Professional Documents
Culture Documents
Κηλίδα: Επίπεδη περιεγραμμένη μεταβολή του χρώματος του δέρματος ή του βλεννογόνου
χωρίς μεταβολή στη σύσταση, το πάχος ή την ανάγλυφη κατασκευή. Η κηλίδα μπορεί να έχει
οποιοδήποτε μέγεθος και να είναι το αποτέλεσμα αγγειοδιαστολής ή ήπιας φλεγμονώδους
αλλοίωσης (ερυθρή κηλίδα). Μπορεί να παραχθεί επίσης από συσσώρευση χρωστικών του
αίματος όπως στην πορφύρα και την αιμοσιδήρωση. Μπορεί επίσης να οφείλεται σε αύξηση
ή σε ελάττωση τη μελανίνης (υπερχρωματική ή υποχρωματική κηλίδα). Διάμετρος < 1cm. Αν
>1cm. ονομάζεται πλάκα.
Οζίδιο: Περιεγραμμένη, ψηλαφητή μάζα <1 cm. σε διάμετρο, η οποία εξελίσσεται από το
βάθος του δέρματος προς την επιφάνεια και μπορεί να προκαλεί υπέγερση. Αν >1 cm.
πρόκειται για όγκο.
Πομφός: Ειδικός τύπος βλατίδας ή πλάκας που αποτελείται από λευκό ή ρόδινο οίδημα του
δέρματος με ή χωρίς περιφερικό ερύθημα. Οι πομφοί εμφανίζονται και εξαφανίζονται μέσα
σε ώρες (κνίδωση).
Φυσαλίδα: Μικρό έπαρμα της επιδερμίδας ( < 1 cm.) το οποίο περιέχει ορώδες ή αιματηρό
υγρό (πχ. έρπης ή έκζεμα)
Πομφόλυγα: Έπαρμα του δέρματος > 1 cm. το οποίο περιέχει ορώδες ή αιματηρό υγρό.
Φλύκταινα: Φυσαλίδα που αντί για ορό ή αίμα περιέχει πύον (πχ. θυλακίτις)
Εφελκίδες: Μάζες που αποτελούνται από αποξηραμένο ορό, πύον και άλλα προϊόντα
εξίδρωσης των ιστών (πχ. μολυσματικό κηρίο)
Έλκωση: Καταστροφή στοιβάδων του δέρματος η οποία φτάνει μέχρι το χόριο, εγκαταλείπει
μια ακάλυπτη πληγή και μετά την αποκατάσταση της παραμένει ουλή (πχ. άτονο έλκος).
Ατροφία: Ελάττωση ή εξαφάνιση μέρους ή και ολόκληρων στοιβάδων του δέρματος. Μπορεί
να είναι επιδερμική, χοριακή ή υποδόρια (πχ. σκληροδερμία).
Ουλή: Αντικατάσταση φυσιολογικών στοιχείων του δέρματος από συνδετικό ιστό. Μπορεί να
είναι επίπεδη, υπερυψωμένη, εμβυθισμένη ή υπερτροφική, οπότε λέγεται χηλοειδές.
ΚΑΝΤΙΝΤΙΑΣΗ
1. Δερματίτιδα εκ σπάργανων: ερεθισμός λόγω αμμωνίας στην περιοχή της πάνας και
συχνή επιμόλυνση από candida. Συρρέουσες φυσαλίδες και φλύκταινες
περιπρωκτικά με περιφερική απολέπιση και αποκόλληση της επιδερμίδας.
Δορυφόρα φλυκταινίδια, κνησμός, καύσος.
2. Στοματοφαρυγγική
a. Οξεία ψευδομεμβρανώδης
b. Χρόνια ψευδομεμβρανώδης (κλασσική: λευκωπές πλάκες, κρεμώδες επίχρισμα,
οροαιμορραγική βάση)
c. Οξεία ερυθηματώδης (ατροφική)
d. Χρόνια ερυθηματώδης (ατροφική)
e. Χρόνια υπερπλαστική
f. Χρόνια οζώδης
g. Γωνιώδης χειλίτιδα
h. Μέση ρομβοειδής γλωσσίτιδα
ΠΟΙΚΙΛΟΧΡΟΥΣ ΠΙΤΥΡΙΑΣΗ
Μυκητιασική λοίμωξη από το είδος Pityrosporum και κυρίως τον τύπο Malassezia Furfur.
Σπάνια μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο. Λεπιδώδεις πλάκες στον άνω κορμό, τους
ώμους και τον λαιμό (χορήγηση στεροειδών οδηγεί σε συρροή). Καφεοειδής έως λευκωπή
χροιά σε σκούρο δέρμα. Σε άμεση μικροσκόπηση σαν «μακαρόνια με κιμά».
ΟΝΥΧΟΓΡΥΠΩΣΗ
ΓΥΡΟΕΙΔΗΣ ΑΛΩΠΕΚΙΑ
Παιδική/νεανική από ανοσολογικά/κληρονομικά αίτια. Περιγεγραμμένες, αποψιλωμένες
πλάκες χωρίς ΚΑΜΙΑ αλλοίωση του δέρματος του τριχωτού (σπάνια ήπιο ερύθημα). Στην
περιφέρεια της βλάβης υπάρχουν exclamation hairs.
ΜΟΡΦΕΣ: οφιοειδής (ινιακά, πίσω από τα αυτιά), εντοπισμένη (κατά πλάκες), ολική
γυροειδής (αν προσβάλει το σύνολο του τριχωτού), καθολική (αν προσβάλλει όλο το σώμα –
συχνά συνοδεύεται από βοθρία στα νύχια).
