You are on page 1of 23

ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ UPDATED

ΜΟΡΦΕΣ ΤΩΝ ΒΛΑΒΩΝ

ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΕΙΣ ΒΛΑΒΕΣ

Κηλίδα: Επίπεδη περιεγραμμένη μεταβολή του χρώματος του δέρματος ή του βλεννογόνου
χωρίς μεταβολή στη σύσταση, το πάχος ή την ανάγλυφη κατασκευή. Η κηλίδα μπορεί να έχει
οποιοδήποτε μέγεθος και να είναι το αποτέλεσμα αγγειοδιαστολής ή ήπιας φλεγμονώδους
αλλοίωσης (ερυθρή κηλίδα). Μπορεί να παραχθεί επίσης από συσσώρευση χρωστικών του
αίματος όπως στην πορφύρα και την αιμοσιδήρωση. Μπορεί επίσης να οφείλεται σε αύξηση
ή σε ελάττωση τη μελανίνης (υπερχρωματική ή υποχρωματική κηλίδα). Διάμετρος < 1cm. Αν
>1cm. ονομάζεται πλάκα.

Βλατίδα: Στερεή επηρμένη βλάβη < 1cm.

Οζίδιο: Περιεγραμμένη, ψηλαφητή μάζα <1 cm. σε διάμετρο, η οποία εξελίσσεται από το
βάθος του δέρματος προς την επιφάνεια και μπορεί να προκαλεί υπέγερση. Αν >1 cm.
πρόκειται για όγκο.

Πομφός: Ειδικός τύπος βλατίδας ή πλάκας που αποτελείται από λευκό ή ρόδινο οίδημα του
δέρματος με ή χωρίς περιφερικό ερύθημα. Οι πομφοί εμφανίζονται και εξαφανίζονται μέσα
σε ώρες (κνίδωση).

Φυσαλίδα: Μικρό έπαρμα της επιδερμίδας ( < 1 cm.) το οποίο περιέχει ορώδες ή αιματηρό
υγρό (πχ. έρπης ή έκζεμα)

Πομφόλυγα: Έπαρμα του δέρματος > 1 cm. το οποίο περιέχει ορώδες ή αιματηρό υγρό.

Φλύκταινα: Φυσαλίδα που αντί για ορό ή αίμα περιέχει πύον (πχ. θυλακίτις)

ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΕΙΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΕΣ ΒΛΑΒΕΣ

Λέπια: Πετάλια της επιδερμίδας, τα οποία αποτελούνται από συσσώρευση φυσιολογικής ή


μη-φυσιολογικής κερατίνης. Τα λέπια προσκολλώνται ελαφρά ή στερεά στο υποκείμενο
δέρμα (πχ. ψωρίαση, ιχθύαση).

Εφελκίδες: Μάζες που αποτελούνται από αποξηραμένο ορό, πύον και άλλα προϊόντα
εξίδρωσης των ιστών (πχ. μολυσματικό κηρίο)

Διάβρωση: Απώλεια επιφανειακών στιβάδων της επιδερμίδας λόγω νοσογόνου ή μηχανικής


αιτίας. Τα βάθος της βλάβης ΔΕΝ ξεπερνά της βασική στοιβάδα και ΔΕΝ αφήνει ουλή.

Έλκωση: Καταστροφή στοιβάδων του δέρματος η οποία φτάνει μέχρι το χόριο, εγκαταλείπει
μια ακάλυπτη πληγή και μετά την αποκατάσταση της παραμένει ουλή (πχ. άτονο έλκος).

Ατροφία: Ελάττωση ή εξαφάνιση μέρους ή και ολόκληρων στοιβάδων του δέρματος. Μπορεί
να είναι επιδερμική, χοριακή ή υποδόρια (πχ. σκληροδερμία).

Ουλή: Αντικατάσταση φυσιολογικών στοιχείων του δέρματος από συνδετικό ιστό. Μπορεί να
είναι επίπεδη, υπερυψωμένη, εμβυθισμένη ή υπερτροφική, οπότε λέγεται χηλοειδές.

ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΒΛΑΒΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ


Οι στοιχειώδεις βλάβες μπορούν να διατάσσονται ως εξής:

1. Γραμμοειδώς: Οι βλάβες λαμβάνουν γραμμοειδή διάταξη (πχ. έρπητας ζωστήρας)


2. Κυκλικά: Η κυκλική διάταξη των βλαβών μπορεί να είναι ιδιαίτερα διαγνωστική (πχ.
δακτυλιοειδές κοκκίωμα στην όψιμη σύφιλη)
3. Σε ομάδες: Σε μερικά νοσήματα η συγκέντρωση των δερματικών βλαβών είναι
χαρακτηριστική (πχ. απλός έρπητας)

Χαρακτηριστική μπορεί να είναι και εντόπιση. Παραδείγματα: ακμή – πρόσωπο,


πολύμορφο ερύθημα – παλάμες/πέλματα, ερυθηματώδης λύκος – πρόσωπο, οζώδες
ερύθημα – κνήμες κ.λπ.

ΚΑΝΤΙΝΤΙΑΣΗ

1. Δερματίτιδα εκ σπάργανων: ερεθισμός λόγω αμμωνίας στην περιοχή της πάνας και
συχνή επιμόλυνση από candida. Συρρέουσες φυσαλίδες και φλύκταινες
περιπρωκτικά με περιφερική απολέπιση και αποκόλληση της επιδερμίδας.
Δορυφόρα φλυκταινίδια, κνησμός, καύσος.
2. Στοματοφαρυγγική
a. Οξεία ψευδομεμβρανώδης
b. Χρόνια ψευδομεμβρανώδης (κλασσική: λευκωπές πλάκες, κρεμώδες επίχρισμα,
οροαιμορραγική βάση)
c. Οξεία ερυθηματώδης (ατροφική)
d. Χρόνια ερυθηματώδης (ατροφική)
e. Χρόνια υπερπλαστική
f. Χρόνια οζώδης
g. Γωνιώδης χειλίτιδα
h. Μέση ρομβοειδής γλωσσίτιδα

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Ιμιδαζόλες, νυστατίνη, παστίλιες αμφοτερικίνης

ΠΟΙΚΙΛΟΧΡΟΥΣ ΠΙΤΥΡΙΑΣΗ

Μυκητιασική λοίμωξη από το είδος Pityrosporum και κυρίως τον τύπο Malassezia Furfur.
Σπάνια μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο. Λεπιδώδεις πλάκες στον άνω κορμό, τους
ώμους και τον λαιμό (χορήγηση στεροειδών οδηγεί σε συρροή). Καφεοειδής έως λευκωπή
χροιά σε σκούρο δέρμα. Σε άμεση μικροσκόπηση σαν «μακαρόνια με κιμά».

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: κρέμα whitfield, ιμιδαζόλες, θειούχο σελήνιο (πχ. σε σαμπουάν).

ΟΝΥΧΟΓΡΥΠΩΣΗ

Ονυχαία πλάκα μεγάλου ποδοδακτύλου εμφανίζεται υπερτροφική, σκληρή και φαιοκίτρινη.


Αύξηση μήκους και βλαισότητα. Ιδιοπαθής, συχνότερη στους ηλικιωμένους (συνδέεται με
τραυματισμούς, ιχθύαση, ψωρίαση, ελεφαντίαση, υπερουρίχαιμια).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: αφαίρεση, καταστροφή μήτρας.

Εισφρύση όνυχα: θ. αφαίρεση

ΓΥΡΟΕΙΔΗΣ ΑΛΩΠΕΚΙΑ
Παιδική/νεανική από ανοσολογικά/κληρονομικά αίτια. Περιγεγραμμένες, αποψιλωμένες
πλάκες χωρίς ΚΑΜΙΑ αλλοίωση του δέρματος του τριχωτού (σπάνια ήπιο ερύθημα). Στην
περιφέρεια της βλάβης υπάρχουν exclamation hairs.

ΜΟΡΦΕΣ: οφιοειδής (ινιακά, πίσω από τα αυτιά), εντοπισμένη (κατά πλάκες), ολική
γυροειδής (αν προσβάλει το σύνολο του τριχωτού), καθολική (αν προσβάλλει όλο το σώμα –
συχνά συνοδεύεται από βοθρία στα νύχια).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: ενδοφλέβια χορήγηση στεροειδών, τοπική εφαρμογή (;), διφαινυλοκυπρόνη.

ΑΝΔΡΟΓΕΝΕΤΙΚΗ ΑΛΩΠΕΚΙΑ

Συνέπεια των ανδρογόνων. Εμφανίζεται στην 2η-4η δεκαετία, και στους άντρες αποτελεί
αυτοσωμικό επικρατές (και είναι χαρακτηριστική η κροταφική συμμετοχή) ενώ στις γυναίκες
αυτοσωμικό υπολειπόμενο γονίδιο (και είναι χαρακτηριστική η μετωπική αραίωση).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: μινοξιδίλη, φιναστερίδη, ορμονοθεραπεία στις γυναίκες

ΕΡΠΗΣ ΖΩΣΤΗΡΑΣ

Αντιπροσωπεύει την επανενεργοποίηση του ίου της ανεμοβλογιάς – έρπητα ζωστήρα που
έχει παραμείνει στα νευρικά κύτταρα των νωτιαίων γαγγλίων. Ετερόπλευρο εξάνθημα με
κατανομή δερμοτόμιου. ΑΡΧΙΚΑ: καυστικό άλγος, κνησμός, αίσθημα νυγμών. 4-5 ΜΕΡΕΣ
ΜΕΤΑ: οιδηματώδεις και ερυθηματώδεις πλάκες/ εξάνθημα από βλατίδες στο νευροτόμιο.
Φυσαλίδες/ φλύκταινες ορώδεις ή αιμορραγικές που σύντομα εφελκιδοποιούνται.
Παρόμοιες βλάβες μπορούν να εμφανιστούν και στους βλεννογόνους. Οι επιχώριοι
λεμφαδένες ανευρίσκονται διογκωμένοι.

ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ: οφθαλμικές βλάβες από προσβολή τριδύμου, πάρεση προσωπικού, συμμετοχή


άλλων κινητικών νεύρων, μεθερπητική νευραλγία και δυσαισθησία, μηνιγγοεγκεφαλίτιδα,
σπλαγχνική συμμετοχή, επιμόλυνση, ατροφία.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: ακυκλοβίρη σε υψηλές δόσεις, έλεγχο πόνου στην μεθερπητική νευραλγία.

ΑΝΕΜΟΒΛΟΓΙΑ

Η πρωτολοίμωξη από VZV. Ήπια πρόδρομα συμπτώματα όπως πυρετός και κεφαλαλγία
(κατά περιπτώσεις μπορεί να εκδηλωθεί με έντονα συμπτώματα και swinging πυρετό).
Ακολουθεί μερικές (2-3) μέρες μετά η εκδήλωση εξανθήματος που υφίεται σε μερικές μέρες
αλλά πλήθος βλαβών συνεχίζει να εμφανίζεται για κάποιες μέρες ακόμα – δεν δημιουργείται
ουλή εκτός αν υπάρξει δευτεροπαθώς επιμόλυνση. Ερυθρές/ρόδινες βλατίδες – φυσαλίδες
– φλύκταινες – εφελκίδες – ρόδινη κηλίδα/εντύπωμα.

ΔΙΑΓΝΩΣΗ: καλλιέργεια φυσαλιδώδους βλάβης, εξέταση Tzanck

EΠΙΠΛΟΚΕΣ: Εγκεφαλίτιδα, πνευμονία, θρομβοκυτταροπενία, εμβρυικό σύνδρομο


ανεμοβλογιάς σε προσβολή εγκύων (υποπλασία άκρων, οφθαλμικές/εγκεφαλικές βλάβες).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: αντι-ισταμινικά στα παιδιά, αντιικά σε ενήλικες και ανοσοκατεσταλμένους και


anti-VZV ανοσοσφαιρίνη στις εγκύους.

ΑΠΛΟΣ ΕΡΠΗΤΑΣ

HSV 1 και 2 (συνήθως 2 στα γεννητικά όργανα αλλά όχι αποκλειστικά).


Πρωτολοίμωξη

1. Οξεία ερπητική ουλοστοματιτίδα: Συχνότερα απαντάται στα παιδιά. Υψηλός πυρετός,


ανορεξία, ερύθημα, οίδημα ούλων και εκτεταμένες φυσαλίδες σε γλώσσα/χείλη που
εξελκώνονται. Διογκωμένοι και επώδυνοι οι επιχώριοι λεμφαδένες. Ο ιός παραμένει στο
σίελο για 2 εβδομάδες.

2. Οξεία ερπητική φαρυγγοαμυγδαλίτιδα: Πυρετός, δυσκαταποσία, κεφαλαλγία, ερύθημα


αμυγδαλών με φυσαλίδες που εξελκώνονται. Λεμφαδενοπάθεια.

3. Κερατίτιδα: έλκη κερατοειδούς, που μπορεί να αφήσουν ουλές.

