You are on page 1of 774

Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο ΤΕΙ Αθήνας

Φυσιολογία

Mαρία Bενετίκου, MD, MSc, DipEndo, PhD,


Ιατρός ενδοκρινολόγος, καθηγήτρια παθοφυσιολογίας – νοσολογίας,
διδάκτωρ πανεπιστήμιου Αθηνών και Λονδίνου
Τμήμα Ιατρικών Εργαστηρίων

Ενότητα 1: Κύτταρο και υγρά του οργανισμού


Γενικές αρχές φυσιολογίας 1/2
Ορισμός
Φυσιολογία είναι η επιστήμη που ασχολείται με την μελέτη της
λειτουργίας των ζωντανών οργανισμών. Μελετά τον τρόπο λειτουργίας
των κυττάρων, των ιστών, των οργάνων και των συστημάτων.
 Για να κατανοήσει κανείς κάτι, το πιο ασφαλές είναι να μάθει πώς
λειτουργεί.
 Έτσι αναπτύσσεται η επιστημονική παρατήρηση και η επιστημονική
σκέψη (αναλυτική και συνθετική).
 Σε περίπτωση δε δυσλειτουργίας ενός συστήματος για να το
επιδιορθώσουμε αναλύουμε τη φυσιολογική του λειτουργία.
 H φυσιολογία μαθαίνοντας μας τις αρχές λειτουργίας των ζωντανών
οργανισμών μας βοηθά να κατανοήσουμε τις ασθένειές τους και να
επέμβουμε αποτελεσματικότερα στην αντιμετώπισή τους.
1

Γενικές αρχές φυσιολογίας 2/2


• Υπάρχει η φυσιολογία ανθρώπων, ζώων και φυτών.
 Στηρίζεται στην παρατήρηση και το πείραμα. Καλλιεργεί την
επιστημονική σκέψη αλλά και την πρακτική αντιμετώπιση
των δυσλειτουργιών.
 Βοηθιέται από πολλές άλλες επιστήμες τις οποίες επίσης
βοηθά, π.χ. χημεία, φυσική, ανατομία, ιστολογία.
 Στηρίζεται σε ορισμένες αρχές, δηλ. την δομή και λειτουργία
των κυττάρων, την δομή και σύσταση των υγρών του
σώματος και τις δυνάμεις που επενεργούν τόσο στα κύτταρα
όσο και στα διαμερίσματα υγρών.

2
Κύτταρο 1/2
• Το κύτταρο είναι η μικρότερη μονάδα ζωής που μπορεί να
υπάρξει αυτόνομη. Με βάση τα κύτταρα, οι οργανισμοί
διακρίνονται σε μονοκυττάριους και πολυκυττάριους.
• Στους μονοκυττάριους οργανισμούς όλες οι διαδικασίες
συμβαίνουν σε ένα μοναχικό κύτταρο (π.χ. αμοιβάδα).
Καθώς η εξέλιξη προχώρησε στους πολυκυττάριους
οργανισμούς, διάφορες ομάδες κυττάρων απέκτησαν
συγκεκριμένες λειτουργίες.

Κύτταρο 2/2
• Στα ανώτερα ζώα και τον άνθρωπο οι εξειδικευμένες κυτταρικές ομάδες
περιλαμβάνουν :
 Ένα γαστρεντερικό σύστημα για την απορρόφηση και την πέψη της
τροφής,
 Ένα αναπνευστικό σύστημα για πρόσληψη Ο2 και απομάκρυνση
CO2,
 Ένα απεκκριτικό σύστημα για να απομακρύνει τις άχρηστες ουσίες,
 Ένα καρδιαγγειακό σύστημα για να διανέμει την τροφή, το Ο2 και τα
προϊόντα μεταβολισμού,
 Ένα αναπαραγωγικό σύστημα για την διαιώνιση του είδους,
 Ένα νευρικό και ένα ενδοκρινικό σύστημα για να επισκοπούν, να
ελέγχουν και να συντονίζουν τις λειτουργίες των άλλων συστημάτων.

4
Εικόνα τυπικού κυττάρου

blogs.sch.gr
5

Επιστημονική πρόοδος
• Τα τελευταία χρόνια με την εξέλιξη του ηλεκτρονικού
μικροσκοπίου, την μελέτη των υποδοχέων, την ανακάλυψη
της δομής και της λειτουργίας του DNA καθώς και τις
προόδους της μοριακής βιολογίας έχει αυξηθεί και η
κατανόηση της δομής και της λειτουργίας του κυττάρου.
• Η εξειδίκευση των κυττάρων στα όργανα των ανωτέρων
οργανισμών είναι τόσο μεγάλη ώστε κανένα κύτταρο δεν
μπορεί να θεωρηθεί «τυπικό» για όλα τα κύτταρα του
σώματος.

6
Οργανίδια κυττάρου
• Εν τούτοις μερικά οργανίδια είναι κοινά για τα περισσότερα
κύτταρα όπως :
 η κυτταρική μεμβράνη και οι συσχετίσεις της με άλλα κύτταρα,
 ο πυρήνας με τις δομές του,
 το ενδοπλασματικό δίκτυο,
 η συσκευή Golgi,
 τα μιτοχόνδρια,
 τα λυσοσσώματα,
 τα κεντριόλια,
 οι μικροσωληνίσκοι και τα μικροϊνίδια,
 τα εκκριτικά κοκκία.

Ευκαριωτικά και προκαρυωτικά κύτταρα

“Celltypes”, από Kelvinsong διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

8
Ανατομία κυττάρου

9
“Blausen 0208 CellAnatomy”, από BruceBlaus με άδεια CC BY 3.0

Φυτικό κύτταρο

“Plant cell structure svg”, από Rocket000


διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
10
Ζωικό κύτταρο

“Animal cell structure en”, από Palosirkka 11


διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Κυτταρική μεμβράνη 1/3


• Είναι μία δομή φανταστική! Περιβάλλει το κύτταρο, το ορίζει και το
προστατεύει. Είναι ημιδιαπερατή (επιτρέποντας μόνο μερικές ουσίες να
περάσουν και απομακρύνοντας άλλες) και η διαπερατότητά της μπορεί
να ποικίλλει. Αναφέρεται συνήθως σαν πλασματική μεμβράνη.
• Τόσο το κύτταρο, όσο και ο πυρήνας του και τα οργανίδιά του
περιβάλλονται από μεμβράνη.
• Ειδικά η κυτταρική μεμβράνη είναι  7.5 mm (75Α) σε πάχος.
Πρωταρχικά αποτελείται από πρωτεΐνες και λιπίδια (1:50 μόρια). Τα
κυριότερα λιπίδια είναι τα φωσφολιπίδια.
• Στην μεμβράνη το υδρόφιλο άκρο των φωσφολιπιδίων εκτίθεται στο
υδατικό περίβλημα (εξωτερικό). Το υδρόφοβο μέρος των μορίων
εκτίθεται στο εσωτερικό που έχει λιγότερο Η2Ο.
12
Κυτταρική μεμβράνη 2/3
• Γενικά τα υδρόφοβα τμήματα των φωσφολιπιδίων που
βρίσκονται στο εσωτερικό δεν φέρουν φορτία και τα
υδρόφιλα τμήματα που βρίσκονται στην έξω επιφάνεια
φέρουν φορτία.
• Μερικές από τις πρωτεΐνες της μεμβράνης μπορεί να
απομακρυνθούν με ήπιες βιοχημικές εξεργασίες
(περιφερικές πρωτεΐνες) ενώ άλλες είναι δύσκολο να
αποκοπούν και να φύγουν (συνυφασμένες πρωτεΐνες).
• Μερικές πρωτεΐνες περιέχουν λιπίδια, (λιποπρωτεΐνες) και
μερικές υδατάνθρακες (γλυκοπρωτεΐνες).

13

Κυτταρική μεμβράνη 3/3


• Ενώ τα μόρια των πρωτεϊνών είναι λίγα σε σχέση με τα
φωσφολιπίδια (1 πρωτεΐνη: 50 φωσφολιπίδια), επειδή οι πρωτεΐνες
είναι μεγαλομοριακές ενώσεις, οι μάζες τους έρχονται 50%-50%.
• Η πρωτεϊνική σύσταση της μεμβράνης ποικίλλει ανάλογα με τις
διαδικασίες που θα επιτελέσει το κύτταρο.
• Οι μεμβράνες είναι δυναμικές δομές και τα συστατικά τους
εναλλάσσονται συνεχώς. Οι μεμβράνες είναι ένα δυναμικό υγρό
μωσαϊκό, όπου τα στοιχεία αλλάζουν και κινούνται.
• Στα περισσότερα κύτταρα γύρω από την κυτταρική υπάρχει και μία
άλλη μεμβράνη, η βασική που είναι μεν λεπτή αλλά καλά ορατή στο
ηλεκτρονικό μικροσκόπιο.

14
Επικοινωνία των κυττάρων
Τα γειτονικά κύτταρα έρχονται σε επαφή μεταξύ τους. Οι μεμβράνες
τους μπορεί να παρουσιάσουν 3 είδη επικοινωνίας.
• Σφιχτές ενώσεις (tight junctions): οι μεμβράνες έρχονται κοντά
κοντά και τελικά συνενώνονται.
• Ενώσεις κενού (gap junctions) (nexus): κενό μεταξύ των μεμβρανών
2 nm.
• Δεσμοσώματα (adherens junctions): οι μεμβράνες έρχονται κοντά
αλλά υπάρχει κενό 15-35 nm.
• Όσο μεγαλύτερες οι αποστάσεις μεταξύ μεμβρανών τόσο πιο εύκολη
είναι η διαβατότητα ιόντων.
* Ενδιαφέρον: Οι τύποι αυτοί επικοινωνίας μεμβρανών λείπουν
όταν συσσωρεύονται καρκινικά κύτταρα.

15

Απεικόνιση της μεμβράνης

“Cell membrane scheme”, από Foobar με


άδεια CC BY-SA 3.0

16
Υποδοχείς στην μεμβράνη 1/4

• Οι υποδοχείς στην μεμβράνη (receptors of the cell


membrane) είναι θέσεις στις κυτταρικές μεμβράνες, όπου
άλλες ουσίες έρχονται και ενώνονται μαζί τους προκειμένου
να εκτελέσουν την κυτταρική τους δράση. Οι υποδοχείς της
μεμβράνης είναι πρωτεΐνες.

17

Υποδοχείς στην μεμβράνη 2/4


Έχουν δύο θέσεις:
• Μια αναγνωριστική (recognition site) και
• Μια καταλυτική (transducer site).
 Η αναγνωριστική θέση αναγνωρίζει την ερχόμενη ουσία και την
δεσμεύει.
 Η καταλυτική υφίσταται μια αλλαγή δομής και ή ενεργοποιεί
ένα ένζυμο (συνήθως την αδενυλκυκλάση), ή ανοίγει ένα
ιονικό κανάλι.
 Κάθε ουσία που ενεργοποιεί τον υποδοχέα αφού ενωθεί μαζί
του λέγεται αγωνιστής, ενώ κάθε ουσία που όταν ενωθεί δεν
τον ενεργοποιεί λέγεται ανταγωνιστής.

18
Διαμεμβρανικός υποδοχέας

“Transmembrane receptor”, από Mouagip με άδεια CC BY-SA 3.0 19

Υποδοχείς στην μεμβράνη 3/4


Με βάση τα παραπάνω έχουμε 2 τάξεις διαμεμβρανικών
υποδοχέων :
• Τάξη 1η : Σε αυτή οι υποδοχείς όταν ενεργοποιηθούν έχουμε
άνοιγμα καναλιών (Na, ή Κ+ ή Cl- ή Ca++) και επηρεάζεται η
διαβατότητα της μεμβράνης π.χ. νικοτινικός υποδοχέας της
Ach (ακετυλοχολίνης).

20
Υποδοχείς στην μεμβράνη 4/4
• Τάξη 2η : Είναι οι υποδοχείς που αποτελούνται από μια μακριά
πεπτιδική αλυσίδα, που βρίσκεται ανάμεσα στην μεμβράνη και
από μια ενδοκυτταρική καμπύλη η οποία βρίσκεται μέσα στο
κύτταρο για να δεσμεύσει μια πρωτεΐνη που λέγεται G- πρωτεΐνη.
Κατόπιν διεγείρει ένα δεύτερο μεταβιβαστή. (1ος μεταβιβαστής =
η ουσία που έρχεται να ενωθεί με τον υποδοχέα). (Δεύτεροι
μεταβιβαστές υπάρχουν πολλοί).
 Ας θυμόμαστε το cAMP (κυκλική μονοφωσφορική αδενοσίνη)
που είναι ο συχνότερος δεύτερος μεταβιβαστής των βιολογικών
συστημάτων.

21

Λειτουργία διαμεμβρανικών υποδοχέων 1/3


Όταν το μόριο που πρόκειται να αναγνωρισθεί από τον υποδοχέα του
έρχεται κοντά στο κύτταρο ενώνεται με την αναγνωριστική μονάδα
του υποδοχέα παρουσία της βοηθητικής πρωτεΐνης G.
Κατόπιν το σύμπλεγμα μορίου (που καλείται και πρώτος
αγγελιοφόρος), αναγνωριστικής υπομονάδας του υποδοχέα και
πρωτεΐνης G, ενεργοποιεί την καταλυτική υπομονάδα του υποδοχέα
που υφίσταται στροφή στον χώρο και με αυτόν τον τρόπο στους μεν
1ης τάξης ανοίγει κάποιο ιοντικό κανάλι, στους δε 2ης τάξης
ενεργοποιεί το ένζυμο της μεμβράνης που καλείται αδενυλκυκλάση
και καταλύει την αντίδραση μετατροπής της ATP σε cAMP με απόδοση
2 μορίων φωσφόρου (P) ανά μόριο ATP.

22
Λειτουργία διαμεμβρανικών υποδοχέων 2/3

Οι απελευθερούμενοι φωσφόροι είναι πηγή ενέργειας και


μεταφέρονται με ένζυμα, τις κινάσες, σε ήδη δομημένες
πρωτεΐνες που με αυτόν τον τρόπο ενεργοποιούνται για να
πράξουν τις λειτουργίες για τις οποίες προορίζονται στο κύτταρο.

23

Λειτουργία διαμεμβρανικών υποδοχέων 3/3


Συμπέρασμα:
• 1ος μεταβιβαστής = δίνει ένα πρώτο χημικό μήνυμα (first
messenger).
• 2ος μεταβιβαστής = δίνει ένα δεύτερο χημικό μήνυμα (second
messenger).
 Η αδενυλκυκλάση είναι ένζυμο και διαμεμβρανική πρωτεΐνη.
 Το cAMP προέρχεται από την τριφωσφορική αδενοσίνη (ΑΤΡ).
 Μετά την αποβολή 2 φωσφορικών και
 η δράση του cAMP για φωσφορυλίωση πρωτεϊνών καταλύεται
από ένα ένζυμο που λέγεται πρωτεϊνική κινάση Α.

24
Διαμεμβρανικός υποδοχέας 1/4

“GPGIC schematic”, από CafeDelMar διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 25

Διαμεμβρανικός υποδοχέας 2/4

26
whs-biology-h.wikispaces.com
Διαμεμβρανικός υποδοχέας 3/4

justinkcochran.blogspot.gr
27

Διαμεμβρανικός υποδοχέας 4/4

wiki.brown.edu 28
Ενδοκυτταρικοί υποδοχείς 1/2

• Εκτός από τους πρωτεϊνικούς υποδοχείς της μεμβράνης,


υπάρχει μία άλλη τάξη υποδοχέων που βρίσκονται στο κύτταρο.
• Αυτοί είναι ενδοκυττάριοι και μπορεί να είναι ή στο
κυτταρόπλασμα ή στον πυρήνα.
• Θα τους συναντήσουμε στις στεροειδείς και θυρεοειδικές
ουσίες.

29

Ενδοκυτταρικοί υποδοχείς 2/2


• Αυτοί οι υποδοχείς λειτουργούν ως εξής :
o Η ουσία που αναγνωρίζουν εισέρχεται μέσα στο κύτταρο και οι
ενδοκυτταρικοί υποδοχείς συνενώνονται μαζί της. Η χημική φύση
των υποδοχέων αυτών δεν μας είναι απόλυτα γνωστή. Το
σύμπλεγμα υποδοχέα και ουσίας πορεύεται στον πυρήνα του
κυττάρου όπου διεγείρει το DNA προς παραγωγή RNA το οποίο
μεταβαίνει στο τραχύ ενδοπλασματικό δίκτυο και οδηγεί σε
πρωτεϊνοσύνθεση.
o Κατά συνέπεια οι ενδοκυτταρικοί υποδοχείς δεν οδηγούν σε
απλή φωσφορυλίωση των υπαρχουσών πρωτεϊνών αλλά σε de
novo σύνθεση των πρωτεϊνών.

30
Ανδρογονικός ενδοκυτταρικός υποδοχέας

“Human androgen receptor and androgen binding”,


από Jonathan.Marcus με άδεια CC BY 3.0 31

Πρωτεϊνοσύνθεση

“Proteinsynthesis”, από Laikayiu


με άδεια CC BY-SA 3.0 32
Πυρήνας του κυττάρου 1/2
• Ο Πυρήνας και οι δομές του: Βρίσκεται σε όλα τα κύτταρα
που διαιρούνται.
• Εάν το κύτταρο χωριστεί στα 2, εκείνο το μέρος όπου δεν
υπάρχει πυρήνας θα πεθάνει.
• Ο πυρήνας αποτελείται από τα χρωματοσώματα, τις δομές
εκείνες που φέρουν μέσα τους όλο το κληρονομικό υλικό του
είδους καθώς και τα ιδιωτικά χαρακτηριστικά του φυτού,
ζώου, ή ανθρώπου.
• Κατά την ήρεμη ζωή του κυττάρου, η μόνη απόδειξη ύπαρξης
χρωματοσωμάτων είναι ανώμαλες συσσωρεύσεις ενός
σκούρου υλικού που καλείται χρωματίνη.

33

Πυρήνας του κυττάρου 2/2


• Κατά την κυτταρική διαίρεση τα ζεύγη των χρωματοσωμάτων
γίνονται ορατά.
• Κάθε χρωμόσωμα αποτελείται από μία στηρικτική πρωτεΐνη,
κι ένα γιγαντιαίο μόριο δεοσυξυριβονουκλεϊνικού οξέος
(DNA).
• Οι μονάδες της κληρονομικότητας είναι τα γονίδια πάνω στα
χρωματοσώματα. Κάθε γονίδιο είναι ένα μέρος από ένα DNA
μόριο.

34
DNA στον πυρήνα του κυττάρου 1/3
DNA + γονίδια (DNA + genes)
• To DNA βρίσκεται: 1) στα βακτήρια, 2) πυρήνες κυττάρων και
3) στα μιτοχόνδρια. Αποτελείται από 2 πολύ μακριές
νουκλεοτιδικές αλύσεις που περιέχουν τις βάσεις αδενίνη Α,
γουανίνη G, θυμίνη Τ και κυτοσίνη C (δίκλωνο μόριο).
• Οι άλυσοι είναι δεσμευμένες μεταξύ τους με υδρογονικούς
δεσμούς που ενώνουν Α-Τ και G-C. (Οι βάσεις είναι ή
πουρίνες ή πυριμιδίνες).
• Έτσι στο χώρο δημιουργείται ένα μόριο διπλής έλικας. Το
όλο DNA του οργανισμού έχει 3Χ109 ζεύγη βάσεων.

35

DNA στον πυρήνα του κυττάρου 2/3


• Το DNA είναι συστατικό των χρωματοσωμάτων και φέρει το
κληρονομικό μας υλικό. Κάθε χρωμόσωμα είναι κι ένα κομμάτι
από την αλυσίδα DNA. Το γενετικό υλικό κωδικοποιείται στις
αλύσους των πυριμιδινών και των πουρινών.
• Το γενετικό μήνυμα (message) είναι η αλληλουχία των αμινοξέων
κατά πώς φτιάχνονται οι πρωτεΐνες από το κύτταρο. Το μήνυμα
μεταφέρεται στις θέσεις σύνθεσης πρωτεϊνών (τραχύ
ενδοπλασματικό δίκτυο - κυτταρόπλασμα) με το RNA
(ριβονουκλεϊνικό οξύ).
• Ένα γονίδιο έχει καθοριστεί σαν το ποσό πληροφορίας που
χρειάζεται για να καθοριστεί ένα μοναχικό πεπτιδικό μόριο.

36
DNA στον πυρήνα του κυττάρου 3/3
• Η ανθρωπότητα τώρα χρησιμοποιεί την μοριακή βιολογία για
να συντάξει τον γενετικό χάρτη του ατόμου.
• Το 99% του γενετικού υλικού περνά από άνθρωπο σε
άνθρωπο.
• Ο πυρήνας των κυττάρων, περιλαμβάνει ένα πυρηνίσκο που
είναι πλούσιος σε RNA. Υπάρχουν κύτταρα με πολλούς
πυρηνίσκους. Πυρηνίσκοι υπάρχουν περισσότεροι στα
κύτταρα που μεγαλώνουν.

37

RNA
• Αντίγραφο (template) για την σύνθεση του RNA το οποίο θα
μετακινηθεί στο κυτταρόπλασμα όπου καθορίζει την σύνθεση των
πρωτεϊνών του κυττάρου.
• Ο πυρηνίσκος είναι λοιπόν η θέση όπου συντίθεται το RNA που
βρίσκεται στα ριβοσώματα του κυτταροπλάσματος.
• Ο πυρήνας κι αυτός περιβάλλεται από μία μεμβράνη (πυρηνική), η
οποία είναι διπλή, με αναδιπλώσεις. Η πυρηνική μεμβράνη είναι
κι αυτή ημιδιαπερατή κι επιτρέπει το πέρασμα μεγάλων μορίων
(π.χ. RNA) από τον πυρήνα στο κυτταρόπλασμα. Αυτές οι περιοχές
όπου η κυτταρική μεμβράνη είναι ασυνεχής ονομάζονται πόροι.

38
Πυρήνας, πυρηνίσκος, χρωματίνη

“Diagram human cell nucleus”, από Hawk-


Eye διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
39

DNA 1/3

Flam3 generated image of DNA από Sven Geier, 40


DNA 2/3

“DNA model”, από Caroline


Davis2010 με άδεια CC BY 2.0

“ADN animation”, από Elecbullet


διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 41

DNA 3/3

karimedalla.wordpress.com

42
DNA και RNA

από Sponk με άδεια CC BY-SA 3.0


“Difference DNA RNA-EN”,
43

Κύτταρο, πυρήνας και πυρηνίσκος

meganhowett.blogspot.gr
44
Το μοριακό υπόστρωμα του κυττάρου

45
“NIEHScell”, από Kogando με άδεια CC BY-SA 3.0

Ενδοπλασματικό δίκτυο 1/3


• Το ενδοπλασματικό δίκτυο (Ε.Δ.) είναι μια σειρά από
σωληνίδια στο κυτταρόπλασμα του κυττάρου. Τα τοιχώματά
τους φαίνεται ότι γίνονται από μεμβράνη.
Το ΕΔ διαιρείται σε :
1. Κοκκιώδες (τραχύ, αδρό), όπου υπάρχουν τα
ριβοσώματα και σε
2. Λείο όπου τα ριβοσώματα λείπουν.

46
Ενδοπλασματικό δίκτυο 2/3
• Τα ριβοσώματα είναι  15 nm στην διάμετρο και καθένα περιέχει
μια μεγάλη (50S) και μια μικρή (30S) υπομονάδα. Μερικές φορές
3-5 ριβοσώματα κολλούν μαζί φτιάχνοντας τα πολυριβοσώματα.
Τα ριβοσώματα έχουν 65% RNA και 35% πρωτεΐνη. Είναι ο τόπος
όπου συντίθενται οι πρωτεΐνες.
• Το λείο ΕΔ είναι ο τόπος που συντίθενται οι στεροειδείς ορμόνες
στα κύτταρα που εκκρίνουν στεροειδείς ουσίες και στα άλλα
κύτταρα χρησιμεύουν σαν θέση αποτοξίνωσης (!).
• Στους μυς το ΕΔ λέγεται σαρκοπλασματικό

47

Ενδοπλασματικό δίκτυο 3/3


“Endomembrane system diagram no text nucleus”, από File
Upload Bot (Magnus Manske) διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

48
Eνδοπλασματικό δίκτυο και συσκευή Golgi

“Nucleus ER golgi”, από Pbroks13 με άδεια CC BY 3.0 49

Συσκευή Golgi
• Είναι μια συλλογή από μεμβρανώδεις σωλήνες + κυστίδια
που είναι τοποθετημένα σαν ένας σωρός από πιάτα το ένα
πάνω στο άλλο.
• Είναι πολωμένη (cis+trans) και βρίσκεται κοντά στον πυρήνα.
• Πιστεύεται ότι πακετάρει τις πρωτεΐνες που θα εκκριθούν
από το κύτταρο. Πιθανώς παράγει τα εκκριτικά κοκκία που
περιέχουν ορμόνες και ένζυμα. Παράγει λυσοσσώματα.
Επίσης συνδέει υδατάνθρακες στις πρωτεΐνες κάνοντάς τις
γλυκοπρωτεΐνες.

50
Μιτοχόνδρια 1/3
• Κάθε μιτοχόνδριο είναι μια δομή που συνήθως μοιάζει με λουκάνικο.
Αποτελείται από μια εξωτερική μεμβράνη και από μία εσωτερική η
οποία πτυχούται. Το εσωτερικό των μεμβρανών καλείται στρώμα
(matrix).
• Τα μιτοχόνδρια είναι οι μονάδες του κυττάρου που δίνουν την
ενέργεια για αυτό συγκεντρώνονται όπου χρειάζεται ενέργεια.
• Στην εξωτερική μεμβράνη υπάρχουν ένζυμα που κάνουν οξειδώσεις.
• Το εσωτερικό του μιτοχονδρίου περιέχει τα ένζυμα του κύκλου του
κιτρικού οξέος, και την αλυσίδα των αναπνευστικών ενζύμων.
• Στα μιτοχόνδρια, λίπη, υδατάνθρακες και πρωτεΐνες γίνονται
CO2+H2O.

51

Εικόνα μιτοχονδρίου 1/2

“Mitochondrie”, από Tatoute με


άδεια CC BY-SA 3.0 52
Μιτοχόνδρια 2/3
• Εδώ γίνεται η οξειδωτική φωσφορυλίωση και η σύνθεση
μιας πρωτεΐνης με αυξημένη συγκέντρωση φωσφόρου (Ρ)
που καλείται ΑΤΡ (τριφωσφορική αδενοσίνη).
• Η ΑΤΡ είναι πηγή ενέργειας για φυτά και ζώα.
• Τα μιτοχόνδρια επίσης έχουν DNA άρα μπορούν να φτιάξουν
πρωτεΐνη.
• Μέχρι τώρα γνωρίζουμε ότι συντίθενται 13 ή 17 πρωτεΐνες.

53

Μιτοχόνδρια 3/3
• Το μιτοχονδριακό DNA είναι το δεύτερο γενετικό σύστημα
στο κύτταρο. Μόνο του το DNA των μιτοχονδρίων δεν
περιλαμβάνει αρκετή γενετική πληροφορία για την πλήρη
επιβίωση και αναπαραγωγή του κυττάρου.
• Το μιτοχονδριακό και το πυρηνικό DNA αλληλεπιδρούν στην
δημιουργία πρωτεϊνών στα μιτοχόνδρια.
• Το μιτοχονδριακό DNA μεταβιβάζεται στον απόγονο μόνο
από την μητέρα (από το ωοθυλάκιο) ενώ το πυρηνικό DNA
και από τους δύο γονείς.

54
Εικόνα μιτοχονδρίου 2/2

“Animal mitochondrion diagram el”, από Bibi Saint-Pol


με άδεια CC BY-SA 3.0 55

Λυσοσώματα 1/2

Μέσα στο κυτταρόπλασμα υπάρχουν μεγάλες και πολλές φορές


ανώμαλες δομές που περιβάλλονται από μεμβράνη και μπορεί να
περιέχουν ή κομμάτια από κυτταρικές δομές ή εξωτερικές του
κυττάρου ουσίες.
Ονομάζονται λυσοσώματα και περιέχουν ένζυμα που θα
μπορούσαν να καταστρέψουν τις περισσότερες κυτταρικές δομές
εάν δεν είχαν διαχωριστεί από το κυτταρόπλασμα με μεμβράνη.

56
Λυσοσώματα 2/2
Αποτελούν το γαστρεντερικό σύστημα «πέψης» του κυττάρου.
Εξωγενείς ουσίες όπως τα βακτηρίδια εισβάλλουν στο κύτταρο
και περικλείονται από κυστίδια (φαγοκυτταρικά). Τα κυστίδια
ενώνονται με ένα λυσόσωμα (φαγοκυτταρικό λυσόσωμα) και οι
μεμβράνες τους συγχωνεύονται. Το αυτό φαινόμενο μπορεί να
συμβεί και με κυτταρικές δομές που δεν χρειάζονται πια
(αυτοφαγοκυτταρικό λυσόσωμα).
 Όταν ένα κύτταρο πεθαίνει τα ένζυμα των λυσοσωμάτων
κάνουν αυτόλυση των υπολοίπων.

57

Εικόνες λυσοσωμάτων

“HeLa cell endocytic pathway labeled for EGFR and


transferrin”, από Putneybridgetube με άδεια CC BY
3.0
“Endocytic pathway of animal cells showing EGF receptors, transferrin receptors and
mannose-6-phosphate receptors”, από Putneybridgetube με άδεια CC BY-SA 3.0 58
Κεντριόλια
• Στο κυτταρόπλασμα υπάρχουν 2 κοντοί κύλινδροι που ονομάζονται
κεντριόλια. Βρίσκονται κοντά στον πυρήνα και σε γωνία το ένα σε
σχέση με το άλλο. Κατά μήκος κάθε κεντριολίου υπάρχουν ομάδες
από 3 σωλήνες που κατέρχονται καθέτως. Υπάρχουν 9 τριάδες σε
κανονικά διαστήματα.
• Τα κεντριόλια φαίνεται ότι συμμετέχουν στην κίνηση των
χρωματοσωμάτων κατά την διαίρεση του κυττάρου.
• Στην διαίρεση, στην αρχή της μίτωσης, διπλασιάζουν τον εαυτό
τους και ανά ζεύγη πια κινούνται προς τους πόλους της μιτωτικής
ατράκτου και βοηθούν την κυτταρική διαίρεση.

59

Διαίρεση του κυττάρου


“Three cell growth types-el”, από Περίεργος με
άδεια CC BY-SA 3.0

60
Μικροϊνίδια και Μικροσωληνίσκοι
Τα περισσότερα κύτταρα περιέχουν μικροϊνίδια και
μικροσωληνίσκους.
• Οι μικροσωληνίσκοι είναι μακριές, κενές δομές με δ=25 nm. Τα
μικροϊνίδια είναι στερεές δομές 4-6 nm.
• Οι μικροσωληνίσκοι βρίσκονται στις μιτωτικές ατράκτους των
κυττάρων που διαιρούνται και στα νευρικά κύτταρα - βοηθούν την
δομική ισορροπία. Καταστρέφονται από την κολχικίνη.
• Τα μικροϊνίδια φαίνεται ότι βοηθούν την κίνηση του κυττάρου.
Περιέχουν ουσία την τουμπουλίνη (tubulin) που μοιάζει με την
ακτίνη των μυών. Καταστρέφονται από την κυτοχολασίνη.

61

Πρωτεΐνη μικροσωληνίσκου

“Kinesin cartoon”, από Moez με άδεια CC BY-SA 3.0


62
Εκκριτικά κοκκία
Κύτταρα που εκκρίνουν πρωτεΐνες.
Τυπικά κοκκία είναι τα κοκκία των ορμονών στην πρόσθια
υπόφυση, τα κοκκία της ρενίνης στην παρασπειραματική
συσκευή του νεφρού και τα κοκκία των πρωτεολυτικών
ενζύμων που βρίσκονται στο εξωκρινικό πάγκρεας.
Περιέχουν πρωτεΐνες που έχουν συντεθεί από το ΕΔ,
πακεταριστεί από την συσκευή Golgi και είναι συσκευασμένα
να φύγουν από το κύτταρο (εξωκυττάρωση).

63

Γρήγορη Επανάληψη Πρωτεϊνών 1/2


• Μόρια που αποτελούνται από αμινοξέα (Α) ενωμένα μαζί με
πεπτιδικούς δεσμούς. Το ένα τελικό τους άκρο έχει καρβοξύλιοτο
άλλο αμινομάδα.
– Πρωτοταγής
– Δευτεροταγής
– Τριτοταγής } Δομή
– Τεταρτοταγής
• Εάν :
– 2-20 Αμινοξέα = πεπτίδιο
– } 20-100 « = πολυπεπτίδιο
– > 100 « = πρωτεΐνη
64
Γρήγορη Επανάληψη Πρωτεϊνών 2/2
• Οι πρωτεΐνες (εκτός από τα νουκλεϊνικά οξέα) είναι τα
σπουδαιότερα μόρια της ζωής.
• Οι πρωτεΐνες στην μεμβράνη είναι:
1. Ένζυμα.
2. Μεταφορείς.
3. Υποδοχείς.
4. Δομικές .
5. Συνυφασμένες ή περιφερικές.
6. Μπορεί να βοηθούν κανάλια.

65

Κύτταρο - Κοινά οργανίδια στα κύτταρα


(επανάληψη)
1. Κυτταρικές μεμβράνες,
2. Πυρήνας,
3. Ενδοπλασματικό δίκτυο,
4. Συσκευή Golgi,
5. Μιτοχόνδρια,
6. Λυσοσώματα,
7. Κεντιόλια,
8. Μικροσωληνίσκοι – Μικροϊνίδια,
9. Εκκριτικά κοκκία.

66
1. Κυτταρική μεμβράνη
Κυτταρική μεμβράνη (7.5 nm) πρωτεΐνες και φωσφολιπίδια.

• πρωτεΐνες,
• channels, pumps, carriers, receptors, enzymes.

o ημιδιαπερατή, μη στατική, δυναμική,


o tight junction (συνένωση) – fusion,
o adherens junction (15-35 nm) (δεσμοσώματα),
o gap function (nexus) (2nm)-ένωση κενού

67

2. Πυρήνας και δομές


Πυρήνας (+ και δομές) στα διαιρετά κύτταρα.
• χρωμοσώματα / (διαίρεση),
• χρωματίνη (ηρεμία),
• DNA,
• Γονίδια (genes).

• πυρηνίσκος – RNA,
• πυρηνική μεμβράνη - διπλή ημιδιαπερατή- αναδιπλώσεις-
πόροι.

68
3. Ενδοπλασματικό Δίκτυο
1. Τραχύ - ριβοσσώματα – σύνθεση,
(65% RNA/35% πρωτεΐνη),
(50S/30S) υπομονάδα,
Πρωτεϊνοσύνθεση
2. Λείο - στεροειδείς ουσίες,
Αποτοξίνωση.
3. Σαρκοπλασματικό  Μύες.

69

4. Συσκευή Golgi
Κοντά στον πυρήνα / polarized cis/trans

• «πακετάρει» πρωτεΐνες,
• παράγει εκκριτικά κοκκία,
• παράγει λυσοσσώματα,
• παράγει - προσθέτει υδατάνθρακα στις
πρωτεΐνες  γλυκοπρωτεΐνες.

70
5. Μιτοχόνδρια
Μιτοχόνδρια : λουκάνικο, πτυχές } - αναπνευστικά ένζυμα.

• εξωτερική μεμβράνη - ένζυμα οξειδώσεων.


• εσωτερική μεμβράνη - ένζυμα κιτρικού κύκλου.

o οξειδωτική φωσφορυλίωση.
o ΑΤΡ = πηγή ενέργειας.
o DNA (μιτοχονδρίων) .

71

6. Λυσοσώματα
Λυσοσώματα : Το γαστρεντερικό σύστημα του κυττάρου.

• Πέψη κυτταρικών (αυτοφαγοκυτταρικά) ή εξωγενών ουσιών


(ετεροφαγοκυτταρικά) π.χ. βακτηρίδια.

• Στον θάνατο του κυττάρου - αυτολύει .

72
7. Κεντριόλια
• 2 κοντοί κύλινδροι σε γωνία.
• Διπλασιάζονται στην διαίρεση.
• Έλκουν τα χρωμοσώματα.

73

8. Μικροϊνίδια
Μικροϊνίδια : στερεές δομές δ = 4-6 nm, κίνηση

* Μικροσωληνίσκοι - ακτίνη (G-ακτίνη F-ακτίνη)


• μυοσίνη (Ι),
• α, b, γ tubulin,
• μακριές, κενές δομές δ = 25 nm,
• Στις μιτωτικές ατράκτους, στην κυτταρική διαίρεση, στους
νευράξονες,
• δομική ισορροπία.

74
9.Εκκριτικά κοκκία

• Εκκριτικά κοκκία με
πρωτεΐνες που έχει
συσκευάσει το κύτταρο,
έτοιμα να βγουν με
εξωκυττάρωση.

earlypregnancy.org

75

Τα διαμερίσματα υγρών του οργανισμού


• Όλα τα κύτταρα των ζώων, επιγείων και θαλασσίων υπάρχουν μέσα
σε μια θάλασσα εξωκυτταρίου υγρού (extracellular fluid - ECF), από
όπου παίρνουν τροφικά συστατικά και Ο2 και όπου διοχετεύουν τα
μεταβολικά τους προϊόντα.
• Το ECF είναι πιο διαλυτό από το θαλάσσιο υγρό αλλά η σύνθεσή του
μοιάζει με τους αρχέγονους ωκεανούς από όπου η ζωή ξεκίνησε.
• Το ECF χωρίζεται σε δύο διαμερίσματα:
1. το ενδιάμεσο υγρό (intertitial fluid) και
2. το κυκλοφορούν πλάσμα του αίματος.

76
Είδη κυττάρων στο σώμα 1/2
Κύτταρα επιφάνειας δέρματος
Κύτταρα του αίματος

Red White Blood cells


Skin layers
Κύτταρα οστών Σκελετικό
μυϊκό
κύτταρο

77
604 Bone cells 1022 Muscle Fibers (small)

Είδη κυττάρων στο σώμα 2/2

Καρδιακό μυϊκό κύτταρο


1020 Cardiac Muscle Κύτταρα χαλαρού μυϊκού ιστού
1029 Smooth Muscle Motor Units

Νευρώνας Επιθηλιακά κύτταρα


Neuron education-portal.com 78
Κύτταρα του αίματος

“Red blood cells illustration”, από Fæ διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 79

Κύτταρα του δέρματος

80
“Skin layers”, από Stvltvs με άδεια CC BY-SA 3.0
Ωάριο με σπερματοζωάριο 1/2

LuMaxArt FS Collection Orange0170 από lumaxart.com/ με άδεια CC BY-SA 2.0


81

Ωάριο με σπερματοζωάριο 2/2

“Sperm-egg”, από Cropbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

82
Νευρώνας

“Neuron-SEM”, από Itsmine με άδεια GNU GENERAL PUBLIC LICENSE 83

Νευρώνες

Mouse cingulate cortex neurons από Shushruth με άδεια CC BY-SA 2.0 84


Διάφορα είδη νευρώνων

1. Unipolar neuron
2. Bipolar neuron
3. Multipolar neuron
4. Pseudounipolar neuron

“Neurons uni bi multi pseudouni”, από Jonathan Haas με άδεια CC BY-SA 3.0 85

Τυπικός μεγάλος νευρώνας


Dendrite
Axon terminal

Nobe of
Ranvier
Soma

Axon

Schwann cell

Myelin sheath
Nucleus

“Neuron Hand-tuned”, από Faigl.ladislav με άδεια CC BY-SA 3.0

86
Τυπικός νευρώνας με μυελίνη

“Neuron with oligodendrocyte


and myelin sheath”, από Andrew
c διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 87

Εξωκυττάριο υγρό 1/2


• Το ενδιάμεσο υγρό είναι εκείνο το μέρος του ΕCF που βρίσκεται έξω
από το αγγειακό σύστημα και διαβρέχει τα κύτταρα.
• Από τον ολικό όγκο Η2Ο του σώματος (total body water - TBW) 1/3
είναι ECF και 2/3 ενδοκυττάριο.
• Εάν ενεθούν ουσίες που μπορεί θεωρητικά να παραμείνουν σε ένα
διαμέρισμα, τότε μπορούμε να μετρήσουμε τον όγκο του εκάστοτε
υγρού διαμερίσματος που λέγεται όγκος διασποράς (volume of
distribution) ο οποίος ισούται με το ποσό που ενέθηκε μείον το
ποσό που απομακρύνθηκε (με το μεταβολισμό ή την απέκκριση)
διαιρούμενο δια της συγκεντρώσεως της ουσίας στο δείγμα.

88
Εξωκυττάριο υγρό 2/2
• Ο όγκος διασποράς (volume of distribution) μπορεί να
υπολογισθεί για κάθε ουσία στον οργανισμό.
• Ο όγκος του πλάσματος μετριέται με χρωστικές που ενίεται
και δεσμεύονται από τις πρωτεΐνες του πλάσματος ιδίως την
χρωστική Evans blue. Επίσης με ουσίες ραδιενεργές όπως η
ραδιενεργός αλβουμίνη.

89

Σύσταση υγρών στον άνθρωπο


ΑΝΘΡΩΠΟΣ
• 18% weight πρωτεΐνες
• 7% άλατα – (minerals)
• 15% λίπος
• 60% Η2Ο (40% ενδοκυττάριο και 20% εξωκυττάριο)
o 25% πλάσμα και
o 75% ενδιάμεσο.

90
Υπολογισμός υγρών διαμερισμάτων
• Εάν ξέρουμε: 1) τον όγκο πλάσματος και τον 2) αιματοκρίτη
ο ολικός όγκος αίματος = όγκος πλάσματος Χ 100
100 Χ αιματοκρίτη,
• όγκος ερυθρών = ολικός όγκος αίματος - όγκος πλάσματος,
• Το εξωκυττάριο υγρό είναι δύσκολο να μετρηθεί γιατί τα όρια του ασαφή
(π.χ. η λέμφος μετριέται μαζί με το ECF). Υπάρχουν μερικά διαμερίσματα
υγρών, όπως το εγκεφαλονωτιαίο, το υγρό στο μάτι που είναι μικρά και
καλούνται διακυττάρια υγρά (transcellular fluids).
• Για τη σήμανση του ECF χρησιμοποιείται η ραδιενεργός ινουλίνη.
– Το ενδιάμεσο υγρό μετριέται έμμεσα, αφαιρώντας τον όγκο του
πλάσματος από το ECF.
– Το ενδοκυττάριο υγρό δεν μετριέται ευθέως και μετριέται αφαιρώντας
το ECF από το ολικό βάρος σώματος (TBW).

91

Τα βλαστοκύτταρα
ΕΙΔΙΚΑ ΚΥΤΤΑΡΑ υπάρχουν πολλά.

Σήμερα όμως τα πιο δημοφιλή έχουν γίνει


«Τα βλαστοκύτταρα».

92
Από το πολυδύναμο στο μονοδύναμο
κύτταρο

93
“Stem cells diagram”, από Rasbak με άδεια CC BY-SA 2.5

Τα κύτταρα είναι σημαντικά στην


επιστήμη της ζωής γιατί είναι η βάση
και η μονάδα της ζωής.
Ενότητα 2: Αίμα

Στοιχεία του αίματος


• Ο υγρός ιστός που ονομάζεται αίμα και κυκλοφορεί μέσα στα
αγγεία του σώματος , εξασφαλίζοντας τη χημική επικοινωνία μεταξύ
των διαφόρων ιστών , αποτελείται από τα έμμορφα (συστατικά)
κύτταρα και το πλάσμα.
• Τα έμμορφα συστατικά του αίματος είναι τα ερυθρά αιμοσφαίρια
που συνιστούν τον κύριο όγκο των κυττάρων του σώματος και
μεταφέρουν Ο2 και μερικώς CO2. Τα λευκά αιμοσφαίρια ή
λευκοκύτταρα αποτελούν το 1/600 του όγκου του ερυθροκυττάρου
και διακρίνονται σε πολυμορφοπύρηνα ουδετερόφιλα, βασεόφιλα,
ηωσινόφιλα, μεγάλα μονοπύρηνα και λεμφοκύτταρα. Υπάρχουν και
τα αιμοπετάλια.
• Το πλάσμα είναι υδατικό διάλυμα και αντιπροσωπεύει το 55 % του
όγκου του αίματος.

1
Παρουσίαση στοιχείων αίματος

“Blausen 0425 Formed Elements”, από


BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0 2

Ερυθρά αιμοσφαίρια

“Sedimented red blood cells”, από


MDougM διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
3
Λειτουργίες του αίματος 1/2
Μεταφέρει :
• Ο2 από τους πνεύμονες στους ιστούς και μεταφέρει το CO2
από τους ιστούς στους πνεύμονες,
• Θρεπτικές ουσίες που απορροφώνται από το γαστρεντερικό
σωλήνα,
• Ορμόνες, βιταμίνες, ένζυμα από τη θέση παραγωγής στο
σώμα,
• Τελικά προϊόντα καταβολισμού,
• Θερμότητα.

Λειτουργίες του αίματος 2/2


• Τα υδρόφιλα συστατικά του αίματος μεταφέρονται
ελεύθερα. Τα υδρόφοβα συνδέονται με ειδικές συνδετικές
πρωτεΐνες.
• Συμβάλλει επίσης στην διατήρηση της οξεοβασικής
ισορροπίας , στη ρύθμιση ανταλλαγής Η2Ο και στην άμυνα
του οργανισμού ( ειδικά μέσω των λευκοκυττάρων, μη
ειδικών μηχανισμών, αντισωμάτων, συμπληρώματος, και C –
αντιδρώσης πρωτεΐνης.

5
Φυσικοχημικές ιδιότητες του αίματος 1/3
• Είναι αδιαφανές, αλμυρό, παχύρευστο υγρό και οι ιδιότητες
του περιλαμβάνουν:
1. Χρώμα.
2. Ιξώδες.
3. Πυκνότητα.
4. Την αντίδραση του.

Φυσικοχημικές ιδιότητες του αίματος 2/3


• Χρώμα: Εξαρτάται από την οξυγόνωση και οφείλεται στην
αιμοσφαιρίνη (Hb). Εάν η Hb είναι οξυγονωμένη ( Hb – O2 ) το
χρώμα του αίματος είναι ερυθρό έντονα π.χ. αρτηριακό ( 100%
HbO2 ), εάν είναι φλεβικό τότε περιέχει 65 % HbO2 και 35 %
αναχθείσα αιμοσφαιρίνη.
• Ιξώδες ή γλοιότητα: Τα μόρια των διαφόρων υγρών παρουσιάζουν
μια συνοχή που τείνει να προκαλέσει ολίσθηση της μιας
στοιβάδας. Η αντίσταση στην δύναμη ροής ενός υγρού και
επομένως του αίματος ονομάζεται ιξώδες. Η γλοιότητα εξαρτάται
από τον αριθμό των έμμορφων συστατικών και την γλοιότητα του
πλάσματος (δηλαδή την περιεκτικότητά του σε λευκωματίνες και
σφαιρίνες).

7
Φυσικοχημικές ιδιότητες του αίματος 3/3
• Πυκνότητα αίματος / ειδικό βάρος: 1.059 g/cm2 στους 25ο C
και υφίσταται διακυμάνσεις που εξαρτώνται από τα
συστατικά του.
• Αντίδραση pH: Ελαφρώς αλκαλική με τιμή pH 7.33 – 7.45
στους 38o C.

Ολικός όγκος αίματος


• Ολικός όγκος αίματος αποτελεί το 7 – 8 % του βάρους του σώματος
(άτομο βάρους 70 kg έχει 4.9 – 5.6 lt αίματος).
• Ο όγκος αίματος εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως:
• Αύξηση:
o Παρατηρείται στις εγκύους,
o Στους διαβιούντες σε μεγάλα υψόμετρα,
o Σε άτομα με αύξηση της μυϊκής μάζας.
• Ελάττωση :
o Παρατηρείται στους παχύσαρκους,
o Υφίσταται πρόσκαιρες μεταβολές στην διάρκεια της πέψης,
o Μετά από έντονη εφίδρωση, διάρροιες και αιμορραγίες.
9
Αιματοκρίτης 1/2
Ο αιματοκρίτης (Hct) που η τιμή του εκφράζεται ως %
• Στους άνδρες : 40 – 54 % ή 0.40 – 0.54 L/L
• Στις γυναίκες : 37 – 45 % ή 0.37 – 0.45 L/L
• Στα παιδιά : 35 – 44 % ή 0.35 – 0.44 L/L
• Μέση τιμή στους ενήλικες 45 %
Η τιμή 45 % σημαίνει ότι το 45 % του όγκου του αίματος
αντιπροσωπεύεται από έμμορφα συστατικά και το 55 % από πλάσμα.
Επειδή > από 99 % των εμμόρφων συστατικών είναι ερυθρά
αιμοσφαίρια, στην πράξη ο Hct ταυτίζεται ουσιαστικά με τον όγκο
των ερυθρών αιμοσφαιρίων.

10

Αιματοκρίτης 2/2
• Για την μέτρηση, λαμβάνεται φλεβικό αίμα με αντιπηκτικό,
τοποθετείται σε ειδικό σωληνάριο με διάμετρο 5mm και
φυγοκεντρείται για 15 min στις 3000 στροφές. Τα
ερυθροκύτταρα καθιζάνουν και η λευκωπή στοιβάδα που
παραμένει είναι το πλάσμα. Ο αριθμημένος σωλήνας δείχνει
την τιμή του αιματοκρίτη.

11
Εμβρυϊκή και μετεμβρυϊκή αιμοποίηση 1/5
• Αιμοποίηση καλείται η λειτουργία που οδηγεί στην
παραγωγή όλων των εμμόρφων συστατικών του αίματος. Τα
όργανα και οι ιστοί στους οποίους συντελείται η παραγωγή
των κυττάρων του αίματος χαρακτηρίζονται αιμοποιητικά
όργανα ή αιμοποιητικοί ιστοί.
• Ο κύριος αιμοποιητικός ιστός είναι ο μυελός των οστών.

12

Εμβρυϊκή και μετεμβρυϊκή αιμοποίηση 2/5


• Εμβρυϊκή Αιμοποίηση :
o Συντελείται στον μυελό των οστών, στο ήπαρ, στο θύμο, στους
λεμφαδένες και στον σπλήνα. Τα κύτταρα του αίματος
προέρχονται από την αιμοτοκυτοβλάστη, ένα αρχέγονο
πολυδύναμο κύτταρο, που εμφανίζεται την 3η εβδομάδα
κύησης. Οι αιματοκυτοβλάστες διαφοροποιούνται και δίνουν
γένεση σε 2 αιμοποιητικούς ιστούς, στον μυελικό και στον
λεμφικό.
o Ο μυελικός ιστός είναι ο ιστός απ’ όπου προέρχονται όλα τα
είδη των κυττάρων του εμβρύου. Ο λεμφικός ιστός
εμφανίζεται αργότερα και βρίσκεται στα λεμφοζίδια , στα
αυτοτελή λεμφικά όργανα (θύμο, λεμφαδένες, σπλήνας).

13
Εμβρυϊκή και μετεμβρυϊκή αιμοποίηση 3/5
• Μετεμβρυϊκή Αιμοποίηση :
o Τόπος αιμοποίησης είναι μόνο ο μυελός των οστών με εξαίρεση
τα λεμφοκύτταρα που παράγονται στα λεμφικά όργανα.
o Αρχικά υπάρχει το αρχέγονο μητρικό αιμοποιητικό όργανο ή
αιμοκυτοβλάστη.
o 5 % προέρχονται τα πολυδύναμα μυελικά και πολυδύναμα
λεμφικά κύτταρα.

14

Εμβρυϊκή και μετεμβρυϊκή αιμοποίηση 4/5


• Πολυδύναμα Μυελικά Προγονικά Κύτταρα :
o Πραγματικά προγονικά κύτταρα με την ποιότητα της
ανανέωσης που διαφοροποιούνται και ωριμάζουν προς μια
καθορισμένη μυελική σειρά και αποκτούν χαρακτηριστικά που
επιτρέπουν την αναγνώριση τους.
o Στην διαφοροποίηση των προγονικών αιμοποιητικών κυττάρων
παίζουν ρόλο οι ονομαζόμενοι αυξητικοί παράγοντες και
πολυπεπτίδια με χαρακτηριστικά ορμονών ως CSF (Colony
Stimulating Factors).

15
Εμβρυϊκή και μετεμβρυϊκή αιμοποίηση 5/5
• Πολυδύναμα Λεμφικά Προγονικά (μητρικά) Κύτταρα :
o Υπάρχουν και πολυδύναμα ( μητρικά ) προγονικά αιμοποιητικά
κύτταρα (L – HSC) (Lymphoid Hemopoietic Stem Cell). Πρόκειται
για προγονικά λεμφοκύτταρων τα οποία διαφοροποιούμενα
δίνουν γένεση στις προγονικές σειρές (λεμφοσειρές) των Β και
Τ λεμφοκυττάρων

16

Μυελός των οστών 1/3


• Ο μυελός των οστών βρίσκεται στα σπογγώδη οστά
(σπόνδυλοι, πλευρές, άνω άκρο μηριαίου και στα πλατέα
οστά της πυέλου), στις επιφύσεις των επιμηκών οστών.
Αποτελεί διάχυτο αιμοποιητικό όργανο και παράγει
αιμοσφαιρίνη. Χαρακτηρίζεται από έντονη αιμοποιητική
δραστηριότητα και καθημερινά παράγει 100 – 200 δις
ερυθροκύτταρα.
• Ο λιπώδης ωχρός μυελός βρίσκεται στον αυλό των επιμήκων
οστών, συνίσταται από λιπώδη κύτταρα και συνδετικό ιστό
και είναι αδρανής, δεν συμμετέχει δηλαδή, στην αιμοποίηση.

17
Αιμοποίηση

18
“Hematopoiesis (human) diagram”, από Mikael Häggström διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Πολυδύναμο αιμοποιητικό κύτταρο

anthologio.wordpress.com

19
Μυελός των οστών 2/3
• Ο μυελός μελετάται με το μυελόγραμμα που αφορά την
εξέταση των κυττάρων του μυελού και αποτελεί εξέταση
εκλογής για διαπίστωση ύπαρξης και κατάληψης του μυελού
από παθολογικά κύτταρα (π.χ. οξεία λευχαιμία). Ο μυελός
λαμβάνεται με παρακέντηση με τροκάρ υπό τοπική
αναισθησία από το φλοιό του οστού όπου είναι άφθονος η
οποία γίνεται συνήθως στο στέρνο ή στην οπίσθια λαγόνιο
άκανθα.

20

Μυελός των οστών 3/3


• Η βιοψία του μυελού γίνεται με ειδικό τροκάρ με το οποίο
αποκόπτεται μικρό κομμάτι του μυελού και μελετάται ο
μυελός επί τόπου.
• Στην βιοψία του μυελού , εκτιμάται πιο σωστά η κυτταρική
αφθονία και μόνο έτσι αποκαλύπτονται οι αλλοιώσεις του.

21
Λεμφαδένες 1/2
• Η εξέταση των λεμφαδένων , περιλαμβάνει το αδενόγραμμα,
την βιοψία λεμφαδένων και το σπληνόγραμμα.
• Αδενόγραμμα: Μελέτη λεμφικού ιστού ενός λεμφαδένα και
καθορισμός αναλογιών των διαφόρων κυττάρων.

22

Λεμφαδένες 2/2
• Βιοψία Λεμφαδένων: Λήψη του λεμφαδένα και ιστολογική
του εξέταση συνήθως υπό γενική αναισθησία για διάγνωση
αδενοπάθειας
• Σπληνόγραμμα: Μελέτη του ιστού του σπληνός και γίνεται με
παρακέντηση (και πολύ λεπτή βελόνα χωρίς αναρρόφηση)
λαμβάνεται σπληνικός ιστός για επίχρισμα

23
Γενική αίματος 1/6
• Η καθίζηση των ερυθρών δηλαδή , ο διαχωρισμός του
πλάσματος από τα έμμορφα συστατικά με την επίδραση της
βαρύτητας. Αίμα με αντιπηκτικό τοποθετείται σε σωλήνα
ορισμένων διαστάσεων και το σύνολο φέρεται κατακορύφως.
Με την πάροδο του χρόνου επέρχεται ο διαχωρισμός.
• Φάση συσσωμάτων.
• Φάση καθίζησης συσσωμάτων.
• Φάση επιβράδυνσης της καθίζησης.

24

Γενική αίματος 2/6


Για τον προσδιορισμό της ΤΚΕ χρησιμοποιείται σωλήνας 200mm
αντιπηκτικό διάλυμα κιτρικού Na 3.8 % και η προκύπτουσα
αραίωση είναι 20 %

Φυσιολογικές Τιμές :
Φύλλο 1η ώρα 2η ώρα 24 ώρες
Άρρεν 3 – 5 mm Μέχρι 15 mm 70- 80 mm
Γυναίκες 3 - 8 mm Μέχρι 12 mm 100 – 110 mm

25
Γενική αίματος 3/6
Αιμόγραμμα:
• Φλεβικό αίμα από ενήλικα.
• Τριχοειδές αίμα από παιδί.
Ποσοτική Ανάλυση Έμμορφων Συστατικών:
• Με χρήση χειρών (σε μικροσκαφίδια ).
• Χρήση ηλεκτρονικών απαριθμητών.
• Σύγχρονα μέσα μελετούν αυτομάτως (Coulter) την επί %
αναλογία όλων των έμμορφων συστατικών (γενική αίματος).

26

Γενική αίματος 4/6


• Hct: Η σχέση που εκφράζει τον όγκο που καταλαμβάνουν τα
έμμορφα συστατικά προς τον όγκο αίματος που τα περιέχει
ονομάζεται Hct (αιματοκρίτης)
• Hb: Είναι μόριο που αποτελείται από αίμη / σφαιρίνη / Fe
και δεσμεύει O2 που μεταφέρει στους ιστούς
ανταλλάσσοντας το με CO2 που αποβάλλει.
• MCV (Μέσος όγκος ερυθρών): Υπολογίζεται διαιρώντας τον
όγκο των αιμοσφαιρίων που περιέχονται σε 1mm3 αίματος
(δίδεται από Hct) δια του αριθμού των ερυθροκυττάρων, που
υπάρχουν στον ίδιο όγκο (ο αριθμός δίδεται με αρίθμηση
τους) και εκφράζεται σε fl.

27
Γενική αίματος 5/6
Φυσιολογικές Τιμές:
85 – 95 fl Νορμοκυττάρωση
< 85 Μικροκυττάρωση
> 97 Μακροκυττάρωση

28

Γενική αίματος 6/6


• MCHV : (Μέση συγκέντρωση αιμοσφαιρίνης) υπολογίζεται
διαιρώντας την μετρηθείσα Hb δια τα υπολογισθέντος Hct→
𝐻𝑏 𝑔/𝑑 × 100
𝑀𝐶𝐻𝑉 =
𝐻𝑐𝑡(%)
32 – 36 Νορμοχρωμία
< 32 Υποχρωμία
> 36 Υπερχρωμία
MCH : (Μέση περιεκτικότητα ερυθροκυττάρων σε αιμοσφαιρίνη)
Διαιρώντας την Hb δια του αριθμού των ερυθροκυττάρων, και
δείχνει το μέσο βάρος της Hb ανά ερυθροκύτταρο MCH = Hb/RBC
28 – 34 pg Νορμοχρωμία
< 28 Υποχρωμία
> 34 Υπερχρωμία
29
Δομή ερυθροκυττάρου 1/3
• Το ερυθροκύτταρο είναι ένα απύρηνο κύτταρο και για τον
λόγο αυτό στερείται πρωτεϊνοσύνθεσης.
• Έχει σχήμα αμφίκοιλου δίσκου που επιτρέπει την
περισσότερο ομοιόμορφη και ταχεία διάχυση των αερίων απ’
ότι όταν είχε ένα σφαιρικό σχήμα γιατί η απόσταση κέντρου
και επιφανείας γίνεται μικρότερη.
• Το σχήμα αυτό αυξάνει την ωφέλιμη επιφάνεια του κατά
30%.

30

Ερυθροκύτταρο

“Erythrocyte deoxy”, από Rogeriopfm


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

31
Ερυθροκύτταρο, λευκό, αιμοπετάλιο

“Red White Blood cells”, από WhatamIdoing


διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

32

Ερυθρά στην αγγειακή κοίτη

“blood blood plasma red blood cells plasma


infection ”, από geralt διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

33
Δομή ερυθροκυττάρου 2/3
• Το σχήμα του ερυθροκυττάρου θεωρείται σχήμα ισορροπίας,
πράγμα που τα ερυθρά το εμφανίζουν όταν βρίσκονται εντός
του πλάσματος.
• Περιβάλλεται από μεμβράνη εύκαμπτη και όχι τόσο
ελαστική.
• Λόγω αυτού, το ερυθροκύτταρο μπορεί να υποστεί μεγάλες
παραμορφώσεις όταν διέρχεται από τριχοειδή.
• Η μεμβράνη του ερυθρού όμως είναι παρόμοια με των
άλλων κυττάρων.

34

Μεμβράνη ερυθρού

“RBC membrane major proteins”, από TimVickers διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


35
Δομή ερυθροκυττάρου 3/3
• Εκτός του πλάσματος τα ερυθροκύτταρα λαμβάνουν σχήμα
σφαιρικό και η σφαιρικότητα αυτή αποδίδεται στην απουσία
μιας πρωτεΐνης του πλάσματος.
• Τα σφαιροκύτταρα είναι λιγότερο εύκαμπτα και είναι
λιγότερο πιθανό να επιβιώσουν σε αντίξοες συνθήκες, όπως
π.χ. από βλάβη αντισωμάτων.

36

Λειτουργία ερυθροκυττάρου 1/3


• Η μεμβράνη του ερυθρού όμως είναι παρόμοια με των άλλων
κυττάρων.
• Η μεμβράνη αποτελείται από:
1. Διπλοστοιβάδα φωσφολιπιδίων .
2. Διαμεμβρανικές πρωτεΐνες και υποστηρίζεται από
υπομεμβρανικό σκελετό που προσδίδει ευλυγισία και
ανθεκτικότητα.
3. Σπεκτρίνη (άλυσος-πλέγμα).
4. Ανκυρίνη διαμεμβρανική πρωτεΐνη) που επιτρέπει την
ανταλλαγή HCO3¯ / Cl ¯ και απομάκρυνση του CO2.
5. Η μεμβράνη έχει διάφορες αντλίες κατιόντων (ΑTPασες) π.χ.
Na+ K + ATPαση και Ca++ ATPάση και υποδοχείς.

37
Λειτουργία ερυθροκυττάρου 2/3
• Το πρωτόπλασμα του ερυθροκυττάρου είναι ομοιογενές,
στερείται δε οργανιδίων.
• Μοιάζει σε σύνθεση με τα άλλα κύτταρα π.χ. H2O 65-70%,
ανόργανα στοιχεία, άλατα, οργανικές ουσίες, K+, κ.α.
• Υπάρχουν δε ένζυμα της αναερόβιας γλυκόλυσης και
αερόβιας διεργασίας απελευθέρωσης ενέργειας.

38

Λειτουργία ερυθροκυττάρου 3/3


• Στο πρωτόπλασμα υπάρχουν η αναπνευστική χρωστική, η
αιμοσφαιρίνη και οι μηχανισμοί προστασίας της
αιμοσφαιρίνης από οξειδωτικές ουσίες.
• Η λειτουργία του ερυθροκυττάρου, βασίζεται στην
λειτουργία του μορίου της αιμοσφαιρίνης και στην
λειτουργία της ανταλλαγής των αερίων.

39
Οδοί παραγωγής ενέργειας ερυθρού 1/2
• Ανασύνθεση του ATP (αναερόβια γλυκόλυση).
• Τα φυσιολογικά ερυθροκύτταρα λειτουργούν με αερόβια
διεργασία.

40

Οδοί παραγωγής ενέργειας ερυθρού 2/2


• Η αναερόβια (κύκλος Emben- Meyrhof) περιλαμβάνει 2
σειρές αντιδράσεων
o διάσπαση γλυκόζης σε 2 φωσφορικές τριόζες
o σχηματισμό πυροσταφυλικού που περιέχει ενέργεια για την
ανασύνθεση 2 ATP μορίων και σχηματίζει 2 μόρια ανηγμένου
NADH , το οποίο συμμετέχει στην αναγωγή της
μεθαιμοσφαιρίνης σε αιμοσφαιρίνη και σχηματίζει 2,3
διφωσφογλυκερικό.
• Η συμπληρωματική οδός (πεντοζών) 10% συμμετοχή.
• Το ATP εξασφαλίζει την λειτουργία της αντλίας Na και η
διάσπαση γίνεται με την ATPάση.
41
κύκλος Emben- Meyrhof

“Glycolysis”, από Magnus Manske


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

42

Αιμοσφαιρίνη 1/3
• Η αιμοσφαιρίνη είναι μια αναπνευστική χρωστική. Σε αυτήν
οφείλεται το κόκκινο χρώμα του αίματος.
• Αποτελεί και το κύριο συστατικό των ερυθρών και το ⅓ του
βάρους του ερυθροκυττάρου. Ανήκει στις μεταλοπορφυρικές
χρωστικές. Από πλευράς λειτουργίας, οι χρωστικές
συμμετέχουν στην αναπνοή και δρουν σαν μεταφορείς O2 της
ατμόσφαιρας, σαν αποθήκη O2 ή σαν παράγοντες ένζυμων
κυτταρικών οξειδώσεων.

43
Αιμοσφαιρίνη 2/3
• Όλες αυτές οι ουσίες αποτελούνται από πορφυρίνη η οποία στο
κέντρο της είναι συνδεδεμένη με μέταλλο και μια πρωτεϊνική
ομάδα. Στην περίπτωση της αιμοσφαιρίνης, η πρωτεϊνική ομάδα
είναι σφαιρίνη, ο πορφυρικός δακτύλιος είναι πρωτοπορφυρίνη
και το μέταλλο ο σίδηρος. Το σύνολο πρωτοπορφυρίνη-σίδηρος
αποτελεί την προσθετική ομάδα, την αίμη.
• MB αιμοσφαιρίνης 64500 Daltons. Η αίμη συνδέεται με Fe. Η
πρωτοπορφυρίνη ΙΙΙ ως δομή έχει 4 πυρρολικούς δακτυλίους. Στο
κέντρο της πρωτοπορφυρίνης είναι το άτομο Fe και συνδέεται με 4
άτομα αζώτου και διατηρεί 2 ελεύθερα σθένη.
• Η σφαιρίνη αποτελείται από 4 πολυπεπτιδικές αλύσσους, ανά 2
ίδιες [(α,β,γ,δ)].

44

Αιμοσφαιρίνη 3/3
• Για την αιμοσφαιρίνη Α, η σύνθεση είναι (HbA α2 β2)
(φυσιολογική αιμοσφαιρίνη).
• Αυτή εμφανίζεται σαν οξυαιμοσφαιρίνη και είναι η καθ’ αυτό
αιμοσφαιρίνη του ενήλικα.

45
Εικόνα μορίου αιμοσφαιρίνης

“1GZX Haemoglobin”, από PatríciaR


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 46

Φυσιολογικές και παθολογικές αιμοσφαιρίνες


1/2
• Η Α(α2 β2) εμφανίζεται ως οξυαιμοσφαιρίνη.
• Στα πρώτα στάδια εμβρύων απαντάται η αιμοσφαιρίνη
Gowers.
• Στα τελευταία στάδια εμβρύου αναπτύσσεται η
αιμοσφαιρίνη F (α2γ2) (μεταφορά O2 στον πλακούντα).
• Στον ενήλικα και μετά το τέλος γαλουχίας υπάρχει και η Α2
(α2δ2) και η F(α2γ2), αλλά σε πολύ μικρό ποσοστό. Η Α
(α2β2) είναι 97% και η Α2 (α2δ2) 1,3-5%.

47
Φυσιολογικές και παθολογικές αιμοσφαιρίνες
2/2
• Ανθρακυλαιμοσφαιρίνη όταν συνενώνεται με CO (μονοξείδιο)
και μεθαιμοσφαιρίνη όταν οξειδώνεται.
• Γλυκοζιωμένη (Α1c), όταν συνδέεται με ποσό γλυκόζης στο
αίμα π.χ. στον σακχαρώδη διαβήτη.

48

Λειτουργίες αιμοσφαιρίνης 1/2


• Μεταφέρει το O2 από τους πνεύμονες στους ιστούς, διότι σε
κάθε μόριο φυσιολογικής αιμοσφαιρίνηςHb (HbA (α2 β2))
συνδέονται 4 μόρια O2.
• Η αποτελεσματικότητα της αιμοσφαιρίνης για την μεταφορά
O2 αποδίδεται στην περιστροφή των β αλύσεων γύρω από τις
α αλύσους και με διολίσθηση των μεν πάνω στις άλλες.

49
Λειτουργίες αιμοσφαιρίνης 2/2
• Μια άλλη λειτουργία της αιμοσφαιρίνης είναι η μεταφορά
του CO2 από τους ιστούς στους πνεύμονες.
• Η σύνδεση CO2 με το μόριο της Hb γίνεται όχι με τον σίδηρο
αλλά και τις πλευρικές ομάδες της σφαιρίνης οπότε
σχηματίζεται καρβαμινοαιμοσφαιρίνη.

50

Ορισμός αναιμίας
• Αναιμία είναι η κατάσταση κατά την οποία υπάρχει μείωση
του αριθμού των κυκλοφορούντων αιμοσφαιρίων / mm³, της
ποσότητας της αιμοσφαιρίνης ανά 100 ml ή του HCt ανά 100
ml.
• H αναιμία είναι σύμπτωμα και όχι νόσος.

51
Τύποι αναιμίας
• Με βάση το MCV διακρίνεται σε μικροκυτταρική (<80), σε
νορμοκυτταρική (80-84) και μακροκυτταρική (>80).
• Με βάση την μέση αιμοσφαιρίνη του ερυθροκυττάρου (MCH)
σαν υπόχρωμη (<27), νορμόχρωμη (27-32) και
υπέρχρωμη(>32).

52

Μελέτη λευκών αιμοσφαιρίων 1/2


• Η μελέτη και αρίθμηση των λευκών αιμοσφαιρίων γίνεται στο
ίδιο δείγμα αίματος με τα ερυθρά και στο ίδιο μηχάνημα
(αιματόμετρο) ή με άλλες τεχνικές μεγαλύτερης ταχύτητας
και ακρίβειας.
• Το αίμα αραιώνεται 1/20 με διάλυμα Turk (διάλυμα οξεϊκού
οξέος) με το οποίο καταστρέφονται τα ερυθρά και συγχρόνως
χρωματίζονται τα λευκά.
• Γίνεται δε ολική και ποσοστιαία μέτρηση όλων των
κατηγοριών των λευκοκυττάρων.

53
Μελέτη λευκών αιμοσφαιρίων 2/2
• Φυσιολογικές τιμές 4-10.000 / mm³ .
• Τιμές<4.000 / ml →μείωση συνολικού αριθμού λευκών
χαρακτηρίζεται ως λευκοπενία,
• ενώ τιμές>10.000 / ml χαρακτηρίζεται λευκοκυττάρωση.
• Φιλία ή πενία δηλώνει αύξηση η ελάττωση μιας κατηγορίας
λευκοκυττάρων.

54

Μεταβολές λευκών αναλόγως της ηλικίας 1/3


• Φυσιολογικές τιμές λευκών αιμοσφαιρίων είναι 4-10.000.
• Ο αριθμός λευκών αιμοσφαιρίων είναι ο ίδιος και στους
άνδρες και στις γυναίκες .
• Μεταβάλλεται με την ηλικία. Στην γέννηση 18.800 / mm³,
στις πρώτες 12 ώρες γίνεται 22.800 την πρώτη εβδομάδα
12.200, από την δεύτερη εβδομάδα μέχρι το 3ο έτος ο
αριθμός παραμένει σταθερός και από το 3ο έτος της ηλικίας
βαθμιαία ελαττώνεται στον αριθμό 7.000 / mm³ τα ενήλικα.

55
Μεταβολές λευκών αναλόγως της ηλικίας 2/3
• Ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων αυξάνει προς το τέλος
της εγκυμοσύνης, σε κατάσταση μυϊκής άσκησης (μέχρι
35.000), σε συγκινησιακές καταστάσεις και στον ύπνο. Η
αύξηση αυτή ονομάζεται φυσιολογική λευκοκυτταρική
δραστηριότητα και οφείλεται σε έξοδο λευκών από τις
δεξαμενές τους στην ενεργή κυκλοφορία. Παθολογική
φλεγμονώδης λεμφοκυττάρωση συμβαίνει σε λοιμώδους
νόσους.

56

Μεταβολές λευκών αναλόγως της ηλικίας 3/3


• Στο αίμα μπορεί να μεταφερθούν και άωρα λευκοκύτταρα
(μυελοκύτταρα ή λεμφοβλάστες) και διαπιστώνεται στα
επιχρίσματα.

57
Είδη λευκών
• Τα ουδετερόφιλα πολυμορφοπύρηνα.
• Τα ηωσινόφιλα.
• Τα βασεόφιλα.
• Τα μαστοκύτταρα.
• Τα μεγάλα μακροφάγα των ιστών.

58

Πολυπύρηνα ουδετερόφιλα λευκοκύτταρα 1/2


• Αυτά αποτελούν τα περισσότερα λευκοκύτταρα.
Αποτελούνται από πυρήνα με 2-3 λοβούς συγκρατούμενους
με νημάτια χρωματίνης καθώς και πολυάριθμα
ουδετερόφιλα κοκκία.
• Στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο όμως, εμφανίζουν α) πυρήνα β)
οργανίδια και άφθονα κοκκία που φέρουν μεμβράνη όπως τα
λυσοσσώματα .

59
Πολυπύρηνα ουδετερόφιλα λευκοκύτταρα 2/2
• Τα κοκκία διακρίνονται σε:
a) Αζουρόφιλα, που περιέχουν υπεροξειδάσες,
φωσφατάσες, υδρολάσες και άλλα ένζυμα.
b) Ουδετερόφιλα κοκκία που περιέχουν αλκαλικές
φωσφατάσες. Και στα 2 είδη κοκκίων ανευρίσκεται η
λυσοζύμη.
• Η εμφάνιση αώρων ουδετερόφιλων ονομάζεται μετακίνηση
προς τα αριστερά (λοιμώξεις)

60

Πολυπύρηνα ηωσινόφιλα λευκοκύτταρα


• Μοιάζουν με τα ουδετερόφιλα μόνο που ο πυρήνας τους
φέρει λιγότερους λοβούς (δύο).
• Το ηωσινόφιλο περιέχει μεγάλα κοκκία, που χρωματίζονται
κόκκινα με ηωσίνη.
• Τα κοκκία που είναι λυσοσώματα όπως και τα ουδετερόφιλα
εμφανίζει κρυσταλλική δομή και περιέχει κύρια βασική
πρωτεΐνη η οποία θεωρείται σπουδαία στην καταστροφή των
παρασίτων.

61
Πολυπύρηνα βασεόφιλα λευκοκύτταρα
• Έχουν πυρήνα με 2-3 λοβούς και πολυάριθμα κοκκία τα
οποία χρωματίζονται βαθιά κυανά έχουν δε ισταμίνη, 5-
υδροξυτρυπταμίνη (5ΗΤ) και ηπαρίνη.

62

Μαστοκύτταρα
• Είναι επίσης βασεόφιλα που βρίσκονται στους ιστούς.

63
Μονοκύτταρα
• Είναι το μεγαλύτερο κύτταρο του σώματος (δ:10-18 μm) με
ευμεγέθη πυρήνα προέρχεται από το μυελό. Μεγάλος
αριθμός μονοκυττάρων εξέρχεται από το αίμα στους ιστούς
και αποτελούν τα περιπλανώμενα ιστιοκύτταρα ή
μακροφάγα των ιστών. Το μονοκύτταρο είναι το μεγαλύτερο
κύτταρο του αίματος (δ 10-18 μm), με ευμεγέθη πυρήνα και
φέρει πολλά ένζυμα. Πολλά μονοκύτταρα σχηματίζουν τα
περιπλανώμενα μακροφάγα των ιστών. Έχουν
αντιβακτηριδιακή δράση.

64

Εικόνα λευκού αιμοσφαιρίου

“B0007646 Leukocyte (white blood cell)”,


από Wellcome Images διαθέσιμο με
άδεια CC BY-NC-ND 2.0
65
Λειτουργία ουδετεροφίλων 1/3
• Βασική λειτουργία των ουδετεροφίλων πολυμορφοπυρήνων
είναι η άμυνα ενάντια διαφόρων μικροβίων και άλλων
βλαπτικών παραγόντων η οποία επιτυγχάνεται με
φαγοκυττάρωση.
• Τα ουδετερόφιλα κινούνται με αμοιβαδοειδείς κινήσεις
διαπηδούν τα τοιχώματα των μικρών αγγείων και
κατευθύνονται προς την ιστική φλεγμονώδη νόσο.

66

Λειτουργία ουδετεροφίλων 2/3


• Χημειοτακτισμός – Είναι η κίνηση του ουδετεροφίλου προς
τους ιστούς. Τα χημειοτακτικά ερεθίσματα , οι ουσίες
προέρχονται από τον μεταβολισμό των μικροβίων η από τα
βλαβέντα κύτταρα ιστού.
• Φαγοκυττάρωση – Με τον χημειοτακτισμό το ουδετερόφιλο
πολυμορφοπύρηνο φθάνει στο βλαβέν τοίχωμα αγγείου και
ασκεί φαγοκυτταρική δράση. Δηλαδή προσλαμβάνει ουσίες
τις οποίες εγκλείει στα κενοτόπια του πρωτοπλάσματος για
να καταστραφούν.

67
Λειτουργία ουδετεροφίλων 3/3
• Βακτηριοκτονία – Πρώτο βήμα καταστροφής με ουσίες που
έχει το ουδετερόφιλο πολυμορφοπύρηνο, πχ υπεροξείδιο του
υδρογόνου (Η2Ο2), μυελουπεροξειδάση, Ι2, Βr, Cl.
• Πέψη – Μετά την λύση της μεμβράνης του μικροβίου γίνεται
πέψη από τις υδρολάσες των λυσοσωμάτων. Τα
κατεστραμμένα λευκά σχηματίζουν πύον. Τοπική συλλογή
πύου δημιουργεί απόστημα.

68

Λειτουργία ηωσινοφίλων
a. εμφανίζει μικρότερη χημειοταξία και κινητικότητα από το
ουδετερόφιλο πολυμορφοπύρηνο.
b. είναι ευαίσθητο στην ισταμίνη,
c. φαγοκυτταρώνει ειδικά συμπλέγματα αντιγόνου –
αντισώματος και ίσως ειδικότερα αντιδρασίνες.
d. μεταφέρει πλασμινογόνο.
• Παίζει ρόλο στην καταστροφή νυμφών παρασίτων και
αυξάνεται σε αλλεργικές καταστάσεις (βρογχικό άσθμα).

69
Λειτουργία βασεοφίλων
• Τα κοκκία περιέχουν ισταμίνη και 5 υδροξυτρυπταμίνη
(σεροτονίνη) που απελευθερώνονται σε αλλεργικές
αντιδράσεις. Επίσης περιέχουν ηπαρίνη που διευκολύνει την
απορρόφηση θρόμβου.

70

Λειτουργία μονοκυττάρων
• Πολλά μονοκύτταρα σχηματίζουν τα περιπλανώμενα
μακροφάγα των ιστών. Έχουν αντιβακτηριδιακή δράση.

71
Αιμοπετάλια 1/2
• Είναι τα μικρότερα συστατικά του αίματος. Έχουν κυτταρική
υπόσταση, είναι μεταβολικά ενεργά και στερούνται πυρήνα.
Εμφανίζονται σαν ερυθροιώδεις αμφίκυρτοι δίσκοι (δ 2-4μm)
και κατά ομάδες.
• Προέρχονται από κατάτμηση του ερυθροκυττάρου του
μυελού των οστών, ζουν 8-10 ώρες και παίζουν ρόλο στην
πήξη, την αιμόσταση και τον σχηματισμό του θρόμβου.

72

Αιμοπετάλια 2/2
• Η εξωτερική πλευρά ονομάζεται γλυκοκάλυκας. Η κυτταρική
μεμβράνη περιέχει πρωτεΐνες και λιποειδή. Οι πρωτεΐνες
είναι η συσπαστική ακτίνη και μυοσίνη και οι
γλυκοπρωτεΐνες. Βρίσκονται στην εξωτερική πλευρά της
μεμβράνης. Η κυτταρική μεμβράνη εκκολπούται και
σχηματίζει ανοικτό σωληναριακό σύστημα. Στο
πρωτόπλασμα υπάρχει ο μικροσωληναριακός σκελετός,
συσπαστική συσκευή, πυκνό σωληναριακό σύστημα,
μιτοχόνδρια, κοκκία, δ κοκκία, α κοκκία.

73
Λειτουργίες αιμοπεταλίων
• Συνεισφέρουν στην πήξη του αίματος, αιμόσταση και
σχηματισμό αιματικού θρόμβου, διατήρηση ακεραιότητας
και αποκατάστασης του ενδοθηλίου των αγγείων,
προσφύονται στην επιφάνεια του αγγείου και περιέχουν
ενζυματικούς παράγοντες για την πήξη του αίματος.

74

Παράγοντες και μονοπάτια πήξεως 1/3


• Το ενδογενές μονοπάτι της πήξης περιλαμβάνει την
ενεργοποίηση του ΧΙΙ (σε ΧΙΙα) που ενεργοποιεί τον ΧΙ (σε ΧΙα)
που με την σειρά του ενεργοποιεί τον ΙΧ (σε ΙΧα).
• Ο ΙΧα (παρουσία VIII, Ca++) ενεργοποιεί τον Χ (σε Χα).
• Ο Χα μετατρέπει την προθρομβίνη (ΙΙ) σε θρομβίνη (ΙΙα) και η
θρομβίνη το ινωδογόνο σε ινώδες

75
Παράγοντες και μονοπάτια πήξεως 2/3
• Το εξωγενές μονοπάτι ενεργοποιεί ιστικούς παράγοντες και
τον παράγοντα VII παρουσία Ca++.
• Αυτός συνενεργοποιεί μαζί με το ενδογενές μονοπάτι τον
παράγοντα Χ σε Χα και έτσι συμμετέχει στην μετατροπή της
προθρομβίνης σε θρομβίνη, και του ινωδογόνου σε ινώδες.

76

Παράγοντες και μονοπάτια πήξεως 3/3


• Οι κυριότερες διαταραχές της πήξης είναι η αιμοφιλία Α
(έλλειψη η μη δραστικότητα του παράγοντα VIII και
σπανιότερα η Β (έλλειψη η μη δραστικότητα του παράγοντα
ΙΧ).

77
Δημιουργία θρόμβου

78
“B0002113 Electron micrograph of blood clot”, από Wellcome Images διαθέσιμο με άδεια CC BY-NC-ND 2.0

Αιμοπετάλια μεταξύ λευκών και ερυθρών

“Red blood cells illustration”, από Fæ διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 79


Ενδογενές και εξωγενές μονοπάτι πήξεως

80
“Coagulation cascade”, από Chikumaya διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Ενότητα 3: Κυκλοφορικό Σύστημα


Μερικές λειτουργίες του κυκλοφορικού
συστήματος
Function:
To transport materials around
the body
• Oxygen
• Carbon dioxide
• Digested food
• Hormones
• Waste chemicals – urea
• Heat “Grafik blutkreislauf”, από Sansculotte
διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.5

Ανατομία της καρδιάς

“Blausen 0457 Heart SectionalAnatomy”, από


Dcoetzee διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

2
Κυκλοφορία αίματος

Left side
Right side Oxygenated
Deoxygenated blood from the
blood from the lungs enters the
body is returned heart and is
to the heart to be pumped to the
pumbed to the body organs and
lungs tissues.

“Circulatory-system-warm-blooded-bg”, από
Spiritia διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Κυκλοφορικό σύστημα

Pulmonary system –
up to the lungs

Systemic – to the
organs of the body
“Blausen 0168 CardiovascularSystem”, από
Dcoetzee διαθέσιμο με άδεια ως CC BY 3.0

4
Δομή της καρδιάς

“Human heart”, από Mikael Häggström


διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Διάγραμμα της καρδιάς

“Diagram of the human heart (cropped) el”,


από Dada διαθέσιμο άδεια CC BY-SA 3.0 6
Συσταλτικότητα της καρδιάς-αιματική
ροή (1 από 2)

7
“Circulation of Blood Through the Heart”, από Emilyguitar διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Συσταλτικότητα της καρδιάς-αιματική


ροή (2 από 2)

8
“ECG Principle fast”, από Kalumet διαθέσιμο άδεια CC BY-SA 3.0
I. Καρδιακός μυς γενικές θεωρήσεις για την
λειτουργία του 1/2
• Οι γραμμώσεις στον καρδιακό μυ είναι παρεμφερείς με τον
σκελετικό μυ και υπάρχουν γραμμές Ζ.
• Οι μυϊκές ίνες διακλαδίζονται και ενώνονται αλλά κάθε μία
περιβάλλεται από μία κυτταρική μεμβράνη.
• Όπου τελειώνει η μία και αρχίζει η άλλη, οι κυτταρικές
μεμβράνες διατίθενται παράλληλα με πολλές πτυχές.
• Αυτό συμβαίνει στις Ζ γραμμές .
• Είναι μια έντονη ένωση ινών (gap junctions) που προσφέρει
στις ίνες διακυτταρική συνάφεια ώστε το τράβηγμα σε μία
συσπαστική μονάδα να μεταδίδεται στην επομένη.

I. Καρδιακός μυς γενικές θεωρήσεις για την


λειτουργία του 2/2
• Οι ενώσεις (gap junctions) είναι στην ουσία γέφυρες χαμηλής
αντίστασης ώστε η διέγερση να μεταδίδεται από την μία ίνα
στην άλλη.
• Αυτές βοηθούν τις ίνες του καρδιακού μυός να λειτουργούν
σαν συγκύτιο.
• Στον καρδιακό μυ το σύστημα των σωληνίσκων Τ είναι στις
γραμμές Ζ και όχι στην Α-Ι ένωση όπως στους σκελετικούς.

10
Ηλεκτρικές ιδιότητες καρδιακού μυός 1/2
Δυναμικό ηρεμίας και Δυναμικό ενέργειας
• Στο καρδιακό μυ το δυναμικό ηρεμίας είναι ≅ - 90 mV. Η διέγερση
οδηγεί σε δυναμικό ενέργειας που οδηγεί στην σύσπαση.
• Η εκπόλωση γίνεται γρήγορα, αλλά υπάρχει ένα πλατώ (plateau)
πριν η μεμβράνη επανέλθει εν ηρεμία.
• Η εκπόλωση διαρκεί 2 ms, το πλατώ 200 ms ή και περισσότερο.
• Έτσι η επαναπόλωση δεν τελειοποιείται πριν γίνει η μισή συστολή.
• Η γρήγορη εκπόλωση όπως και στα νευρικά κύτταρα και τα
σκελετικά μυϊκά οφείλεται στο άνοιγμα καναλιών Να+ και είσοδο
Να+.
• Η γρήγορη επαναπόλωση οφείλεται στο κλείσιμο καναλιών Να+
και είσοδο Cl-.

11

Ηλεκτρικές ιδιότητες καρδιακού μυός 2/2


• To πλατώ οφείλεται σε πιο αργό αλλά παρατεταμένο άνοιγμα
των καναλιών Ca++.
• H δεύτερη (τελική/γρήγορη) επαναπόλωση οφείλεται στο
κλείσιμο των καναλιών Ca++ και στην δίοδο Κ+ μέσω καναλιών
Κ+.
• Έτσι επανέρχεται το δυναμικό ενέργειας στην βασική γραμμή.
• Υπάρχουν 8 είδη καναλιών Κ+ στην καρδιά.
• Στην καρδιά ο χρόνος επαναπόλωσης  όσο  η καρδιακή
συχνότητα.
• Το δυναμικό ενέργειας διαρκεί 0.25΄΄ όταν ο ρυθμός 75/min,
αλλά 0.15΄΄ όταν ο ρυθμός είναι 200/min.
12
Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 1/7
• Η σύσπαση του καρδιακού μυός αρχίζει αμέσως μετά την
αρχή εκπόλωσης και διαρκεί περίπου όσο και το δυναμικό
ενέργειας.
• Το Ca++ στην διέγερση - συστολή παίζει παρεμφερή ρόλο
όπως στον σκελετικό μυ.
• Από 0-2 και μέχρι το 1/3 του 3 (βλ σχήμα, ηλεκτρικές
ιδιότητες 3/3), μέχρι δηλαδή η μεμβράνη να φτάσει στο - 50
mV κατά την επαναπόλωση), ο καρδιακός μυς δεν μπορεί να
επαναδιεγερθεί = απόλυτος ανερέθιστος περίοδος.
• Παραμένει όμως σχετικά ανερέθιστος μέχρι το 4.

13

Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 2/7


• Έτσι τετανική συστολή δεν φαίνεται στον καρδιακό μυ όπως
φαίνεται στον σκελετικό, θα ήταν άλλωστε θανατηφόρος.
• Το ότι ο καρδιακός μυς δεν δείχνει τετανική συστολή είναι
δικλείδα ασφάλειας.
• Ο μυς όμως των κοιλιών είναι ευαίσθητος στο τέλος του
δυναμικού ηρεμίας και διέγερση σε αυτό τον χρόνο 
μερικές φορές οδηγεί σε κοιλιακή μαρμαρυγή.
*Ο καρδιακός μυς έχει γενικά χαμηλή δραστηριότητα ΑΤΡάσης,
και οι ίνες του είναι εξαρτημένες στην συνεχή προσφορά Ο2.

14
Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 3/7
Σχέση μεταξύ μήκους της ίνας και τάσης στον καρδιακό μυ
• Η σχέση μεταξύ αρχικού μήκους ίνας και ολικής τάσης του καρδιακού μυός
μοιάζει με εκείνη του σκελετικού.
• Υπάρχει ένα μήκος ηρεμίας πάνω στο οποίο η τάση χτίζεται μέχρι το
μέγιστο.
• Στο σώμα, το αρχικό μήκος των ινών καθορίζεται από το βαθμό πλήρωσης
της καρδιάς κατά την διαστολή και η πίεση στην κοιλία είναι ανάλογη της
όλης αναπτυσσόμενης τάσης (Νόμος Starling της καρδιάς). Έτσι η
αναπτυσσόμενη τάση αυξάνεται καθώς ελαττώνεται ο όγκος της διαστολής
μέχρις ενός μεγίστου σημείου. Η ελάττωση όμως της τάσης που
αναπτύχθηκε δεν οφείλεται σε ελάττωση των αριθμών γεφυρών ακτίνης-
μυοσίνης όπως στους σκελετικούς μυς.
• Η ελάττωση της τάσης οφείλεται στην αρχή της αποδιοργάνωσης των
καρδιακών ινών.
15

Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 4/7


*Η δύναμη της συστολής του καρδιακού μυός  από τις
κατεχολαμίνες (θετική ινότροπος δράση - β1 αδρενεργικοί
υποδοχείς (c-AMP)  Το CAMP που παράγεται διεγείρει την
πρωτεϊνική κινάση Α  φωσφορυλιώνονται τα κανάλια Ca++ και
τα κανάλια παραμένουν για μακρότερο χρόνο ανοιχτά!
* Οι διγιτοξίνες (Digoxin)   τις καρδιακές συστολές
εμποδίζοντας την Να+Κ+ΑΤΡάση στις κυτταρικές μεμβράνες (
το ενδοκυτταρικό Να+ και  το πρανές Να+ μεταξύ μεμβρανών,
το ενδοκυττάριο Ca++  και έτσι  η δύναμη συστολής του
καρδιακού μυός).

16
Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 5/7
*Η καρδιά έχει άφθονο αίμα (Ο2), άφθονα μιτοχόνδρια (ενέργεια),
άφθονη μυοσφαιρίνη (αποθηκεύει Ο2)
• < 1% της ενέργειας στον καρδιακό μυ γίνεται αναερόβια.
• Ο καρδιακός μυς παίρνει: 35% της ενέργειας από υδατάνθρακες.
• 5% της ενέργειας από κετόνες αμινοξέα.
• 60% της ενέργειας από λίπος.
o Με λήψη υδατανθράκων χρησιμοποιούνται περισσότερο γαλακτικό
και πυρουβικό.
o Κατά την νηστεία περισσότερες λιπαρές ουσίες χρησιμοποιούνται.
o Οι κυριότερες χρησιμοποιούμενες λιπαρές ουσίες είναι τα ελεύθερα
λιπαρά οξέα (50%)

17

Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 6/7


Βηματοδότες
• Η καρδιά συνεχίζει να χτυπά ακόμη κι αν αφαιρεθούν όλα της
τα νεύρα. Διότι μέσα στον καρδιακό μυ υπάρχουν
εξειδικευμένοι βηματοδότες που μπορούν να αρχίζουν
επαναληπτικά δυναμικά ενέργειας.
• Ο ιστός των βηματοδοτών δημιουργεί το σύστημα αγωγής
που φυσιολογικά μεταδίδουν τις διεγέρσεις στην καρδιά.
• Αυτοματία = φλεβόκομβος 72 /min (βηματοδότης),
κολποκοιλιακός κόμβος, δεμάτιο His (Δεξιά και Αριστερά),
σύστημα ινών Purkinje.

18
Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 7/7
• O φλεβόκομβος είναι ο φυσιολογικός καρδιακός
βηματοδότης και η συχνότητά του ρυθμίζει την καρδιακή
συχνότητα.
• Οι διεγέρσεις του φλεβόκομβου περνούν από τον κόλπο στον
κολποκοιλιακό κόμβο και μέσω αυτού στο δεμάτιο His και δι΄
αυτού (μέσω δηλ. δεματίων His) στο σύστημα ινών Purkinje
και στο κοιλιακό σύστημα της καρδιάς.

19

Ηλεκτρικές ιδιότητες 1/3


Δυναμικό ηρεμίας και δυναμικό ενέργειας
• Στον καρδιακό μυ το δυναμικό ηρεμίας είναι ≈ -90mV.
• Η διέγερση οδηγεί σε δυναμικό ενέργειας που οδηγεί στη
σύσπαση.
• Η εκπόλωση γίνεται γρήγορα , αλλά υπάρχει ένα πλατώ (plateau)
πριν η μεμβράνη επανέλθει εν ηρεμία.
• Η εκπόλωση ( 0 ) διαρκεί 200 ms ή και περισσότερο.
• Έτσι η επαναπόλωση δεν τελειοποιείται πριν γίνει η μισή συστολή.
• Η γρήγορη εκπόλωση ( 0 ) όπως και στο νευρικά κύτταρα και τα
σκελετικά – μυϊκά οφείλεται στο άνοιγμα καναλιών Na+ και είσοδο
Na+.

20
Ηλεκτρικές ιδιότητες 2/3
• Η γρήγορη εκπόλωση (αρχική) (1) οφείλεται στο κλείσιμο
καναλιών Na+ και είσοδο Cl-
• Το πλατώ (2) οφείλεται σε πιο αργό αλλά παρατεταμένο
άνοιγμα των καναλιών Ca++ .
• Η δεύτερη (πηγή / γρήγορη) επαναπόλωση (3) οφείλεται
στο κλείσιμο των καναλιών Ca ++ και στην δίοδο Κ+ μέσω
καναλιών Κ+.
• Έτσι επανέρχεται το δυναμικό ενεργείας στην βασική γραμμή.
Υπάρχουν 8 είδη καναλιών Κ+ στην καρδιά.

21

Ηλεκτρικές ιδιότητες 3/3


Στην καρδιά ο χρόνος
επαναπόλωσης όσο η
καρδιακή συχνότητα. Το
δυναμικό ενέργειας
διαρκεί 0.25 ‘’ όταν ο
ρυθμός είναι 75/min
αλλά, 0.15’’ όταν ο ρυθμός
είναι 200/ min.

0 γρήγορη εκπόλωση
1 γρήγορη αρχική επαναπόλωση “Action potential ventr myocyte”, από
Silvia3 διαθέσιμο άδεια CC BY-SA 3.0
2 φάση πλατώ
3 δεύτερη επαναπόλωση
4 βασική γραμμή 22
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 1/32
Συσταλτικότητα του μυοκαρδίου
• Είναι η ισχύς της συστολής και εκφράζει την κατάσταση της
συσταλτικότητας του μυοκαρδίου. Εκφράζεται τόσο με την
ανάπτυξη δύναμης στον μυ, όσο και με την βράχυνσή του
• Υπολογίζεται:
1. ταχύτης ανόδου πιέσεων κοιλίας,
2. μέση ταχύτητα εξώθησης-διοχέτευσης,
3. τελοδιαστολικός όγκος κοιλίας,
4. κλάσμα εξώθησης.

23

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 2/32
• Εξαρτάται από το 1) ασβέστιο (*), 2) από το ATP, 3) από (**)
ινότροπες ουσίες 4) από το οξυγόνο (αναλογική αύξηση)
• (*) Το ασβέστιο επιδρά στον αριθμό των ενεργών θέσεων και
στην ταχύτητα αλληλεπίδρασης μυοσίνης-ακτίνης
• (**) Οι ινότροπες ουσίες προκαλούν ισχυρότερη συστολή,
πληρέστερη εξώθηση, αύξηση της παροχής και του
συστολικού όγκου, άρα φέρουν άνω και δεξιά την καμπύλη
του Starling.

24
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 3/32
Χάλαση του μυοκαρδίου
• Η χάλαση ακολουθεί την συστολή, μετά το πέρας της
εκπόλωσης.
• Στην χάλαση, το ασβέστιο αποσυνδέεται από την τροπονίνη,
αίρει δε η τροπομυοσίνη την σύζευξη ακτίνης-μυοσίνης και
επαναφέρει το αρχικό μέγεθος των καρδιακών ινών.

25

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 4/32
Μηχανικό έργο της καρδιάς
• Στην συστολή έχουμε μηχανική ενέργεια που είναι
ισοδύναμη ως γνωστό με την (1) δύναμη Χ (2) την απόσταση.
• (1) Η δύναμη εκφράζει το συστελλόμενο μυοκάρδιο, δηλαδή
πίεση του αίματος.
• Η δυναμική ενέργεια ισούται με την πίεση Χ τον όγκο.
• Η υδραυλική ενέργεια ισούται με την ροή του αίματος
ενάντια στις αντιστάσεις των αγγείων.

26
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 5/32
• Το μηχανικό έργο της καρδίας (ΜΕΚ) εκφράζεται από τα εξής
μεγέθη.
1. συστολικό όγκο (ΣΟ),
2. καρδιακή συχνότητα (ΚΣ),
3. αρτηριακή πίεση (αορτής/πνευμονικής) (ΑΠ),
4. ταχύτητα διοχέτευσης αίματος από της κοιλίες (v).
• Ισχύει δε ο τύπος ΜΕΚ=Ε=PXV+wXv(2)/2g
• Όπου P=ΑΠ, V=ΣΟ, W=βάρος διοχετευμένου αίματος,
g=επιτάχυνση της βαρύτητας και v=ταχύτητα ροής.

27

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 6/32
• Κατανάλωση ενέργειας μυοκαρδίου: υπολογίζεται από την
κατανάλωση του Ο2 και η κατανάλωση Ο2 καθορίζεται με την
μέτρηση:
1. της στεφανιαίας ροής αίματος και
2. με την αρτηριοφλεβώδη διαφορά Ο2.
• Επάρκεια της καρδιάς είναι το πηλίκο του
Αποδιδόμενου Έργου
Καταναλισκόμενη Ενέργεια
• Παράδειγμα έργου καρδιάς:
o όγκος αίματος,
o πίεση στην κοιλία.

28
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 7/32
• Σε έργο όγκου, αυξάνει ο όγκος αίματος και το έργο της
καρδιάς αυξάνει με μικρή μεταβολή στην τάση και στην
κατανάλωση του Ο2 λόγω μικρής μεταβολής της ακτίνας της
καρδιακής κοιλότητας. Προσομοιαζόμενη με σφαίρα η
καρδιά, ο όγκος της ισούται με :
4
ν σφαίρας= × ΠΤ 3 (π=3,14)
3

29

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 8/32
• Σε έργο πίεσης, η καρδιά διατηρεί την αυτή παροχή αλλά
αυξάνει την πίεση, έτσι το έργο της καρδιάς αυξάνει. Η
επάρκεια ωστόσο δεν μεταβάλλεται, διότι αυξάνει η
κατανάλωση του Ο2.
𝛫𝛼𝜌𝛿𝜄𝛼𝜅ό Έ𝜌𝛾𝜊
• % Καρδιακή Επάρκεια: αυτή ισούται με όπου:
Κ MV𝑂2

1. Κ= ενεργειακό ισοδύναμο 1m O2 ( 1m O2 = 5 kcal E)


2. MVO2 = κατανάλωση μυοκαρδίου σε O2 (mL / min)

30
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 9/32
• Εφεδρεία της καρδιάς: είναι η ικανότητα της καρδιάς να αυξάνει
την καρδιακή παροχή και να αντιμετωπίζει τις αυξημένες ανάγκες
του σώματος, με μια πίεση μεγαλύτερη της κανονικής.
• Η αύξηση της καρδιακής παροχής βασίζεται στον νόμο του Starling
σύμφωνα με τον οποίο η αυξημένη φλεβική επιστροφή, αυξάνει
την διαστολική πλήρωση και επίσης αυξάνει την διάταση των
μυοκαρδιακών ινών. Η εφεδρεία της καρδιάς ελαττώνεται στην
καρδιακή ανεπάρκεια, τόσο στην αριστερά, στην δεξιά όσο και
στην ολική καρδιακή ανεπάρκεια.

31

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 10/32
• Σε ανεπαρκούσα καρδιά, η καρδιοτόνωση συνεπάγεται την
αύξηση σε απόδοση με λιγότερη κατανάλωση O2. Αυτό
επιτυγχάνεται με την χορήγηση δακτυλίτιδος η οποία αυξάνει
την δύναμη της συστολής καθώς και αυξάνει την ανερέθιστη
περίοδο του κολποκοιλιακού κόμβου.

32
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 11/32
Καρδιακός κύκλος
• Περιλαμβάνει τις φάσεις συστολής και διαστολής πριν αρχίσει ο
καρδιακός κύκλος, η καρδιά είναι σε διαστολική φάση. Ο καρδιακός
κύκλος αρχίζει με την διέγερση, δηλαδή την συστολή των κόλπων.
Μια ποσότητα αίματος, κατά την συστολή των κόλπων επιστρέφει
προς σύστοιχες φλέβες του δεξιού κόλπου και δημιουργεί τον
σφαγιτιδικό σφυγμό.
• Στην συνέχεια, η διέγερση διεγείρει τις κοιλίες, οι οποίες
συσπούνται ενώ επέρχεται χάλαση των κόλπων. Ταυτόχρονα
κλείνουν οι κολποκοιλιακές βαλβίδες, ενώ οι μηνοειδείς βαλβίδες
είναι κλειστές και οι κοιλίες δεν έχουν αναπτύξει πιέσεις.
• Αυτή είναι η ισο-ογκοτική φάση, (ισομετρική συστολή) η φάση
πρώτη της συστολής της κοιλίας.
33

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 12/32
• Όταν όμως αυξηθούν οι πιέσεις στις κοιλίες και υπερβούν
εκείνες των αγγείων, ανοίγουν οι μηνοειδείς βαλβίδες. Αυτός
είναι ο χρόνος διοχέτευσης του αίματος ή χρόνος της
ισοτονικής συστολής. Ακολουθεί η ελάττωση της πίεσης των
κοιλιών και η σύγκληση των μηνοειδών βαλβίδων. Αυτή είναι
η πρώτη φάση διαστολής των κοιλιών ή ισο-ογκοτική
διαστολή ή ισομετρική διαστολή. Τότε ανοίγουν οι
κολποκοιλιακές βαλβίδες και το αίμα εισέρχεται στις κοιλίες.

34
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 13/32
• Η διαστολική φάση περιλαμβάνει:
a. φάση ταχείας πλήρωσης =παθητική είσοδος αίματος
b. β΄ φάση ή φάση διάτασης = μικρή είσοδος ποσότητας
αίματος, οι δε πιέσεις κόλπων και κοιλιών είναι ίσες.
c. γ΄ φάση της τελοδιαστολικής πλήρωσης όπου γίνεται συστολή
κόλπων και αύξηση των τελοδιαστολικών πιέσεων.
d. Διαστολή φάση των κοιλιών. Αυτή είναι και η κατ’ εξοχήν
διαστολική φάση της καρδιάς, είναι φάση πλήρωσης των
κοιλιών και περιλαμβάνει πάνω από το ½ του καρδιακού
κύκλου.

35

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 14/32
Γενικά:
• Ο χρόνος συστολής είναι 0,32 sec,
• Ο χρόνος διαστολής είναι 0,48 sec,
• Η κολπική συστολή είναι 0,1 sec,
• Η κολπική διαστολή είναι 0,762 sec,
• Η κοιλιακή συστολή είναι 0,376 sec,
• Η κοιλιακή διαστολή είναι 0,483 sec.

36
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 15/32
• Συστολικός όγκος (ΣΟ) αίματος ή συστολική παροχή (ΣΠ)
είναι η ποσότητα αίματος που στέλνει η κοιλία όταν
συστέλλεται, στο σύστοιχο μεγάλο αγγείο, είναι 70mls.
• Υπολογίζεται έμμεσα από τον κατά λεπτό όγκο αίματος
(ΚΛΟΑ) και με την βοήθεια ακτινολογικών αλλά και
υπερηχογραφικών τεχνικών.
• Εξαρτάται από την ηλικία, το φύλο, το μέγεθος του σώματος,
από την θέση και από την κατάσταση ή μη ηρεμίας.
• Σε κατάσταση ηρεμίας κυμαίνεται μεταξύ 60-90 mls, κατά την
άσκηση αυξάνεται έως 150-180 mls.

37

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 16/32
• Ρυθμίζεται δε από:
1. Προφορτίο,
2. μεταφορτίο, αλλά και
3. την συσταλτικότητα του μυοκαρδίου.

38
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 17/32
• Καρδιακή Συχνότητα (ΚΣ): Είναι ο αριθμός συστολών (χτύπων) ανά
λεπτό. Σε ηρεμία είναι περίπου 70 / min.Η καρδιακή συχνότητα
εξαρτάται από το συμπαθητικό, το παρασυμπαθητικό, την ηλικία, το
μέγεθος του σώματος, την θέση, την εκγύμναση, την άσκηση, την
θερμοκρασία, καθώς επίσης και τις διάφορες συγκινησιακές
καταστάσεις.
• Καρδιακή Παροχή (ΚΠ): Είναι ο κατά λεπτόν όγκος αίματος (ΚΛΟΑ)
και ισούται με τον Συστολικό όγκο (ΣΟ) επί την Καρδιακή συχνότητα
(ΚΣ) δηλαδή ΚΠ = ΣΟ χ ΚΣ ισοδυναμεί με τον καρδιακό δείκτη.
• Μετριέται με την μέθοδο Fick καθώς και με διάφορες χρωστικές.
Επηρεάζεται από την θέση του σώματος(π.χ. στην όρθια θέση
μειώνεται) καθώς επίσης και από τις διάφορες συγκινησιακές
καταστάσεις. 39

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 18/32
• Επειδή η ΚΠ = ΣΟ x ΚΣ , μεταβάλλεται όποτε μεταβάλλεται ο
ΣΟ και όποτε μεταβάλλεται η ΚΣ.
• Όταν έχουμε αύξηση του ΣΟ, έπεται ότι έχουμε ινότροπη
ρύθμιση, όποτε δεν έχουμε αύξηση της ΚΣ έπεται ότι έχουμε
χρονότροπη ρύθμιση.

40
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 19/32
• Όσον αφορά τον ΣΟ, γνωρίζουμε ότι υπάρχει:
1. ενδογενής αυτό ρύθμιση στον καρδιακό μυ,
2. η δε συσταλτικότητα επηρεάζεται από το συμπαθητικό και τις
κατεχολαμίνες,
3. επίσης η ανταλλαγή των υγρών στα τριχοειδή επιδρά, αλλά
είναι μικρής σημασίας,
4. ενώ η ρύθμιση με τα νεφρά, είναι μεγάλης σημασίας όσον
αφορά άλατα (Nα+) και ύδωρ. Παράλληλα νευρογενείς
μηχανισμοί συνεπικουρούν στην ανταλλαγή ιστών και υγρών
μέσω συμπαθητικού- παρασυμπαθητικού συστήματος,
5. ενώ συνεπικουρεί το σύστημα ρενίνης- αγγειοτανσίνης –
αλδοστερόνης. 41

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 20/32
Ακροαστικά φαινόμενα καρδιάς
• Διακρίνουμε:
1. καρδιακούς ήχους ή τόνους και
2. Φυσήματα.
1. Ήχοι ή τόνοι: Ο 1ος , 2ος αλλά και ο 3ος τόνος είναι
φυσιολογικοί. Ο 4ος τόνος είναι παθολογικός. Εξαρτώνται από
τον βαθμό διάνοιξης των βαλβίδων, από την δύναμη της
συστολής και τον βαθμό πλήρωσης της καρδιάς.
2. Φυσήματα: Οφείλονται σε στροβιλώδη ροή, είναι δε κραδασμοί,
μακρύτερης διάρκειας από τους τόνους και μεγαλύτερης
συχνότητας.

42
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 21/32
• Διακρίνουμε:
o Συστολικά( όλο, μέσο ή τελοσυστολικά),
o Συνεχή, αυτά υπερβαίνουν τον 2ο τόνο,
o Διαστολικά(πρώτο, όλο, τελοδιαστολικά).
• Επίσης διακρίνουμε:
o Οργανικά,
o Λειτουργικά.

43

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 22/32
• Κυκλοφορία του αίματος: Στηρίζεται στην υδραυλική ενέργεια. Η
υδραυλική ενέργεια είναι το άθροισμα της κινητικής και της
δυναμικής ενέργειας. Η κινητική ενέργεια είναι ένα μικρό ποσοστό
της υδραυλικής ενέργειας. Η δυναμική ενέργεια είναι το κύριο
ποσοστό της υδραυλικής ενέργειας, περιλαμβάνει μέτωπο και κλίση
της πίεσης στα αγγεία και είναι και το κύριο ποσοστό της κίνησης.
Στηρίζεται στην αρχή του Bernoulli, δηλαδή όταν η ταχύτητα της
ροής αίματος σ’ ένα σημείο είναι ταχύτερη, τότε η πίεση στο
απέναντι τοίχωμα είναι χαμηλότερη.
• Σε κατάκεκλιμένη θέση, η υδραυλική πίεση είναι η μόνη ασκούμενη
πίεση σε κάθε αρτηρία (≈ 90 mmHg).

44
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 23/32
• Σε όρθια θέση υπάρχει η υδραυλική πίεση της καρδιάς και η
υδροστατική πίεση (από την καρδιά προς τους πόδας= στήλη
αίματος). Έτσι η ασκούμενη πίεση επί της ραχιαίας του ποδός
αρτηρίας, είναι το άθροισμα υδραυλικής (90 mmHg) και
υδροστατικής (90 mmHg) πίεσης, σύνολον 180 mmHg.

45

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 24/32
• Υδροστατική είναι η πίεση που ασκείται από ένα στατικό υγρό
λόγω βαρύτητας στα τοιχώματα και στον πυθμένα ενός αγγείου-
σωλήνα. Στηρίζεται στην αρχή του Pascall και είναι ίση σε όλα τα
σημεία ενός οριζόντιου επιπέδου.
• Ροή αίματος: Διακρίνουμε όγκο ροής (Q) cm3/sec και ταχύτητα
ροής cm/sec
• Εξαρτάται από την διαφορά υδραυλικής ενέργειας / πίεσης (ΔΡ)
σε δύο σημεία. Αυτή η διαφορά ΔΡ εξαναγκάζει το υγρό να
κινείται, επηρεάζεται δε από τις αντιστάσεις R των αγγείων. Εάν
δεν υπάρχει ΔΡ, δεν υπάρχει ροή. Οι αντιστάσεις R είναι
παρεμπόδιση στη ροή.

46
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 25/32
• Η ταχύτητα όμως της ροής της αορτής, είναι πολύ μεγαλύτερη, ενώ
η ταχύτητα ροής των τριχοειδών είναι πολύ μικρότερη, διότι η
διάμετρος του συνολικού τριχοειδικού δικτύου είναι 400-800
φορές μεγαλύτερη από εκείνη της αορτής.
• Σύνδεση εν παραλλήλω παρατηρείται στα μεγάλα αγγειακά
δίκτυα με χαμηλή αντίσταση θα έχουν και μεγαλύτερη ροή, άρα η
ροή σε κάθε δίκτυο είναι αντιστρόφως ανάλογη της αντίστασης
του.
• Ομαλή ροή: Είναι η κίνηση υγρού σε στοιβάδες χωρίς μίξη. Από τις
στοιβάδες, εκείνη που είναι σε επαφή με το τοίχωμα του αγγείου
δεν ρέει, η άμεσος υπερκείμενη στοιβάδα, ρέει λίγο, η δε μεσαία
ρέει πολύ και εμφανίζει την μέγιστη ταχύτητα.
47

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 26/32
• Οι αντιστάσεις εξαρτώνται από την
o γλοιότητα του αίματος δηλαδή ένα είδος εσωτερικής τριβής υγρών.
Όσο αυξάνεται η γλοιότης αίματος, τόσο αυξάνεται η αντίσταση R και
o από τις διαστάσεις των αγγείων.
• Η ροή είναι ανάλογη του μήκους και αντιστρόφως ανάλογη της ακτίνας του
αγγείου R=8Ln / π r
• Διακρίνουμε σύνδεση αντιστάσεων εν σειρά, στις μεγάλες αρτηρίες που
γίνονται μικρότερες, μετά αρτηρίδια, μετά τριχοειδή, μετά φλεβίδια,
φλέβες και μετά μεγάλες φλέβες. Εκεί η συνολική ροή είναι το άθροισμα
των αντιστάσεων, η δε ολική ροή είναι ίδια και σταθερή σε όλο το σύστημα.
Η ολική ροή σ’ ένα αγγείο μεταβάλλεται αντιστρόφως ανάλογα με την ολική
επιφάνεια της εγκάρσιας διατομής. Στο σημείο εκείνο, η ποσότητα αίματος
αορτής και συνόλου τριχοειδών είναι η ίδια.
48
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 27/32
• Στροβιλώδης ροή: Είναι η ανώμαλη κίνηση υγρού όπου οι
στοιβάδες αρχίζουν και αναμειγνύονται. Κοντά την στροβιλώδη ροή
έχουμε αυξημένη κατανάλωση ενέργειας.
• Αγγειακή Τάση (Τ): Στο τοίχωμα των αγγείων αναπτύσσεται μία
τάση η οποία εξαρτάται:
1. από το πάχος του αγγείου και
2. από τις λείες μυϊκές ίνες του αγγείου. Εκφράζεται σαν
διαφορά της πίεσης στο αγγείο επί την ακτίνα αυτού: Τ=ΔΡ r
• Έτσι, είναι εύλογο, ότι στα μεγάλα αγγεία όπου οι πιέσεις είναι
μεγάλες, η τάση είναι μεγάλη. Στα μικρότερα δε αγγεία, καθώς
μειώνεται και το πάχος του τοιχώματος και η ακτίνα, η τάση θα
είναι και μικρότερη.
49

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 28/32
• Στεφανιαία ροή: Είναι το 4% της κυκλοφορίας, εξαρτάται από
διάφορους φυσικούς παράγοντες όπως οι φυσικές μεταβολές πιέσεων
αορτικών αγγείων, από μεταβολικούς παράγοντες όπως η κατανάλωση
του Ο2 και από νευροορμονικούς παράγοντες (δηλ. το συμπαθητικό
και το παρασυμπαθητικό σύστημα καθώς και από τα επινεφρίδια). Το
συμπαθητικό σύστημα εξασκεί άμεση επίδραση μέσω της ΝΑ, τόσο
στους α όσο και στους β υποδοχείς. Οι α σχετίζονται με σύσπαση των
αρτηριών και των φλεβών. Οι β σχετίζονται τόσο με αύξηση της
καρδιακής συχνότητας(θετική χρονότροπος δράση), όσο και με
αύξηση της συσταλτικότητας(θετική ινότροπος δράση).Το
παρασυμπαθητικό σύστημα μέσω της ακετυλοχογίνης, πιθανώς
προκαλεί αγγειοδιαστολή στα στεφανιαία αγγεία. Τα επινεφρίδια
μέσω της Α (αδρεναλίνης) έχουν καθαρή δράση συμπαθητικού στα
στεφανιαία αγγεία. 50
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 29/32
• Δηλαδή προκαλούν:
1. αύξηση της στεφανιαίας ροής,
2. μείωση των αντιστάσεων καθώς και
3. αύξηση του μεταβολισμού των καρδιακών ινών.

51

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 30/32
• Αορτική πίεση: Είναι η πίεση της αορτής, εξαρτάται από τον
συστολικό όγκο αίματος, την διατασιμότητα του τοιχώματος της
αορτής, καθώς και από την ταχύτητα διοχέτευσης του αίματος.
• Στις μεγάλες αρτηρίες, η ροή είναι σφυγμική. Στις μικρές αρτηρίες,
η ροή είναι συνεχής.
• Στα τριχοειδή όμως γίνονται ανταλλαγές ουσιών από:
1. Τους πόρους, από σχισμές, από διαφυγές και ελλείμματα,
2. Κυστίδια,
3. Παράθυρα,
4. Από κίνηση πήγαινε – έλα.

52
II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην
καρδιακή λειτουργία 31/32
• Επισυμβαίνει δηλαδή διάχυση (λόγω διαφοράς συγκέντρωσης C
ουσιών) και διήθηση (λόγω διαφοράς πίεσης του αίματος καθώς και
κολλοειδοσμωτικής πίεσης). Έτσι η ροή είναι εκεί διαλείπουσα και
το φαινόμενο καλείται αγγειοκίνηση.
• Στην αριστερή κοιλία(ή την δεξιά κοιλία) η πίεση του αίματος στην
αορτή αυξάνει και το τοίχωμα της διατείνεται . Όταν η αορτική
βαλβίδα κλείσει, ο τοίχωμα της αορτής επανέρχεται και η διάταση
του μεταδίδεται στο προκείμενο- κομμάτι, τμήμα της αορτής κ.ο.κ. Η
αύξηση της πίεσης και η διάταση του τοιχώματος μεταφέρονται
τάχιστα κατά μήκος των αρτηριών σαν ένα κύμα που ονομάζεται
αρτηριακός σφυγμός.

53

II. Γενικές φυσιολογικές έννοιες στην


καρδιακή λειτουργία 32/32
• Ο αρτηριακός σφυγμός ψηλαφάται εύκολα σε μία επιπολής
αρτηρία. Αυτό που ψηλαφάται είναι η διάταση και η πίεση
του τοιχώματος της αορτής (ταχύτητα U=6-9 m / sec). Η
μέγιστη τιμή είναι η συστολική και η ελάχιστη η διαστολική
αρτηριακή πίεση.
• Η διαφορά τους είναι η πίεση σφυγμών.
• P: ανιόν σκέλος, ανάκροτο κύμα, ταχεία διέλευση αίματος.
• D: κατερχόμενο δίκροτο κύμα, χάλαση της κοιλίας.

54
Πως λειτουργούν τα κύματα

“Latidos”, από Josinho8 διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 55

Κόλποι, κοιλίες, βαλβίδες

56
“2011 Heart Valves”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
Τοίχωμα και κοιλότητα κοιλίας

57
“Heart anterior ventricles valves”, από Tamba52 διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.5

Καρδιακός μυς

“414c Cardiacmuscle”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

58
Τύποι μυών

Καρδιακό μυϊκό κύτταρο


1020 Cardiac Muscle
Κύτταρα χαλαρού μυϊκού ιστού
1029 Smooth Muscle Motor Units

59
1022 Muscle Fibers (small)

Ροή αίματος στην καρδιά

60
“Circulation of Blood Through the Heart”, από Emilyguitar διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Ηλεκτροκαρδιογράφημα

“Afib ecg”, από JHeuser διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

“SinusRhythmLabels”, από Agateller


διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
61

Τοιχώματα αγγείων

“Illu artery”, από Arcadian διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

62
Αρτηρίδια και τριχοειδή

“Illu capillary”, από Arcadian διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

63

Δίκτυο τριχοειδών

“Illu lymph capillary”, από Lennert B διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

64
Ρύθμιση της τριχοειδικής αιματικής ροής

“2105 Capillary Bed”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

65

Βαλβίδες φλεβών

“2114 Skeletal Muscle Vein Pump”, από CFCF


διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

66
Διάγραμμα συστολικής και διαστολικής
πίεσης
120

Systemic blood pressure (mm Hg) 100

80

60

CAPILLARIES
LARGE ARTERIES

SMALL ARTERIES
40

SMALL VEINS

LARGE VEINS
ARTERIOLES

VENULES

VENA CAVA
20
AORTA

Distance from left ventricle


67

Ενότητα 4: Ενδοκρινικό σύστημα – Γενικές εισαγωγικές γνώσεις


περί των ορμονών
Εισαγωγή 1/3
• Το σύστημα των ενδοκρινών αδένων έχει μεγάλη σπουδαιότητα
για τον οργανισμό, διότι οι ορμόνες ασκούν εκλεκτική διεγερτική
επίδραση, σε ορισμένους ιστούς και όργανα, προκαλώντας και
ελέγχοντας κυρίως βιοχημικές δραστηριότητες.
• Μεταξύ των αδένων υπάρχει τέτοια λειτουργική αλληλεξάρτηση,
ώστε η δυσλειτουργία ενός αδένα να διαταράσσει τη
λειτουργικότητα άλλων.
• Ενδοκρινείς ή αδένες έσω έκκρισης είναι οι αδένες, που το έκκριμά
τους -οι ορμόνες- διοχετεύεται κατευθείαν στην κυκλοφορία του
αίματος και χρησιμεύουν για την καλή λειτουργία της ύλης.

Εισαγωγή 2/3
• Οι ενδοκρινείς αδένες (ορμονοπαραγωγά όργανα), σ’
αντίθεση με τους εξωκρινείς των οποίων το έκκριμα
αποβάλλεται μέσω εκφορητικού πόρου σε κάποια κοιλότητα
ή επιφάνεια του σώματος, δεν έχουν εκφορητικό πόρο. Το
έκκριμά τους αποβάλλεται απευθείας στην κυκλοφορία του
αίματος. Τα όργανα αυτά διαθέτουν πλούσιο δίκτυο
τριχοειδών αγγείων, το οποίο τους εξασφαλίζει επαρκή
αιμάτωση, απαραίτητη για την λήψη των ουσιών που
χρησιμοποιούν για την σύνθεση των ορμονών.

