Professional Documents
Culture Documents
Επιφανειακή έρευνα
Επιφανειακή έρευνα
Παραδοσιακά η έρευνα πεδίου περιοριζόταν σχεδόν αποκλειστικά στα πλαίσια της ανακάλυψης και της
ανασκαφής μεμονωμένων θέσεων (θέση: χώρος στον οποίο αναγνωρίζονται σημαντικά ίχνη ανθρώπινης
δραστηριότητας). Ενώ η ανασκαφή μεμονωμένων θέσεων παραμένει πρωτίστης σημασίας, το ενδιαφέρον της
σύγχρονης έρευνας έχει επεκταθεί (μαζί ή αντί ανασκαφής) στην ανακάλυψη και την επιφανειακή έρευνα
ολόκληρων περιοχών καθώς ένα ευρύ φάσμα μαρτυριών βρίσκονται «εκτός θέσεων» (από θραύσματα
τεχνουργημάτων μέχρι χαρακτηριστικά στοιχεία όπως ίχνη από αλέτρι και σύνορα εκτάσεων) που παρέχουν
σημαντικές πληροφορίες γύρω από την εκμετάλλευση του περιβάλλοντος στο παρελθόν (π.χ. παλαιολιθικά και
μεσολιθικά σκόρπια εργαλεία έως αρχαίοι δρόμοι κλπ.). Οι αρχαιολόγοι έχουν μεγάλη επίγνωση και του υψηλού
κόστους μιας ανασκαφής αλλά και της καταστροφικότητάς της. Η επιφανειακή μελέτη μιας θέσης και η ανίχνευση
του υπεδάφους, με τη χρήση ακίνδυνων συσκευών μετρήσεις από απόσταση έχουν πια αποκτήσει μια καινούργια
σημασία.
1
➢ είτε με τυχαίες ανακαλύψεις συνήθως από μη αρχαιολόγους (Πήλινος στρατός από αγρότες που έσκαβαν
πηγάδι, ή ναυάγια από ψαράδες).
➢ Είτε με συστηματική έρευνα από αρχαιολόγους:
1. Ανακάλυψη θέσεων μέσω αναγνώρισης από έδαφος
2. Ανακάλυψη θέσεων μέσω αναγνώρισης από αέρος
1. Αναγνώριση από έδαφος: Μέθοδοι αναγνώρισης μεμονωμένων θέσεων από εδάφους. Περιλαμβάνει
a) Μελέτη γραπτών πηγών
(π.χ. Σλίμαν / Πίστη στην ακρίβεια των συγγραμμάτων του Όμηρου / Τροία, Βίβλος / Βιβλική αρχαιολογία,
οικισμός Βίκινγκ / Νέα Γη / μεσαιωνικά έπη των Βίκινγκ):
Τοπωνυμικές ενδείξεις (Καλέ, Καστέλι, Μαγούλα) μπορούν να οδηγήσουν σε ανακαλύψεις καινούργιων
αρχαιολογικών θέσεων.
Παλιές ονομασίες οδών (Εγνατία οδός) και παλαιοί χάρτες (στις καλά οργανωμένες και διατηρημένες
μεσαιωνικές πόλεις με τη βοήθεια των χαρτών εντοπίζονται σημεία όπου θα ήταν αποδοτικό να διεξάγουν
τοπογραφική έρευνα ή ανασκαφή)
b) Σωστική αρχαιολογία: σε αυτή την εξειδικευμένη εργασία ρόλος του αρχαιολόγου είναι να εντοπίσει και να
καταγράψει όσο το δυνατόν περισσότερες θέσεις, με αφορμή την κατασκευή καινούργιων δρόμων, κτιρίων,
φραγμάτων, αποχετεύσεων (ή με αφορμή την κατασκευή τους) κ.α. Καλό είναι η αρχαιολογική έρευνα
λαμβάνει χώρα προκαταβολικά ή και παράλληλα με την πορεία των εργασιών. Σημαντικές θέσεις που
ανακαλύπτονται με αυτόν τον τρόπο ίσως απαιτήσουν ανασκαφή για να μεταφερθούν σε κάποιο μουσείο,
είτε να ενσωματωθούν και αναδειχθούν με κάποιο τρόπο σε συνδυασμό με το υπό κατασκευή έργο π.χ.
