You are on page 1of 11

1

Περιεχόμενα

Εισαγωγή …………………………………………………………………...……… 3

Στην ανάδυση του σύγχρονου καπιταλισμού

Μεθοδολογία, ιδεότυποι και βασικές έννοιες στον Weber ………….… 4


Τυπολογία της βεμπεριανής προσέγγισης……………….………….….. 6

Το ευρύτερο πλαίσιο …………………………………………………………...…. 7

Ο ρόλος των ιδεών……………………………..………………………………….. 8

Επίλογος ……………………………………………..…………………….….….. 10

Βιβλιογραφικές αναφορές………………………………………………….….…. 11

2
Εισαγωγή

Το έργο του Γερμανού πολυπράγμονα διανοητή Max Weber (1864-1920)


αναμφισβήτητα τον καθιστά ξεχωριστό ανάμεσα στους θεμελιωτές της σύγχρονης
κοινωνιολογίας. Γόνος εύπορου πολιτικού και αυστηρής καλβινίστριας, ο Weber έλαβε
εξαιρετική παιδεία και εξελίχθηκε ακαδημαϊκά σε πολλά επιστημονικά πεδία.
Παράλληλα, εμπέδωσε από νωρίς τον έντονο παρεμβατισμό αλλά και την
αποτελεσματικότητα του πρωσικού συστήματος που διαποτίζει τη σκέψη του. Το πρώτο
του έργο, Η Προτεσταντική Ηθική της Εργασίας & το Πνεύμα του Καπιταλισμού (ΠΗ),
αναδείχθηκε τον 20 αιώνα τέταρτο σημαντικότερο κοινωνιολογικό σύγγραμα. 1 Αυτό το
δεύτερο πιο πολυσυζητημένο μετά το Κεφάλαιο του Μαρξ έργο του Weber, είναι μία
συγκριτική έρευνα που επιχειρεί να αναλύει τη μετάβαση στον συγκεκριμένο τύπο
ορθολογικού και αυτοπειθαρχούμενου καπιταλισμού που αναδύθηκε στις εύρωστες
πόλεις της βορειοδυτικής προτεσταντικής Ευρώπης μεταξύ 16ου και 19ου αιώνα: Γιατί
αυτός ο μοναδικός τύπος καπιταλισμού αναδύθηκε μόνο εκεί και όχι αλλού; Ποιο ήταν
το πλαίσιο και οι συνθήκες της αποκλειστικής αυτής ανάδυσης; Ο Weber μέσω της περί
του πουριτανισμού θέσης του, μελετά τα στοιχεία συσχέτισης μεταξύ των μορφών της
θρησκευτικής πίστης και της πρακτικής ηθικής, τα οποία θεωρεί ότι επέδρασαν
σημαντικά στην ανατροπή της παραδοσιαρχίας, την ανάδυση του καπιταλιστικού
«πνεύματος» και τη μετάβαση από τις αστικές στις νεοτερικές καπιταλιστικές κοινωνίες
(Κονιόρδος: σ.16, Weber: σ.6).

Για να κατανοήσουμε την βεμπεριανή ανάλυση είναι απαραίτητο καταρχήν να


διασαφηνίσουμε κάποιες θεμελιακές της έννοιες, τυπολογίες και προβληματικές. Στη
συνέχεια θα επισημάνουμε τα κυριότερα χαρακτηριστικά του πλαισίου ανάδυσης του
δυτικού καπιταλισμού, από τα οποία αντλεί ο Weber την επιχειρηματολογία του,. Στο
τρίτο μέρος, με αφορμή την ΠΗ, θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε το δίλημμα της
αλληλεπίδρασης μεταξύ των ιδεών και της ανάδυσης του καπιταλισμού.

1 Με το πρώτο στην κατάταξη του 14ου Διεθνούς Συνεδρίου Κοινωνιολογίας να είναι και πάλι δικό του, το
Οικονομία και Κοινωνία (Κονιόρδος, 2002: 13).

