Professional Documents
Culture Documents
- διαπολιτ εκπαιδ
- διαπολιτ εκπαιδ
Διαπολιτισμική Εκπαίδευση
Κιοσσέ Ελένη, Εκπαιδευτικός Π.Ε.02, M.Ed., kiosseel@gmail.com
Περίληψη
Εισαγωγή
Τα εκπαιδευτικά μοντέλα στοχεύουν στη διαχείριση των προβλημάτων που απορρέουν από
τη συνύπαρξη διαφορετικών πολιτισμικών - εθνοτικών ομάδων. Όμως η ύπαρξη αυτών των
ομάδων και η «κοινωνική λειτουργικοποίηση» τους ως μειονοτικών αποτελεί μια διαδικασία
που αντανακλά έναν ορισμένο τύπο σχέσεων και δυνητικά μπορεί να καθορίσει τη θέση
οποιασδήποτε κοινωνικής ομάδας. Η παραγωγή και αναπαραγωγή «μειονοτήτων» σχετίζεται
περισσότερο με την κατηγοριοποίηση, την τυποποίηση και την αξιολόγηση των διαφορών με
ορισμένο τρόπο, παρά με τις ίδιες τις διαφορές (Κάτσικας & Πολίτου, 1999: 26).
ότι υπάρχει μια ενιαία και γενικά αποδεκτή διαπολιτισμική θεωρία. Κάτι τέτοιο όμως δεν
ισχύει, αφού, όπως επισημαίνει ο Παπάς (1998: 291), «είναι αδύνατο να δοθεί ένας σύντομος,
σαφής, καθολικά αποδεκτός ορισμός της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης». Τα πολυάριθμα
προγράμματα και οι διάφορες θεωρητικές θέσεις της αναδεικνύουν ένα ευρύ φάσμα
διαφορετικών κοινωνικο-φιλοσοφικών οριζόντων (Γκόβαρης, 2001).
O Γεωργογιάννης (2007: 43) περιορίζει την έννοια «στα εκπαιδευτικά προγράμματα που
έχουν ως στόχο την ανάπτυξη της διαπολιτισμικότητας, της διαπολιτισμικής προσέγγισης και
επικοινωνίας, δηλαδή την κατάργηση των διακρίσεων, την ισονομία, την αλληλοκατανόηση,
την αλληλοαποδοχή και την αλληλεγγύη, και απευθύνονται όχι μόνο στους μειονοτικούς,
αλλά στο σύνολο του πληθυσμού κάθε χώρας». Για τον Νικολάου (2011: 22) βασική
προϋπόθεση της φιλοσοφίας της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης αποτελεί «η συνύπαρξη και
συνεκπαίδευση όλων των παιδιών, ανεξαρτήτως προέλευσης, μέσα σε ένα πνεύμα
απροκάλυπτης επικοινωνίας και συνεργασίας, με σεβασμό στην ετερότητα και τα ανθρώπινα
δικαιώματα». Ενώ ο Γκόβαρης (2001) διαφοροποιεί και ομαδοποιεί τους ορισμούς της
διαπολιτισμικής εκπαίδευσης με βάση την εννοιολογική χρήση του όρου «πολιτισμός».
Τα βασικά, επομένως, χαρακτηριστικά αυτής της εκπαίδευσης, όπως προκύπτει από την
πλειονότητα των ορισμών, είναι η αλληλεπίδραση και ο αλληλοσεβασμός μεταξύ των
πολιτισμών, η συνύπαρξη, η συνεργασία και η συνεκπαίδευση και το γεγονός ότι
απευθύνεται σε όλους/ες τους/τις μαθητές/τριες και όχι μόνο στους/στις πολιτισμικά
διαφέροντες/ουσες.
Όπως αναφέρει ο Γκόβαρης (2001: 174-193), «αν προσδιορίσουμε ως γενικό στόχο της
διαπολιτισμικής εκπαίδευσης τη δημιουργία προϋποθέσεων διαπολιτισμικής επικοινωνίας με
τη μορφή «ηθικών διαλόγων», τότε πρέπει να εξειδικεύσουμε το αντικείμενο της
διαπολιτισμικής μάθησης». Επομένως, οι επιμέρους στόχοι της διαπολιτισμικής μάθησης και
εκπαίδευσης είναι:
Ο Auernheimer (όπ. αν. στο Ζωγράφου, 2003: 68-73) διατυπώνει τους ακόλουθους στόχους
της διαπολιτισμικής αγωγής: α) κοινωνική μάθηση, β) αντιμετώπιση της πολιτισμικής
διαφοράς, γ) πολυδιάστατη γενική μόρφωση, δ) πολιτική μόρφωση και αντιρατσιστική αγωγή
και ε) διπολιτισμική εκπαίδευση.
Τέλος, ο Δαμανάκης (1997) αναλύει τους στόχους της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης του
Hohmann (σημαντικού εκπροσώπου της διαπολιτισμικής προσέγγισης), οι οποίοι
συνοψίζονται στους παρακάτω: α) συνάντηση των πολιτισμών στη βάση της ισοτιμίας και
της αμοιβαιότητας, β) παραμερισμός των εμποδίων που παρεμβάλλονται σ’ αυτήν τη
συνάντηση, π.χ. διακρίσεις, ρατσισμός, γ) δρομολόγηση πολιτισμικών ανταλλαγών και
πολιτισμικός πλουραλισμός.