4. Γεννητικά όργανα: Ο HSV-2 είναι πιο πιθανό να υποτροπιάσει. Άλγος, κνησμός, δυσουρία,
οσφυϊκή ριζίτιδα, κολπική/ουρηθρική έκκριση, βύθιο άλγος πυέλου και βουβωνική
λεμφαδενοπάθεια. Οι βλάβες μπορεί να αφήσουν υπο- / υπερ- μελάγχρωση, μετά την
επαναεπιθηλιοποίηση (2-4 εβδομάδες).

5. Εγκεφαλίτιδα: σημεία μηνιγγίτιδας, σπασμοί, έκπτωση επιπέδου συνείδησης.

6. Ερπητική παρωνυχία

7. Συγγενής: κάθετη μετάδοση – σε έγκυούς με ενεργή νόσο γίνεται καισαρική.

Υποτροπιάζουσα: Τα συμπτώματα και τα σημεία είναι ίδια. Το δέρμα έχει αίσθημα καύσου
λίγες ώρες πριν εμφανιστούν οι βλάβες – η περιοχή αρχικά γίνεται εξέρυθρη και ελαφρά
διογκωμένη – εμφανίζονται φυσαλίδες – σε περίπου μια ημέρα μετατρέπονται σε
φλύκταινες και εφελκιδοποιούνται. Οι βλάβες υποχωρούν σε 7-10 ημέρες καταλείποντας
ήπια ερυθρότητα. Συχνά υποτροπές πυροδοτούνται από ήπιες λοιμώξεις, τραυματισμούς,
ηλιακή έκθεση.

Ανεμοβλογοειδές εξάνθημα του Kaposi: Εμφανίζεται κυρίως σε ασθενείς με ατοπικό έκζεμα


και δερματοπάθειες όπως η νόσος Darier και η φυλλώδης πέμφιγα. Διάσπαρτες
φυσαλιδοφλυκταινώδεις βλάβες οι οποίες επιφανειακά μοιάζουν με αυτές τις
ανεμοβλογιάς. Ο ασθενής μπορεί να αισθάνεται καταβολή ή να παρουσιάσει πυρετό, και να
συνυπάρχει ακόμη ιαιμία και μηνιγγοεγκεφαλίτιδα. Απαραίτητα συστηματική θεραπεία.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Ακυκλοβίρη, ιντοξουριδίνη σε οφθαλμική λοίμωξη. Μακροχρόνια προφυλακτική


αγωγή προτείνεται σε συχνές υποτροπές ή αν τα συμπτώματα είναι πολύ βαριά.

ΜΥΡΜΗΚΙΕΣ

Οφείλονται στον HPV.

1. Κοινές μυρμηκιές (common warts): Κυρίως εμφανίζονται στις άκρες χείρες, τους
πήχεις, τα γόνατα και τους άκρους πόδες. Υποστρόγγυλες, υποκίτρινες σκληρές
βλατίδες με ανώμαλη υπερκερατωσική επιφάνεια. Σε σημεία τραυματισμού
διατάσσονται γραμμοειδώς (σημείο Koebner).
2. Πελματιαίες μυρμηκιές (plantar warts): Συνήθως είναι βαθύτερες, και σπάνια μπορεί
να εξελιχθούν σε αργά αναπτυσσόμενο αλλά διηθητικό καρκίνωμα των πελμάτων.
Εάν υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία η βιοψία επιβάλλεται.
3. Ομαλές μυρμηκιές (plane warts): Επίπεδες επιδερμικές βλατίδες φυσιολογικής
χροιάς με ελαφρώς κοκκιώδη επιφάνεια. Εμφανίζονται στο πρόσωπο και τα άκρα.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Δύσκολη (!). Τα σκευάσματα (σαλικυλικό, φορμαλίνη κα.) απαιτούν συστηματική
εφαρμογή για αρκετές εβδομάδες. Η κρυοθεραπεία είναι αποτελεσματική σε μικρές
επηρμένες μυρμηκιές αλλά πολύ λιγότερο σε βαθιές πελματιαίες και ομαλές, ενώ μπορεί να
είναι αφόρητα επώδυνη. Άλλες τεχνικές: απόξεση, CO2 laser, ευαισθητοποίηση εξ επαφής,
έγχυση μπλεομυκίνης, ιντερφερόνες, ρετινοειδή, ΑΚΘ, wart-charming.

ΜΥΡΜΗΚΙΟΕΙΔΗΣ ΕΠΙΔΕΡΜΟΔΥΣΠΛΑΣΙΑ

HPV λοίμωξη προοδευτικά εξαπλώνεται και συμβαίνουν δυσπλαστικές και κακοήθεις


αλλοιώσεις – κληρονομούμενη νόσος, Χ-φυλοσύνδετη ή αυτοσωμική επικρατής. Οι βλάβες
είναι συχνά επίπεδες βλατίδες αλλά μπορεί να φέρουν κλασσική υπερκερατωσική
επιφάνεια. Οι βλάβες εμμένουν, εμφανίζονται νέες, και συχνά συρρέουν. Μπορεί να
αναπτυχθούν δυσπλαστικές αλλοιώσεις και ακανθοκυτταρικά καρκινώματα, ιδιαίτερα σε
περιοχές εκτεθειμένες στον ήλιο.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: λήψη per os ρετινοειδών για τον έλεγχο της νόσου.

ΟΞΥΤΕΝΗ ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ

(Κυρίως) σεξουαλικώς μεταδιδόμενα. Συνήθως οι βλάβες είναι ρόδινες, επίπεδες υγρώσες


βλατίδες ή πλάκες ή νηματοειδής εκβλαστήσεις. Μπορεί να γίνουν αρκετά μεγάλες και να
αναπτυχθούν ανθοκραμβοειδείς εκβλαστήσεις οι οποίες προκαλούν λειτουργικές
διαταραχές. Αν δεν εντοπίζονται με το μάτι γίνεται χρήση οξεικού οξέος. Στις γυναίκες οι
βλάβες μπορεί να είναι αποκλειστικά ενδοκολπικές ή τραχηλικές.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: καταστρεπτικές τεχνικές (πχ. κρυοθεραπεία, διαθερμία, εκτομή), τοπική


εφαρμογή ποδοφυλλίνης, ιμικουιμόδη (παράγοντας που διεγείρει παραγωγή INF-γ).

Σε έδαφος κονδυλωμάτων → δυσπλαστικές ή νεοπλασματικές αλλοιώσεις:

1. Αιδιοική ενδοεπιθηλιακή δυσπλασία


2. Μποβενοειδής βλατίδωση: υπερμελαγχρωσικές βλατίδες στις γεννητικές και
περιγεννητικές περιοχές, ήπια δυσπλαστικές.
3. Νόσος Bowen του πέους και ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα.
4. Bushke-Lowensten καρκίνωμα – εντοπίζεται στο πέος, διηθεί αλλά σπάνια Μ.

ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΗ ΤΕΡΜΙΝΘΟΣ

Οφείλεται στον ΜCV (molluscum contagiosum virus) και στα παιδιά κυρίως εμφανίζεται ο
MCV-1 (MCV-2 μπορεί να αποτελέσει STD). Oι βλάβες είναι μικρές (5-10mm), σε σχήμα
θόλου (dome-shaped), ημισφαιρικές μαργαριτοειδείς βλατίδες με κεντρικό βύσμα και
ομφαλωτό κέντρο. Μετά από πίεση κρεμώδες λευκοκίτρινη μάζα (σωμάτιο τέρμινθου).
Έχουν την τάση να συρρέουν, και ιδιαίτερα στον άνω κορμό, γύρω από τη μασχάλη, στο
εφηβαίο και στο πρόσωπο. Ατοπική διάθεση καθιστά τη προσβολή συχνότερη, τις βλάβες πιο
διάσπαρτες και εκζεματοποιημένες. Μεταδίδεται άμεσα (πιθανόν + έμμεσα).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Η λοίμωξη διαρκεί μήνες έως χρόνια αλλά πάντα αυτοίαται. Εναλλακτικά – ήπια
κρυοθεραπεία, απόξεση, phenol-impregnated pointed stick, τοπική χρήση σαλικυλικού, KOH,
κανθαριδίνη, ιμικουιμόδη.

ΔΕΡΜΑΤΟΦΥΤΙΑ

Τα δερματόφυτα είναι οι μύκητες που προκαλούν τις ανθρώπινες δερματοφυτίες →


μολύνσεις και έντονες φλεγμονώδεις αντιδράσεις που περιορίζονται στην κεράτινη στοιβάδα
της επιδερμίδας, στην ονυχαία πλάκα ή στο στέλεχος της τρίχας. Τρείς ομάδες (genera):
microsporum, trichophyton, epidermophyton.

1. Δερματοφυτία του τριχωτού (tinea capitis): Κυρίως νόσος των παιδιών αλλά σοβαρή
μορφή της (αχώρ) μπορεί να εμφανιστεί και στους ενήλικες. Απώλεια τριχών με διαφορετικό
βαθμό φλεγμονή και απολέπιση.

Δύο είδη παρασιτισμού: εξωτριχικός παρασιτισμός (πχ. microsporum canis) με εισβολή και
ανάπτυξη πάνω στην επιφάνεια της τρίχας και σπάσιμο στη μεσότητα τριχικού στελέχους και
φθορισμό στην λυχνία Wood, ενδοτριχικός παρασιτισμός (πχ. spp. trichophyton) με τον
μικροοργανισμό να παραμένει αποκλειστικά μέσα στη τρίχα η οποία γίνεται πολύ εύθραυστη
και τείνει να σπάσει στο επίπεδο της εκθύσεως και σημαντικό οίδημα στους τριχικούς
θυλάκους που καταλήγει σε μελανά στίγματα.

Μπορεί να καταλήξει σε κηρίο του κέλσου: βαλτώδης μάζα από συρίγγια (σαφώς
περιγεγραμμένες οιδηματώδεις πλάκες που αναβλύζουν πύον) που μπορεί να καταλήξει σε
ουλωτική αλωπεκία. Δεν φθορίζει. Κυρίως από ζωόφιλους δερματοφυτικούς μύκητες όπως
trichophyton verrucosum, mentaprophytes. Απαντά σε αντιμυκητιασική αγωγή.

Αχώρας: από trichophyton schoenleinii. Το κρανίο καλύπτεται από θαμπές εφελκίδες


γνωστές ως σκυφία (scutula) και αναπτύσσεται ουλωτική αλωπεκία.

2. Δερματοφυτία γενείου (tinea barbae) και δερματοφυτία προσώπου (tinea faciei):


Φλεγμονώδεις πλάκες και φλύκταινες, κυρίως από trichophyte πχ. trichophyton tonsurans.
Στο πρόσωπο συχνά εκλαμβάνεται ως έκζεμα και προκύπτει από άμεσο ενοφθαλμισμό ή
επέκταση.

3. Δερματοφυτία σώματος (tinea corporis): Δακτυλιοειδείς ερυθηματώδεις βλάβες (ή έστω


με έναν κυκλικό όχθο). Εξελίσσονται φυγόκεντρα με τάση κεντρικής ίασης και επηρμένη
περιφέρεια.

4. Δερματοφυτία μηρογεννητικών πτυχών (tinea cruris): Eξέρυθρο, λεπιδώδες, σαφώς


αφοριζόμενο εξάνθημα που εξαπλώνεται προς τα εκτός της βουβωνικής πτυχής. Επηρμένη
περιφέρεια και συχνά κνησμός. Από ανθρωπόφιλους κυρίως οργανισμούς πχ. trichophyton
rubrum, epidermophyton floccosum. Συχνές υποτροπές από αποπίπτοντα λέπια και
αυτοενοφθαλμισμό.

5. Δερματοφυτία άκρας χείρας (tinea manuum): φυσαλίδες και φυλλώδη γκρίζα λέπια,
συνήθως ετερόπλευρα. Trichophyton rubrum → ξηρό, λεπιδώδες, άνυδρο χέρι.

6. Δερματοφυτία άκρου ποδός (tinea pedis): 3 σαφείς κλινικές μορφές:

Α. Λοίμωξη ανάμεσα στα δάχτυλα/ μεσοδακτύλιος τύπος/ athlete’s foot: οι μεσοδακτύλιες


σχισμές παρουσιάζουν ραγάδες, διαβρώσεις, μαργαριτοειδή χροιά και κνησμό. Κυρίως 4ο-5ο
μεσοδακτύλιο διάστημα.

Β. Υπερκερατωσικός τύπος: ξηρές λεπιδώδεις αλλοιώσεις που μπορεί να καλύψουν


ολόκληρο το πέλμα (πάνω και πλάγια) → μορφή «μοκασινιού».

C. Φυσαλιδώδης τύπος: Κυρίως στα πέλματα και στις πλάγιες επιφάνειες. Μπορεί οι βλάβες
να συρρέουν σε πομφόλυγα. Εξαιρετικά κνησμώδεις.
7. Ονυχομυκητίαση (tinea unguium): προσβολή πολλαπλών ονύχων με κιτρινόφαιη
εμφάνιση, υπονύχια υπερκεράτωση, πάχυνση και δυσχρωμίες. Συνδέεται με εμμένουσες
δερματικές λοιμώξεις.

