Professional Documents
Culture Documents
Φυσιολογία Μαρία Βενετίκου ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ
Φυσιολογία Μαρία Βενετίκου ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ
Φυσιολογία
2
Κύτταρο 1/2
• Το κύτταρο είναι η μικρότερη μονάδα ζωής που μπορεί να
υπάρξει αυτόνομη. Με βάση τα κύτταρα, οι οργανισμοί
διακρίνονται σε μονοκυττάριους και πολυκυττάριους.
• Στους μονοκυττάριους οργανισμούς όλες οι διαδικασίες
συμβαίνουν σε ένα μοναχικό κύτταρο (π.χ. αμοιβάδα).
Καθώς η εξέλιξη προχώρησε στους πολυκυττάριους
οργανισμούς, διάφορες ομάδες κυττάρων απέκτησαν
συγκεκριμένες λειτουργίες.
Κύτταρο 2/2
• Στα ανώτερα ζώα και τον άνθρωπο οι εξειδικευμένες κυτταρικές ομάδες
περιλαμβάνουν :
Ένα γαστρεντερικό σύστημα για την απορρόφηση και την πέψη της
τροφής,
Ένα αναπνευστικό σύστημα για πρόσληψη Ο2 και απομάκρυνση
CO2,
Ένα απεκκριτικό σύστημα για να απομακρύνει τις άχρηστες ουσίες,
Ένα καρδιαγγειακό σύστημα για να διανέμει την τροφή, το Ο2 και τα
προϊόντα μεταβολισμού,
Ένα αναπαραγωγικό σύστημα για την διαιώνιση του είδους,
Ένα νευρικό και ένα ενδοκρινικό σύστημα για να επισκοπούν, να
ελέγχουν και να συντονίζουν τις λειτουργίες των άλλων συστημάτων.
4
Εικόνα τυπικού κυττάρου
blogs.sch.gr
5
Επιστημονική πρόοδος
• Τα τελευταία χρόνια με την εξέλιξη του ηλεκτρονικού
μικροσκοπίου, την μελέτη των υποδοχέων, την ανακάλυψη
της δομής και της λειτουργίας του DNA καθώς και τις
προόδους της μοριακής βιολογίας έχει αυξηθεί και η
κατανόηση της δομής και της λειτουργίας του κυττάρου.
• Η εξειδίκευση των κυττάρων στα όργανα των ανωτέρων
οργανισμών είναι τόσο μεγάλη ώστε κανένα κύτταρο δεν
μπορεί να θεωρηθεί «τυπικό» για όλα τα κύτταρα του
σώματος.
6
Οργανίδια κυττάρου
• Εν τούτοις μερικά οργανίδια είναι κοινά για τα περισσότερα
κύτταρα όπως :
η κυτταρική μεμβράνη και οι συσχετίσεις της με άλλα κύτταρα,
ο πυρήνας με τις δομές του,
το ενδοπλασματικό δίκτυο,
η συσκευή Golgi,
τα μιτοχόνδρια,
τα λυσοσσώματα,
τα κεντριόλια,
οι μικροσωληνίσκοι και τα μικροϊνίδια,
τα εκκριτικά κοκκία.
8
Ανατομία κυττάρου
9
“Blausen 0208 CellAnatomy”, από BruceBlaus με άδεια CC BY 3.0
Φυτικό κύτταρο
13
14
Επικοινωνία των κυττάρων
Τα γειτονικά κύτταρα έρχονται σε επαφή μεταξύ τους. Οι μεμβράνες
τους μπορεί να παρουσιάσουν 3 είδη επικοινωνίας.
• Σφιχτές ενώσεις (tight junctions): οι μεμβράνες έρχονται κοντά
κοντά και τελικά συνενώνονται.
• Ενώσεις κενού (gap junctions) (nexus): κενό μεταξύ των μεμβρανών
2 nm.
• Δεσμοσώματα (adherens junctions): οι μεμβράνες έρχονται κοντά
αλλά υπάρχει κενό 15-35 nm.
• Όσο μεγαλύτερες οι αποστάσεις μεταξύ μεμβρανών τόσο πιο εύκολη
είναι η διαβατότητα ιόντων.
* Ενδιαφέρον: Οι τύποι αυτοί επικοινωνίας μεμβρανών λείπουν
όταν συσσωρεύονται καρκινικά κύτταρα.
15
16
Υποδοχείς στην μεμβράνη 1/4
17
18
Διαμεμβρανικός υποδοχέας
20
Υποδοχείς στην μεμβράνη 4/4
• Τάξη 2η : Είναι οι υποδοχείς που αποτελούνται από μια μακριά
πεπτιδική αλυσίδα, που βρίσκεται ανάμεσα στην μεμβράνη και
από μια ενδοκυτταρική καμπύλη η οποία βρίσκεται μέσα στο
κύτταρο για να δεσμεύσει μια πρωτεΐνη που λέγεται G- πρωτεΐνη.
Κατόπιν διεγείρει ένα δεύτερο μεταβιβαστή. (1ος μεταβιβαστής =
η ουσία που έρχεται να ενωθεί με τον υποδοχέα). (Δεύτεροι
μεταβιβαστές υπάρχουν πολλοί).
Ας θυμόμαστε το cAMP (κυκλική μονοφωσφορική αδενοσίνη)
που είναι ο συχνότερος δεύτερος μεταβιβαστής των βιολογικών
συστημάτων.
21
22
Λειτουργία διαμεμβρανικών υποδοχέων 2/3
23
24
Διαμεμβρανικός υποδοχέας 1/4
26
whs-biology-h.wikispaces.com
Διαμεμβρανικός υποδοχέας 3/4
justinkcochran.blogspot.gr
27
wiki.brown.edu 28
Ενδοκυτταρικοί υποδοχείς 1/2
29
30
Ανδρογονικός ενδοκυτταρικός υποδοχέας
Πρωτεϊνοσύνθεση
33
34
DNA στον πυρήνα του κυττάρου 1/3
DNA + γονίδια (DNA + genes)
• To DNA βρίσκεται: 1) στα βακτήρια, 2) πυρήνες κυττάρων και
3) στα μιτοχόνδρια. Αποτελείται από 2 πολύ μακριές
νουκλεοτιδικές αλύσεις που περιέχουν τις βάσεις αδενίνη Α,
γουανίνη G, θυμίνη Τ και κυτοσίνη C (δίκλωνο μόριο).
• Οι άλυσοι είναι δεσμευμένες μεταξύ τους με υδρογονικούς
δεσμούς που ενώνουν Α-Τ και G-C. (Οι βάσεις είναι ή
πουρίνες ή πυριμιδίνες).
• Έτσι στο χώρο δημιουργείται ένα μόριο διπλής έλικας. Το
όλο DNA του οργανισμού έχει 3Χ109 ζεύγη βάσεων.
35
36
DNA στον πυρήνα του κυττάρου 3/3
• Η ανθρωπότητα τώρα χρησιμοποιεί την μοριακή βιολογία για
να συντάξει τον γενετικό χάρτη του ατόμου.
• Το 99% του γενετικού υλικού περνά από άνθρωπο σε
άνθρωπο.
• Ο πυρήνας των κυττάρων, περιλαμβάνει ένα πυρηνίσκο που
είναι πλούσιος σε RNA. Υπάρχουν κύτταρα με πολλούς
πυρηνίσκους. Πυρηνίσκοι υπάρχουν περισσότεροι στα
κύτταρα που μεγαλώνουν.
37
RNA
• Αντίγραφο (template) για την σύνθεση του RNA το οποίο θα
μετακινηθεί στο κυτταρόπλασμα όπου καθορίζει την σύνθεση των
πρωτεϊνών του κυττάρου.
• Ο πυρηνίσκος είναι λοιπόν η θέση όπου συντίθεται το RNA που
βρίσκεται στα ριβοσώματα του κυτταροπλάσματος.
• Ο πυρήνας κι αυτός περιβάλλεται από μία μεμβράνη (πυρηνική), η
οποία είναι διπλή, με αναδιπλώσεις. Η πυρηνική μεμβράνη είναι
κι αυτή ημιδιαπερατή κι επιτρέπει το πέρασμα μεγάλων μορίων
(π.χ. RNA) από τον πυρήνα στο κυτταρόπλασμα. Αυτές οι περιοχές
όπου η κυτταρική μεμβράνη είναι ασυνεχής ονομάζονται πόροι.
38
Πυρήνας, πυρηνίσκος, χρωματίνη
DNA 1/3
DNA 3/3
karimedalla.wordpress.com
42
DNA και RNA
meganhowett.blogspot.gr
44
Το μοριακό υπόστρωμα του κυττάρου
45
“NIEHScell”, από Kogando με άδεια CC BY-SA 3.0
46
Ενδοπλασματικό δίκτυο 2/3
• Τα ριβοσώματα είναι 15 nm στην διάμετρο και καθένα περιέχει
μια μεγάλη (50S) και μια μικρή (30S) υπομονάδα. Μερικές φορές
3-5 ριβοσώματα κολλούν μαζί φτιάχνοντας τα πολυριβοσώματα.
Τα ριβοσώματα έχουν 65% RNA και 35% πρωτεΐνη. Είναι ο τόπος
όπου συντίθενται οι πρωτεΐνες.
• Το λείο ΕΔ είναι ο τόπος που συντίθενται οι στεροειδείς ορμόνες
στα κύτταρα που εκκρίνουν στεροειδείς ουσίες και στα άλλα
κύτταρα χρησιμεύουν σαν θέση αποτοξίνωσης (!).
• Στους μυς το ΕΔ λέγεται σαρκοπλασματικό
47
48
Eνδοπλασματικό δίκτυο και συσκευή Golgi
Συσκευή Golgi
• Είναι μια συλλογή από μεμβρανώδεις σωλήνες + κυστίδια
που είναι τοποθετημένα σαν ένας σωρός από πιάτα το ένα
πάνω στο άλλο.
• Είναι πολωμένη (cis+trans) και βρίσκεται κοντά στον πυρήνα.
• Πιστεύεται ότι πακετάρει τις πρωτεΐνες που θα εκκριθούν
από το κύτταρο. Πιθανώς παράγει τα εκκριτικά κοκκία που
περιέχουν ορμόνες και ένζυμα. Παράγει λυσοσσώματα.
Επίσης συνδέει υδατάνθρακες στις πρωτεΐνες κάνοντάς τις
γλυκοπρωτεΐνες.
50
Μιτοχόνδρια 1/3
• Κάθε μιτοχόνδριο είναι μια δομή που συνήθως μοιάζει με λουκάνικο.
Αποτελείται από μια εξωτερική μεμβράνη και από μία εσωτερική η
οποία πτυχούται. Το εσωτερικό των μεμβρανών καλείται στρώμα
(matrix).
• Τα μιτοχόνδρια είναι οι μονάδες του κυττάρου που δίνουν την
ενέργεια για αυτό συγκεντρώνονται όπου χρειάζεται ενέργεια.
• Στην εξωτερική μεμβράνη υπάρχουν ένζυμα που κάνουν οξειδώσεις.
• Το εσωτερικό του μιτοχονδρίου περιέχει τα ένζυμα του κύκλου του
κιτρικού οξέος, και την αλυσίδα των αναπνευστικών ενζύμων.
• Στα μιτοχόνδρια, λίπη, υδατάνθρακες και πρωτεΐνες γίνονται
CO2+H2O.
51
53
Μιτοχόνδρια 3/3
• Το μιτοχονδριακό DNA είναι το δεύτερο γενετικό σύστημα
στο κύτταρο. Μόνο του το DNA των μιτοχονδρίων δεν
περιλαμβάνει αρκετή γενετική πληροφορία για την πλήρη
επιβίωση και αναπαραγωγή του κυττάρου.
• Το μιτοχονδριακό και το πυρηνικό DNA αλληλεπιδρούν στην
δημιουργία πρωτεϊνών στα μιτοχόνδρια.
• Το μιτοχονδριακό DNA μεταβιβάζεται στον απόγονο μόνο
από την μητέρα (από το ωοθυλάκιο) ενώ το πυρηνικό DNA
και από τους δύο γονείς.
54
Εικόνα μιτοχονδρίου 2/2
Λυσοσώματα 1/2
56
Λυσοσώματα 2/2
Αποτελούν το γαστρεντερικό σύστημα «πέψης» του κυττάρου.
Εξωγενείς ουσίες όπως τα βακτηρίδια εισβάλλουν στο κύτταρο
και περικλείονται από κυστίδια (φαγοκυτταρικά). Τα κυστίδια
ενώνονται με ένα λυσόσωμα (φαγοκυτταρικό λυσόσωμα) και οι
μεμβράνες τους συγχωνεύονται. Το αυτό φαινόμενο μπορεί να
συμβεί και με κυτταρικές δομές που δεν χρειάζονται πια
(αυτοφαγοκυτταρικό λυσόσωμα).
Όταν ένα κύτταρο πεθαίνει τα ένζυμα των λυσοσωμάτων
κάνουν αυτόλυση των υπολοίπων.
57
Εικόνες λυσοσωμάτων
59
60
Μικροϊνίδια και Μικροσωληνίσκοι
Τα περισσότερα κύτταρα περιέχουν μικροϊνίδια και
μικροσωληνίσκους.
• Οι μικροσωληνίσκοι είναι μακριές, κενές δομές με δ=25 nm. Τα
μικροϊνίδια είναι στερεές δομές 4-6 nm.
• Οι μικροσωληνίσκοι βρίσκονται στις μιτωτικές ατράκτους των
κυττάρων που διαιρούνται και στα νευρικά κύτταρα - βοηθούν την
δομική ισορροπία. Καταστρέφονται από την κολχικίνη.
• Τα μικροϊνίδια φαίνεται ότι βοηθούν την κίνηση του κυττάρου.
Περιέχουν ουσία την τουμπουλίνη (tubulin) που μοιάζει με την
ακτίνη των μυών. Καταστρέφονται από την κυτοχολασίνη.
61
Πρωτεΐνη μικροσωληνίσκου
63
65
66
1. Κυτταρική μεμβράνη
Κυτταρική μεμβράνη (7.5 nm) πρωτεΐνες και φωσφολιπίδια.
• πρωτεΐνες,
• channels, pumps, carriers, receptors, enzymes.
67
• πυρηνίσκος – RNA,
• πυρηνική μεμβράνη - διπλή ημιδιαπερατή- αναδιπλώσεις-
πόροι.
68
3. Ενδοπλασματικό Δίκτυο
1. Τραχύ - ριβοσσώματα – σύνθεση,
(65% RNA/35% πρωτεΐνη),
(50S/30S) υπομονάδα,
Πρωτεϊνοσύνθεση
2. Λείο - στεροειδείς ουσίες,
Αποτοξίνωση.
3. Σαρκοπλασματικό Μύες.
69
4. Συσκευή Golgi
Κοντά στον πυρήνα / polarized cis/trans
• «πακετάρει» πρωτεΐνες,
• παράγει εκκριτικά κοκκία,
• παράγει λυσοσσώματα,
• παράγει - προσθέτει υδατάνθρακα στις
πρωτεΐνες γλυκοπρωτεΐνες.
70
5. Μιτοχόνδρια
Μιτοχόνδρια : λουκάνικο, πτυχές } - αναπνευστικά ένζυμα.
o οξειδωτική φωσφορυλίωση.
o ΑΤΡ = πηγή ενέργειας.
o DNA (μιτοχονδρίων) .
71
6. Λυσοσώματα
Λυσοσώματα : Το γαστρεντερικό σύστημα του κυττάρου.
72
7. Κεντριόλια
• 2 κοντοί κύλινδροι σε γωνία.
• Διπλασιάζονται στην διαίρεση.
• Έλκουν τα χρωμοσώματα.
73
8. Μικροϊνίδια
Μικροϊνίδια : στερεές δομές δ = 4-6 nm, κίνηση
74
9.Εκκριτικά κοκκία
• Εκκριτικά κοκκία με
πρωτεΐνες που έχει
συσκευάσει το κύτταρο,
έτοιμα να βγουν με
εξωκυττάρωση.
earlypregnancy.org
75
76
Είδη κυττάρων στο σώμα 1/2
Κύτταρα επιφάνειας δέρματος
Κύτταρα του αίματος
77
604 Bone cells 1022 Muscle Fibers (small)
80
“Skin layers”, από Stvltvs με άδεια CC BY-SA 3.0
Ωάριο με σπερματοζωάριο 1/2
82
Νευρώνας
Νευρώνες
1. Unipolar neuron
2. Bipolar neuron
3. Multipolar neuron
4. Pseudounipolar neuron
“Neurons uni bi multi pseudouni”, από Jonathan Haas με άδεια CC BY-SA 3.0 85
Nobe of
Ranvier
Soma
Axon
Schwann cell
Myelin sheath
Nucleus
86
Τυπικός νευρώνας με μυελίνη
88
Εξωκυττάριο υγρό 2/2
• Ο όγκος διασποράς (volume of distribution) μπορεί να
υπολογισθεί για κάθε ουσία στον οργανισμό.
• Ο όγκος του πλάσματος μετριέται με χρωστικές που ενίεται
και δεσμεύονται από τις πρωτεΐνες του πλάσματος ιδίως την
χρωστική Evans blue. Επίσης με ουσίες ραδιενεργές όπως η
ραδιενεργός αλβουμίνη.
89
90
Υπολογισμός υγρών διαμερισμάτων
• Εάν ξέρουμε: 1) τον όγκο πλάσματος και τον 2) αιματοκρίτη
ο ολικός όγκος αίματος = όγκος πλάσματος Χ 100
100 Χ αιματοκρίτη,
• όγκος ερυθρών = ολικός όγκος αίματος - όγκος πλάσματος,
• Το εξωκυττάριο υγρό είναι δύσκολο να μετρηθεί γιατί τα όρια του ασαφή
(π.χ. η λέμφος μετριέται μαζί με το ECF). Υπάρχουν μερικά διαμερίσματα
υγρών, όπως το εγκεφαλονωτιαίο, το υγρό στο μάτι που είναι μικρά και
καλούνται διακυττάρια υγρά (transcellular fluids).
• Για τη σήμανση του ECF χρησιμοποιείται η ραδιενεργός ινουλίνη.
– Το ενδιάμεσο υγρό μετριέται έμμεσα, αφαιρώντας τον όγκο του
πλάσματος από το ECF.
– Το ενδοκυττάριο υγρό δεν μετριέται ευθέως και μετριέται αφαιρώντας
το ECF από το ολικό βάρος σώματος (TBW).
91
Τα βλαστοκύτταρα
ΕΙΔΙΚΑ ΚΥΤΤΑΡΑ υπάρχουν πολλά.
92
Από το πολυδύναμο στο μονοδύναμο
κύτταρο
93
“Stem cells diagram”, από Rasbak με άδεια CC BY-SA 2.5
1
Παρουσίαση στοιχείων αίματος
Ερυθρά αιμοσφαίρια
5
Φυσικοχημικές ιδιότητες του αίματος 1/3
• Είναι αδιαφανές, αλμυρό, παχύρευστο υγρό και οι ιδιότητες
του περιλαμβάνουν:
1. Χρώμα.
2. Ιξώδες.
3. Πυκνότητα.
4. Την αντίδραση του.
7
Φυσικοχημικές ιδιότητες του αίματος 3/3
• Πυκνότητα αίματος / ειδικό βάρος: 1.059 g/cm2 στους 25ο C
και υφίσταται διακυμάνσεις που εξαρτώνται από τα
συστατικά του.
• Αντίδραση pH: Ελαφρώς αλκαλική με τιμή pH 7.33 – 7.45
στους 38o C.
10
Αιματοκρίτης 2/2
• Για την μέτρηση, λαμβάνεται φλεβικό αίμα με αντιπηκτικό,
τοποθετείται σε ειδικό σωληνάριο με διάμετρο 5mm και
φυγοκεντρείται για 15 min στις 3000 στροφές. Τα
ερυθροκύτταρα καθιζάνουν και η λευκωπή στοιβάδα που
παραμένει είναι το πλάσμα. Ο αριθμημένος σωλήνας δείχνει
την τιμή του αιματοκρίτη.
11
Εμβρυϊκή και μετεμβρυϊκή αιμοποίηση 1/5
• Αιμοποίηση καλείται η λειτουργία που οδηγεί στην
παραγωγή όλων των εμμόρφων συστατικών του αίματος. Τα
όργανα και οι ιστοί στους οποίους συντελείται η παραγωγή
των κυττάρων του αίματος χαρακτηρίζονται αιμοποιητικά
όργανα ή αιμοποιητικοί ιστοί.
• Ο κύριος αιμοποιητικός ιστός είναι ο μυελός των οστών.
12
13
Εμβρυϊκή και μετεμβρυϊκή αιμοποίηση 3/5
• Μετεμβρυϊκή Αιμοποίηση :
o Τόπος αιμοποίησης είναι μόνο ο μυελός των οστών με εξαίρεση
τα λεμφοκύτταρα που παράγονται στα λεμφικά όργανα.
o Αρχικά υπάρχει το αρχέγονο μητρικό αιμοποιητικό όργανο ή
αιμοκυτοβλάστη.
o 5 % προέρχονται τα πολυδύναμα μυελικά και πολυδύναμα
λεμφικά κύτταρα.
14
15
Εμβρυϊκή και μετεμβρυϊκή αιμοποίηση 5/5
• Πολυδύναμα Λεμφικά Προγονικά (μητρικά) Κύτταρα :
o Υπάρχουν και πολυδύναμα ( μητρικά ) προγονικά αιμοποιητικά
κύτταρα (L – HSC) (Lymphoid Hemopoietic Stem Cell). Πρόκειται
για προγονικά λεμφοκύτταρων τα οποία διαφοροποιούμενα
δίνουν γένεση στις προγονικές σειρές (λεμφοσειρές) των Β και
Τ λεμφοκυττάρων
16
17
Αιμοποίηση
18
“Hematopoiesis (human) diagram”, από Mikael Häggström διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
anthologio.wordpress.com
19
Μυελός των οστών 2/3
• Ο μυελός μελετάται με το μυελόγραμμα που αφορά την
εξέταση των κυττάρων του μυελού και αποτελεί εξέταση
εκλογής για διαπίστωση ύπαρξης και κατάληψης του μυελού
από παθολογικά κύτταρα (π.χ. οξεία λευχαιμία). Ο μυελός
λαμβάνεται με παρακέντηση με τροκάρ υπό τοπική
αναισθησία από το φλοιό του οστού όπου είναι άφθονος η
οποία γίνεται συνήθως στο στέρνο ή στην οπίσθια λαγόνιο
άκανθα.
20
21
Λεμφαδένες 1/2
• Η εξέταση των λεμφαδένων , περιλαμβάνει το αδενόγραμμα,
την βιοψία λεμφαδένων και το σπληνόγραμμα.
• Αδενόγραμμα: Μελέτη λεμφικού ιστού ενός λεμφαδένα και
καθορισμός αναλογιών των διαφόρων κυττάρων.
22
Λεμφαδένες 2/2
• Βιοψία Λεμφαδένων: Λήψη του λεμφαδένα και ιστολογική
του εξέταση συνήθως υπό γενική αναισθησία για διάγνωση
αδενοπάθειας
• Σπληνόγραμμα: Μελέτη του ιστού του σπληνός και γίνεται με
παρακέντηση (και πολύ λεπτή βελόνα χωρίς αναρρόφηση)
λαμβάνεται σπληνικός ιστός για επίχρισμα
23
Γενική αίματος 1/6
• Η καθίζηση των ερυθρών δηλαδή , ο διαχωρισμός του
πλάσματος από τα έμμορφα συστατικά με την επίδραση της
βαρύτητας. Αίμα με αντιπηκτικό τοποθετείται σε σωλήνα
ορισμένων διαστάσεων και το σύνολο φέρεται κατακορύφως.
Με την πάροδο του χρόνου επέρχεται ο διαχωρισμός.
• Φάση συσσωμάτων.
• Φάση καθίζησης συσσωμάτων.
• Φάση επιβράδυνσης της καθίζησης.
24
Φυσιολογικές Τιμές :
Φύλλο 1η ώρα 2η ώρα 24 ώρες
Άρρεν 3 – 5 mm Μέχρι 15 mm 70- 80 mm
Γυναίκες 3 - 8 mm Μέχρι 12 mm 100 – 110 mm
25
Γενική αίματος 3/6
Αιμόγραμμα:
• Φλεβικό αίμα από ενήλικα.
• Τριχοειδές αίμα από παιδί.
Ποσοτική Ανάλυση Έμμορφων Συστατικών:
• Με χρήση χειρών (σε μικροσκαφίδια ).
• Χρήση ηλεκτρονικών απαριθμητών.
• Σύγχρονα μέσα μελετούν αυτομάτως (Coulter) την επί %
αναλογία όλων των έμμορφων συστατικών (γενική αίματος).
26
27
Γενική αίματος 5/6
Φυσιολογικές Τιμές:
85 – 95 fl Νορμοκυττάρωση
< 85 Μικροκυττάρωση
> 97 Μακροκυττάρωση
28
30
Ερυθροκύτταρο
31
Ερυθροκύτταρο, λευκό, αιμοπετάλιο
32
33
Δομή ερυθροκυττάρου 2/3
• Το σχήμα του ερυθροκυττάρου θεωρείται σχήμα ισορροπίας,
πράγμα που τα ερυθρά το εμφανίζουν όταν βρίσκονται εντός
του πλάσματος.
• Περιβάλλεται από μεμβράνη εύκαμπτη και όχι τόσο
ελαστική.
• Λόγω αυτού, το ερυθροκύτταρο μπορεί να υποστεί μεγάλες
παραμορφώσεις όταν διέρχεται από τριχοειδή.
• Η μεμβράνη του ερυθρού όμως είναι παρόμοια με των
άλλων κυττάρων.
34
Μεμβράνη ερυθρού
36
37
Λειτουργία ερυθροκυττάρου 2/3
• Το πρωτόπλασμα του ερυθροκυττάρου είναι ομοιογενές,
στερείται δε οργανιδίων.
• Μοιάζει σε σύνθεση με τα άλλα κύτταρα π.χ. H2O 65-70%,
ανόργανα στοιχεία, άλατα, οργανικές ουσίες, K+, κ.α.
• Υπάρχουν δε ένζυμα της αναερόβιας γλυκόλυσης και
αερόβιας διεργασίας απελευθέρωσης ενέργειας.
38
39
Οδοί παραγωγής ενέργειας ερυθρού 1/2
• Ανασύνθεση του ATP (αναερόβια γλυκόλυση).
• Τα φυσιολογικά ερυθροκύτταρα λειτουργούν με αερόβια
διεργασία.
40
42
Αιμοσφαιρίνη 1/3
• Η αιμοσφαιρίνη είναι μια αναπνευστική χρωστική. Σε αυτήν
οφείλεται το κόκκινο χρώμα του αίματος.
• Αποτελεί και το κύριο συστατικό των ερυθρών και το ⅓ του
βάρους του ερυθροκυττάρου. Ανήκει στις μεταλοπορφυρικές
χρωστικές. Από πλευράς λειτουργίας, οι χρωστικές
συμμετέχουν στην αναπνοή και δρουν σαν μεταφορείς O2 της
ατμόσφαιρας, σαν αποθήκη O2 ή σαν παράγοντες ένζυμων
κυτταρικών οξειδώσεων.
43
Αιμοσφαιρίνη 2/3
• Όλες αυτές οι ουσίες αποτελούνται από πορφυρίνη η οποία στο
κέντρο της είναι συνδεδεμένη με μέταλλο και μια πρωτεϊνική
ομάδα. Στην περίπτωση της αιμοσφαιρίνης, η πρωτεϊνική ομάδα
είναι σφαιρίνη, ο πορφυρικός δακτύλιος είναι πρωτοπορφυρίνη
και το μέταλλο ο σίδηρος. Το σύνολο πρωτοπορφυρίνη-σίδηρος
αποτελεί την προσθετική ομάδα, την αίμη.
• MB αιμοσφαιρίνης 64500 Daltons. Η αίμη συνδέεται με Fe. Η
πρωτοπορφυρίνη ΙΙΙ ως δομή έχει 4 πυρρολικούς δακτυλίους. Στο
κέντρο της πρωτοπορφυρίνης είναι το άτομο Fe και συνδέεται με 4
άτομα αζώτου και διατηρεί 2 ελεύθερα σθένη.
• Η σφαιρίνη αποτελείται από 4 πολυπεπτιδικές αλύσσους, ανά 2
ίδιες [(α,β,γ,δ)].
44
Αιμοσφαιρίνη 3/3
• Για την αιμοσφαιρίνη Α, η σύνθεση είναι (HbA α2 β2)
(φυσιολογική αιμοσφαιρίνη).
• Αυτή εμφανίζεται σαν οξυαιμοσφαιρίνη και είναι η καθ’ αυτό
αιμοσφαιρίνη του ενήλικα.
45
Εικόνα μορίου αιμοσφαιρίνης
47
Φυσιολογικές και παθολογικές αιμοσφαιρίνες
2/2
• Ανθρακυλαιμοσφαιρίνη όταν συνενώνεται με CO (μονοξείδιο)
και μεθαιμοσφαιρίνη όταν οξειδώνεται.
• Γλυκοζιωμένη (Α1c), όταν συνδέεται με ποσό γλυκόζης στο
αίμα π.χ. στον σακχαρώδη διαβήτη.
48
49
Λειτουργίες αιμοσφαιρίνης 2/2
• Μια άλλη λειτουργία της αιμοσφαιρίνης είναι η μεταφορά
του CO2 από τους ιστούς στους πνεύμονες.
• Η σύνδεση CO2 με το μόριο της Hb γίνεται όχι με τον σίδηρο
αλλά και τις πλευρικές ομάδες της σφαιρίνης οπότε
σχηματίζεται καρβαμινοαιμοσφαιρίνη.
50
Ορισμός αναιμίας
• Αναιμία είναι η κατάσταση κατά την οποία υπάρχει μείωση
του αριθμού των κυκλοφορούντων αιμοσφαιρίων / mm³, της
ποσότητας της αιμοσφαιρίνης ανά 100 ml ή του HCt ανά 100
ml.
• H αναιμία είναι σύμπτωμα και όχι νόσος.
51
Τύποι αναιμίας
• Με βάση το MCV διακρίνεται σε μικροκυτταρική (<80), σε
νορμοκυτταρική (80-84) και μακροκυτταρική (>80).
• Με βάση την μέση αιμοσφαιρίνη του ερυθροκυττάρου (MCH)
σαν υπόχρωμη (<27), νορμόχρωμη (27-32) και
υπέρχρωμη(>32).
52
53
Μελέτη λευκών αιμοσφαιρίων 2/2
• Φυσιολογικές τιμές 4-10.000 / mm³ .
• Τιμές<4.000 / ml →μείωση συνολικού αριθμού λευκών
χαρακτηρίζεται ως λευκοπενία,
• ενώ τιμές>10.000 / ml χαρακτηρίζεται λευκοκυττάρωση.
• Φιλία ή πενία δηλώνει αύξηση η ελάττωση μιας κατηγορίας
λευκοκυττάρων.
54
55
Μεταβολές λευκών αναλόγως της ηλικίας 2/3
• Ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων αυξάνει προς το τέλος
της εγκυμοσύνης, σε κατάσταση μυϊκής άσκησης (μέχρι
35.000), σε συγκινησιακές καταστάσεις και στον ύπνο. Η
αύξηση αυτή ονομάζεται φυσιολογική λευκοκυτταρική
δραστηριότητα και οφείλεται σε έξοδο λευκών από τις
δεξαμενές τους στην ενεργή κυκλοφορία. Παθολογική
φλεγμονώδης λεμφοκυττάρωση συμβαίνει σε λοιμώδους
νόσους.
56
57
Είδη λευκών
• Τα ουδετερόφιλα πολυμορφοπύρηνα.
• Τα ηωσινόφιλα.
• Τα βασεόφιλα.
• Τα μαστοκύτταρα.
• Τα μεγάλα μακροφάγα των ιστών.
58
59
Πολυπύρηνα ουδετερόφιλα λευκοκύτταρα 2/2
• Τα κοκκία διακρίνονται σε:
a) Αζουρόφιλα, που περιέχουν υπεροξειδάσες,
φωσφατάσες, υδρολάσες και άλλα ένζυμα.
b) Ουδετερόφιλα κοκκία που περιέχουν αλκαλικές
φωσφατάσες. Και στα 2 είδη κοκκίων ανευρίσκεται η
λυσοζύμη.
• Η εμφάνιση αώρων ουδετερόφιλων ονομάζεται μετακίνηση
προς τα αριστερά (λοιμώξεις)
60
61
Πολυπύρηνα βασεόφιλα λευκοκύτταρα
• Έχουν πυρήνα με 2-3 λοβούς και πολυάριθμα κοκκία τα
οποία χρωματίζονται βαθιά κυανά έχουν δε ισταμίνη, 5-
υδροξυτρυπταμίνη (5ΗΤ) και ηπαρίνη.
62
Μαστοκύτταρα
• Είναι επίσης βασεόφιλα που βρίσκονται στους ιστούς.
63
Μονοκύτταρα
• Είναι το μεγαλύτερο κύτταρο του σώματος (δ:10-18 μm) με
ευμεγέθη πυρήνα προέρχεται από το μυελό. Μεγάλος
αριθμός μονοκυττάρων εξέρχεται από το αίμα στους ιστούς
και αποτελούν τα περιπλανώμενα ιστιοκύτταρα ή
μακροφάγα των ιστών. Το μονοκύτταρο είναι το μεγαλύτερο
κύτταρο του αίματος (δ 10-18 μm), με ευμεγέθη πυρήνα και
φέρει πολλά ένζυμα. Πολλά μονοκύτταρα σχηματίζουν τα
περιπλανώμενα μακροφάγα των ιστών. Έχουν
αντιβακτηριδιακή δράση.
64
66
67
Λειτουργία ουδετεροφίλων 3/3
• Βακτηριοκτονία – Πρώτο βήμα καταστροφής με ουσίες που
έχει το ουδετερόφιλο πολυμορφοπύρηνο, πχ υπεροξείδιο του
υδρογόνου (Η2Ο2), μυελουπεροξειδάση, Ι2, Βr, Cl.
• Πέψη – Μετά την λύση της μεμβράνης του μικροβίου γίνεται
πέψη από τις υδρολάσες των λυσοσωμάτων. Τα
κατεστραμμένα λευκά σχηματίζουν πύον. Τοπική συλλογή
πύου δημιουργεί απόστημα.
68
Λειτουργία ηωσινοφίλων
a. εμφανίζει μικρότερη χημειοταξία και κινητικότητα από το
ουδετερόφιλο πολυμορφοπύρηνο.
b. είναι ευαίσθητο στην ισταμίνη,
c. φαγοκυτταρώνει ειδικά συμπλέγματα αντιγόνου –
αντισώματος και ίσως ειδικότερα αντιδρασίνες.
d. μεταφέρει πλασμινογόνο.
• Παίζει ρόλο στην καταστροφή νυμφών παρασίτων και
αυξάνεται σε αλλεργικές καταστάσεις (βρογχικό άσθμα).
69
Λειτουργία βασεοφίλων
• Τα κοκκία περιέχουν ισταμίνη και 5 υδροξυτρυπταμίνη
(σεροτονίνη) που απελευθερώνονται σε αλλεργικές
αντιδράσεις. Επίσης περιέχουν ηπαρίνη που διευκολύνει την
απορρόφηση θρόμβου.
70
Λειτουργία μονοκυττάρων
• Πολλά μονοκύτταρα σχηματίζουν τα περιπλανώμενα
μακροφάγα των ιστών. Έχουν αντιβακτηριδιακή δράση.
71
Αιμοπετάλια 1/2
• Είναι τα μικρότερα συστατικά του αίματος. Έχουν κυτταρική
υπόσταση, είναι μεταβολικά ενεργά και στερούνται πυρήνα.
Εμφανίζονται σαν ερυθροιώδεις αμφίκυρτοι δίσκοι (δ 2-4μm)
και κατά ομάδες.
• Προέρχονται από κατάτμηση του ερυθροκυττάρου του
μυελού των οστών, ζουν 8-10 ώρες και παίζουν ρόλο στην
πήξη, την αιμόσταση και τον σχηματισμό του θρόμβου.
72
Αιμοπετάλια 2/2
• Η εξωτερική πλευρά ονομάζεται γλυκοκάλυκας. Η κυτταρική
μεμβράνη περιέχει πρωτεΐνες και λιποειδή. Οι πρωτεΐνες
είναι η συσπαστική ακτίνη και μυοσίνη και οι
γλυκοπρωτεΐνες. Βρίσκονται στην εξωτερική πλευρά της
μεμβράνης. Η κυτταρική μεμβράνη εκκολπούται και
σχηματίζει ανοικτό σωληναριακό σύστημα. Στο
πρωτόπλασμα υπάρχει ο μικροσωληναριακός σκελετός,
συσπαστική συσκευή, πυκνό σωληναριακό σύστημα,
μιτοχόνδρια, κοκκία, δ κοκκία, α κοκκία.
73
Λειτουργίες αιμοπεταλίων
• Συνεισφέρουν στην πήξη του αίματος, αιμόσταση και
σχηματισμό αιματικού θρόμβου, διατήρηση ακεραιότητας
και αποκατάστασης του ενδοθηλίου των αγγείων,
προσφύονται στην επιφάνεια του αγγείου και περιέχουν
ενζυματικούς παράγοντες για την πήξη του αίματος.
74
75
Παράγοντες και μονοπάτια πήξεως 2/3
• Το εξωγενές μονοπάτι ενεργοποιεί ιστικούς παράγοντες και
τον παράγοντα VII παρουσία Ca++.
• Αυτός συνενεργοποιεί μαζί με το ενδογενές μονοπάτι τον
παράγοντα Χ σε Χα και έτσι συμμετέχει στην μετατροπή της
προθρομβίνης σε θρομβίνη, και του ινωδογόνου σε ινώδες.
76
77
Δημιουργία θρόμβου
78
“B0002113 Electron micrograph of blood clot”, από Wellcome Images διαθέσιμο με άδεια CC BY-NC-ND 2.0
80
“Coagulation cascade”, από Chikumaya διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
2
Κυκλοφορία αίματος
Left side
Right side Oxygenated
Deoxygenated blood from the
blood from the lungs enters the
body is returned heart and is
to the heart to be pumped to the
pumbed to the body organs and
lungs tissues.
“Circulatory-system-warm-blooded-bg”, από
Spiritia διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Κυκλοφορικό σύστημα
Pulmonary system –
up to the lungs
Systemic – to the
organs of the body
“Blausen 0168 CardiovascularSystem”, από
Dcoetzee διαθέσιμο με άδεια ως CC BY 3.0
4
Δομή της καρδιάς
7
“Circulation of Blood Through the Heart”, από Emilyguitar διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
8
“ECG Principle fast”, από Kalumet διαθέσιμο άδεια CC BY-SA 3.0
I. Καρδιακός μυς γενικές θεωρήσεις για την
λειτουργία του 1/2
• Οι γραμμώσεις στον καρδιακό μυ είναι παρεμφερείς με τον
σκελετικό μυ και υπάρχουν γραμμές Ζ.
• Οι μυϊκές ίνες διακλαδίζονται και ενώνονται αλλά κάθε μία
περιβάλλεται από μία κυτταρική μεμβράνη.
• Όπου τελειώνει η μία και αρχίζει η άλλη, οι κυτταρικές
μεμβράνες διατίθενται παράλληλα με πολλές πτυχές.
• Αυτό συμβαίνει στις Ζ γραμμές .
• Είναι μια έντονη ένωση ινών (gap junctions) που προσφέρει
στις ίνες διακυτταρική συνάφεια ώστε το τράβηγμα σε μία
συσπαστική μονάδα να μεταδίδεται στην επομένη.
10
Ηλεκτρικές ιδιότητες καρδιακού μυός 1/2
Δυναμικό ηρεμίας και Δυναμικό ενέργειας
• Στο καρδιακό μυ το δυναμικό ηρεμίας είναι ≅ - 90 mV. Η διέγερση
οδηγεί σε δυναμικό ενέργειας που οδηγεί στην σύσπαση.
• Η εκπόλωση γίνεται γρήγορα, αλλά υπάρχει ένα πλατώ (plateau)
πριν η μεμβράνη επανέλθει εν ηρεμία.
• Η εκπόλωση διαρκεί 2 ms, το πλατώ 200 ms ή και περισσότερο.
• Έτσι η επαναπόλωση δεν τελειοποιείται πριν γίνει η μισή συστολή.
• Η γρήγορη εκπόλωση όπως και στα νευρικά κύτταρα και τα
σκελετικά μυϊκά οφείλεται στο άνοιγμα καναλιών Να+ και είσοδο
Να+.
• Η γρήγορη επαναπόλωση οφείλεται στο κλείσιμο καναλιών Να+
και είσοδο Cl-.
11
13
14
Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 3/7
Σχέση μεταξύ μήκους της ίνας και τάσης στον καρδιακό μυ
• Η σχέση μεταξύ αρχικού μήκους ίνας και ολικής τάσης του καρδιακού μυός
μοιάζει με εκείνη του σκελετικού.
• Υπάρχει ένα μήκος ηρεμίας πάνω στο οποίο η τάση χτίζεται μέχρι το
μέγιστο.
• Στο σώμα, το αρχικό μήκος των ινών καθορίζεται από το βαθμό πλήρωσης
της καρδιάς κατά την διαστολή και η πίεση στην κοιλία είναι ανάλογη της
όλης αναπτυσσόμενης τάσης (Νόμος Starling της καρδιάς). Έτσι η
αναπτυσσόμενη τάση αυξάνεται καθώς ελαττώνεται ο όγκος της διαστολής
μέχρις ενός μεγίστου σημείου. Η ελάττωση όμως της τάσης που
αναπτύχθηκε δεν οφείλεται σε ελάττωση των αριθμών γεφυρών ακτίνης-
μυοσίνης όπως στους σκελετικούς μυς.
• Η ελάττωση της τάσης οφείλεται στην αρχή της αποδιοργάνωσης των
καρδιακών ινών.
15
16
Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 5/7
*Η καρδιά έχει άφθονο αίμα (Ο2), άφθονα μιτοχόνδρια (ενέργεια),
άφθονη μυοσφαιρίνη (αποθηκεύει Ο2)
• < 1% της ενέργειας στον καρδιακό μυ γίνεται αναερόβια.
• Ο καρδιακός μυς παίρνει: 35% της ενέργειας από υδατάνθρακες.
• 5% της ενέργειας από κετόνες αμινοξέα.
• 60% της ενέργειας από λίπος.
o Με λήψη υδατανθράκων χρησιμοποιούνται περισσότερο γαλακτικό
και πυρουβικό.
o Κατά την νηστεία περισσότερες λιπαρές ουσίες χρησιμοποιούνται.
o Οι κυριότερες χρησιμοποιούμενες λιπαρές ουσίες είναι τα ελεύθερα
λιπαρά οξέα (50%)
17
18
Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 7/7
• O φλεβόκομβος είναι ο φυσιολογικός καρδιακός
βηματοδότης και η συχνότητά του ρυθμίζει την καρδιακή
συχνότητα.
• Οι διεγέρσεις του φλεβόκομβου περνούν από τον κόλπο στον
κολποκοιλιακό κόμβο και μέσω αυτού στο δεμάτιο His και δι΄
αυτού (μέσω δηλ. δεματίων His) στο σύστημα ινών Purkinje
και στο κοιλιακό σύστημα της καρδιάς.
19
20
Ηλεκτρικές ιδιότητες 2/3
• Η γρήγορη εκπόλωση (αρχική) (1) οφείλεται στο κλείσιμο
καναλιών Na+ και είσοδο Cl-
• Το πλατώ (2) οφείλεται σε πιο αργό αλλά παρατεταμένο
άνοιγμα των καναλιών Ca++ .
• Η δεύτερη (πηγή / γρήγορη) επαναπόλωση (3) οφείλεται
στο κλείσιμο των καναλιών Ca ++ και στην δίοδο Κ+ μέσω
καναλιών Κ+.
• Έτσι επανέρχεται το δυναμικό ενεργείας στην βασική γραμμή.
Υπάρχουν 8 είδη καναλιών Κ+ στην καρδιά.
21
0 γρήγορη εκπόλωση
1 γρήγορη αρχική επαναπόλωση “Action potential ventr myocyte”, από
Silvia3 διαθέσιμο άδεια CC BY-SA 3.0
2 φάση πλατώ
3 δεύτερη επαναπόλωση
4 βασική γραμμή 22
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 1/32
Συσταλτικότητα του μυοκαρδίου
• Είναι η ισχύς της συστολής και εκφράζει την κατάσταση της
συσταλτικότητας του μυοκαρδίου. Εκφράζεται τόσο με την
ανάπτυξη δύναμης στον μυ, όσο και με την βράχυνσή του
• Υπολογίζεται:
1. ταχύτης ανόδου πιέσεων κοιλίας,
2. μέση ταχύτητα εξώθησης-διοχέτευσης,
3. τελοδιαστολικός όγκος κοιλίας,
4. κλάσμα εξώθησης.
23
24
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 3/32
Χάλαση του μυοκαρδίου
• Η χάλαση ακολουθεί την συστολή, μετά το πέρας της
εκπόλωσης.
• Στην χάλαση, το ασβέστιο αποσυνδέεται από την τροπονίνη,
αίρει δε η τροπομυοσίνη την σύζευξη ακτίνης-μυοσίνης και
επαναφέρει το αρχικό μέγεθος των καρδιακών ινών.
25
26
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 5/32
• Το μηχανικό έργο της καρδίας (ΜΕΚ) εκφράζεται από τα εξής
μεγέθη.
1. συστολικό όγκο (ΣΟ),
2. καρδιακή συχνότητα (ΚΣ),
3. αρτηριακή πίεση (αορτής/πνευμονικής) (ΑΠ),
4. ταχύτητα διοχέτευσης αίματος από της κοιλίες (v).
• Ισχύει δε ο τύπος ΜΕΚ=Ε=PXV+wXv(2)/2g
• Όπου P=ΑΠ, V=ΣΟ, W=βάρος διοχετευμένου αίματος,
g=επιτάχυνση της βαρύτητας και v=ταχύτητα ροής.
27
28
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 7/32
• Σε έργο όγκου, αυξάνει ο όγκος αίματος και το έργο της
καρδιάς αυξάνει με μικρή μεταβολή στην τάση και στην
κατανάλωση του Ο2 λόγω μικρής μεταβολής της ακτίνας της
καρδιακής κοιλότητας. Προσομοιαζόμενη με σφαίρα η
καρδιά, ο όγκος της ισούται με :
4
ν σφαίρας= × ΠΤ 3 (π=3,14)
3
29
30
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 9/32
• Εφεδρεία της καρδιάς: είναι η ικανότητα της καρδιάς να αυξάνει
την καρδιακή παροχή και να αντιμετωπίζει τις αυξημένες ανάγκες
του σώματος, με μια πίεση μεγαλύτερη της κανονικής.
• Η αύξηση της καρδιακής παροχής βασίζεται στον νόμο του Starling
σύμφωνα με τον οποίο η αυξημένη φλεβική επιστροφή, αυξάνει
την διαστολική πλήρωση και επίσης αυξάνει την διάταση των
μυοκαρδιακών ινών. Η εφεδρεία της καρδιάς ελαττώνεται στην
καρδιακή ανεπάρκεια, τόσο στην αριστερά, στην δεξιά όσο και
στην ολική καρδιακή ανεπάρκεια.
31
32
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 11/32
Καρδιακός κύκλος
• Περιλαμβάνει τις φάσεις συστολής και διαστολής πριν αρχίσει ο
καρδιακός κύκλος, η καρδιά είναι σε διαστολική φάση. Ο καρδιακός
κύκλος αρχίζει με την διέγερση, δηλαδή την συστολή των κόλπων.
Μια ποσότητα αίματος, κατά την συστολή των κόλπων επιστρέφει
προς σύστοιχες φλέβες του δεξιού κόλπου και δημιουργεί τον
σφαγιτιδικό σφυγμό.
• Στην συνέχεια, η διέγερση διεγείρει τις κοιλίες, οι οποίες
συσπούνται ενώ επέρχεται χάλαση των κόλπων. Ταυτόχρονα
κλείνουν οι κολποκοιλιακές βαλβίδες, ενώ οι μηνοειδείς βαλβίδες
είναι κλειστές και οι κοιλίες δεν έχουν αναπτύξει πιέσεις.
• Αυτή είναι η ισο-ογκοτική φάση, (ισομετρική συστολή) η φάση
πρώτη της συστολής της κοιλίας.
33
34
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 13/32
• Η διαστολική φάση περιλαμβάνει:
a. φάση ταχείας πλήρωσης =παθητική είσοδος αίματος
b. β΄ φάση ή φάση διάτασης = μικρή είσοδος ποσότητας
αίματος, οι δε πιέσεις κόλπων και κοιλιών είναι ίσες.
c. γ΄ φάση της τελοδιαστολικής πλήρωσης όπου γίνεται συστολή
κόλπων και αύξηση των τελοδιαστολικών πιέσεων.
d. Διαστολή φάση των κοιλιών. Αυτή είναι και η κατ’ εξοχήν
διαστολική φάση της καρδιάς, είναι φάση πλήρωσης των
κοιλιών και περιλαμβάνει πάνω από το ½ του καρδιακού
κύκλου.
35
36
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 15/32
• Συστολικός όγκος (ΣΟ) αίματος ή συστολική παροχή (ΣΠ)
είναι η ποσότητα αίματος που στέλνει η κοιλία όταν
συστέλλεται, στο σύστοιχο μεγάλο αγγείο, είναι 70mls.
• Υπολογίζεται έμμεσα από τον κατά λεπτό όγκο αίματος
(ΚΛΟΑ) και με την βοήθεια ακτινολογικών αλλά και
υπερηχογραφικών τεχνικών.
• Εξαρτάται από την ηλικία, το φύλο, το μέγεθος του σώματος,
από την θέση και από την κατάσταση ή μη ηρεμίας.
• Σε κατάσταση ηρεμίας κυμαίνεται μεταξύ 60-90 mls, κατά την
άσκηση αυξάνεται έως 150-180 mls.
37
38
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 17/32
• Καρδιακή Συχνότητα (ΚΣ): Είναι ο αριθμός συστολών (χτύπων) ανά
λεπτό. Σε ηρεμία είναι περίπου 70 / min.Η καρδιακή συχνότητα
εξαρτάται από το συμπαθητικό, το παρασυμπαθητικό, την ηλικία, το
μέγεθος του σώματος, την θέση, την εκγύμναση, την άσκηση, την
θερμοκρασία, καθώς επίσης και τις διάφορες συγκινησιακές
καταστάσεις.
• Καρδιακή Παροχή (ΚΠ): Είναι ο κατά λεπτόν όγκος αίματος (ΚΛΟΑ)
και ισούται με τον Συστολικό όγκο (ΣΟ) επί την Καρδιακή συχνότητα
(ΚΣ) δηλαδή ΚΠ = ΣΟ χ ΚΣ ισοδυναμεί με τον καρδιακό δείκτη.
• Μετριέται με την μέθοδο Fick καθώς και με διάφορες χρωστικές.
Επηρεάζεται από την θέση του σώματος(π.χ. στην όρθια θέση
μειώνεται) καθώς επίσης και από τις διάφορες συγκινησιακές
καταστάσεις. 39
40
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 19/32
• Όσον αφορά τον ΣΟ, γνωρίζουμε ότι υπάρχει:
1. ενδογενής αυτό ρύθμιση στον καρδιακό μυ,
2. η δε συσταλτικότητα επηρεάζεται από το συμπαθητικό και τις
κατεχολαμίνες,
3. επίσης η ανταλλαγή των υγρών στα τριχοειδή επιδρά, αλλά
είναι μικρής σημασίας,
4. ενώ η ρύθμιση με τα νεφρά, είναι μεγάλης σημασίας όσον
αφορά άλατα (Nα+) και ύδωρ. Παράλληλα νευρογενείς
μηχανισμοί συνεπικουρούν στην ανταλλαγή ιστών και υγρών
μέσω συμπαθητικού- παρασυμπαθητικού συστήματος,
5. ενώ συνεπικουρεί το σύστημα ρενίνης- αγγειοτανσίνης –
αλδοστερόνης. 41
42
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 21/32
• Διακρίνουμε:
o Συστολικά( όλο, μέσο ή τελοσυστολικά),
o Συνεχή, αυτά υπερβαίνουν τον 2ο τόνο,
o Διαστολικά(πρώτο, όλο, τελοδιαστολικά).
• Επίσης διακρίνουμε:
o Οργανικά,
o Λειτουργικά.
43
44
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 23/32
• Σε όρθια θέση υπάρχει η υδραυλική πίεση της καρδιάς και η
υδροστατική πίεση (από την καρδιά προς τους πόδας= στήλη
αίματος). Έτσι η ασκούμενη πίεση επί της ραχιαίας του ποδός
αρτηρίας, είναι το άθροισμα υδραυλικής (90 mmHg) και
υδροστατικής (90 mmHg) πίεσης, σύνολον 180 mmHg.
45
46
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 25/32
• Η ταχύτητα όμως της ροής της αορτής, είναι πολύ μεγαλύτερη, ενώ
η ταχύτητα ροής των τριχοειδών είναι πολύ μικρότερη, διότι η
διάμετρος του συνολικού τριχοειδικού δικτύου είναι 400-800
φορές μεγαλύτερη από εκείνη της αορτής.
• Σύνδεση εν παραλλήλω παρατηρείται στα μεγάλα αγγειακά
δίκτυα με χαμηλή αντίσταση θα έχουν και μεγαλύτερη ροή, άρα η
ροή σε κάθε δίκτυο είναι αντιστρόφως ανάλογη της αντίστασης
του.
• Ομαλή ροή: Είναι η κίνηση υγρού σε στοιβάδες χωρίς μίξη. Από τις
στοιβάδες, εκείνη που είναι σε επαφή με το τοίχωμα του αγγείου
δεν ρέει, η άμεσος υπερκείμενη στοιβάδα, ρέει λίγο, η δε μεσαία
ρέει πολύ και εμφανίζει την μέγιστη ταχύτητα.
47
51
52
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 31/32
• Επισυμβαίνει δηλαδή διάχυση (λόγω διαφοράς συγκέντρωσης C
ουσιών) και διήθηση (λόγω διαφοράς πίεσης του αίματος καθώς και
κολλοειδοσμωτικής πίεσης). Έτσι η ροή είναι εκεί διαλείπουσα και
το φαινόμενο καλείται αγγειοκίνηση.
• Στην αριστερή κοιλία(ή την δεξιά κοιλία) η πίεση του αίματος στην
αορτή αυξάνει και το τοίχωμα της διατείνεται . Όταν η αορτική
βαλβίδα κλείσει, ο τοίχωμα της αορτής επανέρχεται και η διάταση
του μεταδίδεται στο προκείμενο- κομμάτι, τμήμα της αορτής κ.ο.κ. Η
αύξηση της πίεσης και η διάταση του τοιχώματος μεταφέρονται
τάχιστα κατά μήκος των αρτηριών σαν ένα κύμα που ονομάζεται
αρτηριακός σφυγμός.
53
54
Πως λειτουργούν τα κύματα
56
“2011 Heart Valves”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
Τοίχωμα και κοιλότητα κοιλίας
57
“Heart anterior ventricles valves”, από Tamba52 διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.5
Καρδιακός μυς
58
Τύποι μυών
59
1022 Muscle Fibers (small)
60
“Circulation of Blood Through the Heart”, από Emilyguitar διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Ηλεκτροκαρδιογράφημα
Τοιχώματα αγγείων
62
Αρτηρίδια και τριχοειδή
63
Δίκτυο τριχοειδών
64
Ρύθμιση της τριχοειδικής αιματικής ροής
65
Βαλβίδες φλεβών
66
Διάγραμμα συστολικής και διαστολικής
πίεσης
120
80
60
CAPILLARIES
LARGE ARTERIES
SMALL ARTERIES
40
SMALL VEINS
LARGE VEINS
ARTERIOLES
VENULES
VENA CAVA
20
AORTA
Εισαγωγή 2/3
• Οι ενδοκρινείς αδένες (ορμονοπαραγωγά όργανα), σ’
αντίθεση με τους εξωκρινείς των οποίων το έκκριμα
αποβάλλεται μέσω εκφορητικού πόρου σε κάποια κοιλότητα
ή επιφάνεια του σώματος, δεν έχουν εκφορητικό πόρο. Το
έκκριμά τους αποβάλλεται απευθείας στην κυκλοφορία του
αίματος. Τα όργανα αυτά διαθέτουν πλούσιο δίκτυο
τριχοειδών αγγείων, το οποίο τους εξασφαλίζει επαρκή
αιμάτωση, απαραίτητη για την λήψη των ουσιών που
χρησιμοποιούν για την σύνθεση των ορμονών.
2
Εισαγωγή 3/3
Το ενδοκρινικό σύστημα περιλαμβάνει τους παρακάτω αδένες
• Υπόφυση.
• Θυρεοειδή αδένα.
• Παραθυρεοειδείς αδένες.
• Θύμο αδένα.
• Επινεφρίδια.
• Πάγκρεας (ενδοκρινής μοίρα).
• Όρχεις.
• Ωοθήκες.
• Υποθάλαμο και επίφυση.
6
Ενδοκρινικό σύστημα 4/9
• Παραθυρεοειδείς Αδένες: Είναι δύο σε κάθε πλευρά, μικρού
μεγέθους από κεχρί μέχρι φακή, προσκολλημένοι στην πίσω
επιφάνεια των λοβών του θυρεοειδούς αδένα. Παράγουν
ορμόνη που ρυθμίζει το μεταβολισμό του ασβεστίου.
• Θύμος Αδένας: Έχει μικρότερη σημασία και βρίσκεται πίσω
από τη λαβή του στέρνου στα μικρά παιδιά κυρίως, ενώ
αργότερα ατροφεί και εξαφανίζεται. Πολλοί δεν τον
αναφέρουν στο ενδοκρινικό σύστημα.
8
Ενδοκρινικό σύστημα 6/9
• Πάγκρεας: Παράγει την ινσουλίνη που είναι απαραίτητη για
τον μεταβολισμό των υδατανθράκων.
10
Ενδοκρινικό σύστημα 8/9
• Ωστόσο η ανακάλυψη της ταυτόσημης παραγωγής ορμονών
του εντέρου και του εγκεφάλου καθιέρωσε ένα νέο άξονα
στην ενδοκρινολογία, τον άξονα εγκεφάλου-εντέρου (the gut
brain-axis).
• Επίσης νεοπλασματικοί ιστοί μπορεί έχουν ενδοκρινική
συμπεριφορά.
• Η επίφυση (κωνάριο) που συχνά δεν αναφέρεται είναι
επίσης ένας σημαντικός ενδοκρινής αδένας.
11
1. Η αυτορρύθμιση.
13
14
Χαρακτηριστικά του ενδοκρινικού
συστήματος 3/3
Είναι προφανές ότι στους πολυκυττάριους οργανισμούς, τα
ενδοκυττάρια συστήματα απώλεσαν την προσαρμοστικότητά
τους και οι λειτουργίες εξαρτώνται από τις συνθήκες που
επικρατούν στο εξωκυττάριο υγρό.
• Η ενδοκυττάρια σταθερότητα επηρεάζεται από το
εξωκυττάριο υγρό.
• Η ενδοκυτταρική ομοιοστασία ρυθμίζεται και εξαρτάται από
την εξωκυτταρική ομοιοστασία.
• Οι μεμβράνες των κυττάρων και οργανυλίων δημιουργούν
ειδικές συνθήκες ομοιοστασίας.
15
16
Αυτορρύθμιση στο ενδοκρινικό σύστημα 2/2
• Ένα παράδειγμα των ανωτέρω αποτελεί το γεγονός ότι η αύξηση της
ινσουλίνης οδηγεί στην πτώση του σακχάρου και αυτή με την σειρά
της σε μείωση της ινσουλίνης.
• Στο ενδοκρινικό θα συναντήσουμε την αρνητική παλίνδρομη
ρύθμιση (negative feedback) και την θετική παλίνδρομη ρύθμιση
(positive feedback).
• Στο κυτταρικό επίπεδο, η ρύθμιση αυτή συντελείται μέσω
υποδοχέων (receptors).
• Ο αριθμός των υποδοχέων ελαττώνεται, όταν αυξάνεται η ορμονική
δραστηριότητα.
17
Νευροενδοκρινολογία 1/2
• Είδαμε ότι στο νευρικό σύστημα, οι παραγόμενοι στους νευρώνες
νευρομεταβιβαστές μεταφέρονται στα τελικά κομβία του
νευράξονα και από εκεί με την βοήθεια της νευρικής ώσης
εκχέονται στο συναπτικό χάσμα της σύναψης όπου δρουν τοπικά
στους υποδοχείς της μετασυναπτικής μεμβράνης και για βραχύ
χρονικό διάστημα.
• Εν αντιθέσει, στην κλασσική ενδοκρινική αντίληψη, η ορμόνη
εκκρίνεται από τον ενδοκρινή αδένα στην κυκλοφορία, και συχνά
δρα σε όλα τα σημεία του σώματος η - σε όργανα στόχους, μακριά
από τον τόπο της παραγωγής της με δράση πολύ πιο αργή και
συχνά παρατεταμένη.
18
Νευροενδοκρινολογία 2/2
Η μελέτη της Νευροενδοκρινολογίας περιλαμβάνει:
1. Την έκκριση ορμονών από νευρικά κύτταρα (υποθάλαμος,
νευροϋπόφυση = οπίσθιος λοβός της υπόφυσης).
2. Την ρύθμιση νευροεκκριτικών κυττάρων από
νευρομεταβιβαστικές ουσίες του ΚΝΣ.
3. Την ρύθμιση των ενδοκρινών αδένων από το ΚΝΣ.
4. Την μελέτη των νευροορμονικών αντανακλαστικών, όπως πχ της
ωκυτοκίνης.
5. Την επίδραση των ορμονών στο ΚΝΣ.
6. Την μελέτη γενικότερα της συνεργασίας του ΚΝΣ και του
ενδοκρινικού συστήματος.
19
Νευροέκκριση 1/2
• Είναι η έκκριση ορμονών όχι από ενδοκρινικά αλλά από νευρικά
κύτταρα.
• Τα νευροεκκριτικά κύτταρα του ΝΣ έχουν την ίδια εμβρυολογική και
ιστολογική προέλευση με τα άλλα νευρικά κύτταρα, παράγουν στο
κυτταρόπλασμά τους τις ουσίες με ορμονική δράση και με τους
νευράξονές τους τις μεταφέρουν μέχρι τις απολήξεις τους και από
εκεί όχι σε σύναψη αλλά στην γενική κυκλοφορία.
• Είναι ένας ενδιάμεσος κυτταρικός κρίκος με τους νευρώνες, αλλά
ενώ οι νευρώνες έχουν αποφυάδες (άξονα και δενδρίτες), τα
νευροενδοκρινικά κύτταρα στέλνουν την έκκρισή τους στην
κυκλοφορία. Τα τυπικά ενδοκρινικά κύτταρα αφ’ ενός στερούνται
αποφυάδων, αφ’ ετέρου το έκκριμά τους εισέρχεται στην
κυκλοφορία.
20
Νευροέκκριση 2/2
• Στον άνθρωπο το φαινόμενο της νευροέκκρισης έχει
περιοριστεί στην περιοχή του υποθαλάμου, όπου λαμβάνει
χώρα.
21
22
Χημική σύσταση των ορμονών
Ανάλογα με την χημική τους σύσταση, οι ορμόνες είναι:
1. Πρωτεΐνες, πεπτίδια η πολυπεπτίδια.
2. Στεροειδείς ορμόνες.
3. Ορμόνες αμίνες .
23
24
Πρωτεϊνικές ορμόνες 2/5
• Οι πρωτεϊνικές ορμόνες αποτελούνται από σειρά αμινοξέων
που συνδέονται μεταξύ τους με πεπτιδικούς δεσμούς.
• Στην τριτοταγή τους δομή υφίστανται αναδιπλώσεις και
περιελίξεις στον χώρο, μέσω ενδομοριακών πόλων έλξης με
αποτέλεσμα να παίρνουν σφαιρική δομή που καθορίζεται
συχνά από την ύπαρξη διθειικών δεσμών.
• Η στερεοχημική δομή των ορμονών-πρωτεϊνών είναι
ευπαθής. Σε αυτό παίζουν ρόλο τα ηλεκτρικά φορτία, το
μεγάλο ΜΒ αλλά και η διαλυτότητα.
