Professional Documents
Culture Documents
Σε Τι Διαφέρει η Επιστηµονική Σκέψη Από Την Πρακτική Σκέψη Οι Κοινωνικεσ Αναπαρaστασεισ
Σε Τι Διαφέρει η Επιστηµονική Σκέψη Από Την Πρακτική Σκέψη Οι Κοινωνικεσ Αναπαρaστασεισ
θεια του µεν και του δε να κατανοήσει τον περιβάλλοντα κόσµο, ούτε ακόµη
στην παρουσία ή απουσία πανεπιστηµιακών διπλωµάτων. Οι διαφορές αφο-
ρούν κοινωνιοψυχολογικούς µηχανισµούς, όπως είναι η στεγανότητα στην
πληροφορία, η συµπεριφορική κυριαρχία και η προσωποκρατία, τους οποίους
παρουσιάζουµε παρακάτω.
Η στεγανότητα στην πληροφορία χαρακτηρίζει τον µέσο άνθρωπο ο οποίος
αντιστέκεται σε οποιαδήποτε πληροφορία προέρχεται από τον «άλλο» και σε
οποιαδήποτε επίδραση ενδέχεται να του ασκήσει. Στην καθηµερινή του ζωή, το
άτοµο ψάχνει τις πληροφορίες που επαληθεύουν τις απόψεις του και παραµε-
ρίζει ή αγνοεί εκείνες που τείνουν να τις αποσταθεροποιήσουν. Χρησιµοποιεί
την προκατασκευασµένη εικόνα του και τις ήδη διαµορφωµένες αποδείξεις
που διαθέτει, για να ενδυναµώσει τα στερεότυπά του. Έτσι, πολύ συχνά οδηγεί-
ται σε εσφαλµένα συµπεράσµατα. Όταν έχει στη διάθεσή του µία πληροφορία,
σχηµατίζει µία γνώµη. Εάν αλλάξουν οι πληροφορίες που διαθέτει, δεν είναι
εύκολο να αλλάξει και η γνώµη του, διότι στο µεταξύ κατασκεύασε µια ερµη-
νεία ή εξήγηση στηριζόµενο σε αυτές, κάνοντας διάφορους συσχετισµούς µε
τα γεγονότα. Για παράδειγµα, ένας αναγραµµατισµός (λειτυοργία ή ευατός) που
έγινε µία φορά συνεχίζει να επαναλαµβάνεται..., σαν η εσφαλµένη ορθογραφία
να αφήνει ένα άσβηστο ίχνος στη µνήµη. «Οι άνθρωποι, ως “απλοϊκοί σοφοί”
έχουν µια τάση να ανθίστανται στα γεγονότα και στις γνώσεις που δεν συµβιβάζο-
νται µε τις άρρητες θεωρίες τους. Τείνουν να αποκλείουν τέτοιες πληροφορίες και,
ταυτόχρονα, τους δίνουν ελάχιστη σηµασία. Λες και υπάρχει µια γενική αρχή που
ενεργοποιείται: κάθε πεποίθηση, πίστη ή θεωρία κατακρατεί τις πληροφορίες που
την επαληθεύουν και ξεφορτώνεται εκείνες που την ακυρώνουν» (Moscovici,
ό.π., σ. -).
Η κυριαρχία του συµπεριφορισµού παραπέµπει στην προσπάθεια που κατα-
βάλουν οι άνθρωποι για να οδηγήσουν τους άλλους γύρω τους να υιοθετή-
σουν συµπεριφορές που επιβεβαιώνουν τις ιδέες που έχουν γι’ αυτούς: «…η
πραγµατικότητα αντανακλά την εικόνα που έχει ο άνθρωπος γι’ αυτήν την πραγ-
µατικότητα» (στο ίδιο, σ. ). Ο προσλαµβανόµενος ως καλός µαθητής γίνεται
πράγµατι καλός (και αλλοίµονο στον κακό µαθητή!), ενώ αυτός που προσλαµ-
βάνεται ως παρεκκλίνων οδηγείται σε παρεκκλίνουσες συµπεριφορές.
