You are on page 1of 9

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ

ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ 2016-2017

ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

Α) Αναφέρατε τον ορισμό της ελαστικότητας ζήτησης ως


προς την τιμή, επεξηγήστε πότε μια γραμμική καμπύλη
ζήτησης είανι ελαστική, ανελαστική ή ίση με τη μονάδα.
Υπολογίστε την ελαστικότητα για την καμπύλη ζήτησης
Qd = 400- 10p όταν η τιμή είναι p=30. (ΛΥΣΗ ΕΔΩ)

B) Αναφέρατε τον ορισμό της τεχνολογικής προόδου, της


τεχνολογικής προόδου που εξοικονομεί εργασία, της
τεχνολογικής προόδου που εξοικονομεί κεφάλαιο και τι
είναι ουδέτερη τεχνολογική πρόοδο. (ΛΥΣΗ ΕΔΩ)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Ποιά η έννοια της αναλογικότητας στο διοικητικό δίκαιο.


(ΛΥΣΗ ΕΔΩ)

ΓΕΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ


1
Α) Τι είναι η συντακτική εξουσία, ποια η έννοια και οι
διακρίσεις της. (ΛΥΣΗ ΕΔΩ)
Β) Ποιες οι νομοθετικές αρμοδιότητες της βουλής. (ΛΥΣΗ
ΕΔΩ)
ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ
ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ 2015-2016

Κατατακτήριες Εξετάσεις
Διοικητικού Δικαίου
Αθήνα 18-12-2015

ΘΕΜΑ: Τι είναι Διάταγμα (ορισμός). Διακρίσεις


Διαταγμάτων και ανάπτυξη των κατ' ουσία νομοθετικών
(κανονιστικών) διαταγμάτων.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: ΒΛΕΠΕ ΘΕΜΑ 20

Κατατακτήριες Εξετάσεις
Γενική Πολιτειολογία & Συνταγματικό Δίκαιο
Αθήνα 19/12/2015

ΘΕΜΑ 2015-2016:

Ποιες οι βάσεις του ελληνικού πολιτεύματος και τι


γνωρίζετε για το κράτος δικαίου; 2
Απάντηση: 6 ήταν οι βάσεις του ελληνικού πολιτεύματος

Απάντηση: για το κράτος δικαίου

Κατατακτήριες Εξετάσεις
Μικροοικονομική Ι
Αθήνα 20/12/2015

ΚΑΤΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΔΙΟΤΙ ΠΗΡΑΝ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ:

(α) Εξηγείστε πως προκύπτει η καμπύλη προσφοράς μιας


επιχείρησης; Και πως θα λειτουργήσει η επιχείρηση όταν έχει
δύο επίπεδα προϊόντος;

Η ΛΥΣΗ ήταν στο βιβλίο Μικροοικονομική VARIAN το κεφάλαιο 22 και


η πρώτη εξαίρεση.

(β) Περιγράψτε πως μεταβάλλεται η ζήτηση ενός αγαθού με


σταθερό εισόδημα στα κανονικά και κατώτερα αγαθά.

Η ΛΥΣΗ ήταν στο βιβλίο Μικροοικονομική VARIAN το κεφάλαιο


ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ
ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ 2014-2015
Κατατακτήριες Εξετάσεις
Γενική Πολιτειολογία & Συνταγματικό Δίκαιο

Θέμα 1ο : Οι συνέπειες της συνταγματικής κατοχύρωσης


της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας:

Το δημοκρατικό πολίτευμα στηρίζεται στην αρχή της λαϊκής


κυριαρχίας κατά την οποία ο Λαός είναι το ανώτατο όργανο του
κράτους ή ο φορέας της κρατικής εξουσίας. Την αρχή καθιέρωσε
για πρώτη φορά το Σύνταγμα της Τροιζήνας και μετά το
Σύνταγμα του 1864.

Το ισχύον Σύνταγμα περιέλαβε στο άρθρο 1 παρ. 3 τη


διατύπωση ότι όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό (υπό στενή
έννοια το εκλογικό σώμα), υπάρχουν υπερ αυτού και του Έθνους
(δηλαδή και του απόδημου Ελληνισμού) και ασκούνται όπως
ορίζει το Σύνταγμα.

