Professional Documents
Culture Documents
Περί στίξεως
Περί στίξεως
iocundus
quaes o
ti
«Σήμερα έκανα εξαντλητική δουλειά. Το
πρωί έβγαλα ένα κόμμα από το κείμενό
μου και το βράδυ το ξανάβαλα.»
Τζωρτζ Όργουελ
Ανεβαίνω στην Αθήνα. Για κακή μου τύχη ήταν η Ριγούλα εκεί. Του Χαρούλη.
Με είδε. Τώρα τι να κάνω. Πήγε η Ριγούλα το είπε στον Χαρούλη. Βάζω ένα
τελεία
(.) μαντίλι. Ε, αυτοί, αυτοί ήσανε. Αυτοί ξεσηκώσανε τον Νίκο μας. Τέλος
πάντων.
Θανάσης Βαλτινός, Ορθοκωστά
13.831.010
(1821)
αρκτικόλεξα
Γράφονται με όλα τα γράμματα κεφαλαία και χωρίς τελείες, άσχετα αν το αρκτικόλεξο σχηματίζεται μόνο από τα αρχικά
τελεία γράμματα των συστατικών του λέξεων ή και από άλλα γράμματα πλην των αρχικών: ΔΕΗ, ΥΠΕΧΩΔΕ, ΠΑΣΟΚ, ΕΛΚΕΠΑ κ.ο.κ.
(.)
Εξαιρέσεις:
α) Όταν η προσθήκη και άλλων γραμμάτων στο αρκτικόλεξο, πέραν των αρχικών, δεν γίνεται απλώς και μόνο για λόγους
ευφωνίας (δηλαδή για την «ομαλότερη» προφορά του αρκτικολέξου, όπως φερειπείν έγινε στα προαναφερόμενα
παραδείγματα ΥΠΕΧΩΔΕ, ΠΑΣΟΚ, ΕΛΚΕΠΑ), αλλά για τη διάκριση νεοσχηματιζόμενου αρκτικολέξου από όμοιο
προϋφιστάμενο, τότε τα πρόσθετα «διακριτικά» γράμματα γράφονται μικρά. Στην εξαίρεση αυτή εμπίπτουν πολλά
αρκτικόλεξα που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά στα ενωσιακά έγγραφα, όπως: ΕΤΕπ (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, για
διάκριση από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος), ΕταΕ (Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων για διάκριση από την Ευρωπαϊκή
Τράπεζα Επενδύσεων και την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος), ΕνΔΤΚ (εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή, για
διάκριση από τον εθνικό δείκτη τιμών καταναλωτή), ΑΕγχΠ (ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, για διάκριση από το ακαθάριστο
εθνικό προϊόν) κ.ο.κ.
β) Γράφονται με μικρό γράμμα τα στοιχεία του αρκτικολέξου τα οποία αντιστοιχούν σε αρχικό άρθρου (ΤτΕ: Τράπεζα της
Ελλάδος, ΣτΕ: Συμβούλιο της Επικρατείας κ.ο.κ.).
γ) Γράφονται με μικρά γράμματα (πλην, ενδεχομένως, του κεφαλαίου αρχικού) τα αρκτικόλεξα που περιλαμβάνουν δύο
ή περισσότερες συλλαβές από κάποια συστατική τους λέξη. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται κυρίως τα αρκτικόλεξα με
πρώτο συστατικό/συνθετικό το «Ευρ» (Ευρατόμ, Ευρωπόλ κ.ο.κ.).
δ) Γράφονται με μικρά γράμματα (πλην, ενδεχομένως, του κεφαλαίου αρχικού) τα αρκτικόλεξα που έχουν ενταχθεί στο
ελληνικό λεξιλόγιο ως ουσιαστικά ξένης προέλευσης, χωρίς ενίοτε ο μέσος χρήστης της γλώσσας να συνειδητοποιεί το
γεγονός ότι οι λέξεις αυτές σχηματίστηκαν αρχικά ως αρκτικόλεξα (λέιζερ, ραντάρ, Μπενελούξ, Ναζί, Γκεστάπο κ.ο.κ.).