3
24 Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Ο Σ Λ Ο ΓΟ Σ Π Ε Ρ Ι Κ Ο Ι Ν Ω Ν Ι Κ Ω Ν
Α Ν Α Π Α ΡΑ Σ ΤΑ Σ Ε Ω Ν Κ Α Ι Ι ∆ Ε Ο Λ Ο Γ Ι Ω Ν
Πίνακας
∆ιάκριση ανάµεσα στη σκέψη του απλοϊκού σοφού και του επιστήµονα σοφού
Ωστόσο, τόσο η πρακτική όσο και η επιστηµονική σκέψη διακατέχονται από την
υποκειµενικότητα των ατόµων. Θα αναφέρουµε τέσσερα ενδεικτικά επιχειρή-
µατα τα οποία ενδυναµώνουν αυτή τη θέση.
. Προς την ίδια κατεύθυνση, ο Παπαστάµου (), θέλοντας να συζητήσει τη σχέση της
κοινωνικής ψυχολογίας µε την ιδεολογία, αναφέρεται στην (ψευδ)αίσθηση της «αντικειµενι-
κότητας» της επιστήµης φέρνοντας ένα σύνολο παραδειγµάτων που ενισχύουν αυτή τη θέση.
Επίσης, το έργο του προαναφερόµενου συγγραφέα πάνω στην «Ψυχολογιοποίηση» (β),
και ιδιαίτερα τα κεφάλαια που αναφέρονται στο παρελθόν της ψυχολογιοποίησης, στην καθη-
µερινή, επιστηµονική και θεσµοθετηµένη ψυχολογιοποίηση καθώς και στην ψυχολογιοποίηση
των µειονοτήτων και της σύγκρουσης που δηµιουργούν, ενδυναµώνουν την επιχειρηµατολογία
που αναπτύσσουµε εδώ. Το ίδιο ισχύει και για την έρευνα που διεξήγαγε ο Doise () σε
άρθρα που δηµοσιεύτηκαν στο European Journal of Social Psychology κατά τη διάρκεια των επτά
χρόνων από την ίδρυσή του, µε γνώµονα τα τέσσερα επίπεδα κοινωνιοψυχολογικής ανάλυσης
που µας προτείνει ο ίδιος (ενδο-ατοµικό, διατοµικό, διοµαδικό ή κοινωνικής θέσης και ιδεολο-
γικό). Στην πλειοψηφία τους τα κοινωνιοψυχολογικά άρθρα που µελέτησε κάνουν περιοριστικές
ερµηνείες για την εξήγηση του υπό έρευνα φαινοµένου, ανάγοντάς το είτε σε ενδο-ατοµικές
είτε/και σε διατοµικές είτε/και σε ενδο-περιστασιακές συνθήκες, χωρίς να λαµβάνεται υπόψη
το αναπαραστασιακό ή ιδεολογικό πλαίσιο παραγωγής του.
