You are on page 1of 54

ΕΠΠΑΙΚ 2017-18

Θέμα: Νεανική παραβατικότητα. Συναρτήσεις με το σχολείο. Ο ρόλος του


εκπαιδευτικού.Διεύρυνση των αντιλήψεων και απόψεων των εκπαιδευτικών.

Σπουδαστής: ΤΣΟΥΚΑΝΕΛΗΣ ΣΠΥΡΟΣ


Τμήμα: Β
Επιβλέπον Καθηγητής/τρια: Κα ΔΑΝΑΗ ΜΕΡΟΠΗ ΒΑΪΚΟΥΣΗ
Ημερομηνία: 30/03/2018
Ευχαριστίες

Η διεκπεραίωση της παρούσας πτυχιακής εασίας θα ήταν πρακτικά αδύνατη χωρίς την
καθοδήγηση και υποστήριξη της καθηγήτριας της Ανώτατης Σχολής Παιδαγωγικής και
Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΑΣΠΑΙΤΕ), Βαϊκούση-Βεργίδη Δανάη.
Η φοίτησή μου στο ετήσιο πρόγραμμα παιδαγωγικής κατάρτισης (ΕΠΠΑΙΚ) μου έδωσε τη
δυνατότητα να εντρυφήσω σε μια σύγχρονη αντίληψη “περί εκπαίδευσης ” “συμπεριληπτικότητας
” “διαπολιτισμικότητας ” …
Το μεγαλύτερο ευχαριστώ το οφείλω στη σύντροφο της ζωής μου και επιστήμονα Σκούτα
Βικτωρία που με τις ανεξάντλητες δυνάμεις της και την ανοχή που επέδειξε, με συνέδραμε τόσο
επιστημονικά, όσο και συναισθηματικά στην δύσκολη προσπάθεια για την ολοκλήρωση της
πτυχιακής μου εργασίας.

Τέλος, ευχαριστίες αξίζουν και στους ανώνυμους συνεργάτες αυτής της μελέτης, τους
εκπαιδευτικούς των σχολείων που συμμετείχαν στην έρευνα και με τις απαντήσεις τους έκαναν
δυνατή την πραγματοποίησή της.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η νεανική παραβατικότητα αποτελεί ένα κοινωνικό θέμα μείζονος σημασίας παγκοσμίως, το


οποίο έχει αντίκτυπο στο σύνολο της κοινωνίας, επηρεάζοντας την αρμονία και την ορθή
λειτουργία της.
Ο σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να μελετηθεί η σχετική βιβλιογραφία και να
πραγματοποιηθεί έρευνα πάνω στον ρόλο και στις απόψεις των εργαζόμενων εκπαιδευτικών στα
σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Με τη παρούσα ποιοτική έρευνα μέσα από τις
ημιδομημένες συνεντεύξεις (ποιοτικός ερευνητικός σχεδιασμός) που πραγματοποιήθηκαν,
ενημερωθήκαμε για τις διάστασεις του προβλήματος καθώς και για τις ελλείψεις που
παρουσιάζονται για την εύρυθμη λειτουργία των σχολικών μονάδων. Τα ευρήματα επιβεβαίωσαν
την άποψη ότι η νεανική παραβατικότητα στα σχολεία κλιμακώνεται και δικαιολογεί την προσοχή
και την παρέμβαση όλων των ενδιαφερομένων.
Η μελέτη διεξήχθη μόνο μεταξύ ενός περιορισμένου αριθμού καθηγητών γυμνασίου και
συγκεκριμένα 10 συνολικά εκπαιδευτικών. Επομένως, τα ευρήματα δεν είναι γενικεύσιμα, μπορούν
μόνο να αποτελέσουν κίνητρο για προβληματισμό και περαιτέρω σκέψη. Ένας ακόμα περιορισμός
ήταν χρονική περίοδος διεξαγωγής της έρευνας. Επειδή το χρονικό διάστημα ήταν πολύ μικρό δεν
υπήρξε η δυνατότητα λήψης περισσότερων συνεντεύξεων.
Η έρευνα χωρίστηκε σε τρεις (3) φάσεις. Η πρώτη φάση αποτελείται από την συγκεκριμενοποίηση
του ερευνητικού σκοπού και τη διαμόρφωση ερευνητικών ερωτημάτων,την αναζήτηση του
δείγματος, καθώς και τη διαμόρφωση του ερωτήσεων της συνέντευξης. Στη δεύτερη φάση
πραγματοποιήθηκαν οι συνεντεύξεις και έγινε συλλογή των ποιοτικών δεδομένων. Η τρίτη φάση
περιλαμβάνει την ανάλυση και την καταγραφή των ποιοτικών αποτελεσμάτων.
Η μελέτη υποστηρίζει μια πολύπλευρη προσέγγιση για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Το
κράτος πρέπει να αναθεωρήσει τις πολιτικές και την προσέγγισή του στο πρόβλημα και να
υποστηρίξει τους εκπαιδευτικούς ώστε να διασφαλιστεί ότι η διδασκαλία και η μάθηση
παραμένουν η κύρια προτεραιότητα της σχολικής εκπαίδευσης. Επίσης, οι μέχρι τώρα
πρωτοβουλίες των υπευθύνων για τη χάραξη πολιτικής αντιμετώπισης της νεανικής
παραβατικότητας, δεν έχουν αποδώσει τα επιθυμητά αποτελέσματα και ο λόγος είναι οτι ο
κρατικός μηχανισμός δεν παρουσιάζει την απαραίτητη βούληση για να διασφαλίσει ότι οι
παρεμβάσεις υλοποιούνται, αναθεωρούνται και ελέγχονται.
Τέλος, παρουσιάζονται προτάσεις για την βελτίωση της λειτουργίας των σχολικών μονάδων και
την προώθηση σε υψηλότερο επίπεδο της ενημέρωσης των εκπαιδευτικών πάνω σε αυτό το θέμα.
Λέξεις-κλειδιά
Νεανική παραβατικότητα, εφηβεία,κοινωνία, έρευνα, εκπαίδευση/εκπαιδευτικός,
έρευνα,συνεντεύξεις, ενημέρωση,παρεμβάσεις.
ABSTRACT

Juvenile delinquency is a social issue of major importance globally, which has an impact on
society as a whole, influencing its harmony and proper functioning. The purpose of this paper was
to study the relevant literature and to investigate the role and views of teachers in secondary
schools. With this qualitative survey, through semi-structured interviews (quality research
planning), we have been informed about the dimensions of the problem as well as about the
shortcomings presented for the smooth operation of the school units. The findings confirmed the
view that juvenile delinquency in schools is staggering and justifies the attention and interference
of all stakeholders.

The study was conducted only between a limited number of high school teachers and specifically
10 teachers in total. Therefore, the findings will not be generalized, they can only be an incentive
for reflection and further thinking. Another limitation that emerged related to the time of the
investigation. Because the time was too small, there was no possibility of taking more interviews.

The survey was divided into three (3) phases. The first phase consists of the realization of the
research goal and the formulation of research questions, the identification of the population, the
search for the sample, and the formulation of the questions of the interview. In the second phase
the interviews took place and the quality data was collected. The third phase involves the analysis
and recording of the qualitative results.

The study supports a multi-faceted approach to tackling the problem. The state needs to revise
policies and its approach to the problem and support teachers to ensure that teaching and learning
remain the main priority of school education. Also, the initiatives of policy-makers to combat
juvenile delinquency so far have not yielded the desired results and the reason is that the state
mechanism does not have the necessary will to ensure that the interventions are implemented,
reviewed and controlled.

Finally, proposals are made to improve the functioning of school units and to promote at a higher
level the information of teachers on this theme.

Key terms

adolescence and adolescent/youth, juvenile and delinquency and risk factors, social
issue,research,education,teacher, interviews,interventions.
Περιέχομενα Σελίδα

Ευχαριστίες
Περίληψη
Abstract
Πρόλογος
Εισαγωγή
Α Πρώτο μέρος : ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Πρώτο κεφάλαιο : Γενικές παρατηρήσεις – οριοθέτηση του θέματος
1.1 Βασικές Υποθέσεις
1.2 Αιτίες και προϋποθεσεις εμφάνισης παραβατικής συμπεριφοράς
1..2.1 Οικονομικοί και κοινωνικοί παράγοντες
1.2.2 Πολιτιστικοί παράγοντες
1.2.3 Αστικοποίηση
1.2.4 Οικογένεια
1.2.5 Έλλειψη ταυτότητας
1.2.6 Πτυχές της παραβατικότητας των μαθητών

Δεύτερο κεφάλαιο : Νεανική παραβατικότητα


2.1 Ορισμός των εννοιών
2.2 Νεανική παραβατικότητα
2.3 Θεωρίες για την νεανική παραβατικότητα
2.4 Παράγοντες που συμβάλλουν στην εκδήλωση παραβατικής συμπεριφοράς
2.4.1 Η κοινότητα ως παράγοντας κινδύνου
2.4.2 Η παραβατικότητα της οικογένειας
2.4.2.1 Δυσλειτουργικά σπίτια – οικογένειες
2.4.2.2 Έλλειψη γονεϊκών δεξιοτήτων
2.4.2.3 Παράγοντες κινδύνου στο σχολικό περιβάλλον
2.4.2.3.1 Κακή δομή και οργάνωση του σχολείου
2.4.2.3.2 Ακαδημαϊκή αποτυχία
2.4.2.3.3 Λανθασμένος τρόπος διαχείρισης
2.4.2.3.4 Επιρροή απο τους συνομίληκους ως παράγοντας κινδύνου

Β Δεύτερο μέρος : ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ


Τρίτο κεφάλαιο : Γενικός σκοπός της έρευνας
3.1 Ερευνητικά ερωτήματα
3.2 Αξία της μελέτης
Σελίδα
3.3 Ερευνητικός σχεδιασμός και μεθοδολογία
3.3.1 Το πρότυπο της έρευνας
3.3.2 Σχεδιασμός της έρευνας
3.3.3 Είδος – μεθοδολογία της έρευνας
3.3.4 Ερευνητικό δείγμα
3.3.4.1 Πληθυσμός – επιλογή συμμετεχόντων
3.3.4.2 Μέθοδος δειγματοληψίας
3.3.4.3 Τόπος και χρονική περίοδος διεξαγωγής
3.3.4.4 Ερευνητικό εργαλείο
3.3.4.5 Περιορισμοί της έρευνας
3.3.4.6 Στάδια έρευνας
3.3.4.7 Χώρος διεξαγωγής των συνεντεύξεων
3.4 Μέτρα διεξαγωγής της έρευνας
3.4.1 Δεοντολογικά μέτρα
3.4.2 Αυτονομία
3.4.3 Ανωνυμία και εμπιστευτικότητα
3.4.4 Ανάλυση δεδομένων

Τέταρτο κεφάλαιο : Έκθεση των αποτελεσμάτων της έρευνας


4.1 Χαρακτηριστικά των συνεντευξιαζόμενων
4.2 Αποτελέσματα συνεντεύξεων

Πέμπτο κεφάλαιο : Ανάλυση – συμπεράσματα – προτάσεις


5.1 Ανάλυση
5.2 Συμπεράσματα
5.3 Προτάσεις
Πρόλογος

Η νεολαία, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη καθορίζεται στην ηλικία 15 έως 24 ετών,


αποτελεί ένα τεράστιο ανθρώπινο κεφάλαιο πλούσιο σε στοιχεία καινοτομίας και
δημιουργικότητας, στοιχεία ικανά να προάγουν την ισότητα,τη δικαιοσύνη και την ανάπτυξη της
κοινωνίας.Ωστόσο, μέλη της νεολαίας συχνά εμπλέκονται σε εκρήξεις βίας και παραβατικότητας,
τόσο ως δράστες όσο και ως θύματα.Η βία και η παραβατική συμπεριφορά που διαπράττονται από
και κατά των νέων προκαλούνται από διάφορους παράγοντες που την ίδια στιγμή λειτουργούν στη
δημιουργία καταστάσεων κοινωνικής αστάθειας. Αυτοί οι παράγοντες περιλαμβάνουν την
κατάχρηση αλκοόλ και παράνομων ουσιών, τη μετανάστευση σε μεγάλη κλίμακα σε αστικές
περιοχές με αποτέλεσμα την εμφάνιση υπερπληθυσμού, τη διακίνηση ναρκωτικών, η αδυναμίες της
εκπαίδευσης και της αστυνόμευσης, η άνιση κατανομή του πλούτου και η απογοήτευση πολλών
νέων που αντιμετωπίζουν την ανεργία και τον κοινωνικοπολιτικό αποκλεισμό. Σε συνδυασμό, τα
στοιχεία αυτά αποτελούν “πρώτη ύλη” για τη δημιουργία ενός κλίματος απελπισίας και
απογοήτευσης όχι μόνο μεταξύ των νεότερων τμημάτων του πληθυσμού, αλλά και μέσα στις
οικογένειες, τις κοινότητες αλλά και στο σύνολο της κοινωνίας.

“Η κοινωνία προετοιμάζει το έγκλημα,

ο εγκληματίας το διαπράττει.”

(Ουγκώ Β)

Εισαγωγή

H παιδική αθωότητα είναι ένας μύθος που έχει καταρριφθεί εδώ και καιρό. Αντίθετα η
νεανική παραβατικότητα έχει αυξηθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό που προκαλεί φόβο και απογοήτευση.

Η νεανική παραβατικότητα αποτελεί ένα πολυδιάστατο κοινωνικό φαινόμενο, αντικείμενο


έρευνας,σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, τόσο για τις αιτίες όσο και για τους τρόπους διαχείρισης και
αντιμετώπισης του.Είναι ένα ευαίσθητο κοινωνικό φαινόμενο της σύγχρονης ελληνικής και όχι
μόνο κοινωνίας, το οποίο στα στενά όρια του ελληνικού σχολικού περιβάλλοντος δεν έχει
ερευνηθεί επαρκώς. Η κοινωνία αντιμετωπίζει ταχεία αλλαγή, στην οποία οι έφηβοι
αντιμετωπίζουν ολοένα και περισσότερες δυσκολίες με την ισορροπημένη ανάπτυξη και την
κοινωνική προσαρμογή. Η νεανική παραβατικότητα που οφείλεται στις δυσκολίες αυτές αποτελεί
ένα σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα. Αν και ο πληθυσμός των εφήβων μειώνετε, το ποσοστό της
νεανικής παραβατικότητας παρατηρείται ότι αυξάνεται (Ministry of Gender Equality & Family,
2014). Η έννοια της νεανικής παραβατικότητας ορίζεται με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με την
ηλικία, τη χώρα, την κοινωνία, τους μελετητές, αλλά αυτό αναφέρεται κυρίως ως ανεπιθύμητες
δραστηριότητες (Agnew R.,1992). Η εγκληματικότητα των ανηλίκων υπερβαίνει την απόκλιση από
τα κοινωνικά πρότυπα ή τους νόμους, αλλά περιλαμβάνει συνολικά προβλήματα προσωπικότητας
και κοινωνική δυσλειτουργία (Agnew R.,1992).

Οι περισσότερες από τις προηγούμενες έρευνες ανέφεραν ότι η οικογενειακή σχέση είναι η
κύρια αιτία της παραβατικότητας των ανηλίκων και επικεντρώθηκαν στην ιδιαίτερα παραβατική
συμπεριφορά που προκαλείται από την κακομεταχείριση ή την ενδοοικογενειακή βία (Sung, Y. E,
2005). Οι έφηβοι που έχουν υποστεί κακομεταχείριση ή έχουν γίνει μάρτυρες ενδοοικογενειακής
βίας αποτέλεσαν το επίκεντρο πολλών ερευνών επειδή είναι πιο ευάλωτοι σε άλλους κινδύνους. Ο
Hoffman-Plotkin και ο Twentyman (1984) και ο Agnew (1992) διαπίστωσαν ότι οι έφηβοι που
αντιμετώπισαν κακοποίηση έτειναν να καταχρώνται το αλκοόλ και διάφορες ναρκωτικές ουσίες, να
παρουσιάζουν παρορμητικότητα, να είναι ανυπόμονοι και πιο επιθετικοί (Hoffman-Plotkin, D.,&
Twentyman, C.T, 1984,Agnew, R.,1992). Επιπλέον, πολλές έρευνες ανέφεραν ότι οι νέοι αυτοί
τείνουν να είναι πιο βίαιοι, να εμπλέκονται σε κλοπή και σεξουαλική επίθεση (Pianta, R. C.,2001 ,
Stouthamer-Loeber, M., et al., 2002). Η πρόληψη των κοινωνικά κακής προσαρμογής
συμπεριφορών, συμπεριλαμβανομένης της παραβατικότητας, είναι ύψιστης σημασίας. Για
αποτελεσματική πρόληψη, είναι απαραίτητο να προσδιοριστούν οι μεταβλητές που επηρεάζουν
κυρίως την παραβατικότητα. Η σταθερή σχέση μαθητών-εκπαιδευτικών είναι ένας πολύ
σημαντικός παράγοντας στην προσαρμογή των παραβατικών ανηλίκων (Ju, S. Y., & Lee, Y. H,,
2012). Η εφηβεία είναι μια περίοδος δημιουργίας και επέκτασης προσωπικών σχέσεων εκτός της
οικογένειας. Δεδομένου ότι οι έφηβοι δαπανούν μεγάλο μέρος του χρόνου τους στο σχολείο, οι
εκπαιδευτικοί είναι ουσιαστικά σημαντικοί άλλοι (Jo, E. J,, 2008).

Όσο υψηλότερη είναι η προσκόλληση μαθητή-δασκάλου, τόσο καλύτερα προσαρμόζεται ο


μαθητής στο σχολείο (O'Connor, E., et al, 2011). Η θετική σχέση μαθητών-εκπαιδευτικών
επηρεάζει τη γενική συμπεριφορά των εφήβων, συμπεριλαμβανομένων των γνωστικών και
συναισθηματικών πτυχών (O'Connor, E., et al, 2011). Ως εκ τούτου, αναμένεται ότι η σχέση
μαθητών-εκπαιδευτικών είναι ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει την παραβατικότητα των
ανηλίκων. Εν τω μεταξύ, όταν πρόκειται για νεανική παραβατικότητα, η σχέση μεταξύ παραγόντων
κινδύνου και προστατευτικών παραγόντων αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Ο Corapci (2004) εξήγησε
ότι οι προστατευτικοί παράγοντες έχουν θετικό αποτέλεσμα ανεξάρτητα από το επίπεδο των
παραγόντων κινδύνου (Corapci, F.,2004). Σε άλλες μελέτες, προστατευτικοί παράγοντες ρυθμίζουν
τα αρνητικά αποτελέσματα που προκύπτουν από την αλληλεπίδραση των παραγόντων κινδύνου
(Gi, K. D., 2011).
Οι περισσότερες από τις προηγούμενες μελέτες ασχολήθηκαν με τις σχέσεις μεταξύ της
νεανικής παραβατικότητας και των εφήβων που έπασχαν από γονική κακομεταχείριση (Jeon, Y.
S,,2008, Jo, E. J, 2012). Ως εκ τούτου, αυτή η μελέτη υποθέτει ότι η σχέση μαθητών-εκπαιδευτικών
είναι η δεύτερη ανεξάρτητη μεταβλητή που επηρεάζει την νεανική παραβατικότητα. Με βάση
αυτές τις υποθέσεις, ο στόχος αυτής της μελέτης είναι να διερευνήσει εάν η σχέση μαθητών-
εκπαιδευτικών έχει μετριοπαθές αποτέλεσμα στις αρνητικές επιπτώσεις της νεανικής
παραβατικότητας.