2
Εισαγωγή 3/3
Το ενδοκρινικό σύστημα περιλαμβάνει τους παρακάτω αδένες
• Υπόφυση.
• Θυρεοειδή αδένα.
• Παραθυρεοειδείς αδένες.
• Θύμο αδένα.
• Επινεφρίδια.
• Πάγκρεας (ενδοκρινής μοίρα).
• Όρχεις.
• Ωοθήκες.
• Υποθάλαμο και επίφυση.

Ενδοκρινικό σύστημα 1/9

1. Επίφυση - Pineal gland.


2. Υπόφυση - Pituitary gland.
3. Θυρεοειδής αδένας - Thyroid gland.
4. Θύμος - Thymus.
5. Επινεφρίδιο - Adrenal gland.
6. Πάγκρεας - Pancreas.
7. Ωοθήκη - Ovary.
8. Όρχις - Testicle.

“Illu endocrine system”, από 4


Intermedichbo διαθέσιμη ως κοινό κτήμα
Ενδοκρινικό σύστημα 2/9
• Υπόφυση: Είναι ο σπουδαιότερος ενδοκρινής αδένας.
• Είναι ο κεντρικός συντονιστής της λειτουργίας του όλου
ενδοκρινικού συστήματος.
• Βρίσκεται στην βάση του εγκεφάλου (τουρκικό εφίππιο) και
έχει σχήμα μπιζελιού.
• Αποτελείται από δύο λοβούς, τον πρόσθιο και τον οπίσθιο
(στον άνθρωπο). Παράγει πολλές ορμόνες.

Ενδοκρινικό σύστημα 3/9


• Θυρεοειδής Αδένας: Βρίσκεται επιφανειακά στο κατώτερο
μέρος του τραχήλου, μπροστά και στα πλάγια της αρχής της
τραχείας.
• Αποτελείται από δύο λοβούς και ένα κεντρικό στενότερο
τμήμα του ισθμού.
• Παράγει την θυροξίνη και την τριιωδοθυρονίνη, ορμόνες που
ρυθμίζουν την μεταβολική δραστηριότητα του σώματος.

6
Ενδοκρινικό σύστημα 4/9
• Παραθυρεοειδείς Αδένες: Είναι δύο σε κάθε πλευρά, μικρού
μεγέθους από κεχρί μέχρι φακή, προσκολλημένοι στην πίσω
επιφάνεια των λοβών του θυρεοειδούς αδένα. Παράγουν
ορμόνη που ρυθμίζει το μεταβολισμό του ασβεστίου.
• Θύμος Αδένας: Έχει μικρότερη σημασία και βρίσκεται πίσω
από τη λαβή του στέρνου στα μικρά παιδιά κυρίως, ενώ
αργότερα ατροφεί και εξαφανίζεται. Πολλοί δεν τον
αναφέρουν στο ενδοκρινικό σύστημα.

Ενδοκρινικό σύστημα 5/9


• Επινεφρίδια: Βρίσκονται στον πάνω πόλο των νεφρών και
είναι από τους σπουδαιότερους ενδοκρινείς αδένες, χωρίς
τους οποίους δεν είναι δυνατόν να διατηρηθεί στην ζωή ο
οργανισμός. Παράγουν την κορτιζόλη, αλδοστερόνη και την
αδρεναλίνη, που ρυθμίζουν τις βασικές λειτουργίες της
ανταλλαγής της ύλης και του νευροφυτικού συστήματος.

8
Ενδοκρινικό σύστημα 6/9
• Πάγκρεας: Παράγει την ινσουλίνη που είναι απαραίτητη για
τον μεταβολισμό των υδατανθράκων.

• Ωοθήκες: Παράγουν οιστρογόνα (θηλυκές ορμόνες) που


ρυθμίζουν τις αναπαραγωγικές λειτουργίες της γυναίκας.

• Όρχεις: Παράγουν τις ανδρικές γεννητικές ορμόνες.

Ενδοκρινικό σύστημα 7/9


• Ως ενδοκρινείς αδένες μπορούν να συμπεριφερθούν και 1)
κυτταρικά αθροίσματα η και 2) διάσπαρτα εξειδικευμένα
κύτταρα.
• Τέτοια περίπτωση συνιστούν τόσο ο υποθάλαμος όσο και το
γαστρεντερικό σύστημα.
• Ειδικά, ενώ η σημασία του υποθαλάμου έχει τόσο εδραιωθεί,
ο ενδοκρινικός ρόλος του εντέρου απέκτησε σημασία πολύ
πιο πρόσφατα.

10
Ενδοκρινικό σύστημα 8/9
• Ωστόσο η ανακάλυψη της ταυτόσημης παραγωγής ορμονών
του εντέρου και του εγκεφάλου καθιέρωσε ένα νέο άξονα
στην ενδοκρινολογία, τον άξονα εγκεφάλου-εντέρου (the gut
brain-axis).
• Επίσης νεοπλασματικοί ιστοί μπορεί έχουν ενδοκρινική
συμπεριφορά.
• Η επίφυση (κωνάριο) που συχνά δεν αναφέρεται είναι
επίσης ένας σημαντικός ενδοκρινής αδένας.

11

Ενδοκρινικό σύστημα 9/9


• Η λειτουργική σύνδεση των ενδοκρινών αδένων είναι:
1. άμεση
2. έμμεση
• Άμεση λειτουργική σύνδεση παρουσιάζουν ο θυρεοειδής, ο φλοιός
των επινεφριδίων, οι όρχεις και οι ωοθήκες με την αδενοϋπόφυση
(πρόσθιο λοβό της υπόφυσης).
• Έμμεση λειτουργική αλληλεπίδραση παρατηρείται σε μερικές
ορμόνες όπως μεταξύ ινσουλίνης και αυξητικής ορμόνης.
• Υπάρχει δε και έμμεση λειτουργική αλληλοδράση σε διάφορους
μεταβολικούς στόχους, όπως εκείνη που έχουμε διαπιστώσει πχ για
την αυξητική και την αδρεναλίνη στην λιπόλυση.
• Το ενδοκρινικό σύστημα βοηθά τον συντονισμό των λειτουργιών του
οργανισμού.
12
Χαρακτηριστικά του ενδοκρινικού
συστήματος 1/3
Τα χαρακτηριστικά του ενδοκρινικού συστήματος είναι:

1. Η αυτορρύθμιση.

2. Η συνεργασία του με το νευρικό σύστημα.

13

Χαρακτηριστικά του ενδοκρινικού


συστήματος 2/3
Το ενδοκρινικό σύστημα χρησιμεύει σε :
I. Ζωτικές λειτουργίες όπως :
1. Η αύξηση του σώματος.
2. Η διαφοροποίηση των φύλων (εμβρυική ζωή και ήβη).
3. Η αναπαραγωγή.
II. Ρύθμιση ομοιοστατικών μηχανισμών δηλαδή τη
σταθερότητα εσωτερικού περιβάλλοντος (σακχαραιμία,
ασβεστιαιμία, υδραιμία, ηλεκτρολύτες, αρτηριακή πίεση σε
ηρεμία και σε ανάγκη).

14
Χαρακτηριστικά του ενδοκρινικού
συστήματος 3/3
 Είναι προφανές ότι στους πολυκυττάριους οργανισμούς, τα
ενδοκυττάρια συστήματα απώλεσαν την προσαρμοστικότητά
τους και οι λειτουργίες εξαρτώνται από τις συνθήκες που
επικρατούν στο εξωκυττάριο υγρό.
• Η ενδοκυττάρια σταθερότητα επηρεάζεται από το
εξωκυττάριο υγρό.
• Η ενδοκυτταρική ομοιοστασία ρυθμίζεται και εξαρτάται από
την εξωκυτταρική ομοιοστασία.
• Οι μεμβράνες των κυττάρων και οργανυλίων δημιουργούν
ειδικές συνθήκες ομοιοστασίας.

15

Αυτορρύθμιση στο ενδοκρινικό σύστημα 1/2


• Υπάρχει σύστημα κλειστής αγκύλης.
• Το τελικό αποτέλεσμα επηρεάζει το σύστημα τροφοδότησης
(input).
• Η απάντηση εξαρτάται από την ένταση του ερεθίσματος και
η ένταση του ερεθίσματος επηρεάζεται από την απάντηση.
• Αυτή είναι και η αρχή που διέπει την αυτορρύθμιση.

16
Αυτορρύθμιση στο ενδοκρινικό σύστημα 2/2
• Ένα παράδειγμα των ανωτέρω αποτελεί το γεγονός ότι η αύξηση της
ινσουλίνης οδηγεί στην πτώση του σακχάρου και αυτή με την σειρά
της σε μείωση της ινσουλίνης.
• Στο ενδοκρινικό θα συναντήσουμε την αρνητική παλίνδρομη
ρύθμιση (negative feedback) και την θετική παλίνδρομη ρύθμιση
(positive feedback).
• Στο κυτταρικό επίπεδο, η ρύθμιση αυτή συντελείται μέσω
υποδοχέων (receptors).
• Ο αριθμός των υποδοχέων ελαττώνεται, όταν αυξάνεται η ορμονική
δραστηριότητα.

17

Νευροενδοκρινολογία 1/2
• Είδαμε ότι στο νευρικό σύστημα, οι παραγόμενοι στους νευρώνες
νευρομεταβιβαστές μεταφέρονται στα τελικά κομβία του
νευράξονα και από εκεί με την βοήθεια της νευρικής ώσης
εκχέονται στο συναπτικό χάσμα της σύναψης όπου δρουν τοπικά
στους υποδοχείς της μετασυναπτικής μεμβράνης και για βραχύ
χρονικό διάστημα.
• Εν αντιθέσει, στην κλασσική ενδοκρινική αντίληψη, η ορμόνη
εκκρίνεται από τον ενδοκρινή αδένα στην κυκλοφορία, και συχνά
δρα σε όλα τα σημεία του σώματος η - σε όργανα στόχους, μακριά
από τον τόπο της παραγωγής της με δράση πολύ πιο αργή και
συχνά παρατεταμένη.

18
Νευροενδοκρινολογία 2/2
Η μελέτη της Νευροενδοκρινολογίας περιλαμβάνει:
1. Την έκκριση ορμονών από νευρικά κύτταρα (υποθάλαμος,
νευροϋπόφυση = οπίσθιος λοβός της υπόφυσης).
2. Την ρύθμιση νευροεκκριτικών κυττάρων από
νευρομεταβιβαστικές ουσίες του ΚΝΣ.
3. Την ρύθμιση των ενδοκρινών αδένων από το ΚΝΣ.
4. Την μελέτη των νευροορμονικών αντανακλαστικών, όπως πχ της
ωκυτοκίνης.
5. Την επίδραση των ορμονών στο ΚΝΣ.
6. Την μελέτη γενικότερα της συνεργασίας του ΚΝΣ και του
ενδοκρινικού συστήματος.
19

Νευροέκκριση 1/2
• Είναι η έκκριση ορμονών όχι από ενδοκρινικά αλλά από νευρικά
κύτταρα.
• Τα νευροεκκριτικά κύτταρα του ΝΣ έχουν την ίδια εμβρυολογική και
ιστολογική προέλευση με τα άλλα νευρικά κύτταρα, παράγουν στο
κυτταρόπλασμά τους τις ουσίες με ορμονική δράση και με τους
νευράξονές τους τις μεταφέρουν μέχρι τις απολήξεις τους και από
εκεί όχι σε σύναψη αλλά στην γενική κυκλοφορία.
• Είναι ένας ενδιάμεσος κυτταρικός κρίκος με τους νευρώνες, αλλά
ενώ οι νευρώνες έχουν αποφυάδες (άξονα και δενδρίτες), τα
νευροενδοκρινικά κύτταρα στέλνουν την έκκρισή τους στην
κυκλοφορία. Τα τυπικά ενδοκρινικά κύτταρα αφ’ ενός στερούνται
αποφυάδων, αφ’ ετέρου το έκκριμά τους εισέρχεται στην
κυκλοφορία.
20
Νευροέκκριση 2/2
• Στον άνθρωπο το φαινόμενο της νευροέκκρισης έχει
περιοριστεί στην περιοχή του υποθαλάμου, όπου λαμβάνει
χώρα.

1. Η παραγωγή των υποθαλαμικών ορμονών.

2. Η παραγωγή των ορμονών της νευροϋπόφυσης.

21

Γενικά περί ορμονών


• Οι ορμόνες είναι ρυθμιστικές δραστικές ουσίες, παράγονται
από τον ίδιο τον οργανισμό και δρουν σαν χημικοί
αγγελιοφόροι που μεταφέρουν στα κύτταρα των οργάνων-
στόχων πληροφορίες αναγκαίες για τον μεταβολικό και
λειτουργικό συγχρονισμό τους.
• Οι περισσότερες ορμόνες συντίθεται στα ειδικά εκκριτικά
κύτταρα των αδένων έσω έκκρισης (=ενδοκρινών αδένων),
εκκρίνονται (όπως είπαμε) από αυτά απευθείας στο αίμα και
μεταφέρονται με την κυκλοφορία παντού στο σώμα για να
φτάσουν στους υποδοχείς των κυττάρων-στόχων άλλων
ενδοκρινών ή μη οργάνων.

22
Χημική σύσταση των ορμονών
Ανάλογα με την χημική τους σύσταση, οι ορμόνες είναι:
1. Πρωτεΐνες, πεπτίδια η πολυπεπτίδια.
2. Στεροειδείς ορμόνες.
3. Ορμόνες αμίνες .

23

Πρωτεϊνικές ορμόνες 1/5


• Είτε ως μικρομοριακές (πχ τα οκταπεπτίδια της
νευροϋπόφυσης, υποθαλαμικές ) είτε ως μεγαλομοριακές
ενώσεις (ορμόνες προσθίου λοβού της υπόφυσης,
παγκρέατος και παραθυρεοειδών) έχουν κοινή στερεοχημική
δομή και σύνθεση.
• Όλες είναι αλύσεις αμινοξέων στην σειρά.
• Η διερεύνηση του μορίου των πεπτιδίων και πολυπεπτιδίων
υπήρξε λόγω μεγέθους ευκολότερη, ενώ των πρωτεϊνών
υπήρξε δυσκολότερη.

24
Πρωτεϊνικές ορμόνες 2/5
• Οι πρωτεϊνικές ορμόνες αποτελούνται από σειρά αμινοξέων
που συνδέονται μεταξύ τους με πεπτιδικούς δεσμούς.
• Στην τριτοταγή τους δομή υφίστανται αναδιπλώσεις και
περιελίξεις στον χώρο, μέσω ενδομοριακών πόλων έλξης με
αποτέλεσμα να παίρνουν σφαιρική δομή που καθορίζεται
συχνά από την ύπαρξη διθειικών δεσμών.
• Η στερεοχημική δομή των ορμονών-πρωτεϊνών είναι
ευπαθής. Σε αυτό παίζουν ρόλο τα ηλεκτρικά φορτία, το
μεγάλο ΜΒ αλλά και η διαλυτότητα.

25

Πρωτεϊνικές ορμόνες 3/5


• Μερικές από τις πρωτεΐνες ορμόνες είναι γλυκοπρωτεΐνες όπως η
FSH, LH, TSH, και HCG και χαρακτηριστικά αποτελούνται εκάστη
από 2 υπομονάδες (α και β), εκ των οποίων η α είναι κοινή σε όλες,
ενώ η β δίνει τα χαρακτηριστικά της βιολογικής δράσης εκάστης.
• Οι ορμόνες πρωτεϊνικής φύσης εξασκούν την δράση τους στους
υποδοχείς των οργάνων-στόχων (κατά τα πρότυπα που έχουμε
μάθει για τους υποδοχείς της μεμβράνης).
• Δηλαδή συνδέονται με την αναγνωριστική υπομονάδα (R) του
υποδοχέα, παρουσία βοηθητικών πρωτεϊνών του συμπλέγματος G.

26
Πρωτεϊνικές ορμόνες 4/5
• Κατόπιν το σύμπλεγμα ορμόνη-αναγνωριστική υπομονάδα
(R) και πρωτεΐνη, ενεργοποιεί την καταλυτική υπομονάδα (T)
του υποδοχέα και αυτή με την στροφή της στον χώρο
ενεργοποιεί το ένζυμο αδενυλκυκλάση (Α) της μεμβράνης και
η αδενυλκυκλάση με την σειρά της την μετατροπή του ATP σε
cAMP (με απόδοση 2 P ανά μόριο ATP).

27

Πρωτεϊνικές ορμόνες 5/5


• Οι ενδοκυτταρικές μεταφορικές κινάσες παραλαμβάνουν τους
αποδιδόμενους φωσφόρους και ήδη δομημένες πρωτεΐνες του
κυττάρου φωσφορυλιόνονται ενεργοποιούμενες.
• Έτσι, η δράση των πρωτεϊνικής φύσεως ορμονών είναι μεν
βραδύτερη εκείνης των νευρομεταβιβαστών που δρουν μέσω
αντιστροφής της λειτουργίας της ΝαΚATPάσης (αντλία νατρίου-
καλίου), με αποτέλεσμα την δημιουργία νευρικών ώσεων, αλλά
ταχύτερη εκείνης των στεροειδών και ορμονών αμινών που δρουν
μέσω ενδοκυτταρικών υποδοχέων και πρωτεϊνοσύνθεσης de nono.
• Σήμερα οι περισσότερες πρωτεϊνικές ορμόνες μετρώνται με ειδική
για κάθε μία ραδιοανοσομέτρηση (radioimmunoassay-RIA).

28
Στεροειδείς ορμόνες 1/4
• Η βιοσύνθεση των στεροειδών ορμονών αρχίζει από την
χοληστερόλη και εξαρτάται από διάφορα ένζυμα.

“Cholesterol”, από J_Alves


“Cholesterol”, από ChemNerd διαθέσιμη ως κοινό κτήμα
διαθέσιμη ως κοινό κτήμα
Χοληστερόλη

29

Στεροειδείς ορμόνες 2/4

Κυκλοπενταφαινανθρένιο

30
Στεροειδείς ορμόνες 3/4
Βασική δομή στεροειδούς
• Βασική δομή στην σύνθεση όλων των στεροειδών είναι το
μόριο του κυκλοπενταφαινανθρένιου, με 3 εξαμελείς (Α, Β, C
δακτυλίους), 1 πενταμελή D δακτύλιο, με συνολικό αριθμό 17
ατόμων άνθρακα (1-17)

31

Στεροειδείς ορμόνες 4/4


• Από το βασικό πυρήνα του κυκλοπενταφαινανθραινίου
προκύπτουν 3 υποθετικές ουσίες:
1. Με προσθήκη CH3 στον C13, το οιστράνιο και από αυτό τα C18
στεροειδή, δηλαδή οι οιστρογονικές ουσίες.
2. Με προσθήκη ενός μεθυλίου στον C10 του οιστρανίου προκύπτει
το ανδροστάνιο, που δίνει γένεση στις ανδρογονικές ουσίες
δηλαδή τα C19 στεροειδή.
3. Με προσθήκη 2 ατόμων C στον άνθρακα 17, δηλαδή C20, C21
προκύπτει το πρεγνάνιο και από αυτό προέρχονται τα C21
στεροειδή, με κύριους αντιπροσώπους τις ορμόνες του φλοιού
των επινεφριδίων (κορτιζόλη, και αλδοστερόνη) καθώς και την
προγεστερόνη.

32
Βιοσύνθεση στεροειδών 1/2

“Progesterone biosynthesis”,
από Boghog διαθέσιμη ως 33
κοινό κτήμα

Βιοσύνθεση στεροειδών 2/2

“Steroidogenesis”, από Slashme διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 34


Ενδοκυτταρική δράση των στεροειδών 1/2
• Η δράση των στεροειδών ορμονών (όπως άλλωστε θα δούμε
και με τις ορμόνες αμίνες) γίνεται με την βοήθεια
ενδοκυτταρικών υποδοχέων.
• Οι στεροειδείς ουσίες εισέρχονται στο κύτταρο και
συνδέονται με ενδοκυτταρικό υποδοχέα.
• Το σύμπλεγμα πορεύεται στον πυρήνα, προκαλεί διέγερση
του DNA προς μεταγραφή σε mRNA, το οποίο με την σειρά
του εξερχόμενο από τον πυρήνα οδηγεί σε πρωτεϊνοσύνθεση
στο τραχύ ενδοπλασματικό δίκτυο.

35

Ενδοκυτταρική δράση των στεροειδών 2/2


• Οι στεροειδείς ορμόνες προκαλούν πρωτεϊνοσύνθεση de
novo, άρα η δράση τους είναι παρατεταμένη σε σύγκριση με
εκείνη των πρωτεϊνικών ορμονών που δρουν μέσω
υποδοχέων της μεμβράνης και σχηματισμό 2ου
αγγελιοφόρου (cAMP).
• Η έλλειψή τους ή η διαταραγμένη δραστικότητά τους οδηγεί
σε μεγάλες διαταραχές στην έκφραση του φύλου
(ανδρογόνα, οιστρογόνα) ή είναι ασύμβατη με την ζωή
(κορτιζόλη).

36
Ορμόνες αμίνες
• Οι ορμόνες αμίνες είναι παράγωγα αμινοξέων, κατά
συνέπεια είναι ουσίες πολύ μικρού μοριακού βάρους.
• Μητρικές ουσίες των ορμονών αμινών αποτελούν τα κυκλικά
αμινοξέα τυροσίνη και τρυπτοφάνη.
• Από την τυροσίνη προκύπτουν οι θυρεοειδικές ορμόνες, η
αδρεναλίνη και η νοραδρεναλίνη (μυελός επινεφριδίων,
ΚΝΣ), ενώ η τρυπτοφάνη είναι η πρόδρομη ουσία της
μελατονίνης (επίφυση [κωνάριο]).

37

Ορμόνες αμίνες - Ενδοκυτταρική δράση


• Οι ορμόνες αμίνες δρουν όπως και οι στεροειδείς με
ενδοκυτταρικούς υποδοχείς (βλέπε ανωτέρω).
• Ειδικά στην δράση της μελατονίνης που γίνεται με δεύτερο
μεταβιβαστή, δεν χρησιμοποιείται το cAMP αλλά η
διαγλυκερόλη.
• Ειδικά η μελατονίνη φαίνεται πως δρα και σε
ενδοκυτταρικούς και σε διαμεμβρανικούς υποδοχείς.

38
Ορμόνες υπόφυσης
Πρόσθιος λοβός – Δράση 1/2
• Αυξητική ή Σωματοτρόπος ορμόνη = Growth Hormone (GH) /
Somatotropine (STH)
Επιταχύνει την αύξηση του σώματος.
• Θυρεοειδοτρόπος ορμόνη ή θυρεοειδοτροπίνη = Thyroid
Stimulating Hormone (TSH)
Συμβάλλει στον σχηματισμό των θυρεοειδικών ορμονών και την
έκκρισή τους στην κυκλοφορία.
• Φλοιοεπινεφριδιοτρόπος (Κορτικοτροπίνη) ορμόνη =
Adrenocorticotroptic Hormone (ACTH)
Διεγείρει το φλοιό των επινεφριδίων για την παραγωγή ορμονών
και την έκκρισή τους στην κυκλοφορία.

39

Ορμόνες υπόφυσης
Πρόσθιος λοβός – Δράση 2/2
• Θυλακιοτρόπος ορμόνη= Follicle Stimulating Hormone (FSH)
Γυναίκες: Ωριμάζει το ωοθυλάκιο και εκκρίνει τα οιστρογόνα.
Άνδρες: Παράγει τη σπερματογένεση.
• Ωχρινοτρόπος ορμόνη=
Luteinizing Hormone (LH)→ για τις γυναίκες και Interstitial Cell-
Stimulating Hormone (ICSH)→ για τους άνδρες
Γυναίκες: Προκαλεί απελευθέρωση του ωαρίου και την
ωχρινοποίηση του ωοθυλακίου.
Άνδρες: Διεγείρει την έκκριση τεστοστερόνης.
• Προλακτίνη= Prolactine (PRL)
Προκαλεί ανάπτυξη των μαστών και παραγωγή γάλακτος.

40
Ορμόνες υπόφυσης
Οπίσθιος λοβός – Δράση
• Αντιδιουρητική ορμόνη= Antidiuretic Hormone (ADH)
Διευκολύνει την επαναρρόφηση του ύδατος από τους
νεφρούς.
• Ωκυτοκίνη= Oxytocin
Προκαλεί ρυθμικές συστολές της μήτρας.

41

Άλλες σημαντικές ορμόνες


1. Θυρεοειδικές Ορμόνες.
2. Ορμόνες παγκρέατος: Ινσουλίνη.
3. Ορμόνες των επινεφριδίων – Κορτιζόλη.
4. Φυλετικές Ορμόνες (ή γεννητικές ή ορμόνες αναπαραγωγής).

42
Θυρεοειδικές Ορμόνες 1/5
• Οι ορμόνες του θυρεοειδούς, εκτός από την καλσιτονίνη, είναι η
θυροξίνη (thyroxine) Τ4, και η τριιώδοθυρονίνη Τ3. Πρόκειται για
ιωδιωμένα παράγωγα του αμινοξέος τυροσίνη. Η Τ4 περιέχει
τέσσερα, ενώ η Τ3 περιέχει τρία άτομα ιωδίου στο μόριό της.
Παράγονται από τον θυρεοειδή αδένα ο οποίος χρησιμοποιεί το
ιώδιο των τροφών που κυκλοφορεί στο πλάσμα ως ανόργανο
ιώδιο.
• Μετά την παραγωγή τους οι θυρεοειδικές ορμόνες αποθηκεύονται
στο κολλοειδές των θυλακίων συνδεδεμένες με την
θυρεοσφαιρίνη.
• Η έκκρισή τους από τα θυρεοειδικά κύτταρα στο αίμα ρυθμίζεται
από την TSH.

43

Θυρεοειδικές Ορμόνες 2/5


• Ημερησίως παρέχονται στην κυκλοφορία 90 μg T4 και 30 μg
Τ3. Το μεγαλύτερο μέρος της κυκλοφορούσης Τ3 προέρχεται
από την περιφερική μετατροπή της Τ4 σε Τ3 ενώ μόνο
περίπου το 10% - 20% προέρχεται από την θυρεοειδική
παραγωγή της .

44
Θυρεοειδικές Ορμόνες 3/5
• Μετά την έκκρισή τους οι θυρεοειδικές ορμόνες κυκλοφορούν στο
πλάσμα στο μεγαλύτερο ποσοστό τους συνδεδεμένες με
πρωτεΐνες.
• Η Τ4 συνδέεται κυρίως με την TBG (thyroid binding globulin) και
λιγότερο με την λευκωματίνη και την TBPA (thyroid binding
prealbumin).
• Η Τ3 συνδέεται με την ΤBG πιο χαλαρά απ’ ότι η Τ4, ενώ δεν
συνδέεται με την TBPA. Τα φυσιολογικά επίπεδα της Τ4 στον ορό
κυμαίνονται από 5 έως 12 μg/dl και ο χρόνος ημίσειας ζωής της
είναι μία εβδομάδα. Τα φυσιολογικά επίπεδα της Τ3 στον ορό
κυμαίνονται από 100 έως 200 ng/dl και ο χρόνος ημίσειας ζωής της
ανέρχεται σε μία ημέρα.

45

Θυρεοειδικές Ορμόνες 4/5


• Η δράση των θυρεοειδικών ορμονών επιτελείται σχεδόν σε όλα
τα όργανα. Οι δράσεις τους είναι ποιοτικά ίδιες, διαφέρουν όμως
από πλευρά ταχύτητας και έντασης δράσης. Η Τ3 είναι η
δραστικότερη των δύο θυρεοειδικών ορμονών τόσο εξωκυττάρια
όσο και ενδοκυττάρια και το μεγαλύτερο ποσοστό της προκύπτει
από την περιφερική μετατροπή της Τ4 μέσω της 5-αποϊωδινάσης Ι
εξωκυττάρια και με την δράση της 5-αποϊωδινάσης ΙΙ ενδοκυττάρια
στο ΚΝΣ. Επίσης, είναι περίπου 4 φορές γρηγορότερη και 2-4
φορές ισχυρότερη της Τ4.

46
Θυρεοειδικές Ορμόνες 5/5

• Η καθημερινή κατανάλωση του οργανισμού σε Τ3 και Τ4


ανέρχεται περίπου στα 150μg.
[Σε εμπύρετες καταστάσεις αυξάνει περιοδικά σε 200-250μg/ημερ.
Στον υπερθυρεοειδισμό φθάνει και στα 500μg].

47

Ρύθμιση της έκκρισης των ορμονών του


θυρεοειδούς
• Η βιοσύνθεση και η έκκριση των Τ3 καιΤ4 ελέγχεται από ένα σύνθετο
ρυθμιστικό κύκλωμα στο οποίο μετέχουν υποφυσιότροπα κέντρα του
υποθαλάμου, ο πρόσθιος λοβός της υπόφυσης και οι ίδιες οι
ορμόνες Τ3 και Τ4.
• Η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη (TSH) προάγει τόσο την πρόσληψη
ιωδίου από τον θυρεοειδή αδένα όσο και την βιοσύνθεση και την
έκκριση των Τ3 και Τ4 στο αίμα. Η έκκριση της ίδιας της TSH
επηρεάζεται από τις τελικές ορμόνες Τ3-Τ4 και από τις ορμόνες του
υποθαλάμου. Υψηλές τιμές Τ3-Τ4 στο αίμα δρουν ανασταλτικά στην
παραγωγή TSH.
• Από την άλλη πλευρά, ο υποθάλαμος με την εκλυτική του ορμόνη
(TRH), προάγει την έκκρισή της TSH.
• Το ψύχος και διάφορες συναισθηματικές καταστάσεις επηρεάζουν
την λειτουργία του θυρεοειδούς μέσω υποθαλάμου.
48
Βιολογικές Δράσεις ορμονών του
θυρεοειδούς
Οι ορμόνες του θυρεοειδούς ασκούν κυρίως τρεις κύριες δράσεις
στον οργανισμό:
• Αυξάνουν τον γενικό μεταβολισμό πολλών ιστών του
οργανισμού.
• Προάγουν, κατά την εμβρυική ζωή και παιδική ηλικία την
ανάπτυξη, διαφοροποίηση και την ωρίμανση του εγκεφάλου
και των οστών.
• Αύξηση της κατανάλωσης Ο2 και της παραγωγής θερμότητας
σε όλα τα αερόβια όργανα του σώματος.

49

Ορμόνες παγκρέατος: Ινσουλίνη 1/3


• Η ινσουλίνη ανήκει στις πρωτεϊνικές ορμόνες. Το μόριο της
αποτελείται από 2 αλυσίδες αμινοξέων την Α με 21 αμινοξέα και την
Β με 30, οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους με δυο σουλφιδικούς
δεσμούς.
• Συντίθεται στα β-κύτταρα των νησιδίων του Langerhans ως
προϊνσουλίνη, από την οποία στο σύμπλεγμα Golgi με ενζυματική
διάσπαση προκύπτει η δραστική ινσουλίνη.
• Από τα κύτταρα εξέρχεται στο μεσοκυττάριο χώρο με εξωκυττάρωση
και από εκεί μεταφέρεται στην κυκλοφορία μέσω της πυλαίας. Η
έκκριση της γίνεται με έναν απλό ρυθμιστικό μηχανισμό και είναι
ανάλογη του κύριου ερεθίσματος που είναι η τιμή της γλυκόζης στο
αίμα. Ακόμη σε έκκριση ινσουλίνης διεγείρεται η σεκρετίνη, η
παγκρεοζυμίνη και η εντερογλυκαγόνη.
50
Ορμόνες παγκρέατος: Ινσουλίνη 2/3
• Η συγκέντρωση της γλυκόζης στο αίμα κυμαίνεται
φυσιολογικά μεταξύ 3,5 - 5,5 mmol/l και ρυθμίζεται κυρίως
από την δράση της ινσουλίνης και της γλυκαγόνης.
• Η μεν ινσουλίνη ελαττώνει την τιμή της (υπογλυκαιμία) ενώ η
γλυκαγόνη, αδρεναλίνη και τα κορτικοστεροειδή, την
αυξάνουν (υπεργλυκαιμία).

51

Ορμόνες παγκρέατος: Ινσουλίνη 3/3


• Επομένως, με την λήψη τροφής (φάση απορρόφησης), λόγω
αύξησης της γλυκόζης και των εντερικών ορμονών στο αίμα,
έχουμε αύξηση της παραγωγής ινσουλίνης.
• Συγχρόνως περιορίζεται μέχρι αναστολής, η παραγωγή
γλυκαγόνης.
• Η πτώση της τιμής του σακχάρου στο αίμα (μετά το τέλος της
φάσης απορρόφησης των τροφών) οδηγεί αναλογικά σε
πτώση της τιμής της ινσουλίνης και παράλληλη αύξηση της
παραγωγής γλυκαγόνης.

52
Βιολογικές Δράσεις ινσουλίνης (γενικά)
• Η κύρια δράση της ινσουλίνης είναι η προαγωγή της
εναποθήκευσης θρεπτικών ουσιών που προέρχονται από την
τροφή υπό μορφή ενεργειακών εφεδρειών (γλυκογόνο-λίπος-
πρωτεΐνες) στο ήπαρ, τους μύες και τον λιπώδη ιστό.
• Αυτή η δράση συνοδεύεται από μείωση της συγκέντρωσης του
σακχάρου στο αίμα (υπογλυκαιμική δράση).
• Στους μύες από την προσληφθείσα γλυκόζη συντίθεται γλυκογόνο.
• Στον λιπώδη ιστό μετατρέπεται η γλυκόζη σε τριγλυκερίδια.
• Η ινσουλίνη αδρανοποιείται με ενζυματική διάσπαση κυρίως στο
ήπαρ.

53

Ορμόνες των επινεφριδίων – Κορτιζόλη 1/4


• Από τον φλοιό των επινεφριδίων εκκρίνεται μια ομάδα ορμονών,
τις οποίες ονομάζουμε γενικά κορτικοστεροειδή ή κορτικοειδή.
• Ανήκουν στις στεροειδείς ορμόνες που περιλαμβάνουν τρεις
υποομάδες με κοινές μεν δράσεις αλλά σε διαφορετικό βαθμό η
καθεμία.
• Τα αλατοκορτικοειδή, τις φυλετικές (γεννητικές) ορμόνες και τα
γλυκοκορτικοειδή.
• Τα γλυκοκορτικοειδή μετέχουν μαζί με την ινσουλίνη, την
γλυκαγόνη και τις κατεχολαμίνες του οργανισμού στη ρύθμιση του
μεταβολισμού και του ενεργειακού ισοζυγίου.
• Ο κύριος εκπρόσωπος της ομάδας είναι η κορτιζόλη. Παράγεται
κυρίως στη στηλιδωτή ζώνη του φλοιού.
54
Ορμόνες των επινεφριδίων – Κορτιζόλη 2/4
• Δεν αποθηκεύονται στα κύτταρα που τα παράγουν και γι’
αυτό η συγκέντρωσή τους στο αίμα εξαρτάται από ρυθμό
παραγωγής τους.
• Η έκκρισή της κορτιζόλης ελέγχεται από την ACTH του
πρόσθιου λοβού της υπόφυσης με ένα ρυθμιστικό
μηχανισμό αρνητικής ανάδρασης από μέρους της, η οποία
πάλι βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο της CRH (εκλυτικός
παράγων της κορτικοτροπίνης - ACTH) του υποθαλάμου.

55

Ορμόνες των επινεφριδίων – Κορτιζόλη 3/4


• Η υποφυσιακή ορμόνη που ρυθμίζει την έκκριση της
επινεφριδιακής κορτιζόλης και εν μέρει της αλδοστερόνης
είναι η ACTH.
• Δρα στον φλοιό των επινεφριδίων και προάγει την
βιοσύνθεση των ορμονών κυρίως των γλυκοκορτικοειδών
αλλά και των επινεφριδιακών ανδρογόνων.
• Προέρχεται από το πρόδρομο πεπτίδιο την προ-
οπιομελανοκορτίνη (POMC) με πρωτεόλυση.

56
Ορμόνες των επινεφριδίων – Κορτιζόλη 4/4
• Η σύνθεση και η απελευθέρωση της ACTH ελέγχεται και
ρυθμίζεται:
1. Από την CRH του υποθαλάμου.
2. Τα επίπεδα των γλυκοκορτικοειδών (κυρίως κορτιζόλης)
στο αίμα με μηχανισμό αρνητικής ανάδρασης (negative
feedback).
• Η έκκριση της ACTH υπόκειται σε έναν αυτόματο
«νυχθημερήσιο ρυθμό» (Day-Night Rhythm) με τις μέγιστες
τιμές το πρωί (περίπου 6 π.μ) και τις ελάχιστες το βράδυ. (Το
ρυθμό αυτό ακολουθεί φυσικά και η απελευθέρωση των
τελικών ορμονών του φλοιού των επινεφριδίων).

57

Βιολογικές Δράσεις γλυκοκορτικοειδών 1/2


• Στο αίμα, τα γλυκοκορτικοστεροειδή, συνδέονται με μια
ειδική σφαιρίνη, την CBG ή και με την λευκωματίνη και
μεταφέρονται έτσι συνδεδεμένα μέχρι τα όργανα-στόχους
και συνδέονται με τους ειδικούς υποδοχείς-πρωτεΐνες που
βρίσκονται στο κυτταρόπλασμα. Το σύμπλεγμα αυτό
μεταφέρεται στον πυρήνα και επηρεάζει τη δραστηριότητα
των γονιδίων (παραγωγή ενζύμων κλπ) (βλέπε δράση των
στεροειδών ορμονών).

58
Βιολογικές Δράσεις γλυκοκορτικοειδών 2/2
• Τα γλυκοκορτικοειδή αυξάνουν την γλυκονεογένεση (σύνθεση
γλυκόζης) και την παραγωγή γλυκογόνου στο ήπαρ.
• Ταυτόχρονα ο μεταβολισμός του μυϊκού και του λιπώδους ιστού
μετατοπίζεται από την κατανάλωση υδατανθράκων στην
κατανάλωση αμινοξέων και λίπους. Με αυτόν τον τρόπο
συνεισφέρουν στην αύξηση της στάθμης της γλυκόζης στο
πλάσμα.
• Στους μυς δημιουργείται καταβολική κατάσταση με αποδόμηση
των πρωτεϊνών η οποία οδηγεί σε μείωση της μυϊκής μάζας.
• Στον λιπώδη ιστό, η λιπολυτική δραστηριότητα αυξάνεται και
γίνεται ανακατανομή του λίπους στο σώμα.

59

Χρήσεις γλυκοκορτικοειδών 1/3


 Τα αντιφλεγμονώδη και ανοσοκατασταλτικά αποτελέσματα
των γλυκοκορτικοειδών είναι πολύπλοκα.
Χρήσεις γλυκοκορτικοειδών
• Με βάση τα ανωτέρω, στην ιατρική, τα γλυκοκορτικοειδή
έχουν ένα μεγάλο εύρος δράσεων και χρησιμοποιούνται σε
αλλεργικά, σε φλεγμονώδη και αυτοάνοσα νοσήματα καθώς
και την θεραπεία της αναφυλακτικής καταπληξίας.

60
Χρήσεις γλυκοκορτικοειδών 2/3
• Επίσης χρησιμοποιούνται για την πρόληψη απόρριψης
οργάνων μετά από μεταμόσχευση καθώς και στην θεραπεία
κακοήθων νοσημάτων σε συνδυασμό με κυτταροτοξικά
φάρμακα.
• Ενώ η κορτιζόλη είναι το ενδογενές παραγόμενο
γλυκοκορτικοειδές, με διακυμαινόμενη ημερήσια παραγωγή
(η συγκέντρωσή της στο αίμα ποικίλλει από 110 nmol/l στις 4
πμ μέχρι περίπου 450 nmol/l στις 8πμ), τα συνθετικά
γλυκοκορτικοειδή περιλαμβάνουν την πρεδνιζολόνη, την
δεξαμεθαζόνη κ.α.

61

Χρήσεις γλυκοκορτικοειδών 3/3


• Όταν τα γλυκοκορτοειδή χρησιμοποιούνται επί μακρόν εξωγενώς,
λόγω του μηχανισμού της αρνητικής παλίνδρομης ρύθμισης, η
ενδογενής παραγωγή ελαττώνεται και ο επινεφριδιακός άξονας
καταστέλλεται.
• Τέτοιοι ασθενείς επομένως δεν έχουν λειτουργικό άξονα
υπόφυσης-φλοιού επινεφριδίων, και η απότομη διακοπή χρήσης
εξωγενών γλυκοκορτικοειδών, θα οδηγήσει σε οξεία ανεπάρκεια
του επινεφριδιακού φλοιού, λόγω μη έκκρισης ενδογενούς
κορτιζόλης.
• Γι’ αυτό η διακοπή χρόνιας χορήγησης γλυκοκορτικοειδών
οφείλει να είναι πολύ σταδιακή.

62
Αλατοκορτικοειδή (αλδοστερόνη)
• Τα αλατοκορτικοειδή (αλδοστερόνη) αυξάνουν την
επαναρρόφηση του νατρίου στα άπω εσπειραμένα
σωληνάρια, ενώ ταυτόχρονα αυξάνουν την αποβολή καλίου
και των υδρογονοκατιόντων.
• Η αλδοστερόνη παράγεται από την σπειροειδή ζώνη και ο
έλεγχος της παραγωγής της εξαρτάται από την ACTH στο
πρώτο βήμα, ενώ τα επόμενα βήματα παραγωγής της
συνδέονται με το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης.

63

Φυλετικές Ορμόνες
(ή γεννητικές ή ορμόνες αναπαραγωγής) 1/2
• Όλες οι γεννητικές ορμόνες και των δυο φύλων ανήκουν στις
στεροειδείς ορμόνες. Συντίθεται στα κύτταρα των γονάδων (όρχεις-
ωοθήκη) από χοληστερίνη κάτω από την επίδραση των
γοναδοτροπινών.
• Οι ορμόνες αυτές επηρεάζουν την ανάπτυξη των γεννητικών
λειτουργιών και των δευτερευόντων χαρακτηριστικών του φύλου.
• Η παραγωγή και η έκκριση των ανδρικών και γυναικείων γεννητικών
ορμονών, όπως επίσης και ο σχηματισμός και η ωρίμανση των
σπερματοκυττάρων- σπερματοζωαρίων στον άνδρα και των ωαρίων
στην γυναίκα βρίσκονται κάτω από την επίδραση των
γοναδοτροπινών του προσθίου λοβού της υπόφυσης, οι οποίες είναι
κοινές και για τα δυο φύλα (βλ.υπόφυση και υποθάλαμος).
64
Φυλετικές Ορμόνες
(ή γεννητικές ή ορμόνες αναπαραγωγής) 2/2
• Η δικτυωτή ζώνη του φλοιού και των δύο φύλων είναι ο τόπος
παραγωγής μικρών ποσοτήτων αναβολικών ανδρογόνων
(διυδροεπιανδοστερόνη κλπ), οιστραδιόλης και προγεστερόνης.
Μικρά ποσά γυναικείων ορμονών παράγονται και στον άνδρα από
τους όρχεις. Επίσης, ανδρογόνα σε μικρές ποσότητες παράγονται στις
γυναίκες από το φλοιό των επινεφριδίων αλλά και από τις ωοθήκες.
• Οι ορμονικές διαφορές επομένως μεταξύ ανδρών και γυναικών
είναι ποσοτικές και όχι ποιοτικές, αφού και στα δυο φύλα υπάρχουν
οι ίδιες ορμόνες αλλά σε διαφορετικές ποσότητες.
• Η δράση των γεννητικών ορμονών, όπως όλων των στεροειδών
ορμονών, στα κύτταρα στόχους, εκδηλώνεται με την σύνδεσή τους με
πρωτεΐνες-υποδοχείς του κυτταροπλάσματος (βλ επίσης δράση
στεροειδών).
65

Ενότητα 5: Ενδοκρινικό σύστημα - Υποθάλαμος


Υποθάλαμος 1/3

“Hypothalamus”, από Was a bee


διαθέσιμη με άδεια CC BY-SA 2.1 JP 1

Υποθάλαμος 2/3

“1806 The Hypothalamus-Pituitary Complex”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

2
Υποθάλαμος 3/3
AC: anterior commissure PO: preoptic
nucleus SC: suprachiasmatic
nucleus OC: optic chiasma TC: tuber
cinereum AP: anterior
pituitary IN: infundibulum PP:posterio
r pituitary ME: median
eminence AH: anterior hypothalamic
nucleus SO: supraoptic
nucleus TH: thalamus PV: paraventric
ular nucleus (not to be confused
with periventricular nucleus, which is
not shown) DM: dorsomedial nucleus
VM: ventromedial nucleus AR: arcuate
nucleus (associated with periventricular
“HypothalamicNuclei”, από Arcadian διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
nucleus, which is not shown) LT: lateral
nucleus PN: posterior
nucleus MB: mamillary body
3

Ανατομία του υποθαλάμου 1/7


• Ο υποθάλαμος βρίσκεται πάνω από την υπόφυση με την
οποία συνδέεται μέσω του υποφυσιακού μίσχου.
• Αρχίζει από την μέση εξοχή η οποία βρίσκεται στο άνω τμήμα
του υποφυσιακού μίσχου.
• Αποτελείται από διάφορους πυρήνες και συγκεκριμένα οι
πιο γνωστοί είναι ο οπίσθιος υποθαλαμικός πυρήνας, η
οπίσθια υποθαλαμική περιοχή, ο μέσος ραχιαίος πυρήνας, ο
μέσος κοιλιακός, ο προοπτικός, ο παρακοιλιακός, η προ-
οπτική περιοχή, ο υπεροπτικός και ο υπερχιασματικός, ο
τοξοειδής πυρήνας και η μέση εξοχή.

4
Ανατομία του υποθαλάμου 2/7
• Ο υποθάλαμος έρχεται σε επαφή με το μεταιχμιακό σύστημα
και τα μαστία προς τα πίσω ενώ προς τα εμπρός έρχεται σε
επαφή με το οπτικό χίασμα, προς τα κάτω μέσω της μέσης
εξοχής έρχεται σε επαφή με τον υποφυσιακό μίσχο και την
πρόσθια και οπίσθια υπόφυση του ανθρώπου.
• Συνδέεται αγγειακά με την υπόφυση μέσω του πυλαίου
συστήματος και νευρικές προεξοχές του εγκεφάλου φέρουν
διάφορους νευρομεταβιβαστές οι οποίοι επιδρούν πάνω
στους υποθαλαμικούς πυρήνες για την ρύθμιση της έκκρισης
των υποθαλαμικών παραγόντων οι οποίοι με την σειρά τους
ρυθμίζουν την έκκριση των υποφυσιακών ορμονών.

Ανατομία του υποθαλάμου 3/7


• Ο υποθάλαμος ρυθμίζει πολλές λειτουργίες του
ανθρώπινου σώματος.
• Λειτουργίες όπως η σωματική θερμοκρασία ρυθμίζονται από
κύτταρα του υποθαλάμου τα οποία είναι ευαίσθητα στις
αλλαγές της θερμοκρασίας και συγκεκριμένα από τον
πρόσθιο υποθάλαμο κύτταρα ευαίσθητα στο θερμό και τον
οπίσθιο υποθάλαμο, κύτταρα ευαίσθητα στο ψυχρό.
• Επιπλέον, άλλες περιοχές όπως περιοχές κοντά στο
μεταιχμιακό σύστημα, μέσω των κατεχολαμινών ρυθμίζουν
διάφορες συναισθηματικές λειτουργίες.

6
Ανατομία του υποθαλάμου 4/7
• Περιοχές στον προοπτικό και τον παρακοιλιακό πυρήνα
ρυθμίζουν την έκκριση της ΑVP.
• Περιοχές του υπεροπτικού και παρακοιλιακού πυρήνα
επίσης, ρυθμίζουν την έκκριση της ωκυτοκίνης.
• Περιοχές στον παρακοιλιακό πυρήνα ρυθμίζουν την έκκριση
του TRH.
• Περιοχές κοντά στα μαστία και στον παρακοιλιακό πυρήνα
ρυθμίζουν την έκκριση της ACTH μέσω του CRH.

Ανατομία του υποθαλάμου 5/7


• Η προοπτική περιοχή παράγει την LHRH (GnRH) που ρυθμίζει
τις γοναδοτροφίνες.
• Ο τοξοειδής πυρήνας του υποθαλάμου παράγει δοπαμίνη η
οποία δρα σαν ανασταλτική ουσία στην έκκριση της
προλακτίνης.
• Ο παρακοιλιακός πυρήνας αλλά και ο τοξοειδής φαίνεται
ότι εκκρίνει GΗRH που ρυθμίζει την έκκριση της αυξητικής.
• Ο πλάγιος ανώτερος υποθάλαμος φαίνεται ότι έχει
υποδοχείς οι οποίοι ρυθμίζουν την όρεξη και την δίψα.

8
Ανατομία του υποθαλάμου 6/7
• Ο κοιλιακός υποθάλαμος περιλαμβάνει δύο κέντρα, το
κέντρο της δίψας και του κορεσμού, που με αυτά ρυθμίζεται
το αίσθημα του κορεσμού και της πείνας. Φαίνεται πως ο
πρόσθιος κοιλιακός υποθάλαμος ρυθμίζει εν μέρει την
σεξουαλική συμπεριφορά.
• Επίσης, διαταραχές έχουν παρατηρηθεί στον υποθάλαμο οι
οποίες χαρακτηρίζονται από αντιδράσεις φόβου ή
εκνευρισμού και θυμού χωρίς να ξέρουμε ακριβώς ποια είναι
εκείνη η περιοχή η οποία είναι υπεύθυνη γι' αυτήν την
συμπεριφορά.

Ανατομία του υποθαλάμου 7/7


• Επιπλέον, ο υπερχιασματικός πυρήνας του υποθαλάμου είναι
το βιολογικό μας ρολόι το οποίο συνδέεται και με την
επίφυση (κωνάριο) αλλά και με τους οφθαλμούς μέσω
νευρικών ινών. Ρυθμίζει την έκκριση της μελατονίνης από την
επίφυση μέσω του κύκλου φωτός και σκότους.
• Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο
υποθάλαμος χωρίζεται σε ενδοκρινολογικό και μη
ενδοκρινολογικό υποθάλαμο.

10
Ενδοκρινικές λειτουργίες υποθαλάμου 1/3
• Οι ενδοκρινικές λειτουργίες του υποθαλάμου εντοπίζονται
κυρίως στην κεντρική και στη μέση περιοχή του.
• Τα δύο πλάγια μέρη του υποθαλάμου, δηλαδή ο πρόσθιος
και ο οπίσθιος υποθάλαμος φαίνεται ότι συνδέονται με τον
ύπνο, την αφύπνιση, την ρύθμιση της θερμοκρασίας, πείνα,
δίψα, αυτόνομη λειτουργία και σεξουαλική συμπεριφορά.

11

Ενδοκρινικές λειτουργίες υποθαλάμου 2/3


• Επομένως ο ενδοκρινικός υποθάλαμος είναι μία μικρή
περιοχή ολίγων χιλιοστών, η οποία φαίνεται ότι τουλάχιστον
από ενδοκρινικής πλευράς ρυθμίζει την απευθείας έκκριση
της ωκυτοκίνης και της αντιδιουρητικής ορμόνης από την
οπίσθια υπόφυση και αυτό γίνεται με την απευθείας δράση
του μέσω των νευρώνων στην οπίσθια υπόφυση.

12
Ενδοκρινικές λειτουργίες υποθαλάμου 3/3
• Εμμέσως δε ρυθμίζει με τις εκκριτικές ορμόνες τις οποίες
παράγει (είτε αυτές είναι διεγερτικές είτε είναι ανασταλτικές)
την έκκριση της πρόσθιας υπόφυσης και την ορμονική
λειτουργία αυτής. Οι ορμόνες αυτές του υποθαλάμου είτε
διεγερτικές είτε ανασταλτικές μεταφέρονται μέσω του
πυλαίου τριχοειδικού συστήματος από τους νευρώνες του
στα πρόσθια υποφυσιακά κύτταρα όπου δρουν διεγείροντας
ή αναστέλλοντας την έκκριση των υποφυσιακών ορμονών.

13

Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του


υποθαλάμου 1/12
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του υποθαλάμου όσον αφορά
την έκκριση ορμονών της προσθίας υπόφυσης
• Μέχρι το 1950 το πώς ρυθμιζόταν η έκκριση της προσθίας
υπόφυσης παρέμενε άγνωστο.
• Μετά, μεταξύ 1950 - 1985 έγιναν οι μεγαλύτερες ανακαλύψεις
όσον αφορά τους ρυθμιστικούς παράγοντες (ορμόνες) της
έκκρισης της προσθίας υπόφυσης. Βρέθηκε ότι αυτοί οι
ρυθμιστικοί παράγοντες ήταν υποθαλαμικές ορμόνες που
εκκρίνονταν κατά ώσεις από τους νευρώνες του υποθαλάμου και
έφταναν μέσω του πυλαίου συστήματος και μόνο προς αυτήν την
κατεύθυνση προς τα κύτταρα της προσθίας υπόφυσης.

14
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 2/12
• Περισσότερα πειράματα και οι περισσότερες ανακαλύψεις αυτού
του τύπου έγιναν στα εργαστήρια της La Jolla στην Καλιφόρνια
από την ομάδα του Willie Vale.
• Συγκεκριμένα στα 1950 άρχισαν οι έρευνες από τον Andrew
Schally, Roger Guillemin και Willie Vale, οι οποίοι επέτυχαν
διάφορες μετρήσεις όσον αφορά την δραστικότητα των διάφορων
εκκριτικών ορμονών που υποψιάζονται ότι υπήρχαν μέσα στον
υποθάλαμο. Παράλληλα ως γνώστες της χημείας των πεπτιδικών
ορμονών, απομόνωσαν σιγά-σιγά τουλάχιστον πέντε πεπτίδια με
τα οποία πειραματίστηκαν in vitro για να αποδείξουν την διέγερση
στις υποφυσιακές ορμόνες της προσθίας υπόφυσης.

15

Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του


υποθαλάμου 3/12
• Στα 1969 ανακάλυψαν την ύπαρξη ενός τριπεπτιδίου το
οποίο ονόμασαν thyrotrophin releasing hormone (TRH).
• Αυτό αποδείχτηκε ότι διήγειρε in vitro αλλά και in vivo (όταν
χορηγείται σε ζώα και ανθρώπους) την έκκριση της TSH από
τα θυρεοτρόφα κύτταρα της προσθίας υπόφυσης. Για την
ανακάλυψη αυτή το 1969 έλαβαν το βραβείο Nobel.

16
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 4/12
• Η ίδια ομάδα και συγκεκριμένα με επικεφαλής τον Schally στα
1971 ανακάλυψε την σύνθεση του μορίου μιας άλλης εκκριτικής
ορμόνης, της LHRH η οποία φάνηκε από την πρώτη στιγμή ότι
διήγειρε τόσο in vitro όσο και in vivo την έκκριση των
γοναδοτροφινών (τόσο της LΗ όσο και της FSH) από τα
γοναδοτρόφα κύτταρα της υπόφυσης.
• Στα 1973 ο Roger Guillemin και Dυ Vigneaud ανακάλυψαν την
ύπαρξη ενός άλλου παράγοντα που ονομάστηκε σωματοστατίνη.
• Η σωματοστατίνη αποτελείται από 14 αμινοξέα και ανέστειλε την
έκκριση της αυξητικής ορμόνης, όχι μόνο in vitro αλλά και in vivo.

17

Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του


υποθαλάμου 5/12
• Στα 1981 ανακαλύφτηκε από τον Willie Vale και τους συνεργάτες του
η ύπαρξη ενός παράγοντα (ορμόνης) την οποία υποψιάζονταν από
παλιά, του CRH (cortocotrophin releasing hormone), ο οποίος
αποτελείται από 41 αμινοξέα και δρώντας διεγείρει την έκκριση της
ACTH και της β- ενδορφίνης από τα κορτινοτρόφα της πρόσθιας
υπόφυσης.
• Η επόμενη ανακάλυψη και η τελευταία μέχρι στιγμής είναι η
απομόνωση από το Guillemin το 1985 ενός παράγοντα (ορμόνης) η
οποία καλείται GΗRH (growth hormone releasing hormone), και είναι
ο εκκριτικός παράγοντας της αυξητικής ορμόνης ο οποίος μαζί με την
σωματοστατίνη είναι το δυαδικό control (έλεγχος) της έκκρισης της
αυξητικής ορμόνης στον άνθρωπο και στα ζώα.
• Ο GΗRH φαίνεται ότι διεγείρει τόσο in vitro όσο και in νiνο την
έκκριση της αυξητικής ορμόνης. 18
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 6/12
• Τα πειράματα αυτού του εργαστηρίου και της ομάδας
απέδειξαν ότι οι περισσότερες από αυτές τις εκκριτικές
ορμόνες του υποθαλάμου ρυθμίζουν αποκλειστικά την
έκκριση μιας ορμόνης της προσθίας υπόφυσης εάν
εξαιρέσουμε την LHRH που ρυθμίζει τόσο την FSH όσο και την
LΗ και τον TRH ο οποίος φαίνεται ότι ρυθμίζει εκτός από την
TSH και την έκκριση της προλακτίνης αλλά όχι σε
φυσιολογικές καταστάσεις.

19

Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του


υποθαλάμου 7/12
• Φαίνεται ότι ο TRH σε μη φυσιολογικές καταστάσεις έχει την
ικανότητα να αυξάνει την προλακτίνη αλλά φαίνεται επίσης
ότι δεν αποτελεί τον φυσιολογικό διεγέρτη της προλακτίνης ο
οποίος μέχρι στιγμής παραμένει άγνωστος.
• Επίσης, όσον αφορά την σωματοστατίνη, παρ' ότι η πρώτη
ανακαλυφθείσα δράση της είναι η πλήρης αναστολή της
αυξητικής ορμόνης, γνωρίζουμε σήμερα ότι έχει ανασταλτική
δράση και σε άλλες ουσίες και δεν περιορίζεται μόνο να
αναστέλλει την αυξητική ορμόνη.

20
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 8/12
• Όλες οι εργασίες αυτής της ομάδας αλλά και άλλων ομάδων
που συνεργάστηκαν μαζί τους απέσπασαν πολλά Nobel για
την νευροενδοκρινολογία και για τον έλεγχο της
υποφυσιακής λειτουργίας μέσω του ενδοκρινικού
υποθαλάμου.

21

Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του


υποθαλάμου 9/12
• Ο έλεγχος λοιπόν της υπόφυσης μέσω του υποθαλάμου
ακολουθεί την αρχή της παλίνδρομης ρύθμισης.
• Φαίνεται δηλαδή ότι ο υποθάλαμος εκκρίνοντας κάποια
διεγερτική ουσία προς την προσθία υπόφυση δρα
ρυθμίζοντας θετικά την έκκριση αυτής ορμόνης από την
πρόσθια υπόφυση π.χ. ο TRH όταν εκκρίνεται από τα κύτταρα
του υποθαλάμου δρα πάνω στα θυρεοτρόφα κύτταρα της
προσθίας υπόφυσης διεγείροντας την έκκριση της TSH.
• Αυτό καλείται θετική παλίνδρομη ρύθμιση του υποθαλάμου
προς την υπόφυση.

22
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 10/12
• Το αυτό κάνει και η υπόφυση προς τον θυρεοειδή όταν
εκκρίνεται η TSH από τα θυρεοτρόφα κύτταρα και ρυθμίζει
την έκκριση του θυροειδούς.
• Έτσι, η υπόφυση ασκεί θετική παλίνδρομη ρύθμιση όσον
αφορά τον θυρεοειδή αδένα.
• Με την βοήθεια δηλαδή της θετικής παλίνδρομης ρύθμισης
από τον υποθάλαμο προς την υπόφυση και από την
υπόφυση στο όργανο-στόχο ρυθμίζεται η παραγωγή
περιφερικών ορμονών, ο βασικός λειτουργικός
μεταβολισμός και άλλες λειτουργίες του σώματος.

23

Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του


υποθαλάμου 11/12
• Όμως οι παραγόμενες από τα όργανα-στόχους ουσίες έχουν
την ικανότητα να γυρίζουν και να δρουν αρνητικά
ελαττώνοντας τόσο την παραγωγή ορμονών της υπόφυση ς
όσο και του υποθαλάμου πολλές φορές.
• Επομένως τα περιφερειακά προϊόντα έχουν την ικανότητα να
ασκούν αρνητική παλίνδρομη ρύθμιση στα όργανα που τα
ρυθμίζουν.

24
Ρυθμιστικοί παράγοντες (ορμόνες) του
υποθαλάμου 12/12
• Οι θυρεοειδικές ορμόνες Τ3 και Τ 4 που παράγονται από τον
θυρεοειδή αδένα «γυρίζουν» και προκαλούν αρνητική
παλίνδρομη ρύθμιση τόσο προς την υπόφυση αναστέλλοντας
την παραγωγή της TSH, όσο και προς τον υποθάλαμο
αναστέλλοντας την παραγωγή του TRH.
• Έτσι, τα περιφερειακά προϊόντα φαίνεται ότι ασκούν
αρνητική παλίνδρομη ρύθμιση προς τους διεγέρτες τους.

25

Ενότητα 6: Ενδοκρινικό σύστημα - Επίφυση


Διέγερση και αναστολή της έκκρισης της
μελατονίνης

acuarios-self-help-health-wellness.blogspot.gr
1

Σύνθεση
μελατονίνης

2
“Tryptophan metabolism”, από WolfRAMM διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Μελατονίνη

“Melatonin structure”, από Vaccinationist διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Επίφυση 1/3

“Illu pituitary pineal glands”, από Fuelbottle διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


4
Επίφυση 2/3
• Η επίφυση είναι ενδοκρινής αδένας του σώματος.
• Είναι η μόνη περιοχή του σώματος που διαθέτει
φωτοευαίσθητα κύτταρα, τα οποία την καθιστούν
φωτοευαίσθητο ενδοκρινή αδένα, δίνοντας της προηγμένες
ικανότητες.
• Έχει το μέγεθος περίπου ενός μπιζελιού και βρίσκεται
τοποθετημένη ανάμεσα στα ημισφαίρια του εγκεφάλου,
στην τρίτη κοιλία, πτυχωμένη σε μία αύλακα, η οποία
δημιουργείται από την καμπυλότητα των δύο θαλαμικών
σωμάτων.
• Η επίφυση ή κωνάριο βρίσκεται στο κέντρο του εγκεφάλου,
κοντά στον υποθάλαμο.
5

Επίφυση 3/3
• Λειτουργίες της επίφυσης
Οι λειτουργίες τις επίφυσης είναι πολύ σημαντικές ως προς την
επιρροή που έχουν σε πολλά όργανα και αδένες του σώματος.
• Ο ενδοκρινής αυτός αδένας:
o Παράγει την ορμόνη μελατονίνη.
o Δημιουργεί το αίσθημα της νύστας με την έκκριση της
παραπάνω ορμόνης.
o Μετατρέπει τα σήματα του νευρικού συστήματος σε
«ενδοκρινή σήματα» (δηλαδή ουσίες).
o Ρυθμίζει τον κιρκαδικό ρυθμό και τον βιορυθμό στα όντα,
μέσω τις έκκρισης αυτών των δύο ουσιών.

6
Μελατονίνη 1/6
• Το ένζυμο ΗΙΟΜΤ (υδροξυ-ινδολο-Ο-μεθυλοτρανσφεράση)
αποτελεί το κλειδί της παραγωγής της μελατονίνης.
• Ανευρίσκεται μόνο στην επίφυση και σε μικρή ποσότητα στον
αμφιβληστροειδή, γεγονός που υπενθυμίζει το φυλογενετικό ρόλο
της επιφύσεως. Στα πειραματόζωα η δραστηριότητα της HIOMT
επηρεάζεται από το φως. Έκθεση στο φως μειώνει τη
δραστηριότητα της HIOMT ενώ το σκοτάδι την αυξάνει.
• Η οδός που ακολουθεί το ερέθισμα αρχίζει από τα κύτταρα του
αμφιβληστροειδή στον οφθαλμό, τα οποία διεγείρονται από το
σκοτάδι, μεταβιβάζεται στα άνω συμπαθητικά γάγγλια του
τραχήλου και από εκεί διοχετεύεται στην επίφυση με
μεταγαγγλιακές συμπαθητικές ίνες.

Μελατονίνη 2/6
• Η μελατονίνη είναι μια μεθοξυϊνδόλη, που παράγεται μέσα στα
κύτταρα του κωναρίου, τα κωναριοκύτταρα.
• Το κωνάριο συμμετέχει σε πολλαπλές λειτουργίες του οργανισμού
μέσω έκκρισης της ορμόνης μελατονίνης, που χαρακτηρίζεται από
λειτουργική πλειοτροπία και είναι ένα από τα όργανα που
σχηματίζουν το λεγόμενο ψυχονευροενδοκρινικό δίκτυο.
• Η νεύρωση του κωναρίου προέρχεται από αυτόνομες
μεταγαγγλιακές ίνες από τα ανώτερα αυχενικά γάγγλια, οι οποίες
σχηματίζουν συνάψεις με τα κωναριοκύτταρα.

8
Μελατονίνη 3/6
• Οι προσαγωγές ίνες προς τα ανώτερα αυχενικά γάγγλια
προέρχονται από το σύστημα ινών της οπτικής οδού.
• Με τον τρόπο αυτόν, τα κύτταρα του κωναρίου δέχονται άμεση
επίδραση των εναλλαγών φωτός-σκότους του περιβάλλοντος και
έτσι το κωνάριο αποτελεί το δέκτη των εναλλαγών αυτών στο
νευρικό σύστημα του ανθρώπου.
• Η μελατονίνη συντίθεται από την τρυπτοφάνη μέσα στα
παρεγχυματικά κύτταρα του κωναρίου, τα κωναριοκύτταρα.

Μελατονίνη 4/6
• Η έκκριση της μελατονίνης αρχίζει όταν υπάρχει σκοτάδι και
είναι μεγάλη κατά τη διάρκεια της νύκτας. Το αντίθετο
συμβαίνει κατά τη διάρκεια της ημέρας.
• Ο ρυθμός της είναι από τους πιο σταθερούς που υπάρχουν,
εξακολουθεί δε να παραμένει και όταν λείπουν
περιβαλλοντικά ερεθίσματα.
• Η έκκριση της μελατονίνης είναι μικρή κατά τη γέννηση και
αυξάνεται σημαντικά μέχρι την ηλικία των 3-5 ετών.

10
Μελατονίνη 5/6
• Από την ηλικία των 6 ετών και μετά τα νυκτερινά επίπεδα της
μελατονίνης ελαττώνονται βαθμιαία. Φαίνεται ότι η
εμφάνιση της εφηβείας δεν είναι αποτέλεσμα ελαττωμένης
έκκρισης της μελατονίνης, αλλά διάφορες υποθέσεις
υπάρχουν (βλ εφηβεία).
• Τα επίπεδα της μελατονίνης που παρατηρούνται στην
ενήλικο ζωή εμφανίζονται κατά τη δεύτερη δεκαετία της
ζωής, διατηρούνται μέχρι την τέταρτη δεκαετία και κατόπιν
σταδιακά ελαττώνονται, μέχρις ότου, κατά το γήρας,
παρατηρούνται πολύ χαμηλά επίπεδα της ορμόνης.

11

Μελατονίνη 6/6
• Υποδοχείς της μελατονίνης έχουν ανιχνευθεί στην επιφάνεια
αλλά και στον πυρήνα των κυττάρων. Άλλες από τις δράσεις
της μελατονίνης επάγονται μέσω του επιφανειακού και άλλες
μέσω του πυρηνικού υποδοχέα.
• Στον άνθρωπο, υποδοχείς έχουν ανιχνευθεί στον
υπερχιασματικό πυρήνα του υποθαλάμου και στην πρόσθια
υπόφυση, ενώ η περιοχή pars tuberalis της υπόφυσης δεν
φαίνεται να εμφανίζει υποδοχείς στους περισσότερους από
τους λίγους ανθρώπους όπου μελετήθηκε.

12
Βιορυθμοί και μελατονίνη
• Η μελατονίνη συμμετέχει στην προσαρμογή των βιολογικών ρυθμών
του οργανισμού στον κύκλο φωτός-σκότους του περιβάλλοντος.
• Φαίνεται ότι η μελατονίνη είναι ο διαμεσολαβητικός παράγοντας
στην επίδραση του φωτός ως ρυθμιστή της κιρκάδιας
(νυχθημερήσιας, circa dies) διακύμανσης της βασικής θερμοκρασίας
του σώματος, καθώς στους άνδρες, αλλά και στις γυναίκες, η πτώση
δε της θερμοκρασίας του σώματος συμπίπτει με τα υψηλότερα
επίπεδα της μελατονίνης.
• Η οξεία έκθεση σε έντονο φως αναστέλλει την έκκριση της
μελατονίνης και αυξάνει τη θερμοκρασία του σώματος και η αλλαγή
αυτή της βασικής θερμοκρασίας αναστρέφεται με τη συνεχή έγχυση
μελατονίνης στους άνδρες και με την από του στόματος χορήγηση
στις γυναίκες
13

Δράσεις μελατονίνης
• Η χορήγηση μελατονίνης απομακρύνει τα συμπτώματα του
jet lag, δηλαδή της διαταραχής του οργανισμού, που
παρατηρείται κατά τα διηπειρωτικά ταξίδια.
• Φαίνεται ότι η μελατονίνη βοηθά στον επανασυγχρονισμό
των κιρκάδιων ρυθμών στην τοπική ώρα.
• Η μελατονίνη μπορεί να βοηθήσει στη θεραπεία διαταραχών
του ύπνου, ενώ η χορήγηση της σε τυφλούς, που είχαν
διαταραγμένο ρυθμό έκκρισης της μελατονίνης, μεταβάλλει
τον ενδογενή ρυθμό έκκρισης της ορμόνης.

14
Μελατονίνη και νευροενδοκρινική
λειτουργία 1/2
• Η μελατονίνη είναι τροποποιητικός παράγοντας της έκκρισης των
ορμονών του προσθίου και του οπισθίου λοβού της υπόφυσης.

• Σε in vitro πειράματα στους επίμυς έχει δειχθεί ότι η μελατονίνη


ελαττώνει σημαντικά τη βασική έκκριση της αντιδιουρητικής
ορμόνης και της ωκυτοκίνης, ενώ in vivo παρατηρήσεις
συμφωνούν με τις προαναφερθείσες και δείχνουν επίσης ότι η
μελατονίνη αναστέλλει την έκκριση της αντιδιουρητικής ορμόνης.

15

Μελατονίνη και νευροενδοκρινική


λειτουργία 2/2
• Σε in vitro πειράματα έχει δειχθεί επίσης ότι ανάλογα της
μελατονίνης, που συνδέονται με τους υποδοχείς της ορμόνης,
αναστέλλουν την έκκριση των ορμονών του οπισθίου λοβού της
υπόφυσης. Η εξωγενής χορήγηση μελατονίνης σε υγιείς άνδρες
ελαττώνει τη νυκτερινή έκκριση της αντιδιουρητικής ορμόνης,
ελαττώνει την έκκριση της ωκυτοκίνης, αυξάνει την έκκριση της
προλακτίνης και μετακινεί το χρόνο μεγίστης έκκρισης της
κορτιζόλης. Φαίνεται ότι η μελατονίνη μπορεί να τροποποιεί την
έκκριση των υποφυσιακών ορμονών στον άνθρωπο.

16
Μελατονίνη και αναπαραγωγική
λειτουργία στον άνθρωπο 1/2
• Σε ορισμένα ζώα, που χαρακτηρίζονται από εποχιακή
αναπαραγωγή, η μελατονίνη φαίνεται ότι είναι ο κυριότερος
παράγοντας που ρυθμίζει την εποχή της αναπαραγωγής.
• Έτσι, τα hamsters που εκτίθενται σε μικρής διάρκειας ημέρες
παρουσιάζουν ατροφία των γεννητικών οργάνων.
• Έχει αποδειχθεί ότι αυτό οφείλεται στην αυξημένη έκκριση
μελατονίνης, αφού δεν παρατηρείται σε επιφυσιεκτομηθέντα
ζώα και μπορεί να επαχθεί με τη χορήγηση μελατονίνης.

17

Μελατονίνη και αναπαραγωγική


λειτουργία στον άνθρωπο 2/2
• Η σχέση της μελατονίνης με την αναπαραγωγική λειτουργία
στον άνθρωπο δεν είναι γνωστή.
• Έχουν παρατηρηθεί αυξημένα επίπεδα μελατονίνης σε
γυναίκες με ανωορρηξία, σε αθλήτριες με υποθαλαμική
αμηνόρροια και σε άνδρες με υπογοναδισμό.
• Έχει επίσης ανακοινωθεί ότι η χορήγηση μεγάλης δόσης
μελατονίνης σε γυναίκες μπορεί να καταστείλει την ωορρηξία.

18
Αλληλεπιδράσεις μελατονίνης

19
afsafund.org

Μελατονίνη και αντιοξειδωτική


προστασία του οργανισμού 1/3
• Η μελατονίνη είναι πολύ ισχυρός δέκτης των ελευθέρων
ριζών και γενικός αντιοξειδωτικός παράγοντας.
• Ως αντιοξειδωτικός παράγοντας, η μελατονίνη δεσμεύει
ισχυρά την πολύ δραστική και τοξική ρίζα του υδροξυλίου και
τη ρίζα του υπεροξειδίου.
• Οι αντιοξειδωτικές ιδιότητες της μελατονίνης έχουν
αποδειχθεί και σε ομογενοποιημένους ιστούς και σε
ζωντανούς οργανισμούς.

20
Μελατονίνη και αντιοξειδωτική
προστασία του οργανισμού 2/3
• Η καταστροφή του DNA ανθρώπινων λεμφοκυττάρων, ως
αποτέλεσμα έκθεσης σε ιονίζουσα ακτινοβολία, που συντελεί
στην απελευθέρωση ελευθέρων ριζών, ελαττώνεται πολύ εάν
τα κύτταρα έχουν εκτεθεί σε μελατονίνη πριν από την έκθεσή
τους στην ακτινοβολία.
• Οι κυτταροπλασματικές πρωτεΐνες προστατεύονται από την
καταστροφή τους από τις ελεύθερες ρίζες παρουσία της
μελατονίνης.

21

Μελατονίνη και αντιοξειδωτική


προστασία του οργανισμού 3/3
• Η υπεροξείδωση των λιπιδίων της κυτταρικής μεμβράνης,
που επάγεται in vitro ή in vivo με διάφορους τρόπους, που
όλοι τους συμπεριλαμβάνουν τη δημιουργία ελευθέρων
ριζών, ελαττώνεται δραστικά από την παρουσία μελατονίνης.
• Οι δράσεις αυτές της μελατονίνης είναι ενδοκυτταρικές.
• Άλλες είναι ανεξάρτητες από τη σύνδεση με τον υποδοχέα
της μελατονίνης και άλλες επιτυγχάνονται μέσω σύνδεσης με
πυρηνικούς υποδοχείς.

22
Μελατονίνη και ανοσοποιητικό σύστημα
1/2
• Στενή σύνδεση φαίνεται να υφίστανται μεταξύ του κωναρίου και
του ανοσοποιητικού συστήματος.
• Τα αρνητικά αποτελέσματα του οξέος stress φαίνεται να
αντιρροπούνται από τη μελατονίνη.
• Η ορμόνη έχει ανοσο-ενισχυτική δράση.
• Ένα από τα κύρια όργανα-στόχους της αποτελεί ο θύμος, κύριο
όργανο του ανοσοποιητικού συστήματος.
• Τα ανοσοενισχυτικά αποτελέσματα της μελατονίνης
διαμεσολαβούνται από την παραγωγή οπιοειδών πεπτιδίων, που
παράγονται από τα βοηθητικά Τ-λεμφοκύτταρα, από λεμφοκίνες
και πιθανώς από υποφυσιακές ορμόνες.

23

Μελατονίνη και ανοσιακό σύστημα 2/2


• Λεμφοκίνες, όπως η ιντερφερόνη-γ και η ιντερλευκίνη-2, καθώς και
άλλες θυμικές ορμόνες, τροποποιούν τη σύνθεση της μελατονίνης
στο κωνάριο.
• Έχει πρόσφατα ανακοινωθεί ότι πιθανόν το κωνάριο να παράγει
το σήμα για την έναρξη της αιμοποιητικής λειτουργίας.
• Τα δεδομένα συνηγορούν για την ύπαρξη ενός πιθανού άξονα
μελατονίνης-ανοσοποιητικού συστήματος.
• Η ικανότητα της μελατονίνης να διασώζει την αιμοποιητική
λειτουργία από την τοξική δράση των αντικαρκινικών
θεραπευτικών παραγόντων προβάλλει ως ένα σημαντικό πιθανό
πεδίο χρήσης της στην κλινική πράξη.

24
Μελατονίνη και καρκίνος
• Σειρά in vitro και in vivo μελετών υποδεικνύουν ότι η
μελατονίνη έχει ογκοστατική δράση και μπορεί να
συμμετέχει στην αντικαρκινική προστασία του οργανισμού.
• Σε καλλιέργειες καρκινικών κυττάρων in vitro βρέθηκε ότι η
μελατονίνη αναστέλλει την ανάπτυξη των κυττάρων αυτών.
• Φαίνεται ακόμη ότι η μελατονίνη in vivo μπορεί να
αναστέλλει την καρκινογένεση.
• Η μελατονίνη έχει χορηγηθεί παράλληλα με άλλους
θεραπευτικούς παράγοντες για την αντιμετώπιση μορφών
μεταστατικού καρκίνου.

25

Συμπέρασμα 1/4
• Η μελατονίνη είναι μια ορμόνη με μικρό μοριακό βάρος, που
εκκρίνεται στη συστηματική κυκλοφορία από το κωνάριο
(επίφυση).
• Η μελατονίνη, μια μεθοξυϊνδόλη, έχει πολλαπλές δράσεις,
πολλές από τις οποίες μόνο πρόσφατα άρχισαν να γίνονται
αντιληπτές.

26
Συμπέρασμα 2/4
• Η ορμόνη συμμετέχει στην προσαρμογή του οργανισμού και
των βιολογικών του λειτουργιών στον κύκλο φωτός-σκότους
του περιβάλλοντος.
• Φαίνεται ότι συμμετέχει στη ρύθμιση της νευροενδοκρινικής
λειτουργίας, καθώς και στη ρύθμιση της αναπαραγωγής στα
ζώα και στον άνθρωπο.

27

Συμπέρασμα 3/4
• Η ορμόνη μελατονίνη φαίνεται ότι είναι ένας γενικός
αντιοξειδωτικός παράγοντας, που έχει δράση σε όλα τα
κύτταρα του οργανισμού.
• Συμμετέχει στη ρύθμιση του ανοσιακού συστήματος και
εμφανίζει ανοσοενισχυτική δράση.
• Από ερευνητικά in vitro και in vivo δεδομένα προκύπτει ότι η
μελατονίνη είναι ένας φυσικός ογκοστατικός παράγοντας και
συμβάλλει στην προστασία του οργανισμού από την
καρκινογένεση.

28
Συμπέρασμα 4/4
• Η ορμόνη μπορεί να βρει γρήγορα το ρόλο της στη
θεραπευτική, καθώς χρησιμοποιείται για την πρόληψη της
διαταραχής του οργανισμού που παρατηρείται μετά από
υπερατλαντικές πτήσεις και στη θεραπεία διαταραχών του
ύπνου, μπορεί δε να χρησιμοποιηθεί για την προστασία του
οργανισμού από το πρόωρο γήρας, που φαίνεται να
σχετίζεται με την οξειδωτική δράση των ελευθέρων ριζών,
καθώς και στη θεραπευτική του καρκίνου μαζί με άλλους
θεραπευτικούς παράγοντες.

29

Άλλες δράσεις της μελατονίνης


• Άλλες δράσεις που έχουν αναφερθεί είναι η ευεργετική επίδραση
στο άγχος και την κατάθλιψη, και πολλά πειράματα γίνονται γι’
αυτό.
• Βελτίωση της αυξημένης ενδοφθάλμιας πίεσης στο γλαύκωμα,
πρόληψη και βελτίωση της κεφαλαλγίας τάσεως και της υπνικής
κεφαλαλγίας που φαίνεται να έχουν περιοδικό χαρακτήρα
εμφάνισης των συμπτωμάτων, αντιοξειδωτική δράση σε
νεφρίτιδες και πρόσφατα μελετάται η αντιοξειδωτική της δράση
στον διαβήτη και ειδικότερα στην νεφροπάθεια αυτού.
• Κυκλοφορεί ως Circadin, και δεν αναφέρονται παρενέργειες.

30
Ενότητα 7: Ενδοκρινικό Σύστημα - Υπόφυση

Ανατομία υπόφυσης

“1806 The Hypothalamus-Pituitary Complex”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0


1
Υπόφυση και επίφυση

“Illu pituitary pineal glands”, από Fuelbottle


διαθέσιμη ως κοινό κτήμα
2

Υπόφυση
• Η ανθρώπινη υπόφυση βρίσκεται μέσα στο σώμα του
σφηνοειδούς οστού σ' ένα βόθρο γνωστό σαν τουρκικό εφίππιο.
• Η υπόφυση εκκρίνει ουσίες με ειδικές επιδράσεις μέσα στο σώμα.
• Αυτές οι ουσίες, οι οποίες ονομάστηκαν ορμόνες, είναι μόρια τα
οποία συντίθενται και εκκρίνονται από εξειδικευμένα κύτταρα της
υπόφυσης και πηγαίνουν κατευθείαν στο αίμα όπου ασκούν
βιοχημική δράση σε κύτταρα-στόχους μακριά από τον τόπο
παραγωγής τους.
• Η δράση των ορμονών καθορίζεται από την παρουσία ειδικών
υποδοχέων πάνω ή μέσα στα κύτταρα-στόχους.

3
Εμβρυολογία της υπόφυσης 1/2
• Η υπόφυση προέρχεται από δύο πηγές.
o Το επιθηλιακό μέρος το οποίο περιλαμβάνει α) το pars distalis
β) pars intermedia γ) pars tuberalis προέρχεται από μια
εμβάθυνση του στοματικού εξωδέρματος που καλείται
infandibulum.
o Το νευρικό μέρος το οποίο περιλαμβάνει το neural stock και το
pars posterior προέρχεται από το έδαφος του διεγκεφάλου.
• Οι υποφυσιακές ορμόνες συντίθενται γρήγορα στην εμβρυϊκή
ζωή.

Εμβρυολογία της υπόφυσης 2/2


• Στους ανθρώπους η αυξητική ορμόνη και η επινεφριδιοτρόπος
(ACTH) μπορεί να φανούν με ανοσοϊστοχημεία και
ραδιοανοσομέτρηση περίπου στην 9η εβδομάδα της κυήσεως.
Αυτές οι δύο ορμόνες ακολουθούνται με την εμφάνιση αργότερα
της α και της β υπομονάδας των γλυκοπρωτεϊνικών ορμονών
δηλαδή της TSH, FSH και της LH.
• Η προλακτίνη είναι η τελευταία αδενοϋποφυσιακή ορμόνη που
παράγεται στον ανθρώπινο οργανισμό μπορεί να εμφανιστεί γύρω
στην 20η εβδομάδα της ενδομητρίου ζωής.
• Η βαζοπρεσσίνη και η ωκυτοκίνη βρίσκονται περίπου την 10η
εβδομάδα της εγκυμοσύνης.

5
Ανατομία της υπόφυσης 1/4
• Η υπόφυση βρίσκεται μέσα στο τουρκικό εφίππιο ή υποφυσιακό
βόθρο στην βάση του εγκεφάλου.
• Περιβάλλεται από το σφηνοειδές οστούν.
• Η υπόφυση έχει σχήμα ωοειδές ή σχήμα φασολιού και είναι
αμφοτερόπλευρα συμμετρικό όργανο το οποίο έχει διαστάσεις 13
mm περίπου διαγωνίως, προσθιοπισθίως 9mm και καθέτως 6 mm.
• Το μέσο βάρος της υπόφυσης είναι 0,6 g και γενικά ποικίλει στα
διάφορα άτομα στην ενήλικο ζωή από 0,4 έως 0,8 g. Στη γέννηση
το βάρος της υπόφυσης κατά μέσο όρο είναι 0,1 g. Μία ελάττωση
βάρους στον αδένα είναι εμφανής κατά την μεγάλη ηλικία και μία
αύξηση του βάρους του αδένα εμφανίζεται στην διάρκεια της
εγκυμοσύνης και της γαλουχίας.

Ανατομία της υπόφυσης 2/4


• Σε γυναίκες οι οποίες έχουν κάνει πολλές εγκυμοσύνες και
τοκετούς η υπόφυση έχει λίγο μεγαλύτερο βάρος από εκείνες
τις γυναίκες στις οποίες δεν έγινε ποτέ εγκυμοσύνη ή ακόμα
και από τους άντρες.
• Ο πρόσθιος λοβός είναι μεγαλύτερος από τον οπίσθιο και
βασικά καταλαμβάνει το 80% του οργάνου.

7
Ανατομία της υπόφυσης 3/4
• Ανατομικά η υπόφυση, μπορεί να διαιρεθεί σε 2
διαφορετικές δομές, την αδενοϋπόφυση, η οποία
αποτελείται από 3 μέρη (pars distalis, pars intermedia, pars
tuberalis) και την νευροϋπόφυση, η οποία αποτελείται από
την μέση εξοχή, τον υποφυσιακό μίσχο και εκείνο το μέρος
που καλείται pars posterior ή pars nevrosa.
• Το pars distalis (πρόσθιος λοβός) είναι το μεγαλύτερο μέρος
της αδενοϋπόφυσης και είναι η μεγαλύτερη πηγή σύνθεσης
και παραγωγής αδενοϋποφυσιακών ορμονών.

Ανατομία της υπόφυσης 4/4


• Στον άνθρωπο το pars intermedia (μέσος λοβός) δεν είναι
καλώς αναπτυγμένο και έτσι η λειτουργική σημασία του μας
είναι άγνωστη.
• Το pars tuberalis είναι μία έκταση της αδενοϋπόφυσης προς
τα πάνω, που περιλαμβάνει σχεδόν τον υποφυσιακό μίσχο
και αποτελείται από υποφυσιακά κύτταρα αλλά κυρίως
γοναδότροπα και κορτικοτρόπα.
• Το pars nevrosa (οπίσθια υπόφυση), στην ουσία προέρχεται
από μία προέκταση προς τα κάτω του εγκεφάλου και
συνδέεται με τον υποθάλαμο επάνω μέσω του υποφυσιακού
μίσχου.

9
Αιμάτωση της υπόφυσης 1/3
• Το αίμα το οποίο προσέρχεται στην υπόφυση δίδεται από τις
άνω και τις κάτω υποφυσιακές αρτηρίες, οι οποίες
προέρχονται από τις εσω καρωτίδες. Οι άνω υποφυσιακές
αρτηρίες διέρχονται τον μίσχο (infandibulum) και τελειώνουν
σε ένα δίκτυο τριχοειδών.
• Οι υποθαλαμικές ορμόνες συντίθενται σε διαφορετικά μέρη
και μεταφέρονται κατά μήκος των νευρικών ινών στον μίσχο
και από εκεί εισέρχονται στα τοιχώματα των τριχοειδών μέσα
στο αίμα.

10

Αιμάτωση της υπόφυσης 2/3


• Περίπου το 70 - 90% του αίματος που προσέρχεται στην
αδενοϋπόφυση μεταφέρεται με μεγάλα αγγεία του
πυλαίου συστήματος και ένα 10-30% με κοντά πυλαία
αγγεία. Ένας κλάδος αρτηρίας φέρει επίσης κατευθείαν
αρτηριακό αίμα στον πρόσθιο λοβό, χωρίς να περνά μέσω
του μίσχου. Οι αρτηρίες οι οποίες προέρχονται από τις κάτω
υποφυσιακές αρτηρίες μεταφέρουν επίσης αρτηριακό αίμα
στο περίβλημα της υπόφυσης και σε μερικά υποφυσιακά
κύτταρα κάτω από το περίβλημα της υπόφυσης. Οι κάτω
υποφυσιακές αρτηρίες δίδουν αίμα στην νευροϋπόφυση.
• Φλεβικό αίμα μεταφέρεται από την υπόφυση μέσω
διαφόρων φλεβωδών κόλπων στις σφαγίτιδες φλέβες.

11
Αιμάτωση της υπόφυσης 3/3
• Φαίνεται ότι καμιά φορά η αιματική ροή στην υπόφυση
μπορεί να ανατραπεί και μερικό αίμα μπορεί να κινηθεί από
την αδενοϋπόφυση προς τον εγκέφαλο.
• Η νευροϋπόφυση έχει σπουδαίο ρόλο στο να κατευθύνει
αίμα είτε προς την αδενοϋπόφυση είτε προς τον
υποθάλαμο.
• Το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο δείχνει ότι τα τριχοειδή, ειδικά
στην αδενοϋπόφυση είναι διαπερατά και έχουν πόρους
(fenestrated capillaries).

12

Φυσιολογία υπόφυσης 1/6


• Πρόσθια υπόφυση : Οι έξι καθιερωμένες ορμόνες οι οποίες
εκκρίνονται από την πρόσθια υπόφυση είναι : α) TSH β) ACTH
γ) GH δ) FSH ε) LΗ στ) προλακτίνη.
• Η ACTH, η προλακτίνη και η αυξητική ορμόνη είναι απλές
πολυπεπτιδικές ορμόνες ή πρωτεΐνες ενώ οι άλλες είναι
γλυκοπρωτεΐνες.
• Η προλακτίνη δρα στους μαστούς των ανθρώπων ενώ οι
άλλες 5 ορμόνες είναι στην ουσία και εν μέρει τροπικές
ορμόνες δηλαδή διεγείρουν την έκκριση ουσιών οι οποίες
είναι δραστικές ορμονικά σε άλλα ενδοκρινικά όργανα ή
όπως στην περίπτωση της αυξητικής ορμόνης, μέσω του
ήπατος και σε άλλους ιστούς.

13
Φυσιολογία υπόφυσης 2/6
• Επιπροσθέτως ο πρόσθιος λοβός φαίνεται ότι εκκρίνει μια άλλη
ουσία την β - λιποτροπίνη ή β-Iipοtropin ή β-LΡΗ η οποία είναι ένα
πολυπεπτίδιο με 91 αμινοξέα, της οποίας η λειτουργία δεν μας
είναι ακριβώς γνωστή αλλά περιλαμβάνει, απ' όσο ξέρουμε, τα
αμινοξέα που βρίσκουμε και στις ενδορφίνες και στις εγκεφαλίνες,
πεπτίδια που γνωρίζουμε ότι συνδέονται με τους υποδοχείς των
οπιοειδών.
• Όσον αφορά την προσθία υπόφυση, η TSH διεγείρει την έκκριση
του θυρεοειδικού ιστού και βοηθά την μεγέθυνση του
θυρεοειδούς αδένα.
• Η ACTH διεγείρει την έκκριση και την αύξηση δύο ζωνών των
επινεφριδίων.
• Η αυξητική διεγείρει την αύξηση του σώματος και την έκκριση μιας
ουσίας που καλείται IGF1 από το ήπαρ.

14

Φυσιολογία υπόφυσης 3/6


• Η FSH διεγείρει την αύξηση σε μέγεθος του ωοθυλακίου στο
θήλυ άτομο και την σπερματογένεση στο άρρεν άτομο.
• Η LΗ διεγείρει την ωορρηξία και την ωχρινοποίηση των
ωοθυλακίων στα θήλεα άτομα και την έκκριση της
τεστοστερόνης στα άρρενα άτομα.
• Η προλακτίνη διεγείρει την παραγωγή του γάλακτος και
βοηθά την μητρική συμπεριφορά.
• Υπάρχει επίσης η β-LΡΗ της οποίας οι λειτουργίες είναι
άγνωστες.

15
Φυσιολογία υπόφυσης 4/6
• Οπίσθια υπόφυση: Οι ορμόνες, οι οποίες εκκρίνονται από την
οπίσθια υπόφυση συγκεκριμένα από τον οπίσθιο λοβό είναι η
βαζοπρεσσίνη (ΑVP) ή αντιδιουρητική) (ΑDΗ) που οδηγεί στην
κατακράτηση ύδατος και η ωκυτοκίνη που χρησιμεύει μόνο για την
έκκριση του γάλακτος που παράγει η προλακτίνη από τον μαστό
και στις συσπάσεις της εγκύμονος μήτρας.
• Ο ενδιάμεσος λοβός παράγει τις α-β-γ- MSH τουλάχιστον σε
θηλαστικά, ψάρια, αμφίβια και ερπετά. Φαίνεται ότι στον
άνθρωπο, αν υπάρχει αυτή η ουσία, διεγείρει την σύνθεση της
μελανίνης στα μελανοκύτταρα.
• Επίσης κομμάτια της γ-LΡΗ αγνώστου αιτιολογίας φαίνεται πως
παράγονται στους ενδιάμεσους λοβούς αυτών των ανωτέρων
ειδών.

16

Φυσιολογία υπόφυσης 5/6


Πρόσθιος λοβός
• Κυτταρικά στοιχεία: Παραδοσιακά τα κύτταρα του προσθίου
λοβού της υπόφυσης διαχωρίζονται με βάση τον τρόπο με τον
οποίο χρώννυνται σε χρωμόφοβα και χρωμόφιλα. Τα
χρωμόφοβα είναι μη κοκκιώδη ενώ τα χρωμόφιλα είναι κοκκιώδη
κύτταρα.
• Τα χρωμόφιλα διαχωρίζονται με την σειρά τους σε οξεόφιλα που
αποτελούν το 40% των κυττάρων σε βασεόφιλα που αποτελούν
το 10% των κυττάρων. Τα κύτταρα τα οποία εκκρίνουν αυξητική
και προλακτίνη είναι οξεόφιλα ενώ εκείνα τα οποία εκκρίνουν
γλυκοπρωτεΐνες, δηλαδή FSH, LΗ, TSH είναι βασεόφιλα. Τα
κύτταρα τα οποία εκκρίνουν ACTH είναι είτε βασεόφιλα είτε
χρωμόφοβα.

17
Φυσιολογία υπόφυσης 6/6
• Υπάρχουν και κύτταρα τα οποία καλούνται
μαμοσωματοτρόπα τα οποία φαίνεται ότι εκκρίνουν μαζί
και αυξητική ορμόνη και προλακτίνη.
• Επίσης φαίνεται ότι υπάρχουν και θυρεοκορτικοτρόπα
δηλαδή κύτταρα που εκκρίνουν τόσο TSH όσο και ACTH
καθώς και κορτικογοναδοτρόπα που μπορεί να εκκρίνουν
ACTH και γοναδοτροφίνες.
• Φαίνεται ότι υπάρχουν και αστεροειδή κύτταρα στην
υπόφυση τα οποία δεν φαίνεται να εκκρίνουν καμία γνωστή
ορμόνη της πρόσθιας υπόφυσης, μπορεί να εκκρίνουν άλλες
ουσίες γνωστές ως κυτοκίνες.

18

Αυξητική ορμόνη (GH) 1/6


• Φαίνεται πως το μακρύ σκέλος του χρωμοσώματος 17
περιλαμβάνει αυτό που λέμε μίγμα ομάδων της αυξητικής
ορμόνης και περιλαμβάνει 5 γονίδια.
a) HGHN (for normal) το οποίο γονίδιο μας δίνει την μεγαλύτερη
ποσότητα αυξητικής που έχουμε συναντήσει μέχρι τώρα.
b) HGHV (for variant) δηλαδή δεύτερο γονίδιο το οποίο κάνει μια άλλη
μορφή της αυξητικής ορμόνης.
• Υπάρχουν δύο γονίδια που δίνουν μία άλλη φόρμα αυξητικής
(HCS) και ένα πέμπτο που δίνει ένα HCS ψευδογονίδιο.
• Από όλα αυτά τα προϊόντα, κρατάμε υπ' όψιν είναι η αυξητική
ορμόνη HGHN (for normal) γιατί αυτή είναι και το προϊόν που
παράγεται στα μέγιστα ποσοστά και αυτό φαίνεται ότι έχει την
μεγαλύτερη δραστικότητα στον ανθρώπινο οργανισμό.
19
Αυξητική ορμόνη (GH) 2/6
• Έτσι λοιπόν η φυσιολογική αυξητική προέρχεται από το HGHN G
(G = gene) του χρωματοσώματος 17 και είναι το 75% τουλάχιστον
της κυκλοφορούσης αυξητικής. Το μοριακό βάρος είναι 22000.
Αποτελείται από 191 αμινοξέα και διαφέρει κατά αρκετά αμινοξέα
από όλες τις άλλες ποικιλίες της αυξητικής που κυκλοφορούν μέσα
μας.
• Το αρχικό μόριο που παράγεται από το HGHNG μετατρέπεται και
υφίσταται τομές ώστε να δώσει την αυξητική ορμόνη αλλά και ένα
κομμάτι το οποίο αποσπάται από το πρωτόγονο μόριο της
προαυξητικής.
• Το μικρότερο μόριο το οποίο αποσπάται φαίνεται ότι δεν έχει ούτε
το 10% της δραστηριότητας του φυσιολογικού μορίου, του
υπολοίπου δηλαδή της αυξητικής ορμόνης.

20

Αυξητική ορμόνη (GH) 3/6


• Υπάρχει εξειδίκευση όσον αφορά στα είδη, και κάθε είδος του
πλανήτη μας παράγει δική του αυξητική ορμόνη και αυτή η
αυξητική ορμόνη δεν είναι δυνατόν να δράσει σε άλλο είδος.
• Το 50% περίπου της αυξητικής ορμόνης κυκλοφορεί συνδεδεμένη
στο πλάσμα.
• Φαίνεται πως σε μερικές φυλές η αυξητική ορμόνη έχει
ελαττωμένη χημική συγγένεια όσον αφορά με την δεσμευτική
πρωτεΐνη της και αυτό παρατηρείται σε φυλές όπως τους
Πυγμαίους ή τους νάνους τύπου Laron.
• Μέσα στον οργανισμό των ανθρώπων η αυξητική μεταβολίζεται
γρήγορα και ο χρόνος ημισείας ζωής της είναι 6-20 λεπτά.

21
Αυξητική ορμόνη (GH) 4/6
• Καθημερινά στους ενήλικες παράγεται 0,2-1 mg/dl και η
μέτρηση γίνεται με ραδιοανοσομέτρηση.
• Φυσιολογικά τα επίπεδα αυξητικής στους ενήλικες
ανθρώπους είναι κάτω από 3 mg/ml και αυτή η μέτρηση
περιλαμβάνει συνήθως το πλέον σημαντικό μόριο της
αυξητικής ορμόνης, αυτό που υπάρχει κατά 75% και
κυκλοφορεί στο αίμα.
• Ο υποδοχέας της αυξητικής φαίνεται ότι είναι μια πρωτεΐνη
από 620 αμινοξέα και έχει μία εξωτερική, μεγάλη δομή και
μία δομή κάτω από την κυτταρική μεμβράνη.

22

Αυξητική ορμόνη (GH) 5/6


• Φαίνεται ότι ανήκει σε μία ομάδα υποδοχέων που ανήκουν
μόρια που καλούνται κυτοκίνες και θα μπορούσαμε να
πούμε ότι ανήκει στην υπεροικογένεια των κυτοκινών.
• Αυτή η οικογένεια περιλαμβάνει και τον υποδοχέα της
προλακτίνης.
• Ο υποδοχέας της αυξητικής ορμόνης δεσμεύει την αυξητική
ορμόνη σ' όλους τους ιστούς.
• Η αυξητική ορμόνη φαίνεται να έχει 2 δεσμευτικές θέσεις
για τον υποδοχέα και πως κάθε μόριο αυξητικής δεσμεύεται
από 2 μόρια υποδοχέως.

23
Αυξητική ορμόνη (GH) 6/6
• Στην ουσία μας ενδιαφέρουν και ορισμένα μόρια που
χρησιμεύουν για την δράση της αυξητικής.
• Το μόριο το πρώτο καλείται IGF1 και το δεύτερο IGF2.
Μεταφράζονται ως insulin growth factor ή η παλιά τους
ονομασία που ήταν σωματομεδίνες.

24

Παραγωγή και δράση της αυξητικής-


Δράση του IGF-1

“Endocrine growth regulation”, από Mikael


Häggström διαθέσιμη ως κοινό κτήμα

25
Δράση της GH 1/8
• Η αυξητική ορμόνη χρησιμεύει για την ανάπτυξη του σώματος, τόσο
των ζώων όσο και των ανθρώπων.
• Έχει παρατηρηθεί ότι όταν γίνει υποφυσεκτομή η ανάπτυξη στα ζώα
και στους ανθρώπους σταματά. Όμως εάν έχουμε ένα ζώο που έχει
υποστεί υποφυσεκτομή και του δώσουμε εξωγενή αυξητική
ορμόνη, η ανάπτυξη συνεχίζεται.
• Η χορήγηση γενικά της αυξητικής ορμόνης φαίνεται ότι διεγείρει την
χονδρογένεση και το πλάτος των επιφυσιακών πλακών,
τοποθετώντας περισσότερο στρώμα στο τέλος των μακρών οστών.
Έτσι σιγά-σιγά το ύψος αυξάνεται.
• Όταν οι επιφύσεις των ανθρώπων και ζώων κλείνουν η κατά μήκος
αύξηση δεν είναι πλέον δυνατή και η δράση της αυξητικής ορμόνης
δεν χρειάζεται να συνεχιστεί.
26

Δράση της GH 2/8


• Αν η δράση της αυξητικής ορμόνης συνεχιστεί να ασκείται όπως
ασκείτο στα νεαρά ζώα ή στους νεαρούς ανθρώπους τότε η
αύξηση τόσο των οστών όσο και των μαλακών ιστών οδηγεί σε
παραμορφώσεις, τέτοιες σαν εκείνες που συναντούμε σε νόσους
της αυξητικής ορμόνης όπως είναι η μεγαλακρία.
• Εκτός όμως από την επίδρασή της στην αύξηση του σώματος,
φαίνεται πως η αυξητική ορμόνη έχει και άλλες δραστηριότητες.
• Εν πρώτοις είναι μία αναβολική πρωτεΐνη, δηλαδή προκαλεί
θετικό ισοζύγιο αζώτου. Επίσης θετικό ισοζύγιο φωσφόρου καθώς
αυξάνει τα επίπεδα πλάσματος του φωσφόρου.

27
Δράση της GH 3/8
• Επίσης ελαττώνει τα επίπεδα πλάσματος της ουρίας καθώς
και των αμινοξέων. Αυξάνει δε τα επίπεδα απέκκρισης της
υδροξυπρολίνης και με αυτόν τον τρόπο φαίνεται ότι
προκαλεί καταβολισμό του κολλαγόνου. Αυξάνει την
απορρόφηση του ασβεστίου από το λεπτό έντερο καθώς
και ελαττώνει την απέκκριση του νατρίου και του καλίου
από τον οργανισμό.
• Εκτός από την επίδραση της στους ηλεκτρολύτες και στα
αμινοξέα φαίνεται ότι έχει επίδραση στον μεταβολισμό των
λιπών και των υδατανθράκων.

28

Δράση της GH 4/8


• Η αυξητική ορμόνη είναι διαβητογόνος και κετογόνος
o Αυξάνει την απόδοση γλυκόζης από το ήπαρ και έχει αντίθετη
δράση από εκείνη της ινσουλίνης τόσο στους μύες όσο και σε
άλλους ιστούς. Παρεμποδίζει την πρόσληψη γλυκόζης από τα
κύτταρα, επιβραδύνει τον μεταβολισμό της γλυκόζης
ενδοκυτταρικά και διεγείρει την γλυκογονόλυση, ευνοεί την
λιπόλυση και αναστέλλει την λιπογένεση. Με αυτόν τον τρόπο
αυξάνει τα ελεύθερα λιπαρά οξέα στο πλάσμα.
o Όσον αφορά στα λευκώματα η δράση της αυξητικής ορμόνης είναι
θετική με την έννοια ότι, αυξάνει την είσοδο των αμινοξέων στα
κύτταρα, αναστέλλει τον καταβολισμό των λευκωμάτων, διεγείρει
την σύνθεση και λειτουργία του RNA και προκαλεί διέγερση των
ριβοσωματίων. Στην ουσία δηλαδή οδηγεί σε πρωτεϊνοσύνθεση
και άρα είναι αναβολική.
29
Δράση της GH 5/8
• Η αυξητική ορμόνη όσον αφορά την αύξηση του σώματος, τον
χόνδρινο ιστό καθώς και τον μεταβολισμό των πρωτεϊνών,
φαίνεται ότι δεν ασκεί μόνη της, την δράση της αλλά στηρίζεται
στην δράση ορισμένων ουσιών, οι οποίες πρώτα εκλήθησαν
σωματομεδίνες και σήμερα καλούνται insulin growth factors (lGFs).
• Οι σωματομεδίνες οι οποίες είναι πολυπεπτιδιακοί αυξητικοί
παράγοντες και των οποίων το μόριο μοιάζει με το μόριο της
ινσουλίνης, εκκρίνονται από το ήπαρ και άλλους ιστούς σαν
απάντηση στην διέγερση από την αυξητική ορμόνη.
• Αρχικά oι lGFs ονομάστηκαν παράγοντες θειοποίησης γιατί
φαίνεται ότι ένωναν θειϊκά άτομα εντός του χόνδρου αργότερα
επειδή φάνηκε ότι διεγείρουν την σύνθεση του κολλαγόνου
ονομάστηκαν σωματομεδίνες.
30

Δράση της GH 6/8


• Με τον καιρό παρατηρήθηκε ότι υπάρχει μεγάλη ποικιλία
σωματομεδινών στον οργανισμό, και ότι αυτές οι ουσίες είναι
μέλη μιας μεγάλης οικογένειας μορίων, τα οποία είναι
αυξητικοί παράγοντες και επηρεάζουν πολλούς ιστούς και
όργανα. Αυτά που μας ενδιαφέρουν, όσον αφορά την
λειτουργία της αυξητικής ορμόνης είναι το πρώτο μόριο που
καλείται IGF1 ή σωματομεδίνη C και το δεύτερο μόριο, που
καλείται IGF2.
• Και τα δύο μόρια χημικά μοιάζουν με τη ινσουλίνη αλλά
έχουν μερικές διαφορές όσον αφορά μερικά αμινοξέα.

31
Δράση της GH 7/8
• Τόσο ο IGF1, όσο και ο IGF2 δεν κυκλοφορούν ελεύθεροι στο
πλάσμα αλλά συνδέονται με διάφορες πρωτεΐνες.
• Ο IGF1 διεγείρεται από την αυξητική ορμόνη και διεγείρει την
κατά μήκος αύξηση του σώματος εκτός εμβρυϊκής ζωής αλλά
φαίνεται ότι ο IGF2 δεν διεγείρεται τόσο από την αυξητική
ορμόνη και παίζει ρόλο κυρίως πριν από την γέννηση στην
εμβρυϊκή ζωή.
• Ουσίες όπως τα γλυκοκορτικοειδή και τα οιστρογόνα
φαίνεται πως ελαττώνουν την δραστηριότητα των
παραγόντων IGF και ελαττώνουν επίσης και την παραγωγή
τους.

32

Δράση της GH 8/8


• Ειδικά ο IGF1 καλείται σωματομεδίνη C αποτελείται από 70
αμινοξέα, παράγεται στο ήπαρ και σε άλλους ιστούς, η έκκρισή του
διεγείρεται και ρυθμίζεται τόσο από την αυξητική GH, όσο και από
το κατά πόσο η διατροφή είναι καλή ή όχι, κυκλοφορεί στο αίμα,
στην τάξη των ng/ml και δεσμεύεται με πρωτεΐνες του πλάσματος
και δεν κυκλοφορεί ευρύτατα ελεύθερος. Δρα απάνω στον σκελετό
και στους χόνδρους. Προάγει την αύξηση.
• Όσον αφορά στον IGF2, αποτελείται από 67 αμινοξέα, προέρχεται
από διάφορους ιστούς, δεν γνωρίζουμε αν ρυθμίζεται ακριβώς από
την αυξητική, κυκλοφορεί στο αίμα στην τάξη των ng/ml,
δεσμεύεται με τις δεσμευτικές πρωτεΐνες στο αίμα και δεν
κυκλοφορεί ελεύθερος. Φαίνεται ότι παίζει ρόλο όσον αφορά την
ανάπτυξη του εμβρύου (εμβρυϊκή ζωή).
33
Φυσιολογική ρύθμιση της αυξητικής
ορμόνης 1/4
• Ο υποθάλαμος εκκρίνει δύο ουσίες σχετικές με την ρύθμιση
της αυξητικής ορμόνης. Η μία καλείται GHRH ή growth
hormone releasing hormone και η άλλη ουσία καλείται
σωματοστατίνη ή SRIH (somatotropin release inhibiting
hormone).
• Τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες, η αυξητική δεν
εκκρίνεται σταθερά αλλά κατά ώσεις.
• Φαίνεται ότι η έκκρισή της είναι επεισοδιακή και ακολουθεί
την επίσης επεισοδιακή έκκριση του GHRH.
• Φαίνεται ότι η έκκριση της σωματοστατίνης δεν είναι τόσο
επεισοδιακή όσο του GHRH αλλά είναι περισσότερο τονική.

34

Φυσιολογική ρύθμιση της αυξητικής


ορμόνης 2/4
• Επομένως μπορούμε να πούμε ότι ο υποθάλαμος από όπου
εκκρίνεται ο GHRH ρυθμίζει την έκκριση της GH και με την
σειρά της η GH ρυθμίζει την έκκριση από το πλάσμα του IGF1
τουλάχιστον στους ενήλικες.
• Επομένως θετικό feedback κάνει ο GHRH στην GH και η GH
στον IGF1. Αρνητικό feedback κάνει ο IGF1 στην GH και
προφανώς στον GHRH.

35
Φυσιολογική ρύθμιση της αυξητικής
ορμόνης 3/4
Άλλα ερεθίσματα που αυξάνουν την έκκριση της αυξητικής.
1. Έλλειψη ενέργειας π.χ. υπογλυκαιμία, άσκηση, νηστεία.
2. Αύξηση ορισμένων αμινοξέων στο πλάσμα π.χ. πρωτεϊνικό γεύμα
ή έγχυση αργινίνης.
3. Χορήγηση γλυκαγόνης.
4. Διεγερτικά ερεθίσματα όπως διάφορα πυρογόνα, ψυχολογικά ή
χειρουργικά στρες.
5. Ο ύπνος (Slow wave sleep-SWS).
6. Ουσίες όπως η L-dopa ή ουσίες που αυξάνουν την δοπαμίνη και
την νορεπινεφρίνη στον εγκέφαλο όπως αγωνιστές των α-
αδρενεργικών υποδοχέων. Επίσης η απομορφίνη, τα ανδρογόνα
και τα οιστρογόνα.

36

Φυσιολογική ρύθμιση της αυξητικής


ορμόνης 4/4
Ερεθίσματα που ελαττώνουν την έκκριση της αυξητικής
ορμόνης.
• Περιλαμβάνουν το τμήμα εκείνο του ύπνου που είναι γνωστό
σαν REM sleep (Rapid Eye Movement), χορήγηση γλυκόζης,
κορτιζόλης, ελευθέρων λιπαρών οξέων ή της ίδιας της
αυξητικής.

37
Συμμετοχή της GH στην φυσιολογία της
αύξησης του σώματος 1/3
• Πολλές φορές λέμε ότι το άτομο αυξάνεται τόσο στην ενδομήτρια
ζωή, όσο και στην μετέπειτα ύπαρξή του από την αυξητική ορμόνη.
• Στην ουσία όμως η αύξηση του σώματος δεν είναι αποκλειστικό
προσόν της αυξητικής ορμόνης αλλά είναι ένας συνδυασμός εν
χορώ, πολλών ουσιών. Συμμετέχουν η αυξητική, οι θυρεοειδικές
ορμόνες, τα ανδρογόνα, τα οιστρογόνα, τα γλυκοκορτιδοειδή αλλά
και η ινσουλίνη. Επίσης συμμετέχουν γεννητικοί παράγοντες καθώς
και παράγοντες της διαίτης και της λήψης τροφών. Φαίνεται πως η
λήψη τροφών είναι ο πιο σημαντικός εξωγενής παράγοντας και η
δίαιτα πρέπει να είναι αρκετή όχι μόνο όσον αφορά τις
πρωτεΐνες, τα ιχνοστοιχεία και τις βιταμίνες αλλά και τις
θερμίδες. Η ηλικία όπου θα συμβεί διαιτητική έλλειψη φαίνεται
ότι είναι πολύ σημαντικός παράγοντας και δημιουργεί πολλά
προβλήματα.
38

Συμμετοχή της GH στην φυσιολογία της


αύξησης του σώματος 2/3
• Στους ανθρώπους γενικά διακρίνουμε 2 μεγάλες περιόδους
αύξησης του σώματος, ιδιαίτερα γρήγορες. Η πρώτη περίοδος
είναι η νεογνική ηλικία και η δεύτερη είναι στο τέλος της
εφηβείας.
• Ο πρώτος τύπος της αύξησης του σώματος δηλαδή η νεογνική
ηλικία, στην ουσία είναι η συνέχιση της αύξησης του σώματος
από την εμβρυϊκή ζωή, ενώ στο δεύτερο δεν είναι μόνο η δράση
της αυξητικής ορμόνης αλλά συμμετέχουν ανδρογόνα και
οιστρογόνα.
• Το γεγονός ότι μετά το τέλος της εφηβείας τα άτομα
σταματούν να αυξάνονται, αυτό οφείλεται στα ανδρογόνα και
στα οιστρογόνα.
39
Συμμετοχή της GH στην φυσιολογία της
αύξησης του σώματος 3/3
• Παρότι τα ανδρογόνα και τα οιστρογόνα διεγείρουν την αύξηση
του σώματος, στην ουσία τελικά κλείνουν τις επιφύσεις και
σταματούν την αύξηση του σώματος.
• Φαίνεται πως οι θυρεοειδικές ορμόνες αφήνουν την αυξητική
ορμόνη να δράσει δηλαδή έχουν ένα επιτρεπτικό ρόλο που είναι
απαραίτητος ούτως ώστε η αυξητική ορμόνη να κάνει το έργο της
και να οδηγήσει σε φυσιολογική αύξηση. Οι επινεφριδιοτρόπες
ορμόνες π.χ. η ACTH έχουν επίσης έναν επιτρεπτικό ρόλο στην
δράση της αυξητικής ορμόνης. Ειδικά όμως τα γλυκοκορτικοειδή
θεωρούνται ότι είναι αναστολείς της αυξητικής ορμόνης.

40

Διαταραχές της ανάπτυξης


• Η σωματική ανάπτυξη του παιδιού αξιολογείται λαμβάνοντας
υπόψη το ύψος των γονέων, το ιστορικό κυήσεως, το ιστορικό του
παιδιού καθώς και περιβαλλοντικούς παράγοντες.
• Για τη μέτρηση του ύψους και βάρους χρησιμοποιούνται
διαγράμματα που βασίζονται στο φυσιολογικό πληθυσμό. Ο
ετήσιος ρυθμός αύξησης υπολογίζεται από μετρήσεις που απέχουν
μεταξύ τους 6 μήνες τουλάχιστον και διαφέρει ανάλογα με την
ηλικία και το φύλο. Το ύψος και ο ετήσιος ρυθμός αύξησης
εκφράζονται σαν εκατοστιαίες θέσεις ή σταθερές αποκλίσεις από
το φυσιολογικό και μας δίνουν τη δυνατότητα να αξιολογήσουμε
την ανάπτυξη του παιδιού ανάλογα με την ηλικία και το φύλο.
Ακόμη, το προβλεπόμενο γενετικό ανάστημα, το οποίο υπολογίζεται
με βάση το ύψος του πατέρα και της μητέρας, είναι χρήσιμο για την
αξιολόγηση της ανάπτυξης του παιδιού.
41
Καθυστέρηση ανάπτυξης (χαμηλό
ανάστημα) 1/2
• Η καθυστέρηση της ανάπτυξης ορίζεται όταν το ύψος είναι
πολύ χαμηλό για την ηλικία και το φύλο (κάτω από την 3η
εκατοστιαία θέση) ή όταν υπάρχει πτώση του ετήσιου ρυθμού
αύξησης (κάτω από την 25η εκατοστιαία θέση) ή όταν το ύψος
είναι μέσα στα φυσιολογικά όρια αλλά απέχει σημαντικά από
το προβλεπόμενο γενετικό ανάστημα.
• Η θεραπεία είναι ανάλογη της υποκείμενης αιτίας.
• Σε περιπτώσεις σκελετικής δυσπλασίας, η χορήγηση
βιοσυνθετικής αυξητικής ορμόνης δε βελτιώνει το τελικό
ανάστημα και η θεραπεία είναι μπορεί να είναι χειρουργική
(επιμήκυνση των οστών).
42

Καθυστέρηση ανάπτυξης (χαμηλό


ανάστημα) 2/2
• Η θεραπεία βιοσυνθετικής αυξητικής ορμόνης έχει έγκριση
σε παιδιά με έλλειψη αυξητικής ορμόνης, σύνδρομο Turner,
χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και σύνδρομο Prader-Willi (ένα
σπάνιο σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από παχυσαρκία,
υπογοναδισμό, χαμηλό ανάστημα και έλλειψη αυξητικής
ορμόνης).

43
Επιτάχυνση της ανάπτυξης (ψηλό
ανάστημα) 1/2
• Επιτάχυνση της ανάπτυξης ορίζεται όταν το ύψος είναι πολύ
μεγάλο για την ηλικία και το φύλο (> 97η εκατοστιαία θέση)
ή/και όταν ο ετήσιος ρυθμός αύξησης είναι μεγάλος (πάνω
από την 50η -75η εκατοστιαία θέση).
• Το οικογενές (ιδιοσυστασιακό) ψηλό ανάστημα είναι το
συχνότερο αίτιο επιτάχυνσης της ανάπτυξης. Συνήθως, το
παιδί είναι ψηλό καθ’ όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας,
δεν έχει κάποιο νόσημα και υπάρχει οικογενειακό ιστορικό
στους γονείς.
• Το υψηλό ανάστημα χωρίζεται σε δύο κατηγορίες, ανάλογα με
τα αίτια που το προκαλούν: α) μόνιμο ψηλό ανάστημα και β)
παροδικό ψηλό ανάστημα.
44

Επιτάχυνση της ανάπτυξης (ψηλό


ανάστημα) 2/2
• Επιτάχυνση της αύξησης προκαλείται και από την
παχυσαρκία, σε συνδυασμό με έναρξη των σημείων της
εφηβείας και επιτάχυνση της οστικής ηλικίας, όμως το τελικό
ανάστημα είναι φυσιολογικό. Ο υπερθυρεοειδισμός επίσης,
οδηγεί σε επιτάχυνση του ύψους και της οστικής ηλικίας κατά
την εφηβεία, όμως το τελικό ανάστημα είναι φυσιολογικό.

45
Διαταραχές της έκκρισης GH
(Νανισμός- Γιγαντισμός- Μεγαλακρία) 1/2
a. Ανεπαρκής παραγωγή.
• Στην πρώτη παιδική ηλικία, η ανεπαρκής παραγωγή GH έχει σαν
συνέπεια τον πολύ μειωμένο ρυθμό ανάπτυξης του σώματος, ενώ
οι αναλογίες των μελών μεταξύ τους είναι κανονικές.
• Η κατάσταση αυτή ονομάζεται συμμετρικός υποφυσιακός
νανισμός.
b. Υπερπαραγωγή.
• Αυτή μπορεί να οφείλεται ή σε υπέρμετρη δραστηριότητα των
ορμονοπαραγωγών κυττάρων ή σε όγκο του προσθίου λοβού της
υπόφυσης και προκαλεί αύξηση των ιστών του σώματος.

46

Διαταραχές της έκκρισης GH


(Νανισμός- Γιγαντισμός- Μεγαλακρία) 2/2
o Αν αυτό συμβεί πριν από τη σύγκλειση των επιφύσεων των
μακρών οστών τότε, λόγω της αύξησης των οστών το άτομο
γίνεται «γίγαντας» (ύψος 2,30-2,40 m).
• Η κατάσταση όμως ονομάζεται συμμετρικός γιγαντισμός και
αφορά, εκτός από τα οστά, τους μύες και τα σπλάχνα.
o Αν η υπερπαραγωγή GH συμβεί μετά την εφηβεία τότε, λόγω
σύγκλεισης των επιφύσεων, το μήκος των οστών δεν αυξάνει.
Αντίθετα, αυξάνουν άλλοι μαλακοί ιστοί και το πάχος των
οστών (αύξηση μεγέθους μύτης, κάτω γνάθου και κυρίως των
άκρων).
• Η κατάσταση αυτή ονομάζεται μεγαλακρία.

47
Φυσιολογία προλακτίνης 1/4
• Η προλακτίνη προκαλεί την παραγωγή του γάλακτος από τους
μαστούς αφότου δράσουν πάνω σ' αυτούς τόσο τα οιστρογόνα
όσο και η προγεστερόνη.
• Δεν είναι αυτή καθαυτή η έκκριση την οποία δημιουργεί αλλά η
παραγωγή του γάλακτος. Η έκκριση από την θηλή του μαστού
κατά τη διάρκεια του θηλασμού γίνεται με την βοήθεια μιας
ορμόνης της ωκυτοκίνης, η οποία βοηθάει και τους σπασμούς της
εγκύμονος μήτρας κατά την διάρκεια του τοκετού.
• Η δράση της προλακτίνης φαίνεται ότι περιλαμβάνει δράση του
messenger RNA και αύξηση της παραγωγής δύο ουσιών της
καζεΐνης και της λακταλβουμίνης.

48

Φυσιολογία προλακτίνης 2/4


• Η δράση της ορμόνης δεν φαίνεται να γίνεται στον πυρήνα των
κυττάρων και αναστέλλεται με αναστολή στους μικροσωληνίσκους.
Το που ακριβώς γίνεται η βιοχημική της δράση παραμένει
σχετικά άγνωστο.
• Φαίνεται πως η προλακτίνη επίσης αναστέλλει την δράση των
γοναδοτροπινών κατευθείαν δρώντας πάνω στην ωοθήκη. Ο
ρόλος της προλακτίνης στους άρρενες δεν είναι επιβεβαιωμένος
αλλά φαίνεται ότι η υπερβολική της έκκριση προκαλεί
ανικανότητα.
• Σήμερα τόσο η προλακτίνη όσο και οι άλλες ορμόνες μετριούνται
με ραδιοανοσομέτρηση.