25
26
Πρωτεϊνικές ορμόνες 4/5
• Κατόπιν το σύμπλεγμα ορμόνη-αναγνωριστική υπομονάδα
(R) και πρωτεΐνη, ενεργοποιεί την καταλυτική υπομονάδα (T)
του υποδοχέα και αυτή με την στροφή της στον χώρο
ενεργοποιεί το ένζυμο αδενυλκυκλάση (Α) της μεμβράνης και
η αδενυλκυκλάση με την σειρά της την μετατροπή του ATP σε
cAMP (με απόδοση 2 P ανά μόριο ATP).
27
28
Στεροειδείς ορμόνες 1/4
• Η βιοσύνθεση των στεροειδών ορμονών αρχίζει από την
χοληστερόλη και εξαρτάται από διάφορα ένζυμα.
29
Κυκλοπενταφαινανθρένιο
30
Στεροειδείς ορμόνες 3/4
Βασική δομή στεροειδούς
• Βασική δομή στην σύνθεση όλων των στεροειδών είναι το
μόριο του κυκλοπενταφαινανθρένιου, με 3 εξαμελείς (Α, Β, C
δακτυλίους), 1 πενταμελή D δακτύλιο, με συνολικό αριθμό 17
ατόμων άνθρακα (1-17)
31
32
Βιοσύνθεση στεροειδών 1/2
“Progesterone biosynthesis”,
από Boghog διαθέσιμη ως 33
κοινό κτήμα
35
36
Ορμόνες αμίνες
• Οι ορμόνες αμίνες είναι παράγωγα αμινοξέων, κατά
συνέπεια είναι ουσίες πολύ μικρού μοριακού βάρους.
• Μητρικές ουσίες των ορμονών αμινών αποτελούν τα κυκλικά
αμινοξέα τυροσίνη και τρυπτοφάνη.
• Από την τυροσίνη προκύπτουν οι θυρεοειδικές ορμόνες, η
αδρεναλίνη και η νοραδρεναλίνη (μυελός επινεφριδίων,
ΚΝΣ), ενώ η τρυπτοφάνη είναι η πρόδρομη ουσία της
μελατονίνης (επίφυση [κωνάριο]).
37
38
Ορμόνες υπόφυσης
Πρόσθιος λοβός – Δράση 1/2
• Αυξητική ή Σωματοτρόπος ορμόνη = Growth Hormone (GH) /
Somatotropine (STH)
Επιταχύνει την αύξηση του σώματος.
• Θυρεοειδοτρόπος ορμόνη ή θυρεοειδοτροπίνη = Thyroid
Stimulating Hormone (TSH)
Συμβάλλει στον σχηματισμό των θυρεοειδικών ορμονών και την
έκκρισή τους στην κυκλοφορία.
• Φλοιοεπινεφριδιοτρόπος (Κορτικοτροπίνη) ορμόνη =
Adrenocorticotroptic Hormone (ACTH)
Διεγείρει το φλοιό των επινεφριδίων για την παραγωγή ορμονών
και την έκκρισή τους στην κυκλοφορία.
39
Ορμόνες υπόφυσης
Πρόσθιος λοβός – Δράση 2/2
• Θυλακιοτρόπος ορμόνη= Follicle Stimulating Hormone (FSH)
Γυναίκες: Ωριμάζει το ωοθυλάκιο και εκκρίνει τα οιστρογόνα.
Άνδρες: Παράγει τη σπερματογένεση.
• Ωχρινοτρόπος ορμόνη=
Luteinizing Hormone (LH)→ για τις γυναίκες και Interstitial Cell-
Stimulating Hormone (ICSH)→ για τους άνδρες
Γυναίκες: Προκαλεί απελευθέρωση του ωαρίου και την
ωχρινοποίηση του ωοθυλακίου.
Άνδρες: Διεγείρει την έκκριση τεστοστερόνης.
• Προλακτίνη= Prolactine (PRL)
Προκαλεί ανάπτυξη των μαστών και παραγωγή γάλακτος.
40
Ορμόνες υπόφυσης
Οπίσθιος λοβός – Δράση
• Αντιδιουρητική ορμόνη= Antidiuretic Hormone (ADH)
Διευκολύνει την επαναρρόφηση του ύδατος από τους
νεφρούς.
• Ωκυτοκίνη= Oxytocin
Προκαλεί ρυθμικές συστολές της μήτρας.
41
42
Θυρεοειδικές Ορμόνες 1/5
• Οι ορμόνες του θυρεοειδούς, εκτός από την καλσιτονίνη, είναι η
θυροξίνη (thyroxine) Τ4, και η τριιώδοθυρονίνη Τ3. Πρόκειται για
ιωδιωμένα παράγωγα του αμινοξέος τυροσίνη. Η Τ4 περιέχει
τέσσερα, ενώ η Τ3 περιέχει τρία άτομα ιωδίου στο μόριό της.
Παράγονται από τον θυρεοειδή αδένα ο οποίος χρησιμοποιεί το
ιώδιο των τροφών που κυκλοφορεί στο πλάσμα ως ανόργανο
ιώδιο.
• Μετά την παραγωγή τους οι θυρεοειδικές ορμόνες αποθηκεύονται
στο κολλοειδές των θυλακίων συνδεδεμένες με την
θυρεοσφαιρίνη.
• Η έκκρισή τους από τα θυρεοειδικά κύτταρα στο αίμα ρυθμίζεται
από την TSH.
43
44
Θυρεοειδικές Ορμόνες 3/5
• Μετά την έκκρισή τους οι θυρεοειδικές ορμόνες κυκλοφορούν στο
πλάσμα στο μεγαλύτερο ποσοστό τους συνδεδεμένες με
πρωτεΐνες.
• Η Τ4 συνδέεται κυρίως με την TBG (thyroid binding globulin) και
λιγότερο με την λευκωματίνη και την TBPA (thyroid binding
prealbumin).
• Η Τ3 συνδέεται με την ΤBG πιο χαλαρά απ’ ότι η Τ4, ενώ δεν
συνδέεται με την TBPA. Τα φυσιολογικά επίπεδα της Τ4 στον ορό
κυμαίνονται από 5 έως 12 μg/dl και ο χρόνος ημίσειας ζωής της
είναι μία εβδομάδα. Τα φυσιολογικά επίπεδα της Τ3 στον ορό
κυμαίνονται από 100 έως 200 ng/dl και ο χρόνος ημίσειας ζωής της
ανέρχεται σε μία ημέρα.
45
46
Θυρεοειδικές Ορμόνες 5/5
47
49
51
52
Βιολογικές Δράσεις ινσουλίνης (γενικά)
• Η κύρια δράση της ινσουλίνης είναι η προαγωγή της
εναποθήκευσης θρεπτικών ουσιών που προέρχονται από την
τροφή υπό μορφή ενεργειακών εφεδρειών (γλυκογόνο-λίπος-
πρωτεΐνες) στο ήπαρ, τους μύες και τον λιπώδη ιστό.
• Αυτή η δράση συνοδεύεται από μείωση της συγκέντρωσης του
σακχάρου στο αίμα (υπογλυκαιμική δράση).
• Στους μύες από την προσληφθείσα γλυκόζη συντίθεται γλυκογόνο.
• Στον λιπώδη ιστό μετατρέπεται η γλυκόζη σε τριγλυκερίδια.
• Η ινσουλίνη αδρανοποιείται με ενζυματική διάσπαση κυρίως στο
ήπαρ.
53
55
56
Ορμόνες των επινεφριδίων – Κορτιζόλη 4/4
• Η σύνθεση και η απελευθέρωση της ACTH ελέγχεται και
ρυθμίζεται:
1. Από την CRH του υποθαλάμου.
2. Τα επίπεδα των γλυκοκορτικοειδών (κυρίως κορτιζόλης)
στο αίμα με μηχανισμό αρνητικής ανάδρασης (negative
feedback).
• Η έκκριση της ACTH υπόκειται σε έναν αυτόματο
«νυχθημερήσιο ρυθμό» (Day-Night Rhythm) με τις μέγιστες
τιμές το πρωί (περίπου 6 π.μ) και τις ελάχιστες το βράδυ. (Το
ρυθμό αυτό ακολουθεί φυσικά και η απελευθέρωση των
τελικών ορμονών του φλοιού των επινεφριδίων).
57
58
Βιολογικές Δράσεις γλυκοκορτικοειδών 2/2
• Τα γλυκοκορτικοειδή αυξάνουν την γλυκονεογένεση (σύνθεση
γλυκόζης) και την παραγωγή γλυκογόνου στο ήπαρ.
• Ταυτόχρονα ο μεταβολισμός του μυϊκού και του λιπώδους ιστού
μετατοπίζεται από την κατανάλωση υδατανθράκων στην
κατανάλωση αμινοξέων και λίπους. Με αυτόν τον τρόπο
συνεισφέρουν στην αύξηση της στάθμης της γλυκόζης στο
πλάσμα.
• Στους μυς δημιουργείται καταβολική κατάσταση με αποδόμηση
των πρωτεϊνών η οποία οδηγεί σε μείωση της μυϊκής μάζας.
• Στον λιπώδη ιστό, η λιπολυτική δραστηριότητα αυξάνεται και
γίνεται ανακατανομή του λίπους στο σώμα.
59
60
Χρήσεις γλυκοκορτικοειδών 2/3
• Επίσης χρησιμοποιούνται για την πρόληψη απόρριψης
οργάνων μετά από μεταμόσχευση καθώς και στην θεραπεία
κακοήθων νοσημάτων σε συνδυασμό με κυτταροτοξικά
φάρμακα.
• Ενώ η κορτιζόλη είναι το ενδογενές παραγόμενο
γλυκοκορτικοειδές, με διακυμαινόμενη ημερήσια παραγωγή
(η συγκέντρωσή της στο αίμα ποικίλλει από 110 nmol/l στις 4
πμ μέχρι περίπου 450 nmol/l στις 8πμ), τα συνθετικά
γλυκοκορτικοειδή περιλαμβάνουν την πρεδνιζολόνη, την
δεξαμεθαζόνη κ.α.
61
62
Αλατοκορτικοειδή (αλδοστερόνη)
• Τα αλατοκορτικοειδή (αλδοστερόνη) αυξάνουν την
επαναρρόφηση του νατρίου στα άπω εσπειραμένα
σωληνάρια, ενώ ταυτόχρονα αυξάνουν την αποβολή καλίου
και των υδρογονοκατιόντων.
• Η αλδοστερόνη παράγεται από την σπειροειδή ζώνη και ο
έλεγχος της παραγωγής της εξαρτάται από την ACTH στο
πρώτο βήμα, ενώ τα επόμενα βήματα παραγωγής της
συνδέονται με το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης.
63
Φυλετικές Ορμόνες
(ή γεννητικές ή ορμόνες αναπαραγωγής) 1/2
• Όλες οι γεννητικές ορμόνες και των δυο φύλων ανήκουν στις
στεροειδείς ορμόνες. Συντίθεται στα κύτταρα των γονάδων (όρχεις-
ωοθήκη) από χοληστερίνη κάτω από την επίδραση των
γοναδοτροπινών.
• Οι ορμόνες αυτές επηρεάζουν την ανάπτυξη των γεννητικών
λειτουργιών και των δευτερευόντων χαρακτηριστικών του φύλου.
• Η παραγωγή και η έκκριση των ανδρικών και γυναικείων γεννητικών
ορμονών, όπως επίσης και ο σχηματισμός και η ωρίμανση των
σπερματοκυττάρων- σπερματοζωαρίων στον άνδρα και των ωαρίων
στην γυναίκα βρίσκονται κάτω από την επίδραση των
γοναδοτροπινών του προσθίου λοβού της υπόφυσης, οι οποίες είναι
κοινές και για τα δυο φύλα (βλ.υπόφυση και υποθάλαμος).
64
Φυλετικές Ορμόνες
(ή γεννητικές ή ορμόνες αναπαραγωγής) 2/2
• Η δικτυωτή ζώνη του φλοιού και των δύο φύλων είναι ο τόπος
παραγωγής μικρών ποσοτήτων αναβολικών ανδρογόνων
(διυδροεπιανδοστερόνη κλπ), οιστραδιόλης και προγεστερόνης.
Μικρά ποσά γυναικείων ορμονών παράγονται και στον άνδρα από
τους όρχεις. Επίσης, ανδρογόνα σε μικρές ποσότητες παράγονται στις
γυναίκες από το φλοιό των επινεφριδίων αλλά και από τις ωοθήκες.
• Οι ορμονικές διαφορές επομένως μεταξύ ανδρών και γυναικών
είναι ποσοτικές και όχι ποιοτικές, αφού και στα δυο φύλα υπάρχουν
οι ίδιες ορμόνες αλλά σε διαφορετικές ποσότητες.
• Η δράση των γεννητικών ορμονών, όπως όλων των στεροειδών
ορμονών, στα κύτταρα στόχους, εκδηλώνεται με την σύνδεσή τους με
πρωτεΐνες-υποδοχείς του κυτταροπλάσματος (βλ επίσης δράση
στεροειδών).
65
Υποθάλαμος 2/3
2
Υποθάλαμος 3/3
AC: anterior commissure PO: preoptic
nucleus SC: suprachiasmatic
nucleus OC: optic chiasma TC: tuber
cinereum AP: anterior
pituitary IN: infundibulum PP:posterio
r pituitary ME: median
eminence AH: anterior hypothalamic
nucleus SO: supraoptic
nucleus TH: thalamus PV: paraventric
ular nucleus (not to be confused
with periventricular nucleus, which is
not shown) DM: dorsomedial nucleus
VM: ventromedial nucleus AR: arcuate
nucleus (associated with periventricular
“HypothalamicNuclei”, από Arcadian διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
nucleus, which is not shown) LT: lateral
nucleus PN: posterior
nucleus MB: mamillary body
3
4
Ανατομία του υποθαλάμου 2/7
• Ο υποθάλαμος έρχεται σε επαφή με το μεταιχμιακό σύστημα
και τα μαστία προς τα πίσω ενώ προς τα εμπρός έρχεται σε
επαφή με το οπτικό χίασμα, προς τα κάτω μέσω της μέσης
εξοχής έρχεται σε επαφή με τον υποφυσιακό μίσχο και την
πρόσθια και οπίσθια υπόφυση του ανθρώπου.
• Συνδέεται αγγειακά με την υπόφυση μέσω του πυλαίου
συστήματος και νευρικές προεξοχές του εγκεφάλου φέρουν
διάφορους νευρομεταβιβαστές οι οποίοι επιδρούν πάνω
στους υποθαλαμικούς πυρήνες για την ρύθμιση της έκκρισης
των υποθαλαμικών παραγόντων οι οποίοι με την σειρά τους
ρυθμίζουν την έκκριση των υποφυσιακών ορμονών.
6
Ανατομία του υποθαλάμου 4/7
• Περιοχές στον προοπτικό και τον παρακοιλιακό πυρήνα
ρυθμίζουν την έκκριση της ΑVP.
• Περιοχές του υπεροπτικού και παρακοιλιακού πυρήνα
επίσης, ρυθμίζουν την έκκριση της ωκυτοκίνης.
• Περιοχές στον παρακοιλιακό πυρήνα ρυθμίζουν την έκκριση
του TRH.
• Περιοχές κοντά στα μαστία και στον παρακοιλιακό πυρήνα
ρυθμίζουν την έκκριση της ACTH μέσω του CRH.
8
Ανατομία του υποθαλάμου 6/7
• Ο κοιλιακός υποθάλαμος περιλαμβάνει δύο κέντρα, το
κέντρο της δίψας και του κορεσμού, που με αυτά ρυθμίζεται
το αίσθημα του κορεσμού και της πείνας. Φαίνεται πως ο
πρόσθιος κοιλιακός υποθάλαμος ρυθμίζει εν μέρει την
σεξουαλική συμπεριφορά.
• Επίσης, διαταραχές έχουν παρατηρηθεί στον υποθάλαμο οι
οποίες χαρακτηρίζονται από αντιδράσεις φόβου ή
εκνευρισμού και θυμού χωρίς να ξέρουμε ακριβώς ποια είναι
εκείνη η περιοχή η οποία είναι υπεύθυνη γι' αυτήν την
συμπεριφορά.
10
Ενδοκρινικές λειτουργίες υποθαλάμου 1/3
• Οι ενδοκρινικές λειτουργίες του υποθαλάμου εντοπίζονται
κυρίως στην κεντρική και στη μέση περιοχή του.
• Τα δύο πλάγια μέρη του υποθαλάμου, δηλαδή ο πρόσθιος
και ο οπίσθιος υποθάλαμος φαίνεται ότι συνδέονται με τον
ύπνο, την αφύπνιση, την ρύθμιση της θερμοκρασίας, πείνα,
δίψα, αυτόνομη λειτουργία και σεξουαλική συμπεριφορά.
11
12
Ενδοκρινικές λειτουργίες υποθαλάμου 3/3
• Εμμέσως δε ρυθμίζει με τις εκκριτικές ορμόνες τις οποίες
παράγει (είτε αυτές είναι διεγερτικές είτε είναι ανασταλτικές)
την έκκριση της πρόσθιας υπόφυσης και την ορμονική
λειτουργία αυτής. Οι ορμόνες αυτές του υποθαλάμου είτε
διεγερτικές είτε ανασταλτικές μεταφέρονται μέσω του
πυλαίου τριχοειδικού συστήματος από τους νευρώνες του
στα πρόσθια υποφυσιακά κύτταρα όπου δρουν διεγείροντας
ή αναστέλλοντας την έκκριση των υποφυσιακών ορμονών.
13
14
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 2/12
• Περισσότερα πειράματα και οι περισσότερες ανακαλύψεις αυτού
του τύπου έγιναν στα εργαστήρια της La Jolla στην Καλιφόρνια
από την ομάδα του Willie Vale.
• Συγκεκριμένα στα 1950 άρχισαν οι έρευνες από τον Andrew
Schally, Roger Guillemin και Willie Vale, οι οποίοι επέτυχαν
διάφορες μετρήσεις όσον αφορά την δραστικότητα των διάφορων
εκκριτικών ορμονών που υποψιάζονται ότι υπήρχαν μέσα στον
υποθάλαμο. Παράλληλα ως γνώστες της χημείας των πεπτιδικών
ορμονών, απομόνωσαν σιγά-σιγά τουλάχιστον πέντε πεπτίδια με
τα οποία πειραματίστηκαν in vitro για να αποδείξουν την διέγερση
στις υποφυσιακές ορμόνες της προσθίας υπόφυσης.
15
16
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 4/12
• Η ίδια ομάδα και συγκεκριμένα με επικεφαλής τον Schally στα
1971 ανακάλυψε την σύνθεση του μορίου μιας άλλης εκκριτικής
ορμόνης, της LHRH η οποία φάνηκε από την πρώτη στιγμή ότι
διήγειρε τόσο in vitro όσο και in vivo την έκκριση των
γοναδοτροφινών (τόσο της LΗ όσο και της FSH) από τα
γοναδοτρόφα κύτταρα της υπόφυσης.
• Στα 1973 ο Roger Guillemin και Dυ Vigneaud ανακάλυψαν την
ύπαρξη ενός άλλου παράγοντα που ονομάστηκε σωματοστατίνη.
• Η σωματοστατίνη αποτελείται από 14 αμινοξέα και ανέστειλε την
έκκριση της αυξητικής ορμόνης, όχι μόνο in vitro αλλά και in vivo.
17
19
20
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 8/12
• Όλες οι εργασίες αυτής της ομάδας αλλά και άλλων ομάδων
που συνεργάστηκαν μαζί τους απέσπασαν πολλά Nobel για
την νευροενδοκρινολογία και για τον έλεγχο της
υποφυσιακής λειτουργίας μέσω του ενδοκρινικού
υποθαλάμου.
21
22
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 10/12
• Το αυτό κάνει και η υπόφυση προς τον θυρεοειδή όταν
εκκρίνεται η TSH από τα θυρεοτρόφα κύτταρα και ρυθμίζει
την έκκριση του θυροειδούς.
• Έτσι, η υπόφυση ασκεί θετική παλίνδρομη ρύθμιση όσον
αφορά τον θυρεοειδή αδένα.
• Με την βοήθεια δηλαδή της θετικής παλίνδρομης ρύθμισης
από τον υποθάλαμο προς την υπόφυση και από την
υπόφυση στο όργανο-στόχο ρυθμίζεται η παραγωγή
περιφερικών ορμονών, ο βασικός λειτουργικός
μεταβολισμός και άλλες λειτουργίες του σώματος.
23
24
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 12/12
• Οι θυρεοειδικές ορμόνες Τ3 και Τ 4 που παράγονται από τον
θυρεοειδή αδένα «γυρίζουν» και προκαλούν αρνητική
παλίνδρομη ρύθμιση τόσο προς την υπόφυση αναστέλλοντας
την παραγωγή της TSH, όσο και προς τον υποθάλαμο
αναστέλλοντας την παραγωγή του TRH.
• Έτσι, τα περιφερειακά προϊόντα φαίνεται ότι ασκούν
αρνητική παλίνδρομη ρύθμιση προς τους διεγέρτες τους.
25
acuarios-self-help-health-wellness.blogspot.gr
1
Σύνθεση
μελατονίνης
2
“Tryptophan metabolism”, από WolfRAMM διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Μελατονίνη
Επίφυση 1/3
Επίφυση 3/3
• Λειτουργίες της επίφυσης
Οι λειτουργίες τις επίφυσης είναι πολύ σημαντικές ως προς την
επιρροή που έχουν σε πολλά όργανα και αδένες του σώματος.
• Ο ενδοκρινής αυτός αδένας:
o Παράγει την ορμόνη μελατονίνη.
o Δημιουργεί το αίσθημα της νύστας με την έκκριση της
παραπάνω ορμόνης.
o Μετατρέπει τα σήματα του νευρικού συστήματος σε
«ενδοκρινή σήματα» (δηλαδή ουσίες).
o Ρυθμίζει τον κιρκαδικό ρυθμό και τον βιορυθμό στα όντα,
μέσω τις έκκρισης αυτών των δύο ουσιών.
6
Μελατονίνη 1/6
• Το ένζυμο ΗΙΟΜΤ (υδροξυ-ινδολο-Ο-μεθυλοτρανσφεράση)
αποτελεί το κλειδί της παραγωγής της μελατονίνης.
• Ανευρίσκεται μόνο στην επίφυση και σε μικρή ποσότητα στον
αμφιβληστροειδή, γεγονός που υπενθυμίζει το φυλογενετικό ρόλο
της επιφύσεως. Στα πειραματόζωα η δραστηριότητα της HIOMT
επηρεάζεται από το φως. Έκθεση στο φως μειώνει τη
δραστηριότητα της HIOMT ενώ το σκοτάδι την αυξάνει.
• Η οδός που ακολουθεί το ερέθισμα αρχίζει από τα κύτταρα του
αμφιβληστροειδή στον οφθαλμό, τα οποία διεγείρονται από το
σκοτάδι, μεταβιβάζεται στα άνω συμπαθητικά γάγγλια του
τραχήλου και από εκεί διοχετεύεται στην επίφυση με
μεταγαγγλιακές συμπαθητικές ίνες.
Μελατονίνη 2/6
• Η μελατονίνη είναι μια μεθοξυϊνδόλη, που παράγεται μέσα στα
κύτταρα του κωναρίου, τα κωναριοκύτταρα.
• Το κωνάριο συμμετέχει σε πολλαπλές λειτουργίες του οργανισμού
μέσω έκκρισης της ορμόνης μελατονίνης, που χαρακτηρίζεται από
λειτουργική πλειοτροπία και είναι ένα από τα όργανα που
σχηματίζουν το λεγόμενο ψυχονευροενδοκρινικό δίκτυο.
• Η νεύρωση του κωναρίου προέρχεται από αυτόνομες
μεταγαγγλιακές ίνες από τα ανώτερα αυχενικά γάγγλια, οι οποίες
σχηματίζουν συνάψεις με τα κωναριοκύτταρα.
8
Μελατονίνη 3/6
• Οι προσαγωγές ίνες προς τα ανώτερα αυχενικά γάγγλια
προέρχονται από το σύστημα ινών της οπτικής οδού.
• Με τον τρόπο αυτόν, τα κύτταρα του κωναρίου δέχονται άμεση
επίδραση των εναλλαγών φωτός-σκότους του περιβάλλοντος και
έτσι το κωνάριο αποτελεί το δέκτη των εναλλαγών αυτών στο
νευρικό σύστημα του ανθρώπου.
• Η μελατονίνη συντίθεται από την τρυπτοφάνη μέσα στα
παρεγχυματικά κύτταρα του κωναρίου, τα κωναριοκύτταρα.
Μελατονίνη 4/6
• Η έκκριση της μελατονίνης αρχίζει όταν υπάρχει σκοτάδι και
είναι μεγάλη κατά τη διάρκεια της νύκτας. Το αντίθετο
συμβαίνει κατά τη διάρκεια της ημέρας.
• Ο ρυθμός της είναι από τους πιο σταθερούς που υπάρχουν,
εξακολουθεί δε να παραμένει και όταν λείπουν
περιβαλλοντικά ερεθίσματα.
• Η έκκριση της μελατονίνης είναι μικρή κατά τη γέννηση και
αυξάνεται σημαντικά μέχρι την ηλικία των 3-5 ετών.
10
Μελατονίνη 5/6
• Από την ηλικία των 6 ετών και μετά τα νυκτερινά επίπεδα της
μελατονίνης ελαττώνονται βαθμιαία. Φαίνεται ότι η
εμφάνιση της εφηβείας δεν είναι αποτέλεσμα ελαττωμένης
έκκρισης της μελατονίνης, αλλά διάφορες υποθέσεις
υπάρχουν (βλ εφηβεία).
• Τα επίπεδα της μελατονίνης που παρατηρούνται στην
ενήλικο ζωή εμφανίζονται κατά τη δεύτερη δεκαετία της
ζωής, διατηρούνται μέχρι την τέταρτη δεκαετία και κατόπιν
σταδιακά ελαττώνονται, μέχρις ότου, κατά το γήρας,
παρατηρούνται πολύ χαμηλά επίπεδα της ορμόνης.
11
Μελατονίνη 6/6
• Υποδοχείς της μελατονίνης έχουν ανιχνευθεί στην επιφάνεια
αλλά και στον πυρήνα των κυττάρων. Άλλες από τις δράσεις
της μελατονίνης επάγονται μέσω του επιφανειακού και άλλες
μέσω του πυρηνικού υποδοχέα.
• Στον άνθρωπο, υποδοχείς έχουν ανιχνευθεί στον
υπερχιασματικό πυρήνα του υποθαλάμου και στην πρόσθια
υπόφυση, ενώ η περιοχή pars tuberalis της υπόφυσης δεν
φαίνεται να εμφανίζει υποδοχείς στους περισσότερους από
τους λίγους ανθρώπους όπου μελετήθηκε.
12
Βιορυθμοί και μελατονίνη
• Η μελατονίνη συμμετέχει στην προσαρμογή των βιολογικών ρυθμών
του οργανισμού στον κύκλο φωτός-σκότους του περιβάλλοντος.
• Φαίνεται ότι η μελατονίνη είναι ο διαμεσολαβητικός παράγοντας
στην επίδραση του φωτός ως ρυθμιστή της κιρκάδιας
(νυχθημερήσιας, circa dies) διακύμανσης της βασικής θερμοκρασίας
του σώματος, καθώς στους άνδρες, αλλά και στις γυναίκες, η πτώση
δε της θερμοκρασίας του σώματος συμπίπτει με τα υψηλότερα
επίπεδα της μελατονίνης.
• Η οξεία έκθεση σε έντονο φως αναστέλλει την έκκριση της
μελατονίνης και αυξάνει τη θερμοκρασία του σώματος και η αλλαγή
αυτή της βασικής θερμοκρασίας αναστρέφεται με τη συνεχή έγχυση
μελατονίνης στους άνδρες και με την από του στόματος χορήγηση
στις γυναίκες
13
Δράσεις μελατονίνης
• Η χορήγηση μελατονίνης απομακρύνει τα συμπτώματα του
jet lag, δηλαδή της διαταραχής του οργανισμού, που
παρατηρείται κατά τα διηπειρωτικά ταξίδια.
• Φαίνεται ότι η μελατονίνη βοηθά στον επανασυγχρονισμό
των κιρκάδιων ρυθμών στην τοπική ώρα.
• Η μελατονίνη μπορεί να βοηθήσει στη θεραπεία διαταραχών
του ύπνου, ενώ η χορήγηση της σε τυφλούς, που είχαν
διαταραγμένο ρυθμό έκκρισης της μελατονίνης, μεταβάλλει
τον ενδογενή ρυθμό έκκρισης της ορμόνης.
14
Μελατονίνη και νευροενδοκρινική
λειτουργία 1/2
• Η μελατονίνη είναι τροποποιητικός παράγοντας της έκκρισης των
ορμονών του προσθίου και του οπισθίου λοβού της υπόφυσης.
15
16
Μελατονίνη και αναπαραγωγική
λειτουργία στον άνθρωπο 1/2
• Σε ορισμένα ζώα, που χαρακτηρίζονται από εποχιακή
αναπαραγωγή, η μελατονίνη φαίνεται ότι είναι ο κυριότερος
παράγοντας που ρυθμίζει την εποχή της αναπαραγωγής.
• Έτσι, τα hamsters που εκτίθενται σε μικρής διάρκειας ημέρες
παρουσιάζουν ατροφία των γεννητικών οργάνων.
• Έχει αποδειχθεί ότι αυτό οφείλεται στην αυξημένη έκκριση
μελατονίνης, αφού δεν παρατηρείται σε επιφυσιεκτομηθέντα
ζώα και μπορεί να επαχθεί με τη χορήγηση μελατονίνης.
17
18
Αλληλεπιδράσεις μελατονίνης
19
afsafund.org
20
Μελατονίνη και αντιοξειδωτική
προστασία του οργανισμού 2/3
• Η καταστροφή του DNA ανθρώπινων λεμφοκυττάρων, ως
αποτέλεσμα έκθεσης σε ιονίζουσα ακτινοβολία, που συντελεί
στην απελευθέρωση ελευθέρων ριζών, ελαττώνεται πολύ εάν
τα κύτταρα έχουν εκτεθεί σε μελατονίνη πριν από την έκθεσή
τους στην ακτινοβολία.
• Οι κυτταροπλασματικές πρωτεΐνες προστατεύονται από την
καταστροφή τους από τις ελεύθερες ρίζες παρουσία της
μελατονίνης.
21
22
Μελατονίνη και ανοσοποιητικό σύστημα
1/2
• Στενή σύνδεση φαίνεται να υφίστανται μεταξύ του κωναρίου και
του ανοσοποιητικού συστήματος.
• Τα αρνητικά αποτελέσματα του οξέος stress φαίνεται να
αντιρροπούνται από τη μελατονίνη.
• Η ορμόνη έχει ανοσο-ενισχυτική δράση.
• Ένα από τα κύρια όργανα-στόχους της αποτελεί ο θύμος, κύριο
όργανο του ανοσοποιητικού συστήματος.
• Τα ανοσοενισχυτικά αποτελέσματα της μελατονίνης
διαμεσολαβούνται από την παραγωγή οπιοειδών πεπτιδίων, που
παράγονται από τα βοηθητικά Τ-λεμφοκύτταρα, από λεμφοκίνες
και πιθανώς από υποφυσιακές ορμόνες.
23
24
Μελατονίνη και καρκίνος
• Σειρά in vitro και in vivo μελετών υποδεικνύουν ότι η
μελατονίνη έχει ογκοστατική δράση και μπορεί να
συμμετέχει στην αντικαρκινική προστασία του οργανισμού.
• Σε καλλιέργειες καρκινικών κυττάρων in vitro βρέθηκε ότι η
μελατονίνη αναστέλλει την ανάπτυξη των κυττάρων αυτών.
• Φαίνεται ακόμη ότι η μελατονίνη in vivo μπορεί να
αναστέλλει την καρκινογένεση.
• Η μελατονίνη έχει χορηγηθεί παράλληλα με άλλους
θεραπευτικούς παράγοντες για την αντιμετώπιση μορφών
μεταστατικού καρκίνου.
25
Συμπέρασμα 1/4
• Η μελατονίνη είναι μια ορμόνη με μικρό μοριακό βάρος, που
εκκρίνεται στη συστηματική κυκλοφορία από το κωνάριο
(επίφυση).
• Η μελατονίνη, μια μεθοξυϊνδόλη, έχει πολλαπλές δράσεις,
πολλές από τις οποίες μόνο πρόσφατα άρχισαν να γίνονται
αντιληπτές.
26
Συμπέρασμα 2/4
• Η ορμόνη συμμετέχει στην προσαρμογή του οργανισμού και
των βιολογικών του λειτουργιών στον κύκλο φωτός-σκότους
του περιβάλλοντος.
• Φαίνεται ότι συμμετέχει στη ρύθμιση της νευροενδοκρινικής
λειτουργίας, καθώς και στη ρύθμιση της αναπαραγωγής στα
ζώα και στον άνθρωπο.
27
Συμπέρασμα 3/4
• Η ορμόνη μελατονίνη φαίνεται ότι είναι ένας γενικός
αντιοξειδωτικός παράγοντας, που έχει δράση σε όλα τα
κύτταρα του οργανισμού.
• Συμμετέχει στη ρύθμιση του ανοσιακού συστήματος και
εμφανίζει ανοσοενισχυτική δράση.
• Από ερευνητικά in vitro και in vivo δεδομένα προκύπτει ότι η
μελατονίνη είναι ένας φυσικός ογκοστατικός παράγοντας και
συμβάλλει στην προστασία του οργανισμού από την
καρκινογένεση.
28
Συμπέρασμα 4/4
• Η ορμόνη μπορεί να βρει γρήγορα το ρόλο της στη
θεραπευτική, καθώς χρησιμοποιείται για την πρόληψη της
διαταραχής του οργανισμού που παρατηρείται μετά από
υπερατλαντικές πτήσεις και στη θεραπεία διαταραχών του
ύπνου, μπορεί δε να χρησιμοποιηθεί για την προστασία του
οργανισμού από το πρόωρο γήρας, που φαίνεται να
σχετίζεται με την οξειδωτική δράση των ελευθέρων ριζών,
καθώς και στη θεραπευτική του καρκίνου μαζί με άλλους
θεραπευτικούς παράγοντες.
29
30
Ενότητα 7: Ενδοκρινικό Σύστημα - Υπόφυση
Ανατομία υπόφυσης
Υπόφυση
• Η ανθρώπινη υπόφυση βρίσκεται μέσα στο σώμα του
σφηνοειδούς οστού σ' ένα βόθρο γνωστό σαν τουρκικό εφίππιο.
• Η υπόφυση εκκρίνει ουσίες με ειδικές επιδράσεις μέσα στο σώμα.
• Αυτές οι ουσίες, οι οποίες ονομάστηκαν ορμόνες, είναι μόρια τα
οποία συντίθενται και εκκρίνονται από εξειδικευμένα κύτταρα της
υπόφυσης και πηγαίνουν κατευθείαν στο αίμα όπου ασκούν
βιοχημική δράση σε κύτταρα-στόχους μακριά από τον τόπο
παραγωγής τους.
• Η δράση των ορμονών καθορίζεται από την παρουσία ειδικών
υποδοχέων πάνω ή μέσα στα κύτταρα-στόχους.
3
Εμβρυολογία της υπόφυσης 1/2
• Η υπόφυση προέρχεται από δύο πηγές.
o Το επιθηλιακό μέρος το οποίο περιλαμβάνει α) το pars distalis
β) pars intermedia γ) pars tuberalis προέρχεται από μια
εμβάθυνση του στοματικού εξωδέρματος που καλείται
infandibulum.
o Το νευρικό μέρος το οποίο περιλαμβάνει το neural stock και το
pars posterior προέρχεται από το έδαφος του διεγκεφάλου.
• Οι υποφυσιακές ορμόνες συντίθενται γρήγορα στην εμβρυϊκή
ζωή.
5
Ανατομία της υπόφυσης 1/4
• Η υπόφυση βρίσκεται μέσα στο τουρκικό εφίππιο ή υποφυσιακό
βόθρο στην βάση του εγκεφάλου.
• Περιβάλλεται από το σφηνοειδές οστούν.
• Η υπόφυση έχει σχήμα ωοειδές ή σχήμα φασολιού και είναι
αμφοτερόπλευρα συμμετρικό όργανο το οποίο έχει διαστάσεις 13
mm περίπου διαγωνίως, προσθιοπισθίως 9mm και καθέτως 6 mm.
• Το μέσο βάρος της υπόφυσης είναι 0,6 g και γενικά ποικίλει στα
διάφορα άτομα στην ενήλικο ζωή από 0,4 έως 0,8 g. Στη γέννηση
το βάρος της υπόφυσης κατά μέσο όρο είναι 0,1 g. Μία ελάττωση
βάρους στον αδένα είναι εμφανής κατά την μεγάλη ηλικία και μία
αύξηση του βάρους του αδένα εμφανίζεται στην διάρκεια της
εγκυμοσύνης και της γαλουχίας.
7
Ανατομία της υπόφυσης 3/4
• Ανατομικά η υπόφυση, μπορεί να διαιρεθεί σε 2
διαφορετικές δομές, την αδενοϋπόφυση, η οποία
αποτελείται από 3 μέρη (pars distalis, pars intermedia, pars
tuberalis) και την νευροϋπόφυση, η οποία αποτελείται από
την μέση εξοχή, τον υποφυσιακό μίσχο και εκείνο το μέρος
που καλείται pars posterior ή pars nevrosa.
• Το pars distalis (πρόσθιος λοβός) είναι το μεγαλύτερο μέρος
της αδενοϋπόφυσης και είναι η μεγαλύτερη πηγή σύνθεσης
και παραγωγής αδενοϋποφυσιακών ορμονών.
9
Αιμάτωση της υπόφυσης 1/3
• Το αίμα το οποίο προσέρχεται στην υπόφυση δίδεται από τις
άνω και τις κάτω υποφυσιακές αρτηρίες, οι οποίες
προέρχονται από τις εσω καρωτίδες. Οι άνω υποφυσιακές
αρτηρίες διέρχονται τον μίσχο (infandibulum) και τελειώνουν
σε ένα δίκτυο τριχοειδών.
• Οι υποθαλαμικές ορμόνες συντίθενται σε διαφορετικά μέρη
και μεταφέρονται κατά μήκος των νευρικών ινών στον μίσχο
και από εκεί εισέρχονται στα τοιχώματα των τριχοειδών μέσα
στο αίμα.
10
11
Αιμάτωση της υπόφυσης 3/3
• Φαίνεται ότι καμιά φορά η αιματική ροή στην υπόφυση
μπορεί να ανατραπεί και μερικό αίμα μπορεί να κινηθεί από
την αδενοϋπόφυση προς τον εγκέφαλο.
• Η νευροϋπόφυση έχει σπουδαίο ρόλο στο να κατευθύνει
αίμα είτε προς την αδενοϋπόφυση είτε προς τον
υποθάλαμο.
• Το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο δείχνει ότι τα τριχοειδή, ειδικά
στην αδενοϋπόφυση είναι διαπερατά και έχουν πόρους
(fenestrated capillaries).
12
13
Φυσιολογία υπόφυσης 2/6
• Επιπροσθέτως ο πρόσθιος λοβός φαίνεται ότι εκκρίνει μια άλλη
ουσία την β - λιποτροπίνη ή β-Iipοtropin ή β-LΡΗ η οποία είναι ένα
πολυπεπτίδιο με 91 αμινοξέα, της οποίας η λειτουργία δεν μας
είναι ακριβώς γνωστή αλλά περιλαμβάνει, απ' όσο ξέρουμε, τα
αμινοξέα που βρίσκουμε και στις ενδορφίνες και στις εγκεφαλίνες,
πεπτίδια που γνωρίζουμε ότι συνδέονται με τους υποδοχείς των
οπιοειδών.
• Όσον αφορά την προσθία υπόφυση, η TSH διεγείρει την έκκριση
του θυρεοειδικού ιστού και βοηθά την μεγέθυνση του
θυρεοειδούς αδένα.
• Η ACTH διεγείρει την έκκριση και την αύξηση δύο ζωνών των
επινεφριδίων.
• Η αυξητική διεγείρει την αύξηση του σώματος και την έκκριση μιας
ουσίας που καλείται IGF1 από το ήπαρ.
14
15
Φυσιολογία υπόφυσης 4/6
• Οπίσθια υπόφυση: Οι ορμόνες, οι οποίες εκκρίνονται από την
οπίσθια υπόφυση συγκεκριμένα από τον οπίσθιο λοβό είναι η
βαζοπρεσσίνη (ΑVP) ή αντιδιουρητική) (ΑDΗ) που οδηγεί στην
κατακράτηση ύδατος και η ωκυτοκίνη που χρησιμεύει μόνο για την
έκκριση του γάλακτος που παράγει η προλακτίνη από τον μαστό
και στις συσπάσεις της εγκύμονος μήτρας.
• Ο ενδιάμεσος λοβός παράγει τις α-β-γ- MSH τουλάχιστον σε
θηλαστικά, ψάρια, αμφίβια και ερπετά. Φαίνεται ότι στον
άνθρωπο, αν υπάρχει αυτή η ουσία, διεγείρει την σύνθεση της
μελανίνης στα μελανοκύτταρα.
• Επίσης κομμάτια της γ-LΡΗ αγνώστου αιτιολογίας φαίνεται πως
παράγονται στους ενδιάμεσους λοβούς αυτών των ανωτέρων
ειδών.
16
17
Φυσιολογία υπόφυσης 6/6
• Υπάρχουν και κύτταρα τα οποία καλούνται
μαμοσωματοτρόπα τα οποία φαίνεται ότι εκκρίνουν μαζί
και αυξητική ορμόνη και προλακτίνη.
• Επίσης φαίνεται ότι υπάρχουν και θυρεοκορτικοτρόπα
δηλαδή κύτταρα που εκκρίνουν τόσο TSH όσο και ACTH
καθώς και κορτικογοναδοτρόπα που μπορεί να εκκρίνουν
ACTH και γοναδοτροφίνες.
• Φαίνεται ότι υπάρχουν και αστεροειδή κύτταρα στην
υπόφυση τα οποία δεν φαίνεται να εκκρίνουν καμία γνωστή
ορμόνη της πρόσθιας υπόφυσης, μπορεί να εκκρίνουν άλλες
ουσίες γνωστές ως κυτοκίνες.
18
20
21
Αυξητική ορμόνη (GH) 4/6
• Καθημερινά στους ενήλικες παράγεται 0,2-1 mg/dl και η
μέτρηση γίνεται με ραδιοανοσομέτρηση.
• Φυσιολογικά τα επίπεδα αυξητικής στους ενήλικες
ανθρώπους είναι κάτω από 3 mg/ml και αυτή η μέτρηση
περιλαμβάνει συνήθως το πλέον σημαντικό μόριο της
αυξητικής ορμόνης, αυτό που υπάρχει κατά 75% και
κυκλοφορεί στο αίμα.
• Ο υποδοχέας της αυξητικής φαίνεται ότι είναι μια πρωτεΐνη
από 620 αμινοξέα και έχει μία εξωτερική, μεγάλη δομή και
μία δομή κάτω από την κυτταρική μεμβράνη.
22
23
Αυξητική ορμόνη (GH) 6/6
• Στην ουσία μας ενδιαφέρουν και ορισμένα μόρια που
χρησιμεύουν για την δράση της αυξητικής.
• Το μόριο το πρώτο καλείται IGF1 και το δεύτερο IGF2.
Μεταφράζονται ως insulin growth factor ή η παλιά τους
ονομασία που ήταν σωματομεδίνες.
24
25
Δράση της GH 1/8
• Η αυξητική ορμόνη χρησιμεύει για την ανάπτυξη του σώματος, τόσο
των ζώων όσο και των ανθρώπων.
• Έχει παρατηρηθεί ότι όταν γίνει υποφυσεκτομή η ανάπτυξη στα ζώα
και στους ανθρώπους σταματά. Όμως εάν έχουμε ένα ζώο που έχει
υποστεί υποφυσεκτομή και του δώσουμε εξωγενή αυξητική
ορμόνη, η ανάπτυξη συνεχίζεται.
• Η χορήγηση γενικά της αυξητικής ορμόνης φαίνεται ότι διεγείρει την
χονδρογένεση και το πλάτος των επιφυσιακών πλακών,
τοποθετώντας περισσότερο στρώμα στο τέλος των μακρών οστών.
Έτσι σιγά-σιγά το ύψος αυξάνεται.
• Όταν οι επιφύσεις των ανθρώπων και ζώων κλείνουν η κατά μήκος
αύξηση δεν είναι πλέον δυνατή και η δράση της αυξητικής ορμόνης
δεν χρειάζεται να συνεχιστεί.
26
27
Δράση της GH 3/8
• Επίσης ελαττώνει τα επίπεδα πλάσματος της ουρίας καθώς
και των αμινοξέων. Αυξάνει δε τα επίπεδα απέκκρισης της
υδροξυπρολίνης και με αυτόν τον τρόπο φαίνεται ότι
προκαλεί καταβολισμό του κολλαγόνου. Αυξάνει την
απορρόφηση του ασβεστίου από το λεπτό έντερο καθώς
και ελαττώνει την απέκκριση του νατρίου και του καλίου
από τον οργανισμό.
• Εκτός από την επίδραση της στους ηλεκτρολύτες και στα
αμινοξέα φαίνεται ότι έχει επίδραση στον μεταβολισμό των
λιπών και των υδατανθράκων.
28
31
Δράση της GH 7/8
• Τόσο ο IGF1, όσο και ο IGF2 δεν κυκλοφορούν ελεύθεροι στο
πλάσμα αλλά συνδέονται με διάφορες πρωτεΐνες.
• Ο IGF1 διεγείρεται από την αυξητική ορμόνη και διεγείρει την
κατά μήκος αύξηση του σώματος εκτός εμβρυϊκής ζωής αλλά
φαίνεται ότι ο IGF2 δεν διεγείρεται τόσο από την αυξητική
ορμόνη και παίζει ρόλο κυρίως πριν από την γέννηση στην
εμβρυϊκή ζωή.
• Ουσίες όπως τα γλυκοκορτικοειδή και τα οιστρογόνα
φαίνεται πως ελαττώνουν την δραστηριότητα των
παραγόντων IGF και ελαττώνουν επίσης και την παραγωγή
τους.
32
34
35
Φυσιολογική ρύθμιση της αυξητικής
ορμόνης 3/4
Άλλα ερεθίσματα που αυξάνουν την έκκριση της αυξητικής.
1. Έλλειψη ενέργειας π.χ. υπογλυκαιμία, άσκηση, νηστεία.
2. Αύξηση ορισμένων αμινοξέων στο πλάσμα π.χ. πρωτεϊνικό γεύμα
ή έγχυση αργινίνης.
3. Χορήγηση γλυκαγόνης.
4. Διεγερτικά ερεθίσματα όπως διάφορα πυρογόνα, ψυχολογικά ή
χειρουργικά στρες.
5. Ο ύπνος (Slow wave sleep-SWS).
6. Ουσίες όπως η L-dopa ή ουσίες που αυξάνουν την δοπαμίνη και
την νορεπινεφρίνη στον εγκέφαλο όπως αγωνιστές των α-
αδρενεργικών υποδοχέων. Επίσης η απομορφίνη, τα ανδρογόνα
και τα οιστρογόνα.
36
37
Συμμετοχή της GH στην φυσιολογία της
αύξησης του σώματος 1/3
• Πολλές φορές λέμε ότι το άτομο αυξάνεται τόσο στην ενδομήτρια
ζωή, όσο και στην μετέπειτα ύπαρξή του από την αυξητική ορμόνη.
• Στην ουσία όμως η αύξηση του σώματος δεν είναι αποκλειστικό
προσόν της αυξητικής ορμόνης αλλά είναι ένας συνδυασμός εν
χορώ, πολλών ουσιών. Συμμετέχουν η αυξητική, οι θυρεοειδικές
ορμόνες, τα ανδρογόνα, τα οιστρογόνα, τα γλυκοκορτιδοειδή αλλά
και η ινσουλίνη. Επίσης συμμετέχουν γεννητικοί παράγοντες καθώς
και παράγοντες της διαίτης και της λήψης τροφών. Φαίνεται πως η
λήψη τροφών είναι ο πιο σημαντικός εξωγενής παράγοντας και η
δίαιτα πρέπει να είναι αρκετή όχι μόνο όσον αφορά τις
πρωτεΐνες, τα ιχνοστοιχεία και τις βιταμίνες αλλά και τις
θερμίδες. Η ηλικία όπου θα συμβεί διαιτητική έλλειψη φαίνεται
ότι είναι πολύ σημαντικός παράγοντας και δημιουργεί πολλά
προβλήματα.
38
40
43
Επιτάχυνση της ανάπτυξης (ψηλό
ανάστημα) 1/2
• Επιτάχυνση της ανάπτυξης ορίζεται όταν το ύψος είναι πολύ
μεγάλο για την ηλικία και το φύλο (> 97η εκατοστιαία θέση)
ή/και όταν ο ετήσιος ρυθμός αύξησης είναι μεγάλος (πάνω
από την 50η -75η εκατοστιαία θέση).
• Το οικογενές (ιδιοσυστασιακό) ψηλό ανάστημα είναι το
συχνότερο αίτιο επιτάχυνσης της ανάπτυξης. Συνήθως, το
παιδί είναι ψηλό καθ’ όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας,
δεν έχει κάποιο νόσημα και υπάρχει οικογενειακό ιστορικό
στους γονείς.
• Το υψηλό ανάστημα χωρίζεται σε δύο κατηγορίες, ανάλογα με
τα αίτια που το προκαλούν: α) μόνιμο ψηλό ανάστημα και β)
παροδικό ψηλό ανάστημα.
44
45
Διαταραχές της έκκρισης GH
(Νανισμός- Γιγαντισμός- Μεγαλακρία) 1/2
a. Ανεπαρκής παραγωγή.
• Στην πρώτη παιδική ηλικία, η ανεπαρκής παραγωγή GH έχει σαν
συνέπεια τον πολύ μειωμένο ρυθμό ανάπτυξης του σώματος, ενώ
οι αναλογίες των μελών μεταξύ τους είναι κανονικές.
• Η κατάσταση αυτή ονομάζεται συμμετρικός υποφυσιακός
νανισμός.
b. Υπερπαραγωγή.
• Αυτή μπορεί να οφείλεται ή σε υπέρμετρη δραστηριότητα των
ορμονοπαραγωγών κυττάρων ή σε όγκο του προσθίου λοβού της
υπόφυσης και προκαλεί αύξηση των ιστών του σώματος.
46
47
Φυσιολογία προλακτίνης 1/4
• Η προλακτίνη προκαλεί την παραγωγή του γάλακτος από τους
μαστούς αφότου δράσουν πάνω σ' αυτούς τόσο τα οιστρογόνα
όσο και η προγεστερόνη.
• Δεν είναι αυτή καθαυτή η έκκριση την οποία δημιουργεί αλλά η
παραγωγή του γάλακτος. Η έκκριση από την θηλή του μαστού
κατά τη διάρκεια του θηλασμού γίνεται με την βοήθεια μιας
ορμόνης της ωκυτοκίνης, η οποία βοηθάει και τους σπασμούς της
εγκύμονος μήτρας κατά την διάρκεια του τοκετού.
• Η δράση της προλακτίνης φαίνεται ότι περιλαμβάνει δράση του
messenger RNA και αύξηση της παραγωγής δύο ουσιών της
καζεΐνης και της λακταλβουμίνης.
48
49
Φυσιολογία προλακτίνης 3/4
• Τα φυσιολογικά επίπεδα της προλακτίνης στα μεν θήλεα είναι
πολύ περισσότερα απ' ότι στα άρρενα άτομα, αλλά το εύρος των
φυσιολογικών ορίων είναι χαμηλό.
• Η έκκριση της προλακτίνης αναστέλλεται από τον υποθάλαμο
τονικά και μόνο η διατομή του υποφυσιακού μίσχου αυξάνει τα
επίπεδα της προλακτίνης.
• Φαίνεται λοιπόν ότι υπάρχει ένας υποθαλαμικός παράγοντας που
εκκρίνεται συνεχώς και ο οποίος δρα σαν ανασταλτικός παράγων
(prolactin inhibiting factor-PIF) και η δράση του είναι μεγαλύτερη
από τον παράγοντα εκείνο που δεν γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, που
θα μπορούσε να είναι ο prolactin releasing factor-PRF και ο οποίος
θα διέγειρε την έκκριση της προλακτίνης.
50
51
Ερεθίσματα που διεγείρουν την
προλακτίνη 1/3
• Η προλακτίνη αυξάνεται βέβαια από άλλα ερεθίσματα όπως η
άσκηση, είτε αυτή είναι φυσική ή άλλου τύπου, από τα
ψυχολογικά στρες (θεωρείται ότι είναι στρες ορμόνη) καθώς και
από χειρισμούς της θηλής του μαστού.
• Τα επίπεδα προλακτίνης του πλάσματος αυξάνουν κατά την
διάρκεια του ύπνου και η αύξησή τους, παρατηρείται στην αρχή
του ύπνου αλλά διατηρείται καθ' όλη τη διάρκεια του.
• Η έκκριση της προλακτίνης αυξάνεται κατά την διάρκεια της
εγκυμοσύνης και φτάνει σε μία κορυφή (peak) στη διάρκεια του
τοκετού.
• Μετά από τον τοκετό τα αυξημένα επίπεδα φτάνουν σε επίπεδα μη
εγκύμονος κατά τις επόμενες 8 ημέρες.
52
53
Ερεθίσματα που διεγείρουν την
προλακτίνη 3/3
• Διάφορα πεπτίδια έχουν ενοχοποιηθεί αλλά κανένα δεν είναι
σίγουρα ο φυσιολογικός διεγέρτης της προλακτίνης.
• Τα οιστρογόνα επίσης φαίνεται ότι προκαλούν μία αργή
αύξηση της προλακτίνης και η προλακτίνη η ίδια από μόνη
της φαίνεται ότι κάνει ένα θετικό feedback και διευκολύνει
την δράση και έκκριση της δοπαμίνης στην μέση εξοχή. Έτσι η
προλακτίνη φαίνεται ότι από μόνη της, μετά την έκκρισή της,
δρα στον υποθάλαμο δημιουργώντας τελικά αρνητικό
feedback, δηλαδή εμποδίζοντας την ίδια της την έκκριση.
54
55
Ανασταλτικά ερεθίσματα στην έκκριση
προλακτίνης 2/3
• Από πλευράς τώρα δράσης της προλακτίνης στα κύτταρα,
φαίνεται ότι χρησιμοποιεί έναν υποδοχέα, ο οποίος
βρίσκεται στην επιφάνεια των κυττάρων και ανήκει στην ίδια
οικογένεια που ανήκει και ο υποδοχέας της αυξητικής
ορμόνης.
• Ανήκουν και οι δύο υποδοχείς, στην υπεροικογένεια εκείνη
των υποδοχέων οι οποίοι προσομοιάζουν στις κυτοκίνες και
στους αυξητικούς παράγοντες.
56
57
Υπερέκκριση της προλακτίνης
(αναφορικά) 1/2
• Συνήθως, η υπερέκκριση PRL από φυσιολογικά λακτοτρόφα
κύτταρα οφείλεται σε κατάργηση του ανασταλτικού
ντοπαμινεργικού τόνου, ως αποτέλεσμα χρήσης φαρμάκων
ή ουσιών ή, ακόμη, ποικίλλων βλαβών του κεντρικού
νευρικού συστήματος (Κ.Ν.Σ.) στο επίπεδο του άξονα
υποθαλάμου-υπόφυσης.
• Υπερπρολακτιναιμία μπορεί, επίσης, να προκύψει λόγω
μειωμένης κάθαρσης της ορμόνης ή παθήσεων του
θωρακικού τοιχώματος.
• Ο πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός είναι συχνή αιτία
υπερπρολακτιναιμίας
58
59
Φυσιολογική υπερπρολακτιναιμία
• Η PRL ορού φυσιολογικά αυξάνεται σημαντικά στην εγκυμοσύνη
και σε μικρότερο βαθμό με τον ερεθισμό της θηλής του μαστού και
τα διάφορα stress.
• Ο ερεθισμός της θηλής προκαλεί αύξηση της PRL αίματος κατά τη
διάρκεια της εγκυμοσύνης και τον πρώτο χρόνο μετά.
• Αντίθετα σε μη εγκυμονούσες γυναίκες, ο ερεθισμός της θηλής και
η εξέταση των μαστών δεν αυξάνουν τα επίπεδα PRL και το
αντίστοιχο ισχύει για τους άνδρες.
• Το stress οποιασδήποτε μορφής, σωματικό ή ψυχολογικό, προκαλεί
αύξηση της PRL του ορού. Το μέγεθος της αύξησης είναι μικρό και
οι τιμές στο ορό σπάνια ξεπερνούν τα 40 ng/ml.
60
Παθολογική υπερπρολακτιναιμία
Από παθοφυσιολογική άποψη τα αίτια της παθολογικής
υπερπρολακτιναιμία μπορούν να ταξινομηθούν σε:
a. ανεπαρκή σύνθεση ντοπαμίνης στον υποθάλαμο,
b. παρεμπόδιση της μεταφοράς της ντοπαμίνης από τον
υποθάλαμο στην υπόφυση,
c. ελαττωμένη ντοπαμινεργική δράση στο επίπεδο των
ντοπαμινεργικών υποδοχέων των λακτοτρόπων κυττάρων,
και
d. διέγερση της λειτουργίας των λακτοτρόπων κυττάρων.
61
Αίτια παθολογικής υπερπρολακτιναιμίας
(αναφορικά) 1/2
• νεοπλάσματα του υποθαλάμου (καλοήθη, κακοήθη).
• διηθητικά νοσήματα του υποθαλάμου (π.χ. σαρκοείδωση).
• διατομή ή βλάβη του μίσχου της υπόφυσης (π.χ. τραύμα του
εγκεφάλου).
• άλλα αδενώματα της υπόφυσης.
• προλακτινώματα.
• φάρμακα (φαινοθειαζίδες, αλοπεριδόλη, βουτυροφαινόνες,
μετοκλοπραμίδη, σουλπιρίδιο, δομπεριδόνη και
ρισπεριδόνη).
• ιδιοπαθής υπερπρολακτιναιμία.
62
63
Φυσιολογία γοναδοτροφίνων (FSH και LH) 1/5
64
66
67
Φυσιολογία γοναδοτροφίνων (FSH και LH) 5/5
• Η LHRH υποβοηθεί, πρώτον την ορμονοσύνθεση δηλαδή
σύνθεση FSH και LΗ, δεύτερον την συσσώρευση
γοναδοτροφινών στην δεύτερη αποθήκη, τρίτον την
μεταφορά στην πρώτη αποθήκη και τέταρτον την
απελευθέρωση των γοναδοτροφινών FSH και LΗ στην
κυκλοφορία.
• Συνεπικουρούν στην δράση της LHRH τα οιστρογόνα τα
οποία ενισχύουν την δράση της, είτε δημιουργώντας την
δεύτερη αποθήκη, είτε αναστέλλοντας την δράση στην
απελευθέρωση των γοναδοτροφινών από την πρώτη
αποθήκη.
68
69
Ειδικά για την FSH
(θυλακιότροπο ορμόνη) 2/5
• Η περιεκτικότητα των γοναδοτρόφων κυττάρων είναι σχετικά
μικρή στην αρχή του κύκλου αλλά αυξάνεται προοδευτικά και
δείχνει μεγαλύτερη αύξηση στην διάρκεια της ωορρηξίας ενώ
κατά την εκκριτική φάση μειώνεται αισθητά.
• Στο αίμα κυκλοφορεί 2,5-10 mΙU/ml. Η ορμόνη εξαφανίζεται
από την κυκλοφορία με μία ταχύτητα 5-10 φορές βραδύτερη
εκείνη της LH.
• Το 30% της FSH αποβάλλεται από τα ούρα.
70
Xxhpgaxis by Hill, M.A. (2014) Embryology About. Retrieved July 4, 2014, from Embryology:About 73
LH (Ωχρινότροπος) 1/3
• Η LΗ αποτελείται κι αυτή από 211 αμινοξέα (Μ.Β. 28.000).
Φαίνεται ότι η LΗ είναι πιο ευαίσθητη από την FSH όσον αφορά
την έκκριση της LHRH του υποθαλάμου.
• Κατά την πρώτη φάση του κύκλου, LH εκκρίνεται παλμικά κάθε 1-2
ώρες, η δε έκκρισή της διαρκεί 5-10‘ και παρουσιάζει χρόνο
ημισείας ζωής 50'.
• Στην 2η φάση του κύκλου την εκκριτική, τα εκκριτικά κύτταρα της
LΗ διατηρούνται περίπου 4 ώρες με αυξομειώσεις στο αίμα.
• Ακριβώς και επειδή η LΗ παρουσιάζει σημαντικές αυξομειώσεις και
έκκριση κατά ώσεις, πολλαπλές μετρήσεις πολλές φορές
χρειάζονται για να παρατηρηθεί η πραγματική ποσότητά της στο
αίμα.
• Γενικά, ο χρόνος ημισείας ζωής στην 2η φάση του κύκλου είναι 12-
45' και κατά 10% η ορμόνη αποβάλλεται στα ούρα.
74
LH (Ωχρινότροπος) 2/3
• Η εκκριτική ικανότης του γοναδοτρόφου κυττάρου όσον αφορά την
έκκριση της LΗ ρυθμίζεται όχι μόνο από την LHRH αλλά και από τα
οιστρογόνα.
• Η LHRH του υποθαλάμου διεγείρει όλες τις φάσεις της εκκριτικής
λειτουργίας του γοναδοτρόφου κυττάρου.
• Προκαλεί άμεση απελευθέρωση της 1ης αποθήκης. Επίσης,
ενισχύει την 2η αποθήκη. Επομένως διευκολύνει την μεταφορά
από την 2η αποθήκη στην 1η.
• Τα οιστρογόνα στα γοναδοτρόφα κύτταρα δρουν τροποποιητικά.
Προκαλούν σημαντική νευροέκκριση των κυττάρων που περιέχουν
LHRH στον υποθάλαμο. Δρουν πάνω στα γοναδοτρόφα κύτταρα
και δρουν μέσω των νευρομεταβιβαστών του εγκεφάλου.
75
LH (Ωχρινότροπος) 3/3
• Η ίδια η LΗ έχει σημαντική βιολογική δράση τόσο στη γυναίκα
όπως και στον άντρα.
• Στην γυναίκα, κατά πρώτον, διεγείρει την παραγωγή ανδρογόνων
από τα κύτταρα της έσω θήκης των ωοθυλακίων. Επίσης διεγείρει,
κατά δεύτερον, την ωοθυλακιορρηξία 24 ώρες μετά από την αιχμή
της LΗ.
• Τρίτον, διεγείρει την στεροειδογένεση του ωχρού κατά το δεύτερο
μέρος του κύκλου μετά την ωορρηξία.
• Ειδικά στους άντρες η LΗ διεγείρει τα κύτταρα του Leydig και η
διέγερση αυτή των κυττάρων αυξάνει την στεροειδογένεση και τον
σχηματισμό της ανδρικής ορμόνης τεστοστερόνης.
76
Feedback
• Τα κυκλοφορούντα στεροειδή του φύλου (sex steroids)
επηρεάζουν την έκκριση της GnRH (LHRH) και κατά συνέπεια
την έκκριση της FSH και της LH τόσο με θετικό όσο και με
αρνητικό feedback.
77
Θετικό feedback 1/2
• Στην διάρκεια του κύκλου, τα οιστρογόνα προσφέρουν μία θετική
επίδραση στην δράση της GnRH επί της έκκρισης της LH και της
FSH, και η αύξηση των οιστρογόνων στην διάρκεια της εκκριτικής
φάσης του κύκλου, είναι το ερέθισμα για την εκκριτική
ωορρηκτική αιχμή της LH και της FSH.
• Η προγεστερόνη ελαττώνει την διάρκεια της αιχμής της LH και της
FSH και αυξάνει την επίδραση των οιστρογόνων.
• Μετά την εκκριτική αιχμή του μέσου του κύκλου, το
δημιουργούμενο ωάριο εγκαταλείπει την ωοθήκη.
78
79
Αρνητικό feedback 1/3
• Δράση αρνητικού feedback των στεροειδών του φύλου στην
γοναδοτροφική έκκριση επίσης συμβαίνει.
