Professional Documents
Culture Documents
ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΥ
ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΥ
E-mail:info@mathitodromio.gr
Facebook:www.facebook.com/Mathitodromiofront/
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1. Σύνδεσμοι Σελ 5
2. Προθέσεις Σελ 6
Κύριες προθέσεις Σελ 7-14
Καταχρηστικές προθέσεις Σελ 15-16
Ιδιαίτερες χρήσεις προθέσεων Σελ 16
3. Το υποκείμενο Σελ 17-19
Ασκήσεις Σελ 20
4. Το αντικείμενο Σελ 21-23
Σύστοιχο αντικείμενο Σελ 24
Ασκήσεις Σελ 25
5. Κατηγορούμενο Σελ 26
Επιρρηματικό κατηγορούμενο Σελ 27
Προληπτικό κατηγορούμενο Σελ 28
Ασκήσεις Σελ 29-30
6. Απρόσωπα ρήματα απρόσωπες εκφράσεις Σελ 31-32
Υποκείμενο απροσώπων ρημάτων / εκφράσεων Σελ 33-34
Η δοτική προσωπική Σελ 34-36
Ασκήσεις Σελ 36
7. Ποιητικό αίτιο Σελ 37
μετατροπή ενεργητικής σύνταξης σε παθητική Σελ 37-39
μετατροπή παθητικής σύνταξης σε ενεργητική Σελ 39-41
Ασκήσεις Σελ 41-42
8. Άναρθρο απαρέμφατο Σελ 43-44
Υποκείμενο άναρθρου απαρεμφάτου Σελ 45
Ασκήσεις Σελ 45
9. Έναρθρο απαρέμφατο Σελ 46-47
10. Μετοχές Σελ 48
Επιθετική μετοχή Σελ 48
Κατηγορηματική μετοχή Σελ 49 -51
Επιρρηματική μετοχή Σελ 52 - 54
Απολυτη μετοχή Σελ 55
Ανάλυση μετοχής σε δευτερεύουσα πρόταση Σελ 56-59
Σύμπτυξη δευτερεύουσας σε μετοχή Σελ 60-61
Ασκήσεις Σελ 62-63
11.Το μόριο ἄν Σελ 64-65
12. Το μόριο ὥς Σελ 66-67
Ασκήσεις Σελ 68
13. Ονοματικοί προσδιορισμοί Σελ 69
Ονοματικοί ομοιόπτωτοι προσδιορισμοί Σελ 69
Παράθεση Σελ 69-70
Επεξήγηση Σελ 70-71
Επιθετικός Προσδιορισμός Σελ 72
Κατηγορηματικός προσδιορισμός Σελ 72
Ασκήσεις Σελ 73-74
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Διακρίνονται σε δύο μεγάλες ομάδες:
Α ομάδα → παρατακτκοί → συνδέουν όμοιους συντακτικά όρους (δηλαδή υποκείμενα μεταξύ
τους, αντικείμενα, προσδιορισμούς, προτάσεις κύριες ή όμοιες δευτερεύουσες μεταξύ τους).
ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ
Προθέσεις είναι οι άκλιτες λέξεις που πήραν αυτό το όνομα, γιατί μπαίνουν
εμπρός από τις λέξεις, μαζί με τις οποίες συντάσσονται
(προ + τίθενται).
Οι προθέσεις συντάσσονται με ονόματα (Ουσιαστικά, Επίθετα, Αντωνυμίες),
τα οποία βρίσκονται μόνον σε πλάγια πτώση (Γενική, Δοτική, Αιτιατική).
Οι εμπρόθετοι προσδιορισμοί που έτσι δημιουργούνται, δηλώνουν
διάφορες επιρρηματικές σχέσεις (που, πως, πότε, γιατί, πόσο).
Οι προθέσεις διακρίνονται σε: ΚΥΡΙΕΣ και ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΕΣ.
ΚΥΡΙΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ
εἰς, ἐν, ἐκ, πρό, πρός, σύν, ἀνά, κατά, διά, μετά,
παρά, ἀντί, ἀμφί, ἐπί, περί, ἀπό, ὑπό, ὑπέρ.
ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ
ἄχρι, μέχρι, ἕνεκα, ἄνευ, χωρίς, πλήν, ὡς, νή, μά.
ΚΥΡΙΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ
εἰς + Αιτιατική
Τόπος εἰς Πειραιᾶ κατέβην χθὲς. ( Κατέβηκα χθες στον Πειραιά. )
(Κίνηση προς τόπο)
Χρόνος εἰς τριακοστήν ἡμέραν ἥκετε. ( Ήρθατε την τριακοστή μέρα. )
είς τόν ἅπαντα χρόνον καταλείψει μνημεῖον τῆς ἀρετῆς τῆς αὑτοῦ. ( Θα
εγκαταλείψει μνημείο της αρετής του για όλον τον χρόνο –αιώνια. )
Αναφορά εἰς πάντα πρῶτος.( Πρώτος σε όλα. )
(ως προς..., σε) ἐβούλετο αὐτόν διαβάλλειν εἰς τήν ἑαυτοῦ καί Ἀθηναίων φιλίαν. ( Ἠθελε
να διαβάλλει αυτόν ως προς την φιλία του εαυτού του και των Αθηναίων. )
Σκοπός εἰς συμβουλήν παρεκάλεσαν ἡμᾶς ( Μας προσκάλεσαν, για να τους
συμβουλεύσουμε. ) (Αυτό γίνεται εις βάρος μου. Και εις ανώτερα!)
Όριο Πρόξενος παρῆν ἔχων ὁπλίτας εἰς πεντακοσίους.( Ο Πρόξενος ήρθε
(+ αριθμητικό = ως, έχοντας μέχρι πεντακόσιους οπλίτες. )
έως)
ἐν + Δοτική
Τόπος ἡ ἐν Σαλαμίνι καὶ ἡ ἐν Λεύκτροις μάχη. ( Η μάχη στη Σαλαμίνα και στα
(στάση) Λεύκτρα. )
οἰκῶ ἐν ἀγρῷ. ( Κατοικώ σε αγρό. )
Χρόνος αἱροῦσιν ἐν τρισὶ μησὶ δύο πόλεις. ( Κυριεύουν μέσα σε τρεις μήνες δύο
(διάρκεια) πόλεις. )
ἐν ταῖς σπονδαῖς βασιλεὺς οὐ μαχεῖται. ( Στη διάρκεια της ανακωχής ο
βασιλιάς δεν θα πολεμήσει. )
Τρόπος οἱ θεοί σημαίνουσιν ἐν οὐρανίοις σημείοις ( Οι θεοί φανερώνουν τις
/ όργανο επιθυμίες τους με σημάδια του ουρανού. )
πρός + Γενική
Τόπος ἐστρατοπεδεύοντο προς Ὀλύνθου ( Στρατοπέδευαν προς το μέρος της
Ολύνθου. )
τό πρός Σικυῶνος τεῖχος.( Το τείχος προς την πλευρά της Σικυώνας..)
Αναφορά ὅ,τι δίκαιόν ἐστι καὶ πρὸς θεῶν καὶ πρὸς ἀνθρώπων, τοῦτο πράξω. ( Ότι
είναι δίκαιο και αναφορικά με τους θεούς και αναφορικά με τους
ανθρώπους, αυτό θα κάνω. )
ἄτοπα λέγεις καί οὐδαμῶς πρός σοῦ. ( Λες άτοπα πράγματα και εντελώς
μη σχετικά με εσένα, ανάρμοστα ως προς εσένα. )
Καταγωγή Ἀλκιβιάδης λέγεται πρὸς πατρὸς εἶναι Ἀλκμεωνιδῶν.(Ο Αλκιβιάδης λέγεται
ότι είναι από τον πατέρα του ένας από το γένος των Αλκμεωνιδών. )
[ΝΕ πάππου προς πάππου]
Χάρη / ωφέλεια πρὸς τῶν ἐχόντων τὸν νόμον τίθης (Νομοθετείς για το συμφέρον αυτών
που κατέχουν. )
σπονδάς ἐποιήσαντο πρὸς τῶν Θηβαίων μᾶλλον ἢ πρὸς ἑαυτῶν.
( Έκαναν συνθήκες ειρήνης μάλλον για το συμφέρον των Θηβαίων, παρά
για το συμφέρον το δικό τους. )
Ποιητικό Αίτιο από……
πρός + Δοτική
Τόπος οἱ ποταμοί πρός ταῖς πηγαῖς οὐ μεγάλοι εἰσί, ἀλλ’ εὐδιάβατοι. ( Τα
(πλησίον) ποτάμια κοντά στις πηγές δεν είναι μεγάλα, αλλά ευκολοπέραστα. )
Από το ανωτέρω (πλησίον) προκύπτουν και οι δύο επόμενες σημασίες:
Απασχόληση διατρίβω πρός τινι ( Περνώ τον καιρό μου ασχολούμενος με κάτι. )
Προσθήκη πρός τούτοις μανθάνουσι καί τοξεύειν ( Επιπλέον, κοντά σε αυτά
μαθαίνουν και να τοξεύουν. )
πρός + Αιτιατική
Τόπος ἔφυγον πρός τό ὄρος. ( Έφυγαν προς το μέρος του όρους. )
Εχθρική σχέση μάχονται πρός Τρῶας. ( Πολεμούν εναντίον των Τρώων. )
Φιλική σχέση σπονδάς ἐποιήσαντο πρός τούς στρατηγούς τῶν Ἀθηναίων.( Έκαναν
συνθήκη φιλίας προς τους στρατηγούς των Αθηναίων. )
Χρόνος ἦν πρὸς ἡμέραν ἤδη.
( Ήταν περίπου ξημερώματα, προς τα ξημερώματα. ).
Αναφορά οὐ πρὸς ἀργύριον τὴν εὐδαιμονίαν ἔκρινον.
( Δεν έκριναν την ευτυχία σχετικά με τα χρήματα, σύμφωνα με τα
χρήματα. )
Σκοπός πρός τί με ταῦτα ἐρωτᾷς; ( Γιατί, με ποιο σκοπό με ρωτάς αυτά; )
ἅπαντα πρός ἡδονήν ζητοῦσι.( Αναζητούν τα πάντα με σκοπό την ηδονή. )
Τρόπος εἶδον αὐτόν πρός βίαν χειρούμενον. ( Είδα να τον υποτάσσουν με τη βία. )
πρό + Γενική
Τόπος πρό τῶν πυλῶν. ( Εμπρός από τις πύλες. )
Χρόνος πρό τῆς μάχης. ( Πριν από τη μάχη. )
Υπεράσπιση οὔτε ἐγὼ ἀρκέσω πράττων τι πρὸ ὑμῶν, οὔτε ὑμεῖς πρὸ ἡμῶν.( Ούτε εγώ
θα επαρκέσω, αν κάνω κάτι για σας, ούτε εσείς για εμάς, υπέρ μας. )
Σύγκριση μήτε τὸ ζῆν περὶ πλείονος ποιοῦ μήτε ἄλλο μηδὲν πρὸ τοῦ δικαίου
( Να μη θεωρείς ανώτερο από το δίκαιο ούτε τη ζωή σου ούτε τίποτε
άλλο.)
( Να μην ενδιαφέρεσαι περισσότερο για τη ζωή του ούτε για τίποτε ΄άλλο,
παρά για το δίκαιο.)[ΝΕ. Πρόσεχε προ παντός την υγεία σου. ]
σύν + Δοτική
Συνοδεία Βασιλεὺς σὺν πολλῷ στρατεύματι ἔρχεται. ( Ο βασιλιάς έρχεται μαζί με
πολύ στράτευμα. )
Βοήθεια σὺν τοῖς θεοῖς ἀμυνούμεθα τοὺς πολεμίους. ( Θα αποκρούσουμε τους
εχθρούς με τη βοήθεια των θεών. )
Συμφωνία σύν τῷ νόμῳ ἐκέλευεν ἀεὶ τὸν δικαστὴν τὴν ψῆφον τίθεσθαι. ( Πρόσταζε
τον δικαστή να αποφασίζει πάντα σύμφωνα με το νόμο. )
ἀνά + Αιτιατική
Τόπος ᾤκουν ἀνὰ τὰ ὄρη.(Κατοικούσαν πάνω στα όρη.)
ἀνά τόν ποταμόν ἔπλεον. ( Ἐπλεαν προς τα επάνω στο ποτάμι. )
Χρόνος / ἀνά πᾶσαν τήν ἡμέραν ἐργάζεται. ( Δουλεύει όλη την ημέρα.)
διάρκεια
Τρόπος ἔφευγον καὶ αὐτοὶ ἀνὰ κράτος. ( Έφευγαν και οι ίδιοι με όλη τους τη
δύναμη, όσο μπορούσαν πιο γρήγορα να τραπούν σε φυγή.)
Μερισμός / ἔστασαν ἀνὰ ἑκατὸν. ( Στήθηκαν ανά εκατό.).
Διανομή ἀνά πέντε παρασάγγας τῆς ἡμέρας ἐπορεύετο. ( Προχωρούσε από πέντε
παρασάγγες την ημέρα.)
κατά + Γενική
Τόπος Κατὰ τῆς θαλάττης ἠφανίσθη ( Εξαφανίστηκε κάτω στη θάλασσα. )
ῥίπτει αὐτόν κατὰ κρημνῶν ( Τον ρίχνει κάτω στους γκρεμούς. ).
Εναντίον Τοῦτο κατ’ ἐμοῦ εἶπε.( Αυτό το είπε εναντίον μου.)
Κατά Ἐρατοσθένους( Εναντίον του Ερατοσθένη.)
Αναφορά Καί κατὰ τῶν ἄλλων τεχνῶν τοιαῦτα εὑρήσομεν ( Θα βρούμε τέτοια και
για τις άλλες τέχνες, όσον αφορά τις άλλες τέχνες. )
κατά + Αιτιατική
Τόπος Οἱ Ἕλληνες ἑνίκων τούς Πέρσας κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν.( Οι Έλληνες
νικούσαν τους Πέρσες στη στεριά και στη θάλασσα.)
Χρόνος Κατά τόν πρότερον πόλεμον ἐγένετο ταῦτα.( Αυτά έγιναν στη διάρκεια του
προηγούμενου πολέμου.)
Τρόπος ἐπορεύοντο κατά τᾶχος ( Προχωρούσαν ταχέως, γρήγορα. )
ἒθεον κατά κράτος ( Ἐτρεχαν με όλη τους τη δύναμη, με βία, εντελώς.)
Συμφωνία / Κατά τούς νόμους οὐκ ἒστι σοι ποιεῖν ταῦτα. (Σύμφωνα με τους νόμους
Αναφορά δεν επιτρέπεται σε σένα να κάνεις αυτά. )
Τό κατά Λουκᾶν εὐαγγέλιον.( Το ευαγγέλιο σύμφωνα με τον Λουκά.)
Σκοπός ὁ ὅχλος κατά θέαν ἧκεν ( Ο όχλος ήρθε για να δει. )
Αιτία Κατὰ φιλίαν τε αὐτοῦ οἱ πλεῖστοι ἐθελονταὶ ξυνέσποντο( Οι περισσότεροι
ακολούθησαν εθελοντικά από φιλία σ’ αυτόν.)
διά + Γενική
Τόπος ἐξελαύνει διά τῆς Συρίας. ( Προχωράει δια μέσου της Συρίας.)
Χρόνος τέρας ἐστίν εἴ τις εὐτύχησε διά βίου.( Είναι θαύμα αν κανείς ευτύχησε στη
(διάρκεια) διάρκεια όλης της ζωής του.)
Τρόπος ἀπῆλθον διά τάχους. ( Ἐφυγαν γρήγορα.)
Μέσο ἔλεγε δι' ἑρμηνέως. ( Μιλούσε μέσω διερμηνέως.)
διά + Αιτιατική
Αιτία Διά τάς ἡδονάς οὐ δύναται πράττειν τά βέλτιστα.( Εξαιτίας των ηδονών
δεν μπορεί να κάνει τα καλύτερα.) [ΝΕ. Διά ταύτα, κρίνουμε τον
κατηγορούμενο αθώο.]
μετά + Γενική
Τρόπος οὐδέν θέλει κτᾶσθαι μετ' ἀδικίας. ( Δεν θέλει να αποκτήσει τίποτε με
αδικία, με άδικο τρόπο.)
Συνοδεία / ἐπολέμησαν μετά τῶν συμμάχων ( Πολέμησαν μαζί με τους συμμάχους,
σύμπραξη με τη σύμπραξη των συμμάχων τους.)
μετά + Αιτιατική
Χρόνος Μετά δέ ταῦτα οὐ πολλαῖς ἡμέραις ὕστερον ἦλθε Θυμοχάρης. ( Ο
Θυμοχάρης ήρθε μετά από αυτά, όχι πολλές μέρες αργότερα.) [ΝΕ.
Μετά Χριστόν ]
Σειρά / Μετά θεούς καί ἀνθρώπων τό πᾶν γένος αἰδεῖσθε.( Μετά από τους θεούς
ακολουθία σέβεστε και κάθε γένος ανθρώπων.)
Τόπος μετά χείρας ἔχω τι ( Ἐχω κάτι μέσα στα χέρια μου = το μεταχειρίζομαι.)
παρά + Γενική
Τόπος / Παρά βασιλέως πολλοί πρός Κῦρον ἀπῆλθον.( Πολλοί από τον βασιλιά
προέλευση έφυγαν και πήγαν προς τον Κύρο.)
Ποιητικό Αίτιο Από…
παρά + Δοτική
Τόπος κατέλυσε δέ παρά Καλλίᾳ. ( Και έμεινε κοντά στον Καλλία / στο σπίτι του
Καλλία. )
Αναφορά παρά τοῖς ἀνδράσι νενομίσμεθα εἶναι πανοῦργοι. ( Κατά την κρίση των
ανδρών έχουμε θεωρηθεί ότι είμαστε πανούργοι.)
παρά + Αιτιατική
Τόπος παρὰ τὴν ὁδὸν ἦν κρήνη. ( Υπήρχε μια βρύση κοντά στο δρόμο.)
ἐπορεύετο παρά βασιλέα (Πήγαινε προς τον βασιλιά.)
Χρόνος Δόλιον ἄνδρα φεῦγε παρ’ ὅλον τόν βίον. ( Να αποφεύγεις σ' όλη σου τη
ζωή τον δόλιο άνθρωπο.)
Αντίθεση / παρά ταῦτα λέγων μάτην ἑρεῖς.( Αν μιλήσεις αντίθετα με αυτά, μάταια θα
εναντιότητα μιλήσεις.)
παρά τόν νόμον πράττουσι.( Ενεργούν αντίθετα με τον νόμο.)
Σύγκριση Σωκράτης διάδηλος ἦν παρά τούς ἄλλους εὐτακτῶν. ( Ο Σωκράτης ήταν
ολοφάνερο ότι σε σύγκριση με τους άλλους φερόταν άψογα).
Έλλειψη / τεσσαράκοντα παρά μία. ( Σαράντα μείον μία. – η φράση αναφερόταν
εξαίρεση στις βουρδουλιές.)
Αιτία οὐδέ γάρ Φίλιππος παρά τήν αὑτοῦ ῥώμην τοσοῦτον ἐπηύξηται, ὅσον
παρά τήν ἡμετέραν ἀμέλειαν.
(Γιατί ο Φίλιππος δεν έχει αυξηθεί τόσο εξαιτίας της δύναμής του, όσο
εξαιτίας της δικής μας αμέλειας)
ἀντί + Γενική
Τόπος εἰστήκεσαν ἀντί τῶν πιτύων. ( Είχαν σταθεί απέναντι από τα πεύκα. )
Αντικατάσταση ἀντί πολέμου εἰρήνην αἱρούμεθα.( Προτιμούμε / επιλέγουμε ειρήνη αντί
για πόλεμο.)
Αιτία / ανταπόδοση ἀντετιμῶμεν αὐτούς, ἀνθ’ ὧν ἐτίμησαν ἡμᾶς. ( Τους τιμούσαμε με τη
σειρά μας, για όσες τιμές μας απέδωσαν, )
ἀμφί + Αιτιατική
Τόπος ἐκάθηντο ἀμφί πῦρ. ( Κάθονταν γύρω από τη φωτιά.)
Χρόνος ἤδη ἦν ἀμφί ἀγοράν πλήθουσαν( Ήταν γύρω στο μεσημέρι, περίπου
μεσημέρι.)
Ποσό ἦσαν ἀμφί τούς δισχιλίους. (Ήταν γύρω στους δυο χιλιάδες, περίπου
2.000.)
ἐπί + Γενική
Τόπος / έκταση τά ἐπί Θράκης χωρία. ( Τα χωριά στη Θράκη.)
ὁ ἐπί κεφαλῆς.( Αυτός που βρίσκεται στο κεφάλι, ο αρχηγός.)
Τόπος /κατεύθυνση ἔπλεον ἐπί Λέσβου καί Ἑλλησπόντου.( Έπλεαν προς τη Λέσβο και προς τον
Ελλήσποντο.)
Χρόνος ἐπί τῶν τριάκοντα. ( Την εποχή των τριάκοντα.) [ΝΕ. Επί τουρκοκρατίας]
ἐπί + Δοτική
Τόπος οἱ τῶν ἀρίστων Περσῶν παῖδες ἐπί ταῖς βασιλέως θύραις παιδεύονται.
( Τα παιδιά των αριστοκρατών Περσών εκπαιδεύονται στο ανάκτορο
του βασιλιά.)
Τόπος μεταφορικά ἐφ’ ὑμῖν ἐστί τούτους κολάζειν. ( Είναι στο χέρι σας να τους
τιμωρήσετε.)
Χρόνος ἀνέστη δ’ ἐπ' αὐτῷ Φεραύλας ὁ Πέρσης. ( Σηκώθηκε ύστερα απ'
αυτόν.ο Φεραύλας ο Πέρσης.)
Προσθήκη ἐσθίουσι πάντες ἐπί τῷ σίτῳ ὄψον ( Όλοι τρώνε και προσφάγι εκτός α-
πό το ψωμί, επιπρόσθετα προς το ψωμί. )
Αιτία μέγα φρονεῖ ἐπί πλούτῳ. ( Περηφανεύεται για τον πλούτο του.)
Σκοπός ξύμμαχοι ἐγενόμεθα οὐκ ἐπί καταδουλώσει τῶν Ἑλλήνων. ( Δεν γίναμε
σύμμαχοι για να υποδουλώσουμε τους Έλληνες.)
Όρος / συμφωνία ἀφίεμέν σε, ὦ Σώκρατες, ἐπί τούτῳ μέντοι, ἐφ' ᾧτε μηκέτι φιλοσοφεῖν.
( Σωκράτη, σε αφήνουμε όμως μ' αυτό τον όρο, δηλαδή με τον όρο να
μη φιλοσοφείς πλέον.)
ἐπί + Αιτιατική
Τόπος ἀναβάς ἐπί τόν ἵππον τά παλτά ἔλαβε. ( Αφού ανέβηκε στο άλογο
πήρε τα ακόντια.)
Χρόνος / διάρκεια οἱ Ἓλληνες ἐμάχοντο ἐπί δέκα ἔτη ἐν Τροίᾳ.( Οι Έλληνες πολεμούσαν
στην Τροία επί δέκα χρόνια.)
Κατεύθυνση οὐ χρή πῦρ ἐπί πῦρ ὀχετεύειν. ( Δεν πρέπει να ρίχνεις φωτιά στη
φωτιά.)
Εχθρική διάθεση στρατεύονται ἐπί Λυδούς.( Εκστρατεύουν εναντίον των Λυδών.)
Σκοπός ἐξῆλθον ἐπί θήραν. ( Βγήκαν για κυνήγι.)
ἦλθον ἐπί θέαν τοῦ ἀνδρός. ( Ήρθαν για να δουν τον άντρα.)
περί + Γενική
Αναφορά οὗτος περί τῶν τοιούτων σοφός ἐστιν. ( Aυτός είναι σοφός σχετικά με τα
τέτοιου είδους πράγματα.)
Αιτία ἔδεισε περί τοῦ υἱοῦ καί τοῦ Κύρου. ( Φοβήθηκε για το γιο και για τον
Κύρο.)
Βασιλεύς κήρυκας ἔπεμψε περί σπονδῶν.( Ο βασιλιάς έστειλε κήρυκες
Σκοπός για να κάνουν συνθήκη ειρήνης.)
περί πολλοῦ ποιοῦμαι τι. ( Ενδιαφέρομαι πολύ για κάτι.)
περί + Δοτική
Τόπος εἶχον ψέλια περί ταῖς χερσίν. ( Είχαν βραχιόλια γύρω στα χέρια.)
Αιτία / αναφορά δεδοίκασι περί τῷ χωρίῳ.( Φοβούνται για το χωριό.)
περί + Αιτιατική
Τόπος φύλακας δεῖ περί τό στρατόπεδον εἶναι.( Πρέπει να υπάρχουν φρουροί
γύρω από το στρατόπεδο.)
Χρόνος περί μέσας νύκτας. ( Κατά τα μεσάνυκτα.)
περί λύχνων ἁφάς. ( Κατά την ώρα που ανάβουν τα λυχνάρια, το
απόβραδο.)
Ποσό κατέδυσαν ναῦς περί ἑβδομήκοντα ( Βύθισαν γύρω στα εβδομήντα
κατά προσέγγιση πλοία, περίπου 70.)
Αναφορά οὗτοι εἰσί περί θεούς ἀσεβέστατοι.( Αυτοί είναι πάρα πολύ ασεβείς όσον
αφορά τους θεούς, σχετικά με τους θεούς.)
ἀπό + Γενική
Τόπος Κῦρος ὡρμᾶτο ἀπό Σάρδεων. ( Ο Κύρος ξεκινούσε από τις Σάρδεις.)
Χρόνος Τήν ἑνδεκάτην ἀπ’ ἐκείνης τῆς ἡμέρας ἀφίκοντο. ( Έφτασαν την
ενδέκατη από εκείνη την ημέρα.)
Καταγωγή οἱ ἀφ’ Ἡρακλέους. ( Οι απόγονοι του Ηρακλή.)
Ύλη κρᾶσις ἀπό τε τῆς ἡδονῆς συγκεκραμένη ὁμοῦ καί ἀπό τῆς λύπης. (
Μείγμα φτιαγμένο ανάμεικτο από χαρά και λύπη.)
Αιτία ἀπό τούτου τοῦ τολμήματος ἐπῃνέθη.( Επαινέθηκε για αυτή την τολμηρή
πράξη.)
Τρόπος ἡ σοφία οὐκ ἀπό τοῦ αὐτομάτου παραγίγνεται τοῖς ἀνθρώποις. ( Η
σοφία δεν έρχεται από μόνη της στους ανθρώπους.)
Μέσο στράτευμα συνέλεξεν ἀπό τούτων τῶν χρημάτων ( Συγκέντρωσε
στράτευμα από αυτά τα χρήματα.)
Ποιητικό αίτιο Από …….
ὑπό + Γενική
Τόπος ξιφίδια ὑπό μάλης εἶχον. ( Είχαν ξιφίδια κάτω από τη μασχάλη.)
Αιτία οὐκ ἠδύναντο καθεύδειν ὑπό λύπης.( Δεν μπορούσαν να κοιμηθούν από
τη λύπη τους.)
Συνοδεία χορεύει ὑπ’ αὐλοῦ ( Χορεύει με τη συνοδεία αυλού.)
Ποιητικό αίτιο από….
ὑπό + Δοτική
Τόπος ἔστι δέ καί βασίλεια ὑπό τῇ ἀκροπόλει. ( Υπάρχουν ανάκτορα κάτω από
την ακρόπολη.)
Υποταγή οἱ κατά τήν Ἀσίαν ὑπό βασιλεῖ ὄντες φόρον φέρουσιν αὐτῷ.
( Αυτοί που βρίσκονται υπό την εξουσία του βασιλιά στην Ασία
πληρώνουν φόρο σ’ αυτόν.)
Επίβλεψη ὑπό παιδοτρίβῃ άγαθῷ έπεπαίδευτο ( Είχε εκπαιδευθεί υπό την
επίβλεψη καλού γυμναστή.)
ὑπό + Αιτιατική
Τόπος ὑπό τά δένδρα ἀπῆλθον.( Έφυγαν κάτω από τα δένδρα.)
Χρόνος ὑπό τήν νύκτα εἰσέπλευσαν εἰς τόν κόλπον τόν Κρισαῖον. ( Τη νύχτα,
κάτω από το σκοτάδι της νύχτας μπήκαν με πλοία στον Κρισαίο κόλπο.)
Υποταγή Αἲγυπτος ὑπό βασιλέα ἐγένετο. ( Η Αίγυπτος μπήκε κάτω από την
εξουσία του βασιλιά.)
ὑπέρ + Γενική
Τόπος θεός ἔθηκε τόν ἥλιον ὑπέρ γῆς ( Ο θεός τοποθέτησε τον ήλιο πάνω από
τη γη.)
Υπεράσπιση ὑπέρ βωμῶν καί ἑστιῶν ἀγωνιούμεθα. ( Θα αγωνισθούμε για τους
βωμούς και για τα σπίτια μας.)
Αιτία ὑπέρ τῶν γεγενημένων ὠργίζετο.( Οργίζονταν για αυτά που είχαν γίνει.)
Σκοπός ἀποθνήσκει ὑπέρ τοῦ μή τήν πατρίδα ἐπιδεῖν δουλεύουσαν.( Πεθαίνει
για να μη δει την πατρίδα να υποδουλώνεται.)
ὑπέρ + Αιτιατική
Τόπος ἐπολέμει τοῖς Θραξί τοῖς ὑπέρ Ἑλλήσποντον οἰκοῦσι.( Πολεμούσε προς
τους Θράκες που κατοικούν πάνω από τον Ελλήσποντο.)
Υπέρβαση Μανία ἴσως ἐστίν ὑπέρ δύναμίν τι ποιεῖν.( Τρέλα ίσως είναι να κάνεις
κάτι πιο πάνω από τη δύναμη σου.)
ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ
ἂχρι, μέχρι + Γενική
Χρόνος ἄχρι θανάτου ἀγωνιούμεθα.( Θα πολεμήσουμε μέχρι θανάτου.)
Τόπος μέχρι τῆς πόλεως ἐπορεύθησαν.( Προχώρησαν μέχρι την πόλη.)
ἓνεκα, ἓνεκεν + Γενική
Σκοπός 60 %
Ταῦτα ἐποίουν τοῦ μή λύειν ἓνεκα τάς σπονδάς.( Έκαναν αυτά για να μη
λύσουν τις συνθήκες ειρήνης.)
Αιτία 40 %
( Οὗτοι στασιάζουσι ἀπορίας ἓνεκεν.)( Αυτοί βρίσκονται σε εμφύλια
διαμάχη εξαιτίας της φτώχειας.)
ἂνευ + Γενική
Τρόπος / οὐκ ἐνδέχεται ζῆν ἄνευ κακοῦ τινός. ( Δεν είναι δυνατό να ζει κανείς χωρίς
στέρηση κάτι κακό.)
χωρίς + Γενική
Τρόπος / αὐτή καθ’ ἑαυτήν ἡ ψυχή ἔσται χωρίς τοῦ σώματος. ( Θα υπάρχει μόνη η
στέρηση ψυχή χωριστά από το σώμα.)
πλήν + Γενική
Εξαίρεση ἐπέτρεψε τοῖς Ἕλλησι διαρπᾶσαι τάς κώμας πλήν ἀνδραπόδων. (
Επέτρεψε στους Έλληνες να λεηλατήσουν τις κωμοπόλεις εκτός από τους
δούλους.)
Η πλην χρησιμοποιείται πολλές φορές όπως το - ἢ -,δηλαδή δημιουργεί Β΄ όρο σύγκρισης.
Π.χ αἱρεῖται οὐδέν ἂλλο πλήν τοῦ δικαίου.( Δεν προτιμάει τίποτε άλλο, παρά το δίκαιο.)
μά + Αιτιατική
σε αποφατική πρόταση (υπάρχει άρνηση.)
όρκος Μά τήν πατρώαν ἑστίαν οὐχ ὕβρει λέγω τάδε.( Μα την πατρική μου εστία,
δεν τα λέω αυτά από αλαζονεία.
δίκην + Γενική
παρομοίωση ἐπῆλθεν τοῖς πολεμίοις δίκην σκηπτοῦ.( Επιτέθηκε στους εχθρούς σαν
κεραυνός.)
Η πρόθεση δίκην είναι η Αιτιατική του ουσιαστικού ἡ Δίκη.
Η Αιτιατική αυτή χρησιμοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις ως πρόθεση.
χάριν + Γενική
σκοπός λέγω ταῦτα παραδείγματος χάριν.( Λέω αυτά για να δώσω παράδειγμα.)
Η πρόθεση χάριν είναι η Αιτιατική του ουσιαστικού ἡ Χάρις.
Η Αιτιατική αυτή χρησιμοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις ως πρόθεση.
2. ΤΜΗΣΗ
Η πρόθεση χωρίζεται από το ρήμα, με το οποίο συντίθεται.
Το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται συχνά στους ποιητές.
πχ. κατ' ἆρ’ ἕζετο, αντί: καθέζετο ἆρα.
ἒπι = ἒπεστι πχ. οὐ γάρ ἔπι ἀνήρ, οἷος Ὁδυσσεύς ( Γιατί δεν υπάρχει άνδρας, όπως ο
Οδυσσέας.)
ἂνα = άνάστηθι πχ. Ἀλλ' ἄνα ἐξ ἑδράνων ( Αλλά σήκω από τα έδρανα.)
μέτα = μέτεστι
ἒνι = ἒνεστι πχ. Ἀλλ’ ἴσως ἔνι τις παῖς (Αλλά ίσως υπάρχει κάποιος δούλος.)
Το υποκείμενο
ΟΡΙΣΜΟΣ: Υποκείμενο είναι ο όρος της πρότασης που εκφράζει το πρόσωπο ή το πράγμα το οποίο
κάνει ή υφίσταται ό,τι δηλώνει το ρήμα. Είναι εκείνο για το οποίο γίνεται λόγος στην πρόταση
ΠΤΩΣΗ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ
Ονομαστική: όταν είναι υποκείμενο ρήματος
Π.χ. Η ἀρετὴ ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων ζηλοῦται.
῾Ηρακλῆς τοὺς τυράννους ἔπαυσε.
Ονομαστική: όταν είναι υποκείμενο απαρεμφάτου και έχουμε ταυτοπροσωπία Π.χ. Κῦρος νομίζει
ἀδικεῖσθαι ὑφ' ὑμῶν.
Οἱ στρατιῶται οὐκ ἔφασαν ἰέναι.
Οποιαδήποτε πτώση όταν είναι υποκείμενο της μετοχής, αφού η μετοχή και το υποκείμενο της
έχουν ίδια πτώση. Η έναρθρη μετοχή είναι πάντα επιθετική και έχει υποκείμενο το άρθρο της.
Π.χ. Αποπλεῖ οἴκαδε καίπερ χειμῶνος ὄντος.
Κῦρος ἔχων τριάκοντα ἄνδρας ἐπέρχεται.
῾Ο ᾿Ιάσων τριήρεις ἐπλήρου ὡς βοηθήσων.
Πολλοὶ δ᾿ εἰσὶν οἱ φίλοι τῶν εὐτυχούντων
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
1. Το υποκείμενο του ρήματος βρίσκεται σε Ονομαστική και μπορεί να είναι οποιοδήποτε μέρος
του λόγου, ακόμη και ολόκληρη φράση ή πρόταση ή απαρέμφατο, θεωρούμενα ως ουσιαστικά
σε ονομαστική.
2. Αττική σύνταξη: το ρήμα σε γ΄ ενικό δέχεται υποκείμενο ουδέτερου γένους και σε πληθυντικό
αριθμό παρά τον κανόνα. Π.χ ῞Οτε τὰ ζῶα φωνὴν εἶχε, τὰ πρόβατα ἔλεγε τῷ δεσπότῃ.
3. Σχήμα κατά το νοούμενο: ρήμα πληθυντικού αριθμού δέχεται ως υποκείμενο λέξη περιληπτικής
σημασίας σε ενικό αριθμό. Το ρήμα δηλαδή δεν συμφωνεί με τον γραμματικό τύπο του
υποκειμένου, αλλά μ᾿αυτό που νοείται με το υποκείμενο. Τέτοιες λέξεις είναι συνήθως:
ἡ πόλις (= οἱ πολῖται)
ὁ στρατὸς (= οἱ στρατιῶται)
ὁ ὄχλος (= οἱ ἄνθρωποι)
τὸ πλῆθος (= οἱ πλεὶονες)
Π.χ. ῾Η πόλις ἐν αἰτία εἶχον Περικλέα (= οι πολίτες κατηγορούσαν τον Περικλή).
Επιμέλεια: Πύρτσιου Φωτεινή, Φιλόλογος Δ.Π.Θ
19
5. Το υποκείμενο παραλείπεται:
α) με τα λεκτικά: λέγουσι / φασί. Στην περίπτωση αυτή νοούνται ως υποκείμενα τα: τινὲς ή οἱ
ἄνθρωποι.
β) ΄Οταν είναι αόριστο ή όπως στις φράσεις: καλῶς ἔχει, οὕτως ἔχει, όταν νοούνται τα: τοῦτο, τὸ
πρᾶγμα, τὸ ἔργον.
γ) ΄Οταν το ρήμα υπαινίσσεται το υποκείμενο του π.χ. στο κηρύττει —> νοείται ως υποκείμενο ὁ
κῆρυξ.
δ) ΄Οταν μπορεί εύκολα να νοηθεί απο τα συμφραζόμενα —>᾿Εβούλοντο ἐκλιπεῖν τὴν πόλιν
(Υποκείμενο: οὖτοι).
2. Τίθεται σε Αιτιατική, όταν είναι διαφορετικόαπο το υποκείμενο του ρήματος, όταν δηλαδή
έχουμε Ετεροπροσωπία π.χ. ᾿Αριαῖος ἔλεγε πολλοὺς εἶναι Πέρσας ἑαυτοῦ βελτίους.
(υποκείμενο του "εἶναι" —> η αιτιατική "Πέρσας").
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1. Να βρεθούν τα υποκείμενα των ρημάτων στις ακόλουθες προτάσεις και να δηλωθεί η μορφή
τους.
1.1 Θεοὺς ἀναγκάσαι οὐδὲ γ' εἷς δύναιτο ἄν.
1.2 Ταῦτα ξύμπαντα ἐγένετο ἐν ἕτεσι πεντήκοντα.
1.3 Οἵτινες τὰ πάθη μὴ κολάζουσι, κολάζονται.
1.4 Οὕτω καὶ τὸ περὶ τῶν ἐλπίδων ἔχει.
1.5 Οἱ δὲ ἀμφὶ Κῦρον εὐθὺς ἐδίωκον τοὺς ᾿Αργείους.
1.6 Τὸ ὑγιαίνειν ἄριστόν ἐστιν.
1.7 ᾿Επιόντων τῶν Περσῶν, Λακεδαιμόνιοι ἐβούλοντο τειχίσαι τὸν ᾿Ισθμόν.
1.8 ῾Ο ἄρχων οἶδε ὅτι οὐ λανθάνει ὅ,τι ἄν ποιῇ.
1.9 Οἱ φεύγοντες ἐπορεύοντο εἰς Λακεδαίμονα.
1.10 ῎Ηδη ἦν ἀμφὶ πλήθουσαν ἀγοράν.
A. Το αντικείμενο
1. Αντικείμενο είναι ο (πτωτικός) όρος της πρότασης που δηλώνει το πρόσωπο ή το
πράγμα στο οποίο μεταβαίνει ή αναφέρεται η ενέργεια του ρήματος.
2. Βρίσκεται σε πλάγια πτώση και αποτελεί κύριο όρο της πρότασης.
3. Αντικείμενο δέχονται οι μετοχές και τα απαρέμφατα.
4. Το αντικείμενο μεταφράζεται στη ν.ε. με πλάγια πτώση ή εμπρόθετα.
Ως αντικείμενο τίθεται όνομα ουσιαστικό, αλλά και οποιοσδήποτε ονοματικός τύπος, όπως
αντωνυμία, αριθμητικό, ουσιαστικοποιημένο επίθετο και μετοχή, άναρθρο ή έναρθρο
απαρέμφατο, φράση με άρθρο, επίρρημα με άρθρο, εμπρόθετο σύνολο με ή χωρίς άρθρο,
καθώς και δευτερεύουσα ονοματική πρόταση.
α) μονόπτωτα ρήματα
Η σημασία τους συμπληρώνεται με ένα αντικείμενο σε μία από τις τρεις πλάγιες πτώσεις:
γενική, δοτική ή αιτιατική.
π.χ. Τοὺς θεούς φοβοῦ. (= Τους θεούς να φοβάσαι.)
Παραδείγματα:
Μνήμη και λήθη: μέμνημαι (=θυμάμαι), ἐπιλανθάνομαι, ἀμνημονῶ (=λησμονώ).
Έναρξη ή λήξη: ἄρχω, ἄρχομαι (= κάνω αρχή, αρχίζω), λήγω, παύομαι (= σταματώ, εγκαταλείπω)
κ.ά.
Επιμέλεια, φροντίδα, φειδώ και τα αντίθετά τους: φροντίζω, ἐπιμελοῦμαι, κήδομαι, προνοῶ (=
φροντίζω),φείδομαι (= λυπάμαι), ἀμελῶ, ἀφειδῶ, ὀλιγωρῶ (= παραμελώ), μέλει (= υπάρχει
φροντίδα) κ.ά.
Επιτυχία, αποτυχία, απόπειρα, δοκιμή, απόκτηση: τυγχάνω, ἐπιτυγχάνω, ἐφικνοῦμαι (=
πετυχαίνω),στοχάζομαι (= αποβλέπω, επιδιώκω), πειρῶ, πειρῶμαι (= δοκιμάζω,
προσπαθώ), ἀποτυγχάνω, ψεύδομαι, σφάλλομαι, ἁμαρτάνω κ.ά.
Εξουσία: ἄρχω (= αρχίζω, κυβερνώ, διοικώ, είμαι άρχων, κυριαρχώ), κρατῶ (= γίνομαι κύριος,
κυριεύω, επικρατώ), ἡγοῦμαι (= προηγούμαι, είμαι αρχηγός, κυριαρχώ), δεσπόζω (=
κυριαρχώ), τυραννῶ (= είμαι τύραννος, άρχων), βασιλεύω, ἡγεμονεύω, προΐσταμαι (= είμαι
επικεφαλής, είμαι αρχηγός) κ.ά.
Σύγκριση, διαφορά, υπεροχή: πλεονεκτῶ, μειονεκτῶ, ὑπερτερῶ, ὑστερῶ, ὑπερέχω, προέχω (=
προεξέχω, υπερέχω), ἡττῶμαι (= είμαι κατώτερος, ασθενέστερος, υστερώ), ὑπολείπομαι (= μένω
πίσω, υστερώ, απομένω) κ.ά.
Επιθυμία, απόλαυση, αφθονία: ἐπιθυμῶ, ἐφίεμαι, ὀρέγομαι (= επιθυμώ), ἐρῶ (=
αγαπώ), ἀπολαύω (= καρπούμαι, απολαμβάνω), γέμω, πίμπλαμαι (= είμαι γεμάτος), εὐπορῶ (=
έχω αφθονία ενός πράγματος) κ.ά.
Συμμετοχή: μετέχω, μεταλαμβάνω, κοινωνῶ (= συμμετέχω, κάνω κάτι από κοινού), συμμετέχω,
μέτεστί τινι(= κάποιος μετέχει σε κάτι) κ.ά.
Έλλειψη, στέρηση, απαλλαγή, χωρισμό ή απομάκρυνση: δέω (έχω ανάγκη,
στερούμαι), δέομαι (= έχω ανάγκη, παρακαλώ), ἀπορῶ (= στερούμαι), ἀπαλλάττομαι,
χωρίζομαι, ἀπέχω, ἀπέχομαι, ἀφίσταμαι (απέχω, αποχωρίζομαι, απομακρύνομαι) κ.ά.