7
28 Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Ο Σ Λ Ο ΓΟ Σ Π Ε Ρ Ι Κ Ο Ι Ν Ω Ν Ι Κ Ω Ν
Α Ν Α Π Α ΡΑ Σ ΤΑ Σ Ε Ω Ν Κ Α Ι Ι ∆ Ε Ο Λ Ο Γ Ι Ω Ν
Μια άλλη ερµηνεία για το ίδιο φαινόµενο προτείνεται από τους Faucheux
και Moscovici (), οι οποίοι αλλάζουν το συµπέρασµα του Asch, σύµφω-
να µε το οποίο «η πλειοψηφία µπορεί να επηρεάσει τη µειοψηφία, ακόµα και
όταν εκφράζει απόψεις αντίθετες µε τη φυσική αντικειµενική πραγµατικότητα»,
και υποστηρίζουν ότι «η συνεκτική µειονότητα αλλάζει, κάτω από καθορισµέ-
νες συνθήκες, έναν πλειοψηφικό κανόνα» (σ. και ). Από αριθµητική
άποψη οι πειραµατικοί συνεργοί αποτελούν µια πλειοψηφία, εάν σκεφτούµε,
όµως, µε όρους κοινωνικών κανόνων υποστηρίζουν µια µειονοτική θέση. Το
ανυποψίαστο άτοµο έχει στο µυαλό του έναν κοινωνικό κανόνα, προϊόν µάθη-
σης και εµπειρίας (ισότητα-ανισότητα µεταξύ δύο γραµµών), οι πειραµατικοί
συνεργοί όµως αµφισβητούν τα συνήθη σχήµατα και τους κανόνες εκτίµησης
του µήκους. Έχουµε, λοιπόν, έναν πλειονοτικό κανόνα ενάντια σε µία σταθερή
µειονότητα: η χωρίς αµφιβολία αντίληψη και η καθηµερινή µάθηση ενάντια στο
παράλογο µιας ολοφάνερα λανθασµένης εκτίµησης. «…Το φαινόµενο Asch (α)
δεν οφείλεται στην πίεση που ασκεί η πλειοψηφία αλλά στη σταθερότητα των
απαντήσεών της, και (β) η επιρροή που εκδηλώνεται έχει ως λειτουργία την αλλα-
γή ενός κυρίαρχου κανόνα, προκαλώντας στο άτοµο την ανάγκη να επιλέξει µετα-
ξύ εναλλακτικών όρων ή µεταξύ περισσοτέρων οµάδων», γράφουν οι Faucheux
και Moscovici (ό.π., σ. ). Στο πειραµατικό υπόδειγµα του Asch παρατηρεί-
ται µια πρώτη εκδήλωση µειονοτικής επιρροής.
Η επιρροή στο πείραµα του Asch ερµηνεύεται είτε ως κοινωνική συµµόρ-
φωση είτε ως κοινωνική αλλαγή ή καινοτοµία, σύµφωνα µε τη διάκριση του
«λειτουργικού» και «γενετικού» µοντέλου διαδικασιών κοινωνικής επιρροής
που προτείνεται από το Moscovici (). Το λειτουργικό µοντέλο είναι κοι-
νωνικο-πολιτικό συντηρητικό και επιστηµονικά λειτουργικό, καθώς επικεντρώ-
νεται στην αναπαραγωγή και διατήρηση των κοινωνικών σχέσεων και των
κυρίαρχων κοινωνικών κανόνων. Το γενετικό µοντέλο, από την άλλη, µπορεί
να χαρακτηρισθεί ως προοδευτικό στο κοινωνικο-πολιτικό επίπεδο και αλλη-
λεπιδρασιακό στο επιστηµονικό επίπεδο, εφόσον εστιάζεται στην κοινωνική
αλλαγή και την καινοτοµία.
. Ο όρος «πλειοψηφία» (το αντίθετο της µειοψηφίας) ορίζεται αριθµητικά, ενώ ο όρος
πλειονότητα (το αντίθετο της µειονότητας) ορίζεται σε σχέση µε τους κυρίαρχους κοινωνικούς
κανόνες. Οι µελετητές των φαινοµένων της µειονοτικής επιρροής (βλ. ενδεικτικά Moscovici, ,
Παπαστάµου & Μιούνυ, , Παπαστάµου, α, β κ.ά.) υποχρεώθηκαν να κάνουν τη
διάκριση µεταξύ µειοψηφίας και µειονότητας, επισηµαίνοντας ότι αυτό που καθορίζει τη µειονό-
τητα δεν είναι τόσο ο αριθµός των µελών της αλλά η συµµετοχή της ή όχι στην εξουσία και στην
παραγωγή των κυρίαρχων κοινωνικών κανόνων. Η πλειονότητα είναι η κυρίαρχη κοινωνική οµάδα η
οποία συµµετέχει στην παραγωγή και διάδοση των κοινωνικών κανόνων και των θεσµοθετηµένων
δοµών, ενώ η µειονότητα τις υφίσταται (βλ. επίσης Μαντόγλου, α/).