• Στις γυναίκες, η πρωτοπαθής γοναδική ανεπάρκεια ή η
εμμηνόπαυση οδηγεί σε αύξηση της LH και της FSH, η οποία
μπορεί να ανασταλεί με μακροχρόνια υψηλής δοσολογίας
οιστρογονική θεραπεία. Εν τούτοις, μία χορήγηση χαμηλής
δόσης οιστρογόνων μπορεί να διεγείρει την απάντηση της LH
στην GnRH.
80
81
Αρνητικό feedback 3/3
• Η ινχιμπίνη, ένα πολυπεπτίδιο (ΜΒ 32,000), το οποίο
εκκρίνεται από τα κύτταρα Sertoli των σπερματικών
σωληναρίων, είναι ο μεγαλύτερος παράγων που
παρεμποδίζει την έκκριση της FSH με αρνητικό feedback.
• Η ινχιμπίνη αποτελείται από χωριστές αλφα και βήτα
υπομονάδες που συνδέονται με δισουλφιδικές γέφυρες. Τα
ανδρογόνα διεγείρουν την παραγωγή της ινχιμπίνης. Αυτό
το πεπτίδιο μπορεί να δρα βοηθητικά στην τοπική ρύθμιση
της σπερματογένεσης.
82
Εφηβεία 1/13
• Εφηβεία είναι η διαδικασία η οποία μετατρέπει το παιδί σε
σεξουαλικά ώριμο πρόσωπο, ικανό για αναπαραγωγή.
• Περιλαμβάνει αλλαγές στην έκκριση πολλών ορμονών,
ενζύμων και άλλων φυσιολογικών ουσιών.
• Συνοδεύεται επίσης από εκσεσημασμένες αλλαγές στην
φυσική αύξηση και ωρίμανση και σε πολλές συμπεριφορές.
• Οι σημαντικότερες ορμονικές αλλαγές περιλαμβάνουν
αλλαγές στην λειτουργία του υποθαλαμο - υποφυσιακού –
οργάνου στόχου άξονα.
83
Εφηβεία 2/13
• Σε ένα από τα σημαντικότερα για την εφηβεία συστήματα,
στον υποθαλαμο-υποφυσιακό- γοναδικό άξονα, οι
νευροεκκριτικοί νευρώνες, οι οποίοι ευρίσκονται κυρίως στο
μεσοβασικό υποθάλαμο και στον τοξοειδή πυρήνα και οι
οποίοι καταλήγουν στην μέση εξοχή (όπου συντίθεται και
εκκρίνεται στο πυλαίο σύστημα και μεταφέρεται στην
υπόφυση το δεκαπεπτίδιο GnRH), αλλάζουν τον τρόπο της
έκκρισής τους.
84
Εφηβεία 3/13
• Από το τέλος του πρώτου χρόνου της ζωής μέχρι τα 6-8
χρόνια, η συγκέντρωση των περισσοτέρων ορμονών που
ενέχονται στην εφηβική ανάπτυξη αλλάζει πολύ λίγο μέρα
με την μέρα.
• Το σύστημα του αρνητικού feedback φαίνεται ότι είναι
λειτουργικό, και η επεισοδιακή έκκριση επισυμβαίνει για τις
περισσότερες ορμόνες, αλλά το θετικό feedback δεν φαίνεται
να συμμετέχει.
• Στα 6-8 χρόνια περίπου, αυξάνει η έκκριση των
ανδρογονικών ορμονών από τα επινεφρίδια.
85
Εφηβεία 4/13
• Αυτό δε αναφέρεται ως αδρεναρχή.
• Αυτή την εποχή, η δευδροεπιανδροστερόνη και άλλα ασθενή
ανδρογόνα εκκρίνονται από τα επινεφρίδια, άσχετα από τον
τροφικό έλεγχο των ορμονών (δεν επισυμβαίνει αύξηση ούτε στην
ACTH, ούτε στην LH/FSH).
• Στην διάρκεια της αδρεναρχής, η συγκέντρωση των ανδρογόνων
είναι σημαντικά υψηλότερη από εκείνη που συναντάμε στα μικρά
παιδιά.
• Αυτή η αλλαγή συμβαίνει αρκετά χρόνια πριν από τα κλινικά
σημεία της εφηβείας, όπως η ανάπτυξη της τρίχωσης των
γεννητικών οργάνων, αλλά σε μερικά παιδιά παρατηρούνται
αυξήσεις των σμηγματογόνων και των αποκρινών αδένων με
ελαιώδες δέρμα και οσμή σώματος ενήλικα.
86
Εφηβεία 5/13
• Τα γεγονότα του υποθαλαμο-υποφυσιακου-γοναδικού
άξονα είναι καλύτερα κατανοητά απ’ ότι η έκκριση των
επινεφριδιακών ανδρογόνων.
• Φυσιολογικά, ο φλοιός των επινεφριδίων εκκρίνει DHEA,
DHEAs, και ανδροστενδιόνη σε αυξημένα ποσά στα 6-7
χρόνια στα κορίτσια και στα 7-8 χρόνια στα αγόρια.
• Αυξημένη έκκριση ανδρογόνων συνεχίζεται μέχρι τα
προχωρημένα στάδια της εφηβείας.
• Η αδρεναρχή παρατηρείται πριν από την γοναδαρχή.
• Η ηλικία της αδρεναρχής δεν επηρεάζει σημαντικά την
ηλικία της γοναδαρχής
87
Εφηβεία 6/13
• Παρ’ ότι μερικοί ενδοκρινολόγοι θεωρούν την αδρεναρχή
ότι είναι ο αρχικός παράγων ελέγχου της έναρξης της
εφηβείας, άλλοι πιστεύουν ότι ο υπεύθυνος μηχανισμός
είναι μία αλλαγή στην ευαισθησία του συστήματος του
αρνητικού feedback.
• Ένα μέρος αυτού του συστήματος, το οποίο θεωρείται ότι
ευρίσκεται στον εγκέφαλο, και ονομάζεται γοναδοστάτης,
φαίνεται ότι είναι ευαίσθητο στις χαμηλές συγκεντρώσεις
των στεροειδών του φύλου στην διάρκεια της προεφηβικής
περιόδου.
88
Εφηβεία 7/13
• Στην εφηβεία, αλλά πριν την κλινικά ορατή της εμφάνιση, η
ευαισθησία του γοναδοστάτη αυξάνεται, ώστε χρειάζονται
υψηλότερες συγκεντρώσεις στεροειδών του φύλου για να επιτευχθεί
αρνητικό feedback.
• Λόγω αυτής της αλλαγής, εκκρίνονται μεγαλύτερα ποσά
γοναδοτροφινών, τα οποία οδηγούν σε μεγαλύτερη παραγωγή
στεροειδών του φύλου από τις γονάδες.
• Έτσι επιτυγχάνεται ένα νέο setpoint για τον γοναδοστάτη.
• Έτσι, στα προχωρημένα στάδια της προεφηβείας και κατά την έναρξη
της εφηβείας, συμβαίνει η αδρεναρχή και επιτυγχάνεται ελάττωση
της ευαισθησίας του γοναδοστάτη στα στεροειδή του φύλου, που
οδηγεί σε αυξημένες συγκεντρώσεις της FSH, LH, ανδρογόνων και
οιστρογόνων. Σε αυτό το στάδιο, η συγκέντρωση των
γοναδοτροφινών είναι ελάχιστα υψηλότερη στην διάρκεια του
ύπνου, απ’ ότι στην εγρήγορση. Στο πρώτο στάδιο της εφηβείας, το
θετικό feedback δεν έχει ακόμη επιτευχθεί. 89
Εφηβεία 8/13
• Καθώς προχωρεί η εφηβεία, συμβαίνουν αλλαγές στις
συγκεντρώσεις η στο τύπο έκκρισης σε δύο σημαντικά
συστήματα έκκρισης.
• Στο υποθαλαμο-υποφυσιακό-γοναδικό σύστημα και
• Στο σύστημα της αυξητικής ορμόνης –IGF-1.
• H αλλαγή στον υποθαλαμο-υποφυσιακό-γοναδικό σύστημα
ονομάζεται γοναδαρχή.
• Στην διάρκεια του ύπνου, επισυμβαίνουν σημαντικές
αυξήσεις στην συγκέντρωση της FSH και της LH, αλλά χωρίς
αύξηση της μέσης συγκέντρωσης στην διάρκεια της
εγρήγορσης.
90
Εφηβεία 9/13
• Επισυμβαίνει δε επεισοδιακή έκκριση των γοναδοτροφινών.
• Αυτή η αλλαγή ονομάστηκε ορμονική εφηβεία, καθώς τα
συμβάντα λαμβάνουν χώρα χωρίς εμφανή αύξηση του
μεγέθους των γονάδων.
• Συμπεραίνεται ότι στην διάρκεια των πρωιμότερων σταδίων
αυτής της φάσης, παρατηρείται αύξηση της έκκρισης της
GnRH, με μικρή η χωρίς καθόλου αύξηση των στεροειδών του
φύλου.
91
Εφηβεία 10/13
• Στις γυναίκες, η αύξηση της οιστραδιόλης που προέρχεται
από την αυξημένη έκκριση της FSH και LH, δεν συμβαίνει
στην διάρκεια του ύπνου (όπως η τεστοστερόνη στους
άνδρες), αλλά παρατηρείται γύρω στις 3.00 με 5.00 μμ. Ο
λόγος για αυτήν την διαφορά σχετικά με το φύλο, δεν είναι
γνωστή. Τα πρώτα σημεία ήβης παρατηρούνται στα θήλεα
σε αυτήν την χρονική περίοδο. Η δε φάση αυτή καλείται
πρώτο στάδιο της εφηβείας (early puberty).
• Καθώς προχωρά η εφηβεία, και στα δύο φύλα, η
συγκέντρωση των γοναδοτροφινών και των στεροειδών του
φύλου, συνεχίζει να αυξάνεται.
92
Εφηβεία 11/13
• Στο μέσον της εφηβείας, η συγκέντρωση αυτών των ορμονών
αυξάνει στην διάρκεια της εγρήγορσης καθώς και στην
διάρκεια του ύπνου, αλλά η συγκέντρωση της LH και της FSH
και της τεστοστερόνης παραμένει σημαντικά αυξημένη στην
διάρκεια του ύπνου.
• Αργά το απόγευμα, η συγκέντρωση της οιστραδιόλης
παραμένει σημαντικά υψηλότερη απ’ ότι στην διάρκεια του
ύπνου.
• Έχει προταθεί ότι οι εκκριτικές αιχμές των γοναδοτροφινών
επισυμβαίνουν με χαμηλότερη συχνότητα στο προεφηβικό
παιδί, και αυξάνουν περίπου στα 90 λεπτά καθώς προχωρά η
εφηβεία.
93
Εφηβεία 12/13
• Επιπρόσθετα, το εύρος αυτών των αιχμών αυξάνεται
σημαντικά σε σύγκριση με τα πρώτα στάδια της εφηβείας
(early puberty).
• -Στα τελευταία στάδια της εφηβείας (late puberty), το εύρος
των κυμάτων αυξάνει περαιτέρω.
• Οι συγκεντρώσεις αιχμής της LH και της FSH στην διάρκεια
του ύπνου, αυξάνουν περισσότερο από κάθε άλλη φορά.
Στους ενήλικες, η μέση συγκέντρωση τεστοστερόνης και
οιστραδιόλης αυξάνονται αλλά δεν ξεπερνούν τις τιμές των
ενηλίκων.
94
Εφηβεία 13/13
• Σε αυτό το χρονικό διάστημα, η μέγιστη αύξηση του ύψους (peak
height velocity) έχει επιτευχθεί στα περισσότερα άτομα.
• Στις γυναίκες, η μέγιστη αύξηση του ύψους (peak height velocity)
και οι μέγιστες τιμές οιστραδιόλης συμπίπτουν.
• Στους άνδρες, η μέγιστη αύξηση του ύψους και το 45% της
μέγιστης συγκέντρωσης της τεστοστερόνης συμπίπτουν.
• Στο τέλος της εφηβείας, η συγκέντρωση των γοναδοτροφινών και
των στεροειδών του φύλου είναι η αυτή στην διάρκεια του ύπνου
και της εγρήγορσης.
• Η εξαφάνιση του φαινομένου της αύξησης των ορμονών στην
διάρκεια του ύπνου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέθοδος για να
καθορισθεί το τέλος της εφηβικής διαδικασίας.
95
Γοναδικές αλλαγές στην εφηβεία
• Είναι γνωστό ότι η SHBG δεσμεύει ως μεταφορική πρωτεΐνη τα
περισσότερα από τα στεροειδή του φύλου στο αίμα.
• Η συγκέντρωση της SHBG ελαττώνεται στην εφηβεία και το ποσό
των στεροειδών του φύλου αυξάνει.
• Αυτό μπορεί να παίζει ρόλο στην ταχύτητα προόδου της εφηβείας.
• Στην διάρκεια της εφηβικής ανάπτυξης, αναπτύσσεται στα θήλεα
θετικό feedback.
• Σε πολλά ωστόσο, δεν εφαρμόζεται εντελώς, παρά μόνον μετά από
αρκετά χρόνια από την έναρξη της εμμήνου ρύσεως, πράγμα που
εξηγεί τις διαταραχές στον τρόπο επέλευσης της περιόδου σε
πολλές νέες γυναίκες (ανωορρηκτικοί κύκλοι).
96
Μελατονίνη
• Η επίφυση παίζει σημαντικό ρόλο στην αναπαραγωγική
ενδοκρινολογία.
• Η επίφυση ρυθμίζει τις εποχιακές αλλαγές στην
αναπαραγωγική λειτουργία των ζώων που εμφανίζουν τέτοια
χαρακτηριστικά.
• Στους ανθρώπους παρ’ ότι δεν ποικίλουν αναπαραγωγικά με
την εποχή του έτους, ο ρόλος της επίφυσης είναι σημαντικός.
• Δεν συμφωνούν όλοι οι ερευνητές, αλλά τα δεδομένα
δείχνουν ότι η επίφυση μπορεί να είναι σημαντική στην
σεξουαλική ωρίμανση.
97
Κεντρικοί μηχανισμοί στην έναρξη της
εφηβείας 1/4
• Ο μηχανισμός του ΚΝΣ για την αναστολή του ενεργοποιητή
των αιχμών της LHRH στην διάρκεια της νεανικής παύσης
λειτουργίας, περιλαμβάνει τον ανασταλτικό μεταβιβαστή
GABA. Η έναρξη της εφηβείας συνδυάζεται με μία πτώση
των επιπέδων του νευρομεταβιβαστού GABA.
• Μετά την πτώση της νευρομεταβίβασης GABA, υπάρχει
ταυτόχρονη αύξηση στην είσοδο των διεγερτικών
αμινοξέων (συμπεριλαμβανομένου και του γλουταμικού)
και πιθανώς των αυξητικών παραγόντων που προέρχονται
από τα αστρογλιακά κύτταρα.
98
99
Κεντρικοί μηχανισμοί στην έναρξη της
εφηβείας 3/4
• Μεγάλα κενά στην γνώση μας απομένουν όσον αφορά τους
νευροβιολογικούς, γενετικούς και περιβαλλοντικούς μηχανισμούς
που ενέχονται στον έλεγχο της εφηβείας.
• Περισσότερες δε μελέτες χρειάζονται για να αποκαλύψουν τον
τρόπο και τα ερεθίσματα της διέγερσης του ενεργοποιητή της
GnRH.
• Οι νευρώνες που χρησιμοποιούν διεγερτικά και ανασταλτικά
αμινοξέα ως νευρομεταβιβαστές αναπαριστούν μεγάλους
ρυθμιστές στον διασυναπτικό έλεγχο της εφηβείας.
• Η έναρξη της εφηβείας ωστόσο χρειάζεται τόσο τις διασυναπτικές
αλλαγές επικοινωνίας, αλλά και την ενεργοποίηση σημάτων
γλοιακών και νευρικών κυττάρων.
100
101
Αλλαγές στα κορίτσια 1/7
• Το πρώτο σημείο είναι αύξηση στην ταχύτητα ανάπτυξης
• Αλλά στην κλινική πράξη η ανάπτυξη του στήθους είναι το πρώτο
σημείο και διεγείρεται από τα ωοθηκικά οιστρογόνα.
• Υπάρχουν στανταρισμένα μεγέθη για αλλαγές στην διάμετρο της
θηλής.
• Η διάμετρος της θηλής αλλάζει από τα στάδια Β1 σε Β3 (κατά
μέσον όρο 3-4 mm), αλλά μεγενθύνεται σημαντικά στα επόμενα
στάδια (7.4 mm στο Β4 μέχρι 10mm στο Β5).
• Οι θηλές γίνονται πιο μελαγχρωτικές και στυτικές καθώς προχωρά
η εφηβεία. Παρατηρείται διόγκωση των μικρών χειλέων,
άμβλυνση (dulling) του κολπικού βλεννογόνου και παραγωγή
καθαρής η ελαφρά λευκωπής έκκρισης πριν από την
εμμηνορρυσία.
102
103
Αλλαγές στα κορίτσια 3/7
Τρίχωση του εφηβαίου (καθορίζεται κυρίως από επινεφριδιακή και
ωοθηκική έκκριση)
• P1 (προεφηβικό)-χωρίς εφηβική τρίχωση),
• P2 αραιή αύξηση μακριών ελαφρά μελαγχρωματικών τριχών, ίσιων
η ελαφρά κατσαρών-κύρια στα μεγάλα χείλη,
• P3 η τρίχωση είναι σκουρότερη, τραχύτερη και περισσότερο
κατσαρή,
• P4 η τρίχωση είναι τώρα ενήλικου τύπου, ωστόσο η καλυπτόμενη
περιοχή είναι μικρότερη των ενηλίκων χωρίς εξάπλωση στην μέση
επιφάνεια των μηρών,
• P5 η τρίχωση είναι τύπου ενήλικος τόσο σε τύπο, όσο και σε
ποσότητα-ανεστραμμένο τρίγωνο κλασσικού θήλεος τύπου.
104
105
Αλλαγές στα κορίτσια 5/7
• Το αναπτυξιακό τίναγμα (spurt) της εφηβείας εμφανίζεται σε
διάφορες χρονικές στιγμές και στα δύο φύλα.
• Στα κορίτσια, το εφηβικό άλμα ανάπτυξης αρχίζει πριν από την
εμφάνιση των δευτερογενών χαρακτήρων του φύλου. Το άλμα
ανάπτυξης των αγοριών εμφανίζεται δύο περίπου χρόνια μετά το
αντίστοιχο των κοριτσιών.
• Το αναπτυξιακό τίναγμα στα κορίτσια ξεκινά περίπου στην ηλικία
των 10 ετών, ενώ στα αγόρια περίπου στην ηλικία των 12 ετών.
Στις ηλικίες των 12 και 13 ετών, τα κορίτσια τείνουν να είναι
ψηλότερα σε σύγκριση με τα αγόρια, όμως από τα 13 έτη και μετά,
τα αγόρια, κατά μέσο όρο, είναι ψηλότερα από τα κορίτσια -ένα
φαινόμενο που διατηρείται στην υπόλοιπη ζωή.
106
107
Αλλαγές στα κορίτσια 7/7
• Μπορεί η πρόβλεψη του ύψους ενός ενήλικα να μην είναι εφικτή,
ο υπολογισμός όμως του ύψους που πρέπει να έχει ένας έφηβος,
μπορεί να υπολογιστεί με μετρήσεις με την οστική του ηλικία ή με
τον παρακάτω τύπο:
Ύψος πατέρα+ Ύψος μητέρας −13𝑐𝑚
A. Για τα κορίτσια:
2
108
109
Φυσιολογία της ΤSH 2/3
• Οι δύο υπομονάδες α και β ενώνονται μεταξύ τους μέσα στα
θυρεοειδοτρόφα κύτταρα της πρόσθιας υπόφυσης. Η ένωση
α και β υπομονάδων γίνεται για να ασκηθεί η βιολογική
δράση της TSH.
• Από είδος σε είδος η δομή της TSH ποικίλλει. Παρ' όλα αυτά
η TSH από άλλα ζωικά είδη, είναι ενεργή στο ανθρώπινο
είδος (διαφορά από GH που είναι species’ specific).
110
112
113
Δράση της TSH 3/3
• Ο υποδοχέας της TSH είναι τυπικός, ερπητοειδής υποδοχέας
(serpentine receptor), ο οποίος λειτουργεί μέσω
αδενυλκυκλάσης και πρωτεϊνών G όπως ακριβώς ο
υποδοχέας της FSH και της LH.
• Φαίνεται πως έχει μια μεγάλη γλυκοζιωμένη εξωτερική
υπομονάδα και μία μικρότερη εσωτερική υπομονάδα.
• Φαίνεται πως τα θυρεοειδικά κύτταρα έχουν πλήθος
υποδοχέων TSH αλλά όχι μόνο.
• Τα θυρεοειδικά κύτταρα εμπεριέχουν και υποδοχείς και για
τον IGF1 και για τον παράγοντα EGF (epidermal growth
factor) άρα, παραγόντων οι οποίοι προάγουν το μέγεθος του
θυρεοειδούς.
114
116
117
Η φυσιολογία της ACΤH
(φλιοοεπινεφριδιοτρόπος ορμόνη, adrenocorticotropic hormone)
• Η βασική έκκριση των γλυκοκορτικοειδών των επινεφριδίων αλλά
και η απάντηση του οργανισμού όσον αφορά την έκκριση των
γλυκοκορτικοειδών σε stress εξαρτάται από την έκκριση της ACTH,
ενώ εν αντιθέσει, η έκκριση αλδοστερόνης από την σπειροειδή ζώνη
των επινεφριδίων εξαρτάται από την ουσία που καλείται
αγγειοτενσίνη ΙΙ.
• Φαίνεται πως στην έκκριση των γλυκοκορτικοειδών από τα
επινεφρίδια δρουν και άλλες ουσίες όπως η σεροτονίνη, η AVP, το
VIP (vasoactive intestinal polypeptide). Παρόλα αυτά αυτές οι ουσίες
δεν προκαλούν απευθείας φυσιολογικό ελεγκτικό μηχανισμό της
έκκρισης των γλυκοκορτικοειδών της έκκρισης των επινεφριδίων.
118
nutritionandmetabolism.com 119
Ειδική χημεία για την ACΤH 2/7
• Το μεγάλο μόριο POMC (προοποιομελανοκορτίνη) είναι η
πηγή σημαντικών βιολογικών μορίων.
• Το POMC διασπάται στις εξής αλύσους:
• N-Terminal Peptide of Proopiomelanocortin (NPP, or pro-γ-
MSH)
• γ-Melanotropin (γ-MSH)
• Corticotropin (Adrenocorticotropic Hormone, or ACTH)
120
121
Ειδική χημεία για την ACΤH 4/7
• Η ACTH είναι ένα πολυπεπτιδικό μόριο μιας αλυσίδας και
περιλαμβάνει 39 αμινοξέα.
• Προέρχεται από ένα ιδιαίτερο μόριο που συντίθεται μέσα στα
κορτικοτρόφα κύτταρα της πρόσθιας υπόφυσης και το οποίο
καλείται προ-οποιο-μελανοκορτίνη (POMC).
• Από αυτό το μόριο προέρχεται η ACTH ως εξής: Από το μεγάλο
μόριο που καλείται προ-οποιομελανοκορτίνη περιέχονται μέσα σ'
αυτό ορισμένες ουσίες γνωστές σαν γ MSH, ACTH και β-LPH.
• Τα πρώτα 1-131 αμινοξέα του POMC αποτελούν το signal πεπτίδιο
(Ν terminal η pro-γ-MSH). Η υδρόλυση του μεγάλου αυτού μορίου
των κορτικοτρόφων κυττάρων οδηγεί στην δημιουργία ενός
ανεξάρτητου μορίου της ACTH με 39 αμινοξέα, ενός ανεξαρτήτου
μορίου της β-LΡΗ και ενός κομματιού που καλείται terminal.
122
123
Ειδική χημεία για την ACΤH 6/7
• Αφού δημιουργηθεί η ACTH εκκρίνεται ως πολυπεπτιδικό μόριο με
1 - 39 αμινοξέα από το μεγάλο αυτό μόριο, το POMC.
• Τα πρώτα 23 αμινοξέα στην αλυσίδα της ACTH φαίνεται πως είναι
τα απαραίτητα για την δραστικότητα του μορίου και είναι ίδια σε
όλα τα είδη του ζωικού βασιλείου.
• Τα αμινοξέα 24-39 φαίνεται ότι απλώς σταθεροποιούν το μόριο
και ποικίλουν από είδος σε είδος.
• Φαίνεται πως η κάθε ACTH μπορεί να είναι δραστική στο άλλο
είδος, εν αντιθέσει με την αυξητική ορμόνη που είναι δραστική
μόνο στο είδος που παράγεται, μόνο που η ACTH μπορεί, ακριβώς
κι επειδή, κάθε μόριο της σε άλλο είδος έχει και διαφορετική
ποικιλία να προκαλέσει αντιγονικές ιδιότητες σε άλλα είδη.
124
125
Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 1/10
• Όταν κάνουμε υποφυσεκτομή, αυτή μέσα σε μία ώρα οδηγεί
στην ελάττωση της σύνθεσης και της έκκρισης των
γλυκοκορτικοειδών από τα επινεφρίδια των ειδών. Αλλά μόλις
χορηγήσουμε ACTH ενέσιμη εκ των έξω, αμέσως μέσα σε λίγη ώρα
η έκκριση των γλυκοκορτικοειδών αυξάνεται και σύντομα ένα
maximum απαντητικότητας επιτυγχάνεται.
• Φαίνεται ότι η ACTH αυξάνει και την ευαισθησία των επινεφριδίων
σε επόμενες δόσεις ACTH.
• Επομένως η ACTH είναι απαραίτητη για την ρύθμιση και την
έκκριση των στεροειδών των επινεφριδίων και συγκεκριμένα
ιδιαίτερα της κορτιζόλης και των ανδρογόνων.
• Τα γλυκοκορτικοειδή ασκούν αρνητική επίδραση και εμποδίζουν
την ίδια την έκκριση της ACTH.
126
127
Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 3/10
• Οι ώσεις της ACTH είναι πολύ λιγότερες στην διάρκεια του
απογεύματος.
• Φαίνεται ότι ο ρυθμός της ACTH είναι πολύ ισχυρός και
διατηρείται ακόμα εάν το άτομο μετακινηθεί από το ένα
ημισφαίριο στο άλλο όπου η αλλαγή των ωρών τείνει να
φέρει τη νύκτα μέρα.
• Ο ρυθμός της έκκρισης της ACTH φαίνεται να διατηρείται και
σε άτομα τα οποία έχουν επινεφριδιακή ανεπάρκεια και
παίρνουν δόσεις γλυκοκορτικοειδών έξωθεν.
• Δεν επηρεάζεται εύκολα από το stress, από τραυματικές
εμπειρίες και από αλλαγή κλίματος.
128
129
Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 5/10
• Η μέτρηση στο αίμα της ACTH είναι δύσκολη δεδομένου ότι το
πεπτίδιο τείνει να αποσυντίθεται γρήγορα και να μην προσμετράται
το ακριβές ποσό. Έχουν βρεθεί ειδικοί τύποι μετρήσεων και
χρησιμοποιούνται ειδικοί τύποι σωλήνων ώστε να διατηρείται το
μόριο περισσότερο ενώ μεταφέρεται στο εργαστήριο με πάγο ώστε
να μην αποσυντεθεί και οι τιμές της ACTH στο αίμα να βρίσκονται σε
ψευδώς αρνητικά επίπεδα.
• Φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια του stress, η ACTH εκκρίνεται σε πολύ
περισσότερα ποσά ούτως ώστε να αυξήσει την παραγωγή των
γλυκοκορτικοειδών σε ποσοστό απαραίτητο ώστε να επιτευχθεί η
μέγιστη απαντητικότητα.
• Η αύξηση της ACTH για να αντιμετωπίζει πάντοτε τις ανάγκες του
οργανισμού γίνεται με τη βοήθεια του υποθαλάμου. Ο υποθάλαμος
εκκρίνει τον παράγοντα CRH.
130
131
Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 7/10
• Η ACTH παραγόμενη από την επίδραση του CRH, δρα στα
επινεφρίδια και προκαλεί θετική παλίνδρομη ρύθμιση για
την έκκριση των γλυκοκορτικοειδών. Όμως η παραγωγή των
γλυκοκορτικοειδών ασκεί αρνητική παλίνδρομη ρύθμιση
τόσο στο επίπεδο της υπόφυσης ώστε να αναστέλλεται η
έκκριση της ACTH όσο και στο επίπεδο του υποθαλάμου
ώστε να αναστέλλεται η έκκριση του CRH. Έτσι καταλήγουμε
ότι μια αύξηση των ελεύθερων γλυκοκορτικοειδών δρα
ανασταλτικά στην έκκριση της ACTH ενώ μια ελάττωση των
επιπέδων των γλυκοκορτικοειδών θα διεγείρει την έκκριση
της ACTH.
132
133
Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 9/10
Συμπληρώνοντας, θα θέλαμε να πούμε ότι οι δράσεις της
ACTH είναι περιληπτικά οι εξής:
• Συνθέτει και εκκρίνει την ορμόνη κορτιζόλη και τα ανδρογόνα
από την χοληστερίνη, η οποία μετατρέπεται σε πρεγνενολόνη
αρχίζοντας το μονοπάτι της ενζυμικής σύνθεσης στεροειδών.
• Γνωρίζουμε ότι η στεροειδογένεση στα επινεφρίδια πιθανά
δεν χρειάζεται την ACTH αφότου η χοληστερίνη μετατραπεί
στα επινεφρίδια σε πρεγνενολόνη. Τα επόμενα ενζυματικά
βήματα φαίνεται ότι γίνονται ταχύτατα.
134
135
Ορμόνες της οπίσθιας υπόφυσης
• Η οπίσθια υπόφυση (pars nevrosa), εκκρίνει δύο ορμόνες
μόνο, την ωκυτοκίνη και την αργινίνη βαζοπρεσσίνη ή AVP ή
αντιδιουρητική ή ADH.
• Και οι δύο αυτές ορμόνες είναι οκταπεπτίδια δηλαδή πολύ
μικρότερου μοριακού βάρους απ' ότι οι ορμόνες της
πρόσθιας υπόφυσης οι οποίες είναι πρωτεΐνες.
• Τόσο η αργινίνη - βαζοπρεσσίνη όσο και η ωκυτοκίνη
ανακαλύφθηκαν από τον ίδιο ερευνητή τον du Vigneaud.
• Η μεν ωκυτοκίνη το 1949, η δε αργινίνη βαζοπρεσσίνη το
1951 και απομονώθηκε το 1953.
136
Ωκυτοκίνη
• Για την ωκυτοκίνη γνωρίζουμε μόνο ότι χρειάζεται σε ορισμένες
περιπτώσεις στον άνθρωπο. Είναι οκταπεπτίδιο, παράγεται από τα
νευρικά κύτταρα επομένως είναι ορμόνη που παράγεται από
νευρικό κύτταρο των πυρήνων του υποθαλάμου (νευροορμόνη)
και μεταφέρεται μ' ένα μεγάλο μόριο που καλείται νευροφυσίνη 2.
Προκειμένου να ασκήσει τη δράση της η ωκυτοκίνη αποσπάται
από την νευροφυσίνη 2 και παραμένει οκταπεπτίδιο.
• Η ωκυτοκίνη χρειάζεται μόνο για την βοήθεια της έκκρισης του
γάλακτος που έχει παράγει η προλακτίνη από τον μαστό στην
διάρκεια του θηλασμού καθώς επίσης και στην διάρκεια του
τοκετού που βοηθά τις συσπάσεις της εγκύμονος μήτρας.
137
Η αργινίνη βαζοπρεσσίνη 1/3
• Η AVP παράγεται από τα νευρικά κύτταρα του υποθαλάμου
δηλαδή από νευρώνες πυρήνων του υποθαλάμου και
συγκεκριμένα του παρακοιλιακού πυρήνα και του
υπεροπτικού πυρήνα του υποθαλάμου.
• Ερεθίσματα τα οποία διεγείρουν την έκκρισή της είναι η
αύξηση της ωσμωτικότητας του αίματος η οποία δρα μέσω
ωσμοϋποδοχέων διεγείροντας τον υπεροπτικό πυρήνα.
• Άλλο ερέθισμα που προκαλεί έκκριση της αργινίνης
βαζοπρεσσίνης είναι η ελάττωση του όγκου του αίματος ο
οποίος δρα θετικά διεγείροντας τον παρακοιλιακό και τον
υπεροπτικό πυρήνα για την παραγωγή και έκκριση της
αργινίνης - βαζοπρεσσίνης στο αίμα.
138
140
Ωοθήκες
(Ορμόνες και λειτουργία) 1/3
• Η φυσιολογική ωοθηκική λειτουργία εξαρτάται από την
αλληλεπίδραση παραγόντων που εκκρίνονται από τον υποθάλαμο,
την υπόφυση και την ωοθήκη.
• Κατά την αναπαραγωγική ηλικία, η κύρια ρυθμιστική μονάδα στην
ωοθήκη είναι το ωοθυλάκιο.
• Το ωοθυλάκιο αποτελείται από ένα ωάριο, το οποίο περιβάλλεται από
στοιβάδες κοκκιωδών κυττάρων που βρίσκονται κοντά στο ωάριο και
από στοιβάδες κυττάρων της θήκης, που περιβάλλουν εξωτερικά τα
κύτταρα της κοκκιώδους στοιβάδας.
• Οι εξελικτικές διαδικασίες που εμφανίζει το ωοθυλάκιο, όταν αρχίσει
η λειτουργία των ωοθηκών στην εποχή της ήβης, επαναλαμβάνονται
κυκλικά κάθε 28 ημέρες, μέχρι την ηλικία της εμμηνόπαυσης.
1
Ωοθήκες
(Ορμόνες και λειτουργία) 2/3
• Η αρχή και το τέλος του κυκλικού αυτού διαστήματος, που
ονομάζεται γεννητικός κύκλος, καθορίζονται χρονικά από την
εμφάνιση της εμμηνορρυσίας.
• Ο γεννητικός κύκλος διακρίνεται σε δύο φάσεις, την
παραγωγική και την εκκριτική φάση, οι οποίες χωρίζονται
από την ωοθυλακιορρηξία, που πραγματοποιείται στο μέσο
του κύκλου.
• Φυσιολογικά, σε κάθε κύκλο, αναπτύσσεται ένα
ωοθυλάκιο.
Ωοθήκες
(Ορμόνες και λειτουργία) 3/3
• Η παραγωγική φάση, η οποία αρχίζει με την εμφάνιση της
έμμηνης ρύσης και διαρκεί μέχρι την ωοθυλακιορρηξία,
χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του επικρατούντος
ωοθυλακίου, ενώ η εκκριτική φάση χαρακτηρίζεται από την
ανάπτυξη του ωχρού σωματίου.
• Η μέση διάρκεια του φυσιολογικού γεννητικού κύκλου είναι
28 ημέρες, ενώ μπορεί να κυμαίνεται από 22 έως 35 ημέρες.
• Η παραγωγική φάση έχει μέση διάρκεια 14 ημέρες, μπορεί
όμως, να κυμαίνεται έως τις 21 ημέρες. Η εκκριτική φάση
έχει διάρκεια 14 ημέρες.
3
Ωοθυλάκιο
Ανάπτυξη ωοθυλακίου
• Στη διάρκεια της εμβρυικής και της παιδικής ζωής, τα ωοθυλάκια
βρίσκονται στα αρχικά στάδια της ωρίμανσης τους (αρχέγονα,
πρωτογενή και δευτερογενή) και η ανάπτυξή τους εξαρτάται μόνο
από τοπικούς παράγοντες.
5
Ωοθυλακιορρηξία 1/2
• Η ωοθυλακιορρηξία σηματοδοτείται από την εκκριτική αιχμή της
ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH) και πραγματοποιείται 36 ώρες
αργότερα.
• Κατά την ωοθυλακιορρηξία, τα κύτταρα της κοκκιώδους στιβάδας του
ωοφόρου δίσκου απελευθερώνονται μαζί με το ωάριο στη
περιτοναϊκή κοιλότητα.
• Η εκκριτική αιχμή της LH αποτελεί μία περίπτωση
«νευροενδοκρινικής μεταβολής».
• Έτσι, ενώ οιστραδιόλη προκαλεί αρνητική επίδραση στην έκκριση της
θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH) και της LH στο μεγαλύτερο μέρος της
παραγωγικής φάσης, η αυξανόμενη παραγωγή οιστρογόνων από το
κυρίαρχο ωοθυλάκιο στο μέσον του κύκλου προκαλεί την εκκριτική
αιχμή της LH.
6
Ωοθυλακιορρηξία 2/2
• Η εκκριτική αιχμή της LH είναι συνισταμένη των δύο επιδράσεων
των αυξημένων επιπέδων των οιστρογόνων στον άξονα
«υποθάλαμος-υπόφυση», που προκαλούν και αυξημένη
ανταπόκριση των γοναδοτρόπων κυττάρων της υπόφυσης στη
εκκλυτική των γοναδοτροπινών ορμόνη (GnRH).
• Φαίνεται ότι και η αύξηση της προγεστερόνης παίζει κάποιο ρόλο
στην εκκριτική αιχμή της LH, καθώς αύξηση της προγεστερόνης
παρατηρείται 12 έως 40 ώρες από την εκκριτική αιχμή.
• Η εκκριτική αιχμή της LH προκαλεί τη συνέχιση της δεύτερης
μειωτικής διαίρεσης, την έναρξη της νεοαγγείωσης του
τοιχώματος του ωοθυλακίου και την ωοθυλακιορρηξία.
7
Κύκλος ωχρού σωματίου 1/3
• Το ωχρό σωμάτιο αντιπροσωπεύει τον πλέον μικροσκοπικό και
δραστήριο ενδοκρινή αδένα, παρόλη τη μικρή διάρκεια της ζωής
του, που είναι 14 ημέρες, περίπου, στη γυναίκα.
• Η προγεστερόνη, το κύριο στεροειδές που παράγεται με ρυθμό 40
mg την ημέρα κατά μέσο όρο της εκκριτικής φάσης, θα
προετοιμάσει τη μήτρα για την εμφύτευση της βλαστοκύστης και
θα διατηρήσει την εγκυμοσύνη μέχρι να αναλάβει η πλακουντιακή
μονάδα.
• Στην περίπτωση που δεν επισυμβεί εγκυμοσύνη, το ωχρό σωμάτιο,
με ενδοαδενικούς μηχανισμούς, θα αυτοκαταστραφεί με το
μηχανισμό της ωχρινόλυσης.
9
Κύκλος ωχρού σωματίου 3/3
• Η δυσκολία αυτή της κατανόησης των παραπάνω μηχανισμών
προέρχεται τόσο από τις εντυπωσιακές διαφορές στη ρύθμιση της
λειτουργίας του ωχρού σωματίου που υπάρχουν ανάμεσα στα
διάφορα ζωικά είδη, όσο και από τις διαφορετικές πληροφορίες
που προκύπτουν μεταξύ των in vitro πειραματικών «μοντέλων».
• Ως αποτέλεσμα, ενώ τα προτεινόμενα μοντέλα λειτουργίας και
θανάτου του ωχρού σωματίου είναι πολλά, αντιφάσκουν μεταξύ
τους.
10
11
Ορμόνες ωοθηκών
• Οι κύριες ορμόνες των ωοθηκών είναι τα οιστρογόνα και η
προγεστρόνη.
• Από τις ωοθήκες παράγονται επίσης και μικρά ποσά
ανδρογόνων και συνηθίζεται να περιλαμβάνεται σε αυτές και
η ρελαξίνη.
12
13
Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 2/11
• Η GnRH εκκρίνεται με παλμικό τρόπο κάθε 60 – 100 λεπτά στο
υποθαλαμικό – υποφυσιακό πυλαίο σύστημα και φτάνει με την
κυκλοφορία στον πρόσθιο λοβό της υπόφυσης, όπου και διεγείρει
την παραγωγή των γοναδοτροπινών.
• Το εύρος της παλμικής έκκρισης καθορίζεται τόσο από παράγοντες
του κεντρικού νευρικού συστήματος όσο και των μηχανισμών
feedback σε επίπεδο υπόφυσης και ωοθηκών, με άλλα λόγια μέσω
του μηχανισμού παλίνδρομης αλληλορύθμισης (feedback), τα
επίπεδα των ωοθηκικών ορμονών επηρεάζουν την εκκριτική
λειτουργία της υπόφυσης αλλά και του υποθάλαμου.
14
15
Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 4/11
16
17
Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 6/11
• Οι γοναδοτροπίνες λειτουργούν συνδυαστικά βάσει της
θεωρίας των « δύο κυττάρων-δύο γοναδοτροπινών» ως εξής:
• H LH δρα στα κύτταρα της θήκης για την παραγωγή
ανδρογόνων (ανδροστενδιόνη, τεστοστερόνη), τα ανδρογόνα
μεταφέρονται από τα κύτταρα της θήκης στα κοκκιώδη
κύτταρα, στα οποία τα ανδρογόνα μετατρέπονται σε
οιστρογόνα μέσω του ενζύμου της αρωματάσης και η
διαδικασία ελέγχεται από την FSH.
18
19
Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 8/11
• Τα οιστρογόνα προσδένονται σε ενδοκυττάριους υποδοχείς και
τροποποιούν τη δράση γονιδίων.
• Τα οιστρογόνα έχουν σωρεία επιδράσεων σε διάφορα όργανα –
στόχους και ιστούς του σώματος: προάγουν την παραγωγική φάση
του ενδομητρίου, στο μυομήτριο τη συσταλτικότητα, στο μαστό
την ανάπτυξη του μαστικού αδένα, έχουν μικρή αναβολική δράση
στο μυϊκό ιστό και προσδίδουν τους δευτερογενείς χαρακτήρες στο
θηλυκό φύλο.
Τα προγεσταγόνα έχουν ως μοναδικό εκπρόσωπο την
προγεστερόνη, μια στεροειδή ορμόνη, η οποία παράγεται κυρίως
από τον πλακούντα αλλά και από το ωχρό σωμάτιο της ωοθήκης.
20
21
Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 10/11
23
Εμμηνόπαυση-Ορισμός
• Ως εμμηνόπαυση ορίζουμε τη μόνιμη διακοπή της εμμήνου
ρύσεως για ένα έτος, η οποία σχετίζεται με την πτώση της
έκκρισης των οιστρογόνων, ως αποτέλεσμα της απώλειας της
λειτουργικότητας των ωοθυλακίων.
• Η μέση ηλικία εμφάνισής της είναι τα 51 έτη και καθορίζεται
από γενετικούς και όχι από φυλετικούς ή διατροφικούς
παράγοντες.
24
Εμμηνόπαυση 1/5
• Ως περιεμμηνόπαυση ορίζουμε το χρονικό διάστημα πριν την
εμμηνόπαυση, κατά τη διάρκειά της και έως και ένα έτος μετά την
εγκατάστασή της.
• Η περιεμμηνόπαυση ξεκινά περίπου στα μέσα ή προς τα τέλη της
4ης δεκαετίας της ζωής της γυναίκας, οπότε και προοδευτικά
εκπίπτει η ωοθηκική λειτουργία, και διαρκεί μέχρι την εγκατάσταση
της εμμηνόπαυσης, δηλαδή ένα χρόνο μετά τη διακοπή της
εμμηνορρυσίας.
• Κατά το διάστημα αυτό, το οποίο είναι μεταβατικό στάδιο προς την
επερχόμενη εμμηνόπαυση, είναι πιθανό να εμφανιστεί
συμπτωματολογία που σχετίζεται με τα προοδευτικά μειούμενα
επίπεδα οιστρογόνων, όπως για παράδειγμα οι αλλαγές στον
καταμήνιο κύκλο σε ότι αφορά τη συχνότητα, τη διάρκεια και την
ποσότητα της εμμηνορρυσίας.
25
Εμμηνόπαυση 2/5
• Καθώς πλησιάζει η εμμηνόπαυση, κατά το τέλος της μεταβατικής
φάσης δηλαδή, επηρεάζονται όχι μόνο τα επίπεδα ιδίως των
ωοθηκικής προέλευσης ορμονών (οιστρογόνα, προγεστερόνη και
ανδρογόνα) αλλά και ο τρόπος σύνθεσης και δράσης τους.
• Τα επίπεδα της ινχιμπίνης, τα οποία σταδιακά μειώνονταν από τη
μεταβατική κιόλας φάση, φτάνουν σε επίπεδα στα οποία
καταργείται το αρνητικό feedback στην υπόφυση, με αποτέλεσμα
τα επίπεδα των γοναδοτροπινών (FSH, LH) να αυξάνονται.
• Η αύξηση των γοναδοτροπινών προκαλεί υπερδιέγερση των
ωοθυλακίων και ως εκ τούτου επιτείνεται η ατρησία τους.
26
Εμμηνόπαυση 3/5
• Μέσω του μηχανισμού feedback, η έκπτωση της ωοθηκικής
λειτουργίας μειώνει τα επίπεδα των οιστρογόνων και της
ινχιμπίνης με συνακόλουθη επιπλέον αύξηση της FSH και LH
και εκ νέου επίταση της ατρησίας περισσότερων
ωοθυλακίων.
• Η ένδεια των οιστρογόνων, τελικά, δεν επιτρέπει την
πάχυνση του ενδομητρίου και ως επακόλουθο, η
εμμηνορρυσία σταματά.
27
Εμμηνόπαυση 4/5
• Οι γοναδοτροπίνες φτάνουν στα μέγιστα επίπεδα τρία χρόνια μετά
την εμμηνόπαυση αλλά τότε απορρυθμίζεται ο μηχανισμός
παλίνδρομης αλληλορύθμισης, με αποτέλεσμα τα επίπεδά τους
στη συνέχεια να μειωθούν.
Παρά το γεγονός της αμελητέας παραγωγής οιστρογόνων από την
μετεμμηνοπαυσιακή ωοθήκη, μπορούν να διαπιστωθούν
ανιχνεύσιμες ποσότητες οιστραδιόλης και, κυρίως, οιστρόνης, στο
αίμα των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών. Το «παράδοξο» αυτό
εξηγείται με το γεγονός της περιφερικής αρωματοποίησης των
ανδρογόνων επινεφριδιακής και ωοθηκικής προέλευσης προς
οιστρογόνα.
28
Εμμηνόπαυση 5/5
• Οι παχύσαρκες γυναίκες έχουν αυξημένα επίπεδα οιστρογόνων
εξαιτίας της περιφερικής αρωματοποίησης και ως εκ τούτου
αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου για εμφάνιση καρκίνου του
ενδομητρίου.
Τα επίπεδά των ανδρογόνων μειώνονται κατά την εμμηνόπαυση
εξαιτίας της προοδευτικής μείωσης της παραγωγής τους από τις
ωοθήκες, ωστόσο διατηρείται η επινεφριδιακή παραγωγή, αλλά
μετά την εμμηνόπαυση τα επινεφρίδια μειώνουν την παραγωγή
ανδρογόνων (DHEA, DHEAS και Δ4Α) κατά 50 – 60%.
• Οι ανωτέρω ορμόνες αποτελούν, στην ουσία, προορμόνες, οι
οποίες μετατρέπονται στην περιφέρεια στις δραστικότερες μορφές
ανδρογόνων, δηλαδή στη διϋδροτεστοστερόνη και τεστοστερόνη.
29
Σχετιζόμενη με την εμμηνόπαυση
συμπτωματολογία 1/2
Ανωμαλίες και απώλεια της περιόδου
• Οι ανωμαλίες στον καταμήνιο κύκλο (συχνότητα, διάρκεια,
ποσότητα) είναι από τα πρώτα συμπτώματα που παρατηρεί η
γυναίκα.
• Όπως προαναφέρθηκε, της διακοπής της εμμηνορρυσίας
προηγείται μια περίοδος ανωμαλιών, η οποία θα οδηγήσει
στη μόνιμη διακοπή της εμμήνου ρύσεως.
30
32
34
Όρχεις
(Λειτουργία) 1/6
• Οι όρχεις, (γεννητικοί αδένες του άνδρα), παράγουν από τα
γεννητικά κύτταρα τα σπερματοζωάρια, παράλληλα δε
εμφανίζουν ενδοκρινή λειτουργία με έκκριση των
στεροειδών από τα κύτταρα του Leydig.
• Η επιδιδυμίδα συνδέεται με τον όρχι, αποτελεί δε και την
κύρια και αρχική μοίρα της εκφορητικής οδού του
σπέρματος. Στην επιδιδυμίδα ωριμάζουν και αποθηκεύονται
τα σπερματοζωάρια.
35
Όρχεις
(Λειτουργία) 2/6
• Ο ιδίως όρχις έχει σχήμα ελλειψοειδές, αποπεπλατυσμένο από
τα πλάγια και μέγεθος καρύου.
• Από απόψεως λεπτής κατασκευής ο όρχις αποτελείται από:
1. Τον ινώδη χιτώνα.
2. Τα σπερματικά σωληνάρια.
3. Τη διάμεση ουσία.
4. Αγγεία και νεύρα.
36
Απεικόνιση όρχεως
Diagram of an adult human testicle:
A) Blood vessels; B) Head of
epididymis; C) Efferent ductules; D)
Seminiferous tubules; E) Parietal
lamina of tunica vaginalis; F) Visceral
lamina of tunica vaginalis; G) Cavity of
tunica vaginalis; H) Tunica albuginea;
I) Lobule of testis; J) Tail of
epididymis; K) Body of epididymis; L)
Mediastinum; M) Vas deferens
1. Ο ινώδης χιτώνας
περιβάλλει εξωτερικά τον
όρχι και σχηματίζει
αντιστοίχως προς το άνω
τριτημόριο του οπισθίου
χείλους του όρχεως το
ονομαζόμενο ιγμόρειο
σώμα ή μεσαύλιο του
όρχεως.
Όρχεις
(Λειτουργία) 4/6
2. Τα σπερματικά σωληνάρια αρχίζουν ή με τυφλό ανεξάρτητο άκρο ή
από ένα κοινό δίκτυο σωληναρίων, το οποίο βρίσκεται κάτω από τον
ινώδη χιτώνα του όρχεως. Σε κάθε ορχικό λοβίδιο περιέχονται 3-4
σπερματικά σωληνάρια. Τα ευθέα σωληνάρια αναστομούμενα με
άλλα ευθέα σωληνάρια εισέρχονται εντός του ιγμορείου σώματος
όπου σχηματίζουν το αλλήρειο δίκτυο (δίκτυο του Haller).
o Κατά συνέπεια κάθε σπερματικό σωληνάριο εμφανίζει δύο μοίρες,
την εσπειραμένη και την ευθεία.
o Η εσπειραμένη μοίρα παράγει τα σπερματοζωάρια, η δε ευθεία τα
αποχετεύει.
o Το τοίχωμα του εσπειραμένου σπερματικού σωληναρίου αποτελείται:
1) από τον βασικό υμένα, 2) από επιθήλιο.
o Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα κύτταρα του τοιχώματος του
σπερματικού σωληναρίου.
39
Όρχεις
(Λειτουργία) 5/6
3. Η διάμεσος ουσία (στρώμα) αποτελείται από συνδετικό
ιστό, ο οποίος παρεμβάλλεται μεταξύ των εσπειραμένων
σπερματικών σωληναρίων και από τα διάμεσα κύτταρα του
Leydig.
40
Όρχεις
(Λειτουργία) 6/6
4. Η αγγείωση του όρχεως γίνεται μέσω 1) της έσω σπερματικής
αρτηρίας, 2) της εκφορητικής αρτηρίας, 3) της έξω σπερματικής.
o Ανάλογα με την ανατομική διαφοροποίηση του όρχεως σε δύο
συστήματα, αυτός έχει να επιτελέσει δύο διαφορετικές λειτουργίες:
o Την ενδοκρινή, η οποία επιτελείται στα διάμεσα κύτταρα του Leydig
με τη σύνθεση από χοληστερίνη του σπουδαιότερου ανδρογόνου,
της τεστοστερόνης. Μια άλλη ενδοκρινή λειτουργία των όρχεων
είναι η σύνθεση της συνδετικής των ανδρογόνων πρωτεΐνης (ΑΒP)
και της ανασταλτικής πρωτεΐνης ινχιμπίνης (Inhibin).
o Tην εξωκρινή λειτουργία, η οποία πραγματοποιείται στα
σπερματικά σωληνάρια και συνίσταται στην παραγωγή των
σπερματοζωαρίων. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται σπερματογένεση.
41
Ανατομικά στοιχεία όρχι
1. Tunica albuginea, 2. Septula
testis, 3. Lobulus testis, 4.
Mediastinum testis, 5. Tubuli
seminiferi contorti, 6. Tubuli
seminiferi recti, 7. Rete testis, 8.
Ductuli efferentes testis, 9a. Head of
epididymis, 9b. Body of epididymis,
9c. Tail of epididymis,10. Vas
deferens, 11a. Tunica vaginalis
(parietal lamina), 11b. Tunica
vaginalis (visceral lamina), and 12.
Cavity of tunica vaginalis.
“Testis”, από KDS444 διαθέσιμο με
άδεια CC BY-SA 3.0 42
43
Τα κύτταρα του Leydig 1/11
• Τα διάμεσα κύτταρα του Leydig αποτελούν το
σημαντικότερο ενδοκρινικό σύστημα του όρχεως.
• Η ποσοστιαία αναλογία τους στον ανθρώπινο όρχι σε σχέση
με τα άλλα κύτταρα ανέρχεται στο 10-12%. Τα κύτταρα αυτά
βρίσκονται σε ομάδες μεταξύ των σπερματικών σωληναρίων,
τοποθετημένα σε αργυρόφιλες και κολλαγόνες ίνες.
• Σε εξάρτηση από τη θέση τους γύρω από τα αγγεία ή τα
σπερματικά σωληνάρια, τα κύτταρα του Leydig διακρίνονται
στα «περιαγγειακά» και τα «περισωληναριακά».
44
46
47
Τα κύτταρα του Leydig 5/11
• Τα κύτταρα του Sertoli εκκρίνουν το μυλλέρειο ανασταλτικό
παράγοντα (MIF = Mullerian Inhibiting Factor), ο οποίος
προκαλεί την υποστροφή των πόρων του Muller.
• Τα κύτταρα του Leydig αρχίζουν σε αυτή τη φάση για πρώτη
φορά να δρουν ορμονικά και από την 7η εβδομάδα
εγκυμοσύνης προκαλούν την ανάπτυξη των ανδρικών
γεννητικών οργάνων.
48
49
Τα κύτταρα του Leydig 7/11
50
51
Τα κύτταρα του Leydig 9/11
• Την κύρια ουσία για τη σύνθεση των στεροειδών αποτελεί η
χοληστερίνη. Η χοληστερίνη βρίσκεται στα κύτταρα του Leydig
τόσο υπό ελεύθερη μορφή όσο και υπό συνδεδεμένη μορφή
εστέρος.
• Κατ’ αρχάς μετατρέπεται η χοληστερίνη σε πρεγνενολόνη. Η
μετατροπή αυτή γίνεται στα μιτοχόνδρια των κυττάρων, τα οποία
διαθέτουν τα απαραίτητα ένζυμα γι' αυτή τη διαδικασία.
• Η βιοσύνθεση των στεροειδών στα κύτταρα του Leydig διεγείρεται
από τη γοναδοτροπίνη LH του προσθίου λοβού της υποφύσεως.
52
53
Τα κύτταρα του Leydig 11/11
• Το γεγονός της ύπαρξης των οιστρογονικών υποδοχέων στα
κύτταρα του Leydig φαίνεται να έχει μεγάλη σημασία,
δεδομένου ότι τα κύτταρα αυτά είναι σε θέση να
σχηματίσουν, υπό την επίδραση μιας αρωματάσης,
οιστρογόνα από τεστοστερόνη.
• Τα οιστρογόνα αυτά εν συνεχεία, συνδεόμενα με τους
οιστρογονικούς υποδοχείς του κυττάρου, μπορούν να δρουν
ανασταλτικά στη σύνθεση της τεστοστερόνης.
54
55
Μεταβολισμός της τεστοστερόνης 2/4
• Το επίπεδο της τεστοστερόνης στο αίμα ανέρχεται στα 6-8 ng/ml.
To υπόλοιπο της παραγόμενης τεστοστερόνης διατίθεται για τη
διατήρηση της σπερματογένεσης. Το επίπεδο της τεστοστερόνης
στους όρχεις είναι 50 φορές υψηλότερο από το επίπεδο της
τεστοστερόνης στο περιφερικό αίμα.
• Η τεστοστερόνη φθάνει, μέσω του ρυθμιστικού συστήματος των
όρχεων (tight junctions), στο κύτταρο του Sertoli, όπου συνδέεται
με την εκεί παραγόμενη πρωτεΐνη σύνδεσης των ανδρογόνων
(androgen binding protein-ΑΒΡ) και μεταφέρεται κατ' αυτό τον
τρόπο στον αυλό του σπερματικού σωληναρίου. Η πρωτεΐνη
σύνδεσης των ανδρογόνων (ΑΒΡ) αποτελεί το μεταφορέα της
τεστοστερόνης.
56
57
Μεταβολισμός της τεστοστερόνης 4/4
• Η μεταφορά της τεστοστερόνης από τους όρχεις στο αίμα γίνεται
αποκλειστικά μέσω του φλεβικού πλέγματος (plexus pampiniformis).
To μεγαλύτερο μέρος της τεστοστερόνης στο αίμα είναι
συνδεδεμένο αφ' ενός με πρωτεΐνες του αίματος, κυρίως τη
λευκωματίνη (περίπου 68%), και αφ' ετέρου με τη συνδετική των
στερoειδο-ορμονών σφαιρίνη (SHBG = Sex-Hormone-Binding-
Globulin) (περίπου 30%). Μόνο το 2% της τεστοστερόνης βρίσκεται
ελεύθερο στο αίμα. Η SHBG είναι μία β-σφαιρίνη με μοριακό βάρος
μεταξύ 80-94 kD.
• Η συνδεδεμένη με πρωτεΐνες τεστοστερόνη φθάνει δια της αιματικής
οδού στην περιφέρεια και οδηγείται στους ιστούς, οι οποίοι
παρουσιάζουν ευαισθησία στα ανδρογόνα και ανταποκρίνονται
θετικά στη δράση τους.
58
59
Δράσεις ανδρογόνων 2/3
• Βασικά θα πρέπει να διαχωρισθεί η καθαρά «ανδρογόνος»
δράση της τεστοστερόνης από την «αναβολική» ειδική δράση της
επί των ιστών (του ήπατος, των νεφρών, των οστών και των μυών).
• Η ανδρογόνος δράση της τεστοστερόνης είναι απαραίτητος
παράγοντας για την πραγματοποίηση του σεξουαλικού
φαινότυπου κατά την εμβρυϊκή εξέλιξη και την εφηβεία (το
σχηματισμό, την αύξηση και ωρίμανση των ανδρικών γεννητικών
αδένων και εξωτερικών οργάνων, την ανάπτυξη των ανδρικών
χαρακτηριστικών, των ψυχικών ανδρικών αντιδράσεων και της
σεξουαλικής συμπεριφοράς).
60
61
Οιστρογόνα στον άνδρα 1/2
• Τα σπουδαιότερα οιστρογόνα στο αίμα του άνδρα είναι η
οιστραδιόλη (40 mg/ημερησίως) και η οιστρόνη (60
mg/ημερησίως).
• Το επίπεδο των οιστρογόνων κατέρχεται μετά από
αμφοτερόπλευρη ορχεκτομία, ανέρχεται δε μετά από διέγερση
των κυττάρων του Leydig με την ορμόνη HCG.
• Το 20% των οιστρογόνων του άνδρα προέρχεται από τους όρχεις.
• Το μεγαλύτερο μέρος σχηματίζεται από τη μετατροπή της
τεστοστερόνης σε οιστρογόνα στην περιφέρεια μέσω μιας
αρωματάσης.
62
63
Δράση ανδρογόνων στον ενδοκυττάριο
υποδοχέα
“Human androgen receptor and androgen binding”, από Jonathan.Marcus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
64
65
Μηχανισμός ανδρογόνου δράσης της
DHT
• Η DHT συνδέεται με έναν κυτταροπλασματικό ανδρογονικό
πρωτεϊνικό υποδοχέα και υπό τη μορφή αυτή εισέρχεται στο
εσωτερικό του πυρήνα. Ο υποδοχέας είναι μία πρωτεΐνη
αποτελούμενη από ένα τμήμα για τη σύνδεση της με τα στεροειδή,
ένα άλλο τμήμα για το DNA και μία ρυθμιστική ομάδα.
• Το σύνολο «ορμόνη-υποδοχέας» ενεργοποιείται και οδηγεί στη
σύνθεση των πρωτεϊνών στο κυτταρόπλασμα.
• Ο ανδρογονικός υποδοχέας είναι δυνατό να ανασταλεί με
αντιανδρογόνα. Η ενζυμική δραστηριότητα της 5α-αναγωγάσης
μπορεί να ανασταλεί με φάρμακα. Από την άλλη πλευρά είναι
δυνατό ανασταλτικές της αρωματάσης ουσίες να μπλοκάρουν τη
μετατροπή της τεστοστερόνης σε οιστρογόνα.
66
67
Καταβολισμός τεστοστερόνης
• Ο καταβολισμός της τεστοστερόνης γίνεται σε διάφορα
όργανα του σώματος μέσω οξείδωσης της σε 17
κετοστεροειδή.
• Αυτά αποτελούν το 40% των μεταβολιτών. Το επίπεδο τους
στα ούρα δίνει μία έμμεση εικόνα του επιπέδου και της
δράσης της τεστοστερόνης.
• Ένα μεγάλο μέρος της τεστοστερόνης αποβάλλεται μέσω του
ήπατος μετά τη σύνδεση της με γλυκουρονικό οξύ.
• Ένα μικρό μέρος τεστοστερόνης (1%) αποβάλλεται
αμετάβλητο μέσω των ούρων.
68
69
Λειτουργίες των κυττάρων του Sertoli 2/2
4. Εκκρίνουν πολλές πρωτεΐνες, μερικές από τις οποίες είναι ειδικές
για τους όρχεις, όπως η ΑΒΡ που δεσμεύει τα ανδρογόνα και
άλλες παρόμοιες με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, όπως η
τρανσφερρίνη, που χρησιμεύει σαν πηγή σιδήρου για τις
πρωτεΐνες της αίμης στα κύτταρα της σπερματογένεσης.
5. Απορροφούν διάφορες ουσίες.
6. Επιτελούν φαγοκυτταρικές λειτουργίες.
70
71
Γενικές χρήσεις των ανδρογόνων 2/2
• Στον αθλητισμό γίνεται συχνά κατάχρηση των αναβολικών
στεροειδών (νανδρολόνη), τα οποία αυξάνουν την μυική μάζα
και περιλαμβάνονται στην λίστα των απαγορευμένων
σκευασμάτων.
• Τα στεροειδή αυτά έχουν σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες με
την μορφή της αυξημένης επιθετικότητας και βίας.
• Οι μεγάλες δόσεις αναστέλλουν την υποφυσιακή λειτουργία και
οδηγούν σε στειρότητα λόγω καταστολής της έκκρισης της FSH, η
οποία είναι απαραίτητη για την παραγωγή του σπέρματος.
Υπάρχει επίσης αυξημένος κίνδυνος ηπατικής βλάβης από
παρατεταμένη χρήση.
72
“Pancreas nih”, από File Upload Bot (Magnus Manske) διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
2
Ανατομικά στοιχεία του παγκρέατος 2/2
• Δομική και λειτουργική μονάδα κάθε λοβίου είναι η εκκριτική
μονάδα.
• Η εκκριτική μονάδα αποτελείται από την αδενοκυψέλη και τον
εμβόλιμο πόρο. Η αδενοκυψέλη αποτελείται από 15-100 κύτταρα
που συνθέτουν και εκκρίνουν στον αυλό περίπου 20 διαφορετικά
ζυμογόνα και πεπτικές πρωτεΐνες Τα επιθηλιακά κύτταρα των
πόρων συμμετέχουν στην τελική σύνθεση του παγκρεατικού υγρού
με την ρύθμιση της έκκρισης ηλεκτρολυτών, διττανθρακικών και
Η2Ο.