Αίσθηση ή αντίληψη: ἀκούω, ἀκροῶμαι (= ακούω, υπακούω), αἰσθάνομαι, αντιλαμβάνομαι,
πυνθάνομαι (= ζητώ να μάθω, πληροφορούμαι), ἅπτομαι (= πιάνω, αγγίζω) κ.ά.
Παραδείγματα:
Πρέπει, ταιριάζει: πρέπει, ἁρμόττει, προσήκει (= αρμόζει, συναρμόζει, ταιριάζει)
Φιλική ή εχθρική διάθεση: εὐνοῶ (= είμαι ευνοικός), χαρίζομαι (= κάνω χάρη, δείχνω
εύνοια), ἀρέσκω (= είμαι αρεστός, ευχαριστώ κάποιον), βοηθῶ, ἀρήγω, ἐπικουρῶ, ἀμύνω (=
βοηθώ, υπερασπίζω), λυσιτελῶ (= ωφελώ), φθονῶ, ἐπιβουλεύω (= σχεδιάζω κακό), μάχομαι,
πολεμῶ, διαφέρομαι, ἐναντιοῦμαι (= εναντιώνομαι),ὀργίζομαι, ἐπιτιμῶ (=
κατακρίνω), ἐγκαλῶ (= κατηγορώ) κ.ά.
Ευπείθεια, υποταγή, ακολουθία, διαδοχή, προσέγγιση, μείξη, συμμαχία, συμφιλίωση,
επικοινωνία:πείθομαι, πιστεύω, ὑπακούω, ἀπειθῶ (= δεν υπακούω), ὑπηρετῶ, ὑπουργῶ (=
προσφέρω, εξυπηρετώ, βοηθώ),ἀκολουθῶ, ἕπομαι (= ακολουθώ), πελάζω (= πλησιάζω), ὁμιλῶ,
χρῶμαι (= χρησιμοποιώ, συναναστρέφομαι),εἴκω, ὑπείκω (= υποχωρώ, υπακούω), μείγνυμι κ.ά.
Ομοιότητα, ισότητα, ταυτότητα, συμφωνία και τα αντίθετά τους: ὁμοιάζω, ὁμοιοῦμαι, ἔοικα (=
μοιάζω),ὁμοιοῦμαι, ἰσοῦμαι, συμφωνῶ, ὁμολογῶ κ.ά.
Ίδιας σημασίας σύνθετα με τις προθέσεις ἐν, σύν, ὑπό, ἐπί, παρά, περί, πρὸς και το επίρρημα
ὁμοῦ:ἐμμένω (= μένω σταθερός σε κάτι), σύνειμι, ὑπόκειμαι (= υποτάσσομαι, λαμβάνομαι ως
βάση), ἐπιτίθεμαι, παρίσταμαι, προσφέρομαι, ὁμονοῶ (= συμφωνώ, ζώ με ομόνοια) κ.ά.
β) δίπτωτα ρήματα
Η σημασία τους συμπληρώνεται με δύο αντικείμενα σε πλάγιες πτώσεις:
1. Δύο αιτιατικές (άμεσο αντικείμενο είναι εκείνο που δηλώνει πρόσωπο): αἰτῶ, ἐρωτῶ,
εἰσπράττω, ἀποστερῶ, ἀφαιρῶ, ἀποκρύπτω, ἔνδυω, ἔκδυω, διδάσκω, ὑπενθυμίζω
Πολλά μεταβατικά ρήματα, εκτός από το βασικό αντικείμενό τους σε αιτιατική, παίρνουν και
δεύτερο σύστοιχο αντικείμενο. Τέτοια ρήματα είναι πολύ συχνά τα δρῶ, ποιῶ, ἐργάζομαι,
ἀγορεύω, λέγω.
2. αιτιατική(άμεσο) και δοτική(έμμεσο): λέγω τινί τι, δείκνυμι τινί τι, δίδωμι τινί τι (και τα
συνώνυμά τους) π.χ. ὑπισχνοῦμαι, προστάττω, φέρω, προσάγω, προσαρμόττω, ἀντιτάττω,
κεράννυμι, μείγνυμι, ὁμοιῶ, συναλλάττω
3. αιτιατική(άμεσο) και γενική(έμμεσο): κενῶ, πληρῶ, ἀποστερῶ, εὐωχῶ (διασκεδάζω),
ἑστιῶ (προσκαλώ σε γεύμα), γεμίζω, ἀκούω, μανθάνω, πυνθάνομαι, λαμβάνω, ἄγω, κωλύω,
εἴργω, παύω, ἀπολύω. Τα σύνθετα ρήματα με την πρόθεση κατὰ και δικαστική
σημασία: καταγιγνώσκω, καταψηφίζομαι, κατηγορῶ, καταβοῶ, καταψεύδομαι.
4. γενική (άμεσο) και δοτική (έμμεσο): μετέχω, κοινωνῶ, μεταδίδωμι (δίνω μερίδιο σε
κάποιον), παραχωρῶ, ἀντιποιοῦμαι (διεκδικώ κάτι από κάποιον), φθονώ, τιμῶ (ορίζω ως
δικαστής για κάποιον κάποια ποινή), τιμῶμαι (μού επιβάλλεται ποινή, καταδικάζομαι για
κάτι)
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
1. Τα δύο αντικείμενα των δίπτωτων ρημάτων διακρίνονται σε άμεσο και έμμεσο:
άμεσο είναι το αντικείμενο σε αιτιατική πτώση, έμμεσο είναι το αντικείμενο που βρίσκεται
σε γενική ή δοτική πτώση. π.χ. Κῦρος δίδωδιν αὐτῷ μισθόν. (= Ο Κύρος δίνει σε αυτόν
μισθό.)
Σύστοιχο αντικείμενο
Σύστοιχο αντικείμενο λέγεται το αντικείμενο το οποίο παράγεται από την ίδια ρίζα με το ρήμα με
το οποίο συντάσσεται ή από την ρίζα άλλου συνώνυμου ρήματος. Αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση
του εσωτερικού αντικειμένου, το οποίο δηλώνει το ίδιο το περιεχόμενο της ρηματικής ενέργειας.
Με σύστοιχο αντικείμενο μπορεί να συντάσσεται οποιοδήποτε ρήμα, σε οποιαδήποτε
διάθεση κι αν βρίσκεται. Συχνά το σύστοιχο αντικείμενο προσδιορίζεται από επιθετικό
προσδιορισμό που εξειδικεύει τη σημασία του. π.χ. Ἔλεξε τούτους τοὺς λόγους. (= Είπε αυτά τα
λόγια.)
Παρατηρήσεις:
Παράλειψη του σύστοιχου αντικειμένου
1. Το σύστοιχο αντικείμενο, επειδή δεν είναι αναγκαίο συμπλήρωμα του ρήματος, πολύ συχνά
παραλείπεται και παραμένει μόνο ο επιθετικός προσδιορισμός, ο οποίος τίθεται σε ουδέτερο
γένος, σπανιότερα ενικού και συνηθέστερα πληθυντικού αριθμού και δηλώνει ένα ουσιώδες
χαρακτηριστικό του αντικειμένου. π.χ. Πολλὰ ψεύδονται οἱ ἀοιδοί. (= Οι ποιητές λένε πολλά
ψέματα)
2. Το σύστοιχο αντικείμενο παραλείπεται επίσης και όταν συνοδεύεται από ετερόπτωτο
προσδιορισμό. Έτσι τίθεται στη θέση του αντικειμένου και σε πτώση αιτιατική ο ονοματικός
ετερόπτωτος προσδιορισμός, συνήθως γενικής πτώσης, και λέγεται ιδιάζον ή ιδιόμορφο
σύστοιχο αντικείμενο. π.χ. ἀγωνίζομαι δρόμον = συμμετέχω σε ἀγῶνα δρόμου,
νικῶ ναυμαχίαν = νικῶ νίκην ναυμαχίας.
~ Με αυτόν τον τρόπο προέκυψαν μια σειρά από ιδιωματισμούς της αρχαίας ελληνικής, κυρίως
δικανικές περιφράσεις, όπως:
ἀγωνίζομαι δρόμον, πάλην (= ἆγωνίζομαι αγώνα δρόμου, αγώνα πάλης)
νικῶ μάχην, ναυμαχίαν, δρόμον, Ὀλύμπια, Πύθια (= κερδίζω τη μάχη, ναυμαχία, αγώνα
δρόμου, τα Ολύμπια, τα Πύθια)
δίκην διώκω (= είμαι ο κατήγορος σε δίκη)
φεύγω δίκην (= είμαι ο κατηγορούμενος σε δίκη)
δικάζω δίκην (= δικάζω)
δικάζομαι δίκην (= καταφεύγω στο δικαστήριο)
νικῶ δίκην (= κερδίζω τη δίκη)
ὀφλισκάνω δίκην (= χάνω τη δίκη)
ὀφλισκάνω αἰσχύνην, γέλωτα, μωρίαν (= δημιουργώ την εντύπωση οτι είμαι αισχρός,
γελοίος, μωρός)
ἑστιῶ γάμους (= κάνω γαμήλιο συμπόσιο)
ἀποκρίνομαι τὸ ἐρωτώμενον (= δίνω απάντηση σ' αυτό που έχω ερωτηθεί)
3. Πολλά μεταβατικά ρήματα εκτός από το βασικό αντικείμενό τους σε αιτιατική παίρνουν
και δεύτερο σύστοιχο αντικείμενο. Τέτοια ρήματα είναι πολύ συχνά τα: δρῶ, ποιῶ,
ἐργάζομαι, ἀγορεύω, λέγω.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1. Να εντοπίσετε στις παρακάτω προτάσεις τα αντικείμενα των ρηματικών τύπων:
Ὧν μεμνημένοι καὶ ἐμοὶ καὶ τῷ πατρὶ βοηθήσατε καὶ τοῖς νόμοις τοῖς κειμένοις καὶ τοῖς ὅρκοις
οἷς ὀμωμόκατε.
Ἐννοεῖσθ’ ὡς ὁ μὲν ἐπιθυμεῖ δόξης.
Πρὸς τί με ταῦτ’ ἐρωτᾷς;
Αἰσχίνης τοίνυν τοσοῦτον ὑπερβέβληκεν ἅπαντας ἀνθρώπους ὠμότητι καὶ συκοφαντίᾳ, ὥστε
καὶ ὧν αὐτὸς ὡς ἀτυχημάτων ἐμέμνητο, καὶ ταῦτ’ ἐμοῦ κατηγορεῖ.
Ἐγὼ νομίζω χάριν ὑμᾶς τοῖς θεοῖς ὀφείλειν.
2.Να βάλετε τα αντικείμενα των ρημάτων στις παρακάτω προτάσεις στη σωστή πτώση:
2.1. Ἔτι γὰρ ἐμέμνησθε ....................(ἡ γεγενημένη συμφορά, πληθυντικός).
2.2. Μειονεκτοῦσιν οἱ τύραννοι .......................(πᾶς) μάλιστα.
2.3. .................................(ὁ σύμβουλος) ἀπιστεῖτε καὶ φθονεῖτε.
2.4. Ἐπετίμησα δ’ ἐν τῷ βουλευτηρίῳ ..............................(Δημοσθένης).
2.5. ..............................(ὁ ὅρκος) ἐμμένει ὁ δῆμος.
2.6. Πρωταγόρας ........................(ἐγὼ) ταῦτα ἀκούσας.
2.7. ......................(τοῦτο).........................(ἐγὼ) κατηγορεῖ.
2.8. Οἱ Φαρσάλιοι παρακατέθεντο ........................(αὐτός) .........................(ἡ ἀκρόπολις).
2.9. Προσάγουσι .............................(ὁ Κύρος) ............................(ὁ αἰχμάλωτος ).
3.Να βρείτε τα αντικείμενα των ρημάτων στις παρακάτω προτάσεις, να τα διακρίνετε σε άμεσα και
έμμεσα και να τις μεταφράσετε.
α. Ἐδίδασκε αὐτὸν τὴν στρατηγίαν.
β. Οὗτος ἐμὲ τῶν πατρῴων ἀπεστέρησεν.
γ. Ἐκώλυον τοῦ ἀγῶνος τοὺς Λακεδαιμονίους.
δ. Ἀθηναῖοι Σωκράτους θάνατον κατέγνωσαν.
ε. Κεράννυμι ὕδωρ τῷ οἴνῳ.
στ. Ἔτι δὲ λέγω ὑμῖν καὶ τοῦτο.
ζ. Λυκομήδης ἐνεφύσησεν θάρρος τοῖς Μαντινεῦσι.
η. Μὴ ἀφέλησθέ μου τόδε τὸ ἀργύριον.
θ. Τισσαφέρνης συμφορὰς τοὺς Ἕλληνας εἰργάσατο.
ι. Ὑμεῖς ἐμοῦ ἀκούσεσθε πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν.
Κατηγορούμενο
Κατηγορούμενο λέγεται το ουσιαστικό ή το επίθετο που προσδίδει μια ιδιότητα στο υποκείμενο ή το
αντικείμενο δια μέσου του ρήματος.
Το κατηγορούμενο συμφωνεί πάντα σε γένος, αριθμό και πτώση με τον όρο στον οποίο αναφέρεται,
δηλαδή με το υποκείμενο ή το αντικείμενο.
Σε αρκετές περιπτώσεις όμως, όταν το υποκείμενο είναι μια αφηρημένη ή γενική έννοια, το
κατηγορούμενο βρίσκεται σε ουδέτερο γένος ενικού αριθμού, ανεξάρτητα από το γένος του
υποκειμένου. π.χ. Ἡ μὲν φύσις ἐστὶν ἄτακτον (= Η φύση είναι κάτι το απείθαρχο.)
Τα ρήματα τα οποία συντάσσονται με κατηγορούμενο στο υποκείμενό τους λέγονται συνδετικά και
είναι τα εξής:
α) το ρήμα εἰμὶ και τα συνώνυμά του: γίγνομαι τυγχάνω (= τυχαίνει να είμαι), διατελώ (= είμαι
συνεχώς), καθίσταμαι (= γίνομαι), ἀποβαίνω (= φαίνομαι), ἐκβαίνω (= γίνομαι), ὑπάρχω, ἔφυν (=
γεννήθηκα), πέφυκα (= είμαι από τη φύση μου)
β) τα προχειριστικά ρήματα , δηλαδή όσα σημαίνουν εκλογή:
ἐκλέγομαι, αἱροῦμαι (=εκλέγομαι), διορίζομαι, χειροτονούμαι (= εκλέγομαι με ανάταση
του χεριού) τα λαγχάνω (= τυχαίνω), ἀποδείκνυμι (= διορίζω, καθιστώ), ἀποδείκνυμαι
γ) κλητικά ρήματα:
ὀνομάζομαι, λέγομαι, καλοῦμαι, ἀκούω, προσαγορεύομαι,
δ) καθώς και τα δοξαστικά: δοκῶ, νομίζομαι, φαίνομαι
Παρατήρηση:
Το κατηγορούμενο του αντικειμένου μπορεί να είναι επιρρηματικό ή προληπτικό.
Επιρρηματικό Κατηγορούμενο
Επιρρηματικό κατηγορούμενο λέγεται το κατηγορούμενο που συντάσσεται συνήθως με ρήματα
κίνησης. Είναι επίθετο το οποίο όμως έχει επιρρηματική σχέση με το ρήμα και γι' αυτό
μεταφράζεται με επίρρημα ή με εμπρόθετο προσδιορισμό. π.χ. Πάρειμι δ’ἄκων. (=
Παραβρίσκομαι χωρίς τη θέλησή μου.)
Προληπτικό κατηγορούμενο
Προληπτικό κατηγορούμενο λέγεται το κατηγορούμενο το οποίο συντάσσεται με ρήματα αύξησης
ή εξέλιξης, όπως τα ρήματα αὔξομαι, αὐξάνομαι, αἴρομαι (= υψώνομαι), τρέφομαι, πνέω,
ῥέω κ.ά. και δηλώνει εκ των προτέρων την ιδιότητα του υποκειμένου ή του αντικειμένου (πριν
ολοκληρωθεί δηλαδή η ενέργεια που δηλώνει το ρήμα). Λέγεται λοιπόν προληπτικό
κατηγορούμενο του αποτελέσματος διότι το υποκείμενο προσλαμβάνει ένα γνώρισμα το οποίο θα
είναι το τελικό αποτέλεσμα του ρήματος. Μεταφράζεται: με αποτέλεσμα να..., ώστε να..., με την
προϋπόθεση να... π.χ. Ηὔξητο τὸ ὄνομα αὐτοῦ μέγα. (= Αναπτυσσόταν η φήμη του ώστε να
γίνει μεγάλη.)
Γενική κατηγορηματική
Γενική κατηγορηματική λέγεται η γενική ενός ουσιαστικού που συντάσσεται με ρήματα
συνδετικά, η οποία τίθεται στη θέση κατηγορουμένου και έχει κατηγορηματική σημασία. Η
γενική κατηγορηματική διακρίνεται σε:
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1. Να εντοπίσετε τα κατηγορούμενα στις παρακάτω προτάσεις και να αναγνωρίσετε το είδος τους:
1.1. Τὰ μὲν κατηγορημένα οὕτως ἐστὶ πολλὰ καὶ δεινὰ (= Οι κατηγορίες είναι τόσο πολλές και
φοβερές).
1.2. Ἐπίδαμνός ἐστι πόλις.
1.3. Εἰ τοιαύτη ἐστὶν (ἡ γυνὴ) οἵαν σὺ λέγεις.
1.4. Πάντων δεινότατόν ἐστι διαβολή.
1.5. Ὑπαίθριοι δ' ἔξω ἐστρατοπεδεύετε.
1.6. Πρῶτος ἔλεξεν αὐτῶν Καλλίας ὁ δᾳδοῦχος.
1.7. ᾜρετο δὲ τὸ ὕψος τοῦ τείχους μέγα.
1.8. Ἐγώ σε, ὦ Φαλῖνε, ἄσμενος ἑόρακα.
3. Να βρείτε τα αντικείμενα και τα κατηγορούμενά τους στις παρακάτω προτάσεις και να τις
μεταφράσετε:
α. Ἔκριναν αὐτὸν φιλομαθέστατον.
β. Ὁ δῆμος εἵλετο Μιλτιάδην στρατηγόν.
γ. Ἀρταξέρξης Τισσαφέρνην σατράπην ἐποίησε.
δ. Πάντων δεσπότην αὑτὸν ἐποίησε.
ε. Τὴν τοιαύτην δύναμιν ἀνδρείαν καλῶ.
6.Να εντοπίσετε τα συνδετικά ρήματα (απαρ. και μτχ.) και να βρείτε τα κατηγορούμενα.
α. Ἀγαθοὶ ὄντες ἡττήθησαν.
β. Ἡ πόλις φρούριον κατέστη.
γ. Θηραμένης ᾑρέθη πρεσβευτής εἰς Λακεδαίμονα.
δ. Ἡ δικαιοσύνη ἐστὶ τῶν μεγίστων ἀγαθῶν.
ε. Οἱ στέφανοι ἦσαν χρυσοῦ.
στ. Ὑμᾶς βασιλεὺς τὰ ὅπλα ἀπαιτεῖ· αὑτοῦ γὰρ εἶναί φησιν.
β) τα ενεργητικά απρόσωπα:
μέλει τινί τινος = μέλησίς ἐστί τινί τινος (= φροντίζει κάποιος για κάτι)
μεταμέλει τινί τινος = μεταμέλειά ἐστί τινί τινος (= μετανοεί κάποιος
για κάτι)
μέτεστί τινί τινος = μετουσία ἐστί τινί τινος (= διεκδικεί κάτι, μετέχει
κάποιος σε κάτι)
δεῑ μοί τινος = ἔνδειά ἐστί τινί τινος (= χρειάζεται κάποιος κάτι)
Σημείωση:
Σε αυτές τις περιπτώσεις το «τινὸς» είναι αντικείμενο και σπανίως τίθεται σε αιτιατική.
Η γενική όμως που συνοδεύει το ρήμα «μεταμέλει» θεωρείται γενική της αιτίας.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:
1. Οι απρόσωπες εκφράσεις «δῆλόν ἐστι» και «φανερόν ἐστι» δεν δέχονται ποτέ ως υποκείμενο
απαρέμφατο, αλλά ονοματική ειδική ή πλάγια ερωτηματική πρόταση: π.χ. Δῆλον ἐγένετο τοῖς
Θηβαίοις ὅτι ἐμβαλοῖεν οἱ Λακεδαιμόνιοι. (= Έγινε φανερό στους Θηβαίους ότι θα εισβάλουν οι
Λακεδαιμόνιοι)
2. Στην απρόσωπη σύνταξη έχουμε πάντοτε ετεροπροσωπία, εφόσον το υποκείμενο του
ρήματος δεν γίνεται να συμπίπτει με το υποκείμενο του απαρεμφάτου
3. Το ρήμα «δεῖ» είναι προσωπικό όταν συντάσσεται με μία από τις γενικές: «μικροῦ, «πολλοῦ»,
«ὀλίγου», «τοσούτου», «ἑνός», «δυοῖν»
4. Στην απρόσωπη έκφραση «ἔργον ἐστί τινος»,το «ἔργον» συχνά παραλείπεται και η γενική
«τινὸς» είναι κτητική:π.χ. Ἄρχοντός (ἔργον) ἐστι ἐπιμελεῖσθαι τῶν ἀρχομένων (= Είναι έργο του
άρχοντα να φροντίζει τον λαό)
5. Το ρήμα «δοκεῖ» όταν συντάσσεται με τελικό απαρέμφατο είναι απρόσωπο και
μεταφράζεται: φαίνεται καλό να… Όταν όμως συντάσσεται με ειδικό απαρέμφατο είναι
συνήθως προσωπικό και μεταφράζεται: νομίζει κάποιος ότι..
6. Όταν στην πρόταση υπάρχει ονομαστική τότε η σύνταξη είναι προσωπική:
π.χ. Λέγεται Ἀλκιβιάδης εἶναι ἐν Λακεδαίμονι. (= Λένε ότι ο Αλκιβιάδης βρίσκεται στην
Λακεδαίμονα)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ :
Η δοτική του προσώπου, δοτική προσωπική, που συνοδεύει τα απρόσωπα ρήματα
και τις απρόσωπες εκφράσεις, δηλώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται η έννοιά
τους, το πρόσωπο δηλαδή για το οποίο υπάρχει ή γίνεται κάτι.
Η δοτική προσωπική, όταν μετατραπεί σε αιτιατική, δίνει το υποκείμενο του
απαρεμφάτου, το οποίο λειτουργεί ως υποκείμενο του απροσώπου ρήματος.
Τα απρόσωπα ρήματα, όπως τα μέλει, μεταμέλει, μέτεστι, ὁμολογεῖται,
παρασκεύασται, εἴρηται, διέγνωστο, προδέδοκται συντάσσονται με δοτική
προσωπική του ενεργούντος προσώπου.
Με ορισμένα απρόσωπα παθητικά ρήματα η δοτική είναι αντικείμενο και όχι
δοτική προσωπική.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρεθούν τα ιδιόρρυθμα απρόσωπα ρήματα και να συνταχθούν:
Οὐδὲν μέλει ὑμῖν τῆς ὑμετέρας σωτηρίας.
Ἐν ὀλιγαρχίᾳ πένησιν οὐ μέτεστιν ἀρχῆς.
Μεταμέλει μοι τῶν πεπραγμένων.
2.Στις παρακάτω προτάσεις να βρεθούν τα απρόσωπα ρήματα, το υποκείμενό τους, καθώς και το
υποκείμενο των απαρεμφάτων:
Ἀνάγκη ἐστὶ μοχθεῖν τοὺς θέλοντας εὐτυχεῖν.
Ἄδηλον ἦν ὁπότε αὐτοῖς ξυρράξουσι.
Τοῖς ἀτυχοῦσι συμφέρει νεωτερίζειν.
Γράμματα δεῖ μαθεῖν καὶ μαθόντα νοῦν ἔχειν.
Οὐδέν ἐμποδών ἐστι αὐτοῖς κυρίους τῶν ἀγαθῶν εἶναι.
Δῆλον ἐγένετο πᾶσι ὅτι πάντες ἠνιάθησαν.
3.Στις ακόλουθες προτάσεις να συντάξετε τα απρόσωπα ρήματα και τις απρόσωπες εκφράσεις:
Ἔδει τὰ ἐνέχυρα τότε λαβεῖν.
Περὶ δείλην ἤδη ὀψίαν ἀγγέλεται αὐτοῖς τὰς ἀπὸ Πελοποννήσου πέντε καὶ πεντήκοντα
ναῦς ὅσον οὐ παρεῖναι.
Ἀλλὰ μὴν ὅσιόν ἐστι τῶν ἀγαθῶν μᾶλλον ἤ τῶν κακῶν μεμνῆσθαι.
Οὐ γάρ, οἶμαι, συμφέρει τοῖς ἄρχουσι φρονήματα μεγάλα ἐγγίγνεσθαι τοῖς ἀρχομένοις.
Ἔδοξεν αὐτοῖς στρατεύειν ἐς Ἄργος.
Φανερόν ἐστι ὅτι τὰ μέλλοντα προγιγνώσκειν οὐ τῆς ἡμετέρας φύσεώς ἐστιν.
Προσήκει μὲν πᾶσιν ὑμῖν τιμωρεῖν ὑπὲρ τῶν ἀνδρῶν.
Τῷ δὲ Προμηθεῖ εἰς τὴν ἀκρόπολιν οὐκέτι ἐνεχώρει εἰσελθεῖν.
Ἔξεστί σοι μέγιστα ἀγαθά τῇ σεαυτοῦ πατρίδι ὑπουργῆσαι.
Ποιητικό αίτιο
Ποιητικό αίτιο ονομάζεται το πρόσωπο ή το πράγμα από το οποίο προέρχεται η ενέργεια που
δέχεται το υποκείμενο ενός παθητικού ρήματος.
α. Εμπρόθετα:
π.χ. Κέφαλος ἐπείσθη ὑπὸ Περικλέους. (= Ο Κέφαλος πείστηκε από τον Περικλή.)
π.χ. Τὰ δῶρα πέμπεται παρὰ τοῦ βασιλεύοντος. (= Τα δώρα έχουν σταλεί από το βασιλιά.)
Παρατήρηση:
Όταν το ρήμα είναι δίπτωτο με δύο αιτιατικές, η μία αντικείμενο και η άλλη
κατηγορούμενο του αντικειμένου, τότε:
i. το ενεργητικό ρήμα τρέπεται σε παθητικό
ii. το υποκείμενο του ενεργητικού ρήματος γίνεται ποιητικό αίτιο
iii. το αντικείμενο του ενεργητικού ρήματος γίνεται υποκείμενο του παθητικού
το κατηγορούμενο του
iv. αντικειμένου γίνεται κατηγορούμενο του υποκειμένου.
Παρατηρήσεις:
α) Όταν το ρήμα έχει τη σημασία του αἰτῶ (= ζητώ), υποκείμενο του παθητικού ρήματος
γίνεται το έμμεσο αντικείμενο:
π.χ.
Ἡριππίδας αἰτεῖ τὸν Ἀγησίλαον ὁπλίτας. → Ὁπλῖται αἰτοῦνται τὸν Ἀγησίλαον ὑπὸ τοῦ
Ἡριππίδου.
β) Στην περίπτωση των ρημάτων ἀποκόπτω τινός τι, ἀποτέμνω τινός τι, ἐκκόπτω τινός τι,
ἐπιτάσσω τινί τι και ἐπιτρέπω τινί τι, υποκείμενο του παθητικού ρήματος γίνεται το
αντικείμενο σε γενική ή δοτική (έμμεσο):
π.χ.
Ἐπέτρεψαν τοῖς ἐννέα ἄρχουσι τὴν φυλακήν. → Οἱ ἐννέα ἄρχοντες ἐπιτετραμμένοι ἦσαν τὴν
φυλακήν.
Παρατηρήσεις
Μερικά ενεργητικά ρήματα έχουν ως παθητικό ένα άλλο ρήμα ενεργητικής ή μέσης φωνής ή μια
περίφραση που αποτελείται από τα ρήματα ἔχω, γίγνομαι, λαμβάνω κ.ά. και ένα όνομα
ομόρριζο ή συνώνυμο του ενεργητικού ρήματος:
αἰτιῶμαί τινα (= κατηγορώ αἰτίαν ἔχω / αἰτίαν λαμβάνω / ἐν αἰτίᾳ εἰμὶ ὑπό
κάποιον) τινος (= κατηγορούμαι)
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Στις παρακάτω προτάσεις να εντοπίσετε το ποιητικό αίτιο και να αναγνωρίσετε τον τρόπο
εκφοράς του.
α. Καὶ δικαίως ἂν οὗτος ὑπὸ τῆς πόλεως ζημιοῖτο.
β. Τὰ μέγιστα τῶν πεπραγμένων κατείργασται Φιλίππῳ.
γ. Αἱρετέον ἡμῖν ἐστιν τὸν μετ’ εὐδοξίας θάνατον.
δ. Πολλαὶ θεραπεῖαι τοῖς ἰατροῖς εὕρηνται.
ε. Οἱ φίλοι εὖ ἔπαθον ὑπὸ τοῦ Κύρου.
2.Στις παρακάτω προτάσεις να μετατρέψετε την ενεργητική σύνταξη σε παθητική ή την παθητική σε
ενεργητική.
α. Ὁ βασιλεὺς κελεύει τοὺς Ἕλληνας τὰ ὅπλα παραδοῦναι.
β. Ἡμεῖς ὑπὸ τῶν στρατιωτῶν ἐσώθημεν.
γ. Σωκράτης ἐδίδαξεν τοῖς Ἀθηναίοις τὴν ἀρετήν.
δ. Ταῦτα ὑφ’ ἡμῶν ἐπράχθησαν.
ε. Ταῦτα ὡμολόγητο ἡμῖν τε καὶ σοί.
Κατά την μετατροπή της ενεργητικής σύνταξης σε παθητική, στα παθητικά των
ρημάτων ἐπιτάσσω,ἐπιτρέπω τινί τι τρέπεται, συνήθως, αντίθετα βέβαια με τον κανόνα, σε
υποκείμενο το σε δοτική πτώση έμμεσο αντικείμενο και όχι το σε αιτιατική άμεσο αντικείμενο. Τα
παθητικά τους είναι ἐπιτάσσεται, ἐπιτρέπεταί τίς τι ή τινί τι.
α) Ειδικό απαρέμφατο
Απαντά σε κάθε χρόνο και δέχεται άρνηση «οὐ».
Ισοδυναμεί με δευτερεύουσα ειδική πρόταση και μεταφράζεται με «ότι» + οριστική του χρόνου
που βρίσκεται.
Μπορεί να συνοδεύεται από το δυνητικό «ἄν».
β) Τελικό απαρέμφατο
Απαντά σε κάθε χρόνο εκτός από μέλλοντα και δέχεται άρνηση «μή».
Ισοδυναμεί με δευτερεύουσα τελική πρόταση και μεταφράζεται με «να» + υποτακτική του
χρόνου που βρίσκεται.
Β. Το άναρθρο απαρέμφατο
Προσδιορισμός της αναφοράς (απαρέμφατο της αναφοράς): όταν εξαρτάται από επίθετα που
δηλώνουν ικανότητα, δυνατότητα, αναγκαιότητα, προθυμία, καταλληλότητα, όπως ἀγαθός, ἄξιος,
δεινός, ἕτοιμος, ἱκανός, καλός, ὀξύς, πρόθυμος, φοβερός, χρήσιμος, ἡδύς, στυγνός, ῥᾴδιος, λιτὸς
κ.ά. π.χ. Δειναὶ αἱ γυναῖκες εὑρίσκειν τέχνας.
Προσδιορισμός του σκοπού ή του αποτελέσματος: όταν εξαρτάται από ρήματα που
δηλώνουν σκόπιμη ενέργεια (ποιῶ, πράττω), κίνηση (φέρω, ἔρχομαι), παροχή, εκλογή, καθώς και
τα ρήματα φύομαι καιεἰμί. Αναλύεται σε τελική ή συμπερασματική πρόταση και μεταφράζεται με το
«για να» ή «ώστε να» . π.χ. Ὁμοίως καὶ πλουσίῳ καὶ πένητι παρέχω ἐμαυτὸν ἐρωτᾶν.
β) όταν ο α΄ όρος είναι δυσανάλογα ανώτερος από τον β΄ όρο σύγκρισης (ἢ ὥστε + απαρέμφατο).
π.χ. ᾜσθοντο αὐτὸν ἐλάττω ἔχοντα δύναμιν ἢ ὥστε τοὺς φίλους ὠφελεῖν.
Απόλυτο Απαρέμφατο (δεν εξαρτάται από κάποιο ρήμα -δεν γίνεται σύνταξη)
Απαντά με τη μορφή στερεότυπης έκφρασης.
Μερικά από τα πιο εύχρηστα απόλυτα απαρέμφατα είναι τα ακόλουθα:
τὸ ἐπ’ ἐκείνῳ / ἐκείνοις εἶναι (όσο εξαρτάται από εκείνον/εκείνους),
τὸ ἐπὶ τούτῳ / τούτοις / σφᾶς εἶναι (όσο εξαρτάται από αυτόν/αυτούς),
τὸ κατὰ τοῦτον εἶναι (όσο εξαρτάται από αυτόν),
τὸ νῦν εἶναι (όσο για τώρα),
τὸ ξύμπαν εἰπεῖν (και γενικά),
ἑκὼν εἶναι (θεληματικά),
ὡς συντόμως / ὡς συνελόντι / ὡς διὰ βραχέων εἰπεῖν (για να μιλήσω σύντομα),
ὡς ἐν κεφαλαίῳ εἰπεῖν (για να μιλήσω περιληπτικά),
ὡς ἔπος εἰπεῖν, ὡς εἰπεῖν (για να μιλήσω έτσι),
ὡς εἰκάσαι (όπως μπορεί να συμπεράνει κανείς),
ὡς τἀληθὲς εἰπεῖν (για να πω την αλήθεια),
οὕτως εἰπεῖν (για να το πω έτσι),
ὀλίγου / μικροῦ / οὐ πολλοῦ δεῖν (λίγο έλειψε),
ὡς ἐμοὶ δοκεῖν (κατά τη γνώμη μου),
σὺν θεῷ εἰπεῖν (για να πω με τη βοήθεια του Θεού).
π.χ. Ἀληθὲς γε, ὡς ἔπος εἰπεῖν, οὐδὲν εἰρήκασιν.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να χαρακτηρίσετε τη συντακτική θέση του άναρθρου απαρεμφάτου στα παρακάτω
παραδείγματα.
Κροῖσος ἐνόμιζε ἑαυτὸν εἶναι ἀνθρώπων ἁπάντων ὀλβιώτατον.
Εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης.
Τὸ κακῶς ποιεῖν ἐστι ἀδικεῖν.
Ἐπεθύμει γενέσθαι ἀνὴρ τὰ μεγάλα πράττειν ἱκανός.
Δημοσθένης μὲν ἦν δεινότατος λέγειν καὶ πολλάκις παρεῖχεν ἑαυτὸν συμβουλεύειν τοῖς
Ἀθηναίοις.
Ξενοφῶν καὶ Χειρίσοφος διεπράξαντο, ὥστε λαβεῖν τοὺς νεκρούς.
Γ. To έναρθρο απαρέμφατο
Έναρθρο ονομάζεται το απαρέμφατο που εκφέρεται με άρθρο ουδετέρου γένους σε κάθε πτώση
του ενικού αριθμού πλην της κλητικής και ισοδυναμεί με το αντίστοιχο ουσιαστικό. Βρίσκεται σε
όλους τους χρόνους και δέχεται άρνηση μή.
β. Με «το ότι »+ οριστική π.χ. Κῦρος διήνεγκε τῶν ἄλλων ἀνθρώπων τῷ δωρεῖσθαι πλεῖστα
(μτφρ. Ο Κύρος διέφερε από τους άλλους ανθρώπους στο ότι δώριζε πολλά).
γ. Με «το να» + υποτακτική π.χ. Τοσοῦτον ἀπέχω τοῦ ποιεῖν τι τῶν προσταττομένων (μτφρ. Τόσο
απέχω από το να κάνω κάτι από αυτά του εντέλλονται).
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ:
Το έναρθρο απαρέμφατο μπορεί να χρησιμοποιηθεί στον λόγο ως:
1. Υποκείμενο σε οποιοδήποτε προσωπικό ρήμα και βρίσκεται σε πτώση ονομαστική: π.χ. Τὸ
λακωνίζειν ἐστι φιλοσοφεῖν.
2. Αντικείμενο σε οποιοδήποτε (μεταβατικό) ρήμα και βρίσκεται σε μια από τις πλάγιες πτώσεις,
ανάλογα με τη σύνταξη του ρήματος
π.χ.:Ἤρξαντο τοῦ διαβαίνειν (σε γενική πτώση)
Σωκράτης ἐχρῆτο τῷ ἐρωτᾶν καὶ ἀποκρίνασθαι (σε δοτική πτώση)
Τὸ ἀποθνῄσκειν οὐδεὶς φοβεῖται […] τὸ δὲ ἀδικεῖν φοβεῖται (σε αιτιατική πτώση)
3. Κατηγορούμενο με εξάρτηση από συνδετικό ρήμα:
π.χ Ἔστω δὴ τὸ ἀδικεῖν τὸ βλάπτειν ἑκόντα παρὰ τὸν νόμον.
4. Επεξήγηση (ομοιόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός) σε λέξη που προηγείται και ιδιαίτερα σε
ουδέτερο δεικτικής αντωνυμίας: π.χ. Καὶ τοῦτο ἐστιν τὸ ἀδικεῖν, τὸ πλέον τῶν ἄλλων ζητεῖν ἔχειν.
5. Ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός σε μία από τις πλάγιες πτώσεις:
Γενική π.χ. Ἐπαινοῖεν δ’ ἂν αὐτὸν ἀλλήλων ἐναντίον ἐξαπατῶντες ἀλλήλους διὰ τὸν τοῦ
ἀδικεῖσθαιφόβον (γενική αντικειμενική στο «φόβον»).
Δοτική π.χ. Τοῦτο ὅμοιόν ἐστι τῷ ὀνειδίζειν (δοτική αντικειμενική στο «ὅμοιόν»).
Αιτιατική π.χ. Τὸ μὲν ἐς τὴν γῆν ἡμῶν ἐσβάλλειν ἱκανοί εἰσιν (αιτιατική της αναφοράς στο
επίθετο «ἱκανοί»).
Επιθετική μετοχή
Η επιθετική ή αναφορική μετοχή, έναρθρη και σπανιότερα άναρθρη, λειτουργεί ως επίθετο και
προσδιορίζει ουσιαστικά. Δέχεται άρνηση οὐ, όταν εκφράζει κάτι το πραγματικό και σπανιότερα
άρνηση μή, όταν εκφράζει κάτι το υποθετικό ή το υποκειμενικό.
Κατηγορηματική μετοχή
Η κατηγορηματική μετοχή είναι πάντα άναρθρη, απαντά σε όλους τους χρόνους που έχουν
μετοχή και αναφέρεται στο υποκείμενο ή στο αντικείμενο του ρήματος από το οποίο εξαρτάται.
Δέχεται άρνηση οὐ και μεταφράζεται συνήθως με τα «ότι», «που» + οριστική ή με το «να» +
υποτακτική : π.χ.Ῥᾳδίως ἐξελεγχθήσεται ψευδόμενος. (= Εύκολα θα αποδειχτεί ότι ψεύδεται.)
Ἐγὼ μὲν τοίνυν ἀπείρηκα τρέχων. (= Λοιπόν εγώ κουράστηκα να τρέχω.)
β) λανθάνω (=μένω απαρατήρητος), φαίνομαι/ φανερός ἐιμι (=είμαι φανερός) , οἴχομαι, (= έχω
φύγει), φθάνω (= προφταίνω), δῆλός εἰμι(= είμαι φανερός), διαβιῶ / διαμένω (= ζω κάπου
μόνιμα), διάγω / διαγίγνομαι (=περνώ τον καιρό μου), οὐ διαλείπω (=δε σταματώ), διατελῶ (=
είμαι συνεχώς), τυγχάνω (= συμβαίνει να είμαι, είμαι). Tα ρήματα αυτά μπορεί να αποδοθούν
με τροπικό επίρρημα και η κατηγορηματική μετοχή που εξαρτάται απο αυτά με ρήμα:
δῆλός εἰμι (= φανερά)
διαβιῶ / διαμένω / διαγίγνομαι / διάγω / οὐ διαλείπω / διατελῶ (= συνεχώς)
λανθάνω (= κρυφά)
οἴχομαι (= γρήγορα, αμέσως)
τυγχάνω (= τυχαία)
φαίνομαι / φανερός εἰμι (= φανερά)
φθάνω (= πρώτα, πρώτος).
γ) Ρήματα που σημαίνουν έναρξη, λήξη, καρτερία, ανοχή, κάματο, όπως ἄρχω, ἄρχομαι,
ἀπαλλάττομαι, ἀπολείπω, ἐπιλείπω (= αφήνω), λήγω, παύω, παύομαι, ὑπάρχω (= αρχίζω
πρώτος), ἀνέχομαι, ἀπαγορεύω, κάμνω (= κουράζομαι), καρτερῶ, ὑπομένω κ.τ.ό.:
π.χ .Ἄρξομαι διδάσκων ἐκ τῶν θείων.
Παύσασθε περὶ τούτου κατηγοροῦντες ἀλλήλων.
Ἀλλὰ μὴ κάμῃς φίλον ἄνδρα εὐργετῶν. (= Mήν κουραστείς να ευεργετείς)
δ) Ρήματα που σημαίνουν αίσθηση, γνώση, μάθηση, μνήμη και τα αντίθετά τους, όπως ἀγνοῶ,
αἰσθάνομαι, ἀκούω, γιγνώσκω, ἐπίσταμαι, εὑρίσκω, ὁρῶ, περιορῶ (=αδιαφορώ,
επιτρέπω), μανθάνω, ἐνθυμοῦμαι, μέμνημαι, ἐπιλανθάνομαι (= ξεχνώ) κ.τ.ό.:
π.χ. Αἰσθάνομαί τινας παραβαίνοντας τοὺς νόμους.
Μαζαῖος ἤκουσεν ἤδη προσάγοντα Ἀλέξανδρον.
Μέμνημαι τοιαῦτα ἀκούσας σου.
ε) Ρήματα που σημαίνουν δείξη, δήλωση, αγγελία, έλεγχο, όπως (ἀν)αγγέλω, ἐπιδείκνυμι,
ἀποδείκνυμι, δηλῶ, ἀποφαίνω, ἐλέγχω (= αποδεικνύω), παρέχω (= παρουσιάζω), φαίνω,
φαίνομαι κ.τ.ό.:
π.χ. Ἐπιδείξω Μειδίαν τουτονὶ μὴ μόνον εἰς ἐμὲ ἀλλὰ καὶ εἰς ὑμᾶς ὑβρικότα.
Καὶ μὴν οὐδ' ἀκαίρως φανησόμεθα μεμνημένοι περὶ τούτων.
στ) Ρήματα που σημαίνουν ψυχικό πάθος, όπως ἀγανακτῶ, αἰσχύνομαι, ἄχθομαι, ἥδομαι (=
ευχαριστιέμαι),χαίρω, λυποῦμαι, ὀργίζομαι, τέρπομαι, βαρέως φέρω κ.τ.ό.
π.χ. Ἀγανακτῶ ὁρῶν τὴν συκοφαντίαν ἄμεινον τῆς φιλοσοφίας φερομένην.
Καὶ ἐγὼ τοῖς καλῶς ἐρωτῶσι χαίρω ἀποκρινόμενος.