ε) Τα αρκτικόλεξα νόμων, επιστημονικών περιοδικών και συναφών έργων, όπως και τα αρκτικόλεξα δικαστικών σωμάτων,
γράφονται σύμφωνα με την καθιερωμένη στην ιδιόλεκτο του σχετικού κλάδου γραφή τους (π.χ. ΕισΝΑΚ: Εισαγωγικός νόμος
Αστικού Κώδικα, ΕΕυρΚ: Επιθεώρηση Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ΝοΒ: Νομικό Βήμα, ΕλλΔνη: Ελληνική Δικαιοσύνη, ΕφΑθ:
Εφετείο Αθηνών κ.ο.κ.).
τελεία Πιστεύω ότι η όλη διαδικασία θα έχει ολοκληρωθεί το αργότερο έως τις
(.)
08.30’.
Τελείες σημειώνονται συχνά και σε αριθμούς μεγάλους, ύστερα από κάθε τρία ψηφία
μετρώντας από δεξιά.
Όταν η τελευταία λέξη της περιόδου είναι συντομογραφία που λήγει με τελεία, δεν μπαίνει και
δεύτερη τελεία.
Μετά την τελεία, όταν αυτή χρησιμοποιείται ως σημείο στίξης (δηλαδή για να δηλώσει το τέλος
της περιόδου), αφήνουμε απλό και όχι διπλό διάστημα.
Στις υποσημειώσεις βάζουμε πάντοτε τελεία, εκτός αν αποτελούνται μόνο από μία ή
περισσότερες διαδικτυακές ή ηλεκτρονικές διευθύνσεις.
άνω
Επιμένω σ’ αυτό· δεν μπορούσε να με γελάσει· όλες μου οι αισθήσεις ήταν
τελεία ή
άνω οπλισμένες, και τα έβλεπα όσα μου συνέβαιναν με μάτι οξύτερο από κάθε άλλη
στιγµή
(·) φορά στη ζωή μου.
Ο Εξώστης, Νίκος Καχτίτσης
Αυτός δεν ήτανε άνθρωπος· ήτανε θεριό, δράκος, του βουνού στοιχειό. Μάνα
ανθρώπου δεν τον έκαμε· άνοιξε η γη κι ατόφιο τον ξετίναξε, σα να τη χτύπησε
βροντή.
Στο εσωτερικό μιας φράσης χωρίζει δύο μέρη της που σχετίζονται μεταξύ τους,
αλλά και που έχουν διαφορές, ιδίως όταν το δεύτερο επεξηγεί το πρώτο ή
έρχεται σε αντίθεση μαζί του.
Στα ελληνικά, πριν από την άνω τελεία δεν πρέπει να υπάρχει διάστημα.
Θα ήθελα να σε παρακαλέσω να… μα καλύτερα όχι τώρα, όταν συναντηθούμε και πάλι.
αποσιωπητικά
(…)
Μην τολμήσεις να μου ξαναμιλήσεις με αυτόν τον τρόπο, γιατί…
Η Επιτροπή κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποτρέψει την εξέλιξη αυτήν, αλλά δυστυχώς…
Ο έφηβος… των ογδόντα τριών ετών σκύβει βαθιά μέσα του και μιλά για όλα.