Ακολουθούν, σε γενικές γραμμές τα ερώτηματα που καθοδηγούν τη μελέτη αυτή:

1) να προσπαθήσει να περιγράψει τις απόψεις και τις εμπειρίες των εκπαιδευτικών σχετικά με
τη νεανική παραβατικότητα στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
2) να προσπαθήσει να περιγράψει τη φύση, την έκταση και τις αιτίες του προβλήματος στα
σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, το πρόβλημα της παραβατικότητας των ανηλίκων


απασχολεί την συνείδηση πολλών κοινωνιών και η Ελλαδά δεν αποτελεί εξαίρεση. Σε αυτή τη
μελέτη, καταγράφουμε τις εμπειρίες και τις απόψεις των εκπαιδευτικών των δευτεροβάθμιων
σχολών σχετικά με την παραβατικότητα των νέων και την εμφανή ηθική παρακμή των μαθητών
τους. Το πρόβλημα διερευνήθηκε από την οπτική της εκπαίδευσης, ενός τομέα που συμβάλλει στην
ανάπτυξη των παιδιών και της νεολαίας μέχρι την ενηλικίωση.
Στις ακόλουθες παράγραφοι είναι μια έκθεση του προβλήματος που πολλοί νοτιοαφρικανοί
και άλλες κοινωνίες αντανακλούν και αντιμετωπίζουν καθημερινά.
Στα σχολεία της Ελλαδας, το πρόβλημα της παραβατικότητας ανηλίκων είναι ένα επίκαιρο
ζήτημα. Το πρόβλημα αυτό δεν είναι μοναδικό στην Ελλάδα, αλλά επηρεάζει πολλές βιομηχανικές
χώρες σήμερα.
Μια έκθεση της Συνθήκης της Γενεύης για τα δικαιώματα του παιδιού (2007), επιβεβαιώνει
την άποψη ότι η παραβατική συμπεριφορά των ανηλίκων είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Μια έκθεση
για την παραβατικότητα των ανηλίκων, που καταρτίστηκε για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκφράζει
το ίδιο συναίσθημα. Η έκθεση εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2007.
Στην παραπάνω έκθεση αναφέρεται ότι το πρόβλημα είναι σοβαρό και κλιμακώνεται επειδή
πολλά αδικήματα διαπράττονται από παιδιά ηλικίας κάτω των δεκατριών ετών. Αυτές και άλλες
μελέτες δείχνουν ότι υπάρχει ανάγκη συνεχούς έρευνας για το πρόβλημα.Η παραβατικότητα των
ανηλίκων είναι μια παγκόσμια πρόκληση την οποία πολλές χώρες προσπαθούν να περιορίσουν.
ακόλουθη συζήτηση είναι μια έκθεση της φύσης και της έκτασης του προβλήματος στην Ελλάδα,
ειδικότερα.
Το 1ο Κεφάλαιο παρουσιάζει μια γενική εικόνα του προβλήματος της νεανικής
παραβατικότητας στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Ελλάδας. Η φύση και η έκταση του
προβλήματος εμφανίζει τα τελευταία χρόνια μία αυξητική τάση, μία τάση που ευαισθητοποιεί κάθε
νέο ερευνητή. Έπομένως, είναι σαφές ότι το πρόβλημα δικαιολογεί απόλυτα την ανάγκη για
περαιτέρω έρευνα. Το πρόβλημα οριοθετήθηκε. Ο σκοπός της μελέτης και οι στόχοι της
αναφέρθηκαν και διευκρινίστηκαν.
Το επόμενο κεφάλαιο θα συζητήσει το ερμηνευτικό-εποικοδομητικό παράδειγμα που
επιλέχθηκε για τη μελέτη, την ακολουθούμενη μέθοδο σχεδιασμού και η οποία συνίστατο στη
συλλογή δεδομένων, τον πληθυσμό, και τη δειγματοληψία.
Στο 3ο Κεφάλαιο, τα δεδομένα της έρευνας θα παρουσιαστούν και θα αναλυθούν. Αυτό το
κεφάλαιο θα παρέχει μια περιγραφή της ποιοτικής μεθοδολογίας που εφαρμόζεται σε αυτή τη
μελέτη. Η επιλογή των εργαλείων συλλογής δεδομένων καθορίστηκε από τους στόχους της μελέτης
πιο συγκεκριμένα: περιγραφή των απόψεων και των εμπειριών των εκπαιδευτικών σχετικά με τη
νεανική παραβατικότητα στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τη φύση, την έκταση και τις
αιτίες του προβλήματος στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και το βαθμό στον οποίο οι
γονείς, οι εκπαιδευτικοί, η ευρύτερη κοινωνία έχουν προκαλέσει, προλαμβάνου και αντιμετωπίζουν
το πρόβλημα στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Θα συζητηθούν τα ερωτηματολόγια και οι
συνεντεύξεις που επελέγησαν ως μέσα συλλογής δεδομένων για τη μελέτη αυτή.
Στο τελευταίο κεφάλαιο θα εκδοθούν συμπεράσματα καθώς επίσης θα γίνουν συστάσεις για
ενδεχόμενες παρεμβάσεις στην αντιμετώπιση του προβλήματος καθώς και πιθανές μελλοντικές
έρευνες.
Συμπερασματικά, αυτό το κεφάλαιο έδωσε μια επισκόπηση της μελέτης και μια γενική
περιγραφή του προβλήματος, δηλαδή, την έκταση της νεανικής παραβατικότητας στα σχολεία
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Στο επόμενο κεφάλαιο, θα συζητηθεί εκτενώς το πρόβλημα της νεανικής παραβατικότητας
μέσα απο μία βιβλιογραφική ανασκόπηση του προβλήματος.
Κεφάλαιο 1ο
Για πολλούς νέους σήμερα, τα παραδοσιακά πρότυπα που καθοδηγούν τις σχέσεις μεταξύ
της οικογένειας, του σχολείου και της εργασίας αμφισβητούνται. Οι κοινωνικές σχέσεις που
εξασφαλίζουν μια ομαλή διαδικασία κοινωνικοποίησης καταρρέουν. Η αναδιάρθρωση της αγοράς
εργασίας, η επέκταση της περιόδου εξάρτησης των νέων ενηλίκων από την οικογένεια) και,
πιθανώς, οι περιορισμένες ευκαιρίες για να γίνει ένας ανεξάρτητος ενήλικας είναι όλες οι αλλαγές
που επηρεάζουν τις σχέσεις με την οικογένεια και τους φίλους, - τις δυνατότητες και τις επιλογές,
τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, τις δραστηριότητες αναψυχής και τον τρόπο ζωής. Δεν είναι
μόνο οι ανεπτυγμένες χώρες που αντιμετωπίζουν αυτή την κατάσταση. στις αναπτυσσόμενες χώρες
υπάρχουν και νέες πιέσεις στους νέους που διανύουν τη μετάβαση από την παιδική ηλικία στην
ανεξαρτησία. Η ταχεία αύξηση του πληθυσμού, η έλλειψη στέγασης και υπηρεσιών υποστήριξης, η
φτώχεια, η ανεργία και η υποαπασχόληση μεταξύ των νέων, η μείωση της εξουσίας των τοπικών
κοινοτήτων, ο υπερπληθυσμός στις φτωχές αστικές περιοχές, η αποσύνθεση της οικογένειας και τα
αναποτελεσματικά εκπαιδευτικά συστήματα είναι ορισμένς απο τις συνθήκες που πρέπει να
αντιμετωπίσουν οι νέοι.
Η νεολαία σήμερα, ανεξάρτητα από το φύλο, την κοινωνική προέλευση ή τη χώρα διαμονής,
υπόκειται σε ατομικούς κινδύνους. Πολύ συχνά, επωφελούνται των παράνομων ευκαιρίων, καθώς
οι νέοι άνθρωποι διαπράττουν διάφορα αδικήματα, γίνονται εθισμένοι στα ναρκωτικά και
χρησιμοποιούν βία εναντίον των συνομηλίκων τους.

Η πλειοψηφία των μελετών και των προγραμμάτων που ασχολούνται με την νεανική
παραβατικότητα στη νεολαία ως παραβάτες. Ωστόσο, οι έφηβοι είναι επίσης θύματα ποινικών ή
παραβατικών πράξεων. Η συνεχής απειλή θυματοποίησης έχει σοβαρές επιπτώσεις στην
κοινωνικοποίηση των νέων και στην εσωτερικοποίηση των κανόνων και των αξιών της ευρύτερης
κοινωνίας. Τα αποτελέσματα των μελετών αυτοελέγχου δείχνουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία
όσων συμμετέχουν στην παραβίαση κατά των νέων είναι περίπου η ίδια ηλικία και φύλο με τα
θύματά τους. στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι παραβάτες είναι αρσενικοί που δρουν σε
ομάδες (United Nations, 2000). Συνήθως είναι ηλικίας μεταξύ 16 και 19 ετών, ενώ 91 νέοι σε κάθε
1.000 νέους που ανήκουν σε μία παραβατική ομάδα γίνονται θύματα κάποιας μορφής
εγκληματικότητας. Οι έρευνες έχουν δείξει ότι οι άνδρες είναι πιθανότερο να γίνουν θύματα από τις
γυναίκες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, 105 στους 1.000 άνδρες γίνονται θύματα εγκληματικών
πράξεων, σε σύγκριση με 80 ανά 1.000 γυναίκες. Οι άντρες είναι 2,5 φορές πιο πιθανό να πέσουν
θύματα επίθεσης.

Το πρόβλημα της παραβατικότητας των μαθητών καθίσταται όλο και πιο περίπλοκο και
καθολικό και τα προγράμματα πρόληψης της είτε δεν είναι κατάλληλα για να αντιμετωπίσουν τις
υπάρχουσες συνθήκες είτε δεν υπάρχουν. Πολλές αναπτυσσόμενες χώρες έχουν κάνει ελάχιστα ή
τίποτα για να αντιμετωπίσουν αυτά τα προβλήματα και τα διεθνή προγράμματα είναι προφανώς
ανεπαρκή. Οι αναπτυγμένες χώρες ασχολούνται με δραστηριότητες που στοχεύουν στην πρόληψη
της παραβατικότητας των ανηλίκων, αλλά οι συνολικές επιπτώσεις αυτών των προγραμμάτων είναι
μάλλον αδύναμες, επειδή οι υπάρχοντες μηχανισμοί είναι συχνά ανεπαρκείς για την αντιμετώπιση
της υπάρχουσας κατάστασης.

Βασικές υποθέσεις

Είναι αδύνατο να αναπτυχθούν αποτελεσματικά προγράμματα πρόληψης χωρίς να


κατανοήσουμε τους λόγους της συμμετοχής των μαθητών στην παραβατική δραστηριότητα.
Διαφορετικές προσεγγίσεις χρησιμοποιούνται στην επιστημονική βιβλιογραφία για τον
προσδιορισμό και την εξήγηση της παραβατικής συμπεριφοράς των νέων.

Η αντικοινωνική συμπεριφορά μπορεί να είναι ένα “φυσιολογικό” μέρος της ανάπτυξης ή


της έναρξης ενός μακροχρόνιου σχεδίου παραβατικής δραστηριότητας. Οι κατευθυντήριες γραμμές
των Ηνωμένων Εθνών για την πρόληψη της παραβατικότητας των ανηλίκων ισχυρίζονται ότι η
νεανική συμπεριφορά που δεν συμμορφώνεται με τους γενικούς κοινωνικούς κανόνες και αξίες
αποτελεί συχνά μέρος της διαδικασίας ωρίμανσης και ανάπτυξης και τείνει να εξαφανιστεί
αυθόρμητα στα περισσότερα άτομα με τη μετάβαση στη φάση της ενηλικίωσης. Η μεγάλη
πλειοψηφία των νέων διαπράττει κάποιο είδος μικροαστικής παράβασης σε κάποιο σημείο κατά τη
διάρκεια της εφηβείας τους χωρίς αυτή να μετατραπεί σε παραβατική σταδιοδρομία
μακροπρόθεσμα (S.Venkatesh,1997).

Αιτίες και προϋποθέσεις για την εμφάνιση παραβατικής συμπεριφοράς

Η ένταση και η σοβαρότητα της παραβατικότητας των μαθητών καθορίζονται γενικά από τις
κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές συνθήκες που επικρατούν σε μια χώρα. Υπάρχουν
ενδείξεις για μια αύξηση της παραβατικότητας των μαθητών που συμβαίνει ταυτόχρονα με την
οικονομική παρακμή, ιδίως στις φτωχές περιοχές των μεγάλων πόλεων. Σε πολλές περιπτώσεις τα
παιδιά του δρόμου γίνονται αργότερα νεαροί παραβάτες, έχοντας ήδη βιώσει στο άμεσο κοινωνικό
τους περιβάλλον βία ως μάρτυρες ή θύματα βίαιων πράξεων. H βασική κοινωνική εμπειρία που
αποκτάται σε αυτές τις οικογένειες είναι συχνά ανεπαρκής και το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον
καθορίζεται από τη φτώχεια και την υποαπασχόληση ή την ανεργία (American Phychological
Association,1993).
Οι αιτίες και οι συνθήκες για την παραβατικότητα των μαθητών εντοπίζονται συνήθως σε
κάθε επίπεδο της κοινωνικής δομής, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνίας στο σύνολό της, των
κοινωνικών θεσμών, των κοινωνικών ομάδων και οργανισμών και των διαπροσωπικών σχέσεων. Η
νεανική παραβατικότητα των μαθητών ακολουθεί διαδρομές οι οποίες προωθούνται από ένα ευρύ
φάσμα παραγόντων οι οποίοι οδηγούν στη διαιώνιση της παραβατικότητας, οι σημαντικότεροι
παραγόντες από τους οποίους περιγράφονται παρακάτω.

Οικονομικοί και κοινωνικοί παράγοντες

Η νεανική παραβατικότητα καθοδηγείται από τις αρνητικές συνέπειες της οικονομικής


κρίσης, απο την πολιτική αστάθεια και απο την αποδυνάμωση των μεγάλων θεσμών
(συμπεριλαμβανομένου του κράτους, των συστημάτων δημόσιας εκπαίδευσης και της οικογένειας).
Η κοινωνικοοικονομική αστάθεια συνδέεται συχνά με την ανεργία και τα χαμηλά εισοδήματα στο
οικογενειακό περιβάλλον, γεγονός που μπορεί να αυξήσει ττις πιθανότητες συμμετοχής των νέων
σε παραβατικές δραστηριότητες.

Πολιτιστικοί παράγοντες

Και στις ανεπτυγμένες και στις αναπτυσσόμενες χώρες, τα πρότυπα καταναλωτών που
δημιουργούνται από τα μέσα ενημέρωσης ξεπερνούν κατά πολύ την ικανότητα των περισσότερων
οικογενειών να επιτύχουν. Ωστόσο, αυτά τα πρότυπα γίνονται μια εικονική πραγματικότητα για
πολλούς νέους, μερικοί από τους οποίους θα προσπαθήσουν να διατηρήσουν έναν μοναδικό τρόπο
ζωής που δεν θα μπορέσουν να αντέξουν οικονομικά. Επειδή όλες οι πληθυσμιακές ομάδες δεν
έχουν πρόσβαση στους απαραίτητους πόρους, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης, της
επαγγελματικής κατάρτισης, της ικανοποιητικής απασχόλησης, του ικανοποιητικού εισοδήματος,
των υπηρεσιών υγείας και της επαρκούς στέγασης, υπάρχουν εκείνοι που δεν θα μπορούν να
επιτύχουν όλους αυτούς τους στόχους με νόμιμα μέσα. Ένας από τους λόγους της παραβατικής
συμπεριφοράς είναι επομένως μια υπερβολική εστίαση στους προτεινόμενους καταναλωτικούς
στόχους (επίτευξη επιτυχίας) σε συνδυασμό με ανεπαρκή μέσα για την επίτευξή τους.

Αστικοποίηση

Η γεωγραφική ανάλυση υποδηλώνει ότι οι χώρες με περισσότερο αστικοποιημένο


πληθυσμό έχουν υψηλότερα ποσοστά παραβατικότητας από ό, τι εκείνα με ισχυρούς αγροτικούς
τρόπους ζωής. Αυτό μπορεί να οφείλεται στις διαφορές στην κοινωνική συνοχή. Οι αγροτικές
ομάδες βασίζονται κυρίως στον οικογενειακό και κοινοτικό έλεγχο ως μέσο αντιμετώπισης της
αντικοινωνικής συμπεριφοράς και παρουσιάζουν αξιοσημείωτα χαμηλότερα ποσοστά
παραβατικότητας. Οι αστικές περιοχές τείνουν να προσφεύγουν σε επίσημα νομικά μέτρα, μια
απρόσωπη προσέγγιση που φαίνεται να συνδέεται με υψηλότερα ποσοστά παραβατικότητας.

Η συνεχιζόμενη διαδικασία αστικοποίησης στις αναπτυσσόμενες χώρες συμβάλλει στη


συμμετοχή των ανηλίκων - μαθητών στη παραβατικότητα. Τα βασικά χαρακτηριστικά του αστικού
περιβάλλοντος ενθαρρύνουν την ανάπτυξη νέων μορφών κοινωνικής συμπεριφοράς που
προέρχονται κυρίως από την αποδυνάμωση των κοινωνικών σχέσεων, την αύξηση της εξάρτησης
από τα μέσα ενημέρωσης εις βάρος της επικοινωνίας και την τάση προς την ανωνυμία. Αυτά τα
πρότυπα δημιουργούνται από την υψηλότερη πληθυσμιακή πυκνότητα, τον βαθμό ετερογένειας και
τον αριθμό των ανθρώπων (πληθυσμός) που βρίσκονται στα αστικά περιβάλλοντα.

Οικογένεια

Οι μελέτες δείχνουν ότι τα παιδιά που λαμβάνουν επαρκή γονική εποπτεία είναι λιγότερο
πιθανό να συμμετάσχουν σε παραβατικές δραστηριότητες. Τα δυσλειτουργικά οικογενειακά
περιβάλλοντα, τα οποία χαρακτηρίζονται από συγκρούσεις, ανεπαρκή γονικό έλεγχο και αδύναμες
εσωτερικές συνδέσεις, συνδέονται στενά με τη νεανική παραβατικότητα. Τα παιδιά σε
μειονεκτούσες οικογένειες που έχουν λίγες ευκαιρίες για νόμιμη απασχόληση αντιμετωπίζουν
μεγαλύτερο κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται αυξημένη
παραβατικότητα σε αυτές τις περιπτώσεις. Η κατάσταση των εθνοτικών μειονοτήτων και των
μεταναστών, συμπεριλαμβανομένων των προσφύγων σε ορισμένα μέρη του κόσμου, είναι ιδιαίτερα
τρομακτική. Οι χώρες που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες προκλήσεις
στο θέμα αυτό, καθώς η σχετική ανασφάλεια και αναταραχή συμβάλλουν στην αύξηση του
αριθμού των παιδιών και των ανηλίκων που παραμελούνται από τους γονείς τους και υφίστανται
βία στο σπίτι.

Η οικογένεια ως κοινωνικό “ίδρυμα” υφίσταται επί του παρόντος ουσιαστικές αλλαγές. η


μορφή της διαφοροποιείται για παράδειγμα με την αύξηση των μονογονεϊκών οικογενειών. Η
απουσία πατέρων σε πολλές οικογένειες χαμηλού εισοδήματος μπορεί να οδηγήσει τα αγόρια να
αναζητήσουν πρότυπα αρρενωπότητας σε παραβατικές ομάδες συνομηλίκων. Αυτές οι ομάδες
υποκαθιστούν από πολλές απόψεις την οικογένεια, ορίζουν αρσενικούς ρόλους και συμβάλλουν
στην απόκτηση τέτοιων χαρακτηριστικών όπως είναι η σκληρότητα και η δύναμη.

Η σημασία της οικογενειακής ευημερίας γίνεται όλο και περισσότερο αναγνωρίσιμη. Η


επιτυχία στο σχολείο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το αν οι γονείς έχουν την ικανότητα να
παρέχουν στα παιδιά τους ευκαιρίες "εκκίνησης" (συμπεριλαμβανομένων των πόρων για να
αγοράσουν βιβλία και να πληρώσουν τα δίδακτρα). Οι έφηβοι από οικογένειες χαμηλού
εισοδήματος συχνά αισθάνονται ότι είναι αποκλεισμένοι. Προκειμένου να αυξήσουν την
αυτοεκτίμησή τους και να βελτιώσουν την κατάστασή τους, μπορούν να επιλέξουν να
συμμετάσχουν σε μια παραβατική ομάδα. Αυτές οι ομάδες παρέχουν ίσες ευκαιρίες σε όλους,
ευνοώντας τη διάκριση από το σχολείο και την οικογένεια, όπου οι θέσεις της εξουσίας είναι
κατειλημμένες από ενήλικες.

Έλλειψη ταυτότητας

Κατά τον εντοπισμό των αιτιών της παραβατικής συμπεριφοράς, είναι σημαντικό να
προσδιορίσουμε ποιοι παράγοντες συμβάλλουν και γιατί ορισμένοι έφηβοι που υιοθετούν μια
παραβατική εικόνα δεν απορρίπτουν αυτή την εικόνα στη διαδικασία της ενηλικίωσης τους. Η
ελλιπής ταυτότητα δημιοιυργείται πάντα ως εναλλακτική λύση στη συμβατική ταυτότητα της
ευρύτερης κοινωνίας. Η βία και οι συγκρούσεις είναι απαραίτητα στοιχεία για την οικοδόμηση
ομαδικών και παραβατικών ταυτοτήτων. Τα θεμέλια της ομαδικής ταυτότητας και δραστηριότητας
καθιερώνονται και ενισχύονται μέσω της διατήρησης των σχέσεων σύγκρουσης με άλλες ομάδες
ανηλίκων καθώς και με την κοινωνία στο σύνολό της. Η βία εξυπηρετεί τη διαδικασία ένταξης των
μελών σε μια ομάδα, ενισχύοντας την ταυτότητάς τους και επιταχύνοντας έτσι τη διαδικασία
προσαρμογής των ομάδων στο τοπικό κοινωνικό περιβάλλον.

Πτυχές της παραβατικότητας των μαθητών

Ενώ ορισμένες πτυχές της παραβατικότητας των ανηλίκων-μαθητών είναι καθολικές,


κάποιες διαφέρουν από τη μια περιοχή σε μια άλλη. Κατά κανόνα, τα πολιτιστικά πλαίσια είναι
σημαντικά για την κατανόηση των αιτίων της παραβατικότητας των μαθητών και την ανάπτυξη
κατάλληλων πολιτιστικών μέτρων για την αντιμετώπισή τους. Στις βιομηχανικές χώρες, η
αυξημένη ευημερία και η διαθεσιμότητα ενός αυξανόμενου φάσματος καταναλωτικών αγαθών
έχουν οδηγήσει σε αυξημένες ευκαιρίες για παραβατικότητα. Η σύγχρονη δομή της δυτικής
οικογένειας και η έλλειψη ή η ανεπάρκεια της γονικής εποπτείας αποτελούν τους σημαντικότερους
παράγοντες που συνδέονται με την αύξηση της παραβατικότητας των νέων κατά τα τελευταία 50
χρόνια (Christrian Pfeiffer,1998).