49
Φυσιολογία προλακτίνης 3/4
• Τα φυσιολογικά επίπεδα της προλακτίνης στα μεν θήλεα είναι
πολύ περισσότερα απ' ότι στα άρρενα άτομα, αλλά το εύρος των
φυσιολογικών ορίων είναι χαμηλό.
• Η έκκριση της προλακτίνης αναστέλλεται από τον υποθάλαμο
τονικά και μόνο η διατομή του υποφυσιακού μίσχου αυξάνει τα
επίπεδα της προλακτίνης.
• Φαίνεται λοιπόν ότι υπάρχει ένας υποθαλαμικός παράγοντας που
εκκρίνεται συνεχώς και ο οποίος δρα σαν ανασταλτικός παράγων
(prolactin inhibiting factor-PIF) και η δράση του είναι μεγαλύτερη
από τον παράγοντα εκείνο που δεν γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, που
θα μπορούσε να είναι ο prolactin releasing factor-PRF και ο οποίος
θα διέγειρε την έκκριση της προλακτίνης.

50

Φυσιολογία προλακτίνης 4/4

• Σήμερα από όσο γνωρίζουμε, ο παράγων εκείνος ο οποίος


αναστέλλει την έκκριση της προλακτίνης διαρκώς απ' τον
υποθάλαμο είναι η δοπαμίνη (=PIF), η οποία εκκρίνεται από
τους νευρώνες προς τα υποφυσιακά πυλαία αγγεία.

51
Ερεθίσματα που διεγείρουν την
προλακτίνη 1/3
• Η προλακτίνη αυξάνεται βέβαια από άλλα ερεθίσματα όπως η
άσκηση, είτε αυτή είναι φυσική ή άλλου τύπου, από τα
ψυχολογικά στρες (θεωρείται ότι είναι στρες ορμόνη) καθώς και
από χειρισμούς της θηλής του μαστού.
• Τα επίπεδα προλακτίνης του πλάσματος αυξάνουν κατά την
διάρκεια του ύπνου και η αύξησή τους, παρατηρείται στην αρχή
του ύπνου αλλά διατηρείται καθ' όλη τη διάρκεια του.
• Η έκκριση της προλακτίνης αυξάνεται κατά την διάρκεια της
εγκυμοσύνης και φτάνει σε μία κορυφή (peak) στη διάρκεια του
τοκετού.
• Μετά από τον τοκετό τα αυξημένα επίπεδα φτάνουν σε επίπεδα μη
εγκύμονος κατά τις επόμενες 8 ημέρες.
52

Ερεθίσματα που διεγείρουν την


προλακτίνη 2/3
• Ωστόσο η συνεχής διέγερση της θηλής κατά τον θηλασμό συνεχίζει
την αύξηση της προλακτίνης, η οποία μπορεί να συνεχιστεί για
αρκετό καιρό μετά τον τοκετό, στην περίοδο του θηλασμού.
• Όσο αυτή παρατείνεται τόσο το γάλα εκκρίνεται ακόμα και αν η
προλακτίνη επανέλθει στα φυσιολογικά επίπεδα.
• Γνωρίζουμε ότι ο υποθαλαμικός TRH διεγείρει την TSH αλλά και την
προλακτίνη. Φαίνεται όμως ότι ενώ ο TRH είναι ο φυσιολογικός
ρυθμιστής της ορμόνης TSH δεν είναι ο φυσιολογικός ρυθμιστής της
έκκρισης και διέγερσης της προλακτίνης. Έτσι θα πρέπει να
αναζητήσουμε έναν άλλο PRF (prolactin releasing factor), που μέχρι
σήμερα δεν ξέρουμε.

53
Ερεθίσματα που διεγείρουν την
προλακτίνη 3/3
• Διάφορα πεπτίδια έχουν ενοχοποιηθεί αλλά κανένα δεν είναι
σίγουρα ο φυσιολογικός διεγέρτης της προλακτίνης.
• Τα οιστρογόνα επίσης φαίνεται ότι προκαλούν μία αργή
αύξηση της προλακτίνης και η προλακτίνη η ίδια από μόνη
της φαίνεται ότι κάνει ένα θετικό feedback και διευκολύνει
την δράση και έκκριση της δοπαμίνης στην μέση εξοχή. Έτσι η
προλακτίνη φαίνεται ότι από μόνη της, μετά την έκκρισή της,
δρα στον υποθάλαμο δημιουργώντας τελικά αρνητικό
feedback, δηλαδή εμποδίζοντας την ίδια της την έκκριση.

54

Ανασταλτικά ερεθίσματα στην έκκριση


προλακτίνης 1/3
• Από άλλα ερεθίσματα ξέρουμε ότι η L-dopa που είναι παράγωγο
της δοπαμίνης που συνιστά το PIF (prolactin inhibiting factor)
ελαττώνει την προλακτίνη, η βρωμοκρυπτίνη που είναι και
φαρμακευτικός παράγων, ο οποίος χρησιμοποιείται στην
θεραπευτική των παθήσεων όπου παρατηρούνται αυξημένα
επίπεδα προλακτίνης καθώς και άλλοι αγωνιστές της δοπαμίνης
εμποδίζουν την έκκριση της προλακτίνης ερεθίζοντας τους
δοπαμινεργικούς υποδοχείς.
• Άλλες ουσίες όμως, οι οποίες μπορούν να μπλοκάρουν τους
δοπαμινεργικούς υποδοχείς, όπως η χλωροπρομαζίνη καθώς και
άλλα ψυχοφάρμακα αυξάνουν την έκκριση της προλακτίνης.

55
Ανασταλτικά ερεθίσματα στην έκκριση
προλακτίνης 2/3
• Από πλευράς τώρα δράσης της προλακτίνης στα κύτταρα,
φαίνεται ότι χρησιμοποιεί έναν υποδοχέα, ο οποίος
βρίσκεται στην επιφάνεια των κυττάρων και ανήκει στην ίδια
οικογένεια που ανήκει και ο υποδοχέας της αυξητικής
ορμόνης.
• Ανήκουν και οι δύο υποδοχείς, στην υπεροικογένεια εκείνη
των υποδοχέων οι οποίοι προσομοιάζουν στις κυτοκίνες και
στους αυξητικούς παράγοντες.

56

Ανασταλτικά ερεθίσματα στην έκκριση


προλακτίνης 3/3
• Όταν διεγείρονται φαίνεται ότι ενώνονται με την προλακτίνη,
μέσω της εξωκυτταρικής περιοχής την οποία επιδεικνύουν
και διεγείρεται μέσω αυτών το cAMP (cyclic ΑΜΡ) ως
παραγωγή και η δραστηριότητα των κινασών.
• Ποιος είναι όμως ο ακριβής μηχανισμός που κινητοποιεί την
δράση των υποδοχέων μας είναι σχετικά άγνωστο.

57
Υπερέκκριση της προλακτίνης
(αναφορικά) 1/2
• Συνήθως, η υπερέκκριση PRL από φυσιολογικά λακτοτρόφα
κύτταρα οφείλεται σε κατάργηση του ανασταλτικού
ντοπαμινεργικού τόνου, ως αποτέλεσμα χρήσης φαρμάκων
ή ουσιών ή, ακόμη, ποικίλλων βλαβών του κεντρικού
νευρικού συστήματος (Κ.Ν.Σ.) στο επίπεδο του άξονα
υποθαλάμου-υπόφυσης.
• Υπερπρολακτιναιμία μπορεί, επίσης, να προκύψει λόγω
μειωμένης κάθαρσης της ορμόνης ή παθήσεων του
θωρακικού τοιχώματος.
• Ο πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός είναι συχνή αιτία
υπερπρολακτιναιμίας
58

Υπερέκκριση της προλακτίνης


(αναφορικά) 2/2
• Βαρύς πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός είναι δυνατόν να
οδηγήσει σε διόγκωση της υπόφυσης, οφειλόμενη σε
υπερπλασία των θυρεοειδοτρόφων και λακτροτρόφων
κυττάρων και η ακτινολογική εικόνα, σε συνδυασμό με την
υπερπρολακτιναιμία, να οδηγήσει στην εσφαλμένη διάγνωση
αδενώματος της υπόφυσης.

59
Φυσιολογική υπερπρολακτιναιμία
• Η PRL ορού φυσιολογικά αυξάνεται σημαντικά στην εγκυμοσύνη
και σε μικρότερο βαθμό με τον ερεθισμό της θηλής του μαστού και
τα διάφορα stress.
• Ο ερεθισμός της θηλής προκαλεί αύξηση της PRL αίματος κατά τη
διάρκεια της εγκυμοσύνης και τον πρώτο χρόνο μετά.
• Αντίθετα σε μη εγκυμονούσες γυναίκες, ο ερεθισμός της θηλής και
η εξέταση των μαστών δεν αυξάνουν τα επίπεδα PRL και το
αντίστοιχο ισχύει για τους άνδρες.
• Το stress οποιασδήποτε μορφής, σωματικό ή ψυχολογικό, προκαλεί
αύξηση της PRL του ορού. Το μέγεθος της αύξησης είναι μικρό και
οι τιμές στο ορό σπάνια ξεπερνούν τα 40 ng/ml.

60

Παθολογική υπερπρολακτιναιμία
Από παθοφυσιολογική άποψη τα αίτια της παθολογικής
υπερπρολακτιναιμία μπορούν να ταξινομηθούν σε:
a. ανεπαρκή σύνθεση ντοπαμίνης στον υποθάλαμο,
b. παρεμπόδιση της μεταφοράς της ντοπαμίνης από τον
υποθάλαμο στην υπόφυση,
c. ελαττωμένη ντοπαμινεργική δράση στο επίπεδο των
ντοπαμινεργικών υποδοχέων των λακτοτρόπων κυττάρων,
και
d. διέγερση της λειτουργίας των λακτοτρόπων κυττάρων.

61
Αίτια παθολογικής υπερπρολακτιναιμίας
(αναφορικά) 1/2
• νεοπλάσματα του υποθαλάμου (καλοήθη, κακοήθη).
• διηθητικά νοσήματα του υποθαλάμου (π.χ. σαρκοείδωση).
• διατομή ή βλάβη του μίσχου της υπόφυσης (π.χ. τραύμα του
εγκεφάλου).
• άλλα αδενώματα της υπόφυσης.
• προλακτινώματα.
• φάρμακα (φαινοθειαζίδες, αλοπεριδόλη, βουτυροφαινόνες,
μετοκλοπραμίδη, σουλπιρίδιο, δομπεριδόνη και
ρισπεριδόνη).
• ιδιοπαθής υπερπρολακτιναιμία.

62

Αίτια παθολογικής υπερπρολακτιναιμίας


(αναφορικά) 2/2

 Τα μικροπρολακτινώματα και μακροπρολακτινώματα είναι ως


επί το πλείστον καλοήθη και είναι συχνή αιτία
υπερπρολακτιναιμίας αν εξαιρέσει κανείς την φαρμακευτική
υπερπρολακτιναιμία.

63
Φυσιολογία γοναδοτροφίνων (FSH και LH) 1/5

• Τόσο η FSH όσο και η LΗ μαζί ονομάζονται γοναδοτροφίνες.


• Η FSH, η LΗ και η άλλη ορμόνη γνωστή ως TSH είναι
γλυκοπρωτεΐνες που αποτελούνται από μία α και μία β
υπομονάδα. Και στις 3 αυτές ορμόνες, η α υπομονάδα είναι
κοινή και παράγεται από το ίδιο γονίδιο ενώ η β
υπομονάδα είναι ξέχωρη για κάθε ορμόνη, παραγόμενη
από ξεχωριστό γονίδιο. Μόνο ο συνδυασμός α και β
υπομονάδας για κάθε ορμόνη δίνει σ' αυτές τις ορμόνες την
βιολογική ταυτότητά τους και ξεχωριστή βιολογική δράση.

64

Φυσιολογία γοναδοτροφίνων (FSH και LH) 2/5


• Ειδικά οι FSH και LΗ περιέχουν τις εξόζες στο μόριό τους, μανόζη και
γαλακτόζη. Επίσης τις εξοζαμίνες Ν ακέτυλο-γαλακτοζαμίνη και Ν
ακέτυλο γλυκοζαμίνη, καθώς και την μεθυλ-πεντόζη φουκόζη. Επίσης
περιέχουν και σιαλικό οξύ. Το γεγονός ότι περιέχουν υδατάνθρακα
μέσα στο μόριό τους αυξάνει την ικανότητά τους σαν βιολογική
δράση, ελαττώνοντας κατά πολύ τον μεταβολισμό τους.
• Ο χρόνος ημισείας ζωής της FSH είναι 170 min και ο χρόνος ημισείας
στο πλάσμα της ανθρώπινης LΗ είναι 60 min.
• Τόσο η FSH όσο και η LΗ δρουν στα κύτταρα-στόχους
χρησιμοποιώντας υποδοχείς, οι οποίοι έρπουν (serpentine
receptors) επί της κυτταρικής μεμβράνης. Το σύστημα αυτό των
υποδοχέων λειτουργεί με το σύστημα αδενυλκυκλάσης και
πρωτεϊνών G. Κάθε υποδοχέας της FSH και της LΗ περιλαμβάνει μια
γλυκοζιωμένη εξωτερική περιοχή και μία εσωτερική περιοχή κάτω
από την μεμβράνη. 65
Φυσιολογία γοναδοτροφίνων (FSH και LH) 3/5
• Τόσο η FSH όσο και η LΗ ρυθμίζονται από την υποθαλαμική
ορμόνη LHRH (Iuteinising hormone releasing hormone) η
οποία διεγείρει τα γοναδοτρόφα κύτταρα της προσθίας
υπόφυσης για την παραγωγή και την έκκριση των
γοναδοτροφινών. Τόσο η FSH όσο και η LΗ, μετά την
παραγωγή τους εναποτίθενται μέσα σε κοκκία του
κυτταροπλάσματος. .
• Δύο αποθήκες έχουν αποκαλυφθεί για τις γοναδοτροφίνες
μέσα στα γοναδοτρόφα κύτταρα της προσθίας υπόφυσης.
• Η πρώτη αποθήκη περιλαμβάνει μία έτοιμη ποσότητα
γοναδοτροφινών προς έκκριση και θεωρείται ότι αποτελεί
την ευαισθησία του γοναδοτρόφου κυττάρου.

66

Φυσιολογία γοναδοτροφίνων (FSH και LH) 4/5


• Η δεύτερη αποθήκη που βρίσκεται κοντά στα ριβοσώματα
του τραχέος ενδοπλασματικού δικτύου, αποτελεί την
εφεδρία του γοναδοτρόφου κυττάρου της προσθίας
υπόφυσης. Η δεύτερη αποθήκη τροφοδοτεί την πρώτη με
έναν μηχανισμό ενδοκυτταρικής μεταφοράς.
• Θεωρητικά η εκκριτική ικανότητα του γοναδοτρόφου
κυττάρου της προσθίας υπόφυσης είναι το άδειασμα και
των δύο αποθηκών.
• Η ρύθμιση των γοναδοτρόφων κυττάρων γίνεται με την
βοήθεια της LHRH, η οποία εκκρίνεται από τον υποθάλαμο.

67
Φυσιολογία γοναδοτροφίνων (FSH και LH) 5/5
• Η LHRH υποβοηθεί, πρώτον την ορμονοσύνθεση δηλαδή
σύνθεση FSH και LΗ, δεύτερον την συσσώρευση
γοναδοτροφινών στην δεύτερη αποθήκη, τρίτον την
μεταφορά στην πρώτη αποθήκη και τέταρτον την
απελευθέρωση των γοναδοτροφινών FSH και LΗ στην
κυκλοφορία.
• Συνεπικουρούν στην δράση της LHRH τα οιστρογόνα τα
οποία ενισχύουν την δράση της, είτε δημιουργώντας την
δεύτερη αποθήκη, είτε αναστέλλοντας την δράση στην
απελευθέρωση των γοναδοτροφινών από την πρώτη
αποθήκη.

68

Ειδικά για την FSH


(θυλακιότροπο ορμόνη) 1/5
• Η FSH ή θυλακιοτρόπος ορμόνη είναι μία από τις δύο
γοναδοτροφίνες, αποτελείται από 211 αμινοξέα, φέρει Μ.Β.
33.000 ενώ η α υπομονάδα χαρακτηρίζεται από Μ.Β. 14.000.
• Ως γνωστόν η β υπομονάδα αυτής της γλυκοπρωτεΐνης
φέρει τα χαρακτηριστικά του μορίου και προσδίδει στο
μόριο την βιολογική του δράση μόνον όμως όταν είναι
ενωμένη με την α υπομονάδα.
• Η ημερήσια παραγωγή της FSH είναι 50-200 διεθνείς μονάδες
/24ωρο (IU/24h).

69
Ειδικά για την FSH
(θυλακιότροπο ορμόνη) 2/5
• Η περιεκτικότητα των γοναδοτρόφων κυττάρων είναι σχετικά
μικρή στην αρχή του κύκλου αλλά αυξάνεται προοδευτικά και
δείχνει μεγαλύτερη αύξηση στην διάρκεια της ωορρηξίας ενώ
κατά την εκκριτική φάση μειώνεται αισθητά.
• Στο αίμα κυκλοφορεί 2,5-10 mΙU/ml. Η ορμόνη εξαφανίζεται
από την κυκλοφορία με μία ταχύτητα 5-10 φορές βραδύτερη
εκείνη της LH.
• Το 30% της FSH αποβάλλεται από τα ούρα.

70

Ειδικά για την FSH


(θυλακιότροπο ορμόνη) 3/5
• Όσον αφορά την δράση της, η FSH στα θήλεα άτομα φαίνεται ότι
διεγείρει τον πολλαπλασιασμό των κοκκιωδών κυττάρων του
ωοθυλακίου.
• Επίσης διεγείρει την παραγωγή αρωματοποιητικού ενζύμου στα
κοκκιώδη κύτταρα της ωοθήκης. Έτσι, τα ανδρογόνα που
παράγονται από αυτήν την ωοθήκη παρουσία του
αρωματοποιητικού ενζύμου το οποίο έχει διεγερθεί παραγόμενο
μετατρέπονται σε οιστρογόνα. Αυτό βοηθά σημαντικά την
επιλογή αλλά και την ωρίμανση του ωοθυλακίου που πρόκειται
να μεγεθυνθεί και να εμφανιστεί στην διάρκεια αυτού του κύκλου
της γυναίκας. Επίσης η FSH αυξάνει, τον αριθμό των υποδοχέων
της LΗ στην έσω θήκη του ωοθυλακίου καθώς και τον αριθμό των
υποδοχέων της ίδιας της FSH.
71
Ειδικά για την FSH
(θυλακιότροπο ορμόνη) 4/5
• Ειδικά για τον άντρα η FSH δρα και στα σπερματικά σωληνάρια
και στα κύτταρα Sertoli ώστε να παραχθεί μια πρωτεΐνη για την
μεταφορά ανδρογόνων στα γειτονικά κύτταρα της
σπερματογένεσης και τον αυλό των σπερματικών σωληναρίων.
• Επομένως, αμέσως και εμμέσως, βοηθά την σπερματογένεση από
το σπερματικό επιθήλιο των ανδρών.
• Τα οιστρογόνα δρουν συνεργικά στην δράση της FSH, διότι κι
αυτά διεγείρουν τον πολλαπλασιασμό των κοκκιωδών κυττάρων,
αυξάνουν τους υποδοχείς της FSH και της LΗ στην ωοθήκη,
προκαλούν θετική ή αρνητική παλίνδρομη κίνηση στον υποθάλαμο
και θετική ή αρνητική παλίνδρομη κίνηση στα γοναδοτρόφα
κύτταρα της υπόφυσης.
72

Ειδικά για την FSH


(θυλακιότροπο ορμόνη) 5/5

Xxhpgaxis by Hill, M.A. (2014) Embryology About. Retrieved July 4, 2014, from Embryology:About 73
LH (Ωχρινότροπος) 1/3
• Η LΗ αποτελείται κι αυτή από 211 αμινοξέα (Μ.Β. 28.000).
Φαίνεται ότι η LΗ είναι πιο ευαίσθητη από την FSH όσον αφορά
την έκκριση της LHRH του υποθαλάμου.
• Κατά την πρώτη φάση του κύκλου, LH εκκρίνεται παλμικά κάθε 1-2
ώρες, η δε έκκρισή της διαρκεί 5-10‘ και παρουσιάζει χρόνο
ημισείας ζωής 50'.
• Στην 2η φάση του κύκλου την εκκριτική, τα εκκριτικά κύτταρα της
LΗ διατηρούνται περίπου 4 ώρες με αυξομειώσεις στο αίμα.
• Ακριβώς και επειδή η LΗ παρουσιάζει σημαντικές αυξομειώσεις και
έκκριση κατά ώσεις, πολλαπλές μετρήσεις πολλές φορές
χρειάζονται για να παρατηρηθεί η πραγματική ποσότητά της στο
αίμα.
• Γενικά, ο χρόνος ημισείας ζωής στην 2η φάση του κύκλου είναι 12-
45' και κατά 10% η ορμόνη αποβάλλεται στα ούρα.

74

LH (Ωχρινότροπος) 2/3
• Η εκκριτική ικανότης του γοναδοτρόφου κυττάρου όσον αφορά την
έκκριση της LΗ ρυθμίζεται όχι μόνο από την LHRH αλλά και από τα
οιστρογόνα.
• Η LHRH του υποθαλάμου διεγείρει όλες τις φάσεις της εκκριτικής
λειτουργίας του γοναδοτρόφου κυττάρου.
• Προκαλεί άμεση απελευθέρωση της 1ης αποθήκης. Επίσης,
ενισχύει την 2η αποθήκη. Επομένως διευκολύνει την μεταφορά
από την 2η αποθήκη στην 1η.
• Τα οιστρογόνα στα γοναδοτρόφα κύτταρα δρουν τροποποιητικά.
Προκαλούν σημαντική νευροέκκριση των κυττάρων που περιέχουν
LHRH στον υποθάλαμο. Δρουν πάνω στα γοναδοτρόφα κύτταρα
και δρουν μέσω των νευρομεταβιβαστών του εγκεφάλου.

75
LH (Ωχρινότροπος) 3/3
• Η ίδια η LΗ έχει σημαντική βιολογική δράση τόσο στη γυναίκα
όπως και στον άντρα.
• Στην γυναίκα, κατά πρώτον, διεγείρει την παραγωγή ανδρογόνων
από τα κύτταρα της έσω θήκης των ωοθυλακίων. Επίσης διεγείρει,
κατά δεύτερον, την ωοθυλακιορρηξία 24 ώρες μετά από την αιχμή
της LΗ.
• Τρίτον, διεγείρει την στεροειδογένεση του ωχρού κατά το δεύτερο
μέρος του κύκλου μετά την ωορρηξία.
• Ειδικά στους άντρες η LΗ διεγείρει τα κύτταρα του Leydig και η
διέγερση αυτή των κυττάρων αυξάνει την στεροειδογένεση και τον
σχηματισμό της ανδρικής ορμόνης τεστοστερόνης.

76

Feedback
• Τα κυκλοφορούντα στεροειδή του φύλου (sex steroids)
επηρεάζουν την έκκριση της GnRH (LHRH) και κατά συνέπεια
την έκκριση της FSH και της LH τόσο με θετικό όσο και με
αρνητικό feedback.

77
Θετικό feedback 1/2
• Στην διάρκεια του κύκλου, τα οιστρογόνα προσφέρουν μία θετική
επίδραση στην δράση της GnRH επί της έκκρισης της LH και της
FSH, και η αύξηση των οιστρογόνων στην διάρκεια της εκκριτικής
φάσης του κύκλου, είναι το ερέθισμα για την εκκριτική
ωορρηκτική αιχμή της LH και της FSH.
• Η προγεστερόνη ελαττώνει την διάρκεια της αιχμής της LH και της
FSH και αυξάνει την επίδραση των οιστρογόνων.
• Μετά την εκκριτική αιχμή του μέσου του κύκλου, το
δημιουργούμενο ωάριο εγκαταλείπει την ωοθήκη.

78

Θετικό feedback 2/2


• Η ωορρηξία επισυμβαίνει περίπου 10-12 ώρες μετά την αιχμή της
LH και 24-36 ώρες μετά την αιχμή της οιστραδιόλης.
• Τα εναπομείναντα θυλακιώδη κύτταρα στην ωοθήκη, κάτω από
την επίδραση της LH, μετατρέπονται σε μία δομή που εκκρίνει
προγεστερόνη, το ωχρό σωμάτιο.
• Μετά από περίπου 12 ημέρες, το ωχρό σωμάτιο υποστρέφεται και
οδηγεί σε ελάττωση των επιπέδων των οιστρογόνων και της
προγεστερόνης και τελικά σε έμμηνο ρύση.

79
Αρνητικό feedback 1/3
• Δράση αρνητικού feedback των στεροειδών του φύλου στην
γοναδοτροφική έκκριση επίσης συμβαίνει.
• Στις γυναίκες, η πρωτοπαθής γοναδική ανεπάρκεια ή η
εμμηνόπαυση οδηγεί σε αύξηση της LH και της FSH, η οποία
μπορεί να ανασταλεί με μακροχρόνια υψηλής δοσολογίας
οιστρογονική θεραπεία. Εν τούτοις, μία χορήγηση χαμηλής
δόσης οιστρογόνων μπορεί να διεγείρει την απάντηση της LH
στην GnRH.

80

Αρνητικό feedback 2/3


• Στους άνδρες, η πρωτοπαθής γοναδική ανεπάρκεια με
χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης σχετίζεται επίσης με υψηλές
τιμές γοναδοτροφινών. Εν τούτοις, η τεστοστερόνη δεν είναι
ο μοναδικός αναστολέας της γοναδοτροφικής έκκρισης στους
άνδρες, αφού η επιλεκτική καταστροφή των
σπερματοζωαρίων (πχ θεραπεία με κυκλοφωσφαμίδη)
οδηγεί σε αζωοσπερμία και αύξηση μόνον της FSH.

81
Αρνητικό feedback 3/3
• Η ινχιμπίνη, ένα πολυπεπτίδιο (ΜΒ 32,000), το οποίο
εκκρίνεται από τα κύτταρα Sertoli των σπερματικών
σωληναρίων, είναι ο μεγαλύτερος παράγων που
παρεμποδίζει την έκκριση της FSH με αρνητικό feedback.
• Η ινχιμπίνη αποτελείται από χωριστές αλφα και βήτα
υπομονάδες που συνδέονται με δισουλφιδικές γέφυρες. Τα
ανδρογόνα διεγείρουν την παραγωγή της ινχιμπίνης. Αυτό
το πεπτίδιο μπορεί να δρα βοηθητικά στην τοπική ρύθμιση
της σπερματογένεσης.

82

Εφηβεία 1/13
• Εφηβεία είναι η διαδικασία η οποία μετατρέπει το παιδί σε
σεξουαλικά ώριμο πρόσωπο, ικανό για αναπαραγωγή.
• Περιλαμβάνει αλλαγές στην έκκριση πολλών ορμονών,
ενζύμων και άλλων φυσιολογικών ουσιών.
• Συνοδεύεται επίσης από εκσεσημασμένες αλλαγές στην
φυσική αύξηση και ωρίμανση και σε πολλές συμπεριφορές.
• Οι σημαντικότερες ορμονικές αλλαγές περιλαμβάνουν
αλλαγές στην λειτουργία του υποθαλαμο - υποφυσιακού –
οργάνου στόχου άξονα.

83
Εφηβεία 2/13
• Σε ένα από τα σημαντικότερα για την εφηβεία συστήματα,
στον υποθαλαμο-υποφυσιακό- γοναδικό άξονα, οι
νευροεκκριτικοί νευρώνες, οι οποίοι ευρίσκονται κυρίως στο
μεσοβασικό υποθάλαμο και στον τοξοειδή πυρήνα και οι
οποίοι καταλήγουν στην μέση εξοχή (όπου συντίθεται και
εκκρίνεται στο πυλαίο σύστημα και μεταφέρεται στην
υπόφυση το δεκαπεπτίδιο GnRH), αλλάζουν τον τρόπο της
έκκρισής τους.

84

Εφηβεία 3/13
• Από το τέλος του πρώτου χρόνου της ζωής μέχρι τα 6-8
χρόνια, η συγκέντρωση των περισσοτέρων ορμονών που
ενέχονται στην εφηβική ανάπτυξη αλλάζει πολύ λίγο μέρα
με την μέρα.
• Το σύστημα του αρνητικού feedback φαίνεται ότι είναι
λειτουργικό, και η επεισοδιακή έκκριση επισυμβαίνει για τις
περισσότερες ορμόνες, αλλά το θετικό feedback δεν φαίνεται
να συμμετέχει.
• Στα 6-8 χρόνια περίπου, αυξάνει η έκκριση των
ανδρογονικών ορμονών από τα επινεφρίδια.

85
Εφηβεία 4/13
• Αυτό δε αναφέρεται ως αδρεναρχή.
• Αυτή την εποχή, η δευδροεπιανδροστερόνη και άλλα ασθενή
ανδρογόνα εκκρίνονται από τα επινεφρίδια, άσχετα από τον
τροφικό έλεγχο των ορμονών (δεν επισυμβαίνει αύξηση ούτε στην
ACTH, ούτε στην LH/FSH).
• Στην διάρκεια της αδρεναρχής, η συγκέντρωση των ανδρογόνων
είναι σημαντικά υψηλότερη από εκείνη που συναντάμε στα μικρά
παιδιά.
• Αυτή η αλλαγή συμβαίνει αρκετά χρόνια πριν από τα κλινικά
σημεία της εφηβείας, όπως η ανάπτυξη της τρίχωσης των
γεννητικών οργάνων, αλλά σε μερικά παιδιά παρατηρούνται
αυξήσεις των σμηγματογόνων και των αποκρινών αδένων με
ελαιώδες δέρμα και οσμή σώματος ενήλικα.
86

Εφηβεία 5/13
• Τα γεγονότα του υποθαλαμο-υποφυσιακου-γοναδικού
άξονα είναι καλύτερα κατανοητά απ’ ότι η έκκριση των
επινεφριδιακών ανδρογόνων.
• Φυσιολογικά, ο φλοιός των επινεφριδίων εκκρίνει DHEA,
DHEAs, και ανδροστενδιόνη σε αυξημένα ποσά στα 6-7
χρόνια στα κορίτσια και στα 7-8 χρόνια στα αγόρια.
• Αυξημένη έκκριση ανδρογόνων συνεχίζεται μέχρι τα
προχωρημένα στάδια της εφηβείας.
• Η αδρεναρχή παρατηρείται πριν από την γοναδαρχή.
• Η ηλικία της αδρεναρχής δεν επηρεάζει σημαντικά την
ηλικία της γοναδαρχής

87
Εφηβεία 6/13
• Παρ’ ότι μερικοί ενδοκρινολόγοι θεωρούν την αδρεναρχή
ότι είναι ο αρχικός παράγων ελέγχου της έναρξης της
εφηβείας, άλλοι πιστεύουν ότι ο υπεύθυνος μηχανισμός
είναι μία αλλαγή στην ευαισθησία του συστήματος του
αρνητικού feedback.
• Ένα μέρος αυτού του συστήματος, το οποίο θεωρείται ότι
ευρίσκεται στον εγκέφαλο, και ονομάζεται γοναδοστάτης,
φαίνεται ότι είναι ευαίσθητο στις χαμηλές συγκεντρώσεις
των στεροειδών του φύλου στην διάρκεια της προεφηβικής
περιόδου.

88

Εφηβεία 7/13
• Στην εφηβεία, αλλά πριν την κλινικά ορατή της εμφάνιση, η
ευαισθησία του γοναδοστάτη αυξάνεται, ώστε χρειάζονται
υψηλότερες συγκεντρώσεις στεροειδών του φύλου για να επιτευχθεί
αρνητικό feedback.
• Λόγω αυτής της αλλαγής, εκκρίνονται μεγαλύτερα ποσά
γοναδοτροφινών, τα οποία οδηγούν σε μεγαλύτερη παραγωγή
στεροειδών του φύλου από τις γονάδες.
• Έτσι επιτυγχάνεται ένα νέο setpoint για τον γοναδοστάτη.
• Έτσι, στα προχωρημένα στάδια της προεφηβείας και κατά την έναρξη
της εφηβείας, συμβαίνει η αδρεναρχή και επιτυγχάνεται ελάττωση
της ευαισθησίας του γοναδοστάτη στα στεροειδή του φύλου, που
οδηγεί σε αυξημένες συγκεντρώσεις της FSH, LH, ανδρογόνων και
οιστρογόνων. Σε αυτό το στάδιο, η συγκέντρωση των
γοναδοτροφινών είναι ελάχιστα υψηλότερη στην διάρκεια του
ύπνου, απ’ ότι στην εγρήγορση. Στο πρώτο στάδιο της εφηβείας, το
θετικό feedback δεν έχει ακόμη επιτευχθεί. 89
Εφηβεία 8/13
• Καθώς προχωρεί η εφηβεία, συμβαίνουν αλλαγές στις
συγκεντρώσεις η στο τύπο έκκρισης σε δύο σημαντικά
συστήματα έκκρισης.
• Στο υποθαλαμο-υποφυσιακό-γοναδικό σύστημα και
• Στο σύστημα της αυξητικής ορμόνης –IGF-1.
• H αλλαγή στον υποθαλαμο-υποφυσιακό-γοναδικό σύστημα
ονομάζεται γοναδαρχή.
• Στην διάρκεια του ύπνου, επισυμβαίνουν σημαντικές
αυξήσεις στην συγκέντρωση της FSH και της LH, αλλά χωρίς
αύξηση της μέσης συγκέντρωσης στην διάρκεια της
εγρήγορσης.

90

Εφηβεία 9/13
• Επισυμβαίνει δε επεισοδιακή έκκριση των γοναδοτροφινών.
• Αυτή η αλλαγή ονομάστηκε ορμονική εφηβεία, καθώς τα
συμβάντα λαμβάνουν χώρα χωρίς εμφανή αύξηση του
μεγέθους των γονάδων.
• Συμπεραίνεται ότι στην διάρκεια των πρωιμότερων σταδίων
αυτής της φάσης, παρατηρείται αύξηση της έκκρισης της
GnRH, με μικρή η χωρίς καθόλου αύξηση των στεροειδών του
φύλου.

91
Εφηβεία 10/13
• Στις γυναίκες, η αύξηση της οιστραδιόλης που προέρχεται
από την αυξημένη έκκριση της FSH και LH, δεν συμβαίνει
στην διάρκεια του ύπνου (όπως η τεστοστερόνη στους
άνδρες), αλλά παρατηρείται γύρω στις 3.00 με 5.00 μμ. Ο
λόγος για αυτήν την διαφορά σχετικά με το φύλο, δεν είναι
γνωστή. Τα πρώτα σημεία ήβης παρατηρούνται στα θήλεα
σε αυτήν την χρονική περίοδο. Η δε φάση αυτή καλείται
πρώτο στάδιο της εφηβείας (early puberty).
• Καθώς προχωρά η εφηβεία, και στα δύο φύλα, η
συγκέντρωση των γοναδοτροφινών και των στεροειδών του
φύλου, συνεχίζει να αυξάνεται.

92

Εφηβεία 11/13
• Στο μέσον της εφηβείας, η συγκέντρωση αυτών των ορμονών
αυξάνει στην διάρκεια της εγρήγορσης καθώς και στην
διάρκεια του ύπνου, αλλά η συγκέντρωση της LH και της FSH
και της τεστοστερόνης παραμένει σημαντικά αυξημένη στην
διάρκεια του ύπνου.
• Αργά το απόγευμα, η συγκέντρωση της οιστραδιόλης
παραμένει σημαντικά υψηλότερη απ’ ότι στην διάρκεια του
ύπνου.
• Έχει προταθεί ότι οι εκκριτικές αιχμές των γοναδοτροφινών
επισυμβαίνουν με χαμηλότερη συχνότητα στο προεφηβικό
παιδί, και αυξάνουν περίπου στα 90 λεπτά καθώς προχωρά η
εφηβεία.

93
Εφηβεία 12/13
• Επιπρόσθετα, το εύρος αυτών των αιχμών αυξάνεται
σημαντικά σε σύγκριση με τα πρώτα στάδια της εφηβείας
(early puberty).
• -Στα τελευταία στάδια της εφηβείας (late puberty), το εύρος
των κυμάτων αυξάνει περαιτέρω.
• Οι συγκεντρώσεις αιχμής της LH και της FSH στην διάρκεια
του ύπνου, αυξάνουν περισσότερο από κάθε άλλη φορά.
Στους ενήλικες, η μέση συγκέντρωση τεστοστερόνης και
οιστραδιόλης αυξάνονται αλλά δεν ξεπερνούν τις τιμές των
ενηλίκων.

94

Εφηβεία 13/13
• Σε αυτό το χρονικό διάστημα, η μέγιστη αύξηση του ύψους (peak
height velocity) έχει επιτευχθεί στα περισσότερα άτομα.
• Στις γυναίκες, η μέγιστη αύξηση του ύψους (peak height velocity)
και οι μέγιστες τιμές οιστραδιόλης συμπίπτουν.
• Στους άνδρες, η μέγιστη αύξηση του ύψους και το 45% της
μέγιστης συγκέντρωσης της τεστοστερόνης συμπίπτουν.
• Στο τέλος της εφηβείας, η συγκέντρωση των γοναδοτροφινών και
των στεροειδών του φύλου είναι η αυτή στην διάρκεια του ύπνου
και της εγρήγορσης.
• Η εξαφάνιση του φαινομένου της αύξησης των ορμονών στην
διάρκεια του ύπνου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέθοδος για να
καθορισθεί το τέλος της εφηβικής διαδικασίας.

95
Γοναδικές αλλαγές στην εφηβεία
• Είναι γνωστό ότι η SHBG δεσμεύει ως μεταφορική πρωτεΐνη τα
περισσότερα από τα στεροειδή του φύλου στο αίμα.
• Η συγκέντρωση της SHBG ελαττώνεται στην εφηβεία και το ποσό
των στεροειδών του φύλου αυξάνει.
• Αυτό μπορεί να παίζει ρόλο στην ταχύτητα προόδου της εφηβείας.
• Στην διάρκεια της εφηβικής ανάπτυξης, αναπτύσσεται στα θήλεα
θετικό feedback.
• Σε πολλά ωστόσο, δεν εφαρμόζεται εντελώς, παρά μόνον μετά από
αρκετά χρόνια από την έναρξη της εμμήνου ρύσεως, πράγμα που
εξηγεί τις διαταραχές στον τρόπο επέλευσης της περιόδου σε
πολλές νέες γυναίκες (ανωορρηκτικοί κύκλοι).

96

Μελατονίνη
• Η επίφυση παίζει σημαντικό ρόλο στην αναπαραγωγική
ενδοκρινολογία.
• Η επίφυση ρυθμίζει τις εποχιακές αλλαγές στην
αναπαραγωγική λειτουργία των ζώων που εμφανίζουν τέτοια
χαρακτηριστικά.
• Στους ανθρώπους παρ’ ότι δεν ποικίλουν αναπαραγωγικά με
την εποχή του έτους, ο ρόλος της επίφυσης είναι σημαντικός.
• Δεν συμφωνούν όλοι οι ερευνητές, αλλά τα δεδομένα
δείχνουν ότι η επίφυση μπορεί να είναι σημαντική στην
σεξουαλική ωρίμανση.

97
Κεντρικοί μηχανισμοί στην έναρξη της
εφηβείας 1/4
• Ο μηχανισμός του ΚΝΣ για την αναστολή του ενεργοποιητή
των αιχμών της LHRH στην διάρκεια της νεανικής παύσης
λειτουργίας, περιλαμβάνει τον ανασταλτικό μεταβιβαστή
GABA. Η έναρξη της εφηβείας συνδυάζεται με μία πτώση
των επιπέδων του νευρομεταβιβαστού GABA.
• Μετά την πτώση της νευρομεταβίβασης GABA, υπάρχει
ταυτόχρονη αύξηση στην είσοδο των διεγερτικών
αμινοξέων (συμπεριλαμβανομένου και του γλουταμικού)
και πιθανώς των αυξητικών παραγόντων που προέρχονται
από τα αστρογλιακά κύτταρα.

98

Κεντρικοί μηχανισμοί στην έναρξη της


εφηβείας 2/4
• Αρκετά άλλα κεντρικά και περιφερικά μηνύματα ρυθμίζουν
τις δραστηριότητες των GnRH νευρώνων για την έναρξη της
εφηβείας.
• Η νορ-επινεφρίνη (ΝΕ) και το νευροπεπτίδιο Y (NPY)
φαίνεται ότι είναι διεγερτικά, ενώ η β-ενδορφίνη και η
ιντερλευκίνη-1 είναι ανασταλτικά. Η γαλανίνη είναι δυνατόν
επίσης να παίζει κάποιο ρόλο.
• Επίσης άγνωστοι και παράγοντες που δεν έχουν ακόμη
απομονωθεί μπορεί επίσης να ενέχονται.

99
Κεντρικοί μηχανισμοί στην έναρξη της
εφηβείας 3/4
• Μεγάλα κενά στην γνώση μας απομένουν όσον αφορά τους
νευροβιολογικούς, γενετικούς και περιβαλλοντικούς μηχανισμούς
που ενέχονται στον έλεγχο της εφηβείας.
• Περισσότερες δε μελέτες χρειάζονται για να αποκαλύψουν τον
τρόπο και τα ερεθίσματα της διέγερσης του ενεργοποιητή της
GnRH.
• Οι νευρώνες που χρησιμοποιούν διεγερτικά και ανασταλτικά
αμινοξέα ως νευρομεταβιβαστές αναπαριστούν μεγάλους
ρυθμιστές στον διασυναπτικό έλεγχο της εφηβείας.
• Η έναρξη της εφηβείας ωστόσο χρειάζεται τόσο τις διασυναπτικές
αλλαγές επικοινωνίας, αλλά και την ενεργοποίηση σημάτων
γλοιακών και νευρικών κυττάρων.

100

Κεντρικοί μηχανισμοί στην έναρξη της


εφηβείας 4/4
• Η ηλικία έναρξης της εφηβείας ελαττώθηκε σταθερά τα
τελευταία 100 χρόνια.
• Αυτό μπορεί να οφείλεται στην κοινωνιοοικονομική
βελτίωση, στην καλύτερη διατροφή και καλύτερη γενική
υγεία.
• Τις τελευταίες 5 δεκαετίες αυτό σταμάτησε που σημαίνει ότι
επετεύχθησαν οι ιδανικές συνθήκες για να επιτρέψουν την
έναρξη της ήβης.
• Γενικά η μέτρια παχυσαρκία μπορεί να συνδυάζεται με
πρωιμότερη έναρξη της εφηβείας, και η χρόνια νόσος και η
κακή διατροφή συχνά καθυστερούν της εφηβεία.

101
Αλλαγές στα κορίτσια 1/7
• Το πρώτο σημείο είναι αύξηση στην ταχύτητα ανάπτυξης
• Αλλά στην κλινική πράξη η ανάπτυξη του στήθους είναι το πρώτο
σημείο και διεγείρεται από τα ωοθηκικά οιστρογόνα.
• Υπάρχουν στανταρισμένα μεγέθη για αλλαγές στην διάμετρο της
θηλής.
• Η διάμετρος της θηλής αλλάζει από τα στάδια Β1 σε Β3 (κατά
μέσον όρο 3-4 mm), αλλά μεγενθύνεται σημαντικά στα επόμενα
στάδια (7.4 mm στο Β4 μέχρι 10mm στο Β5).
• Οι θηλές γίνονται πιο μελαγχρωτικές και στυτικές καθώς προχωρά
η εφηβεία. Παρατηρείται διόγκωση των μικρών χειλέων,
άμβλυνση (dulling) του κολπικού βλεννογόνου και παραγωγή
καθαρής η ελαφρά λευκωπής έκκρισης πριν από την
εμμηνορρυσία.

102

Αλλαγές στα κορίτσια 2/7


Στάδια μαστών
• Β1 ανόρθωση των θηλών,
• Β2 Bud μαστών,
• Β3 διαπλάτυνση της διαμέτρου της άλω,
• Β4 προβολή της άλω και της θηλής πάνω από το στήθος ,
• Β5 ώριμο στάδιο, προβολή μόνο της θηλής, υποστροφή της
άλω.

103
Αλλαγές στα κορίτσια 3/7
Τρίχωση του εφηβαίου (καθορίζεται κυρίως από επινεφριδιακή και
ωοθηκική έκκριση)
• P1 (προεφηβικό)-χωρίς εφηβική τρίχωση),
• P2 αραιή αύξηση μακριών ελαφρά μελαγχρωματικών τριχών, ίσιων
η ελαφρά κατσαρών-κύρια στα μεγάλα χείλη,
• P3 η τρίχωση είναι σκουρότερη, τραχύτερη και περισσότερο
κατσαρή,
• P4 η τρίχωση είναι τώρα ενήλικου τύπου, ωστόσο η καλυπτόμενη
περιοχή είναι μικρότερη των ενηλίκων χωρίς εξάπλωση στην μέση
επιφάνεια των μηρών,
• P5 η τρίχωση είναι τύπου ενήλικος τόσο σε τύπο, όσο και σε
ποσότητα-ανεστραμμένο τρίγωνο κλασσικού θήλεος τύπου.

104

Αλλαγές στα κορίτσια 4/7


Μέγεθος μήτρας
• Η αναλογία πυθμένα/τραχήλου αυξάνει λόγω διέγερσης από
τα οιστρογόνα και η μήτρα επιμηκύνεται
Ωοθήκες
• Διαπλατύνονται από <1 σε 2-10 ml. Μικρές κύστες μπορεί να
παρουσιαστούν αλλά συνήθως η όψη δεν είναι πολυκυστική.

105
Αλλαγές στα κορίτσια 5/7
• Το αναπτυξιακό τίναγμα (spurt) της εφηβείας εμφανίζεται σε
διάφορες χρονικές στιγμές και στα δύο φύλα.
• Στα κορίτσια, το εφηβικό άλμα ανάπτυξης αρχίζει πριν από την
εμφάνιση των δευτερογενών χαρακτήρων του φύλου. Το άλμα
ανάπτυξης των αγοριών εμφανίζεται δύο περίπου χρόνια μετά το
αντίστοιχο των κοριτσιών.
• Το αναπτυξιακό τίναγμα στα κορίτσια ξεκινά περίπου στην ηλικία
των 10 ετών, ενώ στα αγόρια περίπου στην ηλικία των 12 ετών.
Στις ηλικίες των 12 και 13 ετών, τα κορίτσια τείνουν να είναι
ψηλότερα σε σύγκριση με τα αγόρια, όμως από τα 13 έτη και μετά,
τα αγόρια, κατά μέσο όρο, είναι ψηλότερα από τα κορίτσια -ένα
φαινόμενο που διατηρείται στην υπόλοιπη ζωή.

106

Αλλαγές στα κορίτσια 6/7


• Το μέσο ύψος το οποίο αποκτάται κατά τη διάρκεια του
εφηβικού άλματος ανάπτυξης είναι περίπου 28 cm στα
αγόρια και 25 cm στα κορίτσια. Η μέση διαφορά των 12,6 cm
μεταξύ ανδρών και γυναικών οφείλεται κυρίως στο ψηλότερο
ανάστημα των αγοριών κατά την έναρξη του εφηβικού
άλματος ανάπτυξης, καθώς και στο αυξημένο ύψος που
αποκτά το αγόρι στη διάρκεια της εφηβείας σε σχέση με το
κορίτσι.

107
Αλλαγές στα κορίτσια 7/7
• Μπορεί η πρόβλεψη του ύψους ενός ενήλικα να μην είναι εφικτή,
ο υπολογισμός όμως του ύψους που πρέπει να έχει ένας έφηβος,
μπορεί να υπολογιστεί με μετρήσεις με την οστική του ηλικία ή με
τον παρακάτω τύπο:
Ύψος πατέρα+ Ύψος μητέρας −13𝑐𝑚
A. Για τα κορίτσια:
2

Ύψος πατέρα+ Ύψος μητέρας +13𝑐𝑚


B. Για τα αγόρια:
2

108

Φυσιολογία της ΤSH 1/3


• Η TSH είναι μία γλυκοπρωτεΐνη που περιέχει 211 αμινοξέα,
εξόζες, εξοζαμίνες και σιαλικό οξύ. Αποτελείται από δύο
υπομονάδες την α και την β.
• Η α υπομονάδα προέρχεται από ένα γονίδιο του
χρωμοσώματος 6. Η α υπομονάδα της TSH είναι ακριβώς ίδια
σε δομή με την α υπομονάδα της LΗ και της FSH.
• Η β υπομονάδα της TSH παράγεται από το γονίδιο του
χρωμοσώματος 1.
• Η λειτουργική εξειδίκευση προσφέρεται στην TSH από την β
υπομονάδα.

109
Φυσιολογία της ΤSH 2/3
• Οι δύο υπομονάδες α και β ενώνονται μεταξύ τους μέσα στα
θυρεοειδοτρόφα κύτταρα της πρόσθιας υπόφυσης. Η ένωση
α και β υπομονάδων γίνεται για να ασκηθεί η βιολογική
δράση της TSH.
• Από είδος σε είδος η δομή της TSH ποικίλλει. Παρ' όλα αυτά
η TSH από άλλα ζωικά είδη, είναι ενεργή στο ανθρώπινο
είδος (διαφορά από GH που είναι species’ specific).

110

Φυσιολογία της ΤSH 3/3


• Ο TRH του υποθαλάμου αυξάνει τόσο την βιολογική
δραστικότητα της TSH και φαίνεται πως αλλάζει την προσθήκη
υδατανθράκων στο μόριό της.
• Η βιολογική δράση της TSH είναι περίπου 60'.
• Η TSH καταστρέφεται κατά μεγάλο μέρος από τα νεφρά και ένα
μικρότερο μέρος από το ήπαρ.
• Η έκκριση της είναι κατά ώσεις.
• Φαίνεται πως εκκρίνεται κατά μέσο όρο γύρω στις 10 μ.μ. το
βράδυ και οι κορυφές η μεγαλύτερη δηλαδή έκκρισή της είναι
γύρω στα μεσάνυχτα.
• Το επίπεδο στο αίμα κατά μέσο όρο είναι 2 μUnits/ml.
111
Δράση της TSH 1/3
• Εάν η υπόφυση απομακρυνθεί, γνωρίζουμε ότι η θυρεοειδική
λειτουργία ελαττώνεται και ο θυρεοειδής αδένας ατροφεί.
• Επομένως, η TSH είναι απαραίτητη για την κανονική λειτουργία
του θυρεοειδούς αδένα. Όταν η TSH χορηγείται, η θυρεοειδική
λειτουργία του αδένα διεγείρεται.
• Λεπτά μετά από ένεση TSH στον οργανισμό έχουμε
1. Αύξηση στην σύνδεση του ιωδίου μέσα στον θυρεοειδή.
2. Σύνθεση της Τ3 και Τ4 από τις ιωδοτυροσίνες.
3. Έκκριση της θυρεοσφαιρίνης στο κολλοειδές του θυροειδούς και
4. Ενδοκυττάρωση του κολλοειδούς.

112

Δράση της TSH 2/3


• Μερικές ώρες μετά την ένεση της TSH έχουμε μια αύξηση
στην παγίδευση του ιωδίου από την κυκλοφορία, είσοδο στο
θυρεοειδή.
• Εάν χρονίως δίνουμε θεραπεία με TSH, αυτή θα οδηγήσει
σιγά-σιγά σε υπερτροφία των κυττάρων και αύξηση του
βάρους του θυρεοειδούς αδένος. Με χρόνια διέγερση από
TSH ο θυρεοειδής αδένας μεγενθύνεται και αυτή η
μεγέθυνση του θυροειδούς καλείται βρογχοκήλη.

113
Δράση της TSH 3/3
• Ο υποδοχέας της TSH είναι τυπικός, ερπητοειδής υποδοχέας
(serpentine receptor), ο οποίος λειτουργεί μέσω
αδενυλκυκλάσης και πρωτεϊνών G όπως ακριβώς ο
υποδοχέας της FSH και της LH.
• Φαίνεται πως έχει μια μεγάλη γλυκοζιωμένη εξωτερική
υπομονάδα και μία μικρότερη εσωτερική υπομονάδα.
• Φαίνεται πως τα θυρεοειδικά κύτταρα έχουν πλήθος
υποδοχέων TSH αλλά όχι μόνο.
• Τα θυρεοειδικά κύτταρα εμπεριέχουν και υποδοχείς και για
τον IGF1 και για τον παράγοντα EGF (epidermal growth
factor) άρα, παραγόντων οι οποίοι προάγουν το μέγεθος του
θυρεοειδούς.
114

Ρύθμιση της TSH 1/3


• Η διέγερση της TSH γίνεται από τον υποθαλαμικό παράγοντα TRH.
Ο υποθαλαμικός παράγοντας TRH είναι τριπεπτίδιο, εκκρίνεται
κατά ώσεις και διεγείρει την υποφυσιακή έκκριση της TSH η οποία
με την σειρά της διεγείρει τον θυρεοειδή αδένα για να παράγει Τ3
και Τ4.
• Η Τ3 και Τ4, τα προϊόντα του θυρεοειδούς ασκούν αρνητική
παλίνδρομη ρύθμιση στο επίπεδο της υπόφυσης αλλά και εν
μέρει στο επίπεδο του υποθαλάμου. Επομένως ο μεν TRH
ρυθμίζει με θετική παλίνδρομη ρύθμιση την TSH, η δε TSH με
θετική παλίνδρομη κίνηση τον θυρεοειδή αδένα και ο
θυρεοειδής αδένας με αρνητική παλίνδρομη κίνηση μέσω των
προϊόντων του, τόσο την έκκριση του TRH όσο και την έκκριση
της TSH.
115
Ρύθμιση της TSH 2/3
• Φαίνεται ότι επίσης άλλες ουσίες συμμετέχουν στην έκκριση
της TSH και του TRH όπως το stress το οποίο έχει αρνητική
επίδραση στην έκκριση του TRH, η δοπαμίνη και η
σωματοστατίνη που αναστέλλουν την έκκριση της TSH σε
υποφυσιακό επίπεδο και των γλυκοκορτικοειδών που επίσης
αναστέλλουν την έκκριση της TSH.

116

Ρύθμιση της TSH 3/3


• Το ποσό των θυρεοειδικών ορμονών που είναι απαραίτητο για να
διατηρήσει φυσιολογική μεταβολική λειτουργία σε άτομα στα
οποία έχει αφαιρεθεί ο θυρεοειδής είναι εκείνο το ποσό των
ορμονών που θεωρείται ότι είναι απαραίτητο για να έχουμε
κανονικό βασικό μεταβολισμό και είναι εκείνο το οποίο
θεωρείται ότι είναι απαραίτητο στο να επιστρέψει η TSH στα
φυσιολογικά επίπεδα μετά από μια θυρεοδεκτομή.
• Στην καθ' ημέρα πράξη η TSH θεωρείται η καλύτερη ορμόνη για
την μέτρηση και την εκτίμηση της θυρεοειδικής λειτουργίας.
• Ο μέσος όρος Τ4 που φέρνει την TSH στα φυσιολογικά επίπεδα
είναι περίπου 112 μg την ημέρα και το 80% αυτής της δόσης
απορροφάται από τον γαστρεντερικό σωλήνα.

117
Η φυσιολογία της ACΤH
(φλιοοεπινεφριδιοτρόπος ορμόνη, adrenocorticotropic hormone)
• Η βασική έκκριση των γλυκοκορτικοειδών των επινεφριδίων αλλά
και η απάντηση του οργανισμού όσον αφορά την έκκριση των
γλυκοκορτικοειδών σε stress εξαρτάται από την έκκριση της ACTH,
ενώ εν αντιθέσει, η έκκριση αλδοστερόνης από την σπειροειδή ζώνη
των επινεφριδίων εξαρτάται από την ουσία που καλείται
αγγειοτενσίνη ΙΙ.
• Φαίνεται πως στην έκκριση των γλυκοκορτικοειδών από τα
επινεφρίδια δρουν και άλλες ουσίες όπως η σεροτονίνη, η AVP, το
VIP (vasoactive intestinal polypeptide). Παρόλα αυτά αυτές οι ουσίες
δεν προκαλούν απευθείας φυσιολογικό ελεγκτικό μηχανισμό της
έκκρισης των γλυκοκορτικοειδών της έκκρισης των επινεφριδίων.

118

Ειδική χημεία για την ACΤH 1/7

nutritionandmetabolism.com 119
Ειδική χημεία για την ACΤH 2/7
• Το μεγάλο μόριο POMC (προοποιομελανοκορτίνη) είναι η
πηγή σημαντικών βιολογικών μορίων.
• Το POMC διασπάται στις εξής αλύσους:
• N-Terminal Peptide of Proopiomelanocortin (NPP, or pro-γ-
MSH)
• γ-Melanotropin (γ-MSH)
• Corticotropin (Adrenocorticotropic Hormone, or ACTH)

120

Ειδική χημεία για την ACΤH 3/7


• α-Melanotropin (α-Melanocyte-Stimulating Hormone, or α-
MSH)
• Corticotropin-like Intermediate Peptide (CLIP)
• β-Lipotropin (β-LPH)
• Lipotropin Gamma (γ-LPH)
• β-Melanotropin (β-MSH)
• β-Endorphin
• [Met]Enkephalin

121
Ειδική χημεία για την ACΤH 4/7
• Η ACTH είναι ένα πολυπεπτιδικό μόριο μιας αλυσίδας και
περιλαμβάνει 39 αμινοξέα.
• Προέρχεται από ένα ιδιαίτερο μόριο που συντίθεται μέσα στα
κορτικοτρόφα κύτταρα της πρόσθιας υπόφυσης και το οποίο
καλείται προ-οποιο-μελανοκορτίνη (POMC).
• Από αυτό το μόριο προέρχεται η ACTH ως εξής: Από το μεγάλο
μόριο που καλείται προ-οποιομελανοκορτίνη περιέχονται μέσα σ'
αυτό ορισμένες ουσίες γνωστές σαν γ MSH, ACTH και β-LPH.
• Τα πρώτα 1-131 αμινοξέα του POMC αποτελούν το signal πεπτίδιο
(Ν terminal η pro-γ-MSH). Η υδρόλυση του μεγάλου αυτού μορίου
των κορτικοτρόφων κυττάρων οδηγεί στην δημιουργία ενός
ανεξάρτητου μορίου της ACTH με 39 αμινοξέα, ενός ανεξαρτήτου
μορίου της β-LΡΗ και ενός κομματιού που καλείται terminal.
122

Ειδική χημεία για την ACΤH 5/7


• Από το terminal κομμάτι προέρχεται η ουσία γ-MSH με
υδρόλυση, από την ίδια την ACTH μπορεί να προκύψει η α -
MSH, και ένα πεπτίδιο που καλείται clip και από την β - LΡΗ
προέρχεται η γ-LΡΗ και β ενδορφίνη. Από την γ - LΡΗ και την
β-ενδορφίνη παράγεται η β-MSH και οι μετεγκεφαλίνες.
• Για τον ρόλο της β-LΡΗ της γ-LΡΗ, της α-MSH, της β-MSH
καθώς και του clip στον άνθρωπο δεν γνωρίζουμε ποιοι είναι
οι βιολογικοί όροι. Οι β-ενδορφίνες και οι μετεγκεφαλίνες
συμμετέχουν στο σύστημα των οποιοειδών.
• Αφού δημιουργηθεί η ACTH εκκρίνεται ως πολυπεπτιδικό
μόριο με 1 - 39 αμινοξέα από το μεγάλο αυτό μόριο, το
POMC.

123
Ειδική χημεία για την ACΤH 6/7
• Αφού δημιουργηθεί η ACTH εκκρίνεται ως πολυπεπτιδικό μόριο με
1 - 39 αμινοξέα από το μεγάλο αυτό μόριο, το POMC.
• Τα πρώτα 23 αμινοξέα στην αλυσίδα της ACTH φαίνεται πως είναι
τα απαραίτητα για την δραστικότητα του μορίου και είναι ίδια σε
όλα τα είδη του ζωικού βασιλείου.
• Τα αμινοξέα 24-39 φαίνεται ότι απλώς σταθεροποιούν το μόριο
και ποικίλουν από είδος σε είδος.
• Φαίνεται πως η κάθε ACTH μπορεί να είναι δραστική στο άλλο
είδος, εν αντιθέσει με την αυξητική ορμόνη που είναι δραστική
μόνο στο είδος που παράγεται, μόνο που η ACTH μπορεί, ακριβώς
κι επειδή, κάθε μόριο της σε άλλο είδος έχει και διαφορετική
ποικιλία να προκαλέσει αντιγονικές ιδιότητες σε άλλα είδη.
124

Ειδική χημεία για την ACΤH 7/7


• Η ACTH έχει χρόνο ημισείας ζωής περίπου 10'.
• Το μεγάλο μόριο POMC φαίνεται πως δεν παράγεται μόνο
στην υπόφυση αλλά έχει βρεθεί και στον υποθάλαμο και σε
άλλα μέρη του εγκεφάλου και στους πνεύμονες και στο
γαστρεντερικό αλλά και στον πλακούντα.

125
Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 1/10
• Όταν κάνουμε υποφυσεκτομή, αυτή μέσα σε μία ώρα οδηγεί
στην ελάττωση της σύνθεσης και της έκκρισης των
γλυκοκορτικοειδών από τα επινεφρίδια των ειδών. Αλλά μόλις
χορηγήσουμε ACTH ενέσιμη εκ των έξω, αμέσως μέσα σε λίγη ώρα
η έκκριση των γλυκοκορτικοειδών αυξάνεται και σύντομα ένα
maximum απαντητικότητας επιτυγχάνεται.
• Φαίνεται ότι η ACTH αυξάνει και την ευαισθησία των επινεφριδίων
σε επόμενες δόσεις ACTH.
• Επομένως η ACTH είναι απαραίτητη για την ρύθμιση και την
έκκριση των στεροειδών των επινεφριδίων και συγκεκριμένα
ιδιαίτερα της κορτιζόλης και των ανδρογόνων.
• Τα γλυκοκορτικοειδή ασκούν αρνητική επίδραση και εμποδίζουν
την ίδια την έκκριση της ACTH.
126

Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 2/10


Ρυθμός
• Η ACTH εκκρίνεται σε ώσεις και κατά κύματα κατά την
διάρκεια της ημέρας. Η κορτιζόλη ακολουθεί τον ρυθμό της
ACTH και τείνει να ανυψώνεται και να πέφτει σε απάντηση
με αυτά τα κύματα.
• Στους ανθρώπους αυτές οι ώσεις έκκρισης της ACTH είναι
πολύ πιο συχνές στις πρώτες πρωινές ώρες και το 75% της
καθημερινής παραγωγής κορτιζόλης παράγεται μεταξύ 4-10
το πρωί.

127
Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 3/10
• Οι ώσεις της ACTH είναι πολύ λιγότερες στην διάρκεια του
απογεύματος.
• Φαίνεται ότι ο ρυθμός της ACTH είναι πολύ ισχυρός και
διατηρείται ακόμα εάν το άτομο μετακινηθεί από το ένα
ημισφαίριο στο άλλο όπου η αλλαγή των ωρών τείνει να
φέρει τη νύκτα μέρα.
• Ο ρυθμός της έκκρισης της ACTH φαίνεται να διατηρείται και
σε άτομα τα οποία έχουν επινεφριδιακή ανεπάρκεια και
παίρνουν δόσεις γλυκοκορτικοειδών έξωθεν.
• Δεν επηρεάζεται εύκολα από το stress, από τραυματικές
εμπειρίες και από αλλαγή κλίματος.

128

Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 4/10


• Ακόμα και αν επιμηκυνθεί η μέρα πειραματικά πάνω από 24
ώρες, στην αρχή ο επινεφριδιακός ρυθμός δεν επιμηκύνεται
και μόνο μετά από καιρό υφίσταται μεταβολές.
• Θεωρείται ότι ο βιολογικός ρυθμός της έκκρισης της ACTH
είναι συνδεδεμένος με το βιολογικό ρολόι το οποίο
εδράζεται στον υπερχιασματικό πυρήνα του υποθαλάμου
και ρυθμίζεται και από την έκκριση του CRH (corticotrophin
releasing hormone) (βλ επίσης μελατονίνη).
• Η ώθηση της ACTH σε υγιή άτομα είναι περίπου κατά την
διάρκεια του πρωινού της τάξης των 25 pg/ml.

129
Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 5/10
• Η μέτρηση στο αίμα της ACTH είναι δύσκολη δεδομένου ότι το
πεπτίδιο τείνει να αποσυντίθεται γρήγορα και να μην προσμετράται
το ακριβές ποσό. Έχουν βρεθεί ειδικοί τύποι μετρήσεων και
χρησιμοποιούνται ειδικοί τύποι σωλήνων ώστε να διατηρείται το
μόριο περισσότερο ενώ μεταφέρεται στο εργαστήριο με πάγο ώστε
να μην αποσυντεθεί και οι τιμές της ACTH στο αίμα να βρίσκονται σε
ψευδώς αρνητικά επίπεδα.
• Φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια του stress, η ACTH εκκρίνεται σε πολύ
περισσότερα ποσά ούτως ώστε να αυξήσει την παραγωγή των
γλυκοκορτικοειδών σε ποσοστό απαραίτητο ώστε να επιτευχθεί η
μέγιστη απαντητικότητα.
• Η αύξηση της ACTH για να αντιμετωπίζει πάντοτε τις ανάγκες του
οργανισμού γίνεται με τη βοήθεια του υποθαλάμου. Ο υποθάλαμος
εκκρίνει τον παράγοντα CRH.
130

Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 6/10


• Ο υποθαλαμικός CRH εκκρίνεται από την μέση εξοχή και
μεταφέρεται μέσω του πυλαίου υποφυσιακού συστήματος
στην πρόσθια υπόφυση όπου δρα στα κορτικοτρόφα κύτταρα
και διεγείρει την έκκριση της ACTH. Διάφορα ερεθίσματα
διεγείρουν την έκκριση του CRH από τα ψυχογενή έως
χειρουργικά stress μέχρι διάφορες άλλες ουσίες.
Συγκεκριμένα, συγκινησιογόνοι παράγοντες, τραύματα
διεγείρουν την έκκριση του CRH και αυτός ασκεί θετική
παλίνδρομη ρύθμιση για την έκκριση της ACTH.

131
Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 7/10
• Η ACTH παραγόμενη από την επίδραση του CRH, δρα στα
επινεφρίδια και προκαλεί θετική παλίνδρομη ρύθμιση για
την έκκριση των γλυκοκορτικοειδών. Όμως η παραγωγή των
γλυκοκορτικοειδών ασκεί αρνητική παλίνδρομη ρύθμιση
τόσο στο επίπεδο της υπόφυσης ώστε να αναστέλλεται η
έκκριση της ACTH όσο και στο επίπεδο του υποθαλάμου
ώστε να αναστέλλεται η έκκριση του CRH. Έτσι καταλήγουμε
ότι μια αύξηση των ελεύθερων γλυκοκορτικοειδών δρα
ανασταλτικά στην έκκριση της ACTH ενώ μια ελάττωση των
επιπέδων των γλυκοκορτικοειδών θα διεγείρει την έκκριση
της ACTH.

132

Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 8/10


• Φαίνεται ότι ο ρυθμός έκκρισης της ACTH είναι το άθροισμα
δύο αντίθετων δυνάμεων.
• Πρώτον, τα νευρικά ερεθίσματα τα οποία έρχονται από την
μέση εξοχή, μέσω CRH, και δεύτερον τα «φρένα» που
ασκούν τα γλυκοκορτικοειδή αυξάνοντας και ελαττώνοντας
την έκκριση της ACTH ανάλογα με τα επίπεδά τους.
• Παράλληλα νευρομεταβιβαστές από τα ανώτερα κέντρα
του εγκεφάλου ρυθμίζουν την έκκριση της ACTH και
συγκεκριμένα θετικά δρουν η επινεφρίνη και η
νορεπινεφρίνη οι οποίοι ουσιαστικά διεγείρουν την έκκριση
του CRH για να εκκριθεί η ACTH.

133
Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 9/10
Συμπληρώνοντας, θα θέλαμε να πούμε ότι οι δράσεις της
ACTH είναι περιληπτικά οι εξής:
• Συνθέτει και εκκρίνει την ορμόνη κορτιζόλη και τα ανδρογόνα
από την χοληστερίνη, η οποία μετατρέπεται σε πρεγνενολόνη
αρχίζοντας το μονοπάτι της ενζυμικής σύνθεσης στεροειδών.
• Γνωρίζουμε ότι η στεροειδογένεση στα επινεφρίδια πιθανά
δεν χρειάζεται την ACTH αφότου η χοληστερίνη μετατραπεί
στα επινεφρίδια σε πρεγνενολόνη. Τα επόμενα ενζυματικά
βήματα φαίνεται ότι γίνονται ταχύτατα.

134

Δράση της ACTH στα επινεφρίδια 10/10


• Φαίνεται επίσης ότι η ACTH έχει και δευτερογενή δράση.
Προκαλεί λιπολυτική δράση και απελευθερώνει λιπαρά οξέα
σε μικρότερο βέβαια βαθμό απ' ότι η αυξητική ορμόνη.
Ενδεχομένως να δρα στην μελανογένεση στους ανθρώπους
(αν και αυτό είναι άγνωστο) καθώς και στην συμπεριφορά
τουλάχιστον στα ζώα. Επίσης γνωρίζουμε ότι η
αλδοστερόνη μπορεί να επηρεάζεται σε μικρό μόνο βαθμό
από την ACTH.
• Η έκκριση της δεν χρειάζεται τόσο την ACTH όσο χρειάζεται
την αγγειοτενσίνη.

135
Ορμόνες της οπίσθιας υπόφυσης
• Η οπίσθια υπόφυση (pars nevrosa), εκκρίνει δύο ορμόνες
μόνο, την ωκυτοκίνη και την αργινίνη βαζοπρεσσίνη ή AVP ή
αντιδιουρητική ή ADH.
• Και οι δύο αυτές ορμόνες είναι οκταπεπτίδια δηλαδή πολύ
μικρότερου μοριακού βάρους απ' ότι οι ορμόνες της
πρόσθιας υπόφυσης οι οποίες είναι πρωτεΐνες.
• Τόσο η αργινίνη - βαζοπρεσσίνη όσο και η ωκυτοκίνη
ανακαλύφθηκαν από τον ίδιο ερευνητή τον du Vigneaud.
• Η μεν ωκυτοκίνη το 1949, η δε αργινίνη βαζοπρεσσίνη το
1951 και απομονώθηκε το 1953.

136

Ωκυτοκίνη
• Για την ωκυτοκίνη γνωρίζουμε μόνο ότι χρειάζεται σε ορισμένες
περιπτώσεις στον άνθρωπο. Είναι οκταπεπτίδιο, παράγεται από τα
νευρικά κύτταρα επομένως είναι ορμόνη που παράγεται από
νευρικό κύτταρο των πυρήνων του υποθαλάμου (νευροορμόνη)
και μεταφέρεται μ' ένα μεγάλο μόριο που καλείται νευροφυσίνη 2.
Προκειμένου να ασκήσει τη δράση της η ωκυτοκίνη αποσπάται
από την νευροφυσίνη 2 και παραμένει οκταπεπτίδιο.
• Η ωκυτοκίνη χρειάζεται μόνο για την βοήθεια της έκκρισης του
γάλακτος που έχει παράγει η προλακτίνη από τον μαστό στην
διάρκεια του θηλασμού καθώς επίσης και στην διάρκεια του
τοκετού που βοηθά τις συσπάσεις της εγκύμονος μήτρας.

137
Η αργινίνη βαζοπρεσσίνη 1/3
• Η AVP παράγεται από τα νευρικά κύτταρα του υποθαλάμου
δηλαδή από νευρώνες πυρήνων του υποθαλάμου και
συγκεκριμένα του παρακοιλιακού πυρήνα και του
υπεροπτικού πυρήνα του υποθαλάμου.
• Ερεθίσματα τα οποία διεγείρουν την έκκρισή της είναι η
αύξηση της ωσμωτικότητας του αίματος η οποία δρα μέσω
ωσμοϋποδοχέων διεγείροντας τον υπεροπτικό πυρήνα.
• Άλλο ερέθισμα που προκαλεί έκκριση της αργινίνης
βαζοπρεσσίνης είναι η ελάττωση του όγκου του αίματος ο
οποίος δρα θετικά διεγείροντας τον παρακοιλιακό και τον
υπεροπτικό πυρήνα για την παραγωγή και έκκριση της
αργινίνης - βαζοπρεσσίνης στο αίμα.

138

Η αργινίνη βαζοπρεσσίνη 2/3


• Αρνητικά ερεθίσματα φαίνεται πως είναι τα ψυχολογικά
ερεθίσματα καθώς και η αύξηση του όγκου του αίματος.
• Η πτώση της πίεσης του αίματος δρα θετικά στην έκκριση
αργινίνης - βαζοπρεσσίνης μέσω μηχανο-υποδοχέων.
• Θετικά φαίνεται πως δρα στην έκκριση αργινίνης
βαζοπρεσσίνης η νικοτίνη εν αντιθέσει με το αλκοόλ που
φαίνεται πως δρα αρνητικά.
• Φυσικά τα ψυχολογικά ερεθίσματα, η νικοτίνη, το αλκοόλ
είναι δευτερεύοντα ερεθίσματα στην ρύθμιση της έκκρισης
της ΑVP, ενώ τα κυριότερα ερεθίσματα παραμένουν η
ωσμωτικότητα, ο όγκος του αίματος καθώς και η αρτηριακή
πίεση.
139
Η αργινίνη βαζοπρεσσίνη 3/3
• Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυξάνουν την
έκκριση της ΑVP, η όρθια στάση, η πτώση της πιέσεως, η
αύξηση της ωσμωτικότητας, η υποογκαιμία, η καρδιακή
ανεπάρκεια, ερεθίσματα κεντρικής αιτιολογίας.
• Εν αντιθέσει, υπερέκκριση της ΑVP παθολογικού τύπου
μπορούν να προκαλέσουν υποθαλαμικές βλάβες,
εγκεφαλικές βλάβες, βλάβες των πνευμόνων, όγκοι, διάφορα
φάρμακα, ο υποθυρεοειδισμός και άλλα φάρμακα όπως η
νικοτίνη, η μορφίνη, η καρβαμαζεπίνη κ.α.

140

Ανατομικές σχέσεις της υπόφυσης

“Hypophyseal gland” από Anatomist90


διαθέσιμη με άδεια CC BY-SA 3.0
141
Ενότητα 8: Ενδοκρινικό σύστημα – Όρχεις & Ωοθήκες – Ορμόνες
& λειτουργία

Ωοθήκες
(Ορμόνες και λειτουργία) 1/3
• Η φυσιολογική ωοθηκική λειτουργία εξαρτάται από την
αλληλεπίδραση παραγόντων που εκκρίνονται από τον υποθάλαμο,
την υπόφυση και την ωοθήκη.
• Κατά την αναπαραγωγική ηλικία, η κύρια ρυθμιστική μονάδα στην
ωοθήκη είναι το ωοθυλάκιο.
• Το ωοθυλάκιο αποτελείται από ένα ωάριο, το οποίο περιβάλλεται από
στοιβάδες κοκκιωδών κυττάρων που βρίσκονται κοντά στο ωάριο και
από στοιβάδες κυττάρων της θήκης, που περιβάλλουν εξωτερικά τα
κύτταρα της κοκκιώδους στοιβάδας.
• Οι εξελικτικές διαδικασίες που εμφανίζει το ωοθυλάκιο, όταν αρχίσει
η λειτουργία των ωοθηκών στην εποχή της ήβης, επαναλαμβάνονται
κυκλικά κάθε 28 ημέρες, μέχρι την ηλικία της εμμηνόπαυσης.
1
Ωοθήκες
(Ορμόνες και λειτουργία) 2/3
• Η αρχή και το τέλος του κυκλικού αυτού διαστήματος, που
ονομάζεται γεννητικός κύκλος, καθορίζονται χρονικά από την
εμφάνιση της εμμηνορρυσίας.
• Ο γεννητικός κύκλος διακρίνεται σε δύο φάσεις, την
παραγωγική και την εκκριτική φάση, οι οποίες χωρίζονται
από την ωοθυλακιορρηξία, που πραγματοποιείται στο μέσο
του κύκλου.
• Φυσιολογικά, σε κάθε κύκλο, αναπτύσσεται ένα
ωοθυλάκιο.

Ωοθήκες
(Ορμόνες και λειτουργία) 3/3
• Η παραγωγική φάση, η οποία αρχίζει με την εμφάνιση της
έμμηνης ρύσης και διαρκεί μέχρι την ωοθυλακιορρηξία,
χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του επικρατούντος
ωοθυλακίου, ενώ η εκκριτική φάση χαρακτηρίζεται από την
ανάπτυξη του ωχρού σωματίου.
• Η μέση διάρκεια του φυσιολογικού γεννητικού κύκλου είναι
28 ημέρες, ενώ μπορεί να κυμαίνεται από 22 έως 35 ημέρες.
• Η παραγωγική φάση έχει μέση διάρκεια 14 ημέρες, μπορεί
όμως, να κυμαίνεται έως τις 21 ημέρες. Η εκκριτική φάση
έχει διάρκεια 14 ημέρες.

3
Ωοθυλάκιο

“Human ovarian follicle”, από Akira Kouchiyama διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 4

Ανάπτυξη ωοθυλακίου
• Στη διάρκεια της εμβρυικής και της παιδικής ζωής, τα ωοθυλάκια
βρίσκονται στα αρχικά στάδια της ωρίμανσης τους (αρχέγονα,
πρωτογενή και δευτερογενή) και η ανάπτυξή τους εξαρτάται μόνο
από τοπικούς παράγοντες.

• Τα τελικά στάδια ωρίμανσής τους, ύστερα από την ήβη,


εξαρτώνται κυρίως από τις γοναδοτροπίνες.

• Τα αρχέγονα ωοθυλάκια περιέχουν ωάρια που βρίσκονται στο


στάδιο της διπλοταινίας της πρώτης μειωτικής διαίρεσης.

• Τα ωοθυλάκια αυτά, είτε ωριμάζουν, με μια πολύπλοκη διαδικασία


που ονομάζεται ωοθυλακιογένεση ή γίνονται άτρητα.

5
Ωοθυλακιορρηξία 1/2
• Η ωοθυλακιορρηξία σηματοδοτείται από την εκκριτική αιχμή της
ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH) και πραγματοποιείται 36 ώρες
αργότερα.
• Κατά την ωοθυλακιορρηξία, τα κύτταρα της κοκκιώδους στιβάδας του
ωοφόρου δίσκου απελευθερώνονται μαζί με το ωάριο στη
περιτοναϊκή κοιλότητα.
• Η εκκριτική αιχμή της LH αποτελεί μία περίπτωση
«νευροενδοκρινικής μεταβολής».
• Έτσι, ενώ οιστραδιόλη προκαλεί αρνητική επίδραση στην έκκριση της
θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH) και της LH στο μεγαλύτερο μέρος της
παραγωγικής φάσης, η αυξανόμενη παραγωγή οιστρογόνων από το
κυρίαρχο ωοθυλάκιο στο μέσον του κύκλου προκαλεί την εκκριτική
αιχμή της LH.
6

Ωοθυλακιορρηξία 2/2
• Η εκκριτική αιχμή της LH είναι συνισταμένη των δύο επιδράσεων
των αυξημένων επιπέδων των οιστρογόνων στον άξονα
«υποθάλαμος-υπόφυση», που προκαλούν και αυξημένη
ανταπόκριση των γοναδοτρόπων κυττάρων της υπόφυσης στη
εκκλυτική των γοναδοτροπινών ορμόνη (GnRH).
• Φαίνεται ότι και η αύξηση της προγεστερόνης παίζει κάποιο ρόλο
στην εκκριτική αιχμή της LH, καθώς αύξηση της προγεστερόνης
παρατηρείται 12 έως 40 ώρες από την εκκριτική αιχμή.
• Η εκκριτική αιχμή της LH προκαλεί τη συνέχιση της δεύτερης
μειωτικής διαίρεσης, την έναρξη της νεοαγγείωσης του
τοιχώματος του ωοθυλακίου και την ωοθυλακιορρηξία.

7
Κύκλος ωχρού σωματίου 1/3
• Το ωχρό σωμάτιο αντιπροσωπεύει τον πλέον μικροσκοπικό και
δραστήριο ενδοκρινή αδένα, παρόλη τη μικρή διάρκεια της ζωής
του, που είναι 14 ημέρες, περίπου, στη γυναίκα.
• Η προγεστερόνη, το κύριο στεροειδές που παράγεται με ρυθμό 40
mg την ημέρα κατά μέσο όρο της εκκριτικής φάσης, θα
προετοιμάσει τη μήτρα για την εμφύτευση της βλαστοκύστης και
θα διατηρήσει την εγκυμοσύνη μέχρι να αναλάβει η πλακουντιακή
μονάδα.
• Στην περίπτωση που δεν επισυμβεί εγκυμοσύνη, το ωχρό σωμάτιο,
με ενδοαδενικούς μηχανισμούς, θα αυτοκαταστραφεί με το
μηχανισμό της ωχρινόλυσης.

Κύκλος ωχρού σωματίου 2/3


• Το ωχρό σωμάτιο προέρχεται από τη διαφοροποίηση των
κυττάρων που εναπόμειναν στο τοίχωμα του ωοθυλακίου
ύστερα από την ωοθυλακιορρηξία.
• Οι μηχανισμοί οι οποίοι ελέγχουν τις εντυπωσιακές
μορφολογικές και λειτουργικές μεταβολές των κυττάρων του
ωοθυλακίου προς ωχρινικό ιστό, όπως και εκείνοι που
καθορίζουν την επιβίωσή του ή την καταστροφή του είναι
εξαιρετικά πολύπλοκοι και, εν μέρει, άγνωστοι.

9
Κύκλος ωχρού σωματίου 3/3
• Η δυσκολία αυτή της κατανόησης των παραπάνω μηχανισμών
προέρχεται τόσο από τις εντυπωσιακές διαφορές στη ρύθμιση της
λειτουργίας του ωχρού σωματίου που υπάρχουν ανάμεσα στα
διάφορα ζωικά είδη, όσο και από τις διαφορετικές πληροφορίες
που προκύπτουν μεταξύ των in vitro πειραματικών «μοντέλων».
• Ως αποτέλεσμα, ενώ τα προτεινόμενα μοντέλα λειτουργίας και
θανάτου του ωχρού σωματίου είναι πολλά, αντιφάσκουν μεταξύ
τους.

10

Χρόνος ωοθηκικής λειτουργίας


• Η λειτουργία των ωοθηκών διαρκεί περίπου 30-35 έτη σε
αντίθεση με εκείνη των όρχεων που διαρκούν μέχρι γήρατος.
• Η μεταβατική περίοδος πριν την οριστική διακοπή της
ωοθηκικής λειτουργίας καλείται κλιμακτήριος, ενώ η
περίοδος μετά την οριστική διακοπή καλείται εμμηνόπαυση
και εμφανίζεται σε ηλικία 45-50 ετών.

11
Ορμόνες ωοθηκών
• Οι κύριες ορμόνες των ωοθηκών είναι τα οιστρογόνα και η
προγεστρόνη.
• Από τις ωοθήκες παράγονται επίσης και μικρά ποσά
ανδρογόνων και συνηθίζεται να περιλαμβάνεται σε αυτές και
η ρελαξίνη.

12

Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 1/11


• Ο υποθάλαμος, μέσω του εκκριτικού των γοναδοτροπικών
ορμονών παράγοντα GnRH ελέγχει τη σύνθεση και την κατά ώσεις
έκκριση της θυλακιοτρόπου (FSH) και ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH).
• Η FSH και η LH παράγονται στην υπόφυση και με τη σειρά τους
ρυθμίζουν την παραγωγή των ωοθηκικών ορμονών, δηλαδή των
οιστρογόνων, της προγεστερόνης, της τεστοστερόνης και της
ινχιμπίνης.
• H GnRH είναι ένα δεκαπεπτίδιο, με χρόνο ημίσειας ζωής περίπου 2
– 5 λεπτά και παράγεται από εξειδικευμένους νευρώνες που
εντοπίζονται στον τοξοειδή πυρήνα του υποθάλαμου.

13
Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 2/11
• Η GnRH εκκρίνεται με παλμικό τρόπο κάθε 60 – 100 λεπτά στο
υποθαλαμικό – υποφυσιακό πυλαίο σύστημα και φτάνει με την
κυκλοφορία στον πρόσθιο λοβό της υπόφυσης, όπου και διεγείρει
την παραγωγή των γοναδοτροπινών.
• Το εύρος της παλμικής έκκρισης καθορίζεται τόσο από παράγοντες
του κεντρικού νευρικού συστήματος όσο και των μηχανισμών
feedback σε επίπεδο υπόφυσης και ωοθηκών, με άλλα λόγια μέσω
του μηχανισμού παλίνδρομης αλληλορύθμισης (feedback), τα
επίπεδα των ωοθηκικών ορμονών επηρεάζουν την εκκριτική
λειτουργία της υπόφυσης αλλά και του υποθάλαμου.

14

Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 3/11


• Η GnRH δρα μέσω πρόσδεσης σε ειδικούς υποδοχείς στα κύτταρα
της πρόσθιας υπόφυσης και ασκεί τη δράση της μέσω του
συστήματος της αδενυλικής κυκλάσης.
Οι γοναδοτρόπες ορμόνες, FSH και LH είναι γλυκοπρωτεΐνες, σε
μορφή διμερών, τα οποία έχουν κοινή α-υπομονάδα αλλά
διαφέρουν ως προς τη β, η οποία και διαφοροποιεί τη δράση τους.
• Αμφότερες παράγονται από τον ίδιο τύπο κυττάρου στην πρόσθια
υπόφυση και προσδένονται σε ειδικούς υποδοχείς στα κοκκιώδη
κύτταρα και στα κύτταρα της θήκης του ωοθυλακίου.

15
Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 4/11

• Η FSH προσδένεται ιδίως στα κοκκιώδη κύτταρα και διεγείρει


την ανάπτυξή τους, προάγει τη δημιουργία υποδοχέων της
LH στα κύτταρα της θήκης, διεγείρει τη δημιουργία της
αρωματάσης και της 3β υδροξυστεροειδικής δεϋδρογενάσης
και τελικά την ανάπτυξη των ωοθυλακίων.

16

Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 5/11


• Η αρωματάση είναι ένζυμο της ομάδας του κυτοχρώματος P450, η
οποία προάγει τη βιοσύνθεση οιστρογόνων από ανδρογόνα μέσω
αρωματοποίησης ενώ η 3β υδροξυστεροειδική δεϋδρογενάση
είναι ένζυμο του φλοιού των επινεφριδίων, η οποία προάγει τη
μετατροπή της πρεγνενολόνης σε προγεστερόνη και τη δημιουργία
τεστοστερόνης από ανδροστενδιόλη.
Η LH διαθέτει υποδοχείς κυρίως στα κύτταρα της θήκης και στα
κοκκιώδη κύτταρα του ώριμου ωοθυλακίου, διεγείρει την
παραγωγή ανδρογόνων από τα κύτταρα της θήκης, την παραγωγή
προγεστερόνης, την ωοθυλακιορρηξία και τη δημιουργία του
ωχρού σωματίου.

17
Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 6/11
• Οι γοναδοτροπίνες λειτουργούν συνδυαστικά βάσει της
θεωρίας των « δύο κυττάρων-δύο γοναδοτροπινών» ως εξής:
• H LH δρα στα κύτταρα της θήκης για την παραγωγή
ανδρογόνων (ανδροστενδιόνη, τεστοστερόνη), τα ανδρογόνα
μεταφέρονται από τα κύτταρα της θήκης στα κοκκιώδη
κύτταρα, στα οποία τα ανδρογόνα μετατρέπονται σε
οιστρογόνα μέσω του ενζύμου της αρωματάσης και η
διαδικασία ελέγχεται από την FSH.

18

Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 7/11


• Τα οιστρογόνα είναι στεροειδικές ορμόνες που αποτελούν τις
κύριες «θηλυκές» ορμόνες και υπάρχουν τρία διαφορετικά
στον άνθρωπο: η οιστραδιόλη (Ε2), η οποία παράγεται από
τις ωοθήκες κατά τη διάρκεια του καταμήνιου κύκλου, η
οιστριόλη (Ε3) η οποία παράγεται από τον πλακούντα και η
οιστρόνη η οποία προκύπτει στην εμμηνόπαυση από
μετατροπή των επινεφριδιακών ανδρογόνων στο μυϊκό και
λιπώδη ιστό.

19
Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 8/11
• Τα οιστρογόνα προσδένονται σε ενδοκυττάριους υποδοχείς και
τροποποιούν τη δράση γονιδίων.
• Τα οιστρογόνα έχουν σωρεία επιδράσεων σε διάφορα όργανα –
στόχους και ιστούς του σώματος: προάγουν την παραγωγική φάση
του ενδομητρίου, στο μυομήτριο τη συσταλτικότητα, στο μαστό
την ανάπτυξη του μαστικού αδένα, έχουν μικρή αναβολική δράση
στο μυϊκό ιστό και προσδίδουν τους δευτερογενείς χαρακτήρες στο
θηλυκό φύλο.
Τα προγεσταγόνα έχουν ως μοναδικό εκπρόσωπο την
προγεστερόνη, μια στεροειδή ορμόνη, η οποία παράγεται κυρίως
από τον πλακούντα αλλά και από το ωχρό σωμάτιο της ωοθήκης.

20

Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 9/11


• Η προγεστερόνη, μεταξύ άλλων, προάγει την εκκριτική φάση
του καταμήνιου κύκλου στο ενδομήτριο, ασκεί χαλαρωτική
δράση στο μυομήτριο, προάγει την ανάπτυξη των λοβίων του
μαστικού αδένα αλλά παρεμποδίζει την έκκριση του
γάλακτος, αυξάνει τη βασική θερμοκρασία του σώματος μετά
την ωοθυλακιορρηξία, παρεμποδίζει την έκκριση της GnRH
μέσω αρνητικού feedback που της ασκεί και εμμέσως
παρεμποδίζει την αύξηση της FSH και την αιχμή της LH άρα
και την ωοθυλακιορρηξία κατά τη διάρκεια της ωχρινικής
φάσης του κύκλου και της εγκυμοσύνης.

21
Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 10/11

“MenstrualCycle”, από Chris 73 22


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Ενδοκρινολογία της αναπαραγωγής 11/11


• Στο σχήμα φαίνεται η εξέλιξη των επιπέδων των ορμονών κατά τη
διάρκεια του καταμήνιου κύκλου, σε συνάρτηση με την εξελικτική
πορεία του ωοθυλακίου και του ενδομητρίου.
• Η αιχμή της LH στο μέσο του κύκλου σηματοδοτεί την
ωοθυλακιορρηξία και την έναρξη της ωχρινικής φάσης του
καταμήνιου κύκλου, κατά την οποία το ενδομήτριο γίνεται
παχύτερο και οι αδένες του διευρύνονται.
• Εάν δεν συμβεί γονιμοποίηση, το ωχρό σωμάτιο υποστρέφεται και
υπάρχει σταδιακή πτώση των επιπέδων των ορμονών, ιδίως της
προγεστερόνης, ενώ η πτώση των οιστρογόνων προκαλεί την
απόπτωση των κυττάρων του ενδομητρίου, με συνακόλουθη
εμφάνιση εμμηνορρυσίας.

23
Εμμηνόπαυση-Ορισμός
• Ως εμμηνόπαυση ορίζουμε τη μόνιμη διακοπή της εμμήνου
ρύσεως για ένα έτος, η οποία σχετίζεται με την πτώση της
έκκρισης των οιστρογόνων, ως αποτέλεσμα της απώλειας της
λειτουργικότητας των ωοθυλακίων.
• Η μέση ηλικία εμφάνισής της είναι τα 51 έτη και καθορίζεται
από γενετικούς και όχι από φυλετικούς ή διατροφικούς
παράγοντες.

24

Εμμηνόπαυση 1/5
• Ως περιεμμηνόπαυση ορίζουμε το χρονικό διάστημα πριν την
εμμηνόπαυση, κατά τη διάρκειά της και έως και ένα έτος μετά την
εγκατάστασή της.
• Η περιεμμηνόπαυση ξεκινά περίπου στα μέσα ή προς τα τέλη της
4ης δεκαετίας της ζωής της γυναίκας, οπότε και προοδευτικά
εκπίπτει η ωοθηκική λειτουργία, και διαρκεί μέχρι την εγκατάσταση
της εμμηνόπαυσης, δηλαδή ένα χρόνο μετά τη διακοπή της
εμμηνορρυσίας.
• Κατά το διάστημα αυτό, το οποίο είναι μεταβατικό στάδιο προς την
επερχόμενη εμμηνόπαυση, είναι πιθανό να εμφανιστεί
συμπτωματολογία που σχετίζεται με τα προοδευτικά μειούμενα
επίπεδα οιστρογόνων, όπως για παράδειγμα οι αλλαγές στον
καταμήνιο κύκλο σε ότι αφορά τη συχνότητα, τη διάρκεια και την
ποσότητα της εμμηνορρυσίας.
25
Εμμηνόπαυση 2/5
• Καθώς πλησιάζει η εμμηνόπαυση, κατά το τέλος της μεταβατικής
φάσης δηλαδή, επηρεάζονται όχι μόνο τα επίπεδα ιδίως των
ωοθηκικής προέλευσης ορμονών (οιστρογόνα, προγεστερόνη και
ανδρογόνα) αλλά και ο τρόπος σύνθεσης και δράσης τους.
• Τα επίπεδα της ινχιμπίνης, τα οποία σταδιακά μειώνονταν από τη
μεταβατική κιόλας φάση, φτάνουν σε επίπεδα στα οποία
καταργείται το αρνητικό feedback στην υπόφυση, με αποτέλεσμα
τα επίπεδα των γοναδοτροπινών (FSH, LH) να αυξάνονται.
• Η αύξηση των γοναδοτροπινών προκαλεί υπερδιέγερση των
ωοθυλακίων και ως εκ τούτου επιτείνεται η ατρησία τους.

26

Εμμηνόπαυση 3/5
• Μέσω του μηχανισμού feedback, η έκπτωση της ωοθηκικής
λειτουργίας μειώνει τα επίπεδα των οιστρογόνων και της
ινχιμπίνης με συνακόλουθη επιπλέον αύξηση της FSH και LH
και εκ νέου επίταση της ατρησίας περισσότερων
ωοθυλακίων.
• Η ένδεια των οιστρογόνων, τελικά, δεν επιτρέπει την
πάχυνση του ενδομητρίου και ως επακόλουθο, η
εμμηνορρυσία σταματά.

27
Εμμηνόπαυση 4/5
• Οι γοναδοτροπίνες φτάνουν στα μέγιστα επίπεδα τρία χρόνια μετά
την εμμηνόπαυση αλλά τότε απορρυθμίζεται ο μηχανισμός
παλίνδρομης αλληλορύθμισης, με αποτέλεσμα τα επίπεδά τους
στη συνέχεια να μειωθούν.
Παρά το γεγονός της αμελητέας παραγωγής οιστρογόνων από την
μετεμμηνοπαυσιακή ωοθήκη, μπορούν να διαπιστωθούν
ανιχνεύσιμες ποσότητες οιστραδιόλης και, κυρίως, οιστρόνης, στο
αίμα των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών. Το «παράδοξο» αυτό
εξηγείται με το γεγονός της περιφερικής αρωματοποίησης των
ανδρογόνων επινεφριδιακής και ωοθηκικής προέλευσης προς
οιστρογόνα.

28

Εμμηνόπαυση 5/5
• Οι παχύσαρκες γυναίκες έχουν αυξημένα επίπεδα οιστρογόνων
εξαιτίας της περιφερικής αρωματοποίησης και ως εκ τούτου
αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου για εμφάνιση καρκίνου του
ενδομητρίου.
Τα επίπεδά των ανδρογόνων μειώνονται κατά την εμμηνόπαυση
εξαιτίας της προοδευτικής μείωσης της παραγωγής τους από τις
ωοθήκες, ωστόσο διατηρείται η επινεφριδιακή παραγωγή, αλλά
μετά την εμμηνόπαυση τα επινεφρίδια μειώνουν την παραγωγή
ανδρογόνων (DHEA, DHEAS και Δ4Α) κατά 50 – 60%.
• Οι ανωτέρω ορμόνες αποτελούν, στην ουσία, προορμόνες, οι
οποίες μετατρέπονται στην περιφέρεια στις δραστικότερες μορφές
ανδρογόνων, δηλαδή στη διϋδροτεστοστερόνη και τεστοστερόνη.

29
Σχετιζόμενη με την εμμηνόπαυση
συμπτωματολογία 1/2
Ανωμαλίες και απώλεια της περιόδου
• Οι ανωμαλίες στον καταμήνιο κύκλο (συχνότητα, διάρκεια,
ποσότητα) είναι από τα πρώτα συμπτώματα που παρατηρεί η
γυναίκα.
• Όπως προαναφέρθηκε, της διακοπής της εμμηνορρυσίας
προηγείται μια περίοδος ανωμαλιών, η οποία θα οδηγήσει
στη μόνιμη διακοπή της εμμήνου ρύσεως.

30

Σχετιζόμενη με την εμμηνόπαυση


συμπτωματολογία 2/2
Ανωμαλίες και απώλεια της περιόδου (συνέχεια)
• Ορισμένες γυναίκες παρουσιάζουν αιμόρροια μεταξύ των περιόδων,
η οποία μπορεί να είναι σταγονοειδής ή και μεγαλύτερου βαθμού, η
οποία μπορεί να οφείλεται στην παραγωγή οιστρογόνων από τα
ωοθυλάκια, με ή χωρίς ωοθυλακιορρηξία αλλά μπορεί και να
οφείλεται σε οργανική νόσο, οπότε απαιτείται διαφοροδιάγνωση.
• Προοδευτικά τα συνοδά συμπτώματα της εμμηνορρυσίας, όπως η
μαστοδυνία, το οίδημα, οι πονοκέφαλοι και οι μεταβολές της
διάθεσης, υποχωρούν, ως αποτέλεσμα της μείωσης της παραγωγής
των ωοθηκικών ορμονών.
• Η διάγνωση της εμμηνόπαυσης τίθεται μετά από ένα χρόνο
απώλειας της εμμηνορρυσίας.
31
Άλλα εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα και
επακόλουθα 1/2
• Ουρογεννητική ατροφία Η μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων
προκαλεί ατροφία στο ουρογεννητικό σύστημα, και ως αποτέλεσμα
της ατροφίας στο ουροποιητικό σύστημα μπορεί να αναπτυχθεί
ατροφική κυστίτιδα, ακράτεια και λοιμώξεις.
• Εξάψεις Το χαρακτηριστικότερο σύμπτωμα της εμμηνόπαυσης είναι
οι εξάψεις, οι οποίες είναι ένα ξαφνικό αίσθημα καύσου με συνοδό
εφίδρωση, το οποίο συχνά συνοδεύεται από αίσθημα παλμών ή
από ρίγος και ανησυχία. Η διάρκειά του κυμαίνεται μεταξύ ενός και
τριών λεπτών περίπου αλλά μπορεί να επαναλαμβάνεται πολλές
φορές κατά τη διάρκεια της ημέρας, συνήθως μεταξύ 5 και 10.
Περίπου το 50% των εμμηνοπαυσιακών γυναικών παραπονούνται
για τις εξάψεις.

32

Άλλα εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα και


επακόλουθα 2/2
• Καρδιαγγειακή νόσος Αν και ο κίνδυνος για την εμφάνιση
καρδιαγγειακής νόσου αυξάνεται και στα δύο φύλα με την ηλικία, οι
γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση παρουσιάζουν μια επιπλέον
αυξητική τάση, που οφείλεται στην υποοιστρογοναιμία.
• Οστεοπόρωση Είναι νόσος του σκελετού που χαρακτηρίζεται από
χαμηλή οστική μάζα και διαταραχή στην μικροαρχιτεκτονική των
οστών, με αποτέλεσμα τη χαμηλή μηχανική αντοχή του σκελετού και
την ευπάθειά του σε αυτόματα και προκλητά κατάγματα. Η ένδεια
οιστρογόνων προκαλεί αύξηση του οστικού μεταβολισμού και ιδίως
του καταβολικού σκέλους, με συνέπεια την απώλεια οστικής μάζας
και τη μεταβολή της ποιότητας του οστού.
• Διαταραχές του ύπνου και της διάθεσης επίσης παρατηρούνται.
33
Όρχεις
(ορμόνες και λειτουργία)

34

Όρχεις
(Λειτουργία) 1/6
• Οι όρχεις, (γεννητικοί αδένες του άνδρα), παράγουν από τα
γεννητικά κύτταρα τα σπερματοζωάρια, παράλληλα δε
εμφανίζουν ενδοκρινή λειτουργία με έκκριση των
στεροειδών από τα κύτταρα του Leydig.
• Η επιδιδυμίδα συνδέεται με τον όρχι, αποτελεί δε και την
κύρια και αρχική μοίρα της εκφορητικής οδού του
σπέρματος. Στην επιδιδυμίδα ωριμάζουν και αποθηκεύονται
τα σπερματοζωάρια.

35
Όρχεις
(Λειτουργία) 2/6
• Ο ιδίως όρχις έχει σχήμα ελλειψοειδές, αποπεπλατυσμένο από
τα πλάγια και μέγεθος καρύου.
• Από απόψεως λεπτής κατασκευής ο όρχις αποτελείται από:
1. Τον ινώδη χιτώνα.
2. Τα σπερματικά σωληνάρια.
3. Τη διάμεση ουσία.
4. Αγγεία και νεύρα.

36

Απεικόνιση όρχεως
Diagram of an adult human testicle:
A) Blood vessels; B) Head of
epididymis; C) Efferent ductules; D)
Seminiferous tubules; E) Parietal
lamina of tunica vaginalis; F) Visceral
lamina of tunica vaginalis; G) Cavity of
tunica vaginalis; H) Tunica albuginea;
I) Lobule of testis; J) Tail of
epididymis; K) Body of epididymis; L)
Mediastinum; M) Vas deferens

“Testis”, από KDS444 διαθέσιμο με


άδεια CC BY-SA 3.0
37
Όρχεις
(Λειτουργία) 3/6

1. Ο ινώδης χιτώνας
περιβάλλει εξωτερικά τον
όρχι και σχηματίζει
αντιστοίχως προς το άνω
τριτημόριο του οπισθίου
χείλους του όρχεως το
ονομαζόμενο ιγμόρειο
σώμα ή μεσαύλιο του
όρχεως.

“Testicle-Revised”, από KDS444


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
38

Όρχεις
(Λειτουργία) 4/6
2. Τα σπερματικά σωληνάρια αρχίζουν ή με τυφλό ανεξάρτητο άκρο ή
από ένα κοινό δίκτυο σωληναρίων, το οποίο βρίσκεται κάτω από τον
ινώδη χιτώνα του όρχεως. Σε κάθε ορχικό λοβίδιο περιέχονται 3-4
σπερματικά σωληνάρια. Τα ευθέα σωληνάρια αναστομούμενα με
άλλα ευθέα σωληνάρια εισέρχονται εντός του ιγμορείου σώματος
όπου σχηματίζουν το αλλήρειο δίκτυο (δίκτυο του Haller).
o Κατά συνέπεια κάθε σπερματικό σωληνάριο εμφανίζει δύο μοίρες,
την εσπειραμένη και την ευθεία.
o Η εσπειραμένη μοίρα παράγει τα σπερματοζωάρια, η δε ευθεία τα
αποχετεύει.
o Το τοίχωμα του εσπειραμένου σπερματικού σωληναρίου αποτελείται:
1) από τον βασικό υμένα, 2) από επιθήλιο.
o Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα κύτταρα του τοιχώματος του
σπερματικού σωληναρίου.
39
Όρχεις
(Λειτουργία) 5/6
3. Η διάμεσος ουσία (στρώμα) αποτελείται από συνδετικό
ιστό, ο οποίος παρεμβάλλεται μεταξύ των εσπειραμένων
σπερματικών σωληναρίων και από τα διάμεσα κύτταρα του
Leydig.

40

Όρχεις
(Λειτουργία) 6/6
4. Η αγγείωση του όρχεως γίνεται μέσω 1) της έσω σπερματικής
αρτηρίας, 2) της εκφορητικής αρτηρίας, 3) της έξω σπερματικής.
o Ανάλογα με την ανατομική διαφοροποίηση του όρχεως σε δύο
συστήματα, αυτός έχει να επιτελέσει δύο διαφορετικές λειτουργίες:
o Την ενδοκρινή, η οποία επιτελείται στα διάμεσα κύτταρα του Leydig
με τη σύνθεση από χοληστερίνη του σπουδαιότερου ανδρογόνου,
της τεστοστερόνης. Μια άλλη ενδοκρινή λειτουργία των όρχεων
είναι η σύνθεση της συνδετικής των ανδρογόνων πρωτεΐνης (ΑΒP)
και της ανασταλτικής πρωτεΐνης ινχιμπίνης (Inhibin).
o Tην εξωκρινή λειτουργία, η οποία πραγματοποιείται στα
σπερματικά σωληνάρια και συνίσταται στην παραγωγή των
σπερματοζωαρίων. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται σπερματογένεση.
41
Ανατομικά στοιχεία όρχι
1. Tunica albuginea, 2. Septula
testis, 3. Lobulus testis, 4.
Mediastinum testis, 5. Tubuli
seminiferi contorti, 6. Tubuli
seminiferi recti, 7. Rete testis, 8.
Ductuli efferentes testis, 9a. Head of
epididymis, 9b. Body of epididymis,
9c. Tail of epididymis,10. Vas
deferens, 11a. Tunica vaginalis
(parietal lamina), 11b. Tunica
vaginalis (visceral lamina), and 12.
Cavity of tunica vaginalis.
“Testis”, από KDS444 διαθέσιμο με
άδεια CC BY-SA 3.0 42

Ανδρικό αναπαραγωγικό σύστημα

“Male anatomy en”, από Rudolf.hellmuth διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

43
Τα κύτταρα του Leydig 1/11
• Τα διάμεσα κύτταρα του Leydig αποτελούν το
σημαντικότερο ενδοκρινικό σύστημα του όρχεως.
• Η ποσοστιαία αναλογία τους στον ανθρώπινο όρχι σε σχέση
με τα άλλα κύτταρα ανέρχεται στο 10-12%. Τα κύτταρα αυτά
βρίσκονται σε ομάδες μεταξύ των σπερματικών σωληναρίων,
τοποθετημένα σε αργυρόφιλες και κολλαγόνες ίνες.
• Σε εξάρτηση από τη θέση τους γύρω από τα αγγεία ή τα
σπερματικά σωληνάρια, τα κύτταρα του Leydig διακρίνονται
στα «περιαγγειακά» και τα «περισωληναριακά».

44

Τα κύτταρα του Leydig 2/11


• Με βάση τα ευρήματα εξετάσεων με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο τα
κύτταρα του Leydig διακρίνονται στα «διεγερμένα» και τα «λιγότερο
διεγερμένα» κύτταρα.
• Τα διεγερμένα είναι μεγάλα, πολυεδρικά, με κυκλικό πυρήνα
κύτταρα και έντονο πυρήνιο, καθώς επίσης και έντονα σχηματισμένο
λείο ενδοπλασματικό δίκτυο, πολλά μιτοχόνδρια και μία
διατεταγμένη και διαφοροποιημένη κυτταρική μεμβράνη.
• Τα λιγότερο διεγερμένα κύτταρα έχουν μικρό πυρήνα, λιγότερο λείο
ενδοπλασματικό δίκτυο, πολλά σωματίδια λίπους και λείες μη
διατεταγμένες κυτταρικές μεμβράνες.
• Tα μιτοχόνδρια των κυττάρων του Leydig περιέχουν τα ένζυμα για τη
μετατροπή της χοληστερίνης σε πρεγνενολόνη, ενώ τα ένζυμα για την
περαιτέρω σύνθεση των ανδρογόνων από την πρεγνενολόνη
βρίσκονται στο λείο ενδοπλασματικό δίκτυο.
45
Τα κύτταρα του Leydig 3/11
• Τα κύτταρα του Leydig, καταγόμενα από εμβρυϊκό συνδετικό ιστό,
διαφοροποιούνται στο ανθρώπινο έμβρυο ήδη από την αρχή της
όγδοης εβδομάδας της εγκυμοσύνης και δείχνουν σ' αυτή τη φάση
ήδη πρώιμα σημεία παραγωγής στεροειδών.
• Ανάλογα με τον τύπο των χρωμοσωμάτων (46,ΧΧ ή 46,ΧΥ)
αναπτύσσονται ανδρικά ή γυναικεία άτομα. Κατ' αρχάς
αναπτύσσονται οι γεννητικοί αδένες, οι οποίοι διαφοροποιούνται
σε όρχεις ή ωοθήκες, εν συνεχεία ακολουθεί η ανάπτυξη των
εσωτερικών και εξωτερικών γεννητικών οργάνων και τελικά η
διαφοροποίηση του ψυχολογικού φύλου.

46

Τα κύτταρα του Leydig 4/11


• Την 6η εβδομάδα εγκυμοσύνης διαφοροποιούνται οι γεννητικοί
αδένες σε όρχεις ή ωοθήκες. Τα αρχέγονα γεννητικά κύτταρα που
έφθασαν και εγκαταστάθηκαν επιτυχώς στους γεννητικούς αδένες
πολλαπλασιάζονται με ταχύτατο ρυθμό.
• Αυτή η 1η φάση πολλαπλασιασμού των γεννητικών κυττάρων στο
ανδρικό φύλο, σε αντίθεση με το γυναικείο, δεν έχει μέχρι σήμερα
πλήρως διερευνηθεί. Υπολογίζεται όμως ότι αυτή η φάση
πολλαπλασιασμού σταματάει μεταξύ της 12ης και της 20ης
εβδομάδας εγκυμοσύνης.
• Στις υπόλοιπες εβδομάδες εγκυμοσύνης υπερτερεί ο
πολλαπλασιασμός των σωματικών κυττάρων του όρχεως, δηλαδή
των κυττάρων του Sertoli και των κυττάρων του Leydig.

47
Τα κύτταρα του Leydig 5/11
• Τα κύτταρα του Sertoli εκκρίνουν το μυλλέρειο ανασταλτικό
παράγοντα (MIF = Mullerian Inhibiting Factor), ο οποίος
προκαλεί την υποστροφή των πόρων του Muller.
• Τα κύτταρα του Leydig αρχίζουν σε αυτή τη φάση για πρώτη
φορά να δρουν ορμονικά και από την 7η εβδομάδα
εγκυμοσύνης προκαλούν την ανάπτυξη των ανδρικών
γεννητικών οργάνων.

48

Τα κύτταρα του Leydig 6/11


• Στους πρώτους 2-3 μήνες μετά τη γέννηση πραγματοποιείται
στο ανδρικό φύλο μία δεύτερη σύντομη φάση
πολλαπλασιασμού των γεννητικών κυττάρων.
• Σ' αυτή τη φάση βρίσκεται επίσης η δεύτερη αιχμή της
ορμονικής δραστηριότητας των κυττάρων του Leydig, η οποία
είναι υπεύθυνη για την ανδρική διαφοροποίηση της
«προσωπικότητας» του ατόμου.

49
Τα κύτταρα του Leydig 7/11

 Μετά τον 6ο μήνα μετά τη γέννηση εξαφανίζονται οι


μιτωτικές δραστηριότητες των γεννητικών κυττάρων μέχρι
σχεδόν την εφηβική ηλικία.

50

Τα κύτταρα του Leydig 8/11


• Η δραστηριότητα πολλαπλασιασμού των κυττάρων του
Sertoli τελειώνει επίσης εδώ, έτσι ώστε να θεωρείται βέβαιο
ότι κάθε μετέπειτα απώλεια των κυττάρων αυτών να μην
είναι δυνατό να αντικατασταθεί.
• Στα κύτταρα του Leydig σχηματίζεται, υπό την επίδραση της
ορμόνης LH, το σπουδαιότερο ανδρογόνο, η τεστοστερόνη.

51
Τα κύτταρα του Leydig 9/11
• Την κύρια ουσία για τη σύνθεση των στεροειδών αποτελεί η
χοληστερίνη. Η χοληστερίνη βρίσκεται στα κύτταρα του Leydig
τόσο υπό ελεύθερη μορφή όσο και υπό συνδεδεμένη μορφή
εστέρος.
• Κατ’ αρχάς μετατρέπεται η χοληστερίνη σε πρεγνενολόνη. Η
μετατροπή αυτή γίνεται στα μιτοχόνδρια των κυττάρων, τα οποία
διαθέτουν τα απαραίτητα ένζυμα γι' αυτή τη διαδικασία.
• Η βιοσύνθεση των στεροειδών στα κύτταρα του Leydig διεγείρεται
από τη γοναδοτροπίνη LH του προσθίου λοβού της υποφύσεως.

52

Τα κύτταρα του Leydig 10/11


• Η LH δρα μέσω της αδενυλκυκλάσης, η οποία αφ' ενός
προκαλεί ενδοκυτταρική συσσώρευση της κυκλικής
φωσφορικής αδενοσίνης (cAMP) και αφ' ετέρου ενεργοποιεί
κινάσες πρωτεϊνών, οι οποίες προκαλούν εν συνεχεία τη
σύνθεση τεστοστερόνης από χοληστερίνη (τα γνωστά).
• Εκτός από τους LH-υποδογείς, τα κύτταρα του Leydig
διαθέτουν και υποδοχείς για την προλακτίνη και, τα
οιστρογόνα.

53
Τα κύτταρα του Leydig 11/11
• Το γεγονός της ύπαρξης των οιστρογονικών υποδοχέων στα
κύτταρα του Leydig φαίνεται να έχει μεγάλη σημασία,
δεδομένου ότι τα κύτταρα αυτά είναι σε θέση να
σχηματίσουν, υπό την επίδραση μιας αρωματάσης,
οιστρογόνα από τεστοστερόνη.
• Τα οιστρογόνα αυτά εν συνεχεία, συνδεόμενα με τους
οιστρογονικούς υποδοχείς του κυττάρου, μπορούν να δρουν
ανασταλτικά στη σύνθεση της τεστοστερόνης.

54

Μεταβολισμός της τεστοστερόνης 1/4

• Το κυριότερο προϊόν της βιοσύνθεσης των ανδρογόνων στα


κύτταρα του Leydig είναι η τεστοστερόνη.
• Από τα άλλα ανδρογόνα τη μεγαλύτερη σημασία έχει η
ανδροστενεδιόνη, η οποία αποτελεί πρόδρομη μορφή των
οιστρογόνων.
• Καθημερινά παράγονται στον οργανισμό συνολικά 6-8 mg
τεστοστερόνης, από τα οποία το 90% παράγεται στα κύτταρα του
Leydig στους όρχεις και το υπόλοιπο 10% στα επινεφρίδια, στο
ήπαρ και στον ορό του αίματος.

55
Μεταβολισμός της τεστοστερόνης 2/4
• Το επίπεδο της τεστοστερόνης στο αίμα ανέρχεται στα 6-8 ng/ml.
To υπόλοιπο της παραγόμενης τεστοστερόνης διατίθεται για τη
διατήρηση της σπερματογένεσης. Το επίπεδο της τεστοστερόνης
στους όρχεις είναι 50 φορές υψηλότερο από το επίπεδο της
τεστοστερόνης στο περιφερικό αίμα.
• Η τεστοστερόνη φθάνει, μέσω του ρυθμιστικού συστήματος των
όρχεων (tight junctions), στο κύτταρο του Sertoli, όπου συνδέεται
με την εκεί παραγόμενη πρωτεΐνη σύνδεσης των ανδρογόνων
(androgen binding protein-ΑΒΡ) και μεταφέρεται κατ' αυτό τον
τρόπο στον αυλό του σπερματικού σωληναρίου. Η πρωτεΐνη
σύνδεσης των ανδρογόνων (ΑΒΡ) αποτελεί το μεταφορέα της
τεστοστερόνης.

56

Μεταβολισμός της τεστοστερόνης 3/4

• Η τεστοστερόνη είναι απαραίτητη για τη σπερματογένεση.

• Χωρίς τεστοστερόνη είναι αδύνατη η φυσιολογική


σπερματογένεση.

57
Μεταβολισμός της τεστοστερόνης 4/4
• Η μεταφορά της τεστοστερόνης από τους όρχεις στο αίμα γίνεται
αποκλειστικά μέσω του φλεβικού πλέγματος (plexus pampiniformis).
To μεγαλύτερο μέρος της τεστοστερόνης στο αίμα είναι
συνδεδεμένο αφ' ενός με πρωτεΐνες του αίματος, κυρίως τη
λευκωματίνη (περίπου 68%), και αφ' ετέρου με τη συνδετική των
στερoειδο-ορμονών σφαιρίνη (SHBG = Sex-Hormone-Binding-
Globulin) (περίπου 30%). Μόνο το 2% της τεστοστερόνης βρίσκεται
ελεύθερο στο αίμα. Η SHBG είναι μία β-σφαιρίνη με μοριακό βάρος
μεταξύ 80-94 kD.
• Η συνδεδεμένη με πρωτεΐνες τεστοστερόνη φθάνει δια της αιματικής
οδού στην περιφέρεια και οδηγείται στους ιστούς, οι οποίοι
παρουσιάζουν ευαισθησία στα ανδρογόνα και ανταποκρίνονται
θετικά στη δράση τους.
58

Δράσεις ανδρογόνων 1/3


Γενικά τα ανδρογόνα μπορούν να δράσουν υπό τρεις μορφές:
• 1) Απ' ευθείας επί ορισμένων ιστών με πρόκληση ορμονικών
δράσεων, όπως, π.χ., επί του εγκεφάλου (υποθαλάμου, υπόφυσης)
και επί των κυττάρων του Sertoli.
• 2) Δια της μετατροπής της τεστοστερόνης, μέσω της 5α-
αναγωγάσης, σε διυδροτεστοστερόνη (DHT), η οποία συνδεόμενη
εν συνεχεία με τον ανδρογονικό υποδοχέα των κυττάρων προκαλεί
ορμονικές δράσεις, π.χ. επί του προστάτη και
• 3) Δια της μετατροπής της τεστοστερόνης, μέσω της αρωματάσης,
σε οιστρογόνα, τα οποία εν συνεχεία έχουν ανασταλτικές
ορμονικές δράσεις, όπως, π.χ., επί των κυττάρων του Leydig.

59
Δράσεις ανδρογόνων 2/3
• Βασικά θα πρέπει να διαχωρισθεί η καθαρά «ανδρογόνος»
δράση της τεστοστερόνης από την «αναβολική» ειδική δράση της
επί των ιστών (του ήπατος, των νεφρών, των οστών και των μυών).
• Η ανδρογόνος δράση της τεστοστερόνης είναι απαραίτητος
παράγοντας για την πραγματοποίηση του σεξουαλικού
φαινότυπου κατά την εμβρυϊκή εξέλιξη και την εφηβεία (το
σχηματισμό, την αύξηση και ωρίμανση των ανδρικών γεννητικών
αδένων και εξωτερικών οργάνων, την ανάπτυξη των ανδρικών
χαρακτηριστικών, των ψυχικών ανδρικών αντιδράσεων και της
σεξουαλικής συμπεριφοράς).

60

Δράσεις ανδρογόνων 3/3


• Η τεστοστερόνη είναι επίσης υπεύθυνη για την ανάπτυξη
των μυϊκών μαζών του σώματος, τη φυσιολογική υφή των
οστών και την ανδρική τριχοφυΐα, έχει δε επιπλέον γενικές
αναβολικές δράσεις (π.χ. επί της σύνθεσης των πρωτεϊνών).
• Στο λιπώδη ιστό, ένα μέρος της τεστοστερόνης μετατρέπεται
σε οιστρογόνα. Η μετατροπή αυτή ευνοείται επί ύπαρξης
μεγάλης αναλογίας λίπους στο σώμα, καθώς επίσης και επί
ηλικιωμένων ατόμων.

61
Οιστρογόνα στον άνδρα 1/2
• Τα σπουδαιότερα οιστρογόνα στο αίμα του άνδρα είναι η
οιστραδιόλη (40 mg/ημερησίως) και η οιστρόνη (60
mg/ημερησίως).
• Το επίπεδο των οιστρογόνων κατέρχεται μετά από
αμφοτερόπλευρη ορχεκτομία, ανέρχεται δε μετά από διέγερση
των κυττάρων του Leydig με την ορμόνη HCG.
• Το 20% των οιστρογόνων του άνδρα προέρχεται από τους όρχεις.
• Το μεγαλύτερο μέρος σχηματίζεται από τη μετατροπή της
τεστοστερόνης σε οιστρογόνα στην περιφέρεια μέσω μιας
αρωματάσης.

62

Οιστρογόνα στον άνδρα 2/2


• Η φυσιολογική παραγωγή της τεστοστερόνης υπερτερεί
σημαντικά (με μεγάλη διαφορά) της παραγωγής των
οιστρογόνων, και έτσι, δεν παρατηρούνται υπό φυσιολογικές
συνθήκες οιστρογονικές δράσεις στους φυσιολογικούς άνδρες.
• Η μείωση όμως της παραγωγής της τεστοστερόνης είναι δυνατό να
οδηγήσει σε εμφανείς δράσεις των οιστρογόνων, όπως, π.χ., η
γυναικομαστία.
• Το ίδιο μπορεί επίσης να συμβεί και με ορισμένα φάρμακα, τα
οποία μπλοκάρουν τους ανδρογονικούς υποδοχείς, όπως, π.χ., η
σπιρονολακτόνη, οι γλυκοσίδες.

63
Δράση ανδρογόνων στον ενδοκυττάριο
υποδοχέα

“Human androgen receptor and androgen binding”, από Jonathan.Marcus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
64

Μηχανισμός ανδρογόνου δράσης της


τεστοστερόνης
• Ο μηχανισμός της ανδρογόνου δράσης της τεστοστερόνης
επί των διαφόρων ιστών έχει διερευνηθεί σε βάθος επί του
κυττάρου του προστάτη. Η τεστοστερόνη φθάνει στο
κύτταρο δια της αιματικής οδού όπου μέσω διάχυσης
εισέρχεται στο εσωτερικό του. Μόνο η ελεύθερη και όχι η με
πρωτεΐνες συνδεδεμένη τεστοστερόνη είναι δυνατό να
εισέλθει στο κύτταρο. Με τη βοήθεια της 5α-αναγωγάσης, η
οποία βρίσκεται στην εξωτερική επιφάνεια της μεμβράνης
του πυρήνα, η τεστοστερόνη μετατρέπεται σε
διϋδρoτεστοστερόνη (DHT).

65
Μηχανισμός ανδρογόνου δράσης της
DHT
• Η DHT συνδέεται με έναν κυτταροπλασματικό ανδρογονικό
πρωτεϊνικό υποδοχέα και υπό τη μορφή αυτή εισέρχεται στο
εσωτερικό του πυρήνα. Ο υποδοχέας είναι μία πρωτεΐνη
αποτελούμενη από ένα τμήμα για τη σύνδεση της με τα στεροειδή,
ένα άλλο τμήμα για το DNA και μία ρυθμιστική ομάδα.
• Το σύνολο «ορμόνη-υποδοχέας» ενεργοποιείται και οδηγεί στη
σύνθεση των πρωτεϊνών στο κυτταρόπλασμα.
• Ο ανδρογονικός υποδοχέας είναι δυνατό να ανασταλεί με
αντιανδρογόνα. Η ενζυμική δραστηριότητα της 5α-αναγωγάσης
μπορεί να ανασταλεί με φάρμακα. Από την άλλη πλευρά είναι
δυνατό ανασταλτικές της αρωματάσης ουσίες να μπλοκάρουν τη
μετατροπή της τεστοστερόνης σε οιστρογόνα.