μετρό Θεσσαλονίκης. Κάποιες φορές αφού μελετηθούν και καταγραφούν καταστρέφονται. Σε μερικές
περιπτώσεις μπορεί να γίνει αιτία για να αλλάξουν τα σχέδια οικοδόμησης.
2
Η αναγνωριστική τοπογραφική έρευνα έχει καταστεί σημαντική γιατί συμβάλει στην ανάπτυξη των τοπικών
μελετών. Οι αρχαιολόγοι ολοένα και περισσότερα να ζητούν να μελετήσουν τα οικιστικά πρότυπα, την κατανομή
των θέσεων μέσα στο τοπίο, στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης περιοχής και όχι μεμονωμένες θέσεις. Η
σπουδαιότητα αυτής της εργασίας για την κατανόηση των κοινωνικών. Υπάρχει η διάθεση να εξερευνηθούν
ολόκληρες περιοχές. Όλο αυτό φυσικά αν συνεπάγεται αναγκαστικά ένα πρόγραμμα τοπογραφικής έρευνας.
Οι αρχαιολόγοι για να προσεγγίσουν την ζωή των ανθρώπων του παρελθόντος βασίζονται σε μια σειρά από υλικά κατάλοιπα
Υλικός πολιτισμός: εργαλεία από διάφορα υλικά (εργαλεία από οστά, εργαλεία από λειασμένο λίθο εργαλεία από αποκρουσμένο λίθο, κεραμικά σκεύη για
αποθήκευσης η μαγειρική, αντικείμενα υφαντικής είδωλα, κοσμήματα
Κατάλοιπα οικισμών: οικισμοί διαφόρων μορφών
Κτίσματα / Αρχιτεκτονική: κατάλοιπα των ίδιων των σπιτιών, κατάλοιπα διαφόρων κατασκευών όπως φούρνοι, εστίες, αποθηκευτικές κατασκευές κ.α.
Ταφές
Αρχαιολογία του Περιβάλλοντος: γεωλογικές έρευνες: οστά ζώων
Αρχαιοβοτανική: βοτανικά κατάλοιπα
Υποβρύχια Αρχαιολογία: ναυάγια
Η σύγχρονη επιφανειακή έρευνα έχει ξεφύγει από το απλό προκαταρκτικό στάδιο υπαίθριας εργασίας και
αναζήτησης κατάλληλων θέσεων για ανασκαφή και έχει εξελιχθεί σε ένα ανεξάρτητο είδος πεδίο έρευνας που
μπορεί να παρέχει πληροφορίες αρκετά διαφορετικές από αυτές που δίνονται με το σκάψιμο (πολλές φορές οι
ίδιοι οι αρχαιολόγοι προσφεύγουν σε αυτήν για να πάρουν απαντήσεις που η ανασκαφή πιθανόν να μην μπορεί να
τους δώσει).
a) Σε αντίθεση με την ανασκαφή είναι οικονομική, γρήγορη και σχετικά μη καταστροφική.
b) (Η τοπογραφική έρευνα) Εντοπίζει τις θέσεις με βάση όλα τα κατάλοιπα που βρίσκονται στην επιφάνεια
του εδάφους (π.χ. όχι μόνο ακίνητα όπως απομεινάρια τοίχων αλλά και κινητά ευρήματα).
c) Δίνει στοιχεία για την κατανομή των θέσεων σε μια συγκεκριμένη ευρύτερη περιοχή προσφέροντας με
αυτό τον τρόπο στοιχεία για την οργάνωση των κοινωνιών στο παρελθόν (οικιστικά πρότυπα).
d) δεν στοχεύει μόνο στην αναγνώριση των θέσεων και την καταγραφή ή την συλλογή των επιφανειακών
τεχνουργημάτων, αλλά και
1. στη μελέτη της κατανομής των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στον χώρο (π.χ. που
καλλιεργούσαν τη γη, που βρισκόντουσαν οι χώροι όπου κατοικούσαν, κλπ.)