8
Ε Ι Σ Α ΓΩ Γ Η 29
. Θέση η οποία µας βρίσκει καθ’ όλα αντίθετους, εφόσον η ιστορία µάς έχει διδάξει ότι η
αλλαγή προέρχεται από τα «ανορθολογικά» κοινωνικά υποκείµενα ή καλύτερα από αυτά που
χαρακτηρίζονται ως τέτοια. Η σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνική ψυχολογία πρέπει να έχει ως
αντικείµενο µελέτης της την «ανορθολογική» δράση του κοινωνικού υποκειµένου, παρατηρεί
εύστοχα ο Moscovici ().
9
30 Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Ο Σ Λ Ο ΓΟ Σ Π Ε Ρ Ι Κ Ο Ι Ν Ω Ν Ι Κ Ω Ν
Α Ν Α Π Α ΡΑ Σ ΤΑ Σ Ε Ω Ν Κ Α Ι Ι ∆ Ε Ο Λ Ο Γ Ι Ω Ν
κοινωνική ζωή, προετοιµάζει όµως καθοριστικά το έδαφος για µία νέα προ-
σέγγιση των σχέσεων µεταξύ ατόµου και κοινωνίας.
Επηρεασµένη η κοινωνική ψυχολογία από το γενικότερο κλίµα της ανάπτυ-
ξης της ψυχολογίας –της ψυχανάλυσης και του συµπεριφορισµού–, προσανα-
τολίζει, σε µία πρώτη φάση, τις θεωρίες της στον έλεγχο της συµπεριφοράς
και της προσαρµογής της στην κοινωνική τάξη. Σε µία χώρα και σε µια συ-
γκεκριµένη ιστορική περίοδο όπως είναι η Αµερική του πρώτου παγκοσµίου
πολέµου, µε τα κοινωνικά και οικονοµικά προβλήµατα που συσσωρεύει, µε
τη µαζική είσοδο των µεταναστών, οι κοινωνικοί επιστήµονες –των ψυχολό-
γων (και των κοινωνικών ψυχολόγων) συµπεριλαµβανοµένων– προσφέρουν
τις υπηρεσίες τους στο βιοµηχανικό κεφάλαιο. Ο συµπεριφοριστής Allport
() θα δώσει µία θεωρητική και µεθοδολογική διάσταση στην κοινωνική
ψυχολογία, εισάγοντάς την στο χώρο της µέτρησης και του πειραµατισµού. Οι
έρευνές του πάνω στην ανθρώπινη δράση αναδεικνύουν τον περιορισµό των
ακραίων συµπεριφορών και την τάση για συµµόρφωση. Ο Allport υποστηρί-
ζει ότι υπάρχει µια πρωταρχική και ασυνείδητη τάση να σκεφτόµαστε και να
κρίνουµε όπως οι άλλοι, να υποκύπτουµε ασυνείδητα στους τύπους και στους
κανόνες, και επισηµαίνει ότι ο µηχανισµός κοινωνικού ελέγχου εδρεύει στο
ίδιο το άτοµο.