1. Bile ducts:
2. Intrahepatic bile ducts
3. Left and right hepatic ducts
4. Common hepatic duct
5. Cystic duct
6. Common bile duct
7. Ampulla of Vater
8. Major duodenal papilla
9. Gallbladder
10-11. Right and left lobes
of liver
12. Spleen
13. Esophagus
14. Stomach
15. Duodenum
16. Jejunum
17. Pancreas:
18. Accessory pancreatic duct
19. Pancreatic duct
20-21: Right and left kidneys
6
Μικροανατομική μορφολογία
ενδοκρινούς και εξωκρινούς μοίρας
Ινσουλίνη 2/2
• Η προϊνσουλίνη μεταφέρεται στη συσκευή Golgi όπου
αποθηκεύεται στα εκκριτικά κοκκία. Η ωρίμανση των εκκριτικών
κοκκίων περιλαμβάνει την μετατροπή της προϊνσουλίνης σε
ινσουλίνη και C πεπτίδιο με τη δράση πρωτεολυτικών ενζύμων. Το
περιεχόμενο των ώριμων εκκριτικών κοκκίων είτε εκκρίνεται άμεσα
στην κυκλοφορία είτε παραμένει αποθηκευμένο έως ότου το β-
κύτταρο δεχθεί το κατάλληλο ερέθισμα για την απελευθέρωση
του.
• Κύριο ερέθισμα για την έκκριση της ινσουλίνης είναι τα επίπεδα
γλυκόζης του αίματος
10
Μοριακή δομή της ινσουλίνης
“Insulin glucose metabolism ZP”, από File Upload Bot (Magnus Manske) διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
13
15
16
Γλυκαγόνη 1/2
• Παράγεται από τα α-κύτταρα των νησιδίων του Langerhans.
• Είναι πρωτεΐνη που αποτελείται από 29 αμινοξέα
• Το γονίδιο της βρίσκεται στο μακρύ σκέλος του χρωμοσώματος 2.
Η γλυκαγόνη εκκρίνεται όταν ελαττώνεται η συγκέντρωση
γλυκόζης στο αίμα
• Η λήψη πρωτεϊνών φαίνεται να είναι ισχυρό ερέθισμα για την
παραγωγή γλυκαγόνης. Αμινοξέα όπως η αργινίνη και η αλανίνη
διεγείρουν την έκκριση της. Το φαινόμενο εξηγείται από το
γεγονός ότι αυτά στην συνέχεια θα χρησιμοποιηθούν υπό την
επίδραση της γλυκαγόνης στο ήπαρ για την παραγωγή γλυκόζης
μέσω της διαδικασίας της νεογλυκογένεσης συμβάλλοντας στην
αύξηση της συγκέντρωσης της γλυκόζης στον ορό.
17
Γλυκαγόνη 2/2
• Γενικά όταν υπάρχει αύξηση των ενεργειακών αναγκών και
κατά συνέπεια κατανάλωση γλυκόζης από τους ιστούς
ενεργοποιείται η παραγωγή γλυκαγόνης και των άλλων
ορμονών του stress (GH, κορτιζόλη, αδρεναλίνη) ώστε να
διατηρηθεί η συγκέντρωση της γλυκόζης σε ικανοποιητικά
επίπεδα για την επαρκή ενεργειακή κάλυψη των πλέον
ευαίσθητων οργάνων όπως ο εγκέφαλος.
18
Μοριακή δομή της γλυκαγόνης
19
20
“Regulation of glycogen metabolism glucagon”, από Yikrazuul διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Δράση της γλυκαγόνης
• Ενεργοποίηση της γλυκογονόλυσης στο ήπαρ με αποτέλεσμα
αύξηση της συγκέντρωσης της γλυκόζης.
• Διέγερση της νεογλυκογένεσης στο ήπαρ.
• Αυξάνει την απελευθέρωση λιπαρών οξέων από τα
λιποκύτταρα και αναστέλλει την αποθήκευση τους στο ήπαρ
καθιστώντας τα έτσι διαθέσιμα για τις ενεργειακές ανάγκες
του οργανισμού.
• Σε υψηλές συγκεντρώσεις ενισχύει την συσταλτικότητα του
καρδιακού μυός, την έκκριση χολής, ενώ αναστέλλει την
έκκριση ΗCl από τους αδένες του γαστρικού βλεννογόνου.
21
Σωματοστατίνη 1/2
• Πεπτίδιο με 14 αμινοξέα που παράγεται από τα δ-κύτταρα.
• Το όνομα της οφείλεται στην ιδιότητα της να αναστέλλει την
έκκριση της αυξητικής ορμόνης (GH).
• Εκτός από το πάγκρεας βρίσκεται και σε άλλους ιστούς όπως ο
υποθάλαμος και ο γαστρεντερικός σωλήνας.
• Διεγέρτες της έκκρισης είναι η αυξημένη γλυκόζη, αυξημένα
αμινοξέα, αυξημένα λιπαρά οξέα και αυξημένη συγκέντρωση
ορισμένων ορμονών που εκκρίνονται από τα ανώτερα τμήματα της
γαστρεντερικής οδού σαν απάντηση στην πρόσληψη τροφής.
22
Σωματοστατίνη 2/2
• Δράση της Σωματοστατίνης
o Φαίνεται να έχει σημαντική παρακρινική δράση στον
γαστρεντερικό βλεννογόνο αναστέλλοντας την έκκριση
γαστρίνης, εκκριματίνης, χολοκυστοκινίνης, VIP, GIP και
μοτιλίνης .
o Δρα στα νησίδια του Langerhans ανασταλτικά στην παραγωγή
ινσουλίνης και γλυκαγόνης.
o Αποτέλεσμα των ανωτέρω δράσεων είναι ο περιορισμός της
κινητικότητας του στομάχου, δωδεκαδακτύλου και χοληδόχου
κύστεως και η μείωση της έκκρισης και απορρόφησης του
γαστρεντερικού επιθηλίου.
23
Παγκρεατικό πολυπεπτίδιο
• Παράγεται από τα F κύτταρα των νησιδίων του Langerhans .
• H έκκριση διεγείρεται από την πρόσληψη πρωτεϊνών, την
άσκηση νηστείας, την οξεία υπογλυκαιμία.
• Η έκκριση του αναστέλλεται από την σωματοστατίνη και την
ενδοφλέβια χορήγηση γλυκόζης.
• Φαίνεται να αναστέλλει την σύσπαση της χοληδόχου
κύστεως και την έκκριση των παγκρεατικών ενζύμων. Αυξάνει
την κινητικότητα στομάχου, λεπτού και παχέος εντέρου.
24
Εξωκρινής μοίρα παγκρέατος
• Η εξωκρινής μοίρα του παγκρέατος συνθέτει και εκκρίνει το
παγκρεατικό υγρό που περιλαμβάνει πεπτικά ένζυμα και υδατικό
διάλυμα ηλεκτρολυτών και διττανθρακικών .
• Τα πεπτικά ένζυμα εκκρίνονται από τις αδενοκυψέλες του
παγκρέατος ενώ το διάλυμα των ηλεκτρολυτών και διττανθρακικών
από τα επιθηλιακά κύτταρα των μικρών και μεγάλων εκφορητικών
πόρων του αδένα.
• Tο παγκρεατικό υγρό εκκρίνεται με την παρουσία χυμού στο
ανώτερο τμήμα του λεπτού εντέρου.
• Το παγκρεατικό υγρό συμμετέχει στην λειτουργία της πέψης και
στην ρύθμιση του pH του εντερικού σωλήνα.
• Περίπου 500-800 ml παγκρεατικού υγρού παράγονται ημερησίως .
25
Παγκρεατικά ένζυμα
• Σημαντικό ένζυμο στη λειτουργία του παγκρεατικού υγρού είναι η
θρυψίνη.
• Τα παγκρεατικά ένζυμα παράγονται από τις αδενοκυψέλες του
παγκρέατος με τη μορφή προενζύμων (θρυψινογόνο,
χυμοθρυψινογόνο, προκαρβοξιπεπτιδάση).
• Έτσι, προστατεύεται το πάγκρεας από την αυτοπεψία.
• Η ενεργοποίηση των προενζύμων ξεκινά με την εντεροκινάση ένα
πρωτεολυτικό ένζυμο που παράγεται από τα κύτταρα του
βλεννογόνου του δωδεκαδακτύλου και που διασπά το
θρυψινογόνο σε θρυψίνη.
• Η θρυψίνη δρα αυτοκαταλυτικά στην μετατροπή του
θρυψινογόνου σε θρυψίνη.
26
Παραγωγή παγκρεατικών ενζύμων 1/4
courses.washington.edu
27
28
Παραγωγή παγκρεατικών ενζύμων 3/4
29
30
Διττανθρακικά 1/2
• Διοξείδιο του άνθρακα (CO2) διαχέεται από το αίμα προς το
εσωτερικό του κυττάρου των πόρων όπου με τη δράση της
καρβονικής ανυδράσης διίσταται σε HCO3- και Η+ .
• Το ΗCΟ3- μεταφέρεται ενεργητικά (μέσω ενός τασεοεξαρτώμενου
διαύλου HCO3- - Cl- και ενός αντιμεταφορέα HCO3- -Cl-) από την
κυτταρική μεμβράνη του κυττάρου των πόρων προς τον αυλό του
εμβόλιμου σωληναρίου.
• Τα Η+ ανταλλάσσονται ενεργητικά από τον άλλο πόλο του
κυττάρου με Na+ .
• Tα Na+ διαχέονται η μεταφέρονται ενεργητικά δια της κυτταρικής
μεμβράνης του πόλου που βρίσκεται προς τον αυλό του εμβόλιμου
σωληναρίου για αποκατάσταση της ηλεκτρικής ουδετερότητας.
31
Διττανθρακικά 2/2
• Με την μετακίνηση Na+ και ΗCO3- από το αίμα προς τον αυλό
δημιουργείται ωσμωτικό πρανές με συνέπεια ώσμωση Η2Ο προς
τους πόρους και δημιουργία του διαλύματος ΝaHCO3.
• Κατά την ροή του παγκρεατικού υγρού εντός των πόρων
πραγματοποιείται ανταλλαγή HCO3- Cl -που εξαρτάται από την
ταχύτητα ροής.
• Όσο περισσότερο παγκρεατικό υγρό παράγεται τόσο μεγαλύτερη
είναι η ταχύτητα ροής και επομένως μικρότερη η ανταλλαγή των
ιόντων άρα τόσο πλουσιότερο σεHCO3- είναι το παγκρεατικό υγρό.
32
Φάσεις έκκρισης του παγκρεατικού
υγρού 1/2
• Η έκκριση παγκρεατικού υγρού επιτελείται σε τρεις φάσεις:
Κεφαλική, Γαστρική, Εντερική.
• ΚΕΦΑΛΙΚΗ ΦΑΣΗ
Ερεθίσματα οπτικά, οσφρητικά, γευστικά προκαλούν την
δημιουργία νευρικών σημάτων από τον εγκεφαλικό φλοιό και
τον υποθάλαμο μέσω του πνευμονογαστρικού νεύρου.
Διεγείρουν το πάγκρεας με αποτέλεσμα την έκκριση μέτριου
ποσού ενζύμων που αποτελεί το 20% της ολικής
παγκρεατικής έκκρισης. Ελάχιστο έκκριμα ρέει προς το
έντερο γιατί παράγονται ελάχιστο νερό και ηλεκτρολύτες.
33
34
Εκκριματίνη
• ΕΚΚΡΙΜΑΤΙΝΗ
Όταν όξινος χυμός με pH 4,5-5 εισέρχεται στο δωδεκαδάκτυλο
προκαλεί την απελευθέρωση και ενεργοποίηση της εκκριματίνης
Η εκκριματίνη προκαλεί την παράγωγή άφθονου παγκρεατικού
υγρού που περιέχει μεγάλες ποσότητες NAHCO3 με αποτέλεσμα
την εξουδετέρωση του HCl του γαστρικού υγρού
Έτσι, τερματίζεται η δραστηριότητα του γαστρικού υγρού, ο
βλεννογόνος του δωδεκαδακτύλου προστατεύεται από την
δημιουργία έλκους ενώ παρέχεται και το κατάλληλο pH για την
δράση των πεπτικών ενζύμων (7-8).
35
Χολοκυστοκινίνη
• ΧΟΛΟΚΥΣΤΟΚΙΝΙΝΗ
Με την είσοδο τροφής στο δωδεκαδάκτυλο προκαλείται η
παραγωγή της χολοκυστοκινίνης . Ερέθισμα για την έκκριση
της είναι οι πρωτεόζες και πεπτόνες (προϊόντα της μερικής
διάσπασης των πρωτεϊνών) καθώς και λιπαρά οξέα και το
HCl.
Η χολοκυστοκινίνη είναι η κυρίως υπεύθυνη ορμόνη για την
έκκριση της μεγαλύτερης ποσότητος των πεπτικών ενζύμων
(70-80%).
36
Διαβήτης ορισμοί 1/2
• Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια μεταβολική νόσος η οποία
χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου
στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού
της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης
ινσουλίνης, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των
κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.
37
38
Σακχαρώδης διαβήτης Ι
Παλαιότερα γνωστός και ως ινσουλινοεξαρτώμενος ή νεανικός διαβήτης.
• Χαρακτηρίζεται από καταστροφή των β- κυττάρων του παγκρέατος,
που είναι υπεύθυνα για την παραγωγή ινσουλίνης, με αποτέλεσμα
ολική έλλειψη ή ελάχιστη έκκριση ινσουλίνης.
• Η μορφή αυτή διαβήτη θεωρείται ανοσολογικό νόσημα. Ο
οργανισμός δηλαδή αναγνωρίζει τα ίδια του τα β-κύτταρα στο
πάγκρεας ως ξένα και κινητοποιεί μια διαδικασία καταστροφής.
• Ο τύπος αυτός προσβάλλει το 5-10% των περιπτώσεων διαβήτη, από
τις οποίες αντιστοιχεί κυρίως σε παιδιά αλλά και ενήλικες (σε
μικρότερο ποσοστό).
• Ο ασθενής είναι απόλυτα εξαρτημένος από την εξωγενή χορήγηση
ινσουλίνης, προκειμένου τα επίπεδα σακχάρου του αίματος να
διατηρηθούν σε φυσιολογικά επίπεδα.
39
Σακχαρώδης διαβήτης ΙΙ
Παλαιότερα γνωστός και ως μη ινσουλινοεξαρτώμενος διαβήτης.
• Χαρακτηρίζεται από το συνδυασμό ελαττωμένης έκκρισης
ινσουλίνης και ελαττωμένης ευαισθησίας των κυττάρων στη δράση
της (ινσουλινοαντοχή).
• Στα πρώτα στάδια της νόσου, η ελαττωμένη ευαισθησία στην
ινσουλίνη είναι η κύρια διαταραχή, ενώ τα επίπεδα ινσουλίνης στο
αίμα είναι αυξημένα.
• Ο διαβήτης τύπου ΙΙ προσβάλει το 90-95% των περιπτώσεων και
είναι η συχνότερη αιτία διαβήτη στους ενήλικες και συνήθως σε
άτομα ηλικίας άνω των 40 χρονών.
• Η επιβίωση του ατόμου δεν εξαρτάται από την εξωγενή χορήγηση
ινσουλίνης.
40
Επιδημιολογικά δεδομένα διαβήτη 1/2
• Ο διαβήτης αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες θανάτου
παγκοσμίως. Κάθε 10 δευτερόλεπτα ένα άτομο πεθαίνει από
διαβήτη ή κάποια επιπλοκή της νόσου.
• Αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα οι θάνατοι εξαιτίας του
διαβήτη, θα αυξηθούν κατά 50% μέσα σε μόλις 10 έτη.
• Σύμφωνα με την Διεθνή Ομοσπονδία για τον σακχαρώδη
διαβήτη (IDF) υπολογίζεται ότι το 2007 περίπου 3,5
εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας του
διαβήτη, αριθμός που υπερβαίνει τους θανάτους από τον ιό
του AIDS και την ελονοσία.
41
42
Αιτιολογία διαβήτη 1/2
Τα ακριβή αίτια αυτής της ασθένειας δεν είναι γνωστά. Υπάρχουν
όμως δύο παράγοντες που παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην
εμφάνιση της νόσου.
• Ο πρώτος είναι η κληρονομικότητα.
Άτομα που έχουν συγγενείς που πάσχουν από σακχαρώδη
διαβήτη, ενδεχομένως θα παρουσιάσουν και οι ίδιοι αυτό το
πρόβλημα. Για την εκδήλωση της νόσου φαίνεται ότι υπάρχει
γενετική προδιάθεση.
Η προδιάθεση αυτή δεν είναι δυνατό να ανατραπεί, ούτε από το
άτομο που θα εκδηλώσει τη νόσο, αλλά προς το παρόν ούτε από
την επιστήμη.
43
45
46
Σύγχρονα κριτήρια διάγνωσης διαβήτη 2/3
• Η δοκιμασία ανοχής γλυκόζης (OGTT) συνίσταται σε συνδυασμό με
τις μετρήσεις γλυκόζης πλάσματος νηστείας σε περίπτωση
αμφιβολίας , για την αναγνώριση ατόμων με διαταραχή ανοχής
γλυκόζης (IGT) και για διάγνωση του Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου II,
σε ασυμπτωματικά άτομα.
• Το επίπεδο γλυκόζης πλάσματος νηστείας τόσο για τον WHO (1999)
όσο και για την ADA (2003) διατηρείται στα 126mg/dl (
7,0mmol/L ) ενώ με εφαρμογή OGTT, στα 11,0mmol/L.
47
48
Τύποι διαβήτη και συνήθη συμπτώματα 1/2
• ΤΥΠΟΣ I
o Πoλυδιψία.
o Πολυφαγία.
o Πολυουρία.
o Απότομη απώλεια βάρους.
o Αίσθημα αδυναμίας-κούρασης.
49
50
Συμπτωματολογία διαβήτη
• Η ένταση και η συχνότητα των κλινικών εκδηλώσεων του
διαβήτη ποικίλει ιδιαίτερα.
• Ο διαβήτης τύπου I, χαρακτηρίζεται από οξεία εκδήλωση,
ενώ στον διαβήτη τύπου ΙΙ η εκδήλωση των συμπτωμάτων
είναι ήπια έως και ανύπαρκτη και συνήθως περνάει αρκετός
καιρός μέχρι να γίνουν αντιληπτά.
• Για αυτό το λόγο δεν είναι λίγες οι φορές που ο διαβήτης
τύπου II διαγιγνώσκεται έπειτα από τυχαία εργαστηριακή
εξέταση. Από τα κυριότερα συμπτώματα όλων των τύπων
είναι η υπεργλυκαιμία.
51
52
Δευτεροπαθής διαβήτης 2/5
• Χρόνια παγκρεατίτιδα: η δυσλειτουργία της ενδοκρινούς ή
εξωκρινούς μοίρας του παγκρέατος, αποτελεί ένα από τα πιο
συχνά αποτελέσματα μιας χρόνιας παγκρεατίτιδος. Το μεγαλύτερο
ποσοστό ασθενών (40-70%) παρουσιάζει διαταραχή ανοχής
γλυκόζης (IGT) ή σακχαρώδη διαβήτη. Από αυτό το ποσοστό το
50% πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη τύπου II. Παρατηρείται
ελαττωμένη έκκριση ινσουλίνης και ελαττωμένη ανταπόκριση των
β-κυττάρων στη γλυκόζη. Παράλληλα υπάρχει δυσλειτουργία των
α-κυττάρων που χαρακτηρίζεται από ελαττωμένα επίπεδα
γλυκαγόνης. Η χορήγηση ινσουλίνης κατά την θεραπεία, χρειάζεται
ιδιαίτερη προσοχή (συχνές υπογλυκαιμίες, λόγω διαταραχής
έκκρισης γλυκαγόνης).
53
54
Δευτεροπαθής διαβήτης 4/5
• Ενδοκρινικός διαβήτης : μεγαλακρία, σύνδρομο Cushing,
φαιοχρωμοκύττωμα, γλυκαγόνωμα, υπερθυρεοειδισμός,
πρωτοπαθής υπεραλδοστερονισμός, σωματοστατίνωμα, σύνδρομο
πολυκυστικών ωοθηκών.
• Νευρομυϊκός διαβήτης: τηλεγγειεκτασία αταξική, μυοτονική
δυστροφία, σύνδρομο Wolfram.
• Μεταβολικός διαβήτης: υπερλιπιδαιμίες, φαιοχρωμοκύτωμα,
αυτοάνοσες πολυενδοκρινοπάθειες, οξεία διαλείπουσα πορφυρία.
55
57
Θυρεοειδής - Αγγείωση
2
Λοβοί θυρεοειδούς
Το θυρεοειδικό σύστημα
4
“Thyroid system”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Δομή του θυρεοειδούς 1/4
• Ο θυρεοειδής είναι ένα ενδοκρινές όργανο, που βρίσκεται στο
πρόσθιο μέρος του τραχήλου. Η θέση του, κοντά στο θυρεοειδή
χόνδρο, έδωσε στο όργανο το όνομά του από την ελληνική λέξη
«θύρος», που σημαίνει ασπίδα – αρχικά θεωρούνταν ότι
προστατεύει τον λάρυγγα. Εμβρυολογικά ο θυρεοειδής
αναπτύσσεται στην βάση της γλώσσας από την ένωση τριών
δομών και κατεβαίνει από εκεί κατά την διάρκεια της κύησης στην
τελική του θέση στο πρόσθιο τμήμα του τραχήλου.
6
Δομή του θυρεοειδούς 3/4
• Οι δύο τύποι κυττάρων μπορούν εύκολα να διακριθούν ειδικά με
ηλεκτρονικό μικροσκόπιο καθώς διαφέρουν μορφολογικά. Τα
θυλακιώδη κύτταρα έχουν έναν πυρήνα τοποθετημένο στην βάση
του κυττάρου, με ομοιογενή χρωματίνη και τραχύ ενδοπλασματικό
δίκτυο το οποίο είναι καλά σχηματισμένο. Υπάρχουν επίσης στην
κορυφή του κυττάρου εκκριτικά κυστίδια και μικρά μιτοχόνδρια.
Τα κύτταρα C αντίθετα έχουν πολυάριθμα νευροεκκριτικά κοκκία
που περιέχουν καλσιτονίνη. Ο ώριμος θυρεοειδής αποτελείται από
δύο λοβούς που ενώνονται στον ισθμό και περιβάλλονται από μία
λεπτή κάψα. Το παρέγχυμα του θυρεοειδούς χωρίζεται με ινώδη
χιτώνα σε λόβια καθένα από τα οποία αποτελείται από
πολυάριθμες λειτουργικές μονάδες γνωστές ως θυλάκια.
Ιώδιο 1/2
• Το Ιώδιο αποτελεί το κύριο συστατικό των θυρεοειδικών ορμονών
Τ3, Τ4.
• Ο θυρεοειδής αδένας περιέχει 20-30 φορές υψηλότερη συγκέντρωση
Ιωδίου από αυτήν του αίματος (παθολογικά η αύξηση μπορεί να
είναι ανώτερη μέχρι 100 φορές).
• Η πρόσληψη του Ιωδίου από τον θυρεοειδή αδένα γίνεται με ενεργό
μεταφορά με τη δράση της αντλίας Νατρίου-Καλίου ΑΤΡ-άσης και
ρυθμό κάθαρσης 25 ml/min.
• Ο ρυθμός κάθαρσης του Ιωδίου αυξάνεται με την παρουσία ιόντων
SCN, NO3, ClO4
• Το Ιώδιο μέσα στα επιθηλιακά κύτταρα οξειδώνεται σε μοριακό Ιώδιο
με τη δράση μιας υπεροξειδάσης και του Η2Ο2 που παράγεται στα
μιτοχόνδρια. 10
Ιώδιο 2/2
• Η ημερήσια πρόσληψη με τις τροφές και το ύδωρ σε Ιώδιο
είναι 10- 200 μg (συνήθως 150-500 μg).
• Προσλαμβάνεται με ιοντική ή μοριακή μορφή (το μοριακό
Ιώδιο μετά την απορρόφηση από το γαστρεντερικό ανάγεται
σε ιοντικό).
11
12
“Thyroid system”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Ανώτερα κέντρα, υποθάλαμος, υπόφυση
13
“1808 The Anterior Pituitary Complex”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
14
Θυρεοσφαιρίνη (TG)
Είναι μια υδατοδιαλυτή πρωτεΐνη με Μ.Β 660 kDa, που περιέχει
ιώδιο.
Περιέχει 115 μόρια τυροσίνης καθένα από τα οποία είναι πιθανή
θέση ιωδίωσης.
Εκκρίνεται από τα θυλακιώδη κύτταρα, είναι το κύριο συστατικό του
κολλοειδούς και αποτελεί πρόδρομο ουσία των θυρεοειδικών
ορμονών, με αποτέλεσμα να χαρακτηρίζεται ως προορμόνη. Η
σύνθεσή της διεγείρεται από την θυρεοειδοτρόπο ορμόνη (TSH) και
γίνεται στα ριβοσωμάτια του ενδοπλασματικού δικτύου.
Στη συνέχεια το μόριό της διέρχεται από τη συσκευή Golgi όπου
γλυκοζυλιώνεται και απεκκρίνεται στα θυλάκια.
15
18
Ορμόνες του θυρεοειδούς, έκκριση και
δράση 2/2
• H δράση των Τ3 και Τ4 στην περιφέρεια συμπεριλαμβάνει
την αύξηση του βασικού μεταβολισμού των περισσοτέρων
κυττάρων του ανθρωπίνου σώματος, αυξάνοντας την
λιπόλυση και τον μεταβολισμό των υδατανθράκων,
ενδυναμώνοντας την επίδραση των κατεχολαμινών στην
καρδιά και το κεντρικό νευρικό σύστημα και την αύξηση του
μεταβολισμού των πρωτεϊνών. Είναι σαφές ότι σε
οποιαδήποτε διαταραχή της ισορροπίας των ορμονών του
θυρεοειδή, όπως σε υπερ- ή υπό-θυρεοειδισμό, θα υπάρξουν
δραστικές αλλαγές στο σώμα.
19
21
22
Επίδραση των θυρεοειδικών ορμονών
• Προάγουν την ωρίμανση του σκελετού και του εγκεφάλου
του εμβρύου.
• Προκαλούν αύξηση του βασικού μεταβολισμού.
• Αύξηση του ρυθμού και της συσταλτικότητας της καρδιάς.
• Αύξηση της κινητικότητας του εντέρου.
• Αύξηση της αποδόμησης των οστών.
• Αύξηση του σακχάρου και ελάττωση της χοληστερίνης του
αίματος.
23
24
Βιοχημικές δράσεις των θυρεοειδικών
ορμονών 2/2
• Στο αιμοποιητικό σύστημα αυξάνουν την παραγωγή της
ερυθροποιητίνης.
• Αυξάνουν την γλυκονεογένεση, της γλυκογονόλυση και την
απορρόφηση της γλυκόζης από το έντερο.
• Ελαττώνουν τα επίπεδα της χοληστερόλης και αυξάνουν την
λιπόλυση.
• Δρουν επίσης στο γαστρεντερικό και στο νευρομυϊκό σύστημα, στο
σκελετό και τους πνεύμονες.
25
26
Υποθυρεοειδισμός 1/3
• Η επιδημιολογία του υποθυρεοειδισμού ποικίλλει ανάλογα
με το φύλο, την ηλικία καθώς και τους γεωγραφικούς και
περιβαλλοντικούς παράγοντες (πιο σημαντικός θεωρείται ο
παράγων ιωδίου στην δίαιτα).
• Πάνω από 5-10% των ανθρώπων πάνω από την ηλικία των 65
ετών μπορεί να πάσχουν από υποθυρεοειδισμό.
27
Υποθυρεοειδισμός 2/3
• Ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα
μιας διαταραχής αυτού καθ’ αυτού του αδένα (πρωτοπαθής
υποθυρεοειδισμός) ή από έλλειψη έκκρισης της TSH
(δευτεροπαθής υποθυρεοειδισμός) ή από έλλειψη έκκρισης
του TRH (τριτοπαθής ή υποθαλαμικός υποθυρεοειδισμός).
• Η ανεπάρκεια του θυρεοειδούς μπορεί επίσης να προέλθει
από περιφερική αντίσταση των ιστών στην δράση των
θυρεοειδικών ορμονών (peripheral resistance).
28
Υποθυρεοειδισμός 3/3
• Ο πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός οφείλεται σε διαταραχή
αυτού καθ’ αυτού του αδένα.
• Είναι η πιο συχνή αιτία και αριθμεί περίπου το 98% των
περιπτώσεων.
• Χρόνια Θυρεοειδίτιδα-(Hashimoto’s) .
Η χρόνια θυρεοειδίτιδα οφείλεται σχεδόν πάντοτε στην
θυρεοειδίτιδα Hashimoto που είναι και η πιο συχνή αιτία του
υποθυρεοειδισμού.
29
Υπερθυρεοειδισμός (θυρεοτοξίκωση)
Αιτιολογία του υπερθυρεοειδισμού
• Η θυρεοτοξίκωση αναφέρεται στην παρουσία υπερβολικών
ποσοτήτων θυρεοειδικών ορμονών οιασδήποτε αιτιολογίας
που μπορεί να δημιουργούν η όχι συμπτώματα.
• Ο υπερθυρεοειδισμός αναφέρεται σε περίσσεια
θυρεοειδικών ορμονών από υπερδραστηριότητα του
θυρεοειδούς αδένα υπερβολική έκκριση η υπερβολική
παραγωγή), ωστόσο οι δύο όροι στην κλινική πράξη
χρησιμοποιούνται με την ίδια έννοια.
30
Κατηγοριοποίηση υπερθυρεοειδισμού
αναλόγως της TSH 1/2
Οι αιτίες του υπερθυρεοειδισμού που βασίζονται στην μέτρηση της TSH
είναι:
Χαμηλή TSH
• Πρωτοπαθής
o Νόσος Graves (Νόσος Graves=60% των παθήσεων με
θυρεοτοξίκωση)
o Τοξική πολυοζώδης βρογχοκήλη
o Υπερθυρεοειδική φάση θυρεοειδίτιδων (επώδυνος υποξεία=De
Quervain, ανώδυνος λεμφοκυτταρική, μετά τοκετόν θυρεοειδίτιδα)
o Τοξικό αδένωμα
o Μετά χρήση ιωδίου
o Μεταστατικό καρκίνωμα του θυρεοειδούς
o Υπερβολικές ποσότητες β-HCG από μύλη κύηση η χοριοκαρκίνωμα
31
Κατηγοριοποίηση υπερθυρεοειδισμού
αναλόγως της TSH 2/2
• Έκτοπα/Εξωγενή (σπάνια)
o Factitia θυρεοτοξίκωση (από υπερβολική λήψη
θυρεοειδικών ορμονών, συνήθως Τ3, σπάνια)
o Struma ovarii (που παράγει θυρεοειδική ορμόνη, σπάνια)
Αυξημένη η παρά φύση φυσιολογική TSH
o Αδένωμα που παράγει TSH (σπάνιο)
o Αντίσταση στις θυρεοειδικές ορμόνες (μπορεί να μην
υπάρχουν συμπτώματα, σπάνιο)
32
Ενότητα 11: Φυσιολογία του ανθρώπου
Φυσιολογία λειτουργίας πρόσληψης τροφής, κορεσμού και
λιπώδους ιστού
Παχυσαρκία
• Η παχυσαρκία και το υπερβολικό βάρος συγκαταλέγονται στα
κυριότερα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει η Ευρώπη
σήμερα. Η αιτία είναι η υπερβολική διατροφή και η ελλιπής
άσκηση.
• Οι συνέπειές της περιλαμβάνουν καρδιακές παθήσεις,
διαβήτη τύπου 2, υψηλή πίεση, εγκεφαλικό και ορισμένα
είδη καρκίνου.
1
Ομοιοστασία και λιποστατική θεωρία
• Γενικά η ομοιοστασία του σωματικού βάρους είναι μια λειτουργία
πολυσύνθετη που εστιάζεται στη ρύθμιση του ποσού του
σωματικού λίπους, το κυριότερο ενεργειακό απόθεμα του
οργανισμού.
• Για την εξήγηση της σταθερότητας του σωματικού βάρους σχετικά
με το σωματικό λίπος προτάθηκε η λιποστατική θεωρία Kenedy το
1953 σύμφωνα με την οποία ο υποθάλαμος αντιλαμβάνεται το
ποσό του σωματικού λίπους από τη συγκέντρωση κάποιου
παράγοντα ή κάποιων παραγόντων που εκκρίνονται από το λιπώδη
ιστό.
• Ο υποθάλαμος μετατρέπει τη πληροφορία αυτή σε ρύθμιση
πρόσληψης τροφής ώστε να αντισταθμίσει αλλαγές στο ποσό του
σωματικού λίπους
3
Πειραματικά μοντέλα 2/2
• Όταν το ob/ob ποντίκι παραβιώσει με ένα φυσιολογικό το
πρώτο τρώει ελαφρά λιγότερο από ότι μόνο του ενώ το
φυσιολογικό δεν επηρεάζεται. Φαίνεται ότι υπάρχει ένας
παράγοντας κορεσμού τον οποίο δεν καταφέρνουν να
παράγουν όσα ποντίκια είναι ob/ob ενώ όσα ποντίκια είναι
db/db το παράγουν μεν αλλά έχουν αναπτύξει αντίσταση στη
δράση του. Ο παράγοντας αυτός που τόσο έκανε εντύπωση
στα πρώτα πειραματικά δεδομένα από τη περασμένη
τουλάχιστον δεκαετία και πλέον έχει ταυτιστεί με ένα γνωστό
μόριο, το μόριο της λεπτίνης.
5
Δομή υποδοχέα της λεπτίνης
Models of Atlantic salmon leptins (lepa1, lepa2) compared to human leptin (LEP) based on the
ProModII. The human molecule 1AX8.pdb shows the four anti-parallel -helices (1, 2, 4, 5) with
corresponding domains in the Atlantic salmon proteins. The C-terminal cysteine is shown as ball and
stick. (Anne-Grethe Gamst Moen; unpublished results).
“Mammalian vs Teleost Leptin Structural Comparison”, από Boghog διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
6
7
Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και
περιφερικές δράσεις 3/9
• Τα ob/ob ποντίκια έχουν μεταλλαγμένο το γονίδιο της
λεπτίνης και ως εκ τούτου η λεπτίνη που παράγουν δεν είναι
βιολογικά δραστική. Φαινοτυπικά τα ποντίκια αυτά
αναπτύσσουν παχυσαρκία, αντίσταση στην ινσουλίνη και
στείρωση.
• Τα db/db ποντίκια έχουν τον ίδιο φαινότυπο με τα ob/ob με
τη διαφορά ότι αιτιολογικά το πρόβλημα τους είναι
μετάλλαξη στον υποδοχέα της λεπτίνης και ως εκ τούτου
αντίσταση στην ενδογενή λεπτίνη.
9
Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και
περιφερικές δράσεις 5/9
• Η λεπτίνη επιδρά επίσης και στην ομοιοστασία της γλυκόζης
διεγείροντας την έκκριση της ινσουλίνης. Έτσι με την
ανακάλυψη της λεπτίνης έχει αναγνωριστεί πια η
προσαγωγός οδός η οποία πληροφορεί τον υποθάλαμο για
τη κατάσταση των αποθηκών ενέργειας και επίσης με ποιες
απαγωγές οδούς ρυθμίζει την όρεξη και την αποβολή
ενέργειας.
10
11
Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και
περιφερικές δράσεις 7/9
• Διεγείρει επίσης τον φαιό λιπώδη ιστό ώστε να αυξηθεί η
θερμογένεση.
• Η αντίσταση στη λεπτίνη έχει αναγνωριστεί ως
παθοφυσιολογικός μηχανισμός στη παχυσαρκία στον
άνθρωπο αν και μεταλλάξεις στο γονίδιο της λεπτίνης ή και
στον υποδοχέα της λεπτίνης R είναι σπάνιοι.
12
13
Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και
περιφερικές δράσεις 9/9
• Τρίτον η αύξηση της έκκρισης ινσουλίνης από διέγερση του
παρασυμπαθητικού αυτονόμου συστήματος μετά από
καταστροφή του μεσοκοιλιακού (VMN) πυρήνα μεγενθύνει
την έκφραση και την έκκριση της λεπτίνης και ότι ο
μεσοκοιλιακός πυρήνας είναι μια κρίσιμη περιοχή δράσης της
λεπτίνης.
• Η παχυσαρκία που προκύπτει σε πειραματόζωα μετά από
καταστροφή του μεσοκοιλιακού (VMN) πυρήνα μπορεί να
οφείλεται σε διαταραχές του σήματος της λεπτίνης κεντρικά.
14
15
Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της
πρόσληψης τροφής (NPY) 2/9
• Η δράση του ΝPY στην ενεργειακή ισορροπία
διαμεσολαβείται κατά κύριο λόγο από τους υποδοχείς Υ1 και
5 παρότι τελευταία δεδομένα εμπλέκουν και τον Υ2. Η
χορήγηση ΝPY κεντρικά έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση της
πρόσληψης τροφής ενώ χορήγηση αντισωμάτων που
προλαμβάνουν τη δράση του ΝPY έχει σαν αποτέλεσμα τη
μείωση της πρόσληψης τροφής.
16
Υποδοχέας NPY
17
Δράση υποδοχέα NPY
openi.nlm.nih.gov 18
19
Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της
πρόσληψης τροφής (NPY) 4/9
• Σε πιο πρόσφατες μελέτες όπου μετρήθηκε το βάρος μετά
από 24 ώρες νηστείας βρέθηκε μικρή μεν αλλά στατιστικά
σημαντική διαφορά με μικρότερη απώλεια βάρους στα ΝPY
και Εo ποντίκια.
• Όπως αναφέρθηκε δε πιο πάνω η λεπτίνη καταστέλλει την
έκφραση του ΝPY στον τοξοειδή πυρήνα του υποθαλάμου.
20
21
Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της
πρόσληψης τροφής (NPY) 6/9
• Το NPY παράγεται από 2 πληθυσμούς νευρώνων εκ των
οποίων ένας ανευρίσκεται στον υπομέλανα τόπο στο έδαφος
της 4ης κοιλίας που αποτελεί και την έδρα του
νοραδρενεργικού συστήματος, ενώ ο δεύτερος στον τοξοειδή
και στον ραχιαίο έσω πυρήνα του υποθαλάμου.
• Οι νευρώνες του υπομέλανα τόπου καταλήγουν σε διάφορες
περιοχές του υποθαλάμου και τα χαρακτηριστικά τους είναι
ότι εκτός από το NPY παράγουν νοραδρεναλίνη, αδρεναλίνη
και το πεπτίδιο γαλανίνη.
22
23
Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της
πρόσληψης τροφής (NPY) 8/9
• Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί εν προκειμένω ότι συγκριτικές
παρατηρήσεις από γενετικά και πειραματικά μοντέλα παχυσαρκίας
στα τρωκτικά δείχνουν ότι τόσο η υπερβολική έκφραση NPY όσο
και η ελάττωση του NPY από βλάβη των νευραξόνων τους του
υπομέλανος τόπου καταλήγει σε υπερφαγία. Στη πρώτη
περίπτωση ο μηχανισμός είναι κατανοητός δεδομένου ότι το NPY
είναι κατεξοχήν ορεξιογόνο. Στη περίπτωση που τοπικά η
ποσότητα του NPY ελαττώνεται προτείνονται διάφοροι μηχανισμοί
οι οποίοι προέρχονται από την εκτροπή του φυσιολογικού τύπου
των NPY σημάτων στο υποθαλαμικό δίκτυο ελέγχου της όρεξης.
24
25
Χολεκυστοκυνίνη (CCK) 1/2
• Η χολεκυστοκυνίνη (CCK) είναι ένα ενδογενές νευροπεπτίδιο που
δρα μέσω 2 υποδοχέων, τον υποδοχέα χολεκυστοκυνίνης α και
τον υποδοχέα χολεκυστοκυνίνης β.
• Είναι δε γνωστός και ως υποδοχέας γαστρίνης η οποία παράγεται
πρωτίστως στο κεντρικό νευρικό σύστημα αλλά και στο πεπτικό.
• Η χολεκυστοκυνίνη αυξάνει τη συγκέντρωση λεπτίνης με
αποτέλεσμα ανορεξία και απώλεια βάρους. Αφαίρεση όμως του
υποδοχέα α από ποντίκια με γονιδιακή απάλειψη είναι η γνωστή
δράση no house mice έχει σαν αποτέλεσμα τα ποντίκια αυτά να
έχουν φυσιολογικό σωματικό βάρος αλλά να αναπτύσσουν
αντίσταση στη CCK όσον αφορά τη δράση της στην απώλεια
βάρους.
26
27
ACTH/CRH 1/5
• Ο άξονας υποθάλαμος-υπόφυση-επινεφρίδια κατέχει μια
κεντρική θέση στο μηχανισμό ρύθμισης και του
μεταβολισμού της γλυκόζης και γενικότερα της ενεργειακής
ισορροπίας.
• Γενετικά παχύσαρκα ποντίκια έχουν υψηλά επίπεδα
γλυκοκορτικοειδών και η μεταβολική διαταραχή των ζώων
αυτών μπορεί να αντιστραφεί με τη χορήγηση αναστολέων
της δράσης των γλυκοκορτικοειδών
28
ACTH/CRH 2/5
• Μεγάλη ώθηση στη διερεύνηση του ρόλου του άξονα
υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων στη ρύθμιση του
σωματικού βάρους έδωσε η ανακάλυψη της δράσης της λεπτίνης
στη ρύθμιση του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων.
• Πράγματι σε καταστάσεις ενεργοποίησης των αξόνων του στρες η
αυξημένη κορτιζόλη δρα στα λιποκύτταρα και διεγείρει την
παραγωγή λεπτίνης η οποία ξεκινά ένα μονοπάτι αρνητικής
παλίνδρομης ρύθμισης είναι το γνωστό negative feedback το οποίο
εκτός της δράσης του στο υποθαλαμικό κέντρο ρύθμισης
σωματικού βάρους-σωματικού λίπους καταστέλλει και τη
παραγωγή CRH από τον παρακοιλιακό υποθαλαμικό πυρήνα.
29
ACTH/CRH 3/5
• Επιπροσθέτως της κατασταλτικής της δράσης στα
παρβοκύτταρα του παρακοιλιακού υποθαλαμικού πυρήνα, η
λεπτίνη δρα και στο επίπεδο του φλοιού των επινεφριδίων
καταστέλλοντας τη παραγωγή κορτιζόλης.
• Όπως είναι γνωστό o CRH επιδρά στον υποθάλαμο στα
κέντρα ρύθμισης του σωματικού βάρους.
30
Υποδοχέας CRH1
31
Ανταγωνιστές CRH
• Χορήγηση στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό του a helical CRH που
είναι ανταγωνιστής του CRH στη πραγματικότητα
παρατηρείται αύξηση του ρυθμού πρόσληψης τροφής, ενώ
όταν το a helical CRH χορηγηθεί σε ζώα που βρίσκονται σε
κατάσταση στρες παρεμποδίζεται η ανορεξία που επάγεται
από το στρες.
32
ACTH/CRH 4/5
• Ο CRH δρα μέσω των υποδοχέων του, του CRHR1 και του
CRHR2. O CRH έχει μεγαλύτερη συγγένεια με τον υποδοχέα 1
ενώ η ομόλογη της urokortine με τον υποδοχέα 2. Ενδογενής
ανταγωνιστής του CRH είναι ο CRHBP, ένας ψευδουποδοχέας
που ρυθμίζει τα επίπεδα του ελεύθερου CRH με το να τον
δεσμεύει.
• Με τη δημιουργία CRHKO (ΚΟ=knock out), CRHBPKO,
CRHR1KO και CRHR2KO ποντικών έγινε εφικτός ο καθορισμός
του ρόλου του CRH και της μετάδοσης του σήματος μέσω των
υποδοχέων του στη ρύθμιση του μεταβολισμού και της
ομοιοστασίας του σωματικού βάρους.
33
ACTH/CRH 5/5
• Τα CRHKO ζώα δεν εμφανίζουν καμία διαφορά στο βασικό
ρυθμό πρόσληψης τροφής από φυσικού τύπου παρότι
αναμενόταν το αντίθετο. Όταν όμως χορηγηθεί στα ζώα
αυτά τροφή φτωχή σε πρωτεΐνες λαμβάνουν σημαντικά
λιγότερη τροφή από τα φυσικού τύπου υποδηλώνοντας ότι
ενώ ο CRH δεν παίζει ρόλο στη βασική ρύθμιση της
πρόσληψης τροφής είναι σημαντικός στο είδος της τροφής
που προσλαμβάνεται.
34
CRHR1 1/3
• Απάλειψη της CRHBP έχει σαν αποτέλεσμα την απώλεια βάρους και
τη μεγαλύτερη ευαισθησία σε ανορεξιογόνα ερεθίσματα πιθανότατα
εξαιτίας της υπερβολικής ενεργοποίησης CRH.
• Τα CRHR1KO ποντίκια δεν παρουσιάζουν καμία ανωμαλία στη βασική
ρύθμιση πρόσληψης τροφής. Δεν έχουν καμία διαφορά στην
απώλεια βάρους κατά την ασιτία ή στην ανάκτηση του φυσιολογικού
βάρους κατόπιν ασιτίας ακόμα και αν προστεθεί κορτικοστερόνη στο
νερό τους τα επίπεδα της οποίας είναι μειωμένα στα ζώα αυτά.
• Όταν χορηγηθεί κεντρικά ουροκορτίνη στα ζώα αυτά (η οποία
προκαλεί υπό φυσιολογικές συνθήκες ανορεξία) δεν ανταποκρίνονται
σε ανορεξιογόνα ερεθίσματα για τη πρώτη μιάμιση ώρα,
ανταποκρίνονται όμως κανονικά μέσα σε 3-11 ώρες.
35
CRHR1 2/3
• Συμπεραίνεται λοιπόν ότι ο CRHR1 παίζει σημαντικό ρόλο στη
ρύθμιση της άμεσης αντίδρασης σε ανορεξιογόνα
ερεθίσματα, όταν δε γίνει απάλειψη του γονιδίου CRHR2 δε
παρατηρείται μεταβολή της πρόσληψης τροφής.
36
CRHR1 3/3
• Συγκεκριμένα κατόπιν νηστείας λαμβάνουν κατά 75℅ λιγότερη
τροφή από τα φυσικού τύπου ποντίκια κατά τις πρώτες 24 ώρες. Η
τελική φάση της ανορεξίας εξαρτάται από τη παρουσία του CRHR2
αφού όταν χορηγηθεί ουροκορτίνη στα φυσικού τύπου ζώα
παρατηρείται ανορεξία για περίπου 10 ώρες ενώ στα CRHR2ΚΟ για
μόνο 4 ώρες τα οποία και επανέρχονται στα κανονικά επίπεδα
όρεξης.
• Οι παραπάνω παρατηρήσεις δείχνουν ότι μετάδοση σήματος μέσω
των υποδοχέων CRHR1 και CRHR2 ελέγχει τη λειτουργία
πρόσληψης τροφής σε 2 φάσεις . Τις 6 πρώτες ώρες κατόπιν
νηστείας ο υποδοχέας CRHR1 παίζει πρωτεύοντα ρόλο ενώ μετά
αναλαμβάνει ο CRHR2.
37
CRH, ACTH, Leptin, cortisol 1/3
• Οι πυρήνες του υποθαλάμου και της αμυγδαλής παίρνουν μέρος
σε πολλούς ομοιοστατικούς μηχανισμούς περιλαμβανομένου
εκείνου του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης και επινεφριδίων αλλά
και του καρδιαγγειακού συστήματος καθώς και της ρύθμισης του
σωματικού βάρους.
• O CRH και οι υποδοχείς του εκφράζονται σε υψηλά επίπεδα στην
αμυγδαλή υποδηλώνοντας ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στη
ρύθμιση της όρεξης σε σχέση με το στρες. Το σύστημα αυτό
αλληλεπιδρά και με άλλα ενδοκρινικά συστήματα που ανιχνεύουν
και ρυθμίζουν τη λειτουργία της πρόσληψης τροφής.
38
39
CRH, ACTH, Leptin, cortisol 3/3
• Πράγματι η λεπτίνη προλαμβάνει την αύξηση των
κορτικοστεροειδών και της ACTH κατόπιν ασιτίας πιθανά
μέσω αναστολής της έκλυσης CRH.
• Με τη χρήση των ποντικιών CRHKO, CRHR1KO και CRHR2KO,
μελετάται η σχέση λεπτίνης και CRH.
• Ακόμα δεν έχει διευκρινιστεί αν η δράση της λεπτίνης στον
άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων γίνεται κυρίως
στο υποθαλαμικό επίπεδο ή αν γίνεται έμμεσα δρώντας πιο
περιφερικά.
40
Οπιοειδή 1/2
Τα πεπτίδια που προέρχονται από τη προοπιομελανοκορτίνη POMC
είναι η ACTH, η α-MSH και το ενδογενές οπιοειδές β-ενδορφίνη.
• Απάλειψη του γονιδίου της POMC οδηγεί στη δημιουργία ποντικιών
που δεν παράγουν ACTH. Τα ποντίκια αυτά εμφανίζουν
φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια που συνοδεύεται από αύξηση του
σωματικού βάρους. Τα επίπεδα λεπτίνης είναι επίσης αυξημένα
πιθανά σαν μηχανισμός αντίδρασης για να αναπληρωθεί η έλλειψη
των POMC πεπτιδίων. Τα ζώα έχουν φυσιολογικό βάρος, χαμηλά
επίπεδα POMC πεπτιδίων και αυξημένα επίπεδα λεπτίνης
υποδηλώνοντας ότι η λεπτίνη αναπληρώνει επαρκώς τη μερική
έλλειψη νευροπεπτιδίων.
• Είναι σημαντικό ότι η παχυσαρκία στα POMCKO ζώα μπορεί να
αντιστραφεί με χορήγηση α-MSH.
41
Οπιοειδή 2/2
• Τα οπιοειδή φαίνεται ότι ενέχουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του
άξονα υποθαλάμου-υπόφυση-επινεφρίδια.
• Πράγματι τα οπιοειδή έχουν άμεση επίδραση στα επίπεδα ACTH
και σε πειράματα με ποντίκια που είχαν απαλειφθεί οι οπιοειδείς
υποδοχείς κ, μ και δ δεν παρατηρήθηκε καμιά μεταβολή στα
επίπεδα λεπτίνης.
• Δυστυχώς η έρευνα για το καθορισμό του ρόλου των οπιοειδών
στη νεότερη θεώρηση της ρύθμισης της πρόσληψης τροφής είναι
ακόμα στα αρχικά στάδια και πολλά δεν μπορούμε να πούμε
ακόμα.
42
Γλυκοκορτικοειδή 1/3
• Φαίνεται ότι και τα γλυκοκορτικοειδή ρυθμίζουν σημαντικά την
ενεργειακή ισορροπία. Οι άξονες ομοιοστασίας κορτιζόλης και
σωματικού λίπους επηρεάζονται αμφίδρομα.
• Η ενδογενής και εξωγενής υπερκορτιζολαιμία οδηγεί δε σε αύξηση
της όρεξης, παχυσαρκία και διαταραχές της κατανομής του λίπους
με εμφάνιση πανσεληνοειδούς προσωπείου και κεντρομελικής
παχυσαρκίας. Σε αντίθεση η φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια
προκαλεί ανορεξία με απίσχναση ενώ αναπλήρωση των ενδογενών
γλυκοκορτικοειδών προλαμβάνει ή αναστρέφει την εμφάνιση της
απίσχνασης.
43
Γλυκοκορτικοειδή 2/3
• Από την άλλη μεριά κάθε παχυσαρκία ανεξαρτήτως αιτιολογίας
εκλαμβάνεται από τον οργανισμό ως στρεσσογόνο ερέθισμα με
αποτέλεσμα τα παχύσαρκα ποντίκια ob/ob να έχουν υψηλά
επίπεδα γλυκοκορτικοειδών δηλαδή η σχέση γλυκοκορτικοειδών
και σωματικού βάρους-σωματικού λίπους είναι εξαιρετικά
πολύπλοκη και δεν οφείλεται μόνο στην ενεργοποίηση της
μεταγραφής της λεπτίνης από τα γλυκοκορτικοειδή αλλά και στη
συνυπάρχουσα υπερινσουλιναιμία.
44
Γλυκοκορτικοειδή 3/3
• Έχουν εντοπιστεί στοιχεία απάντησης στα γλυκοκορτικοειδή στον
προαγωγέα της λεπτίνης και οξεία αύξηση των επιπέδων των
γλυκοκορτικοειδών συνοδεύεται από μεταγραφική ενεργοποίηση
του γονιδίου της λεπτίνης και επίσης αύξηση των επιπέδων της στο
πλάσμα πράγμα που από μόνο του συνεπάγεται ελάττωση της
όρεξης αλλά και του σωματικού βάρους.
• Εντούτοις η χρόνια υπερκορτιζολαιμία δεν προκαλεί αξιόλογη
αύξηση των επιπέδων λεπτίνης ενώ η συνυπάρχουσα
υπερινσουλιναιμία ασκεί διεγερτική επίδραση στον υποθάλαμο
και τα δεδομένα αυτά καταδεικνύουν πόσο μεγάλη είναι η
πολυπλοκότητα του συστήματος ρύθμισης του σωματικού βάρους
σε σχέση με το σωματικό λίπος.
45
Ινσουλίνη 1/2
• Η ινσουλίνη είναι μια άλλη ουσία που αυξάνει τη μεταγραφή του
γονιδίου της λεπτίνης η οποία καταστέλλει την όρεξη. Αντίσταση
στην ινσουλίνη έχει σαν αποτέλεσμα ελάττωση των επιπέδων της
λεπτίνης στο αίμα και ως εκ τούτου άρση της καταστολής του
υποθαλαμικού κέντρου όρεξης, αυξημένη πρόσληψη τροφής και
τελικά παχυσαρκία.
• Φαίνεται ότι η παχυσαρκία που συνοδεύει το σακχαρώδη διαβήτη
των ενηλίκων, το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών και το
σύνδρομο Χ οφείλεται σε διαταραχές στη παραγωγή και βιολογική
δράση της λεπτίνης λόγω της ανάπτυξης αντίστασης στην
ινσουλίνη.
46
Ινσουλίνη 2/2
• Όπως είναι δε γνωστό η ινσουλίνη ασκεί τη βιολογική της δράση
μέσω μεμβρανικού υποδοχέα ο οποίος συνδέεται ενδοκυτταρικά με
τις πρωτεΐνες IRS-1 και IRS-2. Οι πρωτεΐνες αυτές
φωσφορυλιώνονται και ενεργοποιούνται μόνο όταν η ινσουλίνη μπει
στον υποδοχέα της. Απάλειψη του γονιδίου IRS-2 στα πειραματόζωα
έχει σαν αποτέλεσμα αυξημένη πρόσληψη τροφής και παχυσαρκία
και παραδόξως αυξημένα επίπεδα λεπτίνης στο πλάσμα. Ο δε
υποθάλαμος των IRS-2ΚΟ ποντικιών δεν ανταποκρίνεται στη λεπτίνη
και επομένως αυτά αναπτύσσουν παχυσαρκία. Η έλλειψη
απάντησης στη λεπτίνη επιβεβαιώνει την υπόθεση ότι οι
παχυσαρκίες σχετίζονται με την αντίσταση στην ινσουλίνη
αναπτύσσοντας ως επακόλουθο την αντίσταση του υποθαλάμου
αλλά και του λιπώδους ιστού στην ινσουλίνη και στη κατασταλτική
δράση της λεπτίνης.
47
Άλλα νευροπεπτίδια
• Όπως όμως έχουμε ήδη αναφέρει εκτός από αυτές τις ουσίες,
διάφορα νευροπεπτίδια ρυθμίζουν τον άξονα υποθαλάμου-
υπόφυσης και επινεφριδίου όπως είναι η αντιδιουρητική
δηλαδή η αργινίνη βαζοπρεσίνη (AVP) αλλά και η ωκυτοκίνη.
• Παρά τη σημασία τους όμως στη παραγωγή CRH, POMC,
ACTH και κορτιζόλης, ποντίκια από τα οποία έχουν
απαλειφθεί τα γονίδια αυτά παρουσιάζουν μεν προβλήματα
στη διαμόρφωση της μνήμης αλλά όχι και στο σωματικό
βάρος.
48
Γκρελίνη
• Είναι ενδιαφέρον ότι διαταραχές στη ρύθμιση του σωματικού
βάρους παρατηρήθηκαν σε μοντέλα απάλειψης άλλων
γονιδίων που σχετίζονται πιο άμεσα με τον ενδιάμεσο
μεταβολισμό.
• Η γκρελίνη τέλος που παράγεται από τον υποθάλαμο αλλά
και σε μεγαλύτερα ποσά στο στομαχικό επιθήλιο
προσδένεται στον υποδοχέα έκλυσης αυξητικής ορμόνης που
εκφράζεται στον υποθάλαμο και εκτός από τη ρύθμιση της
αυξητικής ρυθμίζει την όρεξη.
• Τα επίπεδα της γκρελίνης αυξάνονται κατά τη νηστεία και
χορήγηση της προκαλεί παχυσαρκία με ταυτόχρονη
ελάττωση του βασικού μεταβολισμού λίπους.
49
Συμπερασματικά 1/3
• Η ρύθμιση του σωματικού βάρους γίνεται κεντρικά μέσω του
υποθαλάμου και περιφερικά μέσω ρύθμισης του ενδιάμεσου
μεταβολισμού.
• Το σύστημα ρύθμισης του σωματικού βάρους είναι
πολυπαραγοντιακό, απαρτίζεται από νευροπεπτίδια αλλά και
στεροειδείς ορμόνες.
• Αλληλεπιδρά δε με τους άξονες του στρες και της
αναπαραγωγής.
50
Συμπερασματικά 2/3
• Ισχυρότερη επίδραση στη μείωση του ρυθμού πρόσληψης
τροφής και σωματικού βάρους έχει η λεπτίνη και η
ουροκορτίνη και ακολουθεί η CCK, CRH, POMC, πεπτίδια
POMC και ινσουλίνη. Αύξηση του ρυθμού πρόσληψης
τροφής προκαλεί το NPY.
• Η δημιουργία ζώων από τα οποία έχουν επαλειφθεί
συγκεκριμένα γονίδια του νευροενδοκρινικού συστήματος
(knock out animals) αναμένεται να προσδώσει ένα γενετικό
εργαλείο για τη μελέτη του ρόλου του κάθε μορίου στην
αλυσίδα ρύθμισης της ενεργειακής ομοιόστασης.
51
Συμπερασματικά 3/3
• Απάλειψη των γονιδίων αυτών μας δίνει σειρά πληροφοριών
συχνά απρόσμενων και αποδεικνύει πόσο πολύπλοκο και
ευέλικτο σε αλλαγές είναι το ζωτικό αυτό σύστημα. Τα
πειραματικά αυτά μοντέλα δίνουν πληροφορίες για τη στενή
σχέση ανάμεσα στο σύστημα πρόσληψης, αποθήκευσης,
κατανάλωσης ενέργειας με τους άξονες του στρες αλλά και το
αναπαραγωγικό σύστημα στο μέλλον με τη χρήση των κατά
συνθήκη απαλείψεων γονιδίων θα μπορέσουν τα
πειραματικά όλα μοντέλα να εξομοιωθούν πιο πολύ με
πραγματικά νοσήματα όπου η έκφραση ενός γονιδίου
απουσιάζει από έναν μόνο ιστό.
52
54
55
Φυσιολογία Λιπιδίων 2/2
• Ο βαθμός κορεσμού αναφέρεται στον αριθμό των διπλών
δεσμών που υπάρχουν στην ανθρακική αλυσίδα. Λιπαρά
οξέα χωρίς διπλούς δεσμούς χαρακτηρίζονται ως κορεσμένα.
Λιπαρά οξέα με ένα διπλό δεσμό ονομάζονται
μονοακόρεστα. Τέλος, λιπαρά οξέα με δύο ή και παραπάνω
διπλούς δεσμούς χαρακτηρίζονται ως πολυακόρεστα. Τα
μονοακόρεστα και τα πολυακόρεστα χαρακτηρίζονται και με
τον γενικό όρο ακόρεστα λιπαρά οξέα.
56
Παραδείγματα
• Βουτυρικό οξύ (4:0) • Παλμιτελαϊκό (16: 1)
κορεσμένο μονοακόρεστο
• Λαυρικό οξύ (12:0) κορεσμένο • Λινελαϊκό (18:2)
• Παλμιτικό (16:0) κορεσμένο πολυακόρεστο
• Ελαϊκό οξύ (18:1) • Λινολενικό (18:3)
μονοακόρεστο πολυακόρεστο
57
Διακρίσεις Λιπιδίων 1/2
• Οι λιποδιαλυτές ενώσεις οι οποίες συναντώνται σε όλους
τους ζωντανούς οργανισμούς είναι τα λιπίδια. Οι πιο βασικές
κατηγορίες που συναντώνται στον ανθρώπινο οργανισμό
είναι τρείς:
• Οι στερόλες με πιο βασική τη χοληστερόλη
• Τα γλυκερίδια τα οποία διαθέτουν τρία μόρια λιπαρών οξέων
εστεροποιημένων με γλυκερόλη. Τα πιο σημαντικά είναι τα
τριγλυκερίδια.
• Τα φωσφολιπίδια με πιο σημαντικά τη λεκιθίνη και τη
σφιγγομυελίνη.
58
59
Καρδιακός και σκελετικός μυς ενέργεια
• Βασική πηγή ενέργειας για τον καρδιακό και το σκελετικό μυ
είναι η οξείδωση των ελευθέρων λιπαρών οξέων τα οποία
παράγονται από την υδρόλυση των τριγλυκεριδίων ή και που
ακόμα όταν απελευθερώνονται από το λιπώδη ιστό. Αυτό
ισχύει ιδιαίτερα κατά την διάρκεια μιας άσκησης.
• Από τη διατροφή μπορούν να απορροφηθούν ή και να
συντεθούν ενδογενώς οι στερόλες, τα τριγλυκερίδια και τα
φωσφολιπίδια.
60
62
63
Βιολογικός ρόλος των απαραίτητων
λιπιδίων, τριγλυκερίδια
• Βιολογικός Ρόλος των Απαραίτητων Λιπιδίων
o Είναι πρόδρομες ουσίες των εικοσανοειδών (προσταγλαδίνες,
προστακυκλίνες, λευκοτριένια και θρομβοξάνες).
o Είναι απαραίτητα για την δόμηση των κυτταρικών μεμβρανών.
• Ουδέτερα Λίπη: Τριγλυκερίδια
o Τα τριγλυκερίδια είναι τριεστέρες της γλυκερόλης με λιπαρά
οξέα. Χαρακτηρίζονται ως κορεσμένα ή ακόρεστα ανάλογα με
το αν στο μόριό τους επικρατούν κορεσμένα ή ακόρεστα
λιπαρά οξέα. Τα κορεσμένα τριγλυκερίδια είναι στερεά σε
θερμοκρασία δωματίου, ενώ τα ακόρεστα είναι υγρά.
64
Τριγλυκερίδια 1/2
• Τα λιπαρά οξέα στο μόριο του τριγλυκεριδίου μπορούν να
διαφέρουν είτε ως προς το μήκος (αριθμός ατόμων
άνθρακα), είτε ως προς τον βαθμό κορεσμού. Τα λιπαρά οξέα
επηρεάζουν άμεσα τις φυσικοχημικές ιδιότητες του
τριγλυκεριδίου. Κάθε είδος ζωικού οργανισμού συνθέτει τα
δικά του χαρακτηριστικά τριγλυκερίδια. Ο μηχανισμός
σύνθεσης χαρακτηρίζεται κυρίως γενετικά. Η δίαιτα όμως
επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το είδος των τριγλυκεριδίων που
θα συνθέσει ο οργανισμός. Οι ιστοί μπορούν να συνθέσουν ή
να διασπάσουν τριγλυκερίδια ανάλογα με τις ανάγκες τους.
65
Τριγλυκερίδια 2/2
• Εκτός από τα τριγλυκερίδια υπάρχουν και μόνο- ή δι- εστέρες
της γλυκερόλης με ελεύθερα λιπαρά οξέα τα οποία καλούνται
μόνο- και δι-γλυκερίδια αντίστοιχα. Αυτές οι ενώσεις δεν
είναι τόσο διαδεδομένες στη φύση, χρησιμοποιούνται όμως
ως πρόσθετα τροφίμων.