Η γενική κρίση στην Ανατολική Ευρώπη που προέρχεται από τη μετάβαση σε οικονομίες με
βάση την αγοραστική δύναμη συνέβαλε στην αύξηση της τάσης για παραβατική συμπεριφορά,
κυρίως λόγω της αποδυνάμωσης των πρωτογενών θεσμών κοινωνικοποίησης (η οικογένεια, το
δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα) και στην προσωπική αλλοτρίωση. Η νεανική παραβατικότητα
συνδέεται συχνά με την ανεργία τόσο των νέων όσο και των γονέων, συνδέεται με τη φτώχεια στην
οικογένεια ή με τις πιέσεις που υφίστανται οι γονείς που εργάζονται υπερβολικά για να
διατηρήσουν με επιτυχία την παραδοσιακή κηδεμονία των παιδιών. Αυτές οι προκλήσεις και άλλες
κοινωνικοοικονομικές πιέσεις έχουν ενταθεί κατά την τελευταία δεκαετία, επηρεάζοντας τη
συμπεριφορά των παιδιών και της νεολαίας. Οι παθολογικές συμπεριφορές μέσα στην οικογένεια, η
εκπαιδευτική αμέλεια, τα αρνητικά πρότυπα συμπεριφοράς και η έλλειψη επιλογών αναψυχής είναι
οι σημαντικότερες αιτίες που συμβάλλουν στην εμφάνιση νεανικής παραβατικότητας.(Centre for
the Protection of Women and Children, 2002).

Η ανεργία, το χαμηλό οικογενειακό εισόδημα και η γονική ανευθυνότητα είναι οι κύριοι


παράγοντες που συμβάλλουν στην παραβατικότητα των ανηλίκων. Τα παιδιά αντιμετωπίζουν
ταλαιπωρία και ταπείνωση, μπορεί να εμπλέκονται σε κλοπή ή άλλα αδικήματα, ενώ ορισμένα
αναγκάζονται να κερδίσουν εισόδημα μέσω πορνείας. Απομονωμένοι από την κοινωνία, οι νέοι
συχνά εμφανίζουν παραβατικές συμπεριφορές.
Κεφάλαιο 2ο
Μια πληθώρα μελετών διαπιστώνουν ότι η παραβατικότητα των ανηλίκων είναι ένα σοβαρό
παγκόσμιο πρόβλημα που πλήττει πολλές κοινωνίες (Hoge, 2001, Shoemaker, 2000, Maseko, 2009)
"Η ιστορία επαναλαμβάνεται" μία φράση που περιγράφει την νεανική παραβατικότητα ως
ένα επίμονο διεθνές πρόβλημα. Η διεξοδική έρευνα που πραγματώνεται μέχρι σήμερα δείχνει ότι οι
κοινωνίες αντιμετωπίζουν το πρόβλημα ιστορικά μέσα από διαφορετικές ιστορικές περιόδους. Οι
Hill et al (2001: 1) υποστηρίζουν αυτή την άποψη και δηλώνουν ότι οι άνθρωποι έχουν πάντα
αγωνία για το τι αποκαλούν ορισμένοι “παιδιά εκτός ελέγχου”.
Η παγκόσμια έκθεση για τη νεολαία το 2003 από τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού
Ηνωμένων Εθνών (2003), υποστηρίζει ότι η νεολαία αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις (WYR,2003).
Σύμφωνα με την έκθεση, οι προκλήσεις που αναφέρονται παρακάτω είναι μεταξύ αυτών που
αποτελούν μια σταθερή πηγή ανησυχίας για τη σύγχρονη κοινωνία:
1. Ανεργία και υποαπασχόληση της νεολαίας.
2. Η αποσύνθεση της οικογενειακής δομής.
3. Αναποτελεσματικά εκπαιδευτικά συστήματα.
4. Ταχεία αύξηση του πληθυσμού. Και
5. Υπερβολική συγκέντρωση σε φτωχές περιοχές φαινομένων παραβατικότητας
Αυτές οι προκλήσεις θεωρούνται γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη της προβληματικής
συμπεριφοράς των εφήβων και μαθητών. Οι αναπτυσσόμενες χώρες φέρονται ότι επηρεάζονται
περισσότερο από το πρόβλημα. Σε μια προσπάθεια ποσοτικοποίησης του προβλήματος, μια
παγκόσμια έκθεση, η οποία βασίζεται στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (WYR,2003), δείχνει ότι
μεταξύ της δεκαετίας του 1980 και της δεκαετίας του '90 η εγκληματικότητα των ανήλικων παιδιών
αυξήθηκε κατά 50% , εκτός από τις ΗΠΑ. Οι χώρες που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο, έχουν
σημειώσει αύξηση κατά 30% από το 1995 σε αδικήματα όπως η κατάχρηση ουσιών, η οποία είναι
το πιο συνηθισμένο αδίκημα (WYR,2003). Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών έχει εντοπίσει
μερικούς σημαντικούς παράγοντες στην περιγραφή της τρέχουσας κατάστασης της νεανικής
παραβατικότητας σε διεθνές επίπεδο.
Σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (2003), τα ακόλουθα είναι οι τρέχουσες σκέψεις
και τα συνοδευτικά χαρακτηριστικά του προβλήματος σε παγκόσμιο επίπεδο:
 Η παράνομη συμπεριφορά περιλαμβάνει νέους ηλικίας 12 έως 20 ετών.
 Οι έφηβοι είναι τόσο παραβάτες όσο και θύματα παραβατικότητας - είναι θύματα πάνω από το
80% όλων των βίαιων πράξεων που δεν αναφέρονται.
 Υπάρχουν περισσότεροι αρσενικοί παρά θηλυκοί παραβάτες. Για παράδειγμα, μόνο στην
Αμερική, το 80% του παραβατικού πληθυσμού είναι αγόρια - ποσοστό παρόμοιο με αυτό άλλων
χωρών παγκοσμίως.
 Η παράνομη δραστηριότητα είναι κατά κύριο λόγο μια ομαδική δραστηριότητα στην οποία
συμμετέχουν κυρίως παιδιά ηλικίας κατα μέσο όρο 14 ετών.
 Οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές συνθήκες τείνουν να προκαλέσουν κλιμάκωση του
προβλήματος.
 Δεν υπάρχει συστηματική συνολική δράση για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Οι κατευθυντήριες γραμμές των Ηνωμένων Εθνών για την πρόληψη της παραβατικότητας
των ανηλίκων θεωρούν την ανηλίκη αντικοινωνική συμπεριφορά ως μια μεταβατική φάση μεταξύ
της παιδικής ηλικίας και της ενηλικίωσης και πρέπει να θεωρείται φυσιολογική (WYR, 2003).

Ορισμός των εννοιών


Οι έννοιες που περιγράφονται παρακάτω περιγράφουν από κοινού την αναπτυξιακή φάση.
καθώς και τις ανάγκες των νέων που βρίσκονται σε μία μεταβατική περιόδο από την παιδική ηλικία
στην ενηλικίωση. Οι έννοιες είναι: η εφηβεία και ο έφηβος / η νεολαία, η νεανική και παραβατική
συμπεριφορά και παράγοντες κινδύνου, εκπαίδευση, δάσκαλος ,αντικοινωνική συμπεριφορά,
παρεμβάσεις.
Η έννοια της εφηβείας αναφέρεται σε ένα στάδιο ανάπτυξης από την παιδική έως την
ενηλικίωση, πιο συγκεκριμένα στο Collegiate Digital Dictionary (MWCDD) του Merriam Webster
(2003), αναφέρεται σε μια περίοδο ανάπτυξης “από την εφηβεία μέχρι την ωριμότητα που
τερματίζεται νόμιμα στην ηλικία στην οποία ο έφηβος αναζητά την ταυτότητά του / της”. Η έννοια
“έφηβος” αναφέρεται έτσι σε κάποιον που βρίσκεται στο στάδιο της εφηβείας (MWCDD, 2003). Η
έννοια “νεολαία” αναφέρεται σε μια περίοδο της ζωής ενός ανθρώπου ο οποιος είναι νέος
(MWCDD, 2003).

Νεανική παραβατικότητα
Η έννοια του "νεανικού" αναφέρεται σε παιδιά ή νέους. Ωστόσο, όταν εμφανίζουν
συμπεριφορά που δεν συμφωνεί με τους κοινωνικούς κανόνες ή το νόμο, περιγράφονται ως νεαροί
παραβάτες. Έτσι, η έννοια της "παραβατικότητας" αναφέρεται στην παραβατική συμπεριφορά. Οι
Marte (2008) και ο Gottffredson (2001) συμφωνούν με αυτόν τον ορισμό και προσθέτουν ότι
μπορεί επίσης να αποτελεί συνιστώσα μιάς προβληματικής συμπεριφοράς (Gottffredson D.C.,2001
και Marte R.M., 2008) .
Για τους σκοπούς αυτής της μελέτης, οι προαναφερθέντες ορισμοί της έννοιας
χρησιμοποιήθηκαν σε όλη τη διάρκεια της μελέτης. Παραδείγματα του προβλήματος είναι η
σεξουαλική κακομεταχείριση, η εφηβική εγκυμοσύνη, η έλλειψη σεβασμού, ο βανδαλισμός, η
κατάχρηση ουσιών, ο εκφοβισμός, η κλοπή, και η βία.

Θεωρίες για την νεανική παραβατικότητα


Η εφηβεία είναι μια φάση της ανθρώπινης ανάπτυξης που συνήθως περιγράφεται ως
δύσκολη για τους μαθητές. Υποβάλλονται σε φυσιολογικές, ψυχολογικές και συναισθηματικές
αλλαγές που απαιτούν από αυτούς να προσδώσουν νόημα σε αυτές τις αλλαγές σε σχέση με τα
κοινωνικά πλαίσια μέσα στα οποία βρίσκονται. Προσπαθώντας να κατανοήσουν τη μεταμόρφωσή
τους, διαπράττουν αντικοινωνικές πράξεις που καταδικάζει η ευρύτερη κοινωνία. Ως εκ τούτου,
είναι σημαντικό να εξετάσουμε τις διάφορες θεωρίες για να κατανοήσουμε το στάδιο της εφηβείας.
Ο Muus (1996), μεταξύ των διαφόρων μελετητών, θεωρεί ότι ο Stanley Hall είναι ο
πρωτοπόρος ενός επιστημονικού προβληματισμού σχετικά με την εφηβεία (Muus, R.E. , 1996). Ο
τελευταίος μελετητής συνδέει την εφηβεία με διάφορες μεταβλητές μεταξύ των οποίων είναι οι :
 Ψυχολογία
 Φυσιολογία
 Ανθρωπολογία
 Κοινωνιολογία
 Θρησκεία
 Έγκλημα
 Δόξα
 Σεξ
 Εκπαίδευση
Παρά την εργασία πολλών μελετητών, δεν υπάρχει κοινός ορισμός της εφηβείας. Πρώτον,
έχουν διαφορετικές εμπειρίες όσον αφορά τη φυσική, συναισθηματική και γνωστική ωρίμανση.
Εκτιμάται ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός ανέρχεται σε περίπου 7 δισεκατομμύρια, εκ των οποίων
πάνω από 1,8 δισεκατομμύρια είναι ηλικίας 10-24 ετών, ένας αριθμός που περιλαμβάνει εφήβους.
Ως εκ τούτου, υποστηρίζεται ότι η φάση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια κανονική φάση που
κορυφώνεται στην ενηλικίωση.
Ο Arnett (2006) πιστώνει επίσης τον Hall και το έργο του,με την περιγραφή της εφηβείας
ως περίοδο «καταιγίδας και άγχους», που συμφωνεί με τις απόψεις των σύγχρονων ψυχολόγων
(Arnett, J.J. 2006).

Παράγοντες που συμβάλλουν στην εκδήλωση παραβατικής συμπεριφοράς απο τους


ανήλικους-μαθητές.
Υπάρχουν παράγοντες που προδιαθέτουν τους εφήβους να συμμετέχουν σε παραβατικές
πράξεις. Στη μελέτη του, ο Shoemaker (2000) διαπίστωσε ότι το ζήτημα της αιτιώδους συνάφειας
είναι πρώτιστο σε διάφορα ερευνητικά σχήματα. Η ανασκόπηση υποδεικνύει ότι υπάρχει μια
εντυπωσιακή σχέση μεταξύ της έκθεσης σε παράγοντες κινδύνου και της παραβατικότητας
ανηλίκων. Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι συσσωρευμένοι παράγοντες κινδύνου, σε
ποικίλα επίπεδα σοβαρότητας, οδηγούν πιο συχνά του ανήλικους σε παραβατικές συμπεριφορές
παγκοσμίως, σε αντίθεση με μεμονωμένους παράγοντες (Conners et al, 2004). Μερικοί από τους
παράγοντες κινδύνου εξετάζονται παρακάτω.

Α. Η Κοινότητα ως παράγοντας κινδύνου


Ο Cindi (2006) ορίζει μια κοινότητα ως μια κοινωνική ομάδα που μοιράζεται κοινά
γεωγραφικά όρια, αξίες και συμφέροντα. Η έννοια συχνά χρησιμοποιείται εναλλακτικά με την
"κοινωνία" και θα χρησιμοποιηθεί με αυτόν τον τρόπο σε αυτήν την ανασκόπηση. Η έκφραση, "τα
παιδιά είναι ένας καθρέφτης της κοινότητάς τους", περιγράφει καταλλήλως τη συσχέτιση μεταξύ
ανήλικου παραπτώματος και αντικοινωνικής συμπεριφοράς που παρουσιάζεται στην κοινότητα του
ατόμου (Cindi, M. L. 2006).
Παράγοντες όπως ο υπερπληθυσμός, η αστυφιλία, η ποικιλόμορφη φυλετική και
πολιτιστική σύνθεση, ιδίως στις πιο αναπτυγμένες χώρες, οδηγεί σε κοινωνική μετάλλαξη. Ο
σύγχρονος υλισμός είναι μία από τις κρίσιμες πηγές κοινωνικής ηθικής αποσύνθεσης που επηρεάζει
την εφηβική συμπεριφορά, είναι μια πολύ σημαντική παρατήρηση. Το φαινόμενο αυτό προκαλεί
την εμμονή του ατόμου για άκρατο προσωπικό πλουτισμό και προσωπική ικανοποίηση, με
αποτέλεσμα να διατρέχει τον κίνδυνο να οδηγηθεί σε παραβατικές συμπεριφορές.

Β.Η παραβατικότητα της οικογένειας


Το οικογενειακό περιβάλλον συσχετίζεται άμεσα με τη νεανική παραβατικότητα, τόσο ως
πρόδρομος όσο και ως αποθάρρυνση της κακομεταχείρισης της νεολαίας (Sanni et al,2010)
Μερικοί μελετητές θεωρούν ότι αυτός ο κοινωνικός θεσμός είναι ίσως η πιο σημαντική αιτία
παραβατικότητας (Loeber, Farrington & Petechuk, 2003).
1.Δυσλειτουργικά σπίτια-οικογένειες
Όταν οι γονικές σχέσεις επιδεινώνονται με τακτικές μάχες και βαθιές ρήξεις, η
παραβατικότητα είναι πιθανό να ριζώσει. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι έφηβοι καταλήγουν να
καταχρώνται παράνομες ουσίες, να ασκούν επικίνδυνη σεξουαλική συμπεριφορά και να είναι βίαιοι
(Horne A., 2001).
Ο Tyler (2001) δηλώνει ότι τα παιδιά που έχουν πληγεί, αποφεύγουν ένα τέτοιο
οικογενειακό περιβάλλον και επιλέγουν τη ζωή στο δρόμο, κάτι που είναι πιο επικίνδυνο. Μόλις
βρεθούν στο δρόμο, εκδηλώνουν επικίνδυνες συμπεριφορές, όπως κλοπές ή πορνεία, προκειμένου
να επιβιώσουν στις σκληρές συνθήκες του δρόμου (Tyler et al,2001).
Το διαζύγιο έχει επίσης αρνητική επίδραση στη συμπεριφορά των παιδιών, με αποτέλεσμα
την απώλεια της ταυτότητας και την εμφάνιση συναισθηματικών συγκρούσεων που μπορεί να
οδηγήσουν σε παραβατικότητα.
2.Έλλειψη γονεϊκών δεξιοτήτων
Ο Jekielek (1998) διαπίστωσε ότι η σκληρή ή ασυνεπής τιμωρία από τους γονείς αναγκάζει
τα παιδιά να είναι πεισματάρικα ή επαναστατικά (Jekielek S.M., 1998). Άλλα ευρήματα δείχνουν
ότι η έλλειψη ή η ασυνεπής γονική παρακολούθηση και επίβλεψη της εργασίας ενός παιδιού, για
παράδειγμα, μπορεί να οδηγήσει σε παραβατικότητα (Griffin et al, 2000). Επίσης, αναφέρεται ότι
οι γονείς εκθέτουν τα παιδιά σε πιθανές παραβατικές τάσεις όταν αποτυγχάνουν να επικοινωνούν
αποτελεσματικά μαζί τους ή δεν διαθέτουν τις κατάλληλες δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων. Σε
εφήβους, οι προαναφερθέντες παράγοντες μπορεί να οδηγήσουν σε λανθασμένη διαχείριση των
προβλημάτων τους καθώς και στην εμφάνιση στρες (Klein et al, 1997).
Ο Kiriakidis (2010) και ο Levy (2001) συμφωνούν με τα ευρήματα άλλων επιστημόνων ότι
η σκληρή πειθαρχία, η κακή εποπτεία, η έλλειψη κατεύθυνσης και καθοδήγησης προκαλούν
παραβατικότητα, ιδιαίτερα μεταξύ αρσενικών εφήβων (Kiriakidis S.P., 2010, Levy K. St C ,2001 ).
3.Παράγοντες κινδύνου στο σχολικό περιβάλλον
Το σχολείο είναι το δεύτερο πιο σημαντικό περιβάλλον στην κοινωνική ανάπτυξη των
παιδιών. Oι εκπαιδευόμενοι προετοιμάζονται για τους ρόλους τους ως ενήλικοι, μέσω της διάδοσης
των σχετικών γνώσεων και δεξιοτήτων στο σχολικό επίπεδο. Οι κοινωνικές αξίες και η σωστή
συμπεριφορά εμπνέονται μέσα απο τη διαδικασία ανταπόκρισης στις απαιτήσεις συμμόρφωσης που
επιβάλλουν οι σχολικές κοινωνίες. Ο σκοπός του σχολείου είναι να προστατεύσει και να προωθήσει
τις κοινωνικές ανάγκες. Το σχολείο αναμένεται να προστατεύσει όλους τους εκπαιδευόμενους που
βρίσκονται σε κίνδυνο εντός και εκτός του σχολικού περιβάλλοντος.
Οι παράγοντες που αναφέρονται παρακάτω είναι ορισμένοι από τους παράγοντες κινδύνου
που εντοπίζονται στο σχολείο.
3α.Κακή δομή και οργάνωση του σχολείου
Η Papacosta (2009) ισχυρίζεται ότι τα αποτελεσματικά σχολεία χαρακτηρίζονται από
παράγοντες που λειτουργούν ενάντια στη νεανική παραβατικότητα εντός του σχολικού πλαισίου,
συγκεκριμένα: ευνοϊκό για τη διδασκαλία και τη μάθηση περιβάλλον, επαγγελματική φροντίδα των
εκπαιδευτικών, καλή σχολική διαχείριση και υψηλές προσδοκίες απο τους εκπαιδευόμενους.
Η ακόλουθη συζήτηση εξετάζει ορισμένους από τους παράγοντες κινδύνου οι οποίοι συχνά
συσχετίζονται θετικά με την παραβατικότητα των νέων:
Οι Hagell και Jeyarajah-Dent (2006) αναφέρουν την κακή δομή και οργάνωση μίας σχολικής
μονάδας ως μερικές από τις αιτίες της παραβατικότητας στο σχολικό περιβάλλον. Τα παιδιά που
κινδυνεύουν από παραβατικότητα, εκτίθενται σε αυξημένες πιθανότητες κακομεταχείρισης σε
περιπτώσεις φτωχής δόμης και οργάνωσης του σχολείου. Για παράδειγμα, όταν το σχολείο
αποτυγχάνει να αναδείξει και να προωθήσει τις αξίες του, οδηγεί τους μαθητές να εμφανίζουν
αντικοινωνική συμπεριφορά λόγω έλλειψης καθοδήγησης (Hagell, A & Jeyarajah-Dent, R., 2006).
3β.Ακαδημαϊκή αποτυχία
Οι μαθητές των οποίων η σχολική απόδοση είναι κακή τείνουν να επιλέγουν επικίνδυνους
“δρόμους” και συνήθειες όπως κατανάλωση οινοπνεύματος, κατάχρηση ναρκωτικών, καυγάδες και
άλλες αντικοινωνικές συμπεριφορές για να αντισταθμίσουν τα συναισθήματα απογοήτευσης που
νιώθουν (Crosnoe, R. 2006.). Ορισμένοι μαθητές που αποτυγχάνουν ακαδημαϊκά απογοητεύονται
και χάνουν το ενδιαφέρον τους για τις σπουδές τους, με αποτέλεσμα η συμπεριφορά τους να
εμφανίζει παραβατικά στοιχεία (Crosnoe, R. 2006.).
3γ.Λανθασμένος τρόπος διαχείρισης
Ο Elliot (2009) αναφέρει ότι ο αυταρχικός τρόπος διοίκησης τείνει να εμποδίζει τους
μαθητές να είναι καινοτόμοι, δημιουργικοί και διαισθητικοί. Οι μαθητές στη συνέχεια
επαναστατούν ενάντια στους κανόνες του σχολείου και συμμετέχουν σε αντικοινωνικές
συμπεριφορές (Elliott, G.C. 2009). Το ήθος του σχολείου μπορεί να βρει την κατάλληλη έκφραση
του μέσα απο την ορθή διοίκηση της σχολικής μονάδας και των εκπαιδευτικών της.
3δ.Επιρροή από τους συνομίληκους ως παράγοντας κινδύνου
Οι κοινωνικές σχέσεις έχουν ισχυρή επιρροή στη συμπεριφορά ιδίως του εφήβου. Η
ομότιμη ομάδα μαθητών είναι μια τέτοια σχέση μετά το σπίτι και το σχολείο, οι οποίες είναι
απαραίτητες για την θετική κοινωνικοποίηση του εφήβου. Ωστόσο, υπάρχουν τεράστιες ενδείξεις
ότι είναι γόνιμο «έδαφος» ανάπτυξης μίας παραβατικής συμπεριφοράς ιδίως για τους ευάλωτους
εφήβους (WYR, 2003). Οι έφηβοι που προκαλούν βανδαλισμούς στη σχολική ιδιοκτησία το κάνουν
για να γίνουν αποδεκτοί από τους συνομηλίκους. Οι Flannery et al (1999) και ο Haynie (2001)
ισχυρίζονται ότι η επιρροή των ομοτίμων είναι μεγαλύτερη εάν υπάρχει έλλειψη εποπτείας από
τους ενήλικες μετά το σχολείο (Flannery D.J,et al 1999, Haynie D.L., 2001). Η ανωτέρω συζήτηση
υποδεικνύει ότι η επιρροή της ομότιμης ομάδας, είναι κρίσιμη για την έναρξη και την κλιμάκωση
της παραβατικότητας ενός εφήβου.
Συνοψίζοντας, οι έφηβοι μαθαίνουν σε μία αντικοινωνική συμπεριφορά με διάφορους
τρόπους, δηλαδή: λόγω έλλειψης κατάλληλου κοινωνικού ελέγχου της συμπεριφοράς τους,
αγνοούν τον νόμο για να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους, παρατηρούν απαράδεκτες
συμπεριφορές τις οποίες μιμούνται. Οι αρνητικοί περιβαντολογικοί παράγοντες, όπως η κακή
τοποθεσία και η κοινωνικοοικονομική κατάσταση, τους ωθούν σε πράξεις παραβατικότητας.
Το κεφάλαιο 3 επικεντρώνεται στον σχεδιασμό και τη μεθοδολογία της έρευνας που
χρησιμοποιήθηκαν σε αυτή τη μελέτη.