Στις αρχές του ού αιώνα στην Αµερική, η κοινωνική γνώση στρέφεται
γύρω από τη συµµόρφωση, την κανονιστικότητα και την οµοιογένεια, που λει-
τουργούν ως αρχές που έχει εσωτερικεύσει το άτοµο και οι οποίες δεν του
επιτρέπουν να αποτολµήσει τη διαφοροποίηση. Μετά το δεύτερο παγκόσµιο
πόλεµο, οι θεωρίες των αµερικανών κοινωνικών ψυχολόγων, επηρεασµένες
από το κλίµα της κοινωνίας στην οποία ζουν –ύφεση οικονοµικών, ταξικών,
πολιτικών συγκρούσεων– προσδίδουν ιδιαίτερη σηµασία στην αρµονία, την
ισορροπία και την οµοιοµορφία. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου εµφανίζο-
νται θεωρίες όπως αυτές της γνωστικής ισορροπίας του Heider (), της
γνωστικής ασυµφωνίας και της κοινωνικής σύγκρισης του Festinger (,
, ), της ψυχολογικής αναδραστικότητας του Brehm (), της
κοινωνικής απόδοσης των Heider (), Jones και Davis () και Kelley
(), κ.ά. Όλες αυτές οι θεωρίες ασχολούνται µε την αποφυγή της σύ-
γκρουσης ή την επίλυσή της σε ένα πλαίσιο διατήρησης της ισορροπίας, της
συνοχής, της σταθερότητας, της διασφάλισης της κοινωνικής τάξης και των
εγκαθιδρυµένων κοινωνικών δοµών.
Οι κοινωνικοί ψυχολόγοι τις δεκαετίες του και του , αντιµέτω-
ποι µε το ναζιστικό φαινόµενο και την επιρροή των µειονοτικών ενάντια στο
ρεύµα ή αντιδραστικών ιδεών, έστρεψαν την προσοχή τους στη µελέτη της κοι-
10
Ε Ι Σ Α ΓΩ Γ Η 31
Γ. Ένα άλλο παράδειγµα που ενισχύει την περιορισµένη χωροχρονική ισχύ της
επιστηµονικής σκέψης είναι αυτό που συνδέεται µε τη µαρξιστική θεώρηση του
καθοριστικού ρόλου του οικονοµικού επιπέδου (εξωτερικές συνθήκες) στη
11
32 Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Ο Σ Λ Ο ΓΟ Σ Π Ε Ρ Ι Κ Ο Ι Ν Ω Ν Ι Κ Ω Ν
Α Ν Α Π Α ΡΑ Σ ΤΑ Σ Ε Ω Ν Κ Α Ι Ι ∆ Ε Ο Λ Ο Γ Ι Ω Ν
που συνηθίζουµε να ονοµάζουµε γνώση της κοινής γνώµης. Αυτή η γνώση συ-
ντίθεται από τις εµπειρίες µας, αλλά και από τις πληροφορίες, τις γνώσεις, τα
µοντέλα σκέψης που δεχόµαστε και µεταβιβάζουµε µέσω της παράδοσης, της
εκπαίδευσης και της κοινωνικής επικοινωνίας. Είναι µια κοινωνικά επεξεργα-
σµένη και διαδεδοµένη γνώση που στοχεύει στον έλεγχο του περιβάλλοντος,
στην κατανόηση, την εξήγηση και την πρόβλεψη των γεγονότων, των ιδεών ή
των συµπεριφορών. Συµµετέχει, δηλαδή, στην κοινωνική κατασκευή της πραγ-
µατικότητας και καθορίζει την πραγµατική ή συµβολική αλληλεπίδραση µεταξύ
των κοινωνικών υποκειµένων.
Οι κοινωνικές αναπαραστάσεις παρουσιάζονται ως µορφές σκέψης λίγο ή
πολύ πολύπλοκες. Σύµφωνα µε την Jodelet () είναι εικόνες που συµπυ-
κνώνουν ένα σύνολο σηµασιών, συστήµατα αναφοράς που µας επιτρέπουν να
ερµηνεύουµε αυτά που µας συµβαίνουν ή ακόµη να δίνουµε νόηµα στο ανα-
πάντεχο. Είναι θεωρίες που χρησιµεύουν στην ταξινόµηση των περιστάσεων,
των φαινοµένων, των ατόµων µε τα οποία συνδιαλεγόµαστε και µας βοηθούν
να τοποθετηθούµε απέναντι σε όλα αυτά. Με λίγα λόγια, είναι το προϊόν και
η διαδικασία µιας ψυχικής και κοινωνικής επεξεργασίας της καθηµερινής µας
πραγµατικότητας, ένας τρόπος ανάγνωσης και ερµηνείας της.