3
Στην ανάδυση του σύγχρονου καπιταλισμού
Μεθοδολογία, ιδεότυποι και βασικές έννοιες στον Weber
Η βεμπεριανή μεθοδολογική προσέγγιση στην ΠΗ είναι αυτή της αποκλίνουσας
περίπτωσης: Ο καπιταλισμός εμφανίστηκε με διάφορες μορφές, σε παλιότερες εποχές
και διάφορους τόπους, αλλά πουθενά ή ποτέ αλλού δεν ανέπτυξε τον τόσο ιδιότυπο
χαρακτήρα που πήρε στις βορειοδυτικές ευρωπαϊκές προτεσταντικές χώρες,
παραβιάζοντας τον γενικό κανόνα της μη-ανάπτυξης. Μέσω συγκριτικής έρευνας, ο
Weber ενδιαφέρεται να ερμηνεύσει αυτήν τη δυτική καπιταλιστική παρέκκλιση
(Κονιόρδος, 2002: 13).

Η κοινωνική πραγματικότητα για τον Weber είναι εξαιρετικά περίπλοκη και


πολυπαραγοντική, τα δε άτομα και ομάδες δρουν εντός της με ιδιαίτερους και
μοναδικούς κάθε φορά τρόπους. Μία τόσο πολυσύνθετη διάδραση μεταξύ κοινωνίας και
δρώντων υποκειμένων, δεν θα μπορούσε να μελετηθεί αναλυτικά και άρτια δίχως
προσαρμοσμένα κοινωνιολογικά εργαλεία. Έτσι ο Weber χτίζει τη μεθοδολογία του με
κεντρικό εννοιολογικό ευρετικό εργαλείο τον ιδεότυπο ενός φαινομένου2. Ο ιδεότυπος
δεν είναι το πραγματικό φαινόμενο, ούτε μοντέλο ούτε η ηθική του αξιολόγηση. Είναι
ένα καθαρά διανοητικό κατασκεύασμα που αναλύει και ανασυνθέτει το υπό μελέτη
φαινόμενο στις αδρές συνιστώσες του, επιλέγοντας τα βασικότερα χαρακτηριστικά του,
αποσταγμένα και υπερτονισμένα, ώστε να φτάσει στη θεωρητική τους ουσία και να
ανιχνεύσει ευκολότερα τις όποιες αιτιάσεις (Κονιόρδος, 2002: 32). Οι ιδεότυποι
στερούνται εμπειρικής αντιστοιχίας. Ωστόσο, μπορούν να δομηθούν για οποιοδήποτε
κοινωνικό φαινόμενο εξετάζεται, όπως η Προτεσταντική Ηθική, το Πνεύμα του
Καπιταλισμού, η Γραφειοκρατία, ο Homo Economicus, η αγορά πλήρους ανταγωνισμού
κ.α. (Lallement, 2004: 234). Τα συμπεράσματα περί των αιτιακών σχέσεων των
κοινωνιολογικών φαινομένων προκύπτουν τελικά από την σύγκριση του ιδεατού τύπου
με την πραγματικότητα, μέσω διατυπωμένων υποθέσεων, αναγνωρίζοντας ωστόσο
πως οι αιτιότητες που προκύπτουν απέχουν από το να είναι απόλυτες και παραμένουν
ανοιχτές προς κρίση από επόμενους μελετητές (Κονιόρδος, 2002: 33). 3

2 Ή αλλιώς τον ιδεατό τύπο ή «ουτοπία».

3 Ο Parkin επισημαίνει εύστοχα ότι η μεθοδολογική εγκυρότητα των ιδεοτύπων εξαρτάται από την αρτιότητα ή
την προχειρότητα της αρχικής τους κατασκευής.

