενον
ἐθεώρει εἶδος ὑακίνθου ἔχοντα· οὐδεμίαν δὲ διαφορὰν
ἔφη ἐν αὐτοῖς τεθεᾶσθαι, ἀλλ' ἀκριβῶς ἀλλήλοις ἐοι-
κέναι τοὺς τέσσαρας. Ἡ ὅρασις γὰρ αὐτῶν, φησὶ,
καὶ τὸ ἔργον αὐτῶν ἓν, καθὼς ἂν εἴη τροχὸς ἐν
τροχῷ.

Κύριλλος. Commentarius in xii prophetas minores (4090: 001)


“Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in xii prophetas, 2
vols.”, Ed. Pusey, P.E.Oxford: Clarendon Press, 1868, Repr. 1965.
664

Vol. 1, p. 501, line 21

Θεοῦ Λόγον, ὃν οὐκ ἔστιν ἀποστρέψαι κενὸν, ἤγουν ἄπρακ-


τον ἀποφῆναι· δραμεῖται γὰρ πάντως εἰς πέρας ἀντιπράτ-
τοντος οὐδενὸς, ὅπερ ἂν φθέγξηται Θεός. οὕτω καὶ ὁ
Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς ὁ Χριστός “Ὁ οὐρανὸς, φησὶ, καὶ ἡ
“γῆ παρελεύσεται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσιν.”
ἔφη δὲ ὡς οὐκ ἂν παρέλθοι τὸν Ἰσραὴλ, τουτέστιν, αἰτήσει
δίκας τῶν ἀνοσίως αὐτῷ πεπλημμελημένων· καὶ ἀνεξικα-
κήσει μὲν οὐκέτι, παραδώσει δὲ λοιπὸν τοῖς ἐπ' αὐτὸν
κεκλημένοις, ὁμοῦ τεμένεσι καὶ βωμοῖς καὶ τοῖς εἰδώλοις.
ἀφανισθήσονται γάρ φησιν οἱ βωμοὶ τοῦ γέλωτος. γέλως
μὲν οὖν ἀληθῶς ἡ παντὸς εἰδώλου ποίησις· πρέποι δ' ἄν,
οἶμαι, κυρίως τε καὶ ἰδικῶς γέλωτα νοεῖσθαι τὸν Βεελφεγὼρ,
διάτοι καὶ αὐτὸ τὸ τοῦ σχήματος ἀκαλλές. διασύρει δὲ
ἅπασαν τὴν εἰδωλοποίησιν, ὡς ἐξ ἑνὸς δὴ τούτου τοῦ πάν-
των αἰσχίονος. οὐκοῦν κατασπασθήσονται μὲν οἱ βωμοί
φησι, συνεξαρθήσονται δὲ καὶ αἱ τελεταὶ τοῦ Ἰσραὴλ, του-
τέστι, τὰ τῆς εἰδωλολατρείας ἀθύρματα, βέβηλά τε καὶ
βδελυρὰ μυστήρια. ὅτι δὲ τοῖς ἰδίοις θεοῖς συνοιχήσεται  
πρὸς ἀπώλειαν ὁ τοῖς τῆς βασιλείας αὐχήμασιν ἐκπρεπὴς
Ἱεροβοὰμ, διαμεμήνυκεν ἐναργῶς. μεμνῆσθαι δὲ ἀναγκαῖον,
ὡς ἕτερος παρὰ τὸν πρῶτον ὁ περὶ οὗ νῦν ὁ λόγος·

Κύριλλος. Commentarii in Joannem (4090: 002)


“Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis
evangelium, 3 vols.”, Ed. Pusey, P.E.Oxford: Clarendon Press, 1872,
Repr. 1965.Vol. 2, p. 725, line 6

ἑαυτῷ γεμὴν τοῦτο δίδωσιν, ὡς Θεός. ἔδρα δὲ τοῦτο δι'


ἡμᾶς, οὐ δι' ἑαυτόν· ἵνα ἐξ αὐτοῦ καὶ ἐν αὐτῷ δὴ πρώτῳ
δεξαμένου τοῦ πράγματος τὴν ἀρχὴν, εἰς ἅπαν οὕτω τὸ
γένος ἡ τοῦ ἁγιάζεσθαι λοιπὸν διαβαίνοι χάρις. ὥσπερ γὰρ
διὰ τῆς ἐν Ἀδὰμ παραβάσεως καὶ παρακοῆς, ὡς ἐν ἀπαρχῇ  
τοῦ γένους ἡ φύσις θανάτῳ κατεδικάζετο, δι' ἑνὸς ἀκούουσα
τοῦ πρώτου “Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ·” τὸν αὐτὸν οἶμαι
τρόπον, διὰ τῆς ὑπακοῆς καὶ δικαιοσύνης τοῦ Χριστοῦ, καθὸ
γέγονεν ὑπὸ νόμον, καίτοι νομοθέτης ὑπάρχων ὡς Θεὸς, εἰς
ὅλην ἂν διήκοι τὴν φύσιν ἡ εὐλογία, καὶ ἡ διὰ τοῦ Πνεύματος
ζωοποίησις. ἀναμορφοῖ γὰρ τὸ Πνεῦμα πρὸς ἀφθαρσίαν
τὸ ἐξ ἁμαρτίας κατεφθαρμένον, καὶ εἰς καινότητα μετα-
πλάττει ζωῆς τὸ ἐκ ῥᾳθυμίας πεπαλαιωμένον καὶ χωρῆσαν
665

εἰς ἀφανισμόν.
 Ἀλλ' ἴσως ἐρεῖς Πῶς οὖν ὁ ἅγιος κατὰ φύσιν ἡγιάζετο,
καὶ τοῦτο μεθεκτῶς; κατὰ τίνα δὲ τρόπον ὁ καὶ πᾶσι τοῖς
ἑλεῖν ἀξίοις, τοῖς τε ἄνω φημὶ καὶ τοῖς ἐπὶ γῆς τὸ ἴδιον
Πνεῦμα διδοὺς, ἑαυτῷ τοῦτο χαρίζεται; δυσέφικτα μὲν οὖν
καὶ δυσδιανόητα κομιδῇ καὶ οὐκ ἀταλαίπωρον ἔχοντα τὴν
ἐξήγησιν τὰ τοιαῦτά ἐστιν, ὅταν ἐννοήσῃς γυμνὸν ἔτι καὶ
ὥσπερ ἀνὰ μέρος ἑστῶτα τῆς ἁγιαζομένης ἀνθρωπότητος

Κύριλλος. De sancta trinitate dialogi i–vii (4090: 023)


“Cyrille d'Alexandrie. Dialogues sur la Trinité, 3 vols.”, Ed. de Durand,
G.M.Paris: Cerf, 1:1976; 2:1977; 3:1978; Sources chrétiennes 231, 237,
246.Aubert p. 474, line 5

εἶδος δὲ ἡμῖν ἐμπρέπει τὸ κτίσματος. Τόδε δὴ καὶ πάλαι


διὰ τῆς τοῦ Ψάλλοντος φωνῆς ὑμνούμενον· «Ἀνακαι-
νισθήσεται ὡς ἀετοῦ ἡ νεότης σου,» οἴχοιτο ἂν ἤδη πρὸς
τὸ μηδέν, εἰκαῖον ὡς ἔοικεν ἀναδεδειγμένον. Ἀνακαινισμὸς
γὰρ οὔ τί που, κατὰ τὰς Γραφάς, καινουργία δὲ μᾶλλον
τὰ καθ' ἡμᾶς, ἀναφοίτησιν μὲν οὐδαμῶς τὴν εἰς τὸ ἄνω
λαχόντα καὶ ἀναδρομὴν οὐκ ἔχοντα τὴν εἰς ὅπερ ἦν ἐν
ἀρχαῖς, ἐκβεβιασμένα δέ πως ἐπὶ τὸ μεῖον ἢ πρὶν καὶ πολὺ
νοσοῦντα τὸ ἀκαλλές. Εἴη δ' ἂν ἔτι καὶ ἀσυγκρίτως ὑπερκει-
μένη τὸν διὰ Χριστὸν καινισμὸν ἡ πρεσβυτέρα ποίησις,
εἴπερ ἡμῖν ἐνετίθει μὲν ἐκείνη τὸ ἐν μορφῇ διαπρέπειν τῇ
τοῦ μόνου τε καὶ ἀληθῶς Θεοῦ, ἡ δὲ πρὸς εἶδος ἡμᾶς
ἀναζωγραφεῖ τὸ μὴ οὕτως ἔχον, μεταστοιχειοῦσα πρὸς
τὸν Υἱόν. Τί δὴ οὖν ἄρα διὰ Χριστοῦ πεπλουτήκαμεν,
καὶ αὐτήν, ὡς ἔοικεν, ἐκλελῃστευμένοι τὴν πρὸς Θεὸν
ὁμοίωσιν καὶ εἰσάπαν ἤδη τὸ περιφανὲς τῆς φύσεως ἀποδυ-
σάμενοι καύχημα, εἴπερ ἐστὶν ἡμῖν ἡ πᾶσα μακαριότης
ἔν γε τῷ καθ' ὁμοίωσιν γενέσθαι Θεοῦ; Ἀλλ' ὕθλος, οἶμαι,
καὶ γέλως ἤδη ταυτί, καὶ γραώδη μυθάρια. Ἀναστοι-
χειούμεθα γὰρ εἰς εἰκόνα τὴν πρώτην, ἀκριβεῖ σημάντρῳ  

Κύριλλος. De sancta trinitate dialogi i-vii


Aubert p. 526, line 18

{Α.} Καὶ πῶς οὐ μικρὸν ἂν εἴη καὶ εὐτελὲς τῇ τοῦ Υἱοῦ


φύσει τὸ πλαστουργῆσαι στρουθίον; Ἀνθ' ὅτου δὲ καὶ
εἰκὼν καὶ ὁμοίωσις ὑπάρχων τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός, μὴ
οὐχὶ καὶ ταυτηνὶ διεσώσατο πρὸς αὐτὸν τὴν ὁμοίωσιν, τὸ
ἀπαξιῶσαί φημι καὶ τοῖς οὕτω καταβεβλημένοις τὴν ζωοποιὸν
666

καὶ πρὸς τὸ εἶναι παρακομίζουσαν ἐπαφεῖναι δύναμιν;


Ἆρ' οὐχ ὥσπερ τὴν τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς ὑπερτάτην
ὑπεροχὴν θαυμάζοντες, μικρὸν εἶναί φασιν αὐτῷ τὸ δημιουρ-
γεῖν ἀγγέλους, φαῖεν ἂν εἰκότως ἀναμετροῦντες καὶ τὸν
Υἱόν, ὡς ἀφεστήξει πολὺ τῆς αὐτῷ πρεπούσης ἀξίας ἡ
ἑρπετοῦ ποίησις, καὶ στρουθίου γένεσις, καὶ τῶν κατ' ἀγροὺς
ἀνθέων ἡ παμποίκιλος διαφορά; Καίτοι τί δήποτε τοῖς
ὑπὲρ λόγον ἐπαίνοις ταυτὶ δεδημιουργηκότα στεφανοῖ λέγων
ὁ Ψαλμῳδός· «Ὁ ἐξανατέλλων χόρτον τοῖς κτήνεσι, καὶ
χλόην τῇ δουλείᾳ τῶν ἀνθρώπων.» Ἢ τοίνυν ἡμῖν παρεις-
κρινόντων ἑτέρους ἀναλόγως ἔχοντας τῇ φύσει τῶν γεγονότων
δημιουργούς, ἢ καθυβριοῦσιν οὐκ ἀσυμφανῶς τὸν Μονογενῆ,
γενεσιουργὸν εἰσφέροντες καὶ τῶν οὕτως εὐτελεστάτων.
{Β.} Κινδυνεύσειεν ἂν αὐτοῖς οὐ μετρίως ὁ λόγος.
{Α.} Πῶς δ' ἂν οὐχὶ τύφον τε καὶ ἀμαθίαν καταρραψῳ-
δήσειαν τοῦ Πατρός, εἶτα, ὧνπερ ἂν εἶναι βούλοιτό τε καὶ

Κύριλλος. Commentarius in Isaiam prophetam (4090: 103); MPG 70.


Vol. 70, p. 72, line 39

ὅπως ἐπὶ τῇ τοῦ Χριστοῦ χάριτι μεγαλαυχοῦνται τὰ ἔθνη. Ἀπὸ γὰρ τῆς
Σιὼν καὶ τῆς Ἱερουσαλὴμ
ἐκβεβηκέναι φασὶ νόμον τε καὶ λόγον τοῦ Κυρίου, μεταφοιτῆσαι δὲ
πάντως εἰς αὐτά. Μεταβέβηκε γὰρ
ἡ χάρις ἐκ τῶν ἀπειθεῖν ἑλομένων εἰς τοὺς διὰ τῆς πίστεως κεκλημένους.
 Καὶ κρινεῖ ἀναμέσον τῶν ἐθνῶν, καὶ ἐλέγξει
λαὸν πολύν· καὶ συγκόψουσι τὰς μαχαίρας αὐ-
τῶν εἰς ἄροτρα, καὶ τὰς ζιβύνας αὐτῶν εἰς τὰ
δρέπανα. Καὶ οὐ λήψεται ἔθνος ἐπὶ ἔθνος μά-
χαιραν, καὶ οὐ μὴ μάθωσιν ἔτι πολεμεῖν.
 Προειρηκὼς ὅτι πεσεῖταί τε καὶ Οἰχήσεται πρὸς τὸ
μηδὲν τὸ τοῦ διαβόλου κράτος· ἀργήσει δὲ καὶ ἡ τῶν
εἰδώλων ποίησις προτροπάδην ἀλλήλων ἐπιφωνούντων
ἐθνῶν· «Δεῦτε, ἀναβῶμεν εἰς τὸ ὄρος τοῦ Κυρίου, καὶ
εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ Ἰακὼβ, καὶ ἀναγγελεῖ ἡμῖν τὴν
ὁδὸν αὐτοῦ, καὶ πορευσόμεθα ἐν αὐτῇ·» καθίστησι τοῖς
ἀκροωμένοις ἐναργῆ τὸν καιρὸν, καθ' ὃν εἰς πέρας ἥξει
τὰ προειρημένα, καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς τῶν πραγμάτων
καταστάσεως ποιεῖται γνωριμώτατον. Πάλαι μὲν γὰρ,
οὐκ οὔσης τῆς γῆς ὑπὸ ζυγὸν ἕνα, διωρισμένων δὲ
κατά τε χώρας καὶ πόλεις τῶν ἐθνῶν, καὶ ἰδικῶς
667

ἑκάστης ἐχούσης τὸν ἡγούμενον, ἀμιξία τε ἦν καὶ


μάχαι καὶ πόλεμοι, πανταχῆ καταδῃούντων ἀλλήλων

Κύριλλος. Commentarius in Isaiam prophetam Vol. 70, p. 84, line 31

τὴν ἰδίαν ἀπέφηναν φύσιν. Ἐμπεπλῆσθαι δὲ βδελυγ-


μάτων τὴν γῆν αὐτῶν, οὐκ ὀλίγους ὄντας, οὔτε μὴν
εὐαριθμήτους ἀποφαίνων τοὺς τοῖς τῆς ἀποστασίας
ἐναλόντας ἐγκλήμασι, καὶ ὅτι τὸ σέβας αὐτοῖς οὐχ ἓν,
προσκεκύνηται δὲ παρ' ἑκάστου τὸ αὐτῷ δοκοῦν, καὶ
πολυειδὴς εἰδώλων ἐσμὸς ὅλην αὐτῶν ἐνέπλησε τὴν
γῆν. Καὶ γοῦν εἴρηται διὰ φωνῆς Ἱερεμίου, ὅτι
»Κατὰ ἀριθμὸν πόλεών σου ἦσαν θεοί σου, Ἰούδα. Καὶ
κατὰ ἀριθμὸν διόδων τῆς Ἱερουσαλὴμ ἐτάξατε βω-
μοὺς, τοῦ θυμιᾷν τῷ Βαάλ.» Πονηρὸν οὖν ἄρα καὶ
δύσοιστον τῷ Θεῷ τῶν εἰδώλων ἡ ποίησις, αἰσθητῶν
τέ φημι καὶ τῶν κατὰ νοῦν. Καταληΐζεται γὰρ ὁ
Σατανᾶς τὰς τῶν ἀνθρώπων ψυχὰς, δεινῶς τε καὶ
πολυτρόπως, ταῖς εἰς νοῦν καὶ καρδίαν φαντασίαις,
ἔσθ' ὅτε καὶ εἰδώλων ἀναπλασμοῖς κατακομίζων εἰς
ἁμαρτίας, καὶ εἰς αἰσχρὰς καὶ ἐκτόπους ἀποφέρων
ἡδονάς.

Κύριλλος. Commentarius in Isaiam prophetam


Vol. 70, p. 285, line 17

τοῦ, μανίαν ἐν οἴκῳ Κυρίου κατέπηξαν.» Ἱδρυσάμενοι


γὰρ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις βωμοὺς καὶ χειρόκμητα, τε-
θύκασι τῇ Βαὰλ, καὶ τῇ στρατιᾷ τοῦ οὐρανοῦ. Δεδρά-
κασι δὲ ταυτὶ καὶ οἱ ἐν τῇ Σαμαρείᾳ. Ὃν τρόπον τοί-
νυν, φησὶν, ἐποίησα Σαμαρείᾳ, καὶ τοῖς χειροποιήτοις
αὐτῆς, οὕτως ποιήσω καὶ Ἱερουσαλὴμ, καὶ τοῖς εἰδώ-
λοις αὐτῆς. Οἷς γὰρ ἀδελφὰ τὰ τολμήματα, τούτοις
ἕποιτο ἂν εἰκότως καὶ ἰσοπαλὴς ἡ δίκη. Οὐκοῦν ἔλαβε
μὲν ὁ Ἀσσύριος καὶ Δαμασκὸν καὶ Σαμάρειαν. Ὁδὸς
δὲ τοῦ πράγματος αὐτῷ, καὶ τοῦ κατισχῦσαι πρόφα-
σις, ἡ τῶν εἰδώλων ποίησις ἦν, ἡ ἔν τε τῇ Σαμαρείᾳ,
καὶ τοῖς Ἱεροσολύμοις. Ταύτῃτοι καὶ τοῖς τὰ τοιάδε
δρᾷν εἰωθόσιν, τὰς πρεπωδεστάτας ἐζήτηνται δίκας.
Χαλεπὸν οὖν ἄρα, καὶ ὀργῆς ἡμῖν τῆς παρὰ Θεοῦ
πρόξενον ἡ τῶν εἰδώλων ποίησις πανταχοῦ, κἂν εἴ τις εἰς νοῦν καὶ
καρδίαν τοῦτο δρῴη τυχόν. Ἀπο-
668

φέρει γὰρ κἀκεῖνα τῆς εἰς Θεὸν ἀγάπης, καταγοητεύοντα τὴν καρδίαν,
καὶ ἐφ' ἃ μὴ προσῆκεν ἐξέλκοντα.

Κύριλλος. Commentarius in Isaiam prophetam


Vol. 70, p. 285, line 21

νυν, φησὶν, ἐποίησα Σαμαρείᾳ, καὶ τοῖς χειροποιήτοις


αὐτῆς, οὕτως ποιήσω καὶ Ἱερουσαλὴμ, καὶ τοῖς εἰδώ-
λοις αὐτῆς. Οἷς γὰρ ἀδελφὰ τὰ τολμήματα, τούτοις
ἕποιτο ἂν εἰκότως καὶ ἰσοπαλὴς ἡ δίκη. Οὐκοῦν ἔλαβε
μὲν ὁ Ἀσσύριος καὶ Δαμασκὸν καὶ Σαμάρειαν. Ὁδὸς
δὲ τοῦ πράγματος αὐτῷ, καὶ τοῦ κατισχῦσαι πρόφα-
σις, ἡ τῶν εἰδώλων ποίησις ἦν, ἡ ἔν τε τῇ Σαμαρείᾳ,
καὶ τοῖς Ἱεροσολύμοις. Ταύτῃτοι καὶ τοῖς τὰ τοιάδε
δρᾷν εἰωθόσιν, τὰς πρεπωδεστάτας ἐζήτηνται δίκας.
Χαλεπὸν οὖν ἄρα, καὶ ὀργῆς ἡμῖν τῆς παρὰ Θεοῦ
πρόξενον ἡ τῶν εἰδώλων ποίησις πανταχοῦ, κἂν εἴ τις εἰς νοῦν καὶ
καρδίαν τοῦτο δρῴη τυχόν. Ἀπο-
φέρει γὰρ κἀκεῖνα τῆς εἰς Θεὸν ἀγάπης, καταγοητεύοντα τὴν καρδίαν,
καὶ ἐφ' ἃ μὴ προσῆκεν ἐξ-
έλκοντα.
 Καὶ ἔσται ὅταν συντελέσῃ Κύριος πάντα ποιῶν
ἐν τῷ ὄρει Σιὼν, καὶ ἐν Ἱερουσαλὴμ, ἐπάξει ἐπὶ
τὸν νοῦν τὸν μέγαν τὸν ἄρχοντα τῶν Ἀσσυρίων,
καὶ ἐπὶ τὸ ὕψος τῆς δόξης τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ.
Εἶπε γάρ· Τῆ ἰσχύϊ ποιήσω, καὶ τῇ σοφίᾳ τῆς
συνέσεως, ἀφελῶ ὅρια ἐθνῶν, καὶ τὴν ἰσχὺν αὐ-
τῶν προνομεύσω· καὶ σείσω πόλεις κατοικουμέ-
νας, καὶ τὴν οἰκουμένην ὅλην καταλήψομαι τῇ

Κύριλλος. Commentarius in Isaiam prophetam Vol. 70, p. 928, line 54

τῇ γῇ κάτω, καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς


γῆς·» ἐποιήσασθε μὲν παρ' οὐδὲν τὸ ὑπακούειν
αὐτῷ· ἐτράπεσθε δὲ μᾶλλον ἀφιλοθέως ἐπί γε τὸ δεῖν
πλάττειν τε καὶ διαμορφοῦν τοὺς ἐκ ξύλων τε καὶ
λίθων θεούς. Μάταιοι δὴ οὖν οἱ τοιοῦτοι, καὶ σφόδρα
εἰκότως, ἐπ' οὐδενὶ μὲν τῶν ἀναγκαίων εἰς τοῦτο
ἰόντες, ποιοῦντες καὶ μᾶλλον τὰ καταθύμια ἑαυτῶν,
γεγόνασι γὰρ ματαιότητος ἐρασταί. Ποία γὰρ ὄνησις
ἡ παρὰ λίθου τε καὶ ξύλου; Οὐκοῦν βουλῆς ἀσυνέτου
669

καρποὶ καὶ ψυχρῶν ἐνθυμημάτων ἔργον ἂν νοοῖτο


σαφὲς ἡ εἰδώλου ποίησις. Πλὴν ὅτι τὸ χρῆμά ἐστιν
οὐκ ἀζήμιον, προαπεφαίνει λέγων· Αἰσχυνθήσονται
πάντες οἱ πλάσσοντες θεὸν, καὶ γλύφοντες ἀνωφελῆ,
καὶ πάντες ὅσοι ἐγένοντο ἐξηράνθησαν, καὶ κωφοὶ  
ἀπὸ ἀνθρώπων. Εἰ μὲν οὖν ἐπ' αὐτῶν ἐκληφθείη τῶν
χειροτμήτων τὰ εἰρημένα, φαμὲν, ὅτι τὸ Ἐξηράνθη-
σαν, ἀντὶ τοῦ, ἀπώλοντο, νοητέον. Εἰ δὲ ἐπ' αὐτῶν
κέοιτο τῶν τὰ τοιάδε δρᾷν εἰωθότων, εὖ ἂν ἔχοι καὶ
τῇδε νοεῖν· εἴρηται γὰρ ὡς ἐπὶ φυτῶν τῶν ἀκαρπεῖν
εἰωθότων, εἰ ἀφαναίνοιντό πως καὶ ἐκκόπτοιντο λοι-
πὸν εἰς φλόγα καὶ καῦσιν.

Κύριλλος. Commentarius in Isaiam prophetam Vol. 70, p. 929, line 36

ὤξυνε τέκτων σίδηρον, σκεπάρνῳ εἰργάσατο αὐτὸ,


καὶ ἐν τερέτρῳ ἔτρησεν αὐτό. Εἰργάσατο αὐτὸ
ἐν τῷ βραχίονι τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, καὶ πεινήσει,
καὶ ἀσθενήσει, καὶ οὐ μὴ πίῃ ὕδωρ.
 Οὐ καθ' ἕνα μᾶλλον, ἀλλ', εἴπερ ἕλοιντο, καὶ κατὰ
πληθὺν συναγηγερμένους ἐντραπήσεσθαί φησι τοὺς
τῶν εἰδώλων θεραπευτὰς ταῖς σφῶν αὐτῶν δυσβου-
λίαις, καὶ λῦσαι τὸ προτεινόμενον, καὶ ποῖον ἄρα
τοῦτό ἐστιν, εὐθὺς ἐπιφέρει λέγων· Ὤξυνε, φησὶ,
τέκτων σίδηρον. Διαμέμνηται δὲ καὶ τῶν ὀργάνων
δι' ὧν ἡ ποίησις, ἵνα τὴν τοῦ λιθουργοῦ τέχνην
προσκυνοῦντας αὐτοὺς ἀποφήνῃ, καὶ οὐκ αὐτὸ τὸ
ξύλον. Εἰ γὰρ ἦν θεὸς, οὐκ ἂν ἐδέησε τέχνης αὐτῷ,
καὶ τῆς τινὸς ἐπιστήμης· ἀλλ' ἦν ἂν καὶ οὕτω
Θεός. Εἰ δὲ ξύλον μὲν οὐκ εἰργασμένον, οὔτε μὴν
εἰδοποιηθὲν, εἰκαίαν ὕλην νομίζεις, τεκτονευθὲν δὲ
προσκυνεῖς καὶ θεὸν εἶναι λέγεις, ἡ τέχνη σοὶ γέγο-
νεν εἰς θεὸν, καὶ τοῦτο ἀνδρὸς ἀσθενοῦς καὶ ὑπο-
κειμένου τῷ φθείρεσθαι. Φθορᾶς γὰρ ἀπόδειξις τὸ
δεῖσθαι τροφῆς καὶ ποτοῦ.

Κύριλλος. Commentarius in Isaiam prophetam Vol. 70, p. 996, line 11

τῷ διαπεπλασμένῳ Θεὸς εὐθὺς δίδοται παρ' αὐτῶν.


Κατανοήσατε τοίνυν, φησὶ, τίνι ὡμοιώσατέ με; Ἢ
670

γὰρ ἀνδρὶ ἢ γυναικὶ, ἢ καὶ θηρίοις ἢ ζώοις ἀλόγοις.


Εἶτα πῶς οὐχ ἁπάσης ἐπέκεινα δυσσεβείας τὸ χρῆμά
ἐστι; Τεχνάσασθέ τι πρὸς ἀπολογίαν· ἀπολύσασθε
τὰς ἁμαρτίας. Ἀλλ' οὐκ ἂν εὕρητε τὸν ἐπικουροῦντα
λόγον πρὸς τοῦτο ὑμῖν. Τὴν γὰρ ὑπὲρ πάντα φύσιν
εἰς θηρία, καὶ κτήνη κατακομίζοντες, ποίοις ἄρα
κεχρήσεσθε λόγοις δυναμένοις ἐξαρκέσαι εἴς γε τὸ
δύνασθαι τὰ ἐγκλήματα διαφεύγειν; Ὅτι δὲ χυδαιό-
τητος ἐννοιῶν καὶ ἕτερον οὐδὲν ἢ εἰδώλων ποίησις
πειρᾶται διδάσκειν· ταύτῃ τοι καὶ λίαν ἰσχνοεπεῖ.
Συνάγουσι γὰρ ἐκ μαρσίπου, φησὶν, ἀργύριον καὶ
χρυσίον, καὶ ἐν ζυγῷ θήσουσιν, ἐν σταθμῷ ἰσομέ-
τρῳ, ἑκάστου τάχα συνεισκομίζοντος, ἵνα κατὰ τὸ
εἰκὸς τῷ πλέον εἰσφέροντι προσκέοιτο μᾶλλον ὁ
τεχνουργούμενος. Φαίη δ' ἂν, οἶμαι, τὶς ὡς εἴπερ
ἦσαν χρημάτων ἐπιδεεῖς, οὐδ' ἂν ὅλως ἐσχήκασι
Θεὸν, καὶ εἰ μὴ τεχνιτῶν ηὐπόρει ἡ ὑπ' οὐρανὸν,
οὐδεὶς ἦν ὅλως ὁ πρὸς αὐτῶν προσκυνούμενος.

Κύριλλος. Commentarius in Isaiam prophetam Vol. 70, p. 996, line 56

 Ἀπάτῃ καὶ σκότῳ καὶ ἀμαθίᾳ δεινῇ κεκρατημέ-


νους ὁρῶν κατοικτείρει πάλιν αὐτοὺς ὁ Θεὸς, καὶ
ἀνόπιν ὥσπερ ἰέναι κελεύει, τῆς διανοίας τὸν ὀφθαλ-
μὸν ἀκριβῆ τοῖς πράγμασιν ἐπιφέροντας, ἵνα καὶ
ἵνα κακοῦ εἰσι μαθόντες μεθορμίσωνται πρὸς τὰ
ἀμείνω, καὶ τῶν πρὸς αὐτοὺς γεγονότων λόγων ἀτε-
λευτήτους ἔχοντες μνήμας, μετανοεῖν ἕλοιντο, καὶ οὐκ
ἀπὸ γλώττης μόνον τοῦτο δρῶντας ἁπλῶς, ἀλλ' ἐξ
αὐτῆς καρδίας. Ἀξιεπαινετώτατος γὰρ καὶ ἀληθὴς
εἴη ἂν ὁ τῆς τοιᾶσδε μεταγνώσεως τρόπος. Ὅτι μὲν
οὖν ἡ εἰδώλων ποίησις χρῆμά ἐστι καταγέλαστον, ἐξ
ὧν ἤδη προεῖπε διειδέναι κελεύει. Ὅτι δὲ Θεὸς πάν-
των ἐστὶν αὐτὸς, ἐκ τῶν ἐνόντων αὐτῷ κατὰ φύσιν
θεοπρεπεστάτων ἀξιωμάτων ἐννοεῖν ἀναπείθει. Εἰμὶ  
γὰρ ἐγὼ, φησὶν, ὁ πάντων ἔχων τὴν γνῶσιν, καὶ
πρὶν γενέσθαι τι καταμηνύων αὐτὸ, καὶ εἰς πέρας ἄγων
τὸ ἐπηγγελμένον. Διαβεβαιοῦμαι δὲ πρὸς τοῦτο, ὅτι
πᾶν εἴ τι βεβούλευμαι συντετέλεσται, καὶ ἀπρακτή-
σειεν ἂν παντελῶς οὐδὲν τῶν δοκούντων ἐμοί. Πάμμε-
γα δὲ καὶ τοῦτο πρὸς ἀπόδειξιν ἰσχύος ἀμάχου καὶ
θεοπρεποῦς. Ἄνθρωποι μὲν γὰρ, καίτοι τὰς ἀνωτάτω
671

Κύριλλος. Commentarius in Isaiam prophetam Vol. 70, p. 1276, line 25

ραν αἰτίαν, ὡς φιλοικτίρμων Θεός. Πνεῦμα γὰρ, φησὶ,


παρ' ἐμοῦ ἐξελεύσεται. Ἐξελεύσεται δὲ τίνα τρόπον,
διεσάφησεν εἰπών· Πνοὴν πᾶσαν ἐποίησα ἐγώ.
Ἔστι μὲν γὰρ πνευμάτων Πατήρ. Νοεῖταί γε μὴν
οὐχ ὡς ἐξ ἰδίας φύσεως τετοκὼς αὐτὰ, καθὰ καὶ τὸν
ἴδιον Υἱὸν, ἀλλ' οὐδὲ ἐν ἴσῳ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι τὴν
ἐκ τῆς οὐσίας πρόοδον, ἤγουν ἐκπόρευσιν, ἐσχηκέναι
φαμὲν αὐτά· δημιουργικῶς δὲ μᾶλλον ἐκ Θεοῦ προ-
ελθεῖν εἰς τὸ εἶναι διαβεβαιούμεθα, φρονοῦντες ὀρθῶς·
αὐτὸς γὰρ πᾶσαν ἐποίησε πνοήν. Ὅπου δὲ ποίησις
ὅλως ὠνόμασται, ἐκεῖ που πάντως εἴη ἂν ἡ ἐξέλευσις,
ἤγουν ἡ ἔξοδος, οὐκ οὐσιωδῶς μᾶλλον, ἀλλ' ὡς ἐν
λέξει καταχρηστικῇ τὸ περιποιεῖσθαι σημαίνουσα.
 Δι' ἁμαρτίαν βραχύ τι ἐλύπησα αὐτὸν, καὶ
ἐπάταξα αὐτὸν, καὶ ἀπεστρέψατο πρόσωπόν μου
ἀπ' αὐτοῦ· καὶ ἐλυπήθη, καὶ ἐπορεύθη στυγνὸς
ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ. Τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ ἑώρακα,
καὶ ἰασάμην αὐτὸν, καὶ παρεκάλεσα αὐτὸν, καὶ
ἔδωκα αὐτῷ παράκλησιν ἀληθινὴν, εἰρήνην ἐπὶ
εἰρήνην τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγὺς οὖσι.

Κύριλλος. Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate (4090: 109);


MPG 75.Vol. 75, p. 253, line 6

 Εἰ ἀφόρητος ἦν ἡ τοῦ Θεοῦ δύναμις τῇ τῶν γενη-


τῶν φύσει, πῶς αὐτὴν ἤνεγκεν ὁ Υἱὸς, γενητὸς ὢν
καὶ αὐτὸς καὶ ἐξ οὐκ ὄντων, καθ' ὑμᾶς; Πῶς δὲ ὑπ-
έμεινε τὴν ἄκρατον αὐτουργίαν τοῦ Πατρὸς κτίσμα
ὑπάρχων, ὥς φατε· Ἀνάγκη γὰρ ἢ τούτου δυνηθέν-  
τος, πᾶσαν δύνασθαι τὴν κτίσιν· ἢ τῆς ἄλλης ἀτο-
νούσης κτίσεως, συνασθενεῖν καὶ αὐτὸν ὡς κτιστῆς
ὄντα φύσεως. Εἰ δὲ ἐχώρησεν ὁ Υἱὸς κτίσμα, καθ'
ὑμᾶς, ὑπάρχων τὴν τοῦ Πατρὸς αὐτουργίαν, χωρήσει
καὶ τἄλλα κτίσματα, καὶ περιττὴ φανεῖται λοιπὸν ἡ
τοῦ Υἱοῦ γένεσις ἤτοι ποίησις, ἵνα τὰ ἄλλα κτισθῇ,
ἀτονήσει δὲ καὶ τὸ ὑβρίζον σόφισμα τὸ κρεῖττον ἐν
ποιήμασιν ἀπονέμον τῷ Υἱῷ· καὶ δι' ὧν ὑπονοοῦσι
672

τιμᾷν, ὑβρισταὶ μᾶλλον ἁλώσονται. Τὸ γὰρ ὅλως ἐν


ποιήμασι καταριθμούμενον, γενητῆς ἂν εἴη φύσεως,
κἂν ἀμέτροις ὑπεροχαῖς τῶν ἄλλων φαίνηται κρεῖτ-
τον. Εἰ δὲ ἄτοπον εἶναί φασι τὸ μέχρι τῶν ἐλαχίστων
φθάσαι τὴν ἄφατον τοῦ Θεοῦ δύναμιν, δυσωπείσθωσαν
ἀκούοντες λέγοντος τοῦ Χριστοῦ· «Οὐχὶ δύο στρουθία
ἀσσαρίου πωλεῖται, καὶ ἓν ἐξ αὐτῶν οὐ πεσεῖται ἐπὶ
τὴν γῆν ἄνευ τοῦ Πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν τοῖς οὐρανοῖς;»

Κύριλλος. De sancta trinitate [Sp.] (4090: 123); MPG 77.


Vol. 77, p. 1133, line 24

τὴν τοῦ Υἱοῦ γέννησιν. Καὶ εἰ μὴ ἐξ ἀρχῆς δῶμεν


τὸν Υἱὸν συνυπάρχειν τῷ Πατρὶ ἐξ αὐτοῦ γεγεννη-
μένον, τροπὴν τῆς τοῦ Πατρὸς ὑποστάσεως παρεις-
άγομεν· ὅτι μὴ ὢν Πατὴρ, ὕστερον ἐγένετο Πατήρ.
Ἡ γὰρ κτίσις, εἰ καὶ μετὰ ταῦτα γέγονεν, ἀλλ' οὐκ
ἐκ τῆς τοῦ Θεοῦ οὐσίας, ἐκ δὲ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ
εἶναι βουλήσει καὶ δυνάμει αὐτοῦ παρήχθη· καὶ οὐχ
ἅπτεται τροπὴ τῆς τοῦ Θεοῦ φύσεως. Γέννησις μὲν
γάρ ἐστι, τὸ ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ γεννῶντος προ[ς]άγε-
σθαι τὸ γεννώμενον, ὅμοιον κατ' οὐσίαν· κτίσις δὲ
καὶ ποίησις, τὸ ἔξωθεν, καὶ οὐκ ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ
κτίζοντος καὶ ποιοῦντος γίνεσθαι τὸ κτιζόμενον καὶ
ποιούμενον, ἀνόμοιον παντελῶς κατ' οὐσίαν. Ἐπὶ
μὲν οὖν τοῦ μόνου ἀπαθοῦς καὶ ἀναλλοιώτου καὶ
ἀτρέπτου καὶ ἀεὶ ὡσαύτως ἔχοντος Θεοῦ, καὶ τὸ
γεννᾷν καὶ τὸ κτίζειν ἀπαθές. Φύσει γὰρ ὢν ἀπαθὴς
καὶ ἄῤῥευστος, ὡς ἁπλοῦς καὶ ἀσύνθετος, οὐ πέφυκεν
ὑπομένειν πάθος ἢ ῥεῦσιν οὔτε ἐν τῷ γεννᾷν, οὔτε ἐν
τῷ κτίζειν· οὐδέ τινος συνεργείας δεῖται. Ἀλλ' ἡ
μὲν γέννησις, ἄναρχος καὶ ἀΐδιος, φύσεως ἔργον
οὖσα, καὶ ἐκ τῆς οὐσίας αὐτοῦ προάγουσα,

Κύριλλος. Contra Julianum (lib. 1–2) (4090: 176)


“Cyrille d'Alexandrie. Contre Julien, tome 1: livres 1 et 2”, Ed.
Burguière, P., Évieux, P.Paris: Cerf, 1985; Sources chrétiennes 322.
Book 2, sec. 42, line 9

ἀφιστῶντας αὐτὴν τοῦ Θεοῦ τοῦ κατὰ φύσιν καὶ ἀληθῶς, κἀκ
τῶν αὐτοῦ διδασκάλων κατίδοι τις ἄν.
673

 Γράφει γὰρ οὕτως Ἀσκληπιῷ ὁ ἐπίκλην Τρισμέγιστος


Ἑρμῆς περὶ τῆς τοῦ παντὸς φύσεως· «Εἰ τοίνυν δύο ὡμολό-
γηται τὰ ὄντα, τό τε γινόμενον καὶ τὸ ποιοῦν, ἕν ἐστι τῇ
ἑνώσει, τὸ μὲν προηγούμενον, τὸ δὲ ἑπόμενον· προηγούμενον
μὲν ὁ ποιῶν Θεός, ἑπόμενον δὲ τὸ γινόμενον, ὅ τι ἂν ᾖ. Καὶ μὴ
διὰ τὴν ποικιλίαν τῶν γινομένων φυλάξῃ, φοβούμενος ταπεινό-
τητα καὶ ἀδοξίαν Θεῷ περιάψαι· μία γὰρ αὐτῷ ἐστι δόξα τὸ
ποιεῖν πάντα, καὶ τοῦτό ἐστι τὸ τοῦ Θεοῦ ὥσπερ τὸ σῶμα ἡ
ποίησις. Αὐτῷ δὲ τῷ ποιοῦντι οὐδὲν κακὸν οὐδὲ αἰσχρὸν
νομιζόμενον. Ταῦτα γάρ ἐστι τὰ πάθη τὰ τῇ γενέσει παρεπό-
μενα, ὥσπερ ὁ ἰὸς τῷ χαλκῷ καὶ ὁ ῥύπος τῷ σώματι· ἀλλ'  
οὔτε ὁ χαλκουργὸς τὸν ἰὸν ἐποίησεν οὔτε τὸν ῥύπον οἱ
γεννήσαντες.» Καὶ μεθ' ἕτερα πάλιν διὰ θερμοτέρων ἔρχεται
λόγων, ἐναργὲς παράδειγμα τιθείς, καί φησιν· «Εἶτα τῷ μὲν
αὐτῷ ζωγράφῳ ἔξεστι καὶ οὐρανὸν ποιῆσαι καὶ γῆν καὶ
θάλασσαν καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους καὶ πάντα τὰ ἄλογα καὶ
ἄψυχα, τῷ δὲ Θεῷ οὐ δυνατὸν πάντα ποιεῖν; Ὦ πολλῆς ἀνοίας
καὶ ἀγνωσίας τῆς περὶ τὸν Θεόν. Τὸ γὰρ πάντων δεινότατον

Choricius Rhet., Soph., Opera (4094: 001)


“Choricii Gazaei opera”, Ed. Foerster, R., Richtsteig, E.
Leipzig: Teubner, 1929.Oration-declamation-dialexis 4, sec. 1, paragraph
32, line 11

 Ἤδη τινὲς δεινοὶ τὰ πολέμια καὶ στρατηγεῖν ἀγαθοὶ


σκαιοί πώς εἰσι τά γε ἄλλα καὶ δύσκολοι. σὺ δὲ καὶ τὰ
τῶν πολέμων πρυτανεύεις ἐπιμελῶς καὶ πρὸς εὐθυμίας
ἐπαφρόδιτος εἶ δημοτελεῖς. τί δ' ἄν τις οὐ θαυμάσειέ σου
τῶν γνωρισμάτων; οὐ πόνων κοινῇ συμφερόντων ἔχεις
ἀπλήστως; οὐ τὴν ἡμέραν καὶ νύκτα πρὸς ἔργον καὶ βουλὰς  
ἐμερίσω τῇ μὲν τὸ πρακτέον σκοπῶν, τῇ δὲ τὰ δόξαντα
νύκτωρ ἄγων εἰς πέρας; οὐ δεξιά σοι πρόσεστι φύσις καὶ
χρηστὰ νουθετοῦσιν εὔκολος πειθαρχεῖν; ἐκεῖθεν ἀμέλει
σύμβουλον ἔχεις ἄνδρα παντοδαπῆς σοφίας μεστόν, ὃν
εἶπεν ἂν εἰκότως ἡ ποίησις λιγὺν Ἀράβων ἀγορητήν.
 Ἀλλὰ γὰρ τῶν παρόντων ἐνίους αἰσθάνομαι πυνθανο-
μένους ἀλλήλων· πότε τοῦ στρατηγοῦντος ἀνυμνή-
σει τὸν ἀδελφόν; ἤδη τοῦ λόγου τὸ πέρας ὁρᾶται.
ἐπιλέλησται παρόντος, ὡς ἔοικεν, ὃν καὶ ἀπόντα
μνήμης ἐπαινουμένης ἔδει τυχεῖν, ὡς ἀγαθός
ἐστι μισθωτὴς τῶν ὑπ' αὐτῷ τεταγμένων, ὡς
674

εὐβουλία τῶν ἔργων αὐτοῦ προηγεῖται, ὡς ἄρχειν


πολλάκις λαχὼν οὐδὲ συκοφαντίας ἔδωκε

Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 24, sec. 1,


paragraph 1, line 4

Η ΔΙΑΛΕΞΙΣ

 ὅτι πλάσματα λόγων ἐρωτικῶν οὐδὲν λυ-


μαίνεται πρὸς ἄλλας μελέτας ἄλλην ἐχούσας
ὑπόθεσιν.
 Ἀπόλλωνα τὸν Λητοῦς, ἐρωτικὸς γὰρ ὁ θεὸς καὶ
τοξότης, εἶδόν που ἐν γραφῇ φέροντα λύραν, εἶδον ἔχοντα
τόξον ἐν ἑτέρᾳ γραφῇ. δίδωσι δὲ αὐτῷ καὶ Δάφνην ἐρω-
μένην τὰ χρώματα, καὶ τούτων οὐδὲν ἡ ποίησις ἀντιλέγει.  
τί οὖν; τὴν λύραν φέρων Ἀπόλλων ἄλλοτε ἄλλως ὑπο-
κινῶν τὰς χορδάς, ὡς ἂν ἐδόκει τῇ ἁρμονίᾳ τοῦ μέλους
ἔκρουέ τε ἅμα καὶ ᾖδεν ἐρωτικὰ ψυχαγωγεῖν οὕτω καὶ
θέλγειν οἰόμενος τὴν σώφρονα, τὴν παρθένον.
         οὐ μήν,
ὅτι θαμὰ τοῦτο ἐποίει, ἐχαλᾶτό οἱ ταῖς ᾠδαῖς ἡ ἐπιστήμη
τοῦ τόξου. ὅτε δὲ τὸν Χρύσην ὁ Μυκηναῖος ἠμέλει – αὐτόν
τε καὶ τὰ λύτρα αὐτοῦ παρ' οὐδὲν ἐποιεῖτο ἐντειλάμενος
ἀπιέναι τε θᾶττον καὶ αὖθις μὴ ἀναστρέφειν, ἵνα σῶς
οἴκαδε ἔλθοι, μικρὰν γὰρ εἶναι αὐτῷ συμμαχίαν τὰ στέμ

Choricius Rhet., Soph., Opera Oration-declamation-dialexis 32, sec. 2,


paragraph 13, line 2

ἀλλὰ καὶ Ἄρης ἀνδρὸς ἔχων ἰδέαν Ἕκτορι λοιγὸν


ἀμύνει.ἁπλῶς ἅπαντες οἱ θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες
ἀλλοδαποῖσι παντοῖοι τελέθοντες ἐπιστρωφῶσι
πόληας.θεῶν οὖν μιμουμένων τίνα τρόπον ἀνθρώποις
ἔγκλημα γίνεται μίμησις;
 Ἔχει μὲν οὖν ἀρκοῦσαν ὁ λόγος τὴν ἐξ οὐρανοῦ μαρτυ-
ρίαν· ἐπεὶ δὲ τὰ πᾶσιν ὁρώμενα μείζονα πίστιν ἔχει τῶν ἀφα-
νῶν, καλὸν ἂν εἴη τοῖς εἰρημένοις ἑτέραν ἀπόδειξιν ἀνθρω-
πείαν προσθεῖναι.
         ὁρᾶτε τοίνυν, ὅσαι τέχναι τὸ πλῆθος
ἔργον ποιοῦνται τὴν μίμησιν, ῥητορική, ποίησις, ἡ τὸν χαλ-
κὸν ἐξ ὕδατος ἔμψυχόν πως δοκεῖν εἶναι μηχανωμένη, ὀρ-
χησταί, πλάσται, ζωγράφοι. τί ἂν μεῖζον εἴποι τις μίμων
675

ἐγκώμιον ἢ τὸ προσηγορίαν ἔχειν τοιαύτην, ἐφ' ἣν σπεύ-


δουσιν ἅπαντες;
         ἴσμεν δέ που καὶ τὴν Σώφρονος
ποίησιν ὡς ἅπασα μῖμοι προσαγορεύεται. καὶ τοῦτο μὲν
ἅπασι γνώριμον, ἐκεῖνο δὲ τὰς τῶν πολλῶν διέλαθεν
ἀκοάς. λέγεται Πλάτωνα τὸν Ἀρίστωνος τουτωνὶ τῶν
συγγραμμάτων ἐπαινέτην γενόμενον ὑπερφυῶςὡς
ἐκ Σικελίας Ἀθήναζε ταῦτα κομίσαι μέγα τι δῶρον

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί)


(4098: 001)“Etymologicum Gudianum, fasc. 1 & 2”, Ed. de Stefani, A.
Leipzig: Teubner, 1:1909; 2:1920, Repr. 1965.Alphabetic entry alpha, p.
223, line 16

 Ἀσχάλλω· εἰς τὸ Ἔσκα[λ]λεν.