ΑΝΔΡΟΓΕΝΕΤΙΚΗ ΑΛΩΠΕΚΙΑ
Συνέπεια των ανδρογόνων. Εμφανίζεται στην 2η-4η δεκαετία, και στους άντρες αποτελεί
αυτοσωμικό επικρατές (και είναι χαρακτηριστική η κροταφική συμμετοχή) ενώ στις γυναίκες
αυτοσωμικό υπολειπόμενο γονίδιο (και είναι χαρακτηριστική η μετωπική αραίωση).
ΕΡΠΗΣ ΖΩΣΤΗΡΑΣ
Αντιπροσωπεύει την επανενεργοποίηση του ίου της ανεμοβλογιάς – έρπητα ζωστήρα που
έχει παραμείνει στα νευρικά κύτταρα των νωτιαίων γαγγλίων. Ετερόπλευρο εξάνθημα με
κατανομή δερμοτόμιου. ΑΡΧΙΚΑ: καυστικό άλγος, κνησμός, αίσθημα νυγμών. 4-5 ΜΕΡΕΣ
ΜΕΤΑ: οιδηματώδεις και ερυθηματώδεις πλάκες/ εξάνθημα από βλατίδες στο νευροτόμιο.
Φυσαλίδες/ φλύκταινες ορώδεις ή αιμορραγικές που σύντομα εφελκιδοποιούνται.
Παρόμοιες βλάβες μπορούν να εμφανιστούν και στους βλεννογόνους. Οι επιχώριοι
λεμφαδένες ανευρίσκονται διογκωμένοι.
ΑΝΕΜΟΒΛΟΓΙΑ
Η πρωτολοίμωξη από VZV. Ήπια πρόδρομα συμπτώματα όπως πυρετός και κεφαλαλγία
(κατά περιπτώσεις μπορεί να εκδηλωθεί με έντονα συμπτώματα και swinging πυρετό).
Ακολουθεί μερικές (2-3) μέρες μετά η εκδήλωση εξανθήματος που υφίεται σε μερικές μέρες
αλλά πλήθος βλαβών συνεχίζει να εμφανίζεται για κάποιες μέρες ακόμα – δεν δημιουργείται
ουλή εκτός αν υπάρξει δευτεροπαθώς επιμόλυνση. Ερυθρές/ρόδινες βλατίδες – φυσαλίδες
– φλύκταινες – εφελκίδες – ρόδινη κηλίδα/εντύπωμα.
ΑΠΛΟΣ ΕΡΠΗΤΑΣ
4. Γεννητικά όργανα: Ο HSV-2 είναι πιο πιθανό να υποτροπιάσει. Άλγος, κνησμός, δυσουρία,
οσφυϊκή ριζίτιδα, κολπική/ουρηθρική έκκριση, βύθιο άλγος πυέλου και βουβωνική
λεμφαδενοπάθεια. Οι βλάβες μπορεί να αφήσουν υπο- / υπερ- μελάγχρωση, μετά την
επαναεπιθηλιοποίηση (2-4 εβδομάδες).
6. Ερπητική παρωνυχία
Υποτροπιάζουσα: Τα συμπτώματα και τα σημεία είναι ίδια. Το δέρμα έχει αίσθημα καύσου
λίγες ώρες πριν εμφανιστούν οι βλάβες – η περιοχή αρχικά γίνεται εξέρυθρη και ελαφρά
διογκωμένη – εμφανίζονται φυσαλίδες – σε περίπου μια ημέρα μετατρέπονται σε
φλύκταινες και εφελκιδοποιούνται. Οι βλάβες υποχωρούν σε 7-10 ημέρες καταλείποντας
ήπια ερυθρότητα. Συχνά υποτροπές πυροδοτούνται από ήπιες λοιμώξεις, τραυματισμούς,
ηλιακή έκθεση.
ΜΥΡΜΗΚΙΕΣ
1. Κοινές μυρμηκιές (common warts): Κυρίως εμφανίζονται στις άκρες χείρες, τους
πήχεις, τα γόνατα και τους άκρους πόδες. Υποστρόγγυλες, υποκίτρινες σκληρές
βλατίδες με ανώμαλη υπερκερατωσική επιφάνεια. Σε σημεία τραυματισμού
διατάσσονται γραμμοειδώς (σημείο Koebner).
2. Πελματιαίες μυρμηκιές (plantar warts): Συνήθως είναι βαθύτερες, και σπάνια μπορεί
να εξελιχθούν σε αργά αναπτυσσόμενο αλλά διηθητικό καρκίνωμα των πελμάτων.
Εάν υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία η βιοψία επιβάλλεται.
3. Ομαλές μυρμηκιές (plane warts): Επίπεδες επιδερμικές βλατίδες φυσιολογικής
χροιάς με ελαφρώς κοκκιώδη επιφάνεια. Εμφανίζονται στο πρόσωπο και τα άκρα.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Δύσκολη (!). Τα σκευάσματα (σαλικυλικό, φορμαλίνη κα.) απαιτούν συστηματική
εφαρμογή για αρκετές εβδομάδες. Η κρυοθεραπεία είναι αποτελεσματική σε μικρές
επηρμένες μυρμηκιές αλλά πολύ λιγότερο σε βαθιές πελματιαίες και ομαλές, ενώ μπορεί να
είναι αφόρητα επώδυνη. Άλλες τεχνικές: απόξεση, CO2 laser, ευαισθητοποίηση εξ επαφής,
έγχυση μπλεομυκίνης, ιντερφερόνες, ρετινοειδή, ΑΚΘ, wart-charming.