2. των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους με τη γη και τις φυσικές πηγές (π.χ. αργίλου,
μαρμάρου)
3. των αλλαγών στον πληθυσμό μιας περιοχής με την πάροδο του χρόνου κλπ.
4. των διαφορών μεταξύ των περιοχών
Επιφανειακή έρευνα στην πράξη
Επιδιώκουμε να συλλέξουμε δεδομένα με τρόπο που να παρέχει το μέγιστο δυνατό των πληροφοριών με το
ελάχιστο δυνατό κόστος και την λιγότερη προσπάθεια.
1. πρώτο στάδιο επιτόπιας έρευνας: εύρεση και καταγραφή θέσεων και χαρακτηριστικών στοιχείων (θα
πρέπει να εξεταστεί αν το υλικό θα πρέπει να συλλεχθεί ή απλά να εξεταστεί, αν η συλλογή του θα
πρέπει να είναι πλήρης ή μερική κ.α.)
3
2. επόμενο στάδιο επιτόπιας έρευνας: προσδιορισμός του μεγέθους και του τύπου των θέσεων (π.χ.
καταυλισμός, αγροικία, πόλη) καθώς και η διάταξή τους στην περιοχή.
Αυτό γίνεται μέσω μελέτης της κατανομής των διασωθέντων στοιχείων, της καταγραφής και ενδεχομένως της
συλλογής των τεχνουργημάτων από την επιφάνεια του εδάφους.
• Ορίζονται τα όρια της περιοχής που θα ερευνηθεί. Μπορεί να είναι φυσικά (π.χ. νησί, κοιλάδα), πολιτισμικά
(Η έκταση μιας τεχνοτροπίας τεχνουργημάτων) ή αυθαίρετα.
• Ερευνάται η ιστορία της περιοχής (π.χ. προϋπάρχουσα αρχαιολογική έρευνα, γεωλογική ιστορία,
ανθρώπινες δραστηριότητες, κλπ.) για να εξοικειωθεί ο ερευνητής με την προηγούμενη αρχαιολογική
έρευνα, να εκτιμήσει την έκταση στην οποία μπορεί να έχουν καλυφθεί ή απομακρυνθεί τα επιφανειακά
υλικά κλπ.
• Χρόνος και χρήμα: Ο σχεδιασμός (στρατηγική, μέθοδος) της επιφανειακής έρευνας εξαρτάται και από τον
χρόνο σε συνάρτηση με τις οικονομικές πηγές που διαθέτει,
• Η διαφορετική ορατότητα των διαφορετικών ζωνών απαιτεί τη χρήση διαφορετικών τεχνικών. Ο
σχεδιασμός (στρατηγική, μέθοδος) εξαρτάται από το είδος του περιβάλλοντος και από τι είδους κατάλοιπα
αφήνει κάθε είδους δραστηριότητα και κάθε τύπος κοινωνίας (π.χ. κοινωνίες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών ή
νομάδες κτηνοτρόφων αφήνουν πολύ διαφορετικό και αραιότερο ίχνος στο τοπίο από ότι οι γεωργικές ή
αστικές κοινωνίες)
Δυο «τύποι» επιφανειακής έρευνας:
Μη συστηματική έρευνα
• Είναι πιο περιορισμένη και λιγότερο εντατική (π.χ. επιφανειακή διερεύνηση ενός αγρού).
• Ένα από τα μειονεκτήματα τέτοιας έρευνας είναι η πιθανότητα επικέντρωσης της προσοχής στις περιοχές
που φαίνονται πλουσιότερες και να παραβλεφθούν θέσεις με λιγότερο υλικό (διαφορετικό, πιο αραιό) με
αποτέλεσμα να μην καταγραφεί η ποικιλότητα που σχετίζεται με διαφορετικές περιόδους, ή τύπους.
Συστηματική
• Συχνά συνδυάζεται με περιορισμένες ανασκαφές.