 Ἄσχετος· παρὰ τὸ ἔχω, τὸ κρατῶ, ἀφαιρέσει τοῦ εκαὶ πλεο-
νασμῷ τοῦ ςσχῶ, σχετός, ὁ κρατητός, καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α
ἄσχετος, ὁ ἀκράτητος. καὶ εἰς τὸ Ἄσπετος.
 Ἀσωπός· ὁ σκοτεινοπρόσωπος· παρὰ τὸ ἄσις, ὃ σημαίνει τὸν
ῥύπον, καὶ τὸ ὤψ ὠπός.
 {Ὠρίωνος} Ἀσωτία· τὸ μὴ ὂν εἰς σωτηρίαν· σωτηρία γὰρ τὸ σῶον
τηρεῖν.
 Ἄσωτος· παρὰ τὸ σώζω καὶ τοῦ στερητικοῦ α, ὁ ἐστερημένος
τοῦ σώζεσθαι. καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀσωτία.
 Ἀταλαίπωρον· ῥᾴθυμον, ὀλίγωρον· Ἀριστοφάνης Δαναΐσιν fr.
254 Kock“οὕτως αὐτοῖς ἀταλαιπώρως ἡ ποίησις διάκειται.” παρὰ
τὸ αστερητικὸν καὶ τὸ ταλαίπωρος, ἐξ οὗ καὶ ταλαιπωρεῖν·σημαίνει
δὲ τὸ κακοπαθεῖν καὶ ἐνεργεῖν. ταλαίπωρος δὲ κυρίως λέγεται ὁ περὶ
τὸν πῶρον τλῶν, τουτέστι καρτερῶν, οἷον ταλάπωρος, καὶ πλεονασμῷ
τοῦ ιταλαίπωρος· οἱ γὰρ ἀρχαῖοι τοὺς νεφριτικοὺς ταλαιπώρους
ἔλεγον, τοὺς τλῶντας περὶ τὸν πῶρον.  
 Ἀταλός· παρὰ τὸ ἁπαλός κατὰ μετάθεσιν στοιχείου.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος –


ὦμαι) (4098: 002)“Etymologicum Graecae linguae Gudianum et alia
grammaticorum scripta e codicibus manuscriptis nunc primum edita”,
Ed. Sturz, F.W.Leipzig: Weigel, 1818, Repr. 1973.
Alphabetic entry lambda, p. 372, line 39

 ται. αἰδῶ αἰδοῖον· ἀγγεῖον ἐκ τοῦ ἄγω, οὕτως οὖν


 καὶ λέγω λογεῖον.
676

Λογικὸςεἰς τὸ ἐμπειρικός.
Λογὰς, ἡ ἐκλογὴ, καὶ λογία ὁμοίως· σημαίνει δὲ καὶ
 συλλογὰς καὶ καρποφορίας.
Λόγοςβαρύνεται. τὰ γὰρ εἰς ος δισύλλαβα δίβραχα,
 ἀπὸ ῥήματος γινόμενα, βαρύνεται, οἷον, ψόγος, μό-
 γος ὃ σημαίνει τὴν κακοπάθειαν, ἐξ οὗ καὶ τὸ μογεῖν
 τὸ κακοπαθεῖν λέγεται· καὶ ἤτοι ὅμοιον.
Λόγοςποιήσεως διαφέρει· λόγος μὲν γάρ ἐστιν ἡ δίχα
 μέτρου σύνταξις· ποίησις δὲ ἡ ἔμμετρος σύνθεσις· ἡ
 μέτρῳ κοσμημένη, ὡς ὁ Ὅμηρος.
Λόγος, παρὰ τὸ λέγω λόγος· σημαίνει ἕπτα· λόγος ὁ ἐν-
 διάθετος λογισμὸς, καθὸ λογικοὶ καὶ διανοητικοὶ ἐσμὲν·
 λόγος λέγεται καὶ ἡ φροντὶς, ὣς ὅταν λέγωμεν, οὐκ
 ἐστι λόγου ἄξιος· οὐ ποιοῦμεν αὐτοῦ λόγον· λόγος λέ-
 γεται καὶ ὁ ἀπολογαρισμὸς, ὡς ὁ ἡγεμὼν πρὸς τοὺς
 ἑαυτοὺς ἐπιτρόπους λόγον ἔχει· λόγος λέγεται καὶ ἡ
 ἀπολογία· ὡς τὸ ἔδωκε περὶ τούτου λόγον· λόγος λέ-
 γεται καὶ ὁ καθόλου περιέχων ἐν ἑαυτῷ πᾶσαν λέξιν.
 σημαίνει δὲ καὶ πᾶν μέρος λόγου, ἤτοι, ὄνομα, ῥῆμα

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry mu, p. 388, line 36

Μετὰ δαῖτα, δύο μέρη λόγου· μετὰ πρόθεσις, δαῖτα


 ὄνομα· ἡ εὐθεῖα ἡ δαῖς.
Μεταβαλεῖνκαὶ μεταμορφοῦσθαι, καὶ ἀλλοιοῦσθαι
 καὶ ἑτεροιοῦσθαιδιαφέρει. μεταβαλεῖν μὲν γάρ ἐστι
 πάθος κοινόν· καὶ καιρῶν γίνεται μεταβολὴ καὶ πρά-
 ξεων, καὶ ἀφροδισίων. Εὐριπίδης· μεταβολὴ πάντων
 γλυκύ· μεταμόρφωσις δὲ μεταχαρακτηρισμὸς, καὶ μετα-
 τύπωσις σώματος εἰς ἕτερον χαρακτῆρα· ἀλλοίωσις δὲ
 οὐ μόνον μετασχηματισμὸς χαρακτῆρος, ὡς Ὅμηρος,
 ἀλλοῖος μοι ζῆν ἐφάνη ἠὲ πάροιθεν· ἀλλὰ τῆς προτέ-
 ρας ὑπολήψεως ποίησις ἕτερα· ἑτεροίωσις δὲ ὅταν ἀφ'
 ἑτέρου σώματος εἰς ἕτερον μεταβάλλεται· οἷον, Νιόβη
 εἰς λίθον.
Μεταλλῶ, σημαίνει τὸ ζητῶ, καὶ πολυπραγμονῶ, δευ-
 τέρας συζυγίας τῶν περισπωμένων· καὶ σημαίνει τὸ
 πολύπονον· γίνεται ἐκ τοῦ μέταλλον, ὃ σημαίνει τὸν
 τόπον, ἐν ᾧ ὁ χρυσὸς τίκτεται· ἢ ἡ χρυσίτης γῆ· καί
 τι μετέχει τὸ μέταλλον, πρὸς τὸ μεταλλῶ· ἐπειδὴ ταῦ-
677

 τα εὐρένης οὐ τῆς τυχούσης, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀναγκαίας


 δέονται.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry pi, p. 472, line 34

 λεῖς διὰ τοῦ ειας προσφέρουσιν, οἷον τύψαιμι τύ-


 ψειας, γράψαιμι γράψειας· ζήσαιμι ζήσειας δὲ οὐ
 λέγουσι, διότι τῇ εὐκτικῆ εὐχὴν δηλοῦσι πράγματος,
 ὀφείλοντος πληρωθῆναι· ὁ γὰρ λέγων γράψειας εὔχε-
 ται ὅπως εἰς τέλος ἔλθῃ τοῦ γράψαι· ὁμοίως καὶ τὰ
 λοιπὰ πληρωθῆναι, ὅπερ οὐ δεῖ λέγειν ζήσειας· ὁ γὰρ
 τοῦτο λέγων εὔχεται, ἵνα ἔλθῃ εἰς τέλος τῆς ζωῆς·
 καὶ λοιπὸν εὑρίσκεται καταρώμενος ἑαυτῷ· δεῖ δὲ λέ-
 γειν ζώοιν, ζώοις, ζώοι.
Ποίησιςποιήματος διαφέρει, ὡς διήγησις διηγήματος
 διαφέρει· καὶ ποίησις μὲν ἔστιν ἡ πολλὰ πράγματα ἐν
 ἑαυτῷ περιέχουσα, ποίημα δὲ διήγημα ἓν μόνον πρός-
 ωπον ἔχον, ὡς τὸ παρὰ Φυλλίδι.
Ποιητὴςδημιουργοῦ διαφέρει· ποιητὴς μὲν γάρ ἐστιν ὁ
 ἐξ ὑποκειμένης ὕλης τὶ ποιῶν· δημιουργὸς δ, ὁ ἐκ μὴ
 ὄντων παραγαγών.
Ποικίλον, ἐκ τοῦ πέλω τὸ ὑπάρχω, γίνεται πεκίλος,
 καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς ο καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι ποικίλος.
Ποιμὴν, ὁ ἐπὶ πόαν τὰ θρέμματα νέμων, ποαμὴν καὶ
 ποιμήν· διαφέρει δὲ ποιμὴν βοσκοῦ.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry pi, p. 472, line 35

 ψειας, γράψαιμι γράψειας· ζήσαιμι ζήσειας δὲ οὐ


 λέγουσι, διότι τῇ εὐκτικῆ εὐχὴν δηλοῦσι πράγματος,
 ὀφείλοντος πληρωθῆναι· ὁ γὰρ λέγων γράψειας εὔχε-
 ται ὅπως εἰς τέλος ἔλθῃ τοῦ γράψαι· ὁμοίως καὶ τὰ
 λοιπὰ πληρωθῆναι, ὅπερ οὐ δεῖ λέγειν ζήσειας· ὁ γὰρ
 τοῦτο λέγων εὔχεται, ἵνα ἔλθῃ εἰς τέλος τῆς ζωῆς·
 καὶ λοιπὸν εὑρίσκεται καταρώμενος ἑαυτῷ· δεῖ δὲ λέ-
678

 γειν ζώοιν, ζώοις, ζώοι.


Ποίησις ποιήματος διαφέρει, ὡς διήγησις διηγήματος
 διαφέρει· καὶ ποίησις μὲν ἔστιν ἡ πολλὰ πράγματα ἐν
 ἑαυτῷ περιέχουσα, ποίημα δὲ διήγημα ἓν μόνον πρός-
 ωπον ἔχον, ὡς τὸ παρὰ Φυλλίδι.
Ποιητὴςδημιουργοῦ διαφέρει· ποιητὴς μὲν γάρ ἐστιν ὁ
 ἐξ ὑποκειμένης ὕλης τὶ ποιῶν· δημιουργὸς δ, ὁ ἐκ μὴ
 ὄντων παραγαγών.
Ποικίλον, ἐκ τοῦ πέλω τὸ ὑπάρχω, γίνεται πεκίλος,
 καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς ο καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι ποικίλος.
Ποιμὴν, ὁ ἐπὶ πόαν τὰ θρέμματα νέμων, ποαμὴν καὶ
 ποιμήν· διαφέρει δὲ ποιμὴν βοσκοῦ.
Ποκὰς, παρὰ τὸ πείκω ἡ ἐξαμμένη ἔρια.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum (4099: 001)


“Etymologicum magnum”, Ed. Gaisford, T.Oxford: Oxford University
Press, 1848, Repr. 1967.Kallierges p. 162, line 41

μαζὸς, μασθός. Ἢ παρὰ τὸ ἐν ἄταις θάλλειν,


ἤγουν ἐν βλάβαις καὶ ἀδικίαις.
 Ἀτασθαλία: Ἁμαρτία, ἀδικία· κυρίως μὲν ἡ
παρὰ τὴν θάλειαν ἄτη, βλάβη, ὡς παροινίαἡ παρὰ
τὸν οἶνον ἀταξία. Ἢ παρὰ τὸ τῇ ἄτῃ θάλλειν
καὶ αὐξάνεσθαι. Ὅμηρος,
 Κεῖνοι δὲ σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο.
 Ἀταλαίπωρον: Ῥάθυμον, ὀλίγωρον. Ἀριστο-
φάνης Δαναΐσιν,
 Οὕτως αὐτοῖς ἀταλαιπώρως ἡ ποίησις διάκειται.
Σημαίνει δὲ τὸ κακοπαθεῖν καὶ ἐνεργεῖν. Ταλαίπω-
ρος, ἐπίπονος, ἄθλιος. Εἴρηται δὲ, ὡς Διογενιανὸς,
παρὰ τὸ τάλας καὶ τὴν ὥραν, ταλάωρος, καὶ ταλαί-
πωρος. Κυρίως δὲ λέγεται ὁ περὶ τὸν πῶρον τλῶν,
τουτέστι καρτερῶν· οἷον, ταλάπωρος· καὶ πλεονασμῷ
τοῦ ι, ταλαίπωρος. Οἱ γὰρ ἀρχαῖοι τοὺς νεφρικοὺς
ταλαιπώρους ὠνόμαζον, τοὺς τλῶντας περὶ τὸν πῶρον·
ἢ παρὰ τὸ πῶρα, ὃ δηλοῖ τὸ πένθος.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 319,


line 33
679

προστακτικὸν, θοῦ.
 Ἔθρισε: Παρὰ τὸ θερίζω, κατὰ συγκοπὴν,
θρίζω· καὶ ἀποθρίζω καὶ ἀπέθρισεν.
 Ἐθρίγκωσε: Περιεσκέπασε, περιετείχισε. Θρι-
γκὸς δὲ ἡ στεφάνη, μεθ' ἣν οὐδέν ἐστιν. Ἀπὸ τοῦ
θρὶξ δέ ἐστιν, ᾗ ἐπίκειται ἡ στεφάνη, ὑπεράνω πάν-
των οὖσα.
 Ἔθηκε: Σημαίνει βʹ· τὸ προκατέθηκεν, ἢ
ἐποίησεν,
 ἣ μυρί' Ἀχαιοῖς ἄλγε' ἔθηκεν.
Ἀφ' οὗ καὶ θέσις, ἡ ποίησις, παρὰ Ἀλκαίῳ. Καὶ
θετοὶ ὑιοὶ, οὕς τις εἰσεποιήσατο. Σημαίνει καὶ τὸ
παρ' ἡμῖν νοούμενον·
 κατὰ μὲν σόλον αὐτοχόωνον
 θῆκ' ἐς ἀγῶνα φέρων.
 Ἑκάβη: Ἡ ἕκαθεν βεβηκυῖα πρὸς τὸν ἄνδρα· ὁ
γὰρ πατὴρ Δύμας Φρὺξ εἰς Ἴλιον Πριάμῳ ταύτην
ἐξέδοτο· ὅθεν καὶ Πρίαμος Φρυξὶ συμμαχεῖ.
 Ἤδη καὶ Φρυγίην εἰσήλυθον.  
 Ἑκάτη: Ἡ θεὸς, οἱονεὶ ἑκάστη τὶς οὖσα, ἡ
εἰς ἕκαστα παραλαμβανομένη, καὶ πανταχοῦ βοη

Aphthonius Rhet., Progymnasmata (4100: 001)“Aphthonii


progymnasmata”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1926; Rhetores Graeci
10.Vol. 10, p. 2, line 17

ΠΕΡΙ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ.

 Διήγημά ἐστιν ἔκθεσις πράγματος γεγονότος ἢ ὡς


γεγονότος.
 Διενήνοχε δὲ διήγημα διηγήσεως ὡς ποιήσεως ποίημα·
ποίησις μὲν γὰρ πᾶσα ἡ Ἰλιάς, ποίημα δὲ ἡ τῶν Ἀχιλ-
λέως ὅπλων κατασκευή.
 Τοῦ δὲ διηγήματος τὸ μέν ἐστι δραματικόν, τὸ δὲ
ἱστορικόν, τὸ δὲ πολιτικόν· καὶ δραματικὸν μὲν τὸ πε-
πλασμένον, ἱστορικὸν δὲ τὸ παλαιὰν ἔχον ἀφήγησιν,
πολιτικὸν δὲ ᾧ παρὰ τοὺς ἀγῶνας οἱ ῥήτορες κέχρηνται.
 Παρέπεται δὲ τῷ διηγήματι ἕξ· τὸ πρᾶξαν πρόσωπον,  
τὸ πραχθὲν πρᾶγμα, χρόνος καθ' ὅ, τόπος ἐν ᾧ, τρόπος
680

ὅπως, αἰτία δι' ἥν.


 Ἀρεταὶ δὲ διηγήματος τέσσαρες· σαφήνεια, συντομία,
πιθανότης καὶ ὁ τῶν ὀνομάτων ἑλληνισμός.

Catenae (Novum Testamentum), Catena in Marcum (recensio ii) (e


codd. Oxon. Bodl. Laud. 33 + Paris. Coislin. 23 + Paris. Gr. 178) (4102:
002)
“Catenae Graecorum patrum in Novum Testamentum, vol. 1”, Ed.
Cramer, J.A.
Oxford: Oxford University Press, 1840, Repr. 1967.P. 379, line 19

ἀληθῆ ὁδηγοῦντι· πῶς δὲ δυνατὸν γίνεται, καὶ πῶς τὸ ἐκ παρα-


δείγματος ἀδύνατον λύεται, παρ' αὐτοῦ τοῦ Σωτῆρος ἐστὶ μαθεῖν,
λέγοντος τοῖς πλουσίοις, “ποιήσατε ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνᾶ
“τῆς ἀδικίας, ἵνα ὅταν ἐκλίπητε, δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους
“αὐτῶν σκηνάς.”
 Πάντα δὲ δυνατὰ λέγων εἶναι ὁ λόγος παρὰ Θεῷ, μὴ συκοφαν-
τῆσαι παρὰ τοῖς λέγουσιν, ἆρ' οὖν καὶ τὰ κακά; οὐ γὰρ ἐν πᾶσι
τοῖς Θεῷ δυνατοῖς ἀριθμεῖται τὰ κακά. ὅπου γὰρ ὁ Θεὸς εἴρηται,
τὸ καλὸν ἕπεται, καὶ οὐδ' ἂν ἐννοῆσαί τις ὑγιαίνων, ὅτι τὰ κακὰ
Θεῷ δυνατά· οὐδὲ ἀδυναμίαν εἴποι ἂν τὸ κακὰ μὴ ποιεῖν. ἀσθέ-
νεια γὰρ τοὐναντίον, ἡ τῶν κακῶν ποίησις· καὶ ἀσθενείας τὰς
ἁμαρτίας ὁ Παῦλος καλεῖ λέγων, “ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν
“ἀσθενῶν, κατὰ καιροῦ ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανεν,” καὶ ὁ τοῦ Ψαλ-
μῳδοῦ λόγος, “ἐπληθύθησάν,” φησιν, “αἱ ἀσθένειαι αὐτῶν,” τὰς
ἀσθενείας ἁμαρτίας καλῶν. ἀλλ' οὐδὲ ἐκεῖνο ἐγκαλέσειέ τις τῷ
λόγῳ τῷ λέγοντι πάντα Θεῷ δυνατά· ἆρα οὖν καὶ τὸ γεγονὸς
ποιῆσαι μὴ γεγονέναι Θεῷ δυνατόν ἐστι, ἀχρεῖον γὰρ αὖ πάλιν
τὸ τοιοῦτον· οὐδὲν δὲ ἀχρεῖον ἐπὶ Θεοῦ δυνάμεως παραλαμβάνε-
ται. ζητήσειε δ' ἄν τις, πῶς ἠγάπησεν αὐτὸν μὴ μέλλοντα ἐπὶ
ζωὴν ἀκολουθεῖν· ἔστι δὲ ἐπὶ μὲν τοῖς προτέροις ἀγάπης ἄξιος
ὁ τὰ τοῦ νόμου φυλάξας, καὶ ταῦτα ἐκ τῆς νεότητος·

Ephraem Syrus Theol., Paraenesis ad ascetas (ordine alphabetico)


(4138: 042)“Ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου ἔργα, vol. 3”, Ed. Phrantzoles,
Konstantinos G.Thessalonica: Το περιβόλι της Παναγίας, 1990.P. 338,
line 6

Παραίνεσις ἀσκηταῖς κατὰ στοιχεῖον


681

 Ἀρχὴ ἀποταγῆς μοναχοῦ φοβεῖσθαι τὸν Κύριον· ἄφοβος δὲ μοναχὸς


ἔξω τῶν πυλῶν τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ αὐλισθήσεται. Ἀρχὴ ζωῆς
ἀγαθῆς
μοναχοῦ γνῶσις Θεοῦ· ἀγνωσία δὲ Θεοῦ σκοτίζει ψυχὴν μοναχοῦ. Ἀγαθὴ

κληρονομία μοναχοῦ σωφροσύνη καὶ ἁγιασμός· ἀποκληρονόμος δὲ


γίνεται
πατέρων ὁ ἐκτὸς τούτων μοναχός. Ἄσκησις μοναχοῦ μελέτη τῶν γραφῶν
καὶ ποίησις ἐντολῶν Θεοῦ· ἀνάσκητος δέ ἐστιν ὁ μὴ ἐν τούτοις
ἀναστρεφό-
μενος μοναχός.
 Βρῶσις μοναχοῦ τὸ ποιεῖν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, βρῶμα δὲαἰσθη-
τὸν οὐ παρίστησι τῷ Χριστῷ μοναχόν, ἀλλ' εἰς κοιλίαν χωρεῖ καὶ εἰς ἀφε-

δρῶνα ἐκπορεύεται. Βῆμα μοναχοῦ σεμνῶς κινούμενον ἐκτριβέτω


βαθμοὺς
ἐκκλησίας· βῆμα δὲ μοναχοῦ ἄσεμνον μὴ ἐκπορευέσθω ἐξ οἰκίας εἰς
οἰκίαν.
Βίος μοναχοῦ ἀκηλίδωτος ἔστω, μὴ χλευαζόμενος ὑπὸ γυναικαρίων
σεσω-
ρευμένων ἁμαρτίαις· βέλος γὰρ πειρατηρίου ἐστὶν ἐν καρδίᾳ μοναχοῦ
γυνὴ
ἑταιριζομένη ἐν οἰκίᾳ. Βουλὴ μοναχοῦ μετὰ συνετοῦ γινέσθω· βουλὴ δὲ
ἀσυ-
νέτου μὴ κατοικείτω ἐν καρδίᾳ μοναχοῦ.
 Γρηγορῶν μοναχὸς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς,

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Commentarius (sub


auctore Melampode vel Diomede) (4175: 002)“Grammatici Graeci, vol.
1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.P. 17, line 27

γῳδία λέγεται τὰ τῶν τραγικῶν ποιήματα, ὡς τὰ τοῦ Εὐριπίδου καὶ


Σοφοκλέους καὶ Αἰσχύλου καὶ τῶν τοιούτων· γεγόνασι δὲ οὗτοι ἐπὶ τῶν
χρόνων τῶν Ἀθηναίων. Λογικοὶ δὲ ὄντες οὗτοι καὶ θέλοντες ὠφελεῖν
κοινῇ τοὺς τῆς πόλεως, λαμβάνοντές τινας ἀρχαίας ἱστορίας τῶν ἡρώων
ἐχούσας πάθη τινά, ἔσθ' ὅτε καὶ θανάτους καὶ θρήνους, ἐν θεάτρῳ ταῦτα
ἐπεδείκνυντο τοῖς ὁρῶσι καὶ ἀκούουσιν, ἐνδεικνύμενοι παραφυλάττεσθαι

τὸ μὴ ἁμαρτάνειν· εἰ γὰρ οἱ τηλικοῦτοι ἥρωες τοιαῦτα ἔπασχον, δηλον-


ότι ἁμαρτημάτων αὐτοῖς προϋπηργμένων, πόσῳ μᾶλλον ἡμεῖς καὶ οἱ
καθ' ἡμᾶς ἄνθρωποι ἁμαρτήσαντες πεισόμεθα; δεῖ οὖν, ὡς προείρηται,
ὡς οἷόν τε βίον ἀναμάρτητον καὶ φιλοσοφώτατον μεταδιώκειν. Ἐπ'
682

ὠφελείᾳ οὖν τῶν πολιτῶν ἡ τῶν τραγικῶν ποίησις ἐπὶ θεάτρου εἰσή-
γετο. Ἐπιδεικνύμενοι δὲ τῶν ἡρώων ὡσανεὶ τὰ αὐτῶν πρόσωπα πρῶ-
τον μὲν ἐπελέγοντο ἄνδρας τοὺς μείζονα φωνὴν ἔχοντας καὶ τῷ ὄγκῳ
τῆς φωνῆς μιμεῖσθαι δυναμένους τοὺς ἥρωας· δεύτερον δὲ βουλόμενοι
καὶ τὰ σώματα δεικνύειν ἡρωϊκά, ἐμβάδας ἐφόρουν καὶ ἱμάτια ποδήρη.
Ταύτην οὖν τὴν τραγῳδίαν φησὶν ὁ τεχνικὸς δεῖν ἡρωϊκῶς ἀναγινώσκειν,

τουτέστι μεγάλῃ τῇ φωνῇ μετὰ πολλῆς σεμνότητος καὶ ὄγκου δεῖ γὰρ  
ἡμᾶς τὰ τραγικὰ προφερομένους μιμεῖσθαι πάντα τρόπον τοὺς ἥρωας,
καὶ μεγέθει σώματος καὶ λόγων ὑπερβολῇ.
Ἡ δὲ ἐτυμολογία τῆς τραγῳδίας ἐστὶν αὕτη· ἢ ὅτι τράγον ἐλάμβανον
ἔπαθλον οἱ νικῶντες, οἱονεὶ ἡ ἐπὶ τράγῳ ᾠδή·

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Commentarius (sub auctore


Melampode vel Diomede) P. 21, line 12

μέτρον. Ταῦτα οὖν τὰ ἐλεγεῖα πῶς δεῖ ἀναγινώσκειν; «Λιγυρῶς», του-


τέστιν ὀξυφώνως· ἡ γὰρ λύπη τῇ παρατροπῇ τῆς φωνῆς ἐκ τοῦ κλαυθ-
μοῦ ὀξύτερά τινα παρεισάγει.
Τὸ δὲ ἔπος εὐτόνως.] Ἔπος λέγεται πᾶς στίχος ἰαμβικός τε
καὶ τροχαϊκὸς καὶ ἀναπαιστικὸς καὶ δακτυλικὸς καὶ οἱῳδήποτε ποδὶ με-
τρούμενος, κατ' ἐξοχὴν δέ, τουτέστι κατὰ τιμὴν καὶ ὑπεροχήν, τὸ ἡρωϊ-
κὸν μέτρον ἔπος ἐκάλεσαν. Ὅπερ διδάσκει ἡμᾶς «εὐτόνως» ἀναγινώ-
σκειν, τουτέστι συντόνῳ τῇ φωνῇ καὶ μὴ ἐκλελυμένῃ, ὡς καὶ ἡρώων
ἀνδρῶν περιέχον ἱστορίας.
Τὴν δὲ Λυρικὴν ποίησις ἐμμελῶς.] Ἔστι τινὰ ποιήματα, ἃ οὐ
μόνον ἐμμέτρως γέγραπται, ἀλλὰ καὶ μετὰ μέλους ἔσκεπται, ἃ καὶ δι-
πλασίονα κάματον παρεῖχε τοῖς σκεπτομένοις, τό τε μέτρον σπουδάζουσι
διασῴζειν καὶ τῶν μελῶν ἐπινοεῖν τὴν εὕρεσιν. Ταῦτα οὖν τὰ ποιή-
ματα καλεῖται λυρικά, ὡς ὑπὸ λύραν ἐσκεμμένα καὶ μετὰ λύρας ἐπι-
δεικνύμενα. Γεγόνασι δὲ λυρικοὶ οἱ καὶ πραττόμενοι ἐννέα, ὧν τὰ ὀνό-
ματά ἐστι ταῦτα, Ἀνακρέων, Ἀλκμάν, Ἀλκαῖος, Βακχυλίδης, Ἴβυκος,
Πίνδαρος, Στησίχορος, Σιμωνίδης, Σαπφώ, καὶ δεκάτη Κόριννα. Ταύτην
οὖν τὴν Λυρικὴν ποίησιν δεῖ μετὰ μέλους ἀναγινώσκειν, εἰ καὶ μὴ παρ-
ελάβομεν μηδὲ ἀπομεμνήμεθα τὰ ἐκείνων μέλη.
Τοὺς δὲ οἴκτους ὑφειμένως καὶ γοερῶς.] «Οἴκτους» θρήνους,

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Commentarius (sub auctore


Melampode vel Diomede) P. 29, line 21
683

τοὺς διεστῶτας στίχους εἰς ἕν, τοὺς ἁρμόζοντας τῷ πράγματι, λόγου


χάριν εἰς γάμους, εἰς ἄρχοντας, εἰς γενεθλίους ἢ ἄλλο τι προκείμενον,
οὕτως ἐπεδείκνυντο. Διὰ τοῦτο οὖν καὶ αὐτὸς ὁ Διονύσιος εἶπε τὰς
δύο ἐτυμολογίας, ἢ ἀπὸ τοῦ ῥάπτειν, τουτέστι τὰ διεστῶτα συνάγειν, ἢ
ἀπὸ τοῦ ῥάβδον κρατοῦντας ἐπιδείκνυσθαι.
Ἀναγκαῖον δὲ μετὰ τὴν ἐτυμολογίαν τῆς ῥαψῳδίας μνησθῆναι κἀ-
κείνου, ὅτι ἔν τινι χρόνῳ τὰ Ὁμήρου ποιήματα παρεφθάρη ἢ ὑπὸ πυρὸς
ἢ ὑπὸ ὑδάτων ἐπιφορᾶς ἢ ὑπὸ σεισμοῦ, καὶ ἄλλων ἄλλως τῶν βιβλίων
διασκεδασθέντων καὶ φθαρέντων ὕστερον εὑρέθη ὁ μὲν ἔχων τυχὸν ἑκα-
τὸν στίχους Ὁμηρικούς, ὁ δὲ χιλίους, ἄλλος διακοσίους, ἄλλος ὅσους ἂν
ἔτυχε· καὶ ἤμελλε λήθῃ παραδίδοσθαι ἡ τοιαύτη ποίησις. Ἀλλὰ Πει-
σίστρατός τις Ἀθηναῖος στρατηγός, θέλων καὶ ἑαυτῷ δόξαν περιποιήσα-
σθαι καὶ τὰ τοῦ Ὁμήρου ἀνανεῶσαι, τοιοῦτόν τι ἐβουλεύσατο· ἐκήρυξεν
ἐν πάσῃ τῇ Ἑλλάδι τὸν ἔχοντα Ὁμηρικοὺς στίχους ἀγαγεῖν πρὸς αὐτόν,
ἐπὶ μισθῷ ὡρισμένῳ καθ' ἕκαστον στίχον. Πάντες οὖν οἱ ἔχοντες ἐπέ-
φερον καὶ ἐλάμβανον ἀδιαστρόφως τὸν ὁρισθέντα μισθόν· οὐκ ἀπεδίωκε
δὲ οὐδὲ τὸν φέροντα οὓς ἤδη προειλήφει παρ' ἑτέρου στίχους, ἀλλὰ
κἀκείνῳ τὸν αὐτὸν ἐπεδίδου μισθόν· ἐνίοτε γὰρ ἐν αὐτοῖς ἕνα ἢ δύο
στίχους εὕρισκε περιττούς, ἐνίοτε δὲ καὶ πλείους· ὅθεν τις ἔσθ' ὅτε καὶ
ἰδίους παρεισέφερε, τοὺς νῦν ὀβελιζομένους.

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Commentarius (sub


auctore Heliodoro) (4175: 003)“Grammatici Graeci, vol. 1.3”, Ed.
Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.P. 76, line 14

κὸς δὲ αἱ· καὶ τὸ τρίτον ἑνικὸς μὲν οὐδέτερος τό, δυϊκὸς δὲ τώ, πλη-
θυντικὸς δὲ τά. Καὶ πάλιν ὥσπερ τῶν ὀνομάτων πτώσεις εἶναι λέγομεν
πέντε, οὕτω καὶ τῶν ἄρθρων τὰς αὐτὰς εἶναί φαμεν· καὶ ἔστιν ὀρθῆς
μὲν πτώσεως ἀρσενικὸν ἄρθρον καὶ ἀρσενικὸν ὄνομα ὁ καλός, γενικῆς
δὲ πτώσεως ἀρσενικὸν ἄρθρον καὶ ἀρσενικὸν ὄνοματοῦ καλοῦ, δοτικῆς
δὲ πτώσεως ἀρσενικὸν ἄρθρον καὶ ἀρσενικὸν ὄνομα τῷ καλῷ, αἰτιατικῆς
δὲ πτώσεως ἀρσενικὸν ἄρθρον καὶ ἀρσενικὸν ὄνομα τὸν καλόν· τὸ δὲ
ὦ κοινόν ἐστι καὶ γενῶν καὶ ἀριθμῶν κλήσεως ἐπίρρημα. Χρὴ δὲ ὁμοίως
εἰδέναι, ὅτι κατὰ γένος καὶ ἀριθμόν εἰσι πτώσεις, ἃς μετὰ βραχὺ κατὰ
τὴν ἐξήγησιν ἐπιόντες δηλώσομεν.
Γένη μὲν οὖν εἰσι τρία, ὁ ποιητής, ἡ ποίησις καὶ τὸ ποίημα.]
Ἐντέχνως διὰ τοῦ εἰπεῖν ὁ ποιητής ἐσήμηνενἡμῖν ἀρσενικὸν γένος
κατά τεἄρθρον καὶ ὄνομα, καὶ διὰ τοῦ εἰπεῖν ἡ ποίησις πάλιν ἐδή-
λωσεν ἡμῖν θηλυκὸν γένος κατά τε [τὸ] ἄρθρον καὶ ὄνομα, καὶ τὸ τρί-
τον διὰ τοῦ εἰπεῖν τὸ ποίημα πάλιν ἐσαφήνισεν ἡμῖν οὐδέτερον γένος
κατά τε ἄρθρον καὶ ὄνομα, ἵνα δείξῃ, ὅτι τὸ ἄρθρον πτωτικοῖς συναρ-
τᾶται.
684

Ἀριθμοὶ δὲ τρεῖς, ἑνικὸς ὁ ἡ τό.] Ἀριθμὸς ἑνικὸς ἀρσενι-


κοῦ ἄρθρου ὁ, καὶ ἀριθμὸς ἑνικὸς θηλυκοῦ ἄρθρου ἡ, καὶ ἀριθμὸς ἑνικὸς
οὐδετέρου ἄρθρου τό· ἀριθμὸς δὲ δυϊκὸς ἀρσενικοῦ ἄρθρου τώ, ἀριθμὸς
δὲ δυϊκὸς θηλυκοῦ ἄρθρου τά, καὶ ἀριθμὸς δυϊκὸς οὐδετέρου ἄρθρου τώ·

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Commentarius (sub auctore


Heliodoro) P. 76, line 16

πέντε, οὕτω καὶ τῶν ἄρθρων τὰς αὐτὰς εἶναί φαμεν· καὶ ἔστιν ὀρθῆς
μὲν πτώσεως ἀρσενικὸν ἄρθρον καὶ ἀρσενικὸν ὄνομα ὁ καλός, γενικῆς
δὲ πτώσεως ἀρσενικὸν ἄρθρον καὶ ἀρσενικὸν ὄνοματοῦ καλοῦ, δοτικῆς
δὲ πτώσεως ἀρσενικὸν ἄρθρον καὶ ἀρσενικὸν ὄνομα τῷ καλῷ, αἰτιατικῆς
δὲ πτώσεως ἀρσενικὸν ἄρθρον καὶ ἀρσενικὸν ὄνομα τὸν καλόν· τὸ δὲ
ὦ κοινόν ἐστι καὶ γενῶν καὶ ἀριθμῶν κλήσεως ἐπίρρημα. Χρὴ δὲ ὁμοίως
εἰδέναι, ὅτι κατὰ γένος καὶ ἀριθμόν εἰσι πτώσεις, ἃς μετὰ βραχὺ κατὰ
τὴν ἐξήγησιν ἐπιόντες δηλώσομεν.
Γένη μὲν οὖν εἰσι τρία, ὁ ποιητής, ἡ ποίησις καὶ τὸ ποίημα.]
Ἐντέχνως διὰ τοῦ εἰπεῖν ὁ ποιητής ἐσήμηνενἡμῖν ἀρσενικὸν γένος
κατά τεἄρθρον καὶ ὄνομα, καὶ διὰ τοῦ εἰπεῖν ἡ ποίησις πάλιν ἐδή-
λωσεν ἡμῖν θηλυκὸν γένος κατά τε [τὸ] ἄρθρον καὶ ὄνομα, καὶ τὸ τρί-
τον διὰ τοῦ εἰπεῖν τὸ ποίημα πάλιν ἐσαφήνισεν ἡμῖν οὐδέτερον γένος
κατά τε ἄρθρον καὶ ὄνομα, ἵνα δείξῃ, ὅτι τὸ ἄρθρον πτωτικοῖς συναρ-
τᾶται.
Ἀριθμοὶ δὲ τρεῖς, ἑνικὸς ὁ ἡ τό.] Ἀριθμὸς ἑνικὸς ἀρσενι-
κοῦ ἄρθρου ὁ, καὶ ἀριθμὸς ἑνικὸς θηλυκοῦ ἄρθρου ἡ, καὶ ἀριθμὸς ἑνικὸς
οὐδετέρου ἄρθρου τό· ἀριθμὸς δὲ δυϊκὸς ἀρσενικοῦ ἄρθρου τώ, ἀριθμὸς
δὲ δυϊκὸς θηλυκοῦ ἄρθρου τά, καὶ ἀριθμὸς δυϊκὸς οὐδετέρου ἄρθρου τώ·
ἀριθμὸς δὲ πληθυντικὸς ἀρσενικοῦ ἄρθρου οἱ, καὶ ἀριθμὸς πληθυντικὸς
θηλυκοῦ ἄρθρου αἱ, καὶ ἀριθμὸς πληθυντικὸς οὐδετέρου ἄρθρου τά.