Στόχος του πρώτου µέρους του βιβλίου είναι να αναδείξει τον τρόπο µε τον
οποίο τα κοινωνικά υποκείµενα προσλαµβάνουν την κοινωνική πραγµατικότη-
τα µέσω των επικοινωνιών και των αλληλεπιδράσεων. Υπάρχει πραγµατικό-
τητα ή µήπως την κατασκευάζουµε; Ό,τι µας περιβάλλει είναι υπαρκτό ή δικό
µας δηµιούργηµα; Πώς παράγεται η σκέψη; Πώς παράγεται η γνώση; Οι άν-
θρωποι συµµετέχουν σ’ αυτές τις διαδικασίες και µε ποιον τρόπο; Ποιος είναι
ο ρόλος των θεσµών, των κυρίαρχων αξιών και ιδεών και ποιος ο ρόλος της
επικοινωνίας; Η θεωρία που απαντά στα παραπάνω ερωτήµατα είναι αυτή των
κοινωνικών αναπαραστάσεων, την oποία θα παρουσιάσουµε από τις απαρχές
της στο χώρο της κοινωνικής ψυχολογίας, µε το κλασικό πλέον έργο του Serge
Moscovici La psychanalyse son image et son public [Η ψυχανάλυση η εικόνα της
και το κοινό της] (/), µέχρι τη δυναµική της εξέλιξη σε θεωρητικό
και µεθοδολογικό επίπεδο.
Το έργο του Moscovici, Η ψυχανάλυση η εικόνα της και το κοινό της, γράφτη-
κε το και επανακυκλοφόρησε το . Θεωρείται το πρώτο θεωρητικό
βιβλίο πάνω στις κοινωνικές αναπαραστάσεις, ένα από τα προνοµιακά αντικεί-
. Για την ελληνική έκδοση βλ. Serge Moscovici, «Η ψυχανάλυση, η εικόνα της και το κοινό
της», Αθήνα: Οδυσσέας, . Για µια σύντοµη παρουσίαση της θεωρίας των κοινωνικών ανα-
παραστάσεων βλ. Μαντόγλου (β).
15
36 Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Ο Σ Λ Ο ΓΟ Σ Π Ε Ρ Ι Κ Ο Ι Ν Ω Ν Ι Κ Ω Ν
Α Ν Α Π Α ΡΑ Σ ΤΑ Σ Ε Ω Ν Κ Α Ι Ι ∆ Ε Ο Λ Ο Γ Ι Ω Ν
µενα της κοινωνικής ψυχολογίας. Το βιβλίο αυτό είναι χρήσιµο τόσο στους
φοιτητές των τµηµάτων ψυχολογίας, όσο και γενικότερα στους κοινωνικούς
επιστήµονες των οποίων τα ενδιαφέροντα ξεπερνούν τα στενά πλαίσια της
επιστήµης τους. Μέσα από την ανάλυση συνεντεύξεων, ερωτηµατολογίων και
άρθρων του Τύπου για το νεοσυσταθέν τότε αντικείµενο της ψυχανάλυσης,
εµφανίζονται διαφορετικές δυναµικές της κοινωνιοψυχολογικής επεξεργασί-
ας µιας αναπαράστασης, σύµφωνα µε τα ενδιαφέροντα της οµάδας που την
κατασκευάζει και τη διαδίδει.