Παρατήρηση:
Μια μετοχή που εξαρτάται από ρήμα ψυχικού πάθους μπορεί να είναι και αιτιολογική. Είναι
κατηγορηματική, όταν δηλώνει πράξη σύγχρονη προς αυτό που σημαίνει το ρήμα, και
αιτιολογική, όταν δηλώνει πράξη προτερόχρονη:
π.χ. Ἀλλ' ἥδομαι, ὦ Κλέαρχε, ἀκούων σου φρονίμους λόγους. [κατηγορηματική]
Καὶ μετεμέλοντο τὰς σπονδὰς οὐ δεξάμενοι. [αιτιολογική]
+απαρέμφατο (δίνω την Γελοῖός σοι φαίνομαι εἶναι. (= Σου δίνω την
εντύπωση ότι) εντύπωση ότι είμαι γελοίος)
Επιρρηματική μετοχή
Η επιρρηματική μετοχή είναι άναρθρη, λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός και
εκφράζει τις επιρρηματικές σχέσεις του χρόνου, της αιτίας, του σκοπού, της υπόθεσης, της
εναντίωσης, της παραχώρησης ή του τρόπου. Έτσι, μια επιρρηματική μετοχή μπορεί να είναι,
αντίστοιχα, χρονική, αιτιολογική, τελική, υποθετική, εναντιωματική, παραχωρητική, τροπική.
Χρονική
απαντά σε όλους τους χρόνους (εκτός του μέλλοντα) και συνηθέστερα σε αόριστο
δέχεται άρνηση οὐ και μὴ
μεταφράζεται με χρονικούς συνδέσμους (όταν, αφού, μόλις, ενώ, ώσπου)
συχνά συνοδεύεται από χρονικά επιρρήματα όπως: ἅμα (= συγχρόνως), ἐνταῦθα (=
τότε), εὐθύς, ἤδη, μεταξὺ κ.α.
δηλώνει το προτερόχρονο ή το σύγχρονο (σπάνια το υστερόχρονο) σε σχέση με την πράξη
του ρήματος της πρότασης στην οποία ανήκει
ισοδυναμεί και αναλύεται σε δευτερεύουσα επιρρηματική χρονική πρόταση.
π.χ. Ἀρταξέρξου βασιλεύοντος Κῦρος ἐπὶ Σοῦσα ἐστράτευσεν. (= Όταν ο Αρταξέρξης ήταν
βασιλιάς, ο Κύρος εκστράτευσε ενάντια στη Σούσα.)
Αιτιολογική:
απαντά σε όλους τους χρόνους (σπάνια σε μέλλοντα)
δέχεται άρνηση οὐ
μεταφράζεται με αιτιολογικούς συνδέσμους (γιατί, διότι, επειδή)
συχνά συνοδεύεται με τους προσδιορισμούς διὰ ταῦτα, διὰ τοῦτο, ἐκ τούτου, οὕτως
Δηλώνει:
α) αντικειμενική αιτιολογία
Συχνά συνοδεύεται με τα μόρια ἅτε (δή), οἷον (δή), οἷα (δὴ).
Μεταφράζεται επειδή πράγματι.
β) υποκειμενική αιτιολογία
Συχνά συνοδεύεται από το μόριο ὡς
Μεταφράζεται με την ιδέα ότι, επειδή κατά τη γνώμη μου.
Τελική:
απαντά σε χρόνο μέλλοντα
δέχεται άρνηση μὴ
δηλώνει σκοπό
ακολουθεί συνήθως ρήματα κίνησης
μεταφράζεται με τελικό σύνδεσμο (για να, με σκοπό να)
συχνά συνοδεύεται με το μόριο ὡς και δηλώνει σκοπό υποκειμενικό
αναλύεται με δευτερεύουσα επιρρηματική τελική πρόταση. π.χ. Ἔπεμψε Θεόπομπον τὸν
Μιλήσιον λῃστὴν εἰς Λακεδαίμονα ἀπαγγελοῦντα τὰ γεγονότα. (= Έστειλε τον Θεόπομπο
τον Μιλήσιο ληστή για να αναγγείλει τα γεγονότα.)
Υποθετική:
απαντά σε κάθε χρόνο εκτός του μέλλοντα
δέχεται άρνηση μὴ
μεταφράζεται με τον υποθετικό σύνδεσμο (αν, εάν, σε περίπτωση που)
δηλώνει την προϋπόθεση κάτω από την οποία μπορεί ή θα μπορούσε να συμβεί αυτό
που δηλώνει το ρήμα της πρότασης (το δυνατό στο παρόν και στο μέλλον και το δυνατό
στο παρελθόν)
συχνά το ρήμα της πρότασης εκφέρεται με δυνητική ευκτική, δυνητική οριστική ή
δυνητικό απαρέμφατο, με οριστική μέλλοντα ή με ρήμα που σημαίνει δυνατότητα.
αναλύεται με δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση. π.χ. Οὐκ ἔστιν ἡμῖν μὴ
νικῶσι σωτηρία. (= Αν δεν νικήσουμε, δεν υπάρχει σωτηρία για μας.)
Εναντιωματική:
απαντά σε κάθε χρόνο εκτός του μέλλοντα
δέχεται άρνηση οὐ
μεταφράζεται με εναντιωματικό σύνδεσμο (αν και, ενώ, παρόλο που)
συχνά συνοδεύεται για έμφαση από τα: καί, καίπερ, καίτοι, πάνυ, καὶ ταῦτα
στην κύρια συχνά υπάρχουν τα: εἶτα, ἔπειτα
δηλώνει αντίθεση - εναντίωση προς τη σημασία του ρήματος
αναλύεται με δευτερεύουσα επιρρηματική εναντιωματική πρόταση. π.χ. Ὁ μέντοι
Ἀγησίλαος ἐκείνους καίπερ ὁρῶν οὐκ ἐδίωκεν. (= Αν και τους αντιλήφθηκε ο
Αγησίλαος, δεν τους καταδίωξε.)
Παραχωρητική:
απαντά σε κάθε χρόνο εκτός του μέλλοντα
δέχεται άρνηση οὐ
μεταφράζεται με παραχωρητικό σύνδεσμο (και αν, ακόμη και αν, και αν ακόμη)
συχνά συνοδεύεται από τα: καί, μηδέ, οὐδὲ
δηλώνει παραχώρηση προς τη σημασία του ρήματος
αναλύεται με δευτερεύουσα επιρρηματική παραχωρητική πρόταση. π.χ. Καὶ
ἀποστᾶσα πόλις ἀφίξεται εἰς σύμβασιν. (= Και ας αποστατήσει η πόλη θα έρθει
σε συμφωνία.)
Τροπική:
απαντά σε χρόνο συνήθως ενεστώτα
δέχεται άρνηση οὐ
μεταφράζεται: α) αν δεν έχει άρνηση με τροπικό επίρρημα ή με τροπική μετοχή της νέας
ελληνικής (με κατάληξη δηλαδή –οντας ή -ώντας) ή με το καθώς + ρήμα.
β )αν έχει άρνηση με τη φράση: χωρίς να + ρήμα
δεν αναλύεται σε δευτερεύουσα πρόταση. π.χ. Εἰσὶ δὲ τινες τῶν Χαλδαίων,
οἳ ληζόμενοι ζῶσιν. (= Υπάρχουν μερικοί από τους Χαλδαίους που ζουν ληστεύοντας.)
Απόλυτη μετοχή
Απόλυτη είναι η μετοχή της οποίας το υποκείμενο είναι λέξη που δεν έχει άλλη συντακτική θέση
στην πρόταση, αλλά λειτουργεί αποκλειστικά ως υποκείμενο της μετοχής. Η απόλυτη μετοχή
τίθεται σε πτώση γενική (γενική απόλυτη) ή αιτιατική (αιτιατική απόλυτη).
Α. Με γενική απόλυτη εκφέρεται κάθε επιρρηματική μετοχή προσωπικού ρήματος, εκτός της
τελικής:
Χρημάτων δεομένης τῆς Σπάρτης πρὸς πόλεμον, ἐπορεύθη ὁ Ἀγησίλαος εἰς Αἴγυπτον. [αιτιολογική]
Κολαζόντων ὑμῶν τοὺς ἀδικοῦντας ἔσονται οἱ νόμοι καλοὶ καὶ δίκαιοι. [υποθετική]
Ν.Ε.: Ξημερώνοντας τ' Αγιαννιού, λάβαμε τη διαταγή να κινήσουμε πάλι μπροστά. [χρονική]
π.χ. Ἐξόν μοι ἴσον λαμβάνειν οὐκ ἐλάμβανον. [εἰ καὶ ἐξῆν: εναντιωματική με Υ: λαμβάνειν]
Παρεκελεύοντο κραυγῇ οὐκ ὀλίγῃ χρώμενοι, ἀδύνατον ὂν ἐν νυκτὶ ἄλλῳ τῳ σημῆναι. [ἐπεὶ
ἀδύνατον ἦν: αιτιολογική με Υ: σημῆναι]
Παρατήρηση:
Ως αιτιατική απόλυτη απαντά, σπάνια, αιτιολογική μετοχή προσωπικού ρήματος συνοδευόμενη
από τα μόρια ὡς ή ὥσπερ: π.χ.Τοὺς υἱεῖς οἱ πατέρες ἀπὸ τῶν πονηρῶν ἀνθρώπων εἴργουσιν ὡς τὴν
μὲν τῶν χρηστῶν ὁμιλίαν ἄσκησιν οὖσαν τῆς ἀρετῆς, τὴν δὲ τῶν πονηρῶν κατάλυσιν.
Παρατήρηση:
Η κατηγορηματική μετοχή αναλύεται σε δευτερεύουσα πρόταση μόνο όταν εξαρτάται από ρήματα
που σημαίνουν αίσθηση, γνώση, μάθηση, μνήμη, δείξη, δήλωση, αγγελία, έλεγχο και
μεταφράζεται με το ότι.
έναρθρη
Αναλύεται σε αναφορική πρόταση, που εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ὅς, ἥ, ὅ στο γένος
και τον αριθμό της μετοχής, αλλά σε ονομαστική πτώση γιατί η αντωνυμία θα λειτουργεί ως
υποκείμενο στο ρήμα της αναφορικής πρότασης. Στην κύρια υποκαθιστούμε τη μετοχή με δεικτική
αντωνυμία (ἐκεῖνος, οὗτος) στο γένος, αριθμό και πτώση της μετοχής.
άναρθρη
Αναλύεται σε αναφορική πρόταση, που εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ὅς, ἥ, ὅ σε
ονομαστική και στον αριθμό και το γένος του όρου που προσδιορίζει η αναφορική πλέον πρόταση.
Το ρήμα της αναφορικής πρότασης μπαίνει στον ίδιο χρόνο με την μετοχή και την κατάλληλη
έγκλιση ανάλογα με τους κανόνες εκφοράς της αντίστοιχης πρότασης.
π.χ.
α. Αἱ πόλεις διοικοῦνται τοῖς νόμοις τοῖς κειμένοις. = Αἱ πόλεις διοικοῦνται τοῖς νόμοις τούτοις οἳ
κεῖνται.
π.χ. Οὐδένα οἶδα μισοῦντα τοὺς ἐπαινοῦντας. = Οἶδα ὅτι οὐδείς μισεῖ τοὺς ἐπαινοῦντας.
Ἔγνω τὴν εἰσβολὴν ἐσομένην. = Ἔγνω ὅτι ἡ εἰσβολὴ ἔσοιτο.
Χρονική μετοχή
Η επιλογή του κατάλληλου συνδέσμου εξαρτάται από τη μορφή της χρονικής σχέσης μεταξύ της
μετοχής και της κύριας πρότασης.
Παρατηρήσεις:
Η μετοχή ενεστώτα και παρακειμένου που εξαρτώνται από ιστορικό χρόνο ισοδυναμούν
αντίστοιχα με παρατατικό και υπερσυντέλικο.
Αν η μετοχή είναι χρονικοϋποθετική, που δηλώνει την αόριστη επανάληψη σε παρελθόν αναλύεται
με: ὅτε, ὁπότε + ευκτική στον ίδιο χρόνο
Αιτιολογική μετοχή
ἐπεί, ἐπειδή, διότι, ὅτι + οριστική (αν εξαρτάται από ρήμα αρκτικού χρόνου) ή
ἐπεί, ἐπειδή, διότι, ὅτι + ευκτική του πλαγίου λόγου (αν εξαρτάται από ρήμα ιστορικού χρόνου).
π.χ. Καὶ διὰ τοῦτο ὀργισθεὶς Ἀπόλλων κτείνει Κύκλωπας = Καὶ ἐπεὶ διὰ τοῦτο ὠργίσθη Ἀπόλλων,
κτείνει Κύκλωπας.
Τελική μετοχή
π.χ. Νῦν τοῦτο δεησόμενοι ἥκομεν. = Νῦν ἥκομεν ἵνα τοῦτο δεηθῶμεν.
Τριήρεις ἐπλήρου ὣς βοηθήσων κατὰ θάλατταν. = Τριήρεις ἐπλήρου ἵνα βοηθήσειε κατὰ θάλατταν.
Υποθετική μετοχή
Αναλύεται σε υποθετική πρόταση ανάλογα με τον λανθάνοντα υποθετικό λόγο που σχηματίζει με
το ρήμα της πρότασης. Την μορφή της δηλαδή καθορίζει η απόδοση.
π.χ. Ὄντων βωμῶν, εἰσὶ καὶ θεοί. = Εἰ εἰσὶ βωμοί, εἰσὶ καὶ θεοί. (πραγματικό)
Οὐκ ἂν ἦλθον δεῦρο, ὑμῶν μὴ κελευσάντων. = Οὐκ ἂν ἦλθον δεῦρο, εἰ ὑμεῖς μὴ ἐκελεύσατε. (μη
πραγματικό)
Νικήσαντες ἁπάντων τούτων ὑμεῖς κύριοι ἔσεσθε. = Ἐὰν νικήσητε, ἁπάντων τούτων ὑμεῖς κύριοι
ἔσεσθε. (προσδοκώμενο)
Ἐλθόντος τοῦ θανάτου οὐδεὶς βούλεται ἀποθανεῖν = Ἐὰν ἔλθῃ ὁ θάνατος, οὐδεὶς βούλεται
ἀποθανεῖν. (αόριστη επανάληψη στο παρόν και στο μέλλον)
Ταῦτα ποιοῦντες τοὺς θεούς βοηθοὺς ἔχοιτ` ἄν. = Εἰ ταῦτα ποιοῖτε, τοὺς θεοὺς βοηθοὺς ἔχοιτ` ἄν.
(απλή σκέψη του λέγοντος)
Ἀντιλέγων τις ὑπὸ τῶν τυράννων ἀπέθνῃσκε = Εἰ ἀντιλέγοι τις, ὑπὸ τῶν τυράννων ἀπέθνῃσκε.
(αόριστη επανάληψη στο παρελθόν)
Εναντιωματική μετοχή
Αναλύεται σε εναντιωματική πρόταση με:
εἰ καὶ + οριστική ή ευκτική και
ἔάν, ἄν, ἢν και + υποτακτική ανάλογα με το ρήμα της κύριας.
Οι λέξεις που συνοδεύουν ενίοτε την εναντιωματική μετοχή (καί, καίτοι, καίπερ, καὶ ταῦτα κλπ.),
δεν περιλαμβάνονται στη δευτερεύουσα εναντιωματική πρόταση.
π.χ. Κυρία γενομένη τοσούτων ἀγαθῶν οὐκ ἐφθόνησεν τοῖς ἄλλοις. = Εἰ καὶ ἐγένετο κυρία
τοσούτων ἀγαθῶν οὐκ ἐφθόνησεν τοῖς ἄλλοις.
Ὁ μέντοι Ἀγησίλαος ἐκείνους καίπερ ὁρῶν οὐκ ἐδίωκεν. = Ὁ μέντοι Ἀγησίλαος ἐκείνους, εἰ καὶ
ὁρῴη, οὐκ ἐδίωκεν.
Παραχωρητική μετοχή
Αν όμως στην κύρια υπάρχει άρνηση, τότε η μετοχή αναλύεται σε παραχωρητική πρόταση με:
Οι λέξεις που συνοδεύουν ενίοτε την παραχωρητική μετοχή (καί, μηδέ, οὐδὲ κλπ.), δεν
περιλαμβάνονται στη δευτερεύουσα παραχωρητική πρόταση.
π.χ. Καὶ ἀποστᾶσα πόλις ἀφίξεται εἰς σύμβασιν. = Καὶ ἂν ἀποστῇ πόλις, ἀφίξεται εἰς σύμβασιν.
Οὐδὲ δὶς ἀποθανόντες δίκην δοῦναι δύναντ΄ ἂν ἀξίαν. = Καὶ εἰ δὶς ἀποθάνοιεν, οὐ δίκην δοῦναι
δύναντ΄ ἂν ἀξίαν.
Το υποκείμενο του ρήματος της δευτερεύουσας πρότασης γίνεται υποκείμενο της μετοχής. Από
αυτό καθορίζεται αν η μετοχή που ζητείται θα είναι συνημμένη ή απόλυτη.
Ειδικότερα:
α) Αν το υποκείμενο (εννοούμενο ή μη) του ρήματος της δευτερεύουσας πρότασης είναι όρος
που έχει ήδη συντακτική θέση, δηλαδή είναι υποκείμενο, αντικείμενο ή προσδιορισμός στο
ρήμα ή σε άλλο ρηματικό τύπο της (λογικά) προηγούμενης πρότασης, τότε η μετοχή που ζητείται
θα είναι συνημμένη. Συνεπώς πρέπει η μετοχή που θα σχηματιστεί να συναφθεί στον όρο αυτόν,
ο οποίος θα γίνει το υποκείμενό της, και να συμφωνήσει στην πτώση, τον αριθμό και το γένος .
Παραδείγματα:
Ἡμεῖς οὔτε συνήλθομεν ὡς βασιλεῖ πολεμήσοντες οὔτε ἐπορευόμεθα ἐπὶ βασιλέα. (επιρρηματική
τελική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο του ρήματος)
β) Αν το υποκείμενο του ρήματος της δευτερεύουσας πρότασης δεν έχει συντακτική θέση στις
λογικά προηγούμενες προτάσεις, η μετοχή που ζητείται θα είναι απόλυτη.
Tο υποκείμενό της θα τεθεί σε πτώση γενική (γενική απόλυτη μετοχή)
ή αιτιατική (αιτιατική απόλυτη μετοχή) κατά κανόνα αν προέρχεται από απρόσωπο ρήμα.
Ο αριθμός και το γένος της γενικής απόλυτης μετοχής είναι ο αριθμός και το γένος του
υποκειμένου του ρήματος της δευτερεύουσας πρότασης η οποία συμπτύσσεται σε μετοχή.
Παραδείγματα:
Ἐπειδὴ δὲ ἡμέρα ἐγένετο, ἐπορεύοντο ἐν δεξιᾷ ἔχοντες τὸν ἥλιον. (δευτερεύουσα χρονική
πρόταση) Ἡμέρας δὲ γενομένης, ἐπορεύοντο ἐν δεξιᾷ ἔχοντες τὸν ἥλιον. (γενική απόλυτη
επιρρηματική χρονική μετοχή)
Εἰ μὴ ὑμεῖς ἤλθετε, ἐπορευόμεθα ἂν ἐπὶ βασιλέα.(δευτερεύουσα υποθετική πρόταση) Μὴ
ἐλθόντων ὑμῶν ἐπορευόμεθα ἂν ἐπὶ βασιλέα. (γενική απόλυτη επιρρηματική υποθετική μετοχή)
Η αιτιατική απόλυτη μετοχή τίθεται σε αιτιατική πτώση ουδετέρου γένους κυρίως ενικού
αριθμού και χρησιμοποιείται απρόσωπα.
Παράδειγμα:
Παρεκελεύοντό τε κραυγῇ οὐκ ὀλίγῃ χρώμενοι, ἐπειδὴ ἀδύνατον ἦν ἐν νυκτὶ ἄλλῳ τῳ σημῆναι.
(δευτερεύουσα αιτιολογική πρόταση) Παρεκελεύοντό τε κραυγῇ οὐκ ὀλίγῃ
χρώμενοι, ἀδύνατον ὂν ἐν νυκτὶ ἄλλῳ τῳ σημῆναι. (αιτιατική απόλυτη επιρρηματική αιτιολογική
μετοχή)
Παράδειγμα:
Οὗτος δέ τοί ἐστιν ὃς ἀπέκτεινεν αὐτούς. (δευτερεύουσα αναφορική πρόταση) Οὗτος δέ τοί
ἐστιν ὁ ἀποκτείνας αὐτούς. (έναρθρη επιθετική μετοχή)
Το ρήμα της δευτερεύουσας πρότασης μετατρέπεται σε μετοχή του ίδιου χρόνου (ή του
σχετικότερου από άποψη χρονικής βαθμίδας, αν δεν σχηματίζει μετοχή ο συγκεκριμένος
χρόνος).
(βλέπε την σημασία τους στις αντίστοιχες μετοχές και στις αντίστοιχες δευτερεύουσες προτάσεις)
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1. Να εντοπίσετε και να αναγνωρίσετε τις μετοχές στις παρακάτω προτάσεις:
1. Ἀπέλαβε δὲ τὴν τυραννίδα τρόπῳ τῷ εἰρημένῳ.
2. Τὴν μὲν οὖν γενομένην ναυμαχίαν αὐτοὶ κατὰ μόνας ἀπεωσάμεθα Κορινθίους.
3. Ἐπολέμει τοῖς Θρᾳξὶ τοῖς ὑπὲρ Ἑλλήσποντον οἰκοῦσι.
4. Ὁ δὲ Θηραμένης ὥσπερ εἰκὸς καὶ θεοὺς ἐπεκαλεῖτο καὶ ἀνθρώπους καθορᾶν τὰ γιγνόμενα.
5. Χρῇ γυναικὶ τῶν οὐσῶν, οἶμαι δὲ καὶ τῶν γεγενημένων καὶ τῶν ἐσομένων, χαλεπωτάτῃ.
6. Ὁρῶ καὶ τοὺς ἱππικοὺς βουλομένους γενέσθαι οὐ τοὺς εὐπειθεστάτους ἀλλὰ τοὺς θυμοειδεῖς
ἵππους κτωμένους.
7. Ὁ μὴ δαρεὶς οὐ παιδεύεται.
8. Καὶ πειράσομαι τῷ λόγῳ τοῦτον μὲν ἐπιδεῖξαι ψευδόμενον, ἐμαυτὸν δὲ βεβιωκότα μέχρι τῆσδε
τῆς ἡμέρας ἐπαίνου μᾶλλον ἄξιον ἢ φθόνου.
9. Ὁ δὲ [Κῦρος] ἐλπίδας λέγων διῆγε καὶ δῆλος ἦν ἀνιώμενος.
10. Φοβούμενοι τὴν ὁδὸν ὅμως συνηκολούθησαν.
11. Δηλοῖ αὐτὸν Ἀθηναῖον τὸν δῆμον ποιήσαντα, ψευδόμενος.
12. Ἐλυποῦντο οἱ δυνατοὶ καλὰ κτήματα ἀπολωλεκότες.
13. Ἀκροασάμενοι τῆς ἀπολογίας τότε ἤδη ψηφίζεσθε.
14. Συλλαμβάνει Κῦρον ὡς ἀποκτενῶν.
15. Δίκαια δράσας συμμάχους τοὺς θεοὺς ἕξεις.
16. Οἱ δ’ ἀπήγαγον τὸν ἄνδρα διὰ τῆς ἀγορᾶς μάλα μεγάλῃ τῇ φωνῇ δηλοῦντα οἷα ἔπασχε.
17. Ὁ μέντοι Ἀγησίλαος ἐκείνους καίπερ ὁρῶν οὐκ ἐδίωκεν.
18. Εὖ δ’ ἴσθι μηδὲν ἂν με τούτων ἐπιχειρήσαντά σε πείθειν.
19. Ἀλλὰ γὰρ οὐ πρὸς τὰς τούτων κτήσεις ἀποβλέψας ποιοῦμαι.
20. Τὴν μνήμην τὴν τῷ χρόνῳ συμπαρακολουθοῦσαν ἀθανασίας μεταλαμβάνομεν.
4.Να αναγνωρίσετε το είδος των μετοχών των επομένων προτάσεων και να μεταφράσετε.
α. Ἀδικοῦντα Φίλιππον ἐξήλεγξα.
β. Ἔλαθον εἰσελθόντες.
γ. Βασιλέα τὸν μέγαν αὐτὸν προσαγορεύομεν ὥσπερ αἰχμάλωτοι γεγονότες.
δ. Τροπαῖον ἔστησαν ὡς νενικηκότες.
ε. Ταῦτα ἦν ἔτι δημοκρατουμένης τῆς πόλεως.
στ. Τοῦτο λέξων ἔρχομαι.
ζ. Ἕλληνες ὄντες κατὰ τῆς Ἑλλάδος ἐμάχοντο.
η. Οὐκ ἔστιν ἡμῖν μὴ νικῶσι σωτηρία.
θ. Παρεκελεύοντο κραυγῇ οὐκ ὀλίγῃ χρώμενοι.
1. Ἐπεὶ Κλαζομενίων τινὲς ἐς τὴν Σπάρτην ἀφίκοντο, καὶ ὕβρει καὶ ἀλαζονείᾳ χρώμενοι τοὺς
τῶν ἐφόρων θρόνους ἀσβόλῳ κατέχρισαν. Ἐπεὶ δὲ ἔμαθον οἱ ἔφοροι, οὐκ ἠγανάκτησαν,
ἀλλὰ, ἐπεὶ τὸν δημόσιον κήρυκα ἐκάλεσαν, προσέταξαν αὐτὸν δημοσίᾳ κηρῦξαι τοῦτο δὴ τὸ
θαυμαζόμενον «ἐξέστω Κλαζομενίοις ἀσχημονεῑν».
2. Δύναμαι συνεῖναι ἀνθρώποις, οἳ δύνανται ἀναλίσκειν.
3. Ὁρῶ ὅτι τὰ πράγματα δυσκολίαν ἔχουσιν.
4. Ἐστρατεύσαμεν δὲ ἐπ’ αὐτὸν ἵνα δοῦλον ἀντὶ βασιλέως ποιήσαιμεν καὶ ἀποκτείναιμεν.
5. Ἐὰν παραβῇ τις τοὺς νόμους, δώσει δίκην.
6. Ἱκανοί εἰσιν οἱ θεοὶ τοὺς μικροὺς, κἂν ἐν δεινοῖς ὦσιν, σῴζειν εὐπετῶς.
Το μόριο ἂν
Το μόριο ἂν δηλώνει:
α) μια υπόθεση, η οποία αναφέρεται σαφώς ή λανθάνει ή υπονοείται.
β) κάτι που εξαρτάται από περιστάσεις ή προϋποθέσεις ή όρους,
γ) το αμφίβολο και ακοθόριστο νόημα μιας πράξης ή μιας ενέργειας.
Α. Το υποθετικό ἂν
Εισάγει:
α) δευτερεύουσες επιρρηματικές υποθετικές προτάσεις,
β) δευτερεύουσες επιρρηματικές εναντιωματικές προτάσεις με το καί, οι οποίες μαζί με την
απόδοση σχηματίζουν υποθετικό λόγο. (βλέπε στην αντίστοιχη ενότητα).
Β. Το δυνητικό ἂν
Παρατηρήσεις :
Το δυνητικό ἂν κανονικά ακολουθεί το ρήμα στο οποίο ανήκει. Σπανιότερα, προηγείται όταν:
υπάρχει άλλη λέξη ερωτηματική ή αρνητική, ισχυρό επίθετο ή επίρρημα, το γὰρ στην οποία
δίνεται έμφαση προηγείται κλπ
Η οριστική παρατατικού ή αορίστου με το δυνητικό ἄν, στις αποδόσεις των υποθετικών λόγων
χρησιμοποιείται για να δηλωθεί το επαναλαμβανόμενο στο παρελθόν.
Γ. Το αοριστολογικό ἂν
Δηλώνει την αοριστία ως προς το πρόσωπο ή το πράγμα που ενεργεί (υποκείμενο: όποιος κι αν,
οτιδήποτε κι αν), την ενέργεια (το ρήμα), τον χρόνο (επιρρηματικοί προσδιορισμοί του χρόνου:
οπουδήποτε κι αν, όταν, όποτε κι αν) ή την ποιότητα (επιρρηματικοί προσδιορισμοί του τρόπου ή
του ποσού: όπως κι αν, όσο κι αν).
Παρατηρήσεις :
Τίθεται μετά από χρονικούς συνδέσμους και αναφορικές αντωνυμίες και επιρρήματα και
σχηματίζει δευτερεύουσες επιρρηματικές χρονικοϋποθετικές και αναφορικοϋποθετικές
προτάσεις αντιστοίχως.
Με τους χρονικούς συνδέσμους: ὅτε, ὁπότε, ἐπεί, ἐπειδή συγχωνεύεται και σχηματίζει τους
χρονικοϋποθετικούς συνδέσμους: ὅταν, ὁπόταν, ἐπάν ή ἐπήν, ἐπειδάν.
Δ. Το ερωτηματικό ἂν
Συντάσσεται με υποτακτική.
Εισάγει δευτερεύουσες ονοματικές πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις ολικής άγνοιας.
π.χ. Σκέψασθαι ἂν ἀρέσκῃ τὸ λεχθέν. Ν(= Αναρωτηθείτε αν είναι αρεστό αυτό που ειπώθηκε.)
* Κάποιες φορές παρατηρείται παράλειψη του μορίου ἄν, όταν υπάρχει σε προηγούμενη
πρόταση. Κάποιες φορές παρατηρείται επανάληψη του μορίου ἄν, όταν ανάμεσα σ΄ αυτό και το
ρήμα παρεμβάλλεται άλλη φράση.
Το μόριο ὡς
Α. υποτακτικός σύνδεσμος ὡς
Εισάγει δευτερεύουσες προτάσεις:
ονοματικές ειδικές και εκφράζει υποκειμενική άποψη, μετά από ρήματα γνωστικά, λεκτικά
μεταφράζεται: "πως, κατά τη γνώμη..." (ὡς ἄρα = ότι τάχα)
π.χ. Λέγει γὰρ ὡς οὐδὲν ἐστιν ἀδικώτερον φήμης. (= Λέει πως τίποτε δεν είναι πιο άδικο από τη
φημολογία.)
ονοματικές πλάγιες ερωτηματικές
αναφορικές παραβολικές
μεταφράζεται: "όπως" και δηλώνει τρόπο, συχνά ακολουθεί το επίρρημα οὕτω.
Γ. εμφαντικό επιφώνημα
Μπαίνει στην αρχή επιφωνηματικών προτάσεων: π.χ. Ὡς υπερδέδοικά σου. (= Πόσο πολύ
φοβάμαι για σένα.)
Δ. Συνοδεύει:
αιτιολογική μετοχή
π.χ. Καὶ ὡς προθυμοτάτοις οὖσιν μῖν χάριν εἴσεται Κῦρος. (= Ο Κύρος θα σας χρωστά
ευγνωμοσύνη γιατί έχει τη γνώμη ότι είστε προθυμότατοι.)
τελική μετοχή, σε μέλλοντα μετά από ρήματα κίνησης: π.χ. Ὁ δὲ συλλαμβάνει Κῦρον ὡς
ἀποκτενῶν. (= Αυτός συλλαμβάνει τον Κύρον για να τον σκοτώσει.)
απόλυτο απαρέμφατο:
π.χ. Ὡς ἔπος εἰπεῖν, ὡς εἰπεῖν, ὡς συνελόντι εἰπεῖν. (= Για να το πω έτσι.)
κατηγορούμενο του αντικειμένου: π.χ. Ἐμὲ δ' οὐχ ὡς πρεσβευτὴν κρίνουσιν, ἀλλ' ὡς
ἐγγυητὴν Φιλίππου καὶ τῆς εἰρήνης. (= Εμένα λοιπόν όχι ως πρέσβη κρίνουν, αλλά ως
εγγυητή του Φιλίππου και της ειρήνης.)
Ε. καταχρηστική πρόθεση:
με αριθμητικό, σχηματίζοντας επιρρηματικό εμπρόθετο προσδιορισμό που δηλώνει ποσό κατά
προσέγγιση π.χ. Ἀσπίδας ἔλαβον ὡς διακοσίας. (= Έλαβαν ασπίδες περίπου διακόσιες.)
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1. Να αναγνωρίσετε το είδος του μορίου ἂν και να γίνει μετάφραση στις παρακάτω προτάσεις:
1. Οἴονται γὰρ τοὺς ἀχαρίστους καὶ περὶ θεοὺς ἂν μάλιστα ἀμελῶς ἔχειν καὶ περὶ γονέας καὶ
πατρίδα καὶ φίλους.
2. Βίᾳ γὰρ ἂν εἷλον τὸ χωρίον.
3. Τί γὰρ ἂν ἔλεγεν;
4. Εἰ μὴ φῶς εἴχομεν, ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἂν ἦμεν.
5. Ἵνα δὲ μὴ εἴπῃς ὅτι οὐκ αὖ μανθάνεις͵ ὅπως ἂν τοῦτο γένοιτο ἐγὼ φράσω.
6. Ἴσασι γὰρ οὐδένας ἄλλους πάλιν εἰς ἐλευθερίαν ἂν τὰ πράγματ’ ἐξάγοντας.
7. Τίνι δ’ ἂν εἴης φίλος μᾶλλον ἢ τῷ σώφρονι;
2. Να εντοπίσετε και να αναγνωρίσετε στο παρακάτω κείμενο τα είδη του ἂν και στη συνέχεια
να προσπαθήσετε να μεταφράσετε το απόσπασμα:
Ἐπεὶ κινδυνεύει πόλις ἀνδρῶν ἀγαθῶν εἰ γένοιτο, περιμάχητον ἂν εἶναι τὸ μὴ ἄρχειν ὥσπερ νυνὶ
τὸ ἄρχειν, καὶ ἐνταῦθ’ ἂν καταφανὲς γενέσθαι ὅτι τῷ ὄντι ἀληθινὸς ἄρχων οὐ πέφυκε τὸ αὑτῷ
συμφέρον σκοπεῖσθαι ἀλλὰ τὸ τῷ ἀρχομένῳ· ὥστε πᾶς ἂν ὁ γιγνώσκων τὸ ὠφελεῖσθαι μᾶλλον
ἕλοιτο ὑπ’ ἄλλου ἢ ἄλλον ὠφελῶν πράγματα ἔχειν.
3.Να εντοπίσετε τα είδη του ἄν στις παρακάτω προτάσεις και να προσπαθήσετε να κάνετε
μετάφραση:
1. Τοιαῦτα λέγεις, ἃ οὐδεὶς ἂν φήσειεν ἀνθρώπων
2. Εἴ τι ἄλλο τῶν ἀπορρήτων ἤκουον, οὐκ ἂν ἐπεξῆλθον αὐτῷ.
3. Ταῦτα δὲ καὶ δείξαιμι ἄν.
4. Ἐπίστευον ῥᾳδίως ἂν σῲζεσθαι.
5. Ἔγνω τούτους χαλεπῶς ἂν σωζομένους.
6. Πράττουσι ὅ τι ἂν βούλωνται.
7. Ἀλλὰ μᾶλλον λέγω ὅτι πολὺ θᾶττον ἂν τιμωροίμεθα αὐτούς, εἰ μηδένα ὑπάρχοιμεν ἀδικοῦντες.
4. Να εντοπίσετε τα είδη του ἂν στις παρακάτω προτάσεις και να προσπαθήσετε να κάνετε
μετάφραση:
1. Ἄν ἐγγὺς ἔλθῃ θάνατος, οὐδεὶς βούλεται θνῄσκειν.
2. Εἰ τοῖς θεοῖς πίστιν ἔχοιμεν, γιγνώσκομεν ἂν πορευόμενοι ἀσφαλῶς οἴκαδε.
3. Ὅ,τι ἂν μέλλῃς ἐρεῖν, πρότερον ἐπισκόπει τῇ γνώμῃ.
4. Εἰ μὲν γὰρ καὶ τοὺς ἄλλους ἀδικεῖν ἐτόλμων, εἰκότως ἂν μου κατεγιγνώσκετε καὶ περὶ τοῦτον
ἐξαμαρτάνειν.
5.Στις επόμενες προτάσεις επισημάνετε τις χρήσεις του μορίου «ὡς».
1. Ποιήσομαι δ' ὡς ἂν δύνωμαι διὰ βραχυτάτων τοὺς λόγους (= θα μιλήσω όσο μπορώ πιο
σύντομα).
2. Ἀκούω τινὰ διαβάλλειν, ὦ ἄνδρες, ἐμὲ ὡς ἐγὼ ἄρα ἐξαπατήσας ὑμᾶς μέλλω ἄγειν εἰς Φᾶσιν
(= ακούω κάποιον να με διαβάλλει, άνδρες, ότι εγώ τάχα, αφού σας εξαπατήσω, σκοπεύω να
σας οδηγήσω στον Φάση ποταμό).
3. Ἐν τῷ ἀσφαλεῖ ἤδη ἔσομαι, ὡς μηδὲν ἂν ἔτι κακὸν παθεῖν (= θα βρίσκομαι πια σε ασφαλές
μέρος, ώστε να μην είναι δυνατό να πάθω πλέον κανένα κακό).
4. Ἄκουσον, ὡς ἂν μάθῃς (= άκουσε, για να μάθεις).
5. Λακεδαιμόνιοι δέ, ὡς αὐτοῖς πρὸς τοὺς ἐν Ἰθώμῃ ἐμηκύνετο ὁ πόλεμος, ἄλλους τε
ἐπεκαλέσαντο συμμάχους καὶ Ἀθηναίους (= οι Λακεδαιμόνιοι δε, επειδή ο πόλεμος εναντίον
της Ιθώμης μάκραινε, κάλεσαν για βοήθεια και άλλους συμμάχους και Αθηναίους).
6. Οἱ Βυζάντιοι, ὡς εἶδον τὸ στράτευμα ἐσπῖπτον, φεύγουσι (= οι Βυζάντιοι, μόλις είδαν τον
στρατό να τους επιτίθεται, το έβαλαν στα πόδια).
Ονοματικοί Προσδιορισμοί
Ομοιόπτωτοι προσδιορισμοί:
Παράθεση
Επεξήγηση
Επιθετικός
Κατηγορηματικός Προσδιορισμός
Α. Η Παράθεση
Παράθεση είναι το ουσιαστικό ή το ονοματικό σύνολο, που προσδιορίζει κάποιο άλλο
ουσιαστικό και συμφωνεί με αυτό ως προς το γένος, τον αριθμό και την πτώση. Αποδίδει στον
όρο δίπλα στον οποίο τίθεται («παρατίθεται») ένα κύριο ή γνωστό γνώρισμα. Η παράθεση είναι
έννοια ευρύτερη, γενικότερη από αυτή την οποία προσδιορίζει, αναλύεται (και επομένως
μεταφράζεται) με αναφορική πρόταση και ακολουθεί μετά τον προσδιοριζόμενο όρο.
π.χ. Ἕκαστος γὰρ ὑμῶν εἴθισται προσφοιτᾶν ὁ μὲν πρὸς μυροπωλεῖον, ὁ δὲ πρὸς κουρεῖον, ὁ
δὲ πρὸς σκυτοτομεῖον, ὁ δ᾽ ὅποι ἂν τύχῃ.
Κάποιες φορές η παράθεση μπαίνει σε πτώση γενική, ενώ η λέξη που προσδιορίζει βρίσκεται σε
άλλη πτώση. Τότε λέγεται γενική παραθετική και προσδιορίζει:
Επίθετα που ισοδυναμούν με γενική ουσιαστικού και δηλώνουν προέλευση, καταγωγή ή ύλη,
όπως τα επίθετα πατρῷος [τοῦ πατρός], μητρῷος [τῆς μητρός], Ἀθηναῖος [ἐξ Ἀθηνῶν], χρυσοῦς
[ἐκ χρυσοῦ] κ.ά.
π.χ. Παππῷον ὄνομα εἶχεν, τοῦ ἐμοῦ πατρός.
Τις κτητικές αντωνυμίες ἡμέτερος, ὑμέτερος, σφέτερος
π.χ. Τὰ ἡμέτερα αὐτῶν τέκνα.
Β. Η Επεξήγηση
Επεξήγηση είναι το ουσιαστικό ή κάθε ουσιαστικοποιημένη λέξη που προσδιορίζει κάποιο άλλο
ουσιαστικό και συμφωνεί με αυτό ως προς το γένος, τον αριθμό και την πτώση. Η επεξήγηση
διασαφηνίζει και επεξηγεί την αόριστη και γενική έννοια του όρου τον οποίο προσδιορίζει. Είναι
έννοια ειδικότερη από τον προσδιοριζόμενο όρο. Στη μετάφραση η επεξήγηση μπορεί να
αποδοθεί με το «δηλαδή». Η επεξήγηση συνήθως έπεται του προσδιοριζόμενου όρου και
χωρίζεται από αυτόν με κόμμα.
Ουσιαστικό: π.χ. Λαβόντες δύο τριήρεις, Κορινθίαν καί Ἀνδρίαν, τοὺς ἄνδρας ἐξ αὐτῶν
κατακρημνήσειαν. (= Αφού κατέλαβαν δύο τριήρεις, της Κορίνθου και της Άνδρου, γκρέμισαν
από αυτές τους άνδρες).
Απαρέμφατο.
Έναρθρο: π.χ. Τοῦτό ἐστι τὸ ἀδικεῖν, τὸ πλέον τῶν ἄλλων ζητεῖν ἔχειν. (= Αυτό είναι αδικία, το να
ζητάς να έχεις περισσότερα από τους υπόλοιπους).
Άναρθρο: π.χ. Δύο μάλιστα οἱ τῶν Περσῶν παῖδες ἐδιδάσκοντο, ἄρχειν τε καί ἄρχεσθαι.
(= Δύο πράγματα διδάσκονταν ιδιαίτερα τα παιδιά των Περσών, και να εξουσιάζουν και να
εξουσιάζονται).
Ενδοιαστική πρόταση:
π.χ. Οὐ τοῦτο ἐφοβεῖτο, μή τινες πορεύσοιντο ἐπὶ τὴν ἐκείνου δύναμιν. (= Δεν φοβόταν αυτό,
μήπως δηλαδή κάποιοι στρέφονταν ενάντια στη δύναμή του).
Αναφορική πρόταση:
π.χ. Εἶτ’ οὐκ αἰσχύνεσθε, εἰ μηδὲ ταῦτα, ἃ πάθοιτ’ ἄν, νῦν καιρὸν ἔχοντες οὐ τολμήσετε;
(= Έπειτα δεν ντρέπεστε, εάν ούτε αυτά, τα οποία δηλαδή θα παθαίνατε, τώρα ενώ έχετε
ευκαιρία, δεν θα κάνετε;).
Τελική πρόταση:
π.χ. Τούτου ἕνεκα ταῦτα ἐποίησεν, ἵνα δοκῇ ἀγαθὸς εἶναι. (= Γι’ αυτό το λόγο έκανε αυτά, για να
φανεί δηλαδή ότι είναι ενάρετος).
Επίθετο: π.χ. Τὸ τῆς πόλεως ἦθος ἴδοι ἄν τις τοιοῦτον ὄν, ἄψευδὲς καὶ χρηστόν. (= Το ήθος της
πόλης θα μπορούσε να δει κανείς ότι είναι τέτοιο, δηλαδή ειλικρινές και ενάρετο).
π.χ. Ταύτην τὴν ἡμέραν οὕτως ἐπορεύθησαν, τὰ μέν τοι μαχόμενοι τὰ δὲ καὶ ἀναπαυόμενοι. (=
Αυτή την ημέρα έτσι προχώρησαν, δηλαδή αφενός με το να αγωνίζονται, και αφετέρου με το να
αναπαύονται).
π.χ. Οἱ Ἀθηναῖοι ἀμφοτέρωθεν, ἔκ τε γῆς καὶ ἐκ θαλάττης, ἡμύνοντο. (= Οι Αθηναίοι και από τα
δύο μέρη αμύνονταν, δηλαδή και από τη στεριά και από τη θάλασσα).
Παρατηρήσεις:
Στις φράσεις «ἔχω όνομα», «λαμβάνω ἐπωνυμίαν», η επεξήγηση που ακολουθεί βρίσκεται σε
ονομαστική πτώση π.χ. Ἔχω ὄνομα Σιμωνίδης.