8. Τinea incognito: λοίμωξη από δερματόφυτα της οποίας η κλινική εικόνα έχει αλλοιωθεί
από τη χρήση τοπικών στεροειδών. Κυρίως σε άκρο πόδα, κνήμη και βουβωνική περιοχή ή
ακόμη τριχωτό της κεφαλής. → Αρχική βελτίωση του εξανθήματος → Υποτροπή και
επέκταση → Εμμένοντα θυλακικά οζίδια και φλύκταινες «κοκκίωμα του majocchi» → Σημεία
μυκητιασικής λοίμωξης σε παρακείμενες περιοχές.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: τοπικά → αλοιφή Whitfield, κρέμες undecenoate, tolnaftate, ιμιδαζόλης,


τερμπιναφίνης, διαλύματα θεοκοναζόλης και αιμορολφίνης / συστηματικά →
γκριζεοφουλβίνη (πχ. δερματοφυτία τριχωτού στα παιδιά 20mg/kg/day για 6-8 εβδομαδες),
ιμιδαζόλες, τερμπιναφίνη. Στην ονυχομυκητίαση τερμπιναφίνη 300 mg/day ή ιτρακοναζόλη
200mg/day για 3 μήνες θεωρείται επαρκής.

Στα παιδιά με κηρίο του κέλσου προτείνεται προσθήκη αντιβιοτικού.

Συστηματική θεραπεία προτείνεται αν: η νόσος εμπλέκει τρίχες και νύχια ή περισσότερα από
ένα μέρη, οι βλάβες είναι εκτεταμένες, η τοπική θεραπεία έχει αποτύχει, η διάγνωση είναι
tinea incognito (!)

ΕΡΥΣΙΠΕΛΑΣ

Ευθύνεται ο β-αιμολυτικός στρεπτόκοκκος. Κυρίως σε κεφαλή ή τράχηλο και κάτω άκρα →


στο ερυσιπέλας συμμετέχει ΜΟΝΟ το χόριο, και άρα το «αυθεντικό» ερυσιπέλας
εμφανίζεται κυρίως στη κεφαλή και το τράχηλο → στη κυτταρίτιδα συμμετέχει και το
υποδόριο λίπος και τα όρια είναι ασαφή. Οξεία εμπύρετη κατάσταση και πιθανή σηψαιμία
(+) τοπικά συμπτώματα. Εξέρυθρη, θερμή, οιδηματώδης και τεταμένη πλάκα, επώδυνη.
Μορφές: πομφολυγώδες / γαγγραινώδες νεκρωτικό / υποτροπιάζον.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: ενδοφλέβια πενικιλίνη σε υψηλές δόσεις ΠΡΙΝ την καλλιέργεια αίματος.

→ νεκρωτική περιτονιΐτιδα αν στρεπτοκοκκική λοίμωξη επεκταθεί κάτω από την


υποδερμίδα σε περιτονίες και υποκείμενους μύες.

ΟΣΤΡΑΚΙΑ

Στελέχη στρεπτοκόκκων παράγουν τοξίνες που προκαλούν εκτεταμένο ερύθημα. Υψηλός


πυρετός, έμετοι, οξεία φαρυγγίτιδα (εξέρυθρες οιδηματώδεις αμυγδαλές με λευκωπά
στίγματα στην υπερώα και λευκό επίχρισμα στη γλώσσα που αποπίπτει και καταλήγει σε
«γλώσσα με μορφή φράουλας»). Μια μέρα μετά εμφανίζεται στικτό και ερυθρής χροιάς
(χρώμα αστακού) εξάνθημα που ξεκινάει από τον τράχηλο και επεκτείνεται στο σώμα,
πιθανόν με θυλακικά επάρματα. Τελικά το δέρμα απολεπίζεται.

ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΟ ΚΗΡΙΟ

Είναι συχνότερο στα παιδιά και σε εύκρατα κλίματα και οφείλεται συνήθως σε s.aureus (→
πομφολυγώδης μορφή) και κάποιες φορές σε streptococcus (→ μη-πομφολυγώδης μορφή).
Οι βλάβες είναι τυπικά στρογγυλού ή ωοειδούς σχήματος και ξεκινούν ως μικρές
φλυκταινώδεις περιοχές που επεκτείνονται. Οι επιφανειακές πομφόλυγες μπορεί να μείνουν
ακέραιες ή να ραγούν αφήνοντας μελιτόχροες εφελκίδες.

→ νεογνική πέμφιγα: απειλητική για τη ζωή μορφή μολυσματικού κηρίου.


ΑΛΛΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΤΑΦΥΛΟΚΟΚΚΙΚΗΣ ΛΟΙΜΩΞΗΣ

Ψευδάνθρακας: Ιδιαίτερα βαθιά λοίμωξη του θυλάκου, με σχηματισμό διηθημένης ερυθρής


μάζας το κέντρο της οποίας δύναται να υποστεί ρήξη και να δημιουργηθεί οπή.

Δοθίηνας: Βαθύτερη, σημαντικότερη λοίμωξη θυλάκου με ερυθρές, ευαίσθητες βλάβες.


Φλύκταινα παροχετεύεται και η βλάβη ίαται.

Θυλακίτιδα: Λοίμωξη επιφανειακής μοίρας τριχικού θυλάκου. Πολλαπλές βλάβες μπορούν


να δημιουργήσουν πλάκα → κηρίο του Bockhart.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: συστηματική χορήγηση αντιβιοτικών στα οποία ο s.aureus δεν παρουσιάζει


αντοχή πχ. πενικιλίνη (streptococcus), μακρολίδη, αμοξυκιλίνη (+) κλαβουλανικό ή
βανκομυκίνη (MRSA). Τοπικοί παράγοντες πχ. μουπιροκίνη, φουσιδικό οξύ ή και απλά
αντισηπτικά αρκούν για εντοπισμένες, απλές λοιμώξεις. Πρόληψη μπορεί να απαιτήσει
αντισηπτικές πλύσεις πχ. betadine.

EΡΥΘΡΑΣΜΑ

Λοίμωξη πτυχών και μεσοδακτύλιων πτυχών από corynobacterium minutissimum. Η


επιφάνεια των βλαβών είναι καστανής χροιάς, ελαφρά λεπιδώδης, και συχνά οι βλάβες είναι
ασυμπτωματικές. Στην εξέταση με λάμπα Wood δίνουν ιδιαίτερο ερυθρό φθορισμό (σαν
κοράλλι). Τοπική θεραπεία με αζόλες ή συστηματική με ερυθρομυκίνη.

ΦΥΜΑΤΙΩΣΗ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ

1. Κοινός φυματιώδης λύκος (lupus vulgaris): Συνηθέστερη μορφή στη κλινική πράξη.
Απότοκος άμεσου ενοφθαλμισμού ή διασποράς. Φυματιώδες κοκκίωμα συνήθως χωρίς
τυροειδοποιήση και με ελάχιστα MT. Γκριζωπό και ξηρό → ιστική απώλεια.

2. Μυρμηκιώδης φυματίωση: Από άμεσο ενοφθαλμισμό σε άτομο που έχει εκτεθεί σε TB στο
παρελθόν (ίσως και αυτό-ενοφθαλμισμό). Βλατίδα → πλάκα σε εκτεθειμένη περιοχή πχ.
άκρα χείρα.

3. Ελκωτική φυματίωση: Οζίδια και έλκη περιστοματικά, περιπρωκτικά και στα έξω γεννητικά
όργανα. Σε βαριά, γενικευμένη νόσο (από ενδογενή εστία).

4. Χοιράδωση ή φυματιώδη κομμιώματα: Εμφανίζεται σε άτομα που πάσχουν από


φυματίωση αρθρώσεων, οστών και λεμφαδένων. Το δέρμα που καλύπτει τις βλάβες γίνεται
ερυθρό και διηθημένο → λέπτυνση, έλκη, συρίγγια. Οι περιοχές επουλώνονται με σημαντική
ίνωση και ουλοποίηση.

5. Φυματιώδες έλκος: Είναι σπάνιο και συμβαίνει μόνο αν ενοφθαλμιστεί το δέρμα ασθενούς
που ΔΕΝ έχει εκτεθεί στο παρελθόν (δερματική αντιστοιχία Ghon focus). Έλκη με ασαφή,
ακαθόριστα όρια με διογκωμένους επιχώριους λεμφαδένες. Επουλώνονται αλλά μπορεί να
εξελιχθούν σε lupus vulgaris patches.

6. Διάσπαρτος κεχροειδής φυματίωση: Εξαιρετικά σπάνια και σχεδόν αποκλειστικά στην


παιδική ηλικία. Διάσπαρτο εξάνθημα από βλατίδες ή φυσαλιδοφλυκταινίδια.

7. Φυματίδες: Ιδιόμορφες δερματικές εκδηλώσεις που ΔΕΝ περιέχουν ΜΤ.

8. Βλατιδονεκρωτική φυματίωση: Υποτροπιάζουσες, σκληρές, όχι έντονα ερυθρές βλατίδες


στα κάτω άκρα, γόνατα, αγκώνες. Αφήνουν μικρά έλκη με ομαλά χείλη.
9. Σκληρό ερύθημα του Bazin: Εν τω βάθει όζοι, κυρίως στις κνήμες. Εμφανίζει εξάρσεις και
υφέσεις, αλλά μπορεί να παραμείνει και να ελκοποιηθεί. Φέρει τα τυπικά φυματιώδη
κοκκιώματα.

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ: Λήψη δείγματος για ιστολογική εξέταση OR λήψη δείγματος για καλλιέργεια
OR διερεύνηση για συστηματική λοίμωξη.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Ριφαμπικίνη, ισονιαζίδη, εθαμβουτόλη, πυραζιναμίδη.

ΛΕΠΡΑ (ΝΟΣΟΣ ΤΟΥ HANSEN)

5 κατηγορίες ανάλογα με την απάντηση του ξενιστή:

Λεπρωματώδης λέπρα – LL (κακή ανοσιακή απάντηση, multibacillary)

Ενδιάμεσος ή δίμορφος λέπρα – BL (ενδιάμεσο επίπεδο ανοσίας, multibacillary)

Ενδιάμεση ενδιάμεση λέπρα – BB (ενδιάμεσο επίπεδο ανοσίας)

Ενδιάμεση φυματιοειδής λέπρα – ΒΤ (ενδιάμεσο επίπεδο ανοσίας, paucibacillary)

Φυματιοειδής λέπρα – LL (καλό επίπεδο ανοσίας, paucibacillary)

Mycobacterium leprae προτιμά δέρμα και νευρικούς ιστούς ενώ μπορεί να εξαπλωθεί
αιματογενώς. Ασαφώς περιγεγραμμένη πλάκα με ήπια ωχρότητα ή αιμωδία. Στην ΤΤ λέπρα
→ λίγες κηλίδες με δερματική διήθηση και στοιχεία δερματικής βλάβης. Ήπια λεπιδώδης
πλάκα με βλάβη αισθητικότητας και πάχυνση περιφερικών νεύρων. Στην LL λέπρα →
συμπτώματα από άλλα συστήματα πχ. ρινική συμφόρηση. Όταν εμφανιστούν οι βλάβες είναι
πολλαπλές, ασαφείς, κηλιδώδεις ή ψηλαφητές με ήπια υπομελάγχρωση και περιστασιακό
ήπιο ερύθημα. ΔΕΝ είναι λεπιδώδεις (!) και η απώλεια αισθητικότητας καθυστερεί. Σταδιακά
πιο διάχυτες και παχυσμένες πχ. λεόντεια εμφάνιση προσώπου. BL, BB, BT βρίσκονται στα
ενδιάμεσα του φάσματος (και υπάρχει κινητικότητα).

Αντίδραση Ι: Ασθενής με ενδιάμεση νόσο εμφανίζει νέες βλάβες ενώ οι παλιές γίνονται πιο
φλεγμονώδεις. Η φλεγμονή προκαλεί επιδείνωση νευρικής βλάβης.

Αντίδραση ΙΙ: Σε ασθενείς με LL ή ΒL νόσο, λόγω αγγειακής απάντησης στον θάνατο του M.
leprae. Συχνότερα λεπροειδές οζώδες ερύθημα → πολλαπλοί ερυθροί όζοι στο πρόσωπο και
τα άκρα και συχνά οφθαλμούς και νεύρα (+) πυρετό και καταβολή.

Νευρικές βλάβες, απώλεια αυτόνομης νεύρωσης, δυσμορφίες και drop foot.