66
67
Φωσφολιπίδια
• Τα φωσφολιπίδια όπως και τα τριγλυκερίδια αποτελούνται από
ένα μόριο γλυκερόλης στο οποίο όμως είναι συνδεδεμένα δύο
λιπαρά οξέα και ένα μόριο το οποίο περιέχει φώσφορο. Τα
φωσφολιπίδια λόγο της πολικότητας των μορίων τους είναι
διαλυτά τόσο στο νερό όσο και στο λίπος. Αυτή η ιδιότητα των
φωσφολιπιδίων συντελεί ώστε να μπορούν να είναι διεσπαρμένα
στο νερό και να δρουν ως γαλακτοματοποιητές.
• Οι σημαντικότεροι αντιπρόσωποι των φωσφολιπιδίων είναι οι
λεκιθίνες. Οι λεκιθίνες περιέχουν στο μόριό τους τη βάση χολίνη. Η
μέση δυτικού τύπου δίαιτα παρέχει στον οργανισμό 4-5 γρ.
φωσφολιπιδίων καθημερινά. Παράλληλα, το ήπαρ εκκρίνει στο
έντερο σημαντικές ποσότητες φωσφολιπιδίων που κυμαίνονται
από 7-22 γρ.
68
69
Βιολογικός ρόλος των φωσφολιπιδίων,
στερόλες και στεροειδή 2/2
• Στερόλες και Στεροειδή
o Οι στερόλες είναι μεγάλα και πολύπλοκα μόρια τα οποία
αποτελούνται από δακτυλίους ατόμων άνθρακα με
πλευρικές αλυσίδες στις οποίες είναι δεσμευμένα άτομα
άνθρακα, υδρογόνου και οξυγόνου.
o Στις στερόλες ανήκει η χοληστερόλη. Στα στεροειδή
ανήκουν οι στεροειδείς ορμόνες (ορμόνες του φύλου και
τα κορτικοστεροειδή) και η βιταμίνη D.
70
Χοληστερόλη
Βιολογικός Ρόλος της Χοληστερόλης
• Είναι συστατικά των κυτταρικών μεμβρανών (το 95% της
χοληστερόλης βρίσκεται στις κυτταρικές μεμβράνες).
• Είναι πρόδρομη ουσία των στεροειδών ορμονών και της
βιταμίνης D.
• Είναι συστατικό των χολικών αλάτων.
71
Λιποπρωτεΐνες 1/2
Λιποπρωτεΐνες
• Τα λίπη είναι αδιάλυτα στο νερό. Για να μεταφερθούν στο αίμα
πρέπει να ενσωματωθούν σε ειδικά σωματίδια που ονομάζονται
λιποπρωτεΐνες. Εξαίρεση αποτελούν τα λιπαρά οξέα με μεσαία ή
μικρή ανθρακική αλυσίδα (λιπαρά οξέα μέσης και μικρής αλύσου)
τα οποία είναι αρκετά πολικά ώστε να μπορούν να μεταφέρονται
στο αίμα. Οι λιποπρωτεΐνες είναι σωματίδια που αποτελούνται
από: α) τριγλυκερίδια, β) φωσφολιπίδια, γ) χοληστερόλη, δ)
εστέρες της γλυκερόλης και ε) πρωτεΐνη. Το εξωτερικό τους
κέλυφος αποτελείται από φωσφολιπίδια και χοληστερόλη, ενώ στο
εσωτερικό βρίσκονται τα τριγλυκερίδια και οι εστέρες της
γλυκερόλης. Έτσι μπορούν να μεταφέρονται ελεύθερα στο αίμα.
72
Λιποπρωτεΐνες 2/2
Τέσσερις είναι οι βασικοί τύποι των λιποπρωτεϊνών :
1. Τα χυλομικρά.
2. Οι πολύ χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες (VLDL – Very
low density lipoproteins).
3. Οι χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες (LDL – Low density
lipoproteins).
4. Οι υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες (HDL – High density
lipoproteins).
Ο κοινός ρόλος όλων των λιποπρωτεϊνών είναι να
μεταφέρουν τα λιποειδή από ιστό σε ιστό για να καλύψουν
τις ανάγκες των διαφόρων κυττάρων σε λιποειδή.
73
Χυλομικρά 1/2
• Τα χυλομικρά συντίθεται στο λεπτό έντερο από τα λιπίδια της
διατροφής που έχουν απορροφηθεί. Για το λόγο αυτό είναι
πλούσια σε τριγλυκερίδια. Στη συνέχεια μεταφέρονται μέσω
του λεμφικού συστήματος στην κυκλοφορία του αίματος.
• Ουσιαστικά τα χυλομικρά είναι το μέσο που
γαλακτοματοποιεί τα λίπη του γεύματος ώστε να μπορούν να
φτάσουν στη κυκλοφορία του αίματος.
74
Χυλομικρά 2/2
• Τα τριγλυκερίδια των χυλομικρών μεταφέρονται αφενός
στους ιστούς που εκτελούν αερόβιο μεταβολισμό (δηλαδή
κυρίως στους μύες), αφετέρου στο λιπώδη ιστό για
αποθήκευση. Στη συνέχεια τα χυλομικρά αποδίδουν στο
ήπαρ τόσο τα εναπομείναντα τριγλυκερίδια, όσο και τα
φωσφολιπίδια και την χοληστερόλη με την μορφή των
υπολειμμάτων χυλομικρών. Μέρος αυτής της χοληστερόλης
χρησιμοποιείται για την σύνθεση των χολικών αλάτων και το
στεροειδών ορμονών (βιολογικός ρόλος της χοληστερόλης).
75
VLDL, LDL 1/2
• Η υπόλοιπη χοληστερόλη ενσωματώνεται στις VLDL και
αποστέλλεται σε όλα τα κύτταρα. Οι VLDL συντίθενται κυρίως
στο ήπαρ και ενσωματώνουν τριγλυκερίδια που έχουν
συντεθεί εκεί από λιπαρά οξέα που προέρχονται από το
λιπώδη ιστό και από υδατάνθρακες της δίαιτας που έχουν
μετατραπεί σε τριγλυκερίδια στο ήπαρ. Όταν η VLDL χάσει
μέρος των τριγλυκεριδίων της μετατρέπεται σε LDL.
76
77
HDL
• Αντίθετος από τον ρόλο της LDL είναι ο ρόλος της HDL. Μία
σημαντική λειτουργία της HDL είναι να απομακρύνει την
χοληστερόλη από τα κύτταρα και από άλλες λιποπρωτεΐνες,
όπου μπορεί να έχει συσσωρευτεί, και να την επιστρέφει στο
ήπαρ για απέκκριση από τη χολή.
• Η ωφελιμότητά της για το καρδιαγγειακό σύστημα είναι ότι
ελαττώνοντας την ποσότητα της χοληστερόλης που
εναποτίθεται στο εσωτερικό των αγγείων, μειώνεται ο
κίνδυνος εμφάνισης αθηροσκλήρωσης .
78
Πέψη λιπιδίων
• Τα λίπη είναι υδρόφοβα και η πέψη τους αποτελεί πρόβλημα
διότι τα πεπτικά ένζυμα είναι υδρόφιλα και λειτουργούν σε
υδάτινο περιβάλλον. Ωστόσο, η επιφανειακή περιοχή του
διατροφικού λίπους που προορίζεται για πέψη αυξάνεται σε
μεγάλο βαθμό μέσω της γαλακτοματοποίησης.
• Η γαλακτοματοποίηση γίνεται κυρίως με την επίδραση των
χολικών αλάτων.
• Έτσι, η ικανότητα πρόσβασης του λίπους από τα πεπτικά
ένζυμα αυξάνεται από την δράση των χολικών αλάτων. Τα
τριγλυκερίδια, τα φωσφολιποειδή και οι στερόλες αποτελούν
τις κύριες τάξεις λιπιδίων της τυπικής δυτικού τύπου δίαιτας.
79
Λιπάσες 1/5
• Τα πεπτικά ένζυμα που εμπλέκονται στην διάσπαση των
τριγλυκεριδίων ονομάζονται εστεράσες, καθώς διασπούν τους
εστερικούς δεσμούς των τριγλυκεριδίων, και πιο συγκεκριμένα
λιπάσες.
• Η πέψη των τριγλυκεριδίων ολοκληρώνεται στον αυλό του λεπτού
εντέρου, αλλά η διαδικασία ουσιαστικά ξεκινάει από το στομάχι.
• Για την πέψη στο στομάχι παίρνει μέρος η γλωσσική λιπάση, ενώ
για την πέψη στο λεπτό έντερο η παγκρεατική λιπάση. Η βασική
έκκριση της γλωσσικής λιπάσης λαμβάνει χώρα διαρκώς αλλά
μπορεί να διεγερθεί από κάποιους παράγοντες όπως: α) νευρικούς
(συμπαθητικούς αγωνιστές), β) μηχανικούς (ρούφηγμα –
κατάποση) και γ) διαιτητικούς (δίαιτα υψηλή σε λίπος).
80
Λιπάσες 2/5
• Η γλωσσική λιπάση μπορεί να δρα στο χαμηλό pH του στομάχου
και των γαστρικών υγρών. Για να δράσει η γλωσσική λιπάση θα
πρέπει πρώτα τα τριγλυκερίδια να έχουν υποστεί
γαλακτοματοποίηση ώστε να εκτεθεί στο ένζυμο αρκετή ποσότητα
λίπους. Παράγοντες γαλακτοματοποίησης αποτελούν οι μυϊκές
συστολές και το όξινο περιβάλλον του στομάχου που περιλαμβάνει
σύνθετους πολυσακχαρίτες, φωσφολιποειδή και πεπτίδια. Η
γλωσσική λιπάση «προτιμάει» να δράσει σε τριγλυκερίδια μικρής
και μεσαίας αλύσου.
81
Λιπάσες 3/5
• Τα τριγλυκερίδια με λιπαρά οξέα που έχουν μεγάλες
αλυσίδες για να διασπαστούν χρειάζονται λιγότερο όξινο
περιβάλλον, άλλες λιπάσες και ισχυρότερους
γαλακτοματοποιητές.
• Ιδιαίτερα σημαντική είναι η δράση της γλωσσικής λιπάσης
για τα βρέφη που θηλάζουν. Μπορεί εύκολα να διαπεράσει
τα σταγονίδια λίπους του γάλακτος χωρίς να έχει προηγηθεί
γαλακτοματοποίηση. Στα βρέφη δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως
η παγκρεατική λειτουργία.
82
Λιπάσες 4/5
• Το μερικώς υδρολυμένο (διασπασμένο) λιποειδικό
γαλάκτωμα αφήνει το στομάχι και εισέρχεται στο
δωδεκαδάκτυλο με την μορφή μικρών σταγονιδίων λίπους.
Στη φάση αυτή λαμβάνει χώρα αποτελεσματική
γαλακτοματοποίηση διότι συνεχίζεται η μηχανική διάσπαση
και εκκρίνεται η χολή από την χοληδόχο κύστη ως
αποτέλεσμα διέγερσης από την ορμόνη χολοκυστοκινίνη.
Επιπρόσθετα, εκκρίνονται διττανθρακικά ιόντα από το
πάγκρεας ώστε να ανέβει το pH σε τέτοιο επίπεδο που να
μπορεί να δράσει η παγκρεατική λιπάση.
83
Λιπάσες 5/5
• Η ενεργοποίηση της παγκρεατική λιπάσης απαιτεί την
συμμετοχή α) της πρωτεΐνης συνλιπάσης, β) των ιόντων
ασβεστίου και γ) των χολικών αλάτων. Από την δράση της
παγκρεατικής λιπάσης παράγονται οι διγλυκερόλες, οι
μονογλυκερόλες, η χοληστερίνη και τα ελεύθερα λιπαρά
οξέα. Οι διγλυκερόλες μετατρέπονται σε μονογλυκερόλες. Τα
προϊόντα αυτά συνδέονται με χολικά άλατα και έτσι
σχηματίζονται τα μικκύλια. Αυτά περνούν στα διάκενα
μεταξύ των μικρολαχνών της εντερικής μεμβράνης .
84
85
Απορρόφηση των λιπιδίων 2/2
• Μετά την απορρόφηση των ελεύθερων λιπαρών οξέων, των
μονογλυκερολών και της χοληστερόλης μέσα στα απορροφητικά
εντεροκύτταρα, ακολουθεί ο επανασχηματισμός των
τριγλυκεριδίων και των εστέρων της χοληστερόλης. Τα λιποειδή
που επανασχηματίστηκαν μαζί με τις λιποδιαλυτές βιταμίνες
συλλέγονται στο ενδοπλασματικό δίκτυο του κυττάρου. Εκεί μια
πρωτεϊνική στιβάδα προστίθεται στην επιφάνειά τους. Αυτή τα
σταθεροποιεί και έτσι εισέρχονται στο υδάτινο περιβάλλον της
κυκλοφορίας. Προωθούνται μετά στο σύμπλεγμα Golgi του
κυττάρου όπου στην πρωτεϊνική στιβάδα προστίθενται
υδατάνθρακες, σταθεροποιούνται δε επαρκώς και γίνονται πια τα
ολοκληρωμένα σωματίδια που ονομάζονται χυλομικρά. Τα
χυλομικρά μεταφέρονται στην κυτταρική μεμβράνη και από εκεί
με εξωκυττάρωση στη λεμφική κυκλοφορία.
86
Υπερλιπιδαιμία 1/4
• Η υπερλιπιδαιμία είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία
εμφανίζονται αυξημένα ένα ή περισσότερα λιπιδικά κλάσματα στο
αίμα (ολική χοληστερίνη, τριγλυκερίδια, LDL χοληστερόλη).
• Ένας από τους κύριους παράγοντες εμφάνισης της παθολογικής
αυτής κατάστασης είναι η διατροφή και κυρίως η υψηλή
περιεκτικότητα της σε λιπαρά και ιδιαιτέρως των κορεσμένων
λιπαρών ή και trans λιπαρών που βρίσκονται στα λιπαρά μέρη των
κρεάτων, στα προϊόντα φούρνου, γαριδάκια, κέικ, γλυκά, fast food
και άλλα. Βασικός μας στόχος λοιπόν για την αντιμετώπιση αυτής
της ασθένειας είναι η μείωση της κατανάλωσης τροφίμων
πλούσιων σε λιπαρά και κατ' επέκταση η μείωση του βάρους εάν
είναι απαραίτητο.
87
Υπερλιπιδαιμία 2/4
• Η υπερλιπιδαιμία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη
κληρονομικότητα. Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι οι
παράγοντες που επηρεάζουν την κληρονομικότητα δεν οφείλονται
μόνο στους γενετικούς παράγοντες αλλά και στις διατροφικές
συνήθειες των ατόμων. Τα υψηλά επίπεδα των λιπιδίων του
αίματος αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών
παθήσεων. Πιο συγκεκριμένα, η LDL χοληστερόλη, η οποία
συσσωρεύεται στα τοιχώματα των στεφανιαίων αρτηριών
ευθύνεται για την πιο κοινή μορφή καρδιακής πάθησης που είναι η
στεφανιαία νόσος .
88
Υπερλιπιδαιμία-Υψηλή χοληστερίνη-
Υψηλά τριγλυκερίδια 1/3
• Με τον όρο υπερλιπιδαιμία υποδηλώνεται η αύξηση της
ποσότητας των λιπιδίων στο αίμα. Υπάρχουν αρκετές μορφές
λιπιδίων, εκείνα όμως τα οποία έχουν περισσότερο μελετηθεί και
συσχετισθεί με τη στεφανιαία νόσο είναι:
• η ολική χοληστερόλη,
• HDL-χοληστερόλη (η οποία αποκαλείται και «καλή χοληστερόλη»),
• LDL-χοληστερόλη (ή «κακή χοληστερόλη») και
• τα τριγλυκερίδια.
89
Υπερλιπιδαιμία-Υψηλή χοληστερίνη-
Υψηλά τριγλυκερίδια 2/3
• Η τιμή της LDL χοληστερόλης προσδιορίζεται έμμεσα από τις τιμές
της ολικής χοληστερόλης, της HDL και των τριγλυκεριδίων από την
εξίσωση : LDL= ολική χοληστερόλη- (τριγλυκερίδια/5) – HDL (με την
προϋπόθεση ότι τα τριγλυκερίδια δεν ξεπερνούν τα 400 mg%).
• Σημειώνεται ότι δεν υπάρχουν «φυσιολογικές» τιμές
χοληστερόλης, αλλά όσο χαμηλότερα είναι τα επίπεδά της στο
αίμα, τόσο ελαττώνεται ο κίνδυνος ανάπτυξης στεφανιαίας νόσου
και αντιστρόφως .
• Ωστόσο, πρέπει να επισημάνουμε ότι η χοληστερόλη αποτελεί
απαραίτητο συστατικό της μεμβράνης των κυττάρων του
ανθρώπινου οργανισμού και εκείνο που συνήθως βλάπτει είναι η
αύξησή της πέρα από τα προαναφερθέντα όρια.
90
Υπερλιπιδαιμία-Υψηλή χοληστερίνη-
Υψηλά τριγλυκερίδια 3/3
• Από τη χοληστερόλη που κυκλοφορεί στο αίμα ένα μέρος
παράγεται από τον ίδιο τον οργανισμό, και συγκεκριμένα από το
συκώτι, και ένα μέρος προσλαμβάνεται με τις τροφές.
• Μερικοί άνθρωποι (2-4% του πληθυσμού) έχουν μία πάθηση που
ονομάζεται οικογενής υπερχοληστερολαιμία, η οποία οφείλεται σε
ένα γενετικό ελάττωμα και μπορεί να προκαλέσει μια ιδιαίτερα
σημαντική αύξηση της ολικής και της LDL χοληστερόλης .
91
Υπερλιπιδαιμία 3/4
• Η αυξημένη χοληστερόλη αποτελεί έναν από τους
βασικότερους παράγοντες που συμβάλλουν στην γένεση ή
και την εξέλιξη της αρτηριοσκλήρυνσης, γνώση που έχει
τεκμηριωθεί από πληθώρα μελετών που έχουν
πραγματοποιηθεί τις τελευταίες δεκαετίες και ειδικά όταν
συνδυάζεται με υψηλές τιμές LDL και χαμηλές τιμές HDL-
χοληστερόλης.
• Σε ότι αφορά το ρόλο των τριγλυκεριδίων δεν υπάρχει
απόλυτη ομοφωνία. Φαίνεται όμως ότι σε ορισμένες
υποομάδες ασθενών, όπως π.χ. στις διαβητικές γυναίκες,
αποτελούν ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου.
92
Υπερλιπιδαιμία 4/4
• Η επιθετική αντιμετώπιση της υπερλιπιδαιμίας κρίνεται
απόλυτα απαραίτητη στους ασθενείς στους οποίους η
στεφανιαία νόσος έχει ήδη εκδηλωθεί (οπότε μιλάμε για
δευτερογενή πρόληψη). Εκτός όμως από τους πάσχοντες, η
σημαντική υπερλιπιδαιμία πρέπει να αντιμετωπίζεται και
στους φαινομενικά υγιείς, ειδικά όταν αυτή συνυπάρχει με
άλλους προδιαθεσικούς παράγοντες κινδύνου (πρωτογενής
πρόληψη).
93
Ενότητα 12: Πεπτικό σύστημα
Γλώσσα
• Βρίσκεται στο έδαφος του στόματος. Αποτελείται από μύες.
• Χρησιμεύει για: μάσηση, ομιλία, γεύση.
• Χωρίζεται σε: Βάση ή ρίζα, σώμα, κορυφή.
• Στην πάνω επιφάνεια έχει πολλές μικρές προεξοχές,τις θηλές
της γλώσσας .
• Αυτές χωρίζονται σε:
Τριχοειδείς θηλές , που είναι οι περισσότερες. Μυκητοειδείς
θηλές (στη κορυφή της γλώσσας). Φυλλοειδείς θηλές (πίσω
και πλάγια της γλώσσας). Περιχαρακωμένες θηλές , που
είναι 8-12 και σχηματίζουν το γευστικό λάμδα στο πίσω
μέρος της γλώσσας.
Στοματική κοιλότητα 2/2
Δόντια 1/2
• ΔΟΝΤΙΑ: σκληρά όργανα που χρησιμεύουν για τη μάσηση της
τροφής. Βρίσκονται στα οδοντικά φατνία των γνάθων.
Συναρθρώνονται με ειδική σύνδεση , τη γόμφωση.
• ΝΕΟΓΙΛΑ ΔΟΝΤΙΑ: ανατέλλουν στο στόμα από την ηλικία των
6 μηνών , μέχρι 2 ετών. Είναι 20 και αντικαθίστανται από τα
μόνιμα.
• ΜΟΝΙΜΑ ΔΟΝΤΙΑ: είναι 32 και χωρίζονται ανάλογα με το
σχήμα τους σε: Κεντρικοί τομείς(4), πλάγιοι τομείς (4),
κυνόδοντες (4), προγόμφιοι (8), γομφίοι (12).
Δόντια 2/2
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΔΟΝΤΙΩΝ
• Mύλη: το τμήμα του δοντιού που φαίνεται μέσα στο στόμα
(κλινική μύλη). Ρίζα : το τμήμα που βρίσκεται μέσα στα ούλα
και στο οστό. Στο κέντρο του δοντιού βρίσκονται αγγεία και
νεύρα (πολφός του δοντιού). Εξωτερικά του πολφού
βρίσκεται η οδοντίνη. Η οδοντίνη στη περιοχή της
(ανατομικής) μύλης καλύπτεται από αδαμαντίνη (η
σκληρότερη ουσία του ανθρώπινου σώματος) και στη
περιοχή της ρίζας από οστεΐνη .
Φάρυγγας
• ΦΑΡΥΓΓΑΣ
Ινομυώδης σωλήνας 15εκ. Βρίσκεται μπροστά από τη
σπονδυλική στήλη και πίσω από τις κοιλότητες μύτης (ρινική
μοίρα), στόματος (στοματική μοίρα) και λάρυγγα ( λαρυγγική
μοίρα) με τις οποίες επικοινωνεί. Εξυπηρετεί το πεπτικό
σύστημα , το αναπνευστικό σύστημα και την άμυνα του
οργανισμού με το λεμφικό ιστό που έχει στα τοιχώματά του
(αμυγδαλές).
Οισοφάγος
• ΟΙΣΟΦΑΓΟΣ: Ινομυώδης σωλήνας 25εκ. Αποτελεί τη συνέχεια
προς τα κάτω του φάρυγγα και φτάνει μέχρι το στομάχι.
Πορεύεται μπροστά από τη σπονδυλική στήλη (Α6 – Θ5) και
χωρίζεται σε 4 μοίρες: Τραχηλική, Θωρακική, Διαφραγματική
Κοιλιακή. Εξυπηρετεί μαζί με το φάρυγγα τη μεταφορά της
τροφής από τη στοματική κοιλότητα στο στομάχι (κατάποση).
• ΣΤΕΝΩΜΑΤΑ ΟΙΣΟΦΑΓΟΥ: Στο όριο με το φάρυγγα, στο ύψος
του αορτικού τόξου, στο ύψος του αριστερού βρόγχου κατά
το πέρασμα του από το διάφραγμα.
Λεπτό έντερο
• ΛΕΠΤΟ ΕΝΤΕΡΟ
Αποτελεί τη συνέχεια του στομάχου. Ξεκινάει από τον
πυλωρό και φτάνει μέχρι το παχύ έντερο με την ειλεοτυφλική
βαλβίδα . Βρίσκεται στη κάτω κοιλία και περιβάλλεται από το
παχύ έντερο το οποί σχηματίζει μια ατελή στεφάνη. Έχει
συνολικό μήκος 6-7 μέτρα.
Διακρίνεται σε 3 μέρη:
o Δωδεκαδάκτυλο.
o Νήστιδα.
o Ειλεό.
Δωδεκαδάκτυλο
• ΔΩΔΕΚΑΔΑΚΤΥΛΟ
Αποτελεί τη πρώτη μοίρα του λεπτού εντέρου με μήκος 25-30
εκ. Ξεκινά από τη πυλωρική βαλβίδα και φτάνει στη
νηστιδοδωδεκαδακτυλική καμπή. Έχει σχήμα αγκύλης που
περιβάλει τη κεφαλή του παγκρέατος. Στον αυλό του
εκβάλλουν οι εκφορητικοί πόροι ήπατος και παγκρέατος. Το
έκκριμά τους μαζί με αυτό των δωδεκαδακτυλικών αδένων
συμβάλλει στη πέψη των τροφών.
Νήστις
Ξεκινάει από τη νηστιδοδωδεκαδακτυλική καμπή.
Στο εσωτερικό της παρουσιάζει:
1. Κυκλικές πτυχές τις λάχνες (προσεκβολές του βλεννογόνου).
2. Λεμφοζίδια (αθροίσματα λεμφοκυττάρων).
3. Πλάκες Peyer (μικρά επάρματα του βλεννογόνου με
λεμφοζίδια που βρίσκονται κυρίως στον ειλεό).
Γίνεται απορρόφηση και πέψη τροφών.
Ειλεός
• Είναι η συνέχεια της νήστιδας και το εσωτερικό της είναι
σχεδόν ίδιο με αυτή. Μαζί αποτελούν το ελικώδες έντερο το
οποίο είναι ευκίνητο και κρέμεται από το πίσω κοιλιακό
τοίχωμα από μια πτυχή του περιτόναιου, το μεσεντέριο.
Παχύ έντερο
• Αρχίζει από την ειλεοτυφλική βαλβίδα και φτάνει μέχρι το
πρωκτό. Έχει μήκος 1,5 μέτρο , και σχηματίζει μια στεφάνη
που περιβάλλει το λεπτό έντερο. Χωρίζεται σε 3 μέρη: Το
τυφλό (στο οποίο βρίσκεται η σκωληκοειδής απόφυση), το
κόλο (ανιόν, εγκάρσιο, κατιόν, σιγμοειδές), το ορθό ή
απευθυσμένο.
• Διαφορές με το λεπτό έντερο
Μεγαλύτερο πλάτος. Έχει κολικές ταινίες, εκκολπώματα,
επιπλοϊκές αποφύσεις Δεν έχει λάχνες και πλάκες Peyer (έχει
όμως λεμφοζίδια και βλεννώδεις αδένες).
Λειτουργίες παχέος εντέρου
• Διάσπαση και απορρόφηση θρεπτικών ουσιών, βιταμινών,
ηλεκτρολυτών, νερού. Έκκριση βλέννας.
• Συμπύκνωση υπολειμμάτων τροφής (κόπρανα).
• Η φυσιολογική του χλωρίδα (κολοβακτηρίδια) βοηθά στη
πέψη και αν καταστραφεί από αντιβιοτικά έχουμε διάρροιες.
Ήπαρ 1/2
• Είναι ο μεγαλύτερος αδένας του πεπτικού (1500γρ).
Βρίσκεται στη άνω κοιλία, κάτω από το δεξιό θόλο του
διαφράγματος.
• Το σχήμα του είναι τρίγωνο και εμφανίζει 3 επιφάνειες (άνω,
κάτω, οπίσθια). Εμφανίζει 3 χείλη (πρόσθιο, δεξιό, αριστερό).
Ήπαρ 2/2
• Η κάτω επιφάνεια είναι επίπεδη και χωρίζεται με 2 αύλακες
σε 3 λοβούς (δεξιός, τετράπλευρος, αριστερός). Η δεξιά
αύλακα κοντά στο πρόσθιο χείλος καταλήγει στον κυστικό
βόθρο όπου βρίσκεται η χοληδόχος κύστη.
• Οι δύο αύλακες ενώνονται πίσω από τον τετράπλευρο λοβό
και σχηματίζουν τη πύλη του ήπατος (σχισμή από την οποία
μπαίνουν και βγαίνουν αιμοφόρα και λεμφικά αγγεία καθώς
και χοληφόροι πόροι & νεύρα).
“Anatomy of liver and gall bladder”, από Jiju διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Κατάποση 2/2
• Στοματική φάση. Στη φάση αυτή κλείνει το στόμα και η γλώσσα
σηκώνεται και συμπιέζεται πάνω στη σκληρή υπερώα. Με τον
τρόπο αυτό γίνεται η μετακίνηση του βλωμού προς τα πίσω
δηλαδή προς τον φάρυγγα.
• Φαρυγγική φάση. Στη φάση αυτή κλείνει η αναπνευστική οδός.
Συγκεκριμένα ανεβαίνει προς τα πάνω και εμπρός ο λάρυγγας και
η επιγλωττίδα φράσσει το στόμιο του. Με τον τρόπο αυτό ο
βλωμός μετακινείται προς τον οισοφάγο.
• Οισοφαγική φάση. Στη φάση αυτή και με τη βοήθεια των
περισταλτικών κινήσεων ο βλωμός μετακινείται προς τα κάτω και
φτάνει στο στομάχι.
Γαστρική κινητικότητα
• Στο στομάχι παρουσιάζονται δύο είδη κυμάτων. Τα κύματα
μείξης και τα περισταλτικά κύματα.
• Τα κύματα μείξης παρουσιάζονται μόλις γεμίσει το στομάχι.
Σκοπός τους είναι η ανάμειξη της τροφής με τα γαστρικά
υγρά.
• Τα περισταλτικά κύματα προκαλούν την μετακίνηση του
γαστρικού περιεχομένου και την κένωση (άδειασμα) του
στομάχου.
• Η γαστρική κένωση εξαρτάται από τη λειτουργία του
πυλωρικού σφιγκτήρα. Οι υγρές τροφές εγκαταλείπουν το
στομάχι γρήγορα, ενώ οι στερεές με πιο αργό τρόπο.
Πέψη υδατανθράκων
• Οι σπουδαιότεροι υδατάνθρακες της τροφής του ανθρώπου είναι το
άμυλο, η σακχαρόζη και η λακτόζη. Η πέψη των υδατανθράκων αρχίζει
από το στόμα, συνεχίζεται στο στομάχι και ολοκληρώνεται στο παχύ
έντερο.
• Στη στοματική κοιλότητα. Το ένζυμο αμυλάση και πτυαλίνη του σάλιου
διασπά μέσα στο στόμα το άμυλο ( 3-5% του αμύλου της τροφής) .
• Στο στομάχι. Η αμυλάση στο στομάχι εξακολουθεί να δρα παρά το
όξινο περιβάλλον το οποίο μειώνει τη δράση της. Εκεί διασπά το 30-
40% του αμύλου της τροφής.
• Στο λεπτό έντερο. Το αδιάσπαστο άμυλο έρχεται στο δωδεκαδάκτυλο
και στο ελικώδες έντερο , διασπάται με την παγκρεατική αμυλάση σε
δισακχαρίτες (φρουκτόζη, γλυκόζη, γαλακτόζη) και μονοσακχαρίτες οι
οποίοι απορροφώνται από το βλεννογόνο του λεπτού εντέρου.
Πέψη πρωτεϊνών 1/2
Οι πρωτεΐνες είναι μεγαλομοριακές ενώσεις, οι οποίες δεν
μπορούν να περάσουν την κυτταρική μεμβράνη. Για το λόγο
αυτό διασπώνται μέσα στον γαστρεντερολογικό σωλήνα σε
αμινοξέα και μεταφέρονται στα κύτταρα, όπου
χρησιμοποιούνται για τη σύνθεση πρωτεϊνών και ως πηγή
ενέργειας
Η πέψη των πρωτεϊνών ξεκινά από το στομάχι, όπου το γαστρικό
οξύ ενεργοποιεί τα πεψιγόνα σε πεψίνες, οι οποίες διασπούν τις
πρωτεΐνες της τροφής.
Χαρακτηριστική είναι η δράση της γαστρίνης, που διασπά το
κολλαγόνο του συνδετικού ιστού των τροφών.
2
“1808 The Anterior Pituitary Complex”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
Έκκριση υποφυσιακών ορμονών
4
Ορμόνες γλυκοπρωτεΐνες 2/2
• Πρόσφατα μία νέα γλυκοπρωτεΐνη έχει απομονωθεί στην
προσθία υπόφυση, η thyrostimulin, ένα διμερές από μία
μοναδική α- και β-υπομονάδα. Συνδέεται στενότερα με την
TSH και μπορεί να διεγείρει τους υποδοχείς της TSH. Εν
τούτοις, δεν είναι τόσο δραστική όσο η TSH και δεν μπορεί να
υποκαταστήσει την έλλειψη της TSH. Έτσι, η λειτουργία της
ακόμη παραμένει ακόμη άγνωστος.
8
Μέτρηση των γοναδοτροφινών 1/2
• Τα φυσιολογικά επίπεδα της LH και της FSH ποικίλουν με την
ηλικία του ατόμου. Είναι χαμηλά πριν από την εφηβεία και
υψηλά στις μετεμηνοπαυσιακές γυναίκες.
• Μία νυχτερινή αύξηση της LH στα αγόρια της κυκλικής
έκκρισης της LH και της FSH στα κορίτσια σηματοδοτούν την
έναρξη της εφηβείας πριν την εμφάνιση κλινικών σημείων.
• Μία συνεχής έγχυση της GnRH στις γυναίκες, προκαλεί αρχικά αρχική
αύξηση της έκκρισης της FSH και της LH που ακολουθείται της από
παρατεταμένη αναστολή της γοναδοτροφικής έκκρισης. Αυτό το
φαινόμενο μπορεί να εξηγηθεί από την καταστολή (down regulation) των
υποδοχέων της GnRH στα υποφυσιακά γοναδοκύτταρα.
12
Feedback
13
14
Θετικό feedback 2/2
• Μετά την εκκριτική αιχμή του μέσου του κύκλου, το
δημιουργούμενο ωάριο εγκαταλείπει την ωοθήκη. Η
ωορρηξία επισυμβαίνει περίπου 10-12 ώρες μετά την αιχμή
της LH και 24-36 ώρες μετά την αιχμή της οιστραδιόλης.
16
Αρνητικό feedback 2/3
• Στους άνδρες, η πρωτοπαθής γοναδική ανεπάρκεια με
χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης σχετίζεται επίσης με υψηλές
τιμές γοναδοτροφινών. Εν τούτοις, η τεστοστερόνη δεν είναι
ο μοναδικός αναστολέας της γοναδοτροφικής έκκρισης στους
άνδρες, αφού η επιλεκτική καταστροφή των
σπερματοζωαρίων (πχ θεραπεία με κυκλοφωσφαμίδη)
οδηγεί σε αζωοσπερμία και αύξηση μόνον της FSH.
17
18
Ορμονικές μεταβολές
στην διάρκεια του
εμμηνορρυσιακού
κύκλου
20
“MenstrualCycle2 en”, από Begoon διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Εφηβεία 1/2
• Εφηβεία είναι η διαδικασία η οποία μετατρέπει το παιδί σε
σεξουαλικά ώριμο πρόσωπο, ικανό για αναπαραγωγή.
• Περιλαμβάνει αλλαγές στην έκκριση πολλών ορμονών,
ενζύμων και άλλων φυσιολογικών ουσιών.
• Συνοδεύεται επίσης από εκσεσημασμένες αλλαγές στην
φυσική αύξηση και ωρίμανση και σε πολλές συμπεριφορές.
• Οι σημαντικότερες ορμονικές αλλαγές περιλαμβάνουν
αλλαγές στην λειτουργία του υποθάλαμο-υποφυσιακού –
οργάνου στόχου άξονα.
21
Εφηβεία 2/2
• Σε ένα από τα σημαντικότερα για την εφηβεία συστήματα,
στον υποθάλαμο-υποφυσιακό- γοναδικό άξονα, οι
νευροεκκριτικοί νευρώνες, οι οποίοι ευρίσκονται κυρίως στο
μεσοβασικό υποθάλαμο και στον τοξοειδή πυρήνα και οι
οποίοι καταλήγουν στην μέση εξοχή (όπου συντίθεται και
εκκρίνεται στο πυλαίο σύστημα και μεταφέρεται στην
υπόφυση το δεκαπεπτίδιο GnRH), αλλάζουν τον τρόπο της
έκκρισής τους.
22
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 1/15
• Είναι γνωστό ότι το υποθαλαμο-υποφυσιακό γοναδικό
σύστημα έχει 3 τρόπους αλληλεπίδρασης με τις γονάδες
o Τονική,
o Κυκλική,
o Επεισοδιακή (pulsatile) αλληλεπίδραση.
• Στα περισσότερα άλλα συστήματα, μόνο η τονική και η
επεισοδιακή αλληλεπίδραση παρατηρούνται.
23
24
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 3/15
• Από το τέλος του πρώτου χρόνου της ζωής μέχρι τα 6-8
χρόνια, η συγκέντρωση των περισσοτέρων ορμονών που
ενέχονται στην εφηβική ανάπτυξη αλλάζει πολύ λίγο μέρα
με την μέρα.
• Το σύστημα του αρνητικού feedback φαίνεται ότι είναι
λειτουργικό, και η επεισοδιακή έκκριση επισυμβαίνει για τις
περισσότερες ορμόνες, αλλά το θετικό feedback δεν φαίνεται
να συμμετέχει.
• Στα 6-8 χρόνια περίπου, αυξάνει η έκκριση των
ανδρογονικών ορμονών από τα επινεφρίδια.
• Αυτό δε αναφέρεται ως αδρεναρχή.
25
28
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 7/15
• Στην εφηβεία, αλλά πριν την κλινικά ορατή της εμφάνιση, η
ευαισθησία του γοναδοστάτη αυξάνεται, ώστε χρειάζονται
υψηλότερες συγκεντρώσεις στεροειδών του φύλου για να
επιτευχθεί αρνητικό feedback.
• Λόγω αυτής της αλλαγής, εκκρίνονται μεγαλύτερα ποσά
γοναδοτροφινών, τα οποία οδηγούν σε μεγαλύτερη
παραγωγή στεροειδών του φύλου από τις γονάδες.
• Έτσι επιτυγχάνεται ένα νέο «setpoint» για τον γοναδοστάτη.
29
30
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 9/15
• Καθώς προχωρεί η εφηβεία, συμβαίνουν αλλαγές στις
συγκεντρώσεις η στο τύπο έκκρισης σε δύο σημαντικά
συστήματα έκκρισης.
• Στο υποθαλαμο-υποφυσιακό-γοναδικό σύστημα και
• Στο σύστημα της αυξητικής ορμόνης –IGF-1.
• H αλλαγή στον υποθαλαμο-υποφυσιακό-γοναδικό σύστημα
ονομάζεται γοναδαρχή.
31
32
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 11/15
• Στις γυναίκες, η αύξηση της οιστραδιόλης που προέρχεται
από την αυξημένη έκκριση της FSH και LH, δεν συμβαίνει
στην διάρκεια του ύπνου (όπως η τεστοστερόνη στους
άνδρες), αλλά παρατηρείται γύρω στις 3.00 με 5.00 μμ.
• Ο λόγος για αυτή την διαφορά σχετικά με το φύλο, δεν είναι
γνωστή.
• Τα πρώτα σημεία ήβης παρατηρούνται στα θήλεα σε αυτήν
την χρονική περίοδο.
• Η δε φάση αυτή καλείται πρώτο στάδιο της εφηβείας (early
puberty).
33
35
36
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 15/15
• Στις γυναίκες, η μέγιστη αύξηση του ύψους (peak height
velocity) και οι μέγιστες τιμές οιστραδιόλης συμπίπτουν.
• Στους άνδρες, η μέγιστη αύξηση του ύψους και το 45% της
μέγιστης συγκέντρωσης της τεστοστερόνης συμπίπτουν.
• Στο τέλος της εφηβείας, η συγκέντρωση των γοναδοτροφινών
και των στεροειδών του φύλου είναι η αυτή στην διάρκεια
του ύπνου και της εγρήγορσης.
• Η εξαφάνιση του φαινομένου της αύξησης των ορμονών στην
διάρκεια του ύπνου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέθοδος
για να καθορισθεί το τέλος της εφηβικής διαδικασίας.
37
38
Αλλαγές στην αυξητική ορμόνη (growth
hormone-GH) 1/4
• Στην παιδική ηλικία, η έκκριση της αυξητικής ορμόνης συμβαίνει
κυρίως στην διάρκεια του ύπνου.
• Η GH εκκρίνεται επεισοδιακά, τα δε κύματα έκκρισης σχετίζονται
με τον ύπνο βραδέων κυμάτων (slow wave sleep, SWS).
• Στην εγρήγορση, τα κύματα έκκρισης GH είναι μικρού μεγέθους και
συχνότητας.
• Στα πρώτα στάδια της εφηβείας, υπάρχει μικρή αλλαγή στον τύπο
αυτό της έκκρισης της GH.
• Ωστόσο, κάποια αύξηση του εύρους των αιχμών επισυμβαίνει στην
εγρήγορση.
39
40
Αλλαγές στην αυξητική ορμόνη (growth
hormone-GH) 3/4
• Είναι γνωστό ότι η GH δρα μέσω της παραγωγής IGF-1 (ήπαρ).
• Τα επίπεδα του IGF-1 αυξάνονται σημαντικά κατά την διάρκεια
της εφηβείας. Οι υψηλότερες συγκεντρώσεις του IGF-1
συμπίπτουν με την μέγιστη αύξηση του ύψους και στους
άνδρες και στις γυναίκες.
41
42
Άλλες ορμονικές αλλαγές στην διάρκεια
της εφηβείας 1/4
ACTH και κορτιζόλη
• Είναι γνωστόν ότι η έκκριση της ACTH και της κορτιζόλης έχουν
χαρακτηριστικό νυχθημερήσιο ρυθμό, και το μεγαλύτερο ποσό της
ACTH και της κορτιζόλης εκκρίνεται μεταξύ των 4.00 και 8.00 το
πρωί. Περίπου τα μεσάνυχτα, η συγκέντρωση της κορτιζόλης
πέφτει σε σχεδόν μη ανιχνεύσιμα επίπεδα και παραμένει χαμηλή
για αρκετές ώρες.
• Δεν επισυμβαίνουν σημαντικές αλλαγές σε αυτό τον τρόπο
έκκρισης στην διάρκεια της εφηβείας.
• Η έκκριση της κορτιζόλης φαίνεται ότι είναι συνδεδεμένη με τον
χρόνο του ωρολογίου παρά με τον ύπνο.
43
44
Άλλες ορμονικές αλλαγές στην διάρκεια
της εφηβείας 3/4
Θυρεοειδοτρόπος (TSH)
• Η έκκριση της TSH είναι παρόμοια με εκείνη της PRL, με την
μεγαλύτερη έκκριση να παρατηρείται κατά την διάρκεια του ύπνου,
και σε μικρότερα ποσά στην εγρήγορση. Δεν παρατηρείται αλλαγή
στην έκκριση της TSH στην διάρκεια της εφηβείας.
• Εν τούτοις, μικρές αυξήσεις επισυμβαίνουν στην συγκέντρωση της
ολικής θυροξίνης (Τ4), της τριιωδοθυρονίνης (Τ3), και της
δεσμευτικής των θυρεοειδικών ορμονών σφαιρίνης (TBG) και όλα
αυτά παρατηρούνται στην διάρκεια της αυξημένης εφηβικής
ανάπτυξης. Δεν ανευρίσκεται αλλαγή στην ελεύθερη Τ4 στην
διάρκεια της εφηβείας.
45
46
Τα περί την τρίτη κοιλία όργανα
49
Μελατονίνη 2/4
• Αυξημένα επίπεδα μελατονίνης-χαρακτηριστικό της προεφηβικής
ηλικίας μπορεί να διατηρήσει τον υποθαλαμο-υποφυσιακό-γοναδικό
άξονα σε ηρεμία. Έτσι ασκείται ανασταλτική επίδραση στην εφηβική
ανάπτυξη. Κατόπιν, τα ελαττούμενα επίπεδα ορού της μελατονίνης με
την αύξηση της ηλικίας θα οδηγήσουν σε ενεργοποίηση της
υποθαλαμικής επεισοδιακής έκκρισης της GnRH – και κατά συνέπεια
και του αναπαραγωγικού άξονα – με αποτέλεσμα την έναρξη των
εφηβικών φαινομένων. Ο ρυθμός παραγωγής μελατονίνης δεν
αλλάζει με την ηλικία και φυσιολογικά δεν υπάρχει αύξηση του
μεγέθους της επίφυσης από την ηλικία του πρώτου ως το δέκατο
πέμπτο έτος, όπως φαίνεται σε NMR μελέτες.
• Η ελάττωση των συγκεντρώσεων της μελατονίνης θεωρήθηκε ότι
οφείλεται στην αύξηση της μάζας σώματος που χαρακτηρίζει τους
ανθρώπους που μεγαλώνουν. 50
Μελατονίνη 3/4
• Στο παρελθόν, σε πειραματόζωα, θεωρήθηκε ότι η επίφυση
μπορεί να παράγει μία αντιγοναδοτροφική ορμόνη.
• Καθώς επιφυσιακοί όγκοι της επίφυσης έχουν συσχετισθεί με
πρώιμη ήβη, θεωρήθηκε ότι η επίφυση παράγει μία ουσία η οποία
ελέγχει την σεξουαλική ωρίμανση.
• Οι Kitay και συν. αρχικά ανέφεραν ότι καταστρεπτικοί όγκοι
συνδυάζονται με πρώιμη εφηβεία, ενώ υπερεκκριτικοί όγκοι του
αδένα με καθυστέρηση της εφηβείας.
• Μη αλλαγή της επίφυσης έχει συνδυασθεί με φυσιολογική ήβη.
• Σήμερα πιστεύεται, ότι στα ζώα, η μητρική επίφυση φαίνεται ότι
επηρεάζει την γοναδική και γεννητική ανάπτυξη των απογόνων,
ωστόσο αυτό δεν έχει αποδειχθεί στους ανθρώπους.
51
Μελατονίνη 4/4
• Η επίφυση φαινομενικά δεν επηρεάζει την ανθρώπινη
αναπαραγωγή μόνο στο υποθάλαμο-υποφυσιακό επίπεδο,
με την αναστολή της επεισοδιακής έκκρισης της GnRH, αλλά
και στο γοναδικό επίπεδο, όπου έχουν ανευρεθεί υποδοχείς
μελατονίνης.
• Η μελατονίνη ευρέθη να αυξάνει τα επίπεδα PRL του ορού
εξασκώντας με αυτό τον τρόπο αντιγοναδοτροφική δράση.
• Επίσης, έχει αναφερθεί ότι η μελατονίνη εμπλέκεται στον
έλεγχο της μηνιαίας κυκλικότητας.
52
Λεπτίνη 1/3
• Παράγεται από τα λιποκύτταρα.
• Αναστέλλει την όρεξη.
• Αλληλεπιδρά με τον υποθάλαμο.
• Επίμυες, γενετικά ελλιπείς σε ob γονίδιο (ob-/ob-) δεν
εισέρχονται σε εφηβεία.
• Σε μία οικογένεια αναφέρεται ότι ένα αγόρι 9 ετών, ήταν
πολύ παχύσαρκο με οστική ηλικία 13 ετών, χωρίς
επεισοδιακή έκκριση GnRH. Με θεραπεία με λεπτίνη,
εμφανίστηκαν αιχμές FSH/LH και εισήλθε στην εφηβεία.
• Η λεπτίνη μπορεί να είναι ο παράγων που δεν γνωρίζουμε ο
οποίος πυροδοτεί την εφηβεία.
53
Λεπτίνη 2/3
Η λεπτίνη στην σεξουαλική ωρίμανση και στην εφηβεία
• Η λεπτίνη, το προϊόν του ob γονιδίου, είναι γνωστό ότι εμπλέκεται
στην ρύθμιση του βάρους του σώματος στα τρωκτικά, στα θηλαστικά
και στους ανθρώπους.
• Ο λευκός λιπώδης ιστός και ο πλακούς είναι οι κύριοι τόποι
παραγωγής της λεπτίνης.
• Η λεπτίνη φαίνεται ότι παίζει ρόλο κλειδί στον έλεγχο των αποθεμάτων
λίπους με συνδυασμένη ρύθμιση της συμπεριφοράς τροφής, του
ρυθμού του μεταβολισμού, του αυτονόμου νευρικού συστήματος και
της ισορροπίας του ενεργειακού δυναμικού του σώματος.
• Εκτός των ανωτέρω λειτουργιών, η λεπτίνη στο ΚΝΣ μπορεί να είναι
ένας από τους ορμονικούς παράγοντες οι οποίοι σηματοδοτούν το ότι
ο εγκέφαλος είναι έτοιμος για την σεξουαλική ωρίμανση και
αναπαραγωγή.
54
Λεπτίνη 3/3
• Οι συγκεντρώσεις της λεπτίνης στο αίμα αλλάζουν στην διάρκεια της
εφηβικής ανάπτυξης στα τρωκτικά, στα θηλαστικά και στους
ανθρώπους.
• Στα κορίτσια, οι συγκεντρώσεις αίματος της λεπτίνης αυξάνουν
δραματικά με την πρόοδο της εφηβικής ανάπτυξης.
• Η αύξηση των επιπέδων λεπτίνης είναι παράλληλος της αύξησης της
μάζας του σωματικού λίπους. Αντίθετα, στα αγόρια, τα επίπεδα της
λεπτίνης αυξάνουν αμέσως πριν και μετά την έναρξη των πρώτων
σταδίων της εφηβείας, και κατόπιν ελαττώνονται. Η ελάττωση των
επιπέδων της λεπτίνης στα προχωρημένα στάδια της εφηβείας,
συνοδεύει την αυξημένη παραγωγή ανδρογόνων που παρατηρούνται
σε αυτό το χρονικό διάστημα, και αντανακλά την αναστολή της
λεπτίνης από την τεστοστερόνη.
• Η τεστοστερόνη δε, είναι γνωστόν ότι αναστέλλει την σύνθεση
λεπτίνης από τα λιποκύτταρα, τόσο in vivo όσο και in vitro. 55
Γκρελίνη 1/2
• Η γκρελίνη ανακαλύφθηκε στα 1999, ως ενδογενής
σύνδεσμος του εκκριτικού υποδοχέα της GH (GHSR) και
άνοιξε νέους ορίζοντες στην έρευνα και την κατανόηση των
ρυθμιστικών μηχανισμών αρκετών νευροενδοκρινικών
συστημάτων συμπεριλαμβανομένων της αύξησης και της
ενεργειακής ομοιοσυστασίας.
• Είναι θεμιτό και συναρπαστικό να υποθέσουμε ότι η γκρελίνη
μπορεί να δρα ως ρυθμιστής της αναπαραγωγικής
λειτουργίας.
56
Γκρελίνη 2/2
• Παρ’ ότι η ανωτέρω υπόθεση δεν έχει ακόμη ερευνηθεί,
πρόσφατες ενδείξεις από πειράματα ζώων, συμπεραίνουν ότι η
γκρελίνη μπορεί πραγματικά να δρα ως μεταβολικός ρυθμιστής
του γοναδοτροφικού άξονα, με πρωταρχικά ανασταλτικές
δράσεις, ως σηματοδότης ενεργειακού ελλείμματος.
• Έτσι, έχει αναφερθεί αναστολή της LH και μερική καταστολή της
έναρξης της φυσιολογικής εφηβείας.
• Απ’ ευθείας δράσεις στις γονάδες έχουν αναφερθεί στα ζώα.
• Η γκρελίνη και η λεπτίνη μπορεί να συνεργάζονται με άλλους
νευροενδοκρινικούς ρυθμιστές στο διττό έλεγχο της ενεργειακής
ισορροπίας και αναπαραγωγής.
57
58
Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης
εφηβείας 2/9
• Αρκετά χαρακτηριστικά είναι εντυπωσιακά για τον
ενεργοποιητή των αιχμών.
• Η ανάπτυξή του και η λειτουργία του στο έμβρυο.
• Η συνεχιζόμενη λειτουργία του ενεργοποιητή των αιχμών
LHRH-γοναδοτροφινών-γοναδικού άξονα στην νεογνική
ηλικία.
59
61
64
Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης
εφηβείας 8/9
• Δυνητικός παράγων έναρξης της εφηβείας έχει θεωρηθεί, ο
KISS1, ένα ανθρώπινο κατασταλτικό ογκογονίδιο στον τόπο
19p13.3 που κωδικοποιεί για την μεταστίνη (η κισπεπτίνη),
ένα πεπτίδιο 145-ΑΑ.
• Η μεταστατίνη είναι ένας ενδογενής αγωνιστής για το
CPR54, ένα G9/11-υποδοχέας της οικογενείας της
ροδοψίνης (υποδοχέας της μεταστατίνης) ο οποίος
ευρίσκεται στον εγκέφαλο, ιδίως στον υποθάλαμο, τα βασικά
γάγγλια και τον πλακούντα.
• Τα επίπεδα mRNA του KISS1 αυξάνουν με την εφηβεία στα
θηλαστικά (πίθηκοι).
65
66
Φυσικές αλλαγές στην εφηβεία 1/4
• Η φυσική εκτίμηση είναι απαραίτητη στο να καθορισθεί ότι έγινε
έναρξη της εφηβείας και ότι αυτή συνεχίζεται.
Αλλαγές στα κορίτσια
• Το πρώτο σημείο είναι αύξηση στην ταχύτητα ανάπτυξης.
• Αλλά στην κλινική πράξη, η ανάπτυξη του στήθους είναι το πρώτο
σημείο και διεγείρεται από τα ωοθηκικά οιστρογόνα.
• Υπάρχουν «στανταρισμένα» μεγέθη για αλλαγές στην διάμετρο της
θηλής.
• Η διάμετρος της θηλής αλλάζει από τα στάδια Β1 σε Β3 (κατά
μέσον όρο 3-4 mm), αλλά μεγεθύνεται σημαντικά στα επόμενα
στάδια (7.4 mm στο Β4 μέχρι 10mm στο Β5).
67
68
Φυσικές αλλαγές στην εφηβεία 3/4
Τρίχωση του εφηβαίου (καθορίζεται κυρίως από επινεφριδιακή και
ωοθηκική έκκριση).
o P1 (προεφηβικό)-χωρίς εφηβική τρίχωση.
o P2 αραιή αύξηση μακριών ελαφρά μελαγχρωματικών τριχών, ίσιων
η ελαφρά κατσαρών-κύρια στα μεγάλα χείλη.
o P3 η τρίχωση είναι σκουρότερη, τραχύτερη και περισσότερο
κατσαρή.
o P4 η τρίχωση είναι τώρα ενήλικου τύπου, ωστόσο η καλυπτόμενη
περιοχή είναι μικρότερη των ενηλίκων χωρίς εξάπλωση στην μέση
επιφάνεια των μηρών.
o P5 η τρίχωση είναι τύπου ενήλικος τόσο σε τύπο, όσο και σε
ποσότητα-ανεστραμμένο τρίγωνο κλασσικού θήλεος τύπου.
69
70
Ανάπτυξη δευτερογενών χαρακτηριστικών
στα κορίτσια - συγκρίσεις
71
“Tanner scale-female”, από M.Komorniczak διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
72
“Tanner scale-male”, από J.McHardy διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Ηλικία έναρξης της εφηβείας και εφηβική
ανάπτυξη 1/4
• Μία πολύ μεγάλη μελέτη στις ΗΠΑ (17070 κορίτσια) έδειξε ότι:
o 3% των λευκών στα 6 χρόνια ήταν Β2,
o 5% των λευκών στα 7 χρόνια ήταν Β2,
o 6.4% των μαύρων στα 6 χρόνια ήταν Β2,
o 15.4% των μαύρων στα 7 χρόνια ήταν Β2.
• Έτσι η πρώιμη ήβη καθορίζεται ως η ανάπτυξη των δευτερογενών
χαρακτηριστικών που αρχίζει πριν από τα 6 χρόνια στους
μαύρους και πριν από τα 7 χρόνια στους λευκούς, σε υγιή κατά τα
άλλα άτομα.
73
75
76
Μεταβολικές αλλαγές στην διάρκεια της
εφηβείας
Αλλαγές σε εργαστηριακά ευρήματα.
• Στα αγόρια αυξάνεται ο αιματοκρίτης και ελαττώνεται η HDL
λόγω αυξημένης τεστοτερόνης.
• Και στα αγόρια και στα κορίτσια αυξάνεται η ALP λόγω
αυξημένης τεστοστερόνης.
• Ο IGF-1 όπως αναφέρθηκε αυξάνεται.
• Στα αγόρια τα αυξημένα επίπεδα του PSA είναι ένδειξη της
έναρξης της εφηβείας.
77
78
Πρώιμος ήβη
• Πρώιμος ήβη θεωρείται όταν τα φυσικά σημεία εφηβείας αρχίζουν
στα 8 χρόνια για τα κορίτσια και στα 9.5 χρόνια για τα αγόρια.
• Ισοφυλετική πρώιμος ήβη - φαινοτυπικά σωστά πρωτογενή και
δευτερογενή χαρακτηριστικά.
• Ετεροφυλετική πρώιμος ήβη - φυσικές αλλαγές αντιθέτου φύλου,
λόγω αυξημένων οιστρογόνων στα αγόρια και αυξημένων
ανδρογόνων στα κορίτσια .
• Η ολική (τελεία) πρώιμος ήβη οφείλεται σε πρόωρη
δραστηριοποίηση του ενεργοποιητή της GnRH.
• Η ατελής (μεμονωμένη ανάπτυξη μαστών η ηβικής τριχώσεως-
ψευδοπρώιμος) οφείλεται σε μεγάλη ομάδα διαταραχών. Δεν
οφείλεται σε πρώιμη ενεργοποίηση του νευροενδοκρινικού
συστήματος, αλλά σε εξωγενή η ενδογενή γοναδικά στεροειδή.
79
80
Καθυστέρηση της εφηβείας 2/2
• Απλή καθυστέρηση της εφηβείας (constitutional delay).
• Η πιο συχνή αιτία χαμηλού αναστήματος και σεξουαλικού
παιδισμού στους εφήβους.
• Είναι το 1/3 των διαταραχών αύξησης σώματος.
• Slow growers, late bloomers.
• Παρουσιάζουν καθυστέρηση της σκελετικής ωρίμανσης.
• Καθυστέρηση της σεξουαλικής ανάπτυξης.
• Θετικό οικογενειακό ιστορικό.
81
Πνεύμονες
• Οι πνεύμονες βρίσκονται μέσα στη θωρακική κοιλότητα και η
επιφάνεια τους έρχεται σε στενή επαφή με το θωρακικό τοίχωμα.
Ανάμεσα στους πνεύμονες και στο θωρακικό τοίχωμα
παρεμβάλλεται ο υπεζωκότας ένας ορογόνος υμένας με δύο πέταλα
τα οποία φυσιολογικά δεν παρουσιάζουν καμία σύνδεση μεταξύ
τους. Τα πέταλα αυτά είναι:
o Το περισπλάγχνιο πέταλο, που περιβάλλει εξωτερικά τους
πνεύμονες.
o Το περίτονο πέταλο, που επενδύει εσωτερικά τη θωρακική
κοιλότητα.
• Ανάμεσα στα δύο πέταλα του υπεζωκότα δημιουργείται μία
κοιλότητα, η ενδοθωρακική κοιλότητα, η οποία είναι γεμάτη από ένα
λεπτό στρώμα ορώδους διακυτταρικού υγρού.
Αναπνευστικό σύστημα 1/2
Βρογχιόλια
• Το τοίχωμα του τμήματος αυτού του βρογχικού δένδρου δεν έχει
χόνδρους, έχει όμως αρκετές ελαστικές και λείες μυϊκές ίνες και ο
βλεννογόνος φέρει κροσσωτά κύτταρα (μέχρι τη 16ηυποδιαίρεση).
Τα βρογχιόλια της 16ης υποδιαιρέσεως αποτελούν τα τελικά
βρογχιόλια, από εκεί και πέρα τα βρογχιόλια συμμετέχουν στην
ανταλλαγή των αερίων και ονομάζονται αναπνευστικά βρογχιόλια.
• Ο τόνος των λείων μυϊκών ινών ελέγχεται από το Α.Ν.Σ. Η διέγερση
του παρασυμπαθητικού συστήματος προκαλεί βρογχόσπασμο, ενώ
η διέγερση του συμπαθητικού συστήματος οδηγεί σε
βρογχοδιαστολή.
• Η αιμάτωση του βρογχικού δένδρου γίνεται από τις βρογχικές
αρτηρίες.
Πνευμονικό παρέγχυμα
• Ο κυψελιδικός χώρος των πνευμόνων ονομάζεται επίσης και
αναπνευστική ζώνη γιατί η περιοχή αυτή συμμετέχει στην
ανταλλαγή των αναπνευστικών αερίων.
• Κάθε τελικό αναπνευστικό βρογχιόλιο χορηγεί 2 – 11 κυψελιδικούς
πόρους, οι οποίοι καταλήγουν στους κυψελιδικούς σάκους, ο
καθένας από τους οποίους αποτελείται από δυο ή περισσότερες
κυψελίδες.
• Τα τοιχώματα των κυψελίδων αποτελούν την κύρια αναπνευστική
επιφάνεια.
• Η αιμάτωση της αναπνευστικής ζώνης γίνεται από κλάδους της
πνευμονικής αρτηρίας και η απαγωγή του αίματος από τις
πνευμονικές φλέβες.
Εισπνοή
• Είναι μία ενεργητική λειτουργία, η οποία επιτελείται με τη δράση των
εισπνευστικών μυών.
• Κατά την εισπνοή παρατηρείται αύξηση του όγκου της θωρακικής
κοιλότητας και έκπτυξη των πνευμόνων, η οποία γίνεται εξαιτίας της
καθόδου του διαφράγματος και της μετακινήσεως των πλευρών προς
τα έξω και επάνω, λόγω της συστολής των εισπνευστικών μυών.
Τελικό αποτέλεσμα της ενέργειας αυτής είναι η μετακίνηση του
ατμοσφαιρικού αέρα προς τον κυψελιδικό χώρο.
• Κατά την εισπνοή τα κάτω χείλη των πνευμόνων εκπτύσσονται μέσα
στους σφηνοειδείς πλευροδιαφραγματικούς χώρους. Η έκπτυξη αυτή
των πνευμόνων παρεμποδίζεται σε διάφορες παθολογικές
περιπτώσεις π.χ, όταν υπάρχουν συμφύσεις μεταξύ των δύο πετάλων
του υπεζωκότα κ. ά.
Εκπνοή
• Η ήρεμη εκπνοή γίνεται παθητικά με την επίδραση της
ελαστικότητας των πνευμόνων και του βάρους των πλευρών,
μετά το τέλος της δραστηριότητας (χάλαση) των
εισπνευστικών μυών.
• Κατά την εκπνοή παρατηρείται ελάττωση του όγκου της
θωρακικής κοιλότητας και σύμπτυξη των πνευμόνων, διότι
γίνονται κινήσεις αντίθετες προς εκείνες της εισπνοής, με
αποτέλεσμα τη μετακίνηση του κυψελιδικού αέρα προς την
ατμόσφαιρα.
• Η έντονη εκπνοή γίνεται ενεργητικά, με τη δράση (συστολή)
των εκπνευστικών μυών.
Χωρητικότητες πνευμόνων
• Οι χωρητικότητες των πνευμόνων αποτελούν αθροίσματα
δύο ή περισσοτέρων όγκων και χρησιμεύουν για την
εκτίμηση της λειτουργικής καταστάσεως των πνευμόνων.
• Η ζωτική χωρητικότητα (Vital Capasity -VT). Αντιστοιχεί στο
άθροισμα τριών όγκων αέρα, δηλαδή του αναπνεόμενου, του
εισπνευστικού εφεδρικού και του εκπνευστικού εφεδρικού
όγκου αέρα Η ζωτική χωρητικότητα είναι ο μέγιστος όγκος
αέρα, που είναι δυνατό να εκπνευστεί από τους πνεύμονες
με μία μέγιστη εκπνοή, μετά από μία μέγιστη εισπνοή.
Ζωτική χωρητικότητα 1/2
• Η ζωτική χωρητικότητα αποτελεί ένα καλό δείκτη για την
εκτίμηση της λειτουργικής καταστάσεως των πνευμόνων. Η
φυσιολογική τιμή της δεν είναι σταθερή (κυμαίνεται μεταξύ
3000 – 5000ml και εκπροσωπεί το 75% της ολικής
πνευμονικής χωρητικότητας) αλλά εξαρτάται από διάφορους
παράγοντες, όπως είναι το φύλο, η σωματική διάπλαση και η
ηλικία του ατόμου. Για το λόγο αυτό, η τιμή της ζωτικής
χωρητικότητας δίνεται από ειδικά νομογράμματα, σε σχέση
με τους παραπάνω παράγοντες.