4
Έτσι, το (ιδεοτυπικό) πνεύμα του καπιταλισμού νοείται από τον Weber
απαλλαγμένο από την (γνώριμή μας άλλοτε και τώρα) αποικιοκρατική - ιμπεριαλιστική
εξαχρείωση, την άναρχη εκμετάλλευση ή την επιθετική κερδοσκοπία. Παρουσιάζεται
μόνο με τα τρία πρώιμα χαρακτηριστικά του, τον ορθολογισμό, την τυπικά ελεύθερη
εργασία και τη γραφειοκρατία, ως προηγούμενο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και με
τρόπο που δεν αναδύθηκε αλλού (Weber: 14-18, 45-50, 48-49). Κάθε άλλη
ανορθολογική, άναρχη, τυχοδιωκτική ή επιθετική καπιταλιστική συγκυρία, δεν εμπίπτει
στον βεμπεριανό ιδεότυπο, αφού, όπου και όταν συνέβη, φαίνεται να ανακόπηκε χωρίς
ιδιαίτερη ανάπτυξη, όχι τόσο ποσοτικά όσο ποιοτικά (Weber: 52-53).

Ο ιδεότυπος γραφειοκρατίας χαρακτηρίζεται από την ιεράρχηση των θέσεων και


τον από τα πάνω προς τα κάτω έλεγχο, την αξιολογική εισαγωγή, τον εξειδικευμένο
καταμερισμό εργασίας, την πλήρη διάκριση δημόσιου-ιδιωτικού, τη σαφήνεια κανόνων
και καθηκόντων. Εντός αυτού του απρόσωπου συστήματος, που (θεωρητικά
τουλάχιστον) επιδιώκει την αποτελεσματικότητα, η απασχόληση είναι μισθοδοτούμενη
και αποκλειστική, οι καριέρες και η ανέλιξη χτίζονται βάσει της κρίσης των παλιότερων ή
και των ατομικών προσόντων, μέσω βαθμών και προαγωγών, ενώ η έννοια του
καθήκοντος ενίοτε γίνεται αντιληπτή ως «κάλεσμα» (Κονιόρδος: 34-35).

Άλλες βεμπεριανές μεθοδολογικές έννοιες είναι το παράδοξο των μη


αναμενόμενων αποτελεσμάτων της κοινωνικής δράσης, η εκλεκτική συγγένεια μεταξύ
φαινομένων και – όπως θα δούμε αργότερα - ο εξορθολογισμός. Ο Weber αναγνωρίζει
ότι τα άτομα προσαρμόζουν τη δράση τους ανάλογα με την υποκειμενική τους αντίληψη
της κοινωνικής κατάστασης, η οποία επίσης διαρκώς μεταβάλλεται από τις ενέργειες
των δρώντων. Ένα τόσο πολυεπίπεδα πολυσύνθετο σύστημα αλλεπάλληλων
κοινωνικών διαδράσεων και υποκειμενικών αντιλήψεων, δεν μπορεί να μελετηθεί και
κατανοηθεί, παρά μόνο προσεγγιστικά4. Συχνότατα οι κοινωνικά δρώντες παράγουν
διαφορετικά ή και αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα που υπολόγιζαν ή επιθυμούσαν,
όσο στοχοπροσηλωμένες και αν ήταν οι δράσεις. Αυτό ορίζεται εδώ ως παράδοξο των
μη αναμενόμενων αποτελεσμάτων. Χτυπητό παράδειγμα, ανάμεσα σε πλήθος
τέτοιων αναπόφευκτων παραδόξων, αποτελεί το γεγονός ότι οι προτεστάντες
ασπάζονταν την ΠΗ αναμένοντας τη Θεία Χάρη και τη σωτηρία των ψυχών τους και όχι
4 Γι αυτό και η προσεγγιστική κοινωνιολογία του Βέμπερ ονομάζεται και «κατανοητική» κοινωνιολογία.