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio (4175: 004)
“Grammatici Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901,
Repr. 1965.P. 172, line 18

μόνῳ τῷ σχήματι, τοῦ Μενελάου τὰς χεῖρας ἀνατείναντος καὶ τρό-


πον τινὰ μετασχηματιζομένου ὡς οὐδὲν εἰληφότος. «Καθ' ὑπόκρισιν»
685

οὖν, τουτέστι κατὰ μίμησιν τῶν προσώπων. «Κατὰ προσῳδίαν» δέ, του-
τέστι κατὰ τόνον· προσῳδία γάρ ἐστι σημεῖον λέξεων τοῖς φωνήεσιν
ἑπόμενον· κατὰ προσῳδίαν οὖν, τουτέστι κατὰ τὸν ὀρθὸν τόνον. «Κατὰ
διαστολὴν» δέ, τουτέστι κατὰ χωρισμὸν τῶν διανοιῶν· διαστολὴ γάρ ἐστι

σημεῖον λέξεων ὁμοῦ μὲν γεγραμμένων, μὴ ὁμοῦ δὲ νοουμένων· δια-


στολὴν δὲ ἐκάλεσε τὴν στιγμὴν ἐκ τοῦ διαστέλλειν λέξεις ἀπὸ λέξεων
καὶ σημαινόμενον ἀπὸ σημαινομένου.
Ἵνα τὴν μὲν τραγῳδίαν ἡρωϊκῶς ἀναγνῶμεν.] Τραγῳδία
ποίησίς ἐστιν. Εἴρηται δὲ τραγῳδία παρὰ τὸ τραχύς καὶ τὸ ᾠδή, ἐκ
μεταφορᾶς τῆς τῶν τράγων φωνῆς· ἐκεῖνοι γὰρ τραχεῖαν ᾠδὴν ᾄδουσιν·
ἢ τραγῳδία ἐστὶ ποίημα ἐπιτάφιον, ὅπερ οἱ τότε ποιοῦντες ἀντὶ μισθοῦ
τράγον ἐλάμβανον, καὶ ἐκαλεῖτο τραγῳδία. «Ἡρωϊκῶς», δέ, τουτέστιν
ἀξιοπίστως, μετὰ πολλῆς σεμνότητος καὶ ὄγκου· δεῖ γὰρ ἡμᾶς τραγικὰ
προφερομένους κατὰ πάντα τρόπον μιμεῖσθαι τοὺς ἥρωας, καὶ μεγέθει
σώματος καὶ λόγου ὑπερβολῇ.
Τὴν δὲ κωμῳδίαν βιωτικῶς.] Κωμῳδία ἐστὶν ἡ ἐν μέσῳ λαοῦ
κατηγορία ἤγουν δημοσίευσις· εἴρηται δὲ παρὰ τὸ κώμη καὶ τὸ ᾠδή,
ἔστι δὲ εἶδος ποιήματος ἐν κώμαις κατὰ τὸν βίον ᾀδόμενον. Διὰ τοῦτο
καὶ «βιωτικῶς» λέγεται, τουτέστιν ἱλαρῶς, ὡς ἂν εὔξαιτό τις βιῶναι,

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 173, line 21

ἐπὶ τοῖς τεθνηκόσι λεγόμενα, ἐλλείπουσι πόδα πρὸς τὸν δακτυλικὸν στί-
χον. Ἰστέον δὲ ὅτι ἐλεγεῖον ἐλεγείας διαφέρει· ἐλεγεῖον γάρ ἐστιν,
ὅταν εἷς στίχος ὑπάρχῃ καὶ πεντάμετρος, ἐλεγεία δέ, ὅταν ὅλον τὸ
ποίημα ἀμοιβαῖα ἔχῃ τὰ μέτρα, ἑξάμετρον καὶ πεντάμετρον.  – »Λιγυ-
ρῶς» δέ, οἷον ὀξέως ἀναγινώσκειν ἡμᾶς δεῖ τὰ ἐλεγεῖα, ὡς ἂν συμπε-
πνιγμένους καὶ ἐκπεπληγμένους τῷ πλήθει τῶν κακῶν· ἢ «λιγυρῶς»
ἤγουν γλυκερῶς, λιγὺς γὰρ ὁ γλυκύς.
Τὸ δὲ ἔπος εὐτόνως.] Ἔπος κυρίως ὁ ἔμμετρος λόγος λέγεται,
καταχρηστικῶς δὲ καὶ πᾶς λόγος· νῦν δὲ οὐπάντα λόγον λέγει· ἢ
ἔπος τὸ ἑξάμετρον· ἐκείνη δὲ ἡ ποίησις ἔπος λέγεται, ὅτε τὸ σωμά-
τιον ὅλον ἐκ τοῦ ἡρωϊκοῦ στίχου σύγκειται. Τὸ δὲ εἰπεῖν «εὐτόνως»
οὐ λέγει κατὰ τόνον, ἀλλ' εὐτόνως τουτέστι μετὰ δυνάμεως· τόνος γάρ
ἐστιν ἡ δύναμις· ἐπείπερ τινὲς ἀναγινώσκοντες μαλθακύνουσιν ἑαυτῶν
τὰς φωνάς, οὐ δεῖ δὲ μαλθακῇ τῇ φωνῇ ἡρώων πράξεις προάγεσθαι.
– Ἔπος δὲ παρὰ τὸ ἕπεσθαι τῷ μέτρῳ, ὅλου τοῦ σωματίου ἐξ ἡρωϊ-
κοῦ συγκειμένου.
Τὴν δὲΛυρικὴν ποίησιν ἐμμελῶς.] Ποίησίς ἐστι λυρική·
686

εἴρηται δὲ Λυρικὴ ἀπὸ τοῦ ἀξιοπίστου ὀργάνου· οὐ μόνον γὰρ πρὸς


λύραν ἐλέγετο, ἀλλὰ καὶ πρὸς αὐλὸν καὶ βάρβιτον. καὶ κιθάραν καὶ
ἁπλῶς εἰπεῖν πρὸς πᾶν ὄργανον μουσικόν·

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 173, line 28

Τὸ δὲ ἔπος εὐτόνως.] Ἔπος κυρίως ὁ ἔμμετρος λόγος λέγεται,


καταχρηστικῶς δὲ καὶ πᾶς λόγος· νῦν δὲ οὐπάντα λόγον λέγει· ἢ
ἔπος τὸ ἑξάμετρον· ἐκείνη δὲ ἡ ποίησις ἔπος λέγεται, ὅτε τὸ σωμά-
τιον ὅλον ἐκ τοῦ ἡρωϊκοῦ στίχου σύγκειται. Τὸ δὲ εἰπεῖν «εὐτόνως»
οὐ λέγει κατὰ τόνον, ἀλλ' εὐτόνως τουτέστι μετὰ δυνάμεως· τόνος γάρ
ἐστιν ἡ δύναμις· ἐπείπερ τινὲς ἀναγινώσκοντες μαλθακύνουσιν ἑαυτῶν
τὰς φωνάς, οὐ δεῖ δὲ μαλθακῇ τῇ φωνῇ ἡρώων πράξεις προάγεσθαι.
– Ἔπος δὲ παρὰ τὸ ἕπεσθαι τῷ μέτρῳ, ὅλου τοῦ σωματίου ἐξ ἡρωϊ-
κοῦ συγκειμένου.
Τὴν δὲ Λυρικὴν ποίησιν ἐμμελῶς.] Ποίησίς ἐστι λυρική·
εἴρηται δὲ Λυρικὴ ἀπὸ τοῦ ἀξιοπίστου ὀργάνου· οὐ μόνον γὰρ πρὸς
λύραν ἐλέγετο, ἀλλὰ καὶ πρὸς αὐλὸν καὶ βάρβιτον. καὶ κιθάραν καὶ
ἁπλῶς εἰπεῖν πρὸς πᾶν ὄργανον μουσικόν· ἀλλ' ἐπειδὴ τῶν ἁπάντων
τὸ ἀξιοπιστότατον ὄργανον ἡ λύρα ἐστίν, ἀπὸ ταύτης ὠνόμασται. Εἴ-
ρηται δὲ λύρα, λύτρα τις οὖσα· φασὶ γὰρ ὅτι ποτὲ Ἑρμῆς ἐν Ἀρκαδίᾳ  
ἀναστρεφόμενος εὗρε χελώνην, καὶ διακόψας ἐποίησε κοιλίαν λύρας·
ἡνίκα δὲ τὰς τοῦ Ἡλίου βοῦς κλέψαι ἠβουλήθη, καὶ διὰ τὸ μαντικὸν τοῦ
θεοῦ οὐκ ἠδύνατο, συνελήφθη· εἰδὼς δὲ καὶ τοῦ θεοῦ τὸ μουσικόν, δέ-
δωκεν ὑπὲρ ἑαυτοῦ τὴν λύραν λύτρον, καὶ ἠλευθερώθη τοῦ ἐγκλήματος.
Τοὺς δὲ οἴκτους ὑφειμένως.] Εἶδος μὲν ποιήσεως ὁ οἶκτος

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 179, line 27

μένοις τὰ Ὁμήρου ἐπιδείκνυσθαι, καὶ μισθὸν τάξας στίχου ἑκάστου ὀβο-


λόν, συνήγαγεν ὁλοσχερεῖς τὰς λέξεις καὶ παρέδωκεν ἀνθρώποις σοφοῖς
καὶ ἐπιστήμοσιν, ὡς καὶ τὸ ἐπίγραμμα αὐτοῦ δηλοῖ Anthol. XI 442:
Τρίς με τυραννήσαντα τοσαυτάκις ἐξετίναξε
δῆμος Ἀθηναίων, καὶ τρὶς ἐπηγάγετο,
τὸν μέγαν ἐν βουλῇ Πεισίστρατον, ὃς τὸν Ὅμηρον
ἤθροισα, σποράδην τὸ πρὶν ἀειδόμενον.
Ἡμέτερος γὰρ κεῖνος ὁ χρύσεος ἦν πολιήτης,
687

εἴπερ Ἀθηναῖοι Σμύρναν ἀπῳκίσαμεν.


Ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος.] Ποιήσεως ἐχρῆν εἰπεῖν, οὐ
ποιήματος· ποίησις γὰρ ἡ πᾶσα Ἰλιάς, ποίημα δὲ ἑκάστη ῥαψῳδία. Δια-
φέρει δὲ ποίημα καὶ ποίησις καὶ ποιητικὴ καὶ ποιητής· ποιητικὴ μὲν
γάρ ἐστιν ἡ ἕξις, ποιητὴς δὲ ὁ μετέχων ποιητικῆς, ποίημα δὲ ὁ στίχος  
καὶ τὸ σύνταγμα τὸ ἐν ταὐτῷ ἀρχὴν καὶ τέλος ἔχον, ὁποῖόν ἐστι τὸ Κ
τῆς Ἰλιάδος ἡ νυκτεγερσία καλουμένη· ποίησις δέ ἐστιν ἥτις ἀρχὴν μὲν
οὐκ ἔχει ἐν τοῖς προτέροις, τὸ δὲ νόημα ἐν τοῖς ἐχομένοις ἀποτελεῖ·
ἢ ποίημά ἐστι φράσις ἔμμετρος καὶ εὔρυθμος, ἀρχαιοτέρα καὶ σεμνοτέρα

τῆς λογικῆς συντάξεως, κατὰ τῶν ὑποκειμένων πραγμάτων ἢ ὡς ὑπο-


κειμένων τιθεμένη, ὑποκειμένων μὲν θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων, ὡς ὑπο-
κειμένων δέ, οἷον Σκύλλης, Χιμαίρας καὶ τῶν ὁμοίων.
Καὶ ἄλλως.  – Πορφυρίου.  –

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 179, line 28

λόν, συνήγαγεν ὁλοσχερεῖς τὰς λέξεις καὶ παρέδωκεν ἀνθρώποις σοφοῖς


καὶ ἐπιστήμοσιν, ὡς καὶ τὸ ἐπίγραμμα αὐτοῦ δηλοῖ Anthol. XI 442:
Τρίς με τυραννήσαντα τοσαυτάκις ἐξετίναξε
δῆμος Ἀθηναίων, καὶ τρὶς ἐπηγάγετο,
τὸν μέγαν ἐν βουλῇ Πεισίστρατον, ὃς τὸν Ὅμηρον
ἤθροισα, σποράδην τὸ πρὶν ἀειδόμενον.
Ἡμέτερος γὰρ κεῖνος ὁ χρύσεος ἦν πολιήτης,
εἴπερ Ἀθηναῖοι Σμύρναν ἀπῳκίσαμεν.
Ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος.] Ποιήσεως ἐχρῆν εἰπεῖν, οὐ
ποιήματος· ποίησις γὰρ ἡ πᾶσα Ἰλιάς, ποίημα δὲ ἑκάστη ῥαψῳδία. Δια-
φέρει δὲ ποίημα καὶ ποίησις καὶ ποιητικὴ καὶ ποιητής· ποιητικὴ μὲν
γάρ ἐστιν ἡ ἕξις, ποιητὴς δὲ ὁ μετέχων ποιητικῆς, ποίημα δὲ ὁ στίχος  
καὶ τὸ σύνταγμα τὸ ἐν ταὐτῷ ἀρχὴν καὶ τέλος ἔχον, ὁποῖόν ἐστι τὸ Κ
τῆς Ἰλιάδος ἡ νυκτεγερσία καλουμένη· ποίησις δέ ἐστιν ἥτις ἀρχὴν μὲν
οὐκ ἔχει ἐν τοῖς προτέροις, τὸ δὲ νόημα ἐν τοῖς ἐχομένοις ἀποτελεῖ·
ἢ ποίημά ἐστι φράσις ἔμμετρος καὶ εὔρυθμος, ἀρχαιοτέρα καὶ σεμνοτέρα

τῆς λογικῆς συντάξεως, κατὰ τῶν ὑποκειμένων πραγμάτων ἢ ὡς ὑπο-


κειμένων τιθεμένη, ὑποκειμένων μὲν θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων, ὡς ὑπο-
κειμένων δέ, οἷον Σκύλλης, Χιμαίρας καὶ τῶν ὁμοίων.
Καὶ ἄλλως.  – Πορφυρίου.  – Ὁ ἐμπεριεχόμενος νοῦς ἐν τῇ
ὑπογραφῇ τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον, ὅτι ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος,
688

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 180, line 2

δῆμος Ἀθηναίων, καὶ τρὶς ἐπηγάγετο,


τὸν μέγαν ἐν βουλῇ Πεισίστρατον, ὃς τὸν Ὅμηρον
ἤθροισα, σποράδην τὸ πρὶν ἀειδόμενον.
Ἡμέτερος γὰρ κεῖνος ὁ χρύσεος ἦν πολιήτης,
εἴπερ Ἀθηναῖοι Σμύρναν ἀπῳκίσαμεν.
Ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος.] Ποιήσεως ἐχρῆν εἰπεῖν, οὐ
ποιήματος· ποίησις γὰρ ἡ πᾶσα Ἰλιάς, ποίημα δὲ ἑκάστη ῥαψῳδία. Δια-
φέρει δὲ ποίημα καὶ ποίησις καὶ ποιητικὴ καὶ ποιητής· ποιητικὴ μὲν
γάρ ἐστιν ἡ ἕξις, ποιητὴς δὲ ὁ μετέχων ποιητικῆς, ποίημα δὲ ὁ στίχος  
καὶ τὸ σύνταγμα τὸ ἐν ταὐτῷ ἀρχὴν καὶ τέλος ἔχον, ὁποῖόν ἐστι τὸ Κ
τῆς Ἰλιάδος ἡ νυκτεγερσία καλουμένη· ποίησις δέ ἐστιν ἥτις ἀρχὴν μὲν
οὐκ ἔχει ἐν τοῖς προτέροις, τὸ δὲ νόημα ἐν τοῖς ἐχομένοις ἀποτελεῖ·
ἢ ποίημά ἐστι φράσις ἔμμετρος καὶ εὔρυθμος, ἀρχαιοτέρα καὶ σεμνοτέρα

τῆς λογικῆς συντάξεως, κατὰ τῶν ὑποκειμένων πραγμάτων ἢ ὡς ὑπο-


κειμένων τιθεμένη, ὑποκειμένων μὲν θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων, ὡς ὑπο-
κειμένων δέ, οἷον Σκύλλης, Χιμαίρας καὶ τῶν ὁμοίων.
Καὶ ἄλλως.  – Πορφυρίου.  – Ὁ ἐμπεριεχόμενος νοῦς ἐν τῇ
ὑπογραφῇ τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον, ὅτι ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος,
ποίημα δὲ ἡ Ἰλιάς, καὶ ἕτερον ποίημα ἡ Ὀδύσσεια· τὸ δὲ συναμφότερον
λέγεται ποίησις· ἑκάστη δὲ τῶν ῥαψῳδιῶν οἰκείαν ὑπόθεσιν ἔχει. Ὠνό-
μασται δὲ ἀπὸ τοῦ ῥάψω μέλλοντος καὶ τοῦ ᾠδή· συνέρραπτον γὰρ

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 180, line 12

καὶ τὸ σύνταγμα τὸ ἐν ταὐτῷ ἀρχὴν καὶ τέλος ἔχον, ὁποῖόν ἐστι τὸ Κ


τῆς Ἰλιάδος ἡ νυκτεγερσία καλουμένη· ποίησις δέ ἐστιν ἥτις ἀρχὴν μὲν
οὐκ ἔχει ἐν τοῖς προτέροις, τὸ δὲ νόημα ἐν τοῖς ἐχομένοις ἀποτελεῖ·
ἢ ποίημά ἐστι φράσις ἔμμετρος καὶ εὔρυθμος, ἀρχαιοτέρα καὶ σεμνοτέρα

τῆς λογικῆς συντάξεως, κατὰ τῶν ὑποκειμένων πραγμάτων ἢ ὡς ὑπο-


κειμένων τιθεμένη, ὑποκειμένων μὲν θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων, ὡς ὑπο-
κειμένων δέ, οἷον Σκύλλης, Χιμαίρας καὶ τῶν ὁμοίων.
Καὶ ἄλλως.  – Πορφυρίου.  – Ὁ ἐμπεριεχόμενος νοῦς ἐν τῇ
ὑπογραφῇ τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον, ὅτι ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος,
689

ποίημα δὲ ἡ Ἰλιάς, καὶ ἕτερον ποίημα ἡ Ὀδύσσεια· τὸ δὲ συναμφότερον


λέγεται ποίησις· ἑκάστη δὲ τῶν ῥαψῳδιῶν οἰκείαν ὑπόθεσιν ἔχει. Ὠνό-
μασται δὲ ἀπὸ τοῦ ῥάψω μέλλοντος καὶ τοῦ ᾠδή· συνέρραπτον γὰρ
τοὺς κατάλληλον διάνοιαν ἀπαρτίζοντας στίχους Ὁμηρικούς, καὶ
ἔψαλλον
τὸ ἐφαρμόζον μέλος πρὸς τὴν τοῦ Ἀπόλλωνος ἑορτήν· κατεῖχον δὲ καὶ
κλάδους δαφνῶν οἱ Ὁμηρίδαι ἐν ταῖς χερσίν, ὅτε τοὺς Ὁμηρικοὺς στί-
χους ἐν τῇ τοῦ Ἀπόλλωνος ἑορτῇ ἔψαλλον.  – Διὰ τί τοιαύτην ῥά-
βδον κατέχοντες τὰ Ὁμηρικὰ ᾖδον; Διὰ τὸ ἀειθαλὲς τῆς ποιήσεως, ἐπεὶ
καὶ ἡ δάφνη ἀειθαλής ἐστιν οὐδέποτε φυλλορροοῦσα· καὶ ὅτι τοῦ Ὁμή-
ρου ἡ ποίησις καὶ μαντικῆς μετέχει, οἱ δὲ μάντεις δάφνῃ ἐστέφοντο, τοῦ
Ἀπόλλωνος κατὰ τὴν ἱστορίαν Δάφνης τινὸς κόρης ἐρασθέντος,

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 180, line 20

ποίημα δὲ ἡ Ἰλιάς, καὶ ἕτερον ποίημα ἡ Ὀδύσσεια· τὸ δὲ συναμφότερον


λέγεται ποίησις· ἑκάστη δὲ τῶν ῥαψῳδιῶν οἰκείαν ὑπόθεσιν ἔχει. Ὠνό-
μασται δὲ ἀπὸ τοῦ ῥάψω μέλλοντος καὶ τοῦ ᾠδή· συνέρραπτον γὰρ
τοὺς κατάλληλον διάνοιαν ἀπαρτίζοντας στίχους Ὁμηρικούς, καὶ
ἔψαλλον
τὸ ἐφαρμόζον μέλος πρὸς τὴν τοῦ Ἀπόλλωνος ἑορτήν· κατεῖχον δὲ καὶ
κλάδους δαφνῶν οἱ Ὁμηρίδαι ἐν ταῖς χερσίν, ὅτε τοὺς Ὁμηρικοὺς στί-
χους ἐν τῇ τοῦ Ἀπόλλωνος ἑορτῇ ἔψαλλον.  – Διὰ τί τοιαύτην ῥά-
βδον κατέχοντες τὰ Ὁμηρικὰ ᾖδον; Διὰ τὸ ἀειθαλὲς τῆς ποιήσεως, ἐπεὶ
καὶ ἡ δάφνη ἀειθαλής ἐστιν οὐδέποτε φυλλορροοῦσα· καὶ ὅτι τοῦ Ὁμή-
ρου ἡ ποίησις καὶ μαντικῆς μετέχει, οἱ δὲ μάντεις δάφνῃ ἐστέφοντο, τοῦ
Ἀπόλλωνος κατὰ τὴν ἱστορίαν Δάφνης τινὸς κόρης ἐρασθέντος, διώ-
κοντος δὲ καὶ μὴ καταλαβόντος, στεφανωθέντος δὲ ἀπὸ τῶν κλάδων
αὐτῆς, ἐπεὶ ἀπεδενδρώθη παρὰ τῆς γῆς διασχούσης καὶ ταύτην λαβούσης
οἷα μητρός, καὶ ἀνταποδούσης ἀντὶ τῆςγυναικὸς τὸ φυτόν.  – Ποῦ δὲ
φαίνεται ὁ ποιητὴς μαντευσάμενος; Καὶ ἐν ἄλλοις μὲν πολλοῖς, πλὴν καὶ
ἐν τούτοις· φησὶ γὰρ προσώπῳ τοῦ Ποσειδῶνος διὰ τὸν Αἰνείαν, ὅτι
Υ 307 seqΤρώεσσιν ἀνάξει, Καὶ παῖδες παίδων, τοί κεν μετό-
πισθεν ἔσονται· ὅτι δὲ ἀληθῆ ἐμαντεύσατο, δηλοῦσι τὰ πράγματα· ἐξ
Αἰνείου γὰρ ἡ Ῥωμαϊκὴ ἀρχή, καὶ Αἰνειάδαι οἱ βασιλεῖς.
Stephani. – Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις. Τὰ δὲ ἐντεῦθεν τῆς γραμ
690

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Vaticana (partim


excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 257, line 15

τακτικόν, ὅπερ ὑποτάσσεται τῷ ὀνόματι· οἷον προτακτικόν ἐστιν «ὁ


Ὅμηρος», ὑποτακτικὸν δὲ «Ὅμηρος ὃς ἦν παῖς Μέλητος [ποταμοῦ]».
Ἀεὶ δὲ τὰ ἄρθρα πτωτικοῖς συναρτᾶται τοῖς δυναμένοις δέξασθαι τὴν
ἀναφοράν· εἰ δὲ ἀπολέσει τὴν πρὸς τὰ πτωτικὰ συνάρτησιν, ἀντωνυμία
γίνεται, ὡς τὸ Α 12ὁ γὰρ ἦλθε, Ε 603τῷ δ' αἰεὶ πάρα εἷς γε.
Ἰστέον δὲ ὅτι τὰ ἄρθρα ἀναφορᾶς ἕνεκα παρελήφθη τῶν ὀνομά-
των, ἥτις ἐστὶ προεγνωσμένου προσώπου ἀναπόλησις· ἢ ὑπεροχῆς, ὡς
»ὁ ποιητής»· ἢ μοναδικῆς κτήσεως, ὡς «ὁ δοῦλός μου»· ἢ ἐπὶ προλή-
ψεως, ὡς τὸ Ζ 158κεῖνος δ' αὖ περὶ κῆρι μακάρτατος, ὅς κτλ..
Stephani. – Παρέπεται δὲ αὐτῷ τρία, γένη, ἀριθμοί, πτώ-
σεις· γένη μὲν οὖν εἰσι τρία, ὁ ποιητής, ἡ ποίησις, τὸ ποίημα·
ἀριθμοὶ τρεῖς, ἑνικός, δυϊκός, πληθυντικός, ἑνικὸς μὲν ὁ ἡ τό,
δυϊκὸς δὲ τώ τά, πληθυντικὸς δὲ οἱ αἱ τά· πτώσεις ὁ τοῦ τῷ
τόν ὦ.] Τὰ γένη ἐξ ἀκριβείας κατὰ γραμματικοὺς οὐ λαμβάνεται, ἀλλ' ἐκ
τῆς συντάξεως καὶ τῆς συμφωνίας τῶν ἄρθρων συνταττομένων δια-
φόροις τοῖς ὀνόμασιν· ἐκεῖνο γάρ ἐστιν ἀρσενικόν, ᾧ συντάττεται τὸ ὁ
ἄρθρον, ἐκεῖνο δὲ θηλυκόν, ᾧ συντάττεται τὸ ἡ, καὶ οὐδέτερον τὸ ἔχον
τὸ τό.
Ἐπειδὴ δὲ τὰ ὀνόματα, ἤτοι πάντα τὰ πτωτικά, μετήρχετο εἰς
ἀριθμούς, ἀνάγκη καὶ τὸ συνηρτημένον αὐτοῖς μεταβάλλειν· διὸ καὶ
ἀριθμοὶ αὐτῷ παρέπονται· ἐπειδὴ δὲ καὶ εἰς πτώσεις μετακλίνεται,

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corinthio) (4175: 005)“Grammatici Graeci, vol.
1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.P. 304, line 4

κρισις· κρίνει μὲν γάρ τις ἕκαστον ἐκ τῶν ἰδίων, συγκρίνει δὲ ἕτερον
ἐφ' ἑτέρῳ· ὥστε ἡ σύγκρισις ἐν αὑτῇ προτέραν τὴν κρίσιν ἔχει. Ζητη-
τέον δὲ εἰἄρα ὁ γραμματικὸς καλλίων ὢν τῶν ποιητῶν κρίνει αὐτῶν
τὰ ποιήματα, ἢ ἥττων· καὶ εἰ μὲν καλλίων, δῶμεν καὶ αὐτὸν εἶναι ποι-
ητήν, ὅπερ ἀλλότριον γραμματικῆς· οὔτε γὰρ μέρος οὔτε ὄργανον τῆς
γραμματικῆς τὸ ποιητικόν· εἰ δὲ ἥττων ὤν, κρίνει οὐχ ὡς ποιητὴς ἀλλ'
ὡς
τεχνίτης τῆς ἐκείνων ὕλης ὁ γραμματικός· ὕλη γὰρ ποιητικῆς μῦθος,  
μέτρον, λέξις, ἱστορία, γλῶσσα, καὶ τούτων τεχνίτης ὁ γραμματικός.
Κρίνει δὲ [ὡς] οὐ, πότερον αὐτοῖς καλῶς γέγραπται ἢ οὔ, ἀλλὰ ποῖα
691

ἀνόμοια καὶ ποῖα ὅμοια, καὶ ποῖα νόθα τῶν ποιημάτων καὶ ποῖα γνήσια.
Κρίνεται δὲ ἡ ποίησις χρόνῳ, λέξει, ἱστορίᾳ, πλάσματι, συνθέσει, κυριο-
λογίᾳ, οἰκονομίᾳ, τάξει, ἤθει, προσώπῳ.
Ὃ δὴ κάλλιστόν ἐστι.] Κάλλιστον τοῦτο τὸ μέρος εἶπε, παρόσον
ἤδη τελευτησάντων τὴν τέχνην ἔργον τὸ κρίνειν· καὶ πολλοὶ δὲ τῶν
παλαιῶν γραμματικῶν κριτικοὶ ὀνομάζονται.
Σαφῶς δὲ εἰρηκὼς περὶ γραμματικῆς καὶ τῶν ταύτης μερῶν ὁ τε-
χνικὸς μετέρχεται ἐπὶ τὸ ἀναγνωστικόν, ὅπερ μέρος πρῶτον τῆς γραμ-
ματικῆς, καί φησι περὶ μόνης ἀναγνώσεως. Καὶ ζητητέον, διὰ τί καὶ
περὶ ἐξηγήσεως καὶ τῶν ἄλλων μερῶν οὐκ εἶπε. Καὶ ἰστέον ὅτι τοῖς
εἰσαγομένοις συνήθης ἡ ἀνάγνωσις, ὁ δὲ περὶ ἐξηγήσεως λόγος καὶ τῶν
ἄλλων δυσχερὴς καὶ πολλῆς ἀσκήσεως καὶ παρασκευῆς δεόμενος·

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 306, line 30

νομένους τὰ βιωτικὰ καὶ τὰ παρεισαγόμενα πρόσωπα. Δεῖ δὲ γινώ-


σκειν, ὅτι πολλὴ διαφορὰ τῆς τραγῳδίας καὶ τῆς κωμῳδίας, ὅτι ἡ μὲν
τραγῳδία περὶ ἡρωϊκῶν πραγμάτων καὶ προσώπων λέγει, ἡ δὲ κωμῳδία
ἀπήλλακται τούτων· καὶ ὅτι ἡ μὲν τραγῳδία τὰ τέλη περὶ σφαγῶν καὶ
φόνων ἔχει, ἡ δὲ κωμῳδία περὶ ἀναγνωρισμοῦ· καὶ ὅτι ἡ μὲν τραγῳδία
ἱστορίαν καὶ ἀπαγγελίαν ἔχει πράξεων γενομένων, ἡ δὲ κωμῳδία διά-
πλασμα βιωτικῶν πραγμάτων· καὶ ὅτι πάλιν ἡ μὲν τραγῳδία διαλύει
τὸν βίον, ἡ δὲ κωμῳδία συνίστησι. Καὶ εἴρηται μὲν τραγῳδία, ὅτι
περὶ τράγων ἠγωνίζοντο· ἢ καὶ τραγῳδία λέγεται ἀπὸ τοῦ τὰς ὄψεις
περιχρίειν τρυγίᾳ, τροπῇ τοῦ υεἰς α· κωμῳδία δέ, ὅτι ἐν κώμαις ᾔδετο.
Ἵνα τὴν μὲν τραγῳδίαν.] Τραγῳδία ποίησίς ἐστιν ἐπιτάφιος
τῶν τραγικῶν, [τοῦ τε Μενάνδρου,] τοῦ Σοφοκλέους, τοῦ Αἰσχύλου, τοῦ
Εὐριπίδου καὶ ἑτέρων τοιούτων. Γεγόνασι etc. = eadem fere quae Σd
17, 16 – 20, 12.
»Βιωτικός» οὖν ὁ μετὰ ἀστειότητος καὶ ἱλαρότητος καὶ ἡδονῆς καὶ
γέλωτος· ἢ «βιωτικός» ὁ κατὰ μίμησιν τοῦ βίου, τουτέστιν ὁ μιμούμενος
τὸ παρεισαγόμενον πρόσωπον καὶ τὴν ἐκείνου ἀποματτόμενος σχέσιν,
ἵνα ἂν μὲν ὑπόκειται γέρων, μιμησώμεθα τὴν φωνὴν τοῦ γέροντος, εἰ  
δὲ γυνή, τὴν γυναικός.  – Διαφέρει κωμῳδία τραγῳδίας, ὅτι ἡ μὲν
τραγῳδία ἱστορίαν καὶ ἀπαγγελίαν ἔχει πράξεων γεγονυιῶν, ἡ δὲ κω-
μῳδία διαπλάσματα ἔχει βιωτικῶν πραγμάτων· καὶ ὅτι ἡ μὲν τραγῳδία

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


692

excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio


Choerobosco, Gregorio Corint P. 308, line 10

χρηστικῶς δὲ καὶ πᾶς λόγος· ἔπος λέγεται καὶ τόνος παρά τισιν, «ἑξα-  
μέτροις τοῖς τόνοις κεχρῆσθαι». Δεῖ γοῦν τὸν τόνον, ὅ ἐστιν ἔπος,
εὐτόνως προφέρειν καὶ ἐν τούτῳ τῆς φωνῆς τοὺς λόγους καὶ τὰς πρά-
ξεις μιμεῖσθαι τῶν ἡρώων· ἡρωϊκὰς γὰρ πράξεις ἐν τῷ ἔπει ἐπῆλθεν ὁ
ποιητής, ἃς οὐ χρὴ καταμαλάττειν τῇ μαλακίᾳ τῆς φωνῆς.
Διομήδους.  – Τὸ δὲ ἔπος εὐτόνως.] Ἔπος κυρίως ὁ ἔμμε-
τρος λόγος λέγεται, κατ' ἐξοχὴν δὲ τὸ ἡρωϊκὸν μέτρον ἔπος ἐκάλεσεν·
ὅπερ διδάσκει ἡμᾶς «εὐτόνως» ἀναγινώσκειν, τουτέστι συντόνῳ τῇ
φωνῇ,
καταλιμπάνον δὲ τὴν ἐκλελυμένην, ὡς καὶ ἡρώων ἀνδρῶν περιέχον
ἱστορίας· καταχρηστικῶς δὲ καὶ πᾶς λόγος ἔπος λέγεται. Ἢ ἔπος ἐστὶ
τὸ ἑξάμετρον· ἐκείνη δὲ ἡ ποίησις λέγεται ἔπος, ὅταν τὸ σωμάτιον
ὅλον ἐκ τοῦ ἡρωϊκοῦ στίχου σύγκειται. Ἔπος δὲ ἀπὸ τοῦ ἕπεσθαι τῷ
μέτρῳ.
Τὴν δὲ Λυρικὴν ποίησιν ἐμμελῶς.] Ἡ Λυρικὴ ποίησις καὶ πρὸς
βάρβιτον καὶ αὐλὸν καὶ κιθάραν ᾄδεται, ἀπὸ τοῦ καλλιστεύοντος δὲ
Λυρικὴ ὠνόμασται. Λύρα δὲ ἐλέχθη λύτρα τις οὖσα· ὁ γὰρ Ἑρμῆς σο-
φισάμενος χελώνην ἐκδεῖραι καὶ κατασκευάσαι τῷ Ἀπόλλωνι κιθάραν
λύτρον ἀντὶ τῆς κλεψίας τῶν βοῶν ἐποίησεν.
Τὴν δὲ Λυρικὴν ποίησιν ἐμμελῶς.] = Σd 21, 12 – 13; Σv 173,
28 – 174, 4; Σd 21, 17 – 21.

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 308, line 13

ξεις μιμεῖσθαι τῶν ἡρώων· ἡρωϊκὰς γὰρ πράξεις ἐν τῷ ἔπει ἐπῆλθεν ὁ


ποιητής, ἃς οὐ χρὴ καταμαλάττειν τῇ μαλακίᾳ τῆς φωνῆς.
Διομήδους.  – Τὸ δὲ ἔπος εὐτόνως.] Ἔπος κυρίως ὁ ἔμμε-
τρος λόγος λέγεται, κατ' ἐξοχὴν δὲ τὸ ἡρωϊκὸν μέτρον ἔπος ἐκάλεσεν·
ὅπερ διδάσκει ἡμᾶς «εὐτόνως» ἀναγινώσκειν, τουτέστι συντόνῳ τῇ
φωνῇ,
καταλιμπάνον δὲ τὴν ἐκλελυμένην, ὡς καὶ ἡρώων ἀνδρῶν περιέχον
ἱστορίας· καταχρηστικῶς δὲ καὶ πᾶς λόγος ἔπος λέγεται. Ἢ ἔπος ἐστὶ
τὸ ἑξάμετρον· ἐκείνη δὲ ἡ ποίησις λέγεται ἔπος, ὅταν τὸ σωμάτιον
ὅλον ἐκ τοῦ ἡρωϊκοῦ στίχου σύγκειται. Ἔπος δὲ ἀπὸ τοῦ ἕπεσθαι τῷ
μέτρῳ.
Τὴν δὲ Λυρικὴν ποίησιν ἐμμελῶς.] Ἡ Λυρικὴ ποίησις καὶ πρὸς
693

βάρβιτον καὶ αὐλὸν καὶ κιθάραν ᾄδεται, ἀπὸ τοῦ καλλιστεύοντος δὲ


Λυρικὴ ὠνόμασται. Λύρα δὲ ἐλέχθη λύτρα τις οὖσα· ὁ γὰρ Ἑρμῆς σο-
φισάμενος χελώνην ἐκδεῖραι καὶ κατασκευάσαι τῷ Ἀπόλλωνι κιθάραν
λύτρον ἀντὶ τῆς κλεψίας τῶν βοῶν ἐποίησεν.
Τὴν δὲ Λυρικὴν ποίησιν ἐμμελῶς.] = Σd 21, 12 – 13; Σv 173,
28 – 174, 4; Σd 21, 17 – 21.
Τοὺς δὲ οἴκτους ὑφειμένως καὶ γοερῶς·] τουτέστι τοὺς θρή-
νους ταπεινῶς καὶ κατανυκτικῶς. Καὶ τοὺς μὲν οἴκτους οὐκ ἐν ὡρι-
σμένῳ εὑρήσεις μέτρῳ, ἀλλ' ἐν παντὶ λόγῳ καὶ ποιήματι ὀλοφυρμὸν καὶ
ἐλεεινολογίαν. Δεῖ γοῦν ἐν ἑκάστῳ ποιήματι τὸν τόπον

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 315, line 3

δοκοῦσιν εἶναι οἱ ἐνταῦθα περὶ ῥαψῳδίας διαλαμβάνοντες. Τὸ μὲν γὰρ


διαλαμβάνειν περὶ στιγμῆς ἢ προσῳδίας ἢ ἀναγνώσεως οὐκ ἄτοπον·
ταῦτα γὰρ μέρη καὶ μόρια τῆς γραμματικῆς εἴποι τις ἄν. Ἀλλ' ἐπειδὴ
τὴν ἀνάγνωσιν ἔφασκεν εἶναι ποιημάτων ἢ συγγραμμάτων ἀδιάπτωτον
προφοράν, μέρος δὲ ποιήματός ἐστιν ἡ ῥαψῳδία καὶ μάλιστα νέοις ἐγνω-
σμένον, τούτου χάριν περὶ ῥαψῳδίας διέλαβε. Ῥαψῳδίας δὲ ἐκάλουν οἱ
παλαιοὶ τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη, παρόσον ἅμα ῥάβδῳ περιιόντες ἐμελῴδουν
αὐτά.  
Ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος ἐμπεριειληφός τινα ὑπό-
θεσιν.] Φασί τινες ὅτι ἔπταισεν εἰπὼν τὴν ῥαψῳδίαν μέρος ποιήματος·
ἡ ῥαψῳδία γὰρ μέρος ἐστὶ ποιήσεως, οὐ ποιήματος· ποίησις μὲν γὰρ
καλεῖται πᾶσα ἡ πραγματεία, τουτέστι πᾶσα ἡ βίβλος, ὡς ἡ Ἰλιὰς καὶ
ἡ Ὀδύσσεια, ποίημα δὲ ἡ ῥαψῳδία· τὰ γὰρ ποιήματα, ἤγουν τὰ τῆς
ὅλης ποιήσεως μέρη, ῥαψῳδίαι καλοῦνται, ὡς ἡ Α, ἡ Β καὶ αἱ ἑξῆς.
Φαμὲν δὲἡμεῖς, ὅτι ὡς πρὸς τὴν γενικωτάτην ποίησιν ποίημα ἂν
εἴη πᾶσα ἡ Ἰλιάς, μέρος δὲ ποιήματος ἡ ῥαψῳδία· καλῶς οὖν εἶπε
μέρος εἶναι ποιήματος καὶ οὐ τῆς ὅλης ποιήσεως ἑκάστην ῥαψῳδίαν· καὶ

ἔστιν ὁ νοῦς οὕτως· ῥαψῳδία ἐστὶν ἀπόκομμα ποιήματος περιλαβὸν καὶ


ἔχον ἐν ἑαυτῷ ὀλίγην καὶ μικρὰν καὶ λεπτήν τινα περιπέτειαν, τουτέστι
καὶ αὐτὸ τὸ μέρος περιέχει τινὰ ἰδικὴν ὑπόθεσιν μὴ ἐμφερομένην ἐν
τοῖς ἄλλοις μέρεσιν, ἀντὶ τοῦ συνεκτικήν.

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
694

Choerobosco, Gregorio Corint P. 316, line 15

ποιητής, εἰ μὴ ἱστορήσει καὶ διηγήσεται καὶ μαντεύσεται· ὡς καὶ ὁ ποιη-


τὴς φαίνεται μαντευσάμενος, ἐν οἷς φησιν ἐκ προσώπου τοῦ Ποσειδῶνος
Υ 307 seq..
νῦν δὲ δὴ Αἰνείαο βίη Τρώεσσιν ἀνάξει,
καὶ παῖδες παίδων, τοί κεν μετόπισθεν ἔσονται·
ὅτι δὲ ἀληθῆ ἐμαντεύσατο, δηλοῦσι καὶ μαρτυροῦσι τὰ Ῥωμαϊκὰ πράγ-
ματα, ἐξ Αἰνείου τοῦ Ἀγχίσου τὴν βασιλείαν διαδεξάμενα καὶ ἕως τοῦ
νῦν τῶν ἔτι οἰκούντων τὴν Τροίαν βασιλεύοντα. Ἢ ὅτι ἐνθουσιαστικὸν
τὸ φυτόν, ἐνθουσιαστικὴ δὲ καὶ ἡ ποιητικὴ κατὰ τὸν Πλάτωνα· φησὶ
γὰρ ὁ φιλόσοφος cfr Phaedr. 245 A«ὅστις δὲ ἄνευ μανίας ἐπὶ ποιη-
τικὰς ἔρχεται θύρας, ἀτελής τε αὐτὸς καὶ ἡ ποίησις αὐτοῦ». Ἐπιστη-
τέον δὲ ὅτι εἰ μὲν ἀπὸ τῆς Ἰλιάδος ᾖδον οἱ Ὁμηρίδαι, φοινικοῦν ἐφό-
ρουν στέφανον διὰ τὸ περὶ ἐκχύσεως αἱμάτων λέγειν αὐτοὺ ς τὴν ὑπό-
θεσιν, εἰ δὲ ἀπὸ τῆς Ὀδυσσείας, κυάνεον, διὰ τὸ τοιοῦτον εἶναι τὸ
θαλάττης χρῶμα, περὶ ἣν ἐγένετο τοῦ Ὀδυσσέως ἡ πλάνη.

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 418, line 23

Ἄρθρον ἐστὶ μέρος λόγου συναρτώμενον πτωτικοῖς κατὰ


παράθεσιν προτακτικῶς ἢ ὑποτακτικῶς.] Ἄρθρον ἐστὶ μέρος λό-
γου πτωτικόν, ἀντὶ τοῦ πτώσεις ἐν ἑαυτῷ ἔχον, προτασσόμενον καὶ
ὑποτασσόμενον τῆς κλίσεως τῶν ὀνομάτων· καὶ προτακτικὸν μὲν «ὁ ἄν-
θρωπος», ὑποτακτικὸν δὲ «ἄνθρωπος ὅς»· καὶ ἔστι προτακτικὸν μὲν ὁ,
ὑποτακτικὸν δὲ ὅς. Δεῖ γινώσκειν, ὅτι τὸ ὦ τῆς κλητικῆς οὐκ ἔστιν
ἄρθρον ἀλλὰ κλητικὸν ἐπίρρημα· δασύνεται δὲ καὶ τὸ ὁ καὶ τὸ ἡ καὶ
τὰ τῶν πληθυντικῶν.
Πόσα παρέπεται τῷ ἄρθρῳ; Τρία· γένη, ἀριθμοί, πτώσεις. Πόσα γένη;
Τρία·
ἀρσενικόν, θηλυκόν, οὐδέτερον· ὁ ποιητής μὲν ἀρσενικόν, ἡ ποίησις δὲ
θηλυκόν, τὸ
ποίημα δὲ οὐδέτερον. Πόσοι ἀριθμοί. Τρεῖς· ἑνικός, δυϊκός, πληθυντικός.
Πόσαι
πτώσεις; Τέσσαρες, ἐπειδὴ τὰ ἄρθρα κλητικὰς οὐκ ἔχουσιν· οὐδεὶς γὰρ
τὸν ἀπόντα
καλεῖ· εὑρίσκονται δὲ αἵ τε πτώσεις τοῦ ἄρθρου καὶ οἱ ἀριθμοὶ
κρειττόνως μὲν μετὰ
τῶν πτωτικῶν ἢ καθ' ἑαυτά.
Παρέπεται τῷ ἄρθρῳ τρία, γένη, ἀριθμοί, πτώσεις.] Ὡς
695

συναρτώμενον τοῖς πτωτικοῖς τὸ ἄρθρον καὶ τὰ τούτων ἔσχε παρεπό-


μενα· καὶ ὥσπερ τῶν ὀνομάτων τρία γένη λέγομεν, ἀρσενικὸν μὲν ὁ
σοφός, θηλυκὸν δὲ ἡ σοφή, οὐδέτερον δὲ τὸ σοφόν, οὕτω καὶ τῶν ἄρ-
θρων τὰ ἰσάριθμα γένη, ἀρσενικὸν μὲν γένος ὁ, θηλυκὸν δὲ ἡ, οὐδέτερον
δὲ τό· καὶ ὥσπερ πάλιν ἐν ὀνόμασιν ἀριθμοὺς λέγομεν τρεῖς,

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 418, line 39

συναρτώμενον τοῖς πτωτικοῖς τὸ ἄρθρον καὶ τὰ τούτων ἔσχε παρεπό-


μενα· καὶ ὥσπερ τῶν ὀνομάτων τρία γένη λέγομεν, ἀρσενικὸν μὲν ὁ
σοφός, θηλυκὸν δὲ ἡ σοφή, οὐδέτερον δὲ τὸ σοφόν, οὕτω καὶ τῶν ἄρ-
θρων τὰ ἰσάριθμα γένη, ἀρσενικὸν μὲν γένος ὁ, θηλυκὸν δὲ ἡ, οὐδέτερον
δὲ τό· καὶ ὥσπερ πάλιν ἐν ὀνόμασιν ἀριθμοὺς λέγομεν τρεῖς, ἑνικὸν μὲν
ἀρσενικὸν καλός, δυϊκὸν δὲ καλώ, πληθυντικὸν δὲ καλοί, καὶ ἐπὶ τῶν
θηλυκῶν καὶ οὐδετέρων ὁμοίως, οὕτω καὶ τῶν ἄρθρων τρεῖς φαμεν εἶναι
ἀριθμούς, καὶ ἔστιν ἑνικὸς μὲν ἀρσενικὸς ὁ, δυϊκὸς δὲ τώ, πληθυντικὸς
δὲ οἱ, καὶ θηλυκῶν δὲ καὶ οὐδετέρωνὁμοίως· καὶ ὥσπερ ἐν ὀνόμασι
πτώσεις πέντε, οὕτω καὶ ἐντῷ ἄρθρῳ, ὁ τοῦ τῷ τόν ὦ.
Γένη μὲν οὖν, ὁ ποιητής, ἡ ποίησις, τὸ ποίημα.] Εἰπὼν ὁ  
ποιητής ἐσήμανεν ἀρσενικὸν γένος, ἡ ποίησις δὲ θηλυκόν, τὸ ποίημα δὲ

οὐδέτερον· καὶ ἔδειξεν, ὅτι τὸ ἄρθρον πτωτικοῖς συναρτᾶται.


Ἀριθμοὶ τρεῖς, ἑνικός, δυϊκός, πληθυντικός· ἑνικὸς μὲν ὁ
ἡ τό, δυϊκὸς δὲ τώ τά, πληθυντικὸς δὲ οἱ αἱ τά.]  – Heliodori.
– Ἀριθμὸς ἑνικὸς ἀρσενικοῦ ἄρθρου ὁ, θηλυκοῦ ἡ, οὐδετέρου τό· ἀρι-
θμὸς δυϊκὸς ἀρσενικοῦ ἄρθρου τώ, θηλυκοῦ τά, οὐδετέρου τώ· ἀριθμὸς
πληθυντικὸς ἄρθρου ἀρσενικοῦ οἱ, θηλυκοῦ αἱ, οὐδετέρου τά. Πτώσεις
δὲ ἀρσενικοῦ μὲν ὁ τοῦ τῷ τόν ὦ, τώ τοῖν ὦ, οἱ τῶν τοῖς τούς ὦ·
θηλυκῶν δὲ ἡ τῆς τῇ τήν ὦ, τά ταῖν ὦ, αἱ τῶν ταῖς τάς ὦ· οὐδετέρων
δὲ τό τοῦ τῷ τό ὦ, τώ τοῖν ὦ, τά τῶν τοῖς τά ὦ.