ΜΥΡΜΗΚΙΟΕΙΔΗΣ ΕΠΙΔΕΡΜΟΔΥΣΠΛΑΣΙΑ
ΟΞΥΤΕΝΗ ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ
ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΗ ΤΕΡΜΙΝΘΟΣ
Οφείλεται στον ΜCV (molluscum contagiosum virus) και στα παιδιά κυρίως εμφανίζεται ο
MCV-1 (MCV-2 μπορεί να αποτελέσει STD). Oι βλάβες είναι μικρές (5-10mm), σε σχήμα
θόλου (dome-shaped), ημισφαιρικές μαργαριτοειδείς βλατίδες με κεντρικό βύσμα και
ομφαλωτό κέντρο. Μετά από πίεση κρεμώδες λευκοκίτρινη μάζα (σωμάτιο τέρμινθου).
Έχουν την τάση να συρρέουν, και ιδιαίτερα στον άνω κορμό, γύρω από τη μασχάλη, στο
εφηβαίο και στο πρόσωπο. Ατοπική διάθεση καθιστά τη προσβολή συχνότερη, τις βλάβες πιο
διάσπαρτες και εκζεματοποιημένες. Μεταδίδεται άμεσα (πιθανόν + έμμεσα).
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Η λοίμωξη διαρκεί μήνες έως χρόνια αλλά πάντα αυτοίαται. Εναλλακτικά – ήπια
κρυοθεραπεία, απόξεση, phenol-impregnated pointed stick, τοπική χρήση σαλικυλικού, KOH,
κανθαριδίνη, ιμικουιμόδη.
ΔΕΡΜΑΤΟΦΥΤΙΑ
1. Δερματοφυτία του τριχωτού (tinea capitis): Κυρίως νόσος των παιδιών αλλά σοβαρή
μορφή της (αχώρ) μπορεί να εμφανιστεί και στους ενήλικες. Απώλεια τριχών με διαφορετικό
βαθμό φλεγμονή και απολέπιση.
Δύο είδη παρασιτισμού: εξωτριχικός παρασιτισμός (πχ. microsporum canis) με εισβολή και
ανάπτυξη πάνω στην επιφάνεια της τρίχας και σπάσιμο στη μεσότητα τριχικού στελέχους και
φθορισμό στην λυχνία Wood, ενδοτριχικός παρασιτισμός (πχ. spp. trichophyton) με τον
μικροοργανισμό να παραμένει αποκλειστικά μέσα στη τρίχα η οποία γίνεται πολύ εύθραυστη
και τείνει να σπάσει στο επίπεδο της εκθύσεως και σημαντικό οίδημα στους τριχικούς
θυλάκους που καταλήγει σε μελανά στίγματα.
Μπορεί να καταλήξει σε κηρίο του κέλσου: βαλτώδης μάζα από συρίγγια (σαφώς
περιγεγραμμένες οιδηματώδεις πλάκες που αναβλύζουν πύον) που μπορεί να καταλήξει σε
ουλωτική αλωπεκία. Δεν φθορίζει. Κυρίως από ζωόφιλους δερματοφυτικούς μύκητες όπως
trichophyton verrucosum, mentaprophytes. Απαντά σε αντιμυκητιασική αγωγή.
5. Δερματοφυτία άκρας χείρας (tinea manuum): φυσαλίδες και φυλλώδη γκρίζα λέπια,
συνήθως ετερόπλευρα. Trichophyton rubrum → ξηρό, λεπιδώδες, άνυδρο χέρι.
C. Φυσαλιδώδης τύπος: Κυρίως στα πέλματα και στις πλάγιες επιφάνειες. Μπορεί οι βλάβες
να συρρέουν σε πομφόλυγα. Εξαιρετικά κνησμώδεις.
7. Ονυχομυκητίαση (tinea unguium): προσβολή πολλαπλών ονύχων με κιτρινόφαιη
εμφάνιση, υπονύχια υπερκεράτωση, πάχυνση και δυσχρωμίες. Συνδέεται με εμμένουσες
δερματικές λοιμώξεις.
8. Τinea incognito: λοίμωξη από δερματόφυτα της οποίας η κλινική εικόνα έχει αλλοιωθεί
από τη χρήση τοπικών στεροειδών. Κυρίως σε άκρο πόδα, κνήμη και βουβωνική περιοχή ή
ακόμη τριχωτό της κεφαλής. → Αρχική βελτίωση του εξανθήματος → Υποτροπή και
επέκταση → Εμμένοντα θυλακικά οζίδια και φλύκταινες «κοκκίωμα του majocchi» → Σημεία
μυκητιασικής λοίμωξης σε παρακείμενες περιοχές.
Συστηματική θεραπεία προτείνεται αν: η νόσος εμπλέκει τρίχες και νύχια ή περισσότερα από
ένα μέρη, οι βλάβες είναι εκτεταμένες, η τοπική θεραπεία έχει αποτύχει, η διάγνωση είναι
tinea incognito (!)
ΕΡΥΣΙΠΕΛΑΣ
ΟΣΤΡΑΚΙΑ
ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΟ ΚΗΡΙΟ
Είναι συχνότερο στα παιδιά και σε εύκρατα κλίματα και οφείλεται συνήθως σε s.aureus (→
πομφολυγώδης μορφή) και κάποιες φορές σε streptococcus (→ μη-πομφολυγώδης μορφή).