5
την ανάδυση του καπιταλισμού και την υλιστική κερδοφορία (Κονιόρδος: 36-38, 63,
Weber: 78). Άλλο σύγχρονο παράδοξο είναι η τεράστια γραφειοκρατική κωλυσιεργία,
στη βάση της υποτιθέμενης αποτελεσματικότητας και ασφάλειας που σχεδιάστηκε να
προσφέρει.

Ο Weber εξηγεί εννοιολογικά το παράδοξο βάσει της σύγκλισης των βασικών


στοιχείων, τόσο του καπιταλιστικού πνεύματος όσο και του προτεσταντικού ήθους. Τον
κοινό τόπο αυτών των στοιχείων τον ορίζει ιδεοτυπικά ως εκλεκτική συγγένεια μεταξύ
προτεσταντισμού και καπιταλισμού. Η εκλεκτική συγγένεια δύο φαινομένων δύναται να
ανιχνεύεται είτε νοηματικά, είτε σαν αμοιβαία επιρροή και συντονισμός τους, χωρίς
όμως να γίνονται σαφείς η αρχή και η κατεύθυνση της επίδρασης, η αιτιότητα ή οι
διασυνδέσεις ανάμεσά τους (Κονιόρδος: 35-37, 46, Weber: 80).
Τυπολογία της βεμπεριανής προσέγγισης
Ο Weber αναγνωρίζει ότι μεταξύ κοινωνικού γίγνεσθαι και ιδεών παρεμβαίνει
καταλυτικά η ανθρώπινη δράση, για την οποία διακρίνει τέσσερεις τύπους 5 κοινωνικής
συμπεριφοράς, βάσει των οποίων δρουν οι περισσότεροι άνθρωποι. Περισσότερο τον
ενδιαφέρουν οι δύο πρώτοι ορθολογικοί τύποι: Ο ορθολογικός ως προς την αξία
(wertrational), προϋποθέτει τη συνειδητή πίστη των δρώντων ομάδων ή υποκειμένων
στις αξίες και τα ιδανικά τους. Σε αυτόν εμπίπτουν οι πράξεις «ευγενούς σκοπού» ή
αυτοθυσίας που υπαγορεύει η αξιοπρέπεια, η πίστη ή το χρέος στο θείο, στο έθνος,
στην ομορφιά, στον ανθρωπισμό, στην αλληλεγγύη ή σε οποιοδήποτε αξιακό σύστημα
πιστεύει έκαστος, χωρίς να υπολογίζουμε τις συνέπειες ή το πρακτικό τους κόστος. Και,
παρόλο που προϋποθέτεται η πίστη, η προσέγγιση τέτοιων αξιών είναι συστηματική και
προγραμματισμένη, άρα ορθολογική.
Ο ορθολογικός ως προς τον σκοπό τύπος (zweckrational), ορίζει την ψυχρή,
εργαλειακή στοχοπροσήλωση, όπου “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα” δίχως διλήμματα ή
ηθικής φύσης αναστολές και τα αποτελέσματα είναι καλά υπολογισμένα. Υπό κανονικές
συνθήκες, τέτοιου τύπου δράσεις είναι οι οικονομικές, καθώς απαιτούν έλλογο
προγραμματισμό διαθέσιμων πόρων και άρτιο υπολογισμό κινδύνου. Λειτουργούν δε με
την «αρχή της ήσσονος προσπάθειας», βάσει αποτελεσματικότητας. Για τον Weber η
«έλλογη» και ειρηνική καπιταλιστική οικονομία εμπίπτει σε αυτόν ακριβώς τον τύπο

5 Όπου και πάλι έχουμε να κάνουμε με ιδεότυπους.