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Marciana (partim


excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 419, line 1

μενα· καὶ ὥσπερ τῶν ὀνομάτων τρία γένη λέγομεν, ἀρσενικὸν μὲν ὁ
σοφός, θηλυκὸν δὲ ἡ σοφή, οὐδέτερον δὲ τὸ σοφόν, οὕτω καὶ τῶν ἄρ-
θρων τὰ ἰσάριθμα γένη, ἀρσενικὸν μὲν γένος ὁ, θηλυκὸν δὲ ἡ, οὐδέτερον
δὲ τό· καὶ ὥσπερ πάλιν ἐν ὀνόμασιν ἀριθμοὺς λέγομεν τρεῖς, ἑνικὸν μὲν
696

ἀρσενικὸν καλός, δυϊκὸν δὲ καλώ, πληθυντικὸν δὲ καλοί, καὶ ἐπὶ τῶν


θηλυκῶν καὶ οὐδετέρων ὁμοίως, οὕτω καὶ τῶν ἄρθρων τρεῖς φαμεν εἶναι
ἀριθμούς, καὶ ἔστιν ἑνικὸς μὲν ἀρσενικὸς ὁ, δυϊκὸς δὲ τώ, πληθυντικὸς
δὲ οἱ, καὶ θηλυκῶν δὲ καὶ οὐδετέρωνὁμοίως· καὶ ὥσπερ ἐν ὀνόμασι
πτώσεις πέντε, οὕτω καὶ ἐντῷ ἄρθρῳ, ὁ τοῦ τῷ τόν ὦ.
Γένη μὲν οὖν, ὁ ποιητής, ἡ ποίησις, τὸ ποίημα.] Εἰπὼν ὁ  
ποιητής ἐσήμανεν ἀρσενικὸν γένος, ἡ ποίησις δὲ θηλυκόν, τὸ ποίημα δὲ

οὐδέτερον· καὶ ἔδειξεν, ὅτι τὸ ἄρθρον πτωτικοῖς συναρτᾶται.


Ἀριθμοὶ τρεῖς, ἑνικός, δυϊκός, πληθυντικός· ἑνικὸς μὲν ὁ
ἡ τό, δυϊκὸς δὲ τώ τά, πληθυντικὸς δὲ οἱ αἱ τά.]  – Heliodori.
– Ἀριθμὸς ἑνικὸς ἀρσενικοῦ ἄρθρου ὁ, θηλυκοῦ ἡ, οὐδετέρου τό· ἀρι-
θμὸς δυϊκὸς ἀρσενικοῦ ἄρθρου τώ, θηλυκοῦ τά, οὐδετέρου τώ· ἀριθμὸς
πληθυντικὸς ἄρθρου ἀρσενικοῦ οἱ, θηλυκοῦ αἱ, οὐδετέρου τά. Πτώσεις
δὲ ἀρσενικοῦ μὲν ὁ τοῦ τῷ τόν ὦ, τώ τοῖν ὦ, οἱ τῶν τοῖς τούς ὦ·
θηλυκῶν δὲ ἡ τῆς τῇ τήν ὦ, τά ταῖν ὦ, αἱ τῶν ταῖς τάς ὦ· οὐδετέρων
δὲ τό τοῦ τῷ τό ὦ, τώ τοῖν ὦ, τά τῶν τοῖς τά ὦ.

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Londinensia


(partim excerpta ex Heliodoro) (4175: 006)“Grammatici Graeci, vol.
1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.P. 449, line 24

σθαι, μὴ γενόμενον δέ. Ἱκανὸς δὲ ὁ μῦθος δυσωπῆσαι δι' ἡδονῆς· ἡ γὰρ


μετὰ συλλογισμῶν ἀκρόασις πολλάκις τὸν ἀκούοντα πρὸς ἀντίρρησιν
κινεῖ· ἡ δὲ ποιητικὴ ἔχει μὲν τὸ προσαγωγὸν ἐκ τῆς ἡδονῆς, δυσωπεῖ δὲ
οὐκ ἐξ ἀγῶνος, ἀλλ' ὥσπερ φυσικῶς ἐναντιουμένη. Τοῦτον οὖν τὸν τρό-
πον φαίνεται καὶ Ὅμηρος πεποιηκέναι· ἐν ὅσῳ γὰρ ὁἀοιδὸς παρῆν
τῇ Κλυταιμνήστρᾳ, ἀπῆγεν αὐτὴν τοῦ περὶ πορνείαν ἔχειν, καὶ τοῦτο
ὁρῶντα Αἴγισθον πρότερον ἐκβαλόντα τὸν ἀοιδὸν οὕτως ἀναπεῖσαι.
Ἔστι δὲ ποιητικὴ ἀπαγγελία πραγμάτων διὰ μέτρων καὶ ῥυθμῶν
μετά τινος κατασκευῆς τὸ μυθῶδες, μετὰ καὶ τοῦ ἀληθοῦς ἐνίοτε συμ-
πεπλεγμένον, μετὰ καὶ ἱστορίας ἐν ποιᾷ λέξει περιέχουσα· ποιητὴς δὲ
ὁ κατὰ μετουσίαν τῆς ποιητικῆς τὸὄνομα ἐσχηκὼς τεχνίτης· ποίησις
δὲ κυρίως ἡ διὰ μέτρων ἐντελὴς ὑπόθεσις ἔχουσα ἀρχὰς καὶ μέσα καὶ
πέρατα· ποίημα δὲ μέρος ποιήσεως. Ποιήματος πλάσματα ἁδρόν, ἰσχνόν,

ἀνθηρὸν τὸ καὶ μέσον· ἁδρὸν τὸ διηρμένον ὄγκῳ τῷ κατὰ φύσιν, οἷον


Ν 126ἀμφὶ δ' ἄρ' Αἴαντας δοιοὺς ἵσταντο φάλαγγες· ἰσχνὸν
τὸ συνεσταλμένον ὄγκῳ τῷ κατὰ φύσιν, οἷον Λ 269ὡς δ' ὅτ' ἂν
ὠδίνουσαν ἔχῃ βέλος· ἀνθηρὸν τὸ μέσον ἀμφοῖν, οἷον τ 518ὡς
δ' ὅτε Πανδαρέου κούρη· ἀνθηρὸν δὲ λέγεται, ὅτι ἁρμόζει μάλιστα
697

πρὸς ἀπαγγελίαν λειμώνων καὶ ἀνθέων. Ἀντίκειται δὲ τῷ μὲν ἁδρῷ  


τὸ σκληρὸν καὶ τὸ βραχύ, τῷ δὲ ἰσχνῷ τὸ πλατὺ καὶ τὸ παχύ, τῷ δὲ
ἀνθηρῷ τὸ ἀγλευκὲς καὶ τὸ λογοειδές.

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Londinensia (partim


excerpta ex Heliodoro) P. 480, line 33

Ζ 165ὅς μ' ἔθελεν φιλότητι μιγήμεναι οὐκ ἐθελούσῃ,


Δ 109τοῦ κέρα ἐκ κεφαλῆς ἑκκαιδεκάδωραπεφύκει.
Ε 429ἀλλὰ σύγ' ἱμερόεντα μετέρχεο ἔργα γάμοιο,
Γ 24εὑρὼν ἢ ἔλαφον κεραὸν ἢ ἄγριον αἶγα.
Ἀλλ' εἰ τοῦτο ἦν ἀληθές, αὐτὰ ἂν μόνα ἐκαλεῖτο ῥαψῳδία, καὶ
οὐκέτι τὰ κατὰ τάξιν Ὁμήρου. Εἴρηνται δὲ τὰ τοιαῦτα κέντρωνες· καὶ
ὥσπερ κέντρων λέγεται περιβόλαιον τὸ ἐκ διαφόρων ῥακῶν συγκείμενον,

οὕτω καὶ τὰ ἐκ διαφόρων ἐπῶν συγκείμενα νοήματα κέντρωνες κα-


λοῦνται.
Ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος.] Κακῶς ἔφη τὴν ῥαψῳδίαν
μέρος ποιήματος· ἔδει γὰρ εἰπεῖν μέρος ποιήσεως· ποίησις γὰρ λέγεται
ἡ Ἰλιάς, ἡ Ὀδύσσεια, ποίημα δὲ ἡ ῥαψῳδία· μέρος δὲ τῆς ποιήσεώς
ἐστιν ἡ ῥαψῳδία, οὐ μὴν τοῦ ποιήματος· πῶς γὰρ δύναται εἶναι ῥα-  
ψῳδία μέρος τῆς ῥαψῳδίας; Φαμὲν οὖν ὅτι ὡς πρὸς τὴν γενικωτάτην
ποίησιν ποίημα ἂν εἴη πᾶσα ἡ Ἰλιάς, μέρος δὲ ποιήματος ἡ ῥαψῳδία.
Καὶ ἔστιν ὁ νοῦς οὕτως· ῥαψῳδία ἐστὶν ἀπόκομμα ποιήματος περιλαβὸν
καὶ ἐν ἑαυτῷ ἔχον ὀλίγην τινὰ καὶ μικρὰν περιπέτειαν, ὡς ἡ Α ἔχει
ὀργὴν Ἀχιλλέως, ἡ Β ἀπάτην ὀνείρου, ἡ δὲ Γ Ἀλεξάνδρου καὶ Μενε-
λάου μονομαχίαν. Καλῶς δὲ ἔφη τὴν ῥαψῳδίαν μέρος ποιήματος·
ποίημα
γὰρ ἡ Ἰλιάς, καὶ ποίημα ἕτερον ἡ Ὀδύσσεια, τὸ δὲ συναμφότερον ποί-
ησις, ἡ δὲ ῥαψῳδία μέρος ποιήματος. Ἔστι δὲ ποίημα φράσις ἔμμετρος

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Scholia Londinensia (partim


excerpta ex Heliodoro) P. 481, line 8

μέρος ποιήματος· ἔδει γὰρ εἰπεῖν μέρος ποιήσεως· ποίησις γὰρ λέγεται
ἡ Ἰλιάς, ἡ Ὀδύσσεια, ποίημα δὲ ἡ ῥαψῳδία· μέρος δὲ τῆς ποιήσεώς
ἐστιν ἡ ῥαψῳδία, οὐ μὴν τοῦ ποιήματος· πῶς γὰρ δύναται εἶναι ῥα-  
ψῳδία μέρος τῆς ῥαψῳδίας; Φαμὲν οὖν ὅτι ὡς πρὸς τὴν γενικωτάτην
ποίησιν ποίημα ἂν εἴη πᾶσα ἡ Ἰλιάς, μέρος δὲ ποιήματος ἡ ῥαψῳδία.
698

Καὶ ἔστιν ὁ νοῦς οὕτως· ῥαψῳδία ἐστὶν ἀπόκομμα ποιήματος περιλαβὸν


καὶ ἐν ἑαυτῷ ἔχον ὀλίγην τινὰ καὶ μικρὰν περιπέτειαν, ὡς ἡ Α ἔχει
ὀργὴν Ἀχιλλέως, ἡ Β ἀπάτην ὀνείρου, ἡ δὲ Γ Ἀλεξάνδρου καὶ Μενε-
λάου μονομαχίαν. Καλῶς δὲ ἔφη τὴν ῥαψῳδίαν μέρος ποιήματος·
ποίημα
γὰρ ἡ Ἰλιάς, καὶ ποίημα ἕτερον ἡ Ὀδύσσεια, τὸ δὲ συναμφότερον ποί-
ησις, ἡ δὲ ῥαψῳδία μέρος ποιήματος. Ἔστι δὲ ποίημα φράσις ἔμμετρος

καὶ ἔρρυθμος, ἀρχαιοτέρα καὶ σεμνοτέρα τῆς λογικῆς συντάξεως, κατὰ


τῶν ὑποκειμένων πραγμάτων ἢ ὡς ὑποκειμένων τιθεμένη, ὑποκειμένων
μὲνθείων τε καὶ ἀνθρωπίνων, ὡς ὑποκειμένων δέ, οἷον Σκύλλης,
Χιμαίρας καὶ τῶν ὁμοίων. Ποιητικὴ μὲν λέγεται ἡ ἕξις, ποιητὴς δὲ ὁ
μετέχων ποιητικῆς, ποίημα δὲὁ στίχος καὶ τὸ σύνταγμα τὸ ἐν τῷ
αὐτῷ ἀρχὴν καὶ τέλος ἔχον, ὁποῖόν ἐστι τὸ Κ τῆς Ἰλιάδος, ἡ νυκτε-
γερσία· ποίησις δὲ ἥτις ἀρχὴν μὲν οὐκ ἔχει ἐν τοῖς προτέροις, τὸ δὲ
νόημα ἐν τοῖς ἐχομένοις ἀποτελεῖ.
Φασὶ δὲ ὡς ἀπώλοντο τὰ τοῦ Ὁμήρου· τότε γὰρ οὐ γραφῇ παρε-
δίδοτο, ἀλλὰ μόνῃ διδασκαλίᾳ καὶ ὡς ἂν μνήμῃ μόνῃ ἐφυλάττετο·
καὶ ᾔδει ὁ μὲν τυχὸν ἑκατὸν στίχους, ὁ δὲ πεντήκοντα, ἄλλος δὲ ὅσους ἂν

ἔτυχε· καὶ ἤμελλε λήθῃ παραδίδοσθαι ἡ τοιαύτη ποίησις. Ἀλλὰ Πεισί-


στρατος θέλων καὶ ἑαυτῷ δόξαν περιποιήσασθαι etc. = Σd 29, 23
– 30, 24.
Εἴρηται δὲ ῥαψῳδία οἱονεὶ ῥαβδῳδία τις οὖσα.] Ῥαβδῳδία
τις οὖσα τὸ πρότερον ῥαψῳδία ἐκλήθη κατὰ μεταβολὴν τοῦ βδεἰς ψ·
συγγενῆ γὰρ ἀλλήλοις τὰ στοιχεῖα. Ῥάβδον δὲ δαφνίνην κατέχοντες
ᾖδον τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη· ἢ διὰ τὸ ἀειθαλὲς τοῦ φυτοῦ etc. = Σm 316,
2 – 19.
Φέρεται ἔν τισιν ἱστορίαις περὶ τῆς τοῦ Ὁμήρου ποιήσεως οὕτως, ὅτι τῷ
ἐν
βασιλεῦσι γενναιοτάτῳ Ἀλεξάνδρῳ προσήνεγκάν τινες Ἰνδῶν βασιλεῖς
κιβώτιον πάνυ
ὡραῖον ὡς δῶρον ἐκ λίθων πολυτίμων καὶ μαργάρων κατεσκευασμένον.

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Commentariolus


Byzantinus (4175: 007)“Grammatici Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard, A.
Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.P. 569, line 39

αὐτοῦ, οἷον «ὁ μακαριώτατος ἀπόστολος τῶν προσκαίρων ἀγαθῶν


καταφρονήσας
ἠκολούθησε τῷ Χριστῷ»· ἐπὶ δὲ τοῦ Ἰουλιανοῦ τραχεῖαν καὶ κατάπικρον
φωνὴν
699

ἀφίεμεν πρέπουσαν τῷ βίῳ αὐτοῦ, οἷον «ὁ ἀθλιώτατος Ἰουλιανὸς διὰ


πρόσκαιρον
ἀπόλαυσιν ἀπέστη ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ».  – »Τὰ δὲ ἐλεγεῖα λιγυρῶς».
Ἐλεγεῖον δέ
ἐστι μέτρον διαφέρον τοῦ ἰαμβικοῦ μέτρου καὶ ἡρωϊκοῦ, πέντε πόδας
ἐπιδεχόμενον.
Ἐχρῶντο δὲ οἱ ἀρχαῖοι τῷ μέτρῳ τούτῳ ἐν τοῖς τάφοις· ἐλεγεῖον δὲ
ἐκλήθη διὰ
τὸ καὶ τὰς γυναῖκας λιγυρᾷ τῇ φωνῇ κλαίειν ἐν τοῖς τάφοις καὶ λέγειν αἴ
αἴ.  –  
»Τὸ δὲ ἔπος εὐτόνως». Ἔπος δέ ἐστι καθ' ἕνα μὲν τρόπον λόγος, κατὰ δὲ
δεύτερον
λόγων ἀκολουθία· καὶ δεῖ τὸν ἀναγινώσκοντα εὐτόνως, τουτέστιν
ἰσχυρῶς καὶ κρα-
ταιῶς, ἐπακολουθεῖν τῇ ἀναγνώσει, καὶ μὴ ποιεῖν ἐκκοπὰς καὶ χωρισμοὺς
συλλαβῶν
καὶ λέξεων ἐν αἷς οὐ πρέπει.  – »Τὴν δὲ Λυρικὴν ποίησιν ἐμμελῶς».
Λυρικὴ ποίησις οὖν ἐστιν ἡ τὰ ᾀσματικὰ ποιήματα περιέχουσα. Δεῖ δὲ
τὸν ποιητὴν ἔμπειρον εἶναι τῆς μουσικῆς, ἵνα μελίζῃ καλῶς τὰ
ποιήματα, οἷον ἐάν τις θέλῃ ποιῆσαι κανόνα, πρῶτον δεῖ μελίσαι τὸν
εἱρμόν, εἶτα ἐπαγαγεῖν τὰ τροπάρια ἰσοσυλλαβοῦντα καὶ ὁμοτονοῦντα τῷ
εἱρμῷ καὶ τὸν σκοπὸν ἀποσῴζοντα.  – »Τοὺς δὲ οἴκτους ὑφειμένως
καὶ γοερῶς». Οἶκτος δέ ἐστιν εὐσπλαγχνία, γόος δὲ θρῆνος. Καὶ δεῖ τὸν
ἀναγινώ-  
σκοντα, ὅταν ἀναγινώσκῃ περί τινων ἐν ἀνάγκαις περιπεσόντων,
σπλαγχνίζεσθαι καὶ
γοερᾷ τῇ φωνῇ ἤγουν θρηνητικῇ ἀναγινώσκειν, μιμούμενον τὰς φωνὰς
καὶ τὰ ἤθη
τῶν ἐν ἀνάγκαις περιπεσόντων.  – »Τὰ γὰρ μὴ παρὰ τὴν τούτων γινόμενα
ὧν
εἴπαμεν παρατήρησιν καὶ τὰς τῶν ποιητῶν ἀρετὰς καταρρυπαίνει καὶ τὰς
ἕξεις τῶν
ἀναγινωσκόντων καταγελάστους παρίστησιν».

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Commentariolus


Byzantinus
P. 580, line 10

πων τε καὶ ἐκγλίσεων». «Μετέχει οὖν ὀνομάτων καὶ ῥημάτων, τῶν μὲν
ὀνομάτων  
τὰ παρεπόμενα πάντα, καὶ τῶν ῥημάτων τὰ παρεπόμενα πάντα ἄνευ
700

προσώπων καὶ
ἐγκλίσεων.

§ 16. Περὶ ἄρθρου.

»Ἄρθρον ἐστὶ μέρος λόγου πτωτικόν, προτασσόμενον καὶ


ὑποτασσόμενον τῆς
κλίσεως τῶν ὀνομάτων· προτακτικὸν μὲν ὁ, ὑποτακτικὸν δὲ ὅς»· καὶ
προτακτικὸν
μέν, οἷον Ps. 1, 1μακάριος ὁ ἀνὴρ ἐκεῖνος, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ
ἀσεβῶν· ἰδοὺ ἐνταῦθα ἐν μὲν τῇ πρώτῃ λέξει προτάσσεται τὸ ἄρθρον, ἐν
δὲ τῇ
δευτέρᾳ ὑποτάσσεται.  – »Παρέπεται δὲ αὐτῷ τρία, γένη, ἀριθμοί,
πτώσεις· γένη
μὲν οὖν εἰσι τρία, ὁ ποιητής, ἡ ποίησις, τὸ ποίημα». Ἰδοὺ ἐνταῦθα ὁ
ποιητής
ἀρσενικοῦ γένους ἐστίν, ἡ δὲ ποίησις θηλυκοῦ, τὸ δὲ ποίημα
οὐδετέρου.  – »Ἀριθμοὶ
τρεῖς, ἑνικός, δυϊκός, πληθυντικός· ἑνικὸς μὲν ὁ ἡ τό». Ἰδοὺ τῶν τριῶν
γενῶν τὰ
ἄρθρα· τὸ μὲν ὁ ἀρσενικοῦ, τὸ δὲ ἡ θηλυκοῦ, τὸ δὲ τό οὐδετέρου.  –
Πτώσεις δὲ
ὁ τοῦ τῷ τόν ὦ, οἷον ὁ ἄνθρωπος, τοῦ ἀνθρώπου, τῷ ἀνθρώπῳ, τὸν
ἄνθρωπον,
ὦ ἄνθρωπε· θηλυκὰ ἡ τῆς τῇ τήν ὦ, οἷον ἡ γυνή, τῆς γυναικός, τῇ
γυναικί, τὴν
γυναῖκα, ὦ γύναι· οὐδέτερα τό τοῦ τῷ τό ὦ, οἷον τὸ μέλι, τοῦ μέλιτος, τῷ
μέλιτι,
τὸ μέλι, ὦ μέλι. Δυϊκὰ ἀρσενικῶν τώ τοῖν ὦ, οἷον τὼ ἀνθρώπω, τοῖν
ἀνθρώποιν,
ὧ ἀνθρώπω· δυϊκὰ θηλυκὰ τά ταῖν ὦ, οἷον τὰ Ἑλένα, ταῖν Ἑλέναιν, ὦ
Ἑλένα.
Πληθυντικὰ ἀρσενικῶν οἱ τῶν τοῖς τούς ὦ, οἷον οἱ ἄνθρωποι, τῶν
ἀνθρώπων, τοῖς
ἀνθρώποις, τοὺς ἀνθρώπους, ὦ ἄνθρωποι· πληθυντικὰ θηλυκὰ αἱ τῶν
ταῖς τάς ὦ,

Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο Θράκα. Commentariolus


Byzantinus
P. 580, line 11
701

§ 16. Περὶ ἄρθρου.

»Ἄρθρον ἐστὶ μέρος λόγου πτωτικόν, προτασσόμενον καὶ


ὑποτασσόμενον τῆς
κλίσεως τῶν ὀνομάτων· προτακτικὸν μὲν ὁ, ὑποτακτικὸν δὲ ὅς»· καὶ
προτακτικὸν
μέν, οἷον Ps. 1, 1μακάριος ὁ ἀνὴρ ἐκεῖνος, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ
ἀσεβῶν· ἰδοὺ ἐνταῦθα ἐν μὲν τῇ πρώτῃ λέξει προτάσσεται τὸ ἄρθρον, ἐν
δὲ τῇ
δευτέρᾳ ὑποτάσσεται.  – »Παρέπεται δὲ αὐτῷ τρία, γένη, ἀριθμοί,
πτώσεις· γένη
μὲν οὖν εἰσι τρία, ὁ ποιητής, ἡ ποίησις, τὸ ποίημα». Ἰδοὺ ἐνταῦθα ὁ
ποιητής
ἀρσενικοῦ γένους ἐστίν, ἡ δὲ ποίησις θηλυκοῦ, τὸ δὲ ποίημα
οὐδετέρου.  – »Ἀριθμοὶ
τρεῖς, ἑνικός, δυϊκός, πληθυντικός· ἑνικὸς μὲν ὁ ἡ τό». Ἰδοὺ τῶν τριῶν
γενῶν τὰ
ἄρθρα· τὸ μὲν ὁ ἀρσενικοῦ, τὸ δὲ ἡ θηλυκοῦ, τὸ δὲ τό οὐδετέρου.  –
Πτώσεις δὲ
ὁ τοῦ τῷ τόν ὦ, οἷον ὁ ἄνθρωπος, τοῦ ἀνθρώπου, τῷ ἀνθρώπῳ, τὸν
ἄνθρωπον,
ὦ ἄνθρωπε· θηλυκὰ ἡ τῆς τῇ τήν ὦ, οἷον ἡ γυνή, τῆς γυναικός, τῇ
γυναικί, τὴν
γυναῖκα, ὦ γύναι· οὐδέτερα τό τοῦ τῷ τό ὦ, οἷον τὸ μέλι, τοῦ μέλιτος, τῷ
μέλιτι,
τὸ μέλι, ὦ μέλι. Δυϊκὰ ἀρσενικῶν τώ τοῖν ὦ, οἷον τὼ ἀνθρώπω, τοῖν
ἀνθρώποιν,
ὧ ἀνθρώπω· δυϊκὰ θηλυκὰ τά ταῖν ὦ, οἷον τὰ Ἑλένα, ταῖν Ἑλέναιν, ὦ
Ἑλένα.
Πληθυντικὰ ἀρσενικῶν οἱ τῶν τοῖς τούς ὦ, οἷον οἱ ἄνθρωποι, τῶν
ἀνθρώπων, τοῖς
ἀνθρώποις, τοὺς ἀνθρώπους, ὦ ἄνθρωποι· πληθυντικὰ θηλυκὰ αἱ τῶν
ταῖς τάς ὦ,
οἷον αἱ γυναῖκες, τῶν γυναικῶν, ταῖς γυναιξί, τὰς γυναῖκας, ὦ γυναῖκες.

Anonymi In Aristotelis Sophisticos Elenchos Phil., In Aristotelis


sophisticos elenchos paraphrasis (4193: 012)“Anonymi in Aristotelis
sophisticos elenchos paraphrasis”, Ed. Hayduck, M.Berlin: Reimer,
1884; Commentaria in Aristotelem Graeca 23.4.Sec. 55, line 8
702

ἐλέγχου ἄγνοιαν. ἐχρῆν οὖν περὶ συλλογισμοῦ ἐσκέφθαι πρότερον ἢ περὶ


ψευδοῦς ἐλέγχου· ἔστι γὰρ ὁ τοιοῦτος ἔλεγχος φαινόμενος συλλογισμὸς
ἀντιφάσεως. διὸ καὶ εἰ μέλλει γενήσεσθαι, δεῖ τὸ αἴτιον τῆς ἀπάτης ἢ ἐν
τῷ | συλλογισμῷ μόνῳ εἶναι (λέγω δὲ τοῦτο, ὅταν ἐν τῷ συμπεράσματι),
ἢ ἐν τῇ ἐρωτήσει τῇ κατ' ἀντίφασιν προτεινομένῃ καὶ τῇ πλοκῇ τῶν
προτάσεων τῷ διττὸν ἢ ἀμφίβολον εἶναι τὸ δοθὲν ἐν προτάσεσιν, ἢ ἐν
ἀμφοῖν· ὁ δ' ἐν μηδετέρῳ ἀληθὴς συλλογισμός. τὸ μὲν οὖν Σωκράτην
βαδίζειν νῦν καθήμενον ἐν τῷ συμπεράσματι τῷ ἐλλεῖψαι· αἱ γὰρ προτά-
σεις ἄληπτοι· τὸ δὲ σιγῶντα λέγειν ἐν τῇ τῆς ἐρωτήσεως ἀντιφάσει καὶ
τῷ ἀμφίβολον λαβέσθαι πρότασιν, τὸ μέντοι συμπέρασμα ἀληθὲς τὸ
ἔστιν
ἄρα σιγῶντα λέγειν. τὸ δ' ὅτι ἡ Ὁμήρου ποίησις σχῆμα, διότι κύκλος,
καὶ ὃ μὴ ἔχει δοίη τις, ἐν ἀμφοῖν· ὅ τε γὰρ κύκλος διπλοῦν, ἥ τε ποίησις
ὡς περὶ τὰ αὐτὰ στρεφομένη καὶ τὸ παρὰ γεωμέτραις σχῆμα, καὶ τὸ
συμπέρασμα ὅτι ἡ ποίησις σχῆμα ἐπίπεδον ψευδές. πάλιν, ἆρ' ὃ μὴ ἔχει
τις, δοίη ἄν; οὔ· τί δέ; ὃ μὴ ἔχει τις ταχέως, δοίη ἂν ταχέως; ναί.
ἄρ' οὖν ὃ μὴ ἔχει τις, δοίη ἄν. οὕτω δὲ ἔδει συμπερᾶναι ‘ὃ ἄρα μὴ
ἔχει τις ταχέως, δοίη ἂν ταχέως’, καὶ οὕτως ἔδει ἐρωτῆσαι ‘ἆρ' ὃ ἔχει τις,
δοίη ἂν ὡς οὐκ ἔχει, ἢ οὔ;’ ἀλλ' οὐχὶ ὃ μὴ ἔχει τις δοίη ἄν.
 Ἀλλὰ δὴ ὅθεν ἦλθεν ὁ λόγος, ἐπανιτέον, καὶ ἔτι προσωτέρω τοὺς
ἐλέγχους ἀγάγωμεν τὴν τῶν οὕτω διαιρούντων ἐπὶ πλέον δόξαν
εὐθύνοντες.

Anonymi In Aristotelis Sophisticos Elenchos Phil., In Aristotelis


sophisticos elenchos paraphrasis Sec. 55, line 9

ψευδοῦς ἐλέγχου· ἔστι γὰρ ὁ τοιοῦτος ἔλεγχος φαινόμενος συλλογισμὸς


ἀντιφάσεως. διὸ καὶ εἰ μέλλει γενήσεσθαι, δεῖ τὸ αἴτιον τῆς ἀπάτης ἢ ἐν
τῷ | συλλογισμῷ μόνῳ εἶναι (λέγω δὲ τοῦτο, ὅταν ἐν τῷ συμπεράσματι),
ἢ ἐν τῇ ἐρωτήσει τῇ κατ' ἀντίφασιν προτεινομένῃ καὶ τῇ πλοκῇ τῶν
προτάσεων τῷ διττὸν ἢ ἀμφίβολον εἶναι τὸ δοθὲν ἐν προτάσεσιν, ἢ ἐν
ἀμφοῖν· ὁ δ' ἐν μηδετέρῳ ἀληθὴς συλλογισμός. τὸ μὲν οὖν Σωκράτην
βαδίζειν νῦν καθήμενον ἐν τῷ συμπεράσματι τῷ ἐλλεῖψαι· αἱ γὰρ προτά-
σεις ἄληπτοι· τὸ δὲ σιγῶντα λέγειν ἐν τῇ τῆς ἐρωτήσεως ἀντιφάσει καὶ
τῷ ἀμφίβολον λαβέσθαι πρότασιν, τὸ μέντοι συμπέρασμα ἀληθὲς τὸ
ἔστιν
ἄρα σιγῶντα λέγειν. τὸ δ' ὅτι ἡ Ὁμήρου ποίησις σχῆμα, διότι κύκλος,
καὶ ὃ μὴ ἔχει δοίη τις, ἐν ἀμφοῖν· ὅ τε γὰρ κύκλος διπλοῦν, ἥ τε ποίησις
ὡς περὶ τὰ αὐτὰ στρεφομένη καὶ τὸ παρὰ γεωμέτραις σχῆμα, καὶ τὸ
συμπέρασμα ὅτι ἡ ποίησις σχῆμα ἐπίπεδον ψευδές. πάλιν, ἆρ' ὃ μὴ ἔχει
τις, δοίη ἄν; οὔ· τί δέ; ὃ μὴ ἔχει τις ταχέως, δοίη ἂν ταχέως; ναί.
ἄρ' οὖν ὃ μὴ ἔχει τις, δοίη ἄν. οὕτω δὲ ἔδει συμπερᾶναι ‘ὃ ἄρα μὴ
ἔχει τις ταχέως, δοίη ἂν ταχέως’, καὶ οὕτως ἔδει ἐρωτῆσαι ‘ἆρ' ὃ ἔχει τις,
703

δοίη ἂν ὡς οὐκ ἔχει, ἢ οὔ;’ ἀλλ' οὐχὶ ὃ μὴ ἔχει τις δοίη ἄν.
 Ἀλλὰ δὴ ὅθεν ἦλθεν ὁ λόγος, ἐπανιτέον, καὶ ἔτι προσωτέρω τοὺς
ἐλέγχους ἀγάγωμεν τὴν τῶν οὕτω διαιρούντων ἐπὶ πλέον δόξαν
εὐθύνοντες.
πότερον οἱ ἐν τοῖς μαθήμασι παραλογισμοί, οἳ καὶ πειραστικοὶ λέγονται,
κατὰ τὴν τοῦ ἐρωτωμένου εἰσὶ διάνοιαν ἢ οὔ; ἀλλὰ πῶς ἂν εἶεν;

Anonymi In Aristotelis Sophisticos Elenchos Phil., In Aristotelis


sophisticos elenchos paraphrasis Sec. 55, line 11

τῷ | συλλογισμῷ μόνῳ εἶναι (λέγω δὲ τοῦτο, ὅταν ἐν τῷ συμπεράσματι),


ἢ ἐν τῇ ἐρωτήσει τῇ κατ' ἀντίφασιν προτεινομένῃ καὶ τῇ πλοκῇ τῶν
προτάσεων τῷ διττὸν ἢ ἀμφίβολον εἶναι τὸ δοθὲν ἐν προτάσεσιν, ἢ ἐν
ἀμφοῖν· ὁ δ' ἐν μηδετέρῳ ἀληθὴς συλλογισμός. τὸ μὲν οὖν Σωκράτην
βαδίζειν νῦν καθήμενον ἐν τῷ συμπεράσματι τῷ ἐλλεῖψαι· αἱ γὰρ προτά-
σεις ἄληπτοι· τὸ δὲ σιγῶντα λέγειν ἐν τῇ τῆς ἐρωτήσεως ἀντιφάσει καὶ
τῷ ἀμφίβολον λαβέσθαι πρότασιν, τὸ μέντοι συμπέρασμα ἀληθὲς τὸ
ἔστιν
ἄρα σιγῶντα λέγειν. τὸ δ' ὅτι ἡ Ὁμήρου ποίησις σχῆμα, διότι κύκλος,
καὶ ὃ μὴ ἔχει δοίη τις, ἐν ἀμφοῖν· ὅ τε γὰρ κύκλος διπλοῦν, ἥ τε ποίησις
ὡς περὶ τὰ αὐτὰ στρεφομένη καὶ τὸ παρὰ γεωμέτραις σχῆμα, καὶ τὸ
συμπέρασμα ὅτι ἡ ποίησις σχῆμα ἐπίπεδον ψευδές. πάλιν, ἆρ' ὃ μὴ ἔχει
τις, δοίη ἄν; οὔ· τί δέ; ὃ μὴ ἔχει τις ταχέως, δοίη ἂν ταχέως; ναί.
ἄρ' οὖν ὃ μὴ ἔχει τις, δοίη ἄν. οὕτω δὲ ἔδει συμπερᾶναι ‘ὃ ἄρα μὴ
ἔχει τις ταχέως, δοίη ἂν ταχέως’, καὶ οὕτως ἔδει ἐρωτῆσαι ‘ἆρ' ὃ ἔχει τις,
δοίη ἂν ὡς οὐκ ἔχει, ἢ οὔ;’ ἀλλ' οὐχὶ ὃ μὴ ἔχει τις δοίη ἄν.
 Ἀλλὰ δὴ ὅθεν ἦλθεν ὁ λόγος, ἐπανιτέον, καὶ ἔτι προσωτέρω τοὺς
ἐλέγχους ἀγάγωμεν τὴν τῶν οὕτω διαιρούντων ἐπὶ πλέον δόξαν
εὐθύνοντες.

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


(4235: 002)“Rhetores Graeci, vol. 6”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834,
Repr. 1968.6, P. 112, line 22

τὸ φασὶν, ἀντὶ τοῦ ἐπιστέλλουσιν, ἐξαιρέτως δὲ Διονύ-


σιος πρός τινα, ὅτι τόδε καὶ τόδε συγγράψας ἀπέστειλα.
 ληʹ. Περὶ μέντοι παντὸς λόγου·οὐδὲν, φησὶ,
περὶ τῶν καθόλου φροντίσαντες, εἴτε ἐν μέτροις, ἐν μέ-
τροις μὲν, ὡς ἐν τοῖς λυρικοῖς, ἐν ποιήσει δὲ, ὡς ἐν τοῖς
ἐπικοῖς καὶ δραματικοῖς· μέτρα μὲν λέγονται οὐχ οἱ πόδες,
ἀλλ' αἱ συζυγίαι, καθὼς λέγονται μονόμετρα, δίμετρα,
704

καὶ κατὰ πάσας τὰς τῶν τοιούτων διαστολὰς, ποιήματα


δὲ τὰ τέλεια ἔχοντα τὸν στίχον διὰ πασῶν αὐτοῦ τῶν συ-
ζυγιῶν περανθέντα· καταλογάδην δὲ ὡς ἐν τοῖς πεζοῖς· ἡ
μὲν γὰρ ποίησις ἄσχετός ἐστι καὶ οὐ φροντίζουσα ἀνταπο-
δόσεως ἀριθμοῦ στίχων ἐν ταῖς περιόδοις, ὡς Ὅμηρος,
Ἡσίοδος καὶ οἱ παραπλήσιοι· διὸ καὶ ἐπικοὶ λέγονται,
ὡς ἑπομένας ἔχοντες τὰς περιόδους καὶ τοὺς πόδας ἀλλή-
λοις, ἀλλ' οὐ στροφαῖς καὶ ἀντιστοφαῖς δουλεύοντες.
Τίνες δέ εἰσιν αὗται, ἐροῦμεν προϊόντες· μέτρα δὲ καὶ
αὐτοὶ οἱ ῥυθμοὶ λέγονται, τουτέστιν οἱ πόδες, καὶ ἡ
τούτων αὐτῶν ἐν τοῖς χρόνοις μέτρησις, καὶ αἱ συζυγίαι,
καὶ αἱ τῶν ποδῶν συνθέσεις, ἃς καὶ αὐτὰς ἐροῦμεν· κα-  
ταλογάδην δὲ ὁ πεζὸς λόγος λέγεται,

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 121, line 16

τον λέγω· ἰδοὺ φανερῶς τὸ τῆς ἐννοίας σχῆμα μέθοδον


εἶπε· καὶ πάλιν περὶ τῆς ἐπικρίσεως, ἥτις προδήλως σχῆ-
μά ἐστι, μικρὸν ὕστερόν που ἐρεῖ, εἴτε οὖν σχῆμα ἡ ἐπί-
κρισις, εἴτε μέθοδος τῶν καλλωπιζόντων ἐστίν· ὥστε τὰ
πάθη τῆς ψυχῆς τὰ μετὰ ἐπιστήμης καὶ λόγου γενόμενα
σχήματα ὄντα μέθοδοί εἰσι καὶ τρόποι τῆς ἐξαγγελίας
τῶν νοημάτων καὶ οὐδὲν ἕτερον, κἄν τινες διαῤῥήγνυν-
ται φιλονεικοῦντες.  – Αὖθις εἰς τό· τῆς δ' αὖ λέξεως·
εἴρηται, ὡς ἡ ἰδιότης τῶν λέξεων τὰ σχήματα ποιεῖ, λέ-
ξεων δὲ ἰδιότης ἡ ποικίλη αὐτῶν μετάθεσις καὶ μετα-
ποίησις καὶ ἐκφώνησις, ἀφ' ὧν τὰ κῶλα γίνονται βρα-
χέα ἢ μεγάλα, ἤ τινα τοιαῦτα καὶ τὰ λοιπὰ δῆλα.
 ηγʹ. Ἡ γὰρ ποιὰ σύνθεσις καὶ ἁρμονία·νῦν
μὲν ἰάμβους ἔχουσα, νῦν δὲ τροχαίους, νῦν δὲ ἀμφότερα, καὶ
νῦν μὲν σπονδεῖον, νῦν δὲ δάκτυλον καὶ ἀναμὶξ, καὶ ποτὲ μὲν
καθαροὺς τριχρόνους ἢ τετραχρόνους ἢ πενταχρόνους ἢ
ἑξαχρόνους ἢ ἑπταχρόνους, ποτὲ δὲ ἀναμὶξ καὶ ἑτερογενεῖς,
περὶ ὧν ὕστερον ἐροῦμεν, ποιεῖ τὸ τοιόνδε ἀλλὰ μὴ τοι-
όνδε εἶναι τὸν ῥυθμόν· ἡ δὲ ἀνάπαυσίς ἐστι ποὺς ἢ
συζυγία ἢ λέξις, ἐν ᾗ τὸ κῶλον πληροῦται,

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 166, line 9
705

ἂν εἴη ποιητικὴ μὲν, οὐ μὴν ποίημα, καὶ ἐμμελὴς μὲν,


οὐ μέλος δέ·” ὡς καὶ Ἰσοκράτης· “ὅλως δὲ ὁ λόγος μὴ  
λόγος ἔστω, ξηρὸν γὰρ, μηδὲ ἔμμετρος, καταφανὲς γὰρ,
ἀλλὰ μεμίχθω παντὶ ῥυθμῷ, ἰαμβικῷ μάλιστα ἢ τρο-
χαϊκῷ·” τούτοις ἑπόμενος ὁ τεχνικὸς τὴν ποιὰν συνθή-
κην τροχαϊκὴν ἢ δακτυλικὴν ἤ τι τῶν τοιούτων εἶναι
ἀξιοῖ.
 κθʹ. Μετὰ τῆς ἀναπαύσεως οὐδὲν ἀλλ' ἢ μέ-
τρον τε καὶ μὴ μέτρον εἶναι δεῖ·μέτρον μὲν, ὡς
ἔχουσαν τοὺς οἰκείους πόδας, οὐ μέτρον δὲ, ὡς τὸ
ἀκριβὲς οὐ σώζουσα, ὡς ἡ ποίησις.
 λʹ. Τοιόνδε μέντοι κατὰ τόνδε·Τροχαϊκὸν μὲν
καὶ ἰαμβικὸν ἐπὶ τῆς καθαρότητος· σπονδειακὸν δὲ καὶ
δακτυλικὸν ἐπὶ τῆς σεμνότητος, καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τὰ
κατάλληλα, ὡς δειχθήσεται· ποιητικὸν δὲ μέτρον ἐστὶ πο-
δῶν ἢ βάσεων σύνταξις αἰσθήσει τῆς ἀκοῆς παραλαμ-
βανόμενον· ποδῶν μὲν τῶν ῥυθμῶν, οἷον ἰάμβου, τρο-
χαίου καὶ τῶν ἄλλων· βάσεων δὲ τῶν κώλων,

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 230, line 26

ἀγαπητοῖς ὕπνον ἀπολαβοῦσα, ἀντὶ τοῦ, ὡς ὠφείλετο λα-


βεῖν ἐσπούδασας, καὶ πάλιν· δύο γὰρ ὡς τὰ πολλὰ μα-
χομένων ἀλλήλοις καὶ ἀντικαθισταμένων ἀντὶ τοῦ· δύο
μάχεται καὶ ἀντικαθίσταται· καὶ τὰ ἑξῆς σαφῆ, καὶ γὰρ
αἱ μετοχαὶ καὶ αἱ ἀντωνυμίαι ὀνόματά εἰσι μετοχῶν, ὡς
τὰ προῤῥηθέντα ἀντωνυμίαι· καὶ τούτων ὡς τοῦ λουτροῦ
σφᾶς οὐ παραδεχομένου καὶ αὐτὸ προστησαμένου θεόν.
 μηʹ. Ὥσπερ ὁ Θουκυδίδης·λέγει γὰρ ὁ Θουκυ-
δίδης ταῦτα, τοῦ μὲν τολμᾷν τόλμα, τοῦ μέλειν μέλησις,
τοῦ προμηθεῖσθαι προμηθὴς, φιλῶ φίλημα, ποιῶ ποίησις καὶ τὰ ὅμοια.
 μθʹ. Εἰ δέ τι ἐν τούτοις καὶ σκληρότητος ἢ
τραχύτητος.Τραχεῖαι μὲν αἱ πλέον τετραμμέναι,
σκληραὶ δὲ αἱ ἀτόπῳ τῇ μεταφορᾷ χρησάμεναι· τὸ γὰρ
προσώποις μόνον ἁρμόδιον· φιλέταιρος γὰρ κύριον ἀδελ-
φοῦ εὐμενοῦς· πεζαίτερος τάξεως στρατιωτικῆς, ἀλλ' οὐχὶ
πράγματα ἢ διάθεσις· φιλεταῖρος καὶ τὸ ἀλόγιστον καὶ  
τὸ προμηθής· ὁμοίως προσώπων· σκληρὰ δὲ διὰ τὴν ἐπ-
αλληλίαν τῶν συμφώνων τοῦ δ καὶ ρ καὶ π· ἐπιτηδεύων
706

γὰρ ὁ Θουκυδίδης μεγέθους ἀντιλαμβάνεσθαι, εἶτα μὴ


ἀφικνούμενος διαῤῥίπτεται εἰς τὰ τοιαῦτα.

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 397, line 25

ὡς ἀληθῶς τὸ τοιαῦτα ποιεῖν· καὶ λέγειν καὶ πείθειν


οἴεσθαι· ὁ δὲ θεολόγος τὸ αὐτοῦ ἀξίωμα πανταχοῦ φυ-
λάσσων, ὅρα πῶς διὰ προσωποποιΐας γλυκύς ἐστι μά-
λιστα· ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, Ἅιδη,
τὸ νεῖκος; ἄπνους νεκρὸς ἀκίνητος καὶ εἰ τὸ σχῆμα σώ-
ζειν ὄφεως ἐν ὕψει στηλιτευόμενος.
 Ἀμφισβητήσειε δ' ἄν τις. Συριανοῦ καὶ τῶν ἑτέ-
ρων.
 ιεʹ. Κατὰ δίκην ἀντὶ τοῦ δικαίως, δικαίῳ λόγῳ.
 ιϛʹ. Ἐξουσία ποιητικὴ, ἀντὶ τοῦ ἐξουσίαν αὐτοῖς
καὶ νόμον ἡ ποίησις δίδωσι τοιαῦτα λέγειν· ῥήτορι δὲ
οὐδ' ὅλως, ὅτι βίαιά εἰσι, καὶ εἰς ψυχρότητα καὶ ἀη-
δίαν πολλὴν ἄγουσι τὸν λόγον· τὸ γὰρ τοῖς ἀψύχοις
φρόνησιν τιθέναι κακόζηλον, ἔχειν δὲ ἔφησεν ὅμως τὰ
τοιαῦτα γλυκύτητα, ἐλάττονα δὲ, οὐκ ἐν τοῖς πεζοῖς λό-
γοις, ἀλλ' ἐν τοῖς ποιητικοῖς.
 ιζʹ. Ταὐτὸν δὲ συμβαίνει καὶ εἴ τις τοῖς  
ἀλόγοις ζώοις·τὸ ταὐτὸν οὐ πρὸς τοὺς ποιητὰς
ἀποδέδοται, ἀλλὰ πρὸς τὸν Ἡρόδοτον· ἐπεὶ πῶς κατ'
ἔννοιαν ἔχει ἡδονὴν τὸ ἀπὸ τῶν ἐμψύχων ἴσην τῇ τῶν
ἀψύχων, ἔχει δὲ καὶ ταῦτα βίαια· τὸ γὰρ μειδιᾷν ὑπέρ

Severus Soph., Narrationes et ethopoeiae (4239: 001)


“Rhetores Graeci, vol. 1”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1832, Repr.
1968.Ch. Di, sec. 6, line 8

Τὸ κατὰ τὸν Ὦτον καὶ Ἐφιάλτην.