Τυπικός νευρώνας
Dendrite
Axon terminal
Nobe of
Ranvier
Soma
Axon
Schwann cell
Myelin sheath
Nucleus
2
Περιγραφή του νευρώνα 1/17
• Οι άξονες έχουν μία εξωτερική πλασματική μεμβράνη που καλείται
αξόλειμμα (axolemma) και που περικλείει το κυτταρόπλασμα των
αξόνων (αξόπλασμα). Ο άξονας γενικά είναι ο επιμηκέστερος
νευρίτης του κυττάρου και συνήθως αρχίζει από τον εκφυτικό κώνο
(axon hillock). Συνεχίζει καθώς στενεύει στο αρχικό τμήμα (initial
segment). Μετά από το αρχικό τμήμα η διάμετρος του άξονα
παραμένει σταθερή σε διάμετρο (δ). Οι άξονες γενικά που είναι
μεγαλύτερης διαμέτρου από 1 μm γενικά έχουν ένα περίβλημα
μυελίνης (myelin sheath) το οποίο αρχίζει από το αρχικό τμήμα και
στο δρόμο του διακόπτεται κατά διαστήματα από τα κομβία του
Ranvier (nodes of Ranvier).
4
Περιγραφή του νευρώνα 3/17
• Στα κομβία του Ranvier το αξόλειμμα του άξονα είναι εκτεθειμένο
στην ανταλλαγή ιόντων ενώ ανάμεσα στα κομβία το μέρος του
άξονα που περιβάλλεται από την μυελίνη είναι μονωμένο
(insulation). Αυτή η φυσιολογική διευθέτηση, είναι η βάση για την
αρχή της διαπηδυτικής αγωγιμότητας (saltatοry conduction) βάσει
της οποίας τα δυναμικά πηδούν από κομβίο σε κομβίο.
• Η ταχύτητα της αγωγής είναι ανάλογος του πάχους του άξονος και
της μυελίνης του. Οι λεπτοί άξονες δεν έχουν μυελίνη. Στα κομβία
του Ranvier, εκφύονται παράπλευροι κλάδοι. Υπάρχουν και
παράπλευροι που γέρνουν προς το σώμα του κυττάρου και
συνάπτονται με γειτονικούς νευρίτες. Το τελικό μέρος του άξονα
εκτείνεται προσυναπτικά (τελικά κομβία) (boutons terminaux) ή
δημιουργεί μια σειρά από διογκώσεις (boutons de passage).
5
6
Περιγραφή του νευρώνα 5/17
• Οι δενδρίτες είναι λεπτότερες αποφυάδες που εκτείνονται από το
κυτταρικό σώμα και αυξάνουν κατά πολύ την δεκτική επιφάνεια
του κυττάρου. Περιέχουν τα ίδια οργανίδια που έχει και το
κυτταρόπλασμα. Συνήθως έχουν πολλούς κλάδους και ο τρόπος
που διακλαδίζονται χαρακτηρίζει διάφορους τύπους νευρώνων
π.χ. οι νευρώνες Purkinje του παρεγκεφαλιδικού φλοιού έχουν
δενδρίτες που τοποθετούνται σε ένα επίπεδο. Συχνά οι δενδρίτες
επεκτείνουν την επιφάνειά τους με τις δενδριτικές spines
(άκανθες). Ανάλογα με τους δενδρίτες τους, οι νευρώνες
διακρίνονται σε μονόπολους, δίπολους και πολύπολους
νευρώνες.
8
Πολύπολοι, δίπολοι και μονόπολοι
νευρώνες
1. Unipolar neuron
2. Bipolar neuron
3. Multipolar neuron
4. Pseudounipolar neuron
9
“Neurons uni bi multi pseudouni”, by Jonathan Haas διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
10
Golgi I
Dendrite
Axon terminal
Node of
Ranvier
Soma
Axon
Schwann cell
Myelin sheath
Nucleus
11
Golgi II
14
Περιγραφή του νευρώνα 10/17
3. Τα κυτταροπλασματικά οργανίδια
Τα σωμάτια του Νissl είναι βασεόφιλα και βάφονται με διάφορες
χρωστικές όπως το βιολέ του κρεσσυλίου. Βρίσκονται στο
κυτταρόπλασμα (περικάριον) και στους δενδρίτες, όχι όμως στον
εκφυτικό κώνο του άξονος. Φαίνονται πολύ στους κινητικούς και όχι
τόσο στους αισθητικούς νευρώνες και το ποσό τους ποικίλλει
ανάλογα με την κινητικότητα (δραστηριότητα) του κυττάρου. Με το
ηλεκτρονικό μικροσκόπιο φαίνονται να αποτελούν το τραχύ
ενδοπλασματικό δίκτυο σχηματίζοντας ομάδες δεξαμενών με
κολλημένα και ελεύθερα ριβοσώματα που περιέχουν RNA και που
σκοπός είναι η παραγωγή πρωτεϊνών απαραίτητες για τον
μεταβολισμό του κυττάρου καθώς και την διατήρηση της δομής του.
Μερικοί από τους νευρώνες συνθέτουν πεπτιδιακούς
νευρομεταβιβαστές καθώς και ορμόνες.
15
16
Περιγραφή του νευρώνα 12/17
• Μιτοχόνδρια. Τα μιτοχόνδρια είναι πολυάριθμα οργανίδια, και
βρίσκονται τόσο στον άξονα, στους δενδρίτες όσο και στο
κυτταρόπλασμα. Είναι οργανίδια, σφαιρικά, ωοειδή ή ινώδη, με
μια διπλή μεμβράνη που εσωτερικά διπλώνει σε πτυχές.
Φαίνονται να είναι το «δυναμικό» (the «powerhouse») των
κυττάρων, αποταμιεύουν ενέργεια υπό την μορφή ATP. Είναι
πολυάριθμα όπου υπάρχει μεταβολική δραστηριότητα όπως π.χ.
στις συνάψεις, (κινητικών και αισθητικών νευρώνων).
• Με το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο φαίνονται μικροσωληνίσκοι
διαμέτρου 20-30 nm σε διάμετρο που αποτελούνται από μια
πρωτεΐνη την «tubulin» και που βρίσκονται τόσο στο περικάρυο
όσο και στους νευρίτες. Οργανώνουν την μεταφορά μεγάλων
μορίων κατά μήκος των νευριτών (προς οποιαδήποτε -
κατεύθυνση).
17
18
Περιγραφή του νευρώνα 14/17
• Έγκλειστα. Παράλληλα με τα οργανίδια υπάρχουν ή μπορεί να
υπάρξουν κυτταροπλασματικά έγκλειστα μέσα στους νευρώνες.
Π.χ. η μελανίνη είναι ορατή στην μέλαινα ουσία του εγκεφάλου
και αυξάνει προοδευτικά από την γέννηση μέχρι την ήβη. Μετά
παραμένει σταθερή σε ποσότητα. Χημικά συγγενεύει με την
νευροβιβαστική ουσία δοπαμίνη πoυ χρησιμοποιείται από τους
νευρώνες της περιοχής αυτής. Επίσης ο μέλας πυρήνας (locus
caeruleus) της γέφυρας περιέχει μελανίνη και χαλκό. Με την
πρόοδο της ηλικίας οι περισσότεροι νευρώνες αναπτύσσουν
κοκκία χρώματος κιτρινοκαφέ που περιέχουν λιποφουσκίνη.
19
22
Εμμύελος νευρώνας
Dendrite
Axon terminal
Node of
Ranvier
Soma
Axon
Schwann cell
Myelin sheath
Nucleus
23
δ(μ) U (m/sec)
24
Περιγραφή του νευρώνα 17/17
4. Ανάλογα της νευρομεταβιβαστικής ουσίας.
i. Χολινεργικοί (Ακετυλοχολίνη - Ach).
ii. Κατεχολαμινικοί (κατεχολαμίνες - NA/A, DA)
δηλ. νοραδρενεργικοί (ΝΑ), αδρενεργικοί (Α)
δοπαμινεργικοί (DA)
-σεροτονινεργικοί (5HT).
iii. Πεπτιδεργικοί.
iv. Αμινοξέων π.χ. γλουταμικοί (γλουταμικό)
ασπαρτικοί (ασπαρτικό)
γ-αμινοβουτυρικοί (GABA).
25
Περιγραφή νευρογλοίας
Νευρογλοία (η στηρικτική) - (η II. Ολιγονδενδροκύτταρα
διαιρέσιμη) - (η τροφική)
• μικρότερα - με λίγες αποφυάδες.
4 είδη κυττάρων
• Τροφικά.
I. Αστροκύτταρα
• στο ΚΝΣ φτιάχνουν μυελίνη.
• πολλά, σαν άστρα, αποφυάδες.
III. Μικρογλοία
• όταν καταστραφούν ουλή.
• τα μικρότερα – φαγοκυτταρικά.
• ψευδοπόδια τα οποία πιάνουν
• κινούνται προς την φλεγμονή
τριχοειδή.
IV. Επένδυμα επενδύει κοιλότητες
• συμμετέχουν στον
του ΚΝΣ.
αιματεγκεφαλικό φραγμό.
• μπορεί να εξαλαγούν.
26
Διάταξη νευρώνων στο ΚΝΣ
• Στο ΚΝΣ τα σώματα των νευρικών κυττάρων βρίσκονται
μακριά από τις αποφυάδες τους. Ο εγκέφαλος είναι
φτιαγμένος από φαιά ουσία (σώματα νευρώνων, νωτιαίος
μυελός και νευρογλοιακά κύτταρα) και από λευκή ουσία
(νευρικές αποφυάδες και νευρογλοιακά κύτταρα, αλλά όχι
νευρώνες). Η λευκή ουσία παίρνει το όνομά της από την
λευκωπή χροιά της μυελίνης.
27
28
Απεικόνιση νευρικού ιστού 2/4
3. Βαφές Μυελίνης
o Weigert Method: διχρωμικό Κ+ κάνει τη μυελίνη να βάφεται
με αιματοξυλίνη.
o Marchi Method: με διχρωμικό Κ+, δείχνει και τις
εκφυλισμένες ίνες.
29
30
Απεικόνιση νευρικού ιστού 4/4
II. Ηλεκτρονικό μικροσκόπιο: Αυξημένη λεπτομέρεια
o Φαίνονται οι μεμβράνες, οι συνάψεις, τα οργανίδια.
o Φαίνεται η μυελίνη και η δομή της.
o Φαίνονται οι σχέσεις στις συνάψεις – μικροδομή.
31
Βαφή Golgi
bioenno.com
32
Μεταφορά προϊόντων μέσω άξονα
• Πώς Μεταφέρει ο Άξονας
Τα προϊόντα που σχηματίζονται στο σώμα του νευρώνος
διασχίζουν τον άξονα ορθόδρομα (orthograde direction) -
Προς τα πρόσω - με 2 τρόπους:
1. Βραδεία μεταφορά (slow transport) 1-3 mm/day
Το πως γίνεται είναι άγνωστο
2. Ταχεία μεταφορά (rapid transport) κυστιδίων που
περιέχουν και νευρομεταβιβαστές (400 mm/day). Αυτή η
μεταφορά συμβαίνει στην έξω επιφάνεια των
μικροσωληνίσκων.
Υπάρχει και αντίδρομος αγωγή (retrograde transport).
33
Νευρογλοία 1/4
• (B) NEYΡΟΓΛΟΙΑ [η στηρικτική] – Μη διεγέρσιμα κύτταρα που
κυκλώνουν τους νευρώνες και αποτελούν το ½ του ΚΝΣ. Σε
αντίθεση με τους νευρώνες η νευρογλοία διαιρείται. Υπάρχουν
αρκετές ποικιλίες (βλ επίσης ανωτέρω).
I. Αστροκύτταρα
o ινώδη
o πρωτοπλασμικά
II. Ολιγοδενδροκύτταρα
o Ενδοδεσμικά (interfascicular)
o Περινευρικά (Perineuronal)
III. Mικρογλοία
IV. Eπένδυμα
34
Νευρογλοία 2/4
I. Aστροκύτταρα: Τα πιο στηρικτικά και τροφικά. Τα πιο
πολυάριθμα, σαν αστέρια, με πολυάριθμες αποφυάδες.
Έχουν ψευδοπόδια (perivascular feet) με τα οποία
καλύπτουν το 85% της επιφάνειας των τριχοειδών του ΚΝΣ.
o Δύο τύποι: τα ινώδη (λευκή ουσία) και τα
πρωτοπλασματικά (φαιά ουσία).
o Αστροκυττώματα = κακοήθεις εξαλαγές.
o Στον αμφιβληστροειδή τα αστροκύτταρα λέγονται Muller
cells.
35
37
Ολιγοδενδροκύτταρο 1/2
38
“Neuron with oligodendrocyte and myelin sheath”, από Andrew c διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Ολιγοδενδροκύτταρο 2/2
Νευρογλοία 4/4
III. Τροφικά
Μικρογλοία: μικρά κύτταρα-μπορούν να αναπτύξουν
φαγοκυττάρωση σε λοίμωξη.
IV. Επενδυματικά:
Στις κοιλίες και στην σπονδυλική στήλη - κυβοειδή κύτταρα.
40
Αστροκύτταρα, ολιγοδενδροκύτταρα,
μικρογλοία και επένδυμα 1/2
cnx.org
41
Επενδυματικά κύτταρα
fotosimagenes.org
43
44
Καθοδικός παλμογράφος
Πως είναι ο καθοδικός παλμογράφος.
• Όταν 2 ηλεκτρόδια τοποθετούνται πάνω στην επιφάνεια ενός
νεύρου και είναι συνδεδεμένα με τον καθοδικό παλμογράφο,
δεν υπάρχει διαφορά δυναμικού. Εάν ένα ηλεκτρόδιο μπει
μέσα στο κύτταρο, ενώ το κύτταρο είναι σε ηρεμία, και το
άλλο μείνει έξω, ο παλμογράφος δείχνει μια σταθερή
διαφορά δυναμικού με το εσωτερικό αρνητικό σε σχέση με
το εξωτερικό - 70 mV. Αυτό είναι το δυναμικό ηρεμίας της
μεμβράνης του νευρώνος.
45
46
Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 1/7
• Το δυναμικό ενέργειας μπορεί να παραχθεί με οποιοδήποτε
παράγοντα (χημική ουσία η ηλεκτρική διέγερση). Με το δυναμικό
ενέργειας, το ηλεκτροαρνητικό δυναμικό ισορροπίας γίνεται για μια
στιγμή θετικό και μετά πάλι αρνητικό.
1. Το σημείο που εκδηλώνεται το δυναμικό ενέργειας είναι το επίπεδο
πυροδότησης (ουδός), όπου ανοίγουν τα κανάλια και το Να+
μπαίνει μέσα.
2. Εκπόλωση συμβαίνει όσο διαρκεί η είσοδος Να+
3. Επαναπόλωση συμβαίνει όταν η διαπερατότητα και η έξοδος Κ+
• Η νευρική ώση μεταδίδεται κατά μήκος της μεμβράνης. Μπορεί να
άγεται και 2 κατευθύνσεις.
• Η ταχύτητα είναι ανάλογη του πάχους του νευρωνικού άξονα.
47
49
“Blausen 0011 ActionPotential Nerve”, by BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
zuniv.net
51
52
Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 2/7
53
54
Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 4/7
Η ώση πάει προς 2 κατευθύνσεις (βλ επίσης ανωτέρω):
• Ορθόδρομος αγωγή:
Συνήθως φυσιολογικά προς μία κατεύθυνση από την σύναψη του
νευρώνα κατά μήκος του άξονα προς τα τελικά κομβία.
• Αντίδρομος αγωγή:
Αντίθετα - Θεωρητικά η αντίδρομη αγωγή δεν θα συναντήσει
σύναψη και θα πεθάνει.
Στις εμμύελες ίνες η αγωγή πηδάει από κομβίο σε κομβίο του
Ranvier.
55
56
Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 6/7
• Η μεγαλύτερη ενέργεια του νευρικού κυττάρου δαπανάται
από την Να Κ ΑΡΤ άση (αντλία Να Κ) 70%. Όταν γίνεται δε η
νευρική ώση η ενέργεια που δαπανά το κύτταρο
διπλασιάζεται.
57
58
Πυροδότηση των νευρώνων
Mouse cingulate cortex neurons από Shushruth διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.0 59
60
Συναπτική μονάδα 2/4
• Όταν το ερέθισμα έρθει, τα εκκριτικά κοκκία που έχουν
σχηματισθεί ήδη, συνενώνονται με την προσυναπτική
μεμβράνη και το περιεχόμενο τους εξωκυτταρώνεται. Η
ουσία τώρα που βρίσκεται στο συναπτικό χάσμα θα
αναγνωριστεί από τον υποδοχέα της μετασυναπτικής
μεμβράνης. Η ουσία που χρησιμοποιεί ο ένας νευρώνας για
να επικοινωνήσει με τον άλλο λέγεται νευρομεταβιβαστής.
• Η δημιουργία συμπλέγματος του νευρομεταβιβαστή με τον
υποδοχέα της μετασυναπτικής μεμβράνης λέγεται
ενεργοποίηση της μετασυναπτικής μεμβράνης. Η μεταφορά
του νευρομεταβιβαστή από το ένα κύτταρο στο άλλο λέγεται
νευρομεταβίβαση.
61
63
Σύναψη
Νευρομεταβιβαστές
Οι νευρομεταβιβαστές είναι:
1. Αμίνες:
o Ακετυλοχολίνη (Ach),
o Kατεχολαμίνες (Α, ΝΑ, DA),
o Ισταμίνη,
o Ινδολεαμίνες (5 υδροξυτρυπταμίνη ή σεροτονίνη (5ΗΤ).
2. Αμινοξέα
o Διεγερτικά (γλουταμικό/ασπαρτικό),
o Ανασταλτικά (γ-αμινοβουτυρικό) (GABA).
3. Νευροπεπτίδια:
o Οπιοειδή (ενγκεφαλίνες – ενδορφίνες).
66
Τα κυριότερα συστήματα
νευρομεταβιβαστών
• AKETYΛΟΧΟΛΙΝΗ (Αch):
Βρίσκεται στους νευρώνες που
ονομάζονται χολινεργικοί.
• Σύνθεση από χολίνη και οξεϊκό οξύ.
Ακετυλοχολίνη 1/3
• Το ένζυμο που συνθέτει Ach βρίσκεται σε υψηλή
συγκέντρωση στους χολινεργικούς νευρώνες και η
συγκέντρωσή του καθορίζει το είδος του νευρώνα.
• Αποδομή: Μετά την χρησιμοποίησή της η Ach παρουσία
εστεράσης καταλύεται γρήγορα σε χολίνη και οξεϊκό.
• Δράση: Η Ach αναγνωρίζεται από 2 ειδών υποδοχείς:
1. Νικοτινικούς,
2. Μουσκαρινικούς.
68
Ακετυλοχολίνη 2/3
1. Νικοτινικοί υποδοχείς. Διεγείρονται και από την νικοτίνη,
μπλοκάρονται δε από τοξίνες. Βρίσκονται μεταξύ νευρώνων αλλά
και μεταξύ μυός και νεύρου (τελική κινητική πλάκα). Αυτοί οι
υποδοχείς λειτουργούν με κανάλια και όχι με 2ο μεταβιβαστή.
Δηλαδή καθώς η Ach δεσμεύεται στον νικοτινικό υποδοχέα, αλλάζει
η δομή του υποδοχέα, ανοίγει κανάλι για είσοδο Να+ κι αυτή η
είσοδος Να+ δημιουργεί την εκπόλωση. Χημικώς αυτοί οι υποδοχείς
είναι πρωτεΐνες.
• ΜΒ: 250.000 με 5 υπομονάδες (α, α, β, γ, δ).
• Αυτές οι υπομονάδες διατρυπώντας την μεμβράνη, βρίσκονται
συμμετρικά γύρω από ένα κανάλι φαρδύ προς τα έξω που στενεύει
όσο μπαίνει στο χώρο της μεμβράνης (α = θέση Ach στον υποδοχέα)
Νικοτινικοί υπάρχουν σε όλο το νευρικό σύστημα αλλά στον
εγκέφαλο, οι πιο πολλοί είναι μουσκαρινικοί.
69
Νικοτινικοί υποδοχείς
atsdr.cdc.gov
70
Νικοτινικός υποδοχέας
plosbiology.org 71
mednote.dk
72
Ακετυλοχολίνη 3/3
2. Μουσκαρινικοί υποδοχείς: Διεγείρονται από την μουσκαρίνη
(θυμηθείτε μανιτάρια – amanita muscarea) και μπλοκάρονται με
ατροπίνη. Είναι 5 τύπων (Μ1, Μ2, Μ3, Μ4, Μ5) και προέρχονται
από 5 διαφορετικά γονίδια. Λειτουργούν με 2ο μεταβιβαστή το
cAMP και είναι πιο διάχυτοι στον εγκέφαλο από ότι οι νικοτινικοί
υποδοχείς (ιδίως ο Μ1.). Είναι πρωτεΐνες. Η Ach σαν διάχυτη
διαβιβαστική ουσία χρησιμεύει ως νευρομεταβιβαστής σε πολλές
λειτουργίες στο ΚΝΣ και περιφερικά.
Στο ΚΝΣ: 1) διέγερση φλοιού, 2) μνήμη. Στην άνοια τύπου
Alzheimer η Ach ελαττώνεται και οι χολινεργικοί νευρώνες
παραβλάπτονται.
73
pharmacology-notes-free.blogspot.gr 74
Κατεχολαμίνες
• Νοραδρεναλίνη NA / Αδρεναλίνη Α / Δοπαμίνη DA
• Οι νευρώνες που χρησιμοποιούν ΝΑ λέγονται νοραδρενεργικοί, ενώ
εκείνοι που χρησιμοποιούν Α αδρενεργικοί. Οι νευρώνες που
χρησιμοποιούν δοπαμίνη λέγονται δοπαμινεργικοί.
• ΝΑ, Α, DA φέρονται μαζί ως κατεχολαμίνες.
• Σύνθεση: Όλες έχουν κοινό μονοπάτι. Έρχονται από το αμινοξύ
τυροσίνη που παίρνεται ή από την φαινυλαλανίνη ή από την δίαιτα.
• Η νοραδρεναλίνη απελευθερώνεται από τα κοκκία των τελικών
κομβίων και βγαίνει στην συναπτική σχισμή (χάσμα). Εκεί δρα στους
υποδοχείς της που είναι είτε α είτε β αδρενεργικοί υποδοχείς και
δρουν μέσω G-πρωτεϊνών.
75
76
“Catecholamine and trace amine biosynthesis”, από Seppi333 διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Νοραδρεναλίνη 1/2
• Αποδομή: Η ΝΑ είτε ενώνεται με την συναπτική μεμβράνη, είτε
επανέρχεται στην προσυναπτική περιοχή με ενεργητική
(επαναφορά) μεταφορά (reuptake) (το reuptake είναι σπουδαίο
φαινόμενο οικονομίας χρήσιμου μεταβιβαστή). Ο καταβολισμός της
γίνεται με 2 τρόπους:
1. με οξείδωση τη βοήθεια ενός ενζύμου (MΑΟ)-monoaminoxidase,
2. με μεθυλίωση από την κατεχολ- Ο-μεθυλ-τρανσφεράση (COMPT).
• Η MAΟ βρίσκεται μέσα στο τελικό κομβίο, στην έξω επιφάνεια των
μιτοχονδρίων και η COMPT στην μετασυναπτική μεμβράνη. Με το 1
και 2 αδρανοποιείται η ΝΑ.
77
Νοραδρεναλίνη 2/2
Δράσεις της ΝΑ στο ΚΝΣ:
1. Εγρήγορση (Ύπνος).
2. Fight/flight (μαζί με Α επινεφριδίων).
3. Συναίσθημα (πρώτα αντικαταθλιπτικά φάρμακα ήσαν
αναστολείς της MΑΟ ώστε να την συγκέντρωση της ΝΑ
στην συναπτική σχισμή.
4. Μάθηση.
78
Δράσεις και ενδείξεις αδρεναλίνης
• Γνωστή και σαν επινεφρίνη.
• Είναι κατεχολαμίνη που εκκρίνεται από τον μυελό των επινεφριδίων.
• Το πρώτο φάρμακο που χρησιμοποιείται σε μια καρδιακή ανακοπή.
• Δρα διεγείροντας τους άλφα- και βήτα-αδρενεργικούς υποδοχείς του
συμπαθητικού νευρικού συστήματος.
• Υπεύθυνη της αντίδρασης «πολέμου ή φυγής» (“fight or flight”
response).
• Στην καρδιακή ανακοπή δρα στους άλφα-1 και άλφα-2 υποδοχείς στο
καρδιακό μυϊκό σύστημα αγωγιμότητας.
• Αυτό προκαλεί αρτηριακή και αρτηριδιακή αγγειοσυστολή η οποία
διατηρεί αγγειακή αντίσταση.
• Αυτό αυξάνει τη στεφανιαία και εγκεφαλική αιμάτωση.
action of epinephrine
79
80
“Adrenoceptor-Signal transduktion”, από Mikael Häggström διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Δράσεις αδρεναλίνης στους β-υποδοχείς
Δοπαμίνη 1/2
• Δοπαμίνη (DA)
Σε πολλά κύτταρα (νευρώνες) η σύνθεση των κατεχολαμινών
σταματά στην DA και έτσι αυτή εκκρίνεται ως
νευρομεταβιβαστής. Και για αυτήν υπάρχει ενεργητική
επαναφορά (reuptake). Η DA δρα στους μετασυναπτικούς
υποδοχείς (DA receptors) όλοι είναι πρωτεΐνες και δρουν
μέσω G-πρωτεϊνών. Υπάρχουν D1, D2, D3, D4, D5.
82
Δράση δοπαμίνης
openi.nlm.nih.gov 84
Υποδοχείς δοπαμίνης
85
scienceofeds.org
Δοπαμινεργικός υποδοχέας
©cnsforum.com
86
Δράση του D1 δοπαμινεργικού υποδοχέα
©cnsforum.com
87
©cnsforum.com
88
Επαναπρόσληψη της δοπαμίνης στη
σύναψη μετά την δράση
©cnsforum.com 89
Δοπαμίνη 2/2
• Η δοπαμίνη (DA) είναι σημαντική για:
1. Οι υποδοχείς της στο ΚΝΣ είναι αυξημένοι στην σχιζοφρένεια.
Όλα τα αντιψυχωτικά φάρμακα με δράση στην σχιζοφρένεια
μπλοκάρουν τους υποδοχείς D1, D2 τα πιο καινούργια τους D4.
2. Χρήση κοκαΐνης την διέγερση των DA νευρώνων.
3. Στην νόσο Parkinson καταστρέφονται στο ΚΝΣ (βασικά γάγγλια)
οι DA νευρώνες.
4. Η DA έχει σημασία στην ρύθμιση υποθαλάμου.
90
Έλλειψη δοπαμίνης στα βασικά γάγγλια
οδηγεί σε Parkinson
Circuits of the basal ganglia in Parkinson's
disease. Picture shows 2 coronal slices
have been superimposed to include the
involved basal ganglia. Green arrows refer
to excitatory
(+) glutamatergic pathways, red
arrows refer to inhibitory
(-) GABAergic pathways and turquoise
arrows refer to dopaminergic pathways,
that are excitatory on the direct pathway
and inhibitory on the indirect pathway.
Note that dis-inhibitory pathways in effect
are excitatory on the feedback to the
cortex, while dis-dis-inhibitory pathways in “Basal ganglia in Parkinson's disease”, από Mikael
effect are inhibitory. Häggström διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
91
drugabuse.gov
92
Δοπαμινεργικοί και οπιοειδείς υποδοχείς
σε σύναψη
psychlopedia.wikispaces.com
93
drugabuse.gov 94
Σεροτονίνη 1/2
• 5 υδροξυτρυπταμίνη ή σεροτονίνη (5ΗΤ) Bρίσκεται σε πολλά
μέρη του σώματος π.χ. εγκέφαλο, αμφιβληστροειδή,
γαστρεντερικό σωλήνα κ.α.
• Προέρχεται από το αμινοξύ τρυπτοφάνη.
95
©cnsforum.com
96
Σεροτονίνη 2/2
• Αποδομή: Μετά την δράση της 5HT, επακολουθεί reuptake και
καταβολισμός από MΑΟ.
• Δράση: Μέσω 7 τύπων υποδοχέων
o 5ΗΤ1 (ΙΑ, ΙΒ, IC, ID)
o 5HT2
o 5HT3 - ιονικοί
o 5ΗΤ4
• Οι 5ΗΤ3 είναι ιονικοί και οι άλλοι πρωτεϊνικοί μέσω G-πρωτεϊνών
και cAMP.
Η σεροτονίνη χρησιμεύει } Ύπνος / Πόνος / Σεξ συμπεριφορά /
Επιθετική συμπεριφορά αλλά και συναίσθημα.
• Τα καινούργια αντικαταθλιπτικά συνήθως εδώ δρουν π.χ. Prozac!
97
98
cognitiveconsonance.info
Τα σύγχρονα αντικαταθλιπτικά
ehow.com
99
100
pubs.niaaa.nih.gov
Γλουταμικό και ασπαρτικό
• To γλουταμικό και ασπαρτικό είναι διεγερτικοί
νευρομεταβιβαστές.
• Ειδικά το γλουταμικό δρα στο 75% της διέγερσης στο ΚΝΣ.
101
webvision.med.utah.edu
102
NMDA υποδοχέας ολική εμφάνιση
δράσης
©cnsforum.com
103
GABA
• Το γ-αμινοβουτυρικό οξύ (GABA) είναι αντίθετος
νευρομεταβιβαστής. Αντί διέγερσης, προκαλεί αναστολή στο ΚΝΣ.
Βρίσκεται και στον αμφιβληστροειδή χιτώνα του οφθαλμού.
Προέρχεται από το γλουταμικό με αποκαρβοξυλίωση. Είναι
νευρομεταβιβαστής στο 20% των συνάψεων. Οι υποδοχείς είναι
GABAA και GABAB (GABAA ιονοτροπικοί ανοίγουν κανάλια Cl- και
GABAB είναι πρωτεϊνικοί (G-proteins κ.λπ.). Μας ενδιαφέρουν οι
GABAA οι οποίοι διευκολύνονται στην δράση τους από τα ηρεμιστικά
φάρμακα [(τις βενζοδιαζεπίνες (Valium)], τα βαρβιτουρικά και το
αλκοόλ.
• Τα οπιοειδή πεπτίδια (εγκεφαλίνες - ενδορφίνες) είναι πεπτιδικοί
νευρομεταβιβαστές και δρουν στους υποδοχείς κ, δ, μ – Αναλγησία.
104
GABA Νευρώνας και υποδοχείς GABA
beyondmeds.com 105
©cnsforum.com
106
Παραγωγή και δράση GABA
107
“GABAergic synapse”, από Bilz0r διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
tellmeaboutdiabetes.com 108
Άνοιγμα καναλιών χλωρίου GABA
mednote.dk
109
pubs.niaaa.nih.gov
110
O GABA A υποδοχέας και οι θέσεις του
thebrain.mcgill.ca
111
Κριτήρια νευρομεταβιβαστών
1. Η ουσία πρέπει να συγκεντρώνεται στην τελική προσυναπτική
μεμβράνη.
2. Η ουσία πρέπει να εκλύεται με την αποπολωτική διέγερση.
3. Ο νευρώνας πρέπει να έχει τα ενζυμικά συστήματα για να συνθέσει
την ουσία.
4. Οι δράσεις του νευρομεταβιβαστή πρέπει να είναι ίδιες είτε
εκλύεται τοπικά είτε δίδεται εξωγενώς.
5. Ανταγωνιστές του μετασυναπτικού υποδοχέα πρέπει να
μπλοκάρουν την δράση της νευρομεταβιβαστικής ουσίας όταν
δίνεται εξωγενώς.
6. Πρέπει να υπάρχει ένας μηχανισμός για να αδρανοποιείται ο
μεταβιβαστής μετά την έκλυσή του από την προσυναπτική
μεμβράνη (καταβολικό ένζυμο ή μηχανισμός reuptake).
112
Τύποι μετασυναπτικών δυναμικών 1/2
• Διεγερτικά δυναμικά μετασυναπτικά (excitatory postsynaptic
potentials - EPSPs) παρατηρούνται όταν γίνεται εκπόλωση της
μετασυναπτικής μεμβράνης στο τελικό κομβίο. Υπάρχει πάντα
ένας χρόνος 0.5 ms, η συναπτική καθυστέρηση πριν απαντήσει ο
διεγερμένος μετασυναπτικός νευρώνας. Άρα όσο περισσότερες
είναι οι συνάψεις τόσο περισσότερη είναι η καθυστέρηση. Όταν οι
νευρομεταβιβαστές κάνουν ΕPSPs συνήθως ανοίγουν χημικά
ιονικά κανάλια στην μετασυναπτική μεμβράνη π.χ. η Ach (στις
νικοτινικές συνάψεις) δρα διεγερτικά και ανοίγει κανάλια Να+ ώστε
το Να+ να περνάει γρήγορα. Διέγερση μπορεί να γίνει και με
κλείσιμο των καναλιών του Κ+.
113
1
“Vertebrate-brain-regions small”, από Looie496 διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Αδρή εγκεφαλική ανατομία 2/2
Τηλεγκέφαλος, διεγκέφαλος, μεσεγκέφαλος, ρομβεγκέφαλος
ruf.rice.edu 2
3
Φαιά και λευκή ουσία 1/2
• Όταν στο ΚΝΣ τα κυτταρικά σώματα των νευρώνων
συσσωρεύονται κοντά-κοντά, δημιουργούν την φαιά ουσία.
Όταν οι άξονες έρχονται κοντά κοντά, δημιουργούν την λευκή
ουσία, (εκ της μυελίνης - λευκωπή χροιά). Εν αντιθέσει στο
περιφερικό νευρικό σύστημα, τα σώματα των νευρικών
κυττάρων όταν έρχονται κοντά-κοντά και πολλά μαζί
δημιουργούν τα γάγγλια.
5
Φαιά και λευκή ουσία ημισφαιρίων
6
“Gray744”, από Quibik διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
7
Είδη ινών ημισφαιρίων 2/2
Άρα, το κάθε ημισφαίριο:
i. Επικοινωνεί με τον εαυτό του.
ii. Το κάθε ημισφαίριο επικοινωνεί με το άλλο.
iii. Το κάθε ημισφαίριο επικοινωνεί με τον υπόλοιπο εγκέφαλο
και με το νωτιαίο μυελό.
9
Ίνες συνειρμικές, συνδεσμικές και
προβολής -Μεσολόβιο
11
“Sobo 1909 624”, από CFCF διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Λοβοί ημισφαιρίων
Μακροσκοπικά
• Λοβοί
1. Μετωπιαίος,
2. Βρεγματικός,
3. Ινιακός,
4. Κροταφικός,
5. Νησίς.
• Έλικες.
• Αύλακες.
12
Πλαγία όψη-Λοβοί
13
Φλοιός 1/4
• Για να αυξήσουν την επιφάνειά τους, οι επιφάνειες των ημισφαιρίων
εμφανίζουν περιεξιλίξεις, δηλ. έλικες και αύλακες.
• Ο χάρτης του Brodmann. O χάρτης του Brodmann έχει διαιρέσει τον
εγκεφαλικό φλοιό με βάσει την κυτταροαρχιτεκτονική και έτσι το κάθε
ημισφαίριο έχει 47 αριθμημένες περιοχές. Πολλές αντιστοιχούν σε
λειτουργικές περιοχές.
• Ο φλοιός μπορεί να είναι:
1. Αλλοφλοιός (παλιός φλοιός) κυρίως στα μέσα των ημισφαιρίων.
2. Νεοφλοιός (νέος φυλογενετικά). Ο νεοφλοιός έχει έξι στοιβάδες
κυττάρων (μοριώδης, έξω κοκκιώδης, έξω πυραμιδική, έσω
κοκκιώδης, έσω πυραμιδική και πολύμορφος στοιβάδα). Βρίσκεται
κυρίως έξω (ορατός) και διακρίνεται σε : 1) πρωτογενή και 2)
συνειρμικό.
14
Φλοιός 2/4
• Ο πρωτογενής δίνει:
1. Πρωτογενή κινητικό φλοιό (προσθία κεντρική έλικα),
2. Πρωτογενή αισθητικό φλοιό (οπίσθια κεντρική έλικα ),
3. Οπτικό φλοιό (πληκτραία σχισμή ινιακού λοβού),
4. Ακουστικό φλοιό (σχισμή Sylvius, κροταφικός λοβός),
5. Οσφρητικός φλοιός στο άγκιστρο και στην παραϊπποκάμπεια έλικα
(μπορεί να είναι αλλοφλοιός).
• Η διαίρεση με βάση την χαρτογράφηση του φλοιού και την
λειτουργικότητα του φλοιού έρχεται από κλινικές μελέτες, πειράματα
στα ζώα, νευροψυχολογικές δοκιμασίες και πειραματική διέγερση
στους εγκεφάλους ασθενών.
15
Φλοιός 3/4
• Για πολλές σωματο-αισθητικές λειτουργίες το αριστερό
κυριαρχεί στο δεξιό μέρος του σώματος και αντιστρόφως.
Μερικές λειτουργίες όπως ο λόγος είναι φυσιολογικά
επικεντρωμένες στο αριστερό ημισφαίριο. Όσον αφορά τον
λόγο, αυτό είναι και το κυρίαρχο ημισφαίριο.
16
Φλοιός 4/4
• Μερικοί χωρίζουν το φλοιό του ημισφαιρίου σε 2 λειτουργικές
μονάδες:
1. Οπίσθιο νεοφλοιό (δηλ. βρεγματικό-ινιακό-κροταφικό λοβό) που
είναι αισθητικός,
2. Πρόσθιο νεοφλοιό (μετωπιαίο λοβό) που είναι κινητικός.
Ανάμεσα σε αυτές τις 2 μονάδες υπάρχουν:
1. Πρωτογενείς ζώνες λειτουργίας και
2. Συνειρμικές ζώνες λειτουργίας.
17
Περιοχές φλοιού 1/2
22
25
“Motor and Sensory Homunculus”, από obcat διαθέσιμο με άδεια CC BY-NC-SA 3.0
Ευρήματα του Penfield με τα ηλεκτρόδια
26
neurophilosophy.wordpress.com
28
Angular gyrus
Wernicke’s area
Primary auditory area
29
“Brain Surface Gyri”, από Was a bee διαθέσιμο με άδεια CC BY-NC-SA 3.0
Αισθητικός φλοιός 2/2
• Γωνιώδης έλιξ (39): Συνδέεται με σωματικοαισθητικές, οπτικές,
ακουστικές συνειρμικές περιοχές του φλοιού. Οι βλάβες εδώ
οδηγούν σε αδυναμία του: 1) διαβάζω και 2) γράφω.
• Όραση: Πρωτογενής οπτική περιοχή είναι η περιοχή 17.
• Βλάβη της οδηγεί σε απώλεια του αντίθετου οπτικού πεδίου με
κατακράτηση της οπτικής θηλής (macular sparing). Συνειρμικά
πεδία φλοιϊκά της όρασης είναι το 18 και το 19. Βλάβες στα
συνειρμικά πεδία προκαλούν οπτική αγνωσία (η όραση παραμένει,
η ανάλυση της εικόνας παραβλάπτεται δηλ. παραβλάπτεται η
ικανότητα να αναγνωρίσεις ή να αντιγράψεις αντικείμενα). Η
οπτική μνήμη αποθηκεύεται εδώ.
30
imgarcade.com 33
Συσχετίσεις μετωπιαίου, κινητικού αισθητικού,
οπτικού, ακουστικού φλοιού με την ομιλία
psyplexus.com
34
Λειτουργίες ημισφαιρίων
ΔΕΞΙΟ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΟ
• Μη Λεκτικό • Λεκτικό
• Οπτικό - Χωρικό • Αλληλουχιακό
• Αναλογικό • Χρονικό
• Μουσικό • Ψηφιακό
• Συνθετικό • Λογικό
• Ενστικτώδες • Αναλυτικό
• «Gestalt» Το όλον • Ορθολογικό
• Ανατολική Σκέψη • Δυτική σκέψη
35
Το αριστερό και το δεξιό ημισφαίριο ως
λειτουργίες
36
sciencearchives.wordpress.com 37
Ανώτερες πνευματικές λειτουργίες 1/4
• Λόγος
• Σκέψη
• Διάθεση
• Αντίληψη
• Προσανατολισμός
• Προσοχή
• Συγκέντρωση
• Μνήμη
38
39
Ανώτερες πνευματικές λειτουργίες 3/4
• Αντίληψη: Είναι η ικανότητα εκτίμησης της ρεαλιστικής
πραγματικότητας, και της σχέσης του εαυτού με το περιβάλλον.
Επηρεάζεται από την σκέψη, το επίπεδο συνείδησης, τον
προσανατολισμό, την μνήμη κ.λπ. Στις διαταραχές της αντίληψης
περιλαμβάνονται: 1) οι ψευδαισθήσεις (οπτικές, ακουστικές,
γευστικές, οσφρητικές κ.α.) και 2) οι παραισθήσεις.
• Συναίσθημα: Είναι η θετική ή αρνητική μας αντίδραση σε μία
εμπειρία. Η διάθεση έχει την έννοια της μεγαλύτερης χρονικής
διάρκειας. Το συναίσθημα διαχωρίζεται σε σθενικό (π.χ. θυμός) και
ασθενικό (άγχος). Μπορεί να κυμαίνεται στα φυσιολογικά όρια, να
είναι καταθλιπτικό (καταθλίψεις) ή να χαρακτηρίζεται από έξαρση
(π.χ. ευφορία, μανία κ.λπ.).
40
41
Μνήμη 1/4
elafosdorkas.blogspot.gr
42
Μνήμη 2/4
• Μελετήθηκε από τον:
o Ribot (νόμος του Ribot = ότι μαθαίνεται πρόσφατα χάνεται
ευκολότερα) και από τον
o Korsakoff (σύνδρομο Korsakoff).
• Tα 5R της μνήμης:
o Registration = καταγραφή,
o Retention = κατακράτηση,
o Retrieval = ανάκληση,
o Recall = ανάμνηση,
o Recognition = αναγνώριση.
43
Μνήμη 3/4
• Κέντρα:
o Διεγκέφαλος,
o Ιππόκαμπος
• Βοηθιέται από τον
προσανατολισμό, την
προσοχή, την συγκέντρωση
και από το συναίσθημα που
χρωματίζει, παρανοεί και
επιλέγει. “Hippocampus”, από Was a bee
διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.1 JP
44
Κέντρα μνήμης
46
Μνήμη 4/4
Βλάβες της μνήμης: Ψυχογενείς (όχι οργανικό υπόστρωμα)
Οργανικές (οργανικό υπόστρωμα)
Ψυχογενείς Διαταραχές της μνήμης
• Το ξέχασμα του μη ευχάριστου = εκλεκτικό - selective forgetting.
• Φυγές (fugues).
• Σπάνια σύνδρομο Ganser / πολλαπλές προσωπικότητες (;).
Οργανικές
• Οι διάφορες άνοιες όπου φθίνει πρώτα η πρόσφατη μνήμη και σιγά-
σιγά επηρεάζεται και η μακροπρόθεσμη (βλ. Alzheimer -ιππόκαμπος -
χολινεργικών νευρώνων).
• Σύνδρομο Korsakoff ή αμνησιακό σύνδρομο.
• βλάβη διεγκεφάλου (αλκοόλ κ.α.).
• Μετά από κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις.
47
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 1/9
50
“Elecmontage32”, από Abigailswain διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
51
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 4/9
• Διεθνείς Ονομασίες
o α ρυθμός 8-13 Hz
o β ρυθμός > 13 Hz
o θ ρυθμός 4-7.9 Hz
o δ ρυθμός 0.1-3.9 Hz
52
Ρυθμοί 1/3
53
Ρυθμοί 2/3
54
Ρυθμοί 3/3
55
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 5/9
• Κύριος ρυθμός είναι ο άλφα (8-13 Hz) στις βρεγματοινιακές
περιοχές, πιο εμφανής σε χαλάρωση και έλλειψη αισθητικής
διέγερσης. Τα χαρακτηριστικά του άλφα ρυθμού πιθανώς
καθορίζονται γενετικά. Μπορεί να υπάρχει μικρή ασυμμετρία μεταξύ
των 2 ημισφαιρίων π.χ. το εύρος να είναι μεγαλύτερο στο μη
κυρίαρχο ημισφαίριο. Εάν όμως η διαφορά συχνοτήτων είναι > 1 Hz,
θεωρείται ανωμαλία, και η ανωμαλία είναι στην πλευρά όπου ο
ρυθμός είναι αργότερος. Ο ρυθμός άλφα επιβραδύνεται με
πνευματική εργασία, με το άνοιγμα των ματιών, την οπτική διέγερση
ή την συναισθηματική διέγερση. Και στα 2 φύλα ο ρυθμός α
ελαττώνεται στην προχωρημένη ηλικία.
56
57
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 7/9
Γένεση των Ρυθμών
• Η ηλεκτρική δραστηριότητα ανιχνεύεται από την 20η
εβδομάδα (κύηση). Στην γέννηση ανιχνεύεται βραδύς
ρυθμός 3-4 Hz. Στους 6 μήνες η συχνότητα ιδίως όπισθεν
5 Hz. Στο τέλος του 1ου έτους η δραστηριότης αυξάνεται στα
7 Hz. Από 2-5 έτη, είναι πιο εμφανής η δραστηριότης θ
παρότι η δ ακόμη ανιχνεύεται.
• Από τα 6 έτη και μετά ο ρυθμός θ ελαττώνεται και ο α αρχίζει
να αυξάνεται. Τελικές συχνότητες επιτυγχάνονται προς το
τέλος εφηβείας.
• Η θ δραστηριότητα (ρυθμός) καμιά φορά λέγεται και
«ανώριμος».
58
59
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 9/9
• Η χρησιμότητα του ΗΕΓ έγκειται στο ότι βοηθά στην
διάγνωση των επιληψιών και δευτερευόντως των όγκων.
• Όσο πιο κοντά στο φλοιό είναι η βλάβη τόσο πιο εύκολα
εντοπίζεται. Όσο πιο μεγάλη είναι η βλάβη τόσο πιο εύκολα
γίνεται ορατή. Όσο περισσότερη είναι η ηλεκτρική
εκφόρτιση από την βλάβη τόσο πιο ορατή γίνεται.
• Οι όγκοι από μόνοι τους δεν παράγουν ηλεκτρικές
εκφορτίσεις, αλλά μπορεί λόγω παρεμβολής και μεγέθους να
αποπλατύνουν το ΗΕΓ.
60
greeksrulez.wordpress.com 61
Νεύρα: Αισθητικά, Κινητικά, Μεικτά
• Σπονδυλική στήλη (ΣΣ)
o Αυχενική, Θωρακική, Οσφυϊκή, Ιερά, Kοκκυγική μοίρα.
o Κύφωση – Λόρδωση.
o Κινητικά κύτταρα και αισθητικά κύτταρα = φαιά ουσία.
o Δεσμίδες = λευκή ουσία.
62
63
Νωτιαίος μυελός 2/10
• Έχει 5 μοίρες:
o Αυχενική,
o Θωρακική,
o Οσφυϊκή,
o Ιερή,
o Κοκκυγική
• Δίδει τα νεύρα, 8 Αυχενικά, 12 θωρακικά, 5 οσφυϊκά, 5 ιερά, και 1
κοκκυγικό. Κάθε νεύρο αποτελείται από την ένωση οπίσθιας
(αισθητικής) και πρόσθιας (κινητικής) ρίζας.
• Εάν γίνει μία τομή διάμεση και κάθετη κατά μήκος της ΣΣ, θα φανεί
μια περιοχή σαν πεταλούδα που αποτελείται από φαιά ουσία που
περιτριγυρίζεται από λευκή ουσία.
64
65
“Medulla spinalis - Substantia grisea - German” από Polarlys διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Νωτιαίος μυελός 4/10
• Η λευκή ουσία αποτελείται κυρίως από ίνες. Υπάρχουν
αύλακες στην πρόσθια και οπίσθια περιοχή, η πρόσθια μέση
και η οπίσθια μέση αύλακα.
• Επίσης στα πλάγια εκατέρωθεν υπάρχει η οπισθιοπλάγια και
η προσθιοπλάγια αύλακα, η οποία αντιστοιχεί στην οπίσθια
και πρόσθια ρίζα αντίστοιχα. Με αυτές τις αύλακες χωρίζεται
ο νωτιαίος μυελός σε οπίσθιες πλάγιες και πρόσθιες δέσμες.
66
68
69
Νωτιαίος μυελός 6/10
• Η φαιά ουσία της ΣΣ αποτελείται από Χ στοιβάδες.
• Ι = η πιο οπίσθια, I - VI - οπίσθιο κέρας - Αισθητικές
• ΙΧ = η πιο πρόσθια, VIII - X - πρόσθιο κέρας - Κινητικές
• UII = μεταξύ προσθίου και οπισθίου κέρατος
• Άρα: οπίσθια κέρατα = δέχονται αισθητικά ερεθίσματα
πρόσθια κέρατα = στέλνουν κινητικά ερεθίσματα
• Η λευκή ουσία διαιρείται:
o προσθία
o Πλάγιες δέσμες
o οπίσθια
70
71
Νωτιαίος μυελός 8/10
• Πλάγια Δεμάτια (Δ)
1. Πλάγιο πυραμιδικόν Δ.
2. Οπίσθιο ραχιαίον παρεγκεφαλικόν Δ.
3. Πρόσθιο ή κολιβικόν παρεγκεφαλικόν Δ.
4. Νωτιοθαλαμικόν Δ.
5. Νωτιοτετραδυμικόν Δ.
6. Ερυθρονωτιαίον Δ.
7. Ελαιονωτιαίον Δ.
8. Αιθουσονωτιαίον Δ.
9. Δικτυονωτιαίον Δ.
10. Ίδιο δεμάτιο της πλαγίας Δ.
72
73
Νωτιαίος μυελός 10/10
• Τα κυριότερα κινητικά:
1. Πυραμιδικό
‒ πρόσθιο πυραμιδικό,
‒ πλάγιο πυραμιδικό.
2. Αιθουσο-νωτιαίο.
3. Ερυθρο-νωτιαίο, εξωπυραμιδικό.
4. Δικτυο-νωτιαίο.
74
75
Πυραμιδικό σύστημα 2/9
• Το πυραμιδικό έχει 3 μέρη
1. Φλοιονωτιαίες ίνες ή πυραμιδικό σωστό.
2. Πλάγιες φλοιοπρομηκικές ίνες.
3. Μέσες φλοιoπρομηκικές ίνες.
• Οι φλοιονωτιαίες ίνες από το φλοιό πορεύονται και καταλήγουν
στα πρόσθια κέρατα του Ν.Μ. Οι πλάγιες φλοιοπρομηκικές από το
φλοιό καταλήγουν στους κρανιακούς πυρήνες } 5, 7, 9, 10, 11, 12.
Οι μέσες φλοιοπρομηκικές από το φλοιό καταλήγουν στους
κρανιακούς πυρήνες } 3, 4, 6
• Τα 3, 4, 6 όλα κινούν οφθαλμικούς μύες.
76
79
Πυραμιδικό σύστημα 5/9
Λειτουργία του Πυραμιδικού
1. Στον τόνο: Το πυραμιδικό είναι διεγερτικό μονοπάτι δηλ. η
διέγερσή του αυξάνει τον τόνο και τα αντανακλαστικά και η
καταστροφή του ελαττώνει τον τόνο και τα αντανακλαστικά.
2. Στην κίνηση: Το πυραμιδικό είναι υπεύθυνο για τις λεπτές,
μεμονωμένες, ακριβείς, ειδικές κινήσεις που είναι
απαραίτητες για όλες τις δραστηριότητες που χρειάζονται
επιδεξιότητα (δηλ. δακτυλογράφηση, παίξιμο πιάνου).
80
81
Χαρακτηριστικές βλάβες πυραμιδικού 1/2
zahstraces.blogspot.gr
82
84
86
Εξωπυραμιδικό σύστημα
• Περιλαμβάνει όλες εκείνες τις κινητικές διασυνδέσεις από ίνες που
δεν περνούν από τις πυραμίδες του προμήκη.
• Περιλαμβάνει ίνες που ξεκινούν από:
1. Την προκινητική περιοχή,
2. Τα βασικά γάγγλια,
3. Εγκεφαλικό στέλεχος δηλ. μεσεγκέφαλο, γέφυρα, προμήκη.
• Οι ίνες του εξωπυραμιδικού τελειώνουν στα πρόσθια κέρατα του
Ν.Μ.
• Έχει 3 μονά και 3 διπλά δεμάτια.
• Τα δεμάτια που διχάζονται στο εξωπυραμιδικό σύστημα, διχάζονται
άμα τη εκκινήσει τους!
87
Δεμάτια εξωπυραμιδικού
“Spinal cord tracts - English” από Mikael Häggström διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
88
89
Κλινικά σημεία Parkinson’s 1/2
“Paralysis agitans (1907, after St. Leger)”, από Anetode διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 90
92
Παρεγκεφαλίδα 2/11
• Τα ημισφαίρια της παρεγκεφαλίδας έχουν πτυχές (folia). Έχουν μια
στοιβάδα φαιάς ουσίας που καλείται παρεγκεφαλιδικός φλοιός και
περικλείει την στοιβάδα της λευκής ουσίας. Έχει 3 στοιβάδες κυττάρων:
1. Μοριώδη στοιβάδα (αστερωτά κύτταρα και basket cells, δενδρίτες
Purkinje, Golgi II, και άξονες νευρώνων),
2. Μεσαία στοιβάδα [στοιβάδα Purkinje (σώματα νευρώνων Purkinje)],
3. Κοκκιώδη στοιβάδα (προς τα μέσα), με κοκκιώδεις νευρώνες, και Golgi II
νευρώνες.
• Μέσα από τον φλοιό, υπάρχει λευκή ουσία (ίνες) και εντός αυτής
περικλείονται 4 ζεύγη πυρήνων: 1) οροφιαίος, 2) σφαιροειδής, 3)
εμβολοειδής, 4) οδοντωτός
93
Παρεγκεφαλίδα 3/11
• Η παρεγκεφαλίδα στα ημισφαίρια της αποτελείται από 3
ανατομικά στοιχεία.
1. Το κροκυδοειδές λοβίο = αρχαιοπαρεγκεφαλίδα,
2. Τον πρόσθιο λοβό = παλαιοπαρεγκεφαλίδα,
3. Τον οπίσθιο λοβό = νεοπαρεγκεφαλίδα.
• Στην μέση των ημισφαιρίων υπάρχει ο σκώληξ της
παρεγκεφαλίδας.
94
Παρεγκεφαλίδα 4/11
• Οδοί: 3 φλοιοεγκεφαλικά προβλητικά μονοπάτια, το
μεγαλύτερο είναι το φλοιογεφυροπαρεγκεφαλιδικό και
μικρότερα το φλοιοπαρεγκεφαλιδικό και το
φλοιοδικτυοπαρεγκεφαλιδικό. Η παρεγκεφαλίς παίρνει
πληροφορίες από δέρμα, αρθρώσεις, μύες, κορμό με 3
νωτιοπαρεγκεφαλιδικά δεμάτια (το οπίσθιο, το πρόσθιο και
το πλάγιο).
• Έχει άμεση σύνδεση με υποθάλαμο
95
Παρεγκεφαλίδα 5/11
• Γενικά:
1. Αρχαιοπαρεγκεφαλίδα Αιθουσαίο Σύστημα
ισορροπία
2. Παλαιοπαρεγκεφαλίδα Νωτιαίος Μυελός
Τόνος/Συνέργεια
3. Νεοπαρεγκεφαλίδα φλοιός και εξωπυραμιδικό
σύστημα
96
Παρεγκεφαλίδα 6/11
• Λειτουργία της παρεγκεφαλίδας
Η σκέψη, η απόφαση, ο σκοπός της επιτέλεσης μιας κίνησης
ξεκινάει από τον κινητικό φλοιό και τις βοηθητικές περιοχές, τα
συνειρμικά πεδία. Αυτές οι φλοϊικές περιοχές δρουν σε συνεργασία
με τα παρεγκεφαλικά ημισφαίρια και τους οδοντωτούς πυρήνες
κατά τις αρχικές φάσεις του σχεδιασμού μιας κίνησης. Το
αποτέλεσμα είναι η διαταγή της κίνησης που περιλαμβάνει τον
οδοντωτό πυρήνα και ακολουθείται από τους νευρώνες της
κινητικής περιοχής. Τα ημισφαίρια της παραγκεφαλίδας, κρατούν
την πληροφορία για την κίνηση από παράπλευρους κλάδους των
πυραμιδικών δεματίων και από περιφερικούς υποδοχείς των μερών
του σώματος που κινείται.
97
Παρεγκεφαλίδα 7/11
Στις διαταραχές της παρεγκεφαλίδας αναφέρονται:
• Ελαιογεφυροπαρεγκεφαλιδική ατροφία.
• Friedreich’s αταξία.
• Αλκοολική παρεγκεφαλιδική εκφύλιση.
98
Παρεγκεφαλίδα 8/11
Διαταραχές της παρεγκεφαλίδας (εκδηλώσεις)
• Βλάβη της παρεγκεφαλίδας οδηγεί στην ανικανότητα να γίνουν οι
κινήσεις μαλακά και με ακρίβεια. Αυτό καλείται παρεγκεφαλιδική
αταξία ή ασυνέργεια.
• Η παρεγκεφαλιδική αταξία δίδει:
1. Διαταραχή θέσης και βάδισης.
2. Αποσύνδεση των κινήσεων.
3. Δυσμετρία.
4. Δυσδιαδοχοκινησία.
5. Διαταραχή λόγου.
99
Παρεγκεφαλίδα 9/11
1. Διαταραχή θέσης και βάδισης
o Δυσκολία διατήρησης της όρθιας στάσης, και βάδισμα
περεμφερές με εκείνο του μεθυσμένου (σκώληξ). Τάση για πτώση
προς την μεριά της βλάβης (ημισφαίρια).
o Η τάση για πτώση και η κάθε διαταραχή είναι προς την μεριά της
βλάβης και δεν διορθώνεται με την βοήθεια της όρασης.
2. Αποσύνδεση των κινήσεων
o Μία κίνηση είναι διασπασμένη στα στοιχεία της π.χ. ο ώμος, ο
αγκώνας και οι αρθρώσεις του καρπού κινούνται σαν χωριστά και
όχι μαζί σαν μια συγχρονισμένη κίνηση όπως συνήθως.
100
Παρεγκεφαλίδα 10/11
3. Δυσμετρία
o Αδυναμία να σταματήσει η κίνηση στο επιθυμητό σημείο.
o overshooting
o undershouting } στο ένα μέρος του σώματος
o pastpointing
4. Δυσδιαδοχοκινησία
Αδυναμία να σταματήσει μια κίνηση και αμέσως να συνεχίσει με
την ακριβώς αντίθετή της π.χ. πρηνή και ύπτια θέση χεριού
5. Ο λόγος γίνεται αργός, μονότονος και μερικές συλλαβές
ακούγονται αφύσικα χωρισμένες. (Οφείλεται σε έλλειψη
συνέργειας των μυών στην ομιλία).
101
Παρεγκεφαλίδα 11/11
• Άλλα σημεία παρεγκεφαλιδικής βλάβης:
• Υποτονία (π.χ. ελάττωση των τενοντίων αντανακλάσεων).
• Ασθένεια (οι μύες στο επηρεασμένο μέρος του σώματος
γίνονται ασθενέστεροι).
• Τρόμος (ο παρεγκεφαλιδικός τρόμος γίνεται στην διάρκεια
της κίνησης και σταματά στην ηρεμία (Δ.Δ. παρκινσονικός
τρόμος).
• Νυσταγμός
102
Αισθητικό σύστημα
• Η πληροφορία για εσωτερικά και εξωτερικά ερεθίσματα
φθάνει στο ΚΝΣ μέσω αισθητικών υποδοχέων. Αυτοί είναι
μετασχηματιστές που μετατρέπουν διάφορες μορφές
ενέργειας στο περιβάλλον σε δυναμικά νευρώνων. Η λέξη
υποδοχέας βέβαια στην φυσιολογία, χρησιμοποιείται και με
άλλη έννοια (πρωτεΐνες π.χ. που δεσμεύουν
νευρομεταβιβαστές, ορμόνες και άλλες ουσίες με μεγάλη
συγγένεια και εξειδίκευση). Ο αισθητικός υποδοχέας μπορεί
να είναι μέρος ενός νευρώνα ή εξειδικευμένο κύτταρο που
δημιουργεί δυναμικά σε νευρώνες.
103
Αισθητικοί υποδοχείς 1/12
• Οι μορφές ενέργειας (Ε) που μετασχηματίζονται από τους
υποδοχείς περιλαμβάνουν π.χ. μηχανική Ε (αφή - πίεση), θερμική Ε
(θερμότητα) ηλεκτρομαγνητική (φως) χημική Ε (οσμή, γεύση,
περιεχόμενο Ο2 στο αίμα κ.λπ.). Οι υποδοχείς κάθε αισθητηρίου
είναι προσαρμοσμένοι να απαντούν σε ένα είδος Ε με πολύ
χαμηλότερο ουδό από ότι ένας άλλος υποδοχέας. Αυτή η μορφή Ε,
η ειδική για κάθε υποδοχέα λέγεται επαρκές ερέθισμα (π.χ. για τα
κωνία/ραβδία στο μάτι είναι το φως).
• Οι υποδοχείς απαντούν και σε άλλες μορφές ενέργειας από το
επαρκές ερέθισμα, έχουν όμως υψηλότερο ουδό! Π.χ. η πίεση
διεγείρει και τα ραβδία/κωνία αλλά ο ουδός είναι πολύ
υψηλότερος από ότι οι υποδοχείς πίεσης στο δέρμα.
104
105
Αισθητικοί υποδοχείς 3/12
Αίσθηση Υποδοχεύς Όργανο
Όραση Κωνία/ραβδία Οφθαλμός
Ακοή Τριχωτά κύτταρα Αυτί (οργ. Gorti)
Όσφρηση Οσφρητικοί νευρώνες Οσφρητικός λοβός
Γεύση Γευστικοί υποδοχείς Σωματοαισθητικός
φλοιός
Περιστρεφόμενη Τριχωτά κύτταρα Ημικυκλικοί σωλήνες
επιτάχυνση
Γραμμική επιτάχυνση Τριχωτά κύτταρα Αυτί (utricle/saccule)
Αφή - Πίεση Νευρικές απολήξεις Διάφορα
Ζέστη Νευρικές απολήξεις Διάφορα
Κρύο Νευρικές απολήξεις Διάφορα
106
107
Αισθητικοί υποδοχείς 5/12
ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ
I. Τηλε-υποδοχείς
Εξω-υποδοχείς
Ενδο-υποδοχείς
Θεσεο-υποδοχείς
Χημειοϋποδοχείς υπεύθυνοι για αλλαγή στο χημικό περιβάλλον
και nocireceptors ειδικά για πόνο
108
109
Αισθητικοί υποδοχείς 7/12
• Το δέρμα περιέχει διάφορους τύπους αισθητικών απολήξεων.
Περιλαμβάνονται:
1. Γυμνές νευρικές απολήξεις
2. Διατεταγμένες απολήξεις νευρικών απολήξεων (π.χ. δίσκοι
Merkel & Ruffini)
3. Περιτυλιγμένες νευρικές απολήξεις
o σωμάτια Paccini
o σωμάτια Meisner
o σωμάτια Krause
• Oι διατεταμμένοι και οι περιτυλιγμένοι υποδοχείς φαίνεται ότι
δρουν σαν μηχανοϋποδοχείς.
110
111
Αισθητικοί υποδοχείς 9/12
• Το πώς οι υποδοχείς μετατρέπουν Ενέργεια (Ε) σε δυναμικά
στα αισθητικά νεύρα έχει μελετηθεί αρκετά. Στις ειδικές
αισθήσεις π.χ. όραση, υπάρχουν ξέχωρες συναπτικές ενώσεις
μεταξύ υποδοχέων και κεντρομόλων νεύρων. Όσον αφορά
την αφή έχουν μελετηθεί τα σωμάτια Pacini λόγω του
μεγέθους τους. Όταν σε αυτούς ασκηθεί πίεση, τότε ένα
εκπολωτικό δυναμικό δημιουργείται (δυναμικό υποδοχέα).