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Σημαντικότερη είναι η ιστολογική εξέταση. TT: κοκκίωμα με


φλεγμονή στα αγγειονευρώδη δεμάτια. LL: χόριο και υποδερμίδα αντικαθίστανται από
διηθήσεις αφρωδών μακροφάγων, λεμφοκυττάρων και πλασματοκυττάρων. LL, BL, BT: slit-
skin smears και M. leprae στο εξίδρωμα. Ξέσματα χρωματίζονται με Ziehl-Neelsen. Συνήθης
αγωγή: δαψόνη daily και ριφαμπικίνη 1/month για 6-12 μήνες. Σε multibacillary προστίθεται
κλοφαμιζίνη και η διάρκεια φτάνει τα 2 έτη. Οι λεπρικές αντιδράσεις αντιμετωπίζονται με
πρεδνιζολόνη per os (I.) και θαλιδομίδη ή στεροειδή per os (ΙΙ.) Απαιτείται καλή
φυσιοθεραπεία και προφύλαξη από τραυματισμούς.

ΨΕΙΡΕΣ (LICE)

1. Φθειρίαση τριχωτού κεφαλής: Ενδημική, με εξάρσεις σε σχολεία και χώρους με παιδιά.


Μεταδίδεται άμεσα (κεφάλι – κεφάλι) και έμμεσα από αντικείμενα. Κνησμός του τριχωτού
της κεφαλής (αρχικά ινιακά και οπισθοωτιαία). Μπορεί να υπάρχει βλατιδώδες διαβρωτικό
εξάνθημα στην ινιακή περιοχή και τον αυχένα και είναι πιθανή μια επιμόλυνση από s.aureus.
Οι κόνιδες είναι προσκολλημένες στο στέλεχος της τρίχας και δεν απομακρύνονται. Ορατές
με μεγεθυντικό φακό (όπως και ίσως μερικές ψείρες). Λοσιόν (!) και όχι απλά σαμπουάν.

2. Φθειρίαση του σώματος: Κυρίως σε κακές συνθήκες διαβίωσης. Ψείρες ζουν στις ραφές
των ρούχων και παρασιτούν από το αίμα αυτού που τα φοράει. Κνησμός και γραμμοειδείς
δρυφάδες – συχνές οι δευτεροπαθείς, βακτηριακές μολύνσεις.

3. Φθειρίαση εφηβαίου: Οφείλεται σε άλλο είδος ψείρας (!) (phthirus pubis) και συναντάται
σχεδόν αποκλειστικά σε σεξουαλικά ενεργούς νεαρούς ενήλικες. Βρίσκεται στο εφηβαίο, την
κατώτερη κοιλιακή χώρα ή μεταξύ των μηρών, προσκολλημένη στο στέλεχος της τρίχας (αλλά
μπορεί να βρεθεί ακόμα και στα φρύδια, τις βλεφαρίδες κα.). Κνησμός και κάποια σημεία
λοίμωξης πχ. εφελκίδες, κηλίδες, κνιδωτικές βλάβες.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Οι φθείρες εξοντώνονται με απλά εντομοκτόνα πχ. μαλάθειο, ενώ σήμερα


προστίθεται και περμεθρίνη. Πιθανή ανάγκη αντιβιοτικής αγωγής.

ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΨΩΡΑ

Η μόλυνση οφείλεται στην εισβολή του ακάρεως sarcoptes scabei var. hominis στον ξενιστή
(από άνθρωπο – άνθρωπο με άμεση επαφή). Κνησμός σε 6 εβδομάδες από τη πρώτη έκθεση,
σοβαρότερος τη νύχτα. Η έναρξη των συμπτωμάτων συνοδεύεται από εκτεταμένο
βλατιδώδες ή εκζεματώδες εξάνθημα, πιο εμφανές στο πρόσθιο τμήμα της μασχαλιαίας
πτυχής → άλλα σημεία: καρποί, πλάγια δακτύλων, μεσοδακτύλιες πτυχές, παλάμες και
πέλματα (ιδίως στα παιδιά), παρειές και τριχωτό (ιδίως στα βρέφη – γενικά δεν εμφανίζεται
σε περιοχές με τριχοφυΐα), γεννητικά όργανα (θεωρείται και STD). Εκδορές στις κνησμώδεις
βλατίδες μπορεί να επιμολυνθούν.

Σήραγγα: παθογνωμονική βλάβη – λεπτή επηρμένη οφιοειδής καμπύλη φυσιολογικού


χρώματος (στα παιδιά μπορεί να είναι πομφολυγώδης).

Νορβηγική ψώρα: άτυπη εικόνα με τα ακάρεα να πολλαπλασιάζονται μαζικά χωρίς τη


παρουσία έντονου κνησμού – εφελκιδώδης με υπερκερατωσικές βλάβες και ραγάδες. Σε
ασθενείς με νευρολογικές, ανοσολογικές ή διανοητικές διαταραχές.

ΔΙΑΓΝΩΣΗ: Εξέταση υλικού απόξεσης σε 10% ΚΟΗ στο οπτικό μικροσκόπιο (ακάρεα, νύμφες,
αυγά και θήκες αυγών).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Βενζολικό βινύλιο (3x εντός 24h, ερεθιστικό) (+) εξαχλωρίδιο του γ-βενζενίου (για
6-24h, πιθανόν νευροτοξικό) (+) μαλάθειο (2x / week για 24h) (+) περμεθρίνη (άπαξ ή 2
εφαρμογές) (+) crotamiton (ασθενές ακαρεοκτόνο αλλά έχει αντικνησμώδη δράση) (+)
ιβερμεκτίνη per os 200 μg/kg σε μια μόνο δόση σε ανθεκτικές περιπτώσεις. Πρέπει να λάβουν
θεραπεία οι σεξουαλικοί σύντροφοι, όσοι κοιμούνται στο ίδιο σπίτι και πιθανόν και οι στενοί
φίλοι. Περιστασιακά εμφανίζονται μεταψωρικά οζίδια → έγχυση στεροειδούς ή εξαίρεση.

ΕΚΖΕΜΑ – ΔΕΡΜΑΤΙΤΙΔΑ

Περιγράφουν καταστάσεις του δέρματος που χαρακτηρίζονται από φλεγμονώδη πορεία και
προκαλούνται από συνδυασμό ενδογενών και εξωγενών παραγόντων.

1. Πρωτοπαθής ερεθιστική δερματίτιδα


Υπάρχει προδιάθεση (πχ. είναι συχνότερη σε ιστορικό ατοπικής δερματίτιδας). Συχνοί
ερεθιστικοί παράγοντες: σαπούνια, απορρυπαντικά, σαμπουάν, τροφές, έλαια – ιδιαίτερα
σε καταστάσεις συνεχούς διαβροχής. Απαιτούνται πολλαπλοί τραυματισμοί για να αρχίσει
η πορεία της νόσου και έπειτα κάθε έκθεση → ταχεία επιδείνωση της εικόνας και βελτίωση
σε αποχή (μακροχρόνια αποχή μπορεί να φέρει ανακούφιση).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Απομάκρυνση αιτιολογικού παράγοντα, τοπικά κορτικοειδή, non-soap


καθαριστικά και γάντια/ κρέμες φραγμού.

2. Εξ επαφής αλλεργική δερματίτιδα

Επιβραδυνόμενη αναισθησία τύπου IV στα αλλεργιογόνα του περιβάλλοντος → πρωτογενώς


στην εφαπτόμενη περιοχή (εξ επαφής) αλλά μπορεί δευτερογενώς να εξαπλωθεί σε
γειτονικές (ή απομακρυσμένες) περιοχές. Εναλλακτικά μπορεί το αλλεργιογόνο να είναι
αερομεταφερόμενο (→ διάχυτη δερματίτιδα προσώπου, καμπτικής επιφάνειας άκρων
χειρών και άλλων εκτεθειμένων περιοχών).

ΔΙΑΓΝΩΣΗ: Ιστορικό, καταγραφή ενασχολήσεων και επιδερμιδικές αλλεργικές δοκιμασίες (!)


με εξέταση περιοχής σε 24h και έπειτα 72-96h.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Τοπική χρήση ισχυρών κορτικοστεροειδών, εμποτισμός σε διάλυμα άλατος


υπερμαγγανικού καλίου αν υπάρχει πομφόλυγα, απομάκρυνση αιτίας.

3. Ατοπική δερματίτιδα (ατοπικό έκζεμα, βρεφικό έκζεμα)

Συνδέεται με άσθμα και αλλεργική ρινίτιδα και προσβάλει έως 15% παιδιών. Είναι επίσης
συχνή η κνίδωση και κνιδωτικές αντιδράσεις.

ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ: 1 κνησμώδες εξάνθημα (ή αναφορά ξεσμού/τριβής) και τουλάχιστον


3 από τα παρακάτω: αναφορά στο ιστορικό προσβολής πτυχών του δέρματος / προσωπικό
ιστορικό άσθματος ή αλλεργικής ρινίτιδας ή οικογενειακό ιστορικό ατοπίας σε συγγενή
πρώτου βαθμού / ιστορικό γενικευμένης ξηροδερμίας εντός έτους / ορατό έκζεμα καμπτικών
επιφανειών / έναρξη νόσο στα πρώτα 2 έτη.

Ξεκινά με ερυθρό ερεθισμένο δέρμα σε κορμό και άκρα, αρχικά σε εκτατικές επιφάνειες και
έπειτα στις καμπτικές. Χαρακτηριστικά στα βρέφη στο πρόσωπο αλλά όχι περιστοματικά και
περικογχικά. Το δέρμα σταδιακά μπορεί να γίνει τραχύ και σκληρό (λειχηνοποίηση). Η
σκληρότητα μπορεί να ισοδυναμεί με ιχθύαση. Κνησμός (!) και πιθανές εκδορές →
κιτρινωπές, ορορροούσες εφελκίδες. Πολύ συχνή επιμόλυνση από s.aureus (!). Στο 60%
εμφανίζεται αυτόματη ίαση με την ηλικία.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Μαλακτικές ουσίες (ενυδάτωση δέρματος και μείωση ανάγκης για


κορτικοστεροειδή πχ. ήπια παραφίνη και λανολίνη), κορτικοστεροειδή (έλεγχος της
φλεγμονής αλλά κίνδυνος ατροφίας και συστηματικής απορρόφησης → για συντήρηση να
επιλέγεται ο ηπιότερος επιδρών παράγοντας), αντιισταμινικά (καταπραϋντικές ιδιότητες και
χρήσιμη η λήψη τους τη νύχτα), αντιφλεγμονώδη (αναχαιτίζουν τον s.aureus και βελτιώνουν
τη κλινική εικόνα πχ. αντισηπτικές και αντιβιοτικές κρέμες και σαπούνια, αντιβιοτικά per os),
πίσσα (μαλακώνει το κνησμώδες δέρμα – υγρά επιθέματα με κλειστή περίδεση στα πάσχοντα
άκρα πχ. ξυλόπισσα ή από κάρβουνο και ιχθυόλη).

Ερπητοειδές έκζεμα (ευλογοειδές εξάνθημα Kaposi): Επιμόλυνση από ιό του έρπητα σε


ασθενείς με ατοπική δερματίτιδα. Οι βλάβες εξαπλώνονται και θυμίζουν αυτές τις ευλογιάς.
Μπορεί να είναι απειλητική για τη ζωή (!) → δέρμα σταματά να είναι αποτελεσματικός
φραγμός για υγρά και πρωτεΐνες – μεταβολικές διαταραχές → το δέρμα είναι επιρρεπές σε
εισβολή βακτηρίων που μπορεί να προκαλέσουν σηψαιμία → πιθανή ιαιμία και
εγκεφαλίτιδα ιοειδούς αιτιολογίας.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: αν υπάρχει υποψία σε εμπύρετο ασθενή πρέπει να γίνει έναρξη ενδοφλέβιας


ακυκλοβίρης ή νεότερου φαρμάκου (+) τοπικά κορτικοστεροειδή.

4. Σμηγματορροϊκό έκζεμα/δερματίτιδα

Απαντάται κυρίως στους ενήλικες κατά την εφηβεία με τάση για επανεμφάνιση καθ’ όλη τη
διάρκεια της ζωής. Τριχωτό της κεφαλής: ήπια απολέπιση/πιτυρίδα έως έντονη απολέπιση
με ερύθημα και αμιαντώδη πιτυρίαση. Ρινοχειλικές αύλακες, κορμός, οπισθοωτιαία χώρα,
φρύδια, πρόσωπο: ερυθρές, ρυπαρές, φολιδωτές στην όψη εξάρσεις, βλεφαρίτιδα OR
εντοπισμένη στις πτυχές μορφή.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Εξετάζουμε ενδεχόμενη HIV λοίμωξη. Τοπικά κορτικοστεροειδή ή τοπικά


αντιμυκητιασικά → σε σοβαρή μορφή εξετάζεται η per os χορήγηση.

5. Παιδική σμηγματορροϊκή δερματίτιδα/ δερματίτιδα εκ σπαργάνων

Εκτεταμένη έξαρση σε περιοχή που καλύπτει η πάνα, στις καμπτικές επιφάνειες και το
τριχωτό της κεφαλής. Το εξάνθημα δεν εμφανίζει συμπτώματα, όμως η περιοχή της πάνας
μπορεί να συνοδεύεται από ήπιο άλγος και ιδιαίτερη ενόχληση → ΑΠΟΥΣΙΑΖΕΙ ΚΝΗΣΜΟΣ (!)