 Ὦτος καὶ Ἐφιάλτης Ἀλωέος προῆλθον ἴσα καὶ φρο-


νήματα καὶ μέτρον ἓν σώματος ἔχοντες· μεγέθει γὰρ
διαφέροντες σώματος, βατὸν ἑαυτοῖς τὸν οὐρανὸν κατε-
σκεύαζον· καὶ ὄρος ἐπ' ὄρει θέντες ἀνῄεσαν· χαλεπήνας
δὲ ἐπὶ τούτοις ὁ Ζεὺς ἑνὶ κεραυνῷ τὴν ἐπιχείρησιν ἔπαυ-
707

σε· δακρύουσα δὲ τὸ πάθος ἡ ἀδελφὴ δένδρου φύσιν


ἠλλάξατο· καὶ μεταβαλοῦσα τὴν φύσιν, τὸ μέγεθος οἵα
γέγονεν, ἔμεινεν· ὅθεν ἡ ποίησις οὐρανομήκη τὴν ἐλάτην
προσήγαγεν.  –  

ΗΘΟΠΟΙΙΑΙ Τίνας ἂν εἴποι λόγους Αἰσχίνης, εὑρὼν παρὰ


Δημοσθένει εἰκόνα Φιλίππου.

 Εὖγε τῆς δίκης, οὐκ ἐώσης διὰ παντὸς λανθάνειν


τρόπον πονηρευόμενον· κηρὸς τὴν προδοσίαν, οὐ κατή-
γορος ἤλεγξεν. εὕρηται Δημοσθένης καινότερον τιμῶν  
τοὺς ἐχθροὺς, οὐ μόνον φαινομένους τοῖς σώμασιν, ἀλ-
λὰ καὶ γραφομένους τοῖς χρώμασι. μόνος ἐδόκει φιλό-
πολις ὁ παρ' ἡμῖν εἰσαγαγὼν τὸν πολέμιον

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus


et sapientibus multis (Σb) (recensio aucta e cod. Co Alphabetic entry
alpha, p. 158, line 1

ἀσχέδωρος: παρ' Αἰσχύλῳ ὁ ἐκ τῆς ἰδίας ἀλκῆς


 ἄσχετα δωρούμενος, οἷον βίαιος. Ἰταλιῶται τὸν σύα-
 γρον ἀσχέδωρονκαλοῦσιν.
ἀσώδης ἐστίν: ἐφυλώδης δὲ Αἰσχύλος. ὁ δ' ἰατρὸς
 τὸν πρὸς τὰ σιτία ἀτάκτως διακείμενον καὶ ἀηδῶς.
ἀσώτως: αἰσχρῶς.
ἀταλαίπωρον: ἄπονον. ἢ τὸ ἐξ ἑτοίμου λεγόμενον
 καὶ οὐ μετὰ ἀποδείξεως. ἢ τὸ εὐχερὲς καὶ φανερόν.
ἀταλαιπώρως: ῥᾳθύμως, ὀλιγώρως. Ἀριστοφάνης
 Δαναΐσιν·  
  οὕτως αὐτοῖς ἀταλαιπώρως ἡ ποίησις
   διέκειτο.
ἀτάλαντον: ἴσον, παραπλήσιον.
ἀταλῇσιν: ἁπαλαῖς, νεογναῖς.
ἀταμίευτον: ἀδιοίκητον. ἢ οὗ περ οὐκ ἔστι ταμιεῖον.
 λέγεται δὲ καὶ τὸ πρόχειρον καὶ ἐν ἑτοίμῳ.
ἀτάρ: καὶ δή. ἢ πλήν, ἅτε δή. ἢ ὅμως. ἀντὶ τοῦ δέ.
ἀτάρ: δέ, πλήν, ὅμως.

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus


et sapientibus multis (Σb) (recensio aucta e cod. Co
708

Alphabetic entry tau, p. 392, line 23

τυφομένης: καπνιζομένης.
τύφος: ἀλαζονεία. μανία.
τύψας: ἐκ χειρὸς πατάξας.
τύψον: τρῶσον.
τῶ: περισπωμένως, δι' ὅ. καὶ οὕτως ἄνευ τοῦ ι.
τωθάζει: σκώπτει. χλευάζει. λοιδορεῖ. καυχᾶται.
τῶν ἑκτικῶν: τῶν περὶ ἕξιν νοσούντων.
τῷ ῥά: δι' ὃ δή.
τῶν ἐπὶ σκηνῆς: τῶν θεατρικῶν.
τρία Στησιχόρου: στροφήν. ἀντίστροφον. ἐπῳδόν.
 ἐπῳδικὴ γὰρ πᾶσα ἡ τοῦ Στησιχόρουποίησις.
 καὶ τὸν τελευταίως ἄμουσόν τε καὶ ἀπαίδευτον λοι-
 δοροῦντες ἔφασκον ἂν οὐδὲ τὰ τρία Στησιχόρου
 εἰδέναι.

Lexicon Artis Grammaticae, Lexicon artis grammaticae (e cod.


Coislin. 345) (4290: 001)“Anecdota Graeca, vol. 1”, Ed. Bachmann, L.
Leipzig: Hinrichs, 1828.P. 425, line 9

ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΠΣ.

Ἐλεγεία: ἐλεγεῖον μέτρον ἐστὶν ἐκ δύο πενθημιμερῶν  γινόμενον.


Ἔπος: ὁ λόγος.
Εὐτόνως: εὐτονίας προφέρεσθαι· ὥσπερ οἱ τραγῳδοὶ εὐτόνως τὸν
φθόγγον ποιοῦσιν.
Λυρικήν: ἡ Λυρικὴ ποίησις ἐπὶ αὐλῶν καὶ κιθαρῶν  ᾄδεται.
Ὑφειμένως: ταπεινῶς.
Ἐμμελῶς: ταύτῃ καλλίστως ἐκλίθη λύρα.
Γοερῶς: κατανυκτικῶς.  

Lexicon Vindobonense, Lexicon Vindobonense (auctore Andrea


Lopadiota) (e cod. phil. Gr. Vindob. 169) (4294: 001)
“Lexicon Vindobonense”, Ed. Nauck, A.St. Petersburg: n.p., 1867, Repr.
1965.Alphabetic letter tau, entry 34, line 1

τὸ παράπανγράφεται χωρὶς καὶ ἀρνητικοῦ μορίου. Ἡρό-


709

δοτος· ἀπηλλάσσετο ἐκ τῆς χώρας τὸ παράπαν.


τρέμωἐπὶ τρόμου ἀμεταβάτως· τρέμωδὲ τὸν θάνατον
ἀντὶ τοῦ φοβοῦμαι μεταβατικῶς.
τό γ' εἰς αὐτὸνἀντὶ τοῦ κατὰ τὴν αὐτοῦ δύναμιν. Κύ-  
πριος· τό γ' εἰς αὐτὸν οὐ φείσεται τῶν ὅσα δεινὰ καὶ πρᾶξαι καὶ
λέξαι.
τυραννῶκαὶ τυραννεύω. Θουκυδίδης· οἵ τε Ἀθηναίων
τύραννοι καὶ οἱ ἐκ τῆς ἄλλης Ἑλλάδος ἐπὶ πολὺ καὶ πρὶν τυραν-
νευθείσης.
τραγῳδία ἡ ποίησις τῶν τραγικῶν, καὶ τὸ πάθος, καὶ ἡ συμφορά.
τεὸν ἐπὶ δευτέρου προσώπου, ἑὸν ἐπὶ τρίτου.
τοιοῦτοςἔχει ἀναφερόμενον τὸ οἷος· προτάττεται δὲ καὶ
ἐπιτάττεται· πολλάκις δὲ ἔχει καὶ τὸ ὥστε. Συνέσιοςτὸν μὲν
ὅτι τοιοῦτός ἐστιν ὥστ' εἰ μὴ πεποίηκεν, ἐποίησεν ἄν.
τυφλώττωἀντὶ τοῦ ἀβλεπτῶ, καὶ γράφεται ἐπὶ ἐνεστῶτος.
τυπτήσωἀττικῶς. Ἀριστοφάνης· οὐ γάρ με τυπτήσεις
στέφανον ἔχοντά γε. καὶ Λιβάνιος· κἂν ὑβρίσῃ, τυπτήσει γε προϊών.
τυχεῖνἀττικῶς αἰτιατικῇ. τὸ δ' αὖ δύνασθαι πρὸς θεῶν
χρῄζω τυχεῖν.

Epimerismi, Epimerismi Homerici (5004: 001)“Epimerismi Homerici,


pars prior epimerismos continens qui ad Iliadis librum α pertinent”, Ed.
Dyck, A.R.Berlin: De Gruyter, 1983; Sammlung griechischer und
lateinischer Grammatiker 5.1.Line of Iliad 1+source of gloss 317,a, line
of gloss 3

 δεῖξαι δ' ἠνώγει ᾧ πενθερῷ (Ζ 170)· ὁ μέλλων ἀνωγήσω, ὁ ἀόριστος


ἠνώγησα, ὁ δεύτερος ἤνωγον, ὥσπερ ὀλισθῶ ὤλισθον καὶ ἁμαρτῶ,
ἁμαρτήσω, ὁ δεύτερος ἀόριστος ἥμαρτον, Ps Os   Et.Gud. D2 οὕτως οὖν
ἤνωγον καὶ κατὰ συστολὴν ἄνωγεν, ἐφελκύσει τοῦ ν. Ps
 ἔρδον: ἔστι τὸ θέμα ῥέζω· τοῦτο γίνεται Βοιωτικῶς ῥέδω καὶ καθ'
ὑπέρθεσιν τοῦ εἔρδω, ὁ παρατατικὸς ἔρδον κατὰ συστολὴν τοῦ ηεἰς ε.
Ps Os  κνίση: ἡ ἀναθυμίασις. | γέγονεν ἀπὸ τοῦ κνίζω ἐνεστῶτος, ὁ μέλ-
λων κνίσω. πλεῖστα γὰρ ὀνόματα ἀπὸ μελλόντων γίνεται, οἷον ἅψω ἁψίς,
λέξω λέξις, ποιήσω ποίησις, δόξω δόξα, ἄξω ἄξα καὶ μετὰ τοῦ ἅμα
ἀθροιστι-
κοῦ μορίου ἅμαξα, οὕτως οὖν καὶ κνίσω κνίσα· Ps Os Oa ὁμοίως καὶ τὸ
κνισμός ἀπὸ τούτου γέγονεν, ὡς λογίσω λογισμός. Ps
 Τὸ κνίσα οὖν τὸ ικαὶ τὸ αβραχὺ ἔχει· Ps Os Oa καὶ τὸ μὲν ι, ἐπειδὴ
τὰ διὰ τοῦ ιζωῥήματα τὸ ιβραχὺ ἔχει, πλὴν τοῦ δανείζω καὶ χρῄζω· τὸ
710

δὲ α, ἐπειδὴ Ps Oa τὰ εἰς αθηλυκὰ ἀπὸ μελλόντων ἢ ἐνεστώτων γινό-


μενα, βραχὺ ἔχει τὸ α, οἷον δόξω δόξα· Ps Os Oa ἄξω ἄξα καὶ ἅμαξα·
μῶ, τὸ ζητῶ, ὁ μέλλων μώσω καὶ μοῦσα. ἐκτέταται δὲ ποιητικῶς τὸ κνι.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. (scholia vetera) (5008: 001)“Aristides,


vol. 3”, Ed. Dindorf, W.
Leipzig: Reimer, 1829, Repr. 1964.Treatise Pan, Jebb pagëline-
Hypothesis-Epigram 107,3, line 8

πολιτείαν δυναστείας ἀπηλλαγμένην] τοιαύτη


γὰρ ἧ δημοκρατία. AC.
ἀφ' ὧν] τούτων πάντων. AC. ἀπὸ τῶν λόγων· πρὸς
τοῦτο γὰρ ἀποδέδωκε. βίων δὲ παραδείγματα, ἢ τρόπους
πολιτείας καὶ ἤθη χρηστὰ, ἢ τέχνας καὶ ἐπιτηδεύματα·
οἷον βίου παραδείγματα γραμματικοῦ, φιλοσόφου, ῥητο-
ρικοῦ, ἢ στρατιωτικοῦ καὶ γεωργικοῦ. D.
μαθήματα πάντα] σοφία, ποίησις, ῥητορικὴ τὰ ἄλλα.
A. φιλοσοφία, ποίησις, ῥητορικὴ, αἱ ἄλλαι τέχναι. C.
βίων παραδείγματα εἰσῆλθεν] οἱ μὲν γὰρ
φιλοσοφεῖν εἵλοντο, οἱ δὲ ἐν δικαστηρίοις χρῆσθαι τῇ
γλώττῃ, ὡς οἱ ῥήτορες, καὶ οἱ ἄλλοι ἄλλο τι. ἔστι δὲ
ὅμοιον τοῦτο τῷ μαθήματα πάντα εὑρέθη. AC.
ὅπλων τε χρῆσιν διδάξασα] πολεμικὴ γὰρ ἡ Ἀθηνᾶ. A.
πρώτους] πρῶτοι γὰρ Ἀθηναῖοι ὁπλοφορεῖν
εὗρον.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. (scholia vetera) Treatise Pan, Jebb


pagëline-Hypothesis-Epigram 107,3, line 9

πολιτείαν δυναστείας ἀπηλλαγμένην] τοιαύτη


γὰρ ἧ δημοκρατία. AC.
ἀφ' ὧν] τούτων πάντων. AC. ἀπὸ τῶν λόγων· πρὸς
τοῦτο γὰρ ἀποδέδωκε. βίων δὲ παραδείγματα, ἢ τρόπους
πολιτείας καὶ ἤθη χρηστὰ, ἢ τέχνας καὶ ἐπιτηδεύματα·
οἷον βίου παραδείγματα γραμματικοῦ, φιλοσόφου, ῥητο-
ρικοῦ, ἢ στρατιωτικοῦ καὶ γεωργικοῦ. D.
μαθήματα πάντα] σοφία, ποίησις, ῥητορικὴ τὰ ἄλλα.
A. φιλοσοφία, ποίησις, ῥητορικὴ, αἱ ἄλλαι τέχναι. C.
βίων παραδείγματα εἰσῆλθεν] οἱ μὲν γὰρ
φιλοσοφεῖν εἵλοντο, οἱ δὲ ἐν δικαστηρίοις χρῆσθαι τῇ
711

γλώττῃ, ὡς οἱ ῥήτορες, καὶ οἱ ἄλλοι ἄλλο τι. ἔστι δὲ


ὅμοιον τοῦτο τῷ μαθήματα πάντα εὑρέθη. AC.
ὅπλων τε χρῆσιν διδάξασα] πολεμικὴ γὰρ ἡ Ἀθηνᾶ. A.
πρώτους] πρῶτοι γὰρ Ἀθηναῖοι ὁπλοφορεῖν
εὗρον.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. (scholia vetera) Treatise Pan, Jebb


pagëline-Hypothesis-Epigram 181,17, line 1

τόνος μέν ἐστι τὸ σύντονον καὶ σφοδρὸν τοῦ λόγου, ὅπερ  


ἁρμόττει δικανικῷ καὶ συμβουλευτικῷ λόγῳ· δρόμος δὲ τὸ
εὔτροχον καὶ στρογγύλον, ὅπερ ἐστὶν ἴδιον πανηγυρικοῦ·
ὁ δὲ ἀγὼν καὶ τὸ κράτος ἐν τοῖς τρισὶν εἴδεσιν εἶναι ἁρ-
μόττουσιν, ἵνα δι' ὅλου ἀγωνιστικὰ ᾖ καὶ κράτος ἔχῃ,
ἤγουν πείθῃ τοὺς ἀκροατὰς καὶ εἰς συγκατάθεσιν ἄγῃ·
ἢ τὸ διὰ πάντων λέγει ἀντὶ τοῦ διὰ παντὸς λόγου, καὶ
φιλοσόφου καὶ ῥητορικοῦ καὶ ποιητικοῦ. C.
κράτους] τουτέστι τῆς δυνάμεως· σημαίνει δὲ τῶν
ἐπιχειρημάτων. BD.
πᾶσα μὲν ποίησις] τουτέστι πᾶς ἔμμετρος
λόγος. B.
ὅση σεμνότητος] τοῦτο εἶπε διὰ τὴν τραγικὴν, χα-
ρίτων δὲ διὰ τὴν κωμῳδίαν. B. τὸ σεμνότητος εἶπε διὰ
τὴν τραγῳδίαν, χαρίτων δὲ διὰ τὴν κωμῳδίαν. C.
ὅση σεμνότητος – προέστηκεν] οἷα ἡ τραγικὴ καὶ
ἡρωική. A. ὅση χαρίτων προέστηκεν] ἡ κωμικὴ καὶ
σατυρική. A. εἰ δὲ δεῖ καὶ τῆς Ὁμήρου μνησθῆναι, μετέχει] τοῦτο εἶπεν,
ἐπειδὴ ἀντέπιπτεν αὐτῷ· ἀλλ' οὐκ ἔχει τὴν Ὁμη

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. (scholia vetera) Treatise Rhet, Jebb


pagëline-Hypothesis-Epigram 15,1, line 6

λον. B.  
ἐξαύτη] ἔξω ἑαυτοῦ. A.
ἐξάντη] μαινόμενον, ἐξεστηκότα. B.
τῷ ὀρθῶς μανέντι] τῷ ὀρθῶς χρωμένῳ τὴν
μαντικὴν ἀπὸ θεοῦ, καὶ οὐκ ἐν παρατροπαῖς νοῦ. A.
κατοχή τε] εὕρεσις. A.
μανία] μαντία. A.
ἄβατον] εἰς αἰσχρά. A.
κἀναβακχεύουσα] ἀναταράττουσα. A.
712

ἡ τοῦ σωφρονοῦντος] τὸ ηἐνταῦθα ἄρθρον ἐστὶν,


ἵνα ᾖ οὕτως· ἡ ποίησις ἡ τοῦ σωφρονοῦντος ἀτελής ἐστιν
ὑπὸ τῶν μαινομένων. B.
μανίας] μαντίας. A.
εἰ τοίνυν – μανία τίς ἐστιν] τὸ τίς ἐνταῦθα
πάλιν τὴν ἐκ τῶν θεῶν σημαίνει. B.
πῶς ἄξιον πᾶν γε τὸ μὴ τέχνῃ γιγνόμενον
ψέγειν;] καλῶς εἶπε τὸ πᾶν διὰ τὴν ἐμπειρίαν· αὕτη γὰρ
ἐκτὸς οὖσα τέχνης ψέγεται. B.
μανικὴν] μαντικήν.
εἰπὼν] ὁ Πλάτων.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. (scholia vetera) Treatise Tett, Jebb


pagëline-Hypothesis-Epigram 165,4, line 13

Ὅμηρον δ' ἐπαινοῦσιν, ὡς αὐτὸν ἀρξάμενόν τε καὶ  


ἀπεργασάμενον ὡς κάλλιστα ποίησιν] ἀρχαιότατος δέ ἐστιν
ὁ Ὅμηρος, ὡς ἴσμεν. εἰ δέ τις εἴποι· καὶ μὴν πρὸ αὐτοῦ
γέγονεν Ὀρφεύς· λέγομεν ὅτι ὁ Ὀρφεὺς πρὸ αὐτοῦ γέ-
γονε, τὰ δὲ δόγματα Ὀρφέως Ὀνομάκριτος μετέβαλε δι'
ἐπῶν, χρόνῳ ὕστερον Ὁμήρου γενόμενος. καὶ Αἰσχίνης
δὲ ἐν τῷ κατὰ Τιμάρχου φησὶ “Λέξω περὶ Ὁμήρου, ὃν
ἐν τοῖς πρεσβυτάτοις καὶ σοφωτάτοις τῶν ποιητῶν εἶναι
τάττομεν.” τὸν Μιλτιάδην δὲ τῷ Ὁμήρῳ παραβάλλει, ἔν-
δοξον αὐτὸν ἀποδεικνὺς, καὶ ἔνδοξον παρατιθεὶς πρόσω-
πον, ἢ ὅτι κυρίως ποίησίς ἐστιν ἡ μετὰ μιμήσεώς τινος
καὶ οἰκονομίας καὶ διασκευῆς καὶ μύθων ἐν ἔπεσι τάξις,
ἅπερ ἐξαιρέτως Ὅμηρος ἐπετήδευσε, καὶ κατέδειξε πρῶτος.
ὅσοι δὲ πραγματείας ἑτέρας ἔγραψαν, ἐποποιοὶ καλοῦνται·
ἢ γὰρ περὶ ἀστρονομίας, ἢ φυσικάς τινας, ἢ ἱερὰς ἔγρα-
ψαν βίβλους. ὅτι δὲ καὶ ἀρχαιότερος μαρτυρεῖ καὶ Ἀν-
δροτίων καὶ Αἰσχίνης καὶ Ἡρόδοτος. BD.
οὔκουν ὅσους γε ἀπὸ τῶν ἄλλων πόλεων ἔχο-
μεν λέγειν] θαυμασίως προσέθηκεν ἀπὸ τῶν ἄλλων πό-
λεων, ἵνα μὴ δείξῃ αὐτὸν καὶ Θεμιστοκλέους. ἀλλὰ πά-
λιν εἰς Λακεδαίμονα αἰνίττεται, εἰπὼν ἀπὸ τῶν ἄλλων

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. (scholia vetera) Treatise Tett, Jebb


pagëline-Hypothesis-Epigram 239,20, line 5
713

κατέχειν] ὑπείκειν. A.
οὐκ ἔξω τῆς ὅλης φύσεως] ἀντὶ τοῦ οὐκ ἀλλότριον. BD.
ἔτι τοίνυν οὐδ' ἡνίοχοι τοὺς ἵππους οὕτω
διαφθείρουσιν] προεῖπε τοῦτο τὸ νόημα, ὅτι οὐκ ἔστι
τοῦτο ἔγκλημα τῶν διδασκάλων, ἂν μὴ δυνηθῶσι τοὺς
πάντας παιδεύειν. BD.
τοὺς Μολιονίδας] τούτους ὁ ποιητὴς ἀρί-
στους ἡνιόχους λέγει· οὗτοι πρῶτοι μὴ λιπεῖν τὰς τάξεις
ὀμνύειν τοὺς ταττομένους παρεσκεύασαν· ἔνθεν Λυκοῦργος
τὰς ἐνωμοσίας παρὰ Λακεδαιμονίων κατέστησε. BD. τού-
τους ἀρίστους ἡνιόχους ἡ ποίησις λέγει, ἤτοι πρῶτοι μὴ
λιπεῖν τὰς τάξεις ὀμνύειν τοὺς παραταττομένους παρεσκεύα-
σαν, ἔνθα Λυκοῦργος τὰς ἐν πολέμοις ἐνωμοσίας παρὰ
Λακεδαιμονίοις κατέστησεν. Oxon.
τῶν Διομήδους τοῦ Θρᾳκὸς] ἀνθρωποφάγοι
γὰρ ἐλέγοντο. BD.
ἵππων δηλονότι, οὓς Ἡρακλῆς παρ' Εὐρυσθέως πεμ-
φθεὶς ἔλαβε, Διομήδην ἀποκτείνας καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ,
καὶ τοῦτο ὄγδοον ἆθλον εἴργαστο.

Σχόλια στον Αίλιο Αριστείδη. (scholia vetera) Treatise Tett, Jebb


pagëline-Hypothesis-Epigram 257,15, line 2

πολεμίων καθαρὸς] ἄνευ πολεμίων. A.


τρέχων] μετὰ τοῦ Ὀδυσσέως. A.
τῆς ὄνθου] ὄνθος ἡ τῶν βοῶν κόπρος.
A. ἡ βοεία κόπρος. B.
τῆς ὄνθου προσέτι ἐμπεπλησμένος] ὄνθου βοὸς Ἀθηνᾶ
κατὰ τὸν δρόμον ἐποίησεν εὑρεθῆναι ὑπὲρ Ὀδυσσέως, εἰς
ἣν Αἴας ὀλισθήσας Ὀδυσσέως ἡττᾶται. Oxon.
βλάψεν γὰρ Ἀθήνη, φησὶν ὁ ποιητὴς] καὶ Ἀθη-
ναῖοι, φησὶν, ἄριστοι ὄντες ἐσφάλησαν. BD.
τὴν τύχην διὰ τῆς Ἀθηνᾶς, ὥς γ' ἐμοὶ
δοκεῖ, δηλῶν] ὅτι ἡ ποίησις τῇ τύχῃ παρεικάζει τὴν
Ἀθηνᾶν. B.
βλήτροισι] τουτέστι συμβολαῖς· βλῆτρον
γὰρ ἡ ξυμβολή.

Σχόλια στον Αισχύλο. (scholia vetera) (5010: 001)


714

“Scholia Graeca in Aeschylum quae exstant omnia, vols. 1 & 2.2”, Ed.
Smith, O.L.
Leipzig: Teubner, 1:1976; 2.2:1982.Play Eum, hypothesis-epigram-
scholion 29, line 1

ἀμνημονῶ] διὸ εἶπε δαιμόνων ἀναστροφή. M λαγῶ δίκην] λαγωοῦ δίκην


καταπτήξαντι καὶ μὴ ἀνθισταμένωι. M λαγῶ δίκην] οἱ λαγοὶ δειλοί εἰσιν
λίαν· φησὶν αὐτὸν λαγωοῦ δίκην ὑποπτήξαντα καὶμὴ ἀνθιστάμενον τοῖς
πολεμοῦσιν αὐτῶι. E
Πενθεῖ] νῦν φησιν ἐν Παρνασσῶι εἶναι τὰ κατὰ Πενθέα, ἐν δὲ
ταῖς Ξαντρίαις ἐν Κιθαιρῶνι. ME Ποσειδῶνος κράτος] τὴν Πυθῶ τὴν
πρώην Ποσειδῶνος ὑπὲρ ἧς Καλαύρειαν ἐδέξατο. Καλλίμαχος· μέσφα
Καλαυρείης ἦλθεν
ἐς ἀντίδοσιν. ME
καλοῦσα] καλοῦσα φροιμιάζομαι. M
ἔπειτα μάντις] τοῦτό φησιν ἐπειδὴ δραματική ἐστιν ἡ ποίησις.
εἰ δὲ ἦν διηγηματική, εἶπεν ἂν ὁ ποιητής· ταῦτα εἰποῦσα εἰς θρόνον
ἐκαθέζετο. ME
ἴτων· ἴτωσαν Ἀττικώτερον. M
παρ' ὀλίγον ἔρημος ἡ σκηνὴ γίνεται· οὔτε γὰρ ὁ χορός πω πάρ-
εστιν, ἥ τε ἱέρεια εἰσῆλθεν εἰς τὸν ναόν. M
διάλειμμα γίνεται. M
δεινὰ] τὰ δεινὰ ἐξέπεμψέ με τοῦ μαντείου. ἰδοῦσα γὰρ
Ὀρέστην ἐπὶ τοῦ βωμοῦ καὶ τὰς Ἐρινύας κοιμωμένας, ἔξεισι τετα-
ραγμένη τετραποδηδὸν ἐκ τοῦ νεώ. ME
σωκεῖν] διὰ τὸ γῆρας. M

Σχόλια στον Αισχύλο. (scholia recentiora Demetrii Triclinii) (5010:


003)“Scholia Graeca in Aeschylum quae exstant omnia, vol. 1”, Ed.
Smith, O.L.
Leipzig: Teubner, 1976.Play Eum, hypothesis-scholion 20, line 2

αὐτῆς Λητοῦς παῖδα δέδωκε συγγενικὴν δόσιν. ἀπόδειξις δὲ αὕτη τῆς


δωρεᾶς οὐκ ἀχάριστος.
Κελευθοποιοὶ παῖδες· Θησεὺς τὴν ὁδὸν ἐκάθηρε τῶν ληι-
στῶν. καὶ ὅταν πέμπωσιν εἰς Δελφοὺς θεωρίδα, προέρχονται ἔχοντες
πελέκεις ὡς διημερώσοντες τὴν γῆν.
Ἡφαίστου χθόνα· τὴν Πυθὼ τὴν πρώην Ποσειδῶνος, ὑπὲρ
ἧς Καλαύρειαν ἐδέξατο. Καλλίμαχος· μέσφα Καλαυρείης ἦλθεν
ἐς ἀντίδοσιν.
τιμαλφεῖ] τιμᾶι.  
Τούτους ἐν εὐχαῖς· τοῦτό φησιν ἐπειδὴ δραματική ἐστιν ἡ
715

ποίησις. εἰ δὲ ἦν διηγηματική, εἶπεν ἂν ὁ ποιητής· ταῦτα εἰποῦσα


εἰς θρόνον ἐκαθέζετο.
Ἔνθα Κωρυκὶς πέτρα· πέτραν φησὶ κοίλην τὸν Παρνασσόν.
διὰ τὸ εἶναι δὲ κοῖλον τὸ ὄρος λέγεται ἐκεῖ ἀναστρέφεσθαι τοὺς δαί-
μονας, καὶ διὰ τὸ ἄοικον εἶναι.
Βρόμιος] ὁ Διόνυσος.
Λαγὼ δίκην· οἱ λαγοὶ δειλοί εἰσιν. φησὶν οὖν αὐτὸν λαγωοῦ
δίκην ὑποπτήξαντα μὴ ἀντιστῆναι τοῖς πολεμοῦσιν αὐτῶι.
Πενθεῖ] τῶι.
Καὶ νῦν τυχεῖν με· φαίνεται ἐπὶ τῆς σκηνῆς εἶναι τὸ μαντεῖον·
ἡ δὲ προφῆτις πρόεισιν ἐπίκλησιν, ὡς ἔθος, τῶν θεῶν ποιησομένη.

Σχόλια στον Αισχύλο. Scholia in Eumenides (scholia vetera et


recentiora Demetrii Triclinii) (e cod. Neapol. II.F.31) (5010: 023)
“The manuscript tradition of the tragedies of Aeschylus”, Ed. Turyn, A.
New York: Polish Institute of Arts and Sciences, 1943, Repr. 1967.
Argumentum-scholion 29, line 2

τὸ εἶναι δὲ κοῖλον τὸ ὄρος λέγεται ἐκεῖ ἀναστρέφεσθαι τοὺς δαίμονας,


καὶ διὰ τὸ ἄοικον εἶναι.
(Βρόμιος:) ὁ Διόνυσος.
Λαγὼ δίκην: οἱ λαγοὶ δειλοί εἰσιν· φησὶν οὖν αὐτὸν λαγωοῦ
δίκην ὑποπτήξαντα μὴ ἀντιστῆναι τοῖς πολεμοῦσιν αὐτόν.
(Πενθεῖ:) τῷ.
{Ἡφαίστου χθόνα:} Ποσειδῶνος κράτος:τὴν Πυθὼ
τὴν πρώην Ποσειδῶνος, ὑπὲρ ἧς Καλαύρειαν ἐδέξατο. Καλλίμαχος (fg.
221 Schneider)· “μέσφα Καλαυρείης ἦλθεν ἐς ἀντίδοσιν”.
{Τούτους ἐν εὐχαῖς:} τοῦτό φησιν, ἐπειδὴ δραματική ἐστιν ἡ
ποίησις· εἰ δὲ ἦν διηγηματική, εἶπεν ἂν ὁ ποιητής· ταῦτα εἰποῦσα εἰς
θρόνον ἐκαθέζετο.
Ἦ δεινὰ λέξαι: τὰ δεινά, φησίν, ἐξέπεμψέ με τοῦ μαντείου·
ἰδοῦσα γὰρ Ὀρέστην ἐπὶ τοῦ βωμοῦ καὶ τὰς Ἐρινῦς κοιμωμένας, ἔξειμι
τεταραγμένη.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. , Scholia in nubes (scholia anonyma


recentiora) Play sch recent nub, verse 234a alpha, line 2

Tz 231a, 1. 21, et Tz1 232b).


716

τὸ “ἀλλὰ”ἀντὶ τοῦ “ὅτι” Harl.5(mrg.).


βίᾳ] βιαίως ChisParlChalch, βιαστικῶς Cr.
ἕλκει] σύρει ChisParCant.2lChalcHarl.5, ἐπισπᾶται RegBa(m4),
ἀναγκάζει Cant.2, φέρει (Cang).
αὐτὴν] τὰ γήϊνα Cr.
τὴν ἰκμάδα] τὴν λεπτότητα ChisParCant.2, τὸ νοητικὸν γόνιμον
Cr (cf. sch.vet. 233a in.), τὴν πιότητα lChalc(hic ποιό-) Harl.5, τὴν
αὔξησιν Ba(m4).  
τὸ πάσχειν οὐ μόνον ἐπὶ τῶν ὑφισταμένων τι πάθος λέγεται, ὅπερ
ἀπὸ μὲν τοῦ ποιοῦντος λέγεται “δρᾶσις” ἢ “ποίησις” καὶ “ἐνέργεια”, ἀπὸ
δὲ
τοῦ πάσχοντος “πάθος”, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν ποιούντων ἐνίοτε. ὁ γὰρ
λουόμενος
καὶ πάσχει καὶ ποιεῖ.
τὰ κάρδαμα p.i.m.] θερμὰ γὰρ ὄντα ἕλκουσι τὴν ἰκμάδα τῶν λοιπῶν
βοτανῶν Lb (cf. Th2Tr1/2 234, l. 3 – 4).
καταχρηστικῶς ἔοικε τῷ ὀνόματι τῆς βοτανῆς ταύτης εἰπεῖν· ὤφειλε
γὰρ μᾶλλον τὴν σκάρφην εἰπεῖν. αὕτη γὰρ τοιαύτην ἔχουσα εὑρίσκεται
δύναμιν
καὶ οὐ τὰ κάρδαμα. αὕτη γάρ, ἡ σκάρφη δηλονότι, τῶν περὶ αὐτὴν
φυομένων
βοτανῶν τὴν πιότητα ἐπισπᾶται καὶ ταύτας ξηραίνεσθαι ποιεῖ.
δέον εἰπεῖν “ἡ γῆ ἕλκει”, “ἡ φροντὶς”εἶπεν, ὡς ἰδιώτης συγχέας
τὴν φράσιν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. , Scholia in nubes (scholia anonyma


recentiora) Play sch recent nub, verse 297e, line 2

εὐφημῶ τὸ εὔφημα λέγω, εὐφημῶ καὶ τὸ σιωπῶ· καὶ παρ' Ὁμήρῳ


εὐφημῶ καὶ ἐπευφήμησα τὸ μετ' εὐφημίας ἐνθουσιαστικῶς εἶπον.
κινεῖται] ἔρχεται ParlChalc.  
σμῆνος] σμῆνος κυρίως τὸ τῶν μελισσῶν πλῆθος τῶν ἐν τῷ σίμβλῳ
οὐσῶν Cr (cf. sch.vet. 297a.b), πλῆθος δίκην μελισσῶν Lb.
ἀοιδαῖς] ἕνεκεν τῶν εὐχῶν Cr, μελῳδίαις Cant.2HoBa(m 4) ἡμετέ-
ραις HoBa(m4) A, ἐν φωναῖς Lb, ἐν ᾠδαῖς καὶ ἤχοις Chalc, μετὰ ᾠδῶν
VaHarl.5.
ἀείδω καὶ ἐννέπω τὸ ποιητικῶς λέγω σημαίνουσι· καὶ ἐκ μὲν τοῦ
ἀείδω πάλιν ἀοιδὴ ἡ ποίησις, ἀπὸ δὲ τοῦ ἐννέπω ἐννοπὴ ἡ μάχη
Cr(mrg.).
καὶ αὕτη ἡ τοῦ χοροῦ ἀντῳδὴ κώλων ἐστὶν ιδʹ ὁμοίων κατὰ πάντα
τοῖς τῆς ἄνωθεν ᾠδῆς.
717

ὀμβροφόροι] αἱ φέρουσαι τὸν ὄμβρον CrlChalcHarl.5 Ba(m4) ἢ τὸν


βρόχον Ba(m4; priore loco, sc. iuxta v. 283 – 285, ubi adscripti sunt v.
299 – 300, qui deinde suo loco iterum leguntur).
ὄμβρος ὁ ἀθρόος ὑετός, καὶ ὄμβριμον ὕδωρ τὸ ἐξ αὐτοῦ. ὄμβριμον
δὲ παρ' Ὁμήρῳ τὸ ἰσχυρόν Lb(mrg.).
παρθένοι] διὰ τὸ καθαρόν Chalc.
ἔλθωμεν] δεῦτε ἵνα Vd(m1?) Lv(m2) Par, ἄς Cr, ὅρα ἵνα Cant.2,
ἄγε ἵνα LbChalcHoBa(m4), ἄγετε ἵνα VaHarl.5.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. , Scholia in nubes (scholia anonyma


recentiora) Play sch recent nub, verse 534e, line 1

⌈τινὲς l ⌈δέ φασιν l, [φασὶ δέ,] ὅτι καὶ Ἠλέκτρα ἀκούσασα ⌈τοῦτο [ταῦτα
Ho]
⌈παρὰ τῆς Χρυσοθέμιδος l ἀπῆλθε ⌈καὶ εἶδεν αὐτὸν HoHarl.5 καὶ
⌈ἐγνώρισε l
[ἔγνω εἶναι] ⌈τὸν πλόκαμον l τοῦ Ὀρέστου, εἰ καὶ μὴ ὁ Σοφοκλῆς
⌈εἴρηκε l
[λέγει] τοῦτο.
ἡ νῦν κωμῳδία ἦλθε ζητοῦσα θεατὰς φρονίμους. τὸ δὲ “γνώσεται
τὸν πλόκαμον τῆς ἀδελφῆς, ὡς ἡ Ἠλέκτρα”, τουτέστιν εἰ εὕροι ἔπαινον
παρὰ
τῶν θεατῶν, γνωρίσει, ὅτι τοῦτον τὸν ἔπαινον ἔσχε καὶ ἡ πρὸ αὐτῆς
κωμῳδία
M(mrg.).
Ἠλέκτραν κτλ.] ὡς τὴν Ἠλέκτραν τὴν τοῦ Ὀρέστου ἡγεῖται Par.
κωμῳδία] ποίησις LbChalc, ποίημα (Cang).
'πιτύχῃ] ἐντύχῃ ChisCant.2, εὕρῃ LbChalc, καταλάβῃ Va.
σημείωσαι τὸ ἐπιτυγχάνω δοτικῇ συντασσόμενον, ὅπερ γενικῇ
ὤφειλε συντάσσεσθαι, ὥσπερ καὶ τὸ περιτυγχάνω γενικῇ, ὡς τὸ “ὅταν
λύκοι μεγάλης περιτύχωσι θήρας”.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. , Scholia in ranas (scholia vetera) (5014:


012)“Scholia Graeca in Aristophanem”, Ed. Dübner, F.
Paris: Didot, 1877, Repr. 1969.Argumentum-scholion sch ran, verse 868,
line 1

μῆκος ὡς νῦν, ἀλλὰ κατὰ κύκλον τὰς ῥαφανῖδας. Vict.


ἐκχέῃ τὸν Τήλεφον: Ὡσανεὶ ἔφη τὸν ἐγκέφα-
λον. ἰδιώτατα δὲ τὸν Τήλεφον κωμῳδεῖ.
718

ἔλεγχ' αὐτὸν, ἐλέγχου παρ' αὐτοῦ. C. D.


ὥσπερ πρῖνος: Ὅτι ἡ πρῖνος καιομένη ψόφον
ποιεῖ.  – ἔστι δὲ ἡ πρῖνος ξύλον πικρότατον. R. V. Θ.
ὡς ἐπὶ ἀλεκτρυόνων. R. V.
τὰ κεφάλαια. R.
κἄτι μάλα τὸν Τήλεφον: Ὡσεὶ ἔφη, καὶ ὃν
κωμῳδεῖς Τήλεφον, εἰς μέσον φέρε.
ὁτιὴ ποίησις οὐχὶ συντέθνηκεν: Ἐπεὶ τὰ Αἰ-
σχύλου ἐψηφίσαντο διδάσκειν. κομπῶδες δὲ τοῦτο ἔφη.
τῶν γὰρ δυνατῶν καὶ μετὰ θάνατον ᾄδονται τὰ ποιή-
ματα.  – ὁτιὴ: Διότι. ποίησις· Ἡ. D.
τούτῳ δὲ συντέθνηκε: Συναποθανοῦσα πάρε-
στιν ἐνθάδε ἐν τῷ ᾍδῃ, καὶ ἕξει αὐτὴν ξύμμαχον.
ὑμεῖς δὲ ταῖς Μούσαις: Πρὸς τὸν χορόν. ἴσον
τῷ προᾴσατε, ὡς ὑπογραμμὸς, προγραμμός τις ὤν.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. , Scholia in ranas (scholia vetera)


Argumentum-scholion sch ran, verse 868, line 4

ἔλεγχ' αὐτὸν, ἐλέγχου παρ' αὐτοῦ. C. D.


ὥσπερ πρῖνος: Ὅτι ἡ πρῖνος καιομένη ψόφον
ποιεῖ.  – ἔστι δὲ ἡ πρῖνος ξύλον πικρότατον. R. V. Θ.
ὡς ἐπὶ ἀλεκτρυόνων. R. V.
τὰ κεφάλαια. R.
κἄτι μάλα τὸν Τήλεφον: Ὡσεὶ ἔφη, καὶ ὃν
κωμῳδεῖς Τήλεφον, εἰς μέσον φέρε.
ὁτιὴ ποίησις οὐχὶ συντέθνηκεν: Ἐπεὶ τὰ Αἰ-
σχύλου ἐψηφίσαντο διδάσκειν. κομπῶδες δὲ τοῦτο ἔφη.
τῶν γὰρ δυνατῶν καὶ μετὰ θάνατον ᾄδονται τὰ ποιή-
ματα.  – ὁτιὴ: Διότι. ποίησις· Ἡ. D.
τούτῳ δὲ συντέθνηκε: Συναποθανοῦσα πάρε-
στιν ἐνθάδε ἐν τῷ ᾍδῃ, καὶ ἕξει αὐτὴν ξύμμαχον.
ὑμεῖς δὲ ταῖς Μούσαις: Πρὸς τὸν χορόν. ἴσον
τῷ προᾴσατε, ὡς ὑπογραμμὸς, προγραμμός τις ὤν.
⟦Διὸς ἐννέα: Κορωνὶς καὶ εἴσθεσις ἐπῳδικὴ
διὰ τὸ μετὰ τὴν κορωνίδα τίθεσθαι, ἐκ κώλων ἀναπαι-
στικῶν μὲν διμέτρων ἑφθημιμερῶν κατὰ τὰς περιττὰς
χώρας, κατὰ δὲ τὰς ἀρτίας ἀντισπαστικῶν ἡμιολίων ἐξ
ἐπιτρίτου τετάρτου, ἢ καὶ πεντασυλλάβου, πλὴν τοῦ
τρισκαιδεκάτου ἰαμβικοῦ καθαροῦ ὄντος ἑφθημιμεροῦς·
719

Σχόλια στον Αριστοφάνη. , Commentarium in ranas (scholia


recentiora Tzetzae) (cod. Ambrosianus Gr. C 222 inf.) (5014: 023)
“Jo. Tzetzae commentarii in Aristophanem”, Ed. Koster, W.J.W.
Groningen: Bouma, 1962; Σχόλια στον Αριστοφάνη. 4.3.
Dramatis personae-scholion sch ran, verse 868, line 1

ἵνα μὴ κεφαλαίῳ:ἁδρῷ
καὶ μεγάλῳ ῥήματι θένων καὶ τύ-
πτων ὑπὸ ὀργῆς καὶ θυμοῦ. τῷ μὲν
φαινομένῳ φησίν· ἐκχέῃ καὶ διατα-
ράξῃ καὶ καταρρήξῃ τὸ δρᾶμα τὸν
Τήλεφον, τὸτῷδ' ἐν σχήματι· ἵνα μή
σου τὸν ἐγκέφαλον ἐκχέῃ.
πραόνως] καὶ πραέως.
ὥσπερ πρῖνος:ὅτι ὁ πρῖ-
νος καιόμενος ψόφον ποιεῖ.  
ὅτι ἡ ποίησις οὐχὶ συν-
τεθνηκέ μοι:Εὐριπίδῃ γὰρ τε-
θνηκότι συναπέθανε καὶ τὰ δράματα
καὶ ἡ ποίησις αὐτοῦ· οὐκέτι γὰρ
ἐν θεάτρῳ ἀνεγινώσκετο· τὰ δὲ
Αἰσχύλου καὶ μετὰ θάνατον ἐψηφί-  
σαντο ᾄδεσθαι. φησὶ δὲ δῆθεν Αἰσχύ-
λος, ὅτι αὐτῷ συναπέθανε καὶ ἡ
ποίησις καὶ σύνεστιν αὐτῷ κἂν τῷ
Ἅιδῃ, καὶ ἕξει καὶ δυνηθείη λέγειν,
ἔχων αὐτὴν δηλονότι σύμμαχον.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. , Commentarium in ranas (scholia recentiora


Tzetzae) (cod. Ambrosianus Gr. C 222 inf.) Dramatis personae-scholion
sch ran, verse 868, line 4

φαινομένῳ φησίν· ἐκχέῃ καὶ διατα-


ράξῃ καὶ καταρρήξῃ τὸ δρᾶμα τὸν
Τήλεφον, τὸτῷδ' ἐν σχήματι· ἵνα μή
σου τὸν ἐγκέφαλον ἐκχέῃ.
πραόνως] καὶ πραέως.
ὥσπερ πρῖνος:ὅτι ὁ πρῖ-
720

νος καιόμενος ψόφον ποιεῖ.  