Τον όρο «Έθνος» χρησιμοποιεί και το άρθρο 51 παρ. 2 του


Συντάγματος. 3
Από την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας συνάγοντας οι ακόλουθες
συνέπειες:

1. Ο Λαός πρέπει να αποτελείται καταρχήν από όλους τους


ενήλικους πολίτες (άρθρο 51 παρ. 3).
2. Ο Λαός ως ανώτατο όργανο του κράτους ασκεί
αποκλειστικά την αναθεωρητική λειτουργία. Την
αρμοδιότητα αυτή του Λαού κατοχύρωσαν όλα τα
Συντάγματα μετά το 1864. Το άρθρο 110 αναθέτει την
αναθεώρηση των μη θεμελιωδών διατάξεων του στην
αποκλειστική αρμοδιότητα της βουλής και αποκλείει
οποιαδήποτε σύμπραξη του Προέδρου της Δημοκρατίας.
3. Υπό την ισχύ των Συνταγμάτων του 1864, 1911 και 1952,
το τεκμήριο αρμοδιότητας μιλούσε υπέρ του Λαού και κατά
του Βασιλέα. Δηλαδή ο Λαός είχε όχι μόνο τις
αρμοδιότητες τις οποίες του μεταβίβαζε ρητά το Σύνταγμα
αλλά και όλες εκείνες που δεν μεταβιβάζονταν από το
Σύνταγμα ρητά σε άλλα όργανα. Η διάταξη του άρθρου
50 έχει διαφορετική σημασία δεδομένου ότι ο Πρόεδρος
της Δημοκρατίας είναι όργανο της λαϊκής κυριαρχίας. Η
διάταξη θεσπίζει τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ της
κυβέρνησης για θέματα εκτελεστικής λειτουργίας και υπέρ
της βουλής για θέματα νομοθετικής λειτουργίας και
επιβεβαιώνει την κοινοβουλευτική μορφή του
πολιτεύματος.

Η διάταξη του άρθρου 120 παρ. 3 του Συντάγματος η οποία


δεν περιλαμβανόταν στα προηγούμενα Συντάγματα ρυθμίζει την
ποινική δίωξη του σφετερισμού της λαϊκής κυριαρχίας.
Ειδικότερα η διάταξη ορίζει ο σφετερισμός της λαϊκής κυριαρχίας
αποτελεί έγκλημα και ότι η παραγραφή του αρχίζει από την
αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας. Η διάταξη δεν
καθορίζει το χαρακτήρα του εγκλήματος αλλά το άρθρο 134
παρ. 2 του Ποινικού Κώδικα χαρακτηρίζει το σφετερισμό της
λαϊκής κυριαρχίας ως κακούργημα (εσχάτης προδοσίας).

(απαντημένο από Συνταγματικό Δίκαιο του Ράικου)

ΘΕΜΑ 2ο : Η αναδρομικότητα των νόμων στην Ελλάδα.