Κεφάλαιο 3ο

Μεθοδολογία έρευνας

Αυτό το κεφάλαιο περιγράφει τον σχεδιασμό της έρευνας και τη μεθοδολογία που
ακολουθήθηκε σε αυτή τη μελέτη. Η έρευνα ως επί το πλείστον ορίζεται ως ένα «σχέδιο» που
χαρτογραφεί τις προθέσεις του ερευνητή κατα τη διεξαγωγή της μελέτης (De Vos et al, 2005).
Θεωρείται περαιτέρω ότι η έρευνα αναφέρεται στη συλλογή δεδομένων με δομημένο και
λεπτομερή τρόπο για να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει τα ευρήματα της έρευνας, καθορίζοντας τη
συμβατότητά τους με τη θεωρία που αποτελεί τη βάση του εξεταζόμενου φαινομένου. Τέλος, η
έρευνα δίνει τη δυνατότητα στον ερευνητή να περιγράψει συστηματικά το φαινόμενο και να
εξηγήσει τον τρόπο ύπαρξής του, ερμηνεύοντας έτσι τα ευρήματα (Polit D.F, & Hungler, B. P. ,
2001).
Οι έννοιες “μέθοδος” και ”μεθοδολογία” πρέπει να διασαφηνιστούν. Η έννοια “μέθοδος”,
στη συγκεκριμένη έρευνα,αναφέρεται στη τεχνική της συνέντευξης για τη συλλογή δεδομένων
(Hofstee E., 2006). Αντίθετα, η έννοια “μεθοδολογία” αναφέρεται στη λογική που χρησιμοποιείται
για να διερευνηθεί το ερευνητικό ερώτημα. Συνολικά, οι έννοιες "έρευνα", "μέθοδος" και
"μεθοδολογία" ενσωματώνουν την ουσία της επιστημονικής προσπάθειας να κατανοήσουμε την
πραγματικότητα, είτε μέσω ποσοτικής είτε ποιοτικής έρευνας (Hofstee E., 2006).

Γενικός σκοπός της έρευνας


Ο κύριος στόχος της μελέτης είναι να αξιοποιηθούν τα ευρήματα της έρευνας για να
βοηθηθούν οι επόμενοι επιστήμονες στην ανάπτυξη στρατηγικών παρέμβασης, για την
αντιμετώπιση της αντικοινωνικής συμπεριφοράς των εφήβων στο χώρο της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης. Ως εκ τούτου, ο γενικός σκοπός του ερευνητικού σχεδιασμού είναι να περιγράψει και
να ερμηνεύσει τις απόψεις και τις εμπειρίες των εκπαιδευτικών σχετικά με τη φύση, την έκταση και
τις αιτίες της νεανικής παραβατικότητας στα σχολεία τους.
Η παραβατικότητα των ανηλίκων έχει λάβει μεγάλη έκταση. Ωστόσο, οι εμπειρίες των
εκπαιδευτικών σχετικά με το πρόβλημα και η επίδρασή του στη διδασκαλία δεν έχουν διερευνηθεί
τόσο ευρέως. Ωστόσο, η έρευνα που διεξήχθη παρείχε το αναγκαίο πλαίσιο για τη μελέτη, ώστε να
μπορέσει να επικεντρωθεί στις αντιλήψεις των δασκάλων προκειμένου να κατανοηθεί το
πρόβλημα. Η παραβατικότητα των εφήβων είναι αναμφίβολα ένα παγκόσμιο πρόβλημα και παρά
την εκτεταμένη έρευνα που διεξάγεται σε παγκόσμια κλίμακα, πρέπει ακόμη να γίνουν πολλά για
να την κατανοήσουμε.
Σκοπός της μελέτης ήταν η διατύπωση συστάσεων και απόψεων των εκπαιδευτικών για την
διαχείριση της παραβατικής συμπεριφοράς των μαθητών μέσα στο σχολικό περιβάλλον καθώς
επίσης και η συμβολή στην εκπαιδευτική έρευνα για την ανάπτυξη πολιτικών με σκοπό την
αντιμετώπιση του προβλήματος στο μέλλον. Για τη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν ερωτηματολόγια σε
ατομικές συνεντεύξεις εκπαιδευτικών.

Ερευνητικά ερωτήματα
Τα ερευνητικά ερωτήματα τα οποία καθοδήγησαν την διεξαγωγή της συγκεκριμένης έρευνας ήταν
τα εξής:

1. Ποια είναι, κατα τη γνώμη των εκπαιδευτικών,τα χαρακτηριστικά της νεανικής παραβατικής
συμπεριφοράς;Περιγραφεί των απόψεων και των εμπειριών των εκπαιδευτικών σχετικά με τη
νεανική παραβατικότητα στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και του τρόπου
διαχείρισης της παραβατικής συμπεριφοράς των μαθητών.
2. Ποιοι είναι οι παράγοντες που συντελούν στην νεανική παραβατικότητα;Περιγράφει της φύση,
την έκταση και των αιτιών του προβλήματος στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Αξία της μελέτης


Τα ευρήματα αυτής της μελέτης θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες συζητήσεις μεταξύ
ερευνητών, γονέων, δασκάλων, κοινωνικών φορέων όπως οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί
λειτουργοί, καθώς και οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής στην Ελλάδα, σχετικά με τους
παράγοντες που προκαλούν το πρόβλημα και την κλιμάκωσή του. Επιπλέον, οι προαναφερθέντες
εμπλεκόμενοι φορείς θα μπορούσαν να βρουν ένα κοινό έδαφος για την ανάπτυξη στρατηγικών
παρέμβασης για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος. Τέλος, η έρευνα θα
μπορούσε να συμβάλει στην περαιτέρω έρευνα σχετικά με την παραβατικότητα των μαθητών.
Μια περιγραφή του ερευνητικού πλαισίου και της μεθόδου έρευνας θα συζητηθεί στη συνέχεια

Ερευνητικός σχεδιασμός και μεθοδολογία

Το πρότυπο της έρευνας


Αυτή η μελέτη επικεντρώθηκε στο πρόβλημα της παραβατικότητας των μαθητών μέσα απο
την εκπαιδευτική προοπτική και ματιά. Επικεντρώθηκε στο ρόλο του σχολείου στην
κοινωνικοποίηση και διαχείριση των εφήβων στην Ελλάδα κυρίως τα χρόνια της κρίσης (τα
τελευταια 8 χρόνια), μέσα απο τα μάτια των εκπαιδευτικών.
Σχεδιασμός έρευνας

Ο προτεινόμενος ερευνητικός σχεδιασμός αυτής της μελέτης ήταν μιάς ποιοτικής,


περιγραφικής και ερμηνευτικής έρευνας μέσω ημιδομημένων συνεντεύξεων, και επομένως μιας
προσέγγισης με μεικτή μέθοδο έρευνας. Η έρευνα διαρθρώθηκε όπως εξηγείται στις επόμενες
παραγράφους.

Είδος-μεθοδολογία έρευνας

Ποιοτική προσέγγιση
Η ποιοτική έρευνα, σε αντίθεση με την ποσοτική έρευνα, δίνει «το σχήμα, τον τόπο, το
περίγραμμα και το χρώμα» στο φαινόμενο που μελετάται λόγω της επιμελημένης περιγραφής και
ερμηνείας των δεδομένων που συγκεντρώνονται (Labuschagne A., 2003.). Επιδίωξη της ποιοτικής
έρευνας είναι «να ανακαλύψει τις απόψεις του ερευνώμενου πληθυσμού, εστιάζοντας στις οπτικές
γωνίες υπό τις οποίες τα άτομα βιώνουν και αισθάνονται τα γεγονότα» (Labuschagne, A. 2003).

Η ποιοτική προσέγγιση είναι μια προσέγγιση σε βάθος, με στόχο την ανάλυση κι ερμηνεία
ποιοτικών στοιχείων, αφού πρώτα συλλέξουμε, κατηγοριοποιήσουμε και αξιολογήσουμε τα
δεδομένα μας. Την επιλέγουμε όταν μας ενδιαφέρει να κάνουμε βαθύτερη ανάλυση και ερμηνεία
καταστάσεων, γεγονότων, συμπεριφορών ή εμπειριών. Οι ποσοτικές μέθοδοι συλλογής στοιχείων
δε μπορούν να δώσουν τις πλούσιες περιγραφές και ερμηνείες που απαιτούνται, για να γίνει
κατανοητά όλα τα παραπάνω, και ειδικά η εμπειρία. Η συνέντευξη είναι μια πολύ συνηθισμένη
τεχνική συλλογής δεδομένων σε μια ποιοτική έρευνα. Εκτιμάται ότι το 90% των κοινωνικών
ερευνών χρησιμοποιούν τις συνεντεύξεις, με κάποιον τρόπο, για να συλλέξουν τα δεδομένα τους ή
ένα μέρος αυτών (Κεδράκα Κ.,2008).

Επιπλέον, σύμφωνα με τον Ιωσηφίδη (2006), η ποιοτική έρευνα έχει στόχο την ανάλυση,
την περιγραφή, την ερμηνεία και την κατανόηση κοινωνικών φαινομένων, απαντώντας κυρίως σε
ερωτήματα «πώς» και «γιατί» (Ιωσηφίδης, Θ. και Σπυριδάκης, Μ. , 2006). Σημαντικό είναι
επίσης, μέσω της ποιοτικής έρευνας επιτρέπεται στον ερευνητή να κατανοήσει ένα κοινωνικό
φαινόμενο, στη συγκεκριμένη έρευνα την νεανική παραβατικότητα, μέσω της αντίληψης των
εκαπιδευτικών που ερωτούνται στη συνέντευξη.

Και στη συγκεκριμένη έρευνα ακολουθήθηκε η ποιοτική μέθοδος, διότι θεωρήθηκε


καταλληλότερη αναφορικά µε τη συγκέντρωση πληροφοριών και στοιχείων για τις απαντήσεις
των ερευνητικών ερωτημάτων. Πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις βασισμένες σε ηµι-δοµηµένες
ερωτήσεις, δια των οποίων συγκεντρώθηκε υλικό µέσω ζωντανών συνεντεύξεων µε το δείγμα των
εκπαιδευτικών, σχετικά με την νεανική παραβατικότητα των νεαρών μαθητών στα σχολεία
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας.

Ερευνητικό δείγμα

Πληθυσμός - επιλογή των συμμετεχόντων


Η μελέτη περιελάμβανε καθηγητές που διδάσκουν στα σχολεία της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Οι συνεντεύξεις της ομάδας αποτελούνταν από 10 εκπαιδευτικούς από
τον πληθυσμό. Πίο συγκεκριμένα, η μελέτη αυτή επικεντρώθηκε στον πληθυσμό των καθηγητών
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην πόλη της Πάτρας και του Αιγίου, οι οποίοι αντιπροσωπεύθηκαν
από ένα δείγμα 10 ατόμων,που δημιουργήθηκε με τη διαδικασία που περιγράφεται παρακάτω.
Μετά από συζήτηση με τον επιβλέποντα καθηγητή, και αφού καθορίστηκε το αντικείμενο
και οι σκοποί της έρευνας , τα ερωτήματα και οι ερευνητικές υποθέσης , επόμενη ενέργεια ήταν ο
καθορισμός του δείγματος που θα λάμβανε μέρος στην παρούσα έρευνα. Ξεκίνησε η αναζήτηση
του δείγματος των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στην πόλη της Πάτρας -Αιγίου, με
βασικό κριτήριο το δείγμα να απαρτίζεται απο εκπαιδευτικούς δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με
τουλάχιστον 5 χρόνια προϋπηρεσίας σε γενικό σχολείο.

Μέθοδος δειγματοληψίας
Ένα δείγμα είναι μια αντιπροσωπευτική ομάδα συμμετεχόντων που επιλέγονται από τον
πληθυσμό. Ο κύριος σκοπός της δειγματοληψίας είναι να διασφαλιστεί ότι τα στοιχεία που
απεικονίζουν τον συνολικό πληθυσμό υπάρχουν στο δείγμα.
Το μέγεθος του δείγματος είναι μικρό, όπως παρατηρείται σε μια ποιοτική μελέτη. Τα
πλεονεκτήματα μιάς ποιοτικής έρευνας είναι οι περιορισμένες στατιστικές απαιτήσεις για τον
ερευνητή και, δεύτερον, η συσχέτιση με τους συμμετέχοντες είναι πιο ανθρώπινη, επιτρέποντάς
τους το σχηματισμό ενός πιο δημοκρατικού χώρου, στο οποίο είναι ελεύθεροι να μιλήσουν εκτενώς
και να τεθούν οι ερωτήσεις της συνέντευξης (Davis M.B.,2007).
Τα παραπάνω πλεονεκτήματα εντοπίζονται και στην παρούσα μελέτη με ένα εύκολα
διαχειρίσιμο δείγμα επιτρέπωντας στον ερευνητή να κατανοήσει σε βάθος την παραβατικότητα των
νέων - ένα φαινόμενο τόσο περίπλοκο και πολύπλευρο που οι διαφορετικές απόψεις ήταν κρίσιμες
για μια σε βάθος κατανόηση της φύσης της.
Αφού μεσολάβησε ο ακριβής καθορισμός του δείγματος καταλήξαμε στην ανεύρεση του
τελικού δείγματος, το οποίο αποτελείται από δέκα (10) εκπαιδευτικούς των οποίων το προφίλ
περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, διδακτική εμπειρία τουλάχιστον πέντε (5) ετών, προσόντα και
γνώσεις διδασκαλίας και σχολικής εκπαίδευσης στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού συστήματος της
χώρας.Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε ενημέρωση των συμμετεχόντων σχετικά με το
περιεχόμενο, τους σκοπούς και την μεθοδολογία της έρευνας. Στο πρώτο μέρος της κάθε
συνέντευξης καταγράφηκαν κάποια δημογραφικά και άλλα χαρακτηριστικά του δείγματος τα οποία
αφορούν το φύλο, την ηλικία, τα χρόνια προϋπηρεσίας και πιθανές μεταπτυχιακές σπουδές.
Παρακάτω, δίδονται τα προφίλ των συμμετέχοντων εκπαιδευτικών, όπου για λόγους διαφύλαξης
των προσωπικών δεδομένων θα αναφέρονται ως «εκπαιδευτικός Α» , έως «εκπαιδευτικός Ι», όπου
και ολοκληρώνεται το δείγμα της παρούσας εργασίας.

Τόπος (γεωγραφικά) και χρονική περίοδος διεξαγωγής


Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο Νομό Αχαΐας συγκεκριμένα στη πόλη της Πάτρας και του Αιγίου
και διήρκησε 30 ημέρες. Συγκεκριμένα, το χρονικό διάστημα ήταν απο της 14 Φεβρουαρίου μέχρι
της 16 Μαρτίου 2018. Μέσα σε αυτό το διάστημα πραγματοποιήθηκαν οι συναντήσεις και
ολοκληρώθηκαν οι συνεντεύξεις του δείγματος των εκπαιδευτικών.

Ερευνητικό εργαλείο
Η παρούσα έρευνα όπως προαναφέρθηκε αποτελείται από δύο μέρη, με πρώτη φάση να
αποτελεί η επιλογή του δείγματος των εκπαιδευτικών, ακολουθώντας την μια ποιοτική έρευνα με
χρήση ημι-δομημένης συνέντευξης.
Επιλέχθηκε, ο συγκεκριμένος τρόπος διεξαγωγής έρευνας, καθώς επιτρέπει στον ερευνητή
να αντλήσει πληροφορίες σε σύντομο χρονικό διάστημα σχετικά με τις διαδικασίες,κίνητρα,
στάσεις και αντιλήψεις των συνεντευξιαζόμενων εκαπιδευτικών (Ιωσηφίδης, Θ. και Σπυριδάκης,
Μ.,2006).
Σύμφωνα με τον Babbie (2009), η ημιδομημένη συνέντευξη αποτελείται από
προκαθορισμένες ερωτήσεις, των οποίων η διάταξη μπορεί να τροποποιηθεί, αν το κρίνει
απαραίτητο ο συνεντευκτής (Babbie Ε.,2009). Οι συνεντεύξεις της συγκεκριμένης έρευνας είναι
ημι-δομημένες και αποτελούνται από ερωτήσεις κλειστού (για τη καταγραφή προσωπικών
χαρακτηριστικών) και ανοιχτού (για όλες τις υπόλοιπες) τύπου. Ακόμα, αξίζει να αναφερθεί ότι ο
συγκεκριμένος τύπος συνέντευξης επιτρέπει την αποφυγή περιορισμών του ερευνητή, της
προκαθορισμένης σειράς των ερωτήσεων καθώς και του δίνεται η δυνατότητα να θέσει τα ίδια
ερωτήματα στους συμμετέχοντες Υπάρχει η δυνατότητα να δοθούν επεξηγήσεις σε κάποια
ερώτηση, να παραλειφθούν κάποιες ερωτήσεις, ή να προστεθούν άλλες, αν αυτό κριθεί
αναγκαίο.Οι συμμετέχοντες εκπαιδευτικοί επιλέχθηκαν για ανοιχτού τύπου, εις βάθος,
συνεντεύξεις.
Συγκεκριμένα, η συνέντευξη αποτελούνταν από δεκατέσσερις (14) ανοικτές ερωτήσεις.
Μετά την συνέντευξη, η οποία διεξήχθη με ηχογράφηση των συνεντεύξεων, πραγματοποιήθηκε
απομαγνητοφώνηση τους. Για την καταγραφή των συνεντεύξεων χρησιμοποιήθηκε μαγνητόφωνο.
Είναι χρήσιμο να πραγματοποιείται συνδυασμός σημειώσεων και μαγνητοφώνου, διότι στις
σημειώσεις μπορεί να καταγραφούν πληροφορίες που δεν αποκαλύπτονται στο
απομαγνητοφωνημένο κείμενο της συζήτησης (πχ η έκφραση του προσώπου, η στάση του
σώματος, δηλαδή σημάδια της μη λεκτικής επικοινωνίας, τα συναισθήματα πριν και μετά τη
συνέντευξη κτλ).

Περιορισμοί της έρευνας


Το γεγονός ότι η έρευνα είναι ποιοτική ο αριθμός των συνεντεύξεων είναι μικρός, γεγονός
που γενικά χαρακτηρίζει τις ποιοτικές έρευνες σύμφωνα με τον Ιωσηφίδη (2006), τα συμπεράσματα
που απορρέουν από την έρευνα είναι ενδεικτικά και δεν μπορούν να γενικευθούν για το ευρύτερο
σύνολο του πληθυσμού της χώρας (Ιωσηφίδης, Θ. και Σπυριδάκης, Μ. , 2006). Η μελέτη διεξήχθη
μόνο μεταξύ ενός περιορισμένου αριθμού καθηγητών γυμνασίου και συγκεκριμένα 10 συνολικά
εκπαιδευτικών. Επομένως, τα ευρήματα δεν θα είναι γενικεύσιμα, μπορούν μόνο να αποτελέσουν
κίνητρο για προβληματισμό και περαιτέρω σκέψη.
Ένας ακόμα περιορισμός που εμφανίστηκε είχε σχέση με τον χρόνο διεξαγωγής της
έρευνας. Επειδή το χρονικό διάστημα ήταν πολύ μικρό δεν υπήρξε η δυνατότητα λήψης
περισσότερων συνεντεύξεων.