Μερικές φορές η επεξήγηση μπορεί να συνοδεύεται από το ρήμα λέγω (= εννοώ, θέλω να πω)
οπότε εκφέρεται σε πτώση αιτιατική ως αντικείμενο του ρήματος (σπανιότερα στην πτώση του
ουσιαστικού που επεξηγείται).
π.χ. Προσέκρουσα ἀνθρώπῳ πονηρῷ, Ἀνδροτίωνα λέγω. (= Φιλονίκησα με κακοήθη άνθρωπο,
δηλαδή τον Ανδροτίωνα).
π.χ. Τὸν παῖδα δείξει μητρί, τ’ Ἐριβοία λέγω. (= Θα δείξει το παιδί στην μητέρα, δηλαδή την
Εριβοία).
Γ. Ο επιθετικός προσδιορισμός
Επιθετικός προσδιορισμός ονομάζεται ο ομοιόπτωτος προσδιορισμός που αποδίδει μια μόνιμη
ιδιότητα στο ουσιαστικό που προσδιορίζει. Ο επιθετικός προσδιορισμός συμφωνεί με το
ουσιαστικό που προσδιορίζει σε γένος, αριθμό και πτώση και συνήθως συνοδεύεται από άρθρο.
Δ. Ο κατηγορηματικός προσδιορισμός
Κατηγορηματικός προσδιορισμός ονομάζεται ο προσδιορισμός που αποδίδει μια παροδική
ιδιότητα στο ουσιαστικό που προσδιορίζει. Ο κατηγορηματικός προσδιορισμός συμφωνεί με το
ουσιαστικό που προσδιορίζει σε γένος, αριθμό και πτώση και χρησιμοποιείται χωρίς άρθρο.
Ενώ οι δεικτικές αντωνυμίες ἐκεῖνος, -η, -ο - οὗτος, αὕτη, τοῦτο και ὅδε, ἥδε, τόδε λειτουργούν
πάντοτε ως κατηγορηματικοί προσδιορισμοί.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρείτε τους ομοιόπτωτους προσδιορισμούς στα παρακάτω παραδείγματα:
1. Πέμπουσιν ἐπὶ τὸν ἕτερον στρατηγὸν τῶν ἐπὶ Θρᾴκης, Θουκυδίδην τὸν Ὀλόρου, ὃς τάδε
ξυνέγραψεν.
2. Tρία γάρ ἐστι τὰ μέγιστα ἃ διαφυλάττει καὶ διασῴζει τὴν δημοκρατίαν καὶ τὴν τῆς πόλεως
εὐδαιμονίαν, πρῶτον μὲν ἡ τῶν νόμων τάξις, δεύτερον δ᾽ ἡ τῶν δικαστῶν ψῆφος, τρίτον δ᾽ ἡ
τούτοις τἀδικήματα παραδιδοῦσα κρίσις.
3. Ἅπας ὁ τῶν ἀνθρώπων βίος […] φύσει καὶ νόμοις διοικεῖται.
4. Ἐπὶ τὸν Εὐφράτην ποταμόν…
5. Ἅπασιν ἐξητασμένος φαίνεται, λέγω φράτερσι, συγγενέσι, δημόταις.
6. Ὁ τοῦ θανάτου φόβος…
7. Τοῦτο σκοποῦμεν, ὅπως ἡ φιλία πλεῖστον χρόνον συμμενεῖ.
8. Κατέλαβον τὰς πόλεις ἐρήμους.
9. Οὐκ ἐπὶ τούτῳ κάθηται ὁ δικαστής, ἐπὶ τῷ καταχαρίζεσθαι τὰ δίκαια.
10. Δώδεκα μὲν ναυσὶ μόναις παρόντων Ἀθηναίων περὶ Ναύπακτον…
11. Ὁ νόμος οὕτω τάττει, μὴ τὸν μάντιν τοῦ στρατηγοῦ ἄρχειν ἀλλὰ τὸν στρατηγὸν τοῦ μάντεως.
12. Ἡ κατὰ νόμον τιμωρία…
13. Πάντες ἀπῆλθον, οἱ μὲν ἐπὶ τὸν ποταμόν, οἱ δὲ ἐπὶ τὰ σκευοφόρα.
14. Καὶ τὸ πάντων δεινότατον, ὑμεῖς μὲν τοῦτον οὐ προὔδοτε, […] οὗτος δ᾽ ὑμᾶς νυνὶ
προδέδωκεν .
15. Μνηστήρ μοι ἦν ποταμός, Ἀχελῶον λέγω.
16. Ἀθηναῖος εἶ, πόλεως τῆς μεγίστης.
17. Εἶχον τὰς ἀσπίδας ἐκκεκαλυμμένας.
18. Οἱ δὲ πάντες μὲν οὐκ ἦλθον, οἳ ἦσαν Κύρῳ πιστότατοι.
19. Καὶ τοῦτο μὲν οὐκ ἀγνοῶ, ὅτι ταῦτα ἀποφθέγματα οὐκ ἀξιόλογά ἐστιν.
20. Ὁρμισάμενοι δὲ ἐς Σύβοτα λιμένα τῆς ἠπείρου.
4.Να εντοπίσετε τις παραθέσεις και τις επεξηγήσεις στις παρακάτω προτάσεις και να
αναφέρετε τον όρο, τον οποίο προσδιορίζουν.
α. Εὐθὺς ἔπεμψεν οἴκαδε ἀγγελοῦντα Δημοτέλη τὸν κήρυκα.
β. Καὶ ἡμεῖς οἱ στρατηγοὶ ἠχθόμεθά τε τοῖς γεγενημένοις.
γ. Ἔχω ὄνομα Σοφοκλῆς.
δ. Τὸν ἡγεμόνα οἱ Ἕλληνες ἀποπέμπουσι δῶρα δόντες ἵππον καὶ φιάλην ἀργυρᾶν.
ε. Οὔκ ἐστι πενίας ἱερόν, αἰσχίστης θεοῦ.
στ. Ταῦτα λέγω, ὡς τὸ παράπαν οὐ νομίζεις θεούς.
5.Να εντοπίσετε τις παραθέσεις και τους προσδιοριζόμενους όρους στις επόμενες περιόδους.
1. Ἔπεμψε Θεόπομπον τὸν Μιλήσιον λῃστὴν εἰς Λακεδαίμονα.
2. Λύσανδρος δὲ τοῖς ἐφόροις ἔπεμψεν Ἀριστοτέλην, φυγάδα Ἀθηναῖον ὄντα.
3. Κλεόκριτος δὲ ὁ τῶν μυστῶν κῆρυξ, μάλ’ εὔφωνος ὤν, ἔλεξεν.
4. Προσοικοῦσι δ’ αὐτὴν Ταυλάντιοι βάρβαροι, Ἰλλυρικὸν ἔθνος.
5. Ἐπορεύθησαν δὲ πεζῇ ἐς τὴν Ἀπολλωνίαν, Κορινθίων οὖσαν ἀποικίαν.
6. Ἐστρατήγει δὲ τῶν μὲν νεῶν Ἀριστεὺς ὁ Πελλίχου καὶ Καλλικράτης ὁ Καλλίου καὶ Τιμάνωρ ὁ
Τιμάνθους, τοῦ δὲ πεζοῦ Ἀρχέτιμός τε ὁ Εὐρυτίμου καὶ Ἰσαρχίδας ὁ Ἰσάρχου.
7. Πλεύσαντες ἐς Λευκάδα τὴν Κορινθίων ἀποικίαν τῆς γῆς ἔτεμον.
8. Κυλλήνην τὸ Ἠλείων ἐπίνειον ἐνέπρησαν.
9. Ἀφίκοντο ἐς Ἀχαρνάς, χωρίον μέγιστον τῆς Ἀττικῆς.
10. Καὶ ἡμεῖς οἱ στρατηγοὶ ἠχθόμεθά τε τοῖς γεγενημένοις.
11. Καὶ τὸ πάντων δεινότατον, ὑμεῖς τοῦτον οὐ προὔδοτε.
12. Οὐκ ἐτολμήσαμεν ὑπὲρ τῆς ἡμετέρας αὐτῶν σωτηρίας ἀφέσθαι τῆς πόλεως.
13. Κεῖνται πεσόντες, πίστις οὐ σμικρά.
Ετερόπτωτοι προσδιορισμοί
α) Σε γενική
Κτητική
Δημιουργού
Διαιρετική
Ύλης
Περιεχομένου
Ιδιότητας
Αξίας ή τιμήματος
Αιτίας
Υποκειμενική
Αντικειμενική
Συγκριτική
Αναφοράς (σπανίως, με επίθετα)
Επεξηγηματική: π.χ. Πολλοὶ τῶν στρατιωτῶν ἀπέπλεον ὡς ἐδύνατο. [διαιρετική] Ἐζήτει εἶναι
κύριος ἁπάντων. [αντικειμενική]
β) Σε δοτική
Αντικειμενική
Αναφοράς: π.χ. Ἔργοις φιλόπονος ἴσθι, μὴ λόγοις μόνον. [αναφοράς]
γ) Σε αιτιατική
Αναφοράς: π.χ. Διὰ μέσου τῆς πόλεως ῥεῖ ποταμὸς Κύδνος ὄνομα.
Γενική κτητική. Φανερώνει τον κτήτορα ή κάτοχο ενός αντικειμένου ή προσώπου. Το ουσιαστικό
εκφράζει το κτήμα ή την ιδιότητα, ενώ η γενική τον κτήτορα ή εκείνον που έχει την ιδιότητα.
Συνήθως εξαρτάται:
α) από επίθετα που δηλώνουν συγγένεια, φιλία ή έχθρα: οἰκεῖος, συγγενής, κοινός, ἱερός, ξένος,
φίλος, ἐπιτήδειος, εὕνους, ἐχθρός, πολέμιος, ἴδιος κ.ά.
β) από αφηρημένα ουσιαστικά: ἀνδρεία, εὐσέβεια, σωφροσύνη , πραότης κ.ά. π.χ. Ὁ ἀγρὸς τοῦ
Περικλέους.
Γενική δημιουργού. Φανερώνει τον δημιουργό ενός έργου, συνήθως πνευματικού. Συνήθως
εξαρτάται από ουσιαστικά όπως: νόμος, ἔργον, λόγος, κατόρθωμα, ἔπος κ.ά. π.χ. Νόμοι
Δράκοντος.
Γενική διαιρετική. Προσδιορίζει κυρίως λέξεις που δηλώνουν ποσό ή αριθμό και συχνά επίθετα
υπερθετικού βαθμού, καθώς και επίθετα και αντωνυμίες ουδετέρου γένους. Δηλώνει ένα
σύνολο, μέρος του οποίου είναι το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό. Συνήθως εξαρτάται από λέξεις
που φανερώνουν:
α) αριθμό ή ποσό
β) επίθετα ή επιρρήματα υπερθετικού βαθμού.
γ) ονόματα τόπων και πόλεων.
π.χ. Οἱ νέοι τῶν ὁπλιτῶν.
Γενική της ύλης. Φανερώνει την ύλη, από την οποία είναι κατασκευασμένο κάτι. π.χ. Στέφανος
δάφνης.
Γενική περιεχομένου. Φανερώνει το περιεχόμενο από το οποίο είναι κατασκευασμένο κάτι, από
τι αποτελείται δηλαδή. Συνήθως εξαρτάται από περιεκτικά ή περιληπτικά ουσιαστικά όπως:
ἀγέλη, πλῆθος, ἔθνος, δῆμος, βουλή, λαός, ὄχλος κ.ά. π.χ. Τὸ πλῆθος τῶν Πλαταιῶν.
Γενική ιδιότητας. Όπως δηλώνει το όνομά της, φανερώνει την ιδιότητα, δηλαδή την ηλικία, το
βάρος, το μέγεθος, την κοινωνική τάξη ή οποιοδήποτε άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του όρου
που προσδιορίζει. Συχνά μπορεί να συνοδεύεται από ποσοτικό επίθετο ή αριθμητικό. π.χ. Ἀνὴρ
μεγίστης ἀρετῆς.
Γενική αξίας ή του τιμήματος. Φανερώνει την ηθική ή υλική αξία του όρου που προσδιορίζει.
Συνήθως εξαρτάται από:
α) επίθετα όπως: ἄξιος, ἀνάξιος, ἀντάξιος, ἀξιόχρεως, ὠνητός, τίμιος, ἄτιμος κ.ά.
β) επιρρήματα που με τη ίδια ρίζα όπως: ἀξίως, ἀναξίως κ.ά. π.χ. Θυσία δύο ταλάντων
Παρατήρηση:
Η γενική που εξαρτάται από τα επίθετα ἄξιος, ἀνάξιος και αναφέρεται σε πρόσωπα
ονομάζεται γενική αντικειμενική και όχι της αξίας π.χ. Περικλῆς ἄξιος μεγίστων τιμῶν ἦν.
Γενική αιτίας. Φανερώνει την αιτία για την οποία γίνεται κάτι.
Συνήθως εξαρτάται από:
α) ουσιαστικά και επίθετα δικανικά όπως: δίκη, γραφή, ἔγκλημα, κλοπή, ἀγών, αἴτιος, ἀναίτιος,
ἔνοχος, ὑπόλογος, κ.ά.
β) ουσιαστικά και επίθετα που εκφράζουν ψυχικό πάθος όπως: φόβος , οργή, λύπη,
τάλας,εὐδαίμων κ.ά. π.χ. Ὑπόδικος κλοπῆς
Γενική συγκριτική. Φανερώνει το πρόσωπο ή το πράγμα με το οποίο συγκρίνεται ένα άλλο όμοιό
του, αποτελώντας το β' όρο της σύγκρισης αυτής.
Εξαρτάται από:
α) επίθετα συγκριτικού βαθμού
β) λέξεις με συγκριτική σημασία, όπως: πρότερος, δεύτερος, ἕτερος, τόσος κ.ά. π.χ. Ἡ ἀρετὴ
σεμνοτέρα τῆς κακίας ἐφαίνετο.
ΠΡΟΣΟΧΗ:
Η γενική που προσδιορίζει υπερθετικό βαθμό θα χαρακτηριστεί συγκριτική,
εάν ο α΄ όρος σύγκρισης δεν περιλαμβάνεται σ’ αυτά που δηλώνει η ίδια,
και διαιρετική, εάν ο α΄ όρος σύγκρισης περιλαμβάνεται σ’ αυτά που δηλώνει η ίδια.
π.χ. Ὁ πόλεμος ἔσται ἀξιολογώτατος τῶν προγεγενημένων (η γενική προγεγενημένων που
προσδιορίζει το υπερθετικού βαθμού επίθετο ἀξιολογώτατος είναι συγκριτική, γιατί ο
μελλοντικός πόλεμος δεν περιλαμβάνεται στους προηγούμενους, οι οποίοι δηλώνονται με τον β΄
όρο σύγκρισης).
π.χ. Ναυμαχία αὕτη μεγίστη δὴ τῶν πρὸ αὐτῆς γεγένηται (η γενική τῶν πρὸ αὐτῆς που
προσδιορίζει το υπερθετικού βαθμού επίθετο μεγίστη είναι διαιρετική, διότι η συντελεσμένη
ναυμαχία συμπεριλαμβάνεται σε εκείνες που διεξήχθηκαν κατά το παρελθόν, σε εκείνες δηλαδή
που δηλώνονται από τον β΄ όρο σύγκρισης).
Γενική της αναφοράς. Συνάπτεται με επίθετα. Σπανίως συναντάται αυτή η εκδοχή της γενικής,
καθώς συνάπτεται κυρίως με τροπικά και τοπικά επιρρήματα που συνοδεύουν ρήματα. π.χ. Ἀλλὰ
τῶν μὲν ἄλλων ἐλάττων λόγος (μτφρ. Για τους άλλους έχει μικρότερη σημασία ο λόγος).
π.χ. Ἀναγκαῖον ἔσται τὰ τοῦ γήρως ἐπιτελεῖσθαι καὶ ὁρᾶν τε καὶ ἀκούειν ἧττον καὶ διανοεῖσθαι
χεῖρον καὶ δυσμαθέστερον ἀποβαίνειν καὶ ἐπιλησμονέστερον, καὶ ὧν πρότερον βελτίων ἦν,
τούτων χείρω γίγνεσθαι (μτφρ. Θα αναγκαστώ να υπομένω όσα σχετίζονται με τα γεράματα,
δηλαδή και να βλέπω και να ακούω λιγότερο και χειρότερα να σκέφτομαι και δυσκολότερα να
μαθαίνω και ευκολότερα να ξεχνώ και σε όσα προηγουμένως ήμουν καλύτερος, σε αυτά να
γίνομαι χειρότερος).
Γενική επεξηγηματική. Επεξηγεί άλλο ουσιαστικό γεωγραφικού όρου. Π.χ. Ἡ πόλις τῆς Ἀντιοχείας.
Δοτική της αναφοράς. Φανερώνει αναφορικά με τι ισχύει αυτό που εκφράζει το επίθετο.
Εξαρτάται από επίθετα, όπως: ἀσθενής, δεινός, καλός, ἱκανός, ἰσχυρός, φοβερός, ταχὺς κ.ά. π.χ.
Κλέαρχος ἀδύνατος ἦν τῷ σώματι.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
οἱ μὲν οὖν Ἕλληνες παρ’ αὐτὴν ἐσκήνησαν ἐγγὺς παραδείσου μεγάλου καὶ καλοῦ καὶ δάσεος (=
δάσους) παντοίων δένδρων, οἱ δὲ βάρβαροι διαβεβηκότες τὸν Τίγρητα· […] ἐπεὶ δὲ Πρόξενος
εἶπεν ὅτι αὐτός εἰμι ὃν ζητεῖς, εἶπεν ὁ ἄνθρωπος τάδε. Ἔπεμψέ με Ἀριαῖος καὶ Ἀρτάοζος, πιστοὶ
ὄντες Κύρῳ καὶ ὑμῖν εὖνοι, καὶ κελεύουσι φυλάττεσθαι μὴ ὑμῖν ἐπιθῶνται τῆς νυκτὸς οἱ
βάρβαροι· (17.) ἔστι δὲ στράτευμα πολὺ ἐν τῷ πλησίον παραδείσῳ. καὶ παρὰ τὴν γέφυραν τοῦ
Τίγρητος ποταμοῦ πέμψαι κελεύουσι φυλακήν. […]
Ξενοφώντα, Κύρου Ἀνάβασις, 2,4,14-17
4. Να επιλέξετε την απάντηση που δηλώνει το σωστό είδος της γενικής σε καθεμία από τις
παρακάτω προτάσεις.
α. Ὁ ἄπειρος γραμμάτων οὐ βλέπει βλέπων.
α. διαιρετική, β. υποκειμενική, γ. αντικειμενική, δ. κτητική.
γ. Νόμοι Σόλωνος.
α. διαιρετική, β. ιδιότητας, γ. του δημιουργού, δ. κτητική
α) Σε γενική
Διαιρετική
Αναφοράς
Αξίας
Αντικειμενική
Συγκριτική
Αφετηρίας / χωρισμού
Αίτας [σε επιφώνημα]:
Ἀξίως ἡμῶν αὐτῶν ἐπολεμήσαμεν. [αξίας]
Ἠσκήσατε τὰ εἰς τὸν πόλεμον πολὺ μᾶλλον τῶν πολεμίων. [συγκριτική]
β) Σε δοτική
Αντικειμενική
Αναφοράς
Ποσού (μέτρου ή διαφοράς):
Ὁμοίως τούτῳ ἀναμάρτητός εἰμι. [αντικειμενική]
γ) Σε αιτιατική
Με τα ομοτικά μόρια νή, μά· σχηματίζονται εμπρόθετοι προσδιορισμοί που δηλώνουν επίκληση:
Νὴ τοὺς θεοὺς συγγνώμην ἔχω ὑμῖν.
Αναφοράς [σε τροπικά επιρρήματα + ἔχω]:
Εὖ ἔχομεν τὰ σώματα.
Α. Η Γενική
Η γενική, όταν συνοδεύει επιρρήματα, έχει συνήθως τις λειτουργίες και τις σημασίες που
διαθέτει όταν συνοδεύει επίθετα, καθώς πολλά επιρρήματα παράγονται από επίθετα ή ως προς
τη σημασία τους αντιστοιχούν σε κάποια επίθετα.
H γενική μετά από επιρρήματα διακρίνεται στα ακόλουθα είδη:
1. Γενική Διαιρετική. Συνήθως εξαρτάται από επιρρήματα:
α) Τοπικά (ἄνω, ποῦ, ὅπου, οὗ, οὐδαμοῦ, πανταχοῦ, αὐτοῦ, ἐνταῦθα, ἔνθα, πολλαχοῦ, πόθεν
β) Χρονικά (πότε, ὀψέ, πηνίκα, πρωί κ.α.)
γ) Ποσοτικά (ἅπαξ, δίς, τρίς, ποσάκις, πολλάκις, μάλιστα, ἄγαν κ.α.)
π.χ. Οἱ ἐκπεπτωκότες ἔμενον ἔξω τῆς Ἀττικῆς.
2. Γενική της Αναφοράς. Συνήθως εξαρτάται από τροπικά επιρρήματα (εὖ, καλῶς, μετρίως, ὡς, πῶς,
ἱκανῶς, οὕτως, κ.α.) συνοδευόμενα από τα ρήματα ἔχω, ἥκω, κεῖμαι.
π.χ. Βασιλεὺς πῶς ἔχει παιδείας;
3. Γενική της Αξίας. Συνήθως εξαρτάται από επιρρήματα που έχουν την ίδια ρίζα με επίθετα που
συντάσσονται με γενική της αξίας. Τέτοια επιρρήματα είναι : ἀξίως , ἀναξίως, ἀνταξίως κ.α.)
π.χ. Ἀξίως εἰπεῖν τῶν τετελευτηκότων.
4. Γενική Αντικειμενική. Συνήθως εξαρτάται από επιρρήματα που έχουν την ίδια ρίζα με επίθετα
που συντάσσονται με γενική αντικειμενική. Τέτοια επιρρήματα είναι : ἀπείρως, ἐμπείρως,
ἀμελῶς, ἐπιμελῶς, ἀφειδώς, ἐγκρατῶς, ἀκρατῶς κ.α.
π.χ. Ἀπείρως εἶχον τῶν πραγμάτων.
5. Γενική Συγκριτική. Λειτουργεί ως β΄ όρος σύγκρισης και εξαρτάται από επιρρήματα συγκριτικού
βαθμού. π.χ. Ὁρῶν δ᾽ αὐτοὺς λυπουμένους μᾶλλον τοῦ προσήκοντος.
6. Γενική της Αφετηρίας / χωρισμού. Δηλώνει τοπική ή χρονική αφετηρία, το τοπικό δηλαδή ή το
χρονικό σημείο από το οποίο αρχίζει κάτι. Προσδιορίζει επιρρήματα που δηλώνουν
απομάκρυνση, χωρισμό ή προσέγγιση, όπως ἔξω, ἐκτός, πόρρω / πρόσω, ἐντός, εἴσω, ἐγγύς,
πλησίον, πέραν, μακράν, ἐναντίον, ὄπισθεν, ἑκατέρωθεν, ἀμφοτέρωθεν, μεταξύ, ἔμπροσθεν κ.α.
π.χ. Ἐγγὺς τῆς πόλεως.
7. Γενική της αιτίας. Η γενική που προσδιορίζει επιφωνήματα είναι γενική της αιτίας. Δηλώνει την
αιτία που προκάλεσε την αναφώνηση και προσδιορίζει επιφωνήματα που δηλώνουν λύπη ,
αγανάκτηση, θαυμασμό , όπως φεῦ, οἴμοι, βαβαί / παπαί, νή, μά και το κλητικό επιφώνημα ὦ.
π.χ. Οἴμοι τῶν ἐμῶν κακῶν.
Β. Η Δοτική
Η δοτική, που προσδιορίζει επιρρήματα έχει λειτουργίες ανάλογες με τη δοτική που συνοδεύει
επίθετα.
H δοτική μετά από επιρρήματα διακρίνεται στα ακόλουθα είδη:
Δοτική αντικειμενική.
Συνήθως εξαρτάται από επιρρήματα των οποίων το επίθετο συντάσσεται με δοτική
αντικειμενική. Τέτοια επιρρήματα είναι: εὐμενῶς, δυσμενῶς, δυσκόλως, χαλεπῶς, ἑπομένως,
ἐφεξῆς, ἀκολούθως, ὁμολογουμένως, ὁμοίως, συμφώνως , ἅμα, ὁμοῦ, διαφόρως , ἐναντίως,
χρησίμως, πλησίον, πρεπόντως κ.α. π.χ. Ἅμᾳ τῇ ἡμέρᾳ.
Δοτική της Αναφοράς. Συνήθως εξαρτάται από τροπικά επιρρήματα (εὖ, καλῶς, μετρίως, ὡς,
πῶς, ἱκανῶς, οὕτως,κ.α.) συνοδευόμενα από το ρήμα ἔχω. π.χ. Καὶ πῶς ἔχετε ταῖς διανοίαις (περὶ
τούτων), θεωρήσατε.
Δοτική του ποσού (μέτρου ή της διαφοράς). Δηλώνει ποσοτική διαφορά και προσδιορίζει
επιρρήματα συγκριτικού (σπάνια υπερθετικού) βαθμού, καθώς και επιρρήματα θετικού βαθμού
με συγκριτική σημασία (ὀλίγῳ, πολλῷ, ὅσῳ, τόσῳ κ.α.) π.χ. Θρίβων ὀλίγῳ πλείους διεβίβασε.
Γ. Η Αιτιατική
Η αιτιατική, που προσδιορίζει επιρρήματα έχει λειτουργίες ανάλογες με τη αιτιατική που
συνοδεύει επίθετα.
Αιτιατική της αναφοράς. Συνήθως εξαρτάται από τροπικά επιρρήματα (εὖ, καλῶς, μετρίως, ὡς,
πῶς, ἱκανῶς, οὕτως,κ.α.) συνοδευόμενα από το ρήμα ἔχω. π.χ. Ὑγιαίνουσιν οἱ τὰ σώματα εὖ
ἔχοντες.
Με αιτιατική συντάσσονται και τα ομοτικά μόρια μά, νή. π.χ. Ναὶ μὰ Δία
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1. Να εντοπίσετε και να χαρακτηρίσετε τους ετερόπτωτους προσδιορισμούς με εξάρτηση από
επιρρήματα στα παρακάτω παραδείγματα
1.1. Ἔπραξεν ἑπομένως τῷ νόμῳ.
1.2. Πρωΐ τῆς ἡμέρας ἐγυμνάζοντο.
1.3. Καὶ οὐ πολλῷ χρόνῳ ὕστερον Νικήρατος […] ὑπὸ τῶν τριάκοντα ἀπέθανεν.
1.4. Ὀψὲ τῆς ἡμέρας.
1.5. Οὐκ οἶδα πῶς ἔχει Δαρεῖος παιδείας.
1.6. Ἐγγὺς τῆς πόλεως ἡ μάχη ἐγένετο.
1.7. Αἱ μάχαι κρίνονται μᾶλλον ταῖς ψυχαῖς ἢ ταῖς τῶν σωμάτων ῥώμαις.
1.8. Ἐγγὺς τοῦδε τοῦ μνήματος.
1.9. Χρῆν δὲ Μυτιληναίους καὶ πάλαι μηδὲν διαφερόντως τῶν ἄλλων ὑφ’ ἡμῶν τετιμῆσθαι.
1.10. Οὕτως ἔχει σοι ταῦτα.
1.11. Πόθεν τῆς γῆς ἦλθες;
1.12. Ὁμολογουμένως τῇ φύσει ζῆν.
1.13. Ἀξίως εἰπεῖν τῶν τετελευτηκότων.
1.14. Φεῦ τοῦ ἀνδρός.
1.15. Οὗτοι μάχονται ἀξίως τοῦ λόγου.
1.16. Ἀκολούθως τοῖς εἰρημένοις.
1.17. Λάθρᾳ δὲ μητρὸς καὶ πατρὸς πορεύομαι.
1.18. Ἅμα δὲ τῇ εἰσόδῳ τῶν Έλλήνων πολλοὶ τῶν κατοίκων ἔτρεχον διὰ τοῦ πεδίου.
1.19. Τῶν μεγίστων ἐπιτηδευμάτων οὐκ ἀπείρως ἔχουσιν.
1.20. Ἥξει πόλεμος καὶ λοιμὸς ἅμα αὐτῷ.
2.Να εντοπίσετε όλους τους ομοιόπτωτους και ετερόπτωτους προσδιορισμούς στο κείμενο που
ακολουθεί:
Αἴτιον δὲ τούτων ἐστίν ὅτι τῶν ἀγαθῶν καὶ τῶν κακῶν οὐδὲν αὐτὸ καθ’ αὐτὸ παραγίγνεται τοῖς
ἀνθρώποις, ἀλλὰ συντέκταται καὶ συνακολουθεῖ τοῖς μὲν πλούτοις καὶ ταῖς δυναστείαις ἄνοια καὶ
μετὰ ταύτης ἀκολασία, ταῖς δ’ ἐνδείαις καὶ ταῖς ταπεινότησι σωφροσύνη καὶ πολλὴ μετριότης,
ὥστε χαλεπὸν εἶναι διαγνῶναι πότεραν ἄν τις δέξαιτο τῶν μερίδων τούτων τοῖς παισὶ τοῖς αὑτοῦ
καταλιπεῖν.
Οι επιρρηματικοί προσδιορισμοί
1. Τα επιρρήματα
Τα επιρρήματα ως καθαρώς επιρρηματικοί προσδιορισμοί δηλώνουν χρόνο, τόπο,
τρόπο και ποσό.
α) Ως καθαρώς επιρρηματικοί προσδιορισμοί του χρόνου λειτουργούν τα χρονικά επιρρήματα,
καθώς και αντωνυμικά επιρρήματα σε –τε, όπως: νῦν, ἀεί, χθές, αὔριον, πάλαι, ἄρτι (= μόλις),
παραχρῆμα (= αμέσως), πώποτε, οὔποτε, ἑκάστοτε κ.α. μπ.χ. Περὶ δὲ τῶν τοιούτων
οὐδεὶς πώποτ’ αὐτῶν συγγράφειν ἐπεχείρησεν. Κατέβην χθὲς εἰς Πειραιᾶ.
Kίνηση προς τόπο (κατεύθυνση)· εκφράζεται με επιρρήματα που λήγουν κυρίως σε –δε, -ζε, -σε,
-οιόπως: ἐνθάδε, Ἀθήναζε, ἐκεῖσε, ὅποι κ.α. π.χ. Θρίβων ἀπῆλθε οἴκαδε.
Kίνηση από τόπο (αφετηρία, προέλευση)· εκφράζεται με επιρρήματα που λήγουν σε –θεν όπως:
ἐντεῦθεν, πανταχόθεν, ἑκατέρωθεν κ.α. π.χ. Γνοίη ἄν τις ἐκεῖθεν τὴν δύναμιν αὐτῶν.
Η διά τόπου κίνηση· εκφράζεται με επιρρήματα που λήγουν σε –ῃ όπως: ὅπῃ, ταύτῃ, ἄλλῃ,
οὐδαμῇ κ.α. π.χ. Ἕτεροι ἄλλῃ ἔφευγον.
Παρατήρηση:
Το επίρρημα μάλιστα, όταν συντάσσεται με αριθμητικά, σημαίνει «περίπου». π.χ. Κερκυραῖοι
τριάκοντα ναῦς μάλιστα διέφθειραν
α. Η γενική.
Γενική του τόπου (σπαν.). Η χρήση της είναι περιορισμένη: π.χ. Θέτις ἀνεδύη ἁλός.
Γενική της αιτίας. Δηλώνει την αιτία των ρημάτων (ρηματικών τύπων) που προσδιορίζει. Τέτοια
είναι:
α) Ρήματα ψυχικού πάθους: ἄγαμαι (θαυμάζω), εὐδαιμονίζω, ἥδομαι, θαυμάζω, οἰκτίρω
(λυπάμαι), ὀργίζομαι, κ.α.
Παρατήρηση:
Mε τα ρήματα αυτά η γενική της αιτίας δηλώνει το έγκλημα για το οποίο κάποιος κατηγορείται
ή δικάζεται (ονομάζεται και γενική του εγκλήματος). π.χ. Ἀσεβείας φεύγω ὑπὸ Μελήτου.
Γενική του σκοπού. Είναι γενική έναρθρου απαρεμφάτου που εκφράζει το σκοπό της ενέργειας
του ρηματικού τύπου που προσδιορίζει. π.χ. Ἔπεμψαν πρέσβεις τοῦ λαβεῖν τ’ ἀνδράποδα.
Γενική της αξίας ή του ποσού. Προσδιορίζει ρήματα που δηλώνουν αγορά ή πώληση, όπως:
ἀγοράζω, ἀνταλλάσσω, πιπράσκω (πουλώ), πωλῶ, τιμῶ (ορίζω ως τιμή), ὠνοῦμαι (αγοράζω) κ.α.
π.χ. Μείζονος αὐτὰ τιμῶνται.
β. Η δοτική
β) Δοτικοφανή επιρρήματα, δηλαδή τη δοτική ονομάτων· και δηλώνουν στάση σε τόπο ή κίνηση
διαμέσου ενός τόπου (διέλευση), όπως: ἄλλῃ (αλλού, από αλλού), ᾖ / ὅπῃ (όπου, από όπου),
ταύτῃ (εδώ, μέσα από αυτό το μέρος), τῇδε (σ’αυτό εδώ το μέρος) κ.α. π.χ. Ἡ ἐν Μαραθῶνι μάχη
Μήδων πρὸς Ἀθηναίους.
γ. Η αιτιατική.
Αιτιατική της ποινής. Συντάσσεται με ρήματα που έχουν τη σημασία του «καταδικάζω». π.χ.
Ἀθηναῖοι Σωκράτους θάνατον κατέγνωσαν.
6. Οι επιρρηματικές μετοχές
Η επιρρηματική μετοχή, λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός και εκφράζει ανάλογα με το
είδος της τις επιρρηματικές σχέσεις του χρόνου, της αιτίας, του σκοπού, της υπόθεσης, της
εναντίωσης, του τρόπου.
π.χ. Ἐκεῖθεν δ’ εὐθὺς ἐπισιτισάμενοι ἔπλευσαν εἰς Αἰγὸς ποταμούς(χρονική μετοχή, δηλώνει
χρόνο).
π.χ. Οἱ Κερκυραῖοι ὡς νενικηκότες τρόπαιον ἔστησαν (αιτιολογική μετοχή δηλώνει αιτία).
π.χ. Τοῦτο λέξων ἔρχομαι (τελική μετοχή δηλώνει σκοπό).
π.χ. Αἰσχύνοντο ἂν μὴ ἀποδιδόντες χάριτας (υποθετική μετοχή δηλώνει υπόθεση).
π.χ. Ἕλλην ὤν Ἕλληνας ἀδικεῖ (εναντιωματική μετοχή δηλώνει εναντίωση).
π.χ. Κραυγὴν πολλὴν ἐποίουν καλοῦντες ἀλλήλους(τροπική μετοχή δηλώνει τρόπο).
7. Οι επιρρηματικές προτάσεις
οι επιρρηματικές προτάσεις λειτουργούν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί και εκφράζουν
ανάλογα με το είδος τους τις επιρρηματικές σχέσεις του χρόνου, της αιτίας, του σκοπού, της
υπόθεσης, της εναντίωσης.
Ὁπότε θύοι Κρίτων (= Κάθε φορά που θυσίαζε ο Κρίτων), ἐκάλει Αρχέδημον (δευτερεύουσα
χρονική πρόταση, δηλώνει χρόνο).
π.χ. Θαυμάζω σε ἐν ταῖς συμφοραῖς, ὡς ῥᾳδίως αὐτὰς καὶ πρᾴως φέρεις (= … επειδή με
ευκολία και ηρεμία υπομένεις αυτές) (δευτερεύουσα αιτιολογική πρόταση, δηλώνει αιτία).
π.χ. Μὴ μέλλωμεν, ἵνα μή ὁ καιρὸς παρέλθῃ. (= … για να μη περάσει ο χρόνος) (δευτερεύουσα
τελική πρόταση, δηλώνει σκοπό).
π.χ. Φῶς εἰ μὴ εἴχομεν (= Αν φως δεν είχαμε), ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἂν ἦμεν. (δευτερεύουσα
υποθετική πρόταση, δηλώνει προϋπόθεση).
π.χ. Γελᾷ ὁ μωρός, κἄν τι μὴ γελοῖον ᾖ (= … ακόμα κι αν κάτι δεν είναι αστείο) (δευτερεύουσα
εναντιωματική πρόταση, δηλώνει εναντίωση).
π.χ. Ἔχω τριήρεις, ὥστε ἑλεῖν τὸ ἐκείνων πλοῖον (= … ώστε να κυριεύσω το καράβι εκείνων)
(δευτερεύουσα συμπερασματική πρόταση, δηλώνει αποτέλεσμα).
π.χ. Δεῖ πρεσβείαν πέμπειν, ἥτις ταῦτ’ ἐρεῖ (= … για να πει αυτά) (δευτερεύουσα αναφορική
επιρρηματική τελική πρόταση, δηλώνει σκοπό).
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Να βρεθούν και να αναγνωριστούν οι επιρρηματικοί προσδιορισμοί στο παρακάτω κείμενο.
Καίτοι ἔγωγε καὶ τιμῶμαι ἐκ τοῦ τοιούτου καὶ ἧσσον ἑτέρων περὶ τῷ ἑμαυτοῦ σώματι ὀρρωδῶ,
νομίζων ὁμοίως ἀγαθὸν πολίτην εἶναι […]· μάλιστα γὰρ ἄν ὁ τοιοῦτος καὶ τὰ τῆς πόλεως δι’
ἑαυτὸν βούλοιτο ὀρθοῦσθαι. ὅμως δὲ οὔτε ἐν τῷ πρότερον χρόνῳ διὰ τὸ προτιμᾶσθαι εἶπον
παρὰ γνώμην οὔτε νῦν ἄλλ’ ἧ ἂν γιγνώσκω βέλτιστα ἐρῶ.
Ορισμός:
Όροι της σύγκρισης ονομάζονται δυο ουσιαστικά (που φανερώνουν πρόσωπα, ζώα, πράγματα,
καταστάσεις, ιδιότητες) ή άλλα μέρη του λόγου, όταν συγκρίνονται μεταξύ τους.
Α. Ο πρώτος (α') όρος σύγκρισης δηλώνει το πρόσωπο ή το πράγμα, από το οποίο «ξεκινάμε»,
όταν κάνουμε σύγκριση.
Παρατήρηση:
Για να έχουμε α' και β' όρο σύγκρισης πρέπει οπωσδήποτε στην πρόταση να υπάρχει επίθετο ή
επίρρημα συγκριτικού βαθμού, ή άλλες λέξεις με συγκριτική σημασία.
Επίθετα ή επιρρήματα υπερθετικού βαθμούπ.χ. Ἡ στρατεία ἐγένετο μεγίστη τῶν πρὸ αὐτῆς.
αντωνυμίες και επίθετα που έχουν συγκριτική έννοια: ἄλλος, ἕτερος, διάφορος, ὕστερος,
πρότερος, όσα (επίθετα) λήγουν σε –πλασιος (διπλάσιος, τριπλάσιος) κ.λ.π. π.χ. Ὄψόμεθα δὲ τὴν
πόλιν διπλασίας μὲν ἢ νῦν τὰς προσόδους λαμβάνουσαν
Α. Ο α' όρος σύγκρισης μπορεί να είναι οποιοσδήποτε όρος της πρότασης και εκφέρεται
ποικιλοτρόπως: π.χ.
Β.1. Όταν είναι ουσιαστικό ή άλλη λέξη που χρησιμοποιείται αντί ουσιαστικού:
Β.2. Όταν δεν είναι ουσιαστικό, αλλά κάποια άλλη λέξη ή φράση, με:
γ. «παρὰ» + αιτιατική
π.χ. Ἡλίου ἐκλείψεις συνέβησαν πυκνότεραι παρὰ τὰ μνημονευόμενα.
ε. ἢ «κατὰ» + αιτιατική
π.χ. Ἄγις ἔτυχε σεμνοτέρας ἢ κατὰ ἄνθρωπον ταφῆς.
στ. ἢ ὡς / ὥστε + απαρέμφατο (όταν υπάρχει δυσαναλογία ανάμεσα στα μέρη που συγκρίνονται
π.χ. Ἀριστείδης δικαιότερος ἦν ἢ ὥστε τὸν τοῦ πλήθους φθόνον ἐκφυγεῖν.
ζ. ἢ + ονομαστική (συνήθως εννοείται το ρ. εἰμὶ ή άλλο ρήμα όμοιο με το ρήμα του πρώτου όρου)
π.χ. Ἀνδρὸς δυνατωτέρου ἢ ἐγώ (ενν.εἰμί).
Τοῖς μᾶλλον ἀκμάζουσιν ἢ ἐγὼ (ενν. ἀκμάζω) παραινῶ τοιαῦτα λέγειν.
η. ἢ + ολόκληρη πρόταση
π.χ. Τὰ ἐκείνων ἔργα μείζω ἐστὶν ἢ ὡς τῷ λόγῳ τις ἂν εἴποι.
Β.4. Μερικές φορές ο β’ όρος σύγκρισης είναι δυνατόν να εκφέρεται βραχυλογικά με τις γενικές:
«τοῦ ὄντος», «τοῦ δέοντος», «τοῦ δικαίου», «τοῦ προσήκοντος», «τοῦ λόγου» κ.ά. που
ισοδυναμούν με «ἢ» + πρόταση π.χ. Ἡ κακία ἐφαίνετο λευκοτέρα καὶ ἐρυθροτέρα τοῦ ὄντος (ἢ
ὄντως ἦν).
Σπανιότερα
ἀντὶ / πρὸ + γεν., παρὰ +
αιτ., (ἢ) πρὸς + αιτ., ἢ κατὰ+
αιτ., ἢ / ἢ ὡς / ἢ ὥστε +
απαρέμφατο ἢ +
ονομαστική, ἢ + πρόταση
Βραχυλογικά
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρείτε τον β΄ όρο σύγκρισης και να επισημάνετε την εκφορά του.
α. Δυνατώτεροι αὐτοὶ αὑτῶν ἐγίγνοντο.
β. Τὴν ἀρετὴν ἑλοίμην ἂν ἀντὶ πολλῶν κτημάτων.
γ. Ἀναγκαῖον ἦν συντομώτερον ἢ σαφέστερον διαλεχθῆναι.
δ. Κρεῖσσόν ἐστι λόγου τὸ κάλλος τῆς γυναικός.
ε. Καλῶς ἀκούειν μᾶλλον ἢ πλουτεῖν θέλε.
2.Να συμπληρώσετε τις προτάσεις επιλέγοντας τον κατάλληλο τύπο β΄ όρου σύγκρισης (ἢ
οἰκτίρεσθαι, τοῦ λαλεῖν, ἢ βασιλεῖ, ἢ πρόσθεν, ἢ ὥστε ἐπιλαθέσθαι τῆς δυστυχίας τῆς ἑαυτῶν, ἢ
κατ’ ἀνθρώπου φύσιν).
α. Οἱ Πέρσαι Κύρῳ μᾶλλον ἦσαν φίλοι ………………………………….
β. Κρεῖσσόν ἐστι φθονεῖσθαι …………………………………………….
γ. Πείθονται μᾶλλον τοῖς ἄρχουσι νῦν …………………………………….
δ. Νέοις τό σιγᾶν κρεῖττὸν ἐστι …………………………………………….
ε. Οἰκτίρω, ὅτι πρεσβύτεροι ……………………………………………….
στ. Λοιμὸς μείζων ………………………… ἐπεγένετο.
3.Να συμπληρώσετε τις προτάσεις επιλέγοντας τον κατάλληλο τύπο του επιθέτου ή του
επιρρήματος, αλλά στον συγκριτικό βαθμό. (εὖ, πρό, πιστούς, μάλα, πιστοί, πολλοῦ).
α. Ἀγησίλαος ἐπαινούμενος ἔχαιρε ……………… ἢ χρήματα κτώμενος.
