Professional Documents
Culture Documents
μπάσκετ.
Σε έναν αγώνα μπάσκετ μπορούμε να συναντήσουμε διαφορές σε σχέση με τους τρόπους και την τεχνική εκτέλεσης. Οι
βασικοί όμως τρόποι διεξαγωγής είναι οι εξής:
2) Το pivot
4) Οι πάσες
6) Το σουτ
7) Η προσποίηση
8) Το ριμπάουντ
Η τεχνική της εκτέλεσης αυτών των βασικών κινήσεων αποτελεί το κύριο συστατικό πάνω στο οποίο χτίζονται οι
δεξιότητες του μπασκετμπολίστα. Όσους περισσότερους τρόπους γνωρίζει και αφομοιώνει από τη μια και εκτελεί σωστά
από την άλλη, τόσο πιο γρήγορος και αποτελεσματικός μπορεί να γίνει.
Η αρχική θέση ενός παίκτη ορίζεται με την τοποθέτηση των ποδιών του, παράλληλα με μια ελαφρά διάσταση περίπου
στο ύψος των ώμων ή με την προώθηση του ενός από τα δύο πόδια του περίπου μισό πέλμα.
Τα γόνατα του παίκτη είναι ελαφρώς λυγισμένα, ο κορμός γέρνει ελαφρώς προς τα εμπρός, τα χέρια του είναι λυγισμένα
στο σημείο των αγκώνων και είναι τοποθετημένα μπροστά από το στήθος του. Το βάρος του σώματος του πρέπει να έχει
σωστή κατανομή στα κάτω άκρα και ειδικότερα στο μπροστινό μέρος των πελμάτων του. Με αυτά τα χαρακτηριστικά ο
παίκτης είναι έτοιμος να ξεκινήσει να μετακινείται μέσα στο γήπεδο. Ένας από τους βασικούς τρόπους μετακίνησης
αποτελεί το τρέξιμο. Ένας καλαθοσφαιριστής διανύει μικρές αποστάσεις τρέχοντας και αυτές προϋποθέτουν σίγουρα
αλλαγές ταχύτητας και κατεύθυνσης σε συνδυασμό με απότομα σταματήματα, pivot και προσποιήσεις. Όταν ο παίκτης
κατά τη διάρκεια που τρέχει μέσα στο γήπεδο συναντήσει κάποιον αντίπαλο, τότε, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να
κόψει ταχύτητα βάζοντας μπροστά ένα από τα δυο του πόδια. Σε αυτή τη περίπτωση το σώμα του αθλητή κλίνει προς την
κατεύθυνση της κίνησης και γέρνει προς την πλευρά του ποδιού που έχει χρησιμοποιήσει για να σταματήσει. Αν για
παράδειγμα έχει χρησιμοποιήσει το αριστερό του πόδι τότε γέρνει προς τα αριστερά. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται η
εντύπωση ότι ο παίκτης με τη μπάλα θα ξεφύγει από τη δεξιά πλευρά. Στη συνέχεια της κίνησης το δεξί πόδι για να
προσφέρει στήριξη στο σώμα τοποθετείται παράλληλα με το αριστερό. Όταν η κίνηση αυτή ολοκληρωθεί ο αθλητής
εκτινάσσεται με το αριστερό του πόδι και μεταφέρει το βάρος του σώματος του στο δεξί. Με αυτό τον τρόπο φέρνει το
αριστερό του πόδι προς τα δεξιά και μπροστά, γυρίζει και προσπερνά τον αντίπαλό του.
Τα σταματήματα
Το σταμάτημα ενός αθλητή στο μπάσκετ γίνεται με δυο τρόπους. Ο πρώτος τρόπος είναι το σταμάτημα με δυο βήματα
που ονομάζεται stride stop και ο δεύτερος με άλμα που ονομάζεται jump stop. Στο stride stop ο παίκτης που τρέχει, πριν
σταματήσει, μεγαλώνει το βήμα του για να μπορέσει να μειώσει αρκετά την ταχύτητα που ήδη έχει. Στο δεύτερο βήμα
παίρνει σταθερή θέση καθώς το βάρος του σώματος του πλέον είναι σωστά κατανεμημένο στα κάτω άκρα.
Για να σταματήσει ο παίκτης με jump stop χρειάζεται να κάνει ένα μικρό άλμα πάνω και προς τα εμπρός, ώστε να
σταματήσει την ταχύτητα με την οποία κινείται και στη συνέχεια να προσγειωθεί με τα δύο πόδια κρατώντας μια
σταθερή θέση. Τα δυο αυτά σταματήματα χρησιμοποιούνται για να τερματίσει ο παίκτης μια κίνηση την οποία έχει
ξεκινήσει η για αλλαγή της κατεύθυνσής του.
ΣΤΑΜΑΤΗΜΑΤΑ
Η πρώτη δυσκολία που θα συναντήσει ο αρχάριος παίκτης στην επαφή του με την μπάλα του μπάσκετ θα είναι να
συγχρονίσει τις κινήσεις του σώματός του με αυτή. Το σταμάτημα, όσο απλό και αν φαίνεται, είναι μία από τις
βασικότερες παραμέτρους που καθορίζουν το αποτέλεσμα της επιθετικής ενέργειας. Ο παίκτης πρέπει να έχει
την ικανότητα να σταματάει την στιγμή που θέλει, χωρίς να χάνει την επαφή του με την μπάλα και την ισορροπία
του.
Σύμφωνα με τους κανονισμούς το σταμάτημα, για να θεωρηθεί αποτελεσματικό, πρέπει να είναι ακαριαίο και
σταθερό. Γίνεται με δύο τρόπους:
α) το σταμάτημα με άλμα (jump stop)
Περιγραφή
i. Το σταμάτημα με άλμα
Στην εκτέλεση αυτής της κίνησης ο παίκτης, προκειμένου να σταματήσει, κάνει ένα μικρό άλμα και
προσγειώνεται ταυτόχρονα και με τα δύο πέλματα παράλληλα μεταξύ τους. Τα γόνατα είναι ελαφρώς λυγισμένα
και τα πόδια ανοικτά στο πλάτος των ώμων, για να δημιουργεί, με αυτό τον τρόπο, μια καλή βάση στήριξης.
ii. Το σταμάτημα με βήμα
Η διαφορά αυτής της κίνησης με την προηγούμενη έγκειται στο γεγονός ότι το σταμάτημα γίνεται σε δύο
χρόνους. Αρχικά, το προπορευόμενο πόδι έρχεται σε επαφή με το έδαφος σταθερά, είναι λυγισμένο και δέχεται το
βάρος του σώματος. Στη συνέχεια, το δεύτερο πόδι έρχεται εμπρός, για να εξασφαλίσει την ισορροπία και να
ακινητοποιήσει το σώμα.