6
κοινωνικής δράσης και θεωρείται τυπικά «ορθολογική». Ωστόσο, δεν είναι λίγα ούτε
αμελητέα, αν και ιδιαιτέρως αποτελεσματικά, τα ανθρωπιστικά και οικολογικά εγκλήματα
που ιστορικά έχουν διαπραχθεί πάνω σε αυτήν την εργαλειακή «λογική», θέτοντας τον
σκοπό στο απυρόβλητο.6
Ο Weber τέλος, φαίνεται να απαξιώνει ως “ανορθολογικούς” τους δύο άλλους
(κοινωνικούς) τύπους δράσης: Τον Συναισθηματικό (affectuel) ή συγκινησιακή δράση,
όταν το υποκείμενο άγεται από το συναίσθημα και τον Παραδοσιακό (traditional), όταν
η δράση υπαγορεύεται από τις παραδόσεις και τη συνήθεια (Αντωνοπούλου: 311-314,
Κονιόρδος, 2002: 39-40).

Το ευρύτερο πλαίσιο
Η ανάδυση του εξορθολογισμού, αποτελεί για τον Weber τομή και έννοια-κλειδί
στο γιατί ο ορθολογικός ως προς το σκοπό (έλλογος) καπιταλισμός αναπτύχθηκε στη
δυτική προτεσταντική Ευρώπη και όχι αλλού. Η βεμπεριανή ιστορική συγκριτική
μέθοδος επισημαίνει ως ευρύτερο πλαίσιο ανάδυσης του νεοτερικού καπιταλισμού τις
εξελίξεις της επιστήμης, της τεχνολογίας και της γραφειοκρατίας στα ανερχόμενα αστικά
κέντρα, έτσι ώστε η κοινωνική οργάνωση και οι διάφορες κοινωνικές δράσεις έγιναν
(βάσει αποτελεσματικότητας) περισσότερο μετρήσιμες και υπολογισμένες, άρα
ασφαλέστερα προβλέψιμες και τελικά ελεγχόμενες (Κονιόρδος: 41, Weber: 22-23).
Μέσα στο «έλλογο» περιβάλλον των Δυτικών πόλεων, που έχαιραν ήδη
αυτοδιοικητικής αυτονομίας, έγινε εφικτή η αξιοποίηση της (τυπικά) ελεύθερης εργασίας
από τον πρώιμο καπιταλισμό, κάτι που δεν είχε ξανασυμβεί αλλού ως τότε. Η νεοτερική
πόλη συγκροτήθηκε ως εταιρική κοινωνία, πάνω στην αμοιβαία σύμβαση των μελών
της για προκοπή και πλουτισμό: Μέσα της πρωτοαναπτύχθηκαν η εκκοσμικευμένη
πολιτειότητα των μέσων στρωμάτων, το ανεξάρτητο εμπόριο, η οργανωμένη
μεταποίηση, οι αγορές, οι συνεταιρισμοί αλλά και οι συντεχνίες, τα συνδικάτα, η
πρόνοια και τα εργασιακά δικαιώματα (Κονιόρδος: 25-28, Weber: 18-19).
Εντός αστικής εκκοσμίκευσης εμπεδώθηκε ο επίσης αναγκαίος παράγοντας της
απομάγευσης του κόσμου: Κάθε διάσπαρτο μαγικοθρησκευτικό στοιχείο, που στον
6 Όπως π.χ. τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, που δολοφόνησαν εκατομμύρια ανθρώπων, πολύ
«αποτελεσματικά και ορθολογικά». Ο Βέμπερ αν και απεύχονταν αυτή την «ηθική αναρθολογικότητα»,
περίμενε πως δυστυχώς θα επικρατήσει (Κονιόρδος: 40).