β. Οἱ ὀφθαλμοὶ μάρτυρες ………………… τῶν ὤτων εἰσίν.
γ. Μηδὲν περὶ …………… ποιοῦ πρὸ τοῦ δικαίου.
δ. Ἀπεκρίναντο ὅτι …………… ἂν ἀποθάνοιεν ἢ τὰ ὅπλα παραδοῖεν.
ε. Δέομαι ὑμῶν μὴ τοὺς λόγους ………… ἡγήσασθαι τῶν ἔργων.
στ. Τοῖς νέοις τὸ σιγᾶν ………… ἐστὶ τοῦ λαλεῖν.
4.Να επισημάνετε τους συγκρινόμενους όρους στις ακόλουθες προτάσεις και να αναφέρετε τον
τρόπο εκφοράς του β΄ όρου σύγκρισης.
1. Τίς ἂν καλλίων κρίσις τούτου γένοιτο ἢ ὡς ἐπολεμήσαμεν πρὸς ἀλλήλους;
2. Ἀριστείδης δικαιότερος ἦν ἢ ὥστε τὸν τοῦ πλήθους φθόνον ἐκφυγεῖν.
3. Πόλεμος ἔνδοξος εἰρήνης αἰσχρᾶς αἱρετώτερος.
4. Σωκράτης παίζων οὐδὲν ἧττον ἢ σπουδάζων ἐλυσιτέλει τοῖς συνδιατρίβουσι.
5. Ὅπλα ἔτι πλείω ἢ κατὰ τοὺς νεκροὺς ἐλήφθη.
6. Ἐκείνων πολὺ μᾶλλον ἢ ἐμοῦ μᾶλλον κατηγορεῖς.
7. Οὐδὲν ἄλλο σκοπεῖν ἀνθρώπῳ προσήκει ἀλλ’ ἢ τὸ βέλτιστον καὶ τὸ ἄριστον.
α) Ό,τι και η μετοχή του παθητικού παρακειμένου ή του ενεργητικού ή του μέσου
(σπανιότερα παθητικού) ενεστώτα και αορίστου του ρήματος από το οποίο παράγεται το
ρηματικό επίθετο:
π.χ. Πάντες γὰρ καὶ οἱ κληρωτοὶ καὶ οἱ χειροτονητοὶ δοκιμασθέντες ἄρχουσιν. (μτφρ. Διότι όλοι,
και εκείνοι που έχουν εκλεγεί με κλήρο και εκείνοι που έχουν εκλεγεί με άρση των χεριών,
αναλαμβάνουν την εξουσία αφού δοκιμαστούν οι ικανότητές τους.)
π.χ. Οὕτω μὲν δὴ ἀπέπλευσαν ἄπρακτοι ἐκ Μιλήτου οἱ Πέρσαι. (μτφρ. Και έτσι οι Πέρσες έφυγαν
άπραγοι από την Μίλητο.)
β) Εκείνον που μπορεί να πάθει ό,τι σημαίνει το ρήμα από το οποίο παράγεται το ρηματικό
επίθετο (τρωτός: ὁ δυνάμενος τιτρώσκεσθαι). Τέτοια ρηματικά επίθετα είναι τα ακόλουθα:
ἄβατος διδακτὸς
ἀκουστὸς μαθητὸς
ἀνεκτὸς νοητός
ἀπρόσιτος ὁρατὸς
ἁπτὸς προσβατὸς / προσιτὸς
ἄρρητος ῥητὸς
ἄτρωτος τρωτὸς
(δια)βατὸς ὠνητός
γ) Εκείνον που αξίζει να πάθει ό,τι σημαίνει το ρήμα από το οποίο παράγεται το ρηματικό
επίθετο (θαυμαστός: ὁ ἄξιος θαυμάζεσθαι). Mερικά από αυτά τα ρηματικά επίθετα είναι τα
παρακάτω:
π.χ. Οὐκοῦν οὐ μεμπτὸς ὁ μισθός ἐστι τῆς ἐπιστήμης τοῖς ἀνθρώποις. (μτφρ. Συνεπώς δεν είναι άξια
μομφής η ανταμοιβή της επιστήμης για τους ανθρώπους.)
π.χ. Ὅσα μὲν ἂν νοῦς τε καὶ διάνοια ἐργάσηται, ταῦτά ἐστι τὰ ἐπαινετά, ἃ δὲ μή, ψεκτά. (μτφρ. Όσα
παράγουν ο νους και η διάνοια είναι εκείνα που αξίζουν έπαινο, όσα πάλι δεν παράγονται από αυτά
τα δύο είναι τα άξια ψόγου.)
Τα ρηματικά επίθετα σε - τός/ τος ισοδυναμούν : δυνατόν / ἄξιον ἐστί + απαρέμφατο του οικείου
ρήματος. Συνήθως προσδιορίζονται από μια δοτική προσωπική (ενεργούντος προσώπου /του
ποιητικού αιτίου. Χρησιμοποιούνται όπως κάθε επίθετο, κυρίως ως επιθετικός προσδιορισμός,
κατηγορούμενο (με το ἐστί), ή επιρρηματικό κατηγορούμενο (με ρήμα κίνησης), υποκείμενο,
αντικείμενο.
Αναλυτικότερα:
Κατά την προσωπική σύνταξη:
1. Τονίζεται στο υποκείμενο του ρήματος (ονομαστική πτώση)
2. Το ρηματικό επίθετο τίθεται σε θέση κατηγορουμένου και συμφωνεί με το υποκείμενο του
ρήματος σε πτώση αριθμό και γένος
3. Ισοδυναμεί νοηματικά με: δυνατόν ἐστί ή ἄξιὀν έστι + απαρέμφατο παθητικού αορίστου ή
ενεστώτα παθητικής φωνής (παθητική σύνταξη) ή δυνατόν ἐστί ή ἄξιον έστί + απαρέμφατο
ενεστώτα ενεργητικής φωνής (ενεργητική σύνταξη)
Αναλυτική σύνταξη:
ἐστί = ρήμα
ἡ ἀρετή = υποκείμενο ρήματος
διδακτή = κατηγορούμενο στο ἀρετή
τινί = δοτική προσωπική του ποιητικού αιτίου
Η πρόταση ισοδυναμεί με: δυνατόν ἐστί διδαχθῆναι τήν ἀρετήν ὑπό τινός (παθητική σύνταξη) ή
δυνατόν ἐστί τινά διδάσκειν τήν ἀρετήν (ενεργητική σύνταξη)
Παράδειγμα
Βιωτόν ἡμῖν ἐστιν μετά μοχθηροῦ και διεφθαρμένου σώματος;
Αναλυτική σύνταξη:
Βιωτόν ἐστιν =ρήμα
ἡμῖν = δοτική προσωπική του ενεργούντος προσώπου
μετά σώματος = εμπρόθετος προσδιορισμός της συνοδείας
μοχθηροῦ και διεφθαρμένου= επιθετικοί προσδιορισμοί στο σώματος
Η πρόταση ισοδυναμεί με: δυνατόν ἐστί / ἄξιὀν ἐστι ἡμᾶς βιοῦν / ζῆν μετά μοχθηροῦ και
διεφθαρμένου σώματος;
Αναλυτικότερα:
Κατά την προσωπική σύνταξη:
1. Τονίζεται στο υποκείμενο του ρήματος (ονομαστική πτώση)
2. Το ρηματικό επίθετο τίθεται σε θέση κατηγορουμένου και συμφωνεί με το
υποκείμενο του ρήματος σε πτώση αριθμό και γένος
3. Το ρηματικό επίθετο προέρχεται από ρήμα μεταβατικό (δέχεται αντικείμενο σε πτώση
αιτιατική) και τίθεται σε πτώση ονομαστική
4. Έχει παθητική σημασία και ισοδυναμεί με : δεῖ +απαρέμφατο παθητικού αορίστου ή
Ενεστώτα παθητικής φωνής (παθητική σύνταξη). Η σύνταξη μπορεί να μετατραπεί και
σε ενεργητική: δεῖ + απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής.
Συντακτική ανάλυση
ἐστί = ρήμα
ἡ πόλις= υποκείμενο ρήματος
ὠφελητέα = κατηγορούμενο στο υποκείμενο
σοι = δοτική προσωπική του ποιητικού αιτίου
Η πρόταση ισοδυναμεί με: δεῖ ὠφελεῖσθαι/ ὠφεληθῆναι τήν πόλιν ὑπό σοῦ (παθητική
σύνταξη) ή δεῖ σε ὠφελεῖν τήν πόλιν (ενεργητική σύνταξη)
Αναλυτική σύνταξη:
μεθεκτέον ἐστίν = ρήμα
τονῶν νόμων = αντικείμενο
ἐκείνων = κατηγορηματικός προσδιορισμός στο νόμων
ἡμῖν =δοτική προσωπική του ποιητικού προσώπου
Αναλυτική σύνταξη:
αἱρετέον ἐστίν = ρήμα
τον θάνατον = αντικείμενο του ρήματος
ἡμῖν = δοτική προσωπική του ποιητικού αιτίου
μετ’ εὐδοξίας: εμπρόθετος προσδιορισμός του τρόπου
3.Στις ακόλουθες προτάσεις αφού εντοπίσετε σε ποια από τα ρηματικά επίθετα εμφανίζεται η
προσωπική σύνταξη με την παθητική σημασία και σε ποια η απρόσωπη σύνταξη με την ενεργητική
σημασία, να τα επαναδιατυπώσετε με τις ισοδύναμες εκφράσεις τους (δεῖ + απαρέμφατο, ἄξιον –
ἀνάξιον – δυνατόν - ἀδύνατόν ἐστι + απαρέμφατο):
1. Ἀρετῆς σοι μεταδοτέον τοῖς πολίταις.
2. Ὠφελητέα σοι ἡ πόλις ἐστί.
3. Ἴσως οὖν ἡμῖν γε ἀρκτέον ἀπὸ τῶν ἡμῖν γνωρίμων.
4. Οὐδὲ τοῖς ἱππεῦσι προσβατὸν ἦν
5. Οὗτοι δὲ καὶ ζῶντες καὶ ἀποθανόντες ἡμῖν ζηλωτοί.
6. Θεραπευτέοι εἰσίν οἱ θεοί.
7. Πειρατέον σοι τὴν Ἑλλάδα εὖ ποιεῑν.
8. Μεθεκτέον τῶν πραγμάτων πλείοσι.
9. Ἆρ’ οὖν βιωτόν ἐστιν ἡμῖν μετὰ διεφθαρμένου σώματος;
ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Οι ειδικές προτάσεις
γ. ὡς ἄρα (= ότι τάχα, ότι δήθεν)· εισάγει υποκειμενική, ξένη γνώμη, που αντικρούεται από
τον ομιλητή ή τον συγγραφέα, εκφράζοντας έτσι έντονα τις αμφιβολίες ή τις αντιρρήσεις του
για την ορθότητά της.
π.χ. Ἀκούω τινὰ διαβάλλειν ἐμέ, ὡς ἐγὼ ἄρα ἐξαπατήσας ὑμᾶς μέλλω ἄγειν εἰς Φᾶσιν (μτφρ.
Ακούω πως κάποιος με διαβάλλει διαδίδοντας πως τάχα εγώ, αφού σας εξαπατήσω να σας
οδηγήσω στον Φάση)
δ. ὅπως (σπανίως)
π.χ. Ὅπως οὐκ ἐγγεγένηται ἁμαρτήματα οὐκ ἂν ἔχειν μοι δοκῶ εἰπεῖν (μτφρ. Νομίζω πως
δεν μπορώ να πω πως δεν έχουν γίνει λάθη).
Σημειώσεις:
Το φημὶ και τα δοξαστικά ρήματα συντάσσονται με ειδικό απαρέμφατο και πολύ σπάνια
με ειδική πρόταση.
Τα λεκτικά ρήματα συντάσσονται και με ειδικό απαρέμφατο και με ειδική πρόταση.
Τα αισθητικά, τα γνωστικά, τα αγγελίας και τα δείξεως σημαντικά ρήματα συντάσσονται
και με ειδικό απαρέμφατο και με ειδική πρόταση και με κατηγορηματική μετοχή.
Παρατηρήσεις:
Φράσεις όπως: εὐ οἶδ’ ὅτι, εὐ ἴσθι ὅτι, δῆλόν ὅτι, οἶδ’ ὅτι απέκτησαν με το χρόνο επιρρηματική
σημασία και ισοδυναμούν με βεβαιωτικά ή επεξηγηματικά επιρρήματα, όταν μετά το σύνδεσμο
ότι δεν ακολουθεί ρήμα.
π.χ. Ἀκούετε, εὐ οἶδ’ ὅτι, καὶ ὑμεῖς Ἰάσονος ὄνομα. (μτφρ. Ακούτε, βέβαια, και εσείς το όνομα του
Ιάσονα)
Σπάνια (στον Ξενοφώντα) μπορεί να εισάγεται ειδική πρόταση με το σύνδεσμο ὅπως:
π.χ. Ἀλλ’ ὅπως μὲν ἄχθομαι ὑμᾶς τρέφων, μῆδ’ ὑπονοεῖτε. (μτφρ. Αλλά ότι θλίβομαι να σας
ανατρέφω, καθόλου μη σκέφτεστε).
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρείτε και να αναγνωρίσετε πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) τις
δευτερεύουσες ειδικές προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα:
1. Οἶμαι γὰρ οὐδένα τοῦτ᾽ ἀγνοεῖν, ὅτι πάντες ἄνθρωποι περὶ τὸν τόπον τοῦτον εἰώθασιν διατρίβειν
(ὅθεν ἂν προέλωνται τὸν βίον πορίζεσθαι).
2. Σχεδὸν ἐγίγνωσκον ὅτι εἴη που πλησίον τὸ στράτευμα τῶν πολεμίων.
3. Λέγουσιν οἱ σοφισταί ὡς οὐδὲν δέονται χρημάτων.
4. Δῆλόν ἐστιν ὅτι οὐκ ἂν προὔλεγεν, εἰ μὴ ἐπίστευεν ἀληθεύσειν.
5. Οὐ γὰρ ἠγγέλθη αὐτοῖς ὅτι τεθνηκότες εἶεν.
6. Ἐτύγχανον λέγων ὅτι πολλαὶ καὶ καλαὶ ἐλπίδες ἡμῖν εἶεν σωτηρίας.
3.Να αντικαταστήσετε τις επόμενες ειδικές προτάσεις με όλες τις ισοδύναμες συντακτικά
μορφές για κάθε περίπτωση.
α. Οἱ Ἕλληνες ᾔσθοντο ὅτι βασιλεὺς ἐν τοῖς σκευοφόροις εἴη.
β. Φρύνιχος ἔγνω ὅτι ἔσοιτο λόγος περὶ τῆς Ἀλκιβιάδου καθόδου.
γ. Ἀπαγγέλλετε ὅτι νικῶμεν βασιλέα.
δ.Οἶδα ὅτι πάντες εἰώθασι πλείω χάριν ἔχειν τοῖς ἐπαινοῦσιν ἢ τοῖς συμβουλεύουσιν.
ε. Δείκνυμι ὅτι καὶ πρὸ ἐμοῦ τοῦτο τὸ φρόνημα εἶχεν ἡ πόλις.
στ. Ὁ Πελοπίδας ἔλεγεν ὅτι οἱ Ἀργεῖοι μάχῃ ἡττημένοι εἶεν.
4.Να εντοπίσετε τις ειδικές προτάσεις στις επόμενες περιόδους, να επισημάνετε τον
συντακτικό ρόλο τους και να αιτιολογήσετε τον τρόπο εισαγωγής και εκφοράς τους.
α. Ἀπαγγέλλει ὅτι φεύγουσιν ἀνὰ κράτος (= Ανακοινώνει ότι φεύγουν με όλες τους τις δυνάμεις).
β. Ἔλεγον ὅτι ἄρκτοι πολλοὺς ἤδη διέφθειραν (= Έλεγαν ότι αρκούδες σκότωσαν ήδη πολλούς).
γ. Οἱ πολέμιοι ἔλεγον ὡς τὴν χώραν ἐπεπορθήκεσαν ἂν (= Οι εχθροί έλεγαν ότι θα μπορούσαν να
είχαν εκπορθήσει τη χώρα).
δ. Ὁ κατήγορος λέγει ὡς ἄρα ὑβριστής εἰμι (= Ο κατήγορος ισχυρίζεται ότι τάχα είμαι αλαζόνας).
ε. Ἐπιστάμεθα ὅτι βασιλεὺς περὶ παντὸς ἂν ποιήσαιτο ἡμᾶς ἀπολέσαι (= Γνωρίζουμε καλά πως ο
βασιλιάς θα κάνει οτιδήποτε για να μας εξοντώσει).
5.Να εντοπίσετε τις ειδικές προτάσεις στις παρακάτω περιόδους και, αφού επισημάνετε τον
συντακτικό ρόλο τους, να αιτιολογήσετε τον τρόπο εισαγωγής και εκφοράς τους.
1. Προηγόρει δὲ αὐτῶν Θηραμένης, λέγων ὡς χρὴ πείθεσθαι Λακεδαιμονίοις.
2. Καὶ τοῦτο μὲν οὐκ ἀγνοῶ, ὅτι οὐδέν μοι ἀρκέσει ὅδε ὁ βωμός.
3. Ὡς εἶπεν Σάτυρος ὅτι οἰμώξοιτο, εἰ μὴ σιωπήσειεν, ἐπῄρετο.
4. Ἴστε ὅτι οὐδ’ ἂν ἔγωγε ἐστασίαζον, εἰ ἄλλον εἵλεσθε.
5. Οἶδα ὅτι πάντες ἂν ὁμολογήσαιτε.
6. Δῆλόν ἐστι ὅτι Σωκράτης οὐδὲν ἀδικεῖ.
Οι ενδοιαστικές προτάσεις
δ. και μετά από απρόσωπα ρήματα και απρόσωπες εκφράσεις με αντίστοιχη σημασία (φόβος
ἐστί, κίνδυνός ἐστι, δέος ἐστί, δεινόν ἐστι κ.λπ.)
π.χ. Κίνδυνός ἐστιν μὴ μεταβάλωνται καὶ γένωνται μετὰ τῶν πολεμίων.(μτφρ. Υπήρχε κίνδυνος
μήπως αλλάξουν γνώμη και συνταχθούν με τους εχθρούς)
Παρατήρηση:
Οι ενδοιαστικές προτάσεις σπάνια είναι δυνατόν να εισάγονται και με το «ὅπως μὴ» όταν
εκφέρονται με οριστική μέλλοντα ή υποτακτική και εκφράζουν φόβο μήπως γίνει κάτι.
π.χ. Δέδοικα ὅπως μὴ πάνθ’ ἅμα σαφῆ γενήσεται.
Οι ενδοιαστικές προτάσεις εκφέρονται με τις εγκλίσεις των προτάσεων επιθυμίας και κρίσεως:
α. Υποτακτική, όταν το ρήμα της πρότασης από την οποία εξαρτάται βρίσκεται σε αρκτικό ή και
ιστορικό χρόνο, και σ’ αυτή την περίπτωση δηλώνει φόβο που αναφέρεται στο μέλλον, δηλ. φόβο
προσδοκώμενο.
π.χ. Δείσαντες δὲ ἐκεῖνοι μὴ ἐς τὰς Ἀθήνας ἀποπεμφθῶσι καθίζουσιν ἐς τὸ τῶν Διοσκούρων ἱερόν.
β. Ευκτική του πλαγίου λόγου (ευκτική όλων των χρόνων, όταν το ρήμα της πρότασης από την οποία
εξαρτάται η ενδοιαστική βρίσκεται σε ιστορικό χρόνο), δηλώνει φόβο αβέβαιο που αναφέρεται στο
παρελθόν. Η ευκτική του πλαγίου λόγου στις ενδοιαστικές, μεταφράζεται με υποτακτική.
π.χ. Εἰσιόντας δὲ πολὺς ὄχλος περιεῖχετο αὐτούς, φοβούμενοι μὴ ἥκοιεν ἄπρακτοι . (άμεση
εξάρτηση από το «φοβούμενοι», έμμεση από το «περιεῖχετο (περικύκλωσε)»)
γ. Οριστική (σπάνια), δηλώνει φόβο για κάτι που είναι πια πραγματικό.
π.χ. Δέδοικα μὴ οὐκ ἔχω ταύτην τὴν σοφίαν.
δ. Δυνητική οριστική ( πολύ σπάνια) δηλώνει φόβο για κάτι που μπορούσε να γίνει στο παρελθόν
κάτω από προϋποθέσεις.
π.χ. Δέδοικα μὴ λόγοις ψευδέσιν ἐντετυχήκαμεν ἄν.
ε. Δυνητική ευκτική (σπάνια) (ευκτική όλων των χρόνων εκτός από μέλλοντα + δυνητικό ἄν),
δηλώνει φόβο για κάτι ενδεχόμενο ή πιθανό να γίνει κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις.
π.χ. Ὀκνῶ μή οὐκ ἂν ἔλθοιεν οἱ σύμμαχοι.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρείτε και να αναγνωρίσετε πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) τις
δευτερεύουσες ενδοιαστικές προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα:
1. Γενομένης δὲ τῆς τροπῆς περὶ δείλην ὀψίαν, δείσαντες οἱ ὀλίγοι μὴ αὐτοβοεὶ ὁ δῆμος τοῦ τε
νεωρίου κρατήσειεν ἐπελθὼν[…] ἐμπιπρᾶσι τὰς οἰκίας.
2. Ὁ δὲ δῆμος δείσας μή τι νεωτερίσωσιν ἀνίστησί τε αὐτοὺς πείσας καὶ διακομίζει ἐς τὴν πρὸ τοῦ
Ἡραίου νῆσον.
3. Νῦν οὖν φοβούμεθα μὴ τὰ κράτιστα ἀπωλέσαμεν.
4. Κίνδυνός ἐστι μὴ ὁ δῆμος ἀπόληται.
5. Ἐγὼ δ’ αὐτὸ τοῦτο φοβοῦμαι, μὴ διὰ τὴν ἀπειρίαν οὐ δυνηθῶ δηλῶσαι περὶ τῶν πραγμάτων ὑμῖν.
6. Γνόντες δὲ οἱ πρὸς τοῖς Κερκυραίοις καὶ δείσαντες μὴ ὅπερ ἐν Ναυπάκτῳ γένοιτο, ἐπιβοηθοῦσι.
2. Συμπληρώστε τις προτάσεις βάζοντας το ρήμα της παρένθεσης στη σωστή έγκλιση (υποτακτική –
ευκτική πλαγίου λόγου).
α. Ἔνιοι φοβοῦνται μὴ ληφθέντες …………………………… (ἀπέθανον)
β. Κλέαρχος ἐφυλάττετο μὴ …………………………… (δοκεῖ) φεύγειν.
γ. Φοβερόν ἐστι τοῖς τυράννοις μὴ …………………… (ἐστερήθην) τῆς ἀρχῆς.
δ. Οὐ τοῦτο ἐφοβεῖτο, μή τινες ……………………… (πορεύομαι) ἐπὶ τὴν ἐκείνου δύναμιν.
ε. Κίνδυνος ἦν μὴ οὐκ ………………… (ἦλθον) ἡ βοήθεια.
4.Να διατυπώσετε τις ενδοιαστικὲς προτάσεις με ευκτική του ίδιου χρόνου, επιφέροντας
ταυτόχρονα την απαραίτητη αλλαγή στο ρήμα της κύριας πρότασης.
α. Φοβοῦνται τοὺς ἀνδρείους μή τι τολμήσωσιν.
β. Οἱ τύραννοι φοβοῦνται τοὺς σοφοὺς μή τι μηχανήσωνται.
γ. Δέδοικα μὴ πολλὰ δεινὰ πάθωμεν.
δ. Οὗτος ἀθυμεῖ φοβούμενος μὴ οὐκ ἔχει τὰ ἐπιτήδεια.
ε. Φοβούμεθα μὴ ἀμφοτέρων ἅμα ἡμαρτήκαμεν.
ΟΛΙΚΗΣ ΑΓΝΟΙΑΣ
Μονομελείς Διμελείς
εἰ (ἄν), εἰ - ἤ,
ἐάν, πότερον - ἤ,
ἄν, πότερα - ἤ,
ἢν εἴτε - εἴτε,
εἰ - εἴτε
ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΓΝΟΙΑΣ
Παραδείγματα:
Θηραμένης εἶπεν ἐν ἐκκλησίᾳ ὅτι εἰ βούλονται αὐτὸν πέμψαι παρὰ Λύσανδρον, εἰδὼς ἥξει
Λακεδαιμονίους πότερον ἐξανδραποδίσασθαι τὴν πόλιν βουλόμενοι ἀντέχουσι περὶ τῶν
τειχῶν ἢπίστεως ἕνεκα. (μτφρ. O Θηραμένης είπε στη συνέλευση του λαού ότι [….] θα
επιστρέψει γνωρίζοντας καλά για τους Λακεδαιμόνιους ποιο από τα δύο, επιμένουν σχετικά με
την κατεδάφιση των τειχών, επειδή θέλουν να υποδουλώσουν την πόλη, ή επιμένουν για
ασφάλεια.)
Λύσανδρος δὲ τὰς ταχίστας τῶν νεῶν ἐκέλευσεν ἕπεσθαι τοῖς Ἀθηναίοις, ἐπειδὰν δὲ ἐκβῶσι,
κατιδόντας ὅ,τι ποιοῦσιν ἀποπλεῖν καὶ αὐτῷ ἐξαγγεῖλαι. (μτφρ. O Λύσανδρος τότε διέταξε τα
πιο γρήγορα από τα πλοία του να ακολουθήσουν τους Αθηναίους, και αφού παρατηρήσουν, τι
κάνουν να πλεύσουν πίσω.)
Παρατήρηση:
Οι πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις είναι δυνατόν να εισάγονται και με τροπικά
επιρρήματα (ὅπως, ἐξ’ οὗ τρόπου, πῶς, ὅτῳ τρόπῳ), μετά από ρήματα που φανερώνουν
σκέψη, φροντίδα, απόπειρα και εκφέρονται με:
Οριστική Μέλλοντα
Υποτακτική (απορηματική)
π.χ. Ἐκελεύομεν τούτους ἐπιμελεῖσθαι ὅπως ἂν ὡς τάχιστα ἀπολάβωμεν τὰ χρήματα.
(μτφρ. Προστάζαμε αυτούς να φροντίσουν πώς να παραλάβουμε τα χρήματα, όσο το
δυνατόν ταχύτερα.)
δ. και μετά από απρόσωπα ρήματα και απρόσωπες εκφράσεις με αντίστοιχη σημασία (ἄδηλόν
ἐστιν, ἀπορεῖται κ.λ.π.)
π.χ. Ὅθεν καὶ ἀπορεῖται πότερόν ἐστι μαθητὸν ἢ ἐθιστὸν ἢ καὶ ἄλλως πως ἀσκητόν, ἢ κατά τινα
θείαν μοῖραν ἢ καὶ διὰ τύχην παραγίνεται [ενν. τὸ ἀγαθόν]. (μτφρ. Από αυτά δημιουργείται η
απορία ποιό από τα δύο, είναι αποτέλεσμα μάθησης ή συνήθειας ή κάποιου άλλου τρόπου
εξάσκησης και από την θεία μοίρα ή από τύχη γεννιέται το αγαθό.)
Παρατήρηση:
Ορισμένες φορές προκειμένου να δηλωθεί έντονη προτροπή ή προσταγή, το ρήμα που φανερώνει
φροντίδα ή επιμέλεια παραλείπεται, και τότε η πλάγια ερωτηματική πρόταση που εισάγεται με
το ὅπωςκαι εκφέρεται με οριστική μέλλοντα ή υποτακτική αορίστου φαίνεται σαν ανεξάρτητη στο
λόγο.
π.χ. [σκοπεῖτε] ὅπως οὖν ἔσεσθε ἄνδρες ἄξιοι τῆς ἐλευθερίας ἧς κέκτησθε καὶ ἧς ὑμᾶς ἐγὼ
εὐδαιμονίζω. (μτφρ. σκεφτείτε, πώς λοιπόν θα γίνετε άξιοι της ελευθερίας που έχετε αποκτήσει
και για την οποία εγώ σας καλοτυχίζω.) π.χ. [ὅρα] ὅπως μὴ ὁ σοφιστὴς ἐξαπατήσῃ ἡμᾶς. (μτφρ.
[Κοίταξε] πώς να μη μας εξαπατήσει ο σοφιστής.)
Οι Πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις εκφέρονται με τις εγκλίσεις των προτάσεων επιθυμίας και
κρίσεως
α. Οριστική, δηλώνει το πραγματικό.
π.χ. Σαφῶς δ’ οὐκ οἶδ’ εἰ θεός ἐστιν. (μτφρ. Mε ακρίβεια δε γνωρίζω αν υπάρχει θεός.)
β. Δυνητική Οριστική (οριστική ιστορικού χρόνου + δυνητικό ἄν), δηλώνει το δυνατό να γίνει στο
παρελθόν ή το αντίθετο του πραγματικού.
π.χ. Ἠδέως ἂν ὑμῶν πυθοίμην τίν’ ἂν γνώμην περὶ ἐμοῦ εἴχετε. (μτφρ. Με ευχαρίστηση θα
μάθαινα από έσας ποια γνώμη έχετε για μένα.)
γ. Δυνητική Ευκτική (σπάνια) (ευκτική όλων των χρόνων εκτός από μέλλοντα + δυνητικό ἄν),
δηλώνει το δυνατό να γίνει στο παρόν-μέλλον υπό προϋποθέσεις. π.χ. Ἔγωγε ἀπορῶ τὶς ἂν
τολμήσειεν εἰπεῖν ψευδῆ. (μτφρ. Eγώ τουλάχιστον απορώ ποιος θα τολμούσε να πει ψέματα.)
δ. Απορηματική Υποτακτική, δηλώνει απορία που αναφέρεται στο μέλλον.
π.χ. Ἐβουλεύοντο οἱ Πλαταιεῖς εἴτε κατακαύσωσιν αὐτοὺς εἴτε τι ἄλλο χρήσωνται. (μτφρ.
Σκέφτονταν οι Πλαταιείς είτε να τους κάψουν είτε κατά κάποιο άλλο τρόπο να τους
μεταχειριστούν.)
ε. Ευκτική του Πλαγίου Λόγου (ευκτική όλων των χρόνων, όταν το ρήμα της πρότασης από την
οποία εξαρτάται η πλάγια ερωτηματική βρίσκεται σε ιστορικό χρόνο), δηλώνει το υποκειμενικό ή
αβέβαιο στο παρελθόν. π.χ. Λύσανδρος δὲ Φιλοκλέα πρῶτον ἐρωτήσας […], τὶ ἄξιος εἴη παθεῖν
ἀρξάμενος εἰς Ἕλληνας παρανομεῖν, ἀπέσφαξεν. (μτφρ. Ο Λύσανδρος, αφού ρώτησε πρώτα το
Φιλοκλή […], ποια τιμωρία θεωρούσε άξια να υποστεί, αφού πρώτος άρχισε να παρανομεί σε
βάρος των Ελλήνων, του έκοψε το λαιμό).
Παρατήρηση:
Οι πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις είναι δυνατόν να εκφέρονται σπάνια και με ἂν + Υποτακτική.
Σε αυτήν την περίπτωση το περιεχόμενό της εξαρτάται από κάποιες προϋποθέσεις.
π.χ. Οἱ κιθαρισταὶ ἐπιμελοῦνται ὅπως ἂν οἱ νέοι μηδὲν κακουργῶσι. (μτφρ. Oι κιθαριστές
φροντίζουν πώς οι νέοι δεν θα διαπράξουν κανένα αδίκημα.)
α. Αντικείμενο σε μεταβατικά ρήματα που σημαίνουν απορία (π.χ. ἀπορῶ, θαυμάζω, ἐρωτῶ,
πυνθάνομαι), γνώση (π.χ. γιγνώσκω, οἶδα, αἰσθάνομαι, ὁρῶ, ἀγνοῶ), σκέψη, προσοχή (π.χ.
σκοπῶ, σκοποῦμαι, σπουδάζω, βουλεύομαι, θεωρῶ, ἐξετάζω, ἐνθυμοῦμαι), φροντίδα,
απόπειρα (π.χ. φροντίζω, ἐπιμελοῦμαι, προνοῶ, φυλάττομαι, παρασκευάζομαι,
πειρῶμαι), αφήγηση, δείξη (λέγω, δηλῶ, ἀποκρίνομαι, δείκνυμι).
π.χ. Kαὶ ἠπόρει ὅτι χρήσαιτο. (μτφρ. Και δεν ήξερε τι να κάνει.)
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρείτε και να αναγνωρίσετε πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) τις
δευτερεύουσες πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα:
1. Ἐξ ὧν ἐνθυμεῖσθαι χρή, πῶς ἕκαστος ὑμῶν διέκειτο καὶ τίνα γνώμην εἶχεν.
2. Ἀλλ’ ἐπ’ ἐκείνου τοῦ χρόνου [προσῆκεν] σκοπεῖν οἷος ἦν.
3. Ἠρώτα Μειδίας ἐπὶ τίσιν ἂν σύμμαχος γένοιτο.
4. Ὅμως δεῖ πειρᾶσθαι ὅπως σῳζώμεθα.
5. Ἀπορεῖς εἰ διδακτόν (ἐστιν) ἡ ἀρετή.
6. Καὶ τοῦτο ἐννοήσαντα ἀποπειρᾶσθαι τοῦ δακτυλίου εἰ ταύτην ἔχοι τὴν δύναμιν.
2.Να βρείτε και να αναγνωρίσετε πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) τις
δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα:
1. Βούλομαι τοίνυν [ὑμᾶς] μετὰ παρρησίας ἐξετάσαι τὰ παρόντα πράγματα τῇ πόλει, καὶ σκέψασθαι
τί ποιοῦμεν.
2. Ἐλογιζόμην, ὅτι καὶ τούτου τοῦ ἀνδρὸς ἐγὼ σοφώτερος εἰμί.
3. Δέδοικα μὴ ὁ ἀσθενὴς τελευτήσῃ.
4. Περὶ μὲν οὖν τούτων οὐκ οἶδ’ ὅ τι δεῖ πλείω λέγειν·
5. Πρῶτον μὲν αὐτὸ ὑμῖν τοῦτο γενέσθω τεκμήριον, ὅτι κατεγνώκει ἂν αὐτοῦ ὁ Λυσιθείδης.
6. Ἐφοβήθησαν μὴ καὶ ἐπὶ σφᾶς χωρήσῃ ὁ στρατός.
7. Σκέψαι ἐὰν τόδε ἀρέσκῃ.
8. Δῆλον οὖν ἐστὶ ὅτι οὐκ ἂν προέλεγεν, εἰ μὴ ἐπίστευεν.
9. Ἅμα μὲν τῶν προγόνων ἐνθυμούμενος, ὅτι οὐδὲν πέπαυνται πράττοντες τὰ τῆς πόλεως.
10. Ἀνὴρ τῶν πελταστῶν ἔλεγεν ὅτι γιγνώσκοι τὴν φωνὴν τοῦ ἀνθρώπου.
11. Ὁ Κῦρος ἐπυνθάνετο ἤδη αὐτῶν καὶ ὁπόσην ὁδὸν διήλασαν καὶ εἰ οἰκοῖτο ἡ χώρα.
12. Νῦν οὖν φοβούμεθα μὴ τὰ κράτιστα ἀπωλέσαμεν.
13. Οὐκ ἔχω τί λέγω.
Παραδείγματα
Οὐκοῦν ᾤχετο μὲν παρὰ τὸν νόμον, ὃς θάνατον κελεύει τούτων τὴν ζημίαν εἶναι. (= Λοιπόν
αναχώρησε παρά το νόμο, ο οποίος ορίζει ως ποινή για την πράξη αυτή το θάνατο.)
Οἱ δ’ ἐξ ἀρχῆς ἔταξαν (μουσικήν) ἐν παιδείᾳ διὰ τὸ τὴν φύσιν αὐτὴν ζητεῖν, ὅπερ πολλάκις
εἴρηται... (= Οι δε παλαιοί είχον τάξει (τη μουσική) ως στοιχείο παιδείας, καθόσον αυτή η φύσις
απαιτεί, το οποίο ακριβώς λέχθηκε πολλές φορές...
Οὐδεὶς οὕτως ἠλίθιός ἐστιν ὅστις οὐχὶ κἂν δοίη καὶ πρῶτος εἰσενέγκαι· (= Κανείς δε θα ήταν
τόσον ηλίθιος, ώστε να μη θέλει να δώσει και να συνεισφέρει πρώτος·)
Ἀλλὰ μὴν οὐδ’ ἐκεῖνό γε λανθάνει αὐτόν, ὅτι δι’ ἀμφοτέρων τῶν ὀνομάτων, ὁποτέρῳ ἂν
χρῆσθε, ὑμεῖς ἕξετε τὴν νῆσον. (= Και επίσης δεν του διαφεύγει ότι οποιαδήποτε από τις δύο
λέξεις και αν μεταχειριστείτε, είτε με τη μία είτε με την άλλη, σεις θα έχετε το νησί.)
Σημείωση: Η αναφορική αντωνυμία ὅς, ἥ, ὅ, όταν βρίσκεται στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου
και δεν ακολουθεί άλλη κύρια πρόταση, έχει δεικτική σημασία και εισάγει κύρια πρόταση. Στην
περίπτωση αυτή μεταφράζεται ως δεικτική (αυτός κ.ά.) και με κάποιο παρατακτικό σύνδεσμο
(και, αλλά κ.ά.)
Π.χ Ἐνίκων οἱ ἡμέτεροι πρόγονοι καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν. Ὧν ἔστι τεκμήρια ὁρᾶν τὰ
τρόπαια.. Νικούσαν οι πρόγονοί μας στη γη και στη θάλασσα. Και αυτών αποδείξεις μπορεί να
δει κανείς τα τρόπαια.
αντικείμενο: Καὶ φράζουσιν ἅ λέγει. > αντικείμενο του φράζουσιν (= Και ανακοινώνουν αυτά
που λέει.)
κατηγορούμενο: Οὗτός ἐστιν ὅς ἀπέκτεινεν τοὺς στρατηγούς. > κατηγορούμενο στο οὗτος
(= Αυτός είναι που σκότωσε τους στρατηγούς.)
παράθεση ή επεξήγηση: Ἠν τις Φιλλίδας, ὅς ἐγραμμάτευε τοῖς πολεμάρχοις. > παράθεση του
Φιλλίδας (= Ήταν κάποιος Φιλλίδας, ο οποίος ήταν γραμματέας των πολεμάρχων.)
Οἶμαι ἂν ἡμᾶς παθεῖν τοιαῦτα, οἷα τοὺς ἐχθροὺς οἱ θεοὶ ποιήσειαν. > επεξήγηση του τοιαῦτα
(= Νομίζω ότι θα πάθουμε αυτά, τέτοια που οι θεοί έκαναν στους εχθρούς.)
ετερόπτωτος προσδιορισμός.
Τισσαφέρνης σατράπης κατεπέμφη ὧν αὐτὸς πρόσθεν
ἦρχε > ετερόπτωτος πρ., γεν. αντικειμενική στο σατράπης. (= Ο Τισσαφέρνης στάλθηκε σατράπης
των πόλεων στις οποίες προηγουμένως αυτός ήταν ο κυβερνήτης.)
Εκφέρονται:
α) όταν είναι προτάσεις κρίσης με οριστική, δυνητική οριστική, δυνητική ευκτική και με
ευκτική του πλαγίου λόγου, όταν εξαρτώνται από ρήματα ιστορικού χρόνου,
ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ
Οι επιρρηματικές δευτερεύουσες προτάσεις λειτουργούν επιρρηματικά και προσδιορίζουν
ρηματικό τύπο και δηλώνουν συμπέρασμα, σκοπό, χρόνο, αιτία, εναντιωση, παραχώρηση,
υπόθεση).
Αυτές είναι :
Αιτιολογικές
Υποθετικές
Τελικές
Συμπερασματικές
Χρονικές
Εναντιωματικές - Παραχωρητικές
Αναφορικές
Οι αιτιολογικές προτάσεις
Οι δευτερεύουσες αιτιολογικές προτάσεις αιτιολογούν το νόημα της προσδιοριζόμενης (συνήθως
κύριας) πρότασης. Είναι προτάσεις κρίσεως και δέχονται άρνηση οὐ.
α. ὅτι, όταν δηλώνουν αντικειμενική ή πραγματική αιτία και εξαρτώνται από ρήματα ψυχικού
πάθους. π.χ. Χαίρω ὅτι εὐδοκιμεῖς (μτφρ. Χαίρομαι διότι έχεις καλή φήμη).
β. ὡς, όταν δηλώνουν υποκειμενική αιτία. π.χ. Ὡς δ’ οὐκ ἐπείθοντο, οἱ μὲν Κερκυραῖοι
ἐπολιόρκουν τὴν πόλιν. (μτφρ. Επειδή δήθεν δεν υπάκουαν , οι Κερκυραίοι πολιορκούσαν την
πόλη).
γ. διότι, ἐπεὶ, ἐπειδὴ. π.χ. Ἀθηναῖοι ἐνόμιζον λελύσθαι τὰς σπονδάς, διότι ἐς χεῖρας ἦλθον.
(μτφρ. Οι Αθηναίοι νόμισαν ότι οι συμφωνίες ειρήνης είχαν παραβιαστεί, γιατί συγκρούστηκαν).
Ἐπεὶ οὐκ ἤθελον καθαιρεῖν τὰ τείχη, φρουρὰν φαίνουσιν ἐπ’ αὐτούς (μτφρ. Επειδή δεν ήθελαν να
γκρεμίσουν τα τείχη, τους κήρυξαν τον πόλεμο).
Οἱ δὲ Ἐπιδάμνιοι, ἐπειδὴ ἐπιέζοντο, πέμπουσι πρέσβεις ἐς τὴν Κέρκυραν. (μτφρ. Οι Επιδάμνιοι,
επειδή πιέζονταν, στέλνουν απεσταλμένους στην Κέρκυρα).
δ. με τους χρονικούς συνδέσμους ὅτε, ὁπότε (= αφού) όταν δηλώνουν γνωστή αιτιολογία.
π.χ. Ὅτε τοίνυν οὕτως ἔχει, προσήκει προθύμως ἐθέλειν ἀκούειν. (μτφρ. Αφού λοιπόν έτσι έχουν
τα πράγματα, αρμόζει με προθυμία να θέλω να ακούω).
Οι αιτιολογικές προτάσεις συνήθως ακολουθούν μετά από ρήματα και απρόσωπες εκφράσεις
παρόμοιας σημασίας:
Δεινὸν ἐστι ὅτι ταῦτα ποιεῖτε (μτφρ. Είναι φοβερό, γιατί κάνετε αυτά).
Παρατηρήσεις:
1. Μόνο μετά από ρήματα ψυχικού πάθους ή απρόσωπες εκφράσεις ανάλογου περιεχομένου ή
σημασίας οι αιτιολογικές προτάσεις εισάγονται με το «εἰ» (= διότι) όταν η αιτιολογία είναι
αμφισβητήσιμη ή υποθετική. π.χ. Καίτοι χρὴ ἐκ τῶν τοιούτων σκοπεῖν (ὑμᾶς) τοὺς
πολιτευομένους φιλοτίμως καὶ κοσμίως, ἀλλ’ οὐκ εἴ τις κομᾷ, διὰ τοῦτο μισεῖν. (μτφρ. Και βέβαια
πρέπει εσείς να κρίνετε σύμφωνα με αυτές τις πράξεις όσους πολιτεύονται με φιλοτιμία και
κοσμιότητα, και όχι αν κάποιος τρέφει μακριά μαλλιά, να τον μισείτε για το λόγο αυτόν).
2. Οι αιτιολογικές προτάσεις υποθετικής αιτιολογίας διακρίνονται από τις υποθετικές με βάση της
θέση τους στην περίοδο και το ρήμα εξάρτησης: οι υποθετικές προτάσεις λογικά
προηγούνται της κύριας πρότασης, ενώ οι αιτιολογικές υποθετικής αιτιολογίας έπονται της
κύριας πρότασης η οποία εκφέρεται με ρήμα ψυχικού πάθους.