66

Έλλειψη ανδρογονικού υποδοχέα


• Επί ορισμένων διαταραχών της λειτουργίας των γονάδων
(π.χ. στο σύνδρομο της ορχικής θηλεοποίησης) λείπει ο
λειτουργικά δραστήριος ανδρογονικός υποδοχέας ή το
ένζυμο 5α-αναγωγάση.
• Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού είναι η ανταπόκριση του
τελικού οργάνου στα οιστρογόνα, αλλά όχι στα ανδρογόνα,
με συνέπεια τη δημιουργία χάσματος μεταξύ του γενετικού,
του φαινοτυπικού και του ψυχολογικού φύλου.

67
Καταβολισμός τεστοστερόνης
• Ο καταβολισμός της τεστοστερόνης γίνεται σε διάφορα
όργανα του σώματος μέσω οξείδωσης της σε 17
κετοστεροειδή.
• Αυτά αποτελούν το 40% των μεταβολιτών. Το επίπεδο τους
στα ούρα δίνει μία έμμεση εικόνα του επιπέδου και της
δράσης της τεστοστερόνης.
• Ένα μεγάλο μέρος της τεστοστερόνης αποβάλλεται μέσω του
ήπατος μετά τη σύνδεση της με γλυκουρονικό οξύ.
• Ένα μικρό μέρος τεστοστερόνης (1%) αποβάλλεται
αμετάβλητο μέσω των ούρων.

68

Λειτουργίες των κυττάρων του Sertoli 1/2


Οι κυριότερες λειτουργίες των κυττάρων του Sertoli είναι:
1. Στηρίζουν και προωθούν τα σπερματικά κύτταρα από τη
βασική μεμβράνη προς τον αυλό του σπερματικού
σωληναρίου.
2. Δημιουργούν το κατάλληλο ενδοσωληναριακό περιβάλλον
για τη σπερματογένεση.
3. Σχηματίζουν την αποφρακτική ζώνη (tight junctions) για τη
ρύθμιση των ουσιών μεταξύ αίματος και όρχεως.

69
Λειτουργίες των κυττάρων του Sertoli 2/2
4. Εκκρίνουν πολλές πρωτεΐνες, μερικές από τις οποίες είναι ειδικές
για τους όρχεις, όπως η ΑΒΡ που δεσμεύει τα ανδρογόνα και
άλλες παρόμοιες με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, όπως η
τρανσφερρίνη, που χρησιμεύει σαν πηγή σιδήρου για τις
πρωτεΐνες της αίμης στα κύτταρα της σπερματογένεσης.
5. Απορροφούν διάφορες ουσίες.
6. Επιτελούν φαγοκυτταρικές λειτουργίες.

 Τα κύτταρα του Sertoli διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη


διαδικασία της σπερματογένεσης. Η σημαντικότερη λειτουργία
τους είναι η εκκριτική.

70

Γενικές χρήσεις των ανδρογόνων 1/2

• Γενικά οι ανδρικές ορμόνες (τεστοστερόνη) χορηγούνται όταν


υπάρχει έλλειψη σαν θεραπεία υποκατάστασης πχ στον
υπογοναδοτροφικό υπογοναδισμό, όπου υπάρχει ανεπαρκής
διέγερση των όρχεων από τις ορμόνες της υπόφυσης.

71
Γενικές χρήσεις των ανδρογόνων 2/2
• Στον αθλητισμό γίνεται συχνά κατάχρηση των αναβολικών
στεροειδών (νανδρολόνη), τα οποία αυξάνουν την μυική μάζα
και περιλαμβάνονται στην λίστα των απαγορευμένων
σκευασμάτων.
• Τα στεροειδή αυτά έχουν σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες με
την μορφή της αυξημένης επιθετικότητας και βίας.
• Οι μεγάλες δόσεις αναστέλλουν την υποφυσιακή λειτουργία και
οδηγούν σε στειρότητα λόγω καταστολής της έκκρισης της FSH, η
οποία είναι απαραίτητη για την παραγωγή του σπέρματος.
Υπάρχει επίσης αυξημένος κίνδυνος ηπατικής βλάβης από
παρατεταμένη χρήση.

72

Ενότητα 9: Φυσιολογία του ενδοκρινικού και εξωκρινούς παγκρέατος


Διαβήτης - Παχυσαρκία - Μεταβολικό σύνδρομο
Ανατομικές σχέσεις του παγκρέατος

“Pancreas nih”, από File Upload Bot (Magnus Manske) διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Ανατομικά στοιχεία του παγκρέατος 1/2


• Το πάγκρεας είναι ένας μεικτός αδένας με εξωκρινή και ενδοκρινή
λειτουργία.
• Μορφολογικά αποτελείται από λόβια που το καθένα
παροχετεύεται από ένα ενδολόβιο πόρο.
• Ομάδες λοβίων που διαχωρίζονται από διαφράγματα συνδετικού
ιστού παροχετεύονται από μεγαλύτερους μεσολόβιους πόρους
που με την σειρά τους αδειάζουν στον κύριο πόρο.

2
Ανατομικά στοιχεία του παγκρέατος 2/2
• Δομική και λειτουργική μονάδα κάθε λοβίου είναι η εκκριτική
μονάδα.
• Η εκκριτική μονάδα αποτελείται από την αδενοκυψέλη και τον
εμβόλιμο πόρο. Η αδενοκυψέλη αποτελείται από 15-100 κύτταρα
που συνθέτουν και εκκρίνουν στον αυλό περίπου 20 διαφορετικά
ζυμογόνα και πεπτικές πρωτεΐνες Τα επιθηλιακά κύτταρα των
πόρων συμμετέχουν στην τελική σύνθεση του παγκρεατικού υγρού
με την ρύθμιση της έκκρισης ηλεκτρολυτών, διττανθρακικών και
Η2Ο.

Κεφαλή, σώμα και ουρά παγκρέατος

“Blausen 0699 PancreasAnatomy2”, από BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0


4
Ήπαρ, πάγκρεας, δωδεκαδάκτυλο και
χοληδόχος

1. Bile ducts:
2. Intrahepatic bile ducts
3. Left and right hepatic ducts
4. Common hepatic duct
5. Cystic duct
6. Common bile duct
7. Ampulla of Vater
8. Major duodenal papilla
9. Gallbladder
10-11. Right and left lobes
of liver
12. Spleen
13. Esophagus
14. Stomach
15. Duodenum
16. Jejunum
17. Pancreas:
18. Accessory pancreatic duct
19. Pancreatic duct
20-21: Right and left kidneys

“Biliary system multilingual”, από Jmarchn διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 5

Ενδοκρινής μοίρα παγκρέατος


• Η ενδοκρινής μοίρα του παγκρέατος αποτελείται από τα
νησίδια του Langerhans.
• Αντιπροσωπεύουν το 1-1,5% της παγκρεατικής μάζας.
• Κατανέμονται ομότιμα σε όλα τα τμήματα του παγκρέατος.
• Αποτελούνται από πληθυσμούς κυττάρων που ο καθένας
παράγει και διαφορετικές ορμόνες.

6
Μικροανατομική μορφολογία
ενδοκρινούς και εξωκρινούς μοίρας

“Blausen 0701 PancreaticTissue”, από 7


BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Μικροανατομική μορφολογία των


νησιδίων του Langerhans

“Mouse islet LM SolimenaLab”, από Tryphon διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 8


Ινσουλίνη 1/2
• Παράγεται από τα β-κύτταρα των νησιδίων του Langerhans.
• Είναι πεπτίδιο 51 αμινοξέων αποτελούμενο από 2 αλυσίδες (Α με
21 και Β ΜΕ 30 αμινοξέα) ενωμένες με 2 δισουλφιδικούς δεσμούς.
• Η γενετική πληροφορία για την σύνθεση της βρίσκεται στο βραχύ
σκέλος του χρωματοσώματος 11.
• Το μεταγραφικό προϊόν του γονιδίου της ινσουλίνης και η
επακόλουθη επεξεργασία οδηγεί σε mRNA που κωδικοποιεί την
προπροϊνσουλίνη που συντίθεται στο αδρό ενδοπλασματικό
δίκτυο.
• Με τη δράση των μικροσωμιακών ενζύμων η προπροϊνσουλίνη
μετατρέπεται σε προϊνσουλίνη.

Ινσουλίνη 2/2
• Η προϊνσουλίνη μεταφέρεται στη συσκευή Golgi όπου
αποθηκεύεται στα εκκριτικά κοκκία. Η ωρίμανση των εκκριτικών
κοκκίων περιλαμβάνει την μετατροπή της προϊνσουλίνης σε
ινσουλίνη και C πεπτίδιο με τη δράση πρωτεολυτικών ενζύμων. Το
περιεχόμενο των ώριμων εκκριτικών κοκκίων είτε εκκρίνεται άμεσα
στην κυκλοφορία είτε παραμένει αποθηκευμένο έως ότου το β-
κύτταρο δεχθεί το κατάλληλο ερέθισμα για την απελευθέρωση
του.
• Κύριο ερέθισμα για την έκκριση της ινσουλίνης είναι τα επίπεδα
γλυκόζης του αίματος

10
Μοριακή δομή της ινσουλίνης

“InsulinMonomer”, από PumpingRudi διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.5


11

Παραγωγή και έκκριση της ινσουλίνης

“Glucose-insulin-release”, από Brittlebrain διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 12


Δράση της ινσουλίνης στα κύτταρα

“Insulin glucose metabolism ZP”, από File Upload Bot (Magnus Manske) διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

13

Δράση της ινσουλίνης 1/3


• Η δράση της ινσουλίνης αφορά ολόκληρο τον ενεργειακό
μεταβολισμό.
• Δρα σε όλους τους ιστούς του σώματος αλλά κυρίως στις 3
σπουδαιότερες ενεργειακές αποθήκες του οργανισμού ήπαρ, μύες
και λιπώδη ιστό.
 Δράση ινσουλίνης στο ήπαρ
o Αύξηση σύνθεσης και εναπόθεσης γλυκογόνου και αναστολή της
διάσπασης του.
o Αύξηση σύνθεσης πρωτεϊνών, τριγλυκεριδίων και VLDL .
o Αναστολή γλυκονεογένεσης και ενεργοποίηση γλυκολυτικής οδού
για την χρησιμοποίηση της γλυκόζης ως καυσίμου.
14
Δράση της ινσουλίνης 2/3
 Δράση ινσουλίνης στους μύες
o Αυξάνει τη διαπερατότητα της μεμβράνης στην γλυκόζη, την
χρησιμοποίηση της καθώς και την μετατροπή της σε
γλυκογόνο για αναπλήρωση των αποθηκών γλυκόζης που
καταναλώθηκαν από την μυϊκή δραστηριότητα.
o Αυξάνει την πρωτεϊνική σύνθεση με μεταφορά αμινοξέων στο
μυϊκό κύτταρο αλλά και την πρωτεϊνική σύνθεση στα
ριβοσώματα.

15

Δράση της ινσουλίνης 3/3


 Δράση ινσουλίνης στον λιπώδη ιστό
o Αύξηση παραγωγής της λιποπρωτεϊνικής λιπάσης που διασπά τα
κυκλοφορούντα στο αίμα τριγλυκερίδια προσφέροντας λιπαρά
οξέα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τα λιποκύτταρα για
την σύνθεση τριγλυκεριδίων.
o Αύξηση της μεταφοράς γλυκόζης στον λιπώδη ιστό και κατά
συνέπεια α-φωσφορικής γλυκερόλης του απαραίτητου ενζύμου
για την εστεροποίηση των ελευθέρων λιπαρών οξέων σε
τριγλυκερίδια.
o Αναστολή της λιπάσης με αποτέλεσμα την αναστολή της
ενδοκυττάριας λιπόλυσης των αποθηκευμένων τριγλυκεριδίων.

16
Γλυκαγόνη 1/2
• Παράγεται από τα α-κύτταρα των νησιδίων του Langerhans.
• Είναι πρωτεΐνη που αποτελείται από 29 αμινοξέα
• Το γονίδιο της βρίσκεται στο μακρύ σκέλος του χρωμοσώματος 2.
Η γλυκαγόνη εκκρίνεται όταν ελαττώνεται η συγκέντρωση
γλυκόζης στο αίμα
• Η λήψη πρωτεϊνών φαίνεται να είναι ισχυρό ερέθισμα για την
παραγωγή γλυκαγόνης. Αμινοξέα όπως η αργινίνη και η αλανίνη
διεγείρουν την έκκριση της. Το φαινόμενο εξηγείται από το
γεγονός ότι αυτά στην συνέχεια θα χρησιμοποιηθούν υπό την
επίδραση της γλυκαγόνης στο ήπαρ για την παραγωγή γλυκόζης
μέσω της διαδικασίας της νεογλυκογένεσης συμβάλλοντας στην
αύξηση της συγκέντρωσης της γλυκόζης στον ορό.
17

Γλυκαγόνη 2/2
• Γενικά όταν υπάρχει αύξηση των ενεργειακών αναγκών και
κατά συνέπεια κατανάλωση γλυκόζης από τους ιστούς
ενεργοποιείται η παραγωγή γλυκαγόνης και των άλλων
ορμονών του stress (GH, κορτιζόλη, αδρεναλίνη) ώστε να
διατηρηθεί η συγκέντρωση της γλυκόζης σε ικανοποιητικά
επίπεδα για την επαρκή ενεργειακή κάλυψη των πλέον
ευαίσθητων οργάνων όπως ο εγκέφαλος.

18
Μοριακή δομή της γλυκαγόνης

“Glucagon- 1GCN”, από Truthortruth διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

19

Έκκριση - Δράση της γλυκαγόνης

20
“Regulation of glycogen metabolism glucagon”, από Yikrazuul διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Δράση της γλυκαγόνης
• Ενεργοποίηση της γλυκογονόλυσης στο ήπαρ με αποτέλεσμα
αύξηση της συγκέντρωσης της γλυκόζης.
• Διέγερση της νεογλυκογένεσης στο ήπαρ.
• Αυξάνει την απελευθέρωση λιπαρών οξέων από τα
λιποκύτταρα και αναστέλλει την αποθήκευση τους στο ήπαρ
καθιστώντας τα έτσι διαθέσιμα για τις ενεργειακές ανάγκες
του οργανισμού.
• Σε υψηλές συγκεντρώσεις ενισχύει την συσταλτικότητα του
καρδιακού μυός, την έκκριση χολής, ενώ αναστέλλει την
έκκριση ΗCl από τους αδένες του γαστρικού βλεννογόνου.

21

Σωματοστατίνη 1/2
• Πεπτίδιο με 14 αμινοξέα που παράγεται από τα δ-κύτταρα.
• Το όνομα της οφείλεται στην ιδιότητα της να αναστέλλει την
έκκριση της αυξητικής ορμόνης (GH).
• Εκτός από το πάγκρεας βρίσκεται και σε άλλους ιστούς όπως ο
υποθάλαμος και ο γαστρεντερικός σωλήνας.
• Διεγέρτες της έκκρισης είναι η αυξημένη γλυκόζη, αυξημένα
αμινοξέα, αυξημένα λιπαρά οξέα και αυξημένη συγκέντρωση
ορισμένων ορμονών που εκκρίνονται από τα ανώτερα τμήματα της
γαστρεντερικής οδού σαν απάντηση στην πρόσληψη τροφής.

22
Σωματοστατίνη 2/2
• Δράση της Σωματοστατίνης
o Φαίνεται να έχει σημαντική παρακρινική δράση στον
γαστρεντερικό βλεννογόνο αναστέλλοντας την έκκριση
γαστρίνης, εκκριματίνης, χολοκυστοκινίνης, VIP, GIP και
μοτιλίνης .
o Δρα στα νησίδια του Langerhans ανασταλτικά στην παραγωγή
ινσουλίνης και γλυκαγόνης.
o Αποτέλεσμα των ανωτέρω δράσεων είναι ο περιορισμός της
κινητικότητας του στομάχου, δωδεκαδακτύλου και χοληδόχου
κύστεως και η μείωση της έκκρισης και απορρόφησης του
γαστρεντερικού επιθηλίου.

23

Παγκρεατικό πολυπεπτίδιο
• Παράγεται από τα F κύτταρα των νησιδίων του Langerhans .
• H έκκριση διεγείρεται από την πρόσληψη πρωτεϊνών, την
άσκηση νηστείας, την οξεία υπογλυκαιμία.
• Η έκκριση του αναστέλλεται από την σωματοστατίνη και την
ενδοφλέβια χορήγηση γλυκόζης.
• Φαίνεται να αναστέλλει την σύσπαση της χοληδόχου
κύστεως και την έκκριση των παγκρεατικών ενζύμων. Αυξάνει
την κινητικότητα στομάχου, λεπτού και παχέος εντέρου.

24
Εξωκρινής μοίρα παγκρέατος
• Η εξωκρινής μοίρα του παγκρέατος συνθέτει και εκκρίνει το
παγκρεατικό υγρό που περιλαμβάνει πεπτικά ένζυμα και υδατικό
διάλυμα ηλεκτρολυτών και διττανθρακικών .
• Τα πεπτικά ένζυμα εκκρίνονται από τις αδενοκυψέλες του
παγκρέατος ενώ το διάλυμα των ηλεκτρολυτών και διττανθρακικών
από τα επιθηλιακά κύτταρα των μικρών και μεγάλων εκφορητικών
πόρων του αδένα.
• Tο παγκρεατικό υγρό εκκρίνεται με την παρουσία χυμού στο
ανώτερο τμήμα του λεπτού εντέρου.
• Το παγκρεατικό υγρό συμμετέχει στην λειτουργία της πέψης και
στην ρύθμιση του pH του εντερικού σωλήνα.
• Περίπου 500-800 ml παγκρεατικού υγρού παράγονται ημερησίως .
25

Παγκρεατικά ένζυμα
• Σημαντικό ένζυμο στη λειτουργία του παγκρεατικού υγρού είναι η
θρυψίνη.
• Τα παγκρεατικά ένζυμα παράγονται από τις αδενοκυψέλες του
παγκρέατος με τη μορφή προενζύμων (θρυψινογόνο,
χυμοθρυψινογόνο, προκαρβοξιπεπτιδάση).
• Έτσι, προστατεύεται το πάγκρεας από την αυτοπεψία.
• Η ενεργοποίηση των προενζύμων ξεκινά με την εντεροκινάση ένα
πρωτεολυτικό ένζυμο που παράγεται από τα κύτταρα του
βλεννογόνου του δωδεκαδακτύλου και που διασπά το
θρυψινογόνο σε θρυψίνη.
• Η θρυψίνη δρα αυτοκαταλυτικά στην μετατροπή του
θρυψινογόνου σε θρυψίνη.

26
Παραγωγή παγκρεατικών ενζύμων 1/4

courses.washington.edu

27

Παραγωγή παγκρεατικών ενζύμων 2/4

28
Παραγωγή παγκρεατικών ενζύμων 3/4

29

Παραγωγή παγκρεατικών ενζύμων 4/4

30
Διττανθρακικά 1/2
• Διοξείδιο του άνθρακα (CO2) διαχέεται από το αίμα προς το
εσωτερικό του κυττάρου των πόρων όπου με τη δράση της
καρβονικής ανυδράσης διίσταται σε HCO3- και Η+ .
• Το ΗCΟ3- μεταφέρεται ενεργητικά (μέσω ενός τασεοεξαρτώμενου
διαύλου HCO3- - Cl- και ενός αντιμεταφορέα HCO3- -Cl-) από την
κυτταρική μεμβράνη του κυττάρου των πόρων προς τον αυλό του
εμβόλιμου σωληναρίου.
• Τα Η+ ανταλλάσσονται ενεργητικά από τον άλλο πόλο του
κυττάρου με Na+ .
• Tα Na+ διαχέονται η μεταφέρονται ενεργητικά δια της κυτταρικής
μεμβράνης του πόλου που βρίσκεται προς τον αυλό του εμβόλιμου
σωληναρίου για αποκατάσταση της ηλεκτρικής ουδετερότητας.
31

Διττανθρακικά 2/2
• Με την μετακίνηση Na+ και ΗCO3- από το αίμα προς τον αυλό
δημιουργείται ωσμωτικό πρανές με συνέπεια ώσμωση Η2Ο προς
τους πόρους και δημιουργία του διαλύματος ΝaHCO3.
• Κατά την ροή του παγκρεατικού υγρού εντός των πόρων
πραγματοποιείται ανταλλαγή HCO3- Cl -που εξαρτάται από την
ταχύτητα ροής.
• Όσο περισσότερο παγκρεατικό υγρό παράγεται τόσο μεγαλύτερη
είναι η ταχύτητα ροής και επομένως μικρότερη η ανταλλαγή των
ιόντων άρα τόσο πλουσιότερο σεHCO3- είναι το παγκρεατικό υγρό.

32
Φάσεις έκκρισης του παγκρεατικού
υγρού 1/2
• Η έκκριση παγκρεατικού υγρού επιτελείται σε τρεις φάσεις:
Κεφαλική, Γαστρική, Εντερική.
• ΚΕΦΑΛΙΚΗ ΦΑΣΗ
Ερεθίσματα οπτικά, οσφρητικά, γευστικά προκαλούν την
δημιουργία νευρικών σημάτων από τον εγκεφαλικό φλοιό και
τον υποθάλαμο μέσω του πνευμονογαστρικού νεύρου.
Διεγείρουν το πάγκρεας με αποτέλεσμα την έκκριση μέτριου
ποσού ενζύμων που αποτελεί το 20% της ολικής
παγκρεατικής έκκρισης. Ελάχιστο έκκριμα ρέει προς το
έντερο γιατί παράγονται ελάχιστο νερό και ηλεκτρολύτες.

33

Φάσεις έκκρισης του παγκρεατικού


υγρού 2/2
• ΓΑΣΤΡΙΚΗ ΦΑΣΗ
Κατά την γαστρική φάση η νευρική διέγερση για την παραγωγή
ενζύμων συνεχίζεται με αποτέλεσμα την παραγωγή άλλων 5-10%
των ενζύμων που εκκρίνονται μετά από γεύμα. Ελάχιστα ποσά
διοχετεύονται προς τον αυλό του δωδεκαδακτύλου γιατί
εξακολουθεί η έλλειψη επαρκούς ποσότητος υγρού από το
έκκριμα.
• ΕΝΤΕΡΙΚΗ ΦΑΣΗ
Με την είσοδο χυμού στο λεπτό έντερο, η έκκριση του
παγκρεατικού υγρού γίνεται άφθονη ως απάντηση στο ερέθισμα
της εκκριματίνης. Επιπλέον η χολοκυστοκινίνη προκαλεί
μεγαλύτερη έκκριση ενζύμων.

34
Εκκριματίνη
• ΕΚΚΡΙΜΑΤΙΝΗ
Όταν όξινος χυμός με pH 4,5-5 εισέρχεται στο δωδεκαδάκτυλο
προκαλεί την απελευθέρωση και ενεργοποίηση της εκκριματίνης
Η εκκριματίνη προκαλεί την παράγωγή άφθονου παγκρεατικού
υγρού που περιέχει μεγάλες ποσότητες NAHCO3 με αποτέλεσμα
την εξουδετέρωση του HCl του γαστρικού υγρού
Έτσι, τερματίζεται η δραστηριότητα του γαστρικού υγρού, ο
βλεννογόνος του δωδεκαδακτύλου προστατεύεται από την
δημιουργία έλκους ενώ παρέχεται και το κατάλληλο pH για την
δράση των πεπτικών ενζύμων (7-8).

35

Χολοκυστοκινίνη
• ΧΟΛΟΚΥΣΤΟΚΙΝΙΝΗ
Με την είσοδο τροφής στο δωδεκαδάκτυλο προκαλείται η
παραγωγή της χολοκυστοκινίνης . Ερέθισμα για την έκκριση
της είναι οι πρωτεόζες και πεπτόνες (προϊόντα της μερικής
διάσπασης των πρωτεϊνών) καθώς και λιπαρά οξέα και το
HCl.
Η χολοκυστοκινίνη είναι η κυρίως υπεύθυνη ορμόνη για την
έκκριση της μεγαλύτερης ποσότητος των πεπτικών ενζύμων
(70-80%).

36
Διαβήτης ορισμοί 1/2
• Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια μεταβολική νόσος η οποία
χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου
στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού
της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης
ινσουλίνης, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των
κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

37

Διαβήτης ορισμοί 2/2


• Ο σακχαρώδης διαβήτης έχει χρόνια πορεία και μπορεί να
προκαλέσει μια σειρά σοβαρών επιπλοκών όπως
καρδιαγγειακή νόσο, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, βλάβες του
αμφιβληστροειδή, βλάβες των νεύρων κ.α. Πρωτεύοντα ρόλο
στη θεραπεία του παίζει η χορήγηση ινσουλίνης.
• Οι κύριοι τύποι σακχαρώδη διαβήτη είναι ο διαβήτης τύπου Ι
και ο διαβήτης τύπου ΙΙ.

38
Σακχαρώδης διαβήτης Ι
Παλαιότερα γνωστός και ως ινσουλινοεξαρτώμενος ή νεανικός διαβήτης.
• Χαρακτηρίζεται από καταστροφή των β- κυττάρων του παγκρέατος,
που είναι υπεύθυνα για την παραγωγή ινσουλίνης, με αποτέλεσμα
ολική έλλειψη ή ελάχιστη έκκριση ινσουλίνης.
• Η μορφή αυτή διαβήτη θεωρείται ανοσολογικό νόσημα. Ο
οργανισμός δηλαδή αναγνωρίζει τα ίδια του τα β-κύτταρα στο
πάγκρεας ως ξένα και κινητοποιεί μια διαδικασία καταστροφής.
• Ο τύπος αυτός προσβάλλει το 5-10% των περιπτώσεων διαβήτη, από
τις οποίες αντιστοιχεί κυρίως σε παιδιά αλλά και ενήλικες (σε
μικρότερο ποσοστό).
• Ο ασθενής είναι απόλυτα εξαρτημένος από την εξωγενή χορήγηση
ινσουλίνης, προκειμένου τα επίπεδα σακχάρου του αίματος να
διατηρηθούν σε φυσιολογικά επίπεδα.
39

Σακχαρώδης διαβήτης ΙΙ
Παλαιότερα γνωστός και ως μη ινσουλινοεξαρτώμενος διαβήτης.
• Χαρακτηρίζεται από το συνδυασμό ελαττωμένης έκκρισης
ινσουλίνης και ελαττωμένης ευαισθησίας των κυττάρων στη δράση
της (ινσουλινοαντοχή).
• Στα πρώτα στάδια της νόσου, η ελαττωμένη ευαισθησία στην
ινσουλίνη είναι η κύρια διαταραχή, ενώ τα επίπεδα ινσουλίνης στο
αίμα είναι αυξημένα.
• Ο διαβήτης τύπου ΙΙ προσβάλει το 90-95% των περιπτώσεων και
είναι η συχνότερη αιτία διαβήτη στους ενήλικες και συνήθως σε
άτομα ηλικίας άνω των 40 χρονών.
• Η επιβίωση του ατόμου δεν εξαρτάται από την εξωγενή χορήγηση
ινσουλίνης.

40
Επιδημιολογικά δεδομένα διαβήτη 1/2
• Ο διαβήτης αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες θανάτου
παγκοσμίως. Κάθε 10 δευτερόλεπτα ένα άτομο πεθαίνει από
διαβήτη ή κάποια επιπλοκή της νόσου.
• Αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα οι θάνατοι εξαιτίας του
διαβήτη, θα αυξηθούν κατά 50% μέσα σε μόλις 10 έτη.
• Σύμφωνα με την Διεθνή Ομοσπονδία για τον σακχαρώδη
διαβήτη (IDF) υπολογίζεται ότι το 2007 περίπου 3,5
εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας του
διαβήτη, αριθμός που υπερβαίνει τους θανάτους από τον ιό
του AIDS και την ελονοσία.

41

Επιδημιολογικά δεδομένα διαβήτη 2/2


• Η εξάπλωση του διαβήτη παγκοσμίως μέχρι το έτος 2000
άγγιζε τα 171.000.000 άτομα ενώ υπολογίζεται ότι ως το
2030 ο αριθμός θα αγγίξει τα 366.000.000 .
• Αυτό οφείλεται στο ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται,
ζει περισσότερο, υιοθετεί ανθυγιεινό τρόπο διατροφής και
αυξάνεται ολοένα και περισσότερο ο καθιστικός τρόπος ζωής.
Για το 90-95% αυτών των περιπτώσεων υπεύθυνος είναι ο
διαβήτης τύπου II.

42
Αιτιολογία διαβήτη 1/2
Τα ακριβή αίτια αυτής της ασθένειας δεν είναι γνωστά. Υπάρχουν
όμως δύο παράγοντες που παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην
εμφάνιση της νόσου.
• Ο πρώτος είναι η κληρονομικότητα.
Άτομα που έχουν συγγενείς που πάσχουν από σακχαρώδη
διαβήτη, ενδεχομένως θα παρουσιάσουν και οι ίδιοι αυτό το
πρόβλημα. Για την εκδήλωση της νόσου φαίνεται ότι υπάρχει
γενετική προδιάθεση.
Η προδιάθεση αυτή δεν είναι δυνατό να ανατραπεί, ούτε από το
άτομο που θα εκδηλώσει τη νόσο, αλλά προς το παρόν ούτε από
την επιστήμη.

43

Αιτιολογία διαβήτη 2/2


• Ο δεύτερος σημαντικός παράγοντας είναι ο σύγχρονος τρόπος ζωής.
Η παχυσαρκία, η έλλειψη άσκησης, το γήρας αποτελούν
προδιαθεσικούς παράγοντες.
Η συμμετοχή περιβαλλοντικών παραγόντων είναι πλέον άρρηκτα
συνδεδεμένη στην εμφάνιση του διαβήτη τύπου I.
Πολλές φορές η έναρξη της νόσου, συμπίπτει ή ακολουθεί λοίμωξη
από ιό. Έχουν ενοχοποιηθεί οι ιοί της πολυομυελίτιδος, ερυθράς,
παρωτίτιδος, εγκεφαλίτιδος, Ebstein-Barr κ.α.
Επίσης το άγχος, αλλά και αλλεργιογόνα που προέρχονται από την
τροφή (π.χ. η διατροφή με γάλα αγελάδος κατά τους πρώτους μήνες
της βρεφικής ηλικίας) μπορούν να οδηγήσουν στην έναρξη της
εγκατάστασης της νόσου.
44
Ομάδα υψηλού κινδύνου ανάπτυξης
διαβήτη
• Άτομα άνω των 40.
• Με υψηλή αρτηριακή πίεση.
• Με ιστορικό διαβήτη στην οικογένεια τους.
• Με ιστορικό εμφάνισης βαριάς λοίμωξης.
• Παρουσίαση διαβήτη κύησης.
• Καταγωγή από πληθυσμούς με υψηλή επίπτωση διαβήτη
(Αμερική, Κίνα, Ινδία).
• Με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών.
• Που γέννησαν τελειόμηνα νεογνά βάρους άνω των 4 κιλών.

45

Σύγχρονα κριτήρια διάγνωσης διαβήτη 1/3


• Η διάγνωση του διαβήτη βασίζεται στην έκδηλη εμφάνιση των
συμπτωμάτων και στην παρουσία υπεργλυκαιμίας. Τα διαγνωστικά
κριτήρια για τον διαβήτη έχουν τροποποιηθεί αρκετές φορές από
τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO) και από την Αμερικανική
Διαβητολογική Εταιρία (ADA).
• Αυτές οι αλλαγές οφείλονται στην εξέλιξη των γνώσεων και έχουν
σκοπό την προσπάθεια ανακάλυψης όσο το δυνατόν
περισσότερων ατόμων με διαβήτη.
• Σύμφωνα με τις τελευταίες ανακατατάξεις η βασική μέθοδος για
την αναφορά της συγκέντρωσης της γλυκόζης στο αίμα, παραμένει
η μέτρηση σακχάρου αίματος μετά νηστείας (νηστεία σημαίνει μη
λήψη θερμίδων τουλάχιστον για 8 ώρες).

46
Σύγχρονα κριτήρια διάγνωσης διαβήτη 2/3
• Η δοκιμασία ανοχής γλυκόζης (OGTT) συνίσταται σε συνδυασμό με
τις μετρήσεις γλυκόζης πλάσματος νηστείας σε περίπτωση
αμφιβολίας , για την αναγνώριση ατόμων με διαταραχή ανοχής
γλυκόζης (IGT) και για διάγνωση του Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου II,
σε ασυμπτωματικά άτομα.
• Το επίπεδο γλυκόζης πλάσματος νηστείας τόσο για τον WHO (1999)
όσο και για την ADA (2003) διατηρείται στα 126mg/dl ( 
7,0mmol/L ) ενώ με εφαρμογή OGTT, στα  11,0mmol/L.

47

Σύγχρονα κριτήρια διάγνωσης διαβήτη 3/3

• ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΛΥΚΟΖΗ ΠΛΑΣΜΑΤΟΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ  6.1


mmol/L (110 mg/dl)

• ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΟΧΗ ΓΛΥΚΟΖΗΣ < 7.8 mmol/L (140 mg/dl)

48
Τύποι διαβήτη και συνήθη συμπτώματα 1/2
• ΤΥΠΟΣ I
o Πoλυδιψία.
o Πολυφαγία.
o Πολυουρία.
o Απότομη απώλεια βάρους.
o Αίσθημα αδυναμίας-κούρασης.

49

Τύποι διαβήτη και συνήθη συμπτώματα 2/2


• TYΠΟΣ II
o Πολυδιψία - πολυφαγία.
o Πολυουρία.
o Αίσθημα αδυναμίας-κούρασης.
o Ξηρό δέρμα με κνησμό.
o Θαμπή όραση.
o Μουδιάσματα στα χέρια ή στα πόδια.
o Σεξουαλικής φύσης προβλήματα.
o Συχνές λοιμώξεις-πληγές-ουλές που καθυστερούν να κλείσουν.

50
Συμπτωματολογία διαβήτη
• Η ένταση και η συχνότητα των κλινικών εκδηλώσεων του
διαβήτη ποικίλει ιδιαίτερα.
• Ο διαβήτης τύπου I, χαρακτηρίζεται από οξεία εκδήλωση,
ενώ στον διαβήτη τύπου ΙΙ η εκδήλωση των συμπτωμάτων
είναι ήπια έως και ανύπαρκτη και συνήθως περνάει αρκετός
καιρός μέχρι να γίνουν αντιληπτά.
• Για αυτό το λόγο δεν είναι λίγες οι φορές που ο διαβήτης
τύπου II διαγιγνώσκεται έπειτα από τυχαία εργαστηριακή
εξέταση. Από τα κυριότερα συμπτώματα όλων των τύπων
είναι η υπεργλυκαιμία.

51

Δευτεροπαθής διαβήτης 1/5


• Μικρός αριθμός ατόμων αναπτύσσουν διαβήτη ως συνέπεια
κάποιας άλλης ασθένειας ή κατάστασης.
• Έτσι λοιπόν τα είδη του δευτεροπαθή διαβήτη είναι :
o Παγκρεατικός Διαβήτης : πρόκληση διαβήτη μετά από
χρόνια παγκρεατίτιδα, ολική παγκρεατεκτομή, κυστική
ίνωση, αιμοχρωμάτωση.

52
Δευτεροπαθής διαβήτης 2/5
• Χρόνια παγκρεατίτιδα: η δυσλειτουργία της ενδοκρινούς ή
εξωκρινούς μοίρας του παγκρέατος, αποτελεί ένα από τα πιο
συχνά αποτελέσματα μιας χρόνιας παγκρεατίτιδος. Το μεγαλύτερο
ποσοστό ασθενών (40-70%) παρουσιάζει διαταραχή ανοχής
γλυκόζης (IGT) ή σακχαρώδη διαβήτη. Από αυτό το ποσοστό το
50% πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη τύπου II. Παρατηρείται
ελαττωμένη έκκριση ινσουλίνης και ελαττωμένη ανταπόκριση των
β-κυττάρων στη γλυκόζη. Παράλληλα υπάρχει δυσλειτουργία των
α-κυττάρων που χαρακτηρίζεται από ελαττωμένα επίπεδα
γλυκαγόνης. Η χορήγηση ινσουλίνης κατά την θεραπεία, χρειάζεται
ιδιαίτερη προσοχή (συχνές υπογλυκαιμίες, λόγω διαταραχής
έκκρισης γλυκαγόνης).

53

Δευτεροπαθής διαβήτης 3/5


• Κυστική ίνωση: χαρακτηρίζεται από πνευμονική λοίμωξη,
παγκρεατική ανεπάρκεια, υψηλή συγκέντρωση νατρίου στον
ιδρώτα. Η παρουσία σακχαρώδη διαβήτη κυμαίνεται στο 8-
15%.
• Αιμοχρωμάτωση: το ποσοστό εμφάνισης σακχαρώδη
διαβήτη στην αιμοχρωμάτωση είναι 32%. Τα παθολογικά
ευρήματα βρίσκονται στα παγκρεατικά νησίδια, από την
τοξική δράση ελεύθερου Fe. Τα άτομα υπόκεινται συχνά σε
υπογλυκαιμίες, λόγω καταστροφής τόσο των α όσο και των β-
κυττάρων.

54
Δευτεροπαθής διαβήτης 4/5
• Ενδοκρινικός διαβήτης : μεγαλακρία, σύνδρομο Cushing,
φαιοχρωμοκύττωμα, γλυκαγόνωμα, υπερθυρεοειδισμός,
πρωτοπαθής υπεραλδοστερονισμός, σωματοστατίνωμα, σύνδρομο
πολυκυστικών ωοθηκών.
• Νευρομυϊκός διαβήτης: τηλεγγειεκτασία αταξική, μυοτονική
δυστροφία, σύνδρομο Wolfram.
• Μεταβολικός διαβήτης: υπερλιπιδαιμίες, φαιοχρωμοκύτωμα,
αυτοάνοσες πολυενδοκρινοπάθειες, οξεία διαλείπουσα πορφυρία.

55

Δευτεροπαθής διαβήτης 5/5


• Ιατρογενής διαβήτης : έπειτα από χρήση διαφόρων φαρμάκων. Οι
μηχανισμοί μέσω των οποίων τα φάρμακα προκαλούν σακχαρώδη
διαβήτη είναι : καταστροφή β-κυττάρων, αναστολή έκκρισης
ινσουλίνης, διέγερση ή καταστολή συμπαθητικού, διαταραχή της
δράσης της ινσουλίνης. Τα φάρμακα αυτά μπορεί να είναι
κορτικοειδή, αντισυλληπτικά, διουρητικά, νικοτινικό οξύ,
πενταμιδίνη, αναβολικά, ασπιρίνη, φάρμακα που μπλοκάρουν την
είσοδο Ca++, α-αγωνιστές, β-αγωνιστές, α-ανταγωνιστές, β-
ανταγωνιστές.
• Λοιμογόνος διαβήτης : ως επιπλοκή ταυτόχρονα με συγγενή
ερυθρά, κυτταρομεγαλοϊό.
• Γενετικά σύνδρομα που σχετίζονται με διαβήτη όπως σύνδρομο
Down, Klinefelter, Turner, μυοτονική δυστροφία.
56
Προδιαβητικές καταστάσεις
• Σήμερα, η έρευνα αποδεικνύει ότι τόσο η παχυσαρκία όσο
και το μεταβολικό σύνδρομο αποτελούν προδιαβητικές
καταστάσεις και πρέπει να προλαμβάνονται.
• Και στις δύο καταστάσεις αναπτύσσεται και συμμετέχει
αντίσταση στην δράση της ινσουλίνης.
• Ο υγιεινός τρόπος ζωής, η απώλεια βάρους και η άσκηση
βοηθούν και στις δύο ανωτέρω καταστάσεις την πρόληψη της
εμφάνισης κλινικού διαβήτη.

57

Ενότητα 10: Φυσιολογία του θυρεοειδούς αδένα


Ανατομικά στοιχεία θυρεοειδούς

“Anterior thyroid”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Θυρεοειδής - Αγγείωση

Thyroid Animation από Columbia University Department of Surgery

2
Λοβοί θυρεοειδούς

“Thyroid gland template”, από Mikael


Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Το θυρεοειδικό σύστημα

4
“Thyroid system”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Δομή του θυρεοειδούς 1/4
• Ο θυρεοειδής είναι ένα ενδοκρινές όργανο, που βρίσκεται στο
πρόσθιο μέρος του τραχήλου. Η θέση του, κοντά στο θυρεοειδή
χόνδρο, έδωσε στο όργανο το όνομά του από την ελληνική λέξη
«θύρος», που σημαίνει ασπίδα – αρχικά θεωρούνταν ότι
προστατεύει τον λάρυγγα. Εμβρυολογικά ο θυρεοειδής
αναπτύσσεται στην βάση της γλώσσας από την ένωση τριών
δομών και κατεβαίνει από εκεί κατά την διάρκεια της κύησης στην
τελική του θέση στο πρόσθιο τμήμα του τραχήλου.

Δομή του θυρεοειδούς 2/4


• Ο ώριμος θυρεοειδής αποτελείται από δύο λοβούς που ενώνονται
στον ισθμό και περιβάλλονται από μία λεπτή κάψα. Το παρέγχυμα
του θυρεοειδούς χωρίζεται με ινώδη χιτώνα σε λόβια καθένα από
τα οποία αποτελείται από πολυάριθμες λειτουργικές μονάδες
γνωστές ως θυλάκια. Κάθε θυλάκιο καλύπτεται από κυβοειδή
θυλακιώδη κύτταρα και είναι γεμάτο με κολλοειδές που περιέχει
θυρεοσφαιρίνη. Ο θυρεοειδής είναι ιδιαίτερα αγγειοβριθές
όργανο και έχει ένα ευρύ δίκτυο από τριχοειδή και αρτηρίες το
οποίο περιβάλλει και τροφοδοτεί τα θυλάκια. Κάθε θυλάκιο
περιβάλλεται από βασική μεμβράνη, ανάμεσα στις οποίες
βρίσκονται τα παραθυλακιώδη κύτταρα που περιέχουν καλσιτονίνη
(εκκριτικά κύτταρα C).

6
Δομή του θυρεοειδούς 3/4
• Οι δύο τύποι κυττάρων μπορούν εύκολα να διακριθούν ειδικά με
ηλεκτρονικό μικροσκόπιο καθώς διαφέρουν μορφολογικά. Τα
θυλακιώδη κύτταρα έχουν έναν πυρήνα τοποθετημένο στην βάση
του κυττάρου, με ομοιογενή χρωματίνη και τραχύ ενδοπλασματικό
δίκτυο το οποίο είναι καλά σχηματισμένο. Υπάρχουν επίσης στην
κορυφή του κυττάρου εκκριτικά κυστίδια και μικρά μιτοχόνδρια.
Τα κύτταρα C αντίθετα έχουν πολυάριθμα νευροεκκριτικά κοκκία
που περιέχουν καλσιτονίνη. Ο ώριμος θυρεοειδής αποτελείται από
δύο λοβούς που ενώνονται στον ισθμό και περιβάλλονται από μία
λεπτή κάψα. Το παρέγχυμα του θυρεοειδούς χωρίζεται με ινώδη
χιτώνα σε λόβια καθένα από τα οποία αποτελείται από
πολυάριθμες λειτουργικές μονάδες γνωστές ως θυλάκια.

Δομή του θυρεοειδούς 4/4


• Κάθε θυλάκιο καλύπτεται από κυβοειδή θυλακιώδη κύτταρα και είναι
γεμάτο με κολλοειδές που περιέχει θυρεοσφαιρίνη. Ο θυρεοειδής
είναι ιδιαίτερα αγγειοβριθές όργανο και έχει ένα ευρύ δίκτυο από
τριχοειδή και αρτηρίες το οποίο περιβάλλει και τροφοδοτεί τα
θυλάκια. Κάθε θυλάκιο περιβάλλεται από βασική μεμβράνη, ανάμεσα
στις οποίες βρίσκονται τα παραθυλακιώδη κύτταρα που περιέχουν
καλσιτονίνη (εκκριτικά κύτταρα C). Οι δύο τύποι κυττάρων μπορούν
εύκολα να διακριθούν ειδικά με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο καθώς
διαφέρουν μορφολογικά. Τα θυλακιώδη κύτταρα έχουν έναν πυρήνα
τοποθετημένο στην βάση του κυττάρου, με ομοιογενή χρωματίνη και
τραχύ ενδοπλασματικό δίκτυο το οποίο είναι καλά σχηματισμένο.
Υπάρχουν επίσης στην κορυφή του κυττάρου εκκριτικά κυστίδια και
μικρά μιτοχόνδρια. Τα κύτταρα C αντίθετα έχουν πολυάριθμα
νευροεκκριτικά κοκκία που περιέχουν καλσιτονίνη.
8
Μικροσκοπική ανατομική των θυλακίων

Ιώδιο 1/2
• Το Ιώδιο αποτελεί το κύριο συστατικό των θυρεοειδικών ορμονών
Τ3, Τ4.
• Ο θυρεοειδής αδένας περιέχει 20-30 φορές υψηλότερη συγκέντρωση
Ιωδίου από αυτήν του αίματος (παθολογικά η αύξηση μπορεί να
είναι ανώτερη μέχρι 100 φορές).
• Η πρόσληψη του Ιωδίου από τον θυρεοειδή αδένα γίνεται με ενεργό
μεταφορά με τη δράση της αντλίας Νατρίου-Καλίου ΑΤΡ-άσης και
ρυθμό κάθαρσης 25 ml/min.
• Ο ρυθμός κάθαρσης του Ιωδίου αυξάνεται με την παρουσία ιόντων
SCN, NO3, ClO4
• Το Ιώδιο μέσα στα επιθηλιακά κύτταρα οξειδώνεται σε μοριακό Ιώδιο
με τη δράση μιας υπεροξειδάσης και του Η2Ο2 που παράγεται στα
μιτοχόνδρια. 10
Ιώδιο 2/2
• Η ημερήσια πρόσληψη με τις τροφές και το ύδωρ σε Ιώδιο
είναι 10- 200 μg (συνήθως 150-500 μg).
• Προσλαμβάνεται με ιοντική ή μοριακή μορφή (το μοριακό
Ιώδιο μετά την απορρόφηση από το γαστρεντερικό ανάγεται
σε ιοντικό).

11

Υποθάλαμος, υπόφυση και θυρεοειδής

12
“Thyroid system”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Ανώτερα κέντρα, υποθάλαμος, υπόφυση

13
“1808 The Anterior Pituitary Complex”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Υποθάλαμος, υπόφυση, θυρεοειδής και


περιφερικοί στόχοι

14
Θυρεοσφαιρίνη (TG)
Είναι μια υδατοδιαλυτή πρωτεΐνη με Μ.Β 660 kDa, που περιέχει
ιώδιο.
Περιέχει 115 μόρια τυροσίνης καθένα από τα οποία είναι πιθανή
θέση ιωδίωσης.
Εκκρίνεται από τα θυλακιώδη κύτταρα, είναι το κύριο συστατικό του
κολλοειδούς και αποτελεί πρόδρομο ουσία των θυρεοειδικών
ορμονών, με αποτέλεσμα να χαρακτηρίζεται ως προορμόνη. Η
σύνθεσή της διεγείρεται από την θυρεοειδοτρόπο ορμόνη (TSH) και
γίνεται στα ριβοσωμάτια του ενδοπλασματικού δικτύου.
Στη συνέχεια το μόριό της διέρχεται από τη συσκευή Golgi όπου
γλυκοζυλιώνεται και απεκκρίνεται στα θυλάκια.

15

Ορμόνες του θυρεοειδούς, σύνθεση 1/2


• Οι ορμόνες του θυρεοειδούς Τ3 (τρι-ιωδοθυρονίνη) και Τ4
(θυροξίνη) συντίθενται μέσα στον αδένα. Παράγεται περισσότερη
Τ4 από ότι Τ3, αλλά η Τ4 μετατρέπεται σε κάποιους περιφερικούς
ιστούς (όπως το ήπαρ, ο νεφρός και οι μύες) στην πιο δραστήρια Τ3
με αποϊωδίωση.
• Η σύνθεση αυτών περιλαμβάνει την συμπύκνωση του ιωδίου από
τα θυλακιώδη κύτταρα χρησιμοποιώντας μία Na+-K+-ATPαση
αντλία. Όταν το ιώδιο βρεθεί μέσα στα κύτταρα οξειδώνεται
γρήγορα σε μία πιο δραστήρια μορφή. Αυτή στη συνέχεια ενώνεται
με αμινοξέα τυροσίνης για να σχηματίσει την θυρεοσφαιρίνη. Πριν
την έκκριση της θυρεοσφαιρίνης, μέσα στο κολλοειδές, γίνεται
αντίδραση σύζευξης (coupling) για να σχηματίσει Τ3 ή Τ4, η οποία
παραμένει προσκολλημένη στην πρωτεΐνη.
16
Ορμόνες του θυρεοειδούς, σύνθεση 2/2
• Όταν διεγείρονται τα θυλακιώδη κύτταρα από την θυρεοτροπίνη
(thyroid stimulating hormone ή TSH) που παράγεται από την
υπόφυση, το κολλοειδές απορροφάται από τα κύτταρα με
ενδοκύττωση όπου τα ένζυμα διασπούν την θυρεοσφαιρίνη και
απελευθερώνουν τις ιωδιωμένες μονάδες.
• Ο έλεγχος της απελευθέρωσης της TSH ρυθμίζεται από μία άλλη
ορμόνη που ονομάζεται εκλυτική ορμόνη της θυρεοτροπίνης
(thyrotrophin releasing hormone, TRH) η οποία συντίθεται και
εκκρίνεται από τον υποθάλαμο.
• Ο έλεγχος ολόκληρου του συστήματος γίνεται δια μέσου ενός
αρνητικού τροφοδοτικού μηχανισμού με δράση της Τ3 και της Τ4
στην υπόφυση και τον υποθάλαμο για να αποτρέψουν ή να
περιορίσουν την απελευθέρωση της TSH και της TRH αντιστοίχως.
17

Ορμόνες του θυρεοειδούς, έκκριση και


δράση 1/2
• Όταν η Τ3 και η Τ4 ελευθερώνονται στην κυκλοφορία,
ενώνονται με πρωτεΐνες του πλάσματος, κυρίως την
δεσμευτική σφαιρίνη της θυροξίνης (thyroxine-binding
globulin, TBG). Λιγότερο από το 1% αυτών των
ιωδοθυρονινών είναι ελεύθερες στην κυκλοφορία – και αυτές
αποτελούν τις δραστικές μορφές.

18
Ορμόνες του θυρεοειδούς, έκκριση και
δράση 2/2
• H δράση των Τ3 και Τ4 στην περιφέρεια συμπεριλαμβάνει
την αύξηση του βασικού μεταβολισμού των περισσοτέρων
κυττάρων του ανθρωπίνου σώματος, αυξάνοντας την
λιπόλυση και τον μεταβολισμό των υδατανθράκων,
ενδυναμώνοντας την επίδραση των κατεχολαμινών στην
καρδιά και το κεντρικό νευρικό σύστημα και την αύξηση του
μεταβολισμού των πρωτεϊνών. Είναι σαφές ότι σε
οποιαδήποτε διαταραχή της ισορροπίας των ορμονών του
θυρεοειδή, όπως σε υπερ- ή υπό-θυρεοειδισμό, θα υπάρξουν
δραστικές αλλαγές στο σώμα.

19

Παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών

“Thyroid hormone synthesis”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


20
Δράση της TSH
• Ανάπτυξη κολλοειδών σταγονιδίων.
• Επαναρρόφηση και υδρόλυση θυρεοσφαιρίνης (TG).
• Αύξηση των κυττάρων, της αγγείωσης και του μεγέθους του
αδένα.
• Αύξηση της πρόσληψης του ιωδίου.
• Αύξηση της ενσωμάτωσης του ιωδίου στην TG.
• Αύξηση της έκκρισης των θυρεοειδικών ορμονών.
• Αύξηση της πρόσληψης της γλυκόζης.
• Αύξηση της κατανάλωσης του οξυγόνου.

21

Κυκλοφορία των θυρεοειδικών ορμονών


• Στην κυκλοφορία οι θυρεοιδικές ορμόνες κυκλοφορούν
ενωμένες με μία α-σφαιρίνη (Thyroxine binding globulin).
• Μικρό ποσοστό (0,1%) θυροξίνης και Τ3 παραμένουν
αδέσμευτες (free T3 &T4) και αυτές είναι που μετρώνται
εργαστηριακά στους ορμονικούς προσδιορισμούς.

ΑΠΟΙΩΔΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΟΡΜΟΝΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ


Το απελευθερούμενο ιώδιο επαναπροσλαμβάνεται από τον
αδένα .

22
Επίδραση των θυρεοειδικών ορμονών
• Προάγουν την ωρίμανση του σκελετού και του εγκεφάλου
του εμβρύου.
• Προκαλούν αύξηση του βασικού μεταβολισμού.
• Αύξηση του ρυθμού και της συσταλτικότητας της καρδιάς.
• Αύξηση της κινητικότητας του εντέρου.
• Αύξηση της αποδόμησης των οστών.
• Αύξηση του σακχάρου και ελάττωση της χοληστερίνης του
αίματος.

23

Βιοχημικές δράσεις των θυρεοειδικών


ορμονών 1/2
• Οι ελεύθερες θυρεοειδικές ορμόνες δρουν μετά από σύνδεσή τους
σε υποδοχείς του πυρήνα του κυττάρου στόχου, οι κυριότερες δε
δράσεις τους είναι
• Προκαλούν κατανάλωση του οξυγόνου, παραγωγή θερμότητας και
ελευθέρων ριζών, με αποτέλεσμα την αύξηση του βασικού
μεταβολισμού, την ευαισθησία στη ζέστη στον υπερθυρεοειδισμό
και το αντίθετο στον υποθυρεοειδισμό.
• Στο καρδιαγγειακό σύστημα δρουν στην παραγωγή της μυοσίνης,
των β αδρενεργικών υποδοχέων, με αποτέλεσμα ισχυρή θετική
ινότροπο και χρονότροπο δράση στο μυοκάρδιο.

24
Βιοχημικές δράσεις των θυρεοειδικών
ορμονών 2/2
• Στο αιμοποιητικό σύστημα αυξάνουν την παραγωγή της
ερυθροποιητίνης.
• Αυξάνουν την γλυκονεογένεση, της γλυκογονόλυση και την
απορρόφηση της γλυκόζης από το έντερο.
• Ελαττώνουν τα επίπεδα της χοληστερόλης και αυξάνουν την
λιπόλυση.
• Δρουν επίσης στο γαστρεντερικό και στο νευρομυϊκό σύστημα, στο
σκελετό και τους πνεύμονες.

25

Κυκλοφορία θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα


• Στο αίμα το μεγαλύτερο μέρος των Τ3 και Τ4 είναι
συνδεδεμένο με τρεις κυρίως πρωτεΐνες μεταφοράς: την
θυρεοδεσμευτική σφαιρίνη (TBG), τη θυρεοδεσμευτική
προλευκωματίνη (TBPA) και τη λευκωματίνη (ΑLB).
• H TBG είναι μία γλυκοπρωτεΐνη που συντίθεται στο ήπαρ και
συνδέει το 70-75% των Τ3 και Τ4.
• Η TBPA συμμετέχει περισσότερο στη μεταφορά της Τ4 παρά
της Τ3 και μεταφέρει το 5-10% της Τ4, ενώ η λευκωματίνη
συμμετέχει στο 25% περίπου της μεταφοράς των Τ3 και Τ4.
• Το μικρό (<1%) ελεύθερο κλάσμα των ολικών ορμονών είναι
υπεύθυνο για τη βιολογική δραστηριότητα των ορμονών.

26
Υποθυρεοειδισμός 1/3
• Η επιδημιολογία του υποθυρεοειδισμού ποικίλλει ανάλογα
με το φύλο, την ηλικία καθώς και τους γεωγραφικούς και
περιβαλλοντικούς παράγοντες (πιο σημαντικός θεωρείται ο
παράγων ιωδίου στην δίαιτα).
• Πάνω από 5-10% των ανθρώπων πάνω από την ηλικία των 65
ετών μπορεί να πάσχουν από υποθυρεοειδισμό.

27

Υποθυρεοειδισμός 2/3
• Ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα
μιας διαταραχής αυτού καθ’ αυτού του αδένα (πρωτοπαθής
υποθυρεοειδισμός) ή από έλλειψη έκκρισης της TSH
(δευτεροπαθής υποθυρεοειδισμός) ή από έλλειψη έκκρισης
του TRH (τριτοπαθής ή υποθαλαμικός υποθυρεοειδισμός).
• Η ανεπάρκεια του θυρεοειδούς μπορεί επίσης να προέλθει
από περιφερική αντίσταση των ιστών στην δράση των
θυρεοειδικών ορμονών (peripheral resistance).

28
Υποθυρεοειδισμός 3/3
• Ο πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός οφείλεται σε διαταραχή
αυτού καθ’ αυτού του αδένα.
• Είναι η πιο συχνή αιτία και αριθμεί περίπου το 98% των
περιπτώσεων.
• Χρόνια Θυρεοειδίτιδα-(Hashimoto’s) .
Η χρόνια θυρεοειδίτιδα οφείλεται σχεδόν πάντοτε στην
θυρεοειδίτιδα Hashimoto που είναι και η πιο συχνή αιτία του
υποθυρεοειδισμού.

29

Υπερθυρεοειδισμός (θυρεοτοξίκωση)
Αιτιολογία του υπερθυρεοειδισμού
• Η θυρεοτοξίκωση αναφέρεται στην παρουσία υπερβολικών
ποσοτήτων θυρεοειδικών ορμονών οιασδήποτε αιτιολογίας
που μπορεί να δημιουργούν η όχι συμπτώματα.
• Ο υπερθυρεοειδισμός αναφέρεται σε περίσσεια
θυρεοειδικών ορμονών από υπερδραστηριότητα του
θυρεοειδούς αδένα υπερβολική έκκριση η υπερβολική
παραγωγή), ωστόσο οι δύο όροι στην κλινική πράξη
χρησιμοποιούνται με την ίδια έννοια.

30
Κατηγοριοποίηση υπερθυρεοειδισμού
αναλόγως της TSH 1/2
Οι αιτίες του υπερθυρεοειδισμού που βασίζονται στην μέτρηση της TSH
είναι:
 Χαμηλή TSH
• Πρωτοπαθής
o Νόσος Graves (Νόσος Graves=60% των παθήσεων με
θυρεοτοξίκωση)
o Τοξική πολυοζώδης βρογχοκήλη
o Υπερθυρεοειδική φάση θυρεοειδίτιδων (επώδυνος υποξεία=De
Quervain, ανώδυνος λεμφοκυτταρική, μετά τοκετόν θυρεοειδίτιδα)
o Τοξικό αδένωμα
o Μετά χρήση ιωδίου
o Μεταστατικό καρκίνωμα του θυρεοειδούς
o Υπερβολικές ποσότητες β-HCG από μύλη κύηση η χοριοκαρκίνωμα
31

Κατηγοριοποίηση υπερθυρεοειδισμού
αναλόγως της TSH 2/2
• Έκτοπα/Εξωγενή (σπάνια)
o Factitia θυρεοτοξίκωση (από υπερβολική λήψη
θυρεοειδικών ορμονών, συνήθως Τ3, σπάνια)
o Struma ovarii (που παράγει θυρεοειδική ορμόνη, σπάνια)
 Αυξημένη η παρά φύση φυσιολογική TSH
o Αδένωμα που παράγει TSH (σπάνιο)
o Αντίσταση στις θυρεοειδικές ορμόνες (μπορεί να μην
υπάρχουν συμπτώματα, σπάνιο)

32
Ενότητα 11: Φυσιολογία του ανθρώπου
Φυσιολογία λειτουργίας πρόσληψης τροφής, κορεσμού και
λιπώδους ιστού

Παχυσαρκία
• Η παχυσαρκία και το υπερβολικό βάρος συγκαταλέγονται στα
κυριότερα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει η Ευρώπη
σήμερα. Η αιτία είναι η υπερβολική διατροφή και η ελλιπής
άσκηση.
• Οι συνέπειές της περιλαμβάνουν καρδιακές παθήσεις,
διαβήτη τύπου 2, υψηλή πίεση, εγκεφαλικό και ορισμένα
είδη καρκίνου.

1
Ομοιοστασία και λιποστατική θεωρία
• Γενικά η ομοιοστασία του σωματικού βάρους είναι μια λειτουργία
πολυσύνθετη που εστιάζεται στη ρύθμιση του ποσού του
σωματικού λίπους, το κυριότερο ενεργειακό απόθεμα του
οργανισμού.
• Για την εξήγηση της σταθερότητας του σωματικού βάρους σχετικά
με το σωματικό λίπος προτάθηκε η λιποστατική θεωρία Kenedy το
1953 σύμφωνα με την οποία ο υποθάλαμος αντιλαμβάνεται το
ποσό του σωματικού λίπους από τη συγκέντρωση κάποιου
παράγοντα ή κάποιων παραγόντων που εκκρίνονται από το λιπώδη
ιστό.
• Ο υποθάλαμος μετατρέπει τη πληροφορία αυτή σε ρύθμιση
πρόσληψης τροφής ώστε να αντισταθμίσει αλλαγές στο ποσό του
σωματικού λίπους

Πειραματικά μοντέλα 1/2


• Αυτή η αρχική παρατήρηση βασίστηκε σε πειράματα σε
ποντίκια που έφεραν μεταλλαγμένο είτε το γονίδιο της
παχυσαρκίας το γνωστό ob/ob ή το γονίδιο του σακχαρώδους
διαβήτη db/db. Αυτά τα ποντίκια είναι πειραματικά μοντέλα
που έχουν διαταραχές στη ρύθμιση του σωματικού βάρους
και με αυτό το λόγο αναπτύσσουν παχυσαρκία.
• Από τα πρώτα πειραματικά δεδομένα που έγιναν φάνηκε ότι
ένα db/db ποντίκι δηλαδή ένα ποντίκι με γονίδιο του
σακχαρώδους διαβήτη αν παραβιώσει με ένα φυσιολογικό το
πρώτο παραμένει ως έχει ενώ το φυσιολογικό πεθαίνει από
ασιτία.

3
Πειραματικά μοντέλα 2/2
• Όταν το ob/ob ποντίκι παραβιώσει με ένα φυσιολογικό το
πρώτο τρώει ελαφρά λιγότερο από ότι μόνο του ενώ το
φυσιολογικό δεν επηρεάζεται. Φαίνεται ότι υπάρχει ένας
παράγοντας κορεσμού τον οποίο δεν καταφέρνουν να
παράγουν όσα ποντίκια είναι ob/ob ενώ όσα ποντίκια είναι
db/db το παράγουν μεν αλλά έχουν αναπτύξει αντίσταση στη
δράση του. Ο παράγοντας αυτός που τόσο έκανε εντύπωση
στα πρώτα πειραματικά δεδομένα από τη περασμένη
τουλάχιστον δεκαετία και πλέον έχει ταυτιστεί με ένα γνωστό
μόριο, το μόριο της λεπτίνης.

Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και


περιφερικές δράσεις 1/9
• Η λεπτίνη είναι μια πρωτεΐνη που παράγεται από την
έκφραση του γονιδίου ob στα κύτταρα του λιπώδους ιστού.
• Η λεπτίνη μεταφέρει στον υποθάλαμο την πληροφορία
σχετικά με το μέγεθος των αποθεμάτων λίπους δηλαδή η
λεπτίνη εκκρίνεται ανάλογα με το μέγεθος του
αποθηκευμένου λίπους.
• Οι υποδοχείς της λεπτίνης ανήκουν στην κατηγορία του
τύπου 1 Gp-130 κυτταροκινικών υποδοχέων που
εμφανίζονται σε 5 ισομορφές ob-Ra μέχρι ob-Re.
Χαρακτηρίζονται από ένα μόνο διαμεμβρανικό τμήμα και
ενεργοποιούν το σύστημα των JAK-STAT ως δεύτερους
διαβιβαστές.

5
Δομή υποδοχέα της λεπτίνης

Models of Atlantic salmon leptins (lepa1, lepa2) compared to human leptin (LEP) based on the
ProModII. The human molecule 1AX8.pdb shows the four anti-parallel -helices (1, 2, 4, 5) with
corresponding domains in the Atlantic salmon proteins. The C-terminal cysteine is shown as ball and
stick. (Anne-Grethe Gamst Moen; unpublished results).
“Mammalian vs Teleost Leptin Structural Comparison”, από Boghog διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
6

Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και


περιφερικές δράσεις 2/9
• Στον υποθάλαμο η λεπτίνη δρα μέσω του ob-Rb που
χαρακτηρίζεται από μεγάλο ενδοκυτταρικό τμήμα.
• Η μεγαλύτερη συγκέντρωση αυτού του υποδοχέα είναι στους
νευρώνες ενός πυρήνα που καλείται τοξοειδής και είναι ο
πυρήνας εκείνος του υποθαλάμου που παράγει NPY
(neuropeptide Y) που είναι ο κλασικότερος μέχρι σήμερα
διεγέρτης της όρεξης.
• Η λεπτίνη καταστέλλει την όρεξη μέσω καταστολής της
παραγωγής NPY.

7
Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και
περιφερικές δράσεις 3/9
• Τα ob/ob ποντίκια έχουν μεταλλαγμένο το γονίδιο της
λεπτίνης και ως εκ τούτου η λεπτίνη που παράγουν δεν είναι
βιολογικά δραστική. Φαινοτυπικά τα ποντίκια αυτά
αναπτύσσουν παχυσαρκία, αντίσταση στην ινσουλίνη και
στείρωση.
• Τα db/db ποντίκια έχουν τον ίδιο φαινότυπο με τα ob/ob με
τη διαφορά ότι αιτιολογικά το πρόβλημα τους είναι
μετάλλαξη στον υποδοχέα της λεπτίνης και ως εκ τούτου
αντίσταση στην ενδογενή λεπτίνη.

Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και


περιφερικές δράσεις 4/9
• Η απομόνωση και κλωνοποίηση της λεπτίνης και του
υποδοχέα της επιβεβαίωσαν τη λιποστατική θεωρία του
Kenedy για την ύπαρξη ενδοκρινικού συστήματος ρύθμισης
του σωματικού βάρους και του σωματικού λίπους.
• Είναι η γνωστή δημοσίευση Casanueva και Diego (1999).
• Η λεπτίνη επιδρά στους παρβοκυτταρικούς
(μικροκυτταρικούς) νευρώνες του παρακοιλιακού πυρήνα του
υποθαλάμου και καταστέλλει τη δράση των νευρώνων του
CRH (corticotrophin releasing hormone) μετά από νηστεία ή
υπογλυκαιμία.

9
Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και
περιφερικές δράσεις 5/9
• Η λεπτίνη επιδρά επίσης και στην ομοιοστασία της γλυκόζης
διεγείροντας την έκκριση της ινσουλίνης. Έτσι με την
ανακάλυψη της λεπτίνης έχει αναγνωριστεί πια η
προσαγωγός οδός η οποία πληροφορεί τον υποθάλαμο για
τη κατάσταση των αποθηκών ενέργειας και επίσης με ποιες
απαγωγές οδούς ρυθμίζει την όρεξη και την αποβολή
ενέργειας.

10

Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και


περιφερικές δράσεις 6/9
• Σε κατάσταση υπερβάλλοντος βάρους και νηστείας η λεπτίνη
έχει το ρόλο του παράγοντα μεταβολικής προσαρμογής. Η
δράση της λεπτίνης στο μεταβολισμό εν μέρει συμβαίνει
μέσω του κεντρικού νευρικού συστήματος (CNS) αν και είναι
σίγουρο ότι δρα άμεσα στη περιφέρεια επίσης.
• Η λεπτίνη δηλαδή αυξάνει το ρυθμό της λιπόλυσης στον
λευκό λιπώδη ιστό, μειώνει το περιεχόμενο του σε
τριγλυκερίδια μέσω του συμπαθητικού νευρικού αυτονόμου
συστήματος με αυτοκρινικούς ή και παρακρινικούς
μηχανισμούς.

11
Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και
περιφερικές δράσεις 7/9
• Διεγείρει επίσης τον φαιό λιπώδη ιστό ώστε να αυξηθεί η
θερμογένεση.
• Η αντίσταση στη λεπτίνη έχει αναγνωριστεί ως
παθοφυσιολογικός μηχανισμός στη παχυσαρκία στον
άνθρωπο αν και μεταλλάξεις στο γονίδιο της λεπτίνης ή και
στον υποδοχέα της λεπτίνης R είναι σπάνιοι.

12

Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και


περιφερικές δράσεις 8/9
• Μέχρι σήμερα από πειραματικά κυρίως δεδομένα
προκύπτουν τα διάφορα συμπεράσματα για τη συμμετοχή
της λεπτίνης σε διάφορους μηχανισμούς παχυσαρκίας.
• Πρώτον υπάρχει συνέργεια μεταξύ λεπτίνης και σήματος του
POMC (proopiomelanocortin).
• Δεύτερον, ομάδες κυττάρων του μέσου υποθαλάμου μπορεί
να είναι απαραίτητες για τη φυσιολογική απάντηση στη
λεπτίνη και τη ρύθμιση της ενεργειακής ισορροπίας.

13
Λεπτίνη κεντρικές δράσεις και
περιφερικές δράσεις 9/9
• Τρίτον η αύξηση της έκκρισης ινσουλίνης από διέγερση του
παρασυμπαθητικού αυτονόμου συστήματος μετά από
καταστροφή του μεσοκοιλιακού (VMN) πυρήνα μεγενθύνει
την έκφραση και την έκκριση της λεπτίνης και ότι ο
μεσοκοιλιακός πυρήνας είναι μια κρίσιμη περιοχή δράσης της
λεπτίνης.
• Η παχυσαρκία που προκύπτει σε πειραματόζωα μετά από
καταστροφή του μεσοκοιλιακού (VMN) πυρήνα μπορεί να
οφείλεται σε διαταραχές του σήματος της λεπτίνης κεντρικά.

14

Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της


πρόσληψης τροφής (NPY) 1/9
• Το νευροπεπτίδιο Υ αποτελείται από 36 αμινοξέα και
εκφράζεται στο νευρικό σύστημα, στα επινεφρίδια και σε
άλλους ιστούς. Το πεπτίδιο αυτό παράγεται κυρίως στον
τοξοειδή πυρήνα του υποθαλάμου από νευρικά κύτταρα που
νευρώνουν το κέντρο όρεξης και τον παρακοιλιακό πυρήνα.
• Το ΝPYείναι ένας ισχυρός διεγέρτης της πρόσληψης τροφής .
Οι δράσεις του ΝPY γίνονται μέσω 6 τύπων υποδοχέων που
συνδέονται με G πρωτεΐνες το Υ1 έως 6.

15
Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της
πρόσληψης τροφής (NPY) 2/9
• Η δράση του ΝPY στην ενεργειακή ισορροπία
διαμεσολαβείται κατά κύριο λόγο από τους υποδοχείς Υ1 και
5 παρότι τελευταία δεδομένα εμπλέκουν και τον Υ2. Η
χορήγηση ΝPY κεντρικά έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση της
πρόσληψης τροφής ενώ χορήγηση αντισωμάτων που
προλαμβάνουν τη δράση του ΝPY έχει σαν αποτέλεσμα τη
μείωση της πρόσληψης τροφής.

16

Υποδοχέας NPY

“Protein NPY1R PDB 2F1U”, από Pleiotrope διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

17
Δράση υποδοχέα NPY

openi.nlm.nih.gov 18

Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της


πρόσληψης τροφής (NPY) 3/9
• Είναι ενδιαφέρον ότι ο τοξοειδής πυρήνας φαίνεται ότι είναι
και στρατηγικό κέντρο ελέγχου της όρεξης δεδομένου ότι ενώ
παράγονται διεγέρτες της όρεξης όπως το ΝPY αλλά και η
γκρελίνη και εδώ δρα η λεπτίνη και η επινεφρίνη.
• Παρά τη προφανή σημασία του ΝPY στη ρύθμιση πρόσληψης
τροφής τα ΝPY και Εo ποντίκια δεν φαίνεται να έχουν
σημαντικά προβλήματα είτε στη πρόσληψη τροφής ή στο
σωματικό βάρος. Φυσικά αυτό μπορεί να εξηγηθεί μετά από
αλληλοεπικάλυψη των ρυθμιστικών μονοπατιών.

19
Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της
πρόσληψης τροφής (NPY) 4/9
• Σε πιο πρόσφατες μελέτες όπου μετρήθηκε το βάρος μετά
από 24 ώρες νηστείας βρέθηκε μικρή μεν αλλά στατιστικά
σημαντική διαφορά με μικρότερη απώλεια βάρους στα ΝPY
και Εo ποντίκια.
• Όπως αναφέρθηκε δε πιο πάνω η λεπτίνη καταστέλλει την
έκφραση του ΝPY στον τοξοειδή πυρήνα του υποθαλάμου.

20

Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της


πρόσληψης τροφής (NPY) 5/9
• Παρατηρήθηκε ότι ποντίκια που δεν παράγουν λεπτίνη, (τα ob/ob),
είτε έχουν μεταλλαγμένους τους υποδοχείς της λεπτίνης και ως εκ
τούτου έχουν αντίσταση στη δράση της λεπτίνης. Τα db/db έχουν
υψηλά επίπεδα NPY.
• Φαίνεται ότι η λεπτίνη επιδρά κατασταλτικά στη παραγωγή NPY
από τον τοξοειδή πυρήνα και έλλειψη λεπτίνης ή αντίσταση στη
δράση της έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση των επιπέδων του NPY
στον υποθάλαμο και την ορεξιογόνο δράση του.
• Φαίνεται ότι πολλά ανορεξιογόνα ερεθίσματα δρουν με αυτό τον
τρόπο όπως η επινεφρίνη, οι αγωνιστές του υποδοχέα 4 της
μελανοκορτίνης MC4R και η μεταλλοθειονίνη 2.

21
Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της
πρόσληψης τροφής (NPY) 6/9
• Το NPY παράγεται από 2 πληθυσμούς νευρώνων εκ των
οποίων ένας ανευρίσκεται στον υπομέλανα τόπο στο έδαφος
της 4ης κοιλίας που αποτελεί και την έδρα του
νοραδρενεργικού συστήματος, ενώ ο δεύτερος στον τοξοειδή
και στον ραχιαίο έσω πυρήνα του υποθαλάμου.
• Οι νευρώνες του υπομέλανα τόπου καταλήγουν σε διάφορες
περιοχές του υποθαλάμου και τα χαρακτηριστικά τους είναι
ότι εκτός από το NPY παράγουν νοραδρεναλίνη, αδρεναλίνη
και το πεπτίδιο γαλανίνη.

22

Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της


πρόσληψης τροφής (NPY) 7/9
• Πειραματικές ενδείξεις συνηγορούν ότι υπάρχει συνέργεια
μεταξύ του NPY και του αδρενεργικού συστήματος.
Υπολογίζεται ότι περίπου 40℅ του NPY στις διάφορες
περιοχές των υποθαλαμικών πυρήνων προέρχονται από τους
νευράξονες που ξεκινούν από τον υπομέλανο τόπο.
Καταστροφή αυτών των νευραξόνων στα πειραματόζωα
καταλήγει σε υπερφαγία, προοδευτική αύξηση του βάρους
και παχυσαρκία.

23
Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της
πρόσληψης τροφής (NPY) 8/9
• Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί εν προκειμένω ότι συγκριτικές
παρατηρήσεις από γενετικά και πειραματικά μοντέλα παχυσαρκίας
στα τρωκτικά δείχνουν ότι τόσο η υπερβολική έκφραση NPY όσο
και η ελάττωση του NPY από βλάβη των νευραξόνων τους του
υπομέλανος τόπου καταλήγει σε υπερφαγία. Στη πρώτη
περίπτωση ο μηχανισμός είναι κατανοητός δεδομένου ότι το NPY
είναι κατεξοχήν ορεξιογόνο. Στη περίπτωση που τοπικά η
ποσότητα του NPY ελαττώνεται προτείνονται διάφοροι μηχανισμοί
οι οποίοι προέρχονται από την εκτροπή του φυσιολογικού τύπου
των NPY σημάτων στο υποθαλαμικό δίκτυο ελέγχου της όρεξης.

24

Νευρογενείς μηχανισμοί στον έλεγχο της


πρόσληψης τροφής (NPY) 9/9
• Οι μηχανισμοί αυτοί είναι η ταχεία αύξηση του NPY1 υποδοχέων
που έχει ως αποτέλεσμα πρώτον την αυξημένη ευαισθησία στο
NPY, δεύτερον σύγχρονη ανάπτυξη αντίστασης στη λεπτίνη, μια
υπόθεση που συμβαδίζει με την άποψη ότι η παρουσία ακέραιου
λειτουργικώς του έσω πυρήνα είναι απαραίτητη για τη κεντρική
ανασταλτική επίδραση της λεπτίνης στη λήψη τροφής και τρίτον η
ρύθμιση προς τα άνω του NPY σε περιοχές του υποθαλάμου και
τέταρτον η αύξηση των γαλανινεργικών σημάτων.

25
Χολεκυστοκυνίνη (CCK) 1/2
• Η χολεκυστοκυνίνη (CCK) είναι ένα ενδογενές νευροπεπτίδιο που
δρα μέσω 2 υποδοχέων, τον υποδοχέα χολεκυστοκυνίνης α και
τον υποδοχέα χολεκυστοκυνίνης β.
• Είναι δε γνωστός και ως υποδοχέας γαστρίνης η οποία παράγεται
πρωτίστως στο κεντρικό νευρικό σύστημα αλλά και στο πεπτικό.
• Η χολεκυστοκυνίνη αυξάνει τη συγκέντρωση λεπτίνης με
αποτέλεσμα ανορεξία και απώλεια βάρους. Αφαίρεση όμως του
υποδοχέα α από ποντίκια με γονιδιακή απάλειψη είναι η γνωστή
δράση no house mice έχει σαν αποτέλεσμα τα ποντίκια αυτά να
έχουν φυσιολογικό σωματικό βάρος αλλά να αναπτύσσουν
αντίσταση στη CCK όσον αφορά τη δράση της στην απώλεια
βάρους.
26

Χολεκυστοκυνίνη (CCK) 2/2


• Αντίθετα όταν γίνει απάλειψη του γονιδίου του υποδοχέα β
δηλαδή του υποδοχέα της γαστρίνης τα ζώα έχουν μεν
κανονικό σωματικό βάρος και αντιδρούν φυσιολογικά στη
κατασταλτική επίδραση της CCK.
• Η CCK μεταδίδει σήματα προς απώλεια βάρους μόνο όμως
μέσω του υποδοχέα α. Ταυτόχρονη εξωγενής χορήγηση CCK
και λεπτίνης έχει σαν αποτέλεσμα μεγαλύτερη απώλεια
βάρους από ότι η χορήγηση λεπτίνης μόνο.

27
ACTH/CRH 1/5
• Ο άξονας υποθάλαμος-υπόφυση-επινεφρίδια κατέχει μια
κεντρική θέση στο μηχανισμό ρύθμισης και του
μεταβολισμού της γλυκόζης και γενικότερα της ενεργειακής
ισορροπίας.
• Γενετικά παχύσαρκα ποντίκια έχουν υψηλά επίπεδα
γλυκοκορτικοειδών και η μεταβολική διαταραχή των ζώων
αυτών μπορεί να αντιστραφεί με τη χορήγηση αναστολέων
της δράσης των γλυκοκορτικοειδών

28

ACTH/CRH 2/5
• Μεγάλη ώθηση στη διερεύνηση του ρόλου του άξονα
υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων στη ρύθμιση του
σωματικού βάρους έδωσε η ανακάλυψη της δράσης της λεπτίνης
στη ρύθμιση του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων.
• Πράγματι σε καταστάσεις ενεργοποίησης των αξόνων του στρες η
αυξημένη κορτιζόλη δρα στα λιποκύτταρα και διεγείρει την
παραγωγή λεπτίνης η οποία ξεκινά ένα μονοπάτι αρνητικής
παλίνδρομης ρύθμισης είναι το γνωστό negative feedback το οποίο
εκτός της δράσης του στο υποθαλαμικό κέντρο ρύθμισης
σωματικού βάρους-σωματικού λίπους καταστέλλει και τη
παραγωγή CRH από τον παρακοιλιακό υποθαλαμικό πυρήνα.

29
ACTH/CRH 3/5
• Επιπροσθέτως της κατασταλτικής της δράσης στα
παρβοκύτταρα του παρακοιλιακού υποθαλαμικού πυρήνα, η
λεπτίνη δρα και στο επίπεδο του φλοιού των επινεφριδίων
καταστέλλοντας τη παραγωγή κορτιζόλης.
• Όπως είναι γνωστό o CRH επιδρά στον υποθάλαμο στα
κέντρα ρύθμισης του σωματικού βάρους.

30

Υποδοχέας CRH1

“Protein CRHR1 PDB 3EHS”, από Pleiotrope διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

31
Ανταγωνιστές CRH
• Χορήγηση στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό του a helical CRH που
είναι ανταγωνιστής του CRH στη πραγματικότητα
παρατηρείται αύξηση του ρυθμού πρόσληψης τροφής, ενώ
όταν το a helical CRH χορηγηθεί σε ζώα που βρίσκονται σε
κατάσταση στρες παρεμποδίζεται η ανορεξία που επάγεται
από το στρες.

32

ACTH/CRH 4/5
• Ο CRH δρα μέσω των υποδοχέων του, του CRHR1 και του
CRHR2. O CRH έχει μεγαλύτερη συγγένεια με τον υποδοχέα 1
ενώ η ομόλογη της urokortine με τον υποδοχέα 2. Ενδογενής
ανταγωνιστής του CRH είναι ο CRHBP, ένας ψευδουποδοχέας
που ρυθμίζει τα επίπεδα του ελεύθερου CRH με το να τον
δεσμεύει.
• Με τη δημιουργία CRHKO (ΚΟ=knock out), CRHBPKO,
CRHR1KO και CRHR2KO ποντικών έγινε εφικτός ο καθορισμός
του ρόλου του CRH και της μετάδοσης του σήματος μέσω των
υποδοχέων του στη ρύθμιση του μεταβολισμού και της
ομοιοστασίας του σωματικού βάρους.

33
ACTH/CRH 5/5
• Τα CRHKO ζώα δεν εμφανίζουν καμία διαφορά στο βασικό
ρυθμό πρόσληψης τροφής από φυσικού τύπου παρότι
αναμενόταν το αντίθετο. Όταν όμως χορηγηθεί στα ζώα
αυτά τροφή φτωχή σε πρωτεΐνες λαμβάνουν σημαντικά
λιγότερη τροφή από τα φυσικού τύπου υποδηλώνοντας ότι
ενώ ο CRH δεν παίζει ρόλο στη βασική ρύθμιση της
πρόσληψης τροφής είναι σημαντικός στο είδος της τροφής
που προσλαμβάνεται.

34

CRHR1 1/3
• Απάλειψη της CRHBP έχει σαν αποτέλεσμα την απώλεια βάρους και
τη μεγαλύτερη ευαισθησία σε ανορεξιογόνα ερεθίσματα πιθανότατα
εξαιτίας της υπερβολικής ενεργοποίησης CRH.
• Τα CRHR1KO ποντίκια δεν παρουσιάζουν καμία ανωμαλία στη βασική
ρύθμιση πρόσληψης τροφής. Δεν έχουν καμία διαφορά στην
απώλεια βάρους κατά την ασιτία ή στην ανάκτηση του φυσιολογικού
βάρους κατόπιν ασιτίας ακόμα και αν προστεθεί κορτικοστερόνη στο
νερό τους τα επίπεδα της οποίας είναι μειωμένα στα ζώα αυτά.
• Όταν χορηγηθεί κεντρικά ουροκορτίνη στα ζώα αυτά (η οποία
προκαλεί υπό φυσιολογικές συνθήκες ανορεξία) δεν ανταποκρίνονται
σε ανορεξιογόνα ερεθίσματα για τη πρώτη μιάμιση ώρα,
ανταποκρίνονται όμως κανονικά μέσα σε 3-11 ώρες.

35
CRHR1 2/3
• Συμπεραίνεται λοιπόν ότι ο CRHR1 παίζει σημαντικό ρόλο στη
ρύθμιση της άμεσης αντίδρασης σε ανορεξιογόνα
ερεθίσματα, όταν δε γίνει απάλειψη του γονιδίου CRHR2 δε
παρατηρείται μεταβολή της πρόσληψης τροφής.

36

CRHR1 3/3
• Συγκεκριμένα κατόπιν νηστείας λαμβάνουν κατά 75℅ λιγότερη
τροφή από τα φυσικού τύπου ποντίκια κατά τις πρώτες 24 ώρες. Η
τελική φάση της ανορεξίας εξαρτάται από τη παρουσία του CRHR2
αφού όταν χορηγηθεί ουροκορτίνη στα φυσικού τύπου ζώα
παρατηρείται ανορεξία για περίπου 10 ώρες ενώ στα CRHR2ΚΟ για
μόνο 4 ώρες τα οποία και επανέρχονται στα κανονικά επίπεδα
όρεξης.
• Οι παραπάνω παρατηρήσεις δείχνουν ότι μετάδοση σήματος μέσω
των υποδοχέων CRHR1 και CRHR2 ελέγχει τη λειτουργία
πρόσληψης τροφής σε 2 φάσεις . Τις 6 πρώτες ώρες κατόπιν
νηστείας ο υποδοχέας CRHR1 παίζει πρωτεύοντα ρόλο ενώ μετά
αναλαμβάνει ο CRHR2.

37
CRH, ACTH, Leptin, cortisol 1/3
• Οι πυρήνες του υποθαλάμου και της αμυγδαλής παίρνουν μέρος
σε πολλούς ομοιοστατικούς μηχανισμούς περιλαμβανομένου
εκείνου του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης και επινεφριδίων αλλά
και του καρδιαγγειακού συστήματος καθώς και της ρύθμισης του
σωματικού βάρους.
• O CRH και οι υποδοχείς του εκφράζονται σε υψηλά επίπεδα στην
αμυγδαλή υποδηλώνοντας ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στη
ρύθμιση της όρεξης σε σχέση με το στρες. Το σύστημα αυτό
αλληλεπιδρά και με άλλα ενδοκρινικά συστήματα που ανιχνεύουν
και ρυθμίζουν τη λειτουργία της πρόσληψης τροφής.

38

CRH, ACTH, Leptin, cortisol 2/3


• Το σύστημα CRH αλληλεπιδρά με αυτό της λεπτίνης αφού
χορήγηση του ανταγωνιστή της CRH a helical CRH αναστέλλει τη
καταστολή της όρεξης μετά από χορήγηση εξωγενούς λεπτίνης.
Μέτρηση δε των επιπέδων ACTH και κορτιζόλης και σύγκριση με
αυτά της λεπτίνης έδειξαν μια σαφή αντίστροφη σχέση μεταξύ
τους. Αντίστροφα η λεπτίνη φαίνεται να εμπλέκεται και στη
ρύθμιση του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων διότι
χορήγηση λεπτίνης σε παχύσαρκα ποντίκια ob/ob διορθώνει την
αυξημένη κορτικοστερόνη στον ορό ενώ αντισώματα κατά της CRH
μειώνουν την ανορεκτική δράση της λεπτίνης. Η πληθώρα των
υποδοχέων λεπτίνης στον παρακοιλιακό πυρήνα στα κύτταρα που
παράγουν την υποθαλαμική CRH ενισχύει την υποψηφιότητα της
στο ρυθμιστικό της ρόλο.

39
CRH, ACTH, Leptin, cortisol 3/3
• Πράγματι η λεπτίνη προλαμβάνει την αύξηση των
κορτικοστεροειδών και της ACTH κατόπιν ασιτίας πιθανά
μέσω αναστολής της έκλυσης CRH.
• Με τη χρήση των ποντικιών CRHKO, CRHR1KO και CRHR2KO,
μελετάται η σχέση λεπτίνης και CRH.
• Ακόμα δεν έχει διευκρινιστεί αν η δράση της λεπτίνης στον
άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων γίνεται κυρίως
στο υποθαλαμικό επίπεδο ή αν γίνεται έμμεσα δρώντας πιο
περιφερικά.

40

Οπιοειδή 1/2
Τα πεπτίδια που προέρχονται από τη προοπιομελανοκορτίνη POMC
είναι η ACTH, η α-MSH και το ενδογενές οπιοειδές β-ενδορφίνη.
• Απάλειψη του γονιδίου της POMC οδηγεί στη δημιουργία ποντικιών
που δεν παράγουν ACTH. Τα ποντίκια αυτά εμφανίζουν
φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια που συνοδεύεται από αύξηση του
σωματικού βάρους. Τα επίπεδα λεπτίνης είναι επίσης αυξημένα
πιθανά σαν μηχανισμός αντίδρασης για να αναπληρωθεί η έλλειψη
των POMC πεπτιδίων. Τα ζώα έχουν φυσιολογικό βάρος, χαμηλά
επίπεδα POMC πεπτιδίων και αυξημένα επίπεδα λεπτίνης
υποδηλώνοντας ότι η λεπτίνη αναπληρώνει επαρκώς τη μερική
έλλειψη νευροπεπτιδίων.
• Είναι σημαντικό ότι η παχυσαρκία στα POMCKO ζώα μπορεί να
αντιστραφεί με χορήγηση α-MSH.
41
Οπιοειδή 2/2
• Τα οπιοειδή φαίνεται ότι ενέχουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του
άξονα υποθαλάμου-υπόφυση-επινεφρίδια.
• Πράγματι τα οπιοειδή έχουν άμεση επίδραση στα επίπεδα ACTH
και σε πειράματα με ποντίκια που είχαν απαλειφθεί οι οπιοειδείς
υποδοχείς κ, μ και δ δεν παρατηρήθηκε καμιά μεταβολή στα
επίπεδα λεπτίνης.
• Δυστυχώς η έρευνα για το καθορισμό του ρόλου των οπιοειδών
στη νεότερη θεώρηση της ρύθμισης της πρόσληψης τροφής είναι
ακόμα στα αρχικά στάδια και πολλά δεν μπορούμε να πούμε
ακόμα.

42

Γλυκοκορτικοειδή 1/3
• Φαίνεται ότι και τα γλυκοκορτικοειδή ρυθμίζουν σημαντικά την
ενεργειακή ισορροπία. Οι άξονες ομοιοστασίας κορτιζόλης και
σωματικού λίπους επηρεάζονται αμφίδρομα.
• Η ενδογενής και εξωγενής υπερκορτιζολαιμία οδηγεί δε σε αύξηση
της όρεξης, παχυσαρκία και διαταραχές της κατανομής του λίπους
με εμφάνιση πανσεληνοειδούς προσωπείου και κεντρομελικής
παχυσαρκίας. Σε αντίθεση η φλοιοεπινεφριδιακή ανεπάρκεια
προκαλεί ανορεξία με απίσχναση ενώ αναπλήρωση των ενδογενών
γλυκοκορτικοειδών προλαμβάνει ή αναστρέφει την εμφάνιση της
απίσχνασης.

43
Γλυκοκορτικοειδή 2/3
• Από την άλλη μεριά κάθε παχυσαρκία ανεξαρτήτως αιτιολογίας
εκλαμβάνεται από τον οργανισμό ως στρεσσογόνο ερέθισμα με
αποτέλεσμα τα παχύσαρκα ποντίκια ob/ob να έχουν υψηλά
επίπεδα γλυκοκορτικοειδών δηλαδή η σχέση γλυκοκορτικοειδών
και σωματικού βάρους-σωματικού λίπους είναι εξαιρετικά
πολύπλοκη και δεν οφείλεται μόνο στην ενεργοποίηση της
μεταγραφής της λεπτίνης από τα γλυκοκορτικοειδή αλλά και στη
συνυπάρχουσα υπερινσουλιναιμία.

44

Γλυκοκορτικοειδή 3/3
• Έχουν εντοπιστεί στοιχεία απάντησης στα γλυκοκορτικοειδή στον
προαγωγέα της λεπτίνης και οξεία αύξηση των επιπέδων των
γλυκοκορτικοειδών συνοδεύεται από μεταγραφική ενεργοποίηση
του γονιδίου της λεπτίνης και επίσης αύξηση των επιπέδων της στο
πλάσμα πράγμα που από μόνο του συνεπάγεται ελάττωση της
όρεξης αλλά και του σωματικού βάρους.
• Εντούτοις η χρόνια υπερκορτιζολαιμία δεν προκαλεί αξιόλογη
αύξηση των επιπέδων λεπτίνης ενώ η συνυπάρχουσα
υπερινσουλιναιμία ασκεί διεγερτική επίδραση στον υποθάλαμο
και τα δεδομένα αυτά καταδεικνύουν πόσο μεγάλη είναι η
πολυπλοκότητα του συστήματος ρύθμισης του σωματικού βάρους
σε σχέση με το σωματικό λίπος.

45
Ινσουλίνη 1/2
• Η ινσουλίνη είναι μια άλλη ουσία που αυξάνει τη μεταγραφή του
γονιδίου της λεπτίνης η οποία καταστέλλει την όρεξη. Αντίσταση
στην ινσουλίνη έχει σαν αποτέλεσμα ελάττωση των επιπέδων της
λεπτίνης στο αίμα και ως εκ τούτου άρση της καταστολής του
υποθαλαμικού κέντρου όρεξης, αυξημένη πρόσληψη τροφής και
τελικά παχυσαρκία.
• Φαίνεται ότι η παχυσαρκία που συνοδεύει το σακχαρώδη διαβήτη
των ενηλίκων, το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών και το
σύνδρομο Χ οφείλεται σε διαταραχές στη παραγωγή και βιολογική
δράση της λεπτίνης λόγω της ανάπτυξης αντίστασης στην
ινσουλίνη.

46

Ινσουλίνη 2/2
• Όπως είναι δε γνωστό η ινσουλίνη ασκεί τη βιολογική της δράση
μέσω μεμβρανικού υποδοχέα ο οποίος συνδέεται ενδοκυτταρικά με
τις πρωτεΐνες IRS-1 και IRS-2. Οι πρωτεΐνες αυτές
φωσφορυλιώνονται και ενεργοποιούνται μόνο όταν η ινσουλίνη μπει
στον υποδοχέα της. Απάλειψη του γονιδίου IRS-2 στα πειραματόζωα
έχει σαν αποτέλεσμα αυξημένη πρόσληψη τροφής και παχυσαρκία
και παραδόξως αυξημένα επίπεδα λεπτίνης στο πλάσμα. Ο δε
υποθάλαμος των IRS-2ΚΟ ποντικιών δεν ανταποκρίνεται στη λεπτίνη
και επομένως αυτά αναπτύσσουν παχυσαρκία. Η έλλειψη
απάντησης στη λεπτίνη επιβεβαιώνει την υπόθεση ότι οι
παχυσαρκίες σχετίζονται με την αντίσταση στην ινσουλίνη
αναπτύσσοντας ως επακόλουθο την αντίσταση του υποθαλάμου
αλλά και του λιπώδους ιστού στην ινσουλίνη και στη κατασταλτική
δράση της λεπτίνης.
47
Άλλα νευροπεπτίδια
• Όπως όμως έχουμε ήδη αναφέρει εκτός από αυτές τις ουσίες,
διάφορα νευροπεπτίδια ρυθμίζουν τον άξονα υποθαλάμου-
υπόφυσης και επινεφριδίου όπως είναι η αντιδιουρητική
δηλαδή η αργινίνη βαζοπρεσίνη (AVP) αλλά και η ωκυτοκίνη.
• Παρά τη σημασία τους όμως στη παραγωγή CRH, POMC,
ACTH και κορτιζόλης, ποντίκια από τα οποία έχουν
απαλειφθεί τα γονίδια αυτά παρουσιάζουν μεν προβλήματα
στη διαμόρφωση της μνήμης αλλά όχι και στο σωματικό
βάρος.

48

Γκρελίνη
• Είναι ενδιαφέρον ότι διαταραχές στη ρύθμιση του σωματικού
βάρους παρατηρήθηκαν σε μοντέλα απάλειψης άλλων
γονιδίων που σχετίζονται πιο άμεσα με τον ενδιάμεσο
μεταβολισμό.
• Η γκρελίνη τέλος που παράγεται από τον υποθάλαμο αλλά
και σε μεγαλύτερα ποσά στο στομαχικό επιθήλιο
προσδένεται στον υποδοχέα έκλυσης αυξητικής ορμόνης που
εκφράζεται στον υποθάλαμο και εκτός από τη ρύθμιση της
αυξητικής ρυθμίζει την όρεξη.
• Τα επίπεδα της γκρελίνης αυξάνονται κατά τη νηστεία και
χορήγηση της προκαλεί παχυσαρκία με ταυτόχρονη
ελάττωση του βασικού μεταβολισμού λίπους.

49
Συμπερασματικά 1/3
• Η ρύθμιση του σωματικού βάρους γίνεται κεντρικά μέσω του
υποθαλάμου και περιφερικά μέσω ρύθμισης του ενδιάμεσου
μεταβολισμού.
• Το σύστημα ρύθμισης του σωματικού βάρους είναι
πολυπαραγοντιακό, απαρτίζεται από νευροπεπτίδια αλλά και
στεροειδείς ορμόνες.
• Αλληλεπιδρά δε με τους άξονες του στρες και της
αναπαραγωγής.

50

Συμπερασματικά 2/3
• Ισχυρότερη επίδραση στη μείωση του ρυθμού πρόσληψης
τροφής και σωματικού βάρους έχει η λεπτίνη και η
ουροκορτίνη και ακολουθεί η CCK, CRH, POMC, πεπτίδια
POMC και ινσουλίνη. Αύξηση του ρυθμού πρόσληψης
τροφής προκαλεί το NPY.
• Η δημιουργία ζώων από τα οποία έχουν επαλειφθεί
συγκεκριμένα γονίδια του νευροενδοκρινικού συστήματος
(knock out animals) αναμένεται να προσδώσει ένα γενετικό
εργαλείο για τη μελέτη του ρόλου του κάθε μορίου στην
αλυσίδα ρύθμισης της ενεργειακής ομοιόστασης.

51
Συμπερασματικά 3/3
• Απάλειψη των γονιδίων αυτών μας δίνει σειρά πληροφοριών
συχνά απρόσμενων και αποδεικνύει πόσο πολύπλοκο και
ευέλικτο σε αλλαγές είναι το ζωτικό αυτό σύστημα. Τα
πειραματικά αυτά μοντέλα δίνουν πληροφορίες για τη στενή
σχέση ανάμεσα στο σύστημα πρόσληψης, αποθήκευσης,
κατανάλωσης ενέργειας με τους άξονες του στρες αλλά και το
αναπαραγωγικό σύστημα στο μέλλον με τη χρήση των κατά
συνθήκη απαλείψεων γονιδίων θα μπορέσουν τα
πειραματικά όλα μοντέλα να εξομοιωθούν πιο πολύ με
πραγματικά νοσήματα όπου η έκφραση ενός γονιδίου
απουσιάζει από έναν μόνο ιστό.

52

Σύσταση Λιπιδίων και Βιολογικός Ρόλος


των Διατροφικών Λιπιδίων
• Στα λιπίδια κατατάσσονται οργανικές ενώσεις που είναι διαλυτές σε
οργανικούς διαλύτες, όπως είναι το χλωροφόρμιο, ο αιθέρας και η
ακετόνη. Τα μόρια των λιπιδίων περιέχουν C, O, H, ενώ επίσης N, ή P
(πχ: τα φωσφολιπίδια). Ο ρόλος των λιπιδίων που προσλαμβάνουμε
από την τροφή είναι πολυδιάστατος και συγκεκριμένα τα λιπίδια,
• Είναι συστατικά όλων των κυττάρων, στις κυτταρικές μεμβράνες
προσδίδουν τις ιδιότητες της διαπερατότητάς τους.
• Τα λιπίδια αποτελούν την κύρια μορφή αποθήκευσης ενέργειας στον
οργανισμό.
• Μονώνουν και προστατεύουν τα όργανα.
• Είναι πρόδρομες ενώσεις πολλών σημαντικών βιολογικών μορίων,
συγκεκριμένα στεροειδών ορμονών, της βιταμίνης D και των
εικοσανοειδών. 53
Τα Λιπίδια στη Τροφή
• Τα κυριότερα από τα λιπίδια που συναντώνται στα τρόφιμα
διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες: στα τριγλυκερίδια (που
αποτελούν περίπου το 95% των λιπιδίων στα φυσικά τρόφιμα), στα
φωσφολιπίδια και στις στερόλες, (που συνιστούν περίπου το 5%
των διατροφικών λιπιδίων.
• Τα λιπίδια είναι φορείς της γεύσης και των λιποδιαλυτών
βιταμινών. Τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε λίπη είναι και
πλούσια σε ενέργεια (θερμίδες). Αυτά τα τρόφιμα πέπτονται πιο
αργά σε σχέση με τρόφιμα φτωχά σε λίπη. Πολλές μελέτες ωστόσο
έχουν δείξει ότι το λίπος έχει μικρότερη ικανότητα κορεσμού σε
σχέση με την πρωτεΐνη και τους υδατάνθρακες και ότι η
κατανάλωση διαιτών πλούσιων σε λίπος οδηγεί σε
υπερκατανάλωση ενέργειας.

54

Φυσιολογία Λιπιδίων 1/2


• Τα λιπαρά οξέα: είναι οργανικά οξέα που αποτελούνται από
μία αλυσίδα τεσσάρων ή περισσότερων ατόμων άνθρακα, με
υδρογόνα συνδεδεμένα στις θέσεις των υποκατάστατων και
με μια ομάδα καρβοξυλίου (COO-) στο ένα άκρο. Η
ανθρακική αλυσίδα μπορεί να έχει τέσσερα, έξι, οκτώ ή και
περισσότερα άτομα άνθρακα. Τα λιπαρά οξέα που απαντούν
στη φύση συνήθως έχουν ζυγό αριθμό ατόμων άνθρακα.
Διακρίνονται σε κορεσμένα, μονοακόρεστα και
πολυακόρεστα λιπαρά οξέα.

55
Φυσιολογία Λιπιδίων 2/2
• Ο βαθμός κορεσμού αναφέρεται στον αριθμό των διπλών
δεσμών που υπάρχουν στην ανθρακική αλυσίδα. Λιπαρά
οξέα χωρίς διπλούς δεσμούς χαρακτηρίζονται ως κορεσμένα.
Λιπαρά οξέα με ένα διπλό δεσμό ονομάζονται
μονοακόρεστα. Τέλος, λιπαρά οξέα με δύο ή και παραπάνω
διπλούς δεσμούς χαρακτηρίζονται ως πολυακόρεστα. Τα
μονοακόρεστα και τα πολυακόρεστα χαρακτηρίζονται και με
τον γενικό όρο ακόρεστα λιπαρά οξέα.

56

Παραδείγματα
• Βουτυρικό οξύ (4:0) • Παλμιτελαϊκό (16: 1)
κορεσμένο μονοακόρεστο
• Λαυρικό οξύ (12:0) κορεσμένο • Λινελαϊκό (18:2)
• Παλμιτικό (16:0) κορεσμένο πολυακόρεστο
• Ελαϊκό οξύ (18:1) • Λινολενικό (18:3)
μονοακόρεστο πολυακόρεστο

• Ο πρώτος αριθμός μέσα στην παρένθεση δείχνει τον αριθμό των


ατόμων άνθρακα. Ο δεύτερος αριθμός δείχνει τον αριθμό των
διπλών δεσμών. Ο βαθμός της ακορεστότητας των λιπαρών οξέων
επηρεάζει την θερμοκρασία στην οποία λιώνει μία λιπαρή ύλη. Όσο
περισσότερους διπλούς δεσμούς έχει ένα λιπαρό οξύ τόσο πιο
ρευστό είναι σε θερμοκρασία δωματίου.

57
Διακρίσεις Λιπιδίων 1/2
• Οι λιποδιαλυτές ενώσεις οι οποίες συναντώνται σε όλους
τους ζωντανούς οργανισμούς είναι τα λιπίδια. Οι πιο βασικές
κατηγορίες που συναντώνται στον ανθρώπινο οργανισμό
είναι τρείς:
• Οι στερόλες με πιο βασική τη χοληστερόλη
• Τα γλυκερίδια τα οποία διαθέτουν τρία μόρια λιπαρών οξέων
εστεροποιημένων με γλυκερόλη. Τα πιο σημαντικά είναι τα
τριγλυκερίδια.
• Τα φωσφολιπίδια με πιο σημαντικά τη λεκιθίνη και τη
σφιγγομυελίνη.

58

Διακρίσεις Λιπιδίων 2/2


• Πολύ γνωστό λιπίδιο είναι η χοληστερόλη και αυτό λόγω των
διφορούμενων χαρακτηριστικών τα οποία αφορούν από τη
μια το πόσο σημαντική είναι για τη ζωή και ειδικά από τη
στιγμή όπου αποτελεί συστατικό για τις κυτταρικές
μεμβράνες αλλά και πρόδρομο μόριο για τις στεροειδή
ορμόνες. Επίσης αποτελεί και πολύ σημαντικό συστατικό για
την αθηροσκλήρωση η οποία ευθύνεται για πολλούς
θανάτους. Η ποσότητα της χοληστερόλης είναι μικρότερη
από αυτή των τριγλυκεριδίων.

59
Καρδιακός και σκελετικός μυς ενέργεια
• Βασική πηγή ενέργειας για τον καρδιακό και το σκελετικό μυ
είναι η οξείδωση των ελευθέρων λιπαρών οξέων τα οποία
παράγονται από την υδρόλυση των τριγλυκεριδίων ή και που
ακόμα όταν απελευθερώνονται από το λιπώδη ιστό. Αυτό
ισχύει ιδιαίτερα κατά την διάρκεια μιας άσκησης.
• Από τη διατροφή μπορούν να απορροφηθούν ή και να
συντεθούν ενδογενώς οι στερόλες, τα τριγλυκερίδια και τα
φωσφολιπίδια.

60

Τα Απαραίτητα Λιπαρά Οξέα


• Ο οργανισμός χρησιμοποιεί τους υδατάνθρακες, τα λιπίδια και τις
πρωτεΐνες για να συνθέσει σχεδόν όλα τα λιπαρά οξέα, εκτός από δύο
τύπους λιπαρών οξέων: τα ω-3 και τα ω-6 λιπαρά οξέα .
• Βασικοί εκπρόσωποι των ω-6 λιπαρών οξέων είναι το λινελαϊκό και το
αραχιδονικό οξύ.
• Το λινελαϊκό είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος της ομάδας των ω-6
λιπαρών οξέων που ονομάστηκαν έτσι επειδή έχουν τον πρώτο διπλό
δεσμό στον 6ο άνθρακα της ανθρακικής αλυσίδας. Το λινελαϊκό μπορεί
να μετατραπεί σε οποιοδήποτε λιπαρό οξύ της ίδιας ομάδας και αυτό
παίζει σημαντικό ρόλο στην λειτουργία του οργανισμού. Βρίσκεται σε
αφθονία σε φυτικά έλαια.
• Το αραχιδονικό οξύ είναι απαραίτητο για τα βρέφη. Τρόφιμα πλούσια
σε αραχιδονικό είναι το κρέας, το λαρδί, το συκώτι και το λίπος των
αυγών. 61
Λινολενικό οξύ 1/2
• Το λινολενικό οξύ ανήκει στην ομάδα των ω-3 λιπαρών οξέων
και είναι απαραίτητο λιπαρό οξύ. Τα λιπαρά οξέα αυτής της
ομάδας έχουν τον πρώτο διπλό δεσμό στον 3ο άνθρακα της
ανθρακικής αλυσίδας.
• Τα ω-3 λιπαρά οξέα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη
δόμηση των κυτταρικών μεμβρανών, στη δόμηση της φαιάς
ουσίας του εγκεφάλου, του σπέρματος, των φωτοϋποδοχεων
και του αμφιβληστροειδούς.

62

Λινολενικό οξύ 2/2


• Τα ω-3 λιπαρά οξέα είναι πρόδρομες ενώσεις των
εικοσανοειδών, ουσίες με δράση παρόμοια με αυτή των
ορμονών. Το λινολενικό οξύ βρίσκεται σε αφθονία στα
πράσινα λαχανικά, το έλαιο κράμβης, το έλαιο κανόλα, στο
σογιέλαιο, στα καρύδια και στο λιναρόσπορο. Η ημερήσια
διατροφική ανάγκη σε απαραίτητα λιπαρά οξέα είναι από 1-5
γρ. την ημέρα σε αναλογία ω-3/ω-6 : 1/4.

63
Βιολογικός ρόλος των απαραίτητων
λιπιδίων, τριγλυκερίδια
• Βιολογικός Ρόλος των Απαραίτητων Λιπιδίων
o Είναι πρόδρομες ουσίες των εικοσανοειδών (προσταγλαδίνες,
προστακυκλίνες, λευκοτριένια και θρομβοξάνες).
o Είναι απαραίτητα για την δόμηση των κυτταρικών μεμβρανών.
• Ουδέτερα Λίπη: Τριγλυκερίδια
o Τα τριγλυκερίδια είναι τριεστέρες της γλυκερόλης με λιπαρά
οξέα. Χαρακτηρίζονται ως κορεσμένα ή ακόρεστα ανάλογα με
το αν στο μόριό τους επικρατούν κορεσμένα ή ακόρεστα
λιπαρά οξέα. Τα κορεσμένα τριγλυκερίδια είναι στερεά σε
θερμοκρασία δωματίου, ενώ τα ακόρεστα είναι υγρά.

64

Τριγλυκερίδια 1/2
• Τα λιπαρά οξέα στο μόριο του τριγλυκεριδίου μπορούν να
διαφέρουν είτε ως προς το μήκος (αριθμός ατόμων
άνθρακα), είτε ως προς τον βαθμό κορεσμού. Τα λιπαρά οξέα
επηρεάζουν άμεσα τις φυσικοχημικές ιδιότητες του
τριγλυκεριδίου. Κάθε είδος ζωικού οργανισμού συνθέτει τα
δικά του χαρακτηριστικά τριγλυκερίδια. Ο μηχανισμός
σύνθεσης χαρακτηρίζεται κυρίως γενετικά. Η δίαιτα όμως
επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το είδος των τριγλυκεριδίων που
θα συνθέσει ο οργανισμός. Οι ιστοί μπορούν να συνθέσουν ή
να διασπάσουν τριγλυκερίδια ανάλογα με τις ανάγκες τους.

65
Τριγλυκερίδια 2/2
• Εκτός από τα τριγλυκερίδια υπάρχουν και μόνο- ή δι- εστέρες
της γλυκερόλης με ελεύθερα λιπαρά οξέα τα οποία καλούνται
μόνο- και δι-γλυκερίδια αντίστοιχα. Αυτές οι ενώσεις δεν
είναι τόσο διαδεδομένες στη φύση, χρησιμοποιούνται όμως
ως πρόσθετα τροφίμων.

66

Φυτικά και ζωικά λίπη


• Τα γαλακτοκομικά προϊόντα περιέχουν λιπαρά οξέα με 6 έως 10
άτομα άνθρακα. Το βούτυρο περιέχει το βουτυρικό οξύ το οποίο
αποτελείται από 4 άτομα άνθρακα. Στα ψάρια και στο κρέας
κυριαρχούν λιπαρά οξέα με περισσότερα από 14 άτομα άνθρακα.
• Ως προς τον βαθμό ακορεστότητας, τα φυτικά έλαια και το λίπος
του ψαριού είναι πλούσια σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα.
• Εξαίρεση αποτελεί το φοινικέλαιο και το έλαιο καρύδας.
• Το ελαιόλαδο είναι πλούσιο σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα.
• Τα ζωικά λίπη και τα γαλακτοκομικά είναι πλούσια σε κορεσμένα
λιπαρά οξέα.

67
Φωσφολιπίδια
• Τα φωσφολιπίδια όπως και τα τριγλυκερίδια αποτελούνται από
ένα μόριο γλυκερόλης στο οποίο όμως είναι συνδεδεμένα δύο
λιπαρά οξέα και ένα μόριο το οποίο περιέχει φώσφορο. Τα
φωσφολιπίδια λόγο της πολικότητας των μορίων τους είναι
διαλυτά τόσο στο νερό όσο και στο λίπος. Αυτή η ιδιότητα των
φωσφολιπιδίων συντελεί ώστε να μπορούν να είναι διεσπαρμένα
στο νερό και να δρουν ως γαλακτοματοποιητές.
• Οι σημαντικότεροι αντιπρόσωποι των φωσφολιπιδίων είναι οι
λεκιθίνες. Οι λεκιθίνες περιέχουν στο μόριό τους τη βάση χολίνη. Η
μέση δυτικού τύπου δίαιτα παρέχει στον οργανισμό 4-5 γρ.
φωσφολιπιδίων καθημερινά. Παράλληλα, το ήπαρ εκκρίνει στο
έντερο σημαντικές ποσότητες φωσφολιπιδίων που κυμαίνονται
από 7-22 γρ.
68

Βιολογικός ρόλος των φωσφολιπιδίων,


στερόλες και στεροειδή 1/2
• Φωσφολιπίδια
o Είναι δομικά συστατικά των κυτταρικών μεμβρανών.
o Συμμετέχουν στην πέψη των λιπιδίων (είναι συστατικά
μέρη των χολικών αλάτων).
o Συμμετέχουν στη μεταφορά των λιπιδίων στο
κυκλοφορικό σύστημα.

69
Βιολογικός ρόλος των φωσφολιπιδίων,
στερόλες και στεροειδή 2/2
• Στερόλες και Στεροειδή
o Οι στερόλες είναι μεγάλα και πολύπλοκα μόρια τα οποία
αποτελούνται από δακτυλίους ατόμων άνθρακα με
πλευρικές αλυσίδες στις οποίες είναι δεσμευμένα άτομα
άνθρακα, υδρογόνου και οξυγόνου.
o Στις στερόλες ανήκει η χοληστερόλη. Στα στεροειδή
ανήκουν οι στεροειδείς ορμόνες (ορμόνες του φύλου και
τα κορτικοστεροειδή) και η βιταμίνη D.

70

Χοληστερόλη
Βιολογικός Ρόλος της Χοληστερόλης
• Είναι συστατικά των κυτταρικών μεμβρανών (το 95% της
χοληστερόλης βρίσκεται στις κυτταρικές μεμβράνες).
• Είναι πρόδρομη ουσία των στεροειδών ορμονών και της
βιταμίνης D.
• Είναι συστατικό των χολικών αλάτων.

71
Λιποπρωτεΐνες 1/2
Λιποπρωτεΐνες
• Τα λίπη είναι αδιάλυτα στο νερό. Για να μεταφερθούν στο αίμα
πρέπει να ενσωματωθούν σε ειδικά σωματίδια που ονομάζονται
λιποπρωτεΐνες. Εξαίρεση αποτελούν τα λιπαρά οξέα με μεσαία ή
μικρή ανθρακική αλυσίδα (λιπαρά οξέα μέσης και μικρής αλύσου)
τα οποία είναι αρκετά πολικά ώστε να μπορούν να μεταφέρονται
στο αίμα. Οι λιποπρωτεΐνες είναι σωματίδια που αποτελούνται
από: α) τριγλυκερίδια, β) φωσφολιπίδια, γ) χοληστερόλη, δ)
εστέρες της γλυκερόλης και ε) πρωτεΐνη. Το εξωτερικό τους
κέλυφος αποτελείται από φωσφολιπίδια και χοληστερόλη, ενώ στο
εσωτερικό βρίσκονται τα τριγλυκερίδια και οι εστέρες της
γλυκερόλης. Έτσι μπορούν να μεταφέρονται ελεύθερα στο αίμα.

72

Λιποπρωτεΐνες 2/2
Τέσσερις είναι οι βασικοί τύποι των λιποπρωτεϊνών :
1. Τα χυλομικρά.
2. Οι πολύ χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες (VLDL – Very
low density lipoproteins).
3. Οι χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες (LDL – Low density
lipoproteins).
4. Οι υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες (HDL – High density
lipoproteins).
 Ο κοινός ρόλος όλων των λιποπρωτεϊνών είναι να
μεταφέρουν τα λιποειδή από ιστό σε ιστό για να καλύψουν
τις ανάγκες των διαφόρων κυττάρων σε λιποειδή.
73
Χυλομικρά 1/2
• Τα χυλομικρά συντίθεται στο λεπτό έντερο από τα λιπίδια της
διατροφής που έχουν απορροφηθεί. Για το λόγο αυτό είναι
πλούσια σε τριγλυκερίδια. Στη συνέχεια μεταφέρονται μέσω
του λεμφικού συστήματος στην κυκλοφορία του αίματος.
• Ουσιαστικά τα χυλομικρά είναι το μέσο που
γαλακτοματοποιεί τα λίπη του γεύματος ώστε να μπορούν να
φτάσουν στη κυκλοφορία του αίματος.

74

Χυλομικρά 2/2
• Τα τριγλυκερίδια των χυλομικρών μεταφέρονται αφενός
στους ιστούς που εκτελούν αερόβιο μεταβολισμό (δηλαδή
κυρίως στους μύες), αφετέρου στο λιπώδη ιστό για
αποθήκευση. Στη συνέχεια τα χυλομικρά αποδίδουν στο
ήπαρ τόσο τα εναπομείναντα τριγλυκερίδια, όσο και τα
φωσφολιπίδια και την χοληστερόλη με την μορφή των
υπολειμμάτων χυλομικρών. Μέρος αυτής της χοληστερόλης
χρησιμοποιείται για την σύνθεση των χολικών αλάτων και το
στεροειδών ορμονών (βιολογικός ρόλος της χοληστερόλης).

75
VLDL, LDL 1/2
• Η υπόλοιπη χοληστερόλη ενσωματώνεται στις VLDL και
αποστέλλεται σε όλα τα κύτταρα. Οι VLDL συντίθενται κυρίως
στο ήπαρ και ενσωματώνουν τριγλυκερίδια που έχουν
συντεθεί εκεί από λιπαρά οξέα που προέρχονται από το
λιπώδη ιστό και από υδατάνθρακες της δίαιτας που έχουν
μετατραπεί σε τριγλυκερίδια στο ήπαρ. Όταν η VLDL χάσει
μέρος των τριγλυκεριδίων της μετατρέπεται σε LDL.

76

VLDL, LDL 2/2


• Η χοληστερόλη αποτελεί μέρος όλων των λιποπρωτεϊνών,
αλλά σε το μεγαλύτερο μέρος της χοληστερόλης του αίματος
(περίπου το 60%) βρίσκεται στην LDL. Η LDL έχει ως κύριο
ρόλο την μεταφορά της χοληστερόλης σε όλα τα κύτταρα.
Εκεί μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή των
μεμβρανών ή να μετατραπεί σε στεροειδής ορμόνες
(βιολογικός ρόλος της χοληστερόλη). Κατά τη μεταφορά
μέρος της χοληστερόλης ενδέχεται να ενσωματωθεί στην
αθηρωματική πλάκα στο εσωτερικό των αγγείων. Για το λόγο
αυτό τα υψηλά επίπεδα της LDL-χοληστερόλης αποτελούν
παράγοντα κινδύνου για αθηροσκλήρση.

77
HDL
• Αντίθετος από τον ρόλο της LDL είναι ο ρόλος της HDL. Μία
σημαντική λειτουργία της HDL είναι να απομακρύνει την
χοληστερόλη από τα κύτταρα και από άλλες λιποπρωτεΐνες,
όπου μπορεί να έχει συσσωρευτεί, και να την επιστρέφει στο
ήπαρ για απέκκριση από τη χολή.
• Η ωφελιμότητά της για το καρδιαγγειακό σύστημα είναι ότι
ελαττώνοντας την ποσότητα της χοληστερόλης που
εναποτίθεται στο εσωτερικό των αγγείων, μειώνεται ο
κίνδυνος εμφάνισης αθηροσκλήρωσης .

78

Πέψη λιπιδίων
• Τα λίπη είναι υδρόφοβα και η πέψη τους αποτελεί πρόβλημα
διότι τα πεπτικά ένζυμα είναι υδρόφιλα και λειτουργούν σε
υδάτινο περιβάλλον. Ωστόσο, η επιφανειακή περιοχή του
διατροφικού λίπους που προορίζεται για πέψη αυξάνεται σε
μεγάλο βαθμό μέσω της γαλακτοματοποίησης.
• Η γαλακτοματοποίηση γίνεται κυρίως με την επίδραση των
χολικών αλάτων.
• Έτσι, η ικανότητα πρόσβασης του λίπους από τα πεπτικά
ένζυμα αυξάνεται από την δράση των χολικών αλάτων. Τα
τριγλυκερίδια, τα φωσφολιποειδή και οι στερόλες αποτελούν
τις κύριες τάξεις λιπιδίων της τυπικής δυτικού τύπου δίαιτας.

79
Λιπάσες 1/5
• Τα πεπτικά ένζυμα που εμπλέκονται στην διάσπαση των
τριγλυκεριδίων ονομάζονται εστεράσες, καθώς διασπούν τους
εστερικούς δεσμούς των τριγλυκεριδίων, και πιο συγκεκριμένα
λιπάσες.
• Η πέψη των τριγλυκεριδίων ολοκληρώνεται στον αυλό του λεπτού
εντέρου, αλλά η διαδικασία ουσιαστικά ξεκινάει από το στομάχι.
• Για την πέψη στο στομάχι παίρνει μέρος η γλωσσική λιπάση, ενώ
για την πέψη στο λεπτό έντερο η παγκρεατική λιπάση. Η βασική
έκκριση της γλωσσικής λιπάσης λαμβάνει χώρα διαρκώς αλλά
μπορεί να διεγερθεί από κάποιους παράγοντες όπως: α) νευρικούς
(συμπαθητικούς αγωνιστές), β) μηχανικούς (ρούφηγμα –
κατάποση) και γ) διαιτητικούς (δίαιτα υψηλή σε λίπος).

80

Λιπάσες 2/5
• Η γλωσσική λιπάση μπορεί να δρα στο χαμηλό pH του στομάχου
και των γαστρικών υγρών. Για να δράσει η γλωσσική λιπάση θα
πρέπει πρώτα τα τριγλυκερίδια να έχουν υποστεί
γαλακτοματοποίηση ώστε να εκτεθεί στο ένζυμο αρκετή ποσότητα
λίπους. Παράγοντες γαλακτοματοποίησης αποτελούν οι μυϊκές
συστολές και το όξινο περιβάλλον του στομάχου που περιλαμβάνει
σύνθετους πολυσακχαρίτες, φωσφολιποειδή και πεπτίδια. Η
γλωσσική λιπάση «προτιμάει» να δράσει σε τριγλυκερίδια μικρής
και μεσαίας αλύσου.