Πίνακας κυριότερων στοιχείων
Σταμάτημα με άλμα
Η προσγείωση γίνεται με τα δύο πόδια ταυτόχρονα και πρώτα έρχονται σε επαφή με το έδαφος οι φτέρνες και
στο τέλος της κίνησης οι μύτες.
Το σταμάτημα αυτό δε δεσμεύει τον παίκτη με συγκεκριμένο πόδι ως σταθερό ("pivot") και μπορεί να
συνεχίσει την κίνησή του με όποιο πόδι θέλει.
Είναι δυναμική κίνηση και απαιτεί δυνατά πόδια, είναι δύσκολο να εκτελεστεί από αρχάριους χωρίς απώλεια
ισορροπίας.
Το σταμάτημα με βηματισμό
Γίνεται σε δύο επαφές με το έδαφος και είναι πιο προοδευτικό σε σχέση με το jump stop.
Είναι πιο φυσιολογική κίνηση και αφομοιώνεται ευκολότερα από αρχάριους παίκτες.
Κατά την κίνηση αυτή, το πόδι που έρχεται πρώτο σε επαφή με το έδαφος θεωρείται σταθερό ("pivot").
Αλλαγές διεύθυνσης
Ο παίκτης στην προσπάθεια του να αποκτήσει πλεονέκτημα χώρου και ταχύτητας στο παιχνίδι, χρησιμοποιεί
συχνά τις αλλαγές στη διεύθυνση του τρεξίματος, προκειμένου να κάνει τον αμυντικό του να χάσει προσωρινά
την ισορροπία του και να τον περάσει.
Περιγραφή
Κατά την αλλαγή διεύθυνσης ο παίκτης εκτελεί έναν κανονικό διασκελισμό προς την κατεύθυνση που κινείται,
κατόπιν κάνει ένα μικρό βήμα 3 /4 και αλλάζει αποφασιστικά φορά με ένα μεγάλο βήμα προς την νέα
διεύθυνση που έχει επιλέξει. Είναι μια κίνηση καθαρά επιθετική και η επιτυχία της εξαρτάται κυρίως από τη
διατήρηση της ταχύτητας και της ισορροπίας του παίκτη κατά την αλλαγή.
Πίνακας κυριότερων στοιχείων
Το τρέξιμο πριν την αλλαγή πρέπει να είναι φυσικό, χωρίς να προδίδει την πρόθεση του παίκτη.
Το πρώτο βήμα της προσποίησης να είναι 3 /4 και προς την κατεύθυνση που κινείται, ενώ το δεύτερο
αποφασιστικό και μεγάλο προς τη νέα διεύθυνση.
Το βάρος μετατοπίζεται κατά την αλλαγή από το πρώτο πόδι στο δεύτερο. Η επιτυχία της αλλαγής είναι να
γίνει αυτή η κίνηση χωρίς απώλεια ισορροπίας.
Μετά το δεύτερο βήμα πρέπει να επιταχύνει ο παίκτης, ώστε να διατηρήσει το πλεονέκτημα της προσποίησης.
Η κίνηση πρέπει να γίνεται σε ευθείες γραμμές και όχι με καμπύλες.
Pivot
Η κίνηση pivot γίνεται με δυο τρόπους. Ο πρώτος εν στάση και ο δεύτερος εν κινήσει. Όσον αφορά τον πρώτο τρόπο, ο
αθλητής θα πρέπει να διαλέξει το πόδι πάνω στο οποίο θα στηρίξει τη κίνηση. Με το άλλο πόδι πηγαίνει μπροστά η πίσω
στριφογυρίζοντας παράλληλα το πόδι pivot.To άνοιγμα των ποδιών θα πρέπει να είναι μεγάλο και ο αθλητής να πατά με
το μπροστινό τμήμα του πέλματος. Η περιστροφή μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για την κάλυψη της μπάλας, είτε για την
αποφυγή αντιπάλου, είτε για οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που θα αποφέρει πλεονέκτημα.
ΠΕΡΙΣΤΡΟΦΕΣ- ΠΙΒΟΤ
ΠΕΡΙΣΤΡΟΦΕΣ
Συμφωνά με τους κανονισμούς, ο παίκτης έχει το δικαίωμα να κάνει ελιγμούς όταν είναι σταματημένος, κρατώντας το
ένα του πόδι σταθερό. Οι στροφές αυτές που κάνει με άξονα το σταθερό πόδι, είναι σημαντικές για το ξεμαρκάρισμά του
και αποτελούν αξιόλογη επιθετική κίνηση. Οι στροφές είναι δύο ειδών: α) η μετωπιαία και β) η ραχιαία. Υπάρχει στη
βιβλιογραφία και η αντίστροφη στροφή (reverse), η οποία όμως χρησιμοποιείται περισσότερο με ντρίπλα και ο
μηχανισμός της είναι ίδιος με τη ραχιαία.
Περιγραφή
Μετωπιαία στροφή
Μετωπιαία χαρακτηρίζεται η κίνηση που κάνει ο επιθετικός παίκτης, όταν η διεύθυνσή της έχει την ίδια φορά με αυτή
που καθορίζει το πρόσωπο του παίκτη. Δηλαδή, όταν ο παίκτης εκτελέσει στροφή με κατεύθυνση προς τα εκεί που
βλέπει, τη χαρακτηρίζουμε μετωπιαία.
Ραχιαία στροφή
Ραχιαία χαρακτηρίζεται η κίνηση του παίκτη που έχει φορά ίδια με αυτή που καθορίζει η πλάτη του παίκτη.
Πίνακας κυριότερων στοιχείων
Μετωπιαία στροφή
Συνήθως χρησιμοποιείται, όταν ο επιθετικός πιέζεται από το πλάι και κάνει τη στροφή προς τα εμπρός, προκειμένου να
αποκτήσει πλεονέκτημα χώρου και να αποφύγει το press του αντιπάλου.
Εκτελείται και όταν ο παίκτης παίζει με την πλάτη, και με τη στροφή θέλει να πλησιάσει πιο κοντά στο καλάθι.
Γενικότερα, είναι μία στροφή που γίνεται με το εσωτερικό πόδι (αυτό που είναι πιο κοντά στο καλάθι) και μειώνει την
απόσταση του επιθετικού με το καλάθι.
Χρησιμοποιείται, όταν ο επιθετικός πιέζεται κατά μέτωπο και εκτελεί στροφή προς τα πίσω, προκειμένου να αποφύγει
την πίεση και να δημιουργήσει χώρο ανάμεσα σε αυτόν και τον αμυντικό.
Όταν ο παίκτης είναι με πλάτη στο καλάθι και ο αντίπαλος του έχει αποκλείσει τη δίοδο στη ρακέτα, εκτελεί τη ραχιαία
στροφή, για να κάνει σουτ ή κίνηση "fade away" σουτ.