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Ήπια κορτικοστεροειδή και αντιμυκητιασικά για αποφυγή επιμόλυνσης από


candida. H αλλαγές στο τριχωτό της κεφαλής (νίνιδα) αντιμετωπίζονται με έλαια, απαλό
λούσιμο και ίσως επιθετική θεραπεία με σαλικυλικό οξύ.

ΨΩΡΙΑΣΗ

Συνήθης, μη-μολυσματική διαταραχή με φλεγμονώδες δέρμα που εμφανίζεται με


ερυθηματώδεις πλάκες που καλύπτονται από παχιά, αργυρόχροα λέπια. Συνδυασμός
γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων (πχ. τραυματισμός → φαινόμενο Koebner,
φαρυγγική λοίμωξη από strep.)

ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΑ: Διαταραχή της κινητικής κερατινοκυττάρων φαίνεται να συνδέεται με τη


λειτουργία των Τ-λεμφοκυττάρων (κυρίως CD4+).

Πλάκες (!) από λίγα mm έως αρκετά cm, μονήρεις ή πολλαπλές. Εντοπίζονται κυρίως στο
τριχωτό της κεφαλής, στα γόνατα, στους αγκώνες, στον κόκκυγα και τον ομφαλό (αλλά και
οπουδήποτε αλλού). Κάθε πλάκα φέρει αριθμό κοινών στοιχείων: Ρόδινες ή ερυθρές πλάκες,
λεπιδωτές, πολύ καλά περιγεγραμμένες. Η λεπιδωτή επιφάνεια είναι αργυρόχροη, ιδιαίτερα
μετά από έντονο ξεσμό. Έντονος ξεσμός καταλείπει ερυθρή και υγρή επιφάνεια με μικρά
στικτά σταγονίδια αίματος (σημεία αιματηράς δρόσου ή σημείο Auspitz).

ΕΙΔΙΚΕΣ ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ:

1. Εξανθηματική (σταγονοειδής) ψωρίαση: Πολυάριθμες μικρές πλάκες αναπτύσσονται στον


κορμό και τα άκρα (ή/και πρόσωπο/τριχωτό). Συνδέεται με στρεπτοκοκκική λοίμωξη ή/και
προϋπάρχουσα ψωρίαση. Μπορεί να ιαθεί αυτόματα OR φωτοθεραπεία με Β υπεριώδη
ακτινοβολία.
2. Καμπτική (εντοπισμένη) ψωρίαση: Προσβάλει μασχάλες, περινεϊκές πτυχές, υπομαζικές
πτυχές. Έχει κάποια κοινά με σμηγματορροϊκή δερματίτιδα. Θεραπεία με πίσσα και ανάλογα
της, ή τοπική τακρόλιμους.

3. Ψωρίαση ονύχων: Βοθρία, ονυχόλυση or both. Πιθανόν οξεία υπονύχια υπερκεράτωση.


Παθογνωμονική «κηλίδα ελαίου». Ιδιαίτερα συχνή και σε ψωριασική αρθρίτιδα.

4. Εκτεταμένη ή οξεία ψωρίαση: Επέκταση πλακών, οξεία εικόνα και πιθανή απολεπιστική
δερματίτιδα. De novo ή ως επιπλοκή. Νοσηλεία και τοπικά ήπιες κρέμες, ή ακόμη και
συστηματική αγωγή μέχρι την σταθεροποίηση.

5. Φλυκταινώδης ψωρίαση: Είτε ως χρόνια υποτροπιάζουσα κατάσταση, είτε ως οξεία


εκτεταμένη νόσος (ψωρίαση του Von Zambusch) που μπορεί να συσχετιστεί με διακοπή
αγωγής → ερυθηματώδεις, οιδηματώδεις περιοχές καλύπτονται με φλυκταινίδια (+)
πυρετός και κακουχία. Άλλες μορφές: → Lapierre με έντονους δακτυλίους φλυκταινών σε
υγιές παιδί → Συνεχής ακροδερματίτιδα με φλυκταίνωση στα άκρα ενός ή περισσότερων
δακτύλων και πιθανή καταστροφή του όνυχα.

6. Ψωριασική αρθρίτιδα: 5-10% (αν και 40% παραπονούνται για πόνο). Γενικευμένη
περιφερική μονοαρθρίτιδα ή ολιγοαρθρίτιδα, ενδοφαλαγγική προσβολή αρθρώσεων,
συμμετρική οροαρνητική ρευματοπάθεια, βαριά παραμορφωτική πολυαρθρίτιδα,
σπονδυλίτιδα και πάθηση ιερού οστού. 2/3 παρουσιάζουν και αλλαγές στον όνυχα.
Θεραπεία ανατίθεται σε ρευματολόγο.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Μαλακτικές ουσίες, πίσσα, σαλικυλικό οξύ (μειώνει λεπίδωση), δινθρανόλη


(μόνο σε μόνιμες πλάκες – καυστική και αφήνει λεκέ), τοπικά κορτικοστεροειδή
(αποτελεσματικά βραχυπρόθεσμα, ιδιαίτερα σε βλάβες καμπτικών επιφανειών και
προσώπου), ανάλογα βιταμίνης D (σημαντικά στην σταθερή νόσο), φωτοθεραπεία με
υπεριώδη Β ακτινοβολία (70% παρουσιάζει βελτίωση με 2-3x / week), PUVA (με μορφή tb ή
«λουτρού», αποτελεσματική για περιορισμένες μορφές ασθένειας), ρετινοειδή, μεθοτρεξάτη
(5-30 mg / week, per os – χρήσιμη σε οξείες καταστάσεις), κυκλοσπορίνη Α (θεαματικά
αποτελέσματα αλλά νεφροτοξικότητα), νεότερες θεραπείες κυρίως χωρίς άδεια (MMF,
αιθαλικοί όξινοι εστέρες, μονοκλωνικά αντισώματα, τοπική τακρόλιμους στο πρόσωπο και
τις καμπτικές). Συνδυασμοί (!)

ΚΝΙΔΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΓΕΙΟΟΙΔΗΜΑ

Κνίδωση → εξυψωμένα οιδήματα και πομφοί που προκαλούνται από διαρροή υγρών από το
μεσοδιάστημα των αγγείων στο χόριο.

Αγγειοοίδημα → εν τω βάθει διάχυση οιδημάτων που οφείλεται σε διαρροή υγρού από τα


αγγειακά μεσοδιαστήματα στους υποδόριους ιστούς.

Οι πομφοί εμφανίζονται και εξαφανίζονται σύντομα (30 λεπτά μέχρι 3-4 ώρες) και δεν
αφήνουν εμφανή ίχνη. Η αντίδραση μπορεί να είναι γενικευμένη, και συνδέεται με την
αναφυλαξία. Αποτελεί αντίδραση υπερευαισθησίας Ι, με εξαίρεση την sesum sickness που
συνδέεται με αντίδραση ΙΙΙ.

ΚΑΤΑΤΑΞΗ:

1. Οξεία: προσβολή διαρκεί λίγες μέρες και συνδέεται με αναγνωρίσιμη πυροδότηση πχ.
θαλασσινά, πενικιλίνη. 2. Εξ’ επαφής: προσβολή διαρκεί λίγες ώρες.
2. Χρόνια ιδιοπαθής: εβδομάδες/μήνες/έτη χωρίς αναγνωρίσιμο παράγοντα.

3. Συμπτωματικός δερμογραφισμός: Πομφοί σε θέση ξεσμού.

4. Χολιενετερική: Μικροί πομφοί στον άνω κορμό λόγο εφίδρωσης.

5. Κνιδώσεις από φυσικά αίτια.

6. Επηρεαζόμενη από ψύχος (και ΣΠΑΝΙΑ από θερμότητα)

7. Υδατογενής: επαφή με νερό οποιασδήποτε θερμοκρασίας.

8. Κνίδωση από ηλιακό φως

9. Καθυστερημένη κνίδωση μετά από πίεση: περίπου 24h.

Αγγειοοίδημα: Υπάρχει βαθύτερη υποδόρια διάχυση με δημιουργία οιδημάτων, ειδικά γύρω


από μάτια και στόμα (εμπλοκή λάρυγγα → απόφραξη αεροφόρων). Μπορεί να έλκονται
παλάμες και πέλματα. Σπάνια οφείλεται σε έλλειψη C1 εστεράσης.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Η1 αντιισταμινικά (μη-κατασταλτικά) (+) αναστολείς υποδοχέων Η2 αν δεν


ανταποκρίνεται σε μονοθεραπεία – κνίδωση από φυσικά αίτια συχνά απαντάει μόνο σε
αποφυγή έκθεσης. Συστηματική χορήγηση στεροειδών μπορεί να είναι αποτελεσματική.
Στην αναφυλαξία χορηγείται επιπλέον αδρεναλίνη/επινεφρίνη και εντατική θεραπεία.

ΚΝΥΖΑ

Γενικευμένος κνησμός που δεν συνδέεται με κάποιο πρωτοπαθές δερματικό νόσημα – ο


ξεσμός μπορεί να προκαλέσει, όμως, σοβαρές βλάβες στο δέρμα.

Συστηματικά αίτια κνύζας: χολόσταση (ΚΑΙ κνησμός εγκυμοσύνης), νεφρική ανεπάρκεια


(επιμένει παρά την αιμοκάθαρση), έλλειψη σιδήρου, αληθής πολυκυτταραιμία (+) επαφή με
νερό, παθήσεις θυροειδούς, κακοήθειες (και ιδίως λεμφώματα), ψυχολογικές καταστάσεις
και μεγάλη ηλικία.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Αντιμετώπιση πρωτοπαθούς αιτίας αν αυτή υπάρχει. Στη χολόσταση χορηγούνται


ρητίνες ή/και φωτοθεραπεία. Στη ΝΑ χορηγείται φωτοθεραπεία και ναλτρεξόνη. Στη
γεροντική κνύζα και άλλες παθήσεις που δεν χρήζουν θεραπείας → τοπικοί και συστηματικοί
αντικνησμώδεις παράγοντες: μαλακτικές ουσίες, τοπικά στεροειδή, μενθόλη, καλαμίνη και
ήπια κατασταλτικά.

ΟΜΑΛΟΣ ΛΕΙΧΗΝΑΣ

Ασυνήθιστη φλεγμονώδης δερματική πάθηση που εκδηλώνεται με ερυθροϊώδεις βλατίδες


ποικίλης μορφολογίας και έκθεσης. Χαρακτηριστικά: → επιδερμίδα υπερκερατωσική με
ακανόνιστη ακάνθωση → εστιακή υπερκόκκωση → πυκνή υποεπιδερμική διείσδυση κυρίως
Τ-λεμφοκυττάρων. Η υποχώρηση συνήθως αυτόματη στους 12 μήνες αλλά για κάποιους
ασθενείς ακολουθεί εξαιρετικά χρόνια πορεία. Βασικές παραλλαγές:

1. Κλασικός: Εμφανίζονται βλατίδες με επίπεδη επιφάνεια, πολυγωνικές, στίλβουσες και


ερυθροϊώδεις 1-10mm. Συχνές εντοπίσεις: καρποί, αστράγαλοι, οσφυϊκή χώρα. Λευκωπές
γραμμές → δίκτυο Wickham, παθογνωμονικό (!). Στο στόμα και τους βλεννογόνους μπορεί
να εμφανιστεί ως δίκτυο δαντελωτών λευκών γραμμών. Στις παλάμες και τα πέλματα
συνήθως ημιδιαφανείς.
2. Υπερτροφικός: Οι βλάβες γίνονται παχιές, υπερκερατωσικές και δημιουργούνται πλάκες
στο αντιβράχιο και τις κνήμες. Έντονα κνησμώδεις (!). Συνήθως χρόνια.

3. Ατροφικός: Λέπτυνση επιδερμίδας στα πέλματα, τα πόδια και την χρόνια στοματική νόσο.
Αυξημένος κίνδυνος για ΑΚΚ.

4. Πομφολυγώδης: Έντονη υποεπιδερμική φλεγμονή οδηγεί σε δημιουργία φυσαλίδων και


πομφολύγων (σπάνια (+) πομφολυγώδες πεμφιγοειδές).

5. Ακτινικός: Από έκθεση στο φως. Πιθανή αιτία τα θειαζιδικά διουρητικά.

6. Θυλακικός: Τριχωτό κεφαλής. Συνδέεται με ουλωτική αλωπεκία.

Αποτελεί Τ-λεμφοκυτταρική, αυτοάνοση αντίδραση με (+) οικογενειακό ιστορικό.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Τοπικά στεροειδή (μειώνουν το αίσθημα κνησμού) ή και per os για μείωση
διάρκειας της κλασικής πορείας, ή για πιο επιθετική αγωγή. Επιτυχής χρήση κυκλοσπορίνης
Α, ρετινοειδή (στοματική νόσος), γκριζεοφουλβίνη (από αναφορές).