7
φεουδαλισμό ρύθμιζε ενοποιητικά την κοινοτική αγροτική συμβίωση, τώρα
αχρηστεύθηκε και σταδιακά εξαφανίστηκε. Στη θέση του σχηματοποιήθηκαν η διοικητική
γραφειοκρατία και η αστική νομοθεσία, ως νέοι έλλογοι διαχειριστές της κοινωνικής
συνοχής και διοίκησης, που εξασφάλιζαν σταθερότητα μειώνοντας τον επαγγελματικό
κίνδυνο και την επιχειρησιακή αβεβαιότητα (Κονιόρδος: 28-29). Η αστική εκκοσμίκευση
επεκτάθηκε γρήγορα στα νεοσύστατα μοντέρνα δυτικά κράτη, που απελευθέρωσαν γη
και εργασία υπέρ του καπιταλισμού, αποκατέστησαν την ειρήνη, ενοποίησαν την
εσωτερική αγορά, τυποποίησαν νομίσματα και φόρους και προστάτευσαν δικαστικά την
ιδιοκτησία, τους πιστωτές, τις επενδύσεις.
Στην Προτεσταντική Ηθική της Εργασίας (ΠΗ), το θρησκευτικό ήθος επισημαίνεται
επαναληπτικά σαν κεντρικότερος παράγοντας της αλλαγής: Ο Weber αναλύει την
λουθηρανική και εν συνεχεία καλβινιστική ιδέα ότι η εργασία αποτελεί το «Θεϊκό
Κάλεσμα»7 του ανθρώπου και αυτοσκοπό της ζωής: Ιδέα απαραίτητη (αν και
«ανορθολογική» για τους περισσότερους καθολικούς, ορθόδοξους ή αλλόδοξους) για να
αναδυθεί (και να νομιμοποιηθεί ηθικά) εκείνος ο ευλαβικά εργασιομανής, εγκρατής και
αφοσιωμένος καπιταλισμός (Κονιόρδος: 32, Weber: 69-70). Η προτεσταντική ιδέα του
«καλέσματος», ενισχυμένη από το δόγμα του προκαθορισμού8 συνιστά το «Πνεύμα»
του ιδιότυπου αυτού καπιταλισμού που ενσαρκώθηκε κυρίως από προτεστάντες
μεσοαστούς και ανώτερα στρώματα των κατωτέρων παραγωγικών τάξεων, κόντρα στην
εργασιακή παραδοσιοκρατία του καιρού τους (Weber: 59-62).

Ο ρόλος των ιδεών


Μελετώντας την ΠΗ θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει επιπόλαια ότι οι ιδέες,
ιδιαίτερα οι θρησκευτικές, είναι οι γενεσιουργές δυνάμεις μεταβολής των κοινωνιών και
του ιστορικού γίγνεσθαι. Το δόγμα του προκαθορισμού που αναβάθμισε στη συνείδηση
των δυτικοευρωπαίων προτεσταντών τη σκληρή, ασκητικά στοχοπροσηλωμένη
7 Στον ασκητικό και πουριτανικό προτεσταντισμό που ξεκίνησε με τον Λούθηρο και συμπληρώθηκε από τον
Καλβίνο μορφώθηκε η ιδέα του «καλέσματος» (Beruf), που σήμαινε καθήκον, κλήση, δοκιμασία /ομολογία
πίστης. Χαρακτηρίζεται δε από ένα σύνολο αξιών (εγκράτεια, αποταμίευση, επαγγελματική συνείδηση,
εντιμότητα, πειθαρχία, εργασιακός ασκητισμός, κλπ) που συνιστούν τον τρόπο που πρέπει να ζει και να
σκέφτεται ο πιστός στην προτεσταντική Ευρώπη και τις ΗΠΑ όπου επεκτάθηκε (Lallement: 258).

8 Καλβινιστικό δόγμα περί της απόλυτης αδυναμίας του ανθρώπου για σωτηρία, ασχέτως των έργων ή του
βίου του: Μόνον ο Θεός προκαθορίζει ποιους από τους φύση-θέση αμαρτωλούς ανθρώπους θα επιλέξει να
σώσει και η σχετική βούληση του παραμένει άγνωστη.