81
Λιπάσες 3/5
• Τα τριγλυκερίδια με λιπαρά οξέα που έχουν μεγάλες
αλυσίδες για να διασπαστούν χρειάζονται λιγότερο όξινο
περιβάλλον, άλλες λιπάσες και ισχυρότερους
γαλακτοματοποιητές.
• Ιδιαίτερα σημαντική είναι η δράση της γλωσσικής λιπάσης
για τα βρέφη που θηλάζουν. Μπορεί εύκολα να διαπεράσει
τα σταγονίδια λίπους του γάλακτος χωρίς να έχει προηγηθεί
γαλακτοματοποίηση. Στα βρέφη δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως
η παγκρεατική λειτουργία.

82

Λιπάσες 4/5
• Το μερικώς υδρολυμένο (διασπασμένο) λιποειδικό
γαλάκτωμα αφήνει το στομάχι και εισέρχεται στο
δωδεκαδάκτυλο με την μορφή μικρών σταγονιδίων λίπους.
Στη φάση αυτή λαμβάνει χώρα αποτελεσματική
γαλακτοματοποίηση διότι συνεχίζεται η μηχανική διάσπαση
και εκκρίνεται η χολή από την χοληδόχο κύστη ως
αποτέλεσμα διέγερσης από την ορμόνη χολοκυστοκινίνη.
Επιπρόσθετα, εκκρίνονται διττανθρακικά ιόντα από το
πάγκρεας ώστε να ανέβει το pH σε τέτοιο επίπεδο που να
μπορεί να δράσει η παγκρεατική λιπάση.

83
Λιπάσες 5/5
• Η ενεργοποίηση της παγκρεατική λιπάσης απαιτεί την
συμμετοχή α) της πρωτεΐνης συνλιπάσης, β) των ιόντων
ασβεστίου και γ) των χολικών αλάτων. Από την δράση της
παγκρεατικής λιπάσης παράγονται οι διγλυκερόλες, οι
μονογλυκερόλες, η χοληστερίνη και τα ελεύθερα λιπαρά
οξέα. Οι διγλυκερόλες μετατρέπονται σε μονογλυκερόλες. Τα
προϊόντα αυτά συνδέονται με χολικά άλατα και έτσι
σχηματίζονται τα μικκύλια. Αυτά περνούν στα διάκενα
μεταξύ των μικρολαχνών της εντερικής μεμβράνης .

84

Απορρόφηση των λιπιδίων 1/2


• Τα μικκύλια είναι επαρκώς υδατοδιαλυτά και διαπερνούν την
υδάτινη στοιβάδα που περιβάλει τα εντερικά απορροφητικά
κύτταρα. Τα μικκύλια αλληλεπιδρούν με την ψυκτροειδή παρυφή
των εντερικών κυττάρων. Εκεί, τα λιποειδικά συστατικά τους
διαχέονται στο εσωτερικό των απορροφητικών κυττάρων.
• Η διαδικασία αυτή λαμβάνει χώρα στο τέλος του δωδεκαδάκτυλου
και στη νήστιδα. Ωστόσο, τα χολικά άλατα δεν απορροφώνται σε
αυτά τα σημεία αλλά στον ειλεό του λεπτού εντέρου. Από εκεί
επιστρέφουν στο ήπαρ μέσω της πυλαίας φλέβας και εκκρίνονται
ξανά στη χολή. Αυτός ο κύκλος ονομάζεται «εντεροηπατική
κυκλοφορία των χολικών αλάτων».

85
Απορρόφηση των λιπιδίων 2/2
• Μετά την απορρόφηση των ελεύθερων λιπαρών οξέων, των
μονογλυκερολών και της χοληστερόλης μέσα στα απορροφητικά
εντεροκύτταρα, ακολουθεί ο επανασχηματισμός των
τριγλυκεριδίων και των εστέρων της χοληστερόλης. Τα λιποειδή
που επανασχηματίστηκαν μαζί με τις λιποδιαλυτές βιταμίνες
συλλέγονται στο ενδοπλασματικό δίκτυο του κυττάρου. Εκεί μια
πρωτεϊνική στιβάδα προστίθεται στην επιφάνειά τους. Αυτή τα
σταθεροποιεί και έτσι εισέρχονται στο υδάτινο περιβάλλον της
κυκλοφορίας. Προωθούνται μετά στο σύμπλεγμα Golgi του
κυττάρου όπου στην πρωτεϊνική στιβάδα προστίθενται
υδατάνθρακες, σταθεροποιούνται δε επαρκώς και γίνονται πια τα
ολοκληρωμένα σωματίδια που ονομάζονται χυλομικρά. Τα
χυλομικρά μεταφέρονται στην κυτταρική μεμβράνη και από εκεί
με εξωκυττάρωση στη λεμφική κυκλοφορία.
86

Υπερλιπιδαιμία 1/4
• Η υπερλιπιδαιμία είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία
εμφανίζονται αυξημένα ένα ή περισσότερα λιπιδικά κλάσματα στο
αίμα (ολική χοληστερίνη, τριγλυκερίδια, LDL χοληστερόλη).
• Ένας από τους κύριους παράγοντες εμφάνισης της παθολογικής
αυτής κατάστασης είναι η διατροφή και κυρίως η υψηλή
περιεκτικότητα της σε λιπαρά και ιδιαιτέρως των κορεσμένων
λιπαρών ή και trans λιπαρών που βρίσκονται στα λιπαρά μέρη των
κρεάτων, στα προϊόντα φούρνου, γαριδάκια, κέικ, γλυκά, fast food
και άλλα. Βασικός μας στόχος λοιπόν για την αντιμετώπιση αυτής
της ασθένειας είναι η μείωση της κατανάλωσης τροφίμων
πλούσιων σε λιπαρά και κατ' επέκταση η μείωση του βάρους εάν
είναι απαραίτητο.

87
Υπερλιπιδαιμία 2/4
• Η υπερλιπιδαιμία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη
κληρονομικότητα. Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι οι
παράγοντες που επηρεάζουν την κληρονομικότητα δεν οφείλονται
μόνο στους γενετικούς παράγοντες αλλά και στις διατροφικές
συνήθειες των ατόμων. Τα υψηλά επίπεδα των λιπιδίων του
αίματος αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών
παθήσεων. Πιο συγκεκριμένα, η LDL χοληστερόλη, η οποία
συσσωρεύεται στα τοιχώματα των στεφανιαίων αρτηριών
ευθύνεται για την πιο κοινή μορφή καρδιακής πάθησης που είναι η
στεφανιαία νόσος .

88

Υπερλιπιδαιμία-Υψηλή χοληστερίνη-
Υψηλά τριγλυκερίδια 1/3
• Με τον όρο υπερλιπιδαιμία υποδηλώνεται η αύξηση της
ποσότητας των λιπιδίων στο αίμα. Υπάρχουν αρκετές μορφές
λιπιδίων, εκείνα όμως τα οποία έχουν περισσότερο μελετηθεί και
συσχετισθεί με τη στεφανιαία νόσο είναι:
• η ολική χοληστερόλη,
• HDL-χοληστερόλη (η οποία αποκαλείται και «καλή χοληστερόλη»),
• LDL-χοληστερόλη (ή «κακή χοληστερόλη») και
• τα τριγλυκερίδια.

89
Υπερλιπιδαιμία-Υψηλή χοληστερίνη-
Υψηλά τριγλυκερίδια 2/3
• Η τιμή της LDL χοληστερόλης προσδιορίζεται έμμεσα από τις τιμές
της ολικής χοληστερόλης, της HDL και των τριγλυκεριδίων από την
εξίσωση : LDL= ολική χοληστερόλη- (τριγλυκερίδια/5) – HDL (με την
προϋπόθεση ότι τα τριγλυκερίδια δεν ξεπερνούν τα 400 mg%).
• Σημειώνεται ότι δεν υπάρχουν «φυσιολογικές» τιμές
χοληστερόλης, αλλά όσο χαμηλότερα είναι τα επίπεδά της στο
αίμα, τόσο ελαττώνεται ο κίνδυνος ανάπτυξης στεφανιαίας νόσου
και αντιστρόφως .
• Ωστόσο, πρέπει να επισημάνουμε ότι η χοληστερόλη αποτελεί
απαραίτητο συστατικό της μεμβράνης των κυττάρων του
ανθρώπινου οργανισμού και εκείνο που συνήθως βλάπτει είναι η
αύξησή της πέρα από τα προαναφερθέντα όρια.

90

Υπερλιπιδαιμία-Υψηλή χοληστερίνη-
Υψηλά τριγλυκερίδια 3/3
• Από τη χοληστερόλη που κυκλοφορεί στο αίμα ένα μέρος
παράγεται από τον ίδιο τον οργανισμό, και συγκεκριμένα από το
συκώτι, και ένα μέρος προσλαμβάνεται με τις τροφές.
• Μερικοί άνθρωποι (2-4% του πληθυσμού) έχουν μία πάθηση που
ονομάζεται οικογενής υπερχοληστερολαιμία, η οποία οφείλεται σε
ένα γενετικό ελάττωμα και μπορεί να προκαλέσει μια ιδιαίτερα
σημαντική αύξηση της ολικής και της LDL χοληστερόλης .

91
Υπερλιπιδαιμία 3/4
• Η αυξημένη χοληστερόλη αποτελεί έναν από τους
βασικότερους παράγοντες που συμβάλλουν στην γένεση ή
και την εξέλιξη της αρτηριοσκλήρυνσης, γνώση που έχει
τεκμηριωθεί από πληθώρα μελετών που έχουν
πραγματοποιηθεί τις τελευταίες δεκαετίες και ειδικά όταν
συνδυάζεται με υψηλές τιμές LDL και χαμηλές τιμές HDL-
χοληστερόλης.
• Σε ότι αφορά το ρόλο των τριγλυκεριδίων δεν υπάρχει
απόλυτη ομοφωνία. Φαίνεται όμως ότι σε ορισμένες
υποομάδες ασθενών, όπως π.χ. στις διαβητικές γυναίκες,
αποτελούν ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου.

92

Υπερλιπιδαιμία 4/4
• Η επιθετική αντιμετώπιση της υπερλιπιδαιμίας κρίνεται
απόλυτα απαραίτητη στους ασθενείς στους οποίους η
στεφανιαία νόσος έχει ήδη εκδηλωθεί (οπότε μιλάμε για
δευτερογενή πρόληψη). Εκτός όμως από τους πάσχοντες, η
σημαντική υπερλιπιδαιμία πρέπει να αντιμετωπίζεται και
στους φαινομενικά υγιείς, ειδικά όταν αυτή συνυπάρχει με
άλλους προδιαθεσικούς παράγοντες κινδύνου (πρωτογενής
πρόληψη).

93
Ενότητα 12: Πεπτικό σύστημα

Πεπτικό σύστημα 1/2

“Digestive system diagram en”, από Fvasconcellos διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


Πεπτικό σύστημα 2/2

“Blausen 0432 GastroIntestinalSystem”, από BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Ανατομική οργάνωση πεπτικού


Αποτελείται από:
1. ΟΡΓΑΝΑ: ΣΤΟΜΑΤΙΚΗ ΚΟΙΛΟΤΗΤΑ, ΦΑΡΥΓΓΑΣ, ΟΙΣΟΦΑΓΟΣ,
ΣΤΟΜΑΧΙ, ΛΕΠΤΟ ΕΝΤΕΡΟ, ΠΑΧΥ ΕΝΤΕΡΟ.
Όλα μαζί αποτελούν τον ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΙΚΟ ΣΩΛΗΝΑ
2. ΑΔΕΝΕΣ:
o ΜΙΚΡΟΥΣ, που βρίσκονται στο τοίχωμα του εντερικού
σωλήνα.
o ΜΕΓΑΛΟΥΣ (ΠΑΡΩΤΙΔΕΣ ,ΥΠΟΓΝΑΘΙΟΙ, ΥΠΟΓΛΩΣΣΙΟΙ, ΗΠΑΡ,
ΠΑΓΚΡΕΑΣ), οι οποίοι εκβάλλουν στον γαστρεντερικό
σωλήνα.
Στοματική κοιλότητα 1/2
• Χωρίζεται με τους φραγμούς των δοντιών σε δύο μοίρες: Το
προστόμιο προς τα έξω.
• Τη κυρίως στοματική κοιλότητα προς τα μέσα.
• ΠΡΟΣΤΟΜΙΟ, έχει δύο τοιχώματα: Το έξω, που σχηματίζεται
από τα χείλη και τις παρειές και επικοινωνεί με τον εξωτερικό
κόσμο μέσω της στοματικής σχισμής. Το έσω, που
σχηματίζεται από τα δόντια και τα ούλα .
• ΚΥΡΙΩΣ ΣΤΟΜΑΤΙΚΗ ΚΟΙΛΟΤΗΤΑ, σχηματίζεται: Μπροστά και
πλάγια ,από τα δόντια και τα ούλα. Κάτω ,από το έδαφος του
στόματος ,στο οποίο βρίσκεται η γλώσσα. Πάνω ,από την
υπερώα. Πίσω ,από τον ισθμό του φάρυγγα.

Γλώσσα
• Βρίσκεται στο έδαφος του στόματος. Αποτελείται από μύες.
• Χρησιμεύει για: μάσηση, ομιλία, γεύση.
• Χωρίζεται σε: Βάση ή ρίζα, σώμα, κορυφή.
• Στην πάνω επιφάνεια έχει πολλές μικρές προεξοχές,τις θηλές
της γλώσσας .
• Αυτές χωρίζονται σε:
Τριχοειδείς θηλές , που είναι οι περισσότερες. Μυκητοειδείς
θηλές (στη κορυφή της γλώσσας). Φυλλοειδείς θηλές (πίσω
και πλάγια της γλώσσας). Περιχαρακωμένες θηλές , που
είναι 8-12 και σχηματίζουν το γευστικό λάμδα στο πίσω
μέρος της γλώσσας.
Στοματική κοιλότητα 2/2

“Illu03 mouth”, από Arcadian διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Γευστικοί κάλυκες και υπερώα 1/2


• Γευστικοί κάλυκες (ειδικά κύτταρα για τη γεύση) υπάρχουν στις:
Μυκητοειδείς θηλές, φυλλοειδείς θηλές, περιχαρακωμένες θηλές.
Οι διάφορες γεύσεις γίνονται αντιληπτές ως εξής:

1. Το πικρό στο πίσω μέρος της γλώσσας.


2. Το ξινό και
3. Το αλμυρό στα πλάγια.
4. Το γλυκό στη κορυφή της γλώσσας.

“Taste buds”, από MesserWoland


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Γευστικοί κάλυκες και υπερώα 2/2
• ΥΠΕΡΩΑ, χωρίζει τη κυρίως στοματική κοιλότητα από τις ρινικές
κοιλότητες και διαιρείται σε:
• Σκληρή υπερώα προς τα μπροστά , η οποία σχηματίζεται από το
υπερώιο οστό και τη άνω γνάθο.
• Μαλακή υπερώα προς τα πίσω , που δεν έχει οστά και καταλήγει
στη σταφυλή.
• Η υπερώα : Συμμετέχει στην ομιλία με το σχηματισμό κάποιων
φθόγγων. Η σταφυλή ανεβαίνει κατά τη κατάποση και εμποδίζει
τις τροφές να ανέβουν στην ρινική κοιλότητα. Ταλαντεύεται κατά
τον ύπνο με ανοιχτό στόμα ,σε ύπτια θέση (ροχαλητό).

Δόντια 1/2
• ΔΟΝΤΙΑ: σκληρά όργανα που χρησιμεύουν για τη μάσηση της
τροφής. Βρίσκονται στα οδοντικά φατνία των γνάθων.
Συναρθρώνονται με ειδική σύνδεση , τη γόμφωση.
• ΝΕΟΓΙΛΑ ΔΟΝΤΙΑ: ανατέλλουν στο στόμα από την ηλικία των
6 μηνών , μέχρι 2 ετών. Είναι 20 και αντικαθίστανται από τα
μόνιμα.
• ΜΟΝΙΜΑ ΔΟΝΤΙΑ: είναι 32 και χωρίζονται ανάλογα με το
σχήμα τους σε: Κεντρικοί τομείς(4), πλάγιοι τομείς (4),
κυνόδοντες (4), προγόμφιοι (8), γομφίοι (12).
Δόντια 2/2
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΔΟΝΤΙΩΝ
• Mύλη: το τμήμα του δοντιού που φαίνεται μέσα στο στόμα
(κλινική μύλη). Ρίζα : το τμήμα που βρίσκεται μέσα στα ούλα
και στο οστό. Στο κέντρο του δοντιού βρίσκονται αγγεία και
νεύρα (πολφός του δοντιού). Εξωτερικά του πολφού
βρίσκεται η οδοντίνη. Η οδοντίνη στη περιοχή της
(ανατομικής) μύλης καλύπτεται από αδαμαντίνη (η
σκληρότερη ουσία του ανθρώπινου σώματος) και στη
περιοχή της ρίζας από οστεΐνη .

Σιαλογόνοι αδένες 1/2


• ΣΙΑΛΟΓΟΝΟΙ ΑΔΕΝΕΣ
o Παράγουν το σάλιο , το οποίο περιέχει: Βλέννα, ένζυμο
πτυαλίνη (βοηθά στη πέψη), κάλιο και άλλα ιόντα.
o Χρησιμεύει: Κατάποση, αυτοκαθαρισμό της στοματικής
κοιλότητας, πέψη τροφών, γεύση.
o Χωρίζονται σε μικρούς και μεγάλους.
Σιαλογόνοι αδένες 2/2
• ΜΙΚΡΟΙ ΣΙΑΛΟΓΟΝΟΙ ΑΔΕΝΕΣ
Βρίσκονται διάσπαρτοι στο βλεννογόνο της στοματικής κοιλότητας
και ανάλογα με την εντόπιση τους περιγράφονται σαν: Χειλικοί,
παρειακοί, υπερώιοι, γλωσσικοί.
• ΜΕΓΑΛΟΙ ΣΙΑΛΟΓΟΝΟΙ ΑΔΕΝΕΣ
Είναι τα εξής ζευγάρια (δεξιά - αριστερά): Παρωτίδες, είναι οι
μεγαλύτεροι. Βρίσκονται κάτω από το δέρμα στην οπισθογναθιαία
χώρα ,πάνω από τη κροταφογναθική διάρθρωση. Εκβάλλουν με
πόρο στο προστόμιο απέναντι από τη μύλη του 2ου άνω γομφίου.
Υπογνάθιοι, βρίσκονται κάτω από τη κάτω γνάθο και εκβάλλουν
με πόρο , κάτω από τη γλώσσα. Υπογλώσσιοι, οι μικρότεροι.
Εκβάλλουν κάτω από τη γλώσσα.

Φάρυγγας
• ΦΑΡΥΓΓΑΣ
Ινομυώδης σωλήνας 15εκ. Βρίσκεται μπροστά από τη
σπονδυλική στήλη και πίσω από τις κοιλότητες μύτης (ρινική
μοίρα), στόματος (στοματική μοίρα) και λάρυγγα ( λαρυγγική
μοίρα) με τις οποίες επικοινωνεί. Εξυπηρετεί το πεπτικό
σύστημα , το αναπνευστικό σύστημα και την άμυνα του
οργανισμού με το λεμφικό ιστό που έχει στα τοιχώματά του
(αμυγδαλές).
Οισοφάγος
• ΟΙΣΟΦΑΓΟΣ: Ινομυώδης σωλήνας 25εκ. Αποτελεί τη συνέχεια
προς τα κάτω του φάρυγγα και φτάνει μέχρι το στομάχι.
Πορεύεται μπροστά από τη σπονδυλική στήλη (Α6 – Θ5) και
χωρίζεται σε 4 μοίρες: Τραχηλική, Θωρακική, Διαφραγματική
Κοιλιακή. Εξυπηρετεί μαζί με το φάρυγγα τη μεταφορά της
τροφής από τη στοματική κοιλότητα στο στομάχι (κατάποση).
• ΣΤΕΝΩΜΑΤΑ ΟΙΣΟΦΑΓΟΥ: Στο όριο με το φάρυγγα, στο ύψος
του αορτικού τόξου, στο ύψος του αριστερού βρόγχου κατά
το πέρασμα του από το διάφραγμα.

Οισοφάγος και στόμαχος

“Esophagus, stomach, small intestine”, από Fæ διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


Στόμαχος
• Είναι η προς τα κάτω συνέχεια του οισοφάγου και η πιο
πλατιά μοίρα του γαστρεντερικού σωλήνα.
• Χρησιμεύει για τη πέψη των τροφών οι οποίες διασπώνται σε
απλούστερες ουσίες με τη βοήθεια του γαστρικού υγρού που
εκκρίνεται από τους αδένες του.
• Στη συνέχεια το περιεχόμενο προωθείται στο λεπτό έντερο
με τις περισταλτικές κινήσεις του μυϊκού χιτώνα του
τοιχώματός του.

Ανατομικές σχέσεις στομάχου


Το στομάχι βρίσκεται:
• Στη κοιλιά αριστερά κάτω από τον αριστερό θόλο του
διαφράγματος. Δεξιά του βρίσκεται το συκώτι. Αριστερά του
ο σπλήνας και ο αριστερός νεφρός. Κάτω, το λεπτό και παχύ
έντερο.
• Εμφανίζει δύο στόμια: Το οισοφαγικό ή καρδιακό που
επικοινωνεί με τον οισοφάγο. Το πυλωρικό που επικοινωνεί
με το δωδεκαδάκτυλο.
Μοίρες στομάχου
Κυρίως στομάχι, αποτελείται από:
• Το θόλο που βρίσκεται πάνω από το επίπεδο του καρδιακού
στομίου.
• Το σώμα του στομάχου.
• Πυλωρική μοίρα. Διαιρείται σε: Πυλωρικό άντρο, πυλωρικό
σωλήνα που καταλήγει στο πυλωρικό στόμιο.

Χιτώνες και αδένες στομάχου 1/2


• ΧΙΤΩΝΕΣ ΣΤΟΜΑΧΟΥ. Το τοίχωμα του στομάχου αποτελείται
από 4 χιτώνες οι οποίοι είναι από έξω προς τα μέσα:
o Ο ορογόνος.
o Ο μυϊκός.
o Ο υποβλεννογόνιος.
o Ο βλεννογόνος.
Χιτώνες και αδένες στομάχου 2/2
• ΓΑΣΤΡΙΚΟΙ ΑΔΕΝΕΣ. Βρίσκονται διάσπαρτοι στο βλεννογόνο
του στομάχου και αποτελούνται από τα εξής κύτταρα:
o Κύρια κύτταρα. Εκκρίνουν το προένζυμο πεψινογόνο που στο
εσωτερικό του στομάχου μετατρέπεται σε πεψίνη η οποία
διασπά τις πρωτεΐνες.
o Καλυπτήρια ή τοιχωματικά. Παράγουν γαστρικά οξέα ( HCl) και
τον ενδογενή παράγοντα που είναι απαραίτητος για το
σχηματισμό των ερυθρών αιμοσφαιρίων (βοηθά στην
απορρόφηση της βιταμίνης Β12).
o Βλεννώδη. Παράγουν βλέννα για να προστατεύεται ο
βλεννογόνος από την πεψίνη. G- κύτταρα . Βρίσκονται κυρίως
στη πυλωρική μοίρα και παράγουν την ορμόνη γαστρίνη.

Λεπτό έντερο
• ΛΕΠΤΟ ΕΝΤΕΡΟ
Αποτελεί τη συνέχεια του στομάχου. Ξεκινάει από τον
πυλωρό και φτάνει μέχρι το παχύ έντερο με την ειλεοτυφλική
βαλβίδα . Βρίσκεται στη κάτω κοιλία και περιβάλλεται από το
παχύ έντερο το οποί σχηματίζει μια ατελή στεφάνη. Έχει
συνολικό μήκος 6-7 μέτρα.
Διακρίνεται σε 3 μέρη:
o Δωδεκαδάκτυλο.
o Νήστιδα.
o Ειλεό.
Δωδεκαδάκτυλο
• ΔΩΔΕΚΑΔΑΚΤΥΛΟ
Αποτελεί τη πρώτη μοίρα του λεπτού εντέρου με μήκος 25-30
εκ. Ξεκινά από τη πυλωρική βαλβίδα και φτάνει στη
νηστιδοδωδεκαδακτυλική καμπή. Έχει σχήμα αγκύλης που
περιβάλει τη κεφαλή του παγκρέατος. Στον αυλό του
εκβάλλουν οι εκφορητικοί πόροι ήπατος και παγκρέατος. Το
έκκριμά τους μαζί με αυτό των δωδεκαδακτυλικών αδένων
συμβάλλει στη πέψη των τροφών.

Νήστις
Ξεκινάει από τη νηστιδοδωδεκαδακτυλική καμπή.
Στο εσωτερικό της παρουσιάζει:
1. Κυκλικές πτυχές τις λάχνες (προσεκβολές του βλεννογόνου).
2. Λεμφοζίδια (αθροίσματα λεμφοκυττάρων).
3. Πλάκες Peyer (μικρά επάρματα του βλεννογόνου με
λεμφοζίδια που βρίσκονται κυρίως στον ειλεό).
Γίνεται απορρόφηση και πέψη τροφών.
Ειλεός
• Είναι η συνέχεια της νήστιδας και το εσωτερικό της είναι
σχεδόν ίδιο με αυτή. Μαζί αποτελούν το ελικώδες έντερο το
οποίο είναι ευκίνητο και κρέμεται από το πίσω κοιλιακό
τοίχωμα από μια πτυχή του περιτόναιου, το μεσεντέριο.

Παχύ έντερο
• Αρχίζει από την ειλεοτυφλική βαλβίδα και φτάνει μέχρι το
πρωκτό. Έχει μήκος 1,5 μέτρο , και σχηματίζει μια στεφάνη
που περιβάλλει το λεπτό έντερο. Χωρίζεται σε 3 μέρη: Το
τυφλό (στο οποίο βρίσκεται η σκωληκοειδής απόφυση), το
κόλο (ανιόν, εγκάρσιο, κατιόν, σιγμοειδές), το ορθό ή
απευθυσμένο.
• Διαφορές με το λεπτό έντερο
Μεγαλύτερο πλάτος. Έχει κολικές ταινίες, εκκολπώματα,
επιπλοϊκές αποφύσεις Δεν έχει λάχνες και πλάκες Peyer (έχει
όμως λεμφοζίδια και βλεννώδεις αδένες).
Λειτουργίες παχέος εντέρου
• Διάσπαση και απορρόφηση θρεπτικών ουσιών, βιταμινών,
ηλεκτρολυτών, νερού. Έκκριση βλέννας.
• Συμπύκνωση υπολειμμάτων τροφής (κόπρανα).
• Η φυσιολογική του χλωρίδα (κολοβακτηρίδια) βοηθά στη
πέψη και αν καταστραφεί από αντιβιοτικά έχουμε διάρροιες.

Ανατομικές σχέσεις ήπατος και παχέος

“Gray1223”, από Arcadian διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


Σκωληκοειδής απόφυση
• Βρίσκεται στο τυφλό έντερο 2-3 εκ. από την ειλεοτυφλική
βαλβίδα. Έχει μήκος 6-10 εκ. και χωρίζεται σε βάση, σώμα,
κορυφή.
• Στο τοίχωμά της έχει πλούσιο λεμφικό ιστό και έχει
ονομαστεί εσωτερική αμυγδαλή.
• Σε περίπτωση φλεγμονής μαζεύεται πύο και υπάρχει
κίνδυνος ρήξης του τοιχώματός της (σκωληκοειδίτιδα).

Ήπαρ 1/2
• Είναι ο μεγαλύτερος αδένας του πεπτικού (1500γρ).
Βρίσκεται στη άνω κοιλία, κάτω από το δεξιό θόλο του
διαφράγματος.
• Το σχήμα του είναι τρίγωνο και εμφανίζει 3 επιφάνειες (άνω,
κάτω, οπίσθια). Εμφανίζει 3 χείλη (πρόσθιο, δεξιό, αριστερό).
Ήπαρ 2/2
• Η κάτω επιφάνεια είναι επίπεδη και χωρίζεται με 2 αύλακες
σε 3 λοβούς (δεξιός, τετράπλευρος, αριστερός). Η δεξιά
αύλακα κοντά στο πρόσθιο χείλος καταλήγει στον κυστικό
βόθρο όπου βρίσκεται η χοληδόχος κύστη.
• Οι δύο αύλακες ενώνονται πίσω από τον τετράπλευρο λοβό
και σχηματίζουν τη πύλη του ήπατος (σχισμή από την οποία
μπαίνουν και βγαίνουν αιμοφόρα και λεμφικά αγγεία καθώς
και χοληφόροι πόροι & νεύρα).

Λειτουργίες του ήπατος 1/2


• Αιμοποίηση. Κατά την εμβρυϊκή ζωή χρησιμεύει στην
παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων.
• Παραγωγή χολής. Για την πέψη των λιπών στο έντερο.
• Μεταβολισμός πρωτεϊνών. Σύνθεση πρωτεϊνών από
αμινοξέα και διάσπαση πρωτεϊνών με σχηματισμό ουρίας.
• Μεταβολισμός λιπών. Σύνθεση & διάσπαση λιπαρών οξέων.
• Μεταβολισμός υδατανθράκων. Σύνθεση και αποθήκευση
γλυκογόνου.
Λειτουργίες του ήπατος 2/2
• Αδρανοποίηση χημικών ουσιών (π.χ. φάρμακα , τοξικές
ουσίες κ.λ.π.)
• Φαγοκυττάρωση και ανοσία (κύτταρα Kuppfer).
• Πήξη του αίματος. Συνθέτει παράγοντες της πήξης (π.χ.
προθρομβίνη , ινωδογόνο ).

Εκφορητική οδός του ήπατος


• Είναι η οδός που μεταφέρει τη χολή στο δωδεκαδάκτυλο.
• Χωρίζεται σε 2 μοίρες:
1. Ενδοηπατική. Ξεκινά από τα χοληφόρα τριχοειδή που
ενώνονται και σχηματίζουν τους χοληφόρους πόρους .
2. Εξωηπατική. Ο δεξιός & ο αριστερός ηπατικός πόρος
ενώνονται και δίνουν το κοινό ηπατικό πόρο . Αυτός
ενώνεται με το κυστικό πόρο της χοληδόχου κύστης και δίνει
το χοληδόχο πόρο που καταλήγει στο φύμα του Vater στο
δωδεκαδάκτυλο.
Χοληδόχος κύστη
• Χοληδόχος κύστη. Έχει σχήμα αχλαδιού και μήκος 8-10 εκ.
Χωρητικότητα 50 κυβ.εκ. Βρίσκεται στο κυστικό βόθρο της
κάτω επιφάνειας του ήπατος. Χωρίζεται σε 3 μέρη: Το
πυθμένα, το σώμα, τον αυχένα του οποίου η συνέχεια είναι ο
κυστικός πόρος. Αποθηκεύει και συμπυκνώνει τη χολή που
παράγεται στο ήπαρ .
• Χολή. Υδατικό διάλυμα που αποτελείται από βλέννα, χολικά
οξέα, χολοχρωστικές (χολερυθρίνη), χοληστερόλη,
φωσφολιπίδια, ηλεκτρολύτες (ιόντα Na , K , Cl κ.α.).

Χοληδόχος κύστη και πόροι

“Biliary system multilingual”, από Jmarchn διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0


Ήπαρ και ανατομικές σχέσεις

“Anatomy of liver and gall bladder”, από Jiju διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Ήπαρ, πάγκρεας, δωδεκαδάκτυλο και


ανατομικές σχέσεις

“Hepato-biliary”, από Drriad διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


Πάγκρεας
Είναι αδένας με:
• Εξωκρινή μοίρα. Παράγει το παγκρεατικό υγρό που έχει
ένζυμα για τη πέψη πρωτεϊνών, λιπών, υδατανθράκων.
Εκκρίνεται στο δωδεκαδάκτυλο με το μικρό και μεγάλο
εκφορητικό πόρο του παγκρέατος(φύμα Vater & Santorini
αντίστοιχα).
• Ενδοκρινή μοίρα (νησίδια Langerhans κυρίως στην ουρά).
Παράγει την ινσουλίνη η οποία ρυθμίζει την ανταλλαγή
υδατανθράκων στον οργανισμό.

Σπλήνας και λειτουργίες


• Ανήκει στο λεμφικό σύστημα . Βάρος 150-200γρ και σχήμα που μοιάζει
με το ¼ πορτοκαλιού. Βρίσκεται στην άνω κοιλία στο βάθος του
αριστερού υποχόνδριου στο ύψος 9-10-11 ης πλευράς.
• Έχει 2 επιφάνειες : έξω ή διαφραγματική που είναι κυρτή και έρχεται
σε άμεση σχέση με το διάφραγμα, έσω ή σπλαχνική στη οποία
βρίσκονται οι πύλες του σπλήνα από τις οποίες διέρχονται σπληνικά
αγγεία, λεμφογάγγλια και νεύρα. Περιβάλλεται από ινώδη συνδετικό
ιστό. Στο εσωτερικό του βρίσκεται ο σπληνικός πολφός (λευκός και
ερυθρός).
• Λειτουργίες σπλήνα. Παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων κατά την
εμβρυϊκή ζωή. Παραγωγή λεμφοκυττάρων (λευκός πολφός).
Καταστροφή γερασμένων ερυθροκυττάρων και αιμοπεταλίων. Άμυνα
οργανισμού (καταστροφή μικροβίων , παραγωγή αντισωμάτων).
Δεξαμενή αίματος.
Διαχείριση της τροφής
• Η τροφή στο στόμα αφού τεμαχιστεί με τη μάσηση
διαποτίζεται από το σάλιο και με την κατάποση μεταφέρεται
δια μέσω του φάρυγγα και του οισοφάγου στο στομάχι.
• Στο στομάχι και το έντερο, όπου στη συνέχεια προωθείται η
τροφή, με τη βοήθεια των πεπτικών υγρών γίνεται η
διάσπαση των θρεπτικών συστατικών σε απλούστερες
ενώσεις, εύκολα απορροφήσιμες από το βλεννογόνο του
εντέρου.
• Τα υπολείμματα της τροφής προωθούνται και αποβάλλονται
από τον οργανισμό μέσω των τελικών τμημάτων του εντέρου.

Μάσηση της τροφής


• Οι μασητήριοι μύες , οι γνάθοι (άνω και κάτω), τα δόντια , τα
χείλη και οι παρειές (μάγουλα) εκτελούν συνδυασμένες
εκούσιες κινήσεις (με τη θέλησή μας) αλλά και
αντανακλαστικές, με τις οποίες γίνεται η μάσηση.
• Η τροφή τοποθετείται μεταξύ των δοντιών, τεμαχίζεται και με
τη βοήθεια του σάλιου σχηματίζεται ομοιογενής μάζα, ο
βλωμός (μπουκιά).
Κατάποση 1/2
• Είναι η λειτουργία κατά την οποία ο βλωμός μεταφέρεται
από το στόμα στο στομάχι μέσω του φάρυγγα και του
οισοφάγου.
• Η λειτουργία τη κατάποσης γίνεται σε τρεις φάσεις: 1) τη
στοματική, 2) τη φαρυγγική και 3) την οισοφαγική. Απ’ αυτές
μόνο η πρώτη ελέγχεται από τη θέλησή μας.

Κατάποση 2/2
• Στοματική φάση. Στη φάση αυτή κλείνει το στόμα και η γλώσσα
σηκώνεται και συμπιέζεται πάνω στη σκληρή υπερώα. Με τον
τρόπο αυτό γίνεται η μετακίνηση του βλωμού προς τα πίσω
δηλαδή προς τον φάρυγγα.
• Φαρυγγική φάση. Στη φάση αυτή κλείνει η αναπνευστική οδός.
Συγκεκριμένα ανεβαίνει προς τα πάνω και εμπρός ο λάρυγγας και
η επιγλωττίδα φράσσει το στόμιο του. Με τον τρόπο αυτό ο
βλωμός μετακινείται προς τον οισοφάγο.
• Οισοφαγική φάση. Στη φάση αυτή και με τη βοήθεια των
περισταλτικών κινήσεων ο βλωμός μετακινείται προς τα κάτω και
φτάνει στο στομάχι.
Γαστρική κινητικότητα
• Στο στομάχι παρουσιάζονται δύο είδη κυμάτων. Τα κύματα
μείξης και τα περισταλτικά κύματα.
• Τα κύματα μείξης παρουσιάζονται μόλις γεμίσει το στομάχι.
Σκοπός τους είναι η ανάμειξη της τροφής με τα γαστρικά
υγρά.
• Τα περισταλτικά κύματα προκαλούν την μετακίνηση του
γαστρικού περιεχομένου και την κένωση (άδειασμα) του
στομάχου.
• Η γαστρική κένωση εξαρτάται από τη λειτουργία του
πυλωρικού σφιγκτήρα. Οι υγρές τροφές εγκαταλείπουν το
στομάχι γρήγορα, ενώ οι στερεές με πιο αργό τρόπο.

Γαστρική έκκριση 1/2

• Φυσιολογικά το στομάχι παράγει καθημερινά περίπου 2-3


λίτρα γαστρικού υγρού, ενώ σε παθολογικές καταστάσεις
μπορεί να φτάσει μέχρι και 8 λίτρα.
Γαστρική έκκριση 2/2
Τα κύρια συστατικά υγρά του γαστρικού υγρού είναι:
• Το νερό.
• Οι ηλεκτρολύτες (ιόντα Η + , Cl-, Na+ K+ ) τα οποία δημιουργούν στο
στομάχι ένα πολύ όξινο περιβάλλον.
• Η πεψίνη (πρόκειται για ένζυμο το οποίο παράγεται από τα θεμέλια
κύτταρα του στομάχου και διασπά τις πρωτεΐνες).
• Η γαστρική αμυλάση (ένζυμο που χρησιμεύει για την πέψη των
υδατανθράκων).
• Η γαστρική λιπάση (ένζυμο που χρησιμεύει για την πέψη των λιπών).
• Η βλέννα (εκκρίνεται από τους βλεννώδεις αδένες του στομάχου και
προστατεύει το τοίχωμα του στομάχου από τη αυτοπεψία).

Κινητικότητα του λεπτού εντέρου


• Το λεπτό έντερο είναι σωλήνας, ο οποίος χρησιμεύει για την
πέψη της τροφής και κυρίως για τη απορρόφηση των τελικών
προϊόντων της πέψης.
• Η λειτουργία του λεπτού εντέρου γίνεται με κινήσεις μίξης ,
όπου αναμιγνύεται το περιεχόμενο με τις εκκρίσεις του
λεπτού εντέρου, της χολής και του παγκρεατικού υγρού και
με κινήσεις προώθησης όπου μεταφέρεται το εντερικό
περιεχόμενο προς το παχύ έντερο μετά την απορρόφηση των
θρεπτικών ουσιών από το βλεννογόνο του λεπτού εντέρου.
Κινητικότητα του παχέος εντέρου
• Το παχύ έντερο δέχεται το περιεχόμενο του λεπτού εντέρου και έχει
σαν κύρια λειτουργία την απορρόφηση νερού και ηλεκτρολυτών
καθώς και το σχηματισμό κοπράνων. Έχει περιορισμένη κινητικότητα
και εκτελεί κινήσεις μίξης και προώθησης.
• Όταν το σιγμοειδές , δηλαδή το τελικό τμήμα του παχέος εντέρου
γεμίσει με κόπρανα, τότε εκλύονται περισταλτικά υγρά και
δημιουργούν το αίσθημα της αφόδευσης.
• Η αφόδευση είναι μια αντανακλαστική λειτουργία του οργανισμού
που μπορεί όμως να εμποδιστεί η να διευκολυνθεί από τη θέλησή
μας. Το 75% του βάρους των κοπράνων αποτελείται από νερό, ενώ το
υπόλοιπο 25% είναι βακτήρια, ανόργανες ουσίες, φυτικές ίνες και
λιπίδια.

Πέψη υδατανθράκων
• Οι σπουδαιότεροι υδατάνθρακες της τροφής του ανθρώπου είναι το
άμυλο, η σακχαρόζη και η λακτόζη. Η πέψη των υδατανθράκων αρχίζει
από το στόμα, συνεχίζεται στο στομάχι και ολοκληρώνεται στο παχύ
έντερο.
• Στη στοματική κοιλότητα. Το ένζυμο αμυλάση και πτυαλίνη του σάλιου
διασπά μέσα στο στόμα το άμυλο ( 3-5% του αμύλου της τροφής) .
• Στο στομάχι. Η αμυλάση στο στομάχι εξακολουθεί να δρα παρά το
όξινο περιβάλλον το οποίο μειώνει τη δράση της. Εκεί διασπά το 30-
40% του αμύλου της τροφής.
• Στο λεπτό έντερο. Το αδιάσπαστο άμυλο έρχεται στο δωδεκαδάκτυλο
και στο ελικώδες έντερο , διασπάται με την παγκρεατική αμυλάση σε
δισακχαρίτες (φρουκτόζη, γλυκόζη, γαλακτόζη) και μονοσακχαρίτες οι
οποίοι απορροφώνται από το βλεννογόνο του λεπτού εντέρου.
Πέψη πρωτεϊνών 1/2
Οι πρωτεΐνες είναι μεγαλομοριακές ενώσεις, οι οποίες δεν
μπορούν να περάσουν την κυτταρική μεμβράνη. Για το λόγο
αυτό διασπώνται μέσα στον γαστρεντερολογικό σωλήνα σε
αμινοξέα και μεταφέρονται στα κύτταρα, όπου
χρησιμοποιούνται για τη σύνθεση πρωτεϊνών και ως πηγή
ενέργειας
Η πέψη των πρωτεϊνών ξεκινά από το στομάχι, όπου το γαστρικό
οξύ ενεργοποιεί τα πεψιγόνα σε πεψίνες, οι οποίες διασπούν τις
πρωτεΐνες της τροφής.
Χαρακτηριστική είναι η δράση της γαστρίνης, που διασπά το
κολλαγόνο του συνδετικού ιστού των τροφών.

Πέψη πρωτεϊνών 2/2


Η πέψη των τροφών συνεχίζεται στο δωδεκαδάκτυλο με τη
δράση του παγκρεατικού υγρού, με αποτέλεσμα τη διάσπαση
των πρωτεϊνών σε ολιγοπεπτίδια και αμινοξέα . Αυτά θα
απορροφηθούν από το βλεννογόνο του εντέρου και θα
περάσουν μέσω της πυλαίας κυκλοφορίας στον οργανισμό.
Πέψη λιπών 1/2
• Η πέψη γίνεται στο στομάχι και στο λεπτό έντερο με τη
δράση ειδικών ενζύμων. Τα λίπη των τροφών (τριγλυκερίδια)
είναι αδιάλυτα στο νερό. Για να γίνει η πέψη τους πρέπει
πρώτα να διασπαστούν σε μικρά λιποσταγονίδια και αυτό
γίνεται με τις κινήσεις του στομάχου. Η πέψη των λιπών
γίνεται με την επίδραση ενός ενζύμου, της γαστρικής
λιπάσης και είναι πολύ μικρό το ποσοστό της πέψης τους στο
στομάχι.

Πέψη λιπών 2/2


• Στο λεπτό έντερο γίνεται η γαλακτοποίηση του λίπους
δηλαδή τα λιποσταγονίδια με τις κινήσεις του λεπτού
εντέρου και την επίδραση της χολής μετατρέπονται σε πολύ
μικρά σταγονίδια.
• Με τη δράση της παγκρεατικής λιπάσης δημιουργούνται
μονογλυκερίδια και λιπαρά οξέα, τα οποία απορροφούνται
από το βλεννογόνο του εντέρου. Μια μικρή ποσότητα των
λιπαρών οξέων μεταφέρονται απ’ ευθείας στην πυλαία
κυκλοφορία, ενώ τα υπόλοιπα μεταφέρονται στη φλεβική
κυκλοφορία μέσω των λεμφαγγείων και του θωρακικού
πόρου.
Βιταμίνες
• Οι θρεπτικές ουσίες δηλαδή οι υδατάνθρακες, τα λίπη και οι
πρωτεΐνες είναι πολύ σημαντικές για τη ζωή του ανθρώπου
γιατί διασπώνται και δίνουν ενέργεια.
• Το ποσό της ενέργειας που παίρνουμε από τις θρεπτικές
ουσίες εξαρτάται από τις ενεργειακές ανάγκες του
οργανισμού για παραγωγή θερμότητας, κινητική ενέργεια και
άλλες μορφές ενέργειας απαραίτητες για τη ζωή.

Ενότητα 13: Φυσιολογία εφηβείας


Προϋπόθεση της εφηβείας

• Στην γένεση και ολοκλήρωση της εφηβείας ο υποθαλαμο-


υποφυσιακο-γοναδικός άξονας είναι πολύ μεγάλης
σημασίας.

Υπόφυση και υποθάλαμος

2
“1808 The Anterior Pituitary Complex”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
Έκκριση υποφυσιακών ορμονών

“1810 Major Pituitary Hormones”, από 3


CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Ορμόνες γλυκοπρωτεΐνες 1/2


• Είναι οι ορμόνες από τα βασεόφιλα κύτταρα που αποτελούν μία
οικογένεια. Είναι όλες διμερή που μοιράζονται μία α-υποομάδα
από 89 κοινά αμινοξέα. Η β-υποομάδα, που περιέχει 112-115
αμινoξέα, είναι διαφορετική και προσφέρει εξειδίκευση στις
βιολογικές δράσεις κάθε ορμόνης, αλλά από μόνη της είναι
ανενεργής. Όλες αυτές οι ορμόνες είναι γλυκοζυλιωμένες ώστε να
αποδίδουν μία τελική μοριακή μάζα 32 kDa, και όλες διεγείρουν τα
όργανα-στόχους τους δια μέσου 3’,5’ cAMP. Η θυρεοειδοτρόπος
διεγείρει την σύνθεση και έκκριση της θυροξίνης (Τ4) από τον
θυρεοειδή αδένα. Η FSH προάγει την γαμετογένεση και στα δύο
φύλα και την έκκριση της οιστραδιόλης στα θήλεα, και η LH την
ωορρηξία, διεγείρει δε την παραγωγή προγεστερόνης από το ωχρό
σωμάτιο της ωοθήκης και την παραγωγή της τεστοστερόνης από τα
κύτταρα Leydig των όρχεων.

4
Ορμόνες γλυκοπρωτεΐνες 2/2
• Πρόσφατα μία νέα γλυκοπρωτεΐνη έχει απομονωθεί στην
προσθία υπόφυση, η thyrostimulin, ένα διμερές από μία
μοναδική α- και β-υπομονάδα. Συνδέεται στενότερα με την
TSH και μπορεί να διεγείρει τους υποδοχείς της TSH. Εν
τούτοις, δεν είναι τόσο δραστική όσο η TSH και δεν μπορεί να
υποκαταστήσει την έλλειψη της TSH. Έτσι, η λειτουργία της
ακόμη παραμένει ακόμη άγνωστος.

Δομή TSH, LH, FSH


Γλυκοπρωτεΐνες

“Gonadotropin releasing hormone3d”, από Fvasconcellos διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


6
Λειτουργία των γοναδοτροφινών 1/2
• Η LH και η FSH δεσμεύονται στους υποδοχείς των ωοθηκών και των
όρχεων και ρυθμίζουν την γοναδική λειτουργία προωθώντας την
παραγωγή των στεροειδών του φύλου και την γαμετογένεση.
• Στους άνδρες, η LH διεγείρει την παραγωγή της τεστοστερόνης από
τα ενδιάμεσα κύτταρα των όρχεων (κύτταρα Leydig). Η ωρίμανση
των σπερματοζωαρίων, όμως, χρειάζεται και την LH και την FSH. Η
FSH διεγείρει την αύξηση των όρχεων και την παραγωγή μιας
δεσμευτικής πρωτεΐνης των ανδρογόνων (ABP) από τα κύτταρα
Sertoli, τα οποία είναι στοιχείο απαραίτητο των ορχικών
σωληναρίων για την συντήρηση της ωρίμανσης των σπερματικών
κυττάρων. Αυτή η δεσμευτική πρωτεΐνη των ανδρογόνων προάγει
υψηλές τοπικές συγκεντρώσεις τεστοστερόνης στους όρχεις, ένα
απαραίτητο παράγοντα για την ανάπτυξη της φυσιολογικής
σπερματογένεσης. 7

Λειτουργία των γοναδοτροφινών 2/2


• Στις γυναίκες, η LH διεγείρει την παραγωγή οιστρογόνων και
προγεστερόνης από την ωοθήκη. Μία αιχμή LH (LH surge),
στην μέση του μηνιαίου κύκλου, είναι υπεύθυνη για την
ωορρηξία, και η συνεχιζόμενη κατόπιν έκκριση της LH
διεγείρει την παραγωγή προγεστερόνης από το ωχρό
σωμάτιο, ευνοώντας την μετατροπή της χοληστερόλης σε
πρεγνενολόνη. Η ανάπτυξη του ωοθηκικού θυλακίου είναι εν
πολλοίς υπό τον έλεγχο της FSH, και η έκκριση των
οιστρογόνων από το θυλάκιο εξαρτάται και από την FSH και
την LH.

8
Μέτρηση των γοναδοτροφινών 1/2
• Τα φυσιολογικά επίπεδα της LH και της FSH ποικίλουν με την
ηλικία του ατόμου. Είναι χαμηλά πριν από την εφηβεία και
υψηλά στις μετεμηνοπαυσιακές γυναίκες.
• Μία νυχτερινή αύξηση της LH στα αγόρια της κυκλικής
έκκρισης της LH και της FSH στα κορίτσια σηματοδοτούν την
έναρξη της εφηβείας πριν την εμφάνιση κλινικών σημείων.

Μέτρηση των γοναδοτροφινών 2/2


• Στις γυναίκες, η LH και η FSH ποικίλουν στην διάρκεια του κύκλου.
Κατά την αρχική φάση του κύκλου (follicular), η LH αυξάνει
σταθερά, με την αιχμή στο μέσον του κύκλου να σηματοδοτεί την
ωορρηξία. Από την άλλη, η FSH, αρχικά αυξάνεται και μετά
ελαττώνεται στο τέλος της αρχικής φάσης του κύκλου
(follicular)μέχρι την αιχμή του μέσου του κύκλου, που συμπίπτει με
την εκκριτική αύξηση της LH. Τόσο η LH, όσο και η FSH,
ελαττώνονται σταθερά μετά την ωορρηξία.
• Τα επίπεδα της LH και της FSH στον άνδρα είναι παρόμοια των
γυναικών της αρχικής φάσης του κύκλου (follicular). Η α-
υπομονάδα, που είναι κοινή σε όλες τις υποφυσιακές
γλυκοπρωτεΐνες, μπορούν να μετρηθούν και αυξάνονται μετά από
χορήγηση GnRH.
10
Έκκριση γοναδοτροφινών
• Η έκκριση της LH και της FSH ελέγχονται από την GnRH, η
οποία διατηρεί βασική έκκριση γοναδοτροφινών, παράγει την
φασική έκκριση των γοναδοτροφινών για την ωορρηξία, και
ορίζει την έναρξη της εφηβείας.
• Πολλοί άλλοι παράγοντες εμπλέκονται στην ρύθμιση αυτού
του άξονα. Παραδείγματος χάριν, οι ακτιβίνες και οι
φολλιστατίνες είναι παρακρινικοί παράγοντες οι οποίοι
εξασκούν αντιθετικές δράσεις στα γοναδοτρόφα κύτταρα.
• Η λεπτίνη, μία ορμόνη η οποία περιγράφηκε πρόσφατα και
παράγεται στα λιποκύτταρα, εμπλέκεται στην ρύθμιση του
άξονα και μπορεί να εξηγήσει την καταστολή της
γοναδοτροφικής έκκρισης η οποία συνοδεύει τον περιορισμό
των θερμίδων.
11

Επεισοδιακή έκκριση γοναδοτροφινών


• Και στα δύο φύλα, η έκκριση της LH και της FSH είναι επεισοδιακή, με
εκκριτικές αιχμές να επισυμβαίνουν κάθε ώρα και οι οποίες είναι
συνυφασμένες με την επεισοδιακή έκκριση της GnRH.

• Το εύρος των εκκριτικών αυτών αιχμών είναι μεγαλύτερο σε ασθενείς με


πρωτοπαθή υπογοναδισμό.

• Η επεισοδιακή έκκριση της GnRH είναι απαραίτητη για την διατήρηση


της έκκρισης των γοναδοτροφινών

• Μία συνεχής έγχυση της GnRH στις γυναίκες, προκαλεί αρχικά αρχική
αύξηση της έκκρισης της FSH και της LH που ακολουθείται της από
παρατεταμένη αναστολή της γοναδοτροφικής έκκρισης. Αυτό το
φαινόμενο μπορεί να εξηγηθεί από την καταστολή (down regulation) των
υποδοχέων της GnRH στα υποφυσιακά γοναδοκύτταρα.

12
Feedback

• Τα κυκλοφορούντα στεροειδή του φύλου (sex


steroids) επηρεάζουν την έκκριση της GnRH και κατά
συνέπεια την έκκριση της FSH και της LH τόσο με
θετικό όσο και με αρνητικό feedback.

13

Θετικό feedback 1/2


• Στην διάρκεια του κύκλου, τα οιστρογόνα προσφέρουν μία
θετική επίδραση στην δράση της GnRH επί της έκκρισης της
LH και της FSH, και η αύξηση των οιστρογόνων στην
διάρκεια της εκκριτικής φάσης του κύκλου, είναι το
ερέθισμα για την εκκριτική ωορρηκτική αιχμή της LH και της
FSH.

• Η προγεστερόνη ελαττώνει την διάρκεια της αιχμής της LH


και της FSH και αυξάνει την επίδραση των οιστρογόνων.

14
Θετικό feedback 2/2
• Μετά την εκκριτική αιχμή του μέσου του κύκλου, το
δημιουργούμενο ωάριο εγκαταλείπει την ωοθήκη. Η
ωορρηξία επισυμβαίνει περίπου 10-12 ώρες μετά την αιχμή
της LH και 24-36 ώρες μετά την αιχμή της οιστραδιόλης.

• Τα εναπομείναντα θυλακιώδη κύτταρα στην ωοθήκη, κάτω


από την επίδραση της LH, μετατρέπονται σε μία δομή που
εκκρίνει προγεστερόνη, το ωχρό σωμάτιο. Μετά από
περίπου 12 ημέρες, το ωχρό σωμάτιο υποστρέφεται και
οδηγεί σε ελάττωση των επιπέδων των οιστρογόνων και της
προγεστερόνης και τελικά σε έμμηνο ρύση.
15

Αρνητικό feedback 1/3


• Δράση αρνητικού feedback των στεροειδών του φύλου στην
γοναδοτροφική έκκριση επίσης συμβαίνει.
• Στις γυναίκες, η πρωτοπαθής γοναδική ανεπάρκεια ή η
εμμηνόπαυση οδηγεί σε αύξηση της LH και της FSH, η οποία
μπορεί να ανασταλεί με μακροχρόνια υψηλής δοσολογίας
οιστρογονική θεραπεία. Εν τούτοις, μία χορήγηση χαμηλής
δόσης οιστρογόνων μπορεί να διεγείρει την απάντηση της LH
στην GnRH.

16
Αρνητικό feedback 2/3
• Στους άνδρες, η πρωτοπαθής γοναδική ανεπάρκεια με
χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης σχετίζεται επίσης με υψηλές
τιμές γοναδοτροφινών. Εν τούτοις, η τεστοστερόνη δεν είναι
ο μοναδικός αναστολέας της γοναδοτροφικής έκκρισης στους
άνδρες, αφού η επιλεκτική καταστροφή των
σπερματοζωαρίων (πχ θεραπεία με κυκλοφωσφαμίδη)
οδηγεί σε αζωοσπερμία και αύξηση μόνον της FSH.

17

Αρνητικό feedback 3/3


• Η ινχιμπίνη, ένα πολυπεπτίδιο (ΜΒ 32,000), το οποίο
εκκρίνεται από τα κύτταρα Sertoli των σπερματικών
σωληναρίων, είναι ο μεγαλύτερος παράγων που
παρεμποδίζει την έκκριση της FSH με αρνητικό feedback. Η
ινχιμπίνη αποτελείται από χωριστές αλφα και βήτα
υπομονάδες που συνδέονται με δισουλφιδικές γέφυρες. Τα
ανδρογόνα διεγείρουν την παραγωγή της ινχιμπίνης. Αυτό το
πεπτίδιο μπορεί να δρα βοηθητικά στην τοπική ρύθμιση της
σπερματογένεσης.

18
Ορμονικές μεταβολές
στην διάρκεια του
εμμηνορρυσιακού
κύκλου

“Figure 28 02 07”, από 19


CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Στάδια ανάπτυξης του ωοθυλακίου

20
“MenstrualCycle2 en”, από Begoon διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Εφηβεία 1/2
• Εφηβεία είναι η διαδικασία η οποία μετατρέπει το παιδί σε
σεξουαλικά ώριμο πρόσωπο, ικανό για αναπαραγωγή.
• Περιλαμβάνει αλλαγές στην έκκριση πολλών ορμονών,
ενζύμων και άλλων φυσιολογικών ουσιών.
• Συνοδεύεται επίσης από εκσεσημασμένες αλλαγές στην
φυσική αύξηση και ωρίμανση και σε πολλές συμπεριφορές.
• Οι σημαντικότερες ορμονικές αλλαγές περιλαμβάνουν
αλλαγές στην λειτουργία του υποθάλαμο-υποφυσιακού –
οργάνου στόχου άξονα.

21

Εφηβεία 2/2
• Σε ένα από τα σημαντικότερα για την εφηβεία συστήματα,
στον υποθάλαμο-υποφυσιακό- γοναδικό άξονα, οι
νευροεκκριτικοί νευρώνες, οι οποίοι ευρίσκονται κυρίως στο
μεσοβασικό υποθάλαμο και στον τοξοειδή πυρήνα και οι
οποίοι καταλήγουν στην μέση εξοχή (όπου συντίθεται και
εκκρίνεται στο πυλαίο σύστημα και μεταφέρεται στην
υπόφυση το δεκαπεπτίδιο GnRH), αλλάζουν τον τρόπο της
έκκρισής τους.

22
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 1/15
• Είναι γνωστό ότι το υποθαλαμο-υποφυσιακό γοναδικό
σύστημα έχει 3 τρόπους αλληλεπίδρασης με τις γονάδες
o Τονική,
o Κυκλική,
o Επεισοδιακή (pulsatile) αλληλεπίδραση.
• Στα περισσότερα άλλα συστήματα, μόνο η τονική και η
επεισοδιακή αλληλεπίδραση παρατηρούνται.

23

Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού


συστήματος 2/15
• Η τονική ρυθμίζεται όπως ανεφέρθη μέσω του κλασσικού
αρνητικού feedback.
• Η κυκλική επισυμβαίνει μόνον στα θήλεα και σχετίζεται με τον
εμμηνορρυσιακό κύκλο.
• Η επεισοδιακή επισυμβαίνει όταν ο υποθαλαμικός
ενεργοποιητής αιχμών (κυμάτων) (pulse generator) προκαλεί
την έκκριση μιας εκλυτικής ορμόνης με ένα περιοδικό τρόπο.
• Όλες οι κύριες υποφυσιακές ορμόνες εκκρίνονται με κύματα
τα οποία επισυμβαίνουν στους ενήλικες κάθε 90 λεπτά.

24
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 3/15
• Από το τέλος του πρώτου χρόνου της ζωής μέχρι τα 6-8
χρόνια, η συγκέντρωση των περισσοτέρων ορμονών που
ενέχονται στην εφηβική ανάπτυξη αλλάζει πολύ λίγο μέρα
με την μέρα.
• Το σύστημα του αρνητικού feedback φαίνεται ότι είναι
λειτουργικό, και η επεισοδιακή έκκριση επισυμβαίνει για τις
περισσότερες ορμόνες, αλλά το θετικό feedback δεν φαίνεται
να συμμετέχει.
• Στα 6-8 χρόνια περίπου, αυξάνει η έκκριση των
ανδρογονικών ορμονών από τα επινεφρίδια.
• Αυτό δε αναφέρεται ως αδρεναρχή.
25

Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού


συστήματος 4/15
• Αυτή την εποχή, η δευδροεπιανδροστερόνη και άλλα ασθενή
ανδρογόνα εκκρίνονται από τα επινεφρίδια, άσχετα από τον
τροφικό έλεγχο των ορμονών (δεν επισυμβαίνει αύξηση ούτε
στην ACTH, ούτε στην LH/FSH).
• Στην διάρκεια της αδρεναρχής, η συγκέντρωση των
ανδρογόνων είναι σημαντικά υψηλότερη από εκείνη που
συναντάμε στα μικρά παιδιά.
• Αυτή η αλλαγή συμβαίνει αρκετά χρόνια πριν από τα κλινικά
σημεία της εφηβείας, όπως η ανάπτυξη της τρίχωσης των
γεννητικών οργάνων, αλλά σε μερικά παιδιά παρατηρούνται
αυξήσεις των σμηγματογόνων και των αποκρινών αδένων με
ελαιώδες δέρμα και οσμή σώματος ενήλικα.
26
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 5/15
• Τα γεγονότα του υποθαλαμο-υποφυσιακου-γοναδικού
άξονα είναι καλύτερα κατανοητά απ’ ότι η έκκριση των
επινεφριδιακών ανδρογόνων.
• Φυσιολογικά, ο φλοιός των επινεφριδίων εκκρίνει DHEA,
DHEAs, και ανδροστενδιόνη σε αυξημένα ποσά στα 6-7
χρόνια στα κορίτσια και στα 7-8 χρόνια στα αγόρια.
• Αυξημένη έκκριση ανδρογόνων συνεχίζεται μέχρι τα
προχωρημένα στάδια της εφηβείας.
• Η αδρεναρχή παρατηρείται πριν από την γοναδαρχή.
• Η ηλικία της αδρεναρχής δεν επηρεάζει σημαντικά την
ηλικία της γοναδαρχής.
27

Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού


συστήματος 6/15
• Παρ’ ότι μερικοί ενδοκρινολόγοι θεωρούν την αδρεναρχή ότι
είναι ο αρχικός παράγων ελέγχου της έναρξης της εφηβείας,
άλλοι πιστεύουν ότι ο υπεύθυνος μηχανισμός είναι μία
αλλαγή στην ευαισθησία του συστήματος του αρνητικού
feedback.
• Ένα μέρος αυτού του συστήματος, το οποίο θεωρείται ότι
ευρίσκεται στον εγκέφαλο, και ονομάζεται γοναδοστάτης,
φαίνεται ότι είναι ευαίσθητο στις χαμηλές συγκεντρώσεις
των στεροειδών του φύλου στην διάρκεια της προεφηβικής
περιόδου.

28
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 7/15
• Στην εφηβεία, αλλά πριν την κλινικά ορατή της εμφάνιση, η
ευαισθησία του γοναδοστάτη αυξάνεται, ώστε χρειάζονται
υψηλότερες συγκεντρώσεις στεροειδών του φύλου για να
επιτευχθεί αρνητικό feedback.
• Λόγω αυτής της αλλαγής, εκκρίνονται μεγαλύτερα ποσά
γοναδοτροφινών, τα οποία οδηγούν σε μεγαλύτερη
παραγωγή στεροειδών του φύλου από τις γονάδες.
• Έτσι επιτυγχάνεται ένα νέο «setpoint» για τον γοναδοστάτη.

29

Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού


συστήματος 8/15
• Έτσι, στα προχωρημένα στάδια της προεφηβείας και κατά
την έναρξη της εφηβείας, συμβαίνει η αδρεναρχή και
επιτυγχάνεται ελάττωση της ευαισθησίας του γοναδοστάτη
στα στεροειδή του φύλου, που οδηγεί σε αυξημένες
συγκεντρώσεις της FSH, LH, ανδρογόνων και οιστρογόνων.
Σε αυτό το στάδιο, η συγκέντρωση των γοναδοτροφινών
είναι ελάχιστα υψηλότερη στην διάρκεια του ύπνου, απ’ ότι
στην εγρήγορση. Στο πρώτο στάδιο της εφηβείας, το θετικό
feedback δεν έχει ακόμη επιτευχθεί.

30
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 9/15
• Καθώς προχωρεί η εφηβεία, συμβαίνουν αλλαγές στις
συγκεντρώσεις η στο τύπο έκκρισης σε δύο σημαντικά
συστήματα έκκρισης.
• Στο υποθαλαμο-υποφυσιακό-γοναδικό σύστημα και
• Στο σύστημα της αυξητικής ορμόνης –IGF-1.
• H αλλαγή στον υποθαλαμο-υποφυσιακό-γοναδικό σύστημα
ονομάζεται γοναδαρχή.

31

Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού


συστήματος 10/15
• Στην διάρκεια του ύπνου, επισυμβαίνουν σημαντικές αυξήσεις
στην συγκέντρωση της FSH και της LH, αλλά χωρίς αύξηση της
μέσης συγκέντρωσης στην διάρκεια της εγρήγορσης.
• Επισυμβαίνει δε επεισοδιακή έκκριση των γοναδοτροφινών.
• Αυτή η αλλαγή ονομάστηκε ορμονική εφηβεία, καθώς τα
συμβάντα λαμβάνουν χώρα χωρίς εμφανή αύξηση του μεγέθους
των γονάδων.
• Συμπεραίνεται ότι στην διάρκεια των πρωιμότερων σταδίων αυτής
της φάσης, παρατηρείται αύξηση της έκκρισης της GnRH, με μικρή
η χωρίς καθόλου αύξηση των στεροειδών του φύλου.

32
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 11/15
• Στις γυναίκες, η αύξηση της οιστραδιόλης που προέρχεται
από την αυξημένη έκκριση της FSH και LH, δεν συμβαίνει
στην διάρκεια του ύπνου (όπως η τεστοστερόνη στους
άνδρες), αλλά παρατηρείται γύρω στις 3.00 με 5.00 μμ.
• Ο λόγος για αυτή την διαφορά σχετικά με το φύλο, δεν είναι
γνωστή.
• Τα πρώτα σημεία ήβης παρατηρούνται στα θήλεα σε αυτήν
την χρονική περίοδο.
• Η δε φάση αυτή καλείται πρώτο στάδιο της εφηβείας (early
puberty).

33

Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού


συστήματος 12/15
• Καθώς προχωρά η εφηβεία, και στα δύο φύλα, η
συγκέντρωση των γοναδοτροφινών και των στεροειδών του
φύλου, συνεχίζει να αυξάνεται.
• Στο μέσον της εφηβείας, η συγκέντρωση αυτών των ορμονών
αυξάνει στην διάρκεια της εγρήγορσης καθώς και στην
διάρκεια του ύπνου, αλλά η συγκέντρωση της LH και της FSH
και της τεστοστερόνης παραμένει σημαντικά αυξημένη στην
διάρκεια του ύπνου.
• Αργά το απόγευμα, η συγκέντρωση της οιστραδιόλης
παραμένει σημαντικά υψηλότερη απ’ ότι στην διάρκεια του
ύπνου.
34
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 13/15
• Έχει προταθεί ότι οι εκκριτικές αιχμές των γοναδοτροφινών
επισυμβαίνουν με χαμηλότερη συχνότητα στο προεφηβικό
παιδί, και αυξάνουν περίπου στα 90 λεπτά καθώς προχωρά η
εφηβεία.
• Επιπρόσθετα, το εύρος αυτών των αιχμών αυξάνεται
σημαντικά σε σύγκριση με τα πρώτα στάδια της εφηβείας
(early puberty).

35

Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού


συστήματος 14/15
• Στα τελευταία στάδια της εφηβείας (late puberty), το εύρος
των κυμάτων αυξάνει περαιτέρω.
• Οι συγκεντρώσεις αιχμής της LH και της FSH στην διάρκεια
του ύπνου, αυξάνουν περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Η
μέση συγκέντρωση τεστοστερόνης και οιστραδιόλης
αυξάνονται αλλά δεν ξεπερνούν τις τιμές των ενηλίκων.
• Σε αυτό το χρονικό διάστημα, η μέγιστη αύξηση του ύψους
(peak height velocity) έχει επιτευχθεί στα περισσότερα
άτομα.

36
Ανάπτυξη του υποθαλαμο-υποφυσιακού
συστήματος 15/15
• Στις γυναίκες, η μέγιστη αύξηση του ύψους (peak height
velocity) και οι μέγιστες τιμές οιστραδιόλης συμπίπτουν.
• Στους άνδρες, η μέγιστη αύξηση του ύψους και το 45% της
μέγιστης συγκέντρωσης της τεστοστερόνης συμπίπτουν.
• Στο τέλος της εφηβείας, η συγκέντρωση των γοναδοτροφινών
και των στεροειδών του φύλου είναι η αυτή στην διάρκεια
του ύπνου και της εγρήγορσης.
• Η εξαφάνιση του φαινομένου της αύξησης των ορμονών στην
διάρκεια του ύπνου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέθοδος
για να καθορισθεί το τέλος της εφηβικής διαδικασίας.

37

Γοναδικές αλλαγές στην εφηβεία


• Είναι γνωστό ότι η SHBG δεσμεύει ως μεταφορική πρωτεΐνη τα
περισσότερα από τα στεροειδή του φύλου στο αίμα.
• Η συγκέντρωση της SHBG ελαττώνεται στην εφηβεία και το ποσό
των στεροειδών του φύλου αυξάνει.
• Αυτό μπορεί να παίζει ρόλο στην ταχύτητα προόδου της εφηβείας.
• Στην διάρκεια της εφηβικής ανάπτυξης, αναπτύσσεται στα θήλεα
θετικό feedback.
• Σε πολλά ωστόσο, δεν εφαρμόζεται εντελώς, παρά μόνον μετά από
αρκετά χρόνια από την έναρξη της εμμήνου ρύσεως, πράγμα που
εξηγεί τις διαταραχές στον τρόπο επέλευσης της περιόδου σε
πολλές νέες γυναίκες (ανωορρηκτικοί κύκλοι).

38
Αλλαγές στην αυξητική ορμόνη (growth
hormone-GH) 1/4
• Στην παιδική ηλικία, η έκκριση της αυξητικής ορμόνης συμβαίνει
κυρίως στην διάρκεια του ύπνου.
• Η GH εκκρίνεται επεισοδιακά, τα δε κύματα έκκρισης σχετίζονται
με τον ύπνο βραδέων κυμάτων (slow wave sleep, SWS).
• Στην εγρήγορση, τα κύματα έκκρισης GH είναι μικρού μεγέθους και
συχνότητας.
• Στα πρώτα στάδια της εφηβείας, υπάρχει μικρή αλλαγή στον τύπο
αυτό της έκκρισης της GH.
• Ωστόσο, κάποια αύξηση του εύρους των αιχμών επισυμβαίνει στην
εγρήγορση.

39

Αλλαγές στην αυξητική ορμόνη (growth


hormone-GH) 2/4
• Στα μέσα της εφηβείας, τα εκκριτικά επεισόδια παρατηρούνται τόσο
στον ύπνο όσο και στην εγρήγορση. Και το εύρος και η διάρκεια των
αιχμών αυξάνουν σημαντικά, αλλά η συχνότητα των κυμάτων
παραμένει αναλλοίωτος και ακόμη σχετίζεται με τον SWS (ανά 90
λεπτά).
• Στα προχωρημένα στάδια της εφηβείας, οι συχνές αιχμές στην
διάρκεια της εγρήγορσης είναι μεγαλύτερου εύρους από εκείνες που
επισυμβαίνουν στο μέσον της εφηβείας. Τα κύματα του SWS επίσης
είναι μεγαλύτερου μεγέθους αλλά της αυτής συχνότητας με εκείνα
που παρατηρούνται σε πρωιμότερα στάδια.

40
Αλλαγές στην αυξητική ορμόνη (growth
hormone-GH) 3/4
• Είναι γνωστό ότι η GH δρα μέσω της παραγωγής IGF-1 (ήπαρ).
• Τα επίπεδα του IGF-1 αυξάνονται σημαντικά κατά την διάρκεια
της εφηβείας. Οι υψηλότερες συγκεντρώσεις του IGF-1
συμπίπτουν με την μέγιστη αύξηση του ύψους και στους
άνδρες και στις γυναίκες.

41

Αλλαγές στην αυξητική ορμόνη (growth


hormone-GH) 4/4
• Στους ενήλικες, ωστόσο, τα εκκριτικά κύματα της GH, δεν
είναι σημαντικά διαφορετικά από εκείνα που φαίνονται
στην διάρκεια της παιδικής ηλικίας.
• Έτσι, λίγες αιχμές επισυμβαίνουν στην εγρήγορση, και η
έκκριση σχετίζεται περισσότερο με τον ύπνο.
• Άρα, στους ενήλικες, η έκκριση της αυξητικής ορμόνης
μοιάζει με εκείνη του προεφηβικού παιδιού.

42
Άλλες ορμονικές αλλαγές στην διάρκεια
της εφηβείας 1/4
ACTH και κορτιζόλη
• Είναι γνωστόν ότι η έκκριση της ACTH και της κορτιζόλης έχουν
χαρακτηριστικό νυχθημερήσιο ρυθμό, και το μεγαλύτερο ποσό της
ACTH και της κορτιζόλης εκκρίνεται μεταξύ των 4.00 και 8.00 το
πρωί. Περίπου τα μεσάνυχτα, η συγκέντρωση της κορτιζόλης
πέφτει σε σχεδόν μη ανιχνεύσιμα επίπεδα και παραμένει χαμηλή
για αρκετές ώρες.
• Δεν επισυμβαίνουν σημαντικές αλλαγές σε αυτό τον τρόπο
έκκρισης στην διάρκεια της εφηβείας.
• Η έκκριση της κορτιζόλης φαίνεται ότι είναι συνδεδεμένη με τον
χρόνο του ωρολογίου παρά με τον ύπνο.

43

Άλλες ορμονικές αλλαγές στην διάρκεια


της εφηβείας 2/4
Προλακτίνη (PRL)
• Η προλακτίνη εκκρίνεται επεισοδιακά στην διάρκεια της
παιδικής ηλικίας και ο τύπος της έκκρισης μοιάζει με αυτόν
της GH, με την περισσότερη έκκριση στην διάρκεια του
ύπνου. Αυτός ο τύπος έκκρισης, που έχει εγκατασταθεί από
την ηλικία των 3-6 ετών, δεν μοιάζει να αλλάζει κατά την
διάρκεια της εφηβείας. Τα βασικά επίπεδα PRL είναι
υψηλότερα στις γυναίκες απ’ ότι στους άνδρες.

44
Άλλες ορμονικές αλλαγές στην διάρκεια
της εφηβείας 3/4
Θυρεοειδοτρόπος (TSH)
• Η έκκριση της TSH είναι παρόμοια με εκείνη της PRL, με την
μεγαλύτερη έκκριση να παρατηρείται κατά την διάρκεια του ύπνου,
και σε μικρότερα ποσά στην εγρήγορση. Δεν παρατηρείται αλλαγή
στην έκκριση της TSH στην διάρκεια της εφηβείας.
• Εν τούτοις, μικρές αυξήσεις επισυμβαίνουν στην συγκέντρωση της
ολικής θυροξίνης (Τ4), της τριιωδοθυρονίνης (Τ3), και της
δεσμευτικής των θυρεοειδικών ορμονών σφαιρίνης (TBG) και όλα
αυτά παρατηρούνται στην διάρκεια της αυξημένης εφηβικής
ανάπτυξης. Δεν ανευρίσκεται αλλαγή στην ελεύθερη Τ4 στην
διάρκεια της εφηβείας.

45

Άλλες ορμονικές αλλαγές στην διάρκεια


της εφηβείας 4/4
Ινσουλίνη και γλυκαγόνη
• Δεν έχουν δειχθεί αλλαγές τόσο για την ινσουλίνη όσο και
για την γλυκαγόνη στην διάρκεια της εφηβείας.
• Αλλά φαίνεται ότι σε φυσιολογικούς εφήβους σε σύγκριση με
τα παιδιά και τους μετεφήβους, παρατηρείται στην μία
ελάττωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη.

46
Τα περί την τρίτη κοιλία όργανα

“Gray715”, από Quibik διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


47

Δημιουργία της μελατονίνης

“Tryptophan metabolism”, από WolfRAMM


διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 48
Μελατονίνη 1/4
• Η επίφυση παίζει σημαντικό ρόλο στην αναπαραγωγική
ενδοκρινολογία. Η επίφυση ρυθμίζει τις εποχιακές αλλαγές
στην αναπαραγωγική λειτουργία των ζώων που εμφανίζουν
τέτοια χαρακτηριστικά. Στους ανθρώπους παρ’ ότι δεν
ποικίλουν αναπαραγωγικά με την εποχή του έτους, ο ρόλος
της επίφυσης είναι σημαντικός. Δεν συμφωνούν όλοι οι
ερευνητές, αλλά τα δεδομένα δείχνουν ότι η επίφυση μπορεί
να είναι σημαντική στην σεξουαλική ωρίμανση.

49

Μελατονίνη 2/4
• Αυξημένα επίπεδα μελατονίνης-χαρακτηριστικό της προεφηβικής
ηλικίας μπορεί να διατηρήσει τον υποθαλαμο-υποφυσιακό-γοναδικό
άξονα σε ηρεμία. Έτσι ασκείται ανασταλτική επίδραση στην εφηβική
ανάπτυξη. Κατόπιν, τα ελαττούμενα επίπεδα ορού της μελατονίνης με
την αύξηση της ηλικίας θα οδηγήσουν σε ενεργοποίηση της
υποθαλαμικής επεισοδιακής έκκρισης της GnRH – και κατά συνέπεια
και του αναπαραγωγικού άξονα – με αποτέλεσμα την έναρξη των
εφηβικών φαινομένων. Ο ρυθμός παραγωγής μελατονίνης δεν
αλλάζει με την ηλικία και φυσιολογικά δεν υπάρχει αύξηση του
μεγέθους της επίφυσης από την ηλικία του πρώτου ως το δέκατο
πέμπτο έτος, όπως φαίνεται σε NMR μελέτες.
• Η ελάττωση των συγκεντρώσεων της μελατονίνης θεωρήθηκε ότι
οφείλεται στην αύξηση της μάζας σώματος που χαρακτηρίζει τους
ανθρώπους που μεγαλώνουν. 50
Μελατονίνη 3/4
• Στο παρελθόν, σε πειραματόζωα, θεωρήθηκε ότι η επίφυση
μπορεί να παράγει μία αντιγοναδοτροφική ορμόνη.
• Καθώς επιφυσιακοί όγκοι της επίφυσης έχουν συσχετισθεί με
πρώιμη ήβη, θεωρήθηκε ότι η επίφυση παράγει μία ουσία η οποία
ελέγχει την σεξουαλική ωρίμανση.
• Οι Kitay και συν. αρχικά ανέφεραν ότι καταστρεπτικοί όγκοι
συνδυάζονται με πρώιμη εφηβεία, ενώ υπερεκκριτικοί όγκοι του
αδένα με καθυστέρηση της εφηβείας.
• Μη αλλαγή της επίφυσης έχει συνδυασθεί με φυσιολογική ήβη.
• Σήμερα πιστεύεται, ότι στα ζώα, η μητρική επίφυση φαίνεται ότι
επηρεάζει την γοναδική και γεννητική ανάπτυξη των απογόνων,
ωστόσο αυτό δεν έχει αποδειχθεί στους ανθρώπους.
51

Μελατονίνη 4/4
• Η επίφυση φαινομενικά δεν επηρεάζει την ανθρώπινη
αναπαραγωγή μόνο στο υποθάλαμο-υποφυσιακό επίπεδο,
με την αναστολή της επεισοδιακής έκκρισης της GnRH, αλλά
και στο γοναδικό επίπεδο, όπου έχουν ανευρεθεί υποδοχείς
μελατονίνης.
• Η μελατονίνη ευρέθη να αυξάνει τα επίπεδα PRL του ορού
εξασκώντας με αυτό τον τρόπο αντιγοναδοτροφική δράση.
• Επίσης, έχει αναφερθεί ότι η μελατονίνη εμπλέκεται στον
έλεγχο της μηνιαίας κυκλικότητας.

52
Λεπτίνη 1/3
• Παράγεται από τα λιποκύτταρα.
• Αναστέλλει την όρεξη.
• Αλληλεπιδρά με τον υποθάλαμο.
• Επίμυες, γενετικά ελλιπείς σε ob γονίδιο (ob-/ob-) δεν
εισέρχονται σε εφηβεία.
• Σε μία οικογένεια αναφέρεται ότι ένα αγόρι 9 ετών, ήταν
πολύ παχύσαρκο με οστική ηλικία 13 ετών, χωρίς
επεισοδιακή έκκριση GnRH. Με θεραπεία με λεπτίνη,
εμφανίστηκαν αιχμές FSH/LH και εισήλθε στην εφηβεία.
• Η λεπτίνη μπορεί να είναι ο παράγων που δεν γνωρίζουμε ο
οποίος πυροδοτεί την εφηβεία.

53

Λεπτίνη 2/3
Η λεπτίνη στην σεξουαλική ωρίμανση και στην εφηβεία
• Η λεπτίνη, το προϊόν του ob γονιδίου, είναι γνωστό ότι εμπλέκεται
στην ρύθμιση του βάρους του σώματος στα τρωκτικά, στα θηλαστικά
και στους ανθρώπους.
• Ο λευκός λιπώδης ιστός και ο πλακούς είναι οι κύριοι τόποι
παραγωγής της λεπτίνης.
• Η λεπτίνη φαίνεται ότι παίζει ρόλο κλειδί στον έλεγχο των αποθεμάτων
λίπους με συνδυασμένη ρύθμιση της συμπεριφοράς τροφής, του
ρυθμού του μεταβολισμού, του αυτονόμου νευρικού συστήματος και
της ισορροπίας του ενεργειακού δυναμικού του σώματος.
• Εκτός των ανωτέρω λειτουργιών, η λεπτίνη στο ΚΝΣ μπορεί να είναι
ένας από τους ορμονικούς παράγοντες οι οποίοι σηματοδοτούν το ότι
ο εγκέφαλος είναι έτοιμος για την σεξουαλική ωρίμανση και
αναπαραγωγή.
54
Λεπτίνη 3/3
• Οι συγκεντρώσεις της λεπτίνης στο αίμα αλλάζουν στην διάρκεια της
εφηβικής ανάπτυξης στα τρωκτικά, στα θηλαστικά και στους
ανθρώπους.
• Στα κορίτσια, οι συγκεντρώσεις αίματος της λεπτίνης αυξάνουν
δραματικά με την πρόοδο της εφηβικής ανάπτυξης.
• Η αύξηση των επιπέδων λεπτίνης είναι παράλληλος της αύξησης της
μάζας του σωματικού λίπους. Αντίθετα, στα αγόρια, τα επίπεδα της
λεπτίνης αυξάνουν αμέσως πριν και μετά την έναρξη των πρώτων
σταδίων της εφηβείας, και κατόπιν ελαττώνονται. Η ελάττωση των
επιπέδων της λεπτίνης στα προχωρημένα στάδια της εφηβείας,
συνοδεύει την αυξημένη παραγωγή ανδρογόνων που παρατηρούνται
σε αυτό το χρονικό διάστημα, και αντανακλά την αναστολή της
λεπτίνης από την τεστοστερόνη.
• Η τεστοστερόνη δε, είναι γνωστόν ότι αναστέλλει την σύνθεση
λεπτίνης από τα λιποκύτταρα, τόσο in vivo όσο και in vitro. 55

Γκρελίνη 1/2
• Η γκρελίνη ανακαλύφθηκε στα 1999, ως ενδογενής
σύνδεσμος του εκκριτικού υποδοχέα της GH (GHSR) και
άνοιξε νέους ορίζοντες στην έρευνα και την κατανόηση των
ρυθμιστικών μηχανισμών αρκετών νευροενδοκρινικών
συστημάτων συμπεριλαμβανομένων της αύξησης και της
ενεργειακής ομοιοσυστασίας.
• Είναι θεμιτό και συναρπαστικό να υποθέσουμε ότι η γκρελίνη
μπορεί να δρα ως ρυθμιστής της αναπαραγωγικής
λειτουργίας.

56
Γκρελίνη 2/2
• Παρ’ ότι η ανωτέρω υπόθεση δεν έχει ακόμη ερευνηθεί,
πρόσφατες ενδείξεις από πειράματα ζώων, συμπεραίνουν ότι η
γκρελίνη μπορεί πραγματικά να δρα ως μεταβολικός ρυθμιστής
του γοναδοτροφικού άξονα, με πρωταρχικά ανασταλτικές
δράσεις, ως σηματοδότης ενεργειακού ελλείμματος.
• Έτσι, έχει αναφερθεί αναστολή της LH και μερική καταστολή της
έναρξης της φυσιολογικής εφηβείας.
• Απ’ ευθείας δράσεις στις γονάδες έχουν αναφερθεί στα ζώα.
• Η γκρελίνη και η λεπτίνη μπορεί να συνεργάζονται με άλλους
νευροενδοκρινικούς ρυθμιστές στο διττό έλεγχο της ενεργειακής
ισορροπίας και αναπαραγωγής.

57

Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης


εφηβείας 1/9
• Υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην νευροενδοκρινολογία
της εφηβείας ανάμεσα στα είδη.
• Το υποθαλαμικό –LHRH (GnRH)-υποφυσιακο-γοναδοτροφικό
σύμπλεγμα είναι λειτουργικό τουλάχιστον από την ηλικία 0.3
της κύησης. Μέχρι περίπου τους 3 μήνες για τα αγόρια και
12-24 μήνες για τα κορίτσια, οι όρχεις και οι ωοθήκες
απαντούν στην αυξημένη LH για τα αγόρια και την FSH για τα
κορίτσια εκκρίνοντας τεστοστερόνη και οιστραδιόλη
αντίστοιχα, επιτυγχάνοντας επίπεδα που δεν επιτυγχάνονται
επίσης στην έναρξη της εφηβείας.

58
Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης
εφηβείας 2/9
• Αρκετά χαρακτηριστικά είναι εντυπωσιακά για τον
ενεργοποιητή των αιχμών.
• Η ανάπτυξή του και η λειτουργία του στο έμβρυο.
• Η συνεχιζόμενη λειτουργία του ενεργοποιητή των αιχμών
LHRH-γοναδοτροφινών-γοναδικού άξονα στην νεογνική
ηλικία.

59

Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης


εφηβείας 3/9
• Η βαθμιαία ελάττωση της δραστηριότητος του ωρολογιακού LHRH
στην προχωρημένη νεογνική ηλικία.
• Η ελάττωση της λειτουργίας του στην παιδική ηλικία (νεογνική-
παιδική παύση).
• Στη διάρκεια της προχωρημένης παιδικής ηλικίας η βαθμιαία
απελευθέρωση και επανενεργοποίηση του ενεργοποιητή αιχμών
LHRH.
• Η αύξηση του εύρους των αιχμών της LHRH καθώς προσεγγίζουμε
την εφηβεία.
• Ο μηχανισμός του ΚΝΣ για την αναστολή του ενεργοποιητή των
αιχμών της LHRH στην διάρκεια της νεογνικής παύσης λειτουργίας,
περιλαμβάνει τον ανασταλτικό μεταβιβαστή GABA. Η έναρξη της
εφηβείας συνδυάζεται με μία πτώση των επιπέδων του
νευρομεταβιβαστού GABA. 60
Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης
εφηβείας 4/9
• Μετά την πτώση της νευρομεταβίβασης GABA, υπάρχει
ταυτόχρονη αύξηση στην είσοδο των διεγερτικών
αμινοξέων (συμπεριλαμβανομένου και του γλουταμικού)
και πιθανώς των αυξητικών παραγόντων που προέρχονται
από τα αστρογλιακά κύτταρα.
• Αρκετά άλλα κεντρικά και περιφερικά μηνύματα ρυθμίζουν
τις δραστηριότητες των GnRH νευρώνων για την έναρξη της
εφηβείας.

61

Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης


εφηβείας 5/9
• Η νορ-επινεφρίνη (ΝΕ) και το νευροπεπτίδιο Y (NPY) φαίνεται ότι
είναι διεγερτικά, ενώ η β-ενδορφίνη και η ιντερλευκίνη-1 είναι
ανασταλτικά. Η γαλανίνη είναι δυνατόν επίσης να παίζει κάποιο
ρόλο.
• Επίσης άγνωστοι παράγοντες που δεν έχουν ακόμη απομονωθεί
μπορεί επίσης να ενέχονται.
• Μεγάλα κενά στην γνώση μας απομένουν όσον αφορά τους
νευροβιολογικούς, γενετικούς και περιβαλλοντικούς μηχανισμούς
που ενέχονται στον έλεγχο της εφηβείας.
• Περισσότερες δε μελέτες χρειάζονται για να αποκαλύψουν τον
τρόπο και τα ερεθίσματα της διέγερσης του ενεργοποιητή της
GnRH.
62
Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης
εφηβείας 6/9
• Οι νευρώνες που χρησιμοποιούν διεγερτικά και
ανασταλτικά αμινοξέα ως νευρομεταβιβαστές
αναπαριστούν μεγάλους ρυθμιστές στον διασυναπτικό
έλεγχο της εφηβείας.
• Η έναρξη της εφηβείας ωστόσο χρειάζεται τόσο τις
διασυναπτικές αλλαγές επικοινωνίας, αλλά και την
ενεργοποίηση σημάτων γλοιακών και νευρικών κυττάρων.
• Τα κύτταρα της γλοίας χρησιμοποιούν ένα συνδυασμό
τροφικών παραγόντων και μικρά σημαντικά μόρια για να
ρυθμίσουν την νευρωνική λειτουργία και να πυροδοτήσουν
την εφηβεία.
63

Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης


εφηβείας 7/9
• Ελάττωση στο GABA και αύξηση στο γλουταμικό προκαλεί
έναρξη των γεγονότων που πυροδοτούν την εφηβεία.
• Τα κύτταρα της γλοίας διευκολύνουν την έκκριση της GnRH
μέσω κυττάρων και κυτταρικών κυκλωμάτων κυρίως μέσω
οικογενειών τροφικών παραγόντων όπως EGF και TGF.
• Ταυτόχρονα διέγερση της διασυναπτικής και της νευρωνο-
γλοιακής επικοινωνίας χρειάζεται για την έναρξη και την
συνέχιση της διαδικασίας της εφηβείας.

64
Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης
εφηβείας 8/9
• Δυνητικός παράγων έναρξης της εφηβείας έχει θεωρηθεί, ο
KISS1, ένα ανθρώπινο κατασταλτικό ογκογονίδιο στον τόπο
19p13.3 που κωδικοποιεί για την μεταστίνη (η κισπεπτίνη),
ένα πεπτίδιο 145-ΑΑ.
• Η μεταστατίνη είναι ένας ενδογενής αγωνιστής για το
CPR54, ένα G9/11-υποδοχέας της οικογενείας της
ροδοψίνης (υποδοχέας της μεταστατίνης) ο οποίος
ευρίσκεται στον εγκέφαλο, ιδίως στον υποθάλαμο, τα βασικά
γάγγλια και τον πλακούντα.
• Τα επίπεδα mRNA του KISS1 αυξάνουν με την εφηβεία στα
θηλαστικά (πίθηκοι).
65

Η νευροενδοκρινολογία της ανθρώπινης


εφηβείας 9/9
• Τα επίπεδα mRNA του KISS1 αυξάνουν με την εφηβεία στα
θηλαστικά (πίθηκοι).
• Χορήγηση KISS1 μέσω διεγκεφαλικών καθετήρων στην GnRH
σε θηλυκούς πιθήκους, διεγείρουν την έκκριση της GnRH η
οποία καταστέλλεται με ανταγωνιστή της GnRH.
• H KISS μέσω σημάτων δια του GPR54 υποδοχέα μπορεί να
ενεργοποιηθεί στο τέλος της νεανικής φάσης ηρεμίας
(juvenile pause) και να συνεισφέρει στην επεισοδιακή
έκκριση της GnRH.

66
Φυσικές αλλαγές στην εφηβεία 1/4
• Η φυσική εκτίμηση είναι απαραίτητη στο να καθορισθεί ότι έγινε
έναρξη της εφηβείας και ότι αυτή συνεχίζεται.
Αλλαγές στα κορίτσια
• Το πρώτο σημείο είναι αύξηση στην ταχύτητα ανάπτυξης.
• Αλλά στην κλινική πράξη, η ανάπτυξη του στήθους είναι το πρώτο
σημείο και διεγείρεται από τα ωοθηκικά οιστρογόνα.
• Υπάρχουν «στανταρισμένα» μεγέθη για αλλαγές στην διάμετρο της
θηλής.
• Η διάμετρος της θηλής αλλάζει από τα στάδια Β1 σε Β3 (κατά
μέσον όρο 3-4 mm), αλλά μεγεθύνεται σημαντικά στα επόμενα
στάδια (7.4 mm στο Β4 μέχρι 10mm στο Β5).

67

Φυσικές αλλαγές στην εφηβεία 2/4


• Οι θηλές γίνονται πιο μελαγχρωτικές και στυτικές καθώς προχωρά
η εφηβεία. Παρατηρείται διόγκωση των μικρών χειλέων, dulling
του κολπικού βλεννογόνου και παραγωγή καθαρής η ελαφρά
λευκωπής έκκρισης πριν από την εμμηνορρυσία.
Στάδια μαστών
• Β1 ανόρθωση των θηλών.
• Β2 Bud μαστών.
• Β3 διαπλάτυνση της διαμέτρου της άλω.
• Β4 προβολή της άλω και της θηλής πάνω από το στήθος.
• Β5 ώριμο στάδιο, προβολή μόνο της θηλής, υποστροφή της άλω.

68
Φυσικές αλλαγές στην εφηβεία 3/4
Τρίχωση του εφηβαίου (καθορίζεται κυρίως από επινεφριδιακή και
ωοθηκική έκκριση).
o P1 (προεφηβικό)-χωρίς εφηβική τρίχωση.
o P2 αραιή αύξηση μακριών ελαφρά μελαγχρωματικών τριχών, ίσιων
η ελαφρά κατσαρών-κύρια στα μεγάλα χείλη.
o P3 η τρίχωση είναι σκουρότερη, τραχύτερη και περισσότερο
κατσαρή.
o P4 η τρίχωση είναι τώρα ενήλικου τύπου, ωστόσο η καλυπτόμενη
περιοχή είναι μικρότερη των ενηλίκων χωρίς εξάπλωση στην μέση
επιφάνεια των μηρών.
o P5 η τρίχωση είναι τύπου ενήλικος τόσο σε τύπο, όσο και σε
ποσότητα-ανεστραμμένο τρίγωνο κλασσικού θήλεος τύπου.

69

Φυσικές αλλαγές στην εφηβεία 4/4


• Μέγεθος μήτρας
Η αναλογία πυθμένα/τραχήλου αυξάνει λόγω διέγερσης από
τα οιστρογόνα και η μήτρα επιμηκύνεται.
• Ωοθήκες
Διαπλατύνονται από <1 σε 2-10 ml. Μικρές κύστεις μπορεί να
παρουσιαστούν αλλά συνήθως η όψη δεν είναι πολυκυστική.

70
Ανάπτυξη δευτερογενών χαρακτηριστικών
στα κορίτσια - συγκρίσεις

71
“Tanner scale-female”, από M.Komorniczak διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Ανάπτυξη δευτερογενών χαρακτηριστικών στα


αγόρια - συγκρίσεις

72
“Tanner scale-male”, από J.McHardy διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Ηλικία έναρξης της εφηβείας και εφηβική
ανάπτυξη 1/4
• Μία πολύ μεγάλη μελέτη στις ΗΠΑ (17070 κορίτσια) έδειξε ότι:
o 3% των λευκών στα 6 χρόνια ήταν Β2,
o 5% των λευκών στα 7 χρόνια ήταν Β2,
o 6.4% των μαύρων στα 6 χρόνια ήταν Β2,
o 15.4% των μαύρων στα 7 χρόνια ήταν Β2.
• Έτσι η πρώιμη ήβη καθορίζεται ως η ανάπτυξη των δευτερογενών
χαρακτηριστικών που αρχίζει πριν από τα 6 χρόνια στους
μαύρους και πριν από τα 7 χρόνια στους λευκούς, σε υγιή κατά τα
άλλα άτομα.

73

Ηλικία έναρξης της εφηβείας και εφηβική


ανάπτυξη 2/4
• Η ηλικία των 9 ετών εκλαμβάνεται ως το χαμηλότερο όριο της
εφηβικής ανάπτυξης.
• Η εφηβική αύξηση της ανάπτυξης (αύξηση της ταχύτητας
ανάπτυξης):
o Αρχίζει στην αρχή της εφηβείας.
o Έχει ως επί το πλείστον ολοκληρωθεί με την εμφάνιση της
εμμηνορρυσίας.
o Αυξάνει το εύρος της GH.
o Ο IGF-1 αυξάνει-οι υψηλότερες τιμές IGF-1επιτυγχάνονται ένα
χρόνο μετά την μεγαλύτερη ταχύτητα ανάπτυξης και παραμένουν
πάνω από τα φυσιολογικά επίπεδα για 4 χρόνια μετά.
• Τα οιστρογόνα παίζουν ρόλο κλειδί στην προώθηση της οστικής
ηλικίας και της οστικής πυκνότητας, καθώς διεγείρουν την ωρίμανση
των χονδροκυττάρων και οστεοβλαστών.
74
Ηλικία έναρξης της εφηβείας και εφηβική
ανάπτυξη 3/4
• Η σύσταση του σώματος αλλάζει στην εφηβεία-ειδικά η
μάζα σώματος, η σκελετική μάζα και το λίπος σώματος.
• Τα αγόρια και τα κορίτσια αρχίζουν με ίση μάζα σώματος
(lean body mass), σκελετική μάζα και μάζα μυός.
• Η κορυφαία τιμή εναπόθεσης αλάτων είναι:
o 14-16 χρόνια (κορίτσια).
o 17.5 χρόνια (αγόρια).
o Η μέτρια άσκηση διεγείρει την εναπόθεση αλάτων.

75

Ηλικία έναρξης της εφηβείας και εφηβική


ανάπτυξη 4/4
Η υπερβολική άσκηση οδηγεί στην:
• Αθλητική τριάδα
o Αμηνόρροια λόγω άσκησης.
o Πρόωρη οστεοπόρωση.
o Διαταραχή πρόσληψης τροφής.
• Άλλες αλλαγές
o Σμηγματορροϊκή δερματίτις, περιοδοντική νόσος,
αντίσταση στην ινσουλίνη (σε εφήβους αυξάνει λόγω της
αύξησης της GH).

76
Μεταβολικές αλλαγές στην διάρκεια της
εφηβείας
Αλλαγές σε εργαστηριακά ευρήματα.
• Στα αγόρια αυξάνεται ο αιματοκρίτης και ελαττώνεται η HDL
λόγω αυξημένης τεστοτερόνης.
• Και στα αγόρια και στα κορίτσια αυξάνεται η ALP λόγω
αυξημένης τεστοστερόνης.
• Ο IGF-1 όπως αναφέρθηκε αυξάνεται.
• Στα αγόρια τα αυξημένα επίπεδα του PSA είναι ένδειξη της
έναρξης της εφηβείας.

77

Διαταραχές της εφηβείας


• Περιλαμβάνουν τον χρόνο και τον ρυθμό της εφηβείας και
την ποιότητα της ωρίμανσης.
• Πρώιμος ήβη
Τείνει να είναι καλοήθης ή ιδιοπαθής στα θήλεα, αλλά
παθολογική στα άρρενα άτομα.
• Η καθυστέρηση της σεξουαλικής ανάπτυξης τείνει να είναι
παθολογική στα κορίτσια και καλοήθης/μη παθολογική στα
αγόρια.

78
Πρώιμος ήβη
• Πρώιμος ήβη θεωρείται όταν τα φυσικά σημεία εφηβείας αρχίζουν
στα 8 χρόνια για τα κορίτσια και στα 9.5 χρόνια για τα αγόρια.
• Ισοφυλετική πρώιμος ήβη - φαινοτυπικά σωστά πρωτογενή και
δευτερογενή χαρακτηριστικά.
• Ετεροφυλετική πρώιμος ήβη - φυσικές αλλαγές αντιθέτου φύλου,
λόγω αυξημένων οιστρογόνων στα αγόρια και αυξημένων
ανδρογόνων στα κορίτσια .
• Η ολική (τελεία) πρώιμος ήβη οφείλεται σε πρόωρη
δραστηριοποίηση του ενεργοποιητή της GnRH.
• Η ατελής (μεμονωμένη ανάπτυξη μαστών η ηβικής τριχώσεως-
ψευδοπρώιμος) οφείλεται σε μεγάλη ομάδα διαταραχών. Δεν
οφείλεται σε πρώιμη ενεργοποίηση του νευροενδοκρινικού
συστήματος, αλλά σε εξωγενή η ενδογενή γοναδικά στεροειδή.
79

Καθυστέρηση της εφηβείας 1/2


• Απουσία των φυσικών χαρακτηριστικών της ήβης στην ηλικία των
13 ετών για τα κορίτσια και 14 χρονών για τα αγόρια.
• Η καθυστέρηση της εφηβείας χρειάζεται διαγνωστική
αξιολόγηση.
• Ιδίως αν υπάρχει καθυστέρηση 5 ετών από την έναρξη της
εφηβείας και της εμμηναρχής.
• Στα κορίτσια το 3% έχουν καθυστέρηση στην ανάπτυξη των
σεξολογικών χαρακτηριστικών.

80
Καθυστέρηση της εφηβείας 2/2
• Απλή καθυστέρηση της εφηβείας (constitutional delay).
• Η πιο συχνή αιτία χαμηλού αναστήματος και σεξουαλικού
παιδισμού στους εφήβους.
• Είναι το 1/3 των διαταραχών αύξησης σώματος.
• Slow growers, late bloomers.
• Παρουσιάζουν καθυστέρηση της σκελετικής ωρίμανσης.
• Καθυστέρηση της σεξουαλικής ανάπτυξης.
• Θετικό οικογενειακό ιστορικό.

81

Ενότητα 14: Αναπνευστικό σύστημα


Διατήρηση μεταβολικών λειτουργιών 1/2
• Η διατήρηση των μεταβολικών λειτουργιών του οργανισμού
επιτυγχάνεται με τη συνεχή προσφορά θρεπτικών ουσιών και
οξυγόνου στα κύτταρα, καθώς και με τη συνεχή
απομάκρυνση των προϊόντων του μεταβολισμού από τον
οργανισμό. Άλλωστε, όπως είναι γνωστό, οι οξειδωτικές
διασπάσεις των θρεπτικών ουσιών γίνονται μόνο με την
παρουσία οξυγόνου και δίνουν ως τελικά προϊόντα CΟ2 και
Η2Ο.

Διατήρηση μεταβολικών λειτουργιών 2/2


• Τις συνθήκες ισορροπίας του συστήματος παραγωγής
ενέργειας εξασφαλίζουν:
o Η ανταλλαγή, ουσιών ανάμεσα στα κύτταρα και στο
μεσοκυττάριο υγρό (που αποτελεί και το φυσικό τους
περιβάλλον).
o Η ανταλλαγή ουσιών ανάμεσα στο μεσοκυττάριο υγρό και
στο αίμα.
o Η πρόσληψη θρεπτικών ουσιών και οξυγόνου από το αίμα
(που είναι ο τόπος παραγωγής ή απορροφήσεως τους) και η
αποβολή άχρηστων προϊόντων του μεταβολισμού από αυτό
(που είναι ο τόπος απεκκρίσεώς τους).
Εσωτερική και εξωτερική αναπνοή
• Το τμήμα διεργασίας της ανταλλαγής της ύλης, που σχετίζεται με
την ανταλλαγή των αναπνευστικών αερίων Ο2 και CΟ2 μεταξύ
περιβάλλοντος και του οργανισμού, αποτελεί τη λειτουργία της
αναπνοής, η οποία διακρίνεται στην εσωτερική και την εξωτερική
αναπνοή.
• Η εσωτερική αναπνοή. Πρόκειται την ανταλλαγή των
αναπνευστικών αερίων μεταξύ των κυττάρων και του
εξωκυττάριου υγρού καθώς και των μεταβολικών αντιδράσεων
που συμβαίνουν μέσα στα κύτταρα και που σχετίζονται με το Ο2
και το CO2.
• Η εξωτερική αναπνοή. Αφορά την ανταλλαγή των αναπνευστικών
αερίων μεταξύ του σώματος και του εξωτερικού περιβάλλοντος
του οργανισμού, η οποία γίνεται στους πνεύμονες.

Μεταφορά των αναπνευστικών αερίων


• Η μεταφορά των αναπνευστικών αερίων από τον τόπο της
προσλήψεως τους στον τόπο της αποδόσεως τους γίνεται με
το αίμα που είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ εσωτερικής και
εξωτερικής αναπνοής.
• Το αναπνευστικό σύστημα εξυπηρετεί την εξωτερική
αναπνοή.
Ανατομική του αναπνευστικού
συστήματος
• Το αναπνευστικό σύστημα αρχίζει από τη ρινική και τη στοματική
κοιλότητα και υποδιαιρείται από λειτουργική άποψη σε τμήματα,
τους αεραγωγούς και την περιοχή ανταλλαγής των αερίων.
• Οι αεραγωγοί.
Στο τμήμα των αεραγωγών ανήκουν: Η ρινική και η στοματική
κοιλότητα ένα τμήμα του φάρυγγα, ο λάρυγγας, η τραχεία και οι
βρόγχοι. Ο αέρας που βρίσκεται μέσα στους αεραγωγούς δεν
συμμετέχει στην ανταλλαγή των αναπνευστικών αερίων.
• Η περιοχή της ανταλλαγής των αερίων.
Οι πνεύμονες, τα κύρια αναπνευστικά όργανα, αντιστοιχούν στην
περιοχή αυτή και αποτελούνται από το βρογχικό δέντρο και το
πνευμονικό παρέγχυμα.

Πνεύμονες
• Οι πνεύμονες βρίσκονται μέσα στη θωρακική κοιλότητα και η
επιφάνεια τους έρχεται σε στενή επαφή με το θωρακικό τοίχωμα.
Ανάμεσα στους πνεύμονες και στο θωρακικό τοίχωμα
παρεμβάλλεται ο υπεζωκότας ένας ορογόνος υμένας με δύο πέταλα
τα οποία φυσιολογικά δεν παρουσιάζουν καμία σύνδεση μεταξύ
τους. Τα πέταλα αυτά είναι:
o Το περισπλάγχνιο πέταλο, που περιβάλλει εξωτερικά τους
πνεύμονες.
o Το περίτονο πέταλο, που επενδύει εσωτερικά τη θωρακική
κοιλότητα.
• Ανάμεσα στα δύο πέταλα του υπεζωκότα δημιουργείται μία
κοιλότητα, η ενδοθωρακική κοιλότητα, η οποία είναι γεμάτη από ένα
λεπτό στρώμα ορώδους διακυτταρικού υγρού.
Αναπνευστικό σύστημα 1/2

“Blausen 0770 RespiratorySystem 02”, από BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Άνω αναπνευστικό σύστημα

“Blausen 0872 UpperRespiratorySystem”, από BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0


Λάρυγξ και επιγλωτίς

“Illu larynx”, από Arcadian διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Αναπνευστικό σύστημα 2/2

“Human respiratory system-NIH”, από 7mike5000 διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


Υγρό των πετάλων του υπεζωκότα
Η λειτουργική αποστολή του υγρού αυτού είναι:
• Να ελαττώνει την τριβή ανάμεσα στα δύο πέταλα του υπεζωκότα και
να ολισθαίνει εύκολα το ένα πέταλο επάνω στο άλλο.
• Να δημιουργεί ισχυρές δυνάμεις συνάφειας (ώστε να βρίσκονται
συνεχώς τα δύο πέταλα σε στενή επαφή μεταξύ τους. Οι δυνάμεις
αυτές μοιάζουν με τις δυνάμεις που δημιουργούνται ανάμεσα σε δύο
γυάλινες πλάκες με τη μεσολάβηση ενός υγρού.
• Η ύπαρξη του υγρού, ενώ διευκολύνει την ολίσθηση της μίας πλάκας
προς την άλλη, συγχρόνως δεν επιτρέπει τη μεταξύ τους
απομάκρυνση.
• Κάτω από τις συνθήκες αυτές οι πνεύμονες αναγκάζονται να
ακολουθούν παθητικά τις κινήσεις του θωρακικού τοιχώματος.

Πέταλα του υπεζωκότα


• Τα δύο πέταλα του υπεζωκότα απομακρύνονται μεταξύ τους
μόνο σε παθολογικές καταστάσεις.
• Όπως, στην περίπτωση που η υπεζωκοτική κοιλότητα
επικοινωνεί με την ατμόσφαιρα και εισέρχεται αέρας μέσα
στην κοιλότητα (πνευμοθώρακας) ή όταν σε άλλες
περιπτώσεις συλλέγεται υγρό μέσα στην κοιλότητα
(υδροθώρακας, αιμοθώρακας, πυοθώρακας κ.ά.).
Βρογχικό δένδρο
• Το βρογχικό δένδρο αρχίζει από την τραχεία και συνεχίζει με τις
διάφορες υποδιαιρέσεις του.
• Η τραχεία. Αποτελεί τη συνέχεια του λάρυγγα και διαιρείται στους
δύο κύριους βρόγχους, τον αριστερό και το δεξιό, οι οποίοι
παρουσιάζουν στη συνέχεια 23 αλληλοδιάδοχες υποδιαιρέσεις.
• Οι λοβιακοί βρόγχοι. Οι δύο κύριοι βρόγχοι διαιρούνται στους
λοβιακούς βρόγχους (τρεις δεξιά και δύο αριστερά), που
αντιστοιχούν ένας σε κάθε πνευμονικό λοβό. Οι λοβιακοί βρόγχοι,
μέσα στους πνευμονικούς λοβούς, υποδιαιρούνται σε όλο και
μικρότερους βρόγχους, οι οποίοι φέρουν στο τοίχωμα τους στοιχεία
χόνδρου και καταλήγουν στα βρογχιόλια.

Βρογχιόλια
• Το τοίχωμα του τμήματος αυτού του βρογχικού δένδρου δεν έχει
χόνδρους, έχει όμως αρκετές ελαστικές και λείες μυϊκές ίνες και ο
βλεννογόνος φέρει κροσσωτά κύτταρα (μέχρι τη 16ηυποδιαίρεση).
Τα βρογχιόλια της 16ης υποδιαιρέσεως αποτελούν τα τελικά
βρογχιόλια, από εκεί και πέρα τα βρογχιόλια συμμετέχουν στην
ανταλλαγή των αερίων και ονομάζονται αναπνευστικά βρογχιόλια.
• Ο τόνος των λείων μυϊκών ινών ελέγχεται από το Α.Ν.Σ. Η διέγερση
του παρασυμπαθητικού συστήματος προκαλεί βρογχόσπασμο, ενώ
η διέγερση του συμπαθητικού συστήματος οδηγεί σε
βρογχοδιαστολή.
• Η αιμάτωση του βρογχικού δένδρου γίνεται από τις βρογχικές
αρτηρίες.
Πνευμονικό παρέγχυμα
• Ο κυψελιδικός χώρος των πνευμόνων ονομάζεται επίσης και
αναπνευστική ζώνη γιατί η περιοχή αυτή συμμετέχει στην
ανταλλαγή των αναπνευστικών αερίων.
• Κάθε τελικό αναπνευστικό βρογχιόλιο χορηγεί 2 – 11 κυψελιδικούς
πόρους, οι οποίοι καταλήγουν στους κυψελιδικούς σάκους, ο
καθένας από τους οποίους αποτελείται από δυο ή περισσότερες
κυψελίδες.
• Τα τοιχώματα των κυψελίδων αποτελούν την κύρια αναπνευστική
επιφάνεια.
• Η αιμάτωση της αναπνευστικής ζώνης γίνεται από κλάδους της
πνευμονικής αρτηρίας και η απαγωγή του αίματος από τις
πνευμονικές φλέβες.

Διαίρεση των βρόγχων

“Respiratory Tract Histological Differences”, από Anmats διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0


Βρόγχοι, βρογχιόλια, κυψελίδες

“Bronchial anatomy”, από Dcoetzee διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.5

Ανταλλαγή των αερίων

“Human respiratory system-NIH”, από 7mike5000 διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


Αναπνευστικές κινήσεις
• Για την ανταλλαγή των αναπνευστικών αερίων μέσα από την
αναπνευστική επιφάνεια, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η
συνεχής ανανέωση του κυψελιδικού αέρα.
• Η ανανέωση αυτή γίνεται με τις αναπνευστικές κινήσεις, οι οποίες
μετακινούν συνεχώς τον ατμοσφαιρικό αέρα προς τις κυψελίδες
και τον κυψελιδικό αέρα προς την ατμόσφαιρα. Για τη μετακίνηση
αυτή του αέρα κινητήριος δύναμη είναι η διαφορά πιέσεως που
δημιουργείται από τις αναπνευστικές κινήσεις.
• Η αναπνοή γίνεται σε δύο αλληλοδιάδοχες φάσεις, την εισπνοή
και την εκπνοή.

Εισπνοή
• Είναι μία ενεργητική λειτουργία, η οποία επιτελείται με τη δράση των
εισπνευστικών μυών.
• Κατά την εισπνοή παρατηρείται αύξηση του όγκου της θωρακικής
κοιλότητας και έκπτυξη των πνευμόνων, η οποία γίνεται εξαιτίας της
καθόδου του διαφράγματος και της μετακινήσεως των πλευρών προς
τα έξω και επάνω, λόγω της συστολής των εισπνευστικών μυών.
Τελικό αποτέλεσμα της ενέργειας αυτής είναι η μετακίνηση του
ατμοσφαιρικού αέρα προς τον κυψελιδικό χώρο.
• Κατά την εισπνοή τα κάτω χείλη των πνευμόνων εκπτύσσονται μέσα
στους σφηνοειδείς πλευροδιαφραγματικούς χώρους. Η έκπτυξη αυτή
των πνευμόνων παρεμποδίζεται σε διάφορες παθολογικές
περιπτώσεις π.χ, όταν υπάρχουν συμφύσεις μεταξύ των δύο πετάλων
του υπεζωκότα κ. ά.
Εκπνοή
• Η ήρεμη εκπνοή γίνεται παθητικά με την επίδραση της
ελαστικότητας των πνευμόνων και του βάρους των πλευρών,
μετά το τέλος της δραστηριότητας (χάλαση) των
εισπνευστικών μυών.
• Κατά την εκπνοή παρατηρείται ελάττωση του όγκου της
θωρακικής κοιλότητας και σύμπτυξη των πνευμόνων, διότι
γίνονται κινήσεις αντίθετες προς εκείνες της εισπνοής, με
αποτέλεσμα τη μετακίνηση του κυψελιδικού αέρα προς την
ατμόσφαιρα.
• Η έντονη εκπνοή γίνεται ενεργητικά, με τη δράση (συστολή)
των εκπνευστικών μυών.

Εισπνευστικοί μύες (διάφραγμα) 1/2


• Οι αναπνευστικοί μύες διακρίνονται σε εισπνευστικούς και
εκπνευστικούς.
• Οι εισπνευστικοί μύες προκαλούν άνοδο των πλευρών και
διακρίνονται σε δύο ομάδες, τους κύριους και το τους
επικουρικούς.
• Οι κύριοι εισπνευστικοί μύες είναι το διάφραγμα και οι έξω
μεσοπλεύριοι μύες.
Εισπνευστικοί μύες (διάφραγμα) 2/2
• Το διάφραγμα. Είναι ένας θολωτός μυς που φράζει το κάτω στόμιο
τις θωρακικής κοιλότητας και έχει επιφάνεια περίπου 250cm2. Το
διάφραγμα νευρώνεται από τα δύο φρενικά νεύρα του αυχενικού
πλέγματος.
• Η δράση του διαφράγματος ομοιάζει με τη δράση «εμβόλου» που
ανεβοκατεβαίνει και αυξομειώνει την κατακόρυφη διάμετρο της
θωρακικής κοιλότητας.
• Όταν συσπάται το διάφραγμα αποπλατύνεται και ανάλογα με την
ένταση της αναπνοής, κατεβαίνει κατά 1 – 7cm αυξάνοντας τον
όγκο του θώρακα (και των πνευμόνων) περίπου κατά. 300ml. Όταν
το διάφραγμα χαλάται κυρτώνεται έντονα προς τα επάνω και
μικραίνει η κατακόρυφη διάμετρος του θώρακα.

Έξω μεσοπλεύριοι μύες 1/2


• Φυσιολογικά, η διαφραγματική αναπνοή εκπροσωπεί το
μεγαλύτερο μέρος της ήρεμης αναπνοής (60 – 70%).
Περιορισμός της διαφραγματικής αναπνοής παρατηρείται
όταν υπάρχει δυσχέρεια στην κάθοδο του διαφράγματος, π.χ.
στην κύηση, σε υποδιαφραγματικούς όγκους κ.ά.
Έξω μεσοπλεύριοι μύες 2/2
• Οι έξω μεσοπλεύριοι μύες. Οι μύες αυτοί εκφύονται από το
κάτω χείλος κάθε πλευράς και καταφύονται στο άνω χείλος
της αμέσως κατώτερης πλευράς, παρουσιάζοντας φορά προς
τα κάτω και εμπρός. Κάθε κίνηση των πλευρών προς τα
επάνω προκαλεί αύξηση κυρίως της προσθιοπίσθιας
διαμέτρου καθώς και μία μικρότερη αύξηση της εγκάρσιας
διαμέτρου της θωρακικής κοιλότητας με τελικό αποτέλεσμα
την αύξηση του όγκου της θωρακικής κοιλότητας.

Πλευρές - Νεύρωση μυών 1/2


• Οι πλευρές έχουν φορά προς τα εμπρός και κάτω και συνδέονται
με τους αντίστοιχους θωρακικούς σπονδύλους με τις
σπονδυλοπλευρικές αρθρώσεις, σχηματίζοντας στο κάτω χείλος
τους οξεία γωνία με τη σπονδυλική στήλη.
• Το μήκος των πλευρών αυξάνεται από τις ανώτερες προς τις
κατώτερες πλευρές.
• Η κίνηση των πλευρών προς τα επάνω συνοδεύεται από μία
ταυτόχρονη προς τα έξω στροφή τους με αποτέλεσμα το πρόσθιο
άκρο τους να απομακρύνεται από τη σπονδυλική στήλη, το στέρνο
να υπεγείρεται και να φέρεται προς τα εμπρός.
• Οι έξω μεσοπλεύριοι μύες νευρώνονται από τα μεσοπλεύρια
νεύρα.
Πλευρές - Νεύρωση μυών 2/2
• Η διαφορά που υπάρχει μεταξύ της νευρώσεως του
διαφράγματος και των υπολοίπων εισπνευστικών μυών,
εξηγεί τη διατήρηση της διαπνοής των πνευμόνων στις
περιπτώσεις που υπάρχει διατομή του νωτιαίου μυελού κάτω
από το 5° αυχενικό νευροτόμιο ή παράλυση και των δύο
φρενικών νεύρων.

Επικουρικοί αναπνευστικοί μύες


• Οι επικουρικοί μύες ενεργοποιούνται κατά την έντονη
εισπνοή και προκαλούν ανύψωση των πλευρών
(επιστρατεύονται κυρίως σε δυσπνοΐκές καταστάσεις).
• Στην ομάδα των επικουρικών εισπνευστικών μυών ανήκουν:
o Οι σκαληνοί μύες.
o Οι στερνοκλειδομαστοειδείς μύες.
o Οι μείζονες και οι ελάσσονες θωρακικοί μύες.
o Οι πρόσθιοι οδοντωτοί μύες.
o Οι τραπεζοειδείς και οι υποκλείδιοι μύες.
Εκπνευστικοί μύες 1/2
• Οι μύες που έλκουν τις πλευρές προς τα κάτω αναφέρονται
ως εκπνευστικοί.
• Οι εκπνευστικοί μύες θεωρούνται ότι είναι όλοι επικουρικοί,
επειδή δεν χρησιμοποιούνται στην ήρεμη εκπνοή η οποία
γίνεται παθητικά.
• Στην ομάδα των εκπνευστικών μυών ανήκουν:
o Οι έσω μεσοπλεύριοι, οι κάτω οδοντωτοί, οι τετράγωνοι
οσφυϊκοί και οι κοιλιακοί μύες.
• Από όλους αυτούς οι σπουδαιότεροι είναι οι έσω
μεσοπλεύριοι και οι κοιλιακοί μύες.

Εκπνευστικοί μύες 2/2


• Οι έσω μεσοπλεύριοι μύες. Οι μύες της κατηγορίας αυτής
εκφύονται από το άνω χείλος κάθε πλευράς και καταφύονται
στην αμέσως ανώτερη, έχοντας φορά προς τα επάνω και
εμπρός. Με τη δράση των μυών αυτών οι πλευρές
πλησιάζουν πιο πολύ μεταξύ τους και φέρονται λοξά και προς
τα κάτω.
• Οι κοιλιακοί μύες. Με τη σύσπαση των κοιλιακών μυών
αυξάνει η ενδοκοιλιακή πίεση και πιέζεται το διάφραγμα
προς τα επάνω.
Αναπνοή-μεταβολές πιέσεων 1/4
• Κατά τη διάρκεια ενός κύκλου ήρεμης αναπνοής συμβαίνουν
διάφορες μεταβολές τόσο κατά τη φάση της εισπνοής όσο
και κατά τη φάση της εκπνοής.
 Μεταβολές κατά τη φάση της εισπνοής
• Η εισπνοή γίνεται ενεργητικά με τη δράση των εισπνευστικών
μυών και στο τέλος της ήρεμης εισπνοής, η ελαστική τάση
των πνευμόνων έχει αυξηθεί. Οι εισπνευστικοί μύες με τη
δράση τους έλκουν το θωρακικό τοίχωμα προς τα έξω
έχοντας ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση της θωρακικής
κοιλότητας και την πτώση της ενδοθωρακικής πιέσεως Στο
τέλος μίας ήρεμης εισπνοής η ενδοθωρακική πίεση, από τα -
3mmHg, πέφτει στα -6mmHg.

Αναπνοή-μεταβολές πιέσεων 2/4


 Μεταβολές κατά τη φάση της εισπνοής (συνέχεια)
• Τη διεύρυνση της θωρακικής κοιλότητας ακολουθούν οι
πνεύμονες και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την καλύτερη
έκπτυξη των κυψελίδων, την αύξηση του κυψελιδικού χώρου
και την αντίστοιχη πτώση της ενδοπνευμονικής πιέσεως, η
οποία από τα 0mmHg φθάνει μέχρι τα -3mmHg στη φάση της
εισπνοής.
• Η δημιουργούμενη διαφορά στην πίεση μεταξύ
ατμοσφαιρικού και κυψελιδικού χώρου προκαλεί μετακίνηση
του αέρα από την ατμόσφαιρα προς τις κυψελίδες.
Αναπνοή-μεταβολές πιέσεων 3/4
 Μεταβολές κατά τη φάση της εκπνοής
• Η εκπνοή γίνεται παθητικά κάτω από την επίδραση των
ελαστικών δυνάμεων που αναπτύχθηκαν στο σύστημα
πνεύμονες – θωρακικό τοίχωμα, από την παραμόρφωση του
στην προηγούμενη εισπνευστική φάση. Η ενδοθωρακική
πίεση κατά την εκπνοή αρχίζει να αυξάνεται και φτάνει στην
τιμή ηρεμίας (στα -3mmHg τέλος της εκπνευστικής φάσεως).