Οι βλάβες είναι τυπικά στρογγυλού ή ωοειδούς σχήματος και ξεκινούν ως μικρές
φλυκταινώδεις περιοχές που επεκτείνονται. Οι επιφανειακές πομφόλυγες μπορεί να μείνουν
ακέραιες ή να ραγούν αφήνοντας μελιτόχροες εφελκίδες.
EΡΥΘΡΑΣΜΑ
1. Κοινός φυματιώδης λύκος (lupus vulgaris): Συνηθέστερη μορφή στη κλινική πράξη.
Απότοκος άμεσου ενοφθαλμισμού ή διασποράς. Φυματιώδες κοκκίωμα συνήθως χωρίς
τυροειδοποιήση και με ελάχιστα MT. Γκριζωπό και ξηρό → ιστική απώλεια.
2. Μυρμηκιώδης φυματίωση: Από άμεσο ενοφθαλμισμό σε άτομο που έχει εκτεθεί σε TB στο
παρελθόν (ίσως και αυτό-ενοφθαλμισμό). Βλατίδα → πλάκα σε εκτεθειμένη περιοχή πχ.
άκρα χείρα.
3. Ελκωτική φυματίωση: Οζίδια και έλκη περιστοματικά, περιπρωκτικά και στα έξω γεννητικά
όργανα. Σε βαριά, γενικευμένη νόσο (από ενδογενή εστία).
5. Φυματιώδες έλκος: Είναι σπάνιο και συμβαίνει μόνο αν ενοφθαλμιστεί το δέρμα ασθενούς
που ΔΕΝ έχει εκτεθεί στο παρελθόν (δερματική αντιστοιχία Ghon focus). Έλκη με ασαφή,
ακαθόριστα όρια με διογκωμένους επιχώριους λεμφαδένες. Επουλώνονται αλλά μπορεί να
εξελιχθούν σε lupus vulgaris patches.
ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ: Λήψη δείγματος για ιστολογική εξέταση OR λήψη δείγματος για καλλιέργεια
OR διερεύνηση για συστηματική λοίμωξη.
Mycobacterium leprae προτιμά δέρμα και νευρικούς ιστούς ενώ μπορεί να εξαπλωθεί
αιματογενώς. Ασαφώς περιγεγραμμένη πλάκα με ήπια ωχρότητα ή αιμωδία. Στην ΤΤ λέπρα
→ λίγες κηλίδες με δερματική διήθηση και στοιχεία δερματικής βλάβης. Ήπια λεπιδώδης
πλάκα με βλάβη αισθητικότητας και πάχυνση περιφερικών νεύρων. Στην LL λέπρα →
συμπτώματα από άλλα συστήματα πχ. ρινική συμφόρηση. Όταν εμφανιστούν οι βλάβες είναι
πολλαπλές, ασαφείς, κηλιδώδεις ή ψηλαφητές με ήπια υπομελάγχρωση και περιστασιακό
ήπιο ερύθημα. ΔΕΝ είναι λεπιδώδεις (!) και η απώλεια αισθητικότητας καθυστερεί. Σταδιακά
πιο διάχυτες και παχυσμένες πχ. λεόντεια εμφάνιση προσώπου. BL, BB, BT βρίσκονται στα
ενδιάμεσα του φάσματος (και υπάρχει κινητικότητα).
Αντίδραση Ι: Ασθενής με ενδιάμεση νόσο εμφανίζει νέες βλάβες ενώ οι παλιές γίνονται πιο
φλεγμονώδεις. Η φλεγμονή προκαλεί επιδείνωση νευρικής βλάβης.
Αντίδραση ΙΙ: Σε ασθενείς με LL ή ΒL νόσο, λόγω αγγειακής απάντησης στον θάνατο του M.
leprae. Συχνότερα λεπροειδές οζώδες ερύθημα → πολλαπλοί ερυθροί όζοι στο πρόσωπο και
τα άκρα και συχνά οφθαλμούς και νεύρα (+) πυρετό και καταβολή.
ΨΕΙΡΕΣ (LICE)
2. Φθειρίαση του σώματος: Κυρίως σε κακές συνθήκες διαβίωσης. Ψείρες ζουν στις ραφές
των ρούχων και παρασιτούν από το αίμα αυτού που τα φοράει. Κνησμός και γραμμοειδείς
δρυφάδες – συχνές οι δευτεροπαθείς, βακτηριακές μολύνσεις.
3. Φθειρίαση εφηβαίου: Οφείλεται σε άλλο είδος ψείρας (!) (phthirus pubis) και συναντάται
σχεδόν αποκλειστικά σε σεξουαλικά ενεργούς νεαρούς ενήλικες. Βρίσκεται στο εφηβαίο, την
κατώτερη κοιλιακή χώρα ή μεταξύ των μηρών, προσκολλημένη στο στέλεχος της τρίχας (αλλά
μπορεί να βρεθεί ακόμα και στα φρύδια, τις βλεφαρίδες κα.). Κνησμός και κάποια σημεία
λοίμωξης πχ. εφελκίδες, κηλίδες, κνιδωτικές βλάβες.
ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΨΩΡΑ
Η μόλυνση οφείλεται στην εισβολή του ακάρεως sarcoptes scabei var. hominis στον ξενιστή
(από άνθρωπο – άνθρωπο με άμεση επαφή). Κνησμός σε 6 εβδομάδες από τη πρώτη έκθεση,
σοβαρότερος τη νύχτα. Η έναρξη των συμπτωμάτων συνοδεύεται από εκτεταμένο
βλατιδώδες ή εκζεματώδες εξάνθημα, πιο εμφανές στο πρόσθιο τμήμα της μασχαλιαίας
πτυχής → άλλα σημεία: καρποί, πλάγια δακτύλων, μεσοδακτύλιες πτυχές, παλάμες και
πέλματα (ιδίως στα παιδιά), παρειές και τριχωτό (ιδίως στα βρέφη – γενικά δεν εμφανίζεται
σε περιοχές με τριχοφυΐα), γεννητικά όργανα (θεωρείται και STD). Εκδορές στις κνησμώδεις
βλατίδες μπορεί να επιμολυνθούν.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ: Εξέταση υλικού απόξεσης σε 10% ΚΟΗ στο οπτικό μικροσκόπιο (ακάρεα, νύμφες,
αυγά και θήκες αυγών).
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Βενζολικό βινύλιο (3x εντός 24h, ερεθιστικό) (+) εξαχλωρίδιο του γ-βενζενίου (για
6-24h, πιθανόν νευροτοξικό) (+) μαλάθειο (2x / week για 24h) (+) περμεθρίνη (άπαξ ή 2
εφαρμογές) (+) crotamiton (ασθενές ακαρεοκτόνο αλλά έχει αντικνησμώδη δράση) (+)
ιβερμεκτίνη per os 200 μg/kg σε μια μόνο δόση σε ανθεκτικές περιπτώσεις. Πρέπει να λάβουν
θεραπεία οι σεξουαλικοί σύντροφοι, όσοι κοιμούνται στο ίδιο σπίτι και πιθανόν και οι στενοί
φίλοι. Περιστασιακά εμφανίζονται μεταψωρικά οζίδια → έγχυση στεροειδούς ή εξαίρεση.
ΕΚΖΕΜΑ – ΔΕΡΜΑΤΙΤΙΔΑ
Περιγράφουν καταστάσεις του δέρματος που χαρακτηρίζονται από φλεγμονώδη πορεία και
προκαλούνται από συνδυασμό ενδογενών και εξωγενών παραγόντων.
Συνδέεται με άσθμα και αλλεργική ρινίτιδα και προσβάλει έως 15% παιδιών. Είναι επίσης
συχνή η κνίδωση και κνιδωτικές αντιδράσεις.
Ξεκινά με ερυθρό ερεθισμένο δέρμα σε κορμό και άκρα, αρχικά σε εκτατικές επιφάνειες και
έπειτα στις καμπτικές. Χαρακτηριστικά στα βρέφη στο πρόσωπο αλλά όχι περιστοματικά και
περικογχικά. Το δέρμα σταδιακά μπορεί να γίνει τραχύ και σκληρό (λειχηνοποίηση). Η
σκληρότητα μπορεί να ισοδυναμεί με ιχθύαση. Κνησμός (!) και πιθανές εκδορές →
κιτρινωπές, ορορροούσες εφελκίδες. Πολύ συχνή επιμόλυνση από s.aureus (!). Στο 60%
εμφανίζεται αυτόματη ίαση με την ηλικία.
4. Σμηγματορροϊκό έκζεμα/δερματίτιδα
Απαντάται κυρίως στους ενήλικες κατά την εφηβεία με τάση για επανεμφάνιση καθ’ όλη τη
διάρκεια της ζωής. Τριχωτό της κεφαλής: ήπια απολέπιση/πιτυρίδα έως έντονη απολέπιση
με ερύθημα και αμιαντώδη πιτυρίαση. Ρινοχειλικές αύλακες, κορμός, οπισθοωτιαία χώρα,
φρύδια, πρόσωπο: ερυθρές, ρυπαρές, φολιδωτές στην όψη εξάρσεις, βλεφαρίτιδα OR
εντοπισμένη στις πτυχές μορφή.
Εκτεταμένη έξαρση σε περιοχή που καλύπτει η πάνα, στις καμπτικές επιφάνειες και το
τριχωτό της κεφαλής. Το εξάνθημα δεν εμφανίζει συμπτώματα, όμως η περιοχή της πάνας
μπορεί να συνοδεύεται από ήπιο άλγος και ιδιαίτερη ενόχληση → ΑΠΟΥΣΙΑΖΕΙ ΚΝΗΣΜΟΣ (!)
ΨΩΡΙΑΣΗ
Πλάκες (!) από λίγα mm έως αρκετά cm, μονήρεις ή πολλαπλές. Εντοπίζονται κυρίως στο
τριχωτό της κεφαλής, στα γόνατα, στους αγκώνες, στον κόκκυγα και τον ομφαλό (αλλά και
οπουδήποτε αλλού). Κάθε πλάκα φέρει αριθμό κοινών στοιχείων: Ρόδινες ή ερυθρές πλάκες,
λεπιδωτές, πολύ καλά περιγεγραμμένες. Η λεπιδωτή επιφάνεια είναι αργυρόχροη, ιδιαίτερα
μετά από έντονο ξεσμό. Έντονος ξεσμός καταλείπει ερυθρή και υγρή επιφάνεια με μικρά
στικτά σταγονίδια αίματος (σημεία αιματηράς δρόσου ή σημείο Auspitz).