Ένα άγνωστο φαινόµενο εµφανίζεται κάποια στιγµή στο κοινωνικό πεδίο
των υποκειµένων, αυτό της ψυχανάλυσης. Μια επικοινωνιακή διαδικασία ξεκι-
νάει γύρω από αυτό για να το καταστήσει διαυγές, κατανοητό, διαχειρίσιµο και
χρηστικό. Ο Moscovici ορίζει τη θεωρία των κοινωνικών αναπαραστάσεων,
µελετώντας τη διαδικασία µέσω της οποίας µια επιστηµονική θεωρία µετασχη-
µατίζεται σε σύστηµα ιδεών της κοινής γνώµης. Η ψυχανάλυση, νέα ακόµη
«θεωρία» τη δεκαετία του , αποτελεί το ερευνητικό του παράδειγµα. Σκο-
πός της έρευνάς του είναι η προσέγγιση του τρόπου µε τον οποίο η ψυχανά-
λυση –επιστηµονικός αναπαραστασιακός λόγος– γίνεται πρακτικός αναπαρα-
στασιακός λόγος στη διάθεση των ατόµων, πώς δηλαδή διαδίδεται µέσα σ’ ένα
συγκεκριµένο πολιτισµικό πλαίσιο, πώς ανακατασκευάζεται κατά τη διαδικασία
διάδοσής της και πώς ενσωµατώνεται σε ένα οικείο ερµηνευτικό σύστηµα που
αλλάζει την αντίληψη που έχουν οι άνθρωποι για τον εαυτό τους και το περι-
βάλλον τους. Μια επιστηµονική αναπαράσταση υφίσταται τροποποιήσεις –πε-
ριεχοµένου και δοµής– µέχρι να αποτελέσει πρακτική αναπαράσταση, που θα
επιβληθεί στα άτοµα και στις επικοινωνιακές τους σχέσεις.
Το βιβλίο Η ψυχανάλυση, η εικόνα της και το κοινό της, χωρίζεται σε δύο
µέρη. Στο πρώτο µέρος, µε τη χρήση συνεντεύξεων και ερωτηµατολογίων, ο
Moscovici προσεγγίζει τις γνώµες, απόψεις, στάσεις, πληροφορίες που έχουν
οι διάφορες κοινωνικές οµάδες για την ψυχανάλυση. Στο δεύτερο µέρος, µε-
λετά, µε τη µέθοδο της ανάλυσης περιεχοµένου, ένα σύνολο άρθρων (.
άρθρα) που δηµοσιεύτηκαν σε εφηµερίδες και περιοδικά της περιόδου
Ιανουαρίου – Ιουλίου και τα οποία αναφέρονται άµεσα ή έµµεσα
στην ψυχανάλυση. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, διερευνήθηκαν οι κοινωνικές αναπα-
ραστάσεις της ψυχανάλυσης τόσο των κοινωνικών υποκειµένων όσο και αυτές
που κυκλοφορούσαν στο γαλλικό Τύπο και οι οποίες συµµετείχαν στην κατα-
σκευή των αναπαραστάσεων των πρώτων. Τα κυριότερα στοιχεία του βιβλίου
αναφέρονται στη διαδικασία σχηµατισµού των κοινωνικών αναπαραστάσεων,
στις συνθήκες ανάδυσής τους, στο περιεχόµενο και την οργάνωσή του καθώς
και στα συστήµατα επικοινωνίας µέσω των οποίων «κυκλοφορούν» (διάδοση,
16
Ε Ι Σ Α ΓΩ Γ Η 37
ται τόσο µέσα από τον ορισµό της κοινωνικής ψυχολογίας που µας προτείνει
ο Moscovici (), όσο και µέσα από τα τέσσερα επίπεδα ανάλυσης της κοι-
νωνιοψυχολογικής προσέγγισης της πραγµατικότητας που προτείνονται από
τον Doise ().