ὅτι ἡ ποίησις οὐχὶ συν-
τεθνηκέ μοι:Εὐριπίδῃ γὰρ τε-
θνηκότι συναπέθανε καὶ τὰ δράματα
καὶ ἡ ποίησις αὐτοῦ· οὐκέτι γὰρ
ἐν θεάτρῳ ἀνεγινώσκετο· τὰ δὲ
Αἰσχύλου καὶ μετὰ θάνατον ἐψηφί-  
σαντο ᾄδεσθαι. φησὶ δὲ δῆθεν Αἰσχύ-
λος, ὅτι αὐτῷ συναπέθανε καὶ ἡ
ποίησις καὶ σύνεστιν αὐτῷ κἂν τῷ
Ἅιδῃ, καὶ ἕξει καὶ δυνηθείη λέγειν,
ἔχων αὐτὴν δηλονότι σύμμαχον.
ὑμεῖς δὲ ταῖς Μούσαις:
πρὸς τὸν χορόν φησιν ὁ Διόνυσος·
ὑμεῖς δὲ ταῖς Μούσαις ᾄσατε.

Σχόλια στον Αριστοφάνη. , Commentarium in ranas (scholia recentiora


Tzetzae) (cod. Ambrosianus Gr. C 222 inf.) Dramatis personae-scholion
sch ran, verse 868, line 9

ὥσπερ πρῖνος:ὅτι ὁ πρῖ-


νος καιόμενος ψόφον ποιεῖ.  
ὅτι ἡ ποίησις οὐχὶ συν-
τεθνηκέ μοι:Εὐριπίδῃ γὰρ τε-
θνηκότι συναπέθανε καὶ τὰ δράματα
καὶ ἡ ποίησις αὐτοῦ· οὐκέτι γὰρ
ἐν θεάτρῳ ἀνεγινώσκετο· τὰ δὲ
Αἰσχύλου καὶ μετὰ θάνατον ἐψηφί-  
σαντο ᾄδεσθαι. φησὶ δὲ δῆθεν Αἰσχύ-
λος, ὅτι αὐτῷ συναπέθανε καὶ ἡ
ποίησις καὶ σύνεστιν αὐτῷ κἂν τῷ
Ἅιδῃ, καὶ ἕξει καὶ δυνηθείη λέγειν,
ἔχων αὐτὴν δηλονότι σύμμαχον.
ὑμεῖς δὲ ταῖς Μούσαις:
πρὸς τὸν χορόν φησιν ὁ Διόνυσος·
ὑμεῖς δὲ ταῖς Μούσαις ᾄσατε.
παρθένοι] ἀντὶ τοῦ “θυγατέρες.”
721

Σχόλια στον Αριστοτέλη. Scholia in Aristotelis sophisticos elenchos


(scholia recentiora) (e cod. Vat. Urb. Gr. 35) (5015: 001)
“”Vaticanus Urbinas Graecus 35. An edition of the scholia on Aristotle's
sophistici elenchi””, Ed. Bülow–Jacobsen, A., Ebbesen, S., 1982;
Cahiers de l'Institut du moyen–âge grec et latin 43.
Bekker p. 10, line 171a10i, line of scholion 1

ἃ μὴ ἔχοι τις ταχέως


ἐν τῶι συλλογισμῶι)
δύναται βαδίζειν κάθηται σωκράτης
ὁμήρου ποίησις σχῆμα· ἡ γὰρ ποίησις κύκλος, ὡς περὶ τὰς αὐτὰς
ἱστορίας εἱλουμένη /ρϙγ/ ὁμήρου ποίησις σχῆμα)
σχῆμα κύκλος ἡ ὁμήρου ποίησις λόγοι· παραλογισμοί. /ρϙγ/  
πρὸς· κατὰ /ρϙγ/ τὴν διάνοιαν· τοῦ ἐρωτωμένου /ρϙγ/
ἢ οὔ· λύσις. /ρϙγ/

Σχόλια στον Αριστοτέλη. Scholia in Aristotelis sophisticos elenchos


(scholia recentiora) (e cod. Vat. Urb. Gr. 35) Bekker p. 10, line 171a10i,
line of scholion 2

ἃ μὴ ἔχοι τις ταχέως


ἐν τῶι συλλογισμῶι)
δύναται βαδίζειν κάθηται σωκράτης
ὁμήρου ποίησις σχῆμα· ἡ γὰρ ποί-
ησις κύκλος, ὡς περὶ τὰς αὐτὰς ἱστορίας εἱλουμένη /ρϙγ/
ὁμήρου ποίησις σχῆμα)
σχῆμα κύκλος ἡ ὁμήρου ποίησις
λόγοι· παραλογισμοί. /ρϙγ/  
πρὸς· κατὰ /ρϙγ/
τὴν διάνοιαν· τοῦ ἐρωτωμένου /ρϙγ/
ἢ οὔ· λύσις.

Σχόλια στον Αριστοτέλη. Scholia in Aristotelis sophisticos elenchos


(scholia recentiora) (e cod. Vat. Urb. Gr. 35) Bekker p. 10, line
171a10m, line of scholion 1
722

ἃ μὴ ἔχοι τις ταχέως


ἐν τῶι συλλογισμῶι)
δύναται βαδίζειν κάθηται σωκράτης
ὁμήρου ποίησις σχῆμα· ἡ γὰρ ποί-
ησις κύκλος, ὡς περὶ τὰς αὐτὰς ἱστορίας εἱλουμένη /ρϙγ/
ὁμήρου ποίησις σχῆμα)
σχῆμα κύκλος ἡ ὁμήρου ποίησις
λόγοι· παραλογισμοί. /ρϙγ/  
πρὸς· κατὰ /ρϙγ/
τὴν διάνοιαν· τοῦ ἐρωτωμένου /ρϙγ/
ἢ οὔ· λύσις.
/ρϙγ/
ἢ οὔ· τοῦτο ὡς ἀπόκρισις
/(ρϙδ)/
πρὸς τὴν διάνοιαν· τοῦτο κατὰ ἀπό-
φασιν

Σχόλια στον Αριστοτέλη. Scholia in Aristotelis sophisticos elenchos


(scholia recentiora) (e cod. Vat. Urb. Gr. 35)
Bekker p. 10, line 171a10m, line of scholion 2

ἃ μὴ ἔχοι τις δοίη ἄν) δοίη δοίη ταχέως


οὐ οὐδ ἃ μὴ ἔχοι τις ταχέωςἐν τῶι συλλογισμῶι)
δύναται βαδίζειν κάθηται σωκράτης
ὁμήρου ποίησις σχῆμα· ἡ γὰρ ποί-
ησις κύκλος, ὡς περὶ τὰς αὐτὰς ἱστορίας εἱλουμένη /ρϙγ/
ὁμήρου ποίησις σχῆμα)
σχῆμα κύκλος ἡ ὁμήρου ποίησις
λόγοι· παραλογισμοί. /ρϙγ/   πρὸς· κατὰ /ρϙγ/ τὴν διάνοιαν· τοῦ
ἐρωτωμένου /ρϙγ/ ἢ οὔ· λύσις.

Σχόλια στον Αριστοτέλη. Scholia in Aristotelis Ηθικά Νικομάχεια.


(scholia vetera et recentiora) (e cod. Paris. Gr. 1854) (5015: 003)
“Anecdota Graeca e codd. manuscriptis bibliothecae regiae Parisiensis,
vol. 1”, Ed. Cramer, J.A.Oxford: Oxford University Press, 1839, Repr.
1967.Bekker p. 1139A,28 bis, line 12
723

ἀρετῆς εἶναι τὴν προαίρεσιν τὴν ὀρθήν. πῶς γὰρ ἂν προαιρήσαιτό


τις ἡδονῆς ἀπέχεσθαι, εἰ μὴ τὴν ἠθικὴν ἀρωτὴν, φημὶ δὴ τὴν
σωφροσύνην, σύνοικον κέκτηται. ἀλλὰ μὴν οὐδ' ἡ ἐναντία προαί-
ρεσις ἄνευ τῆς τοιαύτης ἐστὶν ἕξεως· πῶς γὰρ ἂν ἕλοιτό τις πόρ-
ναις συνομιλεῖν, μὴ τὴν ἀκολασίαν ἔχων συγκάτοικον;
Οὐκ ἐνεργεῖ μετὰ προαιρέσεως, ἄρχει δὲ πῶς, ὡς μετὰ προαι-
ρέσεως ἐνεργοῦσα.
Τὸ πρακτικὸν εἶναί φησι κυρίως τέλος, οὐ τὸ ποιητόν· ἡ γὰρ
οἰκία τοῦ ποιητοῦ μέν ἐστι τέλος, οὐχ ἁπλῶς δὲ τέλος· ἕνεκα γὰρ
ἀνθρώπου κατοικήσεως ᾠκοδόμηται.  
Ὅτι ποιητικὴ καὶ ποίησις λέγεται ἐνέργεια ἄνευ προαιρέσεως,
πρακτικὴ δὲ καὶ πρᾶξις, ἐνέργεια μετὰ προαιρέσεως.
Ἄνθρωπος, φησίν, ἐστιν ἡ τοι-
αύτη ἀρχὴ, ὡς τῶν κατὰ προαίρεσιν πράξεων τυγχάνων ἄρχων,
ὅθεν καὶ αἴτιος, καὶ πρῶτον αἴτιον τῶν πράξεών ἐστιν ὁ ἄνθρωπος.
Τουτέστιν ἰδεῖν τὸν ἀκριβῆ
λόγον περὶ ταύτης ἐπιτείνων, καὶ μὴ ἀκολουθεῖν ταῖς ὁμοιότησι,
καὶ φάσκειν καὶ τὰς τέχνας ἐπιστήμας, διὰ τὸ ἔχειν τινὰ πρὸς
αὐτὰς ὁμοιότητα.

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ


ἰδεῶν (5024: 020)“Rhetores Graeci, vol. 7.2”, Ed. Walz, C.Stuttgart:
Cotta, 1834, Repr. 1968.Vol. 7, p. 939, line 1

 ξϛʹ. Τὴν μεγίστην, φησὶ, δύναμιν ἔχουσιν αἵ τε ἔν-


νοιαι καὶ αἱ λέξεις, μέθοδός τε καὶ κῶλα καὶ σχήματα·
πλὴν δύναταί τι συμβάλλεσθαι ἥ τε συνθήκη καὶ ἡ ἀνά-
παυσις καὶ ὁ ῥυθμὸς, οὐ τοσοῦτον μέντοι ἐν τῇ καθα-
ρότητι, καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις τῶν ἰδεῶν, εἰ καὶ ἐν τῷ κεκαλ-
λωπισμένῳ πολὺ δύναται ταῦτα· τὴν δὲ αἰτίαν δείξομεν
σαφῶς ἐκεῖσε γενόμενοι, δι' ἣν ἐν τῷ κεκαλλωπισμένῳ
λόγῳ μᾶλλον ἰσχύουσιν.
 ξζʹ. Διὰ ποίαν αἰτίαν ἐν τῇ ποιητικῇ πολὺ ἰσχύει
ταῦτα, ἐπειδὴ ὡς αὐτὸς ὑποκατιὼν φησὶν ἐν τῷ περὶ  
σεμνότητος πάνυ ἡδονῆς ἡ ποίησις στοχάζεται· ὁ γὰρ
ποιητὴς πρὸς ἡδονὴν τῶν ἀκροατῶν γράφων τούτων
ἐπιμελεῖται, δι' ὧν θέλξει.

Σχόλια στον Ησίοδο. , Scholia in opera et dies (scholia vetera) (5025:


001)
724

“Scholia vetera in Hesiodi opera et dies”, Ed. Pertusi, A.


Milan: Società Editrice Vita e Pensiero, 1955.
Prolegomenon-scholion sch, sec.-verse 197*-200-201, line 18

τῆς αἰδοῦς, ἀλλὰ τὸ ἐναντιώτατον πρὸς αὐτὴν ὑποκρινόμε-


νον τὴν παρρησίαν. εἰ δὲ λευκὰ τὰ φάρη τῆς Αἰδοῦς καὶ
Νεμέσεως, ἐν φωτὶ μὲν αὐταῖν ἡ ὑπόστασις. νοεραὶ δὲ αἱ
δυνάμεις· πόρρω δὲ καὶ τῆς ἀθέου καὶ σκοτώδους τῶν πα-
θῶν οὐσίας εἰσίν. διὸ τὴν μὲν Αἰδῶ θεῖον φόβον ὑμνοῦ-
σι, τὴν δὲ Νέμεσιν δίκης ἄγγελον. καλῶς οὖν καὶ Πλάτων
(comic. fort., cf. CAF 262 Kock) ἐρωτηθεὶς τί ποτε προσγέ-
γονε τοῖς κατ' αὐτὸν ἀνθρώποις, ἀπεκρίνατο μὴ αἰσχύνεσθαι
κακοὺς ὄντας. ὅτι δὲ θεῖον πρᾶγμα καὶ ἡ Νέμεσις δηλοῖ
τὸ καὶ θεοῖς αὐτὴν ὑπάρχειν· “νεμέσησε δὲ πότνια Ἥρη”
φησὶν ἡ ποίησις (Hom. Θ 198)· φθόνος δὲ ἔξωθεν θείου
χοροῦ παντός. τὰ δὲ λείψεται:ταῦτα ἐναπο-λειφθήσεται.
* νῦν δ' αἶνον βασιλεῦσιν:

Σχόλια στον Ησίοδο. , Scholia in opera et dies (scholia vetera partim


Procli et recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni) (5025:
002)“Poetae minores Graeci, vol. 2 [Scholia ad Hesiodum]”, Ed.
Gaisford, T.Leipzig: Kühn, 1823.Prolegomenon-scholion prol proc, p.-
verse 5, line 8

θειαν, εἴτε κατὰ τὸ εὐπρόσωπον καὶ ἁρμόζον τῇ ὑποθέσει, ἵνα


δύο πρόσωπα, καὶ ἵνα δόξῃ ἐξ ἔριδος τῆς κατὰ τὸν ἀδελφὸν
εἰς τοῦτο ἐληλυθέναι. Ὡς δὲ ποιητὴς τὰς Μούσας καλεῖ, ἵνα  
δόξῃ τὸ ποίημα εἶναι Μουσῶν. Τὰς Μούσας ὠνομάσθαι λέ-
γουσιν ἀπὸ τοῦ μῶσθαι τὸ ζητεῖν· ἐπειδὴ καὶ εἰσὶ παιδείας αἰ-
τίαι πάσης· αὕτη δὲ ζητεῖν ηὐξήθη τοῖς ἀνθρώποις· διὰ τοῦτο
Μούσας αὐτὰς ὠνόμασαν οἱ πρῶτοι τὰ ὀνόματα θέντες. Ὁ δὲ
νοῦς ἐστιν οὗτος· ὦ Μοῦσαι αἱ ἀπὸ τῆς Πιερίας ὁρμώμεναι,
καὶ ταῖς αὐτῶν ᾠδαῖς τὰ πάντα δοξάζουσαι, δεῦτε Δία τὸν
ὑμέτερον πατέρα, ἵνα προσείπητε καὶ ὑμνήσητε.
Ἰστέον ὅτι πᾶσα ποίησις τρεῖς ἔχει χαρακτῆρας· διηγημα-
τικὸν, δραματικὸν, καὶ μικτόν· καὶ Διηγηματικὸν μέν ἐστιν
ἐν ᾧ ὁ ποιητὴς μόνος φαίνεται φθεγγόμενος, ὥσπερ ἐνταῦθα
ὁ ποιητὴς Ἡσίοδος μόνος ἐν παντὶ τῷ συγγράμματι φαίνεται
διαλεγόμενος· Δραματικὸν δὲ ἐν ᾧ οὐδαμοῦ ὁ ποιητὴς φθέγ-
γεται, ὥσπερ ἐν ταῖς κωμῳδίαις ὁρῶμεν, καὶ ταῖς τραγῳδίαις
γενόμενον· Μικτὸν δὲ, ἐν ᾧ ὅ τε ποιητὴς διαλέγεται, καὶ πρός-
ωπα εἰσῆκται διαλεγόμενα, οἷον ἐν τῇ Ἰλιάδι ἐμφαίνεται.
Ἅπαντες δ' οὗτοι οἱ χαρακτῆρες ἐν τοῖς Βουκολικοῖς τοῦ Θεο-
725

κρίτου ἐοίκασιν ὑπάρχειν· καὶ μίγμα παντός ἐστιν εἴδους κα-


θάπερ συγκεκραμένον· ᾧ καὶ χάριέν ἐστι τῇ ποικιλίᾳ τῆς

Σχόλια στον Ησίοδο. , Scholia in opera et dies (scholia vetera partim


Procli et recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni
Prolegomenon-scholion sch, p.-verse 198, line 18

εἴδωλον τῆς αἰδοῦς, ἀλλὰ τὸ ἐναντιώτατον πρὸς αὐτὴν ὑπο-


κρινόμενον τὴν παῤῥησίαν. Εἰ δὲ λευκὰ τὰ φάρη τῆς αἰδοῦς
καὶ νεμέσεως, ἐν φωτὶ μὲν αὐταῖν ἡ ὑπόστασις. Νοεραὶ
δὲ αἱ δυνάμεις· πόῤῥω δέ εἰσι τῆς ἀθέου καὶ σκοτώδους τῶν
παθῶν οὐσίας. Διὸ τὴν μὲν αἰδῶ, θεῖον φόβον ὑμνοῦσι·  
τὴν δὲ νέμεσιν, δίκης ἄγγελον. Καλῶς οὖν καὶ Πλάτων ἐρω-
τηθεὶς τί ποτε προςγέγονε τοῖς κατ' αὐτὸν ἀνθρώποις, ἀπε-
κρίνατο, μὴ αἰσχύνεσθαι κακοὺς ὄντας. Ὅτι δὲ θεῖον πρᾶγμα
καὶ ἡ νέμεσις, δηλοῖ τὸ καὶ θεοῖς αὐτὴν ὑπάρχειν·
   – νεμέσησε δὲ πότνια Ἥρη,
φησὶν ἡ ποίησις. Φθόνος δὲ ἔξωθεν θείου χοροῦ παντός.
PROCLUS.
ΤΑ ΔΕ ΛΕΙΨΕΤΑΙ ΑΛΓΕΑ ΛΥΓΡΑ. Τὰ δὲ
ἄλγεα ἐναπολειφθήσεται μόνα τοῖς ἀνθρώποις. ΛΥΓΡΑ,
τὰ χαλεπὰ, παρὰ τὸ λίαν ὑγρὰ εἶναι· καὶ γὰρ ἐκ τῶν ὑγρῶν
καὶ ψυχρῶν φασὶν εἶναι πάντα τὰ λυπηρὰ, ὡς ἐκ τῶν θερμῶν
τὰ ἡδέα. ΑΛΚΗ νῦν ἀποσόβησις.

Σχόλια στον Ησίοδο. , Scholia in theogoniam (scholia vetera) (5025:


003)“Scholia vetera in Hesiodi theogoniam”, Ed. di Gregorio, L.
Milan: Società Editrice Vita e Pensiero, 1975.Verse 31, line 2

ἢ παρόσον ἡ δάφνη ἐνεργεῖ πρὸς τοὺς ἐνθουσιασμούς. R2WLZT


Σοφοκλῆς (frg. 811 N2) ἐν Κασάνδρᾳ εἴρηκε·
  δάφνην φαγὼν ὀδόντι πρῖε τὸ στόμα.
καὶ R2WT Λυκόφρων (Alex. v. 6)·
  δαφνηφάγων φοίβαζεν ἐκ λαιμῶν ὄπα.
τὰ δὲ ποιήματα μετὰ θεοῦ ἐμπνεύσεως εἴρηται. ἢ ἐπειδὴ ἡ δάφνη
ἀειθαλής ἐστιν, καὶ οἱ λόγοι ἀεὶ θάλλουσιν. R2VLZT
[δρέψασθαι:προσδρέψασθαι καὶ λαβεῖν θαυμα-
στόν, ἵνα δείξῃ ὅτι ὅμοιόν τί ἐστι τῇ μαντικῇ ἡ ποίησις. bW]
τά τ' ἐσσόμενα:ἵνα δείξῃ ὅτι ὅμοιόν τί ἐστιν ἡ ποί-
726

ησις τῇ μαντείᾳ. τὸ κυριώτερον κεῖται ἐπὶ μάντεως, οὐκ ἐπὶ ποιη-


τοῦ, τὰ ἐσόμενα μὴ δυναμένου λέγειν τοῦ ποιητοῦ. R2WLZ
ὥστε κλύοιμι τά τ' ἐσσόμενα:παρὰ τῶν Μουσῶν, φη-
σίν, ἀκούων μανθάνω τά τε ἐσόμενα καὶ τὰ ὄντα καὶ προγεγονότα. τοῦτο
δὲ εἶπεν, ἵνα δείξῃ ὅτι ὅμοιόν τι τῆς μαντικῆς ἡ ποίησις. T
σφᾶς δ' αὐτάς:αὐτὰς δὲ ὑμνεῖν πρῶτόν τε καὶ
ὕστερον, ὡσανεὶ ἀεί. ἀλλὰ σύ, ὦ Ἡσίοδε, παύου τῶν ἀρχαίων
ῥημάτων, παῦσαι κομποποιῶν, παῦσαι μύθους ληρωδῶν ἀλλοκό-
τους. τὸ δὲ τύνηπρὸς ἑαυτόν φησι κατὰ ἀρχαϊσμόν· ἀντὶ τοῦ

Σχόλια στον Ησίοδο. , Scholia in theogoniam (scholia vetera)


Verse 32, line 2

ἢ παρόσον ἡ δάφνη ἐνεργεῖ πρὸς τοὺς ἐνθουσιασμούς. R2WLZT


Σοφοκλῆς (frg. 811 N2) ἐν Κασάνδρᾳ εἴρηκε·
  δάφνην φαγὼν ὀδόντι πρῖε τὸ στόμα.
καὶ R2WT Λυκόφρων (Alex. v. 6)·
  δαφνηφάγων φοίβαζεν ἐκ λαιμῶν ὄπα.
τὰ δὲ ποιήματα μετὰ θεοῦ ἐμπνεύσεως εἴρηται. ἢ ἐπειδὴ ἡ δάφνη
ἀειθαλής ἐστιν, καὶ οἱ λόγοι ἀεὶ θάλλουσιν. R2VLZT
[δρέψασθαι:προσδρέψασθαι καὶ λαβεῖν θαυμα-
στόν, ἵνα δείξῃ ὅτι ὅμοιόν τί ἐστι τῇ μαντικῇ ἡ ποίησις. bW]
τά τ' ἐσσόμενα:ἵνα δείξῃ ὅτι ὅμοιόν τί ἐστιν ἡ ποί-
ησις τῇ μαντείᾳ. τὸ κυριώτερον κεῖται ἐπὶ μάντεως, οὐκ ἐπὶ ποιη-
τοῦ, τὰ ἐσόμενα μὴ δυναμένου λέγειν τοῦ ποιητοῦ. R2WLZ
ὥστε κλύοιμι τά τ' ἐσσόμενα:παρὰ τῶν Μουσῶν, φη-
σίν, ἀκούων μανθάνω τά τε ἐσόμενα καὶ τὰ ὄντα καὶ προγεγονότα. τοῦτο
δὲ εἶπεν, ἵνα δείξῃ ὅτι ὅμοιόν τι τῆς μαντικῆς ἡ ποίησις. T
σφᾶς δ' αὐτάς:αὐτὰς δὲ ὑμνεῖν πρῶτόν τε καὶ
ὕστερον, ὡσανεὶ ἀεί. ἀλλὰ σύ, ὦ Ἡσίοδε, παύου τῶν ἀρχαίων
ῥημάτων, παῦσαι κομποποιῶν, παῦσαι μύθους ληρωδῶν ἀλλοκό-
τους. τὸ δὲ τύνηπρὸς ἑαυτόν φησι κατὰ ἀρχαϊσμόν· ἀντὶ τοῦ
σύ, ὦ Ἡσίοδε, Δωρικῶς.

Σχόλια στον Ησίοδο. , Scholia in theogoniam (scholia vetera)


Verse 32, line 6

  δαφνηφάγων φοίβαζεν ἐκ λαιμῶν ὄπα.


τὰ δὲ ποιήματα μετὰ θεοῦ ἐμπνεύσεως εἴρηται. ἢ ἐπειδὴ ἡ δάφνη
ἀειθαλής ἐστιν, καὶ οἱ λόγοι ἀεὶ θάλλουσιν. R2VLZT
[δρέψασθαι:προσδρέψασθαι καὶ λαβεῖν θαυμα-
727

στόν, ἵνα δείξῃ ὅτι ὅμοιόν τί ἐστι τῇ μαντικῇ ἡ ποίησις. bW]


τά τ' ἐσσόμενα:ἵνα δείξῃ ὅτι ὅμοιόν τί ἐστιν ἡ ποί-
ησις τῇ μαντείᾳ. τὸ κυριώτερον κεῖται ἐπὶ μάντεως, οὐκ ἐπὶ ποιη-
τοῦ, τὰ ἐσόμενα μὴ δυναμένου λέγειν τοῦ ποιητοῦ. R2WLZ
ὥστε κλύοιμι τά τ' ἐσσόμενα:παρὰ τῶν Μουσῶν, φη-
σίν, ἀκούων μανθάνω τά τε ἐσόμενα καὶ τὰ ὄντα καὶ προγεγονότα. τοῦτο
δὲ εἶπεν, ἵνα δείξῃ ὅτι ὅμοιόν τι τῆς μαντικῆς ἡ ποίησις. T
σφᾶς δ' αὐτάς:αὐτὰς δὲ ὑμνεῖν πρῶτόν τε καὶ
ὕστερον, ὡσανεὶ ἀεί. ἀλλὰ σύ, ὦ Ἡσίοδε, παύου τῶν ἀρχαίων
ῥημάτων, παῦσαι κομποποιῶν, παῦσαι μύθους ληρωδῶν ἀλλοκό-
τους. τὸ δὲ τύνηπρὸς ἑαυτόν φησι κατὰ ἀρχαϊσμόν· ἀντὶ τοῦ
σύ, ὦ Ἡσίοδε, Δωρικῶς. R2WLZ  
ἀλλὰ τίη μοι ταῦτα:ὥσπερ ἄκαιρος ἐφάνη αὐτῷ
ἡ, ὁμιλία ἣν ἤρξατο λέγειν, ὅτι αἱ Μοῦσαι ἔδωκάν μοι καὶ τἄλλα. καί
φησι· τί μοι ταῦτα τὰ ῥήματα, ὡς τὰ περὶ δρυὸς ἢ περὶ πέτρης,
τί μοι χρεία ἐστὶν ἀρχαιολογεῖν; ἡ γὰρ ποίησις μυθολογία ἐστὶν
ἐοικυῖα ἀληθείᾳ. R2WLZ εἰς τί τοῦτο καιροῦ ἐπείγοντος

Σχόλια στον Ησίοδο. , Scholia in theogoniam (scholia vetera)


Verse 35, line 4

σίν, ἀκούων μανθάνω τά τε ἐσόμενα καὶ τὰ ὄντα καὶ προγεγονότα. τοῦτο


δὲ εἶπεν, ἵνα δείξῃ ὅτι ὅμοιόν τι τῆς μαντικῆς ἡ ποίησις. T
σφᾶς δ' αὐτάς:αὐτὰς δὲ ὑμνεῖν πρῶτόν τε καὶ
ὕστερον, ὡσανεὶ ἀεί. ἀλλὰ σύ, ὦ Ἡσίοδε, παύου τῶν ἀρχαίων
ῥημάτων, παῦσαι κομποποιῶν, παῦσαι μύθους ληρωδῶν ἀλλοκό-
τους. τὸ δὲ τύνηπρὸς ἑαυτόν φησι κατὰ ἀρχαϊσμόν· ἀντὶ τοῦ
σύ, ὦ Ἡσίοδε, Δωρικῶς. R2WLZ  
ἀλλὰ τίη μοι ταῦτα:ὥσπερ ἄκαιρος ἐφάνη αὐτῷ
ἡ, ὁμιλία ἣν ἤρξατο λέγειν, ὅτι αἱ Μοῦσαι ἔδωκάν μοι καὶ τἄλλα. καί
φησι· τί μοι ταῦτα τὰ ῥήματα, ὡς τὰ περὶ δρυὸς ἢ περὶ πέτρης,
τί μοι χρεία ἐστὶν ἀρχαιολογεῖν; ἡ γὰρ ποίησις μυθολογία ἐστὶν
ἐοικυῖα ἀληθείᾳ. R2WLZ εἰς τί τοῦτο καιροῦ ἐπείγοντος ἀρχαιο-
λογῶ, καθάπερ οἱ ἐν δρυσὶ καὶ πέτραις κατατιθέμενοι τὰ τέκνα
καὶ λέγοντες αὐτοὺς ἐκ δρυὸς γεγεννῆσθαι ἢ πέτρας; R2WLZΛ
ἀλλὰ τίη μοι ταῦτα περὶ δρῦν:παροιμία ὅταν τις
καιροῦ τινος αὐτὸν κατεπείγοντος περὶ ἄλλων λέγειν, ὁ δὲ ταῦτα ἀφεὶς
ἄλλοις χρῆται. καὶ οὗτος οὖν ἀφεὶς περὶ τῶν προκειμένων αὐτῷ λέγειν,
ἤτοι τῆς τῶν θεῶν γενέσεως, ὅπως αὐτῷ αἱ Μοῦσαι δάφνης ἔδωκαν
κλάδον λέγει.
728

Σχόλια στον Ησίοδο. , Glossae in theogoniam (5025: 004)


“Glossen und Scholien zur hesiodischen Theogonie”, Ed. Flach, H.
Leipzig: Teubner, 1876, Repr. 1970.Verse 60, line 1

κράτεϊ. τῇ ἰσχύι M2.


αὖτις. ἰωνικὸν αὖθις M2.
ἀνθρώπων. δικαίων B.
γιγάντων. διὰ τὴν γῆν B.
ἄμπαυμα. ἀνάπαυμα V ἀνάπαυσιν BM2.
μερμηράων. φροντίδων VM2.
λησμοσύνην. λήθην BVM2.
λέχος. κοίτην V.
νόσφιν. κεχωρισμένως M2.
ἤματα. ἡμέραι VM2 ἐτελέσθη. διῆλθε M2.
ἀοιδή. ποίησις V ᾠδή M2.
μέμβλεται. διὰ φροντίδος ἐστί VM2.
νιφόεντος Ὀλύμπου. τοῦ χίονα δεχομένου Ὀλύμπου,
 ἤγουν οὐρανοῦ M2.
λιπαροί τε. λαμπροί, τρυφηλοί B λαμπ. M2.
ἐν θαλίῃς. ἐν χοροῖς V εὐωχίαις M2.
ἐρατήν. ἐπιθυμητήν VM2.
διὰ στόμα. διὰ τοῦ στόματος V.
ἴσαν. ἐπορεύοντο V ἐπορεύθησαν M2.
ὀπί. φωνῇ VM2.
ἴαχε. καὶ ἤχει καὶ ἐβόα V ἤχησε M2.  

Σχόλια στον Όμηρο, Ιλιάδα. (scholia vetera) (5026: 001)


“Scholia Graeca in Homeri Iliadem (scholia vetera), vols. 1–5, 7”, Ed.
Erbse, H.Berlin: De Gruyter, 1:1969; 2:1971; 3:1974; 4:1975; 5:1977;
7:1988.Book of Iliad 12, verse 13-5, line of scholion 9

ν, ἐκ τοῦ ἔπελεν συγκοπὴνδεχόμενος, Ζηνόδοτος “ἔπλε” ἀποκοπῇ


τοῦ ἔπλετο. T
 ex. | ex. αὐτὰρ ἐπεὶκατὰ μὲν Τρώων θάνον, ὅσσοι
ἄριστοι, / πολλοὶ δ' Ἀργείων οἱ μὲν δάμεν, οἱ δὲ λίπον-
το, /πέρθετο δὲ Πριάμοιο πόλις:συνέπλεξε τὸν λόγον προς-
θεὶς τὸν μέν(14)· καὶ ἔστι μὲν δύσρητον, ὅμως ἥδιστον. ὁ δὲ ἁπλοῦς
λόγος οὕτως ἦν· ‘πολλοὶ Ἀργείων δάμεν, οἱ δὲ λίποντο. Τρώων θάνον
729

ὅσοι ἄριστοι’. T φανερὸν οὖν ὡς ὑπελείφθησάν τινες, περὶ ὧν


φησιν “Αἰνείαο βίη Τρώεσσιν ἀνάξει” (Υ 307). b(BCE3)T | πέρ-
θετο(15) ἀντὶ ἀορίστου τοῦ ἐπορθήθη. T ἐπεὶ δὲ εἰς τὸν θάνατον
Ἕκτορος μέλλει τελευτᾶν ἡ ποίησις, ὅπως μὴ οἰηθῇ τις ἐπικρατέστερα
γεγονέναι τὰ τῶν Τρώων, εἶπεν ὅτι ἐπορθήθη (cf. 15), ἵνα μὴ λυπώ-
μεθα νῦν τὰς τῶν Ἑλλήνων ἀκούοντες συμφοράς. b(BCE3)T  
 Nic. αὐτὰρ ἐπεί{κατὰ μὲν τρώων θάνον}: καὶ ἐνταῦθα ἡ ἀντα-
πόδοσίς ἐστι “δὴ τότε μητιόωντο” (Μ 17)· τὸ γὰρ χρονικὸν ἐπίρ-
ρημα ἀνταποδέδοται τῷ ἐπεί.A
 ex. κατὰ μὲν Τρώων θάνον:Ἰακὴ διαίρεσις. Til
 ex. Ἀργεῖοι δ' – ἔβησαν:καὶ τούτων δὲ ὅτε ἀπενόστη-
σαν οἱ περιλειφθέντες. ἅμα δὲ καὶ προανακρούεται τὴν Ὀδύσσειαν. Til
 Ariston. δὴ τότε μητιόωντο Ποσειδάων καὶ Ἀπόλλων:
σημειοῦνταί τινες πρὸς τὰ ἐν τῇ Η (sc. 443 – 64) ἀθετούμενα,

Σχόλια στον Όμηρο, Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 12, verse
199a, line of scholion 3

 Nic. ὄφρ' οἱ τοὺς ἐνάριζον ἀπ' ἔντεα μαρμαίροντα


/  – οἵ ῥ' ἔτι μερμήριζον:ὑποστιγμαὶ ἐν ὑποκρίσει μαρ-
μαίροντα(195), νῆας(198), διαστολαὶ δὲ ἕποντο(196), ἔσαν
(197). ἡ δὲ ἀνταπόδοσις οἵ ῥ' ἔτι μερμήριζον(199)· διόπερ οὐ
χωριστέον στιγμαῖς· εἷς γὰρ ὁ λόγος. A
 ex. οἳ πλεῖστοι καὶ ἄριστοι ἔσαν:καὶ τοῦτο ὑπὲρ παρα-
μυθίας ὅτι τὸ πλεῖστον καὶ ἀκμαιότατον τῶν βαρβάρων ἦν τὸ πλεο-
νεκτῆσαν ἐν τῇ μάχῃ. b(BCE3)T
 ex. οἵ ῥ' ἔτι μερμήριζον ἐφεσταότες παρὰ τάφρῳ:
καὶ μὴν ἔδει διώκειν μᾶλλον· ἀπογνόντες γὰρ τῆς ἀνακομιδῆς δει-
νότεροι ἂν εἶεν. ἀλλ' ἐναγώνιός τε γίνεται ἡ ποίησις καὶ αἱ ἀπειλαὶ
αὐτοῦ “ὡς πυρὶ νῆας ἐνιπρήσω, κτείνω δὲ καὶ αὐτούς” (Θ 182). T  
 ex. οἱ ῥ' ἔτι μερμήριζον ἐφεσταότες παρὰ τάφρῳ:
ἅμα τῇ ἐφόδῳ Ἀσίου ταῦτα γράφει. ἀλλ' ἅμα πάντα λέγειν ἀδύνα-
τον. T
 ex. αἰετὸς ὑψιπέτης ἐπ' ἀριστερὰ λαὸν ἐέργων:
μέσος διῆλθεν, ἐπὶ τὰ ἑαυτοῦ ἀριστερὰ τὸν Τρωϊκὸν λαὸν ἐέργων,
ἐν δεξιᾷ δὲ δηλονότι τὸ Ἑλληνικὸν στρατόπεδον ἔχων.

Σχόλια στον Όμηρο, Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 14, verse
342-51, line of scholion 5
730

δ' Ἕκτορι μῦθος ἀπήμων” (Μ 80) – , εἰκότως ἂν φήσαιμεν ὅτι τὸ εὖ


ἐπίρρημα προσῆλθε καὶ οὕτως ἐφυλάχθη τοῦ ῥήματος ἡ δασεῖα ὡς ἐν
λέξει συνθέτῳ. τὸ μέντοι ἕαδε διαίρεσίς ἐστι τοῦ ἧδε. A
 τοῦ {δὲ} εὔαδετὴν πρώτην ψιλωτέον, τὴν δὲ δευτέραν
δασυντέον. T
 ex. | ex. Ἥρη μήτε θεὸν – ἔερσαι:μὴ μεμφέσθω
Πλάτων (cf. rep. 3, 390 c 2) χρυσοῦν νέφος καὶ ἥλιον νικῶν, οἷον οὐκ
ἂν οὐδὲ Ἥφαιστος ἐποίησεν, καὶ εὐνὴν ἐξ ἀνθέων. b(BCE3E4)T
τοιοῦτος δέ ἐστιν ὡς καὶ Ποσειδῶν καλύπτων κύματι τὴν μίξιν (cf.
λ 243 – 4). T | τρεῖς δέ εἰσι τρόποι, καθ' οὓς πᾶσα ποίησις θεωρεῖται·
ὁ μιμητικὸς τοῦ ἀληθοῦς, φιλοπάτωρ, μισογύνης, ἄπιστος, παρρη-
σιαστής· ὁ κατὰ φαντασίαν τῆς ἀληθείας, ὃν δεῖ μὴ κατὰ μέρος
ἐξετάζειν, οἷον, ὅτι ψυχαὶ γεύονται καὶ λαλοῦσι, πάντως ἐρεῖ τις καὶ
γλῶσσαν ἔχουσι καὶ βρόγχον· τρίτος δὲ ὁ καθ' ὑπέρθεσιν ἀληθείας
καὶ φαντασίαν, Κύκλωπες, Λαιστρυγόνες καὶ ταῦτα τὰ περὶ θεῶν. b
(BCE3E4)T
 Did. (?) | ex. μήτε θεὸν τό γε δείδιθι μήτε τιν' ἀνδρῶν /
ὄψεσθαι:ἄμεινον “θεῶν” ὡς ἀνδρῶν(342). | πᾶς δὲ τόπος τῇ  
νομίμῳ μίξει θάλαμός ἐστι, τῇ δὲ ἀθέσμῳ οὔ. ἀμέλει Ἄρεα οὐκ ἔκρυψεν
οὐδὲ Ἡφαιστότευκτος ὢν ὁ θάλαμος (cf. θ 321).

Σχόλια στον Όμηρο, Οδύσσεια. (scholia vetera) (5026: 007)“Scholia


Graeca in Homeri Odysseam, 2 vols.”, Ed. Dindorf, W.
Oxford: Oxford University Press, 1855, Repr. 1962.Book 8, hypothesis-
verse 100, line 4

ἂψ Ὀδυσεὺς] ὁ Ἀριστοφάνης “αἶψ' Ὀδυσεύς” γράφει. H.


κατὰ κρᾶτα] ὑποκάτω τῶν ὀφρύων. H.
ἤδη μὲν δαιτὸς κεκορήμεθα θυμὸν ἐΐσης] οὕτως Ἀρίσταρχος·
οἱ δὲ ἄλλοι “ἤδη μὲν θυμὸν κεκορήμεθα δαιτὸς ἐΐσης.” H.
ἐΐσης] ὁμοίας, τῆς ἰσομοίρου. H.
δαιτὸς ἐΐσης] ἢ τῆς ποιούσης τὸν δαινύμενον ἐπίσης κεκορῆσθαι, ἢ
τῆς ἰσομοίρου, τῆς ἐπίσης πᾶσι δεδομένης. E.
νῦν δ' ἐξέλθωμεν] διὰ τί οἱ Φαίακες εὐωχηθέντες ἠγωνίζοντο
γυμνικὸν ἀγῶνα, δρόμον καὶ δίαυλον καὶ οὐ τὴν ἄλλην ἄθλησιν; παν-
τελῶς γὰρ ἀπόνων ἀνθρώπων ταῦτα. ἴσως δὲ, ἁρμόττον τοῖς ἤθεσι
δέον ποιεῖν, ἐπειδὴ μίμησις ἡ ποίησις, οὕτω πεποίηκεν. ὅτι δὲ τοιοῦ-
τοι δῆλον. ἔφασαν γὰρ “ἀεὶ δ' ἡμῖν δαίς τε φίλη κίθαρίς τε χοροί
τε” (248.). E.Q.  
ὅσον περιγιγνόμεθ' ἄλλων πύξ τε παλαιμοσύνῃ τε] καὶ πῶς
731

φησιν “οὐ γὰρ πυγμάχοι εἰμὲν ἀμύμονες οὐδὲ παλαισταί” (246.);


ἐν ὅσῳ τοίνυν ἄπειροί εἰσιν Ὀδυσσέως οἴονται νικᾶν ἅπαντας ἐν τού-
τοις, ὅτε δὲ τῇ πείρᾳ δείξας ἑαυτὸν Ὀδυσσεὺς ἐκαυχήσατο περὶ τῶν
ἄλλων ἄθλων μόνον παραιτησάμενος τὸν δρόμον, ἀντιμεταλαβὼν τὰ
ἐγκώμια Ἀλκίνους φησὶν “ἀλλὰ ποσὶ κραιπνῶς θέομεν καὶ νηυσὶν
ἄριστοι, ἀεὶ δ' ἡμῖν δαίς τε φίλη, εἵματά τ' ἐξημοιβά” (247 – 249.).

Scholia In Lucianum, Scholia in Lucianum (scholia vetera et recentiora


Arethae) (5029: 001)“Scholia in Lucianum”, Ed. Rabe, H.Leipzig:
Teubner, 1906, Repr. 1971.Lucianic work 49, sec. 23, line 5

ὅπως πολὺς ὁ λόγος. ~ E


Ἀφροδίτης κτλ.] ἔκφρασις τοῦ ἐν Κνίδῳ τεμένους καὶ
τοῦ ἀγάλματος τῆς Ἀφροδίτης. ~ E
ἡ τύχη παρεμποδίζει κτλ.] σημείωσαι. ~ Γ
ἀφυλακτουμένων*] ἀπὸ τοῦ ὑλακτεῖν. ~ ER
ἀμορφίαν πονηρίας εἶναι κατάκριτον] ἆρά γε Σω-
κράτους, ᾧ τὸ περὶ λόγους ἀριστεῖον ὁ Πύθιος μαρτυρεῖ,
ἄλλον ἑώρακεν ὁ κατ' ἐκεῖνο καιροῦ ἄνθρωπος δυσμορφό-
τερον; τί οὖν ἡ τῆς τῶν νέων εὐπρεπείας ὑμῖν, ὦ σοφοί,
μεταποίησις; οὐχὶ καὶ ἐν εὐμόρφοις κακία φαίνεται καὶ
ἀμαθία; οὐκ ἂν οἶμαι ἀρνή⌈σαις⌉θε, εἰ μή που τὸ αὐτο-
κρατὲς παρέλοισθε τῆς ἀνθρωπείας ψυχῆς καὶ διὰ τοῦτο
καὶ νόμους ἀναιρήσετε καὶ κρίσεις ⌈  ⌉. ~ ⌈U⌉  
– ] ὅτι ὁ Σωκράτης δύσμορφος ἦν τοσοῦτον, ὥστε τὸ κατ'
ἐκεῖνο καιροῦ μὴ εἶναί τινα τοιοῦτον. ~ C
Φιλαινίς] ταύτην τὴν Φιλαινίδα φησίν, ἣν Φιλοκράτης ὁ
Ἀθηναῖος κωμῳδιοποιὸς ἐξεπόμπευσεν ὡς ἑταιρίστριαν καὶ
τριβάδα.