4. Εκτεταμένη ή οξεία ψωρίαση: Επέκταση πλακών, οξεία εικόνα και πιθανή απολεπιστική
δερματίτιδα. De novo ή ως επιπλοκή. Νοσηλεία και τοπικά ήπιες κρέμες, ή ακόμη και
συστηματική αγωγή μέχρι την σταθεροποίηση.
6. Ψωριασική αρθρίτιδα: 5-10% (αν και 40% παραπονούνται για πόνο). Γενικευμένη
περιφερική μονοαρθρίτιδα ή ολιγοαρθρίτιδα, ενδοφαλαγγική προσβολή αρθρώσεων,
συμμετρική οροαρνητική ρευματοπάθεια, βαριά παραμορφωτική πολυαρθρίτιδα,
σπονδυλίτιδα και πάθηση ιερού οστού. 2/3 παρουσιάζουν και αλλαγές στον όνυχα.
Θεραπεία ανατίθεται σε ρευματολόγο.
Κνίδωση → εξυψωμένα οιδήματα και πομφοί που προκαλούνται από διαρροή υγρών από το
μεσοδιάστημα των αγγείων στο χόριο.
Οι πομφοί εμφανίζονται και εξαφανίζονται σύντομα (30 λεπτά μέχρι 3-4 ώρες) και δεν
αφήνουν εμφανή ίχνη. Η αντίδραση μπορεί να είναι γενικευμένη, και συνδέεται με την
αναφυλαξία. Αποτελεί αντίδραση υπερευαισθησίας Ι, με εξαίρεση την sesum sickness που
συνδέεται με αντίδραση ΙΙΙ.
ΚΑΤΑΤΑΞΗ:
1. Οξεία: προσβολή διαρκεί λίγες μέρες και συνδέεται με αναγνωρίσιμη πυροδότηση πχ.
θαλασσινά, πενικιλίνη. 2. Εξ’ επαφής: προσβολή διαρκεί λίγες ώρες.
2. Χρόνια ιδιοπαθής: εβδομάδες/μήνες/έτη χωρίς αναγνωρίσιμο παράγοντα.
ΚΝΥΖΑ
ΟΜΑΛΟΣ ΛΕΙΧΗΝΑΣ
3. Ατροφικός: Λέπτυνση επιδερμίδας στα πέλματα, τα πόδια και την χρόνια στοματική νόσο.
Αυξημένος κίνδυνος για ΑΚΚ.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Τοπικά στεροειδή (μειώνουν το αίσθημα κνησμού) ή και per os για μείωση
διάρκειας της κλασικής πορείας, ή για πιο επιθετική αγωγή. Επιτυχής χρήση κυκλοσπορίνης
Α, ρετινοειδή (στοματική νόσος), γκριζεοφουλβίνη (από αναφορές).
ΡΟΔΟΧΡΟΥΣ ΠΥΤΗΡΙΑΣΗ
Έναρξη με μητρική πλάκα: λεπιδώδης ερυθρή κηλίδα στο κορμό, άνω μηρό ή ώμο. Σε μερικές
μέρες ακολουθούν ρόδινες ωοειδείς βλάβες με λεπτό λεπιδώδη δακτύλιο κατά την
περιφέρεια. Κατανομή στο κορμό, άνω μέρος χεριών και στα πόδια. Ακολουθούν νωτιαία
νεύρα και έχουν όψη χριστουγεννιάτικου δέντρου (!). Έξαρση διαρκεί 6-8 εβδομάδες +/-
κνησμό, και συνδέεται με HHV 6 και 7.
AKMH
1. Κοινή ακμή
Πολύμορφο, ρυπαρό εξάνθημα. Οι βλάβες κατανέμονται στο πρόσωπο, τον αυχένα, τον
θώρακα, του ώμους, τη ράχη, τους άνω βραχιόνες. Χαρακτηριστικές βλάβες: κλειστοί
φαγέσωρες (white-heads) – μικρές μη-φλεγμαίνουσες βλατίδες, ανοιχτοί φαγέσωρες (black-
heads), βλατίδες (μικρά, φλεγμονώδη θυλακικά στίγματα), φλυκταινίδια, ουλές (ατροφικές
πχ. παρειές, υπερτροφικές πχ. θώρακας και ράχη). Στην παθογένεια εμπλέκεται
cutibacterium acnes και ανδρογόνα.
2. Νεογνική ακμή: Κυρίως στη μύτη και τη παρειά. Μπορεί να υποχωρήσει μόνη της, και
γενικά απαντά στη θεραπεία, αλλά βαριά εικόνα στην εφηβεία.
3. Τραυματική (των νεαρών κοριτσιών): Το εξάνθημα αποτελείται από εκδορές και εξωγενώς
προερχόμενα σημάδια. Χορηγούνται τετρακυκλίνες ή ερυθρομυκίνη και σύσταση για
αποφυγή τραυματισμού βλαβών +/- ήπιο ηρεμιστικό.
Πυώδης ιδρωταδενίτιδα: Χρόνια φλεγμονώδης διεργασία που εμπλέκει το δέρμα που φέρει
αποκρινείς αδένες → μασχάλες, περίνεο, γεννητικά όργανα, κάτω κοιλιακή χώρα. Έναρξη με
βλάβες δίκην φαγεσώρων (+) υποτροπιάζοντα οιδήματα και εκροή πύου. Καταλήγει σε
μόνιμη κυκλική φλεγμονή με υποδόρια συρίγγια. ΘΕΡΑΠΕΙΑ: μακράς διάρκειας
ερυθρομυκίνη ή τετρακυκλινών σε δόσεις >1 gr/ daily (+) μετρονιδαζόλη στις εξάρσεις.