Σύµφωνα µε το Moscovici (, ) αντικείµενο της κοινωνικής ψυ-
χολογίας είναι τα φαινόµενα της ιδεολογίας και της επικοινωνίας. Τα πρώτα
συντίθενται από συστήµατα αναπαραστάσεων και στάσεων και τα δεύτερα υπο-
δηλώνουν τις ανταλλαγές µηνυµάτων, γλωσσικών και µη (εικόνες, χειρονο-
µίες κ.λπ.), µεταξύ ατόµων και οµάδων (, σ. -). Ένας άλλος ορισµός
της κοινωνικής ψυχολογίας που µας προτείνει ο ίδιος συγγραφέας είναι ότι
η κοινωνική ψυχολογία είναι η επιστήµη που µελετά την αλληλεπιδρασιακή ή
συγκρουσιακή σχέση ατόµου και κοινωνίας. Αυτή η αλληλεπιδρασιακή αντίλη-
ψη αµφισβητεί και επαναδιατυπώνει το παραδοσιακό συµπεριφορικό σχήµα
Ερέθισµα – Απάντηση, θεωρώντας ότι η κοινωνική αναπαράσταση καθορί-
ζει τόσο το Ερέθισµα όσο και την Απάντηση: Οργανισµός (= αναπαράσταση)
– Ερέθισµα – Οργανισµός (= αναπαράσταση) – Απάντηση (Moscovici, ,
σ. , Moscovici, , σ. , Jodelet, b, σ. ). Όπως αναφέρει χαρα-
κτηριστικά ο Παπαστάµου () «… η κοινωνική ψυχολογία αντιπροτείνει µια
“τριαδική” θεώρηση των πραγµάτων, κατά την οποία το υποκείµενο γίνεται δισυ-
πόστατο, προσθέτοντας στην παραδοσιακή ατοµικότητά του την κοινωνική του
φύση (καταλήγοντας έτσι στο σχήµα: κοινωνικό υποκείµενο – αντικείµενο – ατο-
µικό υποκείµενο) και παρεµβάλλοντας τον εαυτό του ανάµεσα στο άτοµο και την
κοινωνία (µεταβάλλοντας δηλαδή το κλασικό σχήµα ως εξής: άτοµο – κοινωνικό
υποκείµενο – κοινωνία, ή ψυχικό – κοινωνιοψυχολογικό – κοινωνικό). [...] είναι
πλέον σαφές ότι η κοινωνική ψυχολογία γίνεται τόπος διάρθρωσης του κοινωνι-
κού και του ψυχικού, ενώ το κοινωνικό υποκείµενο γίνεται ο τόπος διάρθρωσης
του ατόµου και της κοινωνίας» (σ. ).
Ο Moscovici () επισηµαίνει ότι οι άνθρωποι στην καθηµερινή τους
ζωή δεν είναι µόνο αυτές οι παθητικές µηχανές που υπακούουν σε µηχανι-
σµούς, καταγράφουν µηνύµατα και αντιδρούν στα εξωτερικά ερεθίσµατα,
όπως τα εµφανίζει µια κοινωνική ψυχολογία της ισορροπίας, περιορισµένη
στη συλλογή απόψεων και εικόνων. Αντίθετα, οι άνθρωποι κατέχουν τη φρε-
σκάδα της φαντασίας και την επιθυµία να δώσουν ένα νόηµα στην κοινωνία
και στο σύµπαν τους. Πώς µπορούµε να ζήσουµε εάν δεν δώσουµε κάποιο
νόηµα στο χώρο που µας περιβάλλει; ∆ίνουµε νόηµα στα πράγµατα και στα
πρόσωπα, προσπαθούµε να βρούµε µια συνοχή και µια σταθερότητα, έτσι
ώστε να δηµιουργήσουµε αναφορές που µας επιτρέπουν να εξελιχθούµε στο
χώρο µας. Το περιβάλλον µας είναι απέραντο, βρίθει από διαφορετικές εικό-
18
Ε Ι Σ Α ΓΩ Γ Η 39
20