Στάδια έρευνας
Η έρευνα χωρίστηκε σε τρεις (3) φάσεις. Η πρώτη φάση αποτελείται από την
συγκεκριμενοποίηση του ερευνητικού σκοπού και τη διαμόρφωση ερευνητικών ερωτημάτων,τον
εντοπισμό του πληθυσμού, την αναζήτηση του δείγματος, καθώς και τη διαμόρφωση του
ερωτήσεων της συνέντευξης. Στη δεύτερη φάση πραγματοποιήθηκαν οι συνεντεύξεις και έγινε
συλλογή των ποιοτικών δεδομένων. Η τρίτη φάση περιλαμβάνει την ανάλυση και την καταγραφή
των ποιοτικών αποτελεσμάτων.

Χώρος διεξαγωγής των συνεντεύξεων


Ο προκαθορισμένος χώρος διεξαγωγής των συνεντεύξεων ήταν ένας χώρος που ήταν
ελεύθερος από εξωτερικές δραστηριότητες, μουσική υπόκρουση, θορυβώδη συστήματα εξαερισμού
και μηχανές-κινητήρες.Η εξασφάλιση ενός ελεγχόμενου χώρου, όπως ήταν το γραφείο των
εκπαιδευτικών, αποτέλεσε μία βασική προϋπόθεση για την επιτυχημένη διεξαγωγή των
συνεντεύξεων.
Μέτρα διεξαγωγής της έρευνας
Δεοντολογικά μέτρα
Η επιστημονική έρευνα χαρακτηρίζεται από τις αρχές που διέπουν την επιστημονική ηθική
με σκοπό τον έλεγχο της ερευνητικής προσέγγισης για την επιστημονική της ορθότητα ή όχι. Η πιο
θεμελιώδης ηθική αρχή για κάθε επιστημονική μελέτη είναι η προστασία των συμμετεχόντων και
όσων ενδέχεται να επηρεαστούν από την έρευνα. Η μελέτη έλαβε δεόντως υπόψη τη γενική
ερευνητική δεοντολογία. Η άδεια διεξαγωγής της έρευνας με τις συνεντεύξεις των εκπαιδευτικών
ζητήθηκε και χορηγήθηκε από τα αρμόδια ιδρύματα (σχολικές μονάδες) και τους μεμονωμένους
συμμετέχοντες-εκπαιδευτικούς.

Αυτονομία
Κατά τη διεξαγωγή των συνεντεύξεων τηρήθηκε το δικαίωμα των συμμετεχόντων στην
αυτοδιάθεση τους. Στη μελέτη αυτή, οι συμμετέχοντες ενθαρρύνθηκαν να χρησιμοποιήσουν το
δημοκρατικό τους δικαίωμα να συμμετέχουν ή να αποσύρονται από τη μελέτη οποιαδήποτε στιγμή
κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της συνέντευξης. Επίσης, ενθαρρύνθηκαν να ασκήσουν την ελευθερία
να αποφασίσουν ποιες πληροφορίες θα αποκαλύψουν, όπως υπαγορεύει η προστασία προσωπικών
δεδομένων.

Ανωνυμία και εμπιστευτικότητα


Η διαφοροποίηση μεταξύ της ανωνυμίας και εμπιστευτικότητας, είναι ότι ο δεύτερος όρος
αφορά τη διαχείριση των ιδιωτικών πληροφοριών, ενω ο πρώτος όρος ορίζει το δικαίωμα να
υποθέσουμε ότι τα δεδομένα που συλλέγονται θα παραμείνουν εμπιστευτικά.Κατα τη διάρκεια των
συνεντεύξεων αναγνωρίστηκε, η δυσκολία να επιτευχθεί η σωστή ισορροπία ανάμεσα στην έρευνα
και στην προστασία των συμμετεχόντων. Ως εκ τούτου, δόθηκε μεγάλη προσοχή ώστε να μην
διακυβεύονται οι ηθικές θεωρήσεις.

Ανάλυση δεδομένων
Για τις συνεντεύξεις της, οι μέθοδοι αναλύσεων, όπως η κωδικοποίηση των απαντήσεων,
εφαρμόστηκαν από τον ίδιο τον ερευνητή ο οποίος ερμήνευσε τα δεδομένα και περιέγραψε τα
ευρήματα στην παρούσα ερευνητική εργασία.

Το επόμενο κεφάλαιο θα παράσχει ουσιαστικά την ανάλυση και ερμηνεία των ευρημάτων της
μελέτης.
Κεφάλαιο 4ο
Σε αυτό το κεφάλαιο, θα αναφερθούν τα αποτελέσματα της έρευνας. Σκοπός της μελέτης
είναι η διατύπωση των απόψεων των εκπαιδευτικών για την αντιμετώπιση της παραβατικής
συμπεριφοράς των εφήβων και η συμβολή στην εκπαιδευτική έρευνα για την ανάπτυξη πολιτικών
με σκοπό την αντιμετώπιση του προβλήματος στο μέλλον.

Χαρακτηριστικά συνεντευξιαζόμενων

Οι συνεντευξιαζόμενοι, που αποκρίθηκαν στις συνεντεύξεις δια ζώσης αποτελούνται από


δέκα (10) εκπαιδευτικούς, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (όλοι καθηγητές γενικών γυμνασίων). Πιο
συγκεκριμένα, μεταξύ αυτών οι οκτώ (8) στους δέκα (10) είναι γυναίκες και οι υπόλοιποι δύο (2)
άνδρες. Στο πλαίσιο πραγματοποίησης της έρευνας υπήρχαν γενικές ερωτήσεις ως προς τους
συνεντευξιαζόμενους, για το χρονικό διάστημα που βρίσκονται στις υπηρεσίες, με κριτήριο
επιλογής τα χρόνια προϋπηρεσίας, με κατώτερο όριο τα πέντε (5) χρόνια.

Επίσης, μεταπτυχιακές σπουδές διέθεταν οι τέσσερις (4) εκπαιδευτικοί,εκ των οποίων οι


τρείς (3) ήταν γυναίκες και ο ένας (1) άνδρας.

Αποτελέσματα συνεντεύξεων
Όσων αφορά την οργάνωση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε ομαδοποίηση του
συνολικού υλικού.Τα αποτελέσματα παρατίθενται ανά υποκείμενο. Η σειρά που έχει ακολουθηθεί
στη παράθεση των απαντήσεων βασίζεται στο χρόνο που πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη με το
κάθε υποκείμενο. Συνεπώς το υποκείμενο του οποίου η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε πρώτη
καλείται, για λόγους συντομίας και διαφύλαξης των προσωπικών δεδομένων, ως «εκπαιδευτικός
Α», το επόμενο σε χρονική σειρά υποκείμενο καλείται «εκπαιδευτικός Β» κ.ο.κ.

Η πρώτη ερώτηση της έρευνας είναι :

1.Ένας έντονος επιστημονικός προβληματισμός σήμερα αναπτύσσεται γύρω από τη


παραβατική συμπεριφορά των παιδιών στα σχολεία. Έχετε αναγνωρίσει ή αντιμετωπίσει
κάποιο περιστατικό την τελευταία πενταετία;
Εκπαιδευτικός Α “...Παραβατικές συμπεριφορές αντιμετωπίζουμε συχνά στα σχολεία μας σήμερα.
Η έντονη επιθετική καθημερινότητα που αντικατοπτρίζεται στα μάτια των παιδιών δημιουργεί
συχνά κακά πρότυπα...”
Εκπαιδευτικός Β “...Υπάρχει και είναι πολύ έντονη αρχόμενη από μικρότερη ηλικία των 12 ετών
(δημοτικό)...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Φυσικά, με μεγάλη ποικιλομορφία κυρίως λόγω των ραγδαίων κοινωνικών και
τεχνολογικών εξελίξεων...”
Εκπαιδευτικός Δ “... Έχω περισσότερο ακούσει διάφορα περιστατικά από συναδέλφους που
λαμβάνουν χώρα στα σχολεία τους. Στο δικό μου σχολείο την τελευταία πενταετία δεν
αντιμετωπίσαμε κάποιο τέτοιο περιστατικό. Σαφώς αυτό εξαρτάται από το τι ορίζει κανείς σαν
παραβατική συμπεριφορά...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Ναί,συγκεκριμένα σωματική βία και bullying...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Φυσικά, το πιο σοκαριστικό και πρωτόγνωρο περιστατικό ήταν η σεξουαλική
παρενόχληση ενός εφήβου από έναν δεύτερο έφηβο του ιδίου φύλου.Το γεγονός διαδραματίστηκε
στις τουαλέτες του σχολείου...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Ναι, περιστατικό ήταν η κλοπή χρημάτων απο καθηγητή...”
Εκπαιδευτικός Η “...Ναι, σεξουαλική παρενόχληση και κλοπή χρημάτων.Όπως επίσης και λεκτική
επίθεση...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Ναι, συνήθως μικροκλοπές αντικειμένων και χρημάτων.Λεκτική βία.Σωματική
βία και φτυσίματα...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Ναί,σεξουαλική παρενόχληση σε συδνυασμό με λεκτική βία...”

2.Πως αναγνωρίσατε μια παραβατική συμπεριφορά ενός μαθητή σας;


Εκπαιδευτικός Α “...Η παραβατική συμπεριφορά διακρίνεται ανάλογα με την ηλικία και την
βιωματική ζωή του παιδιού – έφηβου...”
Εκπαιδευτικός Β “...Λεκτική βία, χειροδικία, αυθάδεια, μη επιτρεπτή χρήση λεξιλογίου (πχ ύβρις,
αθυροστομία κτλ), κλοπές, άσχημες παρέες...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Μπροστά στα μάτια μου ασκώντας σωματική και λεκτική βία σε συνδυασμό με
τη συμμετοχή του σε οργανωμένες παραβατικές ομάδες...”
Εκπαιδευτικός Δ “... Ένας τρόπος είναι να το βλέπεις να πραγματοποιείται μπροστά στα μάτια σου
και ένας άλλος από το αποτέλεσμα αυτής της συμπεριφοράς, με βωμολοχίες, λεκτική βία και
χειρονομίες τουλάχιστον...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Η αναγνώριση παραβατικής συμπεριφοράς εμπεριέχει, επιθετικότητα (λεκτική-
σωματική), αντιδραστικότητα, κλοπές...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Μέσα απο τα μάτια του μαθητή διακρίνω τη παραβατική συμπεριφορά
του.Αυτό μπορεί να πραγματωθεί μόνο μέσα απο την συνεχή και έντονη παρουσία του
εκπαιδευτικού...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Μία συνολική συμπεριφορά μη κοινωνικά αποδεχτεί...”
Εκπαιδευτικός Η “...Δεν ακολουθεί τους κανόνες του σχολείου και της κοινωνίες γενικότερα...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Συμπεριφορά που παρεκκλίνει απο τη νόρμα του σχολικού πλαισίου..”
Εκπαιδευτικός Ι “...Κακή επίδοση στα μαθήματα,ελλιπής κοινωνικοποίηση,αθυροστομία,απουσία
συμμετοχής σε κοινωνικές δραστηριότητες...”

3.Υπάρχουν περισσότερα περιστατικά από παλαιοτέρα με παραβατική συμπεριφορά σήμερα


στα σχολεία; και αν ναι πόσο και γιατί πιστεύετε ότι αυξήθηκαν;
Εκπαιδευτικός Α “...Η αύξηση είναι ιδιαίτερα σημαντική τη τελευταία πενταετία. Η οικονομική
κρίση δημιούργησε εντάσεις στο οικογενειακό κοινωνικό περιβάλλον και επηρέασε τη ψυχολογία
των παιδιών σε συνδυασμό κάποιες φορές με την έλλειψη σεβασμού των γονέων προς τα ίδια τα
παιδιά τους και το σχολικό πλαίσιο βοηθούν την εκδήλωση παραβατικών πράξεων μέσα στα
σχολεία...”
Εκπαιδευτικός Β “...Αυξήθηκαν λόγω της πλήρης ελευθερίας που οι γονείς δίνουν στα παιδιά τους,
της απομάκρυνσης των εκπαιδευτικών από τα καθημερινά προβλήματα των μαθητών (δεν τους
νοιάζει πλέον), της υπέρμετρης τεχνολογικής εισβολής και της αποξένωσης της κοινωνίας...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Όχι, δεν θεωρώ ότι έχει αυξηθεί ο αριθμός των περιστατικών...”
Εκπαιδευτικός Δ “...Δε θεωρώ πως αυξήθηκαν τα περιστατικά. Πάντοτε στα σχολεία είχαμε τέτοια
περιστατικά, ίσως με διαφορετική έκφραση. Λόγω ίσως και της οικονομικής κατάστασης που
βιώνουμε...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Ναι, υπάρχουν.Αυξήθηκαν αρκετά και ο λόγος είναι η οικονομική κρίση,
εκπαιδευτική ανεπάρκεια, κακή διαπαιδαγώγηση λόγω έλλειψης χρόνου των γονέων, συνδυασμός
διαφορετικών κουλτούρων...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Θεωρώ πως ναί, γιατί επι της ουσίας οι γονείς αρέσκονται στην αγορά δώρων
και κυρίως ηλεκτρονικών συσκευών.Είναι διεκπαιρεωτικοί, δεν παρέχουν ποιοτικό χρόνο στα
παιδιά τους..Πλέον ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι πιο δύσκολος...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Λίγο πολύ στα ίδια επίπεδα.Αναγνωρίζονται πιο εύκολα τα περιστατικά και
είναι πιο ευαισθητοποιημένοι οι εκπαιδευτικοί...”
Εκπαιδευτικός Η “...Δεν υπάρχουν περισσότερα περιστατικά αλλά διαφορετικές μορφές
παραβατικής συμπεριφοράς και αναγνωρίζονται πιο εύκολα απο τους ενημερωμένους πλέον
εκπαιδευτικούς...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Οικονομικοί λόγοι-δυστοκία,ανεργία γονέων, κοινωνικές ανισότητες...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Δραματική αύξηση λόγω της οικονομικής κρίσης και της ανεργίας των γονέων.
Αύξηση της χρήσης παράνομων ουσιών απο τους γονείς (συνολικά το οικογενειακό περιβάλλον)
και τους μαθητές.Εθισμός στο διαδίκτυο (οικογένειας-μαθητών) Μίξη διαφορετικών κουλτούρων..”
4.Ποιοι πιστεύετε είναι οι παράγοντες που συμβάλουν στην εμφάνιση μιας παραβατικής
συμπεριφοράς;
Εκπαιδευτικός Α “...Η ανωριμότητα των ενηλίκων που δημιουργούν παιδιά με χαμηλή
αυτοεκτίμηση...”
Εκπαιδευτικός Β “...Οικογενειακή αποδόμηση, τεχνολογική έκρηξη, οικονομική κρίση..”
Εκπαιδευτικός Γ “...Οικογενειακό περιβάλλον, ψυχολογικά προβλήματα, κοινωνικά προβλήματα,
ψυχοπαθολογικά προβλήματα...”
Εκπαιδευτικός Δ “...Το αξιακό σύστημα της οικογένειας αρχικά, καθώς ότι χαρακτηρίζουμε ως
παραβατικό δεν είναι απαραίτητα για όλους. Στη συνέχεια τα βιώματα του κάθε παιδιού, οι
καταστάσεις αλλά και οι εικόνες που έχει. Και τελευταία θα έβαζα τα μέσα ενημέρωσης τηλεόραση
και υπολογιστή...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Η οικονομική κρίση, η αδιαφορία απο την πλευρά των γονέων & των
εκπαιδευτικών και τέλος λόγω των χαρακτηριολογικών στοιχείων τόσο των μαθητών όσο και των
ενηλίκων ...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Δεν επικοινωνεί τις ανάγκες του με τους γονείς του, με αποτέλεσμα να
εκφράζεται άτσαλα-άκομψα.Την επιθετικότητα του την εκδηλώνει σε ασθενέστερα
πρόσωπα.Προσπαθεί να επιβεβαιωθεί μέσα απο την ομάδα-συμμορία μαθητών, στην οποία έχει
ενταχθεί, αφού δεν επιβεβαιώνεται απο τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Μη αποδοχή απο τους συμμαθητές.Οικονομικοί λόγοι.Ελλειπής παρουσία των
γονέων με περιορισμένο χρόνο προσφοράς στα παιδιά τους.Αρνητικά πρότυπα σε συνδυασμό με
εύκολη και ανεξέλεγκτη πρόσβαση στο διαδίκτυο...”
Εκπαιδευτικός Η “...Χαμηλή αυτοεκτίμηση με αποτέλεσμα να αναζητά την αναγνώριση απο τους
άλλους μαθητές ακόμα και μέσα από μία παραβατική συμπεριφορά.Απουσία διαπαιδαγώγησης απο
τους γονείς. Συγκεκριμένα κοινωνικά αρνητικά πρότυπα και μιμητισμός.Οικονομικοί λόγοι...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Υπεροχή ως προς τη σωματική διάπλαση,ευφυϊα.Προβληματική οικογένεια με
την εκδήλωση ενδοοικογενειακής βίας στη μητέρα και λεκτικής βίας συνήθως στα παιδιά...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Ανοργάνωτο σχολείο, χαμηλό κοινωνικό-οικονομικό αλλά και μορφωτικό
επίπεδο του οικογενειακού περιβάλλοντος...”

5.Θεωρείτε ότι μέσα στο σχολείο υπάρχουν παράγοντες που οδηγούν τα παιδιά σε
παραβατικές συμπεριφορές; Αν ναι, ποιοι είναι αυτοί;
Εκπαιδευτικός Α “...Η μίμηση παραβατικών πράξεων και η αδιαφορία του εκπαιδευτικού
συστήματος για την ενδυνάμωση συναισθηματικής ώριμής εικόνας των εφήβων. Η μη παρέμβαση
εκπαιδευτικών θεραπευτικών μέσων μέσα στους χώρους του σχολείου από εξειδικευμένους
εκπαιδευτικούς (ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς κλπ)...”
Εκπαιδευτικός Β “...Ανέκαθεν ο σχολικός χώρος ήταν φυτώριο. Τώρα απλά είναι πιο πολλά παιδιά
και φαίνονται. ..”
Εκπαιδευτικός Γ “...Το σχολείο για αρκετούς μαθητές είναι ένας χώρος όπου μπορούν να
«αποδράσσουν» από τη πίεση που ίσως νιώθουν σε άλλες κοινωνικές ομάδες (οικογένεια,
φροντιστήριο κτλ), πολλές φορές αυτή η εκτόνωση επιτυγχάνεται μέσω των παραβατικών
συμπεριφορών. Επιπλέον, από την ελληνική κοινωνία έχει καθιερωθεί ότι η παραβατικότητα
πολλές φορές ισούται με «μαγκιά». Προκειμένου λοιπόν κάποιος μαθητής να αποδείξει την
«ανωτερότητά» του απέναντι σε συμμαθητές του, οδηγείται σε παραβατικές συμπεριφορές. Το
σχολείο όντας ένας θεσμός αρκετά ανεκτικός σε παραβατικές συμπεριφορές (σε αντίθεση συνήθως
με το οικογενειακό περιβάλλον και την κοινωνία των ενηλίκων) επιδρά ενθαρρυντικά στην
ενίσχυση τέτοιων συμπεριφόρών. ...”
Εκπαιδευτικός Δ “...Σαφώς και υπάρχουν καθώς ένα παιδί έρχεται σε αλληλεπίδραση με άλλα 100 -
200 παιδιά που προέρχονται από διαφορετικές οικογένειες με διαφορετική κουλτούρα...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Ναί, κυρίως ο μιμητισμός μεταξύ των εφήβων μαθητών, για παράδειγμα
κάπνισμα, αλκοόλ,ουσίες. Η εφηβεία, ο μαθητής αλλάζει και βιολογικά και ψυχολογικά.Αν λοιπόν,
το οικογενειακό πλαίσιο δεν πλαισιώσει σωστά των έφηβο, οδηγείται σε παραβατική συμπεριφορά.
Η έλλειψη μαθησιακών κινήτρων απο τη πλευρά των εκπαιδευτικών”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Μέσα στο σχολικό πλαίσιο ευδοκιμεί η ψυχολογία του όχλου.Θεωρώ ότι ένας
έφηβος μαθητής που δεν λαμβάνει πρωτοβουλίες, η ένταξη του σε μία κλίκα ειδικά εάν είναι
αδύναμος του “προσφέρει” ρόλο και σημαντικότητα.Μέσα στην ομάδα αναγνωρίζεται για πρώτη
φορά ακόμα και αυτός ο “αδύναμος” ΄εφηβος.Είναι ανάγκη κάθε εφήβου να πρωταγωνιστεί ακόμα
και μέσω μίας παραβατικής ομάδας...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Για να προσελκύσει τη προσοχή των συμμαθητών του, ορισμένες φορές
οδηγείτε σε παραβατικές συμπεριφορές.Απουσία ορίων απο τους εκπαιδευτικούς καθώς επίσης
ελλειπής γνώση του πλαισίου δράσης...”
Εκπαιδευτικός Η “...Εκπαιδευτική κόπωση με αποτέλεσμα την εμφάνιση χαλάρων οριών.Απουσία
πλήρους καθορισμένου νομικού πλαισίου.Έλλειψη κοινωνικής παιδείας.Τόνωση των κοινωνικών
ανισοτήτων μέσα στο σχολείο, για παράδειγμα εντυπωσιακά ρούχα απο μία συγκεκριμένη ομάδα
μαθητών πυροδοτεί και μεγεθύνει την ανισότητα με άλλους μαθητές, μαθητές με χαμηλό
οικονομικό υπόβαθρο προκαλώντας την εμφάνιση μίας παραβατικής συμπεριφοράς...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Ναί,κοινωνική και οικονομική ανισότητα μεταξύ των μαθητών.Στοχοποίηση
του άτακτου μαθητή.Αδιαφορία -ελαστικότητα εκπαιδευτικών,η πίεση που ασκείται απο τους
γονείς στους εκπαιδευτικούς, κρατάνε τους δεύτερους σε απόσταση απο τους μαθητές τους, με
αποτέλεσμα οι τελευταίοι να μην φοβούνται και να μην σέβονται...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Το σημερινό ανοργάνωτο σχολείο της χώρας εμφανίζει μεγάλες ελλείψεις σε
υλικοτεχνικό υλικό αλλά και σε προσωπικό. Χωρίς πολιτιστικές δραστηριότητες – εντατικοποίηση
της γνώσης χωρίς όμως όραμα (γνώση χωρίς γνώση – χωρίς αντίκρυσμα). Αδιαφορία των
εκπαιδευτικών, εμφανίζοντας στοιχεία τυπολατρείας και ευθυνοφοβίας. Απουσία θεσμικού
πλαισίου, πιο συγκεκριμένα δεν υπάρχει ένας οδηγός καθοδήγησης και προστασίας των
εκπαιδευτικών. Απαξίωση των ηθικών αξιών απο το ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον...”