Γενικότερα είναι μία στροφή που αυξάνει την απόσταση του επιθετικού από τον αμυντικό και δημιουργεί χώρο
ανάμεσά τους, για κίνηση ή σουτ
Υποδοχή της μπάλας
Οι περισσότερες ενέργειες στο μπάσκετ έχουν ως βασική αρχή την υποδοχή της μπάλας και ειδικότερα την ακρίβεια της
μεταβίβασης. Μια από τις καλύτερες υποδοχές θεωρείται η υποδοχή της μπάλας στο στήθος ενός παίκτη. Η ακρίβεια
λοιπόν της μεταβίβασης σχετίζεται άμεσα με την εκτέλεση της αμέσως επόμενης κίνησης του παίκτη.
Κατά τη διάρκεια του αγώνα ένας παίκτης μπορεί να υποδεχθεί τη μπάλα ακίνητος ή εν κινήσει. Σε όποια φάση όμως κι
αν βρίσκεται η τεχνική παραμένει η ίδια.
Η υποδοχή της μπάλας και με τα δυο χέρια πραγματοποιείται είτε εν κινήσει είτε αμέσως μετά το σταμάτημα. Τα χέρια
του παίκτη απλώνονται μπροστά στο ίδιο ύψος, με τις παλάμες στραμμένες ευθεία μπροστά και τα δάχτυλα να
κατευθύνονται προς την πλευρά της μπάλας. Στη συνέχεια οι παλάμες ανοίγουν λίγο παραπάνω από τη διάμετρο της
μπάλας και μόλις η μπάλα έρθει σε επαφή με τα δάχτυλα οι παλάμες την συγκρατούν. Αμέσως μετά οι αγκώνες του
παίκτη θα πρέπει να λυγίσουν, ώστε η μπάλα να έρθει στο στήθος του.
Όταν ο παίκτης δεν μπορεί να υποδεχθεί την μπάλα με τα δυο χέρια γιατί οι συνθήκες δεν το επιτρέπουν, τότε θα πρέπει
να το κάνει με το ένα χέρι. Το πιάσιμο της μπάλας με το ένα χέρι πραγματοποιείται όταν ο παίκτης απλώνει το χέρι του
προς την κατεύθυνση της μπάλας, έχοντας παράλληλα τη παλάμη στραμμένη προς τα εμπρός και τα δάχτυλά του
ανοικτά. Τη στιγμή που η μπάλα έρχεται σε επαφή με τα δάχτυλα, ο παίκτης αρχίζει να λυγίζει τον αγκώνα του. Με αυτό
τον τρόπο σταματά η ανάπτυξη της κινητικής ενέργειας της μπάλας. Την ίδια στιγμή το άλλο χέρι του παίκτη είναι έτοιμο
να την πιάσει, αφού προηγουμένως η παλάμη που έχει υποδεχθεί τη μπάλα στραφεί προς τα μέσα και αρχίζει να οδηγεί
τη μπάλα προς το άλλο χέρι.
Η μεταβίβαση της μπάλας (πάσα)
Η πάσα στο μπάσκετ αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα όπλα κατά την εκτέλεση της επίθεσης. Αποτελεί καθοριστικό
παράγοντα μιας ενέργειας, είναι μέρος της τακτικής μιας ομάδας και πολλές φορές διευκολύνει αφάνταστα τις
προϋποθέσεις για σουτ. Η ταχύτητα κατά την εκτέλεση της πάσας οφείλεται κατά κύριο λόγο στις παλάμες και στα
δάκτυλα, ενώ η ακρίβειά της εξαρτάται από την τεχνική κατάρτιση του παίκτη καθώς και από τη θέση του αποδέκτη της
μπάλας.
Η εκτέλεση μια πάσας μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Η πιο συχνή μορφή της είναι με τη χρήση προσποίησης που
αποκρύπτει την πρόθεση για της κατεύθυνση της μπάλας αφενός και αφετέρου μπορεί να εξασφαλίσει μια πιο σίγουρη
και ασφαλή μεταβίβαση.
Ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν σε διάφορες φάσεις του παιχνιδιού μια πάσα μπορεί να εκτελεστεί με το ένα ή
και τα δύο χέρια, από κατάσταση ισορροπίας ή όχι, ή ακόμα και από διαφορετική απόσταση και κατεύθυνση.
Κατά την εκτέλεση της πάσας στήθους τα χέρια πρέπει να βρίσκονται στο ύψος του στήθους και οι παλάμες να κρατούν
τη μπάλα και από τα δυο μέρη της. Τα χέρια είναι λυγισμένα στους αγκώνες και ακουμπούν στο σώμα. Στη συνέχεια τα
χέρια μαζί με τη μπάλα έρχονται προς τα πίσω και κάνουν μια περιστροφική κίνηση από κάτω προς τα πάνω. Ακολούθως,
με το τέντωμα των χεριών και με την κίνηση που κάνουν οι παλάμες, η μπάλα ξεκινά την πορεία της προς την κατεύθυνση
που θέλει ο παίκτης.
Κατά την εκτέλεση της πάσας στήθους με το ένα χέρι, τα χέρια και η μπάλα κινούνται σε οριζόντια θέση και από τα δεξιά
όταν η πάσα γίνεται με το δεξί χέρι και το αντίστροφο. Το αριστερό χέρι συγκρατεί τη μπάλα μέχρι τη στιγμή που αυτή θα
περάσει στα χέρια του παίκτη. Στη συνέχεια το δεξί χέρι τεντώνεται και με μια απότομη κίνηση σπρώχνει την μπάλα προς
τη κατεύθυνση που θέλει να πάει. Η κίνηση της παλάμης είναι αυτή που μπορεί να αποκρύψει από τον αντίπαλο την
κατεύθυνση της μπάλας.
Πάσα πάνω από το κεφάλι (Overhead pass)
Κατά της εκτέλεση της overhead pass ο παίκτης κρατά τη μπάλα πάνω από το κεφάλι του. Τα χέρια είναι σηκωμένα προς
το πάνω και λυγισμένα στους αγκώνες. Οι αγκώνες του παίκτη είναι λίγο ανοικτοί. Οι αντίχειρες βλέπουν προς τα πίσω
ενώ τα υπόλοιπα δάκτυλα προς τα πάνω. Το τέντωμα των χεριών και η κίνηση που κάνουν οι παλάμες πραγματοποιούν
την πάσα. Αυτού του είδους η πάσα σε συνδυασμό με μια καλή προσποίηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πάσες στο
low post ή για πάσες προς τον άξονα. Η κίνηση των χεριών με τη μορφή προσποίησης μπορούν να μας προειδοποιήσουν
για τις προθέσεις του αμυντικού.