«Η μεγάλη ιδέα που μπορεί να σχηματίσει ο ποιητής για τον εαυτό του απ’ την αγάπη και το
θαυμασμό του πλήθους, καθώς και η διάθεσή του να διατηρήσει και να επαυξήσει αυτό το
θαυμασμό, μπορεί να τον κάνει κάποτε να φουσκώσει ως τη γελοιότητα, να στρεβλώσει το χαρακτήρα
του, να πιστέψει πως είναι ο εκπρόσωπος του λαού του ή της χώρας του ή του κόσμου, και, το
χειρότερο, αυτό το φούσκωμα, αυτή η αυταρέσκεια να περάσει στο ύφος του, στην ποίηση,
περιβλημένο τάχα την δικαιωμένη αντικειμενική έπαρση των δυνάμεων που αντιπροσωπεύει […]. Αν
γλύτωσα κάπως εγώ απ’ αυτό τον κίνδυνο, είναι γιατί αρκετά νωρίς απόχτησα την καλλιτεχνική
πονηρία να βάζω τους τρίτους να μιλάνε». (Γ. Σεφέρης)
αποσιωπητικά
(…) Αποφάσισα να μη λέω τη γνώμη μου και να εκτελώ πιστά όσα μου παράγγελνε. Η
κριτική, ε, η κριτική θα γινόταν αργότερα· το αιώνιο...
Στρατής Τσίρκας, Αριάγνη
Πότιζε συ τη γλάστρα
κι άσε να κλαίω επειδή...
Κική Δημουλά, Μαύρη γραβάτα
Καλά, θα πάμε.
Καλά θα πάμε
κόµµα
(,) Γέροι, γυναίκες, παιδόπουλα, όσοι δεν παίζουν με τ’ άρματα, βρίσκονται όλοι
εδώ.
Μιχαήλ Περάνθης, Σουλιώτες
κόµµα
(,) Με αργά, βαριά, κουρασμένα βήματα. (Ένα ωραίο άσπρο τριαντάφυλλο.)
Πήρα το γράμμα σου, αγαπητέ μου Κώστα, και χαίρομαι που είσαι καλά.
Μάλιστα, κύριε, ήμουν εκεί.
Αυτό ποτέ δεν το άκουσα, πως βουλευτής παραιτήθηκε της αποζημίωσής του.
κόµµα
κομμάτια αίμα πηχτό. Ή κουτρουβάλα είχε πάρει ο ερίφης, ή ξύλο γερό είχε
(,) πέσει, μπερντάχι, με σύστημα, πάνω χέρι - κάτω χέρι, του αλατιού τον είχαν
κανωμένο. […]
Εξάλλου, ο άνθρωπος είχε πια τα πιο φιλειρηνικά αισθήματα. Ξεδίπλωσε το
στράτσο, τράβηξε δυο χταποδάκια που ήταν μέσα, τα καμάρωσε κι εδήλωσε
πως έχει κάθε δικαίωμα να τα μαγειρέψει και να τα φάει ποτίζοντάς τα με
μπόλικον κράσο, ένεκα που το χταπόδι χωρίς ένα πρώτο κρασί δε μαγειρεύεται,
και δίχως ένα δεύτερο δε χωνεύεται.
Μ. Καραγάτσης, Τα χταποδάκια
1. Μέσα στην πρόταση:
Όμοιους χωρίζουμε τους όρους, όταν τους παραθέτουμε ασύνδετους.
Τη μετοχική πρόταση τη χωρίζουμε με κόμματα μόνο όταν μπαίνει σαν επεξήγηση ή όταν είναι μεγάλη.
Και τα ρήματα που έχουν το ίδιο υποκείμενο, όταν είναι ασύνδετα, χωρίζονται με κόμμα
κόµµα
(,) Στην απαρίθμηση επιθέτων μπρος από ένα ουσιαστικό το κόμμα μπαίνει και πριν από το τελευταίο επίθετο,
όταν αυτό προσδιορίζει το ουσιαστικό ακριβώς όπως και τ’ άλλα.
Με κόμμα χωρίζουμε την παράθεση και κάθε είδος επεξήγηση.
Την κλητική
Ένα μόριο ή ένα βεβαιωτικό (ή αρνητικό) επίρρημα στην αρχή της περιόδου, που χρησιμεύει για να τη
συνδέσει με τα προηγούμενα.
Μα την άλλη μέρα σηκώθηκε φουρτούνα κι έπνιξε τα εκατό καράβια και χάθηκε το
χρυσάφι, και ο γεροβασιλιάς έμεινε φτωχός με τις δυο του έμορφες κόρες άπροικες.