8
εργασία, από αναγκαιότητα επιβίωσης σε «χαρισματικό κάλεσμα» και αυτοσκοπό ζωής,
δεν ήταν παρά μία ιδέα, Η ιδέα αυτή φαίνεται πως – υπό συγκεκριμένες συνθήκες και
πλαίσιο -συνέδραμε δραστικά στν μετάβαση στον καπιταλισμό. Το θέμα ωστόσο είναι
αν τέτοιες ιδέες επαρκούν από μόνες τους για να προκαλέσουν τον κοινωνικό
μετασχηματισμό κι εδώ η απάντηση είναι προφανώς αρνητική.
Ο Λούθηρος, επηρεασμένος από το ταραγμένο κοινωνικό κλίμα της εποχής του,
συνέλαβε την ιδέα του αναπόφευκτου εργασιακού μόχθου ως «θεϊκή κλίση»,
«κάλεσμα», «προορισμό» και “Δόξαν Κυρίου” Έτσι ώστε η εργασία να αξιολογείται
θετικά, να γίνει αποδεκτή, αποκαθιστώντας ταυτόχρονα την εμπιστοσύνη των πιστών,
τόσο στις εγκόσμιες δραστηριότητες που απαξίωνε ο καθολικισμός, όσο και στην
υφιστάμενη συντηρητική τάξη πραγμάτων. Στη συνέχεια, άλλα προτεσταντικά δόγματα 9
επέκτειναν περαιτέρω την ιδέα του Λούθηρου ανάγοντας την εργασία σε αυτοσκοπό της
ύπαρξης, την εξειδίκευση δε και τον καταμερισμό της εργασίας σε «θέλημα Θεού»
(Κονιόρδος: 62-64, 71, Weber: 187-189). Αυτός ο πουριτανικός «εγκόσμιος
ασκητισμός» που εξασφάλιζε αυτοπειθάρχηση, αποταμίευση, οικειοθελή υποταγή και
τελικά άκοπο έλεγχο του σκληρά εργαζόμενου ποιμνίου, είναι ουσιαστικά το «πνεύμα
του καπιταλισμού» που οδήγησε στην ανάδυσή του: Η εργασιακή εκμετάλλευση
παρουσιάστηκε ως «θεόσταλτη» και η σώρευση υλικού πλούτου καθαγιάστηκε
(Κονιόρδος 74-75). Ταυτόχρονα όσο και αθέλητα, επηρέασε την ανάδυση του
καπιταλισμού, αφού η ευλαβική εργασιομανία διευκόλυνε την πρωταρχική συσσώρευση
και χρηματοδότησε από μέρος των (καθαγιασμένων πλέον) κερδών την ανάπτυξη της
μεταποιητικής βιομηχανίας (Κονιόρδος: 68, 71).
Οι παραπάνω προτεσταντικές και πουριτανικές ιδέες κρίνονται ιδιαίτερα
σημαντικές: Φέρνοντας τον Θεό (αδιαμεσολάβιτα πλέον) στη συνείδηση των πιστών,
διαμόρφωσαν ιδεολογικά τους χαρακτήρες του καπιταλιστή, του εμπόρου, του τεχνίτη,
του εργάτη, με τρόπο που έθετε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους όχι φυσιολογικά
απέναντι αλλά μαζί, ταγμένους όλους στο «κοινό καλό» και στη «σωτηρία της ψυχής»
τους. Με απλά λόγια, οι θρησκευτικές ιδέες κανονικοποίησαν ηθικά στη συνείδηση των
βορειοευρωπαίων την εξουσία και την καπιταλιστική εκμετάλλευση, στρώνοντας το
απαραίτητο έδαφος για την ανάπτυξή τους. Άλλωστε, «κάθε εξουσία έχει την ανάγκη της

9 Όπως ο Καλβινισμός, ο πιετισμός, ο μεθοδισμός και οι βαπτιστές.