Κατά την εκτέλεση αυτής της πάσας, η μπάλα τοποθετείται μεταξύ της παλάμης και του πήχη του χεριού. Το χέρι μαζί με
τη μπάλα κινείται προς τα πίσω και στη συνέχεια με μια γρήγορη κίνηση ο παίκτης φέρνει την μπάλα και το χέρι μπροστά,
περνώντας μπροστά από το μηρό και τεντώνοντας όσο καλύτερα γίνεται. Η παλάμη τεντώνει τελευταία και η μπάλα
γλιστρά από τα δάκτυλα. Η κατεύθυνση της μπάλας εξαρτάται από το άνοιγμα της παλάμης. Αν η παλάμη ανοίξει νωρίς
τότε η μπάλα θα πάει προς τα κάτω, ενώ αν ανοίξει αργά θα πάει προς τα πάνω. Η πάσα αυτή χρησιμοποιείται σε
διάφορες αποστάσεις και είναι καλός συνδυασμός αν γίνει με ντρίμπλα.
Η τεχνική και η εκτέλεση της ντρίμπλας αποτελεί καταλυτικό στοιχείο για τη σωστή λειτουργία του παιχνιδιού και
χρησιμοποιείται πολλές φορές ανάλογα με τις συνθήκες του αγώνα, καθώς καθορίζει το βαθμό της συνεργασίας των
παικτών μεταξύ τους.
Ο παίκτης θα πρέπει να διδαχθεί το χειρισμό της μπάλας και με τα δυο χέρια, καθώς στη διάρκεια του παιχνιδιού θα
χρειαστεί να την καλύπτει με το χέρι που βρίσκεται πιο μακριά από τον αντίπαλό του.
Είναι πολύ σημαντικό ο παίκτης να έχει εξοικειωθεί με το χειρισμό της μπάλας και κατά την εκτέλεση της ντρίμπλας να μη
την κοιτάζει, αλλά να τη θεωρεί προέκταση του σώματός του. Το βασικό είναι η ματιά του να επικεντρώνεται στις
κινήσεις των συμπαικτών του και στο διάβασμα της αμυντικής συμπεριφοράς των αντιπάλων του.
Control dribble
Ένας από τους τρόπους χειρισμού της μπάλας είναι η control dribble. Ο αθλητής τρέχει και με διαδοχικές κινήσεις του
ενός χεριού σπρώχνει την μπάλα μπροστά του, έχοντας γωνία προς το έδαφος έτσι ώστε μετά να μπορεί να ξαναέρθει σε
επαφή μαζί της. Το σπρώξιμο της μπάλας γίνεται με τη βοήθεια της παλάμης και των δακτύλων που είναι ανοικτά. Ο
αγκώνας και ο πήχης του χεριού θα πρέπει να λειτουργούν αρμονικά μεταξύ τους, έτσι ώστε η ώθηση προς την μπάλα να
μην είναι βίαιη αφενός και να ασκείται ίδια περίπου δύναμη σε κάθε επαφή αφετέρου. Η μπάλα κατά την επιστροφή της
από το έδαφος δεν θα πρέπει να ξεπερνάει σε ύψος τη μέση του αθλητή. Με αυτό τον τρόπο ο παίκτης μπορεί να
ντριμπλάρει τοποθετώντας τη μπάλα μπροστά και λίγο προς τα πλάγια, έτσι ώστε να μην μπορεί να ελαττώσει την
ταχύτητά του. Η αναπήδηση της μπάλας ελέγχεται από τα δάκτυλα του χεριού.
Υπάρχουν στιγμές κατά τη διάρκεια ενός παιχνιδιού που ο αντίπαλος πιέζει αυτή τη κίνηση του παίκτη. Σε αυτή την
περίπτωση ο αθλητής κινείται δεξιά ή αριστερά (ανάλογα με τη κίνηση του αμυντικού) και καλύπτει την μπάλα
τοποθετώντας το σώμα του μεταξύ αντιπάλου και μπάλας.
Κατά την control dribble o αθλητής εκτελεί ντρίμπλα λυγίζοντας τα γόνατα και γέρνοντας το κορμί του περισσότερο. Το
κεφάλι του είναι σηκωμένο έτσι ώστε να ελέγχει το γήπεδο και η αναπήδηση της μπάλας φτάνει μέχρι τα γόνατα. Στην
πίεση του αντιπάλου και στην κάλυψη της μπάλας εκτός από τη συμμετοχή του χεριού, που δεν εκτελεί ντρίμπλα,
συμμετέχει και το αντίθετο πόδι (από το χέρι που χειρίζεται τη μπάλα).
Η σταυρωτή ντρίμπλα με αλλαγή κατεύθυνσης χρησιμοποιείται από τον αθλητή για το πέρασμα ενός εν κινήσει
αντιπάλου.
Πριν ο παίκτης φτάσει κοντά στον αντίπαλό του (περίπου 1-2 μέτρα) περνά τη μπάλα από το δεξί στο αριστερό του χέρι.
Σχεδόν ταυτόχρονα ο κορμός του γέρνει προς τα αριστερά και μπροστά. Με αυτό τον τρόπο ο αμυντικός νομίζει ότι θα
κινηθεί προς τα δεξιά. Στη συνέχεια με μια απότομη κίνηση επαναφέρει τη μπάλα στο δεξί χέρι φέρνοντας το αριστερό
πόδι μπροστά και δεξιά καλύπτοντας τη μπάλα με στροφή του κορμού του και επιτίθεται προς το καλάθι.
Είναι ιδιάζουσας σημασίας να γνωρίζουν οι πάντες ότι η ντρίμπλα γίνεται μόνο όταν είναι απαραίτητη και χρήσιμη για το
σύνολο της ομάδας. Η κατάχρησή της μεταβάλλει το ρυθμό του παιχνιδιού και δημιουργεί λιγότερες πιθανότητες για την
εκτέλεση μιας σωστής επίθεσης.
Το σουτ
Η εκτέλεση του σουτ αποτελεί την τελευταία ενέργεια μιας επιθετικής κίνησης. Όλες οι κινήσεις στο μπάσκετ
προσανατολίζονται στη δημιουργία των κατάλληλων προϋποθέσεων για καλύτερη εκτέλεση ενός σουτ. Η ευστοχία ή μη
οφείλεται στις επιδεξιότητες των αθλητών.