Καθώς αυξάνεται η πίεση, το δυναμικό του υποδοχέα γίνεται
όλο και μεγαλύτερο μέχρι πυροδοτήσεως του νεύρου.
112
113
Αισθητικοί υποδοχείς 11/12
• Προσαρμογή
Εάν ένα ερέθισμα στον υποδοχέα παραμείνει σταθερό στο
χρόνο, η συχνότητα του δυναμικού ενέργειας στο αισθητικό
νεύρο ελαττώνεται στον χρόνο. Αυτό λέγεται προσαρμογή ή
απευαισθητοποίηση. Ο βαθμός με τον οποίο συμβαίνει η
προσαρμογή ποικίλει ανάλογα με το είδος του αισθητηρίου.
Η αφή προσαρμόζεται γρήγορα και οι υποδοχείς της
καλούνται φασικοί. Αντίθετα ο καρωτιδικός κόλπος, οι μυϊκοί
άτρακτοι, τα όργανα κρύου, πόνου, διάτασης πνευμόνων
κ.λπ. προσαρμόζονται αργά και οι υποδοχείς καλούνται
τονικοί.
114
115
Μονοπάτι αισθητικού συστήματος
116
Από cnx.org διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
117
Δεμάτια αισθητικού συστήματος 2/7
• Υπάρχουν 3 τύποι ινών για δερματική αίσθηση:
1. Μεγάλες Ab ίνες = μηχανικές αισθήσεις.
2. Μικρότερες εμμύελες Αδ = κρύο + γρήγορος πόνος.
3. Μικρές αμύελες C = πόνος + θερμοκρασία.
118
119
Δεμάτια αισθητικού συστήματος 4/7
2. Άλλες ίνες αφής μαζί με ίνες πόνου (θερμοκρασίας -
θερμού - ψυχρού) συνάπτονται με άλλους νευρώνες στα
οπίσθια τους κέρατα - χιάζονται εκεί και δημιουργούν δέσμη
την προσθιοπλάγια ή ανιούσα δέσμη που έχει 2 δεμάτια
(κοιλιακό - αφή / πλάγιο, νωτιοθαλαμικό - πόνος και
θερμοκρασία) ανεβαίνουν στον θάλαμο (ενώ μερικές ίνες
δίνονται στο δικτυωτό σχηματισμό - μεσεγκέφαλο -
εγρήγορση) και μετά στο φλοιό οπίσθια κεντρική έλικα
(ανθρωπάριο). Αυτό το ανθρωπάριο είναι αισθητικό,
παρεμφερές με το κινητικό.
120
121
Δεμάτια αισθητικού συστήματος 6/7
• Βάθους/ θέσης
Το δεμάτιο οπίσθιων κεράτων αποτελείται από το Ισχνό /
Σφηνοειδές δεμάτιο. Ένα μέρος της αίσθησης βάθους
πηγαίνει στην παρεγκεφαλίδα αλλά μερική πηγαίνει μέσω
λημνίσκου στον θάλαμο κι από εκεί στον φλοιό. Βλάβη
οπισθίων δεματίων κάνει αταξία διότι διακόπτεται η
αισθητική οδός προς την παρεγκεφαλίδα.
Οι υποδοχείς της οδού περιλαμβάνουν δομές που
προσαρμόζονται αργά, βρίσκονται δε στις αρθρώσεις,
συνδέσμους, και στις μυϊκές ατράκτους.
122
123
Πόνος 1/3
• Πόνος
Τα αισθητήρια του πόνου είναι γυμνές νευρικές απολήξεις.
Ο πόνος μεταδίδεται στο ΚΝΣ με 2 συστήματα ινών. Το ένα
είναι μικρές αμύελες Αδ (2-5 μm) U = 12-30 m/sec. Το άλλο
είναι C ίνες (0.4-1.2 μm) χαμηλότερη ταχύτητα 0.5-2 m/sec.
o Αδ - στοιβάδες Ι/V οπισθίων κεράτων
o C - στοιβάδες Ι/ΙΙ οπισθίων κεράτων
Υπάρχει ένδειξη ότι ο μεταβιβαστής στις κεντρομόλες ίνες
του πόνου είναι η ουσία Ρ. Μερικές ίνες πηγαίνουν με το
οπίσθιο δεμάτιο και μερικές παίρνουν το προσθιοπλάγιο
νωτιαιοθαλαμικό.
124
Πόνος 2/3
• Μερικές ίνες σταματούν στον θάλαμο και από κει φτάνουν στον
φλοιό. Ο πόνος προβάλλεται εκτός από την οπίσθια κεντρική
έλικα, και στην περιοχή σωματικής αίσθησης της «Sylvian» σχισμής
(S II) καθώς και στην αγκιστρωτή έλικα (πάντα στο αντίθετο μέρος
του σώματος) (η αγκιστρωτή έλικα πιθανώς εμπλέκεται και αυτή
στο συναίσθημα όπως το μεταιχμιακό σύστημα). Πολλές ίνες
πόνου προβάλλονται στον δικτυωτό σχηματισμό και άλλες
προβάλλονται στον υποθάλαμο.
• Η ύπαρξη των 2 συστημάτων ινών εξηγεί 2 μονοπάτια πόνου ένα
«γρήγορο» (έντονος, γρήγορος, εντοπισμένος πόνος) κι ένα
«αργό» (πιο βαθύς, λιγότερο έντονος και πιο διάχυτος).
125
Πόνος 3/3
• Γρήγορος πόνος = Αδίνες
• Αργός πόνος = C
o Πιστεύεται ότι τα ερεθίσματα που προκαλούν πόνο, δρουν
και μέσω χημικών ερεθισμάτων και εκεί εμπλέκεται μάλλον
ισταμίνη.
o Πιστεύεται ότι ο πόνος δεν προβάλλεται αποκλειστικά στον
φλοιό, αλλά και σε υποφλοιικές περιοχές.
o Ο βαθύς και σπλαχνικός πόνος δεν εντοπίζεται εύκολα.
o Ειδικά ο σπλαχνικός μπορεί να αναφέρεται και σε άλλα
σημεία σώματος (π.χ. στηθάγχη - χέρι κ.λπ.).
126
128
129
Συμπαθητικό και
παρασυμπαθητικό
σύστημα
131
Συμπαθητικό σύστημα 1/3
I. Το Συμπαθητικό ή Θωρακοοσφυϊκό Σύστημα
Τα σώματα των προγαγγλιακών νευρώνων βρίσκονται στο
μεσοπλάγιο τμήμα της φαιάς ουσίας των 12 θωρακικών και των 2, 3
και 4 οσφυϊκών τμημάτων της σπονδυλικής στήλης. Οι άξονες αυτών
των κυττάρων (προγαγγλιακές ίνες) είναι εμμύελες και αφού
διασχίσουν τα πρόσθια κέρατα του ΝΜ, βγαίνουν και φτιάχνουν
τους κλάδους των θωρακικών και οσφυϊκών νεύρων (Θ1 - Ο2, 3, 4)
μέσω των οποίων φτάνουν στα γάγγλια της συμπαθητικής αλυσίδας.
Τα συμπαθητικά γάγγλια βρίσκονται στα πλάγια των σωμάτων των
οσφυϊκών και θωρακικών σπονδύλων. Εκεί οι προγαγγλιακές ίνες
συνάπτονται με το δεύτερο νευρώνα. Οι άξονες του μεταγαγγλιακού
νευρώνα περνούν πίσω στο σπονδυλικό νεύρο και μετά στο όργανο
που νευρώνουν.
132
133
Συμπαθητικό σύστημα 3/3
• Οι μεταγαγγλιακές ίνες του συμπαθητικού είναι αμύελες και
όλες εκκρίνουν ΝΑ πλην 2 εξαιρέσεων:
1. Των συμπαθητικών μεταγαγγλιακών ινών των ιδρωτοποιών
(Ach) και
2. Των κυττάρων του μυελού των επινεφριδίων που εκκρίνουν
Α (αδρεναλίνη).
• Οι υποδοχείς Α και ΝΑ έχουμε πει ότι διαιρούνται σε α, και β.
Γενικά οι α μεσολαβούν για διεγερτικές δράσεις Α και ΝΑ
ενώ οι ανασταλτικές δράσεις Α και ΝΑ γίνονται μέσω β-
υποδοχέων.
134
137
Παρασυμπαθητικό σύστημα 4/4
• Αντίθετα το παρασυμπαθητικό σύστημα σχετίζεται με το
«άδειασμα» ορισμένων οργάνων π.χ. είναι απαραίτητο για
την ροή του σιέλου/του γαστρικού υγρού/την κίνηση της
τροφής στο γαστρεντερικό σύστημα και το άδειασμα του
εντέρου/κύστης. Όταν το παρασυμπαθητικό είναι ενεργό, η
κόρη είναι σε μύση, η αιμάτωση των μυών ελαττώνεται και η
καρδιά πάλλεται με μικρότερη συχνότητα και με λιγότερη
ισχύ.
138
Λειτουργίες συμπαθητικού
• ΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
o Διάταση κόρης (Μυδρίαση).
o Διάταση βρογχιολίων.
o Αύξηση καρδιακής συχνότητας (θετική +ve χρονότροπος).
o Αύξηση ισχύος συστολής (θετική ve ινότροπος).
o Αγγειοσυστολή (δέρμα, σπλάχνα).
o Αγγειοδιαστολή σκελετικών μυών.
o Γλυκογονόλυση.
o Γλυκονεογένεση.
o Τριγλυκερίδια υδρολύονται σε λιπαρά οξέα.
o Γαστρεντερικό επέρχεται χαλάρωση .
o Εκσπερμάτιση. 139
Λειτουργίες παρασυμπαθητικού
• ΠΑΡΑΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
o Συστολή (μύση) κόρης/Προσαρμογή (κοντά).
o Έκκριση σιέλου.
o Σύσπαση βρογχιολίων.
o Βρογχική έκκριση.
o Βραδυκαρδία .
o Αύξηση κινητικότητας γαστρεντερικού.
o Αύξηση εκκρίσεων γαστρεντερικού.
o Στύση.
140
2
Ανατομία οφθαλμού 2/2
• Το διάστημα μεταξύ του φακού και του αμφιβληστροειδούς γεμίζει
από ένα διαυγές, ζελατινώδες υλικό που λέγεται υαλώδες σώμα. Το
υδατώδες υγρό ένα διαυγές υγρό που παράγεται από το ακτινωτό
σώμα, με διάχυση και ενεργητική μεταφορά διαχέεται μέσω της
κόρης για να γεμίσει τον πρόσθιο θάλαμο του οφθαλμού.
Φυσιολογικά επαναρροφάται μέσω ενός συστήματος σωληνίσκων
στο κανάλι του Schlemm, ένα φλεβικό κανάλι στην ένωση της
ίριδας και του κερατοειδούς (γωνία πρόσθιου θαλάμου). Εάν το
ανωτέρω αποφραχθεί, αυτό οδηγεί σε αύξηση της ενδοφθαλμίου
πιέσεως και ταυτόχρονη καταστροφή στις νευρικές ίνες του
αμφιβληστροειδή και πρόκληση μιας σοβαρής οφθαλμικής νόσου
το γλαύκωμα. Μια αιτία γλαυκώματος είναι η απόφραξη των
σωληνίσκων (γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας) και άλλη μία, η προς τα
πρόσω κίνηση της ίριδος εμποδίζοντας την γωνία (γλαύκωμα
κλειστής γωνίας).
3
4
“Schematic diagram of the human eye el”, από Badseed διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Αμφιβληστροειδής 1/6
• Αυτός ο χιτώνας εκτείνεται μπροστά μέχρι το ακτινωτό σώμα.
Περιέχει 10 στοιβάδες. Από έξω προς τα έσω είναι:
o μελάγχρουν επιθήλιο,
o στοιβάδα κωνίων και ραβδίων,
o έξω αφοριστική,
o έξω κοκκιώδης,
o έξω δικτυωτή,
o έσω κοκκιώδης,
o έσω δικτυωτή,
o στοιβάδα γαγγλιακών κυττάρων,
o στοιβάδα ινών οπτικού νεύρου,
o έσω αφοριστική.
5
Αμφιβληστροειδής 2/6
• Ο αμφιβληστροειδής περιέχει τους οπτικούς υποδοχείς που
είναι τα κωνία και τα ραβδία και 4 είδη νευρώνων:
o Δίπολα κύτταρα,
o Γαγγλιακά κύτταρα,
o Οριζόντια κύτταρα,
o Αμακρινικά κύτταρα.
• Τα κωνία και τα ραβδία βρίσκονται μετά το χοριοειδή χιτώνα
και συνάπτονται με τα δίπολα κύτταρα.
6
Αμφιβληστροειδής 3/6
• Οι άξονες των γαγγλιακών κυττάρων συγκλίνουν και αφήνουν
το μάτι, φεύγοντας σαν οπτικό νεύρο.
• Τα οριζόντια κύτταρα ενώνουν υποδοχείς με άλλους
υποδοχείς στην έξω δικτυωτή στοιβάδα.
• Τα αμακρινικά κύτταρα ενώνουν γαγγλιακά κύτταρα στην
έσω δικτυωτή στοιβάδα, και μπορεί να παρεμβάλλονται
μεταξύ διπόλων και γαγγλιακών κυττάρων.
• Υπάρχει σύγκλιση υποδοχέων σε δίπολα κύτταρα και
διπόλων κυττάρων σε γαγγλιακά κύτταρα.
Αμφιβληστροειδής 4/6
• Το μελάγχρουν επιθήλιο βρίσκεται σε άμεση επαφή με τον
χοριοειδή χιτώνα. Τα νευρικά στοιχεία του αμφιβληστροειδή
συνδέονται και στηρίζονται μεταξύ τους με νευρογλοιακά
κύτταρα που λέγονται κύτταρα του Muller.
• Το φως περνά μέσα από τα γαγγλιακά κύτταρα, και τα δίπολα
για να φτάσει τα ραβδία και τα κωνία.
• Το μελάγχρουν επιθήλιον περιέχει χρωστική και απορροφά
τις ακτίνες του φωτός, εμποδίζοντας την αντανάκλαση των
ακτίνων πίσω στον αμφιβληστροειδή. Μια τέτοια
αντανάκλαση θα θόλωνε τις οπτικές εικόνες.
8
Αμφιβληστροειδής 5/6
• 3 mm από το μέσον του οπισθίου πόλου του οφθαλμού βγαίνουν το
νεύρο και τα αγγεία του αμφιβληστροειδούς. Στην
οφθαλμοσκόπηση αυτό το σημείο λέγεται οπτικός δίσκος. Στον
δίσκο δεν υπάρχουν οπτικοί υποδοχείς κι έτσι η περιοχή λέγεται
τυφλή κηλίδα.
• Επίσης στον οπίσθιο πόλο του οφθαλμού, υπάρχει μία κιτρινωπή
περιοχή, η ωχρά κηλίδα. Εκεί και το κεντρικό βοθρίο, το οποίο
είναι η περιοχή του αμφιβληστροειδούς που στερείται ραβδίων
αλλά υπάρχουν πολλά κωνία, λίγα κύτταρα και όχι αγγεία. Το
βοθρίο είναι πολύ ανεπτυγμένο στους ανθρώπους, και εκεί η
οπτική οξύτητα είναι μεγίστη.
• Όταν εστιάζουμε σε ένα αντικείμενο, οι οφθαλμοί κινούνται έτσι
ώστε να πέσει το φως στο βοθρίο!
9
Αμφιβληστροειδής 6/6
• Οι αρτηρίες, τα αρτηρίδια και οι φλέβες στις επιφανειακές
στοιβάδες του αμφιβληστροειδούς κοντά στην επιφάνεια του
υαλώδους σώματος μπορεί να φανούν στο οφθαλμοσκόπιο.
Επειδή, αυτή είναι μια περιοχή του σώματος όπου αρτηρίδια
μπορεί να φανούν, η οφθαλμοσκόπηση είναι μεγάλης αξίας
στο σακχαρώδη διαβήτη, στην υπέρταση και άλλες νόσους
που έχουν επίδραση στα αγγεία. Τα αγγεία του
αμφιβληστροειδούς δίνουν αίμα στα δίπολα και στα
γαγγλιακά κύτταρα αλλά οι υποδοχείς τρέφονται από αγγεία
του χοριοειδή χιτώνα.
10
Αμφιβληστροειδής -
κωνία και ραβδία
12
cse.iitk.ac.in
Κωνία και ραβδία, πυκνότητα των
υποδοχέων
13
15
“1420 Optical Fields”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
17
“Gray722”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
19
20
Υποδοχείς όρασης 2/5
• Τα ραβδία ονομάστηκαν από την λεπτή, σαν ραβδί εμφάνισή
τους στο εξωτερικό τους τμήμα. Τα εξωτερικά τμήματα των
ραβδίων ανανεώνονται συνέχεια με την δημιουργία νέων
δίσκων στο εσωτερικό τμήμα του εξωτερικού τμήματος και
με φαγοκυττάρωση των δίσκων που βρίσκονται κοντά στο
μελάγχρουν επιθήλιο. Το κεντρικό βοθρίο δεν περιέχει
ραβδία. Υπάρχουν 120 εκατομμύρια ραβδία σε κάθε
οφθαλμό. Τα ραβδία είναι πολύ ευαίσθητα στο φως και είναι
οι υποδοχείς για την βραδινή όραση (σκοτοπτική όραση).
Αυτή η όραση δεν είναι ικανή να δει τα όρια και τις
λεπτομέρειες των αντικειμένων καθώς και τα χρώματα.
21
23
24
Από το φως στους υποδοχείς
misteriosdocerebro.wordpress.com 25
openwetware.org
26
Ενεργοποίηση υποδοχέων όρασης 2/2
27
28
bioslawek.wordpress.com
Κύκλος της ροδοψίνης
29
openi.nlm.nih.gov
30
Μύες του οφθαλμού 2/2
Προστασία οφθαλμού
• Το μάτι προστατεύεται από τον κόγχο.
• Ο κερατοειδής χιτώνας υγροποιείται και διατηρείται καθαρός
από τα δάκρυα που δημιουργούνται στον δακρυϊκό αδένα
στο πάνω μέρος του κόγχου και μεταφέρονται με τον
δακρυϊκό πόρο στην μύτη.
• Η κίνηση των βλεφάρων βοηθά στο να διατηρείται υγρός ο
κερατοειδής.
32
Πώς σχηματίζεται η οπτική εικόνα
• Οι οφθαλμοί μετατρέπουν την ηλεκτρομαγνητική ενέργεια
του ορατού φάσματος, σε ηλεκτρικά δυναμικά στο οπτικό
νεύρο. Το μήκος κύματος του ορατού φωτός κυμαίνεται από
397 nm στα 723 nm. Οι εικόνες των αντικειμένων
εστιάζονται στον αμφιβληστροειδή.
• Καθώς οι ακτίνες του φωτός πέφτουν στον αμφιβληστροειδή
χιτώνα, στα κωνία και ραβδία δημιουργούνται δυναμικά
ενέργειας. Αυτά, μέσω των νεύρων και των άλλων οδών
φτάνουν στο φλοιό, όπου δημιουργούν την αίσθηση της
όρασης.
33
“CIE 1931 Luminosity”, από “CIE 1951 scotopic luminosity function”, από
PARδιαθέσιμο ως κοινό κτήμα Qef διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
34
Μήκος κύματος ενεργοποίησης 2/2
510 nm – 554 nm
Σκοτοπική Όραση
Φωτοπική Όραση
Σχετική Ευαισθησία
Μήκος κύματος
35
Ίριδα Ορατό
Υαλοειδές υγρό 400 -
UVA
320 - 400
Κρυσταλλοειδής
UVB
280- 320
Κερατοειδής
Αμφιβληστροειδής
1 1 1
1𝑑 = π.χ. εάν f=0.25m 𝑑= = 4 διοπτρίες
𝑓 𝑓 0.25
• d= διαθλαστική ικανότητα
• f= εστιακή απόσταση
• Το ανθρώπινο μάτι έχει διαθλαστική ικανότητα 66.7
διοπτρίες στην ηρεμία.
38
Εστίαση εικόνας,
ενεργοποίηση
υποδοχέων
40
Προσαρμογή όρασης 2/4
• Μερικά είδη ψαριών λύνουν το πρόβλημα αυξάνοντας το
μήκος του οφθαλμού, αλλά τα θηλαστικά αυξάνουν την
κυρτότητα του φακού. Η διαδικασία με την οποία αυξάνεται
η κυρτότητα του φακού λέγεται προσαρμογή. Στην ηρεμία ο
φακός διατηρείται σε τάση με τους συνδέσμους του φακού,
και είναι σχεδόν επιπεδωμένος. Όταν το βλέμμα
κατευθύνεται σε κοντινό αντικείμενο, το ακτινωτό σώμα
συσπάται, χαλαρώνουν οι σύνδεσμοι του φακού και ο φακός
παίρνει πιο κυρτό σχήμα. Στα νέα άτομα, αυτή η διαδικασία
μπορεί να προσθέσει στην διαθλαστική ισχύ του φακού μέχρι
και 12 διοπτρίες.
41
43
44
Άλλα αντανακλαστικά της κόρης 2/2
Άρα:
o προσαγωγός οδός: οπτικό νεύρο
o απαγωγός οδός : 3ο (κοινό κινητικό)
45
Ωχρή κηλίδα
Οπτικός δίσκος
“Fundus photograph of normal left eye”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
46
Αμφιβληστροειδική εικόνα 1/2
• Στο μάτι, το φως στην πραγματικότητα αντανακλάται στην
πρόσθια επιφάνεια του κερατοειδούς και στην πρόσθια και
οπίσθια επιφάνεια του φακού. Αλλά η όλη διαδικασία θα
μπορούσε να αναπαρασταθεί με σχετική ακρίβεια σαν να
γινόταν η διάθλαση στην πρόσθια επιφάνεια του
κερατοειδούς, όπως φαίνεται στο σχήμα. Στο σχήμα το
οπτικό κέντρο (n) του οφθαλμού βρίσκεται στα μέσα και
οπίσθια 2/3 του φακού, 15 mm απόσταση από τον
αμφιβληστροειδή. Από αυτό το σημείο, οι ακτίνες από ένα
αντικείμενο περνούν χωρίς διάθλαση. Όλες οι άλλες ακτίνες
που έρχονται στην κόρη από ένα αντικείμενο διαθλώνται και
εστιάζουν στον αμφιβληστροειδή.
47
48
Συχνές ανωμαλίες του σχηματισμού των
εικόνων 1/2
• Υπερμετρωπία: Σε μερικά άτομα ο βολβός του οφθαλμού είναι
βραχύτερος και οι ακτίνες που φεύγουν παράλληλα (από ένα
αντικείμενο) και στον οφθαλμό, εστιάζουν πίσω από τον
αμφιβληστροειδή.
• Διορθώνεται με αμφίκυρτους φακούς.
• Στην υπερμετρωπία το άτομο βλέπει καλά μακριά και όχι κοντά.
• Το αντίθετο συμβαίνει στην μυωπία. Η προσθιοπίσθια διάμετρος
του οφθαλμού είναι μεγαλύτερη και οι παράλληλα προσπίπτουσες
ακτίνες, εστιάζουν πιο πριν από τον αμφιβληστροειδή. Το άτομο
βλέπει κοντά, αλλά δυσκολεύεται μακριά. Αμφίκοιλοι φακοί,
χρησιμοποιούνται για την διόρθωση της μυωπίας. Θεωρείται
γενετική παραλλαγή του φυσιολογικού, αλλά μπορεί να
παρουσιαστεί σε νέους μετά από πολύ διάβασμα. 49
50
Ανωμαλίες της όρασης 1/2
Myopia
Refractive errors
Hyperopia
51
zuniv.net 52
Δυναμικά στην όραση 1/6
• Όταν το φως πέφτει στα ραβδία και κωνία γίνονται υπερπολωτικά
δυναμικά. Υπερπολωτικά δυναμικά γίνονται και στα αμακρινικά
κύτταρα, ενώ τα δίπολα κύτταρα δημιουργούν υπερπολωτικά ή
εκπολωτικά δυναμικά. Όλα αυτά είναι τοπικά δυναμικά στον
αμφιβληστροειδή.
• Μόνον τα γαγγλιακά κύτταρα δημιουργούν δυναμικά που
μεταδίδονται σε μεγαλύτερες αποστάσεις.
• Τα κανάλια Να+ στα εξωτερικά τμήματα των ραβδίων και των
κωνίων είναι ανοιχτά στο σκοτάδι, ώστε ρεύμα ρέει από το
εσωτερικό τμήμα στο εξωτερικό. Ρεύμα επίσης ρέει προς το
συναπτικό μέρος του φωτοϋποδοχέα. Η αντλία Να+/Κ+ στο
εσωτερικό τμήμα διατηρεί την ισορροπία.
53
54
Δυναμικά στην όραση 3/6
• Υπάρχει και η ρετινίνη 2 που βρίσκεται στα μάτια διαφόρων άλλων
ζώων. Η ρετινίνη 1 και 2 καλούνται και ρετινάλες μια είναι
αλδεϋδες. Οι βιταμίνες Α που είναι αλκοόλες καλούνται και
ρετινόλες. Η φωτοευαίσθητη χρωστική των ραβδίων καλείται
ροδοψίνη και η οψίνη της σκοτοψίνη. Η ροδοψίνη έχει την
μεγαλύτερη ευαισθησία στο μήκος κύματος 505nm. Η ανθρώπινη
ροδοψίνη έχει MW = 41.000. Αποτελεί το 90% των μεμβρανών των
ραβδίων. Στο σκοτάδι η ρετινίνη1 της ροδοψίνης είναι σε cis θέση.
Το φως αλλάζει το σχήμα της ρετινίνης σε trans θέση. Η
ενεργοποίηση της ροδοψίνης ενεργοποιεί τον σχηματισμό
ενδιαμέσων ουσιών π.χ. την μεταροδοψίνη ΙΙ που φαίνεται ότι
είναι το κλειδί για το κλείσιμο των καναλιών Να+.
55
56
Δυναμικά στην όραση 5/6
• Στα κωνία: Υπάρχουν 3 διαφορετικά είδη κωνίων. Επειδή
χρησιμοποιούνται για την όραση χρωμάτων, υπάρχουν
κωνία που απαντούν είτε στα 440 είτε στα 535 είτε στα 565
nm μήκους φάσματος. Κάθε τύπος κωνίου περιέχει μια οψίνη
και μια ρετινίνη1. Η οψίνη μοιάζει με των ραβδίων
(ροδοψίνη) και βρίσκεται στις μεμβράνες (σάκους) των
κωνίων. Η διαδικασία με το φως μοιάζει με των ραβδίων
(κανάλια Nα+, υπερπολωτικά δυναμικά, GTP).
57
58
Στοιβάδες αμφιβληστροειδούς και
υποδοχείς όρασης (κωνία και ραβδία)
59
wine4soul.com
Αχρωματοψία
• Μερικά άτομα δεν μπορούν να διακρίνουν χρώματα και
μερικά έχουν αδυναμία με ένα μόνον χρώμα. Σαν
κληρονομική ανωμαλία προσβάλλει 8% των ανδρών και 0.4%
των γυναικών. Οι ανωμαλίες κληρονομούνται σαν
υπολειπόμενη φιλοσύνθετη κληρονομικότητα (Χ). Άλλες
φιλοσύνδετες νόσοι είναι η μυϊκή δυστροφία του Duchenne,
η αιμοφιλία κ.α.
60
Αντίληψη χρωμάτων, μήκος κύματος
62
Προσαρμογή στο σκοτάδι 2/2
• Μια από τις πιο γρήγορες σε εμφάνιση είναι η νυκταλωπία η
αδυναμία της νυχτερινής όρασης. Υπάρχει και καταστροφή
(εκφύλιση κωνίων και ραβδίων). Όταν παρατείνεται δεν
εκφυλίζονται μόνο τα ραβδία και κωνία αλλά και τα άλλα
νευρικά στοιχεία του αμφιβληστροειδή. Εάν δοθεί βιταμίνη
Α πριν καταστραφούν οι φωτοϋποδοχείς, η όραση
αποκαθίσταται. Άλλες απαραίτητες βιταμίνες είναι το
σύμπλεγμα Β και το νικοτιναμίδιο.
63
64
Ακοή
• Το αυτί περιλαμβάνει υποδοχείς για 2 αισθήσεις:
o Ακοή,
o Ισορροπία.
• Η ακοή εξυπηρετείται με το έξω αυτί, το έσω αυτί και τον κοχλία του
έσω ωτός. Οι ημικυκλικοί σωλήνες, το ελειπτικό κυστίδιο, και το
σφαιρικό κυστίδιο εξυπηρετούν την ισορροπία. Οι υποδοχείς στους
ημικυκλικούς σωλήνες ανιχνεύουν περιστρεφόμενη επιτάχυνση,
ενώ υποδοχείς στο ελλειπτικό κυστίδιο ελέγχουν γραμμική
επιτάχυνση (οριζόντια) ενώ υποδοχείς στο σφαιρικό κυστίδιο
ανιχνεύουν γραμμική επιτάχυνση (κάθετη). Οι υποδοχείς για ακοή
και ισορροπία είναι τριχωτά κύτταρα και σε κάθε έσω αυτί
υπάρχουν 6 ομάδες τριχωτών κυττάρων: μία σε κάθε από τους 3
ημικυκλικούς σωλήνες, μία στο ελλειπτικό, μία στο σφαιρικό
κυστίδιο και μία στον κοχλία. 65
thestudiofiles.com
66
Διαιρέσεις του ωτός 2/2
“1404 The Structures of the Ear”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
67
68
Ανατομικά στοιχεία ωτός 2/5
• Στο μέσο ους βρίσκονται τα 3 οστάρια, η σφύρα, ο άκμων
και ο αναβολέας. Η σφύρα βρίσκεται προσκολλημένη στην
τυμπανική μεμβράνη και στο μέσο ους (τοίχωμα) ενώ
συνδέεται και με τον άκμονα. Ο άκμων συνδέεται με τον
αναβολέα και ο αναβολέας συνδέεται με την ωοειδή θυρίδα.
Στο μέσον ους υπάρχουν 2 μυς ο διατείνων το τύμπανο και ο
μυς του αναβολέα.
69
70
Ανατομικά στοιχεία ωτός 4/5
• Έσω ους: Το έσω ους (λαβύρινθος) αποτελείται από 2 μέρη το ένα
μέσα στο άλλο. Ο οστέινος λαβύρινθος είναι μία σειρά καναλιών
στο κροταφικό οστούν. Μέσα σε αυτά κανάλια και περιβαλλόμενος
από ένα υγρό (περιλέμφος) βρίσκεται ο μεμβρανώδης λαβύρινθος
που έχει την μορφή του οστέινου λαβύρινθου. Είναι γεμάτος από
υγρό που καλείται ενδολέμφος και δεν υπάρχει επικοινωνία μετά
ενδο και έξω λέμφου.
• Κοχλίας: Το κοχλιακό μέρος του λαβυρίνθου είναι ένας
περιελιγμένος σωλήνας (l = 35 mm) και δημιουργεί 2 3/4 στροφές.
Σε όλο του το μήκος, 2 μεμβράνες, η μεμβράνη του Reisner και η
μεμβράνη η βασική, διαχωρίζουν τον κοχλία σε 3 κλίμακες (σκάλες).
71
72
Έσω ωτός
74
Κοχλίας – όργανο του Corti 2/3
• Οι ελεύθερες «τρίχες» των τριχωτών κυττάρων διατρυπούν
την δικτυωτή μεμβράνη που στηρίζεται από στηρικτικές
δομές (rods of Corti). Τα τριχωτά κύτταρα είναι
τοποθετημένα σε 4 σειρές: 3 σειρές από εξωτερικά τριχωτά
κύτταρα πλάγια των στηρικτικών δομών του Corti και 1 σειρά
από εσωτερικά τριχωτά κύτταρα από την άλλη πλευρά.
Υπάρχουν 20.000 εξωτερικά και 3.500 εσωτερικά τριχωτά
κύτταρα. Από την βάση των τριχωτών κυττάρων ξεκινούν ίνες
που φτιάχνουν το ακουστικό νεύρο και φτάνουν στο
ελικοειδές γάγγλιο. Οι κεντρικές αποφυάδες φτιάχνουν το
κοχλιακό νεύρο και φτάνουν στον προμήκη που καταλήγουν
στον κοχλιακό πυρήνα για να καταλήξουν από κει στον
ακουστικό φλοιό στο ΚΝΣ.
75
76
Όργανο του Corti 1/2
77
“Organ of corti”, από Madhero88 διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
79
80
Κεντρικές ακουστικές οδοί 3/3
• Βλάβες της συνειρμικής ακουστικής περιοχής προκαλούν
βραχυπρόθεσμη ηχητική αμνησία, αλλά όχι οπτική. Με μια νέα
τεχνική ποζιτρονίων [positron emission tomography (ΡΕΤ scan)],
όταν ακούμε φαίνεται αμφοτερόπλευρη διέγερση του ακουστικού
φλοιού με τους θορύβους και διέγερση της συνειρμικής
ακουστικής περιοχής με την ομιλία. Όταν τα άτομα προσπαθούν
να αναλύσουν τους ήχους, ενεργοποιείται η περιοχή του Broca στο
αριστερό ημισφαίριο και όταν τα άτομα χρειάζεται να απαντούν σε
αλλαγές (pitch) ενεργοποιείται ο δεξιός μετωπιαίος λοβός!
Φαίνεται ότι η ακοή είναι πολύ περίπλοκη.
81
82
Ακοή –Μηχανισμός 2/7
• Όσο μεγαλύτερο το εύρος του κύματος, τόσο δυνατότερος ο ήχος.
Όσο υψηλότερη η συχνότητα, τόσο υψηλότερος τόνος (pitch).
Ηχητικά κύματα που έχουν επαναλαμβανόμενα στοιχεία, γίνονται
αντιληπτά σαν μουσικοί ήχοι. Μη περιοδικές, μη
επαναλαμβανόμενες δονήσεις γίνονται αντιληπτές ως θόρυβος.
Οι περισσότεροι μουσικοί ήχοι αποτελούνται από ένα κύμα
πρωτογενούς συχνότητας που χαρακτηρίζουν τον τόνο και
επιπλέον από ένα αριθμό αρμονικών δονήσεων (υπερτόνοι -
overtones) που προσδίδουν στην μουσική την χαρακτηριστική
ποιότητά της (timbre).
83
84
Ακοή –Μηχανισμός 4/7
• Επειδή η κλίμακα db είναι λογαριθμική, σημαίνει ότι ήχος 0
db δεν σημαίνει έλλειψη ήχου αλλά ήχο ίσο με τον πρότυπο
ήχο.
• 0-140 db είναι το εύρος ακοής μέχρι πιθανής βλάβης του
οργάνου του Corti και αναπαριστά 107 ποικιλία στις
εξασκούμενες πιέσεις επί της τυμπανικής μεμβράνης.
85
86
Ακοή –Μηχανισμός 6/7
• Πιστεύεται ότι οφείλεται σε σχετική ή απόλυτη (έλλειψη
απάντησης) αντίσταση προηγούμενα διεγερμένων αισθητικών
υποδοχέων. Τα ηχητικά κύματα προκαλούν αλλαγές πίεσης της
τυμπανικής μεμβράνης, η οποία αρχίζει να ταλαντώνεται και
σταματά μόλις ο ήχος σταματήσει. Οι κινήσεις της τυμπανικής
μεμβράνης, μεταδίδονται στην σφύρα, άκμονα και τελικά στον
αναβολέα ο οποίος κινεί μπρος/πίσω την ωοειδή θυρίδα,
αυξάνοντας την πίεση που φτάνει προς αυτήν. Τελικά οι δονήσεις
μεταδίδονται στην λέμφο στην αιθουσαία κλίμακα και μέσα από
την μεμβράνη Reissner και την βασική μεμβράνη στην τυμπανική
κλίμακα.
87
88
Εικόνα μηχανισμού της ακοής
cnx.org
89
Ακοόγραμμα
91
Ηλικία Αντίληψη
όλοι 8000 Hz
60 και νεότεροι 10000Hz
50 και νεότεροι 12000Hz
45 και νεότεροι 14000Hz
35 και νεότεροι 15000Hz
30 και νεότεροι 16000Hz
92
Κώφωση 1/3
• Κώφωση
Εάν οφείλεται σε διαταραχή της μετάδοσης του ήχου στο
έξω ή μέσο ους, τότε καλείται κώφωση αγωγιμότητας.
Συχνές αιτίες, κώφωσης αγωγιμότητας αποτελούν, ξένα
σώματα στον έξω ακουστικό πόρο, καταστροφή των
οσταρίων του μέσου ωτός, πάχυνση της τυμπανικής
μεμβράνης μετά από φλεγμονές ή δυσκαμψία στην στήριξη
του αναβολέα πάνω στην ωοειδή θυρίδα.
93
Κώφωση 2/3
• Εάν οφείλεται σε καταστροφή ή των τριχωτών κυττάρων ή
του νεύρου, λέγεται νευρογενής κώφωση. Αντιβιοτικά του
τύπου των αμινογλυκοσιδών (γενταμυκίνη, στρεπτομυκίνη)
εμποδίζουν τα μηχανο-ευαίσθητα κανάλια στους κροσσούς
των τριχωτών κυττάρων και τα κύτταρα καταστρέφονται
(εκφύλιση). Άλλες ουσίες, είναι παρατεταμένη έκθεση των
τριχωτών κυττάρων σε θόρυβο (εδώ στηρίζεται και η αγωνία
των περιβαλλοντολόγων σε ηχορύπανση). Επίσης όγκοι του
νεύρου ή αγγειακές βλάβες του προμήκη.
94
Κώφωση 3/3
• Στις μεγάλες ηλικίες χάνεται σιγά-σιγά, προοδευτικά μερική
ακουστική ικανότης (presbyacusis). Πιστεύεται ότι οφείλεται
σε προοδευτική απώλεια τριχωτών κυττάρων και νευρώνων.
95
96
Όσφρηση
• Τόσο η όσφρηση όσο και η γεύση θεωρούνται σπλαχνικές
αισθήσεις, διότι βρίσκονται σε στενή σχέση με το
γαστρεντερικό σύστημα. Συνδέονται μεταξύ τους
φυσιολογικά. Τόσο η γεύση όσο και η όσφρηση, έχουν
αισθητικούς υποδοχείς που είναι χημειοϋποδοχείς και
διεγείρονται από διαλυμένα μόρια στον σίελο του στόματος
ή στην βλέννα της ρινός. Όμως ανατομικά είναι
διαφορετικές και η γεύση περνά το εγκεφαλικό στέλεχος,
πηγαίνει στο θάλαμο και από κει στην οπίσθια κεντρική έλικα
του φλοιού όπου προβάλλεται. Ενώ η όσφρηση δεν πηγαίνει
μέσω θαλάμου και δεν αντιπροσωπεύεται στον φλοιό.
97
98
Οσφρητικοί υποδοχείς 2/3
• Κάθε νευρών έχει ένα κοντό δενδρίτη με μια εκτεταμένη
τελική περιοχή, όπου υπάρχουν τριχίδια που προεξέχουν
στην επιφάνεια της βλέννας (άρα οι οσφρητικοί υποδοχείς
είναι δίπολα νευρικά κύτταρα). Οι άξονες των οσφρητικών
διπόλων κυττάρων διαπερνούν το ηθμοειδές οστούν και
εισέρχονται στους οσφρητικούς βολβούς. Στους
οσφρητικούς βολβούς, τα κύτταρα συνδέονται με τους
δενδρίτες ενός άλλου τύπου κυττάρων τα μιτροειδή (mitral
cells) και σχηματίζουν περίπλοκες συνάψεις που καλούνται
οσφρητικά σπειράματα (olfactory glomeruli). Περίπου
26.000 άξονες από αισθητικούς υποδοχείς φτάνουν σε ένα
σπείραμα.
99
100
Το σύστημα της όσφρησης, κύτταρα,
πορεία
101
Οσφρητικό επιθήλιο
103
boundless.com
104
Ανατομικά στοιχεία του μεταιχμιακού
Τα κυριότερα τμήματα του μεταιχμιακού είναι:
1. Διάφραγμα εγκεφάλου,
2. Αγκιστρωτή έλικα,
3. Παραϊπποκάμπεια έλικα,
4. Ιπποκάμπειος σχηματισμός,
5. Αμυγδαλοειδείς πυρήνες,
6. Μαστία και
7. Πρόσθιοι θαλαμικοί πυρήνες.
105
106
Διάκριση οσμών
• Διάκριση όμως έντασης οσμών στον άνθρωπο είναι πτωχή. Η
συγκέντρωση μιας ουσίας πρέπει να αλλάξει 30% για να το
αντιληφθούμε. Σε σχέση με την όραση η διακριτική ικανότης είναι
τέτοια που αλλαγή 1% στην ένταση του φωτός γίνεται αντιληπτή.
Τα μόρια που προκαλούν όσφρηση είναι συνήθως μικρά (3-4 μέχρι
18-20 άτομα C). Χαρακτηριστικά οι ουσίες που γίνονται
αντιληπτές είναι λιποδιαλυτές και έχουν υψηλή ποσότητα ύδατος.
Στα περισσότερα είδη υπάρχει σχέση μεταξύ όσφρησης και
σεξουαλικής λειτουργίας και αυτό φαίνεται και σε μας με τις
διαφημίσεις των αρωμάτων. Η αίσθηση της όσφρησης λέγεται ότι
είναι οξύτερη σε γυναίκες από ότι στους άνδρες, και τόσο η γεύση
όσο κι η όσφρηση έχουν την ικανότητα να διεγείρουν
μακροπρόθεσμες μνήμες που έχουν περιγραφεί κατά καιρούς από
λογοτέχνες.
107
Διαταραχές όσφρησης
• Οι οσφρητικοί υποδοχείς εξοικειώνονται εύκολα και
γρήγορα. Η εξοικείωση συμβαίνει στην οσμή που μυρίζουμε
εκείνη την στιγμή και ο ουδός παραμένει αναλλοίωτος για τις
άλλες.
• Ανωμαλίες
1. Ανοσμία.
2. Υποσμία.
• Ανοσμία μπορεί να συνδυαστεί με υπογοναδισμό (σύνδρομο
Kallman)
108
Μεταιχμιακό σύστημα
Γεύση
110
“Head deep facial trigeminal”, από Beao διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.5
Όργανα της γεύσης 1/2
• Γευστικές κάλυκες: Οι γευστικοί κάλυκες είναι αισθητικοί
υποδοχείς και έχουν ωοειδές σχήμα και αποτελούνται από 4 είδη
κυττάρων.
• Ο τύπος 3 είναι οι αισθητικοί υποδοχείς (αλλά τα 1, 2, 3 έχουν
μικρολάχνες που προβάλλουν στον γευστικό πόρο. Όλα τα είδη
κυττάρων συνδέονται με ενώσεις κενού (gap junctions) και τα 1, 2,
3 εξέχουν με τις μικρολάχνες στον πόρο. Κάθε κάλυκας
νευρώνεται από 50 νευρικές ίνες και κάθε ίνα δέχεται «input» από
5 κάλυκες. Οι υποδοχείς (3 κύτταρα) αναγεννώνται ανά 10ήμερο
(μέση ζωή). Στον άνθρωπο οι κάλυκες βρίσκονται στον βλεννογόνο
της επιγλωτίδος, υπερώας, φάρυγγα, και στις θηλές της γλώσσης.
Έχουμε 10.000 γευστικούς κάλυκες.
111
112
Είδη γεύσεων
• Η γεύση δεν έχει εξειδικευμένη φλοιϊκή περιοχή
εκπροσώπησης. Στον άνθρωπο υπάρχουν 4 γεύσεις:
o πικρό,
o γλυκό,
o ξινό,
o αλμυρό.
• Το πικρό το αισθανόμαστε στο πίσω της γλώσσης, το ξυνό
προς τις άκρες, το γλυκό μπροστά στην γλώσσα και το
αλμυρό αμέσως πίσω από το γλυκό.
113
1. Πικρό
2. Ξινό
3. Αλμυρό
4. Γλυκό
115
“1402 The Tongue”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
117
nidcr.nih.gov 118
Μοριακά συμβάντα στις μεμβράνες των
γευστικών υποδοχέων 2/2
openi.nlm.nih.gov
119
Διαταραχές γεύσης
• Αγευσία,
• Υπογευσία,
• Δυσγευσία.
120
Ύπνος 1/6
• Ο ύπνος είναι μια κατάσταση αυξημένου ουδού στις
εξωτερικές επιδράσεις.
• Διακρίνουμε:
o τον REM (Rapid eye movements) και τον
o Non-RΕΜ ύπνο.
121
Ύπνος 2/6
Ο Νon-RΕΜ ύπνος διακρίνεται σε 4 στάδια:
• Στάδιο Ι: Το ελαφρότερο - είσοδος στον ύπνο - διαρκεί μερικά
δευτερόλεπτα (drowsiness) χαρακτηρίζεται στο ΗΕΓ από δυναμικά
κανονικά, βραδέα τύπου θ, συχνότητος 3-7 c/sec.
• Στάδιο ΙΙ: Επικρατεί ρυθμός 12-14 c/sec, ενώ παρεμβαίνουν συχνά
βραδέα τριφασικά κύματα (K complexes) και συχνά εμφανίζονται
ψηλότερα κύματα (spindles).
• Στάδιο ΙΙΙ: Επικρατούν δ κύματα (δυναμικό > 75 μVolt) συχνότητα 0.5-
2.5 c/sec. Ο δέλτα ρυθμός εδώ είναι < του 50% του ΗΕΓ.
• Στάδιο IV: Παρατηρείται ρυθμός δ σε > 50% του ΗΕΓ.
122
Ύπνος 3/6
o Τα Στάδια ΙΙΙ + IV καλούνται και ύπνος βραδέων κυμάτων (SWS) =
slow wave sleep).
o Στην αρχή του ύπνου, τα στάδια, Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV συμπληρώνονται στα
15΄ λεπτά.
o Τα στάδια Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV συνιστούν τον μη REM (non-REM-ορθόδοξο
ύπνο). Είναι ήσυχος, με ελαττωμένο παλμό, ελαττωμένη αρτηριακή
πίεση, ελάττωση της αιματικής ροής και της εγκεφαλικής ροής,
δείχνει κανονικότητα και ήσυχη βραδεία αναπνοή. Κατά την
διάρκεια του ορθόδοξου ύπνου δεν έχουμε κινήσεις του
οφθαλμού, ούτε όνειρα, ούτε στύση. Εάν το άτομο βρίσκεται στο
στάδιο ΙΙΙ και IV αφυπνισθεί υπάρχει αποπροσανατολισμός,
αποδιοργάνωση και αμνησία (συνήθως).
123
Ύπνος 4/6
o Ο ορθόδοξος ύπνος (non-REM) είναι τα 75% του ύπνου στους
ενήλικες.
o Στον ορθόδοξο ύπνο το στάδιο Ι διαρκεί 5%, το στάδιο ΙΙ 45%,
το στάδιο ΙΙΙ 12% και το στάδιο IV 14%, άρα το ΙΙ παίρνει τον
περισσότερο χρόνο.
124
Ύπνος 5/6
Ύπνος REM
• Καλείται και παράδοξος ύπνος, μοιάζει με την εγρήγορση εκτός του ότι
ο μυϊκός τόνος είναι ελαττωμένος. Σε σχέση με τον non-REM, υπάρχει
αύξηση της πίεσης, αύξηση των παλμών, της αναπνοής, του οξυγόνου,
ποικιλοθερμία. (Ειδικά, πίεση και σφύξεις ποικίλλουν). Επέρχεται
κυκλικά στην διάρκεια του ύπνου ανά 90-100 min και αυτό
επαναλαμβάνεται στην διάρκεια του ύπνου. Το πρώτο επεισόδιο REM
αρχίζει 90 min μετά την αρχή του ύπνου και διαρκεί < 10 min ενώ
αργότερα στην νύκτα, ο REM διαρκεί 15-40 min την φορά. Άρα
περισσότερος REM συμβαίνει στο δεύτερο μισό της νύχτας. Στον REM
παρατηρούνται βολβοστροφικές κινήσεις των οφθαλμών και στύσεις.
• Επίσης ο REM χαρακτηρίζεται ότι συνοδεύεται από όνειρα. Στο ΗΕΓ
εμφανίζει γρήγορη δραστηριότητα χαμηλού δυναμικού (β) (μπορεί να
μοιάζει με εγρήγορση). 125
Ύπνος 6/6
• Πυκνότητα του REM: (ReΜ density) = καλείται ο αριθμός των
οφθαλμικών κινήσεων ανά REM επεισόδιο.
• Στους ενήλικες ο REM αποτελεί το 25% του ύπνου.
• Ο ύπνος ελέγχεται από πολλούς νευρομεταβιβαστές και τον
υποθάλαμο. Κυρίως συνεργούν η σεροτονίνη μέσω του ραφιαίου
πυρήνος που ελέγχει τον ύπνο βραδέων κυμάτων (SWS) και η ΝΑ
(νοραδρεναλίνη) που μέσω του πυρήνα του μέλανος τόπου ελέγχει
τον REM ύπνο. Στους ηλικιωμένους ο ύπνος ελαττώνεται (τόσο ο
REM όσο και ο SWS).
o Πιο δύσκολα αφυπνίζεται το άτομο από το στάδιο IV του SWS.
o Πιο πολύς SWS το πρώτο ήμισυ της νύχτας.
126
Κύκλος την ημέρα και την νύχτα
(Κιρκάδιος) -Χαρακτηριστικά
127
“Biological clock human”, από Addicted04 διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
128
neurowiki2013.wikidot.com
Διαταραχές του ύπνου
• Αϋπνίες,
• Υπερυπνίες,
• Παραϋπνίες.
129
Αϋπνία 1/4
• ΑΥΠΝΙΑ: Συχνότης 10-20%. Συνήθως δευτεροπαθής, (85%)
σε καταστάσεις πόνου, σε κατάθλιψη, αγχογόνες διαταραχές,
υπερβολική χρήση καφεΐνης, αλκοόλ, ή διακοπή υπερβολικής
χρήσης αλκοόλ, ηρεμιστικών. Στο 15% πρωτογενής.
• Οι γυναίκες παραπονούνται για αϋπνία σε διπλάσιο ποσοστό
από ότι οι άνδρες. Οι ηλικιωμένοι περισσότερο από τους
νέους. Συνήθως από κείνους που παραπονούνται για αϋπνία
(π.χ. ύπνο 3-4 ωρών), οι περισσότεροι κοιμούνται
περισσότερες ώρες από ότι νομίζουν.
130
Αϋπνία 2/4
• Οι περισσότεροι ιδίως νέοι, αποδίδουν την αϋπνία σε άγχος
και οικογενειακά προβλήματα. Μετά από μεγάλη απώλεια
βάρους, και σε ακραίες περιπτώσεις (π.χ. νευρογενούς
ανορεξίας), ο ύπνος είναι πιο διακεκομμένος και λιγοστός ή
υπάρχει πρωινή αφύπνιση νωρίτερα του κανονικού. Από
επιδημιολογικά δεδομένα, εκείνοι που κοιμούνται καλύτερα,
θεωρούν τον εαυτό τους πιο ευτυχισμένο. Οι καπνιστές
βρίσκουν τον ύπνο τους κατά ½ ώρα λιγότερο των μη
καπνιστών. Ο ύπνος των καταθλιπτικών παρουσιάζει την
ιδιομορφία του ότι αυτοί ξυπνούν πολύ πρωί (early morning
wakening) και κάθονται χωρίς να μπορούν να ξανακοιμηθούν
«αναμασώντας» καταθλιπτικές σκέψεις.
131
Αϋπνία 3/4
• Επειδή, ένας πολύ βασικός βιολογικός μας ρυθμός είναι ο
κύκλος ύπνου-εγρήγορσης, δεν είναι παράδοξο το ότι εύκολα
διαταράσσεται από τις ψυχιατρικές νόσους και τις επώδυνες
σωματικές οχλήσεις. [Είναι σημαντικό επίσης να θυμηθούμε
εδώ ότι αναβολικές ορμόνες όπως αυξητική ορμόνη και
τεστοστερόνη εκκρίνονται ως επί το πλείστον στον ύπνο, ενώ
επέρχεται ελάττωση των καταβολικών όπως κορτιζόλης και
αδρεναλίνης. Ο ύπνος επίσης χαρακτηρίζεται από την
έκκριση της μελατονίνης που αυξάνεται αποκλειστικά στο
σκοτάδι ενώ είναι κατασταλμένη την μέρα].
132
Αϋπνία 4/4
• Για την καταπολέμηση της αϋπνίας: καλόν είναι να υπάρχει ένας
«ρυθμός» ύπνου-εγρήγορσης / με πειθαρχία και κανονικότητα
στις συνήθειες του ύπνου. Η άσκηση και κατόπιν η χαλάρωση
είναι βοηθητικά. Αντίθετα τα ηρεμιστικά και υπνωτικά φάρμακα
αντενδείκνυνται για μακροχρόνια διαστήματα [διότι ενώ ευνοούν
τον ύπνο, όταν διακοπούν απότομα εμφανίζεται ξανά ανησυχία,
αϋπνία (rebound), άγχος, διακοπτόμενος ύπνος, ιδίως εάν αυτά τα
φάρμακα έχουν εθισθεί. Κάθε ηρεμιστικό του τύπου της
βενζοδιαζεπίνης ή τα παλιότερα βαρβιτουρικά, μπορούν να
εθισθούν και μετά την διακοπή τους να προκαλέσουν σύνδρομο
στέρησης με αϋπνία, διακεκομμένο ύπνο και εφιάλτες. Το αυτό
παρατηρείται μετά από διακοπή μακροχρόνιας χρήσης αλκοόλ].
133
134
“Effects of sleep deprivation”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Υπερυπνίες 1/5
• ΝΑΡΚΟΛΗΨΙΑ: Είναι μια παθολογική κατάσταση υπερβολικής υπνηλίας
που χαρακτηρίζεται από επεισόδια ακατανίκητου ύπνου. Συνήθως είναι
περίοδοι 10 min με υπνηλία/ύπνο, που συμβαίνουν 2-3 φορές την μέρα.
Συμβαίνει σε άτομα 10-20 ετών σπάνια στην μέση ηλικία, πιο συχνά σε
άρρενες. Στις πιο πολλές περιπτώσεις συνοδεύεται από καταπληξία (δηλ.
απότομη απώλεια μυϊκού τόνου σε μέρος / ή ολόκληρο το σώμα που
διαρκεί secs έως mins και προκαλείται από συγκινησιακά ενοχλήματα).
25% δείχνουν υπνική παράλυση (παροδική απώλεια μυϊκού τόνου και
αδυναμία κίνησης μεταξύ ύπνου/αφύπνισης) και 25% δείχνουν
υπναγωγικές ψευδαισθήσεις (οπτικές ή ακουστικές). 30% δείχνουν
οικογενειακό ιστορικό. Συνδέεται με το χρωμόσωμα 6 (αντιγόνο DR2HLA).
• Τα άτομα που πάσχουν από ναρκοληψία συνήθως εμφανίζουν τα
επεισόδια ακατανίκητου ύπνου, όταν είναι ήρεμοι, σε ζεστό και ήσυχο
δωμάτιο, ασχολούμενοι με βαρετή ασχολία ή όταν ευρίσκονται σε
καταστάσεις παθητικότητας (δηλ. διαλέξεις, θέατρο, τηλεόραση).
135
Υπερυπνίες 2/5
• Η βιβλιογραφία βέβαια βρίθει εντυπωσιακών περιγραφών
ασθενών που πέφτουν σε ύπνο στις πιο απίθανες
καταστάσεις (π.χ. όταν τρώγουν, περπατούν, συνομιλούν ή
οδηγούν). Αναφέρεται περίπτωση χειρουργού που
κοιμήθηκε σε ώρα επέμβασης για αορτικό ανεύρισμα!).
Χαρακτηριστικό είναι ότι στην ναρκοληψία το άτομο πέφτει
κατευθείαν σε ύπνο REM και δεν μεσολαβεί το 90 min
διάστημα non-REM ύπνου όπως στους φυσιολογικούς πριν
αρχίσει ο REM.
136
Υπερυπνίες 3/5
• Για την θεραπεία της ναρκοληψίας, αμφεταμίνες
(μεθυλφαινυδάτη) και για την θεραπεία της καταπληξίας
κλομιπραμίνη.
137
Υπερυπνίες 4/5
• ΙΔΙΟΠΑΘΗΣ ΥΠΕΡΥΠΝΙΑ: Υπάρχει έντονη επιθυμία για ύπνο
στην διάρκεια της ημέρας. Δεν κοιμούνται σε ασυνήθιστες
ώρες π.χ. όταν τρώγουν ή ομιλούν. Αν όμως διακόψουν την
δραστηριότητά τους και καθίσουν λίγο ή ξαπλώσουν
κοιμούνται κατά την διάρκεια της μέρας. Στα άτομα που
πάσχουν από υπερυπνία, ο βραδινός ύπνος επέρχεται
γρήγορα, είναι βαθύς, παρατεταμένος και το πρωινό ξύπνημα
είναι δυσχερές. Μπορεί να χρειασθεί ο πάσχων μια ώρα για
να σηκωθεί, συχνά δε απαιτούνται και 4 ώρες μέχρι να
προσαρμοσθεί στις συνθήκες εγρήγορσης. Για την εικόνα
που παρουσιάζει ο ασθενής το πρωί έχει χρησιμοποιηθεί ο
όρος υπνική μέθη (sleep drunkness).
138
Υπερυπνίες 5/5
• Άπνοια: Συνδυάζεται με απόφραξη ή εμπόδιο στην άνω
αναπνευστική οδό, χαρακτηρίζεται από έντονο και
παρατεταμένο ροχαλητό στον ύπνο, περιόδους άπνοιας στον
ύπνο και μεγάλη υπνηλία στην διάρκεια της μέρας.
Συνδυάζεται και με μεγάλη παχυσαρκία. Τυπική εικόνα «the
Pickwick boy» στο Βιβλίο του Καρόλου Dickens: «the Pickwick
Papers». Αρχικά η άπνοια είχε ονομασθεί «Pickwick
syndrome».
139
Παραϋπνίες 1/3
• Εφιάλτες: Έντονο όνειρο, με περιεχόμενο άγχους, που
συμβαίνει στην περίοδο REM, συνήθως αργά στον ύπνο και
κατά την αφύπνιση ανακαλείται από τον ονειρευόμενο με
ακρίβεια. Συμβαίνει σε όλους τους φυσιολογικούς
ανθρώπους, αλλά η συχνότητα των εφιαλτών αυξάνεται
κυρίως σε καταστάσεις άγχους, κατάθλιψης και κατάχρησης
αλκοόλ
140
Παραϋπνίες 2/3
• Νυχτερινοί τρόμοι: (PARVOR NOCTURNUS) (NIGHT TERRORS).
Πιο σπάνιο από τους εφιάλτες. Πιο σύνηθες στην παιδική
ηλικία. Συμβαίνει στον Non-REM (SWS) ύπνο και όσο πιο
βαθύς ο ύπνος τόσο πιο έντονος ο τρόμος. Τυπικά, το παιδί
αφυπνίζεται ξαφνικά, στην αρχή της νύχτας, αλλά είναι
αποπροσανατολισμένο, με ανοιχτά και “φιξαρισμένα” τα
μάτια και μπορεί να φωνάζει. Συνυπάρχει αύξηση της
καρδιακής συχνότητας και της αναπνοής (αύξηση διέγερσης
του αυτόνομου νευρικού συστήματος). Διαρκεί 1-2 λεπτά
χωρίς το άτομο να ανακαλεί όνειρο και είναι εύκολο να
καθησυχασθεί.
• Σπάνια διαρκεί στην εφηβεία - Δεν έχει σχέση με επιληψία.
141
Παραϋπνίες 3/3
• Υπνοβασία: Συμβαίνει στον non-REM (SWS), συνήθως στην
αρχή της νύχτας. Συνδυάζεται με νυχτερινό τρόμο και μπορεί
να έχει οικογενειακή επίπτωση. Συνήθως τα άτομα δεν
βαδίζουν αλλά κάθονται και κάνουν επαναληπτικές κινήσεις.
Δεν απαντούν σε ερωτήσεις και είναι δύσκολο να ξυπνήσουν.
Εάν περπατήσουν συνήθως τα μάτια παραμένουν ανοιχτά.
Μπορεί να τραυματιστούν. Εάν η υπνοβασία προέρχεται
από νυχτερινό τρόμο, μπορεί να έχει πιο δραματική κλινική
εικόνα, και οι πιθανότητες τραυματισμών είναι πιο
αυξημένες! Το ΗΕΓ δείχνει κύματα SWS.
142
Φαινόμενα στον Non REM
143
144
Ενότητα 18: Μυϊκό Σύστημα
1
Διαχωρισμός των μυών
• Οι μύες όπως οι νευρώνες μπορεί να διεγερθούν: 1) χημικά, 2)
ηλεκτρικά, 3) μηχανικά και να δημιουργήσουν ένα δυναμικό που
μεταδίδεται κατά μήκος της κυτταρικής μεμβράνης τους.
• Αντίθετα με τους νευρώνες έχουν ένα συσπαστικό μηχανισμό που
διεγείρεται από το δυναμικό ενέργειας.
• Οι συσπαστικές πρωτεΐνες ακτίνη και μυοσίνη βρίσκονται άφθονες
στους μύες. Αυτές ωστόσο βρίσκονται σε όλα τα κύτταρα. Η
μυοσίνη είναι μοριακός κινητής (molecular motor) που μετατρέπει
την ενέργεια της υδρόλυσης της ΑΤΡ σε κίνηση από ένα κυτταρικό
στοιχείο στο άλλο.
• Οι μύες γενικά χωρίζονται σε 3 τύπους: 1) σκελετικοί, 2) καρδιακοί,
3) λείοι, παρότι οι λείοι δεν είναι γενικά μια ομοιογενής κατηγορία.
Κατηγορίες μυών
• Ο σκελετικός τύπος μυός φτιάχνει την μεγάλη μάζα της σωματικής
μυϊκής κατηγορίας. Ο σκελετικός τύπος μυός έχει καλώς
ανεπτυγμένες γραμμώσεις, δεν συσπάται χωρίς νευρική συμβολή,
δεν έχει ανατομικές και λειτουργικές συνενώσεις μεταξύ των
ιδιαιτέρων μυϊκών ινιδίων και βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο της
βούλησης.
• Ο καρδιακός μυς έχει κι αυτός γραμμώσεις, αλλά λειτουργικά είναι
συγκύτιο και συστέλλεται τη απουσία εξωτερικής νεύρωσης γιατί
στο μυοκάρδιο υπάρχουν ηλεκτρικά κύτταρα (βηματοδότες /
pacemakers) που πυροδοτούν αυθόρμητα.
• Ο λείος μυς δεν έχει γραμμώσεις. Αυτός ο τύπος μυός βρίσκεται στα
περισσότερα κοίλα σπλάχνα, είναι λειτουργικά συγκύτιο και περιέχει
βηματοδότες που πυροδοτούν ακανόνιστα. Ο τύπος μυός που
βρίσκεται στο μάτι δεν δρα αυτόνομα και μοιάζει με τον σκελετικό.
3
Σκελετικός μυς
• Μορφολογία: Ο σκελετικός μυς φτιάχνεται από μυϊκές ίνες που
είναι οι δομικοί λίθοι του μυϊκού συστήματος όπως οι νευρώνες
για το νευρικό σύστημα. Οι περισσότεροι σκελετικοί μύες αρχίζουν
και τελειώνουν σε τένοντες και οι μυϊκές ίνες διατίθενται
παράλληλα με τα τενόντια άκρα ώστε οι δυνάμεις συστολής να
επιπροστίθενται.
• Κάθε μυϊκή ίνα είναι ένα μοναχικό κύτταρο, πολυπήρυνο, μακρύ,
κυλινδρικό και περιβάλλεται από κυτταρική μεμβράνη το
σαρκόλειμμα. Δεν υπάρχουν συγκυτιακές γέφυρες μεταξύ των
κυττάρων. Οι μυϊκές ίνες είναι φτιαγμένες από μυοϊνίδια που
διαιρούνται σε ιδιαίτερα νημάτια. Τα νημάτια είναι φτιαγμένα από
πρωτεΐνες συσταλτικές.