9
δικαίωσης» και της νομιμοποίησης της στις συνειδήσεις των εξουσιαζόμενων
(Lallement: 237).
Ολοκληρώνοντας την ΠΗ, ο Weber επισημαίνει την τρομακτική μετεξέλιξη του
παλαιού χριστιανικού ασκητισμού σε επαγγελματικό ασκητισμό, που στο μετέπειτα,
καθαρά ωφελιμιστικό, υλιστικό απόγειό του δημιούργησε για τον σύγχρονο άνθρωπο
την αναπόδραστη φαουστική παγίδα του υλικού πολιτισμού της κατανάλωσης: Ίδια με
«σιδερένιο κλουβί», από το οποίο δεν γνωρίζουμε αν ποτέ θα ελευθερωθεί η
ανθρωπότητα, Παράλληλα ξεκαθαρίζει ότι στόχος του δεν ήταν απλά να αντικαταστήσει
τη μονοσήμαντη θεωρία του υλισμού 10 με μία εξίσου μονόπλευρη, ιδεαλιστική αιτιακή
εξήγηση του πολιτισμού και της ιστορίας, αλλά ότι αμφότερες θεωρίες μπορούν να
χρησιμεύσουν μόνο ως «προεργασίες» και όχι ως τελικά εξηγητικά συμπεράσματα της
ανθρωπότητας (Weber: 157-160).

Επίλογος
Η προτεσταντική ηθική, σύμφωνα με τον Weber, υπήρξε η δύναμη πίσω από μία
μη σχεδιασμένη, μη συντονισμένη, αλλά αυθόρμητη μαζική δράση που ενώ δεν
σκόπευε, ούτε δημιούργησε μόνη της την ανάδυση του δυτικού καπιταλισμού, την
διευκόλυνε εντέλει δραστικά. Ανατρέχοντας στην ιστορία, καταλαβαίνουμε ότι σε κάθε
κοινωνική μετάβαση, σε κάθε επανάσταση και σε κάθε αλλαγή παραδείγματος, οι
γενεσιουργές αιτίες δε μπορεί ποτέ να είναι μονοσήμαντες. Αποτελούν ιδιαιτέρως
σύνθετα και πολυπαραγοντικά πλέγματα, όπου μαζί με τις ιδέες διαπλέκονται
αξεδιάλυτα ατομικότητες, αναγκαιότητα, υλικός πολιτισμός, κοινωνικές συνθήκες και
ιστορικές συμπτώσεις. Πολλοί μπορούν να συμφωνήσουν ή να διαφωνήσουν με τη
βεμπεριανή ανάλυση των κοινωνικών φαινομένων που παρουσιάσαμε συνοπτικά και
που κατά σημεία μοιάζει να γράφτηκε σαν «αστική απάντηση» στον Μαρξ. Η
βεμπεριανή μεθοδολογία της ΠΗ δέχθηκε και θα δέχεται πολύπλευρη κριτική,
εμπεριέχοντας ωστόσο τα περιθώρια συμπληρώσεων, επεκτάσεων ή διορθώσεων από
τους επόμενους μελετητές του._

(σώμα κειμένου με υποσημειώσεις: 2229 λέξεις)

10 Και εννοεί τον Ιστορικό Υλισμό του Μαρξ.

10
Βιβλιογραφικές αναφορές

 Αντωνοπούλου, Μ. ( 2011). Οι κλασσικοί της κοινωνιολογίας - Κοινωνική θεωρία


και νεότερη κοινωνία. Αθήνα: Σαββάλας.

 Κονιόρδος, Σ. (2002). Ειδικά Θέματα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού - Η θέση του


Βέμπερ για την Προτεσταντική Ηθική της Εργασίας. Πάτρα: ΕΑΠ.

 Lallement, Μ. (2004). Ιστορία των κοινωνιολογικών ιδεών, μτφ. Μ. Λυκούδης.,


Αθήνα: Μεταίχμιο.

 Weber, M. (2006). Η Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού. μτφ.


Μιχ. Κυπραίου. Αθήνα: Gutenberg.

11

You might also like