Ο Γκόβαρης (2001), με κριτήριο την εννοιολογική χρήση του όρου «πολιτισμός», διακρίνει
τρεις κατευθύνσεις διαπολιτισμικής εκπαίδευσης: τον πολιτισμικό οικουμενισμό, τον
πολιτισμικό σχετικισμό και μια τρίτη κατεύθυνση που προσπαθεί να ξεπεράσει το δίλημμα
οικουμενισμός ή σχετικισμός, έχοντας ως σημείο αναφοράς ερωτήματα σχετικά με την
«ηθική του δικαίου» και τις προϋποθέσεις ισότιμης κοινωνικής συμμετοχής στις
πολυπολιτισμικές κοινωνίες.
Από την άλλη πλευρά, η Prengel θεωρεί «ψευτοδίλημμα» τη διάκριση οικουμενισμού και
σχετικισμού, επειδή οι εκπρόσωποι και των δύο κατευθύνσεων προσεγγίζουν αποσπασματικά
τους πολιτισμούς, αφού δεν λαμβάνουν υπόψη τους την πραγματικότητα των άνισων
σχέσεων στο εσωτερικό του κάθε πολιτισμού. Για τον Schiffauer οι πολιτισμοί πρέπει να
εξετάζονται και ως κλειστά συστήματα αξιών και κανόνων, αλλά ταυτόχρονα και ως
συστήματα σε διαρκή εξέλιξη (Γκόβαρης, 2001: 93-97).
Συμπεράσματα
Το διαπολιτισμικό πρότυπο εκπαίδευσης απευθύνεται στο σύνολο των ατόμων που ζουν σε
μια κοινωνία και απαιτεί βαθύτερες αλλαγές για να ανοίξει το σχολείο στην κοινωνία και να
γίνει πραγματικότητα η ισότητα ευκαιριών για όλους τους μαθητές, ανεξάρτητα από την
εθνική, πολιτισμική τους καταγωγή, το θρήσκευμα ή την κοινωνικοοικονομική τους τάξη
(Παλαιολόγου & Ευαγγέλου, 2003). Σε ζητήματα που άπτονται της διδακτικής μεθοδολογίας,
δεν αρκείται στην απλή πληροφόρηση για την πολιτισμική διαφορετικότητα, αλλά προωθεί
τη δημιουργική αλληλεπίδραση και τη συνεργασία (Ευαγγέλου, 2007).
Η διαπολιτισμική προσέγγιση διαπερνά όλες τις πτυχές της σχολικής ζωή, προάγει τον
δημιουργικό διάλογο, την ισότητα των ευκαιριών για όλους, τον αμοιβαίο σεβασμό και την
αλληλεγγύη μεταξύ των μελών μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Αναγνωρίζει τα δυνατά και
αδύνατα σημεία των πολιτισμών, τις ομοιότητες και τις διαφορές τους και καταπολεμά τον
ρατσισμό, ενώ ταυτόχρονα απαιτεί την υπέρβαση των πολιτισμικών περιχαρακώσεων και του
παραδοσιακού εθνοκεντρισμού των εκπαιδευτικών συστημάτων. Τέλος, επιδιώκει να
εφοδιάσει τους μαθητές με δεξιότητες και ικανότητες που τους επιτρέπουν να προβάλλουν τις
προσωπικές τους απόψεις, να επικοινωνούν και να αλληλεπιδρούν αποτελεσματικά με τους
διαφορετικούς συμμαθητές τους και να συνεργάζονται δημιουργικά για την εξεύρεση
εφικτών λύσεων σε κοινά προβλήματα (Ευαγγέλου, 2007).
Μέσα από την επισκόπηση της ελληνικής βιβλιογραφίας παρατηρούμε ότι η πλειονότητα των
συγγραφέων (Δαμανάκης, 2005· Ζωγράφου, 2003· Κάτσικας & Πολίτου, 1999· Μάρκου,
1997· Μητακίδου, Δανιηλίδου & Τουρτούρας, 2007· Νικολάου, 2011· Παλαιολόγου &
Ευαγγέλου, 2003· Τζωρτζοπούλου & Κοτζαμάνη, 2008· Τσιούμης, 2003) προσεγγίζουν το
θέμα αφενός σε θεωρητικό- επιστημονικό επίπεδο αφετέρου σε επίπεδο εκπαιδευτικής
πολιτικής, νομοθεσίας και πρακτικής. Αρκετοί μάλιστα (Δαμανάκης, 2005· Ζωγράφου, 2003·
Ευαγγέλου, 2007· Ευαγγέλου & Κάντζου, 2008· Λιακοπούλου, 2006· Παλαιολόγου &
Ευαγγέλου, 2003· Παρθένης, 2013· Τσιούμης, 2003) διατυπώνουν συγκεκριμένες προτάσεις
διαπολιτισμικών εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων και διαπολιτισμικών αναλυτικών
προγραμμάτων. Σχεδόν όλοι, όμως, συμφωνούν ότι, παρά τις καλές ίσως προθέσεις των
νομοθετών, σε πρακτικό επίπεδο το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα παραμένει
μονογλωσσικό, μονοπολιτισμικό και εθνοκεντρικό, στοχεύοντας κατά κύριο λόγο στην
αφομοίωση των πολιτισμικά διαφερόντων μαθητών, ή στην «ιδιαιτεροποίησή» τους, όπως
χαρακτηριστικά αναφέρει ο Δαμανάκης (2005).
Βιβλιογραφικές αναφορές
Ζωγράφου, Α. (2003). Διαπολιτισμική Αγωγή στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Αθήνα:
Τυπωθήτω. Γιώργος Δάρδανος.
Νικολάου, Γ. (2011). Ένταξη και εκπαίδευση των αλλοδαπών μαθητών στο δημοτικό σχολείο.
Αθήνα: Πεδίο.
Παρθένης, Χ. (2013). Θεωρία και πράξη: μακρο- και μικροπροσεγγίσεις της Διαπολιτισμικής
Εκπαίδευσης υπό το πρίσμα εφαρμοσμένων Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων. Αθήνα.