Η εκτέλεση ενός σουτ γίνεται με το ένα χέρι εν στάση ή εν κινήσει και με τη χρήση του άλματος. Ο αθλητής μπορεί να
χρησιμοποιήσει τη βοήθεια του ταμπλό ή να σουτάρει απευθείας στο καλάθι. Αν ο αθλητής επιλέξει τη βοήθεια του
ταμπλό θα πρέπει να γνωρίζει πως η ευστοχία εξαρτάται εκτός από τη τεχνική του κατάρτιση και από άλλους παράγοντες
όπως η ελαστικότητα της μπάλας, το υλικό κατασκευής του ταμπλό, καθώς και στο φωτισμό του γηπέδου. Ο σταθερός
στόχος που σημαδεύει ένας παίκτης κατά την εκτέλεση ενός σουτ είναι το μπροστινό η το πίσω μέρος της στεφάνης. Κατά
την εκτέλεση σουτ από τα πλάγια καλό είναι να χρησιμοποιείται το ταμπλό.
Η επιλογή του παίκτη και του τρόπου εκτέλεσης εξαρτάται πάντα από τη στιγμή του αγώνα, τη θέση και την απόσταση
που έχει από το καλάθι.
Σουτ εν στάση με λυγισμένο χέρι
Κατά την εκτέλεση αυτού του είδους σουτ η παλάμη του αθλητή με ανοικτά δάκτυλα τοποθετείτε πάνω στην μπάλα με
τέτοιο τρόπο ώστε αυτά να μην εφάπτονται. Το άλλο χέρι κρατά τη μπάλα από κάτω ή από πλάγια. Στη συνέχεια ο
παίκτης σηκώνει τα χέρια του. Ο ώμος του χεριού που θα εκτελέσει το σουτ είναι σηκωμένος, ενώ ο αγκώνας και η
παλάμη μαζί με τη μπάλα έχουν κατεύθυνση προς το καλάθι. Κατά την εκτέλεση του σουτ τα πόδια σηκώνονται
κλιμακωτά μαζί με το χέρι που εκτελεί το σουτ. Στο τέλος, η τελευταία επαφή που πρέπει να έχει η μπάλα είναι με το
δείκτη και το μέσο δάκτυλο περιστρεφόμενη ελαφρά προς τα πίσω. Μετά το σουτ το χέρι μένει για λίγο στην ίδια θέση,
ώστε να δώσει τη κατάλληλη τροχιά στη μπάλα. Με αυτό τον τρόπο συνήθως ένας παίκτης εκτελεί μακρινά σουτ και
ελεύθερες βολές.
Η εκτέλεση των ελευθέρων βολών αποτελεί ένα πάρα πολύ σημαντικό κομμάτι του παιχνιδιού που ενίοτε κρίνει και το
αποτέλεσμα ενός αγώνα. Σε κάθε προπόνηση είναι απαραίτητη η εξάσκηση των παικτών σε όσο γίνεται κοντινότερες
συνθήκες με τις αγωνιστικές.
1. Αυτοματισμός της εκτέλεσης του σουτ και της στάσης του παίκτη.
2. Πριν την εκτέλεση μιας βολής, ο αθλητής θα πρέπει να γνωρίζει τις θέσεις των αντιπάλων και των συμπαικτών του,
ώστε να μπει στη διαδικασία αναζήτησης τρόπων επανάκτησης της μπάλας αν η βολή είναι άστοχη.
3. Ο αθλητής θα πρέπει να χτυπήσει την μπάλα στο έδαφος πριν την εκτέλεση της βολής. Σε πολλούς παίκτες αυτό
αποβάλλει την ένταση της στιγμής και χαλαρώνει του μύες.
4. Ο παίκτης πριν την εκτέλεση της βολής παίρνει αναπνοή και χαλαρώνει μετά την εκπνοή.
5. Έχοντας τη μπάλα στα χέρια ο αθλητής νοερά εκτελεί ολόκληρη τη κίνηση του σουτ.
Κατά την εκτέλεση αυτού του είδους σουτ, αν ο παίκτης εκτελεί με το δεξί χέρι τότε πιάνει τη μπάλα βηματίζοντας επίσης
με το δεξί πόδι. Στη συνέχεια το τελευταίο πόδι που πατάει στο έδαφος πριν το άλμα είναι το αριστερό. Κατά τη διάρκεια
του διπλού βήματος ο παίκτης φέρνει σταδιακά την μπάλα στο δεξί του χέρι και μαζί με το κορμό του ανεβαίνουν προς το
καλάθι. Η παλάμη, τέλος, κινείται με ήρεμο τρόπο αφήνοντας τη μπάλα απευθείας στο καλάθι ή υπολογίζει να μπει μέσα
σε αυτό με τη βοήθεια του ταμπλό.
Hook shot
Η χρησιμοποίηση και εκτέλεση αυτού του σουτ γίνεται συνήθως από τους ψηλούς από μέση και κοντινή απόσταση.
Εκτελείται ακριβώς- όπως περιγράψαμε πιο πάνω – σαν την hook pass.
Σουτ με τεντωμένο χέρι από κάτω
Κατά την εκτέλεση αυτού του είδους σουτ, ο παίκτης εκτελεί διπλό βηματισμό και στη συνέχεια πραγματοποιεί άλμα. Τα
χέρια του που είναι τεντωμένα έχουν κίνηση προς το καλάθι και η μπάλα αφήνεται από τα ακροδάχτυλα. Η ταχύτητα του
παίκτη δεν επηρεάζει την εκτέλεση του σουτ.
Η προσποίηση
Πολλές φορές μέσα στο παιχνίδι ένας παίκτης μαρκάρεται πολύ στενά. Αυτό δυσκολεύει συχνά την προσπάθειά του. Σε
τέτοιες συνθήκες ένας παίκτης μπορεί να χρησιμοποιήσει την προσποίηση και να απελευθερωθεί από τα στενά
μαρκαρίσματα και ενίοτε να δημιουργήσει συνθήκες που θα του επιτρέψουν να τελειώσει μια φάση με επιτυχία. Η
προσποίηση δεν είναι τίποτε άλλο από μια εντύπωση μεταβίβασης της μπάλας ή του παίκτη προς κάποια κατεύθυνση. Η
χρησιμοποίησή της χαλαρώνει προς στιγμή τη πίεση και τότε είναι η κατάλληλη στιγμή για τον παίκτη να εκτελέσει την
αρχική κίνηση που είχε στο μυαλό του. Οι προσποιήσεις που εκτελούνται χωρίς μπάλα συχνά συνοδεύονται από ματιές,
χειρονομίες η κινήσεις του κεφαλιού.
Η βολή έχει δύο κυρίως μορφές: με το χέρι πίσω από την μπάλα και
με το χέρι κάτω από την μπάλα. Στην πρώτη μορφή το χέρι δίνει
ώθηση στην μπάλα με τον ίδιο τρόπο που εκτελείται και το σουτ. Η
βολή αυτή χρησιμοποιείται κυρίως από πλάγια θέση και όταν ο
παίκτης θέλει να δώσει λίγη δύναμη στη μπάλα. Στη δεύτερη μορφή
(lay up) η μπάλα μεταφέρεται προς το καλάθι με το χέρι κάτω από
αυτή και με τα δάκτυλα ανοικτά. Η βολή αυτή χρησιμοποιείται κυρίως
όταν ο παίκτης έχει μεγάλη φόρα και όταν πλησιάζει το καλάθι από το
κέντρο.