Αναπνοή-μεταβολές πιέσεων 4/4


 Μεταβολές κατά τη φάση της εκπνοής (συνέχεια)
• Με τον τρόπο αυτό οι ελαστικές δυνάμεις των πνευμόνων, καθώς
τείνουν να συμπτύξουν τον πνεύμονα στις πύλες πιέζουν τον
κυψελιδικό αέρα και προκαλούν αύξηση της ενδοπνευμονικής
πιέσεως (από τα 0mmHg που βρισκόταν στο τέλος της ήρεμης
εισπνοής, στα +3mmHg στην εκπνοή).
• Η διαφορά στην πίεση, που δημιουργείται μεταξύ ατμοσφαιρικού
και κυψελιδικού χώρου, είναι αντίθετη από εκείνη που είχε
δημιουργηθεί κατά τη φάση της εισπνοής (η ενδοπνευμονική
πίεση είναι μεγαλύτερη από την ατμοσφαιρική) και προκαλεί
μετακίνηση του αέρα από τον κυψελιδικό χώρο προς την
ατμόσφαιρα.
Αύξηση και ελάττωση πιέσεων
• Η ενδοθωρακική πίεση σε ακραίες περιπτώσεις (πολύ βαθιά
εισπνοή) είναι δυνατό να φθάσει μέχρι το -25mmHg ή ακόμη
και μέχρι -30mmHg ενώ η ενδοπνευμονική πίεση παρόμοιες
ακραίες μεταβολές είναι δυνατό να παρουσιάσει μόνο μετά
από διακοπή της επικοινωνίας του ενδοπνευμονικού με τον
ατμοσφαιρικό χώρο (κλειστή γλωττίδα).
• Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η ενδοπνευμονική πίεση
μπορεί να φτάσει, κατά τη μέγιστη εισπνευστική προσπάθεια
τα 80mmHg και κατά τη μεγίστη εκπνευστική προσπάθεια
μέχρι τα +100mmHg.

Όγκοι αερισμού 1/3


• Στους όγκους των πνευμόνων συγκαταλέγονται ο αναπνεόμενος
όγκος αέρα, ο εισπνευστικός εφεδρικός όγκος, ο εκπνευστικός
εφεδρικός όγκος και ο υπολοιπόμενος όγκος αέρα.
• Ο αναπνεόμενος όγκος αέρα (Tidal Volume-VΤ). Είναι ο όγκος του
αέρα που εισπνέεται στους πνεύμονες ή εκπνέεται από αυτούς. Η
φυσιολογική τιμή του αναπνεόμενου όγκου αέρα είναι 350ml στη
γυναίκα και 500ml στον άντρα.
• Ο εισπνευστικός εφεδρικός όγκος αέρα (Inspiratory Reserve
Volume -IRV), είναι ο όγκος του αέρα που είναι δυνατό να
εισπνευστεί (επιπλέον από τον αναπνεόμενο αέρα), με μια μέγιστη
εισπνευστική προσπάθεια, μετά τη λήξη μιας ήρεμης εισπνοής. Η
φυσιολογική του τιμή είναι 2000-3500ml.
Όγκοι αερισμού 2/3
• Ο εκπνευστικός εφεδρικός όγκος αέρα (Εxpiratory Reserve
Volume-ERV). Είναι ο όγκος του αέρα, που είναι δυνατό να
εκπνευσθεί από τους πνεύμονες με μία μέγιστη εκπνευστική
προσπάθεια, μετά τη λήξη μίας ήρεμης εκπνοής. Η
φυσιολογική τιμή του είναι 600 – 1400ml.
• Ο υπολειπόμενος όγκος αέρα (Residual Volume-RV). Είναι ο
όγκος του αέρα, που εξακολουθεί να παραμένει στους
πνεύμονες μετά τη λήξη μίας μέγιστης εκπνοής. Η άμεση
μέτρηση του RV δεν είναι δυνατή. Η φυσιολογική τιμή του
κυμαίνεται από 800ml μέχρι 2400ml.

Όγκοι αερισμού 3/3


• Ο κατά λεπτό αναπνεόμενος αέρας (Κ.Λ.Α.Α.). Η μέτρηση
του Κ.Λ.Α.Α., δηλαδή του όγκου του αέρα που αναπνέεται σε
κάθε πρώτο λεπτό, γίνεται με σπιρόμετρα. Ο Κ.Λ.Α.Α.
αντιστοιχεί στο γινόμενο του αναπνεόμενου όγκου αέρα (V)
επί την αναπνευστική συχνότητα/min.
Νεκρός χώρος
• Αφορά το χώρο των αεροφόρων οδών μέχρι τα βρογχιόλια,
δηλαδή το τμήμα εκείνο του αναπνευστικού συστήματος όπου δε
γίνεται ανταλλαγή των αναπνευστικών αερίων.
• Ο νεκρός χώρος, αν και δε συμμετέχει στην ανταλλαγή των
αναπνευστικών αερίων, παίζει σημαντικό ρόλο στη λειτουργία της
αναπνοής, διότι προετοιμάζει τον εισπνεόμενο αέρα για να έρθει
σε επαφή με την επιφάνεια ανταλλαγής των πνευμόνων. Ο
εισπνεόμενος αέρας περνώντας μέσα από τις κοιλότητες του
νεκρού χώρου υγραίνεται, θερμαίνεται και καθαρίζεται από τα
αιωρούμενα σωματίδια, ώστε η επαφή του με τα τοιχώματα των
κυψελίδων να μην έχει βλαπτική επίδραση στην αναπνευστική
μεμβράνη.

Υποδιαιρέσεις νεκρού χώρου 1/2


Ο νεκρός χώρος υποδιαιρείται σε δύο τμήματα, τα οποία είναι
τα ακόλουθα:
1. Ο ανατομικός νεκρός χώρος. Ο χώρος αυτός αντιστοιχεί
στον αέρα που βρίσκεται μέσα στους αεραγωγούς και
φυσιολογικά είναι 150ml περίπου. Σε κάθε εισπνοή, από τον
εισπνεόμενο αέρα παραμένουν μέσα στο νεκρό χώρο
150ml, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να πάρουν μέρος στην
ανταλλαγή των αερίων. Σε κάθε εκπνοή, από τον
εκπνεόμενο αέρα 150ml δεν εξέρχονται στον ατμοσφαιρικό
αέρα αλλά παραμένουν μέσα στο νεκρό χώρο για να
εισέλθουν και πάλι μέσα στις κυψελίδες με την επόμενη
εισπνοή.
Υποδιαιρέσεις νεκρού χώρου 2/2
2. Ο λειτουργικός νεκρός χώρος. Ο χώρος αυτός αντιστοιχεί
στο συνολικό όγκο του αέρα, που δεν έρχεται σε λειτουργική
επαφή με το αίμα της μικρής κυκλοφορίας, ώστε να
συμμετέχει στην ανταλλαγή των αερίων.
• Φυσιολογικά, οι δύο αυτές, υποδιαιρέσεις του νεκρού χώρου
συμπίπτουν.

Χωρητικότητες πνευμόνων
• Οι χωρητικότητες των πνευμόνων αποτελούν αθροίσματα
δύο ή περισσοτέρων όγκων και χρησιμεύουν για την
εκτίμηση της λειτουργικής καταστάσεως των πνευμόνων.
• Η ζωτική χωρητικότητα (Vital Capasity -VT). Αντιστοιχεί στο
άθροισμα τριών όγκων αέρα, δηλαδή του αναπνεόμενου, του
εισπνευστικού εφεδρικού και του εκπνευστικού εφεδρικού
όγκου αέρα Η ζωτική χωρητικότητα είναι ο μέγιστος όγκος
αέρα, που είναι δυνατό να εκπνευστεί από τους πνεύμονες
με μία μέγιστη εκπνοή, μετά από μία μέγιστη εισπνοή.
Ζωτική χωρητικότητα 1/2
• Η ζωτική χωρητικότητα αποτελεί ένα καλό δείκτη για την
εκτίμηση της λειτουργικής καταστάσεως των πνευμόνων. Η
φυσιολογική τιμή της δεν είναι σταθερή (κυμαίνεται μεταξύ
3000 – 5000ml και εκπροσωπεί το 75% της ολικής
πνευμονικής χωρητικότητας) αλλά εξαρτάται από διάφορους
παράγοντες, όπως είναι το φύλο, η σωματική διάπλαση και η
ηλικία του ατόμου. Για το λόγο αυτό, η τιμή της ζωτικής
χωρητικότητας δίνεται από ειδικά νομογράμματα, σε σχέση
με τους παραπάνω παράγοντες.

Ζωτική χωρητικότητα 2/2


• Με την πρόοδο της ηλικίας, καθώς ελαττώνεται η
ελαστικότητα των πνευμόνων και του θωρακικού τοιχώματος,
η ζωτική χωρητικότητα παρουσιάζει ελάττωση. Το ίδιο
συμβαίνει και σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις, που
περιορίζουν τον όγκο του πνευμονικού παρεγχύματος ή
περιορίζουν τις αναπνευστικές κινήσεις.
Ολική χωρητικότητα, λειτουργική υπολειπομένη
χωρητικότητα, εισπνευστική χωρητικότητα 1/2
 Η ολική χωρητικότητα (Total Lung Capacity – TLC)
Είναι το άθροισμα και των τεσσάρων όγκων των πνευμόνων. Η
φυσιολογική τιμή της είναι περίπου 6000ml.
• Η λειτουργική υπολειπόμενη χωρητικότητα (Functional Residual
Capacity – FRC). Είναι το άθροισμα του εκπνευστικού εφεδρικού
όγκου και του υπολειπόμενου όγκου αέρα, δηλαδή του όγκου του
αέρα που παραμένει στους πνεύμονες μετά το τέλος μίας ήρεμης
εκπνοής. Η φυσιολογική τιμή της λειτουργικής υπολειπόμενης
χωρητικότητας είναι περίπου 2200ml και αντιστοιχεί φυσιολογικά
στο 40% της ολικής πνευμονικής χωρητικότητας.

Ολική χωρητικότητα, λειτουργική υπολειπομένη


χωρητικότητα, εισπνευστική χωρητικότητα 2/2
• Η εισπνευστική χωρητικότητα (Inspiratory Capacity – IC).
Είναι το άθροισμα του αναπνεόμενου όγκου και του
εισπνευστικού εφεδρικού όγκου αέρα, δηλαδή του όγκου του
αέρα, που μπορεί να εισπνευσθεί, μετά το τέλος μίας ήρεμης
εκπνοής. Η φυσιολογική τιμή της είναι περίπου 4000ml και
αντιστοιχεί 60% της ολικής πνευμονικής χωρητικότητας.
Αναπνευστικά κέντρα (εκούσια και
ακούσια αναπνοή) 1/2
• Στη ρύθμιση της αναπνοής παίρνουν μέρος τα αναπνευστικά
κέντρα, τα ανώτερα εγκεφαλικά κέντρα, τα περιφερικά
κέντρα (ιδιοδεκτικού κυρίως τύπου), οι χημειοϋποδοχείς και
διάφοροι χημικοί παράγοντες.
• Οι αναπνευστικοί μύες, και επομένως η εξωτερική μηχανική
αναπνοή, ελέγχονται από δύο διαφορετικούς νευρικούς
μηχανισμούς, από τους οποίους ο ένας είναι υπεύθυνος για
την εκούσια αναπνοή και ο άλλος για την ακούσια.

Αναπνευστικά κέντρα (εκούσια και


ακούσια αναπνοή) 2/2
• Έλεγχος εκούσιας αναπνοής. Ο μηχανισμός που ελέγχει την
εκούσια αναπνοή ξεκινάει από τον κινητικό φλοιό του
εγκεφάλου και με νευρικές ώσεις, που μεταβιβάζονται με τα
φλοιονωτιαία δεμάτια στους αναπνευστικούς μυς, προκαλεί
εκούσιες αναπνευστικές κινήσεις,.
• Έλεγχος ακούσιας αναπνοής. Ο μηχανισμός που ελέγχει την
ακούσια αναπνοή στηρίζεται στη δραστηριότητα των
γεφυροπρομηκικών αναπνευστικών κέντρων και αποτελεί τον
κύριο αναπνευστικό μηχανισμό αφού, φυσιολογικά, η
αναπνοή γίνεται ακούσια.
Αναπνευστικό προμηκικό κέντρο 1/5
• Το προμηκικό κέντρο της αναπνοής είναι το αναπνευστικό κέντρο, το
οποίο αποτελείται από δύο περιοχές (κέντρα): Την εισπνευστική και
την εκπνευστική.
• Το εισπνευστικό κέντρο. Το κέντρο αυτό αποτελείται από δυο
ομάδες νευρώνων. Στην περιοχή του πυρήνα της μονήρους δεσμίδας
στον προμήκη μυελό προς τα έσω και ραχιαία υπάρχει μια ομάδα
νευρώνων (DRG) η οποία όταν διεγείρεται οδηγεί σε εισπνοή (Ι –
νευρώνες) διαφραγματικού τύπου. Η δεύτερη ομάδα των
εισπνευστικών νευρώνων βρίσκεται προς τα έξω και κοιλιακά (VRG)
από την θέση της προηγούμενης ομάδας, αντίστοιχα με το μεικτό
κοιλιακό του πνευμονογαστρικού. Διέγερση των VRG νευρώνων
προκαλεί σύσπαση των έξω μεσοπλεύριων και των επικουρικών
εισπνευστικών μυών και οδηγεί σε εισπνοή.

Αναπνευστικό προμηκικό κέντρο 2/5


• Οι νευρώνες της εισπνευστικής περιοχής του προμήκη
εμφανίζουν ακούσια ρυθμική δραστηριότητα και οι
διασυνδέσεις, που έχουν μεταξύ τους είναι τύπου
ταλαντούμενου κυκλώματος. Οι τελικές κινητικές έξοδοι από
τις περιοχές αυτές καταλήγουν είτε στους κινητικούς πυρήνες
της Χ και ΧΙ συζυγίας, είτε στους α – κινητικούς νευρώνες των
προσθίων κεράτων του νωτιαίου μυελού. Από τα σημεία
αυτά ξεκινάει η κινητική οδός που επενεργεί σε όλους τους
κύριους και επικουρικούς αναπνευστικούς μυς.
Αναπνευστικό προμηκικό κέντρο 3/5
• Το εκπνευστικό κέντρο. Πρόκειται για μία ομάδα νευρώνων
(Ε-νευρώνες) που βρίσκεται στο ουραίο τμήμα της δεύτερης
ομάδας (VRG) της εισπνευστικής περιοχής του
αναπνευστικού κέντρου. Η διέγερση της περιοχής αυτής
προκαλεί σύσπαση των έσω μεσοπλευρίων και των άλλων
εκπνευστικών μυών και οδηγεί σε εκπνοή. Οι νευρώνες της
εκπνευστικής περιοχής δεν εμφανίζουν ακούσια
δραστηριότητα και παραμένουν αδρανείς κατά την ήρεμη
αναπνοή, ενώ ενεργοποιούνται κατά την έντονη, ενεργητική
αναπνοή.

Αναπνευστικό προμηκικό κέντρο 4/5


• Στα αναπνευστικά κέντρα υπάρχουν διάφοροι τύποι
νευρώνων η ανακάλυψη των οποίων έγινε διότι τα κέντρα
αυτά παράγουν ώσεις με διαφορετικούς ρυθμούς. Οι
κυριότεροι από τους νευρώνες αυτούς είναι οι ακόλουθοι:
o Νευρώνες Rα. Ενεργοποιούνται κυρίως κατά τη φάση της
εισπνοής.
o Νευρώνες Rb. Ενεργοποιούνται λίγο μετά τους νευρώνες Ra
και παράγουν ώσεις για αρκετό χρονικό διάστημα, οι οποίες
αναστέλλουν τη δραστηριότητα των Ra νευρώνων.
Αναπνευστικό προμηκικό κέντρο 5/5
o Νευρώνες L – I ή όψιμοι εισπνευστικοι. Ενεργοποιούνται στη
μετεσπνευστική φάση του αναπνευστικού κύκλου, μετά από
μία έντονη εισπνοή, με σκοπό να εμποδίσουν την εμφάνιση
μίας ιδιαίτερα έντονης εκπνοής.
o Νευρώνες ΙΒ ή εισπνευστικού τύπου «ράμπας». Η
δραστηριότητα τους (αποστολή ώσεων) αυξάνει προοδευτικά
για μερικά (2 – 3sec) και μετά διακόπτεται απότομα.
o Νευρώνες e – I. Πρόκειται για πρώιμους εισπνευστικούς
νευρώνες.
o Νευρώνες Ε. Είναι οι καθαρά εκπνευστικοί νευρώνες.

Αναπνευστικό γεφυρικό κέντρο 1/2


 Στη γέφυρα υπάρχουν δύο ομάδες (κέντρα) νευρώνων, οι
οποίες επηρεάζουν τη δραστηριότητα του προμηκικού
αναπνευστικού κέντρου. Τα δύο αυτά κέντρα είναι τα
ακόλουθα:
• Το απνευστικό κέντρο ή απνευστική περιοχή. Βρίσκεται στο
κατώτερο μέρος της γέφυρας και δρα διεγερτικά στην
εισπνευστική περιοχή. Η διέγερση του απνευστικού κέντρου
διατηρεί το άτομο σε συνεχή εισπνοή και οδηγεί σε
εισπνευστική άπνοια. Η άπνοια αυτή μπορεί να διακοπεί με
ώσεις που αποστέλλονται από τα πνευμονογαστρικά νεύρα,
τα οποία είναι γνωστό ότι συμβάλλουν στη ρυθμικότητα της
αναπνοής.
Αναπνευστικό γεφυρικό κέντρο 2/2
• Το πνευμοταξικό κέντρο ή πνευμοταξική περιοχή βρίσκεται
στο ανώτερο ραχιαίο μέρος της γέφυρας, δρα κατασταλτικά
στο εισπνευστικό κέντρο και διατηρεί με τον τρόπο αυτό τη
ρυθμικότητα της αναπνοής.

Λειτουργία αναπνευστικών κέντρων


Σχετικά με τη λειτουργία των αναπνευστικών κέντρων έχουν
αναπτυχθεί κατά διαστήματα διάφορες θεωρίες. Μια ιδιαίτερα
συζητούμενη άποψη είναι εκείνη η οποία υποστηρίζει:
• Ότι υπάρχουν δύο μόνο αναπνευστικά κέντρα, το
αναπνευστικό του προμήκη μυελού και το πνευμοταξικό της
γέφυρας (το οποίο ενισχύει τις εναλλαγές μεταξύ εισπνοής
και εκπνοής).
• Ότι το απνευστικό κέντρο αποτελεί επέκταση του
πνευμοταξικού κέντρου.
Δράση του προμηκικού κέντρου 1/2
• Ο βασικός αναπνευστικός ρυθμός δημιουργείται κυρίως
από τη δραστηριότητα των νευρώνων του προμηκικού
αναπνευστικού κέντρου. Οι νευρώνες της εισπνευστικής
περιοχής παρουσιάζουν, ακόμα και μετά την απομόνωση
τους από το υπόλοιπο Κ.Ν.Σ., ρυθμικές μεταβολές της
δραστηριότητας τους, οι οποίες έχουν τη μορφή «ράμπας».

Δράση του προμηκικού κέντρου 2/2


• Το αναπνευστικό κέντρο στον προμήκη μυελό κατά τη διάρκεια ενός
αναπνευστικού κύκλου (στην ήρεμη αναπνοή, ο αναπνευστικός
κύκλος επαναλαμβάνεται με ρυθμό 12 – 15 αναπνευστικούς
κύκλους σε κάθε min) παρουσιάζει την ακόλουθη δραστηριότητα:
• Κατά την εισπνοή. Η φάση αυτή απαιτεί διέγερση των
εισπνευστικών μυών στην οποία αυτοί οδηγούνται μετά από
δραστηριοποίηση των εισπνευστικών νευρώνων.
• Κατά την εκπνοή. Οι εισπνευστικοί νευρώνες σιγούν για λίγα sec και
αμέσως μετά αρχίζει, ακούσια, μία προοδευτική αύξηση της
δραστηριότητας τους για 2 – 3sec. Στην παθητική εκπνοή
διακόπτεται απότομα και σιγεί για 2 – 3sec η δραστηριότητα των
εισπνευστικών νευρώνων.
Συνέργεια προμήκη και γέφυρας
• Το προμηκικό αναπνευστικό κέντρο βρίσκεται σε συνεχή
αλληλεπίδραση με το πνευμοταξικο κέντρο της γέφυρας.
• Υπάρχει μία άποψη η οποία υποστηρίζει ότι η διακοπή της
εισπνοής συμβαίνει διότι οι Rα νευρώνες διεγείρουν τους Rb
νευρώνες, οι οποίοι με τη σειρά τους αναστέλλουν τους
κύριους εισπνευστικούς νευρώνες Ra στον προμήκη μυελό
(ενώ συγχρόνως αίρεται και η δράση των Rα νευρώνων της
γέφυρας).

Δράση γεφυρικών κέντρων 1/3


• Τα γεφυρικά αναπνευστικά κέντρα είναι το πνευμοταξικό και το
απνευστικό κέντρο, η δράση των οποίων έχει ως εξής:
Η δράση του πνευμοταξικού κέντρου. Κύριος ρόλος του κέντρου
αυτού είναι η διακοπή της εισπνοής και η πρόκληση εκπνοής. Αυτό
επιτυγχάνεται με την αναστολή, των ώσεων που παράγονται στην
προμηκική εισπνευστική περιοχή μετά από παρέμβαση ώσεων
που φτάνουν με τη Χ συζυγία από τους τασεοϋποδοχείς των
πνευμόνων. Η έντονη δραστηριότητα του πνευμοταξικού κέντρου
ελαττώνει σημαντικά (μέχρι και κατά 75%) τη χρονική διάρκεια της
εισπνευστικής φάσεως και έτσι αυξάνει έμμεσα τη συχνότητα των
αναπνοών (μέχρι 35 αναπνοές/min).
Δράση γεφυρικών κέντρων 2/3
• Ορισμένοι ερευνητές, σε αντίθεση με τις απόψεις εκείνων που
αναφέρθηκαν προηγουμένως, υποστηρίζουν ότι η διακοπή της
εισπνευστικής προσπάθειας οφείλεται στην αναστολή που επιφέρει
το πνευμοταξικό κέντρο της γέφυρας, στο προμηκικό αναπνευστικό
κέντρο. Σύμφωνα με αυτούς, η αύξηση της Ρcο2 στο αρτηριακό αίμα
ερεθίζει τους εισπνευστικούς νευρώνες οι οποίοι αυτοδιεγείρονται
και αποστέλλουν ώσεις (μαζί με το πνευμοταξικό κέντρο) στους
εισπνευστικούς μυς. Συγχρόνως, η διάταση του πνευμονικού ιστού
διεγείρει τους περιφερικούς τασεοϋποδοχείς, οι οποίοι με τις ώσεις
τους αναστέλλουν (διαμέσου του πνευμονογαστρικού νεύρου) είτε
το πνευμοταξικό κέντρο και έμμεσα το εισπνευστικό κέντρο, είτε
δρουν άμεσα στο εισπνευστικό κέντρο και αναστέλλοντας το
προκαλούν την παθητική εκπνοή.

Δράση γεφυρικών κέντρων 3/3


• Η δράση του απνευστικού κέντρου. Το κέντρο αυτό παρουσιάζει
τονική διεγερτική δράση στους νευρώνες της εισπνευστικής
περιοχής. Πολλοί συγγραφείς αμφισβητούν τόσο την ύπαρξη ενός
ειδικού απνευστικό κέντρου όσο και την απνευστική αναπνοή.
• Σύμφωνα με τις απόψεις τους, το απνευστικό κέντρο είναι η
προέκταση το πνευμοταξικού κέντρου το οποίο δρώντας
αναστέλλει τη δραστηριότητα το απνευστικού κέντρου. Το
απνευστικό κέντρο δέχεται, διαμέσου του πνευμονογαστρικού
νεύρου, ανασταλτικές ώσεις από τους περιφερικούς
τασεοϋποδοχείς των πνευμόνων.
• Η διέγερση του απνευστικού κέντρου οδηγεί σε παράταση της
εισπνευστικής φάσεως και σε εισπνευστική άπνοια
Δράση ανωτέρων εγκεφαλικών κέντρων
Ο ενδογενής αναπνευστικός ρυθμός των αναπνευστικών κέντρων
επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες οι σπουδαιότεροι από τους
οποίους είναι οι ακόλουθοι:
• Η δράση των ανώτερων εγκεφαλικών κέντρων.
• Οι νευρικές ώσεις από την περιφέρεια.
• Οι χημικές μεταβολές του αίματος.
• Ο μηχανισμός της αναπνοής είναι δυνατό να επηρεασθεί (μέχρι ενός
σημείου), από τη βούληση (εκούσια) και με τον τρόπο αυτό
(συνειδητά) ο Κ.Λ.Α.Α. να αυξηθεί (μέχρι τα 150L) ή να ελαττωθεί. Τα
αναπνευστικά κέντρα συνδέονται με το φλοιό του εγκεφάλου (με την
κινητική και την προκινητική περιοχή) και διαμέσου αυτών των
διασυνδέσεων εξασκείται η δράση της βουλήσεως στα κέντρα αυτά.

Αντανακλαστικά από αναπνευστικούς


βλεννογόνους 1/4
• Η ύπαρξη των αντανακλαστικών αυτών έχει ως σκοπό την
απομάκρυνση των διαφόρων ερεθιστικών ή βλαπτικών
παραγόντων από τους αεραγωγούς. Στα αντανακλαστικά του
ερεθισμού των αναπνευστικών βλεννογόνων υπάγεται ο
βήχας και ο πταρμός, ενώ στην ίδια κατηγορία ανήκουν και το
χάσμημα, ο στεναγμός και ο λόξυγκας.
Αντανακλαστικά από αναπνευστικούς
βλεννογόνους 2/4
• Ο βήχας. Εκλύεται από μηχανικό ή χημικό ερεθισμό του
βλεννογόνου των κατώτερων αεροφόρων οδών (Χ συζυγία). Ο
λάρυγγας και η τραχεία είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στα μηχανικά
ερεθίσματα (σκόνη, ξένα σώματα), ενώ οι μικροί βρόγχοι είναι πιο
ευαίσθητοι στα χημικά ερεθίσματα. Ο βήχας αρχίζει με μία βαθιά
εισπνοή (περίπου 2,5L αέρα) και συνεχίζει (με τη γλωττίδα αρχικά
κλειστή και κατόπιν ανοικτή) με μία έντονη εκπνευστική κίνηση (με
σύγχρονη σύσπαση των κοιλιακών και των εκπνευστικών μυών). Το
ρεύμα του αέρα που εξέρχεται έχει ιδιαίτερα μεγάλη ταχύτητα,
διασπάει το φραγμό της γλωττίδας και παρασύρει τον ερεθιστικό
παράγοντα, που προκάλεσε το αντανακλαστικό και με τον τρόπο
αυτόν προφυλάσσεται το αναπνευστικό σύστημα.

Αντανακλαστικά από αναπνευστικούς


βλεννογόνους 3/4
• Ο πταρμός. Πρόκειται για ένα αντανακλαστικό ανάλογο με
αυτό του βήχα, το οποίο εκλύεται όμως από τον ερεθισμό
των βλεννογόνων των ανώτερων αεροφόρων οδών
(ρινοφάρυγγα) καθώς διεγείρονται οι αισθητικές απολήξεις
της V συζυγίας. Ο πταρμός αρχίζει με μία βαθιά εισπνοή και
συνεχίζει με μία ιδιαίτερα έντονη εκπνοή, η οποία διασπάει
την ανυψωμένη υπερώα και το κλειστό στόμα και
συμπαρασύρει τον ερεθιστικό παράγοντα που προκάλεσε το
αντανακλαστικό.
Αντανακλαστικά από αναπνευστικούς
βλεννογόνους 4/4
• Το χάσμημα. Πρόκειται για μία βαθιά εισπνοή που
ακολουθείται από διάφορες κινήσεις των άκρων και των
πτερυγίων της ρινός. Το αντανακλαστικό αυτό βοηθάει στην
έκπτυξη των υποαεριζόμενων κυψελιδικών περιοχών.
• Ο λόξυγκας. Πρόκειται για μία σύσπαση του διαφράγματος,
η οποία επαναλαμβάνεται περιοδικά. Ο ήχος που
χαρακτηρίζει το λόξυγκα παράγεται από την εισπνοή η οποία
διακόπτεται απότομα από τη σύγκλειση της γλωττίδας.

Ενότητα 15: Νευρικό σύστημα (α’ μέρος) - Νευρώνας,


Νευρογλοία, Δυναμικό ενέργειας, συνάψεις, νευρομεταβιβαστές
Νευρικός ιστός - Νευρώνας (διεγέρσιμος) -
Νευρογλοία (στηρικτική)
Ο ΝΕΥΡΩΝ [ο διεγέρσιμος] [ο μη διαιρετός].
• Οι νευρώνες είναι κύτταρα εξειδικευμένα για να δέχονται, να
συστηματοποιούν και να μεταδίδουν μια πληροφορία. Κάθε
νευρώνας έχει ένα σώμα (cell body) και αποφυάδες ή νευρίτες
(neurites).
• Oι νευρίτες που δέχονται πληροφορία (receptor neurites),
καλούνται δενδρίτες και είναι συνήθως πολλοί. Κάθε σώμα (cell
body) έχει μόνο μια απαγωγή αποφυάδα, τον άξονα. Το
κυτταρόπλασμα του σώματος (ή περικάρυον) περιλαμβάνει
περιπυρηνικό υλικό (βασεόφιλο) υπό την κοκκιώδη μορφή που
καλείται σωμάτια του Nissl (Nissl bodies).
• Ο άξονας αρχίζει από μια περιοχή του κυττάρου που λέγεται
εκφυτικός κώνος (haxon hillock) ή οποία περιοχή δεν περιέχει
σωμάτια του Nissl.

Τυπικός νευρώνας
Dendrite
Axon terminal

Nobe of
Ranvier
Soma

Axon

Schwann cell

Myelin sheath
Nucleus

“Neuron Hand-tuned”, από Faigl.ladislav διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

2
Περιγραφή του νευρώνα 1/17
• Οι άξονες έχουν μία εξωτερική πλασματική μεμβράνη που καλείται
αξόλειμμα (axolemma) και που περικλείει το κυτταρόπλασμα των
αξόνων (αξόπλασμα). Ο άξονας γενικά είναι ο επιμηκέστερος
νευρίτης του κυττάρου και συνήθως αρχίζει από τον εκφυτικό κώνο
(axon hillock). Συνεχίζει καθώς στενεύει στο αρχικό τμήμα (initial
segment). Μετά από το αρχικό τμήμα η διάμετρος του άξονα
παραμένει σταθερή σε διάμετρο (δ). Οι άξονες γενικά που είναι
μεγαλύτερης διαμέτρου από 1 μm γενικά έχουν ένα περίβλημα
μυελίνης (myelin sheath) το οποίο αρχίζει από το αρχικό τμήμα και
στο δρόμο του διακόπτεται κατά διαστήματα από τα κομβία του
Ranvier (nodes of Ranvier).

Περιγραφή του νευρώνα 2/17


• Στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ), τα περιβλήματα
μυελίνης σχηματίζονται από την νευρογλοία και
συγκεκριμένα τα ολιγοδενδροκύτταρα (oligodendrocytes)
ενώ στο περιφερικό νευρικό σύστημα (νεύρα) σχηματίζεται
από τα νευρολειμματικά κύτταρα ή κύτταρα του Schwann.

4
Περιγραφή του νευρώνα 3/17
• Στα κομβία του Ranvier το αξόλειμμα του άξονα είναι εκτεθειμένο
στην ανταλλαγή ιόντων ενώ ανάμεσα στα κομβία το μέρος του
άξονα που περιβάλλεται από την μυελίνη είναι μονωμένο
(insulation). Αυτή η φυσιολογική διευθέτηση, είναι η βάση για την
αρχή της διαπηδυτικής αγωγιμότητας (saltatοry conduction) βάσει
της οποίας τα δυναμικά πηδούν από κομβίο σε κομβίο.
• Η ταχύτητα της αγωγής είναι ανάλογος του πάχους του άξονος και
της μυελίνης του. Οι λεπτοί άξονες δεν έχουν μυελίνη. Στα κομβία
του Ranvier, εκφύονται παράπλευροι κλάδοι. Υπάρχουν και
παράπλευροι που γέρνουν προς το σώμα του κυττάρου και
συνάπτονται με γειτονικούς νευρίτες. Το τελικό μέρος του άξονα
εκτείνεται προσυναπτικά (τελικά κομβία) (boutons terminaux) ή
δημιουργεί μια σειρά από διογκώσεις (boutons de passage).
5

Περιγραφή του νευρώνα 4/17


• Το αξόπλασμα (δηλ. το κυτταρόπλασμα του άξονος) περιέχει
μη κοκκιώδες (λείο) ενδοπλασματικό δίκτυο, νευροϊνίδια,
νευροσωληνίσκους, και μιτοχόνδρια. RNA, και ριβοσώματα
που χρειάζονται για την σύνθεση των πρωτεϊνών δεν
βρίσκονται στον άξονα των νευρικών κυττάρων

6
Περιγραφή του νευρώνα 5/17
• Οι δενδρίτες είναι λεπτότερες αποφυάδες που εκτείνονται από το
κυτταρικό σώμα και αυξάνουν κατά πολύ την δεκτική επιφάνεια
του κυττάρου. Περιέχουν τα ίδια οργανίδια που έχει και το
κυτταρόπλασμα. Συνήθως έχουν πολλούς κλάδους και ο τρόπος
που διακλαδίζονται χαρακτηρίζει διάφορους τύπους νευρώνων
π.χ. οι νευρώνες Purkinje του παρεγκεφαλιδικού φλοιού έχουν
δενδρίτες που τοποθετούνται σε ένα επίπεδο. Συχνά οι δενδρίτες
επεκτείνουν την επιφάνειά τους με τις δενδριτικές spines
(άκανθες). Ανάλογα με τους δενδρίτες τους, οι νευρώνες
διακρίνονται σε μονόπολους, δίπολους και πολύπολους
νευρώνες.

Περιγραφή του νευρώνα 6/17


• Οι μονόπολοι νευρώνες (π.χ. στις οπίσθιες ρίζες των
σπονδυλικών γαγγλίων) έχουν ένα σφαιρικό σώμα και ένα
μόνον στέλεχος που διακλαδίζεται στο κεντρικό σημείο ώστε
να δώσει τόσο το κεντρικό όσο και το περιφερικό τμήμα.
• Οι δίπολοι νευρώνες έχουν ένα σχετικά επιμηκυσμένο σώμα
με ένα στέλεχος σε κάθε πόλο (αμφιβληστροειδής,
βλεννογόνος ρινός, κοχλίας και τα αιθουσαία γάγγλια).
• Οι πολύπολοι, είτε απαγωγοί είτε προσαγωγοί είναι
ακανόνιστοι στο σχήμα. Έχουν τους πιο πολλούς δενδρίτες
και είναι και οι πιο πολλοί στο ανθρώπινο σώμα.

8
Πολύπολοι, δίπολοι και μονόπολοι
νευρώνες

1. Unipolar neuron
2. Bipolar neuron
3. Multipolar neuron
4. Pseudounipolar neuron

9
“Neurons uni bi multi pseudouni”, by Jonathan Haas διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Περιγραφή του νευρώνα 7/17


• Ανάλογα με το μέγεθός τους χωρίζονται σε δύο τύπους: 1)
Golgi I, 2) Golgi II.
• Οι Golgi I έχουν μεγάλο σώμα και μακρύ άξονα (π. χ. τα
πυραμιδικά κύτταρα του φλοιού, τα Purkinje κύτταρα του
παρεγκεφαλιδικού φλοιού). Μεταφέρουν πληροφορία από
ένα μέρος στο άλλο.
• Οι Golgi II είναι ενδιάμεσοι νευρώνες (interneurons) με μικρό
και συχνά ακτινωτό σώμα και συχνά κοντό άξονα που
τελειώνει τοπικά (στην ίδια περιοχή).

10
Golgi I
Dendrite
Axon terminal

Node of
Ranvier
Soma

Axon

Schwann cell

Myelin sheath
Nucleus

“Neuron Hand-tuned”, από Faigl.ladislav διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

11

Golgi II

“Bipolar Interneuron”, by Anmats διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0


12
Περιγραφή του νευρώνα 8/17
Το σώμα (cell body) του νευρώνος
1. Η κυτταρική μεμβράνη είναι μια δύστοιβη φωσφολιπιδική δομή με
μια εξωτερική στοιβάδα γλυκοπρωτεΐνης. Ανάμεσα στην μεμβράνη
υπάρχει ένα μωσαϊκό από εξειδικευμένα πρωτεϊνικά μόρια που
δημιουργούν channels (κανάλια) τα οποία είναι εκλεκτικά για την
δίοδο του Να+, Κ+ και Cl- (ιόντων). Μερικά από τα κανάλια είναι
(open) ανοιχτά και μερικά κλειστά (gated). Η κυτταρική μεμβράνη
από κατασκευής της είναι μια ημιδιαπερατή μεμβράνη. Αλλά ιόντα
αφήνει να περνούν ελεύθερα, για άλλα είναι λιγότερο διαπερατή και
για άλλα εντελώς αδιαπέραστη. Η κυτταρική μεμβράνη είναι
ελεύθερα διαβατή για τα ιόντα Κ+, Cl-, λίγο διαβατή για τα ιόντα Νa+
και εντελώς αδιάβατη για τις ενδοκυττάριες πρωτεΐνες και για τα
οργανικά ιόντα (ανιόντα). Η διαβατότητα για το Κ+ είναι 50 - 100
φορές μεγαλύτερη από ότι για το Νa+. 13

Περιγραφή του νευρώνα 9/17


2. Ο πυρήνας έχει διπλή μεμβράνη με πόρους.
Η χρωματίνη του πυρήνα αποτελείται από μεγάλα μόρια
δεοξυριβονουκλεϊνικού οξέος (DNA) που καθορίζει την
δημιουργία του ριβονουκλεϊνικού οξέος (RNA).To RNA
φεύγει μέσα από τους πυρηνικούς πόρους και ελέγχει την
σύνθεση των πρωτεϊνών στα ριβοσώματα. Υπάρχει συνήθως
ένας μόνον πυρηνίσκος. Στα θήλεα άτομα υπάρχει ένας
πυρηνικός δορυφόρος (Barr Body) της φυλετικής
χρωματίνης.

14
Περιγραφή του νευρώνα 10/17
3. Τα κυτταροπλασματικά οργανίδια
Τα σωμάτια του Νissl είναι βασεόφιλα και βάφονται με διάφορες
χρωστικές όπως το βιολέ του κρεσσυλίου. Βρίσκονται στο
κυτταρόπλασμα (περικάριον) και στους δενδρίτες, όχι όμως στον
εκφυτικό κώνο του άξονος. Φαίνονται πολύ στους κινητικούς και όχι
τόσο στους αισθητικούς νευρώνες και το ποσό τους ποικίλλει
ανάλογα με την κινητικότητα (δραστηριότητα) του κυττάρου. Με το
ηλεκτρονικό μικροσκόπιο φαίνονται να αποτελούν το τραχύ
ενδοπλασματικό δίκτυο σχηματίζοντας ομάδες δεξαμενών με
κολλημένα και ελεύθερα ριβοσώματα που περιέχουν RNA και που
σκοπός είναι η παραγωγή πρωτεϊνών απαραίτητες για τον
μεταβολισμό του κυττάρου καθώς και την διατήρηση της δομής του.
Μερικοί από τους νευρώνες συνθέτουν πεπτιδιακούς
νευρομεταβιβαστές καθώς και ορμόνες.
15

Περιγραφή του νευρώνα 11/17


• Η συσκευή Golgi. Είναι συστάδες από απεπλατυσμένες
δεξαμενές κοντά στον πυρήνα και μοιάζουν με το λείο
ενδοπλασματικό δίκτυο, περικλείουν γλυκοπρωτεΐνη σε
κυστίδια για να βοηθήσουν την μεταφορά του άξονα. Επίσης
παράγουν λυσοσώματα με ένζυμα, προσκεκολημένα στη
μεμβράνη, ικανά να καταστρέψουν ενδοκυτταρικά
βακτηρίδια ή άλλο ξένο υλικό ή να απομακρύνουν
κατεστραμμένα οργανίδια.

16
Περιγραφή του νευρώνα 12/17
• Μιτοχόνδρια. Τα μιτοχόνδρια είναι πολυάριθμα οργανίδια, και
βρίσκονται τόσο στον άξονα, στους δενδρίτες όσο και στο
κυτταρόπλασμα. Είναι οργανίδια, σφαιρικά, ωοειδή ή ινώδη, με
μια διπλή μεμβράνη που εσωτερικά διπλώνει σε πτυχές.
Φαίνονται να είναι το «δυναμικό» (the «powerhouse») των
κυττάρων, αποταμιεύουν ενέργεια υπό την μορφή ATP. Είναι
πολυάριθμα όπου υπάρχει μεταβολική δραστηριότητα όπως π.χ.
στις συνάψεις, (κινητικών και αισθητικών νευρώνων).
• Με το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο φαίνονται μικροσωληνίσκοι
διαμέτρου 20-30 nm σε διάμετρο που αποτελούνται από μια
πρωτεΐνη την «tubulin» και που βρίσκονται τόσο στο περικάρυο
όσο και στους νευρίτες. Οργανώνουν την μεταφορά μεγάλων
μορίων κατά μήκος των νευριτών (προς οποιαδήποτε -
κατεύθυνση).
17

Περιγραφή του νευρώνα 13/17


• Επίσης υπάρχουν νευροϊνίδια (neurofilaments) με διάμετρο
γύρω στα 10 nm. Αυτά συνήθως συστοιβάζονται και παρότι
μικρά όταν συσσωρεύονται μπορούν να φαίνονται στο
φωτομικροσκόπιο.
• Τα κεντρόμερα (κεντρύλια, centrioles, κεντροσώματα
centrosomes κ.λπ.), παρότι συνήθως φαίνονται στα
διαιρούμενα κύτταρα, έχουν παρατηρηθεί και στους
νευρώνες που είναι ανίκανοι προς διαίρεση. Πιθανώς στους
νευρώνες να έχουν σχέση με την δημιουργία και την
διατήρηση των μικροσωληνίσκων.

18
Περιγραφή του νευρώνα 14/17
• Έγκλειστα. Παράλληλα με τα οργανίδια υπάρχουν ή μπορεί να
υπάρξουν κυτταροπλασματικά έγκλειστα μέσα στους νευρώνες.
Π.χ. η μελανίνη είναι ορατή στην μέλαινα ουσία του εγκεφάλου
και αυξάνει προοδευτικά από την γέννηση μέχρι την ήβη. Μετά
παραμένει σταθερή σε ποσότητα. Χημικά συγγενεύει με την
νευροβιβαστική ουσία δοπαμίνη πoυ χρησιμοποιείται από τους
νευρώνες της περιοχής αυτής. Επίσης ο μέλας πυρήνας (locus
caeruleus) της γέφυρας περιέχει μελανίνη και χαλκό. Με την
πρόοδο της ηλικίας οι περισσότεροι νευρώνες αναπτύσσουν
κοκκία χρώματος κιτρινοκαφέ που περιέχουν λιποφουσκίνη.

19

Σώμα νευρώνα 1/2

“Blausen 0657 MultipolarNeuron”, by CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0


20
Σώμα νευρώνα 2/2

“Complete neuron cell diagram en”, από


21
Ysangkok διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Περιγραφή του νευρώνα 15/17


• Oι νευρώνες ανάλογα της εργασίας τους διαιρούνται:
1) Αισθητικοί (κεντρομόλοι).
2) Κινητικοί (φυγόκεντροι).
3) Συνδετικοί (ενδιάμεσοι) (interneurons).
• Ανάλογα της μυελίνης
1) Εμμύελοι (+)
2) Αμύελοι (-)

22
Εμμύελος νευρώνας

Dendrite
Axon terminal

Node of
Ranvier
Soma

Axon

Schwann cell

Myelin sheath
Nucleus

“Neuron Hand-tuned”, από Faigl.ladislav διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

23

Περιγραφή του νευρώνα 16/17


3. Ανάλογα του πάχους (άξονος).

δ(μ) U (m/sec)

Εμμύελες Αα 12-20 70-120


Ab 5-12 30-70
Αγ 3-6 15-30
Αδ 2-5 12-30
Αμύελες C 0,5-2 0,52-2

24
Περιγραφή του νευρώνα 17/17
4. Ανάλογα της νευρομεταβιβαστικής ουσίας.
i. Χολινεργικοί (Ακετυλοχολίνη - Ach).
ii. Κατεχολαμινικοί (κατεχολαμίνες - NA/A, DA)
δηλ. νοραδρενεργικοί (ΝΑ), αδρενεργικοί (Α)
δοπαμινεργικοί (DA)
-σεροτονινεργικοί (5HT).
iii. Πεπτιδεργικοί.
iv. Αμινοξέων π.χ. γλουταμικοί (γλουταμικό)
ασπαρτικοί (ασπαρτικό)
γ-αμινοβουτυρικοί (GABA).

25

Περιγραφή νευρογλοίας
Νευρογλοία (η στηρικτική) - (η II. Ολιγονδενδροκύτταρα
διαιρέσιμη) - (η τροφική)
• μικρότερα - με λίγες αποφυάδες.
4 είδη κυττάρων
• Τροφικά.
I. Αστροκύτταρα
• στο ΚΝΣ φτιάχνουν μυελίνη.
• πολλά, σαν άστρα, αποφυάδες.
III. Μικρογλοία
• όταν καταστραφούν ουλή.
• τα μικρότερα – φαγοκυτταρικά.
• ψευδοπόδια τα οποία πιάνουν
• κινούνται προς την φλεγμονή
τριχοειδή.
IV. Επένδυμα επενδύει κοιλότητες
• συμμετέχουν στον
του ΚΝΣ.
αιματεγκεφαλικό φραγμό.
• μπορεί να εξαλαγούν.
26
Διάταξη νευρώνων στο ΚΝΣ
• Στο ΚΝΣ τα σώματα των νευρικών κυττάρων βρίσκονται
μακριά από τις αποφυάδες τους. Ο εγκέφαλος είναι
φτιαγμένος από φαιά ουσία (σώματα νευρώνων, νωτιαίος
μυελός και νευρογλοιακά κύτταρα) και από λευκή ουσία
(νευρικές αποφυάδες και νευρογλοιακά κύτταρα, αλλά όχι
νευρώνες). Η λευκή ουσία παίρνει το όνομά της από την
λευκωπή χροιά της μυελίνης.

27

Απεικόνιση νευρικού ιστού 1/4


Πώς διερευνάται ο Νευρικός ιστός.
I. Για το φωτομικροσκόπιο ο νευρικός ιστός χρωματίζεται με
διάφορες μεθόδους.
1. Νουκλεϊνικές όξινες χρωστικές
βάφουν πυρήνες + Nissl
π.χ. βιολέ του κρεσυλίου } και δείχνουν τα σώματα μπλε του
τουλουϊδινίου αλλά όχι άξονες
2. Βαφές Αργύρου π.χ. Cajal + Go } βάφουν κύτταρα +
αποφυάδες σκούρα, ενώ η μυελίνη παραμένει άβαφη.

28
Απεικόνιση νευρικού ιστού 2/4
3. Βαφές Μυελίνης
o Weigert Method: διχρωμικό Κ+ κάνει τη μυελίνη να βάφεται
με αιματοξυλίνη.
o Marchi Method: με διχρωμικό Κ+, δείχνει και τις
εκφυλισμένες ίνες.

29

Απεικόνιση νευρικού ιστού 3/4


4. Ιστοχημεία και Ανοσοϊστοχημεία
o Δείχνουν τους εκάστοτε νευρομεταβιβαστές και τα ένζυμα
π.χ. με ανοσοφθόριση με φορμαλδεϋδη βάφεται ή ΝΑ
πράσινη και η 5ΗΤ κίτρινη μετά από έκθεση σε υπεριώδη
ακτινοβολία.
o Έτσι βρέθηκαν τα διάφορα μονοπάτια - pathways
μεταβιβαστών.
o Απεικόνιση των αξόνων με καταστροφικές μεθόδους
π.χ. χρωματόλυση (Warwick).

30
Απεικόνιση νευρικού ιστού 4/4
II. Ηλεκτρονικό μικροσκόπιο: Αυξημένη λεπτομέρεια
o Φαίνονται οι μεμβράνες, οι συνάψεις, τα οργανίδια.
o Φαίνεται η μυελίνη και η δομή της.
o Φαίνονται οι σχέσεις στις συνάψεις – μικροδομή.

31

Βαφή Golgi

bioenno.com

32
Μεταφορά προϊόντων μέσω άξονα
• Πώς Μεταφέρει ο Άξονας
Τα προϊόντα που σχηματίζονται στο σώμα του νευρώνος
διασχίζουν τον άξονα ορθόδρομα (orthograde direction) -
Προς τα πρόσω - με 2 τρόπους:
1. Βραδεία μεταφορά (slow transport) 1-3 mm/day
Το πως γίνεται είναι άγνωστο
2. Ταχεία μεταφορά (rapid transport) κυστιδίων που
περιέχουν και νευρομεταβιβαστές (400 mm/day). Αυτή η
μεταφορά συμβαίνει στην έξω επιφάνεια των
μικροσωληνίσκων.
 Υπάρχει και αντίδρομος αγωγή (retrograde transport).

33

Νευρογλοία 1/4
• (B) NEYΡΟΓΛΟΙΑ [η στηρικτική] – Μη διεγέρσιμα κύτταρα που
κυκλώνουν τους νευρώνες και αποτελούν το ½ του ΚΝΣ. Σε
αντίθεση με τους νευρώνες η νευρογλοία διαιρείται. Υπάρχουν
αρκετές ποικιλίες (βλ επίσης ανωτέρω).
I. Αστροκύτταρα
o ινώδη
o πρωτοπλασμικά
II. Ολιγοδενδροκύτταρα
o Ενδοδεσμικά (interfascicular)
o Περινευρικά (Perineuronal)
III. Mικρογλοία
IV. Eπένδυμα
34
Νευρογλοία 2/4
I. Aστροκύτταρα: Τα πιο στηρικτικά και τροφικά. Τα πιο
πολυάριθμα, σαν αστέρια, με πολυάριθμες αποφυάδες.
Έχουν ψευδοπόδια (perivascular feet) με τα οποία
καλύπτουν το 85% της επιφάνειας των τριχοειδών του ΚΝΣ.
o Δύο τύποι: τα ινώδη (λευκή ουσία) και τα
πρωτοπλασματικά (φαιά ουσία).
o Αστροκυττώματα = κακοήθεις εξαλαγές.
o Στον αμφιβληστροειδή τα αστροκύτταρα λέγονται Muller
cells.

35

Αστροκύτταρα και νευρώνες

“Astrocyte5”, από GerryShaw διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 36


Νευρογλοία 3/4
II. Ολιγοδενδροκύτταρα: μικρότερος πυρήν, λιγότερες
αποφυάδες, χωρίς ινίδια.
o Ενδοδεσμικά : κατά μήκος αξόνων, φτιάχνουν την
μυελίνη στο ΚΝΣ.
o Περινευρικά : γύρω από τα σώματα νευρώνων.

37

Ολιγοδενδροκύτταρο 1/2

38
“Neuron with oligodendrocyte and myelin sheath”, από Andrew c διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Ολιγοδενδροκύτταρο 2/2

“Myelin transport in neurons”, από TheJCB διαθέσιμο με άδεια CC BY-NC-SA 2.0 39

Νευρογλοία 4/4
III. Τροφικά
Μικρογλοία: μικρά κύτταρα-μπορούν να αναπτύξουν
φαγοκυττάρωση σε λοίμωξη.
IV. Επενδυματικά:
Στις κοιλίες και στην σπονδυλική στήλη - κυβοειδή κύτταρα.

40
Αστροκύτταρα, ολιγοδενδροκύτταρα,
μικρογλοία και επένδυμα 1/2

cnx.org

41

Επενδυματικά κύτταρα

“Gray667”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 42


Αστροκύτταρα, ολιγοδενδροκύτταρα,
μικρογλοία και επένδυμα 2/2

fotosimagenes.org

43

Καταγραφή ηλεκτρικών συμβάντων


• Τα ηλεκτρικά συμβάντα των νεύρων είναι γρήγορα (ms).
• Οι διαφορές δυναμικών είναι μικρές (mVolt).
• Αυτά μετρήθηκαν μετά την εφεύρεση των μικροηλεκτροδίων
(δ = < 1μm) που βοήθησαν την μικρομελέτη των νεύρων και με
την εφεύρεση των ηλεκτρονικών ενισχυτών και του καθοδικού
παλμογράφου. Οι ενισχυτές ενισχύουν τα συμβάντα  1000
φορές και ο παλμογράφος ανιχνεύει τις ηλεκτρικές μεταβολές.

44
Καθοδικός παλμογράφος
Πως είναι ο καθοδικός παλμογράφος.
• Όταν 2 ηλεκτρόδια τοποθετούνται πάνω στην επιφάνεια ενός
νεύρου και είναι συνδεδεμένα με τον καθοδικό παλμογράφο,
δεν υπάρχει διαφορά δυναμικού. Εάν ένα ηλεκτρόδιο μπει
μέσα στο κύτταρο, ενώ το κύτταρο είναι σε ηρεμία, και το
άλλο μείνει έξω, ο παλμογράφος δείχνει μια σταθερή
διαφορά δυναμικού με το εσωτερικό αρνητικό σε σχέση με
το εξωτερικό - 70 mV. Αυτό είναι το δυναμικό ηρεμίας της
μεμβράνης του νευρώνος.

45

Διέγερση του νευρώνα


Διεγέρσιμα κύτταρα: Είναι τα νευρικά και τα μυϊκά
Διέγερση του νευρώνα-Νευρική ώση
Εάν διεγερθεί ο νευρών και αρχίσει ένα ερέθισμα τότε συμβαίνουν
αλλαγές δυναμικού που είναι γνωστές σαν δυναμικό ενέργειας
(action potential). Είναι η απότομη παλμική μεταβολή του δυναμικού
της μεμβράνης - Διαρκεί msec. Αυξάνει απότομα την διαπερατότητα
για Να+. Το δυναμικό ενέργειας λέγεται και νευρική ώση. Οφείλεται
στην ενεργοποίηση των καναλιών Να+ και έχουμε αύξηση της
διαπερατότητας Να+ μέχρι και πέντε χιλιάδες φορές (δηλ. 
αγωγιμότητα Να+). Αμέσως μετά κλείνουν τα κανάλια Να+ και
ανοίγουν του Κ+ = έξοδος Κ+. Με την έξοδο Κ+ ελαττώνεται η
ηλεκτροθετικότητα κι αυτό θα σταματήσει όταν επανέλθουμε στο
δυναμικό ισορροπίας.

46
Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 1/7
• Το δυναμικό ενέργειας μπορεί να παραχθεί με οποιοδήποτε
παράγοντα (χημική ουσία η ηλεκτρική διέγερση). Με το δυναμικό
ενέργειας, το ηλεκτροαρνητικό δυναμικό ισορροπίας γίνεται για μια
στιγμή θετικό και μετά πάλι αρνητικό.
1. Το σημείο που εκδηλώνεται το δυναμικό ενέργειας είναι το επίπεδο
πυροδότησης (ουδός), όπου ανοίγουν τα κανάλια και το Να+
μπαίνει μέσα.
2. Εκπόλωση συμβαίνει όσο διαρκεί η είσοδος Να+
3. Επαναπόλωση συμβαίνει όταν  η διαπερατότητα και η έξοδος Κ+
• Η νευρική ώση μεταδίδεται κατά μήκος της μεμβράνης. Μπορεί να
άγεται και 2 κατευθύνσεις.
• Η ταχύτητα είναι ανάλογη του πάχους του νευρωνικού άξονα.

47

Δυναμικό ενέργειας, νευρική ώση

“Action potential”, από Tomtheman5 διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 48


Διεύθυνση και άνοιγμα ιονικών καναλιών
στην νευρική ώση 1/2

49
“Blausen 0011 ActionPotential Nerve”, by BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Διεύθυνση και άνοιγμα ιονικών καναλιών


στην νευρική ώση 2/2

“Action Potential”, από Laurentaylorj διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 50


Αγωγή του ερεθίσματος σε εμμύελους και
αμύελους νευρώνες

zuniv.net
51

Κίνηση των ιόντων στις φάσεις του


δυναμικού ενέργειας
Δύο τρόποι για την γένεση των δυναμικών ηρεμίας μεμβράνης.
1. Ενεργητική μεταφορά ιόντων διαμέσου μεμβράνης.
2. Διάχυση ιόντων μέσω μεμβράνης.
• Η μεμβράνη είναι:
o ελεύθερη διάβαση  Κ, Cl,
o λίγο διαβατή  Νa,
o Αδιάβατη  ενδοκυττάριες πρωτεΐνες.

52
Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 2/7

Eξωκυττάριος χώρος Eνδοκυττάριος χώρος

Κ+ 5,5 mEq/l 150 mEq/l

Na+ 150 mEq/l 15 mEq/l

Cl- 125 mEq/l 9 mEq/l

• Το εσωτερικό είναι ηλεκτροαρνητικό.


• Το ελάχιστο ερέθισμα που προκαλεί διέγερση στα νευρικά κύτταρα
καλείται βαλβιδικό.
• Εάν το ερέθισμα είναι υποβαλβιδικό δεν προκαλεί διέγερση.

53

Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 3/7


• Ανερέθιστη Περίοδος είναι ο χρόνος όπου ένα ερέθισμα, όσο κι αν
είναι ισχυρό δεν μπορεί να διεγείρει ένα νευρικό κύτταρο. Γενικά
διαρκεί όσο και το δυναμικό ενέργειας. Συνήθως 0,5 - 2 msec.
Καθορίζει την συχνότητα με την οποία μπορεί να διεγερθεί το
κύτταρο.
• Η ανερέθιστη περίοδος των νευρώνων είναι απόλυτος (από το
επίπεδο πυροδότησης μέχρι το 1/3 της επαναπόλωσης και σχετική
από το 1/3 της επαναπόλωσης μέχρι και λίγο μετά την πλήρη
επαναπόλωση.
• Κατά την απόλυτη ανερέθιστη περίοδο, κανένα ερέθισμα όσο ισχυρό
και να είναι δεν θα διεγείρει το νεύρο ενώ στην σχετική ανερέθιστη
περίοδο, ένα δυνατό ερέθισμα μπορεί να προκαλέσει διέγερση.

54
Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 4/7
Η ώση πάει προς 2 κατευθύνσεις (βλ επίσης ανωτέρω):
• Ορθόδρομος αγωγή:
Συνήθως φυσιολογικά προς μία κατεύθυνση από την σύναψη του
νευρώνα κατά μήκος του άξονα προς τα τελικά κομβία.
• Αντίδρομος αγωγή:
Αντίθετα - Θεωρητικά η αντίδρομη αγωγή δεν θα συναντήσει
σύναψη και θα πεθάνει.
Στις εμμύελες ίνες η αγωγή πηδάει από κομβίο σε κομβίο του
Ranvier.

55

Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 5/7


Διαπηδυτική αγωγή (Saltatory Conduction)
• *H μυελίνη είναι ένας μονωτής.
• Τα κομβία του Ranvier καθώς και το αρχικό κομμάτι του
άξονα έχουν πολλά κανάλια Να+ π.χ. γενικά υπάρχουν σε
διάφορα σημεία 50-75, αλλά,
o στο εκφυτικό κώνο: 350-500
o στον Ranvier: 2000-12.000 } Κανάλια
o στην μυελίνη: 20-75 Να+

56
Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 6/7
• Η μεγαλύτερη ενέργεια του νευρικού κυττάρου δαπανάται
από την Να Κ ΑΡΤ άση (αντλία Να Κ) 70%. Όταν γίνεται δε η
νευρική ώση η ενέργεια που δαπανά το κύτταρο
διπλασιάζεται.

57

Δυναμικό ενέργειας νευρώνα 7/7


• Αρχή του όλου ή ουδέν
o Το ύψος του δυναμικού ενέργειας διατηρείται σταθερό
καθώς μεταφέρεται σε όλη την έκταση της νευρικής ίνας
και είναι ανεξάρτητο από το ερέθισμα που το προκάλεσε.
Εάν ερέθισμα Χ δημιούργησε μία ώση, ένα ισχυρότερο
δεν προκαλεί γένεση ισχυρότερης ώσης στο ίδιο κύτταρο.
• Ταχύτητα αγωγής
o Μεγαλύτερη όσο παχύτερη η ίνα (1)
o και όσο περισσότερα κομβία του Ranvier υπάρχουν (2)

58
Πυροδότηση των νευρώνων

Mouse cingulate cortex neurons από Shushruth διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.0 59

Συναπτική μονάδα 1/4


• Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΜΟΝΑΔΑ ΤΟΥ ΝΣ = η συναπτική μονάδα
• Το 1921, ο Οtto Lowei έκανε ένα κλασσικό πείραμα που οδήγησε
στην ανακάλυψη της σύναψης σαν λειτουργικής μονάδας του ΝΣ.
Ερέθισε ηλεκτρικά το πνευμονογαστρικό νεύρο μιας καρδιάς
βατράχου και παρατήρησε ότι η βραδυκαρδία που δημιουργείτο
μετεδίδετο σε μία άλλη καρδιά που δούλευε δίπλα με μετάγγιση.
(Άρα κάτι περνούσε!).
• Η σύναψη είναι η λειτουργική μονάδα κι ο τρόπος επικοινωνίας
των νευρώνων. Έχουμε: 1) χημικές (διαβίβαση ουσίας), 2)
ηλεκτρικές (διαβίβαση δυναμικού) συνάψεις. Οι περισσότερες
είναι χημικές. Ειδική σύναψη είναι η τελική πλάκα (μυς + νεύρο)!
• Στο τελικό κομβίο του άξονος συγκεντρώνονται κοκκία με την
ουσία που πρόκειται να μεταφερθεί ώστε να δράσει στον επόμενο
νευρώνα.

60
Συναπτική μονάδα 2/4
• Όταν το ερέθισμα έρθει, τα εκκριτικά κοκκία που έχουν
σχηματισθεί ήδη, συνενώνονται με την προσυναπτική
μεμβράνη και το περιεχόμενο τους εξωκυτταρώνεται. Η
ουσία τώρα που βρίσκεται στο συναπτικό χάσμα θα
αναγνωριστεί από τον υποδοχέα της μετασυναπτικής
μεμβράνης. Η ουσία που χρησιμοποιεί ο ένας νευρώνας για
να επικοινωνήσει με τον άλλο λέγεται νευρομεταβιβαστής.
• Η δημιουργία συμπλέγματος του νευρομεταβιβαστή με τον
υποδοχέα της μετασυναπτικής μεμβράνης λέγεται
ενεργοποίηση της μετασυναπτικής μεμβράνης. Η μεταφορά
του νευρομεταβιβαστή από το ένα κύτταρο στο άλλο λέγεται
νευρομεταβίβαση.

61

Συναπτική μονάδα 3/4


• Παραδοσιακά υπάρχει ένα είδος νευρομεταβιβαστή ανά
νευρώνα. Οι νευρώνες κατατάσσονται σε ομάδες ανάλογα με το
νευρομεταβιβαστή τους και έτσι δημιουργούν τα νευροχημικά
συστήματα του ΚΝΣ/ΠΝΣ.
• Όταν ο νευρομεταβιβαστής αναγνωριστεί από τον υποδοχέα της
μετασυναπτικής μεμβράνης συνδέεται μαζί του με την βοήθεια της
εκάστοτε πρωτεΐνης G, ενεργοποιείται η καταλυτική υπομονάδα,
υφίσταται στροφή στον χώρο και ή ενεργοποιεί το ένζυμο
αδενυλκυκλάση ή ανοίγει ιονικά κανάλια. Όταν ενεργοποιηθεί η
αδενυλκυκλάση, καταλύει την μετατροπή της ATP σε cAMP και
απελευθερώνεται ενέργεια δύο φωσφόρων ανά μόριο. Ειδικές
κινάσες παραλαμβάνουν τους φωσφόρους και τους μεταφέρουν
σε πρωτεΐνες του κυττάρου που φωσφορυλιώνονται. Όταν
ανοίγουν ιονικά κανάλια επακολουθεί ηλεκτρική ώση.
62
Συναπτική μονάδα 4/4
• Για κάθε νευρομεταβιβαστή μπορεί να υπάρχουν
περισσότερα του ενός είδη υποδοχέων.
• Και ένα ή περισσότερα μπορεί να μη λειτουργούν μέσω του
cAMP αλλά με άλλο είδος 2ου μεταβιβαστή ή μέσω
ανοίγματος και κλεισίματος καναλιών.
• Οι διαφορές μεταξύ υποδοχέων θεωρητικά είναι στην
καταλυτική υπομονάδα αφού η εκλυόμενη ουσία Χ είναι ίδια.

63

Σύναψη

“Chemical synapse schema cropped”, από


Looie496 διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 64
Έγχυση νευρομεταβιβαστών και ενεργοποίηση των
υποδοχέων της μετασυναπτικής μεμβράνης

“Synapse Illustration2 tweaked”, από Delldot διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 65

Νευρομεταβιβαστές
Οι νευρομεταβιβαστές είναι:
1. Αμίνες:
o Ακετυλοχολίνη (Ach),
o Kατεχολαμίνες (Α, ΝΑ, DA),
o Ισταμίνη,
o Ινδολεαμίνες (5 υδροξυτρυπταμίνη ή σεροτονίνη (5ΗΤ).
2. Αμινοξέα
o Διεγερτικά (γλουταμικό/ασπαρτικό),
o Ανασταλτικά (γ-αμινοβουτυρικό) (GABA).
3. Νευροπεπτίδια:
o Οπιοειδή (ενγκεφαλίνες – ενδορφίνες).

66
Τα κυριότερα συστήματα
νευρομεταβιβαστών
• AKETYΛΟΧΟΛΙΝΗ (Αch):
Βρίσκεται στους νευρώνες που
ονομάζονται χολινεργικοί.
• Σύνθεση από χολίνη και οξεϊκό οξύ.

“AChe mechanism of action”, από Sbolmer


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 67

Ακετυλοχολίνη 1/3
• Το ένζυμο που συνθέτει Ach βρίσκεται σε υψηλή
συγκέντρωση στους χολινεργικούς νευρώνες και η
συγκέντρωσή του καθορίζει το είδος του νευρώνα.
• Αποδομή: Μετά την χρησιμοποίησή της η Ach παρουσία
εστεράσης καταλύεται γρήγορα σε χολίνη και οξεϊκό.
• Δράση: Η Ach αναγνωρίζεται από 2 ειδών υποδοχείς:
1. Νικοτινικούς,
2. Μουσκαρινικούς.

68
Ακετυλοχολίνη 2/3
1. Νικοτινικοί υποδοχείς. Διεγείρονται και από την νικοτίνη,
μπλοκάρονται δε από τοξίνες. Βρίσκονται μεταξύ νευρώνων αλλά
και μεταξύ μυός και νεύρου (τελική κινητική πλάκα). Αυτοί οι
υποδοχείς λειτουργούν με κανάλια και όχι με 2ο μεταβιβαστή.
Δηλαδή καθώς η Ach δεσμεύεται στον νικοτινικό υποδοχέα, αλλάζει
η δομή του υποδοχέα, ανοίγει κανάλι για είσοδο Να+ κι αυτή η
είσοδος Να+ δημιουργεί την εκπόλωση. Χημικώς αυτοί οι υποδοχείς
είναι πρωτεΐνες.
• ΜΒ: 250.000 με 5 υπομονάδες (α, α, β, γ, δ).
• Αυτές οι υπομονάδες διατρυπώντας την μεμβράνη, βρίσκονται
συμμετρικά γύρω από ένα κανάλι φαρδύ προς τα έξω που στενεύει
όσο μπαίνει στο χώρο της μεμβράνης (α = θέση Ach στον υποδοχέα)
Νικοτινικοί υπάρχουν σε όλο το νευρικό σύστημα αλλά στον
εγκέφαλο, οι πιο πολλοί είναι μουσκαρινικοί.
69

Νικοτινικοί υποδοχείς

atsdr.cdc.gov

70
Νικοτινικός υποδοχέας

plosbiology.org 71

Ακετυλοχολίνη και δράση της στην τελική


κινητική πλάκα

mednote.dk
72
Ακετυλοχολίνη 3/3
2. Μουσκαρινικοί υποδοχείς: Διεγείρονται από την μουσκαρίνη
(θυμηθείτε μανιτάρια – amanita muscarea) και μπλοκάρονται με
ατροπίνη. Είναι 5 τύπων (Μ1, Μ2, Μ3, Μ4, Μ5) και προέρχονται
από 5 διαφορετικά γονίδια. Λειτουργούν με 2ο μεταβιβαστή το
cAMP και είναι πιο διάχυτοι στον εγκέφαλο από ότι οι νικοτινικοί
υποδοχείς (ιδίως ο Μ1.). Είναι πρωτεΐνες. Η Ach σαν διάχυτη
διαβιβαστική ουσία χρησιμεύει ως νευρομεταβιβαστής σε πολλές
λειτουργίες στο ΚΝΣ και περιφερικά.
Στο ΚΝΣ: 1) διέγερση φλοιού, 2) μνήμη. Στην άνοια τύπου
Alzheimer η Ach ελαττώνεται και οι χολινεργικοί νευρώνες
παραβλάπτονται.

73

Νικοτινικοί και μουσκαρινικοί υποδοχείς


της ακετυλοχολίνης

pharmacology-notes-free.blogspot.gr 74
Κατεχολαμίνες
• Νοραδρεναλίνη NA / Αδρεναλίνη Α / Δοπαμίνη DA
• Οι νευρώνες που χρησιμοποιούν ΝΑ λέγονται νοραδρενεργικοί, ενώ
εκείνοι που χρησιμοποιούν Α αδρενεργικοί. Οι νευρώνες που
χρησιμοποιούν δοπαμίνη λέγονται δοπαμινεργικοί.
• ΝΑ, Α, DA φέρονται μαζί ως κατεχολαμίνες.
• Σύνθεση: Όλες έχουν κοινό μονοπάτι. Έρχονται από το αμινοξύ
τυροσίνη που παίρνεται ή από την φαινυλαλανίνη ή από την δίαιτα.
• Η νοραδρεναλίνη απελευθερώνεται από τα κοκκία των τελικών
κομβίων και βγαίνει στην συναπτική σχισμή (χάσμα). Εκεί δρα στους
υποδοχείς της που είναι είτε α είτε β αδρενεργικοί υποδοχείς και
δρουν μέσω G-πρωτεϊνών.

75

Σύνθεση των κατεχολαμινών

76
“Catecholamine and trace amine biosynthesis”, από Seppi333 διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Νοραδρεναλίνη 1/2
• Αποδομή: Η ΝΑ είτε ενώνεται με την συναπτική μεμβράνη, είτε
επανέρχεται στην προσυναπτική περιοχή με ενεργητική
(επαναφορά) μεταφορά (reuptake) (το reuptake είναι σπουδαίο
φαινόμενο οικονομίας χρήσιμου μεταβιβαστή). Ο καταβολισμός της
γίνεται με 2 τρόπους:
1. με οξείδωση τη βοήθεια ενός ενζύμου (MΑΟ)-monoaminoxidase,
2. με μεθυλίωση από την κατεχολ- Ο-μεθυλ-τρανσφεράση (COMPT).
• Η MAΟ βρίσκεται μέσα στο τελικό κομβίο, στην έξω επιφάνεια των
μιτοχονδρίων και η COMPT στην μετασυναπτική μεμβράνη. Με το 1
και 2 αδρανοποιείται η ΝΑ.

77

Νοραδρεναλίνη 2/2
Δράσεις της ΝΑ στο ΚΝΣ:
1. Εγρήγορση (Ύπνος).
2. Fight/flight (μαζί με Α επινεφριδίων).
3. Συναίσθημα (πρώτα αντικαταθλιπτικά φάρμακα ήσαν
αναστολείς της MΑΟ ώστε να  την συγκέντρωση της ΝΑ
στην συναπτική σχισμή.
4. Μάθηση.

78
Δράσεις και ενδείξεις αδρεναλίνης
• Γνωστή και σαν επινεφρίνη.
• Είναι κατεχολαμίνη που εκκρίνεται από τον μυελό των επινεφριδίων.
• Το πρώτο φάρμακο που χρησιμοποιείται σε μια καρδιακή ανακοπή.
• Δρα διεγείροντας τους άλφα- και βήτα-αδρενεργικούς υποδοχείς του
συμπαθητικού νευρικού συστήματος.
• Υπεύθυνη της αντίδρασης «πολέμου ή φυγής» (“fight or flight”
response).
• Στην καρδιακή ανακοπή δρα στους άλφα-1 και άλφα-2 υποδοχείς στο
καρδιακό μυϊκό σύστημα αγωγιμότητας.
• Αυτό προκαλεί αρτηριακή και αρτηριδιακή αγγειοσυστολή η οποία
διατηρεί αγγειακή αντίσταση.
• Αυτό αυξάνει τη στεφανιαία και εγκεφαλική αιμάτωση.

action of epinephrine
79

Δράσεις αδρεναλίνης στους α και β-υποδοχείς

80
“Adrenoceptor-Signal transduktion”, από Mikael Häggström διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Δράσεις αδρεναλίνης στους β-υποδοχείς

derangedphysiology.com με άδεια CC BY-NC-SA 3.0 81

Δοπαμίνη 1/2
• Δοπαμίνη (DA)
Σε πολλά κύτταρα (νευρώνες) η σύνθεση των κατεχολαμινών
σταματά στην DA και έτσι αυτή εκκρίνεται ως
νευρομεταβιβαστής. Και για αυτήν υπάρχει ενεργητική
επαναφορά (reuptake). Η DA δρα στους μετασυναπτικούς
υποδοχείς (DA receptors) όλοι είναι πρωτεΐνες και δρουν
μέσω G-πρωτεϊνών. Υπάρχουν D1, D2, D3, D4, D5.

82
Δράση δοπαμίνης

“TAAR1 Dopamine”, από Seppi333


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 83

Δράση δοπαμίνης στους υποδοχείς της


στην μετασυναπτική μεμβράνη

openi.nlm.nih.gov 84
Υποδοχείς δοπαμίνης

85
scienceofeds.org

Δοπαμινεργικός υποδοχέας

©cnsforum.com
86
Δράση του D1 δοπαμινεργικού υποδοχέα

©cnsforum.com
87

Δοπαμινεργικός D1, D5 υποδοχέας

©cnsforum.com
88
Επαναπρόσληψη της δοπαμίνης στη
σύναψη μετά την δράση

©cnsforum.com 89

Δοπαμίνη 2/2
• Η δοπαμίνη (DA) είναι σημαντική για:
1. Οι υποδοχείς της στο ΚΝΣ είναι αυξημένοι στην σχιζοφρένεια.
Όλα τα αντιψυχωτικά φάρμακα με δράση στην σχιζοφρένεια
μπλοκάρουν τους υποδοχείς D1, D2 τα πιο καινούργια τους D4.
2. Χρήση κοκαΐνης  την διέγερση των DA νευρώνων.
3. Στην νόσο Parkinson καταστρέφονται στο ΚΝΣ (βασικά γάγγλια)
οι DA νευρώνες.
4. Η DA έχει σημασία στην ρύθμιση υποθαλάμου.

90
Έλλειψη δοπαμίνης στα βασικά γάγγλια
οδηγεί σε Parkinson
Circuits of the basal ganglia in Parkinson's
disease. Picture shows 2 coronal slices
have been superimposed to include the
involved basal ganglia. Green arrows refer
to excitatory
(+) glutamatergic pathways, red
arrows refer to inhibitory
(-) GABAergic pathways and turquoise
arrows refer to dopaminergic pathways,
that are excitatory on the direct pathway
and inhibitory on the indirect pathway.
Note that dis-inhibitory pathways in effect
are excitatory on the feedback to the
cortex, while dis-dis-inhibitory pathways in “Basal ganglia in Parkinson's disease”, από Mikael
effect are inhibitory. Häggström διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

91

Επίδραση της κοκαΐνης στην συναπτική


σχισμή δοπαμινεργικού νευρώνα

drugabuse.gov
92
Δοπαμινεργικοί και οπιοειδείς υποδοχείς
σε σύναψη

psychlopedia.wikispaces.com

93

Τα μονοπάτια της δοπαμίνης και της


σεροτονίνης στον εγκέφαλο - Δράσεις

drugabuse.gov 94
Σεροτονίνη 1/2
• 5 υδροξυτρυπταμίνη ή σεροτονίνη (5ΗΤ) Bρίσκεται σε πολλά
μέρη του σώματος π.χ. εγκέφαλο, αμφιβληστροειδή,
γαστρεντερικό σωλήνα κ.α.
• Προέρχεται από το αμινοξύ τρυπτοφάνη.

• Σύνθεση: Τρυπτοφάνη υδροξυλάση 5υδροξυτρυπτοφάνη


αποκαρβοξυλάση 5ΗΤ

95

Δράση και αποδομή της σεροτονίνης

©cnsforum.com
96
Σεροτονίνη 2/2
• Αποδομή: Μετά την δράση της 5HT, επακολουθεί reuptake και
καταβολισμός από MΑΟ.
• Δράση: Μέσω 7 τύπων υποδοχέων
o 5ΗΤ1 (ΙΑ, ΙΒ, IC, ID)
o 5HT2
o 5HT3 - ιονικοί
o 5ΗΤ4
• Οι 5ΗΤ3 είναι ιονικοί και οι άλλοι πρωτεϊνικοί μέσω G-πρωτεϊνών
και cAMP.
Η σεροτονίνη χρησιμεύει } Ύπνος / Πόνος / Σεξ συμπεριφορά /
Επιθετική συμπεριφορά αλλά και συναίσθημα.
• Τα καινούργια αντικαταθλιπτικά συνήθως εδώ δρουν π.χ. Prozac!
97

Δράση της σεροτονίνης

98
cognitiveconsonance.info
Τα σύγχρονα αντικαταθλιπτικά

ehow.com

99

Εντοπίσεις σεροτονίνης και δοπαμίνης

100
pubs.niaaa.nih.gov
Γλουταμικό και ασπαρτικό
• To γλουταμικό και ασπαρτικό είναι διεγερτικοί
νευρομεταβιβαστές.
• Ειδικά το γλουταμικό δρα στο 75% της διέγερσης στο ΚΝΣ.

101

Γλουταμινικοί υποδοχείς σε δράση

webvision.med.utah.edu
102
NMDA υποδοχέας ολική εμφάνιση
δράσης

©cnsforum.com
103

GABA
• Το γ-αμινοβουτυρικό οξύ (GABA) είναι αντίθετος
νευρομεταβιβαστής. Αντί διέγερσης, προκαλεί αναστολή στο ΚΝΣ.
Βρίσκεται και στον αμφιβληστροειδή χιτώνα του οφθαλμού.
Προέρχεται από το γλουταμικό με αποκαρβοξυλίωση. Είναι
νευρομεταβιβαστής στο 20% των συνάψεων. Οι υποδοχείς είναι
GABAA και GABAB (GABAA ιονοτροπικοί ανοίγουν κανάλια Cl- και
GABAB είναι πρωτεϊνικοί (G-proteins κ.λπ.). Μας ενδιαφέρουν οι
GABAA οι οποίοι διευκολύνονται στην δράση τους από τα ηρεμιστικά
φάρμακα [(τις βενζοδιαζεπίνες (Valium)], τα βαρβιτουρικά και το
αλκοόλ.
• Τα οπιοειδή πεπτίδια (εγκεφαλίνες - ενδορφίνες) είναι πεπτιδικοί
νευρομεταβιβαστές και δρουν στους υποδοχείς κ, δ, μ – Αναλγησία.

104
GABA Νευρώνας και υποδοχείς GABA

beyondmeds.com 105

Υποδοχέας GABA 1/2

©cnsforum.com

106
Παραγωγή και δράση GABA

107
“GABAergic synapse”, από Bilz0r διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Υποδοχέας GABA 2/2

tellmeaboutdiabetes.com 108
Άνοιγμα καναλιών χλωρίου GABA

mednote.dk
109

Επίδραση αιθανόλης στον υποδοχέα


GABA

pubs.niaaa.nih.gov

110
O GABA A υποδοχέας και οι θέσεις του

thebrain.mcgill.ca

111

Κριτήρια νευρομεταβιβαστών
1. Η ουσία πρέπει να συγκεντρώνεται στην τελική προσυναπτική
μεμβράνη.
2. Η ουσία πρέπει να εκλύεται με την αποπολωτική διέγερση.
3. Ο νευρώνας πρέπει να έχει τα ενζυμικά συστήματα για να συνθέσει
την ουσία.
4. Οι δράσεις του νευρομεταβιβαστή πρέπει να είναι ίδιες είτε
εκλύεται τοπικά είτε δίδεται εξωγενώς.
5. Ανταγωνιστές του μετασυναπτικού υποδοχέα πρέπει να
μπλοκάρουν την δράση της νευρομεταβιβαστικής ουσίας όταν
δίνεται εξωγενώς.
6. Πρέπει να υπάρχει ένας μηχανισμός για να αδρανοποιείται ο
μεταβιβαστής μετά την έκλυσή του από την προσυναπτική
μεμβράνη (καταβολικό ένζυμο ή μηχανισμός reuptake).
112
Τύποι μετασυναπτικών δυναμικών 1/2
• Διεγερτικά δυναμικά μετασυναπτικά (excitatory postsynaptic
potentials - EPSPs) παρατηρούνται όταν γίνεται εκπόλωση της
μετασυναπτικής μεμβράνης στο τελικό κομβίο. Υπάρχει πάντα
ένας χρόνος 0.5 ms, η συναπτική καθυστέρηση πριν απαντήσει ο
διεγερμένος μετασυναπτικός νευρώνας. Άρα όσο περισσότερες
είναι οι συνάψεις τόσο περισσότερη είναι η καθυστέρηση. Όταν οι
νευρομεταβιβαστές κάνουν ΕPSPs συνήθως ανοίγουν χημικά
ιονικά κανάλια στην μετασυναπτική μεμβράνη π.χ. η Ach (στις
νικοτινικές συνάψεις) δρα διεγερτικά και ανοίγει κανάλια Να+ ώστε
το Να+ να περνάει γρήγορα. Διέγερση μπορεί να γίνει και με
κλείσιμο των καναλιών του Κ+.

113

Τύποι μετασυναπτικών δυναμικών 2/2


• Ανασταλτικά δυναμικά (inhibitory post synaptic potentials - IPSPs)
όπου ελαττώνεται η διεγερσιμότητα του μετασυναπτικού νευρώνα
Αυτό χημικά γίνεται με:
1. Διάνοιξη καναλιών Cl- αλλά όχι Να+. Το Cl- μπαίνει κάτω προς την
συγκέντρωσή του (πρανές) - Το κύτταρο γίνεται
ηλεκτροαρνητικότερο μέσα και το δυναμικό ηρεμίας της
μεμβράνης αυξάνει. Δεν διαρκεί πολύ και επανέρχεται στο
φυσιολογικό.
2. Άνοιγμα καναλιών Κ+ και έξοδο του ιόντος ή
3. Κλείσιμο καναλιών Να+ ή Ca++
• Υπάρχουν και μερικοί νευρώνες ικανοί να προκαλούν σε άλλες
περιοχές EPSPs και σε άλλες IPSPs π.χ. Golgi bottle neuron με
γλυκίνη.
114
Ενότητα 16: Νευρικό σύστημα (β’ μέρος) - Φλοιός και περιοχές φλοιού,
ανώτερες πνευματικές λειτουργίες ηλεκτροεγκεφαλογράφημα,
κινητικό, αισθητικό και αυτόνομο νευρικό σύστημα

Αδρή εγκεφαλική ανατομία 1/2


Τηλεγκέφαλος, διεγκέφαλος, μεσεγκέφαλος, ρομβεγκέφαλος

1
“Vertebrate-brain-regions small”, από Looie496 διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Αδρή εγκεφαλική ανατομία 2/2
Τηλεγκέφαλος, διεγκέφαλος, μεσεγκέφαλος, ρομβεγκέφαλος

ruf.rice.edu 2

Οι Κυριότερες Διαιρέσεις του ΚΝΣ-


ημισφαίρια

“Longitudinal fissure of cerebrum”, από Was a


bee διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.1 JP

“Blausen 0215 CerebralHemispheres”, από


BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

3
Φαιά και λευκή ουσία 1/2
• Όταν στο ΚΝΣ τα κυτταρικά σώματα των νευρώνων
συσσωρεύονται κοντά-κοντά, δημιουργούν την φαιά ουσία.
Όταν οι άξονες έρχονται κοντά κοντά, δημιουργούν την λευκή
ουσία, (εκ της μυελίνης - λευκωπή χροιά). Εν αντιθέσει στο
περιφερικό νευρικό σύστημα, τα σώματα των νευρικών
κυττάρων όταν έρχονται κοντά-κοντά και πολλά μαζί
δημιουργούν τα γάγγλια.

Φαιά και λευκή ουσία 2/2


• Τα ημισφαίρια (2 ημισφαίρια) αποτελούνται από:
1. Φαιά ουσία (έξω) = φλοιός = κύτταρα.
2. Λευκή ουσία (μέσα) = άξονες (μυελίνη).
3. Βασικούς πυρήνες χωμένους στην λευκή ουσία.
• Ειδικά η λευκή ουσία των ημισφαιρίων έχει ίνες που
μπορούν να διαιρεθούν σε 3 είδη:
o Συνειρμικές ίνες.
o Συνδεσμικές ίνες.
o Ίνες προβολής (projection fibres).

5
Φαιά και λευκή ουσία ημισφαιρίων

6
“Gray744”, από Quibik διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Είδη ινών ημισφαιρίων 1/2


1. Συνειρμικές ίνες: που ενώνουν άλλους νευρώνες στο ίδιο
ημισφαίριο, συνήθως κοντές (Association fibres).
2. Συνδεσμικές ίνες: Αυτές συνδέουν νευρώνες από το ένα
ημισφαίριο στο άλλο, συνήθως πορεύονται στις ίδιες περιοχές
των 2 ημισφαιρίων π.χ. Το μεσολόβιο είναι η μεγαλύτερη
συλλογή συνδεσμικών ινών. Άλλες είναι οπίσθιες συνδεσμικές και
άλλες πρόσθιες συνδεσμικές (Commissural fibres).
3. Ίνες προβολής (projection fibres). Aυτές είναι ίνες που συνδέουν
τα ημισφαίρια με άλλες περιοχές του ΚΝΣ π.χ. το εγκεφαλικό
στέλεχος και την σπονδυλική στήλη. Ένα παράδειγμα είναι η έσω
κάψα.

7
Είδη ινών ημισφαιρίων 2/2
Άρα, το κάθε ημισφαίριο:
i. Επικοινωνεί με τον εαυτό του.
ii. Το κάθε ημισφαίριο επικοινωνεί με το άλλο.
iii. Το κάθε ημισφαίριο επικοινωνεί με τον υπόλοιπο εγκέφαλο
και με το νωτιαίο μυελό.

Ίνες συνειρμικές, συνδεσμικές και


προβολής

“Gray751”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

9
Ίνες συνειρμικές, συνδεσμικές και
προβολής -Μεσολόβιο

“Corpus callosum”, από Was a bee διαθέσιμο


με άδεια CC BY-SA 2.1 JP
“Gray 720-emphasizing-corpus-callosum”,
από Was a bee διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
10

Μεσολόβιο (corpus callosum)

11
“Sobo 1909 624”, από CFCF διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Λοβοί ημισφαιρίων
Μακροσκοπικά
• Λοβοί
1. Μετωπιαίος,
2. Βρεγματικός,
3. Ινιακός,
4. Κροταφικός,
5. Νησίς.
• Έλικες.
• Αύλακες.

12

Πλαγία όψη-Λοβοί

“Four lobes animation small2”, από Was a


bee διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.1 JP

“Brainlobes”, από CrazyPhunk διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

13
Φλοιός 1/4
• Για να αυξήσουν την επιφάνειά τους, οι επιφάνειες των ημισφαιρίων
εμφανίζουν περιεξιλίξεις, δηλ. έλικες και αύλακες.
• Ο χάρτης του Brodmann. O χάρτης του Brodmann έχει διαιρέσει τον
εγκεφαλικό φλοιό με βάσει την κυτταροαρχιτεκτονική και έτσι το κάθε
ημισφαίριο έχει 47 αριθμημένες περιοχές. Πολλές αντιστοιχούν σε
λειτουργικές περιοχές.
• Ο φλοιός μπορεί να είναι:
1. Αλλοφλοιός (παλιός φλοιός) κυρίως στα μέσα των ημισφαιρίων.
2. Νεοφλοιός (νέος φυλογενετικά). Ο νεοφλοιός έχει έξι στοιβάδες
κυττάρων (μοριώδης, έξω κοκκιώδης, έξω πυραμιδική, έσω
κοκκιώδης, έσω πυραμιδική και πολύμορφος στοιβάδα). Βρίσκεται
κυρίως έξω (ορατός) και διακρίνεται σε : 1) πρωτογενή και 2)
συνειρμικό.
14

Φλοιός 2/4
• Ο πρωτογενής δίνει:
1. Πρωτογενή κινητικό φλοιό (προσθία κεντρική έλικα),
2. Πρωτογενή αισθητικό φλοιό (οπίσθια κεντρική έλικα ),
3. Οπτικό φλοιό (πληκτραία σχισμή ινιακού λοβού),
4. Ακουστικό φλοιό (σχισμή Sylvius, κροταφικός λοβός),
5. Οσφρητικός φλοιός στο άγκιστρο και στην παραϊπποκάμπεια έλικα
(μπορεί να είναι αλλοφλοιός).
• Η διαίρεση με βάση την χαρτογράφηση του φλοιού και την
λειτουργικότητα του φλοιού έρχεται από κλινικές μελέτες, πειράματα
στα ζώα, νευροψυχολογικές δοκιμασίες και πειραματική διέγερση
στους εγκεφάλους ασθενών.
15
Φλοιός 3/4
• Για πολλές σωματο-αισθητικές λειτουργίες το αριστερό
κυριαρχεί στο δεξιό μέρος του σώματος και αντιστρόφως.
Μερικές λειτουργίες όπως ο λόγος είναι φυσιολογικά
επικεντρωμένες στο αριστερό ημισφαίριο. Όσον αφορά τον
λόγο, αυτό είναι και το κυρίαρχο ημισφαίριο.

16

Φλοιός 4/4
• Μερικοί χωρίζουν το φλοιό του ημισφαιρίου σε 2 λειτουργικές
μονάδες:
1. Οπίσθιο νεοφλοιό (δηλ. βρεγματικό-ινιακό-κροταφικό λοβό) που
είναι αισθητικός,
2. Πρόσθιο νεοφλοιό (μετωπιαίο λοβό) που είναι κινητικός.
Ανάμεσα σε αυτές τις 2 μονάδες υπάρχουν:
1. Πρωτογενείς ζώνες λειτουργίας και
2. Συνειρμικές ζώνες λειτουργίας.

17
Περιοχές φλοιού 1/2

“Cerebrum lobes” από Jkwchui διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 18

Κινητικές Περιοχές - Μετωπιαίος λοβός

“Brain 2”, από Webber διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 19


Περιοχές φλοιού 2/2

“Posterior Parietal Lobe” από Paskari διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 20

Κινητικός φλοιός 1/2


• Η πρωτογενής κινητική περιοχή είναι η προκεντρική έλικα ή περιοχή
4 κατά Brodmann. Ο φλοιός είναι 4-5 mm παχύς και εκεί φαίνονται
τα γιγαντιαία πυραμιδικά κύτταρα του Betz. Το 40% από τις ίνες του
πυραμιδικού δεματίου αρχίζουν από την 4. Εάν διεγερθεί με
ηλεκτρόδιο η περιοχή 4 - συσπώνται πρωταρχικά οι μύες του
αντιθέτου μέρους του σώματος. Το σώμα αναπαριστάται ανάποδα.
Από κάτω προς τα πάνω, φάρυγγας, λάρυγγας, γλώσσα, πρόσωπο,
κεφάλι, λαιμός, χέρια, (αντίχειρας) βραχίονες, ώμος και κορμός. Οι
περιοχές για πόδια, πρωκτικές και γεννητικές περιοχές βρίσκονται
στο εσωτερικό.
• Το ποσό του φλοιού που δίδεται σε ένα ειδικό μέρος του σώματος
είναι ανάλογο της λειτουργικής του σημασίας και πολυπλοκότητας
και όχι σε σχέση με το ανατομικό του μέγεθος.
21
Κινητικός φλοιός 2/2
• Η προκινητική περιοχή (Brodmann’s 6 και 8 μπορεί να
θεωρηθεί σαν τις ζώνες όπου ετοιμάζονται τα κινητικά
προγράμματα. Μπροστά είναι οι περιοχές που καθορίζουν
την προσωπικότητα και όπου εδράζεται το βάθος των
αισθημάτων, η παραγωγικότητα, η δημιουργικότητα και τα
κίνητρα των ανθρώπων. Όταν γίνει βλάβη αμφοτερόπλευρα,
έχουμε βαθιές βλάβες στην προσωπικότητα (συνδρομή
μετωπιαίου λοβού).

22

Κινητικός και αισθητικός φλοιός,


ανθρωπάριο κινητικό και αισθητικό

“homunculus.sensory.motor”, από Beth Scupham διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.0


23
Κινητικό ανθρωπάριο

“1421 Sensory Homunculus”,


από CFCF διαθέσιμο με άδεια
CC BY 3.0 24

Ανθρωπάριο κατά Penfield (λειτουργικό)

25
“Motor and Sensory Homunculus”, από obcat διαθέσιμο με άδεια CC BY-NC-SA 3.0
Ευρήματα του Penfield με τα ηλεκτρόδια

26
neurophilosophy.wordpress.com

Αισθητικός και κινητικός φλοιός

“Blausen 0102 Brain Motor&Sensory”, από BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0 27


Αισθητικός φλοιός 1/2
• Η πρωτογενής αισθητική περιοχή είναι στην οπίσθια κεντρική έλικα
(1, 2, 3 κατά Brodmann). Το σώμα αντιπροσωπεύεται κι εδώ
τοπογραφικά. Η αισθητική συνειρμική περιοχή περιλαμβάνει το
άνω βρεγματικό λοβίο (5, 7, 40 κατά Brodmann) και αναλύει και
συνθέτει την αισθητική πληροφορία. Έτσι ένα αντικείμενο που δεν
το βλέπουμε μπορεί να αναλυθεί για μέγεθος, βάρος, θερμοκρασία
και υφή. Μια βλάβη εδώ και το άτομο δεν αναγνωρίζει ένα κοινό
αντικείμενο όπως ένα κλειδί με κλειστά μάτια. Μεγάλες βλάβες
βρεγματικού οδηγούν σε αδυναμία να αναγνωρίσεις το σχήμα του
σώματος (το ίδιο μας το σώμα) και μερικοί δεν μπορούν να
αναγνωρίσουν το πρόσωπό τους. Η μνήμη για προηγούμενες
αισθητικές εμπειρίες συσσωρεύεται εδώ.

28

Περιοχές Broca, Wernicke, γωνιώδους έλικας


και ακουστικού φλοιού (πρωτογενούς)
Supramarginal gyrus
Broca’s area

Angular gyrus

Wernicke’s area
Primary auditory area
29
“Brain Surface Gyri”, από Was a bee διαθέσιμο με άδεια CC BY-NC-SA 3.0
Αισθητικός φλοιός 2/2
• Γωνιώδης έλιξ (39): Συνδέεται με σωματικοαισθητικές, οπτικές,
ακουστικές συνειρμικές περιοχές του φλοιού. Οι βλάβες εδώ
οδηγούν σε αδυναμία του: 1) διαβάζω και 2) γράφω.
• Όραση: Πρωτογενής οπτική περιοχή είναι η περιοχή 17.
• Βλάβη της οδηγεί σε απώλεια του αντίθετου οπτικού πεδίου με
κατακράτηση της οπτικής θηλής (macular sparing). Συνειρμικά
πεδία φλοιϊκά της όρασης είναι το 18 και το 19. Βλάβες στα
συνειρμικά πεδία προκαλούν οπτική αγνωσία (η όραση παραμένει,
η ανάλυση της εικόνας παραβλάπτεται δηλ. παραβλάπτεται η
ικανότητα να αναγνωρίσεις ή να αντιγράψεις αντικείμενα). Η
οπτική μνήμη αποθηκεύεται εδώ.

30

Αισθητικός φλοιός και λόγος


• Ακοή: Η πρωτογενής ακουστική περιοχή του φλοιού είναι στην μέση
κροταφική έλικα, λέγεται και έλικα του Herschl (41). O θάλαμος
στέλνει από το μέσο γωνατώδη πυρήνα ίνες εδώ. Στέλνονται ίνες και
προς τα 2 αυτιά, αλλά κυρίως από το αντίθετο μέρος του σώματος.
Η συνειρμική περιοχή είναι η 42/22 (άνω κροταφική έλικα). Εδώ
γίνεται η συνένωση και η ανάλυση των ακουστικών ερεθισμάτων
αλλά εναποτίθεται επίσης και η προηγούμενη ακουστική εμπειρία.
• Περιοχή του λόγου και της Γλώσσης: Δύο περιοχές του φλοιού
έχουν σημασία για τις γλωσσικές λειτουργίες η μία είναι αισθητική
και η άλλη είναι κινητική. Υπάρχουν συνενώσεις μεταξύ τους. Στους
περισσότερους ανθρώπους αυτές οι λειτουργίες είναι πλαγιωμένες,
δηλ. κυρίως γίνονται στο ένα ημισφαίριο και στους περισσότερους
στο αριστερό.
31
Περιοχές του λόγου
1. Η περιοχή του Broca είναι η κινητική περιοχή του λόγου και
βρίσκεται στην κάτω μετωπιαία έλικα (44, 45 περιοχή κατά
Brodmann). Βρίσκεται μπροστά από την κινητική και προκινητική
περιοχή που ελέγχει τον φάρυγγα, τον λάρυγγα, το πρόσωπο κ.λπ.
Η περιοχή Βroca είναι βασική για την συνέργεια των οργάνων του
λόγου ώστε ο λόγος να γίνει κατανοητός ήχος. Σε βλάβες που
βρίσκονται στην περιοχή του Broca, στο υπερισχύον ημισφαίριο, η
κατανόηση του λόγου είναι καλή, οι μύες δουλεύουν καλά αλλά η
παραγωγή του ομιλούμενου λόγου είναι επηρεασμένη.
2. Η περιοχή του Wernicke είναι στο πίσω μέρος του ακουστικού
συνειρμικού φλοιού. Βλάβες εδώ οδηγούν σε μία αισθητική
διαταραχή του λόγου δηλ. ο άρρωστος έχει φυσιολογική ακοή
αλλά δεν καταλαβαίνει την γλώσσα.
32

Περιοχές Broca και Wernicke

imgarcade.com 33
Συσχετίσεις μετωπιαίου, κινητικού αισθητικού,
οπτικού, ακουστικού φλοιού με την ομιλία

psyplexus.com

34

Λειτουργίες ημισφαιρίων
ΔΕΞΙΟ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΟ
• Μη Λεκτικό • Λεκτικό
• Οπτικό - Χωρικό • Αλληλουχιακό
• Αναλογικό • Χρονικό
• Μουσικό • Ψηφιακό
• Συνθετικό • Λογικό
• Ενστικτώδες • Αναλυτικό
• «Gestalt» Το όλον • Ορθολογικό
• Ανατολική Σκέψη • Δυτική σκέψη
35
Το αριστερό και το δεξιό ημισφαίριο ως
λειτουργίες

Αριστερό ημισφαίριο Δεξιό ημισφαίριο


Λογική Εικόνες
Λόγος Ιστορίες
Λεπτομέρεια “Big picture”
Επιστήμη Παρατήρηση
Ονόματα Σχήματα
Μαθηματικά Μουσική
Στρατηγική Πρότυπα
Παραγγελία Φαντασία
Σκέψη Ομορφιά
Γραφή Πιθανότητες
“Cerebral lobes” από Wyglif
διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

36

Το αριστερό και δεξιό ημισφαίριο ως


λειτουργία-Πλαγίωση

sciencearchives.wordpress.com 37
Ανώτερες πνευματικές λειτουργίες 1/4
• Λόγος
• Σκέψη
• Διάθεση
• Αντίληψη
• Προσανατολισμός
• Προσοχή
• Συγκέντρωση
• Μνήμη

38

Ανώτερες πνευματικές λειτουργίες 2/4


• Λόγος: Η σκέψη καθρεφτίζεται στον λόγο. Αναλύουμε την
φόρμα, την ταχύτητα και το περιεχόμενο του λόγου. Μας
ενδιαφέρει το ποσό, η ακρίβεια, η σαφήνεια, ο ρυθμός, οι
παύσεις αν γίνονται, η ακολουθία (αλλαγές ή όχι θεμάτων), η
γραμματική, η σύνταξη και οι παράξενες, οι παραποιημένες ή
οι τελείως καινούργιες λέξεις (νεολογισμοί).
• Σκέψη: Όλες οι ιδέες εκφράζονται ή στον λόγο ή στις
κινήσεις. Στις διαταραχές της σκέψης ανήκουν οι έμμονες και
οι παραληρηματικές ιδέες.

39
Ανώτερες πνευματικές λειτουργίες 3/4
• Αντίληψη: Είναι η ικανότητα εκτίμησης της ρεαλιστικής
πραγματικότητας, και της σχέσης του εαυτού με το περιβάλλον.
Επηρεάζεται από την σκέψη, το επίπεδο συνείδησης, τον
προσανατολισμό, την μνήμη κ.λπ. Στις διαταραχές της αντίληψης
περιλαμβάνονται: 1) οι ψευδαισθήσεις (οπτικές, ακουστικές,
γευστικές, οσφρητικές κ.α.) και 2) οι παραισθήσεις.
• Συναίσθημα: Είναι η θετική ή αρνητική μας αντίδραση σε μία
εμπειρία. Η διάθεση έχει την έννοια της μεγαλύτερης χρονικής
διάρκειας. Το συναίσθημα διαχωρίζεται σε σθενικό (π.χ. θυμός) και
ασθενικό (άγχος). Μπορεί να κυμαίνεται στα φυσιολογικά όρια, να
είναι καταθλιπτικό (καταθλίψεις) ή να χαρακτηρίζεται από έξαρση
(π.χ. ευφορία, μανία κ.λπ.).

40

Ανώτερες πνευματικές λειτουργίες 4/4


• Προσοχή: Είναι η εστίαση σε ένα αντικείμενο των
πνευματικών μας λειτουργιών.
• Συγκέντρωση: Είναι η διατήρηση επί μακρόν της εστίασης
των πνευματικών μας λειτουργιών σε ένα αντικείμενο.
• Προσανατολισμός: Είναι η γνώση μας για τον: 1) χρόνο, 2)
τόπο, 3) εαυτό μας. Ελέγχει επίπεδο συνείδησης/αντίληψης.
• Μνήμη:
o Άμεση
o Πρόσφατη
o Μακροπρόθεσμη

41
Μνήμη 1/4

elafosdorkas.blogspot.gr
42

Μνήμη 2/4
• Μελετήθηκε από τον:
o Ribot (νόμος του Ribot = ότι μαθαίνεται πρόσφατα χάνεται
ευκολότερα) και από τον
o Korsakoff (σύνδρομο Korsakoff).
• Tα 5R της μνήμης:
o Registration = καταγραφή,
o Retention = κατακράτηση,
o Retrieval = ανάκληση,
o Recall = ανάμνηση,
o Recognition = αναγνώριση.

43
Μνήμη 3/4

• Κέντρα:
o Διεγκέφαλος,
o Ιππόκαμπος
• Βοηθιέται από τον
προσανατολισμό, την
προσοχή, την συγκέντρωση
και από το συναίσθημα που
χρωματίζει, παρανοεί και
επιλέγει. “Hippocampus”, από Was a bee
διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.1 JP

44

Κέντρα μνήμης

“NIA human brain drawing”, από CFCF διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 45


Κέντρα της μνήμης

“The Limbic System and Nearby


Structures - John Taylor”, από
TeleComNasSprVen διαθέσιμο
ως κοινό κτήμα

46

Μνήμη 4/4
Βλάβες της μνήμης: Ψυχογενείς (όχι οργανικό υπόστρωμα)
Οργανικές (οργανικό υπόστρωμα)
Ψυχογενείς Διαταραχές της μνήμης
• Το ξέχασμα του μη ευχάριστου = εκλεκτικό - selective forgetting.
• Φυγές (fugues).
• Σπάνια σύνδρομο Ganser / πολλαπλές προσωπικότητες (;).
Οργανικές
• Οι διάφορες άνοιες όπου φθίνει πρώτα η πρόσφατη μνήμη και σιγά-
σιγά επηρεάζεται και η μακροπρόθεσμη (βλ. Alzheimer -ιππόκαμπος -
 χολινεργικών νευρώνων).
• Σύνδρομο Korsakoff ή αμνησιακό σύνδρομο.
• βλάβη διεγκεφάλου (αλκοόλ κ.α.).
• Μετά από κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις.
47
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 1/9

“EEG cap”, από Mark viking διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 48

ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 2/9

“EEG mit 32 Electroden” από Kristina Walter 49


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Παράδειγμα θέσεων ηλεκτροδίων στο
ηλεκτροεγκεφαλογράφημα

50
“Elecmontage32”, από Abigailswain διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 3/9


• Τα ηλεκτρόδια τοποθετούνται στο κρανίο. Είναι ασημένιοι
δίσκοι επαλειφόμενοι με χλωριούχο άργυρο. Κολλούν στο
κρανίο με κολλόδιο. Στις ΗΠΑ χρησιμοποιούν
επιχρυσωμένους αργυρούς δίσκους. Τα ηλεκτρόδια
τοποθετούνται σε ορισμένες θέσεις. Σαν σημείο λαμβάνεται
είτε η μύτη είτε το ινίο. Αυτό το σύστημα λέγεται Διεθνές 10-
20 σύστημα καθώς οι αποστάσεις μεταξύ σημείων
χωρίζονται με διαστήματα 10 & 20, σαν μέγιστα.
• Ο πρώτος ρυθμός που καταγράφηκε ποτέ ήταν το 1921, από
τον Berger, που χρησιμοποίησε ένα γαλβανόμετρο, και είχε
συχνότητα 10 Hz. Ονομάστηκε Ρυθμός Berger αλλά σήμερα
λέγεται ρυθμός α.

51
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 4/9
• Διεθνείς Ονομασίες
o α ρυθμός 8-13 Hz
o β ρυθμός > 13 Hz
o θ ρυθμός 4-7.9 Hz
o δ ρυθμός 0.1-3.9 Hz

52

Ρυθμοί 1/3

53
Ρυθμοί 2/3

54

Ρυθμοί 3/3

55
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 5/9
• Κύριος ρυθμός είναι ο άλφα (8-13 Hz) στις βρεγματοινιακές
περιοχές, πιο εμφανής σε χαλάρωση και έλλειψη αισθητικής
διέγερσης. Τα χαρακτηριστικά του άλφα ρυθμού πιθανώς
καθορίζονται γενετικά. Μπορεί να υπάρχει μικρή ασυμμετρία μεταξύ
των 2 ημισφαιρίων π.χ. το εύρος να είναι μεγαλύτερο στο μη
κυρίαρχο ημισφαίριο. Εάν όμως η διαφορά συχνοτήτων είναι > 1 Hz,
θεωρείται ανωμαλία, και η ανωμαλία είναι στην πλευρά όπου ο
ρυθμός είναι αργότερος. Ο ρυθμός άλφα επιβραδύνεται με
πνευματική εργασία, με το άνοιγμα των ματιών, την οπτική διέγερση
ή την συναισθηματική διέγερση. Και στα 2 φύλα ο ρυθμός α
ελαττώνεται στην προχωρημένη ηλικία.

56

ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 6/9


• Ο β ρυθμός μπορεί να φανεί πιο κεντρικά μετωπιαία. Η
παρουσία του είναι αντιστρόφως ανάλογη του άλφα.
• Ρυθμός θ μπορεί να φανεί οπίσθια σε μειονότητα ενηλίκων
(15%). Σπάνια γρήγορος δ (3-4 Hz) μπορεί να ανιχνευθεί,
αλλά ο βραδύς δ (< 3 Hz) είναι πάντα σχεδόν παθολογικός.
Ρυθμός δ μπορεί να φανεί φυσιολογικά στα παιδιά και στην
διάρκεια του ύπνου.

57
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 7/9
Γένεση των Ρυθμών
• Η ηλεκτρική δραστηριότητα ανιχνεύεται από την 20η
εβδομάδα (κύηση). Στην γέννηση ανιχνεύεται βραδύς
ρυθμός 3-4 Hz. Στους 6 μήνες  η συχνότητα ιδίως όπισθεν 
5 Hz. Στο τέλος του 1ου έτους η δραστηριότης αυξάνεται στα
7 Hz. Από 2-5 έτη, είναι πιο εμφανής η δραστηριότης θ
παρότι η δ ακόμη ανιχνεύεται.
• Από τα 6 έτη και μετά ο ρυθμός θ ελαττώνεται και ο α αρχίζει
να αυξάνεται. Τελικές συχνότητες επιτυγχάνονται προς το
τέλος εφηβείας.
• Η θ δραστηριότητα (ρυθμός) καμιά φορά λέγεται και
«ανώριμος».
58

ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 8/9


• Πάντως η αύξηση στις συχνότητες του ΗΕΓ συνοδεύεται με
αύξηση της ωρίμανσης (παλαιότερη θεωρία της ηλεκτρικής
σε σύγκριση με την χρονολογική ηλικία). Πάντως το 15% των
παιδιών και 5% των εφήβων δείχνουν ανωμαλίες και
παροξυσμικά στοιχεία και αν βάλουμε και βραδείς ρυθμούς
μαζί, τότε 32% παιδιών και 23% εφήβων θα είχαν ανώμαλο
ΗΕΓ.

59
ΗΕΓ = ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG) 9/9
• Η χρησιμότητα του ΗΕΓ έγκειται στο ότι βοηθά στην
διάγνωση των επιληψιών και δευτερευόντως των όγκων.
• Όσο πιο κοντά στο φλοιό είναι η βλάβη τόσο πιο εύκολα
εντοπίζεται. Όσο πιο μεγάλη είναι η βλάβη τόσο πιο εύκολα
γίνεται ορατή. Όσο περισσότερη είναι η ηλεκτρική
εκφόρτιση από την βλάβη τόσο πιο ορατή γίνεται.
• Οι όγκοι από μόνοι τους δεν παράγουν ηλεκτρικές
εκφορτίσεις, αλλά μπορεί λόγω παρεμβολής και μεγέθους να
αποπλατύνουν το ΗΕΓ.

60

Συνδυασμός εγκεφαλογραφήματος και


λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας

greeksrulez.wordpress.com 61
Νεύρα: Αισθητικά, Κινητικά, Μεικτά
• Σπονδυλική στήλη (ΣΣ)
o Αυχενική, Θωρακική, Οσφυϊκή, Ιερά, Kοκκυγική μοίρα.
o Κύφωση – Λόρδωση.
o Κινητικά κύτταρα και αισθητικά κύτταρα = φαιά ουσία.
o Δεσμίδες = λευκή ουσία.

62

Νωτιαίος μυελός 1/10


• Ο Νωτιαίος Μυελός
o Βρίσκεται στο κανάλι (σωλήνα) της ΣΣ.
o Περιβάλλεται από μήνιγγες.
o Περιβρέχεται από ΕΝΥ.
o Κρατιέται από συνδέσμους (οδοντωτοί).
o Τελειώνει στον 5 οσφυϊκό σπόνδυλο. Το τελευταίο τμήμα
συνιστά την ιππουρίδα.

63
Νωτιαίος μυελός 2/10
• Έχει 5 μοίρες:
o Αυχενική,
o Θωρακική,
o Οσφυϊκή,
o Ιερή,
o Κοκκυγική
• Δίδει τα νεύρα, 8 Αυχενικά, 12 θωρακικά, 5 οσφυϊκά, 5 ιερά, και 1
κοκκυγικό. Κάθε νεύρο αποτελείται από την ένωση οπίσθιας
(αισθητικής) και πρόσθιας (κινητικής) ρίζας.
• Εάν γίνει μία τομή διάμεση και κάθετη κατά μήκος της ΣΣ, θα φανεί
μια περιοχή σαν πεταλούδα που αποτελείται από φαιά ουσία που
περιτριγυρίζεται από λευκή ουσία.
64

Νωτιαίος μυελός 3/10

65
“Medulla spinalis - Substantia grisea - German” από Polarlys διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Νωτιαίος μυελός 4/10
• Η λευκή ουσία αποτελείται κυρίως από ίνες. Υπάρχουν
αύλακες στην πρόσθια και οπίσθια περιοχή, η πρόσθια μέση
και η οπίσθια μέση αύλακα.
• Επίσης στα πλάγια εκατέρωθεν υπάρχει η οπισθιοπλάγια και
η προσθιοπλάγια αύλακα, η οποία αντιστοιχεί στην οπίσθια
και πρόσθια ρίζα αντίστοιχα. Με αυτές τις αύλακες χωρίζεται
ο νωτιαίος μυελός σε οπίσθιες πλάγιες και πρόσθιες δέσμες.

66

Νωτιαίος μυελός και νεύρα

“Gray675”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

“Blausen 0822 SpinalCord”, από


BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0 67
Νωτιαίος μυελός 5/10
• Οι οπίσθιες ρίζες είναι μεταξύ οπισθίων και πλάγιων δεσμών
και οι πρόσθιες ρίζες βρίσκονται μεταξύ πλαγίων και
προσθίων δεσμίδων.
• Η φαιά ουσία της ΣΣ αποτελείται από τα οπίσθια και πρόσθια
κέρατα.
• Τα πρόσθια είναι μεγαλύτερα στο αυχενικό και οσφυϊκό
τμήμα της ΣΣ γιατί η μάζα μυών είναι μεγαλύτερη.
• Τα πρόσθια κέρατα περιέχουν τα σώματα των κινητικών
νευρώνων.
• Τα οπίσθια κέρατα περιέχουν τα σώματα των αισθητικών
νευρώνων.

68

Οι πρόσθιες και οπίσθιες δέσμες και τα


νεύρα

“Gray770-en”, από Mysid διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

69
Νωτιαίος μυελός 6/10
• Η φαιά ουσία της ΣΣ αποτελείται από Χ στοιβάδες.
• Ι = η πιο οπίσθια, I - VI - οπίσθιο κέρας - Αισθητικές
• ΙΧ = η πιο πρόσθια, VIII - X - πρόσθιο κέρας - Κινητικές
• UII = μεταξύ προσθίου και οπισθίου κέρατος
• Άρα: οπίσθια κέρατα = δέχονται αισθητικά ερεθίσματα
πρόσθια κέρατα = στέλνουν κινητικά ερεθίσματα
• Η λευκή ουσία διαιρείται:
o προσθία
o Πλάγιες  δέσμες
o οπίσθια

70

Νωτιαίος μυελός 7/10


• Προσθία :
1. Πρόσθιον πυραμιδικόν Δεμάτιο (Δ) (έσω της προσθίας).
2. Έσω επιμήκης δεσμίδα Δ (πυθμήν προσθίας αύλακας).
3. Αιθουσονωτιαίον Δ.
4. Τετράδυμονωτιαίον Δ.
5. Ίδιον προσθίας Δέσμης Δ.

71
Νωτιαίος μυελός 8/10
• Πλάγια Δεμάτια (Δ)
1. Πλάγιο πυραμιδικόν Δ.
2. Οπίσθιο ραχιαίον παρεγκεφαλικόν Δ.
3. Πρόσθιο ή κολιβικόν παρεγκεφαλικόν Δ.
4. Νωτιοθαλαμικόν Δ.
5. Νωτιοτετραδυμικόν Δ.
6. Ερυθρονωτιαίον Δ.
7. Ελαιονωτιαίον Δ.
8. Αιθουσονωτιαίον Δ.
9. Δικτυονωτιαίον Δ.
10. Ίδιο δεμάτιο της πλαγίας Δ.
72

Νωτιαίος μυελός 9/10


• Οπισθία :
1. Ισχνό Δεμάτιο (εκατέρωθεν της οπισθίας αύλακος).
2. Σφηνοειδές Δεμάτιο εκτός του ισχνού.

73
Νωτιαίος μυελός 10/10
• Τα κυριότερα κινητικά:
1. Πυραμιδικό
‒ πρόσθιο πυραμιδικό,
‒ πλάγιο πυραμιδικό.
2. Αιθουσο-νωτιαίο.
3. Ερυθρο-νωτιαίο, εξωπυραμιδικό.
4. Δικτυο-νωτιαίο.

74

Πυραμιδικό σύστημα 1/9


I. Το πυραμιδικό σύστημα
• Είναι το κινητικό μονοπάτι που ξεκινάει από τον εγκεφαλικό φλοιό
(κινητική περιοχή / προσθία κεντρική έλιξ / περιοχή 4 κατά
Broadman) και κατέρχεται στους κινητικούς πυρήνες των κρανιακών
νεύρων και στα πρόσθια κέρατα του νωτιαίου μυελού ενώ
κατέρχεται διερχόμενο από τις πυραμίδες του προμήκους. Είναι
γρήγορο σύστημα κι ένας νευρώνας «non-stop» φέρνει τα
ερεθίσματα από τον φλοιό στο νωτιαίο μυελό.
• Όλες οι ίνες διχάζονται 85-90% στις πυραμίδες
5-10% στο σημείο του Ν.Μ. που νευρώνουν.

75
Πυραμιδικό σύστημα 2/9
• Το πυραμιδικό έχει 3 μέρη
1. Φλοιονωτιαίες ίνες ή πυραμιδικό σωστό.
2. Πλάγιες φλοιοπρομηκικές ίνες.
3. Μέσες φλοιoπρομηκικές ίνες.
• Οι φλοιονωτιαίες ίνες από το φλοιό πορεύονται και καταλήγουν
στα πρόσθια κέρατα του Ν.Μ. Οι πλάγιες φλοιοπρομηκικές από το
φλοιό καταλήγουν στους κρανιακούς πυρήνες } 5, 7, 9, 10, 11, 12.
Οι μέσες φλοιοπρομηκικές από το φλοιό καταλήγουν στους
κρανιακούς πυρήνες } 3, 4, 6
• Τα 3, 4, 6 όλα κινούν οφθαλμικούς μύες.

76

Πυραμιδικό σύστημα 3/9


Το μονοπάτι του πυραμιδικού είναι
• Από φλοιό (περιοχή 4, ή κινητική περιοχή, ή προσθία κεντρική έλικα)

• ακτινωτός στέφανος = στην λευκή ουσία ημισφαιρίου

• έσω κάψα

• Μεσεγκέφαλος

• γέφυρα  ελαφρός διαχωρισμός των ινών

• προμήκης  οι ίνες συνέρχονται + διχάζονται
o 90% διχάζονται  γίνεται το πλάγιο πυραμιδικό δεμάτιο
o 5-10% όχι διχασμός  γίνεται το πρόσθιο πυραμιδικό δεμάτιο
77
Πυραμιδικό σύστημα 4/9

“1426 Corticospinal Pathway”, από CFCF


διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0 78

Δεμάτια πυραμιδικού στον νωτιαίο


μυελό

“Gray675”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

79
Πυραμιδικό σύστημα 5/9
Λειτουργία του Πυραμιδικού
1. Στον τόνο: Το πυραμιδικό είναι διεγερτικό μονοπάτι δηλ. η
διέγερσή του αυξάνει τον τόνο και τα αντανακλαστικά και η
καταστροφή του ελαττώνει τον τόνο και τα αντανακλαστικά.
2. Στην κίνηση: Το πυραμιδικό είναι υπεύθυνο για τις λεπτές,
μεμονωμένες, ακριβείς, ειδικές κινήσεις που είναι
απαραίτητες για όλες τις δραστηριότητες που χρειάζονται
επιδεξιότητα (δηλ. δακτυλογράφηση, παίξιμο πιάνου).

80

Πυραμιδικό σύστημα 6/9


Κλινικά σημεία βλάβης για το Πυραμιδικό
• Το πυραμιδικό δεμάτιο συχνά βλάπτεται από αιμορραγία ή
θρόμβωση των αρτηριών που αρδεύουν τα διάφορα μέρη
του.
• Ορολογία:
o Ημιπληγία = παράλυση του ½ του σώματος.
o Μονοπληγία = παράλυση ενός μέλους μόνον.
o Παραπληγία = παράλυση των 2 κάτω μελών.
o Τετραπληγία = παράλυση και των 2 κάτω και των 2 άνω
άκρων.

81
Χαρακτηριστικές βλάβες πυραμιδικού 1/2

zahstraces.blogspot.gr

82

Χαρακτηριστικές βλάβες πυραμιδικού 2/2

“Stroke ischemic”, από CFCF διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 83


Πυραμιδικό σύστημα 7/9
• Όταν βλάπτεται η περιοχή 4 ή κινητική ή πρόσθια κεντρική
έλικα συνήθως έχουμε μονοπληγία δηλ. ένα μέλος
επηρεάζεται, άρα χάνονται οι ηθελημένες κινήσεις ενός μόνο
μέλους στο αντίθετο μέρος του σώματος.
• Όταν βλάπτεται το δεμάτιο στην περιοχή της έσω κάψας
έχουμε πλήρη ημιπληγία γιατί συνήθως όλα τα μέρη του
πυραμιδικού παραβλάπτονται. Δυστυχώς η αρτηρία που
αρδεύει αυτήν την περιοχή (μέση εγκεφαλική και κλάδοι της)
καλείται και αρτηρία της εγκεφαλικής αιμορραγίας, διότι
συχνά ρήγνυται!