Πηνελόπη Δέλτα, Τρεις βασιλοπούλες
υποδιαστολή
(,)
ό,τι
δεκαδικοί αριθμοί
Έπιασε κουβέντα:
— Τραυματίας είσαι;
— Ναι... Μικροπράματα...
— Ήσουνα στο μέτωπο;
— Ήμουν.
Αγγελλος Τερζάκης, Απρίλης
?
Ο ποιητής μένει ενεός. Τι συμφορά!
Κ.Π. Καβάφης, Ο Δαρείος
θαυµαστικό
(!)
Ο ερίφης υποχώρησε κανονικά κατά τον μπεζαχτά, όπου τον τραβούσε από το μανίκι ο
ταβερνιάρης αυταρχικότατα:
— Ήπιες το ούζο σου, Παναγιωτάκη; Πλέρωνε και στρίβε! Όχι ιστορίες στο μαγαζί μου!
Μ. Καραγάτσης, Τα χταποδάκια
Ήταν ένα λουλούδι εκεί! Συλλογίσου. Ένα λουλούδι είχε φυτρώσει εκεί μέσα στους
θαυµαστικό σαπρακιασμένους γεώσακους. Και μου φανερώθηκε έτσι ξαφνικά τούτη τη νύχτα που 'ναι
(!)
γιομάτη θάματα. Απόμεινα να το βλέπω σχεδόν τρομαγμένος. Τ' άγγισα με χτυποκάρδι, όπως
αγγίζεις ένα βρέφος στο μάγουλο. Είναι μια παπαρούνα. Μια τόση δα μεγάλη, καλοθρεμμένη
παπαρούνα, ανοιγμένη σαν μικρή βελουδένια φούχτα.
Αν μπορούσε να τη χαρεί κανένας μέσα στο φως του ήλιου, θα 'βλεπε πως ήταν άλικη, μ' ένα
μαύρο σταυρό στην καρδιά, με μια τούφα μαβιές βλεφαρίδες στη μέση. Είναι καλοθρεμμένο
λουλούδι, γεμάτο χαρά, χρώματα και γεροσύνη. Το τσουνί του είναι ντούρο και χνουδάτο. Έχει κι
έναν κόμπο που δεν άνοιξε ακόμα. Κάθεται κλεισμένος σφιχτά μέσα στην πράσινη φασκιά του και
περιμένει την ώρα του. Μα δεν θ' αργήσει ν' ανοίξει κι αυτός. Και θα 'ναι δυο λουλούδια τότες!
Δυο λουλούδια μέσα στο περιβόλι του Θανάτου. Αιστάνουμαι συγκινημένος ξαφνικά ως τα
κατάβαθα της ψυχής.
Στράτης Μυριβήλης, Η ζωή εν τάφω
Το θαυμαστικό σημειώνεται
θαυµαστικό
(!)
ύστερα από τα επιφωνήματα και από κάθε επιφωνηματική φράση που εκφράζει
θαυμασμό, χαρά, ελπίδα, φόβο, φρίκη, πάθος, ειρωνεία, ένα ξαφνικό συναίσθημα,
προσταγή.
Δεν εργάστηκε σοβαρά ποτέ του. Και το αποτέλεσμα: δεν είδε μεγάλη προκοπή.
Να θυμάσαι αυτό που έλεγε συχνά ο πατέρας σου: το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει.
Επιμένω σ’ αυτό· δεν μπορούσε να με γελάσει· όλες μου οι αισθήσεις ήταν οπλισμένες, και
τα έβλεπα όσα μου συνέβαιναν με μάτι οξύτερο από κάθε άλλη φορά στη ζωή μου.
Νίκος Καχτίτσης, Ο Εξώστης
Η διπλή τελεία χρησιμοποιείται
άνω και α. μπροστά από τα λόγια κάποιου που τοποθετούνται εντός εισαγωγικών και
κάτω αναφέρονται κατά λέξη, δηλαδή όπως ακριβώς τα είπε
τελεία
(:)
β. μπροστά από όρους που απαριθμούνται ή επεξηγούν τα προηγούμενα ή είναι
αποτέλεσμα των προηγουμένων
Στα ελληνικά, πριν από τη διπλή τελεία δεν πρέπει να υπάρχει διάστημα.
Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις,
(η μέρα που αφέθηκες κ’ ενδίδεις),
και φεύγεις οδοιπόρος για τα Σούσα,
παρένθεση
()
και πηαίνεις στον μονάρχην Aρταξέρξη
που ευνοϊκά σε βάζει στην αυλή του,
και σε προσφέρει σατραπείες και τέτοια.
Κ.Π. Καβάφης, Η Σατραπεία
[…]
παύλα
(-)
– Ουχί, Άννα, είπεν ο γέρων. Ταύτην την υπέρτατην υπηρεσίαν οφείλεις εις τον
πατέρα σου· και βίας αν έχη ανάγκη η καρδιά σου, πρέπει να την βιάσης.
– Φίλτατε πάππε, είπεν η Άννα, και δάκρυ ανέβρυεν ήδη εις τον κανθόν του
οφθαλμού της, όταν βιάζης του ρόδου τον κάλυκα, τον μαραίνεις, δεν τον
ανοίγεις.
Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, Ο Αυθέντης του Μωρέως
παύλα
(-)
Θέλουν – μα δε βολεί να λησμονήσουν.
Λορέντζος Μαβίλης, Λήθη
Η παύλα σημειώνεται:
1.Στο διάλογο, για να δείξει την αλλαγή του προσώπου που μιλάει.
2. Για να φανεί μεγαλύτερη η αντίθεση των προηγούμενων με τ’ ακόλουθα
3. Για να δειχτεί απότομη αλλαγή ή ανακολουθία στη φράση
4. Ύστερα από την τελεία, για να γίνει μεγαλύτερο σταμάτημα.
Τι θα γίνει αν ο πληθυσμός της Γης αυξάνει -συμμετρικά ή ασύμμετρα, κατά τόπους,
αδιάφορο- με έναν ανάλογο ή έστω βραδύτερο ρυθμό;
διπλή
παύλα
(-) Η εργασία που αλλοτριώνει και απογοητεύει βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τις
παραδοσιακές κοινωνίες όπου καθημερινά όλοι οι άνθρωποι, γυναίκες και άντρες,
ασκούσαν μια ποικιλία δραστηριοτήτων –καλλιέργειες, ψάρεμα, κυνήγι, υφαντουργία,
ράψιμο ρούχων, χτίσιμο σπιτιών, αγγειοπλαστική, κατασκευή εργαλείων, μαγείρεμα,
θεραπεία- που όλες τους αντιπροσώπευαν μια χρησιμότητα, απαιτούσαν μιαν
επιδεξιότητα και πρόσφεραν μια βαθιά ηθική ικανοποίηση.
Ύστερα από πολύ -πόσο πολύ, άραγε;- καιρό υποδεχτήκαμε και πάλι τη μουσική
δωματίου στον χώρο τού Ηρωδείου.
διπλή
παύλα Η διπλή παύλα χρησιμοποιείται για να ενταχθούν στο κείμενο στοιχεία που
(-)
επεξηγούν ή συμπληρώνουν το μεταδιδόμενο νόημα, τα οποία θεωρούνται
πάντως αναγκαία για την πληρέστερη απόδοση του νοήματος.
τα στοιχεία πριν και μετά το παρενθετικό τμήμα τής πρότασης αποτελούν ενιαίο
σύνολο.