Όταν ο νόμος ορίζει ως χρόνο έναρξης της ουσιαστικής ισχύς του μια
χρονική στιγμή πριν την τυπική ισχύ του τότε μιλάμε για
αναδρομική ισχύ του νόμου. Επομένως, αναδρομικός νόμος
ονομάζεται ο νόμος που καταλαμβάνει γεγονότα που συντελέστηκαν
στο παρελθόν και ειδικότερα πριν από τη δημοσίευσή του στην
Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
4
Η αναδρομικότητα των νόμων είναι καταρχήν ανεπίτρεπτη
γιατί δε συμβιβάζεται με τη φύση και το σκοπό των κανόνων του
δικαίου και αντίκειται στις αρχές του Κράτους Δικαίου.
Ο νόμος ισχύει μόνο για το μέλλον, επομένως η τυχόν
αναδρομικότητα του νόμου αποτελεί την εξαίρεση και θα
πρέπει να προκύπτει από τον ίδιο τον νόμο. Τούτο ορίζει το άρθρο 2
ΑΚ «ο νόμος ορίζει για το μέλλον δεν έχει αναδρομική ισχύ». Η
διάταξη αυτή λειτουργεί μόνο ως ερμηνευτικός κανόνας και ως
κατευθυντήρια γραμμή.
Η αρχή της αναδρομικότητας των νόμων δεσμεύει ον κοινό νομοθέτη
μόνον όταν κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα. Γενική απαγόρευση της
αναδρομικότητας στο Σύνταγμα δεν υπάρχει.
Ειδικά όμως στο Σύνταγμα απαγορεύεται η αναδρομική ισχύς:
1. Των ποινικών νόμων (άρθρο 7 παρ. 1 Σ) όπου απαγορεύει την
αναδρομική ισχύ μόνο των δυσμενέστερων ουσιαστικών ποινικών
νόμων, δεν απαγορεύει όμως την αναδρομικότητα των επιεικέστερων
ουσιαστικών ή των δικονομικών ποινικών νόμων.
2. Των φορολογικών νόμων (άρθρο 78 παρ. 2 Σ).
3. Των ψευδοερμηνευτικών νόμων που ερμηνεύουν προηγούμενο νόμο
χωρίς να είναι πράγματι ερμηνευτικός (άρθρο 77 παρ. 2 Σ).
Αναδρομικοί είναι από τη φύση τους οι λεγόμενοι
ερμηνευτικοί νόμοι. Ερμηνευτικός νόμος είναι ο νόμος ο οποίος
ερμηνεύει αυθεντικά μια διάταξη άλλου νόμου. Η ισχύς του
ερμηνευτικού ανατρέχει στον χρόνο έναρξης της ισχύς της διάταξης
που ερμηνεύει το άρθρο 77 παρ. 2 Σ. Αναδρομικότητα έχουν οι
ερμηνευτικοί νόμοι μόνο στην περίπτωση που υπήρχε πραγματική
ασάφεια στις διατάξεις του ερμηνευμένου νόμου. Ο νεότερος
ερμηνευτικός νόμος διευκρινίζει ποιο ήταν το αληθινό νόημα του
ερμηνευόμενου νόμου από τότε που ίσχυε δηλ. αναδρομικά.
Όμως, στο παρελθόν πολλές φορές ο νομοθέτης ενώ δεν υπήρχε
αμφιβολία στο νόημα του παλιού νόμου, θέλοντας να τον
τροποποιήσει αναδρομικά, βάφτιζε το νέο νόμο ερμηνευτικό.
Πρόκειται για μη γνήσιο (μη πραγματικό) ερμηνευτικό νόμο που
λέγεται ψευδοερμηνευτικός νόμος. Οι ψευδοερμηνευτικοί νόμοι
έχουν ισχύ μόνο από την ημέρα της δημοσίευσής τους και μετά.
Επίσης, αντισυνταγματικός θα είναι ένας αναδρομικός νόμος αν
προσκρούει σε οποιαδήποτε διάταξη του Συντάγματος στην οποία θα
μπορούσε να προσκρούει και μη αναδρομικός. Για παράδειγμα το
ατομικό δικαίωμα της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 Σ) απαγορεύει την
αναδρομικότητα νόμου η οποία καταλαμβάνει αυθαίρετα μόνο
ορισμένα πρόσωπα ή μια ορισμένη κατηγορία προσώπων.
Υποστηρίζεται ο περιορισμός της ευχέρειας του νομοθέτη να δίνει
στο νόμο αναδρομική ισχύ θα ετίθετο σε κίνδυνο:
1. Η ασφάλεια του δικαίου αν οποιοδήποτε νομικό καθεστώς θα
μπορούσε να ανατραπεί αναδρομικά με μεταγενέστερους νόμους. 5
2. Η αρχή της διακρίσεως των λειτουργικών (άρθρο 26 Σ).
3. Η δημοκρατική αρχή κ.λπ.
Η επίκληση όμως τέτοιων αρχών υπέρ της γενίκευσης της μη
αναδρομής δύσκολα θα μπορούσε να γίνει πειστική. Το Σύνταγμα
απαγόρευσε την αναδρομικότητα όπου κρίνει αναγκαίο και σκόπιμο.
Αναδρομική ισχύ έχουν (όταν δεν ορίζουν το αντίθετο) οι τυπικοί
νόμοι που κυρώνουν πράξεις της εκτελεστικής εξουσίας είτε ειδικές,
είτε κανονιστικές. Εξαίρεση υπάρχει σύμφωνα με την νομολογία
όταν πρόκειται για εν στενή έννοια διοικητική πράξη που έχει
προσβληθεί με αίτηση ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Σε αντίθεση με τους τυπικούς νόμους οι κατ' εξουσιοδότηση
εκδιδόμενοι με κανονιστικές πράξεις νομικοί κανόνες δεν έχουν
αναδρομική ισχύ.