84

Πυραμιδικό σύστημα 8/9


• Όταν παραβλάπτεται το πυραμιδικό σύστημα στην περιοχή του
εγκεφαλικού στελέχους (μεσεγκέφαλος, γέφυρα, προμήκης) εκεί
συνήθως γίνεται βλάβη δεματίου και νεύρου δηλ.
1. Μεσεγκέφαλος (εδώ κοντά στο πυραμιδικό αρχίζει το 3ο νεύρο ή κοινό
κινητικό και παραβλάπτεται κι αυτό με το δεμάτιο)
 α) ημιπληγία του άλλου μισού σώματος,
β) παράλυση του 3ου v. στο ίδιο μέρος σώματος,
2. Γέφυρα (εδώ κοντά στο πυραμιδικό αρχίζει το 6ο ή απαγωγό και
παραβλάπτεται και αυτό με το δεμάτιο)
 α) ημιπληγία του άλλου μισού σώματος,
β) παράλυση του 6ου v. στο ίδιο μέρος σώματος.
3. Προμήκης (εδώ συνήθως βλάπτεται το υπογλώσσιο νεύρο)
 α) ημιπληγία του άλλου μισού σώματος,
β) παράλυση του υπογλωσσίου το ίδιο μέρος σώματος.
85
Πυραμιδικό σύστημα 9/9
• [ Στο προμήκη τα 2 δεμάτια (Α+Δ) περνούν κοντά-κοντά στις
πυραμίδες και συνήθως βλάπτονται και τα 2 ].

• Οι αναφερθείσες ανωτέρω 1, 2, 3 ημιπληγίες λέγονται χιαστί


ημιπληγίες.

86

Εξωπυραμιδικό σύστημα
• Περιλαμβάνει όλες εκείνες τις κινητικές διασυνδέσεις από ίνες που
δεν περνούν από τις πυραμίδες του προμήκη.
• Περιλαμβάνει ίνες που ξεκινούν από:
1. Την προκινητική περιοχή,
2. Τα βασικά γάγγλια,
3. Εγκεφαλικό στέλεχος δηλ. μεσεγκέφαλο, γέφυρα, προμήκη.
• Οι ίνες του εξωπυραμιδικού τελειώνουν στα πρόσθια κέρατα του
Ν.Μ.
• Έχει 3 μονά και 3 διπλά δεμάτια.
• Τα δεμάτια που διχάζονται στο εξωπυραμιδικό σύστημα, διχάζονται
άμα τη εκκινήσει τους!

87
Δεμάτια εξωπυραμιδικού

“Spinal cord tracts - English” από Mikael Häggström διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

88

Λειτουργία εξωπυραμιδικού συστήματος


1. Στον τόνο: Μερικά δεμάτια είναι διεγερτικά. Μερικά είναι
κατασταλτικά. Όταν διεγερθεί ένα ανασταλτικό δεμάτιο
ελαττώνει τον τόνο και τα αντανακλαστικά ενώ όταν καταστραφεί
αυξάνεται ο τόνος και τα αντανακλαστικά.
2. Στην κίνηση: Είναι υπεύθυνα για τις αδρές, συνεργικές κινήσεις
που χρειάζονται την δραστηριότητα μεγάλων ομάδων μυών π.χ.
κινήσεις απαραίτητες για την ισορροπία της στάσης. Επίσης για
τις ημιαυτοματοποιημένες κινήσεις που δεν χρειάζονται πολύ
επιδεξιότητα π.χ. οι κινήσεις των χεριών καθώς περπατάμε. Το
εξωπυραμιδικό «τοποθετεί το υπόβαθρο» για την μετέπειτα
δραστηριότητα του πυραμιδικού.

89
Κλινικά σημεία Parkinson’s 1/2

“Paralysis agitans (1907, after St. Leger)”, από Anetode διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 90

Κλινικά σημεία Parkinson’s 2/2

“Paralysis agitans-Male Parkinson's victim-1892”, από Ras67 διαθέσιμο ως κοινό κτήμα


91
Παρεγκεφαλίδα 1/11
• Χρειάζεται για την στάση, την ισορροπία (κίνηση, τρέξιμο), για τις
διαδοχικές κινήσεις (τρως, ντύνεσαι, γράφεις), για τις κινήσεις που
είναι επαναληπτικές και εναλλάσσονται γρήγορα καθώς και για τη
λεία ακολουθία της κίνησης. Όταν βλάπτεται η παρεγκεφαλίδα
δεν βλάπτονται οι ηθελημένες κινήσεις αλλά γίνονται άτσαλα κι
αποδιοργανωμένα. Βρίσκεται στον οπίσθιο κρανιακό βόθρο.
Αποτελείται από τα παρεγκεφαλιδικά ημισφαίρια τα οποία
βρίσκονται στα πλάγια της 4ης κοιλίας, από το σκηνίδιο της
παρεγκεφαλίδας που είναι μια πτυχή σκληρής μήνιγγας και
διατείνεται στην άνω επιφάνειά της.

92

Παρεγκεφαλίδα 2/11
• Τα ημισφαίρια της παρεγκεφαλίδας έχουν πτυχές (folia). Έχουν μια
στοιβάδα φαιάς ουσίας που καλείται παρεγκεφαλιδικός φλοιός και
περικλείει την στοιβάδα της λευκής ουσίας. Έχει 3 στοιβάδες κυττάρων:
1. Μοριώδη στοιβάδα (αστερωτά κύτταρα και basket cells, δενδρίτες
Purkinje, Golgi II, και άξονες νευρώνων),
2. Μεσαία στοιβάδα [στοιβάδα Purkinje (σώματα νευρώνων Purkinje)],
3. Κοκκιώδη στοιβάδα (προς τα μέσα), με κοκκιώδεις νευρώνες, και Golgi II
νευρώνες.
• Μέσα από τον φλοιό, υπάρχει λευκή ουσία (ίνες) και εντός αυτής
περικλείονται 4 ζεύγη πυρήνων: 1) οροφιαίος, 2) σφαιροειδής, 3)
εμβολοειδής, 4) οδοντωτός

93
Παρεγκεφαλίδα 3/11
• Η παρεγκεφαλίδα στα ημισφαίρια της αποτελείται από 3
ανατομικά στοιχεία.
1. Το κροκυδοειδές λοβίο = αρχαιοπαρεγκεφαλίδα,
2. Τον πρόσθιο λοβό = παλαιοπαρεγκεφαλίδα,
3. Τον οπίσθιο λοβό = νεοπαρεγκεφαλίδα.
• Στην μέση των ημισφαιρίων υπάρχει ο σκώληξ της
παρεγκεφαλίδας.

94

Παρεγκεφαλίδα 4/11
• Οδοί: 3 φλοιοεγκεφαλικά προβλητικά μονοπάτια, το
μεγαλύτερο είναι το φλοιογεφυροπαρεγκεφαλιδικό και
μικρότερα το φλοιοπαρεγκεφαλιδικό και το
φλοιοδικτυοπαρεγκεφαλιδικό. Η παρεγκεφαλίς παίρνει
πληροφορίες από δέρμα, αρθρώσεις, μύες, κορμό με 3
νωτιοπαρεγκεφαλιδικά δεμάτια (το οπίσθιο, το πρόσθιο και
το πλάγιο).
• Έχει άμεση σύνδεση με υποθάλαμο

95
Παρεγκεφαλίδα 5/11
• Γενικά:
1. Αρχαιοπαρεγκεφαλίδα  Αιθουσαίο Σύστημα 
ισορροπία
2. Παλαιοπαρεγκεφαλίδα  Νωτιαίος Μυελός 
Τόνος/Συνέργεια
3. Νεοπαρεγκεφαλίδα  φλοιός και εξωπυραμιδικό
σύστημα

96

Παρεγκεφαλίδα 6/11
• Λειτουργία της παρεγκεφαλίδας
Η σκέψη, η απόφαση, ο σκοπός της επιτέλεσης μιας κίνησης
ξεκινάει από τον κινητικό φλοιό και τις βοηθητικές περιοχές, τα
συνειρμικά πεδία. Αυτές οι φλοϊικές περιοχές δρουν σε συνεργασία
με τα παρεγκεφαλικά ημισφαίρια και τους οδοντωτούς πυρήνες
κατά τις αρχικές φάσεις του σχεδιασμού μιας κίνησης. Το
αποτέλεσμα είναι η διαταγή της κίνησης που περιλαμβάνει τον
οδοντωτό πυρήνα και ακολουθείται από τους νευρώνες της
κινητικής περιοχής. Τα ημισφαίρια της παραγκεφαλίδας, κρατούν
την πληροφορία για την κίνηση από παράπλευρους κλάδους των
πυραμιδικών δεματίων και από περιφερικούς υποδοχείς των μερών
του σώματος που κινείται.

97
Παρεγκεφαλίδα 7/11
Στις διαταραχές της παρεγκεφαλίδας αναφέρονται:
• Ελαιογεφυροπαρεγκεφαλιδική ατροφία.
• Friedreich’s αταξία.
• Αλκοολική παρεγκεφαλιδική εκφύλιση.

98

Παρεγκεφαλίδα 8/11
Διαταραχές της παρεγκεφαλίδας (εκδηλώσεις)
• Βλάβη της παρεγκεφαλίδας οδηγεί στην ανικανότητα να γίνουν οι
κινήσεις μαλακά και με ακρίβεια. Αυτό καλείται παρεγκεφαλιδική
αταξία ή ασυνέργεια.
• Η παρεγκεφαλιδική αταξία δίδει:
1. Διαταραχή θέσης και βάδισης.
2. Αποσύνδεση των κινήσεων.
3. Δυσμετρία.
4. Δυσδιαδοχοκινησία.
5. Διαταραχή λόγου.

99
Παρεγκεφαλίδα 9/11
1. Διαταραχή θέσης και βάδισης
o Δυσκολία διατήρησης της όρθιας στάσης, και βάδισμα
περεμφερές με εκείνο του μεθυσμένου (σκώληξ). Τάση για πτώση
προς την μεριά της βλάβης (ημισφαίρια).
o Η τάση για πτώση και η κάθε διαταραχή είναι προς την μεριά της
βλάβης και δεν διορθώνεται με την βοήθεια της όρασης.
2. Αποσύνδεση των κινήσεων
o Μία κίνηση είναι διασπασμένη στα στοιχεία της π.χ. ο ώμος, ο
αγκώνας και οι αρθρώσεις του καρπού κινούνται σαν χωριστά και
όχι μαζί σαν μια συγχρονισμένη κίνηση όπως συνήθως.

100

Παρεγκεφαλίδα 10/11
3. Δυσμετρία
o Αδυναμία να σταματήσει η κίνηση στο επιθυμητό σημείο.
o overshooting
o undershouting } στο ένα μέρος του σώματος
o pastpointing
4. Δυσδιαδοχοκινησία
Αδυναμία να σταματήσει μια κίνηση και αμέσως να συνεχίσει με
την ακριβώς αντίθετή της π.χ. πρηνή και ύπτια θέση χεριού
5. Ο λόγος γίνεται αργός, μονότονος και μερικές συλλαβές
ακούγονται αφύσικα χωρισμένες. (Οφείλεται σε έλλειψη
συνέργειας των μυών στην ομιλία).

101
Παρεγκεφαλίδα 11/11
• Άλλα σημεία παρεγκεφαλιδικής βλάβης:
• Υποτονία (π.χ. ελάττωση των τενοντίων αντανακλάσεων).
• Ασθένεια (οι μύες στο επηρεασμένο μέρος του σώματος
γίνονται ασθενέστεροι).
• Τρόμος (ο παρεγκεφαλιδικός τρόμος γίνεται στην διάρκεια
της κίνησης και σταματά στην ηρεμία (Δ.Δ. παρκινσονικός
τρόμος).
•  Νυσταγμός

102

Αισθητικό σύστημα
• Η πληροφορία για εσωτερικά και εξωτερικά ερεθίσματα
φθάνει στο ΚΝΣ μέσω αισθητικών υποδοχέων. Αυτοί είναι
μετασχηματιστές που μετατρέπουν διάφορες μορφές
ενέργειας στο περιβάλλον σε δυναμικά νευρώνων. Η λέξη
υποδοχέας βέβαια στην φυσιολογία, χρησιμοποιείται και με
άλλη έννοια (πρωτεΐνες π.χ. που δεσμεύουν
νευρομεταβιβαστές, ορμόνες και άλλες ουσίες με μεγάλη
συγγένεια και εξειδίκευση). Ο αισθητικός υποδοχέας μπορεί
να είναι μέρος ενός νευρώνα ή εξειδικευμένο κύτταρο που
δημιουργεί δυναμικά σε νευρώνες.

103
Αισθητικοί υποδοχείς 1/12
• Οι μορφές ενέργειας (Ε) που μετασχηματίζονται από τους
υποδοχείς περιλαμβάνουν π.χ. μηχανική Ε (αφή - πίεση), θερμική Ε
(θερμότητα) ηλεκτρομαγνητική (φως) χημική Ε (οσμή, γεύση,
περιεχόμενο Ο2 στο αίμα κ.λπ.). Οι υποδοχείς κάθε αισθητηρίου
είναι προσαρμοσμένοι να απαντούν σε ένα είδος Ε με πολύ
χαμηλότερο ουδό από ότι ένας άλλος υποδοχέας. Αυτή η μορφή Ε,
η ειδική για κάθε υποδοχέα λέγεται επαρκές ερέθισμα (π.χ. για τα
κωνία/ραβδία στο μάτι είναι το φως).
• Οι υποδοχείς απαντούν και σε άλλες μορφές ενέργειας από το
επαρκές ερέθισμα, έχουν όμως υψηλότερο ουδό! Π.χ. η πίεση
διεγείρει και τα ραβδία/κωνία αλλά ο ουδός είναι πολύ
υψηλότερος από ότι οι υποδοχείς πίεσης στο δέρμα.

104

Αισθητικοί υποδοχείς 2/12


• Μαθαίνουμε ότι 5 είναι οι αισθήσεις, αλλά μάλλον τούτο δεν
είναι επαρκές, ιδίως εάν συνειδητά πια κοιτάξουμε τις
πιθανές αισθήσεις, υποδοχείς και τα όργανα. Τότε βλέπουμε
ότι υπάρχουν και αισθήσεις που συνειδητά δεν γίνονται
αντιληπτές! (οι ασυνείδητες αισθήσεις!)

105
Αισθητικοί υποδοχείς 3/12
Αίσθηση Υποδοχεύς Όργανο
Όραση Κωνία/ραβδία Οφθαλμός
Ακοή Τριχωτά κύτταρα Αυτί (οργ. Gorti)
Όσφρηση Οσφρητικοί νευρώνες Οσφρητικός λοβός
Γεύση Γευστικοί υποδοχείς Σωματοαισθητικός
φλοιός
Περιστρεφόμενη Τριχωτά κύτταρα Ημικυκλικοί σωλήνες
επιτάχυνση
Γραμμική επιτάχυνση Τριχωτά κύτταρα Αυτί (utricle/saccule)
Αφή - Πίεση Νευρικές απολήξεις Διάφορα
Ζέστη Νευρικές απολήξεις Διάφορα
Κρύο Νευρικές απολήξεις Διάφορα

106

Αισθητικοί υποδοχείς 4/12


Αίσθηση Υποδοχεύς Όργανο
Πόνος Γυμνές νευρικές απολήξεις Διάφορα
Θέση αρθρώσεων Νευρικές απολήξεις Διάφορα
κίνησης
Μήκος μυός Νευρικές απολήξεις Μυϊκή άτρακτος
Μυϊκή τάση Νευρικές απολήξεις Golgi τενόντιο όργανο
Πίεση αορτής Νευρικές απολήξεις Τασεοϋποδοχείς του
καρωτιδικού κόλπου
και αορτικού τόξου
Κεντρική φλεβική Νευρικές απολήξεις Τασεοϋποδοχείς,
πίεση των μεγάλων
φλεβικών αγγείων

107
Αισθητικοί υποδοχείς 5/12
ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ
I. Τηλε-υποδοχείς
Εξω-υποδοχείς
Ενδο-υποδοχείς
Θεσεο-υποδοχείς
Χημειοϋποδοχείς υπεύθυνοι για αλλαγή στο χημικό περιβάλλον
και nocireceptors ειδικά για πόνο

108

Αισθητικοί υποδοχείς 6/12


II. Όραση/ακοή/όσφρηση/περιστροφική και γραμμική επιτάχυνση
Γεύση/δερματική αίσθηση/σπλαχνική αίσθηση/πόνος.
III. Δερμικά Αισθητήρια
o αφή - πίεση
o ψυχρό
o θερμό
o πόνος

109
Αισθητικοί υποδοχείς 7/12
• Το δέρμα περιέχει διάφορους τύπους αισθητικών απολήξεων.
Περιλαμβάνονται:
1. Γυμνές νευρικές απολήξεις
2. Διατεταγμένες απολήξεις νευρικών απολήξεων (π.χ. δίσκοι
Merkel & Ruffini)
3. Περιτυλιγμένες νευρικές απολήξεις
o σωμάτια Paccini
o σωμάτια Meisner
o σωμάτια Krause
• Oι διατεταμμένοι και οι περιτυλιγμένοι υποδοχείς φαίνεται ότι
δρουν σαν μηχανοϋποδοχείς.

110

Αισθητικοί υποδοχείς 8/12


• Γρήγορη αφή
o Meisner,
o Pacini.
• Βραδεία αφή
o Merkel,
o Ruffini.

111
Αισθητικοί υποδοχείς 9/12
• Το πώς οι υποδοχείς μετατρέπουν Ενέργεια (Ε) σε δυναμικά
στα αισθητικά νεύρα έχει μελετηθεί αρκετά. Στις ειδικές
αισθήσεις π.χ. όραση, υπάρχουν ξέχωρες συναπτικές ενώσεις
μεταξύ υποδοχέων και κεντρομόλων νεύρων. Όσον αφορά
την αφή έχουν μελετηθεί τα σωμάτια Pacini λόγω του
μεγέθους τους. Όταν σε αυτούς ασκηθεί πίεση, τότε ένα
εκπολωτικό δυναμικό δημιουργείται (δυναμικό υποδοχέα).
Καθώς αυξάνεται η πίεση, το δυναμικό του υποδοχέα γίνεται
όλο και μεγαλύτερο μέχρι πυροδοτήσεως του νεύρου.

112

Αισθητικοί υποδοχείς 10/12


• Το δυναμικό παράγεται από την γυμνή νευρική απόληξη στο
σωμάτιο Paccini. Έτσι ο υποδοχέας μετατρέπει μηχανική Ε σε
δυναμικό = ηλεκτρική ενέργεια, της οποίας η ένταση είναι
ανάλογη του μεγέθους του ερεθίσματος.
• Μόλις η Ε, φτάσει σε επίπεδο πυροδότησης του νεύρου τότε
δημιουργείται εκπολωτικό δυναμικό (membrane
depolarization) και μετάδοση της αίσθησης στο νεύρο. Σε
μερικούς υποδοχείς η μηχανική πίεση ανοίγει κανάλια στην
επιφάνεια του υποδοχέα, το Να+ εισέρχεται, γίνεται ένα
δυναμικό (και φυσικά ο αριθμός των καναλιών Να+ θα είναι
ανάλογος της έντασης του ερεθίσματος).

113
Αισθητικοί υποδοχείς 11/12
• Προσαρμογή
Εάν ένα ερέθισμα στον υποδοχέα παραμείνει σταθερό στο
χρόνο, η συχνότητα του δυναμικού ενέργειας στο αισθητικό
νεύρο ελαττώνεται στον χρόνο. Αυτό λέγεται προσαρμογή ή
απευαισθητοποίηση. Ο βαθμός με τον οποίο συμβαίνει η
προσαρμογή ποικίλει ανάλογα με το είδος του αισθητηρίου.
Η αφή προσαρμόζεται γρήγορα και οι υποδοχείς της
καλούνται φασικοί. Αντίθετα ο καρωτιδικός κόλπος, οι μυϊκοί
άτρακτοι, τα όργανα κρύου, πόνου, διάτασης πνευμόνων
κ.λπ. προσαρμόζονται αργά και οι υποδοχείς καλούνται
τονικοί.

114

Αισθητικοί υποδοχείς 12/12


• Τα δυναμικά ενέργειας στα αισθητικά νεύρα είναι
παρεμφερή (π.χ. παρόμοια είτε προέρχονται από υποδοχέα
αφής είτε από υποδοχέα θερμού). Η αίσθηση άρα που
δημιουργείται τελικά εξαρτάται από ποιο ειδικό σημείο του
εγκεφάλου ενεργοποιείται (Doctrine of specific nerve
energies - Muller) (θεωρία ειδικών νευρικών ενεργειών).
• Όταν διεγείρεται ο φλοιός, η συνειδητή αίσθηση αναφέρεται
στην συγκεκριμένη περιοχή (αρχή προβολής). Με αυτή την
αρχή καταλαβαίνει κανείς πώς οι ακρωτηριασμένοι
εξακολουθούν να αισθάνονται το μέλος φάντασμα.

115
Μονοπάτι αισθητικού συστήματος

116
Από cnx.org διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Δεμάτια αισθητικού συστήματος 1/7


• Οι κεντρομόλοι νευρώνες που μεταφέρον
αφή/πίεση/θερμό/κρύο/ πόνο έχουν την αρχή τους στα
κύτταρα που βρίσκονται στις οπίσθιες ρίζες ή τα αισθητικά
γάγγλια κρανιακών νεύρων. Μπαίνουν ή στην ΣΣ ή στο
εγκεφαλικό στέλεχος και συνδέονται σε πολλά επίπεδα με
κινητικούς νευρώνες. Κάνουν ενδιάμεσους σταθμούς και
τελικά φτάνουν στον φλοιό.
• Τα οπίσθια κέρατα του μυελού διαχωρίζονται με βάση τα
ιστολογικά τους χαρακτηριστικά σε στοιβάδες Ι-VI.
o Ι = η πιο επιφανειακή
o VI = η πιο βαθειά

117
Δεμάτια αισθητικού συστήματος 2/7
• Υπάρχουν 3 τύποι ινών για δερματική αίσθηση:
1. Μεγάλες Ab ίνες = μηχανικές αισθήσεις.
2. Μικρότερες εμμύελες Αδ = κρύο + γρήγορος πόνος.
3. Μικρές αμύελες C = πόνος + θερμοκρασία.

118

Δεμάτια αισθητικού συστήματος 3/7


• Το μονοπάτι της δερματικής αίσθησης στον εγκεφαλικό φλοιό.
1. Οι ίνες λεπτής αφής και θέσης (αίσθηση βάθους)
ανεβαίνουν με τα οπίσθια κέρατα του μυελού και
συνάπτονται στον σφηνοειδή και τον ισχνό πυρήνα. Οι
δεύτεροι νευρώνες ξεκινούν από κει, χιάζονται στην μέση
γραμμή ανεβαίνουν στον μέσο λημνίσκο, και φτάνουν στον
θάλαμο. Από εκεί καταλήγουν στο φλοιό. Αυτό το μονοπάτι
καλείται οπίσθια δέσμη ή δέσμη του λημνίσκου.

119
Δεμάτια αισθητικού συστήματος 4/7
2. Άλλες ίνες αφής μαζί με ίνες πόνου (θερμοκρασίας -
θερμού - ψυχρού) συνάπτονται με άλλους νευρώνες στα
οπίσθια τους κέρατα - χιάζονται εκεί και δημιουργούν δέσμη
την προσθιοπλάγια ή ανιούσα δέσμη που έχει 2 δεμάτια
(κοιλιακό - αφή / πλάγιο, νωτιοθαλαμικό - πόνος και
θερμοκρασία) ανεβαίνουν στον θάλαμο (ενώ μερικές ίνες
δίνονται στο δικτυωτό σχηματισμό - μεσεγκέφαλο -
εγρήγορση) και μετά στο φλοιό  οπίσθια κεντρική έλικα
(ανθρωπάριο). Αυτό το ανθρωπάριο είναι αισθητικό,
παρεμφερές με το κινητικό.

120

Δεμάτια αισθητικού συστήματος 5/7


• Αφή
Η αφή γίνεται αντιληπτή και σε περιοχές χωρίς
εξειδικευμένους υποδοχείς αλλά, όπου υπάρχουν, οι Meisner
& Paccini προσαρμόζονται γρήγορα. Ενώ οι Merkel & Ruffini
προσαρμόζονται αργά. Οι υποδοχείς αφής είναι
περισσότεροι στο δέρμα δακτύλων, χειλέων, θυλάκων τριχών
αλλά λιγότεροι στο δέρμα κορμού. Τα Paccini βρίσκονται και
στον υποδόριο ιστό και στους μυς και στις αρθρώσεις. Οι Ab
αισθητικές είναι (5-12 μm) έχουν ταχύτητα αγωγής 30-70
m/sec. Μερικές ίνες αφής είναι C. Η αφή μεταδίδεται με το
δεμάτιο του λημνίσκου και το πρόσθιο πλάγιο δεμάτιο.

121
Δεμάτια αισθητικού συστήματος 6/7
• Βάθους/ θέσης
Το δεμάτιο οπίσθιων κεράτων αποτελείται από το Ισχνό /
Σφηνοειδές δεμάτιο. Ένα μέρος της αίσθησης βάθους
πηγαίνει στην παρεγκεφαλίδα αλλά μερική πηγαίνει μέσω
λημνίσκου στον θάλαμο κι από εκεί στον φλοιό. Βλάβη
οπισθίων δεματίων κάνει αταξία διότι διακόπτεται η
αισθητική οδός προς την παρεγκεφαλίδα.
Οι υποδοχείς της οδού περιλαμβάνουν δομές που
προσαρμόζονται αργά, βρίσκονται δε στις αρθρώσεις,
συνδέσμους, και στις μυϊκές ατράκτους.

122

Δεμάτια αισθητικού συστήματος 7/7


• Θερμοκρασία
2 τύποι θερμοκρασίας, η θερμότερη και η ψυχρότερη του
σώματος. Στο δέρμα υπάρχουν σίγουρα περιοχές
συγκεκριμένες που αντιλαμβάνονται το ψυχρό και το θερμό
(4-10 φορές περισσότερες εκείνες του ψυχρού). Οι υποδοχείς
αυτοί έρχονται σε επαφή με γυμνές αισθητικές απολήξεις. Οι
ψυχροί απαντούν σε 10-38ο C και οι θερμοί 30-45ο C. Για το
ψυχρό Αδ και C ίνες. Για το θερμό υπάρχουν C ίνες. Μεταξύ
20-40ο C υπάρχει εύκολη προσαρμογή.

123
Πόνος 1/3
• Πόνος
Τα αισθητήρια του πόνου είναι γυμνές νευρικές απολήξεις.
Ο πόνος μεταδίδεται στο ΚΝΣ με 2 συστήματα ινών. Το ένα
είναι μικρές αμύελες Αδ (2-5 μm) U = 12-30 m/sec. Το άλλο
είναι C ίνες (0.4-1.2 μm) χαμηλότερη ταχύτητα 0.5-2 m/sec.
o Αδ - στοιβάδες Ι/V οπισθίων κεράτων
o C - στοιβάδες Ι/ΙΙ οπισθίων κεράτων
Υπάρχει ένδειξη ότι ο μεταβιβαστής στις κεντρομόλες ίνες
του πόνου είναι η ουσία Ρ. Μερικές ίνες πηγαίνουν με το
οπίσθιο δεμάτιο και μερικές παίρνουν το προσθιοπλάγιο
νωτιαιοθαλαμικό.
124

Πόνος 2/3
• Μερικές ίνες σταματούν στον θάλαμο και από κει φτάνουν στον
φλοιό. Ο πόνος προβάλλεται εκτός από την οπίσθια κεντρική
έλικα, και στην περιοχή σωματικής αίσθησης της «Sylvian» σχισμής
(S II) καθώς και στην αγκιστρωτή έλικα (πάντα στο αντίθετο μέρος
του σώματος) (η αγκιστρωτή έλικα πιθανώς εμπλέκεται και αυτή
στο συναίσθημα όπως το μεταιχμιακό σύστημα). Πολλές ίνες
πόνου προβάλλονται στον δικτυωτό σχηματισμό και άλλες
προβάλλονται στον υποθάλαμο.
• Η ύπαρξη των 2 συστημάτων ινών εξηγεί 2 μονοπάτια πόνου ένα
«γρήγορο» (έντονος, γρήγορος, εντοπισμένος πόνος) κι ένα
«αργό» (πιο βαθύς, λιγότερο έντονος και πιο διάχυτος).

125
Πόνος 3/3
• Γρήγορος πόνος = Αδίνες
• Αργός πόνος = C
o Πιστεύεται ότι τα ερεθίσματα που προκαλούν πόνο, δρουν
και μέσω χημικών ερεθισμάτων και εκεί εμπλέκεται μάλλον
ισταμίνη.
o Πιστεύεται ότι ο πόνος δεν προβάλλεται αποκλειστικά στον
φλοιό, αλλά και σε υποφλοιικές περιοχές.
o Ο βαθύς και σπλαχνικός πόνος δεν εντοπίζεται εύκολα.
o Ειδικά ο σπλαχνικός μπορεί να αναφέρεται και σε άλλα
σημεία σώματος (π.χ. στηθάγχη - χέρι κ.λπ.).
126

Το αυτόνομο νευρικό σύστημα - (ΑΝΣ)

System”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0


“1501 Connections of the Sympathetic Nervous

“Nervous system diagram”,


από Medium69 διαθέσιμο
ως κοινό κτήμα
127
Αυτόνομο νευρικό σύστημα – Λειτουργίες
• Το μέρος αυτό του νευρικού συστήματος (ΑΝΣ) είναι στενά
συνδεδεμένο με τον μεταβολισμό, το ενδοκρινικό σύστημα,
και ελέγχει τις «φυτικές», σπλαχνικές λειτουργίες. Ελέγχει
την ομοιοστασία (internal milieu). Νευρώνει τις λείες μυϊκές
ίνες (π.χ. βρογχιόλια, έντερο, αδένες, αγγεία, ουροδόχο
κύστη, γεννητικό σύστημα κ.λπ.).
• Ο υποθάλαμος έχει στενή σχέση με το ΑΝΣ και το ελέγχει.
Συχνά ο υποθάλαμος αναφέρεται σαν το «κεφαλικό
γάγγλιο» του ΑΝΣ, ενώ το σωματικό νευρικό (είτε κινητικό
είτε αισθητικό) ελέγχεται από τα υψηλοτέρα κέντρα του
εγκεφάλου δηλ. του φλοιού (κινητική ή αισθητική περιοχή).

128

Αυτόνομο σύστημα – Ανατομικές διαιρέσεις

• Ανατομικά, το ΑΝΣ χωρίζεται σε 2 μέρη ανάλογα με το που


βρίσκονται τα προγαγγλιακά κυτταρικά σώματα). Το
συμπαθητικό (ή θωρακοοσφυϊκό σύστημα) και το
παρασυμπαθητικό (ή κρανιοιερό σύστημα).

129
Συμπαθητικό και
παρασυμπαθητικό
σύστημα

“Gray839”, από File Upload Bot (Magnus


130
Manske) διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Δομή αυτονόμων νεύρων


• Η δομή των αυτονόμων νεύρων = (η αλυσίδα των 2
νευρώνων). Τα αυτόνομα νεύρα χαρακτηρίζονται από μία
αλυσίδα 2 νευρώνων. Το κυτταρικό σώμα του πρώτου
(προσυναπτικού ή προγαγγλιακού) νευρώνα βρίσκεται στο
ΚΝΣ και στέλνει τον άξονά του για να κάνει σύναψη με τον
δεύτερο (μετασυναπτικό ή μεταγαγγλιακό) νευρώνα που
βρίσκεται σε ένα από τα αυτόνομα γάγγλια, από όπου ο
μεταγαγγλιακός άξονας περνά και πηγαίνει στην τελική του
κατεύθυνση.

131
Συμπαθητικό σύστημα 1/3
I. Το Συμπαθητικό ή Θωρακοοσφυϊκό Σύστημα
Τα σώματα των προγαγγλιακών νευρώνων βρίσκονται στο
μεσοπλάγιο τμήμα της φαιάς ουσίας των 12 θωρακικών και των 2, 3
και 4 οσφυϊκών τμημάτων της σπονδυλικής στήλης. Οι άξονες αυτών
των κυττάρων (προγαγγλιακές ίνες) είναι εμμύελες και αφού
διασχίσουν τα πρόσθια κέρατα του ΝΜ, βγαίνουν και φτιάχνουν
τους κλάδους των θωρακικών και οσφυϊκών νεύρων (Θ1 - Ο2, 3, 4)
μέσω των οποίων φτάνουν στα γάγγλια της συμπαθητικής αλυσίδας.
Τα συμπαθητικά γάγγλια βρίσκονται στα πλάγια των σωμάτων των
οσφυϊκών και θωρακικών σπονδύλων. Εκεί οι προγαγγλιακές ίνες
συνάπτονται με το δεύτερο νευρώνα. Οι άξονες του μεταγαγγλιακού
νευρώνα περνούν πίσω στο σπονδυλικό νεύρο και μετά στο όργανο
που νευρώνουν.
132

Συμπαθητικό σύστημα 2/3


• Η συμπαθητική αλυσίδα που βρίσκεται σε κάθε πλευρά της
σπονδυλικής στήλης, έχει μάζες κυττάρων που λέγονται
γάγγλια. Τα συμπαθητικά νεύρα (προγαγγλιακές ίνες)
έρχονται σε αυτήν κάθετα. Η αρχή της συμπαθητικής
αλυσίδας βρίσκεται στον αυχένα, και το άνω αυχενικό
γάγγλιο βρίσκεται στο επίπεδο γωνίας της γνάθου. Τα άλλα 2
γάγγλια του αυχένος λέγονται μέσο αυχενικό γάγγλιο και
κατώτερο αυχενικό γάγγλιο.
• Οι προγαγγλιακές ίνες του συμπαθητικού, έχουν περίβλημα
μυελίνης (εμμύελες). Στις συνάψεις τους εκκρίνουν Ach και
οι υποδοχείς είναι νικοτινικοί.

133
Συμπαθητικό σύστημα 3/3
• Οι μεταγαγγλιακές ίνες του συμπαθητικού είναι αμύελες και
όλες εκκρίνουν ΝΑ πλην 2 εξαιρέσεων:
1. Των συμπαθητικών μεταγαγγλιακών ινών των ιδρωτοποιών
(Ach) και
2. Των κυττάρων του μυελού των επινεφριδίων που εκκρίνουν
Α (αδρεναλίνη).
• Οι υποδοχείς Α και ΝΑ έχουμε πει ότι διαιρούνται σε α, και β.
Γενικά οι α μεσολαβούν για διεγερτικές δράσεις Α και ΝΑ
ενώ οι ανασταλτικές δράσεις Α και ΝΑ γίνονται μέσω β-
υποδοχέων.

134

Παρασυμπαθητικό σύστημα 1/4


• Η παρασυμπαθητική διαίρεση του ΑΝΣ προέρχεται από τα
προγαγγλιακά κυτταρικά σώματα στην φαιά ουσία του εγκεφαλικού
στελέχους και στα 2, 3, 4 τμήματα της ιεράς μοίρας της Σ.Σ.
1. ΚΡΑΝΙΟ
• Στον εγκέφαλο οι προγαγγλιακές ίνες φεύγουν με τα κρανιακά νεύρα.
• 3 - κοινό κινητικό.
• 7 - προσωπικό.
• 9 - γλωσσοφαρυγγικό.
• 10- πνευμονογαστρικό.
• Το μεγαλύτερο μέρος του κρανιακού μέρους του παρασυμπαθητικού
γίνεται από το πνευμονογαστρικό.
135
Παρασυμπαθητικό σύστημα 2/4
2. ΙΕΡΟ
• 2, 3 και 4 ιερό τμήμα της ΣΣ.
• Όπως στο συμπαθητικό, έτσι και στο παρασυμπαθητικό, οι
προγαγγλιακές ίνες πηγαίνουν σε γάγγλια. Οι περισσότερες
προγαγγλιακές ίνες διατρέχουν χωρίς διακοπή από την αρχή τους στο
τοίχωμα του σπλάχνου που νευρώνουν όπου συναντούν το γάγγλιο
(π.χ. τα γάγγλια των πλεγμάτων Meisner και Auerbach στο
γαστρεντερικό). Άρα οι μεταγαγγλιακές παρασυμπαθητικές ίνες είναι
πολύ κοντές και τα παρασυμπαθητικά γάγγλια κοντά στο όργανο στόχο.
• Το παρασυμπαθητικό με το 3ο κρανιακό νεύρο, στέλνει
παρασυμπαθητικές ίνες στον κυκλοτερή μυ, της κόρης, με το 7ο και 9ο
νευρώνει δακρυϊκούς και σιελογόνους αδένες, με το 10ο τα σπλάχνα
του θώρακος και της κοιλίας ενώ με την ιερή του μοίρα το κατώτερο
έντερο και το ουρογεννητικό σύστημα. (2,3,4). 136

Παρασυμπαθητικό σύστημα 3/4


• Οι προγαγγλιακές ίνες παρασυμπαθητικού εκκρίνουν Ach και
οι υποδοχείς που συναντούν είναι νικοτινικοί. Οι
μεταγαγγλιακές ίνες του παρασυμπαθητικού εκκρίνουν Ach
και οι υποδοχείς που συναντούν είναι μουσκαρινικοί.
• Το συμπαθητικό σύστημα είναι ενεργό σε καταστάσεις
διέγερσης (σωματικής ή συναισθηματικής). Συχνά
αναφέρεται σαν το σύστημα φυγής ή πολέμου (the fight or
flight system) π.χ. διάνοιξη / διαστολή της κόρης, αύξηση της
συχνότητας και έντασης της καρδιακής συστολής και αύξηση
της αιμάτωσης των σκελετικών μυών.

137
Παρασυμπαθητικό σύστημα 4/4
• Αντίθετα το παρασυμπαθητικό σύστημα σχετίζεται με το
«άδειασμα» ορισμένων οργάνων π.χ. είναι απαραίτητο για
την ροή του σιέλου/του γαστρικού υγρού/την κίνηση της
τροφής στο γαστρεντερικό σύστημα και το άδειασμα του
εντέρου/κύστης. Όταν το παρασυμπαθητικό είναι ενεργό, η
κόρη είναι σε μύση, η αιμάτωση των μυών ελαττώνεται και η
καρδιά πάλλεται με μικρότερη συχνότητα και με λιγότερη
ισχύ.

138

Λειτουργίες συμπαθητικού
• ΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
o Διάταση κόρης (Μυδρίαση).
o Διάταση βρογχιολίων.
o Αύξηση καρδιακής συχνότητας (θετική +ve χρονότροπος).
o Αύξηση ισχύος συστολής (θετική ve ινότροπος).
o Αγγειοσυστολή (δέρμα, σπλάχνα).
o Αγγειοδιαστολή σκελετικών μυών.
o Γλυκογονόλυση.
o Γλυκονεογένεση.
o Τριγλυκερίδια  υδρολύονται σε λιπαρά οξέα.
o Γαστρεντερικό  επέρχεται χαλάρωση .
o Εκσπερμάτιση. 139
Λειτουργίες παρασυμπαθητικού
• ΠΑΡΑΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
o Συστολή (μύση) κόρης/Προσαρμογή (κοντά).
o Έκκριση σιέλου.
o Σύσπαση βρογχιολίων.
o Βρογχική έκκριση.
o Βραδυκαρδία .
o Αύξηση κινητικότητας γαστρεντερικού.
o Αύξηση εκκρίσεων γαστρεντερικού.
o Στύση.
140

Ενότητα 17: Νευρικό σύστημα (γ’ μέρος)


Ειδικές αισθήσεις – Ύπνος
Όραση
• Τα μάτια είναι πολύπλοκα αισθητήρια που εξελίχθηκαν από
πρωτόγονες ευαίσθητες «φωτοκηλίδες» στην επιφάνεια των
ασπονδύλων. Κάθε μάτι, έχει μια στοιβάδα υποδοχέων, ένα
σύστημα φακών που εστιάζει το φως πάνω σε αυτούς τους
υποδοχείς, κι ένα σύστημα νεύρων που οδηγεί ώσεις από τους
υποδοχείς αυτούς στον εγκέφαλο. Η εξωτερική προστατευτική του
στοιβάδα είναι ο σκληρός χιτώνας που μπροστά μετατρέπεται στον
κερατοειδή από όπου το φως περνά στον οφθαλμό. Μέσα από τον
σκληρό υπάρχει ο χοριοειδής χιτώνας που περιέχει πολλά αγγεία
για διατροφή του οφθαλμού. Μέσα από τον χοριοειδή, κι
επικαλύπτοντας τα 2/3 του χοριοειδούς είναι ο αμφιβληστροειδής,
ο νευρικός χιτώνας με τα κύτταρα των υποδοχέων.

Ανατομία οφθαλμού 1/2


• Ο φακός του οφθαλμού, είναι μια διαφανής δομή που
συγκρατείται στην θέση του με ένα ακτινωτό σύνδεσμο του
φακού. Ο σύνδεσμος αυτός συνδέεται στην πεπαχυσμένη πρόσθια
μοίρα του χοριοειδούς που καλείται ακτινωτό σώμα. Το ακτινωτό
σώμα περιέχει ίνες κυκλοτερείς και επιμήκεις που συνδέονται
κοντά στην ένωση κερατοειδούς και σκληρού. Μπροστά από τον
φακό, βρίσκεται η ίριδα (αδιαφανής και χρωματιστή) που περιέχει
κυκλοτερείς ίνες που συσπούν και ακτινωτές που διαστέλλουν την
κόρη. Οι διαφορές στην διάμετρο της κόρης μπορούν να
προκαλέσουν αλλαγές μέχρι και 5 φορές στο ποσό του φωτός που
φτάνει στον αμφιβληστροειδή.

2
Ανατομία οφθαλμού 2/2
• Το διάστημα μεταξύ του φακού και του αμφιβληστροειδούς γεμίζει
από ένα διαυγές, ζελατινώδες υλικό που λέγεται υαλώδες σώμα. Το
υδατώδες υγρό ένα διαυγές υγρό που παράγεται από το ακτινωτό
σώμα, με διάχυση και ενεργητική μεταφορά διαχέεται μέσω της
κόρης για να γεμίσει τον πρόσθιο θάλαμο του οφθαλμού.
Φυσιολογικά επαναρροφάται μέσω ενός συστήματος σωληνίσκων
στο κανάλι του Schlemm, ένα φλεβικό κανάλι στην ένωση της
ίριδας και του κερατοειδούς (γωνία πρόσθιου θαλάμου). Εάν το
ανωτέρω αποφραχθεί, αυτό οδηγεί σε αύξηση της ενδοφθαλμίου
πιέσεως και ταυτόχρονη καταστροφή στις νευρικές ίνες του
αμφιβληστροειδή και πρόκληση μιας σοβαρής οφθαλμικής νόσου
το γλαύκωμα. Μια αιτία γλαυκώματος είναι η απόφραξη των
σωληνίσκων (γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας) και άλλη μία, η προς τα
πρόσω κίνηση της ίριδος εμποδίζοντας την γωνία (γλαύκωμα
κλειστής γωνίας).
3

Ανατομικά στοιχεία οφθαλμού

4
“Schematic diagram of the human eye el”, από Badseed διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Αμφιβληστροειδής 1/6
• Αυτός ο χιτώνας εκτείνεται μπροστά μέχρι το ακτινωτό σώμα.
Περιέχει 10 στοιβάδες. Από έξω προς τα έσω είναι:
o μελάγχρουν επιθήλιο,
o στοιβάδα κωνίων και ραβδίων,
o έξω αφοριστική,
o έξω κοκκιώδης,
o έξω δικτυωτή,
o έσω κοκκιώδης,
o έσω δικτυωτή,
o στοιβάδα γαγγλιακών κυττάρων,
o στοιβάδα ινών οπτικού νεύρου,
o έσω αφοριστική.
5

Αμφιβληστροειδής 2/6
• Ο αμφιβληστροειδής περιέχει τους οπτικούς υποδοχείς που
είναι τα κωνία και τα ραβδία και 4 είδη νευρώνων:
o Δίπολα κύτταρα,
o Γαγγλιακά κύτταρα,
o Οριζόντια κύτταρα,
o Αμακρινικά κύτταρα.
• Τα κωνία και τα ραβδία βρίσκονται μετά το χοριοειδή χιτώνα
και συνάπτονται με τα δίπολα κύτταρα.

6
Αμφιβληστροειδής 3/6
• Οι άξονες των γαγγλιακών κυττάρων συγκλίνουν και αφήνουν
το μάτι, φεύγοντας σαν οπτικό νεύρο.
• Τα οριζόντια κύτταρα ενώνουν υποδοχείς με άλλους
υποδοχείς στην έξω δικτυωτή στοιβάδα.
• Τα αμακρινικά κύτταρα ενώνουν γαγγλιακά κύτταρα στην
έσω δικτυωτή στοιβάδα, και μπορεί να παρεμβάλλονται
μεταξύ διπόλων και γαγγλιακών κυττάρων.
• Υπάρχει σύγκλιση υποδοχέων σε δίπολα κύτταρα και
διπόλων κυττάρων σε γαγγλιακά κύτταρα.

Αμφιβληστροειδής 4/6
• Το μελάγχρουν επιθήλιο βρίσκεται σε άμεση επαφή με τον
χοριοειδή χιτώνα. Τα νευρικά στοιχεία του αμφιβληστροειδή
συνδέονται και στηρίζονται μεταξύ τους με νευρογλοιακά
κύτταρα που λέγονται κύτταρα του Muller.
• Το φως περνά μέσα από τα γαγγλιακά κύτταρα, και τα δίπολα
για να φτάσει τα ραβδία και τα κωνία.
• Το μελάγχρουν επιθήλιον περιέχει χρωστική και απορροφά
τις ακτίνες του φωτός, εμποδίζοντας την αντανάκλαση των
ακτίνων πίσω στον αμφιβληστροειδή. Μια τέτοια
αντανάκλαση θα θόλωνε τις οπτικές εικόνες.

8
Αμφιβληστροειδής 5/6
• 3 mm από το μέσον του οπισθίου πόλου του οφθαλμού βγαίνουν το
νεύρο και τα αγγεία του αμφιβληστροειδούς. Στην
οφθαλμοσκόπηση αυτό το σημείο λέγεται οπτικός δίσκος. Στον
δίσκο δεν υπάρχουν οπτικοί υποδοχείς κι έτσι η περιοχή λέγεται
τυφλή κηλίδα.
• Επίσης στον οπίσθιο πόλο του οφθαλμού, υπάρχει μία κιτρινωπή
περιοχή, η ωχρά κηλίδα. Εκεί και το κεντρικό βοθρίο, το οποίο
είναι η περιοχή του αμφιβληστροειδούς που στερείται ραβδίων
αλλά υπάρχουν πολλά κωνία, λίγα κύτταρα και όχι αγγεία. Το
βοθρίο είναι πολύ ανεπτυγμένο στους ανθρώπους, και εκεί η
οπτική οξύτητα είναι μεγίστη.
• Όταν εστιάζουμε σε ένα αντικείμενο, οι οφθαλμοί κινούνται έτσι
ώστε να πέσει το φως στο βοθρίο!
9

Αμφιβληστροειδής 6/6
• Οι αρτηρίες, τα αρτηρίδια και οι φλέβες στις επιφανειακές
στοιβάδες του αμφιβληστροειδούς κοντά στην επιφάνεια του
υαλώδους σώματος μπορεί να φανούν στο οφθαλμοσκόπιο.
Επειδή, αυτή είναι μια περιοχή του σώματος όπου αρτηρίδια
μπορεί να φανούν, η οφθαλμοσκόπηση είναι μεγάλης αξίας
στο σακχαρώδη διαβήτη, στην υπέρταση και άλλες νόσους
που έχουν επίδραση στα αγγεία. Τα αγγεία του
αμφιβληστροειδούς δίνουν αίμα στα δίπολα και στα
γαγγλιακά κύτταρα αλλά οι υποδοχείς τρέφονται από αγγεία
του χοριοειδή χιτώνα.

10
Αμφιβληστροειδής -
κωνία και ραβδία

“1414 Rods and Cones”, από CFCF


διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0 11

Στοιβάδες κυττάρων του


αμφιβληστροειδούς

12
cse.iitk.ac.in
Κωνία και ραβδία, πυκνότητα των
υποδοχέων

Από webexhibits.org διαθέσιμο με άδεια CC BY-NC-ND 3.0

13

Λεπτομέρεια στα κωνία

“Cone cell en”, από Kruusamägi


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 14
Νευρικές οδοί όρασης

15
“1420 Optical Fields”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Νευρικές οδοί και προβολές στον οπτικό


φλοιό

“Wiley Human Visual System”, από Pa042003


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 16
Εικόνα των νευρικών οδών στον
εγκέφαλο

17
“Gray722”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Προβολή στον φλοιό 1/2


1. Οι άξονες των γαγγλιακών κυττάρων περνούν στο οπτικό
νεύρο και οπτικό δεμάτιο για να φτάσουν στο πλάγιο
γονατώδες σώμα που είναι μέρος του θαλάμου. Οι ίνες από
κάθε ρινικό τμήμα του αμφιβληστροειδή χιάζονται στο
οπτικό χίασμα. Στο γονατώδες σώμα, οι ίνες από το ρινικό
μισό του ενός αμφιβληστροειδή και το κροταφικό μισό του
άλλου ενώνονται με άλλους νευρώνες και σχηματίζεται το
δεμάτιο γονατώδους σώματος-πληκτραίας σχισμής. Αυτό
πηγαίνει στον ινιακό λοβό του εγκεφαλικού φλοιού, στην
οπτική περιοχή (πρωτογενής φλοιός, ή περιοχή Brodmann’s
17). Αυτή βρίσκεται στα τοιχώματα της πληκτραίας
σχισμής.
18
Προβολή στον φλοιό 2/2
2. Μερικές ίνες του οπτικού νεύρου πηγαίνουν προς
τετράδυμο (άνω τετράδυμο) και διά μέσου αυτών
(προσαγωγός οδός) δημιουργούνται τα αντανακλαστικά της
κόρης (απαγωγό 3ο νεύρο).
3. Μερικές ίνες από το οπτικό νεύρο πηγαίνουν προς
υποθάλαμο σε έναν πυρήνα του τον υπερχιασματικό, που
είναι το βιολογικό μας ρολόι και συγχρονίζει ενδοκρινικές
λειτουργίες και τους βιορυθμούς μας (τον κύκλο - φωτός
σκότους).

19

Υποδοχείς όρασης 1/5


• Κάθε ραβδίο και κωνίο διαχωρίζεται σε ένα εξωτερικό κι ένα
εσωτερικό τμήμα. Το εξωτερικό τμήμα είναι τροποποιημένες
«βλεφαρίδες» φτιαγμένες από σακοειδείς διευρύνσεις ή
«δίσκους» από μεμβράνη. Αυτοί οι «σακοειδείς σχηματισμοί
ή δίσκοι» περιέχουν φωτοευαίσθητα στοιχεία που αντιδρούν
στο φως αρχίζοντας δυναμικά ενέργειας στις οπτικές οδούς.
Τα εσωτερικά τμήματα έχουν μία πυρηνική περιοχή και μια
συναπτική ζώνη. Τα εσωτερικά τμήματα είναι πλούσια σε
μιτοχόνδρια.

20
Υποδοχείς όρασης 2/5
• Τα ραβδία ονομάστηκαν από την λεπτή, σαν ραβδί εμφάνισή
τους στο εξωτερικό τους τμήμα. Τα εξωτερικά τμήματα των
ραβδίων ανανεώνονται συνέχεια με την δημιουργία νέων
δίσκων στο εσωτερικό τμήμα του εξωτερικού τμήματος και
με φαγοκυττάρωση των δίσκων που βρίσκονται κοντά στο
μελάγχρουν επιθήλιο. Το κεντρικό βοθρίο δεν περιέχει
ραβδία. Υπάρχουν 120 εκατομμύρια ραβδία σε κάθε
οφθαλμό. Τα ραβδία είναι πολύ ευαίσθητα στο φως και είναι
οι υποδοχείς για την βραδινή όραση (σκοτοπτική όραση).
Αυτή η όραση δεν είναι ικανή να δει τα όρια και τις
λεπτομέρειες των αντικειμένων καθώς και τα χρώματα.

21

Υποδοχείς όρασης 3/5


• Τα κωνία γενικά έχουν πεπαχυσμένα εσωτερικά τμήματα και κωνικά
εξωτερικά τμήματα, παρότι η μορφολογία τους ποικίλλει ανάλογα
με την θέση τους στον αμφιβληστροειδή. Στα κωνία οι σακοειδείς
διευρύνσεις γίνονται στο εξωτερικό τμήμα από την ίδια την
μεμβράνη. Ενώ στα ραβδία, οι «δίσκοι» είναι ανεξάρτητα
φτιαγμένοι. Η ανανέωση στα κωνία σε αντίθεση με τα ραβδία είναι
πιο διάχυτη διεργασία και συμβαίνει σε πολλές περιοχές στα
εξωτερικά τους τμήματα.
• Κάθε κωνίο στο κεντρικό βοθρίο έχει σαν σύνδεσμο ένα δίπολο
κύτταρο που συνδέεται με ένα γαγγλιακό κύτταρο, δηλ. κάθε κωνίο
του κεντρικού βοθρίου συνδέεται με μία ίνα του οπτικού νεύρου.
Εν αντιθέσει με άλλες περιοχές του αμφιβληστροειδούς όπου τα
ραβδία είναι υπεράριθμα, στο κεντρικό βοθρίο δεν υπάρχουν
ραβδία.
22
Υποδοχείς όρασης 4/5
• Υπάρχουν 6 εκατομμύρια κωνία στον αμφιβληστροειδή.
Έχουμε 120 εκατομμύρια ραβδία, 6 εκατομμύρια κωνία και
μόνον 1,2 εκατομμύρια νευρικές ίνες σε κάθε οπτικό νεύρο,
και υπάρχει «σύγκλειση» υποδοχέων προς δίπολα και
γαγγλιακά κύτταρα σε αναλογία 105:1. Εν τούτοις, από το
σημείο του νεύρου και μετά υπάρχει απόκλιση διότι
υπάρχουν διπλάσιες ίνες στο γονατώδες σώμα και στα
πληκτραία δεμάτια από ότι στα οπτικά νεύρα και στην οπτική
περιοχή του φλοιού, ο αριθμός των νευρώνων που σχετίζεται
με την όραση είναι 1000 φορές εκείνων των οπτικών νεύρων.

23

Υποδοχείς όρασης 5/5


• Τα κωνία αποτελούν το σύστημα της όρασης που σχετίζεται
με την όραση στο λαμπρό φως (φωτοπική όραση) και για τα
χρώματα.
• Έτσι με τα κωνία και τα ραβδία, δύο τύποι ερεθισμάτων
φτάνουν στο ΚΝΣ, κάθε ένα αντικαθρεφτίζοντας
διαφορετικούς φωτισμούς. Η ύπαρξη των 2 αυτών
συστημάτων καλείται και θεωρία της διπολικότητας
(duplicity theory).

24
Από το φως στους υποδοχείς

misteriosdocerebro.wordpress.com 25

Ενεργοποίηση υποδοχέων όρασης 1/2

openwetware.org

26
Ενεργοποίηση υποδοχέων όρασης 2/2

“Phototransduction”, από Thomas.haslwanter διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

27

Ραβδίο, ενεργοποίηση, συμβάντα στην


μεμβράνη

28
bioslawek.wordpress.com
Κύκλος της ροδοψίνης

29
openi.nlm.nih.gov

Μύες του οφθαλμού 1/2


• Υπάρχουν 7 μύες στον οφθαλμό: 1) ο ανελκτήρ των
βλεφάρων, 2) ο άνω λοξός, 3) ο κάτω λοξός, 4) άνω ορθός, 5)
ο κάτω ορθός, 6) ο μέσος ορθός και 7) ο πλάγιος ορθός. Οι 2,
3, 4, 5, 6, 7 κινούν τον οφθαλμό και ο 1 τα βλέφαρα.
Νευρώνονται από το 3 (κοινό κινητικό), 4 (τροχιλιακό) και 6
(απαγωγό) νεύρο.
• Το 3 νευρώνει όλους πλην άνω λοξού και πλάγιου ορθού.
• Το 4 νευρώνει τον άνω λοξό μυ (τροχιλιακό).
• Το 6 νευρώνει τον πλάγιο ορθό μυ (απαγωγό).

30
Μύες του οφθαλμού 2/2

“Lateral orbit nerves”, από Hic et nunc


διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.5

“Eye orbit anterior”, από Dcoetzee


διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.5 31

Προστασία οφθαλμού
• Το μάτι προστατεύεται από τον κόγχο.
• Ο κερατοειδής χιτώνας υγροποιείται και διατηρείται καθαρός
από τα δάκρυα που δημιουργούνται στον δακρυϊκό αδένα
στο πάνω μέρος του κόγχου και μεταφέρονται με τον
δακρυϊκό πόρο στην μύτη.
• Η κίνηση των βλεφάρων βοηθά στο να διατηρείται υγρός ο
κερατοειδής.

32
Πώς σχηματίζεται η οπτική εικόνα
• Οι οφθαλμοί μετατρέπουν την ηλεκτρομαγνητική ενέργεια
του ορατού φάσματος, σε ηλεκτρικά δυναμικά στο οπτικό
νεύρο. Το μήκος κύματος του ορατού φωτός κυμαίνεται από
397 nm στα 723 nm. Οι εικόνες των αντικειμένων
εστιάζονται στον αμφιβληστροειδή.
• Καθώς οι ακτίνες του φωτός πέφτουν στον αμφιβληστροειδή
χιτώνα, στα κωνία και ραβδία δημιουργούνται δυναμικά
ενέργειας. Αυτά, μέσω των νεύρων και των άλλων οδών
φτάνουν στο φλοιό, όπου δημιουργούν την αίσθηση της
όρασης.

33

Μήκος κύματος ενεργοποίησης 1/2

“CIE 1931 Luminosity”, από “CIE 1951 scotopic luminosity function”, από
PARδιαθέσιμο ως κοινό κτήμα Qef διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

34
Μήκος κύματος ενεργοποίησης 2/2

510 nm – 554 nm
Σκοτοπική Όραση
Φωτοπική Όραση
Σχετική Ευαισθησία

Μήκος κύματος

“LuminosityCurve1”, από Hhahn διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA


3.0

35

Εστίαση της εικόνας στον


αμφιβληστροειδή

Ίριδα Ορατό
Υαλοειδές υγρό 400 -
UVA
320 - 400
Κρυσταλλοειδής
UVB
280- 320
Κερατοειδής

Αμφιβληστροειδής

Derivative work of “Eye scheme mulitlingual”, από Jacov


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
36
Εικόνα στον αμφιβληστροειδή 1/2
• Οι ακτίνες του φωτός διαθλώνται όταν περνούν από ένα μέσον, σε
ένα μέσον διαφορετικής πυκνότητας, εκτός αν πέφτουν κάθετα
προς την επιφάνειά του.
• Παράλληλες ακτίνες, όταν χτυπούν ένα αμφίκυρτο φακό,
διαθλώνται και συναντώνται σε ένα σημείο, πίσω από τον φακό
(εστία). Η εστία βρίσκεται σε μία ορατή γραμμή που περνά από το
κέντρο του φακού, τον άξονα. Η απόσταση από τον φακό στην
εστία, λέγεται εστιακή απόσταση.
• Για πρακτικούς λόγους, όταν οι ακτίνες χτυπούν ένα φακό από
απόσταση > 6m, θεωρούνται παράλληλες, ενώ από <6m
θεωρούνται ότι αποκλίνουν κι έτσι συγκεντρώνονται σε ένα σημείο
στον άξονα πίσω από την εστία. Οι αμφίκοιλοι φακοί κάνουν τις
ακτίνες να αποκλίνουν.
37

Εικόνα στον αμφιβληστροειδή 2/2


• Όσο πιο αμφίκυρτος ο φακός, τόσο αυξάνει η διαθλαστική
του ικανότητα. Η διαθλαστική ικανότητα του φακού
μετριέται εύκολα σε διοπτρίες, ο αριθμός των διοπτριών
είναι το ανάστροφο της εστιακής απόστασης σε μέτρα.

1 1 1
1𝑑 = π.χ. εάν f=0.25m 𝑑= = 4 διοπτρίες
𝑓 𝑓 0.25
• d= διαθλαστική ικανότητα
• f= εστιακή απόσταση
• Το ανθρώπινο μάτι έχει διαθλαστική ικανότητα 66.7
διοπτρίες στην ηρεμία.

38
Εστίαση εικόνας,
ενεργοποίηση
υποδοχέων

“1414 Rods and Cones”, από CFCF 39


διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Προσαρμογή όρασης 1/4


Όταν ο ακτινωτός μυς βρίσκεται εν ηρεμία, παράλληλες ακτίνες
φωτός πέφτουν στον φυσιολογικό (εμμετρωπικό) οφθαλμό,
φέρονται να εστιάσουν στον αμφιβληστροειδή. Εάν διατηρείτο η
ηρεμία του ακτινωτού μυός, ακτίνες κοντύτερα από 6m
(αποκλίνουσες) φέρονται να εστιάσουν πίσω από τον
αμφιβληστροειδή και με αυτόν τον τρόπο τα αντικείμενα θα
φαίνονταν θαμπά. Το πρόβλημα του να φέρονται οι αποκλίνουσες
ακτίνες για εστία πάνω στον αμφιβληστροειδή μπορεί να λυθεί με
2 τρόπους:
1. Να μεγαλώσει η απόσταση φακού – αμφιβληστροειδούς,
2. Να αυξηθεί η κυρτότητα / διαθλαστική ικανότητα του φακού.

40
Προσαρμογή όρασης 2/4
• Μερικά είδη ψαριών λύνουν το πρόβλημα αυξάνοντας το
μήκος του οφθαλμού, αλλά τα θηλαστικά αυξάνουν την
κυρτότητα του φακού. Η διαδικασία με την οποία αυξάνεται
η κυρτότητα του φακού λέγεται προσαρμογή. Στην ηρεμία ο
φακός διατηρείται σε τάση με τους συνδέσμους του φακού,
και είναι σχεδόν επιπεδωμένος. Όταν το βλέμμα
κατευθύνεται σε κοντινό αντικείμενο, το ακτινωτό σώμα
συσπάται, χαλαρώνουν οι σύνδεσμοι του φακού και ο φακός
παίρνει πιο κυρτό σχήμα. Στα νέα άτομα, αυτή η διαδικασία
μπορεί να προσθέσει στην διαθλαστική ισχύ του φακού μέχρι
και 12 διοπτρίες.

41

Προσαρμογή όρασης 3/4


• Η κυρτότητα του φακού, αυξάνει κύρια στην πρόσθια επιφάνειά
του. Η προσαρμογή είναι ενεργητική διαδικασία, χρειάζεται μυϊκή
προσπάθεια και είναι κουραστική. Πράγματι ο ακτινωτός μυς είναι
από τους πιο χρησιμοποιημένους του οφθαλμού.
• Ο βαθμός βέβαια κυρτότητας του οφθαλμού είναι περιορισμένος.
Το σημείο (το κοντινότερο) που μπορεί να έλθει στον
αμφιβληστροειδή σε καθαρή εστία με την λειτουργία της
προσαρμογής, λέγεται το σημείο της (εγγύς) κοντινής όρασης. Κατά
την διάρκεια της ζωής, αυτό το σημείο ολοένα και απομακρύνεται (9
cm στην ηλικία των 10, 83 cm στην ηλικία των 60) διότι ο φακός
ολοένα και σκληραίνει κι έτσι η ικανότης της προσαρμογής, ολοένα
και ελαττώνεται, διότι ο βαθμός κυρτότητας του φακού, ολοένα και
ελαττώνεται.
42
Προσαρμογή όρασης 4/4
• Έτσι στην ηλικία των 45, συνήθως η ελάττωση της
προσαρμογής, κάνει την κοντινή εργασία και το διάβασμα
δύσκολο. Αυτή η παραλλαγή, καλείται πρεσβυωπία και
διορθώνεται με την χρήση γυαλιών με αμφίκυρτους φακούς.
• Μαζί με την ικανότητα προσαρμογής (κύρτωση φακού), όταν
κοιτάζουμε κοντά, οι οπτικοί άξονες συγκλίνουν και η κόρη
συστέλλεται. Τα τρία αυτά στοιχεία φέρονται με ένα όνομα,
σαν κοντινή απάντηση (the near response).

43

Άλλα αντανακλαστικά της κόρης 1/2


• Όταν το φως κατευθύνεται σε ένα μάτι, η κόρη συστέλλεται
(αντανακλαστικό του φωτός της κόρης). Η κόρη στο άλλο
μάτι, επίσης συστέλλεται (consesual response).
• Το οπτικό νεύρο προσάγει τις ίνες που φέρουν τις ώσεις για
αυτό το αντανακλαστικό μέχρι κοντά στα πλάγια γονατώδη
σώματα, από όπου φεύγουν και κατευθύνονται σε μια
περιοχή του μεσεγκεφάλου, που καλείται άνω τετράδυμο.
Από κει ίνες πηγαίνουν σε ένα πυρήνα που καλείται Edinger-
Westphal (και από τα 2 νεύρα). Ο τρίτος νευρώνας ξεκινά από
αυτό τον πυρήνα κι έρχεται πίσω στην κόρη με το 3ο νεύρο
(κοινό κινητικό).

44
Άλλα αντανακλαστικά της κόρης 2/2
Άρα:
o προσαγωγός οδός: οπτικό νεύρο
o απαγωγός οδός : 3ο (κοινό κινητικό)

• Τα αντανακλαστικά της κόρης μπορεί να χαθούν σε ορισμένες


ασθένειες π.χ. σύφιλις του ΚΝΣ, όπου όμως διατηρείται η
προσαρμογή. Αυτές οι κόρες καλούνται Argyll - Robinson
κόρες.

45

Εικόνα βυθού του οφθαλμού

Ωχρή κηλίδα

Οπτικός δίσκος

“Fundus photograph of normal left eye”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

46
Αμφιβληστροειδική εικόνα 1/2
• Στο μάτι, το φως στην πραγματικότητα αντανακλάται στην
πρόσθια επιφάνεια του κερατοειδούς και στην πρόσθια και
οπίσθια επιφάνεια του φακού. Αλλά η όλη διαδικασία θα
μπορούσε να αναπαρασταθεί με σχετική ακρίβεια σαν να
γινόταν η διάθλαση στην πρόσθια επιφάνεια του
κερατοειδούς, όπως φαίνεται στο σχήμα. Στο σχήμα το
οπτικό κέντρο (n) του οφθαλμού βρίσκεται στα μέσα και
οπίσθια 2/3 του φακού, 15 mm απόσταση από τον
αμφιβληστροειδή. Από αυτό το σημείο, οι ακτίνες από ένα
αντικείμενο περνούν χωρίς διάθλαση. Όλες οι άλλες ακτίνες
που έρχονται στην κόρη από ένα αντικείμενο διαθλώνται και
εστιάζουν στον αμφιβληστροειδή.
47

Αμφιβληστροειδική εικόνα 2/2


• Εάν το ύψος (h) ενός αντικειμένου είναι ΑΒ και η απόσταση Βn (n =
οπτικό κέντρο) είναι γνωστή, μπορεί να υπολογισθεί το ύψος της
αμφιβληστροειδικής εικόνας αb αφού τα τρίγωνα Αβn και abn είναι
παρεμφερή. Η γωνία AnB είναι η οπτική γωνία του αντικειμένου
ΑΒ. Επίσης πρέπει να τονισθεί ότι το αντικείμενο ΑΒ φαίνεται στον
αμφιβληστροειδή, ανάποδα. Είναι έτσι γενετικά φτιαγμένος ο
αμφιβληστροειδής, ώστε λόγω των συνάψεων των υποδοχέων, κάθε
ανάποδη εικόνα φαίνεται ορθή, και προβάλλεται στην αντίθετη
πλευρά του οπτικού πεδίου από εκείνη της διέγερσης του
αμφιβληστροειδούς. Αν χρησιμοποιήσουμε ειδικούς φακούς και
προβάλλουμε στον αμφιβληστροειδή, τα αντικείμενα ίσια, τότε αυτά
φαίνονται πια σε μας ανάποδα.

48
Συχνές ανωμαλίες του σχηματισμού των
εικόνων 1/2
• Υπερμετρωπία: Σε μερικά άτομα ο βολβός του οφθαλμού είναι
βραχύτερος και οι ακτίνες που φεύγουν παράλληλα (από ένα
αντικείμενο) και στον οφθαλμό, εστιάζουν πίσω από τον
αμφιβληστροειδή.
• Διορθώνεται με αμφίκυρτους φακούς.
• Στην υπερμετρωπία το άτομο βλέπει καλά μακριά και όχι κοντά.
• Το αντίθετο συμβαίνει στην μυωπία. Η προσθιοπίσθια διάμετρος
του οφθαλμού είναι μεγαλύτερη και οι παράλληλα προσπίπτουσες
ακτίνες, εστιάζουν πιο πριν από τον αμφιβληστροειδή. Το άτομο
βλέπει κοντά, αλλά δυσκολεύεται μακριά. Αμφίκοιλοι φακοί,
χρησιμοποιούνται για την διόρθωση της μυωπίας. Θεωρείται
γενετική παραλλαγή του φυσιολογικού, αλλά μπορεί να
παρουσιαστεί σε νέους μετά από πολύ διάβασμα. 49

Συχνές ανωμαλίες του σχηματισμού των


εικόνων 2/2
• Αστιγματισμός: Είναι συχνή διαταραχή στην οποία η
κυρτότητα του φακού δεν είναι ομοιογενής. Έτσι μέρος της
προβαλλόμενης εικόνας γίνεται θαμπό.
• Διορθώνεται με κυλινδρικούς φακούς που μπορούν να
μετριάζουν τις ανομοιογένειες της κυρτότητας του φακού.

50
Ανωμαλίες της όρασης 1/2
Myopia

Refractive errors
Hyperopia

51

Ανωμαλίες της όρασης 2/2

zuniv.net 52
Δυναμικά στην όραση 1/6
• Όταν το φως πέφτει στα ραβδία και κωνία γίνονται υπερπολωτικά
δυναμικά. Υπερπολωτικά δυναμικά γίνονται και στα αμακρινικά
κύτταρα, ενώ τα δίπολα κύτταρα δημιουργούν υπερπολωτικά ή
εκπολωτικά δυναμικά. Όλα αυτά είναι τοπικά δυναμικά στον
αμφιβληστροειδή.
• Μόνον τα γαγγλιακά κύτταρα δημιουργούν δυναμικά που
μεταδίδονται σε μεγαλύτερες αποστάσεις.
• Τα κανάλια Να+ στα εξωτερικά τμήματα των ραβδίων και των
κωνίων είναι ανοιχτά στο σκοτάδι, ώστε ρεύμα ρέει από το
εσωτερικό τμήμα στο εξωτερικό. Ρεύμα επίσης ρέει προς το
συναπτικό μέρος του φωτοϋποδοχέα. Η αντλία Να+/Κ+ στο
εσωτερικό τμήμα διατηρεί την ισορροπία.

53

Δυναμικά στην όραση 2/6


• Η έκκριση του συναπτικού μεταβιβαστή είναι σταθερή στο
σκοτάδι. Όταν το φως πέσει στο εξωτερικό τμήμα μερικά κανάλια
Να+ κλείνουν κι έτσι δημιουργείται ένα υπερπολωτικό δυναμικό
υποδοχέα. Το υπερπολωτικό δυναμικό ελαττώνει την έκκριση
μεταβιβαστή κι αυτό τελικά δίνει το ερέθισμα για δυναμικά
ενέργειας στα γαγγλιακά κύτταρα και τα δυναμικά μεταδίδονται
σιγά-σιγά στον φλοιό.
• Η φωτοευαίσθητη ουσία στα ανώτερα θηλαστικά και τον
άνθρωπο, είναι φτιαγμένη από την οψίνη (μια πρωτεΐνη) και την
ρετινίνη που είναι αλδεϋδη της βιταμίνης Α.

54
Δυναμικά στην όραση 3/6
• Υπάρχει και η ρετινίνη 2 που βρίσκεται στα μάτια διαφόρων άλλων
ζώων. Η ρετινίνη 1 και 2 καλούνται και ρετινάλες μια είναι
αλδεϋδες. Οι βιταμίνες Α που είναι αλκοόλες καλούνται και
ρετινόλες. Η φωτοευαίσθητη χρωστική των ραβδίων καλείται
ροδοψίνη και η οψίνη της σκοτοψίνη. Η ροδοψίνη έχει την
μεγαλύτερη ευαισθησία στο μήκος κύματος 505nm. Η ανθρώπινη
ροδοψίνη έχει MW = 41.000. Αποτελεί το 90% των μεμβρανών των
ραβδίων. Στο σκοτάδι η ρετινίνη1 της ροδοψίνης είναι σε cis θέση.
Το φως αλλάζει το σχήμα της ρετινίνης σε trans θέση. Η
ενεργοποίηση της ροδοψίνης ενεργοποιεί τον σχηματισμό
ενδιαμέσων ουσιών π.χ. την μεταροδοψίνη ΙΙ που φαίνεται ότι
είναι το κλειδί για το κλείσιμο των καναλιών Να+.

55

Δυναμικά στην όραση 4/6


• Το τελικό στάδιο είναι ο αποχωρισμός της ρετινίνης από την
οψίνη. Μερική ροδοψίνη ξαναγίνεται αμέσως, αλλά μερική
ρετινίνη, γίνεται Α1 που με την σειρά της αντιδρά με
σκοτοψίνη για να φτιάξει ροδοψίνη. Εκτός από την
μετατροπή της θέσης cis σε trans της ρετινίνης, που
χρειάζεται φως, όλες οι άλλες δεν χρειάζονται. Το ποσό
ροδοψίνης στους υποδοχείς είναι αντιστρόφως ανάλογο του
φωτός που προσπίπτει. Η ενεργοποίηση της ροδοψίνης και η
δημιουργία υπερπολωτικού δυναμικού του φωτοϋποδοχέα
γίνεται μέσω GTP και GMP.

56
Δυναμικά στην όραση 5/6
• Στα κωνία: Υπάρχουν 3 διαφορετικά είδη κωνίων. Επειδή
χρησιμοποιούνται για την όραση χρωμάτων, υπάρχουν
κωνία που απαντούν είτε στα 440 είτε στα 535 είτε στα 565
nm μήκους φάσματος. Κάθε τύπος κωνίου περιέχει μια οψίνη
και μια ρετινίνη1. Η οψίνη μοιάζει με των ραβδίων
(ροδοψίνη) και βρίσκεται στις μεμβράνες (σάκους) των
κωνίων. Η διαδικασία με το φως μοιάζει με των ραβδίων
(κανάλια Nα+, υπερπολωτικά δυναμικά, GTP).

57

Δυναμικά στην όραση 6/6


Μεταβιβαστές στους φωτοϋποδοχείς
• Υπάρχει ποικιλία: Ach, DA, 5HT, GABA, γλυκίνη, substance P κ.α.
Μόνο τα αμακρινικά κύτταρα όμως εκκρίνουν Ach. Υπάρχουν βέβαια
αμακρινικά που εκκρίνουν πεπτίδια, DA, 5HT.
• Το γονίδιο της ανθρώπινης ροδοψίνης βρίσκεται στο χρωμόσωμα 3,
το γονίδιο για τα κωνία που είναι ευαίσθητα στο μπλε είναι στο
χρωμόσωμα 7, ενώ τα άλλα 2 είδη κωνίων (κόκκινο/πράσινο) είναι
στο βραχύ σκέλος του χρωμοσώματος Χ. Τα περισσότερα θηλαστικά
έχουν κωνία για 2 μήκη κύματος (μικρό και μεγάλο - δεν έχουν
δηλαδή έγχρωμη όραση). Όμως οι πίθηκοι και οι άνθρωποι έχουν
έγχρωμη όραση με τα 3 είδη κωνίων.

58
Στοιβάδες αμφιβληστροειδούς και
υποδοχείς όρασης (κωνία και ραβδία)

59
wine4soul.com

Αχρωματοψία
• Μερικά άτομα δεν μπορούν να διακρίνουν χρώματα και
μερικά έχουν αδυναμία με ένα μόνον χρώμα. Σαν
κληρονομική ανωμαλία προσβάλλει 8% των ανδρών και 0.4%
των γυναικών. Οι ανωμαλίες κληρονομούνται σαν
υπολειπόμενη φιλοσύνθετη κληρονομικότητα (Χ). Άλλες
φιλοσύνδετες νόσοι είναι η μυϊκή δυστροφία του Duchenne,
η αιμοφιλία κ.α.

60
Αντίληψη χρωμάτων, μήκος κύματος

“Cone-response”, από TAKASUGI Shinji διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0


61

Προσαρμογή στο σκοτάδι 1/2


• Όταν από πολύ φωτεινό περιβάλλον, μετακινηθούμε σε
σκοτεινότερο (ημίφως) οι αμφιβληστροειδείς γίνονται σιγά-
σιγά πιο ευαίσθητοι στο φως κι έτσι γίνεται η προσαρμογή
στο σκοτάδι που είναι μέγιστη στα 20 min. Αντίθετα όταν
από το σκοτάδι περάσουμε στο φως, το φως φαίνεται πολύ
έντονο μέχρι να γίνει η προσαρμογή στο φως που είναι
μεγίστη σε 5 min.
• Η Βιταμίνη Α έχει σημαντική θέση στην όραση, διότι
εμπλέκεται στην σύνθεση της ρετινίνης 1, έτσι έλλειψη της
βιταμίνης A προκαλεί ανωμαλίες της όρασης.

62
Προσαρμογή στο σκοτάδι 2/2
• Μια από τις πιο γρήγορες σε εμφάνιση είναι η νυκταλωπία η
αδυναμία της νυχτερινής όρασης. Υπάρχει και καταστροφή
(εκφύλιση κωνίων και ραβδίων). Όταν παρατείνεται δεν
εκφυλίζονται μόνο τα ραβδία και κωνία αλλά και τα άλλα
νευρικά στοιχεία του αμφιβληστροειδή. Εάν δοθεί βιταμίνη
Α πριν καταστραφούν οι φωτοϋποδοχείς, η όραση
αποκαθίσταται. Άλλες απαραίτητες βιταμίνες είναι το
σύμπλεγμα Β και το νικοτιναμίδιο.

63

Βλάβες νευρικών οδών


• Οι βλάβες ανατομικά μπορούν να καθορισθούν ανάλογα με
το τι προκαλούν στα οπτικά πεδία.
1. Στο οπτικό νεύρο: Τύφλωση στο ίδιο μάτι.
2. Στο οπτικό δεμάτιο: Ομώνυμος ημιανωπία.
3. Στο οπτικό χίασμα: Ετερώνυμος ημιανωπία.
4. Βλάβες του οπτικού φλοιού: Οπτικά προβλήματα στα άνω
και κάτω τεταρτημόρια ομώνυμα, αφήνοντας ανέπαφη την
οπτική θηλή.

64
Ακοή
• Το αυτί περιλαμβάνει υποδοχείς για 2 αισθήσεις:
o Ακοή,
o Ισορροπία.
• Η ακοή εξυπηρετείται με το έξω αυτί, το έσω αυτί και τον κοχλία του
έσω ωτός. Οι ημικυκλικοί σωλήνες, το ελειπτικό κυστίδιο, και το
σφαιρικό κυστίδιο εξυπηρετούν την ισορροπία. Οι υποδοχείς στους
ημικυκλικούς σωλήνες ανιχνεύουν περιστρεφόμενη επιτάχυνση,
ενώ υποδοχείς στο ελλειπτικό κυστίδιο ελέγχουν γραμμική
επιτάχυνση (οριζόντια) ενώ υποδοχείς στο σφαιρικό κυστίδιο
ανιχνεύουν γραμμική επιτάχυνση (κάθετη). Οι υποδοχείς για ακοή
και ισορροπία είναι τριχωτά κύτταρα και σε κάθε έσω αυτί
υπάρχουν 6 ομάδες τριχωτών κυττάρων: μία σε κάθε από τους 3
ημικυκλικούς σωλήνες, μία στο ελλειπτικό, μία στο σφαιρικό
κυστίδιο και μία στον κοχλία. 65

Διαιρέσεις του ωτός 1/2

thestudiofiles.com
66
Διαιρέσεις του ωτός 2/2

“1404 The Structures of the Ear”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
67

Ανατομικά στοιχεία ωτός 1/5


Έξω ους
• Από το έξω ακουστικό στόμιο, ο έξω ακουστικός πόρος
περνά προς την τυμπανική μεμβράνη.
• Το μέσο ους (αυτί) είναι μια κοιλότητα στο κροταφικό οστό
με αέρα που ανοίγει με την ευσταχιανή σάλπιγγα στο
ρινοφάρυγγα και από κει στο εξωτερικό του σώματος. Η
ευσταχιανή είναι συνήθως κλειστή, όμως στη μάσηση,
κατάποση και χασμουρητό ανοίγει και κρατά την πίεση αέρος
ίση στις 2 πλευρές του τυμπάνου.

68
Ανατομικά στοιχεία ωτός 2/5
• Στο μέσο ους βρίσκονται τα 3 οστάρια, η σφύρα, ο άκμων
και ο αναβολέας. Η σφύρα βρίσκεται προσκολλημένη στην
τυμπανική μεμβράνη και στο μέσο ους (τοίχωμα) ενώ
συνδέεται και με τον άκμονα. Ο άκμων συνδέεται με τον
αναβολέα και ο αναβολέας συνδέεται με την ωοειδή θυρίδα.
Στο μέσον ους υπάρχουν 2 μυς ο διατείνων το τύμπανο και ο
μυς του αναβολέα.

69

Ανατομικά στοιχεία ωτός 3/5


• Όταν συσπάται ο μυς του αναβολέα, έλκει τον αναβολέα
μακριά από την ωοειδή θυρίδα.
• Όταν συσπάται ο διατείνων το τύμπανο, έλκεται η σφύρα
προς το μέσον και ελαττώνονται οι δονήσεις στην τυμπανική
μεμβράνη.

70
Ανατομικά στοιχεία ωτός 4/5
• Έσω ους: Το έσω ους (λαβύρινθος) αποτελείται από 2 μέρη το ένα
μέσα στο άλλο. Ο οστέινος λαβύρινθος είναι μία σειρά καναλιών
στο κροταφικό οστούν. Μέσα σε αυτά κανάλια και περιβαλλόμενος
από ένα υγρό (περιλέμφος) βρίσκεται ο μεμβρανώδης λαβύρινθος
που έχει την μορφή του οστέινου λαβύρινθου. Είναι γεμάτος από
υγρό που καλείται ενδολέμφος και δεν υπάρχει επικοινωνία μετά
ενδο και έξω λέμφου.
• Κοχλίας: Το κοχλιακό μέρος του λαβυρίνθου είναι ένας
περιελιγμένος σωλήνας (l = 35 mm) και δημιουργεί 2 3/4 στροφές.
Σε όλο του το μήκος, 2 μεμβράνες, η μεμβράνη του Reisner και η
μεμβράνη η βασική, διαχωρίζουν τον κοχλία σε 3 κλίμακες (σκάλες).

71

Ανατομικά στοιχεία ωτός 5/5


• Η άνω κλίμακα (αιθουσαία) και η κάτω κλίμακα (η
τυμπανική) περιέχουν περίλεμφο και επικοινωνούν μεταξύ
τους στην άλλη άκρη του κοχλία δια μέσου ενός μικρού
ανοίγματος του ελικοτρήματος. Στην βάση του η αιθουσαία
κλίμακα τελειώνει στην ωοειδή θυρίδα, όπου τελειώνει ο
αναβολέας (μυς). Η τυμπανική κλίμακα τελειώνει στην
στρογγύλη θυρίδα (ένα τρήμα στο μέσο τοίχωμα του μέσου
ωτός).

72
Έσω ωτός

“Inner ear pathology in MPS IIIB mice at 30 wks-A”,


από Mike.lifeguard διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.5
73

Κοχλίας – όργανο του Corti 1/3


• Η μέση κλίμακα του κοχλία είναι συνέχεια του υμενώδους
λαβυρίνθου και δεν επικοινωνεί με τις 2 άλλες κλίμακες.
Περιέχει ενδολέμφο.
• Πάνω στην βασική μεμβράνη του κοχλία βρίσκεται το όργανο
του Corti που περιλαμβάνει τα τριχωτά κύτταρα που είναι οι
ακουστικοί αισθητικοί υποδοχείς. Το όργανο εκτείνεται από
την βάση στην κορυφή του κοχλία, κι έχει ένα σχήμα σαν
σπιράλ.

74
Κοχλίας – όργανο του Corti 2/3
• Οι ελεύθερες «τρίχες» των τριχωτών κυττάρων διατρυπούν
την δικτυωτή μεμβράνη που στηρίζεται από στηρικτικές
δομές (rods of Corti). Τα τριχωτά κύτταρα είναι
τοποθετημένα σε 4 σειρές: 3 σειρές από εξωτερικά τριχωτά
κύτταρα πλάγια των στηρικτικών δομών του Corti και 1 σειρά
από εσωτερικά τριχωτά κύτταρα από την άλλη πλευρά.
Υπάρχουν 20.000 εξωτερικά και 3.500 εσωτερικά τριχωτά
κύτταρα. Από την βάση των τριχωτών κυττάρων ξεκινούν ίνες
που φτιάχνουν το ακουστικό νεύρο και φτάνουν στο
ελικοειδές γάγγλιο. Οι κεντρικές αποφυάδες φτιάχνουν το
κοχλιακό νεύρο και φτάνουν στον προμήκη που καταλήγουν
στον κοχλιακό πυρήνα για να καταλήξουν από κει στον
ακουστικό φλοιό στο ΚΝΣ.
75

Κοχλίας – όργανο του Corti 3/3


• Τα τριχωτά κύτταρα έχουν στερεοκροσσούς που αποτελούνται
από ακτίνη. Το δυναμικό ηρεμίας της μεμβράνης τους είναι - 60
mVolt. Πιστεύεται ότι οι λεπτές τρίχες των τριχωτών κυττάρων
δημιουργούν ένα μηχανισμό για να δημιουργούνται αλλαγές του
δυναμικού των μεμβρανών ανάλογα με την κατεύθυνση που
κινούνται. Σήμερα, πιστεύεται ότι οι στερεοκροσσοί έχουν
μηχανοευαίσθητα «κανάλια» στην επιφάνειά τους (1 κανάλι ανά 1
κροσσό). Τα κανάλια έχουν δ=0.7 nm, και είναι κατιονικά. Όταν
είναι ανοιχτά, Κ+ μπαίνει στα τριχωτά κύτταρα και έτσι γίνεται
εκπόλωση. Εισέρχεται επίσης ασβέστιο.

76
Όργανο του Corti 1/2

77
“Organ of corti”, από Madhero88 διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Όργανο του Corti 2/2

“Cochlea-crosssection”, από Dicklyon διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 78


Κεντρικές ακουστικές οδοί 1/3
• Το ακουστικό νεύρο πορεύεται από τους κοχλιακούς πυρήνες
του προμήκους, τελικά στο μέσο γονατώδες σώμα του
θαλάμου κι από κει στον ακουστικό φλοιό στην άνω
κροταφική έλικα (η περιοχή 41 κατά Brodmann -πρωτογενής
ακουστική περιοχή). Η συνειρμική ακουστική περιοχή, δίπλα
στην ακουστική πρωτογενή είναι εκτεταμένη.
 Στην ακουστική φλοϊκή περιοχή φτάνουν και χιασμένες και
αχίαστες ίνες.

79

Κεντρικές ακουστικές οδοί 2/3


• Ακουστικός φλοιός: Οι ώσεις που φτάνουν διά μέσου των
κοχλιακών πυρήνων στον φλοιό, μέσω περίπλοκων οδών, είναι και
χιασμένες και αχίαστες. Στα ζώα, υπάρχει μια τοποθέτηση των
τόνων σαν να έχει ξετυλιχτεί πάνω στον φλοιό ο κοχλίας. Στους
ανθρώπους, οι χαμηλοί τόνοι αναπαριστώνται προσθιοπλάγια και
οι υψηλοί τόνοι οπίσθια και στο μέσον του φλοιού. Εν τούτοις,
είναι ο τόνος (pitch) και όχι η συχνότητα που κωδικοποιείται στον
φλοιό και αυτό τον διεγείρει. Εν τούτοις ο φλοιός ασχολείται και με
αναγνώριση ολικών ηχητικών patterns, με την ανάλυση των
ιδιοτήτων των ήχων και με την εντόπιση του ήχου.

80
Κεντρικές ακουστικές οδοί 3/3
• Βλάβες της συνειρμικής ακουστικής περιοχής προκαλούν
βραχυπρόθεσμη ηχητική αμνησία, αλλά όχι οπτική. Με μια νέα
τεχνική ποζιτρονίων [positron emission tomography (ΡΕΤ scan)],
όταν ακούμε φαίνεται αμφοτερόπλευρη διέγερση του ακουστικού
φλοιού με τους θορύβους και διέγερση της συνειρμικής
ακουστικής περιοχής με την ομιλία. Όταν τα άτομα προσπαθούν
να αναλύσουν τους ήχους, ενεργοποιείται η περιοχή του Broca στο
αριστερό ημισφαίριο και όταν τα άτομα χρειάζεται να απαντούν σε
αλλαγές (pitch) ενεργοποιείται ο δεξιός μετωπιαίος λοβός!
Φαίνεται ότι η ακοή είναι πολύ περίπλοκη.

81

Ακοή –Μηχανισμός 1/7


• Ήχος είναι η αίσθηση που δημιουργείται όταν δονήσεις χτυπούν
την τυμπανική μεμβράνη. Αυτή αναγκάζεται σε ταλάντωση. Τα
ηχητικά κύματα έχουν ταχύτητα  344 m/sec σε 20ο C στο επίπεδο
της θάλασσας. Η ταχύτης του ήχου αυξάνεται με την αύξηση της
θερμοκρασίας και του υψομέτρου (ο ήχος έχει μεγαλύτερη
ταχύτητα στα υγρά π.χ. 1.450 m/sec σε Η2Ο και ακόμη μεγαλύτερη
σε θαλασσινό Η2Ο). Γενικά, η ένταση του ήχου είναι ανάλογη του
εύρους (amplitude) του ηχητικού κύματος και ο τόνος (pitch)
ανάλογα της συχνότητας (αριθμός κυμάτων / μονάδα χρόνου).

82
Ακοή –Μηχανισμός 2/7
• Όσο μεγαλύτερο το εύρος του κύματος, τόσο δυνατότερος ο ήχος.
Όσο υψηλότερη η συχνότητα, τόσο υψηλότερος τόνος (pitch).
Ηχητικά κύματα που έχουν επαναλαμβανόμενα στοιχεία, γίνονται
αντιληπτά σαν μουσικοί ήχοι. Μη περιοδικές, μη
επαναλαμβανόμενες δονήσεις γίνονται αντιληπτές ως θόρυβος.
Οι περισσότεροι μουσικοί ήχοι αποτελούνται από ένα κύμα
πρωτογενούς συχνότητας που χαρακτηρίζουν τον τόνο και
επιπλέον από ένα αριθμό αρμονικών δονήσεων (υπερτόνοι -
overtones) που προσδίδουν στην μουσική την χαρακτηριστική
ποιότητά της (timbre).

83

Ακοή –Μηχανισμός 3/7


• Το εύρος του ηχητικού κύματος εκφράζεται στην επί τοις % μεγίστη
αλλαγή της πίεσης της τυμπανικής μεμβράνης, αλλά η κλίμακα
decibel είναι η πιο λογική. Η ένταση ενός ήχου σε bel είναι ο
λογάριθμος της αναλογίας της έντασης του ήχου προς την ένταση
ενός προτύπου ήχου, που σύμφωνα με την Ακουστική Εταιρεία της
Αμερικής είναι 0 decibel σε πίεση 0.000204 dyne/cm2, μια αξία
μόλις ακουστή για το ανθρώπινο αυτί.
o Ένταση ήχου
o db = 10 log
o Ένταση προτύπου ήχου

84
Ακοή –Μηχανισμός 4/7
• Επειδή η κλίμακα db είναι λογαριθμική, σημαίνει ότι ήχος 0
db δεν σημαίνει έλλειψη ήχου αλλά ήχο ίσο με τον πρότυπο
ήχο.
• 0-140 db είναι το εύρος ακοής μέχρι πιθανής βλάβης του
οργάνου του Corti και αναπαριστά 107 ποικιλία στις
εξασκούμενες πιέσεις επί της τυμπανικής μεμβράνης.

85

Ακοή –Μηχανισμός 5/7


• Σε συχνότητα το ανθρώπινο αυτί ποικίλλει από 20 c/sec (Hz) έως
20.000 c/sec (Hz). Σε άλλους οργανισμούς π.χ. νυχτερίδες
μεγαλύτερες συχνότητες γίνονται αντιληπτές. Η μεγαλύτερη
ευαισθησία του ανθρώπινου αυτιού είναι στους 1000-4000 Hz. Ο
τόνος της μέσης ανδρικής φωνής στην συζήτηση είναι 120 Ηz και
της μέσης γυναικείας 250 Ηz. Ο αριθμός των αντιληπτών τόνων σε
ένα άτομο είναι  2000, αλλά οι μουσικοί αντιλαμβάνονται
περισσότερους. Είναι εύκολα παρατηρήσιμο ότι η εμφάνιση ενός
ήχου, επισκιάζει την ικανότητα ενός ατόμου να αντιληφθεί άλλους
ήχους. Αυτό το φαινόμενο καλείται επισκίαση.

86
Ακοή –Μηχανισμός 6/7
• Πιστεύεται ότι οφείλεται σε σχετική ή απόλυτη (έλλειψη
απάντησης) αντίσταση προηγούμενα διεγερμένων αισθητικών
υποδοχέων. Τα ηχητικά κύματα προκαλούν αλλαγές πίεσης της
τυμπανικής μεμβράνης, η οποία αρχίζει να ταλαντώνεται και
σταματά μόλις ο ήχος σταματήσει. Οι κινήσεις της τυμπανικής
μεμβράνης, μεταδίδονται στην σφύρα, άκμονα και τελικά στον
αναβολέα ο οποίος κινεί μπρος/πίσω την ωοειδή θυρίδα,
αυξάνοντας την πίεση που φτάνει προς αυτήν. Τελικά οι δονήσεις
μεταδίδονται στην λέμφο στην αιθουσαία κλίμακα και μέσα από
την μεμβράνη Reissner και την βασική μεμβράνη στην τυμπανική
κλίμακα.

87

Ακοή –Μηχανισμός 7/7


• Κάθε κίνηση του αναβολέα προς τα έσω, μετακινεί την στρογγυλή
θυρίδα προς τα έξω. Οι τρίχες των τριχωτών κυττάρων
παραμορφώνονται και κάμπτονται, παράγεται τοπικό δυναμικό
(δυναμικό του υποδοχέα) που τελικά δίνει γένεση σε νευρικές
ώσεις που φεύγουν με το νεύρο προς ακουστικό φλοιό.
• Οι αλλαγές που υφίσταται η βασική μεμβράνη από τα ηχητικά
κύματα είναι μέγιστες σε ένα σημείο αυτής, και αυτό καθορίζεται
από την συχνότητα του ήχου.
• Η συχνότητα των δυναμικών των ακουστικών νευρικών ινών είναι
ανάλογη με την ένταση του ήχου.

88
Εικόνα μηχανισμού της ακοής

cnx.org
89

Ακοόγραμμα

“Tonaud w norm”, από Welleschik διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0


90
Ελάττωση με την ηλικία στην αντίληψη
των συχνοτήτων

“Ath-byage”, από Kordas διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

91

Αντίληψη συχνοτήτων ανά ηλικία

Ηλικία Αντίληψη
όλοι 8000 Hz
60 και νεότεροι 10000Hz
50 και νεότεροι 12000Hz
45 και νεότεροι 14000Hz
35 και νεότεροι 15000Hz
30 και νεότεροι 16000Hz

92
Κώφωση 1/3
• Κώφωση
Εάν οφείλεται σε διαταραχή της μετάδοσης του ήχου στο
έξω ή μέσο ους, τότε καλείται κώφωση αγωγιμότητας.
Συχνές αιτίες, κώφωσης αγωγιμότητας αποτελούν, ξένα
σώματα στον έξω ακουστικό πόρο, καταστροφή των
οσταρίων του μέσου ωτός, πάχυνση της τυμπανικής
μεμβράνης μετά από φλεγμονές ή δυσκαμψία στην στήριξη
του αναβολέα πάνω στην ωοειδή θυρίδα.

93

Κώφωση 2/3
• Εάν οφείλεται σε καταστροφή ή των τριχωτών κυττάρων ή
του νεύρου, λέγεται νευρογενής κώφωση. Αντιβιοτικά του
τύπου των αμινογλυκοσιδών (γενταμυκίνη, στρεπτομυκίνη)
εμποδίζουν τα μηχανο-ευαίσθητα κανάλια στους κροσσούς
των τριχωτών κυττάρων και τα κύτταρα καταστρέφονται
(εκφύλιση). Άλλες ουσίες, είναι παρατεταμένη έκθεση των
τριχωτών κυττάρων σε θόρυβο (εδώ στηρίζεται και η αγωνία
των περιβαλλοντολόγων σε ηχορύπανση). Επίσης όγκοι του
νεύρου ή αγγειακές βλάβες του προμήκη.

94
Κώφωση 3/3
• Στις μεγάλες ηλικίες χάνεται σιγά-σιγά, προοδευτικά μερική
ακουστική ικανότης (presbyacusis). Πιστεύεται ότι οφείλεται
σε προοδευτική απώλεια τριχωτών κυττάρων και νευρώνων.

95

Ακοή και ισορροπία

HEARING & Balance από chichin85

96
Όσφρηση
• Τόσο η όσφρηση όσο και η γεύση θεωρούνται σπλαχνικές
αισθήσεις, διότι βρίσκονται σε στενή σχέση με το
γαστρεντερικό σύστημα. Συνδέονται μεταξύ τους
φυσιολογικά. Τόσο η γεύση όσο και η όσφρηση, έχουν
αισθητικούς υποδοχείς που είναι χημειοϋποδοχείς και
διεγείρονται από διαλυμένα μόρια στον σίελο του στόματος
ή στην βλέννα της ρινός. Όμως ανατομικά είναι
διαφορετικές και η γεύση περνά το εγκεφαλικό στέλεχος,
πηγαίνει στο θάλαμο και από κει στην οπίσθια κεντρική έλικα
του φλοιού όπου προβάλλεται. Ενώ η όσφρηση δεν πηγαίνει
μέσω θαλάμου και δεν αντιπροσωπεύεται στον φλοιό.

97

Οσφρητικοί υποδοχείς 1/3


• Οι οσφρητικοί υποδοχείς βρίσκονται στον ρινικό
βλεννογόνο και στα ζώα με αυξημένη όσφρηση (π.χ. σκύλοι)
καταλαμβάνουν μεγάλη περιοχή (μακροσματικά ζώα), ενώ
στον άνθρωπο, η περιοχή του ρινικού βλεννογόνου που
καλύπτουν είναι μικρή (5 cm2 στην οροφή της ρινικής
κοιλότητας κοντά στο διάφραγμα). Υπάρχουν (στον άνθρωπο)
10-20 εκατομμύρια οσφρητικοί υποδοχείς. Αυτοί είναι
νευρικά κύτταρα για αυτό και ο οσφρητικός ρινικός
βλεννογόνος θεωρείται ότι είναι η περιοχή του σώματός μας,
όπου το νευρικό σύστημα έρχεται στην στενότερη επαφή με
τον έξω κόσμο!

98
Οσφρητικοί υποδοχείς 2/3
• Κάθε νευρών έχει ένα κοντό δενδρίτη με μια εκτεταμένη
τελική περιοχή, όπου υπάρχουν τριχίδια που προεξέχουν
στην επιφάνεια της βλέννας (άρα οι οσφρητικοί υποδοχείς
είναι δίπολα νευρικά κύτταρα). Οι άξονες των οσφρητικών
διπόλων κυττάρων διαπερνούν το ηθμοειδές οστούν και
εισέρχονται στους οσφρητικούς βολβούς. Στους
οσφρητικούς βολβούς, τα κύτταρα συνδέονται με τους
δενδρίτες ενός άλλου τύπου κυττάρων τα μιτροειδή (mitral
cells) και σχηματίζουν περίπλοκες συνάψεις που καλούνται
οσφρητικά σπειράματα (olfactory glomeruli). Περίπου
26.000 άξονες από αισθητικούς υποδοχείς φτάνουν σε ένα
σπείραμα.
99

Οσφρητικοί υποδοχείς 3/3


• Οι άξονες των μιτροειδών κυττάρων περνούν προς τα πίσω,
δημιουργούν το ενδιάμεσο και πλάγιο οσφρητικό δεμάτιο
και από κει πηγαίνουν στον οσφρητικό φλοιό.
• Ο πρωτογενής οσφρητικός φλοιός περιλαμβάνει το άγκιστρο
και το πρόσθιο τέλος της παραϊπποκάμπειας έλικας.
• Η συνειρμική οσφρητική περιοχή (ενδορινική) βρίσκεται πιο
πίσω κι έρχεται σε επαφή με τα αμύγδαλα, υποθάλαμο και
θάλαμο.

100
Το σύστημα της όσφρησης, κύτταρα,
πορεία

“Olfactory system”, από Ignacio Icke διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.5

101

Οσφρητικό επιθήλιο

“Olfact epithelium”, από Joanna Kośmider διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0


102
Πορεία οσφρητικών νεύρων προς τον
εγκέφαλο

103
boundless.com

Μεταιχμιακό σύστημα και όσφρηση


• Η όσφρηση αναπαριστάται σε αρχέγονα εγκεφαλικά κέντρα
(αρχέγονη αίσθηση) και η εκπροσώπηση αυτή την συνδέει με
το μεταιχμιακό* σύστημα).

*Το μεταιχμιακό (limbic) σύστημα ονομάστηκε έτσι γιατί βρίσκεται


μεταξύ διεγκεφάλου και μεσεγκεφάλου. Λειτουργικά βρίσκεται
μεταξύ των συγκινησιακών και γνωστικών συστατικών της
συνείδησης. Αισθητικά ερεθίσματα έρχονται στο μεταιχμιακό
σύστημα μέσω του θαλάμου και υποθαλάμου και πιστεύεται ότι
βοηθούν την διατήρηση του είδους και του ατόμου. Το μεταιχμιακό
συνδέεται και με την μνήμη καθώς και την ανταμοιβή και τιμωρία.

104
Ανατομικά στοιχεία του μεταιχμιακού
Τα κυριότερα τμήματα του μεταιχμιακού είναι:
1. Διάφραγμα εγκεφάλου,
2. Αγκιστρωτή έλικα,
3. Παραϊπποκάμπεια έλικα,
4. Ιπποκάμπειος σχηματισμός,
5. Αμυγδαλοειδείς πυρήνες,
6. Μαστία και
7. Πρόσθιοι θαλαμικοί πυρήνες.

105

Σχέση οσφρητικού φλοιού και


μεταιχμιακού συστήματος
• Το μεταιχμιακό σύστημα έχει πτωχές συνδέσεις με τον φλοιό, αλλά
συνδέεται στενά με τον υποθάλαμο, που παρότι είναι ξεχωριστή
δομή και ανατομικά δεν ανήκει στο μεταιχμιακό, λειτουργεί σε
στενή συνεργασία μαζί του (μάλλον λειτουργεί στο κέντρο του) και
ρυθμίζει αυτόνομες λειτουργίες και συναισθηματικές λειτουργίες.
• Οι οσφρητικοί υποδοχείς απαντούν μόνο σε ουσίες που βρίσκονται
σε επαφή με το οσφρητικό επιθήλιο και διαλύονται στην λεπτή
στοιβάδα βλέννας του. Ο άνθρωπος διακρίνει 2000-4000
διαφορετικές οσμές.

106
Διάκριση οσμών
• Διάκριση όμως έντασης οσμών στον άνθρωπο είναι πτωχή. Η
συγκέντρωση μιας ουσίας πρέπει να αλλάξει 30% για να το
αντιληφθούμε. Σε σχέση με την όραση η διακριτική ικανότης είναι
τέτοια που αλλαγή 1% στην ένταση του φωτός γίνεται αντιληπτή.
Τα μόρια που προκαλούν όσφρηση είναι συνήθως μικρά (3-4 μέχρι
18-20 άτομα C). Χαρακτηριστικά οι ουσίες που γίνονται
αντιληπτές είναι λιποδιαλυτές και έχουν υψηλή ποσότητα ύδατος.
Στα περισσότερα είδη υπάρχει σχέση μεταξύ όσφρησης και
σεξουαλικής λειτουργίας και αυτό φαίνεται και σε μας με τις
διαφημίσεις των αρωμάτων. Η αίσθηση της όσφρησης λέγεται ότι
είναι οξύτερη σε γυναίκες από ότι στους άνδρες, και τόσο η γεύση
όσο κι η όσφρηση έχουν την ικανότητα να διεγείρουν
μακροπρόθεσμες μνήμες που έχουν περιγραφεί κατά καιρούς από
λογοτέχνες.

107

Διαταραχές όσφρησης
• Οι οσφρητικοί υποδοχείς εξοικειώνονται εύκολα και
γρήγορα. Η εξοικείωση συμβαίνει στην οσμή που μυρίζουμε
εκείνη την στιγμή και ο ουδός παραμένει αναλλοίωτος για τις
άλλες.
• Ανωμαλίες
1. Ανοσμία.
2. Υποσμία.
• Ανοσμία μπορεί να συνδυαστεί με υπογοναδισμό (σύνδρομο
Kallman)

108
Μεταιχμιακό σύστημα

“Blausen 0614 LimbicSystem”, από BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0 109

Γεύση

110
“Head deep facial trigeminal”, από Beao διαθέσιμο με άδεια CC BY 2.5
Όργανα της γεύσης 1/2
• Γευστικές κάλυκες: Οι γευστικοί κάλυκες είναι αισθητικοί
υποδοχείς και έχουν ωοειδές σχήμα και αποτελούνται από 4 είδη
κυττάρων.
• Ο τύπος 3 είναι οι αισθητικοί υποδοχείς (αλλά τα 1, 2, 3 έχουν
μικρολάχνες που προβάλλουν στον γευστικό πόρο. Όλα τα είδη
κυττάρων συνδέονται με ενώσεις κενού (gap junctions) και τα 1, 2,
3 εξέχουν με τις μικρολάχνες στον πόρο. Κάθε κάλυκας
νευρώνεται από 50 νευρικές ίνες και κάθε ίνα δέχεται «input» από
5 κάλυκες. Οι υποδοχείς (3 κύτταρα) αναγεννώνται ανά 10ήμερο
(μέση ζωή). Στον άνθρωπο οι κάλυκες βρίσκονται στον βλεννογόνο
της επιγλωτίδος, υπερώας, φάρυγγα, και στις θηλές της γλώσσης.
Έχουμε  10.000 γευστικούς κάλυκες.

111

Όργανα της γεύσης 2/2


• Οι αισθητικές ίνες από το έμπροσθεν της γλώσσης (2/3)
πηγαίνουν με το (VII) προσωπικό νεύρο, ενώ εκείνες από το
οπίσθιο 1/3 πηγαίνουν με το (IX) γλωσσοφαρυγγικό. Από
υπερώα, φάρυγγα κ.λπ. φεύγουν με το πνευμονογαστρικό
(Χ). Από τον προμήκη, πηγαίνουν με το μονοπάτι του μέσου
λημνίσκου στον θάλαμο κι από κει στον αισθητικό φλοιό
(οπίσθια κεντρική έλικα) όπως οι υπόλοιπες γενικές
αισθήσεις.

112
Είδη γεύσεων
• Η γεύση δεν έχει εξειδικευμένη φλοιϊκή περιοχή
εκπροσώπησης. Στον άνθρωπο υπάρχουν 4 γεύσεις:
o πικρό,
o γλυκό,
o ξινό,
o αλμυρό.
• Το πικρό το αισθανόμαστε στο πίσω της γλώσσης, το ξυνό
προς τις άκρες, το γλυκό μπροστά στην γλώσσα και το
αλμυρό αμέσως πίσω από το γλυκό.

113

Γεύσεις στην γλώσσα

1. Πικρό

2. Ξινό

3. Αλμυρό

4. Γλυκό

“Taste buds”, από MesserWoland διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 114


Γευστικές θηλές στο γευστικό επιθήλιο

115
“1402 The Tongue”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Γευστική θηλή στο γευστικό επιθήλιο

“Taste bud”, από NEUROtiker διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 116


Άλλα όργανα στην γεύση
• Ο φάρυγγας και επιγλωττίδα αισθάνονται και αυτοί τις 4
γεύσεις. Οι διαφορές από περιοχή σε περιοχή δεν
οφείλονται σε διαφορετικά κύτταρα αλλά διαφορετικά
δυναμικά. Η ικανότητα των ανθρώπων να διακρίνουν
γεύσεις είναι σχετικά όπως η όσφρηση αδρή. Μία αλλαγή
30% χρειάζεται για να διακριθεί μια γεύση από άλλη.

117

Μοριακά συμβάντα στις μεμβράνες των


γευστικών υποδοχέων 1/2

nidcr.nih.gov 118
Μοριακά συμβάντα στις μεμβράνες των
γευστικών υποδοχέων 2/2

openi.nlm.nih.gov

119

Διαταραχές γεύσης
• Αγευσία,
• Υπογευσία,
• Δυσγευσία.

120
Ύπνος 1/6
• Ο ύπνος είναι μια κατάσταση αυξημένου ουδού στις
εξωτερικές επιδράσεις.
• Διακρίνουμε:
o τον REM (Rapid eye movements) και τον
o Non-RΕΜ ύπνο.

121

Ύπνος 2/6
Ο Νon-RΕΜ ύπνος διακρίνεται σε 4 στάδια:
• Στάδιο Ι: Το ελαφρότερο - είσοδος στον ύπνο - διαρκεί μερικά
δευτερόλεπτα (drowsiness) χαρακτηρίζεται στο ΗΕΓ από δυναμικά
κανονικά, βραδέα τύπου θ, συχνότητος 3-7 c/sec.
• Στάδιο ΙΙ: Επικρατεί ρυθμός 12-14 c/sec, ενώ παρεμβαίνουν συχνά
βραδέα τριφασικά κύματα (K complexes) και συχνά εμφανίζονται
ψηλότερα κύματα (spindles).
• Στάδιο ΙΙΙ: Επικρατούν δ κύματα (δυναμικό > 75 μVolt) συχνότητα 0.5-
2.5 c/sec. Ο δέλτα ρυθμός εδώ είναι < του 50% του ΗΕΓ.
• Στάδιο IV: Παρατηρείται ρυθμός δ σε > 50% του ΗΕΓ.

122
Ύπνος 3/6
o Τα Στάδια ΙΙΙ + IV καλούνται και ύπνος βραδέων κυμάτων (SWS) =
slow wave sleep).
o Στην αρχή του ύπνου, τα στάδια, Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV συμπληρώνονται στα
15΄ λεπτά.
o Τα στάδια Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV συνιστούν τον μη REM (non-REM-ορθόδοξο
ύπνο). Είναι ήσυχος, με ελαττωμένο παλμό, ελαττωμένη αρτηριακή
πίεση, ελάττωση της αιματικής ροής και της εγκεφαλικής ροής,
δείχνει κανονικότητα και ήσυχη βραδεία αναπνοή. Κατά την
διάρκεια του ορθόδοξου ύπνου δεν έχουμε κινήσεις του
οφθαλμού, ούτε όνειρα, ούτε στύση. Εάν το άτομο βρίσκεται στο
στάδιο ΙΙΙ και IV αφυπνισθεί υπάρχει αποπροσανατολισμός,
αποδιοργάνωση και αμνησία (συνήθως).

123

Ύπνος 4/6
o Ο ορθόδοξος ύπνος (non-REM) είναι τα 75% του ύπνου στους
ενήλικες.
o Στον ορθόδοξο ύπνο το στάδιο Ι διαρκεί 5%, το στάδιο ΙΙ 45%,
το στάδιο ΙΙΙ 12% και το στάδιο IV 14%, άρα το ΙΙ παίρνει τον
περισσότερο χρόνο.

124
Ύπνος 5/6
Ύπνος REM
• Καλείται και παράδοξος ύπνος, μοιάζει με την εγρήγορση εκτός του ότι
ο μυϊκός τόνος είναι ελαττωμένος. Σε σχέση με τον non-REM, υπάρχει
αύξηση της πίεσης, αύξηση των παλμών, της αναπνοής, του οξυγόνου,
ποικιλοθερμία. (Ειδικά, πίεση και σφύξεις ποικίλλουν). Επέρχεται
κυκλικά στην διάρκεια του ύπνου ανά 90-100 min και αυτό
επαναλαμβάνεται στην διάρκεια του ύπνου. Το πρώτο επεισόδιο REM
αρχίζει 90 min μετά την αρχή του ύπνου και διαρκεί < 10 min ενώ
αργότερα στην νύκτα, ο REM διαρκεί 15-40 min την φορά. Άρα
περισσότερος REM συμβαίνει στο δεύτερο μισό της νύχτας. Στον REM
παρατηρούνται βολβοστροφικές κινήσεις των οφθαλμών και στύσεις.
• Επίσης ο REM χαρακτηρίζεται ότι συνοδεύεται από όνειρα. Στο ΗΕΓ
εμφανίζει γρήγορη δραστηριότητα χαμηλού δυναμικού (β) (μπορεί να
μοιάζει με εγρήγορση). 125

Ύπνος 6/6
• Πυκνότητα του REM: (ReΜ density) = καλείται ο αριθμός των
οφθαλμικών κινήσεων ανά REM επεισόδιο.
• Στους ενήλικες ο REM αποτελεί το 25% του ύπνου.
• Ο ύπνος ελέγχεται από πολλούς νευρομεταβιβαστές και τον
υποθάλαμο. Κυρίως συνεργούν η σεροτονίνη μέσω του ραφιαίου
πυρήνος που ελέγχει τον ύπνο βραδέων κυμάτων (SWS) και η ΝΑ
(νοραδρεναλίνη) που μέσω του πυρήνα του μέλανος τόπου ελέγχει
τον REM ύπνο. Στους ηλικιωμένους ο ύπνος ελαττώνεται (τόσο ο
REM όσο και ο SWS).
o Πιο δύσκολα αφυπνίζεται το άτομο από το στάδιο IV του SWS.
o Πιο πολύς SWS το πρώτο ήμισυ της νύχτας.

126
Κύκλος την ημέρα και την νύχτα
(Κιρκάδιος) -Χαρακτηριστικά

127
“Biological clock human”, από Addicted04 διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Περιοχές εγκεφάλου που εμπλέκονται


στον ύπνο

128
neurowiki2013.wikidot.com
Διαταραχές του ύπνου

• Αϋπνίες,

• Υπερυπνίες,

• Παραϋπνίες.

129

Αϋπνία 1/4
• ΑΥΠΝΙΑ: Συχνότης 10-20%. Συνήθως δευτεροπαθής, (85%)
σε καταστάσεις πόνου, σε κατάθλιψη, αγχογόνες διαταραχές,
υπερβολική χρήση καφεΐνης, αλκοόλ, ή διακοπή υπερβολικής
χρήσης αλκοόλ, ηρεμιστικών. Στο 15% πρωτογενής.
• Οι γυναίκες παραπονούνται για αϋπνία σε διπλάσιο ποσοστό
από ότι οι άνδρες. Οι ηλικιωμένοι περισσότερο από τους
νέους. Συνήθως από κείνους που παραπονούνται για αϋπνία
(π.χ. ύπνο 3-4 ωρών), οι περισσότεροι κοιμούνται
περισσότερες ώρες από ότι νομίζουν.

130
Αϋπνία 2/4
• Οι περισσότεροι ιδίως νέοι, αποδίδουν την αϋπνία σε άγχος
και οικογενειακά προβλήματα. Μετά από μεγάλη απώλεια
βάρους, και σε ακραίες περιπτώσεις (π.χ. νευρογενούς
ανορεξίας), ο ύπνος είναι πιο διακεκομμένος και λιγοστός ή
υπάρχει πρωινή αφύπνιση νωρίτερα του κανονικού. Από
επιδημιολογικά δεδομένα, εκείνοι που κοιμούνται καλύτερα,
θεωρούν τον εαυτό τους πιο ευτυχισμένο. Οι καπνιστές
βρίσκουν τον ύπνο τους κατά ½ ώρα λιγότερο των μη
καπνιστών. Ο ύπνος των καταθλιπτικών παρουσιάζει την
ιδιομορφία του ότι αυτοί ξυπνούν πολύ πρωί (early morning
wakening) και κάθονται χωρίς να μπορούν να ξανακοιμηθούν
«αναμασώντας» καταθλιπτικές σκέψεις.
131

Αϋπνία 3/4
• Επειδή, ένας πολύ βασικός βιολογικός μας ρυθμός είναι ο
κύκλος ύπνου-εγρήγορσης, δεν είναι παράδοξο το ότι εύκολα
διαταράσσεται από τις ψυχιατρικές νόσους και τις επώδυνες
σωματικές οχλήσεις. [Είναι σημαντικό επίσης να θυμηθούμε
εδώ ότι αναβολικές ορμόνες όπως αυξητική ορμόνη και
τεστοστερόνη εκκρίνονται ως επί το πλείστον στον ύπνο, ενώ
επέρχεται ελάττωση των καταβολικών όπως κορτιζόλης και
αδρεναλίνης. Ο ύπνος επίσης χαρακτηρίζεται από την
έκκριση της μελατονίνης που αυξάνεται αποκλειστικά στο
σκοτάδι ενώ είναι κατασταλμένη την μέρα].

132
Αϋπνία 4/4
• Για την καταπολέμηση της αϋπνίας: καλόν είναι να υπάρχει ένας
«ρυθμός» ύπνου-εγρήγορσης / με πειθαρχία και κανονικότητα
στις συνήθειες του ύπνου. Η άσκηση και κατόπιν η χαλάρωση
είναι βοηθητικά. Αντίθετα τα ηρεμιστικά και υπνωτικά φάρμακα
αντενδείκνυνται για μακροχρόνια διαστήματα [διότι ενώ ευνοούν
τον ύπνο, όταν διακοπούν απότομα εμφανίζεται ξανά ανησυχία,
αϋπνία (rebound), άγχος, διακοπτόμενος ύπνος, ιδίως εάν αυτά τα
φάρμακα έχουν εθισθεί. Κάθε ηρεμιστικό του τύπου της
βενζοδιαζεπίνης ή τα παλιότερα βαρβιτουρικά, μπορούν να
εθισθούν και μετά την διακοπή τους να προκαλέσουν σύνδρομο
στέρησης με αϋπνία, διακεκομμένο ύπνο και εφιάλτες. Το αυτό
παρατηρείται μετά από διακοπή μακροχρόνιας χρήσης αλκοόλ].

133

Συμπτώματα έλλειψης ύπνου

134
“Effects of sleep deprivation”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Υπερυπνίες 1/5
• ΝΑΡΚΟΛΗΨΙΑ: Είναι μια παθολογική κατάσταση υπερβολικής υπνηλίας
που χαρακτηρίζεται από επεισόδια ακατανίκητου ύπνου. Συνήθως είναι
περίοδοι  10 min με υπνηλία/ύπνο, που συμβαίνουν 2-3 φορές την μέρα.
Συμβαίνει σε άτομα 10-20 ετών σπάνια στην μέση ηλικία, πιο συχνά σε
άρρενες. Στις πιο πολλές περιπτώσεις συνοδεύεται από καταπληξία (δηλ.
απότομη απώλεια μυϊκού τόνου σε μέρος / ή ολόκληρο το σώμα που
διαρκεί secs έως mins και προκαλείται από συγκινησιακά ενοχλήματα).
25% δείχνουν υπνική παράλυση (παροδική απώλεια μυϊκού τόνου και
αδυναμία κίνησης μεταξύ ύπνου/αφύπνισης) και 25% δείχνουν
υπναγωγικές ψευδαισθήσεις (οπτικές ή ακουστικές). 30% δείχνουν
οικογενειακό ιστορικό. Συνδέεται με το χρωμόσωμα 6 (αντιγόνο DR2HLA).
• Τα άτομα που πάσχουν από ναρκοληψία συνήθως εμφανίζουν τα
επεισόδια ακατανίκητου ύπνου, όταν είναι ήρεμοι, σε ζεστό και ήσυχο
δωμάτιο, ασχολούμενοι με βαρετή ασχολία ή όταν ευρίσκονται σε
καταστάσεις παθητικότητας (δηλ. διαλέξεις, θέατρο, τηλεόραση).
135

Υπερυπνίες 2/5
• Η βιβλιογραφία βέβαια βρίθει εντυπωσιακών περιγραφών
ασθενών που πέφτουν σε ύπνο στις πιο απίθανες
καταστάσεις (π.χ. όταν τρώγουν, περπατούν, συνομιλούν ή
οδηγούν). Αναφέρεται περίπτωση χειρουργού που
κοιμήθηκε σε ώρα επέμβασης για αορτικό ανεύρισμα!).
Χαρακτηριστικό είναι ότι στην ναρκοληψία το άτομο πέφτει
κατευθείαν σε ύπνο REM και δεν μεσολαβεί το 90 min
διάστημα non-REM ύπνου όπως στους φυσιολογικούς πριν
αρχίσει ο REM.

136
Υπερυπνίες 3/5
• Για την θεραπεία της ναρκοληψίας, αμφεταμίνες
(μεθυλφαινυδάτη) και για την θεραπεία της καταπληξίας
κλομιπραμίνη.

137

Υπερυπνίες 4/5
• ΙΔΙΟΠΑΘΗΣ ΥΠΕΡΥΠΝΙΑ: Υπάρχει έντονη επιθυμία για ύπνο
στην διάρκεια της ημέρας. Δεν κοιμούνται σε ασυνήθιστες
ώρες π.χ. όταν τρώγουν ή ομιλούν. Αν όμως διακόψουν την
δραστηριότητά τους και καθίσουν λίγο ή ξαπλώσουν
κοιμούνται κατά την διάρκεια της μέρας. Στα άτομα που
πάσχουν από υπερυπνία, ο βραδινός ύπνος επέρχεται
γρήγορα, είναι βαθύς, παρατεταμένος και το πρωινό ξύπνημα
είναι δυσχερές. Μπορεί να χρειασθεί ο πάσχων μια ώρα για
να σηκωθεί, συχνά δε απαιτούνται και 4 ώρες μέχρι να
προσαρμοσθεί στις συνθήκες εγρήγορσης. Για την εικόνα
που παρουσιάζει ο ασθενής το πρωί έχει χρησιμοποιηθεί ο
όρος υπνική μέθη (sleep drunkness).
138
Υπερυπνίες 5/5
• Άπνοια: Συνδυάζεται με απόφραξη ή εμπόδιο στην άνω
αναπνευστική οδό, χαρακτηρίζεται από έντονο και
παρατεταμένο ροχαλητό στον ύπνο, περιόδους άπνοιας στον
ύπνο και μεγάλη υπνηλία στην διάρκεια της μέρας.
Συνδυάζεται και με μεγάλη παχυσαρκία. Τυπική εικόνα «the
Pickwick boy» στο Βιβλίο του Καρόλου Dickens: «the Pickwick
Papers». Αρχικά η άπνοια είχε ονομασθεί «Pickwick
syndrome».