Αγια-Σοφιά
ενωτικό γερο-καπετάνιος
(-) θεια-Μαριγώ
κυρα-Μάρω (αλλά κυρ Νίκος)
μαθήματά-μου
για να δηλώσουμε τον χωρισμό μιας λέξης στο τέλος της γραμμής σύμφωνα με τους κανόνες συλλαβισμού
για να δηλώσει το διάστημα μεταξύ δύο ορίων (π.χ. άτομα ηλικίας 25-45 ετών, μάζα 10-70 kg). Ωστόσο, στην περίπτωση
ενωτικό αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί και παύλα μεσαίου μεγέθους. Αν, όπως στο δεύτερο από τα εντός παρενθέσεως
(-) παραδείγματα, το διάστημα μεταξύ των δύο ορίων συνοδεύεται από σύμβολο μονάδας μέτρησης (kg, °C κ.λπ.), τότε: αν
το σύμβολο είναι και για τους δύο αριθμούς το ίδιο, γράφεται μόνο μετά τον δεύτερο αριθμό και δεν αφήνονται
διαστήματα εκατέρωθεν του ενωτικού ή της παύλας (10-70 kg, 10-20 °C)· αν όμως το σύμβολο αλλάζει, τότε αφήνεται
διάστημα εκατέρωθεν του ενωτικού ή της παύλας (200 kW - 10 MW). Εκατέρωθεν διαστήματα πρέπει να αφήνονται
επίσης και όταν οι δύο αριθμοί προσδιορίζονται από λέξεις που δηλώνουν διαφορετικές τάξεις μεγέθους (π.χ. παιδιά
ηλικίας 10 μηνών - 2 ετών), αν και στην περίπτωση αυτή το καλύτερο είναι να χρησιμοποιείται η έκφραση από […] έως […]
(παιδιά ηλικίας από 10 μηνών έως 2 ετών)·
ειδικότερα, στην αναφορά σε περιόδους τουλάχιστον δύο πλήρων ετών (π.χ. 1989-1991, 2002-2004 κ.ο.κ.). Ωστόσο, και
στην περίπτωση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί και παύλα μεσαίου μεγέθους·
στα παραθετικά πολυλεκτικά σύνθετα, όπου τα συνθετικά αποτελούν από κοινού μια ενιαία εννοιολογική οντότητα
(π.χ. απόφαση-πλαίσιο, παραγωγός-εξαγωγέας κ.ο.κ.). Ενωτικό βάζουμε και μεταξύ των δύο ονομάτων που
συναποτελούν το επώνυμο ενός προσώπου (π.χ. Μπενίτα Φερέρο-Βάλντνερ) (1).
Κατ’ εξαίρεση δεν χρησιμοποιούμε ενωτικό στο πολυλεκτικό παραθετικό σύνθετο κράτος μέλος, γιατί στην ενωσιακή
πρακτική έχει ιστορικά επικρατήσει η γραφή χωρίς ενωτικό·
σε περίπτωση διαζευκτικής αναφοράς μιας λέξης στον ενικό και τον πληθυντικό, οπότε δεν γράφουμε στον πληθυντικό τη
λέξη ολόκληρη αλλά μόνο τη διαφοροποιούμενη, σε σχέση με τον ενικό, κατάληξή της με ενωτικό. Αντίστοιχη είναι και η
διαζευκτική αναφορά στο αρσενικό και το θηλυκό γένος. Στις περιπτώσεις αυτές, η διάζευξη συνιστάται να δηλώνεται με
κάθετο και όχι με χρήση παρένθεσης.
Για τες θρησκευτικές μας δοξασίες —
ο κούφος Ιουλιανός είπεν «Aνέγνων, έγνων,
εισαγωγικά κατέγνων». Τάχατες μας εκμηδένισε
(«») με το «κατέγνων» του, ο γελοιωδέστατος.
Κ.Π. Καβάφης, Ουκ έγνως
Πες «στιγμή»,
που φωνάζει βοήθεια ότι πνίγεται,
μην τη σώζεις,
πες
«δεν άκουσα».
Κική Δημουλά, Η περιφραστική πέτρα
[…]
«zxcvbnm “xc ‘cvbn’ vbn” xcvbn»
εισαγωγικά
(«»)
«ασδφγ » << >>
“ ”
‘ ’
Τα εισαγωγικά χρησιμοποιούνται
Τα χρώµατα της Γιορτής του Νέου Χρόνου –κόκκινα, κίτρινα, µαβιά, ασηµένια,
χρυσαφιά, βερντ, ντορτ– που εναλλάσσονταν µε ταχύ ρυθµό πάνω από το έδαφος,
τους είχαν µεθύσει.