Πρόσφατα: ριφαμπικίνη (+) κλινδαμυκίνη 300mg / daily με καλά αποτελέσματα. Μπορεί να
χρειαστεί και συστηματική χορήγηση κορτικοστεροειδών, οξική κυπροτερόνη (γυναικές),
ρετινοειδή. Πλαστική → προς αφαίρεση προσβεβλημένου ιστού.
ΡΟΔΟΧΡΟΥΣ ΝΟΣΟΣ
Διάγνωση με βιοψία σε άκρο νέας βλάβης και ιστολογική εξέταση, άμεσος και έμμεσος
ανοσοφθορισμός, ευρήματα ακανθόλυσης (!).
ΠΟΜΦΟΛΥΓΩΔΕΣ ΠΕΜΦΙΓΟΕΙΔΕΣ
Πολλοί ακολουθούν γραμμική ή τοξοειδή πορεία κατά τις γραμμές του Blanschko →
επιμήκης λωρίδα παθολογικού ιστού κατά μήκος άκρου ή ενός ημιμορίου σώματος (πχ.
μονήρης ετερόπλευρος σπίλος). Επιφάνεια συνήθως τραχιά. Μπορούν να είναι
φλεγμονώδεις. Κυρίως εμφανίζονται κατά τη παιδική ηλικία και εξελίσσονται.
ΣΜΗΓΜΑΤΟΡΡΟΪΚΗ ΚΕΡΑΤΙΑΣΗ
ΗΛΙΑΚΗ ΚΕΡΑΤΙΑΣΗ
Περιοχές εκτεθειμένες στην ηλιακή ακτινοβολία (και ιδιαίτερα στο ανοιχτόχρωμο δέρμα)
αναπτύσσουν υπερκερατωσικές πλάκες → δυσπλαστικής φύσης αλλαγές μπορεί να
εξελιχθούν σε ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα.
Λεπιδώδεις πλάκες, συχνά σε ερυθηματώδη βάση. Πολλαπλές, και ιδιαίτερα στο κεφάλι αν
συνυπάρχει αλωπεκία. Οι περισσότερες παραμένουν επίπεδες και σταθερές σε μέγεθος
(συνήθως 2-3 cm) αλλά μπορεί να συρρέουν, να επεκτείνονται και να είναι υπερυψωμένες
και υπερτροφικές. Απόσπαση οδηγεί σε διαβρωτική επιφάνεια.
ΝΟΣΟΣ BOWEN
ΑΚΑΝΘΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ
ΒΑΣΙΚΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ
ΜΕΛΑΝΙΝΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟΙ ΣΠΙΛΟΙ
ΚΑΚΟΗΘΕΣ ΜΕΛΑΝΩΜΑ
ΒΑΘΟΣ ΚΑΤΑ CLARK → Ι. Επιδερμίδα ΙΙ. Θηλώδες χόριο ΙΙΙ. Δικτυωτό χόριο IV. Υποδόριο λίπος
ΒΑΘΟΣ ΚΑΤΑ BRESLOW → μέτρηση σε mm του βάθους από την κοκκιώδη στοιβάδα της
επιδερμίδας μέχρι το βαθύτερο ορατό σημείο διήθησης στο χόριο → >0.75mm >95% 5ετης
επιβίωση, 0.76-1.5mm >80%, 1.6-3.5mm >60-70%, >3.5mm <40%.
Κακοήθης εφηλίδα: Σε δέρμα κατεστραμμένο από τον ήλιο – κυρίως ηλικιωμένοι. Αρχίζει
σαν καφέ κηλίδα που επεκτείνεται με ανώμαλη περιφέρεια και άνιση χρωματική καταγωγή.
Κυρίως στο πρόσωπο (σπανιότερα κορμό, βραχίονα). Βιοψία και ιδανικά πλήρης εξαίρεση.
Οζώδες μελάνωμα: Οι βλάβες παρουσιάζονται σαν όζοι, λείοι και θολωτοί ή ακανόνιστοι,
σκληροί, μυρμηκιώδεις. Μπορεί να μην παρουσιάζει υπέρχρωση αλλά μελαγχρωματική άλω
στη βάση του όγκου. Αυξάνονται γρήγορα. Κυρίως στην άνω περιοχή ράχης.
Μελάνωμα των άκρων: Αφορά βλάβες σε παλάμες, πέλματα, υπονύχιες περιοχές αλλά και
στοματικό, πρωκτικό, γεννητικό επιθήλιο. Τυπικά επίπεδη, μελαγχρωματική περιοχή, (+)
σημείο Hutchinson με μελάγχρωση παρανυχίου στις υπονύχιες βλάβες.
ΟΖΩΔΕΣ ΕΡΥΘΗΜΑ
Οι βλάβες είναι ερυθρές και η επιφάνεια του δέρματος στίλβει, επώδυνη ψηλάφηση και
κάτω άκρο. Το χρώμα γίνεται σταδιακά πιο σκούρο και φθίνει (όπως και στους μώλωπες).
Χειμετλώδης ΕΛ: Παραλλαγή → βλάβες μοιάζουν με χιονίστρες, κυρίως στα δάχτυλα χεριών
και ποδιών. (+) ορολογικές και τάση για εξέλιξη σε ΣΕΛ στις εξάρσεις. Η θεραπεία λιγότερο
αποτελεσματική.