Σχόλια στον Λυκόφρονα. (scholia vetera et recentiora partim Isaac et


Joannis Tzetzae) (5030: 001)
“Lycophronis Alexandra, vol. 2”, Ed. Scheer, E.Berlin: Weidmann, 1958.
Scholion intro, line 51

...δι' ἰάμβων, καταχρηστικῶς δὲ καὶ δι' ἑτέρου οἵου δή


τινος μέτρου. ἀριπρεπεῖς δὲ ἰαμβογράφοι Ἀνανίας, Ἀρχί-
λοχος, Ἱππώναξ. τραγικῶν, σατυρικῶν καὶ κωμικῶν ποιητῶν
κοινὸν μὲν τὸ τετραγώνως ἔχειν ἱστάμενον τὸν χορὸν καὶ τὸ
λαμβάνειν τράγον ἢ τρύγα τουτέστιν οἶνον νέον καὶ μιμητι-
732

κῶς ἐν τῇ θυμέλῃ τὰ τούτων δράματα λέγεσθαί τε καὶ δρᾶ-


σθαι, διάφορον δὲ αὐτοῖς τὸ τὴν κωμωδίαν γέλωτα ἔχειν καὶ
σκώμματα καὶ κδʹ χορευτάς, τὴν δὲ τραγωδίαν καὶ τοὺς σα-
τύρους ἐπίσης μὲν ἔχειν χορευτὰς ιϛʹ, διαφέρειν δὲ πρὸς
ἀλλήλους, ὅτι ἡ μὲν τραγωδία θρήνους μόνον ἔχει καὶ οἰμω-
γάς, ἡ δὲ σατυρικὴ ποίησις συγκιρνᾷ ταῖς ὀλοφύρσεσιν ἱλα-
ρότητα καὶ ἀπὸ δακρύων εἰς χαρὰν καταντᾷ. διαφέρει δὲ
κατὰ τοῦτο καὶ κωμωδία καὶ τραγωδία, ὅτι ἡ μὲν τραγωδία
λύει τὸν βίον, ἡ δὲ κωμωδία συνίστησι. καὶ κωμωδία δὲ ἐ-
κλήθη ἢ ὅτι κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ κώματος ἤτοι τοῦ ὕπνου
εὑρέθη ἢ ὅτι ἐν ταῖς κώμαις τουτέστι ταῖς στενωπαῖς ἢ ὅτι
ἐν ταῖς κώμαις τουτέστι τοῖς μεγίστοις χωρίοις ἢ ὅτι ἐν ταῖς
κώμαις καὶ τόποις τοῦ Διονύσου εὑρέθη. ἡ δὲ τραγωδία  
ἀπὸ τοῦ τράγον ἢ τρύγα λαμβάνειν τουτέστι *νέον* οἶνον ἢ
ἀπὸ τοῦ τρύγα χρίεσθαι τὰ πρόσωπα αὐτῶν κατ' ἀρχάς· ἢ
ὅτι τετραγώνως ἵσταντο, .

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera) (5034: 001)


“Scholia vetera in Pindari carmina, 3 vols.”, Ed. Drachmann, A.B.
Leipzig: Teubner, 1:1903; 2:1910; 3:1927, Repr. 1:1969; 2:1967; 3:1966.
Ode O 6, scholion 123b, line 2

τὸ, γένος τιμῶντες.


BCDEQ τιμῶντες δ' ἀρετάς:ἤτοι καθόλου γνωμικὸς
ὁ λόγος, ἢ ἐπὶ τῶν Ἰαμιδῶν· οἱ δὲ Ἰαμίδαι τὰς ἀρετὰς
τιμῶντες ἀεὶ εἰς ἐπίδοξον ὁδὸν βίου πορεύονται.
A [ἐς φανερὰν ὁδόν:] ἀμφίβολον πότερον ἀρσε-
νικόν ἐστι τὸ ἕκαστον ἢ οὐδέτερον. ἐὰν μὲν οὐδετέρως
δεξώμεθα, οὕτως· σαφὲς δὲ ποιεῖ καὶ τεκμηριοῖ ἕκαστον
ἔργον ..... ἐὰν δὲ ἀρσενικῶς, οὕτως·τὸ ἴδιον πρᾶγμα  
ἔκδηλον καὶ φανερὸν καθίστησι τῶν ἀνθρώπων ἕκαστον.
ἄλλως· ἕκαστον γὰρ τῶν ἀνθρώπωντὸ ἴδιον πρᾶγμα
φανερὸν ποιεῖ, ὡς Ὅμηρον ἡ ποίησις, ἡ ῥητορικὴ Δη-
μοσθένην.
BCDEQ τεκμαίρει χρῆμ' ἕκαστον:ἕκαστον γὰρ τῶν
ἀνθρώπων τεκμαίρει καὶ μηνύει τὸ οἰκεῖον πρᾶγμα, ὡς
Ὅμηρον ἡ ποίησις, Δημοσθένην ἡ ῥητορική.          λείπει·

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)


Ode O 6, scholion 123c, line 3
733

A [ἐς φανερὰν ὁδόν:] ἀμφίβολον πότερον ἀρσε-


νικόν ἐστι τὸ ἕκαστον ἢ οὐδέτερον. ἐὰν μὲν οὐδετέρως
δεξώμεθα, οὕτως· σαφὲς δὲ ποιεῖ καὶ τεκμηριοῖ ἕκαστον
ἔργον ..... ἐὰν δὲ ἀρσενικῶς, οὕτως·τὸ ἴδιον πρᾶγμα  
ἔκδηλον καὶ φανερὸν καθίστησι τῶν ἀνθρώπων ἕκαστον.
ἄλλως· ἕκαστον γὰρ τῶν ἀνθρώπωντὸ ἴδιον πρᾶγμα
φανερὸν ποιεῖ, ὡς Ὅμηρον ἡ ποίησις, ἡ ῥητορικὴ Δη-
μοσθένην.
BCDEQ τεκμαίρει χρῆμ' ἕκαστον:ἕκαστον γὰρ τῶν
ἀνθρώπων τεκμαίρει καὶ μηνύει τὸ οἰκεῖον πρᾶγμα, ὡς
Ὅμηρον ἡ ποίησις, Δημοσθένην ἡ ῥητορική.
         λείπει·
ἐγὼ τοίνυν διὰ τοῦτο ἐπαινῶ.
         BDEQ ὁ δὲ λόγος γνωμικός.
B(C)DEQ μῶμος δ' ἐξ ἄλλων:φθόνος δὲ καὶ ψόγος
ἐξ ἄλλων τινῶν, ἐκ τῶν φθονερῶν, ἐπικρέμαται τούτοις οἷς
ἄν ποτε κατὰ τὴν Ὀλυμπίαν περὶ τὸν δωδεκάκυκλον δρό-
μον ἀγωνισαμένοις καὶ νικήσασιν [καὶ οἷς ἂν] ἡ ἐκ τῆς
νίκης χάρις ἔνδοξον τὴν ὄψιν παράσχῃ.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)


Ode O 10, scholion 13l, line 2

παρὰ τῶν ἀνθρώπων μέμψιν κατακλύσει ὁ ὕμνος ὡς ψῆφον


BCEQ κῦμα, ὅταν τὸν κοινὸν λόγον, τουτέστι τὸ ποίημα, πρὸς
χάριν ἀποτίσωμεν.
         CEQ προσυπακουστέον δὲ τὸ ὥς, ἵν' ᾖ·
ὡς ψῆφον ἑλισσομένην, οὕτω τὸ κῦμα κατακλύσει αὐτήν.
CDEQ ἢ οὕτως· ὥσπερ τὸ κῦμα τὴν ψῆφον ἐπιρρέον κατα-
κλύζει, οὕτω καὶ τὸν ἐπίνικον ἀποδώσομεν.
         EQ ἢ οὕτως·
λείπει τὸ ἴδωμεν ἢ θεωρήσωμεν.
         BEQ νῦν σκοπήσωμεν ὅπως
τὸ ἡμέτερον κῦμα ῥέον, τουτέστιν ἡ ἡμετέρα ποίησις, κατα-
κλύσει τὴν ἑλισσομένην ψῆφον, τουτέστι τὴν καθ' ἡμῶν
ἑλισσομένην λοιδορίαν.
         EQ ἄλλως· νῦν οὖν σκοπήσωμεν
ὅπως καθάπερ [λοιδορίαν] ψῆφόν τινα κυλιομένην τὸ τῆς
θαλάσσης κῦμα περικλύζει καὶ ἵστησιν, οὕτω στήσωμεν τὸν
παρὰ τῶν πολλῶν ψόγον, καὶ σκοπήσωμεν ὅπως τὸν κοινὸν
734

τοῦ παντὸς γένους καὶ πάσης τῆς πόλεως ἔπαινον προς-


φιλῶς καὶ κεχαρισμένως ἀποτίσωμεν καὶ ἀποδώσομεν.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)


Ode P 4, scholion 496c, line 2

ἐσθλὸν καὶ τὸ τέτυκται, ὅτ' ἄγγελος αἴσιμα εἰδῇ.


τοῦτο δὲ πρὸς ἑαυτὸν ὁ Πίνδαρος ἀνάγει, ὅτι ὀφείλεις μοι
πεισθῆναι πρεσβεύοντι ὡς ἀγαθῷ ἀγγέλῳ.
BDEGQ αὔξεται καὶ Μοῖσα δι' ἀγγελίας:ἀντιστρόφως
εἶπε· θέλει γὰρ εἰπεῖν· αὔξεται ἀγγελία διὰ μούσης τῆς ἑαυ-
τοῦ.
         αὔξεται καὶ ὀρθὴ γίνεται ἡ ἀγγελία, τουτέστι διὰ
τῆς ποιήσεως· αὕτη γὰρ ἡ ἀγγέλλουσα καὶ συμβουλεύουσα
τῷ Ἀρκεσίλᾳ διαλύσασθαι πρὸς τοὺς πολίτας.
         BDGQ ὁ δὲ λό-
γος· αὔξεται καὶ ἡ ποίησις δι' ὀρθῆς ἀγγελίας καὶ παιδείας.
BDEGQ ἐπέγνω μὲν Κυράνα:ἐπέγνω ἐπειράθη, οἷον  
γνῶσιν ἔσχεν.
         ἄλλως· ἐπέγνω μὲν ἡ Κυρήνη καὶ ὁ τοῦ
Βάττου οἶκος, τουτέστι τὸ σὸν ὦ Ἀρκεσίλαε οἴκημα, τὴν δι-
καιοσύνην τῶν Δημοφίλου φρενῶν.
BDEGQ Βάττου μέγαρον δικαίαν:ἤτοι δικαίαν παροξυ-
τόνως, ἵν' ᾖ τὴν δίκην, ὡς καὶ τὴν ἀρχὴν ἀρχαίαν παρα-
γώγως· ἢ περισπωμένως, ἵν' ᾖ δικαίων Δημοφίλου πραπίδων.
BDEGQ κεῖνος γὰρ ἐν παισίν:ἐκεῖνος γὰρ ὁ Δημό-
φιλος ἐν μὲν παισὶ τὴν ἡλικίαν νεώτερός ἐστιν,

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)


Ode P 9, scholion 134b, line 3

         ἢ οὕτω· περὶ τῶν μεγάλων ἀρετῶν πολλὰ ἔνε-


στιν εἰπεῖν.
BDEGQ βαιὰ δ' ἐν μακροῖσιν:ἐάν τις, φησὶ, μακρὰ
ἐκλάβῃ πράγματα καὶ βαιὰ ποιήσῃ αὐτὰ τῷ λόγῳ, ἀκοὰ σο-
φοῖς ἐστι, τουτέστι σοφοῦ ἀκροατοῦ δεῖται, ἵνα συνῇ τὰ
πολλὰ ἐπιτετμημένα.
         ἢ οὕτως· ἐν μεγάλοις δὲ κατορθώ-
μασιν ὀλίγα συντιθέναι καὶ λέγειν, τοῖς σοφοῖς ἡ τοιαύτη
ἀκοὴ καὶ ποίησις ᾠκείωται.
BDEGQ ὁ δὲ καιρὸς ὁμοίως:παντὸς δὲ πράγματος τὸ
735

τέλος καὶ κορυφὴν ὁμοίως ἡ εὐκαιρία ἔχει, ἀντὶ τοῦ δεῖ κατὰ
καιρὸν καὶ μεγάλα καὶ μικρὰ λέγειν.
BDEGQ ἔγνων ποτὲ καὶ Ἰόλαον:ὁ γὰρ Ἰόλαος τεθνη-
κὼς ἐπειδὴ ἔμαθεν Εὐρυσθέα ἐξαιτούμενον παρ' Ἀθηναίων
τοὺς Ἡρακλείδας καὶ ἐπαπειλοῦντα πόλεμον, εἰ μὴ δώσουσιν,
εὔξατο ἀναβιῶναι, καὶ ἀναβιώσας ἀπέκτεινε τὸν Εὐρυσθέα
καὶ πάλιν τέθνηκεν. οἱ δὲ πρὸς τὸ πιθανώτερον ἕλκουσι
τὴν ἱστορίαν, ὅτι γέρων ὢν ηὔξατο ἀνηβῆσαι, καὶ τελέσας
τὸν ἆθλον εὐθέως ἐτελεύτα.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera et recentiora


partim Thomae Magistri et Alexandri Phortii) (e cod. Patm.) (5034: 005)
“Πινδάρου σχόλια Πατμιακά”, Ed. Semitelos, D.Athens: Hermes, 1875.
Ode N 7, scholion 33, line 1

Ἄργει Ἥραια, τὰ ἐν Θήβαις Ἰόλαια, τὰ ἐν Εὐβοίᾳ Βασίλεια,


καὶ ἕτεροι ἀγῶνες τοιοῦτοι.  – Ἱεροὺς] Ἤγουν τοὺς περιοδικούς.
ΝΕΜΕΩΝ ΕΙΔΟΣ Ζʹ.

Εἰ δὲ τύχῃ τις ἕρδων]


Δεόμεναι] Ὑστερούμεναι.
Ἄποινα] Ἀμοιβή.
Βάλον] Ἑαυτοὺς δηλονότι.
Ἔλπομαι] Ὑπολαμβάνω.
Σοφία] Ἡ ποίησις.
Κομίσαι] Ἀνα(κομίσαι) καὶ ἀνακτήσασθαι.
Ἁβρὸν] Ἀνθηρόν.
Εὐρυκόλπου] Εὐρυχώρου.
Ἀποπλέων] Ἀπονοστῶν, ἀπαίρων.
Βάρυνθεν] Ἐβαρύνθησαν.
Ἄλσει] Ναῷ.
Θρασὺ] Τολμηρόν.
Ἀπέχων] Ἄπωθεν ἔχων.
Ὧτε] Ὥσπερ.
Ἀγαθοῖσι] Ἀνδρείοις.    

Scholia In Plato nem, Scholia in Plato nem (scholia vetera) Dialogue


Grg, Stephanus p. 502c,bis, line 2

ὡς εὐδοκιμοῦσα μᾶλλον τῶν ἄλλων τῆς μουσικῆς εἰδῶν κατ' ἐκείνους


τοὺς χρόνους. ἡ ποιητική.
ἰστέον ὅτι ἡ τραγῳδία, κολακεία τις οὖσα, ὑπὸ τὸ σοφιστικὸν
736

ταύτης εἶδος τέτακται, ἅτε δὴ γνώμας ἀποφαινομένη καὶ περὶ δικαίων


καλῶν τε καὶ ἀγαθῶν ὑψηλολογουμένη· ἢ καὶ κατὰ τὸ δημηγορικόν,
καθ' ὅσον καὶ αὐτός φησιν, εἴ τις αὐτῆς τὰ μέτρα περιέλοι, μηδὲν
ἕτερον αὐτὴν φανῆναι ἢ δημηγορίαν, ἐπειδὴ καὶ παθῶν ὑπερβαλλόντων
κινητικαὶ ἀμφότεραι.
δημηγορία κτλ.
ῥητορική   δημηγορία   ποίησις·  τραγῳδία
εἶεν· τί δὲ κτλ.
ἐντεῦθεν τῆς δημαγωγικῆς ῥητορικῆς διαβολή.
ἐλευθέρων ἀνδρῶν.
τοῦτό φησι πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν ἐν τοῖς θεάτροις ὄχλων, διὰ μὲν
τῶν ἐλευθέρων τοὺς δούλους περιελών, διὰ δὲ τῶν ἀνδρῶν παῖδάς τε
καὶ γυναῖκας.
τί δέ; Θεμιστοκλέα κτλ.
ἡ τάξις τῶν δημαγωγῶν οὐ πρὸς τὸν χρόνον, πρὸς δὲ τὸν τρόπον
αὐτῶν. πρῶτον γὰρ Θεμιστοκλέα φησὶν ὡς μᾶλλον κατὰ νοῦν καὶ  

Scholia In Plato nem, Scholia in Plato nem (scholia vetera) Dialogue R,


Stephanus p. 394c, line 2

ἐὰν, φησίν, ἀβασανίστως ὁμολογήσῃς ἀγαθὸν εἶναι τὴν δικαιοσύνην,


κακὸν δὲ τὴν ἀδικίαν, ἔχω τὸ ζητούμενον. εἰ δὲ λόγῳ δουλεύοιμεν,
δεῖ πρῶτον ἡμᾶς διορίσασθαι τὴν τῆς δικαιοσύνης οὐσίαν.
γελοῖος, ἦν δ' ἐγώ κτλ. ἀστεῖον. Ἰθάκῃ.
νῆσος πρὸς τῇ Κεφαλληνίᾳ. οἱ. αὐτῷ.
τραγῳδία τε καὶ κωμῳδία.
 (1) τραγῳδία ἐστὶ ποίησις ἔμμετρος πρὸς ἅμιλλαν ᾠδῆς ἐπὶ δεινοπα-
θείᾳ προσώπων τε καὶ πραγμάτων γιγνομένη, καθ' ἣν τῷ νικήσαντι τρά-  
γος ἔπαθλον ἐδίδοτο, ἐξ οὗ καὶ τὸ ὄνομα ἔσχεν. (2) κωμῳδία ἐστὶ πόησις

(sic) ἔμμετρος καὶ αὕτη πρὸς ἅμιλλαν ᾠδῆς, πρότερον μὲν ἐπ' ἱλαρότητί
τινι καὶ καρπῶν συγκομιδῇ γιγνομένη, μετὰ τοῦτο δὲ καὶ ἐπὶ διαβολῇ
καὶ ἐνδείξει πονηρῶν προσώπων τε καὶ πραγμάτων εἰς σωφρονισμὸν
ποιουμένη, καθ' ἣν τῷ νικήσαντι γλεῦκος ἆθλον ἐδίδοτο, ὃ τρύγα
ἐκάλουν. παρὸ καὶ ἥδε τὸ πρὶν τραγῳδία (sic: l. τρυγῳδία) κοινῶς
ἐλέγετο· ὕστερον δέ, ἀπὸ τοῦ κατὰ κώμας ἄρξασθαι ταύτην πρὶν εἰς
ἄστυ μετελθεῖν, κωμῳδία ὠνομάσθη. ἐν διθυράμβοις.
737

Scholia In Plato nem, Scholia in Plato nem (scholia vetera)


Dialogue R, Stephanus p. 614b, line 4

πέτρᾳ ὀλοφύρεται τὴν ἀθανασίαν Ἑλλάδι φωνῇ αἰολιζούσῃ καὶ προ-


λέγει ζῴων καὶ καρπῶν φθοράν. οἱ δ' ἀπεύχονται ἀπόσιτοι καὶ ἄποτοι
διατελοῦντες.
Ἄιδος κυνῆν.
νέφος τὴν ἄϊδος κυνέην φασὶν ἀθάνατον καὶ ἀφανές, ἤτοι ἀορασίαν,
ὃ περιβάλλονται οἱ θεοὶ ὅτ' ἂν ἐθέλωσιν ἀλλήλοις μὴ γιγνώσκεσθαι.
εἴληπται δὲ εἰς παροιμίαν ἐπὶ τῶν ἀφανῶς τι ποιούντων.  
ἀλλ' οὐ μέντοι κτλ.
 (1) ἀρχὴ τοῦ μύθου. (2) Ἦρ μέν ἐστιν ὁ τοῦ μύθου πατήρ, Ἀρμενίου
τοὔνομα υἱός, Πάμφυλος γένος. τοῖς δὲ μυθικοῖς πλάσμασι ποιητικῆς
χάριτος δεῖ καὶ τῶν τοῦ κάλλους σχημάτων, ὧν ἡ ποίησις διακορής.
καὶ τούτῳ τὸν Ἀλκίνου ἀπόλογον ἐνταῦθα παρειλεῖφθαί (sic: l.
παρειλῆφθαί) φαμεν, ἥ ἐστι τοῦ Ὀδυσσέως νέκυια, καὶ τὰ ἐν Ἅιδου
θεάματα, τῷ ψυχούλκῳ τῶν σφαγίων χρησαμένου αἵματι. ὅθεν καὶ εἰς
παροιμίαν παρελήφθη τὸ τὸν περὶ τῶν ἐν Ἅιδου τί λέγοντα λέγεσθαι
Ἀλκίνου λέγειν ἀπόλογον. ἀντιπαρατείνεται οὖν τῷ Ἀλκινόου λόγῳ
ὑπὸ τοῦ Ὀδυσσέως ῥηθέντι ὁ ὑπὸ τοῦ Ἠρός. πλὴν ἐκεῖ μὲν ὁ Ἀλκίνους
πρὸς εἰρήνην ὑπόκειται βλέπων καὶ τρυφήν· ἐνταῦθα δὲ γεννάδας τις
ὁ Ἦρ ἱστόρηται καὶ πολεμικός, καὶ μετὰ τὸ κατὰ τὸν πόλεμον ἀπο-
θανεῖν ἃ χωρισθείσης αὐτῷ τῆς ψυχῆς ἴδοι ἐν Ἅιδου ἀπαγγέλλων
δείματα.

Scholia In Theocritum, Scholia in Theocritum (scholia vetera) (5038:


001)“Scholia in Theocritum vetera”, Ed. Wendel, K.
Leipzig: Teubner, 1914, Repr. 1967.Prolegomenon-anecdote-poem
proleg, sec.-verse D, line 1

καὶ μικτά. τὴν μέντοι ἀπὸ τῶν βοῶν εἴληφεν ἐπιγραφὴν ὡς


κρατιστεύοντος τοῦ ζῴου· διὸ καὶ βουκολικὰ λέγονται πάντα.
εἴρηται δὲ βουκόλος παρὰ τὸ τὰς βόας κέλλειν καὶἐλαύνειν
ἢ ἀπὸ τοῦ τὰς βόας κολούειν ἀτιμαγελώσας ἢ τῶν βοῶν κο-
μεῖν καὶ ἐπιμελεῖσθαι τροπῇ τοῦ ἀμεταβόλου εἰς ἀμετάβολον.
EbAT σημείωσαι· ἐπὶ αἰγῶν αἰπόλια, ἐπὶ βοῶν βουκόλια,
ἐπὶ προβάτων ποίμνια, ἐπὶ συῶν συβόσια.
πῶς βουκολικὰ ὑπεγράφησαν καίτοι μὴ ὄντων ὅλων
βουκολικῶν, ἀλλὰ καὶ ποιμενικῶν καὶ αἰπολικῶν; ἐκ τοῦ κρείτ-
738

τονος μέρους ταῦτα τῶν τετραπόδων ὑπεγράφησαν.


KGEbAPT Πᾶσα ποίησις τρεῖς ἔχει χαρακτῆρας,διηγηματικόν,
δραματικὸν καὶ μικτόν. τὸ δὲ βουκολικὸν ποίημα μῖγμά ἐστι
παντὸς εἴδους καθάπερ συγκεκραμένον· διὸ καὶ χαριέστερον
τῇ ποικιλίᾳ τῆς κράσεως, ποτὲ μὲν συγκείμενον ἐκ διηγηματι-  
κοῦ, ποτὲ δὲ ἐκ δραματικοῦ, ποτὲ δὲ ἐκ μικτοῦ, ἤγουν διηγη-
ματικοῦ καὶ δραματικοῦ, ὁτὲ δὲ ὡς ἂν τύχῃ. εἰς ὅσον δ'
οἷόν τέ ἐστι, τὰ τῶν ἀγροίκων ἤθη ἐκμάσσεται αὕτη ἡ ποίησις,
τερπνῶς πάνυ τοὺς τῇ ἀγροικίᾳ σκυθρωποὺς κατὰ τὸν βίον
χαρακτηρίζουσα· ἐκπέφευγε δὲ τὸ ἄγαν ἁδρὸν καὶ ὑπέρογκον
τῆς ποιήσεως.
Ἰστέον δέ, ὅτι εἰδύλλιονλέγεται τὸ μικρὸν ποίημα

Scholia In Theocritum, Scholia in Theocritum (scholia vetera)


Prolegomenon-anecdote-poem proleg, sec.-verse D, line 7

ἐπὶ προβάτων ποίμνια, ἐπὶ συῶν συβόσια.


πῶς βουκολικὰ ὑπεγράφησαν καίτοι μὴ ὄντων ὅλων
βουκολικῶν, ἀλλὰ καὶ ποιμενικῶν καὶ αἰπολικῶν; ἐκ τοῦ κρείτ-
τονος μέρους ταῦτα τῶν τετραπόδων ὑπεγράφησαν.
KGEbAPT Πᾶσα ποίησις τρεῖς ἔχει χαρακτῆρας,διηγηματικόν,
δραματικὸν καὶ μικτόν. τὸ δὲ βουκολικὸν ποίημα μῖγμά ἐστι
παντὸς εἴδους καθάπερ συγκεκραμένον· διὸ καὶ χαριέστερον
τῇ ποικιλίᾳ τῆς κράσεως, ποτὲ μὲν συγκείμενον ἐκ διηγηματι-  
κοῦ, ποτὲ δὲ ἐκ δραματικοῦ, ποτὲ δὲ ἐκ μικτοῦ, ἤγουν διηγη-
ματικοῦ καὶ δραματικοῦ, ὁτὲ δὲ ὡς ἂν τύχῃ. εἰς ὅσον δ'
οἷόν τέ ἐστι, τὰ τῶν ἀγροίκων ἤθη ἐκμάσσεται αὕτη ἡ ποίησις,
τερπνῶς πάνυ τοὺς τῇ ἀγροικίᾳ σκυθρωποὺς κατὰ τὸν βίον
χαρακτηρίζουσα· ἐκπέφευγε δὲ τὸ ἄγαν ἁδρὸν καὶ ὑπέρογκον
τῆς ποιήσεως.
Ἰστέον δέ, ὅτι εἰδύλλιονλέγεται τὸ μικρὸν ποίημα
ἀπὸ τοῦ εἶδος ἡ θεωρία, οὐχ ἡδύλλιον παρὰ τὸ ἥδω τὸ
εὐφραίνω.
εἰδύλλιον λέγεται, ὅτι εἶδός ἐστι λόγου· ὑποκοριστικῶς EbAT
δὲ εἴρηται εἰδύλλιον.
εἰδύλλια λέγονται ταῦτα ἀπὸ τοῦ εἴδω τὸ ὁμοιῶ· ἐοι-
κότες γὰρ τοῖς προσώποις εἰσὶν οἱ λόγοι.
739

Scholia In Theocritum, Scholia in Theocritum (scholia vetera)


Prolegomenon-anecdote-poem Anec Est, sec.-verse 4, line 1

Ὅμηρος ὁ νέος, τραγικός – ἔστι γὰρ καὶ ἕτερος Ὅμηρος,


οὗπερ τὸν Ἡσίοδον ἰσόχρονον τίθενται, ἀλλ' οὐ τὸν παλαιὸν
Ὅμηρον, ἀλλ' ἕτερον μετ' ἐκεῖνον – , Ἀνδρομάχου (-ης cod.)
Βυζάντιος, ὃς δράματα συνέθηκεν ζʹ, καὶ Λυκόφρων ὁ τὴν
Ἀλεξάνδραν συγγράψας. cf. Tzetz. ad Lyc. 4, 26 – 5, 4 Scheer.
 ὅτι καὶ ἐπίγραμμαφέρεται εἰς Θεόκριτοντόδε· Gb
  Ἄλλος ὁ Χῖος· ἐγὼ δὲ Θεόκριτος, ὃς τάδ' ἔγραψα,
   εἷς ἀπὸ τῶν πολλῶν εἰμὶ Συρακοσίων,
  υἱὸς Πραξαγόραο περικλειτῆς τε Φιλίνης,
   μοῦσαν δ' ὀθνείην οὔτιν' ἐφελκυσάμην.  
Ca ὅτι ἡ βουκολικὴ ποίησιςκαίπερ οὐ μόνον βουκο-
λικά, ἀλλὰ καὶ αἰπολικὰ καὶ ποιμενικὰ περιέχουσα καὶ μικτὰ
ὅμως ἀπὸ τῶν βοῶν ἐπικρατεστέρων ὄντων ἔσχηκεν τὴν ἐπι-
γραφὴν βουκολικὰ κληθεῖσα.
 ὅτι βουκόλος,ὅθεν καὶ βουκολικά, λέγεται ὁ τῶν βοῶν
νομεύς, ὡς μέν τινες κακῶς τὸ ἔτυμον λέγοντες παρὰ τὸ βοῦς
καὶ τὸ κονεῖν (ῥονεῖν cod., corr. Kayser) τὸ ἐνεργεῖν καὶ
διατρίβειν· κονεῖ (ῥονεῖ cod., corr. idem) γὰρ ἢ ἐνεργεῖ τι
περὶ τὰς βοῦς ὁ βουκόλος. ὡς δ' ἕτεροι κάλλιον, παρὰ τὸ
κέλεσθαι ἤγουν προστάσσειν τοῖς βουσὶν ἢ τὸ κέλλειν καὶ (ὴ
in corr. secundum Kayserum, καὶ esse suspicor) τρέχειν σὺν

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 109, line 22

μένους, χάριτι, ἐφ' ᾗ εὐφραινόμενοι προκόπτομεν πιστεύοντες,


ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς ὑπ' αὐτοῦ λελαλημένοις περὶ τῆς ἐν
ἡμῖν ἐλπίδος, παρὰ θεῷ, ὅτι τὸ ἔργον τοῦ πατρὸς τετελείωκε
σαρκωθεὶς καὶ ἡμᾶς λυτρωσάμενος, καὶ παρὰ ἀνθρώποις,
διὰ τὴν αὐτῶν ἐξ εἰδωλολατρείας ἐπὶ τριαδικὴν θεογνωσίαν
μετάστασιν. κατὰ τούτους οὖν τοὺς τρόπους προέκοπτε καὶ
ἀληθεύει, οὐ γὰρ κατὰ τοὺς ἄφρονας ἀπὸ τοῦ χείρονος ἐπὶ
τὸ κρεῖττον.
 Ἀθανασίου ἐκ τοῦ κατὰ Ἀρειανῶν λόγου.
 Τίς γάρ ἐστιν ἡ λεγομένη προκοπή, καθὰ προεῖπον, ἢ ἡ παρὰ
τῆς σοφίας μεταδιδομένη τοῖς ἀνθρώποις θεοποίησις καὶ χάρις.
 Καὶ αὖθις· Οὕτω γὰρ αὐξάνοντος – ἐν τῷ σώματι.  
 Κυρίλλου ἐκ τοῦ κζʹ κεφαλαίου τοῦ βʹ βιβλίου
 τοῦ θησαυροῦ.
740

 Τὸ ἔν τινι προκόπτον – ”προέκοπτεν ἐν σοφίᾳ”.


 Καὶ μεθ' ἕτερα· Ἐπιτήρει δέ, ὅτι οὐκ εἶπεν – τῆς
θεότητος λόγον.

Σούδα. (9010: 001)“Suidae lexicon, 4 vols.”, Ed. Adler, A.


Leipzig: Teubner, 1.1:1928; ; Lexicographi Graeci 1.1–1.4.Alphabetic
letter alpha, entry 425, line 64

καὶ τὸ δὴ πάντων ἀνοσιώτατον, εἰς ὀνόματα θήλεά τε καὶ ἄσεμνα τὴν


μακαρίαν καὶ ἄρρητον συγκατασπάσαι φύσιν ὁ ἀλιτήριος κατετόλμησεν,
εἴς τε τὰς Ῥέας ἐκείνας καὶ Ἀφροδίτας καὶ Ἀθηνᾶς καὶ εἰς ἄλλας
μυρίας καὶ ἀλλοκότους ἀλόγων ἰδέας τε καὶ μορφὰς, ἃς ὁ κακίας δη-
μιουργὸς καὶ τὴν ἀποστασίαν νοσήσας ἐπέχρωσέ τε καὶ διεχάραξεν.
ἐντεῦθεν Αἰγυπτίων τὰ περὶ Ὄσιριν καὶ Τυφῶνα καὶ Ἴσιν μοχθηρὰ
διηγήματα καὶ Περσῶν μαγικὰ μαγγανεύματα καὶ Βραχμάνων γυμνο-
σοφιστίαι καὶ ἄκαιροι φαντασίαι καὶ ἡ θαυμαζομένη Σκυθῶν ῥῆσις καὶ
τὰ Θρᾳκῶν ὄργια καὶ οἱ Φρυγῶν αὐλοὶ καὶ Κορύβαντες. ἐντεῦθεν ἡ
Χαλδαίων ἀστρονομία ἡ σφαλερά τε καὶ πολυώδυνος. ἐντεῦθεν ἡ τοῦ
ψεύδους λοχεύτρια ποίησις, ἡ τῶν Ἑλληνικῶν ληρημάτων σεμνομυθία.
ἐντεῦθεν Ὀρφεύς τε καὶ Ὅμηρος καὶ ὁ τῶν ἀθεμίτων γονῶν ζῳγρά-
φος Ἡσίοδος. ἐντεῦθεν ἡ Θάλητος δόξα καὶ ὁ κλεινὸς Πυθαγόρας
καὶ ὁ σοφὸς Σωκράτης καὶ Πλάτων, τὸ τῆς Ἀθηναίων Ἀκαδημίας
πολυθρύλητον σεμνολόγημα. ἐντεῦθεν οἱ Παρμενίδαι καὶ Πρωταγόραι
καὶ Ζήνωνες. ἐντεῦθεν αἱ Στοαὶ καὶ οἱ Ἄρειοι πάγοι καὶ Ἐπικούρειοι.
ἐντεῦθεν οἱ τραγῳδῶν θρῆνοι καὶ κοπετοὶ καὶ τὰ κωμικῶν παίγνια
καὶ τωθάσματα. ἐντεῦθεν τὰ δολερὰ τοῦ Λοξίου καὶ ψευδηγόρου θες-
πίσματα καὶ ἡ λοιπὴ τῶν Ἑλληνικῶν κομψευμάτων ἐρεσχελία καὶ
τερατεία. καὶ ἵνα μὴ μακρὸν ἀποτείνω τὸν λόγον εἰς σαπρούς τε καὶ
ὀδωδότας μύθους ἐνασχολούμενος, πᾶσαν εἰς ἑαυτὸν τὴν κτίσιν

Σούδα. Alphabetic letter alpha, entry 4313, line 6

τὸ σύμπλους ἐν τῇ Ἀργοῖ γεγονέναι· καὶ τήν τε Ἰωλκὸν αἱρεῖ καὶ


τὴν Ἀκάστου γυναῖκα σφάττει.
Ἀτάλαντον:ἴσον, παραπλήσιον.
Ἀταλάριχος, υἱὸς μὲν Ἀμαλασούνθης, βασιλεὺς δὲ τῶν Γότθων.
Ἀταλὰ φρονέων:νήπια, ἁπαλά.
Ἀταλαίπωρον:ἄπονον. ἢ τὸ ἐξ ἑτοίμου λεγόμενον καὶ οὐ
μετὰ ἀποδείξεως. ἢ τὸ εὐχερὲς καὶ φανερόν. Αἰλιανός· εἴ τι τοῦ
προτέρου λόγου ὑγιὲς ἦν. ἀλλ' ἐκεῖνός τε ἀβασανίστῳ γραφῇ, ἀταλαι-
πώρῳ τῆς ἀληθείας ἀκοῇ διεσπαρμένος ἐς τὸ πλῆθος ἀλᾶται ἄλλως.
741

ὁ δέ μοι ἀληθὴς ἔστω. καὶ Ἀταλαιπώρως,ῥᾳθύμως, ὀλιγώρως.


Ἀριστοφάνης Δαναΐσιν· οὕτως αὐτοῖς ἀταλαιπώρως ἡ ποίησις διέκειτο.
Ἀταλῇσιν:ἁπαλαῖς, νεογναῖς. καὶ Ἀταλόψυχος.ἐν
Ἐπιγράμμασι· ἠϊθέοις οὐκ ἔστι τόσος πόνος, ὁππόσος ἡμῖν ταῖς
ἀταλοψύχοις ἔχραε θηλυτέραις.
Ἀττάλεια, Ἰταλία δέ.
Ἄτταλος,βασιλεὺς, ἀδελφὸς Εὐμενοῦς· ᾧ ἄλλο οὐδὲν ἐφό-
διον ὑπῆρξε πρὸς βασιλείαν τῶν ἐκτὸς, πλοῦτος δὲ μόνον, ὃς μετὰ
νοῦ μὲν καὶ τόλμης χειριζόμενος ἀληθῶς μεγάλην παρέχεται χρείαν  
πρὸς πᾶσαν ἐπιβολήν, ἄνευ δὲ τῶν προειρημένων τοῖς πλείστοις κακῶν
παραίτιος πέφυκε γίνεσθαι καὶ συλλήβδην ἀπωλείας. καὶ γὰρ φθόνους
γεννᾷ καὶ ἐπιβουλὰς καὶ πρὸς διαφθορὰν σώματος καὶ ψυχῆς μεγάλας

Σούδα. Alphabetic letter epsilon, entry 2811, line 2

θαυμασμοῦ λαμβανόμενον. βομβαλομβάξ, ἀναδιπλασιάζει τὴν λέξιν.


ἀττατατατατταῖ, ἐπὶ τῶν ἀλγούντων. μῦ μῦ, ἐπὶ τῶν διὰ μυκτήρων
ἠχούντων. ἰαππαπαιάξ. αἴρεσθ' ἄνω. ἰαί, εὐαί, δειπνήσομεν. εὐοῖ,
εὐαί, εὐαὶ ὡς ἐπὶ νίκῃ. εὐαί, εὐαί, εὐά, εὐά· τέλος τῶν Ἐκκλησιαζου-
σῶν Ἀριστοφάνους.
Ἐπόπται:οἱ τὰ μυστήρια παραλαμβάνοντες λέγονται ἐν ἀρχῇ
μὲν μύσται, μετὰ δὲ ἐνιαυτὸν ἐπόπται καὶ ἔφοροι.
Ἐποπτεύειν·διαφέρει μύστης καὶ ἐπόπτης.
Ἐποπτεία:ἡ ἐπίσκεψις.
Ἐποποιΐα:ἡ δι' ἡρωϊκοῦ μέτρου ἱστορία. καὶ γὰρ στερομένη
μύθου ποίησις ἐποποιΐα ἐστίν.
Ἐποργῶσα:μηνιῶσα.
Ἔπορεν:ἔδωκεν.
Ἐπορθρεῦσαι:ἀγρυπνῆσαι· ἢ πρὸ ἡμέρας ἐπεγερθῆναι.
Ἐπ' ὄριον Θασίων:ἐπάνω τοῦ ὄρους τῶν Θασίων.
Ἔπος:λόγος, στίχος ἔμμετρος.
Ἔπος πρὸς ἔπος ἠρειδόμεθα:τουτέστιν ἀντεβάλλομεν,
ἐφιλονεικοῦμεν.
Ἐποτρύνει:παροξύνει, διεγείρει.
Ἐπ' οὐδόν:ἐπὶ πρόθυρον.
Ἕπου κατεπείγων:ἀντὶ τοῦ σαυτὸν κατελαύνων.

Σούδα. Alphabetic letter nu, entry 54, line 1

καθόλου ἐκκλησίας, ὁ δὲ πρὸς αὐτόν· οὐκοῦν εἰπέ, ποῦ εἴρηται ἐσθῆτα


μέλαιναν χρῆναι ἀμφιέννυσθαι; τοῦ δὲ ἀπορήσαντος, ὑπολαβὼν ἔφη·
σὺ μὲν οὐκ ἂν τοῦτο ἐπιδεῖξαι δυνήσῃ· ἐμοὶ δὲ καὶ Σολομῶν ὁ σο-
742

φώτατος, ἔστωσαν τὰ ἱμάτιά σου λευκά, λέγων παραινεῖ. καὶ αὐτὸς


ὁ Χριστὸς λευχείμων ἐν τοῖς εὐαγγελίοις φαινόμενος Μωσῆν τε καὶ
Ἡλίαν τοιούτους τοῖς ἀποστόλοις δείκνυσιν. οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἄλλα
πολλὰ χαρίεντα αὐτῷ εἴρηται.
Ναυβάτης:ἐπιβάτης, ἢ ναύτης. πεζοὺς δὲ ἀντὶ ναυβατῶν
πορευομένους, καὶ ὁπλιτικῷ προσχόντας μᾶλλον ἢ ναυτικῷ.
Ναυῆ:ὄνομα κύριον.
Ναυηγός:ὁ τῆς νηὸς ἀρχηγός. τοῦτο κοινῶς· ἡ δὲ ποίησις καὶ τὸν
ναυαγήσαντα οὕτω γράφει.
Ναύκιοι:ἔθνος.
Ναύκληρος:Ὑπερίδης οὐ μόνον ὡς ἡ συνήθεια κέχρηται τῷ
ὀνόματι, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ μεμισθωμένου ἐπὶ τῷ τὰ ἐνοίκια ἐκλέγειν
ἢ οἰκίας ἢ συνοικίας.
Ναυκραρία·Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Τιμοκράτους. μήποτε δὲ
βέλτιον φέρεται ἐν τοῖς Ἀττικιανοῖς Ναυκρατιτικά, ἵνα ᾖ ἀπὸ Ναυ-
κρατιτικοῦ πλοίου, ἢ Ναυκρατιτῶν ἐμπλεόντων. ἡ γὰρ Ναύκρατις
τοπαλαιὸν ἐμπόριον ἦν τῆς Αἰγύπτου. ἐὰν δὲ ᾖ Ναυκραρικά, εἴη ἂν
τὰ τῶν ἀρχόντων. ναυκράρους γὰρ τοπαλαιὸν τοὺς ἄρχοντας ἔλεγον, ὡς

Σούδα. Alphabetic letter omicron, entry 251, line 164

ἕλομεν, φερόμεσθα. οὐ δυναμένων δὲ τῶν παρόντων γνῶναι τὰ


λεχθέντα, διηγήσαντο οἱ παῖδες, ὅτι ἁλιεύοντες οὐδὲν ἐδύναντο ἑλεῖν,
καθήμενοι δὲ ἐν τῇ γῇ ἐφθειρίζοντο· καὶ ὅσους μὲν ἔλαβον τῶν
φθειρῶν ἀνῄρουν, ὅσους δὲ μὴ ἐδύναντο, εἰς οἶκον ἀπεφέροντο. ὁ δὲ
Ὅμηρος ἀκούσας ταῦτα ἔλεγε τὰ ἔπη τάδε· τοίων γὰρ πατέρων ἐξ
αἵματος ἐκγεγάασθε, οὔτε βαθυκλήρων οὔτε ἄσπετα μῆλα νεμόντων.
ἐκ δὲ τῆς ἀσθενείας ταύτης συνέβη τὸν Ὅμηρον τελευτῆσαι ἐν τῇ Ἴῳ,
οὐ παρὰ τὸ μὴ γνῶναι τὸ παρὰ τῶν παίδων λεχθέν, καθάπερ οἴονταί  
τινες, ἀλλὰ τῇ μαλακίᾳ. καὶ ἐτάφη ἐν τῇ Ἴῳ ἐπ' ἀκτῆς, καὶ ἐπέγραψαν
οἱ Ἰῆται ἐπίγραμμα· ἐνθάδε τὴν ἱερὴν κεφαλὴν κατὰ γαῖα καλύπτει
ἀνδρῶν ἡρώων κοσμήτορα θεῖον Ὅμηρον. ἡ δὲ ποίησις ἐκπέπτωκε
καὶ ἐθαυμάζετο ὑπὸ πάντων.
Ὅμηρος:ἄγνωστος τοῖς ἀνθρώποις. Ἡρόδοτος δὲ ὁ ἱστορικὸς
ἔγραψε βίον Ὁμήρου, μᾶλλον τοῦδε ἁρμοδιώτερον.
Ὅμηρος:Ἀνδρομάχου καὶ Μυροῦς Βυζαντίας, γραμματικὸς καὶ
τραγῳδιῶν ποιητής· διὸ συνηριθμήθη τοῖς ἑπτά, οἳ τὰ δευτερεῖα τῶν
τραγικῶν ἔχουσι καὶ ἐκλήθησαν τῆς Πλειάδος. ἤκμαζεν ὀλυμπιάδι ρκδʹ.
ἔγραψε δὲ τραγῳδίας μεʹ.
Ὅμηρος,Σέλλιος χρηματίσας, γραμματικός. ἐποίησε τάδε·
743

ὕμνους, παίγνια δι' ἐπῶν, εἴδη πλεῖστα· καταλογάδην Περὶ τῶν


κωμικῶν προσώπων, Περιοχὰς τῶν Μενάνδρου δραμάτων.