6.Περιγράψτε ένα παραβατικό έφηβο.


Εκπαιδευτικός Α “...Ένα έφηβο που μιλά με αυθάδεια κινείται κάνοντας χειρονομίες και δημιουργεί
προβλήματα στους συμμαθητές του και τους εκπαιδευτικούς...”
Εκπαιδευτικός Β “...Λεκτική βία, χειροδικία, αυθάδεια, μη επιτρεπτή χρήση λεξιλογίου (πχ ύβρις,
αθυροστομία κτλ), κλοπές, άσχημες παρέες ...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Κάθε μορφή βίας (σωματική, λεκτική, ψυχολογική), κλοπές, εκβιασμοί,
καταστροφή αντικειμένων, σεξουαλική παρενόχληση, κάθε μορφή παρέκκλισης από τους κανόνες
του σχολείου ...”
Εκπαιδευτικός Δ “...Δε γνωρίζω πολλά πράγματα, αυτό που παρατηρώ συνήθως είναι μία
συγκεκριμένη εμφάνιση , όσον αφορά το ντύσιμο τους αφου συνήθως ανήκουν σε κάποια ομάδα
μαθητών, όπως επίσης κλοπές, ύβρεις και πολλές αδικιολόγητες απουσιές (κοπάνες) απο τα
μαθήματα του σχολείου...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Κάνει χρήση παράνομων ουσιών, αντιδραστικότητα – επιθετικότητα (λεκτική
και σωματική), έλλειψη ενδιαφέροντος για μάθηση και εκπαίδευση.Ανυπακοή και
ευερεθιστότητα...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Ανυπάκουος, δεν τηρεί το ωράριο και είναι ασυνεπής ως προς την ώρα
προσέλευσης στο σχολείο.Αδικιολόγητες απουσίες, καπνίζει κρυφά. Λέει ψέματα και δεν
διαβάζει.Μένει ώρες μόνος και εμπλέκεται με παρέες τις οποίες οι γονείς δεν γνωρίζουν...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Συνήθως είναι αγόρι.Καπνίζει και φεύγει αδικαιολόγητα απο το σχολείο.Δεν
υπακούει στους σχολικούς κανόνες και δεν συμμετέχει σε σχολικές δραστηριότητες.Είναι συνήθως
απομονωμένος, βωμολοχεί και αυθαδιάζει και δεν σέβεται τους καθηγητές του...”
Εκπαιδευτικός Η “...Δεν υπακούει στου κανόνες του σχολείου.Κάνει χρήση παράνομων ουσιών
ενδεχομένως.Διαπράττει κλοπές-λεκτική και σωματική επίθεση...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Βρίζει και χειρονομεί.Ασέβεια απέναντι στους εκπαιδευτικούς και στους
υπόλοιπους μαθητές.Θύματα bullying στο παρελθόν...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Ατημέλητος, κακές επιδόσεις στα σχολικά μαθήματα, αδικιολόγητες
απουσίες,περιορισμένη κοινωνικοποίηση, εκρήξεις συμπεριφοράς. Πολλές φορές έχουν
συγκεκριμένο ντύσιμο με συμβολισμούς σε συδυασμός με τατουάζ και διάφορα άλλα σύμβολα...”

7.Είναι, παραβατική συμπεριφορά το κάπνισμα μέσα στο σχολείο;


Εκπαιδευτικός Α “...Ναι...”
Εκπαιδευτικός Β “...Όχι, απλά είναι κακή συνήθεια...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Από τη στιγμή που αποτελεί κανόνα του σχολείου, ναι....”
Εκπαιδευτικός Δ “...Περισσότερο ανθυγιεινή θα τη χαρακτήριζα παρά παραβατική...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Πλέον δεν θεωρείται τόσο παραβατική συμπεριφορά, όσο μιμητισμός..”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Ναί,είναι.Έχουν χασεί τα όρια και την έννοια του σεβασμού.Όταν οι
καθηγητές προσφέρουν φωτιά στους μαθητές τους δεν μπορουν να διατηρηθούν τα όρια και οι
αποστάσεις μεταξύ τους...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Είναι και ιδιαίτερα απο έναν ανήλικο...”
Εκπαιδευτικός Η “...Φυσικά,δεν επιτρέπεται απο τους κανόνες του σχολείου, επομένως είναι
παράβαση.Βέβαια θα πρέπει να υπάρχει μια διαβάθμιση συγκριτικά με άλλες παραβατικές
ενέργειες όπως για παράδειγμα η κλοπή χρημάτων...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Είναι παραβατική αλλά πολλές φορές οφείλεται και στη στάση των
εκπαιδευτικών. Η απουσία απόστασης μεταξύ δασκάλου και μαθητή οδηγεί σε ανάλογη
συμπεριφορά απο τους μαθητές στους καθηγητές τους...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Όχι πια,δεν θεωρείται παραβατική συμπεριφορά.Είναι απλά ένας κανόνας που
παραβιάζεται, ουσιασικά είναι μία παράβαση...”

8.Οι άσεμνες προκλητικές κινήσεις των μαθητών είναι παραβατική πράξη;


Εκπαιδευτικός Α “...Ναι...”
Εκπαιδευτικός Β “...Και φυσικά είναι...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Ναι, κατά την άποψή μου έχουν σκοπό να θίξουν κάποιον συμμαθητή ή
καθηγητής τους. ...”
Εκπαιδευτικός Δ “...Ανάλογα πώς ορίζει κανείς τη χειρονομία. Αν είναι μια χειρονομία που απλά
σημαίνει κάτι στη γλώσσα των εφήβων ή είναι μια κίνηση με σκοπό το άγγιγμα και τη προσβολή
κάποιου άλλου...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Ναί, οι άσεμνες προκλητικές κινήσεις παραπέμπουν σε έλλειψη σεβασμού και
ψυχοεκπαίδευσης...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Ελαν στοχεύουν σε ένα πρόσωπο, είναι στα πλαίσια της ερωτικής ήβης ενός
εφήβου.Εάν εκδηλώνει αυτή τη συμπεριφορά είναι γενικευμένη είναι παραβατική πράξη...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Παραβατική συμπεριφορά δεν το θεωρώ αλλά παρεκκλίνουσα...”
Εκπαιδευτικός Η “...Φυσικά, αφου παραβιάζει τους κανόνες του σχολείου...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Είναι παραβατική...αλλά πολλές φορές δεν βοηθάει και ο τρόπος
αντιμετώπισης, δηλαδή πολλλές φορές οι εκπαιδευτικοί δεν αντιπροτείνουν...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Ναί, θεωρώ ότι είναι.Συνήθως είναι σεξουαλικού περιεχομένου...”

9.Τι θα κάνατε αν έπεφτε στην αντίληψη σας κλοπή χρημάτων από μαθητή σας, κατα τη
διάρκεια του διαλείμματος;
Εκπαιδευτικός Α “...Θα έδινα τη δυνατότητα να ξανασκεφτεί ο μαθητής μέσα από μια συζήτηση και
θα ενημέρωνα τη διεύθυνση του σχολείου...”
Εκπαιδευτικός Β “...Εννοείται ότι θα δεν θα διαπραγματευόμουν. Θα το συζητούσα όμως να δω αν
ήταν τυχαίο περιστατικό ή συχνή πράξη...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Αρχικά θα προσπαθούσα να τον πείσω να επιστρέψει τα χρήματα στο
συμμαθητή του, αναλαμβάνοντας όμως και τις συνέπειες των πράξεών του (κάποια μορφή ποινής).
Σε κάθε περίπτωση (είτε τα επέστρεφε είτε όχι) με τη βοήθεια του διευθυντή και της ψυχολόγου, θα
προσπαθούσα να υπάρξει επικοινωνία με την οικογένεια του μαθητή ώστε να συζητήθεί το θέμα....”
Εκπαιδευτικός Δ “... Έχω βρεθεί ξανά σε αυτή τη θέση και ακολούθησα τις εντολές της
διευθύντριας, η οποία βρήκε με τη βοήθεια όλων τα χρήματα και στη συνέχεια κάλεσε τους γονείς
και τον μαθητή για να κουβεντιάσουν...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Αρχικά, γίνεται αναφορά στον διευθυντή και στη συνέχεια γίνεται μία
προσπάθεια υποστήριξης και βοήθειας του μαθητή μέσα απο συζητήσεις...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Αρχικά καλώ τον μαθητή απομονωμένα για να συζητήσουμε τους λόγους για
τους οποίους το έκανε.Στη περίπτωση που είχε βιοποριστικές ανάγκες θα του έδινα λύσεις και
εναλλακτικές.Σε περίπτωση κλεπτομανίας θα τον ενημέρωνα ότι δεν επιτέπεται να παραβιάζουμε
τον ιδιωτικό χώρο ενός μαθητή, με σκοπό να αφαιρέσουμε κάποιο προσωπικό αντικείμενο.Θα του
ζητούσα να ζητήσει συγνώμη απο τον συμμαθητή του ενω ταυτόχρονα θα δεσμευόταν ότι δεν θα το
ξαναέκανε.Τέλος, θα ενημέρωνα τη διεύθυνση και τον σχολικό σύμβουλο ενω την περίοδο θα
καλούσα τους γονείς για να τους ενημερώσω και θα τους ρωτούσα εαν το είχε ξανα επαναλάβει...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Σίγουρα θα έκανα μία συζήτηση μαζί του για να καταλάβω τους λόγους,
δηλαδή εάν τα είχε ανάγκη ή όχι. Θα τον ενημέρωνα σχετικά με την έννοια της ιδιοκτησίας.Στη
συνέχεια θα ενημέρωνα τον σύλλογο εκαπιδευτικών και το διευθυντή.Θα ενημέρωνα τους γονείς
για να βρούμε για ποίο λόγο το έκανε. Βρίσκουμε την αιτία για να βρούμε τη λύση ενω ταυτόχρονα
προστατεύουμε τον μαθητή διατηρώντας την ανωνυμία του απο τους άλλους μαθητές...”
Εκπαιδευτικός Η “...Αρχικά ενημερώνω τη διεύθυνση και του εκπαιδευτικούς.Έπειτα με τη
συναίνεση του συλλόγου θα αποφασιστούν οι απαραίτητες ενέργειες και ποινές που θα πρέπει να
επιβληθούν στο μαθητή...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Αρχικά μιλάω στον ίδιο τον μαθητή, εν γνώσει του διευθυντή.Αμέσως μετά
ενημερώνονται οι γονείς του.Απο το σημείο εκείνο αναλαμβάνει η διεύθυνση του σχολείου.Πρώτα
απο όλα με μία αναγνωριστική προσέγγιση θα αξιολογήσουμε την σημαντικότητα του γεγονότος...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Θα συζητούσα μαζί με τον μαθητή, στη συνέχεια θα ενημέρωνα τον
διευθυντή.Μέσω του σχολικού μηχανισμού θα ενημέρωνα την οικογένεια του. Επίσης,θα
ενημέρωνα τους μαθητές να προσέχουν τα πράγματα τους, χωρίς όμως να στοχοποιώ τον ίδιο τον
μαθητή...”

10.Γνωρίζετε το νομικό πλαίσιο που μπορείτε να κινηθείτε σε περίπτωση εκδήλωσης


περιστατικών βίας μέσα στο σχολείο;
Εκπαιδευτικός Α “...Ναι...”
Εκπαιδευτικός Β “...Ναι...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Όχι...”
Εκπαιδευτικός Δ “...Όχι πολύ καλά. Αυτό που σίγουρα ξέρω είναι πως προέχει η ενημέρωση του
διευθυντή και του συλλόγου διδασκόντων με σκοπό τη λήψη αποφάσεων...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Ναι, αρκετά.Και αυτό οφείλεται μέσα απο προσωπική αναζήτηση...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Ναι, η αλήθεια όμως είναι ότι εαν δεν πάθεις δεν θα μάθεις.Θεωρώ σε τέτοιες
περιπτώσεις απευθυνόμαστε στον σχολικό σύμβουλο.Σε ορισμένες περιπτώσεις, ειδικά εαν είναι η
πρώτη φορά επικοινωνούμε μόνο τους γοενίς και ενημερώνεται η διεύθυνση.Γενικά και έξω απο τη
σχολική μονάδα απευθυνόμαστε στον σχολικό σύμβουλο, στη συνέχεια στον προϊστάμενο
επιστημονικής καθοδήγησης, μετά στον διευθυντή εκπαίδευσης ενω την ίδια στιγμή ζητούμε
νομική βοήθεια...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Όχι απόλυτα.Ιεραρχικά θα απευθυνόμουν στον διευθυντή και στη συνέχεια
στον σχολικό σύμβουλο. Σε ακραίες καταστάσεις θα απευθυνόμασταν ως σύλλογος εκπαιδευτικών
ακοόμα και στον νομικό σύμβουλο στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση..”
Εκπαιδευτικός Η “...Μέσω διαφόρων περιστατικών ενημερώθηκα. Μέσα απο τις διαδικασίες
διαχείρισης μίας παραβατικής συμπεριφοράς.Διαφορετικά ένας άπειρος εκπαιδευτικός δεν γνωρίζει
εξ'αρχής...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Δεν το γνωρίζω και θα απευθυνόμουν στη διεύθυνση του σχολείου.Η
ενημέρωση έρχεται με τα χρόνια εμπειρίας και εξέλιξης...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Όχι σαφώς, δεν είναι σαφές το νομικό πλαίσιο αφού παρατηρούνται συνεχής
τροποποιήσεις.Θα απευθυνόμουν στις εκπαιδευτικές και κοινωνικές υποστηρικτικές δομές...”

11.Πως θα αντιδρούσατε σε μια σκηνή σωματκής ή λεκτικής βίας αν γινόταν μπροστά σας,
ανάμεσα σε μαθητές μέσα στο σχολείο;
Εκπαιδευτικός Α “...Θα επέβαινα και θα προσπαθούσα να την επιλύσω, μεταξύ των μαθητών...”
Εκπαιδευτικός Β “...Θα έμπαινα στη μέση και θα προσπαθούσα να βοηθήσω να λυθεί το θέμα και
να τα συνετίσω...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Θα παρέμβαινα, προσπαθώντας να σταματήσω τη διαμάχη. ...”
Εκπαιδευτικός Δ “...Αρχικά, θα κοίταζα να σταματήσω το περιστατικό για την ασφάλεια όλων και
στη συνέχεια θα συζητούσαμε με τους μαθητές. Κατόπιν, ενημερώνω τον διευθυντή και ίσως τους
γονείς αν κριθεί απαραίτητο...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Θα προσπαθούσα να επέμβω δραστικά. Η σημαντικότητα του εκπαιδευτικού
σε αυτή τη περίπτωση είναι η δημιουργία κλίματος ηρεμίας και εμπιστοσύνης...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Θα τους καλούσα και τους δύο και θα κουβέντιαζα μαζί τους.Στη συνέχεια
έναν έναν θα τους καλούσα για να αναλύσω τις αιτίες με προσπάθεια να τα επιλύσω μεταξύ
τους.Στη περίπτωση που το περιστατικό επαναλαμβάνεται έχειως αρχικό αίτιο την ελλειπή
επιτήρηση απο τον εκπαιδευτικό...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Θα προσπαθούσα να τους χωρίσω για τη δική τους προστασία πρώτα
απ'όλα.Θα ενημέρωνα για το περιστατικό το διευθυντή και το σύλλογο εκπαιδευτικών.Η
συλλογικότητα φέρνει καλύτερα αποτελέσματα...”
Εκπαιδευτικός Η “...Θα τα χώριζα και στη συνέχεια θα ενημερώνα το διευθυντή.Μετά μεμονωμένα
μιλάω με τον κάθε μαθητή.Στη συνέχεια, μετά την ολοκλήρωση των ερευνών σχετικά με το
περιστατικό, θα εφαρμόζαμε τις ανάλογες ενέργειες...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Θα χώριζα τους μαθητές, θα άκουγα και τις δύο πλευρές για να ενημερωθώ
σχετικώς.Στη συνέχεια θα ενημέρωνα τον διευθυντή για να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Θα διέκοπτα την εξέλιξη του συμβάντος.Θα παρέπεμπα το θέμα στον
διευθυντή, στον σύλλογο εκπαιδευτικών και στην οικογένεια...”

12.Πιστεύετε ότι μπορείτε να αντιμετωπίσετε την παραβατικότητα των μαθητών σας στα
πλαίσια της σχολικής μονάδας ή χρειαζόσαστε κάποια υποστήριξη; Αν ναι, τι είδους
υποστήριξη, ποια μορφής και από ποιόν;
Εκπαιδευτικός Α “...Πιστεύω ότι με τη δημιουργία μιας ομάδας ειδικοτήτων για παράδειγμα
ψυχολόγο κ.α. θα μπορούσαμε να εκπαιδεύσουμε τους μαθητές μας να μην είναι παραβατικοί....”
Εκπαιδευτικός Β “...Σίγουρα στην παρούσα φάση χρειάζομαι βοήθεια και αυτή θα ήταν από τη
διεύθυνση του σχολείου...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Θεωρώ ότι τα περισσότερα προβλήματα παραβατικότητας μπορούν να λυθούν
στα πλαίσια του σχολείου. Όμως αρκετές φορές υπάρχει ανάγκη για ψυχολογική υποστήριξη ή
παρέμβαση από Κοιν. Λειτουργό...”
Εκπαιδευτικός Δ “...Σίγουρα βρίσκουμε τρόπους καθημερινά να αντιμετωπίζουμε τα πολλά και
μικρά περιστατικά που συμβαίνουν. Όμως η υποστήριξη από ψυχολόγο θα ήταν ωφέλιμη για όλους
μας...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Χρειαζόμαστε υποστήριξη απο άλλες ειδικότητες (ψυχολόγοι,ειδικοί
παιδαγωγοί, κοινωνικοί λειτουργοί).Γενικότερα ένα σχολείο χρειάζεται διεπιστημονική ομάδα...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Τις περισσότερες φορές είμαι σε θέση να ανταπεξέλθω.Απαραίτητη είναι η
παρουσία του κοινωνικού λειτουργού και του ψυχολόγου.Επίσης είναι απαραίτητη η συχνή
επικοινωνία με τον σχολικό σύμβουλο...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Θεωρώ ότι είναι απαραίτητη η παρουσία ψυχολόγου και κοινωνικού
λειτουργού σε κάθε σχολική μονάδα...”
Εκπαιδευτικός Η “...Για την αντιμετώπιση τέτοιων παραβατικών συμπεριφορών χρειάζεται
εμπειρία.Σε κάθε σχολείο χρειάζεται η παρουσία ενός κοινωνικού λειτουργού και ενός
ψυχολόγου.Να παρατηρήσω και να εμποδίσω μία παραβατική συμπεριφορά πιθανόν να τα
καταφέρω αλλά πως θα αποτρέψω μία επόμενη παραβατική συμπεριφορά...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Καταβάλλω τα μέγιστα, στις περιπτώσεις όμως οικογενειακών δυσλειτουργιών
με απώτερο αποτέλεσμα την παραβατική συμπεριφορά των παιδιών τους, είναι απαραίτητη
παρουσία κοιν. λειτουργών και ψυχολόγων...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Πιστεύω δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με τις απλές γνώσεις των εκπαιδευτικών
η παραβατικότητα των νέων, ειδικά όταν το νομικό καθεστώ δεν είναι σαφές.Χρειαζόμαστε
υποστηρικτικές – κοινωνικές υπηρεσίες (ψυχολόγος – κοινωνικός λειτουργός)...”

