Professional Documents
Culture Documents
Ενδοοικογενειακη βια
Ενδοοικογενειακη βια
Η βία εντός της οικογένειας αποτελεί μορφή κοινωνικής παθογένειας ενώ παραβιάζει
τα ανθρώπινα δικαιώματα. Για την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας
θεσπίστηκε αρχικά ο Ν. 3500/2006 ενώ ακολούθησε η θέσπιση του Ν. 4531/2018,
όπου τροποποίησε τον αρχικό. Σκοπός του ανωτέρω θεσμικού πλαισίου υπήρξε η
αντιμετώπιση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας, για την προστασία όχι
μόνο των γυναικών, συζύγων είτε συντρόφων αλλά και ενός ευρύτερου κύκλου
ευάλωτων ατόμων, όπως τα ανήλικα παιδιά, οι ηλικιωμένοι, οι ανήμποροι, κ.ά.. Η
παρούσα εργασία αρχικά αναλύει τόσο τις βασικές εννοιολογικές πτυχές της
ενδοοικογενειακής βίας όσο και το θεσμικό πλαίσιο που περιβάλλει αυτή ενώ στη
συνέχεια αναλύεται διεξοδικά ο θεσμός της ποινικής διαμεσολάβησης, της
αποτελεσματικότητας αυτού ενώ επιχειρείται η παρουσίαση της όλης διαδικασίας και
των συμπερασμάτων επί αυτού.
Οι ορισμοί που έχουν δοθεί για την εννοιοδότηση της ενδοοικογενειακής βίας
κατηγοριοποιούνται σε τρεις ομάδες : α) στους ευρείς ορισμούς, κατά τους οποίους η
ενδοοικογενειακή βία συνίσταται τόσο στις σωματικές επιθέσεις όσο και σε άλλες
βλαπτικές συμπεριφορές, όπως είναι η ψυχολογική και συναισθηματική
κακομεταχείριση, η οικονομική αποστέρηση, η οικιακή αιχμαλωσία και οι απειλές σε
βάρος της οικογένειας, β) στους στενούς ορισμούς, όπου η ενδοοικογενειακή βία
περιλαμβάνει μόνο πράξεις φυσικών προσβολών εναντίον μελών της οικογένειας,
δηλαδή σκόπιμες επιθέσεις που στόχο έχουν την πρόκληση ψυχικού πόνου είτε
σωματικής βλάβης και γ) στους μεικτούς ορισμούς όπου η ενδοοικογενειακή βία
συνδυάζει την παραδοσιακή μορφή της βίας (επίθεση, απειλή) με χρόνιες
ενδοοικογενειακού χαρακτήρα συγκρούσεις (σεξουαλική παρενόχληση, ομηρία,
χρόνιες απειλές). Στον Ν. 3500/2006 γίνεται εκτενή ανάλυση και προστασία των
εννοιών «οικογένεια», «συνοίκηση» και «μόνιμος σύντροφος» (Σαρίκου, 2012).
Σύμφωνα με το νόμο αν τα πρόσωπα στα οποία αποδίδεται η τέλεση της πράξης είναι
περισσότερα, για την έναρξη της διαδικασίας ποινικής διαμεσολάβησης απαιτείται
μεταξύ τους συμφωνία. Το ίδιο ισχύει και αν η φερόμενη ως τελεσθείσα πράξη
αφορά περισσότερα θύματα. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία η διαμεσολάβηση δεν είναι
δυνατή. Αυτή η συμφωνία των μερών, σύμφωνα με το άρθρο 14, ισχύει ως
συμβιβασμός ως προς τις χρηματικές αξιώσεις. Η συμφωνία του παθόντος συζύγου
για την έναρξη της ποινικής διαμεσολάβησης δεν εμποδίζει την άσκηση διαζυγίου ή
την υποβολή αίτησης συναινετικής λύσης γάμου, ούτε την πρόοδο της τυχόν
αρξάμενης δίκης και τη λύση του γάμου. Μετά την ολοκλήρωση της ποινικής
διαμεσολάβησης, αποκλείεται η ανατροπή της συμφωνίας για οποιονδήποτε λόγο
καθώς και η αναζήτηση των καταβληθέντων σε συμμόρφωση αυτής. Αν εντός
τριετίας από την αρχειοθέτηση της υπόθεσης ο φερόμενος ως δράστης δεν
συμμορφωθεί προς τους όρους της ποινικής διαμεσολάβησης, τότε αυτή μπορεί να
ανατραπεί με πρωτοβουλία του παθόντος. Με την άσκηση της αγωγής ανατροπής
αναβιώνουν οι χρηματικές αξιώσεις του παθόντος, τα δε καταβληθέντα λόγω της
συμφωνίας αναζητούνται κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Στόχος
της ποινικής διαμεσολάβησης είναι η κατά το δυνατόν επανόρθωση από τους δράστες
της βλάβης που υπέστησαν τα θύματα, η συνειδητοποίηση των συνεπειών και του
πόνου των αδικημάτων ενδοοικογενειακής βίας στα θύματα και η απεμπλοκή από την
ποινική διαδικασία (Τσουρού, 2019).