You are on page 1of 2

Δραστηριότητα 1 Εβδομάδα 8η

Σύμφωνα με τον Στασινό (2016: 287), με τον όρο «Δυσκολίες Μάθησης» (Learning
Disabilities ή Learning Difficulties) δηλώνονται οι «σοβαρές ή και ειδικές δυσκολίες
που εμφανίζει ένας αριθμός μαθητών στην απόκτηση βασικών σχολικών γνώσεων ή
δεξιοτήτων γραμματισμού». Συνοπτικά, οι μαθησιακές δυσκολίες σχετίζονται με
προβλήματα ανάγνωσης, ελλείμματα στη γραπτή γλώσσα και στις κοινωνικές
δεξιότητες, χαμηλή επίδοση στα μαθηματικά, προβλήματα συμπεριφοράς και
προσαρμογής, υπερκινητικότητα, χαμηλή αυτοεκτίμηση. Θεμελιώδες όμως
χαρακτηριστικό των παιδιών με δυσκολίες μάθησης είναι η παρουσία συγκεκριμένων
ελλειμμάτων που αφορούν την σχολική τους επίδοση και λειτουργούν ως εμπόδιο
στη συνολική νοημοσύνη τους (Heward, 2011). Για παράδειγμα, ένας μαθητής
μπορεί να παρουσιάζει δυσκολίες στη γραφή, δηλαδή στην οπτική αντίληψη και
μνήμη και να δυσκολεύεται να επικοινωνήσει αποτελεσματικά με τους συμμαθητές
τους, μένοντας έτσι απομονωμένος.

Σύμφωνα με τον Στασινό (2016: 302), η δυσλεξία πρόκειται για «ειδική διαταραχή
στην χρήση και κατανόηση του γραπτού λόγου, η οποία είναι επίμονη και ανθεκτική
στο χρόνο». Για παράδειγμα, ένα παιδί ενδέχεται κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης να
αντιστρέφει γράμματα, συλλαβές ή ακόμα και ολόκληρες λέξεις. Το άτομο με
δυσλεξία αντιμετωπίζει αδυναμία συγκέντρωσης, δυσκολία στον προσανατολισμό
και, σε μικρό βαθμό, προβλήματα στην επικοινωνία τα οποία επηρεάζουν όλη του τη
συμπεριφορά. Για παράδειγμα, στη διάρκεια του διαλείμματος μπορεί να βαρεθεί
γρήγορα ένα παιχνίδι και να απομακρυνθεί από τους συμμαθητές του. Ενδέχεται
επίσης σε κάποιες περιπτώσεις να παρουσιάζει αδυναμίες στη σωματική του στάση
και συμπεριφορά, όπως ασταθή βηματισμό, αδεξιότητα, γεγονός που καταδεικνύει
ανισορροπία του νευρικού συστήματος (Τοματίς, 2009).

Τα παιδιά με ειδικές δυσκολίες μάθησης πρέπει να δεχτούν ειδική εκπαίδευση στα


πλαίσια του γενικού σχολείου με βάση την κλινική τους εικόνα, ώστε να δεχτούν
εξατομικευμένο πρόγραμμα διδασκαλίας για την αντιμετώπιση των ειδικών
δυσκολιών τους, προκειμένου η σχολική τους επίδοση σ’ ένα ή περισσότερα
μαθήματα να φτάσει να είναι ανάλογη των δυνατοτήτων τους (Στασινός, 2020).
Μάλιστα, σύμφωνα και με το Στασινό (2020), όσο πιο έγκαιρα διαγνωστεί το
πρόβλημα και γίνει η αντίστοιχη παρέμβαση, τόσο πιο γρήγορα και πιο
αποτελεσματικά θα αντιμετωπιστεί.

Ο ρόλος του εκπαιδευτικού για την αντιμετώπιση της δυσλεξίας σε παιδιά είναι
καθοριστικός και ουσιαστικός. Είναι ένας τρίπτυχος ρόλος συνευθύνης,
συλλογικότητας και συναντίληψης. Ο εκπαιδευτικός πρέπει να λειτουργεί
εξατομικευμένα, έγκαιρα, μεθοδικά, υπεύθυνα, προγραμματικά, εξισορροπητικά και
αισιόδοξα, με αργά και προσεκτικά βήματα και προβλέποντας στη μεγαλύτερη
δυνατή του επιτυχία προς όφελος του παιδιού με δυσλεξία (Στασινός, 2020).

Είναι αναγκαίο για το σκοπό αυτό να υπάρχουν από το εξειδικευμένο προσωπικό


απτές οδηγίες , αυστηρά δομημένα διδακτικά πλάνα δράσης και κατάλληλες
στρατηγικές παρεμβάσεις που θα εφαρμόζονται έξυπνα σε ένα σχολικό περιβάλλον
φιλικά διακείμενο προς τη δυσλεξία, προκειμένου να οδηγήσουν τον εκπαιδευτικό
της τάξης στο επιθυμητό αποτέλεσμα (Στασινός, 2020).

Βιβλιογραφία

Heward, W. (2011). Παιδιά με ειδικές ανάγκες: Μία εισαγωγή στην ειδική εκπαίδευση.
Αθήνα: Τόπος.

Στασινός, Δ. (2016). (αναθεωρημένη έκδοση). Η Ειδική Εκπαίδευση 2020 (plus). Για


μια Συμπεριληπτική ή Ολική Εκπαίδευση στο Νέο-ψηφιακό σχολείο με Ψηφιακούς
Πρωταθλητές. Αθήνα: Παπαζήση.

Τοματίς, Α. (2009). Μαθησιακές Δυσκολίες: o ρόλος του αυτιού και της


"συνειδητοποιηµένης" ακοής στη δυσλεξία και τις μαθησιακές δυσλειτουργίες. Αθήνα:
ΡΕΩ.

You might also like