You are on page 1of 2

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ 2η

Η εκπαίδευση, αναμφίβολα αποτελεί έναν από τους κύριους κοινωνικούς θεσμούς


ενός κράτους και συνδέεται αμφίδρομα με τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές
εξελίξεις που συμβαίνουν σε αυτό.  Η συμβολή της συγκριτικής εκπαίδευσης, είναι
τεράστια, τόσο στη δημιουργική εξέλιξη του εκπαιδευτικού συστήματος ενός
κράτους, όσο και στην εξελικτική πορεία του ίδιου του κράτους.

Κατά την προ-επιστημονική περίοδο, μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, καταγράφονται
υποκειμενικές ταξιδιωτικές εκθέσεις περιγραφικού χαρακτήρα, που αφορούν  τις
συνθήκες ζωής, τους θεσμούς, τις παιδαγωγικές πρακτικές άλλων λαών και
εκπαιδευτικών συστημάτων[ CITATION Μπο06 \l 1032 ]. Οι στόχοι της συγκριτικής
μελέτης  ήταν: 

1. Να αξιοποιηθεί η εκπαιδευτική εμπειρία των άλλων λαών προς όφελος των χωρών
τους.
2. Να προωθηθεί η συνεργασία, η επικοινωνία και η κατανόηση στους λαούς.
3. Να μελετηθούν απαραίτητες μεταρρυθμίσεις μέσα από την ενεργοποίηση της
κοινής γνώμης και των κυβερνήσεων.
4. Να γίνει κατανοητό το εκπαιδευτικό σύστημα της ίδιας της χώρας ανάλογα με τις
ιδιαίτερες ανάγκες του [ CITATION Πασ06 \l 1032 ].

Στον 20ο αιώνα, ο Δημήτρης Ματθαίου επισημαίνει ότι «τα εθνικά συστήματα
εκπαίδευσης έχουν αποκτήσει ρίζες, ταυτότητα και χαρακτήρα, ο οποίος εμφανίζει
σημαντικές διαφορές μεταξύ των εθνικών κρατών»[ CITATION Πασ06 \l 1032 ]. Τότε
αρχίζει και διαφαίνεται ότι η συγκριτική θεώρηση ενός εκπαιδευτικού φαινομένου,
προσφέρει καλύτερη κατανόηση του φαινομένου αυτού μέσα στο δικό του
εκπαιδευτικό σύστημα, με  απώτερο σκοπό τη βελτίωση της εγχώριας εκπαίδευσης.
Αυτό συμβαίνει γιατί ξεκινά μία βαθύτερη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ
εκπαίδευσης και κοινωνίας και μελετάται η επίδραση των εκπαιδευτικών
συστημάτων στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον της κάθε χώρας [
CITATION Πασ06 \l 1032 ].

Επίσης, αν και το κάθε εκπαιδευτικό σύστημα φέρει την ταυτότητα του έθνους του,
ταυτόχρονα αποτελεί πεδίο, αρχικά συστηματικής μελέτης και επεξεργασίας από
άλλες χώρες, και στη συνέχεια πιθανά υιοθετείται από αυτές.  Η χώρα που μελετά
ξένα εκπαιδευτικά συστήματα ή φαινόμενα, έρχεται αναπόφευκτα σε επαφή με τη
γλώσσα, τα ήθη, την κουλτούρα, τη θρησκεία, την ιστορία και γενικότερα τις
κοινωνικοπολιτικές συνθήκες των χωρών μελέτης.  Επιπλέον επαναπροσδιορίζεται
μέσω αυτών και κατανοεί σε βάθος τα πιθανά ελλείμματα του δικού της
εκπαιδευτικού συστήματος. Αυτή η πρακτική εντάθηκε ιδιαίτερα στο πλαίσιο της
παγκοσμιοποίησης και των θεσμών της, καθώς και μέσω της συμμετοχής των
εθνικών κρατών σε συμμαχικές κρατικές υπερδομές όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σύμφωνα με τον πατέρα της συγκριτικής εκπαίδευσης Michael Sandler, «τα δεδομένα
εκτός σχολείου, έχουν μεγαλύτερη σημασία και από τα πράγματα μέσα στο ίδιο το
σχολείο και είναι αυτά που διέπουν και ερμηνεύουν τα πράγματα μέσα σ’ αυτό». 
Δηλαδή, για να κατανοήσουμε σε βάθος το δικό μας εκπαιδευτικό σύστημα, πρέπει
να ανατρέξουμε στη μελέτη ξένων συστημάτων.

Βιβλιογραφία
Μπουζάκης, Σ. (2006). Συγκριτική Παιδαγωγική ΙΙ: Θεωρητικές προσεγγίσεις και ξένα
εκπαιδευτικά συστήματα. Αθήνα: Gutenberg.

Πασιάς, Γ. (2006). Συγκριτική Εκπαίδευση: Θεωρήσεις, Προβληματισμοί, Προοπτικές. Πάτρα:


Πανεπιστήμιο Πατρών.

You might also like