ΡΟΔΟΧΡΟΥΣ ΠΥΤΗΡΙΑΣΗ

Έναρξη με μητρική πλάκα: λεπιδώδης ερυθρή κηλίδα στο κορμό, άνω μηρό ή ώμο. Σε μερικές
μέρες ακολουθούν ρόδινες ωοειδείς βλάβες με λεπτό λεπιδώδη δακτύλιο κατά την
περιφέρεια. Κατανομή στο κορμό, άνω μέρος χεριών και στα πόδια. Ακολουθούν νωτιαία
νεύρα και έχουν όψη χριστουγεννιάτικου δέντρου (!). Έξαρση διαρκεί 6-8 εβδομάδες +/-
κνησμό, και συνδέεται με HHV 6 και 7.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Ήπια τοπικά κορτικοστεροειδή σε κάποιους ασθενείς και φωτοθεραπεία αν


καθυστερήσει η αποδρομή. Σε άτυπη νόσο ίσως να έχει θέση ορολογικός έλεγχος για σύφιλη
αν ο ασθενής είναι high risk.

AKMH

Κοινή χρόνια φλεγμονή τριχοθυλακικής μονάδας, η οποία προκαλεί φλύκταινες, βλατίδες,


φαγέσωρες και ουλές. Εμφανίζεται στην εφηβεία κυρίως, 1-2 χρόνια νωρίτερα στα κορίτσια,
αν και στα αγόρια η εικόνα τείνει να είναι βαρύτερη. Ίαται στα 3-4 χρόνια, αν και μπορεί να
επιμείνει μέχρι τα 30 και πλέον έτη.

1. Κοινή ακμή

Πολύμορφο, ρυπαρό εξάνθημα. Οι βλάβες κατανέμονται στο πρόσωπο, τον αυχένα, τον
θώρακα, του ώμους, τη ράχη, τους άνω βραχιόνες. Χαρακτηριστικές βλάβες: κλειστοί
φαγέσωρες (white-heads) – μικρές μη-φλεγμαίνουσες βλατίδες, ανοιχτοί φαγέσωρες (black-
heads), βλατίδες (μικρά, φλεγμονώδη θυλακικά στίγματα), φλυκταινίδια, ουλές (ατροφικές
πχ. παρειές, υπερτροφικές πχ. θώρακας και ράχη). Στην παθογένεια εμπλέκεται
cutibacterium acnes και ανδρογόνα.

2. Νεογνική ακμή: Κυρίως στη μύτη και τη παρειά. Μπορεί να υποχωρήσει μόνη της, και
γενικά απαντά στη θεραπεία, αλλά βαριά εικόνα στην εφηβεία.

3. Τραυματική (των νεαρών κοριτσιών): Το εξάνθημα αποτελείται από εκδορές και εξωγενώς
προερχόμενα σημάδια. Χορηγούνται τετρακυκλίνες ή ερυθρομυκίνη και σύσταση για
αποφυγή τραυματισμού βλαβών +/- ήπιο ηρεμιστικό.

4. Οζοκυστική ακμή: Ανάπτυξη όζων και κυστών με τάση για ουλοποίηση.


5. Κεραυνοβόλος ακμή: Βαριά οζοκυστική ακμή με τάση για δύσμορφες ουλές που
συνοδεύεται από πυρετό, κακουχία, άλγος στις αρθρώσεις +/- οίδημα. Στις α/α μπορεί να
υπάρχουν οστεολυτικές εστίες. Απαιτεί επιθετική θεραπεία.

6. Δευτεροπαθής ακμή: Στα πλαίσια ενδοκρινικών νοσημάτων – συνδέεται με ανδρογόνα,


σύνδρομο Cushing, φάρμακα πχ. κορτικοστεροειδή, ισονιαζίδη. Ηλιακοί φαγέσωρες
συνδέονται με χρόνια, βλαβερή επίδραση ηλιακού φωτός. Στις γυναίκες μπορεί να οφείλεται
σε υπερανδρογοναιμία (+) δασυτριχισμό, διαταραχές εμμήνου ρύσεως, PCOS.

ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΑ: Αύξηση παραγωγής σμήγματος → παρεμπόδιση εκροής από τριχικό θύλακο


λόγω υπερκεράτωσης αγωγού → φαγέσωρας → πολλαπλασιασμός c.acnes εντός φαγέσωρα
→ δερματική φλεγμονή.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Υπεροξείδιο του βενζολίου (αντιβακτηριδιακή δράση, ελαττώνει φαγέσωρες


λόγω κερατολυτικής δράσης; – τοπικά daily), ρετινοϊκό οξύ (ελαττώνει φαγέσωρες – τοπικά
daily), αντιβιοτικά πχ. τετρακυκλίνες, ερυθρομυκίνη, κλινδαμυκίνη (– τοπικά ή per os
1gr/daily για 3-6 μήνες), οξική κυπροτερόνη (αναστέλλει τα ανδρογόνα – στις γυναίκες (+)
οιστρογόνα πχ. dianette), ισοτρετινοΐνη (μειώνει έκκριση σμήγματος, αναστέλλει
υπερκεράτωση, μειώνει φλεγμονή; – 4μηνή αγωγή 0.5-1/mg/kg daily (+) έλεγχο για
μεταβολές λιπιδίων), κεραυνοβόλος ακμή απαιτεί per os κορτικοστεροειδή πχ.
πρεδνιζολόνη. Μπορούν να εγχυθούν και τοπικά σε μεμονωμένες κύστες και όζους.

Άλλες παρενέργειες ισοτρετινοΐνης: ξηρότητα, μυϊκοί πόνοι και πόνοι αρθρώσεων,


διαταραχές ηπατικών δοκιμασιών, τερατογένεση → ισοτρετινοΐνη (+) τετρακυκλίνη ΟΧΙ:
μπορεί να προκαλέσουν αύξηση ενδοκράνιας πίεσης.

Τριάδα θυλακικής απόφραξης: Συρρέουσα ακμή / Πυώδης ιδρωταδενίτιδα / Υποσκαμμένη


θυλακίτιδα τριχωτού κεφαλής.

Πυώδης ιδρωταδενίτιδα: Χρόνια φλεγμονώδης διεργασία που εμπλέκει το δέρμα που φέρει
αποκρινείς αδένες → μασχάλες, περίνεο, γεννητικά όργανα, κάτω κοιλιακή χώρα. Έναρξη με
βλάβες δίκην φαγεσώρων (+) υποτροπιάζοντα οιδήματα και εκροή πύου. Καταλήγει σε
μόνιμη κυκλική φλεγμονή με υποδόρια συρίγγια. ΘΕΡΑΠΕΙΑ: μακράς διάρκειας
ερυθρομυκίνη ή τετρακυκλινών σε δόσεις >1 gr/ daily (+) μετρονιδαζόλη στις εξάρσεις.
Πρόσφατα: ριφαμπικίνη (+) κλινδαμυκίνη 300mg / daily με καλά αποτελέσματα. Μπορεί να
χρειαστεί και συστηματική χορήγηση κορτικοστεροειδών, οξική κυπροτερόνη (γυναικές),
ρετινοειδή. Πλαστική → προς αφαίρεση προσβεβλημένου ιστού.

ΡΟΔΟΧΡΟΥΣ ΝΟΣΟΣ

Χαρακτηριστικό εξάνθημα αποτελείται από ερύθημα, τηλεαγγειεκτασία και


υποτροπιάζουσες βλατιδοφλύκταινες. Τυπικά προσβάλλει μέτωπο, παρειές, μύτη, πώγωνα
και V τραχήλου (+) εξάψεις στο πρόσωπο και ημικρανίες. Η έναρξη συνήθως μετά τα 30 έτη.
Σχετιζόμενες οντότητες: 1. Ρινόφυμα (δύσμορφη υπερπλασία σμηγματογόνων) 2.
Περιστοματική δερματίτιδα (εξάνθημα που σχετίζεται με εφαρμογή στεροειδών) 3.
Ροδόχρους νόσος εκ στεροειδών 4. ‘Φυματιώδης’ ροδόχρους νόσος (κοκκιωμάτωση
παρόμοια με αυτή φυματίωσης).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: αντιβιοτικά πχ. τετρακυκλίνες, ερυθρομυκίνη.


ΠΕΜΦΙΓΑ

Σοβαρή επίκτητη πομφολυγώδης νόσος με ανοσολογικά προκαλούμενη διάλυση της


ενδοκυττάριας σύνδεσης των επιδερμικών κερατινοκυττάρων (ακανθόλυση).

1. Κοινή πέμφιγα: Το αντιγόνο του αυτοαντισώματος είναι η δεσμογλεΐνη ΙΙ. Ο διαχωρισμός


συμβαίνει πάνω στη βασική στοιβάδα → μικρές χαλαρές φυσαλίδες που σπάζουν και
μετατρέπονται σε διαβρώσεις. Έχουν τάση επέκτασης, και συχνά ξεκινούν από το στόμα.
Σημείο Nickolsky: Αν η άκρη της διάβρωσης πιεστεί ή ανασηκωθεί απαλά η επιδερμίδα
μπορεί να γλιστρήσει ή να αποκολληθεί από τη βλάβη (πχ. πέμφιγα, staph. λοιμώξεις, τοξική
επιδερμική νεκρόλυση).

2. Βλαστική πέμφιγα: Επακόλουθο του επιδερμικού διαχωρισμού αποτελεί η υπερπλασία και


οι εκβλαστήσεις. Πάχυνση ξεκινά στα άκρα διαβρωμένων περιοχών.

3. Φυλλώδης πέμφιγα: Ο επιδερμικός διαχωρισμός επιτελείται στις ψηλότερες στοιβάδες


(κοκκιωματώδη και υπερκεράτεια) → εύθραυστη οροφή βλαβών. Πιθανό (+) Nickolsky.

4. Ερυθηματώδης πέμφιγα: Φυλλώδης πέμφιγα με εικόνα παρόμοια με ΣΕΛ. Συνύπαρξη;

Διάγνωση με βιοψία σε άκρο νέας βλάβης και ιστολογική εξέταση, άμεσος και έμμεσος
ανοσοφθορισμός, ευρήματα ακανθόλυσης (!).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Συστηματικά κορτικοστεροειδή σε υψηλές δόσεις (+) αζαθειοπρίνη, αλκυλιούντες


παράγοντες, χρυσό, κυκλοσπορίνη. Σε ανθεκτική νόσο κυκλοφοσφαμίδη, ενδοφλέβιες
ανοσοσφαιρίνες, εξισορρόπηση απώλειας υγρών και πρωτεϊνών και προστασία από
λοιμώξεις που μπορεί να καταλήξουν σε σηψαιμία.

→ φυλλώδης πέμφιγα: τοπικά σκευάσματα και per os ήπια ανοσοκαταστολή

ΠΟΜΦΟΛΥΓΩΔΕΣ ΠΕΜΦΙΓΟΕΙΔΕΣ

Most common ανοσοπροκαλούμενη πομφολυγώδης διαταραχή στα πλαίσια υποεπιδερμικής


αποκόλλησης → προκαλείται από παρουσία αντισώματος που δρα άμεσα έναντι μέρους του
συμπλέγματος της βασικής στοιβάδας (ημιδεσμοσωμάτια;). Κυρίως άνω των 65 ετών.

Ερεθισμός, εξάνθημα σε ερυθηματώδη βάση με κνιδωτική ή εκζεματώδη εμφάνιση,


τεταμένες πομφόλυγες. Αιφνίδια εμφάνιση σε υγιές δέρμα με προτίμηση στους βραχίονες
και τα κάτω άκρα (σπάνια στοματικός βλεννογόνος). (-) Nickolsky ΟΧΙ ακανθόλυση (!).

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ: Βιοψία και άμεσος ανοσοφθορισμός. Η φλεγμονώδης διήθηση περιλαμβάνει


εωσινόφιλα και αύξηση IgE και C3 στη βασική μεμβράνη. Έμμεσος ανοσοφθορισμός 70%
θετικός και split-skin αυξάνει απόδοση στο 80%.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Σπάνια υψηλές δόσεις κορτικοστεροειδών. Πρεδνιζολόνη (+) αζαθειοπρίνη σε


μικρές δόσεις. Υποχώρηση συνήθως σε 1+ χρόνο.

→ στην περίπτωση του ουλωτικού πεμφιγοειδούς οι βλάβες δημιουργούν ατροφικές ουλές


και κεχρία. ΔΕΝ απαντά σε κορτικοστεροειδή – συνδυασμός δαψόνης, τετρακυκλίνης (+)
νικοτιναμίδια +/- κυκλοφωσφαμίδη. Οφθαλμολογική εξέταση για βλάβη επιπεφυκότων.
ΣΠΙΛΟΙ

Καλοήθης υπερπλασία ενός ή περισσότερων τύπων κυττάρων που αποτελούν το δέρμα.

Πολλοί ακολουθούν γραμμική ή τοξοειδή πορεία κατά τις γραμμές του Blanschko →
επιμήκης λωρίδα παθολογικού ιστού κατά μήκος άκρου ή ενός ημιμορίου σώματος (πχ.
μονήρης ετερόπλευρος σπίλος). Επιφάνεια συνήθως τραχιά. Μπορούν να είναι
φλεγμονώδεις. Κυρίως εμφανίζονται κατά τη παιδική ηλικία και εξελίσσονται.