(απαντημένο από το βιβλίο της Ανδρ. Γ. Μαρκαντωνάτου - Σκαλτσά)


Κατατακτήριες Εξετάσεις
Διοικητικού Δικαίου

Τι γνωρίζετε για την τυπική και ουσιαστική ισχύ των


νόμων, διαταγμάτων και άλλων κανονιστικών πράξεων της
διοίκησης;

Έναρξη ισχύος νόμων

Η ισχύς του νόμου είναι η δύναμη, η νομική ενέργεια του νόμου. Ως


προς την ισχύ των νόμων διακρίνουμε την τυπική και ουσιαστική
ισχύ.

Η τυπική ισχύς των νόμων αρχίζει από τη δημοσίευση του στην


Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η οποία αποτελεί συστατικό στοιχείο
του. Η αρχή αυτή ισχύει για κάθε κανόνα δικαίου εκτός αν
προβλέπεται άλλος τρόπος δημοσίευσης. Με τη δημοσίευση ο νόμος
αποκτά νομική υπόσταση.

Η ουσιαστική ισχύς των νόμων δηλαδή η εφαρμογή των κανόνων 6


δικαίου που θεσπίζει το άρθρο 103 του Εισαγ. Ν. ΑΚ αρχίζει 10
ημέρες μετά τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ο
νόμος αδρανεί κατά το χρονικό διάστημα από τη δημοσίευση στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μέχρι την έναρξη της εφαρμογής του.
Κατά τη διάρκεια της αδράνειας ενός νόμου εξακολουθεί να ισχύει ο
προηγούμενος, εφόσον υπάρχει. Όμως, μπορεί ένας νόμος να
προβλέπει ο ίδιος το χρονικό σημείο της ουσιαστικής ισχύος. Πολλοί
τυπικοί νόμοι προβλέπουν ως χρόνο έναρξης ουσιαστικής ισχύος την
ημερομηνία της δημοσίευσης τους δηλαδή η έναρξη της τυπικής και
της ουσιαστικής ισχύς συμπίπτουν. Η ημέρα της δημοσίευσης του
νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δεν υπολογίζεται στη
δεκαήμερη προθεσμία (άρθρο 241 παρ. 1 ΑΚ).

Το φυσιολογικό είναι η ουσιαστική ισχύς των νόμων να αρχίζει λίγο


μετά την τυπική ώστε οι ενδιαφερόμενοι να προλαβαίνουν να
ενημερωθούν για το περιεχόμενο τους. Οι νόμοι συνήθως στην
ακροτελεύτια διάταξή τους περιέχουν ειδική ρύθμιση για την έναρξη
της ουσιαστικής ισχύος τους αφού η τυπική είναι αμετακίνητη και
δεν χρειάζεται να ορίζεται από το νόμο. Έτσι μπορούν να μεταθέτουν
την έναρξη της ουσιαστικής ισχύος και μεταγενέστερα του
δεκαημέρου. Αυτό συμβαίνει όταν οι πολίτες χρειάζονται πολύ χρόνο
για να ενημερωθούν ιδίως όταν πρόκειται για ριζικές αλλαγές, για
σοβαρά και εκτεταμένα νομοθετήματα. Άλλοι νόμοι ορίζουν την
έναρξη της ισχύος τους σε λιγότερο από 10 ημέρες. Πολλές φορές ο
νόμος μπορεί να αναθέτει την έναρξη της ισχύος του σε έκδοση
διατάγματος. Εδώ όμως τίθεται το ερώτημα αν η διοίκηση
υποχρεούται στην έκδοση του διατάγματος ή είναι στην διακριτική
της ευχέρεια να αναβάλλει επ αόριστο την έναρξη της ουσιαστικής
ισχύς του νόμου. Κατά μία άποψη η διοικητική αρχή οφείλει να
προβεί στην έκδοση του διατάγματος χωρίς όμως να εξαναγκασθεί.
Σύμφωνα όμως με το ΣτΕ η μη έκδοση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί
ως παράλειψη οφειλομένης νομίμου ενέργειας. Η σωστή όμως
άποψη είναι ότι η διοίκηση δεν είναι υποχρεωμένη να προβεί στην
έκδοση διατάγματος και εναπόκειται στην διακριτική της ευχέρεια,
7
εκτός αν είναι σαφής η δήλωση του νομοθέτη.