13.Πώς και με ποιά μέτρα μπορούμε να προλάβουμε παραβατικές πράξεις και συμπεριφορές
που μπορεί να εκδηλωθούν στο χώρο του σχολείου.
Εκπαιδευτικός Α “...Με προγράμματα πρόληψης συναισθηματικής ωριμότητας των νέων...”
Εκπαιδευτικός Β “...Πρόληψη, παιχνιδοθεραπεία, ΣΥΖΗΤΗΣΗ...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Ενημέρωση των μαθητών για τη παραβατικότητα, τις επιπτώσεις της αλλά και
ενθάρρυνση των πιθανών θυμάτων να εκφράζονται ανοιχτά στους καθηγητές και στην οικογένειά
τους. Γκρουπ μαθητών που συζητούν μεταξύ τους για τα θέματα παραβατικότητας με την παρουσία
κάποιου ψυχολόγου...”
Εκπαιδευτικός Δ “...Δεν είμαι βέβαιη για το εάν μπορούμε να προλάβουμε τέτοιες συμπεριφορές
όμως ό τρόπος νομίζω είναι ένας. Δίνοντας στο παιδί και άλλες επιλογές με το παράδειγμά μας, με
ένα παραμύθι, με συζήτηση...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Με συνεντεύξεις ειδικών σε μαθητές και γονείς, ομάδες συναντήσεων μαθητών
με ειδικούς.Τέλος, ένα ακόμα μέρτο είναι η συνεχής παρακολούθηση και συζήτηση των μαθητών
απο τους εκπαιδευτικούς, κατόπιν ψυχοεκπαίδευσης...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Ενημέρωση με συχνές ημερίδες στα πλαίσια του σχολείου και όχι μόνο των
μαθητών.Διαθεματικός τρόπος προσέγγισης με στόχο την ευαισθητοποίηση των μαθητών.Δράσεις
που να μας οδηγούν στην εξωτερίκευση του καλόυ μας εαυτού...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Πρόληψη μέσα απο την εκπαίδευση.Αυτοεκτίμηση και
αυτοσεβασμός.Εκπαίδευση των καθηγητών στους πολλαπλούς ρόλους που αναλαμβάνουν, αφού
εκτός απο τη μετάδοση της γνώσης ποιούν ήθος και αναπτύσσουν δεσμούς εμπιστοσύνης και
δεξιότητες επικοινωνίας...”
Εκπαιδευτικός Η “...Ενημέρωση των εκαπιδευτικών μέσα απο διεπιστημονικές μονάδες
(ψυχολόγοι-κοινωνικοί λειτουργοί)Ενημέρωση των μαθητών, ψυχολογική υποστήριξη των
μαθητών με παραβατική συμπεριφορά.Άκρως απαραίτητη η ενημέρωση των γονέων, αφού οι
εκπαιδευτικοί είναι μόνο έξι ώρες τις ημέρας με τους μαθητές τους ενω με τους γονείς είναι την
υπόλοιπη ημέρα...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Μέσα στο σχολικό πλαίσιο θα πρέπει να αναπτυχθεί ένα πνεύμα ισότητας,να
είναι όλοι ισότιμοι και να μην γίνονται διακρίσεις απο τους εκπαιδευτικούς...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Με πρόληψη, ευαισθητοποίηση – ενημέρωση. Εκτόνωση συναισθημάτων με τη
παροχή ευκαιριών έκφρασης των συναισθημάτων για παράδειγμα αθλητικές δραστηριότητες –
εικαστικά – εκδρομές και κοινωνικές εκδηλώσεις, θεατρικές παραστάσεις.Επίσης, ανάθεση και
σύνδεση συγκεκριμένου μαθητή με συγκεκριμένο καθηγητή...”

14.Πιστεύετε ότι χρειάζονται εξειδικευμένες ειδικότητες στα γυμνάσια που θα βοηθούν την
ομαλοποίηση των παιδιών με προβλήματα παραβατικότητας; Αν ναι ποιες και γιατί;
Εκπαιδευτικός Α “...Χρειάζονται ομάδες εξειδικευμένων που θα λειτουργούν μέσα στο σχολικό
πλαίσιο και θα εκπαιδεύουν τους μαθητές τους γονείς και τους εκπαιδευτές. Οι ειδικότητες θα είναι
ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές ιατροί. Οι ψυχολόγοι για να
καταρτίζουν θεραπευτικά προγράμματα με τους κοινωνικούς λειτουργούς σε συνεργασία με
εργοθεραπευτές και λογοθεραπευτές που θα οργανώνουν λειτουργικά το θεραπευτικό πρόγραμμα.
Π.χ. ο λογοθεραπευτής μέσα από σειροθέτηση εικόνων εδραιώνει τη δουλειά οπτικά λεκτικά του
ψυχολόγου κλπ ή ο εργοθεραπευτής βοηθά την κατανόηση του θεραπευτικού έργου μέσω της
κινητικής αξίας της λειτουργίας του σώματος και τη προσαρμογή στη καθημερινή πράξη...”
Εκπαιδευτικός Β “...Θεωρώ ότι ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί είναι άκραως απαραίτητοι
στη διαχείριση της παραβατικότητας των μαθητών...”
Εκπαιδευτικός Γ “...Θεωρώ ότι ψυχολόγοι και κοιν. λειτουργοί μπορούν να αξιοποιηθούν για την
καλύτερη αντιμετώπιση των διαφόρων περιστατικών. Είναι πολύ πιο εξειδικευμένοι σε τέτοια
θέματα και μπορούν να διαχειριστούν τους μαθητές κατά περίπτωση...”
Εκπαιδευτικός Δ “...Σε κάθε σχολική μονάδα θα ήταν φοβερά αποτελεσματική η παρουσία
σχολικού ψυχολόγου...”
Εκπαιδευτικός Ε “...Ναι.Ψυχολόγοι,ψυχίατροι, κοινωνικοί λειτουργοί και σύμβουλοι ψυχικής
υγείας.Θεμελιώδης λίθος για τη “σωστή” εκπαίδευση και διαπαιδαγώγηση των μαθητών είναι ο
κρατικός μηχανισμός να εντάξει την διεπιστημονική ομάδα απο τη πρωτοβάθμια εκπαίδευση...”
Εκπαιδευτικός ΣΤ “...Η παρουσία του ψυχολόγου και του κοινωνικού λειτουργού είναι απαραίτητη
στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αφου δεν υπάρχει η πολυτέλεια του ελέγχου.Η παρουσία των
εκπαιδευτικών είναι αποσπασματική, αφού συνεχώς αλλάζουν κάθε ώρα ενω ταυτόχρονα οι
ειδικότητες είναι πολλές.Αυτη η συνεχής εναλλαγή των εκπαιδευτικών δεν επιτρέπει στον έφηβο
να ανοιχτεί και να εμπιστευτεί...”
Εκπαιδευτικός Ζ “...Απαραίτητη η παρουσία ψυχολόγου και κοινωνικού λειτουργού.Αρμόδιοι για
την ενημερώση και διαχείριση της παραβατικότητας...”
Εκπαιδευτικός Η “...Σε κάθε σχολείο είναι απαραίτητη η παρουσία σχολικού ψυχολόγου και
κοινωνικού λειτουργού...”
Εκπαιδευτικός Θ “...Ναι χρειάζονται κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, μουσικοί και θεατρολόγοι
με σκοπό την καλλιέργεια των συναισθημάτων τους καθώς και των δεξιοτήτων τους...”
Εκπαιδευτικός Ι “...Ναι είναι απαραίτητοι και οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί για
καταγραφή – πρόληψη – ενημέρωση με σκοπό την εκπαίδευση κοινωνικών δεξιοτήτων σε
συνδυασμό με ψυχολογική υποστήριξη.Και άλλες ειδικότητες είναι απαραίτητες όπως
λογοθεραπευτής,εργοθεραπευτής, φυσικοθεραπευτής και νοσηλευτής με στόχο την αντιμετώπιση
επιμέρους εξειδικευμένων προβλημάτων – δυσλειτουργιών...”

Παρόλο που κανένα από τα σχόλια δεν αναφέρει αριθμητικά στοιχεία, είναι σιωπηρά και
θετικά ευθυγραμμισμένα με την άποψη ότι η παραβατικότητα των νεών στα σχολεία είναι
αυξημένη και απασχολεί τη παγκόσμια εκπαιδευτική κοινότητα.
Το επόμενο κεφάλαιο είναι μια ερμηνεία των ευρημάτων από τις συνεντεύξεις των
εκπαιδευτικών.
Κεφάλαιο 5ο
Συμπεράσματα - προτάσεις
Στο παρόν κεφάλαιο γίνεται μια ανάλυση των αποτελεσμάτων που προέκυψαν από την
παρούσα έρευνα. Με γνώμονα τα ερευνητικά ερωτήματα που τέθηκαν και τη σχετική βιβλιογραφία
επιχειρείται να δοθεί ερμηνεία στα αποτελέσματα αυτά.
Δεν υπάρχει κοινωνικό πρόβλημα που να διεισδύει και να απασχολεί τις σκέψεις και να
καταναλώνει την ενέργεια των κοινωνιών παγκοσμίως, όπως είναι η νεανική παραβατικότητα.
Ο κύριος στόχος αυτής της μελέτης ήταν να διατυπώσει τις απόψεις και τις εμπειρίες των
εκπαιδευτικών σχετικά με τη νεανική παραβατικότητα στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
και να συμβάλει στην εκπαιδευτική έρευνα και στην ανάπτυξη πολιτικών για την αντιμετώπιση του
προβλήματος στο μέλλον.
Όπως αναφέρεται στο 1ο Κεφάλαιο, οι ερευνητικοί στόχοι που καθορίστηκαν ήταν:
3) να προσπαθήσει να περιγράψει τις απόψεις και τις εμπειρίες των εκπαιδευτικών σχετικά με
τη νεανική παραβατικότητα στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
4) να προσπαθήσει να περιγράψει τη φύση, την έκταση και τις αιτίες του προβλήματος στα
σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Για να ικανοποιήθει ο κύριος στόχος της μελέτης, ο ερευνητής προσπάθησε να βρει
απαντήσεις στα βασικά και δευτερογενή ερευνητικά ερωτήματα που προκάλεσαν τις απαντήσεις
των συνεντευξιαζόμενων, που αναλύονται στις παραγράφους που ακολουθούν. Η συζήτηση που
ακολουθεί θα επικεντρωθεί σε μια περίληψη των ευρημάτων και συμπερασμάτων που προκύπτουν
από τα δεδομένα.

Συνδυάζοντας τις ερωτήσεις : “Ένας έντονος επιστημονικός προβληματισμός σήμερα


αναπτύσσεται γύρω από τη παραβατική συμπεριφορά των παιδιών στα σχολεία. Έχετε αναγνωρίσει
ή αντιμετωπίσει κάποιο περιστατικό την τελευταία πενταετία;” και “Ποιοι πιστεύετε είναι οι
παράγοντες που συμβάλουν στην εμφάνιση μιας παραβατικής συμπεριφοράς; και “Γνωρίζετε το
νομικό πλαίσιο που μπορείτε να κινηθείτε σε περίπτωση εκδήλωσης περιστατικών βίας μέσα στο
σχολείο;”
Τα ευρήματα έδειξαν ότι το επίπεδο συνειδητοποίησης του προβλήματος μεταξύ των
εκπαιδευτικών ήταν υψηλό. Επίσης, επιβεβαίωσαν την άποψη ότι είναι μία κατάσταση (η νεανική
παραβατικότητα) που οδηγείται σε διάστασεις εκτός ελέγχου, ενω την ίδια στιγμή πολλά
περισσότερα περιστατικά δεν αναφέρονται και δεν καταγράφονται. Υπήρξε γενική συμφωνία ότι οι
έφηβοι παραβιάζουν τους σχολικούς και κοινωνικούς κανόνες διαπράττοντας κυρίως ελάσσονα
αδικήματα. Οι περισσότεροι από τους εκπαιδευτικούς συνεχίζουν να παρακολουθούν παραβατικές
συμπεριφορές μεταξύ των μαθητών. Οι πιο συχνές περιπτώσεις παραβατικότητας ανηλίκων που
αναφέρθηκαν στην έρευνα ήταν οι εξής:
 Κλοπή.
 Βανδαλισμούς σχολικής ιδιοκτησίας.
 Εκδήλωση ακατάλληλης σεξουαλικής παραενόχλησης.
 Παραμέληση της σχολικής εργασίας σε συνδυασμό με συνεχής αδικαιολόγητες απουσίες .
 Χρήση άσεμνης γλώσσας (αθυροστομία).
 Σωματική και λεκτική βία.Εκφοβισμός άλλων εκπαιδευομένων και εκπαιδευτικών.
 Η κοινή χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ.
Η συνηθέστερη ανησυχία ήταν η συχνή έλλειψη σεβασμού των σχολικών κανόνων. Η
παραβατική συμπεριφορά των μαθητών μεταξύ των σχολικών εφήβων οφείλεται σε πολλούς
παράγοντες που οδηγούν στην κλιμάκωση της. Διαπιστώθηκε ότι το πρόβλημα παρουσιάζεται
κυρίως σε αγροτικές περιοχές και σε περιοχές χαμηλού βιοτικού επιπέδου με υψηλά ποσοστά
ανεργιάς. Ωστόσο, οι γονείς διαπιστώθηκε ότι είναι η κύρια αιτία της παραβατικής συμπεριφοράς
των ανηλίκων μαθητών.
Από τα συμπεράσματα προκύπτει σαφώς ότι η παραβατικότητα των ανηλίκων είναι
υποπροϊόν της εφηβείας, μια μεταβατική περίοδος μέχρι την ενηλικίωση που δεν μπορεί να
αποφευχθεί. Όταν η συμπεριφορά προσεγγίζει τα όρια της εγκληματικότητας, απαιτούνται
παρεμβάσεις από όλους τους εμπλεκομένους (εκπαιδευτικούς και ειδικό επιστημονικό προσωπικό).
Προέκυψε ότι με τις απαραίτητες παρεμβάσεις απο εξειδεικευμένο επιστημονικό προσωπικό
(ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί), η ανεπιθύμητη συμπεριφορά περιορίζεται προοδευτικά
κατα τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου της εφηβείας μέχρι την ενηλικίωση τους. Επιπλέον,
σύμφωνα με τις περιγραφές των εκπαιδευτικών, το πρόβλημα εμφανίζεται καθημερινά μέσα και
έξω από την τάξη. Κάποιοι από τους εκπαιδευτικούς είχαν βιώσει προσωπικά το πρόβλημα μεταξύ
των εκπαιδευομένων τους και ορισμένες φορές φοβήθηκαν να το αναφέρουν από φόβο
θυματοποίησης από τους ενόχους και την σχολική διεύθυνση.Το φόβο αυτό τον χρεώνουν στην
ελλειπή ενημέρωση που έχου σχετικνά με το νομικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο θα μπορούσαν να
κινηθούν σε περίπτωση εκδήλωσης παραβατικής συμπεριφοράς στο σχολείο. Αποτέλεσμα ήταν ο
φόβος της πιθανής θυματοποίησης τους να τους οδηγεί τους περισσότερους να αγνοούν σκόπιμα το
πρόβλημα, μη αναφέροντάς το.
Ένας ακόμα συνδυασμός ερωτησέων που τέθηκαν κατα τη διάρκεια των συνεντεύξεων ήταν
ποιά είναι τα χαρακτηριστικά, που αναγνωρίζεται στους εφήβους που εκδηλώνουν παραβατική
συμπεριφορά και ποίοι είναι οι παράγοντες που μπορεί να υπάρχουν στο σχολικό πλαίσιο και
πιθανόν να οδηγούν σε αυτές τις εκδηλώσεις συμπεριφοράς.
Τα ευρήματα έδειξαν ότι οι έφηβοι από τις αποκαλούμενες χαμηλού βιοτικού επιπέδου
περιοχές πλήττονται από έντονη φτώχεια, έλλειψη στέγης, ανεργία και εφηβική ανεπιθύμητη
εγκυμοσύνη. Οι περισσότεροι γονείς σε αυτές τις περιοχές είναι αναλφάβητοι, δεν διαθέτουν
ικανοποιητικές ικανότητες γονικής μέριμνας και είναι κακά πρότυπα συμπεριφοράς. Οι
περισσότεροι ενήλικες, είναι καταναλωτές αλκοόλ και ναρκωτικών. Στις πυκνοκατοικημένες αυτές
περιοχές, το μικρό μέγεθος των διαμερισμάτων (χωροταξικά) υπονομεύει την αθωότητα των
νεαρών, εκθέτοντάς τους σε σεξουαλική δραστηριότητα σε νεαρή ηλικία που στη συνέχεια οδηγεί
σε εφηβική εγκυμοσύνη και ασθένειες.
Οι περιοχές αυτές εκθέτουν τους νέους σε ακατάλληλη γλώσσα και ηθική. Η κλοπή και ο
βανδαλισμός είναι επίσης γνώριμες παραβατικές συμπεριφορές στις περιοχές αυτές. Τέτοια
περιβάλλοντα είναι προφανώς πρόδρομοι της αντικοινωνικής συμπεριφοράς της νεολαίας.
Η ολιστική εξέλιξη των μαθητών που δραστηριοποιούνται σε ένα τέτοιο περιβάλλον συχνά
διακυβεύεται. Αυτό που βιώνουν σε αυτές τις περιοχές (χαμηλού βιοτικού επιπέδου) δεν
αντισταθμίζεται από την κατάλληλη υποστήριξη και προσπάθεια από τα σχολεία που
παρακολουθούν, επειδή τα σχολεία αυτά είναι προϊόντα των ίδιων αυτών κοινοτήτων και περιοχών.
Αυτά τα σχολεία εξυπηρετούν μόνο τη διαιώνιση του προβλήματος.
Τα ευρήματα που προέκυψαν έδειξαν ότι η διδασκαλία και η μάθηση επηρεάζονται
δυσμενώς από την παραβατική συμπεριφορά των μαθητών. Επίσης, οι εκπαιδευτικοί αποκάλυψαν
την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του προτεινόμενου προγράμματος διδασκαλίας, καθώς πρέπει
να διαχειρίζονται διαρκώς τα “κατορθώματα” των μαθητών κατά τη διάρκεια των μαθημάτων. Ως
εκ τούτου, επηρεάζονται και οι υπόλοιποι μαθητές,με αποτέλεσμα η γενική απόδοση των μαθητών
να μειώνεται σημαντικά. Γενικά, η πειθαρχία των περισσότερων μαθητών είναι σημαντικά
μειωμένη, επηρεάζοντας έτσι ολόκληρη τη σχολική πειθαρχία, προκαλώντας δυσλειτουργία του
σχολείου στο σύνολο του. Ως αποτέλεσμα, διαπιστώθηκε ότι η ασφάλεια των σχολείων
διακυβεύεται και τα εγκληματικά στοιχεία, απο τη γύρω κοινότητα, εισβάλλουν στα σχολεία που
πλήττονται. Όπως αναμενόταν, οι συνεντευξιαζόμενοι καθηγητές διαμαρτυρήθηκαν για την
έλλειψη ενημέρωσης σχετικά με το νομικό πλαίσιο προστασίας και διαχείρισης τέτοιων
περιπτώσεων.
Οι συνεντευξιαζόμενοι καθηγητές ανέφεραν ότι θα μπορούσαν να διαχειριστούν μία
παραβατική συμπεριφορά ενος μαθητή τους, στα πλαίσια όμως που ορίζει η μεταβατική περίοδο
της εφηβείας του. Ωστόσο, τα ευρήματα έδειξαν ότι ορισμένοι εκπαιδευτικοί δεν είχαν ακόμα
βασικές δεξιότητες διαχείρισης της ανυπακοής και της παραβατικής συμπεριφοράς των μαθητών.
Το οικογενειακό περιβάλλον αποτελεί το κύριο περιβάλλον πιθανής κακομεταχείρισης ενός
παιδιού. Αντί, η οικογένεια να παίζει το ρόλο του ρυθμιστή για την αποτροπή εμφάνισης
παραβατικής συμπεριφοράς, η οικογένεια είναι συχνά η αιτία κακής συμπεριφοράς. Τα παιδιά
μαθαίνουν με τη μίμηση των ενηλικών, ιδιαίτερα των γονέων. Επιπλέον, τα φτωχά επίπεδα
αλφαβητισμού των γονέων, η ανεπαρκής επίβλεψη και η έλλειψη θετικών προτύπων γονέων και
αδελφών επιδεινώνουν τη νεανική παραβατικότητα. Σαφώς, οι συνεντευξιαζόμενοι καθηγητές
κατηγορούσαν την οικογένεια. Οι γονείς, συχνά, αποτυγχάνουν στο ρόλο τους ως κύριοι
παράγοντες κοινωνικοποίησης των παιδιών τους. Η μελέτη διαπίστωσε ότι οι περισσότεροι γονείς
που έχουν πληγεί απο την κοινωνικοοικονομική κρίση της εποχής υιοθετούν μια στάση με την
οποία αναθέτουν έμμεσα τον γονικό τους ρόλο στη διόρθωση της παραβατικής συμπεριφοράς των
παιδιών στο κράτος και, κατ 'επέκταση, στο σχολείο και τους δασκάλους. Έτσι, οι εκπαιδευτικοί
πρέπει συχνά να ασχολούνται με την αντικοινωνική και παραβατική συμπεριφορά κάποιων
μαθητών μόνοι τους αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα το διακτικό φορτίο που έχουν αναλάβει.