Μυϊκό σύστημα
“1105 Anterior and Posterior Views of Muscles”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
5
Μακρο- και μικρο-ανατομία σκελετικού
μυός
7
Δομή του σκελετικού μυός
8
“Skeletal muscle”, από Deglr6328 διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Γραμμώσεις μυών
• Οι χαρακτηριστικές γραμμώσεις των μυών οφείλονται στις
πολωτικές ιδιότητες των διαφόρων μερών των μυϊκών ινιδίων. Τα
μέρη των γραμμώσεων χαρακτηρίζονται με γράμματα. Η φωτεινή
ζώνη Ι διαιρείται από την σκοτεινή γραμμή Ζ και η σκούρα Α ζώνη
έχει στο κέντρο της την φωτεινή γραμμή Η. Στο μέσον της Η
φαίνεται η σκούρα γραμμή Μ και η γραμμή αυτή μαζί με τις στενές
φωτεινές γραμμές δίπλα λέγονται ψευδο Η ζώνη. Μεταξύ 2 Ζ
ζωνών έχουμε το σαρκομέριο.
• Η τοποθέτηση χονδρών και λεπτών νηματίων είναι απαραίτητοι
για τις γραμμώσεις
9
Χονδρά και λεπτά νημάτια
• Τα χονδρά νημάτια έχουν την διπλάσια διάμετρο των λεπτών
νηματίων και είναι φτιαγμένα από μυοσίνη. Τα λεπτά νημάτια
είναι φτιαγμένα από ακτίνη, τροπομυοσίνη και τροπονίνη.
• Τα χονδρά νημάτια φτιάχνουν την Α ζώνη ενώ τα λεπτά νημάτια
της λιγότερο πυκνές Ι ζώνες. Οι φωτεινότερες περιοχές στις Α
ζώνες είναι περιοχές όπου όταν ο μυς είναι εν ηρεμία δεν έρχονται
τα λεπτά πάνω στα παχιά νημάτια. Οι γραμμές Ζ τέμνουν τα ινίδια
και συνδέουν τα λεπτά νημάτια. Εάν δούμε στο ηλεκτρονικό μία Α
ζώνη σε εγκάρσια διατομή κάθε παχύ ινίδιο περιστοιχίζεται από 6
λεπτά σε κανονικό εξαγωνικό σχήμα.
10
12
“Blausen 0801 SkeletalMuscle”, από BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
Μυοσίνη 1/2
• Η μυοσίνη είναι μια πολύπλοκη πρωτεΐνη που δεσμεύει ακτίνη. Ο
τύπος μυοσίνης στους μυς είναι η μυοσίνη ΙΙ με 2 στρογγυλές
κεφαλές και μακριά ουρά. Η μυοσίνη ΙΙ βρίσκεται και σε άλλα
κύτταρα μαζί με την μονοκέφαλη μυοσίνη Ι. Η μυοσίνη ΙΙ
φτιάχνεται από 2 βαριές αλύσους και 4 ελαφρές αλύσους (2 που
παίρνουν Ρ και 2 αλκαλικές ελαφρές αλύσους). Οι ελαφρές άλυσοι
και τα Ν-τελικά των βαρέων αλύσων συνενώνονται και φτιάχνουν
τις στρογγυλές κεφαλές. Αυτές οι κεφαλές περιέχουν μία θέση
δεσμευτική της (Α) ακτίνης και μία (Β) καταλυτική θέση που
υδρολύει την ΑΤΡ. Τα μόρια διατίθενται έτσι ώστε οι κεφαλές της
μυοσίνης να δημιουργούν γέφυρες με τα μόρια της ακτίνης.
13
Μυοσίνη 2/2
• Τα μόρια της μυοσίνης διατίθενται συμμετρικά σε κάθε μεριά από
το κέντρο του σαρκομερίου κι αυτή η τοποθέτηση είναι που
φτιάχνει τις ψευδο Η ζώνες.
• Η Μ ζώνη οφείλεται σε μία κεντρική διόγκωση σε κάθε χοντρό
νημάτιο. Σε αυτό το σημείο υπάρχουν λεπτότερες τοποθετήσεις
που κρατούν τα χονδρά νημάτια σε τοποθέτηση - σειρά - (array).
Σε αυτό το μέρος υπάρχουν λεπτότερες διασυνδέσεις που κρατούν
τα παχιά νημάτια σε διάταξη. Υπάρχουν αρκετές εκατοντάδες σε
διάταξη. Υπάρχουν αρκετές εκατοντάδες μόρια μυοσίνης σε κάθε
παχύ νημάτιο.
14
Τροπομυοσίνη
• Τα λεπτά νημάτια έχουν 2 αλύσους από σφαιρικές μονάδες
που φτιάχνουν μια μακριά διπλή έλικα (ακτίνης μόρια).
• Τα μόρια της τροπομυοσίνης είναι μακριά ινίδια που
βρίσκονται στην αύλακα μεταξύ των 2 αλύσεων της ακτίνης.
Κάθε λεπτό νημάτιο περιέχει 300-400 μόρια ακτίνης και 40-
60 μόρια τροπομυοσίνης.
15
Τροπονίνη
• Τα μόρια της τροπονίνης είναι μικρές στρογγυλές μονάδες
που διευθετούνται κατά μήκος των μορίων της
τροπομυοσίνης.
• Η τροπονίνη Τ δεσμεύει το άλλο κομμάτι της τροπονίνης με
την τροπομυοσίνη, η τροπονίνη Ι εμποδίζει την δράση
μυοσίνης και ακτίνης και η τροπονίνη C περιέχει δεσμευτικές
θέσεις για το Ca++ που αρχίζει την συστολή.
16
17
Δράση μυοσίνης
ακτίνης
19
“Tropomyosin bound to actin”, από File Upload Bot (Magnus Manske) διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Σαρκομέριο-μικροανατομική δομή 1/2
20
“Sarcomere”, από Fangfufu διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
21
Ινίδια παχιά και λεπτά
22
Σαρκοπλασματικό δίκτυο
• Το σαρκοπλασματικό δίκτυο σχηματίζει κάτι σαν κουρτίνα γύρω
από τα ινίδια που περιβάλει και εμφανίζει διατεταμμένες περιοχές
όπου έρχεται σε επαφή με σύστημα εγκάρσιων σωληνίσκων (Τ
σωληνίσκοι) στις ενώσεις των ζωνών Α και Ι. Σε αυτή την περιοχή
επαφής η τοποθέτηση του συστήματος Τ με την διάταση
(δεξαμενή) του σαρκοπλασματικού δικτύου δημιουργεί την
καλούμενη τριάδα.
• Άρα το σαρκοπλασματικό δίκτυο και οι δεξαμενές του περιβάλλουν
κάθε ινίδιο. Οι σωληνίσκοι Τ συναντούν το σύστημα στις ζώνες Α
και Ι 2 φορές σε κάθε σαρκομέριο.
23
Απεικόνιση σαρκοπλασματικού δικτύου
24
Μυϊκή ίνα
26
Σαρκομέριο 1/2
27
Σαρκομέριο 2/2
28
“1003 Thick and Thin Filaments”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
Ενδοκυττάριο Εξωκυττάριο
Να 12 nmol/l 145 nmol/l
Κ 155 4
• Ηλεκτρικά φαινόμενα
Μοιάζουν στο νευρικό κύτταρο και μυϊκό ινίδιο. Το δυναμικό
ηρεμίας των μυών είναι - 90 mV. Το δυναμικό διαρκεί 2-4 ms και
διαπερνά το μυϊκό ινίδιο με U = 5 m/sec. Η απόλυτος ανερέθιστος
περίοδος είναι 1-3 ms και τα μεταδυναμικά είναι σχετικά
παρατεταμένα.
29
Ηλεκτρικά φαινόμενα στον σκελετικό μυ 2/2
• Παρότι δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ ινιδίων ώστε να
δώσουν «compound potential», οι διαφορές είναι μόνον ουσιαστικά
στους ουδούς των ιδιαιτέρων νηματίων.
• Επομένως το μέγεθος του δυναμικού μυός είναι ανάλογο της έντασης
του διεγερτικού δυναμικού μεταξύ ουδού και μεγίστης έντασης
ρεύματος.
• Η διασπορά ιόντων εκτός μυός (ινιδίου) μοιάζει με του νεύρου.
Τιμές ιόντων
Ενδοκυττάριο υγρό Εξωκυττάριο Υγρό Δυναμικό
ηρεμίας
Να+ 12 145 + 65 mV
Κ+ 155 4 - 95 mV
30
31
Χαλάρωση μυός
1. Το Ca++ αντλείται πίσω στο σαρκοπλασματικό δίκτυο.
2. Απελευθερώνεται το Ca++ από τροπονίνη.
3. Σταματά η αλληλεπίδραση μεταξύ ακτίνης/μυοσίνης.
32
33
Άθροιση συστολών
• Η ηλεκτρική απάντηση της μυϊκής ίνας σε επαναληπτική διέγερση
είναι όπως του νεύρου. Η ίνα είναι ηλεκτρικά ανερέθιστη μόνο
κατά την άνοδο και σε μέρος της πτώσης του δυναμικού. Σε αυτό
το χρόνο, η συστολή που οφείλεται στο δυναμικό αυτό, μόλις έχει
αρχίσει.
• Εν τούτοις ο συσταλτικός μηχανισμός δεν έχει ανερέθιστη
περίοδο και εάν συμβεί επαναληπτική διέγερση πριν την χάλαση,
γίνεται επιπλέον ενεργοποίηση των συσταλτικών μηχανισμών και
απάντηση που προστίθεται στην ήδη υπάρχουσα σύσπαση. Αυτό
λέγεται άθροισμα των συστολών - Εδώ η τάση είναι μεγαλύτερη.
34
Τετανική συστολή-Treppe
• Με επαναληπτική διέγερση, ενεργοποίηση του συσταλτικού
μηχανισμού συμβαίνει διαρκώς πριν συμβεί χάλαση και έτσι γίνεται
συνεχής συστολή. Μια τέτοια απάντηση λέγεται τέτανος (τετανική
συστολή) και είναι πλήρης ή ατελής.
• Treppe: Όταν μια σειρά από ερεθίσματα δίδονται στην ίνα σε
συχνότητα ίσα πιο κάτω από την τετανική, υπάρχει αύξηση της πίεσης
που αναπτύσσεται σε κάθε twich, μέχρι, μετά από αρκετές
συσπάσεις, μια ομοιόμορφος τάση ανά σύσπαση επιτυγχάνεται. Το
φαινόμενο καλείται φαινόμενο της κλίμακας ή Treppe.
• Συμβαίνει τόσο στους γραμμωτούς όσο και τον καρδιακό μυ. Το
«Treppe» οφείλεται σε αυξημένη ποσότητα Ca++ που υπάρχει για να
ενωθεί στην τροπονίνη C.
• Δεν πρέπει να συγχέεται με το άθροισμα συστολών ή τον τέτανο.
35
Σχέση μήκους μυϊκής ίνας, τάσης και
ταχύτητας της σύσπασης
• Τόσο η τάση που αναπτύσσει ένας μυς όταν διεγείρεται για
να συσπαστεί ισομετρικά, (η ολική τάση) καθώς και η
παθητική τάση που εξασκείται με τον μη διεγερμένο μυ,
ποικίλλει με το μήκος της μυϊκής ίνας.
36
37
Μοριακή Βάση της Σύσπασης 2/6
• Η δομή της μυοσίνης ΙΙ έχει διαπιστωθεί με κρυσταλλογραφία
ακτίνων Χ. Κάθε κεφαλή έχει μια θέση για δέσιμο με ακτίνη και
3.5 nm πίσω υπάρχει μία θέση δέσμευσης της ΑΤΡ. Αυτή είναι μία
ανοιχτή σχισμή και όταν μπαίνει η ΑΤΡ και υδρολύεται, το κενό
μοιάζει να κλείνει. Αυτό αλλάζει την κεφαλή που ευθύνεται και
προκαλεί ένα δυναμικό χτύπημα που κινεί την μυοσίνη στην
ακτίνη. Κάθε χτύπημα κονταίνει το μυ 1%.
• Κάθε παχύ νημάτιο έχει 500 κεφαλές μυοσίνης και καθένας από
αυτούς τους κύκλους επί 5 φορές/sec λαμβάνει χώρα σε μία
γρήγορη συστολή.
• Η υδρόλυση του ΑΤΡ όταν η μυοσίνη και η ακτίνη είναι σε ένωση
γίνεται από ΑΤΡάση.
38
39
Μοριακή Βάση της Σύσπασης 4/6
• Έτσι, το σύμπλεγμα τροπονίνης - τροπομυοσίνης αποτελεί μια
«αναπαυμένη - πρωτεΐνη» που εμποδίζει την αλληλεπίδραση
μεταξύ ακτίνης και μυοσίνης. Όταν το ελεύθερο Ca++
απελευθερώνεται με το δυναμικό ενέργειας δεσμεύεται στην
τροπομυοσίνη C, χαλαρώνει το δέσιμο της τροπομυοσίνης Ι στην
ακτίνη, κι έτσι η τροπομυοσίνη κινείται πλάγια. Η κίνηση
αναδεικνύει τις δεσμευτικές θέσεις για τις κεφαλές της μυοσίνης.
Το ΑΤΡ διασπάται και η σύσπαση αρχίζει.
• Για κάθε μόριο τροπονίνης που δεσμεύει 1 Ca++, αποκαλύπτονται 7
δεσμευτικές θέσεις της μυοσίνης.
40
41
Μοριακή Βάση της Σύσπασης 6/6
• Όταν η συγκέντρωση του Ca++ εκτός του δικτύου ελαττωθεί
αρκετά, η χημική αλληλεπίδραση μεταξύ της μυοσίνης και
της ακτίνης σταματά και ο μυς χαλαρώνει.
• Τόσο για την συστολή όσο και για την χαλάρωση η ΑΤΡ δίνει
την ενέργεια.
• Εάν η μεταφορά Ca++ στο δίκτυο εμποδιστεί, τότε δεν
συμβαίνει χαλάρωση ακόμη κι αν δεν υπάρξουν νέα
δυναμικά ενέργειας. Η παρατεταμένη αυτή συστολή λέγεται
μόνιμος συστολή (σύσπαση).
42
Μοριακά συμβάντα
στην συστολή
“Muskel-molekulartranslation”, από
GravityGilly διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.5 43
Περίληψη της Συστολής 1/2
• Έκκριση/πυροδότηση από τον κινητικό νευρώνα.
• Απελευθέρωση της Ach στην τελική κινητική πλάκα.
• Δέσιμο της Ach στους νικοτινικούς υποδοχείς (receptors).
• Αύξηση της αγωγιμότητας Να+ / Κ+ στην μεμβράνη της τελικής
πλάκας.
• Γένεση του δυναμικού της τελικής πλάκας.
• Γένεση του δυναμικού στις μυϊκές ίνες.
• Προς τα έσω εκπόλωση κατά μήκος των Τ σωλήνων.
44
45
Ενέργεια και πηγές ενέργειας της μυϊκής ίνας
1/5
• Ο μυς είναι μία μηχανή που μετατρέπει χημική ενέργεια σε
μηχανικό έργο. Η άμεση πηγή αυτής της ενέργειας είναι τα
οργανικά φωσφορικά στοιχεία μέσα στην μυϊκή ίνα.
• Τελική πηγή ενέργειας είναι ο ενδιάμεσος μεταβολισμός
υδατανθράκων και λιπιδίων.
1. Η υδρόλυση του ΑΤΡ δίνει την ενέργεια για την συστολή.
46
48
49
Ενέργεια και πηγές ενέργειας της μυϊκής ίνας
5/5
• Όταν υπάρχει άφθονο Ο2, το πυρουβικό μπαίνει στον κύκλο (Krebs)
του κιτρικού οξέος και μεταβολίζεται μέσω αυτού του κύκλου (που
καλείται και μονοπάτι των αναπνευστικών ενζύμων) σε CO2+H2O.
Αυτό καλείται αερόβια γλυκόλυση. Ο μεταβολισμός της
γλυκόζης/γλυκογόνου σε CO2+H2O δίνει (ελευθερώνει) ικανή
ενέργεια για να σχηματισθούν μεγάλες ποσότητες ΑΤΡ από ADP.
• Εάν οι ποσότητες Ο2 δεν είναι αρκετές, το πυρουβικό που
σχηματίστηκε από την γλυκόζη δεν μπαίνει στον κύκλο του Krebs,
αλλά ανάγεται σε γαλακτικό οξύ. Αυτό λέγεται αναερόβια
γλυκόλυση και συνδυάζεται με την καθαρή παραγωγή πολύ
μικρότερων ποσοτήτων φωσφορικών δεσμών πλούσιων σε ενέργεια,
δεν χρειάζεται δε, την παρουσία Ο2.
50
51
Ο μεταβολισμός χρέους Ο2 2/5
• Μερική ΑΤΡ σύνθεση επιτυγχάνεται με την χρησιμοποίηση
ενέργειας από την αναερόβια διάσπαση της γλυκόζης σε
γαλακτικό. Εν τούτοις, η χρησιμοποίηση του αναερόβιου
μονοπατιού σταματά από μόνο του, διότι, παρά την γρήγορη
διάχυση του γαλακτικού στο αίμα, αρκετό συσσωρεύεται
στους μυς και τελικά υπερβαίνει την ικανότητα των buffers
(ρυθμιστικών διαλυμάτων) των ιστών ώστε να ελαττώνεται
τελικά το pΗ. Εν τούτοις για μικρό χρονικό διάστημα, η
παρουσία ενός αναερόβιου μονοπατιού για τον καταβολισμό
της γλυκόζης επιτρέπει την δραστηριότητα των μυών για
περισσότερο χρόνο από όσο θα μπορούσε χωρίς αυτό.
52
53
Ο μεταβολισμός χρέους Ο2 4/5
• Το χρέος Ο2 μπορεί να είναι 6 φορές περισσότερο από την
βασική κατανάλωση Ο2. Μπορεί να συμβεί γρήγορα ή αργά.
• Γρήγορη ή βίαια μυϊκή εργασία είναι δυνατό να συμβεί για
σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά λιγότερο βίαια εργασία
μπορεί να συνεχιστεί επί μακρότερο χρονικό διάστημα.
54
55
Στην άσκηση
• Έτσι μπορούν να κάνουν μεγαλύτερη άσκηση χωρίς να
εξαντλούν το γλυκογόνο τους καθώς και να μην αυξάνουν την
παραγωγή γαλακτικού οξέος.
• Έχουν επίσης μάθει να ενισχύουν την πρόσληψη
υδατανθράκων πριν από αθλητικά γεγονότα, αυξάνοντας τα
αποθέματα μυών σε γλυκογόνο που με την σειρά του αυξάνει
σημαντικά την αντοχή τους.
56
Ακαμψία
• Όταν οι μυϊκές ίνες δεν έχουν καθόλου ΑΤΡ ή
φωσφορυλοκρεατινίνη, αναπτύσσουν ένα είδος εξαιρετικής
σκληρότητας, την ακαμψία. Όταν συμβεί αυτό μετά θάνατον,
καλείται νεκρική ακαμψία.
• Κατά την ακαμψία όλες οι κεφαλές μυοσίνης είναι
κολλημμένες στην ακτίνη αλλά «φιξαρισμένες» (ακίνητες)
ανώμαλα, με αντίσταση.
57
Η κινητική μονάδα 1/2
• Το μικρότερο δυνατό ποσό μυός που μπορεί να κινηθεί σε
απάντηση της διέγερσης ενός κινητικού νευρώνα, δεν είναι
μια μυϊκή ίνα, αλλά όλες οι ίνες που νευρούνται από τον
νευρώνα. Ο μοναχικός αυτός κινητικός νευρώνας και οι
μυϊκές ίνες που νευρώνει αποτελούν την κινητική μονάδα.
Ο αριθμός των μυϊκών ινών σε μια κινητική μονάδα ποικίλει.
Σε μύες που έχουν σχέση με φίνες, λεπτές και ακριβείς
κινήσεις (π.χ. χέρι) υπάρχουν 3-6 μυϊκές ίνες ανά κινητική
μονάδα. Σε μεγάλους μυς έχουν αναφερθεί 120-165 μυϊκές
ίνες ανά μονάδα.
58
59
Απονεύρωση του μυός
Οδηγεί :
1. ατροφία (χαλαρά παράλυση),
2. ινιδώσεις (fasciculation).
60
Ηλεκτρομυογραφία –
ηλεκτρομυογράφημα 1/2
• Η διέγερση των κινητικών μονάδων μπορεί να μελετηθεί με
την ηλεκτρομυογραφία, δηλ. την διαδικασία εκείνη της
καταγραφής της ηλεκτρικής δραστηριότητας των μυών.
Στους ανθρώπους, εν εγρηγόρσει χρησιμοποιούνται μικροί
μεταλλικοί δίσκοι πάνω από τους μυς σαν ηλεκτρόδια ή
μικρές υποδερματικές βελόνες σαν ηλεκτρόδιο. Αυτό που
λαμβάνεται με αυτή την διαδικασία λέγεται
ηλεκτρομυογράφημα (electromyogram/EMG). Με τις λεπτές
υποδερματικές βελόνες μπορούμε να καταγράψουμε EMG,
ιδιαιτέρων ινών.
61
Ηλεκτρομυογραφία –
ηλεκτρομυογράφημα 2/2
• Στην ηρεμία το EMG δείχνει μικρή αυθόρμητη μυϊκή
δραστηριότητα. Με λίγη ηθελημένη δραστηριότητα, λίγες
κινητικές μονάδες πυροδοτούν και καθώς η προσπάθεια
αυξάνεται όλο και περισσότερες κινητικές μονάδες
συμμετέχουν. Στο τέλος όλες οι ίνες πυροδοτούν ασύγχρονα
αλλά όλες οι απαντήσεις καταλήγουν στην ομαλή σύσπαση
του όλου μυός.
62
Ηλεκτρομυογράφημα 1/2
ustudy.in
64
66
Νευρομυϊκή μεταβίβαση
Νευρομυϊκή Ένωση
• Ανατομία: Καθώς ο άξονας του νευρικού κυττάρου πλησιάζει
στο τέλος του, χάνει το περίβλημα της μυελίνης του και
διαχωρίζεται σε ένα αριθμό τελικών κομβίων. Τα τελικά
κομβία περιέχουν πολλά μικρά, διαυγή κοκκία με
ακετυλοχολίνη, το μεταβιβαστή σε αυτές τις ενώσεις.
• Οι απολήξεις του άξονα εισχωρούν σε κοιλώματα στην τελική
κινητική πλάκα, όπως καλείται το πεπαχυσμένο μέρος της
μυϊκής μεμβράνης στην νευρομυϊκή ένωση.
• Κάτω από τις απολήξεις των νευρώνων, η μεμβράνη της
τελικής κινητικής πλάκας σχηματίζει πτυχές.
67
Νευρομυϊκή ένωση
• Το κενό μεταξύ νεύρου και πεπαχυσμένης μυϊκής μεμβράνης
είναι παρόμοιο με την συναπτική σχισμή των συνάψεων. Το
όλο σύστημα καλείται νευρομυϊκή ένωση.
• Μόνο μια νευρική ίνα τελειώνει στην μυϊκή κινητική πλάκα.
68
69
Γεγονότα κατά την μεταβίβαση 2/4
• Δυναμικό, το δυναμικό της τελικής κινητικής πλάκας.
• Αυτό το δυναμικό, εκπολώνει την μεμβράνη της μυϊκής ίνας
μέχρι πυροδοτήσεως. Δυναμικά δημιουργούνται από κάθε μεριά
της κινητικής πλάκας και κινούμενα προς απομάκρυνση κι από τις 2
κατευθύνσεις κατά μήκος της μυϊκής ίνας, αρχίζουν την σύσπαση
του μυός.
• Κάθε τελική πλάκα έχει 15-40 εκατομμύρια νικοτινικούς υποδοχείς
Ach. Κάθε νευρική ώση ελευθερώνει 60 Ach κυστίδια και κάθε
κυστίδιο έχει 10.000 μόρια Ach. Αυτό το ποσό είναι αρκετό για
να διεγείρει 10 φορές τον αριθμό των υποδοχέων ώστε να δώσουν
ένα «φούλ» δυναμικό τελικής κινητικής πλάκας.
• *Το δηλητήριο κουράριο ανταγωνίζεται την Ach για δέσμευση στο
νικοτινικό υποδοχέα (βέλη των ιθαγενών!)
70
71
Γεγονότα κατά την μεταβίβαση 4/4
72
“Single unit smooth muscle1”, από Boumphreyfr διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
73
Μυασθένεια (Myasthenia Gravis)
Σοβαρή και μπορεί και θανατηφόρος ασθένεια της τελικής
κινητικής πλάκας.
Κατά αυτήν, είναι τώρα γνωστό ότι κυκλοφορούν αντισώματα
κατά των νικοτινικών υποδοχέων της Ach στην τελική κινητική
πλάκα.
Αυτά, είτε καταστρέφουν, είτε δεσμεύουν τους υποδοχείς κι η
μυϊκή μεμβράνη τους παίρνει με ενδοκυττάρωση.
Γιατί δημιουργούνται τα αντισώματα είναι άγνωστο.
74
76
77
Πώς παράγεται ο Μυϊκός Τόνος 1/2
Ο μυϊκός τόνος διατηρείται με αντανακλαστική ενέργεια του
νευρικού συστήματος. Εξαρτάται από το αντανακλαστικό τόξο
τάσης (reflex stretch arc).
• Όταν ένας μυς διατείνεται, οι μυϊκοί άτρακτοι (που είναι υποδοχείς
που επικάθονται παράλληλα με τις μυϊκές ίνες) διεγείρονται.
Στέλνουν ώσεις «θέσης» που φτάνουν μέσω αισθητικών νευρώνων
στα οπίσθια κέρατα (οπίσθια ρίζα) της ΣΣ, μετά δε φτάνουν στα
πρόσθια κέρατα (κύτταρα) και δημιουργούν σύναψη μαζί τους.
Κινητικές εντολές αρχίζουν από τα πρόσθια κέρατα και μέσω
(προσθίων ριζών) φτάνουν στο μυ και δημιουργούν το μυϊκό τόνο.
• Έτσι: 1) ένας μυς χάνει τον τόνο του, εάν οι πρόσθιες ρίζες κοπούν ή
2) επίσης εάν οι οπίσθιες ρίζες κοπούν.
78
80
81
Παράλυση των μυών 3/3
• Παράλυση μπορεί να οφείλεται σε 2 κύριες αιτίες:
1. Η παράλυση μπορεί να οφείλεται στο ότι κινητικά ερεθίσματα δεν
φτάνουν στο μυ (καταστροφή προσθίων κεράτων). Ο μυς τώρα
δεν έχει ούτε τόνο ούτε αντανακλαστικό. Ο μυς γίνεται χαλαρός
και δεν κινείται ηθελημένα και μέσα σε μερικές εβδομάδες,
ατροφεί. Αυτό καλείται χαλαρά παράλυση ή βλάβη του
κατώτερου κινητικού νευρώνα.
2. Η παράλυση οφείλεται στο ότι ο μυς έχει πάρα πολύ τόνο και
έτσι γίνεται σκληρός και άκαμπτος, έτσι ώστε να μην μπορεί να
κινηθεί εύκολα. Αυτό καλείται σπαστική παράλυση ή βλάβη του
ανώτερου κινητικού νευρώνα.
82
83
Σπαστική παράλυση των μυών
II. Σπαστική παράλυση ή βλάβη του ανώτερου κινητικού νευρώνα.
• Μια βλάβη που καταστρέφει τα κατερχόμενα δεμάτια εμποδίζει τα
ηθελημένα κινητικά ερεθίσματα να φθάσουν τα πρόσθια κέρατα και
οδηγεί σε παράλυση των μυών που νευρώνονται από αυτά.
• Εάν η βλάβη είναι ξαφνική, τότε τα τενόντια αντανακλαστικά
ελαττώνονται, αλλά μετά λίγες μέρες ή εβδομάδες, αυτά τα
αντανακλαστικά επανέρχονται πιο δραστήρια από πριν. Επίσης ο
τόνος αυξάνεται. Ο αυξημένος τόνος είναι πιο εμφανής στους
καμπτήρες των χεριών και τους εκτείνοντες μυς των ποδιών. Έχει
επίσης αυξηθεί η αντίσταση του μυός στις παθητικές κινήσεις, αλλά
αυτή η αντίσταση είναι πιο έκδηλη στην αρχή της κίνησης. Στην
βλάβη αυτή τα αντανακλαστικά αυξάνονται και οι μύες λέγονται
σπαστικοί.
84
Καρδιακός μυς
• Οι γραμμώσεις είναι παρεμφερείς με τον σκελετικό μυ και υπάρχουν
γραμμές Ζ. Οι μυϊκές ίνες διακλαδίζονται και ενώνονται αλλά κάθε
μία περιβάλλεται από μία κυτταρική μεμβράνη. Όπου τελειώνει η
μία και αρχίζει η άλλη, οι κυτταρικές μεμβράνες διατίθενται
παράλληλα με πολλές πτυχές. Αυτό συμβαίνει στις Ζ γραμμές .
• Είναι μια έντονη ένωση ινών (gap junctions) που προσφέρει στις ίνες
διακυτταρική συνάφεια ώστε το τράβηγμα σε μία συσπαστική
μονάδα να μεταδίδεται στην επομένη.
• Οι ενώσεις (gap junctions) είναι στην ουσία γέφυρες χαμηλής
αντίστασης ώστε η διέγερση να μεταδίδεται από την μία ίνα στην
άλλη.
• Αυτές βοηθούν τις ίνες του καρδιακού μυός να λειτουργούν σαν
συγκύτιο.
• Στον καρδιακό μυ το σύστημα των σωληνίσκων Τ είναι στις γραμμές
Ζ και όχι στην Α-Ι ένωση όπως στους σκελετικούς. 85
Ηλεκτρικές ιδιότητες του καρδιακού μυός 1/2
Δυναμικό ηρεμίας και Δυναμικό ενέργειας
• Στο καρδιακό μυ το δυναμικό ηρεμίας είναι - 90 mV. Η
διέγερση οδηγεί σε δυναμικό ενέργειας που οδηγεί στην
σύσπαση. Η εκπόλωση γίνεται γρήγορα, αλλά υπάρχει ένα
πλατώ (plateau) πριν η μεμβράνη επανέλθει εν ηρεμία.
• Η εκπόλωση διαρκεί 2 ms, το πλατώ 200 ms ή και
περισσότερο.
• Έτσι η επαναπόλωση δεν τελειοποιείται πριν γίνει η μισή
συστολή.
86
88
89
Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 1/2
• Η σύσπαση του καρδιακού μυός αρχίζει αμέσως μετά την
αρχή εκπόλωσης και διαρκεί περίπου όσο και το δυναμικό
ενέργειας. Το Ca++ στην διέγερση - συστολή παίζει
παρεμφερή ρόλο όπως στον σκελετικό μυ.
• Από 0-2 και περίπου μέχρι το 1/3 3 (μέχρι δηλαδή η
μεμβράνη να φτάσει στο - 50 mV κατά την επαναπόλωση) ο
καρδιακός μυς δεν μπορεί να επαναδιεγερθεί (απόλυτος
ανερέθιστος περίοδος). Παραμένει όμως σχετικά
ανερέθιστος μέχρι 4.
90
91
Σχέση μεταξύ μήκους της ίνας και τάσης 1/2
• Η σχέση μεταξύ αρχικού μήκους ίνας και ολικής τάσης του
καρδιακού μυός μοιάζει με εκείνη του σκελετικού. Υπάρχει ένα
μήκος ηρεμίας πάνω στο οποίο η τάση χτίζεται μέχρι το μέγιστο. Στο
σώμα, το αρχικό μήκος των ινών καθορίζεται από το βαθμό
πλήρωσης της καρδιάς κατά την διαστολή και η πίεση στην κοιλία
είναι ανάλογη της όλης αναπτυσσόμενης τάσης (Νόμος Starling της
καρδιάς). Έτσι η αναπτυσσόμενη τάση αυξάνεται καθώς
ελαττώνεται ο όγκος της διαστολής μέχρις ενός μεγίστου σημείου.
Η ελάττωση όμως της τάσης που αναπτύχθηκε δεν οφείλεται σε
ελάττωση των αριθμών γεφυρών ακτίνης-μυοσίνης όπως στους
σκελετικούς μυς. Η ελάττωση της τάσης οφείλεται στην αρχή της
«disruption» των καρδιακών ινών.
92
93
Ειδικά σημεία στον καρδιακό μυ 1/2
*Οι διγιτοξίνες (Digoxin) δρουν στις καρδιακές συστολές
εμποδίζοντας την Να+Κ+ΑΤΡάση στις κυτταρικές μεμβράνες
(αυξάνεται το ενδοκυτταρικό Να+ και ελαττώνεται το πρανές
Να+ μεταξύ μεμβρανών, το ενδοκυττάριο Ca++ αυξάνεται και
έτσι αυξάνεται και η δύναμη συστολής του καρδιακού μυός).
94
95
Λείος μυς 1/2
Ο λείος μυς ανατομικά, διακρίνεται από τον σκελετικό και
καρδιακό μυ διότι δεν έχει ορατές γραμμώσεις.
• Η ακτίνη και η μυοσίνη ΙΙ βρίσκονται και γλιστρούν η μια
πάνω στην άλλη για συστολή. Εν τούτοις δεν είναι
τοποθετημένες σε κανονικά διαστήματα όπως στον
σκελετικό και καρδιακό και οι γραμμώσεις για αυτό λείπουν.
• Οι λείοι μύες έχουν τροπομυοσίνη αλλά απουσιάζει η
τροπονίνη.
• Το σαρκοπλασματικό δίκτυο υπάρχει αλλά δεν είναι καλά
ανεπτυγμένο.
96
97
Τύποι λείων μυών
Υπάρχει ποικιλία στη δομή και λειτουργία των λείων μυών
στο σώμα.
• Γενικά, ο λείος μυς διακρίνεται στον: 1) σπλαχνικό λείο μυ,
και 2) στην διακριτή κινητική μονάδα.
• Ο σπλαχνικός μυς βρίσκεται σε φαρδιές δέσμες (στοιβάδες),
έχει χαμηλής αντίστασης γέφυρες μεταξύ κυττάρων και
λειτουργεί συγκυτιακά (οι γέφυρες όπως στον καρδιακό είναι
ενώσεις χάσματος-gap junctions).
• O τύπος αυτός μυός, τυπικά βρίσκεται στα κοίλα σπλάχνα
(γαστρεντερικό, ουρητήρες, μήτρα).
98
99
Σπλαχνικός λείος μυς (ΣΛΜ) 1/2
Χαρακτηρίζεται από:
1. Αστάθεια του δυναμικού μεμβράνης και από το ότι δείχνει
2. Συνεχείς ακανόνιστες συσπάσεις ανεξάρτητα της νεύρωσης. Αυτό
διατηρείται από μία μερική συστολή (τόνος).
• Το δυναμικό μεμβράνης δεν έχει αληθές δυναμικό ηρεμίας, το
οποίο είναι σχετικά χαμηλό όταν δραστηριοποιείται ο μυς ενώ
αυξάνεται όταν είναι ήρεμος. Πάνω από το δυναμικό ηρεμίας,
επιβάλλονται δυναμικά κύματα (ολίγων mVolt) καθώς και αιχμές.
• Επίσης δυναμικά από ποικίλες βηματοδοτικές εστίες μπορεί να
συμβούν, εστίες που μπορεί να αλλάζουν θέση μέσα στο χρόνο.
100
101
Μοριακή βάση συστολής λείου μυός 1/4
• Το Ca++ εδώ, δεσμεύει μια πρωτεΐνη, την καλμοδουλίνη και το
σύμπλεγμα διεγείρει την εξαρτοποιημένη από την καλμοδουλίνη
κινάση των ελαφρών αλύσεων της μυοσίνης που καταλύει την
φωσφορυλίωση της μυοσίνης.
• Τότε η ακτίνη γλιστρά στην μυοσίνη και αυξάνεται η δράση
ΑΤΡάσης μυοσίνης και αρχίζει η συστολή. Μετά η μυοσίνη
αποφωσφορυλιώνεται από διάφορες φωσφατάσες.
• Τότε ή επέρχεται χαλάρωση ή ο ΣΛΜ παραμένει σε σύσπαση γιατί
στο ΣΛΜ υπάρχει ένας μηχανισμός («latch bridge») όπου η
αποφωσφορυλιωμένη μυοσίνη, παραμένει με ακτίνη κι αφού το
Ca++ αποσυρθεί.Με αυτό το μηχανισμό μπορεί να γίνει συνεχής
σύσπαση με λίγη ενέργεια (καλό για τα αγγεία!).
102
103
Μοριακή βάση συστολής λείου μυός 3/4
ΔΙΕΓΕΡΣΗ ΣΛΜ
• Ο ΣΛΜ είναι μοναδικός διότι αντίθετα με τους άλλους μύες
συσπάται όταν τεντώνεται απουσία εξωτερικής νεύρωσης.
Το τέντωμα ακολουθείται από ελάττωση του δυναμικού
ηρεμίας και αύξηση των συχνοτήτων αιχμών και γενική
αύξηση του τόνου. Εάν δοθεί Α/ΝΑ σε μία σπλαχνική μυϊκή
λεία ίνα τότε αυξάνεται το δυναμικό ηρεμίας, ελαττώνονται
οι αιχμές και ο μυς χαλαρώνει. Άρα διέγερση των
νοραδρενεργικών νευρώνων κάνει ανασταλτικά δυναμικά
(α+β υποδοχείς) (α: μέσω cAMP και ελάττωση του ποσού
δέσμευσης του ενδοκυτταρίου Ca++ και β: αύξηση εξόδου
του Ca++ από κύτταρα (και οι α και οι β αναστολή της
συστολής).
104
105
Η διακριτή κινητική Μονάδα (ΔΚΜ) 1/2
• Σε αντίθεση με τον ΣΛΜ δεν είναι συγκυτιακή και οι
συστολές δεν μεταδίδονται ευρέως μέσω αυτής.
• Για αυτό, οι συστολές της Δ.Κ.Μ. είναι πιο λεπτές,
διακριτικές και επιτόπιες. Όπως όμως η ΣΛΜ έτσι και η
Δ.Κ.Π. είναι ευαίσθητη στις χημικές ουσίες και φυσιολογικά
διεγείρεται από Ach/NA.
• Η ΝΑ τείνει να επιμένει και να προκαλεί πυροδοτήσεις
επανειλημμένες στην Δ.Κ.Μ. παρά ένα μοναχικό δυναμικό
ενέργειας. Έτσι, η απάντηση της Δ.Κ.Μ. είναι συχνά ανώμαλα
τετανική παρά μια απομονωμένη συστολή.
106
107
Βηματοδότες 1/2
• Η καρδιά συνεχίζει να χτυπά ακόμη κι αν αφαιρεθούν όλα της
τα νεύρα! Διότι μέσα στον καρδιακό μυ υπάρχουν
εξειδικευμένοι βηματοδότες που μπορούν να αρχίζουν
επαναληπτικά δυναμικά ενέργειας.
• Ο ιστός των βηματοδοτών δημιουργεί το σύστημα αγωγής
που φυσιολογικά μεταδίδουν τις διεγέρσεις στην καρδιά.
108
Βηματοδότες 2/2
• Αυτοματία = φλεβόκομβος 72 /min (βηματοδότης),
κολποκοιλιακός κόμβος,
δεμάτιο His (Δ+Α),
σύστημα ινών Purkinje.
• O φλεβόκομβος είναι ο φυσιολογικός καρδιακός βηματοδότης
και η συχνότητά του ρυθμίζει την καρδιακή συχνότητα.
• Οι διεγέρσεις του φλεβόκομβου περνούν από τον κόλπο στον
κολποκοιλιακό κόμβο και μέσω αυτού στο δεμάτιο His και μέσω
αυτού (μέσω δηλ. δεματίων His) στο σύστημα ινών Purkinje και στο
κοιλιακό σύστημα της καρδιάς.
109
Ενότητα 19: Απεκκριτικό (Ουροποιητικό) σύστημα-νεφροί
Ουροποιητικό σύστημα
1. Human urinary system:
2. Kidney,
3. Renal pelvis,
4. Ureter,
5. Urinary bladder,
6. Urethra. (Left side with frontal section)
7. Adrenal gland
Vessels:
8. Renal artery and vein,
9. Inferior vena cava,
10. Abdominal aorta,
11. Common iliac artery and vein
With transparency:
12. Liver,
13. Large intestine,
14. Pelvis
1
“Urinary system”, από Jmarchn διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Σχηματική παράσταση της πορείας των ουρητήρων
και της σχέσης των οργάνων του ουροποιητικού με
τα μεγάλα αγγεία της κοιλιάς.
3
Το ουροποιητικό σύστημα 2/2
• Άρα, στο ουροποιητικό σύστημα του ανθρώπου διακρίνουμε δύο
οργανικές ενότητες: τα όργανα παραγωγής των ούρων (νεφροί),
και τα όργανα αποχέτευσης των ούρων (νεφρικοί κάλυκες,
νεφρική πύελος, ουρητήρες, ουροδόχος κύστη και ουρήθρα.
• Όλα τα όργανα του ουροποιητικού συστήματος
είναι εξωπεριτοναϊκά. Οι νεφροί με τους νεφρικούς κάλυκες και τη
νεφρική πύελο (μία για κάθε νεφρό) και οι ουρητήρες (ένας από
κάθε νεφρό), βρίσκονται στον οπισθοπεριτοναϊκό χώρο, στο
οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα. Οι τελικές μοίρες των ουρητήρων
κατεβαίνουν στη μικρή πύελο και καταλήγουν στην ουροδόχο
κύστη στον υποπεριτοναϊκό χώρο.
Ουρητήρες 1/2
• Οι δύο ουρητήρες μεταφέρουν τα ούρα από τους νεφρούς στην κύστη. Ο
κάθε ουρητήρας έχει μήκος 25 – 30 cm και κατεβαίνει "έρποντας" στο
οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα, επάνω στον ψοΐτη μυ, περνά στη συνέχεια
στη λεκάνη, στρέφεται προς τα μέσα και εμπρός, διασταυρώνεται με
τα λαγόνια αγγεία και καταλήγει στην ουροδόχο κύστη.
• O ουρητήρας μπαίνει στο τοίχωμα της ουροδόχου κύστης λοξά και η
πορεία του μέσα στο τοίχωμά της σχηματίζει ένα ειδικό βαλβιδικό
μηχανισμό που δεν επιτρέπει στα ούρα που έχουν περάσει μέσα στην
ουροδόχο κύστη να επιστρέψουν στον ουρητήρα. Επιστροφή ούρων
συμβαίνει μόνο σε παθολογικές καταστάσεις, λέγεται δε
κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση.
• Το τοίχωμα του ουρητήρα αποτελείται από έναν εξωτερικό ινώδη χιτώνα,
ένα μυϊκό χιτώνα αμέσως κάτω απ' τον ινώδη και προς το εσωτερικό του
από το βλεννογόνο χιτώνα που έχει μεταβατικό επιθήλιο.
5
Ουρητήρες 2/2
• Τα ούρα που παράγονται από τους νεφρούς διαρκώς, κατεβαίνουν
από τη νεφρική πύελο και τους ουρητήρες κατά κύματα.
• Η μεταφορά τους γίνεται με τη βαρύτητα αλλά και με
περισταλτικά κύματα που κάνουν τα μυϊκά τοιχώματα αυτών των
οργάνων. Συλλέγονται στην ουροδόχο κύστη, η οποία είναι κατά
κάποιο τρόπο η αποθήκη των ούρων, και αποβάλλονται με την
ούρηση από την ουρήθρα.
7
Ουροδόχος κύστη 2/3
• Στο εσωτερικό της ουροδόχου διακρίνουμε στο επάνω μέρος τον θόλο και
κάτω το έδαφος. Στο έδαφος υπάρχει μια τρίγωνη περιοχή, με τη βάση
προς τα πίσω και την κορυφή προς τα εμπρός, η οποία λέγεται κυστικό
τρίγωνο. Στις κορυφές του κυστικού τριγώνου υπάρχουν στόμια· τα δύο
πίσω είναι τα στόμια εισόδου των ουρητήρων και το πρόσθιο (της
κορυφής του τριγώνου) είναι το στόμιο εξόδου της ουρήθρας. H
επιφάνεια του κυστικού τριγώνου είναι πάντα λεία και ομαλή ενώ στο
θόλο υπάρχουν πτυχές, όταν η κύστη είναι άδεια. Όταν γεμίσει, οι πτυχές
αυτές εξαφανίζονται, καθώς το τοίχωμα της κύστης τεντώνει.
• Το τοίχωμα της ουροδόχου κύστης αποτελείται από έναν εξωτερικό λεπτό
ινώδη ορογόνο χιτώνα, ένα μυϊκό χιτώνα από λείες μυϊκές ίνες, και τέλος,
στο εσωτερικό, από τον βλεννογόνο που έχει μεταβατικό επιθήλιο. O
μυϊκός χιτώνας σχηματίζει τον εξωστήρα μυ της κύστης ο οποίος, όταν
συσπάται, εξωθεί τα περιεχόμενα ούρα προς την ουρήθρα.
8
10
Ουρήθρα 2/2
• Η ανδρική ουρήθρα
Είναι παρόμοια με τη γυναικεία στην κατασκευή αλλά διαφέρει στο
μήκος, την πορεία, τις σχέσεις και τη χρησιμότητα.
Έχει μήκος 18–20 cm. Εξέρχεται από την ουροδόχο κύστη προς τα
κάτω και περνά μέσα από τον προστάτη αδένα. H πρώτη της αυτή
μοίρα λέγεται προστατική και δέχεται τις εκβολές των
εκσπερματιστικών πόρων. Στη συνέχεια στρέφεται προς τα εμπρός
και το τοίχωμά της γίνεται λεπτό. H μοίρα της αυτή λέγεται
υμενώδης. Ακολουθεί η σηραγγώδης μοίρα (μέσα στο μέσο
σηραγγώδες σώμα του πέους), η οποία είναι η μακρύτερη από όλες
τις μοίρες και είναι εύκαμπτη, με ινομυώδες τοίχωμα. Καταλήγει
στη βάλανο του πέους, σε μια διευρυμένη περιοχή που
ονομάζεται σκαφοειδής βόθρος κι από εκεί εκβάλλει με το έξω
στόμιό της στην κορυφή της βαλάνου.
11
Σχηματική παράσταση της μέσης οβελιαίας τομής της
γυναικείας πυέλου όπου απεικονίζονται οι σχέσεις των
οργάνων με την ουροδόχο κύστη.
13
“Gray1142”, από Dodo διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Ανατομία-Νεφροί 1/3
• Οι νεφροί είναι δύο, ένας αριστερός και ένας δεξιός. Έχουν
σχήμα κυαμοειδές και βρίσκονται στα πλάγια της σπονδυλικής στήλης, στο
ύψος των Θ12 - O3 σπονδύλων. Στηρίζονται στους μεγάλους ψοΐτες μύες,
στο οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα. Δεν είναι τελείως κατακόρυφοι αλλά οι
επιμήκεις άξονές τους συγκλίνουν προς τα επάνω. Έχουν μήκος 11–12 cm,
πλάτος 6–7 cm και πάχος 3–4 cm. Ζυγίζουν περίπου 150 γρ.
• O δεξιός νεφρός βρίσκεται λίγο χαμηλότερα από τον αριστερό γιατί πιέζεται
από το ήπαρ το οποίο βρίσκεται ακριβώς από επάνω του. Στον κάθε νεφρό
διακρίνουμε μια πρόσθια και μια οπίσθια επιφάνεια που είναι υπόκυρτες,
ένα έξω χείλος που είναι κυρτό και ένα έσω που είναι κοίλο, έναν άνω κι
έναν κάτω πόλο. Στον άνω πόλο του κάθε νεφρού βρίσκεται το
σύστοιχο επινεφρίδιο (ενδοκρινής αδένας).
• Στο έσω χείλος του νεφρού υπάρχει μια βαθειά σχισμή, η πύλη του νεφρού,
που οδηγεί στη νεφρική πύελο. Από την πύλη του νεφρού μπαίνει
η νεφρική αρτηρία (κλάδος της κοιλιακής αορτής) και εξέρχονται η νεφρική
φλέβα, τα λεμφαγγεία του νεφρού και η νεφρική πύελος με τον ουρητήρα.
14
Ανατομία-Νεφροί 2/3
• O νεφρός στηρίζεται από τα αγγεία του και από μια ινώδη
μεμβράνη, την θήκη ή νεφρική περιτονία, η οποία τον περιβάλλει
ανοιχτή στο κάτω της μέρος και, συμφυόμενη με το περιτόναιο
εμπρός και με τις περιτονίες των μυών του οπίσθιου κοιλιακού
τοιχώματος πίσω, τον καθηλώνει στο οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα. O
ίδιος ο νεφρός περιβάλλεται από έναν ινώδη χιτώνα που κι αυτός
συμφύεται με τη νεφρική περιτονία
• Mεταξύ νεφρικής περιτονίας και ινώδη χιτώνα υπάρχει
το περινεφρικό λίπος που σχηματίζει μια αρκετά παχιά κάψα γύρω
από το νεφρό και συμβάλλει στη στήριξη και στην προστασία του.
15
Ανατομία-Νεφροί 3/3
• Οι σχέσεις των νεφρών με τα γύρω όργανα: α) O δεξιός νεφρός
έχει επάνω και μπροστά του το ήπαρ, επάνω και πίσω
το διάφραγμα, πίσω του το δεξιό μεγάλο ψοΐτη μυ, μπροστά, κάτω
και έξω τη δεξιά κολική καμπή, μπροστά και προς τα έσω το
δωδεκαδάκτυλο και απέναντι από το έσω χείλος του την κάτω
κοίλη φλέβα. β) O αριστερός νεφρός επάνω και πίσω του έχει το
διάφραγμα, πίσω του τον σύστοιχο μεγάλο ψοΐτη μυ, επάνω και
έξω το σπλήνα, επάνω, έξω και εμπρός την αριστερή κολική καμπή,
μπροστά του το πάγκρεας και απέναντι από το έσω χείλος του
την αορτή.
16
17
Μικροανατομία των νεφρών 1/6
• Ο νεφρός έχει δύο στρώματα ιστού ορατά με γυμνό μάτι, το φλοιό
εξωτερικά, και το μυελό εσωτερικά με τις ραβδώσεις και τα
πυραμοειδή τμήματά του. Οι κορυφές αυτών των τμημάτων
καταλήγουν στη νεφρική πύελο, όπου συλλέγονται τα ούρα πριν
μεταφερθούν στην ουροδόχο κύστη μέσω του ουρητήρα. Κάθε
νεφρός περιβάλλεται από ισχυρή εξωτερική κάψα και καλύπτεται
από συνδετικό και λιπώδη ιστό που τον προστατεύει από
κακώσεις.
18
19
Απεικόνιση νεφρών, επινεφριδίων και
αγγείων
20
21
Μικροανατομία των νεφρών 4/6
• O νεφρός λειτουργεί σαν ένας πολυσύνθετος σωληνοειδής αδένας
που τα σωληνάριά του παράγουν το ούρο. Η ανατομική και
λειτουργική μονάδα του νεφρού θεωρείται ο νεφρώνας, ο οποίος
αποτελείται από το νεφρικό σωμάτιο και από το ουροφόρο
σωληνάριο. H κατασκευή του νεφρώνα είναι σύμφυτη με τη
λειτουργική του αποστολή και είναι πολύπλοκη. Η λειτουργία του
νεφρώνα στηρίζεται στην αγγείωση του νεφρού.
22
23
Μικροανατομία των νεφρών 6/6
• Η νεφρική αρτηρία εισέρχεται στο νεφρό από την πύλη και
διακλαδίζεται σε μερικούς κλάδους που κατευθύνονται προς την
περιφέρεια του οργάνου και δίνουν ευθείς κλάδους, τις
μεσολόβιες αρτηρίες του νεφρού. Αυτές, περνώντας ανάμεσα από
τους μίσχους των καλύκων, διακλαδίζονται σε μικρότερους
κλάδους που έχουν σχήμα τόξου και γι' αυτό λέγονται τοξοειδείς
αρτηρίες. Οι τοξοειδείς πηγαίνουν προς την περιφέρεια και δίνουν
μικρούς κλάδους από τους οποίους προέρχονται λεπτότατα
αρτηριακά στελέχη, τα προσαγωγά αρτηρίδια του νεφρικού
σωματίου. Αυτά τροφοδοτούν το νεφρικό σωμάτιο με αρτηριακό
αίμα που κυκλοφορεί μέσα σε ένα λεπτότατο τριχοειδικό δίκτυο με
πολλές σπείρες που ονομάζεται αγγειώδες σπείραμα ή θαυμάσιο
δίκτυο.
24
26
27
Η κάψα του Bowman με την
σπειραματική συσκευή
30
Εκλεκτική επαναρρόφηση
• Επισυμβαίνει στο πρώτο (εγγύς) σπειροειδές τμήμα του νεφρώνα
Τα απαγωγά αγγεία από το αγγειώδες σπείραμα σχηματίζουν ένα
δεύτερο δίκτυο τριχοειδών γύρω από το πρώτο σπειροειδές τμήμα
του νεφρώνα. Τα κύτταρα της εσωτερικής επιφάνειας του
νεφρώνα στην περιοχή αυτή απορροφούν χρήσιμα συστατικά από
το διήθημα όπως γλυκόζη και αμινοξέα και τα επαναφέρουν στην
κυκλοφορία του αίματος.
31
Διάγραμμα φυσιολογικών μηχανισμών
του νεφρού
32
“Physiology of Nephron”, από Madhero88 διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
34
35
“Gray1128”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Άπω εσπειραμμένο και αθροιστικό
σωληνάριο-Δημιουργία των ούρων
• Το δεύτερο (άπω) εσπειραμμένο και το αθροιστικό σωληνάριο
περιβάλλονται από ένα δίκτυο τριχοειδών. Η σημαντικότερη
λειτουργία της περιοχής αυτής είναι η επαναρρόφηση ύδατος. Το
ποσό του ύδατος που επαναρροφάται εξαρτάται από την
ποσότητα ύδατος στο αίμα. Η ουρία δεν επαναρροφάται από το
διήθημα. Μετά τη διαδικασία της επαναρρόφησης τα συστατικά
που απέμειναν, δηλαδή νερό και επιβλαβείς ουσίες, αποτελούν τα
ούρα, τα οποία από το αθροιστικό σωληνάριο οδηγούνται στη
νεφρική πύελο και στη συνέχεια στους ουρητήρες και στην
ουροδόχο κύστη. Υπάρχουν και επιβλαβή συστατικά που
αποβάλλονται με τα ούρα, όπως ουρικό οξύ, ουρία, ανόργανα
άλατα, κ.α.
36
37
Σπειραματική διήθηση
• Το υπερδιήθημα που εξέρχεται από τα τριχοειδή του σπειράματος,
δηλαδή το πρόουρο, έχει περάσει από τρία φίλτρα:
1. Πόροι στο τοίχωμα των ενδοθηλίων (διάμετρος 50-100nm).
2. Βασική μεμβράνη.
3. Ποδοκύτταρα του έσω πετάλου της κάψας του Bowman (διάμετρος
20-50 nm).
• Παρά την πολύπλοκη κατασκευή, η διαπερατότητα των τριχοειδών
του σπειράματος για το νερό είναι σαφώς μεγαλύτερη συγκρινόμενη
με τα περισσότερα τριχοειδή του σώματος. Τα φίλτρα αυτά είναι
επιπλέον διαπερατά για μόρια μεγέθους μέχρι 50,000 Dalton, ενώ
για άνω των 10,000 Dalton, η διέλευση δυσχεραίνεται βαθμιαία
(όσο αυξάνεται το μέγεθος). Τα λευκώματα (συνήθως άνω των
60,000 Dalton) και τα κύτταρα αδυνατούν να διέλθουν. 38
40
41
GFR versus RBF
RBF
Flow rate (mL/min)
GFR
42
43
Μέτρηση του GFR-Κάθαρση 1/2
• Για την μέτρηση του GFR χρησιμοποιείται ινουλίνη ή κρεατινίνη. Μια ουσία
θεωρείται κατάλληλη ως δείκτης για την μέτρηση του βαθμού της
σπειραματικής διήθησης GFR όταν πληροί τα παρακάτω 4 κριτήρια.
1. Ελεύθερη διήθηση στα σπειράματα.
2. Χωρίς να ακολουθεί απορρόφηση ή έκκριση στα σωληνάρια.
3. Χωρίς να μεταβολίζεται στα νεφρά.
4. Χωρίς επίδραση στην λειτουργία του νεφρού.
• Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, για μια τέτοια ουσία ισχύει ότι η συνολική
ποσότητα που καταλήγει με διήθηση στο πρόουρο, θα εμφανιστεί και στα
τελικά ούρα. Και αφού,
Ποσότητα = όγκος x συγκέντρωση
• Διατυπώνεται η σχέση μεταξύ του ρυθμού αποβολής των ούρων (Vu σε
ml/min), της συγκέντρωσης αυτής της ουσίας στο πλάσμα (p) και του GFR:
VU x U =p x GFR, άρα GFR = Vu x U/p (ml/min)
44
45
Ορισμός της έννοιας της κάθαρσης
• Στην εξίσωση GFR = Vu x U/p (ml/min), ο GRF (120 ml/min)
αντιστοιχεί με τον όγκο πλάσματος ο οποίος απαλλάσσεται από
την ουσία «δείκτη» (κάθαρση). Σε αυτήν την περίπτωση ο GFR
ισούται με την κάθαρση (C)
• C = Vu x U/p (ml/min)
• Αν μια ουσία, εκτός από την διήθηση επιπρόσθετα εκκρίνεται και
στα σωληνάρια, τότε αυξάνει η U και έτσι μεγαλώνει η C. Σε ουσίες
που επαναρροφώνται (πχ Na) ισχύει το αντίθετο. Σε κάθε
περίπτωση, η κάθαρση C υποδηλώνει την αριθμητική
(υπολογιστική) τιμή του όγκου του πλάσματος που απαλλάχθηκε
από μια συγκεκριμένη ουσία ανά χρονικό διάστημα.
46
47
Κάθαρση του παρααμινοϊππουρικού (PAH)
zuniv.net
48
49
Παραγωγή των ούρων – Πρόουρο 2/2
• Τα νεφρικά σωμάτια διηθούνται και ουσίες που το σώμα είναι σε
χρήση να χρησιμοποιήσει ακόμη, όπως πρωτεΐνες και γλυκόζη. Για
να μπορέσουν αυτές οι ουσίες να παραμείνουν στο σώμα, καθώς
το πρόουρο κυκλοφορεί μέσα στα νεφρικά σωληνάρια, οι ουσίες
μετακινούνται από τα νεφρικά σωληνάρια στο δίκτυο αιμοφόρων
αγγείων που τα περιβάλλουν. Από εκείνο το σημείο και στη
συνέχεια τα ούρα δεν περιέχουν ούτε πρωτεΐνες ούτε γλυκόζη.
50
Πρόουρο 1/2
• Το πρόουρο βρίσκεται στο σωληνάριο υπό ψηλή πίεση, ενώ το
αίμα στα τριχοειδικά δίκτυα του απαγωγού αρτηριδίου που
περιβάλλουν το σωληνάριο υπό χαμηλή πίεση. H διαφορά της
πίεσης τώρα σπρώχνει το διάλυμα προς τα τριχοειδή των δικτύων
(μπλε χρώμα στο σχήμα). Το διάλυμα που περνά όμως μέσα στα
τριχοειδή δεν περιέχει ουρία, η οποία αδυνατεί να περάσει την
ειδική κατασκευή του τοιχώματος των τριχοειδών και του
σωληναρίου. Εδώ το τοίχωμα συγκρατεί την ουρία (διαλυμένη σε
μια μικρή ποσότητα νερού) μέσα στον αυλό του ουροφόρου
σωληναρίου, και επαναρροφά το μεγαλύτερο όγκο νερού από το
πρόουρο μαζί με τα χρήσιμα συστατικά, αποδίδοντάς τα πάλι στην
κυκλοφορία (δηλαδή μέσα στα τριχοειδή).
51
Πρόουρο 2/2
• Στη φάση αυτή γίνεται και ανταλλαγή ιόντων μεταξύ πρόουρου και
αίματος.
• Έτσι ταυτόχρονα με την παραγωγή των ούρων και την αποβολή της
ουρίας, διατηρείται η ισορροπία των ηλεκτρολυτών και του όγκου
των υγρών του σώματος.
52
53
Ρύθμιση αποβαλλομένων υγρών και
συστατικών
• Οι νεφροί είναι επιφορτισμένοι να διασφαλίσουν ότι το υδατικό
περιεχόμενο του αίματος παραμένει σταθερό και το αίμα δεν έχει
υπερβολικά μεγάλη συγκέντρωση ή αραίωση. Επομένως,
αποβάλλουν περισσότερο νερό στα ούρα όταν υπάρχει πολύ νερό
στο αίμα, με αποτέλεσμα το χρώμα των ούρων να είναι
ανοικτό κίτρινο. Αντίθετα, αν αποβάλλουν λίγο νερό το χρώμα των
ούρων είναι σκούρο κίτρινο. Οι νεφροί επίσης ρυθμίζουν τη
συγκέντρωση των μεταλλικών αλάτων στο σώμα. Η ομαλή
λειτουργία των νεφρών διασφαλίζει τη σταθερή συγκέντρωση των
σημαντικών μεταλλικών αλάτων στα αίμα. Εάν οι συγκεντρώσεις
μειωθούν, περισσότερα μεταλλικά άλατα μετακινούνται από τα
νεφρικά σωληνάρια στα αιμοφόρα αγγεία. Εάν οι συγκεντρώσεις
αυξηθούν, η περίσσεια αλάτων θα απομακρυνθεί με τα ούρα.
54
Το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης-
αλδοστερόνης 1/2
1. Το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης–αλδοστερόνης είναι μια
σειρά αντιδράσεων που συνεισφέρουν στη ρύθμιση της
αρτηριακής πίεσης.
2. Όταν η πίεση του αίματος πέφτει (για συστολική πίεση
<100 mmHg), τα νεφρά απελευθερώνουν ρενίνη στην κυκλοφορία
του αίματος.
3. Η ρενίνη μετατρέπει το αγγειοτενσινογόνο, μια μεγάλη πρωτεΐνη
που κυκλοφορεί στο αίμα, σε μικρότερα τμήματα. Ένα τέτοιο
τμήμα είναι η αγγειοτενσίνη Ι. Η αγγειοτενσίνη Ι, που είναι
σχετικά ανενεργής, μετατρέπεται σε μικρότερα τμήματα από το
ένζυμο ACE (ένζυμο μετατροπής της αγγειοτενσίνης). Ένα τέτοιο
τμήμα είναι η αγγειοτενσίνη ΙΙ, που είναι πολύ ενεργός.
55
Το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης-
αλδοστερόνης 2/2
4. Η αγγειοτενσίνη ΙΙ προκαλεί σύσπαση των λείων μυικών ινών των
αγγείων με αποτέλεσμα αύξηση της αρτηριακής πίεσης. Η
αγγειοτενσίνη ΙΙ προκαλεί επίσης την απελευθέρωση
αλδοστερόνης από τα επινεφρίδια.
5. Η αλδοστερόνη προκαλεί κατακράτηση νατρίου και απώλεια
καλίου από τα νεφρά. Το αυξημένο νάτριο συνεισφέρει στην
κατακράτηση ύδατος στα αγγεία και παράλληλη αύξηση της
αρτηριακής πίεσης.
56
Δράση αγγειοτενσίνης
• Συστηματική αγγειοσύσπαση.
• Κατακράτηση νατρίου και ύδατος
(διόρθωση αιτίου που προκάλεσε την έκκριση της
ρενίνης).
• Οι δράσεις της αγγειοτενσίνης ΙΙ επιτυγχάνονται μέσω
των AT1 και AT2 υποδοχέων της.
57
Τα ερεθίσματα έκκρισης και η σχέση
ρενίνης αγγιοτενσίνης
58
Το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης
60
61
Η νεφρική ανεπάρκεια 1/2
• Η νεφρική ανεπάρκεια διακρίνεται παραδοσιακά σε τέσσερα
στάδια ανάλογα με τον βαθμό έκπτωσης της νεφρικής λειτουργίας.
• Το τέταρτο και τελευταίο στάδιο είναι αυτό στο οποίο απαιτείται η
υποκατάσταση της νεφρικής λειτουργίας με αιμοκάθαρση ή
περιτοναϊκή κάθαρση.
62