Έναρξη ισχύος διαταγμάτων & άλλων πράξεων

Οι κανονιστικές διοικητικές πράξεις που θέτουν γενικούς κανόνες


δικαίου, που προορίζονται να δεσμεύσουν ακαθόριστο αριθμό
προσώπων πρέπει να δημοσιεύονται. Έτσι η γένεση της κανονιστικής
πράξης τελειώνει με τη δημοσίευση αυτής. Επομένως, η τυπική
ισχύς των διαταγμάτων & άλλων πράξεων αρχίζει με τη
δημοσίευση αυτών.

Σε σχέση με το δεκαήμερο τίθεται το ερώτημα αν ισχύει και για τα


κανονιστικά διατάγματα και άλλων κανονιστικών περιεχομένου
πράξεων της διοίκησης. Όσον αφορά την ουσιαστική ισχύς των
διαταγμάτων & άλλων πράξεων υπάρχουν δύο απόψεις:

1. Η κρατούσα στην επιστήμη γνώμη και η νομολογία του Αρείου


Πάγου δέχονται ότι το δεκαήμερο ισχύει και για τις κανονιστικές
πράξεις της διοίκησης.
2. Αντίθετα, η πάγια νομολογία του ΣτΕ, περιορίζει την εφαρμογή της
διάταξης αυτής στους τυπικούς νόμος με την αιτιολογία ότι ο
εισαγωγικός νόμος του ΑΚ δεν λέγει τίποτε για τα κανονιστικά
διατάγματα. Επομένως, η νομολογία δεν δέχεται την εφαρμογή του
άρθρου 103 Εισαγ. Ν.ΑΚ και επί των κανονιστικών διαταγμάτων ή
άλλων πράξεων και δέχεται ότι η ουσιαστική ισχύς αυτών αρχίζει με
την τυπική ισχύ ήτοι από την δημοσίευση της Εφημερίδας της
Κυβερνήσεως. Αυτό βέβαια δεν εμποδίζει τα διατάγματα ή
νομοθετικού περιεχομένου διοικητικές πράξεις να ορίζουν σε
ακροτελεύτια άρθρα τους χρόνο έναρξης της ουσιαστικής τους
ισχύος σε μεταγενέστερο χρόνο από τη δημοσίευση. Αυτό όμως
συμβαίνει όταν ο νόμος το επιτρέψει ρητώς ή σιωπηρώς.
Υπάρχουν και ορισμένες διοικητικές κανονιστικές πράξεις που
επιτρέπεται να εφαρμοσθούν και πριν δημοσιευθούν. Έτσι δηλαδή η
ουσιαστική ισχύ προηγείται της τυπικής ισχύος.

Επίσημο μέσο δημοσίευσης είναι η Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, 8


υπάρχουν όμως και περιπτώσεις διοικητικών πράξεων ήσσονος
σημασίας για τις οποίες προβλέπονται άλλοι τρόποι δημοσίευσης
όπως τοιχοκόλληση ή στον τύπο.

Βιβλιογραφία: Μαρκαντωνάτου - Σκαλτσά. Α. "Εγχειρίδιο


Διοικητικού Δικαίου", Β΄Έκδοση, Σάκκουλα,ς

Κατατακτήριες Εξετάσεις
Μικροοικονομική Ι

ΘΕΜΑ 1) Περιγράψτε με διαγράμματα και επεξηγήστε το μέσο και το


οριακό κόστος που προκύπτουν από την συνάρτηση κόστους.

ΘΕΜΑ 2) Επεξηγήστε τις κυριότερες υποθέσεις που αφορούν τις


ιδιότητες της τεχνολογίας. Επίσης, επεξηγήστε τον τεχνικό λόγο
υποκατατάστασης και γιατί αυτός είναι φθίνων.

You might also like