Συμπέρασμα
Τα ευρήματα της μελέτης οδήγησαν στο εξής βασικό συμπέρασμα: η απόκτηση γνώσεων
σχετικά με την παραβατικότητα των νέων αποτελεί τόσο τοπική όσο και παγκόσμια πρόκληση, ένα
πρόβλημα το οποίο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί επαρκώς χωρίς την απαραίτητη γνώση της
ύπαρξης του. Οποιαδήποτε σκέψη για την παραβατικότητα των νέων θα πρέπει να προηγείται από
την κατανόηση των θεωριών που εξηγούν την εφηβεία. Ενώ οι εκπαιδευτικοί κατανοούν τη
μεταβατική περίοδο της εφηβείας, τα επίπεδα παραβατικότητας στα σχολεία προκαλούν ανησυχίες
και μόνο η συνειδητοποίηση δεν μπορεί να περιορίσει το πρόβλημα. Μόνο με τη γνώση έρχεται η
κατανόηση και ως εκ τούτου η λύση στο πρόβλημα.
Τα ευρήματα οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι οι εκπαιδευτικοί δεν είναι ειδικοί στην
αντιμετώπιση της παραβατικής συμπεριφοράς των μαθητών τους. Θεωρούν απαραίτητη την
παρέμβαση και υποστήριξη απο εξειδικευμένο προσωπικό και συγκεκριμένα απο ψυχολόγους και
κοινωνικούς λειτουργούς για να περιορίσουν την λανθασμένη αυτή συμπεριφορά των εφήβων. Η
τελευταία αυτή δήλωση σημαίνει ότι η πρόληψη και η αντιμετώπιση της παραβατικής
συμπεριφοράς των μαθητών είναι μια συλλογική προσπάθεια όλων των ενδιαφερομένων στις
σχολικές κοινότητες. Οι συμμετέχοντες διατύπωσαν σαφώς την ανάγκη τους για ενημέρωση
σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης της παραβατικής συμπεριφοράς. Οι περισσότεροι εξέφρασαν
έλλειψη γνώσης των στρατηγικών παρέμβασης είτε λόγω της άγνοιας τους είτε λόγω της έλλειψης
επαρκούς επικοινωνίας τους με τις εκπαιδευτικές αρχές. Οι θετικοί ρόλοι κυρίως των γονέων,
αναφέρθηκαν και υπογραμμίστηκαν ως η απαραίτητη συμβολή για την ορθή κοινωνικοποίηση των
εφήβων.
Το κύριο συμπέρασμα που συνεπάγεται από τα ευρήματα της μελέτης είναι ότι η νεανική
παραβατικότητα σε επίπεδο σχολείου είναι πραγματική, αλλά μπορεί να αντιμετωπιστεί με την
συμβολή εξειδεικευμένων ομάδων (ψυχολόγοι – κοινωνικοί λειτουργοί) σε συνδυασμό με την
επαρκή ενημέρωση των εκπαιδευτικών για τον τρόπο αντιμετώπισής της. Για την επίτευξη του
σκοπού αυτού είναι απαραίτητη η θετική συμβολή των γονέων.
Επιπλέον, οι προτάσεις που θα κατατεθούν στις επόμενες παραγράφους είναι οι πιθανές
παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να εφαρμόσουν τα σχολεία και οι υπεύθυνοι χάραξης μιας νέας
πολιτικής για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Προτάσεις
Τα ευρήματα βασίστηκαν σε μία ποιοτική μελέτη μιας σχολικής περιφέρειας με λίγους
συμμετέχοντες, δέκα εκπαιδευτικοί στο σύνολο(10), ένα αρκετά μικρό δείγμα που αποτελεί ένα
βασικό περιορισμό αυτής της μελέτης. Ως εκ τούτου, οι συστάσεις που ακολουθούν δεν μπορούν
να γενικευθούν. Είναι απαραίτητο οι μελλοντικές έρευνες να διαθετούν ένα πιο αντιπροσωπευτικό
δείγμα του σχολικού πληθυσμού της χώρας.
 Οποιαδήποτε εθνική πολιτική η οποία θα εφαρμοστεί στο μέλλον για την νεολαία, θα
πρέπει να δίνει προτεραιότητα στις περιθωριοποιημένες, ευάλωτες και μειονεκτούσες
ομάδες νέων. Όταν οι νέοι περιθωριοποιούνται,γίνονται πιο επιρρεπείς στην ανάπτυξη
παραβατικών τάσεων.
 Το κράτος, με την υποστήριξη των ειδικών για τη χάραξη πολιτικής, θα πρέπει να διαθέσει
κεφάλαια για τη διαχείριση της συμπεριφοράς των μαθητών της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης. Η προβλεπόμενη βελτίωση στη συμπεριφορά των μαθητών μπορεί να
επιτευχθεί μόνο εάν απασχολούνται επαρκείς ανθρώπινοι πόροι, όπως ψυχολόγοι,
κοινωνικοί λειτουργοί. Οι υπεύθυνοι για τη χάραξη αυτής της πολιτικής καθώς και όλοι οι
εμπλεκόμενοι πρέπει να εκτιμήσουν το γεγονός ότι, όταν μειώνεται η παραβατικότητα των
μαθητών στο σχολικό περιβάλλον, βελτιώνεται ιδιαίτερα η απόδοση τόσο του
εκπαιδευτικού όσο και των μαθητών. Κατά συνέπεια, οι μελλοντικές προοπτικές σε όλους
τους τομείς της ζωής των νέων από τα περιθωριοποιημένα κοινωνικά περιβάλλοντα
βελτιώνονται προς το καλύτερο.
 Οι εκπαιδευτικοί, που αποτελούν το επίκεντρο αυτής της μελέτης, θα πρέπει να
εκπαιδεύονται πριν την εισόδο τους στον επαγγελματικό στίβο και σε συνεχή βάση ανα
τακτά χρονικά διαστήματα ετησίως σχετικά με την πρόληψη και αντιμετώπιση
παραβατικών συμπεριφορών. Τέτοιες τακτικές επαφές με ειδικούς θα δώσουν στους
καθηγητές τη δυνατότητα να μοιραστούν ιδέες και πρακτικές για την αποτελεσματική
διαχείριση και πειθαρχία τέτοιων συμπεριφορών στο σχολείο και όχι μόνο.
 Οι περιφέρειες εκπαίδευσης πρέπει να παρακολουθούν και να υποστηρίζουν τακτικά και
αυστηρά την εφαρμογή των κανόνων. Θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι αποτρέπεται η
αντικοινωνική συμπεριφορά μεταξύ των μαθητών και εκείνοι οι μαθητές που εκδηλώνουν
παραβατική συμπεριφορά, να τους προσφέρονται οι κατάλληλες υπηρεσίες υποστήριξης.
Τελικό συμπέρασμα

Η μελέτη επιχείρησε να διερευνήσει την κατάσταση της νεανικής παραβατικότητας μεταξύ


μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Μέσα από τα διάφορα κεφάλαια, επιτεύχθηκε ο κύριος
σκοπός και οι στόχοι της μελέτης. Είναι προφανές από τη μελέτη ότι οι εκπαιδευτικοί, σε
συνεργασία με τους γονείς και με μία ομάδα ειδικών, αποτελούν τη βασική δομή υποστήριξης για
μαθητές που εμφανίζουν παραβατική συμπεριφορά. Ως εκ τούτου, η φωνή των εκπαιδευτικών θα
πρέπει να λαμβάνεται υπόψη εξίσου, λόγω του ρόλου τους, ειδικά λόγω του χρόνου που ξοδεύουν
με τους μαθητές τους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

5) Agnew, Robert (1992). Foundation for a general strain theory of crime and delinquency. Criminology Vol,30,
No.1, pp.47-87.

6) American Psychological Association (1993). Violence and youth: psychology’s response.


summary report of the APA Commission on Violence and Youth ,Washington, D.C..

7) Arnett, J.J. (2006). Stanley Hall’s Adolescence: brilliance and nonsense. History of Psychology. Volume 9 (3):
186-197. Available from: www.jeffreyarnett.com/articles/Arnett-2006-HP2.pdf

8) Babbie, E, (2009). The basics of social research. (5th Ed.) Wordsworth, USA: Cengage Learning.

9) Centre for the Protection of Women and Children (2002,30 June to 2 July). Violence against
women and children in Kosova. Regional Conference on Violence against Women and
Children in Kosova, Pristina,.

10) Christian Pfeiffer (1998, May).Trends in juvenile violence in European countries. based on a
presentation, National Institute of Justice Research Preview Series.

11) Cindi, M. L. (2006). Factors that predispose children to be in conflict with the law in the Ekurhuleni
Metropolitan Municipality: a health perspective. Master of Arts. Pretoria: Unisa.

12) Conners, N.A. Bradley, R.H, Mansell, L.W; Liu, J.Y. Roberts, T.J. Burgdorf, K & Herrel, J.M. (2004).
Children of mothers with serious substance abuse problems: an accumulation of risks. American Journal of
Drug and Alcohol abuse. 30 (1): 85 – 100.

13) Corapci, F. (2004).Cumulative and interactive influences of risk and protective factors upon social competence
of low income preschool children. Doctoral dissertation. Graduate School of Purdue University.

14) Crosnoe, R. (2006). The connection between academic failure and adolescent drinking in secondary schools.
Sociology of Education, Vol.79,pp.44 – 60.

15) Davis, M.B. (2007). Doing a successful research project: using qualitative or quantitative methods. New York:
Palgrave MacMillan.

16) De Vos, A.S, Strydom H, Fouche, G.B, & Delport. (2005). Research at grassroots for social sciences and
human services professions. (3rd ed). Pretoria: Van Schaik Publishers.

17) Elliott,G.C.(2009). Family matters:the importance of mattering to family in adolescents.UK: Wiley-Blackwell.

18) Flannery, D.J, Williams, L.L & Vazsonyi, A.T. (1999). Who are they with and what are they doing? Delinquent
behaviour, substance use, and early adolescence after school time. American Journal of Orthopsychiatry,
Vol.69,No.2,pp. 247-253.

19) Gi, K. D, (2011).A Case Study of Delinquents‟ Physical Child Abuse Experiences and Violent Behavior.
Korean Police Studies Association, Vol.10, No.4, pp.93-114.

20) Gottffredson, D.C. (2001). Schools and delinquency. United Kingdom: Cambridge
University Press.
21) Griffin, K.W, Botvin, G.J, Scheier, L.M, Diaz, T & Miller, N.L. (2000). Parenting practices and predictors of
substance use, delinquency, and aggression among urban youth: moderating effects of family structure and
gender. Psychology of Addictive Behaviours, Vol.14,No.2,pp. 174-184.

22) Hagell, A & Jeyarajah-Dent, R. (2006). Children who commit acts of serious interpersonal violence: messages
for best practice. London & Philadelphia: Jessica Kingsley Publishers.

23) Haynie, D.L. (2001). Delinquent peers revisited: does network structure matter? American Journal of
Sociology, Vol.106,No 4,pp. 1013-1057.

24) Hill, J & Maughan, B. (2001). Conduct disorders in childhood and adolescence. United
Kingdom: Cambridge University Press.

25) Hoffman-Plotkin, D., and Twentyman, C.T. (1984). A multimodal assessment of behavioral and cognitive
deficits in abused and neglected preschoolers. Child development, Vol.55, pp.794-802.

26) Hofstee, E. (2006). Constructing a good dissertation: a practical guide to finishing a Masters, MBA or PhD
on schedule. Johannesburg: EPE

27) Hoge, R.D. (2001). The Juvenile offender: theory, research and application. Boston,
Dordrecht & London: Kluwer Academic Publishers.

28) Horne, A. (2001). Brief communications from the edge: psychology with challenging adolescents. Journal of
Child Psychotherapy, Vol.27, No.1, pp. 3-18.

29) Jekielek, S.M. (1998). Parental conflict, marital disruption and children’s emotional well-being. Social Forces,
Vol.76,No.3,pp. 905-936

30) Jeon, Y. S, (2008).The Relationship between Child maltreatment and Juvenile Delinquency. Korean Institute of
Criminology, Vol.20, No.12, pp.1-185.

31) Jo, E. J, (2008).The Mediation Effects of Attachment on the Relationship between Adolescent`s Self-efficacy
and School Adjustment. Korean journal of youth studies, Vol.15, No.6, pp.299-321.

32) Jo, E. J, (2012).A study on finding protective factors which effect on children's school
adjustment from parents' abuse - comparison between abused children and normal children.
Youth Culture publishes Forum, Vol.29, pp.138-164.

33) Ju, S. Y., & Lee, Y. H, (2012).The roles of student-teacher attachment between Latent delinquency, negative
automatic thought and resilience in adolescents. Korean journal of youth studies, Vol.19, No.8, pp.103-142.

34) Kiriakidis, S.P. (2010). Child-rearing practices and delinquency in children and adolescents. International
Journal of Special Education, Vol.25,No.1,pp. 94-104.

35) Klein, K, Forehand, R, Armistead, L & Long, P. (1997). Delinquency during the transition to early adulthood:
family and parenting predictors from early adolescence. Adolescence, Vol.32,No.125,pp. 61-80.

36) Labuschagne, A. (2003). Qualitative research: airy-fairy or fundamental? The Qualitative Report,
Vol.8,No.1,pp. 100-103.
37) Levy, K. St C. (2001). The relationship between adolescent attitudes towards authority, self-concept, and
delinquency. Adolescence, Vol.36,No.142,pp. 334-346.

38) Loeber, R, Farrington, D.P & Petechuk, D. (2003). Child delinquency: early intervention and prevention. Child
Delinquency Bulletin Series. US Department of Justice. Office of Justice Programs. Available from:
186162.pdf.

39) Marte, R.M. (2008). Adolescent problem behaviour: delinquency, aggression, and drug use.
New York: LFB Scholarly Publishing, LLC.

40) Maseko, J.S. (2009). Chapter 1. Introduction 1.1. UIR: Unisa. Available from:
http://uir.unisa.ac.za/bitstream/handle/10500/2134/01Chapter 1.pdf

41) Merriam Webster’s Collegiate Digital Dictionary. (2003 – 2005). Burlington Franklin
Electronic Publishers.

42) Ministry of Gender Equality & Family (2014). White Paper on Adolescent.

43) Muus, R.E. (1996). Theories of adolescence. (6th ed). USA: McGraw-Hill.

44) O‟Connor, Erin E., Eric Dearing, & Brian A. Collins. (2011).Teacher- child relationship and behavior problem
trajectories in elementary school. American Educational rime and Delinquency. Criminology, Vol.30, No.1,
pp.47-87.

45) Papacosta, E.S. (2009). Female delinquency in secondary schools: trauma depression precipitating female
delinquency and the role of ethnic identity in Cyprus. A project submitted in partial fulfilment of the
requirements for the degree of Doctor of Professional Studies. Middlesex University.

46) Pianta, R. C. (2001).STRS: Student-teacher Relationship Scale: professional manual. Psychological


Assessment Resources.

47) Polit, D.F, & Hungler, B. P. (2001). Essentials of nursing research: methods, appraisal, and utilization. (4th
ed). New York: Lippincott.

48) Sanni K.B, Udoh, N.A, Okediji, A.A, Modo, F.N & Ezeh, C.N. (2010). Family types and juvenile delinquency
issues among secondary school teachers in AKWA Ibom State, Nigeria: counselling implications. Journal of
Social Science, Vol.23, No.1, pp 21-23.

49) Shoemaker, D.J. (2000). Theories of delinquency: an examination of explanations of


delinquent behaviour. (4th ed). New York: Oxford University Press.

50) Stouthamer-Loeber, Magda (2002). Which family and demographic factors are related to both maltreatment
and persistent serious juvenile delinquency? Children's Services: Social Policy, Research, and Practice, Vol.5,
No.4, pp.261-272.

51) Sung, Y. E. (2005). A Study on the Family Factors and the Delinquency. Study of Dongguk University, Vol.35,
pp.627-653.

52) Tyler, K.A, Hoyt, D.R, Whitbeck, L.B & Cauce, A.M. (2001). The impact of research on adolescence. Journal
of Research on Adolescence Vol.11,No. 2,pp. 151-176.
53) United Nations, (2000,10-17 April).Report of the Tenth United Nations Congress on the
Prevention of Crime and the Treatment of Offenders, Vienna, (A/CONF.187.15).

54) Venkatesh S., (1997, July).The social organization of street gang activity in an urban ghetto.
American Journal of Sociology, vol. 103, No. 1, pp. 82-111.

55) Wisker, G. (2008). The post-graduate research handbook. New York: Palgrave MacMillan.

56) World Youth Report (2003). Report of the Secretary-General (official document: A/58/79 & E/CN.5/2003/4)
pp.189 – 211. Available from: www.un.org/esa/socdev/unyin/documents/cho7.pdf

Ελληνική βιβλιογραφία

1. Κεδράκα, Κ. (2008). Μεθοδολογία λήψης συνέντευξης. Κεδράκα, Κ. (2008). Εκπαίδευση Ενηλίκων:


οριοθετώντας το πεδίο. Κίνητρο, 9, 43-54. Στο: http://www.adulteduc.gr/

2. Ιωσηφίδης, Θ. και Σπυριδάκης, Μ. (2006). Ποιοτική Κοινωνική Έρευνα: Μεθοδολογικές Προσεγγίσεις και
Ανάλυση Δεδομένων. Αθήνα: Κριτική – Επιστημονική Βιβλιοθήκη (ISBN 960-218-451-5, σ. 335)

3. Bird, M., Hammersley, M., Gomm, R., & Woods, P. (1999). Εκπαιδευτική Έρευνα στην Πράξη, Εγχειρίδιο
Μελέτης, (μτφ. Ε. Φράγκου). Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ
Το ερωτηματολόγιο απευθύνεται σε εκπαιδευτικούς που υπηρετούν σε σχολεία

δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Ο χρόνος συμπλήρωσης του ερωτηματολογίου δεν υπερβαίνει τα 20΄ λεπτά. Πρέπει

να απαντήσετε σ’ όλες τις ερωτήσεις. Δεν υπάρχουν σωστές ή λάθος απαντήσεις. Με

ενδιαφέρει η προσωπική σας άποψη.

Οι πληροφορίες που θα προκύψουν θα χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο του

προγράμματος της Ανώτατης Σχολής Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΑΣΠΑΙΤΕ).

Ολόκληρη η διαδικασία θα πραγματοποιηθεί ανώνυμα .

Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων για τη συνεργασία.

Α. Δημογραφικά στοιχεία

Παρακαλώ σημειώστε ένα √ στα στοιχεία που σας αφορούν:


1. ΦΥΛΟ: Άνδρας Γυναίκα

2. ΗΛΙΚΙΑ: _____ 3. ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ: ΠΕ _____

4. ΕΤΗ ΠΡΟΫΠΗΡΕΣΙΑΣ: _____

5. ΣΧΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:
Μόνιμος/η Αναπληρωτής/τρια Ωρομίσθιος/α

6. ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗΣ ΣΤΗΝ 2ΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ :


Βασικό πτυχίο Μεταπτυχιακό Διδακτορικό

Σεμινάριο ετήσιας διάρκειας 5/ετής προϋπηρεσία


 Ένας έντονος επιστημονικός προβληματισμός σήμερα αναπτύσσεται γύρω από τη
παραβατική συμπεριφορά των παιδιών στα σχολεία. Έχετε αναγνωρίσει ή αντιμετωπίσει
κάποιο περιστατικό την τελευταία πενταετία;

 Πως αναγνωρίσατε μια παραβατική συμπεριφορά;

 Υπάρχουν περισσότερα περιστατικά από παλαιοτέρα με παραβατική συμπεριφορά σήμερα


στα σχολεία; και αν ναι πόσο και γιατί πιστεύετε ότι αυξήθηκαν;

 Ποιοι πιστεύετε είναι οι παράγοντες που συμβάλουν στην εμφάνιση μιας παραβατικής
συμπεριφοράς;

 Θεωρείτε ότι μέσα στο σχολείο υπάρχουν παράγοντες που οδηγούν τα παιδιά σε
παραβατικές συμπεριφορές; Αν ναι, ποιοι είναι αυτοί;

 Περιγράψτε ένα παραβατικό έφηβο.

 Είναι, παραβατική συμπεριφορά το κάπνισμα μέσα στο σχολείο;

 Οι άσεμνες προκλητικές κινήσεις των μαθητών είναι παραβατική πράξη;

 Τι θα κάνατε αν έπεφτε στην αντίληψη σας κλοπή χρημάτων από μαθητή σας,κατα τη
διάρκεια του διαλείμματος;

 Γνωρίζετε το νομικό πλαίσιο που μπορείτε να κινηθείτε σε περίπτωση εκδήλωσης


περιστατικών βίας μέσα στο σχολείο;

 Πως θα αντιδρούσατε σε μια σκηνή σωματκής ή λεκτικής βίας αν γινόταν μπροστάς σας,
ανάμεσα σε μαθητές μέσα στο σχολείο;

 Πιστεύετε ότι μπορείτε να αντιμετωπίσετε την παραβατικότητα των μαθητών σας στα
πλαίσια της σχολικής μονάδας ή χρειαζόσαστε κάποια υποστήριξη; Αν ναι, τι είδους
υποστήριξη, ποια μορφής και από ποιόν;

 Πώς και με ποιά μέτρα μπορούμε να προλάβουμε παραβατικές πράξεις και συμπεριφορές
που μπορεί να εκδηλωθούν στο χώρο του σχολείου.

 Πιστεύετε ότι χρειάζονται εξειδικευμένες ειδικότητες στα γυμνάσια που θα βοηθούν την
ομαλοποίηση των παιδιών με προβλήματα παραβατικότητας; Αν ναι ποιες και γιατί;

You might also like