Ο πύργος ορθωνόταν στην πλαγιά του βουνού – αυτήν που, καθώς ερχόµασταν από
την άλλη µεριά, δεν µπορούσαµε να δούµε.
το τελικό ν της αιτιατικής ενικού του θηλυκού γένους του οριστικού άρθρου
τελικό (τη[ν] / στη[ν]) και της προσωπικής αντωνυμίας (αυτή[ν], τη[ν]), καθώς και το
-ν
τελικό ν των αρνητικών επιρρημάτων δε(ν) και μη(ν) διατηρείται στον γραπτό
λόγο, μόνο όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από φωνήεν ή από ένα από τα
παρακάτω: κ, π, τ, γκ, μπ, ντ, τσ, τζ, ξ, ψ, π.χ. Μίλησε με την κόρη του, αλλά
Παρακολουθούσε με προσοχή τη ροή του νερού. Αν και ήρθε αργά, τη δέχτηκαν
με χαρά, αλλά Όταν μιλούσε η Θάλεια δεν την άκουγε κανένας. Το τελικό ν της
αιτιατικής ενικού του αρσενικού γένους του οριστικού και του αόριστου άρθρου
(τον/στον, έναν), καθώς και της προσωπικής αντωνυμίας (αυτόν, τον)
διατηρείται στον γραπτό λόγο πάντοτε, στον προφορικό όμως λόγο προφέρεται
συνήθως μόνο στις περιπτώσεις που ακολουθούν φωνήεντα ή τα: κ, π, τ,
γκ, μπ, ντ, τσ, τζ, ξ, ψ, π.χ. O Σωτήρης χθες πήγε βόλτα με έναν συμμαθητή του
στον ζωολογικό κήπο. Αυτόν τον άνθρωπο δεν τον συνάντησε ποτέ.
(Γραμματική Χατζησαββίδη)
τελικό
-ν
Επέστρεφε
Στα μισά αυτή της διαδρομής μεταξύ βουνού και θάλασσας, λαξευμένων
βράχων και ασβεστωμένων πεζοδρομίων με περιμένει πάντα εκείνη, άλλοτε με
κοτσίδες, άλλοτε με λιτά μαλλιά και τώρα με κότσο. Η φίλη μου, η μοναδική
συνταξιδιώτισσά μου.
Όταν δεν έχει πολύ διάθεση κάθεται δίπλα στον Άντελ, γιατί της αρέσει που δεν
μιλάνε πολύ. Τον βλέπει σαν ένα μεγάλο σοφό δέντρο που την ηρεμεί και όταν
βρίσκεται κοντά του νιώθει ότι πρόβλημα κι αν έχει ασήμαντο – μικρό. Του
Άντελ του το έχει πει αυτό, γι΄αυτό κι εκείνος όταν η Μαρία τον πλησιάζει
προτιμάει να αφήνει εκείνη να μιλήσει, κι εκείνος μιλάει ελάχιστα. Κυρίως την
ακούει.
Ο ντελ, όταν δεν παίζει με τα υπόλοιπα παιδιά επιλέγει να κάθεται μέσα στην
τάξη και να ζωγραφίζει. Τις ζωγραφιές του τις δείχνει μόνο στην Μαρία. Της
εξηγεί τι έχει ζωγραφίσει μόνο αν τον ρωτήσει και απαντάει μόνο στην ερώτηση
που του κάνει. Δεν λέει τίποτα περισσότερο.
Ά
Το κουδούνι χτύπησε και όλοι μπήκαν μέσα για την πρώτη ώρα του μαθήματος.
Πριν όμως το μάθημα ξεκινήσει η δασκάλα τους είπε ότι ήθελε να τους πει κάτι.
https://www.youtube.com/watch?v=RAcdNhD3nZY