3. Επίσης, διακρίνονται από τις πλάγιες ερωτηματικές λόγω της εξάρτησής τους από διαφορετικής
σημασίας ρήματα.
4. Οι σύνδεσμοι ὡς, διότι, ἐπεί, στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου εισάγουν κύρια πρόταση
εφόσον δεν ακολουθεί άλλη κύρια πρόταση.
β. επεξήγηση σε εμπρόθετο προσδιορισμό της αιτίας που βρίσκεται στην κύρια πρόταση (διὰ
τοῦτο, διὰ ταῦτα, ἕνεκα τούτου κ.λ.π.) π.χ. Ἤδη δὲ ᾐσθόμην, ὦ βουλή, άχθομένων τινῶν μοι
καὶ διὰ ταῦτα, ὅτι νεώτερος ὤν ἐπεχείρησα λέγειν ἐν τῷ δήμῷ. (μτφρ. Τώρα πια κατάλαβα,
βουλευτές, ότι κάποιοι ενοχλούνται με εμένα και για τον εξής λόγο, επειδή, δηλαδή, αν και
ήμουν κάπως νέος, επιχείρησα να μιλήσω στη συνέλευση του λαού). «ὅτι νεώτερος ὤν
ἐπεχείρησα λέγειν ἐν τῷ δήμω»: δευτερεύουσα αιτιολογική επιρρηματική πρόταση που
λειτουργεί ως επεξήγηση στο «διὰ ταῦτα».
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρεθούν και να αναγνωριστούν πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) οι
δευτερεύουσες αιτιολογικές προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα:
1.1. Ἐπεὶ δὲ Λύσανδρος οὐκ ἀντανήγαγε, καὶ ἦν ὀψὲ τῆς ἡμέρας, ἀπέπλευσαν πάλιν εἰς τοὺς
Αἰγὸς ποταμούς.
1.2. Καὶ ἐνέπρησαν Κυλλήνην τὸ ἐπίνειον Ἠλείων, ὅτι παρέσχον Κορινθίοις ναῦς καὶ χρήματα.
1.3. Καὶ τὸν Περικλέα ἐκάκιζον οἱ Ἀθηναῖοι, ὅτι στρατηγὸς ὤν οὐκ ἐπεξάγοι.
1.4. Θαυμάζω δ’ ἔγωγε, εἰ μηδεὶς ὑμῶν μήτ’ ἐνθυμεῖται μήτ’ ὀργίζεται.
1.5. Σε ἐρωτῶ διὰ τοῦτο, ὅτι ἄριστ΄ἄν μοι δοκεῖς εἰκάσαι…
Οι υποθετικές προτάσεις
Οι δευτερεύουσες χρονικές προτάσεις προσδιορίζουν χρονικά το περιεχόμενο της
προσδιοριζόμενης (συνήθως κύριας) πρότασης και δέχονται άρνηση οὐ ή μή.
π.χ. Εἰ τοῦτο ποιεῖς, τὴν πόλιν βλάπτεις. (μτφρ. Αν κάνεις αυτό, βλάπτεις την πόλη).
Εἰ σύ βούλει, ἐπανέλθωμεν. (μτφρ. Αν και εσύ θέλεις , ας επιστρέψουμε).
Εἰ μὴ διψῴη Σωκράτης, οὐκ ἔπινεν. (μτφρ. Αν δε διψούσε ο Σωκράτης, δεν έπινε).
Εάν τις τὸν ἥλιον ἀναιδὼς θεᾶται, τὴν ὄψιν ἀφαιρεῖται. (μτφρ. Αν κάποιος με αναίδεια αντικρίζει
τον ήλιο, χάνει το φως του).
Ζήσεις βίον κράτιστον, ἂν θυμοῦ κρατῇς. (μτφρ. Θα ζήσεις ζωή εξοχότατη, αν συγκρατείς τον
θυμό σου).
Α. Οι υποθετικοί λόγοι ανάλογα με τον τρόπο εισαγωγής και εκφοράς της υπόθεσης και την
έγκλιση της απόδοσης διακρίνονται σε έξι είδη με αντίστοιχες σημασίες.
α) 1ο είδος: To πραγματικό
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
«εἰ» + οριστική κάθε χρόνου κάθε έγκλιση, εκτός από δυνητική οριστική
(μτφρ. αν + οριστική) (μτφρ. η αντίστοιχη έγκλιση)
π.χ. Εἰ θεοί τι δρῶσιν αἰσχρόν, οὐκ εἰσὶν θεοί. (μτφρ. εάν οι θεοί κάνουν κάτι ανήθικο, δεν
είναι θεοί.)
Παρατήρηση:
Όταν η υπόθεση και η απόδοση εκφέρονται με οριστική μέλλοντα τότε ο υποθετικός λόγος εκφράζει
το πραγματικό με σημασία προσδοκώμενου.
Σ’ αυτήν την περίπτωση η υπόθεση εκφράζει κάτι το ανεπιθύμητο και η απόδοση δηλώνει ότι θα
επακολουθήσει οπωσδήποτε το προσδοκώμενο, που αποτελεί τρόπον τινά ένα είδος υφέρπουσας
απειλής, προειδοποίησης ή και συναισθηματικής παρόρμησης.
π.χ Εἰ μὲν δώσει τῶν ἐπιτηδευμάτων Τίμαρχος δίκην, ἀρχὴν εὐκοσμίας ἐν τῇ πόλει κατασκευάσετε.
(μτφρ. Εάν ο Τίμαρχος θα τιμωρηθεί για τις πράξεις του, θα επιβάλετε ευταξία στην πόλη.)
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
Παρατήρηση:
Το δυνητικό «ἂν» μπορεί να παραλείπεται από την απόδοση στις περιπτώσεις που υπάρχει:
α) παρατατικός απρόσωπων ρημάτων ή εκφράσεων (ἔδει, ἐχρῆν, προσῆκε, ἐξῆν, ἐνῆν, ἔπρεπε, ἄξιον
ἦν, δίκαιον ἦν, ἀναγκαῖον ἦν, εἰκὸς ἦν, ὑπῆρχε, οἷόν τ’ ἦν, καλὸν ἦν, αἰσχρὸν ἦν, ἔπρεπε, ἐλυσιτέλει,
συνέφερεν κ.λπ.) + απαρέμφατο,
π.χ.: Εἰ μέν ποτε ἠδίκησέ με, προσῆκεν αὐτῷ δίκην διδόναι. (μτφρ. Αν βέβαια με αδίκησε κάποτε,
έπρεπε αυτός να τιμωρηθεί.)
Εἰ γὰρ οἷον τ’ ἦν ἀθανάτους εἶναι, ἄξιον ἦν πενθεῖν τούτους. (μτφρ. Αν ήταν δυνατό να είναι αθάνατοι,
άξιζε να πενθεί κανείς αυτούς.)
Ἡ πόλις ἐκινδύνευσε πᾶσα διαφθαρῆναι, εἰ ἄνεμος ἐπεγένετο τῇ φλογὶ ἐπίφορος ἐς αὐτήν. (μτφρ.
Λίγο ακόμα και θα καταστρεφόταν η πόλη, αν ο άνεμος φυσούσε τη φωτιά με κατεύθυνση προς αυτή.)
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
π.χ. Ἔτι δ’ οὐδὲ πάθοιτ’ ἂν ἀηδὲς οὐδὲν τοσοῦτον, εἰ πολλά τινος ληροῦντος ἀκούσαιτε. (μτφρ. Ακόμα
δεν θα πάθετε τίποτα τόσο δυσάρεστο, αν ακούσετε κάποιον να φλυαρεί.)
Παρατήρηση:
Στην απόδοση σπανιότερα μπορεί να υπάρχει οριστική αρκτικού χρόνου, ευχετική ευκτική, προστακτική,
δυνητικό απαρέμφατο, δυνητική μετοχή:
π.χ. Εἴ τις τάδε παραβαίνοι, ἐναγὴς ἔστω τοῦ Ἀπόλλωνος. (μτφρ. Αν κάποιος παραβεί αυτά, να έχει την
κατάρα του Απόλλωνα.)
π.χ. Εἰ γένοιτο φανερὸν τὸ μέλλον συνοίσειν τῇ πόλει, νομίζω ἂν ὑμᾶς ἑλέσθαι τοῦτο ἀντὶ πολλῶν
χρημάτων. (μτφρ. Αν γίνει γνωστό αυτό που πρόκειται να συμφέρει στην πόλη, νομίζω πως θα το
προτιμήσετε αντί για πολλά χρήματα.)
π.χ. Ἀγησίλαος γιγνώσκει εἰ ταῦτα πράττοιεν ἁμαρτάνοντας ἂν αὐτούς. (μτφρ. Ο Αγησίλαος
πληροφορείται ότι αυτοί μπορεί να διαπράττουν λάθη, αν κάνουν αυτά.)
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
ε) 5ο είδος: Το προσδοκώμενο
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
π.χ. Ἐὰν μὲν τοίνυν τοὺς ἀγνῶτας κολάζητε, οὐδεὶς ἔσται τῶν ἄλλων βελτίων. (μτφρ. Αν τιμωρείτε
τους άσημους, κανείς δεν θα γίνει καλύτερος από τους υπόλοιπους.)
Παρατήρηση:
α) Ως μελλοντική έκφραση μπορεί να θεωρηθεί η υποτακτική, η δυνητική ευκτική, η ευχετική
ευκτική, η προστακτική, τα απρόσωπα ρήματα με υποκείμενο τελικό απαρέμφατο, τα ρηματικά
επίθετα σε -τέος, -τός, ενεστώτας με σημασία μέλλοντα, αόριστος με σημασία μέλλοντα,
παρακείμενος με σημασία μέλλοντα, δευτερεύουσα πρόταση, τελική μετοχή.
π.χ. Ἐὰν πάντα ἀκούσητε, κρίνατε. (μτφρ. Αν ακούσετε τα πάντα, αποφασίστε).
β) Το προσδοκώμενο μπορεί να δηλωθεί και με οριστική μέλλοντα και στην υπόθεση και στην
απόδοση. Στην προκείμενη περίπτωση, η υπόθεση δηλώνει κάτι το ανεπιθύμητο, ενώ η απόδοση τη
βεβαιότητα της επακολούθησης του προσδοκωμένου. Αυτή η βεβαιότητα συνιστά κατά κάποιον
τρόπο απειλή, προειδοποίηση ή συναισθηματική παρόρμηση, σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί
ό,τι λέγεται στη υπόθεση. π.χ. Εἰ Ἕκτορα ἀποκτενεῖς, καὶ αὐτὸς ἀποθανεῖ. (μτφρ. Αν σκοτώσεις τον
Έκτορα, και ο ίδιος θα πεθάνεις.)
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
π.χ. Ἢν ἐγγὺς ἔλθῃ θάνατος, οὐδεὶς βούλεται θνῄσκειν. (μτφρ. Αν πλησιάσει / Κάθε φορά που
πλησιάζει ο θάνατος, κανείς δεν θέλει να πεθάνει.)
π.χ. Ἢν δέ τις τούτων τι παραβαίνῃ, ζημίαν αὐτοῖς ἐπέθεσαν. (μτφρ. Αν / Κάθε φορά που
κάποιος απ’ αυτούς παρέβαινε κάτι τους τιμωρούσαν.)
αἰσθήσονται καὶ οἱ πολέμιοι πεύσονται. (μτφρ. Αν λοιπόν καταδικάσετε αυτόν, όχι μόνο οι
πολίτες στην πόλη θα (το) μάθουν, αλλά και οι σύμμαχοι θα (το) αντιληφθούν και οι εχθροί
θα (το) πληροφορηθούν.)
Παρατήρηση:
Σε έναν σύνθετο υποθετικό λόγο οι υποθέσεις ενδέχεται να εισάγονται και ταυτόχρονα να
συνδέονται διαζευκτικά με τους συνδέσμους εἴτε - εἴτε, ἐάντε - ἐάντε, ἤντε - ἤντε, ἄντε - ἄντε.
π.χ. Ἐάν τε οἱ τετρακόσιοι κρατήσωσιν ἐάν τε οἱ ἐκ Μιλήτου πολέμιοι, διαφθαρήσεσθε. (μτφρ. Κι αν
νικήσουν οι τετρακόσιοι, και αν (νικήσουν) οι εχθροί από τη Μίλητο, θα καταστραφείτε.)
Β. Ένας υποθετικός λόγος, ανάλογα με τον αριθμό των προτάσεων που τον αποτελούν
διακρίνεται στα εξής είδη:
π .χ. Εἰ εἰσὶ βωμοί, εἰσὶ καὶ θεοί. (μτφρ. Αν (πράγματι) υπάρχουν βωμοί, υπάρχουν και θεοί.)
2.Σύνθετος, όταν αποτελείται από περισσότερες από μία υποθέσεις ή/ και αποδόσεις.
π.χ. Ἐὰν τοίνυν τούτου καταψηφίσησθε, οὐ μόνον οἱ ἐν τῇ πόλει εἴσονται, ἀλλὰ καὶ οἱ σύμμαχοι
3.Ελλειπτικός, όταν λείπει το ρήμα της υπόθεσης ή της απόδοσης ή και ολόκληρη η υπόθεση ή η
απόδοση, επειδή μπορεί να εννοηθούν εύκολα από τα συμφραζόμενα. Τότε δεν εισάγεται
υποθετική πρόταση, αλλά προκύπτουν υποθετικές εκφράσεις με επιρρηματική σημασία, όπως:
εἰ δὲ μὴ (αλλιώς, ειδάλλως, σε αντίθετη περίπτωση),
εἰ μὴ (εκτός, παρά μόνο),
εἰ μὴ ἄρα (εκτός πια και αν, εκτός αν ίσως),
πλὴν εἰ (εκτός πια και αν)
ἐὰν μόνον (αρκεί μόνο να)
εἴ τις (περισσότερο από κάθε άλλον)
εἴ τις καὶ ἄλλος, εἴπερ τις καὶ ἄλλος (περισσότερο από κάθε άλλον),
εἴ ποτε (περισσότερο από κάθε άλλη φορά)
εἴπερ ποτέ, εἴπερ ποτὲ καὶ ἄλλοτε, εἴποτε καὶ ἄλλοτε (περισσότερο από κάθε άλλη φορά),
εἴ πως (περισσότερο από κάθε άλλο τρόπο)
εἴπερ πως (περισσότερο από κάθε άλλο τρόπο)
π.χ. Πῶς ἂν οὖν ὁ τοιοῦτος ἀνὴρ διαφθείροι τοὺς νέους; εἰ μὴ ἄρα ἡ τῆς ἀρετῆς ἐπιμέλεια
διαφθορά ἐστιν (μτφρ. Πώς λοιπόν ήταν δυνατόν ένας τέτοιος άνθρωπος να διαφθείρει τους
νέους; εκτός πια και αν θεωρείται διαφθορά η φροντίδα για την αρετή.)
π.χ. Πρὸς τῶν θεῶν, ἔφη, ὦ Κῦρε, μὴ οὕτω λέγε· εἰ δὲ μή, οὐ θαρροῦντά με ἕξεις. (μτφρ. Προς
θεού, είπε Κύρε, μη μιλάς έτσι· διαφορετικά, θα με αποθαρρύνεις).
Σημείωση
Μερικές εκφράσεις, αποτελούμενες από αναφορικά επιρρήματα και υποθετικό σύνδεσμο, πήραν τη
σημασία αναφορικών ομοιωματικών μορίων. Τέτοιες εκφράσεις είναι:
ὡς εἰ (σαν, όπως)
ὡς ἂν (σαν, όπως)
ὥσπερ ἂν (σαν, όπως)
ὥσπερ ἂν εἰ (σαν, όπως)
Μία υποθετική πρόταση εκτός από επιρρηματικός προσδιορισμός της προϋπόθεσης, λειτουργεί,
σπανίως βέβαια, και ως ονοματική πρόταση (ως υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση). π.χ. Τέρας
ἐστὶν εἴ τις ηὐτύχηκε διὰ βίου (μτφρ. Είναι τέρας αν κάποιος έχει ευτυχήσει σε όλη του τη ζωή).
ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ
π.χ. Λύσανδρος δὲ τούς τε φρουρούς τῶν Ἀθηναίων καὶ εἴ τινα ἄλλον Ἀθηναῖον ἴδοι που,
ἀπέπεμπεν εἰς τὰς Ἀθήνας. (μτφρ. Ο Λύσανδρος και τις αθηναϊκές φρουρές και αν κάποιον άλλο
Αθηναίο έβρισκε κάπου, τους έστελνε στην Αθήνα.) ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
π.χ. Οὕτω δ’ ἂν ἀκριβέστατα συνθεωρήσαιτε τὸ τοῖς κειμένοις νόμοις πείθεσθαι ἡλίκον ἀγαθόν
ἐστι,εἰ τὰ ἐκ τῶν νόμων ἀγαθὰ πρὸ ὀφθαλμῶν ὑμῖν αὐτοῖς ποιησάμενοι θεωρήσαιτε. (μτφρ. Έτσι
μπορείτε να συνεξετάσετε την υπακοή στην υφιστάμενη νομοθεσία πόσο σπουδαίο αγαθό είναι, αν
δηλαδή θέσετε μπροστά στα μάτια σας και εξετάσετε τα καλά που προέρχονται από τους νόμους.)
ΕΠΕΞΗΓΗΣΗ
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρείτε και να αναγνωρίσετε το είδος του υποθετικού λόγου στα παρακάτω
παραδείγματα.
1.1. Εἰ μὲν ἐν τῷ δικαστηρίῳ ἐκρίνοντο, ῥᾳδίως ἂν ἐσῴζοντο.
1.2. Ἐὰν δὲ τοὺς ἐπιφανεστάτους τῶν ἐξαμαρτανόντων τιμωρῆσθε, πάντες πεύσονται.
1.3. Ἔσται δ’ αὐτὸς ἑαυτῷ ἕκαστος αἴτιος, ἐὰν δεῦρο ἀναβῇ καὶ ἀναισχυντῇ.
1.4. Εἰ μὲν ἤρεσκέ τί μοι τῶν ῥηθέντων, ἡσυχίαν ἂν ἦγον.
1.5. Ἂν δὲ σιωπῶ, ἔφη, οὐκ ἄρ’ οἰμώξομαι;
1.6. Εἰ μὴ ποιήσουσι ταῦτα, ἔσονται ἔκσπονδοι.
1.7. Εἰ νῦν γε ἐξαπατηθείητε ὑπὸ τούτων καὶ δημεύσαιτε τὴν οὐσίαν ἡμῶν, οὐδὲ δύο τάλαντα
λάβοιτ’ ἄν.
1.8. Εἰ δὲ μὴ ἦν τοιοῦτος ὁ πατὴρ, οὐκ ἂν ἐκ πολλῶν ὀλίγα κατέλιπεν.
1.9. Ἐάν τις τὸν ἥλιον ἀναιδῶς ἐγχειρῇ θεάσασθαι, τὴν ὄψιν ἀφαιρεῖται.
1.10 Ἐὰν θεὸς ἐθέλῃ, δικαίως τιμωρηθήσεται.
1.11. Ἐξῆν ὑμῖν ἐπικουρεῖν αὐτοῖς, εἰ ἐβούλεσθε.
2.Να μετατρέψετε τους παρακάτω υποθετικούς λόγους στο είδος που σας ζητείται.
2.1. Εἰ ψεύδομαι, Σώκρατες, ἐξέλεγχε. Να γίνει μετατροπή στο μη πραγματικό.
2.2. Ἢν ἐθέλωμεν ἀποθνῄσκειν ὑπὲρ τῶν δικαίων, εὐδοκιμήσομεν. Να γίνει μετατροπή στην
απλή σκέψη του λέγοντος.
2.3. Εἰ σὺ βούλει, ἐπανέλθωμεν. Να γίνει μετατροπή στην αόριστη επανάληψη στο παρελθόν.
2.4. Τῶν ἐχθρῶν εἴ τινα λάβοιεν, ἀπέκτεινον. Να γίνει μετατροπή στο προσδοκώμενο.
2.5. Εἰ τοῦτο ποιεῖς, τὴν πόλιν βλάπτεις. Να γίνει μετατροπή στο μη πραγματικό.
2.6. Εἰ μὴ εἴχομεν φῶς, ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἂν ἦμεν. Να γίνει μετατροπή στην απλή σκέψη του
λέγοντος.
2.7. Εἰ δὲ τοῖς λόγοις πείθοισθε τοῖς ἐμοῖς, ὅλην τὴν Ἑλλάδα καλῶς ἂν διοικοῖτε. Να γίνει
μετατροπή στην αόριστη επανάληψη στο παρόν - μέλλον.
2.8. Ἐὰν ἀντέχῃ τὰ τῶν Ὀλυνθίων, ὑμεῖς ἐκεῖ πολεμήσετε. Να γίνει μετατροπή στο πραγματικό.
2.9. Οὐδὲ ζώῃ ἄν τις, εἰ μὴ τρέφοιτο. Να γίνει μετατροπή στο μη πραγματικό.
2.10. Ἐάν τις φανερὸς γένηται κλέπτων ἢ λωποδυτῶν […], τούτοις θάνατός ἐστιν ἡ ζημία.
Να γίνει μετατροπή στο προσδοκώμενο.
3.Να αναγνωρίσετε το είδος των υποθετικών λόγων.
1. Ἂν μὴ πιστεύητε, πέμψατε πρέσβεις Ἀθήναζε.
2. Ἄν τι συμβῇ τοιοῦτον, μέμνημαι τοῦ πατρός.
3. Φαίη ἂν ἡ θανοῦσα, εἰ φωνὴν λάβοι.
4. Ἡ μὲν φύσις, ἂν ᾖ πονηρὰ, πολλάκις φαῦλα βούλεται.
5. Εἰ τοῦτο πάντες ἐποιοῦμεν, ἅπαντες ἂν ἀπωλόμεθα.
6. Πάντων ἀθλιώτατος ἂν γενοίμην, εἰ φυγὰς ἀδίκως καταστήσομαι.
7. Σωκράτης οὐκ ἔπινε, εἰ μὴ διψῴη.
8. Ἂν μή τι κατὰ γνώμην ἐκβῇ, ἐν ὀργῇ ποιεῖσθε.
9. Εἰ Ἀγησίλαος τοὺς νέους σπουδαίους γυμναζόμενους ἴδοι, ἐπῄνεσεν ἄν.
4.Να μετατρέψετε τις ακόλουθες υποθετικές προτάσεις σε υποθετικές μετοχές.
α. Πάντων ἀθλιώτατος ἂν γενοίμην, εἰ φυγὰς ἀδίκως καταστήσομαι.
β. Ἀπέθανον γάρ, εἰ μὴ ἡ τῶν τριάκοντα ἀρχὴ κατελύθη.
γ. Φαίη ἂν ἡ θανοῦσα, εἰ φωνὴν λάβοι.
δ. Ἐάν τι λέγῃς παρὰ ταῦτα, μάτην ἐρεῖς.
ε. Εἰ αὕτη ἡ πόλις ληφθήσεται, ἔχεται καὶ ἡ πᾶσα Σικελία
α) Μὴ σωθέντων ἐκείνων τότε οὐδ’ ἂν ὑμεῖς ὑπήρχετε νῦν. (μτφρ. Αν δεν σώζονταν εκείνοι,
τότε ούτε εσείς τώρα θα υπήρχατε.)
Υπόθεση: «εἰ μὴ ἐκεῖνοι ἐσώθησαν»
Απόδοση: «οὐδ’ ἂν ὑμεῖς ὑπήρχετε» 2ο είδος - Το μη πραγματικό.
γ) Μὴ καμών, οὐκ ἂν δύναιο εὐδαιμονεῖν. (μτφρ. Αν δεν κουραστείς, δεν είναι δυνατό να
ευτυχήσεις.)
Υπόθεση: «εἰ μὴ κάμοις»
Aπόδοση: «οὐκ ἂν δύναιο εὐδαιμονεῖν.» 5ο είδος – Απλή σκέψη του λέγοντος.
Παρατήρηση:
Tα στοιχεία που συναποτελούν τον υποθετικό λόγο είναι η μετοχή, που ισοδυναμεί με
υποθετική πρόταση, και το ρήμα ή ο ρηματικός τύπος της πρότασης, που επέχει θέση
απόδοσης. Για να αναγνωρίσουμε το είδος του υποθετικού λόγου, στηριζόμαστε κατ΄ αρχάς
στην απόδοση και έπειτα στο νόημα. Η αναγνώριση του είδους, διευκολύνει στη συνέχεια να
αναλύσουμε τη μετοχή στην αντίστοιχη υποθετική πρόταση, σύμφωνα με το είδος του
υποθετικού λόγου.
α) Σπουδαίων τοίνυν ἐστὶν ἀνθρώπων, ὅταν βελτίστῃ τῇ παρούσῃ τύχῃ χρῶνται. (μτφρ.
Αποτελεί λοιπόν χαρακτηριστικό των αξιόλογων ανθρώπων, όταν αξιοποιούν την καλύτερη
ευκαιρία που παρουσιάζεται.)
Υπόθεση: «ἂν βελτίστῃ τῇ παρούσῃ τύχῃ χρῶνται»
Aπόδοση: «Σπουδαίων τοίνυν ἐστὶν ἀνθρώπων.» 4ο είδος – Αόριστη επανάληψη στο παρόν -
μέλλον
β) Ἐπειδὰν γάρ τι δόξῃ καὶ ψηφισθῇ, τότ' ἴσον τοῦ πραχθῆναι ἀπέχει ὅσονπερ πρὶν δόξαι.
(μτφρ. Διότι όταν κάτι θεωρηθεί καλό και ψηφισθεί, τότε απέχει τόσο από την εκτελέση, όσον
και πριν αποφασισθεί.)
Υπόθεση: «ἄν τι δόξῃ καὶ ψηφισθῇ (σύνθετος υποθετικός λόγος)
Aπόδοση: «τότ' ἴσον τοῦ πραχθῆναι ἀπέχει» 4ο είδος – Αόριστη επανάληψη στο παρόν -
μέλλον
γ) Ὁπόταν ὀργιζώμεθα, μαινόμεθα πάντες. (μτφρ. Κάθε φορά που οργιζόμαστε, γινόμαστε όλοι
παράφρονες.)
Υπόθεση: «ἂν ὀργιζώμεθα»
Aπόδοση: «μαινόμεθα πάντες.» 4ο είδος – Αόριστη επανάληψη στο παρόν - μέλλον
Παρατήρηση:
Tα στοιχεία που συνθέτουν τον υποθετικό λόγο είναι η χρονικοϋποθετική πρόταση που
ισοδυναμεί με υποθετική πρόταση (ως υπόθεση) και το ρήμα ή ο ρηματικός τύπος της κύριας
πρότασης (ως απόδοση).
π.χ. Θυσίας δέ θύων μικρὰς ἀπό μικρῶν οὐδὲν ἡγεῑτο μειοῡσθαι τῶν ἀπό πολλῶν καί μεγάλων
πολλά καί μεγάλα θυόντων. (μτφρ. Κάθε φορά που προσέφερε μικρές θυσίες από τη μικρή του
περιουσία, θεωρούσε ότι δεν υστερούσε καθόλου από αυτούς που προσέφεραν πολλές και
μεγάλες θυσίες από πολλή και μεγάλη περιουσία.)
Υπόθεση: «ὁπότε δὲ θυσίας θύοι μικρὰς ἀπό μικρῶν»
Απόδοση: «οὐδὲν ἡγεῑτο μειοῡσθαι τῶν ἀπό πολλῶν καί μεγάλων πολλά καί μεγάλα θυόντων».
6ο είδος - Αόριστη επανάληψη στο παρελθόν.
γ) Καὶ ὅτῳ δοκεῖ ταῦτ', ἔφη, ἀνατεινάτω τὴν χεῖρα. (μτφρ. Και όποιος συμφωνεί μ' αυτά,
είπε, να σηκώσει το χέρι.)
Υπόθεση: «εἴ τινι δοκεῖ ταῦτ'»
Aπόδοση: «ἀνατεινάτω τὴν χεῖρα.» 1ο είδος - Το πραγματικό.
Παρατήρηση:
Tα στοιχεία που συνθέτουν τον υποθετικό λόγο είναι η αναφορικοϋποθετική πρόταση που
ισοδυναμεί με υποθετική πρόταση (ως υπόθεση) και το ρήμα ή ο ρηματικός τύπος της κύριας
(ως απόδοση).
π.χ. Οἱ μὴ τὴν πόλιν ὠφελήσαντες οὐ δίκαιόν ἐστι ταῦτα λέγειν. (μτφρ. Όσοι δεν ωφέλησαν την
πόλη, δεν είναι δίκαιο να λένε αυτά.)
Υπόθεση: «Οἳ μὴ τὴν πόλιν ὀφελήσειαν,»
Απόδοση: «τούτους οὐ δίκαιόν ἐστι ταῦτα λέγειν». 5ο είδος - Απλή σκέψη του λέγοντος.
α) εἰ δέ τις λέγοι ὅτι ἄνευ τοῦ τὰ τοιαῦτα ἔχειν καὶ ὀστᾶ καὶ νεῦρα καὶ ὅσα ἄλλα ἔχω οὐκ ἂν
οἷός τ’ ἦ ποιεῖν τὰ δόξαντά μοι. (μτφρ. Αν κάποιος λέει ότι χωρίς [αν δεν είχα] αυτά, δηλαδή τα
οστά, τα νεύρα και όσα άλλα έχω, δεν θα μπορούσα να κάνω αυτά που θέλω.)
Υπόθεση: «εἰ μὴ τὰ τοιαῦτα εἶχον»
Aπόδοση: «οὐκ ἂν οἷός τ' ἦ» 2ο είδος - Το μη πραγματικό
β) Ἄνευ χρημάτων οὐδέν ἔστι γενέσθαι. (μτφρ. Αν δεν υπάρχουν χρήματα τίποτα δεν είναι
δυνατό να γίνει.)
Υπόθεση: «ἐὰν μὴ ὦσι χρήματα»
Aπόδοση: «οὐδέν ἔστι γενέσθαι / γενήσεται.» 3ο είδος – Το προσδοκώμενο.
α) Οὕτως γὰρ πρὸς τὸ ἐπιέναι τοῖς ἐναντίοις, εὐψυχότατοι ἂν εἶεν. (μτφρ. Γιατί έτσι [αν έχουν
έτσι τα πράγματα] οι στρατιώτες είναι γενναιότατοι στις επιθέσεις εναντίον των εχθρών).
Υπόθεση: «εἰ οὕτως ἔχοιεν πρὸς τὸ ἐπιέναι τοῖς ἐναντίοις»
Aπόδοση: «εὐψυχότατοι ἂν εἶεν» 5ο είδος - Απλή σκέψη του λέγοντος
β) Νῦν δὲ οὕτως ἔχει ἀμαχεὶ μὲν ἐνθένδε οὐκ ἔστιν ἀπελθεῖν· [ἢν γὰρ μὴ ἡμεῖς ἴωμεν ἐπὶ τοὺς
πολεμίους, οὗτοι ἡμῖν ὁπόταν ἀπίωμεν ἕψονται καὶ ἐπιπεσοῦνται.] (μτφρ. Τώρα έτσι έχουν τα
πράγματα. Χωρίς να αγωνιστούμε δεν είναι δυνατό να αποχωρήσουμε από εδώ.)
Υπόθεση: «ἂν μὴ μαχώμεθα»
Aπόδοση: «ἐνθένδε οὐκ ἔστιν ἀπελθεῖν» 3ο είδος – Το προσδοκώμενο.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρείτε και να αναγνωρίσετε το είδος του λανθάνοντος υποθετικού λόγου στα
παρακάτω παραδείγματα.
1. Δίκαια δράσας συμμάχους ἕξεις θεούς.
2. Καὶ ὅσα αὐτὸς (Κῡρος) ὑπ’ ἄλλων ἐρωτῷτο, διὰ τὸ ἀγχίνους εἶναι ταχὺ ἀπεκρίνετο
3. Ἐγὼ ὀκνοίην ἂν εἰς τὰ πλοῖα ἐμβαίνειν, ἃ ἡμῖν Κῦρος δοίη.
4. Ταῦτα παραβὰς καὶ ἐξαμαρτάνων τι τούτων τί ἀγαθὸν ἐργάσῃ σαυτόν;
5. Οὔτε γὰρ βοὸς ἂν ἔχων σῶμα, ἀνθρώπου δὲ γνώμην ἐδύνατ' ἂν πράττειν ἃ ἐβούλετο.
6. Οὐκ ἂν ἔλαθεν ὁρμώμενος ὁ Κλέων πάσῃ τῇ στρατιᾷ.
7. Ὁπότε τὸν μισθὸν ἔχοιμεν, ἀπίοιμεν ἄν.
8. Φαίη δ’ ἂν ταῦτα καὶ αὐτὸς ἐλεγχόμενος.
9. Mὴ ἀπέλθητε, πρὶν ἂν ἀκούσητε.
10. Ταῦτα ποιοῦντες τοὺς θεοὺς βοηθοὺς ἔχοιτ' ἄν.
2.Να μετατρέψετε την υποθετική μετοχή στο είδος που σας ζητείται.
1. Ταῦτα ποιοῦντες τοὺς θεούς βοηθοὺς ἔχοιτ' ἄν. Να γίνει μετατροπή στο προσδοκώμενο.
2. Δίκαια δράσας συμμάχους ἕξεις θεοὺς. Να γίνει μετατροπή στην απλή σκέψη του
λέγοντος.
3. Οὔτε γὰρ βοὸς ἂν ἔχων σῶμα, ἀνθρώπου δὲ γνώμην ἐδύνατ' ἂν πράττειν ἃ ἐβούλετο.
Να γίνει μετατροπή στην αόριστη επανάληψη στο παρόν - μέλλον.
4. Κατεφαίνετο πάντα αὐτόθεν, ὥστε οὐκ ἂν ἔλαθεν αὐτὸν ὁρμώμενος ὁ Κλέων τῷ στρατῷ.
Να γίνει μετατροπή στην αόριστη επανάληψη στο παρελθόν.
5. Προθύμως μαχόμενοι ἐκρατοῦμεν ἂν τῶν πολεμίων. Να γίνει μετατροπή στην απλή
σκέψη του λέγοντος.
3.Να βρείτε και να αναγνωρίσετε τους λανθάνοντες υποθετικούς λόγους
1. Ταῦτα γιγνώσκων πράττοις ἂν ἄριστα.
2. Παρ’ ἐμοὶ οὐδεὶς μισθοφορεῖ, ὅστις μὴ ἱκανὸς ἐστὶν ἐμοὶ ἴσα πονεῖν.
3. Ὁποσάκις ἔλθοιεν, εὐμενῶς αὐτοὺς προσεδέχετο.
4. Οὐκ ἂν ἐπεχειροῦμεν πράττειν, ἃ μὴ ἠπιστάμεθα.
5. Λαβόντες δὲ τοὺς ἄρχοντας ἀναρχίᾳ ἂν καὶ ἀταξίᾳ ἐνόμιζον ἡμᾶς ἀπολέσθαι.
4.Να αναλύσετε τις υποθετικές μετοχές σε αντίστοιχες προτάσεις.
1. Ἀδικοῦντες βλάπτομεν ἡμᾶς αὐτούς.
2. Πάντες οἱ στρατιῶται κακοὶ ἔσονται ὁρῶντες ἡμᾶς ἀθύμους.
3. Ἔχων τι ἐδίδους ἄν.
4. Ὁμολογῶν μὲν ἀδικεῖν ἀποθνῄσκει, ἀμφισβητῶν δὲ ἐλέγχεται.
5. Μισῶν σε ἀπολοίμην.
6. Ἐπιόντων τῶν Ἀθηναίων ὑπεχώρουν οἱ Λακεδαιμόνιοι.
7. Σπουδαίου ἀνδρὸς δεηθεῖσα ἡ πόλις ἀπέβλεπε πρὸς τὸν Θεμιστοκλέα.
8. Ταῦτα ποιήσαντες μισθὸν ἕξετε.
9. Μὴ εἰσβαλόντων Περσῶν εἰς Ἀθήνας οὐκ ἂν οἱ Ἀθηναῖοι κατέλιπον τὴν πόλιν.
10. Σὲ τοῦ λοιποῦ ποτ’ ἀφελόμενος χρόνου κάκιστον ἀπολοίμην.
5.Να εντοπίστε τις λανθάνουσες υποθέσεις στις επόμενες προτάσεις και να
σχηματίσετε υποθετικούς λόγους.
1. Μισῶ πονηρόν, χρηστὸν ὅταν εἴπῃ λόγον.
2. Κῦρος οὕστινας ὁρῴη τὰ καλὰ διώκοντας, πάσαις τιμαῖς ἐγέραιρεν.
3. Μετὰ κινδύνων τὸ γέρας ἐκτήσαντο.
4. Οὕτω γὰρ οὔτ’ εὐτυχῶν ἔσει περιχαρὴς οὔτε δυστυχῶν περίλυπος.
5. Τὰς τοῦ πατρὸς προαιρέσεις ἀναμνησθεὶς οἰκεῖον καὶ καλὸν ἕξεις παράδειγμα.
Ἀγησίλαος ἔλεγεν ὅτι εἰ μὲν βλαβερὰ τῇ Λακεδαίμονι πεπραχὼς εἴη, δίκαιος εἴη ζημιοῦσθαι. (μτφρ.
ο Αγησίλαος έλεγε ότι αν έχει βλάψει τη Λακεδαίμονα, είναι δίκαιο να τιμωρηθεί.)
Δηλώνει το πραγματικό. (Εἰ μὲν βλαβερὰ τῇ Λακεδαίμονι πέπραχα, ζημιοίμην.)
Λύσανδρος εἶπεν ὅτι ὑποσπόνδους ὑμᾶς ἔχοι, εἰ μὴ ποιήσετε ἃ Θηραμένης κελεύει. (μτφρ. Ο
Λύσανδρος είπε ότι θα συνάψει με εσάς ανακωχή, αν δεν κάνετε όσα ο Θηραμένης διατάζει.)
Δηλώνει το πραγματικό. (Εἰ μὴ ποιήσετε ἃ Θηραμένης κελεύοι, ὑποσπόνδους ὑμᾶς ἔχω.)
Ὡς εἶπεν ὁ Σάτυρος ὅτι, εἰ μὴ σιωπήσειεν, οἰμώξοιτο, ἐπήρετο. (μτφρ. Όταν, δηλαδή, του είπε ο
Σάτυρος ότι, αν δεν σωπάσει, θα κλάψει πικρά, αυτός απάντησε ρωτώντας τον.)
Δηλώνει το προσδοκώμενο. (Ἐὰν μὴ σιωπήσῃς, οἰμώξῃ.)
Οὐ τούτου γε’ κατέμεινεν, ἀλλ’ εὖ εἰδὼς ὅτι, εἰ στρατηγοίη, λέξειαν ἂν οἱ πολῖται ὡς Ἀγησίλαος,
ὅπωςβοηθήσειε τοῖς τυράννοις, πράγματα τῇ πόλει παρέχει. (μτφρ. Δεν έμεινε βέβαια γι’ αυτόν τον
σκοπό, αλλά επειδή γνώριζε ότι, αν ασκούσε καθήκοντα στρατηγού, θα πούνε οι πολίτες πως ο
Αγησίλαος, για να βοηθήσει τους τυράννους, προξενεί αναστάτωση στην πόλη.)
Δηλώνει το προσδοκώμενο. (Ἐὰν στρατηγῶ, βοηθήσω τοῖς τυράννοις.)
Ἔλεγον ὡς κίνδυνος εἴη, μὴ καὶ οἱ Ἕλληνες, εἰ ταῦτα αἴσθοιντο, συσταῖεν. (μτφρ. Έλεγαν πως υπήρχε
κίνδυνος μήπως και οι Έλληνες αποστατήσουν, αν μάθαιναν αυτά.)
Δηλώνει το προσδοκώμενο. (Ἐὰν ταῦτα αἴσθωνται, καὶ οἱ Ἕλληνες συστήσονται.)
Οἱ δὲ ἀπελογοῦντο ὡς οὐκ ἄν ποτε οὕτω μῶροι ἦσαν, ὡς, εἰ ᾔδεσαν καταλαμβανόμενον τὸν Πειραιᾶ,
ἐν τῷ ἄστει ἂν ὑποχειρίους αὑτοὺς παρεῑχον. (μτφρ. Αυτοί έλεγαν απολογούμενοι πως δεν θα ήταν
τόσο ανόητοι, ώστε, αν γνώριζαν ότι κυριεύεται ο Πειραιάς, να παραδίδονταν υποχείριοι στην πόλη.)
Δηλώνει το μη πραγματικό. (Εἰ ᾖσμεν καταλαμβανόμενον τὸν Πειραιᾶ, ἐν τῷ ἄστει ἂν ὑποχειρίους
ἡμᾶς αὐτοὺς παρείχομεν.)
Ὁ δὲ Ἀγησίλαος οὐκ ἔφη δέξασθαι τοὺς ὅρκους, ἐὰν μὴ ὀμνύωσιν, ὥσπερ τὰ βασιλέως γράμματα
ἔλεγεν. (μτφρ. Ο Αγησίλαος από τη μεριά του είπε ότι δεν θα δεχτεί τους όρκους, αν δεν ορκιστούν,
όπως υπαγόρευε η επιστολή του Μεγάλου Βασιλιά.)
Δηλώνει το προσδοκώμενο. (Ἐὰν μὴ ὀμνύητε, οὐ δέξομαι τοὺς ὄρκους.)
Οἱ Λακεδαιμόνιοι ἡγοῦντο, εἰ τοῦτο ἄνευ τῆς σφετέρας γνώμης ἔσοιτο, χαλεπὸν ἔσεσθαι. (μτφρ. Οι
Λακεδαιμόνιοι πίστευαν ότι, αν θα γίνει αυτό χωρίς τη δική τους γνώμη, θα είναι δυσάρεστο.)
Δηλώνει το προσδοκώμενο. (Εἰ τοῦτο ἄνευ τῆς ἡμετέρας γνώμης ἔσται, χαλεπὸν ἔσται.)
Ἡγεῖτο γὰρ ἅπαν ποιήσειν αὐτόν, εἴ τις ἀργύριον διδοίη. (μτφρ. Γιατί νόμιζε ότι θα έκανε το παν , αν
του έδινε κάποιος χρήματα).
Δηλώνει το προσδοκώμενο. (Ἅπαν ποιήσω, ἄν τις ἀργύριον διδῷ.)
Τοὺς στρατηγοὺς εἰσελθόντας ἐκέλευον, εἴ τι βούλονται, εἰπεῑν. (μτφρ. Αφού μπήκαν οι στρατηγοί,
τους παρακινούσαν να μιλήσουν, αν ήθελαν κάτι.)
Δηλώνει το πραγματικό. (Εἴ τι βούλεσθε, εἴπατε / εἴπετε / εἴπητε / εἴπαιτε / εἴποιτε.)
γ) σε μετοχή (κατηγορηματική)
Τίς οὓτως εὐήθης ἐστὶν ὑμῶν, ὅστις ἀγνοεῖ τὸν ἐκεῖθεν πόλεμον δεῦρο ἥξοντα, ἂν ἀμελήσωμεν;
(μτφρ. Ποιος είναι τόσο ανόητος, που να αγνοεί ότι ο από εκεί πόλεμος θα έρθει εδώ αν φανούμε
αμελείς;)
Δηλώνει το προσδοκώμενο. (Ὁ ἐκεῖθεν πόλεμος δεῦρο ἥξει, ἂν ἀμελήσωμεν.)
Εἰδότες δὲ τὴν πόλιν τῶν μὲν περὶ τοὺς θεοὺς μάλιστ’ ἂν ὀργισθεῖσαν, εἴ τις εἰς τὰ μυστήρια φαίνοιτ’
ἐξαμαρτάνων, […] εἰσήγγελλον εἰς τὴν βουλὴν […]. (μτφρ. Επειδή γνώριζαν ότι οι πολίτες για τα των
θεών, θα οργίζονταν πάρα πολύ, όπως γινόταν κάθε φορά που κάποιος φανερά ασεβούσε στα
μυστήρια, …κατήγγειλαν στη βουλή…)
Δηλώνει την αόριστη επανάληψη στο παρελθόν. (Ἡ πόλις τῶν περὶ τοὺς θεοὺς μάλιστα ἂν ὠργίσθη,
εἴ τις εἰς τὰ μυστήρια φαίνοιτ’ ἐξαμαρτάνων.)