Εμφανίζουν ακάνθωση και υπερκεράτωση.

ΣΜΗΓΜΑΤΟΡΡΟΪΚΗ ΚΕΡΑΤΙΑΣΗ

(σμηγματορροϊκή μυρμηγκιά, βασικοκυτταρικό θήλωμα)

Κοινή, μελαγχρωματική, καλοήθης υπερπλασία των κερατινοκυττάρων της βασικής


μεμβράνης → κυρίως σε ηλικιωμένους αλλά αν συνυπάρχει προδιάθεση και σε νεότερους.
Κεφάλι, λαιμός, κορμός ή μελανή βλατιδώδης δερματοπάθεια σε σκούρο δέρμα προσώπου.

Μεμονωμένες ή (συνήθως) πολλαπλές βλάβες, αυξάνονται με την ηλικία. Ανοιχτόχρωμες και


σκουραίνουν έως έντονα μελαγχρωματικές. Τυπική κολλώδης, stuck-on εμφάνιση με
ρυπαρή, εύθραυστη επιφάνεια, τραχιά και μυρμηκιώδης, καλυμμένη με θυλακικά βύσματα.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Δεν εξαλλάσσονται. Κρυοπηξία, διαθερμοπηξία, απόξεση → υποτροπές.

ΗΛΙΑΚΗ ΚΕΡΑΤΙΑΣΗ

Περιοχές εκτεθειμένες στην ηλιακή ακτινοβολία (και ιδιαίτερα στο ανοιχτόχρωμο δέρμα)
αναπτύσσουν υπερκερατωσικές πλάκες → δυσπλαστικής φύσης αλλαγές μπορεί να
εξελιχθούν σε ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα.

Λεπιδώδεις πλάκες, συχνά σε ερυθηματώδη βάση. Πολλαπλές, και ιδιαίτερα στο κεφάλι αν
συνυπάρχει αλωπεκία. Οι περισσότερες παραμένουν επίπεδες και σταθερές σε μέγεθος
(συνήθως 2-3 cm) αλλά μπορεί να συρρέουν, να επεκτείνονται και να είναι υπερυψωμένες
και υπερτροφικές. Απόσπαση οδηγεί σε διαβρωτική επιφάνεια.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Κρυοθέραπεια, απόξεση, χειρουργική αφαίρεση. Τοπικά 5-φθοριοουρακίλη κάθε


μέρα για 3 εβδομάδες. Μπορεί να απαιτηθούν πολλαπλοί κύκλοι.

ΝΟΣΟΣ BOWEN

Αποτελεί ενδοεπιθηλιακό καρκίνωμα – ερυθρές, λεπιδώδεις, σαφώς αφορισμένες πλάκες.


Μπορεί να φέρουν λέπια, παχιά και προσκολλημένα. Η υποκείμενη επιφάνεια είναι
υγρώσσουσα αλλά ΔΕΝ αιμορραγεί. Αφαίρεση, κρυοθεραπεία, απόξεση, ΑΚΘ.

ΑΚΑΝΘΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ

Κακοήθης όγκος που προέρχεται από τα κερατινοκύτταρα και συνήθως αναπτύσσεται σε


δέρμα με βλάβες από έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία → ηλικιωμένοι ασθενείς. Μπορεί να
αναπτυχθεί και σε ουλές από εγκαύματα/τραύματα (Marjolin’s ulcers) και λοιμώξεις (πχ.
φυματώδης λύκος) και λόγω επαγγελματικής έκθεσης.

Μικρές λεπιδώδεις πλάκες που μοιάζουν με ακτινικές κερατιάσεις, μεγαλύτερες μάζες,


αβαθή έλκη με επηρμένα, σκληρά, ανεστραμμένα χείλη. Το χόριο και η βασική μεμβράνη
διηθούνται (!), και η βιοψία είναι απαραίτητη.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Ολική εκτομή, ή ΑΚΘ. Μεγαλώνει αργά αλλά μπορεί να μεθίσταται λεμφογενώς
(κυρίως), οπότε απαιτείται έλεγχος επιχώριων λεμφαδένων και αφαίρεση τους αν είναι
διογκωμένοι → βλάβες στα χείλη και αυτές που σχετίζονται με καρκινογόνα είναι επιθετικές.

ΒΑΣΙΚΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ

Κακοήθης όγκος που προέρχεται από τα κερατινοκύτταρα της ΒΑΣΙΚΗΣ στοιβάδας,


συχνότερο σε ανοιχτόχρωμα άτομα με βλάβες από τον ήλιο.

1. Συμπαγές/οζώδες: Οι βλάβες αρχικά ημιδιαφανείς βλατίδες που μπορούν να επεκταθούν


με κεντρική εμβυθισμένη περιοχή (κυκλική εμφάνιση). Τηλεαγγειεκτασίες διασχίζουν την
επιφάνεια της βλάβης (!). Συχνότερα σε κεφάλι και τράχηλο (όπως και 2.)

2. Κυστικό: Σκληροδερμοειδής βλάβη με ιδιαίτερη διαφάνεια → έντονο στοιχείο συνδετικού


ιστού. Τηλεαγγειεκτασίες (+) επίπεδη ή εμβυθισμένη περιοχή που μοιάζει με ουλή.

3. Επιφανειακό: Οι βλάβες έχουν μορφή επιφανειακής επέκτασης → ανώδυνη, ρόδινη


περιοχή με λεπτό πολυκυκλικό όριο, λεπιδώδες με χρωστική. Μπορεί να αναπτυχθούν
μεγάλα οζώδη στοιχεία. Συχνότερα στον κορμό.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Κρυοθεραπεία, απόξεση, διαθερμοπηξία, ακτινοθεραπεία → κοντά στα μάτια


μπορεί να απαιτηθεί μικροσκοπική χειρουργική Mohs’. Μεθίσταται σπάνια.

ΜΕΛΑΝΙΝΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟΙ ΣΠΙΛΟΙ

Αθροίσματα μελανινοκυττάρων που πολλαπλασιάζονται και παράγουν διακριτές, ορατές και


ψηλαφητές βλάβες. Συγγενείς: πχ. γιγαντιαίος σπίλος με μεγάλη πιθανότητα εξαλλαγής σε
κακοήθες μελάνωμα. Επίκτητοι: συνδεσμικοί (επίπεδα σημάδια 1-10mm, μαλακά και ομαλά
όρια, φυσιολογικές γραμμές του δέρματος στην επιφάνεια), σύνθετοι (σαρκώδεις με
εμφανές χοριακό στοιχείο, πιο ανοιχτόχρωμοι), ενδοδερμικοί (τελικό στάδιο ωρίμανσης,
ανοιχτοί ή καφέ, εξέχουν από την επιφάνεια του δέρματος).

→ αφαίρεση ΜΟΝΟ αν υπάρχουν σημεία ατυπίας/δυσπλασίας και υποψία κακοήθειας:


>5mm, ανώμαλο περίγραμμα, ασυνήθιστες θέσεις (πχ. γλουτοί, χέρια, πόδια), multiple.

ΚΑΚΟΗΘΕΣ ΜΕΛΑΝΩΜΑ

Κακοήθης υπερπλασία των μελανινοκυττάρων, συνήθως της επιδερμίδας. Παράγοντες


κινδύνου: multiple σπίλοι, ξανθά/κόκκινα μαλλιά και ανοιχτόχρωμο δέρμα, ευαισθησία στον
ήλιο και ιστορικό ηλιακών εγκαυμάτων, εφηλίδες, οικογενειακό ιστορικό.

ΒΑΘΟΣ ΚΑΤΑ CLARK → Ι. Επιδερμίδα ΙΙ. Θηλώδες χόριο ΙΙΙ. Δικτυωτό χόριο IV. Υποδόριο λίπος

ΒΑΘΟΣ ΚΑΤΑ BRESLOW → μέτρηση σε mm του βάθους από την κοκκιώδη στοιβάδα της
επιδερμίδας μέχρι το βαθύτερο ορατό σημείο διήθησης στο χόριο → >0.75mm >95% 5ετης
επιβίωση, 0.76-1.5mm >80%, 1.6-3.5mm >60-70%, >3.5mm <40%.

Κακοήθης εφηλίδα: Σε δέρμα κατεστραμμένο από τον ήλιο – κυρίως ηλικιωμένοι. Αρχίζει
σαν καφέ κηλίδα που επεκτείνεται με ανώμαλη περιφέρεια και άνιση χρωματική καταγωγή.
Κυρίως στο πρόσωπο (σπανιότερα κορμό, βραχίονα). Βιοψία και ιδανικά πλήρης εξαίρεση.

Μελάνωμα κακοήθους εφηλίδας: Ανάπτυξη διηθητικού μελανώματος επί εφηλίδας.


Οζώδης ή πεπαχυμένη περιοχή.
Επιπολής επεκτεινόμενο μελάνωμα: Κοινός τύπος – κοκκιωματώδης επέκταση κατά μήκος
του δερματοεπιδερμικού φραγμού με radial growth πριν διηθήσει το χόριο. Μερικά mm έως
αρκετά εκατοστά, με ακανόνιστη παρυφή και ποικιλοχρωμία. Συχνά ψηλαφητές (+)
απολέπιση, αιμορραγία, εξέλκωση. Κνήμες (γυναίκες), κορμός, ράχη (άντρες).

ΜΕΘΟΔΟΣ ABCD(E): a = asymmetry, b = border, c = color, d = diameter (>6mm), e =


enlargement (δεν χρησιμοποιείται από όλους τους συγγραφείς).

ΛΙΣΤΑ 7 ΣΗΜΕΙΩΝ: Μείζονα → Αλλαγή μεγέθους, αλλαγή σχήματος, αλλαγή χρώματος.


Ελάσσονα → Διάμετρος >7mm, φλεγμονή, κνησμός, οζίδια ή αιμορραγία.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Χειρουργική εξαίρεση με ΕΥΡΕΙΑ εκτομή (+) υγιή όρια (!).

Οζώδες μελάνωμα: Οι βλάβες παρουσιάζονται σαν όζοι, λείοι και θολωτοί ή ακανόνιστοι,
σκληροί, μυρμηκιώδεις. Μπορεί να μην παρουσιάζει υπέρχρωση αλλά μελαγχρωματική άλω
στη βάση του όγκου. Αυξάνονται γρήγορα. Κυρίως στην άνω περιοχή ράχης.

Μελάνωμα των άκρων: Αφορά βλάβες σε παλάμες, πέλματα, υπονύχιες περιοχές αλλά και
στοματικό, πρωκτικό, γεννητικό επιθήλιο. Τυπικά επίπεδη, μελαγχρωματική περιοχή, (+)
σημείο Hutchinson με μελάγχρωση παρανυχίου στις υπονύχιες βλάβες.

ΟΖΩΔΕΣ ΕΡΥΘΗΜΑ

Επαναλαμβανόμενη εμφάνιση ευαίσθητων, εν τω βάθει όζων, κυρίως στις κνήμες →


φλεγμονή του υποδόριου λίπους λόγω σαρκοείδωσης, φυματίωσης, μεταστρεπτοκοκκικών
λοιμώξεων, ΙΦΝΕ, ιστοπλάσμωση, yersinia, φάρμακα. Ενίοτε ιδιοπαθής.

Οι βλάβες είναι ερυθρές και η επιφάνεια του δέρματος στίλβει, επώδυνη ψηλάφηση και
κάτω άκρο. Το χρώμα γίνεται σταδιακά πιο σκούρο και φθίνει (όπως και στους μώλωπες).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Αναζήτηση αιτίας (πχ. αιματολογικός έλεγχος, αντριστρεπτολυσίνη Α, α/α, Mayer


κοπράνων, Mantoux, μικροβιολογικές), κατάκλιση, χορήγηση NSAIDs, δαψόνη per os, τοπικά
κορτικοστεροειδή.

ΔΕΡΜΑΤΙΚΟΣ ΕΡΥΘΗΜΑΤΩΔΗΣ ΛΥΚΟΣ

Χρόνιος δισκοειδής ΕΛ: Τυπικά ερυθηματώδεις πλάκες, καλά περιγεγραμμένες, σε


πρόσωπο, λαιμό, αυτιά, τριχωτό. Μπορεί να προκύπτουν ή να αυξάνονται με το φως.
Θυλακικά βύσματα (!), σημείο «διάτρητου χαλιού», ουλοποίηση (έως και έντονη).
Ανοσοφθορισμός αποκαλύπτει εναποθέσεις ανοσοσφαιρινών και συμπληρώματος κατά
μήκος χοριοεπιδερμικής σύνδεσης.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Διακεκομμένη χρήση ισχυρών τοπικών κορτικοστεροειδών, ενδοβλαβικές ενέσεις


με στεροειδή, ανθελονοσιακά (πχ. υδροξυχλωροκίνη 200-400mg/daily), ρετινοειδής
ασιτετρίνη, αποφυγή έκθεσης στον ήλιο, δαψόνη.