ΣΚΛΗΡΟΔΕΡΜΑ
ΥΠΕΡΜΕΛΑΓΧΡΩΣΗ
ΥΠΟΜΕΛΑΓΧΡΩΣΗ
Λεύκη: Επίκτητη νόσος με αιφνίδια εμφάνιση και αυτοάνοσο μηχανισμό. Πλήρης απώλεια
μελάγχρωσης με μορφή πλάκας χωρίς άλλα παθολογικά στοιχεία – συχνά συμμετρικές. Στα
παιδιά υπάρχει πιθανότητα υποστροφής, που είναι σπανιότερη στους ενήλικες.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Τοπικά στεροειδή, PUVA, μεγάλες δόσεις στεροειδών και ανοσοτροποποιητών (;)
ΣΥΦΙΛΗ
Πρωτογόνος σύφιλη: 10-90 μέρες μετά τη λοίμωξη → συφιλιδικό έλκος (στο σημείο
ενοφθαλμισμού, ανώδυνο, σκληρό, στρόγγυλο ή ωοειδές, 1-2cm, σαφώς περιγεγραμμένο με
ομαλά χείλη και καθαρό, λείο, στιλπνό πυθμένα, ερυθρό ως «από μυϊκής σαρκός», συνήθως
μονήρες) και σύστοιχη λεμφαδενίτιδα (4-5 μέρες μετά το έλκος). Το έλκος υποχωρεί ακόμα
και χωρίς θεραπεία σε 4-6 εβδομάδες ενώ η ανώδυνη λεμφαδενίτιδα παραμένει για μήνες.
Δευτερογόνος σύφιλη: Έως 6 μήνες μετά τη μόλυνση και 2-10 εβδομάδες μετά από μη-
θεραπευθείσα πρωτογόνο σύφιλη → γενική συμπτωματολογία (ανορεξία, πυρετός,
μυαλγίες, αρθραλγίες, καταβολή), εκδηλώσεις από δέρμα και βλεννογόνους (κηλιδώδες
εξάνθημα – συφιλιδική ροδάνθη, βλατιδώδη εξανθήματα, συφιλιδικές πλάκες – πλατέα
κονδυλώματα, λευκομελανοδερμία, αλωπεκία, ονυχία – παρωνυχία) και συστηματικές
εκδηλώσεις (πολυαδενίτιδα, ηπατομεγαλία, σπληνομεγαλία, σπειραματονεφρίτιδα,
περιοστίτιδα, αρθρίτιδα, ιριδοκυκλίτιδα, παρωτίτιδα, βαρηκοΐα, αλλοιώσεις ΕΝΥ).
Συγγενής σύφιλη: Μόλυνση του εμβρύου από τη μητέρα – 70% σε πρώιμη νόσο, 20% σε
όψιμη. Ελαχιστοποιείται αν λάβει θεραπεία στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Πρώιμη:
μολυσματικές εκδηλώσεις στα πρώτα δύο χρόνια της ζωής, ανάλογες με την δευτερογόνο.
Όψιμη: μετά τον δεύτερο χρόνο της ζωής → συφιλιδικά στίγματα και τριάδα Hutchinson:
βαρελοειδείς κοπτήρες, μέση πυώδης ωτίτιδα – κώφωση, διάμεσος κερατίτιδα.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Πρώιμη → βενζαθενική πενικιλίνη 2.4 εκ. μονάδες IM/ once, δοξυκυκλίνη 100mg
per os 2x/day για 14 days, τετρακυκλίνη 500mg per os 4x/day για 14 days. Όψιμη →
βενζαθενική πενικιλίνη 7.2 εκ. μονάδες ΙΜ (2.4 / week, 3x), δοξυκυκλίνη 100mg per os 2x/day
για 28 days, τετρακυκλίνη 500mg per os 4x/day για 28 days.
Στα παιδιά 50.000 μονάδες/kg IM/ once σε πρώιμη και επί 3 weeks σε όψιμη. Η δόση να μην
ξεπερνά τα 2.4 εκ. μονάδες (!).
Μόλυνση από neisseria gonorrhoeae – μετάδοση με σεξουαλική επαφή ή κατά τον τοκετό.
Οξεία ουρηθρίτιδα (άνδρες): 1-10 ημέρες χρόνος επώασης. Αυτόματη εκροή υγρού από την
ουρήθρα – άφθονο έκκριμα, βλεννώδες ή βλεννοπυώδες, καταλήγει πυώδες. Το στόμιο της
ουρήθρας είναι εξέρυθρο και οιδηματώδες. Αίσθημα κνησμού, καύσος, άλγος. Τα
συμπτώματα εντονότερα κατά την ούρηση και τη στύση. Αν αφεθεί χωρίς θεραπεία για 2-6
εβδομάδες μεταπίπτει σε χρόνια μορφή με αμβληχρά συμπτώματα και επιπλοκές →
λεμφαγγειίτιδα ραχιαίας επιφάνειας πέους, περιουρηθρικά αποστήματα, φλεγμονή αδένων
Tyson, Cowper, Λίττριων αδένων, επιδιδυμίτιδα, ορχεοεπιδιδυμίτιδα, σπερματοκυστιτίδα,
προστατίτιδα.
Γονοκοκκική οφθαλμία: μόλυνση του νεογνού κατά τον τοκετό – 2-7 ημέρες αργότερα με
πυώδη επιπεφυκίτιδα που μπορεί να οδηγήσει σε τύφλωση. Προληπτικά 1-2 σταγόνες
νιτρικού αργύρου 1%. Στους ενήλικες από μεταφορά με τα χέρια.