• Εφαρμόζεται με ένα πιο συστηματικό τρόπο καθώς διεξάγεται με εφαρμογή συστήματος πλεγμάτων, όπου
οι τομείς ερευνώνται συστηματικά. Έτσι, κανένα τμήμα της περιοχής δεν υποεκπροσωπείται στη μελέτη.
Κάνει ευκολότερο τον σχεδιασμό της τοποθεσίας των ευρημάτων καθώς η ακριβής θέση τους είναι πάντα
γνωστή. Σχετική πυκνότητα των διαφόρων ευρημάτων μπορεί να υποδείξει την διαφορετική εντατικότητα
στη χρήση του χώρου, αλλά και τις διαφορετικές δραστηριότητες (π.χ. εργαστήρια, περιοχές σφαγής,
δημόσιοι χώροι, κλπ.).
Δειγματοληψία στη συστηματική επιφανειακή έρευνα -
Οι αρχαιολόγοι δεν μπορούν συνήθως να ανταπεξέλθουν στον χρόνο και στα χρήματα που απαιτούνται για
να εξερευνήσουν πλήρως το σύνολο μιας θέσης ή όλες τις θέσεις σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Έτσι,
απαιτείται κάποιο είδος δείγματος.
o Απλό τυχαίο δείγμα (τυχαία επιλογή περιοχών).
4
o Στρωματογραφημένο τυχαίο δείγμα όπου η περιοχή κατανέμεται σε φυσικές ζώνες (π.χ.
καλλιεργήσιμη γη και δάσος). Τα τετράγωνα επιλέγονται με τη διαδικασία τυχαίου αριθμού με τη
διαφορά ότι κάθε ζώνη έχει αριθμό τετραγώνων ανάλογο με την περιοχή, το σύνολο του εμβαδού
που καταλαμβάνει (π.χ. δάσος αποτελεί το 85% της περιοχής = 85 % τετραγώνων).
(Εκτεταμένη και εντατική τοπογραφική έρευνα): Οι τοπογραφικές έρευνες μπορούν να γίνουν περισσότερο
εκτεταμένες με το συνδυασμό των αποτελεσμάτων μιας σειράς μεμονωμένων σχεδίων γειτονικών περιοχών για να
δημιουργηθούν πολύ μεγάλης κλίμακας εικόνες που να δίνουν πληροφορίες σχετικά με την αλλαγή του τοπίου, την
χρήση της γης και την εγκατάστασης (με το πέρασμα του χρόνου). Η έρευνα μπορεί να γίνει ακόμα πιο εντατική με
στόχο την ολική κάλυψη μίας μεμονωμένης μεγάλες θέσεις αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε
μικροπεριφερειακή έρευνα. Κλειδί για την ακριβέστερη καταγραφή των δεδομένων ου προκύπτουν είναι η
χαρτογράφηση το (παράδειγμα το Teotihuacán).
• Τοπογραφικοί χάρτες παρουσιάζουν υψομετρικές διαφορές (φυσικό ανάγλυφο) με τη βοήθεια
περιγραμμάτων και συμβάλλουν στον συσχετισμό των αρχαίων κατασκευών με τον περιβάλλοντα χώρο.
• Επιπεδομετρικοί χάρτες επικεντρώνουν την προσοχή στις σχέσεις των διαφορετικών δεδομένων (π.χ.
κτηρίων) μεταξύ τους.
Σε μερικούς χάρτες θέσεων οι δύο τεχνικές συνδυάζονται, με το φυσικό ανάγλυφο να εικονίζεται τοπογραφικά και
τα αρχαιολογικά στοιχεία να εικονίζονται επίπεδο μετρικά.
Για τα τεχνουργήματα και τα άλλα αντικείμενα που συλλέγονται ή παρατηρούνται κατά τη διάρκεια της
επιφανειακής τοπογραφικής έρευνας συνήθως δε γίνεται χαρτογράφηση της θέσης. Χρησιμοποιούνται πιθανώς
δειγματοληπτικές διαδικασίες και επιλεκτική καταγραφή των επιφανειακών ευρημάτων.
6
7