Σούδα. Alphabetic letter pi, entry 3037, line 4

τῷ Ἀριστάρχῳ. διηκηκόει δὲ Ἑλλανίκου τοῦ γραμματικοῦ, ὁ δὲ


Ἀγαθοκλέους, ὁ δὲ Ζηνοδότου τοῦ Ἐφεσίου. ἔγραψε Περὶ τῶν παρ'
Ὁμήρῳ πληγῶν, Ὑπόμνημα εἰς τὴν Ὀδύσσειαν.
Πτολεμαῖος,Ἀριστονίκου τοῦ γραμματικοῦ πατήρ, καὶ αὐτὸς
γραμματικός· ἄμφω δὲ ἐπεδείκνυντο ἐν Ῥώμῃ. Τὰ ὁμοίως εἰρημένα
τοῖς Τραγικοῖς, Εἰς Ὅμηρον βιβλία νʹ, Τὰ παρὰ τῷ ποιητῇ ξένως
ἱστορημένα, Τὰ περὶ Μουσῶν καὶ Νηρηΐδων.
Πτολεμαῖος,Ἀλεξανδρεύς, γραμματικός, ὁ τοῦ Ἡφαιστίωνος,
γεγονὼς ἐπί τε Τραιανοῦ καὶ Ἀδριανοῦ τῶν αὐτοκρατόρων, προσαγο-
ρευθεὶς δὲ Χέννος. Περὶ παραδόξου ἱστορίας, Σφίγγα (δρᾶμα δέ ἐστιν
ἱστορικόν), Ἀνθόμηρον (ἔστι δὲ ποίησις ῥαψῳδιῶν εἰκοσιτεσσάρων)·
καὶ ἄλλα τινά.
Πτολεμαῖος,ὁ Ἀσκαλωνίτης, γραμματικός, ὃς ἐπαίδευσεν ἐν
Ῥώμῃ. ἔγραψε Προσῳδίαν Ὁμηρικήν, Περὶ Ἑλληνισμοῦ ἤτοι ὀρθο-
επίας βιβλία ιεʹ, Περὶ μέτρων, Περὶ τῆς ἐν Ὀδυσσείᾳ Ἀριστάρχου
διορθώσεως, Περὶ διαφορᾶς λέξεως. καὶ ἕτερα γραμματικά.
Πτολεμαῖος,ὁ Φιλοπάτωρ. οὗτος ἕκαστα τῶν πραγμάτων
ὀλιγώρως χειρίζων διὰ τοὺς ἀπρεπεῖς ἔρωτας καὶ τὰς ἀλόγους καὶ
συνεχεῖς μέθας εἰκότως ἐν πάνυ βραχεῖ χρόνῳ καὶ τῆς ἀρχῆς ἅμα
καὶ τῆς ψυχῆς ἐπιβούλους εὗρε καὶ πλείους, ὧν ἐγένετο Κλεομένης
καὶ Θεόδοτος καὶ ἄλλοι πολλοί.  

Σούδα. Alphabetic letter sigma, entry 116, line 29

καὶ φύσει θεωρητικὸς οὐ περὶ τὰ τεχνικώτερα τῆς φιλοσοφίας ἠξίου


διατρίβειν, ἀλλὰ τοῖς ἁδροτέροις καὶ ἐνθουσιαστικωτέροις νοήμασιν
ἐνεφύετο. διὸ μόνον σχεδὸν τὸν Ὀρφέα ἐκέκτητο καὶ ἀνεγίνωσκεν,
ἐρωτῶν ἐφ' ἑκάστοις ἀεὶ τοῖς παραπίπτουσι ζητήμασι τὸν Ἰσίδωρον,
ἄκραν, ὡς εἰπεῖν, ἐπιστήμην ἐν θεολογίᾳ προβεβλημένον· ὃν μόνως
οἰκεῖον ἐγνώριζεν ὄντα καὶ προσεδέχετο. καὶ δὴ ἐν αὐτῷ θεάσασθαι
ἐδόκει τὸν μυθευόμενον Κρόνιον βίον. οὐδὲ γὰρ ἄλλο τι διετέλει
πράττων καὶ λέγων ἐκεῖνος ἢ συνάγων ἑαυτὸν ἀεὶ καὶ συναιρῶν, ὡς
οἷόν τε, πρὸς τὸ εἴσω καὶ τὸ ἀμερέστερον. ὃς οὕτω μὲν κατεφρόνει
χρημάτων, ὥστε κεκτῆσθαι μηδοτιοῦν ἢ μόνα βʹ ἢ γʹ βιβλία· ὧν ἦν
καὶ ἡ Ὀρφέως ποίησις· οὕτω δὲ ἡδονῶν τῶν περὶ τὸ σῶμα, ὥστε
ἐξαρχῆς εὐθὺς τὰ ἀναγκαῖα καὶ μόνα προσφέρειν τῷ σώματι, ἀφρο-
744

δισίων δὲ ἄχραντον εἶναι διὰ βίου παντός. οὕτω δὲ ἠμέλει τιμῆς τῆς
παρὰ ἀνθρώπων, ὥστε οὐδὲ ὄνομα αὐτοῦ ἦν ἐν τῇ πόλει. οὐδ' ἂν
ἐγνώσθη μετὰ ταῦτα, εἰ μὴ θεῶν τις ἠβουλήθη παράδειγμα τοῖς ἀν-
θρώποις χαρίσασθαι τοῦ Κρονίου βίου, ἵνα μὴ δοκῇ μῦθος εἶναι ὁ
λόγος, μὴ ἔχων ἐπιμαρτυροῦσαν τὴν ἱστορίαν· ὁ μὲν γὰρ Χείρων
λεγόμενος ἐν μεθορίῳ μᾶλλον εἱστήκει τῆς Κρόνου καὶ Διὸς ἀρχῆς,
ὅθεν διφυής. Σαραπίων δὲ οὗτος ὑπὸ τοῦ φιλοσόφου γνωσθεὶς ἀνα-  
γεγράφθω τοιοῦτος· ὃς κληρονόμῳ τῷ Ἰσιδώρῳ ἐχρήσατο, μηδένα πρὸς

Σούδα. Alphabetic letter tau, entry 943, line 2

τῶν γενῶν. καὶ τὰ πλήθη τριακοντούτεις. καὶ παρὰ Θουκυδίδῃ τριακον-


τούτεις σπονδαὶ εἴρηνται. καὶ Ἀριστοφάνης.
Τριάριοι·οἱ Ῥωμαῖοι στρατεύσαντες ἐπὶ Καρχηδονίους, ἐπι-
λέξαντες ἐκ τῶν πεζικῶν στρατοπέδων τὰς ἀρίστας χεῖρας διεῖλον τὴν
πᾶσαν δύναμιν εἰς τέσσαρα μέρη· τὸ δὲ μέρος ἕκαστον διττὰς εἶχε
προσηγορίας. πρῶτον μὲν γὰρ ἐκαλεῖτο στρατόπεδον καὶ πρῶτος
στόλος, καὶ τὰ λοιπὰ κατὰ λόγον· τὸ δὲ τέταρτον καὶ τρίτον ἐπωνυ-
μίαν ἔτι οὐ προσειλήφει· τριάριοι γὰρ ὠνομάζοντο κατὰ τὴν ἐν τοῖς
πεζικοῖς στρατοπέδοις συνήθειαν.
Τρία Στησιχόρου:στροφήν, ἀντίστροφον, ἐπῳδόν· ἐπῳδικὴ
γὰρ πᾶσα ἡ τοῦ Στησιχόρου ποίησις. καὶ τὸν τελέως ἄμουσόν τε
καὶ ἀπαίδευτον λοιδοροῦντες ἔφασκον ἂν οὐδὲ τρία τὰ Στησιχόρου
εἰδέναι.
Τριαχθῆναιλέγουσιν οἱ παλαιστρικοὶ ἀντὶ τοῦ τρὶς πεσεῖν, ἢ
τὸ τρὶς στοχάσαντα νικηθῆναι, στάδιον, δίαυλον, δολιχόν. οὕτω Θου-
γενίδης ἐν Δικασταῖς.

Σούδα. Alphabetic letter phi, entry 466, line 11

Φινεές,ἀνὴρ τά τε ἄλλα κρείττων τῶν νεωτέρων, καὶ τῷ τοῦ


πατρὸς ἀξιώματι τοὺς ἡλικιώτας ὑπερέχων. Ἐλεαζάρου γὰρ τοῦ ἀρ-
χιερέως υἱὸς ἦν, Μωϋσέως δὲ ἀδελφοῦ παιδὸς υἱός· ὃς περιαλγήσας
τοῖς πεπραγμένοις ὑπὸ Ζαμβρί, καὶ πρὶν ἰσχυροτέραν γενέσθαι τὴν
ὕβριν ὑπὸ τῆς ἀδείας, ἔργῳ τὴν δίκην αὐτῶν εἰσπράξασθαι διαγνοὺς
καὶ κωλύσαι διαβῆναι τὴν παρανομίαν εἰς πλείονας, τῶν ἀρξαμένων
οὐ κολαζομένων, τόλμῃ δὲ καὶ ψυχῆς καὶ σώματος ἀνδρείᾳ τοσοῦτον
προέχων ὡς μὴ πρότερον, εἴ τινι συσταίη τῶν δεινῶν, ἀπαλλάττεσθαι
πρὶν ἢ καταγωνίσασθαι καὶ νίκην τὴν ἐπ' αὐτῷ λαβεῖν, ἐπὶ τὴν τοῦ
Ζαμβρὶ σκηνὴν παραγενόμενος αὐτόν τε παίων τῇ ῥομφαίᾳ καὶ τὸν
Χοσβίαν ἀπέκτεινεν. οἱ δὲ νέοι πάντες, οἷς ἀρετῆς ἀντιποίησις ἦν καὶ
745

τοῦ φιλοκαλεῖν, μιμηταὶ γενόμενοι τῆς Φινεὲς τόλμης, ἀνῄρουν τοὺς


ἐπὶ τοῖς ὁμοίοις Ζαμβρὶ τὴν αἰτίαν εἰληφότας. ἀπόλλυνται μὲν οὖν
καὶ ὑπὸ τῆς τούτων ἀνδραγαθίας πολλοὶ τῶν παρανομησάντων, ἐφθά-
ρησαν δὲ πάντες καὶ λοιμῷ, ταύτην ἐνσκήψαντος αὐτοῖς τοῦ θεοῦ τὴν
νόσον. ὅσοι τε συγγενεῖς ὄντες κωλύειν ἐξώτρυνον αὐτοὺς ἐπὶ ταῦτα,
ἀδικεῖν τῷ θεῷ δοκοῦντες ἀπέθνησκον. ἀπόλλυνται μὲν οὖν ἐκ τῶν
τάξεων ἄνδρες οὐκ ἐλάττους ͵δʹ καὶ χʹ. ὑπὸ δὲ ταύτης παροξυνθεὶς
τῆς αἰτίας Μωϋσῆς ἐπὶ τὸν Μαδιηνιτῶν ὄλεθρον τὴν στρατιὰν
ἐξέπεμπε.  

Ignatius Biogr., Poeta, Vita Nicephori (9012: 002)“Nicephori


archiepiscopi Constantinopolitani opuscula historica”, Ed. de Boor,
C.Leipzig: Teubner, 1880, Repr. 1975.P. 188, line 11

ἀρρέπεια; τίς ἀτρεψία νοὸς ἰσορρόπως τούτοις ἐπιστατεῖ καὶ


τηρεῖ τὸ συνειδὸς ἀπαρέγκλιτον; ταῦτα τοίνυν ὁρῶντες καὶ
τὸ πολυκλινὲς τῆς ὑμετέρας νεύσεως ἐννοούμενοι καὶ ὡς ἐκ
πρώτης ἤδη ἐπιβολῆς ἐρήμην καταδιαιτηθείημεν, τὸ τῆς
καθολικῆς ἐκκλησίας σιγῇ τιμῶμεν αἰδέσιμον, ὡς ἂν μὴ τῷ
βορβόρῳ τῆς βλασφημίας ἁλῶναι καὶ χρανθῆναι λόγοις ἀκό-
ρεστα κατὰ τῆς οἰκονομίας Χριστοῦ ἀσελγαίνουσιν. ἐπὶ οὖν
τῇ οἰκουμενικῇ καταστροφῇ τίς ὑμῖν σώφρονος λογισμοῦ συν-
έψεται κύριος; ἀφ' ἡλίου γὰρ ἐκβολῶν καὶ μέχρι Γαδείρων
καὶ Ἡρακλείων στηλῶν ἡ τῶν ἱερῶν εἰκόνων σεβάζεται ποί-
ησις, ἣν οὐ χθιζή τις ἐπίνοια, ἡ Χριστοῦ δὲ πρὸς ἀνθρώ-
πους ἐπιδημία τὸ εἶναι σαφῶς ἐπιφέρεται. ἐπὶ τούτῳ τοίνυν
τῷ θεμελίῳ προφήτας, ἀποστόλους καὶ διδασκάλους ἐποικο-
δομεῖν δεδιδάγμεθα· βασιλεῖς δὲ ὑπείκειν μὲν καὶ στέργειν
τοῖς παρ' αὐτῶν κεκριμένοις ἐπέγνωμεν, νομοθετεῖν δὲ καὶ
ὅρους τῇ ἐκκλησίᾳ σεσυλημένους πηγνύναι πάμπαν οὐκ ἔγνω-
μεν. καὶ ὅτι μὲν ἀληθῆ ταῦτα τῷ συνειδότι τῶν ἀκροατῶν
ἀφίεμεν τὸ τοιοῦτον κριτήριον. ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ γὰρ ἐκεί-
νου καὶ ἀπαραλογίστου δικαστηρίου τοὺς ἑαυτῆς ἐπαινέτας
ἡ ἀλήθεια στεφανώσει, τοὺς ἀντιπάλους δὲ τῶν εὐσεβῶν
δογμάτων εἰς τὴν τοῦ ψεύδους αἰσχύνην ἀποκρινεῖ καὶ ἀπο

Stephanus Gramm., In artem Ρητορική. m commentaria (9020: 001)


“Stephani in artem Ρητορική. m commentarium”, Ed. Rabe, H.
Berlin: Reimer, 1896; Commentaria in Aristotelem Graeca 21.2.
746

P. 314, line 10

ἀνασκευὴ γίνεται, οὕτω καὶ ὁ Ἀριστοτέλης ὧδε περὶ μεταφορᾶς


διδάσκων
καλῆς τε καὶ φαύλης λέγει, ὅτι οὐ μόνον ἐν ὀνόμασι καὶ ῥήμασι γίνεται
φαυλότης ταύτης, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ συλλαβῆς τραχείας καὶ σκληρᾶς καὶ
ἀνηδύντου· οἷον καὶ ἐν τοῖς ἐλεγείοιςτῆς χαλκῆς στήλης τοῦ τυράννου
Διονυσίου εὕρηται· τοῦ γὰρ προσαγορεύει ἡ προ συλλαβὴ φαύλην ποιεῖ
τὴν μεταφορὰν διὰ τὴν τραχύτητα τῆς φωνῆς, ἣν ἐποίησεν ἡ ἐπαλληλία
τῶν συμφώνων τοῦ π καὶ τοῦ ῥω· μεταφορὰ δέ ἐστι τὸ προσαγορεύει·
ἐπὶ γὰρ τοῦ ἀσπαζομένου καὶ χαιρετίζοντός τινας τοῦτο λέγεται,
ἄνθρωπος
δὲ ὁ προσφθεγγόμενος, ἡ δὲ χαλκῆ στήλη ἄψυχος. [1405 a 33] ἀλλὰ καὶ
’κραυγὴ Καλλιόπης’, ἡ ποίησις, μεταφορικόν ἐστιν· ἡ γὰρ κραυγὴ ζῴου
ἐστὶ κραυγή, ἡ δὲ Καλλιόπη μουσικῆς ποιὰ δύναμις, μυθικῶς δὲ καὶ οὐκ
ἀληθῶς ὡς θεὰ σωματοποιεῖται, ἀσώματον δὲ ἡ θεός, κἂν εἰ δοθείη
αὕτη θεός. καὶ ἡ κραυ συλλαβὴ οὐκ ἔστιν ἡδεῖα ἀλλὰ τραχεῖα. [1405 a
34]
ὅτι ἄμφω φωναί, καὶ ἡ προ καὶ ἡ κραυ, ἃς νῦν φωνάς, ἀνώτερον δὲ
συλλαβὰς κέκληκε· φαύλη δὲ ἡ μεταφορὰαὕτη διὰ τὸ ἄσημον καὶ
δύσηχον τῆς φωνῆς. ἐν τῇ στήλῃ γοῦν οἶμαι τοῦ Διονυσίου ἐγράφησαν
ἐλεγεῖα τοιόνδε ἔχοντα νοῦν ὅτι ‘ὦ ξένε, ὦ ὁδίτα, προσαγορεύω σε ἐγὼ
ὁ χαλκοῦς Διονύσιος· ἐρωτᾷς δέ με, τίς εἰμι, ὦ ξένε· ἐγὼ ὁ βασιλεὺς
Σικελῶν, τιμήσας καὶ τοὺς λόγους καὶ τὸν ποιητήν’· ἀπέστελλε γὰρ οὗτος

κατὰ τὸν νενομισμένον καιρὸν ἐν Ὀλυμπίᾳ δράματα αὐτοῦ τραγικὰ καὶ

Stephanus Alchem., De magna et sacra arte (sub nomine Stephani


Alexandrini philosophi) (9021: 001)“Physici et medici Graeci minores,
vol. 2”, Ed. Ideler, J.L.
Berlin: Reimer, 1842, Repr. 1963.Vol. 2, p. 229, line 34

γίας χρόνῳ προσομιλήσαντα τὴν τελείαν τῆς διατυπώσεως


εἰκόνα ἐργάζεσθαι ποιεῖ. ἔστι γὰρ ἰδεῖν καὶ ἐπὶ τῶν σω-
μάτων αὐτῶν διαιτητικὴν συμμετρίαν. ποιότητι γὰρ τὸ πᾶν
αὐτῶν ἐν συμμετρίᾳ εὐτακτοῦν τὴν εὔκρατον ἐξάνθησιν
τοῦ παντὸς σώματος ἀναφαίνει. τὸ γὰρ γεῶδες καὶ ὀστρα-
κῶδες τῆς τροφῆς, τοσοῦτον διὰ τοῦ ἀφεδρῶνος διαχωρῆ-
σαν, καὶ τοῦ ποτίμου αὐτῆς ὕδατος διὰ τῆς οὐρηδόχου
κύστεως ἐξουρηθὲν εἰς οὐδὲν ὅλως ἔσται. ὁ γὰρ ἄρτος
βρωθεὶς θερμότατος ὤν, ἑνωθεὶς δὲ τῇ τοῦ ποτίμου ὕδα-
747

τος ὑγρότητι οὐκ αὐτὰ ἐπὶ τῶν σωμάτων εἰσκρίνουσιν


ὅλως οὐδὲ διαμένουσιν, ἀλλὰ ἡ τούτων πεπτοτέρα ποίησις
εἰσκρίνασα μίγνυται τῇ ὅλῃ ὑποστάσει καὶ αἱματοῖ, καὶ
τὴν πᾶσαν σύγκρασιν τὴν εὐκρασίαν ποιησαμένη διασώζει
τὴν τοῦ σώματος εὔχροιαν, καὶ λίθος μὲν ἐκ θερμοῦ καὶ  
ὑγρότητος τὴν στερεὰν τοῦ σώματος εἰληφώς, ὑγροῦ μὲν
τὴν ἐκ τοῦ ὕδατος ἀπογεωθεῖσαν ὕλην, θερμοῦ δὲ τὴν
ἐξοστρακισθεῖσαν διὰ τῆς ἄγαν τοῦ ἡλίου ἐκκαύσεως καὶ
πλίνθος ἐκ θερμοῦ μὲν τῇ γεώδει οὐσίᾳ τοῦ χώματος,
ὑγροῦ δὲ τῇ τοῦ ὕδατος ψυχρᾷ οὐσίᾳ συμμιγεῖσα καὶ τὴν
τοσαύτην τῶν ὁρισμῶν ἐναποκειμένην πρὸς κτισμάτων οἰ-
κοδομὴν ἐπιτηδείως, καὶ τῶν δένδρων οἱ καρποὶ

Joannes Tzetzes Gramm., Poeta, Prolegomena de comoedia


Aristophanis (9022: 003)“Prolegomena de comoedia. Scholia in
Acharnenses, Equites, Nubes”, Ed. Koster, W.J.W.Groningen: Bouma,
1975; Σχόλια στον Αριστοφάνη. 1.1A.
Sec. 2, line 59
εἴδη τε τούτων καὶ τὰ γνωρίσματα, τῶν σκηνικῶν τε τοὺς χοροὺς ἐκ
πόσων  
ἀνδρῶν καὶ τί ἑκάστῳ τὸ δῶρον καὶ πῶς ἐφευρέθησαν καὶ διὰ τί λέγονται

δράματα καὶ οὐ γράμματα· ἀλλὰ καὶ νῦν ἐπιδρομάδην τῶν σκηνικῶν


ποιη-
μάτων τὰ καίρια διδακτέον μοι, ἵνα καὶ ψώραν ἐξηγητῶν ταῖς διαφοραῖς
ἐκκαθάρωμεν καὶ τὸ Διονυσίου τε καὶ Εὐκλείδου καὶ Κράτητος σκολιῶς
καὶ
πεφυρμένως καὶ ἀπαρατηρήτως γραφὲν εἰς τὸ περὶ μερῶν κωμῳδίας καὶ
παραβάσεως εὐθυτάτως τε καὶ ἀφύρτως μετ' ἐπιστάσεως σαφῶς παρα-
στήσαιμεν κατά τε τὴν πρᾶξιν αὐτὴν καὶ τὸν νοῦν τῶν βιβλίων καὶ τὴν
ἀλήθειαν. καὶ δὴ πρῶτον ἀρκτέον μοι λέγειν τὰς διαφοράς.
 ἡ κωμῳδία μεμιγμένον τοῖς σκώμμασιν εἶχε τὸν γέλωτα, ἡ τραγῳδία
πένθη
καὶ συμφοράς· ἡ σατυρικὴ δὲ ποίησις οὐκ ἀπὸ πένθους εἰς χαρὰν
καταντᾷ, ὡς
ὁ Εὐριπίδου Ὀρέστης καὶ Ἄλκηστις καὶ ἡ τοῦ Σοφοκλέους Ἠλέκτρα, ὡς
κἀμὲ οἱ ἀσκέπτως ληροῦντες ἐξηγηταὶ καὶ γράψαι καὶ διδάξαι ἠπάτησαν,
ἀλλ'
ἀμιγῆ καὶ χαρίεντα καὶ θυμελικὸν ἔχει τὸν γέλωτα, οἷον· Ἡρακλῆς
πραθεὶς τῷ
Συλεῖ ὡς γεωργὸς δοῦλος ἐστάλη εἰς τὸν ἀγρὸν τὸν ἀμπελῶνα
ἐργάσασθαι,
748

ἀνεσπακὼς δὲ δικέλλῃ προρρίζους τὰς ἀμπέλους ἁπάσας νωτοφορήσας


τε αὐτὰς
εἰς τὸ οἴκημα τοῦ ἀγροῦ θωμοὺς μεγάλους ἐποίησε τὸν κρείττω τε τῶν
βοῶν
θύσας κατεθοινᾶτο καὶ τὸν πιθεῶνα δὲ διαρρήξας καὶ τὸν κάλλιστον
πίθον  
ἀποπωμάσας τὰς θύρας τε ὡς τράπεζαν θεὶς “ἦσθε καὶ ἔπινεν” ᾄδων, καὶ
τῷ
προεστῶτι δὲ τοῦ ἀγροῦ δριμὺ ἐνορῶν φέρειν ἐκέλευεν ὡραῖά τε καὶ
πλακοῦντας·
καὶ τέλος ὅλον ποταμὸν πρὸς τὴν ἔπαυλιν τρέψας τὰ πάντα κατέκλυσεν ὁ
δοῦλος

Thomas Magister Philol., Ecloga nominum et verborum Atticorum


(9023: 001)“Thomae Magistri sive Theoduli monachi ecloga vocum
Atticarum”, Ed. Ritschl, F.Halle: Orphantropheus, 1832, Repr.
1970.Alphabetic letter alpha, p. 15, line 11

Ἀφετηρίακαὶ βαλβίς, οὐχ ἵσπληξ· ποιητικὸν γὰρ τοῦτο.


Ἀμφορεὺςλέγε, μὴ στάμνος μηδὲ μετρητὴς, εἰ καί τινες.
Ἀμφίετες, οὐ κατ' ἔτος· ἔστι δὲ ἀντὶ τοῦ κατ' ἐνιαυτόν. ὡσαύ-
τως καὶ ἀμφημερινὸν, τὸ καθημερινόν.
Ἄθλιοςκάλλιον ἢ ἀτυχής· τὸ δὲ ἀτυχὴς ἐπαίνων ἀντὶ τοῦ
ἀμέτοχος, κάλλιστον· ὡσαύτως καὶ τὸ εὐτυχὴς ἐπαίνων.
Ἔστι δὲ καὶ τὸ ἀδωρότατος χρημάτων κρεῖττον ἢ ἀδωρό-
τατος μόνον. Θουκυδίδης ἐν τῇ δευτέρᾳ· χρημάτων
τε διαφανῶς ἀδωρότατος γενόμενος.
Ἀποσχεδιάζω, αὐτοσχεδιάζω καὶ σχεδιάζω.

Thomas Magister Philol., Ecloga nominum et verborum Atticorum


Alphabetic letter delta, p. 96, line 10

ἀκρόδρυα πᾶσαν ὀπώραν. καὶ δρυφάκτους οὐ μόνον  


τοὺς ἐκ δρυΐνων, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐξ ὁτουδηποτοῦν ξύλου.
καὶ δρυπετεῖς ἐλάας ὁμοίως.
ΔημότηςἈττικοὶ ἄνευ τῆς σύν. Ἀριστοφάνης ἐν Πλούτῳ·
  ἄνδρες φίλοι καὶ δημόται.
ὡσαύτως καὶ πολίτης καὶ ἡλικιώτης καὶ στασιώτης· συμ-
πότης δέ.
ΔιφρείαἈττικοὶ, δίφρευσις κοινοί.
749

Διήγησιςὅλον τὸ σύγγραμμα, ἤγουν ἡ Ἰλιὰς ἢ ἡ Ὀδύσσεια,


διήγημα δὲ μέρος τι, οἷον ἡ τοῦ Ἕκτορος καὶ Αἴαντος
μονομαχία· ὥσπερ καὶ ποίησις καὶ ποίημα. παραχρῶν-
ται δέ τινες.
Διπλοῦνκατὰ μέγεθος, διπλάσιον δὲ ἐπὶ ἀριθμοῦ.
Διαβόητοςὁ ἐπὶ κακίᾳ ἁπλῶς φημιζόμενος. Συνέσιος ἐν ἐπι-
στολῇ τῇ Ὥσπερ ἄλλοτε πολλάκις· ὁ διαβεβοημέ-
νος Σπάταλος. ἐπιβόητος ὁ ἐφ' ἑνί τινι κακῷ.
Θουκυδίδης ἐν [τῇ] ἕκτῃ· ὧν γὰρ πέρι ἐπιβόητός
εἰμι. περιβόητος δὲ ὁ ἐπὶ ἀρετῇ ἐγνωσμένος. ἰστέον
δὲ ὅτι ἁπλᾶ μὲν ταῦτα τιθέμενα οὕτως ὡς ἔφημεν ἔχουσι·  
μετὰ δὲ προσθήκης ἐνίοτε καὶ ἐναλλάττουσι.

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ
αἰνιττομένη, 459 Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου
Ἁλικαρνασέως, 356 Ιλιάδα, 534, 535, 536, 537, 538, 539,
Ἀλκαῖος, 24, 25, 569, 662 540, 541, 542, 543, 544, 545, 546, 547,
Ἀλκαίῳ, 659 548, 549, 550, 551, 552, 553, 554, 555,
Ἀλκμάν, 662 556, 557, 558, 559, 560, 561, 562, 563,
Ἀνακρέων, 256, 358, 662 564, 565, 566, 567, 568, 569, 570, 571,
Βακχυλίδης, 662 572, 573, 574, 575, 576, 577, 578, 579,
Βιργιλίου, 383 580, 581, 582, 583, 584,585, 586, 587,
Βουκολικὴν, 383 588, 589, 590, 591, 592, 593, 594, 595,
Γεώργιος Μοναχός, 183, 184, 386, 387, 596, 597, 598, 600, 601, 602, 603, 604,
388 605, 606, 607, 608, 609
Γραφὴ, 139, 176, 371 Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου
Γρηγόριος Νύσσης, 133, 134, 135, 329, Ιλιάδα., 534, 535, 536, 537, 538, 539,
330, 331, 332 540, 541, 542, 543, 544, 545, 546, 547,
δημιουργικὴ ποίησίς, 513 548, 549, 550, 551, 552, 553, 554, 555,
διηγεῖται ἡ ποίησις, 474, 475 556, 557, 558, 559, 560, 561, 562, 563,
διθύραμβοι, 463 564, 565, 566, 567, 568, 569, 570, 571,
διθυραμβοποιητικὴ, 19, 20, 243, 244 572, 573, 574, 575, 576, 577, 578, 579,
διθυράμβων ποίησις, 226 580, 581, 582, 583, 584,585, 586, 587,
δραματικὴ, 559, 560 588, 589, 590, 591, 592, 593, 594, 595,
ἔμμετρος, 68, 121, 122, 200, 297, 461, 596, 597, 598, 600, 601, 602, 603, 604,
464, 656, 665, 666, 667, 668, 677, 684, 605, 606, 607, 608, 609
691, 716, 721 Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου
ἐμμέτρως, 278, 335, 538, 662 Οδύσσεια, 64, 65, 66, 610, 611, 613,
ἔνθεον ποιητικήν, 503 614, 615, 616, 617, 618, 619, 620, 621,
ἐνθουσιαστικὴ δὲ καὶ ἡ ποιητικὴ, 674 622, 623, 624, 625, 626, 627, 628, 629,
ἑξαμέτρων, 267, 280 630, 631, 632, 633, 634, 635, 636, 637
ἐποποιΐα, 325, 401, 537, 721 Ευστράτιος, 48, 472, 473, 474, 475, 476,
ἔπος, 49, 68, 160, 161, 335, 385, 461, 537, 477, 478, 479, 480, 481, 482
577, 662, 665, 666, 671, 672, 678, 721 Θεμίστιος, 44, 45, 59, 317, 318, 319, 320,
ἐπωδόν, 531 321, 322, 323, 423, 424
ἐστὶν ἡ ποιητική, 275 Θέτιδος, 324, 352, 368
750

θυράμβων, 225, 226 Ὁμήρου ποιήσεως, 678


Ἴβυκος, 662 Παρμενίδειος ποίησις, 513
ἱλαρῳδός, 210 Παρμενίδη, 168, 169, 170, 171, 172, 173,
Ιωάννης Δαμασκηνός, 380, 381, 382, 383 174, 175, 512, 513, 514, 515, 516
Ιωάννης Φιλόπονος, 38, 61, 196, 432, πεζὸς λόγος, 463, 683
433, 434, 435, 436, 437, 438, 439, 440, περὶ ποιήσεως, 189, 190, 191, 192, 193,
441, 442, 443, 444, 445, 446, 447 195, 196, 197, 199, 432
Κλεοφῶντος, 53, 247 Περὶ ποιήσεως, 188, 197, 458
Κόριννα, 662 Περὶ ποιοῦντος, 197, 458
Κύριλλος, 644, 645, 646, 647, 648, 649, Πίνδαρος, 54, 463, 542, 569, 616, 626,
650, 651, 652 662, 713
λέγεται γὰρ ποίησις, 197, 458 Πινδάρου, 335, 714
λέξις ποιητική, 461 Πλάτωνα, 42, 44, 50, 62, 63, 168, 169,
λυρική, 68, 335, 665, 666 170, 171, 172, 173, 174, 175, 187, 188,
λυρικὴ ποίησις, 672 257, 258, 340, 488, 512, 513, 514, 515,
λυρικὴν, 662, 666, 672, 679 516, 517, 518, 519, 520, 521, 522, 523,
λυρικὴν ποίησιν, 672 524, 525, 526, 655, 674
μελοποιία, 103, 359 ποίημα, 48, 59, 67, 99, 113, 115, 140, 156,
μέλους, 77, 335, 358, 654, 662 200, 228, 240, 241, 245, 255, 262, 263,
μιμήσεως ἡ ποίησίς, 227 269, 272, 284, 287, 297, 320, 321, 362,
μίμησιν, 67, 69, 200, 244, 271, 275, 277, 402, 421, 422, 435, 436, 437, 440, 465,
297, 359, 544, 628, 655, 664, 671 477, 478, 479, 483, 541, 657, 658, 659,
μίμησις ποίησίς τίς ἐστιν, 71, 222 663, 664, 665, 667, 668, 669, 670, 673,
μιμητικὴν, 199, 203 674, 675, 676, 677, 679, 680, 684, 697,
μουσική, 369 704, 713, 717, 718, 728
Μουσῶν, 35, 63, 73, 163, 224, 258, 346, Ποίημα, 200, 297
352, 355, 358, 370, 488, 500, 502, 526, ποίημα δὲ ἡ Ἰλιάς, 668, 669
555, 556, 637, 704, 705, 706, 722 ποίημα ἡ Ὀδύσσεια, 668, 669
μῦθον ἡ ποίησις, 529 ποίησιν, 35, 45, 48, 59, 63, 64, 68, 69, 73,
Ὁμηρικὰ, 24, 36, 53, 541, 669, 673, 678 97, 162, 196, 199, 212, 213, 225, 240,
Ὁμηρικὴ, 232, 275, 459, 491, 535, 537, 241, 245, 258, 274, 275, 278, 279, 283,
543, 562, 565, 588, 600 284, 285, 286, 293, 298, 300, 305, 312,
Ὁμηρικὴν βίβλον, 535 314, 320, 321, 322, 353, 356, 363, 370,
Ὁμηρικὴν θεομυθίαν, 489 378, 390, 391, 392, 407, 409, 410, 413,
Ὅμηρον, 25, 26, 32, 33, 48, 49, 69, 75, 420, 423, 424, 426,427, 430, 431, 432,
122, 130, 131, 187, 188, 191, 199, 277, 437, 438, 444, 445, 466, 467, 468, 473,
305, 306, 355, 449, 459, 487, 488, 490, 476, 477, 478, 479, 480, 481, 483, 484,
528, 538, 541, 554, 559, 560, 574, 576, 500, 502, 503, 505, 513, 514, 518, 523,
585, 586, 597, 617, 618, 624, 629, 666, 525, 526, 541, 544, 637, 655, 662, 665,
667, 668, 692, 712, 718, 722 666, 672, 673, 677, 679, 692
Ὁμήρου, 16, 24, 30, 35, 44, 45, 48, 69, 72, ποίησις, 3, 4, 7, 19, 35, 55, 56, 59, 63, 68,
74, 75, 123, 124, 125, 131, 157, 163, 73, 79, 83, 99, 102, 163, 186, 197, 200,
168, 193, 199, 201, 203, 245, 251, 257, 201, 203, 205, 206, 207, 208, 209, 210,
264, 267, 269, 271, 274, 275, 278, 279, 211, 212, 213, 214, 215, 217, 218, 219,
280, 281, 282, 286, 292, 297, 304, 305, 220, 221, 223, 224, 225, 226, 228, 229,
306, 307, 346, 353, 355, 357, 358, 370, 230, 232, 233, 234, 235, 236, 237, 238,
402, 407, 447, 449, 474, 487, 488, 490, 239, 240, 241, 242, 243, 244, 245, 246,
499, 503, 534, 536, 540, 546, 556, 559, 247, 248, 249, 250, 251, 252, 253, 254,
560, 567, 572, 625, 630, 663, 666, 677, 255, 256, 257, 258, 259, 260, 261, 263,
678, 681, 682, 683, 691, 692, 722 264, 266, 267, 268, 269, 270, 271, 272,
Ὁμήρου ποιήματα, 402, 499, 663 273, 274, 275, 276, 277, 278, 279, 280,
751

281, 282, 283, 284, 285, 286, 287, 288, 704, 705, 706, 707, 708, 709, 710, 711,
289, 290, 291, 292, 293, 294, 295, 296, 712, 713, 714, 715, 716, 717, 718, 720,
297, 298, 299, 300, 301, 302, 303, 304, 721, 722, 723, 724, 725, 726, 727, 728
305, 306, 307, 308, 309, 311, 312, 313, ποίησις ἄγει τὸν Ὀδυσσέα, 516
314, 315, 316, 317, 318, 319, 320, 321, ποίησις ἄφθαρτος, 389
322, 323, 324, 325, 326, 327, 328, 329, ποίησις γὰρ τοῦτο μόνον καλεῖται, 224
330, 331, 332, 333, 334, 335, 336, 337, ποίησίς ἐστι, 57, 61, 62, 64, 260, 261,
338, 339, 340, 341, 342, 344, 345, 346, 419, 428, 521, 526
347, 348, 349, 350, 351, 352, 353, 354, ποίησίς ἐστιν, 58, 59, 60, 62, 63, 67, 69,
355, 356, 357, 358, 359, 360, 361, 362, 271, 320, 321, 413, 444, 523, 665, 671,
363, 364, 365, 366, 367, 368, 369, 370, 692
371, 372, 373, 374, 375, 376, 377, 378, ποίησις ἔτι δὲ κωμῳδία, 19, 20, 243, 244
379, 380, 381, 382, 383, 384, 385, 386, ποίησις ἡ αὐτὴ τῇ πάθῃ, 431
387, 388, 389, 390, 391, 392, 393, 394, ποίησις ἡ Ἰλιὰς, 272
395, 396, 397, 398, 399, 400, 401, 402, ποίησις ἡ Ὀδύσσεια, 272
403, 404, 405, 406, 407, 408, 409, 410, ποίησις καὶ ἡ πάθησις, 235, 241, 242, 296,
411, 412, 413, 414, 415, 416, 417, 418, 321, 322, 380, 383, 425, 426, 441, 484
419, 420, 421, 422, 423, 424, 425, 426, ποίησις καὶ πάθος, 471
427, 429, 430, 431, 432, 433, 434, 435, ποίησις μυθολογία ἐστὶν, 706, 707
436, 437, 438, 439, 440, 441, 442, 443, ποίησις ὀνόματα ἐπιτιθεμένη, 4, 7, 246
445, 446, 447, 448, 449, 450, 451, 452, Ποίησις ποιήματος διαφέρει, 658
453, 454, 455, 456, 457, 458, 459, 460, ποίησις πρᾶξίς ἐστιν, 83, 236, 237, 478,
461, 462, 463, 464, 465, 466, 467, 468, 479, 480
469, 470, 471, 472, 473, 474, 475, 476, ποίησις τοῦ θεοῦ, 445
477, 478, 479, 480, 481, 482, 483, 484, ποιητής, 4, 5, 6, 7, 8, 227, 228, 231, 255,
485, 486, 487, 488, 489, 490, 491, 492, 274, 284, 285, 498, 548, 550, 564, 568,
493, 494, 495, 496, 497, 498, 499, 500, 572, 583, 588, 590, 663, 664, 667, 668,
501, 502, 503, 504, 505, 506, 507, 508, 670, 671, 672, 673, 674, 675, 679, 680,
509, 510, 511, 512, 514, 515, 516, 517, 693, 694, 695, 722
518, 519, 520, 521, 522, 523, 525, 526, ποιητὴς δὲ ὁ μετέχων, 667, 668
527, 528, 529, 530, 531, 532, 533, 534, ποιητικάς, 92, 97, 106, 134, 185, 536
535, 536, 537, 538, 539, 540, 541, 542, ποιητικὰς θύρας, 73, 163, 225, 258, 346,
543, 544, 545, 546, 548, 549, 550, 551, 370, 500
552, 553, 554, 555, 556, 557, 558, 559, ποιητικὴ ἀπαγγελία, 676
560, 561, 562, 563, 564, 565, 566, 567, ποιητικὴ γλωττηματικῶν, 229
568, 569, 570, 571, 572, 573, 574, 575, ποιητικὴ δύναμις, 380, 383
576, 577, 578, 579, 580, 581, 582, 583, ποιητικὴ ἕξις ἐστίν, 83, 84, 236, 237
584, 585, 586, 587, 588, 590, 591, 592, ποιητική ἐστιν οὐ πρακτική, 483
593, 594, 595, 596, 598, 599, 600, 601, Ποιητικὴ μὲν λέγεται ἡ ἕξις, 677
602, 603, 604, 605, 606, 607, 608, 609, ποιητική τε καὶ πρακτικὴ ἡ φιλοσοφία,
610, 611, 612, 613, 614, 615, 616, 617, 290
618, 620, 621, 622, 623, 624, 625, 626, ποιητική. ἔστι δὲ τέχνη, 237
627, 629, 630, 631, 633, 634, 636, 637, ποιητικὴν, 24, 50, 71, 72, 79, 80, 93, 96,
638, 639, 640, 641, 642, 643, 644, 645, 102, 103, 105, 121, 124, 125, 134, 136,
646, 647, 648, 649, 650, 651, 652, 653, 137, 148, 151, 153, 154, 155, 157, 158,
654, 655, 656, 657, 658, 659, 660, 661, 160, 161, 162, 163, 168, 169, 172, 173,
662, 663, 664, 665, 666, 667, 668, 669, 175, 179, 181, 183, 199, 222, 229, 258,
670, 672, 673, 674, 675, 676, 677, 679, 272, 285, 414, 480, 481, 488, 502
680, 681, 682, 683, 684, 685, 686, 687, ποιητικῆς, 3, 4, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19,
688, 689, 690, 691, 692, 693, 694, 695, 20, 21, 22, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31,
696, 697, 698, 699, 700, 701, 702, 703, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42,
752

43, 44, 45, 46, 47, 48, 49, 50, 51, 52, 54, ῥαψῳδία ἐστὶν ἀπόκομμα ποιήματος,
70, 71, 72, 79, 83, 96, 99, 102, 103, 104, 673, 677
106, 110, 112, 115, 117, 118, 121, 122, ῥαψῳδίαι, 474, 475, 541, 673
124, 131, 135, 138, 145, 146, 148, 154, ῥαψῳδίας, 52, 554, 663, 673, 677
155, 159, 162, 165, 166, 167, 168, 171, ῥητορική, 340, 369, 655, 712, 715
180, 185, 186, 187, 199, 243, 244, 269, ῥυθμοποιία, 359
325, 370, 460, 476, 477, 478, 479, 483, Σαπφοῦς, 281, 351
488, 503, 525, 546, 667, 668, 670, 676, Σαπφώ, 662
677, 716 σατυρικὴ, 209, 211, 711, 727
Ποιητικὸν, 117, 164, 430, 431 Σθενέλου, 247
ποιητικὸν δὲ μέτρον, 684 Σοφοκλῆς, 17, 65, 177, 559, 560, 567,
ποιητικὸν μὲν τὸ δυνάμει αἰσθητὸν, 431 570, 610, 627, 634, 697, 705, 729
ποιητικὸς, 73, 77, 108, 122, 126, 132, Στησιχόρου, 302, 531, 687, 724
136, 138, 139, 141, 151, 461, 545, 561, στίχος, 307, 335, 662, 665, 667, 668, 677,
605, 625 721
ποιητικὸς λόγος, 461 στροφήν, 302, 531, 687, 724
ποιητικοῦ, 70, 78, 79, 85, 99, 100, 102, συγγραφή, 332, 473
120, 122, 159, 168, 234, 235, 240, 241, Συμπλίκιος, 37, 59, 60, 61, 403, 404, 405,
243, 323, 402, 421, 435, 436, 437, 471, 406, 407, 408, 409, 410, 411, 412, 413,
483, 691 414, 415, 416, 417, 418, 419, 420, 421,
ποιητικοὺς δαίμονας καὶ θεοὺς, 547 422, 423, 424, 425, 426, 427, 428, 429,
ποιητικῶν λέξεων, 461 430, 431
ποιητικῶν λόγων, 462 Σχόλια στον γραμματικό Διονύσιο
ποιητικῶν τεχνῶν, 366, 381 Θράκα, 51, 52, 67, 68, 661, 662, 663,
ποιητῶν, 7, 16, 24, 30, 31, 36, 69, 74, 76, 664, 665, 666, 667, 668, 669, 670, 671,
93, 103, 115, 138, 209, 210, 222, 274, 672, 673, 674, 675, 676, 677, 678, 679,
277, 279, 590, 670, 679, 692, 711 680
Πρόκλος, 49, 50, 62, 63, 168, 169, 170, τέλος τῆς ἐνεργείας ποίησις ὀνομάζεται·,
171, 172, 173, 174, 175, 198, 444, 486, 466, 467, 468
488, 489, 490, 491, 492, 493, 494, 495, Τίμαιο, 50, 62, 63, 340, 517, 518, 519,
496, 497, 498, 499, 500, 501, 502, 503, 520, 521, 522, 523, 524, 525, 526
504, 505, 506, 507, 508, 509, 510, 511, τραγῳδία, 67, 68, 209, 211, 244, 262, 263,
512, 513, 514, 515, 516, 517, 518, 519, 537, 665, 671, 688, 715, 716, 727
520, 521, 522, 523, 524, 525, 526, 527, τραγῳδίας ποίησις, 226
528 τραγῳδιῶν ποίησις, 226, 227
ῥαψῳδία, 52, 402, 541, 579, 623, 667, φαντασία ποιητικὸν οὖσα, 415, 416
668, 673, 677
ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος, 667, 668

TLG Texts doing_search π οιησις tlg Go

UTF-8 search TLG Texts

You might also like