139

Παραϋπνίες 1/3
• Εφιάλτες: Έντονο όνειρο, με περιεχόμενο άγχους, που
συμβαίνει στην περίοδο REM, συνήθως αργά στον ύπνο και
κατά την αφύπνιση ανακαλείται από τον ονειρευόμενο με
ακρίβεια. Συμβαίνει σε όλους τους φυσιολογικούς
ανθρώπους, αλλά η συχνότητα των εφιαλτών αυξάνεται
κυρίως σε καταστάσεις άγχους, κατάθλιψης και κατάχρησης
αλκοόλ

140
Παραϋπνίες 2/3
• Νυχτερινοί τρόμοι: (PARVOR NOCTURNUS) (NIGHT TERRORS).
Πιο σπάνιο από τους εφιάλτες. Πιο σύνηθες στην παιδική
ηλικία. Συμβαίνει στον Non-REM (SWS) ύπνο και όσο πιο
βαθύς ο ύπνος τόσο πιο έντονος ο τρόμος. Τυπικά, το παιδί
αφυπνίζεται ξαφνικά, στην αρχή της νύχτας, αλλά είναι
αποπροσανατολισμένο, με ανοιχτά και “φιξαρισμένα” τα
μάτια και μπορεί να φωνάζει. Συνυπάρχει αύξηση της
καρδιακής συχνότητας και της αναπνοής (αύξηση διέγερσης
του αυτόνομου νευρικού συστήματος). Διαρκεί 1-2 λεπτά
χωρίς το άτομο να ανακαλεί όνειρο και είναι εύκολο να
καθησυχασθεί.
• Σπάνια διαρκεί στην εφηβεία - Δεν έχει σχέση με επιληψία.

141

Παραϋπνίες 3/3
• Υπνοβασία: Συμβαίνει στον non-REM (SWS), συνήθως στην
αρχή της νύχτας. Συνδυάζεται με νυχτερινό τρόμο και μπορεί
να έχει οικογενειακή επίπτωση. Συνήθως τα άτομα δεν
βαδίζουν αλλά κάθονται και κάνουν επαναληπτικές κινήσεις.
Δεν απαντούν σε ερωτήσεις και είναι δύσκολο να ξυπνήσουν.
Εάν περπατήσουν συνήθως τα μάτια παραμένουν ανοιχτά.
Μπορεί να τραυματιστούν. Εάν η υπνοβασία προέρχεται
από νυχτερινό τρόμο, μπορεί να έχει πιο δραματική κλινική
εικόνα, και οι πιθανότητες τραυματισμών είναι πιο
αυξημένες! Το ΗΕΓ δείχνει κύματα SWS.

142
Φαινόμενα στον Non REM

• Νυχτερινός Τρόμος. • Φόβος.


• Υπνοβασία. • Αμνησία.
• Παραμιλητό. • Δεν διαρκούν πολύ (1-2 min).
• Πρώτη ώρα νύχτας. • Αυξημένη διέγερση ΑΝΣ.
• Δύσκολο να ξυπνήσουν. • Τα μάτια ανοιχτά!
• Εάν ξυπνήσουν – • Θετικό Οικογενειακό
αποπροσανατολισμός. Αναμνηστικό.
•  Ενούρηση.
• Παρέρχονται με την ηλικία.

143

Φαινόμενα στον REM


• Εφιάλτες.
• Αργά την νύχτα.
• Ξυπνούν απότομα και αυθόρμητα.
• Καθησυχάζονται εύκολα.
• Θυμούνται έντονα το όνειρο.
• Διαρκεί πολλά λεπτά.
• Δεν έχουμε διέγερση ΑΝΣ.
• Τα μάτια κλειστά!
• Όχι θετικό οικογενειακό αναμνηστικό.
• Δεν παρέρχονται αναγκαστικά με την ηλικία.

144
Ενότητα 18: Μυϊκό Σύστημα

Τύποι μυϊκών ινών

“Illu muscle tissues”, από Arcadian διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

1
Διαχωρισμός των μυών
• Οι μύες όπως οι νευρώνες μπορεί να διεγερθούν: 1) χημικά, 2)
ηλεκτρικά, 3) μηχανικά και να δημιουργήσουν ένα δυναμικό που
μεταδίδεται κατά μήκος της κυτταρικής μεμβράνης τους.
• Αντίθετα με τους νευρώνες έχουν ένα συσπαστικό μηχανισμό που
διεγείρεται από το δυναμικό ενέργειας.
• Οι συσπαστικές πρωτεΐνες ακτίνη και μυοσίνη βρίσκονται άφθονες
στους μύες. Αυτές ωστόσο βρίσκονται σε όλα τα κύτταρα. Η
μυοσίνη είναι μοριακός κινητής (molecular motor) που μετατρέπει
την ενέργεια της υδρόλυσης της ΑΤΡ σε κίνηση από ένα κυτταρικό
στοιχείο στο άλλο.
• Οι μύες γενικά χωρίζονται σε 3 τύπους: 1) σκελετικοί, 2) καρδιακοί,
3) λείοι, παρότι οι λείοι δεν είναι γενικά μια ομοιογενής κατηγορία.

Κατηγορίες μυών
• Ο σκελετικός τύπος μυός φτιάχνει την μεγάλη μάζα της σωματικής
μυϊκής κατηγορίας. Ο σκελετικός τύπος μυός έχει καλώς
ανεπτυγμένες γραμμώσεις, δεν συσπάται χωρίς νευρική συμβολή,
δεν έχει ανατομικές και λειτουργικές συνενώσεις μεταξύ των
ιδιαιτέρων μυϊκών ινιδίων και βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο της
βούλησης.
• Ο καρδιακός μυς έχει κι αυτός γραμμώσεις, αλλά λειτουργικά είναι
συγκύτιο και συστέλλεται τη απουσία εξωτερικής νεύρωσης γιατί
στο μυοκάρδιο υπάρχουν ηλεκτρικά κύτταρα (βηματοδότες /
pacemakers) που πυροδοτούν αυθόρμητα.
• Ο λείος μυς δεν έχει γραμμώσεις. Αυτός ο τύπος μυός βρίσκεται στα
περισσότερα κοίλα σπλάχνα, είναι λειτουργικά συγκύτιο και περιέχει
βηματοδότες που πυροδοτούν ακανόνιστα. Ο τύπος μυός που
βρίσκεται στο μάτι δεν δρα αυτόνομα και μοιάζει με τον σκελετικό.
3
Σκελετικός μυς
• Μορφολογία: Ο σκελετικός μυς φτιάχνεται από μυϊκές ίνες που
είναι οι δομικοί λίθοι του μυϊκού συστήματος όπως οι νευρώνες
για το νευρικό σύστημα. Οι περισσότεροι σκελετικοί μύες αρχίζουν
και τελειώνουν σε τένοντες και οι μυϊκές ίνες διατίθενται
παράλληλα με τα τενόντια άκρα ώστε οι δυνάμεις συστολής να
επιπροστίθενται.
• Κάθε μυϊκή ίνα είναι ένα μοναχικό κύτταρο, πολυπήρυνο, μακρύ,
κυλινδρικό και περιβάλλεται από κυτταρική μεμβράνη το
σαρκόλειμμα. Δεν υπάρχουν συγκυτιακές γέφυρες μεταξύ των
κυττάρων. Οι μυϊκές ίνες είναι φτιαγμένες από μυοϊνίδια που
διαιρούνται σε ιδιαίτερα νημάτια. Τα νημάτια είναι φτιαγμένα από
πρωτεΐνες συσταλτικές.

Μυϊκό σύστημα

“1105 Anterior and Posterior Views of Muscles”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0
5
Μακρο- και μικρο-ανατομία σκελετικού
μυός

“Skeletal muscle diagram”, από Raul654 6


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Πρωτεΐνες σκελετικών μυών


• Ο συσταλτικός μηχανισμός στο γραμμωτό μυ εξαρτάται από
τις πρωτεΐνες ακτίνη (MW: 43.000), μυοσίνη (MW: 460.000),
τροπομυοσίνη (MW: 70.000) και τροπονίνη (MW: 18.000-
35.000).
• H τροπονίνη έχει 3 υπομονάδες (τροπονίνη Ι, τροπονίνη Τ,
τροπονίνη C). Οι 3 υπομονάδες έχουν MW (18.000-35.000).
• Μία άλλη πρωτεΐνη, η α-ακτίνη (MW: 190.000) δεσμεύει την
ακτίνη στις 2 ζώνες (γραμμές) και άλλες πρωτεΐνες παίζουν
ρόλο στο να συνδέουν την διέγερση στην συστολή.

7
Δομή του σκελετικού μυός

8
“Skeletal muscle”, από Deglr6328 διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Γραμμώσεις μυών
• Οι χαρακτηριστικές γραμμώσεις των μυών οφείλονται στις
πολωτικές ιδιότητες των διαφόρων μερών των μυϊκών ινιδίων. Τα
μέρη των γραμμώσεων χαρακτηρίζονται με γράμματα. Η φωτεινή
ζώνη Ι διαιρείται από την σκοτεινή γραμμή Ζ και η σκούρα Α ζώνη
έχει στο κέντρο της την φωτεινή γραμμή Η. Στο μέσον της Η
φαίνεται η σκούρα γραμμή Μ και η γραμμή αυτή μαζί με τις στενές
φωτεινές γραμμές δίπλα λέγονται ψευδο Η ζώνη. Μεταξύ 2 Ζ
ζωνών έχουμε το σαρκομέριο.
• Η τοποθέτηση χονδρών και λεπτών νηματίων είναι απαραίτητοι
για τις γραμμώσεις

9
Χονδρά και λεπτά νημάτια
• Τα χονδρά νημάτια έχουν την διπλάσια διάμετρο των λεπτών
νηματίων και είναι φτιαγμένα από μυοσίνη. Τα λεπτά νημάτια
είναι φτιαγμένα από ακτίνη, τροπομυοσίνη και τροπονίνη.
• Τα χονδρά νημάτια φτιάχνουν την Α ζώνη ενώ τα λεπτά νημάτια
της λιγότερο πυκνές Ι ζώνες. Οι φωτεινότερες περιοχές στις Α
ζώνες είναι περιοχές όπου όταν ο μυς είναι εν ηρεμία δεν έρχονται
τα λεπτά πάνω στα παχιά νημάτια. Οι γραμμές Ζ τέμνουν τα ινίδια
και συνδέουν τα λεπτά νημάτια. Εάν δούμε στο ηλεκτρονικό μία Α
ζώνη σε εγκάρσια διατομή κάθε παχύ ινίδιο περιστοιχίζεται από 6
λεπτά σε κανονικό εξαγωνικό σχήμα.

10

Δομή σκελετικού μυός 1/2

“1007 Muscle Fibes (large)”,


από CFCF διαθέσιμο με 11
άδεια CC BY 3.0
Δομή σκελετικού μυός 2/2

12
“Blausen 0801 SkeletalMuscle”, από BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Μυοσίνη 1/2
• Η μυοσίνη είναι μια πολύπλοκη πρωτεΐνη που δεσμεύει ακτίνη. Ο
τύπος μυοσίνης στους μυς είναι η μυοσίνη ΙΙ με 2 στρογγυλές
κεφαλές και μακριά ουρά. Η μυοσίνη ΙΙ βρίσκεται και σε άλλα
κύτταρα μαζί με την μονοκέφαλη μυοσίνη Ι. Η μυοσίνη ΙΙ
φτιάχνεται από 2 βαριές αλύσους και 4 ελαφρές αλύσους (2 που
παίρνουν Ρ και 2 αλκαλικές ελαφρές αλύσους). Οι ελαφρές άλυσοι
και τα Ν-τελικά των βαρέων αλύσων συνενώνονται και φτιάχνουν
τις στρογγυλές κεφαλές. Αυτές οι κεφαλές περιέχουν μία θέση
δεσμευτική της (Α) ακτίνης και μία (Β) καταλυτική θέση που
υδρολύει την ΑΤΡ. Τα μόρια διατίθενται έτσι ώστε οι κεφαλές της
μυοσίνης να δημιουργούν γέφυρες με τα μόρια της ακτίνης.

13
Μυοσίνη 2/2
• Τα μόρια της μυοσίνης διατίθενται συμμετρικά σε κάθε μεριά από
το κέντρο του σαρκομερίου κι αυτή η τοποθέτηση είναι που
φτιάχνει τις ψευδο Η ζώνες.
• Η Μ ζώνη οφείλεται σε μία κεντρική διόγκωση σε κάθε χοντρό
νημάτιο. Σε αυτό το σημείο υπάρχουν λεπτότερες τοποθετήσεις
που κρατούν τα χονδρά νημάτια σε τοποθέτηση - σειρά - (array).
Σε αυτό το μέρος υπάρχουν λεπτότερες διασυνδέσεις που κρατούν
τα παχιά νημάτια σε διάταξη. Υπάρχουν αρκετές εκατοντάδες σε
διάταξη. Υπάρχουν αρκετές εκατοντάδες μόρια μυοσίνης σε κάθε
παχύ νημάτιο.

14

Τροπομυοσίνη
• Τα λεπτά νημάτια έχουν 2 αλύσους από σφαιρικές μονάδες
που φτιάχνουν μια μακριά διπλή έλικα (ακτίνης μόρια).
• Τα μόρια της τροπομυοσίνης είναι μακριά ινίδια που
βρίσκονται στην αύλακα μεταξύ των 2 αλύσεων της ακτίνης.
Κάθε λεπτό νημάτιο περιέχει 300-400 μόρια ακτίνης και 40-
60 μόρια τροπομυοσίνης.

15
Τροπονίνη
• Τα μόρια της τροπονίνης είναι μικρές στρογγυλές μονάδες
που διευθετούνται κατά μήκος των μορίων της
τροπομυοσίνης.
• Η τροπονίνη Τ δεσμεύει το άλλο κομμάτι της τροπονίνης με
την τροπομυοσίνη, η τροπονίνη Ι εμποδίζει την δράση
μυοσίνης και ακτίνης και η τροπονίνη C περιέχει δεσμευτικές
θέσεις για το Ca++ που αρχίζει την συστολή.

16

Απεικόνιση τροπονίνης και


τροπομυοσίνης σε σχέση με μυοσίνη

“Myofilament”, από Mikael Häggström διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

17
Δράση μυοσίνης
ακτίνης

“1008 Skeletal Muscle Contraction”, από


18
CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Δέσμευση της τροπομυοσίνης στην


ακτίνη

19
“Tropomyosin bound to actin”, από File Upload Bot (Magnus Manske) διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Σαρκομέριο-μικροανατομική δομή 1/2

20
“Sarcomere”, από Fangfufu διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

Σαρκομέριο-μικροανατομική δομή 2/2

Sarcomere από Uwe Gille

21
Ινίδια παχιά και λεπτά

“Actin Myosin”, από Tradimus διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

22

Σαρκοπλασματικό δίκτυο
• Το σαρκοπλασματικό δίκτυο σχηματίζει κάτι σαν κουρτίνα γύρω
από τα ινίδια που περιβάλει και εμφανίζει διατεταμμένες περιοχές
όπου έρχεται σε επαφή με σύστημα εγκάρσιων σωληνίσκων (Τ
σωληνίσκοι) στις ενώσεις των ζωνών Α και Ι. Σε αυτή την περιοχή
επαφής η τοποθέτηση του συστήματος Τ με την διάταση
(δεξαμενή) του σαρκοπλασματικού δικτύου δημιουργεί την
καλούμενη τριάδα.
• Άρα το σαρκοπλασματικό δίκτυο και οι δεξαμενές του περιβάλλουν
κάθε ινίδιο. Οι σωληνίσκοι Τ συναντούν το σύστημα στις ζώνες Α
και Ι 2 φορές σε κάθε σαρκομέριο.

23
Απεικόνιση σαρκοπλασματικού δικτύου

“Sarcoplasmic reticulum T system”, από Chippolito διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

24

Μυϊκή ίνα

“Blausen 0801 SkeletalMuscle”, από BruceBlaus διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0


25
Δυναμικό μυών
• Το δυναμικό των μυών είναι -90 mV.

• Διαρκεί 2-4 msec.

• Διαπερνά το ινίδιο με U = 5 m/sec.

• Απόλυτος ανερέθιστος περίοδος 1-3 ms.

26

Σαρκομέριο 1/2

“Sarcomere diagram”, από SlothMcCarty διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

27
Σαρκομέριο 2/2

28
“1003 Thick and Thin Filaments”, από CFCF διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Ηλεκτρικά φαινόμενα στον σκελετικό μυ 1/2

• Διασπορά ιόντων εκτός ινιδίου μοιάζει με του νεύρου

Ενδοκυττάριο Εξωκυττάριο
Να 12 nmol/l 145 nmol/l
Κ 155 4

• Ηλεκτρικά φαινόμενα
Μοιάζουν στο νευρικό κύτταρο και μυϊκό ινίδιο. Το δυναμικό
ηρεμίας των μυών είναι - 90 mV. Το δυναμικό διαρκεί 2-4 ms και
διαπερνά το μυϊκό ινίδιο με U = 5 m/sec. Η απόλυτος ανερέθιστος
περίοδος είναι 1-3 ms και τα μεταδυναμικά είναι σχετικά
παρατεταμένα.

29
Ηλεκτρικά φαινόμενα στον σκελετικό μυ 2/2
• Παρότι δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ ινιδίων ώστε να
δώσουν «compound potential», οι διαφορές είναι μόνον ουσιαστικά
στους ουδούς των ιδιαιτέρων νηματίων.
• Επομένως το μέγεθος του δυναμικού μυός είναι ανάλογο της έντασης
του διεγερτικού δυναμικού μεταξύ ουδού και μεγίστης έντασης
ρεύματος.
• Η διασπορά ιόντων εκτός μυός (ινιδίου) μοιάζει με του νεύρου.

Τιμές ιόντων
Ενδοκυττάριο υγρό Εξωκυττάριο Υγρό Δυναμικό
ηρεμίας
Να+ 12 145 + 65 mV
Κ+ 155 4 - 95 mV
30

Συσπαστικές απαντήσεις μυών


• Πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ ηλεκτρικών και μηχανικών
συμβαμάτων στον μυ.
• Παρότι η μία δεν συμβαίνει χωρίς την άλλη, η φυσιολογική
βάση είναι διαφορετική.
• Η εκπόλωση των ινιδίων αρχίζει συνήθως στην τελική
κινητική πλάκα, την εξειδικευμένη δομή στο τέλος του
κινητικού νεύρου.
• Το δυναμικό ενέργειας μεταδίδεται κατά μήκος της ίνας και
αρχίζει την συσπαστική απάντηση.

31
Χαλάρωση μυός
1. Το Ca++ αντλείται πίσω στο σαρκοπλασματικό δίκτυο.
2. Απελευθερώνεται το Ca++ από τροπονίνη.
3. Σταματά η αλληλεπίδραση μεταξύ ακτίνης/μυοσίνης.

32

Τύποι μυϊκής συστολής


1. Ισομετρική: όταν συμβαίνει συστολή χωρίς να κοντύνει όλος
ο μυς.

2. Ισοτονική: όταν συμβαίνει ενάντια σε ένα σταθερό φορτίο


(ίδια βάση).

33
Άθροιση συστολών
• Η ηλεκτρική απάντηση της μυϊκής ίνας σε επαναληπτική διέγερση
είναι όπως του νεύρου. Η ίνα είναι ηλεκτρικά ανερέθιστη μόνο
κατά την άνοδο και σε μέρος της πτώσης του δυναμικού. Σε αυτό
το χρόνο, η συστολή που οφείλεται στο δυναμικό αυτό, μόλις έχει
αρχίσει.
• Εν τούτοις ο συσταλτικός μηχανισμός δεν έχει ανερέθιστη
περίοδο και εάν συμβεί επαναληπτική διέγερση πριν την χάλαση,
γίνεται επιπλέον ενεργοποίηση των συσταλτικών μηχανισμών και
απάντηση που προστίθεται στην ήδη υπάρχουσα σύσπαση. Αυτό
λέγεται άθροισμα των συστολών - Εδώ η τάση είναι μεγαλύτερη.

34

Τετανική συστολή-Treppe
• Με επαναληπτική διέγερση, ενεργοποίηση του συσταλτικού
μηχανισμού συμβαίνει διαρκώς πριν συμβεί χάλαση και έτσι γίνεται
συνεχής συστολή. Μια τέτοια απάντηση λέγεται τέτανος (τετανική
συστολή) και είναι πλήρης ή ατελής.
• Treppe: Όταν μια σειρά από ερεθίσματα δίδονται στην ίνα σε
συχνότητα ίσα πιο κάτω από την τετανική, υπάρχει αύξηση της πίεσης
που αναπτύσσεται σε κάθε twich, μέχρι, μετά από αρκετές
συσπάσεις, μια ομοιόμορφος τάση ανά σύσπαση επιτυγχάνεται. Το
φαινόμενο καλείται φαινόμενο της κλίμακας ή Treppe.
• Συμβαίνει τόσο στους γραμμωτούς όσο και τον καρδιακό μυ. Το
«Treppe» οφείλεται σε αυξημένη ποσότητα Ca++ που υπάρχει για να
ενωθεί στην τροπονίνη C.
• Δεν πρέπει να συγχέεται με το άθροισμα συστολών ή τον τέτανο.
35
Σχέση μήκους μυϊκής ίνας, τάσης και
ταχύτητας της σύσπασης
• Τόσο η τάση που αναπτύσσει ένας μυς όταν διεγείρεται για
να συσπαστεί ισομετρικά, (η ολική τάση) καθώς και η
παθητική τάση που εξασκείται με τον μη διεγερμένο μυ,
ποικίλλει με το μήκος της μυϊκής ίνας.

36

Μοριακή Βάση της Σύσπασης 1/6


Η σμίκρυνση (βράχυνση) της μυϊκής ίνας γίνεται με ένα γλίστρημα
των λεπτών νηματίων πάνω στα παχέα. Το εύρος των Α ζωνών
είναι σταθερό ενώ οι γραμμές 2 κινούνται πλησίον όταν ο μυς
συσπάται και απομακρύνονται όταν εκτείνεται.
• Καθώς ο μυς βραχύνεται, τα λεπτά ινίδια από κάθε μεριά του
σαρκομέριου συμπλησιάζουν. Όταν είναι εμφανής η συστολή, αυτά
τα ινίδια είναι πάνω το ένα στο άλλο.
• Το γλίστρημα συμβαίνει όταν τα κεφάλια της μυοσίνης
δεσμεύονται στενά με την ακτίνη σκύβουν πάνω στο υπόλοιπο
μόριο της μυοσίνης και μετά χαλαρώνουν. Αυτό επαναλαμβάνεται
πολλές φορές.

37
Μοριακή Βάση της Σύσπασης 2/6
• Η δομή της μυοσίνης ΙΙ έχει διαπιστωθεί με κρυσταλλογραφία
ακτίνων Χ. Κάθε κεφαλή έχει μια θέση για δέσιμο με ακτίνη και
3.5 nm πίσω υπάρχει μία θέση δέσμευσης της ΑΤΡ. Αυτή είναι μία
ανοιχτή σχισμή και όταν μπαίνει η ΑΤΡ και υδρολύεται, το κενό
μοιάζει να κλείνει. Αυτό αλλάζει την κεφαλή που ευθύνεται και
προκαλεί ένα δυναμικό χτύπημα που κινεί την μυοσίνη στην
ακτίνη. Κάθε χτύπημα κονταίνει το μυ 1%.
• Κάθε παχύ νημάτιο έχει 500 κεφαλές μυοσίνης και καθένας από
αυτούς τους κύκλους επί 5 φορές/sec λαμβάνει χώρα σε μία
γρήγορη συστολή.
• Η υδρόλυση του ΑΤΡ όταν η μυοσίνη και η ακτίνη είναι σε ένωση
γίνεται από ΑΤΡάση.

38

Μοριακή Βάση της Σύσπασης 3/6


• Η διαδικασία με την οποία εκπόλωση της μυϊκής ίνας αρχίζει
σύσπαση καλείται «σύζευξη της διέγερσης - συστολής». Το
δυναμικό ενέργειας μεταδίδεται σε όλα τα νημάτια της ίνας μέσω
του συστήματος Τ. Οδηγεί στην απελευθέρωση Ca++ από τις
δεξαμενές (τελικές) τους πλάγιους δηλ. σάκους του
σαρκοπλασματικού δικτύου δίπλα στο σύστημα Τ.
• Το Ca++ αρχίζει την συστολή με ένωσή του με τροπονίνη C. Στην
ήρεμη ίνα, η τροπονίνη Ι είναι σφιχτά δεμένη και η τροπομυοσίνη
σκεπάζει τις περιοχές όπου οι κεφαλές μυοσίνης δεσμεύουν την
ακτίνη.

39
Μοριακή Βάση της Σύσπασης 4/6
• Έτσι, το σύμπλεγμα τροπονίνης - τροπομυοσίνης αποτελεί μια
«αναπαυμένη - πρωτεΐνη» που εμποδίζει την αλληλεπίδραση
μεταξύ ακτίνης και μυοσίνης. Όταν το ελεύθερο Ca++
απελευθερώνεται με το δυναμικό ενέργειας δεσμεύεται στην
τροπομυοσίνη C, χαλαρώνει το δέσιμο της τροπομυοσίνης Ι στην
ακτίνη, κι έτσι η τροπομυοσίνη κινείται πλάγια. Η κίνηση
αναδεικνύει τις δεσμευτικές θέσεις για τις κεφαλές της μυοσίνης.
Το ΑΤΡ διασπάται και η σύσπαση αρχίζει.
• Για κάθε μόριο τροπονίνης που δεσμεύει 1 Ca++, αποκαλύπτονται 7
δεσμευτικές θέσεις της μυοσίνης.

40

Μοριακή Βάση της Σύσπασης 5/6


• Μετά την απελευθέρωση Ca++, το σαρκοπλασματικό δίκτυο
αρχίζει να ανασυντάσσει το Ca++ που απελευθερώθηκε, με
ενεργητική μεταφορά κατά μήκος των μακρών μερών του
δικτύου.
• Η αντλία που λαμβάνει μέρος είναι η Ca++ Mg ATP. To Ca++
διαχέεται στις τελικές δεξαμενές όπου εναποθηκεύεται μέχρι
να επανεκχυθεί μέχρι το νέο δυναμικό ενέργειας.

41
Μοριακή Βάση της Σύσπασης 6/6
• Όταν η συγκέντρωση του Ca++ εκτός του δικτύου ελαττωθεί
αρκετά, η χημική αλληλεπίδραση μεταξύ της μυοσίνης και
της ακτίνης σταματά και ο μυς χαλαρώνει.
• Τόσο για την συστολή όσο και για την χαλάρωση η ΑΤΡ δίνει
την ενέργεια.
• Εάν η μεταφορά Ca++ στο δίκτυο εμποδιστεί, τότε δεν
συμβαίνει χαλάρωση ακόμη κι αν δεν υπάρξουν νέα
δυναμικά ενέργειας. Η παρατεταμένη αυτή συστολή λέγεται
μόνιμος συστολή (σύσπαση).

42

Μοριακά συμβάντα
στην συστολή

“Muskel-molekulartranslation”, από
GravityGilly διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 2.5 43
Περίληψη της Συστολής 1/2
• Έκκριση/πυροδότηση από τον κινητικό νευρώνα.
• Απελευθέρωση της Ach στην τελική κινητική πλάκα.
• Δέσιμο της Ach στους νικοτινικούς υποδοχείς (receptors).
• Αύξηση της αγωγιμότητας Να+ / Κ+ στην μεμβράνη της τελικής
πλάκας.
• Γένεση του δυναμικού της τελικής πλάκας.
• Γένεση του δυναμικού στις μυϊκές ίνες.
• Προς τα έσω εκπόλωση κατά μήκος των Τ σωλήνων.

44

Περίληψη της Συστολής 2/2


• Απελευθέρωση Ca++ από τις τελικές δεξαμενές του
σαρκοπλασματικού δικτύου και διάχυση στα παχιά και λεπτά
νημάτια.
• Ένωση του Ca++ στην τροπονίνη C, αποκαλύπτοντας τις
δεσμευτικές προς ακτίνη θέσεις της μυοσίνης.
• Δημιουργία δεσμών μεταξύ της ακτίνης και μυοσίνης και
γλίστρημα των λεπτών στα παχιά νημάτια, δημιουργώντας
βράχυνση της ίνας.

45
Ενέργεια και πηγές ενέργειας της μυϊκής ίνας
1/5
• Ο μυς είναι μία μηχανή που μετατρέπει χημική ενέργεια σε
μηχανικό έργο. Η άμεση πηγή αυτής της ενέργειας είναι τα
οργανικά φωσφορικά στοιχεία μέσα στην μυϊκή ίνα.
• Τελική πηγή ενέργειας είναι ο ενδιάμεσος μεταβολισμός
υδατανθράκων και λιπιδίων.
1. Η υδρόλυση του ΑΤΡ δίνει την ενέργεια για την συστολή.

46

Ενέργεια και πηγές ενέργειας της μυϊκής ίνας


2/5
2. Φωσφορυλοκρεατινίνη (φωσφοκρεατινίνη)
• Το ΑΤΡ προέρχεται από το ADP με την προσθήκη μιας φωσφορικής
μονάδας.
• Μερική από την ενέργεια για αυτή την ενδοθερμική αντίδραση δίδεται
από τη διάσπαση της γλυκόζης σε CO2+H2O αλλά υπάρχει στον μυ και
ένα άλλο στοιχείο πλούσιο σε φωσφορικό που μπορεί να δώσει
ενέργεια για σύντομες περιόδους. Αυτό το στοιχείο ονομάζεται
φωσφορυλοκρεατινίνη που υδρολύεται σε κρεατινίνη και
φωσφορικές ρίζες με απελευθέρωση Ε.
• Κατά την ηρεμία, μερικά από τα ΑΤΡ μεταφέρουν τους φωσφόρους
τους στην κρεατινίνη και έτσι δημιουργείται μία αποθήκη
φωσφορυλοκρεατινίνης. Κατά την άσκηση, η φωσφορυλοκρεατινίνη
υδρολύεται στην σύναψη μεταξύ των κεφαλών της μυοσίνης και της
ακτίνης σχηματίζοντας ΑΤΡ από ADP και επιτρέποντας έτσι την
συστολή να συνεχιστεί. 47
Ενέργεια και πηγές ενέργειας της μυϊκής ίνας
3/5
3. Κατά την ηρεμία ή σε ελαφρά εργασία, οι μυς
χρησιμοποιούν λιπίδια με την μορφή: α) λιπαρών
ελευθέρων οξέων σαν πηγή ενέργειας. Καθώς η δύναμη της
άσκησης αυξάνει μόνα τους τα λιπίδια δεν μπορούν να
δώσουν γρήγορα την ενέργεια, κι έτσι αρχίζει η
χρησιμοποίηση β) των υδατανθράκων διότι αυτό γίνεται
τώρα στον μυ η πιο σημαντική πηγή ενέργειας.

48

Ενέργεια και πηγές ενέργειας της μυϊκής ίνας


4/5
• Έτσι κατά την διάρκεια της άσκησης, πολλή από την ενέργεια
για την φωσφορυλοκρεατινίνη και την ανασύνθεση του ΑΤΡ,
έρχεται από την διάσπαση γλυκόζης σε CO2 + H2O. Η
γλυκόζη από το αίμα μπαίνει στα κύτταρα, όπου με μία σειρά
διεργασιών γίνεται (ανάγεται) σε πυρουβικό οξύ. Μία άλλη
πηγή γλυκόζης και επομένως πυρουβικού οξέος είναι το
γλυκογόνο (το πολυμερές εκείνο των υδατανθράκων που
βρίσκεται άφθονο στο ήπαρ και στους μυς.

49
Ενέργεια και πηγές ενέργειας της μυϊκής ίνας
5/5
• Όταν υπάρχει άφθονο Ο2, το πυρουβικό μπαίνει στον κύκλο (Krebs)
του κιτρικού οξέος και μεταβολίζεται μέσω αυτού του κύκλου (που
καλείται και μονοπάτι των αναπνευστικών ενζύμων) σε CO2+H2O.
Αυτό καλείται αερόβια γλυκόλυση. Ο μεταβολισμός της
γλυκόζης/γλυκογόνου σε CO2+H2O δίνει (ελευθερώνει) ικανή
ενέργεια για να σχηματισθούν μεγάλες ποσότητες ΑΤΡ από ADP.
• Εάν οι ποσότητες Ο2 δεν είναι αρκετές, το πυρουβικό που
σχηματίστηκε από την γλυκόζη δεν μπαίνει στον κύκλο του Krebs,
αλλά ανάγεται σε γαλακτικό οξύ. Αυτό λέγεται αναερόβια
γλυκόλυση και συνδυάζεται με την καθαρή παραγωγή πολύ
μικρότερων ποσοτήτων φωσφορικών δεσμών πλούσιων σε ενέργεια,
δεν χρειάζεται δε, την παρουσία Ο2.

50

Ο μεταβολισμός χρέους Ο2 1/5


• Κατά την άσκηση των μυών, τα αγγεία των μυών
διευρύνονται και αυξάνεται η ροή αίματος ώστε να δίδεται
αύξηση Ο2 στους μυς. Μέχρις ενός σημείου η αύξηση Ο2
είναι ανάλογη της ενέργειας που καταναλώνεται και όλες οι
ανάγκες ενέργειας αντιμετωπίζονται με αερόβιες
διαδικασίες.
• Εν τούτοις όταν η άσκηση των μυών είναι πολύ μεγάλη, η
αερόβια ανασύνθεση της ενέργειας δεν μπορεί να
παρακολουθήσει την χρησιμοποίησή της. Κάτω από αυτές
τις συνθήκες, η φωσφορυλο-κρεατινίνη ακόμη
χρησιμοποιείται για την ανασύνθεση του ΑΤΡ.

51
Ο μεταβολισμός χρέους Ο2 2/5
• Μερική ΑΤΡ σύνθεση επιτυγχάνεται με την χρησιμοποίηση
ενέργειας από την αναερόβια διάσπαση της γλυκόζης σε
γαλακτικό. Εν τούτοις, η χρησιμοποίηση του αναερόβιου
μονοπατιού σταματά από μόνο του, διότι, παρά την γρήγορη
διάχυση του γαλακτικού στο αίμα, αρκετό συσσωρεύεται
στους μυς και τελικά υπερβαίνει την ικανότητα των buffers
(ρυθμιστικών διαλυμάτων) των ιστών ώστε να ελαττώνεται
τελικά το pΗ. Εν τούτοις για μικρό χρονικό διάστημα, η
παρουσία ενός αναερόβιου μονοπατιού για τον καταβολισμό
της γλυκόζης επιτρέπει την δραστηριότητα των μυών για
περισσότερο χρόνο από όσο θα μπορούσε χωρίς αυτό.

52

Ο μεταβολισμός χρέους Ο2 3/5


• Μετά όμως έξτρα Ο2 καταναλώνεται για να απομακρύνει την
περίσσεια γαλακτικού, να αντικαταστήσει τα αποθέματα
ΑΤΡ/φωσφορυλοκρεατινίνης και να επαναφέρει τα μικρά Ο2
ποσά που είχαν δοθεί από μυοσφαιρίνη. Το ποσό του έξτρα
Ο2 που καταναλώνεται είναι ανάλογο με το ποσό κατά το
οποίο οι ανάγκες ενέργειας ξεπέρασαν το μονοπάτι τις
αερόβιας σύνθεσης, δηλ. το ποσό σύμφωνα με το οποίο
συνέβη ένα χρέος Ο2.

53
Ο μεταβολισμός χρέους Ο2 4/5
• Το χρέος Ο2 μπορεί να είναι 6 φορές περισσότερο από την
βασική κατανάλωση Ο2. Μπορεί να συμβεί γρήγορα ή αργά.
• Γρήγορη ή βίαια μυϊκή εργασία είναι δυνατό να συμβεί για
σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά λιγότερο βίαια εργασία
μπορεί να συνεχιστεί επί μακρότερο χρονικό διάστημα.

54

Ο μεταβολισμός χρέους Ο2 5/5


• Οι αθλητές μπορούν να αυξήσουν την κατανάλωση Ο2 στους
μυς τους σε μεγαλύτερο βαθμό από τους μη αθλητές και
μπορούν να χρησιμοποιούν τα ελεύθερα λιπαρά οξέα πιο
αποτελεσματικά.

55
Στην άσκηση
• Έτσι μπορούν να κάνουν μεγαλύτερη άσκηση χωρίς να
εξαντλούν το γλυκογόνο τους καθώς και να μην αυξάνουν την
παραγωγή γαλακτικού οξέος.
• Έχουν επίσης μάθει να ενισχύουν την πρόσληψη
υδατανθράκων πριν από αθλητικά γεγονότα, αυξάνοντας τα
αποθέματα μυών σε γλυκογόνο που με την σειρά του αυξάνει
σημαντικά την αντοχή τους.

56

Ακαμψία
• Όταν οι μυϊκές ίνες δεν έχουν καθόλου ΑΤΡ ή
φωσφορυλοκρεατινίνη, αναπτύσσουν ένα είδος εξαιρετικής
σκληρότητας, την ακαμψία. Όταν συμβεί αυτό μετά θάνατον,
καλείται νεκρική ακαμψία.
• Κατά την ακαμψία όλες οι κεφαλές μυοσίνης είναι
κολλημμένες στην ακτίνη αλλά «φιξαρισμένες» (ακίνητες)
ανώμαλα, με αντίσταση.

57
Η κινητική μονάδα 1/2
• Το μικρότερο δυνατό ποσό μυός που μπορεί να κινηθεί σε
απάντηση της διέγερσης ενός κινητικού νευρώνα, δεν είναι
μια μυϊκή ίνα, αλλά όλες οι ίνες που νευρούνται από τον
νευρώνα. Ο μοναχικός αυτός κινητικός νευρώνας και οι
μυϊκές ίνες που νευρώνει αποτελούν την κινητική μονάδα.
Ο αριθμός των μυϊκών ινών σε μια κινητική μονάδα ποικίλει.
Σε μύες που έχουν σχέση με φίνες, λεπτές και ακριβείς
κινήσεις (π.χ. χέρι) υπάρχουν 3-6 μυϊκές ίνες ανά κινητική
μονάδα. Σε μεγάλους μυς έχουν αναφερθεί 120-165 μυϊκές
ίνες ανά μονάδα.

58

Η κινητική μονάδα 2/2


• Κάθε σπονδυλικός κινητικός νευρών, νευρώνει ένα είδος
μυϊκής ίνας, έτσι οι μυϊκές ίνες μιας κινητικής μονάδος είναι
του αυτού είδους. Με βάση τις ίνες που νευρώνουν και με
βάση την ταχύτητα συστολής τους, οι κινητικές μονάδες
χωρίζονται σε: 1) αργές, 2) γρήγορες. Οι αργές κινητικές
μονάδες νευρώνονται από αργούς κινητικούς νευρώνες ενώ
οι γρήγορες κινητικές μονάδες από γρήγορους κινητικούς
νευρώνες.

59
Απονεύρωση του μυός
Οδηγεί :
1. ατροφία (χαλαρά παράλυση),
2. ινιδώσεις (fasciculation).

Το 1+2 είναι αποτέλεσμα βλάβης του κάτω κινητικού νευρών


της σπονδυλικής στήλης.

(* οι ινιδώσεις οφείλονται σε υπερευαισθησία στην Ach και δεν


είναι ορατές).

60

Ηλεκτρομυογραφία –
ηλεκτρομυογράφημα 1/2
• Η διέγερση των κινητικών μονάδων μπορεί να μελετηθεί με
την ηλεκτρομυογραφία, δηλ. την διαδικασία εκείνη της
καταγραφής της ηλεκτρικής δραστηριότητας των μυών.
Στους ανθρώπους, εν εγρηγόρσει χρησιμοποιούνται μικροί
μεταλλικοί δίσκοι πάνω από τους μυς σαν ηλεκτρόδια ή
μικρές υποδερματικές βελόνες σαν ηλεκτρόδιο. Αυτό που
λαμβάνεται με αυτή την διαδικασία λέγεται
ηλεκτρομυογράφημα (electromyogram/EMG). Με τις λεπτές
υποδερματικές βελόνες μπορούμε να καταγράψουμε EMG,
ιδιαιτέρων ινών.

61
Ηλεκτρομυογραφία –
ηλεκτρομυογράφημα 2/2
• Στην ηρεμία το EMG δείχνει μικρή αυθόρμητη μυϊκή
δραστηριότητα. Με λίγη ηθελημένη δραστηριότητα, λίγες
κινητικές μονάδες πυροδοτούν και καθώς η προσπάθεια
αυξάνεται όλο και περισσότερες κινητικές μονάδες
συμμετέχουν. Στο τέλος όλες οι ίνες πυροδοτούν ασύγχρονα
αλλά όλες οι απαντήσεις καταλήγουν στην ομαλή σύσπαση
του όλου μυός.

62

Ηλεκτρομυογράφημα 1/2

“EMG - SIMI”, από Dger διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0


63
Ηλεκτρομυογράφημα 2/2

ustudy.in
64

Παθήσεις μυών -Δυστροφίες


• Εκτός από τις παραλύσεις των μυών έχουμε:
1. Δυστροφίες
2. Μυϊκή Υποτονία
π.χ. Duchenne’s μυϊκή δυστροφία, συγγενής νόσος που μεταδίδεται
με το χρωμόσωμα Χ. Χαρακτηρίζεται από προοδευτική αδυναμία
(1:3.000 άρρενες) - θάνατος μέχρι 30. Έχει απομονωθεί το
προβληματικό γονίδιο και το παθολογικό (συνήθως) του προϊόν η
πρωτεΐνη δυστροφίνη που κανονικά συνδέει εσωτερικά τα μυϊκά
κύτταρα σε άλλα κύτταρα, βοηθώντας συνέργεια κατά την συστολή.
Όταν χαθεί η λειτουργία της προοδευτικά χάνεται η λειτουργία του
μυός. Στην Duchenne μυϊκή δυστροφία, η δυστροφίνη λείπει
τελείως. Το γονίδιο της δυστροφίνης είναι από τα μεγαλύτερα
γνωστά γονίδια.
65
Παθήσεις μυών - υποτονίες
2. Στις μυϊκές υποτονίες, η χαλάρωση των μυών παρατείνεται
μετά την ηθελημένη συστολή. Οι μυοτονίες οφείλονται σε
ανώμαλα γονίδια στο χρωμόσωμα 7, 17, 19, που
δημιουργούν ανωμαλίες στα κανάλια Na+/Cl-.

66

Νευρομυϊκή μεταβίβαση
Νευρομυϊκή Ένωση
• Ανατομία: Καθώς ο άξονας του νευρικού κυττάρου πλησιάζει
στο τέλος του, χάνει το περίβλημα της μυελίνης του και
διαχωρίζεται σε ένα αριθμό τελικών κομβίων. Τα τελικά
κομβία περιέχουν πολλά μικρά, διαυγή κοκκία με
ακετυλοχολίνη, το μεταβιβαστή σε αυτές τις ενώσεις.
• Οι απολήξεις του άξονα εισχωρούν σε κοιλώματα στην τελική
κινητική πλάκα, όπως καλείται το πεπαχυσμένο μέρος της
μυϊκής μεμβράνης στην νευρομυϊκή ένωση.
• Κάτω από τις απολήξεις των νευρώνων, η μεμβράνη της
τελικής κινητικής πλάκας σχηματίζει πτυχές.
67
Νευρομυϊκή ένωση
• Το κενό μεταξύ νεύρου και πεπαχυσμένης μυϊκής μεμβράνης
είναι παρόμοιο με την συναπτική σχισμή των συνάψεων. Το
όλο σύστημα καλείται νευρομυϊκή ένωση.
• Μόνο μια νευρική ίνα τελειώνει στην μυϊκή κινητική πλάκα.

68

Γεγονότα κατά την μεταβίβαση 1/4


Κατά την μετάδοση ερεθίσματος από το τέλος του κινητικού
νεύρου στον μυ, συμβαίνουν γεγονότα παρόμοια με εκείνα των
συνάψεων.
• Το ερέθισμα φτάνει το τέλος του κινητικού νευρώνος και αυξάνει
εκεί την διαβατότητα σε Ca++. To Ca++ εισέρχεται και αυξάνει την
εξωκυττάρωση των κυστιδίων που περιέχουν Ach. Η Ach
διαχέεται στους νικοτινικούς υποδοχείς των μυών που είναι
συγκεντρωμένοι στις πτυχές της μεμβράνης της μυϊκής τελικής
πλάκας.
• Το δέσμευμα της Ach με τον μυϊκό νικοτινικό υποδοχέα αυξάνει την
διαβατότητα σε Να+ / Κ+ και η είσοδος Να+ δημιουργεί ένα
εκπολωτικό δυναμικό, το δυναμικό της τελικής κινητικής πλάκας.

69
Γεγονότα κατά την μεταβίβαση 2/4
• Δυναμικό, το δυναμικό της τελικής κινητικής πλάκας.
• Αυτό το δυναμικό, εκπολώνει την μεμβράνη της μυϊκής ίνας
μέχρι πυροδοτήσεως. Δυναμικά δημιουργούνται από κάθε μεριά
της κινητικής πλάκας και κινούμενα προς απομάκρυνση κι από τις 2
κατευθύνσεις κατά μήκος της μυϊκής ίνας, αρχίζουν την σύσπαση
του μυός.
• Κάθε τελική πλάκα έχει 15-40 εκατομμύρια νικοτινικούς υποδοχείς
Ach. Κάθε νευρική ώση ελευθερώνει 60 Ach κυστίδια και κάθε
κυστίδιο έχει 10.000 μόρια Ach. Αυτό το ποσό είναι αρκετό για
να διεγείρει 10 φορές τον αριθμό των υποδοχέων ώστε να δώσουν
ένα «φούλ» δυναμικό τελικής κινητικής πλάκας.
• *Το δηλητήριο κουράριο ανταγωνίζεται την Ach για δέσμευση στο
νικοτινικό υποδοχέα (βέλη των ιθαγενών!)
70

Γεγονότα κατά την μεταβίβαση 3/4


• Μικρά ποσά «quanta» «πακέτα» Ach χύνονται τυχαία κατά
την ηρεμία από την νευρική μεμβράνη και καθένα quantum
δημιουργεί μία μικρή εκπολωτική αιχμή, την «μινιατούρα
του δυναμικού της τελικής πλάκας».
• Το μέγεθος των εκκρινομένων κατά την ηρεμία «quantum»
ποικίλλει ανάλογα με την συγκέντρωση Ca++ και αντιστρόφως
ανάλογα των ιόντων Mg++.

71
Γεγονότα κατά την μεταβίβαση 4/4

• Όταν η νευρική ώση έλθει, η Ach που εκκρίνεται είναι πολύ


μεγαλύτερη και καταλήγει στο φυσιολογικό δυναμικό της
τελικής κινητικής πλάκας.

72

Δυναμικό μέσω ενώσεων κενού

“Single unit smooth muscle1”, από Boumphreyfr διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0

73
Μυασθένεια (Myasthenia Gravis)
Σοβαρή και μπορεί και θανατηφόρος ασθένεια της τελικής
κινητικής πλάκας.
Κατά αυτήν, είναι τώρα γνωστό ότι κυκλοφορούν αντισώματα
κατά των νικοτινικών υποδοχέων της Ach στην τελική κινητική
πλάκα.
Αυτά, είτε καταστρέφουν, είτε δεσμεύουν τους υποδοχείς κι η
μυϊκή μεμβράνη τους παίρνει με ενδοκυττάρωση.
Γιατί δημιουργούνται τα αντισώματα είναι άγνωστο.

74

Τύποι μυών (Ι και ΙΙ)


ΤΥΠΟΣ Ι ΤΥΠΟΣ ΙΙ
Αργοί ή Ερυθροί Γρήγοροι ή Λευκοί
Οξειδωτικοί Γλυκολυτικοί
Ισοένζυμα Αργά Γρήγορα
μυοσίνης
Άντληση Ca++ από Μέτρια Μεγάλη
σαρκοπλασματικό
δίκτυο
Διάμετρος Μέτρια Μεγάλη
Ικανότητα Μέτρια Μεγάλη
γλυκόλυσης
Οξειδωτική Μεγάλη Μικρή
ικανότητα
75
Ο μυϊκός τόνος και το τενόντιο
αντανακλαστικό 1/2
• Κάθε φυσιολογικός εν ζωή μυς, ακόμη κι αν είναι τελείως σε
χαλάρωση (ηρεμία), έχει ακόμη ένα μικρό ποσό τάσης.
• Μυϊκός τόνος: Είναι «το μικρό ποσό τάσης» που γίνεται
αισθητό όταν ψηλαφάτε ένα τελείως χαλαρό μυ. Αυτός ο μυς
δεν θα είναι τελείως χαλαρός όπως ενός νεκρού ατόμου.

76

Ο μυϊκός τόνος και το τενόντιο


αντανακλαστικό 2/2
• Μυϊκός τόνος είναι επίσης «η ελάχιστη αντίσταση» που
αισθανόμαστε όταν ο μυς κινείται παθητικά.
• Οι μύες του σώματος χάνουν τον τόνο τους όταν το άτομο
είναι αναισθητοποιημένο. Τότε γίνονται τελείως χαλαροί.

77
Πώς παράγεται ο Μυϊκός Τόνος 1/2
Ο μυϊκός τόνος διατηρείται με αντανακλαστική ενέργεια του
νευρικού συστήματος. Εξαρτάται από το αντανακλαστικό τόξο
τάσης (reflex stretch arc).
• Όταν ένας μυς διατείνεται, οι μυϊκοί άτρακτοι (που είναι υποδοχείς
που επικάθονται παράλληλα με τις μυϊκές ίνες) διεγείρονται.
Στέλνουν ώσεις «θέσης» που φτάνουν μέσω αισθητικών νευρώνων
στα οπίσθια κέρατα (οπίσθια ρίζα) της ΣΣ, μετά δε φτάνουν στα
πρόσθια κέρατα (κύτταρα) και δημιουργούν σύναψη μαζί τους.
Κινητικές εντολές αρχίζουν από τα πρόσθια κέρατα και μέσω
(προσθίων ριζών) φτάνουν στο μυ και δημιουργούν το μυϊκό τόνο.
• Έτσι: 1) ένας μυς χάνει τον τόνο του, εάν οι πρόσθιες ρίζες κοπούν ή
2) επίσης εάν οι οπίσθιες ρίζες κοπούν.

78

Πώς παράγεται ο Μυϊκός Τόνος 2/2


• Άρα το αντανακλαστικό τόξο που είναι υπεύθυνο για τον μυϊκό τόνο
αποτελείται από:
1. Μυϊκή άτρακτο (μυς) και τενόντια άτρακτο (τένων).
2. Αισθητικό νευρώνα από τον μυ και τένοντα στην ΣΣ μέσω οπισθίας
ρίζας.
3. Κινητικό νευρώνα από ΣΣ στον μυ μέσω πρόσθιας ρίζας στο
αντανακλαστικό. Ο αισθητικός και ο κινητικός νευρώνας
συνάπτονται μεταξύ τους χωρίς ενδιάμεσο νευρώνα μεταξύ τους.
 Εάν χτυπήσουμε την τενόντια άτρακτο με ένα νευρολογικό σφυράκι,
η ανιχνευόμενη σύσπαση (και άρα κίνηση του ανάλογου μυός)
δημιουργεί το τενόντιο αντανακλαστικό π.χ. πλήξη του αχίλλειου
τένοντα δημιουργεί έκταση του ποδός (αχίλλειο αντανακλαστικό).
79
Παράλυση των μυών 1/3
• Παράλυση είναι η ανικανότητα των μυών να
χρησιμοποιηθούν σωστά.
• Στον κινητικό φλοιό του εγκεφάλου (κινητική περιοχή 4 ή
πρόσθια κεντρική έλικα) αναπαριστώνται «κινήσεις και όχι
μύες». Βλάβες των πυραμιδικών δεματίων οδηγούν σε
παράλυση «κινήσεων» παρότι οι μύες αυτοί καθαυτοί δεν
είναι παράλυτοι και αντανακλαστικά μπορούν να
συσπασθούν.

80

Παράλυση των μυών 2/3


• Αυτή είναι η βασική διαφορά μεταξύ των βλαβών του
πυραμιδικού δεματίου (που ονομάζεται βλάβη του άνω
κινητικού νευρώνα) και βλαβών των προσθίων κεράτων του
Ν.Μ. ή των αξόνων των νευρώνων που αρχίζουν στα πρόσθια
κέρατα (που καλούνται βλάβες του κατώτερου κινητικού
νευρώνα). Σε βλάβες του κατώτερου κινητικού νευρώνα οι
μύες αυτοί καθαυτοί είναι σε παράλυση και δεν μπορούν να
συσπασθούν. (Αυτό συμβαίνει διότι ο σκελετικός μυς είναι
ολοκληρωτικά εξαρτημένος στο κινητικό του νεύρο και δεν θα
συσπασθεί ούτε ηθελημένα ούτε αντανακλαστικά εάν το
κινητικό νεύρο κοπεί).

81
Παράλυση των μυών 3/3
• Παράλυση μπορεί να οφείλεται σε 2 κύριες αιτίες:
1. Η παράλυση μπορεί να οφείλεται στο ότι κινητικά ερεθίσματα δεν
φτάνουν στο μυ (καταστροφή προσθίων κεράτων). Ο μυς τώρα
δεν έχει ούτε τόνο ούτε αντανακλαστικό. Ο μυς γίνεται χαλαρός
και δεν κινείται ηθελημένα και μέσα σε μερικές εβδομάδες,
ατροφεί. Αυτό καλείται χαλαρά παράλυση ή βλάβη του
κατώτερου κινητικού νευρώνα.
2. Η παράλυση οφείλεται στο ότι ο μυς έχει πάρα πολύ τόνο και
έτσι γίνεται σκληρός και άκαμπτος, έτσι ώστε να μην μπορεί να
κινηθεί εύκολα. Αυτό καλείται σπαστική παράλυση ή βλάβη του
ανώτερου κινητικού νευρώνα.

82

Χαλαρά παράλυση των μυών


I. Χαλαρά παράλυση ή βλάβη του κατωτέρου κινητικού νευρώνα.
• Λόγω της απόλυτης εξάρτησης του μυός στο κινητικό του νεύρο
καταστροφή των προσθίων κεράτων ή ριζών, σταματά την
ηθελημένη και αντανακλαστική απάντηση του μυός.
• Δεν υπάρχει στο μυ ούτε τόνος ούτε αντανακλαστικά.
• Ο μυς γίνεται χαλαρός.
• Μέσα σε λίγες εβδομάδες ατροφεί.
• Οι μύες που ατροφούν, δείχνουν ινιδώσεις (λεπτές συσπάσεις
απομονωμένων ινών στην κορυφή των μυών).

83
Σπαστική παράλυση των μυών
II. Σπαστική παράλυση ή βλάβη του ανώτερου κινητικού νευρώνα.
• Μια βλάβη που καταστρέφει τα κατερχόμενα δεμάτια εμποδίζει τα
ηθελημένα κινητικά ερεθίσματα να φθάσουν τα πρόσθια κέρατα και
οδηγεί σε παράλυση των μυών που νευρώνονται από αυτά.
• Εάν η βλάβη είναι ξαφνική, τότε τα τενόντια αντανακλαστικά
ελαττώνονται, αλλά μετά λίγες μέρες ή εβδομάδες, αυτά τα
αντανακλαστικά επανέρχονται πιο δραστήρια από πριν. Επίσης ο
τόνος αυξάνεται. Ο αυξημένος τόνος είναι πιο εμφανής στους
καμπτήρες των χεριών και τους εκτείνοντες μυς των ποδιών. Έχει
επίσης αυξηθεί η αντίσταση του μυός στις παθητικές κινήσεις, αλλά
αυτή η αντίσταση είναι πιο έκδηλη στην αρχή της κίνησης. Στην
βλάβη αυτή τα αντανακλαστικά αυξάνονται και οι μύες λέγονται
σπαστικοί.
84

Καρδιακός μυς
• Οι γραμμώσεις είναι παρεμφερείς με τον σκελετικό μυ και υπάρχουν
γραμμές Ζ. Οι μυϊκές ίνες διακλαδίζονται και ενώνονται αλλά κάθε
μία περιβάλλεται από μία κυτταρική μεμβράνη. Όπου τελειώνει η
μία και αρχίζει η άλλη, οι κυτταρικές μεμβράνες διατίθενται
παράλληλα με πολλές πτυχές. Αυτό συμβαίνει στις Ζ γραμμές .
• Είναι μια έντονη ένωση ινών (gap junctions) που προσφέρει στις ίνες
διακυτταρική συνάφεια ώστε το τράβηγμα σε μία συσπαστική
μονάδα να μεταδίδεται στην επομένη.
• Οι ενώσεις (gap junctions) είναι στην ουσία γέφυρες χαμηλής
αντίστασης ώστε η διέγερση να μεταδίδεται από την μία ίνα στην
άλλη.
• Αυτές βοηθούν τις ίνες του καρδιακού μυός να λειτουργούν σαν
συγκύτιο.
• Στον καρδιακό μυ το σύστημα των σωληνίσκων Τ είναι στις γραμμές
Ζ και όχι στην Α-Ι ένωση όπως στους σκελετικούς. 85
Ηλεκτρικές ιδιότητες του καρδιακού μυός 1/2
Δυναμικό ηρεμίας και Δυναμικό ενέργειας
• Στο καρδιακό μυ το δυναμικό ηρεμίας είναι  - 90 mV. Η
διέγερση οδηγεί σε δυναμικό ενέργειας που οδηγεί στην
σύσπαση. Η εκπόλωση γίνεται γρήγορα, αλλά υπάρχει ένα
πλατώ (plateau) πριν η μεμβράνη επανέλθει εν ηρεμία.
• Η εκπόλωση διαρκεί 2 ms, το πλατώ 200 ms ή και
περισσότερο.
• Έτσι η επαναπόλωση δεν τελειοποιείται πριν γίνει η μισή
συστολή.

86

Ηλεκτρικές ιδιότητες του καρδιακού μυός 2/2


• Η γρήγορη εκπόλωση όπως και στα νευρικά κύτταρα και τα
σκελετικά 4 μυϊκά οφείλεται στο άνοιγμα καναλιών Να+ και είσοδο
Να+. Η γρήγορη επαναπόλωση οφείλεται στο κλείσιμο καναλιών
Να+ και είσοδο Cl-.
• To πλατώ οφείλεται σε πιο αργό αλλά παρατεταμένο άνοιγμα των
καναλιών Ca++. H δεύτερη (τελική/γρήγορη) επαναπόλωση
οφείλεται στο κλείσιμο των καναλιών Ca++ και στην δίοδο Κ+ μέσω
καναλιών Κ+.
• Έτσι επανέρχεται το δυναμικό ενέργειας στην βασική γραμμή.
Υπάρχουν 8 είδη καναλιών Κ+ στην καρδιά.
• Στην καρδιά ο χρόνος επαναπόλωσης ελαττώνεται όσο αυξάνεται η
καρδιακή συχνότητα. Το δυναμικό ενέργειας διαρκεί 0.25΄΄ όταν ο
ρυθμός 75/min, αλλά 0.15΄΄ όταν ο ρυθμός είναι 200/min.
87
Δυναμικό ηρεμίας και δυναμικό
ενέργειας 1/2
Στον καρδιακό μυ το δυναμικό ηρεμίας είναι ≈ -90mV. Η διέγερση
οδηγεί σε δυναμικό ενέργειας που οδηγεί στη σύσπαση.
• Η εκπόλωση γίνεται γρήγορα, αλλά υπάρχει ένα πλατώ (plateau)
πριν η μεμβράνη επανέλθει εν ηρεμία. Η εκπόλωση ( 0 ) διαρκεί
200 ms ή και περισσότερο. Έτσι η επαναπόλωση δεν τελειοποιείται
πριν γίνει η μισή συστολή.
• Η γρήγορη εκπόλωση ( 0 ) όπως και στο νευρικά κύτταρα και τα
σκελετικά – μυϊκά οφείλεται στο άνοιγμα καναλιών Na+ και είσοδο
Na+.
• Η γρήγορη εκπόλωση (αρχική) (1) οφείλεται στο κλείσιμο καναλιών
Na+ και είσοδο Cl- .

88

Δυναμικό ηρεμίας και δυναμικό


ενέργειας 2/2
• Το πλατώ (2) οφείλεται σε πιο αργό αλλά παρατεταμένο
άνοιγμα των καναλιών Ca++ . Η δεύτερη (πηγή / γρήγορη)
επαναπόλωση (3) οφείλεται στο κλείσιμο των καναλιών Ca ++
και στην δίοδο Κ+ μέσω καναλιών Κ+. Έτσι επανέρχεται το
δυναμικό ενεργείας στην βασική γραμμή. Υπάρχουν 8 είδη
καναλιών Κ+ στην καρδιά.
• Στην καρδιά ο χρόνος επαναπόλωσης όσο η καρδιακή
συχνότητα. Το δυναμικό ενέργειας διαρκεί 0.25 ‘’ όταν ο
ρυθμός είναι 75/min αλλά, 0.15’’ όταν ο ρυθμός είναι 200/
min.

89
Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 1/2
• Η σύσπαση του καρδιακού μυός αρχίζει αμέσως μετά την
αρχή εκπόλωσης και διαρκεί περίπου όσο και το δυναμικό
ενέργειας. Το Ca++ στην διέγερση - συστολή παίζει
παρεμφερή ρόλο όπως στον σκελετικό μυ.
• Από 0-2 και περίπου μέχρι το 1/3 3 (μέχρι δηλαδή η
μεμβράνη να φτάσει στο - 50 mV κατά την επαναπόλωση) ο
καρδιακός μυς δεν μπορεί να επαναδιεγερθεί (απόλυτος
ανερέθιστος περίοδος). Παραμένει όμως σχετικά
ανερέθιστος μέχρι 4.

90

Μηχανική απάντηση καρδιακού μυός 2/2


• Έτσι τετανική συστολή δεν φαίνεται στον καρδιακό μυ όπως
φαίνεται στον σκελετικό, θα ήταν άλλωστε θανατηφόρος. Το
ότι δεν δείχνει τετανική συστολή είναι δικλείδα ασφάλειας.
Ο μυς όμως των κοιλιών είναι ευαίσθητος στο τέλος του
δυναμικού ηρεμίας και διέγερση σε αυτό τον χρόνο μερικές
φορές οδηγεί σε κοιλιακή μαρμαρυγή.
 *Ο καρδιακός μυς έχει γενικά χαμηλή δραστηριότητα
ΑΤΡάσης, και οι ίνες του είναι εξαρτημένες στην συνεχή
προσφορά.

91
Σχέση μεταξύ μήκους της ίνας και τάσης 1/2
• Η σχέση μεταξύ αρχικού μήκους ίνας και ολικής τάσης του
καρδιακού μυός μοιάζει με εκείνη του σκελετικού. Υπάρχει ένα
μήκος ηρεμίας πάνω στο οποίο η τάση χτίζεται μέχρι το μέγιστο. Στο
σώμα, το αρχικό μήκος των ινών καθορίζεται από το βαθμό
πλήρωσης της καρδιάς κατά την διαστολή και η πίεση στην κοιλία
είναι ανάλογη της όλης αναπτυσσόμενης τάσης (Νόμος Starling της
καρδιάς). Έτσι η αναπτυσσόμενη τάση αυξάνεται καθώς
ελαττώνεται ο όγκος της διαστολής μέχρις ενός μεγίστου σημείου.
Η ελάττωση όμως της τάσης που αναπτύχθηκε δεν οφείλεται σε
ελάττωση των αριθμών γεφυρών ακτίνης-μυοσίνης όπως στους
σκελετικούς μυς. Η ελάττωση της τάσης οφείλεται στην αρχή της
«disruption» των καρδιακών ινών.

92

Σχέση μεταξύ μήκους της ίνας και τάσης 2/2


• *Η δύναμη της συστολής του καρδιακού μυός αυξάνεται από
τις κατεχολαμίνες (θετική ινότροπος δράση - β1
αδρενεργικοί υποδοχείς (c-AMP) . Το CAMP που παράγεται
διεγείρει την πρωτεϊνική κινάση Α, φωσφορυλιώνονται τα
κανάλια Ca++ και τα κανάλια παραμένουν για μακρότερο
χρόνο ανοιχτά.

93
Ειδικά σημεία στον καρδιακό μυ 1/2
*Οι διγιτοξίνες (Digoxin) δρουν στις καρδιακές συστολές
εμποδίζοντας την Να+Κ+ΑΤΡάση στις κυτταρικές μεμβράνες
(αυξάνεται το ενδοκυτταρικό Να+ και ελαττώνεται το πρανές
Να+ μεταξύ μεμβρανών, το ενδοκυττάριο Ca++ αυξάνεται και
έτσι αυξάνεται και η δύναμη συστολής του καρδιακού μυός).

94

Ειδικά σημεία στον καρδιακό μυ 2/2


• *Η καρδιά έχει άφθονο αίμα (Ο2)
• άφθονα μιτοχόνδρια (ενέργεια)
• άφθονη μυοσφαιρίνη (αποθηκεύει Ο2)
• < 1% της ενέργειας στον καρδιακό μυ γίνεται αναερόβια.
• Ο καρδιακός μυς παίρνει: 35% της ενέργειας από υδατάνθρακες
5% της ενέργειας από κετόνες και αμινοξέα
60% της ενέργειας από λίπος
• Με λήψη υδατανθράκων περισσότερο γαλακτικό και πυρουβικό.
• Κατά την νηστεία περισσότερες λιπαρές ουσίες χρησιμοποιούνται.
• Οι κυριότερες χρησιμοποιούμενες λιπαρές ουσίες είναι τα ελεύθερα
λιπαρά οξέα (50%).

95
Λείος μυς 1/2
Ο λείος μυς ανατομικά, διακρίνεται από τον σκελετικό και
καρδιακό μυ διότι δεν έχει ορατές γραμμώσεις.
• Η ακτίνη και η μυοσίνη ΙΙ βρίσκονται και γλιστρούν η μια
πάνω στην άλλη για συστολή. Εν τούτοις δεν είναι
τοποθετημένες σε κανονικά διαστήματα όπως στον
σκελετικό και καρδιακό και οι γραμμώσεις για αυτό λείπουν.
• Οι λείοι μύες έχουν τροπομυοσίνη αλλά απουσιάζει η
τροπονίνη.
• Το σαρκοπλασματικό δίκτυο υπάρχει αλλά δεν είναι καλά
ανεπτυγμένο.

96

Λείος μυς 2/2

• Γενικά οι λείοι μύες έχουν λίγα μιτοχόνδρια κι εξαρτώνται


κατά πολύ στην γλυκόλυση για τις μεταβολικές τους ανάγκες.

97
Τύποι λείων μυών
Υπάρχει ποικιλία στη δομή και λειτουργία των λείων μυών
στο σώμα.
• Γενικά, ο λείος μυς διακρίνεται στον: 1) σπλαχνικό λείο μυ,
και 2) στην διακριτή κινητική μονάδα.
• Ο σπλαχνικός μυς βρίσκεται σε φαρδιές δέσμες (στοιβάδες),
έχει χαμηλής αντίστασης γέφυρες μεταξύ κυττάρων και
λειτουργεί συγκυτιακά (οι γέφυρες όπως στον καρδιακό είναι
ενώσεις χάσματος-gap junctions).
• O τύπος αυτός μυός, τυπικά βρίσκεται στα κοίλα σπλάχνα
(γαστρεντερικό, ουρητήρες, μήτρα).

98

Διάκριτη κινητική μονάδα


• Η διάκριτη κινητική μονάδα γίνεται από μονάδες χωρίς
διασυνδετικές γέφυρες π.χ. ίριδα του ματιού, όπου λεπτές
συσπάσεις συμβαίνουν.

• Δεν βρίσκεται υπό τον έλεγχο της βούλησης / Μοιάζει όμως


με σκελετικό τύπο μυός.

99
Σπλαχνικός λείος μυς (ΣΛΜ) 1/2
Χαρακτηρίζεται από:
1. Αστάθεια του δυναμικού μεμβράνης και από το ότι δείχνει
2. Συνεχείς ακανόνιστες συσπάσεις ανεξάρτητα της νεύρωσης. Αυτό
διατηρείται από μία μερική συστολή (τόνος).
• Το δυναμικό μεμβράνης δεν έχει αληθές δυναμικό ηρεμίας, το
οποίο είναι σχετικά χαμηλό όταν δραστηριοποιείται ο μυς ενώ
αυξάνεται όταν είναι ήρεμος. Πάνω από το δυναμικό ηρεμίας,
επιβάλλονται δυναμικά κύματα (ολίγων mVolt) καθώς και αιχμές.
• Επίσης δυναμικά από ποικίλες βηματοδοτικές εστίες μπορεί να
συμβούν, εστίες που μπορεί να αλλάζουν θέση μέσα στο χρόνο.

100

Σπλαχνικός λείος μυς (ΣΛΜ) 2/2


• Λόγω των ανωτέρω δύσκολα διαχωρίζονται τα ηλεκτρικά και
μηχανικά συμβάντα σε αυτούς τους μύες. Συνήθως η
διέγερση - συστολή στον σπλαχνικό μυ είναι πολύ βραδεία
διαδικασία σε σχέση με τον γραμμωτό σκελετικό ή καρδιακό
μυ. Το Ca++ εμπλέκεται και στην συστολή του ΣΛΜ, αλλά
επειδή ο ΣΛΜ δεν έχει καλά ανεπτυγμένο σαρκοπλασματικό
δίκτυο, η συστολή γίνεται τη βοήθεια Ca++ που εισέρχεται στο
κύτταρο πρωταρχικά από το εξωκυττάριο υγρό.

101
Μοριακή βάση συστολής λείου μυός 1/4
• Το Ca++ εδώ, δεσμεύει μια πρωτεΐνη, την καλμοδουλίνη και το
σύμπλεγμα διεγείρει την εξαρτοποιημένη από την καλμοδουλίνη
κινάση των ελαφρών αλύσεων της μυοσίνης που καταλύει την
φωσφορυλίωση της μυοσίνης.
• Τότε η ακτίνη γλιστρά στην μυοσίνη και αυξάνεται η δράση
ΑΤΡάσης μυοσίνης και αρχίζει η συστολή. Μετά η μυοσίνη
αποφωσφορυλιώνεται από διάφορες φωσφατάσες.
• Τότε ή επέρχεται χαλάρωση ή ο ΣΛΜ παραμένει σε σύσπαση γιατί
στο ΣΛΜ υπάρχει ένας μηχανισμός («latch bridge») όπου η
αποφωσφορυλιωμένη μυοσίνη, παραμένει με ακτίνη κι αφού το
Ca++ αποσυρθεί.Με αυτό το μηχανισμό μπορεί να γίνει συνεχής
σύσπαση με λίγη ενέργεια (καλό για τα αγγεία!).

102

Μοριακή βάση συστολής λείου μυός 2/4


• Στο ΣΛΜ δηλαδή η σύσπαση είναι συχνά τονική, εν αντιθέσει
με τον καρδιακό όπου έχουμε φασική (σύσπαση/χαλάρωση).
Επίσης όταν αυξάνεται το cAMP αυξάνει την δύναμη
συστολής καρδιακού μυός, ενώ όταν ελαττώνεται το cAMP
χαλαρώνει τον ΣΛΜ διότι εμποδίζει την φωσφορυλίωση της
κινάσης των ελαφρών αλύσεων της μυοσίνης .

103
Μοριακή βάση συστολής λείου μυός 3/4
ΔΙΕΓΕΡΣΗ ΣΛΜ
• Ο ΣΛΜ είναι μοναδικός διότι αντίθετα με τους άλλους μύες
συσπάται όταν τεντώνεται απουσία εξωτερικής νεύρωσης.
Το τέντωμα ακολουθείται από ελάττωση του δυναμικού
ηρεμίας και αύξηση των συχνοτήτων αιχμών και γενική
αύξηση του τόνου. Εάν δοθεί Α/ΝΑ σε μία σπλαχνική μυϊκή
λεία ίνα τότε αυξάνεται το δυναμικό ηρεμίας, ελαττώνονται
οι αιχμές και ο μυς χαλαρώνει. Άρα διέγερση των
νοραδρενεργικών νευρώνων κάνει ανασταλτικά δυναμικά
(α+β υποδοχείς) (α: μέσω cAMP και ελάττωση του ποσού
δέσμευσης του ενδοκυτταρίου Ca++ και β: αύξηση εξόδου
του Ca++ από κύτταρα (και οι α και οι β αναστολή της
συστολής).
104

Μοριακή βάση συστολής λείου μυός 4/4


• Η Ach έχει αντίθετη δράση: από την ΝΑ στο δυναμικό ηρεμίας και
την συστολή, Δηλ. ελαττώνει το δυναμικό ηρεμίας και αυξάνει τις
αιχμές και άρα δραστηριοποιείται ο μυς, αυξάνει η τονική τάση,
αυξάνουν οι ρυθμικές συστολές. Γίνεται δε αύξηση
ενδοκυτταρίου Ca++.
• Οι ΣΛΜ έχουν 2 τύπους νεύρωσης μέσω του αυτόνομου νευρικού
συστήματος. Διέγερση του ενός τύπου αυξάνει την δραστηριότητα
και διέγερση του άλλου την ελαττώνει.
• Η διακριτή κινητική Μονάδα (ΔΚΜ) σε αντίθεση με τον ΣΛΜ δεν
είναι συγκυτιακή και οι συστολές δεν μεταδίδονται ευρέως μέσω
αυτής.

105
Η διακριτή κινητική Μονάδα (ΔΚΜ) 1/2
• Σε αντίθεση με τον ΣΛΜ δεν είναι συγκυτιακή και οι
συστολές δεν μεταδίδονται ευρέως μέσω αυτής.
• Για αυτό, οι συστολές της Δ.Κ.Μ. είναι πιο λεπτές,
διακριτικές και επιτόπιες. Όπως όμως η ΣΛΜ έτσι και η
Δ.Κ.Π. είναι ευαίσθητη στις χημικές ουσίες και φυσιολογικά
διεγείρεται από Ach/NA.
• Η ΝΑ τείνει να επιμένει και να προκαλεί πυροδοτήσεις
επανειλημμένες στην Δ.Κ.Μ. παρά ένα μοναχικό δυναμικό
ενέργειας. Έτσι, η απάντηση της Δ.Κ.Μ. είναι συχνά ανώμαλα
τετανική παρά μια απομονωμένη συστολή.

106

Η διακριτή κινητική Μονάδα (ΔΚΜ) 2/2

• Πάντως σε σχέση με το ΣΛΜ, οι ΔΚΜ κάνουν γρηγορότερες


συστολές, η κάθε δε μία λειτουργεί ανεξάρτητα και συχνά
νευρώνεται από μία νευρική απόληξη.

• Οι ΔΚΜ στο σώμα είναι πολύ λιγότερες από ότι οι ΣΛΜ.

107
Βηματοδότες 1/2
• Η καρδιά συνεχίζει να χτυπά ακόμη κι αν αφαιρεθούν όλα της
τα νεύρα! Διότι μέσα στον καρδιακό μυ υπάρχουν
εξειδικευμένοι βηματοδότες που μπορούν να αρχίζουν
επαναληπτικά δυναμικά ενέργειας.
• Ο ιστός των βηματοδοτών δημιουργεί το σύστημα αγωγής
που φυσιολογικά μεταδίδουν τις διεγέρσεις στην καρδιά.

108

Βηματοδότες 2/2
• Αυτοματία = φλεβόκομβος 72 /min (βηματοδότης),
κολποκοιλιακός κόμβος,
δεμάτιο His (Δ+Α),
σύστημα ινών Purkinje.
• O φλεβόκομβος είναι ο φυσιολογικός καρδιακός βηματοδότης
και η συχνότητά του ρυθμίζει την καρδιακή συχνότητα.
• Οι διεγέρσεις του φλεβόκομβου περνούν από τον κόλπο στον
κολποκοιλιακό κόμβο και μέσω αυτού στο δεμάτιο His και μέσω
αυτού (μέσω δηλ. δεματίων His) στο σύστημα ινών Purkinje και στο
κοιλιακό σύστημα της καρδιάς.

109
Ενότητα 19: Απεκκριτικό (Ουροποιητικό) σύστημα-νεφροί

Ουροποιητικό σύστημα
1. Human urinary system:
2. Kidney,
3. Renal pelvis,
4. Ureter,
5. Urinary bladder,
6. Urethra. (Left side with frontal section)
7. Adrenal gland
Vessels:
8. Renal artery and vein,
9. Inferior vena cava,
10. Abdominal aorta,
11. Common iliac artery and vein
With transparency:
12. Liver,
13. Large intestine,
14. Pelvis

1
“Urinary system”, από Jmarchn διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Σχηματική παράσταση της πορείας των ουρητήρων
και της σχέσης των οργάνων του ουροποιητικού με
τα μεγάλα αγγεία της κοιλιάς.

“Illu urinary system el”, από Badseed


2
διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

Το ουροποιητικό σύστημα 1/2


• Το ουροποιητικό σύστημα του ανθρώπου αποτελείται από
τους νεφρούς, τους ουρητήρες, την ουροδόχο κύστη και
την ουρήθρα. Σκοπός του συστήματος αυτού είναι η παραγωγή και
η αποβολή των ούρων και παράλληλα άχρηστων συστατικών που
παράγονται στον οργανισμό από τις καύσεις, καθώς και η
διατήρηση του ισοζυγίου του νερού και των ηλεκτρολυτών στο
ανθρώπινο σώμα.
• Το κύριο όργανο του ουροποιητικού είναι ο νεφρός. Έχουμε δύο
νεφρούς στο σώμα μας, έναν αριστερό κι ένα δεξιό που σκοπός
τους είναι η παραγωγή των ούρων. Τα υπόλοιπα όργανα του
συστήματος χρησιμεύουν στην αποβολή των ούρων που
καλούνται και αποχετευτικά όργανα του ουροποιητικού
συστήματος.

3
Το ουροποιητικό σύστημα 2/2
• Άρα, στο ουροποιητικό σύστημα του ανθρώπου διακρίνουμε δύο
οργανικές ενότητες: τα όργανα παραγωγής των ούρων (νεφροί),
και τα όργανα αποχέτευσης των ούρων (νεφρικοί κάλυκες,
νεφρική πύελος, ουρητήρες, ουροδόχος κύστη και ουρήθρα.
• Όλα τα όργανα του ουροποιητικού συστήματος
είναι εξωπεριτοναϊκά. Οι νεφροί με τους νεφρικούς κάλυκες και τη
νεφρική πύελο (μία για κάθε νεφρό) και οι ουρητήρες (ένας από
κάθε νεφρό), βρίσκονται στον οπισθοπεριτοναϊκό χώρο, στο
οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα. Οι τελικές μοίρες των ουρητήρων
κατεβαίνουν στη μικρή πύελο και καταλήγουν στην ουροδόχο
κύστη στον υποπεριτοναϊκό χώρο.

Ουρητήρες 1/2
• Οι δύο ουρητήρες μεταφέρουν τα ούρα από τους νεφρούς στην κύστη. Ο
κάθε ουρητήρας έχει μήκος 25 – 30 cm και κατεβαίνει "έρποντας" στο
οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα, επάνω στον ψοΐτη μυ, περνά στη συνέχεια
στη λεκάνη, στρέφεται προς τα μέσα και εμπρός, διασταυρώνεται με
τα λαγόνια αγγεία και καταλήγει στην ουροδόχο κύστη.
• O ουρητήρας μπαίνει στο τοίχωμα της ουροδόχου κύστης λοξά και η
πορεία του μέσα στο τοίχωμά της σχηματίζει ένα ειδικό βαλβιδικό
μηχανισμό που δεν επιτρέπει στα ούρα που έχουν περάσει μέσα στην
ουροδόχο κύστη να επιστρέψουν στον ουρητήρα. Επιστροφή ούρων
συμβαίνει μόνο σε παθολογικές καταστάσεις, λέγεται δε
κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση.
• Το τοίχωμα του ουρητήρα αποτελείται από έναν εξωτερικό ινώδη χιτώνα,
ένα μυϊκό χιτώνα αμέσως κάτω απ' τον ινώδη και προς το εσωτερικό του
από το βλεννογόνο χιτώνα που έχει μεταβατικό επιθήλιο.
5
Ουρητήρες 2/2
• Τα ούρα που παράγονται από τους νεφρούς διαρκώς, κατεβαίνουν
από τη νεφρική πύελο και τους ουρητήρες κατά κύματα.
• Η μεταφορά τους γίνεται με τη βαρύτητα αλλά και με
περισταλτικά κύματα που κάνουν τα μυϊκά τοιχώματα αυτών των
οργάνων. Συλλέγονται στην ουροδόχο κύστη, η οποία είναι κατά
κάποιο τρόπο η αποθήκη των ούρων, και αποβάλλονται με την
ούρηση από την ουρήθρα.

Ουροδόχος κύστη 1/3


• Είναι ένα κοίλο μυώδες όργανο μεταβλητών διαστάσεων (ανάλογα
με το βαθμό πλήρωσής της). Bρίσκεται στο έδαφος της μικρής
πυέλου πίσω από την ηβική σύμφυση. Είναι υποπεριτοναϊκό
όργανο. Το άνω μέρος της καλύπτεται από το περιτόναιο το οποίο
την καθηλώνει στο έδαφος της πυέλου. Στηρίζεται και με
διάφορους συνδέσμους που την συγκρατούν στο πρόσθιο τοίχωμα
της κοιλιάς.
• Πάνω από την ουροδόχο κύστη βρίσκονται οι έλικες του ειλεού,
πίσω της βρίσκονται στους άνδρες το ορθό και οι σπερματοδόχες
λήκυθοι, και στις γυναίκες βρίσκεται η μήτρα. Kάτω από την
ουροδόχο κύστη στις γυναίκες βρίσκεται ο κόλπος ενώ στους
άνδρες ο προστάτης αδένας.

7
Ουροδόχος κύστη 2/3
• Στο εσωτερικό της ουροδόχου διακρίνουμε στο επάνω μέρος τον θόλο και
κάτω το έδαφος. Στο έδαφος υπάρχει μια τρίγωνη περιοχή, με τη βάση
προς τα πίσω και την κορυφή προς τα εμπρός, η οποία λέγεται κυστικό
τρίγωνο. Στις κορυφές του κυστικού τριγώνου υπάρχουν στόμια· τα δύο
πίσω είναι τα στόμια εισόδου των ουρητήρων και το πρόσθιο (της
κορυφής του τριγώνου) είναι το στόμιο εξόδου της ουρήθρας. H
επιφάνεια του κυστικού τριγώνου είναι πάντα λεία και ομαλή ενώ στο
θόλο υπάρχουν πτυχές, όταν η κύστη είναι άδεια. Όταν γεμίσει, οι πτυχές
αυτές εξαφανίζονται, καθώς το τοίχωμα της κύστης τεντώνει.
• Το τοίχωμα της ουροδόχου κύστης αποτελείται από έναν εξωτερικό λεπτό
ινώδη ορογόνο χιτώνα, ένα μυϊκό χιτώνα από λείες μυϊκές ίνες, και τέλος,
στο εσωτερικό, από τον βλεννογόνο που έχει μεταβατικό επιθήλιο. O
μυϊκός χιτώνας σχηματίζει τον εξωστήρα μυ της κύστης ο οποίος, όταν
συσπάται, εξωθεί τα περιεχόμενα ούρα προς την ουρήθρα.
8

Ουροδόχος κύστη 3/3


• Στο στόμιο εξόδου της ουρήθρας υπάρχει ένας σφιγκτηρικός
μηχανισμός από λείες μυϊκές ίνες, του οποίου η λειτουργία είναι
ακούσια. Ένας δεύτερος σφιγκτήρας από τους μύες του περινέου,
περιφερικότερα από τον πρώτο, λειτουργεί με τη θέλησή μας.
• Κρατάμε τα ούρα στην κύστη μας μέχρι κάποιο όριο χωρίς
πρόβλημα. Όταν όμως ο όγκος των ούρων που είναι μέσα στην
ουροδόχο κύστη ξεπεράσει τα 400 cc η κύστη συσπάται κι
αρχίζουμε να νιώθουμε ένα δυσάρεστο αίσθημα. Αν
προσπαθήσουμε να κρατήσουμε τα ούρα περισσότερο, το αίσθημα
αυτό επιδεινώνεται και όταν ο όγκος των ούρων φθάσει τα 650-700
cc η κύστη συσπάται μόνη της, οι σφιγκτήρες χαλαρώνουν και
προκαλείται αυτόματη ούρηση, ανεξάρτητη από τη θέλησή μας, για
λόγους προστασίας της ακεραιότητας της ουροδόχου κύστης.
9
Ουρήθρα 1/2
• Η γυναικεία ουρήθρα
Πρόκειται για ένα ινομυώδη σωλήνα που αποτελεί την συνέχεια
της ουροδόχου κύστης. Αποτελείται από ινώδη και μυϊκό χιτώνα,
και έχει βλεννογόνο με μεταβατικό επιθήλιο. Το μήκος της είναι
βραχύ, περίπου 4 cm. Έρχεται λοξά προς τα εμπρός και κάτω και
αφού περάσει τους μύες του περινέου εκβάλλει με το έξω στόμιό
της κάτω από την κλειτορίδα, ανάμεσα στα μικρά χείλη
του αιδοίου, εμπρός από την είσοδο του κόλπου. H ουρήθρα στην
γυναίκα είναι αποκλειστικά όργανο του ουροποιητικού και
χρησιμεύει μόνο για την αποβολή των ούρων, σε αντίθεση με την
ανδρική, που χρησιμοποιείται και για την εκσπερμάτιση.

10

Ουρήθρα 2/2
• Η ανδρική ουρήθρα
Είναι παρόμοια με τη γυναικεία στην κατασκευή αλλά διαφέρει στο
μήκος, την πορεία, τις σχέσεις και τη χρησιμότητα.
Έχει μήκος 18–20 cm. Εξέρχεται από την ουροδόχο κύστη προς τα
κάτω και περνά μέσα από τον προστάτη αδένα. H πρώτη της αυτή
μοίρα λέγεται προστατική και δέχεται τις εκβολές των
εκσπερματιστικών πόρων. Στη συνέχεια στρέφεται προς τα εμπρός
και το τοίχωμά της γίνεται λεπτό. H μοίρα της αυτή λέγεται
υμενώδης. Ακολουθεί η σηραγγώδης μοίρα (μέσα στο μέσο
σηραγγώδες σώμα του πέους), η οποία είναι η μακρύτερη από όλες
τις μοίρες και είναι εύκαμπτη, με ινομυώδες τοίχωμα. Καταλήγει
στη βάλανο του πέους, σε μια διευρυμένη περιοχή που
ονομάζεται σκαφοειδής βόθρος κι από εκεί εκβάλλει με το έξω
στόμιό της στην κορυφή της βαλάνου.
11
Σχηματική παράσταση της μέσης οβελιαίας τομής της
γυναικείας πυέλου όπου απεικονίζονται οι σχέσεις των
οργάνων με την ουροδόχο κύστη.

“Gray1139”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 12

Απεικόνιση της ανδρικής ουρήθρας

13
“Gray1142”, από Dodo διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Ανατομία-Νεφροί 1/3
• Οι νεφροί είναι δύο, ένας αριστερός και ένας δεξιός. Έχουν
σχήμα κυαμοειδές και βρίσκονται στα πλάγια της σπονδυλικής στήλης, στο
ύψος των Θ12 - O3 σπονδύλων. Στηρίζονται στους μεγάλους ψοΐτες μύες,
στο οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα. Δεν είναι τελείως κατακόρυφοι αλλά οι
επιμήκεις άξονές τους συγκλίνουν προς τα επάνω. Έχουν μήκος 11–12 cm,
πλάτος 6–7 cm και πάχος 3–4 cm. Ζυγίζουν περίπου 150 γρ.
• O δεξιός νεφρός βρίσκεται λίγο χαμηλότερα από τον αριστερό γιατί πιέζεται
από το ήπαρ το οποίο βρίσκεται ακριβώς από επάνω του. Στον κάθε νεφρό
διακρίνουμε μια πρόσθια και μια οπίσθια επιφάνεια που είναι υπόκυρτες,
ένα έξω χείλος που είναι κυρτό και ένα έσω που είναι κοίλο, έναν άνω κι
έναν κάτω πόλο. Στον άνω πόλο του κάθε νεφρού βρίσκεται το
σύστοιχο επινεφρίδιο (ενδοκρινής αδένας).
• Στο έσω χείλος του νεφρού υπάρχει μια βαθειά σχισμή, η πύλη του νεφρού,
που οδηγεί στη νεφρική πύελο. Από την πύλη του νεφρού μπαίνει
η νεφρική αρτηρία (κλάδος της κοιλιακής αορτής) και εξέρχονται η νεφρική
φλέβα, τα λεμφαγγεία του νεφρού και η νεφρική πύελος με τον ουρητήρα.
14

Ανατομία-Νεφροί 2/3
• O νεφρός στηρίζεται από τα αγγεία του και από μια ινώδη
μεμβράνη, την θήκη ή νεφρική περιτονία, η οποία τον περιβάλλει
ανοιχτή στο κάτω της μέρος και, συμφυόμενη με το περιτόναιο
εμπρός και με τις περιτονίες των μυών του οπίσθιου κοιλιακού
τοιχώματος πίσω, τον καθηλώνει στο οπίσθιο κοιλιακό τοίχωμα. O
ίδιος ο νεφρός περιβάλλεται από έναν ινώδη χιτώνα που κι αυτός
συμφύεται με τη νεφρική περιτονία
• Mεταξύ νεφρικής περιτονίας και ινώδη χιτώνα υπάρχει
το περινεφρικό λίπος που σχηματίζει μια αρκετά παχιά κάψα γύρω
από το νεφρό και συμβάλλει στη στήριξη και στην προστασία του.

15
Ανατομία-Νεφροί 3/3
• Οι σχέσεις των νεφρών με τα γύρω όργανα: α) O δεξιός νεφρός
έχει επάνω και μπροστά του το ήπαρ, επάνω και πίσω
το διάφραγμα, πίσω του το δεξιό μεγάλο ψοΐτη μυ, μπροστά, κάτω
και έξω τη δεξιά κολική καμπή, μπροστά και προς τα έσω το
δωδεκαδάκτυλο και απέναντι από το έσω χείλος του την κάτω
κοίλη φλέβα. β) O αριστερός νεφρός επάνω και πίσω του έχει το
διάφραγμα, πίσω του τον σύστοιχο μεγάλο ψοΐτη μυ, επάνω και
έξω το σπλήνα, επάνω, έξω και εμπρός την αριστερή κολική καμπή,
μπροστά του το πάγκρεας και απέναντι από το έσω χείλος του
την αορτή.

16

Λειτουργίες των νεφρών


Οι δύο κύριες λειτουργίες των νεφρών είναι:
1. η αποβολή αχρήστων προϊόντων που προκύπτουν από τον
μεταβολισμό.
2. η διατήρηση του όγκου του εξωκυτταρίου υγρού και της
σύστασής του σε ηλεκτρολύτες.
• Με αυτόν τον τρόπο καθίσταται δυνατή η διατήρηση του
περιβάλλοντος κάθε κυττάρου (εσωτερικό περιβάλλον-milieu
interieur).

17
Μικροανατομία των νεφρών 1/6
• Ο νεφρός έχει δύο στρώματα ιστού ορατά με γυμνό μάτι, το φλοιό
εξωτερικά, και το μυελό εσωτερικά με τις ραβδώσεις και τα
πυραμοειδή τμήματά του. Οι κορυφές αυτών των τμημάτων
καταλήγουν στη νεφρική πύελο, όπου συλλέγονται τα ούρα πριν
μεταφερθούν στην ουροδόχο κύστη μέσω του ουρητήρα. Κάθε
νεφρός περιβάλλεται από ισχυρή εξωτερική κάψα και καλύπτεται
από συνδετικό και λιπώδη ιστό που τον προστατεύει από
κακώσεις.

18

Μικροανατομία των νεφρών 2/6


• Οι νεφροί λαμβάνουν αρκετή ποσότητα αίματος, ούτως ώστε να
μπορούν να επιτελούν τις απαιτούμενες λειτουργίες τους και
διαθέτουν περίπλοκο αγγειακό σύστημα. Καθένα από τα περίπου
ένα εκατομμύριο νεφρικά σωμάτια (νεφρικά σπειράματα) στο
νεφρικό φλοιό παίρνει αίμα από ένα προσαγωγό αρτηρίδιο που
διακλαδιζόμενο σχηματίζει ένα σφαιρικό αγγειακό σύστημα και
μετά εξέρχεται ως απαγωγό αρτηρίδιο. Το αίμα από τα απαγωγά
αρτηρίδια συγκεντρώνεται στη νεφρική φλέβα.

19
Απεικόνιση νεφρών, επινεφριδίων και
αγγείων

“Illu adrenal gland”, από Evrik διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

20

Μικροανατομία των νεφρών 3/6


• Στην κορυφή κάθε νεφρικής πυραμίδας υπάρχει μια θηλή, γεμάτη
μικρά σωληνάρια από τα οποία αναβλύζει το ούρο. Από τη βάση
της πυραμίδας προβάλλουν ακτινωτά προς τη φλοιώδη ουσία οι
μυελώδεις ακτίνες και ανάμεσά τους προβάλλουν προεξοχές της
φλοιώδους ουσίας, οι νεφρικοί στύλοι. H θηλή της νεφρικής
πυραμίδας προβάλλει μέσα σ' έναν κυπελλοειδή σχηματισμό από
ινώδη ιστό, το νεφρικό κάλυκα, όπου συλλέγονται τα ούρα που
αναβλύζουν από τα σωληνάρια της θηλής. Όλοι οι κάλυκες
εκβάλλουν με μίσχους στη νεφρική πύελο η οποία βρίσκεται στη
νεφρική κοιλία. Από εκεί τα ούρα περνούν σ' έναν ινομυώδη
σωλήνα, τον ουρητήρα , και μ' αυτόν μεταφέρονται στην
ουροδόχο κύστη.

21
Μικροανατομία των νεφρών 4/6
• O νεφρός λειτουργεί σαν ένας πολυσύνθετος σωληνοειδής αδένας
που τα σωληνάριά του παράγουν το ούρο. Η ανατομική και
λειτουργική μονάδα του νεφρού θεωρείται ο νεφρώνας, ο οποίος
αποτελείται από το νεφρικό σωμάτιο και από το ουροφόρο
σωληνάριο. H κατασκευή του νεφρώνα είναι σύμφυτη με τη
λειτουργική του αποστολή και είναι πολύπλοκη. Η λειτουργία του
νεφρώνα στηρίζεται στην αγγείωση του νεφρού.

22

Μικροανατομία των νεφρών 5/6


• Ο νεφρώνας είναι ένας μακρύς σωλήνας με δύο σπειροειδείς
περιοχές. Ανάμεσα στις δύο αυτές περιοχές παρεμβάλλεται μία
περιοχή που έχει σχήμα αγκύλης(αγκύλη του Henle). Το ένα άκρο
του νεφρώνα είναι τυφλό και σχηματίζει μία εγκόλπωση (έλυτρο
του Bowman), το οποίο περικλείει ένα σύνολο διακλαδιζόμενων
τριχοειδών, που ονομάζονται αγγειώδες σπείραμα. Το άλλο άκρο
οδηγεί σε ένα μεγαλύτερο σωλήνα, που ονομάζεται αθροιστικό
σωληνάριο και καταλήγει σε μία από τις νεφρικές πυραμίδες.

23
Μικροανατομία των νεφρών 6/6
• Η νεφρική αρτηρία εισέρχεται στο νεφρό από την πύλη και
διακλαδίζεται σε μερικούς κλάδους που κατευθύνονται προς την
περιφέρεια του οργάνου και δίνουν ευθείς κλάδους, τις
μεσολόβιες αρτηρίες του νεφρού. Αυτές, περνώντας ανάμεσα από
τους μίσχους των καλύκων, διακλαδίζονται σε μικρότερους
κλάδους που έχουν σχήμα τόξου και γι' αυτό λέγονται τοξοειδείς
αρτηρίες. Οι τοξοειδείς πηγαίνουν προς την περιφέρεια και δίνουν
μικρούς κλάδους από τους οποίους προέρχονται λεπτότατα
αρτηριακά στελέχη, τα προσαγωγά αρτηρίδια του νεφρικού
σωματίου. Αυτά τροφοδοτούν το νεφρικό σωμάτιο με αρτηριακό
αίμα που κυκλοφορεί μέσα σε ένα λεπτότατο τριχοειδικό δίκτυο με
πολλές σπείρες που ονομάζεται αγγειώδες σπείραμα ή θαυμάσιο
δίκτυο.

24

Εσωτερική διάταξη του νεφρού


1. απαγωγό αρτηρίδιο.
2. προσαγωγό αρτηρίδιο.
3. κάψα του Bowman.
4. εσπειραμένο σωληνάριο α'
τάξης.
5. τριχοειδικό δίκτυο του
απαγωγού αρτηριδίου
γύρω από την αγκύλη του
Henle.
6. εσπειραμένο σωληνάριο
β'τάξης.
7. τελικό σωληνάριο.
8. τελικά σωληνάρια άλλων
νεφρώνων.
9. αθροιστικό σωληνάριο.
10. αγκύλη του Henle.
25
“Kidney PioM”, από Piom διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0
Μέρη του νεφρού

“Kidney structure el”, από Badseed διαθέσιμο ως κοινό κτήμα

26

Λειτουργίες των νεφρώνων


Δύο είναι οι σημαντικές λειτουργίες των νεφρώνων:
• Η διήθηση του πλάσματος από το αγγειώδες σπείραμα προς το
έλυτρο του Bowman.
• Η εκλεκτική επαναρρόφηση συστατικών από τα τριχοειδή αγγεία
που περιβάλλουν τους νεφρώνες.

27
Η κάψα του Bowman με την
σπειραματική συσκευή

“Gray1130”, από Mysid διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 28

Κάψα του Bowman και ουροφόρο


σωληνάριο με φλεβικά τριχοειδή τριγύρω

“Gray1129”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα 29


Διήθηση
• Διήθηση είναι η διαδικασία διαχωρισμού συστατικών με
διαφορετικό μέγεθος, και στη συγκεκριμένη περίπτωση αφορά
μικρά μόρια και ιόντα.
• Τα τριχοειδή του αγγειώδους σπειράματος και η εσωτερική
επιφάνεια του ελύτρου του Bowman έχουν μικρούς πόρους. Το αίμα
στο αγγειώδες σπείραμα έχει υψηλή πίεση, λόγω της οποίας τα
συστατικά του πλάσματος ωθούνται προς το έλυτρο του Bowman.
• Το μίγμα των μικρών μορίων που σχηματίζεται εκεί
ονομάζεται διήθημα ή πρόουρο, το οποίο φυσιολογικά περιέχει
αμινοξέα, γλυκόζη, άλατα και ουρία διαλυμένα σε νερό. Οι
πρωτεΐνες και τα ερυθροκύτταρα, λόγω μεγέθους, παραμένουν στο
αίμα.

30

Εκλεκτική επαναρρόφηση
• Επισυμβαίνει στο πρώτο (εγγύς) σπειροειδές τμήμα του νεφρώνα
Τα απαγωγά αγγεία από το αγγειώδες σπείραμα σχηματίζουν ένα
δεύτερο δίκτυο τριχοειδών γύρω από το πρώτο σπειροειδές τμήμα
του νεφρώνα. Τα κύτταρα της εσωτερικής επιφάνειας του
νεφρώνα στην περιοχή αυτή απορροφούν χρήσιμα συστατικά από
το διήθημα όπως γλυκόζη και αμινοξέα και τα επαναφέρουν στην
κυκλοφορία του αίματος.

31
Διάγραμμα φυσιολογικών μηχανισμών
του νεφρού

32
“Physiology of Nephron”, από Madhero88 διαθέσιμο με άδεια CC BY 3.0

Μονάδα του νεφρού-Νεφρώνας


Ο νεφρός
1. Σπείραμα: μονάδα του νεφρού που διηθεί 125
rnl/min ρευστού διηθήματος από το αίμα.
2. Εγγύς εσπειραμμένα σωληνάρια: Ρυθμίζουν και
ελέγχουν την απορρόφηση της γλυκόζης, νατρίου
και άλλων ουσιών.
3. Η αγκύλη του Henle: Αυτή η περιοχή είναι
υπεύθυνη για τη συγκέντρωση και αραίωση των
ούρων με τη χρήση διαφόρων ενισχυτικών
μηχανισμών.
4. Άπω εσπειραμμένο σωληνάριο: Αυτή η περιοχή
είναι υπεύθυνη για την απορρόφηση του νερού
πίσω στο σώμα. Σχεδόν 99% του νερού (περίπου
180 Ι/μέρα) επαναρροφώνται αφήνοντας τα
doping-prevention.sp.tum.de συγκεντρωμένα ούρα στην ουροδόχο κύστη.
33
Αγκύλη του Henle
• Στην αγκύλη του Henle γίνεται ενεργητική απορρόφηση ιόντων
από το διήθημα. Αυτό διευκολύνει την επαναρρόφηση νερού στο
δεύτερο σπειροειδές τμήμα του νεφρώνα και στο αθροιστικό
σωληνάριο.

34

Απεικόνιση της αγκύλης του Henle

35
“Gray1128”, από Pngbot διαθέσιμο ως κοινό κτήμα
Άπω εσπειραμμένο και αθροιστικό
σωληνάριο-Δημιουργία των ούρων
• Το δεύτερο (άπω) εσπειραμμένο και το αθροιστικό σωληνάριο
περιβάλλονται από ένα δίκτυο τριχοειδών. Η σημαντικότερη
λειτουργία της περιοχής αυτής είναι η επαναρρόφηση ύδατος. Το
ποσό του ύδατος που επαναρροφάται εξαρτάται από την
ποσότητα ύδατος στο αίμα. Η ουρία δεν επαναρροφάται από το
διήθημα. Μετά τη διαδικασία της επαναρρόφησης τα συστατικά
που απέμειναν, δηλαδή νερό και επιβλαβείς ουσίες, αποτελούν τα
ούρα, τα οποία από το αθροιστικό σωληνάριο οδηγούνται στη
νεφρική πύελο και στη συνέχεια στους ουρητήρες και στην
ουροδόχο κύστη. Υπάρχουν και επιβλαβή συστατικά που
αποβάλλονται με τα ούρα, όπως ουρικό οξύ, ουρία, ανόργανα
άλατα, κ.α.

36

Μεταβολή της πίεσης στα αγγεία του


νεφρού
• Σε κάθε σπείραμα εισέρχεται ένα αρτηριόλιο (προσαγωγό, vas
afferens) που διακλαδίζεται σε θύσανο τριχοειδών. Αυτά
επανεννώνονται και σχηματίζουν ένα δεύτερο απαγωγό
αρτηριόλιο, το οποίο διακλαδίζεται σε ένα δεύτερο τριχοειδικό
δίκτυο που τροφοδοτεί τα σωληνάρια.
• Το προσαγωγό αρτηριόλιο είναι η έδρα της αυτορρύθμισης της
νεφρικής αιμάτωσης: όταν αυξάνεται η αρτηριακή πίεση συσπάται
αντανακλαστικά (αύξηση της αντίστασης του αγγείου) και μάλιστα
σε διαφορετικό βαθμό, έτσι ώστε η αιμάτωση να μένει τελικά
σταθερή.

37
Σπειραματική διήθηση
• Το υπερδιήθημα που εξέρχεται από τα τριχοειδή του σπειράματος,
δηλαδή το πρόουρο, έχει περάσει από τρία φίλτρα:
1. Πόροι στο τοίχωμα των ενδοθηλίων (διάμετρος 50-100nm).
2. Βασική μεμβράνη.
3. Ποδοκύτταρα του έσω πετάλου της κάψας του Bowman (διάμετρος
20-50 nm).
• Παρά την πολύπλοκη κατασκευή, η διαπερατότητα των τριχοειδών
του σπειράματος για το νερό είναι σαφώς μεγαλύτερη συγκρινόμενη
με τα περισσότερα τριχοειδή του σώματος. Τα φίλτρα αυτά είναι
επιπλέον διαπερατά για μόρια μεγέθους μέχρι 50,000 Dalton, ενώ
για άνω των 10,000 Dalton, η διέλευση δυσχεραίνεται βαθμιαία
(όσο αυξάνεται το μέγεθος). Τα λευκώματα (συνήθως άνω των
60,000 Dalton) και τα κύτταρα αδυνατούν να διέλθουν. 38

Πιέσεις που καθορίζουν τον βαθμό σπειραματικής


διήθησης GFR (glomerular filtration rate) 1/2
• Πρόκειται για τις ίδιες πιέσεις που καθορίζουν την διήθηση σε
άλλα τριχοειδή. Για τις πιέσεις που επικρατούν στην κάψα του
Bowman, ισχύει ότι το συνολικό Peff ισούται με :
Peff=Pk-Pbow-Pn (1)
• Στο αρχικό τμήμα του τριχοειδούς, η τριχοειδική πίεση, Pk είναι
περίπου 50 mmHg, η πίεση μέσα στην κάψα του Bowman
(Pb=ιστική πίεση) είναι περίπου 12 mmHg και η κολλοειδοσμωτική
πίεση του αίματος Pn είναι περίπου 20 mmHg. [Εντός της κάψας
του Bowman, η κολλοειδοσμωτική πίεση ισούται με το 0 επειδή
δεν υπάρχουν λευκώματα].
• Έτσι,
Peff=(50-12-20) mmHg=18 mmHg στο αρχικό τμήμα.
39
Πιέσεις που καθορίζουν τον βαθμό σπειραματικής
διήθησης GFR (glomerular filtration rate) 2/2
• Κατά μήκος των τριχοειδών του σπειράματος, η Pk μειώνεται
ελαφρώς (στα 48 mmHg), ενώ η Pn αυξάνεται πολύ, λόγω της
αύξησης της συγκέντρωσης των λευκωμάτων που συνεπάγεται η
απομάκρυνση του υπερδιηθήματος. Μόλις Pn=Pk-Pbow , δηλαδή
Pn=18 mmHg, η διήθηση τερματίζεται (Peff=0), που σημαίνει ότι
επικρατεί ισορροπία διήθησης, δηλαδή δεν υπάρχει καθαρή
διήθηση.
• Συνήθως η Peff μηδενίζεται ήδη πριν το πέρας των τριχοειδών του
σπειράματος (λόγω της υψηλής διαπερατότητας των φίλτρων).

40

Εξάρτηση του GFR από την νεφρική αιμάτωση


(RBF-renal blood flow)
• Αφού στα σπειράματα επιτυγχάνεται ισορροπία στην διήθηση, ο
GFR εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την νεφρική αιμάτωση
(RBF). Άμα, δηλαδή αυξηθεί η Peff αποβάλλεται περισσότερο
υπερδιήθημα στο αρχικό τμήμα του τριχοειδούς (και έτσι
επιτυγχάνεται πιο γρήγορα ισορροπία στην διήθηση) με
αποτέλεσμα να υπάρχει ευθέως ανάλογη σχέση μεταξύ GRF και
RBF.

41
GFR versus RBF

RBF
Flow rate (mL/min)

GFR

0 50 100 150 200


Arterial blood pressure (mm Hg)

42

Τιμές του GFR, κλάσμα διήθησης GRF/RPF (RPF,


renal plasma flow, νεφρική ροή πλάσματος
• Εκτός από α)την Peff και β) την διαπερατότητα για το νερό, ο GFR
εξαρτάται και γ) από το μέγεθος της επιφάνειας διήθησης, δηλαδή
τον αριθμό των σπειραμάτων. Συνολικά προκύπτει η τιμή του GFR
γύρω στα 120ml/min ή 180l/ώρα. Περίπου ένα λίτρο αίματος ανά
λεπτό διέρχεται και από τα δύο νεφρά, δηλαδή 600 ml πλάσματος
(RPF). Από τα 600 αυτά ml διηθούνται τα 120 ml, τα 120 ml, το
κλάσμα διήθησης GFR/RPF ανέρχεται σε 20%.

43
Μέτρηση του GFR-Κάθαρση 1/2
• Για την μέτρηση του GFR χρησιμοποιείται ινουλίνη ή κρεατινίνη. Μια ουσία
θεωρείται κατάλληλη ως δείκτης για την μέτρηση του βαθμού της
σπειραματικής διήθησης GFR όταν πληροί τα παρακάτω 4 κριτήρια.
1. Ελεύθερη διήθηση στα σπειράματα.
2. Χωρίς να ακολουθεί απορρόφηση ή έκκριση στα σωληνάρια.
3. Χωρίς να μεταβολίζεται στα νεφρά.
4. Χωρίς επίδραση στην λειτουργία του νεφρού.
• Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, για μια τέτοια ουσία ισχύει ότι η συνολική
ποσότητα που καταλήγει με διήθηση στο πρόουρο, θα εμφανιστεί και στα
τελικά ούρα. Και αφού,
Ποσότητα = όγκος x συγκέντρωση
• Διατυπώνεται η σχέση μεταξύ του ρυθμού αποβολής των ούρων (Vu σε
ml/min), της συγκέντρωσης αυτής της ουσίας στο πλάσμα (p) και του GFR:
VU x U =p x GFR, άρα GFR = Vu x U/p (ml/min)
44

Μέτρηση του GFR-Κάθαρση 2/2


• Ο πολυσακχαρίτης ινουλίνη εκπληρώνει τις ανωτέρω
αναφερθείσες προϋποθέσεις και έτσι προσφέρεται για τον
καθορισμό του GFR, μετά από ενδοφλέβια έγχυση.
• Σχεδόν εξ ίσου κατάλληλη είναι μια ουσία του οργανισμού, η
κρεατινίνη, που βρίσκεται πρακτικά σε σταθερή συγκέντρωση p
στο πλάσμα (9 mg/l).

45
Ορισμός της έννοιας της κάθαρσης
• Στην εξίσωση GFR = Vu x U/p (ml/min), ο GRF (120 ml/min)
αντιστοιχεί με τον όγκο πλάσματος ο οποίος απαλλάσσεται από
την ουσία «δείκτη» (κάθαρση). Σε αυτήν την περίπτωση ο GFR
ισούται με την κάθαρση (C)
• C = Vu x U/p (ml/min)
• Αν μια ουσία, εκτός από την διήθηση επιπρόσθετα εκκρίνεται και
στα σωληνάρια, τότε αυξάνει η U και έτσι μεγαλώνει η C. Σε ουσίες
που επαναρροφώνται (πχ Na) ισχύει το αντίθετο. Σε κάθε
περίπτωση, η κάθαρση C υποδηλώνει την αριθμητική
(υπολογιστική) τιμή του όγκου του πλάσματος που απαλλάχθηκε
από μια συγκεκριμένη ουσία ανά χρονικό διάστημα.

46

Η κάθαρση του παρααμινοϊππουρικού (PAH,


paraaminohippuric acid) είναι μέτρο της RPF
• To παρααμινοϊππουρικού (PAH) διηθείται ελεύθερα και επιπλέον
εκκρίνεται στα εγγύς εσπειραμμένα σωληνάρια, έως ότου η p στο
πλάσμα πρακτικά να μηδενιστεί. Υπό αυτήν την συνθήκη, το
σύνολο του πλάσματος που διέρχεται από τα νεφρά απαλλάσσεται
από το PAH. Γι’ αυτό, η κάθαρση του PAH είναι ένα άμεσο μέτρο
της RBF, η οποία φυσιολογικά ανέρχεται στα 600 ml/min.
• Μιας και ο όρος έκκριση αναφέρεται σε ενεργητική μεταφορά με
αντλία, εάν αυξηθεί η συγκέντρωση p στο πλάσμα τελικά
επέρχεται κορεσμός και η μεταφορά διαμέσου της μεμβράνης δεν
μπορεί να αυξηθεί περαιτέρω. Αυτό σημαίνει ότι η έκκριση PAH
παραμένει σταθερή ακόμη και όταν η συγκέντρωση στο πλάσμα
αυξάνεται.

47
Κάθαρση του παρααμινοϊππουρικού (PAH)

zuniv.net

48

Παραγωγή των ούρων – Πρόουρο 1/2


• Η πρώτη φάση της παραγωγής ούρων γίνεται στα νεφρικά
σωμάτια. Εκεί ένα υδατικό διήθημα (πρόουρο) μετακινείται έξω
από το αίμα που κυκλοφορεί μέσα στο σφαιροειδές αγγειώδες
σπείραμα του νεφρικού σωματίου και μεταφέρεται στη νεφρική
κοιλότητα του ελύτρου του Bowman που συνδέεται με αυτό. Στη
συνέχεια αυτό το πρωτογενές ούρο κυκλοφορεί στα νεφρικά
σωληνάρια, που ως ελέχθη περιβάλλονται από πλέγμα πολύ
μικρών αιμοφόρων αγγείων, (τριχοειδικό δίκτυο) ώστε να είναι
δυνατή η σταθερή ανταλλαγή ουσιών μεταξύ του πρόουρου και
του αίματος (δεύτερη φάση παραγωγής ούρων). Τα αθροιστικά
σωληνάρια των νεφρικών σωματίων σχηματίζουν ένα σύστημα
σωληναρίων που μεταφέρουν ούρα στη νεφρική πύελο, από όπου
οδηγούνται μέσω του ουρητήρα στην ουροδόχο κύστη.

49
Παραγωγή των ούρων – Πρόουρο 2/2
• Τα νεφρικά σωμάτια διηθούνται και ουσίες που το σώμα είναι σε
χρήση να χρησιμοποιήσει ακόμη, όπως πρωτεΐνες και γλυκόζη. Για
να μπορέσουν αυτές οι ουσίες να παραμείνουν στο σώμα, καθώς
το πρόουρο κυκλοφορεί μέσα στα νεφρικά σωληνάρια, οι ουσίες
μετακινούνται από τα νεφρικά σωληνάρια στο δίκτυο αιμοφόρων
αγγείων που τα περιβάλλουν. Από εκείνο το σημείο και στη
συνέχεια τα ούρα δεν περιέχουν ούτε πρωτεΐνες ούτε γλυκόζη.

50

Πρόουρο 1/2
• Το πρόουρο βρίσκεται στο σωληνάριο υπό ψηλή πίεση, ενώ το
αίμα στα τριχοειδικά δίκτυα του απαγωγού αρτηριδίου που
περιβάλλουν το σωληνάριο υπό χαμηλή πίεση. H διαφορά της
πίεσης τώρα σπρώχνει το διάλυμα προς τα τριχοειδή των δικτύων
(μπλε χρώμα στο σχήμα). Το διάλυμα που περνά όμως μέσα στα
τριχοειδή δεν περιέχει ουρία, η οποία αδυνατεί να περάσει την
ειδική κατασκευή του τοιχώματος των τριχοειδών και του
σωληναρίου. Εδώ το τοίχωμα συγκρατεί την ουρία (διαλυμένη σε
μια μικρή ποσότητα νερού) μέσα στον αυλό του ουροφόρου
σωληναρίου, και επαναρροφά το μεγαλύτερο όγκο νερού από το
πρόουρο μαζί με τα χρήσιμα συστατικά, αποδίδοντάς τα πάλι στην
κυκλοφορία (δηλαδή μέσα στα τριχοειδή).

51
Πρόουρο 2/2
• Στη φάση αυτή γίνεται και ανταλλαγή ιόντων μεταξύ πρόουρου και
αίματος.
• Έτσι ταυτόχρονα με την παραγωγή των ούρων και την αποβολή της
ουρίας, διατηρείται η ισορροπία των ηλεκτρολυτών και του όγκου
των υγρών του σώματος.

52

Ολοκλήρωση της επαναρρόφησης-Ούρα


• Μετά από την ολοκλήρωση της επαναρρόφησης, τα ούρα περνούν
στο τελικό σωληνάριο κι από εκεί στο αθροιστικό. Ωστόσο, μικρές
ποσότητες νερού επαναρροφώνται και σ' αυτά τα τμήματα του
ουροφόρου σωληναρίου. Ό,τι απομένει περνά στη νεφρική θηλή
και μετά στο νεφρικό κάλυκα ο οποίος είναι η αρχή της
αποχετευτικής μοίρας του ουροποιητικού συστήματος.
• Ο κάθε νεφρός έχει περίπου ένα εκατομμύριο νεφρώνες αλλά δεν
λειτουργούν διαρκώς όλοι, παρά μόνο οι μισοί. Ωστόσο, στη
διάρκεια του 24ώρου μπαίνουν σε λειτουργία όλοι οι νεφρώνες εκ
περιτροπής.

53
Ρύθμιση αποβαλλομένων υγρών και
συστατικών
• Οι νεφροί είναι επιφορτισμένοι να διασφαλίσουν ότι το υδατικό
περιεχόμενο του αίματος παραμένει σταθερό και το αίμα δεν έχει
υπερβολικά μεγάλη συγκέντρωση ή αραίωση. Επομένως,
αποβάλλουν περισσότερο νερό στα ούρα όταν υπάρχει πολύ νερό
στο αίμα, με αποτέλεσμα το χρώμα των ούρων να είναι
ανοικτό κίτρινο. Αντίθετα, αν αποβάλλουν λίγο νερό το χρώμα των
ούρων είναι σκούρο κίτρινο. Οι νεφροί επίσης ρυθμίζουν τη
συγκέντρωση των μεταλλικών αλάτων στο σώμα. Η ομαλή
λειτουργία των νεφρών διασφαλίζει τη σταθερή συγκέντρωση των
σημαντικών μεταλλικών αλάτων στα αίμα. Εάν οι συγκεντρώσεις
μειωθούν, περισσότερα μεταλλικά άλατα μετακινούνται από τα
νεφρικά σωληνάρια στα αιμοφόρα αγγεία. Εάν οι συγκεντρώσεις
αυξηθούν, η περίσσεια αλάτων θα απομακρυνθεί με τα ούρα.
54

Το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης-
αλδοστερόνης 1/2
1. Το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης–αλδοστερόνης είναι μια
σειρά αντιδράσεων που συνεισφέρουν στη ρύθμιση της
αρτηριακής πίεσης.
2. Όταν η πίεση του αίματος πέφτει (για συστολική πίεση
<100 mmHg), τα νεφρά απελευθερώνουν ρενίνη στην κυκλοφορία
του αίματος.
3. Η ρενίνη μετατρέπει το αγγειοτενσινογόνο, μια μεγάλη πρωτεΐνη
που κυκλοφορεί στο αίμα, σε μικρότερα τμήματα. Ένα τέτοιο
τμήμα είναι η αγγειοτενσίνη Ι. Η αγγειοτενσίνη Ι, που είναι
σχετικά ανενεργής, μετατρέπεται σε μικρότερα τμήματα από το
ένζυμο ACE (ένζυμο μετατροπής της αγγειοτενσίνης). Ένα τέτοιο
τμήμα είναι η αγγειοτενσίνη ΙΙ, που είναι πολύ ενεργός.

55
Το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης-
αλδοστερόνης 2/2
4. Η αγγειοτενσίνη ΙΙ προκαλεί σύσπαση των λείων μυικών ινών των
αγγείων με αποτέλεσμα αύξηση της αρτηριακής πίεσης. Η
αγγειοτενσίνη ΙΙ προκαλεί επίσης την απελευθέρωση
αλδοστερόνης από τα επινεφρίδια.
5. Η αλδοστερόνη προκαλεί κατακράτηση νατρίου και απώλεια
καλίου από τα νεφρά. Το αυξημένο νάτριο συνεισφέρει στην
κατακράτηση ύδατος στα αγγεία και παράλληλη αύξηση της
αρτηριακής πίεσης.

56

Δράση αγγειοτενσίνης
• Συστηματική αγγειοσύσπαση.
• Κατακράτηση νατρίου και ύδατος
(διόρθωση αιτίου που προκάλεσε την έκκριση της
ρενίνης).
• Οι δράσεις της αγγειοτενσίνης ΙΙ επιτυγχάνονται μέσω
των AT1 και AT2 υποδοχέων της.

57
Τα ερεθίσματα έκκρισης και η σχέση
ρενίνης αγγιοτενσίνης

58

Το σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης

“Renin-angiotensin-aldosterone system”, από A. Rad


διαθέσιμο με άδεια CC BY-SA 3.0 59
Κύριες δράσεις αγγειοτενσίνης ΙΙ στο
νεφρό (και επινεφρίδιο)
• Άμεση αύξηση της επαναρρόφησης Na+ στο εγγύς
εσπειραμένο σωληνάριο.
• Αύξηση της έκκρισης αλδοστερόνης από τα επινεφρίδια και
αύξηση της επαναρρόφησης Na+ στα αθροιστικά σωληνάρια.
• Ρύθμιση του GFR προκαλώντας αγγειοσύσπαση στο
προσαγωγό, το απαγωγό αρτηρίδιο και στις μεσολόβιες
αρτηρίες.
• Συμμετέχει και η θρομβοξάνη Α2.

60

Αιτίες νεφρικής νόσου και ανεπάρκειας


• Τα συνηθέστερα αίτια νεφρικής ανεπάρκειας είναι ο σακχαρώδης
διαβήτης και η μη θεραπευθείσα χρόνια αρτηριακή υπέρταση.
• Και τα δύο προκαλούν νεφρική βλάβη μετά από χρόνια.
• Ακολουθούν σε συχνότητα άλλα αίτια όπως :
σπειραματονεφρίτιδες, νόσος πολυκυστικών νεφρών, χρόνια
πυελονεφρίτιδα, αποφρακτική νεφροπάθεια, κυστεοουρητηρική
παλινδρόμηση, κ.α.

61
Η νεφρική ανεπάρκεια 1/2
• Η νεφρική ανεπάρκεια διακρίνεται παραδοσιακά σε τέσσερα
στάδια ανάλογα με τον βαθμό έκπτωσης της νεφρικής λειτουργίας.
• Το τέταρτο και τελευταίο στάδιο είναι αυτό στο οποίο απαιτείται η
υποκατάσταση της νεφρικής λειτουργίας με αιμοκάθαρση ή
περιτοναϊκή κάθαρση.

62

Η νεφρική ανεπάρκεια 2/2


• Αρχικά εμφανίζονται βαθμιαία διάφορες εκδηλώσεις όπως :
1. Αύξηση στο αίμα προϊόντων του μεταβολισμού όπως ουρία,
κρεατινίνη, ουρικό οξύ κ.α. Στα αρχικά στάδια δεν έχουμε
συμπτώματα.
2. Καταβολή και αδυναμία λόγω αναιμίας.
3. Κατακράτηση υγρών έχει ως αποτέλεσμα αύξηση της πίεσης,
περιφερικά οιδήματα, ακόμα και πνευμονικό οίδημα – δύσπνοια.
4. Ανορεξία, ναυτία, έμετοι, υποθρεψία (εμφανίζονται σε σημαντικού
βαθμού αύξηση της ουρίας).
5. Λόγω έλλειψης βιταμίνης D, ορμονικών διαταραχών και
διαταραχών ασβεστίου – φωσφόρου, οι νεφροπαθείς εμφανίζουν
επίσης ειδική μορφή οστικής νόσου.
63

You might also like