Παρατηρήσεις:
Aν η απόδοση εξαρτάται από αρκτικό χρόνο, ο υποθετικός λόγος αναγνωρίζεται σαν να ήταν
ανεξάρτητος. π.χ.Καὶ γὰρ ἀκούω Δέξιππον λέγειν πρὸς Κλέανδρον ὡς οὐκ ἂν ἐποίησεν Ἀγασίας
ταῦτα, εἰ μὴ ἐγὼ αὐτὸν ἐκέλευσα. Δηλώνει το αντίθετο του πραγματικού.
Αν η απόδοση εξαρτάται από ιστορικό χρόνο, η υπόθεση (με εξαίρεση την υπόθεση του 2ου
είδους, η οποία δεν μεταβάλλεται) έχει την μορφή εἰ + ευκτική του πλαγίου λόγου. Τότε το είδος της
απόδοσης, το νόημα και η τροπή του εξαρτημένου υποθετικού λόγου σε ανεξάρτητο μας βοηθούν
στην αναγνώρισή του.
π.χ. Γιγνώσκων δέ, ὅτι, εἰ μὴ ἱππικὸν ἱκανὸν κτήσαιτο, οὐ δυνήσοιτο κατὰ τὰ πεδία στρατεύεσθαι,
ἔγνω τοῦτο κατασκευαστέον εἶναι, ὡς μὴ δραπετεύοντα πολεμεῖν δέοι. (ευθύς λόγος:) Ἐὰν μὴ
ἱππικὸν ἱκανὸν κτήσωμαι, οὐ δυνήσομαι κατὰ τὰ πεδία στρατεύεσθαι.(δηλώνει το προσδοκώμενο)
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1. Να αναγνωρίσετε τους εξαρτημένους υποθετικούς λόγους στα παρακάτω
παραδείγματα
1. Ἀξιῶ, ἐάν τέ τι ἀπορῶ, πρὸς ὑμᾶς ἰέναι.
2. Ἀπαγγέλλετε Ἀριαίῳ ὅτι εἰ μὴ ὑμεῖς ἤλθετε, ἐπορευόμεθα ἂν ἐπὶ βασιλέα.
3. Δῆλον ὅτι ἐπιβουλεύουσι τοῖς ἄλλοις, ὡς, ἢν δύνωνται, ἀπολέσωσι
4. Ἔγνωσαν ὅτι, εἰ δώσοιεν εὐθύνας, κινδυνεύσοιεν ἀπολέσθαι.
5. Δῆλόν ἐστιν, ὅτι, εἰ ἐξῆν τοῖς κρατίστοις συνθεμένους ἐπὶ τοὺς χείρους ἰέναι, πάντας
ἂν τοὺς ἀγῶνας οὗτοι ἐνίκων.
6. Κῦρος νομίζεται ὅτι, εἰ μὴ ἀπέθανεν, ἄριστος ἂν ἐγένετο ἄρχων.
2.Επιλέξτε την απάντηση που περιέχει το σωστό είδος του πλαγίου υποθετικού λόγου και στη
συνέχεια μετατρέψτε τον σε ευθύ.
5. Ἀλλὰ δοκεῖ μοι ἧττον ἂν διὰ τοῦτο τυγχάνειν, εἴ τι δέοισθε παρ’ αὐτῶν.
α. αόριστη επανάληψη στο παρελθόν
β. αόριστη επανάληψη στο παρόν και μέλλον
γ. μη πραγματικό
δ. απλή σκέψη του λέγοντος
3.Να τρέψετε τον πλάγιο υποθετικό λόγο των επομένων προτάσεων σε ευθύ και να
αναγνωρίσετε το είδος του.
1. Ἡμεῖς μέν, ὦ ἄνδρες Λακεδαιμόνιοι, ἀξιοῦμεν, εἰ μέν τινα ὁρᾶτε σωτηρίαν, διδάξαι καὶ ἡμᾶς.
2. Ἀπεκρίναντο αὐτῷ πολλοῦ ἂν ἄξιον εἶναι, εἰ τοὺς ἀγαθοὺς διεγίγνωσκεν.
3. Οἶμαι ἄν σε ταῦτα διαπραξάμενον ἀποπλεῖν, εἰ βούλοιο.
4. Πέμψας πρὸς τὸν Δερκυλίδαν εἶπεν ὅτι ἔλθοι ἂν εἰς λόγους, εἰ ὁμήρους λάβοι.
5. Ὁρᾷ τὸ περιτείχισμα ἁπλοῦν ὂν καί, εἰ κρατήσειέ τις τῶν Ἐπιπολῶν τῆς ἀναβάσεως ῥᾳδίως ἂν
αὐτὸ ληφθέν.
6. Κελεύει, ἐάν τις τὸν Ἀθηναίων δῆμον ἀδικῇ, δεδεμένον ἀποδικεῖν ἐν τῷ δήμῳ καί, ἐὰν
καταγνωσθῇ ἀδικεῖν, ἀποθανεῖν εἰς τὸ βάραθρον ἐμβληθέντα.
7. Ἔπειτα δὲ κατεστρατοπεδεύσατο τῷ μὲν πεζῷ ἐπὶ λόφῳ ἀπέχοντι τῆς πόλεως ὡς πέντε
στάδια, πρὸ τῆς χώρας ὄντι, ὅπως ἀποτέμνοιτο ἐντεῦθεν, εἴ τις ἐπὶ τὴν χώραν τῶν
Κερκυραίων ἐξίοι.
8. Οἶδα μὲν οὖν ὅτι ταῦτα πάντα, ἢν οἴωνται ναυμαχήσειν ἄνθρωποι, καὶ ἀσκεῖται καὶ
μελετᾶται.
4.Να μετατρέψετε τον επόμενο εξαρτημένο υποθετικό λόγο σε ανεξάρτητο και, αφού
αναγνωρίσετε το είδος του, να σχηματίσετε και τα υπόλοιπα είδη των υποθετικών λόγων.
Συμβουλεύει αὐτοῖς, εἰ βούλονται ἀδεῶς ζῆν, ἰέναι ἐπὶ τοὺς πολεμίους.
Οι τελικές προτάσεις
Οι τελικές προτάσεις είναι οι δευτερεύουσες επιρρηματικές προτάσεις που δηλώνουν το τελικό
αίτιο, το σκοπό στον οποίο αποβλέπει το υποκείμενο του ρήματος ή άλλου ρηματικού τύπου από
τον οποίο εξαρτώνται. Είναι προτάσεις επιθυμίας και δέχονται άρνηση μή.
β. Ευκτική του πλαγίου λόγου (ευκτική όλων των χρόνων), αντί της υποτακτικής, όταν το ρήμα της
πρότασης από την οποία εξαρτάται η τελική βρίσκεται σε ιστορικό χρόνο. Ο σκοπός της τελικής
πρότασης παρουσιάζεται ως υποκειμενικός και αβέβαιος στο παρελθόν
π.χ. Καμβύσης τὸν Κῦρον ἐπεκάλει, ὅπως τὰ ἐν Πέρσαις ἐπιχώρια ἐπιτελοίη. (μτφρ. Ο Καμβύσης
ανακάλεσε τον Κύρο για να αναλάβει τις υποθέσεις των Περσών.)
γ. Υποτακτική + ἂν (αοριστολογικό), όταν δηλώνει σκοπό προσδοκώμενο υπό προϋπόθεση μόνο όταν
εισάγονται με τους συνδέσμους ὅπως και ὡς π.χ. Γύμναζε σεαυτὸν πόνοις ἐκουσίοις, ὅπως ἂν
δύνῃ καὶ τοὺς ἀκουσίους ὑπομένειν. (μτφρ. Να ασκείς τον εαυτό σου με εκούσιους πόνους για να
μπορέσεις να υπομείνεις και τους ακούσιους).
δ. Οριστική Ιστορικού Χρόνου, όταν δηλώνει σκοπό ανεκπλήρωτο π.χ. Ἐβουλόμην δ’ ἂν Σίμωνα τὴν
αὐτὴν γνώμην ἐμοὶ ἔχειν, ἵνα ῥᾳδίως ἔγνωτε τὰ δίκαια (μτφρ. Θα ήθελα να έχει ο Σίμων την ίδια
γνώμη με μένα, για να αντιληφθείτε εύκολα τα δίκαια).
στ. Δυνητική Οριστική (σπαν.), όταν δηλώνει σκοπό μη πραγματικό π.χ. Τόν γε πράττοντα τί δίκαιον
οὐ προσῆκεν ἀπορεῖν, ἀλλ’ εὐθὺς λέγειν, ἵνα μᾶλλον ἂν ἐπιστεύετο. (μτφρ. Αυτός που πράττει κάτι
δίκαιο δεν αρμόζει να βρίσκεται σε αμηχανία, αλλά αμέσως να μιλά, για να γίνει περισσότερο
πιστευτός).
ζ. Δυνητική Ευκτική (σπαν.), (λανθάνει υπόθεση) δηλώνει σκοπό δυνατό στο παρόν – μέλλον
π.χ. Ἐδίδου βοῦς, ὅπως ἂν θύσαντες ἐστιῷντο. (μτφρ. Προσέφερε βόδια, για να γευματίσουν αφού
θυσιάσουν).
η. Ευκτική (χωρίς εξάρτηση από ιστορικό χρόνο): λόγω έλξης προς προηγούμενη ευκτική π.χ.
Βασιλεὺς περὶ παντὸς ἂν ποιήσαιτο ἀπολέσαι ἡμᾶς ἵνα καὶ τοῖς ἄλλοις Ἕλλησι φόβος εἴη. (μτφρ. Ο
βασιλιάς θα φροντίσει με κάθε τρόπο να μας καταστρέψει για να φοβηθούν και οι υπόλοιποι
Έλληνες).
όταν ο σκοπός εμφανίζεται ως απλή σκέψη του λέγοντος π.χ. Ἴσως δέ που ἀποσκάπτει, ὡς
ἄπόρος εἴη ἡ ὁδός. (μτφρ. Ίσως κάπου σκάβει για να είναι η οδός αδιάβατη).
Παρατηρήσεις:
1. Συχνά μετά από ιστορικό χρόνο η τελική πρόταση εκφέρεται με υποτακτική και όχι
ευκτική του πλαγίου λόγου, είτε γιατί το ρήμα εξάρτησης είναι γνωμικός αόριστος
(δηλαδή αόριστος με σημασία ενεστώτα), είτε γιατί ο σκοπός της δευτερεύουσας έχει
ισχύ και στο παρόν. Επίσης, η εναλλαγή υποτακτικής και ευκτικής του πλαγίου λόγου
δηλώνει βέβαιο (υποτακτική) και αβέβαιο (ευκτική) γεγονός
2. Η ευκτική του πλαγίου λόγου των τελικών προτάσεων αντιστοιχεί σε υποτακτική
ανάλογου χρόνου.
α. Επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού στο ρήμα ή σε άλλο ρηματικό τύπο (συνήθως της
κύριας πρότασης) από το οποίο εξαρτάται
π.χ. Σόλων ἀπεδήμησεν, ἵνα μή τινα τῶν νόμων οἱ Ἀθηναῖοι λύσαιεν. (μτφρ. Ο Σόλων έφυγε από την
πατρίδα, για να μην καταλύσουν κάποιον από τους νόμους οι Αθηναίοι).
«ἵνα μή τινα τῶν νόμων οἱ Ἀθηναῖοι λύσαιεν»: είναι δευτερεύουσα επιρρηματική τελική πρόταση
που λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού στο ρήμα της κύριας «ἀπεδήμησεν».
β. Επεξήγηση σε εμπρόθετο προσδιορισμό του σκοπού, ο οποίος προηγείται της τελικής πρότασης,
και κυρίως στα «διὰ τοῦτο», «τούτου ἕνεκα»
π.χ. Τούτου ἕνεκα ταῦτα ἐποίησεν, ἵνα δοκῇ ἀγαθὸς εἶναι. (μτφρ. Εξαιτίας αυτού έκανε αυτά, για να
φανεί δηλαδή ότι είναι συνετός).
«ἵνα δοκῇ ἀγαθὸς εἶναι» είναι δευτερεύουσα τελική επιρρηματική πρόταση που λειτουργεί ως
επεξήγηση στο «Τούτου ἕνεκα».
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρείτε και να αναγνωρίσετε πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) τις
δευτερεύουσες τελικές προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα:
1. Ἵνα τοίνυν μὴ τοῦτ’ ἐμποδὼν γένηται τῷ Θηβαίους γενέσθαι μικρούς, τὰς μὲν Θεσπίας καὶ τὸν
Ὀρχομενὸν καὶ τὰς Πλαταιὰς κατοικίζεσθαι φῶμεν δεῖν.
2. Ἄκουσον, ὡς ἂν μάθῃς.
3. Κῦρος ᾤετο φίλων δεῖσθαι, ὡς συνεργοὺς ἔχοι.
4. Ἐπεμελεῖτο, ὅπως μήτε ἄσιτοι μήτε ἄποτοι ἔσοιντο.
5. Ἐκκλησίαν τούτου ἕνεκα ξυνήγαγον, ὅπως ὑπομνήσω υμῖν [...].
6. Ἀβροκόμας προϊὼν κατέκαυσεν [πλοῖα], ἵνα μὴ Κῦρος διαβῇ.
2.Να τρέψετε τις τελικές μετοχές των επομένων προτάσεων σε τελικές προτάσεις.
α. Μεμνῆσθαι χρὴ ὅτι οὐ νομοθετήσοντες ἥκετε, ἀλλὰ κατὰ τοὺς κειμένους νόμους ψηφιούμενοι,
οὐδὲ τοὺς ἀδικοῦντας ἐλεήσοντες, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον αὐτοῖς ὀργιούμενοι καὶ ὅλῃ τῇ πόλει
βοηθήσοντες.
β. Δερκυλίδας ὁ Λακεδαιμόνιος ἀφικνεῖται ἄρξων τοῦ στρατεύματος.
γ. Θίμβρων ἐπεὶ οὐκ ἐδύνατο ἑλεῖν Λάρισαν ὑπόνομον ὤρρυττεν ἀφαιρεσόμενος τὸ ὕδωρ αὐτῶν.
δ. Κλέαρχος διέβη παρὰ τὸν Φαρνάβαζον μισθὸν ληψόμενος.
ε. Περὶ ὧν ὀκνοῦσιν οἱ πρεσβύτεροι λέγειν, περὶ τούτων νεώτερος ὢν παρελήλυθα συμβουλεύσων.
3.Να τρέψετε τις τελικές προτάσεις των επομένων περιόδων σε τελικές μετοχές και τις τελικές
μετοχές σε τελικές προτάσεις.
α. Τριήρεις ἐξέπεμπον ἵνα γῆς καὶ θαλάττης ἄρξαιεν.
β. Προαπεπέμφθην τούτων ἕνεκα καὶ ἅμα τῶν ἄλλων ἐπιμελησόμενος.
γ. Συνίσταντο ἀλλήλοις καὶ συνετίθεντο ὡς τῇ Χίῳ ἐπιθησόμενοι.
δ. Μὴ φθόνει τοῖς εὐτυχοῦσι, μὴ δοκῇς εἶναι κακός.
ε. Οἱ τριάκοντα συλλαμβάνουσι τους πολίτας, ἵνα ἀποκτείνωσι τούτους.
Οι συμπερασματικές προτάσεις
Οι δευτερεύουσες συμπερασματικές ή αποτελεσματικές προτάσεις δηλώνουν το συμπέρασμα ή το
αποτέλεσμα που προκύπτει από την ενέργεια του ρήματος της πρότασης (συνήθως της κύριας), από
την οποία εξαρτώνται. Δέχονται άρνηση οὐ ή μη
Εισάγονται με τις εκφράσεις «ἐφ’ ᾧ», «ἐφ’ ᾧτε» και εκφέρονται με απαρέμφατο και με οριστική
Μέλλοντα.
Ειδικότερα,
Οριστική, όταν δηλώνει αποτέλεσμα πραγματικό π.χ. Ἐγὼ γάρ οὕτω σφόδρα ἐμαυτῷ
πιστεύω, ὥστε ἐλπίζω… (μτφρ. Έγω άλλωστε έχω τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό μου,
ώστε ελπίζω…..)
Δυνητική Οριστική, όταν δηλώνει αποτέλεσμα δυνατό στο παρελθόν υπό προϋποθέσεις ή
μη πραγματικό π.χ. Πάντες ὅπλα κατεσκεύαζον, ὥστε τὴν πόλιν ὄντως ἂν ἡγήσω πολέμου
ἐργαστήριον. (μτφρ. Όλοι κατασκεύαζαν όπλα, ώστε πράγματι θα θεωρούσα την πόλη
εργαστήριο πολέμου).
Δυνητική Ευκτική, όταν δηλώνει αποτέλεσμα δυνατό στο παρόν - μέλλον υπό προϋποθέσεις
π.χ. Πλοῖα δ’ ὑμῖν πάρεστιν, ὥστε ἐξαίφνης ἂν ἐπιπέσοιτε. (μτφρ. Έχετε πλοία, ώστε
αιφνιδιαστικά θα μπορούσατε να επιτεθείτε).
Ευκτική του Πλαγίου Λόγου, όταν εξαρτάται από ρήμα ιστορικού χρόνου και δηλώνει
αποτέλεσμα που βασίζεται σε υποκειμενική γνώμη. π.χ. Ἀλλὰ οὐκ ἐδίδαξεν, ὥστε ἡμᾶς
αὐτοὺς δέοι τοὺς τε ἀγαθοὺς καὶ τοὺς κακοὺς κρίνειν. (μτφρ. Αλλά δε δίδαξε, ώστε εμείς οι
ίδιοι πρέπει να διακρίνουμε τους γενναίους και τους δειλούς).
απλή ευκτική καθ’ έλξη από προηγούμενη ευκτική: π.χ. Εἰ τις χρῷτο τῷ ἀργυρίῳ, ὥστε
πριάμενός τι διὰ τοῦτο κάκιον τὸ σῶμα ἔχοι, πῶς ἂν τὸ ἀργύριον ὠφέλιμον εἴη; (μτφρ. Αν
κάποιος χρησιμοποιούσε τα χρήματά του, ώστε αφού αγοράσει κάτι, εξ αιτίας αυτού να
βλάπτει το σώμα του, πώς μπορούν να είναι ωφέλιμα τα χρήματα;).
όταν δηλώνει αποτέλεσμα επιδιωκόμενο και εξαρτάται από ρήματα βούλησης ή σκόπιμης
ενέργειας. π.χ. Ἐκ δὲ τούτου οἱ τριάκοντα, ἐβουλήθησαν Ἐλευσῖνα ἐξιδιώσασθαι, ὥστε
εἶναι σφίσι καταφυγήν. (μτφρ. Ἐπειτα απ' αυτό οι Τριάντα τύραννοι, αποφάσισαν να
προσαρτήσουν την Ελευσίνα, για να την έχουν καταφύγιο.
μετά από επίθετο ή επίρρημα συγκριτικού βαθμού με το «ἢ» σαν δεύτερος όρος
σύγκρισης. π.χ. Βραχύτερα ἠκόντιζον ἢ ὡς ἐξικνεῖσθαι τῶν σφενδονητῶν. (μτφρ. Έριχναν τα
ακόντια σε μικρότερη απόσταση από όσο ώστε να φθάνουν τους σφενδονήτες).
ως επιρρηματικός προσδιορισμός του αποτελέσματος (πραγματικού) στο ρήμα της πρότασης, από την
οποία εξαρτάται. π.χ. Καλλίμαχος εἰς τοῦτ’ ἀναιδείας ἦλθεν, ὥσθ’ ἁπάντων με τῶν γεγενημένων ᾐτιᾶτο.
(μτφρ. Ο Καλλίμαχος σε τέτοιο σημείο αναίδειας ήλθε, ώστε κατηγορούσε εμένα για όλα όσα είχαν
γίνει).
Παρατήρηση:
O συμπερασματικός σύνδεσμος «ὥστε», «ὡς» εισάγει κύρια πρόταση, όταν βρίσκεται στην αρχή
περιόδου ή ημιπεριόδου και δεν υπάρχει άλλη κύρια πρόταση στην περίοδο. Σ’ αυτήν την περίπτωση
μεταφράζεται «επομένως» και εκφέρεται με οποιαδήποτε έγκλιση. Ὥστε οὐκ ἄξιόν (ἐστι), ὦ βουλή,
(ὑμᾶς) ἀπ’ ὄψεως οὔτε φιλεῖν οὔτε μισεῖν οὐδένα.
2.1. «ἐφ’ ᾧ», «ἐφ’ ᾧτε» + απαρέμφατο, δηλώνουν όρο, συμφωνία ή προϋπόθεση:
π.χ. Οἱ δὲ ἔφασαν ἀποδώσειν, ἐφ’ ᾧ μὴ καίειν τὰς οἰκίας. (μτφρ. Αυτοί έλεγαν ότι θα επιστρέψουν
τους νεκρούς με την προϋπόθεση να μην καούν τα σπίτια).
π.χ. Ἄλλ’ ἐποιοῦντο εἰρήνην ἐφ’ ᾧ [Ἀθηναίους] …ἕπεσθαι… (μτφρ. Αλλά δέχονταν να συνάψουν
ειρήνη με τον όρο [οι Αθηναίοι] να τους ακολουθούν…).
2.2. «ἐφ’ ᾧ», «ἐφ’ ᾧτε» + Οριστική Μέλλοντα, δηλώνουν όρο, συμφωνία ή προϋπόθεση:
π.χ. Τῆς εἰρήνης γενομένης αὐτοῖς, ἐφ' ᾧτε πολιτεύσονται τὴν πάτριον πολιτείαν,…. (μτφρ. Ενώ
είχαν συνάψει ειρήνη με τον όρο να εφαρμόσουν το προγονικό τους πολίτευμα,…).
i. επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει όρο, προϋπόθεση ή συμφωνία προς το ρήμα της
πρότασης, από την οποία εξαρτάται. π.χ. Καὶ τὴν Βοιωτίαν ἐξέλιπον Ἀθηναῖοι πᾶσαν σπονδὰς
ποιησάμενοι ἐφ’ ᾧ τοὺς ἄνδρας κομιοῦνται. (μτφρ. Και τη Βοιωτία ολόκληρη εγκατέλειψαν οι
Αθηναίοι αφού πραγματοποίησαν ανακωχή, με την προϋπόθεση ότι θα μεταφέρουν τους
άνδρες).
Παρατήρηση:
Συχνά στην κύρια πρόταση απαντούν οι δεικτικές αντωνυμίες ή επιρρήματα (τόσος, τοσοῦτος,
τηλικοῦτος, τοιοῦτος, ὅσον, οὕτω). π.χ. Tοσοῦτον δ’ ἀπέχουσι τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς
αὐτονομίας, ὥσθ’ αἱ μὲν ὑπὸ τυράννοις εἰσί, τὰς δ’ ἁρμοσταὶ κατέχουσιν (μτφρ. Τόσο όμως απέχουν από
την ελευθερία και την αυτονομία, ώστε άλλοι ζουν υπό τυραννικό καθεστώς , ενώ άλλους κυβερνούν οι
διοικητές).
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1. Να βρεθούν και να αναγνωριστούν πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) οι
δευτερεύουσες συμπερασματικές προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα:
1.1. Οἱ δὲ διήλλαξαν ἐφ’ ᾧτε (μὲν) ἔχειν εἰρήνην ὡς πρὸς ἀλλήλους.
1.2. Πρὸν τὸν ἀδελφὸν δὲ οὕτως ἐνειμάμην (τὴν οὐσίαν) ὥστε ὁμολογεῖν ἐκεῖνον τῶν πατρῴων πλέον
ἔχειν ἐμοῦ.
1.3. Νῦν δ’ εἰς τοῦτο τὰ πράγματα παρέστηκεν, ὥσθ’ οἱ μὲν μισοῦσι τὴν πόλιν, οἰ δὲ καταφρονοῦσι
ἡμῶν.
1.4. Τοιαύτη δόξα (= φήμη) γέγονεν, ὡς ὁ βάρβαρος κήδεται (= φροντίζει) τῆς Ἑλλάδος καὶ φύλαξ τῆς
εἰρήνης ἐστι.
Οι χρονικές προτάσεις
Οι δευτερεύουσες χρονικές προτάσεις προσδιορίζουν χρονικά το περιεχόμενο της προσδιοριζόμενης
(συνήθως κύριας) πρότασης και δέχονται άρνηση οὐ ή μή.
π.χ. Ὁπότε αὐτοῖς τοῖς ἀναβᾶσι πολλὰ πράγματα παρεῖχον οἱ βάρβαροι πάλιν καταβαίνουσιν.
Ὁσάκις κεχορήγηκε, πᾶσι τοῖς χοροῖς νενίκηκε.
Ἐν ὅσῳ περιεκομίζοντο τὰς ναῦς, Κερκυραῖοι ….(ἀπέκτεινον). (μτφρ. Όσο οδηγούσαν κυκλικά τα
καράβια, οι Κερκυραίοι ….(σκότωναν).
με εμπρόθετες αναφορικές εκφράσεις μέχρι: οὗ, μέχρι ὅτου, ἄχρι οὗ, ἕως οὗ.
π.χ. Ταῦτα ἐποίησεν, πρὶν ἀκοῦσαι περὶ τῆς βουλῆς. (μτφρ. Έκανε αυτά, πριν ακούσει σχετικά με
την απόφαση).
(Οἱ Κερκυραῖοι) ἐπεκράτουν τῆς θαλάσσης … μέχρι οὗ ἐστρατοπεδεύοντο ἐπὶ Ἀκτὶῳ. (μτφρ. Οι
Κερκυραίοι ήταν κυρίαρχοι της θάλασσας…έως ότου κατέλυσαν στο Άκτιο).
δ. με χρονικό σύνδεσμο + ἄν (αοριστολογικό): ὅταν, ὁπόταν, ἐπάν, ἐπήν, ἐπειδάν, πρὶν ἄν,
μέχρι ἄν, ἕως ἄν, ἡνίκα ἄν.
Τότε οι χρονικές προτάσεις σχηματίζουν μαζί με την κύρια πρόταση υποθετικό λόγο.
π.χ. Ὅταν μὲν εἰδῶ τοὺς ἐφόρους διαδεδωκότας τοῖς πλείστου ἀξίοις τὰ κράτιστα, ἐπαινῶ. (μτφρ.
Όταν καταλάβω ότι οι έφοροι έχουν μοιράσει στους πιο άξιους τα καλύτερα, επαινώ).
α. Το προτερόχρονο, όταν η πράξη της χρονικής πρότασης προηγείται της πράξης της κύριας
πρότασης.
β. Το σύγχρονο, όταν η πράξη της χρονικής πρότασης είναι σύγχρονη με την πράξη της κύριας
πρότασης.
γ. Το υστερόχρονο, όταν η πράξη της χρονικής πρότασης είναι μεταγενέστερη της πράξης της
κύριας πρότασης.
Παρατηρήσεις:
1. Ο χρονικός «ὅτε» εκθλίβεται σε ὅτ΄ ( όχι ο ειδικός ὅτι).
2. Ο χρονικός σύνδεσμος «ὅτε» δεν εισάγει χρονική πρόταση στις στερεότυπες εκφράσεις: ἔστιν
ὅτε (= κάποτε, μερικές φορές), οὐκ ἔστιν ὅτε (= ποτέ), οὐκ ἔστιν ὅτε (= πάντοτε), ὅτε μὲν - ὅτε
δὲ (= άλλοτε μεν – άλλοτε δε), ὅτε μὴ (= εκτός εάν), ἐνίοτε (= κάποτε), αλλά έχει επιρρηματική
σημασία π.χ. Γίγνονται δὲ ἐξ αὐτῶν ἔστιν ὅτε καὶ τύραννοι. (μτφρ. Γεννιούνται και από αυτούς
κάποτε και οι τύραννοι).
Ευκτική του πλαγίου λόγου όταν εξαρτώνται από ρήμα ιστορικού χρόνου.
π.χ. Σπονδὰς ἐποιήσαντο, ἕως ἀπαγγελθείη τὰ λεχθέντα εἰς Λακεδαίμονα. (μτφρ. Έκαναν
ανακωχή, όταν ανακοινώθηκαν όσα είχαν ειπωθεί στη Σπάρτη).
Αποτελούν την υπόθεση και η κύρια πρόταση την απόδοση και σχηματίζουν τους παρακάτω
υποθετικούς λόγους:
π.χ.
προσδοκώμενο: Ἐπειδὰν ἔλθωσιν, ἕξομεν τὰ ἐπιτήδεια. (μτφρ. Όταν έλθουν, θα έχουμε τα
αναγκαία).
αόριστη επανάληψη στο παρόν ή στο μέλλον: Ἡμεῖς ἐπειδὰν πυθώμεθά τι γιγνόμενον,
τηνικαῦταθορυβούμεθα καὶ παρασκευαζόμεθα. (μτφρ. Εμείς όταν μαθαίνουμε ότι συμβαίνει κάτι,
τότε ανησυχούμε και λαμβάνουμε μέτρα).
απλή σκέψη του λέγοντος: Ὁπότε βουληθείητε, οὐ χαλεπῶς εἰρήνην ἂν ποιήσαιτε. (μτφρ. Όταν
θέλετε, θα μπορέσετε να κάνετε ειρήνη).
αόριστη επανάληψη στο παρελθόν: Ἐπεὶ πλησιάζοιεν οἱ ἵπποι, ταὐτὸν ἐποίουν. (μτφρ. Όταν
πλησίαζαν τα άλογα έκαναν το ίδιο).
2. Μερικές φορές περιέχεται υπόθεση και σε χρονικές προτάσεις που εκφέρονται με οριστική και
σχηματίζουν με απόδοση την κύρια πρόταση τους παρακάτω υποθετικούς λόγους:
π.χ.
πραγματικό: Ὁπότε τις λέγει περὶ ἀρετῆς, οἱ παῖδες ἤκουον. (μτφρ. Κάθε φορά που κάποιος μιλά για
την αρετή, τα παιδιά άκουγαν).
μη πραγματικό ή αντίθετο του πραγματικού: Οἱ δ΄ἄρχοντες ἐβασάνιζον ἂν μέχρι οὗ αὐτοῖς ἐδόκει.
(μτφρ. Οι άρχοντες θα βασάνιζαν όσο χρόνο φαίνονταν σ’ αυτούς σωστό).
Ο χρονικός σύνδεσμος «πρὶν» συντάσσεται με έγκλιση όταν η κύρια πρόταση είναι αρνητική και με
απαρέμφατο όταν η κύρια πρόταση είναι καταφατική.
Ειδικότερα:
πρὶν + οριστική όταν δηλώνει το πραγματικό ( πρὶν = παρά αφού,έως ότου + οριστική).
Δηλώνει το προτερόχρονο ως προς την πράξη της κύριας πρότασης. π.χ. Καὶ οὐκ
ἐξεβίβασεν ἐκ τῶν νεῶν πρότερον πρὶν αὗται ἧκον. (μτφρ. Και δεν αποβίβασε (τους
ναύτες) από τα πλοία πρωτύτερα παρά μόνο αφού αυτοί ξαναγύρισαν).
Ἡγούμην ἀνὴρ τῶν ἐκεῖ μέγιστος, πρίν μοι τύχη τάδε ἐπέστη. (μτφρ. Νομιζόμουν άντρας
σπουδαιότατος από τους πολίτες εκεί, μέχρι που έπεσε πάνω μου τέτοια τύχη).
πρὶν + υποτακτική (με ή χωρίς ἂν αοριστολογικό), οπότε είναι χρονική υποθετική πρόταση
και σχηματίζει υποθετικό λόγο που δηλώνει:
ii. Αόριστη επανάληψη στο παρόν ή στο μέλλον, όταν η κύρια πρόταση εκφέρεται με
οριστική ενεστώτα ή γνωμικό αόριστο. π.χ. Οὐδὲ [...] προορᾶτ' οὐδέν, πρὶν ἂν
[…] γιγνόμενόν τι πύθησθε. (μτφρ. Ούτε μπορείτε να προβλέπετε τίποτα […] προτού
μάθετε ότι κάτι […] συμβαίνει αυτή τη στιγμή).
πρὶν + ευκτική του πλαγίου λόγου μετά από εξάρτηση από ρήμα ιστορικού χρόνου.
π.χ. Κῦρος ὑπέσχετο τοῖς Ἕλλησι μὴ πρόσθεν παύσεσθαι, πρὶν αὐτοὺς καταγάγοι οἴκαδε.
(μτφρ. Ο Κύρος υπόσχονταν στους Έλληνες να μη παύσει προηγουμένως, πριν να
επαναφέρει αυτούς στην πατρίδα).
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1. Να βρεθούν και να αναγνωριστούν πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) οι
δευτερεύουσες χρονικές προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα:
1.1. Οἱ δὲ πολέμιοι οἱ ἐπὶ τῇ ὁδῷ ἐπειδὴ τὸ ἄνω ἑώρων ἡττώμενον, φεύγουσι.
1.2. Ὅταν μὲν γὰρ πείθηται, λαμβάνει τι [ὧν δεῖται].
1.3. Ὁπότε [ὁ πόνος] ἐς τὴν καρδίαν στηρίξειεν, ἀνέστρεφεν αὐτήν.
1.4. Ἐπεὶ δὲ ἧκε τετάρτῳ μηνί, ἀπήγγειλεν ἐν ἐκκλησίᾳ.
Οι Εναντιωματικές προτάσεις
Παρατήρηση:
Συχνά στην κύρια πρόταση υπάρχουν οι αντιθετικοί σύνδεσμοι ή λέξεις: καίπερ, ἀλλά, ὅμως, ἄλλ’
ὅμως, ἀλλὰ και, ἀλλ’ οὖν. π.χ. Εἰ καὶ μὴ βλέπεις, φρονεῖς ὅμως. (μτφρ. Αν και δε βλέπεις,
σκέφτεσαι όμως).
καὶ (= αν και, μολονότι, ενώ) και εκφέρονται με Οριστική ή ευκτική. Δηλώνουν εναντίωση προς
κάτι που θεωρείται πραγματικό και βέβαιο.
π.χ. Φήσουσί με σοφὸν εἶναι, εἰ καὶ οὐκ εἰμί. (μτφρ. Ισχυρίζονται ότι είμαι σοφός αν και δεν είμαι).
Εἰ καὶ μὴ δεινὸς πρὸς ταῦτα πέφυκα, βοηθήσω τῷ πατρὶ καὶ ἐμαυτῷ. (μτφρ. Αν και δεν είμαι
ικανός από τη φύση μου γι’αυτά, θα βοηθήσω τον πατέρα και τον εαυτό μου).
β. ἐὰν καί, ἂν καί, ἢν καὶ (= αν και, μολονότι, ενώ) και εκφέρονται με Υποτακτική.
π.χ. Ἐὰν καὶ μὴ βούλονται, πάντες αἰσχύνονται μὴ πράττειν τὰ δίκαια. (μτφρ. Αν και δε θέλουν,
όλοι ντρέπονται να μη κάνουν τα δίκαια).
Πάντες οὖν ἄνθρωποι, ὅταν ἀναγκασθῶσιν, ἐὰν καὶ μὴ βούλωνται παντὶ πολεμοῦσι. (μτφρ. Όλοι οι
άνθρωποι, όταν αναγκαστούν, αν και δε θέλουν, πολεμούν ενάντια στον καθένα).
Παρατηρήσεις:
1. Όταν μετά από τους συνδέσμους «εἰ», «ἐάν», «ἄν», «ἢν» ακολουθεί ο «καί», δεν έχουμε
πάντα εναντιωματική πρόταση, αλλά:
Οι Παραχωρητικές προτάσεις
Δευτερεύουσες παραχωρητικές προτάσεις εκφράζουν παραχώρηση προς το νόημα της (κύριας)
πρότασης που προσδιορίζουν. Δέχονται άρνηση μή.
β) οὐδ’ εἰ, μηδ’ εἰ, οὐδ’ ἐάν, μηδ’ ἐάν, οὐδ’ ἄν, μηδ’ ἄν, οὐδ’ ἤν, μηδ’ ἤν (= ούτε κι αν), όταν
εξαρτώνται από αρνητική πρόταση και δηλώνουν παραχώρηση προς κάτι υποθετικό ή απίθανο.
π.χ. Μηδ’ ἂν εὐορκεῖν μέλλῃς, μηδένα θεῶν ὁμόσῃς. (μτφρ. Ούτε κι αν πρόκειται να τηρήσεις τον
όρκο σου, μην ορκισθείς σε κανέναν από τους θεούς). π.χ. Οὐδ' εἰ πάντες ἔλθοιεν Πέρσαι, πλήθει
οὐχ ὑπερβαλοίμεθ' ἂν τοὺς πολεμίους. (μτφρ. Ακόμη και αν έρθουν όλοι οι Πέρσες, δεν θα
μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τους εχθρούς στο πλήθος).
β) Υποτακτική, όταν εισάγονται με τα καὶ ἐάν, καὶ ἄν, κἄν, καὶ ἤν, οὐδ’ ἐάν, μηδ’ ἐάν, οὐδ’ ἄν,
μηδ’ ἄν, οὐδ’ ἤν, μηδ’ ἤν: Καὶ ἂν οἱ πολέμιοι τὸ ναυτικὸν ἡμῶν κρατήσωσι, κρατήσομεν αὐτῶν.
(μτφρ. Ακόμα κι αν οι εχθροί νικήσουν το ναυτικό μας, θα τους νικήσουμε).
Παρατήρηση:
Οι δευτερεύουσες παραχωρητικές προτάσεις εκφέρονται με τις εγκλίσεις των υποθετικών
προτάσεων και σχηματίζουν όλα τα είδη των υποθετικών λόγων.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρείτε και να αναγνωρίσετε πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) τις
δευτερεύουσες εναντιωματικές προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα:
1. Ἄνδρες, ἡμεῖς μὲν ἐροῦμεν ὑμῖν τἀληθῆ, εἰ καί τισι δόξομεν λίαν παράδοξα λέγειν.
2. Φίλον τε γὰρ ἡγοῦνται τὸν ὑπουργοῦντα, ἢν καὶ πρότερον ἐχθρὸς ᾖ.
3. Ἄξιον γὰρ ἀκοῦσαι τὸ διήγημα τοῦτο, εἰ καὶ μὴ προσήκοι Κλεοκράτει.
4. Εἰ καὶ περὶ τοὺς ἄλλους πρᾳότατος ᾖν, ἄλλ’ οὖν ἂν ἀγανακτήσειεν.
2.Να βρείτε και να αναγνωρίσετε πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) τις
δευτερεύουσες εναντιωματικές προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα:
1. Γελᾷ δ’ ὁ μωρός, κἄν τι μὴ γελοῖον ᾖ.
2. Καὶ εἰ κακῶς ἔχει τὰ πράγματα, ὅμως ἔστι ταῦτα ἐπανορθώσασθαι.
3. Καὶ εἰ μηδένα ἄνθρωπον ᾐσχύνου, τοὺς θεοὺς ἐχρῆν σε δεδιέναι.
4. Οὐδεὶς ἂν ἔτι πιστεῦσαι δύναιτο ὑμῖν, οὐδ’ εἰ πάνυ προθυμοῖτο.
5.Αφού λάβετε υπόψη σας το περιεχόμενο των περιόδων, να συνδέσετε την κύρια πρόταση με
τη δευτερεύουσα εναντιωματική ή παραχωρητική, χρησιμοποιώντας τον κατάλληλο σύνδεσμο.
1. …………………… πολλοὺς κινδύνους ὑπὲρ ὑμῶν κεκινδύνευκα, νυνὶ δέομαι μὴ στερηθῆναι τῶν
ἐμαυτοῦ.
2. Ἴσμεν δὲ ὅτι πάντες ποταμοί, …………………… πρόσω τῶν πηγῶν ἄποροι εἰσί, προϊοῦσιν δὲ
πρὸς τὰς πηγὰς διαβατοὶ γίγνονται.
3. Λέξω ἡμῖν πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν, …………………… δόξω τισὶ λίαν παράδοξα λέγειν.
4. …………………… εὐορκεῖν μέλλῃς, μηδένα θεὸν ὀμόσῃς.
5. …………………… οἱ πολέμιοι τὸ ναυτικὸν ἡμῶν νικήσωσι, κρατήσομεν αὐτούς.
6. Ἔστιν ταῦτα ἐπανορθώσασθαι, …………………… οὕτως ἔχῃ ταῦτα.
7. Φίλιππος τοὺς δούλους πέμπει, …………………… αὐτὸς μὴ παρῇ.
8. Ταῦτα σαφῆ δείγματα τῆς Φιλίππου γνώμης ἐστι, …………………… μικρά τις ἡγεῖται εἶναι.
Οι Αναφορικές Επιρρηματικές
2. Οι αναφορικές τελικές
ονομάζονται οι αναφορικές προτάσεις που φανερώνουν σκοπό.
Χρησιμοποιούνται ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί του σκοπού.
Εξαρτώνται από ρήματα κίνησης ή σκόπιμης ενέργειας.
Εισάγονται κυρίως με τις αναφορικές αντωνυμίες ὅς, ὅστις.
Εκφέρονται πάντα με οριστική μέλλοντα.
Δέχονται άρνηση μή.
Εισάγονται:
όταν εκφράζουν τρόπο, με τα αναφορικά
επιρρήματα: ὡς, ὥσπερ, ὅπως, καθάπερ, ᾗπερ, ᾗ, οἷον, οἷα
όταν εκφράζουν ποιότητα, με τις αναφορικές αντωνυμίες: οἷος, ὁποῖος
όταν εκφράζουν ποσότητα, με τις αναφορικές αντωνυμίες: ὅσος, ὁπόσος, ἡλίκος, ὁπηλίκος και
τα αναφορικά επιρρήματα: ὅσον, ὅσῳ τρόπο
π.χ Ὅπως γιγνώσκετε, οὕτω καὶ ποιεῖτε. (= Όπως ξέρετε έτσι και κάνετε.)
Ὁποῖα ἄττα γὰρ ἂν τὰ ἐπιτηδεύματα τῶν ἀνθρώπων ᾖ, τοιοῦτον ἀνάγκη καὶ τὸ φρόνημα ἔχειν.
(= Όποιες τυχόν είναι οι ασχολίες των ανθρώπων, τέτοιο πρέπει να έχουν και τον τρόπο της
σκέψης.)
Αἴτιον ἦν οὐχ ἡ ὀλιγανθρωπία τοσοῦτον, ὅσον ἡ ἀχρηματία [αἴτιον ἦν]. (= Αίτιο δεν ήταν τόσο η
έλλειψη ανθρώπων, όσο η έλλειψη χρημάτων.)
Η πτώση της αναφορικής αντωνυμίας εξαρτάται από τη σύνταξη της πρότασης στην οποία
ανήκει.
Π.χ Ἔστι δίκης ὁφθαλμός, ὅς τὰ πάνθ' ὁρᾷ. > ονοματική ως υποκείμενο του ὁρᾷ
Εἰς καλὸν ὑμῖν Ἄνυτος ὅδε παρεκαθέζετο, ᾧ μεταδῶμεν τῆς συζητήσεως. > δοτική ως
αντικείμενο του μεταδῶμεν
Ἐποιοῦντο διαβάσεις ἐκ τῶν φοινίκων, οὕς ηὕρισκον ἐκπεπτωκότας. > αιτιατική ως αντικείμενο
στο ηὕρισκον
Κανονική σύνταξη:
Ὁ ἐμὸς πάππος κάλλιστος ἦν Μήδων ὅσους ἑόρακα. > ὁρῶ + αιτιατική
Έλξη του αναφορικού:
Ὁ ἐμὸς πάππος κάλλιστος ἦν Μήδων ὅσων ἑόρακα. > αιτιατική σε γενική
Κανονική σύνταξη:
Σὺν τοῖς θησαυροῖς οὕς ὁ πατὴρ κατέλιπεν... > καταλείπω + αιτιατική
Έλξη του αναφορικού:
Σὺν τοῖς θησαυροῖς οἷς ὁ πατὴρ κατέλιπεν... > αιτιατική > δοτική
Αν η αναφορική αντωνυμία αναφέρεται σε κάποια δεικτική αντωνυμία, τότε η δεικτική
αντωνυμία κανονικά παραλείπεται.