Σουτ κοντά στο καλάθι
Για τις θέσεις κοντά στο καλάθι, οι ψηλοί κυρίως παίκτες πρέπει να
εξασκούνται, εκτός από τα lay up και τα jump shot, σε ένα ιδιαίτερο
τρόπο εκτέλεσης, το hook shot και το κάρφωμα.
Hook shot: Είναι ο τρόπος που εκτελεί το σουτ ένας παίκτης που
κινείται μέσα στη ρακέτα, προκειμένου να αποφύγει το κόψιμο από
ψηλό αντίπαλο. Έχει ως πλεονέκτημα το γεγονός ότι τη στιγμή της
εκτέλεσης παρεμβάλλεται το σώμα του σουτέρ ανάμεσα στον αμυντικό
και την μπάλα, καθώς και το ότι η απελευθέρωση της μπάλας γίνεται
από πολύ ψηλά.
Γίνεται με μικρό βήμα στο εσωτερικό της ρακέτας και άλμα προς το
καλάθι με την μπάλα ψηλά και το χέρι τεντωμένο. Εκτελείται ακόμα
και με jump stop πλάγια προς το καλάθι, τη στιγμή που ο επιθετικός
δέχεται την μπάλα σε κίνηση ή κάνει ντρίπλα. Ο παίκτης κάνει άλμα
και με τα δύο πόδια έχοντας τεντωμένο το χέρι και σουτάρει την
μπάλα με καρπό.
Κάρφωμα: Είναι ένας αποτελεσματικός, θεαματικός και πολύ
απολαυστικός για τους θεατές τρόπος για την ολοκλήρωση της
επίθεσης. Τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να
αποτελεί βασικό στοιχείο της προβολής του αθλήματος. Εκτός από τη
θεαματικότητά του, καταλυτικό ρόλο παίζει και η αποτελεσματικότητά
του. Γιατί ο επιθετικός, μετά από ένα άλμα που απαιτεί αυξημένες
αθλητικές δυνατότητες, στην κυριολεξία καρφώνει την μπάλα μέσα
στο καλάθι.
Σουτ με άλμα
Χρησιμοποιείται σχεδόν σε όλα τα σουτ που γίνονται μέσα στις
φάσεις του παιχνιδιού, γιατί μπορεί ο παίκτης να σουτάρει
πάνω από την αμυντική πίεση και να κοπεί δυσκολότερα.
Η ώθηση που δίνεται στην μπάλα από το άλμα επιτρέπει το
σουτ από μεγάλες αποστάσεις.
Η προσγείωση μετά το σουτ γίνεται με τα δύο πόδια
κατακόρυφα, γεγονός που θα επιτρέψει στον παίκτη να
διατηρήσει την ισορροπία του στον αέρα και να διεκδικήσει
αμέσως την μπάλα, εάν αστοχήσει.
Η μπάλα πρέπει να απελευθερώνεται στο ψηλότερο σημείο του
άλματος και όχι νωρίτερα, γιατί έτσι χάνονται όλα τα
πλεονεκτήματα της κίνησης του jump shot.
Διείσδυση (μπάσιμο)
Είναι μια κίνηση που ελαχιστοποιεί την απόσταση του σουτέρ
από το καλάθι και στηρίζεται περισσότερο στην ταχύτητα και
τη δύναμη των ποδιών.
Η τελική βολή διαφέρει και μπορεί να είναι lay up, απλό σουτ,
σουτ ραβερσέ, κάρφωμα της μπάλας στο καλάθι με ένα ή δύο
χέρια ή ανάποδο σουτ περνώντας κάτω από το καλάθι. Η
επιλογή ανήκει στον επιτιθέμενο, ο οποίος οφείλει να γνωρίζει
και να προπονείται σε κάθε μορφή τελικής βολής.
Όπως και στο σουτ με άλμα, η απελευθέρωση της μπάλας
πρέπει να γίνει στο υψηλότερο σημείο του εκτίναξης, ώστε να
ολοκληρωθεί σωστά η κίνηση.
Το χέρι που δε συμμετέχει στη βολή είναι κοντά στο σώμα,
τεντωμένο ψηλά, και προστατεύει την μπάλα από τα χέρια του
αντίπαλου.
Είναι μια βασική μορφή σουτ, που ο παίκτης πρέπει να μάθει
να εκτελεί το ίδιο καλά και με τα δύο χέρια
Σουτ κοντά στο καλάθι
Η αρμονία και η ταχύτητα στην εκτέλεση είναι το μυστικό του
επιτυχημένου σουτ κοντά στο καλάθι.
Η καλή ισορροπία και η καμπύλη τροχιά της μπάλας κρίνονται
απαραίτητα.
Η σωστή και δυναμική τοποθέτηση του σώματος μπροστά
στον αμυντικό είναι σημαντικός παράγοντας για την επιτυχία
του σουτ και την προστασία της μπάλας.
Oμαδική άμυνα
ΑΜΥΝΕΣ ΖΩΝΗΣ
Εκτός από την απλή της μορφή, που μπορεί να χαρακτηριστεί "ζυγή" ή
"μονή", υπάρχουν και οι "πιεστικές άμυνες" ("zone press") ή
"προσαρμοσμένες" ("match up zone"). Η μονή ζώνη έχει μονό αριθμό
παικτών μπροστά και έχει διάταξη "1-2-2" ή "3-2" ή "1-3-1". Η ζυγή
ζώνη αντίστοιχα έχει ζυγό αριθμό παικτών μπροστά με διάταξη "2-1-2" ή
"2-3". Οι πιεστικές άμυνες μπορούν να αναπτύσσονται είτε σε όλο το
γήπέδο είτε στο μισό. Η φιλοσοφία των πιεστικών και των
προσαρμοσμένων ζωνών άμυνας διαφέρει από προπονητή σε προπονητή
και είναι απόλυτα συνυφασμένη με την ποιότητα των παικτών που
διαθέτει η κάθε ομάδα.
ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
1. Δεν απαιτείται ιδιαίτερα καλή φυσική κατάσταση από τους
αμυνόμενους γιατί δεν καλύπτουν όλο το γήπεδο άμυνας, όπως γίνεται
στην προσωπική άμυνα, αλλά μέρος - χώρο του γηπέδου.
4. Η άμυνα ζώνης είναι ιδανική για την έναρξη του αιφνιδιασμού, γιατί οι
παίκτες βρίσκονται σε συγκεκριμένες θέσεις.
5. Η διδασκαλία και αφομοίωσή της είναι πιο εύκολη για τους αδύναμους
παίκτες, επειδή δεν προκύπτουν πολλές υπευθυνότητες.
ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
1. Δεν καλύπτει ικανοποιητικά επιθετικούς με καλό μακρινό σουτ. Η
άμυνα είναι πολύ ευάλωτη στο σουτ τριών πόντων.
3. Επειδή είναι άμυνα προβλέψιμη από τον αντίπαλο και οι κινήσεις των
αμυντικών είναι συγκεκριμένες, μετά τις πρώτες επιθέσεις η αντίπαλη
ομάδα προσαρμόζει την ανάπτυξη του παιχνιδιού της στις αδυναμίες της
άμυνας.
Α. Περιγραφή
Η ζώνη 3-2 είναι μια από τις κλασικές άμυνες εναντίον ομάδων που
διαθέτουν περιφερειακό σουτ και είναι αδύναμες στις θέσεις των ψηλών.
Αυτό συμβαίνει γιατί οι τρεις παίκτες μπροστά καλύπτουν ικανοποιητικά
το ημικύκλιο της ρακέτας και το τρίποντο εμποδίζοντας τα μακρινά σουτ
και αρχικά μοιάζει να είναι προσωπική άμυνα. Η διάταξη αυτή επίσης
εμποδίζει την κυκλοφορία της μπάλας ανάμεσα στους περιφερειακούς
παίκτες και οδηγεί τις πάσες προς τις γωνίες όπου υπάρχουν λιγότερες
επιλογές για την επίθεση. Τέλος έχει πολύ καλή διάταξη για το επιθετικό
transition και ευνοεί την ανάπτυξη αιφνιδιασμού.
Αντιθέτως, παρουσιάζει κενό στη γραμμή του φάουλ και στο κέντρο της
ρακέτας. Δεν υπάρχουν αρκετοί παίκτες στην περίμετρο του καλαθιού
που θα διεκδικήσουν το αμυντικό rebound και είναι ευάλωτη σε
ευέλικτους ψηλούς επιθετικούς παίκτες.
Β. Ανάλυση
Ο πρώτος παίκτης (κεφαλή) βρίσκεται μπροστά από το ημικύκλιο των
ελευθέρων βολών και είναι αυτός που υποδέχεται τον αντίστοιχο
playmaker. Συνήθως είναι ο ψηλότερος περιφερειακός γιατί καλύπτει και
τον αντίπαλο ψηλό που κινείται στη γραμμή του φάουλ. Πρέπει να είναι
γρήγορος και καλός χειριστής της μπάλας, ώστε να κατευθύνει ή να
ολοκληρώνει την αντεπίθεση της ομάδας.
Οι δύο πλευρικοί παίκτες (φτερά) είναι οι δύο παίκτες οι οποίοι παίζουν
απέναντι από τα αντίστοιχα επιθετικά guard. Πρέπει να είναι καλοί
αμυντικοί και να σταματούν τους αντιπάλους τους μακριά από τη ρακέτα,
ώστε να μην δημιουργούνται ρήγματα στη ζώνη, αλλά να είναι
ταυτόχρονα και γρήγοροι και εκρηκτικοί, γιατί καλύπτουν μεγάλο χώρο
όταν η άμυνά τους επεκτείνεται μέχρι τις γωνίες. Επίσης να έχουν καλό
timing γιατί θα διεκδικήσουν το αμυντικό rebound όταν βρίσκονται στην
αδύνατη πλευρά της άμυνας. Τέλος να είναι και αυτοί καλοί χειριστές της
μπάλας, γιατί ένας από τους δύο κατευθύνει συνήθως την αντεπίθεση.
Οι δύο τελευταίοι παίκτες είναι οι δύο ψηλοί της ομάδας, οι οποίοι
καλύπτουν το καλάθι και τις κινήσεις των αντιπάλων μέσα στη ρακέτα.
Διεκδικούν όλα τα rebound και πρέπει να είναι αλάνθαστοι στην πρώτη
πάσα, ώστε να μπορέσει η ομάδα να αντεπιτεθεί με επιτυχία.
Γ. Κινήσεις παικτών
Όπως όλες οι άμυνες ζώνης, έτσι και στην 3-2 η κίνηση των παικτών
γίνεται σε δύο γραμμές. Στην πρώτη γραμμή φροντίζουμε ένας παίκτης
να βρίσκεται αντιμέτωπος με τη μπάλα και ουσιαστικά να παίζει man-to-
man στο χώρο του, ενώ οι άλλοι δύο καλύπτουν τις γωνίες του φάουλ.
Σε περίπτωση διείσδυσης οι δύο περιφερειακοί ταυτόχρονα κλείνουν το
διάδρομο στον επιθετικό. Στην πίσω γραμμή οι ψηλοί προσαρμόζονται με
τους αντίστοιχους επιθετικούς που βρίσκονται στο low post. Αν κάποιος
από αυτούς κινηθεί προς το high post ο παίκτης - κεφαλή παίζει άμυνα
από μπροστά και ο ψηλός παίκτης από πίσω. Οι πλευρικοί παίκτες που
βρίσκονται στην αδύνατη πλευρά της άμυνας πρέπει να κινούνται κάτω
από τη γραμμή του φάουλ, ώστε να καλύπτουν τους ψηλούς, όταν αυτοί
μαρκάρουν παίκτες που βρίσκονται στη γωνία.
Α. Περιγραφή
Η ζώνη 2-1-2 είναι η πιο συνηθισμένη διάταξη της ζώνης. Είναι εύκολα
αναγνωρίσιμη, αλλά είναι παράλληλα ευέλικτη, με πολλές προσαρμογές.
Προσφέρει πλήρη κάλυψη της γραμμής του φάουλ και του κέντρου της
ρακέτας, απαγορεύει την κίνηση στους επιθετικούς ψηλούς και οι παίκτες
διεκδικούν με μεγάλη αποτελεσματικότητα τα αμυντικά rebound. Όμως
δεν καλύπτει σωστά τα σουτ από την περιφέρεια, την κορυφή του
τρίποντου και τις δύο πλάγιες θέσεις και επειδή είναι πολύ γνωστή, οι
αντίπαλοι επιθετικοί έχουν συνήθως πολλούς τρόπους να την διασπούν.
Β. Ανάλυση
Οι δύο μπροστινοί παίκτες (φτερά) είναι οι δύο πιο κοντοί παίκτες της
ομάδας. Βρίσκονται στις γωνίες της γραμμής του φάουλ. Πρέπει να είναι
κινητικοί, γρήγοροι και να παίζουν επιθετική άμυνα. Οφείλουν να είναι
καλοί χειριστές της μπάλας, γιατί κατευθύνουν την αντεπίθεση της
ομάδας.
Ο κεντρικός παίκτης είναι ο πιο ψηλός και δυνατός παίκτης της ομάδας, ή
ο παίκτης που έχει πρόβλημα με τα φάουλ. Βρίσκεται στο κέντρο της
ρακέτας και ελέγχει όλες τις διεισδύσεις και τα κοψίματα των αντιπάλων.
Πρέπει να έχει έφεση στα rebound και να είναι αλάνθαστος στην πρώτη
πάσα.
Οι δύο πίσω παίκτες είναι ο πιο ψηλός περιφερειακός και ο δεύτερος
ψηλός της ομάδας, οι οποίοι βρίσκονται στο low post, στο άνοιγμα της
ρακέτας. Πρέπει επίσης να είναι κινητικοί και γρήγοροι, γιατί καλύπτουν
τις γωνίες και μεγάλο χώρο μέσα στη ρακέτα. Να είναι δυνατοί, ώστε να
μπορούν να μπλοκάρουν τους αντίπαλους ψηλούς και να έχουν καλό
timing για το rebound.
Γ. Κινήσεις παικτών
Η μπροστινή γραμμή χαρακτηρίζεται από μία σχέση ανισότητας με την
αντίστοιχη γραμμή των επιθετικών γιατί συνήθως βρίσκονται δύο
αμυντικοί αντιμέτωποι με τρεις επιθετικούς. Σε αυτήν την περίπτωση ο
παίκτης που είναι πιο κοντά στη μπάλα μαρκάρει τον αντίπαλο χειριστή
man-to-man, ενώ ο άλλος αμυντικός καλύπτει τη γραμμή του φάουλ και
είναι έτοιμος να μαρκάρει τον αποδέκτη της πάσας. Μόλις γίνει η πάσα, ο
παίκτης που μάρκαρε το χειριστή της μπάλας οπισθοχωρεί και καλύπτει
αυτός τη γραμμή του φάουλ. Στην περίπτωση που γίνει πάσα απευθείας
από τη δυνατή στην αδύνατη πλευρά, ο αντίστοιχος παίκτης της πίσω
γραμμής θα καλύψει στιγμιαία τον αποδέκτη της πάσας.
Η πίσω γραμμή αποτελείται από τον κεντρικό παίκτη, ο οποίος καλύπτει
όλη τη ρακέτα και κινείται μέσα σε αυτή και τους δύο πλευρικούς
παίκτες, οι οποίοι παίζουν ανοικτά κοντά στη baseline, ώστε να
καλύπτουν τα νώτα της άμυνας. Είναι επιφορτισμένοι να καλύπτουν και
τη ρακέτα, όταν ο κεντρικός μαρκάρει παίκτη στο high post. Σε
περίπτωση "υπερφόρτωσης" από την επίθεση, ο πλευρικός παίκτης
πρέπει να βγαίνει μέχρι τη γωνία, ο κεντρικός να καλύπτει το low post
και ο πλευρικός της αδύνατης πλευράς το κέντρο της ρακέτας.
Α. Περιγραφή
Είναι μια μορφή άμυνας ζώνης που εκτείνεται είτε σε όλο το γήπεδο (full
court) είτε στο μισό (half court). Χαρακτηρίζεται από αμυντικές παγίδες,
οι οποίες εφαρμόζονται από δύο αμυντικούς κοντά στις πλάγιες γραμμές.
Είναι η πιο επιθετική μορφή άμυνας και χρησιμοποιείται από τους
προπονητές για τον αιφνιδιασμό του αντιπάλου ή για να αλλάξουν το
ρυθμό του αγώνα. Οι αμυντικοί παίκτες οφείλουν να είναι πολύ καλά
προπονημένοι, ώστε να καλύπτουν γρήγορα μεγάλες αποστάσεις, να
κλείνουν τους διαδρόμους στους επιθετικούς και να τους αναγκάζουν σε
λάθος πάσες. Επίσης για να οδηγήσουν οι αμυντικοί τους επιθετικούς στις
παγίδες, πρέπει να γνωρίζουν πολύ καλά τους κανόνες του man-to-man.
Β. Ανάλυση
Οι πιεστικές άμυνες ζώνης διέπονται από τους παρακάτω κανόνες:
Συνεργασίες 3 παικτών
Αντίθετο σκρην
Α. Περιγραφή
Η επιθετική συνεργασία του αντίθετου screen εφαρμόζεται μεταξύ τριών
περιφερειακών παικτών. Ο οργανωτής του παιγνιδιού play maker (1) έχει τη
μπάλα στην κορυφή της ρακέτας ενώ οι άλλοι δύο περιφερειακοί (2,3)δεξιά
και αριστερά στη προέκταση της γραμμής των ελευθέρων βολών. Η ενέργεια
ξεκινά με ξεμαρκάρισμα των δύο πλάγιων περιφερειακών. Ο 1 πασάρει στη
μια πλευρά και σκρινάρει από την άλλη.
Β. Ανάλυση
Μετά το ξεμαρκάρισμα και την πρώτη πάσα ο 1 προσποιείται ότι θα κόψει
προς την πλευρά του παίκτη με την μπάλα. Ξαφνικά αλλάζει κατεύθυνση και
κόβει από την άλλη κάνοντας screen στον αντίθετο περιφερειακό. Στο
σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί η κίνηση του περιφερειακού που περιμένει το
screen. Η κίνηση δεν πρέπει να είναι σε ευθεία γραμμή αλλά προηγείται
αλλαγή κατεύθυνσης. Ο παίκτης προσποιείται κόψιμο προς την απέναντι
πλευρά και ξαφνικά ανεβαίνει προς την κορυφή παίρνοντας screen από τον
1.
Γ. Αντιμετώπιση
Για την αντιμετώπιση του αντίθετου screen απαιτείται ατομική και συλλογική
προσπάθεια από τους παίκτες, που συμμετέχουν. Στο ξεκίνημα της κίνησης
των επιθετικών στόχος των αμυνομένων πρέπει να είναι η όσο το δυνατόν
μεγαλύτερη πίεση τόσο του παίκτη που μαρκάρει τον παίκτη με την μπάλα
όσο και των δύο άλλων περιφερειακών, που βρίσκονται στα πλάγια της
ρακέτας. Οι πλαϊνοί παίκτες δεν πρέπει να πάρουν την πρώτη πάσα κοντά
στο καλάθι και να γίνουν απειλητικοί. Μετά την πάσα ο παίκτης, που
μαρκάρει τον p/m πρέπει να εμποδίσει την κίνηση του προς τον παίκτη, που
περιμένει το screen. Ο παίκτης που μαρκάρει τον παίκτη με την μπάλα πιέζει
τόσο που να μη τον περάσει αλλά και να μη πασάρει εύκολα προς κάποιο