Υποξύς δερματικός ΕΛ: Σπανιότερη πάθηση, κυρίως σε ηλικιωμένους. Εκτεταμένο εξάνθημα


στον ανώτερο κορμό και τα άκρα → (+) ΑΝΑ και συχνά συστηματική προσβολή.

Χειμετλώδης ΕΛ: Παραλλαγή → βλάβες μοιάζουν με χιονίστρες, κυρίως στα δάχτυλα χεριών
και ποδιών. (+) ορολογικές και τάση για εξέλιξη σε ΣΕΛ στις εξάρσεις. Η θεραπεία λιγότερο
αποτελεσματική.
ΣΚΛΗΡΟΔΕΡΜΑ

Χρησιμοποιείται ο όρος «μορφέα» αν δεν υπάρχει συστηματική συμμετοχή.

1. Εντοπισμένη μορφή: περιοχές παχύνονται, σκληραίνουν και γίνονται ανελαστικέ

2. Γενικευμένη μορφή: Οι βλάβες εξαπλώνονται και εμπλέκεται όλη η επιφάνεια του


σώματος – περιορισμός κινήσεων.

3. Γραμμοειδής μορφή: προσβολή από πλάκες δερματικής σκλήρυνσης που ακολουθούν


ψευδο-δερματοειδή κατανομή κατά μήκος άκρου ή τριχωτού κεφαλής/προσώπου. Σε παιδιά
επηρεάζει την ανάπτυξη

4. Υπερμελαχρωματική, ελαφρώς ατροφική μορφή – ατροφόδερμα Pacini και Pierini –


εμφανίζεται με ωχρές-καφέ περιοχές στο κορμό.

Δεν υπάρχει κάποια ικανοποιητική θεραπεία.

ΥΠΕΡΜΕΛΑΓΧΡΩΣΗ

Χλόασμα: Μελανόφαιες κηλίδες και πλάκες, σαφώς αφοριζόμενες με γεωγραφική


περιφέρεια κυρίως σε μέτωπο, κροτάφους, παρειές, άνω χείλος και πώγωνα. Συνδέονται με
λήψη αντισυλληπτικών, έκθεση στον ήλιο και κύηση. ΘΕΡΑΠΕΙΑ: αποφυγή ηλιακής έκθεσης,
λευκαντικές κρέμες (πχ. αζελαϊκό οξύ, υδροκινόνη), peeling, laser.

ΥΠΟΜΕΛΑΓΧΡΩΣΗ

Αλφισμός: Χωρίζεται σε τυροσινάση-αρνητικό με αχνόχροο δέρμα και πλήρη απουσία


χρωστικής από τα μάτια (+) νυσταγμό, και τυροσινάση-θετικό με λιγότερο αχρωμικό δέρμα
και μάτια με κάποιου βαθμού μελάγχρωση. Οι δερματικοί καρκίνοι εξαιρετικά συχνοί.

Λεύκη: Επίκτητη νόσος με αιφνίδια εμφάνιση και αυτοάνοσο μηχανισμό. Πλήρης απώλεια
μελάγχρωσης με μορφή πλάκας χωρίς άλλα παθολογικά στοιχεία – συχνά συμμετρικές. Στα
παιδιά υπάρχει πιθανότητα υποστροφής, που είναι σπανιότερη στους ενήλικες.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Τοπικά στεροειδή, PUVA, μεγάλες δόσεις στεροειδών και ανοσοτροποποιητών (;)

ΣΥΦΙΛΗ

Σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα από το treponema pallidum – προσβάλλει κυρίως νεαρά


άτομα. Μετάδοση με σεξουαλική επαφή, κάθετα από τη μητέρα στο έμβρυο, σπάνια με
άμεση επαφή λύσης δέρματος με βλάβη. Η μετάδοση από μετάγγιση έχει εκλείψει.

Πρωτογόνος σύφιλη: 10-90 μέρες μετά τη λοίμωξη → συφιλιδικό έλκος (στο σημείο
ενοφθαλμισμού, ανώδυνο, σκληρό, στρόγγυλο ή ωοειδές, 1-2cm, σαφώς περιγεγραμμένο με
ομαλά χείλη και καθαρό, λείο, στιλπνό πυθμένα, ερυθρό ως «από μυϊκής σαρκός», συνήθως
μονήρες) και σύστοιχη λεμφαδενίτιδα (4-5 μέρες μετά το έλκος). Το έλκος υποχωρεί ακόμα
και χωρίς θεραπεία σε 4-6 εβδομάδες ενώ η ανώδυνη λεμφαδενίτιδα παραμένει για μήνες.

Δευτερογόνος σύφιλη: Έως 6 μήνες μετά τη μόλυνση και 2-10 εβδομάδες μετά από μη-
θεραπευθείσα πρωτογόνο σύφιλη → γενική συμπτωματολογία (ανορεξία, πυρετός,
μυαλγίες, αρθραλγίες, καταβολή), εκδηλώσεις από δέρμα και βλεννογόνους (κηλιδώδες
εξάνθημα – συφιλιδική ροδάνθη, βλατιδώδη εξανθήματα, συφιλιδικές πλάκες – πλατέα
κονδυλώματα, λευκομελανοδερμία, αλωπεκία, ονυχία – παρωνυχία) και συστηματικές
εκδηλώσεις (πολυαδενίτιδα, ηπατομεγαλία, σπληνομεγαλία, σπειραματονεφρίτιδα,
περιοστίτιδα, αρθρίτιδα, ιριδοκυκλίτιδα, παρωτίτιδα, βαρηκοΐα, αλλοιώσεις ΕΝΥ).

Λανθάνουσα σύφιλη: Χωρίς βλάβες και διάγνωση με θετικές οροαντιδράσεις. Διακρίνεται


στην πρώιμη (<1 έτος από μόλυνση) και την όψιμη (>1 έτος από μόλυνση). Δεν μεταδίδεται
αλλά μπορεί να προκληθούν μη-αναστρέψιμες παθολογικές βλάβες.

Τριτογόνος σύφιλη: Κομμιώματα, φυματοοζώδη και φυματοελκωτικά εξανθήματα,


καρδιαγγειακή σύφιλη, νευροσύφιλη → προϊούσα γενική παράλυση, νωτιάδα φθίση.

Συγγενής σύφιλη: Μόλυνση του εμβρύου από τη μητέρα – 70% σε πρώιμη νόσο, 20% σε
όψιμη. Ελαχιστοποιείται αν λάβει θεραπεία στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Πρώιμη:
μολυσματικές εκδηλώσεις στα πρώτα δύο χρόνια της ζωής, ανάλογες με την δευτερογόνο.
Όψιμη: μετά τον δεύτερο χρόνο της ζωής → συφιλιδικά στίγματα και τριάδα Hutchinson:
βαρελοειδείς κοπτήρες, μέση πυώδης ωτίτιδα – κώφωση, διάμεσος κερατίτιδα.

ΔΙΑΓΝΩΣΗ: Tr. Pallidum θα αναζητηθεί μικροσκοπικά σε υλικό από υγρές βλάβες ή


παρακέντηση λεμφαδένα – μικροσκόπηση σε σκοτεινό οπτικό πεδίο ή δοκιμασία άμεσου
ανοσοφθορισμού. Ορολογικές αντιδράσεις ανιχνεύουν αντισώματα στον ορό του αίματος ή
το ΕΝΥ. Στην πράξη VDRL/RPR ανιχνεύουν μη-ειδικές αντιδρασίνες που βοηθούν και στην
παρακολούθηση της νόσου – θετικοποιούνται στις 4-6 εβδομάδες από τη μόλυνση.
Ανιχνεύονται και στη λανθάνουσα νόσο (υψηλότεροι τίτλοι στην όψιμη). Αρνητικοποιούνται
με θεραπεία → 1 χρόνος στη πρωτογόνο, 2 χρόνια στη δευτερογόνο, 2-5 χρόνια στη πρώιμη
λανθάνουσα. Ο ασθενής ΔΕΝ γίνεται οροθετικός αν η θεραπεία αρχίσει στις 4-6 εβδομάδες.
Ειδικές αντιδράσεις: FTA-Abs (3-4 εβδομάδες (+)), MHA-TP, TPHA (τέλος πρωτογόνου (+)).
Παραμένουν (+).

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Πρώιμη → βενζαθενική πενικιλίνη 2.4 εκ. μονάδες IM/ once, δοξυκυκλίνη 100mg
per os 2x/day για 14 days, τετρακυκλίνη 500mg per os 4x/day για 14 days. Όψιμη →
βενζαθενική πενικιλίνη 7.2 εκ. μονάδες ΙΜ (2.4 / week, 3x), δοξυκυκλίνη 100mg per os 2x/day
για 28 days, τετρακυκλίνη 500mg per os 4x/day για 28 days.

Στην εγκυμοσύνη ενδείκνυται μόνο πενικιλινιθεραπεία (ακόμη και αν χρειαστεί


απευαισθητοποίηση για να χορηγηθεί).

Στα παιδιά 50.000 μονάδες/kg IM/ once σε πρώιμη και επί 3 weeks σε όψιμη. Η δόση να μην
ξεπερνά τα 2.4 εκ. μονάδες (!).

ΓΟΝΟΚΟΚΚΙΚΗ ΟΥΡΗΘΡΙΤΙΔΑ – ΒΛΕΝΝΟΡΡΟΙΑ

Μόλυνση από neisseria gonorrhoeae – μετάδοση με σεξουαλική επαφή ή κατά τον τοκετό.

Οξεία ουρηθρίτιδα (άνδρες): 1-10 ημέρες χρόνος επώασης. Αυτόματη εκροή υγρού από την
ουρήθρα – άφθονο έκκριμα, βλεννώδες ή βλεννοπυώδες, καταλήγει πυώδες. Το στόμιο της
ουρήθρας είναι εξέρυθρο και οιδηματώδες. Αίσθημα κνησμού, καύσος, άλγος. Τα
συμπτώματα εντονότερα κατά την ούρηση και τη στύση. Αν αφεθεί χωρίς θεραπεία για 2-6
εβδομάδες μεταπίπτει σε χρόνια μορφή με αμβληχρά συμπτώματα και επιπλοκές →
λεμφαγγειίτιδα ραχιαίας επιφάνειας πέους, περιουρηθρικά αποστήματα, φλεγμονή αδένων
Tyson, Cowper, Λίττριων αδένων, επιδιδυμίτιδα, ορχεοεπιδιδυμίτιδα, σπερματοκυστιτίδα,
προστατίτιδα.

Βλεννόρροια (γυναίκες): 2 εβδομάδες χρόνος επώασης – προσβάλλει επιθήλιο ουρήθρας


και ενδοτραχήλου. 75% δεν παρουσιάζει συμπτώματα, είναι όμως φορείς. Αν υπάρχουν
συμπτώματα: πυώδης ουρηθρική έκκριση, βλεννοπυώδης έκκριση από οιδηματώδη,
ερυθηματώδη ενδοτράχηλο. Αυξημένες κολπικές εκκρίσεις, αίσθημα καύσου, κνησμού,
δυσουρία, αίσθημα βάρους στα γεννητικά όργανα. Χωρίς θεραπεία μεταπίπτει σε χρόνια.
Επιπλοκές → φλεγμονή βαρθολινείων και αδένων Skene, φλεγμονώδης νόσος της πυέλου,
σπάνια επέκταση περί του ήπατος (σύνδρομο Fitz – Hugh – Curtis).

Πρωκτίτιδα: συχνά ασυμπτωματική, or as above.

Φαρυγγίτιδα: κυρίως ασυμπτωματικά, ως εστία συνεχούς μολύνσεως.

Γονοκοκκική οφθαλμία: μόλυνση του νεογνού κατά τον τοκετό – 2-7 ημέρες αργότερα με
πυώδη επιπεφυκίτιδα που μπορεί να οδηγήσει σε τύφλωση. Προληπτικά 1-2 σταγόνες
νιτρικού αργύρου 1%. Στους ενήλικες από μεταφορά με τα χέρια.

Γενικευμένη γονοκοκκική λοίμωξη: 1-3% και κυρίως γυναίκες – πυρετός, μεταναστευτική


πολυαρθρίτιδα με ισχυρές αρθραλγίες και δερματικές βλάβες (βλατίδες, πετέχειες,
αιμορραγικές ή νεκρωτικές αλλοιώσεις με εντόπιση την εκτατική επιφάνεια των άνω και
κάτω άκρων στις παλάμες και τα πέλματα). (+) περικαρδίτιδα, ενδοκαρδίτιδα, μηνιγγίτιδα…

ΔΙΑΓΝΩΣΗ: Άμεση μικροσκοπική εξέταση και ανεύρεση διπλόκοκκων, καλλιέργεια.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Κεφτριαξόνη 250mg ΙΜ/once OR κεφιξίμη 400mg IM/once (+) αζυθρομυκίνη 1g


per os → η βλεννόρροια ΔΕΝ καταλείπει ανοσία (!).

You might also like