Κανονική σύνταξη:
Τῆς φυγῆς ταύτης, ἥν αὐτοὶ ἔφυγον.
Έλξη του αναφορικού παράλειψη της δεικτικής αντωνυμίας:
Τῆς φυγῆς ἧς αὐτοὶ ἔφυγον.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Σε ποιες από τις αναφορικές προτάσεις έχουμε απλή έλξη και σε ποιες αντίστροφη;
1. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι.
2. Ἐγὼ γὰρ ἀπεστερήθην ὧν ὁ πατὴρ μοι κατέλιπεν χρημάτων.
3. Λύσανδρος ἔλεγεν οὐκ εἶναι κύριος ὧν ἐρωτῷτο ὑπὸ τοῦ Θηραμένους.
4. Ἐπορεύετο σὺν ᾗ εἶχε δυνάμει.
5. Ἤκουσα τῶν λόγων ὧν εἶπες.
Επιμέλεια: Πύρτσιου Φωτεινή, Φιλόλογος Δ.Π.Θ
151
H σύνταξη αυτή χρησιμοποιείται κυρίως όταν η κύρια πρόταση είναι καταφατική και σπάνια
όταν η κύρια πρόταση είναι αρνητική και το πρὶν δηλώνει απλώς ότι η πράξη του απαρεμφάτου
δεν έγινε στον ίδιο χρόνο με την πράξη του κύριου ρήματος.
Ο χρόνος του απαρεμφάτου μπορεί να είναι συχνά ο αόριστος (αποδίδει συνοπτικά την έννοια
της προτεραιότητας) ή σπάνια ο ενεστώτας (δηλώνει συνεχή ή επαναλαμβανόμενη πράξη) και ο
παρακείμενος (παρουσιάζει την πράξη ως ολοκληρωμένη).
Στη σύνταξη του πρὶν με απαρέμφατο, το υποκείμενο του κύριου ρήματος είναι συνήθως
διαφορετικό από το υποκείμενο του απαρεμφάτου, που βρίσκεται σε πτώση αιτιατική
(ετεροπροσωπία).
π.χ. Καὶ ἐπὶ μὲν τὸ ἄκρον ἀναβαίνει Χειρίσοφος πρίν τινας αἰσθέσθαι τῶν πολεμίων. (μτφρ. Ο
Χειρίσοφος ανέβηκε στην κορυφή, προτού να γίνει αντιληπτός από τους εχθρούς.)
π.χ . Σύνιστε μὲν καὶ πρὶν ἐμὲ λέγειν. (μτφρ. Το ξέρετε καλά, προτού εγώ ν’ αρχίσω με
λεπτομέρειες να εκθέτω το ζήτημα.)
Το «ὥστε» συντάσσεται με απαρέμφατο μετά από αρνητική πρόταση ή μετά από υπόθεση.
Συνήθως οι συμπερασματικές απαρεμφατικές επεξηγούν την κύρια πρόταση στην οποία
εκφράζεται ή εννοείται λέξη που σημαίνει ποσό, μέγεθος, ποιόν ή χρησιμοποιούνται στον λόγο
για να γίνει μεγάλης διαφοράς,ασύμμετρη σύγκριση (με τα ἢ ὥστε, ἢ ὡς).
Χρησιμοποιούνται για να φανερώσουν ένα αποτέλεσμα με γενικότερη αξία, που εκφράζεται
αόριστα. Επίσης δηλώνουν αποτέλεσμα ενδεχόμενο να συμβεί ή ακόμα και αποτέλεσμα
επιδιωκόμενο(σκοπό). Κατά την σύνταξη το υποκείμενο των προτάσεων αυτών ακολουθεί τους
κανόνες της ταυτοπροσωπίας-ετεροπροσωπίας. π.χ. Ἔνθεν δὲ ὁ ποταμὸς τοσοῦτος βάθος ὡς
μηδὲ τὰ δόρατα ὑπερέχειν πειρωμένοις τοῦ βάθους. (μτφρ. Ο ποταμός ήταν τόσο βαθύς, ώστε
ούτε τα δόρατα δεν εξείχαν έξω από το νερό, όταν δοκίμαζαν το βάθος).
π.χ. Οἱ δὲ ἀκοντισταὶ βραχύτερα ἠκόντιζον ἢ ὡς ἐξικνεῖσθαι τῶν σφενδονητῶν. (μτφρ. Οι
ακοντιστές έρριχναν τόσο κοντά τα ακόντιά τους, που δεν μπορούσαν να φτάσουν τους
σφενδονιστές.) π.χ. Ἐπεὶ ἐνθάδε οὔτε ἀργύριον ἔχομεν ὥστε ἀγοράζειν τὰ ἐπιτήδεια. (μτφρ.
Επειδή δεν έχουμε χρήματα ώστε να αγοράσουμε τα απαραίτητα.)
π.χ. «Εἰ μὴ εἰς τοῦτο μανίας ἀφικόμην ὥστε ἐπιθυμεῖν εἷς ὢν πολλοῖς μάχεσθαι». (μτφρ. Αν δεν
έφτανα σε τέτοιο σημείο, που να επιθυμώ, αν και ήμουν μόνος, να πολεμώ με πολλούς).
3. Οι συμπερασματικές προτάσεις που εισάγονται με τις φράσεις «ἐφ’ ᾧ», «ἐφ’ ᾧτε».
Εκφράζουν όρο, προϋπόθεση ή συμφωνία, συχνά ως επεξήγηση, μετά από τα: ἐπὶ τοῦτο, ἐπὶ
τοῖσδε, ἐπὶ τούτοις.
π.χ. Οἱ δὲ διήλλαξαν ἐφ’ ᾧτε (μὲν) ἔχειν εἰρήνην ὡς πρὸς ἀλλήλους. (μτφρ. Kαι εκείνοι
συμφιλιώθηκαν, με την προϋπόθεση να έχουν ειρήνη μεταξύ τους.)
π.χ. Ἀλλ’ ἀφίεμέν σε, ἐπὶ τούτῳ μέντοι, ἐφ’ ᾧτε μηκέτι […] φιλοσοφεῖν. (μτφρ. Σε απαλλάσσουμε
με αυτόν όμως τον όρο, δηλαδή με τον όρο να μη φιλοσοφείς πια.)
π.χ. Ἀλλά μοι δοκεῖ τοσοῦτον χωρίον κατασχεῖν, ὅσον ἔξω τοὺς ἐσχάτους λόχους γενέσθαι τῶν
πολεμίων κεράτων (μτφρ. Μου φαίνεται ότι πρέπει να κατέχουμε τόση έκταση, ώστε οι
τελευταίοι λόχοι να εξέχουν από τα άκρα των εχθρών).
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Να βρεθούν και να αναγνωριστούν πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) οι
δευτερεύουσες προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα.
1.1. ᾜσθοντο αὐτὸν ἐλάττω ἔχοντα δύναμιν ἢ ὥστε τοὺς φίλους ὠφελεῖν.
1.2. Ἐμοὶ δοκεῖ πλεῖν ἡμᾶς ἐπὶ Μυτιλήνην πρὶν ἐκπύστους γενέσθαι.
1.3. Οὔτε ἐκεῖνοι φαίνονται ἔχοντες τοιαύτην γνώμην ὥστε καὶ τοῖς ἀποδημοῦσι καὶ τοῖς μηδὲν
ἐξαμαρτάνουσι μεταδιδόναι τῆς πολιτείας.
1.4. [Κῦρος] πρὶν ὁρᾶν τοὺς πολεμίους εἰς τρὶς ἀνέπαυσε τὸ στράτευμα.
1.5. Ἱκέτευον μηδαμῶς ἀποτρέπεσθαι, πρὶν ἐμβαλεῖν εἰς τὴν τῶν Λακεδαιμονίων χώραν.
Λέξεις που εισάγουν περισσότερα από ένα είδη δευτερευουσών προτάσεων είναι οι εξής:
1. ὅτι
Eισάγει προτάσεις:
α) Ειδικές, μετά από ρήματα λεκτικά, δοξαστικά, αισθητικά, δηλωτικά, γνωστικά κ.α. Δηλώνει
αντικειμενική κρίση.
π.χ Ὁρᾷς ὅτι οὐ πρῶτος αἰτιᾷ τὸν κλέπτοντα (μτφρ. Βλέπεις ότι δεν κατηγορεί πρώτος τον
κλέφτη.)
β) Αιτιολογικές, μετά από ρήματα ψυχικού πάθους, δικανικά κ.α. Δηλώνει αντικειμενική
αιτιολογία.
π.χ. Ἄντρες στρατιῶται, μὴ θαυμάζετε ὅτι χαλεπῶς φέρω (μτφρ. δυσφορώ) τοῖς παροῦσι
πράγμασι.
2. ὡς
Eισάγει προτάσεις:
α) Ειδικές, μετά από ρήματα λεκτικά, δοξαστικά, αισθητικά, δηλωτικά, γνωστικά κ.α. Δηλώνει
υποκειμενική κρίση.
π.χ. Ταῦτα λέγω, ὡς τὸ παράπαν οὐ νομίζεις θεούς. (μτφρ. Αυτά λέω ότι δηλαδή καθόλου δε
σέβεσαι τους θεούς.)
β) Αιτιολογικές, μετά από ρήματα ψυχικού πάθους, δικανικά κ.α. Δηλώνει υποκειμενική
αιτιολογία.
π.χ. Ὡς δ’ οὐκ ἐπείθοντο, οἱ μὲν Κερκυραῖοι ἐπολιόρκουν τὴν πόλιν. (μτφρ. Επειδή δήθεν δεν
υπάκουαν, οι Κερκυραίοι πολιορκούσαν την πόλη.)
δ) Τελικές, μετά από ρήματα κίνησης ή σκόπιμης ενέργειας. Δηλώνει υποκειμενικό σκοπό.
π.χ. Ἄκουσον, ὡς ἂν μάθῃς. (μτφρ. Άκουσε για να μάθεις.)
ε) Συμπερασματικές, όταν στην κύρια πρόταση προηγούνται δεικτικές λέξεις οὕτως, τοιοῦτος,
τοσοῦτος κ.α.
π.χ. Τοιαύτη δόξα γέγονεν, ὡς ὁ βάρβαρος κήδεται τῆς Ἑλλάδος καὶ φύλαξ τῆς εἰρήνης ἐστι.
(μτφρ. Τέτοια φήμη έχει δημιουργηθεί, ώστε ο βάρβαρος φροντίζει και είναι φύλακας της
ειρήνης.)
ζ) Αναφορικές επιρρηματικές παραβολικές του ποιού ή του τρόπου, όταν στην κύρια πρόταση
προηγούνται ή εννοούνται δεικτικά επίρρηματα (οὕτως, ὧδε).
π.χ. Διὸ δεῖ ἦχθαί πως εὐθὺς ἐκ νέων, ὡς ὁ Πλάτων φησίν, ὥστε χαίρειν τε καὶ λυπεῖσθαι οἷς
δεῖ. (μτφρ. Γι' αυτό πρέπει να έχουμε πάρει, όπως λέει ο Πλάτωνας, από τη νεαρή ηλικία την
αγωγή που θα μας κάνει να ευχαριστιόμαστε και να λυπούμαστε με αυτά που πρέπει.)
3. ἐπεί, ἐπειδὴ
Eισάγουν προτάσεις:
α) Χρονικές. Συνήθως όταν εκφέρονται με ρήμα ιστορικού χρόνου.
π.χ. Ἐπεὶ δὲ ὁ Κριτίας ταῦτα ἤκουσεν, ἀπῆλθεν. (μτφρ. Αφού ο Κριτίας άκουσε αυτά, έφυγε.)
β) Αιτιολογικές, μετά από ρήματα ψυχικού πάθους, δικανικά κ.α. Συνήθως εκφέρονται με
οριστική, δυνητικές εγκλίσεις και ευκτική του πλαγίου λόγου . Ο ἐπεί, στην αρχή περιόδου,
κυρίως στον ποιητικό λόγο, μπορεί να εισάγει κύριες προτάσεις που σημαίνουν προσταγή,
ευχή, ερώτηση.
π.χ. Ἐπεὶ οὐκ ἤθελον καθαιρεῖν τὰ τείχη, φρουρὰν φαίνουσιν ἐπ’ αὐτούς. (μτφρ. Επειδή δεν
ήθελαν να γκρεμίσουν τα τείχη, τους κήρυξαν τον πόλεμο.)
4. ὅτε, ὁπότε
Eισάγουν προτάσεις:
α) Χρονικές. Συνήθως όταν εκφέρονται με ρήμα ιστορικού χρόνου.
π.χ. Ὅτε τὴν συμμαχίαν ἐποιήσασθε πρὸς τοὺς Βοιωτοὺς καὶ εἰς Ἀλίαρτον ἔδει βοηθεῖν, ἐγὼ
προσελθὼν τῷ Ὀρθοβούλῳ ἔφην. (μτφρ. Όταν συνάψατε τη συμμαχία με τους Βοιωτούς και
έπρεπε να σπεύσετε για βοήθειά τους στην Αλίαρτο, εγώ αφού παρουσιάστηκα στον
Ορθόβουλο, είπα.)
β) Αιτιολογικές (σπάνια).
π.χ. Ὅτε τοίνυν οὕτως ἔχει, προσήκει προθύμως ἐθέλειν ἀκούειν. (μτφρ. Επειδή (αφού) λοιπόν
έτσι έχουν τα πράγματα, αρμόζει με προθυμία να θέλω να ακούω.)
5. ὅπως
Eισάγει προτάσεις:
α) Πλάγιες ερωτηματικές, μετά από ρήματα αποδεικτικά, δηλωτικά, απορηματικά,
αποπειρατικά κ.α.
π.χ. Ἐνθυμεῖσθε δ’, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅπως μὴ πάντων ἔργον σχετλιώτατον ἐργάσησθε.
(μτφρ. Θυμηθείτε, άνδρες Αθηναίοι, πως δεν εργάζεστε για έργο προσβλητικότατο όλων.)
γ) Ενδοιαστικές (ὅπως μή), μετά από ρήματα που σημαίνουν φόβο, δισταγμό, επιφύλαξη κ.α.
π.χ. Ὁρᾶτε ὅπως μὴ τι αἰσχρὸν πράξωμεν. (μτφρ. Προσέξτε να μην κάνουμε κάτι κακό.)
δ) Αναφορικές.
π.χ. Ὅπως γιγνώσκετε, οὕτω καὶ ποεῖτε.
6. εἰ
Eισάγει προτάσεις:
β) Αιτιολογικές, μετά από ρήματα ψυχικού πάθους, δικανικά κ.α. Δηλώνει υποθετική αιτιολογία.
π.χ. Τοὺς δ’ ἀπαιδεύτους ἀρετῆς θαυμάζοιμι ἄν, εἴ τι πλέον ἂν ὠφελήσειε λόγος. (μτφρ. Θα απορούσα,
αν, τους απαίδευτους στην αρετή, ο λόγος θα μπορούσε να ωφελήσει κάπως περισσότερο.)
γ) Υποθετικές.
π.χ. Εἰ μὲν ποτε ἠδίκησέ με, προσῆκεν αὐτῷ δίκην διδόναι. (μτφρ. Αν βέβαια με αδίκησε κάποτε,
έπρεπε αυτός να τιμωρηθεί.)
7. ἐάν, ἄν, ἢν
Eισάγουν προτάσεις:
α) Πλάγιες ερωτηματικές (μονομελείς), μετά από ρήματα αποδεικτικά, δηλωτικά, απορηματικά,
αποπειρατικά κ.α.
π.χ. Σκέψαι ἐὰν τόδε ἀρέσκῃ σοι. (μτφρ. Σκέψου, αν σου αρέσει αυτό.)
β) Υποθετικές. (ανήκει στο σκέλος του υποθετικού λόγου που εισάγει την υπόθεση) π.χ. Ἐὰν
πάντα ἀκούσητε, κρίνατε. (μτφρ. Αν ακούσατε τα πάντα, αποφασίστε.)
Eισάγουν προτάσεις:
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να βρεθούν και να αναγνωριστούν πλήρως (εισαγωγή, εκφορά, συντακτικός ρόλος) οι
δευτερεύουσες προτάσεις στα παρακάτω παραδείγματα.
1.1. Ἦν γάρ ποτε χρόνος ὅτε θεοὶ μὲν ἦσαν, θνητὰ δὲ γένη οὐκ ἦν.
1.2. Ἂν μὴ πιστεύητε, πέμψατε πρέσβεις.
1.3. Εἰ γὰρ ἀποψηφιεῖσθε Ἀγοράτου τουτουί, οὐ μόνον τοῦτο διαπράττεσθε.
1.4. Θαυμάζω δ’ ἔγωγε, εἰ μηδεὶς ὑμῶν μήτ’ ἐνθυμεῖται μήτ’ ὀργίζεται.
1.5. Ὡς δὲ τὴν νύκτα ἠγρύπνησαν, ἐκάθευδον μέχρι πόρρω (= αργά ) τῆς ἡμέρας.
1.6. Οὐ θαυμάζω τῶν λεγόντων ὡς ἔστι μέγιστον κακὸν διαβολή.
1.7. Οἱ Θηβαῖοι εἶπον ὅτι οὐκ ἂν ἀποδοῖεν τοὺς νεκρούς.
1.8. Θαυμάζω μέντοι ὑμῶν, ἔφη, εἰ μὴ βοηθήσετε ὑμῖν αὐτοῖς.
1.9. Ἐπειδὴ δὲ ἡμέρα ἐγένετο Χειρίσοφος μὲν θυσάμενος ἦγε κατὰ τὴν ὁδόν.
1.10. Τὸ μὲν γὰρ πέρας ὡς ἂν ὁ δαίμων βουληθῇ πάντων γίγνεται.
ΕΥΘΥΣ ΛΟΓΟΣ
Ορισμός:
Ευθύς ονομάζεται ο λόγος με τον οποίο αποδίδονται άμεσα οι σκέψεις ή οι επιθυμίες ενός
προσώπου, όπως ακριβώς αυτές διατυπώθηκαν, χωρίς δηλαδή την παραμικρή παρεμβολή.
ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Ορισμός:
Πλάγιος ονομάζεται ο λόγος με τον οποίο τα λόγια ενός ομιλητή μεταφέρονται έμμεσα σε
άλλον ή σε άλλους όχι αυτούσια, όπως ειπώθηκαν αρχικά, αλλά με αλλαγές στη μορφή τους
επειδή εξαρτώνται από κάποιο ρήμα λεκτικό, δοξαστικό, αισθητικό, βουλητικό, κ.ά.
Ενίοτε, μετά από άνω τελεία, συνεχίζεται ο εκφερόμενος με ὅτι / ὡς + ευκτική / απαρέμφατο
πλάγιος λόγος χωρίς, φαινομενικά, ρήμα εξάρτησης και εκφέρεται με απαρέμφατο ή ευκτική.
Συνδέεται δε με τον προηγούμενο πλάγιο λόγο με τους συνδέσμους γάρ, οὖν, δέ.
Παρατηρείται μάλιστα κάποτε και εναλλαγή πλαγίου λόγου επιθυμίας και πλαγίου λόγου κρίσεως.
π.χ. Λυκομήδης ἔλεγεν ὡς μόνοις τοῖς Ἀρκάσι Πελοπόννησος πατρὶς εἴη· μόνοι γὰρ αὐτόχθονες ἐν
αὐτῇ οἰκοῖεν (μτφρ. Ο Λυκομήδης έλεγε πως η Πελοπόννησος μόνο για τους Αρκάδες είναι
πατρίδα· γιατί μόνο αυτοί κατοικούσαν εκεί ως αυτόχθονες).
π.χ. Ὁ δὲ αὐτοὺς εἰς Λακεδαίμονα ἐκέλευεν ἰέναι· οὐ γὰρ εἶναι κύριος αὐτὸς (μτφρ. Αυτός τους
προέτρεψε να πάνε στη Λακεδαίμονα· γιατί δεν είχε αρμοδιότητα).
Δυο κύριες προτάσεις, συνδεόμενες παρατακτικά, κατά την τροπή τους σε πλάγιο λόγο, γίνονται η
μία ειδική πρόταση και η άλλη ειδικό απαρέμφατο.
π.χ. Ἡμῖν μὲν δοκεῖ ἀδικεῖν τοὺς Ἀθηναίους, βουλόμεθα δὲ καὶ τοὺς πάντας ξυμμάχους
παρακαλέσαι. (ευθύς λόγος)
π.χ. Εἶπον ὅτι σφίσι μὲν δοκοῖεν ἀδικεῖν οἱ Ἀθηναῖοι, βούλεσθαι δὲ καὶ τοὺς πάντας ξυμμάχους
παρακαλέσαι. (πλάγιος λόγος)
Μερικές φορές στην ίδια περίοδο γίνεται μετάβαση από τον πλάγιο στον ευθύ λόγο ή και αντίθετα.
π.χ. Ἀλκιβιάδης οὐκ ἐν καλῷ ἔφη τοὺς Ἀθηναίους ὁρμεῖν, ἀλλὰ μεθορμίσαι παρῄνει εἰς Σηστόν, οὗ
ὄντες ναυμαχήσετε, ἔφη. (μτφρ. Ο Αλκιβιάδης είπε ότι οι Αθηναίοι δεν είχαν προσορμίσει σε καλό
σημείο, γι’ αυτό τους συμβούλευε να προσορμίσουν στη Σηστό, εκεί αν βρίσκεστε θα ναυμαχήστε,
είπε.)
π.χ. Λέγοντος ἐμοῦ ταῦτα ἀποκρίνεται Πολυκλῆς ὅτι ὁ συντριήραχος αὐτῷ οὐχ ἥκει ἐπὶ
ναῦν· οὔκουν παραλήψομαι μόνος τὴν τριήρη. (μτφρ. Την ώρα που έλεγα αυτά μού απαντά ο
Πολυκλής ότι ο συντριήραρχός του δεν θα έρθει στο καράβι· δεν θα παραλάβω λοιπόν μόνος μου
την τριήρη.)
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Να συμπληρώσετε τα κενά με τις κατάλληλες μορφές του πλαγίου λόγου χρησιμοποιώντας τα
ρήματα που δίνονται σε παρένθεση.
α. Κῦρος ἐκέλευε Κλέαρχον ……… τῇ στρατιᾷ τὰ ἐπιτήδεια. (δίδωμι)
β. Κῦρος εἶπε τῷ Σάκᾳ ὅτι ……… αὐτὸν ἐκ τῆς τιμῆς. (ἐκβάλλω)
γ. Οἱ τριάκοντα ἐγίγνωσκον ὅτι καὶ ἐκ τῶν ἀγρῶν οἱ κατὰ Θρασύβουλου ……… εἰ μή τις φυλακὴ
ἔσοιτο. (λεηλατῶ)
δ. Κῦρος εἶπεν ὅτι, ἐπειδὰν τάχιστα ἡ στρατεία ………, εὐθὺς ἀποπέμψει αὐτόν. (λήγω)
ε. Θηβαῖοι εὐθὺς μετὰ τὴν μάχην ἔπεμψαν εἰς Ἀθήνας ἄγγελον ἐστεφανωμένον καὶ ἐκέλευσαν
………… λέγοντες, ὡς νῦν ……… Λακεδαιμονίους τιμωρήσασθαι πάντων, ὅσων ἐποίησαν αὐτοὺς.
(βοηθῶ, ἔξεστι)
i. Οι κύριες προτάσεις κρίσεως μετατρέπονται στον πλάγιο λόγο σε ειδική πρόταση, ειδικό
απαρέμφατο, κατηγορηματική μετοχή, ανάλογα με το είδος του ρήματος εξάρτησης.
ii. Οι κύριες προτάσεις επιθυμίας στον πλάγιο λόγο μετατρέπονται σε τελικό απαρέμφατο.
iii. Οι ευθείες ερωτηματικές προτάσεις στον πλάγιο λόγο μετατρέπονται σε πλάγιες
ερωτηματικές προτάσεις.
iv. Ο ρηματικός τύπος στον πλάγιο λόγο διατηρεί τον χρόνο που είχε στον ευθύ λόγο.
Διατηρείται η οριστική και στον πλάγιο λόγο όταν το ρήμα εξάρτησης είναι αρκτικού
χρόνου (π.χ. α).
Τρέπεται σε ευκτική του πλαγίου λόγου η οριστική όταν το ρήμα εξάρτησης είναι ιστορικού
χρόνου(π.χ. β).
Οι δυνητικές εγκλίσεις (οριστική και ευκτική) διατηρούνται ανεξάρτητα από τον χρόνο του
ρήματος εξάρτησης (π.χ. γ, δ, ε, στ).
2. Ειδικό απαρέμφατο,
όταν εξαρτάται:
από ρήματα λεκτικά, δοξαστικά, δηλωτικά, λεκτικά, γνωστικά, αισθητικά, δεικτικά,
από το ρήμα φημὶ
και από τα ρήματα ἐλπίζω, ὄμνυμι, προσδοκῶ, ἐπαγγέλλομαι, ὑπισχνοῦμαι.
Το ρήμα του ευθέος λόγου μετατρέπεται στον πλάγιο λόγο σε απαρέμφατο ως εξής:
Ο χρόνος του ρήματος του ευθέος λόγου καθορίζει τον χρόνο του απαρεμφάτου.
Δηλαδή:
Στην περίπτωση της ταυτοπροσωπίας το ρήμα εξάρτησης και το απαρέμφατο έχουν το ίδιο
υποκείμενο, σε πτώση ονομαστική (π.χ. δ, στ).
Στην περίπτωση της ετεροπροσωπίας το απαρέμφατο έχει διαφορετικό υποκείμενο από το
ρήμα εξάρτησης, σε πτώση αιτιατική (π.χ. α, β, γ, ε).
3. Κατηγορηματική μετοχή,
όταν εξαρτάται από γνωστικά, αισθητικά, δείξης, αγγελίας, ελέγχου, μνήμης, μάθησης ρήματα.
Το ρήμα του ευθέος λόγου μετατρέπεται στον πλάγιο λόγο σε κατηγορηματική μετοχή ως εξής:
Ο χρόνος του ρήματος του ευθέος λόγου καθορίζει τον χρόνο της μετοχής.
Δηλαδή:
Η κατηγορηματική μετοχή του πλαγίου λόγου, όταν είναι συνημμένη στο υποκείμενο του
ρήματος εξάρτησης, τίθεται σε πτώση ονομαστική και συμφωνεί με το υποκείμενο σε γένος,
αριθμό και πτώση.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΕΥΘΕΟΣ ΛΟΓΟΥ ΣΕ (ΣΥΝΗΜΜΕΝΗ) ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ
Η κατηγορηματική μετοχή του πλαγίου λόγου, όταν είναι συνημμένη στο αντικείμενο του
ρήματος εξάρτησης, τίθεται σε πλάγια πτώση και συμφωνεί με το υποκείμενό της σε γένος,
αριθμό και πτώση:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΕΥΘΕΟΣ ΛΟΓΟΥ ΣΕ (ΑΠΟΛΥΤΗ) ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ.
Παρατήρηση:
Kατά τη μετατροπή του ευθέος λόγου σε απαρέμφατο ελέγχουμε αν έχουμε ταυτοπροσωπία (π.χ.
γ) ή ετεροπροσωπία (π.χ. α, β, δ).
Διατηρούν την αρχική έγκλιση, όταν εξαρτώνται από ρήμα αρκτικού χρόνου (π.χ. α, γ).
Μετατρέπουν σε ευκτική του πλαγίου λόγου την οριστική και απορηματική υποτακτική,
όταν εξαρτώνται από ρήμα ιστορικού χρόνου (π.χ. β, δ).
Παραμένουν στον πλάγιο λόγο ερωτήσεις ολικής άγνοιας (π.χ. γ,δ) ή μερικής
άγνοιας (π.χ. α,β), μονομελείς (π.χ. α-δ) ή διμελείς (π.χ. ε), όπως ακριβώς ήταν στον ευθύ
λόγο.
Δηλαδή:
Παρατήρηση:
Μερικές φορές διατηρούν την απορηματική υποτακτική και μετά από ρήμα εξάρτησης ιστορικού
χρόνου, όταν προβάλλεται κάτι ασαφές ή αβέβαιο και εκφράζεται η γνώμη του υποκειμένου της
δευτερεύουσας πρότασης. π.χ.
Παρατηρήσεις:
Η οριστική μετά από ρήμα αρκτικού χρόνου. α. Ἄγε τὸ στράτευμα ἐπὶ κατὰ μέσον τῷ τῶν
πολεμίων, ὅτι ἐκεῖ βασιλεύςἐστι. (δευτερεύουσα
αιτιολογική πρόταση) →
Η ευκτική του πλαγίου λόγουμετά από ρήμα δ. Ἀκήρυκτος ὁ πόλεμος ἦν, ἔστ’ ἐν τῇ πολεμίᾳ εἶμεν.
ιστορικού χρόνου. (χρονική πρόταση) → Ἐδόκει τοῖς Ἕλλησιν ἀκήρυκτον
τὸν πόλεμον εἶναι, ἔστ’ ἐν τῇ πολεμίᾳ εἶεν.
Η ευκτική του σε οριστική μετά από ε. Ἀκήρυκτος ὁ πόλεμος ἦν, ἔστ’ ἐν τῇ πολεμίᾳ
πλαγίου λόγου ρήμα αρκτικού εἶμεν. (χρονική πρόταση)
χρόνου. Δοκεῖ τοῖς Ἕλλησιν ἀκήρυκτον τὸν πόλεμον
εἶναι, ἔστ’ ἐν τῇ πολεμίᾳ εἰσίν.
Παρατήρηση:
Μερικές φορές οι δευτερεύουσες προτάσεις διατηρούν και στον πλάγιο λόγο την απλή οριστική ή την
υποτακτική και μετά από ιστορικό χρόνο, όταν ο συγγραφέας τηρεί αντικειμενική στάση σ’ αυτά που
διηγείται ή όταν κάτι παρουσιάζεται ως βέβαιο ή ως διαχρονική αλήθεια. π.χ.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1.Να μετατρέψετε τις ακόλουθες προτάσεις στον πλάγιο λόγο με όλες τις δυνατές μορφές
χρησιμοποιώντας ως ρήμα εξάρτησης αυτό που δίνεται σε παρένθεση.
1. Τὰ πλοῖα κατέκαυσεν, ἵνα μὴ Κῦρος διαβῇ. (οὗτος λέγει…)
2. Ὅτε ἡ μάχη ἐγένετο, Τισσαφέρνης ἐν Σάρδεσιν ἔτυχεν ὤν. (Οὗτος διηγεῖτο ὅτι…)
3. Ὦ ἄνδρες, μὴ θαυμάζετε ὅτι χαλεπῶς φέρω τοῖς παροῦσι πράγμασι. (Κλέαρχος ἐκέλευε...)
4. Ὃ μέλλεις ποιεῖν, μὴ λέγε. (Συνεβούλευεν…)
5. Φίλιππος, εἰ τότε ταύτην ἔσχε τὴν γνώμην, οὐκ ἂν ἐκτήσατο τοσαύτην δύναμιν. ( Γιγνώσκομεν…)
6. Πῶς ἂν τὴν μάχην συμφορώτατα ἡμῖν αὐτοῖς ποιήσαιμεν; (Ἐβουλεύοντο ..)
7. Οὗτος οὐ ποιεῖ ταῦτα. ( Ἔγνωσαν…)
8. Κατέβην χθὲς εἰς Πειραιᾶ. (Ἔφη Σωκράτης…)
9. Ἐπειδὰν ἡ στρατεία λήξῃ, εὐθὺς ἀποπέμψω σε. (Ἔφη..)
10. Ὁ βασιλεὺς ἐν τοῖς σκευοφόροις ἐστί. (Οἱ Ἕλληνες ᾔσθοντο...)
4.Να τρέψετε τον ευθύ λόγο σε πλάγιο με εξάρτηση από το ρήμα στην παρένθεση:
1. Βουλεύησθε περὶ τῶν αἰχμαλώτων (Λύσανδρος τοὺς συμμάχους ἐκέλευσε).
2. Ἡμῖν οὐδὲν ἔστιν ἀγαθὸν ἄλλο εἰ μὴ ὅπλα καὶ ἀρετὴ (Θεόπομπος εἶπεν).
3. Ἀφίκοντό ποτε εἰς Παναθήναια Ζήνων τε καὶ Παρμενίδης (ἔλεγεν Πυθόδωρος).
4. Πότερον βούλει μένειν ἢ ἀπιέναι; (Ἡ μήτηρ διηρώτα τὸν Κῦρον).
5. Ἡ πόλις κατελήφθη (Ἤισθοντο).
6. Ἐὰν ἡμῖν φίλια ταῦτ’ ᾖ βεβαίως, πέριξ τὴν Πελοπόννησον πολεμήσομεν (Ἐπρεσβεύοντο
ὁρῶντες).
Κατά τη μετατροπή του πλαγίου λόγου σε ευθύ, για να βρούμε το υποκείμενο της πρότασης του
ευθέος λόγου, παρατηρούμε το υποκείμενο του ρήματος εξάρτησης και το υποκείμενο του ρήματος
ή του ρηματικού τύπου του πλαγίου λόγου.
διαφορετικά, αλλά ο αφηγητής είναι το υποκείμενο του ρήματος εξάρτησης, οπότε θέτουμε το
υποκείμενο σε γ΄ πρόσωπο ενικού ή πληθυντικού αριθμού.
π.χ. Ὄντι δὲ αὐτῷ ἐν Ἀμφιπόλει ἀγγέλλει Δερκυλίδας ὅτι νικῷεν τε αὖ Λακεδαιμόνιοι καὶ αὐτῶν μὲν
τεθνάναι ὀκτώ, τῶν δὲ πολεμίων παμπληθεῖς, ἐδήλου δὲ ὅτι καὶ τῶν συμμάχων οὐκ ὀλίγοι
πεπτωκότες εἶεν.
→ Νικῶσιν τε αὖ Λακεδαιμόνιοι καὶ αὐτῶν μὲν τεθνᾶσιν ὀκτώ, τῶν δὲ πολεμίων παμπληθεῖς καὶ τῶν
συμμάχων οὐκ ὀλίγοι πεπτώκασιν.
Η μετατροπή του πλάγιου λόγου σε ευθύ πραγματοποιείται σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα:
Παρατηρήσεις:
Κατά την μετατροπή του πλάγιου λόγου σε ευθύ:
1. Παραλείπονται:
α. Το ρήμα εξάρτησης (καθώς και το υποκείμενό του, αν δίδεται).
β. Οι ειδικοί σύνδεσμοι «ὅτι», «ὡς» (όταν πρόκειται για ειδική πρόταση).
γ. Το ερωτηματικό «εἰ» (όταν εισάγει πλάγια ερωτηματική πρόταση).
2. Mετατρέπονται:
το πρόσωπο του ρήματος: π.χ. Λέγει ὡς ὑβριστής εἰμι. → Ὑβριστὴς εἶ.
οι προσωπικές, επαναληπτικές, αυτοπαθείς και κτητικές αντωνυμίες: π.χ. Φησὶ γὰρ ὁ
κατήγορος οὐ δικαίως με λαμβάνειν τὸ παρὰ τῆς πόλεως ἀργύριον → Οὐ δικαίωςοὗτος λαμβάνει
τὸ παρὰ τῆς πόλεως ἀργύριον.
Εἶπε δὲ ὅτι εὐθὺς ἀποπέμψει αὐτόν. → Εὐθὺς ἀποπέμψω σε.
Σεύθης δέ φησιν͵ ἂν πρὸς ἐκεῖνον ἴητε͵ εὖ ποιήσειν ὑμᾶς. → Ἂν πρὸς ἐμὲ ἴητε͵ εὖ ποιήσω ὑμᾶς.
οι αναφορικές αντωνυμίες και επιρρήματα σε ερωτηματικές αντωνυμίες και επιρρήματα:π.χ.
Οὐκ ἔχω ὅ,τι σοι ἀποκρίνωμαι. → Τί σοι ἀποκρίνωμαι;
Ἀποροῦσι δ᾽ ὅπως ποιήσουσιν. → Πῶς ποιήσομεν;
4. Οι δευτερεύουσες προτάσεις (εκτός από τις ειδικές και τις πλάγιες ερωτηματικές) του
πλαγίου λόγου παραμένουν δευτερεύουσες προτάσεις στον ευθύ λόγο.
Οι δευτερεύουσες προτάσεις του πλαγίου Θηραμένης ἀντέκοπτε, λέγων ὅτι οὐκ εἰκὸς
λόγου (εκτός από τις ειδικές και τις πλάγιες εἴη θανατοῦν, εἴ τις ἐτιμᾶτο ὑπὸ τοῦ
ερωτηματικές). δήμου. →
Το υποθετικό «εἰ» μετατρέπεται σε «ἐάν», όταν Κῦρος ἐδήλωσεν ὅτι ἕτοιμοι εἰσὶ μάχεσθαι, εἴ
ο υποθετικός λόγος είναι: τις ἐξέρχοιτο. →
α) προσδοκώμενο και
β) αόριστη επανάληψη στο παρόν-μέλλον. Ἕτοιμοί ἐσμεν μάχεσθαι, ἐάν τις ἐξέρχηται.
Ασκήσεις
1. Να μετατρέψετε τις ακόλουθες προτάσεις από τον πλάγιο στον ευθύ λόγο.
1. Σωκράτης ἔλεγεν ὅτι, εἰ ἀναγκαῖον εἴη ἀδικεῖν ἢ ἀδικεῖσθαι, ἕλοιτ’ ἂν ἀδικεῖσθαι.
2. Ἡγεῖται τὸ νόμιμον εἶναι δίκαιον.
3. ᾜσθοντο ὅτι ἡ πόλις ἂν καταληφθείη.
4. Καὶ τούτους ὁρᾶτε προθύμως σῴζοντας τοὺς φίλους.
5. Οἱ Μυτιληναῖοι ἐβούλοντο ἀποπέμψασθαι τὰς ναῦς τῶν Ἀθηναίων.
6. Καὶ τοὺς φυγάδας ἐκέλευσε σὺν αὐτῷ στρατεύεσθαι.
7. Ὁ Ἀγησίλαος ἔλεγεν ὅτι, εἰ βλαβερὰ τῇ Λακεδαίμονι πεπραχὼς εἴη, δίκαιος εἴη ζημιοῦσθαι.
8. Πρωταγόρας ἐρωτᾷ, εἰ οὐκ αἰσχύνομαι τἀγαθὰ δεινὰ καλῶν.
9. Μάθε πρῶτον τίνες εἰσίν.
10. Παρεκελεύοντο Κύρῳ, μὴ μάχεσθαι, ἀλλ’ ὄπισθεν ἑαυτῶν τάττεσθαι.
11. Λέγουσιν ὡς, ἐπειδάν τις ἀγαθὸς ὢν τελευτήσῃ, μεγάλην τιμὴν ἔχει.
2. Να μεταφέρετε τις επόμενες περιόδους από τον πλάγιο λόγο στον ευθύ.
1. Ζεὺς ἐκέλευε Ἑρμῆν ἀπελθεῖν πρὸς Τίμωνα.
2. Λέγεται ὅτι Ἀλκιβιάδης, πρὶν εἴκοσι ἐτῶν εἶναι, Περικλεῖ διελέχθη περὶ νόμων.
3. Μάθε οἵτινές εἰσιν.
4. Ὁ ἀνὴρ ἔλεγε τῷ Ἑρμῇ ὅτι οὐκ ἂν λάβοι παρὰ τοῦ μὴ ἔχοντος.
5. Τισσαφέρνης ἐκέλευε, μέχρι δ’ αὐτὸς ἥκοι, τὰς σπονδὰς μένειν.
3.Να τρέψετε σε ευθύ λόγο τις επόμενες προτάσεις:
1. Θεμιστοκλῆς εἶπεν ὅτι ἡ πόλις σφῶν τετείχισται.
2. Πάντες ἂν ὁμολογήσαιεν ὁμόνοιαν μέγιστον ἀγαθὸν εἶναι.
3. Κλέαρχος ἐκέλευσεν τοὺς κήρυκας περιμένειν.
4. Ξενοφῶν ἐπυνθάνετο ὅπως κάλλιστα πορευθείη.
5. Οἱ Μάκρωνες ἠρώτων εἰ δοῖεν ἂν τούτων τὰ πιστά.
6. Πάντες ἐψηφίσαντο βοηθεῖν μετ’ Ἀγησιλάου τῇ Λακεδαίμονι.
7. Οὐδενί φασιν Λακεδαιμόνιοι πολέμιοι ἥκειν.
4.Να τρέψετε σε ευθύ λόγο τις επόμενες σύνθετες περιόδους του πλαγίου λόγου.
1. Ἔλεγεν ὅτι ἕτοιμος εἴη ἡγεῖσθαι αὐτοῖς, ἔνθα πολλὰ καὶ ἀγαθὰ λήψοιντο.
2. Τοὺς φυγάδας ἐκέλευσε σὺν αὐτῷ στρατεύεσθαι ὑποσχόμενος αὐτοῖς, εἰ καλῶς καταπράξειεν,
ἐφ’ ἃ ἐστρατεύετο, μὴ πρότερον παύσεσθαι, πρὶν αὐτοὺς καταγάγοι.
3. Καὶ παρήγγειλαν, ἐπειδὴ δειπνήσειαν, πάντας ἀναπαύεσθαι καὶ ἕπεσθαι, ἡνίκα τις παραγγέλλοι.
4. Ἀλκιβιάδης οὐκ ἐν καλῷ ἔφη τοὺς Ἀθηναίους ὁρμεῖν, ἀλλὰ μεθορμίσαι παρῄνει εἰς Σηστόν, οὗ
ὄντες ναυμαχήσετε, ἔφη.
5. Ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεύς, ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι, κλέπτει Ἡφαίστου καὶ
Ἀθηνᾶς τὴν ἔντεχνον σοφίαν σὺν πυρί.
6. Ἐδέοντο οἱ Μαντινεῖς τῶν Ἀθηναίων ἱππέων βοηθῆσαι, εἴ τι δύναιντο.
7. Σεύθης ἔλεγεν ὅτι, εἰ μὴ καταβήσονται οἰκήσοντες, κατακαύσει τὰς κώμας.
8. Τισσαφέρνης ὤμοσεν Ἀγησιλάῳ, εἰ σπείσαιτο, ἕως ἔλθοιεν, οὓς πέμψειεν πρὸς βασιλέα
ἀγγέλους, διαπράξεσθαι αὐτῷ ἀφεθῆναι αὐτονόμους τὰς πόλεις.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Υπουργείο Παιδείας, Ψηφιακά εκπαιδευτικά Βοηθήματα
Συντακτικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, Μ.Ι. Μπαχαρακής
Συντακτικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας Α', Β', Γ'
Γυμνασίου, Πολυξένη Μπίλλα, ΟΕΔΒ, Αθήνα, Έκδοση 2007
Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής, Α. Β. Μουμτζάκης, ΟΕΔΒ, Αθήνα,
Έκδοση 2006
Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (σε 66 ενότητες), Ν.Σπ.
Ασωνίτη, Β.Δ. Αναγνωστόπουλου, Αθήνα
Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, Λιναρδής Ιωάννης, εκδ.
Χατζηθωμά, Θεσσαλονίκη, 2009
Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, Καραδήμος Ιωάννης, εκδ.
Φίλιππος, Θεσσαλονίκη, 1992
Συντακτικόν της Ελληνικής Γλώσσης, Κωνσταντίνος Σ. Κατεβαίνης, εκδ.
Παπαδήμα, Αθήνα, 1978
Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα